|
ISSN 1977-0669 doi:10.3000/19770669.L_2012.014.ell |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 14 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
55ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
|
II Μη νομοθετικές πράξεις |
Σελίδα |
|
|
|
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ |
|
|
|
|
2012/26/ΕΕ |
|
|
|
* |
Απόφαση της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2011, σχετικά με την κρατική ενίσχυση υπ' C 35/08 (πρώην NN 11/08) που χορήγησε η Γαλλία στον δημόσιο οργανισμό Institut Français du Pétrol [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2011) 4483] ( 1 ) |
|
|
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
|
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
II Μη νομοθετικές πράξεις
ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
|
17.1.2012 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 14/1 |
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
της 29ης Ιουνίου 2011
σχετικά με την κρατική ενίσχυση υπ' C 35/08 (πρώην NN 11/08) που χορήγησε η Γαλλία στον δημόσιο οργανισμό «Institut Français du Pétrol»
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2011) 4483]
(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2012/26/ΕΕ)
Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,
Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,
Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2), και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),
Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα ανωτέρω άρθρα (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
1 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
(1) |
Στο πλαίσιο της επίσημης εξέτασης του φακέλου κρατικής ενίσχυσης C 51/05 σχετικά με μέτρα ενίσχυσης που εφάρμοσε η Γαλλία υπέρ του Institut Français du Pétrole (4), οι γαλλικές αρχές ενημέρωσαν τις υπηρεσίες της Επιτροπής, με επιστολή της 18ης Ιουλίου 2006, η οποία πρωτοκολλήθηκε στις 19 Ιουλίου 2006, τη μετατροπή, στις 7 Ιουλίου 2006, του δημόσιου οργανισμού IFP, πρώην επαγγελματικού ιδρύματος κατά την έννοια της πράξης γνωστής ως νόμος αριθ. 43-612 της 17ης Νοεμβρίου 1943 σχετικά με τη διαχείριση των επαγγελματικών συμφερόντων, σε δημόσιο οργανισμό βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα (εφεξής «EPIC»). Η μετατροπή αυτή προκύπτει από δύο έγγραφα τα οποία οι γαλλικές αρχές προσάρτησαν ως παράρτημα στην επιστολή τους: i) το διάταγμα υπ' αριθ. 2006-797 της 6ης Ιουλίου 2006 περί καθορισμού του νέου καταστατικού της δημόσιας επιχείρησης IFP, και ii) το άρθρο 95 του νόμου υπ' αριθ. 2005-781, της 13ης Ιουλίου 2005, για το πρόγραμμα καθορισμού των κατευθύνσεων της ενεργειακής πολιτικής (κατ' εφαρμογήν του οποίου εκδόθηκε το εν λόγω διάταγμα). |
|
(2) |
Με επιστολές της 3ης Αυγούστου 2007 και της 7ης Μαΐου 2008, η Επιτροπή ζήτησε από τις γαλλικές αρχές πληροφορίες, στις οποίες οι γαλλικές αρχές απάντησαν με επιστολές της 28ης Σεπτεμβρίου 2007 και 26ης Ιουνίου 2008 αντίστοιχα. |
|
(3) |
Στο πλαίσιο προηγούμενης διαδικασίας, η Επιτροπή έλαβε στις 16 Ιουλίου 2008 απόφαση (εφεξής «απόφαση C 51/2005») σχετικά με ένα πρώτο μέτρο ενίσχυσης που εφάρμοσε η Γαλλία προς όφελος του ομίλου IFP (5). Σε αυτή την απόφαση, η Επιτροπή επισήμανε ότι το ζήτημα της ύπαρξης πρόσθετης κρατικής ενίσχυσης, με τη μορφή ενδεχόμενης απεριόριστης εγγύησης του κράτους που απορρέει από το γεγονός ότι η δημόσια επιχείρηση IFP έχει το καθεστώς EPIC, θα εξεταζόταν χωριστά στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας. |
|
(4) |
Αυτή η δεύτερη διαδικασία, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, αποτέλεσε αντικείμενο απόφασης της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2008 (6) (εφεξής «απόφαση για την κίνηση διαδικασίας»), η οποία ελήφθη κατ' εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (7) (εφεξής «κανονισμός διαδικασίας») έναντι της απεριόριστης εγγύησης του κράτους από την οποία δυνητικά επωφελούνταν ο όμιλος IFP. |
|
(5) |
Με τη δημοσίευση της προαναφερθείσας απόφασης για την κίνηση διαδικασίας στις 11 Οκτωβρίου 2008 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους για το εν λόγω μέτρο. |
|
(6) |
Η Επιτροπή έλαβε τις παρατηρήσεις της Γαλλίας με επιστολή της 14ης Οκτωβρίου 2008. |
|
(7) |
Με επιστολή τής 6ης Νοεμβρίου 2008, που πρωτοκολλήθηκε από την Επιτροπή αυθημερόν, οι σύμβουλοι της εταιρείας UOP Limited ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι ο πελάτης τους επιθυμούσε να διατυπώσει παρατηρήσεις για το εν λόγω μέτρο. Λαμβανομένων υπόψη των αναγκαίων προθεσμιών μετάφρασης, ζήτησαν παράταση της προθεσμίας μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2008, ώστε να μπορέσουν να κοινοποιήσουν τις παρατηρήσεις τους. Με επιστολή της 7ης Νοεμβρίου 2008, η Επιτροπή ανέφερε ότι αποδεχόταν την αιτιολόγηση αυτού του αιτήματος και παραχωρούσε παράταση της εν λόγω προθεσμίας για την εταιρεία UOP Limited μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2008. Με επιστολή της 28ης Νοεμβρίου 2008, που πρωτοκολλήθηκε από την Επιτροπή αυθημερόν, οι σύμβουλοι της εταιρείας UOP Limited διαβίβασαν τις παρατηρήσεις του πελάτη τους σχετικά με την απόφαση για την κίνηση διαδικασίας. |
|
(8) |
Στην ίδια επιστολή της 28ης Νοεμβρίου 2008, οι σύμβουλοι της εταιρείας UOP Limited ζήτησαν την άδεια να προσκομίσουν για λογαριασμό του πελάτη τους συμπληρωματικές παρατηρήσεις κατά την εξέλιξη της διαδικασίας. Με επιστολή της 17ης Δεκεμβρίου 2008, η Επιτροπή απάντησε σε αυτό το αίτημα αποδεχόμενη την παράταση της προθεσμίας να απαντήσει η εταιρεία UOP Limited μέχρι τις 23 Ιανουαρίου 2009, για να μπορέσει να υποβάλει ενδεχομένως συμπληρωματικές παρατηρήσεις. Με επιστολή της 23ης Ιανουαρίου 2009, οι σύμβουλοι της εταιρείας UOP Limited κοινοποίησαν συμπληρωματικές παρατηρήσεις του πελάτη τους. |
|
(9) |
Με επιστολή της 6ης Μαΐου 2009, η Επιτροπή κοινοποίησε στις γαλλικές αρχές το σύνολο των παρατηρήσεων που διατύπωσε η εταιρεία UOP Limited σχετικά με την απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, σε εμπιστευτική μορφή, όταν αυτό ήταν αναγκαίο. Κάλεσε τις γαλλικές αρχές να της κοινοποιήσουν τις παρατηρήσεις τους το αργότερο έως τις 8 Ιουνίου 2009. Με επιστολή της 2ας Ιουνίου 2009, οι γαλλικές αρχές ζήτησαν παράταση της προθεσμίας μέχρι τις 22 Ιουνίου 2009, διότι, κατά την άποψή τους, οι παρατηρήσεις που υπέβαλε το ενδιαφερόμενο τρίτο μέρος απαιτούσαν διεξοδική και εμπεριστατωμένη ανάλυση και διαβουλεύσεις με διάφορες υπηρεσίες υπουργείων. Με επιστολή της 9ης Ιουνίου 2009, η Επιτροπή ενέκρινε να δοθεί παράταση μέχρι τις 22 Ιουνίου 2009. Με επιστολή της 22ας Ιουνίου 2009, οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν τις παρατηρήσεις τους επί των παρατηρήσεων που διατύπωσε η εταιρεία UOP Limited. |
|
(10) |
Με επιστολή της 29ης Ιουλίου 2009, η Επιτροπή ζήτησε από τις γαλλικές αρχές να υποβάλουν συμπληρωματικές πληροφορίες πριν τις 24 Αυγούστου 2009. Με επιστολή της 19ης Αυγούστου 2009, οι γαλλικές αρχές ζήτησαν παράταση της προθεσμίας να απαντήσουν έως τις 7 Σεπτεμβρίου 2009, την οποία η Επιτροπή τους παραχώρησε με επιστολή της 20ής Αυγούστου 2009. Με επιστολή της 8ης Σεπτεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν τελικά τις ζητηθείσες πληροφορίες. |
|
(11) |
Με επιστολή της 20ής Νοεμβρίου 2009, η Επιτροπή ζήτησε νέες συμπληρωματικές πληροφορίες από τις γαλλικές αρχές και τις κάλεσε να απαντήσουν εντός είκοσι ημερών. Με επιστολή της 14ης Δεκεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές ζήτησαν παράταση της προθεσμίας να απαντήσουν μέχρι τις 22 Ιανουαρίου 2010, την οποία η Επιτροπή ενέκρινε με επιστολή της 18ης Δεκεμβρίου 2009. Οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν τελικά τις ζητηθείσες πληροφορίες με επιστολή της 13ης Ιανουαρίου 2010. |
|
(12) |
Στις 20 Μαΐου 2010, οι υπηρεσίες της Επιτροπής οργάνωσαν στις Βρυξέλλες συνεδρίαση για να εξετάσουν με τις γαλλικές αρχές τις επιπτώσεις στην παρούσα υπόθεση της απόφασης που εξέδωσε η Επιτροπή στις 26 Ιανουαρίου 2010 σχετικά με την κρατική ενίσχυση υπ' αριθ. C 56/07 (πρώην E 15/05) που χορηγήθηκε στην επιχείρηση La Poste (8) (εφεξής «απόφαση C 56/2007»). Επειδή η La Poste είναι δημόσια επιχείρηση το καθεστώς της οποίας εξομοιωνόταν, μέχρι τότε, με το καθεστώς ενός EPIC (9), η υπόθεση που την αφορά (εφεξής «υπόθεση La Poste» ή «υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών») παρουσίαζε μεγάλες ομοιότητες με το υπό εξέταση μέτρο, με αποτέλεσμα οι γαλλικές αρχές να προβάλουν τα ίδια επιχειρήματα, τηρουμένων των αναλογιών, στις παρατηρήσεις τους σχετικά με την κάθε μία από τις δύο υποθέσεις. Στις 4 Ιουνίου 2010, οι υπηρεσίες της Επιτροπής απέστειλαν πρόσθετες ερωτήσεις στη Γαλλία ζητώντας γραπτές παρατηρήσεις των γαλλικών αρχών για τα διάφορα σημεία που εξετάστηκαν στην εν λόγω συνεδρίαση. Στις 16 Ιουλίου 2010, οι γαλλικές αρχές απέστειλαν τα στοιχεία που τους ζητήθηκαν. |
|
(13) |
Με επιστολή της 29ης Σεπτεμβρίου 2010, η Επιτροπή ζήτησε από τις γαλλικές αρχές συμπληρωματικές πληροφορίες, καλώντας τες να απαντήσουν εντός είκοσι ημερών. Με επιστολή της 7ης Οκτωβρίου 2010, οι γαλλικές αρχές ζήτησαν πρόσθετη προθεσμία να απαντήσουν μέχρι τις 26 Νοεμβρίου 2001, την οποία η Επιτροπή τους παραχώρησε με επιστολή της 8ης Οκτωβρίου 2010. Οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν τελικά τις ζητηθείσες πληροφορίες με επιστολή της 26ης Νοεμβρίου 2010. |
2 Ο ΟΜΙΛΟΣ IFP
|
(14) |
Όπως ανέφερε η Επιτροπή στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας και στην προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005 (10), ο δημόσιος οργανισμός IFP εκπληρώνει τρεις αποστολές:
Μια σύμβαση στόχων με το κράτος καθορίζει τις βασικές κατευθύνσεις της δράσης του οργανισμού ανά πενταετία. |
|
(15) |
Εξάλλου, ο δημόσιος οργανισμός IFP κατέχει άμεσα και έμμεσα τον έλεγχο εμπορικών εταιρειών με τις οποίες έχει συνάψει αποκλειστικές συμβάσεις έρευνας και εκμετάλλευσης. Με βάση ένα σύνολο συγκλινόντων στοιχείων, τα οποία αναλύονται στην αιτιολογική σκέψη 137, η Επιτροπή έκρινε, στην προαναφερθείσα απόφασή της C 51/2005, ότι το σύνολο που απαρτίζεται από τις ανώνυμες εταιρείες Axens, Beicip-Franlab και Prosernat και τη μητρική τους εταιρεία, τον δημόσιο οργανισμό IFP, συνιστούσε έναν οικονομικό όμιλο (εφεξής και «όμιλος IFP») κατά την έννοια του δικαίου του ανταγωνισμού. |
|
(16) |
Η Axens δραστηριοποιείται στην αγορά των καταλυτών και τεχνολογιών για τις βιομηχανίες διύλισης και πετροχημικών και παρουσίασε το 2006, ημερομηνία της μεταβολής του καθεστώτος της μητρικής εταιρείας της, ενοποιημένο κύκλο εργασιών ύψους 308,45 εκατ. ευρώ. Η IFP κι η Axens δεσμεύονται με δύο αποκλειστικές συμβάσεις άδειας-πλαισίου και άδειας-προϊόντων καθώς και με σύμβαση βιομηχανικής έρευνας (11). Σε αντιστάθμιση αυτών των συμφωνιών, η θυγατρική καταβάλλει στην μητρική της, αφενός, δικαιώματα εκμετάλλευσης βάσει των συμβάσεων άδειας και, αφετέρου αμοιβή […] (*1) για την πρόσβαση στην ερευνητική ικανότητα του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(17) |
H Beicip-Franlab ειδικεύεται στην έκδοση και διάδοση λογισμικών στον τομέα «Εξερεύνηση κοιτασμάτων» καθώς και στην εκπόνηση μελετών και την παροχή συμβουλών. Το 2006, ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 42 εκατ. ευρώ. Μια αποκλειστική σύμβαση ανάπτυξης, εμπορικής εκμετάλλευσης και χρήσης, που υπεγράφη το 2003, διάρκειας δέκα ετών, ορίζει ότι [το IFP παρέχει στην Beicip-Franlab τα αποτελέσματα των ερευνών του] (*2) σχετικά με τους αλγόριθμους, τα μοντέλα ή τις μεθοδολογίες [που προέρχονται από την έρευνα] (**) του δημόσιου οργανισμού IFP στον τομέα «Εξερεύνηση κοιτασμάτων» και ότι η Beicip-Franlab μπορεί να ζητήσει από τον IFP να παράγει προϊόντα σε αυτή τη βάση. Η Beicip-Franlab καλύπτει το σύνολο των δαπανών ανάπτυξης των προϊόντων του δημόσιου οργανισμού IFT. Ακόμη, η Beicip-Franlab καταβάλλει διάφορες πρόσθετες αμοιβές […] (*) που έχουν ως στόχο να καλύψουν τη συντήρηση και τα δικαιώματα χρήσης. Το 2005, υπογράφηκε ένα πρόσθετο σύμφωνο το οποίο τροποποιεί τις λεπτομέρειες αμοιβής, διατηρώντας ωστόσο την αρχή της πλήρους κάλυψης των δαπανών ανάπτυξης από την Beicip-Franlab. |
|
(18) |
Η Prosernat εκπονεί μελέτες και παρέχει υπηρεσίες καθώς και σύνολα εξοπλισμών στον τομέα της επεξεργασίας του φυσικού αερίου και της ανάκτησης του θείου. Το 2006, ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 49,9 εκατ. ευρώ. Στις 18 Αυγούστου 2003, υπογράφτηκαν μεταξύ του IFP και της Prosernat σύμβαση άδειας-πλαισίου και σύμβαση βιομηχανικής έρευνας διάρκειας έξι ετών, με αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2002, βάσει των οποίων η Prosernat έχει αποκλειστική παραχώρηση εκμετάλλευσης των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας του δημόσιου οργανισμού IFP και [ο IFP της παρέχει τα αποτελέσματα] (**) των ερευνών του […] (**) στον τομέα των τεχνολογιών επεξεργασίας φυσικού αερίου και ανάκτησης του θείου. Η Prosernat καταβάλλει στη μητρική εταιρεία της δικαιώματα εκμετάλλευσης επί του ετήσιου κύκλου εργασιών της ως αμοιβή για την άδεια χρήσης των διεργασιών καθώς και δικαίωμα εκμετάλλευσης για τους εξοπλισμούς που καθορίζεται κατά περίπτωση. Η αμοιβή του δημόσιου οργανισμού IFP για την πρόσβαση της Prosernat στα αποτελέσματα των ερευνητικών εργασιών του ανέρχεται σε […] (*)% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών της Prosernat. |
|
(19) |
Σύμφωνα με το άρθρο 6 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, προστέθηκε το 2009 ρήτρα (12) στις αποκλειστικές συμφωνίες που διέπουν τις αμοιβές του δημόσιου οργανισμού IFP από τις θυγατρικές του Axens και Prosernat, ώστε να εξασφαλιστεί ότι καταβάλλεται στη μητρική εταιρεία ελάχιστη μη κατ' αποκοπήν αμοιβή που καλύπτει τουλάχιστον το 25 % του κόστους των μελετών σκοπιμότητας πριν από τις εργασίες βιομηχανικής έρευνας, το 50 % των δαπανών βιομηχανικής έρευνας και, κατά περίπτωση, το 75 % του κόστους των δραστηριοτήτων προ-ανταγωνιστικής ανάπτυξης κατά την έννοια του κοινοτικού πλαισίου των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη, της 17ης Φεβρουαρίου 1996 (13) (εφεξής «πλαίσιο Ε&Α του 1996»), που ασκεί ο δημόσιος οργανισμός IFP στους τομείς δραστηριότητας των θυγατρικών του (14). |
|
(20) |
Σύμφωνα με την απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, στο πλαίσιο της εξέτασης του εν λόγω μέτρου, κρίνεται απαραίτητο να ληφθεί υπόψη η δυνητική επίπτωση της κρατικής εγγύησης που απορρέει από το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP στο σύνολο των επιχειρήσεων του ομίλου IFP (συμπεριλαμβανομένου του δημόσιου οργανισμού IFP και των τριών θυγατρικών του ιδιωτικού δικαίου) (15). |
3 ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ
|
(21) |
Μέχρι το 2006, ο δημόσιος οργανισμός IFP είχε μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, επαγγελματικού ιδρύματος κατά την έννοια του νόμου υπ' αριθ. 43-612 της 17ης Νοεμβρίου 1943 για τη διαχείριση των επαγγελματικών συμφερόντων, υπό τον οικονομικό και δημοσιονομικό έλεγχο της γαλλικής κυβέρνησης. |
|
(22) |
Με το άρθρο 95 του νόμου αριθ. 2005-781, της 13ης Ιουλίου 2005, περί καθορισμού των κατευθύνσεων της ενεργειακής πολιτικής, θεσπίστηκε η αρχή της μετατροπής του IFP σε EPIC. Η μετατροπή αυτή τέθηκε σε ισχύ με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας του διατάγματος αριθ. 2006-797, στις 6 Ιουλίου 2006, για το καταστατικό του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(23) |
Ως EPIC, ο δημόσιος οργανισμός IFP έγινε, την ημέρα της τροποποίησης του καταστατικού του, νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (16). |
|
(24) |
Οι νομικές συνέπειες του χαρακτηρισμού ως EPIC εξηγούνται αναλυτικά στο μέρος 2 («Περιγραφή του μέτρου») της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007 καθώς και στο μέρος 3.2.1 («Νομικές συνέπειες του καθεστώτος EPIC») της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, στα οποία παραπέμπει η Επιτροπή κατ' αναλογία. |
4 ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
|
(25) |
Στην απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή έκρινε καταρχάς ότι το μέτρο δημιουργούσε αμφιβολίες αν το καθεστώς βάσει του κοινού δικαίου που τέθηκε σε εφαρμογή προς όφελος των EPIC σε θέματα πτώχευσης εξομοιώνεται με μηχανισμό απεριόριστης εγγύησης του κράτους με τη διάθεση δημόσιων πόρων:
|
|
(26) |
Εξάλλου, όπως διευκρινίστηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 65 έως 74 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει για περισσότερες λεπτομέρειες, οι νομοθετικές και κανονιστικές διασαφηνίσεις που προτάθηκαν από τις γαλλικές αρχές δεν φαίνονταν επαρκείς για να αρθούν αυτές οι αμφιβολίες εκ των προτέρων. |
|
(27) |
Στη συνέχεια η Επιτροπή ανέφερε ότι δεν μπορούσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο να προκύπτει επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα από αυτή την κατάσταση, κυρίως μέσω των ευνοϊκότερων όρων χρηματοδότησης, παρά το γεγονός ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι θυγατρικές του δεν αξιολογούνται από εξωτερικό οργανισμό αξιολόγησης. Ο όμιλος IFP μπορούσε επίσης να διαθέτει πλεονέκτημα στις σχέσεις του με τους πελάτες και προμηθευτές του, εφόσον αυτοί θα είχαν την πεποίθηση ότι απαιτήσεις τους έχουν την εγγύηση του κράτους. Κατά συνέπεια, στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης δεν ήταν δυνατό να αποκλειστεί ότι, σε περίπτωση προμήθειας ή αγοράς αγαθών ή υπηρεσιών με πίστωση, οι εν λόγω προμηθευτές ή πελάτες παρέχουν στον δημόσιο οργανισμό IFP καλύτερους όρους από αυτούς που θα παρείχαν σε μια επιχείρηση που δεν επωφελείται από την εγγύηση του κράτους. |
|
(28) |
Εξάλλου, βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της μετά την προκαταρκτική εξέταση, η Επιτροπή θεώρησε ότι ο απεριόριστος χαρακτήρας της εγγύησης, ιδίως όσον αφορά τη διάρκειά της, το ύψος και την έκτασή της, καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολο να υπολογιστεί το ποσό της προμήθειας που θα έπρεπε να καταβάλει ο δημόσιος οργανισμός IFP στο κράτος για την παροχή αυτής της προστασίας. |
|
(29) |
Τέλος, η Επιτροπή ανέφερε ότι είχε αμφιβολίες ως προς το συμβιβάσιμο της κρατικής ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, εφόσον αυτή δεν φαινόταν εκ πρώτης όψεως να αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή περιοχών. |
5 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
5.1 ΑΡΧΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
|
(30) |
Μετά την έκδοση της προαναφερθείσας απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν τις παρατηρήσει και τις προτάσεις τους στην Επιτροπή με επιστολή της 14ης Οκτωβρίου 2008. Η εν λόγω επιστολή συμπληρώνει τις παρατηρήσεις και προτάσεις που είχαν αναπτυχθεί σε προηγούμενες επιστολές των γαλλικών αρχών (23) και συνοψίζονταν στην απόφαση για την κίνηση διαδικασίας. |
|
(31) |
Στις παρατηρήσεις τους της 14ης Οκτωβρίου 2008, οι γαλλικές αρχές υπενθύμισαν προκαταρκτικά ότι η διαδικασία έναντι του ομίλου IFP κινήθηκε παράλληλα με τη διαδικασία για την προαναφερθείσα υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών και, ως εκ τούτου, δήλωσαν ότι θα επαναλάμβαναν, τηρουμένων των αναλογιών, τα ίδια επιχειρήματα με αυτά που είχαν αναπτύξει κατά την εξέταση της εν λόγω υπόθεσης (24). Παρά τις ομοιότητες, οι γαλλικές αρχές επισήμαναν τις ιδιαιτερότητες του δημόσιου οργανισμού IFP: πρόκειται για έναν ερευνητικό οργανισμό στον οποίο έχει ανατεθεί τριπλή αποστολή δημοσίου συμφέροντος (έρευνα, κατάρτιση και τεκμηρίωση), οι δραστηριότητες του οποίου είναι, κατά το μεγαλύτερο μέρος, μη οικονομικού χαρακτήρα, γεγονός που δικαιολογούσε τη δημόσια χρηματοδότηση που του χορηγήθηκε. Ακόμη, διευκρίνισαν τους λόγους της μετατροπής του σε EPIC: να υπάρξει συνέπεια, αφενός, ανάμεσα στη φύση των δραστηριοτήτων και τον τρόπο χρηματοδότησης του IFP και, αφετέρου, στο νομικό καθεστώς του, η οποία δικαιολογούσε την μεταβολή καθεστώτος, κατά τρόπο που να προσεγγίσει ο IFP τον δημόσιο τομέα εγκαταλείποντας τη μορφή επαγγελματικού ιδρύματος ιδιωτικού δικαίου. |
|
(32) |
Οι γαλλικές αρχές αμφισβήτησαν την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης εφόσον, κατά την άποψή τους, δεν πληρούνταν δύο από τους όρους που θέτει το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, διότι ο εν λόγω μηχανισμός δεν συνεπαγόταν καμία μεταφορά κρατικών πόρων (5.1.1), αφενός, και δεν παραχωρούσε κανένα πλεονέκτημα στον δημόσιο οργανισμό IFP (σημείο 5.1.2), αφετέρου. |
5.1.1 ΑΠΟΥΣΙΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΠΟΥ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΕΙ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
|
(33) |
Κατά την άποψη των γαλλικών αρχών, αφενός, οι δημόσιοι οργανισμοί δεν επωφελούνται από καμία αυτόματη εγγύηση λόγω του καθεστώτος τους (Α) και, αφετέρου το σκεπτικό της Επιτροπής στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας είναι λανθασμένο (Β). |
A. Απουσία απεριόριστης εγγύησης του κράτους
|
(34) |
Όπως διευκρινίστηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 41 έως 45 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007 στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές αναπτύσσουν πέντε επιχειρήματα για να στηρίξουν την επιχειρηματολογία τους. |
|
(35) |
Καταρχάς, καμία νομοθετική πράξη ούτε απόφαση θεσπίζει την αρχή ότι το κράτος παρέχει εξ ορισμού απεριόριστη εγγύηση για τα χρέη των EPIC. |
|
(36) |
Δεύτερον, σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν υφίστανται εγγυήσεις, ιδίως βάσει της απόφασης Société de l'hôtel d'Albe (25), καθώς και των δύο αποφάσεων στην υπόθεση Campoloro (26). |
|
(37) |
Τρίτον, ο οργανικός νόμος της 1ης Αυγούστου 2001 σχετικά με τον νόμο του προϋπολογισμού (LOLF) προβλέπει ότι μια εγγύηση μπορεί να δημιουργηθεί μόνο με διάταξη στον νόμο περί του προϋπολογισμού (27), στοιχείο το οποίο το Συμβούλιο Επικρατείας επιβεβαίωσε ρητά στην ετήσια έκθεση του 2006 (28). Συνεπώς, κατά την άποψη του εμπειρογνώμονα που διόρισαν οι γαλλικές αρχές στην προαναφερθείσα υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών (29), από τότε που τέθηκε πλήρως σε ισχύ ο νόμος περί προϋπολογισμού την 1η Ιανουαρίου 2005, δεν ήταν δυνατό να χορηγηθεί νόμιμα καμία έμμεση εγγύηση. Δεν παρέχεται λοιπόν καμία εγγύηση για τα χρέη που συνάφθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2005. Όσον αφορά τα χρέη που συνάφθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, ο εμπειρογνώμονας εκτιμά ότι δεν είναι δυνατό να κριθεί, χωρίς την ύπαρξη δικαστικής απόφασης, αν θα μπορούσε ή όχι να αποκλειστεί η ακυρότητα των έμμεσων εγγυήσεων που παρέχονταν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, η χορήγηση των οποίων δεν επιτρεπόταν ρητά με διάταξη του νόμου περί του προϋπολογισμού, λαμβάνοντας ως νομική βάση τον σεβασμό των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πιστωτών. |
|
(38) |
Τέταρτον, η Γαλλία θεωρεί ότι, εάν οι EPIC απολάμβαναν την εγγύηση του κράτους, η μεταβολή του καθεστώτος τους θα απαιτούσε τη θέσπιση μέτρων για τη διατήρηση των δικαιωμάτων των πιστωτών. Το γεγονός ότι δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή τέτοιος μηχανισμός (30) υποδηλώνει το αντίθετο, ότι οι EPIC δεν επωφελούνται από καμία εγγύηση του κράτους. |
|
(39) |
Πέμπτον, οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν σε άρθρο (31) του κ. Labetoulle, πρώην Προέδρου του τμήματος διαφορών του Συμβουλίου Επικρατείας, κατά την άποψη του οποίου «δεν υπάρχει βάσει του δικαίου κανένας αυτοματισμός όσον αφορά τη χορήγηση, το όφελος και την έκταση αυτής της εγγύησης [μιας εγγύησης του κράτους που θα εφαρμοζόταν αυτοδικαίως στους κρατικούς οργανισμούς]». |
B. Λανθασμένο σκεπτικό της Επιτροπής (32)
|
(40) |
Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι, όσον αφορά τους EPIC, η εξόφληση των ατομικών απαιτήσεων δεν είναι εγγυημένη (α), ούτε εξασφαλίζεται η συνέχιση της ύπαρξης του δημόσιου οργανισμού ή των υποχρεώσεών του (β). |
α) Απουσία εγγύησης ως προς την εξόφληση ατομικών απαιτήσεων
|
(41) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 46 έως 49 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980 δεν θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση εγγύησης: σύμφωνα με τις προπαρασκευαστικές εργασίες του εν λόγω νόμου, μίας ερμηνείας των αποφάσεων Campoloro της 10ης Νοεμβρίου 1999 (33) και της 18ης Νοεμβρίου 2005 (34), και με επιστημονικά νομικά άρθρα (35), οι γαλλικές αρχές δηλώνουν ότι, κατά την άποψή τους, ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980 δεν προέβλεπε υποχρέωση του κράτους να διαθέτει ίδιους πόρους του: η αναφερόμενη στο άρθρο 1 διατύπωση «y pourvoit» (επιλαμβάνεται) παρέχει στο κράτος μόνο εξουσία «υποκατάστασης» του προσώπου το οποίο υποκαθιστά, κατά την άσκηση της οποίας «καταρχήν ο υποκαθιστών διαθέτει τις ίδιες αρμοδιότητες με τον υποκαθιστάμενο». Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο αυτής της υποκατάστασης, το κράτος θα μπορούσε να ασκήσει μόνο αυτές τις εκτελεστικές αρμοδιότητες, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν τη δυνατότητα διάθεσης πόρων του κρατικού προϋπολογισμού, εφόσον η χορήγηση έκτακτης επιχορήγησης είναι «εκτός του πεδίου της εξουσίας υποκατάστασης.» |
|
(42) |
Εξάλλου, όπως αναφέρεται στις σκέψεις 50 έως 53 της προαναφερθείσας υπόθεσης C 56/2007, στην οποία η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές υποστηρίζουν ότι δεν είναι δυνατόν να θεμελιωθεί η αντικειμενική ευθύνη του κράτους με μόνη αιτιολογία την ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού. Πράγματι, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, κάθε εγγύηση προϋποθέσει ότι ο εγγυητής αποδέχεται την ύπαρξη εγγύησης. Εφόσον η ευθύνη συνεπάγεται την αποδοχή μιας αμέλειας ή, σε περίπτωση αντικειμενικής ευθύνης, την ανάληψη των συνεπειών μιας ίδιας πράξης, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ύπαρξη εγγύησης. Σύμφωνα με τη Γαλλία, δεν είναι δυνατό να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του κράτους με τη μόνη αιτιολογία ότι ο νομάρχης ή η εποπτεύουσα αρχή δεν μπόρεσε να λάβει κανένα μέτρο που θα επέτρεπε την εξόφληση της οφειλής εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης και των περιουσιακών στοιχείων του δημόσιου οργανισμού. Πρέπει να αποκλεισθεί η αμέλεια, διότι η παράλειψη καθαυτή του νομάρχη ή της εποπτεύουσας αρχής δεν συνιστά αμέλεια. Οι γαλλικές αρχές αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι η απαίτηση της συνέχειας της δημόσιας υπηρεσίας επιβάλλεται στον αντιπρόσωπο του κράτους κατά την εκτέλεση της διαδικασίας που θεσπίστηκε με το νόμο της 16ης Ιουλίου 1980, αλλά θεωρούν ότι, ακόμη και αν ο δικαστής διέτασσε την αποζημίωση του πιστωτή, η απόφαση αυτή θα έφερνε τον πιστωτή στην κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν με βάση το κοινό δίκαιο, εφόσον, σε αυτή την περίπτωση, το υπό εξέταση περιουσιακό στοιχείο θα είχε εκχωρηθεί και οι πιστωτές θα εισέπρατταν το ποσό που θα τους αντιστοιχούσε. Συνεπώς, ο πιστωτής δεν θα είχε κανένα προνόμιο. |
β) Απουσία εγγύησης σε σχέση με τη συνέχιση της ύπαρξης του δημόσιου οργανισμού IFP ή των υποχρεώσεών του
|
(43) |
Όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 54 έως 56 της εν λόγω απόφασης C 56/2007, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι το ανεφάρμοστο της διαδικασίας εξυγίανσης και εκκαθάρισης κοινού δικαίου στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δεν αποκλείει τη δυνατότητα πτώχευσης ενός EPIC ή εφαρμογής διαδικασίας πτώχευσης σε αυτόν. Αμφισβητούν την ανάλυση της Επιτροπής που βασίζεται στην ανακοίνωση σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή εγγυήσεων (36) (εφεξής «Ανακοίνωση για τις εγγυήσεις») και θεωρούν ότι στην προκειμένη περίπτωση η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη «ευνοϊκότερων όρων χρηματοδότησης» καταλογιστέων στον αποκλεισμό της δυνατότητας εφαρμογής διαδικασίας πτώχευσης, ούτε απέδειξε ότι είναι αδύνατο να πτωχεύσει ο δημόσιος οργανισμός IFP ούτε ότι αποκλείεται οποιαδήποτε άλλη διαδικασία αφερεγγυότητας, στο βαθμό που ο νόμος του 1985 είναι απλά ένας νόμος διαδικασίας, και πως το γεγονός ότι οι EPIC δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δεν σημαίνει ότι δεν είναι δυνατό να τεθεί σε εφαρμογή για τους οργανισμούς αυτούς μια ad hoc διαδικασία εξυγίανσης, εκκαθάρισης ή «πτώχευσης». |
|
(44) |
Εξάλλου, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 57 έως 67 της εν λόγω απόφασης C 56/2007, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές υποστηρίζουν ότι η εφαρμογή της «διαδικασίας» που θέσπισε ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980 δεν παρέχει στον πιστωτή κανένα επιπλέον προνόμιο σε σχέση με τη συλλογική διαδικασία του κοινού δικαίου. Αμφισβητούν την υποχρέωση τήρησης των κριτηρίων δημοσιότητας (37) και ισοδυναμίας (38) που όρισε η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 81 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας για να εκτιμήσει αν η εφαρμογή μιας ειδικής διαδικασίας σε περίπτωση αφερεγγυότητας παρέχει προνόμιο στην επιχείρηση που υπόκειται σε αυτήν έναντι των επιχειρήσεων που υπάγονται στο εμπορικό δίκαιο (39), αλλά επιλέγουν αυτά τα ίδια κριτήρια για να αναλύσουν τη διαδικασία που θεσπίστηκε με το νόμο της 16ης Ιουλίου 1980. Όσον αφορά το κριτήριο της δημοσιότητας, θεωρούν ότι δικαίως οι οργανισμοί αξιολόγησης κρίνουν ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται στην περίπτωση της αφερεγγυότητας ενός EPIC, ενώ σε ό,τι αφορά το κριτήριο της ισοδυναμίας, κάνουν διάκριση ανάμεσα στην περίπτωση εφαρμογής και μη εφαρμογής της απαίτησης να υπάρχει συνέχεια της δημόσιας υπηρεσίας, επισημαίνοντας ότι η οικονομική κατάσταση του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του καθιστά απίθανη μια κατάσταση ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού του ομίλου IFP, τα ταμειακά διαθέσιμα και οι τοποθετήσεις του οποίου (ύψους 150,3 εκατ. ευρώ) ήταν στα τέλη του 2007 περίπου πενταπλάσια από τα δάνεια και τις χρηματοοικονομικές οφειλές (25,2 εκατ. ευρώ):
|
|
(45) |
Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 68 της απόφασης C 56/2007, στην οποία η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές επισημαίνουν ότι οι νομοθετικές πράξεις που αναφέρονται στην απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση διαδικασίας, συγκεκριμένα στη σκέψη 82, και ιδίως η κωδικοποιητική οδηγία αριθ. 02-060-M95 της 18ης Ιουλίου 2002 σχετικά με την χρηματοοικονομική και λογιστική ρύθμιση των δημόσιων οργανισμών βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα και ο οδηγός για τη χρηματοοικονομική οργάνωση της σύστασης, μετατροπής και κατάργησης των εθνικών δημόσιων οργανισμών και των ενώσεων δημοσίου συμφέροντος, της 14ης Νοεμβρίου 2006, δεν μπορούν ούτε να εφαρμοστούν ούτε να προσαρμοστούν στον δημόσιο οργανισμό IFP. |
|
(46) |
Όσον αφορά την ανακεφαλαιοποίηση των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP, οι γαλλικές αρχές θεωρούν καταρχήν ότι το ζήτημα που θίγεται στην αιτιολογική σκέψη 80 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας δεν θα έπρεπε να εκτιμηθεί για να αποδειχθεί η ύπαρξη ενδεχόμενης κρατικής εγγύησης, αλλά για να μετρηθούν οι πιθανές επιπτώσεις μιας τέτοιας εγγύησης η οποία θα έθετε, κατά περίπτωση, τον δημόσιο οργανισμό IFP και τις θυγατρικές του σε προνομιακή θέση λόγω ευνοϊκότερων όρων ανακεφαλαιοποίησης. Στη συνέχεια κρίνουν ότι η επιχειρηματολογία της Επιτροπής στηρίζεται σε δύο λανθασμένες απόψεις:
|
5.1.2 ΑΠΟΥΣΙΑ ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥ ΣΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ IFP ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΥΓΑΤΡΙΚΩΝ ΤΟΥ
|
(47) |
Οι γαλλικές αρχές θεωρούν, καταρχάς, ότι η προαναφερθείσα ανακοίνωση σχετικά με τις εγγυήσεις δεν επιτρέπει να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι υφίσταται προνόμιο στην προκειμένη περίπτωση, ότι η επέκταση ενδεχόμενων προνομίων του δημόσιου οργανισμού IFP τα οποία απολαμβάνει λόγω του καθεστώτος τους ως EPIC στις θυγατρικές του, οι οποίες είναι ανώνυμες εταιρείες κοινού δικαίου, θα ήταν αντίθετη με την πρακτική της Επιτροπής κατά τη λήψη αποφάσεων και ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχει αποδειχθεί η ύπαρξη πραγματικού οικονομικού πλεονεκτήματος προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του. |
|
(48) |
Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι η Επιτροπή ερμηνεύει λανθασμένα το σημείο 1.2 της προαναφερθείσας ανακοίνωσης σχετικά με τις εγγυήσεις το οποίο προβλέπει ότι «(…) συνιστούν επίσης ενίσχυση υπό μορφή εγγυήσεων οι ευνοϊκότεροι όροι χρηματοδότησης που εξασφαλίζουν επιχειρήσεις των οποίων η νομική μορφή αποκλείει την πτώχευσης ή άλλες διαδικασίες αφερεγγυότητας ή προβλέπει ρητώς την παροχή κρατικής εγγύησης ή την κάλυψη ζημιών από το κράτος»:
|
|
(49) |
Εξάλλου, στην απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή αγνόησε την πρακτική της κατά τη λήψη αποφάσεων όταν εξέτασε τα δυνητικά προνόμια προς όφελος των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP από την ύπαρξη απεριόριστης εγγύησης για τον EPIC. Η Επιτροπή υιοθέτησε ένα αντικρουόμενο σκεπτικό με αυτό που υιοθέτησε κατά την ίδρυση της Banque Postale (44): ενώ η Banque Postale ήταν, όπως ακριβώς και οι θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP, ανώνυμη εταιρεία που ανήκε κατά 100 % σε επιχείρηση που εξομοιώνεται με έναν EPIC, η Επιτροπή έκρινε (χωρίς να ληφθούν υπόψη οι δεσμεύσεις της Γαλλίας σε αυτή την υπόθεση) ότι η νομική μορφή ανώνυμης εταιρείας κοινού δικαίου επέτρεπε, από μόνη της, να αποκλειστεί η ύπαρξη κάθε απεριόριστης εγγύησης στο επίπεδο της θυγατρικής. Με το ίδιο σκεπτικό θα έπρεπε, κατά την άποψη των γαλλικών αρχών, να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι, εφόσον οι θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP έχουν επίσης τη μορφή ανώνυμης εταιρείας κοινού δικαίου δεν επωφελούνται ούτε αυτές από την δυνητική απεριόριστη εγγύηση που παρέχει το καθεστώς ενός EPIC. |
|
(50) |
Τέλος, η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι υπάρχει πραγματικό οικονομικό πλεονέκτημα προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του, εφόσον στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας περιορίστηκε στην επίκληση «εικαζόμενων» ευνοϊκότερων όρων χρηματοδότησης, χωρίς να παρουσιάσει πραγματική απόδειξη. Σύμφωνα με τη νομολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή υποχρεούται να αποδείξει στην προκειμένη περίπτωση ότι το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP του επέτρεψε πράγματι να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης (45). Όμως, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ορισμένα στοιχεία που βεβαιώνουν ότι το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP δεν παρείχε, και δεν ήταν δυνατόν να παράσχει, κανένα χρηματοοικονομικό προνόμιο στον δημόσιο οργανισμό IFP και τις θυγατρικές του, εφόσον κατά τη μετατροπή του δημόσιου οργανισμού IFP τηρήθηκε η γενική αρχή της συνέχειας, ιδίως στο επίπεδο της δραστηριότητάς του, της οργάνωσής του και του λογιστικού και δημοσιονομικού καθεστώτος του (πόροι και λογιστικοί και δημοσιονομικοί κανόνες) και του φορολογικού καθεστώτος του. |
|
(51) |
Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι τα ανωτέρω στοιχεία αποδεικνύουν ότι:
|
|
(52) |
Οι γαλλικές αρχές συμπεραίνουν ότι:
|
5.2 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
|
(53) |
Εντούτοις, για να άρουν κάθε αμφιβολία της Επιτροπής, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι ήταν έτοιμες, εάν η Επιτροπή αποδεχόταν να περατώσει τη διαδικασία με την έκδοση απόφασης που να δηλώνει ότι δεν υφίσταται ενίσχυση, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του προαναφερθέντος διαδικαστικού κανονισμού, να θέσουν σε εφαρμογή τα ακόλουθα μέτρα:
|
5.2.1 ΔΙΑΣΑΦΗΝΙΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 1980
|
(54) |
Όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 94 έως 96 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές προτείνουν να διασαφηνίσουν την ερμηνεία του νόμου της 16ης Ιουλίου 1980, τροποποιώντας το τέταρτο εδάφιο του άρθρου 3-1 του διατάγματος εφαρμογής του. (46) Η προταθείσα τροποποίηση αποσκοπεί, κατά την άποψή τους, στο να εξαλείψει κάθε αμφιβολία ως προς το νόημα της διατύπωσης «y pourvoit» (επιλαμβάνεται) στην οργάνωση της εποπτικής εξουσίας που παρέχεται στον Νομάρχη ή στην εποπτική αρχή, οι οποίοι οφείλουν στο εξής να αποδεσμεύουν τους πόρους από τον προϋπολογισμό του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή του δημόσιου οργανισμού (47). Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, η πρόταση αυτή θα απέκλειε τη δυνατότητα ο αντιπρόσωπος του κράτους, κατά την άσκηση της εποπτικής εξουσίας του, να μπορεί να αυξήσει τους πόρους του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή του δημόσιου οργανισμού μέσω κρατικής επιχορήγησης ή εισφοράς δημόσιων πόρων. |
5.2.2 ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΠΟΥ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ IFP ΠΟΥ ΣΥΝΕΠΑΓΟΝΤΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΗ
|
(55) |
Όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 97 έως 100 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007 στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές αμφισβητούν τη θέση της Επιτροπής (48) ότι η ευθύνη του κράτους θα μπορούσε να θεμελιωθεί με αποκλειστικό λόγο την αφερεγγυότητα του δημόσιου οργανισμού IFP. Εντούτοις, υποβάλλουν μια πρόταση που βασίζεται στην εξαίρεση του αναληφθέντος κινδύνου (βλ. αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας στις υποθέσεις Sille (49) και Meunier (50) προτείνοντας, σύμφωνα με την πρόταση που υπέβαλαν στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, να επιβεβαιώσουν επίσημα στους πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP ότι η απαίτησή τους δεν έχει καμία εγγύηση του κράτους και, σε περίπτωση αφερεγγυότητας, το κράτος δεν θα ήταν υποχρεωμένο να υποκαταστήσει οικονομικά την επιχείρηση για την καταβολή της απαίτησης. Ως εκ τούτου, οι εν δυνάμει ενδιαφερόμενοι, βάσει συνειδητής έκθεσης και έχοντας πλήρη γνώση των πραγμάτων, δεν θα μπορούσαν να επικαλεστούν δικαίωμα αποζημίωσης. Οι γαλλικές αρχές θα αναλάμβαναν, λοιπόν, από κοινού με τον δημόσιο οργανισμό IFP, για κάθε πράξη, να εισάγουν την ακόλουθη αναφορά στη σύμβαση χρηματοδότησης (για κάθε μέσο που καλύπτεται από σύμβαση): « Η έκδοση/το πρόγραμμα/το δάνειο δεν ευνοείται από καμία εγγύηση κανενός είδους, άμεσης ή έμμεσης, εκ μέρους του κράτους. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας, το κράτος δεν θα ήταν υποχρεωμένο να υποκαταστήσει χρηματοδοτικά τον IFP για την πληρωμή της απαίτησης. » |
|
(56) |
Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 101 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στην οποία η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές έλαβαν επίσης υπόψη τις αμφιβολίες που διατύπωσε η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 71 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας η οποία αναφέρει ότι, αφενός, η εξαίρεση αναληφθέντος κινδύνου αποτελούσε κανόνα που θεσπίστηκε από τη νομολογία η οποία θα μπορούσε να εξελιχθεί και ότι, αφετέρου, ένας τέτοιος κανόνας θα βασιζόταν σε πράξεις παράγωγου δικαίου, οι οποίες θα μπορούσαν να ακυρωθούν σε περίπτωση σύγκρουσης και, τέλος, ότι η πρόταση των γαλλικών αρχών δεν κάλυπτε όλες τις περιπτώσεις, εφόσον οι απαιτήσεις θα μπορούσαν να μην είναι μόνο χρηματικές αλλά και εμπορικές ή άλλης φύσεως. |
|
(57) |
Όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 102 έως 104 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, αφού υπενθύμισαν την καταρχήν αντίρρησή τους σχετικά με τη θέση της Επιτροπής για την θεμελίωση της αντικειμενικής ευθύνης του κράτους με αποκλειστική λόγο την ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού του δημόσιου οργανισμού IFP, οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν συμπληρωματικά στοιχεία για να αντικρούσουν αυτές τις αμφιβολίες:
|
|
(58) |
Εντούτοις, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 106 της εν λόγω απόφασης C 56/2007, στην οποία η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές αναφέρουν ότι είναι έτοιμες να επεκτείνουν την πρότασή τους να αναγράφεται η απουσία εγγύησης σε όλες τις συμβάσεις που συνεπάγονται δημιουργία απαίτησης, έτσι ώστε να αποκλείεται ρητά κάθε κίνδυνος θεμελίωσης της αντικειμενικής ευθύνης του κράτους που θα βασιζόταν αποκλειστικά στην αφερεγγυότητα του δημόσιου οργανισμού IFP. |
5.2.3 ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΠΟΥ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΘΥΓΑΤΡΙΚΩΝ AXENS, BEICIP-FRANLAB, PROSERNAT ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ IFP
|
(59) |
Εξάλλου, για να συμπληρωθεί η προτεινόμενη διάταξη, οι γαλλικές αρχές υποβάλλουν στην Επιτροπή συμπληρωματική πρόταση παρόμοια με εκείνη που υπέβαλαν κατά τη σύσταση της Banque Postale, η οποία συνίσταται στην ανάληψη δέσμευσης σε σχέση με τους όρους δανεισμού στις αγορές των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP (Axens, Beicip-Franlab, Prosernat), να δηλώνεται εγγράφως στη σύμβαση χρηματοδότησης (για κάθε μέσο που καλύπτεται από σύμβαση), για κάθε πράξη, ότι «σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο (ιδίως στην ανάγκη ρητής νομοθετικής εξουσιοδότησης για κάθε εγγύηση), η παρούσα πράξη χρηματοδότησης δεν επωφελείται από καμία εγγύηση κανενός είδους, άμεση ή έμμεση, εκ μέρους του κράτους». |
|
(60) |
Όπως διευκρινίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 107 έως 110 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στις οποίες η Επιτροπή παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι τα δύο προταθέντα μέτρα διασαφήνισης (που παρουσιάζονται αναλυτικά στις αιτιολογικές σκέψεις 55 και 59) επιτρέπουν να διευκρινιστούν τα δικαιώματα των πιστωτών του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του, ώστε να μη μπορεί να θεωρηθεί η Γαλλία, όπως ανέφερε η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 87 της απόφασής της για την κίνηση διαδικασίας, «υπεύθυνη για τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν στους πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP όσον αφορά την ύπαρξη εγγύησης» και ότι συντηρεί σκόπιμα μια «ασαφή νομική κατάσταση» η οποία «παρέχει πλεονέκτημα στον δημόσιο οργανισμό IFP και θα μπορούσε να διαθέσει πόρους τους κράτους». |
5.3 ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
|
(61) |
Στις επιστολές τους της 16ης Ιουλίου 2010 και της 26ης Νοεμβρίου 2010, οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν συμπληρωματικά στοιχεία που βεβαιώνουν, κατά την άποψή τους, την απουσία κρατικής ενίσχυσης προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(62) |
Καταρχάς, παραπέμποντας στην υπόθεση France Télécom (51), επισημαίνουν στην επιστολή τους της 16ης Ιουλίου 2010 ότι ο δικαστής της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπενθύμισε την υποχρέωση της Επιτροπής να αποδείξει την ύπαρξη πραγματικού πλεονεκτήματος για να στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης. Θεωρούν ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η απεριόριστη εγγύηση που θα απέρρεε από το καθεστώς του δημόσιου οργανισμού IFP, κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν του παρέχει στην πραγματικότητα κανένα οικονομικό προνόμιο. Στην επιστολή τους της 26ης Νοεμβρίου 2010, οι γαλλικές αρχές διευκρινίζουν ότι, κατά την άποψή τους, το βάρος της αποδείξεως βαρύνει την Επιτροπή. Ως προς αυτό, υπενθυμίζουν τις απαιτήσεις που έθεσε η νομολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αποδείξεων και αιτιολόγησης, ιδίως του Πρωτοδικείου στην προαναφερθείσα απόφαση France Telecom και του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Krantz (52), και πιο πρόσφατα Deutsche Post AG (53). Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι η ανάλυση της Επιτροπής στην παρούσα περίπτωση βασίζεται «περισσότερο σε υποθέσεις παρά σε συγκεκριμένη ανάλυση». |
|
(63) |
Εξάλλου, οι γαλλικές αρχές θεωρούν πως η Επιτροπή εκτιμά ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP θα μπορούσε να διαθέτει προνόμιο σε τρία επίπεδα: i) στο επίπεδο των σχέσεών του με τα τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ii) στο επίπεδο των σχέσεών του με τους προμηθευτές, και iii) στο επίπεδο των σχέσεών του με τους τρίτους βιομηχανικούς εταίρους οι οποίοι κάνουν χρήση υπηρεσιών έρευνας. |
|
(64) |
Όσον αφορά τις σχέσεις του δημόσιου οργανισμού IFP με τους τραπεζικούς και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν έχει αποκομίσει μέχρι σήμερα κανένα οικονομικό προνόμιο λόγω του καθεστώτος του ως EPIC. Παρέχουν στην Επιτροπή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι i) μακροπρόθεσμα, ο δημόσιος οργανισμός IFP παρουσίασε μηδενικό χρέος για τα έτη 2005-2006 και 2007 (54), καθώς και για το 2008 και 2009, και ότι ii) μεσοπρόθεσμα, ο IFP διαπραγματευόταν σε ετήσια βάση την παροχή πιστωτικών διευκολύνσεων με διάφορα τραπεζικά ιδρύματα, αλλά έλαβε επιτόκια συγκρίσιμα με αυτά της αγοράς και, σε καμία περίπτωση, δεν χρησιμοποίησε αυτά τα πιστωτικά όρια, και τέλος iii) βραχυπρόθεσμα, το χρέος του δημόσιου οργανισμού IFP ήταν σχεδόν μηδενικό ή μηδενικό κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
|
(65) |
Όσον αφορά τις σχέσεις με τους προμηθευτές, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP, ως αναθέτουσα αρχή, υπόκειται στις υποχρεώσεις δημοσίευσης και οργάνωσης διαγωνισμών που ορίζονται από το διάταγμα αριθ. 2005-649 της 6ης Ιουνίου 2005 (55), και ότι, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να έχει κανένα προνόμιο. Στην επιστολή τους της 26ης Νοεμβρίου 2010, οι γαλλικές αρχές επαναλαμβάνουν αυτή την ανάλυση και διευκρινίζουν ότι η υποχρέωση του δημόσιου οργανισμού IFP να προκηρύσσει διαδικασία υποβολής προσφορών σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, σχετικά με το συντονισμό των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (56) αποτελεί, κατά την άποψή τους, επαρκή εγγύηση για την αποτροπή των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην αγορά. Κατά τις γαλλικές αρχές, υποβάλλοντας τους προμηθευτές του σε διαδικασία διαγωνισμού, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν μπορούσε, τουλάχιστον ελλείψει οποιουδήποτε ειδικού αποδεικτικού στοιχείου, να κατηγορηθεί ότι ωφελείται από αθέμιτο πλεονέκτημα. Επισημαίνουν ότι ακριβώς για λόγους αποτελεσματικότητας των δημόσιων παραγγελιών διευκολύνθηκε η προσφυγή στα ηλεκτρονικά συστήματα αγορών, εφόσον η αιτιολογική σκέψη 13 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ αναφέρει, παραδείγματος χάρη, ότι «αυτή η τεχνική αγορών επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές […] να έχουν στη διάθεσή τους ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα προσφορών […] και συνεπώς να εξασφαλίζουν την καλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση των δημοσίων πόρων, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό». Ως προς αυτό, αναφέρουν μια έκθεση (57) της Επιτροπής η οποία κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η ρύθμιση για τις δημόσιες συμβάσεις είχε θετική επίπτωση σε όρους μείωσης των τιμών, μείωση που προβλήθηκε ως «το κοινωνικό όφελος» ενός δικαιότερου ανταγωνισμού ανάμεσα στους προμηθευτές. Ως εκ τούτου, με το να «καταλογίζει» την εξοικονόμηση αυτή στο καθεστώς του δημόσιου οργανισμού IFP ως EPIC, η Επιτροπή δεν είναι σύμφωνη με το πνεύμα της οδηγίας, η οποία θεωρεί τη διαδικασία επιλογής ως κύριο μέσο ενός καλύτερου ανταγωνισμού που επιφέρει μείωση του κόστους των δημόσιων προμηθειών. |
|
(66) |
Όσον αφορά, τέλος, τις σχέσεις του δημόσιου οργανισμού IFP με τους πελάτες του, η Γαλλία διευκρινίζει ότι οι εξεταζόμενες δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει καλύπτουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες από τον δημόσιο οργανισμό IFP κατόπιν αιτήσεως ενός πελάτη, ενός τρίτου ή μιας θυγατρικής, για ένα θέμα το οποίο εντάσσεται στο πεδίο της αποστολής του δημόσιου οργανισμού IFP, δεν παρουσιάζει για το δημόσιο οργανισμό IFP στρατηγικά συμφέροντα στο επίπεδο της ιδιοκτησίας των αποτελεσμάτων και μπορεί να εμπλουτίσει τις γνώσεις και τις ικανότητες του δημόσιου οργανισμού σε σχέση με την υλοποίηση προγραμμάτων δημόσιας Ε&Α τα οποία εφαρμόζει, και δεν υπάγεται στον αποκλειστικό τομέα δραστηριοτήτων των θυγατρικών. Οι γαλλικές αρχές δηλώνουν ότι οι υπηρεσίες έρευνας που λαμβάνουν αυτοί οι πελάτες απαιτούν ειδικούς εξοπλισμούς και πραγματογνωμοσύνη. |
|
(67) |
Ως προς αυτό, η Γαλλία υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν ο δημόσιος οργανισμός IFP αποκόμιζε από το καθεστώς του ως EPIC πλεονέκτημα για την άσκηση αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων, αυτό το πλεονέκτημα δεν θα είχε καμία ουσιαστική επίπτωση στην αγορά. Ιδίως δεν θα μπορούσε να νοθεύσει τον ανταγωνισμό ούτε να επηρεάσει τις μεταξύ των κρατών μελών συναλλαγές. Κατά το διάστημα από τη μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP (που συνέβη τον Ιούλιο του 2006), οι γαλλικές αρχές αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP θα μπορούσε ενδεχομένως να ωφεληθεί από ελάφρυνση των επιβαρύνσεων λόγω της απουσίας εγγυήσεων καλής εκτέλεσης οι οποίες, με βάση τα ποσά που απαιτούν συνήθως οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες για την παροχή υπηρεσιών αυτού του τύπου, θα αντιπροσώπευαν παρόλα αυτά ένα αμελητέο ποσό. Οι γαλλικές αρχές συμπεραίνουν ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν θα είχε χαρακτήρα προνομίου, γεγονός που θα αμφισβητούσε την ίδια την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης του δημόσιου οργανισμού IFP. |
6 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΜΕΡΩΝ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ
6.1 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ UOP LIMITED
|
(68) |
Σε επιστολή της 28ης Νοεμβρίου 2008, η εταιρεία UOP Limited, αφού αιτιολόγησε το συμφέρον της να παρέμβει ως ενδιαφερόμενος τρίτος στη διαδικασία (58), διατύπωσε ορισμένες γενικές παρατηρήσεις και ανέφερε ότι, κατά την άποψή της, η οντότητα την οποία ονομάζει «IFP/Axens» ελάμβανε κρατική ενίσχυση:
|
6.1.1 Η ΕΙΚΟΝΑ ΠΟΥ ΕΙΧΕ Η ΑΓΟΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ «IFP/AXENS»
|
(69) |
Σύμφωνα με την UOP Limited, το επιχείρημα των γαλλικών αρχών ότι η Axens, όπως και οι άλλες θυγατρικές του IFP αποτελούσαν χωριστές οικονομικές οντότητες δεν είναι βάσιμο. Η Επιτροπή δικαίως διαπίστωνε ότι i) η Axens ανήκει κατά 100 % στον δημόσιο οργανισμό IFΡ· ii) η εφαρμογή από την Axens της Ε&Α του δημόσιου οργανισμού IFP αντανακλά στρατηγικές προτεραιότητες που καθορίζονται από το κράτος· iii) οι υπεύθυνοι του δημόσιου οργανισμού IFP συμμετείχαν στη διαχείριση της Axens· iv) η Axens διέθετε αποκλειστική σύμβαση με τον δημόσιο οργανισμό IFP η οποία είχε καθοριστική σημασία για την οικονομική δραστηριότητα της θυγατρικής· και v) υπήρχε ιδίως συμφωνία πρώτης χρησιμοποίησης και διάθεσης προσωπικού. |
|
(70) |
Εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη, η εταιρεία UOP Limited προσθέτει ότι η εικόνα που έδιναν η IFP και η Axens ως προς τη σχέση τους, όπως και η εικόνα που είχε η αγορά για τη σχέση αυτή, συνιστούσαν επίσης καθοριστικούς παράγοντες:
|
6.1.2 ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΕΙ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΝΟΣ EPIC
|
(71) |
Η εταιρεία UOP Limited αναφέρει ότι το γεγονός ότι οι προμηθευτές και οι πελάτες θεωρούσαν ότι η Axens διέθετε απεριόριστους πόρους για να χρηματοδοτεί τις δραστηριότητές της συνιστούσε σημαντικό πλεονέκτημα στην αγορά. Ακόμα και αν δεν επρόκειτο για τίποτε περισσότερο από μια απλή εικόνα που είχε η αγορά, το στοιχείο αυτό είχε μεγάλη σημασία σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο οικονομικής κρίσης. |
|
(72) |
Όσον αφορά τους πελάτες, οι εγγυήσεις που παρείχε η οντότητα «IFP/Axens» είχε ιδιαίτερη σημασία στην αγορά, διότι οι πελάτες ελάμβαναν υπόψη μακροπρόθεσμες οικονομικές εκτιμήσεις πριν επιλέξουν μια συγκεκριμένη τεχνολογία. Με αφετηρία το παράδειγμα των «αρωματικών ενώσεων» η εταιρεία UOP Limited εξηγεί ότι, επί της ουσίας, πριν θέσουν σε εφαρμογή παρόμοιες τεχνολογίες, οι πελάτες πρέπει να πραγματοποιήσουν σημαντικότατες επενδύσεις στον σχεδιασμό και την κατασκευή των υποδομών παραγωγής, που απαιτούν την υλοποίηση έργων πολλών ετών. Όμως, η επιτυχία αυτών των βιομηχανικών ενώσεων συνδέεται με τις επιδόσεις των χρησιμοποιούμενων τεχνολογιών, οι πελάτες των οποίων απαιτούν κατά κανόνα από τον πωλητή των διεργασιών να είναι εγγυημένες (60). Εάν δεν επιτευχθεί το απαιτούμενο επίπεδο επιδόσεων, δεν θα δίσταζαν να επικαλεστούν ευθύνη του εκδοχέα και να απαιτήσουν την τήρηση αυστηρών υποχρεώσεων για αποκατάσταση. Η μακροπρόθεσμη φερεγγυότητα του εκδοχέα θα αποτελούσε, συνεπώς, σημαντικό στοιχείο της επιλογής των αγοραστών, όχι μόνο για την τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων, αλλά και για τις παρεχόμενες προοπτικές σε θέματα Ε&Α, εχέγγυα μελλοντικών βελτιώσεων της επίδοσης της αποκτηθείσας διεργασίας. Η οντότητα «IFP/Axens», την οποία η αγορά θεωρεί ως εξαρτώμενη από το κράτος, θα διέθετε συνεπώς, πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, εφόσον οι αγοραστές δεν θα είχαν ειδικό λόγο να αμφιβάλουν για την επιβίωσή της σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική. |
|
(73) |
Όσον αφορά τους προμηθευτές, η εταιρεία UOP Limited θεωρεί ότι η οντότητα «IFP/Axens» θα μπορούσε να επωφελείται από προτιμησιακούς όρους σε σχέση με τους ανταγωνιστές της· ως προς αυτό, παραπέμπει στις συμβάσεις που υπέγραψαν από κοινού η IFP και η Axens, οι οποίες αναφέρονται στην απόφαση για την κίνηση διαδικασίας. |
|
(74) |
Όσον αφορά τις χρηματαγορές, η εταιρεία UOP Limited θεωρεί ότι η οντότητα «IFP/Axens» επωφελείται από προνομιακούς όρους επιτοκίου στις κεφαλαιαγορές, δεδομένου του ρόλου του τελικού εγγυητή που διαδραματίζει το κράτος. Εξάλλου, σε συνθήκες χρηματοπιστωτικής κρίσης, η παρουσία του κράτους και η ασφάλεια που αυτή αντιπροσωπεύει για τους επενδυτές θα επέτρεπε την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων σε συνθήκες έλλειψης. Οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις δεν θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε συγκρίσιμους χρηματοδοτικούς πόρους, ή θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση με λιγότερο συμφέροντες οικονομικούς όρους. Κατά την UOP Limited, λόγω της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης το εν λόγω μέτρο θα μπορούσε να νοθεύσει ακόμη περισσότερο τον ανταγωνισμό. |
|
(75) |
Στην επιστολή της 23ης Ιανουαρίου 2009, η εταιρεία UOP Limited παρέπεμψε σε προηγούμενες παρατηρήσεις της και σε εκείνες που είχε διαβιβάσει στο πλαίσιο της διαδικασίας σχετικά με την προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005. Θεωρεί ότι οι πληροφορίες αυτές παρείχαν επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν τη σημασία της φερεγγυότητας των συμβαλλομένων στην εξεταζόμενη αγορά των αδειών διεργασιών. Επαναλαμβάνει το επιχείρημα ότι οι πελάτες της οντότητας «IFP/Axens» υπέθεταν ότι είχαν μια εμπορική σχέση με έναν κρατικό οργανισμό η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του οποίου δεν ενείχε κανένα κίνδυνο. Τέλος, η UOP Limited καλεί την Επιτροπή να αναλύσει τις συμφωνίες μεταξύ της Axens και των πελατών της, δηλώνοντας την πεποίθησή της ότι οι συμφωνίες αυτές δεν περιέχουν καμία διάταξη που θα περιόριζε την ευθύνη στο επίπεδο της Axens. |
6.2 ΣΧΟΛΙΑ ΤΩΝ ΓΑΛΛΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ UOP LIMITED
|
(76) |
Στην επιστολή τους της 22ας Ιουνίου 2009, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι οι παρατηρήσεις της εταιρείας «UOP Limited βασίζονταν σε εσφαλμένους ή παντελώς ψευδείς ισχυρισμούς, χωρίς το παραμικρό στοιχείο που θα μπορούσε να αποδείξει την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης στον δημόσιο οργανισμό IFP ή στην Axens». |
|
(77) |
Επί της ουσίας, οι γαλλικές αρχές θεωρούν απολύτως αστήρικτο τον ισχυρισμό πως η αγορά έχει σχηματίσει την εικόνα ότι η «IFP/Axens» είναι δημόσια επιχείρηση που βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των πελατών και των προμηθευτών της και των χρηματαγορών και απορρίπτουν τον ισχυρισμό ότι η οντότητα «IFP/Axens» συνιστά κρατικό οργανισμό χωρίς καμία ανησυχία ως προς τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του. |
|
(78) |
Οι γαλλικές αρχές αναπτύσσουν δύο επιχειρήματα:
|
6.2.1 Η «IFP/AXENS» ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ
|
(79) |
Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται η εταιρεία UOP Limited, οι προμηθευτές και οι πελάτες της οντότητας «IFP/Axens» δεν θεωρούσαν την επιχείρηση αυτή ως «όργανο του κράτους» που διέθετε απεριόριστους πόρους. |
|
(80) |
Πρώτον, οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν στη νομική ανάλυση που διαβίβασαν στην Επιτροπή καθώς και στις προηγούμενες παρατηρήσεις τους, οι οποίες κατά την άποψή τους αποδεικνύουν ότι το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP δεν του παρέχει κανενός είδους εγγύηση του κράτους. |
|
(81) |
Δεύτερον, οι γαλλικές αρχές επισημαίνουν ότι η εταιρεία UOP Limited επικαλείται μια «υποτιθέμενη πεποίθηση ότι υπήρχε απεριόριστη εγγύηση του κράτους υπέρ της IFP/Axens», η οποία δεν έχει νομική υπόσταση και η οποία δεν είναι από μόνη της αρκετή για να τεκμηριώσει την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης. |
|
(82) |
Τρίτον, ακόμη και αν υποτεθεί ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP απολαύει δημόσιας εγγύησης, ισχυρισμός τον οποίο οι γαλλικές αρχές αντικρούουν, θα ήταν σφάλμα να θεωρηθεί ότι μια τέτοια εγγύηση επεκτείνεται αυτόματα στις θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP με το επιχείρημα ότι ο οργανισμός αυτός και οι θυγατρικές του αποτελούν έναν οικονομικό όμιλο κατά την έννοια του δικαίου του ανταγωνισμού. Πράγματι, κατά την άποψη της Γαλλίας, ως οντότητες ιδιωτικού δικαίου που υπόκεινται στο δίκαιο των επιχειρήσεων, οι θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP, και κατ’ εξοχήν η Axens, δεν καλύπτονταν από παρόμοια εγγύηση, εφόσον η αρχή της αυτονομίας των θυγατρικών είναι αντίθετη ιδίως με τη θεωρία την οποία προβάλλει η εταιρεία UOP Limited της «αυτόματης επέκτασης» των εγγυήσεων στο εσωτερικό ενός ομίλου. Η έννοια του ομίλου, η οποία μπορεί να έχει νόημα στο δίκαιο ανταγωνισμού, δεν αναγνωρίζεται από το εταιρικό δίκαιο και η παροχή εγγυήσεων στο εσωτερικό ενός ομίλου υπόκειται σε αυστηρούς τυπικούς και ουσιαστικούς όρους. Αυτό ισχύει ιδίως για τον δημόσιο οργανισμό IFP, διότι το άρθρο 7 του καταστατικού του απαιτεί εξουσιοδότηση από το διοικητικό συμβούλιο. Ακόμη, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι η Επιτροπή έχει ήδη λάβει υπόψη αυτό το στοιχείο, εφόσον αναγνώρισε «ότι το νομικό καθεστώς της Banque Postale (νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου) ήταν από μόνο του αρκετό για να αποκλειστεί η ύπαρξη κάθε απεριόριστης εγγύησης στο επίπεδο της Banque Postale (61)». |
6.2.2 Η AXENS ΔΕΝ ΕΠΩΦΕΛΟΥΝΤΑΝ ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ EPIC ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ IFP
|
(83) |
Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι το επιχείρημα της UOP Limited, ότι η αγορά είχε την πεποίθηση ότι η οντότητα «IFP/Axens» ήταν όργανο του κράτους με απεριόριστους πόρους και διέθετε προνόμια έναντι των πελατών και των προμηθευτών της και των πιστωτών, δεν στηρίζεται «σε κανένα σοβαρό στοιχείο» και επιπλέον «διαψεύδεται κατηγορηματικά από τα πραγματικά περιστατικά.» |
|
(84) |
Οι γαλλικές αρχές υπέβαλαν υπηρεσιακό υπόμνημα της διεύθυνσης νομικών υποθέσεων και συμφωνιών (AJA) της Axens, με τίτλο «Αρχές ασφάλειας δικαίου της Axens» (62) που προσδιορίζει τις σχέσεις μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Axens. Οι σχέσεις αυτές διέπονται ρητά από τον γενικό κανόνα ότι η Axens δεν ζητά εγγύηση της μητρικής εταιρείας για κανέναν λόγο. Οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι είναι αδύνατη οποιαδήποτε παρέκκλιση από αυτόν τον κανόνα της απουσίας εγγύησης. Η αρχή αυτή εξάλλου, παρατέθηκε αναλυτικά στο έγγραφο με τους ακόλουθους όρους: «Η IFP δεν παρέχει εγγύηση για τις πράξεις ή παραλείψεις της Axens». Οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται σε κάθε σύμβαση ή επενδυτικό σχέδιο το οποίο θα μπορούσε να συνάψει ή να εφαρμόσει η Axens με πελάτες και προμηθευτές της και στις χρηματαγορές. |
6.2.2.1 Όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ της Axens και των πελατών της
|
(85) |
Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, η εταιρεία UOP Limited επικαλείται χωρίς καμία αιτιολόγηση τη σημασία της δημόσιας εγγύησης για την οικονομική κατάσταση της Axens μακροπρόθεσμα, ιδίως σε σχέση με τις συμβατικές εγγυήσεις και υποχρεώσεις συντήρησης που προβλέπουν κατά πάγιο τρόπο οι συμφωνίες παραχώρησης αδειών (63), όπως δεν εξηγεί ούτε τους λόγους για τους οποίους είναι «πεπεισμένη ότι η Επιτροπή δεν θα βρει καμία διάταξη περιορισμού της ευθύνης στο επίπεδο της Axens». |
|
(86) |
Σε σχέση με αυτά τα στοιχεία, οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι ο κανόνας που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 84 (ότι η θυγατρική δεν υποβάλλει καμία αίτηση εγγύησης στη μητρική εταιρεία) εφαρμόζεται επίσης και σε κάθε εγγύηση την οποία η Axens θα μπορούσε να διαπραγματευθεί ή να συνάψει με έναν πελάτη. Οι γαλλικές αρχές στήριξαν το επιχείρημά τους με το παράδειγμα των «αρωματικών ενώσεων» στις οποίες αναφέρθηκε η εταιρεία UOP Limited στις παρατηρήσεις της. Οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι, κατά κανόνα, η Axens επιλέγει να περιορίσει την ευθύνη της σε ένα συγκεκριμένο τμήμα της αμοιβής […] (*) κλπ. Αυτή η πολιτική περιορισμού των εγγυήσεων, που συνιστά μία από τις αρχές ασφάλειας δικαίου της Axens, διακρίνεται κατά συνέπεια σαφώς από τις χρήσεις άλλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτό τον τομέα, οι οποίες συνηθίζουν, κατά τις γαλλικές αρχές, να παρέχουν σε ορισμένες περιπτώσεις απεριόριστες εγγυήσεις. |
|
(87) |
Τέλος, οι γαλλικές αρχές υπενθυμίζουν ότι οι υποχρεώσεις σε θέματα συντήρησης/ αποζημίωσης που εφαρμόζονται σε περίπτωση ζημίας δεν θα συνεπάγονταν τη χρηματοδοτική κάλυψη του δημόσιου οργανισμού IFP:
|
|
(88) |
Οι γαλλικές αρχές συμπεραίνουν ότι οι ισχυρισμοί της UOP Limited σχετικά με την εικαζόμενη ύπαρξη προνομίων τα οποία αποκόμιζε η Axens στην αγορά των αδειών διεργασιών απορρίπτονται, ιδίως εφόσον η Axens εφάρμοζε αταλάντευτα μια πολιτική περιορισμού των εγγυήσεων που παρείχε στους πελάτες της. |
|
(89) |
Στην επιστολή τους της 8ης Σεπτεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι ο περιορισμός της ευθύνης έναντι των πελατών προβλέπεται τόσο στη σύμβαση της άδειας - πλαισίου (64), όσο και στη σύμβαση άδειας - προϊόντων (65) που έχουν συναφθεί μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Axens και τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2001. Αυτές οι δύο συμβάσεις προβλέπουν ότι, εάν η Axens μπορεί να αποδείξει ότι η αιτία της βλάβης οφείλεται στις υπηρεσίες που παρείχε η IFP, η οικονομική ευθύνη της IFP περιορίζεται σε ένα ποσοστό (66) των ποσών που πράγματι εισέπραξε ο δημόσιος οργανισμός IFP ως αναλογούντα τέλη για την πράξη πώλησης βάσει της οποίας υποβλήθηκε η απαίτηση (άδεια-προϊόντα) και ανά μονάδα μιας άδειας περαιτέρω εκμετάλλευσης ή πράξη πώλησης στο πλαίσιο άδειας περαιτέρω εκμετάλλευσης που αποτέλεσε την αιτία της απαίτησης (άδεια - πλαίσιο). Με άλλους όρους, η ευθύνη του δημόσιου οργανισμού IFP είναι αδύνατο να υπερβεί το 100 % των εισπραχθέντων ποσών. Εξάλλου, η άδεια-πλαίσιο προβλέπει ότι η Axens αναλαμβάνει τις χρηματοοικονομικές εγγυήσεις που παρέχονται σε κατόχους αδειών σε θέματα τεχνικών επιδόσεων των διεργασιών. Συνεπώς, δεν θεωρείται υπεύθυνος ο δημόσιος οργανισμός IFP για τις τεχνικές εγγυήσεις που παρέχει η Axens στους πελάτες της. |
|
(90) |
Εξάλλου, πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι συμβάσεις άδειας μεταξύ της Axens και των πελατών της προβλέπουν, κατά συμμετρικό τρόπο, ότι η χρηματοοικονομική ευθύνη της Axens περιορίζεται γενικά στο […] (*)% των δικαιωμάτων που καταβάλλονται για κάθε μονάδα προϊόντος για την οποία υποβάλλεται απαίτηση. Η ευθύνη του δημόσιου οργανισμού IFP είναι εντελώς ανεξάρτητη από την ευθύνη της Axens εφόσον, για εμπορικούς λόγους, η εγγύηση την οποία παραχωρεί η Axens στον πελάτη της είναι υψηλότερη από αυτήν που παραχώρησε ο δημόσιος οργανισμός IFP. Η ίδια αρχή εφαρμόζεται για κάθε άδεια που ο δημόσιος οργανισμός IFP χορηγεί σε τρίτους εκτός από τις θυγατρικές του. |
|
(91) |
Τέλος, οι γαλλικές αρχές πρόσθεσαν ότι, καταρχήν, ο δημόσιος οργανισμός IFP περιορίζει την ευθύνη του έναντι των πελατών του (θυγατρικές ή επιχειρήσεις εκτός ομίλου), όταν παρέχει υπηρεσίες για λογαριασμό τους (μελέτες, κατά παραγγελία έρευνες, δοκιμές κλπ.). Η ευθύνη την οποία αποδέχεται ο IFP συνίσταται σε δέσμευση να διορθώσει εκτελεσθέντα έργα, ενώ σε χρηματοοικονομικό επίπεδο τηρείται αρχή του περιορισμού της ευθύνης του στο […] (*)% της πράγματι εισπραχθείσας αμοιβής, με ανώτατο όριο που μπορεί ενδεχομένως να ανέλθει στο […] (*)% κατά περίπτωση. Έτσι, εάν ο πελάτης θεωρεί ότι το έργο που επιτέλεσε ο δημόσιος οργανισμός IFP είναι ελλειμματικό, ο IFP δεν μπορεί να υποχρεωθεί σε καμία περίπτωση να εκτελεί εκ νέου τα έργα επ' αόριστον. |
6.2.2.2 Όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ της Axens και των προμηθευτών της και τους όρους χρηματοδότησης στις χρηματαγορές
|
(92) |
Οι γαλλικές αρχές αρνούνται κατηγορηματικά τον ισχυρισμό της UOP Limited ότι η εικαζόμενη πεποίθηση περί ύπαρξης απεριόριστων χρηματοδοτικών πόρων προς όφελος της Axens της παρείχε προνομιακούς όρους και έναντι των προμηθευτών της και έναντι των χρηματαγορών. Κατά τη Γαλλία, η UOP Limited δεν προσκόμισε το παραμικρό αποδεικτικό στοιχείο που να στηρίξει αυτόν τον ισχυρισμό. |
|
(93) |
Οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι ο κανόνας που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 84, σύμφωνα με τον οποίο η θυγατρική δεν υποβάλλει καμία αίτηση εγγύησης στη μητρική εταιρεία, είναι αρκετός για να ακυρώσει την υπόθεση που διατύπωσε η εταιρεία UOP Limited. |
|
(94) |
Επιπλέον, όσον αφορά τους όρους δανεισμού της Axens, όπως και της Beicip-Franlab και της Prosernat, στις χρηματαγορές, οι γαλλικές αρχές υπενθυμίζουν ότι είναι διατεθειμένες να αναλάβουν τη δέσμευση έναντι της Επιτροπής να αναφέρεται γραπτά σε κάθε σύμβαση χρηματοδότησης για κάθε πράξη ότι: «σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο (και ιδίως την ανάγκη ρητής νομοθετικής άδειας για κάθε εγγύηση), η παρούσα πράξη χρηματοδότησης δεν ωφελείται από καμία εγγύηση κανενός είδους, άμεσης ή έμμεσης, εκ μέρους του κράτους» (67). |
7 ΕΚΤΙΜΗΣΗ
7.1 ΥΠΑΡΞΗ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 107 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΛΕΕ
|
(95) |
Το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ ορίζει: «ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός εάν οι συνθήκες ορίζουν άλλως». |
|
(96) |
Στην εξεταζόμενη περίπτωση, για να διαπιστωθεί η ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, πρέπει καταρχήν να επαληθευθεί αν το μέτρο της απονομής από τη Γαλλία του καθεστώτος EPIC στον δημόσιο οργανισμό IFP στις 7 Ιουλίου 2006 συνεπάγεται τη χρήση κρατικών πόρων (σημείο 7.1.1) γα την παροχή απεριόριστης δημόσιας εγγύησης που καλύπτει οικονομικές δραστηριότητες (σημείο 7.1.2). Ενώ η έκταση της κάλυψης από την κρατική εγγύηση και η φύση των καλυπτόμενων δραστηριοτήτων επιτρέπουν να προσδιοριστεί το πεδίο της παρούσας απόφασης (σημείο 7.1.3), στη συνέχεια θα εξεταστεί αν το εν λόγω μέτρο παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα στον όμιλο IFP (7.1.4) που μπορεί να επηρεάσει τις μεταξύ των κρατών μελών συναλλαγές (7.1.5). |
7.1.1 ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΕ ΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ ΥΠΟ ΜΟΡΦΗ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗΣ
|
(97) |
Δεδομένης της ειδικής διάρθρωσης οικονομικού ομίλου κατά την έννοια του δικαίου του ανταγωνισμού, πρέπει να ληφθεί υπόψη η δυνητική επίπτωση της απεριόριστης εγγύησης του κράτους που απορρέει από το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP στο σύνολο των επιχειρήσεων του ομίλου IFP, δηλαδή στον ίδιο τον δημόσιο οργανισμό και τις θυγατρικές του, εξετάζοντας το ζήτημα σε δύο στάδια:
|
7.1.1.1 Κάλυψη του δημόσιου οργανισμού IFP από απεριόριστη εγγύηση του κράτους που του παρέχει το καθεστώς του ως EPIC
|
(98) |
Στην προαναφερθείσα απόφαση C 56/2007, η Επιτροπή συμπέρανε (68) ότι οι εγγενείς ιδιαιτερότητες του καθεστώτος δημόσιου οργανισμού της La Poste, (69) και ιδίως η ύπαρξη εγγύησης για την εξόφληση των ατομικών απαιτήσεων και τη διατήρηση της ύπαρξης ή/και των υποχρεώσεων της La Poste, σήμαινε ότι το κράτος ασκεί ρόλο έσχατου εγγυητή για τις οικονομικές δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού. |
|
(99) |
Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν στην απόφαση C 56/2007 ισχύουν, κατ' ουσία, για το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP και ότι ο οργανισμός αυτός ωφελείται επίσης από μια ειδική νομική κατάσταση τόσο όσον αφορά την είσπραξη των απαιτήσεών του όσο και τη διατήρηση της ύπαρξής του σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Επίσης, για τις ανάγκες της παρούσας ανάλυσης, η Επιτροπή θα παραπέμπει στα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στο μέρος 4.1 («χαρακτηρισμός της ενίσχυσης») της ανωτέρω απόφασης C 56/2007. |
A. Εγγύηση για την εξόφληση των ατομικών απαιτήσεων
|
(100) |
Πρέπει, καταρχάς, να επαληθευθεί το επιχείρημα των γαλλικών αρχών ότι η ύπαρξη εγγύησης του κράτους προς όφελος των EPIC αποκλείεται από τη νομοθεσία ή από τη νομολογία α), πριν αποδειχθεί ότι, σε περίπτωση που ο δημόσιος οργανισμός IFP περιέρχονταν σε κατάσταση παύσης πληρωμών, οι πιστωτές του θα ωφελούνταν από μία ευνοϊκότερη διαδικασία σε σχέση με τους πιστωτές επιχειρήσεων που υπάγονται στο κοινό δίκαιο. |
α) Απόρριψη των επιχειρημάτων των γαλλικών αρχών
|
(101) |
Σε αντίθεση τους ισχυρισμούς των γαλλικών αρχών, η Επιτροπή είναι σε θέση να κρίνει ότι το γαλλικό δίκαιο αποδέχεται την ύπαρξη έμμεσων εγγυήσεων και συγκεκριμένα την ύπαρξη εγγύησης του κράτους βάσει του καθεστώτος δημόσιου οργανισμού. Η Επιτροπή απορρίπτει τα επιχειρήματα των γαλλικών αρχών για τους ακόλουθους λόγους. |
|
(102) |
Πρώτον, η Επιτροπή παραπέμπει στις αιτιολογικές σκέψεις 120 και 121 της απόφασης C 56/2007, τηρουμένων των αναλογιών, όσον αφορά τον ισχυρισμό των γαλλικών αρχών ότι καμία νομοθετική πράξη ή απόφαση δεν ορίζει την αρχή ότι το κράτος εγγυάται τις οφειλές των EPIC. Αντιθέτως, η Επιτροπή θεωρεί ότι, μολονότι αληθεύει ότι δεν υφίσταται νομοθετικό κείμενο ή πράξη που να επιβεβαιώνει ή να αποκλείει την ύπαρξη ρητής εγγύησης του κράτους προς όφελος των EPIC, η απουσία αυτή δεν επιτρέπει να αποκλειστεί η ύπαρξη έμμεσης εγγύησης. |
|
(103) |
Δεύτερον, η Επιτροπή παραπέμπει στις αιτιολογικές σκέψεις 122 έως 124 της ως άνω απόφασης C 56/2007, τηρουμένων των αναλογιών, σε σχέση με τον ισχυρισμό των γαλλικών αρχών ότι υπάρχει δικαστική απόφαση που διαπιστώνει την απουσία εγγυήσεων, συγκεκριμένα η απόφαση στην υπόθεση Société de l'hôtel d'Albe (70) και οι αποφάσεις Campoloro (71). Όσον αφορά την πρώτη υπόθεση, όπως επεσήμανε ο εμπειρογνώμονας της Επιτροπής στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, η απόφαση Société de l'hôtel d'Albe δεν αφορά τη συγκεκριμένη κατάσταση στην οποία μπορεί να ενεργοποιηθεί η εγγύηση (72). Αντιθέτως, όσον αφορά τη δεύτερη υπόθεση (73), η Επιτροπή θεωρεί ότι αποδεικνύει ότι το καθεστώς ευθύνης του κράτους κατά την εφαρμογή της διαδικασίας είσπραξης οφειλών των δημόσιων οργανισμών παρουσιάζει όλα τα χαρακτηριστικά ενός μηχανισμού εγγυήσεων. |
|
(104) |
Τρίτον, η Επιτροπή θεωρεί αβάσιμο το επιχείρημα που πρόβαλαν οι γαλλικές αρχές στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, ότι οι οφειλές τις οποίες συνήψαν οι EPIC από τότε που τέθηκε σε ισχύ ο νόμος LOLF, την 1η Ιανουαρίου 2005, δεν μπορούν να ωφεληθούν από έμμεση εγγύηση:
|
|
(105) |
Τέταρτον, η Επιτροπή απορρίπτει το επιχείρημα των γαλλικών αρχών ότι, εάν υπήρχε εγγύηση του κράτους προς όφελος των EPIC, η δημιουργία κάθε νέου EPIC (ή η μεταβολή καθεστώτος) θα απαιτούσε την εφαρμογή μέτρων εγγυήσεων με στόχο να διατηρηθούν τα δικαιώματα των πιστωτών τα οποία γεννήθηκαν πριν από την εν λόγω μετατροπή καθώς και το επιχείρημα από την αντίστροφη (modus tollens), ότι δηλαδή, αφού δεν τέθηκε ποτέ σε λειτουργία ένας τέτοιος μηχανισμός (77), δεν υφίσταται καμία εγγύηση προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP:
|
|
(106) |
Τέλος, η Επιτροπή παραπέμπει στο μέρος της παρούσας απόφασης σχετικά με την θεμελίωση της ευθύνης του κράτους, και στο μέρος 4.1.1. Α β) 3 της απόφασης C 56/2007 όσον αφορά το άρθρο του κ. Labetoulle στο οποίο αναφέρθηκαν οι γαλλικές αρχές (79), καθώς και στην ανάλυση της δικαστικής απόφασης Campoloro (80). |
|
(107) |
Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς των γαλλικών αρχών ότι, κατά την άποψή τους, οι νομοθετικές πράξεις απέκλειαν μια τέτοια εγγύηση, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ύπαρξη έμμεσων εγγυήσεων που συνδέονται με το καθεστώς δημόσιου οργανισμού επιβεβαιώνεται από υπόμνημα του Συμβουλίου Επικρατείας του 1995 για την υπόθεση Crédit Lyonnais, το οποίο τεκμηριώνει την ύπαρξη έμμεσης εγγύησης του κράτους αποκλειστικά με βάση τον χαρακτήρα δημόσιου οργανισμού (81). |
|
(108) |
Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 142 έως 145 της απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή δεν συμφωνεί με την ερμηνεία των γαλλικών αρχών κατά την οποία η γνώμη του Συμβουλίου Επικρατείας δεν εφαρμόζεται στον δημόσιο οργανισμό IFP. Επισημαίνει ιδίως ότι η γνώμη αυτή δεν περιέχει καμία αναφορά ούτε στην αποστολή, ούτε στην παρουσία ή απουσία οργάνου είσπραξης στο εσωτερικό του δημόσιου οργανισμού. Εντούτοις, οι γαλλικές αρχές δεν εξηγούν γιατί, κατά την άποψή τους, η γνώμη αυτή εφαρμόζεται μόνο στους δημόσιους οργανισμούς που διαθέτουν όργανο είσπραξης δημοσίων εσόδων. Η Επιτροπή απορρίπτει, εξάλλου, τα επιχειρήματα των γαλλικών αρχών ότι η γνώμη αυτή δεν εφαρμόζεται, διότι είναι προγενέστερη του LOLF και αντίθετη με τη μετέπειτα νομολογία του Συμβουλίου Επικρατείας, δεδομένου ότι η Επιτροπή υπενθύμισε στην αιτιολογική σκέψη 104, καθώς και στην προαναφερθείσα απόφαση C 56/2007, ότι ο LOLF δεν εμποδίζει την ύπαρξη έμμεσης εγγύησης του κράτους προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(109) |
Τέλος, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 146 και 147 της απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το υπόμνημα του Υπουργείου Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας της 22ας Ιουνίου 2003 με θέμα «καταγραφή των μηχανισμών έμμεσων ή ρητών εγγυήσεων που παρέχει το κράτος», το οποίο επιβεβαιώνει την ύπαρξη έμμεσων εγγυήσεων που απορρέουν από μια διοικητική ή νομοθετική πράξη η οποία «παράγει και συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες για το κράτος». Το υπόμνημα αυτό αποδεικνύει ότι η εγγύηση του κράτους μπορεί να απορρέει από νομικές πράξεις τελείως διαφορετικής φύσης (82) και υπενθυμίζει ότι η σύσταση ενός δημόσιου οργανισμού μπορεί να συνεπάγεται έμμεση εγγύηση του κράτους προς όφελος των πιστωτών αυτού του οργανισμού (83). |
β) Ο πιστωτής του δημόσιου οργανισμού IFP διασφαλίζεται ότι η πίστωσή του θα εξοφληθεί
|
(110) |
Όπως έπραξε στην αποδεικτική διαδικασία που αναλύεται στο μέρος 4.1.1 Α β) της απόφασης C 56/2007 στην οποία παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θα αποδείξει ότι σε περίπτωση παύσης πληρωμών του δημόσιου οργανισμού IFP, οι πιστωτές του οργανισμού θα ήταν σε ευνοϊκότερη θέση από τους πιστωτές μιας επιχείρησης που υπάγεται στο εμπορικό δίκαιο. |
|
(111) |
Πρώτον, όσον αφορά τους δημόσιους οργανισμούς, δεν εφαρμόζονται οι πάγιοι περιορισμοί για την εξόφληση μιας απαίτησης ενός οργανισμού ιδιωτικού δικαίου. Με βάση τα στοιχεία που αναλύονται διεξοδικότερα στις αιτιολογικές σκέψεις 150 έως 154 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007 στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή συνάγει ως προς το πρώτο στοιχείο ότι:
|
|
(112) |
Δεύτερον, σε περίπτωση είσπραξης των οφειλών των δημόσιων οργανισμών που καταδικάζονται με δικαστική απόφαση, η διαδικασία που θέσπισε ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980 (και διάφορες πράξεις εφαρμογής του (84)) είναι, για τους λόγους που εξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 113 έως 117, ευνοϊκότερη για τους πιστωτές του δημόσιου οργανισμού σε σύγκριση με τις δικαστικές διαδικασίες κοινού δικαίου, εφόσον δεν είναι δυνατό να οδηγήσει σε διαγραφή της απαίτησης την οποία έχουν έναντι του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(113) |
Σύμφωνα με την ανάλυση που αναπτύσσεται στις αιτιολογικές σκέψεις 157 έως 161 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στην οποία παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή επισημαίνει καταρχάς ότι ο νόμος του 1980 (85) και τα μέτρα εφαρμογής του (86) ορίζουν το κράτος ως αρμόδια αρχή για την είσπραξη των απαιτήσεων των δημόσιων οργανισμών και του παρέχει σημαντικά προνόμια: την αυτεπάγγελτη έκδοση εντολής πληρωμής και τη δημιουργία επαρκών πόρων. |
|
(114) |
Όπως και στις εκτιμήσεις που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 162 έως 168 της απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι η ειδική διαδικασία που θεσπίστηκε με τον νόμο του 1980 και τις πράξεις εφαρμογής του είναι μια απλή διαδικασία είσπραξης απαιτήσεων και όχι διαδικασία εκκαθάρισης και, μετά το πέρας της διαδικασίας αυτής, η απαίτηση δεν διαγράφεται, ενώ με την περάτωση της διαδικασίας εκκαθάρισης κοινού δικαίου, η δικαστική απόφαση περαίωσης λόγω ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού χωρίς την επιβολή ποινής απαγορεύει στους πιστωτές να συνεχίσουν τις αγωγές. Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι, εφόσον ο νόμος του 1980 και οι διατάξεις εφαρμογής του προβλέπουν τη χρονική μετάθεση της εντολής πληρωμής, χωρίς να προβλέπουν για καμία στιγμή κατάσταση παύσης πληρωμών, αφήνουν τους πιστωτές να εικάσουν ότι υπάρχουν ή ότι θα υπάρχουν πάντα οι αναγκαίοι πόροι για να ικανοποιηθεί η απαίτησή τους έναντι του δημόσιου οργανισμού. Αυτά τα δύο στοιχεία την οδηγούν να θεωρήσει ότι η κατάσταση ανεπάρκειας ρευστότητας καλύπτεται, εάν χρειαστεί, από το κράτος ή ότι είναι μόνο προσωρινή. Αντίθετα, καμία διαδικασία εκκαθάρισης δεν προβλέπει τη δυνατότητα να καταστεί ένας τρίτος υπεύθυνος για τις οφειλές του αφερέγγυου νομικού προσώπου, εκτός εάν, προφανώς, υπάρχει εγγυητής. |
|
(115) |
Σύμφωνα με την ανάλυση που αναπτύσσεται στις αιτιολογικές σκέψεις 170 έως 180 της προαναφερθείσας απόφασης 56/2007, στην οποία παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα γαλλικά νομοθετικά κείμενα επιτρέπουν, αν δεν ενθαρρύνουν το κράτος να διαθέτει κεφάλαια στους δημόσιους οργανισμούς, κατά προτίμηση με κλασικά τραπεζικά δάνεια, σε περίπτωση ανεπάρκειας ρευστότητας. Κεφάλαια τα οποία μπορούν να συνιστούν τους «συμπληρωματικούς πόρους» που προβλέπει ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980. Θεωρεί επίσης ότι τα εν λόγω νομοθετικά κείμενα είναι γνωστά στους πιστωτές, οι οποίοι μπορούν συνεπώς βάσιμα να εικάζουν ότι η εποπτεύουσα αρχή θα μπορέσει να βρει τους απαραίτητους πόρους για να ικανοποιηθεί η απαίτησή τους. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι ελάχιστα πιθανό το ενδεχόμενο να μην μπορέσει ο πιστωτής να εξασφαλίσει την ικανοποίηση της απαίτησής του με την εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπει ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980. |
|
(116) |
Εντούτοις, σε αντίθεση με το συμπέρασμά της για την επιχείρηση La Poste στην προαναφερθείσα απόφαση C 56/2007, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι, στην παρούσα περίπτωση, οι ίδιοι πόροι που μπορεί να συγκεντρώσει ο δημόσιος οργανισμός IFP είναι σχετικά σημαντικοί, εφόσον, όπως εξηγούν οι γαλλικές αρχές στην αιτιολογική σκέψη 44, τα ταμειακά διαθέσιμα και οι τοποθετήσεις (ύψους 150,3 εκατ. ευρώ) ήταν στα τέλη του 2007 περίπου πενταπλάσια από τα δάνεια και το χρηματοοικονομικό χρέος (ύψους 25,2 εκατ. ευρώ). Έτσι, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι, δεδομένης της τρέχουσας οικονομικής του κατάστασης, κρίνεται απίθανο, τουλάχιστον σε ένα προσεχές μέλλον, η έλλειψη ίδιων πόρων να έχει ως αποτέλεσμα να περιέλθει ο δημόσιος οργανισμός IFP σε κατάσταση αδυναμίας να ικανοποιήσει το χρέος του και να καταστήσει αναγκαία την παρέμβαση του κράτους. |
|
(117) |
Αν και απίθανο προς το παρόν, μια κατάσταση ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού του δημόσιου οργανισμού IFP δεν είναι λιγότερο πιθανή μακροπρόθεσμα. Υπό αυτές τις συνθήκες, η αδυναμία συγκέντρωσης πόρων από την εκχώρηση περιουσιακών στοιχείων θα είχε ως αποτέλεσμα την προσφυγή σε άλλους μηχανισμούς εγγύησης (προκαταβολές, αναζήτηση ευθύνης του κράτους κλπ.). Εξάλλου, η θέσπιση από τον νομοθέτη ενός καθεστώτος προστασίας των περιουσιακών στοιχείων θα μπορούσε να τροφοδοτήσει τη διαμάχη σχετικά με την αντικειμενική ευθύνη του κράτους σε ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμής του δημόσιου οργανισμού IFP (87). Ως προς αυτό, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το επιχείρημα των γαλλικών αρχών (88) ότι, σε περίπτωση που το κράτος έκρινε ότι ένα περιουσιακό στοιχείο που ανήκει σε έναν δημόσιο οργανισμό είναι «απολύτως απαραίτητο» για την εκπλήρωση αποστολής δημόσιας υπηρεσίας και ήταν αντίθετο στην εκχώρηση του, αυτό ουδόλως θα συνεπαγόταν υποχρέωση χορήγησης αποζημίωσης με μηχανισμούς εγγύησης. Επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι γαλλικές αρχές έχουν αναγνωρίσει (μολονότι αμφισβητούν ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP μπορεί να αποκομίσει από αυτήν πλεονέκτημα) ότι η απαίτηση της συνέχειας της δημόσιας υπηρεσίας επιβάλλεται στον αντιπρόσωπο του κράτους κατά την εκτέλεση της διαδικασίας που θεσπίστηκε με το νόμο της 16ης Ιουλίου1980 (89). Επίσης, η Επιτροπή θεωρεί ότι το γεγονός ότι κράτος μπορεί να αποτρέψει την εκχώρηση στοιχείων ενεργητικού με αιτιολογία τη διατήρηση μιας δημόσιας υπηρεσίας θα μπορούσε να θεμελιώσει την αντικειμενική ευθύνη του κράτους για παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης σε σχέση με τα βάρη του δημοσίου. |
|
(118) |
Τρίτον, για τους λόγους που έχουν ήδη αναλυθεί στις αιτιολογικές σκέψεις 185 έως 226 της προαναφερθείσας απόφασης 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι, στην απίθανη περίπτωση κατά την οποία η διαδικασία που ορίζει ο νόμος του 1980 δεν θα επέτρεπε την εξόφληση του πιστωτή, τα ένδικα μέσα που θα είχε αυτός στη διάθεσή του για να θεμελιώσει την ευθύνη του κράτους παρουσιάζουν τα χαρακτηριστικά ενός μηχανισμού εγγυήσεων. |
|
(119) |
Αν και οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι δεν είναι δυνατό να θεμελιωθεί καταρχήν ούτε υποκειμενική ούτε αντικειμενική ευθύνη του κράτους (90), αναγνωρίζουν ότι, εάν υπήρχε απαίτηση συνέχειας της δημόσιας υπηρεσίας και αν η απαίτηση αυτή επιβαλλόταν στον αντιπρόσωπο του κράτους κατά την εκτέλεση της διαδικασίας που όρισε ο νόμος του 1980, θα μπορούσε ο δικαστής να διατάξει την αποζημίωση του πιστωτή. Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι ο πιστωτής δεν θα ωφελούνταν από κανένα προνόμιο, διότι η αποζημίωσή του θα ήταν παρόμοια με την αποζημίωσή που θα ελάμβανε σε περίπτωση εφαρμογής του κοινού δικαίου. Ως προς αυτό η Επιτροπή επισημαίνει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ειδικού δικαιώματος που θέσπισε ο νόμος του 1980: με βάση το κοινό δίκαιο της δικαστικής εκκαθάρισης, οι πιστωτές (και σε κάθε περίπτωση οι εγχειρόγραφοι πιστωτές) δεν ανακτούν κατά κανόνα το σύνολο της απαίτησής τους και, τις περισσότερες φορές, οι οφειλές μιας επιχείρησης σε διαδικασία εκκαθάρισης δεν εξοφλούνται από έναν τρίτο. |
|
(120) |
Οι γαλλικές αρχές αμφισβητούν επίσης το ότι οι δυνατότητες αποζημίωσης που παρέχει στους πιστωτές η θεμελίωση της ευθύνης θα μπορούσαν να εξομοιωθούν με κάποια μορφή εγγύησης. Αντιθέτως, η Επιτροπή θεωρεί ότι η θεμελίωση της ευθύνης του κράτους (υποκειμενικής ή αντικειμενικής) κατά την εφαρμογή της διαδικασίας είσπραξης των οφειλών των δημόσιων οργανισμών που διέπονται από το νόμο της 16ης Ιουλίου 1980 ισοδυναμεί με μηχανισμό εγγυήσεων για τους σκοπούς του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι εξασφαλίζει στους πιστωτές την εξόφληση της απαίτησής τους, υποχρεώνοντας το κράτος να εξοφλήσει την οφειλή σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής του δημόσιου οργανισμού IFP. Επιπλέον, η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (εφεξής «ΕΔΑΔ») στην υπόθεση Société de gestion du port de Campoloro et Société fermière de Campoloro κατά Γαλλίας (91) (εφεξής «υπόθεση Campoloro») τείνει να αναγνωρίσει την ύπαρξη αυτόματης εγγύησης. |
|
(121) |
Τέλος, όπως αποδεικνύεται στις αιτιολογικές σκέψεις 181 έως 184 της απόφασης C 56/2007, στην οποία παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι η πρόταση των γαλλικών αρχών να διευκρινίσουν το διάταγμα εφαρμογής του νόμου του 1980 είναι ανεπαρκής για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο αποδέσμευσης των πόρων με εισφορά δημόσιων πόρων.
|
|
(122) |
Για τους λόγους που έχουν ήδη παρατεθεί στις αιτιολογικές σκέψεις 204 έως 211 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι η διευθέτηση της υπόθεσης Campoloro από το ΕΔΑΔ αποδεικνύει ότι η ανάληψη της ευθύνης από το γαλλικό κράτος σε αυτή την υπόθεση, λειτουργεί ως έμμεση εγγύηση για το παθητικό των δημόσιων αρχών και δεν συνδέεται με κανέναν όρο ζημίας.
|
|
(123) |
Για λόγους που αναλύθηκαν ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 212 έως 220 της απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή κρίνει ότι οι παρατηρήσεις που διατύπωσαν οι γαλλικές αρχές δεν μπορούν να ακυρώσουν αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία. Με βάση τα ανωτέρω, όπως και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην αιτιολογική σκέψη 222 της απόφασης C 56/2007 και στην απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή συνάγει ότι, κατά το παρόν στάδιο εξελίξεως του γαλλικού δικαίου, ένας πιστωτής του δημόσιου οργανισμού IFP, η απαίτηση του οποίου δεν ικανοποιείται με τη χρήση των διαδικασιών που όρισε ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980, μπορεί να εισπράξει το συνολικό ποσό της μη ικανοποιηθείσας απαίτησής του επικαλούμενος την έσχατη ευθύνη του κράτους, σε αντίθεση με τα ισχύοντα κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης κοινού δικαίου, κατά την οποία η ικανοποίηση του πιστωτή περιορίζεται με βάση την αξία των διαθέσιμων στοιχείων ενεργητικού. Με βάση τα ανωτέρω, η ευθύνη του κράτους αντιμετωπίζεται ως εγγύηση, δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό από κανένα κείμενο της γαλλικής νομοθεσίας και είναι εγγενώς συνδεδεμένη με το καθεστώς νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου του οφειλέτη οργανισμού. |
|
(124) |
Εξάλλου, για τους λόγους που παρατέθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 223 έως 226 της απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη γαλλική πρόταση να προστεθεί ρήτρα σε όλες τις συμβάσεις του δημόσιου οργανισμού IFP που συνεπάγονται μια απαίτηση, προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος θεμελίωσης της αντικειμενικής ευθύνης του κράτους που βασίζεται αποκλειστικά στην αφερεγγυότητα του δημόσιου οργανισμού IFP. Θεωρεί, ωστόσο, ότι ένα παρόμοιο νομικό πλαίσιο θα εξακολουθούσε να είναι επισφαλές και θα υπήρχαν αμφιβολίες ως προς τη μονιμότητά του, εφόσον η εξαίρεση λόγω αναληφθέντος κινδύνου είναι ένας κανόνας που καθιερώθηκε από τη νομολογία η οποία θα μπορούσε να εξελιχθεί ανά πάσα στιγμή. Η Επιτροπή θεωρεί, ωστόσο, ότι η πρόταση αυτή είναι, από μόνη της, ανεπαρκής ή ότι δεν καλύπτει όλες τις υποθέσεις: δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η εγγύηση του κράτους να αφορά κάθε τύπο ευθύνης (ιδίως την εξωσυμβατική ευθύνη και την ποινική ευθύνη). Εξάλλου, είναι αδύνατο να προβλεφθεί σε σύμβαση ότι το κράτος δεν δεσμεύεται για τις οφειλές του δημόσιου οργανισμού IFP έναντι των πιστωτών του, κατά το μέτρο που ο IFP μπορεί, παραδείγματος χάρη, να καταστεί οφειλέτης έναντι ενός τρίτου με διαφορετικούς νομικούς μηχανισμούς, ιδίως σε περίπτωση συγχώνευσης με μια άλλη οντότητα (100) που θα αποκτούσε τις απαιτήσεις τρίτων οι οποίες σε ένα πρώτο στάδιο δεν θα μπορούσαν να προσδιοριστούν. Εν τέλει, όσον αφορά τις ατομικές απαιτήσεις τρίτων, η Επιτροπή θεωρεί ότι μόνο μια πράξη γενικής ισχύος που θα όριζε ότι το κράτος δεν είναι εγγυητής του δημόσιου οργανισμού IFP και η οποία θα εφαρμοζόταν σε κάθε κατάσταση και έναντι όλων, θα μπορούσε να «καταργήσει» την απεριόριστη εγγύηση. Επιπλέον, σε περίπτωση που οι προτάσεις των γαλλικών αρχών απέκλειαν κάθε δυνατότητα ενός πιστωτή του δημόσιου οργανισμού IFP να θεμελιώσει την ευθύνη του κράτους για να εξασφαλίσει την εξόφληση της απαίτησής του (υπόθεση η οποία, σύμφωνα με την Επιτροπή, δεν έχει επαληθευθεί), οι προτάσεις αυτές δεν επιτρέπουν να προσδιοριστεί με σαφήνεια τι θα συνέβαινε σε περίπτωση αφερεγγυότητας (101) του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(125) |
Τέταρτον, ακόμη και αν δεν ικανοποιούνταν, ο πιστωτής ενός δημόσιου οργανισμού θα μπορούσε να επιτύχει την παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων λόγω της εύλογης πλάνης του, όταν αποφάσισε να χορηγήσει πίστωση, ότι αυτή θα εξοφλούταν σε κάθε περίπτωση. |
|
(126) |
Για τους λόγος που παρατέθηκαν ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 227, 228 (εδάφια 1 έως 3) και 229 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι η θεωρία του ευλογοφανούς (102) επιτρέπει να επιβεβαιωθεί ότι οι πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP θα μπορούσαν εύλογα να σχηματίσουν την πεποίθηση, με βάση ένα σύνολο συγκλινόντων δεικτών, ότι η εγγύηση αυτή υπάρχει παρόλα αυτά (ακόμη και αν υποτεθεί, quod non, ότι το καθεστώς του δημόσιου οργανισμού IFP ως EPIC δεν μπορεί να του προσδώσει, κατά το νόμο, απεριόριστη εγγύηση του γαλλικού κράτους). Οι βασικές συναφείς ενδείξεις σε σχέση με τη θεωρία του ευλογοφανούς απορρέουν, αφενός, από το γεγονός ότι διάφορες πράξεις (νόμος του 1980 και τα μέτρα εφαρμογής του) ή επίσημα κείμενα (δημοσιονομικά έγγραφα) επιτρέπουν στον πιστωτή να πιστεύει ότι το κράτος θα αναλαμβάνει τις οφειλές των EPIC σε περίπτωση ανεπάρκειας ρευστότητας ή ότι θα θεμελιωθεί η ευθύνη του κράτους και, αφετέρου, ότι η έλλειψη διασαφήνισης της νομοθεσίας μετά την έκβαση της υπόθεσης Campoloro και οι πρώτες διαδικασίες που κίνησε η Επιτροπή σχετικά με το καθεστώς των EPIC τροφοδοτεί επίσης την εμπιστοσύνη των πιστωτών στην ύπαρξη ενός μηχανισμού εγγυήσεων και, τέλος, το γεγονός ότι η απουσία σαφούς αναφοράς των αποτελεσμάτων μιας κατάστασης παύσης πληρωμών ενός EPIC συνηγορεί επίσης προς αυτή την κατεύθυνση. |
|
(127) |
Στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή οφείλει να προσθέσει ότι, πριν την 7η Ιουλίου 2006, οι δυνητικοί πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP είχαν συμβατική σχέση με ένα επαγγελματικό ίδρυμα κατά την έννοια του νόμου αριθ. 43/612 της 17ης Νοεμβρίου 1943 για τη διαχείριση των επαγγελματικών συμφερόντων, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου για το οποίο δεν είχαν κανένα λόγο να σκεφθούν ότι θα μπορούσε να καλύπτεται από οποιαδήποτε εγγύηση του κράτους. Ως εκ τούτου, η εφαρμογή της θεωρίας του ευλογοφανούς μπορεί να είναι συναφής μόνο όσον αφορά τις απαιτήσεις που δημιουργήθηκαν μετά την μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(128) |
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του εμπειρογνώμονά της στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, η Επιτροπή κρίνει ότι, όσον αφορά τις απαιτήσεις που δημιουργήθηκαν μετά την 7η Ιουλίου 2006, ακόμα και αν, με την παραδοχή που υποστηρίζουν οι γαλλικές αρχές, θα ήταν σφάλμα του πιστωτή να θεωρεί ότι το κράτος είναι υποχρεωμένο να εγγυηθεί τις οφειλές των δημόσιων οργανισμών και ιδίως του IFP, το σφάλμα του θα ήταν δικαιολογημένο με βάση τα προαναφερθέντα στοιχεία και θα μπορούσε να έχει νόμιμο αποτέλεσμα. Εάν, κατ' εξαίρεση, ο πιστωτής δεν κατόρθωνε να ικανοποιηθεί η απαίτησή του, θα είχε παρόλα αυτά τη διαβεβαίωση ότι σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε αυτή να διαγραφεί. |
B. Εγγύηση για τη συνέχιση της ύπαρξης του δημόσιου οργανισμού IFP ή/και των υποχρεώσεών του
|
(129) |
Για τους λόγους που έχουν ήδη παρατεθεί στις αιτιολογικές σκέψεις 230 έως 250 της προαναφερθείσας υπόθεσης C 56/2007, στις οποίες παραπέμπει τηρουμένων των αναλογιών, η Επιτροπή θεωρεί ότι ακόμη και αν, εντός εύλογης προθεσμίας και μετά την εφαρμογή των διαδικασιών που περιγράφονται προηγουμένως, ο πιστωτής ενός EPIC δεν κατόρθωνε να εξασφαλίσει την ικανοποίηση της απαίτησής του, διατηρεί τη βεβαιότητα ότι αυτή δεν θα διαγραφεί, σε αντίθεση με την κατάσταση στην οποία περιέρχεται ο πιστωτής μιας υπό εκκαθάριση επιχείρησης ιδιωτικού δικαίου, ο οποίος δεν έχει καμία διαβεβαίωση ότι θα ικανοποιηθεί η απαίτησή του. |
|
(130) |
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι δεν υφίσταται διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης των δημόσιων οργανισμών σε κατάσταση παύσης πληρωμών με διαγραφή των οφειλών τους: σε περίπτωση κλεισίματος με απόφαση της δημόσιας αρχής, αν και αυτό δεν προβλέπεται ρητά από καμία νομοθετική πράξη, η πρακτική και ορισμένες θεμελιώδεις αρχές του διοικητικού δικαίου τείνουν να καταδείξουν ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των δημόσιων οργανισμών που παύουν να υφίστανται με αυτή τη μορφή μεταβιβάζονται πάντοτε σε μια άλλη εταιρεία και, εάν δεν συμβεί αυτό, στο κράτος. Με άλλους όρους, οι οφειλές των δημόσιων οργανισμών μεταβιβάζονται πάντοτε σε ένα άλλο νομικό πρόσωπο το οποίο δεν μπορεί να τις αρνηθεί, με αποτέλεσμα κάθε πιστωτής να είναι βέβαιος ότι μπορεί να επικαλεστεί το δικαίωμα που απορρέει από την απαίτηση του έναντι ενός άλλου οργανισμού και ότι η απαίτηση του δεν θα διαγραφεί. |
|
(131) |
Η Επιτροπή παραπέμπει στα στοιχεία της ανάλυσης που παρουσιάζονται στις αιτιολογικές σκέψεις 233 έως 250 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, η οποία βασίζεται στη μελέτη που πραγματοποίησε ο εμπειρογνώμονας της στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών σχετικά με τις οργανικές εξελίξεις που επηρεάζουν τους δημόσιους οργανισμούς, ο οποίος διακρίνει τρεις αιτίες λύσης και εκκαθάρισης των δημόσιων οργανισμών (103): την περίπτωση της λήξης της εντολής των δημόσιων οργανισμών, την εξάλειψη της αποστολής των δημόσιων οργανισμών και, τη συνηθέστερη περίπτωση, τη μεταβίβαση της αποστολής που συνεπάγεται αναγκαστικά μεταβίβαση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
|
|
(132) |
Εν κατακλείδι, ακολουθώντας τη γνώμη του συμβούλου της στην υπόθεση των ταχυδρομείων, η Επιτροπή κρίνει ότι οι οφειλές των δημόσιων οργανισμών στην πράξη μεταβιβάζονται πάντοτε σε ένα άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου σε περίπτωση λύσης και εκκαθάρισης του δημόσιου οργανισμού ο οποίος ασκούσε την αποστολή. Οι πιστωτές αυτών των δημόσιων οργανισμών, όπως ο IFP, ως εκ τούτου, διαβεβαιώνονται ότι οι μη εξοφληθείσες απαιτήσεις τους δεν διαγράφονται. |
Γ. Συμπεράσματα ως προς την ύπαρξη κρατικής εγγύησης προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP
|
(133) |
Όσον αφορά το βάσιμο των στοιχείων που προσκομίστηκαν για να αποδειχθεί η ύπαρξη εγγύησης για την εξόφληση των ατομικών οφειλών και τη συνέχιση της ύπαρξης των υποχρεώσεων του δημόσιου οργανισμού IFP, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι, από την μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP που πραγματοποιήθηκε στις 7 Ιουλίου 2006:
|
|
(134) |
Οι ιδιαιτερότητες αυτές είναι εγγενώς συνδεδεμένες με το καθεστώς δημόσιου οργανισμού του IFP και δείχνουν ότι το κράτος ασκεί τον ρόλο του έσχατου εγγυητή. Εύλογα μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP απολαύει της απεριόριστης εγγύησης του γαλλικού κράτους λόγω του καθεστώτος δημόσιου οργανισμού. |
|
(135) |
Η απεριόριστη εγγύηση του κράτους υπέρ του δημόσιου οργανισμού IFP συνεπάγεται τη μεταβίβαση πόρων του κράτους σύμφωνα με το σημείο 2.1 της προαναφερθείσας ανακοίνωσης σχετικά με τις εγγυήσεις. Πράγματι, ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν καταβάλλει κανένα ασφάλιστρο γι' αυτή την εγγύηση. Με τον τρόπο αυτό, υπάρχει ταυτόχρονα προνόμιο για την επιχείρηση και αφαίμαξη δημοσίων πόρων, εφόσον το κράτος παραιτείται από την αμοιβή η οποία συνήθως εισπράττεται για παροχή εγγυήσεων. Επιπλέον, η εγγύηση δημιουργεί τον κίνδυνο δυνητικής χρησιμοποίησης στο μέλλον πόρων του κράτους, το οποίο θα μπορούσε να υποχρεωθεί να εξοφλήσει τις οφειλές του δημόσιου οργανισμού IFP (108). |
|
(136) |
Τέλος, η απεριόριστη εγγύηση του κράτους προς τον δημόσιο οργανισμό IFP καταλογίζεται στο κράτος, διότι είναι αποτέλεσμα συνδυασμού του καθεστώτος δημόσιου οργανισμού του IFP, των αρχών του εθνικού δικαίου και των διατάξεων δύο νομοθετικών πράξεων, δηλ. του νόμου της 25ης Ιανουαρίου 1985, που μετατράπηκε σε εμπορικό κώδικα, και του νόμου αριθ. 80/539 της 16ης Ιουλίου 1980 και των μέτρων εφαρμογής του. |
7.1.1.2 Απουσία κάλυψης των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου του ομίλου IFP από την απεριόριστη εγγύηση
|
(137) |
Όπως ήδη ανέφερε η Επιτροπή στην απόφαση της σχετικά με την προαναφερθείσα υπόθεση C 51/2005 (109), στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας για την προκειμένη περίπτωση και στο μέρος 2 («Ο όμιλος IFP»), ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι θυγατρικές του Axens, Beicip-Franlab και Prosernat αποτελούν, από την άποψη του δικαίου του ανταγωνισμού, οικονομικό όμιλο: πράγματι, ο δημόσιος οργανισμός IFP κατέχει άμεσα το 100 % του κεφαλαίου της Αxens και το 100 % του κεφαλαίου της Beicip-Franlab και έμμεσα το 100 % του κεφαλαίου της Prosernat, ασκεί έλεγχο στις θυγατρικές του με την παρουσία ανώτερων στελεχών του στα όργανα λήψης αποφάσεων αυτών των θυγατρικών, αποφασίζει για τις στρατηγικές κατευθύνσεις και τις θεμελιώδεις αποφάσεις για το μέλλον των θυγατρικών του και δεσμεύεται από αποκλειστικές συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογιών που είναι απολύτως αναγκαίες για την άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων των θυγατρικών του (συμφωνίες οι οποίες περιέχουν αμοιβαία δικαιώματα πρώτης άρνησης) (110) καθώς και με συμβάσεις διάθεσης εγκαταστάσεων και προσωπικού, με αποτέλεσμα να υφίσταται επαρκώς ισχυρή οικονομική ολοκλήρωση του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens, Beicip-Franlab και Prosernat που να οδηγεί σε ένα τέτοιο συμπέρασμα. Πρέπει επίσης να εξεταστεί η ακριβής έκταση της κρατικής εγγύησης για να επαληθευθεί εάν, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής μιας θυγατρικής ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου οργανισμού IFP, μπορούν να διατεθούν δημόσιοι πόροι για την αποζημίωση των πιστωτών της (με άλλους όρους, αν οι οικονομικές δραστηριότητες των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP καλύπτονται ή όχι από την απεριόριστη εγγύηση του κράτους). |
|
(138) |
Στις παρατηρήσεις της, η εταιρεία UOP Limited δεν παίρνει θέση γι' αυτό το ζήτημα. Η επιχειρηματολογία της στηρίζεται στην εικόνα που έχουν οι παράγοντες της αγοράς για την οντότητα «IFP/Axens» η οποία κατά την άποψή της παρέχει πλεονέκτημα στον όμιλο IFP, τόσο έναντι των προμηθευτών όσο και έναντι των πελατών και των χρηματοδοτών της. Το ζήτημα αυτό θα εξεταστεί στο μέρος 7.1.4 της παρούσας απόφασης, το οποίο διατίθεται για την εξέταση των προνομίων που αποκομίζει ο όμιλος IFP από αυτό το μέτρο. |
|
(139) |
Αντίθετα, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 47, οι γαλλικές αρχές αμφισβητούν την ύπαρξη εγγύησης του κράτους προς όφελος των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP κυρίως λόγω του καθεστώτος τους ως ανώνυμες εταιρείες κοινού δικαίου. |
|
(140) |
Όπως και κατά την απόδειξη της ύπαρξης της απεριόριστης εγγύησης προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP που παρουσιάστηκε στο μέρος 7.1.1.1, η Επιτροπή θα εξετάσει διαδοχικά αν οι πιστωτές των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου οργανισμού IFP έχουν το προνόμιο εγγύησης όσον αφορά την εξόφληση των ατομικών απαιτήσεών του (Α) ή εγγύησης για τη διατήρηση των υποχρεώσεων αυτών των θυγατρικών (Β) σε περίπτωση ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού. |
A. Οι πιστωτές των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP δεν έχουν καμία εγγύηση όσον αφορά την εξόφληση των ατομικών απαιτήσεών τους
|
(141) |
Οι θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP έχουν το καθεστώς ανώνυμων εταιρειών. Ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (σε αντίθεση με τον μέτοχο πλειοψηφίας τους, που είναι δημόσιος οργανισμός), εμπίπτουν πλήρως στο πεδίο εφαρμογής των διαδικασιών δικαστικής εξυγίανσης και εκκαθάρισης κοινού δικαίου (111) στη Γαλλία. |
|
(142) |
Πριν εξετάσουμε αν θα μπορούσε να θεμελιωθεί η ευθύνη του μετόχου πλειοψηφίας, δηλ. του δημόσιου οργανισμού IFP έναντι των θυγατρικών του (β), πρέπει να περιγραφεί η διαδικασία δικαστικής εκκαθάρισης κοινού δικαίου στην οποία θα υπόκεινταν οι θυγατρικές ιδιωτικού δικαίου σε περίπτωση παύσης πληρωμών (α). |
α) Η διαδικασία δικαστικής εκκαθάρισης κοινού δικαίου
|
(143) |
Σε περίπτωση που μία από τις θυγατρικές του ομίλου IFP, ανώνυμη εταιρεία, περιέλθει σε κατάσταση παύσης πληρωμών (με άλλους όρους, δεν είναι πλέον σε θέση να ικανοποιήσει τις ανεξόφλητες υποχρεώσεις της με το διαθέσιμο ενεργητικό) και μια εξυγίανση φαίνεται προδήλως αδύνατη (112), η διαδικασία κοινού δικαίου (113) θα επέβαλε να τεθεί υπό δικαστική εκκαθάριση. Η κίνηση διαδικασίας (114) θα ήταν, κατά περίπτωση, αποτέλεσμα αίτησης του πιστωτή το αργότερο εντός 45 ημερών από την στάση πληρωμών (εκτός εάν ο εν λόγω πιστωτής είχε ήδη ζητήσει την έναρξη διαδικασίας συνδιαλλαγής). Σκοπός μιας διαδικασίας δικαστικής εκκαθάρισης θα ήταν να τερματιστεί η δραστηριότητα της επιχείρησης ή να ρευστοποιηθούν τα περιουσιακά στοιχεία της με συνολική εκχώρηση ή με διαχωρισμό των δικαιωμάτων και των περιουσιακών στοιχείων της. (115) Στην απόφαση για την έναρξη της δικαστικής εκκαθάρισης (116), το δικαστήριο θα όριζε έναν εισηγητή δικαστή και θα διόριζε ως εκκαθαριστή έναν εντολοδόχο δικαστικό ή πρόσωπο που θα επιλεγόταν με βάση τις ικανότητές του σε αυτόν τον τομέα. Ο εκκαθαριστής θα συνέτασσε, εντός ενός μηνός από τον διορισμό του, έκθεση για την κατάσταση της επιχείρησης και στη συνέχεια θα προέβαινε στις ενέργειες εκκαθάρισης και σε επαλήθευση (117) των απαιτήσεων (118). Το προϊόν της εκκαθάρισης θα κατανεμόταν στους πιστωτές ανάλογα με την κατηγορία τους (προνομιακοί πιστωτές και ενυπόθηκοι δανειστές, πιστωτές δικαιούχοι μιας ειδικής εξασφάλισης σε ακίνητα, εγχειρόγραφοι πιστωτές, δηλ. μη προνομιακοί, κατ' αναλογία των απαιτήσεών τους). |
|
(144) |
Όταν δεν υφίστανται πλέον ανεξόφλητες υποχρεώσεις και ο εκκαθαριστής διαθέτει επαρκή ποσά για να ικανοποιήσει τους πιστωτές, ή όταν η συνέχιση των εργασιών της δικαστικής εκκαθάρισης καθίσταται αδύνατη λόγω ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού, η περάτωση της δικαστικής εκκαθάρισης κηρύσσεται από το δικαστήριο. (119) Μετά την περάτωση της διαδικασίας, ο οφειλέτης επωφελείται από την αρχή της μη επανάληψης των διώξεων. Με άλλους όρους, η δικαστική απόφαση περάτωσης της δικαστικής εκκαθάρισης λόγω ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού δεν παρέχει στους πιστωτές τη δυνατότητα να ασκήσουν αγωγές κατά του οφειλέτη, εκτός εάν (120) η απαίτηση είναι αποτέλεσμα ποινικής καταδίκης ή απονομής δικαιωμάτων στον πιστωτή. |
β) Η απουσία μηχανισμού εγγυήσεων προς όφελος των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου οργανισμού IFP
|
(145) |
Όπως εξήγησε ο εμπειρογνώμονας της Επιτροπής στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, σε ορισμένες εμπορικές επιχειρήσεις, ιδίως στις ανώνυμες εταιρείες και τις εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, οι μέτοχοι δεν είναι συνήθως υποχρεωμένοι να εξοφλήσουν τις οφειλές της εταιρείας στην οποία συμμετέχουν πέρα από την αρχική τους εισφορά. Ως ανώνυμες εταιρείες, οι θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP εμπίπτουν ακριβώς σε αυτή την κατηγορία. Επίσης, στον όμιλο IFP, όπως και σε κάθε άλλο όμιλο εταιρειών, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής μιας θυγατρικής εταιρείας που έχει συσταθεί με τη μορφή εταιρείας περιορισμένου κινδύνου (στην προκειμένη περίπτωση, ανώνυμης εταιρείας), ελλείψει εγγυήσεων, τριτεγγυήσεων, επιστολών προθέσεων ή υποστήριξης (121) που θα τη δέσμευαν ρητά, η ευθύνη της μητρικής εταιρείες περιορίζεται στην απώλεια των εισφορών της (όπως και κάθε άλλου κοινού μετόχου). |
|
(146) |
Αν ληφθεί υπόψη ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι θυγατρικές του ανήκουν στον ίδιο οικονομικό όμιλο κατά την έννοια του δικαίου του ανταγωνισμού, πρέπει να επαληθευθεί αν, κατά το εταιρικό δίκαιο, η σχέση οικονομικής εξάρτησης των θυγατρικών από τη μητρική εταιρεία τους μπορεί ή όχι, σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου να θεμελιώσει αυτόματα την ευθύνη του δημόσιου οργανισμού IFP και, κατά συνέπεια, τη διάθεση δημόσιων πόρων, όπου το κράτος θα εξασφαλίζει το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησής του και αφού έχει παράσχει στον δημόσιο οργανισμό έμμεση απεριόριστη εγγύηση. |
|
(147) |
Ολοκληρώνοντας την παρούσα διεξοδική εξέταση, η Επιτροπή είναι σε θέση να κρίνει ότι με βάση το γαλλικό αστικό και εμπορικό δίκαιο, σε περίπτωση αθέτησης πληρωμών εκ μέρους μιας θυγατρικής, η ευθύνη του μετόχου πλειοψηφίας της δεν θεμελιώνεται, καταρχήν, εκτός εάν αποδειχθεί η ύπαρξη αμέλειας του μετόχου πλειοψηφίας στη διαχείριση της θυγατρικής του (i). Τα σχέδια μεταρρύθμισης του αστικού κώδικα, που προβλέφθηκαν πρόσφατα και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν, τα οποία αποσκοπούσαν να επεκτείνουν στην περίπτωση της σχέσης μεταξύ της μητρικής εταιρείας και των θυγατρικών ενός ομίλου την αρχή της αντικειμενικής ευθύνης του άλλου, επιβεβαιώνουν ότι, a contrario δεν υφίσταται παρόμοια αρχή, σήμερα, στο γαλλικό δίκαιο (ii). |
i)
|
(148) |
Σύμφωνα με νομικές θεωρητικές μελέτες (122), η οργάνωση ενός ομίλου δεν μπορεί να είναι ποτέ από μόνη της πηγή αλυσιδωτών ευθυνών. Το γαλλικό δίκαιο βασίζεται στην αρχή της ατομικής ευθύνης που διατυπώνεται στο άρθρο 1382 του αστικού κώδικα (123). Μόνο ένα παράνομο πραγματικό περιστατικό, καταλογιστέο στη συμπεριφορά της μητρικής εταιρείας θα μπορούσε, συνεπώς, να δημιουργήσει πρόσβαση στα περιουσιακά στοιχεία της. |
|
(149) |
Πρέπει εξαρχής να επισημανθεί ότι, στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον η μητρική εταιρεία του ομίλου IFP είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ο δημόσιος οργανισμός IFP), το ζήτημα αυτό δημιουργεί μια πρόσθετη δυσκολία: πρέπει όντως να τεθεί εκ των προτέρων το ερώτημα σχετικά με τη δικαιοδοσία (διοικητική ή δικαστική) που θα ήταν κατά το γαλλικό σύστημα κατά περίπτωση αρμόδια να εξετάσει το ζήτημα ενδεχόμενης ευθύνης ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου το οποίο ελέγχει ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που τίθεται υπό καθεστώς δικαστικής εκκαθάρισης. |
|
(150) |
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, όσον αφορά τις αγωγές λόγω ευθύνης για ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού (124), το Tribunal des conflits έχει αποφανθεί προ πολλού ότι, όταν το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου είναι εκ του νόμου διαχειριστής, αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια (125) και, όταν ο δημόσιος οργανισμός δημοσίου δικαίου είναι εκ των πραγμάτων διαχειριστής, αρμόδια είναι τα διοικητικά δικαστήρια. (126) Φαίνεται, ωστόσο, ότι η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ διοικητικών και πολιτικών δικαστηρίων βασίζεται πλέον στη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών: διοικητική δημόσια υπηρεσία ή δραστηριότητα βιομηχανικού ή εμπορικού χαρακτήρα.
|
|
(151) |
Όσον αφορά ακριβώς τις ανώνυμες εταιρείες Axens, Beicip-Franlab και Prosernat, θυγατρικές ιδιωτικού δικαίου υπό τον έλεγχο του δημόσιου οργανισμού IFP, από τα στοιχεία που περιέχονται στο φάκελο συνάγεται, ιδίως με βάση αυτά που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 159, ότι το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους είναι οικονομικού χαρακτήρα (133) και όχι διοικητικού. Επιπλέον, ο κύριος όγκος των πόρων αυτών των επιχειρήσεων προέρχεται από προϊόντα εκμετάλλευσης τα οποία δημιουργούν τις οικονομικές δραστηριότητές τους και όχι από δημόσια χρηματοδότηση. Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι οι εν λόγω θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP συστάθηκαν ως εμπορικές εταιρείες με πρωτοβουλία ενός νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (134) (και όχι ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, εφόσον η μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP σε EPIC δεν πραγματοποιήθηκε πριν από τις 7 Ιουλίου 2006). Επίσης, ο βιομηχανικός και εμπορικός χαρακτήρας των δραστηριοτήτων των Axens, Beicip-Franlab και Prosernat φαίνεται αδιαμφισβήτητος και, σε περίπτωση δικαστικής εκκαθάρισης, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία αρμόδια ήταν θα ήταν τα αστικά δικαστήρια για να κρίνουν ενδεχόμενη αγωγή λόγω ευθύνης κατά του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(152) |
Υπό αυτές τις συνθήκες, πρέπει να επαληθευθούν οι όροι θεμελίωσης της ευθύνης του μετόχου πλειοψηφίας σε σχέση με τη νομολογία του Cour de cassation. Όμως, για να επεκταθεί μια διαδικασία δικαστικής εκκαθάρισης που κινήθηκε έναντι ενός συγκεκριμένου νομικού προσώπου (της θυγατρικής) σε ένα άλλο νομικό πρόσωπο (στη μητρική εταιρεία) τίθενται αυστηρότατοι όροι. Έναντι μιας θυγατρικής εταιρείας σε πτώχευση, τα θύματα της κατάστασής της είναι υποχρεωμένα να αποδείξουν την πλημμελή συμπεριφορά της μητρικής εταιρείας για να λάβουν αποζημίωση, και ιδίως στην άρνηση εκ μέρους της μητρικής εταιρείας της νομικής προσωπικότητας της θυγατρικής της α) και της πλημμελούς διαχείρισης της ελεγχόμενης εταιρείας (β). |
α) Η άρνηση της νομικής προσωπικότητας της θυγατρικής από τη μητρική εταιρεία
|
(153) |
Σύμφωνα με τη νομολογία του Cour de cassation, υπάρχει δυνατότητα να επεκταθεί η ευθύνη της μητρικής εταιρείας στις πράξεις των θυγατρικών της σε δύο έκτακτες περιπτώσεις (135): αφενός, όταν τα περιουσιακά στοιχεία των θυγατρικών είναι συγχωνευμένα με αυτά της μητρικής εταιρείας (υπόθεση γνωστή ως «συγχώνευση των περιουσιακών στοιχείων») και, αφετέρου, όταν οι θυγατρικές είναι εικονικά νομικά πρόσωπα (υπόθεση καλούμενη «εικονικότητα του νομικού προσώπου»). |
|
(154) |
Όσον αφορά την «συγχώνευση των περιουσιακών στοιχείων (136)», η έννοια αυτή χαρακτηρίζει γενικά την κατάσταση κατά την οποία τα λογιστικά στοιχεία των δύο διακριτών νομικών προσώπων είναι τέτοια που καθιστά αδύνατο τον καθορισμό σε ποιαν από τις δύο ανήκει το ένα ή το άλλο στοιχείο ενεργητικού ή παθητικού. Εντούτοις, για να αποδειχθεί η ύπαρξη παρόμοιας συγχώνευσης των περιουσιακών στοιχείων, δεν είναι από μόνη της αρκετή η ύπαρξη δεσμών, έστω και στενών, μεταξύ των εταιρειών του ομίλου. Επίσης, η ταυτότητα των συνεταίρων ή των διευθυντικών στελεχών, ακόμη και η ταυτότητα της εταιρικής έδρας (137) δεν αρκούν από μόνα τους για να αποδειχθεί η συγχώνευση των περιουσιακών στοιχείων. Η επισημοποίηση των σχέσεων των εταιρειών του ομίλου υπό μορφή συμβάσεων μεταξύ της μητρικής εταιρείας και των θυγατρικών της αρκεί τις περισσότερες φορές για να αποκλείσει κάθε πιθανότητα συγχώνευσης των περιουσιακών στοιχείων (138). |
|
(155) |
Σε δύο πρόσφατες υποθέσεις, τις Metaleurop (139) και AOL Liberté (140), το Cour de Cassation φαίνεται ότι επέβαλε ακόμη αυστηρότερους όρους για την επέκταση μιας διαδικασίας στη μητρική εταιρεία ενός ομίλου. Η κάθετη ολοκλήρωση, ακόμη και σε πολύ μεγάλο βαθμό, μεταξύ των εταιρειών του ομίλου δεν συνεπάγεται αναγκαστικά συγχώνευση των περιουσιακών στοιχείων. Σύμφωνα με θεωρητικές νομικές μελέτες, (141)«ούτε οι συμβάσεις ταμειακής ρευστότητας και συναλλάγματος ανάμεσα στις δύο οντότητες, ούτε οι ανταλλαγές προσωπικού, ούτε οι προκαταβολές κεφαλαίων από τη μητρική εταιρεία, ούτε η άσκηση ελέγχου από τη μητρική εταιρεία στη διαχείριση της θυγατρικής δεν έχουν χαρακτήρα γενικευμένης αταξίας των λογαριασμών που να δικαιολογεί ενοποίηση των περιουσιακών στοιχείων». Φαίνεται, λοιπόν, εξαιρετικά δύσκολο να θεμελιωθεί η ευθύνη μιας μητρικής εταιρείας έναντι των πράξεων μιας θυγατρικής της βάσει της συγχώνευσης των περιουσιακών στοιχείων τους (142), εφόσον το επίπεδο των αποδεικτικών στοιχείων που απαιτεί το Cour de cassation για να το αποδείξει είναι εξαιρετικά υψηλό. |
|
(156) |
Στην προκειμένη περίπτωση, διαπιστώνεται ότι η Επιτροπή έχει ήδη κρίνει ότι, «[…] δεδομένου ότι το IFP και οι εμπλεκόμενες θυγατρικές αποτελούν από νομική άποψη διακριτές οντότητες, οι λογαριασμοί τους είναι χωριστοί» (143). Επιπλέον, οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του, ιδίως οι αποκλειστικές συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας ή διάθεσης προσωπικού (144), δεν έχουν χαρακτήρα γενικευμένης αταξίας των λογαριασμών που θα δικαιολογούσε ενοποίηση των περιουσιακών στοιχείων κατά τη νομολογία του Cour de cassation, εφόσον η κάθε παροχή υπηρεσιών καταλογίζεται ειδικά στους αντίστοιχους λογαριασμούς κάθε οντότητας του ομίλου IFP, όπως θα διαπιστωθεί στα τμήματα 7.1.4 και 7.3. |
|
(157) |
Με τον όρο «εικονικότητα του νομικού προσώπου» χαρακτηρίζεται η απουσία των στοιχείων της εταιρικής σύμβασης της θυγατρικής (affectio societatis) η οποία αποδεικνύει ότι αυτή δεν έχει πραγματική εταιρική υπόσταση. Το Cour de cassation (145) κρίνει ότι υπάρχει εικονική εταιρεία, όταν το νομικό πρόσωπο έναντι του οποίου κινείται η διαδικασία δεν έχει εμφανή ύπαρξη, ελλείψει μιας διακριτής δραστηριότητας (146) από αυτήν του κυρίου, φυσικού ή νομικού προσώπου. |
|
(158) |
Βάσει των πληροφοριών που είναι δημοσίως διαθέσιμες (147), η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι Axens, Beicip-Franlab και Prosernat δεν έχουν ούτε τα ίδια στοιχεία ούτε τις ίδιες εγκαταστάσεις:
|
|
(159) |
Επιπλέον, στην εξεταζόμενη περίπτωση, οι οικονομικές δραστηριότητες που ασκεί κάθε θυγατρική είναι πραγματικές και δεν είναι δυνατόν εύλογα να χαρακτηριστούν εικονικές, εφόσον μάλιστα το Cour de cassation ορίζει εξαιρετικά αυστηρά κριτήρια για να μπορεί να χαρακτηριστεί ως «εικονικό» ένα νομικό πρόσωπο (155):
|
|
(160) |
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, με εξαίρεση την περίπτωση της πλημμελούς διαχείρισης που θα εξεταστεί στις αιτιολογικές σκέψεις 161 έως 164, είναι σαφές ότι δεν πληρούνται στην παρούσα περίπτωση οι άλλοι όροι των εξαιρετικά περιορισμένων περιπτώσεων του εικονικού χαρακτήρα του νομικού προσώπου της θυγατρικής ή της συγχώνευσης των περιουσιακών στοιχείων της θυγατρικής και της μητρικής εταιρείας, που απαιτούνται από τη νομολογία για να θεμελιωθεί η ευθύνη της μητρικής εταιρείας έναντι των θυγατρικών της. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι όροι της αυτόματης θεμελίωσης της ευθύνης του δημόσιου οργανισμού IFP σε περίπτωση εκκαθάρισης των θυγατρικών του Axens, Beicip-Franlab και Prosernat. |
β) Η ευθύνη λόγω κακοδιαχείρισης της θυγατρικής από τη μητρική εταιρεία
|
(161) |
Η άσκηση πλημμελούς ελέγχου επί της θυγατρικής θεωρείται κατά κανόνα λόγος θεμελίωσης της ευθύνης της μητρικής εταιρείας (156). Όταν η μητρική εταιρεία διαπράττει σφάλματα κατά τον έλεγχο τον οποίο οφείλει να ασκεί στη διαχείριση των θυγατρικών της, «ιδίως όταν πρόκειται για ομίλους εταιρειών, η νομολογία επιτρέπει τη θεμελίωση της ευθύνης της μητρικής εταιρείας» (157). Με βάση νομικές θεωρητικές μελέτες, η πλημμελής διαχείριση εκ μέρος της μητρικής εταιρείας, η οποία ενεργεί ως εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων διαχειριστής της προβληματικής θυγατρικής της, μπορεί να θεμελιώσει την ευθύνη της (158) σε περίπτωση εκκαθάρισης. Πράγματι, η μητρική εταιρεία μπορεί να κριθεί υπεύθυνη ως συνδεδεμένη της θυγατρικής, (159) εάν μπορεί να της καταλογιστούν τα στοιχεία κακοδιαχείρισης στα οποία οφείλονται οι δυσκολίες της υπό τον έλεγχό της εταιρείας (160). |
|
(162) |
Το κοινό δίκαιο προβλέπει, λοιπόν, την ευθύνη της διοίκησης έναντι της εταιρείας τους, των συνεταίρων τους ή των πιστωτών τους (161). Στην περίπτωση ομίλου, οι πιστωτές μιας θυγατρικής σε κατάσταση παύσης πληρωμών θα προσπαθήσουν να αποδείξουν ότι η μητρική εταιρεία ασκεί εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων διαχείριση (162) της θυγατρικής. Ως εκ τούτου, η υποκειμενική ευθύνη μιας μητρικής εταιρείας έναντι της θυγατρικής της εξετάζεται κυρίως από το δίκαιο των συλλογικών διαδικασιών (163), και πιο συγκεκριμένα στο πλαίσιο των αγωγών λόγω ευθύνης για ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού (164), υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω εταιρεία συμπεριφέρθηκε ως διαχειρίστρια (165) της θυγατρικής της. Για να θεμελιωθεί, ωστόσο, η υποκειμενική ευθύνη της μητρικής εταιρείας, πρέπει να προσκομιστούν αποδεικτικά στοιχεία της εν λόγω ευθύνης και, ιδίως για την αιτιώδη συνάφεια ανάμεσα σε αυτήν και τη ζημία που προκλήθηκε λόγω της συμπεριφοράς της θυγατρικής. (166) |
|
(163) |
Σε κάθε περίπτωση, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι οι εν λόγω περιπτώσεις θεμελίωσης ευθύνης δεν συνιστούν σε καμία περίπτωση προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή, εφόσον βασίζονται πάντοτε στην υποκειμενική ευθύνη της μητρικής εταιρείας. Έτσι, οι εν λόγω αγωγές δεν θα μπορούσαν να θεσπίσουν μια γενική αρχή περί ευθύνης της μητρικής εταιρείας έναντι των θυγατρικών της, η οποία θα αναγνώριζε την αρχή του περιορισμού της ευθύνης του μετόχου στις αρχικές εισφορές που πραγματοποιούνται στις ανώνυμες εταιρείες, με εξαίρεση τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εν λόγω ανώνυμες εταιρείες είναι εικονικές εταιρείες ή τα περιουσιακά στοιχεία τους είναι συγχωνευμένα με αυτά της μητρικής εταιρείας, οι οποίες μπορούν να αποκλειστούν στην παρούσα περίπτωση. |
|
(164) |
Εν κατακλείδι, από τη νομολογία του Cour de cassation συνάγεται ότι η προσεπίκληση της αρχής της υποκειμενικής ευθύνης της μητρικής εταιρείας στη διαχείριση της θυγατρικής δεν εξομοιώνεται σε καμία περίπτωση με μηχανισμό ισοδύναμο με καθεστώς εγγυήσεων. |
ii)
|
(165) |
Στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου, φαίνεται λοιπόν, σύμφωνα με τα συμπεράσματα μιας πρόσφατης ενημερωτικής έκθεσης του Κοινοβουλίου (167) ότι «οι λύσεις που συνάγονται από τη νομολογία καταδεικνύουν το εμπόδιο που συνιστά η νομική προσωπικότητα στο πλαίσιο του καταλογισμού της ευθύνης» (168). (Η επισήμανση της σύνταξης). |
|
(166) |
Το εμπόδιο αυτό φαίνεται πως είναι τόσο καθοριστικό, ώστε ξεκίνησε πρόσφατα στη Γαλλία διάλογος σχετικά με τη δυνατότητα μεταρρύθμισης του αστικού κώδικα που θα επέκτεινε στις καταστάσεις οικονομικής εξάρτησης την ευθύνη για πράξεις τρίτου (169) (ιδίως για τις σχέσεις θυγατρικών ενός ομίλου με τη μητρική εταιρείας τους). Ορισμένες ενώσεις καταναλωτών (170) που αναφέρονται στην προαναφερθείσα κοινοβουλευτική έκθεση εκφράζουν ειδικά την απογοήτευσή τους για το γεγονός ότι η τεχνική της «θυγατροποίησης» των εταιρειών επιτρέπει σε ορισμένες επιχειρήσεις, σε περίπτωση μεταγενέστερης διαφοράς, να αντιτίθενται σε ειδική χωριστή νομική ρύθμιση για τις εταιρείες του ομίλου όταν θεμελιώνεται η ευθύνη μιας θυγατρικής, ακόμη κι όταν οι εμπορικές προσφορές καταδεικνύουν την εικόνα ενός ομίλου εταιρειών απόλυτα καθετοποιημένου που προσφέρει ένα σύνολο υπηρεσιών. |
|
(167) |
Το άρθρο 1355 του προσχεδίου Catala (171) πρότεινε πρόσφατα τη θέσπιση μιας νέας βάσης ευθύνης για πράξεις τρίτου, που θα έθετε υπό αμφισβήτηση την αρχή της νομικής αυτονομίας των θυγατρικών: «Άρθρο 1355 Αυτοί οι οποίοι ρυθμίζουν τον τρόπο λειτουργίας ή οργανώνουν, πλαισιώνουν ή ελέγχουν προς ίδιον συμφέρον την δραστηριότητα άλλων φορέων φέρουν αυτεπάγγελτη ευθύνη για τις ζημίες που προκαλούν αυτοί οι άλλοι φορείς. […]» |
|
(168) |
Οι παρατηρήσεις των συντακτών αυτού του προσχεδίου είναι διαφωτιστικές ως προς τις προτεινόμενες από το εν λόγω κείμενο καινοτομίες σε θέματα εξωσυμβατικής ευθύνης για πράξεις τρίτων. Η υιοθέτηση του προσχεδίου θα πρόσθετε ως πιθανό νομικό έρεισμα «το γεγονός της πλαισίωσης και οργάνωσης της δραστηριότητας άλλου προς ίδιο όφελος αυτού που ασκεί τον έλεγχο» (172), γεγονός που θα επέφερε ριζική αλλαγή της παρούσας κατάστασης του δικαίου, πολύ δε περισσότερο που οι ευθύνες αυτές θα ήταν στο εξής αυστηρές: δεν θα «υπάγονταν στην απόδειξη της ευθύνης του υπεύθυνου, αλλά στην απόδειξη ενός πραγματικού περιστατικού που θα μπορούσε να θεμελιώσει την προσωπική ευθύνη του άμεσου αυτουργού, εάν δεν είχε ενεργήσει υπό τον έλεγχο άλλου» (173). |
|
(169) |
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1360 του προσχεδίου εξειδικεύει αυτή την αρχή σε περίπτωση της ευθύνης της μητρικής εταιρείας ενός ομίλου εταιρειών έναντι των θυγατρικών της: «Άρθρο 1360 […] Παρομοίως, είναι υπεύθυνος αυτός που ελέγχει την οικονομική δραστηριότητα ή τα περιουσιακά στοιχεία ενός επαγγελματία σε σχέση εξάρτησης, ακόμη και αν ενεργεί για λογαριασμό του, όταν ο παθών αποδείξει ότι το ζημιογόνο γεγονός συνδέεται με την άσκηση του ελέγχου. Αυτό ισχύει ιδίως για μητρικές εταιρείες για τις ζημίες που προκαλούν οι θυγατρικές τους ή τους παρόχους αδειών για ζημίες που προκαλούνται από τους παραχωρησιούχους τους.» (Επισήμανση της σύνταξης). |
|
(170) |
Αντιθέτως, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του γαλλικού δικαίου, η θεμελίωση της ευθύνης της μητρικής εταιρείας για πράξεις της θυγατρικής της προϋποθέτει, όπως αναλύεται ανωτέρω, την απόδειξη της ευθύνης της πρώτης για την κατάσταση της δεύτερης. |
|
(171) |
Όσον αφορά την προβλεπόμενη εξέλιξη του γαλλικού θετικού δικαίου, η Επιτροπή επισημαίνει το γεγονός ότι η προβλεπόμενη μεταρρύθμιση ως προς αυτό το σημείο φαίνεται να έχει εγκαταλειφθεί. Πράγματι, στο πλαίσιο της προαναφερθείσας κοινοβουλευτικής έκθεσης, η ομάδα εργασίας της νομικής επιτροπής τάχθηκε κατά οποιασδήποτε «νομοθετικής κατοχύρωσης της ύπαρξης αντικειμενικής ευθύνης λόγω σχέσης οικονομικής εξάρτησης» (Σύσταση υπ' αριθ. 19). Φαίνεται πλέον ότι έχει εγκαταλειφθεί κάθε μεταρρύθμιση προς αυτή την κατεύθυνση: δεν περιλαμβάνεται στην πρόταση νόμου αριθ. 657 σχετικά με τη μεταρρύθμιση της αστικής ευθύνης (174) που υποβλήθηκε κατά τη διάρκεια της τακτικής συνόδου 2009-2010 (καταχωρήθηκε στο Προεδρία της Γερουσίας στις 9 Ιουλίου 2010). |
|
(172) |
Εν κατακλείδι, σε αντίθεση με την ευθύνη του κράτους σε περίπτωση αθέτησης υποχρεώσεων αυτών των δημόσιων οργανισμών, που έχει τα χαρακτηριστικά ενός μηχανισμού εγγυήσεων λόγω (κυρίως) του αυτόματου χαρακτήρα του, δεν υφίσταται, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του γαλλικού δικαίου, έμμεση και αυτόματη θεμελίωση της ευθύνης των μητρικών εταιριών για τις ενέργειες των θυγατρικών τους ιδιωτικού δικαίου που έχουν τεθεί σε κατάσταση δικαστικής εκκαθάρισης. |
B. Οι πιστωτές των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP δεν έχουν καμία εγγύηση ως προς τη συνέχιση της ύπαρξής τους ή/και των υποχρεώσεών τους
|
(173) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή μπορεί να κρίνει ότι εάν, ως ανώνυμες εταιρείες, οι θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP διαλυθούν με διαδικασία εκκαθάρισης, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους θα εξαλειφθούν μαζί με αυτές. Σε παρόμοιες περιστάσεις, ο μέτοχος πλειοψηφίας τους, δηλ. ο δημόσιος οργανισμός IFP, θα διέθετε ασφαλώς τη δυνατότητα να εισφέρει εκ των προτέρων τα κεφάλαια (175) για να αποτραπεί η λύση και εκκαθάρισή τους. Μία παρόμοια εισφορά κεφαλαίων θα μπορούσε τότε να διασφαλίσει τη διατήρηση των απαιτήσεων των τρίτων επί των θυγατρικών του. |
|
(174) |
Πρόκειται, ωστόσο, για μια στρατηγική επιλογή του δημόσιου οργανισμού και όχι νομική υποχρέωση που θα επιβαλλόταν αυτεπάγγελτα σε αυτόν. Εξάλλου, η επιλογή αυτή θα διέπονταν αυστηρά από τις διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων: σε περίπτωση που η εν λόγω εισφορά κεφαλαίου δεν ήταν δικαιολογημένη με βάση τη συμπεριφορά ενός ιδιώτη επενδυτή σε οικονομία αγοράς, θα υπαγόταν στον εκ των προτέρων έλεγχο (και την έγκριση) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μετά την κοινοποίησή της από τις γαλλικές αρχές. |
|
(175) |
Συνεπώς, η Επιτροπή είναι σε θέση να κρίνει ότι, σε περίπτωση διαδικασίας εκκαθάρισης, οι πιστωτές των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP δεν έχουν καμία βεβαιότητα ότι θα ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους. |
Γ. Συμπέρασμα σχετικά με την έλλειψη εγγύησης του κράτους που καλύπτει τις θυγατρικές ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου οργανισμού IFP
|
(176) |
Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή είναι σε θέση να κρίνει ότι, σε αντίθεση με τους πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP, οι πιστωτές των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου του ομίλου IFP δεν διαθέτουν εγγύηση ούτε για την εξόφληση των ατομικών απαιτήσεών τους ούτε ως προς τη διατήρηση της ύπαρξης αυτών των ανώνυμων εταιρειών σε περίπτωση εκκαθάρισης. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι οι εν λόγω θυγατρικές ιδιωτικού δικαίου δεν καλύπτονται από την απεριόριστη εγγύηση από την οποία επωφελείται ο δημόσιος οργανισμός IFP λόγω του καθεστώτος του. Η Επιτροπή βασίζει αυτή την ανάλυση στο γεγονός ότι οι πιστωτές των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου οργανισμού IFP:
|
|
(177) |
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι έχει ήδη καταλήξει σε παρόμοια συμπεράσματα και σε άλλες υποθέσεις, στις οποίες έκρινε ότι μια ανώνυμη εταιρεία που ανήκει κατά 100 % στην ιδιοκτησία ενός δημόσιου οργανισμού ή του ίδιου του κράτους δεν καλυπτόταν από απεριόριστη εγγύηση του κράτους από την οποία ωφελούνταν ο μέτοχός της. Όσον αφορά τις ανώνυμες εταιρείες που κατέχονται άμεσα από το κράτος, η Επιτροπή έκρινε, ήδη από το 2003, στην υπόθεση EDF (176), ότι η μετατροπή ενός EPIC σε ανώνυμη εταιρεία κοινού δικαίου, και κατά συνέπεια η υπαγωγή της στο κοινό πτωχευτικό δίκαιο, είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη της εγγύησης από την οποία επωφελούνταν μέχρι τότε η επιχείρηση. Η άποψη αυτή επιβεβαιώθηκε πρόσφατα όταν η εταιρεία La Poste μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία (177) και ανήκει κατά 100 % στο κράτος. Όσον αφορά τις ανώνυμες εταιρείες υπό την κατοχή δημόσιων οργανισμών, η Επιτροπή αναγνώρισε, στην προαναφερόμενη απόφασή της σχετικά με την ίδρυση της La Banque Postale, ότι το νομικό καθεστώς μιας παρόμοιας θυγατρικής ανώνυμης εταιρείας που κατέχεται εξ ολοκλήρου από έναν δημόσιο οργανισμό (στην προκειμένη περίπτωση από την La Poste, η οποία την εποχή εκείνη είχε καθεστώς οργανισμού δημοσίου δικαίου εξομοιούμενο με το καθεστώς EPIC) επέτρεπε από μόνο του να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ύπαρξης απεριόριστης εγγύησης στο επίπεδο αυτής της εταιρείας (178). |
7.1.2 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ IFP ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗ ΕΓΓΥΗΣΗ
|
(178) |
Όπως έχει αναφέρει ήδη η Επιτροπή στις προηγούμενες αποφάσεις της σχετικά με τον δημόσιο οργανισμό IFP, (179) βάσει του καταστατικού του, ο δημόσιος οργανισμός IFP πληροί τρεις αποστολές:
|
|
(179) |
Οι γαλλικές αρχές, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 31, θεωρούν ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP είναι ερευνητικός οργανισμός στον οποίο έχει ανατεθεί τριπλή αποστολή γενικού συμφέροντος (έρευνα, εκπαίδευση και τεκμηρίωση). |
|
(180) |
Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP, με βάση τις αποστολές που του έχουν ανατεθεί, μπορεί να χαρακτηρισθεί «ερευνητικός οργανισμός» κατά την έννοια του σημείου 2.2 δ) του κοινοτικού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία (180) (εφεξής, «Πλαίσιο Ε&Α&Κ»), με πρωταρχικό στόχο την άσκηση δραστηριοτήτων βασικής έρευνας, (181) βιομηχανικής έρευνας (182) ή πειραματικής ανάπτυξης (183) και τη διάδοση των αποτελεσμάτων τους μέσω της εκπαίδευσης, της δημοσίευσης ή της μεταφοράς τεχνολογίας. |
|
(181) |
Βάσει της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (184), η δημόσια χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων που ασκεί ένας ερευνητικός οργανισμός (η οποία περιλαμβάνει την κάλυψή τους με απεριόριστη εγγύηση του δημοσίου) είναι δυνατό (185) να επιφέρει χορήγηση κρατικής ενίσχυσης, εφόσον ο εν λόγω οργανισμός ασκεί οικονομική δραστηριότητα, δηλ. μια δραστηριότητα που συνίσταται στην προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε μια δεδομένη αγορά (186), ανεξάρτητα από το νομικό καθεστώς και τον τρόπο χρηματοδότησής του. |
|
(182) |
Όσον αφορά ακριβώς τον οικονομικό (ή μη οικονομικό) χαρακτήρα των δραστηριοτήτων των οργανισμών έρευνας, η Επιτροπή διευκρίνισε στην πρακτική της κατά την έκδοση αποφάσεων (187) τι θεωρεί ότι εμπίπτει στη μία ή την άλλη από αυτές τις κατηγορίες. |
|
(183) |
Όσον αφορά τις κύριες δραστηριότητες των ερευνητικών οργανισμών, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτές συνίστανται, κυρίως, σε δραστηριότητες μη οικονομικού χαρακτήρα, ιδίως:
|
|
(184) |
Θεωρεί ότι, πέρα από τη μεταφορά τεχνολογίας (παραχώρηση άδειας, δημιουργία παράγωγων προϊόντων ή άλλων μορφών διαχείρισης της γνώσης που παράγεται από τον ερευνητικό οργανισμό) αποτελεί μη οικονομική δραστηριότητα, εφόσον πραγματοποιείται σε «εσωτερικό επίπεδο» (188) και όλα τα έσοδα που παράγει επανεπενδύονται στις κύριες δραστηριότητες των ερευνητικών οργανισμών. |
|
(185) |
Αντίθετα, η Επιτροπή θεωρεί ότι η έρευνα που πραγματοποιείται βάσει συμβάσεων που συνάπτονται με τη βιομηχανία, η εκμίσθωση εξοπλισμών έρευνας ή οι εργασίες παροχής συμβουλών (189) έχουν το χαρακτήρα οικονομικής δραστηριότητας. |
|
(186) |
Στην υπό εξέταση περίπτωση, η απεριόριστη εγγύηση που παρέχεται στον δημόσιο οργανισμό IFP λόγω του καθεστώτος του ως EPIC καλύπτει ταυτόχρονα τις μη οικονομικές δραστηριότητές του (στοιχείο που δεν δημιουργεί καθαυτό προβλήματα σε σχέση με τη νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων) και τις οικονομικές δραστηριότητές του, οι οποίες είναι δύο ειδών. |
|
(187) |
Όσον αφορά τον πρώτο τύπο οικονομικών δραστηριοτήτων, αν και θεωρούν, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 31, ότι οι περισσότερες δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού IFP είναι μη οικονομικού χαρακτήρα, οι γαλλικές αρχές αναγνώρισαν, στις επιστολές τους της 13ης Ιανουαρίου και της 16ης Ιουλίου 2010 ότι, εκτός από το πεδίο αποκλειστικής δραστηριότητας των θυγατρικών του, ο δημόσιος οργανισμός IFP ασκούσε παροχές υπηρεσιών που συνίστανται κατά κύριο λόγο στην εκμίσθωση υλικών και χώρων, τη διάθεση προσωπικού και την παροχή νομικών υπηρεσιών προς όφελος των θυγατρικών του, καθώς και υπηρεσίες επί συμβάσει έρευνας για λογαριασμό τρίτων και για λογαριασμό των θυγατρικών του. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 185, αυτές οι δραστηριότητες έχουν οικονομικό χαρακτήρα κατά την έννοια που αποδίδει σε αυτόν συνήθως η Επιτροπή. |
|
(188) |
Όσον αφορά τον δεύτερο τύπο οικονομικών δραστηριοτήτων, οι μεταφορές τεχνολογίας, όπως η εκχώρηση αδειών, η δημιουργία παράγωγων προϊόντων ή άλλων μορφών διαχείρισης της γνώσης η οποία παράγεται από τον ερευνητικό οργανισμό, συνιστούν κατά κανόνα, όπως υπενθυμίζεται στην αιτιολογική σκέψη 184, δραστηριότητες μη οικονομικού χαρακτήρα, εάν υλοποιούνται σε εσωτερικό επίπεδο και αν τα κέρδη τα οποία παράγουν επανεπενδύονται εξ ολοκλήρου στη δημόσια έρευνα. Για την προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, στην προαναφερθείσα απόφασή της C 51/2005, η Επιτροπή έκρινε ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP διατηρεί πολύ ειδικές σχέσεις με ορισμένες θυγατρικές ιδιωτικού δικαίου: «[…] ορισμένες δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού IFP εκφεύγουν του πεδίου των μη οικονομικών δραστηριοτήτων του, εφόσον συνεπάγονται εμπορική εκμετάλλευση από τις θυγατρικές του» (190). Η Επιτροπή έκρινε, πράγματι, ότι οι εν λόγω θυγατρικές δεν μπορεί να θεωρηθούν ως οντότητες αυτόνομες από τη μητρική εταιρεία, εφόσον οι δραστηριότητές τους εντάσσονται στην αναπτυξιακή στρατηγική του δημόσιου οργανισμού IFP, όπου ο IFP ασκεί όχι μόνο νομικό έλεγχο αλλά και έλεγχο de facto, οι αποκλειστικές συμφωνίες αποτελούν μαρτυρία μιας ισχυρής οικονομικής ολοκλήρωσης και οι παράγοντες της αγοράς που δραστηριοποιούνται στους εξεταζόμενους τομείς έχουν μια κοινή εικόνα για τον δημόσιο οργανισμό IFP και τις εν λόγω θυγατρικές του. Οι μεταφορές τεχνολογίας, και ιδίως των τεχνολογιών που προέρχονται από τις δραστηριότητες βιομηχανικής έρευνας (191), μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens, Beicip-Franlab και Prosernat πρέπει, συνεπώς, να χαρακτηριστούν οικονομικές δραστηριότητες κατά την έννοια του δικαίου του ανταγωνισμού. |
7.1.3 ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
|
(189) |
Από το μέρος 7.1.1 συνάγεται ότι μόνο οι δραστηριότητες που ασκούνται άμεσα από τον δημόσιο οργανισμό IFP καλύπτονται από την εγγύηση του κράτους, σε αντίθεση με τις δραστηριότητες που ασκούνται από τις θυγατρικές του ιδιωτικού δικαίου, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο της κάλυψης. |
|
(190) |
Εξάλλου, μεταξύ των δραστηριοτήτων που ασκούνται άμεσα από τον δημόσιο οργανισμό IFP, μόνο η κάλυψη από την εγγύηση του κράτους δραστηριοτήτων οι οποίες έχουν οικονομικό χαρακτήρα ενέχει ενδεχομένως κρατική ενίσχυση, με την επιφύλαξη ότι πρέπει επίσης να πληρούνται και οι άλλοι όροι που προβλέπονται από το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
|
(191) |
Τέλος, από το μέρος 7.1.2 συνάγεται ότι οι εν λόγω οικονομικές δραστηριότητες περιορίζονται, αφενός, στις δραστηριότητες συμβατικής έρευνας που ασκούνται από τον δημόσιο οργανισμό IFP και, αφετέρου, στις δραστηριότητες μεταφοράς τεχνολογιών στους τομείς αποκλειστικής δραστηριότητας των θυγατρικών Axens, Prosernat και Beicip-Franlab, καθώς και στις δραστηριότητες εκμίσθωσης υποδομών, διάθεσης προσωπικού και παροχής νομικών υπηρεσιών. |
7.1.4 ΥΠΑΡΞΗ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΥ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΜΙΛΟ IFP
|
(192) |
Για την ανάλυση των δυνητικών πλεονεκτημάτων που θα μπορούσε να αποκομίσει ο όμιλος IFP από την απεριόριστη εγγύηση η οποία παρέχεται στη μητρική εταιρεία του, τον δημόσιο οργανισμό IFP, λόγω του καθεστώτος του ως EPIC, η Επιτροπή θα ακολουθήσει δύο στάδια: πρώτα θα εξετάζει τα ενδεχόμενα προνόμια που προκύπτουν για τη μητρική εταιρεία (7.1.4.1) και στη συνέχεια θα εξετάσει αυτά που ενδεχομένως μεταβιβάζονται στις θυγατρικές του (7.1.4.2). |
7.1.4.1 Προνόμια που δημιουργούνται προς όφελος του δημόσιου οργανισμοί IFP
|
(193) |
Στην προαναφερθείσα απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, σύμφωνα με το σημείο 2.1.3 της ανακοίνωσης σχετικά με τις εγγυήσεις, η Επιτροπή ανέφερε ότι, κατά την άποψή της, ο δημόσιος οργανισμός IFP μπορούσε να αποκομίσει πλεονέκτημα από το καθεστώς ως EPIC, κυρίως μέσω ευνοϊκότερων όρων χρηματοδότησης (192) στις χρηματαγορές, πλεονέκτημα που απορρέει από το ανεφάρμοστο της διαδικασίας κοινού δικαίου σε θέματα δικαστικής εξυγίανσης και εκκαθάρισης νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Εξάλλου, σε περίπτωση αφερεγγυότητας του δημόσιου οργανισμού, η Επιτροπή επισήμανε ότι η εγγύηση του κράτους θα κάλυπτε όλες τις οφειλές του δημόσιου οργανισμού IFP, οι οποίες, όπως προσδιορίστηκε στην αιτιολογική σκέψη 71 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, «ενδέχεται να μην είναι μόνο χρηματοοικονομικές, αλλά και εμπορικές ή ακόμα και άλλης φύσεως», ιδίως απαιτήσεις προμηθευτών (τα τιμολόγια των οποίων δεν θα είχαν πληρωθεί) ή πελατών (στους οποίους δεν θα είχαν παρασχεθεί υπηρεσίες). |
|
(194) |
Επίσης, ολοκληρώνοντας τη διεξοδική εξέταση του εν λόγω μέτρου, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρέπει να αναλύσει την ύπαρξη ενδεχόμενου προνομίου προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP στις σχέσεις του με τραπεζικούς και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (Α), με τους προμηθευτές του (Β) και με τους πελάτες του (Γ). |
A. Απουσία πλεονεκτήματος στο επίπεδο των σχέσεων με τους τραπεζικούς και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς
|
(195) |
Στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας, αν και η Επιτροπή αναγνώρισε ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν υπόκειται σε αξιολόγηση από εξωτερικό οργανισμό αξιολόγησης, (193) επισημαίνει ότι οι πιστωτές πραγματοποιούν αναγκαστικά εκτίμηση του κινδύνου αθέτησης για τις χρηματοδοτήσεις που χορηγούν στον δημόσιο οργανισμό IFP (194). Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο IFP «προσφεύγει στην αγορά πιστώσεων για τη χρηματοδότηση του χρέους του», αναφέρει ότι δεν μπορεί να αποκλείσει, στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, το ενδεχόμενο ο IFP να απολαμβάνει οικονομικό πλεονέκτημα λόγω της συνεκτίμησης, κατά την αξιολόγηση από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, του ρόλου του έσχατου εγγυητή που διαδραματίζει το κράτος για τις οφειλές του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(196) |
Ολοκληρώνοντας τη διεξοδική εξέταση, η Επιτροπή επισημαίνει τα στοιχεία που διαβίβασε η Γαλλία, τα οποία αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 64 και συνοψίζονται στον πίνακα 1 της παρούσας αιτιολογικής σκέψης (στον οποίο το σύμβολο «Κ ευρώ» σημαίνει «χιλιάδες ευρώ»). Πίνακας 1 Δανειακή επιβάρυνση του δημόσιου οργανισμού IFP την περίοδο 2005-2010
|
|||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(197) |
Από τα ανωτέρω στοιχεία συνάγεται ότι, όσον αφορά τις λήξεις οφειλών μετά από ένα έτος, ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν προσέφυγε σε δανεισμό από πιστωτικά ιδρύματα μετά τη μεταβολή του καθεστώτος του, δηλαδή την περίοδο από 2006 έως το 2009 για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα. Κατά την ίδια περίοδο, μετά τη μεταβολή του καθεστώτος, ο δημόσιος οργανισμός IFP συνήψε δάνειο διάρκειας μικρότερης ενός έτους μόνο μία φορά, το 2009, για ασήμαντο ποσό […] (*) ευρώ. Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι το επιτόκιο που εφάρμοζε τότε η [τράπεζα αριθ. 3]] (**) (EONIA + […] (*) %) ήταν κατά […] (*) μονάδες βάσης υψηλότερο (εφόσον οι υπόλοιπες συνθήκες παραμένουν οι ίδιες) από το επιτόκιο που διαπραγματεύθηκε ο δημόσιος οργανισμός IFP το 2005 με την [τράπεζα αριθ. 1] (**) (EONIA + […] (*) %), ενόσω ήταν ακόμη νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και, συνεπώς, δεν καλυπτόταν ακόμη από την εγγύηση του κράτους από την οποία ωφελείται σήμερα λόγω του καθεστώτος του ως δημόσιου οργανισμού. |
|
(198) |
Όσον αφορά ειδικά το έτος 2010, οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP είχε λάβει τέσσερις πιστωτικές διευκολύνσεις […] (*) ευρώ, με ετήσιο επιτόκιο κυμαινόμενο μεταξύ EONIA + […] (*) % από την [τράπεζα αριθ. o4] (**) (συν αμοιβή για τη δέσμευση κεφαλαίου […] (*) %, ή […] (*) ευρώ) ή από την [τράπεζα αριθ. 5] (**) (συν αμοιβή για τη δέσμευση κεφαλαίου […] (*) %, ή […] (*) ευρώ) και EONIA + […] (*) % από την [τράπεζα αριθ. 3] (**) (συν αμοιβή για τη δέσμευση κεφαλαίου […] (*) %, ή […] (*) ευρώ) ή από την [τράπεζα αριθ. 1] (**) (συν αμοιβή για τη δέσμευση κεφαλαίου […] (*) %, ή […] (*) ευρώ). Ο IFP έλαβε επίσης και μια άλλη προσφορά «spot» της [τράπεζα αριθ. 3] (**) (σε συνάρτηση με την επιλεγόμενη διάρκεια ανάληψης), για επιτόκιο ίσο με το EURIBOR + […] (*) %. Η Επιτροπή σημειώνει το γεγονός ότι τα επιτόκια αυτά είναι ισοδύναμα με τα επιτόκια τα οποία διαπραγματεύονταν ο δημόσιος οργανισμός IFP πριν την μεταβολή του καθεστώτος του το 2006, όταν ήταν ακόμη νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου και δεν καλύπτονταν από την εγγύηση του κράτους. |
|
(199) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι, για την περίοδο από την αλλαγή του καθεστώτος του οργανισμού μέχρι το 2010, ο IFP δεν αποκόμισε πραγματικό οικονομικό προνόμιο λόγω του καθεστώτος του EPIC στις σχέσεις του με τα τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Με άλλους όρους, φαίνεται ότι το δυνητικό πλεονέκτημα που θα μπορούσε να είχε αποκομίσει η επιχείρηση από την απεριόριστη εγγύηση υπό μορφή ευνοϊκότερου επιτοκίου δανεισμού σε σχέση με τους όρους της αγοράς δεν εφαρμόστηκε στην πράξη κατά την εξεταζόμενη περίοδο. |
|
(200) |
Αυτό το συμπέρασμα ισχύει ασφαλώς για το παρελθόν, εφόσον η Επιτροπή δεν μπορεί να προδικάσει τη μελλοντική συμπεριφορά των παραγόντων της αγοράς ούτε την αλλαγή του τρόπου με τον οποίο θα προσλαμβάνουν την επίπτωση της εγγύησης του κράτους στον κίνδυνο αθέτησης του δημόσιου οργανισμού IFP. Επίσης, στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεων τις οποίες θα κληθούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή στο μέλλον, οι γαλλικές αρχές θα πρέπει να παρέχουν στοιχεία σχετικά με το επίπεδο των όρων δανεισμού του δημόσιου οργανισμού IFP και να προσκομίζουν απόδειξη ότι τα δάνεια αυτά είναι σύμφωνα με τους όρους της αγοράς ή να προσθέτουν το ισοδύναμο ακαθάριστο της αντίστοιχης ενίσχυσης στην εκτίμηση των ανώτατων ποσών των επιπτώσεων της εγγύησης σύμφωνα με μέθοδο ανάλογη με αυτήν που περιγράφεται στον πίνακα 6 στην αιτιολογική σκέψη 300. |
|
(201) |
Τέλος, η Επιτροπή καταγράφει την πρόταση των γαλλικών αρχών να προσθέτουν, για κάθε πράξη, στη σύμβαση χρηματοδότησης (για κάθε μέσο που καλύπτεται από τη σύμβαση) την ακόλουθη γραπτή ένδειξη: « Η έκδοση / το πρόγραμμα / το δάνειο δεν ωφελείται από καμία εγγύηση κανενός είδους, άμεση ή έμμεση, εκ μέρους του κράτους. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας, το κράτος δεν θα ήταν υποχρεωμένο να υποκαταστήσει χρηματοδοτικά τον IFP για την εξόφληση της απαίτησης.» |
|
(202) |
Σε αυτό το πλαίσιο, η εν λόγω δέσμευση, σε συνδυασμό με το σύνολο των άλλων υποχρεώσεων που βαρύνουν τη Γαλλία, ακόμη και αν δεν επιτρέψει από μόνη της να ρυθμιστεί το ζήτημα της ύπαρξης εγγύησης, θα επιτρέψει ενδεχομένως να ισχύει η εξαίρεση του αναληφθέντος κινδύνου και να περιοριστούν σημαντικά οι ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις της εγγύησης. |
B. Πλεονέκτημα στο επίπεδο των σχέσεων με τους προμηθευτές
|
(203) |
Όσον αφορά τους προμηθευτές, σε αντίθεση με όσα αναφέρουν οι γαλλικές αρχές (βλ. αιτιολογική σκέψη 65), δεν αρκεί ο δημόσιος οργανισμός IFP να υπόκειται, βάσει του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του εθνικού δικαίου, σε υποχρέωση εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού για να εξαλειφθεί κάθε προνόμιο που απορρέει από το καθεστώς του EPIC. Στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων, κάθε υποψήφιος προμηθευτής μπορεί να εικάσει ότι είναι αδύνατη η πτώχευση του δημόσιου οργανισμού IFP ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση υποβολής προσφορών. Πρέπει επίσης, σε θέματα δημοσίων συμβάσεων, να γίνει διάκριση ανάμεσα στην πτώση των τιμών που συνδέεται με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας η οποία επιτυγχάνεται μέσω του ανταγωνισμού των προσφερόντων κατά τις διαδικασίες υποβολής προσφορών, που, όπως επισήμανε η Επιτροπή στην έκθεση στην οποία αναφέρονται οι γαλλικές αρχές, αντιπροσωπεύει ένα πραγματικό «κοινωνικό όφελος», και στη μείωση των τιμών που είναι αποτέλεσμα της ευνοϊκότερης εκτίμησης από τους άλλους συμβαλλόμενους του κινδύνου αδυναμίας πληρωμής μιας επιχείρησης που γνωρίζουν ότι προστατεύεται από τον κίνδυνο της δικαστικής εκκαθάρισης λόγω του καθεστώτος της ως δημόσιος οργανισμός. Αυτοί οι δύο παράγοντες, αν και τείνουν και οι δύο να μειώσουν τις τιμές των δημόσιων προμηθειών, είναι διαφορετικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο να καταλογίσει η Επιτροπή τις επιπτώσεις του δεύτερου παράγοντα στον πρώτο. |
|
(204) |
Για να εκτιμήσει τη μείωση τιμών ως αποτέλεσμα της ευνοϊκότερης εκτίμησης του κινδύνου αθέτησης ενός EPIC από τους προμηθευτές του, η Επιτροπή προτίθεται να εξετάσει το κόστος της κάλυψης του ισοδύναμου κινδύνου. Πράγματι, όταν δεν υφίσταται εγγύηση του κράτους, ένας προμηθευτής του δημόσιου οργανισμού IFP ο οποίος θα επιθυμούσε να λάβει μια συγκρίσιμη εγγύηση (δηλ. να καλυφθεί πλήρως έναντι του κινδύνου αθέτησης του αντισυμβαλλόμενου) θα μπορούσε να προσφύγει στις υπηρεσίες ενός ειδικευμένου πιστωτικού ή ασφαλιστικού φορέα. Αυτή η κάλυψη του κινδύνου αθέτησης προσφέρεται από τις εταιρείες που ειδικεύονται στην πρακτορεία επιχειρηματικών απαιτήσεων (φάκτορινγκ) (195). |
|
(205) |
Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αμοιβή για μια τέτοια υπηρεσία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων περιλαμβάνει δύο στοιχεία:
|
|
(206) |
Στην επιστολή τους της 26ης Νοεμβρίου 2010, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι, κατά την άποψή τους, οι εκτιμήσεις της Επιτροπής σχετικά με το ρόλο της πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων βασίζονται σε ατελή εκτίμηση των λόγων για τους οποίους μια επιχείρηση μπορεί να προσφύγει σε μια υπηρεσία αυτού του τύπου. Οι γαλλικές αρχές γνωρίζουν ασφαλώς ότι οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων μπορούν να παρέχουν τριών ειδών υπηρεσίες: ταμειακή προκαταβολή, είσπραξη και εγγύηση απαιτήσεων, αλλά διευκρινίζουν ότι μπορούν να παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες ταυτόχρονα ή χωριστά. Βάσει μελέτης που πραγματοποίησε το 2009 η Banque de France, (197) οι γαλλικές αρχές προσθέτουν ότι, μεταξύ αυτών των διαφόρων υπηρεσιών, η κατ’ ανάθεση διαχείριση (δηλ. μια πράξη χρηματοδότησης χωρίς είσπραξη των απαιτήσεων) θα ήταν κυρίαρχη στο πλαίσιο της προσφοράς των αναδόχων επιχειρηματικών απαιτήσεων, με αποτέλεσμα η προσφυγή σε υπηρεσίες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων να περιορίζεται ολοένα και περισσότερο σε μια απλή ταμειακή πράξη για τον προμηθευτή. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη αυτή την παρατήρηση. |
|
(207) |
Εξάλλου, οι γαλλικές αρχές έχουν κοινοποιήσει το ποσό των πληρωμών του δημόσιου οργανισμού IFP σε αναδόχους επιχειρηματικών απαιτήσεων (198) από το 2004 (για τη ρύθμιση των απαραίτητων προμηθειών για τους δύο τύπους δραστηριοτήτων, οικονομικές και μη οικονομικές δραστηριότητες): Πίνακας 2 Προσφυγή στην πρακτορεία επιχειρηματικών απαιτήσεων των προμηθευτών του δημόσιου οργανισμού IFP την περίοδο 2004 - 2010
|
|
(208) |
Οι γαλλικές αρχές διαπιστώνουν ότι, από τότε που μεταβλήθηκε το καθεστώς του δημόσιου οργανισμού IFP το 2006, αυξήθηκαν οι πληρωμές που πραγματοποίησε ο IFP σε αναδόχους επιχειρηματικών απαιτήσεων. Συμπεραίνουν ότι η εξέλιξη αυτή ακυρώνει το σκεπτικό της Επιτροπής σχετικά με την εικόνα που έχουν οι τρίτοι ως προς τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών των EPIC. Θεωρούν ότι, εάν το κράτος κάλυπτε από το 2006 τον κίνδυνο αθέτησης του δημόσιου οργανισμού IFP, η προσφυγή στις υπηρεσίες φάκτορινγκ θα έπρεπε να παρουσιάζει πολύ μικρότερη συχνότητα από την εν λόγω ημερομηνία, αν όχι να εξαλειφθεί πλήρως. |
|
(209) |
Στο βαθμό που, όπως αναφέρουν οι γαλλικές αρχές στην αιτιολογική σκέψη 206, η προσφυγή σε υπηρεσίες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων συνδέεται ολοένα και περισσότερο με ανάγκες ταμειακών προκαταβολών (αύξηση της υπηρεσίας κατ' εξουσιοδότηση διαχείρισης) και όλο και λιγότερο με την ανάληψη του κινδύνου αθέτησης πληρωμής (μείωση της υπηρεσίας είσπραξης, χρηματοδότησης και εγγύησης) και δεν είναι δυνατό να γίνει διάκριση στους λογαριασμούς του δημόσιου οργανισμού IFP όσον αφορά την χρήση εκ μέρους των προμηθευτών του υπηρεσιών φάκτορινγκ ανά τύπο υπηρεσίας, η Επιτροπή, αντίθετα, θεωρεί ότι η εξέλιξη που διαπίστωσε ο IFP δεν επιτρέπει την επιβεβαίωση του επιχειρήματός του και ακόμα λιγότερο δεν αποδεικνύει ότι οι προμηθευτές του δημόσιου οργανισμού IFP είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει αύξηση κινδύνου αθέτησης πληρωμών μετά τη μεταβολή του καθεστώτος του. |
|
(210) |
Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι δεν είναι σε θέση να προβεί σε ακριβή εκτίμηση του ποσού της πριμοδότησης που θα ήταν απαραίτητη για την κάλυψη των προμηθευτών έναντι του κινδύνου αθέτησης του δημόσιου οργανισμού IFP, εάν δεν επωφελούνταν ήδη από εγγύηση του κράτους. Η Επιτροπή επισημαίνει ωστόσο, στο βαθμό που η αναφερθείσα στην αιτιολογική σκέψη 205 στοιχείο β) προμήθεια φάκτορινγκ καλύπτει στην πραγματικότητα τρεις διαφορετικές υπηρεσίες (είσπραξη, χρηματοδότηση και εγγύηση έναντι του κινδύνου αθέτησης πληρωμών), το αναφερθέν ανώτατο ποσό των 2,5 % του εγγυημένου κύκλου εργασιών συνιστά σε κάθε περίπτωση προσαύξηση της προμήθειας που θα ήταν απαραίτητη για την κάλυψη μόνο του κινδύνου αθέτησης. |
|
(211) |
Σε κάθε περίπτωση, οι γαλλικές αρχές επιφυλάσσονται να κοινοποιήσουν ακριβέστερη μεθοδολογία για την εκτίμηση του πλεονεκτήματος που παρέχει η εγγύηση στον δημόσιο οργανισμό στις σχέσεις του με τους προμηθευτές του. Βάσει μιας οικονομικής πραγματογνωμοσύνης που αποτέλεσε αντικείμενο κατ' αντιμωλία εξέτασης στο πλαίσιο της διερεύνησης, η μεθοδολογία αυτή θα μπορεί, κατά περίπτωση να υπόκειται σε θετική απόφαση της Επιτροπής και να χρησιμοποιείται από τη Γαλλία για την ικανοποίηση των υποχρεώσεών ενημέρωσης που διευκρινίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. |
|
(212) |
Όσον αφορά τα σχετικά ποσά, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν, στην επιστολή τους της 26ης Νοεμβρίου 2010, ότι το κόστος αγοράς αυτών των αγαθών και υπηρεσιών ενσωματώνεται απευθείας στο ποσοστό της αμοιβής του προσωπικού που διατίθεται στις δραστηριότητες που αφορούν την αγορά των εν λόγω αγαθών και υπηρεσιών (200). Εξάλλου, όσον αφορά τις δραστηριότητες επανατιμολόγησης του αποσπασμένου προσωπικού και των εγκαταστάσεων, οι εγκαταστάσεις δεν συνεπάγονται καμία σημαντική ειδική δαπάνη, εφόσον το σύνολο των συναφών δαπανών έχει ήδη ενσωματωθεί στο κόστος διάρθρωσης του οργανισμού. |
|
(213) |
Τέλος, όσον αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που αγοράστηκαν ειδικά για την άσκηση αποκλειστικά οικονομικών δραστηριοτήτων, το μέσο ετήσιο ποσό αυτών των υπηρεσιών, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, αντιπροσωπεύει μόνο μικρό μέρος (201) του ετήσιου μέσου κύκλου εργασιών του δημόσιου οργανισμού IFP. Για την έρευνα επί συμβάσει, σύμφωνα με τις πληροφορίες που συνέλεξε ο δημόσιος οργανισμός IFP μέσω του συστήματος αναλυτικής λογιστικής του, το μέσο ετήσιο ποσό για προμήθειες που αγόρασε ο δημόσιος οργανισμός IFP για την παροχή των υπηρεσιών του κατά το διάστημα 2006 έως 2009 ανέρχεται σε […] (*) ευρώ ετησίως. |
|
(214) |
Η Επιτροπή θεωρεί ότι, για την άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων του, ο δημόσιος οργανισμός IFP ωφελείται από πραγματικό οικονομικό πλεονέκτημα που συνίσταται σε μείωση των τιμών που εφαρμόζουν οι προμηθευτές του και έχει ως αποτέλεσμα την ευνοϊκότερη εκτίμηση εκ μέρους των προμηθευτών του κινδύνου αθέτησης της επιχείρησης. Χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει το ακριβές ποσό αυτού του πλεονεκτήματος, η Επιτροπή θεωρεί ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει ποσό της τάξης των […] (*) ευρώ ετησίως (202) κατά μέσο όρο την εξεταζόμενη περίοδο (2006-2009). |
|
(215) |
Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ένα παρόμοιο πλεονέκτημα στο πλαίσιο των σχέσεων που διατηρεί ο δημόσιος οργανισμός IFP με τους προμηθευτές του είναι επιλεκτικό, εφόσον οι ανταγωνιστές του, οι οποίοι υπόκεινται στις δικαστικές διαδικασίες εξυγίανσης και εκκαθάρισης κοινού δικαίου, δεν απολαύουν συγκρίσιμης εγγύησης που παρέχει το κράτος και είναι άμεσα συνδεδεμένη με το καθεστώς δημόσιου οργανισμού του IFP. |
Γ. Πλεονέκτημα στο επίπεδο των σχέσεων με τους πελάτες
|
(216) |
Όσον αφορά τις υπηρεσίες έρευνας τις οποίες παρέχει ο IFP, η Επιτροπή καταγράφει τις παρατηρήσεις της εταιρείας UOP Limited ότι, όσον αφορά την εκχώρηση τεχνολογιών, τομέα υψηλού κινδύνου από τη φύση του, οι αγοραστές είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις εγγυήσεις τις οποίες είναι σε θέση να τους παράσχουν οι πάροχοι υπηρεσιών τους, σε όρους κάλυψης της συμβατικής όσο και της εξωσυμβατικής ευθύνης. |
|
(217) |
Εντούτοις, όσον αφορά την εξωσυμβατική ευθύνη, οι γαλλικές αρχές διευκρίνισαν, στην επιστολή τους της 13ης Ιανουαρίου 2010, ότι οι εταιρείες ιδιωτικού δικαίου και οι δημόσιοι οργανισμοί υπόκεινταν αδιακρίτως στη Γαλλία σε καθεστώς κοινού δικαίου (άρθρο 1382 του αστικού κώδικα όσον αφορά ιδίως το καθεστώς ευθύνης εξ αδικοπραξίας (203)). Πρόσθεσαν ότι οι δραστηριότητες του IFP έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά από την άποψη ότι συνεπάγονται τη χρήση εργαστηριακών εργαλείων και εύφλεκτων προϊόντων, εκρηκτικών ή τοξικών, που αποτελούν εν δυνάμει πηγές σημαντικού «βιομηχανικού» κινδύνου, (204) σύμφωνα με τη συνήθη ορολογία των ασφαλιστών. Ως εκ τούτου, ο IFP έχει συνάψει διάφορες συμβάσεις ασφάλισης για να καλύψει όχι μόνο τους κλασικούς κινδύνους (αστική ευθύνη) αλλά και ειδικούς κινδύνους, όπως οι κίνδυνοι που συνδέονται με ιονίζουσες πηγές ή ακόμη με βλάβες μηχανημάτων στα φρέατα. Όσον αφορά την κάλυψη της αστικής ευθύνης, η σύμβαση ασφάλισης του IFP καλύπτει τέσσερις κινδύνους: την αστική ευθύνη εκμετάλλευσης, την αστική ευθύνη μετά την παράδοση, την επαγγελματική αστική ευθύνη και την περιβαλλοντική ζημία. |
|
(218) |
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ο IFP κατά κανένα τρόπο δεν απεμπολεί την εξωσυμβατική ευθύνη του προς το κράτος αναλαμβάνοντας τον κίνδυνο να ενεργοποιηθεί η εγγύηση την οποία λαμβάνει από το καθεστώς του ως EPIC σε περίπτωση μιας καταστροφής, αλλά, αντίθετα, έχει συνάψει με τους όρους της αγοράς τις αναγκαίες συμβάσεις ασφάλισης για την κάλυψη αυτού του κινδύνου. |
|
(219) |
Όσον αφορά τη συμβατική ευθύνη, από τις πληροφορίες που έδωσαν οι γαλλικές αρχές στις απαντήσεις τους στις παρατηρήσεις της εταιρείας UOP Limited, και ιδίως από αυτές που παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη 91, ότι, σε θέματα παροχής υπηρεσιών, η ευθύνη του δημόσιου οργανισμού IFP έναντι των πελατών του (είτε πρόκειται για τις δικές του θυγατρικές είτε για τρίτους) «περιορίζεται στο […] (*) % της αμοιβής που πράγματι εισπράττει με ανώτατο όριο που μπορεί ενδεχομένως να ανέλθει μέχρι το […] (*) %, κατά περίπτωση,» κατά τρόπο ώστε, εάν ο πελάτης θεωρεί ότι το έργο που επιτέλεσε ο IFP είναι ελαττωματικό, ο IFP δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποχρεώνεται να εκτελεί εκ νέου τα έργα επ' άπειρον. Εξάλλου, η Επιτροπή σημειώνει τη διαπίστωση των γαλλικών αρχών ότι, λόγω της αρχής τη μη συσσώρευσης των ευθυνών, ένας συμβαλλόμενος δεν μπορεί να επικαλεστεί εξωσυμβατική ευθύνη για να απαιτήσει αποζημίωση για ζημίες που υφίσταται στο πλαίσιο μιας συμβατικής σχέσης (205). |
|
(220) |
Παρόλα αυτά, λαμβανομένης υπόψη της εγγύησης που παρέχει το κράτος στον δημόσιο οργανισμό η IFP, οι πελάτες του εξασφαλίζονται ότι αυτός δεν θα περιέλθει ποτέ σε κατάσταση δικαστικής εκκαθάρισης και, κατά συνέπεια, θα είναι πάντοτε σε θέση να τηρεί τις συμβατικές υποχρεώσεις του, ή σε περίπτωση που δεν θα το έπραττε, ότι θα αποζημιωνόταν γι' αυτή την αθέτηση. |
|
(221) |
Σύμφωνα με το σκεπτικό που ανέπτυξε στις αιτιολογικές σκέψεις 204 και επόμενες όσον αφορά τις σχέσεις με τους προμηθευτές, η Επιτροπή θεωρεί ότι, εάν δεν υφίστατο εγγύηση του κράτους, ένας πελάτης που θα επιθυμούσε να έχει το ίδιο επίπεδο προστασίας θα όφειλε να συνάψει με έναν ενδιάμεσο χρηματοπιστωτικό φορέα (π.χ. τραπεζικό ίδρυμα ή ασφαλιστική εταιρεία) εγγύηση εκτέλεσης σύμβασης (στα αγγλικά «performance bond»), ώστε να διασφαλιστεί για την εκπλήρωση της σύμβασης που τον συνδέει με τον IFP. Σκοπός αυτής της προστασίας θα ήταν να παρασχεθεί σε αυτόν τον πελάτη εγγύηση χρηματικής αποζημίωσης σε περίπτωση ζημίας λόγω ολικής ή μερικής μη εκτέλεσης της σύμβασης. |
|
(222) |
Ως προς αυτό, η Επιτροπή σημειώνει ότι η Γαλλία αναγνωρίζει, με ορισμένες επιφυλάξεις, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 66, ότι «η μόνη υποθετική επίπτωση για τον δημόσιο οργανισμό IFP που θα μπορούσε να εντοπιστεί θα ήταν η ελάφρυνση του βάρους λόγω της απουσίας εγγυήσεων εκτέλεσης της σύμβασης». Οι γαλλικές αρχές κρίνουν, λοιπόν, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις ότι, με βάση «τα ποσά που ζητούν συνήθως οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες για την παροχή υπηρεσιών αυτού του τύπου, φαίνεται ότι το αποτέλεσμα αυτής της ελάφρυνσης θα αντιπροσώπευε ένα αμελητέο ποσό». |
|
(223) |
Η Επιτροπή επισημαίνει, καταρχήν, ότι στον υπολογισμό του κόστους μιας εγγύησης εκτέλεσης σύμβασης υπεισέρχονται πολλοί παράγοντες, ιδίως ο τύπος της σύμβασης και το καλυπτόμενο ποσό, ο αριθμός των απασχολουμένων, η χρηματοοικονομική κατάσταση, ο κίνδυνος αθέτησης και οι ζημίες της επιχείρησης της οποίας η υπηρεσία καλύπτεται, καθώς και άλλα αμιγώς χρηματοοικονομικά στοιχεία, όπως οι αμοιβές ή οι προμήθειες των ενδιάμεσων. Με βάση τις πληροφορίες που είναι δημοσίως διαθέσιμες, (206) η Επιτροπή θεωρεί ότι ο εφαρμοζόμενος συντελεστής κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 1 % και 5 % του καλυπτόμενου κύκλου εργασιών. |
|
(224) |
Η τιμολόγηση της κάλυψης από τους ειδικευμένους ενδιάμεσους φορείς βασίζεται σε στατιστικές τεχνικές, ενδεχομένως εξειδικευμένες ανά τύπο κινδύνου, χωρίς να είναι δυνατό να προσδιοριστεί εκ των προτέρων ένα κατ' αποκοπή ποσοστό για μια εγγύηση εκτέλεσης της σύμβασης. Η τελική τιμή της εγγύησης εξαρτάται in fine από το εκτιμώμενο ποσό των ενδεχόμενων απωλειών και την πιθανότητα να συμβούν. Ως εκ τούτου, ενώ σε ορισμένους τομείς μπορεί να παρασχεθεί εγγύηση «απόλυτης εκτέλεσης» (παραδείγματος χάρη στους τομείς των έργων πολιτικού μηχανικού και των οικοδομών και δημοσίων έργων ή του διεθνούς εμπορίου), στον τομέα των υπηρεσιών έρευνας επί συμβάσει δεν μπορεί να προβλεφθεί μεγαλύτερη κάλυψη από αυτήν μιας «καλύτερης προσπάθειας», εφόσον η Ε&Α είναι από τη φύση της τομέας υψηλού κινδύνου, όπου ο αγοραστής εργασιών έρευνας δεν έχει καμία βεβαιότητα ότι οι εργασίες αυτές θα καταλήξουν πράγματι σε εμπορικά εκμεταλλεύσιμα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το συμβατικά εγγυημένο ποσό στους πελάτες του δημόσιου οργανισμού IFP, συμπεριλαμβανομένων των θυγατρικών του, περιορίζεται στην τιμή των παρεχόμενων εργασιών έρευνας. |
|
(225) |
Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι δεν είναι σε θέση να προβεί σε ακριβή εκτίμηση του ποσού του ασφαλίστρου που θα ήταν απαραίτητο για να παρασχεθεί στους πελάτες (συμπεριλαμβανομένων των θυγατρικών) εγγύηση «καλύτερης προσπάθειας» του δημόσιου οργανισμού IFP κατά την υλοποίηση των εργασιών έρευνας. Ερωτηθείσες για το θέμα αυτό, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν στην επιστολή τους της 26ης Νοεμβρίου 2010 ότι δεν διαθέτουν στοιχεία σχετικά με το ύψος των ασφαλίστρων που ζητούνται για την κάλυψη ειδικών κινδύνων στον τομέα της Ε&Α. Η Επιτροπή θεωρεί, ωστόσο, ότι το ασφάλιστρο που θα ζητούνταν στην αγορά για την κάλυψη ενός τέτοιου κινδύνου (που περιορίζεται στις «καλύτερες προσπάθειες» έρευνας και είναι συνεπώς, χαμηλότερος από τον κίνδυνο που ενέχει μια σύμβαση «απόλυτης εκτέλεσης») πρέπει από κάθε άποψη να είναι χαμηλότερο από τα κατ' εκτίμηση ανώτατα ποσά που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 223. Έτσι, η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα ανώτατο ποσοστό 5 % του κύκλου εργασιών που παράγεται από την καλυπτόμενη παροχή υπηρεσίας συνιστά, σε κάθε περίπτωση, μια προσαύξηση του ασφαλίστρου που θα ήταν αναγκαία για την κάλυψη ενός τέτοιου κινδύνου. |
|
(226) |
Όσον αφορά την αξία των οικονομικών δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να καλυφθούν από μια τέτοια εγγύηση, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι οι δραστηριότητες αυτές είναι δύο τύπων: αφενός, οι δραστηριότητες εκμίσθωσης υποδομών, διάθεσης προσωπικού έρευνας και παροχής νομικών υπηρεσιών, καθώς και δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει που ασκούνται από τον δημόσιο οργανισμό IFP (τόσο για λογαριασμό τρίτων όσο και για λογαριασμό των θυγατρικών του) και, αφετέρου, οι δραστηριότητες μεταφοράς τεχνολογίας από τον IFP στις θυγατρικές του στους τομείς αποκλειστικής δραστηριότητας της Axens και της Prosernat. Πράγματι, για τις δραστηριότητες που ασκεί ο IFP στον τομέα αποκλειστικής δραστηριότητας της θυγατρικής του Beicip-Franlab (207), η Επιτροπή έχει ήδη διαπιστώσει ότι αυτές χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου από έσοδα που λαμβάνονται στην αγορά της παροχής συμβουλών εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και της εργολαβίας λογισμικών πετρελαϊκής εκμετάλλευσης. Η Επιτροπή έκρινε, στην προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005, ότι δεν υφίστανται μεταβιβάσεις εντός του ομίλου της δημόσιας χρηματοδότησης του IFP προς τη θυγατρική του Beicip-Franlab, εφόσον οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο οντοτήτων διεξάγονται στις συνήθεις συνθήκες της αγοράς. Επειδή οι αμοιβές που καταβάλλει η Beicip-Franlab στον δημόσιο οργανισμό IFP καλύπτουν «κατά πολύ» (208) το κόστος των εργασιών του IFP στον αποκλειστικό τομέα της θυγατρικής του, η Επιτροπή είναι σε θέση να κρίνει ότι η εφαρμοζόμενη τιμολόγηση είναι τέτοια που η Beicip-Franlab θα αναλάμβανε ήδη, σε κάθε περίπτωση, μια πιθανή πρόσθετη επίπτωση της εγγύησης του κράτους στο κόστος έρευνας με το οποίο βαρύνεται ο δημόσιος οργανισμός IFP. Υπό αυτές τις συνθήκες, η κάλυψη από την εγγύηση του κράτους των εμπορικών σχέσεων μεταξύ της θυγατρικής και της μητρικής εταιρείας δεν είναι τέτοια που θα να προσδίδει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού IFP στους αποκλειστικούς τομείς έρευνας της θυγατρικής του Beicip-Franlab. Ως εκ τούτου, η ενδεχόμενη κάλυψή τους από την εγγύηση του κράτους δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
|
(227) |
Όσον αφορά τον πρώτο τύπο δραστηριοτήτων που ασκεί ο δημόσιος οργανισμός IFP για λογαριασμό τρίτων όσο και για λογαριασμό των θυγατρικών του, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν στην επιστολή τους της 26ης Νοεμβρίου 2010 το ποσό από τις οικονομικές δραστηριότητες που άσκησε ο δημόσιος οργανισμός IFP από το 2006 έως το 2009. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι το μέσο ετήσιο ποσό από τις υπηρεσίες έρευνας σε αυτήν την περίοδο είναι της τάξης των […] (*) ευρώ, εκ των οποίων […] (*) ευρώ για λογαριασμό τρίτων και […] (*) ευρώ για λογαριασμό των θυγατρικών του. |
|
(228) |
Οι γαλλικές αρχές έδωσαν, εξάλλου, στοιχεία σχετικά με τις διοικητικές υπηρεσίες που παρείχε ο δημόσιος οργανισμός IFP στις θυγατρικές του κατά το ίδιο διάστημα. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι, από το 2006, το μέσο ετήσιο ποσό που ανατιμολόγησε ο IFP στις θυγατρικές του είναι της τάξης των […] (*) ευρώ για το αποσπασμένο προσωπικό και […] (*) ευρώ για τα έξοδα διορισμού αντικλήτου (209). |
|
(229) |
Όσον αφορά τον δεύτερο τύπο δραστηριοτήτων, δηλαδή τις δραστηριότητες μεταφοράς τεχνολογίας του δημόσιου οργανισμού IFP στις θυγατρικές του στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητες της Axens και της Prosernat, πρέπει καταρχήν να επισημανθεί ότι η απόφαση C 51/2005 περιείχε ήδη τα ποσά δραστηριότητας για το έτος 2006:
|
|
(230) |
Όσον αφορά τα επόμενα έτη, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, μέχρι την ημερομηνία λήξης των αποκλειστικών συμφωνιών, η Γαλλία οφείλει να «υποβάλει στην Επιτροπή ετήσια λεπτομερή έκθεση των υλοποιούμενων από το IFP σχεδίων στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat». Τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτές τις ετήσιες εκθέσεις επιτρέπουν τον ακριβή υπολογισμό του ετήσιου ποσού των υπηρεσιών έρευνας που παρέχει ο δημόσιος οργανισμός IFP για λογαριασμό και εντός του αποκλειστικού τομέα των θυγατρικών του. |
|
(231) |
Μέχρι σήμερα, η Γαλλία έχει διαβιβάσει στην Επιτροπή τις ετήσιες εκθέσεις για το 2007, 2008 και 2009. Λαμβανομένων υπόψη των απαιτούμενων προθεσμιών για την επεξεργασία των λογιστικών δεδομένων, η έκθεση για το 2010 θα διαβιβαστεί εντός του έτους 2011. |
|
(232) |
Στους αποκλειστικούς τομείς της Axens, αυτές οι οικονομικές δραστηριότητες συνοψίζονται για τα έτη 2007 έως 2009 στον πίνακα 3 της παρούσας αιτιολογικής σκέψης (σε χιλιάδες ευρώ). Πίνακας 3 Δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού IFP στους αποκλειστικούς τομείς της Axens από το 2007 έως το 2009
|
||||||||||||||||||||
|
(233) |
Οι παροχές υπηρεσιών έρευνας από τον δημόσιο οργανισμό IFP στον αποκλειστικό τομέα της Axens παρήγαγαν, λοιπόν, οικονομική δραστηριότητα […] (*) ευρώ το 2007, […] (*) ευρώ το 2008 και […] (*) ευρώ το 2009, συγκρίσιμη με αυτήν που είχε διαπιστώσει η Επιτροπή για το έτος 2006 ([…] (*) ευρώ) στην απόφασή της C 51/2005. |
|
(234) |
Στους αποκλειστικούς τομείς της Prosernat, οι οικονομικές δραστηριότητες παρουσιάζονται συνοπτικά για τα έτη 2007 έως 2009 στον πίνακα 4 της παρούσας αιτιολογικής σκέψης (εκφρασμένες σε χιλιάδες ευρώ). Πίνακας 4 Δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού IFP στους αποκλειστικούς τομείς της Prosernat από το 2007 έως το 2009
|
||||||||||||||||||||
|
(235) |
Η παραγωγή έρευνας από τον δημόσιο οργανισμό IFP στον αποκλειστικό τομέα της Prosernat παρήγαγε οικονομική δραστηριότητα […] (*) ευρώ το 2007, […] (*) ευρώ το 2008 και […] (*) ευρώ το 2009, συγκρίσιμη με αυτή την οποία διαπίστωσε η Επιτροπή για το 2006 […] (*) ευρώ στην απόφαση C 51/2005. |
|
(236) |
Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι, για την άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων του, ο δημόσιος οργανισμός IFP αποκόμισε κρατικό οικονομικό πλεονέκτημα που συνίσταται στη μη πληρωμή ασφαλίστρου που αντιστοιχεί σε εγγύηση εκτέλεσης της σύμβασης, τουλάχιστον καλύτερης προσπάθειας, την οποία θα μπορούσε να παράσχει στους πελάτες του για τις ερευνητικές δραστηριότητές του, περιλαμβανομένων των θυγατρικών του Axens και Prosernat στον αποκλειστικό τομέα τους. Χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια το ακριβές ποσό αυτού του πλεονεκτήματος, δεδομένης της ιδιαιτερότητας του καλυπτόμενου κινδύνου, η Επιτροπή θεωρεί ότι σε κάθε περίπτωση, αυτό δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει, για κάθε παροχή υπηρεσίας, για κάθε έτος, τα ποσά που αναφέρονται στον πίνακα 5 της παρούσας αιτιολογικής σκέψης (στον οποίο το σύμβολο «ευρώ» σημαίνει «ευρώ» και το σύμβολο «Μ ευρώ» σημαίνει «εκατ. ευρώ»): Πίνακας 5 Προσαυξήσεις του οικονομικού πλεονεκτήματος που αποκόμισε ο δημόσιος οργανισμός IFP στις σχέσεις του με τους πελάτες του λόγω απεριόριστης εγγύησης από το 2006 έως το 2009
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(237) |
Σε κάθε περίπτωση, οι γαλλικές αρχές διατηρούν τη δυνατότητα να κοινοποιούν μια ακριβέστερη μεθοδολογία για την εκτίμηση του πλεονεκτήματος που παρέχει στον δημόσιο οργανισμό η εγγύηση στο πλαίσιο των σχέσεών του με τους πελάτες του. Με βάση μια οικονομική πραγματογνωμοσύνη που εξετάστηκε με εκατέρωθεν ακρόαση στο πλαίσιο της έρευνας, η μεθοδολογία αυτή θα μπορέσει, ενδεχομένως, να λάβει θετική απόφαση της Επιτροπής και να χρησιμοποιείται από τη Γαλλία για την ικανοποίηση των υποχρεώσεών της να ενημερώνει, οι οποίες διευκρινίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. |
|
(238) |
Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι αυτό το πλεονέκτημα στις σχέσεις του δημόσιου οργανισμού IFP με τους πελάτες του είναι επιλεκτικό, εφόσον οι ανταγωνιστές του, οι οποίοι εξακολουθούν να υπόκεινται στις δικαστικές διαδικασίες εξυγίανσης και εκκαθάρισης κοινού δικαίου, δεν ωφελούνται από συγκρίσιμη εγγύηση παρεχόμενη από το κράτος και στενά συνδεδεμένη με το καθεστώς δημόσιου οργανισμού του IFP. |
7.1.4.2 Προνόμια μεταβιβαζόμενα στις θυγατρικές ιδιωτικού δικαίου του ομίλου IFP
|
(239) |
Όσον αφορά τις θυγατρικές του δημόσιου οργανισμού IFP, στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας, η Επιτροπή ανέφερε ότι δεν μπορεί να αποκλείσει, στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης ότι «κάθε προνόμιο που θα απέρρεε από το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP, ιδίως οι ευνοϊκότεροι όροι δανεισμού, θα μπορούσε επίσης να είναι προς όφελος των τριών θυγατρικών (212)». |
|
(240) |
Περατώνοντας την παρούσα διεξοδική εξέταση, για τους λόγους που παρατίθενται στο μέρος 7.1.1.2, λαμβάνοντας υπόψη την απουσία, στο γαλλικό δίκαιο, γενικής ευθύνης του μετόχου έναντι των θυγατρικών εταιρειών του ομίλου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP και, κατά συνέπεια, το γαλλικό κράτος μπορούν να είναι υπεύθυνοι για την εξόφληση απαιτήσεων τρίτων επί των οικονομικών δραστηριοτήτων της Axens και της Prosernat, ιδίως σε περίπτωση που οι εταιρείες αυτές θα ετίθεντο υπό δικαστική εκκαθάριση. |
|
(241) |
Πρέπει, εντούτοις, να επισημανθεί ότι στην προαναφερθείσα απόφαση N 531/2005, αν και θεωρήθηκε, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 177, ότι ως ανώνυμη εταιρεία η Banque Postale εξακολουθούσε να υπόκειται στο κοινό δίκαιο σε θέματα δικαστικής εξυγίανσης και εκκαθάρισης και, ως εκ τούτου, δεν επωφελούνταν για λογαριασμό της από απεριόριστη εγγύηση του κράτους, η Επιτροπή εξέτασε το ζήτημα μιας ενδεχόμενης μεταβίβασης προς τη θυγατρική των αποτελεσμάτων της δημόσιας εγγύησης που παρέχεται στον μοναδικό μέτοχό της (213). |
|
(242) |
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή έκρινε (214) ότι ο τρόπος λειτουργίας του ομίλου που επέτρεπε την κοινή λειτουργία ανάμεσα στο μέτοχο (La Poste) και τη θυγατρική (La Banque Postale), λόγω συνδυασμένου αποτελέσματος i) της χρησιμοποίησης από τη θυγατρική των ανθρώπινων και υλικών πόρων που διατίθενται από τη μητρική εταιρεία και ii) της αμοιβής αυτών των μέσων βάσει του κόστους που βαρύνει τη μητρική εταιρεία, κατά τρόπο ώστε, σε περίπτωση οικονομικού οφέλους που μπορεί να μειώσει το κόστος της La Poste, η αμοιβή που καταβάλλονταν από την La Banque Postale στην μητρική της εταιρεία θα μειωνόταν ανάλογα, γεγονός που σημαίνει μεταφορά (τουλάχιστον μερική) αυτού του οικονομικού οφέλους προς τη θυγατρική. |
|
(243) |
Κατά τον ίδιο τρόπο, στην προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005, η Επιτροπή έκρινε ότι υπήρχε ένας βαθμός κοινών αποφάσεων, ιδίως όσον αφορά τις τιμολογιακές επιλογές του δημόσιου οργανισμού IFP γα τις υπηρεσίες που παρέχονται στην Axens και την Prosernat στον αποκλειστικό τομέα τους, με αποτέλεσμα οι εμπορικές σχέσεις εντός του ομίλου να μην υπακούουν σε μια λογική αγοράς, αλλά αντίθετα παρείχαν τη δυνατότητα διασταυρούμενης επιδότησης των οικονομικών δραστηριοτήτων των θυγατρικών από δημόσια κεφάλαια που ετίθεντο στη διάθεση της μητρικής εταιρείας. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 226, η Επιτροπή έχει κρίνει, εξάλλου, ότι οι σχέσεις ανάμεσα στον δημόσιο οργανισμό IFP και τη θυγατρική του Beicip-Prosernat (*5) αναπτύσσονταν σε συνήθεις συνθήκες αγοράς. |
|
(244) |
Στην προαναφερθείσα απόφαση σχετικά με την La Banque Postale, η Επιτροπή έκρινε αναγκαίο να αναλάβουν οι γαλλικές αρχές δεσμεύσεις που θα επέτρεπαν να τεθεί σε λειτουργία ένας μηχανισμός που θα εξουδετερώνει, στο επίπεδο της θυγατρικής, τα ενδεχόμενα προνόμια της μητρικής εταιρείας. Όσον αφορά τους όρους χρηματοδότησης, η υποχρέωση αυτή συνίστατο, «σε κάθε πράξη να αναφέρεται γραπτά στη σύμβαση χρηματοδότησης (για κάθε μέσο που καλύπτεται από σύμβαση) ότι, σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο (ιδίως στην ανάγκη ρητής νομοθετικής άδειας για κάθε εγγύηση), η εν λόγω πράξη χρηματοδότησης δεν ωφελείται από καμία εγγύηση κανενός είδους, άμεση ή έμμεση εκ μέρους του κράτους. Το ενημερωτικό φυλλάδιο κάθε πράξης πρέπει να δημοσιοποιεί αυτή τη συμβατική διάταξη». (215) |
|
(245) |
Στην προκειμένη περίπτωση, οι γαλλικές αρχές ανέλαβαν τη δέσμευση όσον αφορά τους όρους δανεισμού των θυγατρικών του δημόσιου οργανισμού IFP (Axens, Beicip-Franlab, Prosernat), να αναφέρουν εγγράφως σε κάθε σύμβαση χρηματοδότησης (για κάθε μέσο που καλύπτεται από σύμβαση) για κάθε πράξη ότι «σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο (ιδίως η ανάγκη μιας ρητής νομοθετικής άδειας για κάθε εγγύηση), η παρούσα πράξη χρηματοδότησης δεν ωφελείται από καμία εγγύηση, κανενός είδους άμεση ή έμμεση εκ μέρους του κράτους». |
|
(246) |
Όσον αφορά τη χρησιμοποίηση από τις θυγατρικές ανθρώπινου δυναμικού και υλικών μέσων που τίθεται στη διάθεση από τη μητρική εταιρεία τους, όπως επισήμανε η Επιτροπή στην προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005 «εάν υπάρχει επιχορήγηση οικονομικών δραστηριοτήτων, αυτή προκύπτει από το επίπεδο των αμοιβών που καταβάλλουν οι εμπλεκόμενες θυγατρικές στη μητρική εταιρεία και η οποία αντικατοπτρίζεται στους λογαριασμούς του IFP» (216). Κατά την εξέταση των λογαριασμών του δημόσιου οργανισμού IFP, τα μόνα στοιχεία κόστους που δεν είχαν ληφθεί ήδη υπόψη από την Επιτροπή για το έτος 2006 στην προαναφερθείσα απόφασή της C 51/2005, και για τα επόμενα έτη στις ετήσιες εκθέσεις που διαβίβασαν οι γαλλικές αρχές, είναι τα στοιχεία σχετικά με την κάλυψη, βάσει της απεριόριστης εγγύησης, των υπηρεσιών που παρέχει ο δημόσιος οργανισμός IFP στις θυγατρικές του. Το ασφάλιστρο που αντιστοιχεί στην εγγύηση εκτέλεσης της σύμβασης, ή τουλάχιστον καλύτερης προσπάθειας, που δεν καταβλήθηκε στο κράτος, δεν τιμολογήθηκε ούτε στις υπηρεσίες που παρέχονται στις θυγατρικές. |
|
(247) |
Κατά συνέπεια, πρέπει να θεωρηθεί ότι το οικονομικό πλεονέκτημα που αποκόμισε ο δημόσιος οργανισμός από την εγγύηση λόγω του καθεστώτος του μεταβιβάστηκε στις θυγατρικές του ιδιωτικού δικαίου Axens και Prosernat. |
|
(248) |
Όσον αφορά τις συμβάσεις που συνάπτουν ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι θυγατρικές του Axens, Prosernat και Beicip-Franlab με κοινούς προμηθευτές, τις οποίες η Επιτροπή ανέφερε στην απόφασή της για την κίνηση διαδικασίας και τις οποίες η εταιρεία UOP Limited επίσης ανέφερε στις παρατηρήσεις της, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 73, η ύπαρξή τους επιβεβαιώθηκε ασφαλώς από τις γαλλικές αρχές, οι οποίες ωστόσο διευκρίνισαν ότι αφορούσαν κυρίως τον τομέα των μεταφορών (αεροπορικών και σιδηροδρομικών) για τις μετακινήσεις μελών του προσωπικού των διαφόρων επιχειρήσεων. Η Επιτροπή κρίνει ότι, εάν οι θυγατρικές επωφελήθηκαν από ευνοϊκότερους όρους αγοράς που παραχωρήθηκαν στον όμιλο IFP, γεγονός το οποίο δεν έχει αναγκαστικά διαπιστωθεί με βάση τις εν λόγω προμήθειες, αυτό θα συνέβαινε περισσότερο λόγω μιας πολιτικής εκπτώσεων στις ενδεχόμενες ποσότητες που διαθέτουν οι προμηθευτές του σε περίπτωση ομαδοποιημένων αγορών παρά λόγω της πιθανής επίπτωσης της εγγύησης. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η ανάλυση που παρουσιάζεται στο μέρος 7.1.4.1 Β για τον δημόσιο οργανισμό θα μπορούσε να ισχύσει και για τις θυγατρικές του όσον αφορά τις προμήθειες που αγοράζονται από κοινού με τον οργανισμό και ότι οι θυγατρικές επωφελούνται από έναν τέτοιο μηχανισμό μεταβίβασης του πλεονεκτήματος που απολαύει ο δημόσιος οργανισμός IFP λόγω της εγγύησης, αγοράζοντας τις υπηρεσίες αυτές σε φθηνότερη τιμή, τα επίμαχα ποσά θα ήταν τόσο αμελητέα που η Επιτροπή αμφιβάλλει αν θα μπορούσαν να έχουν τον χαρακτήρα πραγματικού οικονομικού πλεονεκτήματος. |
|
(249) |
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, οι μόνες δραστηριότητες που θα μπορούσαν να ωφεληθούν από προνόμιο που προκύπτει από την κάλυψη με την εγγύηση του κράτους η οποία παρέχεται στην μητρική εταιρεία για τις δραστηριότητες έρευνας που ασκούνται στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας των θυγατρικών περιορίζονται στην «συνεισφορά [του δημόσιου οργανισμού IFP] στις δραστηριότητες στους τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat» (217). Όσον αφορά συγκεκριμένα τα πλεονεκτήματα που μεταβιβάζονται στην Axens και την Prosernat, χωρίς να είναι σε θέση να προσδιορίσει το ακριβές ποσό αυτού του πλεονεκτήματος, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας του καλυπτόμενου κινδύνου, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτό δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να υπερβαίνει, για κάθε παροχή υπηρεσίας, για κάθε έτος, τα ποσά που παρουσιάζονται στον πίνακα 5 της αιτιολογικής σκέψης 236. |
|
(250) |
Η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα τέτοιο οικονομικό πλεονέκτημα που μεταβιβάζεται από τον δημόσιο οργανισμό IFP στις θυγατρικές του ιδιωτικού δικαίου Axens και Prosernat είναι επιλεκτικό, εφόσον οι ανταγωνιστές αυτών των επιχειρήσεων δεν έχουν πρόσβαση στις τεχνολογίες και τους ανθρώπινους πόρους και τα υλικά μέσα του δημόσιου οργανισμού IFP με εξίσου ευνοϊκούς όρους. |
7.1.5 ΝΟΘΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
|
(251) |
Το εξεταζόμενο μέτρο μπορεί να επιφέρει μείωση των λειτουργικών εξόδων του IFP για τις υπηρεσίες που παρέχει σε τρίτους (έρευνα επί συμβάσει) και μείωση του λειτουργικού κόστους της Axens και της Prosernat για τις υπηρεσίες που αγοράζουν από τη μητρική εταιρεία τους (έρευνα στον αποκλειστικό τομέα τους, έρευνα επί συμβάσει, διάθεση προσωπικού και υλικών, παροχή διοικητικών υπηρεσιών), με αποτέλεσμα να ευνοείται ο όμιλος IFP και, κατά συνέπεια, να νοθεύεται ο ανταγωνισμός κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
|
(252) |
Στο βαθμό που οι αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται ο όμιλος IFP, συγκεκριμένα της έρευνας επί συμβάσει όσον αφορά άμεσα το δημόσιο οργανισμό IFP, τις αγορές των καταλυτών και των τεχνολογιών για τις βιομηχανίες διύλισης και πετροχημικών, όσον αφορά τη θυγατρική Axens, και τις αγορές των μελετών, υπηρεσιών και εξοπλισμών στον τομέα της επεξεργασίας του φυσικού αερίου και της ανάκτησης του θείου, όσον αφορά τη θυγατρική Prosernat, είναι σε μεγάλο βαθμό ανοικτές στις συναλλαγές στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το υπό εξέταση μέτρο μπορεί να έχει δυσμενή επίπτωση στις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις οι οποίες έχουν αναπτύξει, ή επιθυμούν να αναπτύξουν, παρόμοιες οικονομικές δραστηριότητες στις εξεταζόμενες αγορές. |
|
(253) |
Υπό αυτές τις συνθήκες, η ύπαρξη απεριόριστης εγγύησης του κράτους προς όφελος του δημόσιου οργανισμού IFP μπορεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις συναλλαγές κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
7.1.6 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ
|
(254) |
Η εγγύηση του κράτους προς τον δημόσιο οργανισμό IFP λόγω του καθεστώτος του, συνεπάγεται συνεπώς μεταφορά πόρων του κράτους καταλογιστέα στο κράτος, η οποία νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών ευνοώντας τον όμιλο IFP. |
|
(255) |
Η Επιτροπή κρίνει ότι η εγγύηση αυτή συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. |
7.2 Ο ΠΑΡΑΝΟΜΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
|
(256) |
Πριν αλλάξει νομική μορφή, ο IFP ήταν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που είχε συσταθεί υπό μορφή επαγγελματικού οργανισμού κατά την έννοια του νόμου αριθ. 43-612 της 17ης Νοεμβρίου 1943 σχετικά με τη διαχείριση των επαγγελματικών συμφερόντων. Με αυτή την ιδιότητα, ο IFP υπαγόταν στις διαδικασίες κοινού δικαίου σε θέματα δικαστικής εξυγίανσης και εκκαθάρισης και δεν απολάμβανε την εγγύηση του κράτους που του παρέχει το καθεστώς EPIC. |
|
(257) |
Με το διάταγμα της 6ης Ιουλίου 2006, που εκδόθηκε κατ' εφαρμογή του νόμου αριθ. 2005-81 της 13ης Ιουλίου 2005, ο IFP μετατράπηκε σε EPIC στις 7 Ιουλίου 2006. Αυτή η μεταβολή του καθεστώτος αποτελεί την απαρχή της χορήγησης απεριόριστης εγγύησης του κράτους στον δημόσιο οργανισμό IFP. Το εν λόγω μέτρο πρέπει, συνεπώς, να χαρακτηριστεί νέα ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο γ) του διαδικαστικού κανονισμού. |
|
(258) |
Σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 1 του διαδικαστικού κανονισμού, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να κοινοποιούν έγκαιρα «κάθε σχέδιο χορήγησης νέας ενίσχυσης». Εφόσον η μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP δεν κοινοποιήθηκε επίσημα από τη Γαλλία, αλλά απλώς επισημάνθηκε παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο μιας άλλης διαδικασίας και η πραγματική εφαρμογή του μέτρου δεν υποβλήθηκε στην εκ των προτέρων έγκριση της Επιτροπής, η εν λόγω κρατική ενίσχυση τέθηκε σε εφαρμογή από τη γαλλική κυβέρνηση κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ. |
|
(259) |
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι το εν λόγω μέτρο συνιστά παράνομη κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του διαδικαστικού κανονισμού. |
7.3 ΤΟ ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ
7.3.1 ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ IFP
|
(260) |
Οι παροχές υπηρεσιών συνίστανται στην εκμίσθωση υποδομών έρευνας, διάθεσης προσωπικού ή παροχής νομικών υπηρεσιών (για λογαριασμό των θυγατρικών). |
|
(261) |
Οι υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει συνίστανται κατά κανόνα για τον δημόσιο οργανισμό IFP στην παροχή στήριξης σε πελάτη (σε έναν τρίτο ή σε θυγατρική (218)) ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει δραστηριότητες έρευνας που θα του επιτρέψουν να κατανοήσει καλύτερα ή να ελέγξει ένα επιστημονικό ή τεχνικό φαινόμενο. (219) Η ζήτηση μπορεί να χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ή μικρότερη ακρίβεια και να παρέχει στον δημόσιο οργανισμό IFP περιθώρια κινήσεων κατά το μάλλον ή ήττον μεγάλα, από την απλή τήρηση μιας συγγραφής υποχρεώσεων αυστηρά καθορισμένης από τον πελάτη μέχρι την παροχή μιας πλήρους υπηρεσίας έρευνας που περιλαμβάνει και συστάσεις […] (*). Με βάση κάθε αίτηση, ο δημόσιος οργανισμός IFP διατυπώνει πρόταση τεχνικού και εμπορικού χαρακτήρα, η οποία συνοδεύεται με συμβατικούς όρους υλοποίησης και στη συνέχεια αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τον πελάτη. Οι γαλλικές αρχές έχουν παρουσιάσει τις υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει και τις παρεχόμενες υπηρεσίες από τον δημόσιο οργανισμό IFP στους τρεις τομείς δραστηριότητάς του (CREP, CRRP, CRME). |
|
(262) |
Στο επίπεδο CREP, οι υπηρεσίες αποσκοπούν κυρίως στην επικύρωση ή/και βελτίωση των μεθοδολογιών, τεχνολογιών και λογισμικών που αναπτύσσει το ερευνητικό κέντρο. Εξάλλου, για την υλοποίηση ορισμένων από αυτές τις εργασίες, το CREP θέτει στη διάθεση των βιομηχανικών εταίρων του εξοπλισμούς και αλγορίθμους υπολογισμών που ανήκουν στον δημόσιο οργανισμό IFP ή σπάνιες πραγματογνωμοσύνες οι οποίες δεν είναι διαθέσιμες στο πλαίσιο μιας εμπορικής υπηρεσίας η οποία παρέχεται σε έναν ιδιωτικό φορέα. Οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να ταξινομηθούν στις ακόλουθες κατηγορίες:
|
|
(263) |
Στο επίπεδο του CRRP, οι υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει συνίστανται, παραδείγματος χάρη, σε ενίσχυση για την υλοποίηση από ένα ξένο πανεπιστήμιο (224) δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στην ειδική αρμοδιότητα του IFP στον τομέα των καταλυτών, σε εργασίες που συνίστανται σε «[…] (*) (225)» για την κατανόηση των φαινομένων […] (*), ή μια μελέτη (226) σχετικά με […] (*). |
|
(264) |
Στο επίπεδο του CRME, οι υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει συνίσταται παραδείγματος χάρη, για λογαριασμό κατασκευαστών αυτοκινήτων, σε […] (*) από […] (*) ενός […] (*) και μεθοδολογίας (227) του δημόσιου οργανισμού IFP, σε μελέτη […] (*) (228) που είναι αποτέλεσμα ερευνών του δημόσιου οργανισμού IFP […] (*) ή σε δοκιμές […] (*) για […] (*) που έχει αναπτύξει ο δημόσιος οργανισμός IFP (229). |
|
(265) |
Από την ανωτέρω περιγραφή συνάγεται ότι οι δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει που διεξάγονται από τον δημόσιο οργανισμό IFP για λογαριασμό τρίτων αφορούν είτε την υλοποίηση τεχνικών μελετών σκοπιμότητας πριν από τις δραστηριότητες έρευνας, είτε στην απόκτηση νέων γνώσεων και ικανοτήτων στους τομείς αρμοδιότητας του οργανισμού, είτε τη χρησιμοποίηση των γνώσεων και τεχνολογιών που αναπτύσσει ο δημόσιος οργανισμός IFP για την τελειοποίηση νέων προϊόντων, διεργασιών ή υπηρεσιών. |
|
(266) |
Οι γαλλικές αρχές έχουν κοινοποιήσει στοιχεία για τις δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει και τις παροχές υπηρεσιών για λογαριασμό τρίτων από τον δημόσιο οργανισμό IFP για την περίοδο 2004-2009. Από τα κοινοποιηθέντα στοιχεία συνάγεται ότι οι εν λόγω υπηρεσίες έρευνας αντιπροσωπεύουν ετησίως ποσοστό περίπου [0-5] (**)% του συνολικού προϋπολογισμού του δημόσιου οργανισμού IFP (ήτοι […] (*) ευρώ από υπηρεσίες για προϋπολογισμό περίπου 300 εκατ. ευρώ), έτσι ώστε η εν λόγω οικονομική δραστηριότητα να μπορεί να χαρακτηριστεί υποτυπώδης στον πλαίσιο των δραστηριοτήτων του δημόσιου οργανισμού. |
7.3.1.1 Υπόθεση μεταφοράς της κρατικής ενίσχυσης σε τρίτους ή στις θυγατρικές
|
(267) |
Σύμφωνα με το σημείο 3.1.2 του πλαισίου Ε&Α&Κ, όταν ένας ερευνητικός οργανισμός μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ασκεί περιστασιακά οικονομικές δραστηριότητες, όπως η εκμίσθωση εξοπλισμών, η παροχή υπηρεσιών σε επιχειρήσεις ή η εκτέλεση συμβάσεων έρευνας, η δημόσια χρηματοδότηση αυτών των οικονομικών δραστηριοτήτων συνεπάγεται κατά κανόνα κρατικές ενισχύσεις. Εντούτοις, εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι η δημόσια χρηματοδότηση μεταφέρθηκε εξ ολοκλήρου στον τελικό δικαιούχο και ότι ο ενδιάμεσος δεν αποκόμισε κανένα πλεονέκτημα, μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν έχει ωφεληθεί από κρατική ενίσχυση. |
|
(268) |
Στην προκειμένη περίπτωση, στον βαθμό που ο ερευνητικός οργανισμός όπως ο IFP ασκεί δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει ενώ καλύπτεται από απεριόριστη εγγύηση του δημοσίου, πρέπει να θεωρηθεί ότι ωφελείται από κρατική ενίσχυση, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η τιμή πώλησης αυτών των υπηρεσιών επέτρεψε να μεταφερθεί εξ ολοκλήρου η κρατική ενίσχυση στους πελάτες του. |
|
(269) |
Η τιμολόγηση των υπηρεσιών έρευνας επί συμβάσει του δημόσιου οργανισμού IFP καθορίζεται βάσει του πλήρους κόστους (230), στο οποίο εφαρμόζεται ένα περιθώριο το ποσοστό του οποίου διαφέρει σε συνάρτηση με το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης με τον πελάτη που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 261. Με τον τρόπο αυτό, το μόνο στοιχείο κόστους που φαίνεται να μην έχει ληφθεί υπόψη από τον δημόσιο οργανισμό αντιστοιχεί ακριβώς στο ασφάλιστρο για την κάλυψη της εγγύησης εκτέλεσης σύμβασης (καλύτερης προσπάθειας) του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(270) |
Όσον αφορά τις υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει που ασκεί ο δημόσιος οργανισμός IFP για λογαριασμό των θυγατρικών του Axens και Prosernat, η Επιτροπή θεωρεί ότι το οικονομικό όφελος που προκύπτει από την εγγύηση μπορεί είτε να παραμείνει στο δημόσιο οργανισμό IFP και, κατά περίπτωση, να χρησιμοποιηθεί για άλλες χρήσεις, είτε να μεταβιβαστεί στις θυγατρικές μέσω της τιμολόγησης, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας των δεσμών που τις ενώνουν με τη μητρική εταιρεία τους:
|
|
(271) |
Επίσης, όσον αφορά τους τρίτους πελάτες, εάν μπορούσε να διαπιστωθεί ότι ποσό που αντιστοιχεί σε αυτό το στοιχείο πρόσθετου κόστους μεταβιβαζόταν συστηματικά σε τρίτους μέσω της εφαρμοζόμενης τιμολόγησης, μια διεξοδική εξέταση των ενισχύσεων που μεταβιβάστηκαν θα καταδείκνυε κατά πάσα πιθανότητα ποσά ενίσχυσης ήσσονος σημασίας (231). Από τα στοιχεία που διαβίβασαν οι γαλλικές αρχές προκύπτει, πράγματι, ότι οι περισσότερες από τις τιμολογηθείσες υπηρεσίες παράγουν ποσό κατώτερο τω […] (*) ευρώ κύκλου εργασιών (ή ανώτατο ποσό κάλυψης του κινδύνου αθέτησης […] (*) ευρώ), ενώ η σημαντικότερη σύμβαση αφορούσε ποσό μόλις […] (*) ευρώ (δηλαδή ανώτατο ποσό κάλυψης του κινδύνου αθέτησης […] (*). |
|
(272) |
Εντούτοις, δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι η οριακή συμπεριφορά που υιοθέτησε ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν επέτρεπε να μεταβιβαστεί σε όλες τις περιπτώσεις πλήρως το ποσό της ενίσχυσης στον πελάτη των υπηρεσιών έρευνας επί συμβάσει. Σε αυτή την περίπτωση, η μη καταβολή του ασφαλίστρου εγγύησης στο κράτος για την κάλυψη των συμβάσεων έρευνας που παρέχονται σε τρίτους θα συνιστούσε πρόσθετη δημόσια χρηματοδότηση που τίθεται στη διάθεση του δημόσιου οργανισμού από το κράτος. |
|
(273) |
Τα αντίστοιχα δημόσια κεφάλαια θα μπορούσαν, λοιπόν, να χρησιμοποιηθούν για τρεις χρήσεις:
|
7.3.1.2 Το συμβιβάσιμο μιας κρατικής εγγύησης που παρέχεται σε ερευνητικό οργανισμό για την άσκηση δραστηριοτήτων έρευνας επί συμβάσει και παροχής βοηθητικών υπηρεσιών προς την κύρια δραστηριότητα ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας
|
(274) |
Πριν εξετάσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παρούσας περίπτωσης, η Επιτροπή επιθυμεί να επιβεβαιώσει τη θέση αρχής που υιοθέτησε στο πλαίσιο της πρακτικής της κατά την έκδοση αποφάσεων, σύμφωνα με την οποία μια απεριόριστη εγγύηση του κράτους που καλύπτει οικονομικές δραστηριότητες συνιστά, καταρχήν, ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση (232). Γενικά, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι απεριόριστες εγγυήσεις σε έναν οικονομικό τομέα ανοικτό στον ανταγωνισμό είναι ασυμβίβαστες με τη ΣΛΕΕ, κυρίως διότι μια τέτοια εγγύηση μεταφέρει στο κράτος το σύνολο των κινδύνων που συνδέονται με μια οικονομική δραστηριότητα, χωρίς η δικαιούχος επιχείρηση να βαρύνεται με το κόστος αυτής της κάλυψης, και δημιουργεί μια κατάσταση ηθικού κινδύνου η οποία ωθεί τη δικαιούχο επιχείρηση, που προστατεύεται από κάθε απειλή πτώχευσης, να αναλάβει μεγαλύτερο κίνδυνο σε σχέση με την κατάσταση κατά την οποία θα αναλάμβανε εξ ολοκλήρου τις αρνητικές συνέπειες των ενεργειών της. Βάσει της αρχής της αναλογικότητας, οι εν λόγω απεριόριστες εγγυήσεις τις περισσότερες φορές δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με οικονομικές αποστολές γενικού συμφέροντος, εφόσον αποδεικνύεται αδύνατο, στην περίπτωση μιας απεριόριστης εγγύησης, να επαληθευθεί ότι το ποσό της ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το καθαρό κόστος παροχής της δημόσιας υπηρεσίας (233). |
|
(275) |
Στην προκειμένη περίπτωση, πρέπει να επισημανθεί ότι η γαλλική νομοθεσία ανέθεσε στον δημόσιο οργανισμό IFP υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που συνίσταται σε μια τριπλή αποστολή έρευνας, εκπαίδευσης και τεκμηρίωσης, οι οποίες, σε αντίθεση με τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (234), δεν εμπίπτουν στο πεδίο των οικονομικών δραστηριοτήτων κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης. Η κάλυψη αυτών των μη οικονομικών δραστηριοτήτων με νομικά κατοχυρωμένη εγγύηση του δημοσίου δεν ενέχει, κατά συνέπεια, καμία κρατική ενίσχυση. Κατά συνέπεια, η κύρια δραστηριότητα του δημόσιου οργανισμού IFP είναι μη οικονομικού χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, η επίπτωση της εγγύησης την οποία λαμβάνει λόγω του καθεστώτος του συγκεντρώνεται κατά κύριο λόγο σε αυτές τις μη οικονομικές δραστηριότητες και δεν αφορά τις επικουρικές υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει και τις υπηρεσίες που ασκούνται παρεμπιπτόντως. |
|
(276) |
Αντίθετα, όταν η εγγύηση αυτή καλύπτει τις οικονομικές δραστηριότητες των ερευνητικών οργανισμών, παραδείγματος χάρη την έρευνα επί συμβάσει ή την παροχή υπηρεσιών, χωρίς να υπόκειται σε τιμολόγηση στην τιμή της αγοράς, παρέχει στον ερευνητικό οργανισμό κρατική ενίσχυση η οποία, όπως εξηγείται ανωτέρω, μπορεί να προστεθεί είτε στη δημόσια χρηματοδότηση των μη οικονομικών δραστηριοτήτων γενικού συμφέροντος (ανεξάρτητη δημόσια έρευνα), είτε στη χρηματοδότηση των άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων του έρευνας επί συμβάσει και παροχής υπηρεσιών, είτε τέλος στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων μεταφοράς τεχνολογίας στις επιχειρήσεις Axens και Prosernat (235). |
|
(277) |
Στις δύο πρώτες περιπτώσεις, διαπιστώνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση, παρά τον a priori απεριόριστο χαρακτήρα της κρατικής ενίσχυσης, είναι κατ' εξαίρεση δυνατό να υπολογιστεί εκ των υστέρων, για τα έτη 2006 έως 2009, μια προσαύξηση του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης των επιπτώσεων αυτής της εγγύησης (μη καταβολή του ασφάλιστρου κινδύνου στο κράτος) η οποία προστέθηκε (εφόσον διατηρήθηκε στον δημόσιο οργανισμό IFP) στους κρατικούς πόρους που είχε ήδη καταβάλει το κράτος σε αυτόν τον οργανισμό για την κάλυψη των καθαρών εξόδων της δραστηριότητας ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας και έρευνας επί συμβάσει ή της παροχής υπηρεσιών. |
|
(278) |
Ως προς αυτό, η Επιτροπή οφείλει να επισημάνει ότι η συμβατική έρευνα και οι παροχές υπηρεσιών που καλύπτονται από την εγγύηση του κράτους περιορίζονται, ωστόσο, σε «παρεπόμενες» δραστηριότητες προς την κύρια δραστηριότητα της ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας, δηλαδή σε οικονομικές δραστηριότητες οι οποίες:
|
|
(279) |
Αυτές οι επικουρικές δραστηριότητες μπορούν να συνίστανται στην εκτέλεση συμβάσεων έρευνας, πραγματογνωμοσύνης ή τεχνικών ή επιστημονικών συμβουλών που συνεπάγονται, κατά περίπτωση, τη διάθεση υποδομών, εξοπλισμού υλικού ή τεχνολογιών υψηλής καινοτομίας, χρηματοδοτούνται ή ασκούνται στο πλαίσιο εργασιών και είναι απαραίτητες για τις εργασίες ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας της οποίας δεν υπάρχουν ή υπάρχουν ελάχιστα ισοδύναμα στον κόσμο (236), εκτός από τις υπηρεσίες που παρέχονται από έναν ή περισσότερους παρόμοιους οργανισμούς έρευνας, η χρησιμοποίηση των οποίων απαιτεί την πραγματογνωμοσύνη και τις ικανότητες ερευνητών, επιστημόνων, μηχανικών, μελετητών ή τεχνικών που χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο από τον ερευνητικό οργανισμό, για να συμβάλουν στις εργασίες του ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας. |
|
(280) |
Οι υπηρεσίες αυτές επιτρέπουν εξάλλου, τη διάδοση της επιστημονικής γνώσης μεταξύ της δημόσιας έρευνας και του βιομηχανικού τομέα, παρέχοντας στις επιχειρήσεις - πελάτες τη δυνατότητα πρόσβασης σε πειραματικά μέσα, στις τεχνολογίες και στην τεχνογνωσία του προσωπικού του δημόσιου οργανισμού IFP και παρέχοντας σε αυτόν τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την εμπειρία στις αγορές των πρωτότυπων εργασιών του, που αποτελούν μελλοντικές πηγές βελτιώσεων των δραστηριοτήτων του ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας. Αυτά τα συνδυασμένα αποτελέσματα των επιστημονικών γνώσεων είναι προς όφελος των εμπλεκόμενων φορέων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της. |
|
(281) |
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 266, οι υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει και η παροχή υπηρεσιών αντιπροσώπευαν ποσοστό μόλις [0-5] (**)% του συνολικού προϋπολογισμού του δημόσιου οργανισμού IFP το διάστημα από 2004 έως 2009, το οποίο αποτελεί ένα εξαιρετικά μικρό ποσοστό. |
|
(282) |
Εξάλλου, η αναγωγή των τιμολογούμενων υπηρεσιών σε επίπεδο κάθε πελάτη αφορά τις περισσότερες φορές ποσό κατώτερο από […] (*) ευρώ κύκλου εργασιών, με αποτέλεσμα το εκτιμώμενο ανώτατο ποσό της ενίσχυσης να είναι τις περισσότερες φορές αμελητέο, της τάξης των […] (*) ευρώ ανά σύμβαση. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω ενίσχυση είναι ανάλογη με τον στόχο γενικού συμφέροντος για τη διάδοση της επιστημονικής γνώσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. |
|
(283) |
Με την επιφύλαξη ότι οι εν λόγω επικουρικές δραστηριότητες θα εξακολουθήσουν να αντιπροσωπεύουν ένα πολύ περιορισμένο τμήμα των πόρων που διατίθενται από τον δημόσιο οργανισμό IFP στην κύρια αποστολή του της ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας, λαμβανομένης υπόψη της θετικής επίπτωσης αυτών των επικουρικών δραστηριοτήτων σε όρους στόχων κοινού συμφέροντος, η Επιτροπή θεωρεί ότι η κάλυψή τους από την εγγύηση του κράτους δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αλλοιώσει τους όρους των συναλλαγών σε βαθμό αντίθετο προς το συμφέρον της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ. |
|
(284) |
Στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεων σχετικά με το εν λόγω μέτρο, οι γαλλικές αρχές οφείλουν να αποδεικνύουν ότι ο όρος αυτός εξακολουθεί να τηρείται στο μέλλον. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με τον επικουρικό χαρακτήρα των δραστηριοτήτων έρευνας επί συμβάσει ή παροχής υπηρεσιών, θα πρέπει ασφαλώς να ενημερώνεται άμεσα η Επιτροπή και, κατά περίπτωση, να κοινοποιούνται οι ενδεχόμενες κρατικές ενισχύσεις, λαμβανομένης υπόψη της επίπτωσης της κρατικής ενίσχυσης. |
|
(285) |
Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή καταγράφει επίσης την πρόταση των γαλλικών αρχών να εισάγεται σε κάθε σύμβαση που εμπίπτει ειδικά στην οικονομική δραστηριότητα του δημόσιου οργανισμού IFP και, συνεπώς, στις δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει και παροχής υπηρεσιών, ρήτρα μη ευθύνης του κράτους, έτσι ώστε να ισχύει, κατά περίπτωση, η εξαίρεση αναληφθέντος κινδύνου και με τρόπο που να περιορίζονται σημαντικά οι ενδεχόμενες δυσμενείς επιπτώσεις της εγγύησης. |
7.3.2 ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΤΟΝ ΟΜΙΛΟ IFP ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ AXENS ΚΑΙ ΤΗΣ PROSERNAT
7.3.2.1 Βάση για την εξέταση του συμβιβάσιμου της ενίσχυσης
|
(286) |
Όσον αφορά για το μέτρο ενίσχυσης που αποσκοπεί στη στήριξη των εργασιών Ε&Α που υλοποιεί ο δημόσιος οργανισμός IFP, οι εφαρμοστέοι κανόνες για την εξέταση του συμβιβάσιμου είναι οι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη. |
|
(287) |
Εφόσον η μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP επήλθε στις 7 Ιουλίου 2006, η ημερομηνία χορήγησης της υπό εξέτασης απεριόριστης εγγύησης από το κράτος είναι πριν την 1η Ιανουαρίου 2007, ημέρα που τέθηκε σε ισχύ το προαναφερθέν πλαίσιο Ε&Α&Κ. Έτσι, όσον αφορά την εξέταση του συμβιβάσιμου αυτού του μέτρου, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τον καθορισμό των εφαρμοστέων κανόνων για την αξιολόγηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης (237), η Επιτροπή θα εφαρμόσει σε αυτή τη μη κοινοποιηθείσα ενίσχυση το κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη του 1996, το οποίο ίσχυε κατά τον χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. |
|
(288) |
Εάν ωστόσο, ληφθεί υπόψη ότι η κάλυψη των οικονομικών δραστηριοτήτων του δημόσιου οργανισμού IFP από την απεριόριστη εγγύηση που του παρείχε το καθεστώς του EPIC επεκτάθηκε απεριόριστα με την πάροδο του χρόνου, και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είναι, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 277, κατ' εξαίρεση εφικτό να προσδιοριστεί ποσοτικά η μέγιστη επίπτωση της εγγύησης στην προκειμένη περίπτωση, η Επιτροπή θα εξετάσει επίσης το συμβιβάσιμο με την εσωτερική αγορά της κάλυψης από την απεριόριστη εγγύηση των δραστηριοτήτων που ασκούσε ο δημόσιος οργανισμός στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat βάσει των διατάξεων του πλαισίου Ε&Α&Τ από την 1η Ιανουαρίου 2007, ημερομηνία που τέθηκε σε ισχύ. Σε κάθε περίπτωση, τα συμπεράσματα της ανάλυσης του συμβιβάσιμου παραμένουν αμετάβλητα ανεξάρτητα από το χρησιμοποιούμενο πλαίσιο. |
7.3.2.2 Στάδια έρευνας
|
(289) |
Στο πλαίσιο της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005 (238) η Επιτροπή έκρινε ότι οι δραστηριότητες που ασκεί ο δημόσιος οργανισμός IFP στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας των θυγατρικών του Axens και Prosernat και σε συνεργασία με αυτές ενέπιπτε πράγματι στο πεδίο της Ε&Α, εφόσον εντοπίστηκαν σημεία εμπλοκής για κάθε σχέδιο στο επίπεδο των συστατικών, των σχέσεων τους ή των χαρακτηριστικών των διεργασιών ή των προϊόντων στόχου, εφόσον οι εργασίες υλοποιούνταν πριν από το στάδιο της έγκρισης των διεργασιών από προσωπικό που αποτελείται κυρίως από ερευνητές και τεχνικούς, βάσει μεθόδων που στηρίζονται στον πειραματισμό, την ερμηνεία και τη δημιουργία προτύπων και τα αποτελέσματα των οποίων είχαν ευρεία εφαρμογή και καλύπτονταν από διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι οι δραστηριότητες του ίδιου τύπου που ασκούνται από άλλους επιχειρηματίες του τομέα κατατάσσονται συνήθως στις ερευνητικές δραστηριότητες. (239) Η ανάλυση των καινοτόμων στοιχείων των ασκούμενων δραστηριοτήτων έρευνας πραγματοποιήθηκε βάσει των διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων του Manuel de Frascati (240). |
|
(290) |
Όσον αφορά το έτος 2006, ή Επιτροπή εξέτασε στην προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005 (241) τα σχέδια που υλοποιούνταν στο πλαίσιο των συμβάσεων έρευνας μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Axens, αφενός, και μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Prosernat, αφετέρου. Η Επιτροπή έκρινε ότι τα σχέδια αυτά συνίσταντο, αφενός, σε δραστηριότητες βιομηχανικής έρευνας και, αφετέρου, σε μελέτες τεχνικής σκοπιμότητας πριν από την υλοποίηση σχεδίων βιομηχανικής έρευνας, κατά την έννοια του πλαισίου Ε&Α του 1996. Ο εν λόγω χαρακτηρισμός των ερευνητικών δραστηριοτήτων πραγματοποιήθηκε βάσει των ειδικών παραδειγμάτων και εξηγήσεων που παρέχει ο Manuel de Frascati για κάθε ερευνητική δραστηριότητα που ασκούν ο δημόσιος οργανισμός IFP και η Axens, αφενός, και ο δημόσιος οργανισμός IFP και η Prosernat, αφετέρου. |
|
(291) |
Εξάλλου, στο πλαίσιο των εκθέσεων που υποβάλλονται κατ' εφαρμογή της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, οι γαλλικές αρχές κατέταξαν τα σχέδια που υλοποιούνται στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat για τα έτη 2007, 2008 και 2009 χρησιμοποιώντας τις δύο προαναφερθείσες κατηγορίες κατά την έννοια του πλαισίου Ε&Α του 1996, ή εναλλακτικά ως δραστηριότητες βιομηχανικής έρευνας κατά την έννοια του σημείου 2.2.στ) και ως μελέτες τεχνικής σκοπιμότητας πριν από τις δραστηριότητες βιομηχανικής έρευνας, κατά την έννοια του σημείου 5.2 του πλαισίου Ε&Α&Κ του 2006. Τα σχέδια αφορούσαν τη μελέτη νέων τρόπων σύνθεσης ή την τελειοποίησή τους, σε κλίμακα που δεν έχει σχέση με τη βιομηχανική κλίμακα. Αποσκοπούσαν στην επικύρωση εννοιών και ενέπιπταν στη βιομηχανική έρευνα κατά την έννοια του πλαισίου Ε&Α του 1996 και του πλαισίου Ε&Α&Κ. Μαζί με τις ετήσιες εκθέσεις που κοινοποιούνταν στο πλαίσιο της προαναφερθείσας ενίσχυσης C 51/2005, υποβάλλονταν και ετήσια συνοπτικά δελτία για κάθε σχέδιο. |
|
(292) |
Για τα επόμενα έτη, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005, η Γαλλία οφείλει να υποβάλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή με τα αναλυτικά στοιχεία των σχεδίων που υλοποιούνται από τον δημόσιο οργανισμό IFP ταξινομημένα ανά κατηγορία έρευνας. |
7.3.2.3 Επιλέξιμες δαπάνες
|
(293) |
Στο πλαίσιο της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005 (242) (για το έτος 2006), και στις ετήσιες εκθέσεις (για τα έτη 2007, 2008 και 2009), οι δαπάνες των σχεδίων στους αποκλειστικούς τομείς της Axens και της Prosernat είναι σύμφωνες με τις επιλέξιμες δαπάνες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ του πλαισίου Ε&Α του 1996, καθώς και με τις επιλέξιμες δαπάνες κατά την έννοια του σημείου 5.1.4 του πλαισίου Ε&Α&Κ. |
|
(294) |
Υπενθυμίζεται ότι τα στοιχεία κόστους τιμολόγησης των ερευνητικών δραστηριοτήτων του δημόσιου οργανισμού IFP στην Axens και την Prosernat περιλαμβάνουν δαπάνες που καταλογίζονται άμεσα στα σχέδια και αφορούν την υπεργολαβία, τις μετακινήσεις, τις ασφάλειες και την τεκμηρίωση καθώς και τις προμήθειες και τα μικροϋλικά. Περιλαμβάνουν επίσης και τις άλλες δαπάνες που καταλογίζονται στα σχέδια, όπως οι δαπάνες ερευνητικού προσωπικού, οι αποσβέσεις ενσώματων και άυλων στοιχείων ενεργητικού και άλλα γενικά έξοδα. Οι δαπάνες αυτές πραγματοποιούνται άμεσα λόγω των ερευνητικών δραστηριοτήτων και κατανέμονται μεταξύ των διαφόρων ερευνητικών σχεδίων κατ' αναλογία του χρόνου που έχει αναλώσει το ερευνητικό προσωπικό για κάθε σχέδιο. Εξάλλου, οι δαπάνες των οριζόντιων σχεδίων Ε&Α που αφορούν τις μεθόδους για τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται σε άλλα σχέδια Ε&Α καταλογίζονται κατ' αναλογία του κόστους κάθε σχεδίου Ε&Α. |
|
(295) |
Οι δαπάνες αυτές αντιστοιχούν στις ακόλουθες κατηγορίες: δαπάνες υπηρεσιών συμβούλων και άλλων ισοδύναμων υπηρεσιών, δαπάνες προσωπικού, κόστος των εργαλείων, του υλικού και των οικοπέδων και των χώρων καθώς και στα γενικά πρόσθετα έξοδα και άλλες λειτουργικές δαπάνες, σύμφωνα με τις κατηγορίες επιλέξιμων δαπανών του πλαισίου του 1996 και του πλαισίου Ε&Α&Κ. |
|
(296) |
Για τα επόμενα έτη, τα στοιχεία αυτά θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνονται στις υποβαλλόμενες από τις γαλλικές αρχές ετήσιες εκθέσεις. |
7.3.2.4 Ένταση των ενισχύσεων
|
(297) |
Από το πλαίσιο Ε&Α του 1996 συνάγεται ότι οι ανώτατες επιτρεπόμενες εντάσεις ενίσχυσης ανέρχονται στο 75 % για τις μελέτες τεχνικής εφικτότητας που προηγούνται των σχεδίων βιομηχανικής έρευνας (σημείο 5.4) και στο 50 % για τα σχέδια βιομηχανικής έρευνας (σημείο 5.3). |
|
(298) |
Από το πλαίσιο Ε&Α&Κ συνάγεται ότι η ένταση της ενίσχυσης, υπολογιζόμενη με βάση τις αποδεκτές δαπάνες του σχεδίου δεν μπορεί να υπερβεί το 50 % για τη βιομηχανική έρευνα (σημείο 5.1.2 β) και το 65 % για τις μελέτες που προηγούνται των δραστηριοτήτων βιομηχανικής έρευνας που πραγματοποιούνται σε μεγάλες επιχειρήσεις (σημείο 5.2.β). Υπενθυμίζεται ότι οι καλυπτόμενες από την κρατική ενίσχυση δραστηριότητες αφορούν αποκλειστικά τη βιομηχανική έρευνα και τις μελέτες τεχνικής εφικτότητας που διεξάγονται από τον δημόσιο οργανισμό IFP, τις εργασίες προανταγωνιστικής ανάπτυξης κατά την έννοια του πλαισίου Ε&Α του 1996 (ή πειραματικής ανάπτυξης κατά την έννοια του πλαισίου Ε&Α&Κ), εφόσον χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου από την Axens και την Prosernat από ίδιους πόρους από τα έσοδα που προέρχονται από τις αγορές. |
|
(299) |
Η Επιτροπή κατάρτισε τον πίνακα 6 που παρουσιάζεται στη αιτιολογική σκέψη 300 με βάση τις καταστάσεις σχεδίων που αναλύουν τις ετήσιες δαπάνες ανά σχέδιο και ανά στάδιο έρευνας καθώς και με βάση την κατάσταση των ιδίων πόρων του δημόσιου οργανισμού IFP. |
|
(300) |
Κατά την κατάρτιση του πίνακα, η Επιτροπή ακολούθησε μια συντηρητική προσέγγιση, περιλαμβάνοντας όλες τις δαπάνες που εμπίπτουν, άμεσα ή έμμεσα, σε αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat και αποκλείοντας όλα τα άλλα προϊόντα, εκτός από αυτά που παρέχουν οι Axens και η Prosernat (243). Για λόγους προφύλαξης, η Επιτροπή περιέλαβε επίσης στον πίνακα το σύνολο των δυνητικών επιπτώσεων της απεριόριστης εγγύησης στην υπόθεση, αν και ελάχιστα πιθανή, κατά την οποία θα χρησιμοποιούνταν όλα από το δημόσιο οργανισμό IFP για τη χρηματοδότηση ερευνητικών δραστηριοτήτων στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat (επιπτώσεις της εγγύησης στις σχέσεις με τους προμηθευτές και τους πελάτες, όχι μόνο τις θυγατρικές, αλλά και με τρίτους). Πίνακας 6 Μέγιστη εκτίμηση του συνολικού ποσού της συνολικής δημόσιας χρηματοδότησης που χορήγησε ο δημόσιος οργανισμός IFP στις δραστηριότητες που ασκούνται στους αποκλειστικούς τομείς της Axens Prosernat από το 2006 έως το 2009
|
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
(301) |
Η Επιτροπή επαλήθευσε την τήρηση των επιτρεπόμενων εντάσεων για κάθε στάδιο έρευνας βάσει των ετήσιων καταστάσεων των σχεδίων που υλοποιήθηκαν από το 2006 έως το 2009, λαμβάνοντας υπόψη τη μέγιστη πιθανή επίπτωση της απεριόριστης εγγύησης που συνδέεται με το καθεστώς δημόσιου οργανισμού του IFP, εντάσσοντας ως πρόσθετο στοιχείο της ενίσχυσης την εκτιμώμενη προσαύξηση με τα ασφάλιστρα κάλυψης των διαφόρων κινδύνων. Σε όλες τις περιπτώσεις, ακόμη και με την προσθήκη όλων των πιθανών επιπτώσεων της εγγύησης στις σχέσεις με τους πελάτες και τους προμηθευτές, η προσαύξηση της έντασης της ενίσχυσης παραμένει σε σαφώς χαμηλότερο επίπεδο από την επιτρεπόμενη ανώτατη ένταση της ενίσχυσης. Εν κατακλείδι, η Επιτροπή θεωρεί ότι τηρούνται οι εντάσεις ενίσχυσης που επιτρέπει το πλαίσιο Ε&Α του 1996 και το πλαίσιο Ε&Α&Κ. |
|
(302) |
Για τα επόμενα έτη, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005, η Γαλλία υποχρεούται να υποβάλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή, ώστε αυτή να βεβαιώνεται ότι τηρούνται επίσης οι εντάσεις ενίσχυσης ανά στάδιο έρευνας και ανά σχέδιο. Από το 2010, η έκθεση αυτή θα πρέπει να παρουσιάζει το σύνολο των σχεδίων που υλοποιούνται στους τομείς δραστηριότητας της Axens και της Prosernat, ταξινομημένων ανά κατηγορία έρευνας, διευκρινίζοντας, εκτός από το κόστος ανά στάδιο έρευνας, και τα ποσά της δημόσιας χρηματοδότησης και των ιδίων πόρων που έχουν διατεθεί από τον δημόσιο οργανισμό IFP και τις θυγατρικές του, την προσαύξηση του ποσού με τα ασφάλιστρα εγγύησης, που υπολογίζεται με τη βοήθεια της περιγραφόμενης στην παρούσα απόφαση μεθόδου, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επιπτώσεων στους όρους δανεισμού του δημόσιου οργανισμού IFP, σύμφωνα με το σκεπτικό που αναπτύσσεται στην αιτιολογική σκέψη 200. |
7.3.2.5 Σώρευση
|
(303) |
Τηρούνται οι διατάξεις όσον αφορά τη σώρευση, τόσο αυτές που ορίζονται στο σημείο 5.1 του πλαισίου Ε&Α του 1996 όσο και στο σημείο 8 του πλαισίου Ε&Α&Κ. Πράγματι, η Επιτροπή υπολόγισε το συνολικό ποσό της ετήσιας χρηματοδότησης, ανεξάρτητα από την προέλευσή του, συμπεριλαμβανομένης της μέγιστης επίπτωσης της απεριόριστης εγγύησης για τα έτη 2006 έως 2009. |
|
(304) |
Από το έτος 2010, οι γαλλικές αρχές θα εφαρμόσουν την ίδια μέθοδο στις ετήσιες εκθέσεις που υποβάλλουν στην Επιτροπή. |
7.3.2.6 Χαρακτήρας κινήτρου
|
(305) |
Βάσει του πλαισίου Ε&Α του 1996 και του πλαισίου Ε&Α&Κ, οι κρατικές ενισχύσεις πρέπει να δημιουργούν κίνητρα, δηλ. οι δικαιούχοι να μεταβάλουν τη συμπεριφορά τους, ώστε να αυξάνεται το επίπεδο των δραστηριοτήτων Ε&Α (και καινοτομίας). Τα ακόλουθα κριτήρια είναι κατά κανόνα επαρκή για να αποδειχθεί η ύπαρξη κινήτρου για τα σχέδια που λαμβάνουν ενίσχυση βάσει μόνο διεξοδικής εξέτασης: αύξηση του μεγέθους του σχεδίου, αύξηση της εμβέλειας, βελτίωση του ρυθμού ολοκλήρωσης του σχεδίου και αύξηση του συνολικού ποσού που δαπανάται για Ε&Α&Κ. Σε περίπτωση που μπορεί να αποδειχθεί σημαντική επίδραση σε τουλάχιστον ένα από αυτά τα στοιχεία, λαμβανομένης υπόψη της συνήθους συμπεριφοράς μιας επιχείρησης στον αντίστοιχο κλάδο, η Επιτροπή θα συμπεράνει ότι η ενίσχυση δημιούργησε κίνητρα (247). |
|
(306) |
Η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυση που αναπτύσσεται στις αιτιολογικές σκέψεις 196 έως 198 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005 σχετικά με το στρατηγικό συμφέρον, το οποίο παρακολουθείται και εγκρίνεται από τεχνικές επιτροπές, για τις έρευνες που διεξάγονται από τον δημόσιο οργανισμό IFP και τις θυγατρικές του στο πλαίσιο της μακροπρόθεσμης εξασφάλισης του ενεργειακού εφοδιασμού, ιδίως όσον αφορά την ανανέωση και την αύξηση της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου (αύξηση του ποσοστού επιτυχίας κατά την εκμετάλλευση και του ποσοστού ανάκτησης των κοιτασμάτων, εκμετάλλευση των μη συμβατικών πόρων κλπ.), τη μελέτη διεργασιών διύλισης, των τεχνολογιών μετατροπής, την ανάπτυξη καινοτόμων καυσίμων και αποτελεσματικών τεχνολογιών κίνησης, τη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών για την παραγωγή καυσίμων, πολλά από τα οποία περιλαμβάνονται στις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της έρευνας, της ενεργειακής πολιτικής και της περιβαλλοντικής πολιτικής. |
|
(307) |
Όσον αφορά το έτος 2006, η Επιτροπή επαναλαμβάνει την ανάλυσή της στην αιτιολογική σκέψη 199 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, κατά την οποία, χάρη στη δημόσια στήριξη, αναπόσπαστο μέρος της οποίας είναι η απεριόριστη εγγύηση, ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι θυγατρικές του μπόρεσαν να φέρουν εις πέρας συμπληρωματικές ερευνητικές δραστηριότητες που δεν θα είχαν πραγματοποιηθεί λόγω των τεχνολογικών κινδύνων ή του ιδιαίτερα αβέβαιου χαρακτήρα της απόδοσης των επενδύσεων. |
|
(308) |
Η Επιτροπή διαπιστώνει, βάσει των ετήσιων εκθέσεων που υποβάλλουν οι γαλλικές αρχές, ότι η λογική αυτή συνεχίστηκε το 2007, το 2008 και το 2009. Σε αυτές τις εκθέσεις, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν για κάθε σχέδιο τον χαρακτήρα κινήτρου που εξασφαλίστηκε χάρη στην ενίσχυση, ιδίως σε όρους εμβέλειας του σχεδίου, του ρυθμού εφαρμογής του και της αύξησης του συνολικού ποσού που διατέθηκε για Ε&Α. |
|
(309) |
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2007, στον αποκλειστικό τομέα δραστηριότητας της Axens, ο όμιλος IFP υλοποίησε ιδίως πρότυπα σχέδια […] (*) (248).[…] (*). Χωρίς τη δημόσια ενίσχυση, τα προϊόντα αυτά θα διετίθεντο στην αγορά με καθυστέρηση αρκετών ετών: τα σχέδια Ε&Α θα είχαν τεθεί σε εφαρμογή πολύ αργότερα με χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης και […] (*). |
|
(310) |
Εξάλλου, στον αποκλειστικό τομέα δραστηριότητας της Prosernat, η κρατική ενίσχυση επέτρεψε την έναρξη υλοποίησης του σχεδίου […] (*) σχετικά με […] (*), την τελειοποίηση και την απόκτηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας πρωτότυπων μεθόδων […] (*) (249) […] (*). [Ένα τέτοιο σχέδιο] (**) συνεπαγόταν περίπλοκες και δύσκολες πράξεις που απαιτούσαν σημαντικές επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό και σε τεχνολογικό και χρηματοδοτικό επίπεδο, που μια εταιρεία όπως η Prosernat δεν είναι σε θέση να υλοποιήσει τελείως μόνη. Ως εκ τούτου, η δημόσια στήριξη που παρείχε ο δημόσιος οργανισμός IFP αποδείχθηκε απολύτως απαραίτητη. Συγκεκριμένα, μόνο ο δημόσιος οργανισμός IFP διέθετε εξειδικευμένους εξοπλισμούς που είχαν την ικανότητα να τελειοποιήσουν τα μοντέλα που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη της διεργασίας και εργαστηριακούς εξοπλισμούς προσαρμοσμένους στην επεξεργασία επικίνδυνων συστατικών για την υγεία. |
|
(311) |
Το 2008, στον αποκλειστικό τομέα δραστηριότητας της Axens, η κρατική ενίσχυση βοήθησε να αρθούν οι επιστημονικοί και τεχνολογικοί αποκλεισμοί στην […] (*). Εξάλλου, το σχέδιο […] (*) (250) παρουσίασε επίσης σημαντική εξέλιξη. Η κρατική ενίσχυση επέτρεψε στον δημόσιο οργανισμό IFP να αναπτύξει, σε συνεργασία με βιομηχανικούς εταίρους, διεργασία […] (*) η οποία θα είναι διαθέσιμη στην αγορά μέσω αδειοδότησης. Οι εργασίες για την ανάπτυξη μιας διεργασίας αυτού του τύπου συνεπαγόταν ταυτόχρονα […] (*) και […] (*). |
|
(312) |
Εξάλλου, στον αποκλειστικό τομέα δραστηριότητας της Prosernat, τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο […] (*) για την ανάκτηση CO2 στους καπνούς. Η ανάκτηση/ αποθήκευση CO2 (251) (CSC) είναι ένα από τα μέσα που εντοπίστηκαν για τη μείωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Λαμβανομένης υπόψη της σύστασης των καπνών και της χαμηλής πίεσης τους, ο δημόσιος οργανισμός IFP αντιμετώπισε νέες τεχνολογικές προκλήσεις. Η Prosernat δεν θα ήταν σε θέση να αναπτύξει αυτή τη διεργασία με ίδια κεφάλαια, δεδομένης της αβεβαιότητας που περιβάλλει τη δομή, το μέγεθος, την ανάπτυξη και την κανονιστική πλαισίωση της μελλοντικής αγοράς ανάκτησης του CO2. |
|
(313) |
Το 2009, στον αποκλειστικό τομέα δραστηριότητας της Axens, μπορεί να αναφερθεί ενδεικτικά το σχέδιο […] (*) για τις διεργασίες […] (*). Αφορούσε την ανάπτυξη […] (*) καθώς και τη βελτίωση ορισμένων διεργασιών […] (*). Χάρη στα δημόσια κεφάλαια […] (*) μπόρεσε να μελετηθεί, γεγονός που επέτρεψε τη σημαντική βελτίωση των […] (*). Το σχέδιο […] (*)μπόρεσε, χάρη στη δημόσια χρηματοδότηση να διερευνήσει λύσεις πέρα από τις υφιστάμενες τεχνολογίες […] (*). Επίσης, το σχέδιο […] (*) συνεχίστηκε για τους καταλύτες οι οποίοι, μετά από παρέκταση, επέτρεψαν τη διαφοροποίηση της προσφοράς στην αγορά που βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη […] (*). Χωρίς τη δημόσια ενίσχυση, η ανάπτυξη των καταλυτών θα ήταν πολύ πιο αποσπαματική και η βελτίωση των επιδόσεων πολύ πιο αργή. Σε θέματα […] (*), το σχέδιο […] (*), που αφορούσε τους καινοτόμος καταλύτες μπόρεσε να διερευνήσει νέες μεθόδους χάρη στη δημόσια ενίσχυση, ενώ το σχέδιο […] (*) το οποίο είχε στόχο να διερευνήσει τα όρια της τεχνολογίας (ιδίως τη μεταβολή των φορτίων) ώστε να είναι δυνατό […] (*), μπόρεσε να επεκτείνει το φάσμα του πέρα από τις υφιστάμενες επιδόσεις. |
|
(314) |
Εξάλλου, στον τομέα αποκλειστικής δραστηριότητας της Prosernat, η δημόσια ενίσχυση επέτρεψε να αρχίσουν και να συνεχιστούν οι εργασίες Ε&Α που είχαν αναληφθεί στον τομέα […] (*), αλλά σταδιακά είχαν εγκαταλειφθεί. Η δημόσια στήριξη επέτρεψε, λοιπόν, να αποφευχθεί η απώλεια των προηγούμενων τεχνολογικών κατακτήσεων και να διατηρηθεί ένα φάσμα διεργασιών […] (*) στην αγορά. Επιπλέον, το σχέδιο […] (*) σχετικά με την ανάκτηση CO2 […] (*) συνεχίστηκε χάρη στη δημόσια ενίσχυση. |
|
(315) |
Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι η θετική εξέλιξη των δεικτών για τη μέτρηση της προσπάθειας Ε&Α που καταβάλλει ο δημόσιος οργανισμός IFP και οι θυγατρικές του Axens και Prosernat την οποία είχε διαπιστώσει στην αιτιολογική σκέψη 200 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005 συνεχίστηκε και το διάστημα 2007 έως 2009 Πίνακας 7 Πρόοδος των δεικτών μέτρησης της προσπάθειας του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens και Prosernat το 2007, 2008 και 2009
|
||||||||||||||||||||||||||||
|
(316) |
Επιπλέον, η Επιτροπή επιβεβαιώνει τις διαπιστώσεις που διατύπωσε στις αιτιολογικές σκέψεις 201 έως 203 της απόφασής της C 51/2005: το τμήμα των δαπανών Ε&Α επί του κύκλου εργασιών του ομίλου IFP είναι ιδιαίτερα υψηλό, ενώ αυτός δραστηριοποιείται σε ένα περιβάλλον που υπόκειται σε συνεχή εξέλιξη των πολυάριθμων εθνικών κανονιστικών ρυθμίσεων, ιδίως όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς κανόνες ή τα καθεστώτα προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας. |
|
(317) |
Όπως έπραξε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 204 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την πολυμορφία και τη διάρθρωση της προσφοράς καθώς και τη λειτουργία του ανταγωνισμού (252) στην αγορά των διεργασιών διύλισης ή πετροχημείας. Ως προς αυτό, επισημαίνει ότι ορισμένοι ανταγωνιστές βρίσκονται σε πολύ καλύτερη ανταγωνιστική θέση από αυτήν του ομίλου IFP, εφόσον η εταιρεία UOP Limited διαθέτει, παραδείγματος χάρη, μερίδιο αγοράς στην παγκόσμια αγορά της τάξης του 57 % κατ' αξία, έναντι μόλις 7 % για τον όμιλο IFP. Έτσι, η Επιτροπή θεωρεί ότι η δημόσια στήριξη που παρέχεται στα σχέδια Ε&Α που υλοποιούνται από τον όμιλο IFP δεν μπορεί, από τη φύση της ή από τα ποσοστά της, να εμποδίσει τη σημαντική δυναμική της αγοράς των τεχνολογιών διύλισης. Εξάλλου, πρέπει να διαπιστωθεί ότι οι εμπορικοί εταίροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως οι Ηνωμένες Πολιτείες, διαθέτουν σημαντικά κεφάλαια για τη χρηματοδότηση της έρευνας στον τομέα της ενέργειας, τα οποία επέτρεψαν τη στήριξη των σχεδίων Ε&Α που υλοποιούν οι ανταγωνιστές του ομίλου IFP. Έτσι, ορισμένοι ανταγωνιστές του ομίλου IFP, ιδίως η εταιρεία UOP Limited, έχουν λάβει σημαντικές δημόσιες ενισχύσεις (253) ή έμμεση δημόσια στήριξη χάρη σε πολλές εταιρικές σχέσεις με ερευνητικά ιδρύματα και πανεπιστήμια. |
|
(318) |
Εν κατακλείδι, η Επιτροπή κρίνει ότι η κρατική ενίσχυση υπέρ του ομίλου IFP στον αποκλειστικό τομέα δραστηριότητας των θυγατρικών της Axens και Prosernat είχε χαρακτήρα κινήτρου για τα έτη 2006, 2007, 2008 και 2009. |
|
(319) |
Από το έτος 2010, οι ετήσιες εκθέσεις που υποβάλλει η Γαλλία στην Επιτροπή μέχρι τη λήξη της ισχύος των αποκλειστικών συμφωνιών μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens και Prosernat θα πρέπει να αποδεικνύουν ότι η ενίσχυση εξακολουθεί να έχει χαρακτήρα κινήτρου. |
|
(320) |
Βάσει όλων των προαναφερθέντων στοιχείων, η Επιτροπή συνάγει ότι η κρατική ενίσχυση που χορηγείται στον όμιλο IFP για τις δραστηριότητες στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας των θυγατρικών του Axens και Prosernat, συμπεριλαμβανομένου του στοιχείου ενίσχυσης που αποδίδεται στις επιπτώσεις της απεριόριστης εγγύησης που απολαύει ο δημόσιος οργανισμός IFP, είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του πλαισίου Ε&Α του 1996 καθώς και με τις διατάξεις του πλαισίου Ε&Α&Κ, με την επιφύλαξη της τήρησης των όρων που ορίζονται σε αυτά. |
7.3.3 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΜΕΤΡΟΥ
|
(321) |
Εν κατακλείδι, η Επιτροπή θεωρεί ότι το υπό εξέταση μέτρο είναι συμβατό με την εσωτερική αγορά, με την επιφύλαξη της τήρησης των όρων που παρατίθενται στα μέρη 7.3.1 και 7.3.2. |
8 ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
|
(322) |
Η Επιτροπή οφείλει να επισημάνει ότι δεν αμφισβητεί κατά κανένα τρόπο το γεγονός ότι ο δημόσιος οργανισμός IFP ανήκει στο κράτος ούτε αμφισβητεί το καθεστώς νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου καθαυτό. |
|
(323) |
Βάσει του άρθρου 345 της ΣΛΕΕ, η Κοινότητα είναι ουδέτερη όσον αφορά το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη και καμία διάταξη της Συνθήκης δεν εμποδίζει το κράτος να κατέχει (εξ ολοκλήρου ή εν μέρει) επιχειρήσεις. Με αυτό το δεδομένο, οι κανόνες ανταγωνισμού πρέπει να εφαρμόζονται κατά τον ίδιο τρόπο και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις και στις δημόσιες επιχειρήσεις. Η εφαρμογή αυτών των κανόνων δεν πρέπει να δημιουργεί πλεονέκτημα ή μειονέκτημα για κανέναν από αυτούς τους δύο τύπους επιχειρήσεων. |
|
(324) |
Στην παρούσα περίπτωση, η εγγύηση που λαμβάνει ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν είναι απόρροια του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, αλλά του νομικού καθεστώτος της επιχείρησης. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να επιλέγουν τη νομική μορφή των επιχειρήσεων, οφείλουν όμως, κατά την επιλογή τους, να τηρούν τους κανόνες ανταγωνισμού της Συνθήκης. Συγκεκριμένα, το γεγονός ότι η εγγύηση του κράτους συνδέεται αυτόματα με ένα συγκεκριμένο νομικό καθεστώς δεν εμποδίζει από μόνο του η εν λόγω εγγύηση να συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαριθμούνται σε αυτό (254), |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
1. Η απόδοση από τη Γαλλία του καθεστώτος δημόσιου οργανισμού βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα στον IFP παρέχει σε αυτόν, από τις 7 Ιουλίου 2006, απεριόριστη δημόσια εγγύηση (εφεξής «κρατική εγγύηση») για το σύνολο των δραστηριοτήτων του.
2. Η κάλυψη από την κρατική εγγύηση των δραστηριοτήτων μη οικονομικού χαρακτήρα του δημόσιου οργανισμού IFP, και ιδίως των δραστηριοτήτων του στον τομέα της κατάρτισης με στόχο την αύξηση και την εξειδίκευση των ανθρώπινων πόρων, των ανεξάρτητων δραστηριοτήτων του Ε&Α για τη διεύρυνση των γνώσεων και την καλύτερη κατανόηση και των δραστηριοτήτων διάδοσης των αποτελεσμάτων της έρευνας, δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
3. Η κάλυψη από την κρατική ενίσχυση των δραστηριοτήτων μεταφοράς τεχνολογίας από τον δημόσιο οργανισμό IFP στους τομείς οι οποίοι προβλέπονται από την αποκλειστική σύμβαση ανάπτυξης, εμπορίας και χρησιμοποίησης που έχει συνάψει με τη θυγατρική του Beicip-Franlab δεν συνιστά κρατική ενίσχυση βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
4. Η κάλυψη από την κρατική εγγύηση των δραστηριοτήτων μεταφοράς τεχνολογίας που ασκούνται από τον δημόσιο οργανισμό IFP στους τομείς οι οποίοι προβλέπονται από τις αποκλειστικές συμβάσεις που έχει συνάψει με τις θυγατρικές του Axens και Prosernat, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2008 σχετικά με μέτρο ενίσχυσης που εφάρμοσε η Γαλλία υπέρ του ομίλου IFP (εφεξής «απόφαση C 51/2005») συνιστά κρατική ενίσχυση βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
5. Η κάλυψη από την κρατική εγγύηση των υπηρεσιών έρευνας επί συμβάσει και των παρεχόμενων από τον δημόσιο οργανισμό IFP υπηρεσιών, τόσο για λογαριασμό τρίτων όσο και για λογαριασμό των θυγατρικών του, συνιστά κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
Άρθρο 2
Σε περίπτωση τροποποίησης της σύμβασης μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της θυγατρικής του Beicip-Franlab, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 της παρούσας απόφασης, η Γαλλία κοινοποιεί την εν λόγω σύμβαση στην Επιτροπή, λαμβανομένης υπόψη της ενδεχόμενης επίπτωσης της κρατικής εγγύησης στην εκτίμηση του ενδεχόμενου συνολικού ποσού δημόσιας χρηματοδότησης, εκτός εάν οι νέοι συμβατικοί όροι επιτρέπουν να αποκλειστεί η παρουσία κρατικής ενίσχυσης.
Άρθρο 3
Για το διάστημα από την 1η Ιουλίου 2006 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, η κάλυψη από την κρατική εγγύηση των οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 της παρούσας απόφασης συνιστά ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά.
Άρθρο 4
Από 1ης Ιανουαρίου 2010 και μέχρι τη λήξη των αποκλειστικών συμφωνιών μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens και Prosernat, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης C 51/2005, η κάλυψη από την κρατική εγγύηση των οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 της παρούσας απόφασης, συνιστά ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά, με την επιφύλαξη της τήρησης των όρων οι οποίοι προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6 της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 5
1. Η ετήσια οικονομική έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της απόφασης C 51/2005 περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται ήδη στο άρθρο 5 παράγραφος 1 της εν λόγω συμφωνίας, και τα στοιχεία που απαριθμούνται στις παραγράφους 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου.
2. Η ετήσια οικονομική έκθεση περιλαμβάνει το ποσό, το επιτόκιο και τους συμβατικούς όρους των δανείων που συνάπτει ο δημόσιος οργανισμός IFP κατά την εξεταζόμενη ετήσια περίοδο καθώς και εκτίμηση του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης της ενδεχόμενης επιδότησης επιτοκίου που συνδέεται με την κρατική εγγύηση, εκτός εάν προσκομιστεί απόδειξη ότι οι εν λόγω δανειακές συμβάσεις είναι σύμφωνες με τους συνήθεις όρους της αγοράς, είτε συγκρίνοντας τους όρους με αυτούς που ελάμβανε ο δημόσιος οργανισμός IFP πριν τη μεταβολή του καθεστώτος του, είτε βάσει μιας ακριβέστερης μεθοδολογίας εκ των προτέρων εγκεκριμένης από την Επιτροπή.
3. Η ετήσια οικονομική έκθεση περιλαμβάνει το ποσό των αγαθών και υπηρεσιών που αγοράζει ο δημόσιος οργανισμός IFP από προμηθευτές για την άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων του που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 της παρούσας απόφασης, κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης ετήσιας περιόδου, καθώς και ανώτατη εκτίμηση του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης της ενίσχυσης που είναι αποτέλεσμα μιας ευνοϊκότερης εκτίμησης εκ μέρους των προμηθευτών του κινδύνου αθέτησης της επιχείρησης. Η εκτίμηση αυτή πραγματοποιείται είτε με την εφαρμογή κατ' αποκοπήν ποσοστού 2,5 % στο ποσό των αγορών που έχουν πραγματοποιηθεί, είτε βάσει ακριβέστερης μεθοδολογίας που έχει εγκριθεί εκ των προτέρων από την Επιτροπή.
4. Η ετήσια οικονομική έκθεση περιλαμβάνει το ποσό των οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 4 και 5 της παρούσας απόφασης, που ασκούνται από τον δημόσιο οργανισμό IFP κατά την εξεταζόμενη ετήσια περίοδο καθώς και μέγιστη εκτίμηση του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης της ενίσχυσης που είναι αποτέλεσμα της μη καταβολής ασφαλίστρου για την παροχή εγγύησης εκτέλεσης της σύμβασης, ή τουλάχιστον καλύτερης προσπάθειας, στους δικαιούχους των εν λόγω οικονομικών υπηρεσιών. Η εκτίμηση αυτή πραγματοποιείται είτε με την εφαρμογή ενός κατ' αποκοπήν ποσοστού 5 % επί του ποσού των υλοποιούμενων δραστηριοτήτων, είτε βάσει ακριβέστερης μεθοδολογίας που εγκρίνεται εκ των προτέρων από την Επιτροπή.
Άρθρο 6
1. Το συνολικό ποσό των δημόσιων κεφαλαίων που διατίθενται στις δραστηριότητες του δημόσιου οργανισμού IFP στους αποκλειστικούς τομείς δραστηριότητας της Axens και Prosernat, συμπεριλαμβανομένης της μέγιστης επίπτωσης της εγγύησης του κράτους, όπως εκτιμάται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2, 3 και 4 της παρούσας απόφασης, πρέπει να είναι κατώτερο από τη μέγιστη ένταση ενίσχυσης που επιτρέπει το κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία.
2. Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το ποσό που καταβάλλεται καθ' υπέρβαση του ποσού της ενίσχυσης επιστρέφεται από τη θυγατρική Axens ή την Prosernat στον δημόσιο οργανισμό IFP.
Άρθρο 7
Από την 1η Ιανουαρίου 2010, η κάλυψη από την κρατική εγγύηση των οικονομικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 συνιστά κρατική ενίσχυση συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά, με την επιφύλαξη ότι τηρούνται οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 8 της παρούσας απόφασης όροι.
Άρθρο 8
1. Οι δραστηριότητες συμβατικής έρευνας και οι παροχές υπηρεσιών που υλοποιούνται από τον δημόσιο οργανισμό IFP, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 της παρούσας απόφασης, πρέπει να εξακολουθήσουν να έχουν επικουρικό χαρακτήρα προς την κύρια δραστηριότητά του της ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας.
2. Για να θεωρηθούν επικουρικές, οι δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει και οι παροχές υπηρεσιών του δημόσιου οργανισμού IFP πρέπει:
|
— |
να μην επηρεάζουν την συνήθη λειτουργία, την ανεξαρτησία και την ουδετερότητα του δημόσιου οργανισμού IFΡ· |
|
— |
να τιμολογούνται σε τιμή της αγοράς, ή ελλείψει τιμής της αγοράς, σε τιμή που να αντανακλά, με εξαίρεση τη δυνητική επίπτωση της κρατικής ενίσχυσης, το σύνολο των δαπανών, προσαυξημένων με ένα εύλογο περιθώριο· |
|
— |
να καταχωρίζονται λογιστικά χωριστά από τις δραστηριότητες ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας (λογιστικός διαχωρισμός των αντίστοιχων εξόδων και χρηματοδοτήσεών τους) και τα κέρδη που παράγουν πρέπει να επανεπενδύονται εξ ολοκλήρου στην κύρια δραστηριότητα ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας· |
|
— |
να είναι εγγενώς συνδεδεμένες με την κύρια δραστηριότητα ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας του εν λόγω δημόσιου οργανισμού IFP, κυρίως λόγω της χρησιμοποίησης των ίδιων υποδομών, εξοπλισμών, υλικών ή τεχνολογιών ή της απασχόλησης των ίδιων ερευνητών, επιστημόνων, μηχανικών, μελετητών ή τεχνικών· |
|
— |
να μην εντάσσονται στο πεδίο των αποκλειστικών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens και Prosernat, που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005, οι οποίες, εάν χρειαστεί, παρατείνονται ή τροποποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της απόφασης C 51/2005 και το άρθρο 12 παράγραφος 2 της παρούσας απόφασης· |
|
— |
να αντιπροσωπεύουν μικρό μέρος του προϋπολογισμού που διαθέτει ο δημόσιος οργανισμός IFP στις δραστηριότητές του ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας. |
3. Η Γαλλία υποβάλλει κάθε έτος στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες έρευνας επί συμβάσει και τις παροχές υπηρεσιών από τον δημόσιο οργανισμό IFP, η οποία διευκρινίζει το ποσοστό συμμετοχής τους στους πόρους του προϋπολογισμού που διαθέτει ο δημόσιος οργανισμός IFP για τις δραστηριότητες ανεξάρτητης δημόσιας έρευνας.
Άρθρο 9
1. Οι γαλλικές αρχές και ο δημόσιος οργανισμός IFP αναφέρουν την ακόλουθη ένδειξη για κάθε πράξη στη σύμβαση χρηματοδότησης (για κάθε μέσο που καλύπτεται από σύμβαση):
« Η έκδοση /το πρόγραμμα /το δάνειο δεν επωφελείται από καμία εγγύηση κανενός είδους, άμεση ή έμμεση, εκ μέρους του κράτους. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας, το κράτος δεν είναι υποχρεωμένο να υποκαταστήσει οικονομικά τον δημόσιο οργανισμό IFP για την εξόφληση της απαίτησης ».
2. Οι γαλλικές αρχές εισάγουν ανάλογη ρήτρα, η οποία αποκλείει την ευθύνη του κράτους, σε κάθε σύμβαση σχετικά με τις υπηρεσίες έρευνας επί συμβάσει ή τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 της παρούσας απόφασης.
3. Οι γαλλικές αρχές εισάγουν ανάλογη ρήτρα, που αποκλείει την ευθύνη του δημόσιου οργανισμού IFP και του κράτους, σε κάθε σύμβαση που συνεπάγεται απαίτηση την οποία συνάπτουν οι ανώνυμες εταιρείες Axens, Beicip-Franlab, και Prosernat.
4. Ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν χορηγεί κανενός είδους ασφάλεια, προκαταβολή, εγγύηση, επιστολή προθέσεων ή υποστήριξης υπέρ των ανώνυμων εταιρειών Axens, Beicip-Franlab και Prosernat που δεν είναι σύμφωνη με τους συνήθεις όρους της αγοράς.
Άρθρο 10
Η Γαλλία κοινοποιεί στην Επιτροπή σε ατομική βάση τις ενισχύσεις ποσού που υπερβαίνει τα όρια που προβλέπονται από το κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία, λαμβάνοντας υπόψη την ενδεχόμενη επίπτωση της κρατικής ενίσχυσης.
Άρθρο 11
Η Γαλλία ενημερώνει την Επιτροπή, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, για τα μέτρα που έχει λάβει για να συμμορφωθεί με αυτήν.
Άρθρο 12
1. Τα άρθρα 4, 5 και 6 της παρούσας απόφασης εφαρμόζονται μέχρι τη λήξη των αποκλειστικών συμφωνιών μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και των θυγατρικών του Axens και Prosernat, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης C 51/2005.
2. Όταν κοινοποιούν στην Επιτροπή παράταση ή τροποποίηση των εν λόγω αποκλειστικών συμφωνιών, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της απόφασης C 51/2005, οι γαλλικές αρχές λαμβάνουν υπόψη την επίπτωση της κρατικής εγγύησης για να εκτιμήσουν το συνολικό ποσό της δημόσιας χρηματοδότησης.
Άρθρο 13
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλική Δημοκρατία.
Βρυξέλλες, 29 Ιουνίου 2011.
Για την Επιτροπή
Joaquín ALMUNIA
Αντιπρόεδρος
(1) ΕΕ C 83 της 30.3.2010, σ. 47. Από την 1η Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ έγιναν αντίστοιχα άρθρα 107 και 108 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). Και στις δύο περιπτώσεις, οι διατάξεις είναι κατ' ουσίαν ταυτόσημες. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι αναφορές στα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ νοούνται κατά περίπτωση ως αναφορές στα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ. Η ΣΛΕΕ επέφερε ορισμένες τροποποιήσεις ορολογίας, όπως η αντικατάσταση των όρων «Κοινότητα» από τον όρο «Ένωση» ή «κοινή αγορά» από τον όρο «εσωτερική αγορά».
(2) ΕΕ L 1 της 3.1.1994, σ. 1.
(3) ΕΕ C 259 της 11.10.2008, σ. 12.
(4) Το Institut Français du Pétrole μετονομάστηκε, στις 13 Ιουλίου 2010, σε «Institut Français du Pétrole Énergies Nouvelles». Η εν λόγω μετονομασία έγινε με το άρθρο 81 του νόμου αριθ. 2010-788 της 12ης Ιουλίου 2010 σχετικά με τις εθνικές αναλήψεις δεσμεύσεων για το περιβάλλον (επονομαζόμενος «Loi Grenelle 2»). (Ανακοίνωση τύπου του δημόσιου οργανισμού IFP της 13ης Ιουλίου 2010, διαθέσιμη στον διαδικτυακό τόπο http://www.ifpenergiesnouvelles.fr/actualites/communiques-de-presse/ στις 28 Ιουνίου 2011).
(5) Απόφαση 2009/157/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2008 σχετικά με μέτρο ενίσχυσης που εφάρμοσε η Γαλλία υπέρ του ομίλου IFP [C 51/05 (πρώην NN 84/05)], (ΕΕ L 53 της 26.2.2009, σ. 13).
(6) Απόφαση της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2008 σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 35/08 (πρώην NN 11/08) – Απεριόριστη κρατική ενίσχυση υπέρ του ομίλου IFP – Πρόσκληση για υποβολή παρατηρήσεων δυνάμει του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, (ΕΕ C 259 της 11.10.2008, σ. 12).
(7) ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.
(8) ΕΕ L 274 της 19.10.2010, σ. 1.
(9) Ως προς αυτό το ζήτημα, βλ. ιδίως την αιτιολογική σκέψη 19 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007. Πριν την μετατροπή της σε ανώνυμη εταιρεία το 2010, το καθεστώς EPIC της επιχείρησης La Poste χαρακτηρίστηκε με απόφαση του Δικαστηρίου, εφόσον το Cour de Cassation με την απόφασή του της 18ης Ιανουαρίου 2001 (2ο πολιτικό τμήμα) υιοθέτησε την αρχή ότι η La Poste εξομοιώθηκε με έναν EPIC, απόφαση η οποία επιβεβαίωσε την αρχή που θεσπίστηκε με απόφαση του Cour d'Appel de Douai της 22ας Οκτωβρίου 1998. Εξάλλου, σε έκθεσή της του 2003 προς τη γαλλική Γερουσία, η επιτροπή οικονομικών υποθέσεων επισήμανε ότι: « Είναι σε όλους γνωστό ότι η μητρική εταιρεία La Poste έχει, από τη μεταρρύθμιση του 1990, καθεστώς εξομοιούμενο με το καθεστώς δημόσιου οργανισμού βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα ».
(10) Βλ. τα μέρη 2.1 (« Ο όμιλος IFP ») της προαναφερθείσας απόφασης για την κίνηση διαδικασίας και της απόφασης C 61/2005 αντίστοιχα.
(11) Πρόκειται για:
|
α) |
μία αποκλειστική σύμβαση άδειας-πλαισίου, δεκαετούς διάρκειας, βάσει της οποίας η θυγατρική μπορεί να χρησιμοποιεί την παρούσα και μελλοντική διανοητική ιδιοκτησία του IFP, ουσιαστικά όσον αφορά τις διεργασίες στον τομέα δραστηριότητάς της, για να παρέχει εξειδικευμένες συμβουλές στους πελάτες σε σχέση με τις διεργασίες αυτές και να τους μεταβιβάζει το δικαίωμα χρήσης των συνδεδεμένων τεχνολογιών υπό μορφή επιμέρους παραχωρήσεων αδειών εκμετάλλευσης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας· |
|
β) |
μία αποκλειστική σύμβαση άδειας-προϊόντων, δεκαετούς διάρκειας, βάσει της οποίας η θυγατρική μπορεί να χρησιμοποιεί την παρούσα και μελλοντική τεχνολογία του IFP στον τομέα δραστηριότητάς της για την παραγωγή και την πώληση στους πελάτες της καταλυτών, προσροφητικών, μαζών παγίδευσης, εξοπλισμών, άλλων προϊόντων και λογισμικών που έχει αναπτύξει το IFΡ· και |
|
γ) |
μία σύμβαση βιομηχανικής έρευνας, δεκαετούς διάρκειας βάσει της οποίας [το IFP προτείνει στη θυγατρική του αποτελέσματα των ερευνών του στον τομέα της διύλισης και της πετροχημείας, ώστε αυτή να είναι σε θέση, εφόσον το επιθυμεί, να συνεχίσει την έρευνα σε ένα σχέδιο, από κοινού με το IFP, και μετά να εκμεταλλευθεί τα σχετικά αποτελέσματα. Στην περίπτωση που η θυγατρική δεν χρησιμοποιήσει αυτή τη δυνατότητα, το IFP μπορεί να προτείνει τα αποτελέσματά του σε άλλες επιχειρήσεις. Κάθε εταίρος αναλαμβάνει τις δαπάνες της συμμετοχής του στο σχέδιο και κατά το πέρας του ερευνητικού σχεδίου, το IFP διατηρεί τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας επί των προϊόντων και των διεργασιών, ενώ η θυγατρική του διαθέτει τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας που αφορούν τα στάδια βιομηχανικής εκμετάλλευσης των προϊόντων και των διεργασιών. |
(*1) Ορισμένα μέρη του κειμένου έχουν απαλειφθεί, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν θα κοινοποιηθεί καμία εμπιστευτική πληροφορία. Τα μέρη αυτά σημειώνονται με αποσιωπητικά και ακολουθεί αστερίσκος.
(*2) Μέρη αυτού του κειμένου έχουν αντικατασταθεί, ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν θα κοινοποιηθεί καμία εμπιστευτική πληροφορία. Παραφράζουν τις μη αποκαλυπτόμενες πληροφορίες για να εξασφαλιστεί η κατανόηση και η συνοχή της απόφασης. Τα μέρη αυτά δηλώνονται με αγκύλες ακολουθούμενες από δύο αστερίσκους.
(12) Με επιστολή της 18ης Ιουνίου 2009, οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν στην Επιτροπή αντίγραφο των πρόσθετων πράξεων των συμβάσεων μεταξύ του δημόσιου οργανισμού EPIC και των θυγατρικών τους Axens και Prosernat, σύμφωνα με το άρθρο 6 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005. Όσον αφορά την Axens, η πρόσθετη πράξη […] (*) υπογράφηκε [το] (**) 2009 από […] (*) τον δημόσιο οργανισμό EPIC και την […] (*) Axens. Όσον αφορά την Prosernat, η πρόσθετη πράξη […] (*) υπογράφηκε [στις] (**) 2009 από […] (*) τον δημόσιο οργανισμό IFP και […] (*) την Prosernat.
(13) Ανακοίνωση της Επιτροπής - Κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη, (ΕΕ C 45 της 17.2.1996, σ. 5).
(14) Αυτές οι ελάχιστες αμοιβές περιορίζουν ουσιαστικά τις ενισχύσεις σε κάθε θυγατρική κατ' ανώτατο όριο στο 75 % του κόστους των μελετών σκοπιμότητας πριν από τις εργασίες της βιομηχανικής έρευνας, στο 50 % των δαπανών βιομηχανικής έρευνας και στο 25 % των δαπανών για δραστηριότητες προανταγωνιστικής ανάπτυξης.
(15) Από την αιτιολογική σκέψη 18 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας συνάγεται ότι η Επιτροπή προτίθεται να εξετάσει τις επιπτώσεις της μετατροπής του IFP σε EPIC στον δημόσιο οργανισμό IFP και στις θυγατρικές του, ως μοναδικό παράγοντα της αγοράς. Στην αιτιολογική σκέψη 36 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας διευκρινίζεται ότι αυτή η ενιαία οντότητα θεωρείται ως δυνητικός δικαιούχος της απεριόριστης εγγύησης του κράτους.
(16) Στη Γαλλία, εκτός από τις ίδιες τις δημόσιες αρχές, όπως το κεντρικό κράτος και οι οργανισμοί αυτοδιοίκησης, υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου: οι δημόσιοι οργανισμοί και οι όμιλοι δημοσίου συμφέροντος, που θεσπίστηκαν με το νόμο αριθ. 82-610 της 15ης Ιουλίου 1982. Στο εσωτερικό των «δημόσιων οργανισμών» μπορεί να γίνει μία βασική διάκριση ανάμεσα στους δημόσιους οργανισμούς διοικητικού χαρακτήρα (ΕΡΑ), οι οποίοι ασκούν παραδοσιακά καθήκοντα διοίκησης, και τους δημόσιους οργανισμούς βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα (EPIC) οι οποίοι ασκούν δραστηριότητες οικονομικής φύσης.
(17) Βλ. ιδίως το διάταγμα της 21ης Δεκεμβρίου 1987 (1ο πολιτικό τμήμα).
(18) Τα ίδια επιχειρήματα αναπτύσσονται διεξοδικότερα στο μέρος 2.1 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007 στις αιτιολογικές σκέψεις 20 έως 22.
(19) Βλ. επίσης μέρος 2.2 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, αιτιολογικές σκέψεις 23 έως 30.
(20) Κατ' εφαρμογή του άρθρου 21 του διατάγματος της 6ης Ιουλίου 2006, « Σε θέματα δημοσιονομικής και λογιστικής διαχείρισης ο δημόσιος οργανισμός IFP υπόκειται στους κανόνες που εφαρμόζονται στις βιομηχανικές και εμπορικές επιχειρήσεις ». Μολονότι ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν διαθέτει όργανο είσπραξης δημοσίων εσόδων, από ορισμένα στοιχεία συνάγεται επίσης ότι σε περίπτωση κλεισίματος ενός EPIC ο οποίος δεν διαθέτει όργανο είσπραξης δημοσίων εσόδων, τα χρέη του μεταβιβάζονται στο κράτος ή σε άλλον δημόσιο οργανισμό. Η Επιτροπή παραπέμπει στα παραδείγματα των Charbonnages de France και της ERAP τα οποία αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 49 και 50 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, που αποδεικνύουν ότι, σε περίπτωση λύσης και εκκαθάρισης μιας EPIC, ακόμη και χωρίς όργανο είσπραξης δημοσίων εσόδων, η δυνατότητα μεταφοράς των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε έναν άλλο δημόσιο οργανισμό ή στο κράτος δεν είναι μόνο υπαρκτή, αλλά προβλέπεται σαφώς από την αγορά.
(21) Βλ. επίσης το μέρος 2.3 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, αιτιολογικές σκέψεις 31 έως 36.
(22) Βλ. επίσης το μέρος 2.4 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007, αιτιολογική σκέψη 37.
(23) Βλ. ιδίως τις επιστολές των γαλλικών αρχών της 18ης Ιουλίου 2006, της 30ής Ιανουαρίου 2008 και της 26ης Ιουνίου 2008.
(24) Η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα επιχειρήματα αυτά έχουν ήδη παρουσιαστεί στο μέρος 3 (« Παρατηρήσεις και πρόταση των γαλλικών αρχών ») της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007. Για λόγους απλούστευσης της παρουσίασης, η Επιτροπή θα παραπέμπει σε αυτές όσο το δυνατό συχνότερα.
(25) Απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας της 1ης Απριλίου 1938, Société de l'hôtel d'Albe, Συλλογή σ. 341.
(26) Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας σχετικά με την υπόθεση Campoloro (10 Νοεμβρίου 1999 και 18 Νοεμβρίου 2005). Βλ. αιτιολογική σκέψη 59 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας.
(27) Βλ. παρατηρήσεις των γαλλικών αρχών που κοινοποιήθηκαν στις 23 Ιανουαρίου' 2008 και 27 Οκτωβρίου 2009 στο πλαίσιο της υπόθεσης των ταχυδρομικών υπηρεσιών, στις οποίες παραπέμπουν, τηρουμένων των αναλογιών, για την παρούσα διαδικασία σχετικά με τον δημόσιο οργανισμό IFP.
(28) Βλ. έκθεση του Συμβουλίου Επικρατείας του έτους 2006, σ. 69.
(29) Βλ. παρατηρήσεις των γαλλικών αρχών που διαβιβάστηκαν στις 27 Οκτωβρίου 2009 στο πλαίσιο της απόφασης C 56/2007.
(30) Οι γαλλικές αρχές τονίζουν ότι, αντιθέτως, έπρεπε να είχε χορηγηθεί ρητή εγγύηση κατά την μετατροπή το 1999 της Διοίκησης των ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών σε αυτόνομο νομικό πρόσωπο, ενώ αυτό δεν θα ήταν απαραίτητο εάν η La Poste, ως οργανισμός εξομοιούμενος με EPIC, επωφελούνταν λόγω του καθεστώτος της από κρατική εγγύηση. Επίσης, ρητές εγγυήσεις χορηγήθηκαν και στην ERAP και την Agence Française du Développement, που είναι και οι δύο EPIC.
(31) La responsabilité des AAI dotées de la personnalité morale: coup d'arrêt à l'idée de «garantie de l'État»; D. Labetoulle; RJEP/CJEG no 635, Οκτώβριος 2006.
(32) Βλ. παρατηρήσεις των γαλλικών αρχών της 23ης Ιανουαρίου 2008 στο πλαίσιο της υπόθεσης των ταχυδρομικών υπηρεσιών.
(33) Συμβούλιο Επικρατείας, 10 Νοεμβρίου 1999, Société de gestion du port de Campoloro, Συλλογή σ. 3409
(34) Συμβούλιο Επικρατείας, 18 Νοεμβρίου 2005, Société de gestion du port de Campoloro.
(35) Le Préfet face à l'inexécution par une collectivité territoriale d'un jugement la condamnant pécuniairement; P. Bon, RFDA – mars avril 2006, p. 341. Le pouvoir de substitution du préfet en cas d'inexécution de la chose jugée par les collectivités territoriales; C. Landais et F. Lenica, AJDA, 23 janvier 2006, σ. 137.
(36) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ για τις κρατικές ενισχύσεις με μορφή εγγυήσεων, ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14.
(37) Η διαδικασία που θα έπρεπε να ακολουθηθεί σε περίπτωση αφερεγγυότητας του δημόσιου οργανισμού IFP θα πρέπει να προσδιοριστεί και να δημοσιοποιηθεί.
(38) Η διαδικασία αυτή πρέπει να είναι είτε διαδικασία ιδιωτικού δικαίου, είτε διαδικασία που παρέχει στους πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP δικαιώματα που δεν υπερισχύουν των δικαιωμάτων που θα είχαν κατ' εφαρμογή του εμπορικού δικαίου.
(39) Κατά την άποψη των γαλλικών αρχών, η τήρηση των κριτηρίων αυτών είναι αρκετή για να αποκλεισθεί η ύπαρξη οποιουδήποτε πλεονεκτήματος, αλλά δεν είναι απαραίτητη. Ιδίως, θα ήταν παράλογο να θεωρηθεί ότι η υποτιθέμενη ύπαρξη αμφιβολίας σχετικά με την εφαρμοστέα διαδικασία σε περίπτωση αφερεγγυότητας θα μπορούσε να συνεπάγεται καλύτερους όρους χρηματοδότησης.
(40) Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, υπό αυτές τις συνθήκες, η επιχείρηση θα αναγκαζόταν σε ένα πρώτο στάδιο να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της με στόχο να θέσει σε εφαρμογή ένα σχέδιο εξυγίανσης του παθητικού. Σε ένα δεύτερο στάδιο, εάν το σχέδιο αυτό δεν κρινόταν ικανοποιητικό ή εάν δεν επέτρεπε την επίλυση των οικονομικών δυσκολιών, και ελλείψει νέας συμφωνίας με τους πιστωτές, οι πιστωτές, ή ορισμένοι από αυτούς, θα μπορούσαν να προσφύγουν στον αρμόδιο δικαστή για να επιδιώξουν την καταδίκη του οφειλέτη και, ως εκ τούτου, την αναγνώριση της απαίτησής τους. Θα εφαρμοζόταν δηλαδή η διαδικασία που θεσπίστηκε με το νόμο της 16ης Ιουλίου 1980, βάσει της οποίας θα μπορούσε, ενδεχομένως, η εποπτεύουσα αρχή να υποκαταστήσει την διοίκηση της La Poste για να λάβει τις αποφάσεις που είναι αναγκαίες για την πληρωμή των οφειλών της από τους πόρους του οργανισμού. Εάν η διαδικασία που θεσπίστηκε με τον νόμο της 16ης Ιουλίου 1980 κατέληγε στην ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού της La Poste και εάν η εποπτεύουσα αρχή βρισκόταν σε κατάσταση ουσιαστικής αδυναμίας, εφόσον δεν θα είχε πλέον κανένα περιουσιακό στοιχείο να εκχωρήσει και να δημιουργήσει τους απαραίτητους πόρους για την εξόφληση της οφειλής, η προβλεπόμενη από το νόμο της 16ης Ιουλίου 1980 διαδικασία θα τερματιζόταν.
(41) Σύμφωνα με το άρθρο L. 225-258 του εμπορικού κώδικα, όταν τα ίδια κεφάλαια μιας εταιρείας φθάνουν σε επίπεδο κατώτερο από το ήμισυ του μετοχικού κεφαλαίου της, η γενική συνέλευση οφείλει να διαπιστώσει και να αποφασίσει αν πρέπει να επέλθει πρόωρη λύση και εκκαθάριση. Εάν αποφασίσει τη συνέχιση της δραστηριότητας της εταιρείας, αυτή οφείλει, το αργότερο μέχρι το κλείσιμο της δεύτερης χρήσης μετά την τρέχουσα χρήση στην οποία πραγματοποιήθηκε η διαπίστωση των ζημιών, να προβεί σε ανασύσταση του κεφαλαίου της με ποσό τουλάχιστον ίσο προς το ήμισυ του εταιρικού κεφαλαίου, μειώνοντάς το εάν τα κεφάλαια δεν έχουν ανασυσταθεί διαφορετικά.
(42) ΔΕΚ, 21 Μαρτίου 1991, Ιταλία κατά Επιτροπής, υπόθεση C-303/88, Συλλογή I-1433, σκέψη 21.
(43) Βλέπε ιδίως ΔΕΚ, 16 Μαΐου 2002, Γαλλία κατά Επιτροπής (υπόθεση Stardust Marine), υπόθεση C-482/99, Συλλογή I-4397, σκέψεις 68 έως 83.
(44) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 21 Δεκεμβρίου 2005, κρατική ενίσχυση αριθ. N 531/2005 – Γαλλία – Μέτρα που συνδέονται με τη δημιουργία και τη λειτουργία της Banque Postale.
(45) Πρωτοδικείο ΕΚ, 12 Σεπτεμβρίου 2007, Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες ΑΕ κατά Επιτροπής, υπόθεση T-68/03, δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή· βλ. επίσης στο ίδιο πνεύμα, Πρωτοδικείο ΕΚ, 1η Ιουλίου 2008, Deutsche Post AG κατά Επιτροπής, υπόθεση T-266/02, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 92: « Επιπλέον, η Επιτροπή υποχρεούται να ερευνά την ύπαρξη πραγματικού πλεονεκτήματος για τον δικαιούχο της ενισχύσεως ».
(46) Διάταγμα αριθ. 81-501. Κατά τον χρόνο υποβολής της πρότασης των γαλλικών αρχών, το εκτελεστικό διάταγμα ήταν το διάταγμα αριθ. 81-501 της 12ης Μαΐου 1981 για την εφαρμογή του νόμου της 16ης Ιουλίου 1980 σχετικά με τα διοικητικά πρόστιμα και με την εκτέλεση των αποφάσεων από τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και σχετικά με το «τμήμα της έκθεσης και των μελετών» του Συμβουλίου Επικρατείας.
(47) Με την ανωτέρω τροποποίηση, η διάταξη του διατάγματος θα είχε ως εξής:
« Όταν η όχληση δεν αποφέρει αποτέλεσμα μέχρι τη λήξη αυτών των προθεσμιών, ο αντιπρόσωπος του κράτους ή η αρμόδια εποπτεύουσα αρχή προβαίνει στην εγγραφή της δαπάνης στον προϋπολογισμό του υπερήμερου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή του δημόσιου οργανισμού. Αποδεσμεύει, εάν χρειαστεί, τους απαραίτητους πόρους στο εσωτερικό του προϋπολογισμού του φορέα τοπικής αυτοδιοίκησης ή του δημόσιου οργανισμού είτε μειώνοντας τις πιστώσεις που έχουν διατεθεί σε άλλες δαπάνες και δεν έχουν ακόμη αναλωθεί, είτε αυξάνοντας τους πόρους » (υπογράμμιση της σύνταξης).
(48) Οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν στη σκέψη 68 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, όπου η Επιτροπή κρίνει ότι η πρόταση των γαλλικών αρχών να τροποποιηθεί το διάταγμα εφαρμογής του νόμου της 16ης Ιουλίου 1980 « δεν επιτρέπει να αποκλεισθεί, σε περίπτωση εξάντλησης των πόρων της La Poste, η δυνατότητα του πιστωτή η απαίτηση του οποίου δεν ικανοποιείται στο πλαίσιο της εφαρμογής του νόμου του 1980 να προσφύγει στη δικαιοσύνη για να θεμελιώσει την ευθύνη του κράτους με το επιχείρημα της παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης έναντι των επιβαρύνσεων του δημοσίου. »
(49) Συμβούλιο Επικρατείας, 16 Νοεμβρίου 1998, υπόθεση Sille: « Εκτιμώντας, κατά πρώτον, ότι, όπως έκριναν τα πρωτοβάθμια δικαστήρια, αν και μπορεί να θεμελιωθεί η ευθύνη της δημόσιας εξουσίας, έστω και αντικειμενική, βάσει της αρχής της ίσης μεταχείρισης των πολιτών έναντι των επιβαρύνσεων του δημοσίου, σε περίπτωση που ένα μέτρο το οποίο έχει ληφθεί νόμιμα έχει ως αποτέλεσμα να προκληθεί σε βάρος ενός φυσικού ή νομικού προσώπου σχετικά σοβαρή ειδική ζημία, αυτό δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον ο κ. Sille, με την ιδιότητα του επαγγελματία μεσίτη, δεν μπορούσε να αγνοεί τους αστάθμητους παράγοντες που βαρύνουν αναγκαστικά την υλοποίηση ενός στεγαστικού προγράμματος, όπως αυτό που είχε προβλεφθεί στην προκειμένη περίπτωση και για την υλοποίηση του οποίου έπρεπε κυρίως να τροποποιηθούν οι διατάξεις του σχεδίου χρήσεων γης και να ληφθεί η σύμφωνη γνώμη του δημοτικού συμβουλίου, και ο κ. Sille έπρεπε φυσιολογικά να προβλέψει ότι ήταν πιθανό, ενόψει της αρνητικής έκβασης της δημόσιας έρευνας και της εχθρότητας με την οποία αντιμετωπίστηκε το σχέδιο, αυτό να εγκαταλειφθεί από την κοινότητα και ότι, εφόσον ανέλαβε αυτόν τον κίνδυνο με απόλυτη γνώση της κατάστασης, δεν θα μπορούσε εκ των υστέρων να υποστηρίξει ότι υπέστη ασυνήθη ζημία και ότι η κοινότητα πρέπει να υποστεί τις επαχθείς συνέπειες που είχε γι' αυτόν η εγκατάλειψη του επενδυτικού σχεδίου ».
(50) Συμβούλιο Επικρατείας, 10 Ιουλίου 1996, υπόθεση Meunier: « Εκτιμώντας ότι από την απόφαση εγκατάστασης της εμπορικής επιχείρησης σε μια τέτοια τοποθεσία και από επιστολή του δημάρχου που αναφερόταν στον κίνδυνο αστάθειας του εδάφους προέκυπτε ότι ο ενδιαφερόμενος είχε αποδεχθεί, γνωρίζοντας την κατάσταση, τους κινδύνους αστάθειας στους οποίους ήταν εκτεθειμένη η επιχείρησή του, το Cour administrative d'appel (Διοικητικό Εφετείο) διατύπωσε μια κυριαρχική εκτίμηση. Με το να θεωρήσει ότι η ζημία που προέκυψε από μια κατάσταση στην οποία ο ενδιαφερόμενος είχε εις γνώση του εκτεθεί δεν του παρείχε δικαίωμα αποζημίωσης, δεν αψήφησε τους κανόνες που διέπουν την ευθύνη των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. »
(51) Πρωτοδικείο, 21 Μαΐου 2010, Γαλλία κατά Επιτροπής, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-425/04, T-444/04, T-450/04 και T-456/04, δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή. Σε αυτή την απόφαση, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε « την ενδεχόμενη βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως της FT η οποία θα μπορούσε να απορρέει από αυτή την προσφορά [το σχέδιο σύμβασης προκαταβολής του μετόχου ούτε υπογράφηκε ούτε εκτελέστηκε από την FT] (…) σε σχέση με την κατάσταση στην οποία τελούσε (…) » (σκέψη 254), και ότι « Η Επιτροπή, όμως, δεν μπορούσε να εικάσει, στηριζόμενη αποκλειστικώς στην μονομερή προσφορά του Δημοσίου να χορηγήσει πίστωση συγκεκριμένου ποσού, ότι η προσφορά αυτή συνεπάγεται οικονομικά πλεονεκτήματα για τον δικαιούχο χωρίς να λάβει υπόψη ταυτόχρονα τους όρους που διέπουν την εκτέλεση της επίμαχης συμβάσεως πιστώσεως και, ειδικότερα, τους όρους σχετικά με την παροχή και την απόδοση της εν λόγω πιστώσεως, πολλώ μάλλον όταν ο δικαιούχος δεν αποδέχεται την προσφορά αυτή αλλά περιορίζεται στην αναχρηματοδότησή του σύμφωνα με τους όρους της αγοράς » (σκέψη 255) (Υπογραμμίσεις των γαλλικών αρχών).
(52) ΔΕΚ, 7 Μαρτίου 1990, Krantz.
(53) ΔΕΚ, 2 Σεπτεμβρίου 2010, Deutsche Post AG.
(54) Οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν στις επιστολές τους της 7ης Μαΐου και 9ης Ιουνίου 2008.
(55) Οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν στην απάντησή τους στην επιστολή της Επιτροπής της 3ης Αυγούστου 2007.
(56) ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114.
(57) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 3 Φεβρουαρίου 2004, « A report on the functioning of public procurement markets in the EU ».
(58) Η εταιρεία UOP Limited αναφέρει ότι δραστηριοποιείται στις αγορές της παροχής προϊόντων και υπηρεσιών στις βιομηχανίες διύλισης πετρελαίου, επεξεργασίας φυσικού αερίου, παραγωγής πετροχημικών και στις περισσότερες μεταποιητικές βιομηχανίες. Ειδικότερα, αναφέρει ότι σχεδιάζει, εφαρμόζει και επιτρέπει την εκμετάλλευση αδειών και διασφαλίζει τη συντήρηση τεχνολογιών διεργασιών όπως η μετατροπή του πετρελαίου, η παραγωγή καθαρών καυσίμων, η αποθείωση των καυσίμων και οι πετροχημικές τεχνολογίες. Αναφέρει ακόμη ότι παράγει καταλύτες, μοριακά φίλτρα, προσροφητικά και άλλους ειδικευμένους εξοπλισμούς. Επιπλέον, δηλώνει ότι έχει παρουσία σε διάφορα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Πολωνία, Σλοβακία, Ισπανία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο), διαθέτει αντιπροσωπείες στο Βέλγιο, τη Γαλλία και τη Γερμανία και έχει δύο εγκαταστάσεις παραγωγής, η πρώτη στο Brimsdown, Enfield, Μεγάλη Βρετανία, και η δεύτερη στο Reggio Καλαβρία της Ιταλίας.
(59) Η εταιρεία UOP Limited παραπέμπει στη σελίδα http://www.axens.net/about/history.html, όπως εμφανιζόταν στην 20 Νοεμβρίου 2008.
(60) Παραδείγματος χάρη, σχετικά με τον όγκο και την καθαρότητα των παραγόμενων ροών ή για την κατανάλωση πρώτης ύλης.
(61) Οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν στην προαναφερθείσα απόφαση Ν 531/2005, υποσημείωση 3.
(62) Το υπόμνημα αυτό υπάρχει από […] (*), ενημερωνόταν τακτικά και επικυρωνόταν[…] (*). Οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν ως παράρτημα στην επιστολή τους την έκδοση […] (*).
(63) Οι γαλλικές αρχές παραπέμπουν στην επιστολή της εταιρείας UOP Limited της 23ης Ιανουαρίου 2009 η οποία, κατά την άποψή τους, επαναλαμβάνει την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε στο σημείο 3 β) της επιστολής της 28ης Νοεμβρίου 2008.
(64) Βάσει των όρων αυτής της άδειας-πλαισίου, η Axens μπορεί να χρησιμοποιεί την παρούσα και μελλοντική διανοητική ιδιοκτησία του δημόσιου οργανισμού IFP κυρίως όσον αφορά τις διεργασίες στον τομέα δραστηριότητάς της, για να παρέχει εξειδικευμένες συμβουλές στους πελάτες σε σχέση με τις διεργασίες αυτές και να τους μεταβιβάζει το δικαίωμα χρήσης των συνδεδεμένων τεχνολογιών υπό μορφή περαιτέρω παραχωρήσεων αδειών εκμετάλλευσης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.
(65) Βάσει των όρων αυτής της άδειας-προϊόντων, η Axens μπορεί να χρησιμοποιεί την παρούσα και μελλοντική τεχνολογία του IFP στον τομέα δραστηριότητάς της για την παραγωγή και την πώληση στους πελάτες της καταλυτών, προσροφητικών, μαζών παγίδευσης, εξοπλισμών, άλλων προϊόντων και λογισμικών που έχει αναπτύξει το IFΡ.
(66) […] (*).
(67) Επιστολή των γαλλικών αρχών της 13ης Οκτωβρίου 2008, παράγραφος 203.
(68) Βλ. μέρος 4.1.1 Γ « Συμπεράσματα ως προς την ύπαρξη κρατικής εγγύησης προς όφελος της La Poste », στις αιτιολογικές σκέψεις 251 έως 255 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007.
(69) Καθεστώς το οποίο, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 12 (υποσημείωση αριθ. 11), εξομοιωνόταν με έναν EPIC πριν τη μεταβολή της μορφής της La Poste σε ανώνυμη εταιρεία.
(70) Απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας της 1ης Απριλίου 1938, société de l'hôtel d'Albe, Συλ. σ. 341.
(71) Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας σχετικά με την υπόθεση Campoloro (10 Νοεμβρίου 1999 και 18 Νοεμβρίου 2005).
(72) Σε αυτή την απόφαση, το Συμβούλιο Επικρατείας αρνήθηκε μόνο να ικανοποιήσει το αίτημα του πιστωτή το οποίο απευθύνθηκε απευθείας στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων. Για να ενεργοποιηθεί μια εγγύηση απαιτείται κατάσταση αφερεγγυότητας και δεν μπορεί να υποχρεωθεί το κράτος με μια απλή αίτηση του πιστωτή να εξοφλήσει την οφειλή ενός δημόσιου οργανισμού.
(73) Η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυσή της στην υπόθεση Camporolo στο τμήμα 4.1.1. A.β) 3o) της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007.
(74) Εντούτοις, σε περίπτωση ανεπάρκειας στοιχείων ενεργητικού του δημόσιου οργανισμού IFP μετά τη μεταβολή του καθεστώτος του, το σύνολο των πιστωτών του, ανεξάρτητα από την ημερομηνία γέννησης της απαίτησής τους, θα βρισκόταν σε παρόμοια κατάσταση, θα ήταν όλοι αντιμέτωποι με το ανεφάρμοστο στον δημόσιο οργανισμό IFP των διαδικασιών κοινού δικαίου σε θέματα εξυγίανσης και εκκαθάρισης προβληματικών επιχειρήσεων. Όλοι οι πιστωτές του δημόσιου οργανισμού IFP θα διασφαλίζονταν ότι οι απαιτήσεις τους τελικά θα ικανοποιούνταν, όπως εξηγείται στο σημείο Α. β).
(75) Το γεγονός ότι η ύπαρξη αυτής της δεύτερης κατηγορίας εγγυήσεων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 34 του LOLF, εξηγεί γιατί η νομολογία σχετικά με τις εγγυήσεις στους παραχωρησιούχους καλύπτει την περίοδο μετά το 2001. Εξηγεί επίσης ότι, όταν το κράτος είναι μέτοχος ή συνεταίρος μιας εταιρείας ή μιας ένωσης για την οποία ο εμπορικός κώδικας δεν περιορίζει την εγγύηση των οφειλών, δεν είναι υποχρεωμένο κάθε φορά να το προσδιορίζει σε ένα νόμο του προϋπολογισμού. Η Επιτροπή οφείλει να διευκρινίσει ως προς αυτό ότι η εξεταζόμενη εγγύηση απορρέει από το καθεστώς EPIC του δημόσιου οργανισμού IFP, είτε πρόκειται για εγγύηση που συνδέει το κράτος και τον δημόσιο οργανισμό IFP (εφόσον οι πιστωτές του IFP δεν είναι παρά έμμεσοι δικαιούχοι), είτε η εγγύηση αυτή δεν αφορά μόνο την εξόφληση των ατομικών απαιτήσεων, αλλά επίσης και τη διατήρηση της ύπαρξης του δημόσιου οργανισμού IFP ή/και των υποχρεώσεών του.
(76) Απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Ιουνίου 2008, υπόθεση T-442/03, SIC/Επιτροπή (Συλλογή 2008 σελίδα II-1161, σκέψεις 124-127). Βλ. επίσης προαναφερθείσα ανακοίνωση σχετικά με τις εγγυήσεις.
(77) Συγκεκριμένα, δεν εφαρμόστηκε κατά τη μετατροπή της IFP, της France Télécom, της Gaz de France, της EDF και της ADP.
(78) Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, σε αντίθεση με την προηγούμενη κατάσταση, δεν θα ήταν απαραίτητο να παρασχεθεί ρητή εγγύηση στις οφειλές που συνάπτονται από τη Διοίκηση των ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών οι οποίες μεταβιβάστηκαν στη La Poste, εάν αυτή απολάμβανε λόγω του καθεστώτος της την εγγύηση του κράτους. Αυτό έγινε, ωστόσο, με διάταγμα της 31ης Δεκεμβρίου 1990.
(79) La responsabilité des AAI dotées de la personnalité morale: coup d'arrêt à l'idée de «garantie de l'État»· D. Labetoulle·RJEP/CJEG no 635, octobre 2006.
(80) Ως προς αυτό το σημείο, η Επιτροπή παραπέμπει επίσης στο μέρος 4.1.1.A β) 3o) της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007.
(81) Η Επιτροπή παραπέμπει στις αιτιολογικές σκέψεις 139 έως 141 της προαναφερθείσας απόφασης σ C 56/2007. Το ακόλουθο μέρος της σημείωσης δημοσιοποιήθηκε από τους συντάκτες της έκθεσης για το 1995 (σελίδα 219): « Στην περίπτωση του νομοσχεδίου σχετικά με τη συμμετοχή του κράτους στα σχέδια εξυγίανσης της Crédit Lyonnais και του Comptoir des Entrepreneurs, το Συμβούλιο Επικρατείας (…) έκρινε ότι η εγγύηση που παρείχε το κράτος σε αυτόν τον οργανισμό απορρέει, χωρίς να υπάρχει ρητή νομοθετική διάταξη, από τον ίδιο τον χαρακτήρα δημόσιου οργανισμού ».
(82) Βλ. σημείο 5 του παραρτήματος αυτού του υπομνήματος που αναφέρεται σε διάφορες πράξεις, όπως για παράδειγμα « υπουργική επιστολή ή κάθε άλλη βάση ».
(83) Σε επεξηγηματικό σημείωμα που προσαρτήθηκε στο εν λόγω υπόμνημα, και συγκεκριμένα στο μέρος 3 με τίτλο « η εμπειρία από την απαίτηση εγγυήσεων και η νομολογία του Συμβουλίου επέτρεψαν να εντοπιστούν ορισμένες περιπτώσεις έμμεσων εγγυήσεων οι οποίες θα πρέπει να προσδιοριστούν,» οι γαλλικές αρχές αναφέρουν ότι « Ορισμένες νομικές μορφές εταιρειών συνεπάγονται εξ ορισμού την ευθύνη των μετόχων τους, ιδίως οι sociétés en nom collectif (SNC) (ομόρρυθμες εταιρείες) και οι groupement momentané d’enterprises (GIE) (προσωρινές κοινοπραξίες επιχειρήσεων). Στην περίπτωση αυτών των δύο μορφών, οι τρίτοι στρέφονται συστηματικά κατά του κράτους μετόχου. Το ίδιο ισχύει και με τη σύσταση δημόσιων οργανισμών και ορισμένων συμμετοχών σε ανώνυμες εταιρείες ».
(84) Οι όροι των εφαρμοστέων πράξεων, του νόμου της 16ης Ιουλίου 1980, του διατάγματος της 20ής Μαΐου 2008 που αντικαθιστά το διάταγμα της 12ης Μαΐου 1981 και της εγκυκλίου της 16ης Οκτωβρίου 1989, αναφέρονται στο τμήμα σχετικά με την περιγραφή του μέτρου στην παρούσα απόφαση.
(85) Ο νόμος της 16ης Ιουλίου 1980 ορίζει ότι: « εάν το όργανο λήψης αποφάσεων του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή του δημόσιου οργανισμού δεν έχει αντλήσει ή δημιουργήσει πόρους, (…) η εποπτεύουσα αρχή επιλαμβάνεται και προβαίνει, εάν παραστεί ανάγκη, σε αυτεπάγγελτη εντολή πληρωμής ».
(86) Το διάταγμα της 12ης Μαΐου 1981, το οποίο δεν τροποποιήθηκε ως προς αυτό το σημείο από το διάταγμα του 2008, προσδιορίζει ότι ο αντιπρόσωπος του κράτους ή η αρμόδια εποπτεύουσα αρχή « αποδεσμεύει, εάν χρειαστεί, τους αναγκαίους πόρους είτε μειώνοντας τις πιστώσεις που διατέθηκαν σε άλλες δαπάνες και δεν έχουν ακόμη αναλωθεί, είτε αυξάνοντας τους πόρους ».
(87) Η Επιτροπή παραπέμπει στο μέρος 4.1.1.A.β.3o της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007.
(88) Στο πλαίσιο της υπόθεσης των ταχυδρομικών υπηρεσιών, στο υπόμνημά τους που διαβιβάστηκε στις 27 Οκτωβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές αμφισβητούσαν «την αδυναμία» να συγκεντρωθούν ίδιοι πόροι με δύο επιχειρήματα. Το πρώτο, σχετικά με τις τιμές που εφαρμόζει η La Poste, δεν μπορεί παρ' όλα αυτά να εφαρμοστεί στις υπό εξέταση περιστάσεις, εφόσον οι τιμές που εφαρμόζει ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν υπόκεινται, σε αντίθεση με τις τιμές που εφαρμόζει η La Poste, σε τομεακή ρύθμιση.
(89) Η Επιτροπή παραπέμπει στα σημεία 112 και 113 του υπομνήματος που διαβίβασαν οι γαλλικές αρχές στις 23 Ιανουαρίου 2008, στο πλαίσιο της υπόθεσης των ταχυδρομικών υπηρεσιών.
(90) Για περισσότερες διευκρινίσεις σχετικά με τη θέση των γαλλικών αρχών, βλέπε ιδίως το μέρος 3.1.1.B.α) 2o) της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007.
(91) CEDH, 6 décembre 2006, Société de gestion du port de Campoloro et Société fermière de Campoloro c/ France, αριθ. 57516/00. Το ΕΔΑΔ έκρινε την υπόθεση Campoloro επιβαρύνοντας το κράτος με το σύνολο των οφειλών στις ενάγουσες εταιρείες από την Κοινότητα Santa-Maria-Poggio.
(92) Η απόφαση αναφέρει ότι « [η γαλλική κυβέρνηση] θεωρεί ότι η καθυστέρηση της πλήρους εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων οφείλεται αποκλειστικά σε αντικειμενικούς λόγους που συνίστανται στην ουσιαστική αδυναμία του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης να αποδεσμεύσει τους επαρκείς πόρους»· «Η κυβέρνηση υποστηρίζει, συνεπώς, ότι η μη εκτέλεση των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί δεν οφείλεται σε εκούσια παράλειψη των εθνικών αρχών, του κράτους ή του οργανισμού αυτοδιοίκησης. Η έλλειψη πιστώσεων δεν είναι πρόφαση, αλλά πραγματικότητα που οφείλεται στην αφερεγγυότητα του οφειλέτη νομικού προσώπου»· «Η μη εξόφληση της οφειλής οφείλεται αποκλειστικά σε χρηματοοικονομικές δυσκολίες του οργανισμού αυτοδιοίκησης και ο χαρακτήρας των περιστάσεων αυτών δεν φαίνεται να είναι τέτοιος που να απαλλάσσει τον φορέα της αυτοδιοίκησης από τις υποχρεώσεις του ούτε να μεταβιβάζει το βάρος της οφειλής στο κράτος (ΣΕ, κοινότητα Batz sur Mer, 25 Σεπτεμβρίου1970). Το εσωτερικό δίκαιο δεν παρέχει καμία νομική βάση για υποκατάσταση της κοινότητας από το κράτος για τη ρύθμιση των αποζημιώσεων. Η υποκατάσταση αυτή δεν θα μπορούσε ακόμη να βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της Σύμβασης, εφόσον μια τέτοια λύση θα ήταν αντίθετη με την ίδια την έννοια της νομικής προσωπικότητα, η οποία προϋποθέτει ανεξαρτησία, ξεχωριστή περιουσία ».
(93) « Έτσι, το εσωτερικό δίκαιο δεν προβλέπει κανένα μηχανισμό επίλυσης για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση παύσης πληρωμών από τη κοινότητα»· «Το κράτος δεν θα μπορούσε να απαλλαγεί από την υποχρέωσή του να εκτελεί τις δικαστικές αποφάσεις, επικαλούμενο την έλλειψη πιστώσεων ή την αυτονομία των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης την οποία δεν μπόρεσε να εγγυηθεί μέχρι σήμερα, εφόσον η κοινότητα δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της. Οι ενάγουσες καταγγέλλουν, κατά συνέπεια, την ανικανότητα του κράτους να λάβει θετικά μέτρα που θα επέτρεπαν στην κοινότητα να υλοποιήσει την υποχρέωση της». «Οι ενάγουσες διαπιστώνουν ότι το Συμβούλιο Επικρατείας, στην απόφασή του της 18ης Νοεμβρίου 2005, έκρινε ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν να παράσχει στον αντιπρόσωπο του κράτους, σε περίπτωση αδυναμίας ενός οργανισμού αυτοδιοίκησης να εγγυηθεί την εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης, την εξουσία να υποκαταστήσει τα όργανα αυτού του φορέα αυτοδιοίκησης, ώστε να αποδεσμεύσει ή να δημιουργήσει τους πόρους που θα επέτρεπαν την πλήρη εκτέλεση της εν λόγω δικαστικής απόφασης. Στη αυτές ακριβώς τις ελλείψεις του γαλλικού κράτους βασίζονται οι ενάγουσες και ζητούν να διαπιστωθεί η παραβίαση του άρθρου 6 παράγραφος 1 και να καταβληθεί αποζημίωση, εφόσον αυτό δεν βρίσκεται κατά κανένα τρόπο σε αντίθεση με την ίδια την έννοια του νομικής προσωπικότητας ούτε και με τις έννοιες της ανεξαρτησίας και της διάκρισης των περιουσιακών στοιχείων ».
(94) « Η αδυναμία στην οποία περιήλθαν οι ενδιαφερόμενοι να επιτύχουν την εκτέλεση αυτών των δικαστικών αποφάσεων συνιστά παρέμβαση στο δικαίωμα ιδιοκτησίας τους που εμπίπτει στην πρώτη φράση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 1. Η κυβέρνηση δεν έδωσε καμία εξήγηση γι' αυτή την παρέμβαση και το Δικαστήριο κρίνει ότι η έλλειψη πόρων δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει μια τέτοια παράλειψη (ibid)». «Συνολικά, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι ενάγουσες εταιρείες υπέστησαν και εξακολουθούν να υφίστανται ειδική και υπέρμετρη επιβάρυνση εξαιτίας της μη καταβολής των ποσών που έπρεπε να λάβουν κατ' εκτέλεση των προαναφερθεισών δικαστικών αποφάσεων της 10ης Ιουλίου 1992. Ως εκ τούτου, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 ».
(95) « Με βάση τα ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το εναγόμενο κράτος οφείλει να εξασφαλίσει να καταβληθούν στους ενάγοντες ή, κατά περίπτωση, στους δικαιούχους τους, οι οφειλές τις οποίες δικαιούνται από την έκδοση των αποφάσεων του διοικητικού πρωτοδικείου της Bastia της 10ης Ιουλίου 1992 (ibidem), έντοκες, μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης ».
(96) Η Επιτροπή οφείλει να επισημάνει ότι η διατύπωση που χρησιμοποιεί το ΕΔΑΔ δεν αναφέρει ενδεχόμενη ευθύνη του κράτους, αλλά κρίνει ότι το κράτος οφείλει να « διασφαλίσει » την πληρωμή. Η διατύπωση αυτή παραπέμπει περισσότερο σε εγγύηση παρά σε ευθύνη.
(97) Ένας νομικός μηχανισμός εσωτερικού δικαίου μπορεί, λοιπόν να ερμηνευθεί ως έμμεση εγγύηση.
(98) ΕΔΑΔ, 13 Μαΐου 1980, Artico/Ιταλία, σειρά A αριθ. 37: το ΕΔΑΔ αποφάσισε ότι, όταν η αθέτηση πληρωμών καταλογίζεται σε ένα άλλο πρόσωπο και όχι στο κράτος, το κράτος οφείλει, ως πάροχος της εγγύησης που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, να ενεργήσει με τρόπο που θα διασφαλίσει στον ενάγοντα την αποτελεσματική ικανοποίηση του δικαιώματος που του αναγνωρίζεται με αυτό το άρθρο.
(99) ΕΔΑΔ, 19 Μαρτίου 1997, Bourdov/Ρωσία, αριθ. 59498/00: το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι « μια κρατική αρχή δεν μπορεί να προφασιστεί την έλλειψη πιστώσεων για να μην εξοφλήσει την οφειλή της ».
(100) Η Επιτροπή παραπέμπει ιδίως στο σκεπτικό που ανέπτυξε στην απόφαση C 56/2007 σχετικά με την επίπτωση που θα είχε στην ευθύνη του κράτους η απορρόφηση από έναν δημόσιο οργανισμό μιας άλλης επιχείρησης, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας θα αναλάμβανε. Εάν, στη συνέχεια, έπρεπε να εξοφλήσει οφειλές αυτής της επιχείρησης έναντι ενός τρίτου, καμία σύμβαση και κανένα νομικό έγγραφο δεν θα μπορούσε να προβλέψει ότι το κράτος δεν είναι υποχρεωμένο να εξοφλήσει τις οφειλές αυτού του δημόσιου οργανισμού έναντι των πιστωτών της επιχείρησης την οποία εξαγόρασε, εφόσον κανένας δεν θα μπορούσε να το προβλέψει. Έτσι, μέσω ενός μηχανισμού μετατροπής (συγχώνευση, απορρόφηση) ορισμένων επιχειρήσεων στο εσωτερικό ενός δημόσιου φορέα, ο IFP μπορεί να καταστεί οφειλέτης για ορισμένα χρέη έναντι τρίτων, χωρίς να είναι δυνατό να προβλεφθεί με σύμβαση περιορισμός της εγγύησης του κράτους.
(101) Όπως θα αποδειχθεί στο τμήμα Β του παρόντος μέρους, ένας πιστωτής του δημόσιου οργανισμού IFP ο οποίος δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει την εξόφληση της ατομικής απαίτησής του ζητώντας την εκτέλεσή της, θα μπορούσε πάντοτε να ελπίζει ότι η απαίτησή του θα εξοφληθεί στο πλαίσιο μιας συνολικής εξυγίανσης του δημόσιου οργανισμού IFP με χρηματοδότηση του κράτους
(102) Η έννοια της εύλογης πλάνης η οποία θα μπορούσε να παράγει έννομα αποτελέσματα συνδέεται με τη θεωρία του ευλογοφανούς. Σύμφωνα με το λεξικό νομικών όρων Cornu, η θεωρία του ευλογοφανούς είναι « η εικόνα που προκύπτει, σκόπιμα ή μη, από τη σύγκλιση εξωτερικών ενδείξεων με τις οποίες παρουσιάζεται συνήθως μια κατάσταση, μια λειτουργία (ιδιότητα εντολοδόχου, κληρονόμου, ιδιοκτήτη …) και οι οποίες δημιουργούν την πεποίθηση ότι το πρόσωπο-φορέας αυτών των ενδείξεων βρίσκεται πράγματι σε αυτή την κατάσταση ή ασκεί αυτή τη λειτουργία ». Η θεωρία του ευλογοφανούς είναι μια « νομολογιακή θεωρία βάσει της οποίας το φαινόμενο είναι αρκετό από μόνο του για να παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων οι οποίοι, λόγω εύλογης πλάνης, αγνόησαν την πραγματικότητα ». Η θεωρία του ευλογοφανούς επιτρέπει στη νομολογία (ΕΔΑΔ, 7 Ιουνίου 2001, Kress) και στο ιδιωτικό δίκαιο να αναγνωρίσουν τα έννομα αποτελέσματα μιας σύμβασης, όταν ένα εκ των συμβαλλομένων μερών της έχει εύλογα εμπιστευθεί μια επίφαση νομιμότητας. Μπορεί επίσης να αναφερθεί το παράδειγμα της φαινομένης κατοικίας ή, στο δημόσιο δίκαιο, των de facto υπαλλήλων οι αποφάσεις των οποίων μπορούν να θεωρηθούν νόμιμες. Η εν λόγω θεωρία παρουσιάζει το πλεονέκτημα ότι διευκολύνει την απόδειξη της ύπαρξης ενός νομικού γνωρίσματος ή ενός αποτελέσματος, όταν η ύπαρξή του δεν επιβεβαιώνεται ρητά και άμεσα από καμία νομοθετική πράξη.
(103) Διάκριση που πραγματοποιήθηκε με βάση τις εξελίξεις της εργασίας του S. Carpi-Petit, Les successions en droit administratif, PUR, 2006.
(104) Εξ όσων γνωρίζει η Επιτροπή, δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα νομοθετικής πράξης που να τάσσεται υπέρ της διαγραφής των χρεών.
(105) Με βάση το νομικό λεξικό Cornu, η περιουσία είναι “ ένα σύνολο αγαθών και υποχρεώσεων του ίδιου προσώπου (δηλαδή των δικαιωμάτων και υποχρεώσεών του εκφρασμένων σε χρήμα) ”
(106) Ο σύμβουλος της Επιτροπής στην υπόθεση των ταχυδρομικών υπηρεσιών αναφέρεται στο μοναδικό γνωστό παράδειγμα διάλυσης δημόσιου οργανισμού λόγω λήξης της αποστολής του: στην εκκαθάριση του θεματικού πανεπιστημίου Agen (απόφαση της 15ης Ιουλίου 2002, JORF της 23ης Ιουλίου 2002). Το άρθρο 1 της εν λόγω απόφασης ορίζει ότι ο εκκαθαριστής οφείλει να « προτείνει στον αρμόδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση υπουργό την κατανομή μεταξύ των πανεπιστημίων Bordeaux I και Bordeaux IV των περιουσιακών στοιχείων, απαιτήσεων, οφειλών και του υπολοίπου του λογαριασμού εκκαθάρισης που θα απομείνουν μετά το πέρας της περιόδου εκκαθάρισης ». Προβλέπεται, λοιπόν, ρητά ότι οι οφειλές του εκκαθαρισθέντος δημόσιου ιδρύματος μεταβιβάζονται σε άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
(107) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 25 (τρίτη περίπτωση) και 45, καθώς και την υποσημείωση 20.
(108) Απόφαση του Πρωτοδικείου, συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-204/97 και T-270/97, EPAC/Επιτροπή, Συλλογή 2000 σελίδα II-2267, σκέψεις 80 και 81.
(109) Τμήμα 7.1 της απόφασης C 51/2005.
(110) Άρθρα 3-1, γ) της σύμβασης βιομηχανικής έρευνας μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Axens και της σύμβασης βιομηχανικής έρευνας μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Prosernat, άρθρο III.2 της σύμβασης μεταξύ του δημόσιου οργανισμού IFP και της Beicip-Franlab.
(111) Πρέπει να υπενθυμισθεί ότι το άρθρο 2 του νόμου της 25ης Ιανουαρίου 1985, που έγινε άρθρο L. 620-2 του εμπορικού κώδικα, ορίζει ότι: « Η δικαστική εξυγίανση και εκκαθάριση εφαρμόζονται σε κάθε έμπορο, σε κάθε πρόσωπο εγγεγραμμένο στο μητρώο επαγγελματιών, σε κάθε γεωργό και σε κάθε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου » (υπογράμμιση της σύνταξης).
(112) Βλ. άρθρο L. 640-1 εδάφιο 1 του εμπορικού κώδικα.
(113) Η απλουστευμένη διαδικασία που θεσπίστηκε με το νόμο της 26ης Ιουλίου 2005 δεν θα εφαρμοζόταν στις θυγατρικές Axens, Beicip-Franlab και Prosernat. Πράγματι, όπως ορίζει το άρθρο L.641-2 του εμπορικού κώδικα, η εν λόγω απλουστευμένη διαδικασία εφαρμόζεται εάν τα στοιχεία ενεργητικού του οφειλέτη δεν περιλαμβάνουν ακίνητα αγαθά, εάν η επιχείρηση δεν απασχόλησε περισσότερο από πέντε μισθωτούς κατά τη διάρκεια των έξι μηνών πριν από την έναρξη της διαδικασίας και αν ο κύκλος εργασιών προ φόρων της επιχείρησης είναι ίσος ή κατώτερος των 750 000 ευρώ. Σε περίπτωση δικαστικής εκκαθάρισης, οι εν λόγω θυγατρικές θα υπάγονταν, συνεπώς, στη διαδικασία «κοινού δικαίου», η οποία συνοψίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 143 και 144.
(114) Βλ. άρθρο L. 640-4 του εμπορικού κώδικα.
(115) Βλ. άρθρο L. 640-1 του εμπορικού κώδικα.
(116) Βλ. άρθρο L. 641-1, εδάφιο 2, του εμπορικού κώδικα.
(117) Βλ. άρθρο L. 641-4, εδάφιο 1, του εμπορικού κώδικα. Το δεύτερο εδάφιο του ίδιου άρθρου διευκρινίζει ότι οι εγχειρόγραφες απαιτήσεις (δηλ. αυτές που δεν έχουν καμία ειδική εγγύηση) δεν αποτελούν, κατά κανόνα, αντικείμενο επαλήθευσης, εάν φανεί ότι τα στοιχεία ενεργητικού θα απορροφηθούν εξ ολοκλήρου από τα δικαστικά έξοδα και τις προνομιακές απαιτήσεις.
(118) Μετά τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης εκκαθάρισης, όλοι οι πιστωτές της εν λόγω θυγατρικής του δημόσιου οργανισμού IFP, η απαίτηση των οποίων δημιουργήθηκε πριν από την απόφαση για την κίνηση διαδικασίας, θα όφειλαν να απευθύνουν στον αντιπρόσωπο των πιστωτών δήλωση των απαιτήσεών τους εντός προθεσμίας δύο μηνών από τη δημοσίευση της δικαστικής απόφασης για την έναρξη της διαδικασίας στο Bulletin Officiel des Annonces Civiles et Commerciales (BODACC).
(119) Βλ. άρθρα L.643-9 και επόμενα του εμπορικού κώδικα.
(120) Η αρχή της μη επανάληψης των διώξεων κατά του οφειλέτη υπόκειται σε ορισμένες εξαιρέσεις, ιδίως σε περίπτωση 1) προσωπικής χρεοκοπίας του οφειλέτη· 2) καταδίκης του οφειλέτη σε χρεοκοπία· 3) προηγούμενης διαδικασίας δικαστικής εκκαθάρισης (κλείσιμο για ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού), κατά τα τελευταία πέντε έτη πριν την κίνηση της εξεταζόμενης διαδικασίας· 4) απάτη έναντι ενός ή περισσότερων πιστωτών (το Πρωτοδικείο επιτρέπει την επανάληψη των ατομικών αγωγών κάθε πιστωτή έναντι του οφειλέτη). Τέλος, η διαδικασία μετά το κλείσιμο για ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού μπορεί να κινηθεί εκ νέου, εάν φανεί ότι στοιχεία ενεργητικού δεν ρευστοποιήθηκαν ή ότι δεν ασκήθηκαν αγωγές προς το συμφέρον των πιστωτών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
(121) Κατά Mestre (Lamy Sociétés Commerciales, 2003, αριθ. 1914), η επιστολή προθέσεων ορίζεται ως « το έγγραφο που απευθύνεται από μια μητρική εταιρεία στην δανειοδότρια τράπεζα της θυγατρικής της και με την οποία η εν λόγω μητρική εταιρεία, με διάφορους όρους, παρέχει στον αποδέκτη της επιστολής διαβεβαιώσεις ως προς τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από τη θυγατρική ». Κατά τους Cozian, Viandier, και Deboissy (Droit des Sociétés, Litec 16ème éd., no 1992 et s.), « υπογράφοντας την επιστολή προθέσεων, η μητρική εταιρεία υπόσχεται στον πιστωτή να μεριμνήσει ώστε η θυγατρική της να είναι σε θέση να ικανοποιήσει τις δεσμεύσεις της ». Σύμφωνα με τις πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν από τις γαλλικές αρχές, οι δεσμεύσεις των θυγατρικών ιδιωτικού δικαίου του ομίλου IFP δεν είναι ρητά εγγυημένες από τον δημόσιο οργανισμό IFP.
(122) B. Grimonprez, 2009, « Pour une responsabilité des sociétés mères du fait de leurs filiales », Revue des sociétés, σ. 715, σημείο 8.
(123) Το άρθρο αυτό ορίζει: « Οποιαδήποτε ενέργεια του ανθρώπου ο οποίος προκαλεί ζημία σε άλλον τον υποχρεώνει να αποκαταστήσει τη ζημία ».
(124) Βλ. άρθρο L. 651-2 του εμπορικού κώδικα.
(125) TC, 2 juillet 1984, Commissaire de la République du Loiret c/ TGI d'Orléans, Recueil, p. 449; AJDA 1984.562, concl. Lateboulle.
(126) TC, 23 janvier 1989, Préfet de la Loire c/ Tribunal de commerce de Saint-Étienne, Recueil, p. 291; D. 1989.367, concl. Mme F. Flipo; D. 1898.370, note P. Amselek et F. Derrida.
(127) Συμπεράσματα των κυβερνητικού επιτρόπου Emmanuel Glaser στην υπόθεση CE (3/8 SSR), 5 Δεκεμβρίου 2005, Département de la Dordogne, req. no 259748. Βλ. ιδίως: Bulletin Juridique des Collectivités Locales no 2/06, « La faillite d'un comité d'expansion économique entraîne-t-elle la responsabilité du département qui l'a créé?», σ. 138 – 143.
(128) TC, 15 novembre 1999, Comité d'expansion de la Dordogne c/ Département de la Dordogne: Rec., p. 479; AJDA 1999.992, chron. Mme P. Fombeur et M. Guyomar.
(129) TC, 8 février 1873, rec. 1er supplt 61, concl. David; GAJA, 15e éd., no 1.
(130) TC, 20 novembre 2006, SEM Olympique d'Alès en Cévennes, Rec., concl. Stahl.
(131) Το αντικείμενο της SEM Olympique d'Alès en Cévennes συνίστατο κυρίως στην οργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων με εισιτήριο, στην πρόσληψη και εκπαίδευση των παικτών και την προβολή, με όλα τα μέσα, της επαγγελματικής ομάδας της πόλης.
(132) Η χρηματοδότηση της SEM Olympique d'Alès en Cévennes εξασφαλιζόταν από τα έσοδα που προέρχονταν σε μεγάλο βαθμό από τα εισιτήρια των φιλάθλων, από τη διαφήμιση, από τις χορηγίες και τις επιχορηγήσεις της Ligue nationale ποδοσφαίρου και της γαλλικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου.
(133) Εμπορία καταλυτών και τεχνολογιών για τις βιομηχανίες διύλισης και πετροχημικών για την Axens· έκδοση και διάδοση ειδικευμένων λογισμικών και πραγματοποίηση μελετών και παροχής συμβουλών για την Beicip-Franlab· εμπορία εξοπλισμών επεξεργασίας φυσικού αερίου και ανάκτησης του θείου και υπηρεσία για την Prosernat.
(134) Ως επαγγελματικός οργανισμός, ο δημόσιος οργανισμός IFP δεν είχε χαρακτήρα δημόσιου οργανισμού, αλλά νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (CE, 5 / 3 SSR, 7 Δεκεμβρίου 1984, 16900 22572, δημοσιεύθηκε στη συλλογή Lebon). Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώθηκε με γνωμοδότηση του τμήματος οικονομικών του Συμβουλίου Επικρατείας το 1997 μετά από αίτημα του Υπουργού Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας (Section des finances - Avis no 360 991 της 26ης Αυγούστου 1997).
(135) Βλ. άρθρο. 621-2 δεύτερο εδάφιο του εμπορικού κώδικα: « Κατόπιν αιτήσεως του διοικητή, του εντεταλμένου δικαστικού, του δημόσιου κατήγορου ή αυτεπάγγελτα, η διαδικασία που έχει κινηθεί μπορεί να επεκταθεί σε ένα ή περισσότερα άλλα πρόσωπα σε περίπτωση συγχώνευσης των περιουσιακών στοιχείων τους με τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη ή εικονικότητας του νομικού προσώπου. Προς τούτο, η δικαιοδοσία παραμένει στο δικαστήριο που κίνησε την αρχική διαδικασία » (υπογράμμιση της σύνταξης).
(136) B. Grelon et C. Dessus-Larrivé, “ La confusion de patrimoines au sein d'un groupe ”, Rev. sociétés 2006. 281, no 3.
(137) Βλ. ιδίως την αιτιολογική σκέψη 158.
(138) Com. 16 oct. 2001, Act. proc. coll. 2001-20, no 256; Com. 8 janv. 2002, Act. proc. coll. 2002-6, no 70.
(139) Cour de cassation, chambre commerciale, 19 avril 2005, no 05-10094 (Metaleurop), D. 2005. AJ. 1225, obs. A. Lienhard et somm. 2013, obs. F.-X. Lucas; JCP E 2005. 721, note B. Rolland et chron. 1274, obs. P. Petel.
(140) Com. 10 janv. 2006, Rev. sociétés 2006. 629, note P. Rousel Galle.
(141) Βλ. υποσημείωση στη σελίδα 117.
(142) P. Roussel Galle, note préc.; P. Delmotte, Les critères de la confusion de patrimoines dans la jurisprudence de la Cour de cassation, RJDA 2006-6. 539, no 14.
(143) Βλ. αιτιολογική σκέψη 132 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005.
(144) Και, κατά συνέπεια, a fortiori το γεγονός που αναφέρει η εταιρεία UOP Limited στις παρατηρήσεις της ότι οι απασχολούμενοι της Axens και του δημόσιου οργανισμού IFP πραγματοποιούν ορισμένες φορές κοινές επισκέψεις στους πελάτες τους.
(145) Com. 13 oct. 1998, Bull. Joly 1999. 58, note P. Seerlooten.
(146) Σύμφωνα με τους συντάκτες της κοινοβουλευτικής έκθεσης που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 165, εταιρεία που ιδρύεται με σκοπό να εξασφαλίσει τη ρύθμιση του παθητικού μιας άλλης εταιρείας η οποία υπόκειται σε συλλογική διαδικασία και της οποίας τη δραστηριότητα συνεχίζει στις ίδιες εγκαταστάσεις, με την ίδια διοίκηση, την ίδια πελατεία και την ίδια σύμβαση δικαιόχρησης, είναι, κατά τη νομολογία, εικονική εταιρεία που δικαιολογεί την επέκταση της διαδικασίας εξυγίανσης.
(147) Ιδίως στους ακόλουθους διαδικτυακούς τόπους: http://www.ifpenergiesnouvelles.fr; http://www.axens.net/; http://www.beicip.com/index.php/eng; http://www.prosernat.com/en/ όπως εμφανίζονταν στις 28 Ιουνίου 2011.
(148) Διεύθυνση: 1 & 4, avenue de Bois-Préau, 92852 Rueil-Malmaison Cedex – France.
(149) Διεύθυνση: Rond-point de l'échangeur de Solaize, BP 3, 69360 Solaize – France.
(150) Διεύθυνση: Hélioparc Pau-Pyrénées, 2, avenue du Président Pierre Angot, 64000 Pau – France.
(151) Διεύθυνση: 89, boulevard Franklin Roosevelt – BP 50802, 92508 Rueil-Malmaison Cedex – France.
(152) Διεύθυνση: 232, Avenue Napoléon Bonaparte – P.O. BOX 213, 92502 Rueil-Malmaison – France.
(153) Διεύθυνση: 100 -101, Terrasse Boieldieu, 92800 Puteaux – France.
(154) Πληροφορίες διαθέσιμες την 28η Ιουνίου 2011 στον ακόλουθο διαδικτυακό τόπο: http://www.prosernat.com/en/contactus/zoom_image_img20080715219.php.
(155) Cour de cassation, chambre commerciale, 18 Δεκεμβρίου 2007, αριθ. 06-14093.
(156) P. Delebecque, « Groupes de sociétés et procédures collectives: confusion de patrimoines et responsabilités des membres du groupe », Rev. proc. coll. 1998/2, σ. 129, spéc. no 14.
(157) Προαναφερθείσα κοινοβουλευτική έκθεση, σ. 63.
(158) B. Grimonprez, « Pour une responsabilité des sociétés mères du fait de leurs filiales », précité, point 10.
(159) Ibidem, point 11.
(160) D. Schmidt, La responsabilité civile dans les relations de groupes de sociétés, Rev. sociétés 1981., p. 725.
(161) Η ευθύνη έναντι τρίτων μπορεί θεωρητικά να θεμελιωθεί βάσει των άρθρων L. 223-22 και L. 225-251 C. com.
(162) Όσον αφορά την εκ των πραγμάτων διαχείριση, πρέπει να επισημανθεί ότι ο χαρακτηρισμός της μητρικής εταιρείας ως εκ των πραγμάτων διαχειριστή δεν είναι συστηματικός και ο δικαστής, ο οποίος κρίνει in concreto, απαιτεί συγκεκριμένες πράξεις που μπορούν να καταλογιστούν στη μητρική εταιρεία και να αποδεικνύουν ότι, χωρίς νόμιμο τίτλο, ασκούσε άμεσα ή έμμεσα θετική και ανεξάρτητη δραστηριότητα στην διοίκηση της θυγατρικής εταιρείας· βλ. ιδίως: Com. 9 mai 1978, D. 1979. 419, note M. Vasseur. Adde, J.-L. Rives-Langes, La notion de dirigeant de fait, D. 1975. chron. 41; D. Tricot, Les critères de la gestion de fait, Dr. et patr. janv. 1996, p. 24, cité par B. Grimonprez, précité, point 13.
(163) Εκτός του δικαίου των συλλογικών διαδικασιών, το Cour de cassation, εμπορικό τμήμα, 26 Μαρτίου 2008 αριθ. 07-11.619, Ademe c. Elf Aquitaine, έκρινε πρόσφατα ότι, εάν μπορούσε να αναζητηθεί υποκειμενική ευθύνη στο πλαίσιο της παρέμβασης μιας μητρικής εταιρείας στην θυγατρική της, μια μητρική εταιρεία δεν θα ήταν υποχρεωμένη, αποκλειστικά λόγω της συμμετοχής στη θυγατρική της, να την χρηματοδοτεί ώστε να της επιτρέπει να τηρεί τις υποχρεώσεις της (ακόμη και αν στην εν λόγω θυγατρική είχε ανατεθεί η παροχή δημόσιας υπηρεσίας που θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει κίνδυνο για το γενικό συμφέρον).
(164) Βλ. άρθρο L. 651-2 του εμπορικού κώδικα.
(165) Οι συντάκτες της προαναφερθείσας κοινοβουλευτικής έκθεσης αναφέρουν, παραδείγματος χάρη, ότι με αφορμή την απόφαση Metaleurop, που εξέδωσε το Cour de cassation στις 19 Απριλίου 2005, η υπηρεσία τεκμηρίωσης και μελετών του Δικαστηρίου ανέφερε ότι « ορισμένες συμπεριφορές (…) μιας μητρικής εταιρείας έναντι της θυγατρικής της θα μπορούσαν να συνιστούν, πράγματι, διαχειριστικά σφάλματα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού της θυγατρικής της ».
(166) Στην ειδική περίπτωση της περιβαλλοντικής ζημίας, λαμβανομένου υπόψη του ζωτικού χαρακτήρα των περιβαλλοντικών απαιτήσεων και του κινδύνου που θα αντιπροσώπευε για τον φορέα αυτοδιοίκησης η μη ικανοποίησή τους, το άρθρο L. 512-17 του περιβαλλοντικού κώδικα σχετικά με την αποκατάσταση των τοποθεσιών μετά την εκμετάλλευση τροποποιήθηκε πρόσφατα, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η κίνηση διαδικασίας σε βάρος της μητρικής εταιρείας σε περίπτωση λανθασμένων ενεργειών που είχαν ως αποτέλεσμα την ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού που εμποδίζει τη θυγατρική να ικανοποιήσει τις υποχρεώσεις της για περιβαλλοντική εξυγίανση. Η διατύπωσή της στο νόμο αριθ. 2010-788 της 12ης Ιουλίου 2010 σχετικά με την εθνική δέσμευση για το περιβάλλον (βλ. άρθρο 277), το άρθρο 512-17 του περιβαλλοντικού κώδικα ορίζει: « Όταν ο φορέας εκμετάλλευσης είναι θυγατρική εταιρεία κατά την έννοια του άρθρου L. 233-1 του εμπορικού κώδικα και έχει κινηθεί εναντίον της διαδικασία δικαστικής εκκαθάρισης, ο εκκαθαριστής, ο δημόσιος κατήγορος ή ο αντιπρόσωπος του κράτους στον νομό μπορούν να προσφύγουν στο δικαστήριο που κίνησε τη διαδικασία ή αποφάσισε τη δικαστική εκκαθάριση για να θεμελιώσουν την ύπαρξη σφάλματος που διαπράχθηκε από τη μητρική εταιρεία, το οποίο συνέβαλε στην ανεπάρκεια στοιχείων ενεργητικού της θυγατρικής και να ζητήσουν, εάν διαπιστωθεί το εν λόγω σφάλμα, να επιβάλει στη μητρική εταιρεία την ολική ή μερική χρηματοδότηση των μέτρων αποκατάστασης του ή των εγκαταστάσεων κατά το τέλος της δραστηριότητάς.» (υπογράμμιση των συντακτών). Όσον αφορά τη αιτιώδη συνάφεια, βλ.: Paris, 15 janv. 1999, Bull. Joly 1999. 626, § 137, note B. Saintourens.
(167) Ενημερωτική έκθεση αριθ. 558 (2008-2009) de MM. Alain ANZIANI et Laurent BÉTEILLE, που συντάχθηκε εξ ονόματος της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, κατατέθηκε στη Γερουσία στις 15 Ιουλίου 2009 και σχετικά με την αστική ευθύνη (διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο της Γερουσίας: http://www.senat.fr/rap/r08-558/r08-5581.pdf).
(168) Προαναφερθείσα κοινοβουλευτική έκθεση σ. 62.
(169) Δυνάμει του πρώτου εδαφίου του άρθρου 1384 του αστικού κώδικα: « Είμαστε υπεύθυνοι όχι μόνο για τη ζημία που προκαλούμε από δικές μας πράξεις, αλλά και για τη ζημία που προκαλείται από τις πράξεις προσώπων για τα οποία λογοδοτούμε ή για πράγματα που έχουμε υπό τη φύλαξή μας ». Οι συντάκτες της προαναφερθείσας κοινοβουλευτικής έκθεσης επισημαίνουν ότι η νομολογία έχει παράγει δημιουργικό έργο θεσπίζοντας καθεστώτα ευθύνης τα οποία καμία πράξη δεν είχε προβλέψει, είτε πρόκειται για ευθύνη εκ διακινδυνεύσεως, για ευθύνη για πράξεις τρίτου ή ακόμη για ευθύνη για ασυνήθη διατάραξη της γειτονίας. Μέχρι σήμερα, η νομολογία δεν έχει καθορίσει ευθύνη της μητρικής εταιρείας για πράξεις των θυγατρικών της.
(170) Στην προκειμένη περίπτωση, η Ένωση Καταναλωτών Logement et Cadre de Vie (CLCV) καθώς και η ένωση UFC-Que choisir, βλ. προαναφερθείσα κοινοβουλευτική έκθεση, σελίδες 62 και 65.
(171) Έκθεση προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης που επιδόθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2005: « Avant-projet de réforme du droit des obligations (articles 1101 à 1386 du code civil) et du droit de la prescription (articles 2234 à 2281 du code civil) ».
(172) Προαναφερθέν προσχέδιο Catala σ. 166.
(173) Προαναφερθέν προσχέδιο Catala σ. 177.
(174) Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο της Γερουσίας: http://www.senat.fr/leg/ppl09-657.pdf
(175) Ως προς αυτό, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ανακεφαλαιοποίηση της θυγατρικής Prosernat, την οποία αναφέρουν οι γαλλικές αρχές στο σημείο 46 των παρατηρήσεων τους, πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2006 (δηλ. πριν από τη μεταβολή του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP στις 7 Ιουλίου 2006), δηλαδή σε μια περίοδο όπου η εν λόγω θυγατρική δεν καλυπτόταν ακόμη από απεριόριστη εγγύηση του κράτους.
(176) Απόφαση 2005/145/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Δεκεμβρίου 2003 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορήγησε η Γαλλία στην EDF και στον τομέα των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού και αερίου, (ΕΕ L 49 της 22.2.2005, σ. 9). Βλ. ιδίως την αιτιολογική σκέψη 135 της απόφασης: « Η Επιτροπή θεωρεί ότι η υπαγωγή της EDF στο κοινό πτωχευτικό δίκαιο θα έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση της απεριόριστης κρατικής εγγύησης που απολάμβανε. (Υπογράμμιση της σύνταξης).
(177) Βλ. άρθρο 2 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007: η πραγματική μετατροπή της La Poste σε ανώνυμη εταιρεία θα καταργήσει εκ των πραγμάτων την απεριόριστη εγγύηση την οποία λαμβάνει » (υπογράμμιση της σύνταξης).
(178) Η Επιτροπή παραθέτει στην υποσημείωση αριθ. 3 της απόφασης N 531/2005: « ως ανώνυμη εταιρεία κοινού δικαίου, η Banque Postale θα υπαχθεί στις διατάξεις κοινού δικαίου, ιδίως του νόμου αριθ. 85-98 σχετικά με τη ρύθμιση και δικαστική εκκαθάριση των επιχειρήσεων. Με αυτόν τον τρόπο, δεν θα απολαμβάνει την απεριόριστη εγγύηση του κράτους. » (Υπογράμμιση της σύνταξης).
(179) Βλ. αιτιολογική σκέψη 18 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005 καθώς και την αιτιολογική σκέψη 6 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας.
(180) Κοινοτικό πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων για την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία, ΕΕ C 323 της 30.12.2006, σ. 1.
(181) Κατά την έννοια του σημείου 2.2. ε) του πλαισίου Ε&Α&Κ.
(182) Κατά την έννοια του σημείου 2.2. στ) του πλαισίου Ε&Α&Κ.
(183) Κατά την έννοια του σημείου 2.2. ζ) του πλαισίου Ε&Α&Κ.
(184) Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-41/90, Hoefner & Elser, Συλλογή 1991, I-1979, σκέψη 21· C-309/99, Συλλογη 2002, I-157, σκέψεις 46 και επόμενες.
(185) Εφόσον τηρούνται επίσης οι άλλοι όροι που ορίζει το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
(186) Υπόθεση 118/85, Επιτροπή/Ιταλία, Συλλογή [1987], σ. 2599, σκέψη 7· υπόθεση C-35/96, Επιτροπή/ Ιταλία (CNSD), Συλλογή [1998], σ. I-3851, σκέψη 36· υπόθεση C-309/99, Wouters, Σκέψη [2002], σ. I-1577, σκέψη 46.
(187) Αυτή η πρακτική παρουσιάζεται συνοπτικά στο σημείο 3.1.1 του πλαισίου Ε&Α&Κ.
(188) Βλ. υποσημείωση αριθ. 25 του πλαισίου Ε&Α&Κ.: με τον όρο «εσωτερικό επίπεδο», η Επιτροπή εννοεί μια κατάσταση όπου η διατήρηση της γνώσης ενός ή περισσότερων ερευνητικών οργανισμών πραγματοποιείται είτε από ένα τμήμα ή μια θυγατρική του ερευνητικού οργανισμού, είτε από κοινού με άλλους ερευνητικούς οργανισμούς.
(189) Βλ, υποσημείωση αριθ. 24 του πλαισίου Ε&Α&Κ.
(190) Βλ. αιτιολογική σκέψη 151 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005.
(191) Βλ. αιτιολογική σκέψη 181 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/23005: « […] η δημόσια χρηματοδότηση αφορά μόνο τα στάδια βιομηχανικής έρευνας.»
(192) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 90 και 98 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας.
(193) Στην περίπτωση επιχειρήσεων που υπόκεινται σε χρηματοοικονομική αξιολόγηση από ανεξάρτητους οργανισμούς, όπως η La Poste, η Επιτροπή απέδειξε, στο σημείο 4.1.2. α) της απόφασης C 56/2007, ότι η εγγύηση που παρέχεται από το καθεστώς δημόσιου οργανισμού επέτρεπε στη δικαιούχο επιχείρηση να λάβει ευνοϊκότερους όρους πίστωσης από αυτούς που θα ελάμβανε βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.
(194) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 101 και 102 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας, όπου η Επιτροπή παραθέτει ιδίως έκθεση της γαλλικής Γερουσίας, στην οποία η επιτροπή οικονομικών δήλωσε για το θέμα του Εθνικού Σιδηροδρομικού Δικτύου: « Αυτός ο μηχανισμός [χρηματοδότησης], σε συνδυασμό με την έμμεση απεριόριστη και χωρίς όρους εγγύηση του κράτους, χάρη στο καθεστώς EPIC, μπορεί να παράσχει στο “Réseau Ferré National” σημαντική δυνατότητα δανεισμού με επιτόκια πολύ παραπλήσια με αυτά της SNCF.»
(*3) εκτός από τις επανεπεξεργασίες ενοποίησης των σ τοιχείων χρηματοδοτικής μίσθωσης
(*4) τα δεδομένα υποβάλλονται στις 31/12 κάθε έτους και δεν είναι γνωστά τα στοιχεία για το 2010.
(195) Πρέπει να επισημανθεί ότι η πρακτορεία επιχειρηματικών απαιτήσεων είναι σύμβαση με την οποία ένας «ανάδοχος επιχειρηματικών απαιτήσεων» (δηλ. ένα ειδικευμένο πιστωτικό ίδρυμα) αγοράζει, μέσω αμοιβής, τις απαιτήσεις που κατέχει ένας προμηθευτής επί των πελατών του. Ο προμηθευτής λαμβάνει τριπλή υπηρεσία: ο ανάδοχος απαιτήσεων του καταβάλλει μία ταμειακή προκαταβολή, αναλαμβάνει την εκτέλεση των εργασιών είσπραξης των απαιτήσεων και εγγυάται την πληρωμή τους (σε περίπτωση μη καταβολής, ιδίως σε περίπτωση αθέτησης πληρωμής του πελάτη, ο κίνδυνος βαρύνει τον ανάδοχο επιχειρηματικών απαιτήσεων). Όσον αφορά το τελευταίο σημείο, πρέπει να επισημανθεί ότι πρόκειται για εγγύηση εκτέλεσης σύμβασης, εφόσον ο ανάδοχος δεσμεύεται να καταβάλει στον πωλητή τα τιμολόγια που εξέδωσε. Ο κίνδυνος αφερεγγυότητας του αγοραστή και ο κίνδυνος μη πληρωμής κατά τη λήξη αναλαμβάνονται από τον ανάδοχο επιχειρηματικών απαιτήσεων.
(196) Η Επιτροπή θεμελιώνει αυτή την εκτίμηση βάσει πληροφοριών που είναι δημόσια διαθέσιμες. Βλ. ιδίως τους διαδικτυακούς τόπους οικονομικής ενημέρωσης http://www.netpme.fr και http://www.banque-info.com, και ιδίως το άρθρο για την πρακτορεία επιχειρηματικών απαιτήσεων του κ. Luc Bernet-Rollande, συμβούλου σε θέματα τραπεζικής και χρηματοδότησης στους ακόλουθους διαδικτυακούς τόπους: http://www.banque-info.com/fiches-pratiques-bancaires/l-affacturage και http://www.netpme.fr/banque-entreprise/2-affacturage.html (όπως εμφανίζονταν στις 28 Ιουνίου 2011).
(197) Με βάση τα στοιχεία που κοινοποίησε η Banque de France, οι γαλλικές αρχές επισημαίνουν ότι το μερίδιο των πράξεων που εμπεριέχει μια συνολική προσφορά η οποία περιλαμβάνει το σύνολο των ανωτέρω υπηρεσιών εξακολουθεί να μειώνεται από 45 % το 2008 σε 35 % το 2009 προς όφελος της κατ' εξουσιοδότηση διαχείρισης η οποία αυξήθηκε από 35 % σε 49 %. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, η κατανομή της δραστηριότητας πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων ανά τύπο πράξεων το 2009 ήταν η ακόλουθη: είσπραξη, χρηματοδότηση και εγγύηση (εκτός της κατ' εξουσιοδότηση διαχείρισης): 35,5 %· είσπραξη και χρηματοδότηση (εκτός από την κατ' εξουσιοδότηση διαχείριση): 6,9 %· κατ' εξουσιοδότηση διαχείριση: 49,1 %· είσπραξη και εγγύηση: 0,3 %· αντίστροφο φάκτορινγκ: 3,8 % (πρόκειται για μέθοδο που επιτρέπει σε έναν οφειλέτη να ζητήσει από τον ανάδοχο απαιτήσεων να τον υποκαταστήσει για να ικανοποιήσει τους κύριους προμηθευτές του. Για τον προμηθευτή, είναι η εγγύηση ότι θα πληρωθεί τοις μετρητοίς και χωρίς προσφυγή. Ο αγοραστής διατηρεί τις προθεσμίες πληρωμής, εξασφαλίζει τους προμηθευτές του, στηρίζει τα ταμειακά τους διαθέσιμα και λαμβάνει προκαταβολή για την πληρωμή τοις μετρητοίς)· Κοινοπρακτική ανάθεση: 3,8 % · διάφορα: 2,5 %.
(198) Ως προς αυτό οι γαλλικές αρχές επισημαίνουν δικαίως ότι δεν είναι δυνατό, όταν οι προμηθευτές πληρώνονται απευθείας, να καθοριστεί αν έχουν (ή δεν έχουν) συνάψει σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων με κατ' εξουσιοδότηση διαχείριση, όπως δεν είναι δυνατό, σε περίπτωση που ένας ανάδοχος επιχειρηματικών απαιτήσεων πληρώνεται αντί του προμηθευτή του, να είναι γνωστή η ακριβής έκταση των υπηρεσιών που έχει αναθέσει ο προμηθευτής με υπεργολαβία στον ανάδοχο απαιτήσεων, ιδίως το γεγονός εάν ο εν λόγω προμηθευτής έχει (ή δεν έχει) λάβει υπηρεσία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων με εγγύηση.
(199) Τους 10 πρώτους μήνες του έτους
(200) Όπως εξηγήθηκε στο πλαίσιο της προαναφερθείσας απόφαση C 51/2005, έξοδα που αποδίδονται στις διάφορες αγορές και τις δαπάνες προσωπικού αποτελούν αντικείμενο λογιστικής κατανομής, έτσι ώστε να υπάρχει σαφής διαχωρισμός στη λογιστική του δημόσιου οργανισμού IFP ανάμεσα στους δύο τύπους δραστηριοτήτων (οικονομικών και μη οικονομικών) του δημόσιου οργανισμού και των δαπανών και της χρηματοδότησής τους.
(201) Η αδυναμία αυτή (της τάξης του […] (*) %) εξηγείται από το γεγονός ότι τα αγαθά και οι υπηρεσίες που διατίθενται ειδικά για την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων αφορούν κυρίως αμοιβές, υπεργολαβίες, έξοδα μετακίνησης και αγορές αναλώσιμων που συνδέονται άμεσα (και τιμολογούνται στον πελάτη) με την παροχή της αντίστοιχης έρευνας.
(202) Το ποσό αυτό είναι αποτέλεσμα του πολλαπλασιασμού του κύκλου εργασιών που πραγματοποιείται ετησίως ([…] (*) ευρώ) με το ανώτατο ποσοστό που επιλέγεται για την κάλυψη κινδύνου αθέτησης του δημόσιου οργανισμού IFP (2,5 %). Ανά έτος, χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο υπολογισμού, και λαμβανομένων υπόψη των μεταβολών του κύκλου εργασιών, τα ποσά θα ήταν τα ακόλουθα: […] (*) ευρώ το 2007, […] (*) ευρώ το 2008, […] (*) ευρώ το 2009. Για το 2006, πρέπει επίσης θεωρητικά να εφαρμοστεί συντελεστής 48,5 % (= (365-188)/365) ώστε να ληφθεί υπόψη prorata temporis, η εγγύηση που άρχισε να ισχύει από τις 7 Ιουλίου 2006, 188η ημέρα του έτους 2006, και ημερομηνία της μεταβολής του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP, ήτοι ανώτατο ποσό […] (*) ευρώ.
(203) Οι όροι θεμελίωσης της ευθύνης εξ αδικοπραξίας υπόκεινται σε αυστηρά κριτήρια: πρέπει να υφίσταται (i) σφάλμα, (ii) ζημία, και (iii) αιτιώδης συνάφεια ανάμεσα στο σφάλμα και τη ζημία.
(204) Επειδή ο εν λόγω κίνδυνος είναι σημαντικός, ο δημόσιος οργανισμός IFP έχει συνάψει σύμβαση ασφάλισης με έναν κύριο ασφαλιστή, ο οποίος έχει συνάψει σύμβαση συνασφάλισης για τον επιμερισμό των κερδών και των κινδύνων που συνδέονται με τη σύμβαση.
(205) Cass. civ. 2o, 9 Ιουνίου 1993: « Εννοείται ότι η παρούσα πράξη [άρθρο 1382 του αστικού κώδικα] είναι ανεφάρμοστη για την αποκατάσταση ζημίας που συνδέεται με την εκτέλεση μιας συμβατικής δέσμευσης.»
(206) Σύμφωνα με τον εξειδικευμένο διαδικτυακό τόπο για τις εγγυήσεις εκτέλεσης http://www.performancesuretybonds.com, όπως εμφανιζόταν στις 28 Ιουνίου 2011.
(207) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 149 έως 151 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005.
(208) Βλ. αιτιολογική σκέψη 149 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005.
(209) Τα έξοδα διορισμού αντικλήτου αντιστοιχούν στις χρηματοοικονομικές ροές που δημιουργούνται από την εκμίσθωση υλικών ή χώρων (εργαστηρίων) και από τις συναφείς υπηρεσίες (νομική υπηρεσία).
(210) Η ένταση της ενίσχυσης είναι ο λόγος των χρησιμοποιούμενων δημοσίων κεφαλαίων προς το συνολικό κόστος του ερευνητικού προγράμματος, δηλ. στην προκειμένη περίπτωση 11,3/56.4 = 20 %.
(211) Τα ποσά αυτά προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του ετήσιου κύκλου εργασιών (ο οποίος αναφέρεται για κάθε έτος στη στήλη «ΚΕ») με το ανώτατο ποσοστό που επιλέγεται για την κάλυψη της εγγύησης εκτέλεσης σύμβασης (5 %). Για το 2006, θα έπρεπε θεωρητικά να εφαρμοστεί συντελεστής 48,5 % (= (365-188)/365) σε αυτό το προϊόν, ώστε να ληφθεί υπόψη το prorata temporis, εφόσον η εγγύηση άρχισε να ισχύει από τις 7 Ιουλίου 2006, 188η ημέρα του έτους 2006, ημερομηνία μεταβολής του καθεστώτος του δημόσιου οργανισμού IFP.
(212) Βλ. αιτιολογική σκέψη 104 της απόφασης για την κίνηση διαδικασίας.
(213) Βλ. αιτιολογική σκέψη 8 της προαναφερθείσας απόφασης N 531/2005: « Η απεριόριστη εγγύηση του κράτους στη La Poste θα αποτελέσει αντικείμενο χωριστής διαδικασίας. Εντούτοις, οι επιπτώσεις αυτής της εγγύησης στην Banque Postale θα εξεταστούν στην παρούσα απόφαση ». (Υπογράμμιση της σύνταξης).
(214) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 88 έως 91 της προαναφερθείσας απόφασης N 531/2005.
(*5) Σφάλμα, διάβασε «Beicip-Franlab» αντί «Beicip-Prosernat».
(215) Βλ. αιτιολογική σκέψη 96 της προαναφερθείσας απόφασης N 531/2005.
(216) Βλ. αιτιολογική σκέψη 132 της απόφασης.
(217) Βλ. αιτιολογική σκέψη 154 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005.
(218) Πρέπει να επισημανθεί ότι, εάν ασκείται για λογαριασμό των θυγατρικών, η έρευνα επί συμβάσει αφορά θεματικές εκτός των αποκλειστικών τομέων δραστηριότητας της Axens και Prosernat.
(219) Οι γαλλικές αρχές εξηγούν ότι μπορεί να πρόκειται, παραδείγματος χάρη, για γεωλογική μελέτη με βάση δεδομένα που παρέχει ο πελάτης, εργαστηριακές δοκιμές για […] (*) κλπ. ή για υπολογισμό επιδόσεων σε υλικό που έχει διατεθεί από τον πελάτη.
(220) Οι γαλλικές αρχές παρέθεσαν ιδίως τα παραδείγματα χρήσεων:
|
— |
του εξοπλισμού έρευνας […] (*) για αξιολόγηση […] (*) ή για την πραγματοποίηση δοκιμών […] (*) |
|
— |
του εξοπλισμού έρευνας […] (*) για υλοποίηση προγράμματος δοκιμών […] (*) ή για τη δοκιμή […] (*)· |
|
— |
ενός […] (*) ειδικά προσαρμοσμένου από το δημόσιο οργανισμό IFP για τις ερευνητικές εργασίες του […] (*) το […] (*) για […] (*)· |
|
— |
της μεθοδολογίας […] (*) που ανέπτυξε ο δημόσιος οργανισμός IFP για την πραγματοποίηση μελέτης […] (*) |
|
— |
κυττάρων δοκιμών προσαρμοσμένων για […] (*) ή […] (*)· |
(221) Οι γαλλικές αρχές παρέθεσαν το παράδειγμα χρησιμοποίησης ενός […] (*) για […] (*)·
(222) Οι γαλλικές αρχές παρέθεσαν ιδίως τα παραδείγματα χρήσεων:
|
— |
πραγματογνωμοσύνης […] (*)· |
|
— |
μελέτης σκοπιμότητας που αφορά […] (*). |
(223) Οι γαλλικές αρχές παρέθεσαν ιδίως τα παραδείγματα των ακόλουθων χρήσεων:
|
— |
μελέτη σκοπιμότητας […] (*), μελέτη σκοπιμότητας […] (*): πραγματογνωμοσύνη […] (*) αναπτύχθηκε με […] (*)· |
|
— |
μελέτη […] (*) στην εγκατάσταση του […] (*), σχέδιο […] (*): πραγματογνωμοσύνη στον τομέα του […] (*) - επικύρωση και βελτίωση των […] (*)· |
|
— |
[…] (*) στο πλαίσιο του σχεδίου […] (*) (επικύρωση του σχεδιασμού […] (*)) για σχεδιασμό […] (*). |
(224) Επρόκειτο για […] (*) πανεπιστήμιο που δημιουργήθηκε πρόσφατα […] (*) για το οποίο οι εργασίες έρευνας επί συμβάσει τιμολογούνταν στο πλαίσιο μιας ερευνητικής κοινοπραξίας με τη συμμετοχή του δημόσιου οργανισμού IFP, ενεργώντας για λογαριασμό […] (*).
(225) Εργασίες έρευνας πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό του […] (*). Οι […] (*) επιτρέπουν ιδίως […] (*) από […] (*).
(226) Η μελέτη πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του […] (*): ο δημόσιος οργανισμός IFP συνήθως επαλήθευσε […] (*) και υπέβαλε συστάσεις για […] (*) που χρησιμοποιείται για […] (*).
(227) […] (*) που έλαβε γνώση αυτού του εργαλείου, ζήτησε από τον δημόσιο οργανισμό IFP να εφαρμόσει […] (*).
(228) […] (*) ζήτησε από το δημόσιο οργανισμό IFP να προσαρμόσει […] (*) που θα επέτρεπε τη δοκιμή […] (*).
(229) […] (*) ζήτησε από το δημόσιο οργανισμό IFP να χρησιμοποιήσει την τεχνογνωσία του όσον αφορά το […] (*) για να επικυρώσει […] (*).
(230) […] (*).
(231) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, (ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5).
(232) Η Επιτροπή παραπέμπει ιδίως στο σημείο 4.1.β της προαναφερθείσας ανακοίνωσης για τις εγγυήσεις καθώς και στις παραγράφου 118 έως 123 των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις, (ΕΕ C 184 της 22.7.2008, σ. 13) (εφεξής «Κατευθυντήριες γραμμές για τους σιδηροδρόμους»)
(233) Βλ. ιδίως παράγραφο 120 των κατευθυντήριων γραμμών για τους σιδηροδρόμους, την αιτιολογική σκέψη 127 της προαναφερθείσας απόφασης EDF, την αιτιολογική σκέψη 311 της προαναφερθείσας απόφασης C 56/2007.
(234) Αν και η έκφραση «υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος» δεν ορίζονται στη συνθήκη, « επικρατεί ευρεία συμφωνία ότι ο όρος αναφέρεται σε υπηρεσίες οικονομικής φύσης για τις οποίες τα κράτη μέλη ή η Κοινότητα έχουν επιβάλει συγκεκριμένες υποχρεώσεις παροχής δημόσιων υπηρεσιών με βάση ένα κριτήριο περί γενικού συμφέροντος » (Επιτροπή, Πράσινο Βιβλίο για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, 21 Μαΐου 2003, σημείο 17, υπογράμμιση της σύνταξης).
(235) Η ανάλυση της λογιστικής αυτής της χρησιμοποίησης της ενίσχυσης εξετάζεται στο μέρος 7.3.2.
(236) Ιδίως λόγω του χαρακτήρα τους ως «πρωτότυπα» ή «πιλοτικά έργα» κατά την έννοια του σημείου 2.2. ζ) του πλαισίου E&A&K που θα ήταν υπερβολικά δαπανηρό, εάν έπρεπε να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά από τους πελάτες του δημόσιου οργανισμού IFP για σκοπούς επίδειξης και επικύρωσης.
(237) ΕΕ C 119 της 22.5.2002, σ. 22.
(238) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 168 έως 171 της απόφασης.
(239) Βλ. διαδικτυακό τόπο του SINTEF: http://www.sintef.no/default.aspx?id=490, όπως εμφανιζόταν στις 28 Ιουνίου 2011.
(240) Organisation de coopération et de développement économiques, 2002. «La mesure des activités scientifiques et technologiques, Méthode type proposée pour les enquêtes sur la recherche et le développement expérimental».
(241) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 168 έως 171 της απόφασης
(242) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 168 έως 171 της απόφασης.
(243) Οι ίδιοι πόροι αποτελούνται από μερίσματα και τέλη καθώς και άλλα προϊόντα, όπως τα έσοδα από διπλώματα ευρεσιτεχνίας που κατατίθενται από τον δημόσιο οργανισμό IFP. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη στην εξέτασή της μόνο τις αμοιβές που καταβάλλουν οι Axens και Prosernat.
(244) Δεδομένα που έχουν ληφθεί από την προαναφερθείσα απόφαση C 51/2005 για το έτος 2006 και από τις ετήσιες εκθέσεις που διαβίβασαν οι γαλλικές αρχές για τα έτη 2007 έως 2009.
(245) Βλ. τις δύο τελευταίες γραμμές του πίνακα 5 στην αιτιολογική σκέψη 236.
(246) Σταθμισμένος μέσος όρος των επιτρεπόμενων εντάσεων ενίσχυσης για τη βιομηχανική έρευνα και τις μελέτες σκοπιμότητας.
(247) Βλ. σημείο 6 του πλαισίου Ε&Α&Κ.
(248) […] (*).
(249) […] (*).
(250) Η μέθοδος αυτή […] (*) επιτρέπει να […] (*). Πρόκειται για βασικό στοιχείο των αλυσίδων[…] (*) που αποσκοπούν […] (*) Η αλυσίδα[…] (*) παρουσιάζει επιπλέον το ενδιαφέρον […] (*).
(251) Η ανάκτηση μετά την καύση είναι μία από τις μεθόδους που επιτρέπουν να αποφευχθεί, κατά την καύση ενός υδρογονάνθρακα ή του άνθρακα, η έκλυση C02 στην ατμόσφαιρα.
(252) Η Επιτροπή επισημαίνει ιδίως ότι ο ανταγωνισμός στις τιμές δεν αποτελεί το κύριο επιχείρημα της διαφοροποίησης των διαθέσιμων προσφορών στην αγορά, εφόσον οι πελάτες επιλέγουν μια τεχνολογία με διαφορετικά κριτήρια, ορισμένα από τα οποία, όπως το κόστος εγκατάστασης και η απόδοση της επένδυσης, θεωρούνται κρίσιμα στοιχεία, αλλά απολύτως εξωγενή προς τα σχέδια έρευνας.
(253) Η Επιτροπή παραπέμπει στην αιτιολογική σκέψη 204 της προαναφερθείσας απόφασης C 51/2005.
(254) Βλ. ιδίως το σημείο 1.5 της ανακοίνωσης σχετικά με τις εγγυήσεις που επιβεβαιώνει την αρχή της ουδετερότητας, καθώς και το σημείο 1.2 το οποίο εξηγεί ότι μια κρατική ενίσχυση μπορεί να απορρέει από το απλό γεγονός της νομικής μορφής (δεύτερη και τέταρτη περίπτωση αυτού του σημείου).