ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2011.078.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

54ό έτος
24 Μαρτίου 2011


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 287/2011 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 2011, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου του βολφραμίου, καρβιδίου του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένου με μεταλλική σκόνη και συντετηγμένου καρβιδίου του βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, κατόπιν επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009

1

 

*

Εκτελεστικός κανονισμός (EE) αριθ. 288/2011 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 2011, για την εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

13

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 289/2011 της Επιτροπής, της 23ης Μαρτίου 2011, σχετικά με τη διόρθωση του ουγγρικού κειμένου του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την αγορά και την πώληση γεωργικών προϊόντων από τη δημόσια παρέμβαση

21

 

 

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 290/2011 της Επιτροπής, της 23ης Μαρτίου 2011, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

22

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

*

Απόφαση 2011/178/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 2011, για την τροποποίηση της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

24

 

 

2011/179/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 39/96 (πρώην NN 127/92) που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία υπέρ του Coopérative d’exportation du livre français (CELF) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 8938]  ( 1 )

37

 

 

2011/180/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 23ης Μαρτίου 2011, για την εφαρμογή της οδηγίας 2002/55/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους κάτω από τους οποίους επιτρέπεται να διατίθενται στο εμπόριο μικρές συσκευασίες μειγμάτων τυποποιημένων σπόρων διαφόρων ποικιλιών κηπευτικών του ίδιου είδους [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2011) 1760]  ( 1 )

55

 

 

III   Λοιπές πράξεις

 

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

 

*

Απόφαση της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ αριθ. 5/2010/ΜΕ, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, για την τροποποίηση της απόφασης της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ αριθ. 4/2004/ΜΕ για τη σύσταση επιτροπής χρηματοδοτικού μηχανισμού

57

 

*

Απόφαση της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ αριθ. 6/2010/ΜΕ, της 9ης Δεκεμβρίου 2010, για την επέκταση των καθηκόντων του γραφείου για τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ και τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό

58

 

 

IV   Πράξεις θεσπισθείσες πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2009, δυνάμει της συνθήκης ΕΚ, της συνθήκης ΕΕ και της συνθήκης Ευρατόμ

 

*

Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 290/09/COL, της 1ης Ιουλίου 2009, σχετικά με την ενίσχυση που χορηγήθηκε για την εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στην κομητεία του Troms (Νορβηγία)

59

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/1


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 287/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 21ης Μαρτίου 2011

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου του βολφραμίου, καρβιδίου του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένου με μεταλλική σκόνη και συντετηγμένου καρβιδίου του βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, κατόπιν επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4 και το άρθρο 11 παράγραφοι 2, 5 και 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή («η Επιτροπή»), κατόπιν διαβούλευσης με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2737/90 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ 33 % στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ»). Με την απόφαση 90/480/ΕΟΚ (3), η Επιτροπή έκανε αποδεκτές τις αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν δύο σημαντικοί εξαγωγείς σχετικά με το προϊόν που υπόκειται στα μέτρα.

(2)

Κατόπιν της ανάκλησης των αναλήψεων υποχρεώσεων από τους δύο ενδιαφερόμενους κινέζους εξαγωγείς, η Επιτροπή επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2286/94 (4), προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος.

(3)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 610/95 (5), το Συμβούλιο τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2737/90 και επέβαλε οριστικό δασμό 33 % στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου. Μετά τη διαδικασία επανεξέτασης, που είχε κινηθεί βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού («η προηγούμενη έρευνα επανεξέτασης»), τα εν λόγω μέτρα παρατάθηκαν κατά ακόμη μία πενταετή περίοδο με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 771/98 του Συμβουλίου (6).

(4)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2268/2004 (7), ύστερα από επανεξέταση λόγω λήξης ισχύος, το Συμβούλιο επέβαλε δασμό αντιντάμπινγκ ύψους 33 % στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

(5)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1275/2005 (8), το Συμβούλιο τροποποίησε τον ορισμό του πεδίου εφαρμογής του προϊόντος για να καλύψει και το καρβίδιο του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένο με μεταλλική σκόνη.

2.   Αίτημα επανεξέτασης

(6)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη (9) των ισχυόντων οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ, η Επιτροπή, στις 30 Σεπτεμβρίου 2009, έλαβε αίτηση επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των εν λόγω μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η αίτηση υποβλήθηκε από την European Association of Metals (Eurometaux) («ο αιτών») εξ ονόματος παραγωγών της Ένωσης που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό, στη συγκεκριμένη περίπτωση πάνω από το 85 %, της συνολικής παραγωγής καρβιδίου του βολφραμίου, καρβιδίου του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένου με μεταλλική σκόνη και συντετηγμένου καρβιδίου του βολφραμίου της Ένωσης.

(7)

Η αίτηση βασίστηκε στους λόγους ότι η λήξη των μέτρων, ενδεχομένως να είχε ως αποτέλεσμα τη συνέχιση ή την επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ και την επανάληψη της ζημίας στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης.

3.   Έναρξη

(8)

Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε, μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υφίστανται επαρκή στοιχεία για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, ανήγγειλε, στις 30 Δεκεμβρίου 2009, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (10), την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης της ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

4.   Έρευνα

4.1.   Περίοδος της έρευνας

(9)

Η έρευνα με αντικείμενο τη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 («περίοδος έρευνας για την επανεξέταση» ή «ΠΕΕ»). Η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση της πιθανότητας να συνεχισθεί ή να επαναληφθεί η ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2006 έως το τέλος της ΠΕΕ («εξεταζόμενη περίοδος»).

4.2.   Μέρη τα οποία αφορά η έρευνα

(10)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον αιτούντα, τους λοιπούς γνωστούς παραγωγούς της Ένωσης, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους παραγωγούς στην ανάλογη χώρα και τους εκπροσώπους της ΛΔΚ σχετικά με την έναρξη επανεξέτασης λόγω της λήξης της ισχύος των μέτρων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που καθορίσθηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

(11)

Δόθηκε η δυνατότητα ακρόασης σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ιδιαίτερους λόγους να τύχουν ακρόασης.

(12)

Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται ή που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη. Ελήφθησαν απαντήσεις από επτά παραγωγούς της Ένωσης, έναν παραγωγό-εξαγωγέα στην ΛΔΚ, έναν παραγωγό-εξαγωγέα στην ανάλογη χώρα και τρεις χρήστες.

(13)

Κανένας από τους εισαγωγείς δεν απάντησε στο πλαίσιο της δειγματοληψίας ούτε υπέβαλε στην Επιτροπή πληροφορίες ούτε και αναγγέλθηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας. Καθώς μόνο ένας παραγωγός-εξαγωγέας από τη ΛΔΚ παρείχε τις ζητούμενες πληροφορίες, δεν ήταν αναγκαίο να επιλεγεί δείγμα.

(14)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που έκρινε απαραίτητα για τον προσδιορισμό, αφενός, της πιθανής συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ και της επακόλουθης ζημίας και, αφετέρου, του συμφέροντος της Ένωσης. Πραγματοποιήθηκαν επισκέψεις επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Παραγωγοί της Ένωσης

Wolfram Bergbau und Hütten-GmbH Nfg.KG., St Peter, Αυστρία

H. C. Starck GmbH & Co. KG, Goslar, Γερμανία

Eurotungstène poudres SA, Grenoble, Γαλλία

Global Tungsten & Powders spol. s r.o, Bruntál, Τσεχική Δημοκρατία

Treibacher Industrie AG, Althofen, Αυστρία

β)

Ανάλογη χώρα

Global Tungsten & Powders Corp., ΗΠΑ

γ)

Χρήστης

Sandvik Hard Materials, Epinouze, Γαλλία

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(15)

Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της επανεξέτασης είναι το καρβίδιο βολφραμίου, το καρβίδιο του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένο με μεταλλική σκόνη και το συντετηγμένο καρβίδιο του βολφραμίου καταγωγής ΛΔΚ («το υπό εξέταση προϊόν»), το οποίο επί του παρόντος υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ 2849 90 30 και ex 3824 30 00.

(16)

Το καρβίδιο του βολφραμίου, το καρβίδιο του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένο με μεταλλική σκόνη και το συντετηγμένο καρβίδιο του βολφραμίου είναι ενώσεις άνθρακα και βολφραμίου που παράγονται με θερμική κατεργασία (ενανθράκωση στην πρώτη περίπτωση, σύντηξη στην τρίτη). Τα εν λόγω προϊόντα είναι ενδιάμεσα προϊόντα, που χρησιμοποιούνται ως πρώτες ύλες στην κατασκευή σκληρών μεταλλικών στοιχείων, όπως για κοπτικά εργαλεία και καρβιδιόδεμα και στοιχεία υψηλής αντοχής στη φθορά, επιχρίσματα ανθεκτικά στην τριβή, για εργαλεία γεωτρήσεων και εξόρυξης, καθώς και σε καλούπια και αιχμές για τη χάραξη και τη σφυρηλάτηση μετάλλων.

(17)

Η παρούσα έρευνα επιβεβαίωσε ότι το υπό εξέταση προϊόν που κατασκευάζεται και πωλείται από τον παραγωγό-εξαγωγέα στην Ένωση είναι πανομοιότυπο όσον αφορά τα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και χρήσεις με το προϊόν που παράγεται από παραγωγούς της Ένωσης και πωλείται στην αγορά της Ένωσης ή με εκείνο που παράγεται και πωλείται στην ανάλογη χώρα και, συνεπώς, θεωρούνται ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Ή ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(18)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε αν υπήρχε πράγματι πρακτική ντάμπινγκ και αν, σε περίπτωση ύπαρξης τέτοιας πρακτικής, η λήξη της ισχύος των υφιστάμενων μέτρων θα ήταν ή όχι πιθανόν να οδηγήσει σε συνέχιση ή επανάληψη του ντάμπινγκ. Υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο της έρευνας βάσει του εν λόγω άρθρου, δεν επανεξετάζεται η μεταχείριση οικονομίας της αγοράς («ΜΟΑ»).

(19)

Όπως εξηγήθηκε ανωτέρω, δεν ήταν αναγκαία η δειγματοληψία όσον αφορά τους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ.

(20)

Στο στάδιο της δειγματοληψίας, ο μοναδικός συνεργαζόμενος κινέζος παραγωγός-εξαγωγέας εμφανίστηκε να αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 5 % των συνολικών κινεζικών εξαγωγών στην Ένωση. Οι κινεζικές αρχές και τα λοιπά ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού λόγω του χαμηλού επιπέδου συνεργασίας εκ μέρους των παραγωγών-εξαγωγέων. Η Επιτροπή δεν έλαβε απαντήσεις για την ανακοίνωση αυτή.

(21)

Ωστόσο, περαιτέρω στο πλαίσιο της έρευνας, στην απάντηση στο ερωτηματολόγιο, ο συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας διόρθωσε το λάθος στην έκθεση για τις εξαγωγικές πωλήσεις στην Ένωση και αναθεώρησε προς τα πάνω τον όγκο των εξαγωγών του στην Ένωση. Παράλληλα, ο όγκος του υπό εξέταση προϊόντος που εξήχθη στην Ένωση από τη ΛΔΚ αναλύθηκε περαιτέρω βάσει στοιχείων τηςΕurostat. Ως αποτέλεσμα, και μετά την επαλήθευση της απάντησης στο ερωτηματολόγιο, διαπιστώθηκε ότι ο όγκος εξαγωγών του συνεργαζόμενου παραγωγού-εξαγωγέα ήταν πολύ μεγάλος (11). Με βάση τα εν λόγω ευρήματα, εξήχθη το συμπέρασμα ότι η συνεργασία ήταν υψηλή.

2.   Ντάμπινγκ στις εισαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ

2.1.   Ανάλογη χώρα

(22)

Καθώς κανένας παραγωγός-εξαγωγέας από τη ΛΔΚ δεν έλαβε καθεστώς ΜΟΑ στην προηγούμενη έρευνα, η κανονική αξία για την Κίνα καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(23)

Στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας, προβλέφθηκε να χρησιμοποιηθούν οι ΗΠΑ ως κατάλληλη ανάλογη χώρα για το σκοπό του καθορισμού της κανονικής αξίας για τη ΛΔΚ. Τα ενδιαφερόμενα μέρη κλήθηκαν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την καταλληλότητα της επιλογής αυτής. Κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν διατύπωσε παρατηρήσεις ή αντιρρήσεις επ’ αυτού. Οι ΗΠΑ χρησιμοποιήθηκαν επίσης ως ανάλογη χώρα στην αρχική έρευνα, ενώ νέες ή μεταβληθείσες συνθήκες που θα δικαιολογούσαν μεταβολή δεν προέκυψε να υπάρχουν ούτε ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή. Εκτιμήθηκε ότι οι ΗΠΑ ήταν αντιπροσωπευτικές ως αγορά αναφοράς, ιδίως με βάση τη διαφάνεια και την ανταγωνιστικότητα της εγχώριας αγοράς των ΗΠΑ. Επιπλέον, ένας παραγωγός από τις ΗΠΑ συμφώνησε να συνεργασθεί στο πλαίσιο της παρούσας επανεξέτασης.

(24)

Ως εκ τούτου, οι ΗΠΑ χρησιμοποιήθηκαν ως ανάλογη χώρα οικονομίας της αγοράς για τον σκοπό της παρούσας επανεξέτασης.

2.2.   Κανονική αξία

(25)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία καθορίσθηκε με βάση επαληθευμένα στοιχεία που δόθηκαν από τον συνεργαζόμενο παραγωγό των ΗΠΑ στην ανάλογη χώρα, δηλαδή βάσει της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας τιμής στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, για τους τύπους προϊόντων που διαπιστώθηκε ότι πωλήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις.

(26)

Κατά συνέπεια, η κανονική αξία καθορίστηκε ως η μέση σταθμισμένη τιμή των εγχώριων πωλήσεων που εφάρμοσε προς τους μη συνδεδεμένους πελάτες ο συνεργασθείς παραγωγός των ΗΠΑ.

(27)

Κατ’ αρχάς, εξακριβώθηκε κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος προς ανεξάρτητους πελάτες του συνεργαζόμενου παραγωγού των ΗΠΑ ήταν αντιπροσωπευτικές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή εάν αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος όταν εξάγεται στην Ένωση. Οι εγχώριες πωλήσεις του συνεργαζόμενου παραγωγού των ΗΠΑ θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης.

(28)

Η Επιτροπή, στη συνέχεια, εξέτασε κατά πόσον μπορεί να θεωρηθεί ότι οι εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Για τον σκοπό αυτό, καθορίσθηκε για το ομοειδές προϊόν που πωλείται στην αγορά των ΗΠΑ το ποσοστό επικερδών εγχώριων πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

(29)

Καθώς ο όγκος των επικερδών πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος αντιπροσώπευε 80 % ή λιγότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος, η κανονική αξία υπολογίστηκε με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή, υπολογιζόμενη ως σταθμισμένη μέση τιμή των επικερδών πωλήσεων.

2.3.   Τιμή εξαγωγής

(30)

Όπως εξηγείται ανωτέρω, με βάση το γεγονός ότι ο συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας αντιπροσώπευε περισσότερο από το 90 % των συνολικών κινεζικών εισαγωγών στην Ένωση, η τιμή εξαγωγής εξετάστηκε με βάση τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα, δηλαδή την τιμή που πράγματι καταβάλλεται ή πρέπει να καταβληθεί για το προϊόν κατά την πώληση για εξαγωγή στην ΕΕ, δεόντως προσαρμοσμένη.

2.4.   Σύγκριση

(31)

Η σταθμισμένη μέση κανονική αξία συγκρίθηκε με τον σταθμισμένο μέσο όρο τιμών για τις εξαγωγές για κάθε τύπο του υπό εξέταση προϊόντος, σε επίπεδο «εκ του εργοστασίου» και στο ίδιο στάδιο εμπορίας. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, και με σκοπό να διασφαλισθεί δίκαιη σύγκριση, ελήφθησαν υπόψη οι διαφορές όσον αφορά τους παράγοντες που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς και βάσει αποδεικτικών στοιχείων, επηρέασαν τις τιμές και τη συγκρισιμότητα των τιμών. Έγιναν προσαρμογές για τα έξοδα της εγχώριας μεταφοράς και της μεταφοράς διά θαλάσσης, το κόστος ασφάλισης, πίστωσης, χειρισμού και συσκευασίας. Περαιτέρω, έγινε 5 % προσαρμογή στην τιμή εξαγωγής για τον φόρο εξαγωγής και προσαρμογή για τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) επί της κανονικής τιμής.

2.5.   Περιθώριο ντάμπινγκ

(32)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ προσδιορίστηκε για κάθε τύπο προϊόντος με βάση τη σύγκριση της μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας με τον σταθμισμένο μέσο όρο τιμών για τις εξαγωγές στο ίδιο στάδιο εμπορίας. Η σύγκριση αυτή έδειξε την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ που ανέρχεται σε πάνω από 80 %, δηλαδή σε σημαντικά υψηλότερο επίπεδο από ό,τι στην τελευταία έρευνα επανεξέτασης (31 %). Το επακριβές περιθώριο ντάμπινγκ δεν μπορεί να αποκαλυφθεί για λόγους εμπιστευτικότητας. Οι υπολογισμοί βασίστηκαν σε στοιχεία που παρασχέθηκαν από έναν παραγωγό-εξαγωγέα στη ΛΔΚ και έναν παραγωγό στην ανάλογη χώρα. Η αποκάλυψη του περιθωρίου ντάμπινγκ θα επέτρεπε τόσο στον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα στην ΛΔΚ όσο και στον παραγωγό στην ανάλογη χώρα να αφαιρέσουν αντίστοιχα την κανονική τιμή και την τιμή εξαγωγής του άλλου, γεγονός που θα αποτελούσε σαφή παραβίαση του δικαιώματος και των δύο μερών στην εμπιστευτικότητα.

3.   Εξέλιξη των εισαγωγών σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων

3.1.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(33)

Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο παρόν τμήμα ελήφθησαν μέσω της ανάλυσης των στοιχείων που παρασχέθηκαν από τον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, από τη Εurostat, με την αίτηση της επανεξέτασης.

3.2.   Πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων

(34)

Τα στοιχεία για την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα που παρασχέθηκαν από τον συνεργαζόμενο κινέζο παραγωγό-εξαγωγέα παρουσιάστηκαν με 20 % αύξηση ή μείωση για την τήρηση της εμπιστευτικότητας. Η παραγωγική ικανότητα στην ΛΔΚ ανερχόταν σε περίπου 21 000 τόνους το 2006 και το 2007 και αυξήθηκε σημαντικά σε περίπου 35 000 τόνους το 2008 και την ΠΕΕ, αύξηση μεγαλύτερη του 80 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να θεωρηθούν συντηρητικά, καθώς η αίτηση επανεξέτασης ανέφερε παραγωγική ικανότητα περίπου 50 000 τόνους.

(35)

Επιπλέον, ο συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας ανέφερε σημαντική αύξηση της ικανότητας κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(36)

Με βάση τις πληροφορίες που συνελέγησαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, η συνολική κινεζική παραγωγική ικανότητα υπερέβη σημαντικά την πραγματική κινεζική παραγωγή (κατά περισσότερους από 20 000 τόνους τουλάχιστον το 2008 και την ΠΕΕ).

(37)

Κατά την ΠΕΕ, η ΛΔΚ είχε πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα που ανερχόταν στο εξαπλάσιο της κατανάλωσης της Ένωσης (25 000 τόνοι σε σχέση με τους 3 800 τόνους της κατανάλωσης της Ένωσης).

(38)

Ενόψει των ανωτέρω, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι ένα μεγάλο μέρος της πλεονάζουσας ικανότητας στην ΛΔΚ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αύξηση των εξαγωγών στην Ένωση αν λήξουν τα μέτρα αντιντάμπινγκ.

(39)

Επιπλέον, οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας επισήμαναν σημαντικές στρεβλώσεις στην αγορά των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή του υπό εξέταση προϊόντος. Πρώτον, οι πρώτες ύλες υπόκεινται σε ποσοστώσεις που χορηγούνται από τις κινεζικές αρχές. Δεύτερον, οι κινεζικές αρχές περιορίζουν την πρόσβαση σε πρώτες ύλες μέσω της επιβολής φόρων εξαγωγής και πολιτικών μείωσης του Φ.Π.Α, που, όπως προσδιορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 31, εφαρμόζονται επίσης στο υπό εξέταση προϊόν. Οι εν λόγω παράγοντες συνιστούν πρόσθετα στοιχεία που τονίζουν την πιθανότητα συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ στην παρούσα περίπτωση.

3.3.   Ελκυστικότητα της αγοράς της Ένωσης και τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες

(40)

Οι πληροφορίες σχετικά με τις τιμές που παρασχέθηκαν από τον συνεργαζόμενο εξαγωγέα, που δεν μπορούν να αποκαλυφθούν για λόγους εμπιστευτικότητας, δείχνουν ότι η Ένωση συνιστά πράγματι μια ενδιαφέρουσα αγορά για τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο οι τιμές που επιτεύχθηκαν σε αγορές άλλων τρίτων χωρών ήταν κατώτερες (πλην του 2007) από εκείνες που χρεώθηκαν στην Ένωση (χονδρικά μεταξύ 10 και 20 % χαμηλότερες σε διάφορα έτη σε ολόκληρη την εξεταζόμενη περίοδο).

(41)

Για τους λόγους αυτούς, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι όσον αφορά τις τιμές που επιτυγχάνονται, η αγορά της ΕΕ είναι σαφώς ελκυστική εναλλακτική επιλογή για τους κινέζους εξαγωγείς.

(42)

Στο πλαίσιο αυτό, οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς έχουν ένα κίνητρο για να διοχετεύσουν τις εξαγωγές τους στην αγορά της Ένωσης, εφόσον καταργηθούν τα μέτρα. Οι υψηλότερες τιμές στην αγορά της Ένωσης θα επέτρεπαν σε κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς να επιτύχουν καλύτερα περιθώρια κέρδους.

3.4.   Παράκαμψη των μέτρων

(43)

Το 2005 τα μέτρα επεκτάθηκαν σε έναν πρόσθετο κωδικό CN, καθώς διαπιστώθηκε ότι οι κινέζοι εξαγωγείς παρέκαμπταν τα μέτρα προσθέτοντας μικρές ποσότητες άλλης μεταλλικής σκόνης (συνήθως κοβάλτιο) στη σκόνη καρβιδίου του βολφραμίου (12). Η διαπίστωση αυτή επιβεβαίωσε ότι η πρακτική παράκαμψης είναι ακόμη ένα στοιχείο που τονίζει το συμπέρασμα της πιθανότητας της συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ. Συνιστά δε σαφή απόδειξη ότι η ευρωπαϊκή αγορά εξακολουθεί να είναι ελκυστική για τους κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που θα διοχέτευαν πιθανώς υψηλότερο όγκο καρβιδίου του βολφραμίου στην ΕΕ απουσία μέτρων αντιντάμπινγκ.

3.5.   Συμπέρασμα για την πιθανότητα συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ

(44)

Η προηγούμενη ανάλυση δείχνει ότι οι κινεζικές εισαγωγές εξακολούθησαν να εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ με πολύ υψηλά περιθώρια ντάμπινγκ. Δεδομένης, κυρίως, της ανάλυσης των επιπέδων τιμών στην ΕΕ και στις αγορές άλλων τρίτων χωρών καθώς και ικανότητες που είναι διαθέσιμες στην ΛΔΚ, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει πιθανότητα συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ, αν καταργηθούν τα μέτρα.

Δ.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

1.   Ορισμός του κλάδου παραγωγής της Ένωσης

(45)

Εντός της Ένωσης, το ομοειδές προϊόν κατασκευάζεται από επτά εταιρείες ή ομίλους εταιρειών.

(46)

Επομένως, θεωρείται ότι αποτελούν τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και καλούνται εφεξής «κλάδος παραγωγής της Ένωσης».

2.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(47)

Στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Ένωση, καταγωγής ΛΔΚ, έπρεπε να παρουσιασθούν με μορφή δεικτών, προκειμένου να τηρηθεί το απόρρητο, σύμφωνα με το άρθρο 19 του βασικού κανονισμού.

(48)

Λόγω της συμπερίληψης προϊόντων διαφορετικών από το υπό εξέταση προϊόν στα στοιχεία για τις εισαγωγές που είναι διαθέσιμα από την Eurostat σε επίπεδο κωδικού ΣΟ, η ακόλουθη ανάλυση έγινε με βάση τα στοιχεία για τις εισαγωγές σε επίπεδο κωδικού Taric, τα οποία συμπληρώθηκαν από πληροφορίες από τα στοιχεία που συλλέγηκαν σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Τα στοιχεία TARIC θεωρούνται εμπιστευτικά, καθώς παρέχουν επίπεδο λεπτομέρειας που προβλέπει τον προσδιορισμό των μερών. Για τον λόγο αυτό, ορισμένες πληροφορίες παρουσιάστηκαν σε σύνολα.

(49)

Τα στοιχεία του κλάδου παραγωγής της Ένωσης ελήφθησαν από απαντήσεις των επτά παραγωγών της Ένωσης σε ερωτηματολόγιο.

3.   Κατανάλωση στην αγορά της Ένωσης

(50)

Η κατανάλωση στην Ένωση προσδιορίστηκε βάσει του όγκου των πωλήσεων του κλάδου παραγωγής της Ένωσης στην αγορά της Ένωσης και στοιχεία εισαγωγών από τη Eurostat.

(51)

Μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ, η κατανάλωση της Ένωσης μειώθηκε κατά σχεδόν 62 %, η δε σημαντικότερη μείωση σημειώθηκε μεταξύ του 2008 και της ΠΕΕ. Στην ΠΕΕ, η παραγωγή μειώθηκε κατά 63 % σε σύγκριση με το 2008.

Πίνακας 1

Κατανάλωση

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Όγκος (σε τόνους)

 

 

 

 

+

Συνολικές εισαγωγές

1 766

1 885

2 303

755

+

Παραγωγή της ΕΕ που πωλείται στην αγορά της ΕΕ

8 281

8 334

7 981

3 024

=

Κατανάλωση

10 047

10 218

10 284

3 779

ετήσια αύξηση

 

2 %

1 %

–63 %

4.   Όγκος, μερίδιο αγοράς και τιμές των εισαγωγών από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

(52)

Οι ποσότητες, τα μερίδια αγοράς και οι μέσες τιμές των εισαγωγών από τη Ρωσία εξελίχθηκαν όπως αναφέρεται παρακάτω. Οι συνολικές ποσότητες και οι τάσεις τιμών βασίζονται σε στοιχεία της Eurostat.

Πίνακας 2

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Όγκος των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα (τόνοι)

Άνω των 700

Άνω των 700

Άνω των 400

Άνω των 60

Δείκτης (2006 = 100)

100

104

60

11

Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την εν λόγω χώρα

7,1 %

7,3 %

4,2 %

2,1 %

Τιμή εισαγωγών από την εν λόγω χώρα (EUR/τόνο)

25 622

21 883

22 434

22 110

Δείκτης (2006 = 100)

100

85

88

86

(53)

Ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ μειώθηκε κατά 89 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο και έφτασε ένα επίπεδο περίπου 80 τόνων κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Το μερίδιό τους στην αγορά μειώθηκε επίσης από 7,1 % το 2006 σε 2,1 % κατά την ΠΕΕ.

(54)

Μια πιθανή εξήγηση για τη μείωση αυτή είναι η σημαντική αύξηση της εγχώριας κατανάλωσης της ΛΔΚ κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Επιπλέον, μέσω ενός συστήματος εξαγωγικών ποσοστώσεων και δασμών οι κινεζικές αρχές φαίνεται ότι επιδιώκουν μια πολιτική διατήρησης των πόρων βολφραμίου της ΛΔΚ.

(55)

Οι τιμές των κινεζικών εισαγωγών μειώθηκαν κατά 14 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Η εξέλιξη αυτή εκφράζει τη γενική τάση που παρατηρήθηκε επίσης όσον αφορά τις τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

(56)

Η σύγκριση έδειξε επίσης ότι οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ είχαν τιμές χαμηλότερες από αυτές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης κατά περισσότερο από 10 %, μετά την αφαίρεση του υφιστάμενου δασμού αντιντάμπινγκ. Τα αποτελέσματα αυτά είναι τα ίδια όπως και στην τελευταία έρευνα επανεξέτασης (13).

5.   Εισαγωγές από άλλες χώρες

(57)

Ο όγκος των εισαγωγών από λοιπές τρίτες χώρες, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, εμφαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί. Οι συνολικές ποσότητες και οι τάσεις τιμών βασίζονται σε στοιχεία της Eurostat.

Πίνακας 3

Εισαγωγές από άλλες χώρες

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες (τόνοι)

1 050

1 138

1 873

675

Δείκτης (2006 = 100)

100

108

178

64

Μερίδιο αγοράς εισαγωγών από άλλες χώρες

10,5 %

11,1 %

18,2 %

17,9 %

Μέση τιμή (EUR/τόνο)

27 309,1

26 626,0

21 607,5

24 867,4

Δείκτης (2006 = 100)

100

97

79

91

Μερίδιο αγοράς ΗΠΑ

4,2 %

3,9 %

3,9 %

3,6 %

Μέση τιμή (EUR/τόνο)

32 948,1

32 356,0

29 353,3

32 054,4

Μερίδιο αγοράς Νότιας Κορέας

2,2 %

2,4 %

2,6 %

4,4 %

Μέση τιμή (EUR/τόνο)

33 733,8

29 969,5

25 789,0

24 503,7

(58)

Οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες μειώθηκαν κατά 36 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Ακολούθησαν τη γενική τάση της αγοράς που προκλήθηκε από τη μειωμένη κατανάλωση (μείωση κατά 62 %), αλλά όχι με τον ίδιο ρυθμό. Με αυτόν τον τρόπο, το μερίδιο αγοράς αυτών των εισαγωγών αυξήθηκε από 10,5 % σε 17,9 %. Ωστόσο, ο αντίκτυπος αυτών των εισαγωγών στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί αρνητικός, όπως καταδεικνύεται στις αιτιολογικές σκέψεις 85 έως 88.

(59)

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το μερίδιο αγοράς της Δημοκρατίας της Κορέας («Κορέα») διπλασιάστηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο, φτάνοντας το 4,4 %. Οι κορεατικές μέσες τιμές εισαγωγής μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, ωστόσο παραμένουν σταθερά υψηλότερες από τη μέση τιμή πώλησης των κινεζικών εξαγωγικών πωλήσεων.

6.   Οικονομική κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης

(60)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

6.1.   Παραγωγή

(61)

Η παραγωγή του κλάδου παραγωγής της Ένωσης κατ'αρχάς αυξήθηκε κατά 5,8 % το 2007 και κατά 11,6 % το 2008 σε σύγκριση με το 2006 και, στη συνέχεια, μειώθηκε απότομα, κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, κατά 56 % σε σύγκριση με το 2008.

Πίνακας 4

Συνολική παραγωγή της Ένωσης

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Όγκος (τόνοι)

 

 

 

 

Παραγωγή

10 094

10 679

11 268

4 861

Δείκτης (2006 = 100)

100

106

112

48

6.2.   Παραγωγική ικανότητα και συντελεστές χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας

(62)

Η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε ελαφρώς (κατά 10,8 %) μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ. Καθώς η παραγωγή μειώθηκε, ιδίως κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, η προκύπτουσα χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας έδειξε συνολική μείωση ύψους 57 % μεταξύ 2006 και ΠΕΕ, φτάνοντας στο 39 % της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

Πίνακας 5

Παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίησή της

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Όγκος (τόνοι)

 

 

 

 

Παραγωγική ικανότητα

11 110

11 610

12 230

12 310

Δείκτης (2006 = 100)

100

105

110

111

Χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

91 %

92 %

92 %

39 %

Δείκτης (2006 = 100)

100

101

101

43

6.3.   Αποθέματα

(63)

Το επίπεδο των αποθεμάτων στη λήξη της περιόδου του κλάδου παραγωγής της Ένωσης αυξήθηκε κατά 20 % το 2008 σε σύγκριση με το 2006 και, στη συνέχεια, μειώθηκε κατά 26 % κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

Πίνακας 6

Αποθέματα

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Όγκος (τόνοι)

 

 

 

 

Αποθέματα στη λήξη της περιόδου

1 714

1 808

2 054

1 514

Δείκτης (2006 = 100)

100

106

120

88

6.4.   Όγκος πωλήσεων

(64)

Οι πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Ένωσης σε μη συνδεόμενους πελάτες αυξήθηκε ελαφρώς μεταξύ 2006 και 2008 και, στη συνέχεια, μειώθηκε κατά 61 % μεταξύ 2008 και της ΠΕΕ. Ο όγκος πωλήσεων αυξήθηκε το 2007 και το 2008, αλλά μειώθηκε απότομα κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Η εξέλιξη αυτή συμβαδίζει με τη γενική τάση μείωσης της κατανάλωσης στην κοινοτική αγορά.

Πίνακας 7

Πωλήσεις σε μη συνδεόμενους πελάτες

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Όγκος (τόνοι)

5 594

5 630

5 874

2 292

Δείκτης (2006 = 100)

100

101

105

41

6.5.   Μερίδιο αγοράς

(65)

Το μερίδιο αγοράς του ενωσαικού κλάδου παραγωγής ήταν μάλλον σταθερός μεταξύ 2006 και 2008, για να αυξηθεί στη συνέχεια κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες μεταξύ του 2008 και της ΠΕΕ. Συνολικά, σημειώθηκε αύξηση 5 εκατοστιαίων μονάδων κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

Πίνακας 8

Μερίδιο αγοράς της ΕΕ

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Μερίδιο αγοράς της ΕΕ

56 %

55 %

57 %

61 %

Δείκτης (2006 = 100)

100

99

103

109

6.6.   Ανάπτυξη

(66)

Δεδομένου ότι η μείωση στις πωλήσεις ήταν ελαφρά χαμηλότερη από τη μείωση της κατανάλωσης, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης κέρδισε κάποιο μερίδιο αγοράς.

6.7.   Απασχόληση

(67)

Το επίπεδο της απασχόλησης του κλάδου παραγωγής της Ένωσης αυξήθηκε κατά 17 % μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ. Η απασχόληση μειώθηκε επίσης την περίοδο 2006-2008, όταν η παραγωγή αυξήθηκε ελαφρώς, δείχνοντας τις προσπάθειες που κατέβαλε ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης για να βελτιώσει την παραγωγικότητά του. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ η δραστική μείωση της παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την έντονη επιδείνωση της απασχόλησης.

Πίνακας 9

Απασχόληση

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Μέση περίοδος

 

 

 

 

ΠΕΕ

674

667

653

557

Δείκτης (2006 = 100)

100

99

97

83

6.8.   Παραγωγικότητα

(68)

Η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού της Ένωσης, μετρώμενη ως παραγωγή ανά απασχολούμενο ανά έτος, αυξήθηκε το 2007 και το 2008 κατά 7 % και 15 %, αντίστοιχα, σε σύγκριση με το 2006 και, στη συνέχεια, μειώθηκε κατά 49 % μεταξύ του 2008 και της ΠΕΕ.

Πίνακας 10

Παραγωγικότητα

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Παραγωγικότητα (τόνοι ανά έτος και απασχολούμενο)

15

16

17

9

Δείκτης (2006 = 100)

100

107

115

58

6.9.   Τιμές πώλησης

(69)

Οι μέσες τιμές εκ του εργοστασίου στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης προς μη συνδεόμενους πελάτες στην Ένωση σημείωσαν πτωτική τάση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Συνολικά, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης έπρεπε να μειώσει τις τιμές του κατά 15,4 % μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ.

(70)

Όπως εξηγήθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 55 και 56, οι τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους της ΛΔΚ ακολούθησαν τάση παρόμοια με εκείνη του κλάδου παραγωγής της Ένωσης, αλλά ήταν σταθερά χαμηλότερες από ό,τι οι τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης. Κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, οι τιμές εκ μέρους της ΛΔΚ ήταν πάνω από 10 % χαμηλότερες από εκείνες του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

Πίνακας 11

Τιμή μονάδας στην αγορά ΕΕ

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Τιμές μονάδας των πωλήσεων στην Ένωση (EUR/τόνο)

31 030

29 995

29 072

26 241

Δείκτης (2006 = 100)

100

97

94

85

6.10.   Μισθοί

(71)

Μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ ο μέσος μισθός ανά εργαζόμενο αυξήθηκε κατά 4,8 %.

Πίνακας 12

Κόστος εργασίας

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Ετήσιο κόστος εργασίας ανά εργαζόμενο

53 614

54 613

56 564

56 221

Δείκτης (2006 = 100)

100

102

106

105

6.11.   Επενδύσεις και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(72)

Μεταξύ του 2006 και του 2008, η ετήσια ροή επενδύσεων από τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης στο υπό εξέταση προϊόν αυξήθηκε κατά 18 %. Οι επενδύσεις, μεταξύ του 2007 και του 2008, αυξήθηκαν κατά 103 %. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 65 % σε σύγκριση με το 2008.

(73)

Οι επενδύσεις έγιναν κυρίως στην κατασκευή νέων εγκαταστάσεων για την παραγωγή βολφραμίου από χρησιμοποιημένα υλικά και παλιοσίδερα. Οι επενδύσεις έπρεπε να μειωθούν λόγω: i) της μείωσης επί του γενικού επιπέδου παραγωγής στην αγορά της Ένωσης, ii) των στρεβλώσεων επί των πρώτων υλών (βλέπε αιτιολογική σκέψη 39), iii) της οικονομικής κρίσης.

(74)

Κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, δεν έγινε ουσιαστικά καμία επένδυση. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική κρίση η οποία άρχισε το 2008 και έφτασε στο χαμηλότερο σημείο της κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, όταν η πρόσβαση σε νέο κεφάλαιο ήταν ακόμη πιο δύσκολη.

Πίνακας 13

Επενδύσεις

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Καθαρές επενδύσεις (000 EUR)

18 403

10 711

21 756

7 568

Δείκτης (2006 = 100)

100

58

118

41

6.12.   Κερδοφορία και απόδοση επενδύσεων

(75)

Λόγω εν μέρει των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ και εν μέρει των προσπαθειών που καταβάλλονται από τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης να διαφοροποιηθούν οι πηγές πρώτων υλών, μεταξύ 2006 και 2008 ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ήταν σε θέση να διατηρήσει θετικό επίπεδο κερδοφορίας, ακόμη και αν συνολικά μειώθηκε κατά 26 % κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής. Κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, ωστόσο, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης είχε πολύ λιγότερο ευνοϊκό αποτέλεσμα, παρουσιάζοντας κάποια ευπάθεια στο πλαίσιο αυτό.

(76)

Η απόδοση των επενδύσεων ακολούθησε γενικά την τάση κερδοφορίας σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο.

Πίνακας 14

Κερδοφορία και απόδοση των επενδύσεων

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Καθαρό κέρδος των πωλήσεων της ΕΕ σε μη συνδεδεμένους πελάτες (% των καθαρών πωλήσεων)

10,3 %

5,8 %

7,6 %

–19,5 %

Απόδοση των επενδύσεων (καθαρό κέρδος επί % της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων)

34,8 %

22,1 %

28,8 %

–28,6 %

6.13.   Ταμειακές ροές

(77)

Η τάση της ταμειακής ροής, που είναι η ικανότητα του κλάδου να αυτοχρηματοδοτήσει τις δραστηριότητές του, παρέμεινε θετική κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Ωστόσο, μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ, μειώθηκε κατά περίπου 35 %.

Πίνακας 15

Ταμειακή ροή

 

2006

2007

2008

ΠΕΕ

Ταμειακές ροές (000 EUR)

36 125

39 868

44 102

23 540

Δείκτης (2006 = 100)

100

110

122

65

6.14.   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(78)

Η πρακτική ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ εξακολούθησε κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ σε επίπεδο που είναι σημαντικά υψηλότερο από το τρέχον επίπεδο των μέτρων. Περαιτέρω, δεδομένων των στρεβλώσεων επί των πρώτων υλών, της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας και των τιμών των εισαγωγών από την ΛΔΚ, ο αντίκτυπος στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης των πραγματικών περιθωρίων του ντάμπινγκ δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος.

6.15.   Ανάκαμψη από παλαιότερες πρακτικές ντάμπινγκ

(79)

Αναλύθηκε κατά πόσον ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ανέκαμψε μετά τις επιπτώσεις από παλαιότερες πρακτικές ντάμπινγκ. Εξήχθη το συμπέρασμα ότι ο κλάδος κατόρθωσε να ανακάμψει σε μεγάλο βαθμό από τις επιπτώσεις αυτές, δεδομένου ότι τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ αποδείχτηκαν αποτελεσματικά. Ωστόσο, η οικονομική κρίση σταμάτησε την εν λόγω διεργασία και επέτεινε τις δυσκολίες του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

7.   Αντίκτυπος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και άλλοι παράγοντες

7.1.   Αντίκτυπος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(80)

Παράλληλα με τη μειωμένη κατανάλωση στην Ένωση, το μερίδιο αγοράς των κινεζικών εισαγωγών μειώθηκε από 7,1 % σε 2,1 % (βλέπε αιτιολογική σκέψη 52). Οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι οι εν λόγω εισαγωγές πραγματοποιήθηκαν σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και, επίσης, χαμηλότερες από εκείνες των εισαγωγών καταγωγής τρίτων χωρών. Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 56, βάσει υπολογισμού εκτός του δασμού αντιντάμπινγκ, οι κινεζικές εισαγωγές ήταν σε τιμές χαμηλότερες των τιμών του κλάδου παραγωγής της Ένωσης κατά 10,7 % κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Υπενθυμίζεται ότι το ποσοστό δασμού ανέρχεται σε 33 %. Κατά συνέπεια, το επίπεδο μείωσης δείχνει, αφενός, την αποτελεσματικότητα των ισχυόντων δασμών και, αφετέρου, την αναγκαιότητα να συνεχιστούν τα μέτρα. Το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από το γεγονός ότι η μείωση που διαπιστώθηκε ήταν στο ίδιο επίπεδο με αυτό της προηγούμενης έρευνας επανεξέτασης. Για τον λόγο αυτό, ο αντίκτυπος της τιμής των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την ΛΔΚ στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης παρέμεινε αμετάβλητος και, ελλείψει τυχόν στοιχείων που να δείχνουν το αντίθετο, είναι πιθανόν να συνεχισuεί.

7.2.   Αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης

(81)

Λόγω των πολύ αρνητικών οικονομικών συνθηκών που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ στον μεταγενέστερο τομέα του βολφραμίου, ιδίως στον τομέα του χάλυβα και των καρβιδιοδεμάτων, που αντιπροσωπεύει την πλειονότητα της κατανάλωσης βολφραμίου στην Ένωση, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης μείωσε δραστικά την παραγωγή και τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος.

(82)

Πριν από την κρίση, οι εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στον κατάντη τομέα είχαν υψηλό επίπεδο αποθεμάτων βολφραμίου που δεν σχηματίστηκαν κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, επηρεάζοντας περαιτέρω το επίπεδο παραγωγής του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

(83)

Καθώς η παραγωγή μειωνόταν και επειδή ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης είναι έντασης κεφαλαίου, απαιτώντας έτσι την παραγωγή ορισμένου όγκου προκειμένου να διατηρηθεί το σταθερό κόστος μονάδας, η κερδοφορία επηρεάστηκε σοβαρά.

(84)

Ωστόσο, η ανάλυση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης πριν από την κρίση αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ. Η έρευνα έδειξε ότι οι μεγαλύτεροι παραγωγοί της Ένωσης έκαναν σημαντικές επενδύσεις προκειμένου να αποφευχθούν οι στρεβλώσεις πρώτων υλών, ενώ ταυτόχρονα ήταν σε θέση να ανταγωνιστούν στην αγορά διατηρώντας μια υγιή θέση.

7.3.   Εισαγωγές από άλλες χώρες

(85)

Εκτιμάται ότι ο όγκος των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες μειώθηκε κατά 36 %, από 1 500 τόνους το 2006 σε 675 τόνους την ΠΕΕ. Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από άλλες χώρες αυξήθηκε από 10,5 % το 2006 σε 17,9 % την ΠΕΕ. Οι μέσες τιμές εισαγωγών μειώθηκαν κατά 8,9 % μεταξύ της 2006 και της ΠΕΕ. Οι κύριες χώρες εισαγωγής ήταν η Νότια Κορέα και οι ΗΠΑ.

(86)

Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη Νότια Κορέα διπλασιάστηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο (από 2,2 % σε 4,4 %). Ωστόσο, οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ οι εν λόγω εισαγωγές έγιναν σε τιμές ελαφρώς μόνον χαμηλότερες από εκείνες του κλάδου παραγωγής της Ένωσης (κατά 6,6 %), αλλά υψηλότερες (κατά 9,8 %) από τις τιμές των εισαγωγών καταγωγής ΛΔΚ.

(87)

Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ κατά την εξεταζόμενη περίοδο μειώθηκε κατά 15,1 ποσοστιαίες μονάδες (από 4,2 % σε 3,6 %). Οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ οι εν λόγω εισαγωγές έγιναν σε τιμές που ήταν μεγαλύτερες από τις τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και, έτσι, σημαντικά υψηλότερες (κατά 31 %) από τις τιμές των εισαγωγών καταγωγής ΛΔΚ.

(88)

Εν κατακλείδι, μεταξύ των μεγαλύτερων εισαγωγέων καρβιδίου του βολφραμίου στην Ένωση, οι εισαγωγές από τη Νότια Κορέα και τις ΗΠΑ δεν μπορούν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης κυρίως λόγω των επιπέδων τιμών τους (παρόμοιες ή ακόμη υψηλότερες από τις τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης) και, στην περίπτωση των ΗΠΑ, επίσης λόγω του μειούμενου μεριδίου αγοράς.

8.   Συμπέρασμα

(89)

Λόγω των ισχυόντων αποτελεσματικών δασμών αντιντάμπινγκ, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ήταν σε θέση να ανακάμψει σε κάποιο βαθμό από τις επιπτώσεις της ζημιογόνου πρακτικής ντάμπινγκ του παρελθόντος.

(90)

Εντούτοις, δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης είναι ασφαλής. Παρόλο που όλοι σχεδόν οι δείκτες ζημίας που αφορούν τις χρηματοοικονομικές αποδόσεις των παραγωγών της Ένωσης –όπως η κερδοφορία, οι αποδόσεις των επενδύσεων και οι ταμειακές ροές– βελτιώθηκαν κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών της εξεταζόμενης περιόδου, η έρευνα έδειξε επίσης ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ όλοι οι δείκτες ζημίας επιδεινώθηκαν.

(91)

Παρά το γεγονός ότι η μείωση της ζήτησης κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην οικονομική κρίση, η έρευνα ανέλυσε προσεκτικά τον αντίκτυπο των χαμηλών εξαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ από την ΛΔΚ στην κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

(92)

Όπως φαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 52 ο όγκος των εισαγωγών από τη ΛΔΚ πράγματι μειώθηκε μεταξύ του 2006 και της ΠΕΕ. Οι τιμές των εν λόγω εισαγωγών μειώθηκαν κατά 14 % κατά την ίδια περίοδο, που αν αναλυθεί από την προοπτική της εξεταζόμενης τετραετούς περιόδου αντικατοπτρίζει την εξέλιξη των τιμών του κλάδου παραγωγής της Ένωσης. Είναι αξιοσημείωτο, ωστόσο, ότι η σημαντική μείωση της τιμής των κινεζικών εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ συνέβη μεταξύ 2006 και 2007 (κατά 15 %), δηλαδή πολύ πριν την οικονομική κρίση στην περίοδο κατά την οποία ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης βρισκόταν στη διαδικασία της ανάκαμψης. Οι τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την ΛΔΚ σταθεροποιήθηκε στη συνέχεια και η μείωση που συνδέεται με τη χρηματοοικονομική κρίση φαίνεται να είναι περιορισμένη. Η χρονική στιγμή της σημαντικής μείωσης της τιμής των κινέζων εξαγωγέων (πριν από την κρίση) μπορεί να δείχνει ότι εφάρμοζαν πιο επικεντρωμένη και σθεναρή στρατηγική τιμών για να αποκλίνουν σημαντικά από τις τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης. Πράγματι η διαφορά τιμών μεταξύ των κινεζικών τιμών εξαγωγής και των τιμών του κλάδου παραγωγής της Ένωσης ανερχόταν σε 27 % και σε 22,8 % το 2007 και το 2008,αντιστοίχως.

(93)

Το 2008 οι τιμές εξαγωγής από την Κίνα ήταν 22,8 % χαμηλότερες από τις τιμές στον κλάδο παραγωγής της Ένωσης. Κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, το άνοιγμα της ψαλίδας μειώθηκε στο 15,7 %. Με την απότομη μείωση της κατανάλωσης, οι παραγωγοί της Ένωσης έπρεπε να μειώσουν τις τιμές τους για να διατηρήσουν το μερίδιο της αγοράς.

(94)

Όπως φαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 57, ο όγκος των εισαγωγών από λοιπές τρίτες χώρες μειώθηκε κατά 36 %, ανάλογα με τη μείωση της κατανάλωσης. Παρά την αύξηση στο μερίδιο της αγοράς, ο αντίκτυπος των εν λόγω εισαγωγών στην κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί αρνητικός όπως αποδεικνύεται στην αιτιολογική σκέψη 88.

(95)

Όσον αφορά τη βιωσιμότητα του κλάδου παραγωγής της Ένωσης, πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία που συνελέγησαν κατά τη διάρκεια της έρευνας έδειξαν ότι ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης ήταν σε θέση να ανταγωνισθεί υπό κανονικές συνθήκες αγοράς έναντι των εισαγωγών από τρίτες χώρες και ακόμη και όταν οι τιμές ήταν χαμηλότερες από τις τιμές των παραγωγών της Ένωσης το άνοιγμα της ψαλίδας δεν ήταν τόσο σημαντικό όσο με τις τιμές από την Κίνα όπως καταδείχθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 85 έως 88.

(96)

Ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της κατάστασης του κλάδου παραγωγής της Ένωσης τα χρόνια πριν από την ΠΕΕ, ο κλάδος επένδυσε σε νέα πρωτοποριακή τεχνολογία για να παράγει το υπό εξέταση προϊόν από παλιοσίδερα και, εν μέρει, παρακάμπτει τις υφιστάμενες στρεβλώσεις στις πρώτες ύλες.

(97)

Λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική κατάσταση του κλάδου της Ένωσης καθώς και τις εισαγωγές από την ΛΔΚ την περίοδο από το 2006 έως την ΠΕΕ, εν κατακλείδι, με βάση τις θετικές εξελίξεις ορισμένων δεικτών που αφορούν τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, θεωρείται ότι ο κλάδος της Ένωσης δεν υπέστη σημαντική ζημία κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Ως εκ τούτου, εξετάστηκε αν υπάρχει η πιθανότητα επανάληψης της ζημίας, αν λήξουν τα μέτρα.

Ε.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(98)

Όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 89 έως 97, η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ επέτρεψε στον κλάδο της Ένωσης να ανακάμψει από τη ζημία που υπέστη, αλλά μόνο σε κάποιο βαθμό. Πράγματι, όταν τα υψηλά επίπεδα της κατανάλωσης της Ένωσης, τα οποία σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της εξεταζόμενης περιόδου, μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης βρέθηκε σε ευάλωτη κατάσταση και ακόμη εκτεθειμένος στις επιζήμιες επιπτώσεις των εισαγωγών από τη ΛΔΚ σε τιμές ντάμπινγκ.

(99)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εισαγωγές από τις χώρες που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης αξιολογήθηκαν για να διαπιστωθεί εάν υπήρχε πιθανότητα να επαναληφθεί η ζημία.

2.   Όγκος και τιμές κινεζικών εξαγωγών σε τρίτες χώρες

(100)

Διαπιστώθηκε ότι οι τιμές εξαγωγής των κινεζικών πωλήσεων σε λοιπές τρίτες χώρες ήταν επίσης χαμηλότερες από εκείνες που χρεώνονταν στην ΕΕ (χονδρικά μεταξύ 10 και 20 % χαμηλότερες κατά τα χρόνια της εξεταζόμενης περιόδου, πλην του 2007). Οι πωλήσεις του κινέζου εξαγωγέα σε χώρες εκτός ΕΕ πραγματοποιήθηκαν σε σημαντικές ποσότητες και αντιστοιχούσαν στο 80 % και άνω των συνολικών εξαγωγικών πωλήσεων. Συνεπώς, θεωρήθηκε ότι, εάν λήξουν τα μέτρα, οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς θα είχαν ένα κίνητρο για να μεταβιβάσουν σημαντικές ποσότητες εξαγωγών από λοιπές τρίτες χώρες στην πιο ελκυστική αγορά της Ένωσης.

3.   Πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στην αγορά της ΛΔΚ

(101)

Όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 34 έως 42, τα στοιχεία που συνελέγησαν κατά τη διάρκεια της έρευνας έδειξαν ότι υπάρχει σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα διαθέσιμη στη ΛΔΚ. Διαπιστώθηκαν σαφείς ενδείξεις που υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι μεγάλο μέρος αυτής της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να αυξήσει τις εξαγωγές στην Ένωση, εάν δεν υπάρχουν μέτρα αντιντάμπινγκ. Αυτό επιβεβαιώνεται, ιδίως επειδή δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι αγορές τρίτων χωρών ή η εγχώρια αγορά θα μπορούσε να απορροφήσει τυχόν πρόσθετη παραγωγή στη ΛΔΚ.

4.   Συμπέρασμα

(102)

Ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης έχει υποστεί πολυετή ζημία από τις επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Κίνα και σήμερα εξακολουθεί να βρίσκεται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση.

(103)

Όπως φαίνεται ανωτέρω, ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης κατόρθωσε να ανακάμψει από την κινεζική πρακτική ντάμπινγκ χάρη στα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ. Κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ, ωστόσο, βρέθηκε σε δύσκολη οικονομική κατάσταση κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό, εάν ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης εκτεθεί σε αυξημένους όγκους εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ σε χαμηλές τιμές από την οικεία χώρα, αυτό θα είναι πιθανό να έχει ως αποτέλεσμα περαιτέρω επιδείνωση των πωλήσεών του, του μεριδίου αγοράς του και των τιμών πωλήσεων του, καθώς και σταθερή επιδείνωση της χρηματοοικονομικής του κατάστασης.

(104)

Επιπλέον, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 56, διαπιστώθηκε επίσης ότι το γεγονός ότι οι τιμές πωλήσεων των κινέζων παραγωγών απέκλιναν από τις τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης σχεδόν 11 % κατά μέσον όρο, φαίνεται να δείχνει ότι, αν δεν υπάρχουν μέτρα, οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς είναι πιθανόν να εξάγουν το υπό εξέταση προϊόν στην αγορά της Ένωσης σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κλάδου παραγωγής της Ένωσης.

(105)

Με βάση τα πορίσματα της έρευνας, δηλαδή την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στην ΛΔΚ, τις στρεβλώσεις που διαπιστώθηκαν στην αγορά πρώτων υλών, το δυναμικό των παραγωγών-εξαγωγέων στην υπό εξέταση χώρα για να αυξήσουν και/ή να ανακατευθύνουν τους όγκους των εξαγωγών τους προς την αγορά της Ένωσης, την τιμολογιακή συμπεριφορά των Κινέζων σε λοιπές τρίτες χώρες και την ελκυστικότητα της πιο επικερδούς αγοράς της Ένωσης, τυχόν κατάργηση των μέτρων θα υποστήριζε την πιθανότητα επανάληψης της ζημίας. Η ζημία αυτή θα ήταν ακόμη πιο σοβαρή αν ληφθεί υπόψη η παρούσα οικονομική κρίση.

ΣΤ.   ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

1.   Εισαγωγή

(106)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε αν η διατήρηση των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ θα είναι αντίθετη προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά. Ο καθορισμός του συμφέροντος της Ένωσης βασίστηκε στην εκτίμηση των διαφόρων επιμέρους συμφερόντων, δηλαδή των συμφερόντων του κλάδου παραγωγής της Ένωσης, των εισαγωγέων και των χρηστών.

(107)

Θα πρέπει να γίνει υπόμνηση ότι, στις προηγούμενες έρευνες, είχε θεωρηθεί ότι η θέσπιση μέτρων δεν αντίκειτο στο συμφέρον της Ένωσης. Επιπλέον, το γεγονός ότι η παρούσα έρευνα αποτελεί επανεξέταση, δηλαδή αναλύει μια κατάσταση στην οποία έχουν ήδη εφαρμοσθεί μέτρα αντιντάμπινγκ, επιτρέπει την αξιολόγηση τυχόν αδικαιολόγητου αρνητικού αντικτύπου που είχαν στα ενδιαφερόμενα μέρη τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ.

(108)

Σ’ αυτή τη βάση, εξετάστηκε, επίσης, κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα σχετικά με την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης του ζημιογόνου ντάμπινγκ, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση μέτρων στη συγκεκριμένη περίπτωση αντίκειται στο συμφέρον της Ένωσης.

2.   Συμφέρον του κλάδου παραγωγής της Ένωσης

(109)

Λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα σχετικά με την κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης που καθορίζεται στις αιτιολογικές σκέψεις 89 έως 97, και σύμφωνα με τα επιχειρήματα σχετικά με την ανάλυση ως προς την πιθανότητα επανάληψης της ζημίας, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 102 έως 105, μπορεί επίσης να θεωρηθεί ότι ο κλάδος παραγωγής της Ένωσης θα ήταν πιθανό να υποστεί σοβαρή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασής του σε περίπτωση που επιτραπεί η λήξη των δασμών αντιντάμπινγκ.

(110)

Θεωρείται ότι η συνέχιση των μέτρων θα είναι επωφελής για τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, ο οποίος θα πρέπει, στη συνέχεια, να είναι σε θέση να αυξήσει τον όγκο και ίσως τις τιμές πώλησης, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το απαραίτητο επίπεδο αποδοτικότητας που θα του επιτρέψει να συνεχίσει τις επενδύσεις στις εγκαταστάσεις παραγωγής του. Αντίθετα, η διακοπή των μέτρων θα ανέστειλε την ανάκαψη του κλάδου παραγωγής της Ένωσης, απειλώντας σοβαρά τη βιωσιμότητά του και, κατά συνέπεια, διακινδυνεύοντας την ύπαρξή του, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό την προσφορά και τον ανταγωνισμό στην αγορά.

3.   Συμφέρον των εισαγωγέων/χρηστών

(111)

Ένας χρήστης αναγγέλθηκε και υπέβαλε απάντηση στο ερωτηματολόγιο. Ο συνεργαζόμενος χρήστης υποστήριξε ότι η συνέχιση των μέτρων δεν θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στον ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης, αλλά ότι, αντίθετα, θα επιτρέψει στον κατάντη κλάδο παραγωγής να έχει ευρύτερο φάσμα προμηθευτών που ανταγωνίζονται σε τιμές αγοράς.

(112)

Υπενθυμίζεται ότι, στις προηγούμενες έρευνες, διαπιστώθηκε ότι ο αντίκτυπος της επιβολής των μέτρων δεν θα είναι σημαντικός για τους χρήστες (14). Παρά την ύπαρξη μέτρων, οι εισαγωγείς/χρήστες στην Ένωση ήταν σε θέση να συνεχίσουν να προμηθεύονται το προϊόν, μεταξύ άλλων, από τη ΛΔΚ. Δεν βρέθηκε καμία ένδειξη για το αν θα υπήρχαν δυσκολίες για την ανεύρεση άλλων πηγών. Συνεπώς, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η διατήρηση των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στους εισαγωγείς/χρήστες στην Ένωση.

4.   Συμπέρασμα

(113)

Οι επιπτώσεις της συνέχισης των μέτρων είναι δυνατόν να αναμένεται ότι θα βοηθήσουν τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, με συνεπακόλουθα οφέλη στην ανταγωνιστική της θέση στην αγορά της Ένωσης και ότι θα περιορισθεί η απειλή να κλείσουν οι εγκαταστάσεις και να μειωθούν οι θέσεις απασχόλησης.

(114)

Περαιτέρω, η συνέχιση των μέτρων είναι δυνατόν να αναμένεται ότι θα ωφελήσει τους χρήστες/εισαγωγείς, διατηρώντας ένα ευρύ φάσμα προμηθευτών στην αγορά της Ένωσης.

(115)

Δεδομένης της ανωτέρω ανάλυσης, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η συνέχιση των μέτρων δεν αντίκειται στο συμφέρον της Ένωσης.

Ζ.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(116)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τους ισχυρισμούς βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η διατήρηση της ισχύος των υφιστάμενων μέτρων. Επίσης, τους δόθηκε χρόνος για να υποβάλλουν παρατηρήσεις μετά την εν λόγω ενημέρωση. Οι παρατηρήσεις και τα σχόλια ελήφθησαν δεόντως υπόψη, εφόσον κρίθηκε δικαιολογημένο.

(117)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές καρβιδίου του βολφραμίου, καρβιδίου του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένου με μεταλλική σκόνη και συντετηγμένου καρβιδίου του βολφραμίου, καταγωγής ΛΔΚ, θα πρέπει να διατηρηθούν. Υπενθυμίζεται ότι αυτά τα μέτρα συνίστανται σε δασμούς κατ’ αξίαν,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου του βολφραμίου, καρβιδίου του βολφραμίου απλώς αναμεμειγμένου με μεταλλική σκόνη και συντετηγμένου καρβιδίου του βολφραμίου που υπάγονται προς το παρόν στους κωδικούς ΣΟ 2849 90 30 και ex 3824 30 00 (15) (κωδικός TARIC 3824300010), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Ο συντελεστής του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται επί της καθαρής τιμής «ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης», πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1,ορίζεται σε 33 %.

3.   Εκτός αν άλλως ορίζεται, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 21 Μαρτίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MARTONYI J.


(1)  ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51.

(2)  ΕΕ L 264 της 27.9.1990, σ. 7.

(3)  ΕΕ L 264 της 27.9.1990, σ. 59.

(4)  ΕΕ L 248 της 23.9.1994, σ. 8.

(5)  ΕΕ L 64 της 22. 3.1995, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 111 της 9. 4. 1998, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 395 της 31.12.2004, σ. 56.

(8)  ΕΕ L 202 της 3.8.2005, σ. 1.

(9)  ΕΕ C 115 της 20.5.2009, σ. 18.

(10)  ΕΕ C 322 της 30.12.2009, σ. 23.

(11)  Το ακριβές ποσοστό δεν μπορεί να αποκαλυφθεί για λόγους εμπιστευτικότητας.

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1275/2005 του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 2005, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2268/2004 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καρβιδίου βολφραμίου και συντετηγμένου καρβιδίου βολφραμίου, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 202 της 3.8.2005, σ. 1).

(13)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 65 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2268/2004.

(14)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 101 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2268/2004.

(15)  Τα σωματίδια είναι ακανόνιστα και δεν έχουν ελεύθερη ροή σε αντίθεση με τα σωματίδια της «έτοιμης σκόνης για συμπίεση», τα οποία είναι σφαιρικά ή έχουν κοκκώδη μορφή, είναι ομοιογενή και έχουν ελεύθερη ροή. Η έλλειψη ρευστότητας μπορεί να υπολογισθεί και να καθορισθεί με τη χρήση βαθμονομημένου σωλήνα, π.χ. ενός μετρητή ροής HALL σύμφωνα με το πρότυπο ISO 4490.


24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/13


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE) αριθ. 288/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 23ης Μαρτίου 2011

για την εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 204/2011 του Συμβουλίου σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη (1), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 2 Μαρτίου 2011, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 204/2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη.

(2)

Στις 17 Μαρτίου2011, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε την απόφαση ΣΑΗΕ 1973 (2011) η οποία διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων που επέβαλε η απόφαση ΣΑΗΕ 1970 (2011) και εισήγαγε επιπλέον περιοριστικά μέτρα κατά της Λιβύης.

(3)

Ο κατάλογος των προσώπων και οντοτήτων που αποτελούν αντικείμενο περιοριστικών μέτρων όπως παρατίθεται στα παραρτήματα II και ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα II και ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 204/2011 αντικαθίστανται από το κείμενο που παρατίθεται στα παραρτήματα I και ΙΙ αντίστοιχα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Μαρτίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MARTONYI J.


(1)  ΕΕ L 58 της 3.3.2011, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος των φυσικών και νομικών προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1

1.

QADHAFI, Aisha Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1978. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Θυγατέρα του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

2.

QADHAFI, Hannibal Muammar

Αριθμός διαβατηρίου: B/002210. Ημερομηνία γέννησης: 20.9.1975. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

3.

QADHAFI, Khamis Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1978. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Διοίκηση στρατιωτικών μονάδων που εμπλέκονται στην καταστολή διαδηλώσεων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

4.

QADHAFI, Muammar Mohammed Abu Minyar

Ημερομηνία γέννησης: 1942. Τόπος γέννησης: Σίρτυς, Λιβύη.

Αρχηγός της Επανάστασης, Ύπατος Διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων. Υπεύθυνος για την εντολή καταστολής των διαδηλώσεων, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

5.

QADHAFI, Mutassim

Ημερομηνία γέννησης: 1976. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

6.

QADHAFI, Saif al-Islam

Διευθυντής του Ιδρύματος Qadhafi. Αριθμός διαβατηρίου: B014995. Ημερομηνία γέννησης: 25.06.1972. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Εμπρηστικές δημόσιες δηλώσεις που ενθάρρυναν τη βία κατά των διαδηλωτών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

7.

DORDA, Abu Zayd Umar

Διευθυντής Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας. Καθεστωτικός. Επικεφαλής της υπηρεσίας εξωτερικών πληροφοριών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

8.

JABIR, Abu Bakr Yunis (Υποστράτηγος)

Ημερομηνία γέννησης: 1952. Τόπος γέννησης: Jalo, Λιβύη.

Υπουργός Άμυνας. Συνολική ευθύνη για τις δράσεις των ένοπλων δυνάμεων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

9.

MATUQ, Matuq Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1956. Τόπος γέννησης: Khoms.

Γραμματέας Επιχειρήσεων Κοινής Ωφελείας. Ανώτατο μέλος του καθεστώτος. Εμπλοκή στις Επαναστατικές Επιτροπές. Ιστορικό εμπλοκής σε καταστολή αντιφρονούντων και πράξεις βίας.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

10.

QADHAFI, Mohammed Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1970. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

11.

QADHAFI, Saadi

Αριθμός διαβατηρίου: 014797. Ημερομηνία γέννησης: 25.5.1973. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Διοικητής ειδικών δυνάμεων. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Διοίκηση στρατιωτικών μονάδων εμπλεκόμενων στην καταστολή διαδηλώσεων

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

12.

QADHAFI, Saif al-Arab

Ημερομηνία γέννησης: 1982. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

13.

AL-SENUSSI, Abdullah (Συνταγματάρχης)

Ημερομηνία γέννησης: 1949. Τόπος γέννησης: Σουδάν.

Διευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Συμμετοχή της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στην καταστολή διαδηλώσεων. Στο ιστορικό του περιλαμβάνονται υποψίες εμπλοκής στη σφαγή στις φυλακές Abu Selim. Έχει καταδικαστεί ερήμην για τη βομβιστική επίθεση στην πτήση της UTA. Γαμπρός του Muammar QADHAFI.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

Οντότητες

1.

Central Bank of Libya

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

2.

Libyan Investment Authority

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Γνωστή και ως Libyan Arab Foreign Investment Company (LAFICO) 1 Fateh Tower Office No.99 22nd Floor, Borgaida Street, Tripoli, 1103 Libya

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

3.

Libyan Foreign Bank

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

4.

Libya Africa Investment Portfolio

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Jamahiriya Street, LAP Building, PO Box 91330, Tripoli, Libya

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

5.

Libyan National Oil Corporation

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Bashir Saadwi Street, Tripoli, Tarabulus, Libya

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος των φυσικών και νομικών προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2

 

Ονοματεπώνυμο

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

ABDULHAFIZ, Mas'ud (Συνταγματάρχης)

Αξίωμα: Διοικητής Ενόπλων Δυνάμεων

3ος τη τάξει στις Ένοπλες Δυνάμεις, με σημαντικό ρόλο στην Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών.

28.2.2011

2.

ABDUSSALAM, Abdussalam Mohammed

Αξίωμα: Αρχηγός της Αντιτρομοκρατι-κής Υπηρεσίας του Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη

Υψηλόβαθμο μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής. Στενός συνεργάτης του Muammar QADHAFI.

28.2.2011

3.

ABU SHAARIYA

Αξίωμα: Υπαρχηγός του Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας

Υψηλόβαθμο μέλος του καθεστώτος. Γαμπρός του Muammar QADHAFI.

28.2.2011

4.

ASHKAL, Al-Barrani

Αξίωμα: Υποδιευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών

Ανώτατο μέλος του καθεστώτος.

28.2.2011

5.

ASHKAL, Omar

Αξίωμα: Επικεφαλής του Κινήματος των Επαναστατικών Επιτροπών

Τόπος γέννησης: Σύρτις, Λιβύη

Οι Επαναστατικές Επιτροπές εμπλέκονται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών

28.2.2011

6.

AL-BAGHDADI, Dr Abdulqader Mohammed

Αξίωμα: Επικεφαλής του Γραφείου Συνδέσμου των Επαναστατικών Επιτροπών

Αριθ. Διαβατηρίου: B010574

Ημερομηνία γέννησης: 01.07.1950

Οι Επαναστατικές Επιτροπές εμπλέκονται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

28.2.2011

7.

DIBRI, Abdulqader Yusef

Αξίωμα: Επικεφαλής της προσωπικής φρουράς του QADHAFI

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Χουν, Λιβύη

Υπεύθυνος ασφαλείας του καθεστώτος. Ιστορικό επιβολής βίας κατά αντιφρονούντων.

28.2.2011

8.

QADHAF AL-DAM, Ahmed Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Αίγυπτος

Εξάδελφος του Muammar QADHAFI. Από το 1995, θεωρείται ότι είναι διοικητής ενός επίλεκτου στρατιωτικού τάγματος υπεύθυνου για την προσωπική ασφάλεια του Qadhafi και ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον Οργανισμό Εξωτερικής Ασφάλειας. Έχει εμπλακεί στο σχεδιασμό ενεργειών κατά Λίβυων αντιφρονούντων στο εξωτερικό και έχει εμπλακεί άμεσα σε τρομοκρατικές δραστηριότητες.

28.2.2011

9.

QADHAF AL-DAM, Sayyid Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1948

Τόπος γέννησης: Σύρτις, Λιβύη

Εξάδελφος του Muammar QADHAFI. Κατά τη δεκαετία του 1980, ο Sayyid ενεπλάκη στην εκστρατεία δολοφονίας των αντιφρονούντων και φέρεται ως υπεύθυνος για πολλούς θανάτους στην Ευρώπη. Πιστεύεται επίσης ότι έχει εμπλακεί σε προμήθειες όπλων.

28.2.2011

10.

AL-BARASSI, Safia Farkash

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Αλ Μπάιντα, Λιβύη

Σύζυγος του Muammar QADHAFI.

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

11.

SALEH, Bachir

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Τράγκαν

Διευθυντής του ιδιαίτερου γραφείου του ηγέτη.

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

12.

TOHAMI, Khaled (Στρατηγός)

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Τζάνζουρ

Διευθυντής του Γραφείου Εσωτερικής Ασφάλειας

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

13.

FARKASH, Mohammed Boucharaya

Ημερομηνία γέννησης: 1η Ιουλίου 1949

Τόπος γέννησης: Αλ Μπάιντα

Διευθυντής Πληροφοριών του Γραφείου Εξωτερικής Ασφάλειας

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

14.

ZARTI, Mustafa

Ημερομηνία γέννησης: 29 Μαρτίου 1970, Αυστριακός υπήκοος (αριθ. διαβατηρίου P1362998, με ισχύ από 6 Νοεμβρίου 2006 έως 5 Νοεμβρίου 2016)

Στενή σχέση με το καθεστώς και υποδιευθυντής της «Libyan Investment Authority», μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Εταιρίας Πετρελαίου και αντιπρόεδρος της First Energy Bank στο Μπαχρέιν.

10.3.2011

15.

EL-KASSIM ZOUAI, Mohamed Abou

 

Γενικός Γραμματέας του Γενικού Λαϊκού Συνεδρίου· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

16.

AL-MAHMOUDI, Baghdadi

 

Πρωθυπουργός της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

17.

HIJAZI, Mohamad Mahmoud

 

Υπουργός Υγείας και Περιβάλλοντος της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

18.

ZLITNI, Abdelhaziz

Ημερομηνία γέννησης: 1935

Υπουργός Χωροταξίας και Οικονομικών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

19.

HOUEJ, Mohamad Ali

Ημερομηνία γέννησης: 1949

Τόπος γέννησης: Αλ-Αζιζίγια (κοντά στην Τρίπολη)

Υπουργός Βιομηχανίας, Οικονομίας και Εμπορίου της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

20.

AL-GAOUD, Abdelmajid

 

Υπουργός Γεωργίας και Ζωικών και Θαλάσσιων Πόρων της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi.

21.3.2011

21.

AL-CHARIF, Ibrahim Zarroug

 

Υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

22.

FAKHIRI, Abdelkebir Mohamad

 

Υπουργός Παιδείας, Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Έρευνας της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

23.

ZIDANE, Mohamad Ali

 

Υπουργός Μεταφορών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

24.

KOUSSA, Moussa Mohamad

 

Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

25.

MANSOUR, Abdallah

 

Στενός συνεργάτης του συνταγματάρχη Qadhafi, σημαίνον στέλεχος των υπηρεσιών ασφαλείας και πρώην διευθυντής ραδιοτηλεόρασης· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011


Οντότητες

 

Επωνυμία

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομη-νία καταχώ-ρισης

1.

Libyan Housing and Infrastructure Board (HIB)

Τατζούρα, Τρίπολη, Λιβύη

Νόμος αριθ. 60/2006 της Γενικής Λαϊκής Επιτροπής της Λιβύης

Τηλ.: +218 21 369 1840,

Φαξ +218 21 369 6447

http://www.hib.org.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

10.3.2011

2.

Fonds de développement économique et social (FDES)

Qaser Bin Ghasher road Salaheddine Cross - BP: 93599 Libya-Tripoli

Τηλ.: +218 21 490 8893 –

Φαξ: +218 21 491 8893 –

Ηλ. διεύθυνση: info@esdf.ly

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

3.

Libyan Arab African Investment Company - LAAICO

Ιστοσελίδα: http://www.laaico.com

Εταιρία ιδρυθείσα το 1981

76351 Janzour-Libya. 81370 Tripoli-Libya

Τηλ.: 00 218 (21) 4890146 – 4890586 - 4892613

Φαξ: 00 218 (21) 4893800 - 4891867

Ηλ. διεύθυνση: info@laaico.com

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

4.

Fondation Qadhafi pour les associations caritatives et le développement

Στοιχεία της διοίκησης: Hay Alandalus – Jian St. – Tripoli – PoBox: 1101 – LIBYE

Τηλ.: (+218) 214778301 –

Φαξ: (+218) 214778766 ·

ηλ. διεύθυνση: info@gicdf.org

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

5.

Fondation Waatassimou

Έδρα: Τρίπολη.

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

6.

Office général de la radio et de la télévision libyenne

Στοιχεία:

Τηλ: 00 218 21 444 59 26· 00 21 444 59 00·

Φαξ: 00 218 21 340 21 07

http://www.ljbc.net·

ηλ. διεύθυνση: info@ljbc.net

Υποκίνηση του κοινού σε μίσος και βία με τη συμμετοχή σε εκστρατείες παραπληροφόρησης όσον αφορά την καταστολή διαδηλωτών.

21.3.2011

7.

Corps des gardes révolutionnaires

 

Εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

8.

National Commercial Bank

Orouba Street

AlBayda,

Libya

Τηλ.: +218 21-361-2429

Φαξ: +218 21-446-705

www.ncb.ly

Η National Commercial Bank είναι εμπορική τράπεζα στη Λιβύη. Ιδρύθηκε το 1970 και έχει την έδρα της στην AlBayda της Λιβύης. Έχει εγκαταστάσεις στην Τρίπολη και την AlBayda και υποκαταστήματα στη Λιβύη. 100 % κρατικής ιδιοκτησίας. Πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος.

21.3.2011

9.

Gumhouria Bank

Gumhouria Bank Building

Omar Al Mukhtar Avenue

Giaddal Omer Al Moukhtar

P.O. Box 685

Tarabulus

Tripoli

Libya

Τηλ.: +218 21-333-4035 +218 21-444-2541 +218 21-444-2544 +218 21-333-4031

Φαξ: +218 21-444-2476 +218 21-333-2505

Ηλ. διεύθυνση: info@gumhouria-bank.com.ly

Ιστοσελίδα: www.gumhouria-bank.com.ly

Η Gumhouria Bank είναι εμπορική τράπεζα στη Λιβύη. Ιδρύθηκε το 2008 με τη συγχώνευση των τραπεζών Al Ummah και Gumhouria. 100 % κρατικής ιδιοκτησίας. Πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος.

21.3.2011

10.

Sahara Bank

Sahara Bank Building

First of September Street

P.O. Box 270

Tarabulus

Tripoli

Libya

Τηλ.: +218 21-379-0022

Φαξ: +218 21-333-7922

Ηλ. διεύθυνση: info@saharabank.com.ly

Ιστοσελίδα: www.saharabank.com.ly

Η Sahara Bank είναι εμπορική τράπεζα στη Λιβύη. 81 % κρατικής ιδιοκτησίας. Πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος.

21.3.2011

11.

Azzawia (Azawiya) Refining

P.O. Box 6451

Tripoli

Libya

+218 023 7976 26778

http://www.arc.com.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

12.

Ras Lanuf Oil and Gas Processing Company (RASCO)

Ras Lanuf Oil and Gas Processing Company Building

Ras Lanuf City

P.O. Box 2323

Libya

Τηλ: +218 21-360-5171 +218 21-360-5177 +218 21-360-5182

Φαξ: +218 21-360-5174

Ηλ. διεύθυνση: info@raslanuf.ly

Ιστοσελίδα: www.raslanuf.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

13.

Brega

Head Office: Azzawia / coast road

P.O. Box Azzawia 16649

Τηλ: 2 – 625021-023 / 3611222

Φαξ: 3610818

Telex: 30460 / 30461 / 30462

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

14.

Sirte Oil Company

Sirte Oil Company Building

Marsa Al Brega Area

P.O. Box 385

Tarabulus

Tripoli

Libya

Τηλ: +218 21-361-0376 +218 21-361-0390

Φαξ: +218 21-361-0604 +218 21-360-5118

Ηλ. διεύθυνση: info@soc.com.ly

Ιστοσελίδα: www.soc.com.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

15.

Waha Oil Company

Waha Oil Company

Office Location: Off Airport Road

Tripoli

Tarabulus

Libya

Postal Address: P.O. Box 395

Tripoli

Libya

Τηλ: +218 21-3331116

Φαξ: +218 21-3337169

Telex: 21058

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011»


24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/21


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 289/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Μαρτίου 2011

σχετικά με τη διόρθωση του ουγγρικού κειμένου του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την αγορά και την πώληση γεωργικών προϊόντων από τη δημόσια παρέμβαση

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 43 στοιχεία α), αα), γ), δ), στ), ι), ια) και ιβ), σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το ουγγρικό κείμενο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής (2) έχει δύο λάθη τα οποία πρέπει να διορθωθούν με ισχύ από την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009.

(2)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αφορά μόνο την έκδοση στην ουγγρική γλώσσα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Μαρτίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Μαρτίου 2011.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 349 της 29.12.2009, σ. 1.


24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/22


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 290/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Μαρτίου 2011

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 24 Μαρτίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Μαρτίου 2011.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

José Manuel SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ’ αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

ET

73,9

IL

82,8

MA

53,7

TN

115,9

TR

81,7

ZZ

81,6

0707 00 05

EG

170,1

TR

147,0

ZZ

158,6

0709 90 70

MA

39,2

TR

109,9

ZZ

74,6

0805 10 20

EG

54,1

IL

78,1

MA

53,8

TN

51,1

TR

74,0

ZZ

62,2

0805 50 10

EG

66,4

MA

45,2

TR

53,6

ZZ

55,1

0808 10 80

AR

91,7

BR

88,0

CA

88,7

CL

99,7

CN

84,0

MK

50,2

US

143,1

UY

66,1

ZA

98,4

ZZ

90,0

0808 20 50

AR

92,8

CL

83,9

CN

56,3

US

79,9

ZA

97,0

ZZ

82,0


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/24


ΑΠΌΦΑΣΗ 2011/178/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 23ης Μαρτίου 2011

για την τροποποίηση της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 29,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 28 Φεβρουαρίου 2011, το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση 2011/137/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη (1) με την οποία εφαρμόζεται η απόφαση 1970 (2011) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΗΕ).

(2)

Στις 17 Μαρτίου 2011, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε την απόφαση 1973 (2011), με την οποία διευρύνθηκε το πεδίο εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων που επέβαλε η απόφαση 1970 (2011) ΣΑΗΕ και θεσπίσθηκαν πρόσθετα περιοριστικά μέτρα κατά της Λιβύης.

(3)

Η απόφαση 2011/137/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου θα πρέπει κατά συνέπεια να τροποποιηθεί αναλόγως.

(4)

Για την εφαρμογή ορισμένων μέτρων απαιτείται περαιτέρω δράση της Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2011/137/ΚΕΠΠΑ τροποποιείται ως εξής:

1)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 3α

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα για να εμποδίσουν πτήσεις αεροσκαφών υπό τη δικαιοδοσία τους στον εναέριο χώρο της Λιβύης, λόγω της ανάγκης να προστατευθεί ο άμαχος πληθυσμός.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις πτήσεις με αποκλειστικά ανθρωπιστικό σκοπό, λ.χ. την παροχή ή διευκόλυνση της παροχής βοήθειας, περιλαμβανομένων ιατρικών εφοδίων, τροφίμων, εργαζομένων στον ανθρωπιστικό τομέα και άλλων σχετικών, ή την απομάκρυνση αλλοδαπών υπηκόων από τη Λιβύη, ούτε σε άλλες πτήσεις που κρίνονται από τα κράτη μέλη, δυνάμει της εξουσιοδοτήσεως που χορηγείται διά της παραγράφου 4 ή 8 της αποφάσεως 1973 (2011) ΣΑΗΕ, αναγκαίες προς όφελος του λαού της Λιβύης.».

2)

Το άρθρο 4 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη επιθεωρούν, κατά τα οριζόμενα από τις εθνικές τους αρχές και τις νομοθετικές τους διατάξεις καθώς και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, ιδίως το δίκαιο της θάλασσας και τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες πολιτικής αεροπορίας, τα σκάφη και αεροσκάφη προς και από τη Λιβύη που βρίσκονται στο έδαφός τους, μεταξύ άλλων στους αερολιμένες και θαλάσσιους λιμένες τους, καθώς και στην ανοικτή θάλασσα, εφόσον διαθέτουν πληροφορίες βάσει των οποίων μπορεί ευλόγως να εικάζεται ότι το φορτίο των εν λόγω σκαφών και αεροσκαφών περιέχει είδη των οποίων η προμήθεια, η πώληση, η μεταβίβαση ή η εξαγωγή απαγορεύεται δυνάμει των διατάξεων της παρούσας απόφασης.».

3)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 4α

1.   Τα κράτη μέλη δεν παρέχουν σε αεροσκάφος νηολογημένο στη Λιβύη ή του οποίου την ιδιοκτησία ή την εκμετάλλευση έχουν υπήκοοι ή εταιρείες της Λιβύης άδεια να απογειώνεται, να προσγειώνεται ή να υπερίπταται του εδάφους τους, εκτός εάν το συγκεκριμένο φορτίο έχει εγκριθεί εκ των προτέρων από την επιτροπή κυρώσεων ή σε περίπτωση αναγκαστικής προσγείωσης.

2.   Τα κράτη μέλη δεν παρέχουν σε αεροσκάφος άδεια να απογειώνεται, να προσγειώνεται ή να υπερίπταται του εδάφους τους, εφόσον διαθέτουν πληροφορίες βάσει των οποίων μπορεί ευλόγως να εικάζεται ότι το αεροσκάφος περιέχει είδη των οποίων η προμήθεια, η πώληση, η μεταβίβαση ή η εξαγωγή απαγορεύεται δυνάμει της παρούσας απόφασης, περιλαμβανομένης της παροχής ένοπλου μισθοφορικού προσωπικού, εκτός από την περίπτωση αναγκαστικής προσγείωσης.».

4)

Το άρθρο 5 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εμποδίζουν την είσοδο στο έδαφός τους ή τη διαμέσου του εδάφους τους διέλευση:

α)

των προσώπων που κατονομάζονται στο παράρτημα Ι της απόφασης 1970 (2011) ΣΑΗΕ καθώς και άλλων προσώπων που κατονομάζονται από το Συμβούλιο Ασφαλείας ή την επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 22 της απόφασης 1970 (2011) ΣΑΗΕ και με την παράγραφο 23 της απόφασης 1973 (2011) ΣΑΗΕ, όπως αναφέρονται στο παράρτημα Ι της παρούσας απόφασης·

β)

των προσώπων εκτός του παραρτήματος Ι της παρούσας απόφασης που εμπλέκονται ή συνεργούν στην έκδοση διαταγής, τον έλεγχο ή την καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο καθοδήγηση της διάπραξης σοβαρών παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων στη Λιβύη, μεταξύ άλλων μέσω εμπλοκής ή συνέργειας στον σχεδιασμό, την έκδοση εντολής, την έκδοση διαταγής ή τη διάπραξη επιθέσεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, περιλαμβανομένων των εναέριων βομβαρδισμών, κατά άμαχου πληθυσμού και μη στρατιωτικών εγκαταστάσεων, ή προσώπων που ενεργούν είτε για λογαριασμό είτε εξ ονόματος ή κατ’ εντολή τους, όπως κατονομάζονται στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης.».

5)

Το άρθρο 6 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια, τα λοιπά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία και οι οικονομικοί πόροι που τελούν υπό την κυριότητα ή τον έλεγχο, άμεσα ή έμμεσα:

α)

των προσώπων και των οντοτήτων που κατονομάζονται στο παράρτημα ΙΙ της απόφασης 1970 (2011) ΣΑΗΕ καθώς και άλλων προσώπων και οντοτήτων που κατονομάζονται από το Συμβούλιο Ασφαλείας ή την επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 22 της απόφασης 1970 (2011) ΣΑΗΕ και τις παραγράφους 19 και 23 της απόφασης 1973 (2011) ΣΑΗΕ, όπως αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας απόφασης·

β)

των προσώπων και των οντοτήτων που δεν καλύπτονται από το παράρτημα ΙΙΙ της παρούσας απόφασης που εμπλέκονται ή συνεργούν στην έκδοση διαταγής, τον έλεγχο ή την καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο καθοδήγηση της διάπραξης σοβαρών παραβιάσεων των ανθρώπινων δικαιωμάτων στη Λιβύη, μεταξύ άλλων μέσω εμπλοκής ή συνέργειας στον σχεδιασμό, την έκδοση εντολής, την έκδοση διαταγής ή τη διάπραξη επιθέσεων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, περιλαμβανομένων των εναέριων βομβαρδισμών, κατά άμαχου πληθυσμού και μη στρατιωτικών εγκαταστάσεων, ή των λυβικών αρχών, ή προσώπων και οντοτήτων που έχουν παραβιάσει ή βοηθήσει στην παραβίαση των διατάξεων της απόφασης 1970 (2011) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ή προσώπων ή οντοτήτων που ενεργούν είτε για λογαριασμό είτε εξ ονόματος ή κατ’ εντολή τους ή οντοτήτων που ανήκουν ή ελέγχονται από τα εν λόγω πρόσωπα ή από τα πρόσωπα και τις οντότητες που κατονομάζονται στο παράρτημα ΙΙΙ,

όπως αναφέρονται στο παράρτημα ΙV.».

6)

Στο άρθρο 6, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Όσον αφορά τα πρόσωπα και τις οντότητες που κατονομάζονται στο παράρτημα IV της παρούσας απόφασης, επιτρέπονται επίσης οι εξαιρέσεις για τα κεφάλαια και τους οικονομικούς πόρους που απαιτούνται για ανθρωπιστικούς σκοπούς, λ.χ. την παροχή ή διευκόλυνση της παροχής βοήθειας, περιλαμβανομένων ιατρικών εφοδίων, τροφίμων, ηλεκτρισμού , εργαζομένων στον ανθρωπιστικό τομέα και άλλων σχετικών, ή την απομάκρυνση αλλοδαπών υπηκόων από τη Λιβύη.».

7)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 6α

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους υπηκόους τους, τα πρόσωπα που υπόκεινται στη δικαιοδοσία τους και τις εταιρείες που έχουν συσταθεί στο έδαφός τους ή υπόκεινται στη δικαιοδοσία τους να επαγρυπνούν όταν συναλλάσσονται με οντότητες που έχουν συσταθεί στη Λιβύη ή υπόκεινται στη δικαιοδοσία της Λιβύης και οποιαδήποτε πρόσωπα και οντότητες που ενεργούν εξ ονόματος ή κατ’ εντολή τους καθώς και οντότητες που ανήκουν ή ελέγχονται από αυτά, για να αποφευχθούν συναλλαγές δυνάμενες να συντελέσουν στη βία και τη χρήση καταναγκασμού κατά άμαχου πληθυσμού.».

Άρθρο 2

Τα παραρτήματα I, II, III και IV της απόφασης 2011/137/ΚΕΠΠΑ αντικαθίστανται από το κείμενο που περιέχεται στα παραρτήματα I, II, III και IV αντιστοίχως της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 23 Μαρτίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MARTONYI J.


(1)  ΕΕ L 58 της 3.3.2011 σ. 53.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Κατάλογος των ατόμων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α)

1.

AL-BAGHDADI, Dr Abdulqader Mohammed

Αριθμός διαβατηρίου: B010574. Ημερομηνία γέννησης: 1.7.1950.

Επικεφαλής του Γραφείου Συνδέσμου των Επαναστατικών Επιτροπών. Οι Επαναστατικές Επιτροπές εμπλέκονται σε βία κατά διαδηλωτών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

2.

DIBRI, Abdulqader Yusef

Ημερομηνία γέννησης: 1946. Τόπος γέννησης: Χούν, Λιβύη.

Επικεφαλής της προσωπικής φρουράς του Muammar QADHAFI. Υπεύθυνος ασφάλειας του καθεστώτος. Ιστορικό επιβολής βίας κατά αντιφρονούντων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011

3.

DORDA, Abu Zayd Umar

Διευθυντής, Οργανισμός Εξωτερικής Ασφάλειας. Καθεστωτικός. Επικεφαλής της υπηρεσίας εξωτερικών πληροφοριών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

4.

JABIR, Abu Bakr Yunis (Υποστράτηγος)

Ημερομηνία γέννησης: 1952. Τόπος γέννησης: Τζάλο, Λιβύη.

Υπουργός Άμυνας. Συνολική ευθύνη για δράσεις των ενόπλων δυνάμεων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

5.

MATUQ, Matuq Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1956. Τόπος γέννησης: Χομς.

Γραμματεύς επιχειρήσεων κοινής ωφελείας. Υψηλόβαθμο στέλεχος του καθεστώτος. Εμπλοκή με τις Επαναστατικές Επιτροπές. Ιστορικό εμπλοκής σε καταστολή αντιφρονούντων και βία.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

6.

QADHAF AL-DAM, Sayyid Mohammed

Ημερομηνία γέννησης:1948. Τόπος γέννησης: Σίρτυς, Λιβύη.

Εξάδελφος του Muammar QADHAFI. Κατά τη δεκαετία του 1980, ο Sayyid ενεπλάκη στις δολοφονίες αντιφρονούντων και φέρεται ως υπεύθυνος πολλών θανάτων στην Ευρώπη. Πιστεύεται επίσης ότι έχει εμπλακεί στις προμήθειες όπλων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

7.

QADHAFI, Aisha Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1978. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Κόρη του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

8.

QADHAFI, Hannibal Muammar

Αριθμός διαβατηρίου: B/002210. Ημερομηνία γέννησης: 20.9.1975. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

9.

QADHAFI, Khamis Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1978. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Διοίκηση στρατιωτικών μονάδων που εμπλέκονται στην καταστολή διαδηλώσεων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

10.

QADHAFI, Mohammed Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1970. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

11.

QADHAFI, Muammar Mohammed Abu Minyar

Ημερομηνία γέννησης: 1942. Τόπος γέννησης: Σίρτυς, Λιβύη.

Αρχηγός της Επανάστασης, Ύπατος Διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων. Υπεύθυνος για την εντολή καταστολής των διαδηλώσεων, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

12.

QADHAFI, Mutassim

Ημερομηνία γέννησης: 1976. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

13.

QADHAFI, Saadi

Αριθμός διαβατηρίου: 014797. Ημερομηνία γέννησης: 25.5.1973. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Διοικητής Ειδικών Δυνάμεων. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Διοίκηση στρατιωτικών μονάδων οι οποίες κατέστειλαν διαδηλώσεις.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

14.

QADHAFI, Saif al-Arab

Ημερομηνία γέννησης: 1982. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

15.

QADHAFI, Saif al-Islam

Αριθμός διαβατηρίου: B014995. Ημερομηνία γέννησης: 25.6.1972. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Διευθυντής του Ιδρύματος Qadhafi. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Εμπρηστικές δημόσιες δηλώσεις που ενθάρρυναν τη βία κατά των διαδηλωτών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

16.

AL-SENUSSI, Abdullah (Συνταγματάρχης)

Ημερομηνία γέννησης: 1949. Τόπος γέννησης: Σουδάν.

Διευθυντής στρατιωτικών υπηρεσιών ασφάλειας. Εμπλοκή των στρατιωτικών υπηρεσιών ασφάλειας στην καταστολή διαδηλώσεων. Το ιστορικό του περιλαμβάνει υποψίες εμπλοκής στη σφαγή της φυλακής Abu Selim. Έχει καταδικαστεί ερήμην για την τρομοκρατική επίθεση στην πτήση της UTA. Γαμβρός του Muammar QADHAFI.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

17.

AL QADHAFI, Quren Salih Quren

Πρεσβευτής της Λιβύης στο Τσάντ. Εγκατέλειψε το Τσάντ για τη Sabha. Εμπλέκεται άμεσα στη στρατολόγηση και τον συντονισμό μισθοφόρων για το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011

18.

AL KUNI, Amid Husain (Συνταγματάρχης)

Κυβερνήτης της Ghat (Νότια Λιβύη). Εμπλέκεται άμεσα στη στρατολόγηση μισθοφόρων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β)

 

Ονοματεπώνυμο

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

ABDULHAFIZ, Mas'ud (Συνταγματάρχης)

Αξίωμα: Διοικητής Ενόπλων Δυνάμεων

3ος τη τάξει στις Ένοπλες Δυνάμεις, με σημαντικό ρόλο στην Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών.

28.2.2011

2.

ABDUSSALAM, Abdussalam Mohammed

Αξίωμα: Αρχηγός της Αντιτρομοκρατι-κής Υπηρεσίας του Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη

Υψηλόβαθμο μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής.

Στενός συνεργάτης του Muammar QADHAFI.

28.2.2011

3.

ABU SHAARIYA

Αξίωμα: Υπαρχηγός του Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας

Υψηλόβαθμο μέλος του καθεστώτος.

Γαμπρός του Muammar QADHAFI.

28.2.2011

4.

ASHKAL, Al-Barrani

Αξίωμα: Υποδιευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών

Ανώτατο μέλος του καθεστώτος.

28.2.2011

5.

ASHKAL, Omar

Αξίωμα: Επικεφαλής του Κινήματος των Επαναστατικών Επιτροπών

Τόπος γέννησης: Σύρτις, Λιβύη

Οι Επαναστατικές Επιτροπές εμπλέκονται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών

28.2.2011

6.

QADHAF AL-DAM, Ahmed Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Αίγυπτος

Εξάδελφος του Muammar QADHAFI. Από το 1995, θεωρείται ότι είναι διοικητής ενός επίλεκτου στρατιωτικού τάγματος υπεύθυνου για την προσωπική ασφάλεια του Qadhafi και ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον Οργανισμό Εξωτερικής Ασφάλειας. Έχει εμπλακεί στο σχεδιασμό ενεργειών κατά Λίβυων αντιφρονούντων στο εξωτερικό και έχει εμπλακεί άμεσα σε τρομοκρατικές δραστηριότητες.

28.2.2011

7.

AL-BARASSI, Safia Farkash

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Αλ Μπάιντα, Λιβύη

Σύζυγος του Muammar QADHAFI.

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

8.

SALEH, Bachir

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Τράγκαν

Διευθυντής του ιδιαίτερου γραφείου του ηγέτη.

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

9.

TOHAMI, Khaled (Στρατηγός)

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Τζάνζουρ

Διευθυντής του Γραφείου Εσωτερικής Ασφάλειας

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

10.

FARKASH, Mohammed Boucharaya

Ημερομηνία γέννησης: 1η Ιουλίου 1949

Τόπος γέννησης: Αλ Μπάιντα

Διευθυντής Πληροφοριών του Γραφείου Εξωτερικής Ασφάλειας

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

11.

EL-KASSIM ZOUAI, Mohamed Abou

 

Γενικός Γραμματέας του Γενικού Λαϊκού Συνεδρίου· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

12.

AL-MAHMOUDI, Baghdadi

 

Πρωθυπουργός της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

13.

HIJAZI, Mohamad Mahmoud

 

Υπουργός Υγείας και Περιβάλλοντος της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

14.

ZLITNI, Abdelhaziz

Ημερομηνία γέννησης: 1935

Υπουργός Χωροταξίας και Οικονομικών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

15.

HOUEJ, Mohamad Ali

Ημερομηνία γέννησης: 1949

Τόπος γέννησης: Αλ-Αζιζίγια (κοντά στην Τρίπολη)

Υπουργός Βιομηχανίας, Οικονομίας και Εμπορίου της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

16.

AL-GAOUD, Abdelmajid

 

Υπουργός Γεωργίας και Ζωικών και Θαλάσσιων Πόρων της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi.

21.3.2011

17.

AL-CHARIF, Ibrahim Zarroug

 

Υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

18.

FAKHIRI, Abdelkebir Mohamad

 

Υπουργός Παιδείας, Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Έρευνας της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

19.

ZIDANE, Mohamad Ali

 

Υπουργός Μεταφορών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

20.

KOUSSA, Moussa Mohamad

 

Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

21.

MANSOUR, Abdallah

 

Στενός συνεργάτης του συνταγματάρχη Qadhafi, σημαίνον στέλεχος των υπηρεσιών ασφαλείας και πρώην διευθυντής ραδιοτηλεόρασης· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος των ατόμων και οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α)

1.

QADHAFI, Aisha Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1978. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Θυγατέρα του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

2.

QADHAFI, Hannibal Muammar

Αριθμός διαβατηρίου: B/002210. Ημερομηνία γέννησης: 20.9.1975. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

3.

QADHAFI, Khamis Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1978. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Διοίκηση στρατιωτικών μονάδων που εμπλέκονται στην καταστολή διαδηλώσεων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

4.

QADHAFI, Muammar Mohammed Abu Minyar

Ημερομηνία γέννησης: 1942. Τόπος γέννησης: Σίρτυς, Λιβύη.

Αρχηγός της Επανάστασης, Ύπατος Διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων. Υπεύθυνος για την εντολή καταστολής των διαδηλώσεων, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

5.

QADHAFI, Mutassim

Ημερομηνία γέννησης: 1976. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

6.

QADHAFI, Saif al-Islam

Διευθυντής του Ιδρύματος Qadhafi. Αριθμός διαβατηρίου: B014995. Ημερομηνία γέννησης: 25. 6.1972. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη. Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Εμπρηστικές δημόσιες δηλώσεις που ενθάρρυναν τη βία κατά των διαδηλωτών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 26.2.2011.

7.

DORDA, Abu Zayd Umar

Διευθυντής Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας. Καθεστωτικός. Επικεφαλής της υπηρεσίας εξωτερικών πληροφοριών.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

8.

JABIR, Abu Bakr Yunis (Υποστράτηγος)

Ημερομηνία γέννησης: 1952. Τόπος γέννησης: Jalo, Λιβύη.

Υπουργός Άμυνας. Συνολική ευθύνη για τις δράσεις των ένοπλων δυνάμεων.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

9.

MATUQ, Matuq Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1956. Τόπος γέννησης: Khoms.

Γραμματέας Επιχειρήσεων Κοινής Ωφελείας. Ανώτατο μέλος του καθεστώτος. Εμπλοκή στις Επαναστατικές Επιτροπές. Ιστορικό εμπλοκής σε καταστολή αντιφρονούντων και πράξεις βίας.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

10.

QADHAFI, Mohammed Muammar

Ημερομηνία γέννησης: 1970. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

11.

QADHAFI, Saadi

Αξίωμα: Διοικητής ειδικών δυνάμεων.

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς. Διοίκηση στρατιωτικών μονάδων εμπλεκόμενων στην καταστολή διαδηλώσεων.

Ημερομηνία γέννησης: 25.5.1973. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη. Αριθμός διαβατηρίου: 014797.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

12.

QADHAFI, Saif al-Arab

Υιός του Muammar QADHAFI. Στενή σχέση με το καθεστώς.

Ημερομηνία γέννησης: 1982. Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

13.

AL-SENUSSI, Abdullah (Συνταγματάρχης)

Ημερομηνία γέννησης: 1949. Τόπος γέννησης: Σουδάν.

Διευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Συμμετοχή της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στην καταστολή διαδηλώσεων. Στο ιστορικό του περιλαμβάνονται υποψίες εμπλοκής στη σφαγή στις φυλακές Abu Selim. Έχει καταδικαστεί ερήμην για τη βομβιστική επίθεση στην πτήση της UTA. Γαμπρός του Muammar QADHAFI.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 28.2.2011)

Οντότητες

1.

Central Bank of Libya

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

2.

Libyan Investment Authority

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Γνωστή και ως Libyan Arab Foreign Investment Company (LAFICO) 1 Fateh Tower Office No.99 22nd Floor, Borgaida Street, Tripoli, 1103 Libya

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

3.

Libyan Foreign Bank

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

4.

Libya Africa Investment Portfolio

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Jamahiriya Street, LAP Building, PO Box 91330, Tripoli, Libya

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011 (Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο της ΕΕ: 10.3.2011)

5.

Libyan National Oil Corporation

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

Bashir Saadwi Street, Tripoli, Tarabulus, Libya

Ημερομηνία καταχώρησης στον κατάλογο του ΟΗΕ: 17.3.2011».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

«ΠΑΡΆΡΤΗΜΑ IV

Κατάλογος των προσώπων και οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β)

 

Ονοματεπώνυμο

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομηνία καταχώρισης

1.

ABDULHAFIZ, Mas'ud (Συνταγματάρχης)

Αξίωμα: Διοικητής Ενόπλων Δυνάμεων

3ος τη τάξει στις Ένοπλες Δυνάμεις, με σημαντικό ρόλο στην Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών.

28.2.2011

2.

ABDUSSALAM, Abdussalam Mohammed

Αξίωμα: Αρχηγός της Αντιτρομοκρατι-κής Υπηρεσίας του Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Τρίπολη, Λιβύη

Υψηλόβαθμο μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής. Στενός συνεργάτης του Muammar QADHAFI.

28.2.2011

3.

ABU SHAARIYA

Αξίωμα: Υπαρχηγός του Οργανισμού Εξωτερικής Ασφάλειας

Υψηλόβαθμο μέλος του καθεστώτος. Γαμπρός του Muammar QADHAFI.

28.2.2011

4.

ASHKAL, Al-Barrani

Αξίωμα: Υποδιευθυντής της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών

Ανώτατο μέλος του καθεστώτος.

28.2.2011

5.

ASHKAL, Omar

Αξίωμα: Επικεφαλής του Κινήματος των Επαναστατικών Επιτροπών

Τόπος γέννησης: Σύρτις, Λιβύη

Οι Επαναστατικές Επιτροπές εμπλέκονται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών

28.2.2011

6.

AL-BAGHDADI, Dr Abdulqader Mohammed

Αξίωμα: Επικεφαλής του Γραφείου Συνδέσμου των Επαναστατικών Επιτροπών

Αριθ. Διαβατηρίου: B010574

Ημερομηνία γέννησης: 01.07.1950

Οι Επαναστατικές Επιτροπές εμπλέκονται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

28.2.2011

7.

DIBRI, Abdulqader Yusef

Αξίωμα: Επικεφαλής της προσωπικής φρουράς του QADHAFI

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Χουν, Λιβύη

Υπεύθυνος ασφαλείας του καθεστώτος. Ιστορικό επιβολής βίας κατά αντιφρονούντων.

28.2.2011

8.

QADHAF AL-DAM, Ahmed Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Αίγυπτος

Εξάδελφος του Muammar QADHAFI. Από το 1995, θεωρείται ότι είναι διοικητής ενός επίλεκτου στρατιωτικού τάγματος υπεύθυνου για την προσωπική ασφάλεια του Qadhafi και ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον Οργανισμό Εξωτερικής Ασφάλειας. Έχει εμπλακεί στο σχεδιασμό ενεργειών κατά Λίβυων αντιφρονούντων στο εξωτερικό και έχει εμπλακεί άμεσα σε τρομοκρατικές δραστηριότητες.

28.2.2011

9.

QADHAF AL-DAM, Sayyid Mohammed

Ημερομηνία γέννησης: 1948

Τόπος γέννησης: Σύρτις, Λιβύη

Εξάδελφος του Muammar QADHAFI. Κατά τη δεκαετία του 1980, ο Sayyid ενεπλάκη στην εκστρατεία δολοφονίας των αντιφρονούντων και φέρεται ως υπεύθυνος για πολλούς θανάτους στην Ευρώπη. Πιστεύεται επίσης ότι έχει εμπλακεί σε προμήθειες όπλων.

28.2.2011

10.

AL-BARASSI, Safia Farkash

Ημερομηνία γέννησης: 1952

Τόπος γέννησης: Αλ Μπάιντα, Λιβύη

Σύζυγος του Muammar QADHAFI.

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

11.

SALEH, Bachir

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Τράγκαν

Διευθυντής του ιδιαίτερου γραφείου του ηγέτη.

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

12.

TOHAMI, Khaled (Στρατηγός)

Ημερομηνία γέννησης: 1946

Τόπος γέννησης: Τζάνζουρ

Διευθυντής του Γραφείου Εσωτερικής Ασφάλειας

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

13.

FARKASH, Mohammed Boucharaya

Ημερομηνία γέννησης: 1η Ιουλίου 1949

Τόπος γέννησης: Αλ Μπάιντα

Διευθυντής Πληροφοριών του Γραφείου Εξωτερικής Ασφάλειας

Στενή σχέση με το καθεστώς.

28.2.2011

14.

ZARTI, Mustafa

Ημερομηνία γέννησης: 29 Μαρτίου 1970, Αυστριακός υπήκοος (αριθ. διαβατηρίου P1362998, με ισχύ από 6 Νοεμβρίου 2006 έως 5 Νοεμβρίου 2016)

Στενή σχέση με το καθεστώς και υποδιευθυντής της «Libyan Investment Authority», μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εθνικής Εταιρίας Πετρελαίου και αντιπρόεδρος της First Energy Bank στο Μπαχρέιν.

10.3.2011

15.

EL-KASSIM ZOUAI, Mohamed Abou

 

Γενικός Γραμματέας του Γενικού Λαϊκού Συνεδρίου· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

16.

AL-MAHMOUDI, Baghdadi

 

Πρωθυπουργός της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

17.

HIJAZI, Mohamad Mahmoud

 

Υπουργός Υγείας και Περιβάλλοντος της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

18.

ZLITNI, Abdelhaziz

Ημερομηνία γέννησης: 1935

Υπουργός Χωροταξίας και Οικονομικών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

19.

HOUEJ, Mohamad Ali

Ημερομηνία γέννησης: 1949

Τόπος γέννησης: Αλ-Αζιζίγια (κοντά στην Τρίπολη)

Υπουργός Βιομηχανίας, Οικονομίας και Εμπορίου της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

20.

AL-GAOUD, Abdelmajid

 

Υπουργός Γεωργίας και Ζωικών και Θαλάσσιων Πόρων της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi.

21.3.2011

21.

AL-CHARIF, Ibrahim Zarroug

 

Υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

22.

FAKHIRI, Abdelkebir Mohamad

 

Υπουργός Παιδείας, Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Έρευνας της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

23.

ZIDANE, Mohamad Ali

 

Υπουργός Μεταφορών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

24.

KOUSSA, Moussa Mohamad

 

Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης του συνταγματάρχη Qadhafi· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

25.

MANSOUR, Abdallah

 

Στενός συνεργάτης του συνταγματάρχη Qadhafi, σημαίνον στέλεχος των υπηρεσιών ασφαλείας και πρώην διευθυντής ραδιοτηλεόρασης· εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011


Οντότητες

 

Επωνυμία

Αναγνωριστικά στοιχεία

Λόγοι

Ημερομη-νία καταχώ-ρισης

1.

Libyan Housing and Infrastructure Board (HIB)

Τατζούρα, Τρίπολη, Λιβύη Νόμος αριθ. 60/2006 της Γενικής Λαϊκής Επιτροπής της Λιβύης

Τηλ.: +218 21 369 1840,

Φαξ +218 21 369 6447

http://www.hib.org.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και της οικογένειάς του και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

10.3.2011

2.

Fonds de développement économique et social (FDES)

Qaser Bin Ghasher road Salaheddine Cross - BP: 93599 Libya-Tripoli

Τηλ.: +218 21 490 8893 –

Φαξ: +218 21 491 8893 –

Ηλ. διεύθυνση: info@esdf.ly

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

3.

Libyan Arab African Investment Company - LAAICO

Ιστοσελίδα: http://www.laaico.com

Εταιρία ιδρυθείσα το 1981

76351 Janzour-Libya. 81370 Tripoli-Libya

Τηλ.: 00 218 (21) 4890146 – 4890586 - 4892613

Φαξ: 00 218 (21) 4893800 - 4891867

Ηλ. διεύθυνση: info@laaico.com

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

4.

Fondation Qadhafi pour les associations caritatives et le développement

Στοιχεία της διοίκησης: Hay Alandalus – Jian St. – Tripoli – PoBox: 1101 – LIBYE

Τηλ.: (+218) 214778301 –

Φαξ: (+218) 214778766 ·

ηλ. διεύθυνση: info@gicdf.org

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

5.

Fondation Waatassimou

Έδρα: Τρίπολη.

Υπό τον έλεγχο του καθεστώτος του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησής του.

21.3.2011

6.

Office général de la radio et de la télévision libyenne

Στοιχεία:

Τηλ: 00 218 21 444 59 26· 00 21 444 59 00·

Φαξ: 00 218 21 340 21 07

http://www.ljbc.net ·

ηλ. διεύθυνση: info@ljbc.net

Υποκίνηση του κοινού σε μίσος και βία με τη συμμετοχή σε εκστρατείες παραπληροφόρησης όσον αφορά την καταστολή διαδηλωτών.

21.3.2011

7.

Corps des gardes révolutionnaires

 

Εμπλέκεται σε πράξεις βίας κατά διαδηλωτών.

21.3.2011

8.

National Commercial Bank

Orouba Street

AlBayda,

Libya

Τηλ.: +218 21-361-2429

Φαξ: +218 21-446-705

www.ncb.ly

Η National Commercial Bank είναι εμπορική τράπεζα στη Λιβύη. Ιδρύθηκε το 1970 και έχει την έδρα της στην AlBayda της Λιβύης. Έχει εγκαταστάσεις στην Τρίπολη και την AlBayda και υποκαταστήματα στη Λιβύη. 100 % κρατικής ιδιοκτησίας. Πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος.

21.3.2011

9.

Gumhouria Bank

Gumhouria Bank Building

Omar Al Mukhtar Avenue

Giaddal Omer Al Moukhtar

P.O. Box 685

Tarabulus

Tripoli

Libya

Τηλ.: +218 21-333-4035 +218 21-444-2541 +218 21-444-2544 +218 21-333-4031

Φαξ: +218 21-444-2476 +218 21-333-2505

Ηλ. διεύθυνση: info@gumhouria-bank.com.ly

Ιστοσελίδα: www.gumhouria-bank.com.ly

Η Gumhouria Bank είναι εμπορική τράπεζα στη Λιβύη. Ιδρύθηκε το 2008 με τη συγχώνευση των τραπεζών Al Ummah και Gumhouria. 100% κρατικής ιδιοκτησίας. Πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος.

21.3.2011

10.

Sahara Bank

Sahara Bank Building

First of September Street

P.O. Box 270

Tarabulus

Tripoli

Libya

Τηλ.: +218 21-379-0022

Φαξ: +218 21-333-7922

Ηλ. διεύθυνση: info@saharabank.com.ly

Ιστοσελίδα: www.saharabank.com.ly

Η Sahara Bank είναι εμπορική τράπεζα στη Λιβύη. 81% κρατικής ιδιοκτησίας. Πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος.

21.3.2011

11.

Azzawia (Azawiya) Refining

P.O. Box 6451

Tripoli

Libya

+218 023 7976 26778

http://www.arc.com.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

12.

Ras Lanuf Oil and Gas Processing Company (RASCO)

Ras Lanuf Oil and Gas Processing Company Building

Ras Lanuf City

P.O. Box 2323

Libya

Τηλ: +218 21-360-5171 +218 21-360-5177 +218 21-360-5182

Φαξ: +218 21-360-5174

Ηλ. διεύθυνση: info@raslanuf.ly

Ιστοσελίδα: www.raslanuf.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

13.

Brega

Head Office: Azzawia / coast road

P.O. Box Azzawia 16649

Τηλ: 2 – 625021-023 / 3611222

Φαξ: 3610818

Telex: 30460 / 30461 / 30462

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

14.

Sirte Oil Company

Sirte Oil Company Building

Marsa Al Brega Area

P.O. Box 385

Tarabulus

Tripoli

Libya

Τηλ: +218 21-361-0376 +218 21-361-0390

Φαξ: +218 21-361-0604 +218 21-360-5118

Ηλ. διεύθυνση: info@soc.com.ly

Ιστοσελίδα: www.soc.com.ly

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011

15.

Waha Oil Company

Waha Oil Company

Office Location: Off Airport Road

Tripoli

Tarabulus

Libya

Postal Address: P.O. Box 395

Tripoli

Libya

Τηλ: +218 21-3331116

Φαξ: +218 21-3337169

Telex: 21058

Υπό τον έλεγχο του Muammar Qadhafi και πιθανή πηγή χρηματοδότησης του καθεστώτος του.

23.3.2011»


24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/37


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 14ης Δεκεμβρίου 2010

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 39/96 (πρώην NN 127/92) που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία υπέρ του Coopérative d’exportation du livre français (CELF)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 8938]

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2011/179/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο (1),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο (2), και αφού έλαβε υπόψη αυτές τις παρατηρήσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με απόφαση της 15ης Απριλίου 2008 (3) (εφεξής «η απόφαση του Πρωτοδικείου»), το Πρωτοδικείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακύρωσε την απόφαση 2005/262/ΕΚ της Επιτροπής της 20ής Απριλίου 2004 σχετικά με την ενίσχυση που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία υπέρ του συνεταιρισμού εξαγωγής του γαλλικού βιβλίου (Coopérative d’exportation du livre français) (εφεξής «CELF») (4)  (5).

(2)

Μετά την απόφαση του Δικαστηρίου, η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει μια νέα απόφαση.

(3)

Η προαναφερθείσα απόφαση αποτελεί το τέλος μιας διαδικασίας τα κύρια στάδια της οποίας αναφέρονται κατωτέρω.

A.   Πρώτο στάδιο

(4)

Με επιστολή της 20ής Μαρτίου 1992, η Société internationale de diffusion et d’édition [Διεθνής Εταιρεία (εφεξής «SIDE»)] επέστησε την προσοχή της Επιτροπής στις ενισχύσεις για την προώθηση, τη μεταφορά και την εμπορία που χορήγησαν οι γαλλικές αρχές στον CELF, ενισχύσεις οι οποίες δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενης κοινοποίησης στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

(5)

Με επιστολή της 2ας Απριλίου 1992, η Επιτροπή, έχοντας υπενθυμίσει στις γαλλικές αρχές ότι ολόκληρο το σχέδιο που επιδιώκει να συστήσει ή να τροποποιήσει τις ενισχύσεις έπρεπε να αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενης κοινοποίησης στις υπηρεσίες της, ζήτησε από τις προαναφερθείσες αρχές να την ενημερώσουν σχετικά με τον χαρακτήρα και το αντικείμενο των ενισχύσεων που ανέφερε η SIDE.

(6)

Οι γαλλικές αρχές, με επιστολή της 29ης Ιουνίου 1992, επιβεβαίωσαν στην Επιτροπή την ύπαρξη ενισχύσεων υπέρ του CELF. Αυτές διευκρίνισαν ότι αυτά τα μέτρα είχαν σκοπό να καταστήσουν γνωστή τη γαλλική γραμματεία και τη γαλλική γλώσσα στις μη γαλλόφωνες χώρες και ότι στον CELF είχε ανατεθεί η διαχείριση τριών συστημάτων ειδικών ενισχύσεων τα οποία είχαν επίσης στόχο να διευκολύνουν την πρόσβαση στα γαλλικά βιβλία από αναγνώστες σε απομακρυσμένες περιοχές.

(7)

Με επιστολή της 7ης Αυγούστου 1992, η Επιτροπή επιβεβαίωσε στη SIDE την ύπαρξη ενισχύσεων υπέρ του CELF, διευκρινίζοντας τον στόχο τους και ενημερώνοντάς την ότι τα επίμαχα μέτρα δεν είχαν κοινοποιηθεί. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι οι επίμαχες ενισχύσεις δεν ήταν ικανές να αλλοιώσουν τους όρους των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών. Υπό αυτές τις συνθήκες, η SIDE είχε κληθεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις της.

(8)

Με επιστολή της 7ης Σεπτεμβρίου 1992, η SIDE γνωστοποίησε στην Επιτροπή ότι είχε την πρόθεση να καταγγείλει ότι τα μέτρα συνιστούν διακριτική μεταχείριση και ότι είχαν επιπτώσεις στο ενδοκοινοτικό εμπόριο, χωρίς να αμφισβητεί, ωστόσο, τον πολιτιστικό στόχο τον οποίο προωθούσε το Υπουργείο Πολιτισμού, ο οποίος ήταν η διάδοση της γαλλικής γλώσσας και της γαλλικής γραμματείας.

(9)

Με απόφαση της 18ης Μαΐου 1993 (6), η Επιτροπή έκρινε ότι, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης κατάστασης του ανταγωνισμού στον τομέα του βιβλίου και του πολιτιστικού στόχου των εν λόγω καθεστώτων ενισχύσεων, η παρέκκλιση του πρώην άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης εφαρμοζόταν σ’ αυτές.

(10)

Η SIDE, με δικόγραφο της 2ας Αυγούστου 1993, υπέβαλε προσφυγή ακυρώσεως της προαναφερθείσας απόφασης. Με απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 1995 (7), το Πρωτοδικείο έκανε εν μέρει αποδεκτή την αίτηση της SIDE ακυρώνοντας την απόφαση της Επιτροπής της 18ης Μαΐου 1993, αποκλειστικά όμως για ό,τι αφορά ορισμένα μέτρα υπέρ του CELF σχετικά με τις μικρές παραγγελίες.

(11)

Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή ήταν σε θέση να εκδώσει ευνοϊκή απόφαση για τα κατωτέρω τρία καθεστώτα ενισχύσεων, που διαχειρίζεται ο CELF για λογαριασμό του κράτους:

α)

ενισχύσεις για την αεροπορική μεταφορά ή την αεροπορική ταχυδρομική αποστολή βιβλίων·

β)

πρόγραμμα «Page à Page» (8) (ενίσχυση που αποσκοπεί στη διάδοση βιβλίων στη γαλλική γλώσσα στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης)·

γ)

«Πρόγραμμα Plus» (διάθεση πανεπιστημιακών συγγραμμάτων στη γαλλική γλώσσα στους φοιτητές των πανεπιστημίων της Αφρικής νοτίως της Σαχάρας).

(12)

Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή είχε λάβει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα ανωτέρω τρία καθεστώτα που δικαιολογούσαν τη διαπίστωση ότι η επίπτωσή τους στον ανταγωνισμό ήταν αμελητέα. Εξάλλου, το Πρωτοδικείο αναφέρει ότι «Όσον αφορά τον πολιτιστικό σκοπό των επιδίκων ενισχύσεων, οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ότι ο επιδιωκόμενος από τη γαλλική κυβέρνηση σκοπός συνίσταται στη διάδοση της γαλλικής γλώσσας και γραμματείας». Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι έπρεπε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η εκτίμηση του πολιτιστικού σκοπού των επιδίκων ενισχύσεων δεν δημιουργούσε στην Επιτροπή ιδιαίτερες δυσκολίες και ότι δεν ήταν απαραίτητο να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες προκειμένου να αναγνωρίσει τον πολιτιστικό χαρακτήρα του εν λόγω σκοπού.

(13)

Αντιθέτως, το Πρωτοδικείο έκρινε, όσον αφορά τα μέτρα αντισταθμίσεως που χορηγήθηκαν αποκλειστικά στον CELF για τις μικρές παραγγελίες, ότι η Επιτροπή έπρεπε να εξετάσει διεξοδικά τους όρους ανταγωνισμού στον εξεταζόμενο τομέα πριν να λάβει απόφαση σχετικά με το συμβιβάσιμο των μέτρων με την κοινή αγορά.

(14)

Ως εκ τούτου, το Πρωτοδικείο συνήγαγε (σκέψη αριθ. 76 της απόφασης) ότι η Επιτροπή έπρεπε να κινήσει τη διαδικασία του πρώην άρθρου 93 παράγραφος 2 της ΕΚ (σήμερα άρθρο 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ) και ότι έπρεπε συνεπώς να ακυρώσει την απόφασή της τής 18ης Μαΐου 1993, όσον αφορά την ενίσχυση που χορηγείται αποκλειστικά στον CELF για την αντιστάθμιση του επιπλέον κόστους της εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών γαλλικών βιβλίων οι οποίες προέρχονται από βιβλιοπωλεία εγκατεστημένα στο εξωτερικό.

B.   Δεύτερο στάδιο

(15)

Σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Σεπτεμβρίου 1995, η Επιτροπή αποφάσισε με απόφαση της 30ής Ιουλίου 1996 να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη που κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους στην Επιτροπή τις υπέβαλαν ιδίως μεταξύ Δεκεμβρίου 1996 και Ιανουαρίου 1997.

(16)

Περατώνοντας αυτή την αποδεικτική διαδικασία, η Επιτροπή εξέδωσε στις 10 Ιουνίου 1998 την απόφαση 1999/133/ΕΚ (9). Η ίδια επιβεβαίωσε τον πολιτιστικό σκοπό των ενισχύσεων σχετικά με τις μικρές παραγγελίες και έκρινε, βάσει του πρώην άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης, ότι ο χαρακτήρας των ανωτέρω ενισχύσεων δεν μπορούσε να αλλοιώσει τους όρους των συναλλαγών και του ανταγωνισμού στην Ένωση σε βαθμό που να βλάπτει το κοινό συμφέρον στην αγορά των εξαγωγών βιβλίων γαλλικής γλώσσας.

(17)

Με απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2002 (10), το Πρωτοδικείο αποφάσισε την ακύρωση της τελευταίας φράσης του άρθρου 1, της προαναφερθείσας απόφασης. Όντως, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή όφειλε να είχε πραγματοποιήσει τους απαραίτητους ελέγχους για να αποκτήσει τα απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να κάνει διάκριση μεταξύ της αγοράς των παραγγελιών και της αγοράς των εξαγωγών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα γενικά.

(18)

Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή, επειδή δεν πραγματοποίησε αυτόν τον έλεγχο, διέπραξε προφανές σφάλμα εκτιμήσεως επιλέγοντας την αγορά εξαγωγών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα γενικά ως την αγορά αναφοράς, ενώ είχε διαπιστωθεί ότι η επίμαχη ενίσχυση είχε ως αποκλειστικούς αποδέκτες τους παραγγελιοδόχους εξαγωγών.

(19)

Απεναντίας, στην απόφασή του της 22ας Ιουνίου 2000 (11), το Δικαστήριο απέρριψε, χωρίς να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης, επί της προσφυγής των γαλλικών αρχών κατά της απόφασης της Επιτροπής της 10ης Ιουνίου 1998 και επιβεβαίωσε ότι, ακόμη και στην υπόθεση στην οποία μια ενίσχυση θα μπορούσε να θεωρηθεί συμβατή με την κοινή αγορά, αυτό το γεγονός δεν επηρέαζε την υποχρέωση κοινοποίησης και ότι η απόφαση της προηγούμενης κοινοποίησης συνεπάγεται την υποχρέωση αναστολής της ενίσχυσης.

Γ.   Τρίτο στάδιο

(20)

Μετά από τη μερική ακύρωση της απόφασης της 10ης Ιουνίου 1998, η Επιτροπή ζήτησε από τις γαλλικές αρχές και από την SIDE, με επιστολές της 14ης Ιουνίου 2002, να της διαβιβάσουν τις παρατηρήσεις τους για τους λόγους ακύρωσης της απόφασης, και ιδίως για τα στοιχεία σχετικά με την εν λόγω αγορά.

(21)

Οι γαλλικές αρχές κλήθηκαν ιδίως να σχολιάσουν τις ιδιαιτερότητες της προσφοράς του CELF σε σχέση με εκείνες των άλλων φορέων της αγοράς, όπως η SIDE. Η SIDE κλήθηκε να σχολιάσει ειδικότερα την έννοια των μικρών παραγγελιών και να αναφέρει ποια ήταν η ενδεχόμενη ιδιαιτερότητα της προσφοράς της σε σχέση με εκείνη του CELF και των άλλων φορέων της αγοράς.

(22)

Η SIDE απάντησε στην Επιτροπή με επιστολή της 12ης Αυγούστου 2002. Οι γαλλικές αρχές απάντησαν με επιστολή της 17ης Σεπτεμβρίου 2002.

(23)

Η Επιτροπή, αφού ζήτησε από τη SIDE, με επιστολή της 19ης Σεπτεμβρίου 2002, να της αναφέρει εάν η απάντησή της περιείχε εμπιστευτικές πληροφορίες και έλαβε αρνητική απάντηση στις 30 Σεπτεμβρίου 2002, με επιστολή της 17ης Οκτωβρίου 2002 διαβίβασε για σχολιασμό στις γαλλικές αρχές την απάντηση της SIDE συνοδευόμενη από τα παραρτήματά της. Με αυτή την ευκαιρία, έθεσε επίσης μια νέα σειρά συμπληρωματικών ερωτημάτων.

(24)

Με επιστολή της 30ής Οκτωβρίου 2002, η Επιτροπή έθεσε ομοίως στη SIDE μια σειρά συμπληρωματικών ερωτήσεων, η οποία απαντήθηκε με επιστολές της 31ης Οκτωβρίου 2002 και της 9ης Δεκεμβρίου 2002. Η SIDE γνωστοποίησε στην Επιτροπή, με επιστολή της 23ης Δεκεμβρίου 2002, μετά από το ερώτημα της Επιτροπής της 16ης Δεκεμβρίου 2002, ότι οι απαντήσεις της δεν περιείχαν καμία εμπιστευτική πληροφορία και ότι μπορούσαν να διαβιβαστούν για σχολιασμό στις γαλλικές αρχές.

(25)

Επειδή οι γαλλικές αρχές δεν απάντησαν εντός των προβλεπομένων προθεσμιών, η Επιτροπή υποχρεώθηκε να τους απευθύνει υπόμνηση με επιστολή της 27ης Νοεμβρίου 2002. Με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 2002, οι γαλλικές αρχές ζήτησαν από την Επιτροπή παράταση της προθεσμίας.

(26)

Στις 9 Ιανουαρίου 2003, η Επιτροπή διαβίβασε για σχολιασμό από τις γαλλικές αρχές την απάντηση της SIDE της 23ης Δεκεμβρίου 2002. Με επιστολή της 17ης Ιανουαρίου 2003, οι γαλλικές αρχές απάντησαν στα ερωτήματα της Επιτροπής της 17ης Οκτωβρίου 2002.

(27)

Με επιστολή της 4ης Φεβρουαρίου 2003, οι γαλλικές αρχές ζήτησαν από την Επιτροπή νέα παράταση της προθεσμίας, σε ό,τι αφορά το ερώτημα των σχολίων στη δεύτερη απάντηση της SIDE της 23ης Δεκεμβρίου 2002. Η Επιτροπή χορήγησε μερική παράταση της προθεσμίας που ζητήθηκε με την επιστολή της 11ης Φεβρουαρίου 2003. Με επιστολή της 11ης Μαρτίου 2003, οι γαλλικές αρχές έστειλαν την απάντησή τους στην Επιτροπή.

(28)

Εξάλλου, η SIDE, με αίτησή της, έγινε δεκτή από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και εξέθεσε την άποψή της για την υπόθεση εξαρχής, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης που έλαβε χώρα στις 4 Μαρτίου 2003.

(29)

Μετά το πέρας της διαδικασίας αυτής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2005/262/ΕΚ κρίνοντας την επίδικη ενίσχυση συμβατή σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης, αφού έκρινε ιδίως ότι οι ενισχύσεις δεν μπορούσαν να αντισταθμίσουν το κόστος της εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών.

Δ.   Τέταρτο στάδιο

(30)

Με την απόφασή του της 15ης Απριλίου 2008, το Πρωτοδικείο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής της 20ής Απριλίου 2004.

(31)

Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή είχε υποπέσει, όσον αφορά το μέρος της ενίσχυσης που καταβλήθηκε στον CELF πριν από την 1η Νοεμβρίου 1993, ημερομηνία θέσης σε ισχύ της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σε νομική πλάνη εκτιμώντας ότι η επίδικος ενίσχυση ήταν συμβατή με την κοινή αγορά δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ), ενώ έπρεπε να είχε εφαρμόσει τους κανόνες του βασικού δικαίου που ίσχυαν πριν από την 1η Νοεμβρίου 1993. Το Πρωτοδικείο έλαβε ιδίως υπόψη το γεγονός ότι η συνθήκη ΕΕ δεν συνεπάγεται μεταβατικές διατάξεις όσον αφορά την εφαρμογή του πρώην άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και ότι η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν επιτρέπει, εκτός από εξαιρέσεις, τον καθορισμό της έναρξης της χρονικής εφαρμογής μιας κοινοτικής πράξης σε δηλαδή σε ημερομηνία προγενέστερη από εκείνη της δημοσίευσής της.

(32)

Επιπλέον, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή είχε διαπράξει πρόδηλο σφάλμα εκτίμησης κατά την εξέταση της επίδικης ενίσχυσης υπερεκτιμώντας το κόστος εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών που είχε επωμιστεί στην πραγματικότητα ο CELF. Όντως, στην απόφασή της της 20ής Απριλίου 2004, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τις πραγματικές δαπάνες εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών, αλλά προέβη σε εκτίμηση αυτών των δαπανών βάσει των συνολικών δαπανών που πραγματοποίησε ο CELF (καταλογισμός στη εκτέλεση των μικρών παραγγελιών ενός μέρους των συνολικών δαπανών σε συνάρτηση με έναν συντελεστή κατανομής διαφορετικό για κάθε κατηγορία δαπανών). Για ορισμένες κατηγορίες δαπανών εφαρμόστηκαν συντελεστές πολλαπλασιασμού λαμβανομένων υπόψη των πρόσθετων δυσκολιών που συνεπάγεται η εκτέλεση των μικρών παραγγελιών σε σχέση με άλλες δραστηριότητες του CELF. Επίσης, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι αυτές οι δυσκολίες μπορούσαν να ξεπεραστούν χάρη στην τηλεδιαβίβαση που αφορούσε τα δύο τρίτα των μικρών παραγγελιών. Ως εκ τούτου, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι η Επιτροπή είχε υποπέσει σε σφάλμα εκτίμησης εφαρμόζοντας συντελεστές πολλαπλασιασμού σε ορισμένες δαπάνες (και, εν πάση περιπτώσει, στις τηλεδιαβιβασθείσες παραγγελίες) και συνήγαγε ότι χωρίς αυτούς τους συντελεστές, οι δαπάνες σχετικά με τη διαχείριση των μικρών παραγγελιών θα ήταν μειωμένες και το αποτέλεσμα εκμετάλλευσης της δραστηριότητας σχετικά με τις μικρές παραγγελίες θα ήταν θετικό (600 000 γαλλικά φράγκα, ήτοι 91 469 ευρώ). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή, σύμφωνα με το Πρωτοδικείο, δεν απέδειξε την απουσία υπεραντιστάθμισης.

E.   Πέμπτο στάδιο

(33)

Μετά την απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008, η διαδικασία εξέτασης που κινήθηκε από την απόφαση της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1996 παρέμεινε ανοικτή και η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει νέα απόφαση.

(34)

Δεδομένου του σκεπτικού της απόφασης του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008 και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η απόφαση κίνησης της διαδικασίας φέρει ημερομηνία 30 Ιουλίου 1996, η Επιτροπή κάλεσε εκ νέου τις γαλλικές αρχές και τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(35)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση επέκτασης της διαδικασίας στις 8 Απριλίου 2009 (12) [απόφαση C(2009)2481, η «απόφαση επέκτασης της διαδικασίας»]. Αυτή η απόφαση για την επέκταση της διαδικασίας, προβλέποντας μια νέα προθεσμία για την υποβολή των παρατηρήσεων, συμπλήρωνε την απόφαση κίνησης της διαδικασίας της 30ής Ιουλίου 1996. Σε αυτήν αναφέρεται ότι οι δύο αποφάσεις πρέπει να θεωρηθεί ότι συνθέτουν ένα ενιαίο σύνολο, ότι θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας και μόνης επίσημης διαδικασίας έρευνας, και ότι, στο μέτρο που η περιγραφή των γεγονότων και του δικαίου ή της προκαταρκτικής εξέτασης της Επιτροπής στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας θα παρέκκλιναν από την απόφαση κίνησης της διαδικασίας της 30ής Ιουλίου 1996, πρέπει να ληφθεί υπόψη αποκλειστικά η απόφαση επέκτασης της διαδικασίας.

(36)

Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί του εν λόγω μέτρου.

(37)

Η Επιτροπή έλαβε τις παρατηρήσεις των γαλλικών αρχών στις 9 Ιουνίου 2009, καθώς και τις παρατηρήσεις της SIDE στις 23 Ιουλίου 2009. Διαβίβασε τις παρατηρήσεις της SIDE στις γαλλικές αρχές στις 24 Αυγούστου 2009 δίνοντάς τους τη δυνατότητα να τις σχολιάσουν και έλαβε τις παρατηρήσεις τους στις 24 Σεπτεμβρίου 2009.

(38)

Ωστόσο, οι γαλλικές αρχές δεν χορήγησαν τα λεπτομερή στοιχεία που τους είχαν ζητηθεί από την Επιτροπή στην απόφασή της για την επέκταση της διαδικασίας και περιορίστηκαν να παραπέμψουν, σε ό,τι αφορά την αναλογικότητα της ενίσχυσης, στα στοιχεία που ήδη είχαν χορηγηθεί στις 17 Σεπτεμβρίου 2002, στις 17 Ιανουαρίου 2003 και στις 11 Μαρτίου 2003, τα οποία η Επιτροπή δεν μπορούσε να αξιοποιήσει ως είχαν λαμβανομένης υπόψη της απόφασης του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008.

(39)

Με επιστολή της 8ης Οκτωβρίου 2009, οι υπηρεσίες της Επιτροπής υπενθύμισαν στις γαλλικές αρχές το αίτημά τους για υποβολή στοιχείων σχετικά με τα αναφερθέντα συγκεκριμένα σημεία, δηλώνοντας ταυτοχρόνως ότι εάν δεν ελάμβανε αυτές τις πληροφορίες εντός προθεσμίας δέκα εργάσιμων ημερών, θα ήταν υποχρεωμένη να λάβει οριστική απόφαση βάσει των πληροφοριών που είχε στη διάθεσή της, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 του διαδικαστικού κανονισμού αφού εκδώσει, κατά περίπτωση, διαταγή παροχής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (13).

(40)

Με επιστολή της 21ης Οκτωβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή ότι ο CELF είχε τεθεί υπό δικαστική εκκαθάριση με απόφαση του Εμποροδικείου του Παρισιού (Tribunal de commerce de Paris) της 9ης Σεπτεμβρίου 2009 και είχε παύσει τις δραστηριότητές του. Εξάλλου, όσον αφορά τα στοιχεία που ζήτησε με επιστολή η Επιτροπή στις 8 Οκτωβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι δεν έχουν συμπληρωματικές πληροφορίες να προσθέσουν και παρέπεμψαν στις παρατηρήσεις τους που είχαν διαβιβαστεί στις 9 Ιουνίου 2009.

(41)

Με απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2009 [απόφαση C(2009)9256, η «απόφαση διαταγής»], η Επιτροπή αποφάσισε, κατά συνέπεια, να διατάξει τη Γαλλία να υποβάλει τις πληροφορίες που της ζητήθηκαν, αφού παρά τα επαναλαμβανόμενα αιτήματα αυτές οι πληροφορίες δε είχαν χορηγηθεί.

(42)

Με επιστολή της 2ας Δεκεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι δεν είχαν συμπληρωματικές πληροφορίες να παράσχουν στην Επιτροπή και ότι αυτές παρέπεμπαν στις παρατηρήσεις τους που διαβιβάστηκαν στις 9 Ιουνίου 2009.

(43)

Επισημαίνεται ότι στις 2 Δεκεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν παρομοίως επιστολή σχετικά με το καθεστώς ενίσχυσης που ονομάζεται «Programme de Livres Universitaires et Scientifiques» ή «Πρόγραμμα Plus». Αυτό το καθεστώς ενίσχυσης δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας απόφασης.

(44)

Με επιστολή της 22ας Δεκεμβρίου 2009, η Επιτροπή ζήτησε διευκρινίσεις από τις γαλλικές αρχές όσον αφορά την κατάσταση του CELF και τη διαδικασία εκκαθάρισης που εφαρμόζεται σε αυτόν. Οι γαλλικές αρχές απάντησαν στις 27 Ιανουαρίου 2010. Επίσης, χορηγήθηκαν διασαφηνίσεις στις 9 Μαρτίου 2010 και στις 26 Νοεμβρίου 2010.

ΣΤ.   Διαδικασία ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και προδικαστικά ερωτήματα

(45)

Εξάλλου, επισημαίνεται ότι είναι σε εξέλιξη στη Γαλλία διαδικασίες ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων οι οποίες οδήγησαν σε προσφυγές στο Δικαστήριο βάσει του άρθρου 267 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 234 ΕΚ). Τα κυριότερα διαδικαστικά στάδια αναφέρονται εν συντομία κατωτέρω.

(46)

Η SIDE προσέφυγε στα γαλλικά δικαστήρια σύμφωνα με το άμεσο αποτέλεσμα του πρώην άρθρου 88 παράγραφος 3 της ΕΚ. Με απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 2004, η οποία επιβεβαιώνει την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου του Παρισιού της 26ης Απριλίου 2001, το Διοικητικό Εφετείο του Παρισιού διέταξε το γαλλικό κράτος να προβεί στην ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στον CELF.

(47)

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώπιον του οποίου ασκήθηκε αναίρεση, επιβεβαίωσε, με απόφαση της 29ης Μαρτίου 2006, ορισμένες πλευρές της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου, ιδίως το γεγονός ότι οι εν λόγω ενισχύσεις δεν είχαν χαρακτήρα καθαρά αντισταθμιστικό των υποχρεώσεων της δημόσιας υπηρεσίας (14), δεν μπορούσαν να χαρακτηριστούν από τον εθνικό δικαστή ως υφιστάμενες ενισχύσεις και ότι ο CELF δεν μπορούσε να επικαλεστεί τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη.

(48)

Παρ’ όλα ταύτα, σε απόφασή του της 29ης Μαρτίου 2006, το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε, επίσης, να αναστείλει την απόφαση για τις αναιρέσεις έως ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί των προδικαστικών ερωτημάτων που του έθετε σε ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις του εθνικού δικαστή σχετικά με κρατική ενίσχυση μη κοινοποιηθείσα, αλλά δηλωθείσα με εκ των υστέρων απόφαση της Επιτροπής συμβατή με την κοινή αγορά.

(49)

Στην απόφασή του της 12ης Φεβρουαρίου 2008 (15), το Δικαστήριο έκρινε ότι:

«Το άρθρο 88, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, ΕΚ έχει την έννοια ότι το εθνικό δικαστήριο δεν οφείλει να διατάξει την ανάκτηση της ενισχύσεως που χορηγήθηκε κατά παράβαση της διατάξεως αυτής, όταν η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει λάβει τελική απόφαση διαπιστώνουσα τη συμβατότητα της εν λόγω ενισχύσεως με την κοινή αγορά κατά την έννοια του άρθρου 87 ΕΚ. Κατ’ εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, οφείλει να υποχρεώσει τον δικαιούχο της ενισχύσεως να καταβάλει τόκους για το χρονικό διάστημα της παρανομίας. Εξάλλου, στο πλαίσιο του εθνικού του δικαίου, το εθνικό δικαστήριο δύναται, ενδεχομένως, να διατάξει την ανάκτηση της παράνομης ενισχύσεως, με την επιφύλαξη του δικαιώματος του κράτους μέλους να τη χορηγήσει εκ νέου μεταγενέστερα. Μπορεί επίσης να δεχτεί αγωγές αποζημιώσεως λόγω του παράνομου χαρακτήρα της ενισχύσεως.

Σε μια διαδικασία όπως αυτή της κύριας δίκης, η υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 88, παράγραφος 3, τελευταία περίοδος, ΕΚ, για την άρση των συνεπειών του παράνομου χαρακτήρα μιας ενισχύσεως εκτείνεται επίσης, κατά τον υπολογισμό των χρηματικών ποσών που πρέπει να επιστραφούν στον δικαιούχο, και πλην εξαιρετικών περιστάσεων, στη χρονική περίοδο μεταξύ της αποφάσεως της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την οποία διαπιστώνεται η συμβατότητα της ενισχύσεως αυτής με την κοινή αγορά και της ακυρώσεως της εν λόγω αποφάσεως από τον κοινοτικό δικαστή».

(50)

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, αφού έλαβε υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2008, καθώς και την προαναφερθείσα απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008, στην απόφασή του της 19ης Δεκεμβρίου 2008, ακύρωσε τα άρθρα 2, 3 και 4 της προαναφερθείσας απόφασης της 5ης Οκτωβρίου 2004 του Διοικητικού Εφετείου του Παρισιού και απεφάνθη ως εξής.

(51)

Καταρχάς, διέταξε τον Υπουργό Πολιτισμού και Επικοινωνιών να προβεί στην ανάκτηση των τόκων όσον αφορά την κρατική ενίσχυση που κατεβλήθη στον CELF από το 1980 και μέχρι την ημερομηνία της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, υπολογισμένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (16). Επίσης, διέταξε τον Υπουργό να προβεί στην περαιτέρω ανάκτηση των τόκων που θα οφείλονται μεταξύ της ημερομηνίας της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας και της ημερομηνίας κατά την οποία, είτε θα έχει οριστικά διαπιστώσει τη συμβιβασιμότητα της ενίσχυσης με την κοινή αγορά, είτε θα έχει προβεί, οριστικά, στην επιστροφή της ενίσχυσης.

(52)

Επιπλέον, το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε να αναστείλει την απόφαση έως ότου το Δικαστήριο αποφανθεί επί των ακόλουθων προδικαστικών ερωτημάτων:

«1.

Δύναται το εθνικό δικαστήριο να αναστείλει την έκδοση αποφάσεως επί του ζητήματος της υποχρεώσεως επιστροφής κρατικής ενισχύσεως μέχρις ότου η Επιτροπή […] αποφανθεί με οριστική απόφαση επί του συμβατού της ενισχύσεως με τους κανόνες της κοινής αγοράς, σε περίπτωση κατά την οποία η αρχική απόφαση της Επιτροπής, με την οποία η ενίσχυση αυτή κρίθηκε συμβατή, ακυρώθηκε από το κοινοτικό δικαστήριο;

2.

Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή έκρινε τρις ότι η ενίσχυση είναι συμβατή με την κοινή αγορά, προτού οι αποφάσεις αυτές ακυρωθούν από το Πρωτοδικείο, μπορεί μια τέτοια κατάσταση να συνιστά εξαιρετική περίσταση, λόγω της οποίας το εθνικό δικαστήριο δύναται να περιορίσει την έκταση της υποχρεώσεως ανακτήσεως της ενισχύσεως;»

(53)

Στις 11 Μαρτίου 2010 (17), το Δικαστήριο απεφάνθη σχετικά με τα προαναφερθέντα προδικαστικά ερωτήματα και έκρινε ότι:

«1.

Εθνικό δικαστήριο το οποίο έχει επιληφθεί, βάσει του άρθρου 88, παράγραφος 3, ΕΚ, αιτήματος επιστροφής παράνομης κρατικής ενισχύσεως δεν μπορεί να αναστείλει την έκδοση της αποφάσεώς του επί του αιτήματος αυτού μέχρι να αποφανθεί η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αν η ενίσχυση είναι συμβατή με την κοινή αγορά, κατόπιν της ακυρώσεως προηγούμενης αποφάσεως με την οποία η ενίσχυση κρίθηκε συμβατή.

2.

Η εκ μέρους της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έκδοση τριών διαδοχικών αποφάσεων με τις οποίες ενίσχυση κρίνεται συμβατή με την κοινή αγορά και οι οποίες ακυρώθηκαν ακολούθως από το κοινοτικό δικαστήριο δεν μπορεί αφεαυτής να αποτελεί εξαιρετική περίσταση δυνάμενη να δικαιολογήσει περιορισμό της εκτάσεως της υποχρεώσεως του δικαιούχου να επιστρέψει την ενίσχυση αυτή, σε περίπτωση κατά την οποία η ενίσχυση χορηγήθηκε κατά παράβαση του άρθρου 88, παράγραφος 3, ΕΚ.».

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΝ ΛΟΓΩ ΜΕΤΡΟΥ

(54)

Οι γαλλικές αρχές ανέφεραν στην Επιτροπή ότι το Υπουργείο Πολιτισμού αποφάσισε το 1980, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις γενικής πολιτικής της γαλλικής κυβέρνησης όσον αφορά την προαγωγή του βιβλίου και της γραμματείας στη γαλλική γλώσσα, να χορηγήσει ενισχύσεις στους παραγγελιοδόχους εξαγωγών που θα αποδέχονταν παραγγελίες παντός τύπου, ανεξάρτητα από την αξία και την αποδοτικότητά τους. Τα μέτρα αυτά είχαν τεθεί σε εφαρμογή για να καλυφθούν οι ελλείψεις της αγοράς και για να προαχθεί μία δραστηριότητα σχετικά με τις μη αποδοτικές μικρές παραγγελίες στο εσωτερικό της αγοράς παραγγελιών εξαγωγών.

(55)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, διάφορα μικρά βιβλιοπωλεία, που είναι εγκατεστημένα κυρίως σε μη γαλλόφωνες περιοχές οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις είναι απομακρυσμένες ή/και με δύσκολη πρόσβαση, αντιμετώπιζαν σοβαρές δυσκολίες εφοδιασμού, εφόσον οι παραγγελίες τους δεν ήταν δυνατό να ικανοποιηθούν από τα παραδοσιακά δίκτυα διανομής, όταν οι παραγγελθείσες ποσότητες βιβλίων ήταν ανεπαρκείς ή ακόμη και όταν η κατά μονάδα τιμή των παραγγελλόμενων βιβλίων δεν ήταν αρκετά υψηλή έτσι ώστε να είναι αποδοτική η ικανοποίησή της.

(56)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, οι επίμαχες ενισχύσεις είχαν, λοιπόν, ως στόχο να δοθεί στους παραγγελιοδόχους εξαγωγών η δυνατότητα να εξυπηρετούν το σύνολο των παραγγελιών που προέρχονται από βιβλιοπωλεία τα οποία είναι εγκατεστημένα στο εξωτερικό, ιδίως σε μη γαλλόφωνες περιοχές, ανεξαρτήτως της αξίας τους, της αποδοτικότητας και του προορισμού τους. Ο επιδιωκόμενος στόχος ήταν να διασφαλιστεί, στο πλαίσιο της γαλλικής πολιτικής για τη στήριξη της πολιτισμικής πολυμορφίας, η άριστη διανομή βιβλίων στη γαλλική γλώσσα και να ευνοηθεί, με τον τρόπο αυτό, η διάδοση της γαλλόφωνης γραμματείας σε ολόκληρο τον κόσμο.

(57)

Ο μηχανισμός ενισχύσεων που εφάρμοσαν οι γαλλικές αρχές, με την ονομασία «Πρόγραμμα μικρών παραγγελιών», συνίστατο σε μια επιχορήγηση για δαπάνες εκμετάλλευσης με στόχο την αντιστάθμιση του επιπλέον κόστους της διαχείρισης μικρών παραγγελιών χρηματικής αξίας κατώτερης ή ίσης των 500 γαλλικών φράγκων (FRF), δηλαδή περίπου 76 ευρώ.

(58)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, η επιδοτούμενη επιχείρηση έπρεπε να δεσμευθεί ότι θα κοινοποιεί στη διεύθυνση βιβλίου και ανάγνωσης του Υπουργείου Πολιτισμού το σύνολο των στοιχείων που αφορούν τη γενική δραστηριότητα της εταιρείας (συνολικός κύκλος εργασιών, χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί, προσωρινοί προϋπολογισμοί, αντίγραφα των αποφάσεων επικύρωσης αυτών των δεδομένων και, ενδεχομένως, έκθεση του οικονομικού ελεγκτή και ανακεφαλαιωτική μισθολογική κατάσταση), καθώς και όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα σχετικά με την επιδοτούμενη δραστηριότητα, ιδίως κατάσταση σχετικά με το πως χρησιμοποιήθηκαν οι επιδοτήσεις, η οποία αιτιολογεί την εκτέλεση των υπηρεσιών που επιδοτήθηκαν κατά το προηγούμενο έτος.

(59)

Στην πράξη, μία μόνο επιχείρηση, ο CELF, ήταν αποδέκτης του «Προγράμματος μικρών παραγγελιών». Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, η επιχείρηση όφειλε να δικαιολογεί κάθε έτος το πρόσθετο κόστος της ικανοποίησης «μικρών παραγγελιών» προκειμένου να υποστηρίξει την αίτηση επιχορήγησής της για το επόμενο έτος. Συγκεκριμένα, το ένα τέταρτο της ενίσχυσης που χορηγήθηκε κατά το προηγούμενο έτος έπρεπε να καταβληθεί στην αρχή του έτους, ενώ το υπόλοιπο έπρεπε να καταβληθεί το επόμενο φθινόπωρο, αφού πρώτα οι δημόσιες αρχές εξέταζαν τον προσωρινό προϋπολογισμό της επιδοτούμενης εταιρείας και τις διακυμάνσεις που σημειώθηκαν κατά το πρώτο εξάμηνο του οικονομικού έτους. Συμφωνήθηκε ότι, εάν το ποσό της ενίσχυσης δεν χρησιμοποιούνταν στο σύνολό του, τα υπόλοιπα ποσά θα αφαιρούνταν από τις επιδοτήσεις που είχαν προβλεφθεί για το επόμενο έτος. Επιπλέον, το Υπουργείο Πολιτισμού παρίστατο ως παρατηρητής στις συνεδριάσεις των διοικητικών συμβουλίων και στις γενικές συνελεύσεις του CELF.

(60)

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι η εν λόγω ενίσχυση, μετά από σταθερή μείωση από το 1997, καταργήθηκε το 2002. Κατά συνέπεια, ο CELF έλαβε κάθε έτος αρχής γενομένης από το 1980 και μέχρι το τέλος του 2001 ενίσχυση προορισμένη, σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, να μειώσει το κόστος της εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών που προέρχονται από το εξωτερικό και που αφορούν βιβλία που έχουν συνταχθεί στη γαλλική γλώσσα. Συνολικά, από το 1980 έως το τέλος 2001, ο CELF έλαβε περίπου 4,8 εκατ. ευρώ δυνάμει της υπό εξέταση ενίσχυσης.

Πίνακας

Ποσά ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στον CELF από το 1980 για την εξυπηρέτηση των «μικρών παραγγελιών»

Στοιχεία που χορηγήθηκαν από τις γαλλικές αρχές

(στρογγυλοποιημένα ποσά σε ευρώ)

Έτος

Ποσό της ενίσχυσης

1980

91 469,41

1981

91 469,41

1982

205 806,17

1983

164 644,94

1984

137 204,12

1985

141 777,59

1986

248 491,90

1987

214 953,11

1988

213 428,62

1989

259 163,33

1990

304 898,03

1991

373 500,09

1992

422 283,78

1993

382 647,03

1994

304 898,03

1995

304 898,03

1996

304 898,03

1997

243 918,43

1998

182 938,82

1999

121 959,21

2000

60 979,61

2001

38 112,25

2002

0

3.   ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ SIDE ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(61)

Στην απάντησή τους της 9ης Ιουνίου 2009 στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, οι γαλλικές αρχές διατύπωσαν, ιδίως, τις ακόλουθες παρατηρήσεις.

(62)

Καταρχάς, δήλωσαν ότι συμμερίζονταν την ανάλυση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση στον CELF συνιστούσε κρατική ενίσχυση και σύμφωνα με την οποία οι παρεκκλίσεις του άρθρου 107 παράγραφος 2 και παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) της ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζονταν.

(63)

Στο πλαίσιο της αξιολόγησης των ενισχύσεων δυνάμει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχεία γ) και δ) της ΣΛΕΕ, οι γαλλικές αρχές δεν παρέσχον νέα στοιχεία όσον αφορά την αναλογικότητα των ενισχύσεων.

(64)

Οι γαλλικές αρχές δήλωσαν εξάλλου ότι θεωρούσαν ότι η αποστολή που ανετέθη στον CELF συνιστούσε υπηρεσία γενικού συμφέροντος κατά την έννοια του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

(65)

Τέλος και πάνω από όλα, οι γαλλικές αρχές υποστήριξαν την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων σύμφωνα με τις οποίες η Επιτροπή δεν πρέπει να ανακτήσει την ενίσχυση.

(66)

Έτσι, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι γαλλικές αρχές, δεν χορήγησαν τα λεπτομερή στοιχεία που τους ζήτησε η Επιτροπή στην απόφασή της για την επέκταση της διαδικασίας και περιορίστηκαν να παραπέμψουν, όσον αφορά την αναλογικότητα της ενίσχυσης, σε στοιχεία που χορηγήθηκαν το 2002 και το 2003 τα οποία η Επιτροπή δεν μπορούσε να αξιοποιήσει ως είχαν λαμβανομένης υπόψη της απόφασης του Δικαστηρίου της 15ης Απριλίου 2008. Μετά από επιστολή υπενθύμισης της 8ης Οκτωβρίου 2009, η Επιτροπή αποφάσισε στις 20 Νοεμβρίου 2009 να διατάξει τις γαλλικές αρχές να υποβάλουν τις πληροφορίες που τους ζητήθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999. Με επιστολή της 2ας Δεκεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές απάντησαν ότι δεν είχαν συμπληρωματικές πληροφορίες να διαβιβάσουν στην Επιτροπή.

(67)

Στις παρατηρήσεις της της 23ης Ιουλίου 2009, η SIDE διατύπωσε ιδίως τις ακόλουθες παρατηρήσεις.

(68)

Η SIDE υπενθύμισε ότι ο CELF ήταν ο μόνος δικαιούχος της ενίσχυσης, παρόλο που δεν ήταν ο μόνος που ασκούσε την εν λόγω δραστηριότητα, αφού το γεγονός ότι εκτελούσε παραγγελίες κάθε μεγέθους, ακόμα και ελάχιστες, προερχόμενες από βιβλιοπωλεία διάσπαρτα γεωγραφικώς, και τις συγκέντρωνε ώστε να δώσει πιο μεγάλες παραγγελίες στους εκδότες, θα ήταν ιδίως, σύμφωνα με τη SIDE, ο ίδιος ο ορισμός της δραστηριότητας των παραγγελιών εξαγωγών. Επίσης, η SIDE δήλωσε ότι δεν της είχαν αρνηθεί την ενίσχυση λόγω υποτιθέμενης έλλειψης διαφάνειας, αλλά επειδή ήταν ιδιωτική επιχείρηση και όχι συνεταιρισμός εκδοτών.

(69)

Εξάλλου, η SIDE αμφισβήτησε με στοιχεία το γεγονός ότι οι ενισχύσεις δεν ήταν αναγκαίες. Σ’αυτό το πλαίσιο, η ίδια έκρινε ότι η έννοια των «μικρών παραγγελιών» ήταν αυθαίρετη και αντέκρουσε τα στοιχεία που παρουσίασαν οι γαλλικές αρχές.

(70)

Επιπλέον, η SIDE έκρινε ότι η ενίσχυση δεν μπορούσε να αιτιολογηθεί βάσει του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ και βασίστηκε ιδίως στις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων όσον αφορά τη δραστηριότητα του CELF.

(71)

Τέλος, η SIDE δήλωσε ότι έκρινε πως δεν υπήρχε στη συγκεκριμένη περίπτωση καμία εξαιρετική περίσταση που να περιόριζε την υποχρέωση ανάκτησης.

4.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(72)

Πρέπει να προσδιοριστεί εάν το εν λόγω μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση και αν μπορεί, κατά περίπτωση, να θεωρηθεί ως συμβατό με την εσωτερική αγορά. Στο πλαίσιο της αξιολόγησής της, η Επιτροπή πρέπει να λάβει ιδίως υπόψη την απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008.

A.   Αξιολόγηση του μέτρου με βάση το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ

(73)

Το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι «Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές, εκτός αν οι Συνθήκες ορίζουν άλλως».

(74)

Καταρχάς, όπως ήδη αναφέρθηκε στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο το εν λόγω μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια της συνθήκης δεν αμφισβητήθηκε ποτέ τόσο στα διάφορα στάδια της διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής, όσο και ενώπιον των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (18), ούτε εξάλλου και ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων (19). Επίσης, στην απάντησή τους της 9ης Ιουνίου 2009 στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι συμμερίζονταν την ανάλυση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία η ενίσχυση στον CELF συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

(75)

Η Επιτροπή φρονεί ότι το εν λόγω μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 87 παράγραφος 1, ΕΚ) για τους ακόλουθους λόγους.

(76)

Καταρχάς, το μέτρο παρέχει πλεονέκτημα στον CELF αφού του επιτρέπει να μειώσει το κόστος των μικρών παραγγελιών του. Το μέτρο είναι επιλεκτικό αφού στην ουσία ωφέλησε μόνο τον CELF.

(77)

Εξάλλου, το μέτρο χρηματοδοτήθηκε μέσω των δημοσιονομικών πόρων του γαλλικού κράτους, δηλαδή μέσω κρατικών πόρων. Η εφαρμογή του αποφασίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού και το μέτρο είναι κατά συνέπεια καταλογιστέο στις γαλλικές αρχές.

(78)

Επιπλέον, το μέτρο ενδέχεται να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Πράγματι, η ενίσχυση χορηγείται στους γάλλους παραγγελιοδόχους (στην ουσία στον CELF) που εξάγουν βιβλία στη γαλλική γλώσσα κυρίως σε μη γαλλόφωνες χώρες. Οι προαναφερθέντες γάλλοι παραγγελιοδόχοι είναι λοιπόν σε ανταγωνισμό, τουλάχιστον δυνητικά, με άλλους παραγγελιοδόχους εξαγωγών γαλλικών βιβλίων που εδρεύουν σε άλλες γαλλόφωνες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Βέλγιο και Λουξεμβούργο). Το γεγονός ότι η επίπτωση στις συναλλαγές και η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλείται από το μέτρο φαίνεται να είναι περιορισμένες δεν μεταβάλλει αυτό το συμπέρασμα. Πράγματι, σύμφωνα με την πάγια πρακτική του Δικαστηρίου, η Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη να αποδείξει πραγματική επίπτωση της ενίσχυσης στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών και ουσιαστική στρέβλωση του ανταγωνισμού· αρκεί η ενίσχυση να δύναται να επηρεάσει τις συναλλαγές και να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.

(79)

Τέλος, η Επιτροπή φρονεί ότι οι όροι εφαρμογής της νομολογίας Altmark δεν πληρούνται. Στην απόφασή του της 24ης Ιουλίου 2003 (20), το Δικαστήριο διευκρίνισε τους όρους υπό τους οποίους μια ενίσχυση σε επιχείρηση στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση μιας υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος δεν συνιστά κρατική ενίσχυση: «πρώτον, η δικαιούχος επιχείρηση πρέπει να είναι πράγματι επιφορτισμένη με την εκπλήρωση υποχρεώσεως παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ενώ η υποχρέωση αυτή πρέπει να είναι σαφώς καθορισμένη· δεύτερον, οι βασικές παράμετροι βάσει των οποίων υπολογίζεται η αντιστάθμιση πρέπει να έχουν προσδιοριστεί προηγουμένως αντικειμενικά και με διαφάνεια· τρίτον, η αντιστάθμιση δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέτρο του αναγκαίου για την κάλυψη του συνόλου ή μέρους των δαπανών που πραγματοποιούνται για την εκπλήρωση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών εσόδων και ενός ευλόγου κέρδους σε σχέση με την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών· τέταρτον, όταν η επιλογή της επιχείρησης στην οποία πρόκειται να ανατεθεί η εκπλήρωση υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας σε συγκεκριμένη περίπτωση δεν πραγματοποιείται στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης, η οποία παρέχει τη δυνατότητα επιλογής του υποψηφίου που είναι σε θέση να παράσχει τις σχετικές υπηρεσίες με το μικρότερο για το κοινωνικό σύνολο κόστος, το επίπεδο της απαραίτητης αντιστάθμισης πρέπει να καθορίζεται βάσει ανάλυσης των δαπανών στις οποίες θα προέβαινε μια μέση επιχείρηση, με χρηστή διαχείριση και κατάλληλα εξοπλισμένη με μεταφορικά μέσα προς ικανοποίηση των απαιτήσεων σχετικά με την παροχή δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου να εκπληρώσει τις ως άνω υποχρεώσεις, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά έσοδα και ένα εύλογο κέρδος από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών».

(80)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση και χωρίς να είναι αναγκαίο να αναπτυχθεί καθένας από τους όρους αφού αυτοί είναι σωρευτικοί, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η επιλογή του CELF δεν πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης και ότι το επίπεδο της αντιστάθμισης δεν καθορίστηκε βάσει ανάλυσης των δαπανών που πραγματοποιούνται από μία μέση επιχείρηση, με χρηστή διαχείριση και κατάλληλα εξοπλισμένη με παραγωγικά μέσα.

(81)

Υπό αυτές τις συνθήκες, η ενίσχυση που χορηγήθηκε στον CELF συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ αφού συνυπάρχουν όλα τα συστατικά στοιχεία της έννοιας της κρατικής ενίσχυσης.

(82)

Εν προκειμένω, το εν λόγω μέτρο δεν κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή από τις γαλλικές αρχές. Συνεπώς, η ενίσχυση χορηγήθηκε κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ η οποία προβλέπει ότι η Επιτροπή ενημερώνεται εγκαίρως περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν τις ενισχύσεις, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση χορηγήθηκε παρανόμως.

(83)

Δεδομένου ότι το εν λόγω μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση πρέπει να αξιολογηθεί η συμβιβασιμότητά του με την εσωτερική αγορά.

B.   Αξιολόγηση του μέτρου βάσει του άρθρου 107 παράγραφοι 2 και 3 της ΣΛΕΕ

(84)

Η Επιτροπή φρονεί ότι οι παρεκκλίσεις του άρθρου 107 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ δεν είναι εφαρμοστέες στην προκειμένη περίπτωση, διότι τα επίμαχα μέτρα δεν αποσκοπούσαν προδήλως στην επίτευξη των καθορισθέντων στόχων.

(85)

Επίσης, η ενίσχυση δεν πληροί τους όρους που ορίζονται στην παρέκκλιση του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, στο μέτρο που αυτή δεν είχε ως στόχο να ευνοήσει την ανάπτυξη περιοχών που μπορούν να υπαχθούν στην εν λόγω διάταξη. Η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο β), όσον αφορά την προώθηση της υλοποίησης ενός σημαντικού σχεδίου κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση, αφού το επίμαχο μέτρο δεν είχε στόχο να προωθήσει αυτόν τον τύπο σχεδίου. Εφόσον η ενίσχυση δεν αποσκοπούσε ούτε και στην άρση μιας σοβαρής διαταραχής της γαλλικής οικονομίας, δεν είναι δυνατό να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση ούτε και η παρέκκλιση που προβλέπεται στη δεύτερη φράση του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο β).

(86)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον εφαρμόζεται το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχεία γ) και δ) της ΣΛΕΕ [πρώην άρθρο 87-3 γ) και δ), ΕΚ].

(87)

Λαμβανομένης υπόψη της απόφασης του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (1η Νοεμβρίου 1993), από εκείνες που χορηγήθηκαν πριν από αυτή τη θέση σε ισχύ και στις οποίες πρέπει να εφαρμοστούν οι βασικοί κανόνες που ίσχυαν κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου.

(88)

Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή επισημαίνει το γεγονός ότι ένα τέταρτο της χορηγηθείσας ενίσχυσης κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους είχε καταβληθεί στον CELF στις αρχές του έτους, ενώ το υπόλοιπο καταβλήθηκε το επόμενο φθινόπωρο, μετά από εξέταση από μέρους των δημοσίων αρχών του προσωρινού προϋπολογισμού της δικαιούχου επιχείρησης και των διακυμάνσεων που καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια του πρώτου μέρους του οικονομικού έτους. Εάν το ποσό της ενίσχυσης δεν χρησιμοποιούνταν στο σύνολό του, τα υπόλοιπα ποσά θα αφαιρούνταν από τις επιδοτήσεις που είχαν προβλεφθεί για το επόμενο έτος. Η ενίσχυση που καταβλήθηκε για το έτος 1993 καταβλήθηκε κατά συνέπεια μερικώς στις αρχές του έτους 1993 και το υπόλοιπο χορηγήθηκε το φθινόπωρο 1993. Η απόφαση για τη χορήγηση της ενίσχυσης για το 1993 ελήφθη από τις γαλλικές αρχές στο τέλος του έτους 1992 ή στις αρχές του έτους 1993, και, εν πάση περιπτώσει, πριν τη θέση σε ισχύ της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Επιτροπή εκτιμά κατά συνέπεια ότι πρέπει να αξιολογηθεί η ενίσχυση που καταβλήθηκε το έτος 1993 σε συνάρτηση με τους κανόνες δικαίου που ίσχυαν πριν από τη θέση σε ισχύ της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

α)   Αξιολόγηση των ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ

(89)

Το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 87-3-δ ΕΚ) ορίζει ότι «δύνανται να θεωρηθούν συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά […] οι ενισχύσεις για την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους συναλλαγών και ανταγωνισμού στην Ένωση σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον».

(90)

Πρέπει λοιπόν να εξεταστεί εάν οι ενισχύσεις που καταβλήθηκαν στον CELF μεταξύ του 1994 και του τέλους 2001 είχαν σαφώς πολιτιστικό στόχο και εάν αυτές αλλοίωναν ή όχι τους όρους συναλλαγών και ανταγωνισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον.

i)   Πολιτιστικός στόχος

(91)

Καταρχάς, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ο πολιτιστικός στόχος των ενισχύσεων που καταβλήθηκαν στον CELF έγινε δεκτός από το Πρωτοδικείο στην προαναφερθείσα απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 1995. Έτσι, στο σημείο 62 της απόφασής του, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι «Όσον αφορά τον πολιτιστικό σκοπό των επιδίκων ενισχύσεων, οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ότι ο επιδιωκόμενος από τη γαλλική κυβέρνηση σκοπός συνίσταται στη διάδοση της γαλλικής γλώσσας και γραμματείας. Σχετικά, Επιπλέον, το Πρωτοδικείο διαπιστώνει ότι τα στοιχεία τα οποία διέθετε η Επιτροπή όταν έλαβε την απόφαση της 18ης Μαΐου 1993, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που περιέχονται στην από 7ης Σεπτεμβρίου 1992 επιστολή του Συμβούλου της SIDE, μπορούσαν να θεμελιώσουν την κρίση στην οποία κατέληξε η Επιτροπή ως προς το υποστατό και το θεμιτό αυτού του σκοπού. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Πρωτοδικείο έκρινε ότι έπρεπε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η εκτίμηση του σκοπού των επιδίκων ενισχύσεων δεν δημιουργούσε στην Επιτροπή ιδιαίτερες δυσκολίες και ότι δεν ήταν απαραίτητο να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες προκειμένου να αναγνωρίσει τον πολιτιστικό χαρακτήρα του εν λόγω σκοπού».

(92)

Όντως, οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι οι επίμαχες ενισχύσεις είχαν πολιτιστικό στόχο που συνίστατο στην προώθηση στις μη γαλλόφωνες χώρες της διάδοσης βιβλίων στη γαλλική γλώσσα. Ως εκ τούτου, επρόκειτο για εθελοντική πολιτική που έτεινε να διατηρήσει και να ενθαρρύνει την πολιτιστική ποικιλομορφία σε διεθνές επίπεδο.

(93)

Όμως, η διατήρηση και η προώθηση της πολιτιστικής ποικιλομορφίας εμφανίζονται μεταξύ των ιδρυτικών αρχών του ευρωπαϊκού μοντέλου. Αναγράφονται στο άρθρο 167 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 151-1 ΕΚ): «Η Ένωση συμβάλλει στην ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών μελών και σέβεται την εθνική και περιφερειακή πολυμορφία τους, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει την κοινή πολιτιστική κληρονομιά», ή ακόμα στο άρθρο 167 παράγραφος 4 που ορίζει ότι «Η Ένωση όταν αναλαμβάνει δράσεις δυνάμει άλλων διατάξεων των συνθηκών, λαμβάνει υπόψη της τις πολιτιστικές πτυχές, αποβλέποντας ειδικότερα στο σεβασμό και στην προώθηση της πολυμορφίας των πολιτισμών της».

(94)

Η Επιτροπή θεωρεί ως εκ τούτου ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στον CELF από τις γαλλικές αρχές ενόψει της διασφάλισης της διάδοσης βιβλίων στη γαλλική γλώσσα είχαν σαφώς πολιτιστικό στόχο.

ii)   Το κριτήριο της αλλοίωσης των όρων συναλλαγών και του ανταγωνισμού στην Ένωση σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον

(95)

Η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει εάν τα επίμαχα μέτρα ήταν σαφώς αναγκαία και αναλογικά σε σχέση με τον στόχο της πολιτιστικής πολιτικής που επεδίωκαν οι γαλλικές αρχές.

(96)

Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την προαναφερθείσα απόφαση του Πρωτοδικείου της 28ης Φεβρουαρίου 2002, τα επίμαχα μέτρα πρέπει να αξιολογηθούν στην αγορά των παραγγελιών εξαγωγών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα.

(97)

Καταρχάς, πρέπει να γίνει εκτίμηση της αναγκαιότητας της ενίσχυσης.

(98)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, τα μέτρα σχεδιάστηκαν το 1980 από το Υπουργείο Πολιτισμού, χρονικό διάστημα κατά το οποίο ορισμένοι φορείς του επαγγέλματος (ο όμιλος Hachette και les Messageries du livre) επιθυμούσαν να εγκαταλείψουν την αγορά παραγγελιών εξαγωγών. Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, ο επίμαχος μηχανισμός συστήθηκε κατά τρόπο που να ενθαρρύνει τους φορείς να παρέμβουν στην αγορά ούτως ώστε το σύνολο των παραγγελιών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα που προέρχονται από βιβλιοπωλεία που εδρεύουν σε μη γαλλόφωνες περιοχές να μπορεί να ικανοποιηθεί. Αυτό διασφάλιζε ότι τα γαλλόφωνα βιβλία μπορούν να διατεθούν σε όλα τα βιβλιοπωλεία, συμπεριλαμβανομένων και των πιο μικρών σε μακρινές χώρες, ακόμη και όταν τα βιβλιοπωλεία δεν είχαν ανάγκη από ορισμένα βιβλία, τα οποία εξάλλου δημοσιεύονται συχνά από διαφορετικούς εκδότες.

(99)

Από την πλευρά της, η SIDE δήλωσε, ιδίως στο πλαίσιο των παρατηρήσεων που αυτή διαβίβασε μετά από την απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, ότι η επίμαχη ενίσχυση δεν ήταν αναγκαία. Έτσι, εάν αληθεύει ότι ορισμένοι φορείς είχαν εγκαταλείψει το 1980 τη δραστηριότητα του παραγγελιοδόχου, η SIDE υπενθυμίζει ότι ακριβώς εκείνη την περίοδο η ίδια συστάθηκε για να παρέμβει στην αγορά. Εξάλλου, η SIDE αμφισβητεί το γεγονός ότι ο CELF είχε ως συγκεκριμένη δραστηριότητα την εκτέλεση μικρών παραγγελιών. Η SIDE αμφισβητεί ιδίως τα στοιχεία που παρέσχον οι γαλλικές αρχές και θεωρεί ότι τα στοιχεία σχετικά με τον CELF και την SIDE όσον αφορά την αναλογία, στους αντίστοιχους κύκλους εργασιών καθεμίας από τις επιχειρήσεις, του αριθμού των τιμολογίων και του αριθμού των παραγγελιών είναι στην πραγματικότητα αρκετά όμοια. Εν γένει, η SIDE αμφισβητεί την έννοια των «μικρών παραγγελιών» όπως αυτή ορίζεται από τις γαλλικές αρχές. Σύμφωνα με τη SIDE, αυτή η έννοια είναι αυθαίρετη, αφού το κόστος εκτέλεσης μιας παραγγελίας δεν αποτελεί συνάρτηση του ποσού αυτής, αλλά του αριθμού σειρών.

(100)

Η Επιτροπή κρίνει ότι δεν είναι αναγκαίο να εξαχθεί οριστικό συμπέρασμα όσον αφορά το ζήτημα της αναγκαιότητας της ενίσχυσης, αφού οι όροι αναγκαιότητας και αναλογικότητας είναι σωρευτικοί και στην αιτιολογική σκέψη 121 θα συναχθεί ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι ο όρος της αναλογικότητας πληρούται.

(101)

Δεύτερον, η Επιτροπή κρίνει ότι η επίπτωση των συναλλαγών στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλείται από το μέτρο είναι πολύ μικρές, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των επίμαχων ποσών του μέτρου, της πολύ μικρής δυνατότητας υποκατάστασης μεταξύ των βιβλίων στη γαλλική γλώσσα και των βιβλίων σε άλλη γλώσσα, καθώς και της μεγάλης διαφοράς του όγκου των γαλλόφωνων βιβλίων που εξάγονται σε μη γαλλόφωνες χώρες από τη Γαλλία, αφενός, και από το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, αφετέρου.

(102)

Ακριβέστερα, όσον αφορά την αγορά παραγγελιών εξαγωγών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο CELF και η SIDE, στο πλαίσιο της δραστηριότητάς τους του παραγγελιοδόχου εξαγωγών, διανέμουν βιβλία σε μη γαλλόφωνες χώρες και περιοχές. Όντως, στις γαλλόφωνες χώρες, η τοπική αγορά καλύπτεται από τους μεγάλους εκδότες χάρη στις θυγατρικές τους ή στους αντιπροσώπους τους. Η παραγγελία εξαγωγών δεν παίζει συνεπώς παρά ένα περιθωριακό ρόλο στις γαλλόφωνες αγορές οι οποίες συνιστούν παρ’ όλα ταύτα τους βασικούς προορισμούς για τα βιβλία στη γαλλική γλώσσα.

(103)

Στην εθνική αγορά των παραγγελιών εξαγωγών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα, δραστηριοποιούνται παραγγελιοδόχοι γενικής φύσης όπως η SIDE και ο CELF, και σε μικρότερο βαθμό παραγγελιοδόχοι εξειδικευμένοι οι οποίοι πωλούν ομοίως, σε μικρό βαθμό, απευθείας στους τελικούς χρήστες και ανταγωνίζονται σε μικρό βαθμό τους δύο παραγγελιοδόχους γενικής φύσης, καθώς και ένα ορισμένο αριθμό βιβλιοπωλείων που εκτελούν, και ευκαιριακά, παραγγελίες προς ξένα βιβλιοπωλεία και βιβλιοπωλεία on line των οποίων η δραστηριότητα την εποχή θέσπισης των επίμαχων μέτρων ήταν ωστόσο περιορισμένη.

(104)

Στην εν λόγω αγορά, ο κύριος φορέας που ζημιώθηκε από τα επίμαχα μέτρα ήταν ο καταγγέλλων. Αφενός, οι γαλλικές αρχές επιβεβαιώνουν ότι το πρόγραμμα σχετικά με τις μικρές παραγγελίες ήταν καταρχήν προσβάσιμο σε όλες τις επιχειρήσεις που υπέβαλαν αίτηση, αμέσως μόλις αυτές αποδέχονταν τους όρους σχετικά με τη χορήγηση των ενισχύσεων. Αυτές δηλώνουν ότι η άρνηση που αντέταξε στη SIDE το Υπουργείο Πολιτισμού το 1991 ήταν αιτιολογημένη από την άρνηση της SIDE να αποδεχθεί την υποχρέωση διαφάνειας που απαιτείτο για να τύχει των ενισχύσεων. Αφετέρου, η SIDE δήλωσε ότι η άρνηση των γαλλικών αρχών εξαρτάτο από το γεγονός ότι η ίδια ήταν ιδιωτική επιχείρηση και όχι συνεταιρισμός εκδοτών. Εξάλλου, το 1996, μετά την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής της 18ης Μαΐου 1993, το Υπουργείο Πολιτισμού, επιθυμώντας να τερματίσει τη διαδικασία, υπενθύμισε στη SIDE ότι το καθεστώς ενισχύσεων στις μικρές παραγγελίες δεν απευθυνόταν λόγω του χαρακτήρα του αποκλειστικά στον CELF. Της πρότεινε, με επιστολή της 3ης Σεπτεμβρίου 1996, ακρόαση για να εξετασθεί εάν ήταν σε θέση να παρέχει, υπό τους ιδίους όρους διαφάνειας, τις ίδιες υπηρεσίες με αυτές που παρείχε ο CELF. Σε συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1996, τα διευθυντικά στελέχη της SIDE δήλωσαν στο Υπουργείο Πολιτισμού ότι αρνούνταν να συμμετάσχουν σε ένα πρόγραμμα τη συμβατότητα του οποίου με το κοινοτικό δίκαιο θα μπορούσε να αμφισβητήσει η Επιτροπή.

(105)

Εν πάση περιπτώσει, τα προαναφερθέντα στοιχεία στις αιτιολογικές σκέψεις 101 και ακόλουθες φαίνεται να δείχνουν ότι η αλλοίωση των όρων συναλλαγών και ανταγωνισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τα επίμαχα μέτρα ήταν σχετικά περιορισμένη.

(106)

Τρίτον, για να καθορίσει, ωστόσο, εάν το μέτρο είναι σαφώς αναλογικό, η Επιτροπή οφείλει παρομοίως να συγκρίνει το ποσό των ενισχύσεων που ελήφθησαν με τις δαπάνες που πραγματοποίησε ο CELF για να επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο των γαλλικών αρχών.

(107)

Γι’ αυτόν τον σκοπό, υπενθυμίζονται τα διάφορα στάδια της διαδικασίας εκτέλεσης των παραγγελιών, για τα οποία τα διάφορα μέρη συμφωνούν:

α)

η παραλαβή του δελτίου παραγγελίας του βιβλιοπώλη·

β)

η κωδικοποίηση της παραγγελίας·

γ)

η καταχώριση της παραγγελίας·

δ)

η αποστολή της παραγγελίας στον εκδότη·

ε)

η παραλαβή των βιβλίων·

στ)

η φύλαξη για κάθε πελάτη ενός φυσικού χώρου, «της θυρίδας», στον οποίο αποθηκεύονται τα παραγγελθέντα βιβλία·

ζ)

η συσκευασία.

(108)

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, ο CELF επιβαρυνόταν με ορισμένες δαπάνες συνδεδεμένες με την εκτέλεση των «μικρών παραγγελιών». Πράγματι, οι γαλλικές αρχές εκτιμούν ότι στο πλαίσιο της αγοράς των παραγγελιών εξαγωγών, ορισμένες παραγγελίες συνεπάγονται πρόσθετο κόστος που καθιστά ασύμφορη την παροχή της υπηρεσίας. Οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι είχαν προσδιορίσει το όριο των 500 FRF (76,22 ευρώ) για τη «μικρή παραγγελία» και ότι αυτό το όριο είχε προσδιοριστεί εμπειρικά. Οι γαλλικές αρχές διασαφήνισαν ότι ορισμένες παραγγελίες μικρότερες των 500 FRF μπορούσαν να είναι αποδοτικές, ενώ άλλες, μεγαλύτερες από αυτό ποσό, μπορούσαν να μην είναι αποδοτικές. Ο στόχος ήταν να βρεθεί μια μέθοδος οικονομικώς αποδεκτή ώστε ο CELF να είναι διατεθειμένος να αναλάβει μικρές παραγγελίες, μολονότι αυτές ήταν ανεπαρκώς αποδοτικές.

(109)

Όπως διευκρίνισε η Επιτροπή στην απόφασή της για την επέκταση της διαδικασίας, εναπόκειται στις γαλλικές αρχές, στο πλαίσιο της ανάλυσης της συμβατότητας, να καθορίσουν το ποσό και την ύπαρξη των δαπανών που πραγματοποίησε ο CELF.

(110)

Γι’ αυτόν τον σκοπό, στην απόφασή της για την επέκταση της διαδικασίας, η Επιτροπή είχε ζητήσει από τις γαλλικές αρχές να της παράσχουν ορισμένα στοιχεία ώστε να είναι σε θέση να εξάγει τα συμπεράσματα από την απόφαση του Πρωτοδικείου και να μπορέσει να αποφασίσει όσον αφορά την αναλογικότητα της ενίσχυσης. Η Επιτροπή είχε ιδίως ζητήσει να της παράσχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

επαρκή αιτιολόγηση των λόγων για τους οποίους τα στοιχεία σχετικά με τις δαπάνες που σχετίζονται με τις μικρές παραγγελίες δεν ήταν διαθέσιμα κατά τη διάρκεια των διαφόρων σχετικών ετών και μία επαρκή απόδειξη των λόγων για τους οποίους μία εκτίμηση βάσει αποκλειστικά του έτους 1994 μπορούσε να είναι αποδεκτή,

στοιχεία που επιτρέπουν να ληφθούν υπόψη οι πραγματικές δαπάνες (και όχι οι απλές εκτιμήσεις) της εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών το 1994 (τουλάχιστον για ορισμένες κατηγορίες δαπανών) και μία ενδεχόμενη επαρκή αιτιολόγηση των λόγων για τους οποίους μία εκτίμηση αυτών των δαπανών από τις συνολικές δαπάνες που πραγματοποίησε ο CELF θα μπορούσε να είναι αποδεκτή,

πειστικές παραμέτρους κατανομής των δαπανών που να επιτρέπουν τον καταλογισμό ενός μέρους των συνολικών δαπανών στην εκτέλεση των μικρών παραγγελιών, και αυτές να μπορούν ιδίως να εφαρμοστούν σε όλες τις κατηγορίες δαπανών κατά τη διάρκεια ολόκληρης της σχετικής περιόδου,

πληροφορίες για την εξέλιξη του ποσοστού των παραγγελιών που τηλεδιαβιβάστηκαν κατά τη διάρκεια των σχετικών ετών,

δαπάνες σχετικά με τις μικρές παραγγελίες ελλείψει μη αιτιολογημένων·συντελεστών πολλαπλασιασμού,

υπολογισμό των δαπανών που πραγματοποίησε ο CELF για την εκτέλεση των μικρών παραγγελιών χωρίς εφαρμογή συντελεστών πολλαπλασιασμού, καθώς και στην υπόθεση εφαρμογής των συντελεστών πολλαπλασιασμού αποκλειστικά στην περίπτωση παραγγελιών που δεν τηλεδιαβιβάστηκαν,

θέση των γαλλικών αρχών όσον αφορά τον υπολογισμό του Πρωτοδικείου σύμφωνα με τον οποίο ελλείψει αυτών των συντελεστών, οι δαπάνες που συνδέονται με την εκτέλεση των μικρών παραγγελιών θα ήταν μικρότερες κατά πλέον των 635 000 FRF (96 805,13 ευρώ), ακόμα και χωρίς να ληφθούν υπόψη οι κατηγορίες δαπανών πέραν εκείνων στις οποίες εφαρμόστηκε συντελεστής «τρία». Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον υπολογισμό του Πρωτοδικείου, το αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης της δραστηριότητας εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών θα ήταν κατά συνέπεια θετικό άνω των 600 000 FRF (91 469,41 ευρώ),

θέση των γαλλικών αρχών όσον αφορά τη δυνατότητα για τον CELF να παρουσιάζει ένα λογικό κέρδος.

(111)

Ιδίως, όπως το είχε ήδη δηλώσει στην απόφασή της για την επέκταση της διαδικασίας, ελλείψει συμπληρωματικής εξήγησης και ενημέρωσης των στοιχείων από τις γαλλικές αρχές, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσει τις καταστάσεις χρησιμοποίησης του προγράμματος εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών που οι γαλλικές αρχές είχαν παράσχει όσον αφορά τα έτη 1994 έως 2001 στην επιστολή τους της 17ης Ιανουαρίου 2003, ούτε και τις εξηγήσεις σχετικά με την ανάλυση της αναλυτικής λογιστικής που χορηγήθηκαν με την επιστολή της 5ης Μαρτίου 1998.

(112)

Ωστόσο, οι γαλλικές αρχές δεν παρέσχον τα λεπτομερή στοιχεία που τους είχαν ζητηθεί από την Επιτροπή στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, και περιορίστηκαν να παραπέμψουν σε ό,τι αφορά την αναλογικότητα της ενίσχυσης στα στοιχεία που ήδη είχαν παρασχεθεί στις 17 Σεπτεμβρίου 2002, στις 17 Ιανουαρίου 2003 και στις 11 Μαρτίου 2003, τα οποία η Επιτροπή δεν μπορούσε να αξιοποιήσει ως είχαν λαμβανομένης υπόψη της απόφασης του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008.

(113)

Με επιστολή της 8ης Οκτωβρίου 2009, οι υπηρεσίες της Επιτροπής υπενθύμισαν στις γαλλικές αρχές την αίτησή τους για υποβολή στοιχείων όσον αφορά τα αναφερθέντα ακριβή στοιχεία, δηλώνοντας ταυτοχρόνως ότι εάν δεν λάμβανε αυτές τις πληροφορίες εντός προθεσμίας δέκα εργάσιμων ημερών, η Επιτροπή έπρεπε να λάβει οριστική απόφαση βάσει των πληροφοριών που διέθετε, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 του διαδικαστικού κανονισμού αφού εκδώσει, κατά περίπτωση, διαταγή παροχής πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

(114)

Με επιστολή της 21ης Οκτωβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι δεν είχαν άλλες πληροφορίες να διαβιβάσουν και παρέπεμψαν στις παρατηρήσεις τους που διαβιβάστηκαν στις 9 Ιουνίου 2009.

(115)

Με απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2009 (η «απόφαση διαταγής»), η Επιτροπή αποφάσισε να διατάξει τη Γαλλία να υποβάλει τις ζητηθείσες πληροφορίες αφού παρά τις επανειλημμένες αιτήσεις, αυτές οι πληροφορίες δεν είχαν χορηγηθεί.

(116)

Με επιστολή της 2ας Δεκεμβρίου 2009, οι γαλλικές αρχές δήλωσαν ότι δεν είχαν συμπληρωματικές πληροφορίες να στείλουν στην Επιτροπή και ότι παρέπεμπαν στις παρατηρήσεις τους που διαβιβάστηκαν στις 9 Ιουνίου 2009.

(117)

Όμως, το άρθρο 13 του διαδικαστικού κανονισμού προβλέπει ότι «Μετά την εξέταση της ενδεχόμενης ύπαρξης παράνομων ενισχύσεων, εκδίδεται απόφαση […]. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του κράτους μέλους με διαταγή παροχής πληροφοριών, η απόφαση αυτή λαμβάνεται με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες».

(118)

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι γαλλικές αρχές δεν χορήγησαν στην Επιτροπή τα στοιχεία που αυτή τους είχε ζητήσει πολλάκις, για τελευταία δε φορά με την απόφαση διαταγής της 20ής Νοεμβρίου 2009.

(119)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 τυ διαδικαστικού κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει, κατά συνέπεια, την απόφασή της βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, υπενθυμίζοντας, εν πάση περιπτώσει, ότι εναπόκειται στις γαλλικές αρχές να αποδείξουν τη συμβατότητα της εξετασθείσας ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, και κατά συνέπεια την αναλογικότητα αυτής της ενίσχυσης.

(120)

Υπό το πρίσμα της απόφασης του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008 και των στοιχείων στη διάθεση της Επιτροπής, δεν φαινόταν βάσιμος ο υπολογισμός των κατ’ εκτίμηση δαπανών της εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών για το έτος 1994. Ιδίως, δεν φαινόταν δυνατν να χρησιμοποιηθούν συντελεστές κατανομής μη αιτιολογημένων δαπανών και η Επιτροπή ν βασιστεί στα στοιχεία για τα οποία εφαρμόστηκαν μη αιτιολογημένοι συντελεστές πολλαπλασιασμού, ιδίως στς τηλεδιαβιβασθείσες παραγγελίες. Υπό το πρίσμα του υπολογισμύ των δαπανών που συνδέονται με τη εκτέλεση των μκρών παραγγελιών που εμφανίζεται στην απόφαση του Πρωτοδικείου, και επειδή οι γαλλικές αρχές δεν χορήγησαν στην Επιτροπή τα στοιχεία που επιτρέπουν να διαλυθούν οι αμφιβολίες που αυτή είχε εγείρει, στην απόφασή της επέκτασης της διαδικασίας, όσον αφορά την αναλογικότητα της ενίσχυσης, δεν μπόρεσε να προσδιοριστεί ο ελλειμματικός χαρακτήρας της δραστηριότητας εκτέλεσης των μικρών παραγγελιών.

(121)

Η Επιτροπή φρονεί, κατά συνέπεια, ότι δεν αποδείχθηκε ότι οι ενισχύσεις που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών από το 1994 έως το 2001 τηρούν το κριτήριο της αναλογικότητας.

(122)

Ως εκ τούτου, αυτές οι ενισχύσεις δεν είναι συμβατές σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ.

β)   Αξιολόγηση των ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ

(123)

Το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 87-3-γ ΕΚ) ορίζει ότι «Δύνανται να θεωρηθούν ως συμβατές με την εσωτερική αγορά[…] οι ενισχύσεις για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικν περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών σε βαθμό αντίθετο προ το κοινό συμφέρον».

(124)

Σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008, η παρέκκλιση του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 87-3-δ ΕΚ) δεν εφαρμόζεται στις ενισχύσεις που καταβλήθηκαν στον CELF κατά τη διάρκεια των ετών 1980 έως 1993. Συνεπώς πρέπει να καθοριστεί εάν η παρέκκλιση που προβλέπεται στο άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 87-3-γ ΕΚ) θα μπορούσε να εφαρμοστεί σ’ αυτές.

(125)

Το ίδιο πρέπει να γίνει και για τις ενισχύσεις που καταβλήθηκαν μεταξύ του 1994 και του τέλους 2001, για τις οποίες η Επιτροπή συνήγαγε ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 122 ότι η παρέκκλιση του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 87-3-δ ΕΚ) δεν μπορούσε να εφαρμοστεί σ’ αυτές.

(126)

Για να καθοριστεί αν το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως βάση για τη συμβατότητα, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει εάν οι επίμαχες ενισχύσεις επιδιώκουν σαφώς έναν σκοπό κοινού συμφέροντος και αν αυτές δεν νοθεύουν τις συναλλαγές σε βαθμό αντίθετο προς το κοινό συμφέρον.

(127)

Η Επιτροπή φρονεί ότι οι ενισχύσεις επιδιώκουν σαφώς έναν κοινό σκοπό όπως αυτός καθορίστηκε προηγουμένως. Για αυτόν τον σκοπό, υπενθυμίζεται ότι η εισαγωγή στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση της παρέκκλισης που προβλέπεται στο πρώην άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΕΚ [σήμερα άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ] επιβεβαίωσε την πολιτική που ακολουθεί η Επιτροπή βάσει του πρώην άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ), πριν από τη θέση σε ισχύ της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγματι, η Επιτροπή στο παρελθόν είχε εγκρίνει βάσει αυτού του άρθρου ενισχύσεις που είχαν πολιτιστικούς στόχους. Αυτή η πρακτική επιβεβαιώθηκε από τα δικαστήρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, π.χ., στην προαναφερθείσα απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Σεπτεμβρίου 1995, στην οποία το Πρωτοδικείο έκρινε σαφώς ότι η Επιτροπή ήταν σε θέση να εκδώσει, βάσει του πρώην άρθρου 92 παράγραφος 3 στοιχείο γ), της ΕΚ, απόφαση ευνοϊκή έναντι των τριών καθεστώτων ενισχύσεων που διαχειρίζεται ο CELF (οι ενισχύσεις για την αεροπορική μεταφορά, το πρόγραμμα «Page à Page» και το «Πρόγραμμα Plus»).

(128)

Αντιθέτως, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν αποδείχτηκε ότι οι ενισχύσεις ήταν αναλογικές προς τον επιδιωκόμενο στόχο.

(129)

Στην απόφασή της για την επέκταση της διαδικασίας, καθώς και στη συνέχεια στην απόφαση διαταγής, η Επιτροπή είχε ζητήσει από τις γαλλικές αρχές να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την αναλογικότητα των ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ.

(130)

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι γαλλικές αρχές δεν χορήγησαν στην Επιτροπή τα στοιχεία που επιτρέπουν να αποδειχθεί η αναλογικότητα των ενισχύσεων που καταβλήθηκαν από το 1980 και αυτή τους είχε ζητήσει ιδίως την τελευταία φορά την απόφαση διαταγής της 20ής Νοεμβρίου 2009.

(131)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του διαδικαστικού κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει, κατά συνέπεια, την απόφασή της βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, υπενθυμίζοντας, εν πάση περιπτώσει, ότι εναπόκειται στις γαλλικές αρχές να αποδείξουν τη συμβατότητα της εξετασθείσας ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, και κατά συνέπεια την αναλογικότητα αυτής της ενίσχυσης.

(132)

Mutatis mutandis, ο συλλογισμός που εκτέθηκε προηγουμένως όσον αφορά την αναλογικότητα της ενίσχυσης στο πλαίσιο του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ δύναται να μεταφερθεί και στην παρούσα περίπτωση.

(133)

Η Επιτροπή φρονεί, κατ’ ακολουθία, ότι δεν έχει αποδειχθεί πως οι ενισχύσεις που καταβλήθηκαν τηρούν το κριτήριο της αναλογικότητας.

(134)

Εν κατακλείδι, η Επιτροπή φρονεί ότι το επίμαχο μέτρο δεν είναι συμβατό με την εσωτερική αγορά βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της ΣΛΕΕ.

Γ.   Αξιολόγηση του μέτρου σύμφωνα με το άρθρο 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ

(135)

Οι γαλλικές αρχές υποστήριξαν επανειλημμένα ότι ο CELF ήταν επιφορτισμένος με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας και ότι τα επίμαχα μέτρα θα έπρεπε να αξιολογηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 86 παράγραφος 2 της ΕΚ).

(136)

Αυτό το άρθρο ορίζει ότι «Οι επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ή που έχουν χαρακτήρα δημοσιονομικού μονοπωλίου υπόκεινται στους κανόνες της παρούσας συμφωνίας, ιδίως στους κανόνες ανταγωνισμού, κατά το μέτρο που η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν εμποδίζει, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί. Η ανάπτυξη των συναλλαγών δεν πρέπει να επηρεάζεται σε βαθμό που αντίκειται προς το συμφέρον της Ένωσης».

(137)

Καταρχάς, πρέπει να εξεταστεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ύπαρξη υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος. Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι με εξαίρεση τους τομείς στους οποίους αυτό το ζήτημα αποτέλεσε ήδη αντικείμενο ρύθμισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρεία εξουσία εκτίμησης όσον αφορά τον χαρακτήρα των υπηρεσιών που θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν γενικού οικονομικού συμφέροντος. Έκτοτε, καθήκον της Επιτροπής είναι να μεριμνά ώστε αυτό το περιθώριο εκτίμησης χρησιμοποιείται χωρίς πρόδηλο σφάλμα σε ό,τι αφορά τον ορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.

(138)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι γαλλικές αρχές ανέφεραν επανειλημμένα ότι ο CELF ήταν επιφορτισμένος με συγκεκριμένη αποστολή δημόσιας υπηρεσίας πολιτιστικού τύπου που συνίσταται στην εκτέλεση όλων των παραγγελιών γαλλόφωνων βιβλίων που προέρχονται από βιβλιοπώλες εγκατεστημένους στο εξωτερικό, όποιος και αν είναι ο όγκος και ο χαρακτήρας της παραγγελίας. Η Επιτροπή εκτιμά ότι αυτή η αποστολή θα μπορούσε όντως να συνιστά υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος.

(139)

Δεύτερον, πρέπει να εξεταστεί εάν όντως ο CELF είχε επιφορτιστεί με αυτή την υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος. Πράγματι, σύμφωνα με τη νομολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι εν λόγω επιχειρήσεις πρέπει να έχουν επιφορτιστεί από το κράτος για την εκτέλεση της εξεταζόμενης υπηρεσίας μέσω μιας ή περισσοτέρων επισήμων πράξεων, των οποίων η μορφή μπορεί να καθορίζεται από το κάθε κράτος μέλος.

(140)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι γαλλικές αρχές παρουσίασαν διάφορες συμβάσεις που συνήφθησαν μεταξύ του CELF και του Υπουργείου Πολιτισμού οι οποίες απεδείκνυαν, σύμφωνα με αυτές, ότι ο CELF όντως είχε επιφορτιστεί με την εκτέλεση της εν λόγω υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος. Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, η Διεύθυνση Βιβλίου και Ανάγνωσης συνήψε μέχρι το 2001 ετήσιες συμβάσεις με τον CELF.

(141)

Ωστόσο, παρά τα αιτήματα της Επιτροπής, που συμπεριλαμβάνονται και στην απόφαση διαταγής, οι γαλλικές αρχές δεν παρουσίασαν αντίγραφο των συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας για όλα τα εν λόγω έτη.

(142)

Επιπλέον, στις συμβάσεις που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, ο ακριβής χαρακτήρας των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας δεν έχει ορισθεί (το ποσό από το οποίο οι παραγγελίες θεωρούνται ως «μικρές παραγγελίες» δεν αναφέρθηκε στη σύμβαση). Από αυτό προκύπτει ότι, ακόμη και για εκείνα τα έτη, δεν υπάρχει πράξη που να αναφέρει με επαρκή ακρίβεια τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που βαρύνουν τον CELF.

(143)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εκτιμά ότι δεν αποδείχτηκε ότι ο CELF είχε σαφώς επιφορτιστεί με επίσημη πράξη για κάθε ένα από τα υπό εξέταση έτη με τη διαχείριση της εν λόγω δημόσιας υπηρεσίας.

(144)

Τέλος, και δίχως αυτό να συνεπάγεται την εξαγωγή συμπεράσματος όσον αφορά τον όρο της αναγκαιότητας αφού οι όροι είναι σωρευτικοί, η Επιτροπή κρίνει ότι ο όρος της αναλογικότητας δεν πληρούται.

(145)

Πράγματι, στις συμβάσεις που είναι στη διάθεση της Επιτροπής δεν υπάρχει καμία εξήγηση για τον τρόπο με τον οποίο υπολογίστηκε το ποσό της ενίσχυσης. Εξάλλου, η υποχρέωση που επιβλήθηκε στον CELF να χορηγήσει τους λογαριασμούς χρήσης της ενίσχυσης δεν συνοδεύτηκε από ακριβή ορισμό των παραμέτρων υπολογισμού και ελέγχου του κόστους της δραστηριότητας δημόσιας υπηρεσίας που να επέτρεπε να επαληθευτεί ότι δεν υπήρχε υπεραντιστάθμιση. Επιπλέον, εάν οι συμβάσεις προέβλεπαν σαφώς τη μεταφορά από ένα έτος στο άλλο σε περίπτωση στην οποία ένα μέρος της ενίσχυσης δεν είχε χρησιμοποιηθεί, αυτές δεν περιέχουν καμία διευκρίνιση όσον αφορά τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού, ο οποίος δεν φαίνεται άλλωστε να έχει εφαρμοστεί. Τέλος, όπως αναφέρεται στο πλαίσιο της ανάλυσης του κριτηρίου της αναλογικότητας σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, οι γαλλικές αρχές δεν χορήγησαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την αναλογικότητα των ενισχύσεων στο πλαίσιο των διαφόρων σημείων της απόφασης του Πρωτοδικείου.

(146)

Έτσι, οι γαλλικές αρχές δεν χορήγησαν στην Επιτροπή τα στοιχεία που να επιτρέπουν να αποδειχθεί η αναλογικότητα των ενισχύσεων στο πλαίσιο του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ και ότι αυτή είχε ζητήσει από αυτές ιδίως την τελευταία φορά στην απόφαση διαταγής της 20ής Νοεμβρίου 2009.

(147)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του διαδικαστικού κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει, κατά συνέπεια, την απόφασή της βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, υπενθυμίζοντας, εν πάση περιπτώσει, ότι εναπόκειται στις γαλλικές αρχές να αποδείξουν τη συμβατότητα της εξετασθείσας ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά, και κατά συνέπεια την αναλογικότητα αυτής της ενίσχυσης.

(148)

Για τους ίδιους λόγους με εκείνους που αναφέρθηκαν στο πλαίσιο της ανάλυσης της αναλογικότητας της ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή κρίνει, κατά συνέπεια, ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι οι ενισχύσεις που καταβλήθηκαν πληρούν το κριτήριο της αναλογικότητας.

(149)

Η Επιτροπή θεωρεί, κατά συνέπεια, ότι οι όροι εφαρμογής του άρθρου 106 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ δεν πληρούνται.

(150)

Εν κατακλείδι, η Επιτροπή θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι ο μηχανισμός ενίσχυσης, που έχει ονομαστεί πρόγραμμα «μικρών παραγγελιών», που έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία υπέρ του CELF μεταξύ του 1980 και του τέλους 2001 συνιστά ενίσχυση μη συμβατή με την εσωτερική αγορά.

5.   ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ, ΕΚΤΑΚΤΗ ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ, ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ, ΑΡΧΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΑΡΧΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ

(151)

Στην υπόθεση κρατικής ενίσχυσης παράνομης και μη συμβατής, η Επιτροπή πρέπει καταρχήν να διατάξει το οικείο κράτος μέλος να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ανάκτηση της ενίσχυσης από τον δικαιούχο. Όντως, το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 ορίζει ότι «σε περίπτωση αρνητικής απόφασης για υπόθεση παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφασίζει την εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για την ανάκτηση της ενίσχυσης από τον δικαιούχο».

(152)

Ωστόσο, η Επιτροπή πρέπει να λάβει υπόψη της τα ακόλουθα στοιχεία.

(153)

Καταρχάς, το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 προβλέπει ότι οι εξουσίες της Επιτροπής για ανάκτηση της ενίσχυσης υπόκεινται σε δεκαετή προθεσμία παραγραφής. Η προθεσμία αυτή αρχίζει να προσμετράται από την ημέρα κατά την οποία η παράνομη ενίσχυση χορηγείται στον δικαιούχο είτε ως ατομική ενίσχυση είτε ως ενίσχυση βάσει ενός καθεστώτος ενισχύσεων. Κάθε ενέργεια της Επιτροπής ή κράτους μέλους που ενεργεί κατόπιν αίτησης της Επιτροπής, σε σχέση με την παράνομη ενίσχυση, διακόπτει την περίοδο παραγραφής.

(154)

Όπως το είχε εκθέσει στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, χωρίς να λάβει ιδιαίτερα σχόλια επί αυτού του σημείου από μέρους των ενδιαφερομένων μερών, η Επιτροπή θεωρεί ότι ο κανόνας παραγραφής που αναφέρεται στην προηγούμενη αιτιολογική σκέψη εφαρμόζεται στην παρούσα περίπτωση. Στην απόφασή του της 5ης Οκτωβρίου 2006 στην υπόθεση Transalpine  (21), το Δικαστήριο θεώρησε πράγματι ότι στο μέτρο στο οποίο ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 περιέχει κανόνες διαδικαστικού χαρακτήρα, αυτοί εφαρμόζονται σε όλες τις διοικητικές διαδικασίες όσον αφορά κρατικές ενισχύσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Επιτροπής τη στιγμή κατά την οποία ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 τέθηκε σε ισχύ, δηλαδή στις 16 Απριλίου 1999. Όμως, η παρούσα υπόθεση εγγράφεται στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας έρευνας που κινήθηκε στις 30 Ιουνίου 1996.

(155)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι ενισχύσεις που καταβλήθηκαν για κάθε έτος από το 1980 και η Επιτροπή προέβη σε αίτημα ενημέρωσης στις γαλλικές αρχές τον Απρίλιο 1992, φαίνεται ότι οι ενισχύσεις που καταβλήθηκαν στον CELF το 1980 και το 1981 δεν μπορούν να ανακτηθούν δεδομένου ότι έχει λήξει η προθεσμία παραγραφής.

(156)

Δεύτερον, η Επιτροπή δεν απαιτεί την ανάκτηση της ενίσχυσης εάν, πράττοντας έτσι, αυτή αντίκειται σε κάποια γενική αρχή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, σύμφωνα με τη νομολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή υποχρεούται να λάβει υπόψη τις εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες αιτιολογούν την από πίεση από μέρους της να διατάξει την ανάκτηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν παράνομα αφού αυτή η ανάκτηση αντίκειται σε γενική αρχή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(157)

Σε αυτό το πλαίσιο, στην απόφαση επέκτασης της διαδικασίας, η Επιτροπή είχε καλέσει τις γαλλικές αρχές, τον δικαιούχο της ενίσχυσης και όλα τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους όσον αφορά την εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της αρχής της ασφάλειας δικαίου, ή οιασδήποτε άλλης αρχής που θα μπορούσε να οδηγήσει την Επιτροπή να μην απαιτήσει την ανάκτηση της ενίσχυσης.

(158)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι γαλλικές αρχές, στις παρατηρήσεις τους, έκριναν ότι υφίσταντο οι εξαιρετικές περιστάσεις που επιτρέπουν τον περιορισμό της υποχρέωσης επιστροφής των ενισχύσεων. Αντιθέτως, η SIDE έκρινε ότι δεν ήταν παρούσες αυτές οι εξαιρετικές περιστάσεις.

(159)

Για αυτόν τον σκοπό, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι στο πλαίσιο των προδικαστικών ερωτημάτων που τέθηκαν στο Δικαστήριο στην προαναφερθείσα υπόθεση CELF, το αιτούν δικαστήριο είχε ρωτήσει, στην ουσία, εάν η έκδοση από την Επιτροπή τριών διαδοχικών αποφάσεων με τις οποίες κηρύσσεται μία ενίσχυση συμβατή με την εσωτερική αγορά, και οι οποίες στη συνέχεια ακυρώθηκαν από τον κοινοτικό δικαστή, μπορούσε, αφ’εαυτού της, να αποτελέσει περίσταση ειδικού χαρακτήρα για να αιτιολογήσει ένα περιορισμό της υποχρέωσης του δικαιούχου να επιστρέψει αυτή την ενίσχυση.

(160)

Στην προαναφερθείσα απόφασή του της 11ης Μαρτίου 2010, το Δικαστήριο, καταρχάς παρέπεμψε στην απόφασή του της 12ης Φεβρουαρίου 2008, στην οποία είχε αναφέρει στα σημεία 65 και ακόλουθα ότι μετά την ακύρωση θετικής απόφασης της Επιτροπής, η δυνατότητα για τον δικαιούχο των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν παράνομα να επικαλεστεί εξαιρετικές περιστάσεις επί των οποίων βάσισε τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του για τη νομιμότητα της ενίσχυσης και να αντιταχθεί κατά συνέπεια στην ανάκτησή της (22).

(161)

Εντούτοις, το Δικαστήριο επισήμανε ομοίως ότι η δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του δικαιούχου της ενίσχυσης δεν μπορεί να δημιουργηθεί από θετική απόφαση της Επιτροπής δεχόμενου ότι η ενίσχυση είναι συμβατή με την κοινή αγορά, αφενός, σε περίπτωση κατά την οποία η απόφαση αυτή προσβλήθηκε εμπροθέσμως και ακυρώθηκε ακολούθως από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφετέρου, καθόσον δεν έχει εκπνεύσει η προθεσμία άσκησης προσφυγής ή, σε περίπτωση κατά την οποία ασκήθηκε προσφυγή, καθόσον δεν έχει αποφανθεί οριστικά το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (23).

(162)

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, στην απόφασή του της 11ης Μαρτίου 2010, το Δικαστήριο δήλωσε ότι η ακύρωση της τρίτης θετικής απόφασης της Επιτροπής από την απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008 δεν έχει, αφ’εαυτού της, τέτοιο χαρακτήρα ώστε να δημιουργηθεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ούτε και να αποτελέσει εξαιρετική περίσταση (24).

(163)

Το Δικαστήριο πρόσθεσε ότι η ελάχιστα συνηθισμένη διαδοχή τριών ακυρώσεων μαρτυρεί, εκ των προτέρων, τη δυσκολία της υπόθεσης και, χωρίς να οδηγεί σε δικαιολογημένη εμπιστοσύνη, φαινόταν μάλλον κατάλληλη να αυξήσει τις αμφιβολίες του δικαιούχου όσον αφορά τη συμβατότητα της επίμαχης ενίσχυσης. Το Δικαστήριο παραδέχεται ότι η διαδοχή τριών προσφυγών που καταλήγουν σε τρεις ακυρώσεις χαρακτηρίζει μια πολύ σπάνια κατάσταση, αλλά κρίνει ότι τέτοιες περιστάσεις εντάσσονται στην ομαλή λειτουργία του δικαστικού συστήματος, το οποίο προσφέρει στους διαδίκους που θεωρούν ότι υφίστανται τις συνέπειες της παράνομης ενίσχυσης τη δυνατότητα να ενεργήσουν για την ακύρωση των διαδοχικών αποφάσεων που αυτοί θεωρούν ότι αποτελούν την αιτία αυτής της κατάστασης.

(164)

Εξάλλου, στη συγκεκριμένη περίπτωση το Δικαστήριο έκρινε ότι η ύπαρξη μιας εξαιρετικής περίστασης δεν μπορεί να γίνει δεκτή από την άποψη της αρχής της ασφάλειας δικαίου (25). Πράγματι, εφόσον η Επιτροπή δεν εξέδωσε απόφαση αποδοχής και η προθεσμία υποβολής προσφυγής κατά αυτής της απόφασης δεν έχει λήξει, ο δικαιούχος δεν είναι βέβαιος όσον αφορά τη νομιμότητα της ενίσχυσης, οπότε δεν μπορεί να γίνει επίκληση ούτε της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ούτε της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

(165)

Επιπλέον, όπως αναφέρεται στην απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Μαρτίου 2010 (26), η ύπαρξη εξαιρετικής περίστασης δεν μπορεί να γίνει δεκτή από την άποψη της αρχής της αναλογικότητας. Συγκεκριμένα, η κατάργηση παράνομης ενίσχυσης μέσω της ανάκτησής της αποτελεί τη λογική συνέπεια της διαπίστωσης του παράνομου χαρακτήρα της, οπότε η ανάκτηση της ενίσχυσης αυτής, με σκοπό την αποκατάσταση της προηγούμενης κατάστασης, δεν μπορεί, καταρχήν, να θεωρηθεί μέτρο δυσανάλογο προς τους σκοπούς των διατάξεων της συνθήκης ΕΚ στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων.

(166)

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η έκδοση από την Επιτροπή τριών διαδοχικών αποφάσεων με τις οποίες δηλώνεται μία ενίσχυση συμβατή, οι οποίες στη συνέχεια ακυρώθηκαν από το κοινοτικό δικαστήριο δεν μπορεί αφεαυτής να αποτελεί εξαιρετική περίσταση δυνάμενη να δικαιολογήσει περιορισμό της εκτάσεως της υποχρεώσεως του δικαιούχου να επιστρέψει την ενίσχυση αυτή.

(167)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω και ελλείψει κάθε άλλου στοιχείου που μπορεί να αποτελέσει εξαιρετική περίσταση, η Επιτροπή κρίνει, κατά συνέπεια, ότι δεν υπάρχει στην προκειμένη περίπτωση εξαιρετική περίσταση που μπορεί να περιορίσει την υποχρέωση του CELF να επιστρέψει τις εν λόγω ενισχύσεις (εκτός από τα ποσά που καταβλήθηκαν το 1980 και το 1981, όπως εξηγήθηκε ανωτέρω).

6.   ΑΝΑΚΤΗΣΗ

(168)

Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, οι γαλλικές αρχές υποχρεούνται, ως εκ τούτου, να ανακτήσουν από τον CELF το ποσό των ενισχύσεων που του καταβλήθηκαν δυνάμει του προγράμματος «μικρών παραγγελιών» κατά τη διάρκεια των ετών 1982 έως 2001.

(169)

Σύμφωνα με όσα προκύπτουν από τον πίνακα 1 (27), το συνολικό ποσό της ενίσχυσης προς ανάκτηση από τον CELF που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια των ετών 1982 έως 2001 ανέρχεται, ως εκ τούτου, σε 4 631 401 ευρώ, στο οποίο πρέπει να προστεθούν και οι τόκοι.

(170)

Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η προς ανάκτηση ενίσχυση πρέπει να περιλαμβάνει τους τόκους από ανατοκισμό που υπολογίζονται από την ημερομηνία κατά την οποία η παράνομη ενίσχυση ετέθη στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησής της.

(171)

Ωστόσο, από την απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Οκτωβρίου 2000 στην υπόθεση Magefesa  (28) προκύπτει ότι όταν μία επιχείρηση έχει πτωχεύσει και η εθνική νομοθεσία το προβλέπει, οι τόκοι που λήγουν μετά την κήρυξη πτώχευσης της επιχείρησης επί του ποσού των ενισχύσεων που κτήθηκαν παράνομα πριν από αυτή την κήρυξη δεν οφείλονται.

(172)

Για αυτόν τον σκοπό, πρέπει να επισημανθεί ότι, στο σημείωμά τους που διαβιβάστηκε στις 27 Ιανουαρίου 2010, οι γαλλικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή σχετικά με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα ο CELF.

(173)

Λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής κατάστασης του CELF, ο CELF τέθηκε σε διαδικασία διασφάλισης στις 25 Φεβρουαρίου 2009 και ορίστηκε ένας κατ’ επάγγελμα σύνδικος.

(174)

Όσον αφορά την αντιδικία σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, το γαλλικό κράτος δήλωσε τις ακόλουθες απαιτήσεις: 11 885 785,02 ευρώ (για την πληρωμή των τόκων σύμφωνα με την προαναφερθείσα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας της 19ης Δεκεμβρίου 2008) και 4 814 339,9 ευρώ (για την ενδεχόμενη επιστροφή του κεφαλαίου της καταβληθείσας ενίσχυσης κατά τη διάρκεια των ετών 1980-2001).

(175)

Οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι από την κατάσταση των απαιτήσεων προέκυπτε ότι επί συνόλου δηλωθέντος παθητικού 21 254 232,29 ευρώ, οι επίμαχες απαιτήσεις ανέρχονται σε 17 045 039,50 ευρώ.

(176)

Διαπιστώνοντας ότι η ανάκαμψη ήταν προδήλως αδύνατη, ο κατ’ επάγγελμα σύνδικος ζήτησε τη μετατροπή της διασφάλισης σε δικαστική εκκαθάριση, ιδίως λόγω των απαιτήσεων που δηλώθηκαν από το κράτος.

(177)

Με απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2009 στην οποία διαπιστώνεται η ύπαρξη παθητικού το οποίο αποκλείει την προοπτική σχεδίου συνέχισης της λειτουργίας, το Εμποροδικείο του Παρισιού έθεσε τον CELF σε δικαστική εκκαθάριση και διόρισε σύνδικο. Το Εμποροδικείο όρισε σε δύο έτη την προθεσμία στο τέλος της οποίας η περάτωση της δικαστικής εκκαθάρισης θα πρέπει να έχει εξεταστεί. Οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι οι αντιδικίες σε εξέλιξη ή/και οι μελλοντικές αντιδικίες θα μπορούσαν ωστόσο να αιτιολογήσουν την καθυστέρηση της ημερομηνίας περάτωσης της δικαστικής εκκαθάρισης.

(178)

Οι γαλλικές αρχές ανέφεραν ότι το σύνολο του προσωπικού του CELF απελύθη και ότι η ομάδα εκκαθάρισης διαλύθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2009. Οι μόνες πράξεις που είναι ακόμα σε εξέλιξη επιδιώκουν να ανακτήσουν τις οφειλόμενες απαιτήσεις από τους πελάτες.

(179)

Οι γαλλικές αρχές ανέφεραν σε ηλεκτρονικό μήνυμα της 9ης Μαρτίου 2010 ότι η διαδικασία εκκαθάρισης που τέθηκε σε εφαρμογή για τον CELF είχε σαφώς τηρήσει τους συνήθεις διαδικαστικούς κανόνες εκκαθάρισης των επιχειρήσεων.

(180)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή από τις γαλλικές αρχές, ο CELF, κατά συνέπεια, δεν ασκεί πλέον σήμερα καμία οικονομική δραστηριότητα.

(181)

Κατά συνέπεια, λαμβανομένης υπόψη της διαδικασίας εκκαθάρισης σε εξέλιξη για τον CELF, οι γαλλικές αρχές οφείλουν να μεριμνήσουν, στο πλαίσιο της υποχρέωσής τους για ανάκτηση της μη συμβατής ενίσχυσης, για την τήρηση της νομολογίας που εφαρμόζεται σε περίπτωση εκκαθάρισης δικαιούχου επιχείρησης (29). Αυτό προϋποθέτει, ιδίως, ότι τα στοιχεία ενεργητικού του CELF θα πωληθούν σε τιμή αγοράς, ότι το κράτος εγγράφει τις απαιτήσεις του σχετικά με την ανάκτηση των παράνομων και ασυμβίβαστων ενισχύσεων στο παθητικό της υπό εκκαθάριση επιχείρησης, και ότι ασκεί πλήρως τις απαιτήσεις του ως πιστωτού σε όλα τα στάδια της διαδικασίας και μέχρι το τέλος της εκκαθάρισης.

(182)

Όσον αφορά τον υπολογισμό των τόκων, πρέπει να σημειωθεί ότι στο γαλλικό δίκαιο, το άρθρο L 622-28 του Εμπορικού Κώδικα προβλέπει ότι «η απόφαση έναρξης [της διαδικασίας διασφάλισης] ορίζει την αξία των νόμιμων και συμβατικών τόκων, καθώς και όλους τους τόκους υπερημερίας και προσαυξήσεων».

(183)

Κατά συνέπεια, στην παρούσα υπόθεση, τα ποσά που καταβλήθηκαν στον CELF παράγουν τόκους από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκαν στη διάθεσή του μέχρι τις 25 Φεβρουαρίου 2009, ημερομηνία της απόφασης του Εμποροδικείου του Παρισιού για την κίνηση της διαδικασίας διασφάλισης η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε σε δικαστική εκκαθάριση με απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2009.

7.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(184)

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η Γαλλία χορήγησε παράνομα ενίσχυση υπέρ του CELF κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

(185)

Αυτή η ενίσχυση είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά και πρέπει να ανακτηθεί από τις γαλλικές αρχές, εκτός από τα ποσά που καταβλήθηκαν το 1980 και το 1981 τα οποία έχουν παραγραφεί.

(186)

Συνεπώς, οι γαλλικές αρχές οφείλουν να ανακτήσουν από τον CELF το ποσό των 4 631 401 ευρώ στο οποίο πρέπει να προστεθούν οι τόκοι για καθεμία από τις ενισχύσεις που καταβλήθηκαν ετησίως αρχής γενομένης από το 1982. Τα προς ανάκτηση ποσά παράγουν τόκους από την ημερομηνία κατά την οποία αυτά τέθηκαν στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι τις 25 Φεβρουαρίου 2009, ημερομηνία απόφασης του Εμποροδικείου του Παρισιού για την κίνηση της διαδικασίας διασφάλισης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η κρατική ενίσχυση που χορήγησε παράνομα η Γαλλία, κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπέρ του Coopérative d’exportation du livre français (CELF) είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά.

Άρθρο 2

1.   Η Γαλλία υποχρεούται να ανακτήσει το ποσό των 4 631 401 ευρώ που αντιστοιχούν στα ποσά που έλαβε ο CELF κατά τη διάρκεια των ετών από 1982 έως 2001 για την ενίσχυση που αναφέρεται στο πρώτο άρθρο.

2.   Τα προς ανάκτηση ποσά παράγουν τόκους αρχής γενομένης από την ημερομηνία κατά την οποία αυτά τέθηκαν στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι τις 25 Φεβρουαρίου 2009, ημερομηνία της απόφασης του Εμποροδικείου του Παρισιού για την κίνηση της διαδικασίας διασφάλισης.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004.

Άρθρο 3

1.   Η ανάκτηση της ενίσχυσης που αναφέρεται στο άρθρο 1 είναι άμεση και πραγματική.

2.   Η Γαλλία διασφαλίζει την εκτέλεση της παρούσας απόφασης εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 4

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης η Γαλλία υποβάλλει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το συνολικό ποσό (αρχικό κεφάλαιο και τόκους) που θα πρέπει να ανακτηθεί από τον δικαιούχο·

β)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχει ήδη λάβει και προγραμματίσει ώστε να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση·

γ)

έγγραφα που αποδεικνύουν ότι έχει δοθεί εντολή στον δικαιούχο να επιστρέψει την ενίσχυση.

2.   Η Γαλλία ενημερώνει την Επιτροπή για την πρόοδο των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης μέχρι να ολοκληρωθεί η ανάκτηση των ενισχύσεων που αναφέρονται άρθρο 2. Υποβάλλει αμέσως, μετά από απλή αίτηση της Επιτροπής, όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχει ήδη λάβει ή σχεδιάζει να λάβει προς συμμόρφωσή του με την παρούσα απόφαση. Παρέχει εξάλλου λεπτομερείς πληροφορίες όσον αφορά το ποσό της ενίσχυσης και των τόκων που έχει ήδη ανακτήσει από τον δικαιούχο.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλία.

Βρυξέλλες, 14 Δεκεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Αντιπρόεδρος


(1)  Από την 1η Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 86, 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ μετατρέπονται αντιστοίχως σε άρθρα 106, 107 και 108 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). Και στις τρεις περιπτώσεις, οι διατάξεις είναι ουσιαστικά ταυτόσημες. Όσον αφορά την παρούσα απόφαση, τα στοιχεία αναφοράς στα άρθρα 106, 107 και 108 της ΣΛΕΕ νοούνται, ότι αφορούν αντιστοίχως τα άρθρα 86, 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ.

(2)  ΕΕ C 366 της 5.12.1996, σ. 7· ΕΕ C 142 της 23.6.2009, σ. 6.

(3)  Απόφαση του Πρωτοδικείου της 15ης Απριλίου 2008, T-348/04, Société Internationale de diffusion et d’édition (SIDE) κατά Επιτροπής, Συλλογή σ. II-625.

(4)  ΕΕ L 85 της 2.4.2005, σ. 27.

(5)  Ο συνεταιρισμός εξαγωγής του γαλλικού βιβλίου δραστηριοποιείται υπό την εμπορική επωνυμία «Κέντρο εξαγωγής του γαλλικού βιβλίου» (CELF).

(6)  Απόφαση NN 127/92 «Ενισχύσεις στους εξαγωγείς γαλλικών βιβλίων» (ΕΕ C 174 της 25.6.1993, σ. 6).

(7)  Απόφαση του Πρωτοδικείου της 18ης Σεπτεμβρίου 1995, T-49/93, Société internationale de diffusion et d’édition (SIDE) κατά Επιτροπής, Συλλογή σ. II–2501.

(8)  Που κατέστη ακολούθως το πρόγραμμα «Ανατολικά της Ευρώπης».

(9)  ΕΕ L 44 της 18.2.1999, σ. 37.

(10)  Απόφαση του Πρωτοδικείου της 28ης Φεβρουαρίου 2002, T-155/98, Société Internationale de diffusion et d’édition (SIDE) κατά Επιτροπής, Συλλογή σ. II-1179.

(11)  Απόφαση του Δικαστηρίου, C-332/98, Γαλλία κατά Επιτροπής, Aide à la Coopérative d’exportation du livre français, Συλλογή σ. I-4833.

(12)  ΕΕ C 142 της 23.6.2009, σ. 6.

(13)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(14)  Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Επικρατείας, το Διοικητικό Εφετείο μπόρεσε νομίμως να βασιστεί στο ότι δεν είχε καθοριστεί ότι το ποσό των ενισχύσεων δεν υπερέβαινε τις επιβαρύνσεις που προκύπτουν από τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που επιβλήθηκαν στον CELF, και στο ότι δεν είχε προβεί σε προηγούμενο και διαφανή ορισμό των βάσεων της αντιστάθμισης.

(15)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2008, C-199/06, Centre d’exportation du livre français (CELF), Ministre de la Culture et de la Communication κατά Société internationale de diffusion et d’édition (SIDE), Συλλογή I-469.

(16)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, 1.

(17)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Μαρτίου 2010, C-1/09, CELF, Ministre de la Culture κατά SIDE.

(18)  Στην απόφασή του, της 15ης Απριλίου 2008, το Πρωτοδικείο δεν ακύρωσε την πρώτη και δεύτερη φράση του άρθρου 1 της απόφασης της Επιτροπής της 20ής Απριλίου 2004 σύμφωνα με τις οποίες «Η ενίσχυση υπέρ της Coopérative d’exportation du livre français (CELF) για την εκτέλεση των μικρών παραγγελιών βιβλίων στη γαλλική γλώσσα, την οποία εφάρμοσε η Γαλλία κατά την περίοδο 1980 έως 2001, συνιστά ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Η ενίσχυση χορηγήθηκε παρανόμως καθότι η Γαλλία δεν την κοινοποίησε προηγουμένως στην Επιτροπή».

(19)  Για παράδειγμα, στην απόφασή του, της 19ης Δεκεμβρίου 2008, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι «τα μέσα που αφορούν τον χαρακτηρισμό ως κρατικής ενίσχυσης των ποσών που καταβλήθηκαν στον CELF και η υποχρέωση κοινοποίησης αυτής πρέπει να απορριφθούν». Πράγματι, στην παρεπίμπτουσα απόφασή του, της 29ης Μαρτίου 2006, το Συμβούλιο της Επικρατείας είχε συγκεκριμένα αποφανθεί ότι «το Διοικητικό Εφετείο δεν παραποίησε τα στοιχεία του φακέλου ούτε και χαρακτήρισε ανακριβώς τα γεγονότα που ετέθησαν στην κρίση του αποφαινόμενο ότι οι επίδικες ενισχύσεις δεν είχαν καθαρά αντισταθμιστικό χαρακτήρα των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας και συνιστούσαν κρατικές ενισχύσεις που υπόκεινται σε υποχρέωση εκ των προτέρων κοινοποίησης στην Επιτροπή».

(20)  Απόφαση του Δικαστηρίου C-280/00, Altmark Trans GmbH et Regierungspräsidium Magdeburg c/Nahverkehrsgesellschaft Altmark GmbH, Συλλογή σ. I-7747.

(21)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Οκτωβρίου 2006, C-368/04, Transalpine Ölleitung in Österreich, Συλλογή I-9957, σημείο 34.

(22)  Σημεία 42 και ακόλουθα.

(23)  Σημεία 66-68.

(24)  Σημεία 50 και ακόλουθα.

(25)  Σημείο 53.

(26)  Σημείο 54.

(27)  Βλέπε τον πίνακα 1 που παρουσιάζεται στην αιτιολογική σκέψη 60 της παρούσας απόφασης.

(28)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Οκτωβρίου 2000, C-480/98, Επιτροπή κατά Ισπανίας, «Magefesa», Συλλογή I-8717.

(29)  Βλέπε τα σημεία 63 και ακόλουθα της ανακοίνωσης της Επιτροπής — Για μια αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων της Επιτροπής με τις οποίες τα κράτη μέλη διατάσσονται να ανακτήσουν παράνομες και ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά κρατικές ενισχύσεις (ΕΕ C 272 της 15.11.2007, σ. 4).


24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/55


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Μαρτίου 2011

για την εφαρμογή της οδηγίας 2002/55/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους κάτω από τους οποίους επιτρέπεται να διατίθενται στο εμπόριο μικρές συσκευασίες μειγμάτων τυποποιημένων σπόρων διαφόρων ποικιλιών κηπευτικών του ίδιου είδους

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2011) 1760]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2011/180/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ορισμένα κράτη μέλη ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι υπάρχει ζήτηση στην αγορά για μικρές συσκευασίες μειγμάτων ποικιλιών κηπευτικών του ίδιου είδους. Επομένως, είναι αναγκαίο να οριστούν λεπτομερείς απαιτήσεις όσον αφορά αυτές τις μικρές συσκευασίες.

(2)

Λαμβάνοντας υπόψη τη ζήτηση στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, η παρούσα απόφαση καλύπτει όλα τα είδη που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2002/55/ΕΚ. Το μέγιστο μέγεθος αυτών των μικρών συσκευασιών πρέπει να εκφράζεται ως μέγιστο καθαρό βάρος των σπόρων που περιέχουν και όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2002/55/ΕΚ.

(3)

Πρέπει να οριστούν λεπτομερείς κανόνες για την επισήμανση τέτοιων μικρών συσκευασιών ώστε να εξασφαλιστεί η ιχνηλασιμότητα και η κατάλληλη πληροφόρηση των χρηστών.

(4)

Τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν έκθεση στην Επιτροπή μέχρι το τέλος του 2012 για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης προκειμένου να επιτραπεί στην Επιτροπή να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητά της και να προσδιορίσει τυχόν ζητήματα που μπορεί να χρειάζεται να αντιμετωπιστούν περαιτέρω.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής σπόρων προς σπορά και γεωργικών, δενδροκηπευτικών και δασικών φυτών προς φύτευση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους παραγωγούς τους να θέτουν στην αγορά μικρές συσκευασίες μειγμάτων τυποποιημένων σπόρων των ειδών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2002/55/ΕΚ. Αυτές οι μικρές συσκευασίες επιτρέπεται να περιέχουν μόνο διαφορετικές ποικιλίες του ίδιου είδους.

Άρθρο 2

Οι μικρές συσκευασίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 μπορούν να περιέχουν σπόρους μέχρι ένα ανώτατο καθαρό βάρος, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2002/55/ΕΚ.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μικρές συσκευασίες, όπως αναφέρονται στο άρθρο 1, φέρουν ετικέτα του προμηθευτή ή τυπωμένη επιγραφή ή σφραγίδα.

Αυτή η ετικέτα ή επιγραφή περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τις λέξεις «κανόνες και προδιαγραφές της ΕΕ»·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση ή το σήμα ταυτοποίησης του αρμόδιου για την επικόλληση της ετικέτας·

γ)

το έτος σφράγισης που διατυπώνεται ως εξής: «σφραγίστηκε το …(έτος)», ή το έτος της τελευταίας δειγματοληψίας για τους σκοπούς της τελευταίας δοκιμής της βλαστικής ικανότητας που διατυπώνεται ως εξής: «έγινε δειγματοληψία το …[έτος]»· μπορεί να προστεθεί η ένδειξη «χρήση πριν από …[ημερομηνία]»·

δ)

τη φράση «μείγμα ποικιλιών του…[όνομα του είδους]»·

ε)

την ονομασία της ποικιλίας·

στ)

την αναλογία των ποικιλιών, που εκφράζεται ως καθαρό βάρος ή αριθμός σπόρων·

ζ)

τον αριθμό αναφοράς της σπορομερίδας που δίνεται από τον αρμόδιο για την επικόλληση των ετικετών·

η)

το καθαρό ή μεικτό βάρος ή τον αριθμό των σπόρων·

θ)

όταν αναγράφεται το βάρος και χρησιμοποιούνται κοκκώδη φυτοφάρμακα, υλικά σύμπηξης ή άλλα στερεά πρόσθετα, τη φύση της χημικής επεξεργασίας ή του προσθέτου, καθώς και την κατά προσέγγιση αναλογία μεταξύ του βάρους των συγκαρπιών ή των καθαρών σπόρων και του συνολικού βάρους.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 23 Μαρτίου 2011.

Για την Επιτροπή

John DALLI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 193 της 20.7.2002, σ. 33.


III Λοιπές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/57


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΜΌΝΙΜΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΏΝ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

αριθ. 5/2010/ΜΕ

της 9ης Δεκεμβρίου 2010

για την τροποποίηση της απόφασης της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ αριθ. 4/2004/ΜΕ για τη σύσταση επιτροπής χρηματοδοτικού μηχανισμού

H ΜΟΝΙΜΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΖΕΣ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, όπως έχει προσαρμοστεί με το πρωτόκολλο για την προσαρμογή της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, (εφεξής «η συμφωνία για τον ΕΟΧ»),

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τη θέσπιση χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ 2009-2014,

Έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο 38β του χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ που έχει ενσωματωθεί στη συμφωνία για τον ΕΟΧ με την προαναφερόμενη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τη θέσπιση χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ 2009-2014,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη θέσπιση νορβηγικού χρηματοδοτικού μηχανισμού για την περίοδο 2009–2014,

Έχοντας υπόψη την απόφαση της μόνιμης επιτροπής των χωρών της ΕΖΕΣ αριθ. 4/2004/ΜΕ, της 3ης Ιουνίου 2004, για τη σύσταση επιτροπής χρηματοδοτικού μηχανισμού (1),

Έχοντας υπόψη την απόφαση της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ αριθ. 1/2010/ΜΕ, της 28ης Ιανουαρίου 2010, για τη σύσταση προσωρινής επιτροπής χρηματοδοτικού μηχανισμού ΕΟΧ 2009-2014 (2),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 1 της απόφασης αριθ. 4/2004/ΜΕ, η δεύτερη πρόταση της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από την εξής διατύπωση:

«Η επιτροπή διαχειρίζεται τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ 2004-2009 και τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ 2009-2014.»

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα έναρξης ισχύος της ή την ημέρα προσωρινής εφαρμογής της νομικής πράξης που θεσπίζει τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ για την περίοδο 2009-2014.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στο τμήμα ΕΟΧ και στο συμπλήρωμα ΕΟΧ της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 9 Δεκεμβρίου 2010.

Για τη μόνιμη επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Stefán Haukur JÓHANNESSON

Ο Γενικός Γραμματέας

Kåre BRYN


(1)  ΕΕ L 52 της 23.2.2006, σ. 54.

(2)  ΕΕ L 53 της 4.3.2010, σ. 19.


24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/58


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΜΌΝΙΜΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΏΝ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

αριθ. 6/2010/ΜΕ

της 9ης Δεκεμβρίου 2010

για την επέκταση των καθηκόντων του γραφείου για τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ και τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό

H ΜΟΝΙΜΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΖΕΣ,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, όπως έχει προσαρμοστεί με το πρωτόκολλο για την προσαρμογή της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (εφεξής «η συμφωνία για τον ΕΟΧ»),

Έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1/2004/ΜΕ της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ, της 5ης Φεβρουαρίου 2004, για τη σύσταση ενός γραφείου για τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ και τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τη θέσπιση χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ 2009-2014,

Έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο 38β του χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ που έχει ενσωματωθεί στη συμφωνία για τον ΕΟΧ με την προαναφερόμενη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ισλανδίας, του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τη θέσπιση χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ 2009-2014,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ του Βασιλείου της Νορβηγίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη θέσπιση νορβηγικού χρηματοδοτικού μηχανισμού για την περίοδο 2009-2014,

Υπενθυμίζοντας ότι το άρθρο 1 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 1/2004/ΜΕ της μόνιμης επιτροπής των κρατών της ΕΖΕΣ δίνει στο γραφείο για τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ και τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό μόνο την εντολή να διαχειρίζεται τους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς 2004-2009,

Εκτιμώντας ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει Γραμματεία που να διαχειρίζεται τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ και τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό 2009-2014,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

1.   Το γραφείο για τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ και τον νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό που έχει συσταθεί με την απόφαση αριθ. 1/2004/ΜΕ της μόνιμης επιτροπής, αναλαμβάνει επιπλέον το καθήκον να λειτουργεί ως γραμματεία που θα επικουρεί στη διαχείριση του χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ 2009-2014 και του νορβηγικού χρηματοδοτικού μηχανισμού 2009-2014.

2.   Όσον αφορά τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ 2009-2014, το γραφείο υποβάλλει έκθεση στην επιτροπή χρηματοδοτικού μηχανισμού του ΕΟΧ.

3.   Όσον αφορά το νορβηγικό χρηματοδοτικό μηχανισμό 2009-2014, το γραφείο υποβάλλει έκθεση στο νορβηγικό Υπουργείο Εξωτερικών.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα έναρξης ισχύος της ή την ημέρα προσωρινής εφαρμογής της νομικής πράξης που θεσπίζει τον χρηματοδοτικό μηχανισμό του ΕΟΧ για την περίοδο 2009-2014.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στο τμήμα ΕΟΧ και στο συμπλήρωμα ΕΟΧ της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 9 Δεκεμβρίου 2010.

Για τη μόνιμη επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Stefán Haukur JÓHANNESSON

Ο Γενικός Γραμματέας

Kåre BRYN


IV Πράξεις θεσπισθείσες πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2009, δυνάμει της συνθήκης ΕΚ, της συνθήκης ΕΕ και της συνθήκης Ευρατόμ

24.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 78/59


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΫΟΥΣΑΣ ΑΡΧΉΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

αριθ. 290/09/COL

της 1ης Ιουλίου 2009

σχετικά με την ενίσχυση που χορηγήθηκε για την εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στην κομητεία του Troms

(Νορβηγία)

Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (1),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2), και ιδίως τα άρθρα 61 έως 63 και το πρωτόκολλο 26,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για την ίδρυση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (3), και ιδίως το άρθρο 24,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ το άρθρο 1 παράγραφος 2 του μέρους I και το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 5, το άρθρο 13 και το άρθρο 14 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 για τη συμφωνία περί εποπτείας και Δικαστηρίου,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τις κατευθυντήριες γραμμές της Εποπτεύουσας Αρχής για την εφαρμογή και ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ (4), και ιδίως τα κεφάλαια περί των αντισταθμίσεων για παροχή δημόσιας υπηρεσίας και περί κρατικών εγγυήσεων,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση αριθ. 195/04/COL, της 14ης Ιουλίου 2004, όσον αφορά τις εκτελεστικές διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου (5),

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την απόφαση αριθ. 389/06/COL της Εποπτεύουσας Αρχής, της 13ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας του άρθρου 1 παράγραφος 2 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου (6),

ΑΦΟΥ ΚΑΛΕΣΕ τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (7) και έλαβε υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

1.   Διαδικασία

Με επιστολή της 17ης Μαρτίου 2006, η North European Aviation Resources AS (εφεξής «NEAR» ή «καταγγέλλουσα επιχείρηση») υπέβαλε καταγγελία κατά της χορήγησης ενίσχυσης, μέσω του αναθεωρημένου εθνικού προϋπολογισμού, στη Νορβηγική Σχολή Αεροπορίας (Norwegian Aviation College, εφεξής «NAC»). Η επιστολή παρελήφθη και καταχωρίστηκε από την Εποπτεύουσα Αρχή στις 20 Μαρτίου 2006 (αριθ. αναφ. 366921). Με επιστολή της 25ης Αυγούστου 2006, η οποία παρελήφθη και καταχωρίστηκε από την Εποπτεύουσα Αρχή στις 28 Αυγούστου (αριθ. περιστατικού 385471), η NEAR συμπλήρωσε την καταγγελία της παραθέτοντας διάφορα ποσά που χορηγήθηκαν στην NAC από την κομητεία του Troms και τον Δήμο του Målselv.

Με επιστολές της 11ης Απριλίου 2006 (αριθ. περιστατικού 369763) και της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 (αριθ. περιστατικού 385794), η Εποπτεύουσα Αρχή κοινοποίησε στις νορβηγικές αρχές την καταγγελία και το συμπλήρωμα της καταγγελίας και τις κάλεσε να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επ’ αυτών.

Αφού εξέτασε τις παρατηρήσεις αυτές, η Εποπτεύουσα Αρχή ενημέρωσε τις νορβηγικές αρχές, με επιστολή της 13ης Δεκεμβρίου 2006 (αριθ. περιστατικού 401508), ότι αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 1 παράγραφος 2 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου σχετικά με την ενίσχυση που χορηγήθηκε για την εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στην κομητεία του Troms (8). Η κυβέρνηση της Νορβηγίας κλήθηκε να σχολιάσει την απόφαση. Με επιστολή της 15ης Φεβρουαρίου 2007, η οποία παρελήφθη και καταχωρίστηκε από την Εποπτεύουσα Αρχή στις 19 Φεβρουαρίου 2007 (αριθ. περιστατικού 410248), οι νορβηγικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους.

Η απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής αριθ. 389/06/COL για την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο σχετικό συμπλήρωμα ΕΟΧ. Η Εποπτεύουσα Αρχή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (9).

Η Εποπτεύουσα Αρχή έλαβε δύο σειρές παρατηρήσεων από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Με επιστολή της 10ης Οκτωβρίου 2007 (αριθ. περιστατικού 446322), η Εποπτεύουσα Αρχή διαβίβασε τις παρατηρήσεις αυτές στις νορβηγικές αρχές και τους έδωσε τη δυνατότητα να υποβάλουν τα σχόλιά τους. Με επιστολή της 26ης Απριλίου 2007 (αριθ. περιστατικού 451773), η Εποπτεύουσα Αρχή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες.

2.   Περιγραφή του προτεινόμενου μέτρου

2.1.   Τα υπό εξέταση μέτρα

α)   Επιχορήγηση υπέρ της NAC

Σύμφωνα με τη νορβηγική κυβέρνηση, το νορβηγικό κοινοβούλιο ενέκρινε επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. νορβηγικών κορωνών (ΝΟΚ) για την «εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στο Tromsø/Bardufoss» τον Ιούνιο του 2005. Το Υπουργείο Παιδείας και Έρευνας διέθεσε την επιχορήγηση αυτή απευθείας στην NAC στις 8 Ιουλίου 2005.

Επιπλέον ποσό 4,5 εκατ. ΝΟΚ εγγράφηκε στον κρατικό προϋπολογισμό του 2006 και προτάθηκε εκ νέου στο σχέδιο προϋπολογισμού του 2007. Ωστόσο, σύμφωνα με τη νορβηγική κυβέρνηση, το νορβηγικό κοινοβούλιο ενημερώθηκε για την καταγγελία, και κάθε επιπλέον χρηματοδότηση προς την NAC ανεστάλη έως ότου διευθετηθεί το ζήτημα.

β)   Χρηματοδότηση σχεδίου της Norsk Luftfartshøgskole (Νορβηγική Σχολή Αεροπορίας)

Η κομητεία του Troms επιβεβαίωσε ότι, με απόφαση της 6ης Ιουλίου 2006, ενέκρινε χρηματοδότηση σχεδίου ύψους 1,9 εκατ. ΝΟΚ υπέρ της Norsk Luftfartshøgskole (NLH), οργανισμό τον οποίο οι νορβηγικές αρχές χαρακτηρίζουν ως μη εμπορικό ίδρυμα συσταθέν για τη διευκόλυνση της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη βόρεια Νορβηγία.

γ)   Χορήγηση δανείου στην NAC από την κομητεία του Troms και διαγραφή του δανείου στη συνέχεια

Σύμφωνα με την κομητεία του Troms, το 1999 η κομητεία χορήγησε δάνειο ύψους 400 000 ΝΟΚ στην NAC στο πλαίσιο του Καθεστώτος Περιφερειακών Δανείων το οποίο κοινοποιήθηκε στην Εποπτεύουσα Αρχή και έλαβε την έγκρισή της. Αρχικά η εξόφληση του δανείου είχε προβλεφθεί ότι θα γινόταν με τα κανονικά επιτόκια της αγοράς μετά από τριετή περίοδο. Μετά από παρατάσεις που χορηγήθηκαν για την εξόφληση του δανείου, η κομητεία του Troms χορήγησε διαγραφή του δανείου με απόβαση της 6ης Ιουλίου 2006 υπό τον όρο ότι όλοι οι άλλοι πιστωτές θα συμμετείχαν στην αναδιάρθρωση του χρέους της NAC.

δ)   Εγγύηση δανείου

Η κομητεία του Troms επιβεβαίωσε ότι είχε παράσχει εγγύηση για ποσό ύψους 500 000 ΝΟΚ από το χρέος της NAC για την περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου 2002 έως την 1η Σεπτεμβρίου 2012 χωρίς να απαιτήσει από την NAC να καταβάλει ασφάλιστρο εγγύησης.

ε)   Χορήγηση δανείου στην NLH από τον Δήμο του Målselv

Ο Δήμος του Målselv ανέφερε ότι, με απόφαση της 19ης Ιουλίου 2006, χορήγησε στη NAC δάνειο μειωμένης εξασφάλισης ύψους 1,3 εκατ. ΝΟΚ με επιτόκιο 8,5 % ετησίως. Το σύνολο του δανείου με τους σχετικούς τόκους έπρεπε να εξοφληθούν έως τα τέλη των 2007. Με απόφαση της 24ης Απριλίου 2008, ο Δήμος του Målselv χορήγησε παράταση της προθεσμίας εξόφλησης του δανείου έως την 31η Δεκεμβρίου 2008. Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαίωσαν κατόπιν ότι το δάνειο ήταν υπέρ της NLH και χορηγήθηκε σε αυτήν.

2.2.   Στόχος των υπό εξέταση μέτρων

α)   Η επιχορήγηση

Σύμφωνα με τη νορβηγική κυβέρνηση, κατά τα τελευταία χρόνια, τόσο οι δυνατότητες της Πολεμικής Αεροπορίας να εκπαιδεύει πιλότους για υπηρεσία εκτός των ενόπλων δυνάμεων, όσο και η οικονομική υποστήριξη για την εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών από την αεροπορική εταιρεία SAS, ακολουθούν πτωτική πορεία. Η επίμαχη χρηματοδότηση μπορεί να θεωρηθεί συνέπεια αυτών των εξελίξεων. Η επιχορήγηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για να εξασφαλισθεί η συνέχιση της υπάρχουσας εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη NAC, και στο πλαίσιο αυτό, το ζητούμενο είναι να διατηρηθεί η υπάρχουσα ικανότητα εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη Νορβηγία και να αποφευχθεί μια κρίση στην πρόσληψη νέων χειριστών.

β)   Χρηματοδότηση σχεδίου υπέρ της NLH

Σύμφωνα με την κομητεία του Troms, η χρηματοδότηση του σχεδίου αποσκοπεί στην περαιτέρω ανάπτυξη και ενίσχυση μπορεί διιστάμενων δυνατότητα στον τομέα της αεροπορίας στην κομητεία.

γ)   Χορήγηση δανείου στην NAC από την κομητεία του Troms και διαγραφή του δανείου στη συνέχεια

Σύμφωνα με κομητεία του Troms, η οικονομική κατάσταση της NAC κατέστησε αναγκαία αρχικά την παράταση της προθεσμίας εξόφλησης του χρέους και στη συνέχεια την πλήρη διαγραφή του δανείου.

δ)   Εγγύηση δανείου

Η εγγύηση ζητήθηκε από τους ιδιοκτήτες της NAC κατ’ αναλογία προς το μερίδιο κυριότητάς τους λαμβανομένου υπόψη ενός δανείου για τη χρηματοδότηση εξομοιωτή πτήσης.

ε)   Χορήγηση δανείου στην NLH από τον Δήμο του Målselv

Δεν αναφέρθηκαν συγκεκριμένοι στόχοι.

2.3.   Εθνική νομική βάση για το μέτρο ενίσχυσης

Η άμεση επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. ΝΟΚ προβλέπεται στο πλαίσιο του αναθεωρημένου εθνικού προϋπολογισμού του 2005 (κεφ. 281, θέση 1). Αυτή η γραμμή του προϋπολογισμού περιλαμβάνει επίσης 574 000 ΝΟΚ για άλλους σκοπούς, οι οποίοι δεν αφορούν τα υπό εξέταση μέτρα.

Τα άλλα μέτρα απορρέουν από αποφάσεις είτε του συμβουλίου της κομητείας του Troms είτε του δημοτικού συμβουλίου του Målselv.

2.4.   Αποδέκτες

Η NAC (Νορβηγική Σχολή Αεροπορίας) αποτελεί εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έδρα στη Νορβηγία από το 1993. Η NAC ανήκε στη SAS (60 %), στη Norsk Luftfartshøgskole (29 %) και σε άλλους μικρότερους μετόχους. Τον Νοέμβριο του 2006, η NLH αύξησε τη συμμετοχή της στη NAC στο 95,65 %. Το υπόλοιπο 4,35 % των μετοχών ανήκει στην Hurtigruten AS.

Η NAC, η οποία είναι ο μόνος φορέας εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στην περιφέρεια του Tromsø/Bardufoss, θεωρήθηκε ως ο μοναδικός φορέας που ήταν επιλέξιμος για το δάνειο που θα ενέκρινε το κοινοβούλιο.

Η NAC είναι επίσης ο συγκεκριμένος αποδέκτης του δανείου (το οποίο στη συνέχεια διαγράφηκε) και της εγγύησης δανείου που χορήγησε η κομητεία του Troms. Τη χρηματοδότηση σχεδίου χορήγησε η κομητεία του Troms στη Norsk Luftfartshøgskole, όπως και το δάνειο του Δήμου του Målselv.

Η Norsk Luftfartshøgskole αποτελεί ίδρυμα με έδρα στη Νορβηγία από το 1997. Ιδρυτικά του μέλη είναι η κοινότητα του Troms (Troms fylkeskommune), η SAS Flight Academy και οι δήμοι του Bardu και το Målselv. Στο καταστατικό αυτού του μη κερδοσκοπικού ιδρύματος αναφέρεται ως σκοπός του η εκμίσθωση ακίνητης περιουσίας και ως στόχος του η διευκόλυνση της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη βόρεια Νορβηγία της δημιουργίας, της ανάπτυξης και του συντονισμού εκπαιδευτικών προσφορών και μέσω της εξασφάλισης των αναγκαίων εγκαταστάσεων.

3.   Η απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας

Στην απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Εποπτεύουσα Αρχή κατέληξε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι δεν μπορούσε να αποκλειστεί η ύπαρξη στοιχείου κρατικής ενίσχυσης και ότι, βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, εξακολουθούσαν να υπάρχουν αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα της εν λόγω ενίσχυσης με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

4.   Σχόλια που υπέβαλαν οι νορβηγικές αρχές για την εν λόγω απόφαση

Οι νορβηγικές αρχές υποστήριξαν ότι η επίμαχη χρηματοδότηση δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, διότι η εκπαίδευση που προσφέρει η NAC δεν αποτελεί οικονομική δραστηριότητα και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να αξιολογηθεί βάσει του άρθρου 61 ΕΟΧ. Οι νορβηγικές αρχές υποστήριξαν επίσης ότι, ακόμη και σε περίπτωση που η δραστηριότητα αυτή ενέπιπτε στο πεδίο της εν λόγω διάταξης, η επίμαχη χρηματοδότηση θα συνιστούσε αντιστάθμιση για την παροχή υπηρεσίας γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος κατά την έννοια του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ.

Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι η εκπαίδευση, ακόμη και όταν δεν αποτελεί μέρος του εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος, μπορεί να θεωρηθεί ως μη οικονομική δραστηριότητα. Το περιεχόμενο και οι προδιαγραφές των μαθημάτων που παραδίδει το NAC καθορίζονται με νόμο του κράτους, και συγκεκριμένα με τον νόμο περί αεροπορίας. Εξάλλου, διερευνάται επί του παρόντος η δυνατότητα ένταξης της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στο εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Οι νορβηγικές αρχές κάνουν λόγο για ενδεχόμενο πρόβλημα όσον αφορά τις προσλήψεις, λόγω της υφιστάμενης τάσης να μετατίθενται τα οικονομικά βάρη στους σπουδαστές (ενώ κατά παράδοση το κόστος βάραινε τόσο τις αεροπορικές εταιρείες όσο και τους σπουδαστές). Το κόστος που συνεπάγεται η προσφορά αυτή της εκπαίδευσης είναι υψηλό και, παρόλο που την εκπαίδευση παρέχουν ιδιωτικοί φορείς, δεν φαίνεται να αποτελεί προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα (10). Οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν επομένως ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΚ, η επίμαχη χρηματοδότηση αποτελούσε απλώς αποστολή του Δημοσίου, την οποία το Δημόσιο εκπλήρωσε έναντι του πληθυσμού του στον εκπαιδευτικό τομέα.

Εναλλακτικά, οι νορβηγικές αρχές είναι της άποψης ότι η επίμαχη χρηματοδότηση, εάν εξεταστεί υπό το πρίσμα του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, είναι νόμιμη. Υπογραμμίζουν τη διακριτική ευχέρεια του Δημοσίου όσον αφορά τον ορισμό του τι συνιστά «υπηρεσία γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος» και υποστηρίζουν ότι η έννοια αυτή καλύπτει την εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών που παρέχει η NAC. Στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζουν ότι η συγκεκριμένη εκπαίδευση που προσφέρει η NAC, δεδομένου ότι αποτελεί το μοναδικό ολοκληρωμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών που προσφέρεται στη Νορβηγία, διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην πρόσληψη χειριστών αεροσκαφών για τη νορβηγική αγορά. Ως εκ τούτου, η υποστήριξη στην εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών που προσφέρει η NAC αποτελεί ζήτημα εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, το οποίο παρέχει άμεσα μακροπρόθεσμο όφελος στο κοινό χωρίς να δημιουργεί διακριτική μεταχείριση, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν άλλοι φορείς οι οποίοι παρέχουν ολοκληρωμένη εκπαίδευση στη Νορβηγία.

Οι νορβηγικές αρχές αναφέρουν ότι ο πρώτος όρος που τίθεται στο άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, αυτός της ανάθεσης, πληροίται μέσω της ειδικής πίστωσης στον προϋπολογισμό «για την εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στην κομητεία του Troms/Bardufoss» σε συνάρτηση με τον νόμο περί αεροπορίας. Οι νορβηγικές αρχές αναφέρουν ότι ο δεύτερος όρος προβλέπει τον έλεγχο για «πρόδηλο σφάλμα» σε αντίθεση με μια «εύλογη σχέση μεταξύ του σκοπού και των μέσων που χρησιμοποιούνται». Αναφέρουν ότι η παρέκκλιση εφαρμόζεται εάν είναι αναγκαία προκειμένου να μπορέσει η επιχείρηση να εκτελέσει τα καθήκοντά της με ικανοποιητικούς οικονομικούς όρους (11). Οι νορβηγικές αρχές αποκλείουν την περίπτωση υπεραντιστάθμισης, υπογραμμίζοντας ότι η διάθεση του ποσού των 4,5 εκατ. ΝΟΚ καλύπτει μόλις το 20 % του κόστους του προγράμματος εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών.

Οι νορβηγικές αρχές υπογραμμίζουν ότι, για τους σκοπούς της διαπίστωσης της ύπαρξης στοιχείου ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ, η απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ να μην επηρεάζεται το εμπόριο «σε βαθμό που να αντίκειται προς το συμφέρον της συμβαλλόμενων μερών» είναι λιγότερο αυστηρή από το κριτήριο του επηρεασμού του εμπορίου. Υπενθυμίζουν το κριτήριο εξισορρόπησης που προβλέπει η νομολογία του ΔΕΚ (12), και θεωρούν ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση το βάρος της απόδειξης φέρει η Εποπτεύουσα Αρχή (13).

Η κομητεία του Troms είναι της άποψης ότι η εξασφάλιση κατάλληλης εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών αποτελεί ζωτικό καθήκον εθνικής σημασίας. Θεωρεί τη συμμετοχή της, τόσο την άμεση (εγγύηση δανείου και διαγραφή χρέους) όσο και την έμμεση (ως ιδιοκτήτης της ΝLH), στην οικονομική αναδιάρθρωση της ΝΑC ως συνήθη πρακτική της αγοράς και υπογραμμίζει ότι η συμβολή της προσφέρθηκε υπό τον όρο ότι θα συμμετείχαν και άλλοι πιστωτές στην αναδιάρθρωση του χρέους (14).

Η κομητεία του Troms εξήγησε ότι με την εγγύηση εξασφαλίζεται δάνειο για τη χρηματοδότηση εξομοιωτή πτήσεων. Ζητήθηκε από τους τελικούς ιδιοκτήτες της ΝΑC να εγγυηθούν το δάνειο προκειμένου να αποφύγουν την προκαταβολή. Η εγγύηση που προσέφερε η κομητεία του Troms αντιπροσωπεύει το 12,27 % του ποσού του δανείου. Η κομητεία του Troms υπογραμμίζει τη σχέση μητρικής-θυγατρικής εταιρείας που υφίσταται μεταξύ της NAC και της κομητείας. Αναφέρει επίσης ότι οποιαδήποτε πριμοδότηση, εφόσον είχε ζητηθεί, δεν θα είχε υπερβεί το ελάχιστο κατώτατο όριο για τις ενισχύσεις.

Ο Δήμος του Målselv υπογραμμίζει ότι οι οικονομικές δυσχέρειες που αντιμετώπιζε η NAC κατά τη χρονική στιγμή της χορήγησης του δανείου θεωρήθηκαν προσωρινής φύσεως και, ως ενδιαφερόμενο μέρος, ο Δήμος συμμετείχε στη διαδικασία αναχρηματοδότησης που είχε αρχίσει. Ο Δήμος υποστηρίζει ότι, εφόσον οι κίνδυνοι είχαν εκτιμηθεί δεόντως και αντικειμενικά κατά τη χρονική στιγμή έκδοσης της απόφασης, η Εποπτεύουσα Αρχή θα πρέπει να αποφύγει την επανεξέταση του ύψους του επιτοκίου που είχε τεθεί, εκτός εάν δοθεί η εντύπωση ότι δεν συνέτρεχαν αντικειμενικοί ή καλή την πίστει λόγοι για να αναμένεται ευλόγως ότι ένας ιδιώτης επενδυτής θα είχε χορηγήσει δάνειο υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης.

5.   Σχόλια που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα τρίτα μέρη

Με επιστολή της 3ης Μαΐου 2007, η οποία παρελήφθη και καταχωρίστηκε από την Εποπτεύουσα Αρχή την ίδια ημέρα (αριθ. περιστατικού 420011), η Rørosfly AS υπέβαλε σχόλια επί της απόφασης κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας. Η Rørosfly AS υποστηρίζει την καταγγέλλουσα επιχείρηση και υπογραμμίζει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που παρέχει η προσφορά στήριξης από το Δημόσιο σε μία και μόνο σχολή χειριστών αεροσκαφών.

Με επιστολή της 4ης Μαΐου 2007, η οποία παρελήφθη και καταχωρίστηκε από την Εποπτεύουσα Αρχή την ίδια ημέρα (αριθ. περιστατικού 420422), η καταγγέλλουσα επιχείρηση υπέβαλε σχόλια επί της απόφασης κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας. Ως προκαταρκτική παρατήρηση, η καταγγέλλουσα επιχείρηση απορρίπτει τον τρόπο με τον οποίον περιέγραψαν οι νορβηγικές αρχές το σύστημα εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών και υποστηρίζει ότι τόσο η ίδια όσο και η NAC διαθέτουν την ίδια άδεια (χορηγηθείσα από τη Νορβηγική Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας) και ότι αμφότερες οι επιχειρήσεις προσφέρουν ολοκληρωμένη εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στη Νορβηγία (15).

Όσον αφορά το επιχείρημα ότι η NAC δεν ασκεί οικονομική δραστηριότητα, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υπενθυμίζει το εύρος του όρου «επιχείρηση», υποστηρίζοντας ότι το κριτήριο είναι εάν η οντότητα ασκεί δραστηριότητα οικονομικής φύσεως η οποία εμπεριέχει την προσφορά στην αγορά αγαθών ή υπηρεσιών, την οποία, τουλάχιστον καταρχήν, θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ιδιωτική επιχείρηση για να αποκομίσει κέρδος (16). Κατά την άποψη της καταγγέλλουσας επιχείρησης, η NAC ασκεί μια κλασσική επιχειρηματική δραστηριότητα με προφανώς οικονομικά κίνητρα. Προς υποστήριξη της θέσης αυτής, η καταγγέλλουσα επιχείρηση αναφέρει την ευρεία διαφημιστική εκστρατεία της NAC ως στοιχείο που χαρακτηρίζει τους φορείς της αγοράς. Η NEAR κάνει επίσης λόγο για την αύξηση των σπουδαστών που δέχεται η ίδια αφότου πραγματοποιήθηκε η εκκαθάριση της ΝΑC, ως αποδεικτικό στοιχείο της ανταγωνιστικής σχέσης μεταξύ των διαφόρων σχολών χειριστών αεροσκαφών.

Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, η καταγγέλλουσα επιχείρηση αμφισβητεί το ακριβές περιεχόμενο του όρου «υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ)» που επικαλέστηκαν οι νορβηγικές αρχές. Όλες οι σχολές χειριστών αεροσκαφών στη Νορβηγία οφείλουν να τηρούν τους ίδιους εθνικούς και διεθνείς κανόνες. Κατά συνέπεια, οι δραστηριότητες της ΝΑC στο σύνολό τους δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούν ΥΓΟΣ. Η NAC θα έπρεπε να προσφέρει κάτι «επιπλέον» σε σχέση με τις άλλες σχολές. Η καταγγέλλουσα επιχείρηση αναφέρει την πραγματοποίηση ολόκληρης της εκπαίδευσης στη Νορβηγία ως το μοναδικό «επιπλέον» στοιχείο που προσφέρει η NAC. Παρ’ όλα αυτά, μολονότι το χαρακτηριστικό γνώρισμα μιας ΥΓΟΣ είναι ότι δεν θα παρεχόταν χωρίς δημόσια παρέμβαση, η NEAR προσφέρει ολοκληρωμένη εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών η οποία πραγματοποιείται αποκλειστικά στη Νορβηγία (και μάλιστα με χαμηλότερο κόστος από ό,τι στην NAC). Η καταγγέλλουσα επιχείρηση καταλήγει επομένως στο συμπέρασμα ότι ο χαρακτηρισμός της εν λόγω υπηρεσίας ως ΥΓΟΣ συνιστά πρόδηλο σφάλμα. Σε κάθε περίπτωση, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υποστηρίζει ότι δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ. Η καταγγέλλουσα επιχείρηση αμφισβητεί τη δήλωση των νορβηγικών αρχών ότι η ανάθεση με νόμο του κράτους πραγματοποιήθηκε μέσω του νόμου περί αεροπορίας και μέσω της πίστωσης του προϋπολογισμού. Εξάλλου, όσον αφορά τα προβλεπόμενα στις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις σχετικά με τις αντισταθμίσεις για παροχή δημόσιας υπηρεσίας, ούτε η ακριβής φύση της ΥΓΟΣ ούτε οι παράμετροι για τον υπολογισμό, τον έλεγχο και την αναθεώρηση της αντιστάθμισης προσδιορίζονται σε οιοδήποτε επίσημη πράξη. Από την άποψη αυτή, η καταγγέλλουσα επιχείρηση παρατηρεί ότι οι νορβηγικές αρχές δεν τεκμηριώνουν κάποιο κόστος που σχετίζεται με οιαδήποτε ΥΓΟΣ (δηλαδή το κόστος που αφορά ενδεχόμενη «υποχρέωση» πραγματοποίησης όλων των μαθημάτων χειριστών αεροσκαφών στη Νορβηγία). Μάλιστα, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υποστηρίζει ότι τα ίδια μαθήματα θα μπορούσε να προσφέρει η NEAR με χαμηλότερο κόστος (17).

Τέλος, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υπέβαλε παρατηρήσεις για την «αρχή του επενδυτή σε οικονομία της αγοράς». Αναφέρει ότι η NAC αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες τουλάχιστον αφότου η SAS αποφάσισε να αποσύρει την υποστήριξη της το 2005 και ότι, κατά τη χρονική στιγμή που πραγματοποιήθηκαν οι «επενδύσεις», οι νορβηγικές αρχές δεν είχαν καμία βάση για να προσδοκούν εύλογη απόδοση του επενδεδυμένου κεφαλαίου. Όσον αφορά δε το γεγονός ότι οι αρχές είχαν μερίδιο κυριότητας στην NAC, η καταγγέλλουσα επιχείρηση παραπέμπει στη νομολογία του ΔΕΚ και υποστηρίζει ότι, σε αντίθεση με τη νομολογία, οι «επενδύσεις» δεν πραγματοποιήθηκαν για γενικούς και αόριστους λόγους, αλλά για κοινωνικούς, περιφερειακούς και τομεακούς λόγους. Συγκεκριμένα, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υποστηρίζει ότι η Norsk Luftfartshøgskole πρέπει να θεωρηθεί επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ και ότι η επιχορήγηση ύψους 1,9 εκατ. ΝΟΚ προς αυτή την οντότητα συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα το οποίο ενέχει τον κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού. Εξάλλου, το γεγονός ότι το ίδρυμα δεν είναι κερδοσκοπικό, δεν συνεπάγεται ότι οι επενδύσεις του πληρούν το κριτήριο του επενδυτή σε οικονομία της αγοράς. Η καταγγέλλουσα επιχείρηση επαναλαμβάνει τα προαναφερόμενα σχόλια και καταλήγει ότι δεν έχει ανατεθεί στη Norsk Luftfartshøgskole υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας κατά την έννοια του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, ούτε το ποσό που της χορηγήθηκε έχει οιαδήποτε σχέση με το κόστος μιας υποτιθέμενης ΥΓΟΣ.

Η καταγγέλλουσα επιχείρηση εντοπίζει επίσης στα σχόλια που υπέβαλαν οι νορβηγικές αρχές σχετικά με την απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας, δύο πρόσθετα ενδεχόμενα στοιχεία ενίσχυσης: η NLH απάλλαξε για ένα χρονικό διάστημα την NAC από την υποχρέωση καταβολής ενοικίων για τη φοιτητική εστία και μείωσε το ύψος των πληρωμών που η τελευταία όφειλε να καταβάλλει για τη μίσθωση του υπόστεγου και των διοικητικών εγκαταστάσεων. Η καταγγέλλουσα επιχείρηση θεωρεί ότι οι ενέργειες αυτές δεν έπρεπε να είχαν πραγματοποιηθεί βάσει της αρχής του επενδυτή σε οικονομία της αγοράς και ότι, ως εκ τούτου, συνιστούν κρατική ενίσχυση χορηγηθείσα από τη NLH στην NAC.

Όσον αφορά τη διαγραφή του δανείου (18), η καταγγέλλουσα επιχείρηση αναφέρει ότι δεν αρκεί να αποδειχθεί ότι ιδιώτες επενδυτές επίσης χορήγησαν διαγραφή και επιμένει στον ισχυρισμό της ότι η διαγραφή του δανείου συνιστά κρατική ενίσχυση η οποία είναι αντίθετη προς την αρχή του επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς. Συγκεκριμένα, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υπογραμμίζει ότι η κομητεία δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο το οποίο να αποδεικνύει ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης θα εξασφάλιζε ικανοποιητική απόδοση επί της επένδυσης.

Όσον αφορά την εγγύηση δανείου, η καταγγέλλουσα επιχείρηση αμφισβητεί τη δήλωση των νορβηγικών αρχών ότι οι μητρικές επιχειρήσεις δεν χρεώνουν συνήθως ασφάλιστρο εγγύησης για τα δάνεια που παρέχουν σε θυγατρικές τους, και, για να υποστηρίξει τον ισχυρισμό της περί του αντιθέτου, παραπέμπει στα τμήματα 3-8 και 3-9 του νορβηγικού νόμου περί εταιρειών περιορισμένης ευθύνης.

Τέλος, όσον αφορά το επιτόκιο ύψους 8,5 % με το οποίο χορηγήθηκε το δάνειο του Δήμου του Målselv, η καταγγέλλουσα επιχείρηση επαναλαμβάνει τα επιχειρήματα στα οποία στηρίζεται η αρχή του επενδυτή σε συνθήκες οικονομίας της αγοράς και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, δεδομένης της χρηματοπιστωτικής κατάστασης της ΝΑC, το επιτόκιο αυτό δεν είναι ανάλογο προς τον κίνδυνο που συνδέεται με το δάνειο και πρέπει, επομένως, να θεωρηθεί ως επιχορήγηση/επιδότηση την οποία δεν θα είχε χορηγήσει ιδιώτης επενδυτής.

6.   Σχόλια τον νορβηγικών αρχών επί των ως άνω παρατηρήσεων

Οι νορβηγικές αρχές απάντησαν στις παρατηρήσεις της Rørosfly και της καταγγέλλουσας επιχείρησης, υπογραμμίζοντας ότι, πρώτον, η NAC δεν υφίσταται πλέον ως νομικό πρόσωπο και, δεύτερον, δεδομένου ότι η NEAR δεν καταβάλλει προσπάθεια για να ενθαρρύνει τους σπουδαστές να πραγματοποιήσουν το σύνολο της εκπαίδευσής τους στη Νορβηγία, η στήριξη υπέρ της NAC θεωρήθηκε ως η καλύτερη συμβολή υπέρ της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη Νορβηγία.

II.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

1.   Πεδίο εφαρμογής της απόφασης

Στις παρατηρήσεις που υπέβαλαν επί της απόφασης κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας, οι νορβηγικές αρχές περιγράφουν τη σχέση μεταξύ της NLH και της NAC αναφέροντας ότι, λόγω των οικονομικών δυσχερειών που αντιμετώπιζε η τελευταία, η NLH, αφενός, ανέστειλε προσωρινά την υποχρέωση καταβολής ενοικίου για τη φοιτητική εστία την οποία εκμίσθωνε στη NAC και, αφετέρου, μείωσε τις οφειλόμενες πληρωμές για τη μίσθωση του υπόστεγου και των διοικητικών εγκαταστάσεων.

Η καταγγέλλουσα επιχείρηση χαρακτηρίζει την ενέργεια αυτή ως δύο ακόμα περιπτώσεις ενίσχυσης υπέρ της NAC, ενώ οι νορβηγικές αρχές υποστηρίζουν ότι η ενέργεια αυτή ήταν κανονική υπ’ αυτές τις συνθήκες. Τα μέτρα αυτά δεν αποτέλεσαν αντικείμενο της απόφασης κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας.

Εξάλλου, υπό το πρίσμα των πληροφοριών που υπέβαλαν οι νορβηγικές αρχές όσον αφορά τον αποδέκτη του δανείου που χορήγησε ο Δήμος του Målselv, το εν λόγω μέτρο δεν ανταποκρίνεται πλέον στην περιγραφή που περιλαμβάνει η απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας. Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαίωσαν επίσης ότι τόσο το εν λόγω δάνειο όσο και η χρηματοδότηση σχεδίου που χορηγήθηκε στη NLH από την κομητεία του Troms μεταβιβάστηκαν στη NAC «για υπηρεσίες αναγκαίες για την εφαρμογή αναπτυξιακού σχεδίου». Ούτε για αυτή τη μεταβίβαση κεφαλαίων γίνεται λόγος στην απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας.

Όσον αφορά την αλλαγή του αποδέκτη του δανείου που χορήγησε ο Δήμος του Målselv, η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί ότι το επίμαχο μέτρο — η χρηματοδότηση από τη δημοτική αρχή με προτιμησιακό επιτόκιο — εξακολουθεί να ταυτίζεται με αυτό που περιγράφεται στην απόφαση κίνησης επίσημης διαδικασίας έρευνας και, ως εκ τούτου, θα αξιολογήσει το εν λόγω μέτρο προς τον νέο αποδέκτη και όχι εν σχέσει προς τη NAC. Ωστόσο, όσον αφορά τα άλλα ζητήματα που τέθηκαν, η Εποπτεύουσα Αρχή δεν είναι πεπεισμένη ότι δεν μπορούν να εγερθούν αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα των διαφόρων αυτών μέτρων με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι δεν μπορεί να ληφθεί οριστική απόφαση για τα εν λόγω μέτρα, αυτά δεν θα εξεταστούν περαιτέρω στην παρούσα απόφαση. Ως εκ τούτου, το πεδίο της παρούσας απόφασης καλύπτει μόνο τα μέτρα που περιγράφονται στην παράγραφο I-2.1 στοιχεία α) έως ε) ανωτέρω.

2.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ

Το κείμενο του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ έχει ως εξής:

«Ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οιαδήποτε μορφή από τα κράτη μέλη της ΕΚ, τα κράτη της ΕΖΕΣ ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής, είναι ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της παρούσας συμφωνίας, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συναλλαγές, εκτός αν η παρούσα συμφωνία ορίζει άλλως».

Πριν εξετασθούν τα κριτήρια αυτά με τη σειρά, πρέπει να γίνει ένα προκαταρκτικό σχόλιο όσον αφορά τη φύση της δραστηριότητας που πραγματοποιεί η NAC, δηλαδή την παροχή εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών.

Φαίνεται ότι υπάρχει μια ανταγωνιστική αγορά για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, το κόστος των οποίων δεν είναι αμελητέο. Αυτό καθεαυτό το γεγονός ότι η υπηρεσία έχει μια εκπαιδευτική πτυχή, δεν αλλοιώνει την οικονομική φύση της δραστηριότητας. Αντιθέτως, η νομολογία την οποία επικαλέσθηκε η νορβηγική κυβέρνηση φαίνεται ότι υποστηρίζει την άποψη ότι, μολονότι τα μαθήματα που παρέχονται στο πλαίσιο του εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος δεν συνιστούν υπηρεσίες κατά την έννοια του άρθρου 50 ΕΚ (19), τα μαθήματα τα οποία χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από ιδιωτικά κεφάλαια, ιδίως από τους σπουδαστές και τους γονείς τους, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου αυτού (20). Εξάλλου, η συλλογιστική αυτή, η οποία εδράζεται στον όρο «υπηρεσία» κατά την έννοια των άρθρων 49 ΕΚ και 36 ΕΟΧ, μπορεί να εφαρμοσθεί και στο πεδίο των κρατικών ενισχύσεων για να απαντηθεί το ερώτημα εάν μια δραστηριότητα είναι οικονομικής φύσεως και επομένως ασκείται από επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ (21). Δεν εκφράσθηκε το επιχείρημα, αλλά ούτε και από τις πληροφορίες που περιλαμβάνει ο φάκελος της υπόθεσης συνάγεται το συμπέρασμα ότι τα μαθήματα που προσφέρει η NAC δεν χρηματοδοτούνται κατά κύριο λόγο από ιδιωτικά κεφάλαια. Η Εποπτεύουσα Αρχή συμβαίνει, ως εκ τούτου, ότι η εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών που παρείχε η NAC πριν κηρυχθεί σε πτώχευση συνιστούσε οικονομική δραστηριότητα και ότι η NAC αποτελεί επιχείρηση για τους σκοπούς του άρθρου 61 ΕΟΧ.

2.1.   Παρουσία κρατικών πόρων

Το μέτρο ενίσχυσης πρέπει να χορηγείται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων.

Η επίμαχη χρηματοδότηση συνίσταται είτε σε άμεση επιχορήγηση που χορηγήθηκε στο πλαίσιο του αναθεωρημένου εθνικού προϋπολογισμού είτε σε κεφάλαια που καταβλήθηκαν ή σε πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν από τις τοπικές αρχές. Είναι επομένως προφανές ότι το σύνολο της επίμαχης χρηματοδότησης χορηγήθηκε από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων.

2.2.   Ευνοϊκή μεταχείριση ορισμένων επιχειρήσεων ή της παραγωγής ορισμένων προϊόντων

Καταρχάς, το μέτρο ενίσχυσης πρέπει να προσφέρει στους δικαιούχους πλεονέκτημα που τους απαλλάσσει από τις επιβαρύνσεις οι οποίες κανονικά βαρύνουν τον προϋπολογισμό τους. Ωστόσο, μόνον οι μεταβιβάσεις πόρων προς όφελος επιχειρήσεων οφείλουν να αξιολογούνται βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ. Ως εκ τούτου, πριν ληφθούν υπόψη τα υπό εξέταση μέτρα, πρέπει να διαπιστωθεί εάν οι αποδέκτες της χρηματοδότησης είναι επιχειρήσεις κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης.

Όπως προαναφέρθηκε, η NAC είναι αναμφίβολα επιχείρηση, και το γεγονός ότι επιτελεί εκπαιδευτικό έργο δεν αλλοιώνει, στην παρούσα περίπτωση, το συμπέρασμα αυτό.

Ωστόσο, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η NLH δεν ασκεί κανενός είδους οικονομική δραστηριότητα για την οποία λαμβάνει χρηματοδότηση. Σύμφωνα με πάγια νομολογία, κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην προσφορά αγαθών και υπηρεσιών σε μια δεδομένη αγορά αποτελεί οικονομική δραστηριότητα (22). Η Εποπτεύουσα Αρχή δεν έχει λάβει καμία πληροφορία σύμφωνα με την οποία η διευκόλυνση της λειτουργίας της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη βόρεια Νορβηγία μπορεί να ορισθεί κατ’ αυτούς τους όρους. Πράγματι, και πάλι σύμφωνα με πάγια νομολογία, μόνον οι υπηρεσίες που παρέχονται κατά κανόνα έναντι αμοιβής νοούνται ως υπηρεσίες κατά την έννοια της συμφωνίας ΕΟΧ (23). Η NLH όχι μόνο δεν αμείβεται για τις υπηρεσίες που προσφέρει, αλλά και οι πόροι που διαθέτει για την εξυπηρέτηση του σκοπού της, δηλαδή τη διευκόλυνση της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη βόρεια Νορβηγία, είναι περισσότερο όμοιοι προς τους κοινωνικούς στόχους που προσδιόρισε το Δικαστήριο ΕΖΕΣ στην υπόθεση Private Barnehagers, στην οποία έκρινε ότι το νορβηγικό κράτος δεν απέβλεπε στην άσκηση δραστηριοτήτων επ’ αμοιβή, αλλά στην εκπλήρωση της έναντι του πληθυσμού του αποστολής του στον κοινωνικό, πολιτιστικό και εκπαιδευτικό τομέα (24). Πράγματι, η χρηματοδότηση η οποία χορηγήθηκε στην NLH από την κομητεία του Troms ομοιάζει λιγότερο προς αμοιβή για την παροχή υπηρεσιών και περισσότερο προς εσωτερική μεταφορά πιστώσεων, καθώς διατίθενται πόροι με σκοπό την προώθηση της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών στη γεωγραφική περιοχή που καλύπτει η κομητεία. Η συνέχιση της διάθεσης τέτοιων πόρων σε επιχειρήσεις όπως η NAC, οι οποίες ασκούν την οικονομική δραστηριότητα της παροχής εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών, ενδέχεται πράγματι να συνιστά κρατική ενίσχυση, όμως, όπως προαναφέρεται στο σημείο II-1, αυτή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης. Όσον αφορά τις αρχικές χρηματοδοτήσεις υπέρ της NLH, η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, τουλάχιστον κατά τη χρονική στιγμή κατά την οποία διατέθηκαν οι χρηματοδοτήσεις, η ίδια η NLH δεν μπορούσε να θεωρηθεί αποδέκτης της ενίσχυσης, και τα δύο μέτρα των οποίων ήταν δικαιούχος η NLH δεν χρειάζεται να αξιολογηθούν περαιτέρω. Η Εποπτεύουσα Αρχή θα εξετάσει, ως εκ τούτου, την ύπαρξη πλεονεκτήματος μόνον όσον αφορά τα μέτρα των οποίων ήταν δικαιούχος η NAC, δηλαδή:

την άμεση επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. ΝΟΚ από τον κρατικό προϋπολογισμό,

το δάνειο από την κομητεία του Troms και τη διαγραφή του δανείου στη συνέχεια,

την εγγύηση του δανείου που παρέσχε η κομητεία του Troms χωρίς να καταβληθεί ασφάλιστρο εγγύησης.

Μια άμεση επιχορήγηση με σκοπό την ελάφρυνση του λειτουργικού κόστους πληροί σαφώς τον όρο αυτό.

Σύμφωνα με τις νορβηγικές αρχές, το δάνειο της κομητείας του Troms χορηγήθηκε στο πλαίσιο του Καθεστώτος Περιφερειακών Δανείων, το οποίο κοινοποιήθηκε στην Εποπτεύουσα Αρχή και εγκρίθηκε από αυτή το 1999. Η διαγραφή ενός δανείου ελαττώνει επίσης την οικονομική επιβάρυνση που θα έφερε κανονικά ο αποδέκτης. Ωστόσο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο δικαιούχος αποκομίζει οικονομικό όφελος, κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ, εφόσον η συγκεκριμένη πράξη διέπεται από τις κανονικές αρχές της αγοράς. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι νορβηγικές αρχές, στα τέλη του 2005, οι ακόλουθες οντότητες ήταν μακροπρόθεσμοι ανέγγυοι πιστωτές της ΝΑC: η Sparebanken Finans Nord-Norge AS (2 877 000 ΝΟΚ), η κομητεία του Troms (400 000 ΝΟΚ), η Indre Troms Samvirkelag BA (200 000 ΝΟΚ) και η Eriksen Eiendom (200 000 ΝΟΚ). Οι νορβηγικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι οι δύο τελευταίες, οι οποίες πρέπει να θεωρηθούν ως ιδιώτες επενδυτές, ενέκριναν τη διαγραφή των δανείων που είχαν χορηγήσει στη NAC, ενώ η Sparebanken Finans Nord-Norge χορήγησε αναβολή της καταβολής των δόσεων του δεύτερου εξαμήνου του 2006, αλλά όχι και απαλλαγή από την καταβολή των τόκων. Επομένως, μολονότι οι δημόσιες αρχές πρέπει να διώκουν τους οφειλέτες τους το ίδιο αυστηρά όπως θα έκανε ένας ιδιώτης πιστωτής, η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί ότι, δεδομένου ότι και ιδιωτικοί φορείς της αγοράς χορήγησαν διαγραφή ανεξόφλητων δανείων στη NAC, η ίδια ενέργεια της κομητείας του Troms δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

Στην ενότητα 2.1 των κατευθυντήριων γραμμών περί κρατικών εγγυήσεων αναφέρεται ότι οι κρατικές εγγυήσεις προσφέρουν πλεονέκτημα στον δανειστή και όταν το κράτος δεν απαιτεί το θεμιτό ασφάλιστρο, αυτό συνιστά δαπάνη κρατικών πόρων. Φαίνεται επομένως ότι η εγγύηση που χορηγήθηκε στη NAC από την κομητεία του Troms προσέφερε πλεονέκτημα στη NAC, ευνοώντας, ως εκ τούτου, την επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ.

Δεύτερον, το μέτρο ενίσχυσης πρέπει να είναι επιλεκτικό εφόσον ευνοεί «ορισμένες επιχειρήσεις ή την παραγωγή ορισμένων προϊόντων». Τα υπό εξέταση μέτρα απευθύνθηκαν συγκεκριμένα στη NAC και ήταν, επομένως, σαφώς επιλεκτικά.

2.3.   Στρέβλωση του ανταγωνισμού και επιπτώσεις στο εμπόριο μεταξύ των συμβαλλομένων μερών

Προκειμένου τα μέτρα να συνιστούν κρατική ενίσχυση, πρέπει να προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού και να επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Δεδομένου ότι η NAC βρίσκεται σε άμεσο ανταγωνισμό στη Νορβηγία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης με άλλα ιδρύματα τα οποία προσφέρουν εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών σύμφωνα με τους κοινούς ευρωπαϊκούς κανόνες (άδεια πληρώματος του Συνδέσμου Αεροπορικών Αρχών - JAA-FCL), φαίνεται ότι η χρηματοδότηση ενισχύει τη θέση του αποδέκτη και, ως εκ τούτου, δύναται να προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού μεταξύ αυτών των διαφόρων ιδρυμάτων και να επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ των κρατών στα οποία λειτουργούν τα εν λόγω ιδρύματα.

2.4.   Συμπέρασμα

Για τους προαναφερόμενους λόγους, η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα ακόλουθα μέτρα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ:

η χρηματοδότηση σχεδίου της NLH από την κομητεία του Troms [I-2.1 στοιχείο β) ανωτέρω],

η διαγραφή δανείου από την κομητεία του Troms υπέρ της NAC [I-2.1 στοιχείο γ) ανωτέρω], και

το δάνειο στη NLH από τον Δήμο του Målselv [I-2.1 στοιχείο ε) ανωτέρω],

και ότι τα ακόλουθα μέτρα που χορηγήθηκαν υπέρ της NAC, δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ:

η άμεση επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. ΝΟΚ από τον κρατικό προϋπολογισμό [I-2.1 στοιχείο α) ανωτέρω], και

η εγγύηση δανείου από την κομητεία του Troms χωρίς καταβολή ασφαλίστρου [I-2.1 στοιχείο δ) ανωτέρω].

3.   Διαδικαστικές απαιτήσεις

Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, «η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ενημερώνεται εγκαίρως περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν τις ενισχύσεις, ώστε να δύναται να υποβάλει τις παρατηρήσεις της […]. Το ενδιαφερόμενο κράτος δεν δύναται να εφαρμόσει τα σχεδιαζόμενα μέτρα πριν η διαδικασία αυτή καταλήξει σε τελική απόφαση».

Οι νορβηγικές αρχές δεν κοινοποίησαν τα προαναφερόμενα μέτρα ενίσχυσης στην Εποπτεύουσα Αρχή. Ως εκ τούτου, η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, όσον αφορά τα μέτρα που χαρακτηρίζονται ως ενίσχυση (δηλαδή την άμεση επιχορήγηση και την ενίσχυση δανείου που περιγράφονται, αντιστοίχως, στα σημεία I-2.1 στοιχεία α) και δ) ανωτέρω), οι νορβηγικές αρχές δεν τήρησαν τις υποχρεώσεις που υπέχουν σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου. Συνεπώς, η στήριξη που χορηγήθηκε συνιστά «παράνομη ενίσχυση» κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο στ) του Μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου.

4.   Συμβατότητα της ενίσχυσης

4.1.   Αξιολόγηση βάσει του άρθρου 61 ΕΟΧ

Καμία από τις περιστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο 61 παράγραφος 2 ΕΟΧ δεν συντρέχει στην παρούσα υπόθεση.

Η συγκεκριμένη περιφέρεια δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο α) ΕΟΧ και του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) ΕΟΧ.

Η επίμαχη χρηματοδότηση δεν φαίνεται να προωθεί οριζόντιους κοινοτικούς στόχους κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) ΕΟΧ, όπως την έρευνα και την ανάπτυξη, την απασχόληση, το περιβάλλον κ.λπ. Πράγματι, οι νορβηγικές αρχές δεν επικαλέστηκαν αυτή την παρέκκλιση. Η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί επομένως ότι η επίμαχη χρηματοδότηση δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβατή με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ κατά την έννοια της εν λόγω παραγράφου.

4.2.   Αξιολόγηση βάσει του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ

Σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, «οι επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος … υπόκεινται στους κανόνες της παρούσας συνθήκης, ιδίως στους κανόνες ανταγωνισμού, κατά το μέτρο που η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν εμποδίζει νομικά ή πραγματικά την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί. Η ανάπτυξη του εμπορίου δεν πρέπει να επηρεάζεται σε βαθμό ώστε να αντίκειται στα συμφέροντα των συμβαλλομένων μερών».

Η εφαρμογή αυτής της διάταξης επεξηγείται στις κατευθυντήριες γραμμές περί κρατικών ενισχύσεων, στο κεφάλαιο που αφορά τις αντισταθμίσεις για παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Στην παράγραφο 25 αυτού του κεφαλαίου προβλέπεται ότι οι κατευθυντήριες γραμμές εφαρμόζονται για την αξιολόγηση των μη κοινοποιηθεισών ενισχύσεων οι οποίες χορηγήθηκαν μετά την έγκριση των κατευθυντήριων γραμμών. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ίσχυαν τη στιγμή της χορήγησης της ενίσχυσης. Τα δύο υπό εξέταση μέτρα εφαρμόσθηκαν πριν από την έγκριση των κατευθυντήριων γραμμών (20 Δεκεμβρίου 2005).

Πριν από την εισαγωγή του τότε κεφαλαίου 18Γ των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις (το οποίο είναι πλέον απλώς το κεφάλαιο για τις αντισταθμίσεις για παροχή δημόσιας υπηρεσίας), δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι κανόνες σχετικά με τις αντισταθμίσεις για παροχή δημόσιας υπηρεσίας. Η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί σκόπιμο παρ’ όλα αυτά να προβεί στην αξιολόγηση των προηγούμενων μέτρων βάσει της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στην Ευρώπη (25) σε συνάρτηση με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων η οποία βρισκόταν σε ισχύ πριν χορηγηθεί η ενίσχυση.

Εξάλλου, η Εποπτεύουσα Αρχή θεωρεί ότι το περιεχόμενο του κεφαλαίου 18Γ των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις δεν μετέβαλε ουσιαστικά τη βάση της αξιολόγησης, αλλά απλώς διευκρίνισε τι χρειάζεται προκειμένου να πληρούνται τα διάφορα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ.

Η συμβατότητα των δύο υπό εξέταση μέτρων θα αξιολογηθεί επομένως βάσει των ακόλουθων (σωρευτικών) αρχών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τόσο το χρονοδιάγραμμα των μέτρων όσο και το γεγονός ότι το άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ συνιστά παρέκκλιση και ως τέτοια πρέπει να ερμηνεύεται περιοριστικά:

η εν λόγω υπηρεσία πρέπει να αποτελεί «υπηρεσία γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος» και πρέπει να ορίζεται σαφώς ως τέτοια,

στην εν λόγω επιχείρηση πρέπει να έχει ανατεθεί επισήμως η παροχή της σχετικής υπηρεσίας,

η εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού θα εμπόδιζε την επιτέλεση των συγκεκριμένων καθηκόντων που ανατέθηκαν στην εν λόγω επιχείρηση, και

η ανάπτυξη των εμπορικών ανταλλαγών δεν πρέπει να επηρεάζεται σε βαθμό που αντίκειται στο συμφέρον των συμβαλλομένων μερών.

Τα κράτη ΕΖΕΣ έχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια για τον καθορισμό του επιπέδου των υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος και δύνανται, εάν παραστεί ανάγκη, να επιβάλλουν υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου να εξασφαλίσουν το επίπεδο αυτό. Ο ορισμός από το κράτος της έννοιας της υπηρεσίας γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος υπόκειται αποκλειστικά στο κριτήριο του πρόδηλου σφάλματος. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, προκειμένου να ισχύσει η παρέκκλιση του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, πρέπει να ορίζεται σαφώς η αποστολή δημόσιας υπηρεσίας.

Στο πλαίσιο αυτό, βάσει της νομολογίας, η έννοια της «υπηρεσίας γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος» καλύπτει υπηρεσίες οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εν συγκρίσει προς το οικονομικό ενδιαφέρον της εν γένει οικονομικής δραστηριότητας (26). Ένα τέτοιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μπορεί να αποτελεί το γεγονός ότι οι δημόσιες αρχές θεωρούν ότι μια υπηρεσία πρέπει να παρέχεται ακόμα και σε περίπτωση που η αγορά ενδέχεται να μην έχει επαρκή κίνητρα για την παροχή της (27). Επομένως, σε περίπτωση που ορισμένες υπηρεσίες θεωρηθεί ότι εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον αλλά οι δυνάμεις της αγοράς δεν είναι σε θέση να τις παράσχουν κατά τρόπο ικανοποιητικό, το οικείο κράτος μπορεί να επιβάλει συγκεκριμένες υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας ώστε να εξασφαλίσει ένα κατάλληλο επίπεδο παρεχομένων υπηρεσιών.

Όσον αφορά την άμεση επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. ΝΟΚ, η Εποπτεύουσα Αρχή υπογραμμίζει ότι η σχετική θέση στον κρατικό προϋπολογισμό του 2005 προβλέπει τη χορήγηση χρηματοδότησης για την «εκπαίδευση χειριστών αεροσκαφών στο Tromsø/Bardufoss». Η Εποπτεύουσα Αρχή είναι της άποψης ότι το στοιχείο αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί σαφής ορισμός της αποστολής δημόσιας υπηρεσίας. Εξάλλου, ακόμα και εάν κανείς υποστήριζε ότι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αποτελεί το γεγονός ότι το σύνολο των μαθημάτων πραγματοποιείται στη Νορβηγία και ότι αυτό συνιστά το στοιχείο «γενικού ενδιαφέροντος» της υπηρεσίας, η Εποπτεύουσα Αρχή υπογραμμίζει ότι καμία διάταξη στον προϋπολογισμό ή σε άλλα έγγραφα που υποβλήθηκαν στην Εποπτεύουσα Αρχή δεν εξαρτά τη χορήγηση της επιχορήγησης από ένα τέτοιο χαρακτηριστικό.

Η Εποπτεύουσα Αρχή, ως εκ τούτου, είναι της άποψης ότι στην υπό εξέταση υπόθεση ο ορισμός της υπηρεσίας γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος συνιστά πρόδηλο σφάλμα. Κατά συνέπεια, στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν πληρείται ο αναγκαίος όρος για την εφαρμογή του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ (δηλαδή να προσφέρει μια επιχείρηση υπηρεσία γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος).

Τέλος, όσον αφορά το μέτρο που αναφέρεται στο σημείο I-2.1 στοιχείο δ) ανωτέρω, η Εποπτεύουσα Αρχή είναι της άποψης ότι μια εγγύηση για ορισμένο ποσό χρέους, υπό τη γενική έννοια, δεν είναι ισοδύναμη με την εξασφάλιση της επιτέλεσης συγκεκριμένου καθήκοντος γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος και ότι, ως εκ τούτου, το εν λόγω μέτρο δεν πρέπει να αξιολογηθεί βάσει του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ.

Ακόμα και εάν υποτεθεί ότι η εν λόγω υπηρεσία είχε ορισθεί καταλλήλως, προκειμένου να ισχύσει η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ, η ανάθεση της αποστολής δημόσιας υπηρεσίας πρέπει να γίνει ρητά με πράξη της δημόσιας αρχής. Η Εποπτεύουσα Αρχή υπογραμμίζει ότι τα δύο υπό εξέταση μέτρα φαίνεται να παρέχουν οικονομικό πλεονέκτημα στη NAC χωρίς ωστόσο να της αναθέτουν οιαδήποτε αποστολή δημόσιας υπηρεσίας ως αντίτιμο για τη χρηματοδότηση. Όσον αφορά το επιχείρημα των νορβηγικών αρχών ότι βασίζονται στην πρακτική της Επιτροπής, η Εποπτεύουσα Αρχή είναι της άποψης ότι από τις αποφάσεις της Επιτροπής δεν συνάγεται ότι η χρηματοδότηση και μόνον από το κράτος ισοδυναμεί με ανάθεση, εφόσον δεν ορίζεται η αποστολή δημόσιας υπηρεσίας ή οι όροι υπό τους οποίους πρέπει αυτή να παρέχεται (28). Στο πλαίσιο αυτό, η Εποπτεύουσα Αρχή επαναλαμβάνει ότι, εάν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εκπαίδευσης που παρέχεται στη NAC είναι το γεγονός ότι το σύνολο των μαθημάτων πραγματοποιείται στη Νορβηγία, και αυτό συνιστά το στοιχείο «γενικού ενδιαφέροντος» της υπηρεσίας, καμία διάταξη στον προϋπολογισμό ή σε άλλα έγγραφα που υποβλήθηκαν στην Εποπτεύουσα Αρχή δεν εξαρτά τη χορήγηση της επιχορήγησης από ένα τέτοιο χαρακτηριστικό.

Επομένως, ακόμα και εάν ήταν σαφές ότι οι νορβηγικές αρχές είχαν κατά νου συγκεκριμένη αποστολή δημόσιας υπηρεσίας όταν αποφάσισαν τη χορήγηση χρηματοδότησης στον κλάδο της εκπαίδευσης χειριστών αεροσκαφών, η Εποπτεύουσα Αρχή δεν διαβλέπει καμία ένδειξη ότι η συγκεκριμένη αποστολή είχε ανατεθεί συγκεκριμένα στη NAC. Κατά συνέπεια, το άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην υπό εξέταση υπόθεση.

Τα δύο τελευταία στοιχεία του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ συνιστούν από κοινού αξιολόγηση της αναλογικότητας. Για να εκτιμήσει εάν τα μέτρα που εφαρμόσθηκαν υπερβαίνουν το αναγκαίο για την αποτελεσματική εκτέλεση της αποστολής δημόσιας υπηρεσίας, η Εποπτεύουσα Αρχή σημειώνει ότι, πρώτον, η ανάγκη χρηματοδότησης είναι αμφίβολη εφόσον αυτή παρέχεται άνευ όρων και, δεύτερον, ότι δεν φαίνεται να πραγματοποιήθηκε αντικειμενική εκτίμηση της χρηματοδότησης που ήταν πραγματικά αναγκαία. Η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει, επομένως, το συμπέρασμα ότι, ακόμα και αν πληρούνταν τα υπόλοιπα κριτήρια, αυτό το στοιχείο του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ δεν πληρείται στην υπό εξέταση υπόθεση.

4.3.   Συμπέρασμα

Η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ούτε η άμεση επιχορήγηση [I 2.1 στοιχείο α) ανωτέρω] ούτε η ενίσχυση δανείου [I 2.1 στοιχείο δ) ανωτέρω] πληρούν τους όρους που προβλέπει το άρθρο 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ και ότι, ως εκ τούτου, τα εν λόγω δύο μέτρα είναι ασυμβίβαστα με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

5.   Συμπέρασμα

Η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα ακόλουθα μέτρα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ:

η χρηματοδότηση σχεδίου από την κομητεία του Troms [I-2.1 στοιχείο β) ανωτέρω],

η διαγραφή δανείου από την κομητεία του Troms [I-2.1 στοιχείο γ) ανωτέρω], και

το δάνειο από τον Δήμο του Målselv [I-2.1 στοιχείο ε) ανωτέρω].

Ωστόσο, η Εποπτεύουσα Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι νορβηγικές αρχές εφάρμοσαν παρανόμως τα ακόλουθα μέτρα ενίσχυσης:

η άμεση επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. ΝΟΚ από τον κρατικό προϋπολογισμό [I-2.1 στοιχείο α) ανωτέρω], και

η εγγύηση δανείου από την κομητεία του Troms χωρίς καταβολή ασφαλίστρου [I-2.1 στοιχείο δ) ανωτέρω],

κατά παράβαση του άρθρου 1 του μέρους I του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου.

Τα μέτρα ενίσχυσης που περιγράφονται δεν πληρούν τους όρους για την εφαρμογή του άρθρου 59 παράγραφος 2 ΕΟΧ και, ως εκ τούτου, δεν είναι συμβατά με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ.

Βάσει του άρθρου 14 του μέρους II του Πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, η Εποπτεύουσα Αρχή αποφασίζει ότι κάθε παράνομη ενίσχυση που δεν συμβιβάζεται με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων της συμφωνίας πρέπει να ανακτηθεί από τους δικαιούχους,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η χρηματοδότηση σχεδίου που χορηγήθηκε στη NLH από την κομητεία του Troms και το δάνειο που χορηγήθηκε στη NLH από τον Δήμο του Målselv, καθώς και η διαγραφή από την κομητεία του Troms δανείου το οποίο χορήγησε στη NAC, δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ.

Άρθρο 2

Η άμεση επιχορήγηση ύψους 4,5 εκατ. ΝΟΚ από τον κρατικό προϋπολογισμό και η εγγύηση δανείου που χορηγήθηκε από την κομητεία του Troms συνιστούν κρατική ενίσχυση υπέρ της NAC η οποία είναι ασυμβίβαστη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ κατά την έννοια του άρθρου 61 παράγραφος 1 ΕΟΧ.

Άρθρο 3

Οι νορβηγικές αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση της αναφερόμενης στο άρθρο 2 ενίσχυσης η οποία χορηγήθηκε παράνομα στη NAC.

Άρθρο 4

Η ανάκτηση πραγματοποιείται αμέσως σύμφωνα με τις διαδικασίες του εθνικού δικαίου, εφόσον αυτές επιτρέπουν την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Η προς ανάκτηση ενίσχυση περιλαμβάνει τους τόκους και τους ανατοκισμούς που υπολογίζονται από την ημερομηνία κατά την οποία η ενίσχυση είχε τεθεί στη διάθεση της NAC έως την ημερομηνία της ανάκτησής της. Ο τόκος υπολογίζεται βάσει του άρθρου 9 της απόφασης αριθ. 195/04/COL.

Άρθρο 5

Οι νορβηγικές αρχές ενημερώνουν την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τη συμμόρφωση με αυτήν.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Νορβηγίας.

Άρθρο 7

Το αγγλικό κείμενο της παρούσας απόφασης είναι το μόνο αυθεντικό.

Βρυξέλλες, 1η Ιουλίου 2009.

Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

Per SANDERUD

Πρόεδρος

Kristján A. STEFÁNSSON

Μέλος του Σώματος


(1)  Εφεξής «Εποπτεύουσα Αρχή».

(2)  Εφεξής «συμφωνία για τον ΕΟΧ».

(3)  Εφεξής «συμφωνία περί εποπτείας και Δικαστηρίου».

(4)  Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή και ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ και του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, που εγκρίθηκαν και εκδόθηκαν από την Αρχή στις 19 Ιανουαρίου 1994, δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΕΕ») L 231 της 3.9.1994, σ. 1 και στο συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 32 της 3.9.1994, σ. 1. Οι κατευθυντήριες γραμμές (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις») τροποποιήθηκαν για τελευταία φορά στις 25 Απριλίου 2007.

(5)  ΕΕ L 139 της 25.5.2006, σ. 37 και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 26 της 25.5.2006, σ. 1.

(6)  Εφεξής «απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας».

(7)  ΕΕ C 77 της 5.4.2007, σ. 35, και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 17 της 5.4.2007, σ. 16.

(8)  Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την αλληλογραφία μεταξύ των νορβηγικών αρχών και της Εποπτεύουσας Αρχής, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ανατρέξουν στην απόφαση κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

(9)  Βλέπε υποσημείωση 7.

(10)  Οι νορβηγικές αρχές φαίνεται ότι, προς υποστήριξη αυτής της πρότασης, αναφέρονται στη διαδικασία εκκαθάρισης που κίνησε το Δ.Σ. της NAC.

(11)  Προς επίρρωση του επιχειρήματος αυτού, οι νορβηγικές αρχές επικαλούνται γεγονός ότι η NAC επί του παρόντος υπόκειται σε διαδικασία πτώχευσης.

(12)  Υπόθεση 202/88 Επιτροπή κατά Γαλλίας (Telecommunications Terminal Equipment) [1991] Συλλογή σ. Ι-1223, σκέψη 12.

(13)  Προς επίρρωση του επιχειρήματος αυτού, οι νορβηγικές αρχές παραπέμπουν στην υπόθεση C-159/94 Επιτροπή κατά Γαλλίας [1997] Συλλογή σ. Ι-5815, σκέψεις 112 και 113.

(14)  Σύμφωνα με αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε η κομητεία του Troms, δύο άλλες, ιδιωτικές επιχειρήσεις με ανεξόφλητα δάνεια ύψους 200 000 NOK κάθε μία χορήγησαν επίσης διαγραφή χρέους στην NAC ως μέρος της αναδιάρθρωσης.

(15)  Η καταγγέλλουσα επιχείρηση υπογραμμίζει ότι, μολονότι στους σπουδαστές της NEAR παρέχεται η δυνατότητα να ολοκληρώσουν το σύνολο της εκπαίδευσής τους στη Νορβηγία, οι περισσότεροι δέχονται τις ευκαιρίες που τους προσφέρονται στο εξωτερικό. Η διαφορά είναι ότι η NAC δεν προσφέρει τέτοιες δυνατότητες σπουδών στο εξωτερικό και, ως εκ τούτου, όλοι οι σπουδαστές ολοκληρώνουν την εκπαίδευσή τους μόνο στη Νορβηγία.

(16)  Στο πλαίσιο αυτό, η καταγγέλλουσα επιχείρηση παραπέμπει στις υποθέσεις C-41/90 Höfner [1991] Συλλογή σ. Ι-1979 και C-244/94 Fédération Française des Sociétés d’Assurance [1995] Συλλογή σ. Ι-4013. Αφετέρου δε, η αποκλειστικά κοινωνική λειτουργία της οντότητας στην υπόθεση C-159/91 Poucet et Pistre [1993] Συλλογή σ. Ι-637 αναφέρεται ως παράδειγμα ένταξης σε κατηγορία διαφορετική από τις επιχειρήσεις.

(17)  Βάσει του εκτιμώμενου κόστους της εκπαίδευσης ανά σπουδαστή στην NAC, το οποίο ανέρχεται σε 937 500 ΝΟΚ, η καταγγέλλουσα επιχείρηση υποστηρίζει ότι η NAC δέχεται υπεραντιστάθμιση, δεδομένου ότι το κόστος της εκπαίδευσης στη NEAR και αποκλειστικά στη Νορβηγία ανέρχεται σε 512 000 NOK.

(18)  Η καταγγέλλουσα επιχείρηση υπογραμμίζει ότι η κομητεία δεν υπέβαλε παρατηρήσεις για την αρχική χορήγηση του δανείου αλλά ούτε και για την αναβολή της εξόφλησης το 2003. Υποστηρίζει το επιχείρημά της ότι τα στοιχεία αυτά συνιστούν επίσης κρατική ενίσχυση.

(19)  Το άρθρο 37 ΕΟΧ έχει την ίδια ακριβώς διατύπωση.

(20)  Υπόθεση C-109/92 Raso [1993] Συλλογή I6447, σκέψεις 14-17. Το Δικαστήριο ΕΖΕΣ επιβεβαίωσε πρόσφατα την άποψη αυτή στην υπόθεση E-5/07 Private Barnehagers Landsforbund, απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2008, η οποία δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί, σκέψεις 80 κ.ε.

(21)  Προαναφερθείσα υπόθεση E-5/07 Private Barnehagers Landsforbund, σκέψη 80.

(22)  Υπόθεση C-205/03 P FENIN [2006] Συλλογή σ. Ι-6295, σκέψη 25.

(23)  Προαναφερθείσα υπόθεση E-5/07 Private Barnehagers Landsforbund, σκέψη 81.

(24)  Προαναφερθείσα υπόθεση E-5/07 Private Barnehagers Landsforbund, σκέψη 83.

(25)  ΕΕ C 17 της 19.1.2001, σ. 4.

(26)  Βλέπε π.χ. υπόθεση C-179/90 Merci convenzionali porto di Genova [1991], Συλλογή σ. Ι-5889, σκέψη 28.

(27)  Βλέπε π.χ. την προαναφερθείσα στην υποσημείωση 25 ανακοίνωση της Επιτροπής για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος στην Ευρώπη, παράγραφος 14.

(28)  Στην απόφαση 2006/225/ΕΚ της Επιτροπής, της 2ας Μαρτίου 2005, σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που χορήγησε η Ιταλία για την αναδιάρθρωση των οργανισμών επαγγελματικής κατάρτισης (ΕΕ L 81 της 18.3.2006, σ. 25) αναγνωρίζεται ρητώς ότι οι εν λόγω οργανισμοί «εξασφάλιζαν θεσμοθετημένες υπηρεσίες κατάρτισης κοινωνικού σκοπού, οι οποίες … αποτελούσαν τμήμα του συστήματος δημόσιας παιδείας» (παράγραφος 48) και ότι, ως εκ τούτου, τους «έχει ανατεθεί μια αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, στο πλαίσιο των σχετικών εθνικών και περιφερειακών κανόνων, μέσω δεσμευτικών πράξεων» (παράγραφος 57).