ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2011.017.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 17

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

54ό έτος
20 Ιανουαρίου 2011


Περιεχόμενα

 

IV   Πράξεις θεσπισθείσες πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2009, δυνάμει της συνθήκης ΕΚ, της συνθήκης ΕΕ και της συνθήκης Ευρατόμ

Σελίδα

 

*

Απόφαση της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 28/09/COL, της 29ης Ιανουαρίου 2009, για την εξηκοστή όγδοη τροποποίηση των διαδικαστικών και ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων με την προσθήκη τριών νέων κεφαλαίων για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της σημερινής χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, και για το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης

1

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


IV Πράξεις θεσπισθείσες πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2009, δυνάμει της συνθήκης ΕΚ, της συνθήκης ΕΕ και της συνθήκης Ευρατόμ

20.1.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 17/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΠΤΕΫΟΥΣΑΣ ΑΡΧΉΣ ΤΗΣ ΕΖΕΣ

αριθ. 28/09/COL

της 29ης Ιανουαρίου 2009

για την εξηκοστή όγδοη τροποποίηση των διαδικαστικών και ουσιαστικών κανόνων στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων με την προσθήκη τριών νέων κεφαλαίων για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της σημερινής χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, και για το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης

Η ΕΠΟΠΤΕΥΟΥΣΑ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΖΕΣ (1),

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2), και ιδίως τα άρθρα 61 έως 63 και το Πρωτόκολλο αριθ. 26,

Έχοντας υπόψη τη συμφωνία μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου (3), και ιδίως το άρθρο 24 και το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β),

Εκτιμώντας ότι βάσει του άρθρου 24 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, η Αρχή θέτει σε εφαρμογή τις διατάξεις της συμφωνίας ΕΟΧ που αφορούν τις κρατικές ενισχύσεις,

Εκτιμώντας ότι βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου, η Αρχή εκδίδει ανακοινώσεις και κατευθυντήριες γραμμές για θέματα τα οποία άπτονται της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον τούτο προβλέπεται ρητά από την εν λόγω συμφωνία ή από τη συμφωνία περί Εποπτείας και Δικαστηρίου ή εφόσον το κρίνει αναγκαίο η Αρχή,

Υπενθυμίζοντας τους διαδικαστικούς και ουσιαστικούς κανόνες στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων που εγκρίθηκαν από την Αρχή στις 19 Ιανουαρίου 1994 (4),

Εκτιμώντας ότι, στις 13 Οκτωβρίου 2008, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (5) εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με την «Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης» (6),

Εκτιμώντας ότι, στις 5 Δεκεμβρίου 2008, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «H ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού» (7),

Εκτιμώντας ότι, στις 17 Δεκεμβρίου 2008, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Προσωρινό κοινοτικό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης» (8),

Εκτιμώντας ότι οι εν λόγω ανακοινώσεις παρουσιάζουν ενδιαφέρον και για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,

Εκτιμώντας ότι πρέπει να διασφαλισθεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων του ΕΟΧ για τις κρατικές ενισχύσεις σε ολόκληρο τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο,

Εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με το σημείο ΙΙ με τίτλο «ΓΕΝΙΚΑ» στο τέλος του παραρτήματος XV της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή υποχρεούται να εκδίδει, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή, πράξεις αντίστοιχες με εκείνες που εκδίδει η Επιτροπή,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιτροπή,

Υπενθυμίζοντας ότι η Αρχή έχει διεξαγάγει σχετικές διαβουλεύσεις με τα κράτη της ΕΖΕΣ με επιστολές που απηύθυνε στην Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία, στις 19 Ιανουαρίου 2009,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις τροποποιούνται με την προσθήκη τριών νέων κεφαλαίων για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, και για το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης. Τα τρία κεφάλαια περιέχονται στα παραρτήματα I, ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Το αγγλικό κείμενο της παρούσας απόφασης είναι το μόνο αυθεντικό.

Βρυξέλλες, 29 Ιανουαρίου 2009.

Για την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ

Per SANDERUD

Πρόεδρος

Kurt JÄGER

Μέλος τον Σώμοατος


(1)  Εφεξής «η Αρχή».

(2)  Εφεξής «η συμφωνία ΕΟΧ».

(3)  Εφεξής «η συμφωνία περί Εποπτείας και Δικαστηρίου».

(4)  Οι κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή και ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας ΕΟΧ και του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας περί εποπτείας και Δικαστηρίου, που υιοθετήθηκαν και εκδόθηκαν από την Αρχή, στις 19 Ιανουαρίου 1994, δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΕΕ L 231 της 3.9.1994, σ. 1) και στο συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 32 της 3.9.1994, σ. 1. Οι κατευθυντήριες γραμμές τροποποιήθηκαν τελευταία στις 17 Δεκεμβρίου 2008. Εφεξής «Κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις». Το ενημερωμένο κείμενο των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της Αρχής στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.eftasurv.int/fieldsofwork/fieldstateaid/state_aid_guidelines

(5)  Εφεξής «η Επιτροπή».

(6)  ΕΕ C 270 της 25.10.2008, σ. 8.

(7)  ΕΕ C 10 της 15.1.2009, σ. 2.

(8)  ΕΕ C 16 της 22.1.2009, σ 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης  (1)

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

(1)

Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση επιδεινώθηκε αισθητά και έχει πλέον πλήξει σοβαρά τον τραπεζικό τομέα του ΕΟΧ. Πέρα από τα ειδικά προβλήματα που αφορούν ιδίως την αγορά ενυπόθηκης πίστης και στοιχείων εξασφαλισμένων με ενυπόθηκα δάνεια στις ΗΠΑ ή συνδέονται με ζημίες οφειλόμενες σε υπερβολικά παρακινδυνευμένες στρατηγικές μεμονωμένων τραπεζών, τους τελευταίους μήνες παρατηρήθηκε γενικότερος κλονισμός της εμπιστοσύνης έναντι του τραπεζικού τομέα. Λόγω της διάχυτης αβεβαιότητας όσον αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, η αγορά διατραπεζικών δανείων παρέλυσε με αποτέλεσμα να καταστεί βαθμιαία δυσκολότερη η πρόσβαση σε ρευστότητα για όλους τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

(2)

Η τρέχουσα κατάσταση απειλεί την ύπαρξη μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών που αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω του ιδιαίτερου επιχειρηματικού μοντέλου ή των επιχειρηματικών πρακτικών που εφάρμοζαν και των οποίων οι αδυναμίες κατέστησαν εμφανείς και μάλιστα οξύνθηκαν εξαιτίας της κρίσης των χρηματοπιστωτικών αγορών. Για να ανακτήσουν οι οργανισμοί αυτοί τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους και να μην χρεοκοπήσουν θα απαιτηθεί εκτενής αναδιάρθρωση των δραστηριοτήτων τους. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, η κρίση επηρεάζει εξίσου και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κατά βάση υγιείς των οποίων οι δυσχέρειες οφείλονται αποκλειστικά στις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στην αγορά και οι οποίες έχουν περιορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την πρόσβαση σε ρευστότητα. Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των οργανισμών αυτών μπορεί να απαιτήσει αναδιάρθρωση μικρότερης έκτασης. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα μέτρα που λαμβάνει ένα κράτος ΕΖΕΣ για τη στήριξη (ορισμένων) οργανισμών δραστηριοποιούμενων στην εθνική του χρηματοπιστωτική αγορά μπορεί να ευνοήσουν τους οργανισμούς αυτούς εις βάρος άλλων που δραστηριοποιούνται είτε στο ίδιο κράτος της ΕΖΕΣ είτε σε άλλα κράτη του ΕΟΧ.

(3)

Το Συμβούλιο Ecofin εξέδωσε στις 7 Οκτωβρίου 2008 συμπεράσματα με τα οποία δεσμεύεται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ενίσχυση της υγείας και της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και η ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η ανακεφαλαιοποίηση ευάλωτων και σημαντικών για το σύστημα χρηματοπιστωτικών οργανισμών αναγνωρίσθηκε ως ένας, μεταξύ άλλων, τρόπος κατάλληλης προστασίας των συμφερόντων των καταθετών και της σταθερότητας του συστήματος. Περαιτέρω συμφωνήθηκε ότι η δημόσια παρέμβαση πρέπει να αποφασισθεί σε εθνικό επίπεδο, αλλά εντός ενός συντονισμένου πλαισίου και βάσει ορισμένων κοινών αρχών της ΕΕ (2). Με την ευκαιρία αυτή η Επιτροπή προσφέρθηκε να διατυπώσει σύντομα οδηγίες όσον αφορά το ευρύτερο πλαίσιο εντός του οποίου θα πρέπει να αξιολογούνται γρήγορα, αφενός, η συμβατότητα των καθεστώτων ανακεφαλαιοποίησης και παροχής εγγυήσεων με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και, αφετέρου, οι περιπτώσεις εφαρμογής τέτοιου είδους καθεστώτων.

(4)

Λαμβάνοντας υπόψη την έκταση της κρίσης, που τώρα θέτει σε κίνδυνο και τράπεζες κατά βάση υγιείς, τον μεγάλο βαθμό ολοκλήρωσης και αλληλεξάρτησης των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς και το ότι οι σοβαρές επιπτώσεις που θα είχε η δυνητική χρεοκοπία ενός σημαντικού για το σύστημα χρηματοπιστωτικού οργανισμού θα επέτειναν την κρίση ακόμη περισσότερο, η Αρχή αναγνωρίζει ότι τα κράτη της ΕΖΕΣ ενδέχεται να κρίνουν αναγκαία τη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Εξαιτίας της ιδιάζουσας φύσης των σημερινών προβλημάτων του χρηματοπιστωτικού τομέα, τέτοια μέτρα ενδέχεται να βαίνουν πέραν της σταθεροποίησης μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών και να περιλαμβάνουν γενικά καθεστώτα.

(5)

Ενώ οι έκτακτες συνθήκες που επικρατούν σήμερα πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη κατά την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις σε μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η Αρχή πρέπει να διασφαλίσει ότι τα μέτρα αυτά δεν προκαλούν περιττές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ χρηματοπιστωτικών οργανισμών δραστηριοποιούμενων στην αγορά ούτε δευτερογενείς αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα κράτη του ΕΟΧ. Σκοπός του παρόντος κεφαλαίου είναι η παροχή καθοδήγησης ως προς τα κριτήρια βάσει των οποίων θα θεωρούνται συμβατά με τη συμφωνία ΕΟΧ τα γενικά καθεστώτα, καθώς και μεμονωμένες περιπτώσεις εφαρμογής τέτοιων καθεστώτων και ad hoc περιπτώσεις σημαντικές για το σύστημα. Κατά την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών σε μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη της ΕΖΕΣ, η Αρχή θα ενεργήσει με την απαιτούμενη ταχύτητα ώστε να εξασφαλισθεί ασφάλεια δικαίου και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

2.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

(6)

Οι κρατικές ενισχύσεις σε μεμονωμένες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα αξιολογούνται κατά κανόνα βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ και του κεφαλαίου για τις κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις (3) (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές Δ&A») όπου καθορίζεται ο τρόπος με τον οποίο η Αρχή ερμηνεύει το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ σε σχέση με τις ενισχύσεις του τύπου αυτού. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές είναι γενικής εφαρμογής, ενώ προβλέπουν και ορισμένα συγκεκριμένα κριτήρια για τον χρηματοπιστωτικό τομέα.

(7)

Επιπλέον, βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, η Αρχή δύναται να επιτρέψει τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων «για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους της ΕΚ ή της ΕΖΕΣ».

(8)

Η Αρχή επιβεβαιώνει ότι σύμφωνα με τη νομολογία και την πρακτική λήψεως των αποφάσεων της Επιτροπής (4), το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΟΧ απαιτεί συσταλτική ερμηνεία ως προς το τι μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή διαταραχή της οικονομίας κράτους της ΕΖΕΣ.

(9)

Λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα της τρέχουσας κρίσης των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον ενδεχόμενο αντίκτυπό της στο σύνολο της οικονομίας των κρατών του ΕΟΧ, η Αρχή θεωρεί ότι το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) μπορεί, υπό τις παρούσες συνθήκες, να χρησιμεύσει ως νομική βάση για μέτρα ενίσχυσης που αποβλέπουν στην αντιμετώπιση της συστημικής αυτής κρίσης. Αυτό ισχύει, ιδίως, για ενισχύσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο γενικού καθεστώτος στο οποίο υπάγονται διάφοροι ή όλοι οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί ενός κράτους της ΕΖΕΣ. Εάν οι αρμόδιες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αρχές ενός κράτους της ΕΖΕΣ αναφέρουν στην Αρχή ότι υπάρχει κίνδυνος τέτοιας σοβαρής διαταραχής, το στοιχείο αυτό θα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για την αξιολόγηση από την Αρχή.

(10)

Οι ad hoc παρεμβάσεις των κρατών της ΕΖΕΣ δεν αποκλείονται υπό συνθήκες που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ. Τόσο για τα καθεστώτα όσο και για τις παρεμβάσεις ad hoc, η μεν αξιολόγηση της ενίσχυσης πρέπει να βασίζεται στις γενικές αρχές που καθορίζουν οι κατευθυντήριες γραμμές για τις ενισχύσεις Δ&A που εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συμφωνίας ΕΟΧ, αλλά οι παρούσες περιστάσεις μπορεί να επιτρέπουν την έγκριση έκτακτων μέτρων, όπως επείγουσες διαρθρωτικές παρεμβάσεις, προστασία των δικαιωμάτων τρίτων, όπως πιστωτές, καθώς και μέτρα διάσωσης που ενδεχομένως υπερβαίνουν το χρονικό διάστημα των 6 μηνών.

(11)

Πρέπει να τονισθεί, ωστόσο, ότι με βάση τα ανωτέρω η προσφυγή στο άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ δεν μπορεί να θεωρείται σκόπιμη καταρχήν σε περίπτωση κρίσης σε άλλους επιμέρους τομείς, εφόσον ο κίνδυνος άμεσων επιπτώσεων για το σύνολο της οικονομίας ενός κράτους της ΕΖΕΣ δεν είναι ανάλογος. Όσον αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, η επίκληση της διάταξης αυτής επιτρέπεται μόνον σε πραγματικά έκτακτες περιστάσεις όπου απειλείται η λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών στο σύνολό της.

(12)

Εφόσον υπάρχει σοβαρή διαταραχή της οικονομίας κράτους της ΕΖΕΣ που πληροί τα ανωτέρω κριτήρια, η εφαρμογή του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ είναι δυνατή όχι για αόριστο χρονικό διάστημα, αλλά μόνον εφόσον η κατάσταση κρίσης το δικαιολογεί.

(13)

Αυτό συνεπάγεται ότι όλα τα γενικά καθεστώτα που θεσπίζονται στη βάση αυτή, π.χ. υπό μορφή καθεστώτος παροχής εγγυήσεων ή ανακεφαλαιοποίησης, θα πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά και να τερματίζονται μόλις το επιτρέψει η οικονομική κατάσταση του υπόψη κράτους της ΕΖΕΣ. Μολονότι δέχεται ότι επί του παρόντος είναι αδύνατο να προβλεφθεί πόσο θα διαρκέσουν τα έκτακτα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι χρηματοπιστωτικές αγορές και ότι μπορεί να αποδειχθεί απαραίτητη η παράταση της ισχύος ενός μέτρου, εφόσον η κρίση συνεχίζεται προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη, η Αρχή θεωρεί ότι, για να είναι συμβατό ένα γενικό καθεστώς, το κράτος της ΕΖΕΣ θα πρέπει απαραιτήτως να το επανεξετάζει τουλάχιστον ανά εξάμηνο και να υποβάλλει σχετική έκθεση στην Αρχή για τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής.

(14)

Επιπλέον, η Αρχή κρίνει ότι η μεταχείριση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που ναι μεν δεν διαθέτουν ρευστότητα, αλλά κατά τα άλλα είναι υγιείς σε περιόδους που δεν χαρακτηρίζονται από τις τρέχουσες έκτακτες περιστάσεις, πρέπει να διαφέρει από τη μεταχείριση χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν ενδογενή προβλήματα. Στην πρώτη περίπτωση, τα προβλήματα βιωσιμότητας είναι εκ φύσεως εξωγενή και οφείλονται στην παρούσα ακραία κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών και όχι σε έλλειψη αποτελεσματικότητας ή στην ανάληψη υπερβολικών κινδύνων. Έτσι, οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που θα προκύψουν από καθεστώτα που στηρίζουν τη βιωσιμότητα τέτοιων οργανισμών θα είναι, κατά κανόνα, περιορισμένες και θα απαιτήσουν αναδιάρθρωση μικρότερης κλίμακας. Αντιθέτως, άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ενδέχεται να επηρεασθούν ιδιαιτέρως από ζημίες οφειλόμενες π.χ. σε έλλειψη αποτελεσματικότητας, κακή διαχείριση ενεργητικού-παθητικού ή παρακινδυνευμένες στρατηγικές, θα υπάγονται στο κανονικό πλαίσιο των ενισχύσεων διάσωσης και θα χρειάζονται ιδίως εκτενή αναδιάρθρωση, καθώς και αντισταθμιστικά μέτρα ώστε να περιορισθούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού (5). Σε κάθε περίπτωση, όμως, εφόσον δεν υπάρχουν κατάλληλα μέτρα ασφαλείας, οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού από προγράμματα παροχής εγγυήσεων και ανακεφαλαιοποίησης μπορεί να είναι σημαντικές, δεδομένου ότι μπορεί να δοθούν αθέμιτα πλεονεκτήματα στους δικαιούχους εις βάρος των ανταγωνιστών τους ή να επιδεινωθούν τα προβλήματα ρευστότητας χρηματοπιστωτικών οργανισμών ευρισκόμενων σε άλλα κράτη του ΕΟΧ.

(15)

Πέραν αυτού, σύμφωνα με τις γενικές αρχές στις οποίες βασίζονται οι κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων της συμφωνίας ΕΟΧ, οι οποίες προβλέπουν ότι η χορηγούμενη ενίσχυση πρέπει να μην υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο προκειμένου να επιτευχθεί ο θεμιτός σκοπός της και ότι οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού πρέπει να αποφεύγονται ή να ελαχιστοποιούνται στο μέτρο του δυνατού, και λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες συνθήκες, όλα τα γενικά μέτρα στήριξης πρέπει:

να είναι καλά στοχοθετημένα ώστε να μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικά ο στόχος της αντιμετώπισης σοβαρής διαταραχής της οικονομίας,

να είναι ανάλογα προς το πρόβλημα και να μην εκτείνονται πέραν του αναγκαίου για τον σκοπό αυτόν, και

να έχουν σχεδιασθεί κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί τις δευτερογενείς αρνητικές συνέπειες για τους ανταγωνιστές, άλλους τομείς της οικονομίας και άλλα κράτη του ΕΟΧ.

(16)

Η τήρηση των κριτηρίων αυτών σύμφωνα με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και τις θεμελιώδεις ελευθερίες που κατοχυρώνονται στη συμφωνία για τον ΕΟΧ, ιδίως της αρχής της ίσης μεταχείρισης, είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη της ομαλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Στην αξιολόγησή της, η Αρχή θα λάβει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια προκειμένου να αποφανθεί ως προς τη συμβατότητα των μέτρων κρατικής ενίσχυσης που αναφέρονται παρακάτω.

3.   ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

(17)

Με βάση τις προαναφερθείσες αρχές διατυπώνονται οι ακόλουθες θέσεις όσον αφορά τα καθεστώτα εγγύησης υποχρεώσεων τα οποία προκύπτουν από εξαγγελίες, νομοθετικές ρυθμίσεις ή συμβατικά καθεστώτα, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι θέσεις αυτές είναι γενικού χαρακτήρα και πρέπει να προσαρμοσθούν στις ειδικές περιστάσεις της εκάστοτε υπόθεσης.

3.1.   Επιλεξιμότητα για την υπαγωγή σε καθεστώς εγγυήσεων

(18)

Μπορεί να προκύψει σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού, αν ορισμένοι παράγοντες της αγοράς αποκλείονται από την εγγύηση. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας για την κάλυψη χρηματοπιστωτικών οργανισμών από τέτοια εγγύηση πρέπει να είναι αντικειμενικά, να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τη σημασία του ρόλου τους για το οικείο τραπεζικό σύστημα και για το σύνολο της οικονομίας και να μην εισάγουν διακρίσεις, ούτως ώστε να αποφεύγονται αδικαιολόγητες στρεβλώσεις σε όμορες αγορές και στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς. Κατ’ εφαρμογή της αρχής της μη διάκρισης λόγω εθνικότητας, το καθεστώς θα πρέπει να καλύπτει όλους τους οργανισμούς που έχουν την καταστατική τους έδρα στο ενδιαφερόμενο κράτος της ΕΖΕΣ, περιλαμβανομένων των θυγατρικών τους, και οι οποίοι ασκούν σημαντικό μέρος των δραστηριοτήτων τους σε αυτό το κράτος της ΕΖΕΣ.

3.2.   Καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής μιας εγγύησης — είδη καλυπτόμενων υποχρεώσεων

(19)

Υπό τις τρέχουσες έκτακτες περιστάσεις μπορεί να χρειασθεί να καθησυχασθούν οι καταθέτες ότι δεν θα υποστούν ζημίες, ούτως ώστε να περιορισθεί το ενδεχόμενο της μαζικής απόσυρσης καταθέσεων και αδικαιολόγητων δευτερογενών αρνητικών επιπτώσεων σε υγιείς τράπεζες. Ως εκ τούτου, καταρχήν, στο πλαίσιο μιας συστημικής κρίσης, η παροχή γενικών εγγυήσεων για την προστασία των καταθέσεων (και χρεών) ιδιωτών πελατών μπορεί να αποτελεί θεμιτό στοιχείο της δημόσιας πολιτικής που προτάσσεται ως απάντηση.

(20)

Σε περίπτωση που οι εγγυήσεις εκτείνονται πέραν των λιανικών καταθέσεων, η επιλογή των καλυπτόμενων κατηγοριών χρεών και υποχρεώσεων πρέπει να στοχεύει, στο μέτρο του δυνατού, τη συγκεκριμένη πηγή προβλημάτων και να περιορίζεται σε ό,τι κρίνεται αναγκαίο για την αντιμετώπιση των συναφών πτυχών της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ώστε να μην καθυστερήσει η αναγκαία προσαρμογή και να μην προκληθούν επιζήμιοι ηθικοί κίνδυνοι (6).

(21)

Κατά την εφαρμογή της αρχής αυτής, η παράλυση του διατραπεζικού δανεισμού εξαιτίας του κλονισμού της εμπιστοσύνης μεταξύ χρηματοπιστωτικών οργανισμών μπορεί επίσης να δικαιολογεί την παροχή εγγυήσεων για ορισμένα είδη χονδρικών καταθέσεων, ακόμη και για βραχυπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους χρεωστικούς τίτλους, στο μέτρο που τέτοιες υποχρεώσεις δεν προστατεύονται ήδη καταλλήλως από υφιστάμενους επενδυτικούς διακανονισμούς ή άλλα μέσα (7).

(22)

Η κάλυψη με εγγύηση και άλλων κατηγοριών χρεών πέραν του σχετικά ευρέως αυτού πεδίου θα απαιτούσε πιο εμπεριστατωμένο έλεγχο των στοιχείων που τη δικαιολογούν.

(23)

Τέτοιες εγγυήσεις, καταρχήν, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν χρέη μειωμένης εξασφάλισης (κεφάλαια 2ης κατηγορίας) ή την κάλυψη αδιακρίτως όλων των υποχρεώσεων, δεδομένου ότι αυτό θα διασφάλιζε απλώς τα συμφέροντα των μετόχων και άλλων επενδυτών κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου. Εάν καλύπτονται χρέη του είδους αυτού καθιστώντας έτσι δυνατή τη διόγκωση των κεφαλαίων και, κατ’ επέκταση, της δανειοδοσίας, ενδέχεται να πρέπει να επιβληθούν ειδικοί περιορισμοί.

3.3.   Χρονικός ορίζοντας του καθεστώτος εγγυήσεων

(24)

Η διάρκεια και το πεδίο εφαρμογής οιουδήποτε καθεστώτος εγγυήσεων που εκτείνεται πέραν της εγγύησης λιανικών καταθέσεων πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο. Σύμφωνα με τις γενικές αρχές που αναπτύσσονται ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν μπορεί να εκτιμηθεί η διάρκεια των θεμελιωδών αδυναμιών που παρατηρούνται στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, η Επιτροπή θεωρεί ότι απαραίτητο στοιχείο για τη συμβατότητα των γενικών καθεστώτων είναι η ανά εξάμηνο επανεξέτασή τους από το κράτος της ΕΖΕΣ, η οποία θα πρέπει να καλύπτει τα στοιχεία που αιτιολογούν τη συνέχιση της εφαρμογής τους και τα περιθώρια προσαρμογών λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κατάστασης στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής θα πρέπει να υποβάλλονται στην Αρχή. Εφόσον εξασφαλίζεται η τακτική επανεξέτασή του, η έγκριση του καθεστώτος δύναται να καλύπτει περίοδο διάρκειας άνω των έξι μηνών και το πολύ δύο ετών, καταρχήν. Δύναται δε να παραταθεί κατόπιν εγκρίσεως της Αρχής, εφόσον το απαιτεί η κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Σε περίπτωση που το καθεστώς επιτρέπει την κάλυψη των σχετικών χρεών με εγγυήσεις μέχρι μια ημερομηνία μετά τη λήξη της περιόδου για την οποία αυτές παρέχονται βάσει του καθεστώτος, απαιτούνται επιπρόσθετα μέτρα διασφάλισης προκειμένου να αποφευχθεί η υπερβολική στρέβλωση του ανταγωνισμού. Τέτοια μέτρα μπορούν να είναι η χορήγηση εγγυήσεων για περίοδο μικρότερη από εκείνην που προβλέπεται καταρχήν στο παρόν κεφάλαιο, αποτρεπτικοί όροι τιμολόγησης και κατάλληλα ποσοτικά όρια ως προς τα καλυπτόμενα χρέη.

3.4.   Ενισχύσεις περιοριζόμενες στο ελάχιστο — συμβολή του ιδιωτικού τομέα

(25)

Κατ’ εφαρμογή της γενικής αρχής για τις κρατικές ενισχύσεις σύμφωνα με την οποία το ποσό και η ένταση ενίσχυσης πρέπει να περιορίζονται αυστηρά στο ελάχιστο, τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να λάβουν κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλιστεί η σημαντική συμβολή από μέρους των δικαιούχων και/ή του τομέα στο κόστος της εγγύησης και, στις περιπτώσεις που είναι αναγκαίο, στο κόστος της κρατικής παρέμβασης εφόσον καταπέσει η εγγύηση.

(26)

Ο ακριβής υπολογισμός και σύνθεση της συμβολής αυτής εξαρτάται από τις συγκεκριμένες συνθήκες. Η Αρχή θεωρεί ότι ο κατάλληλος συνδυασμός ορισμένων ή όλων των στοιχείων που αναφέρονται κατωτέρω (8) θα ικανοποιούσε την απαίτηση διατήρησης της ενίσχυσης στο ελάχιστο απαιτούμενο:

το καθεστώς εγγυήσεων πρέπει να βασίζεται στην καταβολή κατάλληλου τιμήματος από μέρους των δικαιούχων χρηματοπιστωτικών οργανισμών σε μεμονωμένη βάση και/ή από τον χρηματοπιστωτικό τομέα ως σύνολο (9). Λαμβάνοντας υπόψη πόσο δύσκολος είναι ο προσδιορισμός μιας αγοραίας τιμής για εγγυήσεις αυτού του είδους και μεγέθους ελλείψει συγκρίσιμου μεγέθους αναφοράς, καθώς και τα προβλήματα που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν υπό τις τρέχουσες συνθήκες οι δικαιούχοι κατά την καταβολή των ποσών που θα πρέπει κανονικά να τους χρεωθούν, οι επιβαρύνσεις που θα χρεώνονται για τη χρηματοδότηση του καθεστώτος θα πρέπει να προσεγγίζουν όσο το δυνατό περισσότερο την πιθανολογούμενη αγοραία τιμή. Η σύσταση κατάλληλων μηχανισμών καθορισμού τιμών που θα αντικατοπτρίζουν τον εκάστοτε βαθμό κινδύνου και τα διαφορετικά πιστωτικά χαρακτηριστικά και ανάγκες των δικαιούχων, θα αποτελούσε σημαντική συμβολή στην αναλογικότητα του μέτρου·

εάν χρειασθεί η ενεργοποίηση της εγγύησης, μια περαιτέρω σημαντική συμβολή του ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να είναι η κάλυψη τουλάχιστον ενός σημαντικού μέρους των εκκρεμουσών υποχρεώσεων από τη δικαιούχο επιχείρηση (εφόσον συνεχίζει να υφίσταται) ή από τον τομέα, η δε παρέμβαση του κράτους της ΕΖΕΣ θα περιορίζεται στα ποσά που υπερβαίνουν τη συμβολή αυτή·

η Αρχή αναγνωρίζει ότι οι δικαιούχοι ενδέχεται να μην είναι σε θέση να καταβάλουν αμέσως το προσήκον τίμημα στο ακέραιο. Ως εκ τούτου, προκειμένου να συμπληρωθούν ή εν μέρει να υποκατασταθούν τα ανωτέρω στοιχεία, τα κράτη της ΕΖΕΣ δύνανται να προβλέψουν ρήτρα περί αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών ή ρήτρα βελτίωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης που θα υποχρεώνει τους δικαιούχους είτε να καταβάλουν ένα πρόσθετο τίμημα για την παροχή της εγγύησης καθεαυτής (σε περίπτωση που δεν καταπέσει) είτε να επιστρέψουν τουλάχιστον μέρος των ποσών που παρέσχε το κράτος της ΕΖΕΣ ως εγγύηση (σε περίπτωση που αυτή καταπέσει) αμέσως μόλις είναι σε θέση να το πράξουν.

3.5.   Πρόληψη των αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

(27)

Με δεδομένο ότι κάθε καθεστώς εγγυήσεων ενέχει κινδύνους να επηρεάσει αρνητικά τις μη δικαιούχους τράπεζες, περιλαμβανομένων και των εγκατεστημένων σε άλλα κράτη του ΕΟΧ, το σύστημα πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλους μηχανισμούς για την ελαχιστοποίηση των εν λόγω στρεβλώσεων και της ενδεχόμενης κατάχρησης των διασφαλίσεων. Αυτοί οι μηχανισμοί, οι οποίοι είναι επίσης σημαντικοί για την αποφυγή κινδύνων ηθικής φύσεως, θα πρέπει να συνδυάζουν δεόντως ορισμένα ή όλα τα ακόλουθα στοιχεία (10):

Επιβολή υποχρεώσεων συμπεριφοράς ώστε οι δικαιούχοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να μην προβαίνουν σε επιθετική ανάπτυξη με βάση τις εγγυήσεις σε βάρος των ανταγωνιστών που δεν τυγχάνουν παρόμοιας προστασίας. Αυτό μπορεί να εξασφαλισθεί, για παράδειγμα:

i)

με περιορισμούς στην εμπορική συμπεριφορά, όπως διαφημίσεις που επικαλούνται το γεγονός ότι η δικαιούχος τράπεζα καλύπτεται από εγγυήσεις, στις πρακτικές τιμολόγησης ή στην επιχειρηματική ανάπτυξη, π.χ. με την καθιέρωση ανώτατου ορίου για τα μερίδια αγοράς (11)·

ii)

με περιορισμούς ως προς το μέγεθος του ισολογισμού των δικαιούχων οργανισμών με βάση κατάλληλα σημεία αναφοράς [π.χ. αύξηση του ΑΕΠ ή του μεγέθους της χρηματαγοράς (12)],

iii)

με την απαγόρευση συμπεριφοράς που θα ήταν ασυμβίβαστη με τους σκοπούς της εγγύησης, όπως για παράδειγμα επαναγορά μετοχών από δικαιούχους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή χορήγηση νέων δικαιωμάτων προαιρέσεως αγοράς μετοχών στα διοικητικά στελέχη.

Κατάλληλες διατάξεις που επιτρέπουν το οικείο κράτος της ΕΖΕΣ να επιβάλει αυτές τις υποχρεώσεις συμπεριφοράς, ιδίως με την κύρωση της άρσης της εγγυητικής προστασίας από τον δικαιούχο χρηματοπιστωτικό οργανισμό σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

3.6.   Συνοδεία με μέτρα προσαρμογής

(28)

Η Αρχή θεωρεί ότι, για να αποφευχθούν όσο είναι δυνατόν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, ένα γενικό καθεστώς εγγυήσεων πρέπει να θεωρείται προσωρινό μέτρο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση των οξέων συμπτωμάτων της τρέχουσας κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα εν λόγω μέτρα δεν μπορούν, εξ ορισμού, να αποτελέσουν ολοκληρωμένη απάντηση στα ριζικά αίτια της κρίσης, που οφείλεται σε διαρθρωτικές ανεπάρκειες στη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών ή στα ειδικά προβλήματα μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών ή σε συνδυασμό και των δύο.

(29)

Ως εκ τούτου, ένα καθεστώς εγγυήσεων πρέπει να συνοδευθεί, σε εύθετο χρόνο, από τα αναγκαία μέτρα προσαρμογής για τον κλάδο στο σύνολό του και/ή από την αναδιάρθρωση ή την εκκαθάριση μεμονωμένων δικαιούχων, ιδίως όσον αφορά εκείνους για τους οποίους πρέπει να καταπέσει η εγγύηση.

3.7.   Εφαρμογή του καθεστώτος στις μεμονωμένες περιπτώσεις

(30)

Στις περιπτώσεις που πρέπει να γίνει προσφυγή στο καθεστώς εγγυήσεων προς όφελος μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, το εν λόγω μέτρο επείγουσας διάσωσης με στόχο τη συνέχιση των δραστηριοτήτων του αφερέγγυου οργανισμού, από το οποίο προκύπτουν επιπρόσθετες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού πέραν εκείνων που οφείλονται στη γενική εισαγωγή του καθεστώτος, πρέπει απαραιτήτως να συνοδευτεί, μόλις η κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών το επιτρέπει, από κατάλληλες ενέργειες που θα οδηγήσουν σε αναδιάρθρωση ή εκκαθάριση του δικαιούχου. Κατόπιν αυτού απαιτείται ανακοίνωση σχεδίου αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης για τους αποδέκτες των πληρωμών βάσει της εγγύησης, το οποίο η Αρχή θα αξιολογήσει χωριστά κατά πόσον είναι συμβατό με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων (13).

(31)

Κατά την αξιολόγηση ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης, η Αρχή θα έχει ως γνώμονα τις ακόλουθες απαιτήσεις:

να εξασφαλίζει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρηματοπιστωτικού οργανισμού,

να εξασφαλίζει τον περιορισμό της εν λόγω ενίσχυσης στο ελάχιστο δυνατόν και την ύπαρξη σημαντικής ιδιωτικής συμμετοχής στο κόστος της αναδιάρθρωσης,

να αποτρέπει κάθε αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την άντληση αδικαιολόγητου οφέλους από την ενεργοποίηση της εγγύησης.

(32)

Κατά την αξιολόγηση αυτή, η Αρχή μπορεί να βασισθεί στην πείρα που αποκόμισε από την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κατά το παρελθόν, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας κρίσης που έλαβε τέτοιες διαστάσεις ώστε να χαρακτηρίζεται ως σοβαρή διαταραχή της οικονομίας των κρατών του ΕΟΧ.

(33)

Η Αρχή θα λαμβάνει επίσης υπόψη τη διάκριση ανάμεσα στα μέτρα ενίσχυσης που κατέστησαν αναγκαία αποκλειστικά λόγω του τρέχοντος προβλήματος άντλησης ρευστότητας από ένα κατά βάση υγιή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, αφενός, και στη συνδρομή προς δικαιούχους που πάσχουν επιπλέον από διαρθρωτικά προβλήματα φερεγγυότητας συνδεόμενα, για παράδειγμα, με το συγκεκριμένο επιχειρηματικό τους μοντέλο ή την επενδυτική τους στρατηγική, αφετέρου. Καταρχήν, η ενίσχυση της τελευταίας κατηγορίας δικαιούχων είναι πιθανό να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα.

4.   ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

(34)

Ένα δεύτερο συστημικό μέτρο για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης θα ήταν η θέσπιση ενός καθεστώτος ανακεφαλαιοποίησης, το οποίο θα χρησιμοποιείται για τη στήριξη των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που είναι κατά βάση υγιείς, αλλά ενδέχεται να βρεθούν σε δυσχερή θέση λόγω των ακραίων συνθηκών στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Στόχος θα ήταν η παροχή δημοσίων πόρων για την άμεση ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των χρηματοπιστωτικών οργανισμών ή για τη διευκόλυνση της εισφοράς ιδιωτικών κεφαλαίων με άλλα μέσα, ώστε να αποφευχθούν οι αρνητικές συστημικές δευτερογενείς επιπτώσεις.

(35)

Καταρχήν, οι προηγούμενες θέσεις σχετικά με τα γενικά καθεστώτα εγγυήσεων ισχύουν, κατά αναλογία, και για τα καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης. Αυτό αφορά:

τα αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κριτήρια επιλεξιμότητας,

το προσωρινό πεδίο εφαρμογής του καθεστώτος,

τον περιορισμό των ενισχύσεων στο απολύτως αναγκαίο,

την ανάγκη διασφαλίσεων έναντι πιθανών καταχρήσεων και αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, έχοντας υπόψη ότι ο αμετάκλητος χαρακτήρας των κεφαλαιακών εισφορών καθιστά αναγκαίες ορισμένες προβλέψεις στο καθεστώς που επιτρέπουν στο κράτος της ΕΖΕΣ να ελέγχει και να επιβάλλει την τήρηση αυτών των διασφαλίσεων, καθώς και να λαμβάνει μέτρα για την αποφυγή αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, κατά περίπτωση, σε μεταγενέστερο στάδιο (14), και

την απαίτηση να ακολουθείται η ανακεφαλαιοποίηση, ως μέτρο επείγουσας ανάγκης που στηρίζει τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό στη διάρκεια της κρίσης, από σχέδιο αναδιάρθρωσης του δικαιούχου, το οποίο θα εξετάζει χωριστά η Αρχή, λαμβάνοντας υπόψη τη διάκριση μεταξύ κατά βάση υγιών χρηματοπιστωτικών οργανισμών που επηρεάζονται αποκλειστικά και μόνο από τους τρέχοντες περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση σε ρευστότητα αφενός, και δικαιούχων με επιπλέον προβλήματα φερεγγυότητας περισσότερο διαρθρωτικού χαρακτήρα, που συνδέονται, για παράδειγμα, με το συγκεκριμένο επιχειρηματικό τους μοντέλο ή με την επενδυτική στρατηγική τους αφετέρου, καθώς και τις επιπτώσεις αυτής της διάκρισης στην έκταση της απαιτούμενης αναδιάρθρωσης.

(36)

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του μέτρου της ανακεφαλαιοποίησης οδηγεί στις ακόλουθες εκτιμήσεις.

(37)

Τα κριτήρια επιλογής θα πρέπει να είναι αντικειμενικά, όπως η ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς επιπέδου κεφαλαιοποίησης σε σχέση με τις απαιτήσεις φερεγγυότητας, και να μην οδηγούν σε αυθαίρετες διακρίσεις. Η εκτίμηση της ανάγκης για υποστήριξη από τις αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας θα αποτελούσε θετικό στοιχείο.

(38)

Η εισφορά κεφαλαίου πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο και να μην επιτρέπει στον δικαιούχο να ασκεί επιθετικές εμπορικές στρατηγικές ή να επεκτείνει τις δραστηριότητές του ή να επιδιώκει άλλους σκοπούς που θα επέφεραν αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό, η διατήρηση αυστηρών κανόνων όσον αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις φερεγγυότητας, ή/και ο περιορισμός στο συνολικό μέγεθος του ισολογισμού του χρηματοπιστωτικού οργανισμού θα εκτιμώνται θετικά. Οι δικαιούχοι θα πρέπει να συνεισφέρουν όσο το δυνατόν, στο πλαίσιο της παρούσας κρίσης, με δικά τους μέσα, περιλαμβανομένης ιδιωτικής συμμετοχής (15).

(39)

Οι κεφαλαιακές παρεμβάσεις στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς πρέπει να γίνονται με όρους που ελαχιστοποιούν το ποσό της ενίσχυσης. Ανάλογα με τα επιλεγόμενα μέσα (π.χ. μετοχές, τίτλοι warrant, κεφάλαιο μειωμένης εξασφάλισης κ.λπ.), το οικείο κράτος της ΕΖΕΣ θα πρέπει, καταρχήν, να αποκτά δικαιώματα αξίας αντίστοιχης με τη συμβολή του στην ανακεφαλαιοποίηση. Η τιμή έκδοσης των νέων μετοχών πρέπει να καθορίζεται με αγορακεντρική αξιολόγηση. Για να εξασφαλισθεί η παροχή κρατικής στήριξης μόνο έναντι κατάλληλης αντιπαροχής, θα κρίνονται θετικά μέσα όπως οι προνομιούχες μετοχές με επαρκή αμοιβή. Εναλλακτικά, θα πρέπει να εξετάζεται η δυνατότητα εισαγωγής μηχανισμών ανάκτησης (clawback) ή ρητρών βελτίωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης.

(40)

Ανάλογες εκτιμήσεις θα ισχύουν και για τα άλλα μέτρα και καθεστώτα που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του προβλήματος από πλευράς στοιχείων ενεργητικού των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, τα οποία θα συνέβαλαν στην ενίσχυση των κεφαλαιακών απαιτήσεων των οργανισμών. Ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που ένα κράτος της ΕΖΕΣ αγοράζει ή ανταλλάσσει στοιχεία ενεργητικού, κατά τη σχετική αποτίμηση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ενυπάρχοντες κίνδυνοι, χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις όσον αφορά τους πωλητές.

(41)

Η έγκριση του καθεστώτος ενίσχυσης δεν απαλλάσσει τα κράτη της ΕΖΕΣ από την υποχρέωση υποβολής στην Αρχή ανά εξάμηνο έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή του καθεστώτος και ατομικών σχεδίων για τις δικαιούχους επιχειρήσεις εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της εκάστοτε παρέμβασης (16).

(42)

Όπως και στην περίπτωση των καθεστώτων εγγύησης, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τον αμετάκλητο χαρακτήρα που έχουν από τη φύση τους τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης, η Αρχή θα προβαίνει στις αξιολογήσεις των εν λόγω σχεδίων μεριμνώντας ώστε η ανακεφαλαιοποίηση βάσει του καθεστώτος να έχει συνολικά αποτελέσματα ανάλογα με ένα μέτρο ανακεφαλαιοποίησης που λαμβάνεται εκτός τέτοιου καθεστώτος σύμφωνα με τις αρχές των κατευθυντηρίων γραμμών για τις ενισχύσεις Δ&A, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συστημικής κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

5.   ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

(43)

Στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ένα κράτος της ΕΖΕΣ ενδέχεται επίσης να επιθυμεί να προβεί σε ελεγχόμενη λύση και εκκαθάριση ορισμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην επικράτειά του. Η εν λόγω ελεγχόμενη εκκαθάριση, η οποία ενδεχομένως πραγματοποιείται σε συνδυασμό με τη συνεισφορά δημόσιων πόρων, δύναται να εφαρμόζεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις είτε σε δεύτερο στάδιο μετά την ενίσχυση διάσωσης προς συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό οργανισμό, όταν καθίσταται σαφές ότι ο τελευταίος δεν μπορεί να προβεί σε επιτυχή αναδιάρθρωση, είτε εξαρχής. Η ελεγχόμενη λύση και εκκαθάριση ενδέχεται επίσης να αποτελεί στοιχείο γενικού καθεστώτος εγγυήσεων, π.χ. εφόσον ένα κράτος της ΕΖΕΣ αναλαμβάνει να προβεί σε εκκαθάριση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών για τους οποίους πρέπει να ενεργοποιηθεί η σχετική εγγύηση.

(44)

Και πάλι, η αξιολόγηση του σχετικού καθεστώτος και των μεμονωμένων μέτρων εκκαθάρισης που λαμβάνονται βάσει του εν λόγω καθεστώτος, ακολουθεί τις ίδιες γραμμές, κατ’ αναλογία, που περιγράφονται παραπάνω για τα καθεστώτα εγγυήσεων.

(45)

Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του μέτρου της εκκαθάρισης οδηγεί στις ακόλουθες εκτιμήσεις.

(46)

Στο πλαίσιο της εκκαθάρισης πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων ηθικής φύσεως, αποκλείοντας ιδίως το ενδεχόμενο να επωφεληθούν οι μέτοχοι και ορισμένες κατηγορίες πιστωτών από ενισχύσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας ελεγχόμενης λύσης και εκκαθάρισης.

(47)

Για να αποφευχθούν οι αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, η φάση της εκκαθάρισης θα πρέπει να περιορίζεται στο χρονικό διάστημα που είναι απολύτως αναγκαίο για την εύρυθμη διεκπεραίωσή της. Για όσο διάστημα ο δικαιούχος χρηματοπιστωτικός οργανισμός εξακολουθεί να λειτουργεί, δεν θα πρέπει να ασκεί νέες δραστηριότητες, αλλά να συνεχίζει απλώς τις υφιστάμενες. Η άδεια λειτουργίας της τράπεζας να πρέπει να αφαιρεθεί το ταχύτερο δυνατόν.

(48)

Για να εξασφαλισθεί ο περιορισμός του ύψους της ενίσχυσης στο ελάχιστο αναγκαίο με βάση τον επιδιωκόμενο στόχο, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι η προστασία της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στην παρούσα αναταραχή ενδέχεται να απαιτήσει την ικανοποίηση ορισμένων πιστωτών της εκκαθαριζόμενης τράπεζας με τη λήψη μέτρων ενίσχυσης. Η θέσπιση κριτηρίων για την επιλογή των συγκεκριμένων κατηγοριών υποχρεώσεων στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ακολουθεί τους ίδιους κανόνες που ισχύουν για τις υποχρεώσεις οι οποίες καλύπτονται από καθεστώς εγγυήσεων.

(49)

Για να εξασφαλισθεί η μη καταβολή οποιασδήποτε ενίσχυσης στους αγοραστές του χρηματοπιστωτικού οργανισμού ή τμημάτων αυτού ή των πωλούμενων οντοτήτων, θα πρέπει οπωσδήποτε να τηρούνται ορισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά τις σχετικές πωλήσεις. Για να εξακριβώσει την ενδεχόμενη ύπαρξη ενίσχυσης, η Αρχή θα λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

η διαδικασία πωλήσεων πρέπει να είναι ανοικτή και χωρίς διακρίσεις,

η πώληση θα πρέπει να πραγματοποιείται με τους όρους της αγοράς,

ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός ή η κυβέρνηση, ανάλογα με το επιλεγόμενο σύστημα, θα πρέπει να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν υψηλότερη τιμή πώλησης για τα σχετικά στοιχεία ενεργητικού και παθητικού,

σε περίπτωση που είναι αναγκαία η χορήγηση ενίσχυσης στην πωλούμενη οικονομική δραστηριότητα, θα απαιτηθεί ατομική εξέταση σύμφωνα με τις αρχές των κατευθυντηρίων γραμμών Δ&Α.

(50)

Εφόσον με βάση τα κριτήρια αυτά διαπιστώνεται ότι παρέχεται ενίσχυση στους αγοραστές ή στις πωλούμενες οντότητες, θα πρέπει να εξετασθεί ιδιαιτέρως κατά πόσον η εν λόγω ενίσχυση είναι συμβατή.

6.   ΠΑΡΟΧΗ ΑΛΛΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ

(51)

Κατά την αντιμετώπιση οξέων προβλημάτων ρευστότητας που έχουν ορισμένοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, τα κράτη της ΕΖΕΣ επιθυμούν ενδεχομένως να συνοδεύουν τα καθεστώτα παροχής εγγυήσεων ή ανακεφαλαιοποίησης με συμπληρωματικές μορφές στήριξης της ρευστότητας παρέχοντας δημόσιους πόρους (περιλαμβανομένων κεφαλαίων από την Κεντρική Τράπεζα). Στις περιπτώσεις που ένα κράτος της ΕΖΕΣ/Κεντρική Τράπεζα αντιδρά σε τραπεζική κρίση όχι με επιλεκτικά μέτρα υπέρ μεμονωμένων τραπεζών, αλλά με γενικά μέτρα που απευθύνονται σε όλους τους ανάλογους παράγοντες της αγοράς (π.χ. παρέχοντας δάνεια σε όλη την αγορά με ίσους όρους), τα εν λόγω γενικά μέτρα συνήθως δεν εμπίπτουν στο πεδίο των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων και δεν χρειάζεται να κοινοποιούνται στην Αρχή. Η Αρχή θεωρεί, για παράδειγμα, ότι οι δραστηριότητες των κεντρικών τραπεζών που συνδέονται με τη νομισματική πολιτική, όπως πράξεις ανοιχτής αγοράς και πάγιες διευκολύνσεις, δεν εμπίπτουν στους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων. Επίσης, η ειδική στήριξη ενός συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού οργανισμού μπορεί να διαπιστωθεί ότι δεν συνιστά ενίσχυση υπό ορισμένες συνθήκες. Σύμφωνα με την πρακτική λήψης αποφάσεων της Επιτροπής (17), η Αρχή θεωρεί ότι στην περίπτωση αυτή η παροχή κεφαλαίων της Κεντρικής Τράπεζας προς τον χρηματοπιστωτικό οργανισμό ενδέχεται να διαπιστωθεί ότι δεν συνιστά ενίσχυση, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, όπως:

ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός είναι φερέγγυος κατά τον χρόνο παροχής της ρευστότητας και η τελευταία δεν αποτελεί μέρος ευρύτερης δέσμης ενισχύσεων,

η διευκόλυνση είναι πλήρως εξασφαλισμένη με εγγυήσεις για τις οποίες ισχύουν αρχικά περιθώρια ασφαλείας (haircuts), ανάλογα με την ποιότητα και την αγοραία αξία τους,

η Κεντρική Τράπεζα χρεώνει τον δικαιούχο με ορισμένο επιτόκιο ως ποινή,

το μέτρο λαμβάνεται με πρωτοβουλία της ίδιας της Κεντρικής Τράπεζας, και ιδίως δεν υποστηρίζεται με καμία αντεγγύηση εκ μέρους του κράτους.

(52)

Η Αρχή θεωρεί ότι υπό τις παρούσες εξαιρετικές περιστάσεις ένα καθεστώς στήριξης της ρευστότητας με δημόσιους πόρους (περιλαμβανομένης της Κεντρικής Τράπεζας) εφόσον συνιστά ενίσχυση, μπορεί να κριθεί συμβατό σύμφωνα με τις αρχές των κατευθυντηρίων γραμμών για τη Δ&Α. Υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται τακτική επανεξέταση του εν λόγω καθεστώτος ρευστότητας ανά εξάμηνο (18), η έγκριση του καθεστώτος μπορεί να καλύπτει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών και μέχρι δύο ετών καταρχήν. Μπορεί δε να παραταθεί περαιτέρω η εφαρμογή του με έγκριση της Αρχής, σε περίπτωση που το απαιτεί η κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

7.   ΤΑΧΕΙΑ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(53)

Κατά την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα τα οποία αφορά το παρόν έγγραφο, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η Αρχή, σε συνεργασία με τα κράτη της ΕΖΕΣ, θα πρέπει να εξασφαλίζει τόσο την επίτευξη του στόχου τους, όσο και τον περιορισμό στο ελάχιστο δυνατόν των σχετικών στρεβλώσεων του ανταγωνισμού εντός και μεταξύ των κρατών του ΕΟΧ. Για να διευκολυνθεί η συνεργασία αυτή και να δοθεί τόσο στα κράτη της ΕΖΕΣ όσο και στους τρίτους η αναγκαία ασφάλεια δικαίου ως προς τη συμφωνία των λαμβανομένων μέτρων με τη συμφωνία ΕΟΧ (που αποτελεί σημαντικό στοιχείο για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές), έχει πρωταρχική σημασία τα κράτη της ΕΖΕΣ να ενημερώνουν την Αρχή σχετικά με τις προθέσεις τους και να κοινοποιούν τα σχέδια εισαγωγής των σχετικών μέτρων όσο το δυνατόν νωρίτερα και διεξοδικότερα και σε κάθε περίπτωση πριν από την εφαρμογή τους. Η Αρχή δεσμεύεται να διασφαλίζει την ταχεία έγκριση μέτρων ενίσχυσης αμέσως μόλις λάβει πλήρεις κοινοποιήσεις.


(1)  Το κεφάλαιο αυτό αντιστοιχεί στην ανακοίνωση της Επιτροπής – Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ΕΕ C 270 της 25.10.2008, σ. 8.

(2)  Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Ecofin αναφέρουν τις εξής βασικές αρχές:

οι παρεμβάσεις θα πρέπει να είναι έγκαιρες και η στήριξη θα πρέπει να είναι, καταρχήν, προσωρινή,

τα κράτη μέλη θα πρέπει να επαγρυπνούν για την προστασία των συμφερόντων των φορολογουμένων,

οι υφιστάμενοι μέτοχοι θα πρέπει να υποστούν τις κανονικές συνέπειες της παρέμβασης,

τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να επιφέρουν αλλαγή στη διοίκηση,

τα διοικητικά στελέχη δεν θα πρέπει να διατηρούν υπερβολικά πλεονεκτήματα – οι κυβερνήσεις θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα, μεταξύ άλλων, να παρεμβαίνουν όσον αφορά τις αμοιβές,

πρέπει να προστατευθούν τα θεμιτά συμφέροντα των ανταγωνιστών, ιδίως μέσω των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις,

θα πρέπει να αποφευχθούν οι περαιτέρω αρνητικές επιπτώσεις.

(3)  Οι κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις Δ&A προβληματικών επιχειρήσεων υιοθετήθηκαν από την Αρχή με την απόφαση αριθ. 305/04/COL της 1ης Δεκεμβρίου 2004.

(4)  Βλέπε καταρχήν τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-132/96 και T-143/96, Freistaat Sachsen και Volkswagen AG κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II-3663, σκέψη 167. Η πρακτική αυτή επιβεβαιώνεται με την απόφαση 98/490/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 47/96 Crédit Lyonnais (ΕΕ L 221 της 8.8.1998, σ. 28), σημείο 10.1, στην απόφαση 2005/345/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 28/02 Bankgesellschaft Berlin (ΕΕ L 116 της 4.5.2005, σ. 1), σημεία 153 και επόμενα, και την απόφαση 2008/263/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 50/06 BAWAG (ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 7), σημείο 166. Βλέπε απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση NN 70/07 Northern Rock (ΕΕ C 43 της 16.2.2008, σ. 1), απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση NN 25/08 Rescue aid to WestLB (ΕΕ C 189 της 26.7.2008, σ. 3), απόφαση της Επιτροπής, της 4ης Ιουνίου 2008, στην υπόθεση C 9/08 SachsenLB, που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί.

(5)  Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η ακριβής φύση και η χρονική στιγμή της αναδιάρθρωσης μπορεί να επηρεασθούν από την τρέχουσα αναταραχή των χρηματοπιστωτικών αγορών.

(6)  Ο περιορισμός του ύψους της διαθέσιμης εγγύησης, ενδεχομένως σε σχέση με το μέγεθος του ισολογισμού του δικαιούχου μπορεί επίσης να συμβάλει στη διαφύλαξη της αναλογικότητας του καθεστώτος από την άποψη αυτή.

(7)  Όπως π.χ. καλυπτόμενα ομόλογα, και χρέη και καταθέσεις με εξασφαλίσεις υπό μορφή κρατικών ή καλυπτόμενων ομολόγων.

(8)  Πρόκειται για μη εξαντλητικό κατάλογο των μέσων που συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου της διατήρησης της ενίσχυσης στο ελάχιστο απαιτούμενο.

(9)  Π.χ. μέσω μιας ένωσης ιδιωτικών τραπεζών.

(10)  Μη εξαντλητικός κατάλογος των μέσων που συμβάλλουν στον στόχο της αποφυγής αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού.

(11)  Η παρακράτηση κερδών για να εξασφαλισθεί η κατάλληλη ανακεφαλαιοποίηση θα μπορούσε επίσης να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο αυτό.

(12)  Ενώ παράλληλα διασφαλίζεται η διαθεσιμότητα των πιστώσεων στην οικονομία, ιδίως σε περίπτωση ύφεσης.

(13)  Καταρχήν, η Αρχή θεωρεί ότι σε περίπτωση καταβολών σε δικαιούχο χρηματοπιστωτικό οργανισμό θα πρέπει να ακολουθήσει εντός έξι μηνών σχέδιο αναδιάρθρωσης ή σχέδιο εκκαθάρισης, ανάλογα με την περίπτωση. Για να διευκολυνθεί το έργο των κρατών της ΕΖΕΣ και της Αρχής, η τελευταία θα είναι διατεθειμένη να εξετάζει ομαδικά κοινοποιήσεις παραπλήσιων περιπτώσεων αναδιάρθρωσης/εκκαθάρισης. Η Αρχή ενδέχεται να θεωρήσει ότι δεν υπάρχει ανάγκη υποβολής σχεδίου, σε περίπτωση που η κοινοποίηση αφορά καθαρή εκκαθάριση του οργανισμού ή εφόσον το μέγεθός του είναι πολύ μικρό.

(14)  Σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στις κατευθυντήριες γραμμές Δ&Α.

(15)  Η εξαρχής πρόβλεψη ορισμένης συνεισφοράς μπορεί να χρειαστεί να συμπληρωθεί με διατάξεις που επιτρέπουν την επιβολή πρόσθετων συνεισφορών σε μεταγενέστερο στάδιο.

(16)  Για να διευκολυνθεί το έργο των κρατών της ΕΖΕΣ και της Αρχής, η τελευταία θα είναι διατεθειμένη να εξετάζει ομαδικά κοινοποιήσεις παραπλήσιων περιπτώσεων αναδιάρθρωσης. Η Αρχή ενδέχεται να θεωρήσει ότι δεν υπάρχει ανάγκη υποβολής σχεδίου που αφορά καθαρή εκκαθάριση του οργανισμού ή εφόσον το μέγεθός της εναπομένουσας οικονομικής δραστηριότητας είναι πολύ μικρό.

(17)  Βλέπε για παράδειγμα Northern Rock (ΕΕ C 43 της 16.2.2008, σ. 1).

(18)  Οι αρχές που προαναφέρθηκαν στο σημείο 24 θα εφαρμόζονται και στην παρούσα επανεξέταση.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών  (1) στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού  (2)

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΉ

(1)

Οι κατευθυντήριες γραμμές της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ (εφεξής «η Αρχή»), της 29ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης (3) (εφεξής «οι κατευθυντήριες γραμμές για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς») αναγνωρίζουν ότι τα καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης είναι ένα από τα σημαντικότερα μέτρα που μπορούν να λάβουν τα κράτη της ΕΖΕΣ (4) για τη διατήρηση της σταθερότητας και της ομαλής λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών.

(2)

Το Συμβούλιο Ecofin και η Ευρωομάδα, στις συνεδριάσεις τους της 7ης Οκτωβρίου 2008 και της 12ης Οκτωβρίου 2008, αντίστοιχα, αντιμετώπισαν την ανακεφαλαιοποίηση με το ίδιο πνεύμα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι: «Οι κυβερνήσεις αναλαμβάνουν την υποχρέωση να παρέχουν επαρκή κεφάλαια όταν χρειάζεται, ευνοώντας ταυτοχρόνως με κάθε δυνατό τρόπο την κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων. Οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θα πρέπει να δεχθούν υποχρεωτικά πρόσθετους περιορισμούς, ιδίως για να αποφευχθεί η ενδεχόμενη κατάχρηση των εν λόγω διακανονισμών εις βάρος μη δικαιούχων», και ότι «πρέπει να προστατεύονται τα θεμιτά συμφέροντα των ανταγωνιστών, ιδίως μέσω των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις.»

(3)

Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2008, η Επιτροπή ενέκρινε καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης σε τρία κράτη μέλη, καθώς και μεμονωμένα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη γνωστή ως τραπεζική ανακοίνωση (5). Εγκρίθηκαν καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης, ιδίως με την έκδοση κοινών ή προνομιούχων μετοχών, υπό την επιφύλαξη ιδίως της καταβολής επαρκούς αμοιβής σύμφωνα με τους όρους της αγοράς, κατάλληλων εξασφαλίσεων και της τακτικής παρακολούθηση της εφαρμογής των καθεστώτων. Ωστόσο, δεδομένου ότι η φύση, η έκταση και οι όροι των καθεστώτων ανακεφαλαιοποίησης που προγραμματίζονται τη στιγμή αυτή διαφέρουν πολύ, τόσο τα κράτη μέλη όσο και οι οργανισμοί που θα μπορούσαν δυνητικά να επωφεληθούν από αυτά ζήτησαν αναλυτικότερες κατευθύνσεις για το αν ορισμένα είδη ανακεφαλαιοποίησης θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά βάσει των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων. Ειδικότερα, ορισμένα κράτη σχεδιάζουν την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, όχι τόσο για τη διάσωσή τους αλλά για να εξασφαλιστεί η χορήγηση δανείων προς την πραγματική οικονομία. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές παρέχουν κατευθύνσεις για νέα καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης, καθώς και τη δυνατότητα προσαρμογής των υφιστάμενων καθεστώτων ανακεφαλαιοποίησης.

Κοινοί στόχοι: Αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, εξασφάλιση της ροής των πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και αντιμετώπιση του συστημικού κινδύνου πιθανής αφερεγγυότητας

(4)

Με τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί σήμερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μπορεί να εξυπηρετήσει διάφορους στόχους. Πρώτον, η ανακεφαλαιοποίηση συμβάλλει στην αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της εμπιστοσύνης που απαιτείται για την ανάκαμψη του διατραπεζικού δανεισμού. Επιπλέον, η εισφορά των πρόσθετων κεφαλαίων προσφέρει την απαιτούμενη σε περιόδους ύφεσης προστασία για την απορρόφηση των ζημιών και περιορίζει τον κίνδυνο αφερεγγυότητας των τραπεζών. Λόγω των συνθηκών που διαμορφώθηκαν σήμερα, ιδίως μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, τράπεζες που είναι κατά βάση υγιείς ενδέχεται να χρειάζονται εισφορές κεφαλαίου σύμφωνα με την ευρέως επικρατούσα αντίληψη ότι απαιτούνται υψηλότεροι συντελεστές κεφαλαιακής επάρκειας λόγω της υποεκτίμησης του κινδύνου τα προηγούμενα χρόνια και του αυξανόμενου κόστους χρηματοδότησης.

(5)

Δεύτερον, οι ανακεφαλαιοποιήσεις μπορεί να έχουν ως στόχο την εξασφάλιση πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία. Τράπεζες κατά βάση υγιείς μπορεί να προτιμούν να περιορίζουν τις δανειοδοτήσεις τους προκειμένου να αποφύγουν κινδύνους και να διατηρούν υψηλότερους συντελεστές κεφαλαιακής επάρκειας. Με τις κρατικές εισφορές κεφαλαίων μπορούν να αποφευχθούν οι περιορισμοί στη χορήγηση πιστώσεων και να περιοριστεί ο αντίκτυπος των δυσχερειών που αντιμετωπίζουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές σε άλλες δραστηριότητες.

(6)

Τρίτον, η ανακεφαλαιοποίηση με τη βοήθεια του κράτους μπορεί επίσης να αποτελεί κατάλληλη λύση στα προβλήματα των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που αντιμετωπίζουν κίνδυνο αφερεγγυότητας λόγω του επιχειρηματικού μοντέλου που εφαρμόζουν ή της επενδυτικής στρατηγικής που ασκούν. Η εισφορά κεφαλαίου από δημόσιους πόρους που παρέχει έκτακτη στήριξη σε μια μεμονωμένη τράπεζα μπορεί επίσης να συμβάλει στην αποφυγή των βραχυπρόθεσμων συστημικών αποτελεσμάτων σε περίπτωση πτώχευσής της. Πιο μακροπρόθεσμα, η ανακεφαλαιοποίηση μπορεί να στηρίξει τις προσπάθειες προετοιμασίας της εν λόγω τράπεζας για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητάς της ή για την ομαλή λύση και εκκαθάρισή της.

Πιθανά προβλήματα ανταγωνισμού

(7)

Έχοντας υπόψη αυτούς τους κοινούς στόχους, κατά την αξιολόγηση των καθεστώτων ανακεφαλαιοποίησης θα πρέπει να συνεκτιμώνται οι πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού σε τρία διαφορετικά επίπεδα.

(8)

Πρώτον, όταν ένα κράτος της ΕΖΕΣ προβαίνει σε ανακεφαλαιοποίηση των δικών του τραπεζών δεν θα πρέπει να παρέχει στις τράπεζες αυτές αδικαιολόγητα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα έναντι των τραπεζών σε άλλα κράτη μέλη του ΕΟΧ. Η πρόσβαση σε κεφάλαια με αισθητά χαμηλότερα επιτόκια σε σχέση με ανταγωνιστές από άλλα κράτη μέλη του ΕΟΧ, όταν αυτή δεν στηρίζεται σε κατάλληλη αιτιολόγηση βάσει του κινδύνου, μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστική θέση μιας τράπεζας στην ευρύτερη ενιαία ευρωπαϊκή αγορά. Οι υπέρμετρες ενισχύσεις σε ένα κράτος της ΕΖΕΣ θα μπορούσαν να εξωθήσουν τα άλλα κράτη μέλη του ΕΟΧ σε αγώνα επιχορηγήσεων μεταξύ τους δημιουργώντας προβλήματα για τις οικονομίες άλλων κρατών του ΕΟΧ που δεν έχουν θεσπίσει καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης. Μια συνεκτική και συντονισμένη προσέγγιση για την αμοιβή που πρέπει να προβλέπεται για τις εισφορές δημόσιων κεφαλαίων, και τους άλλους όρους που συνδέονται με την ανακεφαλαιοποίηση, είναι απαραίτητη για τη διατήρηση ισότιμων όρων ανταγωνισμού. Οι μονομερείς και ασυντόνιστες ενέργειες στον τομέα αυτόν μπορεί επίσης να υπονομεύσουν τις προσπάθειες για την αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας («Εξασφάλιση ανόθευτου ανταγωνισμού στο πλαίσιο του ΕΟΧ»).

(9)

Δεύτερον, τα καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης που απευθύνονται σε όλες τις τράπεζες ενός κράτους της ΕΖΕΣ χωρίς κατάλληλη διαφοροποίηση μεταξύ των δικαιούχων τραπεζών ανάλογα με το «προφίλ» κινδύνου της κάθε τράπεζας μπορεί να παράσχουν αδικαιολόγητα πλεονεκτήματα σε προβληματικές ή λιγότερο αποδοτικές τράπεζες σε σύγκριση με τράπεζες που είναι κατά βάση υγιείς και έχουν καλύτερες επιδόσεις. Αυτό προκαλεί νόθευση του ανταγωνισμού στην αγορά, στρέβλωση των κινήτρων, αύξηση του ηθικού κινδύνου και εξασθένιση της συνολικής ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών τραπεζών («Εξασφάλιση ανόθευτου ανταγωνισμού μεταξύ των τραπεζών»).

(10)

Τρίτον, η ανακεφαλαιοποίηση με πόρους του δημοσίου, και ιδίως η αμοιβή της ανακεφαλαιοποίησης, δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα να τίθενται σε πολύ μειονεκτικότερη ανταγωνιστική θέση οι τράπεζες που δεν έχουν πρόσβαση σε δημόσια χρηματοδότηση, αλλά αντλούν πρόσθετα κεφάλαια από την αγορά. Ένα δημόσιο καθεστώς που αποκλείει πράξεις που στηρίζονται στην αγορά αποθαρρύνει την αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας της αγοράς («Εξασφάλιση της αποκατάστασης της κανονικής λειτουργίας της αγοράς»).

(11)

Κάθε σχέδιο ανακεφαλαιοποίησης έχει σωρευτικά ανταγωνιστικά αποτελέσματα σε καθένα από αυτά τα τρία επίπεδα. Ωστόσο, πρέπει να βρεθεί ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα προβλήματα ανταγωνισμού και τους στόχους αποκατάστασης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, εξασφάλισης πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και αντιμετώπισης του κινδύνου αφερεγγυότητας. Αφενός πρέπει να εξασφαλιστούν στις τράπεζες επαρκώς ευνοϊκοί όροι πρόσβασης στο κεφάλαιο, ώστε η ανακεφαλαιοποίηση να έχει την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα. Αφετέρου δε οι όροι που συνδέονται με κάθε μέτρο ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να εξασφαλίζουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού και, πιο μακροπρόθεσμα, την αποκατάσταση των κανονικών συνθηκών της αγοράς. Συνεπώς, οι κρατικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι ισόρροπες και προσωρινές και να σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να παρέχουν κίνητρα στις τράπεζες να εξοφλήσουν την οφειλή τους στο δημόσιο αμέσως μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες της αγοράς, έτσι ώστε να αναδυθεί από την κρίση ένας ανταγωνιστικός και αποτελεσματικός ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας. Ένας αγορακεντρικός καθορισμός της αμοιβής για τις εισφορές κεφαλαίου θα αποτελέσει την καλύτερη διασφάλιση κατά των αδικαιολόγητων ανισοτήτων στο επίπεδο της κεφαλαιοποίησης και της μη προσήκουσας χρήσης του κεφαλαίου αυτού. Σε όλες τις περιπτώσεις, τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να μεριμνούν ώστε κάθε ανακεφαλαιοποίηση τράπεζας να στηρίζεται σε πραγματική ανάγκη.

(12)

Η ισορροπία που πρέπει να επιτευχθεί μεταξύ της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και των στόχων του ανταγωνισμού υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα της διάκρισης αφενός μεταξύ κατά βάση υγιών τραπεζών με καλές επιδόσεις και αφετέρου προβληματικών τραπεζών με λιγότερο καλές επιδόσεις.

(13)

Συνεπώς, κατά την εκτίμηση των μέτρων ανακεφαλαιοποίησης, είτε με τη μορφή καθεστώτων είτε στήριξης προς μεμονωμένες τράπεζες, η Αρχή θα δίνει ιδιαίτερη προσοχή στο προφίλ κινδύνου των δικαιούχων (6). Κατ’ αρχήν, τράπεζες με προφίλ υψηλότερου κινδύνου θα πρέπει να καταβάλλουν μεγαλύτερη αμοιβή. Κατά το σχεδιασμό καθεστώτων ανακεφαλαιοποίησης που απευθύνονται σε μια σειρά διαφορετικών τραπεζών, τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να προσδιορίζουν προσεκτικά τα κριτήρια υπαγωγής στα καθεστώτα αυτά και τη μεταχείριση των τραπεζών με διαφορετικά προφίλ κινδύνου και να διαφοροποιούν ανάλογα τη μεταχείρισή τους (βλέπε παράρτημα 1). Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση των τραπεζών που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες λόγω των τρεχουσών έκτακτων περιστάσεων, παρόλο που πριν από την κρίση θα είχαν θεωρηθεί ως κατά βάση υγιείς.

(14)

Εκτός από δείκτες όπως η συμμόρφωση με κανονιστικές απαιτήσεις φερεγγυότητας και η μελλοντική κεφαλαιακή επάρκεια όπως πιστοποιούνται από τις εθνικές εποπτικές αρχές, τα προ της κρίσης περιθώρια όσον αφορά συμβάσεις ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (Credit Default Swaps - CDS) και οι πιστοληπτικές διαβαθμίσεις θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να αποτελέσουν μια καλή βάση για τη διαφοροποίηση των αμοιβών που θα οριστούν για τις διάφορες τράπεζες. Τα σημερινά περιθώρια μπορεί επίσης να αντανακλούν εγγενείς κινδύνους που ενδέχεται να εξασθενίζουν την ανταγωνιστική θέση ορισμένων τραπεζών όπως διαμορφώνεται από τις συνθήκες της γενικής κρίσης. Σε κάθε περίπτωση, οι διαφορές μεταξύ των περιθωρίων προ της κρίσης και των σημερινών περιθωρίων, θα πρέπει να αντανακλούν το βάρος ενδεχομένων τοξικών στοιχείων ενεργητικού και/ή των αδυναμιών του επιχειρηματικού μοντέλου της τράπεζας λόγω παραγόντων όπως η υπερβολική εξάρτηση από βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση ή ο μη ομαλός δείκτης δανειακής επιβάρυνσης.

(15)

Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, θα είναι ενδεχομένως απαραίτητο να γίνει βραχυπρόθεσμα αποδεκτή χαμηλότερη αμοιβή για προβληματικές τράπεζες, με την παραδοχή και τον όρο ότι πιο μακροπρόθεσμα το κόστος της δημόσιας παρέμβασης υπέρ αυτών θα λαμβάνεται υπόψη κατά την αναδιάρθρωση που θα απαιτηθεί για την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς τους και ότι θα συνεκτιμώνται οι ανταγωνιστικές επιπτώσεις της στήριξης που τους παρέχεται με αντισταθμιστικά μέτρα. Οικονομικά υγιείς τράπεζες θα δικαιούνται σχετικά χαμηλά επιτόκια για την υπαγωγή τους σε καθεστώς ανακεφαλαιοποίησης, και πολύ λιγότερο επαχθείς όρους για να επωφεληθούν από τη δημόσια στήριξη πιο μακροπρόθεσμα, με την προϋπόθεση ότι αποδέχονται όρους για την αποπληρωμή ή τη μετατροπή των μέσων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ο προσωρινός χαρακτήρας της παρέμβασης του δημοσίου και ο στόχος της για αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας/της ικανότητας χορήγησης πιστώσεων προς την οικονομία, καθώς και η αποφυγή κατάχρησης των πόρων για ευρύτερους στρατηγικούς σκοπούς.

Συστάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)

(16)

Στις συστάσεις του διοικητικού συμβουλίου της που εκδόθηκαν στις 20 Νοεμβρίου 2008, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρότεινε μια μέθοδο για τη συγκριτική αξιολόγηση της αποτίμησης των κρατικών μέτρων ανακεφαλαιοποίησης υπέρ κατά βάση υγιών χρηματοπιστωτικών οργανισμών εντός της ζώνης του ευρώ. Οι κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες στηρίζονται αυτές οι συστάσεις αντανακλούν πλήρως τις αρχές που παρουσιάστηκαν στην παρούσα εισαγωγή. Σύμφωνα με τα ειδικά καθήκοντα και τις αρμοδιότητές της, η ΕΚΤ έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην αποτελεσματικότητα των μέτρων ανακεφαλαιοποίησης ώστε να ενισχυθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να ευνοηθεί η απρόσκοπτη ροή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία. Συγχρόνως, υπογράμμισε την ανάγκη αγορακεντρικής αποτίμησης, που θα λαμβάνει υπόψη το συγκεκριμένο κίνδυνο των επιμέρους δικαιούχων τραπεζών και την ανάγκη διατήρησης ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των ανταγωνιζόμενων τραπεζών.

(17)

Παρότι τα κράτη της ΕΖΕΣ δεν είναι μέλη της ΕΚΤ, η Αρχή συμφωνεί με τις συστάσεις της, που προτείνουν μια μέθοδο αποτίμησης των εισφορών κεφαλαίου με βάση μια ζώνη ποσοστών απόδοσης των δικαιούχων τραπεζών οι οποίες, παρά τις αποκλίσεις των ατομικών προφίλ κινδύνου της κάθε μιας, είναι κατά βάση υγιείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί. Το έγγραφο αυτό σκοπό έχει να επεκτείνει τις οδηγίες αυτές πέρα από το ύψος αμοιβής και στους όρους υπό τους οποίους οι τράπεζες οι οποίες δεν είναι κατά βάση υγιείς μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δημόσια κεφάλαια.

(18)

Επιπλέον, ενώ αναγνωρίζει ότι τα σημερινά εξαιρετικά επιτόκια της αγοράς δεν συνιστούν εύλογο μέτρο σύγκρισης για τον προσδιορισμό του ορθού επιπέδου της αμοιβής του κεφαλαίου, η Αρχή έχει την άποψη ότι τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης των κρατών της ΕΖΕΣ θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την υποεκτίμηση του κινδύνου κατά την περίοδο που προηγήθηκε της κρίσης. Διαφορετικά, τα ποσοστά αμοιβής του δημοσίου κεφαλαίου θα παρείχαν αδικαιολόγητα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στους αποδέκτες και θα οδηγούσαν τελικά στον αποκλεισμό της ανακεφαλαιοποίησης με ιδιωτικούς πόρους.

2.   ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΙΔΗ ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗΣ

(19)

Ο καθορισμός της αμοιβής όσο το δυνατό πλησιέστερα στις αγοραίες τιμές είναι η καλύτερη εγγύηση για τον περιορισμό των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού (7). Αυτό σημαίνει ότι ο σχεδιασμός της ανακεφαλαιοποίησης θα πρέπει να γίνεται με τρόπο που να λαμβάνει υπόψη την κατάσταση κάθε οργανισμού στην αγορά, και ιδίως το τρέχον προφίλ κινδύνου και το βαθμό φερεγγυότητας, και να διασφαλίζει ισότιμους όρους ανταγωνισμού με τη μη χορήγηση υπερβολικών επιχορηγήσεων σε σύγκριση με τις τρέχουσες εναλλακτικές δυνατότητες της αγοράς. Επιπλέον, οι όροι καθορισμού της αμοιβής θα πρέπει να παρέχουν κίνητρο στην τράπεζα να εξοφλήσει την οφειλή της στο κράτος αμέσως μετά την πάροδο της κρίσης.

(20)

Σύμφωνα με τις αρχές αυτές, κατά την εκτίμηση των μέτρων ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία: στόχος της ανακεφαλαιοποίησης, ευρωστία της δικαιούχου τράπεζας, αμοιβή του κεφαλαίου, κίνητρα εξόδου, ιδίως με προοπτική την αντικατάσταση του κρατικού κεφαλαίου από ιδιώτες επενδυτές (8), για να εξασφαλιστεί ο προσωρινός χαρακτήρας της παρουσίας του κράτους στο κεφάλαιο των τραπεζών, διασφαλίσεις έναντι της καταχρηστικής χρήσης της στήριξης και των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, και έλεγχος των αποτελεσμάτων του καθεστώτος ανακεφαλαιοποίησης και της κατάστασης των δικαιούχων μέσω τακτικών εκθέσεων ή σχεδίων αναδιάρθρωσης, κατά περίπτωση.

2. 1.   Ανακεφαλαιοποιήσεις με βάση τα τρέχοντα επιτόκια της αγοράς

(21)

Όταν οι κρατικές εισφορές κεφαλαίου πραγματοποιούνται με παράλληλη σημαντική συμμετοχή (30 % και πάνω) ιδιωτών επενδυτών υπό ίσους όρους, η Αρχή θα δέχεται την αμοιβή του κεφαλαίου που ορίζεται στη σχετική συμφωνία (9). Λαμβάνοντας υπόψη τα περιορισμένα προβλήματα ανταγωνισμού που προκαλούνται από τέτοιες πράξεις, εκτός εάν οι όροι της συμφωνίας είναι τέτοιοι ώστε να μεταβάλλουν σημαντικά τα κίνητρα που παρέχονται στους ιδιώτες επενδυτές, καταρχήν δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος να προβλέπονται ex ante διασφαλίσεις του ανταγωνισμού ή κίνητρα εξόδου.

2.2.   Προσωρινές ανακεφαλαιοποιήσεις κατά βάση υγιών τραπεζών με σκοπό την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και τη ροή πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία

(22)

Κατά την αξιολόγηση των μέτρων υπέρ των τραπεζών αυτής της κατηγορίας, η Αρχή θα δίνει ιδιαίτερο βάρος στη διάκριση μεταξύ των κατά βάση υγιών τραπεζών και άλλων τραπεζών που αναφέρθηκαν στις παραγράφους 12 έως 15.

(23)

Για τον καθορισμό της συνολικής αμοιβής του κεφαλαίου θα πρέπει να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τρέχον προφίλ κινδύνου κάθε δικαιούχου (10)·

β)

χαρακτηριστικά του μέσου που έχει επιλεγεί, και ιδίως βαθμός μειωμένης εξασφάλισης, κίνδυνος και όλες οι λεπτομέρειες πληρωμής (11)·

γ)

κίνητρα εξόδου που προβλέπει το καθεστώς (όπως ρήτρες κλιμάκωσης και εξόφλησης)·

δ)

κατάλληλο επιτόκιο σύγκρισης άνευ κινδύνου.

(24)

Το επίπεδο της αμοιβής για την κρατική ανακεφαλαιοποίηση δεν μπορεί να είναι το ίδιο υψηλό όπως τα τρέχοντα επίπεδα που επικρατούν στην αγορά (περίπου 15 %) (12), δεδομένου ότι αυτά δεν αντανακλούν αναγκαστικά συνθήκες της αγοράς που θα μπορούσαν να θεωρηθούν κανονικές (13). Κατά συνέπεια, η Αρχή είναι διατεθειμένη να δεχθεί αμοιβές για ανακεφαλαιοποιήσεις κατά βάση υγιών τραπεζών χαμηλότερες από τρέχοντα επίπεδα της αγοράς, προκειμένου να διευκολύνει τις τράπεζες να επωφεληθούν από τα μέσα αυτά και να ευνοηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο η αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η εξασφάλιση της ροής πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία.

(25)

Συγχρόνως, ο συνολικός αναμενόμενος συντελεστής απόδοσης της ανακεφαλαιοποίησης για το κράτος δεν πρέπει να απέχει πολύ από τις τρέχουσες αγοραίες τιμές διότι i) πρέπει να αποφεύγεται η υποτίμηση του κινδύνου που υπήρξε πριν από την κρίση, ii) πρέπει να αντανακλά την αβεβαιότητα σχετικά με το χρονικό ορίζοντα και το νέο επίπεδο ισορροπίας των τιμών, iii) πρέπει να παρέχει κίνητρα εξόδου από το καθεστώς και iv) πρέπει να ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο στρεβλώσεων του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ, καθώς και μεταξύ των τραπεζών που αντλούν σήμερα κεφάλαια από την αγορά χωρίς οποιαδήποτε κρατική ενίσχυση. Ο καθορισμός ενός επιπέδου αμοιβής του κεφαλαίου που δεν απέχει υπερβολικά από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να μην αποκλειστεί η ανακεφαλαιοποίηση μέσω του ιδιωτικού τομέα και να διευκολυνθεί η επιστροφή σε κανονικές συνθήκες της αγοράς.

Τιμή εισόδου για τις ανακεφαλαιοποιήσεις

(26)

Στην «ανακοίνωση για την ανακεφαλαιοποίηση» (14), η Επιτροπή περιέγραψε μεθόδους για τον καθορισμό της τιμής εισόδου για τις ανακεφαλαιοποιήσεις. Η Αρχή θα εφαρμόσει τις μεθόδους που περιγράφονται παρακάτω κατά τον ίδιο τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη της ΕΖΕΣ δεν συμμετέχουν στο ευρωσύστημα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι στις συστάσεις του Υποσυστήματος της 20ής Νοεμβρίου 2008 προτείνεται μια κατάλληλη μέθοδος για την αποτίμηση των κεφαλαιοποιήσεων. Οι αμοιβές του κεφαλαίου που υπολογίζονται με τη χρησιμοποίηση αυτής της μεθόδου αντιπροσωπεύουν βάσει του Υποσυστήματος κατάλληλη βάση (τιμή εισόδου) για τον απαιτούμενο ονομαστικό συντελεστή απόδοσης όσον αφορά την ανακεφαλαιοποίηση κατά βάση υγιών τραπεζών. Η τιμή αυτή μπορεί να προσαρμόζεται προς τα πάνω για να ενθαρρύνεται η εξόφληση των κρατικών κεφαλαίων (15). Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτές οι προσαρμογές εξυπηρετούν επίσης το στόχο της προστασίας του ανόθευτου ανταγωνισμού.

(27)

Σύμφωνα με τις συστάσεις του Υποσυστήματος, ο συντελεστής απόδοσης που πρέπει να απαιτείται από την κυβέρνηση για τα μέσα ανακεφαλαιοποίησης για κατά βάση υγιείς τράπεζες – προνομιούχες μετοχές και άλλα υβριδικά μέσα – μπορεί να προσδιοριστεί με βάση μια «ζώνη τιμών» που οριοθετείται από: i) το συντελεστή απόδοσης που απαιτείται για δάνεια μειωμένης εξασφάλισης, ο οποίος αντιπροσωπεύει το κατώτερο όριο, και ii) το συντελεστή απόδοσης που απαιτείται για κοινές μετοχές ο οποίος αντιπροσωπεύει το ανώτερο όριο. Η μέθοδος αυτή προβλέπει τον υπολογισμό μιας ζώνης τιμών με βάση διάφορες συνιστώσες, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των επιμέρους οργανισμών (ή συνόλων παρόμοιων οργανισμών) και των κρατών της ΕΖΕΣ. Η Επιτροπή απέδειξε ότι η εφαρμογή της μεθόδου με τη χρήση μέσων τιμών (μέσων όρων ή διαμέσων) των σχετικών παραμέτρων (αποδόσεις ομολόγων του δημοσίου, περιθώρια CDS, ασφάλιστρα κινδύνου μετοχών) οδηγεί στον προσδιορισμό μιας ζώνης με μέσο απαιτούμενο συντελεστή απόδοσης ύψους 7 % για προνομιούχες μετοχές με χαρακτηριστικά παρόμοια με εκείνα των δανείων μειωμένης εξασφάλισης και μέσο απαιτούμενο συντελεστή απόδοσης ύψους 9,3 % για κοινές μετοχές των τραπεζών της ζώνης του ευρώ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αυτή η ζώνη μέσων τιμών αποτελεί ένα ενδεικτικό φάσμα.

(28)

Η Αρχή θα δέχεται μια ελάχιστη αμοιβή κεφαλαίου με βάση την ανωτέρω μέθοδο για κατά βάση υγιείς τράπεζες. Η αμοιβή αυτή διαφοροποιείται στο επίπεδο κάθε μεμονωμένης τράπεζας με βάση διαφορετικές παραμέτρους:

α)

είδος επιλεγόμενου κεφαλαίου (16): όσο χαμηλότερος είναι ο βαθμός εξασφάλισης, τόσο χαμηλότερη είναι η απαιτούμενη αμοιβή στη ζώνη τιμών·

β)

κατάλληλο επιτόκιο αναφοράς άνευ κινδύνου·

γ)

μεμονωμένο προφίλ κινδύνου σε εθνικό επίπεδο όλων των επιλέξιμων χρηματοπιστωτικών οργανισμών (περιλαμβανομένων τόσο των βασικά υγιών όσο και των προβληματικών τραπεζών).

(29)

Τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να επιλέξουν σύστημα αποτίμησης που περιλαμβάνει επιπροσθέτως ρήτρες κλιμάκωσης ή αποπληρωμής. Αυτά τα χαρακτηριστικά θα πρέπει να επιλεγούν κατάλληλα έτσι ώστε, ενώ θα ενθαρρύνουν την ταχεία περάτωση της δημόσιας στήριξης προς τις τράπεζες, δεν θα πρέπει να οδηγούν σε υπερβολική αύξηση του κόστους του κεφαλαίου.

(30)

Η Αρχή θα δεχθεί επίσης εναλλακτικές μεθόδους αποτίμησης, με την προϋπόθεση ότι οδηγούν σε αμοιβές κεφαλαίου που είναι υψηλότερες από ό,τι επιτρέπει η ανωτέρω μέθοδος.

Κίνητρα για την εξόφληση των κρατικών κεφαλαίων

(31)

Τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να περιλαμβάνουν κατάλληλα κίνητρα για την εξόφληση των κρατικών κεφαλαίων όταν το επιτρέψει η αγορά (17). Ο απλούστερος τρόπος για να δοθούν κίνητρα στις τράπεζες να αναζητήσουν εναλλακτικά κεφάλαια είναι να απαιτηθεί από τα κράτη της ΕΖΕΣ μια επαρκώς υψηλή αμοιβή για την κρατική ανακεφαλαιοποίηση. Για το λόγο αυτό, η Αρχή θεωρεί χρήσιμο να προβλέπεται γενικά μια προσαύξηση στην τιμή εισόδου που έχει οριστεί (18) ώστε να υπάρχει κίνητρο εξόδου. Μια διάρθρωση της τιμολόγησης που θα περιλαμβάνει διαχρονική αύξηση και ρήτρες κλιμάκωσης θα ενισχύσει αυτόν το μηχανισμό παροχής κινήτρων εξόδου.

(32)

Εάν ένα κράτος της ΕΖΕΣ προτιμά να μην αυξήσει το ονομαστικό ποσοστό της αμοιβής του κεφαλαίου, θα μπορούσε να εξετάσει τη δυνατότητα αύξησης της συνολικής αμοιβής μέσω δικαιωμάτων απόκτησης των τίτλων από τον εκδότη (call option) ή άλλων ρητρών εξαγοράς, ή μηχανισμών που ενθαρρύνουν την άντληση ιδιωτικών κεφαλαίων, για παράδειγμα συνδέοντας την καταβολή μερισμάτων με υποχρεωτική καταβολή αμοιβής προς το κράτος, η οποία αυξάνεται διαχρονικά.

(33)

Τα κράτη της ΕΖΕΣ θα μπορούσαν να επιλέξουν μια περιοριστική πολιτική διανομής μερισμάτων για να εξασφαλιστεί ο προσωρινός χαρακτήρας της παρέμβασης. Μια περιοριστική πολιτική διανομής μερισμάτων θα ήταν συνεπής με το στόχο διαφύλαξης της ροής πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και ενίσχυσης της κεφαλαιακής βάσης των δικαιούχων τραπεζών. Συγχρόνως, θα ήταν σημαντικό να επιτραπεί η διανομή μερισμάτων όταν αυτό αποτελεί κίνητρο για την εξασφάλιση νέων ιδιωτικών ιδίων κεφαλαίων σε κατά βάση υγιείς τράπεζες (19).

(34)

Η Αρχή θα αξιολογεί τους προτεινόμενους μηχανισμούς εξόδου για κάθε περίπτωση χωριστά. Εν γένει, όσο μεγαλύτερη είναι η ανακεφαλαιοποίηση και όσο υψηλότερο είναι το προφίλ κινδύνου της δικαιούχου τράπεζας, τόσο επιτακτικότερη καθίσταται η θέσπιση ενός συγκεκριμένου μηχανισμού εξόδου. Ο συνδυασμός του επιπέδου και του είδους της αμοιβής και, όταν και στο βαθμό που κρίνεται απαραίτητο, μιας περιοριστικής πολιτικής μερισμάτων, πρέπει να αποτελεί, στο σύνολό του, επαρκές κίνητρο εξόδου για τις δικαιούχες τράπεζες. Ειδικότερα, η Αρχή θεωρεί ότι οι περιορισμοί στη διανομή των μερισμάτων δεν είναι απαραίτητοι όταν το επίπεδο της αμοιβής του κεφαλαίου αντανακλά ορθά το προφίλ κινδύνου των τραπεζών, και οι ρήτρες κλιμάκωσης ή ανάλογα στοιχεία παρέχουν επαρκή κίνητρα εξόδου και η ανακεφαλαιοποίηση έχει περιορισμένο μέγεθος.

Πρόληψη αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

(35)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, στο σημείο 35, τονίζουν την ανάγκη διασφαλίσεων έναντι πιθανών καταχρήσεων και αδικαιολόγητων στρεβλώσεων που μπορούν να προκληθούν από τα καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης. Στο σημείο 38 των κατευθυντηρίων γραμμών για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ορίζεται ότι η εισφορά κεφαλαίου πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο αναγκαίο και να μην επιτρέπει στον δικαιούχο να ασκεί επιθετικές εμπορικές στρατηγικές που θα ήταν ασυμβίβαστες με τους βασικούς σκοπούς της ανακεφαλαιοποίησης (20).

(36)

Η γενική αρχή είναι ότι όσο υψηλότερη είναι η αμοιβή τόσο μικρότερη είναι η ανάγκη διασφαλίσεων, δεδομένου ότι το επίπεδο της αμοιβής θα περιορίζει τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού. Οι τράπεζες που λαμβάνουν κρατική ανακεφαλαιοποίηση πρέπει επίσης να αποφεύγουν να διαφημίζουν το γεγονός αυτό για εμπορικούς σκοπούς.

(37)

Οι διασφαλίσεις μπορεί να είναι απαραίτητες για να αποφεύγεται η άσκηση επιθετικής εμπορικής στρατηγικής που χρηματοδοτείται με κρατικές ενισχύσεις. Κατ’ αρχήν, οι συγκεντρώσεις και οι εξαγορές μπορεί να συμβάλουν σημαντικά στην εξυγίανση του τραπεζικού κλάδου, ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της σταθεροποίησης των χρηματοπιστωτικών αγορών και της εξασφάλισης σταθερής ροής πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία. Για να μην ευνοούνται οι οργανισμοί που λαμβάνουν κρατική στήριξη εις βάρος των ανταγωνιστών τους που δεν επωφελούνται από τέτοια στήριξη, οι συγκεντρώσεις και οι εξαγορές θα πρέπει εν γένει να οργανώνονται με βάση ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών.

(38)

Η έκταση της επιβολής υποχρεώσεων συμπεριφοράς θα στηρίζεται σε εκτίμηση της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, και ιδίως το προφίλ κινδύνου της δικαιούχου τράπεζας. Ενώ για τις τράπεζες με προφίλ πολύ χαμηλού κινδύνου μπορεί να επιβάλλονται περιορισμένες μόνο υποχρεώσεις συμπεριφοράς, η ανάγκη των διασφαλίσεων αυτών αυξάνεται καθώς το προφίλ κινδύνου γίνεται υψηλότερο. Η εκτίμηση της αναλογικότητας επηρεάζεται επίσης από το σχετικό μέγεθος της εισφοράς κεφαλαίου εκ μέρους του κράτους και από το επίπεδο της κεφαλαιακής επάρκειας που επιτυγχάνεται.

(39)

Όταν τα κράτη της ΕΖΕΣ κάνουν χρήση της ανακεφαλαιοποίησης με στόχο τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, πρέπει να μεριμνούν ώστε η στήριξη να συμβάλλει πράγματι στην επίτευξη αυτού του σκοπού. Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με τις εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις, θα πρέπει να συνοδεύουν τα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης με αποτελεσματικά και εκτελεστά εθνικά μέτρα διασφάλισης τα οποία θα εγγυώνται ότι τα κεφάλαια που εισφέρονται χρησιμοποιούνται πράγματι για τη στήριξη της χορήγησης πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία.

Επανεξέταση

(40)

Επιπλέον, όπως ορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (21), οι ανακεφαλαιοποιήσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε τακτική επανεξέταση. Τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να υποβάλλουν έκθεση στην Αρχή σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων που λήφθηκαν έξι μήνες μετά τη θέσπισή τους,. Η έκθεση πρέπει να περιλαμβάνει πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

α)

τις τράπεζες στις οποίες εφαρμόστηκε ανακεφαλαιοποίηση, ιδίως όσον αφορά τα στοιχεία που προσδιορίζονται στα σημεία 12 έως 15, στο παράρτημα 1, και αξιολόγηση του επιχειρηματικού μοντέλου των τραπεζών, ώστε να εκτιμηθεί το προφίλ κινδύνου και η βιωσιμότητα των τραπεζών·

β)

τα ποσά που λήφθηκαν από τις τράπεζες αυτές και τους όρους υπό τους οποίους πραγματοποιήθηκε η ανακεφαλαιοποίηση·

γ)

τη χρήση του κεφαλαίου που χορηγήθηκε, ιδίως σε σχέση με i) τη διατήρηση της χορήγησης πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία και ii) την εξωτερική ανάπτυξη και iii) την πολιτική διανομής μερισμάτων των δικαιούχων τραπεζών·

δ)

τη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν από τα κράτη της ΕΖΕΣ σε σχέση με τα κίνητρα εξόδου και τους άλλους όρους και διασφαλίσεις και·

ε)

την πορεία προς την παύση της εξάρτησης από τα κρατικά κεφάλαια (22).

(41)

Στο πλαίσιο της επανεξέτασης, η Αρχή θα εκτιμά, μεταξύ άλλων, την ανάγκη διατήρησης των υποχρεώσεων συμπεριφοράς. Ανάλογα με την εξέλιξη των συνθηκών της αγοράς, μπορεί επίσης να ζητήσει την αναπροσαρμογή των διασφαλίσεων που συνοδεύουν τα μέτρα, ώστε να εξασφαλιστεί ότι η ενίσχυση περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο ποσό και στην ελάχιστη απαραίτητη διάρκεια για να ξεπεραστεί η τρέχουσα κρίση.

(42)

Η Αρχή υπενθυμίζει ότι όταν μια τράπεζα που έχει θεωρηθεί ως κατά βάση υγιής αντιμετωπίζει δυσχέρειες αφού έχει πραγματοποιηθεί η ανακεφαλαιοποίηση, θα πρέπει να κοινοποιηθεί σχέδιο αναδιάρθρωσης για την τράπεζα αυτή.

2.3.   Ανακεφαλαιοποιήσεις διάσωσης άλλων τραπεζών

(43)

Η ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών οι οποίες δεν είναι κατά βάση υγιείς θα πρέπει να υπόκειται σε αυστηρότερες απαιτήσεις.

(44)

Όσον αφορά την αμοιβή, όπως ορίστηκε ανωτέρω, θα πρέπει καταρχήν να είναι ανάλογη με το προφίλ κινδύνου του δικαιούχου και να είναι υψηλότερη από ό,τι για τις κατά βάση υγιείς τράπεζες (23). Αυτό δεν θίγει τη δυνατότητα των εποπτικών αρχών να λάβουν εάν χρειάζεται επείγοντα μέτρα σε περιπτώσεις αναδιάρθρωσης. Όταν η τιμή δεν μπορεί να οριστεί σε επίπεδα που αντιστοιχούν στο προφίλ κινδύνου της τράπεζας, θα πρέπει εντούτοις να προσεγγίζει εκείνη που απαιτείται για παρόμοια τράπεζα βάσει των κανονικών συνθηκών της αγοράς. Ανεξάρτητα από την ανάγκη εξασφάλισης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η χρήση των κρατικών κεφαλαίων για τις τράπεζες αυτές μπορεί να γίνει αποδεκτή μόνο υπό τον όρο είτε ότι η τράπεζα θα εκκαθαριστεί είτε ότι θα αποτελέσει αντικείμενο σημαντικής αναδιάρθρωσης που θα περιλαμβάνει αλλαγή της διαχείρισης και της εταιρικής διοίκησης, εφόσον απαιτείται. Συνεπώς, θα πρέπει να υποβληθεί πλήρες σχέδιο αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης για τις τράπεζες αυτές εντός έξι μηνών από την ανακεφαλαιοποίηση. Όπως ορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, το σχέδιο αυτό θα αξιολογηθεί σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, και θα πρέπει να περιλαμβάνει αντισταθμιστικά μέτρα.

(45)

Μέχρι την εξόφληση της οφειλής προς το κράτος, οι υποχρεώσεις συμπεριφοράς για τις προβληματικές τράπεζες σε φάση διάσωσης και αναδιάρθρωσης, θα πρέπει καταρχήν να περιλαμβάνουν: περιοριστική πολιτική διανομής μερισμάτων (περιλαμβανομένης απαγόρευσης της διανομής μερισμάτων τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της περιόδου αναδιάρθρωσης), περιορισμό των αποδοχών των διοικητικών στελεχών ή την καταβολή πρόσθετων παροχών (μπόνους), υποχρέωση αποκατάστασης και διατήρησης υψηλότερου συντελεστή φερεγγυότητας συμβατού με το στόχο της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, και χρονοδιάγραμμα για την αποπληρωμή της συμμετοχής του κράτους.

2.4   Τελικές παρατηρήσεις

(46)

Τέλος, η Αρχή λαμβάνει υπόψη κατά πόσο η δυνατότητα συμμετοχής στα μέτρα ανακεφαλαιοποίησης παρέχεται σε όλες τις τράπεζες ή σε επαρκώς μεγάλο μέρος των τραπεζών σε ένα δεδομένο κράτος της ΕΖΕΣ, σε λιγότερο διαφοροποιημένη βάση, και κατά πόσον αποσκοπεί στην επίτευξη μιας εύλογης συνολικής απόδοσης μακροπρόθεσμα. Ορισμένα κράτη της ΕΖΕΣ μπορεί να προτιμούν, π.χ. για λόγους διοικητικής ευκολίας, να χρησιμοποιούν λιγότερο σύνθετες μεθόδους. Χωρίς να θίγεται η δυνατότητα των κρατών της ΕΖΕΣ να στηρίζουν την αποτίμησή τους στην ανωτέρω μέθοδο, η Αρχή θα δέχεται μηχανισμούς αποτίμησης που οδηγούν σε επαρκώς υψηλό επίπεδο συνολικής ετήσιας αναμενόμενης απόδοσης για όλες τις τράπεζες που συμμετέχουν σε ένα καθεστώς ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των διαφόρων τραπεζών και να διατηρείται το κίνητρο εξόδου. Το επίπεδο αυτό θα πρέπει κανονικά να οριστεί πάνω από το ανώτερο όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 27 για κεφαλαιακά μέσα Τier 1 (24). Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει χαμηλότερη τιμή εισόδου και κατάλληλη κλιμάκωση, καθώς και άλλα στοιχεία διαφοροποίησης και διασφαλίσεις όπως περιγράφηκε ανωτέρω (25).


(1)  Για την καλύτερη αναγνωστική ροή του κειμένου, στο παρόν έγγραφο οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί αναφέρονται απλώς ως «τράπεζες».

(2)  Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές αντιστοιχούν στην ανακοίνωση της Επιτροπής «H ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού», που εκδόθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2008 [C(2008) 8259 τελικό], εφεξής «η ανακοίνωση για την ανακεφαλαιοποίηση».

(3)  Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές αντιστοιχούν στην ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την «Εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης» που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 270 της 25.10.2008, σ. 8).

(4)  Στις κατευθυντήριες αυτές γραμμές, τα κράτη της ΕΖΕΣ αναφέρονται στη Νορβηγία, την Ισλανδία και το Λιχτενστάιν.

(5)  Βλέπε απόφαση της Επιτροπής της 13ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση N507/2008 Μέτρα χρηματοπιστωτικής στήριξης του τραπεζικού τομέα στο Ηνωμένο Βασίλειο (ΕΕ C 290 της 13.11.2008, σ. 4), απόφαση της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση N512/2008 Μέτρα στήριξης για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στη Γερμανία (ΕΕ C 293 της 15.11.2008, σ. 2) και απόφαση της Επιτροπής της 19ης Νοεμβρίου 2008 στην υπόθεση N560/2008 Μέτρα στήριξης για τα πιστωτικά ιδρύματα της Ελλάδας, απόφαση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 2008 στην υπόθεση N528/2008 Κάτω Χώρες, Ενίσχυση προς την ING Groep N.V, απόφαση της Επιτροπής της 25ης Νοεμβρίου 2008 στην υπόθεση NN68/2008 για την Κρατική στήριξη της Λεττονίας προς την JSC Parex Banka.

(6)  Βλέπε παράρτημα 1 για αναλυτικότερες πληροφορίες.

(7)  Βλέπε σημείο 39 των κατευθυντήριων γραμμών για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

(8)  Όλες οι αναφορές στα κίνητρα εξόδου ή στα κίνητρα εξόφλησης της οφειλής προς το κράτος στο παρόν έγγραφο πρέπει να εννοηθεί ότι σκοπό έχουν την αντικατάσταση του κρατικού κεφαλαίου από ιδιωτικό κεφάλαιο στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο και σκόπιμο στο πλαίσιο της επιστροφής σε κανονικές συνθήκες της αγοράς.

(9)  Βλέπε για παράδειγμα την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση N512/2008 Μέτρα στήριξης για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στη Γερμανία, σημείο 54.

(10)  Βλέπε παράρτημα 1 για αναλυτικότερες πληροφορίες.

(11)  Παραδείγματος χάρη, μια σειρά παραμέτρων αυξάνουν ή μειώνουν την αξία των προνομιούχων μετοχών, ανάλογα με τον ακριβή ορισμό τους, όπως η μετατρεψιμότητά τους σε κοινές μετοχές ή άλλα μέσα, το δικαίωμα σωρευτικού μερίσματος ή όχι, το δικαίωμα απόληψης σταθερού ή κυμαινόμενου επιτοκίου απόδοσης/μερίσματος, το δικαίωμα προνομιακής ικανοποίησης έναντι των κοινών μετοχών σε περίπτωση εκκαθάρισης, η συμμετοχή ή όχι στα κέρδη πριν τη διανομή μερίσματος στις κοινές μετοχές, το δικαίωμα πώλησης, οι ρήτρες εξαγοράς ή τα δικαιώματα ψήφου. Η Αρχή θα χρησιμοποιεί ως κριτήριο αναφοράς τη γενική ταξινόμηση των κεφαλαιακών μέσων σε διάφορες κατηγορίες εποπτικών κεφαλαίων [π.χ. βασικά/συμπληρωματικά (core/non core), κατηγορίας Ι/κατηγορίας ΙΙ (Tier 1/Tier 2)].

(12)  Βλέπε ανακοίνωση της Επιτροπής για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, υποσημείωση 10.

(13)  Τα τρέχοντα επίπεδα αμοιβής του κεφαλαίου μπορεί επίσης να αντανακλούν τη σημερινή σχετικά αυξημένη ζήτηση κεφαλαίων κατηγορίας Tier 1, καθώς οι τράπεζες απομακρύνονται από αυτό που πλέον θεωρείται ως το επιχειρηματικό μοντέλο μειωμένης κεφαλαιοποίησης του παρελθόντος, σε συνδυασμό με σχετικά μικρή προσφορά και μεγάλη αστάθεια της αγοράς.

(14)  Βλέπε υποσημείωση 2 παράγραφοι 26 και επόμενα.

(15)  Βλέπε σημεία 5 έως 7 των συστάσεων του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ για τον καθορισμό του τρόπου αποτίμησης των ανακεφαλαιοποιήσεων της 20ής Νοεμβρίου 2008.

(16)  Όπως κοινές μετοχές, συμπληρωματικά κεφάλαια κατηγορίας 1 (non-core Tier 1), ή κεφάλαια κατηγορίας Tier 2.

(17)  Λαμβάνοντας υπόψη το είδος του μέσου ανακεφαλαιοποίησης και την ταξινόμησή του από τις εποπτικές αρχές.

(18)  Αυτό είναι ακόμη σημαντικότερο, δεδομένου ότι η μέθοδος που περιγράφηκε ανωτέρω μπορεί να επηρεάζεται από την υποτίμηση του κινδύνου πριν από την κρίση.

(19)  Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις εκτιμήσεις, οι περιορισμοί στη διανομή των μερισμάτων θα μπορούσαν για παράδειγμα να περιορίζονται χρονικά ή σε ποσοστό των πραγματοποιούμενων κερδών, ή να συνδέονται με την εισφορά νέου κεφαλαίου (παραδείγματος χάρη, πληρωμή μερισμάτων με τη μορφή νέων μετοχών). Όταν η εξόφληση προς το κράτος είναι πιθανό να πραγματοποιηθεί σταδιακά, θα μπορούσε επίσης να προβλεφθεί η βαθμιαία χαλάρωση τυχόν περιορισμών σχετικά με τα μερίσματα ανάλογα με την πρόοδο που σημειώνει η εξόφληση.

(20)  Λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους διασφάλισης της παροχής πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία, οι περιορισμοί ως προς την αύξηση του ισολογισμού δεν είναι απαραίτητοι σε καθεστώτα ανακεφαλαιοποίησης κατά βάση υγιών τραπεζών. Αυτό θα πρέπει επίσης να ισχύει καταρχήν στα καθεστώτα εγγυήσεων, εκτός εάν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος μετατόπισης των ροών κεφαλαίων μεταξύ των κρατών μελών του ΕΟΧ.

(21)  Βλέπε σημείο 34 έως 42 των κατευθυντήριων γραμμών για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές για τους τραπεζικούς οργανισμούς, δεν απαιτείται κοινοποίηση επιμέρους μέτρων ανακεφαλαιοποίησης που λαμβάνονται σύμφωνα με καθεστώς ανακεφαλαιοποίησης που έχει εγκριθεί από την Αρχή. Τα μέτρα αυτά θα εξετάζονται από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στο πλαίσιο της επανεξέτασης και της υποβολής του σχεδίου βιωσιμότητας.

(22)  Λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του μέσου ανακεφαλαιοποίησης.

(23)  Βλέπε παράγραφο 28 σχετικά με τη διευρυμένη ζώνη τιμών που συνεπάγεται υψηλότερα επίπεδα αμοιβής του κεφαλαίου για προβληματικές τράπεζες.

(24)  Η Επιτροπή έχει μέχρι στιγμής αποδεχθεί μέτρα ανακεφαλαιοποίησης με επίπεδο συνολικής ετήσιας αναμενόμενης απόδοσης τουλάχιστον 10 % για κεφαλαιακά μέσα κατηγορίας Tier 1 για όλες τις τράπεζες που συμμετέχουν σε ένα καθεστώς. Για κράτη της ΕΖΕΣ με συντελεστές απόδοσης άνευ κινδύνου που διαφέρουν αισθητά από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, το επίπεδο αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί κατάλληλα. Προσαρμογές χρειάζονται επίσης ανάλογα με τις εξελίξεις των επιτοκίων άνευ κινδύνου.

(25)  Ως παράδειγμα συνδυασμού πολύ χαμηλής τιμής εισόδου με τέτοια στοιχεία διαφοροποίησης, βλέπε την απόφαση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 2008 στην υπόθεση N528/2008 Κάτω Χώρες, Ενίσχυση προς την ING Groep N.V όπου για την αμοιβή του sui generis κεφαλαιακού μέσου που υπάγεται στην κατηγορία των βασικών κεφαλαίων Tier 1, ένα σταθερό τοκομερίδιο (8,5 %) συνδυάζεται με δυσανάλογα υψηλές και αυξανόμενες πληρωμές τοκομεριδίων και ενδεχόμενες αναπροσαρμογές προς τα πάνω, με αποτέλεσμα να προκύπτει συνολική ετήσια αναμενόμενη απόδοση άνω του 10 %.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

Αποτίμηση μετοχικού κεφαλαίου

Το μετοχικό κεφάλαιο (απλές μετοχές, κοινές μετοχές) είναι η περισσότερο γνωστή μορφή βασικών κεφαλαίων κατηγορίας 1 (core Tier 1 capital). Οι κοινές μετοχές αμείβονται με την καταβολή αβέβαιου μελλοντικού μερίσματος και με την αύξηση της τιμής της μετοχής (κέρδος/ζημία κεφαλαίου), που και τα δύο εξαρτώνται τελικά από τις προσδοκίες μελλοντικών ταμειακών ροών/κερδών. Στην παρούσα κατάσταση, η πρόβλεψη των μελλοντικών ταμειακών ροών είναι ακόμη δυσχερέστερη από ό,τι κάτω από κανονικές συνθήκες. Συνεπώς, ο πιο εμφανής παράγοντας είναι η αγοραία τιμή των κοινών μετοχών στο χρηματιστήριο. Για μετοχές που δεν είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο, καθώς δεν υπάρχει χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής, τα κράτη της ΕΖΕΣ θα πρέπει να υιοθετήσουν μια κατάλληλη αγορακεντρική προσέγγιση, όπως η πλήρης αποτίμηση (full valuation).

Εάν η στήριξη παρέχεται με την έκδοση κοινών μετοχών (ανάληψη έκδοσης), όσες μετοχές δεν αγοραστούν από υφιστάμενους ή νέους επενδυτές αγοράζονται από το κράτος της ΕΖΕΣ που ενεργεί ως ανάδοχος στη χαμηλότερη δυνατή τιμή σε σύγκριση με την τιμή της μετοχής αμέσως πριν την ανακοίνωση ανοικτής προσφοράς. Ο οργανισμός που πραγματοποιεί την έκδοση θα πρέπει επίσης να καταβάλει επαρκές τέλος για την ανάληψη της έκδοσης (1). Η Αρχή θα λαμβάνει υπόψη την επιρροή τυχόν κρατικής ενίσχυσης που έχει ληφθεί προηγουμένως από το δικαιούχο στην τιμή της μετοχής του.

Δείκτες για την αξιολόγηση του προφίλ κινδύνου της τράπεζας

Κατά την αξιολόγηση του προφίλ κινδύνου της τράπεζας για την εκτίμηση μέτρου ανακεφαλαιοποίησης βάσει των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, η Αρχή θα λαμβάνει υπόψη τη θέση της τράπεζας ιδίως με βάση με τους ακόλουθους δείκτες:

α)

κεφαλαιακή επάρκεια: η Αρχή θα θεωρεί θετικό στοιχείο την εκτίμηση της φερεγγυότητας της τράπεζας και της προσδοκώμενης κεφαλαιακής της επάρκειας που προκύπτει από σχετική εξέταση της εθνικής εποπτικής αρχής· στην εξέταση αυτή θα εκτιμάται η έκθεση της τράπεζας σε διάφορους κινδύνους (όπως πιστωτικό κίνδυνο, κίνδυνο ρευστότητας, κίνδυνο αγοράς, κίνδυνο επιτοκίου και συναλλαγματικό κίνδυνο), η ποιότητα του χαρτοφυλακίου περιουσιακών στοιχείων (εντός της εθνικής αγοράς και σύγκριση με τα διαθέσιμα διεθνή πρότυπα), η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού της μοντέλου και άλλα σημαντικά στοιχεία·

β)

μέγεθος της ανακεφαλαιοποίησης: η Αρχή θα θεωρεί θετικό στοιχείο μια ανακεφαλαιοποίηση περιορισμένου μεγέθους, για παράδειγμα που δεν υπερβαίνει το 2 % των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων του ενεργητικού της τράπεζας·

γ)

τρέχοντα περιθώρια CDS: η Αρχή θα θεωρεί ότι περιθώριο ίσο ή κατώτερο από το μέσο όρο αποτελεί ένδειξη προφίλ χαμηλότερου κινδύνου·

δ)

παρούσα διαβάθμιση της τράπεζας και προοπτικές της: η Αρχή θα θεωρεί τη διαβάθμιση A ή υψηλότερη και τις σταθερές ή θετικές προοπτικές ως ένδειξη προφίλ χαμηλότερου κινδύνου.

Κατά την αξιολόγηση αυτών των δεικτών, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση των τραπεζών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω των τρεχουσών εξαιρετικών περιστάσεων, παρόλο που θα είχαν θεωρηθεί ως κατά βάση υγιείς πριν από την κρίση, όπως φαίνεται, παραδείγματος χάρη, από την εξέλιξη των δεικτών της αγοράς, όπως τα περιθώρια CDS και οι τιμές των μετοχών.

Πίνακας 1

Είδη κεφαλαίου

Image


(1)  Βλέπε για παράδειγμα, την απόφαση της Επιτροπής της 13ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση N507/2008 Μέτρα χρηματοπιστωτικής στήριξης του τραπεζικού τομέα στο Ηνωμένο Βασίλειο, σημείο 11, την απόφαση της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση N512/2008 Μέτρα στήριξης για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στη Γερμανία, σημείο 12.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης

1.   Η ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ, ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΛΗΨΗΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

1.1.   Η χρηματοπιστωτική κρίση και οι επιπτώσεις της στην πραγματική οικονομία

(1)

Στις 26 Νοεμβρίου 2008, η Επιτροπή (εφεξής «η Επιτροπή») εξέδωσε την ανακοίνωση με τίτλο «Ένα ευρωπαϊκό σχέδιο για την Ανάκαμψη της Οικονομίας» (εφεξής «το σχέδιο ανάκαμψης») για να διευκολύνει την Ευρώπη να ανακάμψει από την τρέχουσα χρηματοπιστωτική κρίση (1). Το σχέδιο ανάκαμψης βασίζεται σε δύο κύρια στοιχεία που το ένα ενισχύει το άλλο. Πρώτον, βραχυπρόθεσμα μέτρα για να αυξηθεί η ζήτηση, να σωθούν θέσεις εργασίας και να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και, δεύτερον, «έξυπνες επενδύσεις» που θα αποδώσουν μεγαλύτερη ανάπτυξη και βιώσιμη ευμάρεια σε μακροπρόθεσμη βάση. Το σχέδιο ανάκαμψης θα ενισχύσει και θα επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις που ήδη έχουν δρομολογηθεί βάσει της στρατηγικής της Λισαβόνας.

(2)

Στο πλαίσιο αυτό, η πρόκληση είναι να αποφευχθεί η κρατική παρέμβαση η οποία θα υποβάθμιζε τον στόχο για λιγότερες και καλύτερα στοχευμένες κρατικές ενισχύσεις. Παρά ταύτα, υπό ορισμένες συνθήκες, κρίνεται ότι υπάρχει ανάγκη χορήγησης νέων προσωρινών κρατικών ενισχύσεων.

(3)

Η εποπτεύουσα αρχή της ΕΖΕΣ (εφεξής «η Αρχή») θεωρεί ότι πρέπει να δημιουργηθούν νέοι μηχανισμοί για να επιτραπεί η εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις ούτως ώστε να εξασφαλίζεται, αφενός, η μέγιστη ευελιξία για την αντιμετώπιση της κρίσης και, αφετέρου, να παραμένουν ίσοι οι όροι του ανταγωνισμού και να αποφεύγονται οι αθέμιτοι περιορισμοί του. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές περιγράφουν λεπτομερώς ορισμένες πρόσθετες επιλογές που παρέχονται προσωρινά στα κράτη της ΕΖΕΣ προκειμένου να χορηγήσουν κρατικές ενισχύσεις.

(4)

Πρώτον, η χρηματοπιστωτική κρίση έπληξε σοβαρά τον τραπεζικό τομέα στον ΕΟΧ και με πρωτοφανή τρόπο την Ισλανδία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει τονίσει ότι παρόλο που η κρατική παρέμβαση πρέπει να αποφασιστεί σε εθνικό επίπεδο, αυτό πρέπει να γίνει εντός συντονισμένου πλαισίου και βάσει ορισμένων κοινών αρχών της Κοινότητας (2). Η Επιτροπή αντέδρασε αμέσως με διάφορα μέτρα, ιδίως με την έκδοση της ανακοίνωσης για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης (3) και με σειρά αποφάσεων με τις οποίες εγκρίνεται η χορήγηση ενίσχυσης διάσωσης σε χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Η Αρχή ενέκρινε τα αντίστοιχα μέτρα (4).

(5)

Η επαρκής και προσιτή πρόσβαση στη χρηματοδότηση αποτελεί προϋπόθεση για τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας από τον ιδιωτικό τομέα. Τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να χρησιμοποιήσουν τις δυνατότητες μόχλευσης που απέκτησαν λόγω της χορήγησης σημαντικής χρηματοπιστωτικής στήριξης στον τραπεζικό τομέα, ώστε να εξασφαλίσουν ότι η στήριξη αυτή δεν θα βελτιώσει απλώς την οικονομική κατάσταση των τραπεζών χωρίς να υπάρξει κανένα όφελος για την οικονομία γενικότερα. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα θα πρέπει να είναι καλά στοχευμένη ώστε να εγγυάται ότι οι τράπεζες θα επανέλθουν στις συνήθεις δανειστικές δραστηριότητές τους. Η Αρχή θα λάβει υπόψη της την παράμετρο αυτή όταν εξετάζει τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων σε τράπεζες.

(6)

Ενώ η κατάσταση στις χρηματοπιστωτικές αγορές παρουσιάζει βελτίωση, οι συνολικές επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην πραγματική οικονομία γίνονται πλέον αισθητές. Μια σοβαρότατη κάμψη επηρεάζει την ευρύτερη οικονομία και πλήττει νοικοκυριά, επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, ως αποτέλεσμα της κρίσης στις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι τράπεζες εφαρμόζουν τακτική απομόχλευσης και αποφυγής των κινδύνων σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι κατά το παρελθόν, γεγονός που θα προκαλέσει πιστωτική στενότητα. Η παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση θα μπορούσε να οδηγήσει στην καθιέρωση δελτίου πιστώσεων, σε πτώση της ζήτησης και σε ύφεση.

(7)

Προβλήματα αυτού του είδους θα μπορούσαν να πλήξουν όχι μόνο ασθενείς εταιρείες χωρίς την προστατευτική ασπίδα της ρευστότητας, αλλά και υγιείς εταιρείες που θα βρεθούν αντιμέτωπες με ένα ξαφνικό έλλειμμα ή ακόμη και την κατάργηση των πιστώσεων. Αυτό ισχύει ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), που ούτως ή άλλως αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης στη χρηματοδότηση απ’ ό,τι οι μεγαλύτερες εταιρείες. Η παρούσα κατάσταση θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά όχι μόνο την οικονομική κατάσταση πολλών υγιών εταιρειών και των υπαλλήλων τους σε βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη βάση, αλλά και να έχει μονιμότερες αρνητικές συνέπειες, δεδομένου ότι όλες οι επενδύσεις του ΕΟΧ στο μέλλον, ιδίως αυτές προς την κατεύθυνση μιας βιώσιμης ανάπτυξης και άλλων στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας, θα μπορούσαν να καθυστερήσουν ή ακόμη και να εγκαταλειφθούν.

1.2.   Η ανάγκη στενού συντονισμού των εθνικών μέτρων ενίσχυσης από τον ΕΟΧ

(8)

Υπό τις παρούσες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, τα κράτη της ΕΖΕΣ θα μπορούσαν να υποκύψουν στον πειρασμό να ενεργήσουν αυτόνομα και, ιδίως, να ξεκινήσουν έναν αγώνα δρόμου επιδοτήσεων για να στηρίξουν τις εταιρείες τους. Η πείρα του παρελθόντος δείχνει ότι ανάλογες μεμονωμένες ενέργειες δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικές και θα μπορούσαν να βλάψουν σοβαρά την εσωτερική αγορά. Όταν χορηγείται στήριξη, αφού ληφθεί πλήρως υπόψη η ειδική επικρατούσα οικονομική κατάσταση, είναι πρωταρχικής σημασίας να εξασφαλισθεί ότι οι όροι ανταγωνισμού θα είναι ίσοι για όλες τις εταιρείες του ΕΟΧ και ότι τα κράτη της ΕΖΕΣ δεν θα εμπλακούν σε έναν αγώνα δρόμου επιδοτήσεων που θα ήταν χωρίς μέλλον και καταστροφικός για τον ΕΟΧ ως σύνολο. Η πολιτική ανταγωνισμού υπάρχει για να εξασφαλίσει ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί.

1.3.   Η ανάγκη για προσωρινά μέτρα κρατικών ενισχύσεων

(9)

Τα προσωρινά πρόσθετα μέτρα που προβλέπονται στις κατευθυντήριες αυτές γραμμές έχουν δύο στόχους: πρώτον, δεδομένου του εξαιρετικού και μεταβατικού χαρακτήρα των χρηματοπιστωτικών προβλημάτων που συνδέονται με την τραπεζική κρίση, να αποδεσμευτεί η χορήγηση τραπεζικών δανείων στις εταιρείες, και κατ’ αυτόν τον τρόπο να εξασφαλιστεί η διαρκής πρόσβαση των εταιρειών στη χρηματοδότηση. Στη συνάρτηση αυτή, οι ΜΜΕ είναι ιδιαίτερα σημαντικές για ολόκληρη την οικονομία του ΕΟΧ και η βελτίωση της χρηματοοικονομικής τους κατάστασης θα έχει επίσης θετικές επιπτώσεις στις μεγάλες εταιρείες, δεδομένου ότι θα τονώσει τη συνολική οικονομική ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό μακροπρόθεσμα.

(10)

Ο δεύτερος στόχος είναι να δοθούν κίνητρα στις εταιρείες ώστε να συνεχίσουν τις επενδύσεις τους στο μέλλον, ιδίως στο πλαίσιο μιας οικονομίας βιώσιμης ανάπτυξης. Θα μπορούσαν όντως να υπάρξουν θεαματικές συνέπειες, εάν η τρέχουσα κρίση ανέκοπτε ή έστω ανέστρεφε τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον περιβαλλοντικό τομέα. Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαίο να δοθεί προσωρινή στήριξη στις εταιρείες ώστε να επενδύσουν σε περιβαλλοντικά σχέδια (πράγμα που θα επέτρεπε, μεταξύ άλλων, στη βιομηχανία του ΕΟΧ να επωφεληθεί από την τεχνολογική πρωτοπορία) και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, η χορήγηση χρηματοοικονομικής ενίσχυσης, που είναι επειγόντως αναγκαία και απαραίτητη, να συνδυαστεί με την εξασφάλιση μακροπρόθεσμων οφελών για τον ΕΟΧ.

(11)

Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές επισημαίνουν, πρώτον, τις πολλαπλές δυνατότητες δημόσιας στήριξης που ήδη διαθέτουν τα κράτη της ΕΖΕΣ με βάση τους ισχύοντες κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, και, στη συνέχεια, παραθέτει και άλλα μέτρα κρατικών ενισχύσεων που τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγήσουν προσωρινά, προκειμένου, αφενός, να επιλύσουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα ορισμένες εταιρείες όσον αφορά την πρόσβαση στη χρηματοδότηση και, αφετέρου, να προωθήσουν τις επενδύσεις με περιβαλλοντικούς στόχους.

(12)

Η Αρχή εκτιμά ότι τα προτεινόμενα μέσα ενίσχυσης είναι τα πλέον ενδεδειγμένα για την επίτευξη των στόχων αυτών.

2.   ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

(13)

Το σχέδιο ανάκαμψης υιοθετήθηκε για την αντιμετώπιση της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης. Δεδομένης της κλίμακας της κρίσης, η Κοινότητα χρειάζεται μια συντονισμένη προσέγγιση, αρκούντως ευρεία και τολμηρή, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επιχειρήσεων. Το ίδιο ισχύει για την ανάκαμψη στα κράτη της ΕΖΕΖ.

(14)

Οι στρατηγικοί στόχοι του σχεδίου για την ανάκαμψη της οικονομίας είναι οι ακόλουθοι:

να ενθαρρύνει γρήγορα τη ζήτηση και να αυξήσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών·

να μειώσει το ανθρώπινο κόστος της οικονομικής κάμψης και των επιπτώσεών της στους πλέον ευάλωτους. Πολλοί εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους πλήττονται από την κρίση ή πρόκειται να αντιμετωπίσουν τις συνέπειές της. Η ανάληψη δράσης μπορεί να αναχαιτίσει, καταρχήν, την απώλεια θέσεων εργασίας και στη συνέχεια να βοηθήσει τους θιγόμενους να επιστρέψουν σύντομα στην αγορά εργασίας, αντί να καταστούν μακροπρόθεσμα άνεργοι·

να προετοιμάσει την Ευρώπη να αξιοποιήσει την επιστροφή της ανάπτυξης, ώστε η ευρωπαϊκή οικονομία να είναι συντονισμένη με τις απαιτήσεις της ανταγωνιστικότητας και της βιωσιμότητας, καθώς και με τις ανάγκες του μέλλοντος, όπως περιγράφεται στη στρατηγική της Λισαβόνας. Αυτό σημαίνει ενίσχυση της καινοτομίας, δημιουργία οικονομίας της γνώσης και επιτάχυνση της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλής κατανάλωσης άνθρακα και αποτελεσματικής χρήσης των πόρων.

(15)

Για την επίτευξη των στόχων αυτών, τα κράτη της ΕΖΕΣ έχουν ήδη στη διάθεσή τους ορισμένα μέσα τα οποία δεν θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις. Για παράδειγμα, ορισμένες εταιρείες ενδέχεται επί του παρόντος να αντιμετωπίζουν ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης στη χρηματοδότηση σε σχέση με άλλες, γεγονός που μπορεί να καθυστερήσει ή και να διακυβεύσει τη χρηματοδότηση που είναι απαραίτητη για την ανάπτυξή τους και την πραγματοποίηση των προβλεπόμενων επενδύσεων. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να εγκρίνουν σειρά μέτρων γενικής πολιτικής που να ισχύουν για όλες τις εταιρείες που βρίσκονται στο έδαφός τους, και κατά συνέπεια να εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, με στόχο την προσωρινή ανακούφιση των προβλημάτων χρηματοδότησης σε βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη βάση. Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να παραταθούν οι προθεσμίες πληρωμής όσον αφορά τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και παρόμοιες επιβαρύνσεις, ή ακόμη και τους φόρους, ή να θεσπιστούν μέτρα για τους εργαζομένους. Εάν τα μέτρα αυτά προορίζονται για όλες τις επιχειρήσεις, δεν συνιστούν, καταρχήν, κρατική ενίσχυση.

(16)

Επίσης, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν χρηματοοικονομική στήριξη άμεσα στους καταναλωτές, για παράδειγμα, για την απόσυρση παλαιών και/ή την αγορά πράσινων προϊόντων. Όταν χορηγείται βοήθεια αυτού του είδους χωρίς να γίνονται διακρίσεις με βάση την προέλευση του προϊόντος, δεν τίθεται θέμα κρατικής ενίσχυσης.

(17)

Επιπλέον, τα γενικά κοινοτικά προγράμματα, όπως το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (2007 έως 2013) που θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1639/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006 (5) και το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (2007-2013), που θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1982/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (6) μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο έπακρο για την παροχή στήριξης όχι μόνο στις ΜΜΕ αλλά και στις μεγάλες επιχειρήσεις.

3.   Η ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ ΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΔΥΝΑΤΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΜΕΣΩΝ

(18)

Κατά τα τελευταία έτη, η Αρχή έχει εκσυγχρονίσει σε μεγάλο βαθμό τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων με σκοπό να ενθαρρύνει τα κράτη της ΕΖΕΣ να κατευθύνουν καλύτερα τη δημόσια στήριξη προς αειφόρους επενδύσεις, συμβάλλοντας έτσι στη στρατηγική της Λισαβόνας. Στο πλαίσιο αυτό, έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στις ΜΜΕ, που συνοδεύεται από περισσότερες δυνατότητες χορήγησης κρατικών ενισχύσεων. Επιπλέον, οι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις απλουστεύθηκαν σε μεγάλο βαθμό και εναρμονίστηκαν με τον προσφάτως εκδοθέντα γενικό κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία (7) ο οποίος παρέχει πλέον στα κράτη της ΕΖΕΣ ένα ευρύ φάσμα μέτρων ενίσχυσης με την ελάχιστη διοικητική επιβάρυνση. Στην τρέχουσα οικονομική κατάσταση, ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνουν τα ακόλουθα υφιστάμενα μέσα κρατικών ενισχύσεων.

(19)

Ο νέος κανονισμός για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (de minimis) (8) όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία ΕΟΧ, ορίζει ότι, κατά την έννοια της συμφωνίας ΕΟΧ δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση μέτρα στήριξης ύψους μέχρι 200 000 EUR ανά εταιρεία χορηγούμενα επί μία τριετία. Ο ίδιος κανονισμός προβλέπει επίσης ότι εγγυήσεις που ανέρχονται μέχρι 1,5 εκατ. EUR δεν υπερβαίνουν το όριο de minimis και συνεπώς ούτε αυτές συνιστούν κρατικές ενισχύσεις. Συνεπώς, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν τις εγγυήσεις αυτές χωρίς να απαιτείται υπολογισμός του αντίστοιχου ισοδυνάμου κρατικής ενίσχυσης και χωρίς διοικητική επιβάρυνση.

(20)

Ο προαναφερθείς γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία αποτελεί κεντρική συνιστώσα των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων απλουστεύοντας τη διαδικασία χορήγησης κρατικών ενισχύσεων για ορισμένα σημαντικά μέτρα ενίσχυσης και ενισχύοντας τον αναπροσανατολισμό των κρατικών ενισχύσεων σε στόχους προτεραιότητας του ΕΟΧ. Όλες οι προϋπάρχουσες απαλλαγές κατά κατηγορία, καθώς και νέοι τομείς (καινοτομία, περιβάλλον, έρευνα και ανάπτυξη για μεγάλες εταιρείες, και μέτρα παροχής επιχειρηματικών κεφαλαίων για ΜΜΕ) έχουν συμπεριληφθεί σε ένα ενιαίο μέσο. Σε όλες τις περιπτώσεις που καλύπτει ο εν λόγω κανονισμός, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν ενισχύσεις χωρίς να τις κοινοποιούν προηγουμένως στην Αρχή. Συνεπώς, η ταχύτητα αυτής της διαδικασίας εναπόκειται πλήρως στη διακριτική ευχέρεια των κρατών της ΕΖΕΣ. Ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τις ΜΜΕ δεδομένου ότι προβλέπει ειδικούς κανόνες για επενδυτικές ενισχύσεις και ενισχύσεις στην απασχόληση που απευθύνονται αποκλειστικά στις ΜΜΕ. Εξάλλου, και τα 26 μέτρα που περιλαμβάνει βρίσκονται στη διάθεση των ΜΜΕ, πράγμα που επιτρέπει στα κράτη της ΕΖΕΣ να συνοδεύουν τις ΜΜΕ κατά τις διάφορες φάσεις της ανάπτυξής τους, παρέχοντάς τους συνδρομή σε τομείς που κυμαίνονται από την πρόσβαση σε χρηματοδότηση, ως την έρευνα και ανάπτυξη, την καινοτομία, την επαγγελματική εκπαίδευση, την απασχόληση, τα μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος κ.λπ.

(21)

Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος (9) προβλέπουν ότι τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν κρατική βοήθεια, μεταξύ άλλων, ως εξής.

ενισχύσεις σε εταιρείες που βελτιώνουν τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις πέραν των κοινοτικών προτύπων ή, ελλείψει κοινοτικών προτύπων, μέχρι το 70 % των επιπλέον επενδυτικών δαπανών (μέχρι 80 % στον τομέα της οικολογικής καινοτομίας) όσον αφορά τις μικρές επιχειρήσεις και μέχρι το 100 % των έκτακτων επενδυτικών δαπανών, αν η ενίσχυση χορηγείται στο πλαίσιο μιας πραγματικά ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών, ακόμη και για τις μεγάλες εταιρείες· επιτρέπεται επίσης η χορήγηση ενισχύσεων για εσπευσμένη προσαρμογή σε μελλοντικά κοινοτικά πρότυπα, καθώς και ενισχύσεων για περιβαλλοντικές μελέτες·

στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της συμπαραγωγής, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν ενισχύσεις λειτουργίας για την κάλυψη όλων των έκτακτων παραγωγικών δαπανών·

για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας και για μειώσεις των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν ενισχύσεις που θα διευκολύνουν τις επιχειρήσεις να επιτύχουν εξοικονόμηση ενέργειας, καθώς και ενισχύσεις για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και συμπαραγωγή ενέργειας που θα ανέρχονται μέχρι το 80 % των επιπλέον επενδυτικών δαπανών όσον αφορά τις μικρές επιχειρήσεις και μέχρι το 100 % των επιπλέον επενδυτικών δαπανών, αν οι ενισχύσεις χορηγούνται κατόπιν μιας πραγματικά ανταγωνιστικής διαδικασίας υποβολής προσφορών.

(22)

Στις 7 Φεβρουαρίου 2007, η Αρχή υιοθέτησε νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις σχετικά με την Έρευνα και Ανάπτυξη και την Καινοτομία. Το κείμενο αυτό περιλαμβάνει νέες διατάξεις για την καινοτομία, που προορίζονται ειδικά για τις ΜΜΕ και ανταποκρίνονται επίσης στην καλύτερη στοχοθέτηση των ενισχύσεων στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την ανάπτυξη σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της στρατηγικής της Λισαβόνας. Ειδικότερα, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν κρατικές ενισχύσεις, μεταξύ άλλων, ως εξής:

ενισχύσεις για σχέδια Ε & Α, ιδίως ενισχύσεις για βασική έρευνα μέχρι το 100 % των επιλέξιμων δαπανών και ενισχύσεις για βιομηχανική έρευνα μέχρι το 80 % όσον αφορά τις μικρές επιχειρήσεις·

ενισχύσεις προς νέες καινοτόμους επιχειρήσεις το ύψος των οποίων φθάνει μέχρι 1 εκατ. EUR και μπορεί να το υπερβαίνει στις ενισχυόμενες περιοχές, ενισχύσεις για συσπειρώσεις καινοτομίας, ενισχύσεις για συμβουλευτικές υπηρεσίες καινοτομίας και ενισχύσεις για υπηρεσίες στήριξης καινοτομίας·

ενισχύσεις για τον δανεισμό προσωπικού υψηλής ειδίκευσης, ενισχύσεις για τεχνικές μελέτες σκοπιμότητας, ενισχύσεις για διαδικαστική και οργανωτική καινοτομία στον τομέα των υπηρεσιών και ενισχύσεις για τις δαπάνες δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας για τις ΜΜΕ.

(23)

Η επαγγελματική εκπαίδευση αποτελεί μία ακόμη θεμελιώδη συνιστώσα όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να διατηρηθούν οι επενδύσεις για την επαγγελματική εκπαίδευση, ακόμη και σε περίοδο αυξανόμενης ανεργίας, ώστε να αναπτυχθούν νέες δεξιότητες. Βάσει του νέου κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν σε εταιρείες ενισχύσεις γενικής και ειδικής εκπαίδευσης, το ύψος των οποίων θα ανέρχεται συνολικά μέχρι το 80 % των επιλέξιμων δαπανών.

(24)

Το 2008, η Αρχή υιοθέτησε νέες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων, οι οποίες καθορίζουν τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων οι εγγυήσεις του δημοσίου για τη χορήγηση δανείων δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις. Σύμφωνα με κατευθυντήριες αυτές γραμμές, οι εγγυήσεις δεν θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις, ιδίως όταν καταβάλλεται γι’ αυτές η τιμή της αγοράς. Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές δεν αποσαφηνίζουν απλώς τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων αποφασίζεται η παρουσία ή η απουσία ενισχύσεων υπό μορφή εγγυήσεων, αλλά θεσπίζουν επίσης για πρώτη φορά ειδικές προμήθειες ασφαλείας (safe harbour) για ΜΜΕ, επιτρέποντας την ευκολότερη, αλλά ασφαλή, χρήση των εγγυήσεων για την ενίσχυση της χρηματοδότησης των ΜΜΕ.

(25)

Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές για κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υιοθετήθηκαν από την Αρχή στις 25 Οκτωβρίου 2006. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές αφορούν τις καινοτόμους και ταχέως αναπτυσσόμενες ΜΜΕ, βασικό πυρήνα της στρατηγικής της Λισαβόνας. Η Αρχή έθεσε ένα νέο όριο ασφαλείας (safe harbour) ύψους 1,5 εκατ. EUR ανά στοχευόμενη ΜΜΕ, που συνιστά αύξηση 50 %. Η Αρχή δέχεται, κατά κανόνα, ότι κάτω από το όριο αυτό υπάρχει έλλειψη εναλλακτικών μέσων χρηματοδότησης από χρηματοπιστωτικές αγορές (δηλαδή ότι υπάρχει δυσλειτουργία της αγοράς). Επίσης, στον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία έχουν συμπεριληφθεί οι ενισχύσεις για επιχειρηματικά κεφάλαια.

(26)

Στις μειονεκτούσες περιοχές, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να χορηγούν επενδυτικές ενισχύσεις για τη δημιουργία μιας νέας εγκατάστασης, μέσω της επέκτασης υφιστάμενης εγκατάστασης ή της διαφοροποίησης σε νέα προϊόντα βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών για τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις 2007-2013 που ισχύουν από τον Ιανουάριο του 2007.

(27)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τις εθνικές περιφερειακές ενισχύσεις 2007-2013 θεσπίζουν επίσης ένα νέο είδος ενισχύσεων που αφορά την παροχή κινήτρων για τη στήριξη των νέων επιχειρήσεων και εκείνων που διανύουν το πρώτο στάδιο ανάπτυξης στις ενισχυόμενες περιφέρειες.

(28)

Στο πλαίσιο των υφιστάμενων κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν επίσης να χορηγούν ενισχύσεις σε εταιρείες που ζητούν δημόσια στήριξη. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να κοινοποιούν καθεστώτα ενισχύσεων διάσωσης ή/και αναδιάρθρωσης για ΜΜΕ.

4.   ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 61 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΣΤΟΙΧΕΙΟ Β)

4.1.   Γενικές αρχές

(29)

Το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ ορίζει ότι η Αρχή μπορεί να κηρύξει συμβιβάσιμες με τη λειτουργία της συμφωνίας ενισχύσεις «που προορίζονται για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους της ΕΖΕΣ». Η διάταξη αυτή είναι ακριβώς η ίδια με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) ΕΚ, ως προς την οποία το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει αποφανθεί ότι η διαταραχή πρέπει να θίγει το σύνολο της οικονομίας του οικείου κράτους μέλους και όχι απλώς μία από τις περιφέρειες ή τα τμήματα του εδάφους του. Τούτο, εξάλλου, συνάδει με την ανάγκη να ερμηνευθεί στενά κάθε (κατά παρέκκλιση) διάταξη, όπως το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ (10).

(30)

Τη στενή αυτή ερμηνεία εφαρμόζει με συνέπεια η Επιτροπή κατά τη λήψη αποφάσεων (11). Η Αρχή έχει επίσης υιοθετήσει στενή ερμηνεία του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ (12).

(31)

Στο πλαίσιο αυτό, η Αρχή εκτιμά ότι, πέραν της επείγουσας στήριξης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η τρέχουσα παγκόσμια κρίση απαιτεί την ανάληψη έκτακτης δράσης.

(32)

Η κρίση θα πλήξει όλα τα κράτη της ΕΖΕΣ, μολονότι κατά διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθμό το καθένα, ενώ είναι πιθανό να αυξηθεί η ανεργία, να μειωθεί η ζήτηση και να επιδεινωθούν οι δημοσιονομικές θέσεις.

(33)

Λόγω της σοβαρότητας της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, καθώς και των επιπτώσεών της στη συνολική οικονομία των κρατών της ΕΖΕΣ, η Αρχή κρίνει ότι η χορήγηση ορισμένων κατηγοριών κρατικών ενισχύσεων, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, είναι δικαιολογημένη για την αντιμετώπιση των δυσχερειών αυτών και ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι οι ενισχύσεις αυτές συμβιβάζονται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ με βάση το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) αυτής.

4.2.   Περιορισμένο συμβιβάσιμο ποσό της ενίσχυσης

4.2.1.   Το υφιστάμενο πλαίσιο

(34)

Το άρθρο 2 του κανονισμού για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (13) όπως προσαρμόστηκε από τη συμφωνία για τον ΕΟΧ, ορίζει ότι:

«Τα μέτρα ενίσχυσης που πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 5 του παρόντος άρθρου θεωρείται ότι δεν ανταποκρίνονται σε όλα τα κριτήρια του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ και, συνεπώς, δεν υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 2 Μέρος II Πρωτόκολλο 3 της συμφωνίας περί Εποπτείας και Δικαστηρίου.

Το σύνολο των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται σε μία δεδομένη επιχείρηση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 200 000 ευρώ σε οποιαδήποτε περίοδο τριών οικονομικών ετών. Το συνολικό ποσό ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγείται σε μια δεδομένη επιχείρηση η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των οδικών μεταφορών δεν επιτρέπεται να υπερβεί τις 100 000 ευρώ σε οποιαδήποτε περίοδο τριών οικονομικών ετών. Τα εν λόγω ανώτατα όρια ισχύουν ανεξαρτήτως της μορφής της ήσσονος σημασίας ενίσχυσης ή του επιδιωκόμενου στόχου και χωρίς να έχει σημασία αν η ενίσχυση που χορηγείται από το οικείο κράτος της ΕΖΕΣ χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει με πόρους κοινοτικής προέλευσης. Η κρίσιμη χρονική περίοδος καθορίζεται με βάση το οικονομικό έτος όπως αυτό εφαρμόζεται από την οικεία επιχείρηση στο εκάστοτε κράτος της ΕΖΕΣ».

4.2.2.   Νέο μέτρο

(35)

Η χρηματοπιστωτική κρίση δεν θίγει μόνο διαρθρωτικά ασθενείς εταιρείες, αλλά και εταιρείες οι οποίες θα βρεθούν αντιμέτωπες με ένα ξαφνικό έλλειμμα ή ακόμη και τη μη διαθεσιμότητα πιστώσεων. Η βελτίωση της χρηματοπιστωτικής κατάστασης των εν λόγω εταιρειών θα έχει θετικές συνέπειες σε ολόκληρη την οικονομία του ΕΟΧ.

(36)

Συνεπώς, λόγω της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης, κρίνεται αναγκαίο να επιτραπεί προσωρινά η χορήγηση ενισχύσεων περιορισμένου ύψους οι οποίες, παρά ταύτα, θα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 61 παράγραφος 1 της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον υπερβαίνουν το όριο που αναφέρεται στον κανονισμό για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας.

(37)

Η Αρχή θα θεωρήσει αυτή την κρατική ενίσχυση συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η ενίσχυση δεν υπερβαίνει επιχορήγηση σε μετρητά ύψους 500 000 EUR ανά επιχείρηση· σε όλες τις περιπτώσεις πρέπει να χρησιμοποιούνται ακαθάριστα ποσά, δηλαδή πριν αφαιρεθεί ο τυχόν φόρος ή άλλη επιβάρυνση· εάν η ενίσχυση χορηγείται με μορφή άλλη από την επιχορήγηση, το ποσό της ενίσχυσης είναι το ισοδύναμο της ακαθάριστης επιχορήγησής της·

β)

η ενίσχυση παρέχεται υπό μορφή καθεστώτος·

γ)

η ενίσχυση χορηγείται σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές (14) την 1η Ιουλίου 2008· μπορεί να χορηγηθεί σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές κατά την ημερομηνία εκείνη, αλλά κατέστησαν προβληματικές στη συνέχεια συνεπεία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης·

δ)

η ενίσχυση δεν αποτελεί εξαγωγική ενίσχυση ή ενίσχυση που ευνοεί τα εγχώρια προϊόντα έναντι των εισαγομένων·

ε)

η ενίσχυση χορηγείται το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010·

στ)

πριν από τη χορήγηση της ενίσχυσης, το κράτος της ΕΖΕΣ λαμβάνει δήλωση από την ενδιαφερόμενη επιχείρηση, σε γραπτή ή ηλεκτρονική μορφή, σχετικά με οποιαδήποτε άλλη ενίσχυση ήσσονος σημασίας και ενίσχυση που αφορά το εν λόγω μέτρο, που ελήφθη εντός του τρέχοντος φορολογικού έτους, και επιβεβαιώνει ότι η ενίσχυση αυτή δεν θα οδηγήσει το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που ελήφθησαν από την επιχείρηση κατά την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως 31 Δεκεμβρίου 2010 σε επίπεδο υψηλότερο του ορίου των 500 000 EUR·

ζ)

το καθεστώς ενισχύσεων δεν εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην πρωτογενή παραγωγή γεωργικών προϊόντων· Μπορεί να εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση και την εμπορία γεωργικών προϊόντων (15) εκτός εάν το ύψος της ενίσχυσης καθορίζεται βάσει της τιμής ή της ποσότητας των προϊόντων αυτών τα οποία αγοράζονται από πρωτογενείς παραγωγούς ή κυκλοφορούν στην αγορά από τις οικείες επιχειρήσεις, ή εάν η ενίσχυση χορηγείται με την προϋπόθεση ότι μετακυλίεται εν όλω ή εν μέρει στους πρωτογενείς παραγωγούς (16).

4.3.   Ενισχύσεις υπό μορφή εγγυήσεων

4.3.1.   Το υφιστάμενο πλαίσιο

(38)

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή εγγυήσεων σκοπό έχουν να δώσουν στα κράτη της ΕΖΕΣ λεπτομερείς οδηγίες σχετικά με τις αρχές επί των οποίων η Αρχή προτίθεται να στηρίξει την ερμηνεία των άρθρων 61 και 62 της συμφωνίας ΕΟΧ και την εφαρμογή αυτών στις κρατικές εγγυήσεις. Ειδικότερα, οι κατευθυντήριες γραμμές ορίζουν τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων θεωρείται ότι δεν υφίσταται κρατική ενίσχυση. Οι αρχές αυτές δεν παρέχουν κριτήρια συμβατότητας για την αξιολόγηση των εγγυήσεων.

4.3.2.   Νέο μέτρο

(39)

Για να ενισχυθεί περαιτέρω η πρόσβαση σε χρηματοδότηση και να μειωθεί η σημερινή μεγάλη απροθυμία ανάληψης κινδύνων εκ μέρους των τραπεζών οι επιδοτούμενες εγγυήσεις δανείων για περιορισμένη χρονική διάρκεια μπορούν να αποτελέσουν μια ενδεδειγμένη και στοχοθετημένη λύση που θα προσφέρει στις επιχειρήσεις ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

(40)

Η Αρχή θα θεωρήσει αυτή την κρατική ενίσχυση συμβιβάσιμη με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

για τις ΜΜΕ, τα κράτη της ΕΖΕΣ χορηγούν μείωση έως 25 % της ετήσιας προμήθειας που πρέπει να καταβληθεί για νέες εγγυήσεις οι οποίες χορηγούνται σύμφωνα με διατάξεις για την προμήθεια ασφαλείας των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (17)·

β)

για τις μεγάλες εταιρείες, τα κράτη της ΕΖΕΣ χορηγούν επίσης μείωση μέχρι 15 % της ετήσιας προμήθειας για νέες εγγυήσεις που υπολογίζεται βάσει των ιδίων διατάξεων ασφαλούς λιμένα·

γ)

όταν το στοιχείο ενίσχυσης στα καθεστώτα εγγυήσεων υπολογίζεται με μεθόδους που αποδέχθηκε ήδη η Αρχή μετά την κοινοποίησή τους βάσει κανονισμού που έχει ενσωματωθεί στη συμφωνία για τον ΕΟΧ στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων (18) τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν επίσης να χορηγούν ανάλογη μείωση μέχρι το 25 % της ετήσιας προμήθειας που πρέπει να καταβληθεί για νέες εγγυήσεις για τις ΜΜΕ και μέχρι το 15 % για τις μεγάλες εταιρείες·

δ)

το μέγιστο ύψος των δανείων δεν πρέπει να υπερβαίνει το ετήσιο μισθολογικό κόστος του δικαιούχου (συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιβαρύνσεων, καθώς και του κόστους του προσωπικού που εργάζεται στους χώρους της εταιρείας, αλλά επίσημα περιλαμβάνεται στις μισθοδοτικές καταστάσεις υπεργολάβων) για το 2008. Στην περίπτωση εταιρειών που δημιουργήθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2008, το μέγιστο ύψος των δανείων δεν πρέπει να υπερβαίνει το κατ’ εκτίμηση μισθολογικό κόστος για τα δύο πρώτα έτη λειτουργίας·

ε)

οι εγγυήσεις παραχωρούνται το αργότερο ως τις 31 Δεκεμβρίου 2010·

στ)

η εγγύηση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 90 % του δανείου·

ζ)

η εγγύηση μπορεί να αφορά τόσο δάνεια για επενδύσεις όσο και δάνεια για κεφάλαια κίνησης·

η)

η μείωση επί της προμήθειας της εγγύησης εφαρμόζεται για μέγιστη περίοδο 2 ετών από τον χρόνο χορήγησης της εγγύησης·

θ)

η ενίσχυση χορηγείται σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές (19) την 1η Ιουλίου 2008· μπορεί να χορηγηθεί σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές κατά την ημερομηνία εκείνη, αλλά κατέστησαν προβληματικές στη συνέχεια συνεπεία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης.

4.4.   Ενισχύσεις υπό τη μορφή επιδοτούμενου επιτοκίου

4.4.1.   Το υφιστάμενο πλαίσιο

(41)

Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης καθορίζουν μια μέθοδο για τον υπολογισμό του επιτοκίου αναφοράς με βάση το διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού ενός έτους (IBOR) προσαυξημένο κατά περιθώρια κυμαινόμενα από 60 έως 1 000 μονάδες βάσης, ανάλογα με την πιστοληπτική ικανότητα της εταιρείας και το επίπεδο των παρεχόμενων εξασφαλίσεων. Αν τα κράτη της ΕΖΕΣ εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο, το επιτόκιο δεν περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης.

4.4.2.   Νέο μέτρο

(42)

Οι εταιρείες μπορεί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση χρηματοδότησης στις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς. Συνεπώς, η Αρχή αποδέχεται τη χορήγηση δημόσιων ή ιδιωτικών δανείων με επιτόκιο που είναι τουλάχιστον ίσο με το επιτόκιο ημερήσιου δανεισμού (overnight) της κεντρικής τράπεζας προσαυξημένο με ασφάλιστρο ίσο με τη μέση διαφορά μεταξύ του μέσου ετήσιου διατραπεζικού επιτοκίου και του μέσου επιτοκίου μιας ημέρας της κεντρικής τράπεζας για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2007 έως 30 Ιουνίου 2008, προσαυξημένο με το ασφάλιστρο πιστωτικού κινδύνου που αντιστοιχεί στο προφίλ κινδύνου του αποδέκτη, όπως ορίζεται από τις κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής σχετικά με τα επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης.

(43)

Το στοιχείο ενίσχυσης που περιέχεται στη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου αυτού και του επιτοκίου αναφοράς που καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές για τα επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης θα θεωρείται προσωρινά ότι συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β), εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται σε όλες τις συμβάσεις που συνήφθησαν το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010· μπορεί να καλύπτει δάνεια οποιασδήποτε διάρκειας: τα μειωμένα επιτόκια μπορούν να εφαρμοστούν για καταβολές επιτοκίων πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2012 (20)· μετά την ημερομηνία αυτή, πρέπει να εφαρμόζεται στα δάνεια επιτόκιο τουλάχιστον ίσο με το επιτόκιο που ορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά τα επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης·

β)

η ενίσχυση χορηγείται σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές την 1η Ιουλίου 2008 (21)· μπορεί να χορηγηθεί σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές κατά την ημερομηνία εκείνη, αλλά κατέστησαν προβληματικές στη συνέχεια συνεπεία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης.

4.5.   Ενισχύσεις για την παραγωγή πράσινων προϊόντων

4.5.1.   Το υφιστάμενο πλαίσιο

(44)

Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα επιτόκια αναφοράς και προεξόφλησης καθορίζουν μια μέθοδο για τον υπολογισμό του επιτοκίου αναφοράς με βάση το διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού ενός έτους (IBOR) προσαυξημένο κατά περιθώρια κυμαινόμενα από 60 έως 1 000 μονάδες βάσης, ανάλογα με την πιστοληπτική ικανότητα της εταιρείας και το επίπεδο των παρεχόμενων εξασφαλίσεων. Αν τα κράτη της ΕΖΕΣ εφαρμόζουν αυτή τη μέθοδο, το επιτόκιο δεν περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης.

4.5.2.   Νέο μέτρο

(45)

Λόγω της σημερινής χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι εταιρείες αντιμετωπίζουν επίσης μεγαλύτερες δυσκολίες όσον αφορά την πρόσβαση σε χρηματοδότηση για την παραγωγή προϊόντων φιλικότερων προς το περιβάλλον. Οι ενισχύσεις υπό μορφή εγγυήσεων μπορεί να μην είναι επαρκείς για τη χρηματοδότηση δαπανηρών έργων που αποσκοπούν σε αυξημένη προστασία του περιβάλλοντος προσαρμοζόμενα εσπευσμένα σε μελλοντικές προδιαγραφές που δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ ή εφαρμόζοντας ακόμη πιο νεωτεριστικές προδιαγραφές.

(46)

Η Αρχή θεωρεί ότι η επίευξη περιβαλλοντικών στόχων θα πρέπει να παραμείνει προτεραιότητα παρά τη χρηματοπιστωτική κρίση. Η παραγωγή φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων, μεταξύ των οποίων και προϊόντων χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας, είναι προς το κοινό συμφέρον του ΕΟΧ και έχει μεγάλη σημασία να μην παρεμποδιστεί από τη χρηματοπιστωτική κρίση αυτός ο στόχος.

(47)

Ως εκ τούτου, επιπρόσθετα μέτρα υπό τη μορφή επιδοτούμενων δανείων θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν την παραγωγή «πράσινων προϊόντων». Εντούτοις, τα επιδοτούμενα δάνεια μπορεί να επιφέρουν σοβαρές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να περιορίζονται σε ειδικές καταστάσεις και στοχοθετημένες επενδύσεις.

(48)

Η Αρχή θεωρεί ότι για περιορισμένο χρονικό διάστημα τα κράτη της ΕΖΕΣ θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χορηγούν ενισχύσεις υπό μορφή μείωσης επιτοκίου.

(49)

Η Αρχή θα θεωρήσει ότι συμβιβάζεται με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ, βάσει του άρθρου 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, κάθε επιδότηση επιτοκίου για επενδυτικά δάνεια η οποία πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η ενίσχυση πρέπει να αφορά επενδυτικά δάνεια για τη χρηματοδότηση έργων σχετικών με την παραγωγή νέων προϊόντων που βελτιώνουν σημαντικά την προστασία του περιβάλλοντος·

β)

η ενίσχυση πρέπει να είνα αναγκαία για την εκκίνηση ενός νέου έργου· στην περίπτωση έργων που ήδη υπάρχουν, ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί αν καταστεί αναγκαίο, λόγω της νέας οικονομικής κατάστασης, για τη συνέχιση του έργου·

γ)

η ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί μόνο για έργα σχετικά με την παραγωγή προϊόντων, όπου θα προβλέπεται είτε η εσπευσμένη προσαρμογή σε μελλοντικά κοινοτικά πρότυπα είτε η εαρμογή ακόμη πιο νεωτεριστικών προτύπων προϊόντων (22) που θα αυξάνουν το επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας και τα οποία δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ·

δ)

όσον αφορά προϊόντα για τα οποία θα προβλέπεται εσπευσμένη προσαρμογή ή εφαρμογή ακόμη πιο νεωτεριστικών προτύπων, η επένδυση πρέπει να αρχίσει στις 31 Δεκεμβρίου 2010 με στόχο η παραγωγή να τεθεί στην αγορά τουλάχιστον δύο έτη πριν από την έναρξη της ισχύος του προτύπου·

ε)

Τα δάνεια μπορούν να καλύπτουν το κόστος επενδύσεων σε υλικά και άυλα στοιχεία ενεργητικού (23) με εξαίρεση δάνεια για επενδύσεις που αφορούν παραγωγική ικανότητα άνω του 3 % σε αγορές προϊόντων (24) στις οποίες ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης, κατά την τελευταία πενταετία πριν από την έναρξη της επένδυσης, της φαινομένης κατανάλωσης στην αγορά ΕΟΧ, υπολογιζόμενος σε δεδομένα που αφορούν την αξία, παρέμεινε κάτω από τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ του ΕΟΧ κατά την ίδια πενταετή περίοδο αναφοράς·

στ)

τα δάνεια χορηγούνται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο·

ζ)

για τον υπολογισμό της ενίσχυσης, σημείο εκκίνησης πρέπει να είναι ο ατομικός συντελεστής του δικαιούχου που υπολογίζεται βάσει της μεθόδου που περιλαμβάνεται στο σημείο 4.4.2 των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών. Βάσει της μεθόδου αυτής, η εταιρεία μπορεί να τύχει μείωσης επιτοκίου της τάξης του:

25 % για τις μεγάλες εταιρείες·

50 % για τις ΜΜΕ·

η)

Το επιδοτούμενο επιτόκιο εφαρμόζεται κατά μέγιστη περίοδο δύο ετών από τον χρόνο χορήγησης του δανείου·

θ)

η μείωση του επιτοκίου μπορεί να εφαρμόζεται σε δάνεια χορηγούμενα από το κράτος ή από δημόσιους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, καθώς και σε δάνεια που χορηγούν ιδιωτικοί χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξουν διακρίσεις μεταξύ των δημόσιων και των ιδιωτικών οντοτήτων·

ι)

η ενίσχυση χορηγείται σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές (25) την 1η Ιουλίου 2008· μπορεί να χορηγηθεί σε επιχειρήσεις που δεν ήταν προβληματικές κατά την ημερομηνία εκείνη, αλλά κατέστησαν προβληματικές στη συνέχεια συνεπεία της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης·

ια)

τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η ενίσχυση δεν μεταβιβάζεται απευθείας ή έμμεσα σε χρηματοπιστωτικές οντότητες.

4.6.   Μέτρα χορήγησης επιχειρηματικών κεφαλαίων

4.6.1.   Το υφιστάμενο πλαίσιο

(50)

Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις καθορίζουν τους όρους βάσει των οποίων οι κρατικές ενισχύσεις που στηρίζουν τις επενδύσεις σε επιχειρηματικά κεφάλαια μπορούν να θεωρηθούν συμβιβάσιμες με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ δυνάμει του άρθρου 61 παράγραφος 3 της συμφωνίας ΕΟΧ.

(51)

Βάσει της πείρας που αποκτήθηκε από την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επιχειρηματικών κεφαλαίων στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, η Αρχή θεωρεί ότι δεν υφίσταται γενική ανεπάρκεια στην αγορά επιχειρηματικών κεφαλαίων του ΕΟΧ. Δέχεται, όμως, ότι υπάρχουν ελλείψεις όσον αφορά ορισμένα είδη επενδύσεων για συγκεκριμένα στάδια ανάπτυξης των επιχειρήσεων οι οποίες οφείλονται στην ατελή αντιστοίχιση της προσφοράς επιχειρηματικών κεφαλαίων με τη ζήτηση και μπορούν να περιγραφούν γενικότερα ως «έλλειμμα ιδίων κεφαλαίων».

(52)

Το σημείο 4.3 των ανωτέρω κατευθυντηρίων γραμμών ορίζει ότι για τα τμήματα χρηματοδότησης που δεν υπερβαίνουν το 1,5 εκατ. EUR ανά στοχευόμενη ΜΜΕ και ανά δωδεκάμηνη περίοδο, υπό ορισμένες προϋποθέσεις η ανεπάρκεια της αγοράς τεκμαίρεται και δεν χρειάζεται να αποδειχθεί από τα κράτη της ΕΖΕΣ.

(53)

Το σημείο 5.1 α) των ίδιων κατευθυντηρίων γραμμών ορίζει ότι: «Η Αρχή έχει επίγνωση των συνεχών διακυμάνσεων της αγοράς επιχειρηματικών κεφαλαίων και του συν τω χρόνω δημιουργούμενου ελλείμματος ιδίων κεφαλαίων, καθώς και του διαφορετικού βαθμού στον οποίο επηρεάζονται οι επιχειρήσεις από τις ανεπάρκειες της αγοράς ανάλογα με το μέγεθός τους, το στάδιο ανάπτυξης των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων και του οικονομικού κλάδου στον οποίο δραστηριοποιούνται. Συνεπώς, η Αρχή είναι διατεθειμένη να κηρύσσει συμβατά με τη συμφωνία ΕΟΧ μέτρα επιχειρηματικών κεφαλαίων που προβλέπουν επενδύσεις τα τμήματα των οποίων υπερβαίνουν το όριο του 1,5 εκατ. ευρώ ανά επιχείρηση και ανά έτος, εφόσον η ανεπάρκεια της αγοράς τεκμηριώνεται δεόντως».

4.6.2.   Προσωρινή παρέκκλιση από τους ισχύοντες κανόνες

(54)

Η αναταραχή στις χρηματαγορές επηρέασε αρνητικά την αγορά επιχειρηματικών κεφαλαίων κατά τα αρχικά στάδια ανάπτυξης των ΜΜΕ περιορίζοντας τη διαθεσιμότητα επιχειρηματικών κεφαλαίων. Λόγω των άκρως αυξημένων σήμερα εικαζόμενων κινδύνων που σχετίζονται με τα επιχειρηματικά κεφάλαια και συνδέονται με την αβεβαιότητα που απορρέει από ενδεχομένως χαμηλότερες προσδοκίες απόδοσης, οι επενδυτές έχουν επί του παρόντος την τάση να επενδύουν σε ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία, οι κίνδυνοι των οποίων είναι ευκολότερο να αξιολογηθούν σε σύγκριση με εκείνους που συνδέονται με τις επενδύσεις επιχειρηματικών κεφαλαίων. Εξάλλου, ο μη ρευστοποιήσιμος χαρακτήρας των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων αποδείχθηκε ότι λειτουργεί ως ένα ακόμη αντικίνητρο για τους επενδυτές. Αποδεικνύεται ότι η προκύπτουσα περιορισμένη ρευστότητα βάσει των συνθηκών που επικρατούν σήμερα στην αγορά διεύρυνε το έλλειμμα ιδίων κεφαλαίων για τις ΜΜΕ. Κρίνεται συνεπώς σκόπιμο να αυξηθεί προσωρινά το όριο ασφαλείας για τις επενδύσεις επιχειρηματικών κεφαλαίων, ώστε να αντιμετωπιστεί αυτό το αυξημένο έλλειμμα ιδίων κεφαλαίων και να μειωθεί προσωρινά στο 30 % το ποσοστό της ελάχιστης συμμετοχής του ιδιώτη επενδυτή ακόμη και στην περίπτωση των μέτρων που αφορούν ΜΜΕ που βρίσκονται σε μη ενισχυόμενες περιοχές.

(55)

Συνεπώς, με βάση το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ, ορισμένοι περιορισμοί που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσαρμόζονται προσωρινά έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010, ως εξής:

α)

όσον αφορά το σημείο 4.3.1, τα μέγιστα αποδεκτά τμήματα χρηματοδότησης αυξάνονται σε 2,5 εκατ. EUR από 1,5 εκατ. EUR ανά στοχευόμενη ΜΜΕ και ανά δωδεκάμηνη περίοδο·

β)

όσον αφορά το σημείο 4.3.4, το ελάχιστο ποσό χρηματοδότησης που πρέπει να παρασχεθεί από ιδιώτες επενδυτές είναι 30 % τόσο εντός όσο και εκτός των ενισχυόμενων περιοχών·

γ)

άλλοι όροι που θεσπίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές εξακολουθούν να ισχύουν·

δ)

η προσωρινή αυτή προσαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών δεν εφαρμόζεται στα μέτρα επιχειρηματικών κεφαλαίων που καλύπτονται από τον γενικό κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία·

ε)

τα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να προσαρμόσουν τα εγκριθέντα καθεστώτα ώστε να συνάδουν με την προσωρινή προσαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών.

4.7.   Σώρευση

(56)

Τα ανώτατα επίπεδα ενίσχυσης που προβλέπονται στο πλαίσιο των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών θα εφαρμοστούν ανεξάρτητα από το αν η υποστήριξη του σχεδίου χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από κρατικούς πόρους ή εν μέρει από την Κοινότητα.

(57)

Τα προσωρινά μέτρα ενίσχυσης που προβλέπονται στις κατευθυντήριες γραμμές αυτές δεν μπορούν να σωρευθούν με ενισχύσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, όταν πρόκειται για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες. Αν η επιχείρηση έχει ήδη λάβει ενίσχυση ήσσονος σημασίας πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του προσωρινού πλαισίου, το ποσό της ληφθείσας ενίσχυσης στο πλαίσιο των μέτρων που διέπονται από το σημείο 4.2 των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών και η ληφθείσα ενίσχυση ήσσονος σημασίας δεν πρέπει να υπερβαίνουν το ποσό των 500 000 EUR μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2008 και της 31ης Δεκεμβρίου 2010. Το ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που ελήφθησαν από την 1η Ιανουαρίου 2008 πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό των συμβιβάσιμων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν για τον ίδιο σκοπό βάσει των σημείων 4.3, 4.4, 4.5 ή 4.6.

(58)

Τα προσωρινά μέτρα ενίσχυσης μπορεί να σωρευθούν με άλλες συμβιβάσιμες ενισχύσεις ή με άλλες μορφές κοινοτικής χρηματοδότησης με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι μέγιστες εντάσεις ενισχύσεων που αναφέρονται στις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές ή στους κανονισμούς απαλλαγής κατά κατηγορία.

5.   ΜΕΤΡΑ ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΣΗΣ

5.1.   Βραχυπρόθεσμη ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων

(59)

Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη βραχυπρόθεσμη ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων ορίζουν ότι οι εμπορεύσιμοι κίνδυνοι δεν μπορούν να καλυφθούν από ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων με τη βοήθεια των κρατών της ΕΖΕΣ. Οι εμπορεύσιμοι κίνδυνοι είναι εμπορικοί και πολιτικοί κίνδυνοι σχετικά με κρατικούς και μη κρατικούς οφειλέτες που είναι εγκατεστημένοι στις χώρες που αναφέρονται στο παράρτημα των κατευθυντηρίων γραμμών, με μέγιστη περίοδο κινδύνου μικρότερη των δύο ετών. Οι κίνδυνοι που αφορούν οφειλέτες εγκατεστημένους στα κράτη μέλη της ΕΕ και στα κράτη της ΕΖΕΣ, μαζί με άλλα έξι μέλη του ΟΟΣΑ θεωρούνται ως εμπορεύσιμοι.

(60)

Η Αρχή εκτιμά ότι, εξαιτίας της σημερινής χρηματοπιστωτικής κρίσης, η έλλειψη ικανότητας ασφάλισης ή αντασφάλισης δεν γίνεται αισθητή σε όλα τα κράτη της ΕΖΕΣ, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να μην υπάρχει, προσωρινά, σε ορισμένες χώρες, κάλυψη για εμπορεύσιμους κινδύνους.

(61)

Το σημείο 4 παράγραφοι 9 έως 13 των προαναφερόμενων κατευθυντηρίων γραμμών ορίζει ότι:

«Στις περιπτώσεις αυτές, οι προσωρινά μη εμπορεύσιμοι κίνδυνοι μπορούν να αναληφθούν για λογαριασμό μιας κρατικής ή υποστηριζόμενης από το κράτος επιχείρησης ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων όσον αφορά μη εμπορεύσιμους κινδύνους που ασφαλίζονται για λογαριασμό ή με την εγγύηση του κράτους. Η ασφαλιστική επιχείρηση οφείλει, στο μέτρο του δυνατού, να εναρμονίζει τα ασφάλιστρα που επιβάλλει για τέτοιους κινδύνους με εκείνα τα οποία χρεώνουν σε άλλα μέρη ιδιωτικές εταιρείες ασφάλισης εξαγωγικών πιστώσεων για το υπό εξέταση είδος κινδύνου.

Κάθε κράτος της ΕΖΕΣ που προτίθεται να χρησιμοποιήσει αυτή τη ρήτρα διαφυγής πρέπει να κοινοποιεί πάραυτα στην Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ το σχέδιο απόφασής του. Η κοινοποίηση αυτή θα περιέχει έκθεση στην οποία θα αποδεικνύεται η αδυναμία κάλυψης των κινδύνων στην ιδιωτική ασφαλιστική αγορά προσκομίζοντας στοιχεία από δύο μεγάλους έγκυρους διεθνείς ιδιωτικούς ασφαλιστές εξαγωγικών πιστώσεων και ενός εθνικού ασφαλιστή, ώστε να δικαιολογείται η χρησιμοποίηση της ρήτρας διαφυγής. Μία άλλη δυνατότητα είναι η απόδειξη της αδυναμίας κάλυψης στην ιδιωτική ασφαλιστική αγορά να παρέχεται με μια έκθεση από ανεξάρτητο σύμβουλο την οποία η Αρχή θεωρεί αξιόπιστη και αμερόληπτη. Η κοινοποίηση πρέπει, επιπλέον, να περιέχει περιγραφή των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούν έναντι τέτοιων κινδύνων οι ασφαλιστές εξαγωγικών πιστώσεων που υποστηρίζονται από το Δημόσιο.

Εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή της παρούσας κοινοποίησης, η Αρχή θα εξετάσει κατά πόσο η ρήτρα διαφυγής είναι σύμφωνη με τους παραπάνω όρους και συμβιβάσιμη με τη συμφωνία ΕΟΧ.

Εάν η Αρχή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση της ρήτρας διαφυγής, η απόφασή της περί του συμβιβάσιμου περιορίζεται σε δύο έτη από την ημερομηνία της απόφασης, εφόσον οι συνθήκες αγοράς που δικαιολογούν τη χρησιμοποίηση της ρήτρας διαφυγής δεν αλλάξουν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Επίσης, η Αρχή, σε συνεννόηση με τα άλλα κράτη της ΕΖΕΣ, μπορεί να αναθεωρήσει τις προϋποθέσεις χρησιμοποίησης της ρήτρας διαφυγής. Μπορεί, επίσης, να αποφασίσει να θέσει τέλος στην εφαρμογή της ή να την αντικαταστήσει με άλλο κατάλληλο σύστημα.»

(62)

Οι διατάξεις αυτές, που είναι εφαρμοστέες σε μεγάλες επιχειρήσεις και ΜΜΕ, συνιστούν ενδεδειγμένο μέσο στη σημερινή οικονομική κατάσταση εάν τα κράτη της ΕΖΕΣ θεωρούν ότι υφίσταται αδυναμία κάλυψης στην αγορά ιδιωτικής ασφάλισης για ορισμένους εμπορεύσιμους πιστωτικούς κινδύνους ή/και για ορισμένους αγοραστές προστασίας από κινδύνους.

(63)

Στο πλαίσιο αυτό, για να επιταχυνθεί η διαδικασία για τα κράτη μέλη, η Αρχή είναι της γνώμης ότι μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010, ορισμένα κράτη της ΕΖΕΣ μπορούν να αποδείξουν την έλλειψη αγοράς με την προσκόμιση επαρκών στοιχείων που να αποδεικνύουν την αδυναμία κάλυψης του κινδύνου στην αγορά ιδιωτικής ασφάλισης. Η προσφυγή στη ρήτρα διαφυγής θεωρείται σε κάθε περίπτωση δικαιολογημένη αν:

ένας μεγάλος έγκυρος ιδιωτικός διεθνής ασφαλιστής εξαγωγικών πιστώσεων και ένας εθνικός ασφαλιστής πιστώσεων προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία για την αδυναμία παρόμοιας κάλυψης, ή

τουλάχιστον τέσσερις καθιερωμένοι εξαγωγείς στο κράτος της ΕΖΕΣ προσκομίσουν στοιχεία που να αποδεικνύουν την άρνηση των ασφαλιστών να καλύψουν ορισμένες πράξεις.

(64)

Η Αρχή, σε στενή συνεργασία με τα οικεία κράτη της ΕΖΕΣ, θα διασφαλίσει την ταχεία έκδοση αποφάσεων σχετικά με την εφαρμογή της «ρήτρας διαφυγής».

5.2.   Απλούστευση των διαδικασιών

(65)

Τα μέτρα κρατικής ενίσχυσης που αναφέρονται στις κατευθυντήριες αυτές γραμμές πρέπει να κοινοποιούνται στην Αρχή. Εκτός από τα ουσιαστικά μέτρα που προβλέπονται στις κατευθυντήριες αυτές γραμμές, η Αρχή δεσμεύεται να διασφαλίζει την ταχεία έγκριση μέτρων ενίσχυσης που αφορούν την τρέχουσα κρίση σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές, υπό τον όρο ότι το οικείο κράτος της ΕΖΕΣ παρέχει στενή συνεργασία και πλήρη ενημέρωση.

(66)

Η δέσμευση αυτή θα συμπληρώσει την εξελισσόμενη διαδικασία, ενώ η Επιτροπή εκπονεί επί του παρόντος ορισμένες βελτιώσεις επί των γενικών διαδικασιών της στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, κυρίως για να καταστήσει δυνατή την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη λήψη αποφάσεων σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη. Αυτή η γενική δέσμη μέτρων απλούστευσης πρέπει, ειδικότερα, να παγιώσει κοινές δεσμεύσεις της Επιτροπής και των κρατών μελών για πιο βελτιωμένες και προβλέψιμες διαδικασίες σε κάθε βήμα των ερευνών που διεξάγονται για κρατικές ενισχύσεις και να καταστήσει δυνατή την ταχύτερη έγκριση υποθέσεων που δεν δημιουργούν προβλήματα.

6.   ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

(67)

Η απόφαση αριθ. 195/04/COL, της 14ης Ιουλίου 2004, για τις διατάξεις εφαρμογής που αναφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 27 στο μέρος II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας μεταξύ των χωρών της ΕΖΕΣ για την ίδρυση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου, που καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου 1 στο μέρος I του πρωτοκόλλου 3 της εν λόγω συμφωνίας, απαιτεί από τα κράτη της ΕΖΕΣ να υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις στην Αρχή.

(68)

Ως τις 31 Ιουλίου 2009, τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να διαβιβάσουν στην Αρχή κατάλογο των καθεστώτων που θεσπίζονται βάσει των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών.

(69)

Τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να μεριμνούν ώστε να τηρούνται λεπτομερή αρχεία σχετικά με τη χορήγηση ενισχύσεων που προβλέπονται από τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές. Τα αρχεία αυτά, τα οποία πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για να πιστοποιηθεί η τήρηση των αναγκαίων προϋποθέσεων, πρέπει να τηρηθούν για δέκα έτη και να διαβιβαστούν στην Αρχή, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα. Ειδικότερα, τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να έχουν λάβει πληροφοριακά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι δικαιούχοι ενισχύσεων για τα μέτρα που προβλέπονται στα σημεία 4.2, 4.3, 4.4 και 4.5 δεν ήταν προβληματικές επιχειρήσεις την 1η Ιουλίου 2008.

(70)

Πέραν των απαιτήσεων αυτών, τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να υποβάλουν έκθεση για τα μέτρα που θεσπίστηκαν βάσει των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών, μέχρι τις 31 Οκτωβρίου 2009. Ειδικότερα, η έκθεση πρέπει να παρέχει στοιχεία που να καταδεικνύουν την ανάγκη να διατηρήσει η Αρχή τα μέτρα που προβλέπουν οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2009, καθώς και λεπτομερή στοιχεία για τα περιβαλλοντικά οφέλη των επιδοτούμενων δανείων. Τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να παρέχουν τα πληροφοριακά αυτά στοιχεία για κάθε μεταγενέστερο έτος κατά το οποίο εφαρμόζονται οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές, πριν από τις 31 Οκτωβρίου κάθε έτους.

(71)

Η Αρχή μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες για τις χορηγηθείσες ενισχύσεις και να ελέγξει αν τηρήθηκαν οι όροι που προβλέπονται στην απόφαση της Αρχής με την οποία εγκρίθηκε το μέτρο ενίσχυσης.

7.   ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

(72)

Η Αρχή εφαρμόζει τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές από την ημερομηνία της έκδοσής τους. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές δικαιολογούνται από τα σημερινά έκτακτα και μεταβατικά χρηματοδοτικά προβλήματα σε σχέση με την τραπεζική κρίση και θα πάψουν να ισχύουν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2010. Κατόπιν διαβουλεύσεων με τα κράτη της ΕΖΕΣ, η Αρχή μπορεί να τις τροποποιήσει πριν από την εν λόγω ημερομηνία για σημαντικούς λόγους πολιτικής ανταγωνισμού ή οικονομικούς λόγους. Επίσης, εφόσον το κρίνει χρήσιμο, η Αρχή μπορεί επίσης να διευκρινίσει ορισμένα συγκεκριμένα σημεία της προσέγγισής της.

(73)

Η Αρχή εφαρμόζει τις διατάξεις της παρούσας ανακοίνωσης σε όλα τα κοινοποιηθέντα μέτρα επιχειρηματικών κεφαλαίων επί των οποίων καλείται να λάβει απόφαση μετά τη θέσπιση των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών, ακόμη και αν τα μέτρα είχαν κοινοποιηθεί πριν από τη θέσπιση των κατευθυντηρίων αυτών γραμμών.

(74)

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον καθορισμό των εφαρμοστέων κανόνων όσον αφορά την αξιολόγηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης, η Αρχή, σε περίπτωση μη κοινοποιηθεισών ενισχύσεων, εφαρμόζει τα ακόλουθα:

α)

τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές, εάν η ενίσχυση χορηγήθηκε μετά τη θέσπισή τους,

β)

τις κατευθυντήριες γραμμές που ίσχυαν όταν χορηγήθηκε η ενίσχυση, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

(75)

Η Αρχή, σε στενή συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη της ΕΖΕΣ, εξασφαλίζει την ταχεία έκδοση αποφάσεων, αμέσως μόλις κοινοποιηθούν πλήρως τα μέτρα που εξετάζονται στο παρόν έγγραφο. Τα κράτη της ΕΖΕΣ πρέπει να ενημερώνουν την Αρχή για τις προθέσεις τους και να κοινοποιούν τα σχέδιά τους για τη θέσπιση σχετικών μέτρων όσο το δυνατόν νωρίτερα και πληρέστερα.

(76)

Η Αρχή επιθυμεί να υπενθυμίσει ότι κάθε διαδικαστική βελτίωση εξαρτάται πλήρως από την υποβολή σαφώς διατυπωμένων και ολοκληρωμένων κοινοποιήσεων.


(1)  Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, COM(2008) 800.

(2)  Συμπεράσματα του Συμβουλίου Ecofin της 7ης Οκτωβρίου 2008.

(3)  ΕΕ C 270 της 25.10.2008, σ. 8.

(4)  Βλέπε κεφάλαια των κατευθυντηρίων γραμμών για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων στα μέτρα που λήφθηκαν για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στο πλαίσιο της τρέχουσας παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και για την ανακεφαλαιοποίηση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης: περιορισμός των ενισχύσεων στο ελάχιστο απαραίτητο και διασφαλίσεις έναντι αδικαιολόγητων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, που εγκρίθηκαν στις 29 Ιανουαρίου 2009.

(5)  ΕΕ L 310 της 9.11.2006, σ. 15.

(6)  ΕΕ L 412 της 30.12.2006, σ. 1.

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 800/2008 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2008, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την κοινή αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης (Γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία, ΕΕ L 214 της 9.8.2008, σ. 3) που έχει ενσωματωθεί στη συμφωνία ΕΟΧ ως σημείο 1ι του παραρτήματος XV της συμφωνίας με την απόφαση αριθ. 120/2008 της 7ης Νοεμβρίου 2008 (ΕΕ L 339 της 18.12.2008, σ. 111, και συμπλήρωμα ΕΟΧ αριθ. 79 της 18.12.2008), θέση σε ισχύ στις 8.11.2008.

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5), που έχει ενσωματωθεί στη συμφωνία ΕΟΧ στο σημείο 1εα του παραρτήματος XV της συμφωνίας, με την απόφαση αριθ. 29/2007 (ΕΕ L 209 της 9.8.2007, σ. 52, και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 38 της 9.8.2007, σ. 34), θέση σε ισχύ στις 28.4.2007.

(9)  Το ενημερωμένο κείμενο των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο της Αρχής, στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.eftasurv.int/fieldsofwork/fieldstateaid/state_aid_guidelines

(10)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-132/96 και T-143/96 Freistaat Sachsen and Volkswagen AG κατά Επιτροπής Συλλογή 1999, σ. II-3663, σκέψη 167.

(11)  Απόφαση 98/490/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 47/96 Crédit Lyonnais (ΕΕ L 221 της 8.8.1998, σ. 28), σημείο 10.1· απόφαση 2005/345/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση 28/02 Bankgesellschaft Berlin (ΕΕ L 116 της 4.5.2005, σ. 1), σημείο 153 και επόμενα, και απόφαση 2008/263/ΕΚ της Επιτροπής στην υπόθεση C 50/96 BAWA (ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 7), σημείο 166. Βλέπε και απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση NN 70/07 Northern Rock (ΕΕ C 43 της 16.2.2008, σ. 1) και απόφαση της Επιτροπής της 4ης Ιουνίου 2008 στην υπόθεση C 9/08 SachsenLB, που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί.

(12)  Η Αρχή ουδέποτε ενέκρινε μέτρο ενίσχυσης με βάση το άρθρο 61 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συμφωνίας ΕΟΧ.

(13)  Βλέπε υποσημείωση ανωτέρω.

(14)  Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, βλέπε σημείο 2.1 των κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις για την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων. Για τις ΜΜΕ, βλέπε άρθρο 1 παράγραφος 7 για τον ορισμό του γενικού κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία.

(15)  Όπως ορίζεται στα άρθρα 2.3 και 2.4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1857/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 (ΕΕ L 358 της 16.12.2006, σ. 3).

(16)  Για την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις των άρθρων 61 έως 63 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, οι κρατικές ενισχύσεις πρέπει να χορηγούνται σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν στην παραγωγή προϊόντων που εμπίπτουν στο πεδίο των προϊόντων της συμφωνίας για τον ΕΟΧ. Το άρθρο 8 παράγραφος 3 της συμφωνίας ορίζει τα εξής: «Εκτός αν άλλως ορίζεται, οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας εφαρμόζονται μόνο: α) στα προϊόντα που υπάγονται στα κεφάλαια 25 μέχρι 97 του εναρμονισμένου συστήματος περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων, εκτός από τα προϊόντα που απαριθμούνται στο πρωτόκολλο 2· β) στα προϊόντα που αναφέρονται στο πρωτόκολλο 3, με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο εν λόγω πρωτόκολλο.» Τα γεωργικά προϊόντα, εφόσον δεν υπάγονται στα κεφάλαια 25 έως 97 του εναρμονισμένου συστήματος περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας ΕΟΧ.

(17)  Τούτο περιλαμβάνει τη δυνατότητα να χορηγούν τα κράτη της ΕΖΕΣ μείωση μέχρι 25 % επί της ειδικής προμήθειας ασφαλείας (safe-harbour) που στις κατευθυντήριες αρχές ορίζεται στο 3,8 % για τις ΜΜΕ που δεν έχουν πιστωτικό ιστορικό ή βαθμολογία που βασίζεται στον ισολογισμό, όπως ορισμένες εταιρείες ειδικού σκοπού ή επιχειρήσεις στη φάση της εκκίνησης.

(18)  Όπως ο γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1628/2006 της Επιτροπής της 24ης Οκτωβρίου 2006 για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις εθνικές επενδυτικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (ΕΕ L 302 της 1.11.2006, σ. 29), που έχει ενσωματωθεί στη συμφωνία ΕΟΧ στο σημείο 1ι του παραρτήματος XV της συμφωνίας με την απόφαση αριθ. 157/2006 (ΕΕ L 89 της 29.3.2007, σ. 33 και συμπλήρωμα για τον ΕΟΧ αριθ. 15 της 29.3.2007, σ. 26), υπό τον όρο ότι η εγκριθείσα μέθοδος εξετάζει ρητά τον τύπο των εγγυήσεων και τον τύπο υποκειμένων πράξεων που διακυβεύονται.

(19)  Βλέπε υποσημείωση 14 ανωτέρω.

(20)  Τα κράτη της ΕΖΕΣ που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δυνατότητα πρέπει να δημοσιεύουν on-line στο Διαδίκτυο τα καθημερινά ημερήσια επιτόκια και να τα γνωστοποιούν στην Αρχή.

(21)  Βλέπε υποσημείωση 14 ανωτέρω.

(22)  Μελλοντικό κοινοτικό πρότυπο προϊόντων σημαίνει ένα υποχρεωτικό κοινοτικό πρότυπο που καθορίζει τα επίπεδα τα οποία πρέπει να επιτευχθούν από περιβαλλοντική άποψη για προϊόντα πωλούμενα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο έχει θεσπιστεί αλλά δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ.

(23)  Όπως ορίζεται στο σημείο 70 των κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

(24)  Που έχουν οριστεί σύμφωνα με το σημείο 58 των κατευθυντηρίων γραμμών για τις περιφερειακές ενισχύσεις.

(25)  Βλέπε υποσημείωση 14 ανωτέρω.