ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2010.250.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

53ό έτος
24 Σεπτεμβρίου # 2010


Περιεχόμενα

 

II   Μη νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 837/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1418/2007 σχετικά με την εξαγωγή για αξιοποίηση ορισμένων αποβλήτων προς ορισμένες χώρες που δεν ανήκουν στον ΟΟΣΑ ( 1 )

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 838/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, περί καθορισμού κατευθυντηρίων γραμμών για τον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και για κοινή κανονιστική προσέγγιση σχετικά με την επιβολή των τελών μεταφοράς ( 1 )

5

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 839/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

12

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 840/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του βοείου κρέατος

14

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 841/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών

18

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 842/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, για τον καθορισμό των αντιπροσωπευτικών τιμών στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95

20

 

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 843/2010 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2010, σχετικά με τον καθορισμό ελάχιστης τιμής πώλησης αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη για τον έβδομο επιμέρους διαγωνισμό που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού ο οποίος προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 447/2010

22

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

2010/569/ΕΕ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 2010, σχετικά με τις φορολογικές ενισχύσεις που χορηγεί η Γαλλία προς το ταμείο για την πρόληψη των κινδύνων του αλιευτικού κλάδου και τις αλιευτικές επιχειρήσεις [Κρατική ενίσχυση C 24/08 (πρώην NN 38/07)] [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 3938]  ( 1 )

23

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Μη νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 837/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1418/2007 σχετικά με την εξαγωγή για αξιοποίηση ορισμένων αποβλήτων προς ορισμένες χώρες που δεν ανήκουν στον ΟΟΣΑ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων (1), και ιδίως το άρθρο 37 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο,

Ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες χώρες,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Η Επιτροπή έλαβε απαντήσεις από τη Λιβερία στα γραπτά της αιτήματα για τη γραπτή επιβεβαίωση ότι ορισμένα απόβλητα που απαριθμούνται στα παραρτήματα ΙΙΙ ή ΙΙΙΑ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 και των οποίων η εξαγωγή δεν απαγορεύεται δυνάμει του άρθρου 36 του εν λόγω κανονισμού, μπορούν να εξαχθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, προς αξιοποίηση, στην εν λόγω χώρα και για την κοινοποίηση από την εν λόγω χώρα της διαδικασίας ελέγχου, εφόσον υπάρχει, που θα ακολουθηθεί. Η Επιτροπή έλαβε επίσης περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την Ανδόρα, την Κίνα, την Κροατία και την Ινδία. Επομένως, το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1418/2007 της Επιτροπής (2) πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ώστε να συνεκτιμηθεί το εν λόγω θέμα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1418/2007 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει τη δέκατη τέταρτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 190 της 12.7.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 316 της 4.12.2007, σ. 6.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.

Η εγγραφή «Ανδόρα» αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Ανδόρα

α)

β)

γ)

δ)

 

όλα τα απόβλητα που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»

 

 

2.

Η εγγραφή «Κίνα» αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Κίνα

α)

β)

γ)

δ)

Από το B1010:

Πολύτιμα μέταλλα (εκτός χρυσού, λευκόχρυσου)

Απορρίμματα μολυβδαινίου

Απορρίμματα κοβαλτίου

Απορρίμματα μαγγανίου

Απορρίμματα ινδίου

Απορρίμματα θορίου

Απορρίμματα σπάνιων γαιών

Απορρίμματα χρωμίου

 

 

Από το B1010:

Πολύτιμα μέταλλα (χρυσός, λευκόχρυσος)

Απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα

Απορρίμματα χαλκού

Απορρίμματα νικελίου

Απορρίμματα αργιλίου

Απορρίμματα ψευδαργύρου

Απορρίμματα κασσιτέρου

Απορρίμματα βολφραμίου

Απορρίμματα τανταλίου

Απορρίμματα μαγνησίου

Απορρίμματα βισμουθίου

Απορρίμματα τιτανίου

Απορρίμματα ζιρκονίου

Απορρίμματα γερμανίου

Απορρίμματα βαναδίου

Απορρίμματα αφνίου, νιοβίου, ρηνίου και γαλλίου

B1020–B1040

 

 

 

 

 

 

B1050

B1060

 

 

 

 

 

 

B1070

B1080-B1100

 

 

 

 

 

 

B1115

Από το B1120: όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το B1120: Μεταβατικά μέταλλα μόνο αυτά που περιέχουν > 10 % V2O5, εξαιρουμένων των άχρηστων καταλυτών (αναλωμένοι καταλύτες, υγρά που χρησιμοποιήθηκαν ως καταλύτες ή άλλοι καταλύτες) του καταλόγου Α

B1130-B1200

 

 

 

 

 

 

B1210

B1220

 

 

 

 

 

 

B1230

B1240

 

 

 

 

 

 

B1250

Από το B2010: όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το B2010: Απόβλητα μαρμαρυγίας

B2020

 

 

 

Από το B2030: όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το B2030: Μόνο απορρίμματα καρβιδίου βολφραμίου

B2040

 

 

 

B2060-B2130

 

 

 

Από το Β3010: επεξεργασμένα απόβλητα ρητινών ή προϊόντων συμπύκνωσης, μεταξύ των οποίων:

ρητίνες ουρίας-φορμαλδεΰδης

ρητίνες μελαμίνης-φορμαλδεΰδης

εποξυρρητίνες

αλκυδικές ρητίνες

 

 

Από το Β3010 – όλα τα άλλα απορρίμματα υπό τον όρο ότι είναι θερμοπλαστικά

 

 

 

B3020

Από το B3030 – όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το B3030:

Απορρίμματα από μαλλί ή τρίχες εκλεκτής ποιότητας ή χοντροειδείς, στα οποία περιλαμβάνονται και τα απορρίμματα από νήματα, με εξαίρεση όμως τα ξεφτίδια

Απορρίμματα από βαμβάκι (στα οποία περιλαμβάνονται και τα απορρίμματα από νήματα και τα ξεφτίδια)

Απορρίμματα από συνθετικές ή τεχνητές ίνες (στα οποία περιλαμβάνονται και τα απορρίμματα της κλώσης, τα απορρίμματα νημάτων και τα ξεφτίδια)

B3035

 

 

 

Από το B3040 – όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το B3040: μόνο μη βουλκανισμένο ελαστικό

 

 

 

B3050

B3060-B3070

 

 

 

Από το B3080 – όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το Β3080: μόνο μη βουλκανισμένο ελαστικό

B3090-B4030

 

 

 

Από το GB040 – όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το GB040 – μόνο σκωρία μεταποίησης από τηγμένο χαλκό που περιέχει > 10 % χαλκού

 

 

 

GC010

Από το GC020 – όλα τα άλλα απόβλητα

 

 

Από το GC020 – μόνο απορρίμματα καλωδίων και συρμάτων, απορρίμματα ηλεκτροκινητήρων

 

 

 

GC030

GC050-GG040

 

 

 

 

 

 

GH013

GN010-GN030»

 

 

 

3.

Η εγγραφή «Κροατία» αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Κροατία

α)

β)

γ)

δ)

 

 

 

όλα τα απόβλητα που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»

4.

Η εγγραφή «Ινδία» αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Ινδία

α)

β)

γ)

δ)

 

 

 

όλα τα απόβλητα που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»

5.

Μετά την εγγραφή «Λίβανος», εισάγεται η ακόλουθη εγγραφή:

«Λιβερία

α)

β)

γ)

δ)

 

 

 

B3020»


24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 838/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

περί καθορισμού κατευθυντηρίων γραμμών για τον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και για κοινή κανονιστική προσέγγιση σχετικά με την επιβολή των τελών μεταφοράς

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 (1), και ιδίως την πρώτη πρόταση του άρθρου 18 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 774/2010 της Επιτροπής, της 2ας Σεπτεμβρίου 2010, περί καθορισμού κατευθυντηρίων γραμμών για την αντιστάθμιση μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και για κοινή κανονιστική προσέγγιση σχετικά με την επιβολή των τελών μεταφοράς (2) θεσπίζεται μηχανισμός αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας, και κοινή κανονιστική προσέγγιση σχετικά με την επιβολή των τελών μεταφοράς. Ωστόσο, η ισχύς του εν λόγω κανονισμού θα λήξει στις 2 Μαρτίου 2011.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια εφαρμογής του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, πρέπει να εγκριθούν νέες κατευθυντήριες γραμμές κατά το άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 714/2009, οι οποίες να αντικατοπτρίζουν το θεσμικό πλαίσιο που καθορίστηκε με τον ίδιο κανονισμό. Ειδικότερα, ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών (εφεξής «ο Οργανισμός»), που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), πρέπει να είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση της εφαρμογής του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς.

(3)

Οι δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για τον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς πρέπει να συνιστούν στέρεη βάση για τη λειτουργία του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και για να παρέχεται δίκαιη αντιστάθμιση στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των δικτύων τους.

(4)

Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών ή εδαφών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ένωση, βάσει των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, πρέπει να δικαιούνται να συμμετέχουν στον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, σε ισότιμη βάση με τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς κρατών μελών.

(5)

Είναι σκόπιμο να επιτραπεί σε διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών, οι οποίοι δεν έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ένωση βάσει των οποίων υιοθετούν και εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, να συνάπτουν πολυμερείς συμφωνίες με διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς κρατών μελών, οι οποίες να παρέχουν τη δυνατότητα δίκαιης και ισότιμης αντιστάθμισης σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη για το κόστος που τους βαρύνει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας.

(6)

Στους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς πρέπει να καταβάλλεται αντιστάθμιση για τις απώλειες ενέργειας που προκύπτουν λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των δικτύων τους. Η αντιστάθμιση αυτή πρέπει να βασίζεται σε εκτίμηση των απωλειών που θα είχαν προκύψει χωρίς τη διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας.

(7)

Πρέπει να συσταθεί ταμείο ώστε να καταβάλλεται αντιστάθμιση στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς για το κόστος που υφίστανται όταν διαθέτουν την υποδομή τους για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας. Η αξία του εν λόγω ταμείου πρέπει να βασίζεται σε εκτίμηση, σε κλίμακα Ευρωπαϊκής Ένωσης, του μακροπρόθεσμου μέσου οριακού κόστους διάθεσης της υποδομής για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας.

(8)

Η εκτίμηση, σε κλίμακα Ευρωπαϊκής Ένωσης, της υποδομής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που υπεισέρχεται στη διευκόλυνση των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να διενεργείται από τον Οργανισμό, ως αρμόδιο φορέα για τον συντονισμό των δραστηριοτήτων των ρυθμιστικών αρχών, οι οποίες οφείλουν να επιτελούν παρόμοια αποστολή σε εθνική κλίμακα.

(9)

Το κόστος για τη χρήση του συστήματος μεταφοράς εντός της Ένωσης από διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών πρέπει να είναι το ίδιο με το κόστος για τη χρήση του από τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς κρατών μελών.

(10)

Οι διακυμάνσεις των τελών που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας για την πρόσβαση στο δίκτυο μεταφοράς πρέπει να μην υπονομεύουν την εσωτερική αγορά. Προς τούτο, ο μέσος όρος των τελών για την πρόσβαση στο δίκτυο των κρατών μελών πρέπει να διατηρείται εντός κλίμακας που συμβάλλει στη διασφάλιση των οφελών από την εναρμόνιση.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη που διατύπωσε η επιτροπή που συστάθηκε βάσει του άρθρου 46 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας καταβάλλεται αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των δικτύων τους, με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται στο μέρος Α του παραρτήματος.

Άρθρο 2

Τα τέλη που εφαρμόζουν οι διαχειριστές των δικτύων για την πρόσβαση στο δίκτυο μεταφοράς τηρούν τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται στο μέρος Β του παραρτήματος.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 3 Μαρτίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 233 της 3.9.2010, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΜΕΡΟΣ A

Κατευθυντήριες γραμμές για τον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Γενικές διατάξεις

1.1.

Με τον μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς (Inter Transmission System Operator Compensation, ITC) παρέχεται αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και για τη διασυνοριακή πρόσβαση στο διασυνδεδεμένο σύστημα.

1.2.

Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας), το οποίο ιδρύθηκε σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 714/2009, συστήνει ταμείο αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς (ταμείο ITC) για το κόστος που προκύπτει όταν διαθέτουν την υποδομή τους για διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας.

Το ταμείο ITC παρέχει αντιστάθμιση για:

1.

το κόστος των απωλειών που προκύπτουν στα εθνικά συστήματα μεταφοράς συνεπεία των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας·

και

2.

το κόστος που προκύπτει όταν διατίθεται η υποδομή για διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας.

1.3.

Οι εισφορές στο ταμείο ITC υπολογίζονται σύμφωνα με τα σημεία 6 και 7.

Οι πληρωμές από το ταμείο ITC υπολογίζονται σύμφωνα με τα σημεία 4 και 5.

Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας είναι αρμόδιο για τον καθορισμό των ρυθμίσεων σχετικά με την είσπραξη και την καταβολή όλων των πληρωμών που αφορούν το ταμείο ITC, καθώς και για τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος πληρωμών. Όλες οι εισφορές και πληρωμές εκτελούνται το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός έξι μηνών από τη λήξη της περιόδου που αφορούν.

1.4.

Ο Οργανισμός εποπτεύει την εφαρμογή του μηχανισμού ITC και υποβάλλει ετησίως στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του μηχανισμού ITC και τη διαχείριση του ταμείου ITC.

Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας συνεργάζεται με την Επιτροπή και τον Οργανισμό για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής και παρέχει στον Οργανισμό όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τον σκοπό αυτό.

Κάθε διαχειριστής συστήματος μεταφοράς παρέχει στο ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας και στον Οργανισμό όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του μηχανισμού ITC.

1.5.

Μέχρις ότου συσταθεί το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας, οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς συνεργάζονται μεταξύ τους για την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στο ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας όσον αφορά τον μηχανισμό ITC.

1.6.

Η διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται, κατά κανόνα ωριαίως, με βάση τη χαμηλότερη τιμή της απόλυτης ποσότητας εισαγωγών και της απόλυτης ποσότητας εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς.

Για τον υπολογισμό της διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας, η ποσότητα των εισαγωγών και των εξαγωγών μέσω κάθε διασύνδεσης μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς μειώνεται κατ’ αναλογία προς το μερίδιο της δυναμικότητας η οποία κατανέμεται με τρόπο που δεν συμβιβάζεται με το σημείο 2 των κατευθυντηρίων γραμμών για τη διαχείριση της συμφόρησης, όπως ορίζονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 714/2009.

Παρά τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του παρόντος σημείου, οι εισαγωγές και εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας μέσω διασυνδέσεων με τρίτες χώρες στις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 7.1 συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό της διαμετακόμισης ηλεκτρικής ενέργειας.

1.7.

Για τους σκοπούς του παρόντος μέρους του παραρτήματος, ως «καθαρή ροή ηλεκτρικής ενέργειας» νοείται η απόλυτη τιμή της διαφοράς μεταξύ του συνόλου των εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από συγκεκριμένο σύστημα μεταφοράς προς χώρες των οποίων οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς (ΔΣΜ) συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC και του συνόλου των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από χώρες των οποίων οι ΔΣΜ συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC στο συγκεκριμένο σύστημα μεταφοράς.

Για τα συμβαλλόμενα μέρη στον μηχανισμό ITC που συνορεύουν με τουλάχιστον μία τρίτη χώρα στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 7.1, διενεργούνται οι ακόλουθες προσαρμογές του τρόπου υπολογισμού της καθαρής ροής:

1.

εάν οι συνολικές εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς χώρες των οποίων οι ΔΣΜ συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC είναι μεγαλύτερες από τις συνολικές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από χώρες των οποίων οι ΔΣΜ συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC, οι καθαρές ροές μειώνονται κατά τη χαμηλότερη από τις ακόλουθες τιμές:

α)

καθαρές ροές εισαγωγών από αυτές τις τρίτες χώρες ή

β)

καθαρές ροές εξαγωγών προς χώρες όπου ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς συμμετέχει στον μηχανισμό ITC·

2.

εάν οι συνολικές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από χώρες των οποίων οι ΔΣΜ συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC είναι μεγαλύτερες από τις συνολικές εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς χώρες των οποίων οι διαχειριστές ΔΣΜ συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC, οι καθαρές ροές μειώνονται κατά τη χαμηλότερη από τις ακόλουθες τιμές:

α)

καθαρές ροές εξαγωγών προς αυτές τις τρίτες χώρες ή

β)

καθαρές ροές εισαγωγών από χώρες όπου ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς συμμετέχει στον μηχανισμό ITC.

1.8.

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, ως «φορτίο» νοείται η συνολική ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που εξέρχεται από το εθνικό δίκτυο μεταφοράς και διοχετεύεται σε συνδεδεμένα συστήματα διανομής, σε τελικούς καταναλωτές συνδεδεμένους με το δίκτυο μεταφοράς και σε παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου να καταναλωθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

2.   Συμμετοχή στον μηχανισμό ITC

2.1.

Κάθε ρυθμιστική αρχή διασφαλίζει ότι συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς που υπάγονται στο πεδίο αρμοδιότητάς της και ότι στα τέλη που επιβάλλουν οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς για την πρόσβαση στα δίκτυα δεν περιλαμβάνονται πρόσθετα τέλη για το κόστος που προκύπτει κατά τη χρήση των δικτύων τους για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας.

2.2.

Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ένωση, βάσει των οποίων έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, δικαιούνται να συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC.

Συγκεκριμένα, δικαιούνται να συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα εδάφη που αναφέρονται στο άρθρο 9 της συνθήκης για την ίδρυση της Ενεργειακής Κοινότητας (1).

Κάθε διαχειριστής συστήματος μεταφοράς τρίτης χώρας που συμμετέχει στον μηχανισμό ITC αντιμετωπίζεται ισότιμα προς διαχειριστή συστήματος μεταφοράς κράτους μέλους.

3.   Πολυμερείς συμφωνίες

3.1.

Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας επιτρέπεται να συνάπτει πολυμερείς συμφωνίες σχετικά με την αντιστάθμιση του κόστους που προκύπτει για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC και εκείνων των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς τρίτων χωρών οι οποίοι δεν έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ένωση βάσει των οποίων υιοθετούν και εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και οι οποίοι, στις 16 Δεκεμβρίου 2009, υπέγραψαν την προαιρετική συμφωνία των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς για την αντιστάθμιση μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς.

3.2.

Σκοπός των εν λόγω πολυμερών συμφωνιών είναι να διασφαλίζεται η ισότιμη μεταχείριση διαχειριστή συστήματος μεταφοράς τρίτης χώρας προς διαχειριστή συστήματος μεταφοράς χώρας που συμμετέχει στον μηχανισμό ITC.

3.3.

Κατά περίπτωση, στις εν λόγω πολυμερείς συμφωνίες είναι δυνατόν να διατυπώνεται σύσταση για κατάλληλη προσαρμογή της συνολικής αντιστάθμισης ώστε να λαμβάνεται υπόψη η αντιστάθμιση για την παροχή υποδομής για τη διασυνοριακή ροή ηλεκτρικής ενέργειας, που καθορίζεται σύμφωνα με το σημείο 5. Τυχόν προσαρμογή υπόκειται στην έγκριση της Επιτροπής, η οποία λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του Οργανισμού.

3.4.

Η μεταχείριση διαχειριστή συστήματος μεταφοράς τρίτης χώρας δεν είναι ευνοϊκότερη από τη μεταχείριση διαχειριστή συστήματος μεταφοράς που συμμετέχει στον μηχανισμό ITC.

3.5.

Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας υποβάλλει όλες τις εν λόγω πολυμερείς συμφωνίες στην Επιτροπή για γνωμοδότηση ως προς το κατά πόσον η συνέχιση της πολυμερούς συμφωνίας προωθεί την ενοποίηση και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τις διασυνοριακές συναλλαγές. Η γνώμη της Επιτροπής πραγματεύεται ιδίως τα ακόλουθα:

1.

κατά πόσον η συμφωνία αφορά μόνο τις αντισταθμίσεις μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας μέσω των δικτύων τους·

2.

κατά πόσον τηρούνται οι απαιτήσεις των σημείων 3.2 και 3.4.

3.6.

Κατά τη γνωμοδότηση που αναφέρεται στο σημείο 3.5, η Επιτροπή διαβουλεύεται με όλα τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις απόψεις των κρατών μελών που συνορεύουν με τη σχετική τρίτη χώρα.

Για τη γνωμοδότησή της, η Επιτροπή επιτρέπεται να συμβουλεύεται τον Οργανισμό.

4.   Αντιστάθμιση για απώλειες

4.1.

Η αντιστάθμιση για τις απώλειες στα εθνικά συστήματα μεταφοράς συνεπεία διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται χωριστά από την αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει όταν διατίθεται η υποδομή για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας.

4.2.

Το μέγεθος των απωλειών που προκύπτουν σε εθνικό σύστημα μεταφοράς καθορίζεται με υπολογισμό της διαφοράς μεταξύ:

1.

του μεγέθους των απωλειών που πράγματι προέκυψαν σε σύστημα μεταφοράς κατά την οικεία περίοδο

και

2.

του εκτιμώμενου μεγέθους των απωλειών στο σύστημα μεταφοράς που θα προέκυπταν εάν, κατά την οικεία περίοδο, δεν διαμετακομιζόταν ηλεκτρική ενέργεια μέσω του συστήματος.

4.3.

Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας είναι αρμόδιο για τον υπολογισμό που αναφέρεται στο σημείο 4.2 και δημοσιεύει τον υπολογισμό αυτό και την μέθοδό του, με την κατάλληλη μορφή. Ο υπολογισμός αυτός επιτρέπεται να προκύπτει από εκτιμήσεις σε διαφορετικές χρονικές στιγμές της οικείας περιόδου.

4.4.

Η αξία των απωλειών που προκύπτουν σε εθνικό σύστημα μεταφοράς λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας υπολογίζεται με την ίδια βάση που εγκρίθηκε από τη ρυθμιστική αρχή για τον υπολογισμό όλων των απωλειών των εθνικών συστημάτων μεταφοράς. Ο Οργανισμός ελέγχει τα κριτήρια αποτίμησης των απωλειών σε εθνικό επίπεδο, μεριμνώντας ιδίως για τη δίκαιη και χωρίς διακρίσεις αποτίμησή τους.

Όταν η οικεία ρυθμιστική αρχή δεν έχει ακόμη εγκρίνει τη βάση υπολογισμού των απωλειών για χρονική περίοδο κατά την οποία εφαρμόζεται ο μηχανισμός ITC, την αξία των απωλειών για τους σκοπούς του μηχανισμού ITC εκτιμά το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας.

5.   Αντιστάθμιση για την παροχή υποδομής για τη διασυνοριακή ροή ηλεκτρικής ενέργειας

5.1.

Μετά από πρόταση του Οργανισμού σύμφωνα με το σημείο 5.3, η Επιτροπή καθορίζει το ετήσιο συνολικό ύψος της αντιστάθμισης για τη διασυνοριακή υποδομή, το οποίο κατανέμεται μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που είναι αρμόδιοι για τα εθνικά συστήματα μεταφοράς, ως αποζημίωση για το κόστος που προκύπτει όταν διατίθεται η υποδομή για διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας. Εάν η Επιτροπή διαφωνεί με την πρόταση του Οργανισμού, ζητεί από τον Οργανισμό δεύτερη γνώμη.

5.2.

Το ετήσιο συνολικό ύψος της αντιστάθμισης για τη διασυνοριακή υποδομή κατανέμεται μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που είναι αρμόδιοι για τα εθνικά συστήματα μεταφοράς αναλογικώς προς:

1.

τον συντελεστή διαμετακόμισης, δηλαδή το ποσοστό των διαμετακομίσεων μέσω του συστήματος μεταφοράς συγκεκριμένου κράτους στο σύνολο των διαμετακομίσεων μέσω όλων των εθνικών συστημάτων μεταφοράς·

2.

τον συντελεστή φορτίου, δηλαδή το τετράγωνο των διαμετακομίσεων ηλεκτρικής ενέργειας μέσω του συστήματος μεταφοράς συγκεκριμένου κράτους ως ποσοστό του αθροίσματος του φορτίου και των διαμετακομίσεων μέσω του εν λόγω εθνικού συστήματος μεταφοράς, προς το τετράγωνο των διαμετακομίσεων ηλεκτρικής ενέργειας μέσω όλων των εθνικών συστημάτων μεταφοράς ως ποσοστό του αθροίσματος του φορτίου και των διαμετακομίσεων μέσω όλων των εθνικών συστημάτων μεταφοράς.

Ο συντελεστής διαμετακόμισης σταθμίζεται με 75 % και ο συντελεστής φορτίου με 25 %.

5.3.

Ο Οργανισμός υποβάλλει πρόταση σχετικά με το ετήσιο συνολικό ύψος της αντιστάθμισης για τη διασυνοριακή υποδομή που αναφέρεται στο σημείο 5.1, με βάση εκτίμηση, σε κλίμακα Ευρωπαϊκής Ένωσης, της υποδομής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας που υπεισέρχεται στη διευκόλυνση των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενέργειας. Ο Οργανισμός καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να διενεργήσει την εκτίμηση εντός δύο ετών από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας παρέχει στην Επιτροπή και στον Οργανισμό κάθε είδους βοήθεια που απαιτείται για τη διεξαγωγή αυτής της εκτίμησης.

Η ανωτέρω εκτίμηση συνίσταται σε τεχνικό και οικονομικό υπολογισμό του αναμενόμενου μακροπρόθεσμου μέσου οριακού κόστους ανά έτος προκειμένου να καθίσταται δυνατή η διάθεση της υποδομής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας για διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας την οικεία περίοδο, βασίζεται δε σε αναγνωρισμένες μεθοδολογίες πρότυπης κοστολόγησης.

Όταν η υποδομή χρηματοδοτείται από πόρους διαφορετικούς των τελών πρόσβασης στα δίκτυα, που εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 714/2009, η εκτίμηση του κόστους διάθεσης της υποδομής για διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας προσαρμόζεται καταλλήλως ώστε να λαμβάνεται τούτο υπόψη.

Αυτή η εκτίμηση της υποδομής μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας σε κλίμακα Ευρωπαϊκής Ένωσης περιλαμβάνει την υποδομή όλων των κρατών μελών και των τρίτων χωρών που συμμετέχουν στον μηχανισμό ITC και συστήματα τα οποία διαχειρίζονται οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς που έχουν συνάψει πολυμερείς συμφωνίες κατά το σημείο 3.

5.4.

Έως ότου ο Οργανισμός διενεργήσει την εκτίμηση που αναφέρεται στο σημείο 5.3 και η Επιτροπή καθορίσει το ετήσιο συνολικό ύψος της αντιστάθμισης για τη διασυνοριακή υποδομή, το ετήσιο συνολικό ύψος της αντιστάθμισης για τη διασυνοριακή υποδομή ορίζεται σε 100 000 000 ευρώ.

5.5.

Όταν υποβάλλει την πρόταση που αναφέρεται στο σημείο 5.1, ο Οργανισμός γνωμοδοτεί επίσης στην Επιτροπή όσον αφορά τη σκοπιμότητα χρήσης του μακροπρόθεσμου μέσου οριακού κόστους για να εκτιμάται το κόστος διάθεσης της υποδομής για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας.

6.   Εισφορές στο ταμείο ITC

6.1.

Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεισφέρουν στο ταμείο ITC αναλογικά, με βάση το ποσοστό της απόλυτης τιμής των καθαρών ροών προς και από το οικείο εθνικό σύστημα μεταφοράς ως προς το άθροισμα της απόλυτης τιμής των καθαρών ροών προς και από όλα τα εθνικά συστήματα μεταφοράς.

7.   Τέλος χρήσης συστήματος μεταφοράς για τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από τρίτες χώρες και για τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς τρίτες χώρες.

7.1.

Τέλος χρήσης συστήματος μεταφοράς καταβάλλεται για όλες τις προγραμματισμένες εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από όλες τις τρίτες χώρες και για όλες τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς όλες τις τρίτες χώρες, όταν πρόκειται για:

1.

χώρα που δεν έχει συνάψει συμφωνία με την Ένωση, βάσει της οποίας να υιοθετεί και εφαρμόζει το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας·

ή

2.

διαχειριστή συστήματος μεταφοράς που είναι αρμόδιος για σύστημα από το οποίο εισάγεται ή προς το οποίο εξάγεται ηλεκτρική ενέργεια, χωρίς να έχει συνάψει πολυμερή συμφωνία κατά το σημείο 3.

Το τέλος αυτό εκφράζεται σε ευρώ ανά μεγαβατώρα.

7.2.

Κάθε συμμετέχων στον μηχανισμό ITC επιβάλλει το τέλος χρήσης συστήματος μεταφοράς για προγραμματισμένες εισαγωγές και εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ εθνικού συστήματος μεταφοράς και συστήματος μεταφοράς τρίτης χώρας.

7.3.

Το τέλος χρήσης συστήματος μεταφοράς υπολογίζεται εκ των προτέρων για κάθε έτος από το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας. Το ύψος του καθορίζεται με βάση την αναμενόμενη εισφορά ανά μεγαβατώρα των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς από κάθε χώρα που συμμετέχει στο ταμείο ITC, με βάση τις αναμενόμενες διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας το οικείο έτος.

ΜΕΡΟΣ B

Κατευθυντήριες γραμμές για κοινή κανονιστική προσέγγιση σχετικά με την επιβολή των τελών μεταφοράς

1.

Οι ετήσιοι μέσοι όροι των τελών μεταφοράς που καταβάλλουν οι παραγωγοί σε κάθε κράτος μέλος κινούνται εντός του εύρους τιμών που καθορίζεται στο σημείο 3.

2.

Ο ετήσιος μέσος όρος των τελών μεταφοράς που καταβάλλουν οι παραγωγοί είναι το ετήσιο συνολικό ποσό των τελών μεταφοράς που καταβάλλουν οι παραγωγοί διαιρούμενο προς τη μετρούμενη συνολική ηλεκτρική ενέργεια που διοχετεύουν οι παραγωγοί στο σύστημα μεταφοράς συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Για τον υπολογισμό κατά το σημείο 3, από τα τέλη μεταφοράς εξαιρούνται:

1.

τα τέλη που καταβάλλουν οι παραγωγοί για τα υλικά στοιχεία ενεργητικού που απαιτούνται για τη σύνδεση στο σύστημα ή για την αναβάθμιση της σύνδεσης στο σύστημα·

2.

τα τέλη που καταβάλλουν οι παραγωγοί για επικουρικές υπηρεσίες·

3.

τα ειδικά τέλη που καταβάλλουν οι παραγωγοί για απώλειες συστήματος.

3.

Το εύρος τιμών του ετήσιου μέσου όρου των τελών μεταφοράς που καταβάλλουν οι παραγωγοί είναι 0 έως 0,5 ευρώ/MWh, πλην των τελών που εφαρμόζονται στη Δανία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία, τη Ρουμανία, την Ιρλανδία, τη Μεγάλη Βρετανία και Βόρεια Ιρλανδία.

Το εύρος τιμών του ετήσιου μέσου όρου των τελών μεταφοράς που καταβάλλουν οι παραγωγοί στη Δανία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία είναι 0 έως 1,2 ευρώ/MWh.

Το εύρος τιμών του ετήσιου μέσου όρου των τελών μεταφοράς που καταβάλλουν οι παραγωγοί στην Ιρλανδία, τη Μεγάλη Βρετανία και Βόρεια Ιρλανδία είναι 0 έως 2,5 ευρώ/MWh και στη Ρουμανία 0 έως 2,0 ευρώ/MWh.

4.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί την καταλληλότητα του εύρος τιμών των επιτρεπόμενων τελών μεταφοράς, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις επιπτώσεις του στη χρηματοδότηση της δυναμικότητας μεταφοράς που χρειάζονται τα κράτη μέλη να επιτύχουν τους στόχους τους σύμφωνα με την οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) καθώς και τις επιπτώσεις του στους χρήστες του συστήματος εν γένει.

5.

Την 1η Ιανουαρίου 2014 ο Οργανισμός υποβάλλει γνώμη στην Επιτροπή ως προς το ενδεδειγμένο εύρος ή τα ενδεδειγμένα εύρη τιμών των τελών για την περίοδο μετά την 1η Ιανουαρίου 2015.


(1)  ΕΕ L 198 της 20.7.2006, σ. 18.

(2)  ΕΕ L 140 της 5.6.2009, σ. 16.


24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 839/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει οτις 24 Σεπτεμβρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ’ αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MA

72,7

MK

76,7

TR

64,0

XS

58,9

ZZ

68,1

0707 00 05

TR

124,4

ZZ

124,4

0709 90 70

TR

120,2

ZZ

120,2

0805 50 10

AR

138,0

CL

107,8

IL

127,1

TR

118,8

UY

134,8

ZA

115,7

ZZ

123,7

0806 10 10

EG

75,0

TR

121,1

US

185,0

ZZ

127,0

0808 10 80

AR

78,0

BR

74,7

CL

125,9

NZ

112,4

US

128,5

ZA

97,2

ZZ

102,8

0808 20 50

CN

84,3

ZA

98,9

ZZ

91,6

0809 30

TR

149,8

ZZ

149,8

0809 40 05

BA

53,5

IL

178,5

MK

45,0

ZZ

92,3


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/14


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 840/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του βοείου κρέατος

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (1), και ιδίως το άρθρο 164 παράγραφος 2 και το άρθρο 170, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 162 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, η διαφορά μεταξύ των τιμών των προϊόντων που απαριθμούνται στο μέρος ΧV του παραρτήματος Ι του εν λόγω κανονισμού στην παγκόσμια αγορά και των τιμών των εν λόγω προϊόντων στην Ένωση μπορεί να καλυφθεί με επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της παρούσας κατάστασης της αγοράς βοείου κρέατος, είναι σκόπιμο να καθοριστούν επιστροφές κατά την εξαγωγή σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 162, 163, 164, 167, 168 και 170 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 164 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, είναι δυνατή η διαφοροποίηση των επιστροφών ανάλογα με τον τόπο προορισμού, ιδίως εάν η κατάσταση της διεθνούς αγοράς, οι ειδικές ανάγκες ορισμένων αγορών ή οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 300 της Συνθήκης το καθιστούν αναγκαίο.

(4)

Οι επιστροφές πρέπει να χορηγούνται μόνο για τα προϊόντα που επιτρέπεται να κυκλοφορούν ελεύθερα στην Ένωση και φέρουν το σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (2). Τα προϊόντα αυτά πρέπει επίσης να πληρούν τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (3) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (4).

(5)

Το άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1359/2007 της Επιτροπής, της 21ης Νοεμβρίου 2007, περί θεσπίσεως των όρων χορηγήσεως ειδικών επιστροφών κατά την εξαγωγή για ορισμένα βόεια κρέατα χωρίς κόκκαλα (5), προβλέπει μείωση της ειδικής επιστροφής εάν η ποσότητα που πρόκειται να εξαχθεί είναι μικρότερη από το 95 % της συνολικής ποσότητας κατά βάρος των τεμαχίων που προέρχονται από την αφαίρεση των οστών αλλά όχι μικρότερη του 85 % αυτής.

(6)

Οι επιστροφές που ισχύουν σήμερα έχουν καθοριστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 649/2010 της Επιτροπής (6). Επειδή πρέπει να καθοριστούν νέες επιστροφές, θα πρέπει, κατά συνέπεια, να καταργηθεί ο κανονισμός αυτός.

(7)

Η επιτροπή διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Τα προϊόντα για τα οποία χορηγούνται επιστροφές κατά την εξαγωγή σύμφωνα με άρθρο 164 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 βάσει των όρων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου καθώς και τα σχετικά ποσά παρατίθενται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα προϊόντα που είναι επιλέξιμα για επιστροφή σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρέπει να πληρούν τους σχετικούς όρους των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και (ΕΚ) αριθ. 853/2004, και ειδικότερα, να έχουν παρασκευαστεί σε εγκεκριμένη εγκατάσταση και να πληρούν τους όρους σήμανσης καταλληλότητας που ορίζονται στο παράρτημα I τμήμα Ι κεφάλαιο III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

Άρθρο 2

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1359/2007 το ύψος της επιστροφής για τα προϊόντα του κωδικού 0201 30 00 9100 μειώνεται κατά 3,5 ευρώ/100 kg.

Άρθρο 3

Καταργείται ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 649/2010.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 24 Σεπτεμβρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55

(3)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206.

(5)  ΕΕ L 304 της 22.11.2007, σ. 21.

(6)  ΕΕ L 191 της 23.7.2010, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Επιστροφές κατά την εξαγωγή στον τομέα του βοείου κρέατος που εφαρμόζονται από την 24η Σεπτεμβρίου 2010

Κωδικός προϊόντος

Προορισμός

Μονάδα μέτρησης

Ποσό των επιστροφών

0102 10 10 9140

B00

EUR/100 kg ζώντος βάρους

12,9

0102 10 30 9140

B00

EUR/100 kg ζώντος βάρους

12,9

0201 10 00 9110 (2)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

18,3

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

10,8

0201 10 00 9130 (2)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

24,4

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

14,4

0201 20 20 9110 (2)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

24,4

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

14,4

0201 20 30 9110 (2)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

18,3

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

10,8

0201 20 50 9110 (2)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

30,5

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

17,9

0201 20 50 9130 (2)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

18,3

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

10,8

0201 30 00 9050

US (4)

EUR/100 kg καθαρού βάρους

3,3

CA (5)

EUR/100 kg καθαρού βάρους

3,3

0201 30 00 9060 (7)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

11,3

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

3,8

0201 30 00 9100 (3)  (7)

B04

EUR/100 kg καθαρού βάρους

42,4

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

24,9

EG

EUR/100 kg καθαρού βάρους

51,7

0201 30 00 9120 (3)  (7)

B04

EUR/100 kg καθαρού βάρους

25,4

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

15,0

EG

EUR/100 kg καθαρού βάρους

31,0

0202 10 00 9100

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

8,1

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

2,7

0202 20 30 9000

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

8,1

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

2,7

0202 20 50 9900

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

8,1

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

2,7

0202 20 90 9100

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

8,1

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

2,7

0202 30 90 9100

US (4)

EUR/100 kg καθαρού βάρους

3,3

CA (5)

EUR/100 kg καθαρού βάρους

3,3

0202 30 90 9200 (7)

B02

EUR/100 kg καθαρού βάρους

11,3

B03

EUR/100 kg καθαρού βάρους

3,8

1602 50 31 9125 (6)

B00

EUR/100 kg καθαρού βάρους

11,6

1602 50 31 9325 (6)

B00

EUR/100 kg καθαρού βάρους

10,3

1602 50 95 9125 (6)

B00

EUR/100 kg καθαρού βάρους

11,6

1602 50 95 9325 (6)

B00

EUR/100 kg καθαρού βάρους

10,3

Σημείωση: Οι κωδικοί των προϊόντων, καθώς και οι κωδικοί των προορισμών της σειράς «Α» ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1).

Οι κωδικοί των προορισμών ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19).

Οι άλλοι προορισμοί καθορίζονται ως εξής:

B00

:

όλοι οι προορισμοί (τρίτες χώρες, άλλα εδάφη, εφοδιασμός και προορισμοί που εξομοιούνται με εξαγωγή εκτός της Ένωσης).

B02

:

B04 και προορισμός EG.

B03

:

Αλβανία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Σερβία, Κοσόβου (), Μαυροβούνιο, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, ανεφοδιασμός σκαφών [προορισμοί που εμφαίνονται στα άρθρα 33 και 42 και, εφόσον ενδείκνυται, στο άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 612/2009 της Επιτροπής (ΕΕ L 186 της 17.7.2009, σ. 1)].

B04

:

Τουρκία, Ουκρανία, Λευκορωσία, Μολδαβία, Ρωσία, Γεωργία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, Κιργιζία, Μαρόκο, Αλγερία, Τυνησία, Λιβύη, Λίβανος, Συρία, Ιράκ, Ιράν, Ισραήλ, Δυτική Όχθη και Λωρίδα της Γάζας, Ιορδανία, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Μπαχρέιν, Κατάρ, Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ομάν, Υεμένη, Πακιστάν, Σρι Λάνκα, Μυανμάρ (Βιρμανία), Ταϋλάνδη, Βιετνάμ, Ινδονησία, Φιλιππίνες, Κίνα, Βόρεια Κορέα, Χονγκ Κονγκ, Σουδάν, Μαυριτανία, Μαλί, Μπουρκίνα Φάσο, Νίγηρας, Τσαντ, Πράσινο Ακρωτήριο, Σενεγάλη, Γκάμπια, Γουϊνέα Μπισσάου, Γουϊνέα, Σιέρρα Λεόνε, Λιβερία, Ακτή Ελεφαντοστού, Γκάνα, Τόγκο, Μπενίν, Νιγηρία, Καμερούν, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Ισημερινή Γουϊνέα, Σάο Τομέ και Πρίνσιπε, Γκαμπόν, Κονγκό, Κονγκό (Λαϊκή Δημοκρατία), Ρουάντα, Μπουρούντι, Αγία Ελένη και κτήσεις, Αγκόλα, Αιθιοπία, Ερυθραία, Τζιμπουτί, Σομαλία, Ουγκάντα, Τανζανία, Σεϋχέλλες και κτήσεις, Βρετανικό έδαφος Ινδικού Ωκεανού, Μοζαμβίκη, Μαυρίκιος, Κομόρες, Μαγιότ, Ζάμπια, Μαλάουι, Νότιος Αφρική, Λεσόθο.


(1)  Όπως ορίζεται στο ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999.

(2)  Η υπαγωγή σε αυτή τη διάκριση υπόκειται στην προσκόμιση της βεβαίωσης που εμφαίνεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 433/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 104 της 21.4.2007, σ. 3).

(3)  Η επιστροφή χορηγείται υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης προς τους όρους που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1359/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2007, σ. 21), και, κατά περίπτωση, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1741/2006 της Επιτροπής (EE L 329 της 25.11.2006, σ. 7).

(4)  Εξαγωγές πραγματοποιούμενες σύμφωνα με τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1643/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 308 της 8.11.2006, σ. 7).

(5)  Εξαγωγές πραγματοποιούμενες σύμφωνα με τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1041/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 281 της 24.10.2008, σ. 3).

(6)  Η χορήγηση της επιστροφής υπόκειται στην τήρηση των όρων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1731/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 325 της 24.11.2006, σ. 12).

(7)  Η περιεκτικότητα σε άπαχο βόειο κρέας, εξαιρουμένου του λίπους, προσδιορίζεται με τη διαδικασία ανάλυσης που αναφέρεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2429/86 της Επιτροπής (ΕΕ L 210 της 1.8.1986, σ. 39).

Ο όρος «μέση περιεκτικότητα» αναφέρεται στην ποσότητα του δείγματος, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2002 της Επιτροπής (ΕΕ L 117 της 4.5.2002, σ. 6). Διενεργείται δειγματοληψία από το τμήμα της σχετικής παρτίδας που παρουσιάζει τον υψηλότερο βαθμό κινδύνου.


24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/18


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 841/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (1), και ιδίως το άρθρο 164 παράγραφος 2 και το άρθρο 170, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 162 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, η διαφορά μεταξύ των τιμών των προϊόντων που απαριθμούνται στο μέρος ΧΧ του παραρτήματος Ι του εν λόγω κανονισμού στην παγκόσμια αγορά και των τιμών των εν λόγω προϊόντων στην Ένωση μπορεί να καλυφθεί με επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της παρούσας κατάστασης της αγοράς κρέατος πουλερικών, είναι σκόπιμο να καθοριστούν επιστροφές κατά την εξαγωγή σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 162, 163, 164, 167 και 169 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(3)

Το άρθρο 164 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει ότι είναι δυνατή η διαφοροποίηση των επιστροφών τους ανάλογα με τον τόπο προορισμού, ιδίως εάν η κατάσταση της διεθνούς αγοράς, οι ειδικές ανάγκες ορισμένων αγορών ή οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 300 της Συνθήκης το καθιστούν αναγκαίο.

(4)

Οι επιστροφές πρέπει να χορηγούνται μόνο για τα προϊόντα που επιτρέπεται να κυκλοφορούν ελεύθερα στην Ένωση και φέρουν το σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (2). Τα εν λόγω προϊόντα πρέπει επίσης να πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (3).

(5)

Οι σήμερα ισχύουσες επιστροφές έχουν καθοριστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 525/2010 της Επιτροπής (4). Δεδομένου ότι θα πρέπει να καθοριστούν νέες επιστροφές, θα πρέπει, κατά συνέπεια, να καταργηθεί ο κανονισμός αυτός.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιστροφές κατά την εξαγωγή, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 164 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, χορηγούνται για τα προϊόντα και για τα ποσά τα οποία παρατίθενται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, τηρουμένων των όρων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Τα προϊόντα που είναι επιλέξιμα για επιστροφή σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρέπει να πληρούν τις οικείες απαιτήσεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και (ΕΚ) αριθ. 853/2004, και ιδίως να έχουν παρασκευαστεί σε εγκεκριμένη εγκατάσταση και να πληρούν τους όρους σήμανσης αναγνώρισης που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, τμήμα Ι, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

Άρθρο 2

Καταργείται ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 525/2010.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 24 Σεπτεμβρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55.

(3)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 152 της 18.6.2010, σ. 5.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Επιστροφές κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών που εφαρμόζονται από την 24η Σεπτεμβρίου 2010

Κωδικός προϊόντος

Προορισμός

Μονάδα μέτρησης

Ποσό των επιστροφών

0105 11 11 9000

A02

EUR/100 pcs

0,24

0105 11 19 9000

A02

EUR/100 pcs

0,24

0105 11 91 9000

A02

EUR/100 pcs

0,24

0105 11 99 9000

A02

EUR/100 pcs

0,24

0105 12 00 9000

A02

EUR/100 pcs

0,47

0105 19 20 9000

A02

EUR/100 pcs

0,47

0207 12 10 9900

V03

EUR/100 kg

32,50

0207 12 90 9190

V03

EUR/100 kg

32,50

0207 12 90 9990

V03

EUR/100 kg

32,50

Σημείωση: Οι κωδικοί των προϊόντων, καθώς και οι κωδικοί των προορισμών της σειράς «A» ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

Οι άλλοι προορισμοί καθορίζονται ως εξής:

V03:

A24, Ανγκόλα, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Μπαχρέιν, Κατάρ, Ομάν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ιορδανία, Υεμένη, Λίβανος, Ιράκ, Ιράν.


24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/20


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 842/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

για τον καθορισμό των αντιπροσωπευτικών τιμών στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (1), και ιδίως το άρθρο 143,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 614/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, περί κοινού συστήματος εμπορίας για την ωοαλβουμίνη και τη γαλακτοαλβουμίνη (2), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1484/95 της Επιτροπής (3) καθόρισε τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος συμπληρωματικών εισαγωγικών δασμών και τις αντιπροσωπευτικές τιμές στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης.

(2)

Από τον τακτικό έλεγχο των δεδομένων, στα οποία βασίζεται ο καθορισμός των αντιπροσωπευτικών τιμών, για τα προϊόντα των τομέων του κρέατος πουλερικών και των αυγών καθώς και της αυγοαλβουμίνης προκύπτει ότι πρέπει να τροποποιηθούν οι αντιπροσωπευτικές τιμές για τις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων, λαμβάνοντας υπόψη τις διακυμάνσεις των τιμών ανάλογα με την καταγωγή. Συνεπώς, πρέπει να δημοσιευθούν οι αντιπροσωπευτικές τιμές.

(3)

Είναι αναγκαίο να εφαρμοστεί η τροποποίηση αυτή το συντομότερο δυνατό, λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης της αγοράς.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95 αντικαθίσταται από το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 181 της 14.7.2009, σ. 8.

(3)  ΕΕ L 145 της 29.6.1995, σ. 47.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, την 23η Σεπτεμβρίου 2010, για τον καθορισμό των αντιπροσωπευτικών τιμών στους τομείς του κρέατος πουλερικών και των αυγών, καθώς και της αυγοαλβουμίνης και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1484/95

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή των εμπορευμάτων

Αντιπροσωπευτική τιμή

(EUR/100 kg)

Εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3

(EUR/100 kg)

Καταγωγή (1)

0207 12 10

Σφάγια από κοτόπουλα, που ονομάζονται “κοτόπουλα 70 %”, κατεψυγμένα

137,4

0

BR

146,0

0

AR

0207 12 90

Σφάγια από κοτόπουλα, που ονομάζονται “κοτόπουλα 65 %”, κατεψυγμένα

127,2

0

BR

143,2

0

AR

0207 14 10

Τεμάχια χωρίς κόκαλα από κατεψυγμένους πετεινούς ή κότες

212,6

26

BR

269,1

9

AR

334,7

0

CL

0207 14 50

Στήθια από κοτόπουλα, κατεψυγμένα

188,4

7

BR

0207 14 60

Μηροί από κοτόπουλα, κατεψυγμένοι

137,9

2

BR

0207 27 10

Τεμάχια χωρίς κόκαλα από γαλοπούλες, κατεψυγμένα

283,3

4

BR

314,5

0

CL

0408 11 80

Κρόκοι αυγών

318,9

0

AR

0408 91 80

Αυγά χωρίς το τσόφλι αποξεραμένα

347,8

0

AR

1602 32 11

Παρασκευάσματα άψητα από πετεινούς ή κότες

285,8

0

BR

3502 11 90

Αυγοαλβουμίνες αποξεραμένες

544,8

0

AR


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός “ZZ” αφορά “άλλες χώρες καταγωγής”.»


24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/22


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 843/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Σεπτεμβρίου 2010

σχετικά με τον καθορισμό ελάχιστης τιμής πώλησης αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη για τον έβδομο επιμέρους διαγωνισμό που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού ο οποίος προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 447/2010

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 43 στοιχείο ι), σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 447/2010 της Επιτροπής (2) προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την πώληση αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται για το σκοπό αυτό στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1272/2009 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2009, για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά την αγορά και την πώληση γεωργικών προϊόντων από τη δημόσια παρέμβαση (3).

(2)

Λαμβάνοντας υπόψη τις προσφορές που έχουν παραληφθεί για κάθε επιμέρους διαγωνισμό, πρέπει να καθορισθεί από την Επιτροπή ελάχιστη τιμή πώλησης ή να αποφασισθεί να μην καθορισθεί ελάχιστη τιμή πώλησης σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1272/2009.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη τις προσφορές που έχουν παραληφθεί για τον έβδομο επιμέρους διαγωνισμό, πρέπει να καθορισθεί ελάχιστη τιμή πώλησης.

(4)

Η επιτροπή διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Όσον αφορά τον έβδομο επιμέρους διαγωνισμό για την πώληση αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 447/2010, για τον οποίο η προθεσμία υποβολής προσφορών έληξε στις 21 Σεπτεμβρίου 2010, η ελάχιστη τιμή πώλησης αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη ορίζεται στα 214,00 ευρώ/100 κιλά.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 24 Σεπτεμβρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Σεπτεμβρίου 2010.

Για την Επιτροπή, εξ ονόματος του Προέδρου,

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 126 της 22.5.2010, σ. 19.

(3)  ΕΕ L 349 της 29.12.2009, σ. 1.


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

24.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 250/23


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Ιουνίου 2010

σχετικά με τις φορολογικές ενισχύσεις που χορηγεί η Γαλλία προς το ταμείο για την πρόληψη των κινδύνων του αλιευτικού κλάδου και τις αλιευτικές επιχειρήσεις [Κρατική ενίσχυση C 24/08 (πρώην NN 38/07)]

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2010) 3938]

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2010/569/ΕΕ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και ιδίως το άρθρο 108 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο (1),

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (2) και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (3) σύμφωνα με τα ανωτέρω άρθρα,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στο πλαίσιο της εξέτασης των ενισχύσεων που χορηγούνται στο ταμείο για την πρόληψη των κινδύνων του αλιευτικού κλάδου (εφεξής «FPAP») και τις αλιευτικές επιχειρήσεις, η οποία οδήγησε στην έκδοση της απόφασης 2008/936/ΕΚ της Επιτροπής (4), η Επιτροπή έλαβε γνώση της ύπαρξης ειδικού φορολογικού καθεστώτος υπέρ του FPAP και των μελών του.

(2)

Το εν λόγω φορολογικό καθεστώς δεν εξετάστηκε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης της 20ής Μαΐου 2008, καθώς επρόκειτο για νέα εξέλιξη, την οποία η Επιτροπή αγνοούσε κατά τον χρόνο κίνησης της επίσημης διαδικασίας εξέτασης (5).

(3)

Ωστόσο, δεδομένου ότι διέθετε αρκετά σαφή στοιχεία βάσει των οποίων μπορούσε να συμπεράνει την ύπαρξη παράνομων ενισχύσεων, η Επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει στην προκαταρκτική εξέταση των εν λόγω φορολογικών ενισχύσεων (6). Μετά την ανάλυση αυτή, με απόφαση που εξέδωσε επίσης την 20ή Μαΐου 2008 (7), κίνησε την επίσημη διαδικασία εξέτασης των εν λόγω ενισχύσεων.

(4)

Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης. Δεν κατατέθηκε καμία παρατήρηση από τρίτα ενδιαφερόμενα μέρη.

(5)

Η Γαλλία υπέβαλε τις παρατηρήσεις της σχετικά με την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης με επιστολή της 8ης Σεπτεμβρίου 2008.

(6)

Επίσης, με επιστολή της 29ης Νοεμβρίου 2008, στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάκτησης των ενισχύσεων που αποτέλεσε αντικείμενο της απόφασης 2008/936/ΕΚ, η Γαλλία κοινοποίησε τα στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το FPAP διαλύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2008 και το υπόλοιπο των προκαταβολών που είχαν κατατεθεί από το Κράτος επεστράφησαν σε αυτό.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(7)

Για μία λεπτομερή περιγραφή του τρόπου λειτουργίας και των δράσεων του FPAP, η Επιτροπή παραπέμπει στην απόφαση 2008/936/ΕΚ.

(8)

Το ισχύον ειδικό φορολογικό καθεστώς υπέρ του FPAP και των μελών του περιγράφεται σε δύο επιστολές του αρμόδιου για τον προϋπολογισμό γαλλικού υπουργείου, οι οποίες κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή μετά τη δημοσίευση της κίνησης της διαδικασίας εξέτασης που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης 2008/936/ΕΚ (8).

(9)

Η πρώτη επιστολή, της 5ης Φεβρουαρίου 2004, εντάσσεται στο πλαίσιο της δημιουργίας του FPAP, του οποίου το σχέδιο καταστατικού εγκρίθηκε από την ιδρυτική συνέλευση, η οποία συνήλθε στις 10 Φεβρουαρίου 2004. Στην επιστολή αυτή αναφέρεται ότι:

«—

το ταμείο, έχοντας συγκροτηθεί υπό τη μορφή επαγγελματικού συνδικάτου δεν υπόκειται στον φόρο εισοδήματος των εταιρειών σε ό,τι αφορά τις εισφορές που καταβάλλονται από τους αλιείς-ιδιοκτήτες και τα χρηματοοικονομικά προϊόντα που προκύπτουν από την επένδυση των διαθεσίμων του ταμείου,

οι καταβαλλόμενες εισφορές εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα των αλιέων-ιδιοκτητών κατά το έτος καταβολής τους. Κατ’ εξαίρεση, οι πρώτες εισφορές που θα καταβληθούν το αργότερο έως την 30ή Μαρτίου 2004 θα γίνονται δεκτές ώστε να εκπέσουν από τα αποτελέσματα του 2003.»

(10)

Δίνει επίσης μία ένδειξη των ποσών που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο της αναφερόμενης έκπτωσης: η ετήσια εισφορά των αλιέων-ιδιοκτητών μελών, η οποία εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα, ήταν από 1 000 έως 15 000 ευρώ.

(11)

Η δεύτερη επιστολή, της 28ης Νοεμβρίου 2004, επικεντρώνεται στην έκπτωση των εισφορών των μελών από τα έσοδα. Αφορά μία τροποποίηση της σύμβασης εγγύησης μεταξύ του FPAP και των μελών του, σύμφωνα με την οποία δίδεται πλέον η δυνατότητα να επιστρέφονται στα μέλη εισφορές που είχαν καταβληθεί αλλά δεν είχαν χρησιμοποιηθεί.

(12)

Αναφέρει ότι:

«—

οι εισφορές που καταβάλλουν τα μέλη κατ’ εφαρμογή αυτής της νέας σύμβασης εκπίπτουν, κατά το έτος καταβολής τους, έως το ανώτατο ποσό των 10 000 ευρώ ετησίως ανά μέλος, προσαυξημένο κατά 25 % του μεριδίου από τα εισοδήματα από 40 000 έως 80 000 ευρώ,

οι εισφορές που καταβάλλονται πέραν των ανωτέρω ορίων δυνάμει ενός σχεδίου εγγύησης που θέτει σε εφαρμογή το ταμείο, εκπίπτουν εξολοκλήρου από το φορολογητέο εισόδημα των μελών κατά το έτος καταβολής των εν λόγω εισφορών.»

(13)

Η επιστολή διευκρινίζει ότι «ένας απολογισμός αυτών των πειραματισμών» θα πραγματοποιείτο στα τέλη του 2006, και ότι «θα μελετούνταν οι ενδεχόμενες απαιτούμενες ρυθμίσεις». Επομένως, δεν επρόκειτο για ένα φορολογικό καθεστώς μόνιμου χαρακτήρα.

(14)

Επίσης, παρότι η επιστολή της 28ης Νοεμβρίου 2004 προβλέπει ότι οι εισφορές εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα κατά το έτος καταβολής τους, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι αμφισβητείται η έκπτωση των εισφορών που καταβλήθηκαν στις αρχές του 2004 (έως τα τέλη Μαρτίου) από τα εισοδήματα του έτους 2003, η οποία προβλέπεται στην επιστολή της 5ης Φεβρουαρίου 2004.

(15)

Από τις δύο ανωτέρω επιστολές προκύπτει ότι το φορολογικό καθεστώς που παραχωρήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών στο FPAP και στα μέλη του περιλαμβάνει 2 πτυχές:

αφενός, υπέρ του FPAP, μία απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος των εταιρειών,

αφετέρου, για τα μέλη του FPAP, τη δυνατότητα να εκπίπτουν από τα φορολογητέα τους εισοδήματα οι εισφορές που καταβάλλουν στο ταμείο.

3.   ΛΟΓΟΙ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ

(16)

Η Επιτροπή θεώρησε ότι το φορολογικό καθεστώς που παραχωρήθηκε από τις γαλλικές αρχές υπέρ του FPAP και των μελών του έπρεπε, όπως στην περίπτωση του φακέλου C-9/06, να αναλυθεί σε σχέση με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων υπό το πρίσμα των πλεονεκτημάτων που παρείχε αφενός στο ίδιο το FPAP και αφετέρου στις αλιευτικές επιχειρήσεις-μέλη του.

3.1.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

3.1.1.   Κρατική ενίσχυση υπέρ του FPAP

(17)

Όπως εξηγείται στην απόφαση 2008/936/ΕΚ, το FPAP θεωρείται ότι συνιστά επιχείρηση υπό την έννοια του δικαίου του ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός ότι το FPAP δεν είχε κερδοσκοπικό χαρακτήρα ή ότι ήταν συνδικάτο δεν επηρεάζει από την άποψη αυτή.

(18)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι το φορολογικό καθεστώς που παραχωρήθηκε από τις γαλλικές αρχές στο FPAP του παρείχε διπλό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλους ιδιωτικούς επενδυτές που δραστηριοποιούνταν στις προθεσμιακές αγορές προϊόντων πετρελαίου:

πρώτον, η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος των εταιρειών, η οποία περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη (9) και από την οποία επωφελείται το FPAP συνιστά ελάφρυνση από επιβαρύνσεις, οι οποίες κανονικά βαρύνουν τον προϋπολογισμό των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό,

δεύτερον, το φορολογικό πλεονέκτημα που παραχωρείται στα μέλη του FPAP, οιασδήποτε φύσεως κι αν είναι αυτό, συνιστά κίνητρο συνεισφοράς στα έσοδα του FΡΑΡ· δίνει επίσης τη δυνατότητα στο FPAP να αυξάνει τα ταμειακά του διαθέσιμα ενώ οι υπόλοιπες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα δεν επωφελούνται από την ύπαρξη τέτοιου μηχανισμού.

(19)

Μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής της εξέτασης, η Επιτροπή έκρινε ότι το πλεονέκτημα που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (17) είχε παραχωρηθεί από το Κράτος και ότι συνεπάγετο παραίτηση από κρατικούς πόρους.

(20)

Τέλος, χάρη στα φορολογικά μέτρα που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη (17), το FPAP απολάμβανε οικονομικό πλεονέκτημα σε σχέση με τις υπόλοιπες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις προθεσμιακές αγορές, τόσο στη Γαλλία όσο και στα άλλα κράτη μέλη.

(21)

Στην απόφαση για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή ανέφερε επίσης ότι υπέθετε πως η νομική βάση η οποία έδινε στο FPAP τη δυνατότητα να επωφελείται από την εξαίρεση από τον φόρο εισοδήματος ήταν το άρθρο 206 παράγραφος 1β του γενικού φορολογικού κώδικα (9) το οποίο επιτρέπει την απαλλαγή των επαγγελματικών συνδικάτων υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι πιθανό το FPAP να απολάμβανε επίσης απαλλαγή από το φόρο επιτηδεύματος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 1447 του ίδιου κώδικα υπέρ οργανισμών που επωφελούνται από την απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 206 παράγραφος 1β του ίδιου κώδικα.

3.1.2.   Κρατική ενίσχυση υπέρ των αλιευτικών επιχειρήσεων

(22)

Το οικονομικό πλεονέκτημα που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (17) έδινε τη δυνατότητα στις αλιευτικές επιχειρήσεις που ήταν μέλη του FPAP να προμηθεύονται καύσιμα με προτιμησιακό τιμολόγιο χάρη στη δραστηριοποίηση του FPAP στις προθεσμιακές αγορές προϊόντων πετρελαίου.

(23)

Η δυνατότητα που είχαν οι αλιευτικές επιχειρήσεις να εκπίπτουν από τα εισοδήματά τους οι εισφορές τους στο FPAP είχε ως αποτέλεσμα την ελάφρυνση των επιβαρύνσεων που βάρυναν κανονικά τον προϋπολογισμό τους. Αυτή η δυνατότητα έκπτωσης είχε αποφασιστεί από το αρμόδιο για τον προϋπολογισμό υπουργείο, συνεπώς αποδίδεται στο Κράτος.

(24)

Οι επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν τη δυνατότητα να προχωρήσουν στην έκπτωση που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (22) είχαν οικονομικό πλεονέκτημα σε σχέση με τις υπόλοιπες αλιευτικές επιχειρήσεις της Ένωσης. Ομοίως, το οικονομικό αυτό πλεονέκτημα επηρέασε τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και νόθευσε ή απείλησε να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Για τον λόγο αυτό, συνιστά κρατική ενίσχυση υπό την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(25)

Από την άλλη πλευρά, δεδομένων των πληροφοριών που περιέχονται στο έγγραφο «Λεπτομερής τρόπος λειτουργίας του ταμείου για την πρόληψη των κινδύνων του αλιευτικού κλάδου», το οποίο επίσης κοινοποιήθηκε στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας εξέτασης της ενίσχυσης C-9/06, η Επιτροπή διαπίστωνε πως όταν οι εισφορές στο FPAP, οι οποίες καθορίζονταν σε δηλωτική βάση σε συνάρτηση με την προβλεπόμενη κατανάλωση καυσίμου για το επόμενο έτος, υπολογίζονταν σε επίπεδο ανώτερο από την πραγματική κατανάλωση, η φορολογική έκπτωση εφαρμοζόταν στο σύνολό της υπέρ του πλοιοκτήτη. Το σύστημα αυτό φαινόταν να αποτελεί κίνητρο για τους πλοιοκτήτες να υπερεκτιμούν τις ανάγκες τους με μοναδικό σκοπό να επωφελούνται από τη φορολογική έκπτωση.

(26)

Βάσει του ίδιου εγγράφου, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει επίσης ότι ορισμένα μέλη των οποίων η δραστηριότητα δεν συνδεόταν με την αλιεία αλλά ήταν «πρόθυμα να στηρίξουν ηθικά το συνδικάτο» είχαν επίσης τη δυνατότητα να επωφελούνται από τη φορολογική έκπτωση των εισφορών τους στο FPAP, παρότι δεν εκτίθεντο σε κίνδυνο εγγύησης.

3.2.   Συμβατότητα με την εσωτερική αγορά

(27)

Επί του θέματος αυτού, η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυση που αναπτύσσεται στην απόφαση 2008/936/ΕΚ. Η Επιτροπή έκρινε ότι επρόκειτο για ενισχύσεις λειτουργίας από τις οποίες επωφελούνταν το FPAP και οι αλιευτικές επιχειρήσεις, και ότι καμία διάταξη της ΣΛΕΕ ή οποιουδήποτε εγγράφου που έχει υιοθετηθεί από την Επιτροπή σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις δεν επέτρεπε να θεωρηθούν οι εν λόγω ενισχύσεις συμβατές με την εσωτερική αγορά.

(28)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ενημέρωσε τη Γαλλία σχετικά με τις βάσιμες αμφιβολίες της όσον αφορά τη συμβατότητα των εν λόγω μέτρων ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά.

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ

4.1.   Φορολογικό μέτρο υπέρ των αλιευτικών επιχειρήσεων

(29)

Η Γαλλία θεωρεί ότι τα φορολογικά μέτρα υπέρ των αλιευτικών επιχειρήσεων δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις διότι οι εισφορές που καταβάλλονται στο FPAP από τις αλιευτικές επιχειρήσεις αποτελούν μέρος των γενικών εξόδων των επιχειρήσεων για την άσκηση της δραστηριότητάς τους. Δυνάμει του άρθρου 39 του γενικού φορολογικού κώδικα, οι επιβαρύνσεις αυτές εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα. Επομένως, η έκπτωση των εν λόγω εισφορών αντιστοιχεί στην εφαρμογή ενός γενικού μέτρου και, ως εκ τούτου, δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση.

(30)

Η Γαλλία αναγνωρίζει ότι οι επιστολές που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη (7) δεν περιελάμβαναν καμία πληροφορία σχετικά με το καθεστώς επιστροφής των εισφορών. Παρ’ όλα αυτά, η Γαλλία διευκρινίζει πως αυτό δεν σημαίνει ότι η επιστροφή αυτή δεν είχε φορολογικές συνέπειες. Ουσιαστικά, σύμφωνα με τις αρχές του κοινού δικαίου για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος, η επιστροφή αυτών των εισφορών στις αλιευτικές επιχειρήσεις-μέλη του FPAP αποτελούσε ένα προϊόν που υπόκειτο στον φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων. Η Γαλλία διευκρινίζει επίσης ότι, στην περίπτωση όπου η τιμή του καυσίμου υπερέβαινε το ανώτατο όριο που οριζόταν στη σύμβαση εγγύησης, η αποζημίωση που λάμβαναν οι επιχειρήσεις-μέλη του FPAP αποτελούσε κέρδος το οποίο υπόκειτο σε φόρο εισοδήματος. Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις-μέλη δεν είχαν κανένα συμφέρον να υπερεκτιμήσουν τις ανάγκες τους σε καύσιμα καθώς αυτό θα μεταφραζόταν σε επιπλέον φορολογία.

(31)

Από την άλλη πλευρά, η Γαλλία επισημαίνει ότι ο επιλεκτικός χαρακτήρας ενός μέτρου ενίσχυσης μπορεί να αιτιολογηθεί από τη φύση και την οικονομία του συστήματος. Έτσι, μπορεί να υπάρχουν νόμιμοι λόγοι που να αιτιολογούν τη διακριτική μεταχείριση και ως εκ τούτου, ενδεχομένως, την παροχή των πλεονεκτημάτων που μπορεί να προκύπτουν από αυτή. Ωστόσο, η Γαλλία δεν παρέχει κανένα στοιχείο που θα επέτρεπε, στην παρούσα περίπτωση, να αιτιολογηθεί διακριτική μεταχείριση υπέρ των αλιευτικών επιχειρήσεων.

4.2.   Φορολογικό μέτρο υπέρ του FPAP

(32)

Η Γαλλία εκτιμά ότι η απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος των εταιρειών από την οποία επωφελείται ο FPAP δικαιολογείται λόγω του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα του ταμείου καθώς και από τη φύση του ως επαγγελματικού συνδικάτου.

(33)

Η Γαλλία επισημαίνει ότι αυτό είναι σύμφωνο με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ίδιο το αντικείμενο του φόρου επί του εισοδήματος των εταιρειών συνίσταται στη φορολόγηση των δραστηριοτήτων κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, η Γαλλία υπενθυμίζει ότι η ίδια η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (10) (εφεξής «ανακοίνωση για την άμεση φορολογία»), θεωρεί ότι η φύση του φορολογικού συστήματος μπορεί να δικαιολογεί την εξαίρεση των επιχειρήσεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα από το φόρο εισοδήματος.

5.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ

(34)

Η εκτίμηση που αναπτύσσεται στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να συμπληρωθεί με βάση τις παρατηρήσεις που κοινοποίησε η Γαλλία στις 8 Σεπτεμβρίου και 29 Νοεμβρίου 2008 [βλέπε αιτιολογικές σκέψεις (5) και (6)].

(35)

Η ανάλυση πραγματοποιείται υπό το πρίσμα του διπλού αντικειμένου του FPAP, ήτοι αφενός να αποκτά χρηματοοικονομικά δικαιώματα προαίρεσης στις προθεσμιακές αγορές πετρελαίου ή παραγώγων προϊόντων αυτού και αφετέρου να καταβάλει στις αλιευτικές επιχειρήσεις που είναι μέλη του ταμείου το ποσό της διαφοράς μεταξύ της μηνιαίας μέσης τιμής αναφοράς και της «μέγιστης καλυπτόμενης τιμής» ή της τιμής των 30 λεπτών του ευρώ ανά λίτρο ανάλογα με την περίοδο.

5.1.   Φορολογικό μέτρο υπέρ των αλιευτικών επιχειρήσεων

(36)

Το εν λόγω φορολογικό μέτρο συνίσταται στη δυνατότητα να εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα οι εισφορές που καταβάλλουν οι αλιευτικές επιχειρήσεις στο FPAP.

(37)

Η Γαλλία θεωρεί ότι η έκπτωση αυτή δε συνιστά κρατική ενίσχυση διότι οι εν λόγω εισφορές εμπίπτουν στην κατηγορία των γενικών εξόδων των επιχειρήσεων και διότι το γαλλικό φορολογικό σύστημα προβλέπει την έκπτωση των δαπανών αυτών από το φορολογητέο εισόδημα. Για τον λόγο αυτό επρόκειτο για την εφαρμογή ενός γενικού μέτρου και η συγκεκριμένη έκπτωση δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση.

(38)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι τα γενικά έξοδα όντως εκπίπτουν από τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων δυνάμει του άρθρου 39 του γενικού φορολογικού κώδικα. Πρόκειται για ένα γενικό μέτρο που εφαρμόζεται σε όλες τις επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως του τομέα δραστηριότητάς τους. Επομένως, αυτή η δυνατότητα έκπτωσης ανήκε στην κατηγορία των φορολογικών μέτρων, τα οποία είναι ανοικτά σε όλους τους οικονομικούς φορείς που αναφέρονται στο σημείο 13 της «ανακοίνωσης για την άμεση φορολογία». Υπό την έννοια αυτή, ένα τέτοιο μέτρο, το οποίο εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις επιχειρήσεις και σε όλους τους κλάδους παραγωγής, δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

(39)

Η Γαλλία εξηγεί ότι η έκπτωση των επιβαρύνσεων ως γενικών εξόδων καθορίζεται σε συνάρτηση με το αντικείμενο των επιβαρύνσεων. Εάν οι επιβαρύνσεις αφορούν δαπάνες που πραγματοποιούνται προς όφελος της επιχείρησης, τότε καταρχήν εκπίπτουν. Έτσι, οι εισφορές που καταβάλλονται σε επαγγελματικούς οργανισμούς (συνδικάτα, εμπορικά επιμελητήρια, …) συνιστούν εξ ορισμού δαπάνες προς όφελος της επιχείρησης και η έκπτωσή τους από το φορολογητέο εισόδημα γίνεται πάντοτε δεκτή. Εφόσον το FPAP είναι επαγγελματικό συνδικάτο, η δυνατότητα έκπτωσης των εισφορών εντάσσεται στην ίδια λογική.

(40)

Εξάλλου, η Επιτροπή επεσήμανε στην αιτιολογική σκέψη (20) της απόφασης 2008/936/ΕΚ ότι «συνεπώς, το ταμείο FPAP αποτελεί μία ένωση αμοιβαίας ασφάλισης που προσφέρει στα μέλη της κάποιες παροχές ως αντάλλαγμα για τις εισφορές τους».

(41)

Ωστόσο, οι εισφορές ασφάλισης αποτελούν μέρων των δαπανών που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις προκειμένου να προστατευθούν έναντι διαφόρων κινδύνων. Ο κίνδυνος της διακύμανσης των τιμών του πετρελαίου μπορεί να συνιστά έναν τέτοιο κίνδυνο. Οι συγκεκριμένες δαπάνες συνδέονται άμεσα με την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας και δεν συμβάλλουν στην αύξηση του ενεργητικού της επιχείρησης· εκπίπτουν επίσης από το φορολογητέο εισόδημα ως γενικά έξοδα. Επομένως, μπορεί να θεωρηθεί ότι οι εισφορές στο FPAP που συνδέονται με τον κίνδυνο διακύμανσης των τιμών του πετρελαίου εκπίπτουν από τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων δυνάμει του άρθρου 39 του γενικού φορολογικού κώδικα της Γαλλίας. Υπό τους όρους αυτούς, πρόκειται όντως για την εφαρμογή ενός γενικού μέτρου. Συνεπώς, η δυνατότητα έκπτωσης δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

5.2.   Φορολογικό μέτρο υπέρ του FPAP

(42)

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι το ταμείο FPAP διαλύθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2008. Οι φορολογικές διατάξεις υπέρ του FPAP έπαψαν να ισχύουν την ίδια ημερομηνία.

(43)

Η Επιτροπή αναφέρει επίσης ότι μετά τη διαδικασία εκκαθάρισης, το FPAP διέκοψε οριστικά οιανδήποτε οικονομική δραστηριότητα. Οι δραστηριότητες και τα στοιχεία ενεργητικού του FPAP δεν μεταφέρθηκαν σε καμία άλλη επιχείρηση. Επιπλέον, τα κεφάλαια τα οποία το FPAP ενδεχομένως διέθετε ακόμη κατά την ημερομηνία διάλυσής του μεταφέρθηκαν στο Κράτος, μέσω του OFIMER, ενός δημόσιου οργανισμού που χρηματοδοτείται από το Κράτος.

(44)

Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή εκτιμά ότι ακόμη κι αν υποτεθεί ότι τα φορολογικά μέτρα υπέρ του FPAP συνιστούσαν πλεονέκτημα για το FPAP και δημιουργούσαν στρέβλωση του ανταγωνισμού, η στρέβλωση αυτή περατώθηκε όταν το FPAP έπαυσε τις δραστηριότητές του και η εφαρμογή των μέτρων περατώθηκε. Υπό αυτές τις συνθήκες, μία απόφαση της Επιτροπής αποφαινόμενη σχετικά με την ύπαρξη τέτοιων φορολογικών ενισχύσεων και την ενδεχόμενη συμβατότητά τους με την εσωτερική αγορά δεν θα είχε κανένα πρακτικό αποτέλεσμα.

(45)

Κατά συνέπεια, η επίσημη διαδικασία εξέτασης που κινήθηκε δυνάμει του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ είναι άνευ αντικειμένου όσον αφορά το FPAP.

6.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(46)

Βάσει της ανάλυσης που αναπτύχθηκε στην ενότητα 5.1, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι τα φορολογικά πλεονεκτήματα που παραχωρήθηκαν στα μέλη του FPAP δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση υπό την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(47)

Βάσει των συλλογισμών που διατυπώθηκαν στην ενότητα 5.2, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η διαδικασία εναντίον του FPAP είναι άνευ αντικειμένου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα φορολογικά μέτρα που θεσπίστηκαν από τη Γαλλία υπέρ των αλιευτικών επιχειρήσεων δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις υπό την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

Άρθρο 2

Η επίσημη διαδικασία εξέτασης που κινήθηκε δυνάμει του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ όσον αφορά τα φορολογικά μέτρα υπέρ του FPAP περατώνεται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλία.

Βρυξέλλες, 23 Ιουνίου 2010.

Για την Επιτροπή

Μαρία ΔΑΜΑΝΑΚΗ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  Από την 1η Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ είναι πλέον τα άρθρα 107 και 108 αντίστοιχα της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). Οι δύο δέσμες διατάξεων είναι ουσιαστικά ταυτόσημες. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, οι παραπομπές στα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ εννοούνται ως παραπομπές στα άρθρα 87 και 88 αντίστοιχα της συνθήκης ΕΚ.

(2)  ΕΕ L 1 της 3.1.1994, σ. 3.

(3)  ΕΕ C 161 της 25.8.2008, σ. 19.

(4)  ΕΕ L 334 της 12.12.2008, σ. 62.

(5)  ΕΕ C 91 της 19.4.2006, σ. 30.

(6)  NN 38/07.

(7)  Βλέπε υποσημείωση 3.

(8)  Το δικηγορικό γραφείο Ménard, Quimbert και συνεργάτες, με έδρα τη Nantes, ενεργώντας ως σύμβουλοι τουFPAP, επισύναψαν σε μία από τις επιστολές που απεστάλησαν στην Επιτροπή μετά τη δημοσίευση της κίνησης της επίσημης διαδικασίας εξέτασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντίγραφο δύο επιστολών του αρμόδιου για τον προϋπολογισμό υπουργείου, όπου αποκαλύπτεται η ύπαρξη ειδικού φορολογικού καθεστώτος υπέρ του FPAP και των μελών του. Πρόκειται αφενός για μία επιστολή του αρμόδιου για τον προϋπολογισμό και τη δημοσιονομική μεταρρύθμιση υπουργού, υπογεγραμμένη από τον Alain Lambert και αφετέρου για μία επιστολή του υφυπουργού προϋπολογισμού και δημοσιονομικής μεταρρύθμισης υπογεγραμμένη από τον Dominique Bussereau. Οι δύο επιστολές απευθύνονταν στον κ.Merabet, Πρόεδρο του FPAP.

(9)  Διατίθεται στην ακόλουθη ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.legifrance.gouv.fr/initRechCodeArticle.do

(10)  ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3, παράγραφος 25.