ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2009.331.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 331

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

52ό έτος
16 Δεκεμβρίου 2009


Περιεχόμενα

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Συμβούλιο

 

 

2009/940/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την υπογραφή από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα του Πρωτοκόλλου στη σύμβαση σχετικά με τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού για θέματα που αφορούν ειδικά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, που θεσπίσθηκε στο Λουξεμβούργο στις 23 Φεβρουαρίου 2007

1

 

 

2009/941/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τη σύναψη, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του πρωτοκόλλου της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής

17

 

 

2009/942/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 2006/325/ΕΚ ώστε να προβλεφθεί διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις

24

 

 

2009/943/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 2006/326/ΕΚ ώστε να προβλεφθεί διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

26

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο

16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 331/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2009

για την υπογραφή από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα του Πρωτοκόλλου στη σύμβαση σχετικά με τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού για θέματα που αφορούν ειδικά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, που θεσπίσθηκε στο Λουξεμβούργο στις 23 Φεβρουαρίου 2007

(2009/940/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα καταβάλλει προσπάθειες για την εγκαθίδρυση κοινού χώρου δικαιοσύνης βασιζόμενου στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων.

(2)

Το Πρωτόκολλο στη σύμβαση περί διεθνών ασφαλειών επί κινητού εξοπλισμού για θέματα που αφορούν ειδικά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό (στο εξής: «Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο»), που θεσπίσθηκε στο Λουξεμβούργο στις 23 Φεβρουαρίου 2007, συμβάλλει επωφελώς στη ρύθμιση σε διεθνές επίπεδο στο συγκεκριμένο τομέα. Επομένως, είναι ευκταία η όσο το δυνατόν ταχύτερη εφαρμογή των διατάξεων αυτής της πράξης που αφορούν θέματα τα οποία εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας.

(3)

Η Επιτροπή διαπραγματεύθηκε το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο εξ ονόματος της Κοινότητας όσον αφορά τα εμπίπτοντα στην αποκλειστική κοινοτική αρμοδιότητα τμήματα.

(4)

Το άρθρο ΧΧΙΙ παράγραφος 1 του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου προβλέπει ότι οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης οι οποίοι είναι αρμόδιοι για ορισμένα θέματα που διέπονται από το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο δύνανται να υπογράψουν το εν λόγω Πρωτόκολλο.

(5)

Το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο παραμένει ανοικτό προς υπογραφή μέχρι την έναρξη ισχύος του.

(6)

Μερικά από τα θέματα που ρυθμίζονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (2), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη I) (3), την οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος στην Κοινότητα (αναδιατύπωση) (4) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (κανονισμός για τον οργανισμό) (5), αποτελούν επίσης αντικείμενο του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου.

(7)

Η Κοινότητα έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για ορισμένα από τα θέματα που διέπονται από το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο, ενώ τα κράτη μέλη είναι αρμόδια για ορισμένα άλλα από τα θέματα που διέπονται από την πράξη αυτή.

(8)

Επομένως, η Κοινότητα πρέπει να υπογράψει το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο.

(9)

Το άρθρο ΧΧΙΙ παράγραφος 2 του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου προβλέπει ότι κάθε Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης προβαίνει, κατά την υπογραφή, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση, σε δήλωση στην οποία προσδιορίζει τα θέματα που διέπονται από το Πρωτόκολλο και για τα οποία τα κράτη μέλη του έχουν εκχωρήσει τις αρμοδιότητές τους σε αυτόν τον οργανισμό. Ως εκ τούτου, η Κοινότητα θα πρέπει να προβεί στη δήλωση αυτή κατά τη στιγμή της υπογραφής του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου.

(10)

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(11)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτή ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η υπογραφή του Πρωτοκόλλου στη σύμβαση σχετικά με τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού, για θέματα που αφορούν ειδικά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό («Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο»), που θεσπίσθηκε στο Λουξεμβούργο στις 23 Φεβρουαρίου 2007, εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με την επιφύλαξη της σύναψής του.

Το κείμενο του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να διορίσει το(τα) πρόσωπο(α) που θα επιφορτισθεί(ούν) να υπογράψει(ουν), εξ ονόματος της Κοινότητας, το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο, υπό τον όρο του άρθρου 3.

Άρθρο 3

Κατά την υπογραφή του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου η Κοινότητα προβαίνει στη δήλωση που παρατίθεται στο παράρτημα, σύμφωνα με το άρθρο XXII παράγραφος 2 του Πρωτοκόλλου.

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

B. ASK


(1)  ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 160 της 30.6.2000, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 177 της 4.7.2008, σ. 6.

(4)  ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 220 της 21.6.2004, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δήλωση που θα γίνει κατ’ εφαρμογή του άρθρου XXII παράγραφος 2 σχετικά με την αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε θέματα που ρυθμίζονται από το πρωτόκολλο στη σύμβαση σχετικά με τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού για θέματα που αφορούν ειδικά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό («σιδηροδρομικό πρωτόκολλο»), που θεσπίσθηκε στο Λουξεμβούργο στις 23 Φεβρουαρίου 2007, και για τα οποία τα κράτη μέλη έχουν εκχωρήσει την αρμοδιότητά τους στην Κοινότητα

1.

Σύμφωνα με το άρθρο ΧΧΙΙ του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου, οι Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης οι οποίοι συγκροτούνται από κυρίαρχα κράτη και είναι αρμόδιοι για ορισμένα θέματα που διέπονται από το εν λόγω πρωτόκολλο δύνανται να το υπογράψουν, υπό την προϋπόθεση ότι θα προβούν στη δήλωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του εν λόγω άρθρου. Η Κοινότητα αποφάσισε να υπογράψει το σιδηροδρομικό πρωτόκολλο και προβαίνει συνεπώς στην εν λόγω δήλωση.

2.

Τα σημερινά μέλη της Κοινότητας είναι το Βασίλειο του Βελγίου, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Εσθονίας, η Ιρλανδία, η Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, η Κυπριακή Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Λεττονίας, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Δημοκρατία της Ουγγαρίας, η Μάλτα, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Δημοκρατία της Πολωνίας, η Πορτογαλική Δημοκρατία, η Ρουμανία, η Δημοκρατία της Σλοβενίας, η Σλοβακική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

3.

Εντούτοις, η παρούσα δήλωση δεν ισχύει ως προς το Βασίλειο της Δανίας κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που έχει προσαρτηθεί στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

4.

Η παρούσα δήλωση δεν είναι εφαρμοστέα στα εδάφη των κρατών μελών ως προς τα οποία δεν ισχύει η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και δεν θίγει τις πράξεις και τις θέσεις που ενδεχομένως υιοθετούνται από τα οικεία κράτη μέλη δυνάμει του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου εξ ονόματος και προς το συμφέρον των εν λόγω εδαφών.

5.

Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας έχουν εκχωρήσει στην Κοινότητα αρμοδιότητα για τα θέματα που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (1), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1346/2000 του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (2), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη I) (3), την οδηγία 2008/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος στην Κοινότητα (αναδιατύπωση) (4) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (κανονισμός για τον οργανισμό) (5).

6.

Όσον αφορά το σύστημα αρίθμησης των οχημάτων, η Κοινότητα εξέδωσε μέσω της απόφασης 2006/920/ΕΚ (απόφαση της Επιτροπής της 11ης Αυγούστου 2006, σχετικά με την τεχνική προδιαγραφή διαλειτουργικότητας για το υποσύστημα διεξαγωγή και διαχείριση της κυκλοφορίας του διευρωπαϊκού συμβατικού σιδηροδρομικού συστήματος) ένα σύστημα αρίθμησης κατάλληλο για τον προσδιορισμό του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, όπως προβλέπεται στο άρθρο V παράγραφος 2 του Σιδηροδρομικού Πρωτοκόλλου.

Επίσης, όσον αφορά την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών της Κοινότητας και του Διεθνούς Μητρώου, η Κοινότητα σημείωσε αισθητή πρόοδο μέσω της απόφασης 2007/756/ΕΚ (απόφαση της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου 2007 για τη θέσπιση κοινής προδιαγραφής του εθνικού μητρώου οχημάτων, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παράγραφοι 4 και 5 των οδηγιών 96/48/ΕΚ και 2001/16/ΕΚ). Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, τα κράτη μέλη της Κοινότητας εφαρμόζουν εθνικά μητρώα οχημάτων και θα πρέπει να αποφευχθεί η διπλή καταχώριση δεδομένων μεταξύ αυτών και του Διεθνούς Μητρώου.

7.

Η άσκηση των αρμοδιοτήτων που έχουν εκχωρήσει τα κράτη μέλη στην Κοινότητα κατ’ εφαρμογή της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας υπόκειται ως εκ της φύσεώς της σε συνεχείς μεταβολές. Στο πλαίσιο της συνθήκης αυτής, τα αρμόδια όργανα δύνανται να λαμβάνουν αποφάσεις για τον καθορισμό της έκτασης των αρμοδιοτήτων της Κοινότητας. Συνεπώς, η Κοινότητα διατηρεί το δικαίωμα να τροποποιήσει την παρούσα δήλωση αναλόγως, χωρίς αυτό να συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της όσον αφορά τα θέματα που διέπονται από το Σιδηροδρομικό Πρωτόκολλο.


(1)  ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 160 της 30.6.2000, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 177 της 4.7.2008, σ. 6.

(4)  ΕΕ L 191 της 18.7.2008, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 220 της 21.6.2004, σ. 3.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ ΣΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΕΣ ΕΠΙ ΚΙΝΗΤΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΕΙΔΙΚΑ ΤΟ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΥΛΙΚΟ

Προοίμιο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I   Πεδίο εφαρμογής και γενικές διατάξεις

Άρθρο I

Ορισμοί

Άρθρο II

Εφαρμογή της σύμβασης όσον αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό

Άρθρο III

Παρέκκλιση

Άρθρο IV

Αρμοδιότητες αντιπροσώπων

Άρθρο V

Προσδιορισμός του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού στη συμφωνία

Άρθρο VI

Επιλογή εφαρμοστέου δικαίου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II   ΜΕΣΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ, ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΚΧΩΡΗΣΕΙΣ

Άρθρο VII

Τροποποίηση των διατάξεων περί μέσων προστασίας σε περίπτωση μη εκτέλεσης

Άρθρο VIII

Τροποποίηση των διατάξεων περί ασφαλιστικών μέτρων

Άρθρο IX

Μέσα προστασίας σε περίπτωση αφερεγγυότητας

Άρθρο X

Παροχή συνδρομής κατά τη διαδικασία αφερεγγυότητας

Άρθρο XI

Διατάξεις που αφορούν τον οφειλέτη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III   ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΗΤΡΩΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ ΕΠΙ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Άρθρο XII

Η Εποπτεύουσα Αρχή και ο υπεύθυνος του Μητρώου

Άρθρο XIII

Καθορισμός Σημείων Καταγραφής

Άρθρο XIV

Ταυτοποίηση σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού για τους σκοπούς της καταχώρησης

Άρθρο XV

Πρόσθετες τροποποιήσεις στις διατάξεις για το Μητρώο

Άρθρο XVI

Τέλη Διεθνούς Μητρώου

Άρθρο XVII

Ανακοινώσεις πώλησης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV   ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Άρθρο XVIII

Παραίτηση από ετεροδικία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V   ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

Άρθρο XIX

Σχέση με τη σύμβαση UNIDROIT για τη Διεθνή Χρηματοδοτική Μίσθωση

Άρθρο XX

Σχέση με τη σύμβαση για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI   ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXI

Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση

Άρθρο XXII

Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης

Άρθρο XXIII

Έναρξη ισχύος

Άρθρο XXIV

Εδαφικές ενότητες

Άρθρο XXV

Σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό δημόσιας υπηρεσίας

Άρθρο XXVI

Μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο XXVII

Δηλώσεις που αφορούν συγκεκριμένες διατάξεις

Άρθρο XXVIII

Επιφυλάξεις και δηλώσεις

Άρθρο XXIX

Δηλώσεις σύμφωνα με τη σύμβαση

Άρθρο XXX

Μεταγενέστερες δηλώσεις

Άρθρο XXXI

Απόσυρση δηλώσεων

Άρθρο XXXII

Καταγγελίες

Άρθρο XXXIII

Διασκέψεις αναθεώρησης, τροποποιήσεις και σχετικά ζητήματα

Άρθρο XXXIV

Ο Θεματοφύλακας και τα καθήκοντά του

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ ΣΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΕΣ ΕΠΙ ΚΙΝΗΤΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΕΙΔΙΚΑ ΤΟ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΥΛΙΚΟ

ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΚΡΑΤΗ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ

ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ αναγκαία την εφαρμογή της σύμβασης σχετικά με τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού (η «Σύμβαση») σε ό,τι αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, σύμφωνα με τους στόχους που διατυπώνονται στο προοίμιο της σύμβασης,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΕΠΙΓΝΩΣΗ της ανάγκης να προσαρμοσθεί η σύμβαση ώστε να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού και της χρηματοδότησής του,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ σχετικά με τις ακόλουθες διατάξεις όσον αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο I

Ορισμοί

1.   Στο παρόν πρωτόκολλο, εφόσον δεν απαιτείται διαφορετικά στο συγκεκριμένο πλαίσιο, οι όροι που χρησιμοποιούνται έχουν την έννοια που ορίζεται στη σύμβαση.

2.   Στο παρόν πρωτόκολλο οι ακόλουθοι όροι χρησιμοποιούνται με την έννοια που ορίζεται παρακάτω:

α)

ως «σύμβαση εγγύησης» νοείται η σύμβαση που συνάπτει πρόσωπο ως εγγυητής·

β)

ως «εγγυητής» νοείται το πρόσωπο το οποίο παρέχει ή εκδίδει εγγύηση ή εγγυητική όψεως ή πίστωση άμεσης ετοιμότητας ή οποιαδήποτε άλλη μορφή ασφάλισης πιστώσεων, για την εξασφάλιση της εκτέλεσης των υποχρεώσεων έναντι του πιστωτή του οποίου η απαίτηση εξασφαλίζεται με σύμβαση παροχής ασφάλειας ή με άλλη σύμβαση·

γ)

ως «κατάσταση αφερεγγυότητας» νοείται:

(i)

η κίνηση διαδικασίας αφερεγγυότητας· ή

(ii)

η δηλωμένη πρόθεση αναστολής ή η πραγματική αναστολή των πληρωμών από τον οφειλέτη, εφόσον το δικαίωμα του πιστωτή να κινήσει διαδικασία αφερεγγυότητας έναντι του οφειλέτη ή να ζητήσει τη λήψη μέτρων εννόμου προστασίας βάσει της σύμβασης εμποδίζεται ή αναστέλλεται από τη νομοθεσία ή από ενέργεια του κράτους.

δ)

ως «κύριος τόπος δικαιοδοσίας σε περίπτωση αφερεγγυότητας» νοείται το συμβαλλόμενο κράτος το οποίο αποτελεί την κύρια έδρα των συμφερόντων του οφειλέτη και το οποίο για τον σκοπό αυτό θεωρείται, εκτός αν αποδεικνύεται το αντίθετο, ότι αποτελεί τόπο της καταστατικής του έδρας ή, ελλείψει αυτού, ο τόπος όπου έχει συσταθεί ή αποκτήσει νομική προσωπικότητα·

ε)

ως «σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό» νοούνται τα οχήματα που κινούνται σε σταθερή σιδηροδρομική τροχιά ή απευθείας, επάνω ή κάτω από σύστημα οδήγησης, μαζί με τα συστήματα έλξης, τις μηχανές, τα συστήματα πέδησης, τους άξονες, τους τροχοφορείς, τους παντογράφους, τα βοηθητικά εξαρτήματα και λοιπά συστατικά μέρη, τον εξοπλισμό και τα στοιχεία τους, τα οποία σε κάθε περίπτωση είναι εγκατεστημένα ή ενσωματωμένα στα οχήματα, καθώς και όλα τα σχετικά δεδομένα, εγχειρίδια και πρακτικά.

Άρθρο II

Εφαρμογή της σύμβασης όσον αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό

1.   Η σύμβαση εφαρμόζεται σε σχέση με το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, όπως προβλέπεται από τους όρους του παρόντος πρωτοκόλλου.

2.   Η σύμβαση και το παρόν πρωτόκολλο αποκαλούνται σύμβαση σχετικά με τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού, όπως εφαρμόζεται στο σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό.

Άρθρο III

Παρέκκλιση

Τα μέρη δύνανται με γραπτή συμφωνία να αποκλείσουν την εφαρμογή του άρθρου ΙΧ και, στις μεταξύ τους σχέσεις, να παρεκκλίνουν ή να τροποποιήσουν τα αποτελέσματα οποιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος πρωτοκόλλου, εκτός από το άρθρο VII παράγραφοι 3 και 4.

Άρθρο IV

Αρμοδιότητες αντιπροσώπων

Ένα πρόσωπο δύναται, σε σχέση με το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, να συνάψει συμφωνία, να προβεί σε καταχώρηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 της σύμβασης, και να επικαλεσθεί τα δικαιώματα και τις ασφάλειες που απορρέουν από τη σύμβαση υπό την ιδιότητα πρακτορείου, εμπιστευματοδόχου ή αντιπροσώπου.

Άρθρο V

Προσδιορισμός του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού στη συμφωνία

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 7 στοιχείο γ) της σύμβασης και του άρθρου XVIII παράγραφος 2 του παρόντος πρωτοκόλλου, η περιγραφή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού είναι επαρκής για τον προσδιορισμό του τελευταίου, εάν περιέχει:

α)

περιγραφή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού ανά στοιχείο·

β)

περιγραφή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού ανά κατηγορία·

γ)

δήλωση ότι η συμφωνία καλύπτει κάθε παρόν και μελλοντικό σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό· ή

δ)

δήλωση ότι η συμφωνία καλύπτει κάθε παρόν και μελλοντικό σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό εκτός από ορισμένα στοιχεία ή κατηγορίες.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 7 της σύμβασης, η ασφάλεια επί μελλοντικού σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού που προσδιορίζεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο συνιστάται ως διεθνής ασφάλεια εφόσον ο οφειλέτης, ο υπό όρους πωλητής ή ο εκμισθωτής έχει δικαίωμα διαθέσεως του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, χωρίς να απαιτείται νέα πράξη μεταβίβασης.

Άρθρο VI

Επιλογή εφαρμοστέου δικαίου

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται μόνον εφόσον ένα συμβαλλόμενο κράτος έχει προβεί σε δήλωση σύμφωνα με το άρθρο XXVII.

2.   Τα μέρη σύμβασης ή σύμβασης παροχής εγγύησης ή συμφωνίας για κατάταξη σε επόμενη τάξη δύνανται να συμφωνήσουν το δίκαιο το οποίο διέπει τα συμβατικά τους δικαιώματα και υποχρεώσεις εν όλω ή εν μέρει.

3.   Εκτός αντίθετης συμφωνίας, το κατά την προηγούμενη παράγραφο επιλεγόμενο από τα μέρη δίκαιο αφορά τους εσωτερικούς κανόνες δικαίου του οικείου κράτους ή, εφόσον το κράτος αυτό περιλαμβάνει περισσότερες της μιας εδαφικές μονάδες, το εσωτερικό δίκαιο της αναφερόμενης εδαφικής μονάδας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΜΕΣΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ, ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΚΧΩΡΗΣΕΙΣ

Άρθρο VII

Τροποποίηση των διατάξεων περί μέσων προστασίας σε περίπτωση μη εκτέλεσης

1.   Επιπλέον των μέσων προστασίας που προβλέπονται στο κεφάλαιο III της σύμβασης, και εφόσον ο οφειλέτης έχει συναινέσει καθ’ οιονδήποτε χρόνο, ο πιστωτής δύναται, υπό τις συνθήκες που ορίζονται στο εν λόγω κεφάλαιο, να προβεί σε εξαγωγή και φυσική μεταφορά του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού από την εδαφική επικράτεια στην οποία βρίσκεται.

2.   Ο πιστωτής δεν χρησιμοποιεί τα μέσα προστασίας που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο χωρίς προηγούμενη γραπτή συναίνεση εκ μέρους του διαθέτοντος οποιαδήποτε καταχωρημένη ασφάλεια που προηγείται έναντι αυτής του πιστωτή.

3.   Το άρθρο 8 παράγραφος 3 της σύμβασης δεν εφαρμόζεται στο σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό. Κάθε μέσο προστασίας που προβλέπεται από τη σύμβαση σχετικά με το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό χρησιμοποιείται κατά εμπορικά εύλογο τρόπο. Ένα μέσο προστασίας θεωρείται ότι χρησιμοποιείται κατά εμπορικά εύλογο τρόπο, εφόσον χρησιμοποιείται σύμφωνα με διάταξη της σύμβασης, εκτός από τις περιπτώσεις που η σχετική διάταξη είναι προδήλως μη εύλογη.

4.   Ο ασφαλιζόμενος πιστωτής που παρέχει εγγράφως στα ενδιαφερόμενα μέρη προειδοποιητική προθεσμία δεκατεσσάρων ή περισσοτέρων εργασίμων ημερών, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 της σύμβασης, σχετικά με σχεδιαζόμενη πώληση ή μίσθωση, θεωρείται ότι ικανοποιεί τις απαιτήσεις παροχής «εύλογης προειδοποιητικής προθεσμίας» που προβλέπει το εν λόγω άρθρο. Τα ανωτέρω δεν εμποδίζουν τον ασφαλιζόμενο πιστωτή, τον οφειλέτη ή τον εγγυητή να συμφωνήσουν την παροχή μεγαλύτερης προειδοποιητικής προθεσμίας.

5.   Με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων νόμων και κανονισμών περί ασφαλείας, κάθε συμβαλλόμενο κράτος εξασφαλίζει την άμεση συνεργασία των διοικητικών αρχών και την εκ μέρους τους παροχή συνδρομής στον πιστωτή, εφόσον είναι αναγκαίο για τη χρησιμοποίηση των μέσων προστασίας που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

6.   Ο οφειλέτης που προτίθεται να προβεί σε εξαγωγή σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού σύμφωνα με την παράγραφο 1 χωρίς δικαστική εντολή, πρέπει να παράσχει εγγράφως εύλογη προειδοποιητική προθεσμία σε σχέση με τη σχεδιαζόμενη εξαγωγή:

α)

προς τους ενδιαφερόμενους που ορίζονται στο άρθρο 1 στοιχείο ιγ) περιπτώσεις (i) και (ii) της σύμβασης· και

β)

προς τους ενδιαφερόμενους που ορίζονται στο άρθρο 1 στοιχείο ιγ) περίπτωση (iii) της σύμβασης, οι οποίοι έχουν γνωστοποιήσει τα δικαιώματά τους στον ασφαλιζόμενο πιστωτή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος προ της εξαγωγής.

Άρθρο VIII

Τροποποίηση των διατάξεων περί ασφαλιστικών μέτρων

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται μόνο στο συμβαλλόμενο κράτος που έχει προβεί σε δήλωση σύμφωνα με το άρθρο ΧΧVII και στον βαθμό που καθορίζεται σ’ αυτή.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 1 της σύμβασης, ο όρος «ταχεία» στο πλαίσιο της λήψης ασφαλιστικών μέτρων σημαίνει τόσες εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης περί λήψεως των μέτρων όσες καθορίζονται στη δήλωση του συμβαλλόμενου κράτους όπου υποβάλλεται η αίτηση.

3.   Το άρθρο 13 παράγραφος 1 της σύμβασης εφαρμόζεται με την προσθήκη του παρακάτω κειμένου αμέσως μετά το στοιχείο δ):

«ε)

εάν οποτεδήποτε υπάρξει ειδική συμφωνία μεταξύ του οφειλέτη και του πιστωτή, πώληση και χρησιμοποίηση του προϊόντος αυτής»

και το άρθρο 43 παράγραφος 2 εφαρμόζεται με την προσθήκη των λέξεων «και ε)» μετά τις λέξεις «άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο δ)».

4.   Η κυριότητα ή οποιαδήποτε άλλη ασφάλεια του οφειλέτη που μεταβιβάζεται με την πώληση δυνάμει της προηγούμενης παραγράφου απαλλάσσεται από οποιαδήποτε άλλη ασφάλεια επί της οποίας έχει προτεραιότητα η διεθνής ασφάλεια του πιστωτή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29 της σύμβασης.

5.   Ο πιστωτής και ο οφειλέτης ή οποιοσδήποτε άλλος ενδιαφερόμενος μπορούν να συμφωνήσουν γραπτώς να αποκλείσουν την εφαρμογή του άρθρου 13 παράγραφος 2 της σύμβασης.

6.   Όσον αφορά τα μέσα προστασίας του άρθρου VII παράγραφος 1:

α)

παρέχονται από τις διοικητικές αρχές συμβαλλόμενου κράτους το αργότερο εντός επτά εργάσιμων ημερών από τη γνωστοποίηση του πιστωτή προς τις αρχές αυτές ότι έχει εξασφαλισθεί η καθοριζόμενη στο άρθρο VII παράγραφος 1 λήψη των εν λόγω μέτρων ή, στην περίπτωση που η λήψη των μέτρων διατάχθηκε με απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, ότι αυτή έχει αναγνωρισθεί από τα δικαστήρια του εν λόγω συμβαλλόμενου κράτους και ότι ο πιστωτής δικαιούται να λάβει αυτά τα μέσα προστασίας σύμφωνα με τη σύμβαση· και

β)

οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται αμέσως και παρέχουν συνδρομή στον πιστωτή κατά τη χρησιμοποίηση των εν λόγω μέσων προστασίας σύμφωνα με τους εφαρμοστέους νόμους και κανονισμούς περί ασφαλείας.

7.   Οι παράγραφοι 2 και 6 δεν θίγουν τους εφαρμοστέους νόμους και κανονισμούς περί ασφαλείας.

Άρθρο IX

Μέσα προστασίας σε περίπτωση αφερεγγυότητας

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται μόνο όταν το συμβαλλόμενο κράτος που αποτελεί τον κύριο τόπο δικαιοδοσίας σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας έχει προβεί στη δήλωση του άρθρου ΧΧVII.

2.   Η αναφορά του παρόντος άρθρου στον «διαχειριστή της περιουσίας του αφερέγγυου» αφορά την επίσημη και όχι την προσωπική του ιδιότητα.

3.   Κατά την επέλευση κατάστασης αφερεγγυότητας, ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, παραδίδει, με την επιφύλαξη της παραγράφου 7, την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού στον πιστωτή το αργότερο μέχρι το χρονικά προηγούμενο από τα κάτωθι χρονικά σημεία:

α)

το τέλος της περιόδου αναμονής· και

β)

την ημερομηνία κατά την οποία ο πιστωτής θα εδικαιούτο την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, σε περίπτωση μη εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

4.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «περίοδος αναμονής» είναι το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στη δήλωση του συμβαλλόμενου κράτους το οποίο αποτελεί τον κύριο τόπο δικαιοδοσίας σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας.

5.   Εάν δεν δοθεί και μέχρις ότου δοθεί η δυνατότητα στον πιστωτή να αποκτήσει την κατοχή δυνάμει της παραγράφου 3:

α)

ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, διαφυλάσσει το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, το συντηρεί και διατηρεί την αξία του, όπως ορίζεται στη συμφωνία· και

β)

ο πιστωτής δικαιούται να υποβάλει αίτηση για λήψη κάθε άλλης μορφής προσωρινού μέτρου δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου.

6.   Το στοιχείο α) της προηγούμενης παραγράφου δεν αποκλείει τη χρήση του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού βάσει ρυθμίσεων που αποσκοπούν στη διαφύλαξη και τη συντήρησή του και στη διατήρηση της αξίας του.

7.   Ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να διατηρήσει την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, εφόσον, μέχρι το χρονικό σημείο που καθορίζεται στην παράγραφο 3, έχει αποκαταστήσει κάθε αθέτηση υποχρεώσεων, εκτός όσων απορρέουν από την κίνηση διαδικασίας αφερεγγυότητας, και έχει συμφωνήσει να εκπληρώσει όλες τις μελλοντικές υποχρεώσεις που ορίζονται στη σύμβαση και τα σχετικά έγγραφα. Δεν ισχύει δεύτερη περίοδος αναμονής όσον αφορά την αθέτηση της εκπλήρωσης των μελλοντικών αυτών υποχρεώσεων.

8.   Όσον αφορά τα μέσα προστασίας του άρθρου VΙΙ παράγραφος 1:

α)

παρέχονται από τις διοικητικές αρχές συμβαλλόμενου κράτους το αργότερο εντός επτά ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση του πιστωτή προς τις αρχές αυτές ότι ο πιστωτής δικαιούται να λάβει αυτά τα μέσα προστασίας σύμφωνα με τη σύμβαση· και

β)

οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται αμέσως και παρέχουν συνδρομή στον πιστωτή κατά τη χρησιμοποίηση των εν λόγω μέσων προστασίας σύμφωνα με τους εφαρμοστέους νόμους και κανονισμούς περί ασφάλειας.

9.   Η χρήση των μέσων προστασίας που προβλέπονται από τη σύμβαση ή από το παρόν Πρωτόκολλο δεν μπορεί να παρεμποδισθεί ή να καθυστερήσει μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

10.   Οι υποχρεώσεις του οφειλέτη, όπως ορίζονται στη συμφωνία, δεν μπορούν να τροποποιηθούν χωρίς τη συναίνεση του πιστωτή.

11.   Καμία διάταξη της προηγούμενης παραγράφου δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο που θίγει τυχόν εξουσία του διαχειριστή να καταγγείλει τη σύμβαση με βάση το εφαρμοστέο δίκαιο.

12.   Κανένα δικαίωμα ή ασφάλεια, εκτός των μη συμβατικών δικαιωμάτων ή ασφαλειών κατηγορίας που καλύπτεται από δήλωση δυνάμει του άρθρου 39 παράγραφος 1 της σύμβασης, δεν έχει προτεραιότητα στη διαδικασία αφερεγγυότητας έναντι καταχωρημένων ασφαλειών.

13.   Η σύμβαση, όπως τροποποιείται από τα άρθρα VΙΙ και ΧΧV του παρόντος Πρωτοκόλλου, εφαρμόζεται στη χρήση κάθε μέσου προστασίας με βάση το παρόν άρθρο.

3.   Κατά την επέλευση κατάστασης αφερεγγυότητας, ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, γνωστοποιεί στον πιστωτή, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, εντός του χρονικού διαστήματος που καθορίζεται στη δήλωση συμβαλλόμενου κράτους δυνάμει του άρθρου ΧΧVΙΙ, εάν:

α)

θα αποκαταστήσει κάθε αθέτηση υποχρεώσεων εκτός όσων απορρέουν από την κίνηση διαδικασίας αφερεγγυότητας, και θα συμφωνήσει να εκπληρώσει όλες τις μελλοντικές υποχρεώσεις που ορίζονται στη σύμβαση και τα σχετικά έγγραφα· ή

β)

θα δώσει τη δυνατότητα στον πιστωτή να αποκτήσει την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

4.   Το αναφερόμενο στο στοιχείο β) της προηγούμενης παραγράφου εφαρμοστέο δίκαιο δύναται να επιτρέπει στο δικαστήριο να απαιτήσει τη λήψη οποιωνδήποτε πρόσθετων μέτρων ή την παροχή πρόσθετης εγγύησης.

5.   Ο πιστωτής προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις αξιώσεις του, καθώς και σχετικά με την καταχώρηση της διεθνούς ασφάλειάς του.

6.   Αν ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, δεν προβεί στη γνωστοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 3 ή όταν ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ενώ έχει δηλώσει ότι θα δώσει τη δυνατότητα στον πιστωτή να αποκτήσει την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, δεν το κάνει, το δικαστήριο δύναται να επιτρέψει στον πιστωτή να αποκτήσει την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού σύμφωνα με τους όρους που αυτό θα διατάξει και δύναται να απαιτήσει τη λήψη πρόσθετων μέτρων ή την παροχή πρόσθετης εγγύησης.

7.   Το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό δεν μπορεί να πωληθεί προτού εκδοθεί απόφαση του δικαστηρίου σχετικά με την αξίωση και τη διεθνή ασφάλεια.

3.   Κατά την επέλευση κατάστασης αφερεγγυότητας, ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, εντός της περιόδου αποκατάστασης:

α)

αποκαθιστά κάθε αθέτηση υποχρεώσεων εκτός όσων απορρέουν από την κίνηση διαδικασίας αφερεγγυότητας, και συμφωνεί να εκπληρώσει όλες τις μελλοντικές υποχρεώσεις που ορίζονται στη σύμβαση και τα σχετικά έγγραφα· ή

β)

παρέχει τη δυνατότητα στον πιστωτή να αποκτήσει την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο.

4.   Πριν από το τέλος της περιόδου αποκατάστασης, ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να ζητήσει από το δικαστήριο την έκδοση διαταγής αναστολής της υποχρέωσης που υπέχει βάσει του στοιχείου β) της προηγούμενης παραγράφου, για το χρονικό διάστημα από το τέλος της περιόδου αποκατάστασης μέχρι τη λήξη της σύμβασης ή τυχόν ανανέωσής της το αργότερο, και υπό τους όρους τους οποίους το δικαστήριο κρίνει δίκαιους («περίοδος αναστολής»). Με την εν λόγω απόφαση διατάσσεται η καταβολή από την περιουσία του αφερέγγυου ή από τον οφειλέτη όλων των ποσών που καθίστανται απαιτητά για τον πιστωτή στη διάρκεια της περιόδου αναστολής, κατά τον χρόνο που είναι ληξιπρόθεσμα, και η εκ μέρους του διαχειριστή ή του οφειλέτη, ανάλογα με την περίπτωση, εκπλήρωση όλων των άλλων υποχρεώσεων που προκύπτουν στη διάρκεια της περιόδου αναστολής.

5.   Εφόσον υποβληθεί αίτηση στο δικαστήριο σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, ο πιστωτής δεν αποκτά κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού προτού εκδοθεί η σχετική διαταγή του δικαστηρίου. Εάν η αίτηση δεν γίνει δεκτή εντός ορισμένου αριθμού ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης του ασφαλιστικού μέτρου που αναφέρεται στη δήλωση του συμβαλλομένου κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, η τελευταία θεωρείται ότι αποσύρθηκε, εκτός αν ο πιστωτής και ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, συμφωνήσουν διαφορετικά.

6.   Εάν δεν δοθεί και μέχρις ότου δοθεί η δυνατότητα στον πιστωτή να αποκτήσει την κατοχή δυνάμει της παραγράφου 3:

α)

ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, διαφυλάσσει το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, το συντηρεί και διατηρεί την αξία του, όπως ορίζεται στη σύμβαση· και

β)

ο πιστωτής δικαιούται να υποβάλει αίτηση για λήψη κάθε άλλης μορφής προσωρινού μέτρου δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου.

7.   Το στοιχείο α) της προηγούμενης παραγράφου δεν αποκλείει τη χρήση του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού βάσει ρυθμίσεων που αποσκοπούν στη διαφύλαξη και τη συντήρησή του και στη διατήρηση της αξίας του.

8.   Εφόσον κατά την περίοδο αποκατάστασης ή τυχόν περίοδο αναστολής ο διαχειριστής ή ο οφειλέτης, ανάλογα με την περίπτωση, αποκαταστήσει κάθε αθέτηση υποχρεώσεων, εκτός όσων απορρέουν από την κίνηση διαδικασίας αφερεγγυότητας, και συμφωνήσει να εκπληρώσει όλες τις μελλοντικές υποχρεώσεις που ορίζονται στη σύμβαση και τα σχετικά έγγραφα, μπορεί να διατηρήσει την κατοχή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού και η τυχόν διαταγή που εξέδωσε το δικαστήριο σύμφωνα με την παράγραφο 4 παύει να παράγει αποτελέσματα. Δεν ισχύει δεύτερη περίοδος αποκατάστασης όσον αφορά την αθέτηση της εκπλήρωσης των μελλοντικών αυτών υποχρεώσεων.

9.   Όσον αφορά τα μέσα προστασίας του άρθρου VΙΙ παράγραφος 1:

α)

παρέχονται από τις διοικητικές αρχές σε συμβαλλόμενο κράτος το αργότερο εντός επτά ημερολογιακών ημερών από τη γνωστοποίηση του πιστωτή προς τις αρχές αυτές ότι δικαιούται να χρησιμοποιήσει αυτά τα μέσα προστασίας σύμφωνα με τη σύμβαση· και

β)

οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται αμέσως και παρέχουν συνδρομή στον πιστωτή κατά τη χρησιμοποίηση των εν λόγω μέσων προστασίας σύμφωνα με τους εφαρμοστέους νόμους και κανονισμούς περί ασφαλείας.

10.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 4, 5 και 8, η χρήση των μέσων προστασίας που προβλέπονται από τη σύμβαση δεν μπορεί να παρεμποδισθεί ή να καθυστερήσει μετά την περίοδο αποκατάστασης.

11.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 4, 5 και 8, οι υποχρεώσεις του οφειλέτη, όπως ορίζονται στη σύμβαση και τις σχετικές δικαιοπραξίες, δεν μπορούν να τροποποιηθούν κατά τη διαδικασία αφερεγγυότητας χωρίς τη συναίνεση του πιστωτή.

12.   Καμία διάταξη της προηγούμενης παραγράφου δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο που θίγει τυχόν εξουσία του διαχειριστή να καταγγείλει τη σύμβαση με βάση το εφαρμοστέο δίκαιο.

13.   Κανένα δικαίωμα ή ασφάλεια, εκτός των μη συμβατικών δικαιωμάτων ή ασφαλειών κατηγορίας που καλύπτεται από δήλωση δυνάμει του άρθρου 39 παράγραφος 1 της σύμβασης, δεν έχει προτεραιότητα στη διαδικασία αφερεγγυότητας έναντι καταχωρημένων ασφαλειών.

14.   Η σύμβαση, όπως τροποποιείται από τα άρθρα VΙΙ και ΧΧV του παρόντος Πρωτοκόλλου, εφαρμόζεται στη χρήση κάθε μέσου προστασίας με βάση το παρόν άρθρο.

15.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «περίοδος αποκατάστασης» είναι η περίοδος που αρχίζει από την ημερομηνία επέλευσης της κατάστασης αφερεγγυότητας, που προσδιορίζεται σε δήλωση του συμβαλλομένου κράτους το οποίο είναι κύριος τόπος δικαιοδοσίας σε περίπτωση αφερεγγυότητας.

Άρθρο X

Παροχή συνδρομής κατά τη διαδικασία αφερεγγυότητας

1.   Το παρόν άρθρο ισχύει μόνο όταν ένα συμβαλλόμενο κράτος έχει προβεί σε δήλωση δυνάμει του άρθρου ΧΧVΙΙ παράγραφος 1.

2.   Τα δικαστήρια του συμβαλλόμενου κράτους στο οποίο βρίσκεται το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό συνεργάζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό, σύμφωνα με το δίκαιο του συμβαλλόμενου κράτους, με τα αλλοδαπά δικαστήρια και τους αλλοδαπούς διαχειριστές για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου ΙΧ.

Άρθρο XI

Διατάξεις που αφορούν τον οφειλέτη

1.   Εφόσον δεν είναι υπερήμερος κατά την έννοια του άρθρου 11 της σύμβασης, ο οφειλέτης δικαιούται αδιατάρακτη κατοχή και χρήση του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, όπως ορίζεται στη σύμβαση, έναντι:

α)

του πιστωτή του και του κατόχου οποιασδήποτε ασφάλειας από τον οποίο ο οφειλέτης αποκτά δικαιώματα ελεύθερα ασφαλειών, δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφος 4 στοιχείο β) της σύμβασης, εκτός από τις περιπτώσεις που ο οφειλέτης έχει συμφωνήσει διαφορετικά· και

β)

του δικαιούχου οποιασδήποτε ασφάλειας στην οποία υπόκειται το δικαίωμα ή η ασφάλεια του οφειλέτη δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφος 4 στοιχείο α) της σύμβασης, μόνο εφόσον και στον βαθμό που ο κάτοχος αυτός έχει συμφωνήσει.

2.   Καμία διάταξη της σύμβασης ή του παρόντος πρωτοκόλλου δεν επηρεάζει την ευθύνη του πιστωτή για οποιαδήποτε παραβίαση της σύμβασης κατά το εφαρμοστέο δίκαιο, εφόσον η σύμβαση αυτή αφορά σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΗΤΡΩΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ ΕΠΙ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΟΥ ΤΡΟΧΑΙΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Άρθρο XII

Η Εποπτεύουσα Αρχή και ο υπεύθυνος του Μητρώου

1.   Η Εποπτεύουσα Αρχή είναι όργανο που συγκροτείται από αντιπροσώπους οι οποίοι διορίζονται:

α)

ένας από κάθε συμβαλλόμενο κράτος·

β)

ένας από τρία το πολύ άλλα κράτη που υποδεικνύει το Διεθνές Ινστιτούτο για την ενοποίηση του ιδιωτικού δικαίου (Unidroit)· και

γ)

ένας από τρία το πολύ άλλα κράτη που υποδεικνύει ο Διακυβερνητικός Οργανισμός για τις Διεθνείς Σιδηροδρομικές Μεταφορές (OTIF).

2.   Κατά την υπόδειξη των κρατών που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ) της προηγούμενης παραγράφου λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη για εξασφάλιση ευρείας γεωγραφικής εκπροσώπησης.

3.   Η διάρκεια της θητείας των αντιπροσώπων που διορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) ορίζεται από τους υποδεικνύοντες οργανισμούς. Η θητεία των αντιπροσώπων εκείνων που υπηρετούν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου για το δέκατο συμβαλλόμενο κράτος λήγει το αργότερο εντός δύο ετών από την ημερομηνία αυτή.

4.   Οι αντιπρόσωποι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 θεσπίζουν τον αρχικό κανονισμό λειτουργίας της εποπτεύουσας αρχής, για την έγκριση του οποίου απαιτείται συμφωνία:

α)

της πλειοψηφίας όλων των αντιπροσώπων· και

β)

της πλειοψηφίας των αντιπροσώπων που διορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α).

5.   Η Εποπτεύουσα Αρχή δύναται να συγκροτήσει επιτροπή εμπειρογνωμόνων, η οποία απαρτίζεται:

α)

από τα πρόσωπα που διορίζονται από τα υπογράφοντα και συμβαλλόμενα κράτη και που έχουν τα αναγκαία προσόντα και πείρα· και

β)

άλλους εμπειρογνώμονες, εφόσον είναι αναγκαίο

και να αναθέσει στην επιτροπή αυτή την παροχή συνδρομής στην Εποπτεύουσα Αρχή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.

6.   Η Εποπτεύουσα Αρχή επικουρείται στην εκτέλεση των καθηκόντων της από γραμματεία (η «Γραμματεία») υπό τις οδηγίες της τελευταίας. Καθήκοντα γραμματείας ασκεί ο OTIF.

7.   Σε περίπτωση που η Γραμματεία δεν είναι πλέον σε θέση ή δεν είναι πλέον διατεθειμένη να εκπληρώνει τα καθήκοντά της, η Εποπτεύουσα Αρχή διορίζει άλλη γραμματεία.

8.   Εφόσον η Γραμματεία βεβαιωθεί ότι το Διεθνές Μητρώο μπορεί να λειτουργήσει πλήρως, καταθέτει σχετική βεβαίωση στον Θεματοφύλακα.

9.   Η Γραμματεία αποκτά νομική προσωπικότητα, εφόσον δεν διαθέτει ήδη, και απολαμβάνει, σε σχέση με τις λειτουργίες της βάσει της σύμβασης και του παρόντος πρωτοκόλλου, τις ίδιες απαλλαγές και ασυλίες που προβλέπονται για την Εποπτεύουσα Αρχή στο άρθρο 27 παράγραφος 3 της σύμβασης και για το Διεθνές Μητρώο στο άρθρο 27 παράγραφος 4 της σύμβασης.

10.   Τα μέτρα που λαμβάνει η Εποπτεύουσα Αρχή και τα οποία επηρεάζουν μόνο τα συμφέροντα ενός συμβαλλομένου κράτους ή μιας ομάδας συμβαλλομένων κρατών λαμβάνονται εφόσον εγκρίνονται και από το εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος ή την πλειοψηφία της ομάδας των συμβαλλομένων κρατών. Τα μέτρα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς τα συμφέροντα ενός συμβαλλομένου κράτους ή μιας ομάδας συμβαλλομένων κρατών παράγουν αποτελέσματα έναντι αυτών, εάν εγκριθούν και από το εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος ή την πλειοψηφία της ομάδας των συμβαλλομένων κρατών.

11.   Ο πρώτος υπεύθυνος του Μητρώου διορίζεται για χρονικό διάστημα από πέντε έως δέκα ετών. Εν συνεχεία, διορίζεται ή επαναδιορίζεται για διαδοχικά χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν έκαστο τα δέκα έτη.

Άρθρο XIII

Καθορισμός Σημείων Καταγραφής

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να καθορίσει ανά πάσα στιγμή έναν ή περισσότερους φορείς στην επικράτειά του που θα λειτουργούν ως σημεία καταγραφής, μέσω των οποίων θα διαβιβάζονται ή θα μπορούν να διαβιβάζονται στο Διεθνές Μητρώο οι απαιτούμενες για την καταχώρηση πληροφορίες, εκτός εκείνων που αφορούν την καταχώρηση γνωστοποίησης εθνικής ασφάλειας ή δικαιώματος ή ασφάλειας δυνάμει του άρθρου 40 της σύμβασης που απορρέουν από τη νομοθεσία άλλου κράτους. Τα διάφορα σημεία καταγραφής λειτουργούν τουλάχιστον κατά τις εργάσιμες ώρες στις οικείες επικράτειες.

2.   Ο καθορισμός που πραγματοποιείται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο μπορεί να επιτρέπει, αλλά όχι να επιβάλλει, τη χρησιμοποίηση του καθοριζόμενου σημείου ή σημείων καταγραφής για τις πληροφορίες που απαιτούνται όσον αφορά την καταχώρηση των προκηρύξεων πώλησης.

Άρθρο XIV

Ταυτοποίηση σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού για τους σκοπούς της καταχώρησης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 18 παράγραφος 1 στοιχείο α) της σύμβασης, οι κανονισμοί προβλέπουν σύστημα για τη χορήγηση από τον υπεύθυνο του Μητρώου αριθμών ταυτοποίησης που επιτρέπουν τη μοναδική ταυτοποίηση των αντικείμενων του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού. Ο αριθμός ταυτοποίησης:

α)

τίθεται επί του αντικειμένου του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού·

β)

συσχετίζεται στο Διεθνές Μητρώο με το όνομα του κατασκευαστή και τον αριθμό ταυτοποίησης του κατασκευαστή για το εν λόγω αντικείμενο· ή

γ)

συσχετίζεται στο Διεθνές Μητρώο με εθνικό ή περιφερειακό αριθμό ταυτοποίησης που τίθεται στο αντικείμενο.

2.   Για τους σκοπούς της προηγούμενης παραγράφου, ένα συμβαλλόμενο κράτος δύναται, με δήλωσή του, να αναφέρει το σύστημα εθνικών ή περιφερειακών αριθμών ταυτοποίησης που θα χρησιμοποιείται για τα αντικείμενα σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού που αποτελούν αντικείμενο διεθνούς ασφάλειας η οποία δημιουργείται ή παρέχεται, ή πρόκειται να δημιουργηθεί ή να παρασχεθεί, με σύμβαση του οφειλέτη ο οποίος βρίσκεται στο εν λόγω συμβαλλόμενο κράτος κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης. Το εν λόγω εθνικό ή περιφερειακό σύστημα ταυτοποίησης, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Εποπτεύουσας Αρχής και του συμβαλλομένου κράτους που προβαίνει στη δήλωση, εξασφαλίζει τη μοναδική ταυτοποίηση κάθε αντικειμένου σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού στο οποίο εφαρμόζεται το σύστημα.

3.   Η δήλωση συμβαλλομένου κράτους σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο περιλαμβάνει λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία του εθνικού ή περιφερειακού συστήματος ταυτοποίησης.

4.   Για να είναι έγκυρη η καταχώρηση ενός αντικειμένου σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού για το οποίο έχει γίνει δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 2, αναφέρει όλους τους εθνικούς ή περιφερειακούς αριθμούς ταυτοποίησης που χορηγήθηκαν στο αντικείμενο από την έναρξη ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου σύμφωνα με το άρθρο XXIII παράγραφος 1 και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ίσχυσε κάθε αριθμός για το εν λόγω αντικείμενο.

Άρθρο XV

Πρόσθετες τροποποιήσεις στις διατάξεις για το Μητρώο

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 19 παράγραφος 6 της σύμβασης, τα κριτήρια έρευνας στο Διεθνές Μητρώο καθορίζονται στους κανονισμούς.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 2 της σύμβασης και υπό τις συνθήκες που καθορίζονται σ’ αυτό, ο δικαιούχος καταχωρημένης μελλοντικής διεθνούς ασφάλειας ή καταχωρημένης μελλοντικής εκχώρησης διεθνούς ασφάλειας προβαίνει σε όλες τις ενέργειες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του για την άρση της καταχώρησης το αργότερο εντός δέκα ημερολογιακών ημερών από τη λήψη του αιτήματος που περιγράφεται στην παράγραφο αυτή.

3.   Εφόσον καταχωρείται μια ασφάλεια σε επόμενη τάξη και ο οφειλέτης έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του έναντι του δικαιούχου της εν λόγω ασφαλείας, ο τελευταίος επιτρέπει την άρση της καταχώρισης το αργότερο εντός δέκα ημερολογιακών ημερών μετά από γραπτή αίτηση του υποκειμένου στην καταχώρηση σε επόμενη τάξη μέρους, η οποία παραδίδεται ή παραλαμβάνεται στη διεύθυνση του δικαιούχου που αναφέρεται στην καταχώριση.

4.   Ο υπεύθυνος του μητρώου διαχειρίζεται και επιβλέπει τις κεντρικές λειτουργίες του Διεθνούς Μητρώου σε εικοσιτετράωρη βάση.

5.   Ο υπεύθυνος του Μητρώου ευθύνεται βάσει του άρθρου 28 παράγραφος 1 της σύμβασης για τις προκληθείσες ζημίες μέχρι ποσού που δεν υπερβαίνει την αξία του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού το οποίο αφορά η ζημία. Κατά παρέκκλιση από το προηγούμενο εδάφιο, η εν λόγω ευθύνη δεν υπερβαίνει τα 5 εκατ. ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα για κάθε ημερολογιακό έτος ή μεγαλύτερο ποσό που υπολογίζεται με τη μέθοδο που δύναται να καθορίζει περιοδικά μέσω κανονισμών η Εποπτεύουσα Αρχή.

6.   Η προηγούμενη παράγραφος δεν περιορίζει την ευθύνη του υπεύθυνου του Μητρώου για ζημίες που προκλήθηκαν από βαρεία αμέλεια ή δόλο εκ μέρους του ίδιου και των υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού του.

7.   Το ύψος της ασφάλειας ή οικονομικής εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4 της σύμβασης δεν είναι μικρότερο από το ποσό που καθορίζει η Εποπτεύουσα Αρχή ως κατάλληλο, λαμβάνοντας υπόψη τη μελλοντική ευθύνη του υπεύθυνου του Μητρώου.

8.   Καμία διάταξη της σύμβασης δεν μπορεί να αποκλείσει την εκ μέρους του υπεύθυνου του Μητρώου παροχή ασφάλειας ή οικονομικής εγγύησης που καλύπτει συμβάντα για τα οποία δεν ευθύνεται ο ίδιος βάσει του άρθρου 28 της σύμβασης.

Άρθρο XVI

Τέλη Διεθνούς Μητρώου

1.   Η Εποπτεύουσα Αρχή ορίζει και δύναται να τροποποιεί περιοδικά τα τέλη που καταβάλλονται για τις καταχωρήσεις, έρευνες και άλλες υπηρεσίες που παρέχει το Διεθνές Μητρώο σύμφωνα με τους κανονισμούς της.

2.   Τα τέλη που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο καθορίζονται κατά τρόπο ώστε να επιτρέπουν την κάλυψη, στον βαθμό που είναι αναγκαίο, των εύλογων εξόδων για τη σύσταση και λειτουργία του διεθνούς μητρώου, καθώς και των εύλογων εξόδων της Γραμματείας που συνδέονται με την εκτέλεση των καθηκόντων της. Τα προβλεπόμενα στην παρούσα παράγραφο δεν αποκλείουν την εκ μέρους του υπεύθυνου του Μητρώου απόκτηση ευλόγου κέρδους.

Άρθρο XVII

Προκηρύξεις πώλησης

Οι κανονισμοί επιτρέπουν την καταχώρηση στο Διεθνές Μητρώο των προκηρύξεων για πωλήσεις σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου και του κεφαλαίου V της σύμβασης εφαρμόζονται, εφόσον απαιτείται, στις καταχωρήσεις αυτές. Ωστόσο, κάθε σχετική καταχώρηση και έρευνα που πραγματοποιείται ή πιστοποιητικό που χορηγείται σχετικά με προκήρυξη πώλησης έχει ενημερωτικούς και μόνο σκοπούς και δεν θίγει τα δικαιώματα οποιουδήποτε προσώπου ούτε έχει άλλο αποτέλεσμα βάσει της σύμβασης ή του παρόντος πρωτοκόλλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Άρθρο XVIII

Παραίτηση από ετεροδικία

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η παραίτηση από την ετεροδικία σε σχέση με τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων η οποία καθορίζεται στα άρθρα 42 ή 43 της σύμβασης ή την αναγκαστική εκτέλεση δικαιωμάτων και ασφαλειών επί σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού βάσει της σύμβασης είναι δεσμευτική και, αν πληρούνται οι λοιποί όροι της εν λόγω δικαιοδοσίας ή αναγκαστικής εκτέλεσης, ισχύει η συγκεκριμένη δικαιοδοσία και επιτρέπεται η εκτέλεση, ανάλογα με την περίπτωση.

2.   Η παραίτηση από ετεροδικία βάσει της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να γίνεται εγγράφως και να περιλαμβάνει περιγραφή του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού, όπως ορίζεται στο άρθρο V παράγραφος 1 του παρόντος πρωτοκόλλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΛΛΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

Άρθρο XIX

Σχέση με τη σύμβαση Unidroit για τη Διεθνή Χρηματοδοτική Μίσθωση

Η σύμβαση υπερισχύει, σε περίπτωση τυχόν ανακολουθίας, της σύμβασης Unidroit για τη Διεθνή Χρηματοδοτική Μίσθωση που υπογράφηκε στην Οτάβα στις 28 Μαΐου 1988.

Άρθρο XX

Σχέση με τη σύμβαση για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF)

Η σύμβαση υπερισχύει, σε περίπτωση τυχόν ανακολουθίας, της σύμβασης για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF) της 9ης Μαΐου 1980 στην εκδοχή του τροποποιητικού πρωτοκόλλου της 3ης Ιουνίου 1999.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο XXI

Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση

1.   Το παρόν πρωτόκολλο ανοίγει προς υπογραφή στο Λουξεμβούργο στις 23 Φεβρουαρίου 2007 από τα κράτη που συμμετέχουν στη Διπλωματική διάσκεψη για την έγκριση σιδηροδρομικού πρωτοκόλλου στη σύμβαση για τις διεθνείς ασφάλειες επί κινητού εξοπλισμού που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο από τις 12 ως τις 23 Φεβρουαρίου 2007. Μετά την 23η Φεβρουαρίου 2007, το παρόν πρωτόκολλο θα είναι ανοικτό προς όλα τα κράτη για υπογραφή στα κεντρικά γραφεία του Διεθνούς Ινστιτούτου για την Ενοποίηση του Ιδιωτικού Δικαίου (Unidroit) στη Ρώμη, μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του σύμφωνα με το άρθρο ΧΧΙΙΙ.

2.   Το παρόν πρωτόκολλο υποβάλλεται προς επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση από τα κράτη που το υπέγραψαν.

3.   Κράτος που δεν έχει υπογράψει το παρόν πρωτόκολλο μπορεί να προσχωρήσει σ’ αυτό οποιαδήποτε χρονική στιγμή.

4.   Η επικύρωση, η αποδοχή, η έγκριση ή η προσχώρηση πραγματοποιείται με την κατάθεση σχετικού επίσημου εγγράφου στον Θεματοφύλακα.

5.   Κανένα κράτος δεν μπορεί να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος του παρόντος πρωτοκόλλου, χωρίς να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος και της σύμβασης.

Άρθρο XXII

Περιφερειακοί Οργανισμοί Οικονομικής Ολοκλήρωσης

1.   Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης που συνίσταται από κυρίαρχα κράτη και έχει αρμοδιότητα για συγκεκριμένα θέματα που διέπονται από το παρόν πρωτόκολλο μπορεί επίσης να υπογράψει, να αποδεχθεί, να εγκρίνει ή να προσχωρήσει στο παρόν πρωτόκολλο. Ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης έχει, στην περίπτωση αυτή, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις συμβαλλόμενου κράτους στον βαθμό που ο εν λόγω Οργανισμός έχει αρμοδιότητα σε θέματα του παρόντος πρωτοκόλλου. Όταν στο πρωτόκολλο γίνεται λόγος για τον αριθμό των συμβαλλομένων κρατών, ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης δεν πρέπει να προσμετράται ως επιπλέον συμβαλλόμενο κράτος επιπλέον των κρατών μελών του που είναι συμβαλλόμενα κράτη.

2.   Ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης, κατά τον χρόνο υπογραφής, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, υποβάλλει στον Θεματοφύλακα δήλωση όπου καθορίζονται τα θέματα που διέπονται από το πρωτόκολλο και για τα οποία η αρμοδιότητα έχει μεταβιβασθεί στον Οργανισμό αυτό από τα κράτη μέλη του. Ο Περιφερειακός Οργανισμός Οικονομικής Ολοκλήρωσης γνωστοποιεί αμέσως στον Θεματοφύλακα κάθε μεταβολή στην κατανομή των αρμοδιοτήτων, συμπεριλαμβανομένων και των νέων μεταβιβάσεων αρμοδιοτήτων, που καθορίζονται στη δήλωση σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

3.   Οποιαδήποτε αναφορά σε «συμβαλλόμενο κράτος» ή «συμβαλλόμενα κράτη» ή «κράτος μέρος» ή «κράτη μέρη» στο παρόν πρωτόκολλο ισχύει εξίσου για τον Περιφερειακό Οργανισμό Οικονομικής Ολοκλήρωσης, εφόσον απαιτείται από τα συμφραζόμενα.

Άρθρο XXIII

Έναρξη ισχύος

1.   Το παρόν πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ μεταξύ των κρατών που έχουν καταθέσει τα έγγραφα που αναφέρονται στο στοιχείο α) κατά τη χρονικά μεταγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες:

α)

την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την παρέλευση τριών μηνών από την ημερομηνία της κατάθεσης του τέταρτου εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης· και

β)

την ημερομηνία κατάθεσης από τη Γραμματεία στον Θεματοφύλακα πιστοποιητικού που βεβαιώνει ότι λειτουργεί πλήρως το διεθνές μητρώο.

2.   Για τα άλλα κράτη, το πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά το μεταγενέστερο από τα ακόλουθα χρονικά σημεία:

α)

την παρέλευση τριών μηνών από την ημερομηνία της κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης· και

β)

την ημερομηνία που αναφέρεται στο στοιχείο β) της προηγούμενης παραγράφου.

Άρθρο XXIV

Εδαφικές ενότητες

1.   Εάν συμβαλλόμενο κράτος περιλαμβάνει εδαφικές ενότητες όπου ισχύουν διαφορετικά νομικά συστήματα σχετικά με τα ζητήματα που ρυθμίζει το παρόν πρωτόκολλο, δύναται, κατά τον χρόνο της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να δηλώσει ότι το πρωτόκολλο ισχύει για όλες ή μόνο για μία ή για περισσότερες εδαφικές ενότητες και να τροποποιήσει τη δήλωσή του με την υποβολή άλλης δήλωσης σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή.

2.   Η εν λόγω δήλωση πρέπει να κοινοποιείται στον Θεματοφύλακα και να αναφέρει ρητά τις εδαφικές ενότητες στις οποίες ισχύει το παρόν πρωτόκολλο.

3.   Εάν συμβαλλόμενο κράτος δεν έχει προβεί σε δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 1, το παρόν πρωτόκολλο ισχύει για όλες τις εδαφικές του ενότητες.

4.   Όταν συμβαλλόμενο κράτος επεκτείνει το παρόν πρωτόκολλο σε μία ή περισσότερες εδαφικές του ενότητες, οι επιτρεπόμενες από το παρόν πρωτόκολλο δηλώσεις μπορεί να γίνουν για κάθε μία εδαφική ενότητα, και οι δηλώσεις για κάθε εδαφική ενότητα μπορεί να είναι διαφορετικές από τις δηλώσεις για άλλες.

5.   Εάν, λόγω δήλωσης που έγινε δυνάμει της παραγράφου 1, το παρόν πρωτόκολλο επεκταθεί σε μία ή περισσότερες εδαφικές ενότητες συμβαλλόμενου κράτους:

α)

ο οφειλέτης θεωρείται ότι βρίσκεται σε συμβαλλόμενο κράτος μόνο εφόσον έχει ιδρυθεί ή αποκτήσει νομική προσωπικότητα σύμφωνα με το ισχύον στην εδαφική ενότητα δίκαιο στην οποία εφαρμόζεται η σύμβαση και το παρόν πρωτόκολλο ή εφόσον έχει την καταστατική του έδρα ή την κεντρική του διοίκηση, τον τόπο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας ή τον τόπο της συνήθους διαμονής του στην εδαφική ενότητα στην οποία εφαρμόζονται η σύμβαση και το παρόν πρωτόκολλο·

β)

κάθε αναφορά στη θέση του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού σε συμβαλλόμενο κράτος αφορά τη θέση του σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού σε εδαφική ενότητα στην οποία εφαρμόζονται η σύμβαση και το παρόν πρωτόκολλο· και

γ)

κάθε αναφορά στις διοικητικές αρχές του συμβαλλόμενου κράτους ερμηνεύεται ως αναφορά στις διοικητικές αρχές που έχουν δικαιοδοσία σε εδαφική ενότητα στην οποία εφαρμόζονται η σύμβαση και το παρόν πρωτόκολλο.

Άρθρο XXV

Σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό δημόσιας υπηρεσίας

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος δύναται, ανά πάσα στιγμή, να δηλώσει ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει, στον βαθμό που αναφέρει στη δήλωσή του, τις εκάστοτε ισχύουσες νομοθετικές του διατάξεις οι οποίες αποκλείουν, αναστέλλουν ή διέπουν την άσκηση εντός του εδάφους του οποιουδήποτε μέσου προστασίας από τα αναφερόμενα στο κεφάλαιο III της σύμβασης και στα άρθρα VII έως IX του παρόντος πρωτοκόλλου όσον αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό που χρησιμοποιείται συνήθως για την παροχή υπηρεσίας δημόσιας σημασίας («σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό δημόσιας υπηρεσίας»), όπως ορίζεται σε σχετική δήλωσή του που κοινοποιείται στον Θεματοφύλακα.

2.   Κάθε πρόσωπο, περιλαμβανομένης κυβερνητικής ή άλλης δημόσιας αρχής, το οποίο, σύμφωνα με τους νομοθετικούς κανόνες συμβαλλομένου κράτους, υποβάλλει δήλωση βάσει της προηγούμενης παραγράφου, ασκεί το δικαίωμά του να αποκτήσει ή να μεταβιβάσει την κατοχή, τη χρήση ή τον έλεγχο οποιουδήποτε σιδηροδρομικού τροχαίου υλικού δημόσιας υπηρεσίας, διαφυλάσσει και συντηρεί το εν λόγω σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό από τον χρόνο άσκησης του εν λόγω δικαιώματος μέχρι την απόδοση της κατοχής, της χρήσης ή του ελέγχου στον πιστωτή.

3.   Κατά το χρονικό διάστημα που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο αυτή προβαίνει επίσης ή εξασφαλίζει την πληρωμή στον πιστωτή του μεγαλύτερου από τα ακόλουθα ποσά:

α)

το ποσό που οφείλει να καταβάλει το πρόσωπο αυτό βάσει των νομοθετικών κανόνων του συμβαλλόμενου κράτους το οποίο προβαίνει στη δήλωση· και

β)

το αγοραίο μίσθωμα για το εν λόγω σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό.

Η πρώτη πληρωμή καταβάλλεται εντός δέκα ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ασκείται το σχετικό δικαίωμα, και οι επόμενες πληρωμές γίνονται εφεξής την πρώτη ημέρα κάθε επόμενου μήνα. Σε περίπτωση που καθ’ οιονδήποτε μήνα το καταβλητέο ποσό υπερβαίνει το οφειλόμενο στον πιστωτή από τον οφειλέτη, το επιπλέον καταβάλλεται στους τυχόν άλλους πιστωτές, ανάλογα με το ύψος των απαιτήσεών τους, κατά την τάξη προτεραιότητάς τους, και εν συνεχεία στον οφειλέτη.

4.   Ένα συμβαλλόμενο κράτος του οποίου οι νομοθετικοί κανόνες δεν προβλέπουν τις αναφερόμενες στις παραγράφους 2 και 3 υποχρεώσεις δύναται, στον βαθμό που ορίζει σε χωριστή δήλωσή του κοινοποιούμενη στον Θεματοφύλακα, να δηλώσει ότι δεν θα εφαρμόζει τις παραγράφους αυτές σε σχέση με το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό που αναφέρεται στην εν λόγω δήλωση. Η παρούσα παράγραφος δεν αποκλείει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη δυνατότητα ενός προσώπου να συμφωνήσει με τον πιστωτή να εκτελέσει τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 ούτε θίγει την εκτέλεση τυχόν συναφθείσας σχετικής συμφωνίας.

5.   Κάθε αρχική ή επόμενη δήλωση στην οποία προβαίνει συμβαλλόμενο κράτος δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν θίγει τα δικαιώματα και τις ασφάλειες πιστωτών που απορρέουν από σύμβαση συναφθείσα πριν από την ημερομηνία κατά την οποία παρέλαβε την εν λόγω δήλωση ο Θεματοφύλακας.

6.   Το συμβαλλόμενο κράτος που προβαίνει σε δήλωση βάσει του παρόντος άρθρου λαμβάνει υπόψη την προστασία των συμφερόντων των πιστωτών και τις συνέπειες της δήλωσης στη διαθεσιμότητα των πιστώσεων.

Άρθρο XXVI

Μεταβατικές διατάξεις

Όσον αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, το άρθρο 60 της σύμβασης τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Στην παράγραφο 2 στοιχείο α), μετά τη λέξη «βρίσκεται» παρεμβάλλονται οι λέξεις «κατά τον χρόνο γέννησης ή δημιουργίας του δικαιώματος ή της ασφάλειας»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Το συμβαλλόμενο κράτος δύναται στη δήλωσή του δυνάμει της παραγράφου 1 να καθορίσει ημερομηνία η οποία απέχει τουλάχιστον τρία και το πολύ δέκα χρόνια από την ημερομηνία από την οποία παράγει αποτελέσματα η δήλωση, κατά την οποία θα αρχίσουν να ισχύουν τα άρθρα 29, 35 και 36 της παρούσας σύμβασης, όπως τροποποιείται ή συμπληρώνεται από το πρωτόκολλο, στον βαθμό και με τον τρόπο που ορίζεται στη δήλωση, σε σχέση με τα υπάρχοντα δικαιώματα ή ασφάλειες που απορρέουν από σύμβαση που καταρτίσθηκε κατά τον χρόνο παρουσίας του οφειλέτη στο κράτος αυτό. Η τυχόν προτεραιότητα του δικαιώματος ή της ασφάλειας δυνάμει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους, στον βαθμό που είναι εφαρμοστέα, εξακολουθεί να ισχύει, εάν το δικαίωμα ή η ασφάλεια έχει καταχωρηθεί στο Διεθνές Μητρώο πριν από την εκπνοή της περιόδου που ορίζεται στη δήλωση, ανεξάρτητα αν έχει προηγουμένως καταχωρηθεί οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή ασφάλεια.»

Άρθρο XXVII

Δηλώσεις που αφορούν συγκεκριμένες διατάξεις

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί κατά τον χρόνο της επικύρωσης, της αποδοχής, της έγκρισης ή της προσχώρησης στο παρόν πρωτόκολλο να δηλώσει ότι θα εφαρμόσει ένα ή αμφότερα τα άρθρα VI και X.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί, κατά τον χρόνο της επικύρωσης, της αποδοχής, της έγκρισης ή της προσχώρησης στο πρωτόκολλο, να δηλώσει ότι θα εφαρμόσει εξ ολοκλήρου ή εν μέρει το άρθρο VΙΙΙ του πρωτοκόλλου. Εάν προβεί στη δήλωση αυτή, καθορίζει το απαιτούμενο χρονικό διάστημα σύμφωνα με το άρθρο VΙΙΙ παράγραφος 2.

3.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί, κατά τον χρόνο της επικύρωσης, της αποδοχής, της έγκρισης ή της προσχώρησης στο παρόν πρωτόκολλο, να δηλώσει ότι θα εφαρμόζει συνολικά την εναλλακτική διαδικασία Α, τη διαδικασία Β ή τη διαδικασία Γ του άρθρου ΙΧ και, εφόσον προβεί στη δήλωση αυτή, πρέπει να καθορίσει το τυχόν είδος της διαδικασίας αφερεγγυότητας στο οποίο θα εφαρμόζεται η εν λόγω εναλλακτική διαδικασία. Εάν ένα συμβαλλόμενο κράτος προβεί σε δήλωση σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, πρέπει να καθορίσει την απαιτούμενη από το άρθρο ΙΧ χρονική περίοδο δυνάμει της παραγράφου 4 της εναλλακτικής διαδικασίας Α, της παραγράφου 3 της εναλλακτικής διαδικασίας Β ή των παραγράφων 5 και 15 της εναλλακτικής διαδικασίας Γ, ανάλογα με την περίπτωση.

4.   Τα δικαστήρια των συμβαλλομένων κρατών εφαρμόζουν το άρθρο ΙΧ σύμφωνα με τη δήλωση του συμβαλλόμενου κράτους που αποτελεί τον κύριο τόπο δικαιοδοσίας για τη διαδικασία αφερεγγυότητας

Άρθρο XXVIII

Επιφυλάξεις και δηλώσεις

1.   Το παρόν πρωτόκολλο δεν επιτρέπει τη διατύπωση επιφυλάξεων. Οι επιτρεπόμενες από τα άρθρα XIII, XIV, XXIV, XXV, XXVII, XXIX και XXX δηλώσεις δύνανται, ωστόσο, να γίνουν σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές.

2.   Κάθε αρχική ή μεταγενέστερη δήλωση ή απόσυρση δήλωσης που έγινε σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο πρέπει να γνωστοποιείται εγγράφως στον Θεματοφύλακα.

Άρθρο XXIX

Δηλώσεις σύμφωνα με τη σύμβαση

1.   Δηλώσεις δυνάμει της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων όσων έγιναν δυνάμει των άρθρων 39, 40, 50, 53, 54, 55, 57, 58 και 60, θεωρούνται επίσης ότι έγιναν σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 50 παράγραφος 1 της σύμβασης, «εσωτερική συναλλαγή» σημαίνει επίσης, όσον αφορά το σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό, μία από τις συναλλαγές που απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) της σύμβασης, εφόσον το σχετικό σιδηροδρομικό τροχαίο υλικό δεν έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί, κατά τη συνήθη χρήση του, παρά σε ένα μόνο σιδηροδρομικό σύστημα εντός του οικείου συμβαλλόμενου κράτους, λόγω του εύρους της τροχιάς ή άλλων στοιχείων του σχεδιασμού του.

Άρθρο XXX

Μεταγενέστερες δηλώσεις

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος δύναται να προβεί σε μεταγενέστερη δήλωση, εξαιρουμένης αυτής του άρθρου ΧΧΙΧ δυνάμει του άρθρου 60 της σύμβασης, οποιαδήποτε χρονική στιγμή μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, η οποία και γνωστοποιείται για τον σκοπό αυτό στον Θεματοφύλακα.

2.   Κάθε μεταγενέστερη δήλωση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την παρέλευση έξι μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Θεματοφύλακα. Εάν στη γνωστοποίηση καθορίζεται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για την έναρξη ισχύος της δήλωσης, η τελευταία τίθεται σε ισχύ κατά την παρέλευση της εν λόγω μεγαλύτερης περιόδου μετά την παραλαβή της γνωστοποίησης από τον Θεματοφύλακα.

3.   Κατά παρέκκλιση από τις προηγούμενες παραγράφους, το παρόν πρωτόκολλο συνεχίζει να εφαρμόζεται, ωσάν να μην είχε υπάρξει μεταγενέστερη δήλωση, όσον αφορά το σύνολο των δικαιωμάτων και ασφαλειών που γεννήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της εν λόγω μεταγενέστερης δήλωσης.

Άρθρο XXXI

Απόσυρση δηλώσεων

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος που έχει προβεί σε δήλωση σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, εξαιρουμένης αυτής του άρθρου ΧΧΙΧ δυνάμει του άρθρου 60 της σύμβασης, μπορεί να την αποσύρει οποιαδήποτε στιγμή, ενημερώνοντας σχετικά τον Θεματοφύλακα. Η εν λόγω απόσυρση θα ισχύει από την πρώτη ημέρα του μηνός μετά την παρέλευση έξι μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Θεματοφύλακα

2.   Κατά παρέκκλιση από την προηγούμενη παράγραφο, το παρόν πρωτόκολλο θα συνεχίσει να εφαρμόζεται, ωσάν να μην είχε γίνει απόσυρση της δήλωσης, όσον αφορά το σύνολο των δικαιωμάτων και ασφαλειών που γεννήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος αυτής της απόσυρσης

Άρθρο XXXII

Καταγγελίες

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να καταγγείλει το παρόν πρωτόκολλο με γραπτή γνωστοποίηση στον Θεματοφύλακα.

2.   Κάθε σχετική καταγγελία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός μετά την παρέλευση δώδεκα μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Θεματοφύλακα

3.   Κατά παρέκκλιση από τις προηγούμενες παραγράφους, το παρόν πρωτόκολλο συνεχίζει να εφαρμόζεται, ωσάν να μην είχε γίνει καταγγελία, όσον αφορά το σύνολο των δικαιωμάτων και ασφαλειών που γεννήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της καταγγελίας.

Άρθρο XXXIII

Διασκέψεις αναθεώρησης, τροποποιήσεις και σχετικά ζητήματα

1.   Ο Θεματοφύλακας, σε συνεννόηση με την Εποπτεύουσα Αρχή, συντάσσει εκθέσεις για τα συμβαλλόμενα κράτη είτε σε ετήσια βάση, είτε όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, όσον αφορά τον τρόπο που λειτουργεί στην πράξη το διεθνές καθεστώς που θεσπίσθηκε με τη σύμβαση όπως τροποποιείται από το πρωτόκολλο. Κατά τη σύνταξη των αναφορών αυτών, ο Θεματοφύλακας πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις αναφορές της Εποπτεύουσας Αρχής σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του διεθνούς συστήματος καταχώρησης.

2.   Εφόσον το ζητήσει τουλάχιστον το είκοσι πέντε τοις εκατό των συμβαλλομένων κρατών, ο Θεματοφύλακας συγκαλεί διασκέψεις αναθεώρησης των συμβαλλομένων κρατών σε τακτά χρονικά διαστήματα, ύστερα από συνεννόηση με την Εποπτεύουσα Αρχή, κατά τις οποίες εξετάζονται:

α)

η πρακτική εφαρμογή της σύμβασης, όπως τροποποιείται από το παρόν πρωτόκολλο, και η αποτελεσματικότητά της όσον αφορά τη διευκόλυνση χρηματοδοτήσεων ασφαλιζόμενων με στοιχεία ενεργητικού και της χρηματοδοτικής μίσθωσης των αντικειμένων τα οποία καλύπτονται από τους όρους της·

β)

η δικαστική ερμηνεία που δόθηκε στο παρόν πρωτόκολλο και η εφαρμογή των όρων του και των κανονισμών·

γ)

η λειτουργία του διεθνούς συστήματος καταχώρησης, η απόδοση του υπεύθυνου καταχώρησης και η επίβλεψή του από την Εποπτεύουσα Αρχή, λαμβανομένων υπόψη των αναφορών της τελευταίας· και

δ)

κατά πόσον είναι επιθυμητές οποιεσδήποτε τροποποιήσεις του πρωτοκόλλου ή ρυθμίσεις που αφορούν το Διεθνές Μητρώο.

3.   Κάθε τροποποίηση του παρόντος πρωτοκόλλου εγκρίνεται από τα δύο τρίτα τουλάχιστον των συμβαλλομένων κρατών που συμμετέχουν στην αναφερόμενη στην προηγούμενη παράγραφο διάσκεψη και τίθεται σε ισχύ στα κράτη που έχουν επικυρώσει, αποδεχθεί ή εγκρίνει την τροποποίηση, μετά την επικύρωση, την αποδοχή ή την έγκρισή της από τέσσερα κράτη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου ΧΧΙΙΙ που αφορούν την έναρξη ισχύος του.

Άρθρο XXXIV

Ο Θεματοφύλακας και τα καθήκοντά του

1.   Οι πράξεις επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης κατατίθενται στο Διεθνές Ινστιτούτο για την Ενοποίηση του Ιδιωτικού Δικαίου (Unidroit), που ορίζεται ως Θεματοφύλακας.

2.   Ο Θεματοφύλακας:

α)

ενημερώνει όλα τα συμβαλλόμενα κράτη για:

(i)

κάθε νέα υπογραφή ή κατάθεση εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης και την ημερομηνία αυτών·

(ii)

την ημερομηνία κατάθεσης του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο άρθρο XXIII παράγραφος 1 στοιχείο β)·

(iii)

την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου·

(iv)

κάθε δήλωση που γίνεται σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο και την ημερομηνία αυτής·

(v)

την απόσυρση ή τροποποίηση οποιασδήποτε δήλωσης και την ημερομηνία αυτών· και

(vi)

τη γνωστοποίηση κάθε καταγγελίας του παρόντος πρωτοκόλλου, την ημερομηνία καταγγελίας και την έναρξη ισχύος της.

β)

διαβιβάζει γνήσια επικυρωμένα αντίγραφα του παρόντος πρωτοκόλλου σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη·

γ)

παρέχει στην Εποπτεύουσα Αρχή και στον Υπεύθυνο του Μητρώου αντίγραφα κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης με την ημερομηνία κατάθεσής τους, κάθε δήλωσης ή απόσυρσης ή τροποποίησης δήλωσης και κάθε γνωστοποίησης καταγγελίας με την ημερομηνία αυτών, ώστε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη να έχουν εύκολη και πλήρη πρόσβαση στις περιεχόμενες σ’ αυτά πληροφορίες· και

δ)

εκτελεί όλα τα άλλα καθήκοντα για τα οποία είναι συνήθως αρμόδιοι οι Θεματοφύλακες.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες Πληρεξούσιοι έχοντες πλήρη εξουσιοδότηση υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.

ΚΑΤΑΡΤΙΣΘΗΚΕ στο Λουξεμβούργο την εικοστή τρίτη ημέρα του μηνός Φεβρουαρίου του έτους δύο χιλιάδες επτά, σε ένα μόνο πρωτότυπο στην αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα. Όλα τα κείμενα θεωρούνται εξίσου αυθεντικά κατόπιν επαλήθευσης από τη Γραμματεία της διάσκεψης όσον αφορά τη μεταξύ τους πιστότητα υπό την εποπτεία του Προέδρου της διάσκεψης, εντός ενενήντα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας πράξης.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 331/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Νοεμβρίου 2009

για τη σύναψη, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του πρωτοκόλλου της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής

(2009/941/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Κοινότητα εργάζεται προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης ενός κοινού χώρου δικαιοσύνης, βασισμένου στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαστικών αποφάσεων.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2008 για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής (2) προβλέπει ότι το δίκαιο που εφαρμόζεται στις υποχρεώσεις διατροφής προσδιορίζεται σύμφωνα με το πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής (εφεξής «το πρωτόκολλο») στα κράτη μέλη που δεσμεύονται από το εν λόγω πρωτόκολλο.

(3)

Το πρωτόκολλο συμβάλλει κατά τρόπο καθοριστικό στην κατοχύρωση μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και προβλεψιμότητας για τους υπόχρεους και δικαιούχους διατροφής. Η εφαρμογή ενιαίων κανόνων για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου θα επιτρέψει την ελεύθερη κυκλοφορία των αποφάσεων όσον αφορά τις υποχρεώσεις διατροφής στην Κοινότητα, χωρίς να απαιτείται κανενός είδους έλεγχος στο κράτος μέλος στο οποίο ζητείται η εκτέλεση.

(4)

Το άρθρο 24 του πρωτοκόλλου παρέχει την ευχέρεια σε οργανισμούς περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης όπως η Κοινότητα να υπογράψει, να αποδεχθεί ή να εγκρίνει το πρωτόκολλο ή να προσχωρήσει σε αυτό.

(5)

Η Κοινότητα είναι αποκλειστικώς αρμόδια για όλα τα θέματα που υπάγονται στο πρωτόκολλο. Αυτό δεν επηρεάζει τις θέσεις των κρατών μελών που δεν δεσμεύονται από την παρούσα απόφαση ούτε υπόκεινται στην εφαρμογή της, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 11 και 12.

(6)

Επομένως, η Κοινότητα θα πρέπει να εγκρίνει το πρωτόκολλο.

(7)

Το πρωτόκολλο θα πρέπει να εφαρμόζεται μεταξύ των κρατών μελών το αργότερο την 18η Ιουνίου 2011, ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009.

(8)

Λόγω του στενού δεσμού μεταξύ του πρωτοκόλλου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, οι κανόνες του πρωτοκόλλου θα πρέπει να εφαρμόζονται στην Κοινότητα σε προσωρινή βάση, εάν το πρωτόκολλο δεν έχει τεθεί σε ισχύ την 18η Ιουνίου 2011, ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να γίνει μονομερής δήλωση κατά τη σύναψη του πρωτοκόλλου.

(9)

Οι κανόνες του πρωτοκόλλου θα πρέπει να καθορίζουν το εφαρμοστέο σε μια υποχρέωση διατροφής δίκαιο, εάν μια απόφαση σχετικά με την εν λόγω υποχρέωση αναγνωριστεί και κηρυχθεί εκτελεστή σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπουν την κατάργηση της κήρυξης της εκτελεστότητας (exequatur) που περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 4/2009. Για να διασφαλιστεί ότι στην Κοινότητα εφαρμόζονται οι ίδιοι κανόνες περί συγκρούσεως κανόνων δικαίου όσον αφορά αξιώσεις διατροφής για περίοδο προγενέστερη ή μεταγενέστερη της έναρξης ισχύος ή της προσωρινής εφαρμογής του πρωτοκόλλου στην Κοινότητα, οι κανόνες του πρωτοκόλλου θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης σε αξιώσεις για περίοδο προγενέστερη αυτού του γεγονότος, παρά το άρθρο 22. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να γίνει μονομερής δήλωση κατά τη σύναψη του πρωτοκόλλου.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ιρλανδία συμμετέχει στην έκδοση και την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(11)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(12)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση της παρούσας απόφασης και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Το πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Το κείμενο του πρωτοκόλλου επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το (τα) πρόσωπο(-α) που είναι αρμόδιο(-α) να υπογράψει(-ουν) τη συμφωνία προκειμένου να δεσμευθεί η Κοινότητα.

Άρθρο 3

Κατά την υπογραφή και σύναψη του πρωτοκόλλου, η Κοινότητα προβαίνει στην ακόλουθη δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 24 του πρωτοκόλλου:

«Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δηλώνει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 24 του πρωτοκόλλου, ότι ασκεί αρμοδιότητα επί όλων των θεμάτων που υπάγονται στο πρωτόκολλο. Τα κράτη μέλη της δεσμεύονται από το πρωτόκολλο λόγω της σύναψής του από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Για τους σκοπούς της παρούσας δήλωσης, ο όρος “Ευρωπαϊκή Κοινότητα” δεν περιλαμβάνει τη Δανία δυνάμει των άρθρων 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ούτε το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία δυνάμει των άρθρων 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας».

Άρθρο 4

1.   Εντός της Κοινότητας, οι κανόνες του πρωτοκόλλου εφαρμόζονται σε προσωρινή βάση, με την επιφύλαξη του άρθρου 5 της παρούσας απόφασης, από την 18η Ιουνίου 2011, ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, εάν το πρωτόκολλο δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία αυτή.

2.   Κατά την υπογραφή του πρωτοκόλλου, η Κοινότητα θα προβεί στην ακόλουθη δήλωση προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ενδεχόμενη προσωρινή εφαρμογή που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

«Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δηλώνει ότι θα εφαρμόσει σε προσωρινή βάση τους κανόνες του πρωτοκόλλου από την 18η Ιουνίου 2011, ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής (3), εάν το πρωτόκολλο δεν έχει ακόμα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία αυτή σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου».

Άρθρο 5

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 22 του πρωτοκόλλου, οι κανόνες του πρωτοκόλλου καθορίζουν επίσης το εφαρμοστέο δίκαιο όσον αφορά αξιώσεις διατροφής που εγείρονται σε κράτος μέλος για περίοδο προγενέστερη της έναρξης ισχύος ή της προσωρινής εφαρμογής του πρωτοκόλλου στην Κοινότητα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009, κινηθεί δικαστική διαδικασία, έχουν εγκριθεί ή συναφθεί δικαστικοί συμβιβασμοί και έχουν συνταχθεί δημόσια έγγραφα από την 18η Ιουνίου 2011, ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009.

2.   Κατά την υπογραφή του πρωτοκόλλου, η Κοινότητα θα προβεί στην ακόλουθη δήλωση:

«Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δηλώνει ότι θα εφαρμόζει τους κανόνες του πρωτοκόλλου εξίσου σε αξιώσεις διατροφής που εγείρονται σε ένα από τα κράτη μέλη της για περίοδο προγενέστερη της έναρξης ισχύος ή της προσωρινής εφαρμογής του πρωτοκόλλου στην Κοινότητα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 4/2009 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2008, για τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής (3), κινηθεί δικαστική διαδικασία, έχουν εγκριθεί ή συναφθεί δικαστικοί συμβιβασμοί και έχουν συνταχθεί δημόσια έγγραφα από την 18η Ιουνίου 2011, ημερομηνία εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού».

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

B. ASK


(1)  Γνώμη της 24ης Νοεμβρίου 2009 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 7 της 10.1.2009, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 7 της 10.1.2009, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ

σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρέωσεις διατροφής

Τα κράτη που είναι Συμβαλλόμενα Μέρη του παρόντος πρωτοκόλλου,

Επιθυμώντας να θεσπίσουν κοινές διατάξεις σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής,

Επιθυμώντας να εκσυγχρονίσουν τη σύμβαση της Χάγης της 24ης Οκτωβρίου 1956 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής έναντι των τέκνων και τη σύμβαση της Χάγης της 2ας Οκτωβρίου 1973 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής,

Επιθυμώντας να αναπτύξουν γενικούς κανόνες για το εφαρμοστέο δίκαιο που να μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο συμπλήρωμα της σύμβασης της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007 για την είσπραξη σε διεθνές επίπεδο απαιτήσεων διατροφής τέκνων και άλλων μορφών οικογενειακής διατροφής,

Αποφάσισαν να συνάψουν πρωτόκολλο για το σκοπό αυτό και συμφώνησαν στις ακόλουθες διατάξεις:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Το παρόν πρωτόκολλο καθορίζει το εφαρμοστέο δίκαιο σε υποχρεώσεις διατροφής που προκύπτουν από οικογενειακές σχέσεις, συγγένεια, γάμο ή αγχιστεία, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης διατροφής έναντι τέκνου ανεξάρτητα από την οικογενειακή κατάσταση των γονέων των.

2.   Αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος πρωτοκόλλου τελούν υπό την επιφύλαξη της ύπαρξης μιας εκ των σχέσεων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.

Άρθρο 2

Καθολική εφαρμογή

Το παρόν πρωτόκολλο εφαρμόζεται ακόμα και αν το δίκαιο που ορίζει είναι το δίκαιο ενός μη συμβαλλομένου κράτους.

Άρθρο 3

Γενικός κανόνας περί εφαρμοστέου δικαίου

1.   Εκτός αντίθετης διάταξης του πρωτοκόλλου, οι υποχρεώσεις διατροφής διέπονται από το δίκαιο του κράτους της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής.

2.   Σε περίπτωση αλλαγής της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής, εφαρμόζεται το δίκαιο του κράτους της νέας συνήθους διαμονής από τη στιγμή κατά την οποία επέρχεται η συγκεκριμένη μεταβολή.

Άρθρο 4

Ειδικοί κανόνες υπέρ ορισμένων δικαιούχων διατροφής

1.   Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται σε περίπτωση υποχρεώσεων διατροφής:

α)

γονέων έναντι των τέκνων τους·

β)

προσώπων, εκτός των γονέων, έναντι προσώπων ηλικίας κάτω των 21 ετών, με εξαίρεση τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις σχέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5· και

γ)

τέκνων έναντι των γονέων τους.

2.   Όταν, δυνάμει του δικαίου που αναφέρεται στο άρθρο 3, ο δικαιούχος δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή από τον υπόχρεο, εφαρμόζεται το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή (lex fori).

3.   Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 3, το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή εφαρμόζεται όταν ο δικαιούχος διατροφής έχει προσφύγει στην αρμόδια αρχή του κράτους στο οποίο ο υπόχρεος έχει τη συνήθη διαμονή του. Εντούτοις, εφαρμόζεται το δίκαιο του κράτους της συνήθους διαμονής του δικαιούχου, όταν ο δικαιούχος δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή από τον υπόχρεο δυνάμει του δικαίου του δικάζοντος δικαστή.

4.   Εάν ο δικαιούχος διατροφής δεν μπορεί, δυνάμει των δικαίων που αναφέρονται στο άρθρο 3 και στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, να επιτύχει διατροφή από τον υπόχρεο, εφαρμόζεται, εφόσον υπάρχει, το δίκαιο του κράτους της κοινής ιθαγένειάς τους.

Άρθρο 5

Ειδικός κανόνας όσον αφορά τους/τις συζύγους και πρώην συζύγους

Όταν πρόκειται για υποχρεώσεις διατροφής μεταξύ συζύγων, πρώην συζύγων ή προσώπων που είχαν συνάψει ακυρωθέντα γάμο, το άρθρο 3 δεν εφαρμόζεται εφόσον προβάλλει ένσταση ένας από τους διαδίκους και το δίκαιο άλλου κράτους, ιδίως του κράτους της τελευταίας κοινής συνήθους διαμονής τους, συνδέεται στενότερα με το γάμο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, εφαρμόζεται το δίκαιο αυτού του άλλου κράτους.

Άρθρο 6

Ειδικός κανόνας σχετικά με την υπεράσπιση

Σε περίπτωση υποχρεώσεων διατροφής εκτός εκείνων που απορρέουν από σχέση γονέα-τέκνου έναντι τέκνου και εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 5, ο υπόχρεος μπορεί να αμφισβητήσει αξίωση του δικαιούχου επικαλούμενος την έλλειψη σχετικής υποχρέωσης τόσο δυνάμει του δικαίου του κράτους της συνήθους διαμονής του υποχρέου όσο και δυνάμει του δικαίου του κράτους της ενδεχόμενης κοινής ιθαγένειας των διαδίκων.

Άρθρο 7

Καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίουγια τις ανάγκες συγκεκριμένης διαδικασίας

1.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 3 έως 6, ο δικαιούχος και ο υπόχρεος διατροφής μπορούν, αποκλειστικά για τις ανάγκες συγκεκριμένης διαδικασίας που διεξάγεται σε δεδομένο κράτος, να ορίσουν ρητά ότι μια υποχρέωση διατροφής διέπεται από το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους.

2.   Όταν ο καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίου πραγματοποιείται πριν από την έναρξη της σχετικής διαδικασίας, αποτελεί το αντικείμενο συμφωνίας που υπογράφεται και από τους δύο διαδίκους, καταρτίζεται δε γραπτώς ή καταχωρίζεται με οποιοδήποτε μέσο που επιτρέπει τη μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενό της.

Άρθρο 8

Καθορισμός του εφαρμοστέου δικαίου

1.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των άρθρων 3 έως 6, ο δικαιούχος και ο υπόχρεος διατροφής μπορούν ανά πάσα στιγμή να ορίσουν ότι ένα από τα ακόλουθα δίκαια εφαρμόζεται σε υποχρέωση διατροφής:

α)

το δίκαιο οποιουδήποτε κράτους του οποίου την ιθαγένεια έχει ένας από τους διαδίκους κατά το χρόνο του καθορισμού·

β)

το δίκαιο του κράτους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του ένας από τους διαδίκους κατά το χρόνο του καθορισμού·

γ)

το δίκαιο το οποίο έχουν ορίσει οι διάδικοι ως εφαρμοστέο στις περιουσιακές τους σχέσεις ή το πράγματι εφαρμοζόμενο δίκαιο·

δ)

το δίκαιο το οποίο έχουν ορίσει οι διάδικοι ως εφαρμοστέο στο διαζύγιο ή το δικαστικό χωρισμό τους ή το πράγματι εφαρμοζόμενο δίκαιο.

2.   Η συμφωνία αυτή καταρτίζεται γραπτά ή καταχωρίζεται με οποιοδήποτε μέσο που επιτρέπει τη μεταγενέστερη πρόσβαση στο περιεχόμενο της συμφωνίας, υπογράφεται δε και από τους δύο διαδίκους.

3.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις υποχρεώσεις διατροφής έναντι προσώπου ηλικίας κάτω των 18 ετών ή έναντι ενηλίκου ο οποίος, λόγω αλλοίωσης ή ανεπάρκειας των προσωπικών του ικανοτήτων, δεν είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του.

4.   Ανεξάρτητα από το δίκαιο που έχουν ορίσει οι διάδικοι σύμφωνα με την παράγραφο 1, το ζήτημα κατά πόσον ο δικαιούχος μπορεί να παραιτηθεί από το δικαίωμα διατροφής ρυθμίζεται από το δίκαιο του κράτους της συνήθους διαμονής του δικαιούχου κατά το χρόνο του καθορισμού.

5.   Εάν, κατά το χρόνο του καθορισμού, οι διάδικοι δεν ήταν πλήρως ενημερωμένοι όσον αφορά τις συνέπειες της επιλογής τους και δεν είχαν επίγνωση των συνεπειών αυτών κατά τη στιγμή του καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου, το δίκαιο που έχουν ορίσει οι διάδικοι δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που η εφαρμογή του θα συνεπαγόταν άνισες ή παράλογες συνέπειες για οποιονδήποτε από τους διαδίκους.

Άρθρο 9

«Κατοικία» αντί «ιθαγένειας»

Ένα κράτος που εφαρμόζει την έννοια της «κατοικίας» ως κριτήριο σύνδεσης σε οικογενειακά θέματα μπορεί να ενημερώσει το Μόνιμο Γραφείο της Συνδιάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο ότι όσον αφορά τις υποθέσεις που υποβάλλονται στις αρχές του, ο όρος «ιθαγένεια» στα άρθρα 4 και 6 αντικαθίσταται από τον όρο «κατοικία» όπως ορίζεται από το εν λόγω κράτος.

Άρθρο 10

Δημόσιοι οργανισμοί

Το δικαίωμα ενός δημόσιου οργανισμού να ζητήσει την επιστροφή επιδόματος που χορηγήθηκε στον δικαιούχο αντί διατροφής υπόκειται στο δίκαιο που διέπει το δημόσιο οργανισμό.

Άρθρο 11

Πεδίο εφαρμογής του εφαρμοστέου δικαίου

Το εφαρμοστέο δίκαιο σε μια υποχρέωση διατροφής καθορίζει μεταξύ άλλων:

α)

την ύπαρξη και την έκταση των δικαιωμάτων του δικαιούχου και έναντι τίνος μπορεί να τα ασκήσει·

β)

το βαθμό στον οποίο ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει αναδρομικά διατροφή·

γ)

τη βάση υπολογισμού του ποσού της διατροφής και την τιμαριθμική προσαρμογή·

δ)

τον δικαιούμενο να κινήσει διαδικασία διατροφής, υπό την επιφύλαξη των θεμάτων που συνδέονται με την ικανότητα διαδίκου και τη δικαστική εκπροσώπηση·

ε)

τις προθεσμίες παραγραφής·

στ)

την έκταση της υποχρέωσης του υπόχρεου διατροφής, σε περίπτωση που δημόσιος οργανισμός επιδιώκει την επιστροφή επιδομάτων που χορηγήθηκαν στο δικαιούχο αντί διατροφής.

Άρθρο 12

Αποκλεισμός της παραπομπής

Σύμφωνα με το παρόν πρωτόκολλο, ο όρος «δίκαιο» ορίζει το ισχύον σε ένα κράτος δίκαιο, εξαιρουμένων των κανόνων σύγκρουσης νόμων.

Άρθρο 13

Δημόσια τάξη

Η εφαρμογή του δικαίου που καθορίζεται σύμφωνα με το πρωτόκολλο μπορεί να απορριφθεί μόνο στο βαθμό που τα αποτελέσματά του θα ήταν καταφανώς αντίθετα προς τη δημόσια τάξη του δικάζοντος δικαστή.

Άρθρο 14

Καθορισμός του ύψους της διατροφής

Ακόμα και αν προβλέπει άλλως το εφαρμοστέο δίκαιο, κατά τον καθορισμό του ύψους της διατροφής λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες του δικαιούχου καθώς και κάθε αποζημίωση που χορηγήθηκε στο δικαιούχο αντί περιοδικής καταβολής διατροφής.

Άρθρο 15

Μη εφαρμογή του πρωτοκόλλου σε εσωτερικές συγκρούσεις νόμων

1.   Ένα συμβαλλόμενο κράτος στο οποίο εφαρμόζονται διαφορετικά συστήματα δικαίου ή σύνολα κανόνων όσον αφορά τις υποχρεώσεις διατροφής δεν είναι υποχρεωμένο να εφαρμόζει τους κανόνες του πρωτοκόλλου σε συγκρούσεις που αφορούν αποκλειστικά αυτά τα διαφορετικά συστήματα ή σύνολα κανόνων.

2.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης.

Άρθρο 16

Μη ενοποιημένα νομικά συστήματα εδαφικού χαρακτήρα

1.   Σε σχέση με ένα κράτος όπου εφαρμόζονται σε διαφορετικές εδαφικές ενότητες δύο ή περισσότερα συστήματα δικαίου ή σύνολα κανόνων δικαίου για οποιοδήποτε θέμα ρυθμιζόμενο στο παρόν πρωτόκολλο:

α)

οποιαδήποτε παραπομπή στο δίκαιο κράτους θεωρείται, κατά περίπτωση, ως παραπομπή στο ισχύον δίκαιο της σχετικής εδαφικής ενότητας·

β)

οποιαδήποτε μνεία των αρμόδιων αρχών ή δημόσιων οργανισμών του κράτους αυτού θεωρείται, κατά περίπτωση, ως μνεία των αρμόδιων αρχών ή δημόσιων οργανισμών που είναι εξουσιοδοτημένοι να ενεργούν στη σχετική εδαφική ενότητα·

γ)

οποιαδήποτε μνεία της συνήθους διαμονής στο συγκεκριμένο κράτος θεωρείται, κατά περίπτωση, ως μνεία της συνήθους διαμονής στη σχετική εδαφική ενότητα·

δ)

οποιαδήποτε μνεία στο κράτος του οποίου την κοινή ιθαγένεια έχουν δύο πρόσωπα θεωρείται ως μνεία της εδαφικής ενότητας που ορίζεται από το δίκαιο του εν λόγω κράτους ή, ελλείψει σχετικών κανόνων, της εδαφικής ενότητας με την οποία συνδέεται στενότερα η υποχρέωση διατροφής·

ε)

οποιαδήποτε μνεία του κράτους του οποίου την ιθαγένεια έχει ένας εκ των διαδίκων θεωρείται ως μνεία της εδαφικής ενότητας που ορίζεται από το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους ή, ελλείψει σχετικών κανόνων, της εδαφικής ενότητας με την οποία συνδέεται στενότερα το συγκεκριμένο πρόσωπο.

2.   Για το σκοπό του καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου σύμφωνα με το πρωτόκολλο σε σχέση με κράτος που περιλαμβάνει δύο ή περισσότερες εδαφικές ενότητες, κάθε μία από τις οποίες διαθέτει χωριστό σύστημα δικαίου ή σύνολο κανόνων δικαίου σε σχέση με τα ζητήματα που καλύπτονται από το παρόν πρωτόκολλο, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α)

εφόσον στο κράτος αυτό ισχύουν κανόνες βάσει των οποίων καθορίζεται ποιας εδαφικής ενότητας το δίκαιο πρέπει να εφαρμοστεί, εφαρμόζεται το δίκαιο αυτής της ενότητας·

β)

ελλείψει σχετικών κανόνων, εφαρμόζεται το δίκαιο της εδαφικής ενότητας που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της πρώτης παραγράφου.

3.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης.

Άρθρο 17

Μη ενοποιημένα νομικά συστήματα προσωπικού χαρακτήρα

Για να προσδιοριστεί το εφαρμοστέο δυνάμει του πρωτοκόλλου δίκαιο, όταν ένα κράτος περιλαμβάνει δύο ή περισσότερα συστήματα δικαίου ή σύνολα κανόνων που εφαρμόζονται σε διαφορετικές κατηγορίες προσώπων σε σχέση με ζητήματα που διέπονται από το παρόν πρωτόκολλο, οποιαδήποτε αναφορά στο δίκαιο ενός τέτοιου κράτους νοείται ότι αφορά το σύστημα δικαίου που καθορίζεται από τους ισχύοντες κανόνες στο συγκεκριμένο κράτος.

Άρθρο 18

Συντονισμός με τις προηγούμενες συμβάσεις της Χάγης σχετικά με τις υποχρεώσεις διατροφής

Στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών, το παρόν πρωτόκολλο αντικαθιστά τη σύμβαση της Χάγης της 2ας Οκτωβρίου 1973 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής και τη σύμβαση της Χάγης της 24ης Οκτωβρίου 1956 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής έναντι των τέκνων.

Άρθρο 19

Συντονισμός με άλλες νομικές πράξεις

1.   Το παρόν πρωτόκολλο δεν επηρεάζει διεθνείς πράξεις στις οποίες έχουν προσχωρήσει ή θα προσχωρήσουν συμβαλλόμενα κράτη και οι οποίες περιέχουν διατάξεις για ζητήματα που διέπονται από το παρόν πρωτόκολλο, εκτός αν γίνει αντίθετη δήλωση από τα κράτη που καθίστανται συμβαλλόμενα μέρη των πράξεων αυτών.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται εξίσου στους ομοιόμορφους νόμους που στηρίζονται στην ύπαρξη μεταξύ των οικείων κρατών ειδικών δεσμών, κυρίως περιφερειακού χαρακτήρα.

Άρθρο 20

Ενιαία ερμηνεία

Για την ερμηνεία του παρόντος πρωτοκόλλου, λαμβάνεται υπόψη ο διεθνής χαρακτήρας του και η ανάγκη προαγωγής της ενιαίας εφαρμογής του.

Άρθρο 21

Εξέταση της πρακτικής λειτουργίας του πρωτοκόλλου

1.   Ο γενικός γραμματέας της Συνδιάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο συγκαλεί κατά περίπτωση ειδική επιτροπή με σκοπό την εξέταση της πρακτικής λειτουργίας του πρωτοκόλλου.

2.   Προς το σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα κράτη συνεργάζονται με το Μόνιμο Γραφείο της Συνδιάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο με σκοπό τη συλλογή της νομολογίας που αφορά την εφαρμογή του πρωτοκόλλου.

Άρθρο 22

Μεταβατικές διατάξεις

Το παρόν πρωτόκολλο δεν εφαρμόζεται σε αξιώσεις διατροφής που εγείρονται σε συμβαλλόμενο κράτος για περίοδο προηγούμενη από την έναρξη ισχύος του στο συγκεκριμένο κράτος.

Άρθρο 23

Υπογραφή, επικύρωση και προσχώρηση

1.   Το παρόν πρωτόκολλο είναι ανοιχτό προς υπογραφή από όλα τα κράτη.

2.   Το παρόν πρωτόκολλο υπόκειται σε κύρωση, αποδοχή ή έγκριση από τα υπογράφοντα κράτη.

3.   Κάθε κράτος μπορεί να προσχωρήσει στο παρόν πρωτόκολλο.

4.   Οι πράξεις κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης κατατίθενται στο Υπουργείο Εξωτερικών του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, το οποίο ασκεί καθήκοντα θεματοφύλακα του παρόντος πρωτοκόλλου.

Άρθρο 24

Περιφερειακοί οργανισμοί οικονομικής ολοκλήρωσης

1.   Ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης ο οποίος απαρτίζεται αποκλειστικά και μόνο από κυρίαρχα κράτη και είναι αρμόδιος για ορισμένα ή για όλα τα θέματα που διέπονται από το παρόν πρωτόκολλο δύναται ομοίως να υπογράψει, να αποδεχθεί, να εγκρίνει ή να προσχωρήσει στο παρόν πρωτόκολλο. Στην περίπτωση αυτή, ο περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης έχει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις συμβαλλόμενου κράτους, στον βαθμό που ο οργανισμός είναι αρμόδιος για θέματα που υπάγονται στο παρόν πρωτόκολλο.

2.   Κατά τον χρόνο της υπογραφής, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, ο περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης ενημερώνει εγγράφως τον θεματοφύλακα σχετικά με τα θέματα που υπάγονται στο παρόν πρωτόκολλο και για τα οποία η αρμοδιότητα έχει εκχωρηθεί στον υπόψη οργανισμό από τα κράτη μέλη του. Ο οργανισμός ενημερώνει πάραυτα εγγράφως τον θεματοφύλακα σχετικά με κάθε μεταβολή που επέρχεται στις αρμοδιότητες που του έχουν εκχωρηθεί και οι οποίες καθορίζονται στην πλέον πρόσφατη γνωστοποίηση στην οποία προέβη βάσει της παρούσας παραγράφου.

3.   Κατά τη στιγμή της υπογραφής, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης μπορεί να δηλώσει, σύμφωνα με το άρθρο 28, ότι είναι αρμόδιος για όλα τα θέματα που ρυθμίζονται από το παρόν πρωτόκολλο και ότι τα κράτη μέλη που έχουν εκχωρήσει την αρμοδιότητά τους στον περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης στο συγκεκριμένο τομέα δεσμεύονται από το πρωτόκολλο λόγω της υπογραφής, της αποδοχής, της έγκρισης ή της προσχώρησης εκ μέρους του οργανισμού.

4.   Για τους σκοπούς της έναρξης ισχύος του παρόντος πρωτοκόλλου, οι πράξεις που κατατίθενται από περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης δεν συνυπολογίζονται, εκτός αν ο εκάστοτε περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης προβεί σε δήλωση σύμφωνα με την παράγραφο 3.

5.   Κάθε αναφορά σε «συμβαλλόμενο κράτος» ή «κράτος» στην παρούσα σύμβαση ισχύει ομοίως, κατά περίπτωση, για κάθε περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης ο οποίος είναι συμβαλλόμενο μέρος της. Σε περίπτωση που ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης προβεί σε δήλωση δυνάμει της παραγράφου 3, κάθε αναφορά σε «συμβαλλόμενο κράτος» ή «κράτος» στην παρούσα σύμβαση ισχύει ομοίως, κατά περίπτωση, για τα κράτη μέλη του οργανισμού.

Άρθρο 25

Έναρξη ισχύος

1.   Το παρόν πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την κατάθεση της δεύτερης πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 23.

2.   Ακολούθως, το πρωτόκολλο τίθεται σε ισχύ:

α)

για κάθε κράτος ή περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης κατά την έννοια του άρθρου 24 που προβαίνει μεταγενέστερα στην κύρωση, αποδοχή, έγκριση του πρωτοκόλλου ή προσχώρηση σε αυτό, την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την κατάθεση της οικείας πράξης κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης·

β)

για τις εδαφικές ενότητες στις οποίες έχει επεκταθεί το παρόν πρωτόκολλο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 26 παράγραφος 1, την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την κοινοποίηση της δήλωσης που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

Άρθρο 26

Δηλώσεις σχετικά με μη ενοποιημένα νομικά συστήματα

1.   Εάν ένα κράτος έχει δύο ή περισσότερες εδαφικές μονάδες στις οποίες ισχύουν διαφορετικά νομικά καθεστώτα ως προς τα θέματα που πραγματεύεται το παρόν πρωτόκολλο, δύναται κατά τη στιγμή της υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης να δηλώσει, σύμφωνα με το άρθρο 28, ότι το παρόν πρωτόκολλο εκτείνεται σε όλες τις εδαφικές μονάδες ή μόνο σε μία ή περισσότερες εξ αυτών και να τροποποιήσει οποτεδήποτε την παρούσα δήλωση υποβάλλοντας άλλη δήλωση.

2.   Η δήλωση αυτή κοινοποιείται στο θεματοφύλακα και αναφέρει ρητά τις εδαφικές μονάδες στις οποίες εφαρμόζεται το παρόν πρωτόκολλο.

3.   Εάν ένα κράτος δεν προβεί σε δήλωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το πρωτόκολλο εφαρμόζεται στο σύνολο του εδάφους αυτού του κράτους.

4.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης.

Άρθρο 27

Επιφυλάξεις

Δεν γίνονται δεκτές επιφυλάξεις σχετικά με το παρόν πρωτόκολλο.

Άρθρο 28

Δηλώσεις

1.   Οι δηλώσεις κατά την έννοια των άρθρων 24 παράγραφος 3 και 26 παράγραφος 1 είναι δυνατό να πραγματοποιούνται κατά τον χρόνο υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης και οποτεδήποτε ακολούθως, καθώς και να τροποποιούνται ή να ανακαλούνται ανά πάσα στιγμή.

2.   Κάθε πραγματοποίηση, τροποποίηση ή ανάκληση δήλωσης γνωστοποιείται στον θεματοφύλακα.

3.   Κάθε δήλωση η οποία πραγματοποιείται κατά τον χρόνο υπογραφής, κύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης αρχίζει να ισχύει ταυτόχρονα με τη θέση σε ισχύ του παρόντος πρωτοκόλλου για το οικείο κράτος.

4.   Κάθε δήλωση που πραγματοποιείται μεταγενέστερα και κάθε τροποποίηση ή ανάκληση δήλωσης αρχίζουν να ισχύουν την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία η σχετική γνωστοποίηση περιήλθε στον θεματοφύλακα.

Άρθρο 29

Καταγγελία

1.   Κάθε συμβαλλόμενο κράτος μπορεί να καταγγείλει το παρόν πρωτόκολλο με γραπτή γνωστοποίηση απευθυνόμενη στο θεματοφύλακα. Η καταγγελία μπορεί να περιορίζεται σε ορισμένες εδαφικές μονάδες ενός κράτους με μη ενοποιημένα νομικά συστήματα στις οποίες εφαρμόζεται το παρόν πρωτόκολλο.

2.   Η καταγγελία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί την παρέλευση δωδεκαμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία η σχετική γνωστοποίηση περιήλθε στον θεματοφύλακα. Αν στη γνωστοποίηση καθορίζεται μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για τη θέση σε ισχύ της καταγγελίας, η καταγγελία αρχίζει να ισχύει από την παρέλευση της συγκεκριμένης περιόδου, με αφετηρία την ημερομηνία κατά την οποία η σχετική γνωστοποίηση περιήλθε στον θεματοφύλακα.

Άρθρο 30

Κοινοποίηση

Ο θεματοφύλακας κοινοποιεί στα Μέλη της Συνδιάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, καθώς και τα λοιπά κράτη και τους περιφερειακούς οργανισμούς οικονομικής ολοκλήρωσης που υπέγραψαν, επικύρωσαν, αποδέχθηκαν, ενέκριναν ή προσχώρησαν σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 24, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τις υπογραφές και επικυρώσεις, αποδοχές, εγκρίσεις και προσχωρήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 23 και 24·

β)

την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 25·

γ)

τις δηλώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 24 παράγραφος 3 και 26 παράγραφος 1·

δ)

τις καταγγελίες που προβλέπονται στο άρθρο 29.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες, δεόντως προς τούτο εξουσιοδοτημένοι, υπέγραψαν το παρόν πρωτόκολλο.

Συνήφθη στη Χάγη στις 23 Νοεμβρίου 2007, στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα (αμφότερες οι γλωσσικές αποδόσεις είναι εξίσου αυθεντικές), σε ένα και μόνο αντίγραφο, το οποίο κατατίθεται στο αρχείο της κυβερνήσεως του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, ενώ επικυρωμένο αντίγραφο αποστέλλεται, διά της διπλωματικής οδού, σε έκαστο κράτος μέλος της Συνδιάσκεψης της Χάγης για το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο κατά την ημερομηνία της εικοστής πρώτης συνόδου της, καθώς και σε έκαστο κράτος το οποίο μετείχε στην εν λόγω σύνοδο.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 331/24


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2009

σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 2006/325/ΕΚ ώστε να προβλεφθεί διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις

(2009/942/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 300 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001 της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (2), επεκτάθηκε στη Δανία δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (3) (στο εξής «η συμφωνία με τη Δανία»), που συνήφθη με την απόφαση 2006/325/ΕΚ του Συμβουλίου (4).

(2)

Το άρθρο 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας με τη Δανία προβλέπει ότι η Δανία απέχει από τη σύναψη διεθνών συμφωνιών οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν ή να μεταβάλουν το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001, εκτός εάν η Κοινότητα είναι σύμφωνη και έχουν επιτευχθεί ικανοποιητικές ρυθμίσεις όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της παρούσας συμφωνίας και της οικείας διεθνούς συμφωνίας.

(3)

Ούτε η ίδια η συμφωνία ούτε η απόφαση 2006/325/ΕΚ ορίζουν με ποιο τρόπο θα εκφράσει τη συμφωνία της η Κοινότητα σχετικά με τη σύναψη από τη Δανία της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας.

(4)

Είναι συνεπώς αναγκαίο να θεσπισθεί μία διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας. Η εν λόγω διαδικασία θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταχεία λήψη των αποφάσεων που εκφράζουν τη συμφωνία της Κοινότητας.

(5)

Η Επιτροπή όταν ενημερώνεται ότι η Δανία προτίθεται να προσχωρήσει σε διεθνή συμφωνία, θα πρέπει να εκτιμήσει αν η συμφωνία αυτή είναι σύμφωνη προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001, καθώς και προς την κοινοτική νομοθεσία που τον επηρεάζει, και να θεσπίσει τυχόν ρυθμίσεις που μπορεί να είναι αναγκαίες. Επειδή στόχος είναι η επίτευξη ομοιόμορφης εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001 σε όλα τα κράτη μέλη και στη Δανία, η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνήσει ώστε η Δανία να μην προσχωρήσει σε συγκεκριμένη διεθνή συμφωνία εάν αυτό πρόκειται να επηρεάσει τους όρους υπό τους οποίους ενδέχεται να προσχωρήσει στην εν λόγω συμφωνία η ίδια η Κοινότητα η, αναλόγως περιπτώσεως, θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να προσχωρήσουν σε αυτήν προς όφελος της Κοινότητας. Σε περίπτωση που η Κοινότητα είναι ήδη μέρος της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας ή έχει επιτρέψει στα κράτη μέλη να γίνουν μέρη στη συμφωνία αυτή προς όφελος της Κοινότητας, η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε εκτίμηση πιο περιορισμένης φύσης προκειμένου να επαληθεύσει ότι η Δανία προτίθεται να προσχωρήσει στη διεθνή συμφωνία υπό τους ίδιους όρους με την Κοινότητα, ή, ενδεχομένως, με τα κράτη μέλη στα οποία το έχει επιτρέψει η Κοινότητα.

(6)

Η απόφαση 2006/325/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ώστε να προβλέπει την εν λόγω διαδικασία.

(7)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(8)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης, και δεν δεσμεύεται από αυτή ή δεν υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Παρεμβάλλονται στην απόφαση 2006/325/ΕΚ τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 1α

1.   Για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας η Επιτροπή εκτιμά, πριν λάβει απόφαση η οποία εκφράζει τη συμφωνία της Κοινότητας, εάν η διεθνής συμφωνία στην οποία προτίθεται να προσχωρήσει η Δανία καθιστά αναποτελεσματική τη συμφωνία και θα υπονόμευε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει θεσπιστεί από τους κανόνες της.

2.   Η Επιτροπή λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση εντός 90 ημερών από τότε που ενημερώθηκε από τη Δανία για την πρόθεση της Δανίας να προσχωρήσει στην εν λόγω διεθνή συμφωνία.

Εάν η εν λόγω διεθνής συμφωνία πληροί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η απόφαση της Επιτροπής θα εκφράζει τη συμφωνία της Κοινότητας κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

Άρθρο 1β

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τις διεθνείς συμφωνίες για τις οποίες έχει δοθεί άδεια στην Δανία να συνάψει σύμφωνα με το άρθρο 1α.».

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

B. ASK


(1)  Γνώμη της 24ης Νοεμβρίου 2009 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 12 της 16.1.2001, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 299 της 16.11.2005, σ. 62.

(4)  ΕΕ L 120 της 5.5.2006, σ. 22.


16.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 331/26


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2009

σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης 2006/326/ΕΚ ώστε να προβλεφθεί διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις

(2009/943/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 61 στοιχείο γ) σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο πρώτη πρόταση και το άρθρο 300 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως στα κράτη μέλη δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (επίδοση και κοινοποίηση πράξεων) (2), επεκτάθηκε στη Δανία δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας περί επιδόσεως και κοινοποιήσεως δικαστικών και εξωδίκων πράξεων σε αστικές ή εμπορικές υποθέσεις (3) (στο εξής «η συμφωνία»), που συνήφθη με την απόφαση 2006/326/ΕΚ του Συμβουλίου (4).

(2)

Το άρθρο 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας προβλέπει ότι η Δανία απέχει από τη σύναψη διεθνών συμφωνιών οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν ή να μεταβάλουν το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1393/2007, εκτός εάν η Κοινότητα είναι σύμφωνη και έχουν επιτευχθεί ικανοποιητικές ρυθμίσεις όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της παρούσας συμφωνίας και της οικείας διεθνούς συμφωνίας.

(3)

Ούτε η ίδια η συμφωνία ούτε η απόφαση 2006/326/ΕΚ ορίζουν με ποιο τρόπο η Κοινότητα θα εκφράσει τη συμφωνία της σχετικά με τη σύναψη από τη Δανία της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας.

(4)

Είναι συνεπώς αναγκαίο να θεσπισθεί μία διαδικασία για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας. Η εν λόγω διαδικασία θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταχεία λήψη των αποφάσεων που εκφράζουν τη συμφωνία της Κοινότητας.

(5)

Η Επιτροπή όταν ενημερώνεται ότι η Δανία προτίθεται να προσχωρήσει σε διεθνή συμφωνία, θα πρέπει να εκτιμήσει αν η συμφωνία αυτή είναι σύμφωνη προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1393/2007, καθώς και προς την κοινοτική νομοθεσία που τον επηρεάζει, και να θεσπίσει τυχόν ρυθμίσεις που μπορεί να είναι αναγκαίες. Επειδή στόχος είναι η επίτευξη ομοιόμορφης εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1393/2007 σε όλα τα κράτη μέλη και στη Δανία, η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνήσει ώστε η Δανία να μην προσχωρήσει σε συγκεκριμένη διεθνή συμφωνία εάν αυτό πρόκειται να επηρεάσει τους όρους υπό τους οποίους ενδέχεται να προσχωρήσει στην εν λόγω συμφωνία η ίδια η Κοινότητα η, αναλόγως περιπτώσεως, θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να προσχωρήσουν σε αυτήν προς όφελος της Κοινότητας. Σε περίπτωση που η Κοινότητα είναι ήδη μέρος της εν λόγω διεθνούς συμφωνίας ή έχει επιτρέψει στα κράτη μέλη να γίνουν μέρη στη συμφωνία αυτή προς όφελος της Κοινότητας, η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε εκτίμηση πιο περιορισμένης φύσης προκειμένου να επαληθεύσει ότι η Δανία προτίθεται να προσχωρήσει στη διεθνή συμφωνία υπό τους ίδιους όρους με την Κοινότητα, ή, ενδεχομένως, με τα κράτη μέλη στα οποία το έχει επιτρέψει η Κοινότητα.

(6)

Η απόφαση 2006/326/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ώστε να προβλέπει την εν λόγω διαδικασία.

(7)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία συμμετέχουν στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(8)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης, και δεν δεσμεύεται από αυτή ή δεν υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Τα ακόλουθα άρθρα παρεμβάλλονται στην απόφαση 2006/326/ΕΚ:

«Άρθρο 1α

1.   Για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας η Επιτροπή εκτιμά, πριν λάβει απόφαση η οποία εκφράζει τη συμφωνία της Κοινότητας, εάν η διεθνής συμφωνία στην οποία προτίθεται να προσχωρήσει η Δανία καθιστά αναποτελεσματική τη συμφωνία και θα υπονόμευε την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος που έχει θεσπιστεί από τους κανόνες της.

2.   Η Επιτροπή λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση εντός 90 ημερών από τότε που ενημερώθηκε από την Δανία για την πρόθεση της Δανίας να προσχωρήσει στην εν λόγω διεθνή συμφωνία.

Εάν η εν λόγω διεθνής συμφωνία πληροί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η απόφαση της Επιτροπής θα εκφράζει τη συμφωνία της Κοινότητας κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 2 της συμφωνίας.

Άρθρο 1β

Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τις διεθνείς συμφωνίες για τις οποίες έχει δοθεί άδεια στη Δανία να συνάψει σύμφωνα με το άρθρο 1α.».

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

B. ASK


(1)  Γνώμη της 24ης Νοεμβρίου 2009 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 324 της 10.12.2007, σ. 79.

(3)  ΕΕ L 300 της 17.11.2005, σ. 55.

(4)  ΕΕ L 120 της 5.5.2006, σ. 23.