ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
29 Νοεμβρίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1176/2008 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1177/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

14

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1178/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου περί βραχυπρόθεσμων στατιστικών και των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1503/2006 και (ΕΚ) αριθ. 657/2007 σχετικά με αναπροσαρμογές μετά την αναθεώρηση των στατιστικών ταξινομήσεων NACE και CPA ( 1 )

16

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1179/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου, περί της αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα

21

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1180/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος κοινοποίησης πληροφοριών για ορισμένες παραδόσεις βοείου και χοιρείου κρέατος, το οποίο μεταφέρεται στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας (Κωδικοποιημένη έκδοση)

44

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1181/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 616/2007 για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων για το κρέας πουλερικών καταγωγής Βραζιλίας, Ταϊλάνδης και άλλων τρίτων χωρών

47

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1182/2008 της Επιτροπής, της 28 Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τον εκ των προτέρων καθορισμό, για το 2009, του ποσού της ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου

49

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1183/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1019/2002 για τις προδιαγραφές εμπορίας του ελαιολάδου

51

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1184/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, περί θεσπίσεως απαγόρευσης της αλιείας ρέγγας στα κοινοτικά και διεθνή ύδατα των ζωνών Vb, VIb και VIaN από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

52

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1185/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, περί θεσπίσεως απαγόρευσης της αλιείας καλκανιού στον Εύξεινο Πόντο από σκάφη που φέρουν σημαία Βουλγαρίας

54

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1186/2008 της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών στον τομέα των σιτηρών από την 1η Δεκεμβρίου 2008

56

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2008/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τη διαχείριση της ασφάλειας των οδικών υποδομών

59

 

*

Οδηγία 2008/109/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2008, για τροποποίηση του παραρτήματος ΙV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας

68

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/891/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2008, για την τροποποίηση της απόφασης 2003/61/ΕΚ με την οποία εξουσιοδοτούνται ορισμένα κράτη μέλη να προβλέπουν προσωρινές παρεκκλίσεις από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά σπόρους γεωμήλων προς φύτευση προερχόμενους από ορισμένες επαρχίες του Καναδά [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 7317]

71

 

 

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

 

 

2008/892/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 28ης Οκτωβρίου 2008, σχετικά με μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά την εισαγωγή του ευρώ στη Σλοβακία (ΕΚΤ/2008/14)

73

 

 

2008/893/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 17ης Νοεμβρίου 2008, που καθορίζει το πλαίσιο το οποίο διέπει την κοινή ανάθεση συμβάσεων προμηθειών του Ευρωσυστήματος (ΕΚΤ/2008/17)

76

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

 

2008/894/ΚΕΠΠΑ

 

*

Απόφαση EUMM/1/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 16ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με το διορισμό του Αρχηγού Αποστολής της Αποστολής Παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Γεωργία (EUMM Georgia)

79

 

 

2008/895/ΚΕΠΠΑ

 

*

Απόφαση BiH/14/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 21ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με το διορισμό διοικητή δυνάμεων της ΕΕ για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη

80

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1176/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Νοεμβρίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 15 και 19,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

I.   Προηγούμενη έρευνα και ισχύοντα μέτρα

(1)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 (2), επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος, δηλαδή τριυδρική αμοξικιλλίνη, τριυδρική αμπικιλλίνη και κεφαλεξίνη που δεν παρέχονται σε μετρημένες δόσεις ή σε μορφές ή συσκευασίες για τη λιανική πώληση (εφεξής «το υπό εξέταση προϊόν»), τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20 και ex 2941 90 00 καταγωγής Ινδίας. Ο δασμός κυμαίνεται μεταξύ 17,3 % και 30,3 % για μεμονωμένους εξαγωγείς, με υπόλοιπο δασμό 32 % επί των εισαγωγών άλλων εξαγωγέων.

II.   Έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης

(2)

Μετά την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού οι δημόσιες αρχές της Ινδίας («ΔΑΙ») υποστήριξαν ότι έχουν αλλάξει –και μάλιστα μόνιμα– οι περιστάσεις που αφορούν τα δύο καθεστώτα επιδότησης (το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών και το καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο δυνάμει του τμήματος 80 HHC του νόμου για τον φόρο εισοδήματος) και ότι, ως εκ τούτου, έχει μειωθεί το επίπεδο επιδότησης και ότι πρέπει, κατά συνέπεια, να επανεξεταστούν τα μέτρα που επιβλήθηκαν μερικώς στα εν λόγω καθεστώτα.

(3)

Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλαν οι ΔΑΙ και θεώρησε ότι είναι επαρκή ώστε να δικαιολογείται η έναρξη της επανεξέτασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού. Ύστερα από διαβουλεύσεις της συμβουλευτικής επιτροπής, η Επιτροπή άρχισε, με ανακοίνωση που δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3), ex officio μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005.

(4)

Σκοπός της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης είναι να αξιολογήσει την ανάγκη για συνέχιση, άρση ή τροποποίηση των υφιστάμενων μέτρων όσον αφορά τις εταιρείες οι οποίες αποκόμισαν οφέλη από ένα ή και από τα δύο καθεστώτα επιδότησης που άλλαξαν εφόσον παρέχονται επαρκείς αποδείξεις σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας. Η έρευνα στο πλαίσιο της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης θα αξιολογήσει επίσης την ανάγκη, ανάλογα με τα πορίσματα της επανεξέτασης, για αναθεώρηση των μέτρων που εφαρμόζονται στις άλλες εταιρείες που συνεργάστηκαν στην έρευνα με την οποία καθορίστηκε το επίπεδο των υφιστάμενων μέτρων και/ή των υπόλοιπων μέτρων που εφαρμόζονται σε όλες τις άλλες εταιρείες.

III.   Περίοδος έρευνας

(5)

Η έρευνα κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2006 έως τις 31 Μαρτίου 2007 (εφεξής «περίοδος έρευνας της επανεξέτασης»).

IV.   Μέρη που αφορά η έρευνα

(6)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τόσο τις ΔΑΙ και τους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς που είχαν συνεργαστεί στην προηγούμενη έρευνα, οι οποίοι αναφέρονταν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 και απαριθμούνταν στην ανακοίνωση για την έναρξη της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, ότι διαπιστώθηκε πως αποκόμιζαν οφέλη από κάποιο από τα δύο καθεστώτα επιδότησης που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, άλλαξαν, όσο και τους παραγωγούς της Κοινότητας για την έναρξη της έρευνας στο πλαίσιο της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση. Τα προφορικά και γραπτά επιχειρήματα που υπέβαλαν τα μέρη εξετάσθηκαν και, κατά περίπτωση, ελήφθησαν υπόψη.

(7)

Λόγω του εμφανώς μεγάλου αριθμού των μερών που εμπλέκονται στην εν λόγω επανεξέταση, εξετάσθηκε το ενδεχόμενο χρήσης δειγματοληπτικών μεθόδων για την έρευνα σχετικά με την επιδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 27 του βασικού κανονισμού.

(8)

Εντούτοις, μόνο δύο παραγωγοί-εξαγωγείς αναγγέλθηκαν και υπέβαλαν τις πληροφορίες που ζητήθηκαν για τη δειγματοληψία. Συνεπώς, η χρησιμοποίηση τεχνικών δειγματοληψίας κρίθηκε περιττή.

(9)

Ωστόσο, ο ένας από τους δύο προαναφερθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς δήλωσε στην απάντησή του κατά τη δειγματοληψία ότι δεν αποκόμισε οφέλη από τα δύο καθεστώτα επιδότησης που άλλαξαν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, (δηλαδή το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών και το καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο δυνάμει του τμήματος 80 HHC του νόμου για τον φόρο εισοδήματος) ούτε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας με την οποία καθορίστηκαν τα ισχύοντα μέτρα ούτε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης. Επιπλέον, η εταιρεία αυτή δεν συνεργάστηκε κατά την αρχική έρευνα και δεν εντοπίστηκε καμία ιδιαίτερη ανάγκη προσαρμογής των υπόλοιπων μέτρων που ισχύουν για όλες τις άλλες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της συγκεκριμένης. Ως εκ τούτου, η εταιρεία δεν πληροί τις διατάξεις επιλεξιμότητας του πεδίου εφαρμογής της μερικής ενδιάμεσης έρευνας όπως ορίζονται στο σημείο 4 της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας και δεν δύναται επομένως να συμμετάσχει στην παρούσα έρευνα επανεξέτασης. Η εν λόγω εταιρεία ενημερώθηκε σχετικά.

(10)

Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια στο μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα που ήταν επιλέξιμος για την παρούσα επανεξέταση (Ranbaxy Laboratories Ltd) και στις ΔΑΙ. Απαντήσεις υπέβαλαν τόσο ο παραγωγός όσο και οι ΔΑΙ.

(11)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τον καθορισμό των επιδοτήσεων. Πραγματοποιήθηκαν, επίσης, επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων ενδιαφερόμενων μερών:

1.

Δημόσιες αρχές της Ινδίας

Υπουργείο Εμπορίου, Νέο Δελχί.

2.

Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ινδία

Ranbaxy Laboratories Ltd., Νέο Δελχί.

V.   Κοινολόγηση και σχόλια για τη διαδικασία

(12)

Οι ΔΑΙ και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για τα βασικά πραγματικά περιστατικά και παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η τροποποίηση του δασμού που εφαρμόζεται στο μοναδικό συνεργαζόμενο ινδό παραγωγό και η παράταση των μέτρων που ισχύουν για όλες τις άλλες εταιρείες οι οποίες δεν συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τους παραχωρήθηκε επίσης εύλογη προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Όλες οι παρατηρήσεις και τα σχόλια λήφθηκαν δεόντως υπόψη όπως αναφέρεται παρακάτω.

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(13)

Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης είναι το ίδιο με αυτό που αποτελεί αντικείμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005, δηλαδή τριυδρική αμοξικιλλίνη, τριυδρική αμπικιλλίνη και κεφαλεξίνη που δεν παρέχονται σε μετρημένες δόσεις ή μορφές ή συσκευασίες για τη λιανική πώληση, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20 και ex 2941 90 00 καταγωγής Ινδίας.

Γ.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

I.   Εισαγωγή

(14)

Με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι ΔΑΙ και ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας και τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, εξετάστηκαν τα ακόλουθα καθεστώτα, στο πλαίσιο των οποίων, κατά τους ισχυρισμούς, χορηγήθηκαν επιδοτήσεις:

α)

καθεστώς προκαταβολικής έγκρισης (πρώην καθεστώς προκαταβολικής άδειας),

β)

καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών,

γ)

καθεστώς προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά,

δ)

καθεστώς επικέντρωσης στην αγορά,

ε)

καθεστώτα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος,

καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος από εξαγωγές,

κίνητρο απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος για έρευνα και ανάπτυξη,

στ)

καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων.

(15)

Τα καθεστώτα α) έως δ) που αναφέρονται ανωτέρω βασίζονται στο νόμο του 1992 περί αναπτύξεως και ρυθμίσεως του εξωτερικού εμπορίου (αριθ. 22 του 1992), ο οποίος άρχισε να ισχύει στις 7 Αυγούστου 1992 («νόμος περί εξωτερικού εμπορίου»). Ο νόμος για το εξωτερικό εμπόριο εξουσιοδοτεί τις ΔΑΙ να δημοσιεύουν ανακοινώσεις που αφορούν την πολιτική στον τομέα των εισαγωγών και εξαγωγών. Οι ανακοινώσεις αυτές συνοψίζονται στα έγγραφα με τίτλο «Πολιτική εξαγωγών και εισαγωγών», που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου ανά πενταετία και αναπροσαρμόζονται στην τρέχουσα κατάσταση ετησίως. Ένα έγγραφο πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών είναι σχετικό με την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης για την προκειμένη περίπτωση, ήτοι το πενταετές σχέδιο που αφορά την περίοδο από 1ης Σεπτεμβρίου 2004 έως 31 Μαρτίου 2009 (έγγραφο «πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009»). Επιπλέον, οι ΔΑΙ εκθέτουν επίσης τις διαδικασίες που διέπουν την πολιτική ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 στο «Εγχειρίδιο διαδικασιών — 1 Σεπτεμβρίου 2004 έως 31 Μαρτίου 2009, τόμος I» («ΕΔ I 2004-2009»). Το εγχειρίδιο διαδικασιών αναπροσαρμόζεται επίσης τακτικά.

(16)

Τα καθεστώτα για την απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος που αναφέρονται στο στοιχείο ε) βασίζονται στον νόμο περί απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος του 1961, ο οποίος τροποποιείται ετησίως από το νόμο περί δημοσίων οικονομικών.

(17)

Το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων που διευκρινίζεται στο στοιχείο στ) παραπάνω βασίζεται στα τμήματα 21 και 35 Α του νόμου περί τραπεζικού ελέγχου του 1949, που επιτρέπει στην Τράπεζα Καταθέσεων της Ινδίας να δίνει εντολές σε εμπορικές τράπεζες στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων.

(18)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή κάλεσε τις ΔΑΙ σε πρόσθετες διαβουλεύσεις τόσο για τα καθεστώτα που άλλαξαν όσο και για εκείνα που δεν άλλαξαν με σκοπό να διευκρινισθεί η κατάσταση όσον αφορά την καταγγελία σχετικά με τα καθεστώτα και να επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση. Μετά τις εν λόγω διαβουλεύσεις και ελλείψει αμοιβαία συμφωνημένης λύσεως σχετικά με αυτά τα καθεστώτα, η Επιτροπή συμπεριέλαβε αυτά τα καθεστώτα στην έρευνα για επιδότηση.

II.   Ειδικά καθεστώτα

1.   Καθεστώς προκαταβολικής έγκρισης (Advance Authorisation Scheme — «AAS»)

α)   Νομική βάση

(19)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος βρίσκεται στις παραγράφους 4.1.1 έως 4.1.14 των εγγράφων πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στα κεφάλαια 4.1 έως 4.30 του ΕΔ I 2004-2009. Το εν λόγω καθεστώς ονομαζόταν «καθεστώς προκαταβολικής άδειας» (Advance Licence Scheme — ALS) κατά τη διάρκεια της προηγούμενης έρευνας επανεξέτασης που οδήγησε στην επιβολή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού ο οποίος ισχύει επί του παρόντος.

β)   Επιλεξιμότητα

(20)

Το AAS αποτελείται από έξι επιμέρους καθεστώτα, όπως περιγράφεται λεπτομερέστερα στην αιτιολογική σκέψη 21. Τα εν λόγω επιμέρους καθεστώτα διαφέρουν, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την επιλεξιμότητα. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν το καθεστώς AAS για τις πραγματικές εξαγωγές και το AAS για τις ετήσιες ανάγκες. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς που προμηθεύουν το προϊόν στον τελευταίο εξαγωγέα είναι επιλέξιμοι για το καθεστώς AAS όσον αφορά τις ενδιάμεσες προμήθειες. Οι κύριες επιχειρήσεις που προμηθεύουν το προϊόν στις κατηγορίες «προβλεπομένων εξαγωγών» που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 του εγγράφου της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009, ως προμηθευτές μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού, είναι επιλέξιμοι για προβλεπόμενες εξαγωγές υπό καθεστώς AAS. Τελικά, οι ενδιάμεσοι προμηθευτές των κατασκευαστών-εξαγωγέων είναι επιλέξιμοι ως αποδέκτες των οφελών που προκύπτουν από «προβλεπόμενες εξαγωγές» στο πλαίσιο των επιμέρους καθεστώτων προκαταβολικών εντολών παράδοσης («ARO») και τριγωνικών εγχωρίων πιστώσεων.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(21)

Προκαταβολικές εγκρίσεις δύνανται να εκδίδονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

Πραγματικές εξαγωγές: πρόκειται για το κύριο επιμέρους καθεστώς. Προβλέπει την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή συγκεκριμένου προϊόντος εξαγωγής. Ο όρος «πραγματικές» στο πλαίσιο αυτό σημαίνει ότι το προϊόν εξαγωγής πρέπει να εγκαταλείψει το ινδικό έδαφος. Οι επιτρεπόμενες εισαγωγές και η υποχρέωση για εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του προϊόντος εξαγωγής, διευκρινίζονται στην έγκριση.

ii)

Ετήσιες ανάγκες: αυτή η έγκριση δεν αφορά συγκεκριμένο προϊόν εξαγωγής, αλλά ευρύτερη ομάδα προϊόντων (π.χ. χημικά και συναφή προϊόντα). Ο κάτοχος της έγκρισης μπορεί –μέχρι συγκεκριμένου ορίου αξίας που καθορίζεται βάσει της προηγούμενης εξαγωγικής επίδοσής του– να εισάγει ατελώς οποιοδήποτε συντελεστή παραγωγής χρειάζεται να χρησιμοποιήσει στην παραγωγή οποιουδήποτε είδους υπάγεται στην εν λόγω ομάδα προϊόντων. Μπορεί να επιλέξει να εξάγει οποιοδήποτε προϊόν υπάγεται στην ομάδα προϊόντων όπου χρησιμοποιούνται συντελεστές παραγωγής απαλλαγμένοι δασμών.

iii)

Ενδιάμεσες προμήθειες: αυτό το επιμέρους καθεστώς καλύπτει περιπτώσεις όπου δύο κατασκευαστές σκοπεύουν να παράγουν ενιαίο εξαγωγικό προϊόν και να μοιρασθούν τη διαδικασία παραγωγής. Ο κατασκευαστής-εξαγωγέας που παράγει το ενδιάμεσο προϊόν μπορεί να εισάγει συντελεστές ατελώς και για τον σκοπό αυτό, μπορεί να εξασφαλίζει AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες. Ο τελικός εξαγωγέας ολοκληρώνει την παραγωγή και είναι υποχρεωμένος να εξάγει το τελικό προϊόν.

iv)

Προβλεπόμενες εξαγωγές: αυτό το επιμέρους καθεστώς επιτρέπει στην κύρια επιχείρηση να εισάγει ατελώς συντελεστές παραγωγής που είναι απαραίτητοι για να κατασκευασθούν προϊόντα που θα πωληθούν ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» στις κατηγορίες πελατών που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 στοιχεία β) έως στ), ζ), θ) και ι), του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009. Σύμφωνα με τις ΔΑΙ, οι προβλεπόμενες εξαγωγές αφορούν τις συναλλαγές για τις οποίες τα παρεχόμενα προϊόντα δεν εγκαταλείπουν τη χώρα. Ορισμένες κατηγορίες προμήθειας θεωρούνται ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» υπό τον όρο ότι τα προϊόντα παρασκευάζονται στην Ινδία, π.χ. αυτό ισχύει για την προμήθεια προϊόντων σε μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού ή σε εταιρεία που βρίσκεται σε ειδική οικονομική ζώνη.

v)

Προκαταβολικές εντολές παράδοσης ARO: ο κάτοχος έγκρισης AAS που σκοπεύει να προμηθευτεί τους συντελεστές παραγωγής από εγχώριες πηγές, και όχι με απευθείας εισαγωγή, έχει τη δυνατότητα να τους προμηθεύεται με ARO. Στις περιπτώσεις αυτές, οι προκαταβολικές εγκρίσεις επικυρώνονται ως ARO και οπισθογραφούνται για τον εγχώριο προμηθευτή κατά την παράδοση των συντελεστών παραγωγής που αναφέρονται σε αυτές. Η οπισθογράφηση των ARO παρέχει το δικαίωμα στον προμηθευτή να συμμετάσχει στα οφέλη των προβλεπόμενων εξαγωγών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 8 σημείο 3 του εγγράφου της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 (ήτοι καθεστώς AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενες εξαγωγές, επιστροφή των εξαγωγικών δασμών για τις προβλεπόμενες εξαγωγές και επιστροφή του τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης). Ο μηχανισμός ARO επιστρέφει φόρους και δασμούς στον προμηθευτή αντί να τους επιστρέφει στον τελευταίο εξαγωγέα υπό μορφή επιστροφής δασμών. Η επιστροφή φόρων/δασμών ισχύει τόσο για τους εγχώριους συντελεστές παραγωγής όσο και για τους εισαγόμενους.

vi)

Τριγωνικές εγχώριες πιστώσεις: Το εν λόγω επιμέρους καθεστώς καλύπτει εκ νέου εγχώριες προμήθειες σε κάτοχο προκαταβολικής έγκρισης. Ο κάτοχος προκαταβολικής έγκρισης μπορεί να απευθύνεται σε τράπεζα για το άνοιγμα εγχώριας πιστώσεως προς όφελος ντόπιου προμηθευτή. Η άδεια επικυρώνεται από την τράπεζα για άμεση εισαγωγή, μόνον όσον αφορά την αξία και τον όγκο των συντελεστών παραγωγής που αντλούνται από εγχώρια πηγή αντί να εισαχθούν. Ο ντόπιος προμηθευτής θα έχει τη δυνατότητα να αποκομίζει οφέλη από την προβλεπόμενη εξαγωγή, όπως ορίζει η παράγραφος 8 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 (ήτοι καθεστώς AAS για ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενη εξαγωγή, επιστροφή εξαγωγικών δασμών για προβλεπόμενη εξαγωγή και επιστροφή τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης).

Διαπιστώθηκε ότι, κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας πέτυχε παραχωρήσεις μόνο για δύο επιμέρους καθεστώτα που σχετίζονται με το υπό εξέταση προϊόν, ήτοι i) πραγματικές εξαγωγές υπό καθεστώς AAS και ii) καθεστώς AAS για ενδιάμεσες προμήθειες. Συνεπώς, δεν είναι απαραίτητο να διαπιστωθεί ο αντισταθμιστικός χαρακτήρας των υπόλοιπων μη χρησιμοποιηθέντων επιμέρους καθεστώτων.

(22)

Μετά την επιβολή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει επί του παρόντος, οι ΔΑΙ τροποποίησαν το σύστημα επαλήθευσης που εφαρμοζόταν στο καθεστώς AAS. Στην πράξη, για λόγους επαλήθευσης από τις ινδικές αρχές, ο κάτοχος προκαταβολικής έγκρισης υποχρεούται διά νόμου να τηρεί «πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των ατελώς εισαγόμενων/παραγόμενων εντός της χώρας εμπορευμάτων» σε σχέση με κάθε άδεια, με συγκεκριμένη μορφή (κεφάλαια 4.26, 4.30 και προσάρτημα 23 ΕΔ I 2004-2009), δηλαδή ένα βιβλίο πραγματικής κατανάλωσης. Το εν λόγω βιβλίο πρέπει να ελέγχεται από εξωτερικό ορκωτό λογιστή/λογιστή ελέγχου δαπανών και εργασιών ο οποίος εκδίδει στη συνέχεια πιστοποιητικό όπου δηλώνει ότι εξετάστηκαν τα καθορισμένα βιβλία και συναφή αρχεία και ότι οι παρεχόμενες δυνάμει του προσαρτήματος 23 πληροφορίες είναι αληθείς και σωστές από όλες τις απόψεις. Πάντως, οι προαναφερθείσες διατάξεις ισχύουν μόνον για προκαταβολικές εγκρίσεις που εκδόθηκαν από τις 13 Μαΐου 2005 και μετά. Για όλες τις προκαταβολικές εγκρίσεις ή προκαταβολικές άδειες που εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή, οι κάτοχοι οφείλουν να συμμορφώνονται με τις διατάξεις επαλήθευσης που ίσχυαν πριν, δηλαδή να τηρούν πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων σε σχέση με κάθε άδεια, με τη συγκεκριμένη μορφή που προβλέπει το προσάρτημα 18 (κεφάλαιο 4.30 και προσάρτημα 18 ΕΔ I 2002-2007).

(23)

Όσον αφορά τα επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης από το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, ήτοι πραγματικές εξαγωγές και ενδιάμεσες προμήθειες, τόσο οι επιτρεπόμενες εισαγωγές όσο και η υποχρέωση εξαγωγών καθορίζονται κατ’ όγκο και κατ’ αξία από τις ΔΑΙ και αναγράφονται στην έγκριση. Επιπλέον, κατά τη στιγμή της εισαγωγής και της εξαγωγής, οι αντίστοιχες συναλλαγές πρέπει να αναγράφονται από τις δημόσιες αρχές στην έγκριση. Ο όγκος των εισαγωγών υπό το εν λόγω καθεστώς καθορίζεται από τις ΔΑΙ με βάση τα συνήθη πρότυπα εισαγωγών-εξαγωγών («SION»). Πρότυπα SION υπάρχουν για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, και δημοσιεύονται στο ΕΔ II 2004-2009. Μετά την επιβολή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει επί του παρόντος, τα πρότυπα SION για το υπό εξέταση προϊόν εφαρμόστηκαν μόνο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2005. Νέα πρότυπα εκδόθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2006 (για την τριυδρική αμοξικιλλίνη) και τον Απρίλιο του 2007 (για την τριυδρική αμπικιλλίνη και την κεφαλεξίνη). Στο ενδιάμεσο εφαρμόστηκαν ειδικά πρότυπα.

(24)

Οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν μπορούν να μεταβιβάζονται και πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής. Η υποχρέωση εξαγωγών πρέπει να τηρείται εντός της προκαθορισθείσας προθεσμίας μετά την έκδοση της έγκρισης (24 μήνες με δύο δυνατές παρατάσεις 6 μηνών η καθεμία).

(25)

Από την έρευνα της επανεξέτασης προέκυψε ότι οι πρώτες ύλες εισάγονταν υπό διαφορετικές εγκρίσεις και διαφορετικά πρότυπα SION και ύστερα αναμειγνύονταν και ενσωματώνονταν στην παραγωγική διαδικασία του ίδιου εξαγόμενου προϊόντος. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, δεν κατέστη δυνατό να διασταυρωθεί εάν οι συναφείς με τα πρότυπα SION απαιτήσεις που προέβλεπαν οι εκάστοτε εγκρίσεις, σε σχέση με τους ατελώς εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής υπερέβαιναν τους συντελεστές παραγωγής που χρειάζονταν για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής.

(26)

Από την έρευνα της επανεξέτασης προέκυψε ακόμη ότι οι απαιτήσεις επαλήθευσης που προέβλεπαν οι αρχές της Ινδίας είτε δεν πληρούνταν είτε δεν είχαν δοκιμαστεί ακόμη στην πράξη. Για τις προκαταβολικές άδειες που εκδόθηκαν πριν από τις 13 Μαΐου 2005 δεν τηρούνταν τα αναγκαία βιβλία πραγματικής κατανάλωσης και αποθεμάτων (προσάρτημα 18). Για τις προκαταβολικές εγκρίσεις που εκδόθηκαν μετά τις 13 Μαΐου 2005 τηρούνταν τα αναγκαία βιβλία πραγματικής κατανάλωσης και αποθεμάτων, αλλά οι ΔΑΙ δεν είχαν ακόμη ελέγξει τη συνάφεια των εν λόγω βιβλίων με τις απαιτήσεις του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ. Στη δεύτερη περίπτωση, τα βιβλία είχαν ελεγχθεί μόνον από εξωτερικό ορκωτό λογιστή κατά τα προβλεπόμενα στη συναφή νομοθεσία της Ινδίας σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 22. Εντούτοις, ούτε η εταιρεία ούτε ο ορκωτός λογιστής είχαν κρατήσει αρχεία σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας πιστοποίησης. Δεν υπήρχε σχέδιο ελέγχου, ούτε άλλο σχετικό με τον πραγματοποιηθέντα έλεγχο βοηθητικό υλικό, ούτε καταγεγραμμένες πληροφορίες για τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε και τις ειδικές απαιτήσεις που χρειάζονταν για ένα τόσο σχολαστικό έργο το οποίο απαιτεί ενδελεχείς τεχνικές γνώσεις όσον αφορά τις διαδικασίες παραγωγής, τις απαιτήσεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ και τις λογιστικές διαδικασίες. Λαμβανομένης υπόψη της προαναφερθείσας κατάστασης, θεωρήθηκε ότι ο εξαγωγέας στον οποίο έγινε έρευνα δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε τις συναφείς διατάξεις του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(27)

Σχόλια για το καθεστώς AAS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι παρά την κατάσταση που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 24 ήταν δυνατό να διαπιστωθεί εάν οι συναφείς με τα πρότυπα SION απαιτήσεις τις οποίες προέβλεπαν οι εκάστοτε εγκρίσεις υπερέβαιναν τους συντελεστές παραγωγής που χρειάζονταν για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής και ότι η εταιρεία τηρούσε αρχεία πραγματικής κατανάλωσης με μεγάλη σχολαστικότητα. Ως προς αυτό επισημαίνεται ότι από τα αρχεία πραγματικής κατανάλωσης προέκυψε ότι δεν υπήρχε αξιόπιστο σημείο αναφοράς για κάθε έγκριση (ήτοι οι συντελεστές που χρειάζονταν για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς) λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων εφαρμοστέων προτύπων SION και του ανομοιογενούς μείγματος των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι πρώτες ύλες που καλύπτονταν από το καθεστώς χρησιμοποιούνταν για προϊόντα άλλα από το υπό εξέταση προϊόν με αποτέλεσμα να καθίσταται ουσιαστικά αδύνατη κάθε προσπάθεια υπολογισμού των αποτελεσμάτων παραγωγής για το υπό εξέταση προϊόν. Ακόμη, η εταιρεία δεν τηρούσε, κατά παράβαση των συναφών διατάξεων των ΔΑΙ, το απαιτούμενο από το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ αρχείο κατανάλωσης (προσάρτημα 18) το οποίο επιτρέπει ουσιαστικά την ολοκληρωμένη παρακολούθηση και επαλήθευση της πραγματικής κατανάλωσης. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ακόμη ότι το άρθρο 26 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού δεν εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εξετάζει τα αρχεία του ανεξάρτητου ορκωτού λογιστή. Σύμφωνα με την εταιρεία, το πιστοποιητικό πρέπει να γίνει δεκτό, εκτός κι αν υπάρχουν λόγοι για τους οποίους πιστεύεται ότι ο ορκωτός λογιστής εξέδωσε ψευδές πιστοποιητικό. Ως προς αυτό υπενθυμίζεται ότι η διαδικασία επαλήθευσης που εφήρμοσε ο ορκωτός λογιστής και η έκδοση του συναφούς πιστοποιητικού αποτελούν μέρος του συστήματος επαλήθευσης που θέσπισαν οι ΔΑΙ στο πλαίσιο της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ, όπως αναφέρεται αναλυτικά στην αιτιολογική σκέψη 22. Η Επιτροπή όφειλε συνεπώς να εξετάσει εάν εφαρμοζόταν αποτελεσματικά το προαναφερθέν σύστημα επαλήθευσης. Επιπλέον, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει τις παρεχόμενες κατά τη διάρκεια της έρευνας πληροφορίες πάνω στις οποίες βασίζονται τα πορίσματα.

Το γεγονός ότι ούτε η εταιρεία ούτε ο ορισθείς ορκωτός λογιστής διατηρούν αρχεία για τους ελέγχους που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο της έκδοσης του προβλεπόμενου από το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ πιστοποιητικού σημαίνει ότι η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε τις συναφείς διατάξεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ. Η εταιρεία αμφισβήτησε το γεγονός ότι οι ΔΑΙ δεν είχαν ακόμη επαληθεύσει τη συμμόρφωση των βιβλίων της με τις απαιτήσεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ, αλλά δεν παρείχε συγκεκριμένα στοιχεία προς υποστήριξη του ισχυρισμού της. Υποστηρίχθηκε ακόμη ότι η πραγματική κατανάλωση του μοναδικού συνεργαζόμενου παραγωγού ήταν υψηλότερη από τα πρότυπα SION για κάθε συντελεστή παραγωγής και ότι δεν υπήρχε καθ’ υπέρβαση διαγραφή δασμών. Πάντως, λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης που διαπιστώθηκε επιτόπου (ήτοι ανάμειξη συντελεστών παραγωγής και παραγόμενων προϊόντων, χρήση διαφόρων προτύπων SION, μη τήρηση των προβλεπόμενων από το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ αρχείων πραγματικής κατανάλωσης) και εν αναμονή της πραγματοποίησης των αναγκαίων τελικών βημάτων επαλήθευσης από τις ΔΑΙ, δεν κατέστη εφικτός ο υπολογισμός της πραγματικής κατανάλωσης και της επακόλουθης καθ’ υπέρβαση διαγραφής δασμών ανά έγκριση/άδεια και πρότυπο SION. Ως εκ τούτου, απορρίφθηκαν όλοι οι προαναφερθέντες ισχυρισμοί. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα

(28)

Η απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ που παρείχε όφελος στον εξαγωγέα που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας.

(29)

Επιπλέον, το καθεστώς AAS για τις πραγματικές εξαγωγές και το AAS για την ενδιάμεση προμήθεια εξαρτώνται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμα βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Χωρίς δέσμευση για εξαγωγές, μια εταιρεία δεν μπορεί να αποκομίζει οφέλη από αυτά τα καθεστώτα.

(30)

Κανένα από τα δύο επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν συμβιβάζονται με τους κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Οι ΔΑΙ δεν εφήρμοσαν αποτελεσματικό σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης για να επιβεβαιώσουν εάν και σε ποιο βαθμό καταναλώθηκαν συντελεστές παραγωγής κατά την παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος [παράρτημα II(II)(4) του βασικού κανονισμού και, για τα καθεστώτα επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα III(II)(2) του βασικού κανονισμού]. Τα ίδια τα πρότυπα SION δεν μπορούν να θεωρηθούν ως σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής παραγωγής, διότι οι συντελεστές παραγωγής που εισάγονται ατελώς δυνάμει εγκρίσεων/αδειών με διαφορετικά πρότυπα SION αναμειγνύονται στην ίδια παραγωγική διαδικασία του εκάστοτε εξαγώγιμου προϊόντος. Αυτού του τύπου η διαδικασία δεν παρέχει τη δυνατότητα στις ΔΑΙ να ελέγξουν με αρκετή ακρίβεια τι ποσότητα συντελεστών παραγωγής καταναλώθηκε κατά την παραγωγή του προϊόντος προς εξαγωγή και με ποιο πρότυπο αναφοράς SION πρέπει να συγκριθούν. Επιπλέον, δεν πραγματοποιήθηκε ή δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη αποτελεσματικός έλεγχος από τις ΔΑΙ για το εάν τηρήθηκε βιβλίο της πραγματικής κατανάλωσης. Εκτός αυτού, οι ΔΑΙ δεν διενήργησαν περαιτέρω εξέταση βάσει των συντελεστών παραγωγής που πράγματι χρησιμοποιήθηκαν, παρόλο που θα ήταν κανονικά αναγκαία αυτή η εξέταση ελλείψει ενός αποτελεσματικά εφαρμοσμένου συστήματος επαλήθευσης [παράρτημα II(II)(5) και παράρτημα III(II)(3) του βασικού κανονισμού]. Τέλος, η ανάμειξη ορκωτών λογιστών στη διαδικασία επαλήθευσης δεν συνέβαλε στη βελτίωση του συστήματος επαλήθευσης καθώς δεν υπάρχουν λεπτομερείς κανόνες οι οποίοι να διέπουν τον τρόπο εκτέλεσης των καθηκόντων των ορκωτών λογιστών, και από τις πληροφορίες που παρουσιάστηκαν κατά την έρευνα δεν κατέστη δυνατό να εξαχθεί μετά βεβαιότητας ότι η εταιρεία πληρούσε τους προαναφερθέντες κανόνες του βασικού κανονισμού.

(31)

Συνεπώς, τα δύο επιμέρους καθεστώτα είναι αντισταθμίσιμα.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(32)

Ελλείψει επιτρεπόμενων καθεστώτων επιστροφής των δασμών ή καθεστώτων επιστροφής λόγω υποκατάστασης, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η διαγραφή των συνολικών εισαγωγικών δασμών που ήταν κανονικά απαιτητοί κατά την εισαγωγή των συντελεστών παραγωγής. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι ο βασικός κανονισμός δεν προβλέπει μόνο την αντιστάθμιση της καθ’ υπέρβαση διαγραφής δασμών. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, η καθ’ υπέρβαση διαγραφή των δασμών μπορεί να αντισταθμίζεται μόνο εφόσον πληρούνται οι όροι των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Εντούτοις, αυτοί οι όροι δεν πληρούνται στην προκειμένη περίπτωση. Συνεπώς, εάν διαπιστωθεί έλλειψη ικανοποιητικής διαδικασίας παρακολούθησης, η παραπάνω εξαίρεση για τα καθεστώτα επιστροφής δεν ισχύει, ενώ ισχύει αντίθετα ο συνήθης κανόνας αντιστάθμισης του ποσού των μη καταβληθέντων δασμών (διαφυγόντα έσοδα), και όχι η διατεινόμενη καθ’ υπέρβαση διαγραφή. Όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ παράγραφος ΙΙ και στο παράρτημα ΙΙΙ παράγραφος ΙΙ του βασικού κανονισμού, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της αρχής που διεξάγει την έρευνα να υπολογίζει την εν λόγω καθ’ υπέρβαση διαγραφή. Αντίθετα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού, η εν λόγω αρχή πρέπει απλώς να συγκεντρώσει επαρκή στοιχεία για την αμφισβήτηση της καταλληλότητας του συστήματος επαλήθευσης που αναφέρει ο ισχυρισμός.

(33)

Το ποσό της επιδότησης του εξαγωγέα που χρησιμοποίησε το καθεστώς AAS υπολογίσθηκε με βάση τους εισαγωγικούς δασμούς που δεν εισπράχθηκαν (βασικός δασμός και ειδικός πρόσθετος τελωνειακός δασμός) επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής στο πλαίσιο των δύο επιμέρους καθεστώτων που χρησιμοποιήθηκαν για το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης (αριθμητής). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, αφαιρέθηκαν από το ποσό της επιδότησης τα αναγκαία τέλη για τη λήψη της επιδότησης, στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη αίτηση. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το εν λόγω ποσό επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(34)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 8,2 %.

2.   Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (Duty Entitlement Passbook Schem-EPBS)

a)   Νομική βάση

(35)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος DEPBS βρίσκεται στην παράγραφο 4 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στο κεφάλαιο 4 του ΕΔ I 2004-2009.

β)   Επιλεξιμότητα

(36)

Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να αποκομίζουν οφέλη από αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή του DEPBS

(37)

Κάθε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να ζητεί πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των εξαγόμενων προϊόντων στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Αυτά τα ποσοστά DEPBS καθορίσθηκαν από τις ΔΑΙ για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τα πρότυπα SION, λαμβάνοντας υπόψη ότι το εξαγόμενο προϊόν περιέχει εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής και την επίπτωση του τελωνειακού δασμού σ’ αυτές τις υποτιθέμενες εισαγωγές, ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι καταβληθεί οι εισαγωγικοί δασμοί ή όχι.

(38)

Μια εταιρεία, για να είναι επιλέξιμη να χρησιμοποιήσει αυτό το καθεστώς, πρέπει να εξάγει προϊόντα. Κατά τη χρονική στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής, ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλει δήλωση στις ΔΑΙ στις οποίες θα αναφέρει ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται βάσει του καθεστώτος DEPBS. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά τη διαδικασία αποστολής, τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS που πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή. Στη φάση αυτή της εξαγωγής, ο εξαγωγέας γνωρίζει το κέρδος που θα έχει. Μετά την έκδοση τιμολογίου για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή από τις τελωνειακές αρχές, οι ΔΑΙ δεν έχουν δικαίωμα χορήγησης πίστωσης DEPBS. Το σχετικό ποσοστό DEPBS για τον υπολογισμό του οφέλους είναι εκείνο που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής. Συνεπώς, δεν υπάρχει πιθανότητα αναδρομικής τροποποίησης του επιπέδου κέρδους.

(39)

Οι πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 12 μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως. Οι πιστώσεις αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή δασμών επί μεταγενέστερων εισαγωγών όλων των εμπορευμάτων που είναι δυνατόν να εισάγονται άνευ περιορισμών, εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Τα εμπορεύματα που εισάγονται έναντι των εν λόγω πιστώσεων μπορούν να πωλούνται στην εγχώρια αγορά (υπόκεινται σε φόρο επί των πωλήσεων) ή να χρησιμοποιούνται κατά διαφορετικό τρόπο.

(40)

Οι αιτήσεις για πιστώσεις DEPBS υποβάλλονται ηλεκτρονικά και μπορούν να καλύπτουν απεριόριστο αριθμό εξαγωγικών συναλλαγών. Δεν υπάρχουν αυστηρές προθεσμίες που πρέπει να τηρούνται de facto. Το ηλεκτρονικό σύστημα που χρησιμοποιείται για τη διαχείριση των πιστώσεων DEPBS δεν αποκλείει αυτομάτως τις εξαγωγικές συναλλαγές που υποβάλλονται εκτός των προβλεπόμενων στο κεφάλαιο 4.47 ΕΔ I 2004-2009 προθεσμιών υποβολής. Επιπλέον, όπως αναφέρεται σαφώς στο κεφάλαιο 9.3 ΕΔ I 2004-2009, οι αιτήσεις που λαμβάνονται μετά τη λήξη των προθεσμιών υποβολής μπορούν κάλλιστα να εξεταστούν με την επιβολή μικρού προστίμου (ήτοι 10 % επί του δικαιώματος).

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(41)

Μετά την κοινολόγηση, σχόλια για τις πιστώσεις DEPBS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το όφελος που αποκόμισε από το καθεστώς DEPBS δεν πρέπει να αντισταθμιστεί, διότι δεν προέκυψε από το υπό εξέταση προϊόν. Εντούτοις, η εταιρεία δεν αμφισβήτησε με επιχειρήματα την πρακτική εφαρμογή του καθεστώτος όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 37 έως 40. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ακόμη ότι για τον υπολογισμό του αποκομισθέντος δασμολογικού οφέλους έπρεπε να χρησιμοποιηθεί μόνον το ύψος των πιστώσεων των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης, αλλά δεν μπόρεσε να αποδείξει γιατί η μέθοδος υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκε τόσο κατά την τωρινή όσο και κατά την προηγούμενη έρευνα και που οδήγησε στην επιβολή των υφιστάμενων μέτρων δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα για το καθεστώς DEPBS

(42)

Το καθεστώς DEPBS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Μια πίστωση DEPBS αποτελεί οικονομική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για να εξουδετερώσει τους εισαγωγικούς δασμούς, μειώνοντας έτσι τα έσοδα των ΔΑΙ από τον δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Επιπλέον, η πίστωση για το καθεστώς DEPBS αποφέρει όφελος στον εξαγωγέα, διότι βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμά του.

(43)

Το καθεστώς DEPBS εξαρτάται εκ του νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(44)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή φόρων σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγέας δεν έχει υποχρέωση να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται με δασμολογική ατέλεια κατά τη διαδικασία παραγωγής, και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται σε συνάρτηση με τους πραγματικά χρησιμοποιηθέντες συντελεστές παραγωγής. Επίσης, δεν υπάρχουν άλλα εφαρμοζόμενα καθεστώτα ή διαδικασίες που να επιβεβαιώνουν ποιοι είναι οι συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται πραγματικά κατά τη διαδικασία παραγωγής του εξαγόμενου προϊόντος ή αν προέκυψε επιπλέον πληρωμή εισαγωγικών δασμών κατά την έννοια του σημείου i) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Τέλος, οι εξαγωγείς μπορούν να επωφελούνται από τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς DEPBS ανεξάρτητα από το αν εισάγουν συντελεστές παραγωγής. Για να έχει δικαίωμα χρησιμοποίησης του καθεστώτος ένας εξαγωγέας, αρκεί να εξάγει απλώς εμπορεύματα χωρίς να υποχρεούται να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει εισροές για την παραγωγή τους. Έτσι, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής από την τοπική αγορά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής, δικαιούνται επίσης να προσπορίζονται τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς DEPBS.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(45)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού και τη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιείται για το εν λόγω καθεστώς στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίζεται με βάση το κέρδος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος αποκόμισε όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Επί του παρόντος, οι ΔΑΙ μπορούν να παραιτηθούν από την απαίτηση είσπραξης των δασμών, πράγμα που αποτελεί χρηματοδοτική συνδρομή κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Μόλις οι τελωνειακές αρχές εκδώσουν τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή που αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPBS που πρόκειται να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή, οι ΔΑΙ δεν έχουν τη δυνατότητα ούτε να χορηγήσουν επιδοτήσεις ούτε να ορίσουν το ποσό των επιδοτήσεων. Καμία αλλαγή στο ποσοστό της πίστωσης DEPBS στο διάστημα μεταξύ της πραγματικής εξαγωγής και της έκδοσης άδειας για καθεστώς DEPBS δεν έχει αναδρομική ισχύ στο επίπεδο του χορηγούμενου οφέλους. Επιπλέον, ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας καταχώρισε τις πιστώσεις DEPBS, βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων, ως έσοδο στους εμπορικούς λογαριασμούς στο στάδιο της εξαγωγικής συναλλαγής.

(46)

Στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη αίτηση, τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκαν από τις καθορισμένες πιστώσεις έτσι ώστε να υπολογιστεί το ποσό της επιδότησης (αριθμητής), σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το ποσό αυτό της επιδότησης κατανεμήθηκε στο συνολικό κύκλο εξαγωγών που πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(47)

Το ποσοστό επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης για το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα ανέρχεται σε 2,1 %.

3.   Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών κεφαλαιουχικών αγαθών (Export Promotion Capital Goods Scheme — EPCGS)

α)   Νομική βάση

(48)

Λεπτομερής περιγραφή του εν λόγω καθεστώτος EPCGS βρίσκεται στο κεφάλαιο 5 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στο κεφάλαιο 5 του ΕΔ I 2004-2009.

β)   Επιλεξιμότητα

(49)

Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές, έχουν δικαίωμα σ’ αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(50)

Με την επιφύλαξη υποχρέωσης εξαγωγής, επιτρέπεται στις εταιρείες να εισάγουν κεφαλαιουχικά αγαθά (νέα και –από τον Απρίλιο 2003– μεταχειρισμένα κεφαλαιουχικά αγαθά μέχρι 10 ετών) με μειωμένο δασμό. Για το σκοπό αυτό, οι δημόσιες αρχές της Ινδίας χορηγούν άδεια EPCGS, μετά από αίτηση και καταβολή ενός τέλους. Από τον Απρίλιο 2000, το καθεστώς αυτό προβλέπει την εφαρμογή μειωμένου εισαγωγικού δασμού 5 % σε όλα τα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται στο πλαίσιό του. Ως τις 31 Μαρτίου 2000, εφαρμοζόταν πραγματικός δασμός 11 % (συμπεριλαμβανομένου συμπληρωματικού τέλους 10 %) και, στην περίπτωση εισαγωγών υψηλής αξίας, μηδενικός δασμός. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης εξαγωγής, τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά αγαθά πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένης ποσότητας εξαγωγικών προϊόντων εντός καθορισμένης περιόδου.

(51)

Ο κάτοχος άδειας EPCGS μπορεί επίσης να εφοδιάζεται με τα κεφαλαιουχικά αγαθά στην εγχώρια αγορά. Στην περίπτωση αυτή, ο εγχώριος κατασκευαστής κεφαλαιουχικών αγαθών μπορεί να επωφελείται από το όφελος για την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συστατικών μερών που απαιτούνται για την παραγωγή των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Εναλλακτικά, ο εγχώριος παραγωγός μπορεί να ζητεί από έναν κάτοχο άδειας EPCGS να εισπράττει για την προμήθεια κεφαλαιουχικών αγαθών το όφελος που σχετίζεται από την προβλεπόμενη εξαγωγή.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(52)

Μετά την κοινολόγηση των πληροφοριών, σχόλια για το καθεστώς EPCGS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι βάσει των γενικώς αποδεκτών αρχών λογιστικής τα κεφαλαιουχικά αγαθά καταναλώνονται κατά την παραγωγική διαδικασία. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι η εταιρεία απέτυχε να αποδείξει αυτόν τον ισχυρισμό μέσω της σαφούς αναφοράς της στις λεγόμενες γενικώς αποδεκτές αρχές λογιστικής και μέσω της ανάλυσης των συναφών διατάξεων EPCGS της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ καθώς και του ορισμού των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται κατά την παραγωγική διαδικασία, όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ του βασικού κανονισμού. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι η περίοδος απόσβεσης της εταιρείας έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί ως η κανονική περίοδος απόσβεσης. Πάντως, η προσέγγιση αυτή είναι αντίθετη με τη συναφή διάταξη του άρθρου 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Επομένως, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα σχετικά με το καθεστώς EPCG

(53)

Το καθεστώς EPCGS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii), και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η δασμολογική μείωση αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά των δημοσίων αρχών της Ινδίας, δεδομένου ότι, με αυτή την παραχώρηση, παραιτούνται από απαίτηση σε τελωνειακά έσοδα που θα οφείλονταν κανονικά. Επιπλέον, παρέχει όφελος στον εξαγωγέα στο μέτρο που οι δασμοί που εξοικονομούνται επί της εισαγωγής βελτιώνουν τα ρευστά του διαθέσιμα.

(54)

Επιπλέον, το καθεστώς EPCGS εξαρτάται εκ του νόμου από την εξαγωγική επίδοση, δεδομένου ότι οι εν λόγω άδειες δεν μπορούν να χορηγούνται χωρίς δέσμευση για εξαγωγή. Για τον λόγο αυτό, το καθεστώς θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(55)

Τέλος, το εν λόγω καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή σύστημα επιστροφής δασμού σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν υπάγονται στα επιτρεπόμενα συστήματα που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, διότι δεν καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής των εξαγόμενων προϊόντων.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(56)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση τους μη καταβληθέντες δασμούς για τα εισαχθέντα κεφαλαιουχικά αγαθά κατά τη διάρκεια περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική περίοδο απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών στον κλάδο παραγωγής αντιβιοτικών. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, το ποσό που υπολογίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο και καταλογίζεται στην περίοδο έρευνας της επανεξέτασης προσαρμόσθηκε με την προσθήκη του τόκου που αντιστοιχεί στην εν λόγω περίοδο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται η συνολική αξία του οφέλους που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Το εμπορικό επιτόκιο κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης στην Ινδία θεωρήθηκε κατάλληλο για τον σκοπό αυτό. Στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη αίτηση, τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για την εξασφάλιση της επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού από το εν λόγω ποσό για να υπολογισθεί το ποσό της επιδότησης (αριθμητής). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού το εν λόγω ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών που προέκυψε από τις εξαγωγές κατά την περίοδο της έρευνας της επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που κατασκευάσθηκαν, παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(57)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 0,1 %.

4.   Καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων (Export Credit Scheme — ECS)

α)   Νομική βάση

(58)

Οι λεπτομέρειες αυτού του καθεστώτος περιέχονται στη βασική εγκύκλιο DBOD αριθ. DIR.(EXP).BC 01/04.02.02/2007-08 της Reserve Bank of India (που εφεξής καλείται «RBI»), που απευθύνονται στο σύνολο των ινδικών εμπορικών τραπεζών.

β)   Επιλεξιμότητα

(59)

Επιλεξιμότητα σε αυτό το καθεστώς έχουν οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(60)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, η RBI καθορίζει ανώτατα όρια για τα επιτόκια που εφαρμόζονται στις εξαγωγικές πιστώσεις σε ρουπίες και σε συνάλλαγμα, τα οποία οι εμπορικές τράπεζες πρέπει να τηρούν. Το καθεστώς ECS αποτελείται από δύο επιμέρους καθεστώτα, το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων πριν από την αποστολή («packing credit»), που καλύπτει πιστώσεις που παρέχονται σε εξαγωγέα για τη χρηματοδότηση της αγοράς, της μεταποίησης, της παρασκευής, της συσκευασίας ή/και της αποστολής των εμπορευμάτων πριν από την εξαγωγή, και το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων μετά την αποστολή, που προβλέπει δάνεια για κεφάλαια κίνησης με σκοπό τη χρηματοδότηση των εξαγωγικών αναγκών. Η RBI συστήνει επίσης στις τράπεζες να διαθέσουν ένα ποσό από τις καθαρές πιστώσεις τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών.

(61)

Από την εν λόγω βασική εγκύκλιο της RBI προκύπτει ότι οι εξαγωγείς μπορούν να εξασφαλίζουν εξαγωγικές πιστώσεις με προτιμησιακό επιτόκιο σε σύγκριση με το επιτόκιο για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις («ταμειακές πιστώσεις»), που έχουν απλώς καθορισθεί από τις συνθήκες της αγοράς. Η διαφορά των επιτοκίων μπορεί να μειώνεται για εταιρείες με καλή κατάταξη της πιστοληπτικής ικανότητας. Πράγματι, οι εταιρείες με καλή κατάταξη της πιστοληπτικής ικανότητας ενδέχεται να μπορούν να λαμβάνουν εξαγωγικές πιστώσεις και ταμειακές πιστώσεις με τους ίδιους όρους.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(62)

Μετά την κοινολόγηση σχόλια για το καθεστώς ECS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι i) δεν υπάρχει κρατική χρηματοδότηση στο πλαίσιο της χορήγησης εξαγωγικών πιστώσεων σε συνάλλαγμα, ii) τα χαμηλά ποσοστά των εξαγωγικών της πιστώσεων σε συνάλλαγμα οφείλονται στην καλή κατάταξή της όσον αφορά την πιστοληπτική της ικανότητα και iii) το επιτόκιο που χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς για τις πιστώσεις σε συνάλλαγμα δεν πρέπει να είναι ίδιο με το επιτόκιο που χρησιμοποιείται για τις πιστώσεις σε ρουπίες. Ως προς τα ανωτέρω επισημαίνεται ότι οι εξαγωγικές πιστώσεις τόσο σε ρουπίες όσο και σε συνάλλαγμα αποτελούν μέρος της ίδιας βασικής εγκυκλίου της RBI, με την πρακτική εφαρμογή που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 60 και 61, από τις αναλυτικές και περιοριστικές διατάξεις των οποίων προκύπτει ότι η χρηματοδότηση των εξαγωγικών πιστώσεων σε συνάλλαγμα και τα επιβεβλημένα επιτόκια διέπονται από σαφείς οδηγίες των δημόσιων αρχών της Ινδίας. Όσον αφορά το επιτόκιο αναφοράς, επισημαίνεται ότι η εταιρεία γνωστοποίησε ένα μόνο επιτόκιο για τις πιστώσεις της σε ρουπίες και ότι, σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της βασικής εγκυκλίου της RBI, οι εξαγωγείς έχουν τη δυνατότητα να μεταβαίνουν ελεύθερα για την ίδια εξαγωγική συναλλαγή από πιστώσεις σε ρουπίες σε πιστώσεις σε συνάλλαγμα. Θεωρήθηκε επομένως προσήκον να χρησιμοποιηθεί ως επιτόκιο αναφοράς το μοναδικό επιτόκιο που γνωστοποίησε η εταιρεία ως το κανονικό ινδικό επιτόκιό της. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα για το ECS

(63)

Κατά πρώτον, το προτιμησιακό επιτόκιο που καθόρισε η βασική εγκύκλιος της RBI που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 58 για τις πιστώσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος μπορεί να μειώνουν το κόστος τόκου ενός εξαγωγέα σε σχέση με το κόστος της πίστωσης που έχει καθορισθεί αποκλειστικά με βάση τις συνθήκες της αγοράς, παρέχοντας έτσι όφελος κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Αυτή καθεαυτή, η χρηματοδότηση των εξαγωγών δεν είναι ασφαλέστερη από την εγχώρια χρηματοδότηση. Πράγματι, συνήθως θεωρείται ως υψηλότερου κινδύνου και το ύψος της εγγύησης που απαιτείται για μια δεδομένη πίστωση, ανεξαρτήτως του αντικειμένου της χρηματοδότησης, αποτελεί καθαρά εμπορική απόφαση που λαμβάνει η δεδομένη εμπορική τράπεζα. Η διαφορά τόκου από μια τράπεζα στην άλλη προκύπτει από τη μέθοδο της RBI που συνίσταται στον καθορισμό ανωτάτων ορίων για κάθε εμπορική τράπεζα ξεχωριστά. Επιπλέον, οι εμπορικές τράπεζες δεν θα ήταν υποχρεωμένες να εφαρμόζουν για τους δανειζόμενους τα ίσως ευνοϊκότερα επιτόκια για τις εξαγωγικές πιστώσεις σε συνάλλαγμα.

(64)

Αν και οι προτιμησιακές πιστώσεις βάσει του εν λόγω καθεστώτος χορηγούνται από εμπορικές τράπεζες, το όφελος αντιστοιχεί σε χρηματοδοτική συνεισφορά των δημοσίων αρχών κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού. Είναι σκόπιμο να παρατηρήσουμε στο σημείο αυτό ότι ούτε το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού ούτε η συμφωνία του ΠΟΕ για τις συμβάσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα δεν απαιτούν, για τη διαπίστωση επιδότησης, επιβάρυνση με δημόσια κεφάλαια π.χ. απόδοση από τις δημόσιες αρχές της Ινδίας των καταβληθέντων στις εμπορικές τράπεζες. Αρκεί, για τον σκοπό αυτό, να απαιτήσουν οι δημόσιες αρχές την εκτέλεση αρμοδιοτήτων που περιγράφονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία i), ii) ή iii) του βασικού κανονισμού. Η RBI είναι δημόσιος φορέας και, συνεπώς, υπάγεται στον ορισμό των «δημοσίων αρχών» που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Ανήκει 100 % στο κράτος, επιδιώκει στόχους δημόσιας πολιτικής, π.χ. νομισματικής, και τα διευθυντικά στελέχη διορίζονται από τις ινδικές δημόσιες αρχές. Η RBI διευθύνει ιδιωτικούς φορείς, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) δεύτερο εδάφιο του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι οι εμπορικές τράπεζες τηρούν τους όρους που επιβάλλει, και ιδίως τα ανώτατα όρια επιτοκίου, που καθορίζονται στη βασική εγκύκλιο της RBI για τις εξαγωγικές πιστώσεις, καθώς και τις διατάξεις της RBI σύμφωνα με τις οποίες οι εμπορικές τράπεζες οφείλουν να διαθέσουν ένα ποσό των καθαρών πιστώσεών τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών. Αυτή η απαίτηση υποχρεώνει τις εμπορικές τράπεζες να ασκούν τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) του βασικού κανονισμού, στη προκειμένη περίπτωση, δάνεια υπό μορφή προτιμησιακής χρηματοδότησης εξαγωγών. Αυτή η άμεση μεταφορά κεφαλαίων υπό μορφή δανείων, υπό ορισμένες συνθήκες, υπάγεται κανονικά στην αρμοδιότητα των δημοσίων αρχών, και η πρακτική δεν διαφέρει ουσιαστικά από τις πρακτικές που ακολουθούν κανονικά οι δημόσιες αρχές, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού. Η εν λόγω επιδότηση θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμη, δεδομένου ότι το προτιμησιακό επιτόκιο εφαρμόζεται μόνο στη χρηματοδότηση των εξαγωγών, και συνεπώς εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(65)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του τόκου που καταβλήθηκε για τις εξαγωγικές πιστώσεις που χρησιμοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης και του τόκου που θα έπρεπε να είχε καταβληθεί για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις του μοναδικού συνεργαζόμενου παραγωγού-εξαγωγέα. Το ποσό αυτό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στον συνολικό κύκλο εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρανομαστής) σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διότι η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(66)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 1,3 %.

5.   Καθεστώτα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος

α)   Καθεστώς απαλλαγής από το φόρο επί των εσόδων (Income Tax Exemption Scheme — ITES)

(67)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος οι εξαγωγείς αποκομίζουν όφελος από τη μερική φοροαπαλλαγή επί των προερχόμενων από εξαγωγικές πωλήσεις κερδών. Αυτή η απαλλαγή έχει για νομική βάση το τμήμα 80HHC του νόμου για το φόρο εισοδήματος.

(68)

Αυτή η διάταξη καταργήθηκε για το φορολογικό έτος 2005-2006 (ήτοι για το οικονομικό έτος από την 1η Απριλίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005) και, ως εκ τούτου, το τμήμα 80HHC του νόμου για τον φόρο εισοδήματος δεν θα παρέχει πλέον οφέλη μετά τις 31 Μαρτίου 2004. Ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας δεν αποκόμισε οφέλη από το καθεστώς κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι το καθεστώς έχει πλέον καταργηθεί, δεν θα αντισταθμισθούν, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

β)   Φορολογικά κίνητρα για έρευνα και ανάπτυξη (Income Tax Incentive for Research and Development — ITIRAD)

i)   Νομική βάση

(69)

Η λεπτομερής περιγραφή του ITIRAD περιέχεται στο τμήμα 35(2AB) του νόμου για το φόρο εισοδήματος.

ii)   Επιλεξιμότητα

(70)

Οι εταιρείες που ασκούν δραστηριότητες στον τομέα της βιοτεχνολογίας ή της παρασκευής ή παραγωγής φαρμάκων, φαρμακευτικών προϊόντων, χημικών προϊόντων, ηλεκτρονικού εξοπλισμού, υπολογιστών, εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών ή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος ή είδους που κοινοποιείται, είναι επιλέξιμες για να χρησιμοποιήσουν το εν λόγω καθεστώς.

iii)   Πρακτική εφαρμογή

(71)

Για κάθε δαπάνη (εκτός από την αγορά γαιών ή ακινήτων) σχετικά με εγκαταστάσεις έρευνας και ανάπτυξης στην επιχείρηση, που έχει εγκριθεί από το Υπουργείο Επιστημονικής και Βιομηχανικής Έρευνας της Ινδίας, μπορεί να αφαιρείται ποσό ίσο με το 150 % των de facto δαπανών όσον αφορά τον φόρο εισοδήματος. Συνεπώς, με τη μείωση κατά 50 % των εικονικών δαπανών (ήτοι δαπανών που στην πραγματικότητα δεν επιβάρυναν την επιχείρηση), η βάση του φόρου εισοδήματος και, συνεπώς, ο ίδιος ο φόρος μειώνονται τεχνητά.

iv)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(72)

Μετά την κοινολόγηση δεν διατυπώθηκαν σχόλια για το ITIRAD.

v)   Συμπέρασμα για το ITIRAD

(73)

Το ITIRAD παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η τεχνητή μείωση της βάσεως του φόρου εισοδήματος σύμφωνα με το τμήμα 35(2AB) του νόμου για τον φόρο εισοδήματος αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημοσίων αρχών, δεδομένου ότι αυτές οι τελευταίες παραιτούνται από απαίτηση σε έσοδα από τον φόρο εισοδήματος που κανονικά θα έπρεπε να καταβληθεί. Επιπλέον, η μείωση του φόρου εισοδήματος παρέχει όφελος στην εταιρεία, διότι βελτιώνει τα ρευστά της διαθέσιμα.

(74)

Η διατύπωση του τμήματος 35(2AB) του νόμου για τον φόρο εισοδήματος αποδεικνύει ότι το ITIRAD έχει de jure ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο. Οι όροι συμμετοχής στο εν λόγω καθεστώς δεν βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια, ήτοι ουδέτερα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Τα οφέλη στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος μπορούν να αποκομίζουν μόνον ορισμένοι βιομηχανικοί τομείς, καθώς οι ινδικές δημόσιες αρχές δεν κατέστησαν διαθέσιμο αυτό το καθεστώς σε όλους τους τομείς. Αυτός ο περιορισμός αποτελεί ατομικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι η κατηγορία «ομάδα κλάδων παραγωγής», που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού σημαίνει περιορισμό σε ορισμένους τομείς. Αυτός ο περιορισμός δεν είναι οικονομικής φύσεως ούτε έχει οριζόντια εφαρμογή, όπως π.χ. ο συναφής με τον αριθμό των απασχολούμενων ή το μέγεθος της εταιρείας περιορισμός.

vi)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(75)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του φόρου εισοδήματος για την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ανάλογα με το εάν εφαρμόσθηκαν ή όχι οι διατάξεις του τμήματος 35(2AB) του νόμου για τον φόρο εισοδήματος. Το εν λόγω ποσό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στον συνολικό κύκλο εργασιών κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρονομαστής), σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διότι η εν λόγω επιδότηση αφορά όλες τις πωλήσεις, εγχώριες και εξαγωγικές, και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(76)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 0,1 %.

6.   Καθεστώς επικέντρωσης στην αγορά (Focus Market Scheme — FMS)

α)   Νομική βάση

(77)

Η λεπτομερής περιγραφή του FMS περιέχεται στο κεφάλαιο 3.9 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στο κεφάλαιο 3.20 του ΕΔ I 2004-2009.

β)   Επιλεξιμότητα

(78)

Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να αποκομίζουν οφέλη από αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(79)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος οι εξαγωγές όλων των προϊόντων στις χώρες που αναφέρονται στο προσάρτημα-37-C του ΕΔ I 2004-2009 δικαιούνται δασμολογικές πιστώσεις της τάξεως του 2,5 % επί της τιμής FOB των εξαγόμενων υπό αυτό το καθεστώς προϊόντων. Από το καθεστώς αποκλείονται ορισμένοι τύποι εξαγωγικών δραστηριοτήτων, π.χ. εξαγωγές εισαγόμενων εμπορευμάτων ή μεταφορτωμένων εμπορευμάτων, προβλεπόμενες εξαγωγές, εξαγωγές υπηρεσιών και συναφής με τις εξαγωγές κύκλος εργασιών των μονάδων που δραστηριοποιούνται σε ειδικές οικονομικές ζώνες/μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού. Από το καθεστώς αποκλείονται επίσης ορισμένοι τύποι προϊόντων, π.χ. διαμάντια, πολύτιμα μέταλλα, μεταλλεύματα, σιτηρά, ζάχαρη και προϊόντα πετρελαίου.

(80)

Οι δασμολογικές πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος FMS μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 24 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του συναφούς πιστοποιητικού χορήγησης πίστωσης. Μπορούν να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των δασμών επί των μελλοντικών εισαγωγών συντελεστών παραγωγής ή αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιουχικών αγαθών.

(81)

Το πιστοποιητικό χορήγησης πίστωσης εκδίδεται από τον λιμένα από τον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι εξαγωγές και μετά την πραγματοποίηση των εξαγωγών ή την αποστολή των αγαθών. Εφόσον ο αιτών υποβάλλει στις αρχές αντίγραφα όλων των συναφών με τις εξαγωγές εγγράφων (π.χ. δελτίο εξαγωγής, τιμολόγια, φορτωτικές, τραπεζικά πιστοποιητικά), οι ΔΑΙ δεν έχουν δικαίωμα χορήγησης δασμολογικών πιστώσεων.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(82)

Μετά την κοινολόγηση, σχόλια για το FMS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το καθεστώς συνδέεται από γεωγραφικής άποψης με άλλες χώρες και δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσει ούτε την πρακτική εφαρμογή του καθεστώτος ούτε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται το προκύπτον από το FMS όφελος, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 79 έως 81. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπέρασμα σχετικά με το καθεστώς FMS

(83)

Το καθεστώς FMS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Μια δασμολογική πίστωση FMS αποτελεί οικονομική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για να εξουδετερώσει τους εισαγωγικούς δασμούς, μειώνοντας έτσι τα έσοδα των ΔΑΙ από το δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Επιπλέον, η δασμολογική πίστωση για το καθεστώς FMS αποφέρει όφελος στον εξαγωγέα, διότι βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμά του.

(84)

Επιπλέον, το καθεστώς FMS εξαρτάται εκ του νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(85)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή φόρων σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγέας δεν έχει υποχρέωση να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται με δασμολογική ατέλεια κατά τη διαδικασία παραγωγής, και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται σε συνάρτηση με τους πραγματικά χρησιμοποιηθέντες συντελεστές παραγωγής. Δεν υπάρχουν άλλα εφαρμοζόμενα καθεστώτα ή διαδικασίες που να επιβεβαιώνουν ποιοι είναι οι συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται πραγματικά κατά τη διαδικασία παραγωγής του εξαγόμενου προϊόντος ή αν προέκυψε επιπλέον πληρωμή εισαγωγικών δασμών κατά την έννοια του παραρτήματος Ι σημείο i) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Οι παραγωγοί μπορούν να επωφελούνται από τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς FMS, ανεξάρτητα από το αν εισάγουν συντελεστές παραγωγής. Για να έχει δικαίωμα χρησιμοποίησης του καθεστώτος ένας εξαγωγέας, αρκεί να εξάγει απλώς εμπορεύματα, χωρίς να υποχρεούται να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει εισροές για την παραγωγή τους. Έτσι, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής από την τοπική αγορά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής, δικαιούνται επίσης να προσπορίζονται τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς FMS. Επιπλέον, οι εξαγωγείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις δασμολογικές πιστώσεις FMS για την εισαγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών παρότι τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν καλύπτονται από τα επιτρεπόμενα συστήματα επιστροφής δασμού, όπως ορίζεται στο παράρτημα I σημείο i) του βασικού κανονισμού, διότι δεν καταναλώνονται στην παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(86)

Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίζεται με βάση το κέρδος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας εφόσον καταχωρίστηκε από τον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων, ως έσοδο στο στάδιο της εξαγωγής συναλλαγής. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού το εν λόγω ποσό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών που προέκυψε από τις εξαγωγές κατά την περίοδο της έρευνας της επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που κατασκευάσθηκαν, παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(87)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα ανέρχεται σε 0,1 %.

III.   Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(88)

Υπενθυμίζεται ότι στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 το ποσό των κατ’ αξία αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων διαπιστώθηκε ότι είναι 35,1 % για τον μοναδικό παραγωγό-εξαγωγέα που συνεργάζεται στην παρούσα μερική ενδιάμεση επανεξέταση.

(89)

Κατά τη διάρκεια της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης το ποσό των κατ’ αξία αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων διαπιστώθηκε ότι είναι 11,9 %, όπως απεικονίζεται ακολούθως:

ΚΑΘΕΣΤΩΣ

ΕΤΑΙΡΕΙΑ

AAS

DEPBS

EPCGS

ECS

ITIRAD

FMS

Σύνολο

%

%

%

%

%

%

%

Ranbaxy Laboratories Ltd.

8,2

2,1

0,1

1,3

0,1

0,1

11,9

(90)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω συνάγεται το συμπέρασμα ότι μειώθηκε το επίπεδο της επιδότησης όσον αφορά τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα.

IV.   Αντισταθμιστικά μέτρα

(91)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού και τους λόγους διεξαγωγής της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που αναφέρονται στο σημείο 3 της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας, διαπιστώνεται ότι το επίπεδο επιδότησης όσον αφορά τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό μειώθηκε από 35,1 % σε 11,9 % και, επομένως, το ποσοστό του αντισταθμιστικού δασμού που είχε επιβληθεί στον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(92)

Ως προς αυτό, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005, το ποσοστό επιδότησης της Ranbaxy Laboratories Ltd. ήταν υψηλότερο σε σχέση με το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ο κανόνας του ελάχιστου δασμού που αντανακλά το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας θεωρήθηκε κατάλληλος για την εξάλειψη της ζημίας αυτής από τον κοινοτικό κλάδο και, ως εκ τούτου, το ποσοστό του αντισταθμιστικού δασμού επί των εισαγωγών από την Ranbaxy Laboratories Ltd. ορίστηκε στο 30,3 %.

(93)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω και δεδομένου ότι το ποσοστό επιδότησης είναι τώρα χαμηλότερο από το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας, ο μεμονωμένος εταιρικός συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει για το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, Ranbaxy Laboratories Ltd., ορίστηκε στο 11,9 %.

(94)

Όσον αφορά όλες τις υπόλοιπες εταιρείες που δεν συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, επισημαίνεται ότι δεν έχουν αλλάξει σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα οι πραγματικοί όροι των καθεστώτων που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας ούτε ο αντισταθμιστικός τους χαρακτήρας. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να υπολογιστούν εκ νέου οι συντελεστές των επιδοτήσεων και των δασμών των εταιρειών που δεν συνεργάστηκαν κατά την παρούσα μερική ενδιάμεση επανεξέταση. Ως εκ τούτου, παραμένουν ως έχουν οι συντελεστές των δασμών που ισχύουν για όλες τις άλλες εταιρείες –εκτός της Ranbaxy Laboratories Ltd– που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005.

(95)

Οι μεμονωμένοι εταιρικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού που παρατίθενται στον παρόντα κανονισμό, αντανακλούν την κατάσταση που συναντήθηκε κατά τη διάρκεια της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Έτσι, εφαρμόζονται μόνον στις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που παράγεται από αυτές τις εταιρείες. Οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στον δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(96)

Κάθε αίτηση για την εφαρμογή των ως άνω μεμονωμένων συντελεστών αντισταθμιστικού δασμού (π.χ. λόγω αλλαγής επωνυμίας της οντότητας ή μετά τη συγκρότηση νέων οντοτήτων παραγωγής ή πωλήσεων) υποβάλλεται αμέσως στην Επιτροπή (4) μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία, ιδίως κάθε τροποποίηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας που αφορούν την παραγωγή και τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις που συνδέεται π.χ. με αυτήν την αλλαγή επωνυμίας ή τη μεταβολή των οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Εάν θεωρηθεί σκόπιμο, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή είναι εξουσιοδοτημένη να τροποποιήσει ανάλογα τον κανονισμό αναπροσαρμόζοντας τον κατάλογο των εταιρειών που επωφελούνται από ατομικούς δασμολογικούς συντελεστές,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο δασμός που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από τον εκτελωνισμό, για τις εισαγωγές προϊόντων που παράγονται στην Ινδία από τις ακόλουθες εταιρείες, είναι ο ακόλουθος:

17,3 % για την KDL Biotech Ltd., Mumbai (πρόσθετος κωδικός TARIC: A580),

28,1 % για την Nectar Lifesciences Ltd., Chandigarh (πρόσθετος κωδικός TARIC: A581),

25,3 % για την Nestor Pharmaceuticals Ltd., New Delhi (πρόσθετος κωδικός TARIC: A582),

11,9 % για την Ranbaxy Laboratories Ltd., New Delhi (πρόσθετος κωδικός TARIC: 8221),

28,1 % για την Torrent Gujarat Biotech Ltd., Ahmedabad (πρόσθετος κωδικός TARIC: A583),

28,1 % για την Surya Pharmaceuticals Ltd., Chandigarh (πρόσθετος κωδικός TARIC: A584),

32 % για όλες τις υπόλοιπες εταιρείες (πρόσθετος κωδικός TARIC: 8900).»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

M. ALLIOT-MARIE


(1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 121 της 13.5.2005, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 212 της 11.9.2007, σ. 10.

(4)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Γενική Διεύθυνση Εμπορίου — Διεύθυνση B — J-79 4/23 — Rue de la Loi/Wetstraat 200 — B-1049 Βρυξέλλες.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/14


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1177/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 29 Νοεμβρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

AL

25,7

MA

54,0

TR

71,8

ZZ

50,5

0707 00 05

EG

188,1

JO

167,2

MA

58,1

TR

83,7

ZZ

124,3

0709 90 70

MA

64,8

TR

122,0

ZZ

93,4

0805 20 10

MA

66,8

TR

65,0

ZZ

65,9

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

CN

54,3

HR

24,9

IL

75,4

TR

69,2

ZZ

56,0

0805 50 10

MA

64,0

TR

71,5

ZA

117,7

ZZ

84,4

0808 10 80

CA

88,7

CL

67,1

CN

54,0

MK

32,9

US

102,5

ZA

112,2

ZZ

76,2

0808 20 50

CN

32,1

TR

103,0

ZZ

67,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1178/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου περί βραχυπρόθεσμων στατιστικών και των κανονισμών της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1503/2006 και (ΕΚ) αριθ. 657/2007 σχετικά με αναπροσαρμογές μετά την αναθεώρηση των στατιστικών ταξινομήσεων NACE και CPA

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, περί βραχυπρόθεσμων στατιστικών (1), και ιδίως το άρθρο 17 στοιχεία β), ε) και ι),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1165/98 θέσπισε ένα κοινό πλαίσιο για την παραγωγή βραχυπρόθεσμων κοινοτικών στατιστικών του οικονομικού κύκλου.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1503/2006 της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου περί βραχυπρόθεσμων στατιστικών όσον αφορά τους ορισμούς των μεταβλητών, τον κατάλογο των μεταβλητών και τη συχνότητα κατάρτισης στατιστικών (2), παρέχει μεθοδολογικούς ορισμούς μεταβλητών που χρησιμοποιούνται στις βραχυπρόθεσμες στατιστικές.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 657/2007 της Επιτροπής, της 14ης Ιουνίου 2007, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98 του Συμβουλίου περί βραχυπρόθεσμων στατιστικών όσον αφορά την καθιέρωση ευρωπαϊκών δειγματοληπτικών συστημάτων (3), καθορίζει τους κανόνες και τους όρους σχετικά με τη διαβίβαση δεδομένων από τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στα ευρωπαϊκά δειγματοληπτικά συστήματα για βραχυπρόθεσμες στατιστικές.

(4)

Είναι απαραίτητη η επικαιροποίηση των καταλόγων μεταβλητών, των επιπέδων ανάλυσης και ομαδοποίησης ορισμένων μεταβλητών και των κανόνων και των όρων για τα ευρωπαϊκά δειγματοληπτικά συστήματα μετά την έγκριση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE—αναθεώρηση 2 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου και ορισμένων κανονισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικών με ειδικούς στατιστικούς τομείς (4), και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 451/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη δημιουργία νέας στατιστικής ταξινόμησης προϊόντων ανά δραστηριότητα (CPA) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3696/93 του Συμβουλίου (5).

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής στατιστικού προγράμματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98

Το παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1503/2006

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1503/2006 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 657/2007

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 657/2007 αντικαθίσταται από το παράρτημα III του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 162 της 5.6.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 281 της 12.10.2006, σ. 15.

(3)  ΕΕ L 155 της 15.6.2007, σ. 7.

(4)  ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 65.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Το παράρτημα Α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1165/98 τροποποιείται ως εξής:

1.   Στο στοιχείο γ) Κατάλογος μεταβλητών, οι παράγραφοι 10 και 11 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.

Οι πληροφορίες σχετικά με τις τιμές εξαγωγών και τις τιμές εισαγωγών (αριθ. 310, 311, 312 και 340) δεν απαιτούνται για τις ακόλουθες ομάδες ή τάξεις της NACE αναθ. 2 και της CPA αντίστοιχα: 07.21, 24.46, 25.4, 30.1, 30.3, 30.4 και 38.3. Επιπλέον, οι πληροφορίες σχετικά με τις τιμές εισαγωγών (αριθ. 340) δεν απαιτούνται για τους κλάδους 09, 18, 33 και 36 της CPA. Ο κατάλογος των μη απαιτούμενων δραστηριοτήτων μπορεί να αναθεωρηθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 18.

11.

Η μεταβλητή των τιμών εισαγωγών (αριθ. 340) υπολογίζεται με βάση τα προϊόντα της CPA. Οι εισαγωγικές μονάδες οικονομικής δραστηριότητας μπορούν να ταξινομηθούν εκτός των δραστηριοτήτων των τομέων B έως Δ της NACE αναθ. 2.»

2.   Το στοιχείο στ) Επίπεδο λεπτομέρειας τροποποιείται ως εξής:

2.1.   Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Η μεταβλητή για τις τιμές εισαγωγών (αριθ. 340) πρέπει να διαβιβάζεται για το σύνολο των βιομηχανικών προϊόντων, τομείς B έως Δ της CPA και για τις ΜΟΒΚ που καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 586/2001 όπως τροποποιείται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 656/2007 από τις ομάδες προϊόντων της CPA. Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ δεν χρειάζεται να διαβιβάσουν τη μεταβλητή αυτή.»

2.2.   Οι παράγραφοι 9 και 10 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.

Οι μεταβλητές για τις “αγορές εξωτερικού” (αριθ. 122, 132 και 312) πρέπει να διαβιβάζονται σύμφωνα με τη διάκριση σε ευρωζώνη και σε χώρες εκτός ευρωζώνης. Η διάκριση πρέπει να εφαρμοστεί για το σύνολο του κλάδου που καθορίζεται στους τομείς Β έως Ε της NACE αναθ. 2, για τις ΜΟΒΚ, το επίπεδο τομέα (1 γράμμα) και το διψήφιο επίπεδο κλάδου της NACE αναθ. 2. Οι πληροφορίες σχετικά με τους τίτλους Δ και Ε της NACE αναθ. 2 δεν απαιτούνται για τη μεταβλητή 122. Επιπλέον, η μεταβλητή για τις τιμές εισαγωγών (αριθ. 340) πρέπει να διαβιβαστεί σύμφωνα με τη διάκριση σε ευρωζώνη και σε χώρες εκτός ευρωζώνης. Η διάκριση αυτή πρέπει να εφαρμοστεί για το σύνολο του κλάδου που καθορίζεται στους τίτλους Β έως Δ της CPA και τις ΜΟΒΚ, το επίπεδο τομέα (1 γράμμα) και το διψήφιο επίπεδο κλάδου της CPA. Για τη διάκριση σε ευρωζώνη και σε χώρες εκτός ευρωζώνης, η Επιτροπή δύναται να καθορίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 18, τους όρους εφαρμογής ενός ευρωπαϊκού δειγματοληπτικού συστήματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ). Το ευρωπαϊκό δειγματοληπτικό σύστημα μπορεί να περιορίζει το πεδίο της μεταβλητής “τιμές κατά την εισαγωγή” στην εισαγωγή προϊόντων από χώρες εκτός ευρωζώνης. Η διάκριση σε ευρωζώνη και σε χώρες εκτός ευρωζώνης για τις μεταβλητές 122, 132, 312 και 340 δεν πρέπει να διαβιβάζεται από τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ.

10.

Τα κράτη μέλη των οποίων η προστιθέμενη αξία στους τομείς B, Γ, Δ και E της NACE αναθ. 2 (στους τομείς B, Γ και Δ της CPA αντίστοιχα για τις τιμές εισαγωγών) σε ένα δεδομένο έτος βάσης αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 1 % του συνόλου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας θα πρέπει να διαβιβάζουν μόνο τα στοιχεία για το σύνολο του κλάδου, τις ΜΟΒΚ και το επίπεδο τομέα της NACE αναθ. 2 ή το επίπεδο τμήματος της CPA.»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1503/2006 τροποποιείται ως εξής:

Στο στοιχείο «Μεταβλητή: 340 Τιμές εισαγωγής», η τελευταία περίπτωση του τέταρτου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

η κάλυψη των προϊόντων περιορίζεται στα προϊόντα των τμημάτων Β, Γ και Δ της CPA. Δεν περιλαμβάνονται οι σχετικές υπηρεσίες.»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 657/2007 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

132   ΜΗ ΕΓΧΩΡΙΕΣ ΝΕΕΣ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ

Κράτος μέλος

Πεδίο κάλυψης στοιχείων στο ευρωπαϊκό δειγματοληπτικό σύστημα (NACE αναθ. 2)

Βέλγιο

13, 14, 17, 20, 21, 24, 25, 26, 27, 29

Ιρλανδία

14, 20, 21, 26, 27

Κύπρος

20, 21

Μάλτα

26

Κάτω Χώρες

17, 20, 21, 25, 26, 28

Φινλανδία

17, 20, 21, 24, 26, 27, 28


312   ΤΙΜΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥ ΤΗΣ ΜΗ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΑΓΟΡΑΣ

Κράτος μέλος

Πεδίο κάλυψης στοιχείων στο ευρωπαϊκό δειγματοληπτικό σύστημα (NACE αναθ. 2)

Βέλγιο

08, 10, 11, 12, 13, 14, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 29, 31, 32, 35

Ιρλανδία

05, 07, 08, 10, 11, 18, 20, 21, 26

Κύπρος

10, 11, 20, 21, 26

Μάλτα

12, 14, 26

Φινλανδία

05, 07, 08, 16, 17, 19, 24, 26, 28

Σλοβενία

14, 16, 22, 25, 31


340   ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ

Κράτος μέλος

Πεδίο κάλυψης στοιχείων στο ευρωπαϊκό δειγματοληπτικό σύστημα (CPA)

Βέλγιο

08.99, 10.32, 10.51, 12.00, 13.10, 15.12, 16.10, 19.20, 20.13, 20.14, 20.16, 20.59, 21.10, 21.20, 22.11, 22.19, 23.12, 23.14, 23.19, 23.70, 24.10, 25.73, 28.11, 28.24, 28.41, 28.92, 29.10, 29.32, 30.91, 31.00, 31.09, 32.50

Ιρλανδία

10.13, 10.82, 17.21, 17.22, 17.29, 20.42, 25.11, 26.11, 26.20, 26.30, 28.23, 32.50

Κύπρος

19.20

Λουξεμβούργο

26.20

Μάλτα

12.00

Αυστρία

16.10, 23.13, 25.11, 25.94, 26.20, 26.30, 28.11, 28.92, 35.11

Πορτογαλία

05.10, 06.10

Φινλανδία

07.29, 16.10, 22.21, 23.20, 24.10, 26.30, 28.22, 31.09, 35.11

Σλοβενία

24.10»


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/21


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1179/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου, περί της αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2008/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008, περί της αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα (1), και ιδίως το άρθρο 22,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 2008/55/ΕΚ θεσπίζονται με την οδηγία 2002/94/ΕΚ της Επιτροπής (2). Ωστόσο, η εμπειρία απέδειξε ότι η οδηγία, λόγω της νομικής της φύσης, δεν αποτελεί το αποτελεσματικότερο νομικό μέσο για την πλήρη επίτευξη του στόχου περί της ενιαίας διαδικασίας αμοιβαίας συνδρομής. Επομένως, είναι σκόπιμη η αντικατάσταση της οδηγίας με κανονισμό.

(2)

Για τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, όλες οι αιτήσεις συνδρομής και όλα τα συνοδευτικά έγγραφα και πληροφορίες πρέπει να κοινοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα στο μέτρο του δυνατού.

(3)

Για να διασφαλισθεί η διαβίβαση των απαιτούμενων δεδομένων και πληροφοριών, πρέπει να καθιερωθούν υποδείγματα εντύπων για τις αιτήσεις αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών. Πρέπει να είναι δυνατή η επικαιροποίηση της δομής και της διάταξης των ηλεκτρονικών εντύπων χωρίς τροποποίηση των υποδειγμάτων, προκειμένου αυτά να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις και τις δυνατότητες του συστήματος ηλεκτρονικής επικοινωνίας, υπό τον όρο ότι οι αιτήσεις θα περιέχουν τα απαιτούμενα στοιχεία και πληροφορίες.

(4)

Για να διευκολυνθεί η Επιτροπή να αξιολογεί σε τακτική βάση την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των διαδικασιών που προβλέπονται στην οδηγία 2008/55/ΕΚ, είναι σκόπιμο να καθορισθούν οι πληροφορίες τις οποίες τα κράτη μέλη θα κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε χρόνο.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Είσπραξης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του άρθρου 4 παράγραφοι 2 και 4, του άρθρου 5 παράγραφοι 2 και 3, των άρθρων 7, 8, 9, 11, του άρθρου 12 παράγραφοι 1 και 2, του άρθρου 14, του άρθρου 18 παράγραφος 3 και του άρθρου 24 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ.

Θεσπίζει επίσης τους λεπτομερείς κανόνες για τη μετατροπή, τη μεταφορά εισπραχθέντων ποσών, τον προσδιορισμό ενός ελάχιστου ποσού για τις απαιτήσεις που είναι δυνατόν να αποτελέσουν αντικείμενο αιτήσεως για συνδρομή, καθώς και τα μέσα με τα οποία μπορούν να διαβιβάζονται οι ανακοινώσεις μεταξύ των αρχών.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

ως διαβίβαση «μέσω ηλεκτρονικών μέσων», νοείται η διαβίβαση μέσω ηλεκτρονικού εξοπλισμού για την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης των δεδομένων με τη χρήση καλωδίων, ασυρμάτου, οπτικών τεχνολογιών ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων·

2.

ως «δίκτυο CCN/CSI» νοείται η κοινή πλατφόρμα που στηρίζεται στο Κοινό Δίκτυο Επικοινωνίας (CCN) και στη Διεπαφή Κοινού Συστήματος (CSI), που αναπτύχθηκαν από την Κοινότητα προκειμένου να εξασφαλιστούν οι διαβιβάσεις με ηλεκτρονικά μέσα κάθε είδους στοιχείων μεταξύ των αρμοδίων αρχών στον τομέα των τελωνείων και της φορολόγησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 3

Η αίτηση παροχής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, περιλαμβάνει δεδομένα και πληροφορίες που περιέχονται στο υπόδειγμα του εντύπου το οποίο παρατίθεται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού.

Όταν παρόμοια αίτηση έχει υποβληθεί σε οποιαδήποτε άλλη αρχή, η αιτούσα αρχή πρέπει να αναφέρει στην αίτηση παροχής πληροφοριών το όνομα αυτής της αρχής.

Άρθρο 4

Η αίτηση παροχής πληροφοριών μπορεί να αφορά οποιοδήποτε από τα ακόλουθα πρόσωπα:

1.

τον οφειλέτη·

2.

οποιοδήποτε πρόσωπο υπόχρεο για την πληρωμή της απαίτησης κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας που ισχύει στο κράτος μέλος όπου η αιτούσα αρχή έχει την έδρα της (εφεξής «το κράτος μέλος της αιτούσας αρχής»)·

3.

οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο που κατέχει περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν σε ένα από τα πρόσωπα που αναφέρονται στα σημεία 1 ή 2.

Άρθρο 5

1.   Η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί τη λήψη της αίτησης παροχής πληροφοριών το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε, εντός επτά ημερών από τη λήψη αυτής.

2.   Αμέσως μετά τη λήψη της αίτησης η αρμόδια αρχή καλεί, εφόσον χρειάζεται, την αιτούσα αρχή να παράσχει οποιαδήποτε αναγκαία συμπληρωματική πληροφορία. Η αιτούσα αρχή παρέχει όλες τις αναγκαίες συμπληρωματικές πληροφορίες στις οποίες έχει κανονικά πρόσβαση.

Άρθρο 6

1.   Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην αιτούσα αρχή τις ζητούμενες πληροφορίες μόλις τις λάβει.

2.   Στην περίπτωση κατά την οποία όλες ή μέρος των ζητούμενων πληροφοριών, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι δυνατό να ληφθούν εντός εύλογης προθεσμίας, η αρμόδια αρχή πληροφορεί σχετικά την αιτούσα αρχή, αναφέροντας τους λόγους.

Οπωσδήποτε κατά τη λήξη της προθεσμίας των έξι μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της λήψης της αίτησης, η αρμόδια αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή για το αποτέλεσμα των ερευνών που πραγματοποίησε, προκειμένου να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες.

Στο πλαίσιο των πληροφοριών που λαμβάνει από την αρμόδια αρχή, η αιτούσα αρχή μπορεί να ζητήσει από την τελευταία να συνεχίσει τις έρευνές της. Η εν λόγω αίτηση υποβάλλεται εντός δύο μηνών από τη λήψη της κοινοποίησης του αποτελέσματος των ερευνών που διεξήγαγε η αρμόδια αρχή, και εξετάζεται από αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στην αρχική αίτηση.

Άρθρο 7

Όταν η αρμόδια αρχή αποφασίσει να μη δώσει συνέχεια στην αίτηση παροχής πληροφοριών που της έχει απευθυνθεί, κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή τους λόγους για τους οποίους αρνείται να ικανοποιήσει την αίτηση, και αναφέρει τις διατάξεις του άρθρου 4 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ που επικαλείται. Η κοινοποίηση αυτή πρέπει να γίνεται από την αρμόδια αρχή, μόλις λάβει την απόφασή της και, οπωσδήποτε, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της λήψης της αίτησης.

Άρθρο 8

Η αιτούσα αρχή μπορεί ανά πάσα στιγμή να αποσύρει την αίτηση παροχής πληροφοριών που διαβίβασε στην αρμόδια αρχή. Η σχετική απόφαση διαβιβάζεται στην αρμόδια αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 9

Η αίτηση κοινοποίησης, που αναφέρεται στο άρθρο 5 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, περιλαμβάνει δεδομένα και πληροφορίες που περιέχονται στο υπόδειγμα του εντύπου, το οποίο παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Στην αίτηση επισυνάπτεται το πρωτότυπο ή επικυρωμένο αντίγραφο της πράξης ή της απόφασης, της οποίας ζητείται η κοινοποίηση.

Άρθρο 10

Η αίτηση κοινοποίησης μπορεί να αφορά κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, πρέπει να ενημερώνεται για κάθε πράξη ή απόφαση που αφορά το πρόσωπο αυτό.

Στο βαθμό που δεν αναγράφεται στην πράξη ή στην απόφαση της οποίας ζητείται κοινοποίηση, η αίτηση κοινοποίησης αναφέρεται στη διαδικασία αμφισβήτησης της απαίτησης ή της είσπραξης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής.

Άρθρο 11

1.   Η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί τη λήψη της αίτησης κοινοποίησης το συντομότερο δυνατόν, και οπωσδήποτε εντός επτά ημερών από τη λήψη αυτής.

Αμέσως μετά τη λήψη της αίτησης κοινοποίησης, η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να πραγματοποιήσει την κοινοποίηση αυτή, σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις που ισχύουν στο κράτος μέλος όπου έχει την έδρα της.

Εάν είναι αναγκαίο, αλλά χωρίς να θίγεται η τελική ημερομηνία της κοινοποίησης, που αναφέρεται στην αίτηση κοινοποίησης, η αρμόδια αρχή καλεί την αιτούσα αρχή να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες.

Η αιτούσα αρχή παρέχει κάθε πρόσθετη πληροφορία στην οποία έχει κανονικά πρόσβαση.

2.   Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την αιτούσα αρχή σχετικά με την ημερομηνία κοινοποίησης μόλις αυτή πραγματοποιηθεί, επιβεβαιώνοντας την κοινοποίηση επί του εντύπου της αίτησης, η οποία επιστρέφεται στην αιτούσα αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ Η ΛΗΨΗΣ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Άρθρο 12

1.   Οι αιτήσεις είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων, που αναφέρονται στα άρθρα 6 και 13 αντίστοιχα της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, περιλαμβάνει δεδομένα και πληροφορίες που περιέχονται στο υπόδειγμα του εντύπου, το οποίο παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Οι αιτήσεις αυτές συμπεριλαμβάνουν δήλωση ότι πληρούνται οι όροι που θεσπίζει η οδηγία 2008/55/ΕΚ για την έναρξη της διαδικασίας αμοιβαίας συνδρομής.

2.   Το πρωτότυπο ή επικυρωμένο αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου επισυνάπτεται στην αίτηση είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων. Δύναται να εκδοθεί ένας τίτλος για περισσότερες απαιτήσεις, εφόσον αυτές αφορούν ένα και το αυτό πρόσωπο.

Για την εφαρμογή των άρθρων 13 έως 20 του παρόντος κανονισμού, το σύνολο των απαιτήσεων που αποτελούν αντικείμενο του ίδιου εκτελεστού τίτλου θεωρούνται ότι συνιστούν μια μόνον απαίτηση.

Άρθρο 13

Οι αιτήσεις είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων μπορούν να αφορούν οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 4.

Άρθρο 14

1.   Σε περίπτωση που το νόμισμα του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής είναι διαφορετικό από το νόμισμα του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής, η αιτούσα αρχή αναφέρει το ποσό της απαίτησης που πρόκειται να εισπραχθεί και στα δύο νομίσματα.

2.   Η συναλλαγματική ισοτιμία που πρέπει να χρησιμοποιείται για την εφαρμογή της παραγράφου 1 είναι η τελευταία τιμή πώλησης που έχει καταγραφεί στην πλέον αντιπροσωπευτική αγορά/ές συναλλάγματος του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής κατά την ημερομηνία υπογραφής της αίτησης είσπραξης.

Άρθρο 15

1.   Η αρμόδια αρχή, το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός επτά ημερών από τη λήψη της αίτησης είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων:

α)

γνωστοποιεί τη λήψη της αίτησης·

β)

καλεί την αιτούσα αρχή να συμπληρώσει την αίτηση εφόσον αυτή δεν περιέχει τις πληροφορίες ή τα άλλα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 7 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ.

2.   Εάν η αρμόδια αρχή δεν προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες εντός της τρίμηνης προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ ενημερώνει το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε εντός επτά ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, την αιτούσα αρχή σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν μπόρεσε να τηρήσει την προθεσμία.

Άρθρο 16

Στην περίπτωση κατά την οποία το σύνολο ή μέρος της απαίτησης δεν μπορεί να εισπραχθεί ή δεν μπορούν να ληφθούν συντηρητικά μέτρα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος όσον αφορά τη συγκεκριμένη περίπτωση, η αρμόδια αρχή πληροφορεί την αιτούσα αρχή αναφέροντας τους σχετικούς λόγους.

Το αργότερο κατά το πέρας κάθε εξάμηνης περιόδου από την ημερομηνία γνωστοποίησης της λήψης της αίτησης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την αιτούσα αρχή σχετικά με την εξέλιξη ή το αποτέλεσμα της διαδικασίας για την είσπραξη ή για τη λήψη συντηρητικών μέτρων.

Στο πλαίσιο των πληροφοριών που έχει λάβει από την αρμόδια αρχή, η αιτούσα αρχή μπορεί να ζητήσει από την τελευταία να συνεχίσει τη διαδικασία για την είσπραξη ή για τη λήψη συντηρητικών μέτρων. Η εν λόγω αίτηση υποβάλλεται εντός δύο μηνών από τη λήψη της κοινοποίησης του αποτελέσματος αυτής της διαδικασίας και εξετάζεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στην αρχική αίτηση.

Άρθρο 17

1.   Κάθε ενέργεια αμφισβήτησης της απαίτησης ή του εκτελεστού τίτλου, η οποία ασκείται στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή από την αιτούσα αρχή, αμέσως μόλις αυτή ενημερωθεί σχετικά.

2.   Εάν οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές ρυθμίσεις που ισχύουν στο κράτος μέλος της αρμόδιας αρχής, δεν επιτρέπουν τη λήψη συντηρητικών μέτρων ή την είσπραξη της απαίτησης, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, η αρμόδια αρχή το κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή, το συντομότερο δυνατόν, και οπωσδήποτε εντός ενός μηνός από τη λήψη της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Κάθε μέτρο, το οποίο λαμβάνεται στο κράτος μέλος της αρμόδιας αρχής, για επιστροφή εισπραχθέντων ποσών ή για αποζημίωση σε σχέση με την είσπραξη αμφισβητούμενων απαιτήσεων σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 12 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, κοινοποιείται στην αιτούσα αρχή από την αρμόδια αρχή αμέσως μετά την ενημέρωσή της για την ενέργεια αυτή.

Η αρμόδια αρχή επιδιώκει, στο μέτρο του δυνατού, τη συμμετοχή της αιτούσας αρχής στις διαδικασίες καθορισμού του προς επιστροφή ποσού και της οφειλόμενης αποζημίωσης. Μετά από αιτιολογημένη αίτηση της αρμόδιας αρχής, η αιτούσα αρχή αποδίδει τα επιστραφέντα ποσά και την καταβληθείσα αποζημίωση εντός δύο μηνών από τη λήψη της εν λόγω αίτησης.

Άρθρο 18

1.   Αν η αίτηση είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων καθίσταται άνευ αντικειμένου λόγω πληρωμής της απαίτησης ή λόγω ακύρωσής της ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, η αιτούσα αρχή ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή, ώστε η τελευταία να σταματήσει οποιαδήποτε ενέργεια έχει αρχίσει.

2.   Όταν το ποσό της απαίτησης που αποτέλεσε αντικείμενο της αίτησης είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων τροποποιείται για οποιονδήποτε λόγο, η αιτούσα αρχή ενημερώνει την αρμόδια αρχή, και εφόσον κριθεί αναγκαίο εκδίδει νέο εκτελεστό τίτλο.

3.   Αν η τροποποίηση οδηγεί σε μείωση του ποσού της απαίτησης, η αρμόδια αρχή συνεχίζει την ενέργεια την οποία έχει αρχίσει για την είσπραξη ή τη λήψη συντηρητικών μέτρων, αλλά η ενέργεια περιορίζεται στο ποσό που εξακολουθεί να οφείλεται.

Εάν, τη στιγμή που η αρμόδια αρχή ενημερώνεται για τη μείωση του ποσού της απαίτησης, ποσό που υπερβαίνει το απλήρωτο ποσό έχει ήδη εισπραχθεί από αυτήν αλλά δεν έχει ακόμη αρχίσει η διαδικασία απόδοσης που αναφέρεται στο άρθρο 19, η αρμόδια αρχή επιστρέφει το ποσό που έχει πληρωθεί επιπλέον του κανονικού στο πρόσωπο που το δικαιούται.

4.   Αν η τροποποίηση οδηγεί σε αύξηση του ποσού της απαίτησης, η αιτούσα αρχή απευθύνει το συντομότερο δυνατόν, στην αρμόδια αρχή συμπληρωματική αίτηση είσπραξης ή λήψης συντηρητικών μέτρων.

Η συμπληρωματική αυτή αίτηση εξετάζεται από την αρμόδια αρχή, στο μέτρο του δυνατού, μαζί με την αρχική αίτηση της αιτούσας αρχής. Όταν, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο της διαδικασίας, είναι αδύνατη η ενοποίηση της συμπληρωματικής αίτησης με την αρχική, η αρμόδια αρχή υποχρεούται να δώσει συνέχεια στην συμπληρωματική αίτηση, μόνο όταν αυτή αφορά ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2.

5.   Για τη μετατροπή του τροποποιημένου ποσού της απαίτησης στο νόμισμα του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής, η αιτούσα αρχή εφαρμόζει τη συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποίησε για την αρχική της αίτηση.

Άρθρο 19

Κάθε εισπραττόμενο από την αρμόδια αρχή ποσό, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των τόκων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, αποδίδεται στην αιτούσα αρχή στο νόμισμα του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής. Η απόδοση γίνεται εντός του μηνός που ακολουθεί την ημερομηνία πραγματοποίησης της είσπραξης.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να συμφωνούν διάφορες ρυθμίσεις για την απόδοση ποσών μικρότερων από το κατώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 20

Ανεξάρτητα από τα ποσά που εισπράττονται από την αρμόδια αρχή για τόκους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, η απαίτηση θεωρείται ότι εισπράχθηκε κατά το ποσό που εκφράζεται σε εθνικό νόμισμα του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής, με βάση την συναλλαγματική ισοτιμία που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΩΝ

Άρθρο 21

1.   Οι αιτήσεις συνδρομής, οι εκτελεστοί τίτλοι και αντίγραφα αυτών, κάθε άλλο συνοδευτικό έγγραφο καθώς και κάθε άλλη κοινοποιούμενη πληροφορία η οποία αφορά τις αιτήσεις αυτές διαβιβάζονται, στο μέτρο του δυνατού, με ηλεκτρονικά μέσα μέσω του δικτύου CCN/CSI.

Τα έγγραφα αυτά που διαβιβάζονται με ηλεκτρονική μορφή ή οι εκτυπώσεις αυτών θεωρείται ότι παράγουν τα ίδια νομικά αποτελέσματα με τα έγγραφα τα οποία διαβιβάζονται ταχυδρομικώς.

2.   Αν η αιτούσα αρχή αποστείλει αντίγραφο του εκτελεστού τίτλου ή οποιουδήποτε άλλου εγγράφου, πιστοποιεί ότι το εν λόγω αντίγραφο είναι σύμφωνο με το πρωτότυπο, αναγράφοντας επί του αντιγράφου αυτού, στην επίσημη γλώσσα ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα της, τις λέξεις «γνήσιο επικυρωμένο αντίγραφο», το όνομα του υπαλλήλου που έκανε την επικύρωση και την ημερομηνία της επικύρωσης.

3.   Στην περίπτωση που οι αιτήσεις αμοιβαίας συνδρομής διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα, η δομή και η διάταξη των υποδειγμάτων τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 και άρθρο 12 παράγραφος 1 μπορούν να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις και δυνατότητες του συστήματος ηλεκτρονικής επικοινωνίας, υπό τον όρο ότι δεν μεταβάλλεται το περιεχόμενο της πληροφορίας.

4.   Αν μια αίτηση δεν μπορεί να διαβιβαστεί με ηλεκτρονικά μέσα, διαβιβάζεται ταχυδρομικώς. Στην περίπτωση αυτή, η αίτηση υπογράφεται από υπάλληλο της αιτούσας αρχής, ο οποίος είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος να υποβάλει τέτοια αίτηση.

Άρθρο 22

Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία κεντρική υπηρεσία με κύρια αρμοδιότητα την επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα με τα άλλα κράτη μέλη. Αυτή η υπηρεσία συνδέεται με το δίκτυο CCN/CSI.

Όταν υπάρχουν διάφορες διορισμένες αρχές σε ένα κράτος μέλος για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η κεντρική υπηρεσία είναι αρμόδια για την αποστολή όλων των ανακοινώσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρχών και των κεντρικών υπηρεσιών άλλων κρατών μελών.

Άρθρο 23

1.   Όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συλλέγουν πληροφορίες σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων και ανταλλάσσουν τις πληροφορίες αυτές με ηλεκτρονικά μέσα, πρέπει να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίζεται ότι κάθε πληροφορία που έχει ανακοινωθεί σε οποιαδήποτε μορφή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, χαρακτηρίζεται ως εμπιστευτικού χαρακτήρα.

Οι πληροφορίες καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και τυγχάνουν της προστασίας που προβλέπεται για τέτοιου είδους πληροφορίες από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο περιήλθαν.

2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διατίθενται μόνο στα πρόσωπα και στις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 16 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ.

Οι πληροφορίες αυτές είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται σε συνάρτηση με διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες, που έχουν κινηθεί για την είσπραξη εισφορών, δασμών, φόρων και άλλων μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ.

Τα πρόσωπα που είναι δεόντως διαπιστευμένα από την αρχή διαπίστευσης της ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δύνανται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές, μόνον εφόσον είναι αναγκαίο για σκοπούς διατήρησης, συντήρησης και ανάπτυξης των δικτύων CCN/CSI.

3.   Όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών επικοινωνούν με ηλεκτρονικά μέσα, πρέπει να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται ότι όλες οι ανακοινώσεις έχουν δεόντως εγκριθεί.

Άρθρο 24

Πληροφορίες και άλλα στοιχεία που ανακοινώνονται από την αρμόδια αρχή στην αιτούσα αρχή συντάσσονται στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής ή σε μια άλλη γλώσσα που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της αιτούσας και της αρμόδιας αρχής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΡΝΗΣΗ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΓΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

Άρθρο 25

1.   Αίτηση συνδρομής δύναται να υποβληθεί από την αιτούσα αρχή είτε για μία μόνο απαίτηση, είτε για περισσότερες απαιτήσεις, εφόσον αυτές βαρύνουν ένα και το αυτό πρόσωπο.

2.   Δεν δύναται να υποβληθεί αίτηση για συνδρομή εάν το συνολικό ποσό της σχετικής απαίτησης ή απαιτήσεων που απαριθμούνται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ είναι κατώτερο από 1 500 ευρώ.

Άρθρο 26

Όταν η αρμόδια αρχή αποφασίζει, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο του άρθρου 14 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ, να αρνηθεί μία αίτηση για συνδρομή, κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή τους λόγους της άρνησης. Η κοινοποίηση αυτή πρέπει να γίνεται από την αρμόδια αρχή μόλις λάβει την απόφασή της και, οπωσδήποτε, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της αίτησης για συνδρομή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΕΞΟΔΩΝ

Άρθρο 27

Κάθε κράτος μέλος διορίζει τουλάχιστον έναν υπάλληλο δεόντως εξουσιοδοτημένο να διακανονίζει την απόδοση εξόδων βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 3 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ.

Άρθρο 28

1.   Όταν η αρμόδια αρχή αποφασίσει να ζητήσει διακανονισμό απόδοσης εξόδων, πρέπει να κοινοποιεί στην αιτούσα αρχή τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι η είσπραξη της απαίτησης θέτει κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα, συνεπάγεται ιδιαίτερα μεγάλο κόστος ή έχει σχέση με την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος.

Η αρμόδια αρχή επισυνάπτει λεπτομερή εκτίμηση των εξόδων των οποίων ζητά την απόδοση από την αιτούσα αρχή.

2.   Η αιτούσα αρχή γνωστοποιεί τη λήψη της αίτησης για απόδοση το συντομότερο δυνατό και, οπωσδήποτε, εντός επτά ημερών από την ημέρα της λήψης.

Εντός δύο μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της λήψης της εν λόγω αίτησης, η αιτούσα αρχή ενημερώνει την αρμόδια αρχή αν και σε ποιο βαθμό συμφωνεί με τους προτεινόμενους διακανονισμούς απόδοσης.

3.   Αν η αιτούσα αρχή και η αρμόδια αρχή δεν καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τους διακανονισμούς απόδοσης, η αρμόδια αρχή συνεχίζει τις διαδικασίες είσπραξης κατά το συνήθη τρόπο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 29

Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή πριν από τις 15 Μαρτίου εκάστου έτους, κατά το δυνατό με ηλεκτρονικά μέσα, για τη χρήση των διαδικασιών που αναφέρονται στην οδηγία 2008/55/ΕΚ καθώς και για τα αποτελέσματα που επέτυχε κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.

Κατά την ενημέρωση αυτή κοινοποιούνται τα στοιχεία που περιέχονται στο υπόδειγμα του εντύπου του παραρτήματος IV του παρόντος κανονισμού.

Η κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών που αφορούν τη φύση των απαιτήσεων για τις οποίες ζητήθηκε ή παρασχέθηκε συνδρομή για είσπραξη περιλαμβάνει τα στοιχεία τα οποία περιέχονται στο έντυπο του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 30

Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή το όνομα και τη διεύθυνση των αρμόδιων αρχών για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, καθώς και τους υπαλλήλους που έχουν εξουσιοδοτηθεί για διακανονισμούς βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 3 της οδηγίας 2008/55/ΕΚ.

Άρθρο 31

Η οδηγία 2002/94/ΕΚ καταργείται.

Οι αναφορές στην εν λόγω οδηγία θεωρούνται αναφορές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 32

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

László KOVÁCS

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 150 της 10.6.2008, σ. 28.

(2)  ΕΕ L 337 της 13.12.2002, σ. 41.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Image

Image

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Image

Image

Image

Image

Image

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Image


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/44


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1180/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με τη θέσπιση συστήματος κοινοποίησης πληροφοριών για ορισμένες παραδόσεις βοείου και χοιρείου κρέατος, το οποίο μεταφέρεται στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 170 και το άρθρο 192 σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2584/2000 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος κοινοποίησης πληροφοριών για ορισμένες παραδόσεις βοείου και χοιρείου κρέατος, το οποίο μεταφέρεται στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας (2), έχει τροποποιηθεί (3) ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ διοικητικών αρχών για την ορθή εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, το οποίο επισυνάπτεται στη συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας για τη σύναψη εταιρικής σχέσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Ρωσικής Ομοσπονδίας, αφετέρου (4), προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, ιδίως μέσω της πρόληψης, του εντοπισμού και της διερεύνησης των παραβάσεων της εν λόγω νομοθεσίας. Για την υλοποίηση της διοικητικής αυτής συνδρομής, η Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (στο εξής OLAF) και οι ρωσικές αρχές συνήψαν συμφωνία σχετικά με τη δημιουργία μηχανισμού ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις κινήσεις εμπορευμάτων μεταξύ της Κοινότητας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(3)

Στο πλαίσιο της διοικητικής αυτής συνδρομής, πρέπει, ιδίως όσον αφορά τις μεταφορές προϊόντων βοείου και χοιρείου κρέατος με προορισμό τη Ρωσική Ομοσπονδία, να καθοριστούν, αφενός, οι πληροφορίες που πρέπει να διαβιβάζουν οι συναλλασσόμενοι στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και, αφετέρου, το σύστημα κοινοποίησης των πληροφοριών αυτών μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, της OLAF και των ρωσικών αρχών.

(4)

Οι πληροφορίες αυτές, καθώς και το σύστημα επικοινωνίας πρέπει να επιτρέπουν την παρακολούθηση των εξαγωγών των υπό εξέταση προϊόντων προς τη Ρωσική Ομοσπονδία και τον εντοπισμό, ενδεχομένως, περιπτώσεων στις οποίες δεν οφείλεται επιστροφή και πρέπει να ανακτηθεί.

(5)

Μετά από σημαντική περίοδο εφαρμογής θα διεξαχθεί αξιολόγηση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Η επανεξέταση βάσει της αξιολόγησης αυτής είναι δυνατόν, κατά περίπτωση, να οδηγήσει σε επέκταση της εφαρμογής των διατάξεων αυτών στις εξαγωγές άλλων προϊόντων, καθώς και σε δημοσιονομικές συνέπειες σε περίπτωση τήρησης ή μη τήρησης των προβλεπόμενων υποχρεώσεων.

(6)

Το άρθρο 16 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/1999 της Επιτροπής, της 15ης Απριλίου 1999, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εξαγωγής για τα γεωργικά προϊόντα (5), ορίζει ότι η Επιτροπή μπορεί να προβλέψει, σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, ότι η απόδειξη εισαγωγής θεωρείται ότι παρέχεται μέσω ενός ειδικού εγγράφου ή με κάθε άλλο τρόπο. Κατά συνέπεια, για τις εξαγωγές που προβλέπονται βάσει του παρόντος κανονισμού, οι προερχόμενες από τις ρωσικές αρχές πληροφορίες θα πρέπει να θεωρούνται ως ένας νέος τρόπος απόδειξης που προστίθεται στα ήδη υφιστάμενα μέσα.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται στις παραδόσεις προϊόντων των τομέων του βοείου και χοιρείου κρέατος, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 0201, 0202 και 0203 και μεταφέρονται στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας (εφεξής: «Ρωσία»), για τις οποίες οι διασαφήσεις εξαγωγής συνοδεύονται από αίτηση επιστροφής κατά την εξαγωγή.

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις παραδόσεις προϊόντων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο όταν η ποσότητα δεν υπερβαίνει τα 3 000 χιλιόγραμμα.

Άρθρο 2

Οι εξαγωγείς που επιθυμούν να ωφεληθούν από τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 κοινοποιούν στον κεντρικό οργανισμό που ορίζει το κράτος μέλος εξαγωγής, για κάθε διασάφηση εξαγωγής, εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία εκφόρτωσης των προϊόντων στη Ρωσία, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον αριθμό της διασάφησης εξαγωγής, το τελωνείο εξαγωγής και την ημερομηνία διεκπεραίωσης των τελωνειακών εξαγωγικών διατυπώσεων·

β)

την περιγραφή των προϊόντων, με ένδειξη των οκταψήφιων κωδικών προϊόντων της συνδυασμένης ονοματολογίας·

γ)

την καθαρή ποσότητα σε χιλιόγραμμα·

δ)

τον αριθμό του δελτίου TIR, ή τον αριθμό αναφοράς του ρωσικού τελωνειακού εγγράφου εσωτερικής διαμετακόμισης DKD, ή τον αριθμό δήλωσης διάθεσης στην κατανάλωση στη Ρωσία TD1/IM40·

ε)

τον αριθμό του εμπορευματοκιβωτίου, αν έχει εφαρμογή·

στ)

τον αριθμό ταυτοποίησης ή και την ονομασία του μεταφορικού μέσου κατά την είσοδο της παράδοσης στη Ρωσία·

ζ)

τον αριθμό αδείας της αποθήκης υπό τελωνειακό έλεγχο, στην οποία παραδόθηκε το προϊόν στη Ρωσία·

η)

την ημερομηνία παράδοσης του προϊόντος στην αποθήκη υπό τελωνειακό έλεγχο στη Ρωσία.

Άρθρο 3

1.   Ο κεντρικός οργανισμός του οικείου κράτους μέλους, ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 2, διαβιβάζει με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο τις ληφθείσες πληροφορίες στην OLAF, εντός δύο εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής τους.

2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2, καθώς και ένας κωδικός αριθμός για κάθε εξαγωγή, διαβιβάζονται από την OLAF στις ρωσικές τελωνειακές αρχές αμέσως μετά την παραλαβή τους.

3.   Η OLAF ενημερώνει τον κεντρικό οργανισμό του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, ανάλογα με την περίπτωση, σχετικά με την απάντηση των ρωσικών τελωνειακών αρχών εντός δύο εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λήψης της απάντησης ή σχετικά με την απουσία απάντησης των εν λόγω αρχών εντός δύο εργάσιμων ημερών μετά τη λήξη της περιόδου των τριών εβδομάδων που έχει ορισθεί για την απάντηση των ρωσικών αρχών στο πλαίσιο του διοικητικού διακανονισμού που έχει συναφθεί με τις αρχές αυτές.

Άρθρο 4

1.   Οι πληροφορίες των άρθρων 1 και 2 δεν συνιστούν συμπληρωματικούς όρους ως προς εκείνους που έχουν θεσπιστεί για τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή στους υπό εξέταση τομείς.

2.   Όταν είναι θετική, η απάντηση των ρωσικών αρχών που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 θεωρείται ως απόδειξη διεκπεραίωσης των τελωνειακών εισαγωγικών διατυπώσεων σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/1999.

Άρθρο 5

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2584/2000 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό θεωρούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος II.

Άρθρο 6

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 298 της 25.11.2000, σ. 16.

(3)  Βλέπε παράρτημα I.

(4)  ΕΕ L 327 της 28.11.1997, σ. 48.

(5)  ΕΕ L 102 της 17.4.1999, σ. 11.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Καταργούμενος κανονισμός με τη διαδοχική του τροποποίηση

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2584/2000 της Επιτροπής

(ΕΕ L 298 της 25.11.2000, σ. 16)

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2003 της Επιτροπής

(ΕΕ L 7 της 11.1.2003, σ. 58)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2584/2000

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1-4

Άρθρο 1-4

Άρθρο 5

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 6

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Παράρτημα I

Παράρτημα II


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/47


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1181/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 616/2007 για το άνοιγμα και τον τρόπο διαχείρισης κοινοτικών δασμολογικών ποσοστώσεων για το κρέας πουλερικών καταγωγής Βραζιλίας, Ταϊλάνδης και άλλων τρίτων χωρών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (1), και ιδίως το άρθρο 144 παράγραφος 1 και το άρθρο 148, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

την απόφαση 2007/360/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2007, σχετικά με τη σύναψη συμφωνιών υπό μορφή συμφωνηθέντων πρακτικών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας και μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Ταϊλάνδης για την τροποποίηση των παραχωρήσεων όσον αφορά τα κρέατα πουλερικών, δυνάμει του άρθρου XXVIII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 (ΓΣΔΕ του 1994) (2), και ιδίως το άρθρο 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 616/2007 της Επιτροπής (3) προβλέπει, στο άρθρο 5 παράγραφος 2, ότι οι αιτήσεις πιστοποιητικών συνοδεύονται από σύσταση εγγύησης 50 EUR ανά 100 χιλιόγραμμα.

(2)

Λαμβανομένων υπόψη των νέων όρων που εφαρμόζονται στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής Βραζιλίας, κρίνεται σκόπιμο να καθοριστεί το ποσό της εγγύησης για τα πιστοποιητικά σε κατάλληλο επίπεδο, ώστε να διασφαλίζονται η ορθή διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων και η ικανοποιητική πρόσβαση των επιχειρηματιών σε αυτές.

(3)

Λαμβανομένης υπόψη της μείωσης της εγγύησης, είναι σκόπιμο, επίσης για λόγους ορθής διαχείρισης, να αυξηθεί η μέγιστη ποσότητα την οποία δικαιούται να ζητήσει κάθε επιχειρηματίας για τις ποσοστώσεις της ομάδας 1.

(4)

Ως εκ τούτου, πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 616/2007.

(5)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η περίοδος υποβολής των αιτήσεων για την επόμενη υποπερίοδο αρχίζει την 1η Δεκεμβρίου 2008, είναι απαραίτητο να αρχίσει να εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός από την ημερομηνία αυτή.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 4 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 616/2007 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Οι αιτήσεις έκδοσης πιστοποιητικού πρέπει να αφορούν τουλάχιστον 100 τόνους και, κατ’ ανώτατο όριο, το 10 % της διαθέσιμης ποσότητας για τη συγκεκριμένη ποσόστωση στη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου ή υποπεριόδου. Ωστόσο, για τις ομάδες 2 και 3, οι αιτήσεις έκδοσης πιστοποιητικού μπορούν να αφορούν κατ’ ανώτατο όριο το 5 % της διαθέσιμης ποσότητας για τη συγκεκριμένη ποσόστωση στη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου ή υποπεριόδου.

Για τις ομάδες 3, 6 και 8, η ελάχιστη ποσότητα, την οποία πρέπει να αφορά η αίτηση έκδοσης πιστοποιητικού, μειώνεται σε 10 τόνους.»

Άρθρο 2

Το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 616/2007 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι αιτήσεις πιστοποιητικών συνοδεύονται από σύσταση εγγύησης 50 EUR ανά 100 χιλιόγραμμα.

Ωστόσο, για τις αιτήσεις που αφορούν τις ομάδες 1, 4 και 7, το ποσό της εγγύησης ανέρχεται σε 10 EUR ανά 100 χιλιόγραμμα.»

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Δεκεμβρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 138 της 30.5.2007, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 142 της 5.6.2007, σ. 5.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/49


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1182/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28 Νοεμβρίου 2008

σχετικά με τον εκ των προτέρων καθορισμό, για το 2009, του ποσού της ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 43 στοιχεία α) και δ) σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει τη χορήγηση ενίσχυσης για την ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου.

(2)

Η εξέλιξη των τιμών και των αποθεμάτων βουτύρου καταδεικνύει ανισορροπία της αγοράς η οποία μπορεί να εξαλειφτεί ή να περιοριστεί μέσω της εποχικής αποθεματοποίησης. Λαμβανομένης υπόψη της υφιστάμενης κατάστασης της αγοράς, κρίνεται σκόπιμο να χορηγηθεί ενίσχυση για την ιδιωτική αποθεματοποίηση βουτύρου από την 1η Ιανουαρίου 2009.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 826/2008 της Επιτροπής, της 20ης Αυγούστου 2008, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση ορισμένων γεωργικών προϊόντων (2) θεσπίζει κοινούς κανόνες εφαρμογής του καθεστώτος ενίσχυσης στην ιδιωτική αποθεματοποίηση.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, χορηγείται ενίσχυση η οποία καθορίζεται εκ των προτέρων σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες και τους όρους που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του εν λόγω κανονισμού.

(5)

Για τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος μέτρου λαμβανομένης υπόψη της υφιστάμενης πρακτικής στα κράτη μέλη, το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008 πρέπει να αφορά μόνο τα προϊόντα τα οποία έχουν πλήρως αποθεματοποιηθεί. Συνεπώς, πρέπει να προβλεφθεί παρέκκλιση από το εν λόγω άρθρο.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, η ενίσχυση καθορίζεται με βάση τις δαπάνες αποθεματοποίησης και την ενδεχόμενη εξέλιξη των τιμών για το νωπό βούτυρο και το βούτυρο από τα αποθέματα.

(7)

Κρίνεται σκόπιμο να καθορισθεί ενίσχυση για τις δαπάνες εισόδου και εξόδου των σχετικών προϊόντων καθώς και τις ημερήσιες δαπάνες αποθήκευσης υπό ψύξη και τις χρηματοοικονομικές δαπάνες.

(8)

Για λόγους διοικητικής αποτελεσματικότητας και απλοποίησης, εφόσον οι απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με τις λεπτομέρειες αποθεματοποίησης συμπεριλαμβάνονται ήδη στην αίτηση ενίσχυσης, πρέπει να αρθεί η υποχρέωση κοινοποίησης των ίδιων πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, μετά τη σύναψη της σύμβασης.

(9)

Για λόγους απλοποίησης και εφοδιαστικής αποτελεσματικότητας, δεν πρέπει να απαιτείται η ένδειξη του αριθμού της σύμβασης σε κάθε μονάδα που αποθεματοποιείται εφόσον ο αριθμός αυτός αναφέρεται στο μητρώο της αποθήκης.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός προβλέπει ενίσχυση για την ιδιωτική αποθεματοποίηση αλατισμένου και μη αλατισμένου βουτύρου όπως αναφέρεται στο άρθρο 28 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τις συμβάσεις που συνάπτονται το 2009.

Άρθρο 2

1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 826/2008 εφαρμόζεται, πλην αντιθέτων διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, οι αιτήσεις αφορούν μόνο προϊόντα τα οποία έχουν πλήρως αποθεματοποιηθεί.

Άρθρο 3

Η μονάδα μέτρησης που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008 είναι η «παρτίδα αποθεματοποίησης» η οποία αντιστοιχεί στην ποσότητα του προϊόντος που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό, το οποίο ζυγίζει τουλάχιστον ένα τόνο, έχει ομοιογενή σύνθεση και ποιότητα, έχει παραχθεί σε ένα μόνο εργοστάσιο, έχει τεθεί σε αποθεματοποίηση την ίδια ημέρα σε μια μόνο αποθήκη.

Άρθρο 4

1.   Η ενίσχυση για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 είναι:

15,62 EUR ανά τόνο αποθεματοποίησης, όσον αφορά τα πάγια έξοδα αποθεματοποίησης,

0,44 EUR ανά τόνο, ανά ημέρα συμβατικής αποθεματοποίησης.

2.   Η είσοδος στη συμβατική αποθεματοποίηση πραγματοποιείται μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 15ης Αυγούστου 2009. Η έξοδος από το απόθεμα μπορεί να πραγματοποιηθεί από τις 16 Αυγούστου 2009. Η συμβατική αποθεματοποίηση λήγει μια ημέρα πριν από την έξοδο από το απόθεμα ή το αργότερο την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου που έπεται του έτους της εισόδου στο απόθεμα.

3.   Η ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί μόνο εφόσον η περίοδος συμβατικής αποθεματοποίησης είναι μεταξύ 90 και 227 ημερών.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε Τρίτη έως τις 12:00, (ώρα Βρυξελλών) τις ποσότητες για τις οποίες έχουν συναφθεί συμβάσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, καθώς και τις ποσότητες προϊόντων για τις οποίες έχουν υποβληθεί αιτήσεις για τη σύναψη συμβάσεων.

Άρθρο 6

1.   Το άρθρο 20, παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού 826/2008 δεν εφαρμόζεται.

2.   Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να αναγράφουν τον αριθμό της σύμβασης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 826/2008, υπό την προϋπόθεση ότι ο υπεύθυνος της αποθήκης αναλαμβάνει τη δέσμευση να εγγράψει τον αριθμό της σύμβασης στο μητρώο που αναφέρεται στο παράρτημα Ι σημείο ΙΙΙ του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 7

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται στις αιτήσεις ενίσχυσης που υποβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 223 της 21.8.2008, σ. 3.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/51


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1183/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1019/2002 για τις προδιαγραφές εμπορίας του ελαιολάδου

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχείο α) και το άρθρο 121 στοιχείο η), σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1019/2002 της Επιτροπής (2) προβλέπει κανόνες προσδιορισμού ορισμένων προαιρετικών ενδείξεων για τα ελαιόλαδα. Σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού, οι ενδείξεις των οργανοληπτικών χαρακτηριστικών των παρθένων ελαιολάδων μπορούν να αναγράφονται στις ετικέτες μόνον αν βασίζονται στα αποτελέσματα αναλυτικής μεθόδου, η οποία προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2568/91 της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των ελαιολάδων και των πυρηνελαίων καθώς και με τις μεθόδους προσδιορισμού (3). Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1019/2002, αυτή η διάταξη πρέπει να εφαρμόζεται από τις 30 Νοεμβρίου 2008.

(2)

Οι εργασίες του Διεθνούς Ελαιοκομικού Συμβουλίου (COI) με αντικείμενο την αναζήτηση νέων μεθόδων οργανοληπτικής αξιολόγησης που επιτρέπουν τη διεύρυνση των θετικών χαρακτηριστικών των παρθένων ελαιολάδων, ολοκληρώθηκαν το Νοέμβριο 2007. Η προσαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στην αναθεωρημένη μέθοδο του COI επιβάλλει τροποποίηση του άρθρου 5 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1019/2002. Η προσαρμογή αυτή εντάσσεται στην τροποποίηση πολλών κανόνων επισήμανσης του ελαιολάδου, η οποία αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουλίου 2009. Δεν είναι σκόπιμο, ιδιαιτέρως για τους φορείς που θα πρέπει να προσαρμόσουν την επισήμανση των προϊόντων τους, να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 5 στοιχείο γ) για περίοδο περιορισμένη στο διάστημα μεταξύ 30 Νοεμβρίου 2008 και 30 Ιουνίου 2009.

(3)

Είναι σκόπιμο να μετατεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου 5 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1019/2002 στην 1η Ιουλίου 2009.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1019/2002 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1019/2002, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το άρθρο 5 στοιχείο γ) εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2009.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 30 Νοεμβρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  EE L 155 της 14.6.2002, σ. 27.

(3)  ΕΕ L 248 της 5.9.1991, σ. 1.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/52


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1184/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

περί θεσπίσεως απαγόρευσης της αλιείας ρέγγας στα κοινοτικά και διεθνή ύδατα των ζωνών Vb, VIb και VIaN από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 2008 περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2008.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2008.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος, το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2008, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Θαλάσσιων Υποθέσεων και Αλιείας


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 19 της 23.1.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

62/T&Q

Κράτος μέλος

FRA

Απόθεμα

HER/5B6ANB.

Είδος

Ρέγγα (Clupea harengus)

Ζώνη

Κοινοτικά και διεθνή ύδατα των ζωνών Vb, VIb και VIaN

Ημερομηνία

8.10.2008


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/54


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1185/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

περί θεσπίσεως απαγόρευσης της αλιείας καλκανιού στον Εύξεινο Πόντο από σκάφη που φέρουν σημαία Βουλγαρίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1579/2007 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2007, περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στον Εύξεινο Πόντο (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2008.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2008.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος, το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2008, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Θαλάσσιων Υποθέσεων και Αλιείας


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 346 της 29.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

01/MED

Κράτος μέλος

BGR

Απόθεμα

TUR/F3742C

Είδος

Καλκάνι (Psetta maxima)

Ζώνη

Εύξεινος Πόντος

Ημερομηνία

15.9.2008


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/56


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1186/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών στον τομέα των σιτηρών από την 1η Δεκεμβρίου 2008

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1249/96 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1996, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου όσον αφορά τους εισαγωγικούς δασμούς στον τομέα των σιτηρών (2), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 136 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει ότι, για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1001 10 00, 1001 90 91, ex 1001 90 99 (μαλακό σιτάρι υψηλής ποιότητας), 1002, ex 1005 εκτός από τα υβρίδια προς σπορά, και ex 1007 εκτός από τα υβρίδια προς σπορά, ο εισαγωγικός δασμός ισούται με την τιμή παρέμβασης που ισχύει για τα προϊόντα αυτά κατά την εισαγωγή τους, προσαυξημένη κατά 55 %, μείον την τιμή εισαγωγής cif που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο φορτίο. Ωστόσο, ο δασμός αυτός δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τον δασμολογικό συντελεστή του κοινού δασμολογίου.

(2)

Το άρθρο 136 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει ότι, για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, καθορίζονται σε τακτικά διαστήματα αντιπροσωπευτικές τιμές εισαγωγής cif για τα προϊόντα αυτά.

(3)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96, η τιμή που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1001 10 00, 1001 90 91, ex 1001 90 99 (μαλακό σιτάρι υψηλής ποιότητας), 1002 00, 1005 10 90, 1005 90 00 και 1007 00 90 είναι η ημερήσια αντιπροσωπευτική τιμή εισαγωγής cif που ορίζεται βάσει της μεθόδου που προβλέπεται στο άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

(4)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι εισαγωγικοί δασμοί για την περίοδο από την 1η Δεκεμβρίου 2008, οι οποίοι θα ισχύουν έως τον εκ νέου καθορισμό τους.

(5)

Ωστόσο, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2008 της Επιτροπής, της 26ης Ιουνίου 2008, περί προσωρινής αναστολής των δασμών κατά την εισαγωγή ορισμένων σιτηρών για την περίοδο εμπορίας 2008/2009 (3), αναστέλλεται η εφαρμογή ορισμένων δασμών που καθορίζονται με τον παρόντα κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Από την 1η Δεκεμβρίου 2008, οι εισαγωγικοί δασμοί στον τομέα των σιτηρών οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 136 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 καθορίζονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού βάσει των στοιχείων του παραρτήματος II.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Δεκεμβρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 161 της 29.6.1996, σ. 125.

(3)  ΕΕ L 166 της 27.6.2008, σ. 19.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Εισαγωγικοί δασμοί για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 136 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, οι οποίοι εφαρμόζονται από την 1η Δεκεμβρίου 2008

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή των εμπορευμάτων

Εισαγωγικός δασμός (1)

(EUR/t)

1001 10 00

ΣΙΤΑΡΙ σκληρό εκλεκτής ποιότητας

0,00

μέσης ποιότητας

0,00

βασικής ποιότητας

0,00

1001 90 91

ΣΙΤΑΡΙ μαλακό, για σπορά

0,00

ex 1001 90 99

ΣΙΤΑΡΙ μαλακό εκλεκτής ποιότητας, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά

0,00

1002 00 00

ΣΙΚΑΛΗ

23,12

1005 10 90

ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ για σπορά, εκτός από το υβρίδιο

21,34

1005 90 00

ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ, εκτός από αυτό που προορίζεται για σπορά (2)

21,34

1007 00 90

ΣΟΡΓΟ σε κόκκους, εκτός από το υβρίδιο που προορίζεται για σπορά

23,12


(1)  Για τα εμπορεύματα που φθάνουν στην Κοινότητα από τον Ατλαντικό Ωκεανό ή μέσω της διώρυγας του Σουέζ, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96, ο εισαγωγέας μπορεί να επωφεληθεί μείωσης των δασμών κατά:

3 EUR/t, εάν το λιμάνι εκφόρτωσης βρίσκεται στη Μεσόγειο θάλασσα,

2 EUR/t, εάν το λιμάνι εκφόρτωσης βρίσκεται στη Δανία, στην Εσθονία, στην Ιρλανδία, στη Λεττονία, στη Λιθουανία, στην Πολωνία, στη Φινλανδία, στη Σουηδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο ή από την πλευρά του Ατλαντικού της Ιβηρικής Χερσονήσου.

(2)  Ο εισαγωγέας μπορεί να επωφεληθεί κατ’ αποκοπή μείωσης 24 EUR/t όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Στοιχεία υπολογισμού των δασμών που καθορίζονται στο παράρτημα Ι

14.11.2008-27.11.2008

1.

Μέσοι όροι κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96:

(EUR/t)

 

Σιτάρι μαλακό (1)

Καλαμπόκι

Σκληρό σιτάρι, εκλεκτής ποιότητας

Σκληρό σιτάρι, μέσης ποιότητας (2)

Σκληρό σιτάρι, χαμηλής ποιότητας (3)

Κριθή

Χρηματιστήριο

Minnéapolis

Chicago

Τιμή

190,56

112,79

Τιμή fob USA

241,10

231,10

211,10

125,25

Πριμοδότηση για τον Κόλπο

12,34

Πριμοδότηση για τις Μεγάλες Λίμνες

27,27

2.

Μέσοι όροι κατά την περίοδο αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96:

Ναύλος/κόστος: Κόλπος του Μεξικού–Ρότερνταμ:

11,99 EUR/t

Ναύλος/κόστος: Μεγάλες Λίμνες–Ρότερνταμ:

10,09 EUR/t


(1)  Θετική πριμοδότηση 14 EUR/t ενσωματωμένη [άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96].

(2)  Αρνητική πριμοδότηση 10 EUR/t [άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96].

(3)  Αρνητική πριμοδότηση 30 EUR/t [άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1249/96].


ΟΔΗΓΙΕΣ

29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/59


ΟΔΗΓΊΑ 2008/96/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 19ης Νοεμβρίου 2008

για τη διαχείριση της ασφάλειας των οδικών υποδομών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο γ),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το οδικό διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών που καθορίζεται στην απόφαση αριθ. 1692/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, περί των κοινοτικών προσανατολισμών για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών (3), έχει εξαιρετική σημασία για την υποστήριξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και συνοχής, καθώς και για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ευημερίας. Θα πρέπει ιδίως να εξασφαλισθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας.

(2)

Η Επιτροπή, στη Λευκή Βίβλο της 12ης Σεπτεμβρίου 2001 με τίτλο «η Ευρωπαϊκή Πολιτική Μεταφορών με ορίζοντα το έτος 2010: η ώρα των επιλογών», διατύπωσε την άποψη ότι είναι αναγκαίο να πραγματοποιούνται εκτιμήσεις των επιπτώσεων και έλεγχοι της οδικής ασφάλειας, έτσι ώστε να εντοπίζονται και να αντιμετωπίζονται τα οδικά τμήματα υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων εντός της Κοινότητας. Έθεσε επίσης το στόχο να μειωθεί κατά το ήμισυ ο αριθμός των θανάτων στους ευρωπαϊκούς δρόμους μεταξύ 2001 και 2010.

(3)

Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της, της 2ας Ιουνίου 2003, «Ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για την οδική ασφάλεια — Μείωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση του αριθμού των θυμάτων σε τροχαία ατυχήματα κατά το ήμισυ από σήμερα έως το 2010: ένα ζήτημα που μας αφορά όλους» χαρακτήρισε τις οδικές υποδομές ως τον τρίτο πυλώνα της πολιτικής οδικής ασφάλειας, ο οποίος θα πρέπει να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη του στόχου της Κοινότητας να μειωθούν τα ατυχήματα.

(4)

Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στο σχεδιασμό των οχημάτων (μέτρα ασφάλειας, ανάπτυξη και εφαρμογή νέων τεχνολογιών), η οποία έχει συντείνει στο να μειωθεί ο αριθμός των νεκρών και των τραυματιών σε τροχαία ατυχήματα. Παρόλα αυτά, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος που έχει τεθεί για το 2010, είναι ανάγκη να αναληφθεί δράση, και σε άλλους τομείς. Η διαχείριση της ασφάλειας των οδικών υποδομών προσφέρει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης που πρέπει να αξιοποιηθούν επωφελώς.

(5)

Η διαμόρφωση κατάλληλων διαδικασιών είναι βασικό εργαλείο για τη βελτίωση της ασφάλειας των οδικών υποδομών στο διευρωπαϊκό οδικό δίκτυο. Οι εκτιμήσεις των επιπτώσεων όσον αφορά την οδική ασφάλεια θα πρέπει να αποδεικνύουν, σε στρατηγικό επίπεδο, τις συνέπειες που μπορεί να έχουν στην οδική ασφάλεια οι διαφορετικές λύσεις σχεδιασμού έργου υποδομής και θα πρέπει να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επιλογή των διαδρομών. Τα αποτελέσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων όσον αφορά την οδική ασφάλεια μπορούν να καταγράφονται σε περισσότερα από ένα έγγραφα. Επίσης, οι έλεγχοι οδικής ασφάλειας θα πρέπει να αναδεικνύουν, με λεπτομέρειες, τα επισφαλή χαρακτηριστικά των έργων οδικής υποδομής. Είναι, επομένως, λογικό να αναπτυχθούν διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται σε αυτά τα δύο πεδία, με σκοπό να αυξηθεί η ασφάλεια στις οδικές υποδομές του διευρωπαϊκού οδικού δικτύου, εξαιρουμένων όμως των οδικών σηράγγων, οι οποίες καλύπτονται από την οδηγία 2004/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις ασφαλείας για τις σήραγγες του διευρωπαϊκού οδικού δικτύου (4).

(6)

Ορισμένα κράτη μέλη διαθέτουν ήδη αποτελεσματικά συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας των οδικών υποδομών. Θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη αυτά να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τις υφιστάμενες μεθόδους τους, υπό την προϋπόθεση ότι οι μέθοδοι αυτές συνάδουν με τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

(7)

Η έρευνα είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τη βελτίωση της ασφάλειας στους δρόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανάπτυξη και επίδειξη συστατικών στοιχείων, μέτρων και μεθόδων (συμπεριλαμβανομένης της τηλεματικής) και η διάδοση των αποτελεσμάτων της έρευνας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην αύξηση της ασφάλειας των οδικών υποδομών.

(8)

Ενδείκνυται να βελτιωθεί το επίπεδο ασφαλείας των υπαρχόντων δρόμων μέσω της συγκέντρωσης των επενδύσεων στα οδικά τμήματα στα οποία παρατηρείται υψηλή συγκέντρωση ατυχημάτων ή/και όπου υπάρχουν οι περισσότερες δυνατότητες μείωσης των ατυχημάτων. Οι οδηγοί, για να είναι σε θέση να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους και να εντείνουν τη συμμόρφωσή τους προς τους κανόνες κυκλοφορίας, ιδίως όσον αφορά τα όρια ταχύτητας, θα πρέπει να προειδοποιούνται για οδικά τμήματα υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων.

(9)

Η κατάταξη της ασφάλειας του δικτύου προσφέρει μεγάλες δυνατότητες αμέσως μόλις τεθεί σε εφαρμογή. Αφού αντιμετωπισθούν τα οδικά τμήματα υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων και ληφθούν διορθωτικά μέτρα, οι επιθεωρήσεις προληπτικής ασφαλείας θα πρέπει να αποκτήσουν σημαντικότερο ρόλο. Οι τακτικές επιθεωρήσεις είναι ουσιαστικό εργαλείο για να αποφεύγονται οι κίνδυνοι στους οποίους είναι δυνατόν να εκτίθενται όλοι οι χρήστες των οδών, ιδίως οι ευάλωτοι, συμπεριλαμβανομένης και της περίπτωσης εκτέλεσης οδικών έργων.

(10)

Η εκπαίδευση και η πιστοποίηση του προσωπικού ασφαλείας μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων και μέσων για την απόκτηση προσόντων επικυρωμένων από τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν στους επαγγελματίες τις αναγκαίες επικαιροποιημένες γνώσεις.

(11)

Για τη βελτίωση της ασφάλειας στους δρόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει να θεσπισθούν διατάξεις για συχνότερη και συνεκτικότερη ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών.

(12)

Για να εξασφαλισθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας στους δρόμους που βρίσκονται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση της ασφάλειας των υποδομών. Η κοινοποίηση των κατευθυντήριων γραμμών αυτών στην Επιτροπή και οι τακτικές εκθέσεις τους σχετικά με την εφαρμογή τους θα πρέπει να θέσουν τα θεμέλια για τη συστηματική βελτίωση της ασφάλειας των υποδομών σε κοινοτικό επίπεδο και να επιτρέψουν την εξέλιξη προς ένα αποτελεσματικότερο σύστημα σε εύθετο χρόνο. Οι εκθέσεις για την εφαρμογή τους θα πρέπει εξάλλου να επιτρέψουν στα υπόλοιπα κράτη μέλη να εντοπίζουν τις πλέον αποτελεσματικές λύσεις, ενώ η συστηματική συλλογή δεδομένων από προηγούμενες/επόμενες μελέτες θα πρέπει να επιτρέψει την επιλογή των πλέον αποτελεσματικών μέτρων ενόψει μελλοντικής δράσης.

(13)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που αφορούν τις επενδύσεις στον τομέα της οδικής ασφάλειας θα πρέπει να εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των κρατών μελών στον τομέα των επενδύσεων για τη συντήρηση του οδικού δικτύου.

(14)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, και συγκεκριμένα η καθιέρωση διαδικασιών για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου οδικής ασφάλειας σε όλο το διευρωπαϊκό οδικό δίκτυο, δεν δύναται να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, επομένως, λόγω των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(15)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (5).

(16)

Ειδικότερα, θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει τα απαιτούμενα κριτήρια για τη βελτίωση των διαδικασιών διαχείρισης της ασφάλειας των οδικών υποδομών και την προσαρμογή των παραρτημάτων στην τεχνική πρόοδο. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβελείας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων διά συμπληρώσεώς της με την προσθήκη νέων μη ουσιωδών στοιχείων, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(17)

Επιβάλλεται να υπάρχουν επαρκείς χώροι στάθμευσης παραπλεύρως των οδών όχι μόνο για την πρόληψη του εγκλήματος, αλλά και για την οδική ασφάλεια. Οι χώροι στάθμευσης παρέχουν τη δυνατότητα στους οδηγούς να κάνουν εγκαίρως στάσεις ανάπαυσης και να συνεχίζουν το ταξίδι τους με πλήρη συγκέντρωση. Η πρόβλεψη επαρκούς αριθμού ασφαλών χώρων στάθμευσης θα πρέπει, συνεπώς, να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της διαχείρισης της ασφάλειας των οδικών υποδομών.

(18)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (6), τα κράτη μέλη παροτρύνονται να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, και να τους δημοσιοποιούν,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία ορίζει την καθιέρωση και την εφαρμογή διαδικασιών για τις εκτιμήσεις των επιπτώσεων οδικής ασφάλειας, τους ελέγχους οδικής ασφάλειας, τη διαχείριση της ασφάλειας του οδικού δικτύου και τις επιθεωρήσεις ασφάλειας από τα κράτη μέλη.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους δρόμους που ανήκουν στο διευρωπαϊκό οδικό δίκτυο, είτε αυτοί είναι στο στάδιο του σχεδιασμού είτε υπό κατασκευή είτε έχουν παραδοθεί στην κυκλοφορία.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ως δέσμη καλών πρακτικών, για την εθνική υποδομή των οδικών μεταφορών που δεν αποτελεί τμήμα του διευρωπαϊκού οδικού δικτύου και που έχει κατασκευασθεί, εν όλω ή εν μέρει, με κοινοτική χρηματοδότηση.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις οδικές σήραγγες που καλύπτονται από την οδηγία 2004/54/ΕΚ.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

1.

«διευρωπαϊκό οδικό δίκτυο», το οδικό δίκτυο, όπως αυτό ορίζεται στο τμήμα 2 του παραρτήματος Ι της απόφασης αριθ. 1692/96/ΕΚ·

2.

«αρμόδιος φορέας», κάθε δημόσιος οργανισμός, ο οποίος έχει συσταθεί σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο και εμπλέκεται στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας λόγω των αρμοδιοτήτων του, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών που έχουν ορισθεί ως αρμόδιοι φορείς και που υπήρχαν πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, εφόσον πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας·

3.

«εκτίμηση των επιπτώσεων της οδικής ασφάλειας», η στρατηγική συγκριτική ανάλυση των επιπτώσεων που έχει ένας νέος δρόμος ή η ουσιαστική τροποποίηση του υπάρχοντος δικτύου στις επιδόσεις ασφαλείας του οδικού δικτύου·

4.

«έλεγχος της οδικής ασφάλειας», η ανεξάρτητη, λεπτομερής, συστηματική και τεχνική επαλήθευση της ασφάλειας των χαρακτηριστικών σχεδιασμού ενός οδικού έργου υποδομής, η οποία καλύπτει όλα τα στάδια, από το σχεδιασμό έως την αρχική λειτουργία του·

5.

«κατάταξη τμημάτων υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων», η μέθοδος εντοπισμού, ανάλυσης και κατάταξης τμημάτων του οδικού δικτύου, τα οποία είναι σε λειτουργία επί περισσότερο από τρία έτη και στα οποία έχει σημειωθεί μεγάλος αριθμός θανατηφόρων ατυχημάτων συγκριτικά με την κυκλοφοριακή ροή·

6.

«κατάταξη του δικτύου ασφάλειας», η μέθοδος για τον εντοπισμό, την ανάλυση και την κατάταξη τμημάτων του υφιστάμενου οδικού δικτύου σύμφωνα με τη δυναμικότητά τους για αύξηση της ασφάλειας και μείωση του κόστους των ατυχημάτων·

7.

«επιθεώρηση ασφαλείας», ο τακτικός περιοδικός έλεγχος των χαρακτηριστικών και των ελλείψεων που απαιτούν εργασίες συντήρησης για λόγους ασφαλείας·

8.

«κατευθυντήριες γραμμές», τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη, τα οποία καθορίζουν τα στάδια που πρέπει να ακολουθούνται και τα στοιχεία που πρέπει να εξετάζονται κατά την εφαρμογή των διαδικασιών ασφαλείας που ορίζει η παρούσα οδηγία·

9.

«έργο υποδομής», το έργο κατασκευής νέας οδικής υποδομής ή ουσιαστικής τροποποίησης του υπάρχοντος δικτύου, το οποίο επηρεάζει την κυκλοφοριακή ροή.

Άρθρο 3

Αξιολόγηση των επιπτώσεων της οδικής ασφάλειας για έργα υποδομής

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η αξιολόγηση των επιπτώσεων οδικής ασφαλείας πραγματοποιείται για όλα τα έργα υποδομής.

2.   Η αξιολόγηση των επιπτώσεων οδικής ασφαλείας πραγματοποιείται κατά το στάδιο του αρχικού σχεδιασμού πριν να εγκριθεί το έργο υποδομής. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθειες για να τηρήσουν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα I.

3.   Η αξιολόγηση των επιπτώσεων οδικής ασφάλειας προσδιορίζει τα θέματα οδικής ασφάλειας που συμβάλλουν στην επιλογή της προτεινόμενης λύσης. Παρέχει επίσης όλες τις σχετικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ανάλυση κόστους/οφέλους των διαφόρων εναλλακτικών λύσεων που εξετάσθηκαν.

Άρθρο 4

Έλεγχοι οδικής ασφάλειας για έργα υποδομής

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι πραγματοποιούνται έλεγχοι της οδικής ασφάλειας σε όλα τα έργα υποδομής.

2.   Κατά την πραγματοποίηση ελέγχων της οδικής ασφάλειας, τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθειες για να τηρήσουν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι διορίζεται ελεγκτής για τον έλεγχο των σχεδιαστικών χαρακτηριστικών ενός έργου υποδομής.

Ο ελεγκτής διορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9, παράγραφος 4, και έχει τα απαραίτητα προσόντα και την εκπαίδευση που ορίζονται στο άρθρο 9. Όταν οι έλεγχοι διενεργούνται από ομάδες, τουλάχιστον ένα μέλος της ομάδας διαθέτει πιστοποιητικό επάρκειας κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 9 παράγραφος 3.

3.   Οι έλεγχοι της οδικής ασφάλειας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας σχεδιασμού του έργου υποδομής, από την προμελέτη, το λεπτομερή σχεδιασμό του, πριν την παράδοσή του στην κυκλοφορία και έως την αρχική λειτουργία του.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο ελεγκτής καθορίζει σχεδιαστικά στοιχεία κρίσιμης σημασίας για την ασφάλεια σε έκθεσή για κάθε στάδιο του έργου υποδομής. Εάν, κατά τον έλεγχο, εντοπισθούν επισφαλή χαρακτηριστικά αλλά δεν διορθωθεί ο σχεδιασμός πριν από το τέλος του αντίστοιχου σταδίου, κατά τα αναφερόμενα στο παράρτημα ΙΙ, ο αρμόδιος φορέας εκθέτει τους λόγους σε παράρτημα της σχετικής έκθεσης.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η αναφερόμενη στην παράγραφο 4 έκθεση καταλήγει σε δέουσες συστάσεις από άποψη ασφάλειας.

Άρθρο 5

Κατάταξη και διαχείριση της ασφάλειας στο εν λειτουργία οδικό δίκτυο

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η κατάταξη των οδικών τμημάτων υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων και η κατάταξη της ασφάλειας στο εν λειτουργία οδικό δίκτυο πραγματοποιούνται βάσει επανεξετάσεων, διενεργουμένων τουλάχιστον ανά τριετία, της λειτουργίας του οδικού δικτύου. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθειες για να τηρούν τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα οδικά τμήματα που παρουσιάζουν υψηλότερη προτεραιότητα σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κατάταξης οδικών τμημάτων υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων καθώς και της κατάταξης ασφάλειας δικτύου αξιολογούνται από ομάδες εμπειρογνωμόνων με επιτόπιες επισκέψεις και με βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο 3 του παραρτήματος ΙΙΙ. Τουλάχιστον ένα μέλος της ομάδας εμπειρογνωμόνων πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχείο α).

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα οδικά τμήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 αποτελούν αντικείμενο διορθωτικών μέτρων. Προτεραιότητα δίδεται στα μέτρα που αναφέρονται στο σημείο 3 στοιχείο ε) του παραρτήματος ΙΙΙ, με ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνα που παρουσιάζουν την καλύτερη σχέση οφέλους — κόστους.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι με την τοποθέτηση κατάλληλων σημάτων οι χρήστες των οδών ειδοποιούνται για την πραγματοποίηση επισκευαστικών εργασιών σε τμήματα των οδικών υποδομών που είναι δυνατόν να διακυβεύσουν την ασφάλεια των χρηστών των οδών. Τα σήματα αυτά συμπεριλαμβάνουν επίσης φωτεινά σήματα, ορατά κατά την ημέρα και τη νύκτα, που τοποθετούνται σε ασφαλή απόσταση και πληρούν τις διατάξεις της σύμβασης της Βιέννης περί οδικής σημάνσεως και σηματοδοτήσεως του 1968.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι χρήστες των οδών ενημερώνονται για την ύπαρξη τμήματος υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων με ενδεδειγμένα μέτρα. Εάν κράτος μέλος αποφασίσει να χρησιμοποιήσει σήμανση, αυτή είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της σύμβασης της Βιέννης περί οδικής σημάνσεως και σηματοδοτήσεως του 1968.

Άρθρο 6

Επιθεωρήσεις ασφαλείας

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι πραγματοποιούνται επιθεωρήσεις ασφαλείας στους εν λειτουργία δρόμους, προκειμένου να εντοπίζονται τα χαρακτηριστικά οδικής ασφάλειας και να προλαμβάνονται τα ατυχήματα.

2.   Οι επιθεωρήσεις ασφαλείας περιλαμβάνουν περιοδικές επιθεωρήσεις του οδικού δικτύου και αξιολογήσεις των πιθανών επιπτώσεων της εκτέλεσης οδικών έργων σε σχέση με την ασφάλεια της κυκλοφοριακής ροής.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι περιοδικές επιθεωρήσεις πραγματοποιούνται από τον αρμόδιο φορέα. Οι εν λόγω επιθεωρήσεις είναι αρκετά συχνές ώστε να διασφαλίζονται τα ενδεδειγμένα επίπεδα ασφάλειας στην υπό εξέταση οδική υποδομή.

4.   Με την επιφύλαξη των κατευθυντήριων γραμμών που υιοθετούνται βάσει του άρθρου 8, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με προσωρινά μέτρα ασφάλειας για οδικά έργα. Εφαρμόζουν επίσης κατάλληλο πρόγραμμα επιθεωρήσεων με σκοπό να εξασφαλίσουν ότι εφαρμόζονται ορθά αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές.

Άρθρο 7

Διαχείριση δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, για κάθε θανατηφόρο ατύχημα σε δρόμο που εμπίπτει στο άρθρο 1 παράγραφος 2, συντάσσεται έκθεση ατυχήματος από τον αρμόδιο φορέα. Τα κράτη μέλη καταβάλλουν προσπάθειες να συμπεριλάβουν στην εν λόγω έκθεση έκαστο των στοιχείων που απαριθμούνται στο παράρτημα IV.

2.   Τα κράτη μέλη υπολογίζουν το μέσο κοινωνικό κόστος ενός θανατηφόρου ατυχήματος και το μέσο κοινωνικό κόστος ενός σοβαρού ατυχήματος στο έδαφός τους. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να διαφοροποιήσουν περαιτέρω τις κλίμακες κόστους, οι οποίες επικαιροποιούνται τουλάχιστον ανά πενταετία.

Άρθρο 8

Υιοθέτηση και ανακοίνωση κατευθυντήριων γραμμών

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κατευθυντήριες γραμμές, εάν δεν υφίστανται ήδη, θεσπίζονται μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου 2011, προκειμένου να συνδράμουν τους αρμόδιους φορείς στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές εντός τριών μηνών από τη θέσπιση ή την τροποποίησή τους.

3.   Η Επιτροπή τις δημοσιεύει σε δημόσιο ιστότοπο στο Διαδίκτυο.

Άρθρο 9

Διορισμός και εκπαίδευση ελεγκτών

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, προγράμματα εκπαίδευσης για ελεγκτές οδικής ασφάλειας, εάν δεν υφίστανται ήδη, θεσπίζονται μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου 2011.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, όταν οι ελεγκτές οδικής ασφάλειας εκτελούν καθήκοντα με βάση την παρούσα οδηγία, παρακολουθούν αρχική εκπαίδευση, μετά το πέρας της οποίας τους απονέμεται πιστοποιητικό επάρκειας, και συμμετέχουν σε περιοδικά περαιτέρω προγράμματα επιμόρφωσης.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ελεγκτές οδικής ασφάλειας είναι κάτοχοι πιστοποιητικού επάρκειας. Τα πιστοποιητικά που έχουν απονεμηθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας αναγνωρίζονται.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ελεγκτές διορίζονται σύμφωνα με τις κάτωθι απαιτήσεις:

α)

έχουν κατάλληλη πείρα ή κατάρτιση στο σχεδιασμό οδών, την τεχνολογία οδικής ασφάλειας και την ανάλυση ατυχημάτων·

β)

δύο έτη μετά τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 8, οι έλεγχοι οδικής ασφάλειας πραγματοποιούνται αποκλειστικά από ελεγκτές ή από ομάδες στις οποίες συμμετέχουν ελεγκτές, που πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 και 3·

γ)

όσον αφορά το υπό έλεγχο έργο υποδομής, ο ελεγκτής δεν μετέχει, κατά το χρόνο του ελέγχου, στη μελέτη ή την εκμετάλλευση του οικείου έργου υποδομής.

Άρθρο 10

Ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών

Προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια των οδών που βρίσκονται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και που δεν αποτελούν τμήμα του διευρωπαϊκού οδικού δικτύου, η Επιτροπή θεσπίζει συνεκτικό σύστημα για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών, που καλύπτει, μεταξύ άλλων, τα ήδη υπάρχοντα σχέδια στον τομέα της ασφάλειας των οδικών υποδομών και τις δοκιμασμένες τεχνολογίες στον τομέα της οδικής ασφάλειας.

Άρθρο 11

Συνεχής βελτίωση των πρακτικών διαχείρισης της ασφάλειας

1.   Η Επιτροπή διευκολύνει και διαρθρώνει την ανταλλαγή γνώσεων και βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών, αξιοποιώντας την πείρα που έχει αποκτηθεί στα υπάρχοντα οικεία διεθνή φόρα με σκοπό να επιτύχει τη συνεχή βελτίωση των πρακτικών διαχείρισης της ασφάλειας των οδικών υποδομών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

2.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή του άρθρου 13. Εφόσον απαιτείται η λήψη συγκεκριμένων μέτρων, τα μέτρα αυτά θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3.

3.   Οσάκις ενδείκνυται, είναι δυνατόν να ζητείται η γνώμη σχετικών μη κυβερνητικών οργανώσεων που δρουν στον τομέα της ασφάλειας και της διαχείρισης των οδικών υποδομών, επί θεμάτων σχετικών με πτυχές της τεχνικής ασφάλειας.

Άρθρο 12

Προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο

Τα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας προσαρμόζονται στην τεχνική πρόοδο, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3.

Άρθρο 13

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία του άρθρου 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται τρίμηνη.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4, και άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Άρθρο 14

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία, μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου 2010. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κύριων διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στο πεδίο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 15

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 16

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 19 Νοεμβρίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.-P. JOUYET


(1)  ΕΕ C 168 της 20.7.2007, σ. 71.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Ιουνίου 2008 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2008.

(3)  ΕΕ L 228 της 9.9.1996, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 167 της 30.4.2004, σ. 39.

(5)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(6)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΕΡΓΑ ΥΠΟΔΟΜΗΣ

1.

Στοιχεία της αξιολόγησης των επιπτώσεων οδικής ασφάλειας:

α)

προσδιορισμός του προβλήματος·

β)

ισχύουσα κατάσταση και υποθετική περίπτωση «απραξίας»·

γ)

στόχοι οδικής ασφάλειας·

δ)

ανάλυση των επιπτώσεων των προτεινόμενων εναλλακτικών λύσεων στην οδική ασφάλεια·

ε)

σύγκριση των εναλλακτικών λύσεων, καθώς και ανάλυση κόστους/οφέλους·

στ)

παρουσίαση του φάσματος πιθανών λύσεων.

2.

Κριτήρια εκτίμησης:

α)

θάνατοι και ατυχήματα· στόχοι μείωσης έναντι της υποθετικής περίπτωσης «απραξίας»·

β)

επιλογή διαδρομής και μοντέλα κυκλοφορίας·

γ)

πιθανές επιπτώσεις στα υπάρχοντα δίκτυα (π.χ. έξοδοι, διασταυρώσεις, ισόπεδες διαβάσεις)·

δ)

χρήστες των οδών συμπεριλαμβανομένων των ευάλωτων χρηστών (π.χ. πεζοί, ποδηλάτες, μοτοσικλετιστές)·

ε)

κυκλοφορία (π.χ. όγκος κυκλοφορίας, κατηγοριοποίηση κυκλοφορίας ανά τύπο)·

στ)

εποχή του έτους και κλιματικές συνθήκες·

ζ)

ύπαρξη επαρκούς αριθμού ασφαλών χώρων στάθμευσης·

η)

σεισμική δραστηριότητα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΕΛΕΓΧΟΙ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΕΡΓΑ ΥΠΟΔΟΜΗΣ

1.

Κριτήρια για το στάδιο προμελέτης:

α)

γεωγραφική θέση (π.χ. έκθεση σε κατολισθήσεις, πλημμύρες, χιονοστιβάδες κ.λπ.), εποχή του έτους και κλιματικές συνθήκες και σεισμική δραστηριότητα·

β)

τύποι κόμβων και απόσταση μεταξύ τους·

γ)

αριθμός και τύπος λωρίδων·

δ)

αποδεκτά είδη κυκλοφορίας στο νέο δρόμο·

ε)

λειτουργικότητα της οδού εντός του δικτύου·

στ)

μετεωρολογικές συνθήκες·

ζ)

ταχύτητες οδήγησης·

η)

διατομές (εύρος οδοστρώματος, ποδηλατόδρομοι, πεζοδρόμια κ.λπ.)·

θ)

οριζόντιες και κάθετες χαράξεις·

ι)

ορατότητα·

ια)

μορφή κόμβων·

ιβ)

δημόσια μέσα μεταφοράς και υποδομές·

ιγ)

ισόπεδες διασταυρώσεις οδών/σιδηροδρόμων.

2.

Κριτήρια για το στάδιο λεπτομερούς σχεδιασμού:

α)

μορφή·

β)

συνεκτικά οδικά σήματα και διαγραμμίσεις·

γ)

φωτισμός οδών και διασταυρώσεων·

δ)

οδικός εξοπλισμός·

ε)

παράπλευρο περιβάλλον των οδών, συμπεριλαμβανομένου του πρασίνου·

στ)

σταθερά εμπόδια παραπλεύρως της οδού·

ζ)

ύπαρξη ασφαλών χώρων στάθμευσης·

η)

ευάλωτοι χρήστες των οδών (πεζοί, ποδηλάτες και μοτοσικλετιστές)·

θ)

εργονομική προσαρμογή οδικών συστημάτων συγκράτησης (κεντρικές νησίδες και στηθαία πρόσκρουσης για την αποτροπή κινδύνων για ευάλωτους χρήστες).

3.

Κριτήρια για το στάδιο πριν την παράδοση στην κυκλοφορία:

α)

ασφάλεια των χρηστών και ορατότητα υπό διαφορετικές συνθήκες, όπως π.χ. στο σκότος και υπό ομαλές καιρικές συνθήκες·

β)

ευανάγνωστο των οδικών σημάτων και της σηματοδότησης·

γ)

κατάσταση οδοστρωμάτων.

4.

Κριτήρια για την αρχική λειτουργία: αξιολόγηση της οδικής ασφάλειας με βάση την πραγματική συμπεριφορά των χρηστών.

Οι έλεγχοι σε οποιοδήποτε στάδιο μπορούν να οδηγήσουν στην ανάγκη επανεξέτασης των κριτηρίων για τα προηγούμενα στάδια.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΥΨΗΛΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ

1.   Εντοπισμός των οδικών τμημάτων υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων

Στον εντοπισμό των οδικών τμημάτων υψηλής συγκέντρωσης ατυχημάτων λαμβάνεται υπόψη τουλάχιστον ο αριθμός των θανατηφόρων ατυχημάτων, τα οποία σημειώθηκαν κατά τα προηγούμενα έτη ανά μονάδα μήκους οδού σε σχέση με τον όγκο της κυκλοφορίας και, στην περίπτωση των διασταυρώσεων, ο αριθμός τέτοιων ατυχημάτων ανά σημείο διασταύρωσης.

2.   Εντοπισμός των τμημάτων για ανάλυση της κατάταξης της ασφάλειας του δικτύου

Ο εντοπισμός των τμημάτων για ανάλυση της κατάταξης της ασφάλειας του δικτύου συνεκτιμά την εν δυνάμει εξοικονόμηση πόρων από την αποφυγή ατυχημάτων. Τα οδικά τμήματα κατατάσσονται σε κατηγορίες. Για κάθε κατηγορία οδών, τα οδικά τμήματα αναλύονται και κατατάσσονται βάσει παραγόντων που σχετίζονται με την ασφάλεια, όπως συγκέντρωση ατυχημάτων, όγκος κυκλοφορίας και τύπος κυκλοφορίας.

Για κάθε κατηγορία οδών, η κατάταξη της ασφάλειας του δικτύου καταλήγει σε ένα κατάλογο προτεραιότητας οδικών τμημάτων στα οποία η βελτίωση της υποδομής αναμένεται να έχει σημαντικά αποτελέσματα.

3.   Στοιχεία αξιολόγησης για τις επιτόπιες επισκέψεις εμπειρογνωμόνων:

α)

περιγραφή του οδικού τμήματος·

β)

παραπομπή σε πιθανές προηγούμενες εκθέσεις για το ίδιο οδικό τμήμα·

γ)

ανάλυση των πιθανών εκθέσεων ατυχημάτων·

δ)

αριθμός ατυχημάτων, θανάτων προσώπων και σοβαρώς τραυματισθέντων από ατυχήματα κατά τα τρία προηγούμενα χρόνια·

ε)

δέσμη πιθανών διορθωτικών μέτρων προς εφαρμογή εντός διαφόρων χρονοδιαγραμμάτων, με βάση παραδείγματος χάρη:

την αφαίρεση ή προστασία των σταθερών εμποδίων παραπλεύρως της οδού,

τη μείωση των ορίων ταχύτητας και την κατά τόπους αυστηρότερη επιβολή του ορίου ταχύτητας,

τη βελτίωση της ορατότητας υπό διαφορετικές καιρικές συνθήκες και διαφορετικές συνθήκες φωτισμού,

τη βελτίωση της κατάστασης ασφαλείας του εξοπλισμού παραπλεύρως της οδού, όπως είναι τα συστήματα συγκράτησης των οχημάτων,

τη βελτίωση της συνοχής, της ορατότητας, του ευανάγνωστου και της θέσης των οδικών διαγραμμίσεων (συμπεριλαμβανομένων των λωρίδων με τραχεία επιφάνεια), των σημάτων και της σηματοδότησης,

την προστασία από τις πτώσεις βράχων, τις κατολισθήσεις και τις χιονοστιβάδες,

τη βελτίωση της πρόσφυσης/τραχύτητας οδοστρωμάτων,

νέο σχεδιασμό των συστημάτων συγκράτησης των οχημάτων,

την κατασκευή ή βελτίωση κεντρικών διαχωριστικών,

την αλλαγή της μορφής προσπεράσματος,

βελτίωση κόμβων, συμπεριλαμβανομένων των ισόπεδων διαβάσεων οδών/σιδηροδρόμων,

αλλαγή της χάραξης,

μεταβολή του εύρους της οδού, προσθήκη λωρίδων έκτακτης ανάγκης,

εγκατάσταση συστήματος διαχείρισης και ελέγχου της κίνησης,

τη μείωση της πιθανής ασυμβατότητας με ευάλωτους χρήστες των οδών,

αναβάθμιση της οδού με βάση τα τρέχοντα πρότυπα σχεδιασμού,

αποκατάσταση ή αντικατάσταση οδοστρωμάτων,

χρήση ευφυών οδικών σημάτων,

βελτίωση των ευφυών συστημάτων μεταφοράς και των τηλεματικών υπηρεσιών για σκοπούς διαλειτουργικότητας, καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης και σήμανσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΑ ΣΕ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ

Οι εκθέσεις ατυχήματος περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

1.

την ακριβέστερη δυνατή τοποθεσία του ατυχήματος·

2.

φωτογραφίες ή/και διαγράμματα της τοποθεσίας όπου σημειώθηκε το ατύχημα·

3.

ημερομηνία και ώρα του ατυχήματος·

4.

πληροφορίες για την οδό όπως τύπος περιοχής, τύπος οδού, τύπος κόμβου, όπου περιλαμβάνονται οι διαγραμμίσεις, ο αριθμός των λωρίδων, οι επιγραφές, η επιφάνεια της οδού, οι συνθήκες φωτισμού και οι καιρικές συνθήκες, το όριο ταχύτητας, τα εμπόδια παραπλεύρως της οδού·

5.

σοβαρότητα του ατυχήματος, όπου συμπεριλαμβάνεται ο αριθμός θανάτων και τραυματιών, ει δυνατόν σύμφωνα με κοινά κριτήρια που θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3·

6.

χαρακτηριστικά των εμπλεκόμενων ατόμων όπως ηλικία, φύλο, εθνικότητα, επίπεδο αλκοολαιμίας, χρήση ή μη του εξοπλισμού ασφαλείας·

7.

δεδομένα για τα εμπλεκόμενα οχήματα (τύπος, ηλικία, χώρα, ενδεχομένως εξοπλισμοί ασφαλείας, ημερομηνία τελευταίου περιοδικού τεχνικού ελέγχου σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία)·

8.

δεδομένα ατυχήματος όπως τύπος ατυχήματος, τύπος σύγκρουσης, όχημα και ελιγμός οδηγού·

9.

όταν είναι δυνατόν, στοιχεία σχετικά με το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της χρονικής στιγμής του ατυχήματος και της καταγραφής του συμβάντος ή της άφιξης των σωστικών συνεργείων.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/68


ΟΔΗΓΊΑ 2008/109/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2008

για τροποποίηση του παραρτήματος ΙV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο δ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ προβλέπει ειδικές απαιτήσεις για τα υλικά ξύλινων συσκευασιών και την ξυλεία που χρησιμοποιείται για τη σφήνωση ή την υποστήριξη φορτίων άλλων από ξυλεία. Οι απαιτήσεις αυτές βασίζονται στο διεθνές πρότυπο για τα φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 15 του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) σχετικά με τις «Κατευθυντήριες γραμμές για προδιαγραφές υλικών για ξύλινες συσκευασίες στο διεθνές εμπόριο» (2).

(2)

Επιπλέον των μέτρων που εγκρίθηκαν βάσει του προαναφερόμενου διεθνούς προτύπου, το παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ περιλαμβάνει την απαίτηση, όσον αφορά τις εισαγόμενες ξύλινες συσκευασίες, να έχουν παραχθεί από αποφλοιωμένη ξυλεία. Η εφαρμογή αυτής της απαίτησης αποφλοίωσης αναβλήθηκε δύο φορές.

(3)

Η Κοινότητα ζήτησε να επανεξεταστεί το προαναφερόμενο διεθνές πρότυπο αριθ. 15, ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτό απαίτηση με σκοπό την άρση του λόγου ανησυχίας της Κοινότητας λόγω του κινδύνου που θέτει η παρουσία φλοιού σε τέτοιου είδους ξύλινες συσκευασίες στο διεθνές εμπόριο.

(4)

Η τεχνική ομάδα για την υγειονομική προφύλαξη των δασών (TPFQ), η οποία συγκροτήθηκε υπό την αιγίδα της διεθνούς σύμβασης για την προστασία των φυτών (IPPC) και αποτελείται από διεθνώς αναγνωρισμένους εμπειρογνώμονες επί δασικών θεμάτων, ανέλυσε τα διαθέσιμα δεδομένα από την έρευνα για το φυτοϋγειονομικό κίνδυνο που θέτει ο φλοιός του υλικού της ξύλινης συσκευασίας. Η τεχνική ομάδα (TPFQ) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν τεχνικοί λόγοι που δικαιολογούν την απαίτηση, όσον αφορά το υλικό ξύλινων συσκευασιών στο διεθνές εμπόριο, να είναι αποφλοιωμένο και να καθορίζεται επακριβώς ο βαθμός ανοχής της παρουσίας μικρών κομματιών φλοιού, ώστε να εξασφαλίζεται ότι ο φυτοϋγειονομικός κίνδυνος διατηρείται σε αποδεκτό επίπεδο και ότι αυτή η απαίτηση θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο αναθεωρημένο διεθνές πρότυπο για τα φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 15.

(5)

Με σκοπό να προστατευθεί το έδαφος της Κοινότητας από την εισαγωγή επιβλαβών οργανισμών, οι κοινοτικές απαιτήσεις για την παρουσία φλοιού σε υλικό ξύλινων συσκευασιών και σε σφήνες θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τα τεχνικά συμπεράσματα της TPFQ, χωρίς να αναμένεται πρώτα η έκδοση του αναθεωρημένου διεθνούς προτύπου αριθ. 15 από την επιτροπή φυτοϋγειονομικών μέτρων της IPPC.

(6)

Συνεπώς, είναι σκόπιμο να προσαρμοστεί η απαίτηση αποφλοίωσης ώστε να ληφθεί υπόψη ο τεχνικώς δικαιολογημένος βαθμός ανοχής της παρουσίας φλοιού.

(7)

Συνεπώς, το παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(8)

Η απαίτηση, όσον αφορά το υλικό ξύλινων συσκευασιών, να έχει παραχθεί από αποφλοιωμένη στρογγυλή ξυλεία, που θεσπίστηκε από την οδηγία 2006/14/ΕΚ της Επιτροπής (3) για την τροποποίηση του παραρτήματος ΙV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, θα εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2009. Επομένως, τα μέτρα που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να εφαρμοστούν από την 1η Ιανουαρίου 2009. Ωστόσο, για να δοθεί η δυνατότητα σε τρίτες χώρες να προβούν στις απαραίτητες προσαρμογές, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι η απαίτηση αποφλοίωσης θα πρέπει να εφαρμοστεί από την 1η Ιουλίου 2009.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα IV της οδηγίας 2000/29/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το κείμενο του παραρτήματος της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008 το αργότερο, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 169 της 10.7.2000, σ. 1.

(2)  ISPM αριθ. 15, Μάρτιος 2002, FAO, Ρώμη.

(3)  ΕΕ L 34 της 7.2.2006, σ. 24.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα IV, το μέρος A, κεφάλαιο I της οδηγίας 2000/29/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Ξύλινες συσκευασίες όπως κιβώτια κάθε μεγέθους, καφάσια, κύλινδροι και παρόμοιες συσκευασίες, απλές παλέτες, παλετοκιβώτια και άλλες επίπεδες επιφάνειες για φόρτωση, στεφάνια παλετών, σε τρέχουσα χρήση για τη μεταφορά αντικειμένων κάθε είδους, εκτός της ακατέργαστης ξυλείας πάχους 6 mm ή λιγότερου, και κατεργασμένη ξυλεία που έχει παραχθεί με συγκόλληση, θέρμανση και πίεση ή με συνδυασμό των μεθόδων αυτών, καταγωγής τρίτων χωρών, εκτός της Ελβετίας.

Το υλικό των ξύλινων συσκευασιών:

είναι αποφλοιωμένο με εξαίρεση την παρουσία μεμονωμένων κομματιών φλοιού, ανεξαρτήτως αριθμού, τα οποία είτε είναι πλάτους μικρότερου των 3 cm (ανεξαρτήτως μήκους) είτε, εάν το πλάτος τους υπερβαίνει τα 3 cm, είναι εμβαδού 50 cm2 κατά μέγιστο όριο και

έχει υποστεί μια από τις εγκεκριμένες επεξεργασίες που καθορίζονται στο παράρτημα I του διεθνούς προτύπου για φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 15 του FAO σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις προδιαγραφές υλικού για ξύλινες συσκευασίες στο διεθνές εμπόριο και

φέρει σήμα όπως ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ του διεθνούς προτύπου για φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 15 του FAO σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις προδιαγραφές υλικού για ξύλινες συσκευασίες στο διεθνές εμπόριο, το οποίο δηλώνει ότι το υλικό της ξύλινης συσκευασίας έχει υποστεί εγκεκριμένη φυτοϋγειονομική επεξεργασία.

Η πρώτη περίπτωση εφαρμόζεται μόνο από την 1η Ιουλίου 2009.»

2.

το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Ξυλεία που χρησιμοποιείται για τη σφήνωση ή την υποστήριξη μη ξύλινων φορτίων, συμπεριλαμβανομένης εκείνης που δεν έχει διατηρήσει τη φυσική της στρογγύλη επιφάνεια εκτός από την ακατέργαστη ξυλεία πάχους 6 mm ή λιγότερο και επεξεργασμένη ξυλεία, που έχει παραχθεί με συγκόλληση, θέρμανση και πίεση ή με συνδυασμό των μεθόδων αυτών, καταγωγής τρίτων χωρών, εκτός Ελβετίας.

Η ξυλεία:

είναι αποφλοιωμένη με εξαίρεση την παρουσία μεμονωμένων κομματιών φλοιού, ανεξαρτήτως αριθμού, τα οποία είτε είναι πλάτους μικρότερου των 3 cm (ανεξαρτήτως μήκους) είτε, εάν το πλάτος τους υπερβαίνει τα 3 cm, είναι εμβαδού 50 cm2 κατά μέγιστο όριο και

έχει υποστεί μια από τις εγκεκριμένες επεξεργασίες που καθορίζονται στο παράρτημα I του διεθνούς προτύπου για φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 15 του FAO σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις προδιαγραφές υλικού για ξύλινες συσκευασίες στο διεθνές εμπόριο και

φέρει σήμα όπως ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ του διεθνούς προτύπου για φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 15 του FAO σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις προδιαγραφές υλικού για ξύλινες συσκευασίες στο διεθνές εμπόριο, το οποίο δηλώνει ότι η ξυλεία έχει υποστεί εγκεκριμένη φυτοϋγειονομική επεξεργασία.

Η πρώτη περίπτωση εφαρμόζεται μόνο από την 1η Ιουλίου 2009.»


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/71


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 26ης Νοεμβρίου 2008

για την τροποποίηση της απόφασης 2003/61/ΕΚ με την οποία εξουσιοδοτούνται ορισμένα κράτη μέλη να προβλέπουν προσωρινές παρεκκλίσεις από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά σπόρους γεωμήλων προς φύτευση προερχόμενους από ορισμένες επαρχίες του Καναδά

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 7317]

(Τα κείμενα στην ελληνική, την ισπανική, την ιταλική, τη μαλτεζική και την πορτογαλική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2008/891/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (1), και ιδίως το άρθρο 15 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την οδηγία 2000/29/ΕΚ, δεν επιτρέπεται η εισαγωγή στην Κοινότητα σπόρων γεωμήλων για σπορά προερχόμενων από τον Καναδά. Ωστόσο, η συγκεκριμένη οδηγία επιτρέπει παρεκκλίσεις από την εν λόγω διάταξη υπό την προϋπόθεση ότι δεν υφίσταται κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

(2)

Η απόφαση 2003/61/ΕΚ της Επιτροπής (2) προβλέπει παρέκκλιση για την εισαγωγή σπόρων γεωμήλων προς φύτευση προερχόμενων από τον Καναδά στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στην Κύπρο, στη Μάλτα και στην Πορτογαλία υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

(3)

Η Πορτογαλία ζήτησε παράταση της εν λόγω παρέκκλισης.

(4)

Επειδή η κατάσταση που δικαιολογεί τη χορήγηση παρέκκλισης παραμένει αμετάβλητη, πρέπει να συνεχιστεί η χορήγηση των παρεκκλίσεων.

(5)

Συνεπώς, η απόφαση 2003/61/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2003/61/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 1 παράγραφος 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

για τις περιόδους εμπορίας γεωμήλων προς φύτευση από την 1η Φεβρουαρίου 2003 έως τις 31 Μαρτίου 2003, από την 1η Δεκεμβρίου 2003 έως τις 31 Μαρτίου 2004, από την 1η Δεκεμβρίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005, από την 1η Δεκεμβρίου 2005 έως τις 31 Μαρτίου 2006, από την 1η Δεκεμβρίου 2006 έως τις 31 Μαρτίου 2007, από την 1η Δεκεμβρίου 2007 έως τις 31 Μαρτίου 2008, από την 1η Δεκεμβρίου 2008 έως τις 31 Μαρτίου 2009, από την 1η Δεκεμβρίου 2009 έως τις 31 Μαρτίου 2010 και από την 1η Δεκεμβρίου 2010 έως τις 31 Μαρτίου 2011.».

2.

Στο άρθρο 15, η ημερομηνία «31 Μαρτίου 2008» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31 Μαρτίου 2011».

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ελληνική Δημοκρατία, στο Βασίλειο της Ισπανίας, στην Ιταλική Δημοκρατία, στην Κυπριακή Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Μάλτας και στην Πορτογαλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 26 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 169 της 10.7.2000, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 23 της 28.1.2003, σ. 31.


Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/73


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 28ης Οκτωβρίου 2008

σχετικά με μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά την εισαγωγή του ευρώ στη Σλοβακία

(ΕΚΤ/2008/14)

(2008/892/ΕΚ)

Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (στο εξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»), και ιδίως το άρθρο 19.1 και την πρώτη περίπτωση του άρθρου 47.2,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2531/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 12ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την εφαρμογή ελάχιστων αποθεματικών (ΕΚΤ/2003/9) (2),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (3),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2533/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τη συλλογή στατιστικών πληροφοριών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (4), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 1 και το άρθρο 6 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 22ας Νοεμβρίου 2001, σχετικά με την ενοποιημένη λογιστική κατάσταση του τομέα των νομισματικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΚΤ/2001/13) (5),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η υιοθέτηση του ευρώ από τη Σλοβακία την 1η Ιανουαρίου 2009 σημαίνει ότι από την ημερομηνία αυτή και εφεξής τα εγκατεστημένα στην επικράτειά της πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων θα υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης ελάχιστων αποθεματικών.

(2)

Η ένταξη των εν λόγω ιδρυμάτων στο σύστημα υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών του Ευρωσυστήματος απαιτεί τη θέσπιση μεταβατικών διατάξεων, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλότητα της συγκεκριμένης ένταξης, χωρίς αυτή να καθίσταται υπέρμετρα επαχθής για τα πιστωτικά ιδρύματα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Σλοβακίας.

(3)

Το άρθρο 5 του καταστατικού του ΕΣΚΤ, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, συνεπάγεται την υποχρέωση των κρατών μελών να εκπονούν και να εφαρμόζουν σε εθνικό επίπεδο κάθε πρόσφορο μέτρο για τη συλλογή των στατιστικών πληροφοριών που απαιτεί η εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής στατιστικών στοιχείων προς την ΕΚΤ και να διασφαλίζουν την έγκαιρη προετοιμασία τους στον τομέα της στατιστικής ενόψει της υιοθέτησης του ευρώ,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης οι όροι «ίδρυμα», «υποχρέωση τήρησης ελάχιστων αποθεματικών», «περίοδος τήρησης», «βάση των αποθεματικών» και «συμμετέχον κράτος μέλος» νοούνται κατά τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9).

Άρθρο 2

Μεταβατικές διατάξεις για ιδρύματα εγκατεστημένα στη Σλοβακία

1.   Για τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία προβλέπεται μεταβατική περίοδος τήρησης εκτεινόμενη χρονικά από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως την 20ή Ιανουαρίου 2009, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9).

2.   Η βάση των αποθεματικών για τη μεταβατική περίοδο τήρησης όσον αφορά τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία καθορίζεται σε σχέση με τα στοιχεία του ισολογισμού τους της 31ης Οκτωβρίου 2008. Τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία γνωστοποιούν στη Národná banka Slovenska τη βάση των αποθεματικών τους σύμφωνα με το πλαίσιο υποβολής στοιχείων νομισματικής στατιστικής και στατιστικής χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της ΕΚΤ, όπως αυτό καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13). Η βάση των αποθεματικών για τη μεταβατική περίοδο τήρησης όσον αφορά τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία και απολαύουν της παρέκκλισης του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13) υπολογίζεται με βάση τον ισολογισμό τους της 30ής Σεπτεμβρίου 2008.

3.   Ο υπολογισμός των ελάχιστων αποθεματικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων στη Σλοβακία για τη μεταβατική περίοδο τήρησης πραγματοποιείται από το ίδιο το ίδρυμα ή από τη Národná banka Slovenska. Το μέρος που διενεργεί τον υπολογισμό κοινοποιεί τα υπολογισθέντα ελάχιστα αποθεματικά στο άλλο μέρος, παρέχοντάς του ικανό χρόνο για την επαλήθευσή τους και για την υποβολή αναθεωρήσεων. Αμφότερα τα μέρη επιβεβαιώνουν τα υπολογισθέντα ελάχιστα αποθεματικά και τις τυχόν αναθεωρήσεις τους, ανάλογα με την περίπτωση, το αργότερο την 9η Δεκεμβρίου 2008. Εάν το μέρος προς το οποίο γίνεται η κοινοποίηση δεν επιβεβαιώσει το ύψος του ποσού των ελάχιστων αποθεματικών έως την 9η Δεκεμβρίου 2008, λογίζεται ότι έχει αποδεχτεί την εφαρμογή του εν λόγω ποσού για τη μεταβατική περίοδο τήρησης.

4.   Οι παράγραφοι 2 έως 4 του άρθρου 3 εφαρμόζονται αναλογικά σε ιδρύματα εγκατεστημένα στη Σλοβακία, κατά τρόπο ώστε για τις αρχικές περιόδους τήρησής τους αυτά να δύνανται να αφαιρούν από τη βάση των αποθεματικών τους υποχρεώσεις έναντι ιδρυμάτων εγκατεστημένων στη Σλοβακία, έστω κι αν κατά το χρόνο υπολογισμού των ελάχιστων αποθεματικών τα εν λόγω ιδρύματα δεν απεικονίζονται στον κατάλογο των ιδρυμάτων που υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης ελάχιστων αποθεματικών κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9).

Άρθρο 3

Μεταβατικές διατάξεις για ιδρύματα εγκατεστημένα σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη

1.   Η ύπαρξη μεταβατικής περιόδου τήρησης για ιδρύματα εγκατεστημένα στη Σλοβακία δεν επηρεάζει την περίοδο τήρησης που εφαρμόζεται σε ιδρύματα εγκατεστημένα σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9).

2.   Για τις περιόδους τήρησης που εκτείνονται χρονικά από την 10η Δεκεμβρίου 2008 έως την 20ή Ιανουαρίου 2009 και από την 21η Ιανουαρίου 2009 έως την 10η Φεβρουαρίου 2009, τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν να αφαιρούν από τη βάση των αποθεματικών τους υποχρεώσεις έναντι ιδρυμάτων εγκατεστημένων στη Σλοβακία, έστω κι αν κατά το χρόνο υπολογισμού των ελάχιστων αποθεματικών τα εν λόγω ιδρύματα δεν απεικονίζονται στον κατάλογο των ιδρυμάτων που υπόκεινται στην υποχρέωση τήρησης ελάχιστων αποθεματικών του άρθρου 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9).

3.   Ιδρύματα εγκατεστημένα σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία για τις περιόδους τήρησης που εκτείνονται χρονικά από την 10η Δεκεμβρίου 2008 έως την 20ή Ιανουαρίου 2009 και από την 21η Ιανουαρίου 2009 έως την 10η Φεβρουαρίου 2009 επιθυμούν να αφαιρέσουν από τη βάση των αποθεματικών τους υποχρεώσεις έναντι ιδρυμάτων εγκατεστημένων στη Σλοβακία, υπολογίζουν τα ελάχιστα αποθεματικά τους με βάση τα στοιχεία του ισολογισμού τους της 31ης Οκτωβρίου και της 30ής Νοεμβρίου 2008, αντίστοιχα, και υποβάλλουν πίνακα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποσημείωση αριθ. 5 του πίνακα 1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13), εμφανίζοντας τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία ως ιδρύματα που υπόκεινται ήδη στο σύστημα ελάχιστων αποθεματικών της ΕΚΤ.

Εν προκειμένω δεν θίγεται η υποχρέωση των ιδρυμάτων να υποβάλλουν στατιστικές πληροφορίες για τις σχετικές περιόδους με βάση τον πίνακα 1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13), εξακολουθώντας να απεικονίζουν τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία ως τράπεζες εγκατεστημένες στον «Υπόλοιπο κόσμο».

Κατά την υποβολή των πινάκων τηρούνται οι προθεσμίες και διαδικασίες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13).

4.   Για τις περιόδους τήρησης που αρχίζουν τον Δεκέμβριο του 2008 και τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2009, ιδρύματα εγκατεστημένα σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη, τα οποία απολαύουν της παρέκκλισης του άρθρου 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13) και επιθυμούν να αφαιρέσουν από τη βάση των αποθεματικών τους υποχρεώσεις έναντι ιδρυμάτων εγκατεστημένων στη Σλοβακία, υπολογίζουν τα ελάχιστα αποθεματικά τους με βάση τα στοιχεία του ισολογισμού τους της 30ής Σεπτεμβρίου 2008 και υποβάλλουν πίνακα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποσημείωση αριθ. 5 του πίνακα 1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13), εμφανίζοντας τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία ως ιδρύματα που υπόκεινται ήδη στο σύστημα ελάχιστων αποθεματικών της ΕΚΤ.

Εν προκειμένω δεν θίγεται η υποχρέωση των ιδρυμάτων να υποβάλλουν στατιστικές πληροφορίες για τις σχετικές περιόδους με βάση τον πίνακα 1 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13), εξακολουθώντας να απεικονίζουν τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στη Σλοβακία ως τράπεζες εγκατεστημένες στον «Υπόλοιπο κόσμο».

Κατά την υποβολή των πινάκων τηρούνται οι προθεσμίες και διαδικασίες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13).

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Národná banka Slovenska, σε ιδρύματα εγκατεστημένα στη Σλοβακία και σε ιδρύματα εγκατεστημένα σε άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

2.   Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Νοεμβρίου 2008.

3.   Εφόσον στην παρούσα απόφαση δεν περιλαμβάνονται ειδικότερες διατάξεις, εφαρμόζονται οι διατάξεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1745/2003 (ΕΚΤ/2003/9) και (ΕΚ) αριθ. 2423/2001 (ΕΚΤ/2001/13).

Φρανκφούρτη, 28 Οκτωβρίου 2008.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 250 της 2.10.2003, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.

(4)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 8.

(5)  ΕΕ L 333 της 17.12.2001, σ. 1.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/76


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 17ης Νοεμβρίου 2008

που καθορίζει το πλαίσιο το οποίο διέπει την κοινή ανάθεση συμβάσεων προμηθειών του Ευρωσυστήματος

(ΕΚΤ/2008/17)

(2008/893/ΕΚ)

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 105 και 106,

το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»), και ιδίως το άρθρο 12.1, σε συνδυασμό με το άρθρο 3.1 και τα άρθρα 5, 16 και 24,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 12.1 του καταστατικού του ΕΣΚΤ, το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τις κατευθυντήριες γραμμές και λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις για την εκπλήρωση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στο Ευρωσύστημα. Ως εκ τούτου, το διοικητικό συμβούλιο έχει την εξουσία να αποφασίζει σχετικά με την οργάνωση επικουρικών δραστηριοτήτων, όπως είναι η προμήθεια των αγαθών και υπηρεσιών που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του Ευρωσυστήματος.

(2)

Η κοινοτική νομοθεσία περί ανάθεσης συμβάσεων προμηθειών προβλέπει τη δυνατότητα κοινής προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών από περισσότερες αναθέτουσες αρχές. Η εν λόγω αρχή αποτυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 15 και στο άρθρο 11 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (1), όπου προβλέπεται η εφαρμογή ορισμένων συγκεντρωτικών τεχνικών για την πραγματοποίηση αγορών.

(3)

Σκοπός του Ευρωσυστήματος είναι η τήρηση των αρχών της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας και επιδίωξή του η επίτευξη της καλύτερης δυνατής σχέσης ποιότητας/τιμής κατά την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών. Το διοικητικό συμβούλιο θεωρεί ότι η κοινή ανάθεση συμβάσεων για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών συνιστά μέσο για την επίτευξη των εν λόγω στόχων με αξιοποίηση των συνεργιών και των οικονομιών κλίμακας.

(4)

Με τη θέσπιση πλαισίου για την κοινή ανάθεση συμβάσεων προμηθειών του Ευρωσυστήματος η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επιδιώκει να προαγάγει τη συμμετοχή της ίδιας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ στην κοινή αυτή διαδικασία ανάθεσης.

(5)

Το διοικητικό συμβούλιο προέβη στη σύσταση υπηρεσίας συντονισμού προμηθειών του Ευρωσυστήματος (Eurosystem Procurement Coordination, εφεξής «ΕΡCO»), η οποία είναι επιφορτισμένη με το συντονισμό της κοινής διαδικασίας ανάθεσης συμβάσεων προμηθειών. Το διοικητικό συμβούλιο έχει ορίσει ότι τις υπηρεσίες της EPCO για την περίοδο από 1 Ιανουαρίου 2008 έως 31 Δεκεμβρίου 2012 θα στεγάσει η Banque centrale du Luxembourg.

(6)

Η παρούσα απόφαση δεν θίγει τη δυνατότητα των κεντρικών τραπεζών να ζητήσουν από την EPCO να τις συνδράμει σε σχέση με την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης.

(7)

Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών που δεν έχουν υιοθετήσει ακόμη το ευρώ ενδέχεται να επωφεληθούν από τη συμμετοχή στις δραστηριότητες της EPCO και σε κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων οι οποίες θα διεξάγονται υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τις κεντρικές τράπεζες,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης νοούνται ως:

α)

«Ευρωσύστημα»: η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ·

β)

«καθήκοντα του Ευρωσυστήματος»: τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στο Ευρωσύστημα σύμφωνα με τη συνθήκη και το καταστατικό του ΕΣΚΤ·

γ)

«κεντρική τράπεζα»: η ΕΚΤ ή η εθνική κεντρική τράπεζα κράτους μέλους που έχει υιοθετήσει το ευρώ·

δ)

«κεντρική τράπεζα διεκπεραίωσης»: η κεντρική τράπεζα που έχει την ευθύνη διεξαγωγής της κοινής διαδικασίας ανάθεσης συμβάσεων·

ε)

«κεντρική τράπεζα υποδοχής»: η κεντρική τράπεζα που ορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο για να στεγάσει τις υπηρεσίες της EPCΟ·

στ)

«διευθύνουσα επιτροπή EPCO»: η επιτροπή που συστήνεται από το διοικητικό συμβούλιο για να διευθύνει τις δραστηριότητες της EPCO. Στη διευθύνουσα επιτροπή EPCO μετέχει ένα μέλος από κάθε κεντρική τράπεζα, το οποίο επιλέγεται μεταξύ των ανώτερων βαθμίδων του προσωπικού και διαθέτει γνώση και πείρα σε οργανωτικά και στρατηγικά θέματα στους οικείους οργανισμούς, καθώς και ειδικοί σε θέματα προμηθειών. Η διευθύνουσα επιτροπή EPCO αναφέρεται στο διοικητικό συμβούλιο μέσω της εκτελεστικής επιτροπής. Την προεδρία και τη γραμματεία της διευθύνουσας επιτροπής EPCO εξασφαλίζει η ΕΚΤ·

ζ)

«κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων»: διαδικασία για την κοινή προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών που διεξάγει η κεντρική τράπεζα διεκπεραίωσης προς όφελος των κεντρικών τραπεζών που συμμετέχουν σε αυτή.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στην κοινή ανάθεση συμβάσεων ενόψει της προμήθειας σε κεντρικές τράπεζες των αναγκαίων αγαθών και υπηρεσιών για την εκπλήρωση των καθηκόντων του Ευρωσυστήματος.

2.   Η συμμετοχή κεντρικών τραπεζών στις δραστηριότητες της EPCO και σε κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων είναι προαιρετική.

3.   Η εφαρμογή της παρούσας απόφασης τελεί υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της κατευθυντήριας γραμμής ΕΚΤ/2004/18, της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, σχετικά με την προμήθεια τραπεζογραμματίων ευρώ (2).

Άρθρο 3

Υπηρεσία συντονισμού προμηθειών του Ευρωσυστήματος (EPCO)

1.   Η EPCO αναλαμβάνει όλα τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

διευκολύνει τη θέσπιση βέλτιστων πρακτικών σε σχέση με τις προμήθειες εντός του Ευρωσυστήματος·

β)

σχεδιάζει την υποδομή (π.χ. δεξιότητες, λειτουργικά εργαλεία, συστήματα πληροφορικής, τεχνικές επεξεργασίας) που απαιτεί η κοινή ανάθεση συμβάσεων·

γ)

εντοπίζει πιθανές περιπτώσεις κοινής ανάθεσης συμβάσεων προμηθειών κινούμενες εντός ή εκτός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας απόφασης, με βάση τις ανάγκες σε προμήθειες που οι κεντρικές τράπεζες γνωστοποιούν στην EPCΟ·

δ)

καταρτίζει και ενημερώνει, όποτε κρίνεται αναγκαίο, το ετήσιο σχέδιο προμηθειών για τις κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων με βάση την αξιολόγηση που περιγράφεται στο στοιχείο γ)·

ε)

καθορίζει κοινές προϋποθέσεις σε συνεργασία με τις κεντρικές τράπεζες που συμμετέχουν σε ορισμένη κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων·

στ)

συνεπικουρεί τις κεντρικές τράπεζες στις κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων·

ζ)

συνεπικουρεί τις κεντρικές τράπεζες σε σχέση με την ανάθεση συμβάσεων που αφορούν κοινά έργα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, εφόσον το ζητήσει η κεντρική τράπεζα που διευθύνει το έργο.

2.   Η κεντρική τράπεζα υποδοχής παρέχει τον εξοπλισμό και τους ανθρώπινους πόρους που απαιτεί η εκπλήρωση των καθηκόντων της EPCO, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό που εγκρίνει το διοικητικό συμβούλιο κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4.

3.   Η κεντρική τράπεζα υποδοχής, κατόπιν διαβούλευσης με τη διευθύνουσα επιτροπή EPCO, μπορεί να θεσπίζει κανόνες εσωτερικής οργάνωσης και διοίκησης της EPCO, καθώς και κώδικα δεοντολογίας για το προσωπικό της τελευταίας, με σκοπό τη μέγιστη δυνατή διασφάλιση της ακεραιότητάς του κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του.

4.   Οι κεντρικές τράπεζες χρηματοδοτούν τον προϋπολογισμό της EPCO σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζει το διοικητικό συμβούλιο. Πριν από την έναρξη κάθε οικονομικού έτους η EPCO υποβάλλει προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο, μέσω της διευθύνουσας επιτροπής EPCO και της εκτελεστικής επιτροπής, πρόταση ετήσιου προϋπολογισμού.

5.   Η EPCO υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, μέσω της διευθύνουσας επιτροπής EPCO και της εκτελεστικής επιτροπής, ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων.

6.   Οι δραστηριότητες της EPCO υπόκεινται στον έλεγχο της επιτροπής εσωτερικών ελεγκτών σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζει το διοικητικό συμβούλιο. Η εν λόγω ρύθμιση τελεί υπό την επιφύλαξη των κανόνων ελεγκτικολογιστικής που τυγχάνουν εφαρμογής στην κεντρική τράπεζα υποδοχής ή θεσπίζονται από αυτή.

7.   Η διευθύνουσα επιτροπή EPCO προβαίνει σε αξιολόγηση της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας των δραστηριοτήτων της EPCO πέντε έτη μετά την ίδρυση της τελευταίας. Βάσει της αξιολόγησης αυτής το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει εάν είναι απαραίτητη η κίνηση διαδικασίας για την επιλογή νέας κεντρικής τράπεζας υποδοχής.

Άρθρο 4

Κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων

1.   Για το σκοπό της παρούσας απόφασης θεωρείται απαραίτητη η εφαρμογή κοινής διαδικασίας ανάθεσης συμβάσεων όταν: i) εύλογα αναμένεται ότι η κοινή ανάθεση συμβάσεων για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών θα εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους αγοράς, σύμφωνα με τις αρχές της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας, ή ii) οι κεντρικές τράπεζες είναι αναγκαίο να υιοθετήσουν εναρμονισμένες προϋποθέσεις και πρότυπα σε σχέση με τα εν λόγω αγαθά ή/και τις εν λόγω υπηρεσίες.

2.   Αφού εντοπίσει πιθανή περίπτωση κοινής ανάθεσης συμβάσεων προμηθειών, η EPCO προσκαλεί τις κεντρικές τράπεζες να συμμετάσχουν σε κοινή διαδικασία ανάθεσης τέτοιων συμβάσεων. Οι κεντρικές τράπεζες ανακοινώνουν έγκαιρα την EPCO αν προτίθενται να συμμετάσχουν στη διαδικασία και, σε καταφατική περίπτωση, γνωστοποιούν σε εκείνη τις επιχειρηματικές τους ανάγκες. Ορισμένη κεντρική τράπεζα μπορεί να αποσύρει τη συμμετοχή της σε κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων έως τη δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης.

3.   Βάσει του ετήσιου σχεδίου προμηθειών για τις κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων που εκπονεί η EPCO, και κατόπιν διαβούλευσης με τη διευθύνουσα επιτροπή EPCO, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να κινήσει κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων, επιλέγοντας μία ή περισσότερες κεντρικές τράπεζες διεκπεραίωσης μεταξύ των κεντρικών τραπεζών που συμμετέχουν στην εν λόγω διαδικασία. Το διοικητικό συμβούλιο ενημερώνεται για κάθε αλλαγή στο ετήσιο σχέδιο προμηθειών.

4.   Η κεντρική τράπεζα διεκπεραίωσης διενεργεί, σύμφωνα με τους κανόνες περί ανάθεσης συμβάσεων που τη διέπουν, την κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων προς όφελος των κεντρικών τραπεζών που συμμετέχουν σε αυτή. Στη σχετική προκήρυξη η κεντρική τράπεζα διεκπεραίωσης προσδιορίζει τις κεντρικές τράπεζες που συμμετέχουν στη διαδικασία, καθώς και τη διάρθρωση των συμβατικών σχέσεων.

5.   Η κεντρική τράπεζα διεκπεραίωσης προετοιμάζει τα έγγραφα της διαδικασίας και αξιολογεί τις αιτήσεις συμμετοχής και τις προσφορές σε συνεργασία με την EPCO και τις λοιπές κεντρικές τράπεζες που συμμετέχουν στην κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων.

6.   Η κοινή διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων διενεργείται από την κεντρική τράπεζα διεκπεραίωσης στις γλώσσες (μια ή περισσότερες) που ορίζει το ετήσιο σχέδιο προμηθειών.

Άρθρο 5

Συμμετοχή εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών που δεν έχουν ακόμη υιοθετήσει το ευρώ

Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών που δεν έχουν ακόμη υιοθετήσει το ευρώ να συμμετέχουν σε δραστηριότητες της EPCO και σε κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τις κεντρικές τράπεζες.

Άρθρο 6

Τελική διάταξη

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την 1η Δεκεμβρίου 2008.

Φρανκφούρτη, 17 Νοεμβρίου 2008.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Jean-Claude TRICHET


(1)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114.

(2)  ΕΕ L 320 της 21.10.2004, σ. 21.


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/79


ΑΠΌΦΑΣΗ EUMM/1/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΚΑΙ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ

της 16ης Σεπτεμβρίου 2008

σχετικά με το διορισμό του Αρχηγού Αποστολής της Αποστολής Παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Γεωργία (EUMM Georgia)

(2008/894/ΚΕΠΠΑ)

H ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 25, τρίτη παράγραφος,

την κοινή δράση 2008/736/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 15ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με την αποστολή παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Γεωργία (EUMM GEORGIA) (1) και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 της κοινής δράσης 2008/736/ΚΕΠΠΑ, εξουσιοδοτείται η ΕΠΑ, σύμφωνα με το άρθρο 25 της συνθήκης, να λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις προκειμένου να ασκεί τον πολιτικό έλεγχο και τη στρατηγική διεύθυνση της Αποστολής EUΜΜ Georgia, και, μεταξύ άλλων, να διορίζει Αρχηγό Αποστολής.

(2)

Ο Γενικός Γραμματέας/Ύπατος Εκπρόσωπος έχει προτείνει το διορισμό του κ. Hansjörg HABER ως Αρχηγού της Αποστολής EUΜΜ Georgia.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ο κ. Hansjörg HABER διορίζεται Αρχηγός Αποστολής της Αποστολής Παρακολούθησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Γεωργία (EUMM GEORGIA).

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημέρα της έκδοσής της.

Εφαρμόζεται έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2009.

Βρυξέλλες, 16 Σεπτεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας

Η Πρόεδρος

C. ROGER


(1)  EE L 248 της 17.9.2008 σ. 26.


29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/80


ΑΠΌΦΑΣΗ BiH/14/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΚΑΙ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ

της 21ης Νοεμβρίου 2008

σχετικά με το διορισμό διοικητή δυνάμεων της ΕΕ για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη

(2008/895/ΚΕΠΠΑ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 25 τρίτη παράγραφος,

την κοινή δράση 2004/570/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2004, σχετικά με τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (1), και ιδίως το άρθρο 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 της κοινής δράσης 2004/570/ΚΕΠΠΑ, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την επιτροπή πολιτικής και ασφάλειας (ΕΠΑ) να λάβει περαιτέρω αποφάσεις σχετικά με το διορισμό διοικητή δυνάμεων της ΕΕ.

(2)

Στις 25 Σεπτεμβρίου 2007, η ΕΠΑ εξέδωσε την απόφαση ΒiΗ/11/2007 (2) για το διορισμό του υποστρατήγου κ. Ignacio MARTÍN VILLALAÍN ως διοικητού δυνάμεων της ΕΕ για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

(3)

Ο διοικητής επιχειρήσεων της ΕΕ συνέστησε το διορισμό του στρατηγού κ. Stefano CASTAGNOTTO , ως νέου διοικητή δυνάμεων της ΕΕ για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

(4)

H στρατιωτική επιτροπή της ΕΕ υποστήριξε την εν λόγω σύσταση.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην εκπόνηση και στην εφαρμογή αποφάσεων και δράσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν συνέπειες στην άμυνα.

(6)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης προέβη, στις 12 και 13 Δεκεμβρίου 2002, σε δήλωση, σύμφωνα με την οποία οι διευθετήσεις «Βερολίνο +» και η υλοποίησή τους θα έχουν εφαρμογή μόνο σε όσα κράτη μέλη της ΕΕ είναι ταυτόχρονα είτε μέλη του ΝΑΤΟ, είτε μέρη της «Εταιρικής σχέσης για την ειρήνη» και έχουν, ως εκ τούτου, συνάψει διμερείς συμφωνίες ασφάλειας με το NATO,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ο στρατηγός κ. Stefano CASTAGNOTTO διορίζεται διοικητής δυνάμεων της ΕΕ για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από τις 4 Δεκεμβρίου 2008.

Βρυξέλλες, 21 Νοεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας

Η Πρόεδρος

C. ROGER


(1)  ΕΕ L 252 της 28.7.2004, σ. 10.

(2)  ΕΕ L 288 της 6.11.2007, σ. 60.