ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
21 Ιουνίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 583/2008 της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2008, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 584/2008 της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2008, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κοινοτικό στόχο για τη μείωση του επιπολασμού της Salmonella Enteritidis και της Salmonella Typhimurium στις γαλοπούλες ( 1 )

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 585/2008 της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2008, περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας γάδου στο Kattegat από σκάφη που φέρουν σημαία Σουηδίας

9

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2008/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 95/50/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών στον τομέα του ελέγχου των οδικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων, όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή

11

 

*

Οδηγία 2008/62/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2008, για την πρόβλεψη ορισμένων παρεκκλίσεων για την αποδοχή γεωργικών ντόπιων αβελτίωτων φυλών και ποικιλιών που είναι φυσικώς προσαρμοσμένες στις τοπικές και περιφερειακές συνθήκες και απειλούνται από γενετική διάβρωση καθώς και για τη διάθεση στην αγορά σπόρων και σπόρων γεωμήλων των εν λόγω ντόπιων φυλών και ποικιλιών ( 1 )

13

 

*

Οδηγία 2008/63/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2008, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές εξοπλισμού τηλεπικοινωνιακών τερματικών (Κωδικοποιημένη έκδοση)  ( 1 )

20

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΥΙΟΘΕΤΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

 

*

Απόφαση αριθ. 586/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για τροποποίηση της απόφασης αριθ. 896/2006/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση απλουστευμένου καθεστώτος για τον έλεγχο των προσώπων στα εξωτερικά σύνορα βασιζόμενου στη μονομερή αναγνώριση από τα κράτη μέλη ορισμένων τίτλων παραμονής που εκδίδουν η Ελβετία και το Λιχτενστάιν για τη διέλευση από το έδαφός τους

27

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο

 

 

2008/469/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την κινητοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης της ΕΕ σύμφωνα με το σημείο 26 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση

30

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/470/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2008, όσον αφορά την προσωρινή απαγόρευση της χρήσης και πώλησης γενετικώς τροποποιημένου αραβοσίτου (Zea mays L. σειρά T25) στην Αυστρία σύμφωνα με την οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1715]  ( 1 )

31

 

 

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/471/ΕΚ

 

*

Σύσταση της Επιτροπής, της 30ής Μαΐου 2008, για μέτρα περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: τριχλωροαιθυλένιο, βενζόλιο και 2-μεθοξυ-2-μεθυλοβουτάνιο (TAME) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2271]  ( 1 )

34

 

 

2008/472/ΕΚ

 

*

Σύσταση της Επιτροπής, της 30ής Μαΐου 2008, για μέτρα περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: χλωριούχο 2,3-εποξυπροπυλοτριμεθυλαμμώνιο (EPTAC), χλωριούχο (3-χλωρο-2-υδροξυπροπυλο)τριμεθυλαμμώνιο (CHPTAC) και εξαχλωροκυκλοπενταδιένιο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2316]  ( 1 )

37

 

 

2008/473/ΕΚ

 

*

Σύσταση της Επιτροπής, της 5ης Ιουνίου 2008, σχετικά με τον περιορισμό της αστικής ευθύνης των νόμιμων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2274]  ( 1 )

39

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 583/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Ιουνίου 2008

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 21 Ιουνίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MA

41,8

MK

34,1

TR

59,0

ZZ

45,0

0707 00 05

JO

151,2

MK

24,1

TR

134,5

ZZ

103,3

0709 90 70

TR

101,1

ZZ

101,1

0805 50 10

AR

109,6

EG

120,2

TR

135,6

US

99,2

ZA

103,7

ZZ

113,7

0808 10 80

AR

169,1

BR

88,0

CL

103,6

CN

91,0

NZ

118,7

US

91,0

UY

58,3

ZA

97,1

ZZ

102,1

0809 10 00

IL

89,8

TR

193,8

US

236,6

ZZ

173,4

0809 20 95

TR

388,7

US

379,0

ZZ

383,9

0809 30 10, 0809 30 90

EG

182,1

US

191,8

ZZ

187,0

0809 40 05

IL

121,3

TR

131,9

ZZ

126,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 584/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Ιουνίου 2008

για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κοινοτικό στόχο για τη μείωση του επιπολασμού της Salmonella Enteritidis και της Salmonella Typhimurium στις γαλοπούλες

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων συγκεκριμένων τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 13,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σκοπός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 είναι να εξασφαλιστεί η λήψη κατάλληλων και αποτελεσματικών μέτρων για την ανίχνευση και τον έλεγχο της σαλμονέλας και άλλων ζωονοσογόνων παραγόντων σε όλα τα συναφή στάδια της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής, ιδίως σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής, ώστε να μειωθεί ο επιπολασμός τους καθώς και ο κίνδυνος που δημιουργούν για τη δημόσια υγεία.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 προβλέπει τον καθορισμό κοινοτικού στόχου για τη μείωση του επιπολασμού όλων των οροτύπων σαλμονέλας που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία στις γαλοπούλες σε επίπεδο πρωτογενούς παραγωγής. Η μείωση αυτή είναι σημαντική ενόψει των αυστηρών μέτρων που θα εφαρμοστούν από τις 12 Δεκεμβρίου 2010 στο νωπό κρέας από μολυσμένα σμήνη γαλοπουλών σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό. Ειδικότερα, το νωπό κρέας πουλερικών, συμπεριλαμβανομένου του κρέατος των γαλοπουλών, δεν μπορεί να διατεθεί στην αγορά για ανθρώπινη κατανάλωση, εκτός εάν ικανοποιεί το ακόλουθο κριτήριο: «Απουσία σαλμονέλας σε 25 γραμμάρια».

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 προβλέπει ότι ο κοινοτικός στόχος πρέπει να περιλαμβάνει, αφενός, την αριθμητική έκφραση του μέγιστου ποσοστού των επιδημιολογικών μονάδων που παραμένουν θετικές και/ή του ελάχιστου ποσοστού μείωσης του αριθμού των επιδημιολογικών μονάδων που παραμένουν θετικές, και, αφετέρου, τη μέγιστη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να επιτευχθεί ο στόχος αυτός καθώς και τον ορισμό των προγραμμάτων δοκιμών που απαιτούνται για να επαληθευθεί η επίτευξή του. Επίσης, περιλαμβάνει τον ορισμό, κατά περίπτωση, των οροτύπων που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 ορίζει ότι, κατά τον καθορισμό του κοινοτικού στόχου, πρέπει να ληφθούν υπόψη τόσο η πείρα που αποκτάται με βάση τα υπάρχοντα εθνικά μέτρα ελέγχου όσο και τα στοιχεία που διαβιβάζονται στην Επιτροπή ή στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων με βάση τις υπάρχουσες κοινοτικές απαιτήσεις, ειδικότερα στο πλαίσιο των πληροφοριών που προβλέπονται στην οδηγία 2003/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων (2), και ιδίως το άρθρο 5.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 ορίζει ότι, κατά τον καθορισμό κάθε κοινοτικού στόχου, η Επιτροπή παρέχει ανάλυση του αναμενόμενου κόστους και οφελών. Εντούτοις, κατά παρέκκλιση, ο κοινοτικός στόχος για τη γαλοπούλα που καλύπτει τη Salmonella Enteritidis και τη Salmonella Typhimurium μπορεί να προβλέπει μεταβατική περίοδο χωρίς την ανάλυση αυτή.

(6)

Έχουν συλλεχθεί, επομένως, συγκρίσιμα στοιχεία όσον αφορά τον επιπολασμό οροτύπων Salmonella σε σμήνη γαλοπουλών στα κράτη μέλη σύμφωνα ε την απόφαση 2006/662/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Σεπτεμβρίου 2006, περί της χρηματοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας για τη διενέργεια βασικής μελέτης στα κράτη μέλη σχετικά με τον επιπολασμό της Salmonella στις γαλοπούλες (3).

(7)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 προβλέπει ότι, για μεταβατική περίοδο τριών ετών, ο κοινοτικός στόχος όσον αφορά τις γαλοπούλες θα καλύπτει μόνον τη Salmonella Enteritidis και τη Salmonella Typhimurium. Άλλοι ορότυποι που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία μπορούν να εξεταστούν μετά τη λήξη της περιόδου αυτής.

(8)

Προκειμένου να επαληθευτεί η πρόοδος που σημειώνεται όσον αφορά την επίτευξη του κοινοτικού στόχου, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η επανειλημμένη δειγματοληψία των σμηνών γαλοπουλών στον παρόντα κανονισμό.

(9)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, ζητήθηκε η γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) για τον καθορισμό του κοινοτικού στόχου όσον αφορά τις γαλοπούλες.

(10)

Η ειδική ομάδα για τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τις ζωονόσους της ΕΑΑΤ ενέκρινε, στις 28 Απριλίου 2008, μια έκθεση σχετικά με την ανάλυση βασικής μελέτης για τον επιπολασμό ειδών της Salmonella σε σμήνη γαλοπουλών στην ΕΕ, 2006-2007, μέρος Α: Salmonella prevalence estimates (Εκτίμηση του επιπολασμού της σαλμονέλας).

(11)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 646/2007 της Επιτροπής, της 12ης Ιουνίου 2007, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά έναν κοινοτικό στόχο για τη μείωση της Salmonella Enteritidis και της Salmonella Typhimurium στα κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1091/2005 (4), στα σμήνη δειγματοληψίας κοτόπουλων κρεατοπαραγωγής για Salmonella πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον δύο ζεύγη μάκτρων για μπότες ή δύο ζεύγη «καλτσών». Τα νέα επιστημονικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι η χρησιμοποίηση ενός συνδυασμού ενός ζεύγους μάκτρων για μπότες ή «καλτσών» με ένα δείγμα σκόνης είναι, τουλάχιστον, τόσο ευαίσθητος όσο και η δειγματοληψία με τη λήψη δύο ζευγών μάκτρων για μπότες ή «καλτσών». Επομένως, αυτός ο συνδυασμός πρέπει να επιτραπεί ως εναλλακτική δειγματοληπτική μέθοδος και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 646/2007 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(12)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Κοινοτικός στόχος

1.   Ο κοινοτικός στόχος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, για τη μείωση της Salmonella Enteritidis και της Salmonella Typhimurium στις γαλοπούλες («κοινοτικός στόχος») θα είναι:

α)

η μείωση του μέγιστου ποσοστού των σμηνών γαλοπουλών προς πάχυνση που παραμένουν θετικά ως προς τη Salmonella Enteritidis και τη Salmonella Typhimurium σε 1 % ή λιγότερο έως τις 31Δεκεμβρίου 2012, και

β)

η μείωση του μέγιστου ποσοστού των σμηνών ενήλικων γαλοπουλών αναπαραγωγής που παραμένουν θετικά ως προς τη Salmonella Enteritidis και Salmonella Typhimurium σε 1 % ή λιγότερο έως τις 31Δεκεμβρίου 2012.

Ωστόσο, για τα κράτη μέλη με λιγότερο από 100 σμήνη ενήλικων γαλοπουλών αναπαραγωγής ή πάχυνσης, ο κοινοτικός στόχος είναι ότι όχι περισσότερο από ένα σμήνος ενήλικων γαλοπουλών αναπαραγωγής ή πάχυνσης μπορεί να παραμείνει θετικό έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012.

2.   Το πρόγραμμα δοκιμών με το οποίο θα επαληθευτεί η πρόοδος όσον αφορά την επίτευξη του κοινοτικού στόχου ορίζεται στο παράρτημα.

3.   Η Επιτροπή επανεξετάζει το στόχο και το πρόγραμμα δοκιμών που περιγράφεται στο παράρτημα βάσει της πείρας που θα έχει αποκτηθεί το 2010, που είναι το πρώτο έτος εφαρμογής των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003.

Άρθρο 2

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 646/2007

Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 646/2007, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

1.

στο τέλος του σημείου 2:

«Εναλλακτικά, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι θα ληφθεί ένα ζεύγος μάκτρων για μπότες, καλύπτοντας το 100 % της περιοχής του σπιτιού εάν συνδυαστεί με δείγμα σκόνης, που συλλέγεται από πολλαπλές θέσεις σε όλο το σπίτι από τις επιφάνειες με ορατή παρουσία σκόνης.»·

2.

μετά τη δεύτερη παράγραφο του σημείου 3.1:

«Το δείγμα σκόνης θα αναλυθεί κατά προτίμηση χωριστά. Εντούτοις, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να το συγκεντρώσει με το ζεύγος μάκτρων για μπότες ή “καλτσών” για την ανάλυση.»

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 3, και το άρθρο 2 θα ισχύσουν από την 1η Ιουλίου 2008, ενώ το άρθρο 1 παράγραφος 2 θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2010.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1237/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 280 της 24.10.2007, σ. 5).

(2)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2006/104/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 352).

(3)  ΕΕ L 272 της 3.10.2006, σ. 22.

(4)  ΕΕ L 151 της 13.6.2007, σ. 21.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πρόγραμμα δοκιμών που είναι αναγκαίο για να επαληθευτεί η επίτευξη του κοινοτικού στόχου όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2

1.   Συχνότητα και καθεστώς της δειγματοληψίας

α)

Το πλαίσιο της δειγματοληψίας θα καλύπτει όλα τα σμήνη γαλοπουλών πάχυνσης και αναπαραγωγής που εμπίπτουν στο πεδίο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003.

β)

Στα σμήνη γαλοπουλών γίνεται δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας και από την αρμόδια αρχή.

i)

Η δειγματοληψία σμηνών γαλοπουλών πάχυνσης και αναπαραγωγής με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 εντός τριών εβδομάδων πριν από τη μεταφορά των πτηνών στο σφαγείο. Τα αποτελέσματα παραμένουν έγκυρα μόνον έως έξι εβδομάδες κατ’ ανώτατο όριο μετά τη δειγματοληψία και, επομένως, μπορεί να απαιτηθεί η επαναλαμβανόμενη δειγματοληψία του ίδιου σμήνους.

ii)

Πρόσθετα, θα πραγματοποιηθεί δειγματοληψία των σμηνών των γαλοπουλών αναπαραγωγής κατόπιν πρωτοβουλίας του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας:

στην εκτροφή των κοπαδιών: στην ημέρα, σε τέσσερις εβδομάδες της ηλικίας και δύο εβδομάδες πριν από τη μετάβαση στη φάση ωοτοκίας ή τη μονάδα ωοτοκίας,

στα ενήλικα σμήνη: τουλάχιστον κάθε τρίτη εβδομάδα κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας στην εκμετάλλευση ή στο εκκολαπτήριο.

iii)

Η δειγματοληψία από την αρμόδια αρχή περιλαμβάνει τουλάχιστον:

μία φορά το χρόνο, όλα τα σμήνη στο 10 % των εκμεταλλεύσεων με τουλάχιστον 250 ενήλικες γαλοπούλες αναπαραγωγής ηλικίας μεταξύ 30 και 45 εβδομάδων αλλά συμπεριλαμβανομένων, εν πάση περιπτώσει, όλων των εκμεταλλεύσεων όπου ανιχνεύθηκε η Salmonella Enteritidis ή η Salmonella Typhimurium κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 12 μηνών και όλων των εγκαταστάσεων με γαλοπούλες αναπαραγωγής ελίτ, γονείς προπατόρων και προπάτορές τους· αυτή η δειγματοληψία μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί στο εκκολαπτήριο,

όλα τα σμήνη στις εκμεταλλεύσεις σε περίπτωση ανίχνευσης Salmonella Enteritidis ή η Salmonella Typhimurium από τα δείγματα που λαμβάνονται στο εκκολαπτήριο από τους υπευθύνους της πτηνοτροφικής μονάδας ή μέσα στο πλαίσιο των επίσημων ελέγχων, για να ερευνήσουν την προέλευση της μόλυνσης,

μία φορά το χρόνο, όλα τα σμήνη στο 10 % των εκμεταλλεύσεων με τουλάχιστον 500 γαλοπούλες πάχυνσης, αλλά εν πάση περιπτώσει:

όλα τα σμήνη στην εκμετάλλευση όταν ένα σμήνος βρέθηκε θετικό σε Salmonella Enteritidis ή Salmonella Typhimurium στα δείγματα που λήφθηκαν από τους υπευθύνους της πτηνοτροφικής μονάδας, εκτός αν το κρέας των γαλοπουλών στα σμήνη προορίζεται για τη βιομηχανική θερμική επεξεργασία ή μια άλλη επεξεργασία για την εξάλειψη της σαλμονέλας, και

όλα τα σμήνη στην εκμετάλλευση όταν ένα σμήνος βρέθηκε θετικό σε Salmonella Enteritidis ή Salmonella Typhimurium κατά τη διάρκεια του προηγούμενου κύκλου στα δείγματα που λήφθηκαν από τον υπεύθυνο της πτηνοτροφικής μονάδας, και

κάθε φορά που η αρμόδια αρχή το θεωρεί απαραίτητο.

Η δειγματοληψία που διενεργείται από την αρμόδια αρχή μπορεί να αντικαταστήσει τη δειγματοληψία με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής μονάδας.

2.   Πρωτόκολλο δειγματοληψίας

2.1.   Δειγματοληψία στο εκκολαπτήριο

Η δειγματοληψία διενεργείται στο εκκολαπτήριο σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στο σημείο 2.2.1 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1003/2005 (1).

2.2.   Δειγματοληψία στην εκμετάλλευση

2.2.1.   Γαλοπούλες αναπαραγωγής

Τα δείγματα λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στο σημείο 2.2.2 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1003/2005.

2.2.2.   Γαλοπούλες πάχυνσης

Πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον δύο ζεύγη μάκτρων για μπότες ή δύο ζεύγη «καλτσών». Στην περίπτωση σμηνών γαλοπουλών ελεύθερης βοσκής, τα δείγματα πρέπει να συλλέγονται μόνον εντός του ορνιθώνα. Όλα τα μάκτρα για μπότες/«κάλτσες» πρέπει να συγκεντρώνονται σε ένα δείγμα.

Σε σμήνη με λιγότερες από 100 γαλοπούλες, όταν δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν μάκτρα για μπότες ή «κάλτσες», επειδή δεν είναι δυνατή η πρόσβαση στους ορνιθώνες, αυτά μπορούν να αντικατασταθούν από μάκτρα που σύρονται με τα χέρια –δηλαδή τα μάκτρα για μπότες ή οι «κάλτσες» φοριούνται στα χέρια πάνω από γάντια και τρίβονται επάνω σε επιφάνειες που είναι λερωμένες με φρέσκα περιττώματα ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, με άλλες τεχνικές δειγματοληψίας για περιττώματα κατάλληλες για τον προοριζόμενο σκοπό.

Πριν να φορεθούν τα μάκτρα για μπότες ή οι «κάλτσες», πρέπει να υγραίνεται η επιφάνειά τους με διαλυτική ουσία για μέγιστη περισυλλογή (MRD: 0,8 % χλωριούχο νάτριο, 0,1 % πεπτόνη σε αποστειρωμένο απιονισμένο νερό) ή αποστειρωμένο νερό ή άλλο διαλυτικό εγκεκριμένο από το εθνικό εργαστήριο αναφοράς όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003. Απαγορεύεται η χρήση ύδατος από την εκμετάλλευση το οποίο περιέχει αντιμικροβιακές ουσίες ή επιπλέον απολυμαντικά. Ο συνιστώμενος τρόπος να υγράνετε τα μάκτρα για μπότες είναι να ρίξετε υγρό μέσα τους πριν τα φορέσετε. Εναλλακτικά, προτού χρησιμοποιήσετε τα μάκτρα για μπότες ή τις «κάλτσες» μπορείτε να τα τοποθετήσετε σε αυτόκαυστο μέσα σε σακούλες ή δοχεία αποστείρωσης που περιέχουν διαλυτικό. Τα διαλυτικά μπορούν να προστεθούν και αφού φορέσετε τις μπότες, με τη χρήση ψεκαστήρα ή υδροβολέα.

Εξασφαλίζεται ότι όλα τα τμήματα του ορνιθώνα αντιπροσωπεύονται στη δειγματοληψία ανάλογα με το μέγεθός τους. Κάθε ζεύγος πρέπει να καλύπτει περίπου το 50 % της έκτασης του ορνιθώνα.

Εναλλακτικά, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι θα ληφθεί ένα ζεύγος μάκτρων για μπότες, καλύπτοντας το 100 % της έκτασης του ορνιθώνα, εάν συνδυαστεί με δείγμα σκόνης, που συλλέγεται από πολλαπλές θέσεις σε όλο το σπίτι από τις επιφάνειες με ορατή παρουσία σκόνης.

Αφού ολοκληρωθεί η δειγματοληψία, τα μάκτρα για μπότες ή οι «κάλτσες» πρέπει να αφαιρούνται προσεκτικά, ώστε να μην αποκολληθούν τα υλικά που έχουν προσκολληθεί σ’ αυτά. Μπορείτε να γυρίσετε τα μάκτρα για μπότες από την ανάποδη για να συγκρατηθεί το υλικό. Τοποθετούνται σε σακούλα ή δοχείο τα οποία φέρουν ετικέτες.

Η αρμόδια αρχή εποπτεύει την κατάρτιση των υπεύθυνων της πτηνοτροφικής μονάδας ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας.

Στην περίπτωση δειγματοληψίας από την αρμόδια αρχή για υπόνοια μόλυνσης από σαλμονέλα σε ένα σμήνος στην εκμετάλλευση αυτή και σε κάθε άλλη περίπτωση που κρίνεται κατάλληλη, η αρμόδια αρχή βεβαιώνεται, διενεργώντας περαιτέρω δοκιμές όπου κρίνεται απαραίτητο, ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων για σαλμονέλα στα σμήνη γαλοπουλών δεν έχουν επηρεαστεί από τη χρήση αντιμικροβιακών παραγόντων στα εν λόγω σμήνη.

Σε περίπτωση που δεν ανιχνευθεί η παρουσία Salmonella Εnteritidis και Salmonella Typhimurium αλλά ανιχνευθούν αντιμικροβιακοί παράγοντες ή παράγοντες ανασταλτικοί για την ανάπτυξη βακτηρίων, το σμήνος γαλοπουλών θεωρείται μολυσμένο για τους σκοπούς του κοινοτικού στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

3.   Εξέταση των δειγμάτων

3.1.   Μεταφορά και προετοιμασία των δειγμάτων

Τα δείγματα αποστέλλονται κατά προτίμηση με κατεπείγουσα ταχυδρομική αποστολή ή με ιδιωτική ταχυδρομική υπηρεσία στα εργαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 11 και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003, εντός 24 ωρών από τη συλλογή τους. Εάν δεν αποσταλούν μέσα σε 24 ώρες, θα αποθηκευτούν στην κατάψυξη. Στο εργαστήριο τα δείγματα θα διατηρηθούν κατεψυγμένα έως την εξέταση, η οποία θα αρχίσει μέσα σε 48 ώρες από την παραλαβή και μέσα σε 96 ώρες μετά τη δειγματοληψία.

Η συσκευασία του/των ζεύγους/ζευγών μάκτρων για μπότες ή «καλτσών» αφαιρείται προσεκτικά, ώστε να αποφεύγεται η αποκόλληση των περιττωμάτων που είναι προσκολλημένα επάνω στα μάκτρα. Στη συνέχεια, τα μάκτρα ομαδοποιούνται και τοποθετούνται σε 225 ml ρυθμιστικού υδατικού διαλύματος πεπτόνης (BPW), το οποίο έχει προθερμανθεί σε θερμοκρασία δωματίου. Τα μάκτρα για μπότες ή οι «κάλτσες» θα βυθιστούν πλήρως σε BPW και, επομένως, μπορεί να προστεθεί περισσότερο BPW, εάν είναι απαραίτητο.

Το δείγμα σκόνης θα αναλυθεί κατά προτίμηση χωριστά. Ωστόσο, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να το συγκεντρώσει με το ζεύγος μάκτρων για μπότες ή «καλτσών» για την ανάλυση.

Το δείγμα περιδινείται για να κορεσθεί πλήρως, ενώ συνεχίζεται η καλλιέργεια με τη μέθοδο ανίχνευσης που περιγράφεται στο σημείο 3.2.

Άλλα δείγματα (π.χ. από τα εκκολαπτήρια) θα προετοιμαστούν σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στο σημείο 2.2.2 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.1003/2005.

Εάν έχουν συμφωνηθεί πρότυπα ISO σχετικά με την προετοιμασία των περιττωμάτων με σκοπό την ανίχνευση σαλμονέλας, εφαρμόζονται και αντικαθιστούν τις διατάξεις για την προετοιμασία της δειγματοληψίας που ορίζονται στο σημείο αυτό.

3.2.   Μέθοδος ανίχνευσης

Χρησιμοποιείται η μέθοδος που συνιστάται από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τη σαλμονέλα στο Bilthoven (Κάτω Χώρες).

Η εν λόγω μέθοδος περιγράφεται στο παράρτημα Δ του ISO 6579 (2002): «Για την ανίχνευση ειδών Salmonella σε περιττώματα ζώων και σε δείγματα του σταδίου της πρωτογενούς παραγωγής». Θα χρησιμοποιηθεί η πιο πρόσφατη έκδοση του παραρτήματος Δ.

Σε αυτή τη μέθοδο ανίχνευσης χρησιμοποιείται ημιστερεό μέσο [τροποποιημένο ημιστερεό μέσο Rappaport-Vassiladis (MSRV)] ως το μοναδικό μέσο επιλεκτικού εμπλουτισμού.

3.3.   Προσδιορισμός του οροτύπου

Προσδιορίζεται ο ορότυπος τουλάχιστον ενός απομονωμένου στελέχους από κάθε θετικό δείγμα, σύμφωνα με το σύστημα Kaufmann-White.

3.4.   Εναλλακτικές μέθοδοι

Όσον αφορά τα δείγματα που λαμβάνονται με πρωτοβουλία του υπευθύνου της πτηνοτροφικής εκμετάλλευσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι μέθοδοι ανάλυσης που προβλέπονται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 (2), αντί των μεθόδων για την προετοιμασία των δειγμάτων, των μεθόδων ανίχνευσης και προσδιορισμού του οροτύπου που προβλέπονται στο σημείο 3.1, 3.2 και 3.3 του παρόντος παραρτήματος, εάν πιστοποιούνται σύμφωνα με το πρότυπο EN/ISO 16140/2003.

3.5.   Αποθήκευση των στελεχών

Τα εργαστήρια εγγυώνται ότι τουλάχιστον ένα απομονωθέν στέλεχος Salmonella spp. ανά ορνιθώνα και ανά έτος μπορεί να συλλέγεται από την αρμόδια αρχή και να αποθηκεύεται για πιθανή μελλοντική λυσιτυπία ή αντιμικροβιακή δοκιμή ευαισθησίας, χρησιμοποιώντας τις κανονικές μεθόδους για τη συλλογή καλλιέργειας, η οποία πρέπει να εξασφαλίζει την ακεραιότητα των στελεχών για ελάχιστο διάστημα δύο ετών.

4.   Αποτελέσματα και υποβολή εκθέσεων

4.1.   Ανίχνευση Salmonella Enteritidis ή/και Salmonella Typhimurium

Το εργαστήριο υποβάλλει αμέσως έκθεση για κάθε ανίχνευση Salmonella Enteritidis ή/και Salmonella Typhimurium στην αρμόδια αρχή και δίνει αναφορά για την εκμετάλλευση και τα σμήνη.

4.2.   Εκτίμηση του επιπολασμού με στόχο την επαλήθευση της επίτευξης του κοινοτικού στόχου

Ένα σμήνος γαλοπουλών θεωρείται θετικό για τους σκοπούς της επαλήθευσης της επίτευξης του κοινοτικού στόχου, σε περίπτωση που ανιχνευθεί η παρουσία Salmonella Εnteritidis και/ή Salmonella Typhimurium (εκτός από τα στελέχη εμβολίων) σε ένα ή περισσότερα δείγματα του σμήνους σε κάθε ευκαιρία.

Τα θετικά σμήνη γαλοπουλών μετρώνται μόνο μία φορά ανά αγέλη, ανεξάρτητα από τον αριθμό των δειγματοληψιών και των δοκιμών στις οποίες υποβάλλονται και αναφέρονται μόνο στο πρώτο έτος ανίχνευσης.

Ο επιπολασμός υπολογίζεται χωριστά για τα σμήνη γαλοπουλών πάχυνσης και τα σμήνη ενήλικων γαλοπουλών αναπαραγωγής.

4.3.   Ετήσιες εκθέσεις

Η ετήσια υποβολή έκθεσης περιλαμβάνει:

α)

το συνολικό αριθμό των σμηνών γαλοπουλών από τα οποία έχει διενεργηθεί δειγματοληψία από την αρμόδια αρχή ή από τον υπεύθυνο της πτηνοτροφικής μονάδας·

β)

το συνολικό αριθμό σμηνών που έχουν μολυνθεί από Salmonella Enteritidis ή Salmonella Typhimurium, των ενήλικων γαλοπουλών πάχυνσης και αναπαραγωγής·

γ)

όλους τους ορότυπους των σαλμονελών που έχουν απομονωθεί (συμπεριλαμβανομένων και άλλων εκτός από τη Salmonella Enteritidis και τη Salmonella Typhimurium) και τον αριθμό των σμηνών που έχουν μολυνθεί ανά ορότυπο·

δ)

ερμηνεία των αποτελεσμάτων, ειδικότερα όσον αφορά τις περιπτώσεις που αποτελούν εξαίρεση.

Τα αποτελέσματα και τυχόν συμπληρωματικές σχετικές πληροφορίες αναφέρονται ως μέρος της έκθεσης για τις τάσεις και την προέλευση, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/99/ΕΚ (3).

4.4.   Συμπληρωματικές πληροφορίες

Πρέπει να διατίθενται τουλάχιστον οι ακόλουθες πληροφορίες για κάθε σμήνος γαλοπουλών στις οποίες έχουν διενεργηθεί δοκιμές σε εθνικό επίπεδο ή από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων κατόπιν αιτήματός της:

α)

το δείγμα που έλαβε η αρμόδια αρχή ή ο υπεύθυνος της πτηνοτροφικής μονάδας·

β)

κωδικός αναφοράς της εκμετάλλευσης, που πρέπει να παραμένει μοναδικός στο χρόνο·

γ)

κωδικός αναφοράς του ορνιθώνα, που πρέπει να παραμένει μοναδικός στο χρόνο·

δ)

μήνας δειγματοληψίας.


(1)  ΕΕ L 170 της 1.7.2005, σ. 12.

(2)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31.


21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/9


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 585/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Ιουνίου 2008

περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας γάδου στο Kattegat από σκάφη που φέρουν σημαία Σουηδίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 2008 περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2008.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2008.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος, το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2008 θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2007 (ΕΕ L 192 της 24.7.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 261, 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11, διορθώθηκε τελευταία με την ΕΕ L 36, της 8.2.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 19 της 23.1.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

10/T&Q

Κράτος μέλος

ΣΟΥΗΔΙΑ

Απόθεμα

COD/03AS.

Είδος

Γάδος (Gadus morhua)

Ζώνη

Kattegat

Ημερομηνία

19.5.2008


ΟΔΗΓΙΕΣ

21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/11


ΟΔΗΓΊΑ 2008/54/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Ιουνίου 2008

για την τροποποίηση της οδηγίας 95/50/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών στον τομέα του ελέγχου των οδικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων, όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που ανατίθενται στην Επιτροπή

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 71,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 95/50/ΕΚ του Συμβουλίου (3) προβλέπει ότι ορισμένα μέτρα πρέπει να εγκρίνονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (4).

(2)

Η απόφαση 1999/468/ΕΚ τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, η οποία καθιερώνει κανονιστική διαδικασία με έλεγχο για τη θέσπιση μέτρων γενικής εμβέλειας που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων βασικής νομοθετικής πράξης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, μεταξύ άλλων διά καταργήσεως ορισμένων από αυτά ή διά συμπληρώσεως της πράξεως με νέα μη ουσιώδη στοιχεία.

(3)

Σύμφωνα με τη δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (5) σχετικά με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, όσον αφορά την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που πρέπει να ακολουθείται για ήδη ισχύουσες νομοθετικές πράξεις που έχουν εκδοθεί με βάση τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, οι εν λόγω νομοθετικές πράξεις πρέπει να αναπροσαρμοσθούν σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες διαδικασίες.

(4)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να προσαρμόσει τα παραρτήματα της οδηγίας 95/50/ΕΚ στην επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο. Επειδή τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της οδηγίας 95/50/ΕΚ, τα μέτρα αυτά πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(5)

Η οδηγία 95/50/ΕΚ θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως.

(6)

Επειδή οι τροποποιήσεις που επιφέρει η παρούσα οδηγία στην οδηγία 95/50/ΕΚ είναι τεχνικής φύσεως και αφορούν μόνον τις διαδικασίες επιτροπής, δεν χρειάζεται να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών. Δεν είναι επομένως αναγκαίο να θεσπισθούν διατάξεις προς το σκοπό αυτό,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις

Τα άρθρα 9α και 9β της οδηγίας 95/50/ΕΚ αντικαθίστανται από τα εξής:

«Άρθρο 9α

Η Επιτροπή προσαρμόζει τα παραρτήματα στην επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο στους τομείς που καλύπτει η παρούσα οδηγία, με σκοπό ιδίως να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις της οδηγίας 94/55/ΕΚ. Τα μέτρα αυτά τα οποία αποβλέπουν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας θεσπίζονται με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 9β παράγραφος 2.

Άρθρο 9β

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 9 της οδηγίας 94/55/ΕΚ.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.»

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 17 Ιουνίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LENARČIČ


(1)  ΕΕ C 44 της 16.2.2008, σ. 52.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2008.

(3)  ΕΕ L 249 της 17.10.1995, σ. 35. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/112/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 367 της 14.12.2004, σ. 23).

(4)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(5)  ΕΕ C 255 της 21.10.2006, σ. 1.


21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/13


ΟΔΗΓΊΑ 2008/62/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Ιουνίου 2008

για την πρόβλεψη ορισμένων παρεκκλίσεων για την αποδοχή γεωργικών ντόπιων αβελτίωτων φυλών και ποικιλιών που είναι φυσικώς προσαρμοσμένες στις τοπικές και περιφερειακές συνθήκες και απειλούνται από γενετική διάβρωση καθώς και για τη διάθεση στην αγορά σπόρων και σπόρων γεωμήλων των εν λόγω ντόπιων φυλών και ποικιλιών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 66/401/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1966, περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κτηνοτροφικών φυτών (1), και ιδίως το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχείο β),

την οδηγία 66/402/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1966, περί εμπορίας σπόρων δημητριακών προς σπορά (2), και ιδίως το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχείο β),

την οδηγία 2002/53/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, περί του κοινού καταλόγου ποικιλιών καλλιεργούμενων φυτικών ειδών (3), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 6, το άρθρο 20 παράγραφος 2 και το άρθρο 21,

την οδηγία 2002/54/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κηπευτικών (4), και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο β),

την οδηγία 2002/56/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, περί εμπορίας σπόρων γεωμήλων προς φύτευση (5), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 1 και το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο β),

την οδηγία 2002/57/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, περί εμπορίας των σπόρων προς σπορά των ελαιούχων και κλωστικών φυτών (6), και ιδίως το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα θέματα της βιοποικιλότητας και της διατήρησης των φυτογενετικών πόρων έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία τα τελευταία χρόνια, όπως φαίνεται από διάφορες εξελίξεις σε διεθνές και κοινοτικό επίπεδο. Στα παραδείγματα περιλαμβάνονται η απόφαση 93/626/EOK του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993, σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλομορφία (7), η απόφαση 2004/869/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Φεβρουαρίου 2004, σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της διεθνούς συνθήκης σχετικά με τους φυτογενετικούς πόρους για τη διατροφή και τη γεωργία (8), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 870/2004 του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για τη διατήρηση, το χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/94 (9) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (10). Πρέπει να θεσπιστούν οι ειδικές προϋποθέσεις δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας που να διέπουν την εμπορία σπόρων γεωργικών φυτών, δηλαδή των οδηγιών 66/401/EOK, 66/402/EOK, 2002/53/EK, 2002/54/EK, 2002/56/ΕΚ και 2002/57/EK, έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη τα εν λόγω ζητήματα.

(2)

Για να εξασφαλιστεί η επί τόπου διατήρηση και η βιώσιμη χρήση φυτογενετικών πόρων, οι ντόπιες αβελτίωτες φυλές και ποικιλίες οι οποίες προσαρμόζονται φυσικά στις τοπικές και περιφερειακές συνθήκες και οι οποίες απειλούνται από γενετική διάβρωση («ποικιλίες διατήρησης») πρέπει να καλλιεργούνται και να διατίθενται στο εμπόριο ακόμη και όταν δεν συμμορφώνονται με τις γενικές απαιτήσεις όσον αφορά την αποδοχή ποικιλιών και την εμπορία σπόρων και σπόρων γεωμήλων. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός είναι αναγκαίο να προβλεφθούν παρεκκλίσεις όσον αφορά την αποδοχή των ποικιλιών διατήρησης για συμπερίληψη στους εθνικούς καταλόγους ποικιλιών γεωργικών ειδών φυτών καθώς και για την παραγωγή και την εμπορία σπόρων και σπόρων γεωμήλων των εν λόγω ποικιλιών.

(3)

Οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να αφορούν τις ουσιαστικές απαιτήσεις για την αποδοχή μιας ποικιλίας και τις διαδικαστικές απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2003/90/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2003, για τη θέσπιση μέτρων για την εφαρμογή του άρθρου 7 της οδηγίας 2002/53/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τα ελάχιστα χαρακτηριστικά που πρέπει να καλύπτονται κατά την εξέταση και τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εξέταση ορισμένων ποικιλιών γεωργικών φυτών (11).

(4)

Τα κράτη μέλη πρέπει, ιδίως, να εξουσιοδοτηθούν να εγκρίνουν τις δικές τους διατάξεις όσον αφορά τη διακριτότητα, τη σταθερότητα και την ομοιομορφία. Οι διατάξεις αυτές πρέπει, όσον αφορά τη διακριτότητα και τη σταθερότητα, τουλάχιστον να βασίζονται στα χαρακτηριστικά που απαριθμούνται στο τεχνικό ερωτηματολόγιο που πρέπει να συμπληρωθεί από τον αιτούντα σε συνδυασμό με την αίτηση για την αποδοχή ποικιλίας όπως αναφέρεται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ της οδηγίας 2003/90/EK. Όταν η ομοιομορφία δημιουργείται με βάση ανώμαλους τύπους, οι διατάξεις πρέπει να βασίζονται σε καθορισμένα πρότυπα.

(5)

Πρέπει να προβλέπονται διαδικαστικές απαιτήσεις βάσει των οποίων μια ποικιλία μπορεί να γίνει αποδεκτή χωρίς επίσημη εξέταση. Περαιτέρω, όσον αφορά τον ορισμό, είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ορισμένες παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία 2002/53/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 930/2000 της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2000, για τη θέσπιση λεπτομερειών εφαρμογής σχετικά με την καταλληλότητα των ονομασιών των ποικιλιών των γεωργικών φυτικών ειδών και των κηπευτικών ειδών (12).

(6)

Όσον αφορά την παραγωγή και την εμπορία σπόρων και σπόρων γεωμήλων των ποικιλιών διατήρησης, πρέπει να προβλεφθεί παρέκκλιση από την επίσημη πιστοποίηση.

(7)

Για να εξασφαλιστεί ότι η εμπορία σπόρων και σπόρων γεωμήλων ποικιλιών διατήρησης πραγματοποιείται στο πλαίσιο της διατήρησης των φυτογενετικών πόρων, πρέπει να προβλεφθούν περιορισμοί, ιδίως όσον αφορά την περιφέρεια καταγωγής. Προκειμένου να συμβάλλουν στην επί τόπου διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση των εν λόγω ποικιλιών, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εγκρίνουν πρόσθετες περιφέρειες όπου ο σπόρος που υπερβαίνει τις ποσότητες που είναι αναγκαίες για να εξασφαλίσουν τη διατήρηση της συγκεκριμένης ποικιλίας στην περιφέρεια καταγωγής της μπορεί να διατεθεί στην αγορά υπό τον όρο ότι αυτές οι πρόσθετες περιφέρειες είναι συγκρίσιμες όσον αφορά τα φυσικά και ημιφυσικά ενδιαιτήματα. Για να εξασφαλιστεί ότι διατηρείται ο δεσμός με την περιφέρεια καταγωγής, αυτό δεν πρέπει να ισχύει όταν ένα κράτος μέλος έχει εγκρίνει πρόσθετες περιφέρειες παραγωγής.

(8)

Πρέπει να καθοριστούν οι ανώτατες ποσότητες για την εμπορία κάθε ποικιλίας προς διατήρηση εντός ενός είδους και μια συνολική ποσότητα για όλες μαζί τις ποικιλίες διατήρησης εντός ενός είδους. Για να εξασφαλιστεί ότι οι εν λόγω ποσότητες τηρούνται, τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν από τους παραγωγούς να κοινοποιούν τις ποσότητες των ποικιλιών διατήρησης που προτίθενται να παραγάγουν καθώς και την κατανομή των ποσοτήτων σε παραγωγούς.

(9)

Η ιχνηλασιμότητα των σπόρων και των σπόρων γεωμήλων πρέπει να εξασφαλίζεται μέσω κατάλληλων απαιτήσεων σφράγισης και επισήμανσης.

(10)

Για να εξασφαλιστεί ότι οι κανόνες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία εφαρμόζονται σωστά, πρέπει να παρακολουθούνται οι καλλιέργειες σπόρων, να ελέγχονται οι σπόροι και να πραγματοποιείται επίσημος έλεγχος εκ των υστέρων. Οι ποσότητες σπόρων ποικιλιών διατήρησης που διατέθηκαν στην αγορά πρέπει να υποβάλλονται από τους προμηθευτές στα κράτη μέλη και από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(11)

Ύστερα από τρία χρόνια η Επιτροπή θα αξιολογήσει κατά πόσο τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, ιδίως οι διατάξεις που αφορούν τους ποσοτικούς περιορισμούς, είναι αποτελεσματικά.

(12)

Τα μέτρα που ορίζονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής σπόρων προς σπορά και πολλαπλασιαστικού υλικού γεωργικών, δενδροκηπευτικών και δασικών φυτών προς φύτευση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Όσον αφορά τα γεωργικά είδη που καλύπτονται από τις οδηγίες 66/401/EOK, 66/402/EOK, 2002/54/EK, 2002/56/ΕΚ και 2002/57/EK, η παρούσα οδηγία καθορίζει ορισμένες παρεκκλίσεις, όσον αφορά την επί τόπου διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση φυτογενετικών πόρων μέσω της καλλιέργειας και της εμπορίας:

α)

για αποδοχή προς συμπερίληψη στους εθνικούς καταλόγους ποικιλιών των γεωργικών φυτικών ειδών, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2002/53/EK, ντόπιων αβελτίωτων φυλών και ποικιλιών οι οποίες προσαρμόζονται φυσικά στις τοπικές και περιφερειακές συνθήκες και απειλούνται από γενετική διάβρωση·

β)

για την εμπορία σπόρων και σπόρων γεωμήλων αυτών των ντόπιων αβελτίωτων φυλών και ποικιλιών.

2.   Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία, εφαρμόζονται οι οδηγίες 66/401/EOK, 66/402/EOK, 2002/53/EK, 2002/54/EK, 2002/56/ΕΚ και 2002/57/EK.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«επί τόπου διατήρηση» είναι η διατήρηση γενετικού υλικού στο φυσικό του περιβάλλον και, στην περίπτωση καλλιεργούμενων φυτικών ειδών, στο γεωργικό περιβάλλον στο οποίο ανέπτυξαν τις οικείες διακριτικές ιδιότητές τους·

β)

«γενετική διάβρωση» είναι η απώλεια γενετικής ποικιλομορφίας μεταξύ πληθυσμών ή ποικιλιών του ίδιου είδους με την πάροδο του χρόνου καθώς και στα πλαίσια αυτών ή η μείωση της γενετικής βάσης κάποιου είδους λόγω ανθρώπινης επέμβασης ή περιβαλλοντικής αλλαγής·

γ)

«ντόπια αβελτίωτη φυλή» είναι ένα σύνολο πληθυσμών ή κλώνων ενός είδους οι οποίοι προσαρμόζονται φυσικά στις περιβαλλοντικές συνθήκες της περιφέρειάς τους·

δ)

«σπόρος» είναι σπόρος και σπόρος γεωμήλων, εκτός αν ο σπόρος γεωμήλων αποκλείεται ρητά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΑΠΟΔΟΧΗ ΠΟΙΚΙΛΙΩΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ

Άρθρο 3

Ποικιλία προς διατήρηση

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποδεχτούν στους εθνικούς καταλόγους ποικιλιών γεωργικών φυτικών ειδών τις ντόπιες αβελτίωτες φυλές και ποικιλίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) με βάση τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5. Αυτές οι ντόπιες αβελτίωτες φυλές ή ποικιλίες αναφέρονται στον κοινό κατάλογο ποικιλιών γεωργικών φυτικών ειδών ως «ποικιλίες προς διατήρηση».

Άρθρο 4

Ουσιαστικές απαιτήσεις

1.   Προκειμένου να γίνει αποδεκτή ως ποικιλία προς διατήρηση, μια ντόπια αβελτίωτη φυλή ή ποικιλία που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) πρέπει να παρουσιάζει ενδιαφέρον για τη διατήρηση των φυτογενετικών πόρων.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/90/EK, τα κράτη μέλη μπορούν να εκδώσουν τις δικές τους διατάξεις όσον αφορά τη διακριτότητα, τη σταθερότητα και την ομοιομορφία των ποικιλιών διατήρησης.

Στις περιπτώσεις αυτές τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τουλάχιστον για τη διακριτότητα και τη σταθερότητα εφαρμόζονται τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται:

α)

στα τεχνικά ερωτηματολόγια που συνδέονται με τα πρωτόκολλα δοκιμών του Κοινοτικού Γραφείου Φυτικών Ποικιλιών (ΚΓΦΠ) που παρατίθενται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2003/90/EK, η οποία ισχύει για τα εν λόγω είδη· ή

β)

στα τεχνικά ερωτηματολόγια των κατευθυντήριων γραμμών της διεθνούς ένωσης για την προστασία νέων ποικιλιών φυτών (ΔΕΠΝΠΦ) που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2003/90/EK, η οποία ισχύει για τα εν λόγω είδη.

Για την αξιολόγηση της ομοιομορφίας, εφαρμόζεται η οδηγία 2003/90/EK.

Ωστόσο, εάν το επίπεδο ομοιομορφίας θεσπίζεται επί τη βάσει ανωμάλων τύπων, εφαρμόζεται ένας πρότυπος πληθυσμός ύψους 10 % και πιθανότητα αποδοχής ύψους 90 % τουλάχιστον.

Άρθρο 5

Διαδικαστικές απαιτήσεις

Κατά παρέκκλιση από την πρώτη πρόταση του άρθρου 7 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/53/EK, δεν απαιτείται επίσημη εξέταση εάν είναι επαρκή τα ακόλουθα στοιχεία για την απόφαση σχετικά με την αποδοχή των ποικιλιών διατήρησης:

α)

η περιγραφή της ποικιλίας διατήρησης και η ονομασία της·

β)

τα αποτελέσματα ανεπίσημων δοκιμών·

γ)

γνώση που αποκτήθηκε από την πρακτική εμπειρία κατά τη διάρκεια καλλιέργειας, αναπαραγωγής και χρήσης, όπως κοινοποιήθηκε από τον αιτούντα στο αντίστοιχο κράτος μέλος·

δ)

λοιπές πληροφορίες, ιδίως από τις αρχές φυτογενετικών πόρων ή από οργανισμούς που αναγνωρίζονται για αυτόν το σκοπό από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 6

Εξαίρεση αποδοχής

Μια ποικιλία προς διατήρηση δεν γίνεται δεκτή προς συμπερίληψη στους εθνικούς καταλόγους ποικιλιών, εάν:

α)

παρατίθεται ήδη στον κοινό κατάλογο ποικιλιών γεωργικών φυτικών ειδών ως ποικιλία άλλη από ποικιλία προς διατήρηση, ή διαγράφηκε από τον κοινό κατάλογο εντός των τελευταίων δύο ετών, ή εντός των τελευταίων δύο ετών από τη λήξη της περιόδου που χορηγήθηκε δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/53/ΕΚ· ή

β)

προστατεύεται από κοινοτικό δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου (13) ή από εθνικό δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας ή εκκρεμεί αίτηση για το δικαίωμα αυτό.

Άρθρο 7

Ονομασία

1.   Όσον αφορά ονομασίες ποικιλιών διατήρησης οι οποίες ήταν γνωστές πριν από τις 25 Μαΐου 2000, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν παρεκκλίσεις από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 930/2000, εκτός εάν οι παρεκκλίσεις αυτές θα παραβίαζαν προηγούμενα δικαιώματα τρίτου μέρους που προστατεύεται δυνάμει του άρθρου 2 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/53/EK, τα κράτη μέλη μπορούν να κάνουν δεκτά περισσότερα από ένα ονόματα για μια ποικιλία, εάν τα εν λόγω ονόματα είναι ιστορικά γνωστά.

Άρθρο 8

Περιφέρεια καταγωγής

1.   Όταν ένα κράτος μέλος κάνει δεκτή μια ποικιλία προς διατήρηση, προσδιορίζει την περιφέρεια ή τις περιφέρειες στις οποίες η ποικιλία καλλιεργούνταν ιστορικά και στην οποία προσαρμόζεται φυσικά, εφεξής η «περιφέρεια καταγωγής». Λαμβάνει υπόψη πληροφορίες από αρχές φυτογενετικών πόρων ή από οργανισμούς αναγνωρισμένους για το σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη.

Όταν η περιφέρεια καταγωγής βρίσκεται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, προσδιορίζεται από όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη με κοινή συμφωνία.

2.   Το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη που διενεργούν τον προσδιορισμό της περιφέρειας καταγωγής κοινοποιούν την προσδιορισθείσα περιφέρεια στην Επιτροπή.

Άρθρο 9

Συντήρηση

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η μια ποικιλία προς διατήρηση πρέπει να συντηρείται στην περιφέρεια καταγωγής της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑ ΣΠΟΡΩΝ

Άρθρο 10

Πιστοποίηση

1.   Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις πιστοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 66/401/EOK, στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 66/402/EOK, στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/54/EK, στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/56/ΕΚ και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2002/57/EK, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ο σπόρος ποικιλίας προς διατήρηση μπορεί να διατίθεται στην αγορά, εάν συμμορφώνεται με τις παραγράφους 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου 1.

2.   Ο σπόρος κατάγεται από σπόρο που έχει παραχθεί σύμφωνα με σαφώς καθορισμένες πρακτικές για τη συντήρηση της ποικιλίας.

3.   Ο σπόρος, εκτός από το σπόρο της Oryza sativa, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις πιστοποίησης πιστοποιημένου σπόρου που προβλέπονται στις οδηγίες 66/401/EOK, 66/402/EOK, 2002/54/EK, 2002/56/ΕΚ και 2002/57/EK, πλην των απαιτήσεων όσον αφορά την ελάχιστη καθαρότητα της ποικιλίας και των απαιτήσεων σχετικά με την επίσημη εξέταση ή την εξέταση υπό επίσημη εποπτεία.

Ο σπόρος της Oryza sativa συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις πιστοποίησης «πιστοποιημένου σπόρου δεύτερης γενιάς» που προβλέπεται στην οδηγία 66/402/EOK, πλην των απαιτήσεων όσον αφορά την ελάχιστη καθαρότητα της ποικιλίας και των απαιτήσεων σχετικά με την επίσημη εξέταση ή εξέταση υπό επίσημη εποπτεία.

Ο σπόρος πρέπει να έχει επαρκή καθαρότητα ποικιλίας.

4.   Όσον αφορά σπόρους γεωμήλων, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι δεν εφαρμόζεται το άρθρο 10 της οδηγίας 2002/56/ΕΚ όσον αφορά το μέγεθος.

Άρθρο 11

Περιφέρεια παραγωγής σπόρων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο σπόρος ποικιλίας προς διατήρηση μπορεί να παραχθεί μόνο στην περιφέρεια καταγωγής.

Εάν οι προϋποθέσεις πιστοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 δεν μπορούν να ικανοποιηθούν στην εν λόγω περιφέρεια λόγω συγκεκριμένου περιβαλλοντικού προβλήματος, τα κράτη μέλη μπορούν να εγκρίνουν συμπληρωματικές περιφέρειες για παραγωγή σπόρων, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία από τις αρχές φυτογενετικών πόρων ή από οργανισμούς που είναι αναγνωρισμένοι για το σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη. Ωστόσο, ο σπόρος που παράγεται σε αυτές τις συμπληρωματικές περιφέρειες μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά στις περιφέρειες καταγωγής.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη τις συμπληρωματικές περιφέρειες τις οποίες προτίθενται να εγκρίνουν για παραγωγή σπόρων σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Η Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη μπορούν, μέσα σε 20 εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή αυτών των κοινοποιήσεων, να ζητήσουν το ζήτημα να παραπεμφθεί στη μόνιμη επιτροπή σπόρων προς σπορά και γεωργικών δενδροκηπευτικών και δασικών φυτών προς φύτευση. Απόφαση λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 66/401/EOK, το άρθρο 22α παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 66/402/EOK, το άρθρο 4 παράγραφος 6, το άρθρο 20 παράγραφος 2 και το άρθρο 21 της οδηγίας 2002/53/EK, το άρθρο 30 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2002/54/EK, το άρθρο 10 παράγραφος 1 και το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2002/56/ΕΚ και το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2002/57/EK, όπως ενδείκνυται, για να οριστούν, εφόσον χρειάζεται, περιορισμοί ή προϋποθέσεις για τον καθορισμό των περιφερειών αυτών.

Εάν ούτε η Επιτροπή ούτε άλλα κράτη μέλη υποβάλλουν αίτημα βάσει του δεύτερου εδαφίου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να εγκρίνει τις πρόσθετες περιφέρειες για παραγωγή σπόρων όπως κοινοποιήθηκε.

Άρθρο 12

Δοκιμή σπόρων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι πραγματοποιούνται δοκιμές για να ελέγξουν ότι ο σπόρος ποικιλιών προς διατήρηση συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις πιστοποίησης που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3.

Οι δοκιμές αυτές πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις τρέχουσες διεθνείς μεθόδους, ή, όπου τέτοιες μέθοδοι δεν υπάρχουν, σύμφωνα με οποιεσδήποτε ενδεδειγμένες μεθόδους.

2.   Για τις δοκιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δείγματα λαμβάνονται από ομοιογενείς παρτίδες. Εξασφαλίζουν επίσης ότι εφαρμόζονται οι κανόνες σχετικά με το βάρος της παρτίδας και το βάρος του δείγματος που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας 66/401/EOK, στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της οδηγίας 66/402/EOK, στο άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/54/ΕΚ και στο άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/57/EK.

Άρθρο 13

Όροι εμπορίας

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο σπόρος μιας ποικιλίας προς διατήρηση μπορεί να διατεθεί στην αγορά μόνον υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

έχει παραχθεί στην περιφέρεια καταγωγής του ή σε μια περιφέρεια που αναφέρεται στο άρθρο 11·

β)

η εμπορία πραγματοποιείται στην περιφέρεια καταγωγής του.

2.   Κατά την παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο β), ένα κράτος μέλος μπορεί να εγκρίνει τις πρόσθετες περιοχές στο έδαφός του για την εμπορία του σπόρου μιας ποικιλίας προς διατήρηση υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω περιφέρειες είναι συγκρίσιμες με την περιφέρεια καταγωγής όσον αφορά τα φυσικά και ημιφυσικά ενδιαιτήματα της εν λόγω ποικιλίας.

Όταν τα κράτη μέλη εγκρίνουν αυτές τις πρόσθετες περιφέρειες, εξασφαλίζουν ότι η ποσότητα του σπόρου που είναι αναγκαία για την παραγωγή τουλάχιστον της ποσότητας σπόρου που αναφέρεται στο άρθρο 14 φυλάσσεται για τη διατήρηση της ποικιλίας στην περιφέρεια καταγωγής του.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για την έγκριση αυτών των πρόσθετων περιφερειών.

3.   Όταν ένα κράτος μέλος εγκρίνει τις πρόσθετες περιφέρειες για την παραγωγή σπόρου σύμφωνα με το άρθρο 11, δεν χρησιμοποιεί την παρέκκλιση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 14

Ποσοτικοί περιορισμοί

Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι, για κάθε ποικιλία προς διατήρηση, η ποσότητα σπόρου που διατίθεται στην αγορά δεν υπερβαίνει το 0,5 % του σπόρου του ίδιου είδους που χρησιμοποιείται στο εν λόγω κράτος μέλος σε μια καλλιεργητική περίοδο ή ποσότητα αναγκαία για τη σπορά 100 ha, αναλόγως της ποσότητας που είναι μεγαλύτερη. Για τα είδη Pisum sativum, Triticum spp., Hordeum vulgare, Zea mays, Solanum tuberosum, Brassica napus και Helianthus annuus, το ποσοστό αυτό δεν υπερβαίνει το 0,3 %, ή μια ποσότητα αναγκαία για τη σπορά 100 ha, αναλόγως της ποσότητας που είναι μεγαλύτερη.

Ωστόσο η συνολική ποσότητα σπόρου των ποικιλιών διατήρησης που διατίθεται στην αγορά σε κάθε κράτος μέλος δεν υπερβαίνει το 10 % του σπόρου του εν λόγω είδους που χρησιμοποιείται ετησίως στο κράτος μέλος. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το γεγονός αυτό οδηγεί σε ποσότητα μικρότερη από την αναγκαία για τη σπορά 100 ha, η ανώτατη ποσότητα σπόρου του εν λόγω είδους που χρησιμοποιείται ετήσια στο κράτος μέλος μπορεί να αυξηθεί έτσι ώστε να φθάσει στην ποσότητα που είναι αναγκαία για τη σπορά 100 ha.

Άρθρο 15

Εφαρμογή ποσοτικών περιορισμών

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι παραγωγοί τους κοινοποιούν πριν από την έναρξη κάθε παραγωγικής περιόδου το μέγεθος και την τοποθεσία της περιοχής για την παραγωγή σπόρου.

2.   Εάν, βάσει των κοινοποιήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, είναι πιθανόν να γίνει υπέρβαση των ποσοτήτων που καθορίζονται στο άρθρο 15, τα κράτη μέλη κατανέμουν σε κάθε ενδιαφερόμενο παραγωγό την ποσότητα που μπορεί να εμπορευτεί κατά την αντίστοιχη παραγωγική περίοδο.

Άρθρο 16

Παρακολούθηση των καλλιεργειών σπόρων

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, μέσω της επίσημης παρακολούθησης, ότι οι καλλιέργειες σπόρων μιας ποικιλίας προς διατήρηση συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στην ποικιλία, τις τοποθεσίες της παραγωγής σπόρου και τις ποσότητες.

Άρθρο 17

Σφράγιση συσκευασιών και δοχείων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο σπόρος των ποικιλιών προς διατήρηση μπορεί να διατεθεί στην αγορά μόνο σε κλειστές συσκευασίες ή δοχεία που φέρουν διάταξη σφράγισης.

2.   Οι συσκευασίες και τα δοχεία σπόρου σφραγίζονται από τον προμηθευτή με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορούν να ανοιχτούν χωρίς να προκληθεί βλάβη του συστήματος σφράγισης ή να παραμείνουν στοιχεία παραβίασης στην επισήμανση του προμηθευτή, ή στη συσκευασία ή στο δοχείο.

3.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η σφράγιση σύμφωνα με την παράγραφο 2, το σύστημα σφράγισης περιλαμβάνει τουλάχιστον την επισήμανση ή την τοποθέτηση σφραγίδας.

Άρθρο 18

Επισήμανση

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι συσκευασίες ή τα δοχεία σπόρου ποικιλιών προς διατήρηση φέρουν επισήμανση του προμηθευτή ή τυπωμένη ή σφραγισμένη επιγραφή που περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τις λέξεις «κανόνες και πρότυπα της ΕΚ»·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του αρμόδιου για την τοποθέτηση των επισημάνσεων ή του σημαδιού αναγνώρισης·

γ)

το έτος σφράγισης που εκφράζεται ως: «σφραγίστηκε το …» (έτος), ή, εκτός των σπόρων γεωμήλων, το έτος της τελευταίας δειγματοληψίας για τους σκοπούς της τελευταίας δοκιμής της βλαστικής ικανότητας που εκφράζεται ως: «έγινε δειγματοληψία το …» (έτος)·

δ)

το είδος·

ε)

την ονομασία της ποικιλίας διατήρησης·

στ)

τις λέξεις «ποικιλία προς διατήρηση»·

ζ)

την περιφέρεια καταγωγής·

η)

όταν η περιφέρεια της παραγωγής σπόρου είναι διαφορετική από την περιφέρεια καταγωγής, τον προσδιορισμό της περιφέρειας παραγωγής σπόρου·

θ)

τον αριθμό αναφοράς της παρτίδας που δίνεται από τον αρμόδιο για την τοποθέτηση των επισημάνσεων·

ι)

το δηλωθέν καθαρό ή μικτό βάρος ή, εκτός από τους σπόρους γεωμήλων, δηλωθέντα αριθμό σπόρων·

ια)

όταν δηλώνονται το βάρος και τα χρησιμοποιηθέντα κοκκώδη φυτοφάρμακα, υλικά σύμπηξης ή τα άλλα στερεά πρόσθετα, τη φύση της χημικής επεξεργασίας ή του προσθέτου καθώς και η κατά προσέγγιση αναλογία μεταξύ του βάρους των συγκαρπιών ή των καθαρών σπόρων και του συνολικού βάρους εκτός από το σπόρο γεωμήλων.

Άρθρο 19

Επίσημος μετέλεγχος

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο σπόρος υπόκειται σε επίσημο μετέλεγχο μέσω τυχαίων επιθεωρήσεων για να επαληθευθεί η ταυτότητα και η καθαρότητα της ποικιλίας του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Υποβολή εκθέσεων

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι προμηθευτές που δραστηριοποιούνται στο έδαφός τους υποβάλλουν έκθεση για κάθε παραγωγική περίοδο σχετικά με τη ποσότητα σπόρων της κάθε ποικιλίας προς διατήρηση που διατέθηκε στην αγορά.

Τα κράτη μέλη υποβάλουν έκθεση κατόπιν αιτήματος στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη σχετικά με την ποσότητα σπόρου κάθε ποικιλίας διατήρησης που διατέθηκε στην αγορά στο έδαφός τους.

Άρθρο 21

Κοινοποίηση των αναγνωρισμένων οργανισμών φυτογενετικών πόρων

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους αναγνωρισμένους οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 5δ, στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και στο άρθρο 11 παράγραφος 1.

Άρθρο 22

Αξιολόγηση

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011 η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή του άρθρου 4, του άρθρου 13 παράγραφος 2, του άρθρου 14 και του άρθρου 15.

Άρθρο 23

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ, έως τις 30 Ιουνίου 2009 το αργότερο, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 24

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει από την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 25

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 20 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ 125 της 11.7.1966, σ. 2298/66. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/72/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 329 της 14.12.2007, σ. 37).

(2)  ΕΕ 125 της 11.7.1966, σ. 2309/66. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/55/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 159 της 13.6.2006, σ. 13).

(3)  ΕΕ L 193 της 20.7.2002, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 193 της 20.7.2002, σ. 12. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/117/ΕΚ (ΕΕ L 14 της 18.1.2005, σ. 18).

(5)  ΕΕ L 193 της 20.7.2002, σ. 60. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2005/908/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 329 της 16.12.2005, σ. 37).

(6)  ΕΕ L 193 της 20.7.2002, σ. 74. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/117/ΕΚ.

(7)  ΕΕ L 309 της 13.12.1993, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 378 της 23.12.2004, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 162 της 30.4.2004, σ. 18.

(10)  ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 146/2008 (ΕΕ L 46 της 21.2.2008, σ. 1).

(11)  ΕΕ L 254 της 8.10.2003, σ. 7. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/48/ΕΚ (ΕΕ L 195 της 27.7.2007, σ. 29).

(12)  ΕΕ L 108 της 5.5.2000, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 920/2007 (ΕΕ L 201 της 2.8.2007, σ. 3).

(13)  ΕΕ L 227 της 1.9.1994, σ. 1.


21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/20


ΟΔΗΓΊΑ 2008/63/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Ιουνίου 2008

σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές εξοπλισμού τηλεπικοινωνιακών τερματικών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 86 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 88/301/EOK της Επιτροπής, της 16ης Μαΐου 1988, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές τηλεπικοινωνιακών τερματικών (1), έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (2) κατά τρόπο ουσιαστικό. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Σε όλα τα κράτη μέλη, οι τηλεπικοινωνίες υπόκεινταν εν όλω ή εν μέρει σε κρατικό μονοπώλιο και, κατά κανόνα, αναθέτονταν μέσω εκχώρησης ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων σε έναν ή περισσότερους οργανισμούς, επιφορτισμένους με την εγκατάσταση και την εκμετάλλευση του δικτύου και την παροχή των συναφών υπηρεσιών. Τα δικαιώματα αυτά κάλυπταν συχνά όχι μόνον την παροχή υπηρεσιών για τη χρήση του δικτύου, αλλά και τη θέση, στη διάθεση των χρηστών, εξοπλισμού τερματικών που συνδέονται με το δίκτυο. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, σημειώθηκε στον τομέα των τηλεπικοινωνιών σημαντική εξέλιξη, όσον αφορά τα τεχνικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του δικτύου και, ιδίως, όσον αφορά τον τερματικό εξοπλισμό.

(3)

Οι τεχνικές και οικονομικές εξελίξεις οδήγησαν τα κράτη να επανεξετάσουν το σύστημα των ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Ιδίως η ταχεία ανάπτυξη των διαφόρων τύπων εξοπλισμού τερματικών και η δυνατότητα πολλαπλής χρήσης, καθιστούν αναγκαία την ελεύθερη επιλογή τους από τους χρήστες ώστε να μπορούν οι τελευταίοι να ωφελούνται πλήρως από την τεχνολογική πρόοδο.

(4)

Η ύπαρξη αποκλειστικών δικαιωμάτων έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας του εξοπλισμού τηλεπικοινωνιακών τερματικών, είτε όσον αφορά την εισαγωγή και εμπορία του εν λόγω εξοπλισμού συμπεριλαμβανομένου του δορυφορικού εξοπλισμού, επειδή ορισμένα προϊόντα δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εμπορίας, είτε όσον αφορά τη σύνδεση, τη λειτουργία ή τη συντήρηση, επειδή, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της αγοράς και ιδιαίτερα της διαφοροποίησης και του τεχνικού χαρακτήρα των προϊόντων, ένα μονοπώλιο δεν έχει συμφέρον να παρέχει αυτές τις υπηρεσίες για προϊόντα τα οποία δεν εμπορεύεται ή δεν εισάγει ούτε να ευθυγραμμίζει τις τιμές του με το κόστος εφόσον δεν υπάρχει περίπτωση απειλής ανταγωνισμού από νεοεισερχόμενους. Αν ληφθεί υπόψη ότι στις περισσότερες αγορές υπάρχει γενικά μεγάλη ποικιλία τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού τερματικών, καθώς και ότι κάθε ειδικό δικαίωμα το οποίο περιορίζει άμεσα ή έμμεσα τον αριθμό των επιχειρήσεων στις οποίες επιτρέπεται να εισάγουν, να εμπορεύονται, να συνδέουν, να θέτουν σε λειτουργία και να συντηρούν εξοπλισμούς του είδους αυτού, υπάρχει κίνδυνος να έχει επιπτώσεις αντίστοιχες με τη χορήγηση αποκλειστικών δικαιωμάτων. Τα αποκλειστικά ή ειδικά δικαιώματα συνιστούν μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος με ποσοτικούς περιορισμούς που δεν συμβιβάζονται με το άρθρο 28 της συνθήκης. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να καταργηθούν όλα τα υφιστάμενα αποκλειστικά δικαιώματα σχετικά με την εισαγωγή, την εμπορία, τη σύνδεση, τη λειτουργία και τη συντήρηση του εξοπλισμού τηλεπικοινωνιακών τερματικών, καθώς και τα δικαιώματα εκείνα που έχουν αντίστοιχες επιπτώσεις, όπως τα ειδικά δικαιώματα, εκτός από αυτά που αποτελούν νομικά ή κανονιστικά πλεονεκτήματα που χορηγούνται σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις και επηρεάζουν μόνο τη δυνατότητα άλλων επιχειρήσεων να αναλάβουν οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες δραστηριότητες στον ίδιο γεωγραφικό χώρο υπό ουσιαστικά ισοδύναμες συνθήκες.

(5)

Τα ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα σχετικά με τον εξοπλισμό τερματικών ασκούνται κατά τρόπο που, στην πράξη, θέτει σε δυσμενή θέση τις συσκευές προελεύσεως άλλων κρατών μελών, εμποδίζοντας ιδίως τους χρήστες να επιλέγουν ελεύθερα τις συσκευές που έχουν ανάγκη ανάλογα με την τιμή και την ποιότητα, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους. Συνεπώς, η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών είναι ασυμβίβαστη προς το άρθρο 31 της συνθήκης σε όλα τα κράτη μέλη.

(6)

Οι συναφείς προς τη σύνδεση και τη συντήρηση του εξοπλισμού τερματικών υπηρεσίες αποτελούν στοιχεία ουσιώδους σημασίας κατά την αγορά ή τη μίσθωση του εν λόγω εξοπλισμού. Η διατήρηση αποκλειστικών δικαιωμάτων στον τομέα αυτό θα ισοδυναμούσε με τη διατήρηση αποκλειστικών δικαιωμάτων εμπορίας. Συνεπώς, πρέπει να καταργηθούν τα δικαιώματα αυτά, ώστε να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα και η κατάργηση των αποκλειστικών δικαιωμάτων εισαγωγής και εμπορίας.

(7)

Η συντήρηση του εξοπλισμού τερματικών συνιστά υπηρεσία κατά την έννοια του άρθρου 50 της συνθήκης. Η παροχή της η οποία, από εμπορική άποψη, είναι αλληλένδετη προς την εμπορία του εν λόγω εξοπλισμού τερματικών, πρέπει να είναι ελεύθερη σύμφωνα με το άρθρο 49 της συνθήκης, ιδίως όταν πραγματοποιείται από ειδικευμένο προσωπικό.

(8)

H κατάσταση της αγοράς εξακολουθεί να συνεπάγεται την ύπαρξη παραβάσεων των κανόνων του ανταγωνισμού οι οποίοι περιέχονται στη συνθήκη. Εξάλλου, η κατάσταση αυτή επηρεάζει την ανάπτυξη των συναλλαγών σε βαθμό που αντίκειται προς το συμφέρον της Κοινότητας. Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας στην αγορά του εξοπλισμού τερματικών απαιτεί τη δημιουργία διαφάνειας στις τεχνικές προδιαγραφές και στις διαδικασίες έγκρισης, οι οποίες επιτρέπουν την ελεύθερη κυκλοφορία του εξοπλισμού τερματικών, τηρώντας τις θεμελιώδεις απαιτήσεις που αναφέρονται στην οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (3). Η εν λόγω διαφάνεια προϋποθέτει, αναγκαστικά, τη δημοσίευση των τεχνικών προδιαγραφών.

(9)

H επίπτωση ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων εισαγωγής και εμπορίας του εξοπλισμού τερματικών μπορεί να προκαλέσει καταστάσεις αντίθετες προς τους στόχους του άρθρου 3 στοιχείο ζ) της συνθήκης, το οποίο προβλέπει τη θέσπιση συστήματος που αποτρέπει τη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά και διασφαλίζει, κατά μείζονα λόγο, ότι ο ανταγωνισμός δεν κινδυνεύει να καταργηθεί. Τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση, βάσει του άρθρου 10 της συνθήκης, να μη θεσπίζουν μέτρα τα οποία θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της συνθήκης, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 3 στοιχείο ζ). Συνεπώς, τα εν λόγω αποκλειστικά δικαιώματα πρέπει να θεωρηθούν ως ασυμβίβαστα προς το άρθρο 82, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, η δε εκχώρηση και διατήρησή τους από το κράτος συνιστά μέτρο απαγορευμένο κατά την έννοια του άρθρου 86 παράγραφος 1, της συνθήκης.

(10)

Για να επιτραπεί στους χρήστες η χρησιμοποίηση εξοπλισμού τερματικών της επιλογής τους, είναι αναγκαίο να γίνουν γνωστά και προσιτά τα χαρακτηριστικά της ηλεκτρονικής διασύνδεσης του δημόσιου δικτύου στην οποία πρόκειται να συνδεθεί ο τερματικός εξοπλισμός. Συνεπώς, τα κράτη μέλη οφείλουν να βεβαιωθούν ότι τα χαρακτηριστικά αυτά θα δημοσιεύονται και ότι η ηλεκτρονική διασύνδεση του δημόσιου δικτύου θα είναι προσιτή στους χρήστες.

(11)

Για να είναι δυνατή η εμπορία του εξοπλισμού τερματικών, είναι αναγκαίο να γνωρίζουν οι παραγωγοί ποιες τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να πληρούν τα προϊόντα τους. Τα κράτη μέλη οφείλουν, συνεπώς, να συστηματοποιήσουν και να δημοσιεύσουν τις προδιαγραφές σχέδιο των οποίων υποχρεούνται να κοινοποιούν στην Επιτροπή σύμφωνα με την οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (4). Οι εν λόγω προδιαγραφές δεν μπορούν να επεκτείνονται στα εισαγόμενα από άλλα κράτη μέλη προϊόντα, παρά μόνο στο μέτρο που είναι αναγκαίες για να διασφαλίσουν την τήρηση των θεμιτών θεμελιωδών απαιτήσεων έναντι του κοινοτικού δικαίου, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 1999/5/EK. Εν πάση περιπτώσει, τα κράτη μέλη οφείλουν να τηρούν τις διατάξεις των άρθρων 28 και 30 της συνθήκης, σύμφωνα με τα οποία το εισάγον κράτος μέλος οφείλει να δέχεται στο έδαφός του τερματικό εξοπλισμό που νόμιμα έχει κατασκευαστεί και διατεθεί στο εμπόριο σε ένα άλλο κράτος μέλος.

(12)

Για να εξασφαλιστεί κατά την εφαρμογή των προδιαγραφών η διαφάνεια, η αντικειμενικότητα και η απουσία διακρίσεων, ο έλεγχος της εφαρμογής τους δεν πρέπει να ανατίθεται σε έναν από τους ανταγωνιστές επιχειρηματίες που ασκούν δραστηριότητα στην αγορά του εξοπλισμού τερματικών, δεδομένης της προφανούς σύγκρουσης συμφερόντων. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο έλεγχος ανατίθεται σε φορέα ανεξάρτητο από το διαχειριστή του δικτύου και από κάθε άλλο ανταγωνιστή που ασκεί δραστηριότητες στην εν λόγω αγορά.

(13)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα II μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

1.

«εξοπλισμός τερματικών»:

α)

κάθε εξοπλισμός που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την ηλεκτρονική διασύνδεση ενός δημόσιου δικτύου τηλεπικοινωνιών για τη μεταβίβαση, επεξεργασία ή λήψη πληροφοριών· και στις δύο περιπτώσεις, δηλαδή είτε η σύνδεση είναι άμεση είτε είναι έμμεση, μπορεί να γίνει με καλώδιο, οπτικές ίνες ή ηλεκτρομαγνητικά κανάλια· η σύνδεση είναι έμμεση, αν μεταξύ του τερματικού και της ηλεκτρονικής διασύνδεσης του δημόσιου δικτύου παρεμβάλλεται άλλη συσκευή·

β)

ο εξοπλισμός επίγειων δορυφορικών σταθμών·

2.

«εξοπλισμός επίγειων σταθμών»: ο εξοπλισμός ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για μετάδοση («εκπομπή») ή για μετάδοση και λήψη («εκπομπή/λήψη»), ή μόνο για λήψη («μόνο λήψη») σημάτων ραδιοεπικοινωνίας μέσω δορυφόρων ή άλλων επίγειων συστημάτων·

3.

«επιχειρήσεις»: οι δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς στους οποίους το κράτος εκχωρεί ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα εισαγωγής, εμπορίας, σύνδεσης, θέσης σε λειτουργία ή συντήρησης εξοπλισμού τερματικών τηλεπικοινωνιών·

4.

«ειδικά δικαιώματα»: το δικαιώματα που χορηγεί ένα κράτος μέλος σε περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων μέσω όλων των νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών μηχανισμών, οι οποίοι, σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή:

α)

περιορίζουν, σε δύο ή περισσότερες, τον αριθμό των επιχειρήσεων αυτών βάσει κριτηρίων που δεν είναι αντικειμενικά, αναλογικά και αμερόληπτα, ή

β)

υποδεικνύουν, βάσει κριτηρίων διαφορετικών από αυτά που αναφέρονται στο σημείο α), περισσότερες ανταγωνίστριες επιχειρήσεις, ή

γ)

αναθέτουν σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, βάσει κριτηρίων διαφορετικών από τα προαναφερθέντα, νομοθετικά ή κανονιστικά πλεονεκτήματα που επηρεάζουν ουσιαστικά τη δυνατότητα οποιασδήποτε άλλης επιχείρησης να εισάγει, να εμπορεύεται, να συνδέει, να θέτει σε λειτουργία ή/και να συντηρεί τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό στον ίδιο γεωγραφικό χώρο και υπό αντίστοιχες συνθήκες.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη που έχουν χορηγήσει ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα σε επιχειρήσεις εξασφαλίζουν ότι καταργούνται όλα τα αποκλειστικά δικαιώματα, καθώς και τα ειδικά δικαιώματα τα οποία:

α)

περιορίζουν σε δύο ή περισσότερες τις επιχειρήσεις, βάσει των κριτηρίων που δεν είναι αντικειμενικά, αναλογικά και αμερόληπτα, ή

β)

υποδεικνύουν, βάσει κριτηρίων διαφορετικών από τα αναφερόμενα στο στοιχείο α), περισσότερες ανταγωνίστριες επιχειρήσεις.

Ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα μέτρα που έχουν λάβει και τα σχέδια που έχουν καταθέσει προς το σκοπό αυτό.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρηματίες να έχουν το δικαίωμα εισαγωγής, εμπορίας, σύνδεσης, θέσης σε λειτουργία και συντήρησης του εξοπλισμού τερματικών που αναφέρονται στο άρθρο 1.

Τα κράτη μέλη μπορούν ωστόσο:

α)

για τον εξοπλισμό επίγειων δορυφορικών σταθμών, να αρνηθούν τη σύνδεση με το δημόσιο δίκτυο τηλεπικοινωνιών ή τη λειτουργία εφόσον ο εξοπλισμός δεν ανταποκρίνεται στους κοινούς τεχνικούς κανόνες που έχουν θεσπιστεί βάσει της οδηγίας 1999/5/ΕΚ ή, ελλείψει αυτών, στις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 της οδηγίας αυτής· σε περίπτωση όπου δεν υπάρχουν κοινοί τεχνικοί κανόνες ή εναρμονισμένοι ρυθμιστικοί όροι, οι εθνικοί κανόνες είναι ανάλογοι με τις βασικές εκείνες απαιτήσεις και κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με την οδηγία 98/34/ΕΚ στην περίπτωση όπου αυτή προβλέπει κάτι τέτοιο·

β)

για άλλου είδους τερματικό εξοπλισμό, να αρνηθούν τη σύνδεση με το δημόσιο δίκτυο τηλεπικοινωνιών εφόσον ο εξοπλισμός αυτός δεν ανταποκρίνεται στους ισχύοντες κοινούς τεχνικούς κανόνες που έχουν θεσπιστεί βάσει της οδηγίας 1999/5/ΕΚ ή, ελλείψει αυτών, τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας·

γ)

να απαιτήσουν από τους επιχειρηματίες την κατάλληλη τεχνική ειδίκευση για τη σύνδεση, θέση σε λειτουργία και τη συντήρηση του εξοπλισμού τερματικών· η εν λόγω ειδίκευση εκτιμάται βάσει δημοσιευμένων αντικειμενικών κριτηρίων τα οποία δεν πρέπει να δημιουργούν διακρίσεις.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι χρήστες να έχουν πρόσβαση στις νέες ηλεκτρονικές διασυνδέσεις του δημόσιου δικτύου και ακόμη τα φυσικά χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα να δημοσιευτούν από τους επενδυτές των δημόσιων τηλεπικοινωνιακών δικτύων.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι θα συστηματοποιηθούν και θα δημοσιευτούν οποιεσδήποτε προδιαγραφές του εξοπλισμού τερματικών οι οποίες πρόκειται να συνδεθούν, άμεσα ή έμμεσα, με το δημόσιο δίκτυο.

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τα σχέδια των εν λόγω προδιαγραφών, σύμφωνα με την οδηγία 98/34/ΕΚ.

Άρθρο 6

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, ο έλεγχος της εφαρμογής των προδιαγραφών που αναφέρονται στο άρθρο 5, πραγματοποιείται από φορέα ανεξάρτητο από τις δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες προσφέρουν αγαθά ή υπηρεσίες στον τομέα των τηλεπικοινωνιών.

Άρθρο 7

Στο τέλος κάθε έτους τα κράτη μέλη υποβάλλουν έκθεση, η οποία επιτρέπει στην Επιτροπή να εκτιμήσει αν τηρούνται οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4 και 6.

Στο παράρτημα Ι περιέχεται πρότυπο της ανωτέρω εκθέσεως.

Άρθρο 8

Η οδηγία 88/301/ΕΟΚ όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Α καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Β.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 9

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 10

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 20 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 131 της 27.5.1988, σ. 73. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/46/ΕΚ (ΕΕ L 268 της 19.10.1994, σ. 15).

(2)  Βλ. παράρτημα ΙΙ μέρος Α.

(3)  ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/96/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 81).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Πρότυπο της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 7

Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2

Εξοπλισμός τερματικών για τον οποίο η σχετική νομοθεσία τροποποιήθηκε ή έχει αρχίσει η διαδικασία τροποποίησης.

Για κάθε τύπο εξοπλισμού τερματικών:

ημερομηνία θέσπισης του μέτρου, ή

ημερομηνία κατάθεσης του σχεδίου, ή

ημερομηνία θέσεως σε ισχύ του μέτρου.

Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 3

εξοπλισμός τερματικών για τις οποίες περιορίστηκε η σύνδεση ή η θέση σε λειτουργία,

απαιτούμενη τεχνική ειδίκευση με αναφορά των στοιχείων δημοσίευσης.

Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4

στοιχεία που αφορούν τη δημοσίευση των χαρακτηριστικών,

αριθμός των υφιστάμενων ηλεκτρονικών διασυνδέσεων,

αριθμός των αναπροσαρμοσμένων ηλεκτρονικών διασυνδέσεων.

Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6

καθορισμός του ή των ανεξάρτητων φορέων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΜΈΡΟΣ Α

Καταργούμενη οδηγία με την τροποποίησή της

(που αναφέρονται στο άρθρο 8)

Οδηγία 88/301/ΕΟΚ της Επιτροπής

(EE L 131 της 27.5.1988, σ. 73)

Οδηγία 94/46/ΕΚ της Επιτροπής

(EE L 268 της 19.10.1994, σ. 15)

ΜΈΡΟΣ Β

Κατάλογος ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο

(που αναφέρονται στο άρθρο 8)

Οδηγία

Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης

88/301/ΕΟΚ

94/46/ΕΚ

8 Αυγούστου 1995


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 88/301/ΕΟΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 1, πρώτη περίπτωση, πρώτη και δεύτερη πρόταση

Άρθρο 1 σημείο 1 στοιχείο α)

Άρθρο 1, πρώτη περίπτωση, τελευταία πρόταση

Άρθρο 1 σημείο 1 στοιχείο β)

Άρθρο 1, δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 1 σημείο 3

Άρθρο 1, τρίτη περίπτωση, εισαγωγική φράση

Άρθρο 1 σημείο 4, εισαγωγική φράση

Άρθρο 1, τρίτη περίπτωση, πρώτη υποπερίπτωση

Άρθρο 1 σημείο 4 στοιχείο α)

Άρθρο 1, τρίτη περίπτωση, δεύτερη υποπερίπτωση

Άρθρο 1 σημείο 4 στοιχείο β)

Άρθρο 1, τρίτη περίπτωση, τρίτη υποπερίπτωση

Άρθρο 1 σημείο 4 στοιχείο γ)

Άρθρο 1, τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 1 σημείο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3, πρώτη πρόταση

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3, δεύτερη πρόταση

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο, εισαγωγική πρόταση

Άρθρο 3, πρώτη περίπτωση

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 3, δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 3, τρίτη περίπτωση

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 4

Άρθρο 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2, πρώτη πρόταση

Άρθρο 5, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2, δεύτερη πρόταση

Άρθρο 5, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 7

Άρθρο 10

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 10

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΥΙΟΘΕΤΗΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/27


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 586/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Ιουνίου 2008

για τροποποίηση της απόφασης αριθ. 896/2006/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση απλουστευμένου καθεστώτος για τον έλεγχο των προσώπων στα εξωτερικά σύνορα βασιζόμενου στη μονομερή αναγνώριση από τα κράτη μέλη ορισμένων τίτλων παραμονής που εκδίδουν η Ελβετία και το Λιχτενστάιν για τη διέλευση από το έδαφός τους

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 2 στοιχείο α),

την πρόταση της Επιτροπής,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση αριθ. 896/2006/ΕΚ (2) θεσπίστηκαν κοινοί κανόνες για τη μονομερή αναγνώριση από τα κράτη μέλη ορισμένων αδειών (τίτλων) διαμονής που εκδίδουν η Ελβετία και το Λιχτενστάιν κατά τρόπον ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή απλουστευμένου καθεστώτος για τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα υπηκόων τρίτων χωρών που έχουν στην κατοχή τους τέτοια έγγραφα.

(2)

Ως αποτέλεσμα της σε δύο φάσεις εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν, τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004 υποχρεούνταν να χορηγούν από την ημερομηνία αυτή εθνικές θεωρήσεις στους υπηκόους τρίτων χωρών, κατόχους άδειας διαμονής που έχει εκδοθεί από την Ελβετία ή το Λιχτενστάιν, εφόσον αυτοί υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (3). Η υποχρέωση αυτή προκάλεσε επιπρόσθετα διοικητικά βάρη για τα προξενεία των εν λόγω κρατών μελών στην Ελβετία και στο Λιχτενστάιν.

(3)

Ωστόσο, δεν εθεωρείτο αναγκαίο να απαιτούν τα κράτη μέλη θεώρηση από τη συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων προς τον σκοπό της διέλευσης, δεδομένου ότι τα πρόσωπα αυτά συνιστούν περιορισμένο κίνδυνο για τα κράτη μέλη από την άποψη της παράνομης μετανάστευσης.

(4)

Λαμβανομένου υπόψη ότι το ίδιο σκεπτικό ισχύει για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, είναι σκόπιμο να επεκταθεί στις δύο αυτές χώρες το απλουστευμένο καθεστώς που καθιερώθηκε με την απόφαση αριθ. 896/2006/ΕΚ.

(5)

Η εν λόγω τροποποίηση της απόφασης αριθ. 896/2006/ΕΚ ενδείκνυται να παρέχει στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία τη δυνατότητα, εφόσον αποφασίσουν να εφαρμόσουν την απόφαση αριθ. 582/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για τη θέσπιση απλουστευμένου καθεστώτος για τον έλεγχο των προσώπων στα εξωτερικά σύνορα, βασιζόμενου στη μονομερή αναγνώριση από τη Βουλγαρία, την Κύπρο και τη Ρουμανία ορισμένων εγγράφων ως ισοδυνάμων με τις εθνικές τους θεωρήσεις προς τον σκοπό της διέλευσης από το έδαφός τους (4), να αναγνωρίζουν μονομερώς τις άδειες (τίτλους) διαμονής που εκδίδουν η Ελβετία και το Λιχτενστάιν και οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα της απόφασης αριθ. 896/2006/ΕΚ ως ισοδύναμες με τις εθνικές τους θεωρήσεις με σκοπό τη διέλευση.

(6)

Η αναγνώριση θα πρέπει να καλύπτει αποκλειστικά και μόνον τον σκοπό της διέλευσης μέσω του εδάφους της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας και δεν θα πρέπει να θίγει την ευχέρεια των εν λόγω δύο κρατών μελών να εκδίδουν θεωρήσεις βραχείας διάρκειας.

(7)

Η ευχέρεια της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας να μην εφαρμόσουν την απόφαση αριθ. 896/2006/ΕΚ θα πρέπει να περιορίζεται στη μεταβατική περίοδο μέχρι της ημερομηνίας που θα καθορίσει το Συμβούλιο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της πράξης προσχώρησης του 2005.

(8)

Εν προκειμένω πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου που θέτει το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (5), με εξαίρεση την προϋπόθεση που θέτει το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού αυτού, στο μέτρο που η παρούσα απόφαση καθιερώνει καθεστώς ισοδυναμίας μεταξύ των θεωρήσεων διέλευσης που εκδίδουν η Βουλγαρία και η Ρουμανία και ορισμένων αδειών διαμονής που εκδίδουν η Ελβετία και το Λιχτενστάιν.

(9)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας απόφασης δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, καθότι έχει άμεσες συνέπειες για το κοινοτικό κεκτημένο περί εξωτερικών συνόρων, και μπορεί, ως εκ τούτου, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(10)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας που συνήψαν το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας για τη σύνδεση των δύο αυτών κρατών με την υλοποίηση, την εφαρμογή και ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (6), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 σημείο Α της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999 (7), σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της συμφωνίας αυτής.

(11)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας απόφασης και, συνεπώς, δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Δεδομένου ότι η παρούσα απόφαση βασίζεται στο κεκτημένο του Σένγκεν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου IV του τρίτου μέρους της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 5 του εν λόγω πρωτοκόλλου, αποφασίζει, εντός έξι μηνών από την έκδοση της παρούσας απόφασης, εάν θα τη μεταφέρει στο εθνικό της δίκαιο.

(12)

Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στο οποίο δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετάσχουν σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (8). Συνεπώς, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στη θέσπισή της και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(13)

Η παρούσα απόφαση συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στο οποίο δεν συμμετέχει η Ιρλανδία σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετάσχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (9). Συνεπώς, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπισή της και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 2 της απόφασης αριθ. 896/2006/ΕΚ προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Σε περίπτωση που η Βουλγαρία και η Ρουμανία αποφασίσουν να εφαρμόζουν την απόφαση αριθ. 582/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για τη θέσπιση απλουστευμένου καθεστώτος για τον έλεγχο των προσώπων στα εξωτερικά σύνορα, βασιζόμενου στη μονομερή αναγνώριση από τη Βουλγαρία, την Κύπρο και τη Ρουμανία ορισμένων εγγράφων ως ισοδυνάμων με τις εθνικές τους θεωρήσεις προς τον σκοπό της διέλευσης από το έδαφός τους (10), δύνανται να αναγνωρίζουν μονομερώς τις άδειες διαμονής που απαριθμούνται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης ως ισοδύναμες με τις εθνικές τους θεωρήσεις διέλευσης μέχρι την ημερομηνία που πρόκειται να καθορίσει το Συμβούλιο, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της πράξης προσχώρησης του 2005.

Άρθρο 2

Σε περίπτωση που η Βουλγαρία και η Ρουμανία αποφασίσουν να εφαρμόζουν την απόφαση αριθ. 896/2006/ΕΚ, ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που της κοινοποιούν τα εν λόγω κράτη μέλη στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Στρασβούργο, 17 Ιουνίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LENARČIČ


(1)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 31ης Ιανουαρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 5ης Ιουνίου 2008.

(2)  ΕΕ L 167 της 20.6.2006, σ. 8.

(3)  ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1932/2006 (ΕΕ L 405 της 30.12.2006, σ. 23).

(4)  ΕΕ L 161 της 20.6.2008, σ. 30.

(5)  ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(7)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(8)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(9)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(10)  ΕΕ L 161 της 20.6.2008, σ. 30».


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο

21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/30


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 5ης Ιουνίου 2008

σχετικά με την κινητοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης της ΕΕ σύμφωνα με το σημείο 26 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση

(2008/469/ΕΚ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1), και ιδίως το σημείο 26,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2012/2002 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 2002, για την ίδρυση του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2),

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σύστησε το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «Ταμείο») για να δείξει αλληλεγγύη προς τον πληθυσμό περιοχών που πλήττονται από καταστροφές.

(2)

Η διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 επιτρέπει την κινητοποίηση του Ταμείου Αλληλεγγύης εντός ανώτατου ετησίου ορίου 1 δισεκατ. ευρώ.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2012/2002 περιλαμβάνει διατάξεις που επιτρέπουν την κινητοποίηση του Ταμείου.

(4)

Η Ελλάδα υπέβαλε αίτηση για κινητοποίηση του Ταμείου σχετικά με τις καταστροφές που προκλήθηκαν από τις πυρκαγιές δασών τον Αύγουστο του 2007.

(5)

Η Σλοβενία υπέβαλε αίτηση για κινητοποίηση του Ταμείου σχετικά με καταστροφές που προκλήθηκαν από πλημμύρες τον Σεπτέμβριο του 2007,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Στο πλαίσιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2008, κινητοποιείται το Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό τη χορήγηση ποσού ύψους 98 023 212 ευρώ σε πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων και πιστώσεις πληρωμών.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στρασβούργο, 5 Ιουνίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LENARČIČ


(1)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1. Συμφωνία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2008/371/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 128 της 16.5.2008, σ. 8).

(2)  ΕΕ L 311 της 14.11.2002, σ. 3.


Επιτροπή

21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/31


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Μαΐου 2008

όσον αφορά την προσωρινή απαγόρευση της χρήσης και πώλησης γενετικώς τροποποιημένου αραβοσίτου (Zea mays L. σειρά T25) στην Αυστρία σύμφωνα με την οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1715]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/470/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο,

Ύστερα από διαβουλεύσεις με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 98/293/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Απριλίου 1998, για τη διάθεση στην αγορά γενετικώς τροποποιημένου αραβοσίτου (Zea mays L. T25), σύμφωνα με την οδηγία 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2), αποφασίστηκε να δοθεί συγκατάθεση για τη διάθεση του εν λόγω προϊόντος στην αγορά.

(2)

Στις 3 Αυγούστου 1998, οι γαλλικές αρχές έδωσαν τη συγκατάθεση αυτή. Η συγκατάθεση καλύπτει όλες τις χρήσεις του προϊόντος, δηλαδή την εισαγωγή, τη μεταποίηση σε τρόφιμα και ζωοτροφές, καθώς και την καλλιέργεια.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ, η οποία αντικατέστησε την οδηγία 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3), οι διαδικασίες κοινοποίησης σχετικά με τη διάθεση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στην αγορά, οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί έως τις 17 Οκτωβρίου 2002, διέπονται από τις διατάξεις της οδηγίας 2001/18/ΕΚ.

(4)

Στις 8 Μαΐου 2000, η Αυστρία ενημέρωσε την Επιτροπή σχετικά με την απόφασή της να απαγορεύσει προσωρινά τη χρήση και πώληση του Zea mays L. T25 για όλες τις χρήσεις και εξέθεσε τους λόγους στους οποίους βάσισε την εν λόγω απόφασή της σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ.

(5)

Τα προϊόντα που παράγονται από το Zea mays L. σειρά T25 (άμυλο και όλα τα παράγωγά του, ανεπεξέργαστο και εξευγενισμένο έλαιο, όλα τα θερμικώς επεξεργασμένα ή υποστάντα ζύμωση προϊόντα που λαμβάνονται από το Zea mays L. σειρά T25, καθώς και οι ζωοτροφές που παράγονται από το Zea mays L. line T25) επιτρέπονται δυνάμει των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 258/97 (4) και (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 (5). Οι χρήσεις αυτές δεν υπόκεινται στη ρήτρα διασφάλισης που κοινοποίησε η Αυστρία.

(6)

Η φυτοϋγειονομική επιστημονική επιτροπή γνωμοδότησε, στις 20 Ιουλίου 2001, ότι τα στοιχεία που υπέβαλε η Αυστρία δεν συνιστούσαν νέες επιστημονικές αποδείξεις που δεν είχαν ληφθεί υπόψη κατά την αρχική αξιολόγηση του φακέλου και, ως εκ τούτου, δεν ετίθετο θέμα να απαιτηθεί η αναθεώρηση της αρχικής της γνώμης σχετικά με το προϊόν.

(7)

Στις 9 Ιανουαρίου 2004, καθώς και στις 9 και 17 Φεβρουαρίου 2004, η Αυστρία υπέβαλε στην Επιτροπή συμπληρωματικά στοιχεία για να υποστηρίξει τα εκ μέρους της ληφθέντα εθνικά μέτρα όσον αφορά τον αραβόσιτο της σειράς T25.

(8)

Σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ, η Επιτροπή ζήτησε τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΕΑΤ), η οποία συνεστήθη με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), βάσει του οποίου υποκατέστησε τις συναφείς επιστημονικές επιτροπές.

(9)

Η ΕΑΑΤ γνωμοδότησε στις 8 Ιουλίου 2004 (7) ότι τα στοιχεία που υπέβαλε η Αυστρία δεν συνιστούν νέα επιστημονικά στοιχεία βάσει των οποίων μπορεί να αναιρεθεί η διεξαχθείσα εκτίμηση του περιβαλλοντικού κινδύνου για τον αραβόσιτο της σειράς T25 και να δικαιολογηθεί η απαγόρευση της χρήσης και πώλησης του συγκεκριμένου προϊόντος στην Αυστρία.

(10)

Δεδομένου ότι, υπό τις συνθήκες αυτές, δεν συνέτρεχαν λόγοι να θεωρηθεί ότι το προϊόν ενέχει κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου ή το περιβάλλον, η Επιτροπή, στις 29 Νοεμβρίου 2004, υπέβαλε σχέδιο απόφασης, με το οποίο ζητούσε από την Αυστρία να καταργήσει τα προσωρινά μέτρα διασφάλισης που είχε λάβει, προκειμένου να εξεταστούν από την επιτροπή που συνεστήθη βάσει του άρθρου 30 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ, με τη διαδικασία του άρθρου 30 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας.

(11)

Ωστόσο, η εν λόγω επιτροπή δεν διατύπωσε γνώμη και, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (8), η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση για τα ληπτέα μέτρα.

(12)

Στις 24 Ιουνίου 2005, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, απέρριψε την πρόταση.

(13)

Στη δήλωσή του, το Συμβούλιο ανέφερε ότι «εξακολουθεί να υφίσταται σχετική αβεβαιότητα όσον αφορά τα εθνικά μέτρα διασφάλισης στην αγορά [του] γενετικώς τροποποιημένου αραβοσίτου τ[ης] ποικιλ[ίας] […] Τ25» και κάλεσε την Επιτροπή «να συλλέξει περαιτέρω στοιχεία για [τον] εν λόγω ΓΤΟ και να αξιολογήσει περαιτέρω κατά πόσον το προσωρινό μέτρο προφύλαξης που έχ[ει] λάβει [η Αυστρία] για την αναστολή της διάθεσής [του] στην αγορά είναι δικαιολογημένο και κατά πόσον η έγκριση [του] οργανισμ[ού] [αυτού] συμμορφώνεται πάντα προς τις απαιτήσεις ασφάλειας της οδηγίας 2001/18/ΕΚ».

(14)

Τον Νοέμβριο του 2005, ζητήθηκε από την ΕΑΑΤ να αποφανθεί εκ νέου κατά πόσον υπήρχαν επιστημονικοί λόγοι που να συνηγορούν υπέρ του ότι η συνεχιζόμενη διάθεση του Τ25 στην αγορά, υπό τους όρους που προβλέπονται στη συγκατάθεση, ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή στο περιβάλλον. Ζητήθηκε ιδίως από την ΕΑΑΤ να συνεκτιμήσει τυχόν νέα επιστημονικά στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση των προηγουμένων επιστημονικών γνωμών για την εκτίμηση της ασφάλειας του συγκεκριμένου ΓΤΟ.

(15)

Στις 29 Μαρτίου του 2006 (9), η ΕΑΑΤ γνωμοδότησε ότι δεν συνέτρεχαν επιστημονικοί λόγοι ότι η συνεχιζόμενη διάθεση του T25 στην αγορά, υπό τους όρους που προβλέπονται στη συγκατάθεση, ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή των ζώων ή στο περιβάλλον.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση προς το Συμβούλιο ζητώντας από την Αυστρία να αναστείλει την οικεία ρήτρα διασφάλισης.

(17)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, το Συμβούλιο Περιβάλλοντος της 18ης Δεκεμβρίου 2006 επεσήμανε την αντίθεσή του στην πρόταση, με ειδική πλειοψηφία.

(18)

Στην απόφαση αυτή, το Συμβούλιο αναφέρεται στη μελέτη περιβαλλοντικών κινδύνων όπως προβλέπεται στην οδηγία 2001/18/ΕΚ και επισημαίνει ότι «οι διαφορετικές γεωργικές δομές και τα διαφορετικά περιφερειακά οικολογικά χαρακτηριστικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά συστηματικότερο τρόπο κατά τη μελέτη των περιβαλλοντικών κινδύνων».

(19)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/469/ΕΚ, η Επιτροπή υπέβαλε τροποποιημένη πρόταση προκειμένου να συνεκτιμηθεί η απόφαση του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006, η οποία αναφέρεται μόνο στις περιβαλλοντικές πτυχές της αυστριακής ρήτρας διασφάλισης, και ιδίως στις πτυχές που αφορούν την καλλιέργεια.

(20)

Η Αυστρία δρομολόγησε δραστηριότητες για τη συγκέντρωση σημαντικών επιστημονικών στοιχείων σχετικά με τις εν λόγω πτυχές, που κατά την άποψη της Αυστρίας δικαιολογούν την προσωρινή διατήρηση της ρήτρας διασφάλισης, ιδίως όσον αφορά «τις διαφορετικές γεωργικές δομές και τα διαφορετικά περιφερειακά οικολογικά χαρακτηριστικά», όπως αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 3 της προαναφερθείσας απόφασης του Συμβουλίου. Σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ, η Αυστρία καλείται να υποβάλει στην Επιτροπή όλα τα επιστημονικά στοιχεία που συγκέντρωσε, καθώς και τις τυχόν νέες εκτιμήσεις κινδύνου, το συντομότερο δυνατό, και να ενημερώσει σχετικά όλα τα κράτη μέλη.

(21)

Βάσει της εκ μέρους της Αυστρίας υποβολής στοιχείων και της επιστημονικής αξιολόγησής της, η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 23 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ σχετικά με τις εν λόγω πτυχές του αυστριακού μέτρου.

(22)

Οι σχετικές με την ασφάλεια των τροφών και ζωοτροφών του Zea mays L. σειρά Τ25 που καλύπτονται από τη συγκατάθεση που χορηγείται δυνάμει της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ (συμπεριλαμβανομένης της εισαγωγής και μεταποίησης) είναι πανομοιότυπες ανά την Ευρώπη και έχουν αξιολογηθεί από την EFSA, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το εν λόγω προϊόν δεν είναι πιθανόν να προκαλέσει ανεπιθύμητες επενέργειες στην υγεία του ανθρώπου και των ζώων.

(23)

Η πρόταση της Επιτροπής συνεκτιμά μόνο τις πτυχές της αυστριακής απαγόρευσης που αφορούν τα τρόφιμα και τις τροφές, δηλαδή την απαγόρευση εισαγωγής και μεταποίησης μη μεταποιημένων σπόρων αραβοσίτου ως πολλαπλασιαστικού υλικού για την περαιτέρω μεταποίηση ή για την απευθείας χρήση ως τροφίμων ή ζωοτροφών.

(24)

Υπό τις συνθήκες αυτές, η Αυστρία καλείται να καταργήσει τα οικεία μέτρα διασφάλισης τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την εισαγωγή και τη μεταποίηση του Zea mays L. σειρά T25 σε τρόφιμα και ζωοτροφές.

(25)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συνεστήθη βάσει του άρθρου 30 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση για τα εν λόγω μέτρα. Δεδομένου ότι με τη λήξη της περιόδου που ορίζεται στο άρθρο 30 παράγραφος 2 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ, το Συμβούλιο δεν είχε θεσπίσει τα προτεινόμενα μέτρα, ούτε επισημάνει την αντίθεσή του σε αυτά, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τα μέτρα πρέπει να θεσπιστούν από την Επιτροπή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα μέτρα που έλαβε η Αυστρία για την απαγόρευση της χρήσης και της μεταποίησης, σε τρόφιμα και ζωοτροφές, προϊόντων γενετικώς τροποποιημένου αραβοσίτου, Zea mays L. σειρά T25, των οποίων η διάθεση στην αγορά έχει εγκριθεί με την απόφαση 98/293/ΕΚ, δεν δικαιολογούνται βάσει των διατάξεων του άρθρου 23 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ.

Άρθρο 2

Η Αυστρία οφείλει να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τον τερματισμό της απαγόρευσης εισαγωγής και μεταποίησης, σε τρόφιμα και ζωοτροφές, του Zea mays L. σειρά Τ25, το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την κοινοποίησή της.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Αυστρίας.

Βρυξέλλες, 7 Μαΐου 2008.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΉΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/27/ΕΚ (ΕΕ L 81 της 20.3.2008, σ. 45).

(2)  ΕΕ L 131 της 5.5.1998, σ. 30.

(3)  ΕΕ L 117 της 8.5.1990, σ. 15. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 97/35/ΕΚ (ΕΕ L 169 της 27.6.1997, σ. 72).

(4)  ΕΕ L 43 της 14.2.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 298/2008 (ΕΕ L 97 της 9.4.2008, σ. 64).

(6)  ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 202/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 60 της 5.3.2008, σ. 17).

(7)  Opinion of the Scientific Panel on Genetically Modified Organisms on a request from the Commission related to the Austrian invoke of Article 23 of Directive 2001/18/EC (Γνώμη την οποία διατύπωσε η επιστημονική ομάδα για τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς ύστερα από αίτημα της Επιτροπής που αφορούσε την επίκληση του άρθρου 23 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ από την Αυστρία), The EFSA Journal (2004) 78, σσ. 1-13.

(8)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(9)  Opinion of the Scientific Panel on Genetically Modified Organisms on a request from the Commission related to genetically modified crops (Bt176 maize, MON810 maize, T25 maize, Topas 19/2 oilseed rape and Ms1xRf1 oilseed rape) subject to safeguard clauses invoked according to Article 16 of Directive 90/220/EEC [Γνώμη της επιστημονικής ομάδας για τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς ύστερα από αίτημα της Επιτροπής σχετικά με τις γενετικώς τροποποιημένες καλλιέργειες (αραβόσιτος Bt176, αραβόσιτος MON810, αραβόσιτος T25, ελαιοκράμβη Topas 19/2 και ελαιοκράμβη Ms1xRf1) που υπόκεινται στις ρήτρες διαφύλαξης τις οποίες επικαλέστηκε η Αυστρία δυνάμει του άρθρου 16 της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ], The EFSA Journal (2006) 338, σσ. 1-15.


ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/34


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Μαΐου 2008

για μέτρα περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: τριχλωροαιθυλένιο, βενζόλιο και 2-μεθοξυ-2-μεθυλοβουτάνιο (TAME)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2271]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/471/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93, οι κατωτέρω ουσίες χαρακτηρίστηκαν ως ουσίες προς αξιολόγηση κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τους κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 1179/94 (2) και (ΕΚ) αριθ. 2364/2000 (3) οι οποίοι αφορούν, αντίστοιχα, τον πρώτο και τον τέταρτο πίνακα ουσιών προτεραιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93:

τριχλωροαιθυλένιο,

βενζόλιο,

2-μεθοξυ-2-μεθυλοβουτάνιο (TAME).

(2)

Τα κράτη μέλη που είχαν οριστεί ως εισηγητές κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω κανονισμών, ολοκλήρωσαν τις δραστηριότητες αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον ως προς τις συγκεκριμένες ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (4) και πρότειναν στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων.

(3)

Ζητήθηκε και διατυπώθηκε η γνώμη της επιστημονικής επιτροπής για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον (ΕΕΤΟΠ) και της επιστημονικής επιτροπής για την υγεία και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους (ΕΕΥΠΚ) σχετικά με τις αξιολογήσεις κινδύνων που διενεργήθηκαν από τα κράτη μέλη εισηγητές. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές δημοσιεύθηκαν στον δικτυακό τόπο των εν λόγω επιστημονικών επιτροπών.

(4)

Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων, καθώς και τα περαιτέρω αποτελέσματα των στρατηγικών περιορισμού των κινδύνων εκτίθενται στην αντίστοιχη ανακοίνωση της Επιτροπής (5).

(5)

Με βάση την αξιολόγηση αυτή, ενδείκνυται να διατυπωθούν συστάσεις για ορισμένα μέτρα περιορισμού των κινδύνων από ορισμένες ουσίες.

(6)

Τα συνιστώμενα μέτρα μείωσης των κινδύνων για τους εργαζομένους πρέπει να εξεταστούν βάσει της νομοθεσίας για την προστασία των εργαζομένων, που θεωρείται ότι εξασφαλίζει κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων από τις αντίστοιχες ουσίες στον απαιτούμενο βαθμό.

(7)

Τα μέτρα περιορισμού των κινδύνων τα οποία προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

ΤΜΗΜΑ 1

ΤΡΙΧΛΩΡΟΑΙΘΥΛΕΝΙΟ

(Αριθ. CAS 79-01-6, αριθ. Einecs 201-167-4)

Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζομένους (1)

1.

Πρέπει να εξεταστεί η σύναψη αυτοδεσμευτικής συμφωνίας με την ευρωπαϊκή ένωση για τους χλωριωμένους διαλύτες εξ ονόματος των ευρωπαίων παραγωγών της ουσίας, των διανομέων και καταναλωτών, η οποία θα περιορίζει την πώληση της ουσίας σε αγοραστές που τηρούν τον χάρτη ασφαλούς χρήσης του τριχλωροαιθυλενίου στον καθαρισμό μετάλλων. Ο χάρτης αυτός υποχρεώνει τους χρήστες να χρησιμοποιούν τριχλωροαιθυλένιο για τον καθαρισμό μετάλλων μόνο σε στεγανά ή κλειστά συστήματα, όπως αυτά ορίζονται στο μέρος 4 του ευρωπαϊκού προτύπου EN 12921, και η τήρησή του παρακολουθείται από τρίτους.

ΤΜΗΜΑ 2

ΒΕΝΖΟΛΙΟ

(Αριθ. CAS 71-43-2, αριθ. Einecs 200-753-7)

Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για το περιβάλλον (2, 3, 4, 5)

2.

Για να εκλείψουν οι πιθανοί κίνδυνοι για τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας βιομηχανικών λυμάτων στις μονάδες παραγωγής ή/και επεξεργασίας βενζολίου, oι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών θα πρέπει να καθορίζουν, στις άδειες που εκδίδουν δυνάμει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), όρους, οριακές τιμές εκπομπών ή ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα για το βενζόλιο, ώστε οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ), λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη γεωγραφική θέση τους και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες.

3.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή των ΒΔΤ που αφορούν το βενζόλιο και να αναφέρουν κάθε σημαντική εξέλιξη στην Επιτροπή στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις ΒΔΤ.

4.

Προκειμένου να διευκολυνθούν η χορήγηση αδειών και η παρακολούθηση βάσει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), το βενζόλιο θα πρέπει να καλυφθεί από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις ΒΔΤ.

5.

Εφόσον είναι απαραίτητο, θα πρέπει να ελέγχεται με εθνικούς κανόνες η έκθεση των μικροοργανισμών των εγκαταστάσεων επεξεργασίας βιομηχανικών λυμάτων, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για τους μικροοργανισμούς και το περιβάλλον.

ΤΜΗΜΑ 3

2-ΜΕΘΟΞΥ-2-ΜΕΘΥΛΟΒΟΥΤΑΝΙΟ (TAME)

(Αριθ. CAS 994-05-8, αριθ. Einecs 213-611-4)

Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για το περιβάλλον (6-11)

6.

Η πρόληψη όλων των ανθρωπογενών εισροών στα υπόγεια ύδατα, συμπεριλαμβανομένου του ΤΑΜΕ, αποτελεί βασικό στόχο της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας (7). Ως εκ τούτου, συνιστάται η εφαρμογή προγραμμάτων παρακολούθησης, όπου ενδείκνυται, ώστε να είναι δυνατόν να εντοπίζεται εγκαίρως η ρύπανση των υπογείων υδάτων από ΤΑΜΕ.

7.

Συνιστάται επίσης η ευρεία εφαρμογή των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών στην κατασκευή και λειτουργία των υπογείων εγκαταστάσεων αποθήκευσης και διανομής βενζίνης στα πρατήρια καυσίμων. Εν προκειμένω, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο επιβολής ειδικών απαιτήσεων για όλα τα πρατήρια καυσίμων που λειτουργούν σε περιοχές αναπλήρωσης υπογείων υδάτων.

8.

Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών θα πρέπει να καθορίζουν, στις άδειες που εκδίδουν δυνάμει της οδηγίας 2008/1/ΕΚ, όρους, οριακές τιμές εκπομπών ή ισοδύναμες παραμέτρους ή τεχνικά μέτρα για το ΤΑΜΕ, ώστε οι αντίστοιχες εγκαταστάσεις να λειτουργούν σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ), λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εν λόγω εγκαταστάσεων, τη γεωγραφική θέση τους και τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες.

9.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή των ΒΔΤ που αφορούν το ΤΑΜΕ και να αναφέρουν κάθε σημαντική εξέλιξη στην Επιτροπή στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις ΒΔΤ.

10.

Εφόσον είναι απαραίτητο, θα πρέπει να ελέγχονται με εθνικούς κανόνες οι τοπικές εκπομπές στα επιφανειακά ύδατα, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το περιβάλλον.

11.

Τα μέτρα περιορισμού των κινδύνων που συνιστώνται για την προστασία των υπογείων υδάτων θεωρούνται επαρκή για την προστασία των ανθρώπων που εκτίθενται μέσω του περιβάλλοντος.

ΤΜΗΜΑ 4

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ

12.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται σε όλους τους κλάδους που εισάγουν, παράγουν, μεταφέρουν, αποθηκεύουν, μορφοποιούν σε παρασκευάσματα ή υποβάλλουν σε άλλη επεξεργασία, χρησιμοποιούν, διαθέτουν ως απόβλητα ή ανακτούν τις ανωτέρω ουσίες, καθώς και στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2008.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΉΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 131 της 26.5.1994, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 273 της 26.10.2000, σ. 5.

(4)  ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.

(5)  ΕΕ C 157 της 21.6.2008, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 24 της 29.1.2008, σ. 8.

(7)  Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).


21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/37


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Μαΐου 2008

για μέτρα περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: χλωριούχο 2,3-εποξυπροπυλοτριμεθυλαμμώνιο (EPTAC), χλωριούχο (3-χλωρο-2-υδροξυπροπυλο)τριμεθυλαμμώνιο (CHPTAC) και εξαχλωροκυκλοπενταδιένιο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2316]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/472/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93, οι κατωτέρω ουσίες χαρακτηρίστηκαν ως ουσίες προς αξιολόγηση κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τους κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 143/97 (2) και (ΕΚ) 2364/2000 (3), που αφορούν, αντίστοιχα, τον τρίτο και τον τέταρτο πίνακα ουσιών προτεραιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93:

χλωριούχο 2,3-εποξυπροπυλοτριμεθυλαμμώνιο (EPTAC),

χλωριούχο (3-χλωρο-2-υδροξυπροπυλο)τριμεθυλαμμώνιο (CHPTAC),

εξαχλωροκυκλοπενταδιένιο.

(2)

Τα κράτη μέλη που είχαν οριστεί ως εισηγητές κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω κανονισμών, ολοκλήρωσαν τις δραστηριότητες αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και για το περιβάλλον ως προς τις συγκεκριμένες ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 (4) και πρότειναν στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων.

(3)

Ζητήθηκε και διατυπώθηκε η γνώμη της επιστημονικής επιτροπής για την υγεία και τους περιβαλλοντικούς κινδύνους (ΕΕΥΠΚ) σχετικά με τις αξιολογήσεις κινδύνου που διενεργήθηκαν από τα κράτη μέλη εισηγητές. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές δημοσιεύθηκαν στον δικτυακό τόπο της εν λόγω επιστημονικής επιτροπής.

(4)

Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων, καθώς και τα περαιτέρω αποτελέσματα των στρατηγικών περιορισμού των κινδύνων εκτίθενται στην ανακοίνωση της Επιτροπής (5).

(5)

Με βάση την αξιολόγηση αυτή, ενδείκνυται να διατυπωθούν συστάσεις για ορισμένα μέτρα περιορισμού των κινδύνων από ορισμένες ουσίες. Για τις ουσίες στις οποίες δεν γίνεται ειδική αναφορά, δεν διατυπώνονται συστάσεις προς τους αποδέκτες της παρούσας σύστασης.

(6)

Τα συνιστώμενα μέτρα μείωσης των κινδύνων για τους εργαζόμενους πρέπει να εξεταστούν βάσει της νομοθεσίας για την προστασία των εργαζομένων, η οποία θεωρείται ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων από τις αντίστοιχες ουσίες στον αναγκαίο βαθμό.

(7)

Τα μέτρα περιορισμού των κινδύνων τα οποία προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

ΤΜΗΜΑ 1

ΧΛΩΡΙΟΥΧΟ 2,3-ΕΠΟΞΥΠΡΟΠΥΛΟΤΡΙΜΕΘΥΛΑΜΜΩΝΙΟ (EPTAC)

(αριθ. CAS 3033-77-0, αριθ. Einecs 221-221-0)

Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζομένους (1) και το περιβάλλον (2)

1.

Οι εργοδότες που χρησιμοποιούν EPTAC στην παραγωγή και ως μέσο κατιονισμού στην παρασκευή κατιονικού αμύλου θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ενδεχόμενες, ειδικές κατά κλάδο, κατευθύνσεις που έχουν εκπονηθεί σε εθνικό επίπεδο με βάση τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα, οι οποίες καταρτίζονται από την Επιτροπή, όπως προβλέπει το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/ΕΚ (6) του Συμβουλίου (οδηγία για τους χημικούς παράγοντες).

2.

Εφόσον είναι αναγκαίο, θα πρέπει να ελέγχονται με εθνικούς κανόνες οι τοπικές εκπομπές EPTAC στο περιβάλλον, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το περιβάλλον.

ΤΜΗΜΑ 2

ΧΛΩΡΙΟΥΧΟ (3-ΧΛΩΡΟ-2-ΥΔΡΟΞΥΠΡΟΠΥΛΟ)ΤΡΙΜΕΘΥΛΑΜΜΩΝΙΟ (CHPTAC)

(αριθ. CAS 3327-22-8, αριθ. Einecs 222-048-3)

Μέτρα περιορισμού των κινδύνων για τους εργαζόμενους (3) και το περιβάλλον (4)

3.

Οι εργοδότες που χρησιμοποιούν CHPTAC ως μέσο κατιονισμού στην παρασκευή κατιονικού αμύλου θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ενδεχόμενες, ειδικές κατά κλάδο, κατευθύνσεις που έχουν εκπονηθεί σε εθνικό επίπεδο με βάση τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα, οι οποίες καταρτίζονται από την Επιτροπή, όπως προβλέπει το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/ΕΚ.

4.

Εφόσον είναι αναγκαίο, θα πρέπει να ελέγχονται με εθνικούς κανόνες οι τοπικές εκπομπές CHPTAC στο περιβάλλον, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το περιβάλλον.

ΤΜΗΜΑ 3

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ

5.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται σε όλους τους κλάδους που εισάγουν, παράγουν, μεταφέρουν, αποθηκεύουν, μορφοποιούν σε παρασκευάσματα ή υποβάλλουν σε άλλη επεξεργασία, χρησιμοποιούν, διαθέτουν ως απόβλητα ή ανακτούν τις ανωτέρω ουσίες, καθώς και στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2008.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΉΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 25 της 28.1.1997, σ. 13.

(3)  ΕΕ L 273 της 26.10.2000, σ. 5.

(4)  ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.

(5)  ΕΕ C 157 της 21.6.2008, σ. 10 .

(6)  ΕΕ L 131 της 5.5.1998, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2007/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 165 της 27.6.2007, σ. 21).


21.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 162/39


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Ιουνίου 2008

σχετικά με τον περιορισμό της αστικής ευθύνης των νόμιμων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 2274]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/473/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 211 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), καθιερώνεται ελάχιστη εναρμόνιση όσον αφορά τις απαιτήσεις υποχρεωτικού ελέγχου. Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 31 της εν λόγω οδηγίας, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τον αντίκτυπο των ισχυόντων εθνικών κανόνων περί ευθύνης επί της διενεργείας νομίμων ελέγχων στις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές και τους όρους ασφάλισης των νομίμων ελεγκτών και ελεγκτικών γραφείων και, εφόσον κρίνει σκόπιμο, υποβάλλει συστάσεις στα κράτη μέλη.

(2)

Για την απρόσκοπτη λειτουργία των κεφαλαιαγορών απαιτείται διαρκής ικανότητα ελέγχου και ανταγωνιστική αγορά υπηρεσιών ελέγχου όπου θα υπάρχει επαρκής επιλογή ελεγκτικών γραφείων ικανών και πρόθυμων για διεξαγωγή νόμιμων ελέγχων εταιρειών, οι τίτλοι των οποίων έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ενός κράτους μέλους. Ωστόσο, η αυξανόμενη αστάθεια της χρηματιστηριακής αξίας των εταιρειών είχε ως αποτέλεσμα πολύ υψηλότερους κινδύνους αστικής ευθύνης, ενώ περιορίζεται διαρκώς περισσότερο η πρόσβαση σε ασφαλιστική κάλυψη έναντι των κινδύνων που συνδέονται με τους εν λόγω ελέγχους.

(3)

Δεδομένου ότι η από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη ενδέχεται να αποτρέψει ελεγκτικά γραφεία και δίκτυα να εισέλθουν στη διεθνή αγορά ελέγχου εισηγμένων εταιρειών στην Κοινότητα, είναι περιορισμένες οι πιθανότητες εμφάνισης νέων ελεγκτικών δικτύων που να είναι σε θέση να διεξάγουν νόμιμους ελέγχους των εταιρειών αυτών.

(4)

Κατά συνέπεια, πρέπει να περιοριστεί η ευθύνη των ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων, συμπεριλαμβανομένων των ελεγκτών επιχειρηματικών ομίλων, που διεξάγουν νόμιμους ελέγχους εισηγμένων εταιρειών. Ωστόσο, δεν δικαιολογείται περιορισμός ευθύνης σε περίπτωση εκούσιας παραβίασης των επαγγελματικών καθηκόντων εκ μέρους ενός ελεγκτή, ούτε πρέπει να ισχύει στις περιπτώσεις αυτές. Επίσης, ο εν λόγω περιορισμός δεν προδικάζει το δικαίωμα δίκαιης αποζημίωσης κάθε θιγόμενου μέρους.

(5)

Ενόψει των σημαντικών αποκλίσεων μεταξύ των συστημάτων αστικής ευθύνης στα κράτη μέλη, στην παρούσα φάση ενδείκνυται κάθε κράτος μέλος να είναι σε θέση να επιλέγει τη μέθοδο περιορισμού που θεωρεί πλέον κατάλληλη για το οικείο σύστημα αστικής ευθύνης.

(6)

Τα κράτη μέλη πρέπει συνεπώς να είναι σε θέση να καθορίζουν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, ανώτατα όρια όσον αφορά την ευθύνη των ελεγκτών. Εναλλακτικά, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να καθορίζουν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, σύστημα αναλογικής ευθύνης, σύμφωνα με το οποίο οι νόμιμοι ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία φέρουν ευθύνη μόνο στο βαθμό της συμβολής τους στην προξενούμενη ζημιά, χωρίς να είναι από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνα με άλλα μέρη. Στα κράτη μέλη όπου οποιεσδήποτε αξιώσεις εναντίον νόμιμων ελεγκτών ενδέχεται να εγερθούν μόνο από την ελεγχόμενη εταιρεία και όχι από μεμονωμένους μετόχους ή από οποιαδήποτε άλλα τρίτα μέρη, τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να είναι σε θέση να παρέχουν στην εταιρεία, στους μετόχους της και στον ελεγκτή τη δυνατότητα να καθορίζουν τον περιορισμό της ευθύνης του ελεγκτή, βάσει ενδεδειγμένων διασφαλίσεων υπέρ των επενδυτών της ελεγχόμενης εταιρείας,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

Αντικείμενο

1.

Η παρούσα σύσταση αφορά την αστική ευθύνη ελεγκτών και ελεγκτικών γραφείων που διεξάγουν νόμιμο έλεγχο των ενοποιημένων ή ετήσιων λογαριασμών μιας εταιρείας που έχει την καταστατική της έδρα σε κράτος μέλος και οι τίτλοι της οποίας έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ενός κράτους μέλους.

Περιορισμός της ευθύνης

2.

Η αστική ευθύνη των νόμιμων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων που προκύπτει από παράβαση των επαγγελματικών τους καθηκόντων πρέπει να είναι περιορισμένη, εκτός των περιπτώσεων διεθνούς κλίμακας παράβασης καθηκόντων εκ μέρους του νόμιμου ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου.

3.

Ο περιορισμός της ευθύνης ισχύει έναντι της ελεγχόμενης εταιρείας και κάθε τρίτο μέρος που βάσει της εθνικής νομοθεσίας δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση.

4.

Οποιοσδήποτε περιορισμός της αστικής ευθύνης δεν περιορίζει το δικαίωμα των θιγόμενων μερών για δίκαιη αποζημίωση.

Μέθοδοι περιορισμού της ευθύνης

5.

Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν μέτρα για τον περιορισμό της ευθύνης. Για το σκοπό αυτό συνίσταται ιδίως η χρήση μιας ή περισσοτέρων από τις ακόλουθες μεθόδους:

α)

καθιέρωση μέγιστου χρηματικού ποσού ή ενός τύπου για τον υπολογισμό του εν λόγω ποσού·

β)

καθιέρωση δέσμης αρχών δυνάμει των οποίων ο νόμιμος ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο δεν ευθύνονται πέρα από την πραγματική συμβολή τους στη ζημία που υπέστη ένας ενάγων, και κατά συνέπεια δεν φέρει από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη με άλλους παραβάτες·

γ)

διάταξη που παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε εταιρεία που υφίσταται έλεγχο και στον νόμιμο ελεγκτή ή το ελεγκτικό γραφείο να καθορίζουν περιορισμό της ευθύνης βάσει συμφωνίας.

6.

Εφόσον η ευθύνη περιορίζεται βάσει συμφωνίας όπως αναφέρεται στο σημείο 5 στοιχείο γ), τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την τήρηση των παρακάτω όρων:

α)

η συμφωνία υπόκειται σε δικαστική αναθεώρηση·

β)

όσον αφορά την εταιρεία που θα ελεγχθεί, ο περιορισμός αποφασίζεται συλλογικά από τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών φορέων που αναφέρονται στο άρθρο 50β της οδηγίας 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2), ή, στην περίπτωση ομαδικού ελέγχου, στο άρθρο 36α της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3), ενώ η εν λόγω απόφαση εγκρίνεται από τους μετόχους της εταιρείας που πρόκειται να υποστεί έλεγχο·

γ)

ο περιορισμός και κάθε ενδεχόμενη τροποποίησή του δημοσιεύονται στις σημειώσεις επί των λογαριασμών της ελεγχόμενης εταιρείας.

7.

Πριν από τη θέσπιση μέτρων για την εφαρμογή οποιασδήποτε από τις μεθόδους που αναφέρονται στο σημείο 5 στοιχεία α), β) ή γ), ή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου για τον περιορισμό της ευθύνης, η οποία ακολουθεί τα σημεία 2, 3 και 4, το κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο του νόμιμου ελέγχου εισηγμένων εταιρειών στις χρηματοοικονομικές αγορές και στους επενδυτές, καθώς και στους όρους πρόσβασης στην αγορά, καθώς και τον αντίκτυπο στην ποιότητα του ελέγχου, την ασφαλισιμότητα έναντι κινδύνων και τις εταιρείες που πρόκειται να ελεγχθούν.

Επακόλουθες ενέργειες

8.

Τα κράτη μέλη καλούνται να ενημερώσουν την Επιτροπή έως την 5η Ιουνίου 2010 σχετικά με ενέργειες που έχουν αναλάβει βάσει της παρούσας σύστασης.

Αποδέκτες

9.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 5 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Charlie McCREEVY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 87. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/30/ΕΚ (ΕΕ L 81 της 20.3.2008, σ. 53).

(2)  ΕΕ L 222 της 14.8.1978, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 224 της 16.8.2006, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/99/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 137).