ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

50ό έτος
10 Αυγούστου 2007


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 946/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 947/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τη λευκή ζάχαρη και την ακατέργαστη ζάχαρη χωρίς περαιτέρω μεταποίηση

3

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 948/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για τον καθορισμό του μέγιστου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή της λευκής ζάχαρης στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 900/2007

5

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 949/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για τον καθορισμό του μέγιστου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή της λευκής ζάχαρης στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 38/2007

6

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 950/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό των επιστροφών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή των μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα σιτηρά και την όρυζα

7

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 951/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για τον καθορισμό των διατάξεων εφαρμογής των προγραμμάτων διασυνοριακής συνεργασίας που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης

10

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 952/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για την ακύρωση της καταχώρισης ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων Newcastle Brown Ale (ΠΓΕ)

26

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 953/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα σιρόπια και ορισμένα άλλα προϊόντα ζάχαρης χωρίς περαιτέρω μεταποίηση

28

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 954/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό του ύψους των επιστροφών για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων μη υπαγομένων στο παράρτημα Ι της συνθήκης

30

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 955/2007 της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό των ποσοστών των επιστροφών που εφαρμόζονται για ορισμένα προϊόντα των τομέων των σιτηρών και του ρυζιού εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων που δεν υπάγονται στο παράρτημα I της συνθήκης

32

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2007/554/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο και την κατάργηση της οδηγίας 2007/552/ΕΚ [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 3901]  ( 1 )

36

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 946/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός ισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 756/2007 (ΕΕ L 172 της 30.6.2007, σ. 41).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MK

26,0

TR

41,5

XK

36,3

XS

36,3

ZZ

35,0

0707 00 05

TR

114,1

ZZ

114,1

0709 90 70

TR

85,9

ZZ

85,9

0805 50 10

AR

57,7

UY

58,7

ZA

60,2

ZZ

58,9

0806 10 10

EG

132,1

MA

140,9

ΜΚ

18,0

TR

118,2

ZZ

102,3

0808 10 80

AR

76,5

BR

89,8

CL

78,8

CN

96,6

NZ

95,5

US

101,5

UY

50,7

ZA

86,9

ZZ

84,5

0808 20 50

AR

52,8

CL

83,9

NZ

92,4

TR

134,1

ZA

98,3

ZZ

92,3

0809 20 95

CA

291,0

TR

311,9

US

306,7

ZZ

303,2

0809 30 10, 0809 30 90

TR

149,7

ZZ

149,7

0809 40 05

IL

124,5

ZZ

124,5


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 947/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τη λευκή ζάχαρη και την ακατέργαστη ζάχαρη χωρίς περαιτέρω μεταποίηση

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 προβλέπει ότι η διαφορά μεταξύ των τιμών στην παγκόσμια αγορά των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού και των τιμών των προϊόντων αυτών στην κοινοτική αγορά είναι δυνατόν να καλυφθεί με επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της παρούσας κατάστασης στην αγορά ζάχαρης, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή πρέπει συνεπώς να καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες και με ορισμένα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 32 και 33 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006.

(3)

Το άρθρο 33 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 προβλέπει ότι η κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς ή οι ειδικές απαιτήσεις ορισμένων αγορών δύνανται να καταστήσουν αναγκαία τη διαφοροποίηση της επιστροφής ανάλογα με τον προορισμό.

(4)

Οι επιστροφές πρέπει να χορηγούνται μόνο για τα προϊόντα τα οποία επιτρέπεται να κυκλοφορούν ελεύθερα στην Κοινότητα και τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα προϊόντα για τα οποία χορηγούνται οι επιστροφές κατά την εξαγωγή οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 και τα ποσά των επιστροφών καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 247/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 9.3.2007, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Επιστροφές κατά την εξαγωγή για τη λευκή ζάχαρη και την ακατέργαστη ζάχαρη χωρίς περαιτέρω μεταποίηση που εφαρμόζονται από την 10η Αυγούστου 2007 (1)

Κωδικός προϊόντος

Προορισμός

Μονάδα μέτρησης

Ποσό της επιστροφής

1701 11 90 9100

S00

EUR/100 kg

33,81 (2)

1701 11 90 9910

S00

EUR/100 kg

33,81 (2)

1701 12 90 9100

S00

EUR/100 kg

33,81 (2)

1701 12 90 9910

S00

EUR/100 kg

33,81 (2)

1701 91 00 9000

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675

1701 99 10 9100

S00

EUR/100 kg

36,75

1701 99 10 9910

S00

EUR/100 kg

36,75

1701 99 10 9950

S00

EUR/100 kg

36,75

1701 99 90 9100

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675

Σημείωση: Οι προορισμοί ορίζονται ως εξής:

S00

:

όλοι οι προορισμοί με εξαίρεση την Αλβανία, την Κροατία, τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, τη Σερβία, το Μαυροβούνιο, το Κοσσυφοπέδιο, την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την Ανδόρα, το Γιβραλτάρ, τη Θέουτα, τη Μελίλια, την Αγία Έδρα (Πόλη του Βατικανού), το Λιχτενστάιν, τις κοινότητες Livigno και Campione d'Italia, την Ελιγολάνδη, τη Γροιλανδία, τις νήσους Φερόε και τις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στις οποίες η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο.


(1)  Τα ποσά που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζονται από την 1η Φεβρουαρίου 2005 σύμφωνα με την απόφαση 2005/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για τη σύναψη και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας της 22ας Ιουλίου 1972 ως προς τις διατάξεις που εφαρμόζονται για τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 23 της 26.1.2005, σ. 17).

(2)  Το παρόν ποσό εφαρμόζεται στην ακατέργαστη ζάχαρη αποδόσεως 92 %. Αν η απόδοση της εξαγόμενης ακατέργαστης ζάχαρης αποκλίνει του 92 %, το ποσό της επιστροφής που εφαρμόζεται πολλαπλασιάζεται, για κάθε συγκεκριμένη πράξη εξαγωγής, επί διορθωτικό συντελεστή, ο οποίος προκύπτει με τη διαίρεση δια του 92 της απόδοσης της εξαγομένης ακατέργαστης ζάχαρης, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα Ι σημείο ΙΙΙ παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006.


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 948/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για τον καθορισμό του μέγιστου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή της λευκής ζάχαρης στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 900/2007

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 33 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο στοιχείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 900/2007 της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 2007, περί διαρκούς δημοπρασίας για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή λευκής ζάχαρης για την περίοδο εμπορίας 2007/2008 (2), επιβάλλει την προκήρυξη επιμέρους δημοπρασιών.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 900/2007 και κατόπιν εξέτασης των προσφορών που υποβλήθηκαν για την επιμέρους δημοπρασία που λήγει στις 9 Αυγούστου 2007, είναι σκόπιμο να καθοριστεί το μέγιστο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για τη συγκεκριμένη επιμέρους δημοπρασία.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την επιμέρους δημοπρασία που λήγει στις 9 Αυγούστου 2007, το μέγιστο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για το προϊόν που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 900/2007 ανέρχεται σε 41,751 EUR/100 kg.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 247/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 9.3.2007, σ. 3).

(2)  ΕΕ L 196 της 28.7.2007, σ. 26.


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/6


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 949/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για τον καθορισμό του μέγιστου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή της λευκής ζάχαρης στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 38/2007

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 33 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο στοιχείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 38/2007 της Επιτροπής, της 17ης Ιανουαρίου 2007, σχετικά με την προκήρυξη διαρκούς δημοπρασίας για την επαναπώληση προς εξαγωγή ζάχαρης που έχουν στην κατοχή τους οι οργανισμοί παρέμβασης του Βελγίου, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Ισπανίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Σλοβακίας και της Σουηδίας (2), επιβάλλει την προκήρυξη επιμέρους δημοπρασιών.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 38/2007 και κατόπιν εξέτασης των προσφορών που υποβλήθηκαν για την επιμέρους δημοπρασία που λήγει στις 8 Αυγούστου 2007, είναι σκόπιμο να καθοριστεί το μέγιστο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για τη συγκεκριμένη επιμέρους δημοπρασία.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την επιμέρους δημοπρασία που λήγει στις 8 Αυγούστου 2007, το μέγιστο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για το προϊόν που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 38/2007 ανέρχεται σε 471,16 EUR/t.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 247/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 9.3.2007, σ. 3).

(2)  ΕΕ L 11 της 18.1.2007, σ. 4. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 203/2007 (ΕΕ L 61 της 28.2.2006, σ. 3).


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/7


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 950/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για καθορισμό των επιστροφών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή των μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα σιτηρά και την όρυζα

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς της όρυζας (2), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 και το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, η διαφορά μεταξύ των τιμών στη διεθνή αγορά των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 των κανονισμών αυτών και των τιμών των προϊόντων αυτών στην Κοινότητα είναι δυνατό να καλύπτεται από μια επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 οι επιστροφές καθορίζονται αφού ληφθούν υπόψη αφενός η κατάσταση και οι προοπτικές εξελίξεως των διαθέσιμων ποσοτήτων των σιτηρών, της όρυζας και των θραυσμάτων της, καθώς και οι τιμές τους στην αγορά της Κοινότητας, και αφετέρου οι τιμές των σιτηρών, της όρυζας, των θραυσμάτων της και των προϊόντων του τομέα των σιτηρών στη διεθνή αγορά. Κατά τα ίδια αυτά άρθρα έχει επίσης σημασία να εξασφαλισθεί στις αγορές των σιτηρών και της όρυζας ισορροπία και κανονική εξέλιξη των τιμών και των συναλλαγών και επιπλέον να ληφθεί υπόψη η οικονομική πλευρά των σχεδιαζόμενων εξαγωγών και η ανάγκη για αποφυγή διαταραχών στην αγορά της Κοινότητας.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1518/95 της Επιτροπής (3) σχετικά με το καθεστώς της εισαγωγής και εξαγωγής μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα σιτηρά και την όρυζα, ορίζει, στο άρθρο 2, τα ειδικά κριτήρια τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τον υπολογισμό της επιστροφής για τα προϊόντα αυτά.

(4)

Πρέπει να κλιμακωθεί η επιστροφή που παρέχεται σε ορισμένα μεταποιημένα προϊόντα σε συνάρτηση, ανάλογα με τα προϊόντα, με την περιεκτικότητά τους σε τέφρες, σε ακατέργαστη κυτταρίνη, σε λευκώματα, σε λιπαρές ουσίες ή σε άμυλο, η περιεκτικότητα δε αυτή είναι ειδικά αντιπροσωπευτική για την ποσότητα του προϊόντος βάσεως που ενσωματώνεται πράγματι στο μεταποιημένο προϊόν.

(5)

Για τις ρίζες μανιόκας και άλλες ρίζες και κονδύλους, καθώς και για τα άλευρα αυτών, η οικονομική πλευρά των εξαγωγών που θα μπορούσαν να σχεδιασθούν, αφού ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη η φύση και η προέλευση των προϊόντων αυτών, δεν καθιστά προς το παρόν αναγκαίο τον καθορισμό μιας επιστροφής κατά την εξαγωγή. Για ορισμένα μεταποιημένα προϊόντα με βάση τα σιτηρά η ασήμαντη συμμετοχή της Κοινότητας στο διεθνές εμπόριο δεν καθιστά προς το παρόν αναγκαίο τον καθορισμό μιας επιστροφής κατά την εξαγωγή.

(6)

Η κατάσταση της διεθνούς αγοράς ή οι ειδικές απαιτήσεις ορισμένων αγορών είναι δυνατόν να καταστήσουν αναγκαία τη διαφοροποίηση της επιστροφής για ορισμένα προϊόντα ανάλογα με τον προορισμό τους.

(7)

Η επιστροφή πρέπει να καθορίζεται μία φορά τον μήνα. Είναι δυνατό να τροποποιείται ενδιάμεσα.

(8)

Ορισμένα μεταποιημένα προϊόντα με βάση τον αραβόσιτο είναι δυνατό να υποστούν θερμική επεξεργασία από την οποία υπάρχει κίνδυνος να οδηγηθούμε στη χορήγηση επιστροφής που δεν αντιστοιχεί στην ποιότητα του προϊόντος. Πρέπει να προσδιοριστεί ότι τα προϊόντα αυτά, τα οποία περιέχουν προζελατινοποιημένο άμυλο, δε δύναται να επωφεληθούν των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

(9)

Η επιτροπή διαχείρισης σιτηρών δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι επιστροφές κατά την εξαγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1518/95 καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1154/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 187 της 19.7.2005, σ. 11).

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1549/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 280 της 31.8.2004, σ. 13).

(3)  ΕΕ L 147 της 30.6.1995, σ. 55. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2993/95 (ΕΕ L 312 της 23.12.1995, σ. 25).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, για καθορισμό των επιστροφών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή των μεταποιημένων προϊοντων με βάση τα σιτηρά και την όρυζα

Κωδικός προϊόντος

Προορισμός

Μονάδα μέτρησης

Επιστροφή

1102 20 10 9200 (1)

C10

EUR/t

20,99

1102 20 10 9400 (1)

C10

EUR/t

17,99

1102 20 90 9200 (1)

C10

EUR/t

17,99

1102 90 10 9100

C10

EUR/t

0,00

1102 90 10 9900

C10

EUR/t

0,00

1102 90 30 9100

C10

EUR/t

0,00

1103 19 40 9100

C10

EUR/t

0,00

1103 13 10 9100 (1)

C10

EUR/t

26,98

1103 13 10 9300 (1)

C10

EUR/t

20,99

1103 13 10 9500 (1)

C10

EUR/t

17,99

1103 13 90 9100 (1)

C10

EUR/t

17,99

1103 19 10 9000

C10

EUR/t

0,00

1103 19 30 9100

C10

EUR/t

0,00

1103 20 60 9000

C10

EUR/t

0,00

1103 20 20 9000

C10

EUR/t

0,00

1104 19 69 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 12 90 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 12 90 9300

C10

EUR/t

0,00

1104 19 10 9000

C10

EUR/t

0,00

1104 19 50 9110

C10

EUR/t

23,98

1104 19 50 9130

C10

EUR/t

19,49

1104 29 01 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 29 03 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 29 05 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 29 05 9300

C10

EUR/t

0,00

1104 22 20 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 22 30 9100

C10

EUR/t

0,00

1104 23 10 9100

C10

EUR/t

22,49

1104 23 10 9300

C10

EUR/t

17,24

1104 29 11 9000

C10

EUR/t

0,00

1104 29 51 9000

C10

EUR/t

0,00

1104 29 55 9000

C10

EUR/t

0,00

1104 30 10 9000

C10

EUR/t

0,00

1104 30 90 9000

C10

EUR/t

3,75

1107 10 11 9000

C10

EUR/t

0,00

1107 10 91 9000

C10

EUR/t

0,00

1108 11 00 9200

C10

EUR/t

0,00

1108 11 00 9300

C10

EUR/t

0,00

1108 12 00 9200

C10

EUR/t

23,98

1108 12 00 9300

C10

EUR/t

23,98

1108 13 00 9200

C10

EUR/t

23,98

1108 13 00 9300

C10

EUR/t

23,98

1108 19 10 9200

C10

EUR/t

0,00

1108 19 10 9300

C10

EUR/t

0,00

1109 00 00 9100

C10

EUR/t

0,00

1702 30 51 9000 (2)

C10

EUR/t

23,50

1702 30 59 9000 (2)

C10

EUR/t

17,99

1702 30 91 9000

C10

EUR/t

23,50

1702 30 99 9000

C10

EUR/t

17,99

1702 40 90 9000

C10

EUR/t

17,99

1702 90 50 9100

C10

EUR/t

23,50

1702 90 50 9900

C10

EUR/t

17,99

1702 90 75 9000

C10

EUR/t

24,62

1702 90 79 9000

C10

EUR/t

17,09

2106 90 55 9000

C14

EUR/t

17,99

Σημ.: Οι κωδικοί των προϊόντων, καθώς και οι κωδικοί των προορισμών της σειράς «Α» ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

Οι αριθμητικοί κωδικοί των προορισμών ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11).

Οι λοιποί προορισμοί ορίζονται ως εξής:

C10

:

Όλοι οι προορισμοί.

C14

:

Όλοι οι προορισμοί πλην της Ελβετίας και της Λιχτενστάιν.


(1)  Δεν χορηγείται καμία επιστροφή στα προϊόντα που έχουν υποστεί θερμική επεξεργασία η οποία συνεπάγεται προζελατινοποίηση του αμύλου.

(2)  Οι επιστροφές χορηγούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2730/75 του Συμβουλίου (ΕΕ L 281 της 1.11.1975, σ. 20), όπως τροποποιήθηκε.

Σημ.: Οι κωδικοί των προϊόντων, καθώς και οι κωδικοί των προορισμών της σειράς «Α» ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

Οι αριθμητικοί κωδικοί των προορισμών ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11).

Οι λοιποί προορισμοί ορίζονται ως εξής:

C10

:

Όλοι οι προορισμοί.

C14

:

Όλοι οι προορισμοί πλην της Ελβετίας και της Λιχτενστάιν.


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 951/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για τον καθορισμό των διατάξεων εφαρμογής των προγραμμάτων διασυνοριακής συνεργασίας που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, για τον καθορισμό των γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών εταίρων, στις παραμεθόριες περιφέρειες του κοινού τμήματός τους των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό τη δημιουργία μιας ζώνης ευημερίας και καλής γειτονίας (που καλείται στο εξής: «διασυνοριακή συνεργασία ENPI») αποτελεί μία από τις πτυχές του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006.

(2)

Το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 προβλέπει ότι οι κανόνες εφαρμογής που καθορίζουν τις ειδικές διατάξεις εφαρμογής του τίτλου III «Διασυνοριακή συνεργασία» εκδίδονται από την Επιτροπή και ότι οι κανόνες αυτοί αφορούν θέματα όπως το ποσοστό συγχρηματοδότησης, η προετοιμασία των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων, ο διορισμός και τα καθήκοντα των κοινών αρχών, ο ρόλος και ο τρόπος λειτουργίας της επιτροπής παρακολούθησης και της επιτροπής επιλογής και της κοινής γραμματείας, το επιλέξιμο των δαπανών, η επιλογή των κοινών προγραμμάτων, η προπαρασκευαστική φάση, η τεχνική και χρηματοοικονομική διαχείριση της κοινοτικής βοήθειας, ο χρηματοοικονομικός και λογιστικός έλεγχος, η παρακολούθηση και η αξιολόγηση, η προβολή και η δράση ενημέρωσης των εν δυνάμει δικαιούχων.

(3)

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, προβλέπει ότι οι κανόνες εφαρμογής καθορίζουν επίσης τους κανόνες σύναψης των συμβάσεων που εφαρμόζονται στη διασυνοριακή συνεργασία ENPI.

(4)

Το έγγραφο στρατηγικής που προβλέπει το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, ορίζει το στρατηγικό πλαίσιο για τη στήριξη που χορηγεί η Επιτροπή στη διασυνοριακή συνεργασία ENPI και περιέχει ενδεικτικό σχετικό πρόγραμμα.

(5)

Η κοινοτική συνδρομή για τη διασυνοριακή συνεργασία ENPI, εφαρμόζεται μέσω κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων που καθορίζονται στο κείμενο στρατηγικής.

(6)

Χρειάζεται να καθοριστούν κανόνες εφαρμογής που να ορίζουν κοινές ειδικές διατάξεις σχετικά με τη διασυνοριακή συνεργασία, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, που να παρέχουν ωστόσο στις συμμετέχουσες χώρες μία κάποια δυνατότητα ευελιξίας όσον αφορά τις ειδικές για κάθε πρόγραμμα, σε συνάρτηση με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, λεπτομέρειες διοργάνωσης και εφαρμογής του. Βάσει της αρχής αυτής και τηρουμένου του παρόντος κανονισμού, οι συμμετέχουσες χώρες πρέπει να προτείνουν, κατόπιν κοινής συμφωνίας, τις λεπτομέρειες της διασυνοριακής τους συνεργασίας ENPI στο έγγραφο του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, που έχει εγκρίνει η Επιτροπή βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006.

(7)

Η ένταξη όλων των συμμετεχουσών χωρών στις δομές λήψης αποφάσεων του προγράμματος με την εφαρμογή ανατιθέμενη σε μία κοινή διαχειριστική αρχή η οποία είναι εγκατεστημένη σε μία από τις συμμετέχουσες χώρες, απαιτεί τον καθορισμό κοινών κανόνων ώστε να υπάρξει καταμερισμός καθηκόντων μεταξύ των διαφόρων διαχειριστικών δομών του προγράμματος.

(8)

Δεδομένου ότι τα προγράμματα εφαρμόζονται στο πλαίσιο της κοινής διαχείρισης, τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις της κοινοτικής ρύθμισης. Η έγκριση του προγράμματος από μέρους της Επιτροπής πρέπει να έχει ισχύ της εκ των προτέρων πιστοποίησης των συστημάτων αυτών. Η Επιτροπή πρέπει να παρακολουθεί την εφαρμογή κάθε προγράμματος μέσω της ενδεχόμενης συμμετοχής της στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης και μέσω των εκθέσεων που της υποβάλλει η κοινή διαχειριστική αρχή.

(9)

Για να εξασφαλιστεί πλήρης και εξ ολοκλήρου συμμετοχή των ενδεχόμενων δικαιούχων των χωρών εταίρων στο πρόγραμμα, ώστε να εφαρμοστεί ο ίδιος τρόπος διαχείρισης για τους φορείς που είναι εγκατεστημένοι στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις χώρες εταίρους, και στο μέτρο που οι σχετικές πιστώσεις για τη διασυνοριακή συνεργασία ENPI αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι συμβατικές διαδικασίες που εφαρμόζονται στις εξωτερικές δράσεις που χρηματοδοτεί η Επιτροπή πρέπει να χρησιμοποιούνται για όλα τα σχέδια που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της διασυνοριακής συνεργασίας που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006.

(10)

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος, χρειάζεται να προσδιοριστούν οι λεπτομέρειες σχετικά με την αξιολόγηση και την παρακολούθηση.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της επιτροπής η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, όσον αφορά τα προγράμματα διασυνοριακής συνεργασίας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τον παρόντα κανονισμό, νοείται ως:

1)

«τεχνική συνδρομή»: οι δράσεις προπαρασκευής, διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης και ενημέρωσης, χρηματοοικονομικού και λογιστικού ελέγχου, καθώς και ενδεχόμενες δραστηριότητες ενίσχυσης των απαιτούμενων διοικητικών ικανοτήτων για την εφαρμογή των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων·

2)

«δικαιούχος»: ο οργανισμός που υπογράφει σύμβαση επιχορήγησης με κοινή διαχειριστική αρχή η οποία αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου τη νομική και χρηματοοικονομική ευθύνη της εφαρμογής του σχεδίου έναντι της εν λόγω αρχής. Δέχεται τη χρηματοοικονομική συνεισφορά της κοινής αρχής και εξασφαλίζει τη διαχείριση και την ενδεχόμενη κατανομή σύμφωνα με τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί με τους εταίρους της, είναι ο μόνος αρμόδιος έναντι της κοινής διαχειριστικής αρχής και αναφέρεται απευθείας σε αυτή σχετικά με την επιχειρησιακή και χρηματοοικονομική εξέλιξη των δραστηριοτήτων·

3)

«συμβαλλόμενος»: ο οργανισμός ο οποίος συνάπτει σύμβαση παροχής υπηρεσιών, έργου ή προμηθειών με την κοινή διαχειριστική αρχή και ο οποίος αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου τη νομική και χρηματοοικονομική ευθύνη της εφαρμογής της σύμβασης αυτής έναντι της κοινής διαχειριστικής αρχής·

4)

«έγγραφο στρατηγικής»: το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 το οποίο καθορίζει, μεταξύ άλλων, τον πίνακα των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων, την ενδεικτική πολυετή χρηματοδότησή τους και τις επιλέξιμες εδαφικές μονάδες βάσει κάθε προγράμματος·

5)

«συμμετέχουσες χώρες»: το σύνολο των κρατών μελών και των χωρών εταίρων που συμμετέχουν στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα·

6)

«χώρες εταίροι»: οι χώρες και τα εδάφη που απαριθμούνται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006·

7)

«σχέδια μεγάλης κλίμακας»: τα σχέδια που συνεπάγονται σειρά εργασιών, δραστηριοτήτων ή υπηρεσιών που προορίζονται να καλύψουν μη διαιρετή λειτουργία συγκεκριμένου χαρακτήρα με σαφώς προσδιορισμένους στόχους και κοινού ενδιαφέροντος ώστε να πραγματοποιηθούν διασυνοριακές επενδύσεις·

8)

«ίδιοι πόροι των χωρών που συμμετέχουν στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα»: οι χρηματοοικονομικοί πόροι που προέρχονται από τον κεντρικό, περιφερειακό ή τοπικό προϋπολογισμό των συμμετεχουσών χωρών·

9)

«επιχειρησιακή παρακολούθηση των σχεδίων»: η παρακολούθηση των δράσεων που χρηματοδοτεί το πρόγραμμα σύμφωνα με τη μέθοδο του κύκλου διαχείρισης των σχεδίων, δηλαδή τον προγραμματισμό και την αξιολόγηση, συμπεριλαμβανομένης και της τεχνικής παρακολούθησης της εφαρμογής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΒΑΣΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ

ΤΜΗΜΑ 1

Κοινά επιχειρησιακά προγράμματα

Άρθρο 3

Προπαρασκευή των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων

Κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα καθορίζεται κατόπιν κοινής συμφωνίας όλων των χωρών εταίρων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, με το έγγραφο στρατηγικής και τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 4

Περιεχόμενο των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων

Σε κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα περιγράφονται οι στόχοι, οι προτεραιότητες και τα μέτρα που αφορούν τις προς ανάληψη δράσεις και καθίσταται σαφής η συνοχή τους με άλλα υπό εφαρμογή ή προβλεπόμενα διμερή και πολυμερή προγράμματα στις συγκεκριμένες χώρες και περιφέρειες, ιδίως στο πλαίσιο των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ειδικότερα σε κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα:

α)

περιλαμβάνονται οι επιλέξιμες εδαφικές μονάδες, συμπεριλαμβανομένων και των ενδεχόμενων παραμεθόριων περιοχών, για τη χωροθέτηση των έργων που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 και στο έγγραφο στρατηγικής·

β)

καθορίζονται οι λεπτομέρειες συμμετοχής στα προγράμματα των παραμεθόριων περιοχών των τρίτων χωρών που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006, οι οποίες γίνονται δεκτές να συμμετάσχουν στη συνεργασία βάσει του εγγράφου στρατηγικής·

γ)

καθορίζονται οι προτεραιότητες και τα μέτρα που ανταποκρίνονται στους στόχους που προσδιορίζονται στο έγγραφο στρατηγικής·

δ)

ανακοινώνεται η σύνθεση της κοινής επιτροπής παρακολούθησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντα κανονισμού·

ε)

προσδιορίζεται ο επιλεγείς από τις συμμετέχουσες χώρες φορέας για να αναλάβει καθήκοντα κοινής διαχειριστικής αρχής·

στ)

περιγράφεται η δομή που θα εγκαθιδρύσει η κοινή διαχειριστική αρχή για τη διαχείριση του προγράμματος σύμφωνα με τα άρθρα 14, 15, 16 και 17 του παρόντος κανονισμού. Η περιγραφή αυτή πρέπει να είναι επαρκώς λεπτομερής για να παρέχει στην Επιτροπή επαρκή ασφάλεια όσον αφορά τη διενέργεια αποτελεσματικού και ικανού εσωτερικού ελέγχου ο οποίος να στηρίζεται στις καλύτερες διεθνείς πρακτικές·

ζ)

περιλαμβάνεται πίνακας χρηματοδότησης που περιγράφει την κατά πρόβλεψη ετήσια κατανομή των αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών βάσει του προγράμματος, όπου καθορίζεται σε συνάρτηση με τις προτεραιότητες και όπου προσδιορίζονται ιδίως τα ποσά που έχουν εγκριθεί για τεχνική συνδρομή·

η)

προσδιορίζονται οι μέθοδοι εφαρμογής του προγράμματος, σύμφωνα με τις συμβατικές διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 23 του παρόντα κανονισμού·

θ)

προσδιορίζεται ενδεικτικό, κατά πρόβλεψη, χρονοδιάγραμμα εργασιών για την έναρξη των διαδικασιών και την επιλογήν των προς χρηματοδότηση σχεδίων·

ι)

περιγράφονται οι ενδεχόμενες κανονιστικές υποχρεώσεις όσον αφορά τις μελέτες επίδρασης στο περιβάλλον και αναφέρεται ενδεικτικό κατά πρόβλεψη χρονοδιάγραμμα της διεξαγωγής των μελετών αυτών·

ια)

καθορίζεται η γλώσσα ή οι γλώσσες που χρησιμοποιούνται στο πρόγραμμα·

ιβ)

περιλαμβάνεται σχέδιο ενημέρωσης και προβολής σύμφωνα με το άρθρο 42.

Ο πίνακας που προβλέπεται στο στοιχείο ζ) δεύτερο εδάφιο, αναφέρει τη συνεισφορά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κατανέμει τα ενδεικτικά και κατά πρόβλεψη ποσά που πρέπει να δεσμεύει η Επιτροπή, κάθε χρόνο μέχρι το 2013 (τα ποσά για τη χρονική περίοδο 2011-2013 πρέπει να επιβεβαιωθούν στο ενδεικτικό πρόγραμμα 2011-2013). Επίσης στον πίνακα αυτό αναφέρονται τα ενδεικτικά, κατά πρόβλεψη, ποσά της συγχρηματοδότησης από ίδιους πόρους των συμμετεχουσών χωρών.

Προς εφαρμογή του στοιχείου η) δεύτερο εδάφιο, τα χρηματοδοτούμενα σχέδια στο πλαίσιο του προγράμματος επιλέγονται, κατά κανόνα, κατόπιν προσκλήσεων για την υποβολή προσφορών. Ωστόσο, οι συμμετέχουσες χώρες μπορούν επίσης, κατόπιν συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να προσδιορίσουν από κοινού τα μεγάλης κλίμακας σχέδια διασυνοριακών επενδύσεων τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο προσκλήσεων για την υποβολή προσφορών: Τα σχέδια αυτά πρέπει σ’ αυτή την περίπτωση να αναφέρονται ειδικά στο πρόγραμμα ή, στο μέτρο που συμβιβάζονται με τις προτεραιότητες και τα μέτρα του προγράμματος και εφόσον προβλέπεται ένας ειδικός προϋπολογισμός για τον σκοπό αυτό, να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω απόφασης από μέρους της κοινής επιτροπής παρακολούθησης που αναφέρεται στα άρθρα 11 έως 13.

Άρθρο 5

Έγκριση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

1.   Κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα υποβάλλεται στην Επιτροπή από την κοινή διαχειριστική επιτροπή αφού προηγουμένως έχουν ρητά συμφωνήσει όλες οι χώρες που έχουν συμμετάσχει ή συμβάλει στην προπαρασκευή του προγράμματος.

2.   Η Επιτροπή εξετάζει το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα ώστε να εξακριβώσει εάν περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 4, και ιδίως:

α)

αξιολογώντας το κατά πόσον συμφωνεί με το έγγραφο στρατηγικής·

β)

διαπιστώνοντας το βάσιμο της ανάλυσης και τη συνοχή μεταξύ της ανάλυσης και των προτεραιοτήτων, και των προτεινόμενων μέσων, καθώς και της συνοχής με τα άλλα υπό διεξαγωγή ή προβλεπόμενα διμερή και πολυμερή προγράμματα στις περιφέρειες που αφορά το πρόγραμμα·

γ)

διαπιστώνοντας τη συμφωνία του προγράμματος με την εφαρμοζόμενη κοινοτική νομοθεσία·

δ)

ελέγχοντας κατά πόσον έχουν διεξαχθεί ή προβλέπεται να διεξαχθούν οι απαιτούμενες, ενδεχομένως, μελέτες της επίδρασης στο περιβάλλον, πριν από την εφαρμογή των προτεινομένων σχεδίων·

ε)

ελέγχοντας τη συνοχή του πίνακα χρηματοδότησης του προγράμματος, ιδίως όσον αφορά τα ποσά για τα οποία πρέπει να δεσμεύσει η Επιτροπή·

στ)

διαπιστώνοντας τη διαχειριστική ικανότητα της κοινής διαχειριστικής αρχή σε σχέση με τον όγκο, το περιεχόμενο και τον πολύπλοκο χαρακτήρα των ενεργειών που προβλέπονται στο πλαίσιο του προγράμματος. Ειδικότερα, η Επιτροπή εξακριβώνει το κατά πόσον η κοινή διαχειριστική αρχή διαθέτει ανθρώπινους πόρους, ειδικευμένους και επαρκείς, που ασχολούνται εξ ολοκλήρου με το πρόγραμμα, τα απαιτούμενα ηλεκτρονικά μέσα διαχείρισης και λογιστικής, καθώς και σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη κοινοτική νομοθεσία χρηματοοικονομικούς μηχανισμούς. Η εξακρίβωση αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί, εάν η Επιτροπή το κρίνει αναγκαίο, με εκ των προτέρων επιτόπου λογιστικό έλεγχο·

ζ)

διαπιστώνοντας ότι η κοινή διαχειριστική αρχή έχει προβλέψει και θεσπίσει ικανοποιητικά συστήματα εσωτερικού χρηματοοικονομικού και λογιστικού ελέγχου, που στηρίζονται στις καλύτερες διεθνείς πρακτικές.

3.   Η Επιτροπή αφού εξετάσει το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα μπορεί να καλέσει τις συμμετέχουσες χώρες να παράσχουν συμπληρωματικές πληροφορίες ή, κατά περίπτωση να αναθεωρήσει ορισμένα σημεία.

4.   Η έγκριση κάθε κοινού επιχειρησιακού προγράμματος έχει θέση εκ των προτέρων πιστοποίησης από μέρους της Επιτροπής των δομών διαχείρισης και ελέγχου που έχει θεσπίσει η κοινή διαχειριστική αρχή.

5.   Κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα εγκρίνεται με απόφαση της Επιτροπής για ολόκληρη τη διάρκειά του.

Άρθρο 6

Παρακολούθηση και αξιολόγηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

1.   Η παρακολούθηση και η αξιολόγηση κάθε κοινού επιχειρησιακού προγράμματος έχει ως στόχο τη βελτίωση της ποιότητας, της αποτελεσματικότητας και της συνοχής της εφαρμογής του. Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων λαμβάνονται υπόψη για τον περαιτέρω προγραμματισμό.

2.   Στο πλαίσιο της αναθεώρησης του προγράμματος σύμφωνα με το έγγραφο στρατηγικής πραγματοποιείται μία ενδιάμεση αξιολόγηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος.

Η αξιολόγηση αυτή πραγματοποιείται από την Επιτροπή, τα δε αποτελέσματά της, που κοινοποιούνται στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης και στην κοινή διαχειριστική αρχή του προγράμματος, μπορούν να οδηγήσουν σε αναπροσαρμογές στο πλαίσιο του ενδεικτικού προγραμματισμού.

3.   Εκτός από την ενδιάμεση αξιολόγηση, η Επιτροπή μπορεί να προβεί, ανά πάσα στιγμή, σε αξιολόγηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος ή τμήματος αυτού.

4.   Κατά το έτος που ακολουθεί το τέλος του σταδίου εφαρμογής των σχεδίων που χρηματοδοτούνται από το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα, η Επιτροπή προβαίνει σε εκ των υστέρων αξιολόγηση του προγράμματος.

Άρθρο 7

Αναθεώρηση των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων

1.   Οι αναπροσαρμογές του πίνακα χρηματοδότησης του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος που αφορούν την απλή μεταφορά κοινοτικών πόρων από το ένα αντικείμενο προτεραιότητας στο άλλο, για ποσό το πολύ έως 20 % των αρχικά προβλεπομένων ποσών για κάθε προτεραιότητα, μπορούν να πραγματοποιηθούν απευθείας από την κοινή διαχειριστική αρχή, με την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της κοινής επιτροπής παρακολούθησης. Η κοινή διαχειριστική αρχή ανακοινώνει τις τροποποιήσεις αυτές στην Επιτροπή.

Ο κανόνας αυτός μπορεί να εφαρμοστεί στην τεχνική συνδρομή που χρηματοδοτείται από κοινοτικές πιστώσεις μόνο κατόπιν προηγούμενης γραπτής άδειας της Επιτροπής.

2.   Κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης της κοινής επιτροπής παρακολούθησης ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής σε συμφωνία με την κοινή επιτροπή παρακολούθησης, τα κοινά επιχειρησιακά προγράμματα μπορούν να επανεξεταστούν και, εφόσον χρειάζεται, να αναθεωρηθούν στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

για να ληφθούν υπόψη οι μείζονες κοινωνικοοικονομικές αλλαγές ή ουσιαστικές τροποποιήσεις των κοινοτικών εθνικών ή περιφερειακών προτεραιοτήτων στο έδαφος που καλύπτει το πρόγραμμα·

β)

μετά από δυσχέρειες εφαρμογής που συνεπάγονται ιδίως ουσιαστικές καθυστερήσεις κατά την εκτέλεση·

γ)

σε περίπτωση μεταφοράς κοινοτικών πόρων από τη μία προτεραιότητα στην άλλη πέραν του περιθωρίου ευελιξίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

δ)

Μετά από τις αξιολογήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 2 και 3·

ε)

μετά από ενδεχόμενη διακοπή του προγράμματος όπως προβλέπεται στο άρθρο 44.

3.   Η αναθεώρηση ενός κοινού επιχειρησιακού προγράμματος όπως προβλέπεται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εγκρίνεται με απόφαση της Επιτροπής και απαιτεί τη σύναψη πράξης συμπληρωματικής των συμβάσεων χρηματοδότησης που αναφέρονται στο άρθρο 10.

Άρθρο 8

Χρήση γλωσσών

1.   Σε κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα χρησιμοποιείται ως γλώσσα εργασίας στο πλαίσιο των δομών διαχείρισης μία ή περισσότερες από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Για να ληφθεί υπόψη η εταιρική πτυχή των προγραμμάτων, οι δικαιούχοι των σχεδίων μπορούν να υποβάλουν στην κοινή διαχειριστική αρχή όλα τα έγγραφα σχετικά με το σχέδιό τους, στην εθνική τους γλώσσα, υπό την προϋπόθεση ότι η δυνατότητα αυτή θα αναφέρεται ειδικά στο πρόγραμμα και ότι η κοινή επιτροπή παρακολούθησης θα προβλέπει μέσω της κοινής διαχειριστικής αρχής, την ύπαρξη των απαιτούμενων μέσων διερμηνείας και μετάφρασης.

3.   Το κόστος της διερμηνείας και της μετάφρασης για όλες τις γλώσσες που προβλέπει το πρόγραμμα προβλέπεται:

α)

όσον αφορά το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα, από το κονδύλιο του προϋπολογισμού για την τεχνική συνδρομή·

β)

όσον αφορά τα σχέδια, από τον προϋπολογισμό κάθε μεμονωμένου σχεδίου.

Άρθρο 9

Στάδιο εκκίνησης των κοινών επιχειρησιακών προγραμμάτων

1.   Μετά την έγκριση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος με απόφαση της Επιτροπής, το πρόγραμμα αρχίζει αμέσως να εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη βάσει πιστώσεων του ευρωπαϊκού μέσου γειτονίας και εταιρικής σχέσης (ENPI) που χορηγούνται στη διασυνοριακή συνεργασία από το κεφάλαιο 1 B των δημοσιονομικών προοπτικών (διοργανική συμφωνία 2006/C 139/01) (2). Μπορούν επίσης να πραγματοποιηθούν οι απαιτούμενες κοινές ενέργειες για την εκκίνηση του προγράμματος όπως:

α)

η έναρξη λειτουργίας της κοινής διαχειριστικής αρχής και της κοινής τεχνικής γραμματείας·

β)

οι πρώτες συνεδριάσεις της κοινής επιτροπής παρακολούθησης, με συμπερίληψη και των εκπροσώπων των χωρών εταίρων που δεν έχουν ακόμα υπογράψει τη σύμβαση χρηματοδότησης·

γ)

η προετοιμασία και η έναρξη των διαδικασιών προκήρυξης διαγωνισμών ή πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών, με την ανασταλτική, εάν χρειάζεται, ρήτρα που αφορά την υπογραφή των συμβάσεων χρηματοδότησης.

2.   Η απόφαση της Επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 εφαρμόζεται σε κάθε χώρα εταίρο του προγράμματος ήδη από τη σύναψη με τη χώρα αυτή σύμβασης χρηματοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 10.

ΤΜΗΜΑ 2

Σύμβαση χρηματοδότησης

Άρθρο 10

Υπογραφή της σύμβασης χρηματοδότησης

1.   Η σύμβαση της χρηματοδότησης συνάπτεται μεταξύ της Επιτροπής και κάθε μιας από τις εταίρους χώρες του εκάστοτε κοινού επιχειρησιακού προγράμματος. Η κοινή διαχειριστική αρχή που διορίζεται στο πλαίσιο κάθε κοινού επιχειρησιακού προγράμματος μπορεί να συνυπογράψει τη σύμβαση χρηματοδότησης.

2.   Το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα που εγκρίνει η Επιτροπή αποτελεί τεχνικό παράρτημα της σύμβασης χρηματοδότησης.

3.   Κάθε σύμβαση χρηματοδότησης συνάπτεται το αργότερο πριν από το τέλος του έτους που ακολουθεί το έτος λήψης της απόφασης της Επιτροπής με την οποία εγκρίνεται το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα («κανόνας N+1»).

4.   Στην περίπτωση που δεν έχει συναφθεί σύμβαση εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα δεν μπορεί να ξεκινήσει ως προς την εξωτερική του συνιστώσα με την οικεία χώρα εταίρο.

Όταν ένα πρόγραμμα περιλαμβάνει περισσότερες χώρες εταίρους, μπορεί να ξεκινήσει μόλις η καθεμία από τις χώρες αυτές υπογράψει τη σύμβασή της χρηματοδότησης.

5.   Στην περίπτωση κατά την οποία καμία χώρα εταίρος δεν υπογράψει σύμβαση χρηματοδότησης εντός της ταχθείσας προθεσμίας, το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα εκπίπτει ως προς την εξωτερική του συνιστώσα και εφαρμόζονται οι λεπτομέρειες που προβλέπονται στο άρθρο 44 παράγραφοι 3 και 4.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΟΜΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1

Κοινή επιτροπή παρακολούθησης

Άρθρο 11

Σύνθεση της κοινής επιτροπής παρακολούθησης

1.   Η κοινή επιτροπή παρακολούθησης περιλαμβάνει τους εκπροσώπους που εντέλλονται οι συμμετέχουσες χώρες για να λαμβάνουν όλες τις αποφάσεις σχετικά με το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της επιτροπής αυτής. Τα μέλη λαμβάνουν εντολή ως εκπρόσωποι της χώρας τους με κριτήριο τα προς άσκηση καθήκοντα και όχι την προσωπικότητα του ατόμου. Η επιτροπή περιλαμβάνει επίσης έναν πρόεδρο και έναν γραμματέα. Ο γραμματέας επιλέγεται μεταξύ των μελών της κοινής διαχειριστικής επιτροπής.

2.   Εκτός από τους δεόντως εντεταλμένους εκπροσώπους, έχει ουσιαστική σημασία οι συμμετέχουσες χώρες να εξασφαλίζουν κατάλληλη εκπροσώπηση της κοινωνίας των πολιτών (εδαφικών συλλογικών φορέων, κοινωνικών και οικονομικών εταίρων, κοινωνίας των πολιτών) κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται η στενή σύνδεση των διαφόρων τοπικών ενδιαφερομένων για την υλοποίηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος.

3.   Η Επιτροπή προσκαλείται σε κάθε συνεδρίαση της κοινής επιτροπής παρακολούθησης μαζί με τους συμμετέχοντες και ενημερώνεται για τα αποτελέσματα των εργασιών. Μπορεί να συμμετάσχει σε κάθε συνεδρίαση της επιτροπής, εν όλω ή εν μέρει, ιδία πρωτοβουλία, ως παρατηρητής και χωρίς καμία εξουσία λήψης αποφάσεων.

Άρθρο 12

Λειτουργία της κοινής επιτροπής παρακολούθησης

1.   Τα εντεταλμένα μέλη της κοινής επιτροπής παρακολούθησης εγκρίνουν ομόφωνα τον εσωτερικό κανονισμό της.

2.   Η κοινή επιτροπή παρακολούθησης αποφασίζει βάσει συναίνεσης. Μπορεί επίσης να καταφύγει σε ψηφοφορία, σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδίως όταν προβαίνει στην τελική επιλογή των σχεδίων και των σχετικών ποσών της επιχορήγησης. Κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας αυτής, κάθε χώρα έχει μία μόνο ψήφο ανεξαρτήτως του αριθμού εκπροσώπων της.

3.   Οι εντεταλμένοι εκπρόσωποι εκλέγουν έναν πρόεδρο. Η επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να αναθέσει το ρόλο του προέδρου σε εκπρόσωπο της κοινής διαχειριστικής αρχής ή σε άλλη εξωτερική προσωπικότητα.

Ο πρόεδρος της κοινής επιτροπής παρακολούθησης τελεί χρέη διαιτητή και διευθύνει τις συζητήσεις. Διατηρεί το δικαίωμα ψήφου. Το δικαίωμα αυτό δεν διατηρείται όταν τα καθήκοντα του προέδρου ανατίθενται σε εκπρόσωπο της κοινής διαχειριστικής αρχής ή σε άλλη εξωτερική προσωπικότητα. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η προεδρία ασκείται χωρίς δικαίωμα ψήφου.

4.   Η κοινή επιτροπή παρακολούθησης συνέρχεται όποτε αυτό είναι αναγκαίο και τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο. Συγκαλείται από τον πρόεδρό της κατόπιν αίτησης της κοινής επιτροπής διαχείρισης ή αιτιολογημένης αίτησης ενός από τα εντεταλμένα μέλη της Επιτροπής. Μπορεί επίσης να αποφασίσει με γραπτή διαδικασία εάν της το αναθέσει ο πρόεδρός της, η κοινή διαχειριστική αρχή ή μία από τις συμμετέχουσες χώρες. Σε περίπτωση διαφωνίας, κάθε μέρος μπορεί να ζητήσει να εξεταστεί το θέμα σε συνεδρίαση.

5.   Στο τέλος κάθε συνεδρίασης της κοινής επιτροπής παρακολούθησης συντάσσονται πρακτικά που συνυπογράφονται από τον πρόεδρο και τον γραμματέα. Τα πρακτικά αυτά διαβιβάζονται σε κάθε ένα από τα μέλη της επιτροπής και στην Επιτροπή.

Άρθρο 13

Καθήκοντα της κοινής επιτροπής παρακολούθησης

Η επιτροπή αναλαμβάνει ιδίως τα ακόλουθα καθήκοντα σχετικά με το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα:

α)

εγκρίνει το πρόγραμμα εργασίας της κοινής διαχειριστικής αρχής·

β)

αποφασίζει για το ποσό και την κατανομή των πόρων του προγράμματος για την τεχνική συνδρομή και για τους ανθρώπινους πόρους·

γ)

σε κάθε μία από τις συνεδριάσεις, εξετάζει τις διαχειριστικές ενέργειες που έχει αναλάβει η κοινή διαχειριστική αρχή·

δ)

διορίζει τις επιτροπές επιλογής των σχεδίων·

ε)

αποφασίζει για τα κριτήρια επιλογής των σχεδίων και καθορίζει την τελική επιλογή των σχεδίων και των σχετικών ποσών επιχορήγησης·

στ)

σε κάθε μία από τις συνεδριάσεις και βάσει των εγγράφων που υποβάλλει η κοινή διαχειριστική αρχή, αξιολογεί και παρακολουθεί τις επιτευχθείσες προόδους προς υλοποίηση των στόχων του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος·

ζ)

εξετάζει το σύνολο των υποβληθεισών από την κοινή διαχειριστική αρχή εκθέσεων και λαμβάνει, κατά περίπτωση, τα κατάλληλα μέτρα·

η)

εξετάζει τις περιπτώσεις διαφορών ως προς την ανάκτηση που επισημαίνονται από την κοινή διαχειριστική αρχή.

Στην περίπτωση που η κοινή επιτροπή παρακολούθησης, κατά τη λήψη των αποφάσεων που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ε), αποφασίσει να μην ακολουθήσει καθόλου ή εν μέρει τις υποδείξεις της επιτροπής επιλογής, πρέπει να δικαιολογήσει γραπτώς την απόφασή της. Η απόφαση αυτή διαβιβάζεται μέσω της κοινής διαχειριστικής αρχής για εκ των προτέρων συμφωνία στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ανακοινώνει τη γνώμη της στην κοινή διαχειριστική αρχή, εντός προθεσμίας 15 εργάσιμων ημερών.

Οι λειτουργίες της κοινής διαχειριστικής αρχής πρέπει να ασκούνται στο πλαίσιο των ισχυόντων κανονισμών και διατάξεων. Η κοινή διαχειριστική αρχή αναλαμβάνει να εξασφαλίσει ότι οι αποφάσεις της επιτροπής παρακολούθησης πρέπει να είναι σύμφωνες με τους κανόνες αυτούς.

ΤΜΗΜΑ 2

Κοινή διαχειριστική αρχή

Άρθρο 14

Οργάνωση της κοινής διαχειριστικής αρχής

1.   Η κοινή διαχειριστική αρχή είναι γενικά εθνικός, περιφερειακός ή τοπικός οργανισμός δημοσίου δικαίου. Η κοινή διαχειριστική αρχή μπορεί επίσης να είναι πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με αποστολή παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Ο οργανισμός αυτός πρέπει να παρέχει επαρκείς χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και να τηρεί τους όρους που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (3), ιδίως το άρθρο 54 και ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής (4), και ιδίως τα άρθρα 38, 39 και 41.

2.   Οι συμμετέχουσες χώρες αναθέτουν στην κοινή διαχειριστική αρχή τα καθήκοντα εκτέλεσης του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος που τους έχουν ανατεθεί όσον αφορά τη διαχείριση του προγράμματος. Είναι αρμόδιες να ελέγχουν, μέσω της κοινής επιτροπής παρακολούθησης, ότι η χρησιμοποίηση των πόρων είναι σύμφωνη προς τους κανόνες και τις αρχές που εφαρμόζονται στη διαχείριση του προγράμματος.

3.   Η λειτουργία της κοινής διαχειριστικής αρχής μπορεί να χρηματοδοτηθεί από τις πιστώσεις τεχνικής συνδρομής βάσει της κοινοτικής χρηματοδότησης, καθώς και από τη συγχρηματοδότηση, ιδίως με παροχές σε είδος όπως αυτές που προβλέπει το άρθρο 19 παράγραφος 3.

4.   Οι λογαριασμοί που καταρτίζει η κοινή διαχειριστική αρχή υποβάλλονται ετησίως σε εκ των υστέρων εξωτερικό λογιστικό έλεγχο που πραγματοποιεί ανεξάρτητος οργανισμός, όπως αυτός που αναφέρεται στο άρθρο 31.

5.   Η οργάνωση της κοινής διαχειριστικής αρχής στηρίζεται στις καλύτερες διεθνείς πρακτικές όσον αφορά τη διαχείριση και τον εσωτερικό έλεγχο με χρησιμοποίηση συστημάτων διαχείρισης και εσωτερικού χρηματοοικονομικού ελέγχου προσαρμοσμένων στην εκτέλεση των καθηκόντων της, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει τη νομιμότητα, την κανονικότητα και την ορθή χρηματοοικονομική διαχείριση των πράξεών της.

Ιδίως, τα καθήκοντα της επιχειρησιακής διαχείρισης και εκείνα της χρηματοοικονομικής διαχείρισης διοργανώνονται στο πλαίσιο της κοινής διαχειριστικής αρχής κατά τρόπο ανεξάρτητο. Τα καθήκοντα του διατάκτη και τα καθήκοντα του υπόλογου είναι χωριστά και δεν συμβιβάζονται μεταξύ τους.

6.   Η κοινή διαχειριστική αρχή διαθέτει υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου ανεξάρτητη από τις υπηρεσίες που εκτελούν τα καθήκοντα του διατάκτη, του υπόλογου και τα διαχειριστικά.

7.   Η κοινή διαχειριστική αρχή θεσπίζει διαδικασίες για να εξασφαλίσει το βάσιμο και την κανονικότητα των δαπανών που δηλώνονται βάσει του προγράμματος, καθώς και αξιόπιστων ηλεκτρονικών λογιστικών συστημάτων και συστημάτων παρακολούθησης και χρηματοοικονομικής ενημέρωσης.

8.   Η κοινή διαχειριστική αρχή φροντίζει ειδικότερα την τήρηση των όρων και των προθεσμιών πληρωμής των συμβάσεων επιχορήγησης και των συμβάσεων που υπογράφει με τρίτους. Βεβαιώνεται, μέσω των καταλλήλων διαδικασιών εξακρίβωσης, ότι οι καταβληθέντες πόροι βάσει επιχορηγήσεων και συμβάσεων χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έχουν χορηγηθεί.

Χρησιμοποιεί ένα γενικό σύστημα τήρησης λογαριασμών και διοικητικής και χρηματοοικονομικής παρακολούθησης των επιχορηγήσεων και των δημοσίων συμβάσεων (αλληλογραφία, παρακολούθηση ή επιστολές υπενθύμισης, λήψη εκθέσεων, κ.λπ.).

9.   Η κοινή διαχειριστική αρχή ανακοινώνει αμέσως στην Επιτροπή και στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης κάθε αλλαγή στις διαδικασίες ή στην οργάνωση ή οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες που μπορεί να επηρεάσουν την εφαρμογή του προγράμματος.

10.   Η κοινή διαχειριστική αρχή, όπως και οι διάφοροι δικαιούχοι, εργολάβοι και συμβαλλόμενα μέρη των συμβάσεων τις οποίες υπογράφει για την εφαρμογή των σχεδίων, υποβάλλονται στους ελέγχους από μέρους της Επιτροπής, του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας για την Καταπολέμηση της Απάτης (OLAF).

Άρθρο 15

Καθήκοντα της κοινής διαχειριστικής αρχής

1.   Η κοινή διαχειριστική αρχή έχει αναλάβει τη διαχείριση και εφαρμογή του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένης και της τεχνικής συνδρομής, τηρουμένης της ορθής χρηματοοικονομικής διαχείρισης, σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της ικανότητας και της αποτελεσματικότητας και πραγματοποιεί τους απαιτούμενους ελέγχους σύμφωνα με τους όρους και τις λεπτομέρειες που προβλέπουν οι διάφοροι ρυθμιστικοί κανόνες.

2.   Τα διάφορα καθήκοντα της κοινής διαχειριστικής αρχής περιλαμβάνουν ιδίως:

α)

τη διοργάνωση και τη γραμματεία των συνεδριάσεων της κοινής επιτροπής παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης των πρακτικών των συνεδριάσεων·

β)

την προετοιμασία των λεπτομερών ετήσιων προϋπολογισμών του προγράμματος και των απαιτούμενων αιτήσεων πιστώσεων προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·

γ)

την κατάρτιση των ετήσιων επιχειρησιακών και χρηματοοικονομικών εκθέσεων και τη διαβίβασή τους στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης και στην Επιτροπή·

δ)

την εφαρμογή από μέρους της υπηρεσίας του εσωτερικού ελέγχου ενός προγράμματος ελέγχου των εσωτερικών κυκλωμάτων και της ορθής εφαρμογής των διαδικασιών στο πλαίσιο της κοινής διαχειριστικής αρχής. Οι ετήσιες εκθέσεις του εσωτερικού ελέγχου διαβιβάζονται υποχρεωτικά στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης και στην Επιτροπή·

ε)

την προώθηση, μετά από έγκριση από μέρους της κοινής επιτροπής παρακολούθησης, των προσκλήσεων για την υποβολή προσφορών και των προσκλήσεων για την υποβολή προτάσεων για την επιλογή των σχεδίων·

στ)

τη λήψη των αιτήσεων υποψηφιότητας και τη διοργάνωση, την προεδρία και τη γραμματεία των επιτροπών επιλογής, καθώς και τη διαβίβαση στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης και στην Επιτροπή των εκθέσεων που περιλαμβάνουν τις συστάσεις των επιτροπών επιλογής·

ζ)

μετά την επιλογή των σχεδίων από την κοινή επιτροπή παρακολούθησης, τη σύναψη με τους δικαιούχους και τους εργολάβους των σχετικών με τα διάφορα σχέδια συμβάσεων·

η)

την επιχειρησιακή παρακολούθηση και τη χρηματοοικονομική διαχείριση των σχεδίων·

θ)

την άμεση ενημέρωση της κοινής επιτροπής παρακολούθησης σχετικά με κάθε περίπτωση διαφορών ως προς την ανάκτηση·

ι)

την εκπόνηση ορισμένων μελετών της επίδρασης του προγράμματος στο περιβάλλον·

ια)

την εφαρμογή του σχεδίου ενημέρωσης και προβολής σύμφωνα με το άρθρο 42.

Άρθρο 16

Κοινή τεχνική γραμματεία

1.   Κάθε κοινή διαχειριστική αρχή, μετά τη σύμφωνη γνώμη της κοινής επιτροπής παρακολούθησης, μπορεί να επικουρείται κατά την καθημερινή διαχείριση των εργασιών τού κοινού επιχειρησιακού προγράμματος από μία κοινή τεχνική γραμματεία η οποία να διαθέτει τα αναγκαία μέσα.

Η λειτουργία της κοινής τεχνικής γραμματείας χρηματοδοτείται από τις πιστώσεις τεχνικής συνδρομής.

2.   Η κοινή τεχνική συνδρομή μπορεί, κατά περίπτωση, να διαθέτει ολιγομελή γραφεία στις συμμετέχουσες χώρες ώστε να ενημερώνει τους ενδεχόμενους δικαιούχους των χωρών αυτών για τις δραστηριότητες που προβλέπονται στο πλαίσιο του προγράμματος.

Άρθρο 17

Αρχή της συνέχειας

Στην περίπτωση που μία ήδη υπάρχουσα και διαθέτουσα τα εγκεκριμένα από την Επιτροπή μέσα κοινή διαχειριστική αρχή για τη διαχείριση προγραμμάτων υπό εκτέλεση ή προηγούμενων ορίζεται εκ νέου για τη διαχείριση κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, δεν χρειάζεται να τροποποιηθεί η υπάρχουσα οργάνωση της κοινής αυτής διαχειριστικής αρχής, στο μέτρο που ο ισχύων μηχανισμός ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1

Χρηματοδότηση

Άρθρο 18

Τεχνική συνδρομή χρηματοδοτούμενη από την κοινοτική συνεισφορά

Η τεχνική συνδρομή που είναι επιλέξιμη για κοινοτική χρηματοδότηση έχει ανώτατο όριο το 10 % της συνολικής κοινοτικής συνεισφοράς στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα.

Ωστόσο, σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση και βάσει επιχειρηματολογίας που να στηρίζεται στο ύψος των πραγματοποιηθεισών δαπανών κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών εκτέλεσης και των προβλεπόμενων και δικαιολογημένων αναγκών του προγράμματος, είναι δυνατόν κατά μία αναθεώρηση του προγράμματος να προβλεφθεί αύξηση των ποσών της τεχνικής συνδρομής που είχαν καθοριστεί αρχικά για το πρόγραμμα.

Άρθρο 19

Πηγές συγχρηματοδότησης

1.   Η συγχρηματοδότηση πραγματοποιείται από ίδιους πόρους των χωρών ή των οργανισμών που συμμετέχουν σε κάθε κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα.

2.   Οι συμμετέχουσες χώρες είναι ελεύθερες να καθορίσουν, στο πλαίσιο κάθε κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, το ύψος και την κατανομή του ποσού της συγχρηματοδότησης ανά στόχο και προτεραιότητα.

3.   Οι συνεισφορές σε είδος της κοινής διαχειριστικής αρχής μπορούν, μετά από προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, να θεωρηθούν ότι αποτελούν συγχρηματοδοτήσεις. Πρέπει στην περίπτωση αυτή να αναφέρονται ρητά στο έγγραφο του προγράμματος.

Άρθρο 20

Ποσοστό συγχρηματοδότησης

1.   Η συγχρηματοδότηση αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 10 % του ποσού της κοινοτικής συνεισφοράς στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα, εξαιρουμένου του ποσού της τεχνικής συνδρομής που χρηματοδοτείται από την κοινοτική συνεισφορά.

2.   Η συγχρηματοδότηση κατανέμεται, ει δυνατόν, ισόρροπα σε όλη τη διάρκεια του προγράμματος, κατά τρόπο ώστε να επιτευχθεί, στο τέλος του προγράμματος, ο ελάχιστος στόχος του 10 %.

Άρθρο 21

Τραπεζικός λογαριασμός του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος και τόκοι της προχρηματοδότησης

1.   Ανοίγεται τραπεζικός λογαριασμός σε ευρώ, ενιαίος και ειδικός για το πρόγραμμα, τον οποίο διαχειρίζεται η υπηρεσία που εκτελεί καθήκοντα υπολόγου στο πλαίσιο της κοινής διαχειριστικής αρχής. Ο λογαριασμός αυτός κινείται βάσει διπλής υπογραφής, του διατάκτη και του υπόλογου της κοινής διαχειριστικής αρχής.

2.   Σε περίπτωση που ο τραπεζικός λογαριασμός επιφέρει τόκους, οι τόκοι που παράγονται από τις καταβολές των ποσών της προχρηματοδότησης χορηγούνται στο σχετικό κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα και δηλώνονται στην Επιτροπή στην τελική έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 32.

Άρθρο 22

Λογιστική του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

Η λογιστική του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος καταρτίζεται από την υπηρεσία της κοινής διαχειριστικής αρχής που έχει αναλάβει τις χρηματοοικονομικές πράξεις. Η λογιστική αυτή είναι αυτόνομη και χωριστή και περιλαμβάνει μόνο τις πράξεις που αφορούν το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα. Επιτρέπει την αναλυτική παρακολούθηση του προγράμματος, ανά στόχο, προτεραιότητα και μέτρο.

Οι πράξεις συμφωνίας της λογιστικής αυτής με το υπόλοιπο του τραπεζικού λογαριασμού του προγράμματος υποβάλλονται από την κοινή διαχειριστική αρχή στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης του προγράμματος και στην Επιτροπή προς στήριξη της ετήσιας έκθεσης και κάθε πρόσθετης αίτησης προχρηματοδότησης.

Άρθρο 23

Συμβατικές διαδικασίες

1.   Οι συμβατικές διαδικασίες για τις δημόσιες συμβάσεις και τις επιχορηγήσεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος από μέρους της κοινής διαχειριστικής αρχής είναι εκείνες που εφαρμόζονται στις εξωτερικές δράσεις όπως ορίζονται στα άρθρα 162 έως 170 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 και στα άρθρα 231 έως 256 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002.

Οι εφαρμοζόμενες διαδικασίες, καθώς και τα αντίστοιχα τυποποιημένα έγγραφα και τα πρότυπα συμβάσεων είναι εκείνα που απαριθμούνται στον πρακτικό οδηγό για τις συμβατικές διαδικασίες των εξωτερικών δράσεων και τα παραρτήματά του που ίσχυαν κατά τη στιγμή της σύναψης των συμβάσεων ή της πρόσκλησης για την υποβολή προτάσεων.

2.   Οι κανόνες επιλεξιμότητας που έχουν σχέση με τη συμμετοχή στις προσκλήσεις για την υποβολή προσφορών ή στις προσκλήσεις για την υποβολή προτάσεων είναι εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 41 του παρόντα κανονισμού.

3.   Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται σε όλη τη γεωγραφική περιφέρεια εφαρμογής του προγράμματος, καθώς και στην επικράτεια των κρατών μελών και εκείνη των χωρών εταίρων.

ΤΜΗΜΑ 2

Πληρωμές

Άρθρο 24

Ετήσιες αναλήψεις υποχρεώσεων της Επιτροπής

Εκτός από την αρχική ανάληψη υποχρεώσεων που συνοδεύει την απόφαση έγκρισης του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, η Επιτροπή προβαίνει κάθε έτος σε δημοσιονομική δέσμευση που αντιστοιχεί σε περίοδο το αργότερο μέχρι τις 31 Μαρτίου του σχετικού έτους. Το ποσό της δέσμευσης αυτής καθορίζεται, σε συνάρτηση με την κατάσταση εξέλιξης του προγράμματος και εντός των ορίων των διαθέσιμων πιστώσεων, βάσει του πίνακα χρηματοδότησης που περιλαμβάνει την κατά πρόβλεψη ετήσια κατανομή, η οποία εμφαίνεται στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα. Η Επιτροπή ενημερώνει την κοινή διαχειριστική αρχή για την ακριβή ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιείται η ετήσια δέσμευση.

Άρθρο 25

Κοινοί κανόνες πληρωμής

1.   Κάθε πληρωμή της κοινοτικής συνεισφοράς πραγματοποιείται από την Επιτροπή εντός των ορίων των διαθέσιμων πόρων. Η Επιτροπή καταλογίζει αυτόματα κάθε πληρωμή στην κοινή διαχειριστική αρχή επί της παλαιότερης ετήσιας δόσης του δεσμευθέντος ποσού, μέχρι την πλήρη ανάλωση του ποσού της δόσης αυτής. Μετά την πλήρη ανάλωση του ποσού της ετήσιας δόσης του δεσμευθέντος ποσού, μπορεί να αρχίσει η χρησιμοποίηση της επόμενης δόσης.

2.   Οι πληρωμές πραγματοποιούνται σε ευρώ, στον τραπεζικό λογαριασμό του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος.

3.   Οι πληρωμές μπορούν να λάβουν μορφή προχρηματοδότησης ή τελικού υπολοίπου.

Άρθρο 26

Προχρηματοδοτήσεις

1.   Κάθε χρόνο, η κοινή διαχειριστική αρχή, μόλις της κοινοποιηθεί μία δημοσιονομική δέσμευση, μπορεί να ζητήσει ως προχρηματοδότηση την καταβολή του 80 % το πολύ της κοινοτικής συνεισφοράς στη χρηματοδότηση του τρέχοντος οικονομικού έτους.

Από το δεύτερο έτος του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, η αίτηση προχρηματοδότησης συνοδεύεται από την προσωρινή ετήσια οικονομική έκθεση που καλύπτει το σύνολο των δαπανών και των εσόδων του προηγουμένου έτους, η οποία δεν έχει ακόμα εγκριθεί από την έκθεση του εξωτερικού λογιστικού ελέγχου, συνοδευόμενη από τον κατά πρόβλεψη προϋπολογισμό των αναλήψεων υποχρεώσεων και των δαπανών της κοινής διαχειριστικής αρχής για το επόμενο έτος.

Αφού εξεταστεί η έκθεση αυτή και αξιολογηθούν οι πραγματικές ανάγκες χρηματοδότησης του προγράμματος και εξακριβωθεί αν οι πιστώσεις είναι διαθέσιμες, η Επιτροπή καταβάλλει ολόκληρο ή τμήμα του ποσού της αιτούμενης προχρηματοδότησης.

2.   Κατά τη διάρκεια του έτους, η κοινή διαχειριστική αρχή μπορεί να ζητήσει την καταβολή ολοκλήρου ή τμήματος του υπολοίπου της ετήσιας κοινοτικής συνεισφοράς, ως επιπλέον προχρηματοδότηση.

Η κοινή διαχειριστική αρχή στηρίζει την αίτησή της σε ενδιάμεση οικονομική έκθεση όπου δικαιολογεί ότι οι δαπάνες που έχουν όντως πραγματοποιηθεί ή προβλέπεται να πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια του έτους υπερβαίνουν το ποσό των προηγούμενων προχρηματοδοτήσεων.

Η συμπληρωματική αυτή καταβολή αποτελεί επιπλέον προχρηματοδότηση στο μέτρο που δεν έχει βεβαιωθεί με έκθεση εξωτερικού λογιστικού ελέγχου.

3.   Κατά το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους εκτέλεσης του προγράμματος, η Επιτροπή προβαίνει σε εκκαθάριση των προηγούμενων προχρηματοδοτήσεων σε σχέση με τις δαπάνες που έχουν όντως πραγματοποιηθεί και είναι επιλέξιμες, όπως εκείνες που βεβαιώνονται από την ετήσια έκθεση εξωτερικού λογιστικού ελέγχου που ορίζεται στο άρθρο 31.

Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της εκκαθάρισης, η Επιτροπή προβαίνει, κατά περίπτωση, στις αναγκαίες δημοσιονομικές αναπροσαρμογές.

Άρθρο 27

Ανάκτηση

1.   Η κοινή διαχειριστική αρχή είναι αρμόδια για την ανάκτηση των μη δικαιολογηθεισών ή μη επιλέξιμων δαπανών και για την επιστροφή στην Επιτροπή των ανακτηθέντων ποσών κατ’ αναλογία της συνεισφοράς της Επιτροπής στο πρόγραμμα.

Στην περίπτωση που, κατά τη λήψη της τελικής έκθεσης μίας σύμβασης ή μετά από διεξαχθέντα λογιστικό ή χρηματοοικονομικό έλεγχο έχουν προσδιοριστεί μη επιλέξιμες δαπάνες οι οποίες έχουν ήδη πληρωθεί, η κοινή διαχειριστική αρχή δίνει εντολή ανάκτησης των αντίστοιχων ποσών από τους αντίστοιχους δικαιούχους και εργολάβους.

2.   Στην περίπτωση που η ανάκτηση αφορά απαίτηση έναντι δικαιούχου, εργολάβου ή εταίρου που είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος όπου η κοινή διαχειριστική αρχή δεν μπορεί να επιτύχει την επιστροφή των δαπανών αυτών, εντός προθεσμίας ενός έτους μετά από την έκδοση της εντολής ανάκτησης, το κράτος μέλος όπου εδρεύει ο συγκεκριμένος δικαιούχος, εργολάβος ή εταίρος, προβαίνει στην πληρωμή της απαίτησης στην κοινή διαχειριστική αρχή, πριν στραφεί κατά του δικαιούχου, του εργολάβου ή του εταίρου.

3.   Σε περίπτωση που η ανάκτηση αφορά απαίτηση έναντι δικαιούχου, εργολάβου ή εταίρου που είναι εγκατεστημένος σε χώρα εταίρο και όπου η κοινή διαχειριστική αρχή δεν μπορεί να επιτύχει την επιστροφή των δαπανών αυτών, εντός προθεσμίας ενός έτους μετά την έκδοση της εντολής ανάκτησης, η κοινή διαχειριστική αρχή αναθέτει το θέμα στην Επιτροπή η οποία, βάσει πλήρους φακέλου, αναλαμβάνει να επιτύχει την ανάκτηση από τον δικαιούχο, εργολάβο ή εταίρο που είναι εγκατεστημένος στη χώρα εταίρο ή απευθείας από τις εθνικές αρχές της χώρας αυτής.

4.   Ο φάκελος που διαβιβάζεται στο κράτος μέλος ή στην Επιτροπή περιέχει όλα τα έγγραφα που επιτρέπουν την επίτευξη της ανάκτησης, καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία των διαβημάτων που έχει πραγματοποιήσει η κοινή διαχειριστική αρχή προς τον δικαιούχο ή τον εργολάβο για την ανάκτηση των οφειλομένων.

5.   Η κοινή διαχειριστική αρχή οφείλει να φροντίσει να βεβαιωθεί για την ανάκτηση μετά από ένα έτος από την έκδοση της σχετικής εντολής. Βεβαιούται ιδίως ότι η απαίτηση είναι βέβαιη, εκκαθαρισμένη και απαιτητή. Όταν η αρμόδια διαχειριστική αρχή προτίθεται να παραιτηθεί από διαπιστωθείσα απαίτηση, βεβαιούται ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη με την αρχή της ορθής οικονομικής διαχείρισης και της αναλογικότητας. Η απόφαση παραίτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να έχει υποβληθεί, προηγουμένως, για σύμφωνη γνώμη στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης και στην Επιτροπή.

6.   Όταν δεν κατέστη δυνατόν να ανακτηθεί η απαίτηση ή δεν μπόρεσε να διαβιβαστεί στο κράτος μέλος ή στην Επιτροπή πλήρης φάκελος κατά την έννοια της παραγράφου 4, από σφάλμα ή αμέλεια της κοινής διαχειριστικής αρχής, αυτή είναι υπεύθυνη για την ανάκτηση μετά την παρέλευση ενός έτους, τα δε οφειλόμενα ποσά κηρύσσονται μη επιλέξιμα για κοινοτική χρηματοδότηση.

7.   Σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, οι συμβάσεις που συνάπτει η κοινή διαχειριστική αρχή στο πλαίσιο του προγράμματος περιλαμβάνουν ρήτρα που επιτρέπει στην Επιτροπή ή στο σχετικό κράτος μέλος να προβούν σε ανάκτηση από τον δικαιούχο, τον εργολάβο ή τον εταίρο, στην περίπτωση που η απαίτηση εκκρεμεί πάντα, έναν χρόνο μετά την έκδοση της εντολής ανάκτησης από μέρους της κοινής διαχειριστικής αρχής.

ΤΜΗΜΑ 3

Εκθέσεις

Άρθρο 28

Ετήσιες εκθέσεις της κοινής διαχειριστικής αρχής

1.   Το αργότερο στις 30 Ιουνίου κάθε έτους, η κοινή διαχειριστική αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή ετήσια έκθεση πιστοποιούμενη από την έκθεση λογιστικού ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 31, σχετικά με την εφαρμογή του επιχειρησιακού προγράμματος από την 1η Ιανουαρίου μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους, η οποία έχει προηγουμένως εγκριθεί από την κοινή επιτροπή παρακολούθησης. Η πρώτη ετήσια έκθεση υποβάλλεται το αργότερο στις 30 Ιουνίου του δεύτερου έτους εφαρμογής του προγράμματος.

2.   Κάθε ετήσια έκθεση περιλαμβάνει:

α)

ένα τεχνικό τμήμα όπου περιγράφονται:

οι πρόοδοι που έχουν πραγματοποιηθεί κατά την εφαρμογή του προγράμματος και των προτεραιοτήτων του,

λεπτομερής πίνακας των υπογραφεισών συμβάσεων, καθώς και των ενδεχόμενων αντιμετωπισθεισών δυσκολιών,

οι πραγματοποιηθείσες δραστηριότητες βάσει της τεχνικής συνδρομής, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους,

τα ληφθέντα μέτρα όσον αφορά τον συντονισμό, την αξιολόγηση και τον λογιστικό έλεγχο των σχεδίων, τα αποτελέσματά τους και οι πραγματοποιηθείσες ενέργειες προς αντιμετώπιση των προσδιορισθέντων προβλημάτων,

οι δραστηριότητες ενημέρωσης και προβολής,

το πρόγραμμα των δραστηριοτήτων που πρέπει να πραγματοποιηθούν κατά το επόμενο έτος·

β)

ένα χρηματοοικονομικό τμήμα όπου αναφέρονται λεπτομερώς, σε ευρώ, για κάθε προτεραιότητα:

τα ποσά που έχει χορηγήσει η Επιτροπή στην κοινή διαχειριστική αρχή ως κοινοτική συνεισφορά και οι συμμετέχουσες χώρες ως συγχρηματοδότηση, καθώς και τα άλλα ενδεχόμενα έσοδα του προγράμματος,

οι πραγματοποιηθείσες πληρωμές και ανακτήσεις από μέρους της κοινής διαχειριστικής αρχής βάσει της τεχνικής συνδρομής και υπέρ των σχεδίων, και η συμφωνία με τον τραπεζικό λογαριασμό του προγράμματος,

το ποσό των πραγματοποιηθεισών επιλέξιμων δαπανών βάσει των σχεδίων, όπως αυτές υποβάλλονται από τους δικαιούχους στις εκθέσεις τους και στις αιτήσεις πληρωμών,

ο κατά πρόβλεψη προϋπολογισμός των αναλήψεων υποχρεώσεων και των δαπανών της κοινής διαχειριστικής αρχής για το επόμενο έτος·

γ)

δήλωση υπογεγραμμένη από τον εκπρόσωπο της κοινής διαχειριστικής αρχής, όπου βεβαιώνεται ότι τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από το πρόγραμμα, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, εξακολουθούν να είναι σύμφωνα προς το πρότυπο που έχει εγκρίνει η Επιτροπή και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε να παρέχουν εύλογη ασφάλεια ως προς την ακρίβεια των καταστάσεων δαπανών που υποβάλλονται στη οικονομική έκθεση, καθώς και ως προς τη νομιμότητα και την κανονικότητα των συναλλαγών που καλύπτουν.

Άρθρο 29

Ετήσια έκθεση της υπηρεσίας εσωτερικού λογιστικού ελέγχου

1.   Η υπηρεσία εσωτερικού λογιστικού ελέγχου της κοινής διαχειριστικής αρχής εφαρμόζει ετησίως ένα πρόγραμμα ελέγχου των εσωτερικών κυκλωμάτων και της ορθής εφαρμογής των διαδικασιών, στο πλαίσιο της κοινής διαχειριστικής αρχής. Συντάσσει ετήσια έκθεση την οποία διαβιβάζει στον εκπρόσωπο της κοινής διαχειριστικής αρχής.

2.   Η κοινή διαχειριστική αρχή διαβιβάζει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στην Επιτροπή και στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης, προσαρτημένη στην ετήσια έκθεσή της που αναφέρεται στο άρθρο 28.

Άρθρο 30

Ετήσια έκθεση της εφαρμογής του προγράμματος λογιστικού ελέγχου των σχεδίων

1.   Η κοινή διαχειριστική αρχή καταρτίζει ετησίως έκθεση σχετικά με την εφαρμογή, κατά το προηγούμενο έτος, του προγράμματος λογιστικού ελέγχου των σχεδίων όπως αυτό αναφέρεται στο άρθρο 37. Στην έκθεση αυτή αναφέρεται λεπτομερώς η χρησιμοποιηθείσα από την κοινή διαχειριστική αρχή μέθοδος για την επιλογή του αντιπροσωπευτικού δείγματος των σχεδίων, οι διεξαχθέντες λογιστικοί έλεγχοι, οι διατυπωθείσες συστάσεις και τα συναχθέντα από την κοινή διαχειριστική αρχή συμπεράσματα σχετικά με τη χρηματοοικονομική διαχείριση των αντίστοιχων σχεδίων.

2.   Η κοινή διαχειριστική αρχή διαβιβάζει την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στην Επιτροπή και στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης προσαρτημένη στην ετήσια έκθεσή της που προβλέπεται στο άρθρο 28.

Άρθρο 31

Έκθεση εξωτερικού λογιστικού ελέγχου

1.   Ανεξάρτητα από τους εξωτερικούς λογιστικούς ελέγχους που διοργανώνονται έναντι της κοινής διαχειριστικής αρχής από μέρους της διοίκησης της χώρας όπου αυτή είναι εγκατεστημένη, η κοινή διαχειριστική αρχή καταφεύγει σε ανεξάρτητο δημόσιο οργανισμό ή προσλαμβάνει ανεξάρτητο «ορκωτό» ελεγκτή των λογαριασμών, μέλος διεθνώς αναγνωρισμένου συλλόγου εποπτείας του νομικού ελέγχου των λογαριασμών, για να προβαίνει ετησίως, τηρουμένων των δεοντολογικών κανόνων και ρυθμίσεων της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (IFAC), στην εκ των υστέρων εξακρίβωση των καταστάσεων δαπανών και εσόδων που έχει δηλώσει η κοινή διαχειριστική αρχή στην ετήσια οικονομική της έκθεση.

2.   Το πεδίο του εξωτερικού λογιστικού ελέγχου καλύπτει τις δαπάνες που έχει πραγματοποιήσει απευθείας η κοινή διαχειριστική αρχή βάσει της τεχνικής συνδρομής ή βάσει της από μέρους της διαχείρισης των σχεδίων (πληρωμές). Η έκθεση του εξωτερικού λογιστικού ελέγχου βεβαιώνει τις καταστάσεις δαπανών και εσόδων που έχει δηλώσει η κοινή διαχειριστική αρχή στην ετήσια οικονομική της έκθεση και ιδίως το ότι οι δηλωθείσες δαπάνες έχουν όντως πραγματοποιηθεί και είναι ακριβείς και επιλέξιμες.

3.   Η κοινή διαχειριστική αρχή διαβιβάζει την έκθεση εξωτερικού λογιστικού ελέγχου στην Επιτροπή και στην κοινή επιτροπή παρακολούθησης, προσαρτημένη στην ετήσια έκθεσή της που προβλέπεται στο άρθρο 28.

Άρθρο 32

Τελική έκθεση

Η τελική έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος περιλαμβάνει, τηρουμένων των αναλογιών, τα ίδια στοιχεία με τις ετήσιες εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των παραρτημάτων τους, για όλη τη διάρκεια του προγράμματος. Υποβάλλεται το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2016.

ΤΜΗΜΑ 4

Επιλέξιμες δαπάνες του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

Άρθρο 33

Επιλέξιμες δαπάνες όσον αφορά το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα

1.   Οι δαπάνες του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, για να είναι επιλέξιμες για κοινοτική χρηματοδότηση, πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί κατά τη χρονική περίοδο εκτέλεσης του προγράμματος, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 43.

2.   Θεωρούνται επιλέξιμες δαπάνες για την εφαρμογή του προγράμματος από μέρους της κοινής διαχειριστικής αρχής, βάσει της τεχνικής συνδρομής, οι δαπάνες που ανταποκρίνονται στα ακόλουθα κριτήρια:

α)

είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του προγράμματος σε σχέση με τα κριτήρια που καθορίζονται από το πρόγραμμα και από την κοινή επιτροπή παρακολούθησης και ανταποκρίνονται στις αρχές της ορθής χρηματοοικονομικής διαχείρισης και ιδίως της εξοικονόμησης πόρων και της σχέσης κόστους/αποτελεσματικότητας·

β)

είναι καταχωρισμένες στη λογιστική του προγράμματος, μπορούν να προσδιοριστούν και να ελεγχθούν και βεβαιώνονται από πρωτότυπα δικαιολογητικά έγγραφα·

γ)

έχουν πραγματοποιηθεί μετά από εφαρμογή των απαιτούμενων διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων.

3.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, είναι επιλέξιμες:

α)

οι δαπάνες του προσωπικού που έχει διοριστεί στο πρόγραμμα, οι οποίες αντιστοιχούν στους πραγματικούς μισθούς προσαυξημένους με τις κοινωνικές κρατήσεις και τις άλλες επιβαρύνσεις που βαρύνουν τις αποδοχές. Δεν πρέπει να υπερβαίνουν τους μισθούς και τις δαπάνες που συνήθως καταβάλλει η δομή που δέχεται την κοινή διαχειριστική αρχή ή την κοινή τεχνική γραμματεία, παρά μόνο εάν προβλέπεται αιτιολόγηση που αναφέρει ότι τα επιπλέον ποσά είναι απαραίτητα για την υλοποίηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος·

β)

τα έξοδα ταξιδίου και παραμονής του προσωπικού και των άλλων ατόμων που συμμετέχουν στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα, υπό την προϋπόθεση ότι αντιστοιχούν στις συνήθεις πρακτικές των αρχών που έχουν διοριστεί για τη διαχείριση του προγράμματος. Εξάλλου, στην περίπτωση κατ’ αποκοπήν καταβολής των εξόδων παραμονής, τα ποσοστά δεν πρέπει να υπερβαίνουν εκείνα της κλίμακας που έχει δημοσιεύσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά τη στιγμή της έγκρισης του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος·

γ)

οι δαπάνες αγοράς ή μίσθωσης εξοπλισμού ή υλικού (καινουργούς ή μεταχειρισμένου), ειδικά για τις ανάγκες της κοινής διαχειριστικής αρχής ή της κοινής τεχνικής γραμματείας, με σκοπό τη θέση σε εφαρμογή του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, καθώς και οι δαπάνες παροχής υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτών των δαπανών αντιστοιχούν σε εκείνα της αγοράς·

δ)

οι δαπάνες για αναλώσιμα αγαθά·

ε)

οι έμμεσες δαπάνες που αντιστοιχούν σε γενικά διοικητικά έξοδα·

στ)

οι δαπάνες υπεργολαβίας·

ζ)

οι δαπάνες που προκύπτουν άμεσα από τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και του προγράμματος (π.χ. ενέργειες ενημέρωσης και προβολής, αξιολογήσεις, εξωτερικοί λογιστικοί έλεγχοι, μεταφράσεις, κ.λπ.) συμπεριλαμβανομένων και των δαπανών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (ιδίως των δαπανών τραπεζικών μεταφορών).

Άρθρο 34

Μη επιλέξιμες δαπάνες όσον αφορά το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα

Θεωρούνται μη επιλέξιμες για την εφαρμογή του προγράμματος από μέρους της κοινής διαχειριστικής αρχής, βάσει της τεχνικής συνδρομής, οι ακόλουθες δαπάνες:

α)

τα χρέη ή η κάλυψη ζημιών ή χρεών·

β)

οι χρεωστικοί τόκοι·

γ)

οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται ήδη σε άλλο πλαίσιο·

δ)

οι αγορές οικοπέδων ή κτιρίων·

ε)

οι απώλειες συναλλάγματος·

στ)

οι φόροι, συμπεριλαμβανομένου και του ΦΠΑ, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η κοινή διαχειριστική αρχή δεν μπορεί να τους ανακτήσει ή η εφαρμοζόμενη ρύθμιση δεν απαγορεύει την ανάληψή τους·

ζ)

οι πιστώσεις σε τρίτους οργανισμούς·

η)

τα πρόστιμα.

Άρθρο 35

Παροχές σε είδος όσον αφορά το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα

Οι ενδεχόμενες παροχές σε είδος των συμμετεχουσών χωρών και, κατά περίπτωση, άλλοι πόροι πρέπει να αναφέρονται χωριστά στον προϋπολογισμό του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος και δεν είναι επιλέξιμοι.

Δεν μπορούν να θεωρηθούν τμήμα της συγχρηματοδότησης των συμμετεχουσών χωρών βάσει του ελαχίστου του 10 % που αναφέρονται στο άρθρο 20, εξαιρουμένων των αρχικών συνεισφορών σε είδος της κοινής διαχειριστικής αρχής που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

Το κόστος του προσωπικού που έχει διοριστεί από τις συμμετέχουσες χώρες στην τεχνική συνδρομή του προγράμματος δεν θεωρείται συνεισφορά σε είδος και δεν μπορεί να θεωρηθεί συγχρηματοδότηση στον προϋπολογισμό του προγράμματος.

Άρθρο 36

Επιλέξιμες δαπάνες όσον αφορά τα σχέδια

1.   Οι δαπάνες για κάθε σχέδιο πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί κατά τη χρονική περίοδο εκτέλεσης του συγκεκριμένου σχεδίου.

2.   Οι επιλέξιμες δαπάνες, οι μη επιλέξιμες δαπάνες και η δυνατότητα συνεισφοράς σε είδος όσον αφορά τα σχέδια καθορίζονται στις συμβάσεις που υπογράφονται με τους δικαιούχους και τους εργολάβους.

ΤΜΗΜΑ 5

Έλεγχος

Άρθρο 37

Ετήσιο πρόγραμμα λογιστικού ελέγχου των σχεδίων

1.   Από το τέλος του πρώτου έτους του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, η κοινή διαχειριστική αρχή καθορίζει κάθε χρόνο πρόγραμμα λογιστικού ελέγχου των σχεδίων που χρηματοδοτεί.

2.   Οι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πραγματοποιούνται βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου σε ένα δείγμα σχεδίων που έχει επιλεγεί από την κοινή διαχειριστική αρχή σύμφωνα με μία τυχαία στατιστική δειγματοληψία που στηρίζεται σε διεθνώς αναγνωρισμένους κανόνες λογιστικού ελέγχου, ιδίως λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων κινδύνου σε σχέση με το ποσό των σχεδίων, το είδος εγχειρήματος, τον τύπο δικαιούχου ή άλλα σχετικά στοιχεία. Η δειγματοληψία είναι επαρκώς αντιπροσωπευτική για να εξασφαλίσει αποδεκτό επίπεδο ασφάλειας στους άμεσους ελέγχους που διενεργεί η κοινή διαχειριστική αρχή όσον αφορά το ενυπόστατο, την ακρίβεια και την επιλεξιμότητα των δηλούμενων βάσει των σχεδίων δαπανών.

Άρθρο 38

Κοινοτικός έλεγχος

Η Επιτροπή, η OLAF, το Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και κάθε εντεταλμένος από τα εν λόγω όργανα ελεγκτής μπορεί να προβεί σε έλεγχο, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου, της χρησιμοποίησης των κοινοτικών πόρων από μέρους της κοινής διαχειριστικής αρχής και των διαφόρων δικαιούχων και εταίρων των σχεδίων.

Ο έλεγχος αυτός μπορεί να λάβει μορφή πλήρους λογιστικού ελέγχου βάσει δικαιολογητικών, λογαριασμών και λογιστικών εγγράφων, καθώς και βάσει κάθε άλλου εγγράφου σχετικού με τη χρηματοδότηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος (συμπεριλαμβανομένου, όσον αφορά την κοινή διαχειριστική αρχή, και του συνόλου των εγγράφων που αφορούν την επιλογή και τις συμβάσεις) και του σχεδίου.

Άρθρο 39

Εθνικό σύστημα ελέγχου

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν ένα εθνικό σύστημα ελέγχου που θα παρέχει τη δυνατότητα εξακρίβωσης του ενυπόστατου των δηλουμένων δαπανών για εγχειρήματα ή τμήματα εγχειρημάτων που έχουν πραγματοποιηθεί στην επικράτειά τους, καθώς και του σύμφωνου των δαπανών αυτών και των εγχειρημάτων ή τμημάτων εγχειρημάτων σε σχέση με τους κοινοτικούς ή με τους εθνικούς τους κανόνες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΣΧΕΔΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΙΝΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ

Άρθρο 40

Συμμετέχοντες στα σχέδια του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

1.   Τα σχέδια υποβάλλονται από αιτούντες που εκπροσωπούν εταιρικές σχέσεις που περιλαμβάνουν τουλάχιστον έναν εταίρο από συμμετέχον στο πρόγραμμα κράτος μέλος και τουλάχιστον έναν εταίρο από συμμετέχουσα στο πρόγραμμα χώρα εταίρο.

2.   Οι αιτούντες και οι εταίροι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι εγκατεστημένοι στις περιφέρειες που ορίζονται στο άρθρο 4 στοιχεία α) και β) και πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που καθορίζονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 του παρόντα κανονισμού.

Στις περιπτώσεις που οι στόχοι των σχεδίων δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς τη συμμετοχή των εταίρων που είναι εγκατεστημένοι σε περιφέρειες άλλες εκτός από εκείνες που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, μπορεί να γίνει δεκτή η συμμετοχή των εταίρων των άλλων αυτών περιφερειών.

Άρθρο 41

Φύση των σχεδίων

Η φύση των σχεδίων μπορεί να είναι τριών ειδών:

α)

τα ολοκληρωμένα σχέδια ή οι εταίροι πραγματοποιούν αντιστοίχως στην επικράτειά τους τμήμα των δράσεων που συνιστούν το σχέδιο·

β)

τα συμμετρικά σχέδια ή οι συναφείς δραστηριότητες πραγματοποιούνται παράλληλα αφενός στα κράτη μέλη και αφετέρου στις χώρες εταίρους·

γ)

τα σχέδια πραγματοποιούνται κυρίως ή μόνο σε κράτος μέλος ή σε χώρα εταίρο, αλλά προς όφελος όλων ή μέρους των εταίρων του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος.

Τα σχέδια πραγματοποιούνται στις περιφέρειες που ορίζονται στο άρθρο 4 στοιχεία α) και β) του παρόντα κανονισμού.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον αυτό χρειάζεται για την επίτευξη των στόχων των σχεδίων, αυτά μπορούν να πραγματοποιηθούν εν μέρει σε περιφέρειες άλλες εκτός από εκείνες που ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 42

Ενημέρωση και προβολή του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

1.   Η κοινή διαχειριστική αρχή είναι αρμόδια για τη διεξαγωγή των ενεργειών ενημέρωσης και προβολής του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος. Ειδικότερα, η κοινή διαχειριστική αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την προβολή της χρηματοδότησης και της κοινοτικής συγχρηματοδότησης, όσον αφορά τις δικές της δραστηριότητες, καθώς και εκείνες των σχεδίων που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του προγράμματος. Τα μέτρα αυτά πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες που εφαρμόζονται σε θέματα προβολής για τις εξωτερικές ενέργειες, όπως αυτές ορίζονται και δημοσιεύονται από την Επιτροπή.

2.   Τα γραφεία της κοινής τεχνικής γραμματείας που είναι εγκατεστημένα, κατά περίπτωση, στις συμμετέχουσες χώρες αναλαμβάνουν να προβάλουν τις δραστηριότητες του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος και να ενημερώσουν τους ενδεχομένως ενδιαφερόμενους οργανισμούς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

Άρθρο 43

Διάρκεια του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος

1.   Η περίοδος εκτέλεσης κάθε κοινού επιχειρησιακού προγράμματος αρχίζει από την ημερομηνία έγκρισης του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος από μέρους της Επιτροπής και λήγει το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2016.

2.   Η περίοδος αυτή εκτέλεσης αποτελείται από τα ακόλουθα στάδια:

α)

ένα στάδιο εφαρμογής του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος, επταετούς το πολύ διάρκειας, που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2013. Καμία διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών ή για την υποβολή προτάσεων δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ούτε καμία σύμβαση να υπογραφεί μετά την ημερομηνία αυτή, με εξαίρεση τις συμβάσεις λογιστικού ελέγχου και αξιολόγησης·

β)

ένα στάδιο εφαρμογής των σχεδίων που χρηματοδοτούνται από το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα που αρχίζει ταυτόχρονα με την περίοδο εφαρμογής του προγράμματος και λήγει το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2014. Οι δραστηριότητες των σχεδίων που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα πρέπει να λήξουν το αργότερο κατά την ημερομηνία αυτή·

γ)

ένα στάδιο χρηματοοικονομικού κλεισίματος του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος που περιλαμβάνει το χρηματοοικονομικό κλείσιμο όλων των συναφθεισών συμβάσεων στο πλαίσιο του προγράμματος, την εκ των υστέρων αξιολόγησή του, την υποβολή της τελικής έκθεσης και την τελική πληρωμή ή την τελική ανάκτηση από μέρους της Επιτροπής, το οποίο λήγει, το αργότερο, στις 31 Δεκεμβρίου 2016.

Άρθρο 44

Ενδεχόμενη διακοπή του προγράμματος

1.   Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 10 στοιχεία γ) και δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 ή σε άλλες δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να διακόψει το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα πριν από τη προβλεπόμενη λήξη της χρονικής περιόδου εκτέλεσης, κατόπιν αίτησης της κοινής επιτροπής παρακολούθησης ή ιδία πρωτοβουλία αφού συμβουλευθεί την επιτροπή αυτή.

2.   Στην περίπτωση αυτή η κοινή διαχειριστική αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή τη σχετική αίτηση και της διαβιβάζει την τελική έκθεση, εντός προθεσμίας τριών μηνών μετά την απόφαση της Επιτροπής. Η Επιτροπή μετά από εκκαθάριση των προηγούμενων προχρηματοδοτήσεων, προβαίνει στην τελική πληρωμή ή, κατά περίπτωση, εκδίδει την ενδεχομένως απαιτούμενη εντολή τελικής ανάκτησης προς την κοινή διαχειριστική επιτροπή. Η Επιτροπή αποδεσμεύει επίσης το υπόλοιπο των δεσμευθέντων ποσών.

3.   Όταν η διακοπή του προγράμματος οφείλεται στη μη εντός των προβλεπομένων προθεσμιών υπογραφή των συμβάσεων χρηματοδότησης από μέρους των χωρών εταίρων, οι αναλήψεις υποχρεώσεων στον προϋπολογισμό που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί βάσει των πιστώσεων του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης οι οποίες είχαν εγκριθεί για τη διασυνοριακή συνεργασία από το κεφάλαιο 1 B των δημοσιονομικών προοπτικών (διοργανική συμφωνία 2006/C 139/01) παραμένουν διαθέσιμες για τον κανονικό χρόνο διάρκειάς τους, αλλά μπορούν να καλύψουν μόνο τις δράσεις που διεξάγονται αποκλειστικά στην επικράτεια των σχετικών κρατών μελών. Οι δημοσιονομικές αναλήψεις υποχρεώσεων που ήδη έχουν πραγματοποιηθεί βάσει εγκεκριμένων για τη διασυνοριακή συνεργασία πιστώσεων του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης οι οποίες προέρχονται από το κεφάλαιο 4 των δημοσιονομικών προοπτικών (διοργανική συμφωνία 2006/C 139/01) αποδεσμεύονται.

4.   Σε περίπτωση μη υπογραφής της σύμβασης χρηματοδότησης από μέρους των χωρών εταίρων ή απόφασης της Επιτροπής να θέσει τέρμα στο κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξης του, εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:

α)

όσον αφορά τις χορηγούμενες για διασυνοριακή συνεργασία πιστώσεις του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης που προέρχονται από το κεφάλαιο 1 B των δημοσιονομικών προοπτικών (διοργανική συμφωνία 2006/C 139/01), τα προβλεπόμενα ποσά για τις περαιτέρω ετήσιες αναλήψεις υποχρεώσεων του σχετικού κοινού επιχειρησιακού προγράμματος χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (FEDER), σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006·

β)

όσον αφορά τις χορηγούμενες για διασυνοριακή συνεργασία πιστώσεις του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης που προέρχονται από το κεφάλαιο 1 B των δημοσιονομικών προοπτικών (διοργανική συμφωνία 2006/C 139/01), τα προβλεπόμενα για τις περαιτέρω ετήσιες αναλήψεις υποχρεώσεων του σχετικού κοινού επιχειρησιακού προγράμματος χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση άλλων επιλέξιμων προγραμμάτων ή σχεδίων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006.

Άρθρο 45

Διατήρηση των εγγράφων

Η κοινή διαχειριστική αρχή και οι διάφοροι δικαιούχοι και εταίροι των σχεδίων υποχρεούνται να διατηρήσουν για επτά έτη από την καταβολή του υπολοίπου του προγράμματος ή κάθε σχεδίου, όλα τα έγγραφα που αφορούν το κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα ή το σχέδιο, ιδίως τις εκθέσεις και τα δικαιολογητικά, καθώς και τους λογαριασμούς και τα λογιστικά έγγραφα, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο που αφορά τη χρηματοδότηση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος -συμπεριλαμβανομένων, όσον αφορά την κοινή διαχειριστική αρχή, και όλων των εγγράφων που αφορούν την επιλογή και τις συμβάσεις- ή του κάθε σχεδίου.

Άρθρο 46

Ολοκλήρωση του προγράμματος

1.   Ένα κοινό επιχειρησιακό πρόγραμμα θεωρείται ότι έχει ολοκληρωθεί όταν έχουν πραγματοποιηθεί οι ακόλουθες πράξεις:

α)

κλείσιμο όλων των συμβάσεων που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος·

β)

καταβολή ή επιστροφή του τελικού υπολοίπου·

γ)

αποδέσμευση των πιστώσεων από μέρους της Επιτροπής.

2.   Η ολοκλήρωση του κοινού επιχειρησιακού προγράμματος δεν επηρεάζει το δικαίωμα της Επιτροπής να προβεί, κατά περίπτωση, σε περαιτέρω δημοσιονομικές διορθώσεις έναντι της κοινής διαχειριστικής αρχής ή των δικαιούχων των σχεδίων, εάν το τελικό επιλέξιμο ποσό του προγράμματος ή των σχεδίων έχει αναθεωρηθεί μετά από ελέγχους που διενεργήθηκαν μετά την ημερομηνία ολοκλήρωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 47

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός, ως προς όλα τα μέρη του, και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Benita FERRERO-WALDNER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 310 της 9.11.2006, σ. 1.

(2)  Διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 1.


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/26


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 952/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για την ακύρωση της καταχώρισης ονομασίας καταχωρισμένης στο μητρώο προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων Newcastle Brown Ale (ΠΓΕ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 και το άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η αίτηση του Ηνωμένου Βασιλείου για την ακύρωση της καταχώρισης της ονομασίας «Newcastle Brown Ale» αποτέλεσε αντικείμενο δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2).

(2)

Εφόσον δεν κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή καμία ένσταση, σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006, η καταχώριση της εν λόγω ονομασίας πρέπει να ακυρωθεί.

(3)

Βάσει των στοιχείων αυτών, η ονομασία πρέπει άρα να διαγραφεί από το «μητρώο προστατευομένων ονομασιών προέλευσης και προστατευομένων γεωγραφικών ενδείξεων».

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής προστατευομένων γεωγραφικών ενδείξεων και ονομασιών προέλευσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η καταχώριση της ονομασίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα του παρόντος του κανονισμού ακυρώνεται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(2)  ΕΕ C 280 της 18.11.2006, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τρόφιμα που αναφέρονται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006:

Κλάση 2.1

Μπύρες

ΗΜΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Newcastle Brown Ale (ΠΓΕ)


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/28


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 953/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα σιρόπια και ορισμένα άλλα προϊόντα ζάχαρης χωρίς περαιτέρω μεταποίηση

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 προβλέπει ότι η διαφορά μεταξύ των τιμών στην παγκόσμια αγορά των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ζ) του εν λόγω κανονισμού και των τιμών των προϊόντων αυτών στην κοινοτική αγορά είναι δυνατόν να καλυφθεί με επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της παρούσας κατάστασης στην αγορά ζάχαρης, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή πρέπει συνεπώς να καθορίζονται σύμφωνα με τους κανόνες και με ορισμένα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 32 και 33 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006.

(3)

Το άρθρο 33 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 προβλέπει ότι η κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς ή οι ειδικές απαιτήσεις ορισμένων αγορών δύνανται να καταστήσουν αναγκαία τη διαφοροποίηση της επιστροφής ανάλογα με τον προορισμό.

(4)

Οι επιστροφές πρέπει να χορηγούνται μόνο για τα προϊόντα τα οποία επιτρέπεται να κυκλοφορούν ελεύθερα στην Κοινότητα και τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 951/2006 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2006, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 όσον αφορά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες στον τομέα της ζάχαρης (2).

(5)

Μπορούν να προβλεφθούν επιστροφές κατά την εξαγωγή για να καλυφθεί η διαφορά ανταγωνιστικότητας μεταξύ των εξαγωγών της Κοινότητας και των εξαγωγών των τρίτων χωρών. Οι κοινοτικές εξαγωγές προς ορισμένους κοντινούς προορισμούς και προς ορισμένες τρίτες χώρες που χορηγούν προτιμησιακή μεταχείριση στα κοινοτικά προϊόντα βρίσκονται επί του παρόντος σε ιδιαίτερα ευνοϊκή ανταγωνιστική θέση. Ως εκ τούτου, οι επιστροφές για εξαγωγές προς τους προορισμούς αυτούς πρέπει να καταργηθούν.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Τα προϊόντα για τα οποία χορηγούνται οι επιστροφές κατά την εξαγωγή οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 32 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 και τα ποσά των επιστροφών καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Για να είναι επιλέξιμα για επιστροφή δυνάμει της παραγράφου 1 τα προϊόντα πρέπει να πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 951/2006.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 247/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 9.3.2007, σ. 3).

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 24. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2031/2006 (ΕΕ L 414 της 30.12.2006, σ. 43).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Επιστροφές κατά την εξαγωγή για τα σιρόπια και ορισμένα άλλα προϊόντα ζάχαρης χωρίς περαιτέρω μεταποίηση που εφαρμόζονται από την 10η Αυγούστου 2007 (1)

Κωδικός προϊόντος

Προορισμός

Μονάδα μέτρησης

Ποσό της επιστροφής

1702 40 10 9100

S00

EUR/100 kg ξηράς ουσίας

36,75

1702 60 10 9000

S00

EUR/100 kg ξηράς ουσίας

36,75

1702 60 95 9000

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675

1702 90 30 9000

S00

EUR/100 kg ξηράς ουσίας

36,75

1702 90 60 9000

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675

1702 90 71 9000

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675

1702 90 99 9900

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675 (2)

2106 90 30 9000

S00

EUR/100 kg ξηράς ουσίας

36,75

2106 90 59 9000

S00

EUR/1 % σακχαρόζης × 100 kg καθαρού προϊόντος

0,3675

Σημ.: Οι προορισμοί ορίζονται ως εξής:

S00

:

όλοι οι προορισμοί με εξαίρεση την Αλβανία, την Κροατία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Σερβία, το Μαυροβούνιο, το Κοσσυφοπέδιο, την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την Ανδόρα, το Γιβραλτάρ, τη Θέουτα, τη Μελίλια, την Αγία Έδρα (Πόλη του Βατικανού), το Λιχτενστάιν, τις κοινότητες Livigno και Campione d'Italia, την Ελιγολάνδη, τη Γροιλανδία, τις νήσους Φερόε και τις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στις οποίες η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο.


(1)  Τα ποσά που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζονται από την 1η Φεβρουαρίου 2005 σύμφωνα με την απόφαση 2005/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για τη σύναψη και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας της 22ας Ιουλίου 1972 ως προς τις διατάξεις που εφαρμόζονται για τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα (ΕΕ L 23 της 26.1.2005, σ. 17).

(2)  Το βασικό ποσό δεν εφαρμόζεται στο προϊόν που ορίζεται στο σημείο 2 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3513/92 της Επιτροπής (ΕΕ L 355 της 5.12.1992, σ. 12).


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/30


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 954/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για καθορισμό του ύψους των επιστροφών για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων μη υπαγομένων στο παράρτημα Ι της συνθήκης

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο α) και παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα ποσοστά των επιστροφών που εφαρμόζονται από την 20ή Ιουλίου 2007 στα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα, που εξάγονται υπό μορφή εμπορευμάτων τα οποία δεν υπάγονται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 851/2007 της Επιτροπής (2).

(2)

Η εφαρμογή των κανόνων και των κριτηρίων, που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 851/2007 στα στοιχεία που διαθέτει επί του παρόντος η Επιτροπή, οδηγεί στην τροποποίηση των ποσοστών των ισχυουσών επιστροφών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα ποσοστά των επιστροφών που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 851/2007 αντικαθίστανται από τα ποσοστά που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Heinz ZOUREK

Γενικός Διευθυντής Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 247/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 9.3.2007, σ. 3).

(2)  ΕΕ L 188 της 20.7.2007, σ. 7.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποσοστά επιστροφών που εφαρμόζονται από την 10η Αυγούστου 2007 για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων μη υπαγομένων στο παράρτημα Ι της συνθήκης (1)

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή

Ποσοστά επιστροφών σε EUR/100 kg

Σε περιπτώσεις προκαθορισμού

Λοιπές

1701 99 10

Λευκή ζάχαρη

36,75

36,75


(1)  Τα ποσοστά που ορίζονται στο παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζονται στις εξαγωγές στην Αλβανία, την Κροατία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Σερβία, το Μαυροβούνιο, το Κόσσσυφοπέδιο, την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την Ανδόρρα, το Γιβραλτάρ, τη Θέουτα, τη Μελίλια, την Αγία Έδρα (Κράτος της Πόλης του Βατικανού), το Λιχτενστάιν, τις κοινότητες Livigno και Campione d’Italia, τη νήσο Heligoland, τη Γροιλανδία, τις νήσους Φερόε και τις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στις οποίες η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο, και στα εμπορεύματα που παρατίθενται στους πίνακες Ι και ΙΙ του πρωτοκόλλου αριθ. 2 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, της 22ας Ιουλίου 1972, τα οποία εξάγονται στην Ελβετική Συνομοσπονδία.


10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/32


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 955/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για καθορισμό των ποσοστών των επιστροφών που εφαρμόζονται για ορισμένα προϊόντα των τομέων των σιτηρών και του ρυζιού εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων που δεν υπάγονται στο παράρτημα I της συνθήκης

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς του ρυζιού (2), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 και το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003, η διαφορά μεταξύ των ισοτιμιών ή τιμών στην παγκόσμια αγορά των προϊόντων που απαριθμούνται στο άρθρο 1 καθενός από τους δύο αυτούς κανονισμούς και των τιμών στην Κοινότητα, μπορεί να καλυφθεί από επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2005, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3448/93 του Συμβουλίου σχετικά με το σύστημα επιστροφών κατά την εξαγωγή για ορισμένα γεωργικά προϊόντα, εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων μη υπαγομένων στο παράρτημα Ι της συνθήκης και των κριτηρίων καθορισμού του ύψους τους (3), προσδιορίζει τα προϊόντα για τα οποία πρέπει να καθοριστεί ποσοστό επιστροφής που πρέπει να εφαρμόζεται κατά την εξαγωγή τους υπό μορφή εμπορευμάτων, τα οποία κατονομάζονται, κατά περίπτωση, στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 ή στο παράρτημα Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005, το ποσοστό της επιστροφής, ανά 100 χιλιόγραμμα καθενός από τα εν λόγω βασικά προϊόντα, πρέπει να καθορίζεται κάθε μήνα.

(4)

Οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται σχετικά με τις επιστροφές που μπορούν να χορηγούνται κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων ενσωματωμένων σε εμπορεύματα μη υπαγόμενα στο παράρτημα I της συνθήκης, ενδέχεται να τεθούν σε κίνδυνο λόγω του προκαθορισμού υψηλών ποσοστών επιστροφής. Κρίνεται, επομένως, σκόπιμο σε τέτοιες περιπτώσεις να λαμβάνονται συντηρητικά μέτρα χωρίς ωστόσο να εμποδίζεται η σύναψη μακροπρόθεσμων συμβάσεων. Ο καθορισμός ενός ειδικού ποσοστού επιστροφής για τον προκαθορισμό των επιστροφών αποτελεί μέτρο που επιτρέπει την επίτευξη των διαφόρων αυτών στόχων.

(5)

Λαμβανομένου υπόψη του διακανονισμού ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής σχετικά με τις εξαγωγές ζυμαρικών από την Κοινότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο οποίος εγκρίθηκε με την απόφαση 87/482/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4), είναι αναγκαίο να διαφοροποιηθούν οι επιστροφές για τα εμπορεύματα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1902 11 00 και 1902 19 ανάλογα με τον προορισμό τους.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005, πρέπει να καθορίζεται μειωμένο ποσοστό επιστροφής κατά την εξαγωγή, λαμβανομένου υπόψη του ποσού της επιστροφής κατά την παραγωγή που εφαρμόζεται, δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1722/93 της Επιτροπής (5), για το εν λόγω βασικό προϊόν το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θεωρείται ότι παρήχθησαν τα εμπορεύματα.

(7)

Τα αλκοολούχα ποτά θεωρείται ότι επηρεάζονται λιγότερο από τις τιμές των σιτηρών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους. Εντούτοις, το πρωτόκολλο 19 της πράξης προσχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιρλανδίας και της Δανίας προβλέπει ότι πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να διευκολυνθεί η χρησιμοποίηση των κοινοτικών σιτηρών για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών που έχουν ως βάση τα σιτηρά. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να αναπροσαρμοστεί το ποσοστό επιστροφής που εφαρμόζεται για τα σιτηρά τα οποία εξάγονται υπό τη μορφή αλκοολούχων ποτών.

(8)

Η επιτροπή διαχείρισης σιτηρών δεν διατύπωσε γνώμη στην προθεσμία που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα ποσοστά των επιστροφών που εφαρμόζονται για τα βασικά προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 και στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 ή στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3072/95, και εξάγονται υπό μορφή εμπορευμάτων που απαριθμούνται αντίστοιχα στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 ή στο παράρτημα Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3072/95, καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Αυγούστου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Heinz ZOUREK

Γενικός Διευθυντής Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1154/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 187 της 19.7.2005, σ. 11).

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 797/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 144 της 31.5.2006, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 172 της 5.7.2005, σ. 24. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 447/2007 (ΕΕ L 106 της 24.4.2007, σ. 31).

(4)  ΕΕ L 275 της 29.9.1987, σ. 36.

(5)  ΕΕ L 159 της 1.7.1993, σ. 112. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1584/2004 (ΕΕ L 280 της 31.8.2004, σ. 11).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποσοστά των επιστρoφών που εφαρμόζονται από την 10η Αυγούστου 2007 για oρισμένα πρoϊόντα σιτηρών και ρυζιoύ εξαγόμενα υπό μoρφή εμπoρευμάτων μη υπαγoμένων στo παράρτημα I της συνθήκης (1)

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή προϊόντων (2)

Ποσοστό επιστροφών ανά 100 kg βασικού προϊόντος

Σε περίπτωση προκαθορισμού επιστροφών

Άλλα

1001 10 00

Σιτάρι σκληρό:

 

 

– κατά τις εξαγωγές προϊόντων των κωδικών ΣΟ 1902 11 και 1902 19, προς τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

– σε άλλες περιπτώσεις

1001 90 99

Σιτάρι μαλακό και σμιγάδι:

 

 

– κατά τις εξαγωγές προϊόντων των κωδικών ΣΟ 1902 11 και 1902 19, προς τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

– σε άλλες περιπτώσεις:

 

 

– – όταν εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 (3)

– – σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων που υπάγονται στο υποκεφάλαιο 2208 (4)

– – σε άλλες περιπτώσεις

1002 00 00

Σίκαλη

1003 00 90

Κριθάρι

 

 

– σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων που υπάγονται στο υποκεφάλαιο 2208 (4)

– σε άλλες περιπτώσεις

1004 00 00

Βρώμη

1005 90 00

Καλαμπόκι που χρησιμοποιήθηκε με τη μορφή:

 

 

– αμύλου:

 

 

– – όταν εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 (3)

1,499

1,499

– – σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων που υπάγονται στο υποκεφάλαιο 2208 (4)

– – σε άλλες περιπτώσεις

1,499

1,499

– γλυκόζης και σιροπιού γλυκόζης, μαλτοδεξτρίνης και σιροπιού μαλτοδεξτρίνης των κωδικών ΣΟ 1702 30 51, 1702 30 59, 1702 30 91, 1702 30 99, 1702 40 90, 1702 90 50, 1702 90 75, 1702 90 79, 2106 90 55 (5):

 

 

– – όταν εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 (3)

1,124

1,124

– – σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων που υπάγονται στο υποκεφάλαιο 2208 (4)

– – σε άλλες περιπτώσεις

1,124

1,124

– – σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων που υπάγονται στο υποκεφάλαιο 2208 (4)

– άλλες μορφές (συμπεριλαμβανομένης της μη μεταποιημένης)

1,499

1,499

Άμυλο γεωμήλων του κωδικού ΣΟ 1108 13 00 παρόμοιο με προϊόν το οποίο προέρχεται από τη μεταποίηση του αραβοσίτου:

 

 

– όταν εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 (3)

1,499

1,499

– σε περίπτωση εξαγωγής εμπορευμάτων που υπάγονται στο υποκεφάλαιο 2208 (4)

– σε άλλες περιπτώσεις

1,499

1,499

ex 1006 30

Ρύζι λευκασμένο:

 

 

– με στρογγυλούς κόκκους

– με μεσαίους κόκκους

– με μακριούς κόκκους

1006 40 00

Ρύζι σε θραύσματα

1007 00 90

Σόργο σε κόκκους, πλην του υβριδίου, που προορίζεται για σπορά


(1)  Τα ποσοστά που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα δεν εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που απαριθμούνται στους πίνακες I και II του Πρωτοκόλλου αριθ. 2 της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, της 22ας Ιουλίου 1972, τα οποία εξάγονται στην Ελβετική Συνομοσπονδία και στο Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν.

(2)  Όσον αφορά τα γεωργικά προϊόντα που προέρχονται από τη μεταποίηση βασικού προϊόντος ή/και τα εξομοιούμενα προς αυτά, εφαρμόζονται οι συντελεστές που παρατίθενται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1043/2005 της Επιτροπής.

(3)  Τα εν λόγω εμπορεύματα υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3505 10 50.

(4)  Τα εμπορεύματα που απαριθμούνται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 ή αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2825/93 (ΕΕ L 258 της 16.10.1993, σ. 6).

(5)  Όσον αφορά τα σιρόπια που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 1702 30 99, 1702 40 90 και 1702 60 90, τα οποία παρασκευάζονται από την ανάμιξη σιροπιών γλυκόζης και φρουκτόζης, η επιστροφή κατά την εξαγωγή αφορά μόνον το σιρόπι γλυκόζης.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

10.8.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/36


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Αυγούστου 2007

για τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο και την κατάργηση της οδηγίας 2007/552/ΕΚ

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 3901]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/554/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4,

την οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (2), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο Ηνωμένο Βασίλειο εκδηλώθηκαν εστίες αφθώδους πυρετού.

(2)

Η κατάσταση σχετικά με τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο τις αγέλες άλλων κρατών μελών, ενόψει της εμπορίας ζώντων δίχηλων ζώων και της διάθεσης ορισμένων προϊόντων τους στην αγορά.

(3)

Το Ηνωμένο Βασίλειο έλαβε μέτρα στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/85/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικών μέτρων για την καταπολέμηση του αφθώδους πυρετού, την κατάργηση της οδηγίας 85/511/ΕΟΚ και των αποφάσεων 89/531/ΕΟΚ και 91/665/ΕΟΚ και με την τροποποίηση της οδηγίας 92/46/ΕΟΚ (3), και θέσπισε πρόσθετα μέτρα στις προσβληθείσες περιοχές.

(4)

Η κατάσταση της νόσου στο Ηνωμένο Βασίλειο καθιστά αναγκαία την ενίσχυση των ληφθέντων από το Ηνωμένο Βασίλειο μέτρων καταπολέμησης του αφθώδους πυρετού.

(5)

Όπως συνέβη με την απόφαση 2007/552/ΕΚ, της 6ης Αυγούστου 2007, για τη λήψη προσωρινών μέτρων προστασίας όσον αφορά τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο (4), κρίνεται πλέον σκόπιμο να θεσπιστεί ως μόνιμο μέτρο ο καθορισμός περιοχών υψηλού και χαμηλού κινδύνου στα προσβληθέντα κράτη μέλη και να απαγορευθεί η αποστολή ευπαθών ζώων από τις περιοχές υψηλού και χαμηλού κινδύνου καθώς και η αποστολή προϊόντων που προέρχονται από ευπαθή ζώα από τις περιοχές υψηλού κινδύνου. Η απόφαση πρέπει να θεσπίζει επίσης τους κανόνες που θα διέπουν την αποστολή, από τις εν λόγω περιοχές, ασφαλών προϊόντων τα οποία είτε είχαν παραχθεί πριν από την επιβολή των περιορισμών από πρώτες ύλες που προέρχονταν από περιοχές εκτός των περιοχών στις οποίες επιβλήθηκαν αυτοί οι περιορισμοί ή είχαν υποστεί επεξεργασία η οποία είχε αποδειχθεί αποτελεσματική για την αδρανοποίηση πιθανού ιού αφθώδους πυρετού.

(6)

Το μέγεθος των καθοριζόμενων περιοχών κινδύνου είναι ευθέως ανάλογο του αποτελέσματος που έχει η ανίχνευση πιθανών επαφών στην προσβληθείσα εκμετάλλευση και λαμβάνει υπόψη τη δυνατότητα διεξαγωγής επαρκών ελέγχων όσον αφορά τις μετακινήσεις ζώων και προϊόντων. Στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο, όλη η επικράτεια της Μεγάλης Βρετανίας πρέπει να εξακολουθεί να θεωρείται επί του παρόντος περιοχή υψηλού κινδύνου.

(7)

Η απαγόρευση αποστολής πρέπει να καλύπτει μόνο τα προϊόντα ζώων ευπαθών ειδών, τα οποία προέρχονται ή λαμβάνονται από ζώα που κατάγονται από τις περιοχές υψηλού κινδύνου του παραρτήματος I, και δεν πρέπει να επηρεάζει τη μέσω αυτών των περιοχών διαμετακόμιση των εν λόγω προϊόντων που προέρχονται ή λαμβάνονται από ζώα που κατάγονται από άλλες περιοχές.

(8)

Η οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου (5) αφορά υγειονομικά προβλήματα που επηρεάζουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές βοοειδών και χοίρων.

(9)

Η οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου (6) αφορά το καθεστώς υγειονομικού ελέγχου που διέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων.

(10)

Η οδηγία 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 1992, που καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο τμήμα Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (7) αφορά, μεταξύ άλλων, το εμπόριο άλλων δίχηλων ζώων και σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων αιγοπροβάτων, καθώς και το εμπόριο εμβρύων χοιροειδών.

(11)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (8) αφορά, μεταξύ άλλων, τους υγειονομικούς όρους παραγωγής και διάθεσης στην αγορά νωπού κρέατος, κιμά, μηχανικώς διαχωρισμένου κρέατος, παρασκευασμάτων κρέατος, κρέατος εκτρεφόμενων θηραμάτων, προϊόντων κρέατος, συμπεριλαμβανομένων επεξεργασμένων στομάχων, ουροδόχων κύστεων και εντέρων, καθώς και γαλακτοκομικών προϊόντων.

(12)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (9) αφορά, μεταξύ άλλων, τη σήμανση καταλληλότητας τροφίμων ζωικής προέλευσης.

(13)

Η οδηγία 2002/99/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου που διέπουν την παραγωγή, μεταποίηση, διανομή και εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση (10) προβλέπει την ειδική επεξεργασία προϊόντων κρέατος, η οποία εξασφαλίζει την αδρανοποίηση του ιού του αφθώδους πυρετού στα προϊόντα ζωικής προέλευσης.

(14)

Η απόφαση 2001/304/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Απριλίου 2001, για τη σήμανση και χρήση ορισμένων ζωικών προϊόντων σε σχέση με την απόφαση 2001/172/ΕΚ σχετικά με ορισμένα μέτρα προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο (11) αφορά την τοποθέτηση ειδικού υγειονομικού σήματος σε ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης τα οποία θα διατίθενται μόνο στην εγχώρια αγορά.

(15)

Η οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου (12) καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου καθώς και τους υγειονομικούς όρους που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ.

(16)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (13) προβλέπει σειρά επεξεργασιών ζωικών υποπροϊόντων ικανών να αδρανοποιήσουν τον ιό του αφθώδους πυρετού.

(17)

Η οδηγία 88/407/ΕΟΚ του Συμβουλίου (14) καθορίζει τις απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου που ισχύουν στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και στις εισαγωγές κατεψυγμένου σπέρματος οικόσιτων βοοειδών.

(18)

Η οδηγία 89/556/ΕΟΚ του Συμβουλίου (15) αφορά τους υγειονομικούς όρους που διέπουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και τις εισαγωγές εμβρύων οικόσιτων βοοειδών από τρίτες χώρες.

(19)

Η οδηγία 90/429/ΕΟΚ του Συμβουλίου (16) θεσπίζει τις απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου που ισχύουν στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και στις εισαγωγές σπέρματος οικόσιτων χοίρων.

(20)

Η οδηγία 90/426/ΕΟΚ του Συμβουλίου (17) αφορά τους υγειονομικούς όρους που διέπουν τη διακίνηση και τις εισαγωγές ιπποειδών από τρίτες χώρες.

(21)

Η απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (18) προβλέπει ένα μηχανισμό για την αποζημίωση των προσβληθεισών εκμεταλλεύσεων λόγω της ζημίας που υφίστανται ως συνέπεια των μέτρων καταπολέμησης της νόσου.

(22)

Εφόσον τα φάρμακα που ορίζονται στην οδηγία 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα κτηνιατρικά φάρμακα (19), στην οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (20), και στην οδηγία 2001/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Απριλίου 2001, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή ορθής κλινικής πρακτικής κατά τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων προοριζομένων για τον άνθρωπο (21) δεν εμπίπτουν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, πρέπει να αποκλείονται από τους σχετικούς με την υγεία των ζώων περιορισμούς που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση.

(23)

Το άρθρο 6 της απόφασης 2007/275/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Απριλίου 2007, σχετικά με τους καταλόγους ζώων και προϊόντων που πρέπει να υποβάλλονται σε ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης σύμφωνα με τις οδηγίες του Συμβουλίου 91/496/ΕΟΚ και 97/78/ΕΚ (22) προβλέπει παρέκκλιση από τους κτηνιατρικούς ελέγχους σε ορισμένα προϊόντα που περιέχουν ζωικά προϊόντα. Κρίνεται σκόπιμο να επιτραπεί η αποστολή αυτών των προϊόντων από τις περιοχές υψηλού κινδύνου σύμφωνα με απλουστευμένο καθεστώς πιστοποίησης.

(24)

Τα κράτη μέλη, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, πρέπει να στηρίξουν τα μέτρα καταπολέμησης της νόσου που εφαρμόζονται στις προσβληθείσες περιοχές εξασφαλίζοντας ότι δεν αποστέλλονται σε αυτές τις περιοχές ζώντα ευπαθή ζώα.

(25)

Η κατάσταση θα επανεξεταστεί κατά τη συνεδρίαση της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων που είναι προγραμματισμένη για τις 23 Αυγούστου 2007 και τα μέτρα θα προσαρμοστούν εφόσον κριθεί αναγκαίο.

(26)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ζώντα ζώα

1.   Με την επιφύλαξη των μέτρων που λαμβάνει το Ηνωμένο Βασίλειο στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/85/ΕΚ –και κυρίως με τη δημιουργία προσωρινής ζώνης ελέγχου, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1, και την απαγόρευση των μετακινήσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας– το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 7 του παρόντος άρθρου.

2.   Δεν μετακινούνται ζώντα βοοειδή, αιγοπρόβατα, χοίροι και άλλα δίχηλα ζώα μεταξύ των περιοχών που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ.

3.   Δεν αποστέλλονται, από τις περιοχές που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ, ούτε μετακινούνται μέσω των περιοχών αυτών ζώντα βοοειδή, αιγοπρόβατα, χοίροι και άλλα δίχηλα ζώα.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, οι αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου μπορούν να επιτρέψουν την απευθείας και άνευ διακοπής διαμετακόμιση δίχηλων ζώων μέσω των περιοχών που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ, μέσω κυρίων οδικών αξόνων και σιδηροδρομικών γραμμών.

5.   Τα υγειονομικά πιστοποιητικά που προβλέπονται στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για ζώντα βοοειδή και χοιροειδή, και στην οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για ζώντα αιγοπρόβατα, και τα οποία συνοδεύουν ζώα που αποστέλλονται σε άλλα κράτη μέλη από τις περιοχές του Ηνωμένου Βασιλείου που δεν αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ φέρουν την εξής ένδειξη:

«Ζώα που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

6.   Τα υγειονομικά πιστοποιητικά που συνοδεύουν δίχηλα ζώα, εκτός εκείνων που καλύπτονται από τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 5, τα οποία αποστέλλονται σε άλλα κράτη μέλη από τις περιοχές του Ηνωμένου Βασιλείου που δεν αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ φέρουν την ακόλουθη ένδειξη:

«Ζώντα δίχηλα ζώα που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

7.   Η μετακίνηση ζώων που συνοδεύονται από το υγειονομικό πιστοποιητικό που αναφέρεται στις παραγράφους 5 και 6 προς άλλα κράτη μέλη επιτρέπεται μόνο εάν η τοπική κτηνιατρική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου έχει ειδοποιήσει, τρεις ημέρες πριν από τη μετακίνηση, την κεντρική και την τοπική κτηνιατρική αρχή του κράτους μέλους προορισμού.

Άρθρο 2

Κρέατα

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «κρέατα» νοούνται το «νωπό κρέας», ο «κιμάς», το «μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας» και τα «παρασκευάσματα κρέατος», όπως ορίζονται στα σημεία 1.10, 1.13, 1.14 και 1.15 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

2.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει κρέατα βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και άλλων δίχηλων ζώων που προέρχονται ή έχουν ληφθεί από ζώα που κατάγονται από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

3.   Τα κρέατα που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή από το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, φέρουν σήμανση σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2002/99/ΕΚ ή σύμφωνα με την απόφαση 2001/304/ΕΚ.

4.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν ισχύει για τα κρέατα που φέρουν το σήμα καταλληλότητας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ του τμήματος Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004/ΕΚ, με τον όρο ότι:

α)

το κρέας έχει ταυτοποιηθεί σαφώς και έχει μεταφερθεί και αποθηκευθεί, από την ημερομηνία παραγωγής, χωριστά από το κρέας το οποίο, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, δεν είναι επιλέξιμο για αποστολή εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·

β)

το κρέας πληροί μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

έχει παραχθεί πριν από τις 15 Ιουλίου 2007, ή

ii)

προέρχεται από ζώα που εκτρέφονταν τουλάχιστον 90 ημέρες πριν από τη σφαγή και εσφάγησαν εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ ή, στην περίπτωση του κρέατος που ελήφθη από άγρια θηράματα ειδών που είναι ευπαθή στον αφθώδη πυρετό, θανατώθηκαν εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ.

5.   Η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 4 ελέγχεται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή υπό την επίβλεψη των κεντρικών κτηνιατρικών αρχών.

6.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν ισχύει για τα νωπά κρέατα που λαμβάνονται από ζώα που έχουν εκτραφεί εκτός των περιοχών που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ και έχουν μεταφερθεί, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 3, απευθείας και υπό επίσημο έλεγχο, σε σφραγισμένα μεταφορικά μέσα, σε σφαγείο ευρισκόμενο εντός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, εκτός της ζώνης προστασίας, προς άμεση σφαγή.

Τα εν λόγω κρέατα διατίθενται στην αγορά των περιοχών που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ μόνο εάν πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)

όλα τα εν λόγω κρέατα πρέπει να επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2002/99/ΕΚ ή σύμφωνα με την απόφαση 2001/304/ΕΚ·

β)

το σφαγείο λειτουργεί υπό αυστηρό κτηνιατρικό έλεγχο·

γ)

τα νωπά κρέατα ταυτοποιούνται σαφώς και μεταφέρονται και αποθηκεύονται χωριστά από τα κρέατα που είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο ελέγχεται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή υπό την επίβλεψη των κεντρικών κτηνιατρικών αρχών.

Οι κεντρικές κτηνιατρικές αρχές διαβιβάζουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των εγκαταστάσεων τις οποίες ενέκριναν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

7.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δεν ισχύει για τα νωπά κρέατα που έχουν ληφθεί από εργαστήρια τεμαχισμού που βρίσκονται στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

μόνο τα νωπά κρέατα που περιγράφονται στην παράγραφο 4 στοιχείο β) υφίστανται επεξεργασία στο εν λόγω εργαστήριο τεμαχισμού, την ίδια ημέρα. Μετά την επεξεργασία των κρεάτων που δεν πληρούν την απαίτηση αυτή πραγματοποιείται καθαρισμός και απολύμανση·

β)

όλα τα κρέατα φέρουν το σήμα καταλληλότητας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ του τμήματος Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004/ΕΚ·

γ)

το εργαστήριο τεμαχισμού λειτουργεί υπό αυστηρό κτηνιατρικό έλεγχο·

δ)

τα νωπά κρέατα ταυτοποιούνται σαφώς και μεταφέρονται και αποθηκεύονται χωριστά από τα κρέατα που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

Η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο ελέγχεται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή υπό την επίβλεψη των κεντρικών κτηνιατρικών αρχών.

Οι κεντρικές κτηνιατρικές αρχές διαβιβάζουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των εγκαταστάσεων τις οποίες ενέκριναν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

8.   Το κρέας που αποστέλλεται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη συνοδεύεται από επίσημο πιστοποιητικό που φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Κρέας που πληροί τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

Άρθρο 3

Προϊόντα κρέατος

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει προϊόντα κρέατος –συμπεριλαμβανομένων επεξεργασμένων στομάχων, ουροδόχων κύστεων και εντέρων– βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και άλλων δίχηλων ζώων (στο εξής, «προϊόντα κρέατος»), τα οποία προέρχονται από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι ή που έχουν παρασκευασθεί με τη χρήση κρέατος από ζώα που κατάγονται από τις εν λόγω περιοχές.

2.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για τα προϊόντα κρέατος που φέρουν το σήμα καταλληλότητας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ του τμήματος Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004/ΕΚ, με τον όρο ότι τα προϊόντα κρέατος:

α)

έχουν ταυτοποιηθεί σαφώς και έχουν μεταφερθεί και αποθηκευθεί, από την ημερομηνία παραγωγής, χωριστά από τα προϊόντα κρέατος τα οποία, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·

β)

πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

έχουν παραχθεί από κρέατα που περιγράφονται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 στοιχείο β), ή

ii)

έχουν υποστεί τουλάχιστον μία από τις σχετικές επεξεργασίες που ορίζονται για τον αφθώδη πυρετό στο μέρος 1 του παραρτήματος ΙΙΙ της οδηγίας 2002/99/ΕΚ.

Η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο ελέγχεται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή υπό την επίβλεψη των κεντρικών κτηνιατρικών αρχών.

Οι κεντρικές κτηνιατρικές αρχές διαβιβάζουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των εγκαταστάσεων τις οποίες ενέκριναν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

3.   Τα προϊόντα κρέατος που αποστέλλονται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη συνοδεύονται από επίσημο πιστοποιητικό που φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Προϊόντα κρέατος –συμπεριλαμβανομένων επεξεργασμένων στομάχων, ουροδόχων κύστεων και εντέρων– που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση προϊόντων κρέατος τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 και έχουν υποστεί επεξεργασία σε μια εγκατάσταση που εφαρμόζει σύστημα HACCP [Hazard Analysis and Critical Control Points (ανάλυση κινδύνου και κρίσιμα σημεία ελέγχου)] και ελέγξιμη στερεότυπη λειτουργική διαδικασία, η οποία διασφαλίζει την τήρηση και καταγραφή των προτύπων επεξεργασίας, αρκεί να δηλώνεται, στο εμπορικό παραστατικό που συνοδεύει την αποστολή, το οποίο είναι επικυρωμένο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, η συμμόρφωση προς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις της επεξεργασίας που προβλέπονται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) περίπτωση ii).

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση προϊόντων κρέατος τα οποία έχουν υποβληθεί σε θερμική επεξεργασία σύμφωνα με την παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) περίπτωση ii) σε ερμητικώς σφραγισμένους περιέκτες, κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι αυτοσυντηρούμενα, αρκεί να συνοδεύονται τα εν λόγω προϊόντα από εμπορικό παραστατικό που δηλώνει τη θερμική επεξεργασία που πραγματοποιήθηκε.

Άρθρο 4

Γάλα

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει γάλα, είτε προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση είτε όχι, από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

2.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για το γάλα που παράγεται από ζώα τα οποία βρίσκονται στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι και το οποίο έχει υποβληθεί σε επεξεργασία σύμφωνα με:

α)

το μέρος Α του παραρτήματος IX της οδηγίας 2003/85/ΕΚ, εάν το γάλα προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση· ή

β)

το μέρος Β του παραρτήματος IX της οδηγίας 2003/85/ΕΚ, εάν το γάλα δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση ή προορίζεται για τη σίτιση ζώων που είναι ευπαθή στον αφθώδη πυρετό.

3.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για το γάλα που παρασκευάζεται σε εγκαταστάσεις οι οποίες βρίσκονται στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

ολόκληρη η ποσότητα γάλακτος που χρησιμοποιείται στην εγκατάσταση πρέπει είτε να πληροί τους όρους της παραγράφου 2 είτε να έχει ληφθεί από ζώα που έχουν εκτραφεί και αρμεχθεί εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα 1·

β)

η εγκατάσταση λειτουργεί υπό αυστηρό κτηνιατρικό έλεγχο·

γ)

το γάλα πρέπει να ταυτοποιείται σαφώς και να μεταφέρεται και αποθηκεύεται χωριστά από το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·

δ)

η μεταφορά του μη επεξεργασμένου γάλακτος από εκμεταλλεύσεις που βρίσκονται εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι προς εγκαταστάσεις που βρίσκονται στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι εκτελείται με οχήματα τα οποία έχουν προηγουμένως υποβληθεί σε καθαρισμό και απολύμανση και δεν ήλθαν στη συνέχεια σε επαφή με εκμεταλλεύσεις στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι οι οποίες εκτρέφουν είδη ζώων που είναι ευπαθή στον αφθώδη πυρετό.

Η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο ελέγχεται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή υπό την επίβλεψη των κεντρικών κτηνιατρικών αρχών.

Οι κεντρικές κτηνιατρικές αρχές διαβιβάζουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των εγκαταστάσεων τις οποίες ενέκριναν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

4.   Το γάλα που αποστέλλεται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη συνοδεύεται από επίσημο πιστοποιητικό που φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Γάλα που πληροί τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4, στην περίπτωση γάλακτος το οποίο πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 και έχει υποστεί επεξεργασία σε εγκατάσταση που εφαρμόζει σύστημα HACCP και ελέγξιμη στερεότυπη λειτουργική διαδικασία που διασφαλίζει την τήρηση και καταγραφή των προτύπων επεξεργασίας, αρκεί να δηλώνεται η συμμόρφωση προς τις εν λόγω απαιτήσεις στο εμπορικό παραστατικό που συνοδεύει την αποστολή, το οποίο είναι επικυρωμένο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.

6.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4, στην περίπτωση γάλακτος το οποίο πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 στοιχεία α) ή β) και το οποίο έχει υποβληθεί σε θερμική επεξεργασία σε ερμητικώς σφραγισμένους περιέκτες κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι αυτοσυντηρούμενο, αρκεί να συνοδεύεται το γάλα από εμπορικό παραστατικό που δηλώνει τη θερμική επεξεργασία που εφαρμόσθηκε.

Άρθρο 5

Γαλακτοκομικά προϊόντα

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει γαλακτοκομικά προϊόντα, είτε προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση είτε όχι, από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

2.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για γαλακτοκομικά προϊόντα:

α)

που παρήχθησαν πριν από τις 15 Ιουλίου 2007· ή

β)

που παρασκευάστηκαν από γάλα το οποίο πληροί τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφοι 2 ή 3· ή

γ)

που προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτη χώρα, στην οποία οι όροι εισαγωγής επιτρέπουν να υπόκεινται τα εν λόγω προϊόντα σε διαφορετική επεξεργασία από εκείνη που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, η οποία εξασφαλίζει την αδρανοποίηση του ιού του αφθώδους πυρετού.

3.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του κεφαλαίου ΙΙ του τμήματος ΙΧ του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, η απαγόρευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για τα ακόλουθα γαλακτοκομικά προϊόντα που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση:

α)

γαλακτοκομικά προϊόντα που παρήχθησαν από γάλα με pH μικρότερο από 7.0 και έχουν υποστεί θερμική επεξεργασία σε θερμοκρασία τουλάχιστον 72 °C για 15 δευτερόλεπτα τουλάχιστον, εφόσον η επεξεργασία αυτή δεν ήταν αναγκαία για τελικά προϊόντα, των οποίων τα συστατικά πληρούν τους αντίστοιχους υγειονομικούς όρους που καθορίζονται στα άρθρα 2, 3 και 4 της παρούσας απόφασης·

β)

γαλακτοκομικά προϊόντα που παρήχθησαν από μη επεξεργασμένο γάλα βοοειδών ή αιγοπροβάτων που έχουν εκτραφεί για διάστημα τουλάχιστον 30 ημερών σε εγκατάσταση ευρισκόμενη εντός περιοχής που αναφέρεται στο παράρτημα Ι, στο κέντρο ενός κύκλου ακτίνας τουλάχιστον 10 km, όπου δεν εκδηλώθηκε εστία αφθώδους πυρετού κατά τη διάρκεια 30 ημερών πριν από την ημερομηνία παραγωγής του μη επεξεργασμένου γάλακτος, και που υποβλήθηκαν σε διαδικασία ωρίμασης για 90 ημέρες τουλάχιστον, κατά την οποία το pH μειώθηκε κάτω από 6,0 σε όλη την ουσία, και η κρούστα τους έχει υποβληθεί σε επεξεργασία με 0,2 % κιτρικού οξέος, αμέσως πριν από την πρώτη ή τη δεύτερη συσκευασία.

4.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για τα γαλακτοκομικά προϊόντα τα οποία παρασκευάστηκαν σε εγκαταστάσεις που βρίσκονται στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

ολόκληρη η ποσότητα γάλακτος που χρησιμοποιείται στην εγκατάσταση είτε πληροί τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 2 είτε προέρχεται από ζώα που βρίσκονται εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·

β)

όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τα τελικά προϊόντα είτε πληρούν τους όρους της παραγράφου 2 στοιχεία α) και β) ή της παραγράφου 3 είτε παρασκευάζονται από γάλα ζώων που βρίσκονται εκτός των περιοχών που αναφέρεται στο παράρτημα Ι·

γ)

η εγκατάσταση λειτουργεί υπό αυστηρό κτηνιατρικό έλεγχο·

δ)

τα γαλακτοκομικά προϊόντα ταυτοποιούνται σαφώς και μεταφέρονται και αποθηκεύονται χωριστά από το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα τα οποία δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·

Η συμμόρφωση με τους όρους που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο ελέγχεται από την αρμόδια κτηνιατρική αρχή υπό την επίβλεψη των κεντρικών κτηνιατρικών αρχών.

Οι κεντρικές κτηνιατρικές αρχές διαβιβάζουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των εγκαταστάσεων τις οποίες ενέκριναν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

5.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για γαλακτοκομικά προϊόντα που παρασκευάστηκαν σε εγκατάσταση που βρίσκεται εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, με τη χρησιμοποίηση γάλακτος που παρήχθη πριν από τις 15 Ιουλίου 2007, υπό τον όρο ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα ταυτοποιούνται σαφώς και μεταφέρονται και αποθηκεύονται χωριστά από τα γαλακτοκομικά προϊόντα που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός των εν λόγω περιοχών.

6.   Τα γαλακτοκομικά προϊόντα που αποστέλλονται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη συνοδεύονται από επίσημο πιστοποιητικό που φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Γαλακτοκομικά προϊόντα που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο.»

7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, στην περίπτωση γαλακτοκομικών προϊόντων που πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 στοιχεία α) και β), της παραγράφου 3 και της παραγράφου 4 και έχουν υποστεί επεξεργασία σε εγκατάσταση που εφαρμόζει σύστημα HACCP και ελέγξιμη στερεότυπη λειτουργική διαδικασία που διασφαλίζει την τήρηση και καταγραφή των προτύπων επεξεργασίας, αρκεί να δηλώνεται η συμμόρφωση των προϊόντων αυτών προς τις εν λόγω απαιτήσεις στο εμπορικό παραστατικό που συνοδεύει την αποστολή, το οποίο είναι επικυρωμένο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.

8.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, στην περίπτωση γαλακτοκομικών προϊόντων τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 στοιχεία α) και β), της παραγράφου 3 και της παραγράφου 4 και έχουν υποβληθεί σε θερμική επεξεργασία σε ερμητικώς σφραγισμένους περιέκτες κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι είναι αυτοσυντηρούμενα, αρκεί να συνοδεύονται τα εν λόγω προϊόντα από εμπορικό παραστατικό που δηλώνει τη θερμική επεξεργασία που εφαρμόσθηκε.

Άρθρο 6

Σπέρμα, ωάρια και έμβρυα

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει σπέρμα, ωάρια και έμβρυα βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και άλλων δίχηλων ζώων (στο εξής, «σπέρμα, ωάρια και έμβρυα») από τις περιοχές που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ.

2.   Οι απαγορεύσεις της παραγράφου 1 δεν ισχύουν για:

α)

σπέρμα, ωάρια και έμβρυα που παρήχθησαν πριν από τις 15 Ιουλίου 2007·

β)

το κατεψυγμένο σπέρμα βοοειδών και χοίρων και τα έμβρυα βοοειδών που έχουν εισαχθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στις οδηγίες 88/407/ΕΟΚ, 90/429/ΕΟΚ και 89/556/ΕΟΚ αντίστοιχα, και τα οποία μετά την εισαγωγή τους στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν αποθηκευτεί και μεταφερθεί χωριστά από το σπέρμα και τα έμβρυα που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Πριν από την αποστολή του σπέρματος, οι κεντρικές κτηνιατρικές αρχές διαβιβάζουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή κατάλογο των εγκεκριμένων κέντρων και ομάδων για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

3.   Το υγειονομικό πιστοποιητικό που προβλέπεται στην οδηγία 88/407/ΕΟΚ και το οποίο συνοδεύει το κατεψυγμένο σπέρμα βοοειδών που αποστέλλεται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Κατεψυγμένο σπέρμα βοοειδών που πληροί τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

4.   Το υγειονομικό πιστοποιητικό που προβλέπεται στην οδηγία 90/429/ΕΟΚ και το οποίο συνοδεύει το κατεψυγμένο σπέρμα χοίρων που αποστέλλεται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Κατεψυγμένο σπέρμα χοίρων που πληροί τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

5.   Το υγειονομικό πιστοποιητικό που προβλέπεται στην οδηγία 89/556/ΕΟΚ και το οποίο συνοδεύει τα έμβρυα βοοειδών που αποστέλλονται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλα κράτη μέλη φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Έμβρυα βοοειδών που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

Άρθρο 7

Δέρματα και προβιές

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει δέρματα και προβιές βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και άλλων δίχηλων ζώων (στο εξής, «δέρματα και προβιές») από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

2.   Η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν ισχύει για δέρματα και προβιές τα οποία:

α)

παρήχθησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν από τις 15 Ιουλίου 2007· ή

β)

πληρούν τις απαιτήσεις του σημείου 2 στοιχεία γ) ή δ) του μέρους Α του κεφαλαίου VI του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002· ή

γ)

παρήχθησαν εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα I σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 και, από την είσοδό τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, αποθηκεύθηκαν και μεταφέρθηκαν χωριστά από δέρματα και προβιές που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Πρέπει να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των κατεργασμένων και των ακατέργαστων δερμάτων και προβιών.

3.   Το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει ότι τα δέρματα και οι προβιές που αποστέλλονται σε άλλα κράτη μέλη συνοδεύονται από επίσημο πιστοποιητικό το οποίο φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Δέρματα και προβιές που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση δερμάτων και προβιών που πληρούν τις απαιτήσεις του σημείου 1 στοιχεία β) έως ε) του μέρους Α του κεφαλαίου VI του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, αρκεί να συνοδεύονται από εμπορικό παραστατικό στο οποίο να δηλώνεται η τήρηση των εν λόγω απαιτήσεων.

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση δερμάτων και προβιών που πληρούν τις απαιτήσεις του σημείου 2 στοιχεία γ) ή δ) του μέρους Α του κεφαλαίου VI του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, αρκεί να δηλώνεται η τήρηση των εν λόγω όρων απαιτήσεων στο εμπορικό παραστατικό που συνοδεύει την αποστολή, το οποίο είναι επικυρωμένο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.

Άρθρο 8

Άλλα ζωικά προϊόντα

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει ζωικά προϊόντα βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και άλλων δίχηλων ζώων που δεν αναφέρονται στα άρθρα 2 έως 7, και τα οποία παρήχθησαν μετά τις 15 Ιουλίου 2007 και προέρχονται από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, ή λαμβάνονται από ζώα που κατάγονται από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποστέλλει κόπρο βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και άλλων δίχηλων ζώων από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

2.   Η απαγόρευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για:

α)

τα ζωικά προϊόντα που:

i)

έχουν υποβληθεί σε θερμική επεξεργασία

εντός ερμητικώς σφραγισμένου περιέκτη, με τιμή Fo 3,00 ή ανώτερη· ή

κατά την οποία η εσωτερική θερμοκρασία του προϊόντος ανέρχεται στους 70 °C τουλάχιστον· ή

ii)

παρήχθησαν εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα I σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 και, από την είσοδό τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, αποθηκεύθηκαν και μεταφέρθηκαν χωριστά από δέρματα και προβιές που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή σύμφωνα με την παράγραφο 1·

β)

αίμα και προϊόντα αίματος, όπως ορίζονται στα σημεία 4 και 5 του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, που έχουν υποβληθεί σε μία τουλάχιστον από τις επεξεργασίες που προβλέπονται στο σημείο 3 ε) ii) του μέρους Α του κεφαλαίου IV του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 και την οποία ακολουθεί έλεγχος αποτελεσματικότητας, ή έχουν εισαχθεί σύμφωνα με το μέρος Α του κεφαλαίου IV του παραρτήματος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002·

γ)

λαρδί και τετηγμένα λίπη τα οποία έχουν υποβληθεί στη θερμική επεξεργασία που προβλέπεται στο σημείο 2 δ) iv) του μέρους Β του κεφαλαίου IV του παραρτήματος VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002·

δ)

έντερα ζώων που πληρούν τις απαιτήσεις του μέρους Α του κεφαλαίου 2 του παραρτήματος Ι της οδηγίας 92/118/ΕΟΚ και τα οποία έχουν καθαριστεί, ξυστεί και, στη συνέχεια, είτε αλατιστεί είτε λευκανθεί είτε ξηρανθεί και, ακολούθως, ελήφθησαν αποτελεσματικά μέτρα για την αποφυγή της επιμόλυνσης των εντέρων·

ε)

μαλλί προβάτων, τρίχες μηρυκαστικών και χοίρων που έχουν υποστεί εργοστασιακή πλύση ή έχουν παραχθεί από δέψη και μαλλί προβάτων, τρίχες μηρυκαστικών και χοίρων που δεν έχουν υποστεί καμία επεξεργασία, βρίσκονται σε ξηρή κατάσταση και σε ασφαλή, κλειστή συσκευασία·

στ)

τροφές ζώων συντροφιάς οι οποίες πληρούν τις απαιτήσεις των σημείων 2, 3 και 4 του μέρους Β του κεφαλαίου ΙΙ του παραρτήματος VΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002·

ζ)

σύνθετα προϊόντα που δεν υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία, τα οποία περιέχουν προϊόντα ζωικής προέλευσης, εφόσον η επεξεργασία αυτή δεν ήταν αναγκαία για τελικά προϊόντα των οποίων τα συστατικά πληρούν τους αντίστοιχους υγειονομικούς όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση·

η)

κυνηγετικά τρόπαια σύμφωνα με τα σημεία 1, 3 ή 4 του μέρους Α του κεφαλαίου VII του παραρτήματος VΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002·

θ)

συσκευασμένα ζωικά προϊόντα που προορίζονται για χρήση ως εργαστηριακά αντιδραστήρια στη διάγνωση in-vitro·

ι)

φάρμακα όπως ορίζονται στην οδηγία 2001/83/ΕΚ, κτηνιατρικά φάρμακα όπως ορίζονται στην οδηγία 2001/82/ΕΚ και δοκιμαζόμενα φάρμακα όπως ορίζονται στην οδηγία 2001/20/ΕΚ.

3.   Το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει ότι τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2 ζωικά προϊόντα που αποστέλλονται σε άλλα κράτη μέλη συνοδεύονται από επίσημο πιστοποιητικό το οποίο φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Ζωικά προϊόντα που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία β), γ) και δ), αρκεί να επικυρώνεται, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, η τήρηση των όρων επεξεργασίας, που αναφέρονται στο εμπορικό παραστατικό, το οποίο απαιτείται σύμφωνα με την σχετική κοινοτική νομοθεσία.

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ε), αρκεί να συνοδεύονται τα προϊόντα από εμπορικό παραστατικό που να δηλώνει είτε την εργοστασιακή πλύση ή την προέλευση από δέψη, είτε την τήρηση των όρων που προβλέπονται στα σημεία 1 και 4 του μέρους Α του κεφαλαίου VIII του παραρτήματος VΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002.

6.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία στ) και ζ), τα οποία έχουν παραχθεί σε εγκατάσταση που εφαρμόζει σύστημα HACCP και ελέγξιμη στερεότυπη λειτουργική διαδικασία που διασφαλίζει ότι τα προεπεξεργασμένα συστατικά πληρούν τους αντίστοιχους υγειονομικούς όρους που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση, αρκεί να δηλώνεται τούτο στο εμπορικό παραστατικό που συνοδεύει την αποστολή, το οποίο είναι επικυρωμένο σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1.

7.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία θ) και ι), αρκεί να συνοδεύονται τα προϊόντα από εμπορικό παραστατικό στο οποίο να δηλώνεται ότι τα προϊόντα προορίζονται για χρήση στη διάγνωση in-vitro ή ως εργαστηριακά αντιδραστήρια ή φάρμακα, με τον όρο ότι τα προϊόντα φέρουν τη σαφή επισήμανση «μόνο για χρήση στη διάγνωση in-vitro» ή «μόνο για εργαστηριακή χρήση» ή «φάρμακα».

8.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, στην περίπτωση των σύνθετων προϊόντων που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 της απόφασης 2007/275/ΕΚ της Επιτροπής, αρκεί να συνοδεύονται από εμπορικό παραστατικό που φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Τα παρόντα σύνθετα προϊόντα είναι αυτοσυντηρούμενα σε θερμοκρασία περιβάλλοντος ή, κατά την παρασκευή τους, έχουν σαφώς μαγειρευτεί πλήρως ή έχουν υποβληθεί ολικώς σε θερμική επεξεργασία, ώστε οποιοδήποτε ωμό προϊόν να έχει μετουσιωθεί».

Άρθρο 9

Πιστοποίηση

1.   Σε περίπτωση παραπομπής στην παρούσα παράγραφο, οι αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου εξασφαλίζουν ότι το εμπορικό παραστατικό που απαιτείται από την κοινοτική νομοθεσία για το ενδοκοινοτικό εμπόριο επικυρώνεται με την επισύναψη αντιγράφου επίσημου πιστοποιητικού, στο οποίο αναφέρεται ότι:

α)

τα οικεία προϊόντα έχουν παραχθεί:

i)

με παραγωγική διαδικασία που ελέγχθηκε και διαπιστώθηκε ότι πληροί τις ενδεδειγμένες απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας για την υγεία των ζώων και είναι κατάλληλη για την καταστροφή του ιού του αφθώδους πυρετού· ή

ii)

από προεπεξεργασμένα υλικά που διέθεταν σχετική πιστοποίηση· και

β)

έχουν προβλεφθεί διατάξεις για την αποφυγή της πιθανής επιμόλυνσης με τον ιό του αφθώδους πυρετού μετά την επεξεργασία.

Αυτή η πιστοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας πρέπει να περιέχει παραπομπή στην παρούσα απόφαση, να ισχύει για 30 ημέρες, να αναφέρει την ημερομηνία λήξης και να μπορεί να ανανεωθεί μετά την επιθεώρηση της εγκατάστασης.

2.   Στην περίπτωση προϊόντων που προορίζονται για λιανική πώληση στον τελικό καταναλωτή, οι αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου μπορούν να επιτρέπουν μεικτά φορτία ζωικών προϊόντων, εκτός των νωπών κρεάτων, των κιμάδων, των μηχανικώς διαχωρισμένων κρεάτων και των παρασκευασμάτων κρέατος, καθένα από τα οποία είναι επιλέξιμο για αποστολή σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, τα οποία πρέπει να συνοδεύονται από εμπορικό έγγραφο, που είναι επικυρωμένο με επισύναψη αντιγράφου επίσημου κτηνιατρικού πιστοποιητικού που βεβαιώνει ότι:

α)

οι εγκαταστάσεις αποστολής διαθέτουν σύστημα που εξασφαλίζει ότι τα προϊόντα μπορούν να αποσταλούν μόνο εφόσον είναι δυνατή η βάσει εγγράφων ιχνηλασιμότητά τους, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση· και

β)

το σύστημα που αναφέρεται στο στοιχείο α) έχει ελεγχθεί και κριθεί ικανοποιητικό.

Η πιστοποίηση επαλήθευσης του συστήματος ιχνηλασιμότητας πρέπει να περιλαμβάνει παραπομπή στην παρούσα απόφαση, να ισχύει για 30 ημέρες, να αναφέρει την ημερομηνία λήξης και να είναι ανανεώσιμη μόνο ύστερα από έλεγχο της εγκατάστασης με ικανοποιητικά αποτελέσματα.

Οι αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου κοινοποιούν στα λοιπά κράτη μέλη και στην Επιτροπή τον κατάλογο των εγκαταστάσεων τις οποίες έχουν εγκρίνει για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 10

Καθαρισμός και απολύμανση

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει ότι τα οχήματα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί για τη μεταφορά ζώντων ζώων στις περιοχές που αναφέρονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ καθαρίζονται και απολυμαίνονται ύστερα από κάθε μεταφορά, και ότι ο εν λόγω καθαρισμός και απολύμανση καταγράφονται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο δ) της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ.

2.   Το Ηνωμένο Βασίλειο μεριμνά ώστε οι μεταφορείς των λιμένων εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου να εξασφαλίζουν την απολύμανση των ελαστικών των οδικών οχημάτων που αναχωρούν από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Άρθρο 11

Ορισμένα εξαιρούμενα προϊόντα

Οι απαγορεύσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3, 4, 5 και 8 δεν ισχύουν για την αποστολή, από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, των ζωικών προϊόντων που αναφέρονται στα εν λόγω άρθρα, εάν τα εν λόγω προϊόντα:

α)

δεν παρήχθησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο και παρέμειναν στην αρχική συσκευασία τους, στην οποία αναφέρεται η χώρα καταγωγής των προϊόντων· ή

β)

παρήχθησαν σε εγκεκριμένη εγκατάσταση, η οποία βρίσκεται στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, από προεπεξεργασμένα προϊόντα καταγωγής εκτός των περιοχών αυτών, τα οποία:

i)

μετά την εισαγωγή τους στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου, έχουν μεταφερθεί, αποθηκευθεί και υποβληθεί σε επεξεργασία χωριστά από τα προϊόντα που δεν είναι επιλέξιμα για αποστολή εκτός των περιοχών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι·

ii)

συνοδεύονται από εμπορικό παραστατικό ή επίσημο πιστοποιητικό, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση.

Άρθρο 12

Ιπποειδή

1.   Το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει ότι τα ιπποειδή που αποστέλλονται από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι σε άλλα τμήματα της επικράτειάς του ή σε άλλο κράτος μέλος συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό που συμμορφώνεται με το υπόδειγμα του παραρτήματος Γ της οδηγίας 90/426/ΕΟΚ.

2.   Το υγειονομικό πιστοποιητικό που συνοδεύει τα ιπποειδή που αποστέλλονται από το Ηνωμένο Βασίλειο σε άλλο κράτος μέλος, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1, φέρει την ακόλουθη ένδειξη:

«Ιπποειδή που πληρούν τις διατάξεις της απόφασης 2007/554/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Αυγούστου 2007, σχετικά με τη λήψη ορισμένων μέτρων προστασίας από τον αφθώδη πυρετό στο Ηνωμένο Βασίλειο».

Άρθρο 13

Μέτρα που πρέπει να ληφθούν από τα κράτη μέλη, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου

1.   Τα κράτη μέλη, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, μεριμνούν ώστε να μην αποστέλλονται ζώντα ζώα ευπαθή στη νόσο στις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

2.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 της απόφασης 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί από τα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, λαμβάνουν τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα όσον αφορά τα ευπαθή ζώα που αποστάλθηκαν από το Ηνωμένο Βασίλειο μεταξύ της 15ης Ιουλίου και της 6ης Αυγούστου 2007, όπως απομόνωση και κλινική επιθεώρηση και, όπου κρίνεται αναγκαίο, σε συνδυασμό με εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση ή τον αποκλεισμό της μόλυνσης από τον ιό του αφθώδους πυρετού και, όπου κρίνεται αναγκαίο, μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 της οδηγίας 2003/85/ΕΚ.

Άρθρο 14

Συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών

Τα κράτη μέλη συνεργάζονται για τον έλεγχο των προσωπικών αποσκευών των επιβατών που ταξιδεύουν από τις περιοχές που αναφέρονται στο παράρτημα I, καθώς και στο πλαίσιο ενημερωτικών εκστρατειών που πραγματοποιούνται για να προληφθεί η εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης στην επικράτεια των κρατών μελών, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου.

Άρθρο 15

Εφαρμογή

Τα κράτη μέλη τροποποιούν τα μέτρα που διέπουν τις εμπορικές συναλλαγές έτσι ώστε να συμμορφώνονται τα μέτρα αυτά με την παρούσα απόφαση. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Άρθρο 16

Η απόφαση 2007/552/ΕΚ της Επιτροπής καταργείται.

Άρθρο 17

Η παρούσα απόφαση ισχύει έως τις 25 Αυγούστου 2007.

Άρθρο 18

Αποδέκτες

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 9 Αυγούστου 2007.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 33· διορθωτικό στην ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2002/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 315 της 19.11.2002, σ. 14).

(3)  ΕΕ L 306 της 22.11.2003, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 352).

(4)  ΕΕ L 206 της 7.8.2007, σ. 10.

(5)  ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 1977/64. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ.

(6)  ΕΕ L 46 της 19.2.1991, σ. 19. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ.

(7)  ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 54. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/265/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 114 της 1.5.2007, σ. 17).

(8)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55· διορθωτικό στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206· διορθωτικό στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 83. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου.

(10)  ΕΕ L 18 της 23.1.2003, σ. 11.

(11)  ΕΕ L 104 της 13.4.2001, σ. 6. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2002/49/ΕΚ (ΕΕ L 21 της 24.1.2002, σ. 30).

(12)  ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 445/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 72 της 11.3.2004, σ. 60).

(13)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 829/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 191 της 21.7.2007, σ. 1).

(14)  ΕΕ L 194 της 22.7.1988, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/16/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 11 της 17.1.2006, σ. 21).

(15)  ΕΕ L 302 της 19.10.1989, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/60/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 31 της 3.2.2006, σ. 24).

(16)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 62. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(17)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 42. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ.

(18)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 19.

(19)  ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2004/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 58).

(20)  ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1901/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 378 της 27.12.2006, σ. 1).

(21)  ΕΕ L 121 της 1.5.2001, σ. 34. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1901/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(22)  ΕΕ L 116 της 4.5.2007, σ. 9.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Οι ακόλουθες περιοχές στο Ηνωμένο Βασίλειο:

Μεγάλη Βρετανία


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Οι ακόλουθες περιοχές στο Ηνωμένο Βασίλειο:

Μεγάλη Βρετανία