ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

50ό έτος
25 Ιουλίου 2007


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 872/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 873/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για την τροποποίηση και τη διόρθωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 που προβλέπει τους κανόνες εφαρμογής του γεωργονομισματικού καθεστώτος του ευρώ στο γεωργικό τομέα

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 874/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, περί καθορισμού του τελικού ποσού της ενίσχυσης για τις αποξηραμένες χορτονομές κατά την περίοδο εμπορίας 2006/2007

5

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 875/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στον τομέα της αλιείας και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004

6

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 876/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2245/2002 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου κατόπιν της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων ( 1 )

13

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 877/2007 της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2246/2002 περί των πληρωτέων προς το Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) τελών κατόπιν της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων

16

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

 

*

Απόφαση αριθ. 878/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2007, που τροποποιεί και παρατείνει την απόφαση αριθ. 804/2004/ΕΚ για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης για την προώθηση δράσεων στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας (πρόγραμμα Hercule II)

18

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2007/522/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 2007, για την τροποποίηση της απόφασης 2006/802/ΕΚ όσον αφορά το χοιρινό κρέας που προέρχεται από χοίρους οι οποίοι εμβολιάστηκαν με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο στη Ρουμανία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 3418]  ( 1 )

23

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 872/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουλίου 2007

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός ισμός αρχίζει να ισχύει στις 25 Ιουλίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 756/2007 (ΕΕ L 172 της 30.6.2007, σ. 41).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 24ης Ιουλίου 2007, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

TR

90,5

ZZ

90,5

0707 00 05

TR

116,0

ZZ

116,0

0709 90 70

TR

88,2

ZZ

88,2

0805 50 10

AR

49,4

UY

56,2

ZA

66,5

ZZ

57,4

0806 10 10

BR

161,0

EG

150,8

MA

189,3

TR

180,5

ZZ

170,4

0808 10 80

AR

90,7

BR

95,8

CA

101,7

CL

91,9

CN

76,5

NZ

99,5

US

105,0

UY

36,3

ZA

100,0

ZZ

86,6

0808 20 50

AR

88,2

CL

80,8

NZ

119,1

TR

140,9

ZA

112,4

ZZ

108,3

0809 10 00

TR

169,5

ZZ

169,5

0809 20 95

CA

324,1

TR

282,6

US

286,5

ZZ

297,7

0809 30 10, 0809 30 90

TR

157,0

ZZ

157,0

0809 40 05

IL

73,6

ZZ

73,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 873/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουλίου 2007

για την τροποποίηση και τη διόρθωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 που προβλέπει τους κανόνες εφαρμογής του γεωργονομισματικού καθεστώτος του ευρώ στο γεωργικό τομέα

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2799/98 του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1998, για τη θέσπιση του γεωργονομισματικού καθεστώτος του ευρώ (1), και ιδίως το άρθρο 9,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο άρθρο 5 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 της Επιτροπής (2) υπάρχει ένα λάθος όσον αφορά τον προσδιορισμό της γενεσιουργού αιτίας για την ενίσχυση που χορηγείται για τη διάθεση ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2707/2000 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης για τη διάθεση γάλακτος και ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων στους μαθητές των σχολικών ιδρυμάτων (3). Θα πρέπει συνεπώς να διορθωθεί αυτό το λάθος, ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε παραπλανητική ερμηνεία.

(2)

Το κείμενο του άρθρου 11 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 φαίνεται να είναι περιττό λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 6. Για λόγους σαφήνειας του κειμένου συνεπώς θα πρέπει να διαγραφεί από τη διάταξη αυτή η φράση «για την οποία η γενεσιουργός αιτία είναι η 1η Οκτωβρίου».

(3)

Η διαδικασία κωδικοποίησης του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2825/93 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 1993, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου όσον αφορά τον καθορισμό και τη χορήγηση προσαρμοσμένων επιστροφών για τα σιτηρά που εξάγονται υπό τη μορφή οινοπνευματωδών ποτών (4) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 562/2000 της Επιτροπής, της 15ης Μαρτίου 2000, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα καθεστώτα αγοράς στη δημόσια παρέμβαση στον τομέα του βοείου κρέατος (5), ολοκληρώθηκε πριν από την έκδοση και τη δημοσίευση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006. Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 2825/93 και (ΕΚ) αριθ. 562/2000 καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν στις 30 Νοεμβρίου 2006 από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1670/2006 της Επιτροπής (κωδικοποιημένη έκδοση) (6) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1669/2006 της Επιτροπής (κωδικοποιημένη έκδοση) (7) αντιστοίχως. Οι παραπομπές στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2825/93 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 562/2000 είναι απαρχαιωμένες και θα πρέπει συνεπώς να γίνουν οι σχετικές διορθώσεις στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006.

(4)

Η τροποποίηση και οι διορθώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ισχύουν από την ίδια ημερομηνία που ισχύει και ο τροποποιημένος κανονισμός.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 θα πρέπει να τροποποιηθεί και να διορθωθεί αναλόγως.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνώμη των σχετικών επιτροπών διαχείρισης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Για την ενίσχυση που χορηγείται για τη διάθεση ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων σε μαθητές σχολείων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2707/2000, γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι η πρώτη ημέρα της περιόδου που αφορά η αίτηση πληρωμής η οποία προβλέπεται στο άρθρο 11 αυτού του κανονισμού.»

2)

Στο άρθρο 11, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

Για την ελάχιστη τιμή των ζαχαρότευτλων που προβλέπεται στο άρθρο 6, η μέση τιμή του τελευταίου μήνα που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) πριν από τη γενεσιουργό αιτία.»

3)

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 18

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1670/2006

Το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1670/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

“2.   Το ύψος της επιστροφής είναι αυτό που ισχύει την ημέρα που τίθενται υπό έλεγχο τα σιτηρά. Ωστόσο, για τις ποσότητες που έχουν αποσταχθεί κατά τη διάρκεια κάθε μιας από τις φορολογικές περιόδους απόσταξης που έπεται εκείνης κατά την οποία έλαβε χώρα η θέση υπό έλεγχο, το ύψος της επιστροφής είναι αυτό που ισχύει την πρώτη μέρα κάθε φορολογικής περιόδου απόσταξης.

Η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας που ισχύει για την επιστροφή είναι αυτή που προβλέπεται στο άρθρο 1 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 της Επιτροπής (8).

4)

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 21

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1669/2006

Το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1669/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

“Άρθρο 16

Συναλλαγματική ισοτιμία

Η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας που ισχύει για το ποσό και τις τιμές που προβλέπονται στο άρθρο 11 καθώς και για την εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 είναι αυτές που προβλέπονται αντιστοίχως στο άρθρο 8 στοιχείο α) και στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 της Επιτροπής (9).

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 349 της 24.12.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52.

(3)  ΕΕ L 311 της 12.12.2000, σ. 37. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 704/2007 (ΕΕ L 161 της 22.6.2007, σ. 31).

(4)  ΕΕ L 258 της 16.10.1993, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006.

(5)  ΕΕ L 68 της 16.3.2000, σ. 22. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006.

(6)  ΕΕ L 312 της 11.11.2006, σ. 33.

(7)  ΕΕ L 312 της 11.11.2006, σ. 6.

(8)  ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52.”»

(9)  ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52.”»


25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 874/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουλίου 2007

περί καθορισμού του τελικού ποσού της ενίσχυσης για τις αποξηραμένες χορτονομές κατά την περίοδο εμπορίας 2006/2007

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1786/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων χορτονομών (1), και ιδίως το άρθρο 20,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο άρθρο 4 παράγραφος 2, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1786/2003 καθορίζει το ποσό της ενίσχυσης προς καταβολή στις επιχειρήσεις μεταποίησης για τις αποξηραμένες χορτονομές, εντός του ορίου της μέγιστης εγγυημένης ποσότητας που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 382/2005 της Επιτροπής, της 7ης Μαρτίου 2005, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1786/2003 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων χορτονομών (2), τα κράτη μέλη έχουν ανακοινώσει στην Επιτροπή τις ποσότητες αποξηραμένων χορτονομών για τις οποίες έχουν υποβληθεί αιτήσεις ενίσχυσης όσον αφορά την περίοδο εμπορίας 2006/2007. Όπως προκύπτει από τις ανακοινώσεις αυτές, δεν υπάρχει υπέρβαση της μέγιστης εγγυημένης ποσότητας για τις αποξηραμένες χορτονομές.

(3)

Συνεπώς, το ποσό της ενίσχυσης για τις αποξηραμένες χορτονομές ανέρχεται σε 33 ευρώ ανά τόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1786/2003.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την περίοδο εμπορίας 2006/2007, το τελικό ποσό ενίσχυσης στις αποξηραμένες χορτονομές καθορίζεται σε 33 ευρώ ανά τόνο.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 114. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 456/2006 (ΕΕ L 82 της 21.3.2006, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 61 της 8.3.2005, σ. 4. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 116/2007 (ΕΕ L 35 της 8.2.2007, σ. 7).


25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/6


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 875/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουλίου 2007

για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στον τομέα της αλιείας και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων (1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 1,

Αφού δημοσίευσε σχέδιο του παρόντος κανονισμού (2),

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις κρατικές ενισχύσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 994/98 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να καθορίζει με κανονισμό ανώτατο όριο κάτω από το οποίο οι ενισχύσεις θεωρούνται ότι δεν πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης και συνεπώς δεν υπόκεινται στη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(2)

Βάσει του εν λόγω κανονισμού, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (3), με τον οποίο ορίζεται ανώτατο όριο 100 000 ευρώ ανά δικαιούχο για τριετή περίοδο. Αρχικά ο εν λόγω κανονισμός δεν ίσχυε για τους τομείς της γεωργίας, της αλιείας και υδατοκαλλιέργειας και των μεταφορών, λόγω των ειδικών κανόνων που ισχύουν για τους τομείς αυτούς.

(3)

Όσον αφορά τους τομείς της γεωργίας και της αλιείας, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στους τομείς της γεωργίας και της αλιείας (4) θεσπίστηκε ειδικό ανώτατο όριο 3 000 ευρώ ανά δικαιούχο για τριετή περίοδο για τους εν λόγω τομείς, καθώς βάσει της εμπειρίας που απέκτησε η Επιτροπή, ήταν δυνατό να υποστηριχτεί ότι η χορήγηση πολύ χαμηλών ποσών ενίσχυσης στους τομείς αυτούς δεν ικανοποιεί τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, εφόσον πληρούνται ορισμένοι όροι. Πρόκειται για την περίπτωση κατά την οποία, αφενός το ποσό που λαμβάνουν οι μεμονωμένοι παραγωγοί παραμένει μικρό, και αφετέρου το συνολικό επίπεδο της χορηγούμενης ενίσχυσης στους εν λόγω τομείς δεν υπερβαίνει ένα μικρό ποσοστό της αξίας της παραγωγής.

(4)

Λόγω της μεταβολής των οικονομικών συνθηκών και υπό το πρίσμα των εμπειριών που αποκτήθηκαν από την εφαρμογή των υφιστάμενων γενικών κανόνων για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, κρίνεται απαραίτητη η αλλαγή των κανόνων αυτών. Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (5). Ο εν λόγω κανονισμός αντικατέστησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001, αύξησε το γενικό ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας από 100 000 σε 200 000 ευρώ, επεξέτεινε την εφαρμογή του κανονισμού και στον τομέα που αφορά την μεταποίηση και εμπορία γεωργικών προϊόντων και εισήγαγε νέο ανώτατο όριο ενισχύσεων ήσσονος σημασίας ύψους 100 000 ευρώ για κρατικές ενισχύσεις στον κλάδο των οδικών μεταφορών.

(5)

Πρόσφατες εμπειρίες από την εφαρμογή των κανόνων των κρατικών ενισχύσεων στον τομέα της αλιείας και ιδίως του ανώτατου ορίου των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 και στις κατευθυντήριες γραμμές για την εξέταση κρατικών ενισχύσεων στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας (6) έδειξαν ότι ο κίνδυνος στρέβλωσης του ανταγωνισμού από τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας είναι μικρότερος από αυτόν που είχε προβλεφθεί το 2004.

(6)

Υπό το πρίσμα της εμπειρίας που απέκτησε η Επιτροπή, οι ενισχύσεις σε επιχειρήσεις στον τομέα της αλιείας που δεν υπερβαίνουν τα 30 000 ευρώ ανά δικαιούχο επί οποιαδήποτε τριετή περίοδο μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επηρεάζουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών ή/και δεν στρεβλώνουν ούτε απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό στις περιπτώσεις που το συνολικό ποσό τέτοιων ενισχύσεων οι οποίες χορηγούνται σε όλες τις επιχειρήσεις στον τομέα της αλιείας επί τρία έτη βρίσκονται κάτω από ανώτατο όριο που αντιστοιχεί σε ποσοστό περίπου 2,5 % της ετήσιας αλιευτικής παραγωγής. Συνεπώς, οι εν λόγω ενισχύσεις δεν εμπίπτουν στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Τα έτη που λαμβάνονται υπόψη για τον σκοπό αυτό είναι τα οικονομικά έτη που χρησιμοποιούνται για φορολογικούς σκοπούς στο οικείο κράτος μέλος. Η σχετική τριετής περίοδος πρέπει να αξιολογηθεί σε κυλιόμενη βάση, έτσι ώστε για κάθε νέα ενίσχυση ήσσονος σημασίας, να προσδιορίζεται το συνολικό ποσό της χορηγούμενης ενίσχυσης κατά το υπόψη οικονομικό έτος καθώς και κατά τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη.

(7)

Κατά την χορήγηση ενισχύσεων ήσσονος σημασίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και άλλες κρατικές ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί από ένα κράτος μέλος.

(8)

Δεν πρέπει να είναι δυνατή η κατάτμηση των μέτρων κρατικής ενίσχυσης που υπερβαίνουν το όριο το οποίο ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας σε περισσότερα μικρότερα τμήματα κατά τρόπον ώστε τα τμηματικά αυτά ποσά να εμπίπτουν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(9)

Συμβαδίζοντας με τις αρχές οι οποίες διέπουν τις ενισχύσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, οι ενισχύσεις ήσσονος σημασίας πρέπει να θεωρούνται ότι χορηγούνται κατά τη στιγμή που εκχωρείται στον δικαιούχο το νόμιμο δικαίωμα εκταμίευσης της ενίσχυσης βάσει του ισχύοντος εθνικού καθεστώτος.

(10)

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει αποφανθεί ότι, αφ’ ης στιγμής η Κοινότητα έχει θεσπίσει νομοθεσία για τη συγκρότηση κοινής οργάνωσης της αγοράς σε έναν συγκεκριμένο γεωργικό τομέα, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου που θα μπορούσε να υπονομεύσει ή να εισαγάγει εξαιρέσεις στην κοινή οργάνωση της αγοράς (7). Η αρχή αυτή ισχύει επίσης και για τον τομέα της αλιείας. Για το λόγο αυτό, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να ισχύει για ενισχύσεις, το ύψος των οποίων καθορίζεται βάσει τιμής ή ποσότητας προϊόντων που διατίθενται στην αγορά.

(11)

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις εξαγωγικές ενισχύσεις ή σε ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που ευνοούν τα εγχώρια έναντι των εισαγόμενων προϊόντων. Επιπλέον, δεν πρέπει να υπάγονται σε αυτόν οι ενισχύσεις για την χρηματοδότηση της δημιουργίας και λειτουργίας δικτύου διανομής σε άλλες χώρες. Οι ενισχύσεις για την κάλυψη δαπανών συμμετοχής σε εμπορικές εκθέσεις ή για μελέτες ή υπηρεσίες παροχής συμβουλών που απαιτούνται για την διάθεση νέου ή υφιστάμενου προϊόντος σε νέα αγορά, δεν αποτελούν κανονικά ενισχύσεις στην εξαγωγή.

(12)

Στον παρόντα κανονισμό είναι σκόπιμο να μην υπάγονται οι προβληματικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (8) λόγω των προβλημάτων που σχετίζονται με τον προσδιορισμό του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης των ενισχύσεων που χορηγούνται σε επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας.

(13)

Βάσει των στόχων της κοινής αλιευτικής πολιτικής, οι ενισχύσεις που χρησιμεύουν για την αύξηση της αλιευτικής ικανότητας και οι ενισχύσεις που χορηγούνται για την ναυπήγηση ή αγορά αλιευτικών σκαφών δεν πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, εκτός των ενισχύσεων για τον εκσυγχρονισμό στο κατάστρωμα, που αναφέρονται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (9).

(14)

Προς χάριν της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και της ορθής εφαρμογής του ανώτατου ορίου για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν την ίδια μέθοδο υπολογισμού. Για να διευκολυνθεί ο υπολογισμός αυτός και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006, ενδείκνυται τα ποσά της ενίσχυσης, που δεν καταβάλλονται υπό μορφή επιχορήγησης σε μετρητά, να μετατρέπονται στο ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης. Ο υπολογισμός του ισοδύναμου επιχορήγησης για διαφανείς μορφές ενίσχυσης με εξαίρεση τις μη επιστρεπτέες ενισχύσεις και για ενισχύσεις που είναι καταβλητέες σε περισσότερες δόσεις προϋποθέτει τη χρήση των επιτοκίων της αγοράς τα οποία ισχύουν κατά τον χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Με σκοπό την ομοιόμορφη, διαφανή και ευχερή εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, ως επιτόκια της αγοράς για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεωρούνται τα επιτόκια αναφοράς που καθορίζονται περιοδικά από την Επιτροπή επί τη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο Διαδίκτυο. Ενίοτε ενδέχεται, ωστόσο, να είναι αναγκαία η προσθήκη πρόσθετων μονάδων βάσης στο κατώτατο επιτόκιο με γνώμονα τις παρεχόμενες ασφάλειες ή τον κίνδυνο που συνδέεται με τον δικαιούχο.

(15)

Προς χάριν της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης και της αποτελεσματικής παρακολούθησης, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνον στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που χαρακτηρίζονται από διαφάνεια. Ως διαφανής θεωρείται μία ενίσχυση ως προς την οποία είναι δυνατόν να υπολογισθεί εκ των προτέρων με ακρίβεια το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης χωρίς να είναι αναγκαία εκτίμηση κινδύνου. Ένας τέτοιος ακριβής υπολογισμός είναι δυνατός, επί παραδείγματι, για τις επιχορηγήσεις, τις επιδοτήσεις επιτοκίου και τις φοροαπαλλαγές που υπόκεινται σε ανώτατο όριο. Οι ενισχύσεις που αποτελούν μέρος εισφοράς κεφαλαίου δεν πρέπει να θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, εκτός αν το συνολικό ποσό της κρατικής εισφοράς είναι μικρότερο από το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Οι ενισχύσεις που συνίστανται σε παροχή επιχειρηματικού κεφαλαίου κατά την έννοια των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις, που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (10) δεν πρέπει να θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, εκτός αν το οικείο καθεστώς παροχής επιχειρηματικών κεφαλαίων παρέχει κεφάλαια στην κάθε αποδέκτρια επιχείρηση μόνο μέχρι το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Οι ενισχύσεις υπό μορφή δανείου πρέπει να θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας υπό την προϋπόθεση ότι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης έχει υπολογισθεί με βάση τα επιτόκια της αγοράς που ισχύουν κατά τον χρόνο χορήγησης.

(16)

Ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει τη δυνατότητα ένα μέτρο, το οποίο έχει θεσπισθεί από ένα κράτος μέλος, να μην θεωρηθεί ενδεχομένως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης επί τη βάσει άλλων λόγων πλην αυτών που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, όπως επί παραδείγματι στην περίπτωση εισφορών κεφαλαίου, με το σκεπτικό ότι το εκάστοτε μέτρο αποφασίστηκε σε συμμόρφωση με την αρχή του επενδυτή ελεύθερης αγοράς.

(17)

Είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί νομικά η ασφάλεια για τα καθεστώτα εγγυήσεων τα οποία δεν είναι ικανά να επηρεάσουν τις συναλλαγές ή να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και σε σχέση με τα οποία είναι διαθέσιμα επαρκή στοιχεία ώστε να είναι δυνατή η αξιόπιστη εκτίμηση των τυχόν σχετικών δυνητικών επιπτώσεων. Για τον λόγο αυτό, ο παρών κανονισμός πρέπει να μετατρέπει το γενικής ισχύος ανώτατο όριο των 30 000 ευρώ ανά δικαιούχο για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας σε ένα ειδικό για την περίπτωση των εγγυήσεων ανώτατο όριο με βάση το καλυπτόμενο από εγγύηση ποσό του κάθε δανείου για το οποίο παρέχεται η εγγύηση. Το υπόψη ειδικό ανώτατο όριο ενδείκνυται να υπολογίζεται με εφαρμογή της μεθοδολογίας βάσει της οποίας εκτιμάται το ποσό κρατικής ενίσχυσης που εμπεριέχεται σε καθεστώτα εγγυήσεων προς κάλυψη δανείων χορηγούμενων σε βιώσιμες επιχειρήσεις. Η μεθοδολογία και τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ειδικού για τις εγγυήσεις ανώτατου ορίου πρέπει να αποκλείουν τις προβληματικές επιχειρήσεις όπως αυτές ορίζονται στις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων. Το εν λόγω ειδικό ανώτατο όριο πρέπει επομένως να μην ισχύει ούτε για τις κατά περίπτωση επιμέρους ενισχύσεις οι οποίες δεν εντάσσονται στην εφαρμογή συγκεκριμένου καθεστώτος εγγυήσεων, ούτε για τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις, ούτε για εγγυήσεις των οποίων η υποκείμενη συναλλαγή δεν αποτελεί δάνειο, όπως είναι οι εγγυήσεις για συναλλαγές με αντικείμενο μετοχικό κεφάλαιο. Το ειδικό όριο είναι σκόπιμο να καθορίζεται με βάση το γεγονός ότι, αν ληφθεί υπόψη ένα ανώτατο επιτόκιο (καθαρό επιτόκιο υπερημερίας) ύψους 13 %, που αντιστοιχεί στο χειρότερο πιθανό σενάριο για τα καθεστώτα εγγυήσεων στην Κοινότητα, το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης μιας εγγύησης ύψους 225 000 ευρώ μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ίδιο με το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό. Μόνον εγγυήσεις που καλύπτουν ποσοστό μέχρι και 80 % του υποκείμενου δανείου είναι σκόπιμο να υπόκεινται στο εν λόγω ειδικό ανώτατο όριο.

(18)

Η Επιτροπή υποχρεούται να εξασφαλίζει ότι τηρούνται οι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, και ιδίως ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει των κανόνων για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας πληρούν τους σχετικούς όρους. Σύμφωνα με το άρθρο 10 της συνθήκης, τα κράτη μέλη διευκολύνουν την εργασία αυτή δημιουργώντας τους απαραίτητους μηχανισμούς για να εξασφαλισθεί ότι το συνολικό ύψος των ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει των κανόνων για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, δεν υπερβαίνουν είτε το ανώτατο όριο των 30 000 ευρώ ανά δικαιούχο είτε το συνολικό ανώτατο όριο που καθορίζει η Επιτροπή βάσει της αξίας της αλιευτικής παραγωγής ανά κράτος μέλος επί περίοδο τριών οικονομικών ετών. Προς τον σκοπό αυτό, ενδείκνυται τα κράτη μέλη, όταν χορηγούν ενίσχυση ήσσονος σημασίας, να πληροφορούν την ενδιαφερόμενη επιχείρηση για το ποσό της ενίσχυσης και για το ότι η ενίσχυση θεωρείται ήσσονος σημασίας, με παραπομπή στον παρόντα κανονισμό. Πέραν αυτού, πριν από τη χορήγηση τέτοιων ενισχύσεων το εκάστοτε κράτος μέλος πρέπει να φροντίζει να λαμβάνει από την οικεία επιχείρηση δήλωση σχετικά με τις άλλες ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που έλαβε ενδεχομένως κατά τη διάρκεια του οικείου οικονομικού έτους και κατά τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη και να εξακριβώνει προσεκτικά ότι η νέα ενίσχυση ήσσονος σημασίας δεν οδηγεί σε υπέρβαση των ανωτάτων ορίων που ισχύουν για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Εναλλακτικά, είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί συμμόρφωση με τα ανώτατα όρια μέσω της χρήσης κεντρικού μητρώου.

(19)

Για λόγους σαφήνειας και δεδομένου ότι το ανώτατο όριο των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας για τον τομέα της αλιείας διαφέρει από το ανώτατο όριο των αντίστοιχων ενισχύσεων για τον τομέα της γεωργίας, πρέπει να εκδοθεί ιδιαίτερος κανονισμός που να ισχύει μόνο για τον τομέα της αλιείας και να τροποποιηθεί ανάλογα ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1860/2004.

(20)

Βάσει της εμπειρίας της Επιτροπής και ιδίως βάσει της συχνότητας με την οποία απαιτείται γενικά η αναθεώρηση της πολιτικής των κρατικών ενισχύσεων και ιδίως έχοντας υπόψη την περίοδο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004, ενδείκνυται η περίοδος εφαρμογής του παρόντος κανονισμού να περιοριστεί μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013. Σε περίπτωση που η ισχύς του παρόντος κανονισμού λήξει χωρίς παράταση, πρέπει να δοθεί στα κράτη μέλη εξάμηνη περίοδος προσαρμογής όσον αφορά τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, ενδείκνυται η αποσαφήνιση των επιπτώσεων του κανονισμού σε ενισχύσεις που χορηγήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός ισχύει για ενισχύσεις που χορηγούνται σε επιχειρήσεις στον τομέα της αλιείας, εξαιρουμένων των ακόλουθων περιπτώσεων:

α)

ενισχύσεων το ύψος των οποίων καθορίζεται βάσει της τιμής ή της ποσότητας προϊόντων που διατίθενται στην αγορά·

β)

ενισχύσεων για δραστηριότητες που σχετίζονται με εξαγωγές, δηλαδή για ενισχύσεις που συνδέονται άμεσα με τις εξαγόμενες ποσότητες, με τη δημιουργία και τη λειτουργία δικτύου διανομής ή με άλλες τρέχουσες δαπάνες που συνδέονται με την εξαγωγική δραστηριότητα·

γ)

ενισχύσεων για τις οποίες τίθεται ως όρος η χρήση εγχώριων αγαθών αντί των εισαγόμενων·

δ)

ενισχύσεων που χρησιμεύουν για την αύξηση της αλιευτικής ικανότητας, εκπεφρασμένης σε χωρητικότητα ή ισχύ του σκάφους, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο ιδ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, εκτός εάν είναι ενισχύσεις για τον εκσυγχρονισμό στο κατάστρωμα βάσει των προβλεπόμενων στο άρθρο 11 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού·

ε)

ενισχύσεων για την αγορά ή τη ναυπήγηση αλιευτικών σκαφών·

στ)

ενισχύσεων που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως:

α)

«επιχειρήσεις του τομέα της αλιείας» νοούνται οι επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητες παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας αλιευτικών προϊόντων·

β)

«αλιευτικά προϊόντα» νοούνται τα προϊόντα που ορίζονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου (11)·

γ)

«μεταποίηση και εμπορία» νοούνται όλες οι δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένου του χειρισμού, της κατεργασίας, της παραγωγής και της διανομής που πραγματοποιούνται από τη στιγμή της εκφόρτωσης ή της αλίευσης μέχρι το στάδιο του τελικού προϊόντος.

Άρθρο 3

Ενισχύσεις ήσσονος σημασίας

1.   Τα μέτρα χορήγησης ενισχύσεων θεωρούνται ότι δεν πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης και εξαιρούνται από την απαίτηση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης εφόσον πληρούν τους όρους του παρόντος άρθρου και των άρθρων 4 και 5 του παρόντος κανονισμού.

2.   Το σύνολο των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται σε κάθε μεμονωμένη επιχείρηση δεν υπερβαίνει τα 30 000 ευρώ για περίοδο τριών οικονομικών ετών. Το ανώτατο αυτό όριο εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τη μορφή και το στόχο της ενίσχυσης. Η κρίσιμη χρονική περίοδος καθορίζεται με βάση το οικονομικό έτος όπως αυτό νοείται για φορολογικούς σκοπούς στο εκάστοτε κράτος μέλος.

3.   Όταν το συνολικό ποσό μιας ενίσχυσης υπερβαίνει το παραπάνω ανώτατο όριο, το εν λόγω ποσό ενίσχυσης δεν μπορεί να υπαχθεί στο ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού, ούτε ως προς το ποσοστό που δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο. Στην περίπτωση αυτή, δεν μπορεί να γίνει επίκληση του ευεργετήματος του παρόντος κανονισμού για το συγκεκριμένο μέτρο ενίσχυσης ούτε κατά τον χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης ούτε σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρονικό σημείο.

4.   Το σωρευτικό ποσό που χορηγείται με τον τρόπο αυτό σε διάφορες επιχειρήσεις στον τομέα της αλιείας δεν υπερβαίνει, για οποιαδήποτε περίοδο τριών οικονομικών ετών, την τιμή που καθορίζεται ανά κράτος μέλος στο παράρτημα.

5.   Τα ανώτατα όρια που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4 εκφράζονται ως επιχορήγηση σε μετρητά. Σε όλες τις περιπτώσεις χρησιμοποιούνται ακαθάριστα ποσά, δηλαδή πριν αφαιρεθεί ο τυχόν φόρος ή άλλη επιβάρυνση. Εάν η ενίσχυση χορηγείται με μορφή άλλη από την επιχορήγηση, το ύψος της ενίσχυσης είναι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησής της.

6.   Οι ενισχύσεις που καταβάλλονται σε πολλές δόσεις ανάγονται στην αξία τους κατά το χρόνο της χορήγησής τους. Το επιτόκιο που χρησιμοποιείται για την προεξόφληση και για τον υπολογισμό του ακαθάριστου ισοδυνάμου είναι το επιτόκιο αναφοράς που ισχύει κατά τη χορήγηση.

7.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνον στις ενισχύσεις ως προς τις οποίες είναι δυνατόν να υπολογισθεί εκ των προτέρων με ακρίβεια το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης της ενίσχυσης χωρίς να είναι αναγκαία εκτίμηση κινδύνου («διαφανείς ενισχύσεις»). Συγκεκριμένα:

α)

οι ενισχύσεις υπό μορφή δανείου θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας υπό την προϋπόθεση ότι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης έχει υπολογισθεί με βάση τα επιτόκια της αγοράς που ισχύουν κατά τον χρόνο χορήγησης·

β)

οι ενισχύσεις υπό μορφή εισφοράς κεφαλαίου δεν θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, εκτός αν το συνολικό ποσό της κρατικής εισφοράς δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας·

γ)

οι ενισχύσεις υπό μορφή παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, εκτός αν το οικείο καθεστώς παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου παρέχει κεφάλαια στην κάθε αποδέκτρια επιχείρηση μόνο μέχρι το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας·

δ)

οι ενισχύσεις υπό τη μορφή επιστρεπτέων προκαταβολών δεν θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις εφόσον το συνολικό ποσό των επιστρεπτέων προκαταβολών υπερβαίνει το ισχύον όριο βάσει του παρόντος κανονισμού·

ε)

οι επιμέρους ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει καθεστώτος εγγυήσεων σε μη προβληματικές επιχειρήσεις λογίζονται ως ενισχύσεις ήσσονος σημασίας εφόσον το καλυπτόμενο από την εγγύηση μέρος του υποκείμενου δανείου που παρέχεται βάσει του οικείου καθεστώτος δεν υπερβαίνει τα 225 000 ευρώ ανά επιχείρηση. Αν το καλυπτόμενο από την εγγύηση μέρος του υποκείμενου δανείου ισοδυναμεί μόνο με ένα συγκεκριμένο ποσοστό του παραπάνω ανώτατου ποσού, γίνεται δεκτό ότι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης της εγγύησης αντιστοιχεί σε ίδιο ποσοστό του εφαρμοστέου ανώτατου ορίου που καθορίζεται στην παράγραφο 2. Η εγγύηση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 80 % του υποκείμενου δανείου.

8.   Απαγορεύεται η σώρευση ενισχύσεων ήσσονος σημασίας με άλλες κρατικές ενισχύσεις για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες αν από τη σώρευση αυτή προκύπτει ένταση ενίσχυσης μεγαλύτερη από αυτήν που καθορίζεται με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα κάθε περίπτωσης σε κανονισμό περί απαλλαγής κατά κατηγορία ή απόφαση που έχει εκδώσει η Επιτροπή.

Άρθρο 4

Παρακολούθηση

1.   Στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη χορηγούν ενισχύσεις ήσσονος σημασίας σε επιχειρήσεις, πληροφορούν την επιχείρηση εγγράφως, για το ύψος της ενίσχυσης εκπεφρασμένο σε ακαθάριστο ισοδύναμο και για τον χαρακτήρα ήσσονος σημασίας της ενίσχυσης, περιλαμβάνοντας ρητή αναφορά στον παρόντα κανονισμό και αναφέροντας τον τίτλο του και τα στοιχεία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που μία ενίσχυση ήσσονος σημασίας χορηγείται σε περισσότερες επιχειρήσεις βάσει συγκεκριμένου καθεστώτος και οι εν λόγω επιχειρήσεις λαμβάνουν διαφορετικά ποσά ενίσχυσης βάσει του καθεστώτος, το οικείο κράτος μέλος δύναται να επιλέξει να εκπληρώσει την ανωτέρω υποχρέωση γνωστοποιώντας στις επιχειρήσεις το πάγιο ποσό που αντιστοιχεί στο μέγιστο ποσό ενίσχυσης το οποίο μπορεί να χορηγηθεί βάσει του καθεστώτος. Στην περίπτωση αυτή, το πάγιο ποσό λαμβάνεται υπόψη προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον τηρείται το ανώτατο όριο που καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 4. Πριν από τη χορήγηση της ενίσχυσης, το οικείο κράτος μέλος φροντίζει επίσης να λάβει από την αποδέκτρια επιχείρηση δήλωση σε έγγραφη ή ηλεκτρονική μορφή για οποιαδήποτε άλλη ενίσχυση ήσσονος σημασίας την οποία τυχόν έλαβε κατά τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη και κατά το τρέχον οικονομικό έτος.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγήσουν νέα ενίσχυση ήσσονος σημασίας μόνον αφού εξακριβώσουν ότι η ενίσχυση αυτή δεν αυξάνει το ανώτατο ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που η οικεία επιχείρηση έχει λάβει κατά την περίοδο που καλύπτει το συγκεκριμένο οικονομικό έτος και τα προηγούμενα δύο οικονομικά έτη στο υπόψη κράτος μέλος πέραν των ανωτάτων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 4.

3.   Εάν ένα κράτος μέλος έχει δημιουργήσει κεντρικό μητρώο ενισχύσεων ήσσονος σημασίας για τον τομέα της αλιείας, το οποίο περιέχει πλήρεις πληροφορίες για όλες τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που χορηγούνται από οποιαδήποτε αρχή του εν λόγω κράτους μέλους, παύει να ισχύει η παράγραφος 1 στο εν λόγω κράτος μέλος από τη χρονική στιγμή κατά την οποία το μητρώο καλύπτει περίοδο τριών οικονομικών ετών.

4.   Τα κράτη μέλη καταγράφουν και συγκεντρώνουν όλες τις πληροφορίες που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Τα εν λόγω αρχεία περιέχουν όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να αποδειχθεί ότι έχουν πληρωθεί οι όροι του παρόντος κανονισμού. Τα αρχεία που αφορούν επιμέρους ενισχύσεις ήσσονος σημασίας πρέπει να διατηρούνται επί 10 οικονομικά έτη από την ημερομηνία κατά την οποία χορηγήθηκε η ενίσχυση. Τα αρχεία που αφορούν καθεστώς ενισχύσεων ήσσονος σημασίας πρέπει να διατηρούνται επί 10 οικονομικά έτη από την ημερομηνία κατά την οποία χορηγήθηκε η τελευταία επιμέρους ενίσχυση δυνάμει του καθεστώτος. Μετά από γραπτό αίτημα, το οικείο κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή εντός προθεσμίας 20 εργάσιμων ημερών, ή εντός της ενδεχόμενης μεγαλύτερης προθεσμίας που ορίζεται στο αίτημα, όλες τις πληροφορίες που κρίνονται απαραίτητες από την Επιτροπή για την αξιολόγηση του κατά πόσον τηρήθηκαν οι όροι του παρόντος κανονισμού, και ιδίως το συνολικό ύψος των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που ελήφθησαν από οποιαδήποτε επιχείρηση και από τον τομέα της αλιείας στο οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 5

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Ο παρών κανονισμός ισχύει για ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του, εφόσον πληρούν όλους τους όρους του άρθρων 1 έως 3 και, όπου αυτό ενδείκνυται, του άρθρου 4. Οι ενισχύσεις που δεν πληρούν τους όρους αυτούς αξιολογούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με τα σχετικά πλαίσια, κατευθυντήριες γραμμές, ανακοινώσεις και δηλώσεις.

2.   Κάθε ενίσχυση ήσσονος σημασίας η οποία έχει χορηγηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2005 έως και έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, και η οποία πληροί τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004, όπως αυτοί ισχύουν για τον τομέα της αλιείας μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, θεωρείται ότι δεν πληροί όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης και, κατά συνέπεια, εξαιρείται από την απαίτηση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

3.   Κατά τη λήξη της περιόδου ισχύος του παρόντος κανονισμού, κάθε ενίσχυση ήσσονος σημασίας η οποία πληροί τους όρους του μπορεί νομίμως να χορηγηθεί εντός εξαμήνου.

Άρθρο 6

Τροποποίηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 τροποποιείται ως εξής:

α)

στον τίτλο, οι λέξεις «στους τομείς της γεωργίας και της αλιείας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στον τομέα της γεωργίας»·

β)

στο άρθρο 1, οι λέξεις «στους τομείς της γεωργίας ή της αλιείας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στον τομέα της γεωργίας»·

γ)

στο άρθρο 2:

i)

στο σημείο 2, οι λέξεις «πλην των αλιευτικών προϊόντων και των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας όπως ορίζονται στο σημείο 5 του παρόντος άρθρου» αντικαθίστανται από τις λέξεις «πλην των αλιευτικών προϊόντων και των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας όπως ορίζονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου»,

ii)

τα σημεία 4,5 και 6 διαγράφονται·

δ)

στο άρθρο 3 παράγραφος 2, το τρίτο εδάφιο διαγράφεται·

ε)

στο άρθρο 4 παράγραφος 2, οι λέξεις «και αλιείας αντίστοιχα» διαγράφονται·

στ)

στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3, οι λέξεις «ή της αλιείας» διαγράφονται·

ζ)

το παράρτημα II καταργείται.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ισχύς του λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2013.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Joe BORG

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 142 της 14.5.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 276 της 14.11.2006, σ. 7.

(3)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 30.

(4)  ΕΕ L 325 της 28.10.2004, σ. 4.

(5)  ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5

(6)  ΕΕ C 229 της 14.9.2004, σ. 5.

(7)  Υπόθεση C-113/2000 Ισπανία κατά Επιτροπής, [2002] ECR 2002 I-7601, σημείο 73.

(8)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(9)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(10)  ΕΕ C 194 της 18.8.2006, σ. 2.

(11)  ΕΕ L 17 της 21.1.2000, σ. 22.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Σωρευτικά ποσά για τον τομέα της αλιείας ανά κράτος μέλος βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4

(ευρώ)

BE

11 800 000

BG

433 000

CZ

1 008 000

DK

57 650 000

DE

48 950 000

EE

3 718 000

IE

8 508 000

EL

18 015 000

ES

127 880 000

FR

138 550 000

IT

94 325 000

CY

1 562 000

LV

3 923 000

LT

5 233 000

LU

0

HU

740 000

MT

255 000

NL

35 875 000

AT

620 000

PL

21 125 000

PT

15 688 000

RO

524 000

SL

338 000

SK

1 133 000

FI

7 075 000

SE

11 153 000

UK

102 725 000


25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/13


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 876/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουλίου 2007

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2245/2002 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου κατόπιν της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (1), και ιδίως το άρθρο 107 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατόπιν της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων που θεσπίστηκε στις 2 Ιουλίου 1999 και εγκρίθηκε με την απόφαση 2006/954/ΕΚ του Συμβουλίου (2), και των σχετικών τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002, είναι αναγκαία η θέσπιση τεχνικών μέτρων εφαρμογής.

(2)

Πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί ανάλογα ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2245/2002 της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 2002, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (3).

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της επιτροπής που συστάθηκε κατά την έννοια του άρθρου 109 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2245/2002 τροποποιείται ως εξής:

1)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 11α:

«Άρθρο 11α

Εξέταση των λόγων άρνησης καταχώρισης

1.   Στην περίπτωση κατά την οποία, σύμφωνα με το άρθρο 106ε παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, το Γραφείο διαπιστώσει, κατά την εξέταση μιας διεθνούς καταχώρισης, ότι το σχέδιο ή το υπόδειγμα για το οποίο ζητείται προστασία δεν ανταποκρίνεται στον ορισμό του άρθρου 3 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού, ή ότι αντίκειται στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη, το Γραφείο διαβιβάζει κοινοποίηση άρνησης στο Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (εφεξής “το Διεθνές Γραφείο”) το αργότερο εντός έξι μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της διεθνούς καταχώρισης, δηλώνοντας τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η άρνηση, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 της Πράξης της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων που θεσπίστηκε στις 2 Ιουλίου 1999 (εφεξής “η Πράξη της Γενεύης”) και εγκρίθηκε με τον κανονισμό του Συμβουλίου 2006/954/ΕΚ (4).

2.   Το Γραφείο προσδιορίζει την προθεσμία εντός της οποίας ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 106ε παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, να παραιτηθεί από τη διεθνή καταχώριση όσον αφορά την Κοινότητα, να περιορίσει τη διεθνή καταχώριση σε ένα ή ορισμένα από τα βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα όσον αφορά την Κοινότητα ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

3.   Στην περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποχρεούται να ορίσει εκπρόσωπο σε διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 77 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, η κοινοποίηση περιλαμβάνει αναφορά στην υποχρέωση του δικαιούχου να ορίσει εκπρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

Η προθεσμία που ορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται mutatis mutandis.

4.   Εάν ο δικαιούχος δεν ορίσει εκπρόσωπο εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, το Γραφείο αρνείται την προστασία της διεθνούς καταχώρισης.

5.   Στην περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος υποβάλλει, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, παρατηρήσεις που ικανοποιούν το Γραφείο, τούτο ανακαλεί την άρνηση και γνωστοποιεί την ανάκληση αυτή στο Διεθνές Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 4 της Πράξης της Γενεύης.

Στην περίπτωση κατά την οποία, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 της Πράξης της Γενεύης, ο δικαιούχος υποβάλλει, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, παρατηρήσεις που δεν ικανοποιούν το Γραφείο, τούτο επιβεβαιώνει την απόφαση άρνησης της προστασίας για τη διεθνή καταχώριση. Η απόφαση υπόκειται σε προσφυγή σύμφωνα με τον τίτλο VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002.

6.   Στην περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος παραιτηθεί από τη διεθνή καταχώριση ή περιορίσει τη διεθνή καταχώριση σε ένα ή ορισμένα από τα βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα όσον αφορά την Κοινότητα, ενημερώνει το Διεθνές Γραφείο με τη διαδικασία της καταγραφής, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 σημεία iv) και v) της Πράξης της Γενεύης. Ο δικαιούχος δύναται να ενημερώσει το Γραφείο με την υποβολή σχετικής δήλωσης.

2)

Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 22

Ανανέωση της καταχώρισης κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος

1.   Η αίτηση ανανέωσης της καταχώρισης περιλαμβάνει:

α)

το όνομα του προσώπου που ζητεί την ανανέωση·

β)

τον αριθμό καταχώρισης·

γ)

όπου είναι απαραίτητο, αναφορά ότι ζητείται ανανέωση για όλα τα σχέδια και υποδείγματα που καλύπτονται από πολλαπλή καταχώριση ή, στην περίπτωση που δεν ζητείται ανανέωση για το σύνολο των σχεδίων και υποδειγμάτων, αναφορά στα σχέδια και υποδείγματα για τα οποία ζητείται ανανέωση.

2.   Τα δυνάμει του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 πληρωτέα τέλη για την ανανέωση της καταχώρισης είναι τα εξής:

α)

τέλος ανανέωσης το οποίο, για τις περιπτώσεις που καλύπτονται από πολλαπλή καταχώριση, είναι ανάλογο με τον αριθμό των σχεδίων και υποδειγμάτων που καλύπτονται από την ανανέωση·

β)

όπου είναι απαραίτητο, πρόσθετο τέλος για την εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ανανέωσης ή την εκπρόθεσμη υποβολή της αίτησης για ανανέωση, βάσει του άρθρου 13 του κανονισμού 6/2002, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2246/2002.

3.   Εάν η πληρωμή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2246/2002, θεωρείται ότι συνιστά αίτηση ανανέωσης υπό τον όρο ότι περιλαμβάνει κάθε μνεία που απαιτείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου και σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

4.   Αν η αίτηση ανανέωσης υποβάλλεται εντός των προθεσμιών του άρθρου 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, αλλά δεν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις όσον αφορά την ανανέωση που ορίζει τόσο το άρθρο 13 του ανωτέρω κανονισμού όσο και ο παρών κανονισμός, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για τις διαπιστωθείσες ελλείψεις.

5.   Στην περίπτωση κατά την οποία δεν κατατεθεί αίτηση ανανέωσης, ή κατατεθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται στη δεύτερη φράση του άρθρου 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 ή αν δεν έχουν καταβληθεί ή έχουν καταβληθεί εκπρόθεσμα τα τέλη ή αν δεν έχουν διορθωθεί εμπρόθεσμα οι εντοπισθείσες ελλείψεις, το Γραφείο διαπιστώνει ότι έχει λήξει η ισχύς της καταχώρισης και ενημερώνει σχετικά το δικαιούχο του κοινοτικού σήματος.

Στην περίπτωση πολλαπλής καταχώρισης, όταν τα καταβληθέντα τέλη δεν αρκούν για να καλύψουν όλα τα σχέδια και υποδείγματα για τα οποία ζητείται ανανέωση, το Γραφείο προβαίνει σε παρόμοια διαπίστωση μόνον αφού καθορίσει ποια σχέδια ή υποδείγματα καλύπτονται από το καταβληθέν ποσό.

Ελλείψει άλλων κριτηρίων για τον καθορισμό των σχεδίων και υποδειγμάτων που καλύπτονται, το Γραφείο ακολουθεί τη συνεχόμενη αριθμητική σειρά κατάταξής τους σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4.

Το Γραφείο διαπιστώνει ότι έχει λήξει η ισχύς της καταχώρισης όλων των σχεδίων και υποδειγμάτων για τα οποία δεν έχουν καταβληθεί τέλη ανανέωσης ή δεν έχουν καταβληθεί εξ ολοκλήρου.

6.   Όταν η διαπίστωση βάσει της παραγράφου 5 καταστεί οριστική, το Γραφείο διαγράφει το σήμα από το μητρώο· η διαγραφή παράγει αποτελέσματα από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η υφιστάμενη καταχώριση.

7.   Όταν τα τέλη ανανέωσης που προβλέπονται στην παράγραφο 2 έχουν καταβληθεί, αλλά η καταχώριση δεν έχει ανανεωθεί, τα εν λόγω τέλη επιστρέφονται.

8.   Είναι δυνατόν να κατατεθεί μία μόνον αίτηση ανανέωσης για δύο ή περισσότερα σχέδια ή υποδείγματα, είτε περιλαμβάνονται, είτε όχι, στην ίδια πολλαπλή καταχώριση με πληρωμή των καταβλητέων τελών για κάθε ένα από τα σχέδια ή υποδείγματα, υπό την προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι ή οι εκπρόσωποι είναι οι ίδιοι σε κάθε περίπτωση.»

3)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 22α:

«Άρθρο 22α

Ανανέωση διεθνούς καταχώρισης στην οποία προσδιορίζεται η Ευρωπαϊκή Κοινότητα

Η διεθνής καταχώριση ανανεώνεται απευθείας στο Διεθνές Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 17 της Πράξης της Γενεύης.»

4)

Στο άρθρο 31 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 6:

«6.   Στην περίπτωση κατά την οποία το Γραφείο κηρύσσει άκυρα τα αποτελέσματα διεθνούς καταχώρισης στο έδαφος της Κοινότητας, γνωστοποιεί την απόφασή του στο Διεθνές Γραφείο μόλις τούτη καταστεί οριστική.»

5)

Στο άρθρο 47 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Οι κοινοποιήσεις μεταξύ Γραφείου και Διεθνούς Γραφείου πραγματοποιούνται με αμοιβαία αποδεκτό τρόπο και μορφότυπο, και εάν είναι δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα. Κάθε αναφορά σε έντυπα θεωρείται ότι περιλαμβάνει και την ηλεκτρονική τους μορφή.»

6)

Στο άρθρο 71 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Το Γραφείο παρέχει πληροφορίες για τις διεθνείς καταχωρίσεις σχεδίων και υποδειγμάτων στα οποία προσδιορίζεται η Ευρωπαϊκή Κοινότητα μέσω ηλεκτρονικού συνδέσμου προς την εύχρηστη βάση δεδομένων που διατηρεί το Διεθνές Γραφείο.»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα που αρχίζει να ισχύει η Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Charlie McCREEVY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 3 της 5.1.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1891/2006 (ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 14).

(2)  ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 28.

(3)  ΕΕ L 341 της 17.12.2002, σ. 28.

(4)  ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 28


25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 877/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουλίου 2007

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2246/2002 περί των πληρωτέων προς το Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) τελών κατόπιν της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (1), και ιδίως το άρθρο 107 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατόπιν της προσχώρησης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στην Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων που θεσπίστηκε στις 2 Ιουλίου 1999 (εφεξής «η Πράξη της Γενεύης») και εγκρίθηκε από την απόφαση 2006/954/ΕΚ του Συμβουλίου (2) και τις σχετικές τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, είναι αναγκαία η θέσπιση μέτρων εφαρμογής όσον αφορά την καταβολή τελών στο Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας.

(2)

Το άρθρο 106γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 ορίζει ότι τα τέλη προσδιορισμού που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 της Πράξης της Γενεύης αντικαθίστανται από ατομικό τέλος προσδιορισμού.

(3)

Το ποσό του τέλους καθορίζεται στη δήλωση σχετικά με το σύστημα ατομικών τελών που επισυνάπτεται στην απόφαση 2006/954/ΕΚ, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 της Πράξης της Γενεύης.

(4)

Με σκοπό να διασφαλιστεί η απαιτούμενη ευελιξία και να διευκολυνθεί η καταβολή των τελών, ενδείκνυται να εναρμονιστούν οι κανόνες που εφαρμόζονται στα τέλη για τα σχέδια και τα υποδείγματα με τους κανόνες που εφαρμόζονται στα εμπορικά σήματα όπως ορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί των πληρωτέων τελών προς το Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (3), με την κατάργηση των μετρητών και των επιταγών ως μέσων πληρωμής.

(5)

Πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί ανάλογα ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2246/2002 της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, περί των πληρωτέων προς το Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) τελών, όσον αφορά την καταχώριση κοινοτικών σχεδίων και υποδειγμάτων (4).

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για θέματα που αφορούν τα τέλη, τους εκτελεστικούς κανονισμούς και τη διαδικασία των τμημάτων προσφυγών του Γραφείου Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2246/2002 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 1, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1)

τέλη πληρωτέα προς το:

α)

Γραφείο Εναρμόνισης στην Εσωτερική Αγορά (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εφεξής “το Γραφείο”) όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2245/2002·

β)

Διεθνές Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας βάσει της Πράξης της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων που θεσπίστηκε στις 2 Ιουλίου 1999 (εφεξής “η Πράξη της Γενεύης”) και εγκρίθηκε από την απόφαση 2006/954/ΕΚ του Συμβουλίου (5)·

2)

επιβαρύνσεις που καθορίζει ο πρόεδρος του Γραφείου.

2)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Τέλη

1.   Τα πληρωτέα προς το Γραφείο τέλη που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2245/2002 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα ατομικά τέλη προσδιορισμού που καταβάλλονται στο Διεθνές Γραφείο βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 2 της Πράξης της Γενεύης σε συνδυασμό με το άρθρο 106γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 και το άρθρο 13 παράγραφος 1 του κανονισμού αυτού και το άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2245/2002 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.».

3)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα τέλη και οι πρόσθετες επιβαρύνσεις που οφείλονται στο Γραφείο καταβάλλονται σε ευρώ με κατάθεση ή έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό του Γραφείου.».

4)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ως ημερομηνία κατά την οποία λογίζεται ότι έχει πραγματοποιηθεί κάθε καταβολή στο Γραφείο ορίζεται η ημερομηνία κατά την οποία το ποσό της καταβολής ή του εμβάσματος φέρεται πραγματικά εις πίστωση ενός τραπεζικού λογαριασμού του Γραφείου.»·

β)

στην παράγραφο 3, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

έδωσε τη δέουσα εντολή σε τραπεζικό ίδρυμα για τη μεταφορά του ποσού της πληρωμής σε ένα κράτος μέλος εντός της προθεσμίας μέσα στην οποία οφείλετο το ποσό, και».

5)

Το παράρτημα τροποποιείται ως εξής:

α)

στον πίνακα παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 1α:

«1α.

Ατομικό τέλος προσδιορισμού για διεθνή καταχώριση [άρθρο 106γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, άρθρο 7 παράγραφος 2 της Πράξης της Γενεύης] — (ανά σχέδιο)

62»

β)

στον πίνακα παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 11α:

«11α.

Ατομικό τέλος ανανέωσης για διεθνή καταχώριση [άρθρο 13 παράγραφος 1 και άρθρο 106γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2245/2002] ανά σχέδιο:

 

α)

για την πρώτη περίοδο ανανέωσης — (ανά σχέδιο)

31

β)

για την δεύτερη περίοδο ανανέωσης — (ανά σχέδιο)

31

γ)

για την τρίτη περίοδο ανανέωσης — (ανά σχέδιο)

31

δ)

για την τέταρτη περίοδο ανανέωσης — (ανά σχέδιο)

31»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα που αρχίζει να ισχύει η Πράξη της Γενεύης του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή καταχώριση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Charlie McCREEVY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 3 της 5.1.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1891/2006 (ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 14).

(2)  ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 28.

(3)  ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 33. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1687/2005 (ΕΕ L 271 της 15.10.2005, σ. 14).

(4)  ΕΕ L 341 της 17.12.2002, σ. 54.

(5)  ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 28


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΑΠΟ ΚΟΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/18


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 878/2007/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 23ης Ιουλίου 2007

που τροποποιεί και παρατείνει την απόφαση αριθ. 804/2004/ΕΚ για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης για την προώθηση δράσεων στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας (πρόγραμμα «Hercule II»)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 280,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Κοινότητα και τα κράτη μέλη επιδιώκουν την καταπολέμηση της απάτης και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που πλήττει τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας, όπως το λαθρεμπόριο και η παραποίηση τσιγάρων. Κρίνεται σκόπιμο να επιστρατευθούν όλα τα διαθέσιμα μέσα προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, διατηρώντας παράλληλα τον σημερινό καταμερισμό και ισορροπία των αρμοδιοτήτων στο εθνικό και το κοινοτικό επίπεδο.

(2)

Οι δράσεις με στόχο την καλύτερη ενημέρωση, την εκπόνηση μελετών και την παροχή κατάρτισης ή την τεχνική βοήθεια βελτιώνουν αισθητά την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας.

(3)

Η στήριξη παρόμοιων πρωτοβουλιών μέσω επιδοτήσεων επέτρεψε στο παρελθόν την ενίσχυση της δράσης της Κοινότητας και των κρατών μελών στον τομέα της καταπολέμησης της απάτης και της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας καθώς και στην επίτευξη των προβλεπομένων στο πρόγραμμα Hercule στόχων για την περίοδο 2004-2006.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 στοιχείο α) της απόφασης αριθ. 804/2004/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) σχετικά με την εκτέλεση του προγράμματος Hercule και τη σκοπιμότητα της συνέχισής του. Στα συμπεράσματα της έκθεσης αυτής υπογραμμίζεται η επίτευξη των στόχων του Hercule. Με την έκθεση αυτή συνιστάται επίσης η παράταση του προγράμματος για την περίοδο 2007-2013.

(5)

Για να εδραιωθεί η δράση της Κοινότητας και των κρατών μελών στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, περιλαμβανομένης της καταπολέμησης του λαθρεμπορίου και της παραποίησης τσιγάρων, το νέο πρόγραμμα θα πρέπει να περιλάβει σε μια ενιαία βασική πράξη όλες τις επιχειρησιακές δαπάνες για γενικές δράσεις καταπολέμησης της απάτης της Επιτροπής (OLAF).

(6)

Η επιδότηση δράσεων και η σύναψη δημοσίων συμβάσεων προμηθειών με σκοπό την προώθηση και την εκτέλεση του προγράμματος, πρέπει να υλοποιούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4) και στους κανόνες εφαρμογής του. Επειδή στο παρελθόν δεν έγινε στήριξη πρωτοβουλιών μέσω επιδοτήσεων λειτουργίας, οι επιδοτήσεις λειτουργίας κρίνεται σκόπιμο να αποκλεισθούν από το παρόν πρόγραμμα.

(7)

Οι υπό ένταξη χώρες και οι υποψήφιες χώρες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα συμμετοχής στο πρόγραμμα Hercule ΙΙ, βάσει μνημονίου συμφωνίας καταρτισθέντος σύμφωνα με τις αντίστοιχες συμφωνίες πλαίσιο.

(8)

Με την παρούσα απόφαση καθορίζεται, για όλη τη διάρκεια του προγράμματος, χρηματοδοτικό κονδύλιο που αποτελεί την προνομιακή αναφορά, κατά την έννοια του σημείου 37 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (5), για την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μέσα στα πλαίσια της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΝ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις

Η απόφαση αριθ. 804/2004/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Στόχοι του προγράμματος

1.   Η παρούσα απόφαση θεσπίζει κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την προώθηση δραστηριοτήτων στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας. Το πρόγραμμα καλείται Hercule II (στο εξής “το πρόγραμμα”).

2.   Το πρόγραμμα προωθεί δραστηριότητες βάσει των γενικών κριτηρίων που αναφέρονται στην παρούσα απόφαση. Επικεντρώνεται ιδιαιτέρως στους ακόλουθους στόχους:

α)

ενίσχυση της διεθνικής και πολυτομεακής συνεργασίας μεταξύ των αρχών των κρατών μελών, της Επιτροπής και της OLAF·

β)

ανάπτυξη δικτύων σε όλα τα κράτη μέλη, στις υπό προσχώρηση χώρες και στις υποψήφιες χώρες — σύμφωνα με μνημόνιο συμφωνίας — διευκολύνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών, εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις ιδιαιτερότητες των παραδόσεων κάθε κράτους μέλους·

γ)

παροχή τεχνικής και επιχειρησιακής υποστήριξης στις αρχές επιβολής του νόμου των κρατών μελών στην προσπάθειά τους να καταπολεμήσουν τις παράνομες διασυνοριακές δραστηριότητες, με έμφαση στην υποστήριξη προς τις τελωνειακές αρχές·

δ)

χωρίς να θίγεται η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα, επίτευξη γεωγραφικής ισορροπίας, με τη συμμετοχή στις δραστηριότητες που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα, ει δυνατόν, όλων των κρατών μελών, των υπό προσχώρηση χωρών και υποψηφίων χωρών — σύμφωνα με μνημόνιο συμφωνίας·

ε)

πολλαπλασιασμός και εντατικοποίηση των μέτρων στους τομείς που αναγνωρίζονται ως οι πλέον ευαίσθητοι, ιδιαιτέρως δε στον τομέα του λαθρεμπορίου και της παραποίησης τσιγάρων.».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 1α

Δραστηριότητες

Το πρόγραμμα εκτελείται μέσω των ακόλουθων δραστηριοτήτων προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, περιλαμβανομένου του τομέα της πρόληψης και καταπολέμησης του λαθρεμπορίου και της παραποίησης τσιγάρων:

α)

τεχνική βοήθεια για τις εθνικές αρχές μέσω:

i)

παροχής ειδικών γνώσεων, εξοπλισμού και εργαλείων των τεχνολογιών της πληροφορίας διευκολύνοντας τη διεθνική συνεργασία και τη συνεργασία με την OLAF,

ii)

υποστήριξης κοινών επιχειρήσεων,

iii)

ενίσχυσης ανταλλαγών προσωπικού,

β)

κατάρτιση, σεμινάρια και διασκέψεις που αποσκοπούν:

i)

στην ενθάρρυνση της καλύτερης κατανόησης των κοινοτικών και εθνικών μηχανισμών,

ii)

στην ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των αρχών των κρατών μελών, των υπό προσχώρηση χωρών και των υποψηφίων χωρών,

iii)

στο συντονισμό των δραστηριοτήτων των κρατών μελών, των υπό προσχώρηση χωρών, των υποψηφίων χωρών και των τρίτων χωρών,

iv)

στη διάδοση των γνώσεων, ιδίως επιχειρησιακής φύσεως,

v)

στην υποστήριξη υψηλού επιπέδου δραστηριοτήτων έρευνας, μεταξύ άλλων και μελετών,

vi)

στη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων για την εφαρμογή στην πράξη και των θεωρητικών,

vii)

στην ευαισθητοποίηση των δικαστών και των λοιπών κλάδων του νομικού επαγγέλματος στο θέμα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας·

γ)

υποστήριξη μέσω:

i)

της ανάπτυξης και παροχής ειδικών βάσεων δεδομένων και εργαλείων μηχανοργάνωσης που διευκολύνουν την πρόσβαση σε δεδομένα και την ανάλυση αυτών,

ii)

της αύξησης των ανταλλαγών δεδομένων,

iii)

της ανάπτυξης και παροχής εργαλείων μηχανοργάνωσης για έρευνες, παρακολούθηση και εργασίες στον τομέα των πληροφοριών.».

3)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Κοινοτική χρηματοδότηση

1.   Η κοινοτική χρηματοδότηση μπορεί να λάβει τις ακόλουθες νομικές μορφές σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002:

α)

επιδοτήσεις·

β)

δημόσιες συμβάσεις προμηθειών.

2.   Προκειμένου να λάβει κοινοτική επιδότηση για δράση στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, ο δικαιούχος της επιδότησης πρέπει να τηρεί τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση. Η δράση πρέπει να συνάδει με τις αρχές που διέπουν την κοινοτική δραστηριότητα στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας και να λαμβάνει υπόψη τα ειδικά κριτήρια που καθορίζονται στις σχετικές προσκλήσεις υποβολής προτάσεων, κατ’ εφαρμογή των προτεραιοτήτων που προβλέπονται στο ετήσιο πρόγραμμα επιδοτήσεων, όπου παρουσιάζονται αναλυτικά τα γενικά κριτήρια της παρούσας απόφασης.

3.   Η κοινοτική χρηματοδότηση καλύπτει, μέσω δημοσίων συμβάσεων ή με τη χορήγηση επιδοτήσεων, τις δαπάνες λειτουργίας που αφορούν τις δράσεις προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας.

4.   Οι δραστηριότητες που εκτελούνται από τους υποψήφιους για κοινοτική χρηματοδότηση (δημόσια σύμβαση προμηθειών ή επιδότηση) οργανισμούς στο πλαίσιο του προγράμματος υπάγονται στις δράσεις που αποβλέπουν στην ενίσχυση των κοινοτικών μέτρων στον τομέα της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων και επιδιώκουν στόχους γενικού ευρωπαϊκού συμφέροντος στον εν λόγω τομέα ή στόχους της οικείας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.».

4)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 2α

Επιλέξιμοι για κοινοτική χρηματοδότηση οργανισμοί

Οι ακόλουθοι οργανισμοί είναι επιλέξιμοι για κοινοτική χρηματοδότηση στα πλαίσια του προγράμματος:

α)

κάθε εθνική ή περιφερειακή διοικητική αρχή κράτους μέλους ή χώρας εκτός της Κοινότητας, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 3, που προωθεί την ενίσχυση των δραστηριοτήτων της Κοινότητας για την προστασία των κοινοτικών οικονομικών συμφερόντων·

β)

κάθε εκπαιδευτικό και ερευνητικό ινστιτούτο που έχει καθεστώς νομικού προσώπου επί τουλάχιστον ένα έτος, βρίσκεται και αναπτύσσει τη δραστηριότητά του σε κράτος μέλος ή σε χώρα εκτός της Κοινότητας, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 3, και το οποίο προωθεί την ενίσχυση των δραστηριοτήτων της Κοινότητας για την προστασία των κοινοτικών οικονομικών συμφερόντων·

γ)

κάθε μη κερδοσκοπικός οργανισμός που έχει καθεστώς νομικού προσώπου επί τουλάχιστον ένα έτος, έχει συσταθεί νομίμως σε κράτος μέλος ή σε χώρα εκτός της Κοινότητας, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 3, και προωθεί την ενίσχυση των δραστηριοτήτων της Κοινότητας στο πλαίσιο της προστασίας των κοινοτικών οικονομικών συμφερόντων.

Άρθρο 2β

Επιλογή δικαιούχων

Οι οργανισμοί που δικαιούνται κατά το άρθρο 2α επιδότησης για ανάληψη δράσης επιλέγονται κατόπιν προσκλήσεως υποβολής προτάσεων που βασίζεται στις προτεραιότητες του ετησίου προγράμματος επιδοτήσεων, η οποία αναφέρει λεπτομερώς τα γενικά κριτήρια της παρούσας απόφασης. Οι επιδοτήσεις για δραστηριότητα καλυπτόμενη από το πρόγραμμα τηρούν τα γενικά κριτήρια της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2γ

Κριτήρια αξιολόγησης των αιτήσεων επιδότησης

Οι αιτήσεις επιδότησης για δράσεις αξιολογούνται με γνώμονα:

α)

τη συμφωνία της προτεινόμενης δράσης προς τους στόχους του παρόντος προγράμματος·

β)

τη συμπληρωματικότητα της προτεινόμενης δράσης με άλλες επιδοτούμενες δραστηριότητες·

γ)

τη σκοπιμότητα της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή τις συγκεκριμένες δυνατότητες υλοποίησής της με τα προτεινόμενα μέσα·

δ)

το λόγο κόστους-ωφελείας της προτεινόμενης δράσης·

ε)

την προστιθέμενη αξία από την προτεινόμενη δράση·

στ)

την πληθυσμιακή κάλυψη της προτεινόμενης δράσης·

ζ)

τις διεθνικές και πολυτομεακές πτυχές της προτεινόμενης δράσης·

η)

τη γεωγραφική κάλυψη της προτεινόμενης δράσης.

Άρθρο 2δ

Επιλέξιμες δαπάνες

Βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 4, για τον προσδιορισμό του ύψους της επιδότησης λαμβάνονται υπόψη μόνον δαπάνες επιλέξιμες για την ορθή υλοποίηση της σχετικής δράσης.

Επιλέξιμες είναι επίσης οι δαπάνες που συνδέονται με τη συμμετοχή εκπροσώπων των χωρών των Βαλκανίων οι οποίες συμμετέχουν στη διαδικασία σταθεροποίησης και σύνδεσης για τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (6), της Ρωσικής Ομοσπονδίας, των κρατών που υπάγονται στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας (7) καθώς και ορισμένων χωρών με τις οποίες η Κοινότητα έχει συνάψει συμφωνία αμοιβαίας συνδρομής σε τελωνειακά θέματα.

5)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

στις υπό ένταξη χώρες·»·

β)

τα στοιχεία γ) και δ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

στις υποψήφιες χώρες που είναι συνδεδεμένες με την Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στις συμφωνίες σύνδεσης ή στα πρόσθετα πρωτόκολλά τους για συμμετοχή σε κοινοτικά προγράμματα, όπως έχουν συναφθεί ή πρόκειται να συναφθούν με τις χώρες αυτές.».

6)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Εφαρμογή

Η κοινοτική χρηματοδότηση υλοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.».

7)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

το 80 % των επιλέξιμων δαπανών για μέτρα κατάρτισης, για την προώθηση της ανταλλαγής εξειδικευμένου προσωπικού και τη διοργάνωση σεμιναρίων και συνεδρίων, εφόσον πρόκειται για τους αποδέκτες του άρθρου 2α στοιχείο α)·»·

β)

η παράγραφος 1 στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

το 90 % των επιλέξιμων δαπανών για τη διοργάνωση σεμιναρίων και συνεδρίων και άλλων εκδηλώσεων, εφόσον πρόκειται για τους αποδέκτες του άρθρου 2α στοιχεία β) και γ).»·

γ)

η παράγραφος 2 διαγράφεται.

8)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5α

Λογιστικός έλεγχος και επιτόπιες επαληθεύσεις

1.   Ο δικαιούχος επιδότησης φροντίζει ώστε, εφόσον χρειαστεί, τα δικαιολογητικά που βρίσκονται στην κατοχή των εταίρων ή των μελών να τεθούν στη διάθεση της Επιτροπής.

2.   Η Επιτροπή, είτε άμεσα μέσω του προσωπικού της είτε μέσω κάθε άλλου ειδικευμένου εξωτερικού οργανισμού της επιλογής της, δικαιούται να πραγματοποιήσει λογιστικό έλεγχο σχετικά με τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε η κοινοτική χρηματοδότηση. Οι λογιστικοί έλεγχοι δύνανται να διεξαχθούν καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης καθώς και εντός πέντε ετών από την ημερομηνία καταβολής του τελικού ποσού. Τα πορίσματα των λογιστικών ελέγχων μπορούν να οδηγήσουν σε αποφάσεις για ανάκτηση ποσών από την Επιτροπή.

3.   Το προσωπικό της Επιτροπής καθώς και το εντεταλμένο από την Επιτροπή εξωτερικό προσωπικό έχουν το κατάλληλο δικαίωμα πρόσβασης, ιδίως στα γραφεία του δικαιούχου, καθώς και σε όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, περιλαμβανομένων όσων είναι καταχωρημένες σε ηλεκτρονική μορφή, για την ορθή διεξαγωγή των λογιστικών ελέγχων της παραγράφου 2.

4.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο καθώς και η OLAF έχουν τα ίδια δικαιώματα, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα πρόσβασης, με τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Εξάλλου, προκειμένου να προστατεύσει τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας από απάτες και λοιπές παρατυπίες, η Επιτροπή διεξάγει ελέγχους και επιτόπιες επαληθεύσεις στο πλαίσιο του παρόντος προγράμματος, σύμφωνα με τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (8). Εφόσον κριθεί σκόπιμο διενεργούνται έρευνες από την OLAF οι οποίες διέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

9)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Το πρόγραμμα παρατείνεται από την 1η Ιανουαρίου 2007 και θα λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2013.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το χρηματοδοτικό κονδύλιο για την εκτέλεση του παρόντος προγράμματος, για την περίοδο 2007 έως 2013, ανέρχεται σε 98 525 000 ΕUR.».

10)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Έλεγχος και αξιολόγηση

Η Επιτροπή (OLAF) παρέχει ετήσια ενημέρωση σχετικά με τα αποτελέσματα του προγράμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Στην ενημέρωση περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τη συνέπεια και συμπληρωματικότητα με άλλα προγράμματα και δραστηριότητες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 διενεργείται ανεξάρτητη αξιολόγηση της εκτέλεσης του προγράμματος και εξέταση των επιδόσεων και της επίτευξης των στόχων του.

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014, η Επιτροπή (OLAF) υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την επίτευξη των στόχων του παρόντος προγράμματος.».

11)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 7α

Διαχείριση του προγράμματος

Η Επιτροπή, βάσει ανάλυσης κόστους/αποτελεσματικότητας, μπορεί να κάνει χρήση εμπειρογνωμόνων, καθώς και κάθε άλλης μορφής τεχνικής και διοικητικής βοήθειας που δεν συνεπάγεται υπεργολαβική ανάθεση δημόσιας εξουσίας μέσω συμβάσεων για συγκεκριμένη παροχή υπηρεσιών. Μπορεί επίσης να χρηματοδοτήσει μελέτες και να οργανώσει συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων για να διευκολύνει την εφαρμογή του προγράμματος καθώς και να αναλάβει δράσεις ενημέρωσης, δημοσίευσης και διάδοσης που συνδέονται άμεσα με την υλοποίηση του στόχου του προγράμματος.».

12)

Το παράρτημα διαγράφεται.

Άρθρο 2

Θέση σε ισχύ

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 23 Ιουλίου 2007.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. AMADO


(1)  ΕΕ C 302 της 12.12.2006, σ. 41.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Φεβρουαρίου 2007 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 2007.

(3)  ΕΕ L 143 της 30.4.2004, σ. 9.

(4)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 (ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1).

(5)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(6)  Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κροατία, Μαυροβούνιο, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και Σερβία.

(7)  Αλγερία, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία, Αίγυπτος, Γεωργία, Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανος, Λιβύη, Μαρόκο, Μολδαβία, Παλαιστινιακή Αρχή, Συρία, Τυνησία και Ουκρανία.».

(8)  ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.

(9)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.».


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

25.7.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 193/23


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Ιουλίου 2007

για την τροποποίηση της απόφασης 2006/802/ΕΚ όσον αφορά το χοιρινό κρέας που προέρχεται από χοίρους οι οποίοι εμβολιάστηκαν με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο στη Ρουμανία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 3418]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/522/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συνθήκη προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας,

την πράξη προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, και ιδίως το άρθρο 42,

την οδηγία 2001/89/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με κοινοτικά μέτρα για την καταπολέμηση της κλασικής πανώλους των χοίρων (1), και ιδίως το άρθρο 19 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση 2006/802/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Νοεμβρίου 2006, για την έγκριση των σχεδίων εξάλειψης της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους και του επείγοντος εμβολιασμού των αγριόχοιρων και των χοίρων των εκμεταλλεύσεων κατά της κλασικής πανώλους των χοίρων στη Ρουμανία (2) εκδόθηκε για την καταπολέμηση της κλασικής πανώλους των χοίρων στο εν λόγω κράτος μέλος.

(2)

Με το άρθρο 4 της εν λόγω απόφασης εγκρίθηκε το σχέδιο το οποίο υπέβαλε η Ρουμανία στην Επιτροπή στις 27 Σεπτεμβρίου 2006 για τον επείγοντα εμβολιασμό των χοίρων των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο κατά της κλασικής πανώλους των χοίρων («εγκεκριμένο σχέδιο»).

(3)

Το άρθρο 5 στοιχείο γ) της απόφασης 2006/802/ΕΚ ορίζει ότι η Ρουμανία εξασφαλίζει ότι το κρέας που προέρχεται από χοίρους οι οποίοι εμβολιάστηκαν με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο σύμφωνα με το άρθρο 4 της εν λόγω απόφασης περιορίζεται για ιδιωτική εγχώρια κατανάλωση ή για άμεση διάθεση, από τον παραγωγό, μικρών ποσοτήτων στον τελικό καταναλωτή ή στην τοπική αγορά στον ίδιο δήμο και δεν αποστέλλεται στα άλλα κράτη μέλη. Το άρθρο 5 στοιχείο β) της εν λόγω απόφασης προβλέπει την ειδική επισήμανση αυτού του χοιρινού κρέατος.

(4)

Το εγκεκριμένο σχέδιο απαγορεύει τη μετακίνηση κατοικίδιων χοίρων από μη επαγγελματικές εκμεταλλεύσεις, καθώς και την κυκλοφορία χοιρινού κρέατος και χοιρινών προϊόντων και παραπροϊόντων προερχόμενων από τους εν λόγω χοίρους, εκτός αν πρόκειται για οικογενειακή κατανάλωση στην εκμετάλλευση καταγωγής. Κατά περίπτωση, τα ζωντανά ζώα μπορούν να διατεθούν στο εμπόριο αποκλειστικά στην τοπική αγορά.

(5)

Στις 3 Μαΐου 2007 η Ρουμανία υπέβαλε στην Επιτροπή τροποποίηση του εγκεκριμένου σχεδίου. Το εγκεκριμένο σχέδιο, όπως τροποποιείται, επιτρέπει, υπό ορισμένους όρους, την άμεση μετακίνηση χοίρων από μικρότερες ή μη επαγγελματικές εκμεταλλεύσεις, στις οποίες έχει γίνει ο επείγων εμβολιασμός με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης 2006/802/EK, σε σφαγείο που βρίσκεται στην ίδια κομητεία με την εκμετάλλευση καταγωγής ή, αν στην εν λόγω κομητεία δεν υπάρχει κανένα σφαγείο, σε σφαγείο που βρίσκεται σε παρακείμενη κομητεία.

(6)

Επιπλέον, η Ρουμανία ζήτησε προσωρινή παρέκκλιση από το άρθρο 5 στοιχείο γ) της απόφασης 2006/802/ΕΚ μέχρι τις 31 Αυγούστου 2007, για να μπορέσει να διαθέσει στο εμπόριο, σε επίπεδο κομητείας, το χοιρινό κρέας που προέρχεται από τους εν λόγω χοίρους, λαμβανομένων υπόψη των σημαντικών δυσκολιών στις οποίες προσέκρουσε η εξεύρεση ικανοποιητικής τοπικής αγοράς στο δήμο.

(7)

Η τροποποίηση του εγκεκριμένου σχεδίου και το αίτημα για παρέκκλιση από το άρθρο 5 στοιχείο γ) της απόφασης 2006/802/ΕΚ συνάδουν με το στόχο της εξάλειψης της κλασικής πανώλους των χοίρων στη Ρουμανία. Ωστόσο, προς το συμφέρον της υγείας των ζώων, η παρέκκλιση πρέπει να υπόκειται σε ορισμένους όρους: ειδικότερα, το εν λόγω χοιρινό κρέας πρέπει να επισημαίνεται με ειδική επισήμανση που να εγγυάται πλήρη ιχνηλασιμότητα και δεν πρέπει να αποστέλλεται στα άλλα κράτη μέλη.

(8)

Ως εκ τούτου, η απόφαση 2006/802/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2006/802/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Σχέδιο επείγοντος εμβολιασμού των χοίρων των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων κατά της κλασικής πανώλους των χοίρων με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο

Το σχέδιο που υποβλήθηκε από τη Ρουμανία στην Επιτροπή στις 27 Σεπτεμβρίου 2006, όπως τροποποιήθηκε με την τροποποίηση που υποβλήθηκε στην Επιτροπή στις 3 Μαΐου 2007, για τον επείγοντα εμβολιασμό των χοίρων των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων με ζωντανό εξασθενημένο συμβατικό εμβόλιο κατά της κλασικής πανώλους των χοίρων, στην περιοχή που καθορίζεται στο σημείο 4 του παραρτήματος, εγκρίνεται.».

2)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 5α:

«Άρθρο 5α

Παρέκκλιση από τον όρο που καθορίζεται στο άρθρο 5 στοιχείο γ)

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 στοιχείο γ), η Ρουμανία μπορεί να επιτρέψει την εμπορία χοιρινού κρέατος, που λαμβάνεται από χοίρους που είναι εμβολιασμένοι σύμφωνα με το άρθρο 4, στην τοπική αγορά της ίδιας κομητείας με την εκμετάλλευση καταγωγής των εν λόγω χοίρων, υπό τον όρο ότι το κρέας αυτό:

α)

έχει καταχωριστεί στο σφαγείο σύμφωνα με τις οδηγίες της αρμόδιας αρχής·

β)

έχει φυλαχθεί και αποθηκευτεί χωριστά από το χοιρινό κρέας που δεν αναφέρεται στο παρόν άρθρο·

γ)

επισημαίνεται με ειδική υγειονομική ή αναγνωριστική επισήμανση η οποία:

i)

είναι διαφορετική από τις επισημάνσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 στοιχείο β)·

ii)

δεν επιτρέπει σύγχυση με την κοινοτική σφραγίδα που αναφέρεται στο άρθρο 4 της απόφασης 2006/779/ΕΚ·

δ)

μπορεί να αποσταλεί μόνο σε εγκαταστάσεις που βρίσκονται στην ίδια κομητεία με την εκμετάλλευση καταγωγής των χοίρων·

ε)

συνοδεύεται από πιστοποιητικό που εκδίδεται από επίσημο κτηνίατρο και το οποίο διευκρινίζει την καταγωγή, τα στοιχεία αναγνώρισης και τον προορισμό του χοιρινού κρέατος.

2.   Το χοιρινό κρέας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν αποστέλλεται στα άλλα κράτη μέλη.».

Άρθρο 2

Η Ρουμανία λαμβάνει και δημοσιεύει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την παρούσα απόφαση. Ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Άρθρο 3

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 εφαρμόζεται έως τις 31 Αυγούστου 2007.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 18 Ιουλίου 2007.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 316 της 1.12.2001, σ. 5. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/104/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 352).

(2)  ΕΕ L 329 της 25.11.2006, σ. 34.