ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 338

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
22 Δεκεμβρίου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 της Επιτροπής της 15ης Νοεμβρίου 2005 περί μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα  ( 1 )

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 της Επιτροπής της 5ης Δεκεμβρίου 2005 για θέσπιση μέτρων εφαρμογής για ορισμένα προϊόντα βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και για την οργάνωση επίσημων ελέγχων βάσει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, για την παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004  ( 1 )

27

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2075/2005 της Επιτροπής της 5ης Δεκεμβρίου 2005 για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση Trichinella στο κρέας  ( 1 )

60

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2076/2005 της Επιτροπής της 5ης Δεκεμβρίου 2005 για τη θέσπιση μεταβατικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 853/2004, (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004 και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004  ( 1 )

83

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

22.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 338/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 15ης Νοεμβρίου 2005

περί μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 4 και το άρθρο 12,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ένα υψηλό επίπεδο δημόσιας υγείας είναι ένας από τους βασικούς στόχους της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (2). Οι μικροβιολογικοί κίνδυνοι στα τρόφιμα αποτελούν μία από τις κυριότερες πηγές τροφιμογενών ασθενειών στον άνθρωπο.

(2)

Τα τρόφιμα δεν πρέπει να περιέχουν μικροοργανισμούς ή τις τοξίνες τους ή τους μεταβολίτες τους σε ποσότητες που παρουσιάζουν απαράδεκτο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 καθορίζει γενικές απαιτήσεις για την ασφάλεια των τροφίμων, σύμφωνα με τις οποίες τα τρόφιμα που δεν είναι ασφαλή δεν πρέπει να διατίθενται στην αγορά. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων είναι υποχρεωμένοι να αποσύρουν από την αγορά τα μη ασφαλή τρόφιμα. Προκειμένου να συνεισφέρουν στην προστασία της δημόσιας υγείας και να εμποδίσουν διαφορετικές ερμηνείες, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν εναρμονισμένα κριτήρια ασφάλειας για τα τρόφιμα, ιδίως όσον αφορά την παρουσία ορισμένων παθογόνων μικροοργανισμών.

(4)

Τα μικροβιολογικά κριτήρια παρέχουν επίσης καθοδήγηση σχετικά με το αποδεκτό των τροφίμων και των διαδικασιών παρασκευής, χειρισμού και διανομής τους. Η χρήση των μικροβιολογικών κριτηρίων πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εφαρμογής διαδικασιών που βασίζονται στο σύστημα HACCP και σε άλλα μέτρα ελέγχου της υγιεινής.

(5)

Η ασφάλεια των τροφίμων εξασφαλίζεται κυρίως με μια προληπτική προσέγγιση, όπως είναι η εφαρμογή ορθών πρακτικών υγιεινής και η εφαρμογή διαδικασιών που διέπονται από αρχές βασιζόμενες στην ανάλυση κινδύνων και κρίσιμων σημείων ελέγχου (Hazard Analysis Critical Control Points, HACCP). Τα μικροβιολογικά κριτήρια μπορούν να χρησιμοποιούνται για την επικύρωση και την επαλήθευση των διαδικασιών που βασίζονται στο σύστημα HACCP και άλλων μέτρων ελέγχου της υγιεινής. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν μικροβιολογικά κριτήρια που θα καθορίζουν το αποδεκτό της παραγωγικής διαδικασίας, καθώς και μικροβιολογικά κριτήρια ασφάλειας των τροφίμων που θα θέτουν ένα όριο πάνω από το οποίο ένα τρόφιμο πρέπει να θεωρείται μη αποδεκτά μολυσμένο από τους μικροοργανισμούς για τους οποίους έχουν θεσπιστεί τα κριτήρια.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να συμμορφώνονται προς τα μικροβιολογικά κριτήρια. Πρέπει να περιλαμβάνονται εν προκειμένω δοκιμές έναντι των τιμών που καθορίστηκαν για τα κριτήρια μέσω της δειγματοληψίας, της διεξαγωγής αναλύσεων και της εκτέλεσης διορθωτικών ενεργειών, σύμφωνα με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα και τις οδηγίες της αρμόδιας αρχής. Συνεπώς, ενδείκνυται ο καθορισμός μέτρων εφαρμογής σχετικά με τις αναλυτικές μεθόδους, συμπεριλαμβανομένης, εφόσον χρειάζεται, της αβεβαιότητας των μετρήσεων, το πρόγραμμα δειγματοληψίας, τα μικροβιολογικά όρια, καθώς και τον αριθμό αναλυτικών μονάδων που πρέπει να συμμορφώνονται προς τα εν λόγω όρια. Επιπλέον, ενδείκνυται ο καθορισμός μέτρων εφαρμογής σχετικά με τα τρόφιμα για τα οποία ισχύει το κριτήριο, τα σημεία της τροφικής αλυσίδας όπου εφαρμόζεται το κριτήριο, καθώς και τις ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν όταν δεν ικανοποιείται το κριτήριο. Τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων προκειμένου να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τα κριτήρια που καθορίζουν το αποδεκτό ενός προϊόντος μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, ελέγχους των πρώτων υλών, ελέγχους υγιεινής, θερμοκρασίας και διάρκειας διατήρησης του προϊόντος.

(7)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (3), απαιτεί από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι πραγματοποιούνται επίσημοι έλεγχοι τακτικά και βάσει των κινδύνων και με την κατάλληλη συχνότητα. Οι έλεγχοι αυτοί πραγματοποιούνται σε κατάλληλα στάδια της παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής των τροφίμων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων συμμορφώνονται προς τα κριτήρια που ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(8)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής για την κοινοτική στρατηγική καθορισμού μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα (4) περιγράφει τη στρατηγική για τον καθορισμό και την αναθεώρηση των κριτηρίων στην κοινοτική νομοθεσία καθώς και τις αρχές για την εκπόνηση και την εφαρμογή των κριτηρίων αυτών. Η στρατηγική αυτή εφαρμόζεται κατά τον καθορισμό μικροβιολογικών κριτηρίων.

(9)

Η επιστημονική επιτροπή για τα κτηνιατρικά μέτρα σε σχέση με τη δημόσια υγεία (ΕΕΚΜΔΥ) εξέδωσε γνώμη στις 23 Σεπτεμβρίου 1999 για την αξιολόγηση των μικροβιολογικών κριτηρίων για προϊόντα τροφίμων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση. Η ΕΕΚΜΔΥ υπογράμμισε τη σημασία που έχει η στήριξη των μικροβιολογικών κριτηρίων στην επίσημη αξιολόγηση του κινδύνου και σε διεθνώς εγκεκριμένες αρχές. Η γνώμη συνιστά τα μικροβιολογικά κριτήρια να είναι συναφή και αποτελεσματικά σε σχέση με την προστασία της υγείας των καταναλωτών. Η ΕΕΚΜΔΥ πρότεινε, εν αναμονή των επίσημων αξιολογήσεων του κινδύνου, ορισμένα αναθεωρημένα κριτήρια ως μεταβατικά μέτρα.

(10)

Ταυτόχρονα, η ΕΕΚΜΔΥ εξέδωσε ξεχωριστή γνώμη για τη Listeria monocytogenes. Η εν λόγω γνώμη συνέστησε να επιδιωχθεί η διατήρηση της συγκέντρωσης της Listeria monocytogenes στα τρόφιμα κάτω από τα 100 cfu/g. Η επιστημονική επιτροπή τροφίμων (EET) συμφώνησε με τις συστάσεις αυτές στη γνώμη της στις 22 Ιουνίου 2000.

(11)

Η ΕΕΚΜΔΥ εξέδωσε γνώμη για το Vibrio vulnificus και το Vibrio parahaemolyticus στις 19-20 Σεπτεμβρίου 2001. Συμπέρανε ότι τα επιστημονικά στοιχεία που διαθέτουμε σήμερα δεν υποστηρίζουν τον καθορισμό ειδικών κριτηρίων για τα παθογόνα V. vulnificus και V. parahaemolyticus στα θαλασσινά. Ωστόσο, συνέστησε να καθοριστούν κώδικες πρακτικής για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή ορθών πρακτικών υγιεινής.

(12)

Η ΕΕΚΜΔΥ εξέδωσε γνώμη για τους ιούς τύπου Norwalk (Norwalk-like viruses, noroviruses, NLVs) στις 30-31 Ιανουαρίου 2002. Στη γνώμη της η ΕΕΚΜΔΥ συμπέρανε ότι οι συνήθεις κοπρανώδεις δείκτες είναι αναξιόπιστοι για την απόδειξη της παρουσίας ή απουσίας ιών τύπου Norwalk και ότι ο καθορισμός του χρόνου καθαρισμού των οστρακοειδών με βάση την απομάκρυνση των κοπρανωδών βακτηριακών δεικτών αποτελεί επισφαλή πρακτική. Η ΕΕΚΜΔΥ συνέστησε επίσης τη χρήση της E. coli αντί για τα κοπρανώδη κολοβακτηριοειδή, κατά την εφαρμογή βακτηριακών δεικτών, για την ένδειξη κοπρανώδους μόλυνσης σε περιοχές συλλογής οστρακοειδών.

(13)

Η ΕΕΤ εξέδωσε γνώμη στις 27 Φεβρουαρίου 2002 σχετικά με τις προδιαγραφές για τη ζελατίνη σε σχέση με την υγεία των καταναλωτών. Συμπέρανε ότι τα μικροβιολογικά κριτήρια που καθορίζονται στο κεφάλαιο 4 του παραρτήματος II της οδηγίας 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1992, για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Α της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (5), σχετικά με την υγεία των καταναλωτών ήταν υπερβολικά και έκρινε ότι αρκεί να εφαρμοστεί ένα υποχρεωτικό μικροβιολογικό κριτήριο μόνο για τη σαλμονέλλα.

(14)

Η ΕΕΚΜΔΥ εξέδωσε γνώμη για τη βεροτοξινογόνο E. coli (VTEC) στα τρόφιμα στις 21-22 Ιανουαρίου 2003. Στη γνώμη αυτή, η ΕΕΚΜΔΥ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή ενός μικροβιολογικού προτύπου για τα τελικά προϊόντα όσον αφορά την VTEC O157 δεν είναι πιθανόν να επιφέρει σημαντικές μειώσεις στο σχετικό κίνδυνο για τους καταναλωτές. Ωστόσο, οι μικροβιολογικές κατευθυντήριες γραμμές που αποσκοπούν στη μείωση της κοπρανώδους μόλυνσης κατά μήκος της τροφικής αλυσίδας μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των κινδύνων για τη δημόσια υγεία, συμπεριλαμβανομένης της VTEC. Η ΕΕΚΜΔΥ εντόπισε τις ακόλουθες κατηγορίες τροφίμων στις οποίες η VTEC αντιπροσωπεύει κίνδυνο για τη δημόσια υγεία: ωμό ή μη επαρκώς μαγειρεμένο βοδινό και πιθανώς κρέας άλλων μηρυκαστικών, κιμάς και βοδινό που έχει υποστεί ζύμωση και προϊόντα του, νωπό γάλα και προϊόντα νωπού γάλακτος, νωπά προϊόντα και ιδίως σπόροι με φύτρο και μη παστεριωμένοι χυμοί φρούτων και λαχανικών.

(15)

Στις 26-27 Μαρτίου 2003 η ΕΕΚΜΔΥ εξέδωσε γνώμη για τις σταφυλοκοκκικές εντεροτοξίνες στα γαλακτοκομικά προϊόντα, και ιδίως στα τυριά. Συνέστησε την αναθεώρηση των κριτηρίων για τους θετικούς στην πηκτάση σταφυλοκόκκους στα τυριά, στο νωπό γάλα που προορίζεται για μεταποίηση και στο γάλα σε σκόνη. Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν κριτήρια για τις σταφυλοκοκκικές εντεροτοξίνες για τα τυριά και για το γάλα σε σκόνη.

(16)

Η ΕΕΚΜΔΥ εξέδωσε γνώμη για τις σαλμονέλλες στα τρόφιμα στις 14-15 Απριλίου 2003. Σύμφωνα με τη γνώμη, οι κατηγορίες τροφίμων που παρουσιάζουν πιθανώς υψηλό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία περιλαμβάνουν το ωμό κρέας και ορισμένα προϊόντα που καταναλώνονται ωμά, τα ωμά και μη επαρκώς μαγειρεμένα προϊόντα κρέατος πουλερικών, τα αυγά και τα προϊόντα που περιέχουν ωμά αυγά, το μη παστεριωμένο γάλα και ορισμένα προϊόντα του. Οι σπόροι με φύτρο και οι μη παστεριωμένοι χυμοί φρούτων γεννούν επίσης ανησυχίες. Η ΕΕΚΜΔΥ συνιστά ότι η απόφαση σχετικά με την ανάγκη καθορισμού μικροβιολογικών κριτηρίων πρέπει να ληφθεί με βάση την ικανότητά τους να προστατεύουν τους καταναλωτές και την εφικτότητά τους.

(17)

Η επιστημονική ομάδα για τους βιολογικούς κινδύνους (ομάδα BIOHAZ) της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) διατύπωσε, στις 9 Σεπτεμβρίου 2004, γνώμη σχετικά με τους μικροβιολογικούς κινδύνους σε παρασκευάσματα για βρέφη και παρασκευάσματα δεύτερης βρεφικής ηλικίας. Συμπέρανε ότι η σαλμονέλλα και το Enterobacter sakazakii είναι οι πιο επικίνδυνοι μικροοργανισμοί στα παρασκευάσματα για βρέφη, παρασκευάσματα για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς και παρασκευάσματα δεύτερης βρεφικής ηλικίας. Η παρουσία των εν λόγω παθογόνων παραγόντων συνιστά σημαντικό κίνδυνο εάν οι συνθήκες μετά την ανασύσταση επιτρέπουν τον πολλαπλασιασμό. Τα εντεροβακτηριοειδή, τα οποία είναι συχνότερα παρόντα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δείκτης κινδύνου. Η ΕΑΑΤ πρότεινε την παρακολούθηση και τον έλεγχο των εντεροβακτηριοειδών τόσο στο περιβάλλον παρασκευής όσο και στο τελικό προϊόν. Εντούτοις, εκτός από τα παθογόνα είδη, η οικογένεια των εντεροβακτηριοειδών περιλαμβάνει επίσης περιβαλλοντικά είδη τα οποία εμφανίζονται συχνά στο περιβάλλον παρασκευής τροφίμων χωρίς να παρουσιάζουν κανένα κίνδυνο για την υγεία. Συνεπώς, η οικογένεια των εντεροβακτηριοειδών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παρακολούθηση ρουτίνας και, εάν διαπιστωθεί η παρουσία τους, μπορεί να αρχίσει ο έλεγχος για συγκεκριμένους παθογόνους παράγοντες.

(18)

Δεν έχουν ακόμη θεσπιστεί διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές για τα μικροβιολογικά κριτήρια σχετικά με πολλά τρόφιμα. Εντούτοις, η Επιτροπή ακολούθησε την κατευθυντήρια γραμμή «Αρχές για τη θέσπιση και την εφαρμογή μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα CAC/GL 21 — 1997» του Codex Alimentarius και, επιπλέον, τις συμβουλές της ΕΕΚΜΔΥ και της ΕΕΤ για τη θέσπιση μικροβιολογικών κριτηρίων. Ελήφθησαν υπόψη οι υπάρχουσες προδιαγραφές του Codex σχετικά με τα προϊόντα με βάση το γάλα σε σκόνη, τα παρασκευάσματα για βρέφη και τα παρασκευάσματα δεύτερης βρεφικής ηλικίας, καθώς και το κριτήριο της ισταμίνης για ορισμένα προϊόντα ψαριών και αλιευτικά προϊόντα. Η θέσπιση κοινοτικών κριτηρίων είναι προς όφελος του εμπορίου, δεδομένου ότι παρέχει εναρμονισμένες μικροβιολογικές απαιτήσεις για τα τρόφιμα και αντικαθιστά τα εθνικά κριτήρια.

(19)

Πρέπει να αναθεωρηθούν τα μικροβιολογικά κριτήρια που θεσπίστηκαν για ορισμένες κατηγορίες τροφίμων ζωικής προέλευσης στις οδηγίες οι οποίες καταργήθηκαν με την οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου (6), και να θεσπιστούν ορισμένα νέα κριτήρια με βάση τις επιστημονικές συμβουλές.

(20)

Τα μικροβιολογικά κριτήρια που θεσπίστηκαν στην απόφαση 93/51/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τα μικροβιολογικά κριτήρια που εφαρμόζονται στην παραγωγή των βρασμένων μαλακοστράκων και μαλακίων (7), έχουν ενσωματωθεί στον παρόντα κανονισμό. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καταργηθεί η εν λόγω απόφαση. Δεδομένου ότι η απόφαση 2001/471/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Ιουνίου 2001, για καθορισμό κανόνων για τους τακτικούς ελέγχους γενικής υγιεινής που διεξάγουν στις εγκαταστάσεις τους οι υπεύθυνοι σύμφωνα με την οδηγία 64/433/ΕΟΚ περί υγειονομικών όρων παραγωγής και διάθεσης νωπού κρέατος στην αγορά και η οδηγία 71/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των συναλλαγών νωπών κρεάτων πουλερικών (8), καταργείται από 1ης Ιανουαρίου 2006, είναι σκόπιμο να ενσωματωθούν τα μικροβιολογικά κριτήρια που θεσπίστηκαν για τα σφάγια στον παρόντα κανονισμό.

(21)

Ο παραγωγός ή ο παρασκευαστής ενός τροφίμου πρέπει να αποφασίσει αν το προϊόν είναι έτοιμο να καταναλωθεί ως έχει, χωρίς να χρειάζεται να μαγειρευτεί ή να υποστεί άλλη επεξεργασία προκειμένου να εξασφαλιστεί η ασφάλειά του και η συμμόρφωσή του προς τα μικροβιολογικά κριτήρια. Σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση των τροφίμων (9), η επισήμανση των τροφίμων περιλαμβάνει υποχρεωτικά τις οδηγίες χρήσης στην περίπτωση στην οποία η παράλειψή τους δεν θα επέτρεπε τη σωστή χρήση του προϊόντος. Οι εν λόγω οδηγίες χρήσης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων όταν αποφασίζουν τις κατάλληλες συχνότητες δειγματοληψίας για τις δοκιμές που βασίζονται στα μικροβιολογικά κριτήρια.

(22)

Η δειγματοληψία του περιβάλλοντος παραγωγής και μεταποίησης μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για τον εντοπισμό και την πρόληψη της παρουσίας παθογόνων μικροοργανισμών στα τρόφιμα.

(23)

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να αποφασίζουν οι ίδιοι σχετικά με την αναγκαία συχνότητα δειγματοληψιών και δοκιμών στο πλαίσιο των διαδικασιών τους που βασίζονται στις αρχές του συστήματος HACCP ή άλλες διαδικασίες ελέγχου της υγιεινής. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να απαιτείται ο καθορισμός εναρμονισμένων συχνοτήτων δειγματοληψίας σε κοινοτικό επίπεδο, ιδίως προκειμένου να εξασφαλίζεται η διεξαγωγή ίδιου βαθμού ελέγχων σε ολόκληρη την Κοινότητα.

(24)

Τα αποτελέσματα των δοκιμών εξαρτώνται από τη χρησιμοποιούμενη αναλυτική μέθοδο, επομένως μια δεδομένη μέθοδος αναφοράς πρέπει να συνδέεται με κάθε μικροβιολογικό κριτήριο. Ωστόσο, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν αναλυτικές μεθόδους διαφορετικές από τις μεθόδους αναφοράς, ιδίως ταχύτερες μεθόδους, εφόσον η χρήση αυτών των εναλλακτικών μεθόδων παρέχει ισοδύναμα αποτελέσματα. Επιπλέον, απαιτείται ο καθορισμός προγράμματος δειγματοληψίας για κάθε κριτήριο ώστε να εξασφαλίζεται εναρμονισμένη εφαρμογή. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να επιτρέπεται η χρήση άλλων προγραμμάτων δειγματοληψίας και δοκιμής, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης εναλλακτικών οργανισμών-δεικτών, υπό τον όρο ότι τα προγράμματα αυτά παρέχουν ισοδύναμες εγγυήσεις όσον αφορά την ασφάλεια των τροφίμων.

(25)

Οι τάσεις των αποτελεσμάτων των δοκιμών πρέπει να αναλύονται, δεδομένου ότι μπορούν να αποκαλύψουν ανεπιθύμητες εξελίξεις στη διαδικασία μεταποίησης, επιτρέποντας έτσι στον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων να προβεί σε διορθωτικές ενέργειες πριν καταστεί η διαδικασία εκτός ελέγχου.

(26)

Tα μικροβιολογικά κριτήρια που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό επιδέχονται αναθεώρηση και αναθεωρούνται και συμπληρώνονται όταν αυτό ενδείκνυται, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στους τομείς της ασφάλειας των τροφίμων και της μικροβιολογίας τροφίμων. Οι εξελίξεις αυτές περιλαμβάνουν την επιστημονική, τεχνολογική και μεθοδολογική πρόοδο, αλλαγές στα επίπεδα επιπολασμού και μόλυνσης, αλλαγές στον πληθυσμό των ευαίσθητων καταναλωτών καθώς και τα πιθανά αποτελέσματα των αξιολογήσεων του κινδύνου.

(27)

Συγκεκριμένα, θα πρέπει να καθοριστούν κριτήρια ιδίως για παθογόνους ιούς σε ζώντα δίθυρα μαλάκια όταν εξελιχθούν επαρκώς οι αναλυτικές μέθοδοι. Υπάρχει ανάγκη ανάπτυξης αξιόπιστων μεθόδων και για άλλους μικροβιακούς κινδύνους, π.χ. το Vibrio parahaemolyticus.

(28)

Έχει καταδειχθεί ότι η εφαρμογή προγραμμάτων ελέγχου μπορεί να συμβάλει καταφανώς στη μείωση του επιπολασμού της σαλμονέλλας στα ζώα παραγωγής και στα προϊόντα τους. Ο σκοπός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για τον έλεγχο της σαλμονέλλας και άλλων συγκεκριμένων τροφιμογενών ζωονοσογόνων παραγόντων (10), είναι να εξασφαλίσει τη λήψη κατάλληλων και αποτελεσματικών μέτρων για τον έλεγχο της σαλμονέλλας σε κατάλληλα στάδια της τροφικής αλυσίδας. Τα κριτήρια για το κρέας και τα προϊόντα του πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αναμενόμενη βελτίωση στην κατάσταση που επικρατεί όσον αφορά τη σαλμονέλλα στο επίπεδο της πρωτογενούς παραγωγής.

(29)

Για ορισμένα κριτήρια ασφάλειας των τροφίμων, ενδείκνυται να χορηγηθεί στα κράτη μέλη μεταβατική παρέκκλιση, η οποία θα τους επιτρέψει να συμμορφωθούν προς λιγότερο αυστηρά κριτήρια, αλλά με την προϋπόθεση ότι τα τρόφιμα θα διατίθενται μόνο στην εθνική αγορά. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώσουν την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη μέλη σε ποιες περιπτώσεις χρησιμοποιείται η εν λόγω παρέκκλιση.

(30)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τα μικροβιολογικά κριτήρια για συγκεκριμένους μικροοργανισμούς και τους κανόνες εφαρμογής προς τους οποίους πρέπει να συμμορφώνονται οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων όταν εφαρμόζουν τα γενικά και ειδικά μέτρα υγιεινής που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004. Η αρμόδια αρχή επαληθεύει τη συμμόρφωση προς τους κανόνες και τα κριτήρια που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004, με την επιφύλαξη του δικαιώματός της να προβεί σε περαιτέρω δειγματοληψία και αναλύσεις προκειμένου να ανιχνεύσει και να μετρήσει άλλους μικροοργανισμούς, τις τοξίνες τους ή τους μεταβολίτες τους, είτε για την επαλήθευση των διαδικασιών, σε περίπτωση τροφίμων για τα οποία υπάρχουν υποψίες ότι δεν είναι ασφαλή, είτε στο πλαίσιο ανάλυσης κινδύνου.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υπόλοιπων ειδικών κανόνων για τον έλεγχο των μικροοργανισμών, οι οποίοι προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία, και ιδίως των προτύπων υγείας για τα τρόφιμα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), των κανόνων για τα παράσιτα που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) και των μικροβιολογικών κριτηρίων που καθορίζονται στην οδηγία 80/777/ΕΟΚ του Συμβουλίου (13).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«μικροοργανισμοί» είναι τα βακτήρια, οι ιοί, οι ζυμομύκητες, οι ευρώτες, τα άλγη, τα παρασιτικά πρωτόζωα, οι μικροσκοπικοί παρασιτικοί έλμινθες, καθώς και οι τοξίνες και οι μεταβολίτες τους·

β)

«μικροβιολογικό κριτήριο» είναι ένα κριτήριο που καθορίζει το αποδεκτό ενός προϊόντος, μιας παρτίδας τροφίμων ή μιας διαδικασίας, με βάση την απουσία, την παρουσία ή τον αριθμό μικροοργανισμών, ή/και με βάση την ποσότητα των τοξινών ή μεταβολιτών τους, ανά μονάδα μάζας, όγκου, επιφάνειας ή ανά παρτίδα·

γ)

«κριτήριο ασφάλειας των τροφίμων» είναι ένα κριτήριο που καθορίζει το αποδεκτό ενός προϊόντος ή μιας παρτίδας τροφίμων και το οποίο εφαρμόζεται στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά·

δ)

«κριτήριο υγιεινής της παραγωγικής διαδικασίας» είναι ένα κριτήριο που καθορίζει την αποδεκτή λειτουργία της διαδικασίας παραγωγής· ένα τέτοιο κριτήριο δεν εφαρμόζεται στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά· ορίζει μια ενδεικτική τιμή μόλυνσης πάνω από την οποία απαιτούνται διορθωτικές ενέργειες προκειμένου να διατηρηθεί η υγιεινή της παραγωγικής διαδικασίας σύμφωνα με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα·

ε)

«παρτίδα» σημαίνει μια ομάδα ή ένα σύνολο προσδιορίσιμων προϊόντων τα οποία λαμβάνονται από μια δεδομένη διαδικασία κάτω από πρακτικά τις ίδιες συνθήκες και παράγονται σε δεδομένο τόπο εντός καθορισμένης περιόδου παραγωγής·

στ)

«διάρκεια διατήρησης» σημαίνει είτε το διάστημα που αντιστοιχεί στην περίοδο έως την ημερομηνία «ανάλωση μέχρι» ή την ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας, όπως ορίζονται αντίστοιχα στα άρθρα 9 και 10 της οδηγίας 2000/13/EΚ·

ζ)

«τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση» σημαίνει τρόφιμα που προορίζονται από τον παραγωγό ή τον παρασκευαστή για ανθρώπινη κατανάλωση χωρίς να χρειάζονται μαγείρεμα ή άλλη επεξεργασία, αποτελεσματική για να εξαλείψει ή να μειώσει σε αποδεκτό επίπεδο τους ανησυχητικούς μικροοργανισμούς·

η)

«τρόφιμα που προορίζονται για βρέφη» σημαίνει τρόφιμα που προορίζονται ειδικά για βρέφη, όπως ορίζονται στην οδηγία 91/321/EΟΚ (14)·

θ)

«τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς» σημαίνει διαιτητικά τρόφιμα για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς, όπως ορίζονται στην οδηγία 1999/21/EΚ της Επιτροπής (15)·

ι)

«δείγμα» σημαίνει ένα σύνολο που απαρτίζεται από μία ή περισσότερες μονάδες ή ένα τμήμα ύλης που επιλέγεται με διάφορους τρόπους σε έναν πληθυσμό ή μια σημαντική ποσότητα ύλης, το οποίο προορίζεται να παράσχει πληροφορίες σχετικά με ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του μελετούμενου πληθυσμού ή ύλης και να αποτελέσει βάση για τη λήψη απόφασης σχετικά με τον πληθυσμό ή την εν λόγω ύλη ή σχετικά με τη διαδικασία από την οποία προέκυψε·

ια)

«αντιπροσωπευτικό δείγμα» σημαίνει ένα δείγμα στο οποίο διατηρούνται τα χαρακτηριστικά της παρτίδας από την οποία έχει ληφθεί· αυτό ισχύει ειδικότερα στην περίπτωση ενός απλού τυχαίου δείγματος όπου για κάθε ένα από τα είδη ή προσαυξήσεις της παρτίδας έχει δοθεί η ίδια πιθανότητα εισόδου στο δείγμα·

ιβ)

«συμμόρφωση προς τα μικροβιολογικά κριτήρια» σημαίνει λήψη των ικανοποιητικών ή αποδεκτών αποτελεσμάτων τα οποία καθορίζονται στο παράρτημα Ι όταν πραγματοποιούνται δοκιμές έναντι των καθορισμένων τιμών που καθορίστηκαν για τα κριτήρια μέσω της δειγματοληψίας, της διεξαγωγής αναλύσεων και της εκτέλεσης διορθωτικών ενεργειών, σύμφωνα με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα και τις οδηγίες της αρμόδιας αρχής.

Άρθρο 3

Γενικές απαιτήσεις

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων διασφαλίζουν ότι τα τρόφιμα πληρούν τα σχετικά μικροβιολογικά κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα Ι. Για το σκοπό αυτό, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων λαμβάνουν μέτρα σε κάθε στάδιο της παραγωγής, επεξεργασίας και διανομής τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης της λιανικής πώλησης, στο πλαίσιο των διαδικασιών τους που βασίζονται στις αρχές του συστήματος HACCP και των ορθών πρακτικών υγιεινής, για να εξασφαλίσουν ότι:

α)

η προμήθεια, ο χειρισμός και η επεξεργασία πρώτων υλών και τροφίμων υπό τον έλεγχό τους γίνονται με τρόπο που πληροί τα κριτήρια υγιεινής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

β)

τα κριτήρια ασφάλειας για τα τρόφιμα που πρέπει να εφαρμόζονται καθ’ όλη τη διάρκεια διατήρησης των προϊόντων μπορούν να πληρούνται υπό τις λογικά προβλεπόμενες συνθήκες διανομής, αποθήκευσης και χρήσης.

2.   Όταν είναι απαραίτητο, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που είναι αρμόδιοι για την παρασκευή του προϊόντος διεξάγουν μελέτες σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ, προκειμένου να ελέγξουν τη συμμόρφωση προς τα κριτήρια καθ’ όλη τη διάρκεια διατήρησης. Ειδικότερα, αυτό εφαρμόζεται στα έτοιμα για κατανάλωση τρόφιμα που είναι δυνατόν να υποστηρίξουν την ανάπτυξη της Listeria monocytogenes και μπορεί να παρουσιάζουν κίνδυνο Listeria monocytogenes για τη δημόσια υγεία.

Για τη διεξαγωγή των μελετών αυτών, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων μπορούν να συνεργάζονται.

Κατευθυντήριες γραμμές για τη διεξαγωγή των μελετών μπορούν να περιλαμβάνονται στους οδηγούς ορθής πρακτικής που αναφέρονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004.

Άρθρο 4

Δοκιμές με βάση κριτήρια

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων διεξάγουν τις ενδεικνυόμενες δοκιμές που βασίζονται στα μικροβιολογικά κριτήρια τα οποία ορίζονται στο παράρτημα Ι όταν επικυρώνουν ή επαληθεύουν τη σωστή λειτουργία των διαδικασιών τους που βασίζονται στις αρχές του συστήματος HACCP ή άλλα μέτρα ελέγχου της υγιεινής.

2.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων αποφασίζουν τις κατάλληλες συχνότητες δειγματοληψίας που θα εφαρμόζονται, με εξαίρεση τις περιπτώσεις για τις οποίες το παράρτημα Ι προβλέπει συγκεκριμένες συχνότητες δειγματοληψίας. Στις περιπτώσεις αυτές η συχνότητα δειγματοληψίας θα είναι τουλάχιστον ίση με αυτήν που ορίζεται στο παράρτημα Ι. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων λαμβάνουν την απόφαση αυτή στο πλαίσιο των διαδικασιών τους που βασίζονται στις αρχές του συστήματος HACCP και στην εφαρμογή ορθών πρακτικών υγιεινής, λαμβανομένων υπόψη των οδηγιών χρήσης των τροφίμων.

Η συχνότητα δειγματοληψίας μπορεί να προσαρμοστεί στη φύση και στο μέγεθος των επιχειρήσεων τροφίμων, με την προϋπόθεση ότι δεν θα κινδυνεύσει η ασφάλεια των τροφίμων.

Άρθρο 5

Ειδικοί κανόνες για τους ελέγχους και τη δειγματοληψία

1.   Οι αναλυτικές μέθοδοι και το πλάνο και οι μέθοδοι δειγματοληψίας που καθορίζονται στο παράρτημα Ι εφαρμόζονται ως μέθοδοι αναφοράς.

2.   Θα λαμβάνονται δείγματα από τόπους μεταποίησης και εξοπλισμούς που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων, όταν μια τέτοια δειγματοληψία είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της ικανοποίησης των κριτηρίων. Στην εν λόγω δειγματοληψία θα χρησιμοποιείται ως μέθοδος αναφοράς το πρότυπο ISO 18593.

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που παρασκευάζουν έτοιμα για κατανάλωση τρόφιμα, τα οποία μπορεί να παρουσιάζουν κίνδυνο Listeria monocytogenes για τη δημόσια υγεία, πρέπει να λαμβάνουν πάντα δείγματα από τους τόπους μεταποίησης και τους εξοπλισμούς για Listeria monocytogenes στο πλαίσιο της δειγματοληψίας τους.

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που παρασκευάζουν παρασκευάσματα για βρέφη σε σκόνη ή τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς σε σκόνη για βρέφη ηλικίας κάτω των έξι μηνών, τα οποία παρουσιάζουν κίνδυνο Enterobacter sakazakii, παρακολουθούν τους τόπους μεταποίησης και τους εξοπλισμούς για εντεροβακτηριοειδή στο πλαίσιο της δειγματοληψίας τους.

3.   Ο αριθμός των μονάδων των δειγμάτων των προγραμμάτων δειγματοληψίας που καθορίζονται στο παράρτημα I μπορεί να μειωθεί, εάν ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων μπορεί να αποδείξει με ιστορική τεκμηρίωση ότι εφαρμόζει αποτελεσματικές διαδικασίες που βασίζονται στο σύστημα HACCP.

4.   Ωστόσο, όταν ο έλεγχος αποσκοπεί συγκεκριμένα στην αξιολόγηση του αποδεκτού μιας ορισμένης παρτίδας τροφίμων ή μιας διαδικασίας, τηρούνται τουλάχιστον τα προγράμματα δειγματοληψίας που καθορίζονται στο παράρτημα Ι.

5.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων μπορούν να χρησιμοποιούν άλλες διαδικασίες δειγματοληψίας και δοκιμών, εφόσον παρέχουν επαρκείς αποδείξεις στην αρμόδια αρχή ότι οι διαδικασίες αυτές παρέχουν τουλάχιστον ανάλογες εγγυήσεις. Αυτές οι διαδικασίες μπορεί να περιλαμβάνουν τη χρήση εναλλακτικών σημείων δειγματοληψίας και τη χρήση αναλύσεων τάσεων.

Η δοκιμή έναντι εναλλακτικών μικροοργανισμών και των σχετικών μικροβιολογικών ορίων, καθώς και η δοκιμή αναλυτών πέραν των μικροβιολογικών επιτρέπεται μόνο για τα κριτήρια υγιεινής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Η χρήση εναλλακτικών αναλυτικών μεθόδων είναι αποδεκτή, όταν οι μέθοδοι έχουν επικυρωθεί σε σχέση με τη μέθοδο αναφοράς που αναφέρεται στο παράρτημα Ι και πιστοποιηθεί από τρίτο σύμφωνα με το πρωτόκολλο που καθορίζεται στο πρότυπο EN/ISO 16140 ή άλλα διεθνώς αποδεκτά παρόμοια πρωτόκολλα.

Εάν ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων επιθυμεί να χρησιμοποιήσει αναλυτικές μεθόδους διαφορετικές από εκείνες που έχουν επικυρωθεί και πιστοποιηθεί όπως περιγράφεται στο εδάφιο 3 παραπάνω, οι μέθοδοι αυτές πρέπει να είναι επικυρωμένες σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά πρωτόκολλα και η χρήση τους να έχει επιτραπεί από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 6

Απαιτήσεις σήμανσης

1.   Όταν πληρούνται οι απαιτήσεις για τη σαλμονέλλα στον κιμά, στα παρασκευάσματα κρέατος και στα προϊόντα κρέατος που προορίζονται να καταναλωθούν μαγειρευμένα όλων των ειδών που αναφέρονται στο παράρτημα Ι, οι παρτίδες των εν λόγω προϊόντων που διατίθενται στην αγορά πρέπει να φέρουν σαφή σήμανση από τον παρασκευαστή, έτσι ώστε να ενημερώνεται ο καταναλωτής ότι πρέπει να μαγειρευθούν επαρκώς πριν καταναλωθούν.

2.   Από την 1η Ιανουαρίου 2010, η σήμανση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σχετικά με τον κιμά, τα παρασκευάσματα κρέατος και τα προϊόντα κρέατος από κρέας πουλερικών δεν θα απαιτείται πλέον.

Άρθρο 7

Μη ικανοποιητικά αποτελέσματα

1.   Όταν ο έλεγχος έναντι των κριτηρίων που ορίζονται στο παράρτημα Ι δεν παρέχει ικανοποιητικά αποτελέσματα, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων λαμβάνουν τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 4 του εν λόγω άρθρου μαζί με άλλες διορθωτικές ενέργειες που ορίζονται στις διαδικασίες τους που βασίζονται στο σύστημα HACCP, καθώς και άλλες ενέργειες που είναι αναγκαίες για την προστασία της υγείας των καταναλωτών.

Επιπλέον, λαμβάνουν μέτρα για να βρουν την αιτία των μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων ώστε να προληφθεί η επανεμφάνιση μη αποδεκτής μικροβιολογικής μόλυνσης. Τα μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν τροποποιήσεις της διαδικασίας που βασίζεται στο σύστημα HACCP ή άλλα μέτρα που εφαρμόζονται για τον έλεγχο της υγιεινής των τροφίμων.

2.   Όταν ο έλεγχος έναντι των κριτηρίων ασφάλειας των τροφίμων που ορίζονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Ι παρέχει μη ικανοποιητικά αποτελέσματα, το προϊόν ή η παρτίδα τροφίμων αποσύρεται ή ανακαλείται από την αγορά σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002. Εντούτοις, τα προϊόντα που έχουν διατεθεί στην αγορά, τα οποία δεν βρίσκονται ακόμη σε επίπεδο λιανικής πώλησης και τα οποία δεν πληρούν τα κριτήρια ασφάλειας για τα τρόφιμα μπορεί να υποβληθούν σε περαιτέρω επεξεργασία ώστε να εξαλειφθεί ο εν λόγω κίνδυνος. Η επεξεργασία αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων εκτός από εκείνους του επιπέδου λιανικής πώλησης.

Ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων μπορεί να χρησιμοποιήσει την παρτίδα για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους για τους οποίους προοριζόταν αρχικά, με την προϋπόθεση ότι η χρήση αυτή δεν παρουσιάζει κίνδυνο για τη δημόσια υγεία ή για την υγεία των ζώων και ότι η εν λόγω χρήση έχει αποφασιστεί στο πλαίσιο διαδικασιών που βασίζονται στις αρχές του συστήματος HACCP και σε ορθές πρακτικές υγιεινής και έχει επιτραπεί από την αρμόδια αρχή.

3.   Μια παρτίδα μηχανικώς διαχωρισμένου κρέατος (ΜΔΚ) που έχει παραχθεί με τις τεχνικές που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ παράγραφος 3 του τμήματος V του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 με μη ικανοποιητικά αποτελέσματα όσον αφορά το κριτήριο για τη σαλμονέλλα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην τροφική αλυσίδα μόνο για την παρασκευή προϊόντων που υποβάλλονται σε θερμική επεξεργασία σε εγκεκριμένες εγκαταστάσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

4.   Σε περίπτωση μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων όσον αφορά τα κριτήρια υγιεινής της παραγωγικής διαδικασίας, πραγματοποιούνται οι ενέργειες που προβλέπονται στο παράρτημα Ι κεφάλαιο 2.

Άρθρο 8

Μεταβατική παρέκκλιση

1.   Χορηγείται μεταβατική παρέκκλιση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 το αργότερο σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 όσον αφορά τη συμμόρφωση προς την τιμή που καθορίζεται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού για τη σαλμονέλλα στον κιμά, στα παρασκευάσματα κρέατος και στα προϊόντα κρέατος που προορίζονται να καταναλωθούν μαγειρευμένα, τα οποία διατίθενται στην εθνική αγορά ενός κράτους μέλους.

2.   Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη:

α)

εγγυώνται ότι υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων της σήμανσης και ειδικού σήματος, το οποίο δεν μπορεί να συγχέεται με το αναγνωριστικό σήμα που προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙ τμήμα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, ώστε να διασφαλιστεί ότι η παρέκκλιση εφαρμόζεται μόνο για τα σχετικά προϊόντα όταν διατίθενται στην εγχώρια αγορά και ότι τα προϊόντα που αποστέλλονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο συμμορφώνονται προς τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα Ι·

β)

μεριμνούν ώστε στα προϊόντα για τα οποία εφαρμόζεται μεταβατική παρέκκλιση τίθεται σαφής επισήμανση στην οποία αναγράφεται ότι πρέπει να μαγειρευθούν επαρκώς πριν καταναλωθούν·

γ)

δεσμεύονται ότι, κατά τις δοκιμές έναντι του κριτηρίου για τη σαλμονέλλα σύμφωνα με το άρθρο 4 και προκειμένου να είναι το αποτέλεσμα αποδεκτό όσον αφορά μια τέτοια μεταβατική παρέκκλιση, δεν θα υπάρχουν περισσότερες από μία θετική σε πέντε μονάδες του δείγματος.

Άρθρο 9

Αναλύσεις τάσεων

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων αναλύουν τις τάσεις των αποτελεσμάτων των δοκιμών. Εάν παρατηρηθεί τάση προς μη ικανοποιητικά αποτελέσματα, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων λαμβάνουν χωρίς καθυστέρηση τα κατάλληλα μέτρα για να διορθώσουν την κατάσταση προκειμένου να προλάβουν την εμφάνιση μικροβιολογικών κινδύνων.

Άρθρο 10

Αναθεώρηση

Ο παρών κανονισμός αναθεωρείται λαμβανομένων υπόψη της επιστημονικής, τεχνολογικής και μεθοδολογικής προόδου, της εμφάνισης αναδυόμενων παθογόνων μικροοργανισμών στα τρόφιμα και των πληροφοριών από τις αξιολογήσεις κινδύνου. Ειδικότερα, τα κριτήρια και οι όροι για την παρουσία σαλμονέλλας σε σφάγια βοοειδών, προβάτων, αιγών, ίππων, χοίρων και πουλερικών αναθεωρούνται με βάση τις αλλαγές που παρατηρούνται στον επιπολασμό της σαλμονέλλας.

Άρθρο 11

Κατάργηση

Η απόφαση 93/51/ΕΟΚ καταργείται.

Άρθρο 12

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Νοεμβρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 3.

(2)  ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1642/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 4).

(3)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1.

(4)  SANCO/1252/2001: Έγγραφο συζήτησης σχετικά με τη στρατηγική καθορισμού μικροβιολογικών κριτηρίων για τα τρόφιμα στην κοινοτική νομοθεσία, σ. 34.

(5)  ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 445/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 72 της 11.3.2004, σ. 60).

(6)  ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 33· διορθώθηκε στην ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 12.

(7)  ΕΕ L 13 της 21.1.1993, σ. 11.

(8)  ΕΕ L 165 της 21.6.2001, σ. 48· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2004/379/ΕΚ (ΕΕ L 144 της 30.4.2004, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 109 της 6.5.2000, σ. 29· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2003/89/ΕΚ (ΕΕ L 308 της 25.11.2003, σ. 15).

(10)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22.

(12)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 83.

(13)  ΕΕ L 229 της 30.8.1980, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 175 της 4.7.1991, σ. 35.

(15)  ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 29.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Μικροβιολογικά κριτήρια για τα τρόφιμα

Κεφάλαιο 1.

Κριτήρια ασφάλειας για τα τρόφιμα

Κεφάλαιο 2.

Κριτήρια υγιεινής της παραγωγικής διαδικασίας

2.1.

Κρέας και προϊόντα κρέατος

2.2.

Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα

2.3.

Προϊόντα αυγών

2.4.

Αλιευτικά προϊόντα

2.5.

Λαχανικά, φρούτα και προϊόντα τους

Κεφάλαιο 3.

Κανόνες δειγματοληψίας και προετοιμασίας των δειγμάτων

3.1.

Γενικοί κανόνες δειγματοληψίας και προετοιμασίας των δειγμάτων

3.2.

Βακτηριολογική δειγματοληψία σε σφαγεία και σε εγκαταστάσεις παραγωγής κιμά και παρασκευασμάτων κρέατος

Κεφάλαιο 1. Κριτήρια ασφάλειας για τα τρόφιμα

Κατηγορία τροφίμων

Μικροοργανισμοί/οι τοξίνες και οι μεταβολίτες τους

Πλάνο δειγματοληψίας (1)

Όρια (2)

Αναλυτική μέθοδος αναφοράς (3)

Στάδιο στο οποίο εφαρμόζεται το κριτήριο

n

c

m

M

1.1.

Τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση που προορίζονται για βρέφη και για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς (4)

Listeria monocytogenes

10

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 11290-1

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.2.

Τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση ικανά να υποστηρίξουν την ανάπτυξη L. monocytogenes διαφορετικά από εκείνα που προορίζονται για βρέφη και για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς

Listeria monocytogenes

5

0

100 cfu/g (5)

EN/ISO 11290-2 (6)

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

5

0

Απουσία σε 25 g (7)

EN/ISO 11290-1

Πριν το τρόφιμο αποδεσμευτεί από τον άμεσο έλεγχο του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων που το παρήγαγε

1.3.

Τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση μη ικανά να υποστηρίξουν την ανάπτυξη L. monocytogenes διαφορετικά από εκείνα που προορίζονται για βρέφη και για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς (4)  (8)

Listeria monocytogenes

5

0

100 cfu/g

EN/ISO 11290-2 (6)

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.4.

Κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος που προορίζονται να καταναλωθούν ωμά

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.5.

Κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος από κρέας πουλερικών που προορίζονται να καταναλωθούν μαγειρευμένα

Salmonella

5

0

Από 1.1.2006

Απουσία σε 10 g

Από 1.1.2010

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.6.

Κιμάς και παρασκευάσματα κρέατος από κρέας ειδών εκτός από πουλερικά που προορίζονται να καταναλωθούν μαγειρευμένα

Salmonella

5

0

Απουσία σε 10 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.7.

Μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας (ΜΔΚ) (9)

Salmonella

5

0

Απουσία σε 10 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.8.

Προϊόντα κρέατος που προορίζονται να καταναλωθούν ωμά, εξαιρουμένων των προϊόντων για τα οποία η διαδικασία παρασκευής ή η σύνθεση του προϊόντος θα εξαλείψει τον κίνδυνο σαλμονέλλας

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.9.

Προϊόντα κρέατος από κρέας πουλερικών που προορίζονται να καταναλωθούν μαγειρευμένα

Salmonella

5

0

Από 1.1.2006

Απουσία σε 10 g

Από 1.1.2010

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.10.

Ζελατίνη και κολλαγόνο

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.11.

Τυριά, βούτυρο και κρέμα από νωπό γάλα ή από γάλα που έχει υποστεί επεξεργασία σε θερμοκρασία χαμηλότερη από της παστερίωσης (10)

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.12.

Σκόνη γάλακτος και σκόνη ορού γάλακτος (10)

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.13.

Παγωτό (11), εξαιρουμένων των προϊόντων για τα οποία η διαδικασία παρασκευής ή η σύνθεση του προϊόντος θα εξαλείψει τον κίνδυνο σαλμονέλλας

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.14.

Προϊόντα αυγών, εξαιρουμένων των προϊόντων για τα οποία η διαδικασία παρασκευής ή η σύνθεση του προϊόντος θα εξαλείψει τον κίνδυνο σαλμονέλλας

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.15.

Τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση που περιέχουν ωμό αυγό, εξαιρουμένων των προϊόντων για τα οποία η διαδικασία παρασκευής ή η σύνθεση του προϊόντος θα εξαλείψει τον κίνδυνο σαλμονέλλας

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g ή ml

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.16.

Βρασμένα μαλακόστρακα και μαλάκια

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.17.

Ζώντα δίθυρα μαλάκια και ζώντα εχινόδερμα, χιτωνόζωα και γαστερόποδα

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.18.

Σπόροι με φύτρο (έτοιμοι για κατανάλωση) (12)

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.19.

Κομμένα φρούτα και λαχανικά (έτοιμα για κατανάλωση)

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.20.

Μη παστεριωμένοι χυμοί φρούτων και λαχανικών (έτοιμοι για κατανάλωση)

Salmonella

5

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.21.

Τυριά, γάλα σε σκόνη και σκόνη ορού γάλακτος, σύμφωνα με τα κριτήρια για θετικούς στην πηκτάση σταφυλόκοκκους που αναφέρονται στο κεφάλαιο 2.2 του παρόντος παραρτήματος

Σταφυλοκοκκι-κές εντεροτοξίνες

5

0

Να μην ανιχνεύονται σε 25 g

European screening method of the CRL for Milk (13)

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.22.

Παρασκευάσματα για βρέφη σε σκόνη ή τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς σε σκόνη για βρέφη ηλικίας κάτω των έξι μηνών, σύμφωνα με τα κριτήρια για τα Enterobacteriaceae που αναφέρονται στο κεφάλαιο 2.2 του παρόντος παραρτήματος

Salmonella

30

0

Απουσία σε 25 g

EN/ISO 6579

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.23.

Παρασκευάσματα για βρέφη σε σκόνη ή τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς σε σκόνη για βρέφη ηλικίας κάτω των έξι μηνών, σύμφωνα με τα κριτήρια για τα Enterobacteriaceae που αναφέρονται στο κεφάλαιο 2.2 του παρόντος παραρτήματος

Enterobacter sakazakii

30

0

Απουσία σε 10 g

ISO/DTS 22964

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.24.

Ζώντα δίθυρα μαλάκια και ζώντα εχινόδερμα, χιτωνόζωα και γαστερόποδα

E.coli  (14)

1

 (15)

0

230 MPN/100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού

ISO TS 16649-3

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.25.

Αλιευτικά προϊόντα από είδη ιχθύων που συνδέονται με υψηλές ποσότητες ιστιδίνης (16)

Iσταμίνη

9

 (17)

2

100

mg/kg

200

mg/kg

HPLC (18)

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

1.26.

Αλιευτικά προϊόντα, που έχουν υποβληθεί σε ενζυμική ωρίμανση σε άλμη, παρασκευασμένα από είδη ιχθύων που συνδέονται με υψηλές ποσότητες ιστιδίνης (16)

Iσταμίνη

9

2

200

mg/kg

400

mg/kg

HPLC (18)

Προϊόντα που διατίθενται στην αγορά κατά τη διάρκεια διατήρησής τους

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δοκιμών

Τα καθοριζόμενα όρια αναφέρονται σε κάθε μονάδα του δείγματος που υποβάλλεται σε έλεγχο, με εξαίρεση τα ζώντα δίθυρα μαλάκια και τα ζώντα εχινόδερμα, χιτωνόζωα και γαστερόποδα όσον αφορά τον έλεγχο για E. coli, όπου το όριο αναφέρεται σε ομαδοποιημένο δείγμα.

Τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδεικνύουν τη μικροβιολογική ποιότητα της ελεγχθείσας παρτίδας (19).

L. monocytogenes σε τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση που προορίζονται για βρέφη και για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται υποδεικνύουν απουσία του βακτηρίου,

μη ικανοποιητική, εάν η παρουσία του βακτηρίου ανιχνεύεται σε οποιαδήποτε από τις μονάδες του δείγματος.

L. monocytogenes σε τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση ικανά να υποστηρίξουν την ανάπτυξη L. monocytogenes πριν το τρόφιμο αποδεσμευτεί από τον άμεσο έλεγχο του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων που το παρήγαγε, όταν αυτός δεν μπορεί να αποδείξει ότι το προϊόν δεν θα υπερβαίνει το όριο των 100 cfu/g καθ' όλη τη διάρκεια διατήρησης:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται υποδεικνύουν απουσία του βακτηρίου,

μη ικανοποιητική, εάν η παρουσία του βακτηρίου ανιχνεύεται σε οποιαδήποτε από τις μονάδες του δείγματος.

L. monocytogenes σε άλλα έτοιμα για κατανάλωση τρόφιμα και E. coli σε ζώντα δίθυρα μαλάκια:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ του ορίου,

μη ικανοποιητική, εάν οποιαδήποτε από τις τιμές που παρατηρούνται είναι > του ορίου.

Salmonella σε διάφορες κατηγορίες τροφίμων:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται υποδεικνύουν απουσία του βακτηρίου,

μη ικανοποιητική, εάν η παρουσία του βακτηρίου ανιχνεύεται σε οποιαδήποτε από τις μονάδες του δείγματος.

Σταφυλοκοκκικές εντεροτοξίνες σε γαλακτοκομικά προϊόντα:

ικανοποιητική, εάν δεν ανιχνευθεί παρουσία εντεροτοξινών σε καμία από τις μονάδες του δείγματος,

μη ικανοποιητική, εάν ανιχνευθεί παρουσία εντεροτοξινών σε οποιαδήποτε από τις μονάδες του δείγματος.

Enterobacter sakazakii σε παρασκευάσματα για βρέφη σε σκόνη ή σε τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς σε σκόνη για βρέφη ηλικίας κάτω των έξι μηνών:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται υποδεικνύουν απουσία του βακτηρίου,

μη ικανοποιητική, εάν η παρουσία του βακτηρίου ανιχνεύεται έστω και σε μία μονάδα του δείγματος.

Ισταμίνη σε αλιευτικά προϊόντα από είδη ιχθύων που συνδέονται με υψηλές ποσότητες ιστιδίνης:

ικανοποιητική, εάν πληρούνται οι παρακάτω απαιτήσεις:

1.

η μέση παρατηρηθείσα τιμή είναι ≤ m

2.

εάν παρατηρηθεί ένας μέγιστος αριθμός τιμών c/n μεταξύ m και M

3.

καμία παρατηρηθείσα τιμή δεν υπερβαίνει το όριο M,

μη ικανοποιητική, εάν η παρατηρηθείσα μέση τιμή υπερβαίνει το m ή αριθμός τιμών μεγαλύτερος από c/n είναι μεταξύ m και M ή μία ή περισσότερες από τις παρατηρηθείσες τιμές είναι > M.

Κεφάλαιο 2. Κριτήρια υγιεινής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας

2.1.   Κρέας και προϊόντα κρέατος

Κατηγορία τροφίμων

Μικροοργανισμοί

Πλάνο δειγματοληψίας (20)

Όρια (21)

Αναλυτική μέθοδος αναφοράς (22)

Στάδιο στο οποίο εφαρμόζεται το κριτήριο

Μέτρα σε περίπτωση μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων

n

c

m

M

2.1.1.

Σφάγια βοοειδών, προβάτων, αιγών και αλόγων (23)

Μέτρηση αερόβιων αποικιών

 

 

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 3,5 log cfu/cm2

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 5,0 log cfu/cm2

ISO 4833

Σφάγια μετά τον καθαρισμό αλλά πριν από την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή και επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας

Enterobacteriaceae

 

 

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 1,5 log cfu/cm2

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 2,5 log cfu/cm2

ISO 21528-2

Σφάγια μετά τον καθαρισμό αλλά πριν από την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή και επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας

2.1.2.

Σφάγια χοίρων (23)

Μέτρηση αερόβιων αποικιών

 

 

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 4,0 log cfu/cm2

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 5,0 log cfu/cm2

ISO 4833

Σφάγια μετά τον καθαρισμό αλλά πριν από την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή και επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας

Enterobacteriaceae

 

 

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 2,0 log cfu/cm2

μέση ημερήσια λογαρι-θμική τιμή 3,0 log cfu/cm2

ISO 21528-2

Σφάγια μετά τον καθαρισμό αλλά πριν από την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή και επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας

2.1.3.

Σφάγια βοοειδών, προβάτων, αιγών και αλόγων

Salmonella

50 (24)

2 (25)

Απουσία στην επιφάνεια που υποβάλλεται σε έλεγχο ανά σφάγιο

EN/ISO 6579

Σφάγια μετά τον καθαρισμό αλλά πριν από την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή, επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας και της καταγωγής των ζώων

2.1.4.

Σφάγια χοίρων

Salmonella

50 (24)

5 (25)

Απουσία στην επιφάνεια που υποβάλλεται σε έλεγχο ανά σφάγιο

EN/ISO 6579

Σφάγια μετά τον καθαρισμό αλλά πριν από την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή, επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας και της καταγωγής των ζώων καθώς και των μέτρων βιοασφάλειας στις εκμεταλλεύσεις καταγωγής

2.1.5.

Σφάγια πουλερικών από κοτόπουλα πάχυνσης και από γαλοπούλες

Salmonella

50 (24)

7 (25)

Απουσία σε 25 g ομαδοποιημένου δείγματος δέρματος λαιμού

EN/ISO 6579

Σφάγια μετά την ψύξη

Βελτίωση της υγιεινής κατά τη σφαγή, επανεξέταση των ελέγχων της διαδικασίας και της καταγωγής των ζώων καθώς και των μέτρων βιοασφάλειας στις εκμεταλλεύσεις καταγωγής

2.1.6.

Κιμάς

Μέτρηση αερόβιων αποικιών (26)

5

2

5x105 cfu/g

5x106 cfu/g

ISO 4833

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής καθώς και στην επιλογή ή/και την προέλευση των πρώτων υλών

E. coli  (27)

5

2

50 cfu/g

500 cfu/g

ISO 16649-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής καθώς και στην επιλογή ή/και την προέλευση των πρώτων υλών

2.1.7.

Μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας (ΜΔΚ) (28)

Μέτρηση αερόβιων αποικιών

5

2

5 x 105 cfu/g

5 x 106 cfu/g

ISO 4833

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής καθώς και στην επιλογή ή/και την προέλευση των πρώτων υλών

E. coli  (27)

5

2

50 cfu/g

500 cfu/g

ISO 16649-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής καθώς και στην επιλογή ή/και την προέλευση των πρώτων υλών

2.1.8.

Παρα-σκευάσματα κρέατος

E. coli  (27)

5

2

500 cfu/g ή cm 2

5 000 cfu/g ή cm2

ISO 16649-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής καθώς και στην επιλογή ή/και την προέλευση των πρώτων υλών

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δοκιμών

Τα καθοριζόμενα όρια αναφέρονται σε κάθε μονάδα του δείγματος που υποβάλλεται σε έλεγχο, με εξαίρεση τα σφάγια όπου τα όρια αναφέρονται σε ομαδοποιημένα δείγματα.

Τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδεικνύουν τη μικροβιολογική ποιότητα της ελεγχθείσας διαδικασίας.

Μέτρηση Enterobacteriaceae και μέτρηση αερόβιων αποικιών σε σφάγια βοοειδών, προβάτων, αιγών, αλόγων και χοίρων:

ικανοποιητική, εάν η μέση ημερήσια λογαριθμική τιμή είναι ≤ m,

αποδεκτή, εάν η μέση ημερήσια λογαριθμική τιμή είναι ανάμεσα σε m και M,

μη ικανοποιητική, εάν η μέση ημερήσια λογαριθμική τιμή είναι > M.

Salmonella σε σφάγια:

ικανοποιητική, εάν η παρουσία σαλμονέλλας ανιχνεύεται σε αριθμό δειγμάτων ίσο με c/n το πολύ,

μη ικανοποιητική, εάν η παρουσία σαλμονέλλας ανιχνεύεται σε αριθμό δειγμάτων μεγαλύτερο από c/n.

Έπειτα από κάθε δειγματοληψία αξιολογούνται τα αποτελέσματα των δέκα τελευταίων δειγματοληψιών προκειμένου να ληφθεί ο αριθμός n δειγμάτων.

E. coli και μέτρηση αερόβιων αποικιών σε κιμά και παρασκευάσματα κρέατος και μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι < m,

αποδεκτή, εάν ένας μέγιστος αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων c/n έχει τιμές μεταξύ m και M και οι υπόλοιπες τιμές που παρατηρούνται είναι < m,

μη ικανοποιητική, εάν μία ή περισσότερες από τις τιμές που παρατηρούνται είναι > M ή αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων μεγαλύτερος από c/n έχει τιμές μεταξύ m και M.

2.2.   Γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα

Κατηγορία τροφίμων

Μικροοργανισμοί

Πλάνο δειγματοληψίας (29)

Όρια (30)

Αναλυτική μέθοδος αναφοράς (31)

Στάδιο στο οποίο εφαρμόζεται το κριτήριο

Μέτρα σε περίπτωση μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων

n

c

m

M

2.2.1.

Παστεριωμένο γάλα και άλλα παστεριωμένα υγρά γαλακτοκομι-κά προϊόντα (32)

Entero-bacteriaceae

5

2

< 1 cfu/ml

5 cfu/ml

ISO 21528-1

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Έλεγχος της αποτελεσματικότητας της θερμικής επεξεργασίας και της πρόληψης της επαναμόλυνσης καθώς και της ποιότητας των πρώτων υλών

2.2.2.

Τυριά από γάλα ή ορό γάλακτος που έχει υποστεί θερμική επεξεργασία

E. coli  (33)

5

2

100 cfu/g

1 000 cfu/g

ISO 16649-1 ή 2

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παρασκευής, τη στιγμή κατά την οποία αναμένεται ο μέγιστος αριθμός E.Coli  (34)

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής και στην επιλογή των πρώτων υλών

2.2.3.

Τυριά από νωπό γάλα

Σταφυλόκοκκοι θετικοί στην πηκτάση

5

2

104 cfu/g

105 cfu/g

EN/ISO 6888-2

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παρασκευής, τη στιγμή κατά την οποία αναμένεται ο μέγιστος αριθμός σταφυλοκόκκων

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής και στην επιλογή των πρώτων υλών. Εάν βρεθούν τιμές > 105 cfu/g η παρτίδα τυριού πρέπει να ελεγχθεί για σταφυλοκοκκικές εντεροτοξίνες

2.2.4.

Τυριά από γάλα που έχει υποστεί επεξεργασία σε θερμοκρασία χαμηλότερη από της παστερίωσης (35) και ωριμασμένα τυριά από γάλα ή ορό γάλακτος που έχει υποστεί παστερίωση ή ισχυρότερη θερμική επεξεργασία (35)

Σταφυλόκοκκοι θετικοί στην πηκτάση

5

2

100 cfu/g

1 000 cfu/g

EN/ISO 6888-1 ή 2

2.2.5.

Μη ωριμασμένα μαλακά τυριά (νωπά τυριά) από γάλα ή ορό γάλακτος που έχει υποστεί παστερίωση ή ισχυρότερη θερμική επεξεργασία (35)

Σταφυλόκοκκοι θετικοί στην πηκτάση

5

2

10 cfu/g

100 cfu/g

EN/ISO 6888-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής. Εάν βρεθούν τιμές > 105 cfu/g η παρτίδα τυριού πρέπει να ελεγχθεί για σταφυλοκοκκικές εντεροτοξίνες

2.2.6.

Βούτυρο και κρέμα από νωπό γάλα ή από γάλα που έχει υποστεί επεξεργασία σε θερμοκρασία χαμηλότερη από της παστερίωσης

E. coli  (33)

5

2

10 cfu/g

100 cfu/g

ISO 16649-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής και στην επιλογή των πρώτων υλών

2.2.7.

Σκόνη γάλακτος και σκόνη ορού γάλακτος (32)

Entero-bacteriaceae

5

0

10 cfu/g

ISO 21528- 1

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Έλεγχος της αποτελεσματικότητας της θερμικής επεξεργασίας και πρόληψη της επαναμόλυνσης.

Σταφυλόκοκκοι θετικοί στην πηκτάση

5

2

10 cfu/g

100 cfu/g

EN/ISO 6888-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής. Εάν βρεθούν τιμές > 105 cfu/g η παρτίδα πρέπει να ελεγχθεί για σταφυλοκοκκικές εντεροτοξίνες.

2.2.8.

Παγωγό (36) και κατεψυγμένα επιδόρπια με βάση το γάλα

Entero-bacteriaceae

5

2

10 cfu/g

100 cfu/g

ISO 21528- 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής

2.2.9.

Παρασ-κευάσματα για βρέφη σε σκόνη και τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς σε σκόνη για βρέφη ηλικίας κάτω των έξι μηνών

Entero-bacteriaceae

10

0

Απουσία σε 10 g

ISO 21528- 1

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής για την ελαχιστοποίηση της μόλυνσης. Εάν ανιχνευθούν Enterobacteriaceae σε οποιαδήποτε από τις μονάδες του δείγματος, η παρτίδα πρέπει να ελεγχθεί για E. sakazakii και Salmonella

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δοκιμών

Τα καθοριζόμενα όρια αναφέρονται σε κάθε μονάδα του δείγματος που υποβάλλεται σε έλεγχο.

Τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδεικνύουν τη μικροβιολογική ποιότητα της ελεγχθείσας διαδικασίας.

Enterobacteriaceae σε παρασκευάσματα για βρέφη σε σκόνη ή σε τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς σε σκόνη για βρέφη ηλικίας κάτω των έξι μηνών:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται υποδεικνύουν απουσία του βακτηρίου,

μη ικανοποιητική, εάν η παρουσία του βακτηρίου ανιχνεύεται σε οποιαδήποτε από τις μονάδες του δείγματος.

E.coli, Enterobacteriaceae (άλλες κατηγορίες τροφίμων) και θετικοί στην πηκτάση σταφυλόκοκκοι:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

αποδεκτή, εάν μέγιστος αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων c/n έχει τιμές μεταξύ m και M και οι υπόλοιπες τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

μη ικανοποιητική, εάν μία ή περισσότερες από τις τιμές που παρατηρούνται είναι > M ή αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων μεγαλύτερος από c/n έχει τιμές μεταξύ m και M.

2.3.   Προϊόντα αυγών

Κατηγορία τροφίμων

Μικροοργανισμοί

Πλάνο δειγματοληψίας (37)

Όρια

Αναλυτική μέθοδος αναφοράς (38)

Στάδιο στο οποίο εφαρμόζεται το κριτήριο

Μέτρα σε περίπτωση μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων

n

c

m

M

2.3.1.

Προϊόντα αυγών

Enterobacteria-ceae

5

2

10 cfu/g ή ml

100 cfu/g ή ml

ISO 21528-2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Έλεγχος της αποτελεσματικότητας της θερμικής επεξεργασίας και πρόληψη της επαναμόλυνσης

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δοκιμών

Τα καθοριζόμενα όρια αναφέρονται σε κάθε μονάδα του δείγματος που υποβάλλεται σε έλεγχο.

Τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδεικνύουν τη μικροβιολογική ποιότητας της ελεγχθείσας διαδικασίας.

Enterobacteriaceae σε προϊόντα αυγών:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

αποδεκτή, εάν μέγιστος αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων c/n έχει τιμές μεταξύ m και M και οι υπόλοιπες τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

μη ικανοποιητική, εάν μία ή περισσότερες από τις τιμές που παρατηρούνται είναι > M ή αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων μεγαλύτερος από c/n έχει τιμές μεταξύ m και M.

2.4.   Αλιευτικά προϊόντα

Κατηγορία τροφίμων

Μικροοργανισμοί

Πλάνο δειγματοληψίας (39)

Όρια

Αναλυτική μέθοδος αναφοράς (40)

Στάδιο στο οποίο εφαρμόζεται το κριτήριο

Μέτρα σε περίπτωση μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων

n

c

m

M

2.4.1.

Με κέλυφος και χωρίς κέλυφος προϊόντα βρασμένων μαλακοστράκων και μαλακίων

E. coli

5

2

1 cfu/g

10 cfu/g

ISO TS 16649-3

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής

Σταφυλόκοκκοι θετικοί στην πηκτάση

5

2

100 cfu/g

1 000 cfu/g

EN/ISO 6888-1 ή 2

Τέλος της διαδικασίας παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δοκιμών

Τα καθοριζόμενα όρια αναφέρονται σε κάθε μονάδα του δείγματος που υποβάλλεται σε έλεγχο.

Τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδεικνύουν τη μικροβιολογική ποιότητα της ελεγχθείσας διαδικασίας.

E. coli σε προϊόντα βρασμένων μαλακοστράκων και μαλακίων με κέλυφος και χωρίς κέλυφος:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

αποδεκτή, εάν μέγιστος αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων c/n έχει τιμές μεταξύ m και M και οι υπόλοιπες τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

μη ικανοποιητική, εάν μία ή περισσότερες από τις τιμές που παρατηρούνται είναι > M ή αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων μεγαλύτερος από c/n έχει τιμές μεταξύ m και M.

Θετικοί στην πηκτάση σταφυλόκοκκοι σε κελυφογόνα και βρασμένα μαλακόστρακα και μαλάκια:

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

αποδεκτή, εάν μέγιστος αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων c/n έχει τιμές μεταξύ m και M και οι υπόλοιπες τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

μη ικανοποιητική, εάν μία ή περισσότερες από τις τιμές που παρατηρούνται είναι > M ή αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων μεγαλύτερος από c/n έχει τιμές μεταξύ m και M.

2.5.   Λαχανικά, φρούτα και προϊόντα τους

Κατηγορία τροφίμων

Μικροοργανισμοί

Πλάνο δειγματοληψίας (41)

Όρια

Αναλυτική μέθοδος αναφοράς (42)

Στάδιο στο οποίο εφαρμόζεται το κριτήριο

Μέτρα σε περίπτωση μη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων

n

c

m

M

2.5.1.

Κομμένα φρούτα και λαχανικά (έτοιμα για κατανάλωση)

E. coli

5

2

100 cfu/g

1 000 cfu/g

ISO 16649-1 ή 2

Διαδικασία παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής και στην επιλογή των πρώτων υλών

2.5.2.

Μη παστεριωμένοι χυμοί φρούτων και λαχανικών (έτοιμοι για κατανάλωση)

E. coli

5

2

100 cfu/g

1 000 cfu/g

ISO 16649-1 ή 2

Διαδικασία παρασκευής

Βελτιώσεις στην υγιεινή της παραγωγής και στην επιλογή των πρώτων υλών

Ερμηνεία των αποτελεσμάτων των δοκιμών

Τα καθοριζόμενα όρια αναφέρονται σε κάθε μονάδα του δείγματος που υποβάλλεται σε έλεγχο.

Τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδεικνύουν τη μικροβιολογική ποιότητα της ελεγχθείσας διαδικασίας.

E. coli σε κομμένα φρούτα και λαχανικά (έτοιμα για κατανάλωση) και σε μη παστεριωμένους χυμούς φρούτων και λαχανικών (έτοιμους για κατανάλωση)

ικανοποιητική, εάν όλες οι τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

αποδεκτή, εάν μέγιστος αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων c/n έχει τιμές μεταξύ m και M και οι υπόλοιπες τιμές που παρατηρούνται είναι ≤ m,

μη ικανοποιητική, εάν μία ή περισσότερες από τις τιμές που παρατηρούνται είναι >M ή αριθμός δειγματοληπτικών μονάδων μεγαλύτερος από c/n έχει τιμές μεταξύ m και M.

3. Κανόνες δειγματοληψίας και προετοιμασίας των δειγμάτων

3.1.   Γενικοί κανόνες δειγματοληψίας και προετοιμασίας των δειγμάτων

Ελλείψει πιο συγκεκριμένων κανόνων περί δειγματοληψίας και προετοιμασίας των δειγμάτων, ως μέθοδοι αναφοράς πρέπει να χρησιμοποιούνται τα σχετικά πρότυπα ISO (International Organisation for Standardisation) και οι κατευθυντήριες γραμμές του Codex Alimentarius.

3.2.   Βακτηριολογική δειγματοληψία σε σφαγεία και σε εγκαταστάσεις παραγωγής κιμά και παρασκευασμάτων κρέατος

Κανόνες δειγματοληψίας για σφάγια βοοειδών, χοίρων, προβάτων, αιγών και αλόγων

Η καταστρεπτική και η μη καταστρεπτική μέθοδος δειγματοληψίας, η επιλογή των σημείων δειγματοληψίας καθώς και οι κανόνες αποθήκευσης και μεταφοράς των δειγμάτων περιγράφονται στο πρότυπο ISO 17604.

Κατά τη διάρκεια κάθε δειγματοληψίας πρέπει να λαμβάνονται τυχαίως δείγματα πέντε σφαγίων. Τα σημεία δειγματοληψίας πρέπει να επιλέγονται λαμβάνοντας υπόψη την τεχνολογία σφαγής που χρησιμοποιείται σε κάθε μονάδα.

Όταν γίνεται δειγματοληψία για εντεροβακτηριοειδή και μετρήσεις αερόβιων αποικιών, τα δείγματα πρέπει να λαμβάνονται από τέσσερα σημεία κάθε σφαγίου. Πρέπει να λαμβάνονται με την καταστρεπτική μέθοδο τέσσερα δείγματα ιστών που να αντιπροσωπεύουν συνολικά 20 cm2. Όταν χρησιμοποιείται η μη καταστρεπτική μέθοδος για το σκοπό αυτό, η περιοχή δειγματοληψίας πρέπει να είναι τουλάχιστον 100 cm2 (50 cm2 για σφάγια μικρών μηρυκαστικών) ανά σημείο δειγματοληψίας.

Όταν γίνεται δειγματοληψία για αναλύσεις για σαλμονέλλα, πρέπει να χρησιμοποιείται μέθοδος δειγματοληψίας με τραχύ σπόγγο. Η περιοχή δειγματοληψίας πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον 100 cm2 ανά επιλεγέν σημείο.

Όταν λαμβάνονται δείγματα από διαφορετικά σημεία δειγματοληψίας του σφαγίου, τα δείγματα αυτά πρέπει να ομαδοποιούνται πριν από την εξέταση.

Κανόνες δειγματοληψίας για τα σφάγια πουλερικών

Για τις αναλύσεις για σαλμονέλλα, πρέπει να λαμβάνονται τυχαίως δείγματα από 15 σφάγια τουλάχιστον κατά τη διάρκεια κάθε δειγματοληψίας και μετά την ψύξη. Πρέπει να λαμβάνεται τεμάχιο περίπου 10 g από το δέρμα του λαιμού για κάθε σφάγιο. Σε κάθε περίπτωση, πριν από την εξέταση πρέπει να ομαδοποιούνται τα δείγματα από το δέρμα του λαιμού 3 σφαγίων προκειμένου να σχηματιστούν 5 x 25 g τελικά δείγματα.

Κατευθυντήριες γραμμές για τη δειγματοληψία

Λεπτομερέστερες κατευθυντήριες γραμμές για τη δειγματοληψία σφαγίων, και ειδικότερα όσον αφορά τα σημεία δειγματοληψίας, μπορούν να συμπεριληφθούν στους οδηγούς ορθής πρακτικής που αναφέρονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004.

Συχνότητες δειγματοληψίας για σφάγια, κιμά, παρασκευάσματα κρέατος και μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων σε σφαγεία ή σε εγκαταστάσεις που παράγουν κιμά, παρασκευάσματα κρέατος ή μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας λαμβάνουν δείγματα για μικροβιολογική ανάλυση τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. Η ημέρα της δειγματοληψίας πρέπει να αλλάζει κάθε εβδομάδα προκειμένου να εξασφαλίζεται η κάλυψη κάθε ημέρας της εβδομάδας.

Όσον αφορά τη δειγματοληψία κιμά και παρασκευασμάτων κρέατος για E. coli και μετρήσεις αερόβιων αποικιών καθώς και τη δειγματοληψία σφαγίων για εντεροβακτηριοειδή και μετρήσεις αερόβιων αποικιών, η συχνότητα μπορεί να μειωθεί σε δοκιμές ανά δεκαπενθήμερο εάν ληφθούν ικανοποιητικά αποτελέσματα επί έξι συνεχείς εβδομάδες.

Σε περίπτωση δειγματοληψίας για σαλμονέλλα σε κιμά, παρασκευάσματα κρέατος και σφάγια, η συχνότητα μπορεί να μειωθεί σε μία δειγματοληψία ανά δεκαπενθήμερο εάν έχουν ληφθεί ικανοποιητικά αποτελέσματα επί τριάντα συνεχείς εβδομάδες. Η συχνότητα δειγματοληψίας για σαλμονέλλα μπορεί επίσης να μειωθεί εάν υπάρχει εθνικό ή περιφερειακό πρόγραμμα ελέγχου της σαλμονέλλας και εάν το πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνει δοκιμές που αντικαθιστούν την προαναφερθείσα δειγματοληψία. Η συχνότητα δειγματοληψίας μπορεί να μειωθεί ακόμη περισσότερο εάν το εθνικό ή περιφερειακό πρόγραμμα ελέγχου της σαλμονέλλας δείξει ότι ο επιπολασμός της σαλμονέλλας είναι χαμηλός στα ζώα που αγόρασε το σφαγείο.

Εντούτοις, όταν δικαιολογείται με βάση ανάλυση κινδύνου και κατόπιν εγκρίνεται από την αρμόδια αρχή, μικρά σφαγεία και εγκαταστάσεις παραγωγής κιμά και παρασκευασμάτων κρέατος σε μικρές ποσότητες μπορούν να εξαιρούνται από τις εν λόγω συχνότητες δειγματοληψίας.


(1)  n = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας που αποτελούν το δείγμα· c = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας με τιμές μεγαλύτερες του m ή μεταξύ m και M.

(2)  Για τα σημεία 1.1-1.24, m=M.

(3)  Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη έκδοση του προτύπου.

(4)  Οι τακτικές δοκιμές ως προς αυτό το κριτήριο δεν είναι συνήθως χρήσιμες για τα παρακάτω τρόφιμα έτοιμα για κατανάλωση:

τρόφιμα που έχουν υποστεί θερμική ή άλλη επεξεργασία αποτελεσματική για να σκοτώσει τη L. monocytogenes, όταν δεν είναι δυνατή η επαναμόλυνση ύστερα από την επεξεργασία αυτή (π.χ. τα προϊόντα που υποβάλλονται σε θερμική επεξεργασία μέσα στην τελική τους συσκευασία),

νωπά, ατεμάχιστα και μη επεξεργασμένα λαχανικά και φρούτα, εκτός από τους σπόρους με φύτρο,

ψωμί και μπισκότα και παρόμοια προϊόντα,

εμφιαλωμένο ή συσκευασμένο νερό, αναψυκτικά, μπύρα, μηλίτης, κρασί, αλκοολούχα ποτά και παρόμοια προϊόντα,

ζάχαρη, μέλι και είδη ζαχαροπλαστικής, συμπεριλαμβανομένου του κακάο και των προϊόντων σοκολάτας,

ζώντα δίθυρα μαλάκια.

(5)  Αυτό το κριτήριο εφαρμόζεται εάν ο παρασκευαστής μπορεί να αποδείξει, ικανοποιώντας την αρμόδια αρχή, ότι το προϊόν δεν θα υπερβεί το όριο των 100 cfu/g καθ' όλη τη διάρκεια διατήρησης. Ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων μπορεί να ορίσει ενδιάμεσα όρια κατά τη διάρκεια της διαδικασίας τα οποία πρέπει να είναι αρκετά χαμηλά ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπερβαίνεται το όριο των 100 cfu/g κατά τη λήξη της διάρκεια της διάρκειας διατήρησης.

(6)  1 ml ενοφθαλισμένου δείγματος τοποθετείται σε τρυβλίο Petri διαμέτρου 140 mm ή σε 3 τρυβλία Petri διαμέτρου 90 mm.

(7)  Το κριτήριο αυτό εφαρμόζεται για τα προϊόντα πριν αποδεσμευτούν από τον άμεσο έλεγχό του υπεύθυνου της επιχείρησης τροφίμων που τα παρήγαγε, όταν δεν μπορεί να αποδείξει, ικανοποιώντας την αρμόδια αρχή, ότι το προϊόν δεν θα υπερβαίνει το όριο των 100 cfu/g καθ' όλη τη διάρκεια διατήρησης.

(8)  Τα προϊόντα με pH ≤ 4,4 ή aw ≤ 0,92, τα προϊόντα με pH ≤ 5,0 και aw ≤ 0,94, τα προϊόντα με διάρκεια διατήρησης μικρότερη από πέντε ημέρες θεωρούνται αυτομάτως ότι ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Άλλες κατηγορίες προϊόντων μπορούν επίσης να ανήκουν σ' αυτήν την κατηγορία, εφόσον αποδεικνύεται επιστημονικά.

(9)  Το κριτήριο αυτό εφαρμόζεται για το μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας (ΜΔΚ) που έχει παραχθεί με τις τεχνικές που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ παράγραφος 3 του τμήματος V του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης.

(10)  Εξαιρούνται τα προϊόντα όταν ο παρασκευαστής μπορεί να αποδείξει, ικανοποιώντας τις αρμόδιες αρχές, ότι λόγω του χρόνου ωρίμασης και του aw του προϊόντος, κατά περίπτωση, δεν υπάρχει κίνδυνος σαλμονέλλας.

(11)  Μόνον παγωτά που περιέχουν συστατικά γάλακτος.

(12)  Προκαταρκτικός έλεγχος της παρτίδας σπόρων πριν από την έναρξη της διαδικασίας ανάπτυξης φύτρου ή διενέργεια δειγματοληψίας στο στάδιο κατά το οποίο αναμένεται η μέγιστη πιθανότητα ανίχνευσης σαλμονέλλας.

(13)  Βιβλιογραφία: Hennekinne et al., J. AOAC Internat. Vol. 86, No 2, 2003.

(14)  Το E. coli χρησιμοποιείται εδώ ως δείκτης κοπρανώδους μόλυνσης.

(15)  Ομαδοποιημένο δείγμα που αποτελείται από τουλάχιστον δέκα διαφορετικά ζώα.

(16)  Ιδίως τα είδη ιχθύων των οικογενειών: Scombridae, Clupeidae, Engraulidae, Coryfenidae, Pomatomidae και Scombresosidae.

(17)  Μονά δείγματα μπορούν να λαμβάνονται σε επίπεδο λιανικής πώλησης. Σ' αυτή την περίπτωση, δεν ισχύει η προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002, σύμφωνα με την οποία όλη η παρτίδα θεωρείται μη ασφαλής.

(18)  Βιβλιογραφία: 1. Malle P., Valle M., Bouquelet S. Assay of biogenic amines involved in fish decomposition. J. AOAC Internat. 1996, 79, 43-49.

2. Duflos G., Dervin C., Malle P., Bouquelet S. Relevance of matrix effect in determination of biogenic amines in plaice (Pleuronectes platessa) and whiting (Merlangus merlangus. J. AOAC Internat. 1999, 82, 1097-1101.

(19)  Τα αποτελέσματα των δοκιμών μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για την απόδειξη της αποτελεσματικότητας του συστήματος HACCP ή της ορθής υγιεινής πρακτικής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

(20)  n = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας που αποτελούν το δείγμα· c = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας με τιμές μεταξύ m και M.

(21)  Για τα σημεία 2.1.3 — 2.1.5, m=M.

(22)  Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη έκδοση του προτύπου.

(23)  Τα όρια (m και M) ισχύουν μόνο για δείγματα που λαμβάνονται με την καταστρεπτική μέθοδο. Η μέση ημερήσια λογαριθμική τιμή υπολογίζεται λαμβάνοντας πρώτον τη λογαριθμική τιμή του κάθε επιμέρους αποτελέσματος δοκιμής και στη συνέχεια υπολογίζοντας τη μέση τιμή των εν λόγω λογαριθμικών τιμών.

(24)  Τα 50 δείγματα προέρχονται από 10 συνεχόμενες δειγματοληψίες σύμφωνα με τους κανόνες και τις συχνότητες δειγματοληψίας που ορίζει ο παρών κανονισμός.

(25)  Ο αριθμός δειγμάτων όπου ανιχνεύεται παρουσία σαλμονέλλας. Η τιμή c αναθεωρείται προκειμένου να ληφθεί υπόψη η πρόοδος που έχει συντελεστεί στη μείωση του επιπολασμού της σαλμονέλλας. Τα κράτη μέλη ή οι περιφέρειες που έχουν χαμηλό επιπολασμό σαλμονέλλας μπορούν να χρησιμοποιούν χαμηλότερες τιμές c ακόμη και πριν από την αναθεώρηση.

(26)  Το κριτήριο αυτό δεν εφαρμόζεται στον κιμά που παράγεται λιανικά όταν η διάρκεια διατήρησης του προϊόντος είναι μικρότερη από 24 ώρες.

(27)  Το E. coli χρησιμοποιείται εδώ ως δείκτης κοπρανώδους μόλυνσης.

(28)  Τα κριτήρια αυτά εφαρμόζονται για το μηχανικώς διαχωρισμένο κρέας (ΜΔΚ) που έχει παραχθεί με τις τεχνικές που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ παράγραφος 3 του τμήματος V του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης.

(29)  n = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας που αποτελούν το δείγμα· c = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας με τιμές μεταξύ m και M.

(30)  Για το σημείο 2.2.7, m = M.

(31)  Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη έκδοση του προτύπου.

(32)  Το κριτήριο δεν εφαρμόζεται για τα προϊόντα που προορίζονται για περαιτέρω επεξεργασία στη βιομηχανία τροφίμων.

(33)  Το E. coli χρησιμοποιείται εδώ ως δείκτης του επιπέδου υγιεινής.

(34)  Για τα τυριά τα οποία δεν υποστηρίζουν την ανάπτυξη του E. coli, ο υψηλότερος αριθμός E. coli παρατηρείται συνήθως κατά την έναρξη της διαδικασίας ωρίμασης και για τα τυριά που προάγουν την ανάπτυξη του E. coli κατά το πέρας της διαδικασίας ωρίμασης.

(35)  Εξαιρούνται τα τυριά, όταν ο παρασκευαστής μπορεί να αποδείξει, ικανοποιώντας τις αρμόδιες αρχές, ότι το προϊόν δεν εμπεριέχει κίνδυνο σταφυλοκοκκικών εντεροτοξινών.

(36)  Μόνον παγωτά που περιέχουν συστατικά γάλακτος.

(37)  n = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας που αποτελούν το δείγμα· c = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας με τιμές μεταξύ m και M.

(38)  Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη έκδοση του προτύπου.

(39)  n = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας που αποτελούν το δείγμα· c = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας με τιμές μεταξύ m και M.

(40)  Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη έκδοση του προτύπου.

(41)  n = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας που αποτελούν το δείγμα· c = αριθμός μονάδων δειγματοληψίας με τιμές μεταξύ m και M.

(42)  Χρησιμοποιείται η πιο πρόσφατη έκδοση του προτύπου.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Οι μελέτες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 περιλαμβάνουν:

προδιαγραφές των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών του προϊόντος, όπως pH, aw, περιεκτικότητα άλατος, συγκέντρωση συντηρητικών και τον τύπο συσκευασίας, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών αποθήκευσης και μεταποίησης καθώς και των δυνατοτήτων επιμόλυνσης και της προβλεπόμενης διάρκειας διατήρησης· και

αναδρομή στη διαθέσιμη επιστημονική βιβλιογραφία και δεδομένα έρευνας σχετικά με τα χαρακτηριστικά ανάπτυξης και επιβίωσης των υπό εξέταση μικροοργανισμών.

Όταν είναι αναγκαίο, με βάση τις παραπάνω μελέτες, ο υπεύθυνος επιχείρησης τροφίμων θα διενεργεί πρόσθετες μελέτες, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν:

προγνωστικά μαθηματικά μοντέλα καθιερωμένα για το εν λόγω τρόφιμο με τη χρήση συντελεστών κρίσιμης ανάπτυξης ή επιβίωσης για τους εξεταζόμενους μικροοργανισμούς στο προϊόν,

δοκιμές για τη διερεύνηση της ικανότητας του καταλλήλως ενοφθαλισμένου εξεταζόμενου μικροοργανισμού να αναπτύσσεται ή να επιβιώνει στο προϊόν υπό διαφορετικές λογικά προβλεπόμενες συνθήκες αποθήκευσης,

μελέτες για την αξιολόγηση της ανάπτυξης ή της επιβίωσης των εξεταζόμενων μικροοργανισμών που μπορεί είναι παρόντες στο προϊόν κατά τη διάρκεια διατήρησης υπό τις λογικά προβλεπόμενες συνθήκες διανομής, αποθήκευσης και χρήσης.

Οι μελέτες που αναφέρονται παραπάνω πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την εγγενή διακύμανση που συνδέεται με το προϊόν, τους εξεταζόμενους μικροοργανισμούς καθώς και τις συνθήκες επεξεργασίας και αποθήκευσης.


22.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 338/27


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2074/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Δεκεμβρίου 2005

για θέσπιση μέτρων εφαρμογής για ορισμένα προϊόντα βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και για την οργάνωση επίσημων ελέγχων βάσει των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, για την παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 και για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 2,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (2), και ιδίως τα άρθρα 9, 10 και 11,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (3), και ιδίως τα άρθρα 16, 17 και 18,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (4), και ιδίως το άρθρο 63,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζει συγκεκριμένες απαιτήσεις σχετικά με τους κανόνες υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης. Είναι αναγκαίο να καθοριστούν ορισμένα μέτρα εφαρμογής για το κρέας, τα ζώντα δίθυρα μαλάκια, τα αλιευτικά προϊόντα, το γάλα, τα αβγά, τα βατραχοπόδαρα και τα σαλιγκάρια, καθώς και τα μεταποιημένα προϊόντα τους.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 ορίζει συγκεκριμένους κανόνες για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν ορισμένοι κανόνες και να καθοριστούν άλλες περαιτέρω απαιτήσεις.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 καθιερώνει σε κοινοτικό επίπεδο ένα εναρμονισμένο πλαίσιο γενικών κανόνων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων. Είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν ορισμένοι κανόνες και να καθοριστούν άλλες περαιτέρω απαιτήσεις.

(4)

Η απόφαση 20XX/.../ΕΚ της Επιτροπής (5) καταργεί ορισμένες αποφάσεις για την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στις οδηγίες οι οποίες καταργήθηκαν με την οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου (6). Ορισμένα μέρη των σχετικών αποφάσεων πρέπει, ως εκ τούτου, να διατηρηθούν στον παρόντα κανονισμό.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 852/2004 απαιτεί από τον υπεύθυνο επιχειρήσεων τροφίμων να τηρεί και να διατηρεί αρχεία και, εφόσον του ζητηθεί, να θέτει τις σχετικές πληροφορίες των εν λόγω αρχείων στη διάθεση της αρμόδιας αρχής και του υπεύθυνου της επιχείρησης τροφίμων παραλήπτη.

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 απαιτεί επίσης από τον υπεύθυνο σφαγείου να ζητεί, να λαμβάνει και να ελέγχει πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα για όλα τα ζώα τα οποία αποστέλλονται ή πρόκειται να αποσταλούν στο σφαγείο, εκτός από τα άγρια θηράματα, και να προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες βάσει των πληροφοριών αυτών. Επιπλέον, θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα παρέχουν όλες τις λεπτομέρειες που απαιτούνται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

(7)

Οι πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα βοηθούν τον υπεύθυνο σφαγείου να οργανώσει τις διαδικασίες σφαγής και τον επίσημο κτηνίατρο να καθορίσει τις απαιτούμενες διαδικασίες επιθεώρησης. Οι πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα πρέπει να αναλύονται από τον επίσημο κτηνίατρο και να χρησιμοποιούνται ως αναπόσπαστο μέρος των διαδικασιών επιθεώρησης.

(8)

Τα υπάρχοντα συστήματα ροής πληροφοριών πρέπει να χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο και να προσαρμοστούν κατά τρόπο ώστε να συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις σχετικά με τις πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

(9)

Προκειμένου να βελτιωθεί η διαχείριση των ζώων σε επίπεδο εκμετάλλευσης και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004, ο επίσημος κτηνίατρος πρέπει να καταχωρίζει και, εάν απαιτείται, να ανακοινώνει στον υπεύθυνο παραγωγής τροφίμων της εκμετάλλευσης προέλευσης και σε κάθε κτηνίατρο που εργάζεται στην εκμετάλλευση προέλευσης ή σε οποιαδήποτε εμπλεκόμενη αρμόδια αρχή, κάθε νόσο ή συνθήκη που παρατηρείται στο σφαγείο σε σχέση με επιμέρους ζώα ή την αγέλη/σμήνος και που ενδέχεται να επηρεάζει τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων ή να θέτει σε κίνδυνο την καλή διαβίωση των ζώων.

(10)

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004 ορίζουν τις απαιτήσεις που διέπουν τους ελέγχους για παράσιτα κατά τη διάρκεια του χειρισμού των αλιευτικών προϊόντων τόσο στην ξηρά όσο και στα σκάφη. Εναπόκειται στους υπεύθυνους επιχειρήσεων τροφίμων να πραγματοποιούν τους ελέγχους σε όλα τα στάδια της παραγωγής των αλιευτικών προϊόντων σύμφωνα με τους κανόνες του κεφαλαίου V Δ) του τμήματος VIII του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, έτσι ώστε τα αλιευτικά προϊόντα που έχουν εμφανώς μολυνθεί με παράσιτα να μην διατίθενται στην αγορά για ανθρώπινη κατανάλωση. Η θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις μακροσκοπικές εξετάσεις απαιτεί να καθοριστούν οι έννοιες των ορατών παρασίτων και της μακροσκοπικής εξέτασης και να καθοριστούν το είδος και η συχνότητα των παρατηρήσεων.

(11)

Οι έλεγχοι που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 για να μη διατίθενται στην αγορά αλιευτικά προϊόντα που είναι ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση μπορεί να περιλαμβάνουν ορισμένους χημικούς ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων ελέγχων ολικού πτητικού βασικού αζώτου (ΟΠΒΑ). Είναι αναγκαίο να καθοριστούν επίπεδα του ΟΠΒΑ, που δεν πρέπει να υπερβαίνονται στην περίπτωση ορισμένων κατηγοριών ειδών και να καθοριστούν οι μέθοδοι ανάλυσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται. Οι μέθοδοι ανάλυσης που είναι επιστημονικά αναγνωρισμένες για τον έλεγχο του ΟΠΒΑ πρέπει να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται υπό μορφή ρουτίνας, αλλά πρέπει να καθοριστεί μια μέθοδος αναφοράς η οποία θα χρησιμοποιείται όταν υπάρχει αμφιβολία σχετικά με τα αποτελέσματα ή σε περίπτωση διαφωνίας.

(12)

Τα όρια για την παραλυτική τοξίνη των μαλακίων (PSP), την αμνησιακή τοξίνη των μαλακίων (ASP) και τις λιποφιλικές τοξίνες καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Οι βιοδοκιμές είναι η μέθοδος αναφοράς για την ανίχνευση ορισμένων τοξινών και για τη μη συγκομιδή ορισμένων τοξικών μαλακίων. Τα μέγιστα επίπεδα και οι μέθοδοι ανάλυσης πρέπει να εναρμονιστούν και να εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη προκειμένου να προστατευθεί η υγεία του ανθρώπου. Εκτός από τις βιολογικές μεθόδους δοκιμών, πρέπει να επιτραπούν και άλλες εναλλακτικές μέθοδοι ανίχνευσης, όπως χημικές μέθοδοι και δοκιμές in vitro, εάν αποδειχθεί ότι η απόδοση των επιλεγμένων μεθόδων είναι τουλάχιστον εξίσου ικανοποιητική με την απόδοση της βιολογικής μεθόδου και ότι η εφαρμογή τους παρέχει ισοδύναμο επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας. Τα προτεινόμενα μέγιστα επίπεδα για τις λιποφιλικές τοξίνες βασίζονται σε προσωρινά στοιχεία και πρέπει να επανεξεταστούν μόλις υπάρξουν νέα επιστημονικά στοιχεία. Η έλλειψη υλικού αναφοράς και η αποκλειστική χρήση δοκιμών διαφορετικών από τις βιοδοκιμές σήμερα σημαίνει ότι το επίπεδο της προστασίας της δημόσιας υγείας το οποίο εξασφαλίζεται όσον αφορά όλες τις καθοριζόμενες τοξίνες δεν είναι ισοδύναμο με εκείνο που εξασφαλίζουν οι βιολογικές δοκιμές. Θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να εξασφαλιστεί η αντικατάσταση με βιολογικές δοκιμές το συντομότερο δυνατόν.

(13)

Το μηχανικά διαχωρισμένο κρέας (ΜΔΚ) που παράγεται με τη χρήση τεχνικών που δεν αλλοιώνουν τη δομή των οστών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ΜΔΚ πρέπει να αντιμετωπίζεται ως διαφορετικό από ΜΔΚ που παράγεται με τη χρήση τεχνικών που αλλοιώνουν τη δομή των οστών.

(14)

Το ΜΔΚ του προηγούμενου τύπου που παράγεται υπό συγκεκριμένους όρους και που έχει συγκεκριμένη σύνθεση πρέπει να επιτρέπεται στα παρασκευάσματα κρέατος τα οποία σαφώς δεν προορίζονται για κατανάλωση χωρίς προηγουμένως να υποστούν θερμική επεξεργασία. Αυτοί οι όροι συνδέονται ιδίως με το ασβέστιο που περιέχεται στο ΜΔΚ, το οποίο θα πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Πρέπει να γίνει αναπροσαρμογή στο καθοριζόμενο μέγιστο περιεχόμενο ασβεστίου που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό μόλις υπάρξουν πληροφορίες σχετικά με τις παραλλαγές που υπάρχουν όταν χρησιμοποιούνται διαφορετικοί τύποι πρώτων υλών.

(15)

Το άρθρο 31 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη διατηρούν ενημερωμένους καταλόγους των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων. Πρέπει να καθοριστεί κοινό πλαίσιο για την παρουσίαση των σχετικών πληροφοριών σε άλλα κράτη μέλη και στο κοινό.

(16)

Το τμήμα ΧΙ του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/004 ορίζει τις απαιτήσεις που διέπουν την προετοιμασία των βατραχοπόδαρων και των σαλιγκαριών που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση. Πρέπει επίσης να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων υποδειγμάτων πιστοποιητικών υγείας, για τις εισαγωγές από τρίτες χώρες βατραχοπόδαρων και σαλιγκαριών που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση.

(17)

Τα τμήματα XIV και XV του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζουν κανόνες για την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά ζελατίνης και κολλαγόνου που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση. Πρέπει επίσης να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων υποδειγμάτων πιστοποιητικών υγείας, για τις εισαγωγές από τρίτες χώρες ζελατίνης και κολλαγόνου και πρώτων υλών για την παραγωγή ζελατίνης και κολλαγόνου που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση.

(18)

Απαιτείται ευελιξία ώστε τα τρόφιμα με παραδοσιακά χαρακτηριστικά να μπορούν να εξακολουθήσουν να παράγονται. Τα κράτη μέλη έχουν ήδη χορηγήσει παρεκκλίσεις για ευρύ φάσμα τέτοιων τροφίμων στο πλαίσιο της νομοθεσίας που ισχύει πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006. Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να μπορούν να εξακολουθήσουν, χωρίς διακοπή, να εφαρμόζουν τις υπάρχουσες πρακτικές μετά την εν λόγω ημερομηνία. Στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 852/2004, (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004 προβλέπεται μια διαδικασία που επιτρέπει στα κράτη μέλη να ασκούν ευελιξία. Εντούτοις, στις περισσότερες περιπτώσεις στις οποίες έχουν ήδη χορηγηθεί παρεκκλίσεις, πρόκειται μόνο για θέμα εξακολούθησης των καθιερωμένων πρακτικών. Έτσι, η εφαρμογή μιας πλήρους διαδικασίας κοινοποίησης, συμπεριλαμβανομένης μιας πλήρους ανάλυσης κινδύνου, ενδέχεται να επιβαρύνει τα κράτη μέλη με περιττό και δυσανάλογο φόρτο. Συνεπώς, πρέπει να οριστούν τα τρόφιμα με παραδοσιακά χαρακτηριστικά και να θεσπιστούν γενικοί όροι που θα εφαρμόζονται στα εν λόγω τρόφιμα, κατά παρέκκλιση από τις διαρθρωτικές απαιτήσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004, με τον πρέποντα σεβασμό στους στόχους υγιεινής των τροφίμων.

(19)

Δεδομένου ότι οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004 εκδόθηκαν πριν από τη διεύρυνση της 1ης Μαΐου 2004, δεν αναφέρονταν στα νέα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προστεθούν στις σχετικές διατάξεις των εν λόγω κανονισμών οι κωδικοί ISO για τα εν λόγω κράτη μέλη και οι συντομογραφίες για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις γλώσσες τους.

(20)

Το τμήμα Ι του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζει κανόνες για την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά κρέατος κατοικίδιων οπληφόρων. Οι εξαιρέσεις όσον αφορά την πλήρη εκδορά του σφαγίου και των άλλων μελών του σώματος που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση ορίζονται στο κεφάλαιο IV, σημείο 8 του εν λόγω τμήματος. Πρέπει να προβλεφθεί η επέκταση των εν λόγω εξαιρέσεων στα πόδια ενήλικων βοοειδών, με την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται προς τους ίδιους όρους με εκείνους που εφαρμόζονται στα πόδια των μόσχων.

(21)

Ορισμένες πρακτικές μπορούν να παραπλανήσουν τον καταναλωτή όσον αφορά τη σύνθεση ορισμένων προϊόντων. Ειδικότερα, προκειμένου να μην διαψευστούν οι προσδοκίες των καταναλωτών, πρέπει να απαγορευθεί η πώληση κρέατος πουλερικών που υφίσταται επεξεργασία με παράγοντες κατακράτησης του νερού ως νωπού κρέατος.

(22)

Η γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων, η οποία εκδόθηκε στις 30 Αυγούστου 2004, κατέδειξε ότι τα αλιευτικά προϊόντα που ανήκουν στην οικογένεια Gempylidae, και ιδιαίτερα Ruvettus pretiosus και Lepidocybium flavobrunneum, μπορεί να έχουν δυσμενείς γαστρεντερικές επιπτώσεις εάν καταναλωθούν υπό ορισμένες συνθήκες. Τα αλιευτικά προϊόντα που ανήκουν σ' αυτή την οικογένεια πρέπει, συνεπώς, να υποβληθούν σε προϋποθέσεις εμπορίας.

(23)

Το τμήμα ΙΧ του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζει ειδικούς κανόνες υγιεινής για το νωπό γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Σύμφωνα με το μέρος ΙΙ B) 1. ε) του κεφαλαίου Ι, τα διαλύματα ή ψεκάσματα θηλών μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο εάν έχουν εγκριθεί από την αρμόδια αρχή. Εντούτοις, δεν παρέχεται στο εν λόγω μέρος λεπτομερές σχέδιο έγκρισης. Συνεπώς, είναι αναγκαίο, προκειμένου να εξασφαλιστεί μια εναρμονισμένη προσέγγιση από τα κράτη μέλη, να διευκρινιστούν οι διαδικασίες υπό τις οποίες δίνονται τέτοιες εγκρίσεις.

(24)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 απαιτεί από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων να εξασφαλίζουν ότι οι θερμικές επεξεργασίες που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία του νωπού γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων πρέπει να συμμορφώνονται προς ένα διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο. Εντούτοις, λόγω της ιδιαιτερότητας ορισμένων θερμικών επεξεργασιών που χρησιμοποιούνται στον εν λόγω τομέα και λόγω του αντίκτυπου τους στην ασφάλεια των τροφίμων και την υγεία των ζώων, πρέπει να δοθεί εν προκειμένω σαφέστερη καθοδήγηση στους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων.

(25)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 εισάγει έναν νέο ορισμό προκειμένου να καλύψει τα προϊόντα που παράγονται από αβγά τα οποία, μετά την αφαίρεση του κελύφους τους, δεν έχουν ακόμα υποστεί επεξεργασία. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν οι κανόνες που εφαρμόζονται στα εν λόγω προϊόντα και να τροποποιηθεί το τμήμα Χ, κεφάλαιο ΙΙ του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 αναλόγως.

(26)

Το τμήμα XIV του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζει ειδικούς υγειονομικούς κανόνες για τη ζελατίνη. Οι εν λόγω κανόνες περιλαμβάνουν απαιτήσεις που καλύπτουν το είδος των πρώτων υλών που μπορούν να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ζελατίνης και τη μεταφορά και την αποθήκευση τέτοιων υλών. Ορίζουν επίσης τις προδιαγραφές που εφαρμόζονται στην παρασκευή ζελατίνης. Εντούτοις, πρέπει να θεσπιστούν οι κανόνες που εφαρμόζονται στην επισήμανση της ζελατίνης.

(27)

Η επιστημονική πρόοδος έχει οδηγήσει στην καθιέρωση του προτύπου ISO 16649-3 ως συμφωνηθείσας μεθόδου αναφοράς για την ανάλυση του E. Coli στα δίθυρα μαλάκια. Αυτή η μέθοδος αναφοράς έχει ήδη καθιερωθεί για τα ζώντα δίθυρα μαλάκια που κατάγονται από τις περιοχές Α σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2005 της Επιτροπής σχετικά με τα μικροβιολογικά κριτήρια για τα τρόφιμα (7). Συνεπώς, το ISO 16649-3 πρέπει να οριστεί ως η μέθοδος αναφοράς MPN (του πλέον πιθανού αριθμού) για την ανάλυση του Ε. Coli στα δίθυρα μαλάκια που κατάγονται από τις περιοχές Β και Γ. Η χρήση εναλλακτικών μεθόδων πρέπει να επιτραπεί μόνο όταν θεωρούνται ισοδύναμες με τη μέθοδο αναφοράς.

(28)

Ως εκ τούτου, οι κανονισμοί (EΚ) αριθ. 853/2004 και (EΚ) αριθ. 854/2004 πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως.

(29)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Απαιτήσεις σχετικά με τις πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα για τους σκοπούς των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Οι απαιτήσεις σχετικά με τις πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα, όπως αναφέρονται στο τμήμα ΙΙΙ του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και στο κεφάλαιο ΙΙ A) του τμήματος Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, ορίζονται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Απαιτήσεις σχετικά με τα αλιευτικά προϊόντα για τους σκοπούς των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Οι απαιτήσεις σχετικά με τα αλιευτικά προϊόντα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και στο άρθρο 18 παράγραφοι 14 και 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Αναγνωρισμένες μέθοδοι δοκιμής για τις θαλάσσιες βιοτοξίνες για τους σκοπούς των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Οι αναγνωρισμένες μέθοδοι δοκιμής για την ανίχνευση θαλάσσιων βιοτοξινών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και στο άρθρο 18 παράγραφος 13 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Περιεκτικότητα σε ασβέστιο του μηχανικά διαχωρισμένου κρέατος για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004

Η περιεκτικότητα του μηχανικά διαχωρισμένου κρέατος σε ασβέστιο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, ορίζεται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Κατάλογοι εγκαταστάσεων για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004

Οι απαιτήσεις σχετικά με τους καταλόγους εγκαταστάσεων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004, ορίζονται στο παράρτημα V του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6

Υποδείγματα πιστοποιητικών υγείας για βατραχοπόδαρα, σαλιγκάρια, ζελατίνη και κολλαγόνο για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004

Τα υποδείγματα πιστοποιητικών υγείας για τις εισαγωγές βατραχοπόδαρων, σαλιγκαριών, ζελατίνης και κολλαγόνου, όπως αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, και των πρώτων υλών για την παραγωγή ζελατίνης και κολλαγόνου ορίζονται στο παράρτημα VI του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 7

Παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 852/2004 για τα τρόφιμα με παραδοσιακά χαρακτηριστικά

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «τρόφιμα με παραδοσιακά χαρακτηριστικά» νοούνται τα τρόφιμα τα οποία, στο κράτος μέλος στο οποίο παρασκευάζονται παραδοσιακά:

α)

είναι αναγνωρισμένα ιστορικά ως παραδοσιακά προϊόντα· ή

β)

παρασκευάζονται σύμφωνα με κωδικοποιημένες ή καταχωρισμένες τεχνικές αναφορές στην παραδοσιακή διαδικασία, ή σύμφωνα με παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής· ή

γ)

προστατεύονται ως παραδοσιακά τρόφιμα από κοινοτική, εθνική, περιφερειακή ή τοπική νομοθετική πράξη.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν στις εγκαταστάσεις παρασκευής τροφίμων με παραδοσιακά χαρακτηριστικά μεμονωμένες ή γενικές παρεκκλίσεις από τις απαιτήσεις που ορίζονται:

α)

στο κεφάλαιο ΙΙ παράγραφος 1 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 όσον αφορά τις εγκαταστάσεις στις οποίες εκτίθενται τέτοια προϊόντα σε ένα περιβάλλον αναγκαίο για τη μερική ανάπτυξη των χαρακτηριστικών τους. Οι εγκαταστάσεις αυτές μπορούν, ειδικότερα, να περιλαμβάνουν τους τοίχους, τις οροφές και τις πόρτες που είναι από υλικά που δεν είναι λεία, στεγανά ή απορροφητικά ή ανθεκτικά στη διάβρωση και τους φυσικούς γεωλογικούς τοίχους, οροφές και δάπεδα·

β)

στο κεφάλαιο ΙΙ παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο κεφάλαιο V 1 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004 όσον αφορά το είδος των υλικών από τα οποία είναι κατασκευασμένα τα όργανα και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιούνται ειδικά για την παρασκευή, τη συσκευασία και την περιτύλιξη των εν λόγω προϊόντων.

Τα μέτρα καθαρισμού και απολύμανσης για τις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) και η συχνότητα με την οποία εφαρμόζονται προσαρμόζονται στη δραστηριότητα προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες περιβαλλοντικές χλωρίδες τους.

Τα όργανα και ο εξοπλισμός που αναφέρονται στο στοιχείο β) διατηρούνται πάντοτε σε ικανοποιητική κατάσταση υγιεινής και καθαρίζονται και απολυμαίνονται τακτικά.

3.   Τα κράτη μέλη που χορηγούν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη το αργότερο 12 μήνες μετά τη χορήγηση των μεμονωμένων ή γενικών παρεκκλίσεων. Κάθε κοινοποίηση:

α)

παρέχει σύντομη περιγραφή των απαιτήσεων που αναπροσαρμόστηκαν·

β)

περιγράφει τα τρόφιμα και τις εγκαταστάσεις περί των οποίων πρόκειται και

γ)

παρέχει κάθε άλλη σχετική πληροφορία.

Άρθρο 8

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004

Τα παραρτήματα II και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 9

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Τα παραρτήματα I, II και III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2006, πλην των κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΙ του παραρτήματος V, τα οποία εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Δεκεμβρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 3.

(2)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22.

(3)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 83.

(4)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1.

(5)  Δεν έχκ ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(6)  ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 12.

(7)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Α. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ

ΤΜΗΜΑ Ι

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που εκτρέφουν ζώα τα οποία αποστέλλονται προς σφαγή εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, στα έγγραφα τα σχετικά με τα αποστελλόμενα ζώα, κατά τρόπον ώστε να είναι προσιτές στον σχετικό υπεύθυνο σφαγείου.

ΤΜΗΜΑ ΙI

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

ΚΕΦΑΛΑIΟ I

ΠΑΡΟΧΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΟΦΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ

1.

Η αρμόδια αρχή του τόπου αποστολής ενημερώνει τον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων αποστολής σχετικά με τα ελάχιστα στοιχεία των πληροφοριών για την τροφική αλυσίδα που πρέπει να παρέχονται στο σφαγείο σύμφωνα με το τμήμα ΙΙΙ του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

2.

Η αρμόδια αρχή του τόπου του σφαγείου επαληθεύει ότι:

α)

οι πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα ανακοινώνονται δεόντως και αποτελεσματικά μεταξύ του υπευθύνου της επιχείρησης τροφίμων που εξέθρεψε ή διατήρησε τα ζώα πριν από την αποστολή και του υπευθύνου του σφαγείου·

β)

οι πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα είναι έγκυρες και αξιόπιστες·

γ)

παρέχεται ανατροφοδότηση των σχετικών πληροφοριών στην εκμετάλλευση, εφόσον ενδείκνυται.

3.

Όταν αποστέλλονται ζώα προς σφαγή σε άλλο κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές του τόπου αποστολής και του τόπου σφαγής συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από τον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων αποστολής είναι εύκολα προσβάσιμες στο υπεύθυνο σφαγείου που τις παραλαμβάνει.

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΑΝΑΤΡΟΦΟΔΟΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ

1.

Ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να χρησιμοποιεί το υπόδειγμα εγγράφου που ορίζεται στο προσάρτημα Ι για αποτελέσματα της σχετικής επιθεώρησης που πρέπει να ανακοινώνονται στην εκμετάλλευση στην οποία εκτράφηκαν τα ζώα πριν από τη σφαγή στο ίδιο κράτος μέλος σύμφωνα με το κεφάλαιο Ι του τμήματος ΙΙ του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

2.

Η αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της σχετικής επιθεώρησης σε περιπτώσεις στις οποίες τα ζώα εκτράφηκαν σε εκμετάλλευση σε άλλο κράτος μέλος και πρέπει να χρησιμοποιεί έκδοση του υποδείγματος εγγράφου που καθορίζεται στο προσάρτημα τόσο στη γλώσσα της χώρας αποστολής όσο και στη γλώσσα της χώρας προορισμού.

Προσάρτημα του παραρτήματος I

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΓΓΡΑΦΟΥ

1.

Αναγνωριστικά στοιχεία

 

1.1.

εκμετάλλευση προέλευσης (π.χ. ιδιοκτήτης ή διευθυντής)

 

 

 

όνομα/αριθμός

 

 

 

πλήρης διεύθυνση

 

 

 

αριθμός τηλεφώνου

 

 

1.2.

αριθμοί αναγνώρισης (να επισυναφθεί χωριστός κατάλογος)

 

 

 

συνολικός αριθμός ζώων (κατά είδη)

 

 

 

προβλήματα αναγνώρισης (εάν υπάρχουν)

 

 

1.3.

αναγνώριση αγέλης/σμήνους/κλωβού (εάν ισχύει)

 

 

1.4.

είδη ζώων

 

 

1.5.

αριθμός αναφοράς πιστοποιητικού υγείας

 

2.

Ευρήματα προ της σφαγής

 

2.1.

καλή διαβίωση

 

 

 

αριθμός προσβληθέντων ζώων

 

 

 

είδος/κλάση/ηλικία

 

 

 

παρατηρήσεις (π.χ. δήγματα ουράς)

 

 

2.2.

τα ζώα παραδόθηκαν ακάθαρτα

 

 

2.3.

κλινικά ευρήματα (νόσος)

 

 

 

αριθμός προσβληθέντων ζώων

 

 

 

είδος/κλάση/ηλικία

 

 

 

παρατηρήσεις

 

 

 

ημερομηνία επιθεώρησης

 

 

2.4.

εργαστηριακά αποτελέσματα: (1)

 

3.

Ευρήματα μετά τη σφαγή

 

3.1.

(μακροσκοπικά) ευρήματα

 

 

 

αριθμός προσβληθέντων ζώων

 

 

 

είδος/κλάση/ηλικία

 

 

 

όργανο ή μέρος του ζώου (ή ζώων) που προσβλήθηκε

 

 

 

ημερομηνία σφαγής

 

 

3.2.

νόσος [μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι κωδικοί (2)]

 

 

 

αριθμός προσβληθέντων ζώων

 

 

 

είδος/κλάση/ηλικία

 

 

 

όργανο ή μέρος του ζώου (ή ζώων) που προσβλήθηκε

 

 

 

μερικώς ή ολικώς προσβεβλημένο σφάγιο (εξηγήστε το λόγο)

 

 

 

ημερομηνία σφαγής

 

 

3.3.

εργαστηριακά αποτελέσματα (3)

 

 

3.4.

άλλα αποτελέσματα (π.χ. παράσιτα, ξένα σώματα κ.λπ.)

 

 

3.5.

ευρήματα σχετικά με την καλή διαβίωση (π.χ. κατάγματα στα πόδια)

 

4.

Πρόσθετες πληροφορίες

5.

Στοιχεία επικοινωνίας

 

5.1.

σφαγείο (αριθμός έγκρισης)

 

 

 

όνομα

 

 

 

πλήρης διεύθυνση

 

 

 

αριθμός τηλεφώνου

 

 

5.2

ηλεκτρονική διεύθυνση, εάν υπάρχει

 

6.

Επίσημος κτηνίατρος (όνομα)

 

 

υπογραφή και σφραγίδα

 

7.

Ημερομηνία

8.

Αριθμός σελίδων που επισυνάπτονται στο παρόν έντυπο:


(1)  Μικροβιολογικά, χημικά, ορολογικά κ.λπ. (να επισυναφθούν τα αποτελέσματα).

(2)  Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εισαγάγουν τους ακόλουθους κωδικούς: κωδικός Α για τις νόσους κατά OIE· κωδικοί B100 και B200 για θέματα καλής διαβίωσης [κεφάλαιο ΙΙ Γ) του τμήματος Ι του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004] και Γ100 έως Γ290 για αποφάσεις σχετικά με το κρέας [κεφάλαιο V 1. α) έως κα) του τμήματος ΙΙ του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004]. Αυτό το σύστημα κωδικοποίησης μπορεί, εφόσον είναι απαραίτητο, να συμπεριλάβει περαιτέρω υποδιαιρέσεις (π.χ. Γ141 για μια ελαφρώς γενικευμένη νόσο, C142 για σοβαρότερη νόσο κ.λπ.). Εάν χρησιμοποιηθούν κωδικοί, αυτοί θα πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμοι στον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων με κατάλληλη επεξήγηση της σημασίας τους.

(3)  Μικροβιολογικά, χημικά, ορολογικά κ.λπ. (να επισυναφθούν τα αποτελέσματα).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

ΤΜΗΜΑ Ι

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Το παρόν τμήμα ορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις μακροσκοπικές εξετάσεις για την ανίχνευση παρασίτων στα αλιευτικά προϊόντα.

ΚΕΦΑΛΑIΟ I

ΟΡΙΣΜΟΙ

1.

Ως «ορατό παράσιτο» νοείται ένα παράσιτο ή μια ομάδα παρασίτων με μέγεθος, χρώμα ή υφή τέτοια ώστε να μπορεί σαφώς να διακριθεί από τους ιστούς των ψαριών.

2.

Ως «μακροσκοπική εξέταση» νοείται η μη καταστρεπτική εξέταση των ψαριών ή προϊόντων αλιείας με ή χωρίς οπτικά μέσα μεγέθυνσης και υπό καλές συνθήκες φωτός για την ανθρώπινη όραση, συμπεριλαμβανομένης, εάν είναι απαραίτητο, της εξέτασης με λυχνία.

3.

Ως «εξέταση με λυχνία» νοείται, όσον αφορά τα πλατύψαρα ή τα φιλέτα ψαριών, η παρατήρηση των ψαριών με λυχνία σε σκοτεινό θάλαμο για την ανίχνευση παρασίτων.

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΜΑΚΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ

1.

Η μακροσκοπική εξέταση διενεργείται δειγματοληπτικά επί αντιπροσωπευτικού αριθμού δειγμάτων. Οι αρμόδιοι των χερσαίων εγκαταστάσεων και το ειδικευμένο προσωπικό που εργάζεται επί των ειδικών σκαφών καθορίζουν την κλίμακα και τη συχνότητα των εξετάσεων, ανάλογα με τη φύση των αλιευτικών προϊόντων, τη γεωγραφική καταγωγή τους και τη χρήση για την οποία προορίζονται. Κατά τη διάρκεια της παραγωγής, ο μακροσκοπική εξέταση του εκσπλαχνισμένου ψαριού πρέπει να διενεργείται από ειδικευμένο προσωπικό στην κοιλιακή κοιλότητα και στο συκώτι και τα αβγά που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση. Ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο εκσπλαχνισμού, η μακροσκοπική εξέταση πρέπει να πραγματοποιείται:

α)

σε περίπτωση εκσπλαχνισμού με το χέρι, από τον ειδικευμένο εργάτη κατά την αφαίρεση των εντοσθίων και το πλύσιμο για κάθε ψάρι χωριστά·

β)

σε περίπτωση μηχανικού εκσπλαχνισμού, δειγματοληπτικά επί αντιπροσωπευτικού αριθμού δειγμάτων που δεν πρέπει να είναι μικρότερος από δέκα ψάρια ανά παρτίδα.

2.

Η μακροσκοπική εξέταση των φιλέτων ή των φετών ψαριών πρέπει να διενεργείται από το ειδικευμένο προσωπικό κατά το ξάκρισμα μετά τον τεμαχισμό σε φιλέτα ή σε φέτες. Αν δεν είναι δυνατή η διεξαγωγή μεμονωμένου ελέγχου, για λόγους που οφείλονται είτε στο μέγεθος των φιλέτων είτε στον τρόπο τεμαχισμού σε φιλέτα, καταρτίζεται και τίθεται στη διάθεση της αρμόδιας αρχής σχέδιο δειγματοληψίας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ 4. του τμήματος VIII του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Εφόσον η εξέταση των φιλέτων με λυχνία είναι τεχνικώς αναγκαία, πρέπει να περιλαμβάνεται στο σχέδιο δειγματοληψίας.

ΤΜΗΜΑ ΙΙ

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

ΚΕΦΑΛΑIΟ I

ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΟΛΙΚΟΥ ΠΤΗΤΙΚΟΥ ΒΑΣΙΚΟΥ ΑΖΩΤΟΥ (ΟΠΒΑ) ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ

1.

Τα μη μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα, τα οποία ανήκουν στις κατηγορίες των ειδών που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙ, θεωρούνται ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση όταν, σε περίπτωση που η οργανοληπτική αξιολόγηση αφήνει αμφιβολίες όσον αφορά τη νωπότητα, ο χημικός έλεγχος που ακολουθεί καταδεικνύει ότι υπάρχει υπέρβαση των ακόλουθων ορίων ΟΠΒΑ:

α)

25 mg αζώτου/100 g σάρκας, για τα είδη που προβλέπονται στο σημείο 1 του κεφαλαίου ΙΙ·

β)

30 mg αζώτου/100 g σάρκας, για τα είδη που προβλέπονται στο σημείο 2 του κεφαλαίου ΙΙ·

γ)

35 mg αζώτου/100 g σάρκας, για τα είδη που προβλέπονται στο σημείο 3 του κεφαλαίου ΙΙ.

Η μέθοδος αναφοράς που πρέπει να χρησιμοποιείται για τον έλεγχο του ορίου ΟΠΒΑ είναι η μέθοδος απόσταξης εκχυλίσματος, αποπρωτεϊνισμένου δια υπερχλωρικού οξέος, που περιγράφεται στο κεφάλαιο ΙΙΙ.

2.

Η μέθοδος που προβλέπεται στο σημείο 1 πρέπει να εφαρμόζεται με τη βοήθεια συσκευής που ανταποκρίνεται στο σχήμα που παρατίθεται στο κεφάλαιο IV.

3.

Οι συνήθεις μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο του ορίου του ΟΠΒΑ είναι οι ακόλουθες:

μέθοδος μικροδιάχυσης που περιγράφεται από τους Conway και Byme (1933),

μέθοδος άμεσης απόσταξης που περιγράφεται από τον Αντωνακόπουλο (1968),

μέθοδος απόσταξης εκχυλίσματος αποπρωτεϊνισμένου δια τριχλωροξικού οξέος [Επιτροπή του κώδικα τροφίμων για τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα (1968)].

4.

Το δείγμα πρέπει να αποτελείται από περίπου 100 γραμμάρια σάρκας, τα οποία πρέπει να έχουν ληφθεί από τουλάχιστον τρία διαφορετικά σημεία και να έχουν αναμειχθεί δια συνθλίψεως.

Τα κράτη μέλη συστήνουν προς τα επίσημα εργαστήρια τη χρήση, σε τακτική βάση, της μεθόδου αναφοράς που προβλέπεται παραπάνω. Σε περίπτωση αμφιβολίας ή σε περίπτωση διαπίστωσης διαφορών όσον αφορά τα αποτελέσματα της ανάλυσης που πραγματοποιήθηκε βάσει μιας των συνήθων μεθόδων, μόνο η μέθοδος αναφοράς πρέπει να χρησιμοποιείται για την επαλήθευση των αποτελεσμάτων.

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΙΔΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΚΑΘΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΟΡΙΑΚΕΣ ΤΙΜΕΣ ΟΠΒΑ

1.

Sebastes spp., Helicolenus dactylopterus, capensis Sebastichthys.

2.

Είδη που ανήκουν στην οικογένεια Pleuronectidae (εξαιρουμένου του ιππογλώσσου: Hippoglossus spp.).

3.

Salmo salar, είδη που ανήκουν στην οικογένεια Merlucciidae, είδη που ανήκουν στην οικογένεια Gadidae.

ΚΕΦΑΛΑIΟ III

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΟΠΒΑ ΣΕ ΨΑΡΙΑ ΚΑΙ ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Διαδικασία αναφοράς

1.   Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

Η μέθοδος αυτή περιγράφει διαδικασία αναφοράς για τον προσδιορισμό της συγκέντρωσης του ΟΠΒΑ στα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα. Η διαδικασία αυτή εφαρμόζεται για συγκεντρώσεις ΟΠΒΑ από 5 mg/100 g έως τουλάχιστον 100 mg/100 g.

2.   Ορισμός

Ως «συγκέντρωση ΟΠΒΑ» νοείται η περιεκτικότητα αζώτου των πτητικών αζωτούχων βάσεων που καθορίζεται βάσει της περιγραφόμενης διαδικασίας.

Η συγκέντρωση εκφράζεται σε mg/100 g.

3.   Σύντομη περιγραφή

Οι πτητικές αζωτούχες βάσεις εκχειλίζονται από δείγμα με χρήση διαλύματος 0,6 mol υπερχλωρικού οξέος. Έπειτα από αλκαλοποίηση, το εκχύλισμα υποβάλλεται σε απόσταξη με ατμό και τα πτητικά βασικά συστατικά απορροφώνται από όξινο δέκτη. Η συγκέντρωση ΟΠΒΑ καθορίζεται με τιτλοποίηση των βάσεων που απορροφήθηκαν.

4.   Χημικές ουσίες

Εκτός από την περίπτωση που ενδείκνυται άλλος τρόπος, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται χημικά αντιδραστήρια διαβάθμισης καθαρότητας. Το νερό που χρησιμοποιείται θα πρέπει να είναι είτε αποσταγμένο είτε μη μεταλλικό και τουλάχιστον της ιδίας καθαρότητας. Εφόσον δεν υπάρχει άλλη ένδειξη, ως «διάλυμα» νοείται ένα υδατικό διάλυμα:

α)

διάλυμα υπερχλωρικού οξέος = 6 g/100 ml·

β)

διάλυμα υδροξειδίου του νατρίου = 20 g/100 ml·

γ)

πρότυπο διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 0,05 mol/l ((0,05 Ν).

Σημείωση:

Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται αυτόματη συσκευή απόσταξης, η τιτλοποίηση θα πρέπει να διενεργείται βάσει πρότυπου διαλύματος υδροχλωρικού οξέος 0,01 mol/l ((0,01 Ν).

δ)

διάλυμα βορικού οξέος = 3 g/100 ml·

ε)

αντιαφρώδες σιλικόνης·

στ)

διάλυμα φαινολοφθαλεΐνης = 1 g/100 ml αιθανόλης 95 %·

ζ)

διάλυμα δείκτη (δείκτης Tashiro μεικτός) 2 g ερυθρό του μεθυλίου και 1 g κυανούν του μεθυλενίου διαλύονται σε 1 000 ml αιθανόλης 95 %.

5.   Όργανα και σύνεργα

α)

Μύλος άλεσης κρέατος που να παρασκευάζει αρκετά ομοιογενή κιμά ψαριών.

β)

Αναμικτήρας υψηλής ταχύτητας με ταχύτητα μεταξύ 8 000 και 45 000 στροφών ανά λεπτό.

γ)

Αυλακωτό φίλτρο, με διάμετρο 150 mm, ταχείας διήθησης.

δ)

Προχοΐδα των 5 ml, με διαβαθμίσεις της τάξης των 0,01 ml.

ε)

Συσκευή απόσταξης ατμού. Η συσκευή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ρυθμίζει διάφορες ποσότητες ατμού και να παράγει σταθερή ποσότητα ατμού σε ορισμένη χρονική περίοδο. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι κατά τη διάρκεια της προσθήκης αλκαλοποιητών, οι βάσεις που προκύπτουν δεν είναι δυνατόν να διαφεύγουν.

6.   Εκτέλεση

Προσοχή: Κατά το χρόνο εργασίας με το υπερχλωρικό οξύ, το οποίο είναι πολύ καυστικό, πρέπει να λαμβάνονται οι αναγκαίες προφυλάξεις και τα αναγκαία προφυλακτικά μέτρα. Τα δείγματα πρέπει, εάν είναι δυνατόν, να προετοιμαστούν το συντομότερο δυνατόν μετά την άφιξή τους, σύμφωνα με τις ακόλουθες οδηγίες:

α)

Προετοιμασία του δείγματος

Το δείγμα που πρόκειται να αναλυθεί, πρέπει να αλεστεί προσεκτικά με τη βοήθεια του μύλου άλεσης κρέατος που περιγράφεται στο σημείο 5 στοιχείο α). Ακριβώς 10 g ± 0,1 g του αλεσμένου δείγματος ζυγίζονται σε κατάλληλο περιέκτη, αναμειγνύονται με 90,0 ml του διαλύματος υπερχλωρικού οξέος που αναφέρεται στο σημείο 4 στοιχείο α), ομογενοποιούνται για 2 λεπτά με τη βοήθεια του αναμεικτήρα που περιγράφεται στο σημείο 5 στοιχείο β) και, στη συνέχεια, διηθούνται.

Το εκχύλισμα που λαμβάνεται κατ' αυτόν τον τρόπο, είναι δυνατόν να διατηρηθεί για τουλάχιστον επτά ημέρες σε θερμοκρασία μεταξύ 2 και 6 oC περίπου.

β)

Aπόσταξη ατμού

50,0 ml του εκχυλίσματος που προκύπτει σύμφωνα με το στοιχείο α), τοποθετούνται στη συσκευή απόσταξης ατμού που περιγράφεται στο σημείο 5 στοιχείο ε). Για μεταγενέστερο έλεγχο όσον αφορά την επαρκή αλκαλοποίηση του εκχυλίσματος, προστίθενται μερικές σταγόνες της φαινολοφθαλεΐνης που καθορίζεται στο σημείο 4 στοιχείο στ). Μετά την προσθήκη λίγων σταγόνων αντιαφρώδους σιλικόνης, προστίθενται στο εκχύλισμα 6,5 ml του διαλύματος υδροξειδίου του νατρίου που καθορίζεται στο σημείο 4 στοιχείο β) και η απόσταξη του ατμού αρχίζει αμέσως.

Η απόσταξη του ατμού ρυθμίζεται έτσι ώστε να παράγονται περίπου 100 ml ανά 10 λεπτά. Ο σωλήνας απαγωγής του αποστάγματος καταδύεται σε δοχείο που περιέχει 100 ml του διαλύματος βορικού οξέος που καθορίζεται στο σημείο 4 στοιχείο δ), στον οποίο έχουν προστεθεί 3 έως 5 σταγόνες του διαλύματος δείκτη που περιγράφεται στο σημείο 4 στοιχείο ζ). Έπειτα από ακριβώς 10 λεπτά η απόσταξη έχει ολοκληρωθεί. Ο σωλήνας απαγωγής του αποστάγματος απομακρύνεται από το δοχείο και ξεπλένεται με νερό. Οι πτητικές βάσεις που περιέχονται στο διάλυμα του δοχείου καθορίζονται με τιτλοποίηση, με τη βοήθεια του πρότυπου διαλύματος υδροχλωρικού οξέος που ορίζεται στο σημείο 4 στοιχείο γ).

Το pH στο τέλος της διαδικασίας πρέπει να είναι 5,0 ± 0,1.

γ)

Τιτλοποίηση

Απαιτούνται αναλύσεις εις διπλούν. Η μέθοδος που εφαρμόζεται είναι σωστή εάν η διαφορά μεταξύ των δύο αναλύσεων δεν υπερβαίνει τα 2 mg/100 g.

δ)

Τυφλή δοκιμή

Διεξάγεται τυφλή δοκιμή όπως περιγράφεται στο στοιχείο β). Αντί εκχυλίσματος, χρησιμοποιούνται 50,0 ml από το διάλυμα υπερχλωρικού οξέος που καθορίζεται στο σημείο 4 στοιχείο α).

7.   Υπολογισμός του ΟΠΒΑ

Βάσει της τιτλοποίησης του διαλύματος του δοχείου, με τη βοήθεια του υδροχλωρικού οξέος που περιγράφεται στο σημείο 4 στοιχείο γ), υπολογίζεται η συγκέντρωση ΟΠΒΑ χρησιμοποιώντας την ακόλουθη εξίσωση:

Formula

V1 = όγκος 0,01 mol διαλύματος υδροχλωρικού οξέος σε ml για το δείγμα·

V0 = όγκος 0,01 mol διαλύματος υδροχλωρικού οξέος σε ml για την τυφλή δοκιμή·

M = βάρος δείγματος σε g.

Παρατηρήσεις

1.

Απαιτούνται αναλύσεις εις διπλούν. Η μέθοδος που εφαρμόζεται είναι σωστή εάν η διαφορά μεταξύ των δύο αναλύσεων δεν υπερβαίνει τα 2 mg/100 g.

2.

Έλεγχος του εξοπλισμού με απόσταξη διαλυμάτων NH4Cl ισοδύναμων με 50 mg ΟΠΒΑ/100 g.

3.

Τυπική απόκλιση της αναπαραγωγιμότητας Sr = 1,20 mg/100 g. Τυπική απόκλιση της συγκρισιμότητας Sr = 2,50/100 g.

ΚΕΦΑΛΑIΟ IV

ΟΠΒΑ — ΣΥΣΚΕΥΗ ΑΠΟΣΤΑΞΗΣ ΑΤΜΟΥ

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΜΕΝΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΟΚΙΜΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΒΙΟΤΟΞΙΝΩΝ

Οι ακόλουθες αναλυτικές μέθοδοι θα χρησιμοποιούνται από τις αρμόδιες αρχές για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τα όρια που ορίζονται στο κεφάλαιο V 2. του τμήματος VII του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και, όπου απαιτείται, από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων.

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 86/609/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), τα στοιχεία της αντικατάστασης, του καθαρισμού και της μείωσης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν χρησιμοποιούνται βιολογικές μέθοδοι.

ΚΕΦΑΛΑIΟ I

ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΠΑΡΑΛΥΤΙΚΗΣ ΤΟΞΙΝΗΣ ΤΩΝ ΜΑΛΑΚΙΩΝ (PSP)

1.

Η περιεκτικότητα των εδώδιμων τμημάτων των μαλακίων (ολόκληρο το σώμα ή οποιοδήποτε μέρος του μπορεί να καταναλωθεί χωριστά) σε παραλυτική τοξίνη των μαλακίων (PSP) πρέπει να ανιχνεύεται σύμφωνα με τη μέθοδο της βιολογικής δοκιμής ή με οποιαδήποτε άλλη διεθνώς αναγνωρισμένη μέθοδο. Η μέθοδος της βιολογικής δοκιμής μπορεί να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό, εφόσον απαιτείται, με άλλη μέθοδο ανίχνευσης της σαξιτοξίνης και οποιωνδήποτε από τις ανάλογες προς αυτήν ουσίες για τις οποίες υπάρχουν πρότυπα.

2.

Σε περίπτωση αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων, η μέθοδος αναφοράς πρέπει να είναι η βιολογική μέθοδος.

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΑΜΝΗΣΙΑΚΗΣ ΤΟΞΙΝΗΣ ΤΩΝ ΜΑΛΑΚΙΩΝ (ASP)

H ολική περιεκτικότητα των εδώδιμων τμημάτων των μαλακίων (ολόκληρο το σώμα ή οποιοδήποτε μέρος του μπορεί να καταναλωθεί χωριστά) σε αμνησιακή τοξίνη των μαλακίων (ASP) πρέπει να ανιχνεύεται χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της υγρής χρωματογραφίας υψηλής απόδοσης (HPLC) ή οποιαδήποτε άλλη αναγνωρισμένη μέθοδο.

Σε περίπτωση αμφισβήτησης των αποτελεσμάτων, η μέθοδος αναφοράς πρέπει να είναι η μέθοδος HPLC.

ΚΕΦΑΛΑIΟ III

ΜΕΘΟΔΟΙ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΛΙΠΟΦΙΛΙΚΗΣ ΤΟΞΙΝΗΣ

A.   Βιολογικές μέθοδοι

1.

Μια σειρά βιολογικών διαδικασιών σε ποντίκια με διαφορά ως προς την προς ανάλυση δόση (ήπαρ και πάγκρεας ή ολόκληρο το σώμα) και ως προς τους διαλύτες που χρησιμοποιούνται για τα στάδια της εκχύλισης και του καθαρισμού μπορεί να χρησιμοποιείται για την ανίχνευση θαλάσσιων τοξινών, όπως αναφέρονται στο κεφάλαιο V σημείο 2 στοιχεία γ), δ) και ε) του τμήματος VII του παραρτήματος ΙΙΙ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004. Η ευαισθησία και η επιλεκτικότητα εξαρτώνται από την επιλογή των διαλυτών που χρησιμοποιούνται για τα στάδια της εκχύλισης και του καθαρισμού και αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη όταν λαμβάνεται η απόφαση για τη μέθοδο που θα ακολουθηθεί, προκειμένου να καλυφθεί όλο το φάσμα των τοξινών.

2.

Μία και μόνο βιοδοκιμασία σε ποντίκια με εκχύλισμα ακετόνης μπορεί να χρησιμοποιείται για την ανίχνευση του οκαδαϊκού οξέος, των δινοφυσιστοξινών, των πεκτενοτοξινών και των γεσοτοξινών. Η δοκιμασία αυτή μπορεί να συμπληρωθεί, εάν χρειαστεί, με κατανομή υγρού-υγρού με οξικό αιθύλιο/νερό ή διχλωρομεθάνιο/νερό για την απομάκρυνση ενδεχόμενων παρεμποδίσεων. Η ανίχνευση των αζασπειροξέων στα κανονιστικά όρια μέσω της διαδικασίας αυτής απαιτεί να χρησιμοποιηθεί ολόκληρο το σώμα ως δόση προς ανάλυση.

3.

Για κάθε δοκιμή πρέπει να χρησιμοποιούνται τρία ποντίκια. Ο θάνατος των δύο από τα τρία ποντίκια εντός 24 ωρών από τον εμβολιασμό καθενός από αυτά με εκχύλισμα ίσο με 5 g ήπατος και παγκρέατος ή 25 g όταν πρόκειται για ολόκληρο το σώμα, πρέπει να θεωρείται θετικό αποτέλεσμα για την παρουσία μίας ή περισσοτέρων τοξινών από αυτές που αναφέρονται στο κεφάλαιο V σημείο 2 στοιχεία γ), δ) και ε) του τμήματος VII του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 σε επίπεδα άνω των καθοριζόμενων.

4.

Μια βιοδοκιμασία σε ποντίκια με εκχύλιση ακετόνης, που θα συμπληρωθεί με κατανομή υγρού-υγρού με διαιθυλαιθέρα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανίχνευση του οκαδαϊκού οξέος, των δινοφυσιστοξινών και των πεκτενοτοξινών αλλά όχι για την ανίχνευση των γεσοτοξινών και των αζασπειροξέων, επειδή κατά το στάδιο της κατανομής μπορεί να υπάρξουν απώλειες τοξινών. Για κάθε δοκιμή πρέπει να χρησιμοποιούνται τρία ποντίκια. Ο θάνατος των δύο από τα τρία ποντίκια εντός 24 ωρών μετά τον εμβολιασμό καθενός από αυτά με εκχύλισμα ίσο με 5 g ήπατος και παγκρέατος ή 25 g όταν πρόκειται για ολόκληρο το σώμα, πρέπει να θεωρείται θετικό αποτέλεσμα για την παρουσία οκαδαϊκού οξέος, δινοφυσιστοξινών και πεκτενοτοξινών σε επίπεδα άνω των επιπέδων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V σημείο 2 στοιχεία γ) και ε) του τμήματος VII του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

5.

Η βιοδοκιμασία σε επίμυες μπορεί να ανιχνεύσει το οκαδαϊκό οξύ, τις δινοφυσιστοξίνες και τα αζασπειροξέα. Τρεις επίμυες πρέπει να χρησιμοποιούνται σε κάθε δοκιμή. Διαρροϊκή αντίδραση σε έναν από τους επίμυες θεωρείται θετικό αποτέλεσμα για την παρουσία οκαδαϊκού οξέος, δινοφυσιστοξινών και αζασπειροξέων σε επίπεδα άνω των επιπέδων που καθορίζονται στο κεφάλαιο V σημείο 2 στοιχεία γ) και ε) του τμήματος VII του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

B.   Εναλλακτικές μέθοδοι ανίχνευσης

1.

Μια σειρά μεθόδων, όπως η υψηλής απόδοσης υγρή χρωματογραφία (HPLC) με ανίχνευση με φθορισμομετρία, η υγρή χρωματογραφία (LC), η φασματομετρία μάζας (MS), οι ανοσολογικές δοκιμασίες και οι λειτουργικές δοκιμές, όπως η δοκιμή παρεμπόδισης φωσφατάσεων, θα χρησιμοποιούνται ως εναλλακτικές λύσεις ή συμπληρωματικές στις βιολογικές εξεταστικές μεθόδους, υπό τον όρο ότι είτε μόνες τους είτε συνδυασμένες μπορούν να ανιχνεύσουν τουλάχιστον τις ακόλουθες ανάλογες ουσίες, ότι δεν είναι λιγότερο αποτελεσματικές από τις βιολογικές μεθόδους και ότι η εφαρμογή τους παρέχει ισοδύναμο επίπεδο προστασίας δημόσιας υγείας:

οκαδαϊκό οξύ και δινοφυσιστοξίνες: μπορεί να απαιτηθεί υδρόλυση για την ανίχνευση της παρουσίας DTX3,

πεκτενοτοξίνες: PTX1 και PTX2,

γεσοτοξίνες: YTX, 45 OH YTX, Homo YTX και 45 OH Homo YTX,

αζασπειροξέα: AZA1, AZA2 και AZA3.

2.

Εάν ανακαλυφθούν νέες ανάλογες ουσίες που είναι σημαντικές για τη δημόσια υγεία, πρέπει να συμπεριληφθούν στην ανάλυση. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα πρότυπα για να καταστεί δυνατή η χημική ανάλυση. Η συνολική τοξικότητα θα υπολογιστεί με τη χρήση συντελεστών μετατροπής που θα βασίζονται στα δεδομένα τοξικότητας που είναι διαθέσιμα για κάθε τοξίνη.

3.

Τα χαρακτηριστικά της απόδοσης των μεθόδων αυτών πρέπει να καθοριστούν αφού προηγηθεί επικύρωση σύμφωνα με διεθνώς συμφωνημένο πρωτόκολλο.

4.

Οι βιολογικές μέθοδοι θα αντικατασταθούν από εναλλακτικές μεθόδους ανίχνευσης μόλις τα υλικά αναφοράς για την ανίχνευση των τοξινών που ορίζονται στο κεφάλαιο V του τμήματος VI του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 είναι εύκολα διαθέσιμα, οι μέθοδοι έχουν επικυρωθεί και αυτό το κεφάλαιο έχει τροποποιηθεί αναλόγως.


(1)  ΕΕ L 358 της 18.12.1986, σ. 1.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΩΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΕΝΟΥ ΚΡΕΑΤΟΣ ΣΕ ΑΣΒΕΣΤΙΟ

Η περιεκτικότητα του ΜΔΚ σε ασβέστιο που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004:

1.

δεν υπερβαίνει το 0,1 % (= 100 mg/100 g ή 1 000 ppm) του νωπού προϊόντος·

2.

καθορίζεται με τυποποιημένη διεθνή μέθοδο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΚΕΦΑΛΑIΟ I

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Προκειμένου να βοηθηθούν τα κράτη μέλη να καταστήσουν τους ενημερωμένους καταλόγους εγκεκριμένων επιχειρήσεων τροφίμων διαθέσιμους σε άλλα κράτη μέλη και στο κοινό, η Επιτροπή θα προσφέρει ένα δικτυακό τόπο στον οποίο κάθε κράτος μέλος θα παράσχει ένα σύνδεσμο με τον εθνικό δικτυακό τόπο του.

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΜΟΡΦΟΤΥΠΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΔΙΚΤΥΑΚΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ

A.   Γενικός κατάλογος

1.

Κάθε κράτος μέλος θα παράσχει στην Επιτροπή μια διεύθυνση συνδέσμου με έναν ενιαίο εθνικό δικτυακό τόπο που περιέχει το γενικό κατάλογο των καταλόγων εγκεκριμένων επιχειρήσεων τροφίμων για τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που καθορίζονται στο σημείο 8.1 του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

2.

Ο γενικός κατάλογος που αναφέρεται στο σημείο 1 αποτελείται από ένα φύλλο και συμπληρώνεται σε μία ή περισσότερες επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

B.   Λειτουργικός χάρτης

1.

Ο δικτυακός τόπος που περιέχει το γενικό κατάλογο αναπτύσσεται από την αρμόδια αρχή ή, όπου απαιτείται, από μια από τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004.

2.

Ο γενικός κατάλογος περιλαμβάνει συνδέσμους:

α)

με άλλες ιστοσελίδες που βρίσκονται στον ίδιο δικτυακό τόπο·

β)

όταν δεν τηρούνται από την αρμόδια αρχή που αναφέρεται στο σημείο 1 ορισμένοι κατάλογοι εγκεκριμένων επιχειρήσεων τροφίμων, με δικτυακούς τόπους τους οποίους διαχειρίζονται άλλες αρμόδιες αρχές, μονάδες ή, κατά περίπτωση, οργανισμοί.

ΚΕΦΑΛΑIΟ III

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Καταρτίζονται σχεδιαγράμματα, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών πληροφοριών και κωδικών, προκειμένου να εξασφαλισθεί ευρεία διαθεσιμότητα των πληροφοριών σχετικά με τις εγκεκριμένες επιχειρήσεις τροφίμων και να βελτιωθεί η αναγνωσιμότητα των καταλόγων.

ΚΕΦΑΛΑIΟ IV

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

Οι στόχοι και οι δραστηριότητες που αναφέρονται στα κεφάλαια ΙΙ και ΙΙΙ εκτελούνται σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές που δημοσιεύει η Επιτροπή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΒΑΤΡΑΧΟΠΟΔΑΡΩΝ, ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΩΝ, ΖΕΛΑΤΙΝΗΣ ΚΑΙ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ

ΤΜΗΜΑ Ι

ΒΑΤΡΑΧΟΠΟΔΑΡΑ ΚΑΙ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΑ

Τα πιστοποιητικά υγείας που αναφέρονται στο άρθρο 6 σημείο 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 για τις εισαγωγές βατραχοπόδαρων και σαλιγκαριών συμμορφώνονται προς τα υποδείγματα που καθορίζονται αντίστοιχα στο μέρος Α και στο μέρος Β του προσαρτήματος Ι του παρόντος παραρτήματος.

ΤΜΗΜΑ ΙΙ

ΖΕΛΑΤΙΝΗ

Με την επιφύλαξη άλλης ειδικής κοινοτικής νομοθεσίας, η οποία τουλάχιστον περιλαμβάνει αλλά δεν περιορίζεται στη νομοθεσία για τις μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες και τις ορμόνες, τα πιστοποιητικά υγείας που αναφέρονται στο άρθρο 6 σημείο 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 για τις εισαγωγές ζελατίνης και πρώτων υλών για την παραγωγή ζελατίνης συμμορφώνονται προς τα υποδείγματα που ορίζονται, αντίστοιχα, στο μέρος Α και στο μέρος Β του προσαρτήματος ΙΙ του παρόντος παραρτήματος.

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

ΚΟΛΛΑΓΟΝΟ

Με την επιφύλαξη άλλης ειδικής κοινοτικής νομοθεσία, η οποία τουλάχιστον περιλαμβάνει αλλά δεν περιορίζεται στη νομοθεσία για τις μεταδοτικές σπογγώδεις εγκεφαλοπάθειες και τις ορμόνες, τα πιστοποιητικά υγείας που αναφέρονται στο άρθρο 6 σημείο 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 για τις εισαγωγές κολλαγόνου και πρώτων υλών για την παραγωγή κολλαγόνου συμμορφώνονται προς τα υποδείγματα που ορίζονται αντίστοιχα στο μέρος Α και στο μέρος Β του προσαρτήματος ΙΙΙ του παρόντος παραρτήματος.

Προσάρτημα I του παραρτήματος VΙ

ΜΕΡΟΣ Α

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΔΙΑΤΗΡΗΜΕΝΩΝ ΣΕ ΑΠΛΗ ΨΥΞΗ, ΚΑΤΕΨΥΓΜΕΝΩΝ Ή ΜΕΤΑΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΒΑΤΡΑΧΟΠΟΔΑΡΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Image

Image

ΜΕΡΟΣ Β

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΚΕΛΥΦΩΘΗΚΑΝ, ΜΑΓΕΙΡΕΥΘΗΚΑΝ, ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΗΚΑΝ Ή ΚΟΝΣΕΡΒΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Image

Image

Προσάρτημα ΙI του παραρτήματος VΙ

ΜΕΡΟΣ Α

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΖΕΛΑΤΙΝΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Image

Image

ΜΕΡΟΣ Β

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΖΕΛΑΤΙΝΗΣ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Image

Image

Προσάρτημα IΙI του παραρτήματος VΙ

ΜΕΡΟΣ Α

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Image

Image

ΜΕΡΟΣ Β

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΟΛΛΑΓΟΝΟΥ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 853/2004

Τα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙI του κανονισμού (EΚ) αριθ. 853/2004 τροποποιούνται ως εξής:

1.

Το παράρτημα ΙΙ τμήμα Ι Β) τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο σημείο 6, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«BE, CZ, DK, DE, EE, GR, ES, FR, IE, IT, CY, LV, LT, LU, HU, MT, NL, AT, PL, PT, SI, SK, FI, SE και UK.».

β)

Το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Το σήμα, όταν τοποθετείται σε εγκατάσταση εντός της Κοινότητας, πρέπει να έχει ωοειδές σχήμα και να περιλαμβάνει τη συντομογραφία CE, EC, EF, EG, EK, EY, ES, EÜ, EK, EB ή WE.».

2.

Το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο τμήμα Ι κεφάλαιο IV, το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.

Πρέπει να γίνεται πλήρης εκδορά του σφαγίου και των άλλων μελών του σώματος που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση πλην των χοίρων, της κεφαλής των αιγοπροβάτων και των μόσχων και των ποδιών των αιγοπροβάτων. Ο χειρισμός των κεφαλών και των ποδιών πρέπει να γίνεται κατά τρόπο που να αποκλείει τη μόλυνση άλλου κρέατος.».

β)

Στο τμήμα ΙΙ προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο VΙΙ:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII: ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΤΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΝΕΡΟΥ

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων εξασφαλίζουν ότι το κρέας πουλερικών που έχει υποστεί ειδική επεξεργασία με σκοπό την προώθηση της κατακράτησης νερού δεν διατίθεται στην αγορά ως νωπό κρέας αλλά ως παρασκευάσματα κρέατος ή χρησιμοποιείται για την παραγωγή μεταποιημένων προϊόντων.».

γ)

Στο τμήμα VΙΙΙ κεφάλαιο V Ε), το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Απαγορεύεται να διατίθενται στην αγορά προϊόντα που παράγονται από τα δηλητηριώδη ψάρια των ακόλουθων οικογενειών: Tetraodontidae, Molidae, Diodontidae και Canthigasteridae. Τα νωπά και μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα που ανήκουν στην οικογένεια Gempylidae, και ιδίως τα Ruvettus pretiosus και Lepidocybium flavobrunneum, μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο τυλιγμένα/συσκευασμένα και πρέπει να επισημαίνονται κατάλληλα προκειμένου να παρέχονται στον καταναλωτή πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους μαγειρέματός τους και με τον κίνδυνο που σχετίζεται με την παρουσία ουσιών με δυσμενείς γαστρεντερικές επιπτώσεις. Η επιστημονική ονομασία πρέπει να συνοδεύει την κοινή ονομασία στην επισήμανση.».

δ)

Το τμήμα ΙΧ τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο κεφάλαιο Ι. ΙΙ) Β) 1), το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

ότι διαλύματα ή ψεκάσματα θηλών χρησιμοποιούνται μόνον εάν έχουν εγκριθεί ή καταχωριστεί σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στην οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (1).

ii)

Στο κεφάλαιο ΙΙ.ΙΙ), το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Όταν το νωπό γάλα ή τα γαλακτοκομικά προϊόντα υφίστανται θερμική επεξεργασία, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων διασφαλίζουν ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο ΧΙ του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004. Ειδικότερα, διασφαλίζουν, όταν χρησιμοποιούν τις ακόλουθες διαδικασίες, ότι συμμορφώνονται προς τις αναφερόμενες προδιαγραφές:

α)

Η παστερίωση επιτυγχάνεται με επεξεργασία που περιλαμβάνει:

i)

υψηλή θερμοκρασία για σύντομο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον 72 oC για 15 δευτερόλεπτα)·

ii)

χαμηλή θερμοκρασία για μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον 63 oC για 30 λεπτά)· ή

iii)

οποιοσδήποτε άλλο συνδυασμό χρόνου-θερμοκρασίας προκειμένου να επιτευχθεί ισοδύναμο αποτέλεσμα,

έτσι ώστε τα προϊόντα να παρουσιάζουν, κατά περίπτωση, αρνητική αντίδραση σε δοκιμασία αλκαλικής φωσφατάσης αμέσως μετά την εν λόγω επεξεργασία.

β)

Η επεξεργασία σε άκρως υψηλή θερμοκρασία (UHT) επιτυγχάνεται με επεξεργασία:

i)

που περιλαμβάνει συνεχή ροή θερμότητας σε μεγάλη θερμοκρασία για σύντομο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον 135 oC σε συνδυασμό με κατάλληλο χρονικό διάστημα) έτσι ώστε να μην υπάρχουν βιώσιμοι μικροοργανισμοί ή σπόροι ικανοί να αναπτυχθούν στο επεξεργασμένο προϊόν όταν διατηρείται σε ασηπτικό σφραγισμένο εμπορευματοκιβώτιο σε θερμοκρασία περιβάλλοντος, και

ii)

επαρκή ώστε να εξασφαλίσει ότι τα προϊόντα παραμένουν μικροβιολογικώς σταθερά έπειτα από επώαση για 15 ημέρες στους 30 oC σε κλειστά εμπορευματοκιβώτια ή για 7 ημέρες στους 55 oC σε κλειστά εμπορευματοκιβώτια ή έπειτα από οποιαδήποτε άλλη μέθοδο που να καταδεικνύει ότι πραγματοποιήθηκε κατάλληλη θερμική επεξεργασία.».

ε)

Στο τμήμα Χ, το κεφάλαιο ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο τμήμα ΙΙΙ, το σημείο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.

μετά το σπάσιμο, κάθε μέρος του αυγού σε υγρή κατάσταση πρέπει να υποβάλλεται σε μεταποίηση το ταχύτερο δυνατόν για την εξάλειψη των μικροβιολογικών κινδύνων ή τη μείωσή τους σε αποδεκτά επίπεδα. Μια παρτίδα που έχει υποστεί ανεπαρκή μεταποίηση μπορεί να υποβάλλεται αμέσως και πάλι σε μεταποίηση στην ίδια εγκατάσταση, υπό τον όρο ότι η νέα αυτή μεταποίηση θα την καταστήσει κατάλληλη για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Όταν διαπιστώνεται ότι μια παρτίδα είναι ακατάλληλη για κατανάλωση από τον άνθρωπο, πρέπει να μετουσιώνεται ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν προορίζεται για κατανάλωση από τον άνθρωπο·».

ii)

Στο μέρος V, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Όσον αφορά τα αυγά σε υγρή κατάσταση, η ετικέτα που αναφέρεται στο σημείο 1 πρέπει επίσης να φέρει την ένδειξη: “μη παστεριωμένα αυγά σε υγρή κατάσταση — να γίνει επεξεργασία στον τόπο προορισμού” και να αναφέρει την ημερομηνία και την ώρα του σπασίματος.».

στ)

Στο τμήμα XIV προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο V:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ V: ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ

Το περιτύλιγμα και η συσκευασία που περιέχουν ζελατίνη πρέπει να φέρουν την ένδειξη “ζελατίνη κατάλληλη για ανθρώπινη κατανάλωση” και πρέπει να αναφέρουν την ημερομηνία παρασκευής.».


(1)  ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Τα παραρτήματα I, IΙ και ΙΙΙ του κανονισμού (EΚ) αριθ. 854/2004 τροποποιούνται ως εξής:

1.

Το παράρτημα Ι τμήμα Ι κεφάλαιο ΙΙΙ παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο στοιχείο α), το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«BE, CZ, DK, DE, EE, GR, ES, FR, IE, IT, CY, LV, LT, LU, HU, MT, NL, AT, PL, PT, SI, SK, FI, SE και UK.».

β)

Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

όταν τίθεται σε σφαγείο εντός της Κοινότητας, το σήμα πρέπει να περιλαμβάνει τη συντομογραφία CE, EC, EF, EG, EK, EY, ES, EÜ, EK, EB ή WE.».

2.

Στο παράρτημα II, κεφάλαιο II A), τα σημεία 4 και 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.

Η αρμόδια αρχή δύναται να κατατάσσει στην κατηγορία Β τις ζώνες από τις οποίες επιτρέπεται η συλλογή ζώντων δίθυρων μαλακίων, αλλά η διάθεσή τους στην αγορά για κατανάλωση από τον άνθρωπο επιτρέπεται έπειτα από επεξεργασία σε κέντρο καθαρισμού ή έπειτα από μετεγκατάσταση, ώστε να καλύπτονται οι υγειονομικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο σημείο 3. Τα ζώντα δίθυρα μαλάκια που προέρχονται από αυτές τις ζώνες δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τα 4 600Ε. Coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού. Η μέθοδος αναφοράς γι' αυτή την ανάλυση είναι η δοκιμή του πλέον πιθανού αριθμού (MPN) πέντε σωληναρίων και τριών αραιώσεων που καθορίζεται στο πρότυπο ISO 16649-3. Μπορούν να χρησιμοποιούνται εναλλακτικές μέθοδοι, εάν επικυρώνονται σε σχέση με αυτή τη μέθοδο αναφοράς σύμφωνα με τα κριτήρια του EN/ISO 16140.

5.

Η αρμόδια αρχή δύναται να κατατάσσει στην κατηγορία Γ τις ζώνες από τις οποίες επιτρέπεται η συλλογή ζώντων δίθυρων μαλακίων, αλλά η διάθεσή τους στην αγορά για κατανάλωση από τον άνθρωπο επιτρέπεται μόνο έπειτα από μετεγκατάσταση επί μακρό χρονικό διάστημα, ώστε να πληρούνται οι υγειονομικές προδιαγραφές που προβλέπονται στο σημείο 3. Τα ζώντα δίθυρα μαλάκια που προέρχονται από αυτές τις ζώνες δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις 46 000Ε. Coli ανά 100 g σάρκας και ενδοθυρικού υγρού. Η μέθοδος αναφοράς γι' αυτή την ανάλυση είναι η δοκιμή του πλέον πιθανού αριθμού (MPN) πέντε σωληναρίων και τριών αραιώσεων που καθορίζεται στο πρότυπο ISO 16649-3. Μπορούν να χρησιμοποιούνται εναλλακτικές μέθοδοι, εάν επικυρώνονται σε σχέση με αυτή τη μέθοδο αναφοράς σύμφωνα με τα κριτήρια του EN/ISO 16140.».

3.

Στο παράρτημα ΙΙΙ, κεφάλαιο ΙΙ Ζ), το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Απαγορεύεται να διατίθενται στην αγορά προϊόντα που παράγονται από τα δηλητηριώδη ψάρια των ακόλουθων οικογενειών: Tetraodontidae, Molidae, Diodontidae και Canthigasteridae. Τα νωπά και μεταποιημένα αλιευτικά προϊόντα που ανήκουν στην οικογένεια Gempylidae, και ιδίως τα Ruvettus pretiosus και Lepidocybium flavobrunneum, μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο τυλιγμένα/συσκευασμένα και πρέπει να επισημαίνονται κατάλληλα προκειμένου να παρέχονται στον καταναλωτή πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους μαγειρέματός τους και τον κίνδυνο που σχετίζεται με την παρουσία ουσιών με δυσμενείς γαστρεντερικές επιπτώσεις. Η επιστημονική ονομασία πρέπει να συνοδεύει την κοινή ονομασία στην επισήμανση.».


22.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 338/60


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2075/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Δεκεμβρίου 2005

για τη θέσπιση ειδικών κανόνων σχετικά με τους επίσημους ελέγχους για ανίχνευση Trichinella στο κρέας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (1), και ιδίως το άρθρο 18 σημεία 9 και 10,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (2), (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (3), θεσπίζουν κανόνες και απαιτήσεις υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και καθορίζουν τους επίσημους ελέγχους που απαιτούνται.

(2)

Επιπλέον αυτών των κανόνων, πρέπει να καθοριστούν ειδικότερες απαιτήσεις για την Trichinella. Το κρέας των κατοικίδιων χοίρων, των αγριόχοιρων, των αλόγων και άλλων ζωικών ειδών μπορεί να μολυνθεί με νηματώδη του γένους Trichinella. Η κατανάλωση κρέατος μολυσμένου από Trichinella ενδέχεται να προξενήσει σοβαρές νόσους στον άνθρωπο. Πρέπει να θεσπιστούν μέτρα για την πρόληψη των νόσων του ανθρώπου που προξενούνται από την κατανάλωση κρέατος μολυσμένου από Trichinella.

(3)

Στις 22 Νοεμβρίου 2001 η επιστημονική επιτροπή κτηνιατρικών μέτρων για τη δημόσια υγεία εξέδωσε γνωμοδότηση για την τριχίνωση, την επιδημιολογία της, τις μεθόδους ανίχνευσής της και την παραγωγή χοιρινού κρέατος απαλλαγμένου από Trichinella. Την 1η Δεκεμβρίου 2004 η επιστημονική ομάδα για τους βιολογικούς κινδύνους (ομάδα BIOHAZ) της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων εξέδωσε γνωμοδότηση σχετικά με την καταλληλότητα και τις λεπτομέρειες των μεθόδων κατάψυξης που χρησιμοποιούνται προκειμένου να καθίσταται δυνατή η κατανάλωση κρέατος μολυσμένου από Trichinella ή κυστίκερκο (Cysticercus) από τον άνθρωπο. Στις 9-10 Μαρτίου 2005, η ομάδα BIOHAZ εξέδωσε γνωμοδότηση σχετικά με την αξιολόγηση κινδύνου μιας αναθεωρημένης μεθόδου επιθεώρησης των ζώων σφαγής στις περιοχές με χαμηλή επίπτωση Trichinella.

(4)

Η οδηγία 77/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1976, περί αναζητήσεως τριχινών (Trichinella spiralis) κατά τις εισαγωγές από τρίτες χώρες νωπών κρεάτων που προέρχονται από χοιροειδή κατοικίδια (4), καταργήθηκε από την οδηγία 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για την κατάργηση ορισμένων οδηγιών σχετικών με την υγιεινή των τροφίμων και τους υγειονομικούς όρους για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά ορισμένων προϊόντων ζωικής προέλευσης που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/662/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ και της απόφασης 95/408/EK του Συμβουλίου (5).

(5)

Έχουν εγκριθεί διάφορες εργαστηριακές μέθοδοι για την ανίχνευση Trichinella στο νωπό κρέας. Ως αξιόπιστη μέθοδος για συνήθη χρήση συνιστάται η μέθοδος πέψης ομάδων δειγμάτων με τη βοήθεια μαγνητικού αναδευτήρα. Το μέγεθος του δείγματος για την ανάλυση παρασίτων πρέπει να αυξάνεται, όταν δεν είναι δυνατόν να συλλεγεί το δείγμα στο σημείο προτίμησης και όταν η κατηγορία ή το είδος του ζώου διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο μόλυνσης. Η τριχινοσκοπική εξέταση αδυνατεί να ανιχνεύσει τα μη εγκυστωμένα είδη Trichinella που προσβάλλουν τα κατοικίδια ζώα, την άγρια πανίδα και τους ανθρώπους και, συνεπώς, δεν αποτελεί πλέον κατάλληλη μέθοδο ανίχνευσης για συστηματική χρήση. Η τριχινοσκοπική μέθοδος πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις για την εξέταση μικρού αριθμού ζώων που θανατώνονται ανά εβδομάδα, υπό τον όρο ότι ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων λαμβάνει μέτρα που εξασφαλίζουν την επεξεργασία του κρέατος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι απολύτως ασφαλές για κατανάλωση. Ωστόσο, η εν λόγω μέθοδος πρέπει να αντικατασταθεί με άλλη, πιο αξιόπιστη μέθοδο ανίχνευσης εντός συγκεκριμένης μεταβατικής περιόδου. Άλλες μέθοδοι, όπως οι ορολογικές δοκιμές, ενδέχεται να είναι χρήσιμες για σκοπούς παρακολούθησης, αφού προηγουμένως επικυρωθούν οι δοκιμές από κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς, μόλις η Επιτροπή ορίσει τέτοιο εργαστήριο. Οι ορολογικές δοκιμές δεν είναι κατάλληλες για την ανίχνευση Trichinella σε μεμονωμένα ζώα προοριζόμενα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

(6)

Η κατάψυξη του κρέατος υπό συγκεκριμένες συνθήκες μπορεί να σκοτώσει όλα τα παρόντα παράσιτα, όμως ορισμένα είδη Trichinella που εμφανίζονται στα θηράματα και στα άλογα είναι ανθεκτικά, όταν η κατάψυξη γίνεται με τη χρήση των συνιστώμενων συνδυασμών θερμοκρασίας-χρόνου.

(7)

Οι εκμεταλλεύσεις πρέπει να αναγνωρίζονται επίσημα από την αρμόδια αρχή ως απαλλαγμένες από Trichinella, εφόσον πληρούνται ορισμένες ειδικές συνθήκες. Οι χοίροι πάχυνσης που προέρχονται από τέτοιες εκμεταλλεύσεις πρέπει να απαλλάσσονται από την επιθεώρηση για ανίχνευση Trichinella. Ορισμένες κατηγορίες εκμεταλλεύσεων πρέπει να αναγνωρίζονται επίσημα από την αρμόδια αρχή ως απαλλαγμένες από Trichinella, εφόσον πληρούνται ορισμένες ειδικές συνθήκες. Η αναγνώριση αυτή αναμένεται να μειώσει τον αριθμό των επιτόπιων επιθεωρήσεων που πραγματοποιεί η αρμόδια αρχή, αλλά είναι εφικτή μόνο στα κράτη μέλη με ιστορικό πολύ χαμηλής επίπτωσης της νόσου.

(8)

Η τακτική παρακολούθηση των κατοικίδιων χοίρων, των αγριόχοιρων, των αλόγων και των αλεπούδων ή άλλων ζώων-δεικτών αποτελεί σημαντικό μέσο για την αξιολόγηση των μεταβολών στην επίπτωση της νόσου. Τα αποτελέσματα αυτής της παρακολούθησης πρέπει να ανακοινώνονται σε ετήσια έκθεση, σύμφωνα με την οδηγία 2003/99/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003, για την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωονοσογόνων παραγόντων (6).

(9)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 δεν εφαρμόζεται στα άγρια θηράματα ούτε στο κρέας άγριων θηραμάτων που διατίθενται άμεσα στον τελικό καταναλωτή ή σε τοπικά καταστήματα λιανικής πώλησης τα οποία προμηθεύουν άμεσα με τέτοια προϊόντα τον τελικό καταναλωτή. Επομένως, πρέπει να είναι ευθύνη των κρατών μελών να λάβουν εθνικά μέτρα για να μετριάσουν τον κίνδυνο να φτάσει στον τελικό καταναλωτή κρέας αγριόχοιρων μολυσμένο από Trichinella.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 1

Ορισμός

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ο όρος «Trichinella» σημαίνει κάθε νηματώδες που ανήκει σε είδη του γένους Trichinella.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Άρθρο 2

Δειγματοληψία σφαγίων

1.   Στο πλαίσιο της εξέτασης μετά τη σφαγή λαμβάνονται σε συστηματική βάση δείγματα από σφάγια κατοικίδιων χοίρων στα σφαγεία.

Λαμβάνεται δείγμα από κάθε σφάγιο και το δείγμα αυτό εξετάζεται για ανίχνευση Trichinella, σε εργαστήριο που ορίζεται από την αρμόδια αρχή, με χρήση μιας από τις ακόλουθες μεθόδους ανίχνευσης:

α)

της μεθόδου ανίχνευσης αναφοράς, που καθορίζεται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Ι, ή

β)

ισοδύναμης μεθόδου ανίχνευσης, από τις περιγραφόμενες στο κεφάλαιο ΙΙ του παραρτήματος Ι.

2.   Έως ότου εξαχθούν τα αποτελέσματα της εξέτασης για ανίχνευση Trichinella και υπό τον όρο ότι ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων εγγυάται πλήρη ανιχνευσιμότητα:

α)

τα εν λόγω σφάγια μπορούν να τεμαχιστούν σε έξι το πολύ τεμάχια σε σφαγείο ή σε εργαστήριο τεμαχισμού στην ίδια εγκατάσταση με το σφαγείο («εγκατάσταση»)·

β)

κατά παρέκκλιση από το στοιχείο α) και κατόπιν εγκρίσεως από την αρμόδια αρχή, τα εν λόγω σφάγια μπορούν να τεμαχιστούν σε εργαστήριο τεμαχισμού προσαρτημένο στο σφαγείο ή άσχετο με αυτό υπό τους ακόλουθους όρους:

i)

η διαδικασία τελεί υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής·

ii)

το σφάγιο ή τα τμήματά του δεν έχουν ως προορισμό περισσότερα από ένα εργαστήρια τεμαχισμού·

iii)

το εργαστήριο τεμαχισμού βρίσκεται στο έδαφος κράτους μέλους και

iv)

σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος, όλα τα τμήματα των σφαγίων χαρακτηρίζονται ακατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

3.   Στο πλαίσιο της εξέτασης μετά τη σφαγή λαμβάνονται σε συστηματική βάση, στα σφαγεία ή σε εγκαταστάσεις χειρισμού θηραμάτων, δείγματα από σφάγια αλόγων, αγριόχοιρων και άλλων εκτρεφόμενων και άγριων ειδών ευαίσθητων σε μόλυνση από Trichinella.

Η εν λόγω δειγματοληψία δεν πρέπει να πραγματοποιείται, όταν η αρμόδια αρχή έχει πιστοποιήσει, μέσω αξιολόγησης κινδύνου, ότι ο κίνδυνος μόλυνσης ενός συγκεκριμένου εκτρεφόμενου ή άγριου είδους από Trichinella είναι αμελητέος.

Λαμβάνεται δείγμα από κάθε σφάγιο και το δείγμα αυτό εξετάζεται σύμφωνα με τα παραρτήματα Ι και ΙΙΙ σε εργαστήριο που ορίζεται από την αρμόδια αρχή.

Άρθρο 3

Παρεκκλίσεις

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 παράγραφος 1, το κρέας κατοικίδιων χοίρων που έχει υποβληθεί σε επεξεργασία κατάψυξης σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ υπό την επίβλεψη της αρμόδιας αρχής απαλλάσσεται από την εξέταση για ανίχνευση Trichinella.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 παράγραφος 1, τα σφάγια και το κρέας κατοικίδιων χοίρων που εκτρέφονται μόνο για πάχυνση και σφαγή απαλλάσσονται από την εξέταση για ανίχνευση Trichinella, όταν τα ζώα προέρχονται από:

α)

εκμετάλλευση ή κατηγορία εκμεταλλεύσεων που έχουν αναγνωριστεί επίσημα από την αρμόδια αρχή ως απαλλαγμένες από Trichinella, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο κεφάλαιο ΙΙ του παραρτήματος IV·

β)

περιοχή στην οποία ο κίνδυνος μόλυνσης των κατοικίδιων χοίρων από Trichinella αναγνωρίζεται επίσημα ως αμελητέος έπειτα από:

i)

αποστολή σχετικής κοινοποίησης από το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη, μαζί με αρχική έκθεση που περιέχει τις πληροφορίες που καθορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙ σημείο Δ του παραρτήματος IV, και

ii)

έγκριση της περιοχής ως περιοχής που παρουσιάζει αμελητέο κίνδυνο μόλυνσης από Trichinella σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:

 

τα άλλα κράτη μέλη έχουν στη διάθεσή τους τρεις μήνες από την παραλαβή της κοινοποίησης που αναφέρεται στο σημείο i) για να διαβιβάσουν εγγράφως τις σχετικές παρατηρήσεις τους στην Επιτροπή. Αν δεν προβληθούν αντιρρήσεις ούτε από την Επιτροπή ούτε από κάποιο κράτος μέλος, η περιοχή αναγνωρίζεται ως περιοχή που παρουσιάζει αμελητέο κίνδυνο μόλυνσης από Trichinella και οι κατοικίδιοι χοίροι που προέρχονται από την περιοχή αυτή απαλλάσσονται από την εξέταση για ανίχνευση Trichinella κατά τη στιγμή της σφαγής.

 

Η Επιτροπή δημοσιεύει στον ιστοχώρο της τον κατάλογο των περιοχών που αναγνωρίζονται ως περιοχές που παρουσιάζουν αμελητέο κίνδυνο μόλυνσης από Trichinella.

3.   Όταν κάποια αρμόδια αρχή εφαρμόζει την παρέκκλιση που προβλέπεται στην παράγραφο 2, το οικείο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή ετήσια έκθεση που περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙ σημείο Δ του παραρτήματος IV, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/99/EK.

Αν ένα κράτος μέλος δεν υποβάλει αυτή την ετήσια έκθεση ή αν η ετήσια έκθεση δεν είναι ικανοποιητική για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η παρέκκλιση παύει να ισχύει για το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Εξέταση για ανίχνευση Trichinella και υγειονομικό σήμα καταλληλότητας

1.   Τα σφάγια που αναφέρονται στο άρθρο 2 ή τα τμήματά τους, εκτός από τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο β), δεν μπορούν να εξέλθουν από την εγκατάσταση, προτού διαπιστωθεί ότι το αποτέλεσμα της εξέτασης για ανίχνευση Trichinella είναι αρνητικό.

Ομοίως, άλλα τμήματα ζώου προοριζόμενα για ανθρώπινη ή ζωική κατανάλωση τα οποία περιέχουν ιστό γραμμωτών μυών δεν μπορούν να εξέλθουν από την εγκατάσταση, προτού διαπιστωθεί ότι το αποτέλεσμα της εξέτασης για ανίχνευση Trichinella είναι αρνητικό.

2.   Τα ζωικά απόβλητα και τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο και τα οποία δεν περιέχουν γραμμωτούς μυς μπορούν να εξέλθουν από την εγκατάσταση, πριν να είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της εξέτασης για ανίχνευση Trichinella.

Ωστόσο, η αρμόδια αρχή μπορεί να απαιτήσει τη διενέργεια εξέτασης για ανίχνευση Trichinella ή την υποβολή των ζωικών υποπροϊόντων σε προεπεξεργασία πριν επιτρέψει την έξοδό τους από την εγκατάσταση.

3.   Όταν στο σφαγείο εφαρμόζεται διαδικασία που εξασφαλίζει ότι κανένα τμήμα των σφαγίων που εξετάζονται δεν εξέρχεται από την εγκατάσταση, έως ότου διαπιστωθεί ότι το αποτέλεσμα της εξέτασης για ανίχνευση Trichinella είναι αρνητικό, και η διαδικασία αυτή εγκρίνεται επίσημα από την αρμόδια αρχή, επιτρέπεται να τοποθετηθεί το σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται από το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, πριν να είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της εξέτασης για ανίχνευση Trichinella.

Άρθρο 5

Κατάρτιση

α)

πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου των δοκιμών που χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση Trichinella και

β)

τακτική αξιολόγηση των διαδικασιών δοκιμής, καταγραφής και ανάλυσης που χρησιμοποιούνται στο εργαστήριο.

Άρθρο 6

Μέθοδοι ανίχνευσης

1.   Για την εξέταση των δειγμάτων χρησιμοποιούνται οι μέθοδοι ανίχνευσης που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι και ΙΙ του παραρτήματος Ι, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2:

α)

όταν υπάρχουν υπόνοιες για μόλυνσή τους από Trichinella, ή

β)

όταν δείγματα που προέρχονται από την ίδια εκμετάλλευση βρέθηκαν προηγουμένως θετικά με τη χρήση της τριχινοσκοπικής μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1.

2.   Όλα τα θετικά δείγματα διαβιβάζονται στο εθνικό εργαστήριο αναφοράς ή στο κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς για τον προσδιορισμό των εμπλεκομένων ειδών Trichinella.

Άρθρο 7

Σχέδια έκτακτης ανάγκης

Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταρτίζουν σχέδιο έκτακτης ανάγκης στο οποίο περιγράφονται όλες οι ενέργειες που πρέπει να γίνονται, όταν τα δείγματα που αναφέρονται στο άρθρο 2 βρεθούν θετικά σε Trichinella. Το σχέδιο αυτό πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομέρειες για τα ακόλουθα:

α)

ιχνηλασιμότητα του (των) μολυσμένου(-ων) σφαγίου(-ων) και των τμημάτων του που περιέχουν μυϊκό ιστό·

β)

μέτρα για το χειρισμό του (των) μολυσμένου(-ων) σφαγίου(-ων) και των τμημάτων του·

γ)

έρευνα για τον εντοπισμό της πηγής της μόλυνσης και για τον προσδιορισμό της τυχόν εξάπλωσής της στην άγρια πανίδα·

δ)

μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε επίπεδο λιανικής πώλησης ή καταναλωτή·

ε)

μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται, αν το μολυσμένο σφάγιο δεν μπορεί να προσδιοριστεί στο σφαγείο·

στ)

προσδιορισμός των εμπλεκομένων ειδών Trichinella.

Άρθρο 8

Αναγνώριση των επίσημα απαλλαγμένων από Trichinella εκμεταλλεύσεων

Η αρμόδια αρχή μπορεί να αναγνωρίσει επίσημα κάποιες εκμεταλλεύσεις ή κατηγορίες εκμεταλλεύσεων ως απαλλαγμένες από Trichinella, όταν πληρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

στην περίπτωση των εκμεταλλεύσεων, οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο Ι και στο κεφάλαιο ΙΙ σημεία Α, Β και Δ του παραρτήματος IV·

β)

στην περίπτωση των κατηγοριών εκμεταλλεύσεων, οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙ σημεία Γ και Δ του παραρτήματος IV.

Άρθρο 9

Υποχρέωση των υπευθύνων των επιχειρήσεων τροφίμων να ενημερώνουν

Οι υπεύθυνοι παραγωγής τροφίμων των εκμεταλλεύσεων που αναγνωρίζονται ως απαλλαγμένες από Trichinella υποχρεούνται να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή, αν οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο Ι και στο κεφάλαιο ΙΙ σημείο B του παραρτήματος IV δεν πληρούται πλέον ή αν έχει επέλθει οποιαδήποτε άλλη μεταβολή που θα μπορούσε να επηρεάσει το καθεστώς των εκμεταλλεύσεων ως απαλλαγμένων από Trichinella.

Άρθρο 10

Επιθεώρηση των απαλλαγμένων από Trichinella εκμεταλλεύσεων

Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη διενέργεια περιοδικών επιθεωρήσεων στις εκμεταλλεύσεις που αναγνωρίζονται ως απαλλαγμένες από Trichinella.

Η συχνότητα των επιθεωρήσεων καθορίζεται με βάση τον υπάρχοντα κίνδυνο, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και την επίπτωση της νόσου, τα προηγούμενα πορίσματα, τη γεωγραφική περιοχή, την ευαίσθητη τοπική άγρια πανίδα, τις πρακτικές κτηνοτροφικής παραγωγής, την κτηνιατρική επίβλεψη και τη συμμόρφωση των κτηνοτρόφων.

Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε όλοι οι θηλυκοί χοίροι και οι κάπροι αναπαραγωγής που προέρχονται από απαλλαγμένες από Trichinella εκμεταλλεύσεις να εξετάζονται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1.

Άρθρο 11

Προγράμματα παρακολούθησης

Η αρμόδια αρχή εφαρμόζει πρόγραμμα παρακολούθησης που καλύπτει τους κατοικίδιους χοίρους, τα άλογα και τα άλλα ευαίσθητα σε Trichinella ζωικά είδη που προέρχονται από εκμεταλλεύσεις ή κατηγορίες εκμεταλλεύσεων οι οποίες έχουν αναγνωριστεί ως απαλλαγμένες από Trichinella ή από περιοχές στις οποίες ο κίνδυνος μόλυνσης των κατοικίδιων χοίρων από Trichinella αναγνωρίζεται ως αμελητέος, προκειμένου να επαληθευθεί ότι τα εν λόγω ζώα είναι όντως απαλλαγμένα από Trichinella.

Η συχνότητα των δοκιμών, ο αριθμός των προς εξέταση ζώων και το σχέδιο δειγματοληψίας καθορίζονται στο πρόγραμμα παρακολούθησης. Για το σκοπό αυτό, συλλέγονται δείγματα κρέατος, τα οποία εξετάζονται για την παρουσία παρασίτων Trichinella, σύμφωνα με τα κεφάλαια Ι ή ΙΙ του παραρτήματος Ι.

Το πρόγραμμα παρακολούθησης μπορεί να περιλαμβάνει ορολογικές μεθόδους ως πρόσθετο μέσο, όταν το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς επικυρώσει κατάλληλη σχετική δοκιμή.

Άρθρο 12

Ανάκληση της επίσημης αναγνώρισης των απαλλαγμένων από Trichinella εκμεταλλεύσεων ή των περιοχών με αμελητέο κίνδυνο

1.   Όταν κατοικίδιοι χοίροι ή άλλα ευαίσθητα σε μόλυνση από Trichinella ζωικά είδη που προέρχονται από εκμετάλλευση η οποία είναι αναγνωρισμένη επίσημα ως απαλλαγμένη από Trichinella βρεθούν θετικά σε δοκιμή για ανίχνευση Trichinella, η αρμόδια αρχή αμελλητί:

α)

ανακαλεί την επίσημη αναγνώριση της εκμετάλλευσης ως απαλλαγμένης από Trichinella·

β)

εξετάζει όλους τους κατοικίδιους χοίρους κατά τη στιγμή της σφαγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1, και διεξάγει ορολογική δοκιμή σε όλα τα ευαίσθητα σε μόλυνση από Trichinella ζωικά είδη στην εκμετάλλευση, όταν το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς επικυρώσει κατάλληλη σχετική δοκιμή·

γ)

εντοπίζει και υποβάλλει σε δοκιμή όλα τα ζώα αναπαραγωγής που εισήλθαν στην εκμετάλλευση και, στο μέτρο του δυνατού, όλα τα ζώα που εξήλθαν από την εκμετάλλευση τουλάχιστον κατά τους έξι μήνες που προηγούνται του θετικού ευρήματος· για το σκοπό αυτό, συλλέγονται δείγματα κρέατος, τα οποία εξετάζονται για την παρουσία παρασίτων Trichinella με τις μεθόδους ανίχνευσης που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι και ΙΙ του παραρτήματος Ι· μπορεί να χρησιμοποιηθεί ορολογική δοκιμή, όταν το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς επικυρώσει κατάλληλη σχετική δοκιμή·

δ)

στο μέτρο του δυνατού, διερευνά την εξάπλωση της παρασιτικής μόλυνσης που οφείλεται στην κυκλοφορία κρέατος κατοικίδιων χοίρων οι οποίοι εσφάγησαν κατά την περίοδο που προηγείται του θετικού ευρήματος·

ε)

ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη·

στ)

διεξάγει επιδημιολογική έρευνα για τη διαλεύκανση της αιτίας της μόλυνσης·

ζ)

αυξάνει τη συχνότητα των δοκιμών που διενεργούνται στο πλαίσιο του προγράμματος παρακολούθησης που προβλέπεται στο άρθρο 11 και διευρύνει την εμβέλεια του προγράμματος αυτού·

η)

αν κάποιο μολυσμένο σφάγιο δεν μπορεί να προσδιοριστεί στο σφαγείο, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων:

i)

αύξηση του μεγέθους κάθε δείγματος κρέατος που συλλέγεται για τη διενέργεια δοκιμής στα ύποπτα σφάγια, ή

ii)

χαρακτηρισμός των σφαγίων ως ακατάλληλων για κατανάλωση από τον άνθρωπο, και

iii)

λήψη κατάλληλων μέτρων για τη διάθεση των ύποπτων σφαγίων ή των τμημάτων τους, καθώς και εκείνων που βρίσκονται θετικά στη σχετική δοκιμή.

2.   Η αρμόδια αρχή ανακαλεί την επίσημη αναγνώριση των εκμεταλλεύσεων ή των κατηγοριών εκμεταλλεύσεων ως απαλλαγμένων από Trichinella όταν:

i)

οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που καθορίζονται στα κεφάλαια Ι ή ΙΙ του παραρτήματος IV δεν πληρούται πλέον·

ii)

τα ορολογικά αποτελέσματα ή τα εργαστηριακά πορίσματα που προκύπτουν μετά τη λήψη δειγμάτων από σφαγέντες χοίρους καταδεικνύουν ότι η εκμετάλλευση ή η κατηγορία εκμεταλλεύσεων δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί απαλλαγμένη από Trichinella.

3.   Όταν από τις πληροφορίες που λαμβάνονται από το πρόγραμμα παρακολούθησης ή από το πρόγραμμα παρακολούθησης της άγριας πανίδας προκύπτει ότι μια περιοχή δεν μπορεί να θεωρείται πλέον περιοχή στην οποία ο κίνδυνος μόλυνσης των κατοικίδιων χοίρων από Trichinella αναγνωρίζεται ως αμελητέος, η Επιτροπή αποσύρει την περιοχή από τον κατάλογο και ενημερώνει σχετικά τα άλλα κράτη μέλη.

4.   Μετά την ανάκληση της αναγνώρισης, οι εκμεταλλεύσεις μπορούν να αναγνωριστούν και πάλι ως επίσημα απαλλαγμένες από Trichinella, μόλις επιλυθούν τα προβλήματα που επισημάνθηκαν και εκπληρωθούν οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙ σημείο Α του παραρτήματος IV κατά τρόπο που να ικανοποιεί την αρμόδια αρχή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ

Άρθρο 13

Υγειονομικές απαιτήσεις για τις εισαγωγές

Κρέας προερχόμενο από ζωικά είδη που ενδέχεται να είναι φορείς Trichinella, το οποίο περιέχει γραμμωτούς μυς και προέρχεται από τρίτη χώρα, μπορεί να εισαχθεί στην Κοινότητα μόνο αν έχει εξεταστεί για ανίχνευση Trichinella στην εν λόγω τρίτη χώρα πριν από την εξαγωγή.

Η εξέταση αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2 σε ολόκληρο το σφάγιο ή, διαφορετικά, σε κάθε ημιμόριο, τεταρτημόριο, τμήμα ή τεμάχιό του.

Άρθρο 14

Παρεκκλίσεις από το άρθρο 13

1.   Το κρέας των κατοικίδιων χοίρων μπορεί να εισαχθεί χωρίς να έχει υποβληθεί στην εξέταση που αναφέρεται στο άρθρο 13, αν προέρχεται από εκμετάλλευση τρίτης χώρας που έχει αναγνωριστεί επίσημα από την Κοινότητα ως απαλλαγμένη από Trichinella, σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, βάσει σχετικού αιτήματος της αρμόδιας αρχής αυτής της χώρας, συνοδευόμενου από έκθεση προς την Επιτροπή στην οποία (έκθεση) παρέχονται στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος IV.

2.   Το κρέας των κατοικίδιων χοίρων μπορεί να εισαχθεί χωρίς να έχει υποβληθεί στην εξέταση που αναφέρεται στο άρθρο 13, υπό τον όρο ότι έχει υποβληθεί σε επεξεργασία κατάψυξης, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ, η οποία πραγματοποιήθηκε υπό την επίβλεψη της αρμόδιας αρχής στην τρίτη χώρα.

Άρθρο 15

Έγγραφα

Τα υγειονομικά πιστοποιητικά που συνοδεύουν τις εισαγωγές κρέατος, που αναφέρονται στο άρθρο 13, επικυρώνονται με δήλωση του επίσημου κτηνιάτρου που να πιστοποιεί ότι:

α)

το κρέας έχει εξεταστεί στην τρίτη χώρα καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 13, ή

β)

το κρέας πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 ή παράγραφος 2.

Το κρέας συνοδεύεται από το πρωτότυπο του εν λόγω εγγράφου, εκτός αν έχει επιτραπεί εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 16

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το κράτος μέλος μπορεί να επιτρέψει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, τη χρήση της τριχινοσκοπικής μεθόδου που περιγράφεται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του παραρτήματος Ι για τους κατοικίδιους χοίρους και τους αγριόχοιρους, όταν:

α)

πρέπει να εξεταστούν ατομικά κάποια μεμονωμένα σφάγια, όπως αναφέρονται στο άρθρο 2, σε εγκατάσταση στην οποία δεν σφάζονται περισσότεροι από 15 κατοικίδιοι χοίροι ημερησίως ή 75 κατοικίδιοι χοίροι εβδομαδιαίως ή δεν προετοιμάζονται για διάθεση στην αγορά περισσότεροι από 10 αγριόχοιροι ημερησίως, και

β)

οι μέθοδοι ανίχνευσης που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι και ΙΙ του παραρτήματος Ι δεν είναι διαθέσιμες.

2.   Όταν χρησιμοποιείται η τριχινοσκοπική μέθοδος, η αρμόδια αρχή εξασφαλίζει ότι:

α)

το κρέας φέρει υγειονομικό σήμα καταλληλότητας που είναι σαφώς διαφορετικό από το σήμα καταλληλότητας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, και το κρέας παρέχεται άμεσα στον τελικό καταναλωτή ή σε καταστήματα λιανικής πώλησης που προμηθεύουν άμεσα τον τελικό καταναλωτή, και

β)

το κρέας δεν χρησιμοποιείται για την παραγωγή προϊόντων με μέθοδο που δεν σκοτώνει την Trichinella.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Δεκεμβρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 83.

(2)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22.

(3)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 67.

(5)  ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 33· διορθώθηκε στην ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 12.

(6)  ΕΕ L 325 της 12.12.2003, σ. 31.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Μέθοδοι ανίχνευσης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΜΕΘΟΔΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

Μέθοδος πέψης ομάδων δειγμάτων με τη βοήθεια μαγνητικού αναδευτήρα

1.   Συσκευές, όργανα και αντιδραστήρια

α)

Μαχαίρι ή ψαλίδι και λαβίδες για τη λήψη των δειγμάτων.

β)

Δίσκοι στον καθένα εκ των οποίων έχουν χαραχτεί 50 τετράγωνα, που το καθένα μπορεί να φέρει δείγματα 2 g κρέατος περίπου, ή άλλα εργαλεία που παρέχουν ανάλογες εγγυήσεις σχετικά με την ιχνηλασιμότητα των δειγμάτων.

γ)

Αναμείκτης (μπλέντερ) με κοφτερή λεπίδα. Αν τα δείγματα ζυγίζουν περισσότερο από 3 g, πρέπει να χρησιμοποιείται κρεατομηχανή με ανοίγματα 2 έως 4 mm ή ψαλίδι. Σε περίπτωση κατεψυγμένου κρέατος ή γλώσσας (μετά την αφαίρεση του επιφανειακού στρώματος, η πέψη του οποίου είναι αδύνατη), είναι απαραίτητη η χρήση κρεατομηχανής, ενώ το μέγεθος των δειγμάτων πρέπει να αυξηθεί αρκετά.

δ)

Μαγνητικοί αναδευτήρες, με θερμαντική πλάκα ελεγχόμενη από θερμοστάτη, και ράβδοι ανάδευσης επενδεδυμένες με τεφλόν, μήκους 5 cm περίπου.

ε)

Γυάλινα κωνικά χωνιά διαχωρισμού χωρητικότητας τουλάχιστον 2 λίτρων, κατά προτίμηση εφοδιασμένα με πώματα ασφαλείας από τεφλόν.

στ)

Στηρίγματα, δακτύλιοι και σφιγκτήρες.

ζ)

Κόσκινα μεγέθους βροχίδων 180 μικρών και εξωτερικής διαμέτρου 11 cm, με δικτυωτό από ανοξείδωτο χάλυβα.

η)

Χωνιά εσωτερικής διαμέτρου τουλάχιστον 12 cm, για τη στήριξη των κόσκινων.

θ)

Γυάλινα ποτήρια ζέσεως χωρητικότητας 3 λίτρων.

ι)

Γυάλινοι ογκομετρικοί κύλινδροι χωρητικότητας 50 έως 100 ml ή φυγοκεντρικοί σωλήνες.

ια)

Τριχινοσκόπιο με οριζόντια τράπεζα ή στερεοσκοπικό μικροσκόπιο, με υποκείμενη πηγή φωτισμού ρυθμιζόμενης έντασης.

ιβ)

Μια σειρά τρυβλίων Petri διαμέτρου 9 cm (σε περίπτωση που χρησιμοποιηθεί στερεοσκοπικό μικροσκόπιο), στην κάτω πλευρά των οποίων έχουν χαραχτεί με αιχμηρό εργαλείο τετράγωνες ζώνες εξέτασης διαστάσεων 10 x 10 mm.

ιγ)

Λεκάνη για την καταμέτρηση των προνυμφών (σε περίπτωση που χρησιμοποιηθεί τριχινοσκόπιο), η οποία αποτελείται από ακρυλικές πλάκες πάχους 3 mm και έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

i)

πυθμένας της λεκάνης: 180 x 40 mm, χωρισμένος σε τετραγωνίδια·

ii)

πλευρές: 230 x 20 mm·

iii)

μετωπικές πλάκες: 40 x 20 mm. Ο πυθμένας και οι μετωπικές πλάκες πρέπει να στερεώνονται μεταξύ των πλευρικών πλακών, ούτως ώστε να σχηματίζουν δύο μικρές λαβές στα δύο άκρα. Η άνω πλευρά του πυθμένα πρέπει να είναι υπερυψωμένη κατά 7 έως 9 mm ως προς τη βάση του πλαισίου που σχηματίζουν οι πλευρικές και οι μετωπικές πλάκες. Οι πλάκες στερεώνονται με κόλλα κατάλληλη για το χρησιμοποιούμενο υλικό.

ιδ)

Φύλλο αλουμινίου.

ιε)

Διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 25 %.

ιστ)

Πεψίνη πυκνότητας 1: 10 000 NF (US National Formulary), που αντιστοιχεί σε 1: 12 500 BP (British Pharmacopoea) και σε 2 000 FIP (Fédération Internationale de Pharmacie).

ιζ)

Νερό της βρύσης το οποίο έχει θερμανθεί στους 46 έως 48 oC.

ιη)

Ζυγός ακριβείας τουλάχιστον 0,1 g.

ιθ)

Μεταλλικοί δίσκοι χωρητικότητας 10 έως 15 λίτρων, για τη συλλογή του απομένοντος υγρού πέψης.

κ)

Σιφώνια διαφόρων μεγεθών (1, 10 και 25 ml) και στηρίγματα σιφωνίων.

κα)

Θερμόμετρο ακριβείας 0,5 oC στην περιοχή θερμοκρασίας 1 έως 100 oC.

κβ)

Σιφώνιο για νερό της βρύσης.

2.   Συλλογή των δειγμάτων και ποσότητα προς πέψη

α)

Σε περίπτωση ολόκληρων σφαγίων κατοικίδιων χοίρων, λαμβάνεται δείγμα τουλάχιστον 1 g από έναν από τους στύλους του διαφράγματος στη ζώνη που βρίσκεται μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας. Είναι δυνατή η χρήση ειδικών λαβίδων για τριχίνες, με την προϋπόθεση ότι μπορεί να εξασφαλιστεί ακρίβεια μεταξύ 1,00 και 1,15 g.

Στην περίπτωση των θηλυκών χοίρων και των κάπρων αναπαραγωγής, λαμβάνεται μεγαλύτερο δείγμα, που να ζυγίζει τουλάχιστον 2 g, από έναν από τους στύλους του διαφράγματος στη ζώνη που βρίσκεται μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας.

Αν δεν υπάρχουν στύλοι του διαφράγματος, λαμβάνεται δείγμα διπλάσιου μεγέθους, ήτοι 2 g (ή 4 g στην περίπτωση των θηλυκών χοίρων και των κάπρων αναπαραγωγής) από το τμήμα του διαφράγματος που βρίσκεται κοντά στα πλευρά ή το στέρνο ή από τους μασητήρες μυς ή από τη γλώσσα ή από τους κοιλιακούς μυς.

β)

Για τα τεμάχια κρέατος, λαμβάνεται δείγμα τουλάχιστον 5 g από γραμμωτούς μυς που περιέχουν ελάχιστο λίπος και που βρίσκονται, αν είναι δυνατόν, κοντά στα οστά ή τους τένοντες. Δείγμα του ίδιου μεγέθους πρέπει να λαμβάνεται και από το κρέας που δεν προορίζεται να ψηθεί καλά ή να υποβληθεί σε άλλη μορφή επεξεργασίας μετά τη σφαγή του ζώου.

γ)

Για τα κατεψυγμένα δείγματα, λαμβάνεται για ανάλυση δείγμα που να ζυγίζει τουλάχιστον 5 g από γραμμωτό μυϊκό ιστό.

Το βάρος των δειγμάτων κρέατος αφορά δείγμα κρέατος χωρίς καθόλου λίπος και περιτονία. Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη λήψη δειγμάτων μυών από τη γλώσσα προκειμένου να αποφεύγεται η μόλυνση με το επιφανειακό στρώμα της γλώσσας, η πέψη του οποίου είναι αδύνατη, πράγμα που μπορεί να εμποδίσει την ανάγνωση του ιζήματος.

3.   Διαδικασία

I.   Πλήρεις ομάδες δειγμάτων (100 g δειγμάτων συγχρόνως)

α)

Σε ποτήρι ζέσεως χωρητικότητας 3 λίτρων, το οποίο περιέχει 2,0 λίτρα νερού της βρύσης που έχει προθερμανθεί στους 46 έως 48 oC, προστίθενται 16 ± 0,5 ml υδροχλωρικού οξέος· εισάγεται στο ποτήρι μια ράβδος ανάδευσης, το ποτήρι τοποθετείται πάνω στην πλάκα η οποία έχει προθερμανθεί και η διαδικασία ανάδευσης αρχίζει.

β)

Προστίθενται 10 ± 0,2 g πεψίνης.

γ)

Τεμαχίζεται στον αναμείκτη ποσότητα 100 g από τα δείγματα που συνελέγησαν σύμφωνα με το σημείο 2.

δ)

Το τεμαχισμένο κρέας μεταφέρεται στο ποτήρι ζέσεως των 3 λίτρων που περιέχει το νερό, την πεψίνη και το υδροχλωρικό οξύ.

ε)

Το εξάρτημα του αναμείκτη το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τον τεμαχισμό του κρέατος εμβαπτίζεται πολλές φορές μέσα στο ποτήρι ζέσεως με το υγρό πέψης, ενώ το δοχείο του αναμείκτη ξεπλένεται με μικρή ποσότητα υγρού πέψης προκειμένου να απομακρυνθούν όλα τα επικολλημένα σ' αυτό τεμαχίδια κρέατος.

στ)

Το ποτήρι ζέσεως καλύπτεται με φύλλο αλουμινίου.

ζ)

Ο μαγνητικός αναδευτήρας πρέπει να έχει ρυθμιστεί έτσι, ώστε, καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του, η θερμοκρασία να διατηρείται σταθερή στους 44 έως 46 oC. Κατά τη διάρκεια της ανάδευσης η ταχύτητα περιστροφής του υγρού πέψης πρέπει να είναι αρκετά υψηλή, ώστε να σχηματίζεται περιδίνηση σε βάθος, χωρίς να πέφτει νερό έξω από το ποτήρι.

η)

Το υγρό πέψης αναδεύεται έως ότου εξαφανιστούν τα μόρια κρέατος (περίπου 30 λεπτά). Κατόπιν η λειτουργία του αναδευτήρα διακόπτεται και το υγρό πέψης μεταφέρεται στο χωνί καθίζησης μέσω του κόσκινου. Για την επεξεργασία ορισμένων ειδών κρέατος (γλώσσα, κρέας θηραμάτων κ.λπ.) ενδέχεται να χρειαστεί μεγαλύτερος χρόνος πέψης (χωρίς πάντως να υπερβαίνει τα 60 λεπτά).

θ)

Η διαδικασία πέψης θεωρείται ικανοποιητική, αν η ποσότητα που παραμένει στο κόσκινο δεν υπερβαίνει το 5 % του αρχικού βάρους του δείγματος.

ι)

Το υγρό πέψης αφήνεται σε ηρεμία στο χωνί επί 30 λεπτά.

ια)

Μετά την πάροδο των 30 λεπτών, δείγμα 40 ml υγρού πέψης μεταφέρεται ταχύτατα στον ογκομετρικό κύλινδρο ή στον φυγοκεντρικό σωλήνα.

ιβ)

Τα υγρά πέψης και τα άλλα υγρά απόβλητα διατηρούνται σε δίσκο έως ότου ολοκληρωθεί η ανάγνωση των αποτελεσμάτων.

ιγ)

Το δείγμα των 40 ml αφήνεται να κατακαθίσει επί 10 λεπτά. Στη συνέχεια, αναρροφώνται προσεκτικά 30 ml από την υπερκείμενη στιβάδα, ώστε να απομείνουν το πολύ 10 ml.

ιδ)

Το εναπομείναν δείγμα ιζήματος 10 ml χύνεται σε λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών ή σε τρυβλίο Petri.

ιε)

Ο ογκομετρικός κύλινδρος ή ο φυγοκεντρικός σωλήνας εκπλύνεται με 10 το πολύ ml νερού της βρύσης, τα οποία πρέπει να προστεθούν στο δείγμα στη λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών ή στο τρυβλίο Petri. Ακολουθεί η εξέταση του δείγματος με το τριχινοσκόπιο ή το στερεοσκοπικό μικροσκόπιο σε μεγέθυνση 15 έως 20 φορές. Επιτρέπεται η χρήση μεθόδων απεικόνισης που χρησιμοποιούν άλλες τεχνικές, με την προϋπόθεση ότι η εξέταση των θετικών δειγμάτων ελέγχου αποδεικνύεται ότι παρέχει ισοδύναμο ή καλύτερο αποτέλεσμα από τις παραδοσιακές μεθόδους απεικόνισης. Σε όλες τις περιπτώσεις ύποπτων περιοχών ή σχημάτων που μοιάζουν με παράσιτα, πρέπει να χρησιμοποιούνται μεγαλύτερες μεγεθύνσεις (60 έως 100 φορές).

ιστ)

Τα προϊόντα της πέψης πρέπει να εξετάζονται αμέσως μόλις είναι έτοιμα. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αναβάλλεται η εξέτασή τους για την επόμενη ημέρα.

Αν τα προϊόντα της πέψης δεν εξεταστούν εντός 30 λεπτών από την παρασκευή τους, τότε πρέπει να διαυγάζονται ως ακολούθως: το τελικό δείγμα των 40 ml περίπου χύνεται σε ογκομετρικό κύλινδρο και αφήνεται σε ηρεμία για 10 λεπτά. Στη συνέχεια αφαιρούνται 30 ml από το υπερκείμενο υγρό και στα υπόλοιπα 10 ml προστίθεται νερό της βρύσης μέχρι να προκύψει όγκος 40 ml. Έπειτα από μια περαιτέρω περίοδο καθίζησης 10 λεπτών, απομακρύνονται με αναρρόφηση 30 ml του υπερκείμενου υγρού και τα υπόλοιπα το πολύ 10 ml χύνονται για εξέταση σε ένα τρυβλίο Petri ή σε λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών. Ο ογκομετρικός κύλινδρος εκπλύνεται με 10 το πολύ ml νερού της βρύσης, και τα εκπλύματα προστίθενται για εξέταση στο δείγμα του τρυβλίου Petri ή στη λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών.

Αν το ίζημα δεν είναι διαυγές κατά την εξέταση, το δείγμα μεταγγίζεται σε ογκομετρικό κύλινδρο στον οποίο προστίθεται νερό βρύσης μέχρι να προκύψει όγκος 40 ml. Στη συνέχεια ακολουθείται η ανωτέρω διαδικασία. Η διαδικασία μπορεί να επαναληφθεί 2 έως 4 φορές, έως ότου το υγρό είναι αρκετά διαυγές για αξιόπιστη ανάγνωση.

II.   Ομάδες μικρότερες των 100 g

Όταν χρειάζεται, μπορούν να προστεθούν μέχρι 15 g σε συνολική ομάδα 100 g και να εξεταστούν μαζί με τα εν λόγω δείγματα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 3 I. Περισσότερα από 15 g πρέπει να εξετάζονται ως πλήρης ομάδα. Για ομάδες μέχρι 50 g, το υγρό πέψης και τα συστατικά μπορούν να μειωθούν σε 1 λίτρο νερού, 8 ml υδροχλωρικού οξέος και 5 g πεψίνης.

III.   Θετικά ή αβέβαια αποτελέσματα

Αν το αποτέλεσμα της εξέτασης ομαδικού δείγματος είναι θετικό ή αβέβαιο, πρέπει να ληφθεί από κάθε χοίρο πρόσθετο δείγμα 20 g, όπως περιγράφεται στο σημείο 2 στοιχείο α). Τα δείγματα των 20 g από πέντε χοίρους πρέπει να ομαδοποιούνται και να εξετάζονται με τη μέθοδο που περιγράφεται ανωτέρω. Κατά τον τρόπο αυτό θα εξεταστούν δείγματα από 20 ομάδες, κάθε μία από τις οποίες θα αποτελείται από πέντε χοίρους.

Αν ανευρεθεί Trichinella σε ομάδα δειγμάτων προερχόμενων από πέντε χοίρους, πρέπει να συλλέγονται επιπλέον ατομικά δείγματα 20 g από κάθε χοίρο της ομάδας και κάθε δείγμα να εξετάζεται χωριστά, με τη μέθοδο που περιγράφηκε παραπάνω.

Τα δείγματα παρασίτων πρέπει να φυλάσσονται σε διάλυμα αιθυλικής αλκοόλης 90 % για συντήρηση και προσδιορισμό σε επίπεδο είδους στο κοινοτικό ή εθνικό εργαστήριο αναφοράς.

Μετά τη συλλογή των παρασίτων, τα θετικά υγρά (υγρό πέψης, υπερκείμενο υγρό, εκπλύματα κ.λπ.) πρέπει να απολυμανθούν με θέρμανση σε θερμοκρασία τουλάχιστον 60 oC.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΙΣΟΔΥΝΑΜΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ

A.   Μέθοδος της μηχανικά υποβοηθούμενης πέψης ομάδας δειγμάτων/τεχνική της απομόνωσης με καθίζηση

1.   Συσκευές, όργανα και αντιδραστήρια

α)

Μαχαίρι ή ψαλίδι για τη λήψη των δειγμάτων.

β)

Δίσκοι στον καθένα εκ των οποίων έχουν χαραχτεί 50 τετράγωνα, που το καθένα μπορεί να φέρει δείγματα 2 g κρέατος περίπου, ή άλλα εργαλεία που παρέχουν ανάλογες εγγυήσεις σχετικά με την ιχνηλασιμότητα των δειγμάτων.

γ)

Κρεατομηχανή ή ηλεκτρικός αναμείκτης.

δ)

Ένας ομογενοποιητής Stomacher lab-blender τύπου 3 500 thermo.

ε)

Πλαστικές σακούλες κατάλληλες για τον ομογενοποιητή Stomacher lab-blender.

στ)

Κωνικά χωνιά διαχωρισμού, χωρητικότητας 2 λίτρων, κατά προτίμηση εφοδιασμένα με πώματα ασφαλείας από τεφλόν.

ζ)

Στηρίγματα, δακτύλιοι και σφιγκτήρες.

η)

Κόσκινα μεγέθους βροχίδων 180 μικρών και εξωτερικής διαμέτρου 11 cm, με δικτυωτό από ανοξείδωτο χάλυβα ή ορείχαλκο.

θ)

Χωνιά εσωτερικής διαμέτρου τουλάχιστον 12 cm, για τη στήριξη των κόσκινων.

ι)

Γυάλινοι ογκομετρικοί κύλινδροι χωρητικότητας 100 ml.

ια)

Θερμόμετρο ακριβείας 0,5 oC στην περιοχή θερμοκρασίας 1 έως 100 oC.

ιβ)

Δονητής, π.χ. ηλεκτρική ξυριστική μηχανή της οποίας έχει αφαιρεθεί η κεφαλή.

ιγ)

Ηλεκτρονόμος που ανοίγει και κλείνει ανά διαστήματα ενός λεπτού.

ιδ)

Τριχινοσκόπιο με οριζόντια τράπεζα ή στερεοσκοπικό μικροσκόπιο, με υποκείμενη πηγή φωτισμού ρυθμιζόμενης έντασης.

ιε)

Λεκάνη για την καταμέτρηση των προνυμφών και μερικά τρυβλία Petri διαμέτρου 9 cm, όπως στο κεφάλαιο I σημείο 1 στοιχεία ιβ) και ιγ).

ιστ)

Διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 17,5 %.

ιζ)

Πεψίνη πυκνότητας 1: 10 000 NF (US National Formulary), που αντιστοιχεί σε 1: 12 500 BP (British Pharmacopoea) και σε 2 000 FIP (Fédération Internationale de Pharmacie).

ιη)

Μερικά δοχεία απορριμμάτων των 10 λίτρων που θα χρησιμοποιηθούν για την απολύμανση των συσκευών, π.χ. με φορμόλη, και για το υγρό πέψης που εναπομένει, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος.

ιθ)

Ζυγός ακριβείας 0,1 g.

2.   Συλλογή των δειγμάτων και ποσότητα προς πέψη

Όπως ορίζεται στο κεφάλαιο I σημείο 2.

3.   Διαδικασία

I.   Άλεση

Η προηγούμενη άλεση των δειγμάτων κρέατος σε κρεατομηχανή βελτιώνει την ποιότητα της πέψης. Αν χρησιμοποιηθεί ηλεκτρικός αναμείκτης, η συσκευή αυτή πρέπει να χρησιμοποιηθεί τρεις έως τέσσερις φορές για περίπου ένα δευτερόλεπτο κάθε φορά.

II.   Διαδικασία πέψης

Η διαδικασία αυτή μπορεί να αφορά είτε πλήρεις ομάδες (100 g δειγμάτων συγχρόνως) είτε ομάδες μικρότερες των 100 g.

α)

Πλήρεις ομάδες δειγμάτων (100 δείγματα συγχρόνως)

i)

Στον ομογενοποιητή Stomacher lab-blender 3 500 τοποθετείται διπλή πλαστική σακούλα και η θερμοκρασία ελέγχου ρυθμίζεται στους 40 έως 41 oC.

ii)

Στην εσωτερική πλαστική σακούλα χύνεται 1,5 λίτρο νερού, το οποίο έχει προθερμανθεί στους 40 έως 41 oC.

iii)

Στο νερό του ομογενοποιητή Stomacher προστίθενται 25 ml υδροχλωρικού οξέος 17,5 %.

iv)

Ακολούθως προστίθενται 100 δείγματα βάρους περίπου 1 g το καθένα (στους 25 έως 30 oC), τα οποία έχουν ληφθεί από καθένα από τα ατομικά δείγματα, σύμφωνα με το σημείο 2.

v)

Τέλος, προστίθενται 6 g πεψίνης. Αυτή η σειρά πρέπει να τηρηθεί αυστηρά, προκειμένου να αποφευχθεί η αποσύνθεση της πεψίνης.

vi)

Στη συνέχεια, ο ομογενοποιητής Stomacher τίθεται σε λειτουργία επί 25 λεπτά προκειμένου να συνθλίψει το περιεχόμενο της σακούλας.

vii)

Η πλαστική σακούλα αφαιρείται από τον ομογενοποιητή Stomacher και το υγρό πέψης διηθείται μέσω κόσκινου σε ποτήρι 3 λίτρων.

viii)

Η πλαστική σακούλα πλένεται με περίπου 100 ml νερού, το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποιείται για την έκπλυση του κόσκινου και τελικά προστίθεται στο διήθημα του ποτηριού.

ix)

Σε σύνολο 100 δειγμάτων μπορούν να προστεθούν μέχρι 15 μεμονωμένα δείγματα και να εξεταστούν μαζί.

β)

Μικρότερες ομάδες (με λιγότερα από 100 δείγματα)

i)

Στον ομογενοποιητή Stomacher lab-blender 3 500 τοποθετείται διπλή πλαστική σακούλα και η θερμοκρασία ελέγχου ρυθμίζεται στους 40 έως 41 oC.

ii)

Παρασκευάζεται υγρό πέψης με την ανάμειξη περίπου 1,5 λίτρου νερού με 25 ml υδροχλωρικού οξέος 17,5 %. Προστίθενται 6 g πεψίνης και το μείγμα αναδεύεται σε θερμοκρασία 40 έως 41 oC. Αυτή η σειρά πρέπει να τηρηθεί αυστηρά, προκειμένου να αποφευχθεί η αποσύνθεση της πεψίνης.

iii)

Από το υγρό πέψης λαμβάνεται ποσότητα που αντιστοιχεί σε 15 ml ανά γραμμάριο δείγματος (π.χ. για 30 δείγματα η απαιτούμενη ποσότητα είναι 30 x 15 = 450 ml) και μεταφέρεται στην εσωτερική πλαστική σακούλα, όπου προστίθενται και τα δείγματα κρέατος του 1 g περίπου (στους 25 έως 30 oC), τα οποία έχουν ληφθεί από καθένα από τα ατομικά δείγματα σύμφωνα με το σημείο 2.

iv)

Στην εξωτερική σακούλα προστίθεται νερό θερμοκρασίας 41 oC μέχρις ότου ο συνολικός όγκος στις δύο σακούλες ανέλθει σε 1,5 λίτρο. Στη συνέχεια, ο ομογενοποιητής Stomacher τίθεται σε λειτουργία επί 25 λεπτά προκειμένου να συνθλίψει το περιεχόμενο της σακούλας.

v)

Η πλαστική σακούλα αφαιρείται από τον ομογενοποιητή Stomacher και το υγρό πέψης διηθείται μέσω κόσκινου σε ποτήρι 3 λίτρων.

vi)

Η πλαστική σακούλα πλένεται με περίπου 100 ml νερού (στους 25 έως 30 oC), το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποιείται για την έκπλυση του κόσκινου και τελικά προστίθεται στο διήθημα του ποτηριού.

III.   Απομόνωση των προνυμφών με καθίζηση

Στο υγρό πέψης προστίθεται πάγος (300 έως 400 g λεπτοθρυμματισμένου πάγου) μέχρι συνολικού όγκου 2 λίτρων περίπου. Το υγρό πέψης αναδεύεται μέχρι να λιώσει ο πάγος. Αν οι ομάδες είναι μικρότερες [βλέπε σημείο ΙΙ στοιχείο β)], η ποσότητα του πάγου μειώνεται αντίστοιχα.

Το υγρό πέψης που έχει ψυχθεί κατά τον τρόπο αυτό μεταφέρεται σε χωνί διαχωρισμού χωρητικότητας 2 λίτρων, το οποίο είναι εφοδιασμένο με δονητή στερεωμένο με χωριστό σφιγκτήρα.

Το υγρό αφήνεται να κατακαθίσει επί 30 λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων το χωνί υποβάλλεται σε επανειλημμένες διακοπτόμενες δονήσεις, δηλαδή δόνηση διαρκείας ενός λεπτού ακολουθείται από παύση ενός λεπτού.

Μετά την πάροδο 30 λεπτών, 60 ml ιζήματος μεταγγίζονται ταχύτατα σε ογκομετρικό κύλινδρο των 100 ml. (Το χωνί εκπλύνεται με απορρυπαντικό διάλυμα μετά τη χρήση.)

Το δείγμα των 60 ml αφήνεται σε ηρεμία επί 10 λεπτά τουλάχιστον και στη συνέχεια η υπερκείμενη στιβάδα απομακρύνεται με αναρρόφηση, ούτως ώστε να παραμείνει όγκος μόνο 15 ml για τον έλεγχο της τυχόν παρουσίας προνυμφών.

Για την αναρρόφηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σύριγγα μιας χρήσης με πλαστικό σωλήνα. Το μήκος του σωλήνα πρέπει να είναι τέτοιο ώστε στον ογκομετρικό κύλινδρο να παραμένουν 15 ml υγρού, όταν η στεφάνη της σύριγγας στηρίζεται στο χείλος του κυλίνδρου.

Τα εναπομένοντα 15 ml χύνονται στη λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών ή σε δύο τρυβλία Petri και εξετάζονται με τη βοήθεια τριχινοσκοπίου ή στεροσκοπικού μικροσκοπίου.

Ο ογκομετρικός κύλινδρος εκπλύνεται με 5 έως 10 ml νερού της βρύσης, και τα εκπλύματα προστίθενται στο δείγμα.

Τα προϊόντα της πέψης πρέπει να εξετάζονται αμέσως μόλις είναι έτοιμα. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αναβάλλεται η εξέτασή τους για την επόμενη ημέρα.

Αν τα προϊόντα της πέψης είναι θολά ή δεν εξεταστούν εντός 30 λεπτών από την ώρα της παρασκευής τους, πρέπει να διαυγαστούν με τον ακόλουθο τρόπο:

το τελικό δείγμα των 60 ml χύνεται σε ογκομετρικό κύλινδρο και αφήνεται σε ηρεμία επί 10 λεπτά. Στη συνέχεια, αναρροφούνται 45 ml υπερκείμενου υγρού και στα 15 ml που απομένουν προστίθεται νερό της βρύσης μέχρι να προκύψει όγκος 45 ml,

έπειτα από μια περαιτέρω περίοδο καθίζησης 10 λεπτών, απομακρύνονται με αναρρόφηση 30 ml υπερκείμενου υγρού και τα 15 ml που απομένουν χύνονται σε τρυβλίο Petri ή σε λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών για εξέταση,

ο ογκομετρικός κύλινδρος εκπλύνεται με 10 ml νερού της βρύσης, και τα εκπλύματα αυτά προστίθενται για εξέταση στο δείγμα του τρυβλίου Petri ή στη λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών.

IV.   Θετικά ή αβέβαια αποτελέσματα

Όταν το αποτέλεσμα είναι θετικό ή αβέβαιο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου I σημείο 3 III.

B.   Μέθοδος της μηχανικά υποβοηθούμενης πέψης ομάδας δειγμάτων/τεχνική της «απομόνωσης σε ηθμό»

1.   Συσκευές, όργανα και αντιδραστήρια

Όπως ορίζεται στο κεφάλαιο II σημείο A 1.

Πρόσθετος εξοπλισμός:

α)

χωνί Gelman του 1 λίτρου με υποδοχή (στήριγμα) ηθμού (διάμετρος 45 mm)·

β)

διηθητικοί δίσκοι, αποτελούμενοι από ένα κυκλικό δικτυωτό πλέγμα από ανοξείδωτο χάλυβα ανοίγματος 35 μικρών (διάμετρος του δίσκου 45 mm) και δύο ελαστικούς δακτυλίους πάχους 1 mm (εξωτερική διάμετρος 45 mm, εσωτερική διάμετρος 38 mm). Το κυκλικό δικτυωτό πλέγμα τοποθετείται μεταξύ των δύο ελαστικών δακτυλίων και συγκολλάται με κόλλα δύο συστατικών κατάλληλη και για τα δύο υλικά·

γ)

φιάλη Erlenmeyer χωρητικότητας 3 λίτρων, με προσαρμοσμένο πλάγιο σωλήνα για αναρρόφηση·

δ)

υδραντλία κενού·

ε)

πλαστικές σακούλες χωρητικότητας τουλάχιστον 80 ml·

στ)

κατάλληλος εξοπλισμός για τη σφράγιση των πλαστικών σάκων·

ζ)

rennilase πυκνότητας 1 : 150 000 μονάδων soxhlet ανά γραμμάριο.

2.   Συλλογή των δειγμάτων

Όπως ορίζεται στο κεφάλαιο I σημείο 2.

3.   Διαδικασία

I.   Άλεση

Η προηγούμενη άλεση των δειγμάτων κρέατος σε κρεατομηχανή βελτιώνει την ποιότητα της πέψης. Αν χρησιμοποιηθεί ηλεκτρικός αναμείκτης, η συσκευή αυτή πρέπει να χρησιμοποιηθεί τρεις έως τέσσερις φορές για περίπου ένα δευτερόλεπτο κάθε φορά.

II.   Διαδικασία πέψης

Η διαδικασία αυτή μπορεί να αφορά είτε πλήρεις ομάδες (100 g δειγμάτων συγχρόνως) είτε ομάδες μικρότερες των 100 g.

α)

Πλήρεις ομάδες δειγμάτων (100 δείγματα συγχρόνως)

Βλέπε κεφάλαιο II σημείο A 3 II στοιχείο α).

β)

Μικρότερες ομάδες (με λιγότερα από 100 δείγματα)

Βλέπε κεφάλαιο II σημείο A 3 II στοιχείο β).

III.   Απομόνωση των προνυμφών με διήθηση

α)

Στο υγρό πέψης προστίθεται πάγος (300 έως 400 g λεπτοθρυμματισμένου πάγου) μέχρι συνολικού όγκου 2 λίτρων περίπου. Αν οι ομάδες είναι μικρότερες, η ποσότητα του πάγου μειώνεται αντίστοιχα.

β)

Το υγρό πέψης αναδεύεται μέχρι να λιώσει ο πάγος. Κατόπιν το υγρό πέψης που έχει ψυχθεί κατά τον τρόπο αυτό αφήνεται σε ηρεμία επί 3 τουλάχιστον λεπτά, ούτως ώστε να συσπειρωθούν οι προνύμφες.

γ)

Το χωνί Gelman, το οποίο φέρει την υποδοχή ηθμού και τον διηθητικό δίσκο, προσαρμόζεται στη φιάλη Erlenmeyer η οποία είναι συνδεδεμένη με υδραντλία κενού.

δ)

Το υγρό πέψης χύνεται στο χωνί Gelman και διηθείται. Προς το τέλος της διήθησης η διέλευση του υγρού πέψης από τον ηθμό είναι δυνατόν να υποβοηθηθεί μέσω αναρροφήσεως με την υδραντλία κενού. Η αναρρόφηση πρέπει να σταματήσει προτού ξηρανθεί ο ηθμός, δηλαδή όταν απομένουν ακόμη 2 έως 5 ml υγρού στο χωνί.

ε)

Μετά τη διήθηση ολόκληρου του υγρού πέψης, ο διηθητικός δίσκος αφαιρείται από το χωνί και τοποθετείται μέσα σε πλαστική σακούλα χωρητικότητας 80 ml μαζί με 15 έως 20 ml διαλύματος rennilase. Το διάλυμα της rennilase παρασκευάζεται διαλύοντας 2 g rennilase σε 100 ml νερού της βρύσης.

στ)

Η πλαστική σακούλα σφραγίζεται δύο φορές και τοποθετείται στον ομογενοποιητή Stomacher μεταξύ της εσωτερικής και της εξωτερικής σακούλας.

ζ)

Ο ομογενοποιητής Stomacher τίθεται σε λειτουργία επί 3 λεπτά, π.χ. όταν η συσκευή χρησιμοποιείται για μια πλήρη ή μη πλήρη ομάδα δειγμάτων.

η)

Μετά την πάροδο των 3 λεπτών, η πλαστική σακούλα που περιέχει το διηθητικό δίσκο και το διάλυμα της rennilase αφαιρείται από τον ομογενοποιητή Stomacher και ανοίγεται με ψαλίδι. Το υγρό περιεχόμενο χύνεται σε λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών ή σε τρυβλίο Petri. Η σακκούλα εκπλύνεται με 5 έως 10 ml νερού και το υγρό εκπλύσεως προστίθεται στη λεκάνη καταμέτρησης των προνυμφών για την εξέταση με το τριχινοσκόπιο ή σε τρυβλίο Petri για την εξέταση με το στερεοσκοπικό μικροσκόπιο.

θ)

Τα προϊόντα της πέψης πρέπει να εξετάζονται αμέσως μόλις είναι έτοιμα. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αναβάλλεται η εξέτασή τους για την επόμενη ημέρα.

Σημείωση:

Οι διηθητικοί δίσκοι δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται όταν δεν είναι τελείως καθαροί. Οι ακάθαρτοι δίσκοι δεν πρέπει να αφήνονται να ξηρανθούν. Μπορούν να καθαριστούν αν αφεθούν επί μία νύκτα μέσα σε διάλυμα rennilase. Προτού χρησιμοποιηθούν πρέπει να πλυθούν με νέο διάλυμα rennilase μέσα στον ομογενοποιητή Stomacher.

IV.   Θετικά ή αβέβαια αποτελέσματα

Αν το αποτέλεσμα είναι θετικό ή αβέβαιο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου I σημείο 3 III.

Γ.   Μέθοδος της αυτόματης πέψης για ομαδικά δείγματα μέχρι 35 g

1.   Συσκευές, όργανα και αντιδραστήρια

α)

Μαχαίρι ή ψαλίδι για τη λήψη των δειγμάτων.

β)

Δίσκοι στον καθένα εκ των οποίων έχουν χαραχτεί 50 τετράγωνα, που το καθένα μπορεί να φέρει δείγματα 2 g κρέατος περίπου, ή άλλα εργαλεία που παρέχουν ανάλογες εγγυήσεις σχετικά με την ιχνηλασιμότητα των δειγμάτων.

γ)

Αναμείκτης Trichomatic 35® με ένθετη διάταξη διηθήσεως.

δ)

Διάλυμα υδροχλωρικού οξέος 8,5 ± 0,5 % κατά βάρος.

ε)

Διαφανείς διηθητικές μεμβράνες πολυανθρακικών πολυμερών διαμέτρου 50 mm και μεγέθους πόρου 14 μικρών.

στ)

Πεψίνη πυκνότητας 1: 10 000 NF (US National Formulary), που αντιστοιχεί σε 1: 12 500 BP (British Pharmacopoea) και σε 2 000 FIP (Fédération Internationale de Pharmacie).

ζ)

Ζυγός ακριβείας 0,1 g.

η)

Λαβίδες με πλατύ άκρο.

θ)

Μερικές αντικειμενοφόρες πλάκες μικροσκοπίου με μήκος πλευράς τουλάχιστον 5 cm ή μερικά τρυβλία Petri διαμέτρου τουλάχιστον 6 cm ο πυθμένας των οποίων έχει χωριστεί σε ζώνες 10 x 10 mm με τη βοήθεια αιχμηρού οργάνου.

ι)

Ένα (στερεοσκοπικό) μικροσκόπιο με μεταδιδόμενο φως (μεγέθυνση 15 έως 60 φορές) ή ένα τριχινοσκόπιο με οριζόντια τράπεζα.

ια)

Ένα δοχείο απορριμμάτων για τη συλλογή των λυμάτων.

ιβ)

Μερικά δοχεία απορριμμάτων των 10 λίτρων που θα χρησιμοποιηθούν για την απολύμανση των συσκευών, π.χ. με φορμόλη, και για το υγρό πέψης που εναπομένει, σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος.

ιγ)

Θερμόμετρο ακριβείας 0,5 oC στην περιοχή θερμοκρασίας 1 έως 100 oC.

2.   Συλλογή των δειγμάτων

Όπως ορίζεται στο κεφάλαιο I σημείο 2.

3.   Διαδικασία

I.   Διαδικασία πέψης

α)

Τοποθετείται ο αναμείκτης με την ένθετη διάταξη διηθήσεως και συνδέεται ο σωλήνας αποχέτευσης κατά τέτοιο τρόπο ώστε να καταλήγει στο δοχείο απορριμμάτων.

β)

Όταν τεθεί σε λειτουργία ο αναμείκτης, αρχίζει η θέρμανση.

γ)

Πριν γίνει αυτό, πρέπει να ανοιχτεί και να κλειστεί η βαλβίδα του πυθμένα, που βρίσκεται κάτω από τον θάλαμο αντιδράσεως.

δ)

Ακολούθως προστίθενται μέχρι 35 δείγματα, βάρους 1 g περίπου το καθένα (στους 25 έως 30 oC), τα οποία έχουν ληφθεί από καθένα από τα ατομικά δείγματα, σύμφωνα με το σημείο 2. Εξασφαλίζεται η αφαίρεση των τυχόν μεγαλύτερων τεμαχίων τενόντων, δεδομένου ότι η παρουσία τους μπορεί να προκαλέσει απόφραξη της διηθητικής μεμβράνης.

ε)

Προστίθεται νερό έως το χείλος του θαλάμου υγρών που συνδέεται με τον αναμείκτη (περίπου 400 ml).

στ)

Προστίθενται περίπου 30 ml υδροχλωρικού οξέος ((8,5 %) στο μικρότερο, συνδεδεμένο θάλαμο υγρών.

ζ)

Τοποθετείται διηθητική μεμβράνη κάτω από τον τραχύ ηθμό στο στήριγμα του ηθμού της ένθετης διάταξης διηθήσεως.

η)

Τέλος, προστίθενται 7 g πεψίνης. Η σειρά πρέπει να τηρηθεί αυστηρά προκειμένου να αποφευχθεί η αποσύνθεση της πεψίνης.

θ)

Κλείνονται τα καλύμματα του θαλάμου αντιδράσεως και του θαλάμου υγρών.

ι)

Επιλέγεται το χρονικό διάστημα πέψης: μικρό χρονικό διάστημα πέψης (5 λεπτά) για τους χοίρους που βρίσκονται σε κανονική ηλικία σφαγής και μεγαλύτερο χρονικό διάστημα πέψης (8 λεπτά) για τα άλλα δείγματα.

ια)

Όταν ενεργοποιηθεί το πλήκτρο εκκινήσεως του αναμείκτη, αρχίζει αυτόματα η διαδικασία πλήρωσης και πέψης, ακολουθούμενη από τη διήθηση. Έπειτα από 10-13 λεπτά, η διαδικασία περατώνεται και σταματά αυτομάτως.

ιβ)

Ανοίγεται το κάλυμμα του θαλάμου αντιδράσεως, αφού ελεγχθεί ότι ο θάλαμος έχει κενωθεί. Αν στο θάλαμο υπάρχει αφρός ή κατάλοιπα υγρού πέψης, επαναλαμβάνεται η διαδικασία σύμφωνα με το σημείο V.

II.   Απομόνωση των προνυμφών

α)

Αφαιρείται το στήριγμα του ηθμού και μεταφέρεται η διηθητική μεμβράνη σε αντικειμενοφόρο πλάκα ή τρυβλίο Petri.

β)

Η διηθητική μεμβράνη εξετάζεται με τη βοήθεια (στερεοσκοπικού) μικροσκοπίου ή τριχινοσκοπίου.

III.   Καθαρισμός των οργάνων

α)

Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος, γεμίζεται ο θάλαμος αντιδράσεως στον αναμείκτη κατά τα 2/3 με βραστό νερό. Προστίθεται συνηθισμένο νερό της βρύσης στο συνδεόμενο θάλαμο υγρών, μέχρις ότου καλυφθεί η αισθητήρια διάταξη του κάτω επιπέδου. Τίθεται τότε σε λειτουργία το πρόγραμμα αυτόματου καθαρισμού. Το στήριγμα του ηθμού και όλα τα άλλα όργανα απολυμαίνονται, π.χ. με χρήση φορμόλης.

β)

Αφού περατωθεί η εργασία της ημέρας, γεμίζεται με νερό ο θάλαμος υγρών στον αναμείκτη και ακολουθείται ένα κανονικό πρόγραμμα.

IV.   Χρήση των διηθητικών μεμβρανών

Κάθε διηθητική μεμβράνη πολυανθρακικών πολυμερών μπορεί να χρησιμοποιηθεί το πολύ πέντε φορές. Ο ηθμός πρέπει να αναστρέφεται μεταξύ κάθε χρήσης. Επιπλέον, ο ηθμός πρέπει να ελέγχεται μετά από κάθε χρήση για οποιαδήποτε φθορά που θα τον καθιστούσε ακατάλληλο για περαιτέρω χρήση.

V.   Μέθοδος που πρέπει να χρησιμοποιείται όταν η πέψη είναι ατελής και, ως εκ τούτου, η διήθηση δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί.

Όταν ολοκληρωθεί το αυτόματο πρόγραμμα στον αναμείκτη σύμφωνα με το σημείο Γ 3 I, ανοίγεται το κάλυμμα του θαλάμου αντιδράσεως και ελέγχεται η ύπαρξη καταλοίπων αφρού ή υγρού στο θάλαμο. Αν υπάρχουν κατάλοιπα, ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία:

α)

κλείνεται η βαλβίδα του πυθμένα κάτω από το θάλαμο αντιδράσεως·

β)

αφαιρείται το στήριγμα του ηθμού και μεταφέρεται η διηθητική μεμβράνη σε αντικειμενοφόρο πλάκα ή τρυβλίο Petri·

γ)

τοποθετείται νέα διηθητική μεμβράνη στο στήριγμα του ηθμού και συνδέεται το στήριγμα του ηθμού·

δ)

γεμίζεται με νερό ο θάλαμος υγρών του αναμείκτη μέχρις ότου καλυφθεί η αισθητήρια διάταξη του κάτω επιπέδου·

ε)

τίθεται σε λειτουργία το πρόγραμμα αυτόματου καθαρισμού·

στ)

μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος καθαρισμού ανοίγεται το κάλυμμα του θαλάμου αντιδράσεως και εξετάζεται η ύπαρξη υγρών καταλοίπων·

ζ)

αν ο θάλαμος είναι κενός, αποσυνδέεται το στήριγμα του ηθμού και η διηθητική μεμβράνη μεταφέρεται με λαβίδα σε αντικειμενοφόρο πλάκα ή τρυβλίο Petri·

η)

εξετάζονται οι δύο διηθητικές μεμβράνες σύμφωνα με το σημείο Γ 3 ΙΙ. Αν δεν είναι δυνατόν να εξεταστούν οι ηθμοί, επαναλαμβάνεται η όλη διαδικασία πέψης με μεγαλύτερο χρονικό διάστημα πέψης σύμφωνα με το σημείο Γ 3 I.

VI.   Θετικά ή αβέβαια αποτελέσματα

Αν το αποτέλεσμα είναι θετικό ή αβέβαιο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου I σημείο 3 III.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΤΡΙΧΙΝΟΣΚΟΠΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ

1.   Συσκευές και όργανα

α)

Τριχινοσκόπιο με λαμπτήρα πυρακτώσεως, με μεγέθυνση από 30 έως 40 φορές και από 80 έως 100 φορές, ή στερεοσκοπικό μικροσκόπιο με υποκείμενη πηγή φωτισμού ρυθμιζόμενης έντασης.

β)

Ένας γυάλινος συμπιεστής αποτελούμενος από δύο γυάλινες πλάκες (η μία από τις οποίες υποδιαιρείται σε ίσα μέρη).

γ)

Ένα μικρό κυρτό ψαλίδι.

δ)

Μικρές λαβίδες.

ε)

Ένα μαχαίρι για την κοπή τεμαχίων.

στ)

Μικρά αριθμημένα δοχεία για τη χωριστή αποθήκευση των δειγμάτων.

ζ)

Ένα σταγονόμετρο.

η)

Ένα ποτήρι με οξικό οξύ και ένα ποτήρι με διάλυμα υδροξειδίου του καλίου για την ευκρινέστερη απεικόνιση των τυχόν αποτιτανώσεων και το μαλάκωμα του ξεραμένου κρέατος.

2.   Λήψη δειγμάτων

Όταν τα σφάγια είναι ολόκληρα, λαμβάνονται από κάθε ζώο διάφορα δείγματα μεγέθους φουντουκιού:

α)

στους κατοικίδιους χοίρους, τα εν λόγω δείγματα λαμβάνονται και από τους δύο στύλους του διαφράγματος στη ζώνη που βρίσκεται μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας·

β)

στους αγριόχοιρους τα δείγματα λαμβάνονται και από τους δύο στύλους του διαφράγματος, στη ζώνη που βρίσκεται μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας, και επιπλέον από τους γναθικούς μυς, τους μυς του κάτω μέρους του ποδιού, τους μεσοπλεύριους μυς και τους μυς της γλώσσας, ούτως ώστε να υπάρχουν συνολικά έξι δείγματα από κάθε ζώο·

γ)

αν ορισμένοι μύες δεν είναι διαθέσιμοι για δειγματοληψία, λαμβάνονται συνολικά τέσσερα δείγματα από τους μυς που είναι διαθέσιμοι·

δ)

όσον αφορά τα τεμάχια κρέατος, πρέπει από κάθε τεμάχιο να λαμβάνονται, από διαφορετικά σημεία, τέσσερα δείγματα μεγέθους φουντουκιού από ιστό γραμμωτού μυός, που να μην περιέχει, ει δυνατόν, καθόλου λίπος και να βρίσκεται όσο το δυνατόν πιο κοντά σε οστά ή σε τένοντες.

3.   Διαδικασία

α)

Κατά κανόνα, γεμίζεται ένας συμπιεστής με 1,0 ± 0,1 g κρέατος, ποσότητα που αντιστοιχεί κανονικά σε 28 τεμάχια μεγέθους σπόρου βρώμης. Αν είναι απαραίτητο, πρέπει να γεμιστούν δύο συμπιεστές, για να εξεταστούν 56 τεμάχια μεγέθους σπόρου βρώμης.

β)

Αν σε έναν κατοικίδιο χοίρο υπάρχουν και οι δύο στύλοι του διαφράγματος, ο επιθεωρητής τριχίνωσης κόβει 28 τεμάχια μεγέθους σπόρου βρώμης από καθένα από τα παραπάνω δείγματα που λαμβάνονται από ολόκληρα σφάγια, δηλαδή συνολικά 56 τεμάχια.

γ)

Αν υπάρχει μόνο ο ένας στύλος του διαφράγματος, κόβονται 56 τεμάχια από διαφορετικά σημεία και, ει δυνατόν, από τη ζώνη που βρίσκεται μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας.

δ)

Τα δείγματα που συλλέγονται από τους άλλους τέσσερις μυς των αγριόχοιρων κόβονται το καθένα σε επτά τεμάχια μεγέθους σπόρου βρώμης, ούτως ώστε να ληφθούν συνολικά 28 πρόσθετα τεμάχια.

ε)

Ο επιθεωρητής τριχίνωσης συμπιέζει έπειτα τα 56 (ή 84) τεμάχια μεταξύ των γυάλινων πλακών, ώστε να είναι δυνατή η ανάγνωση κανονικών τυπογραφικών στοιχείων διαμέσου του παρασκευάσματος.

στ)

Αν η σάρκα των προς εξέταση δειγμάτων είναι ξεραμένη και πολυκαιρισμένη, τα παρασκευάσματα πρέπει να εμβαπτιστούν για να μαλακώσουν σε μείγμα αποτελούμενο από ένα μέρος διαλύματος υδροξειδίου του καλίου προς δύο μέρη νερού για 10 έως 20 λεπτά πριν από τη συμπίεση.

ζ)

Από καθένα από τα δείγματα που λαμβάνονται από τεμάχια κρέατος, ο επιθεωρητής τριχίνωσης πρέπει να αποκόψει 14 τεμάχια μεγέθους σπόρου βρώμης, δηλαδή συνολικά 56 τεμάχια.

η)

Η μικροσκοπική εξέταση πρέπει να διεξάγεται με σάρωση κάθε παρασκευάσματος αργά και προσεκτικά με μεγέθυνση 30 έως 40 φορές.

θ)

Αν η τριχινοσκοπική εξέταση αποκαλύψει ύποπτες περιοχές, οι περιοχές αυτές πρέπει να εξεταστούν με την ισχυρότερη δυνατή μεγέθυνση του τριχινοσκοπίου (80 έως 100 φορές).

ι)

Αν το αποτέλεσμα είναι αβέβαιο, η εξέταση επαναλαμβάνεται με άλλα δείγματα και άλλα παρασκευάσματα έως τη λήψη των απαιτούμενων πληροφοριών. Η τριχινοσκοπική εξέταση πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον έξι λεπτά.

ια)

Ο ελάχιστος χρόνος που καθορίζεται για την εξέταση δεν περιλαμβάνει το χρόνο που απαιτείται για τη λήψη των δειγμάτων και για την προετοιμασία των παρασκευασμάτων.

ιβ)

Κατά γενικό κανόνα, ο επιθεωρητής τριχίνωσης δεν πρέπει να επιθεωρεί περισσότερα από 840 τεμάχια ημερησίως, τα οποία αντιστοιχούν στην εξέταση 15 κατοικίδιων χοίρων ή 10 αγριόχοιρων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Επεξεργασίες κατάψυξης

A.   Μέθοδος κατάψυξης 1

α)

Το κρέας που εισέρχεται ήδη κατεψυγμένο πρέπει να διατηρείται σ' αυτήν την κατάσταση.

β)

Ο τεχνικός εξοπλισμός και το σύστημα παροχής ενέργειας του ψυκτικού θαλάμου πρέπει να εξασφαλίζουν την ταχύτατη επίτευξη της απαιτούμενης θερμοκρασίας και τη διατήρησή της σε όλα τα μέρη της αίθουσας και του κρέατος.

γ)

H μονωτική συσκευασία πρέπει να αφαιρείται πριν από την κατάψυξη, εκτός αν κατά την είσοδο στον ψυκτικό θάλαμο όλα τα μέρη του κρέατος βρίσκονται ήδη στην απαιτούμενη θερμοκρασία ή αν το κρέας είναι συσκευασμένο κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η συσκευασία δεν πρόκειται να το εμποδίσει να φτάσει στην απαιτούμενη θερμοκρασία μέσα στον καθορισμένο χρόνο.

δ)

Τα φορτία στον ψυκτικό θάλαμο πρέπει να διατηρούνται χωριστά και να κλειδώνονται.

ε)

Η ημερομηνία και ο χρόνος κατά τον οποίο κάθε φορτίο εισέρχεται στον ψυκτικό θάλαμο πρέπει να καταγράφονται.

στ)

Η θερμοκρασία στον ψυκτικό θάλαμο πρέπει να είναι -25 oC το πολύ. Η μέτρηση πρέπει να πραγματοποιείται με βαθμονομημένα θερμοηλεκτρικά όργανα και να καταγράφεται συνεχώς. Η μέτρηση δεν επιτρέπεται να πραγματοποιείται σε άμεση επαφή με ρεύμα ψυχρού αέρος. Τα όργανα πρέπει να είναι κλειδωμένα. Τα διαγράμματα καταγραφής της θερμοκρασίας πρέπει να περιλαμβάνουν τα σχετικά στοιχεία από το μητρώο επιθεώρησης του κρέατος κατά την εισαγωγή, καθώς και την ημερομηνία και το χρόνο έναρξης και ολοκλήρωσης της διαδικασίας κατάψυξης, και πρέπει να φυλάσσονται επί ένα έτος από την κατάρτισή τους.

ζ)

Το κρέας διαμέτρου ή πάχους έως 25 cm πρέπει να έχει καταψυχθεί τουλάχιστον επί 240 συνεχείς ώρες, ενώ το κρέας διαμέτρου ή πάχους από 25 cm έως 50 cm πρέπει να έχει καταψυχθεί τουλάχιστον επί 480 συνεχείς ώρες. Aυτή η διαδικασία κατάψυξης δεν πρέπει να εφαρμόζεται για κρέας μεγαλύτερης διαμέτρου ή πάχους. Ο χρόνος κατάψυξης υπολογίζεται από τη στιγμή κατά την οποία επιτυγχάνεται στον ψυκτικό θάλαμο η θερμοκρασία που αναφέρεται στο στοιχείο στ).

B.   Μέθοδος κατάψυξης 2

α)

τα κομμάτια κρέατος διαμέτρου ή πάχους έως 15 cm πρέπει να καταψυχθούν σύμφωνα με έναν από τους ακόλουθους συνδυασμούς χρόνου-θερμοκρασίας:

20 ημέρες σε -15 oC,

10 ημέρες σε -23 oC,

6 ημέρες σε -29 o

β)

τα κομμάτια κρέατος διαμέτρου ή πάχους από 15 έως 50 cm πρέπει να καταψυχθούν σύμφωνα με έναν από τους ακόλουθους συνδυασμούς χρόνου-θερμοκρασίας:

30 ημέρες σε -15 oC,

20 ημέρες σε -25 oC,

12 ημέρες σε -29 oC.

Η θερμοκρασία στον ψυκτικό θάλαμο πρέπει να μην είναι υψηλότερη από το επίπεδο της επιλεγείσας θερμοκρασίας αδρανοποίησης. Η μέτρηση πρέπει να πραγματοποιείται με βαθμονομημένα θερμοηλεκτρικά όργανα και να καταγράφεται συνεχώς. Η μέτρηση δεν μπορεί να πραγματοποιείται σε άμεση επαφή με ρεύμα ψυχρού αέρος. Τα όργανα πρέπει να είναι κλειδωμένα. Τα διαγράμματα καταγραφής της θερμοκρασίας πρέπει να περιλαμβάνουν τα σχετικά στοιχεία από το μητρώο επιθεώρησης του κρέατος κατά την εισαγωγή, καθώς και την ημερομηνία και το χρόνο έναρξης και ολοκλήρωσης της διαδικασίας κατάψυξης, και πρέπει να φυλάσσονται επί ένα έτος από την κατάρτισή τους.

Όταν χρησιμοποιούνται σήραγγες κατάψυξης και οι ανωτέρω διαδικασίες δεν ακολουθούνται αυστηρά, ο υπεύθυνος της επιχείρησης τροφίμων πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι η εναλλακτική μέθοδος είναι αποτελεσματική όσον αφορά την εξόντωση των παρασίτων Trichinella στο χοιρινό κρέας.

Γ.   Μέθοδος κατάψυξης 3

Η επεξεργασία συνίσταται στην εμπορική λυοφιλίωση ή την κατάψυξη του κρέατος υπό καθορισμένους συνδυασμούς χρόνου-θερμοκρασίας, με έλεγχο της θερμοκρασίας στο κέντρο κάθε τεμαχίου.

α)

Πρέπει να τηρούνται οι γενικές διατάξεις των στοιχείων α) έως ε) της μεθόδου 1 καθώς και οι ακόλουθοι συνδυασμοί χρόνου-θερμοκρασίας:

106 ώρες σε -18 oC,

82 ώρες σε -21 oC,

63 ώρες σε -23,5 oC,

48 ώρες σε -26 oC,

35 ώρες σε -29 oC,

22 ώρες σε -32 oC,

8 ώρες σε -35 oC,

1/2 ώρα σε -37 oC.

β)

Η μέτρηση της θερμοκρασίας πρέπει να γίνεται με τη βοήθεια βαθμονομημένων θερμοηλεκτρικών οργάνων και να καταγράφεται συνεχώς. Ο καθετήρας του θερμομέτρου πρέπει να τοποθετείται στο κέντρο τεμαχίου κρέατος μεγέθους όχι μικρότερου από αυτό του παχύτερου τεμαχίου κρέατος που πρόκειται να καταψυχθεί. Αυτό το τεμάχιο κρέατος πρέπει να τοποθετείται στο λιγότερο ευνοϊκό σημείο του ψυκτικού θαλάμου, σε απόσταση από τον ψυκτικό εξοπλισμό ή από ψυχρά ρεύματα αέρος. Τα όργανα πρέπει να είναι κλειδωμένα. Τα διαγράμματα καταγραφής της θερμοκρασίας πρέπει να περιλαμβάνουν τα σχετικά στοιχεία από το μητρώο επιθεώρησης του κρέατος κατά την εισαγωγή, καθώς και την ημερομηνία και το χρόνο έναρξης και ολοκλήρωσης της διαδικασίας κατάψυξης, και πρέπει να φυλάσσονται επί ένα έτος από την κατάρτισή τους.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Εξέταση άλλων ζώων πλην των χοίρων

Το κρέας αλόγων, άγριων θηραμάτων και άλλων ζώων το οποίο θα μπορούσε να περιέχει παράσιτα Trichinella πρέπει να εξετάζεται σύμφωνα με μια από τις μεθόδους πέψης που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι ή ΙΙ του παραρτήματος Ι, με τις ακόλουθες τροποποιήσεις:

α)

λαμβάνονται δείγματα βάρους τουλάχιστον 10 g από το μυ της γλώσσας ή της γνάθου των αλόγων και από το πρόσθιο άκρο, τη γλώσσα ή το διάφραγμα των αγριόχοιρων·

β)

στην περίπτωση των αλόγων, αν δεν υπάρχουν οι εν λόγω μύες, πρέπει να λαμβάνεται δείγμα μεγαλύτερου μεγέθους από ένα στύλο του διαφράγματος, στο σημείο μεταξύ μυώδους και τενοντώδους μοίρας. Ο μυς πρέπει να μην περιέχει συνδετικό ιστό και λίπος·

γ)

τουλάχιστον 5 g του δείγματος υποβάλλονται σε πέψη με τη μέθοδο ανίχνευσης αναφοράς που περιγράφεται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Ι ή με μια από τις ισοδύναμες μεθόδους που περιγράφονται στο κεφάλαιο ΙΙ. Για κάθε πέψη, το συνολικό βάρος του μυός που εξετάζεται δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 100 g στην περίπτωση της μεθόδου του κεφαλαίου Ι και των μεθόδων Α και Β του κεφαλαίου ΙΙ και τα 35 g στην περίπτωση της μεθόδου Γ του κεφαλαίου ΙΙ·

δ)

αν το αποτέλεσμα είναι θετικό, λαμβάνεται ένα επιπλέον δείγμα 50 g για επόμενη ανεξάρτητη εξέταση·

ε)

με την επιφύλαξη των κανόνων περί προστασίας των ζωικών ειδών, το κρέας όλων των άγριων ζώων πλην των αγριόχοιρων, π.χ. το κρέας αρκούδων, σαρκοφάγων θηλαστικών (συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων θηλαστικών) και ερπετών, πρέπει να εξετάζεται με δειγματοληψία 10 g μυός από τα σημεία προτίμησης ή μεγαλύτερων ποσοτήτων μυός, αν τα εν λόγω σημεία δεν είναι διαθέσιμα. Τα σημεία προτίμησης είναι:

i)

στην αρκούδα: διάφραγμα, μασητήρας μυς και γλώσσα·

ii)

στο θαλάσσιο ίππο: γλώσσα·

iii)

στους κροκοδείλους: μασητήρες, πτερυγοειδείς και μεσοπλεύριοι μύες·

iv)

στα πτηνά: μύες του κεφαλιού (π.χ. μασητήρες μύες και μύες του λαιμού).

στ)

Ο χρόνος πέψης πρέπει να είναι αρκετός για εξασφαλιστεί η κατάλληλη πέψη του ιστού αυτών των ζώων, αλλά δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 60 λεπτά.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Λεπτομερείς όροι για τις απαλλαγμένες από Trichinella εκμεταλλεύσεις και για τις περιοχές με αμελητέο κίνδυνο Trichinella

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος:

ο όρος «ελεγχόμενες συνθήκες στέγασης σε ολοκληρωμένα συστήματα παραγωγής» σημαίνει το είδος εκτροφής ζώων στα πλαίσια του οποίου οι χοίροι εκτρέφονται υπό συνθήκες που ελέγχονται συνεχώς από τον υπεύθυνο της επιχείρησης τροφίμων όσον αφορά τη διατροφή και τη στέγασή τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΕΥΘΥΝΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

A.

Για να επιτευχθεί η επίσημη αναγνώριση των εκμεταλλεύσεων ως απαλλαγμένων από Trichinella, οι υπεύθυνοι των εκμεταλλεύσεων τροφίμων πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

ο υπεύθυνος πρέπει να έχει λάβει όλα τα αναγκαία πρακτικά μέτρα προφύλαξης όσον αφορά την κατασκευή και τη συντήρηση του κτιρίου, ούτως ώστε να αποτρέπεται η πρόσβαση τρωκτικών, κάθε άλλου είδους θηλαστικών και μεγάλων σαρκοφάγων πτηνών στα κτίρια στα οποία φυλάσσονται τα ζώα·

β)

ο υπεύθυνος πρέπει να εφαρμόζει αποτελεσματικό πρόγραμμα ελέγχου των παρασίτων, ιδίως για τα τρωκτικά, ώστε να αποφεύγεται η μόλυνση των χοίρων. Ο υπεύθυνος πρέπει να τηρεί μητρώο σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος κατά τρόπο που να ικανοποιεί την αρμόδια αρχή·

γ)

ο υπεύθυνος πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλες οι ζωοτροφές προέρχονται από εγκατάσταση που παράγει ζωοτροφές σύμφωνα με τις αρχές που περιγράφονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, περί καθορισμού απαιτήσεων για την υγιεινή των ζωοτροφών (1)·

δ)

ο υπεύθυνος πρέπει να αποθηκεύει τις ζωοτροφές που προορίζονται για είδη ευπρόσβλητα από την Trichinella σε κλειστούς σιρούς ή άλλους περιέκτες στους οποίους δεν υπάρχει δυνατότητα εισχώρησης τρωκτικών. Όλες οι άλλες προμήθειες ζωοτροφών πρέπει να υποβάλλονται σε θερμική επεξεργασία ή να παράγονται και να αποθηκεύονται κατά τρόπο που να ικανοποιεί την αρμόδια αρχή·

ε)

ο υπεύθυνος πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα νεκρά ζώα συλλέγονται για διάθεση με υγειονομικά μέσα εντός 24 ωρών από το θάνατό τους. Ωστόσο, τα νεκρά χοιρίδια μπορούν να συλλέγονται και να αποθηκεύονται στην εκμετάλλευση μέσα σε δεόντως κλειστό περιέκτη έως ότου γίνει η διάθεσή τους·

στ)

αν υπάρχει χωματερή κοντά στην εκμετάλλευση, ο υπεύθυνος πρέπει να ενημερώσει την αρμόδια αρχή. Στη συνέχεια, η αρμόδια αρχή πρέπει να αξιολογήσει τους σχετικούς κινδύνους και να αποφασίσει αν η εκμετάλλευση θα αναγνωριστεί ως απαλλαγμένη από Trichinella·

ζ)

ο υπεύθυνος πρέπει να εξασφαλίζει ότι τα χοιρίδια που εισέρχονται στην εκμετάλλευση από άλλες εγκαταστάσεις και οι χοίροι που αγοράζονται έχουν γεννηθεί και αναπαραχθεί υπό ελεγχόμενες συνθήκες στέγασης σε ολοκληρωμένα συστήματα παραγωγής·

η)

ο υπεύθυνος πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι χοίροι προσδιορίζονται με σύστημα αναγνώρισης που καθιστά δυνατή την εξακρίβωση της προέλευσης κάθε ζώου από τη συγκεκριμένη εκμετάλλευση·

θ)

ο υπεύθυνος μπορεί να εισάγει νέα ζώα στην εκμετάλλευση μόνο αν αυτά:

i)

προέρχονται από εκμεταλλεύσεις που είναι επίσημα αναγνωρισμένες ως απαλλαγμένες από Trichinella, ή

ii)

συνοδεύονται από πιστοποιητικό, επικυρωμένο από την αρμόδια αρχή της χώρας εξαγωγής, που βεβαιώνει ότι το ζώο προέρχεται από εκμετάλλευση αναγνωρισμένη ως απαλλαγμένη από Trichinella, ή

iii)

παραμένουν σε απομόνωση έως ότου τα αποτελέσματα ορολογικής δοκιμής εγκεκριμένης από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς αποδειχθούν αρνητικά. Η ορολογική δειγματοληψία πρέπει να αρχίσει μόνο μετά την παραμονή των ζώων στην εκμετάλλευση επί τέσσερις εβδομάδες·

ι)

ο υπεύθυνος πρέπει να εξασφαλίζει ότι κανένας χοίρος προοριζόμενος για σφαγή δεν είχε πρόσβαση σε εξωτερικούς χώρους καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου παραγωγής·

ια)

η πρόσβαση σε εξωτερικούς χώρους κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων της ζωής πριν από τον απογαλακτισμό επιτρέπεται, αν πληρούνται όλοι οι ακόλουθοι όροι:

i)

δεν έχει εντοπιστεί σε κατοικίδια ζώα της χώρας μόλυνση από Trichinella κατά τα προηγούμενα 10 έτη·

ii)

υπάρχει ετήσιο πρόγραμμα επιτήρησης για τα άγρια ζώα που είναι ευπρόσβλητα από Trichinella. Το πρόγραμμα πρέπει να βασίζεται στον υπάρχοντα κίνδυνο και να εφαρμόζεται σε περιοχή που να συνδέεται επιδημιολογικά με τη γεωγραφική θέση των απαλλαγμένων από Trichinella αγροκτημάτων. Το πρόγραμμα πρέπει να εξετάζει τα σχετικά είδη-δείκτες βάσει των προηγούμενων ευρημάτων. Τα αποτελέσματα πρέπει να παρουσιάζουν επίπτωση Trichinella στα ζώα-δείκτες χαμηλότερη από 0,5 %·

iii)

τα ζώα, όταν βρίσκονται στο ύπαιθρο, πρέπει να είναι σε κατάλληλα περιφραγμένες περιοχές·

iv)

πρέπει να εφαρμόζεται το πρόγραμμα παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 11 και η παρακολούθηση να είναι συχνότερη στις σχετικές εκμεταλλεύσεις·

v)

από όλους τους θηλυκούς χοίρους και τους κάπρους που εκτρέφονται στην εκμετάλλευση για σκοπούς αναπαραγωγής πρέπει να λαμβάνονται συστηματικά κατά τη σφαγή δείγματα για εξέταση με τη μέθοδο ανίχνευσης αναφοράς που περιγράφεται στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Ι ή με μια από τις ισοδύναμες μεθόδους που περιγράφονται στο κεφάλαιο ΙΙ του παραρτήματος Ι, και

vi)

πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να αποτρέπεται η πρόσβαση μεγάλων σαρκοφάγων και παμφάγων πτηνών (π.χ. κοράκων, αρπακτικών πτηνών).

B.

Οι υπεύθυνοι παραγωγής τροφίμων των εκμεταλλεύσεων που έχουν αναγνωριστεί ως απαλλαγμένες από Trichinella πρέπει να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή όταν οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο σημείο Α δεν πληρούται πλέον ή όταν έχει επέλθει μεταβολή που ενδέχεται να επηρεάζει το καθεστώς της εκμετάλλευσης ως απαλλαγμένης από Trichinella.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

A.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία ανιχνεύθηκε Trichinella σε κατοικίδιους χοίρους κατά την τελευταία δεκαετία μπορούν να αναγνωρίσουν μια εκμετάλλευση ως απαλλαγμένη από Trichinella υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

έγιναν τουλάχιστον δύο επισκέψεις ελέγχου κατά τους 12 μήνες πριν από την αναγνώριση της εκμετάλλευσης, για να διαπιστωθεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου Ι σημείο A του παραρτήματος IV, και

β)

όλοι οι χοίροι που εστάλησαν για σφαγή κατά τη διάρκεια των 24 μηνών πριν από την αναγνώριση ή μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος, αν το κρίνει αναγκαίο η αρμόδια αρχή, υποβλήθηκαν σε δοκιμή για να εξασφαλιστεί, κατά τρόπο που να ικανοποιεί την αρμόδια αρχή, ότι έχει υποβληθεί σε δοκιμή ικανοποιητικός αριθμός ζώων της εκμετάλλευσης με χρήση κάποιας από τις μεθόδους ανίχνευσης παρασίτων που περιγράφονται στα κεφάλαια Ι και ΙΙ του παραρτήματος Ι, και

γ)

τα αποτελέσματα των δοκιμών ήταν αρνητικά, και

δ)

στις περιοχές στις οποίες συνυπάρχουν άγρια ζώα και εκμεταλλεύσεις που υποβάλλουν αίτηση για να αναγνωριστούν ως απαλλαγμένες από Trichinella εφαρμόζεται πρόγραμμα παρακολούθησης της άγριας πανίδας, με βάση τον υπάρχοντα κίνδυνο· το πρόγραμμα παρακολούθησης βελτιστοποιεί την ανίχνευση των παρασίτων με την εφαρμογή της καταλληλότερης τεχνικής ανίχνευσης στα πλέον κατάλληλα ζώα-δείκτες, με τη λήψη δειγμάτων από όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό ζώων και με τη λήψη όσο το δυνατόν μεγαλύτερων δειγμάτων κρέατος· τα παράσιτα που ανιχνεύονται στα άγρια ζώα προσδιορίζονται σε επίπεδο είδους σε κοινοτικό ή εθνικό εργαστήριο αναφοράς· το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς μπορεί να βοηθήσει, καταρτίζοντας ένα τυποποιημένο πρωτόκολλο για ένα πρόγραμμα παρακολούθησης της άγριας πανίδας.

Για την εκπλήρωση των απαιτήσεων που προβλέπονται στο παρόν μέρος μπορούν να χρησιμοποιηθούν ιστορικά δεδομένα.

B.

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία ανιχνεύθηκε Trichinella σε κατοικίδιους χοίρους κατά την τελευταία δεκαετία μπορούν να αναγνωρίσουν μια εκμετάλλευση ως απαλλαγμένη από Trichinella υπό τον όρο ότι

έχει τηρηθεί η απαίτηση που προβλέπεται στο μέρος A στοιχείο δ) παραπάνω.

Γ.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να αναγνωρίσει μια κατηγορία εκμεταλλεύσεων ως απαλλαγμένη από Trichinella, αν πληρούνται όλοι οι ακόλουθοι όροι:

α)

πληρούνται όλες οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο Ι σημείο Α του παραρτήματος IV, με εξαίρεση το στοιχείο ια), το οποίο δεν τυγχάνει εφαρμογής, και

β)

δεν έχει ανιχνευθεί στη χώρα καμία αυτόχθων μόλυνση από Trichinella σε κατοικίδια ζώα κατά την τελευταία δεκαετία, διάστημα κατά το οποίο γίνονταν συνεχείς δοκιμές στους σφαζόμενους χοίρους, ούτως ώστε να υπάρχει εμπιστοσύνη τουλάχιστον 95 % ότι, όταν η επίπτωση της Trichinella υπερβαίνει το 0,0001 %, οι τυχόν μολύνσεις θα είχαν ανιχνευθεί, και

γ)

πρέπει να υπάρχει σαφής περιγραφή της κατηγορίας εκμεταλλεύσεων, του είδους εκτροφής και του είδους των ζώων, και

δ)

εφαρμόζεται πρόγραμμα παρακολούθησης της άγριας πανίδας, με βάση τον υπάρχοντα κίνδυνο, σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙ σημείο Α στοιχείο δ) του παραρτήματος IV.

Δ.

Επιπλέον των απαιτήσεων που ορίζονται στο παράρτημα IV της οδηγίας 2003/99/EK, η αρχική έκθεση και οι επόμενες ετήσιες εκθέσεις που υποβάλλονται στην Επιτροπή πρέπει να περιέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τον αριθμό των κρουσμάτων Trichinella στον άνθρωπο (εισαγόμενων και αυτόχθονων), συμπεριλαμβανομένων και επιδημιολογικών στοιχείων·

β)

τα αποτελέσματα των δοκιμών ανίχνευσης Trichinella σε κατοικίδιους χοίρους οι οποίοι δεν έχουν εκτραφεί υπό ελεγχόμενες συνθήκες στέγασης σε ολοκληρωμένα συστήματα παραγωγής· τα αποτελέσματα πρέπει να περιλαμβάνουν την ηλικία και το φύλο των προσβληθέντων ζώων, το είδος του συστήματος διαχείρισης, το είδος της χρησιμοποιηθείσας διαγνωστικής μεθόδου, το βαθμό μόλυνσης (αν είναι γνωστός) και κάθε άλλη σχετική πρόσθετη πληροφορία·

γ)

τα αποτελέσματα των δοκιμών ανίχνευσης Trichinella σε χοιρομητέρες και κάπρους αναπαραγωγής· τα αποτελέσματα πρέπει να περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

δ)

τα αποτελέσματα των δοκιμών ανίχνευσης Trichinella σε σφάγια αγριόχοιρων, αλόγων, θηραμάτων και ζώων-δεικτών·

ε)

τα αποτελέσματα των ορολογικών δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 11, όταν επικυρωθεί κατάλληλη δοκιμή από το κοινοτικό εργαστήριο αναφοράς·

στ)

άλλες περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει υπόνοια ύπαρξης Trichinella, είτε εισαγόμενης είτε αυτόχθονης, με όλα τα σχετικά εργαστηριακά αποτελέσματα·

ζ)

λεπτομέρειες για όλα τα θετικά αποτελέσματα και για τον προσδιορισμό του είδους Trichinella από το κοινοτικό ή εθνικό εργαστήριο αναφοράς·

η)

τα στοιχεία πρέπει να υποβληθούν με τη μορφή και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ) σχετικά με την υποβολή εκθέσεων για τις ζωονόσους·

θ)

για τις εκθέσεις σχετικά με τις απαλλαγμένες από Trichinella εκμεταλλεύσεις ή κατηγορίες εκμεταλλεύσεων: πληροφορίες για τον αριθμό των απαλλαγμένων από Trichinella εκμεταλλεύσεων και συνοπτικά αποτελέσματα των επιθεωρήσεων στις απαλλαγμένες από Trichinella εκμεταλλεύσεις, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πληροφοριών για τη συμμόρφωση των κτηνοτρόφων·

ι)

για τις εκθέσεις σχετικά με τις περιοχές με αμελητέο κίνδυνο, πρέπει να υποβάλλονται πληροφορίες για τα ακόλουθα:

i)

το πρόγραμμα παρακολούθησης που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 11 ή ισοδύναμες πληροφορίες·

ii)

το πρόγραμμα παρακολούθησης της άγριας πανίδας με βάση τον υπάρχοντα κίνδυνο, το οποίο εφαρμόζεται σύμφωνα με το μέρος A στοιχείο δ) παραπάνω, ή ισοδύναμες πληροφορίες.


(1)  ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 1.


22.12.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 338/83


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2076/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Δεκεμβρίου 2005

για τη θέσπιση μεταβατικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 853/2004, (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004 και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και (ΕΚ) αριθ. 854/2004

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 853/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών κανόνων υγιεινής για τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης (1), και ιδίως το άρθρο 9,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (2), και ιδίως το άρθρο 16,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (3), και ιδίως το άρθρο 63 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η έναρξη εφαρμογής, την 1η Ιανουαρίου 2006, των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 852/2004 (4), (ΕΚ) αριθ. 853/2004, (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004 θα αλλάξει σημαντικά τους κανόνες και τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζουν οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Η εφαρμογή ορισμένων από αυτά τα μέτρα με άμεση ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2006 θα έχει πρακτικές δυσκολίες σε κάποιες περιπτώσεις. Για το λόγο αυτό, πρέπει να προβλεφθεί περίοδος που θα καταστήσει εφικτή την ομαλή μετάβαση στην πλήρη εφαρμογή των νέων κανόνων και διαδικασιών.

(2)

Για τον καθορισμό της διάρκειας της εν λόγω περιόδου κρίνεται σκόπιμο να ληφθεί υπόψη η πρώτη επανεξέταση του νέου ρυθμιστικού πλαισίου για την υγιεινή, η οποία έχει προγραμματιστεί να διενεργηθεί εντός της πρώτης τετραετίας.

(3)

Ως εκ τούτου, πρέπει να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος κατά την οποία θα μπορούν να εφαρμόζονται σταδιακά ορισμένες απαιτήσεις που προβλέπονται στους εν λόγω κανονισμούς. Για λόγους εναρμονισμένης προσέγγισης, η μεταβατική περίοδος θα πρέπει να διαρκεί, καταρχήν, τέσσερα έτη αλλά θα μπορούσε, όπου δικαιολογείται, να διαρκεί λιγότερο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί η δυνατότητα επανεξέτασης οποιασδήποτε από αυτές τις διατάξεις με βάση την πείρα που θα έχει αποκτηθεί.

(4)

Ως σύνηθες μεταβατικό μέτρο, πρέπει να εξακολουθήσει να είναι δυνατή η εμπορία προϊόντων τα οποία έχουν παραχθεί πριν από την εφαρμογή των νέων κανόνων. Το μέτρο αυτό θα ισχύει για όλη τη μεταβατική περίοδο, εκτός εάν η διάρκεια ζωής του προϊόντος είναι μικρότερη.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 853/2004 αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του την άμεση προμήθεια, από τον παραγωγό, μικρών ποσοτήτων κρέατος πουλερικών και λαγομόρφων ως νωπό κρέας στον τελικό καταναλωτή ή σε τοπικά καταστήματα λιανικής πώλησης που εφοδιάζουν απευθείας τον τελικό καταναλωτή. Η οδηγία 71/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 1971, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των συναλλαγών νωπών κρεάτων πουλερικών (5), και η οδηγία 91/495/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1991, για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά του κρέατος κουνελιών και του κρέατος εκτρεφόμενων θηραμάτων (6), επέτρεπαν επίσης στα κράτη μέλη να παρεκκλίνουν από τις γενικές απαιτήσεις για τον εν λόγω σκοπό χωρίς να τον περιορίζουν στο νωπό κρέας. Η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί κατά τη μεταβατική περίοδο.

(6)

Η έγκριση επιχειρήσεων, ιδίως εκείνων που δεν χρειάζονταν έγκριση δυνάμει των προηγούμενων ισχυόντων κανόνων αλλά τους επιτρεπόταν να διαθέτουν την παραγωγή τους μόνο στην αγορά της χώρας τους, επιβαρύνει σημαντικά το έργο των αρμοδίων αρχών. Κατά συνέπεια, πρέπει να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος κατά την οποία θα επιτρέπεται στις εν λόγω επιχειρήσεις να συνεχίσουν την εμπορία των προϊόντων τους στην αγορά της χώρας τους έως ότου αυτές πράγματι εγκριθούν.

(7)

Η μεταβατική διάταξη που διέπει τη χρήση του υλικού πρώτης και δεύτερης συσκευασίας και του εξοπλισμού σήμανσης στο παράρτημα II τμήμα I σημείο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 πρέπει να επανεξεταστεί, ώστε να γίνουν αυστηρότεροι οι προηγούμενοι κανόνες σχετικά με τη χρήση εξοπλισμού σήμανσης και να εξεταστούν με τη δέουσα προσοχή οι προσδοκίες των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων όσον αφορά την ανοχή απέναντι στη χρήση υλικού σήμανσης που έχει αγοραστεί πριν από την εφαρμογή του νέου πλαισίου. Ως εκ τούτου, οι οικείες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού πρέπει να διαγραφούν και να θεσπιστεί νέα διάταξη δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Δεδομένου του κινδύνου κατάχρησης αυτής της μεταβατικής διάταξης, η διάρκεια ισχύος της πρέπει να είναι περιορισμένη. Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε να εξασφαλιστεί ότι ο παλαιός εξοπλισμός σήμανσης που δεν συμμορφώνεται με τους νέους κανόνες θα αποσύρεται το συντομότερο δυνατόν και πάντως όχι μετά το πέρας της μεταβατικής περιόδου. Πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004.

(8)

Οι υγειονομικές απαιτήσεις όσον αφορά την εισαγωγή τροφίμων ζωικής προέλευσης δεν θα είναι πλήρως εναρμονισμένες για ορισμένα είδη προϊόντων και θα πρέπει να διευκρινιστούν οι όροι εισαγωγής που διέπουν αυτά τα προϊόντα κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

(9)

Η παροχή πληροφοριών για την τροφική αλυσίδα συνιστά νέα απαίτηση έναντι των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων. Θα πρέπει να ισχύσει μεταβατική περίοδος με σκοπό την πλήρη εφαρμογή των απαιτήσεων παροχής πληροφοριών για την τροφική αλυσίδα. Ειδικότερα, θα πρέπει να διευκολυνθεί η ομαλή ροή πληροφοριών από την εγκατάσταση στο σφαγείο με τη θέσπιση μεταβατικής ρύθμισης η οποία θα καθιστά πιο ελαστική την απαίτηση παροχής των πληροφοριών 24 ώρες πριν από την άφιξη των ζώων στο σφαγείο.

(10)

Στο παράρτημα III τμήμα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 απαιτείται από τον επίσημο κτηνίατρο ή τον εγκεκριμένο κτηνίατρο να υπογράφει το πιστοποιητικό που συνοδεύει τα εκτρεφόμενα μη κατοικίδια οπληφόρα από την εγκατάσταση στο σφαγείο. Στην οδηγία 91/495/ΕΟΚ απαιτείται η υπογραφή της κτηνιατρικής υπηρεσίας. Η εν λόγω διάταξη πρέπει να εξακολουθήσει να ισχύει κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

(11)

Το πιστοποιητικό που απαιτείται δυνάμει του παραρτήματος Ι μέρος Β κεφάλαιο X του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 είναι πιο λεπτομερές από το προαναφερόμενο πιστοποιητικό. Το υπόδειγμα πιστοποιητικού που παρατίθεται στο παράρτημα III της οδηγίας 91/495/ΕΟΚ πρέπει να γίνεται δεκτό κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

(12)

Στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 απαιτείται οι πρώτες ύλες για τον κιμά να πληρούν ορισμένα κριτήρια και θεσπίζονται απαιτήσεις σχετικά με τη σήμανση. Πρέπει να αξιολογηθούν τα κριτήρια για τη σύνθεση του κιμά όσον αφορά ιδίως την περιεκτικότητά του σε λιπαρές ουσίες και την αναλογία συνδετικού ιστού/πρωτεΐνης κρέατος. Εν αναμονή του αποτελέσματος αυτής της αξιολόγησης, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθούν τα ισχύοντα κριτήρια που έχουν θεσπιστεί με την οδηγία 94/65/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 1994, περί καθορισμού των υγειονομικών κανόνων για την παραγωγή και τη θέση στην αγορά κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος (7).

(13)

Παρά τη γενική αρχή που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, σύμφωνα με την οποία οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων δεν χρησιμοποιούν, όπου απαιτείται για λόγους υγιεινής, άλλες ουσίες πλην του πόσιμου νερού, προβλέπονται διατάξεις που επιτρέπουν τη χρήση καθαρού νερού για το χειρισμό ψαριών στο παράρτημα ΙΙ κεφάλαιο VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, καθώς και στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα VIII κεφάλαιο Ι μέρος II και κεφάλαια III και IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, ιδίως για τη μεταποίηση ψαριών επί των σκαφών. Δεδομένου ότι η χρήση καθαρού θαλάσσιου νερού δεν συνιστά κίνδυνο για τη δημόσια υγεία εφόσον συνάδει με τον ορισμό του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 852/2004, και προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα σε χερσαίες εγκαταστάσεις χειρισμού προϊόντων αλιείας να προσαρμοστούν σταδιακά, το πεδίο εφαρμογής των οικείων διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 πρέπει να επεκταθεί και σε αυτές τις εγκαταστάσεις κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

(14)

Το παράρτημα III τμήμα IX κεφάλαιο ΙΙ μέρος III παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζει ότι οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που παρασκευάζουν γαλακτοκομικά προϊόντα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι το νωπό γάλα αγελάδων πληροί ένα οριακό κριτήριο πριν από την επεξεργασία. Η συμμόρφωση με αυτό το κριτήριο είναι ιδιαίτερα σημαντική για την ασφάλεια των τροφίμων σε περίπτωση που το γάλα πρέπει να είναι θερμικά επεξεργασμένο και δεν έχει υποστεί τέτοια επεξεργασία εντός προκαθορισμένου χρόνου. Ως μεταβατικό μέτρο, η επαλήθευση της συμμόρφωσης με το εν λόγω κριτήριο αμέσως πριν από την επεξεργασία πρέπει να περιορίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις.

(15)

Στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα X του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 ορίζονται ειδικοί κανόνες υγιεινής για τα αυγά και τα προϊόντα αυγών. Σύμφωνα με το κεφάλαιο I παράγραφος 2, τα αυγά πρέπει να αποθηκεύονται και να μεταφέρονται σε σταθερή θερμοκρασία, η οποία εξασφαλίζει την καλύτερη δυνατή διατήρηση των ιδιοτήτων τους από πλευράς υγιεινής. Δεδομένου ότι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006 τα κράτη μέλη είχαν το δικαίωμα να εφαρμόζουν πρότυπα ελεγχόμενης θερμοκρασίας στην επικράτειά τους όσον αφορά τις εγκαταστάσεις για την αποθήκευση αυγών και τη μεταφορά αυγών μεταξύ των εγκαταστάσεων, πρέπει να ορίζεται σαφώς ότι τα εν λόγω πρότυπα θα ισχύουν κατά τη μεταβατική περίοδο εάν εξακολουθεί να τα επιτρέπει η αρμόδια αρχή. Αυτό θα δώσει το χρόνο στους υπευθύνους να προσαρμόσουν τις δραστηριότητες και τις διαδικασίες τους στα νέα περί θερμοκρασίας πρότυπα που ενδέχεται να απαιτήσει η αρμόδια αρχή.

(16)

Δυνάμει του παραρτήματος ΙΙΙ τμήμα X κεφάλαιο ΙΙ μέρος II παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, τα ραγισμένα αυγά μπορούν να χρησιμοποιούνται στην παρασκευή προϊόντων αυγών υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Ως μεταβατικό μέτρο, πρέπει να επεκταθεί αυτή η δυνατότητα σε άλλες εγκαταστάσεις παραγωγής αυγών σε υγρή κατάσταση, εφόσον πληρούν τους ίδιους όρους.

(17)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 854/2004 ορίζει ότι το προσωπικό του σφαγείου που έχει εξουσιοδοτηθεί από την αρμόδια αρχή να εκτελεί καθήκοντα επίσημων βοηθών πρέπει να έχει λάβει την ίδια κατάρτιση και να διαθέτει τα ίδια προσόντα με τους επίσημους βοηθούς. Κατά τη μεταβατική περίοδο, κρίνεται σκόπιμο να δοθεί επαρκής χρόνος στην αρμόδια αρχή να σχεδιάσει και να οργανώσει τη λήψη συμπληρωματικής κατάρτισης και την απόκτηση προσόντων από το προσωπικό του σφαγείου που βοηθά κατά τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων, καθώς και να περιορίσει ανάλογα την απαίτηση κατάρτισης του εν λόγω προσωπικού του σφαγείου για τα ειδικά καθήκοντα που επιτρέπεται να επιτελεί.

(18)

Το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 ορίζει ότι τα εργαστήρια τα οποία αναλύουν τα δείγματα που λαμβάνονται κατά τους επισήμους ελέγχους πρέπει να είναι διαπιστευμένα. Τα εργαστήρια για τα οποία δεν απαιτούνταν διαπίστευση με βάση την προηγούμενη κοινοτική νομοθεσία ενδέχεται να χρειαστούν επιπλέον χρόνο προκειμένου να λάβουν πλήρη διαπίστευση, δεδομένου ότι η σχετική διαδικασία είναι περίπλοκη και επίπονη. Κρίνεται σκόπιμη η παροχή περισσότερου χρόνου στα εν λόγω εργαστήρια, ώστε να λάβουν τα απαιτούμενα για τη διαπίστευση μέτρα.

(19)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 1

Μεταβατική περίοδος

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ορίζεται μεταβατική περίοδος τεσσάρων ετών, που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2009 (στο εξής «η μεταβατική περίοδος»).

Οι μεταβατικές διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ισχύουν για τη μεταβατική περίοδο, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στα άρθρα 5 και 8.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 853/2004

Άρθρο 2

Αποθέματα τροφίμων ζωικής προέλευσης

1.   Με την επιφύλαξη της οικείας κοινοτικής νομοθεσίας, και ιδίως της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), τα αποθέματα τροφίμων ζωικής προέλευσης που έχουν παραχθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006 μπορούν να διατίθενται στην αγορά με την προϋπόθεση ότι φέρουν, ανάλογα με την περίπτωση, τα σήματα τα οποία προβλέπονται στις πράξεις που παρατίθενται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2004/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

2.   Τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για τα οποία ο υπεύθυνος επιχειρήσεων τροφίμων έχει ορίσει ότι η διάρκεια ζωής τους υπερβαίνει τη μεταβατική περίοδο, δύνανται να παραμείνουν στην αγορά έως το τέλος της διάρκειας ζωής τους.

Άρθρο 3

Άμεση προμήθεια μικρής ποσότητας κρέατος πουλερικών και λαγομόρφων

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και με την επιφύλαξη του άρθρου 1 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, οι διατάξεις που θεσπίζονται στον εν λόγω κανονισμό δεν εφαρμόζονται στην άμεση προμήθεια, από τον παραγωγό, μικρής ποσότητας κρέατος πουλερικών και λαγομόρφων που σφαγιάζονται στην εκμετάλλευση με προορισμό τον τελικό καταναλωτή ή τοπικά καταστήματα λιανικής πώλησης που εφοδιάζουν απευθείας τον τελικό καταναλωτή με τέτοιο κρέας.

Άρθρο 4

Διάθεση τροφίμων ζωικής προέλευσης στην εθνική αγορά εν αναμονή της έγκρισης των εγκαταστάσεων

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων οι οποίοι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006 επιτρεπόταν να διαθέτουν στην εθνική αγορά προϊόντα ζωικής προέλευσης μπορούν να εξακολουθήσουν τη διάθεση των εν λόγω προϊόντων σε αυτή την αγορά εφόσον αυτά φέρουν σήμα που δεν δύναται να συγχέεται με τα σήματα που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, έως ότου η αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, εγκρίνει τις εγκαταστάσεις που χειρίζονται τα συγκεκριμένα προϊόντα.

Τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που φέρουν αυτά τα εθνικά σήματα μπορούν να διατίθενται μόνο στην αγορά της επικράτειας του κράτους μέλους όπου παράγονται.

Άρθρο 5

Υλικά πρώτης και δεύτερης συσκευασίας και σήμανσης που φέρουν ήδη τυπωμένο σήμα καταλληλότητας ή αναγνωριστικό σήμα

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων μπορούν να χρησιμοποιούν, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2007, αποθέματα υλικών πρώτης και δεύτερης συσκευασίας και σήμανσης που φέρουν ήδη τυπωμένο σήμα καταλληλότητας ή αναγνωριστικό σήμα, εφόσον τα έχουν αγοράσει πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006.

Άρθρο 6

Εξοπλισμός σήμανσης

Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων και οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005 τον εξοπλισμό σήμανσης που διαθέτουν μέχρι αυτός να αντικατασταθεί ή έως το πέρας της μεταβατικής περιόδου το αργότερο, με τον όρο ότι ο αριθμός έγκρισης της σχετικής εγκατάστασης παραμένει ως έχει.

Σε περίπτωση αντικατάστασης του εξοπλισμού, η αρμόδια αρχή μεριμνά για την απόσυρσή του ώστε να μην μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί.

Άρθρο 7

Υγειονομικοί όροι εισαγωγής

1.   Το άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 δεν εφαρμόζεται στις εισαγωγές τροφίμων ζωικής προέλευσης για τις οποίες δεν έχουν θεσπιστεί εναρμονισμένοι υγειονομικοί όροι εισαγωγής, συμπεριλαμβανομένων καταλόγων τρίτων χωρών και μερών τρίτων χωρών καθώς και εγκαταστάσεων από όπου επιτρέπονται οι εισαγωγές.

Εν αναμονή της μελλοντικής εναρμόνισης της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τις εισαγωγές των εν λόγω προϊόντων, οι εισαγωγές αυτές τηρούν τους υγειονομικούς όρους εισαγωγής του οικείου κράτους μέλους.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων οι οποίοι εισάγουν τρόφιμα που περιέχουν τόσο προϊόντα φυτικής προέλευσης όσο και μεταποιημένα προϊόντα ζωικής προέλευσης εξαιρούνται από την υποχρέωση που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο.

Εν αναμονή της διαμόρφωσης μιας προσέγγισης με γνώμονα την επικινδυνότητα όσον αφορά την εφαρμογή εναρμονισμένων υγειονομικών όρων εισαγωγής και τη διενέργεια ελέγχων σε αυτά τα προϊόντα, οι εισαγωγές συμμορφώνονται με τους εναρμονισμένους κοινοτικούς κανόνες που ισχύουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006, όπου κρίνεται σκόπιμο, και με τους εθνικούς κανόνες που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη πριν από την ημερομηνία αυτή, σε άλλες περιπτώσεις.

Άρθρο 8

Πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα

1.   Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ τμήμα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν σταδιακά τις εν λόγω απαιτήσεις σε διάφορους τομείς, επιπλέον του τομέα των πουλερικών όπου οι απαιτήσεις αυτές εφαρμόζονται αμέσως, έτσι ώστε ο τομέας των χοίρων στο οικείο κράτος μέλος να καλύπτεται από την εφαρμογή των απαιτήσεων περί πληροφοριών για την τροφική αλυσίδα έως το τέλος του δεύτερου έτους της μεταβατικής περιόδου, και ο τομέας των μονόπλων και των μόσχων κρεατοπαραγωγής έως το τέλος του τρίτου έτους.

Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν αυτή τη μεταβατική διάταξη υποβάλλουν σχετικά στοιχεία στην Επιτροπή κατά το τέλος κάθε έτους.

2.   Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ τμήμα III σημείο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και σύμφωνα με τις οποίες οι υπεύθυνοι σφαγείων πρέπει να λαμβάνουν τις πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα τουλάχιστον 24 ώρες πριν από την άφιξη των ζώων στο σφαγείο, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει την αποστολή αυτών των πληροφοριών στον υπεύθυνο σφαγείου ταυτόχρονα με τα ζώα όλων των ειδών τα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες και σε όλες τις περιπτώσεις όπου τούτο δεν θέτει σε κίνδυνο τους στόχους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

Ωστόσο, τυχόν πληροφορίες για την τροφική αλυσίδα, η γνώση των οποίων ενδέχεται να διαταράξει σημαντικά τη δραστηριότητα του σφαγείου, διατίθενται στον υπεύθυνο σφαγείου εγκαίρως πριν από την άφιξη των ζώων στο σφαγείο.

Άρθρο 9

Κρέας εκτρεφομένων μη κατοικιδίων οπληφόρων

Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που θεσπίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα ΙΙΙ σημείο 3 στοιχείο ι) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο 16, το οποίο βεβαιώνει το ευνοϊκό αποτέλεσμα της προ της σφαγής επιθεώρησης, εκδίδεται και υπογράφεται από την κτηνιατρική υπηρεσία.

Άρθρο 10

Κριτήρια σύνθεσης και απαιτήσεις σήμανσης για τον κιμά

1.   Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που θεσπίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα V κεφάλαιο ΙΙ σημείο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, ο υπεύθυνος επιχειρήσεων τροφίμων πρέπει να ελέγχει τις πρώτες ύλες που εισέρχονται στην εκμετάλλευση ώστε να εξασφαλίζεται η συμφωνία με την ονομασία του προϊόντος στον ακόλουθο πίνακα όσον αφορά το τελικό προϊόν.

Πίνακας: Κριτήρια σύνθεσης που έχουν ελεγχθεί βάσει ενός ημερήσιου μέσου όρου

 

Περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες

Λόγος συνεκτικού ιστού/πρωτεΐνης κρέατος

Άπαχος κιμάς

≤ 7 %

≤ 12

Κιμάς μόνο από βόειοκρέας

≤ 20 %

≤ 15

Κιμάς που περιέχειχοίρειο κρέας

≤ 30 %

≤ 18

Κιμάς από κρέας άλλωνειδών

≤ 25 %

≤ 15

2.   Κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα V κεφάλαιο IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, η σήμανση πρέπει επίσης να φέρει τις ακόλουθες φράσεις:

«ποσοστό λίπους υπό ….»,

«λόγος συνεκτικού ιστού/πρωτεΐνης κρέατος υπό …».

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν τη διάθεση στην εθνική αγορά τους κιμά ο οποίος δεν ικανοποιεί αυτά τα κριτήρια εφόσον ο κιμάς φέρει σήμα που δεν δύναται να συγχέεται με τα σήματα που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004.

Άρθρο 11

Χρήση καθαρού νερού

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και του παραρτήματος ΙΙΙ τμήμα VΙΙΙ κεφάλαιο III μέρος A σημείο 1 του εν λόγω κανονισμού, ο πάγος που χρησιμοποιείται για την ψύξη των αλιευτικών προϊόντων πρέπει να παράγεται από καθαρό νερό στις χερσαίες εγκαταστάσεις.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και του παραρτήματος ΙΙΙ τμήμα VΙΙΙ κεφάλαιο III μέρος A σημεία 2 και 3 του εν λόγω κανονισμού, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων στις εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των σκαφών, που χειρίζονται αλιευτικά προϊόντα μπορούν να χρησιμοποιούν καθαρό νερό.

3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004 και του παραρτήματος ΙΙΙ τμήμα VΙΙΙ κεφάλαιο IV σημείο 1 του εν λόγω κανονισμού, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων στις χερσαίες εγκαταστάσεις μπορούν να χρησιμοποιούν καθαρό νερό για την ψύξη μετά το βράσιμο καρκινοειδών και μαλακίων.

Άρθρο 12

Νωπό γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα

Κατά παρέκκλιση από την απαίτηση που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ τμήμα IX κεφάλαιο II μέρος III σημείο 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, η μέγιστη περιεκτικότητα σε μικρόβια όσον αφορά το νωπό γάλα αγελάδας εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου το γάλα αυτό πρόκειται να υποστεί θερμική επεξεργασία την οποία δεν έχει υποστεί εντός της περιόδου παραλαβής που καθορίζεται στις διαδικασίες HACCP, οι οποίες εφαρμόζονται από τους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων.

Άρθρο 13

Αυγά και προϊόντα αυγών

1.   Τα κράτη μέλη που, πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006, εφάρμοζαν εθνικές απαιτήσεις σχετικά με τη θερμοκρασία για τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης αυγών και για τα οχήματα μεταφοράς αυγών μεταξύ αυτών των εγκαταστάσεων αποθήκευσης μπορούν να εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν τις εν λόγω απαιτήσεις.

2.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων μπορούν να χρησιμοποιούν ραγισμένα αυγά για την παραγωγή αυγών σε υγρή κατάσταση σε εγκατάσταση που έχει εγκριθεί για το σκοπό αυτό, με τον όρο ότι η εγκατάσταση παραγωγής ή το κέντρο συσκευασίας τα παραδίδουν απευθείας σε εγκατάσταση μεταποίησης, όπου πρέπει να σπάζονται το συντομότερο δυνατό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙII

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Άρθρο 14

Κατάρτιση του προσωπικού των σφαγείων που επικουρεί κατά τους επίσημους ελέγχους

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και από το παράρτημα Ι τμήμα ΙΙΙ κεφάλαιο III μέρος A στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού, το προσωπικό των σφαγείων που έχει λάβει άδεια από την αρμόδια αρχή να ασκεί ειδικά καθήκοντα επίσημων βοηθών λαμβάνει την ίδια κατάρτιση με τους επίσημους βοηθούς μόνο όσον αφορά τα ειδικά καθήκοντα που είναι εξουσιοδοτημένο να εκτελεί και δεν απαιτείται να έχει περάσει τις ίδιες εξετάσεις με τους επίσημους βοηθούς.

Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε η εν λόγω κατάρτιση να είναι ικανοποιητική προτού εξουσιοδοτήσει το προσωπικό των σφαγείων να αναλάβει καθήκοντα επίσημων βοηθών.

Η αρμόδια αρχή ελέγχει ότι η συμπληρωματική κατάρτιση και οργάνωση που απαιτούνται προκειμένου το προσωπικό των σφαγείων να περάσει επιτυχώς τη διαδικασία εξετάσεων που εφαρμόζεται στους επίσημους βοηθούς δημιουργούνται το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο έως το τέλος της μεταβατικής περιόδου.

Άρθρο 15

Πιστοποίηση εγκαταστάσεων οι οποίες απασχολούν προσωπικό που επικουρεί κατά τους επίσημους ελέγχους στα σφαγεία

Κατά παρέκκλιση από το παράρτημα Ι τμήμα ΙΙΙ κεφάλαιο III μέρος A στοιχείο α) δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, οι εγκαταστάσεις που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν το δικό τους προσωπικό που επικουρεί κατά τους επίσημους ελέγχους εξαιρούνται, κατά τη μεταβατική περίοδο, από την απαίτηση να έχουν διεθνώς αναγνωρισμένη πιστοποίηση, με τον όρο ότι η εγκατάσταση αποδεικνύει ότι έχει κινήσει και συνεχίζει τη διαδικασία πιστοποίησης σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, όπως τα σχετικά πρότυπα EN ISO για τη διαχείριση της ποιότητας ή την ασφάλεια των τροφίμων.

Άρθρο 16

Υπόδειγμα πιστοποιητικού για κρέας εκτρεφομένων μη κατοικιδίων οπληφόρων

Κατά παρέκκλιση από το παράρτημα Ι τμήμα IV κεφάλαιο VII μέρος A σημείο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, το υπόδειγμα πιστοποιητικού που προβλέπεται στο παράρτημα III της οδηγίας 91/495/ΕΟΚ μπορεί να χρησιμοποιείται για τη μεταφορά από την εγκατάσταση στο σφαγείο εκτρεφομένων μη κατοικιδίων οπληφόρων.

Άρθρο 17

Υγειονομικοί όροι εισαγωγής

Το κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004 δεν εφαρμόζεται στις εισαγωγές τροφίμων ζωικής προέλευσης για τις οποίες δεν έχουν θεσπιστεί εναρμονισμένοι υγειονομικοί όροι εισαγωγής, συμπεριλαμβανομένων καταλόγων τρίτων χωρών και μερών τρίτων χωρών καθώς και εγκαταστάσεων από όπου επιτρέπονται οι εισαγωγές.

Εν αναμονή της μελλοντικής εναρμόνισης της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με τις εισαγωγές των εν λόγω προϊόντων, οι εισαγωγές αυτές τηρούν τους υγειονομικούς όρους εισαγωγής του οικείου κράτους μέλους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 882/2004

Άρθρο 18

Διαπίστευση εργαστηρίων

α)

αποδεικνύει ότι έχει κινήσει και συνεχίζει τις απαραίτητες διαδικασίες διαπίστευσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004·

β)

παρέχει στην αρμόδια αρχή επαρκή εχέγγυα ότι θα αρχίσουν να εφαρμόζονται συστήματα ελέγχου της ποιότητας όσον αφορά τις αναλύσεις που διενεργεί για το σκοπό επίσημων ελέγχων έως την 1η Ιανουαρίου 2006.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 19

Αναθεώρηση

Οι μεταβατικές διατάξεις καθώς και οι σχετικοί όροι που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό μπορούν να επανεξεταστούν ανά πάσα στιγμή, με βάση την πείρα που θα έχει αποκτηθεί από την εφαρμογή αυτών των διατάξεων και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 853/2004, (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004.

Άρθρο 20

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004

Στο παράρτημα ΙΙ τμήμα I μέρος B σημείο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 853/2004, το τρίτο εδάφιο διαγράφεται.

Άρθρο 21

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004

Στο παράρτημα Ι τμήμα I κεφάλαιο ΙΙΙ σημείο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 854/2004, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται.

Άρθρο 22

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Δεκεμβρίου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 55· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 22.

(2)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 83.

(3)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 1· διορθώθηκε στην ΕΕ L 226 της 25.6.2004, σ. 3.

(5)  ΕΕ L 55 της 8.3.1971, σ. 23.

(6)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 41.

(7)  ΕΕ L 368 της 31.12.1994, σ. 10.

(8)  ΕΕ L 109 της 6.5.2000, σ. 29.

(9)  ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 33· διορθώθηκε από την ΕΕ L 195 της 2.6.2004, σ. 12.