|
ISSN 1725-2547 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
48ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
|
I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση |
Σελίδα |
|
|
|
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2096/2005 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2005, περί καθορισμού κοινών απαιτήσεων για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας ( 1 ) |
|
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
|
||
|
|
|
|
|
|
II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση |
|
|
|
|
Επιτροπή |
|
|
|
* |
Απόφαση της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2004, Άμεσα φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4746] ( 1 ) |
|
|
|
* |
|
|
|
Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση |
|
|
|
* |
||
|
|
* |
|
|
|
Διορθωτικά |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
|
EL |
Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2092/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του. |
|
(2) |
Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 21 Δεκεμβρίου 2005.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης
(1) ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 386/2005 (ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 3).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2005, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
|
(EUR/100 kg) |
||
|
Κωδικός ΣΟ |
Κωδικός τρίτης χώρας (1) |
Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή |
|
0702 00 00 |
052 |
74,1 |
|
204 |
51,6 |
|
|
212 |
87,2 |
|
|
999 |
71,0 |
|
|
0707 00 05 |
052 |
155,7 |
|
204 |
82,1 |
|
|
220 |
196,3 |
|
|
628 |
155,5 |
|
|
999 |
147,4 |
|
|
0709 90 70 |
052 |
149,3 |
|
204 |
110,0 |
|
|
999 |
129,7 |
|
|
0805 10 20 |
052 |
59,0 |
|
204 |
62,2 |
|
|
220 |
66,6 |
|
|
388 |
33,2 |
|
|
624 |
59,8 |
|
|
999 |
56,2 |
|
|
0805 20 10 |
052 |
59,8 |
|
204 |
59,3 |
|
|
999 |
59,6 |
|
|
0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90 |
052 |
77,0 |
|
220 |
36,8 |
|
|
400 |
81,3 |
|
|
464 |
143,2 |
|
|
624 |
79,1 |
|
|
999 |
83,5 |
|
|
0805 50 10 |
052 |
55,8 |
|
999 |
55,8 |
|
|
0808 10 80 |
096 |
18,3 |
|
400 |
86,7 |
|
|
404 |
95,4 |
|
|
720 |
69,0 |
|
|
999 |
67,4 |
|
|
0808 20 50 |
052 |
138,4 |
|
400 |
99,6 |
|
|
720 |
42,4 |
|
|
999 |
93,5 |
|
(1) Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 750/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 126 της 19.5.2005, σ. 12). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/3 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2093/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για την έναρξη διαγωνισμού για τη μείωση των δασμών κατά την εισαγωγή στην Ισπανία αραβοσίτου προελεύσεως τρίτων χωρών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Δυνάμει των διεθνών υποχρεώσεων της Κοινότητας στα πλαίσια των πολυμερών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης (2), η Κοινότητα ανέλαβε την υποχρέωση να εισαγάγει στην Ισπανία ορισμένη ποσότητα αραβοσίτου. |
|
(2) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1839/95 της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 1995, για τη θέσπιση των λεπτομερειών εφαρμογής των δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή αραβοσίτου και σόργου στην Ισπανία και αραβοσίτου στην Πορτογαλία (3), έχει καθορίσει ειδικές συμπληρωματικές λεπτομέρειες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του διαγωνισμού. |
|
(3) |
Έχοντας υπόψη το σημερινό ρυθμό των εισαγωγών αραβοσίτου στην Ισπανία, θα πρέπει να προκηρυχθεί διαγωνισμός για εισαγωγές με μειωμένο δασμό αραβοσίτου. |
|
(4) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
1. Διεξάγεται διαγωνισμός για τη μείωση του δασμού που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 για την εισαγωγή αραβοσίτου στην Ισπανία.
2. Εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1839/95.
Άρθρο 2
Ο διαγωνισμός διαρκεί μέχρι τις 29 Ιουνίου 2006. Κατά τη διάρκειά του πραγματοποιούνται εβδομαδιαίοι διαγωνισμοί για τους οποίους οι ποσότητες και οι ημερομηνίες υποβολής των προσφορών καθορίζονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.
Άρθρο 3
Τα πιστοποιητικά εισαγωγής που εκδίδονται στο πλαίσιο του παρόντος διαγωνισμού ισχύουν 50 ημέρες από την ημερομηνία της πραγματικής εκδόσεώς τους, κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1839/95.
Άρθρο 4
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Mariann FISCHER BOEL
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1154/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 187 της 19.7.2005, σ. 11).
(2) EE L 336 της 23.12.1994, σ. 22.
(3) ΕΕ L 177 της 28.7.1995, σ. 4· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1558/2005 (ΕΕ L 249 της 24.9.2005, σ. 6).
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/4 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2094/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
σχετικά με την έναρξη διαγωνισμού για τη μείωση του δασμού κατά την εισαγωγή στην Ισπανία σόργου προελεύσεως τρίτων χωρών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Δυνάμει των διεθνών υποχρεώσεων της Κοινότητας στα πλαίσια των πολυμερών διαπραγματεύσεων του γύρου της Ουρουγουάης (2), η Κοινότητα ανέλαβε την υποχρέωση να εισαγάγει στην Ισπανία ορισμένη ποσότητα σόργου. |
|
(2) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1839/95 της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 1995, για τη θέσπιση των λεπτομερειών εφαρμογής των δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή αραβοσίτου και σόργου στην Ισπανία και αραβοσίτου στην Πορτογαλία (3), έχει καθορίσει ειδικές λεπτομέρειες που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή των διαγωνισμών αυτών. |
|
(3) |
Λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων αναγκών της αγοράς στην Ισπανία, πρέπει να προκηρυχθεί διαγωνισμός για τη μείωση του δασμού κατά την εισαγωγή σόργου. |
|
(4) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2286/2002 του Συμβουλίου, της 10ης Δεκεμβρίου 2002, για το καθεστώς των γεωργικών προϊόντων και των προϊόντων μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, καταγωγής κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1706/98 (4), προβλέπει, ιδίως, μείωση κατά 60 % του δασμού που εφαρμόζεται στο σόργο, εντός του ορίου της ποσόστωσης των 100 000 τόνων ανά ημερολογιακό έτος και κατά 50 % πέραν της ποσόστωσης αυτής. Η σώρευση αυτού του πλεονεκτήματος και του πλεονεκτήματος που προκύπτει από τη μείωση του δασμού κατά την εισαγωγή δύναται να διαταράξει την ισπανική αγορά σιτηρών. Είναι συνεπώς σκόπιμο να αποκλεισθεί αυτή η σώρευση. |
|
(5) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
1. Διεξάγεται διαγωνισμός για τη μείωση του δασμού που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 για την εισαγωγή σόργου στην Ισπανία.
2. Εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1839/95.
3. Στο πλαίσιο του διαγωνισμού, δεν εφαρμόζεται η μείωση του δασμού κατά την εισαγωγή σόργου που προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2286/2002.
Άρθρο 2
Ο διαγωνισμός διαρκεί έως τις 29 Ιουνίου 2006. Κατά τη διάρκειά του πραγματοποιούνται εβδομαδιαίοι διαγωνισμοί για τους οποίους οι ποσότητες και οι ημερομηνίες υποβολής των προσφορών καθορίζονται με προκήρυξη του διαγωνισμού.
Άρθρο 3
Τα πιστοποιητικά εισαγωγής που εκδίδονται στο πλαίσιο του διαγωνισμού ισχύουν 50 ημέρες από την ημερομηνία έκδοσής τους, κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1839/95.
Άρθρο 4
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Mariann FISCHER BOEL
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1154/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 187 της 19.7.2005, σ. 11).
(2) ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 22.
(3) ΕΕ L 177 της 28.7.1995, σ. 4· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1558/2005 (ΕΕ L 249 της 24.9.2005, σ. 6).
(4) ΕΕ L 348 της 21.12.2002, σ. 5.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/6 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2095/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για τη θέσπιση των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92 του Συμβουλίου όσον αφορά την κοινοποίηση στοιχείων στον τομέα του καπνού
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1992, για την κοινή οργάνωση αγοράς του ακατέργαστου καπνού (1), και ιδίως το άρθρο 21,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Για να μπορέσει η Επιτροπή να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στην αγορά στον τομέα του ακατέργαστου καπνού που διέπεται από την κοινή οργάνωση αγοράς η οποία θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιούν τα απαραίτητα στοιχεία. |
|
(2) |
Προς το σκοπό αυτό, θεσπίστηκε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 604/2004 της Επιτροπής, της 29ης Μαρτίου 2004, όσον αφορά την κοινοποίηση στοιχείων στον τομέα του καπνού, αρχής γενομένης από τη συγκομιδή 2000 (2). |
|
(3) |
Τα στοιχεία που κοινοποιούνται πρέπει να παρέχουν μία γενική εικόνα της κοινοτικής αγοράς καπνού στο σύνολό της και πρέπει ιδίως να λαμβάνουν υπόψη τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργού (3), και τις λεπτομέρειες εφαρμογής του. |
|
(4) |
Με στόχο την αποτελεσματική διαχείριση κρίνεται σκόπιμο τα στοιχεία που κοινοποιούνται να συγκεντρώνονται ανά ομάδα ποικιλίας καπνού και να καθορίζονται οι προθεσμίες για την υποβολή τους. |
|
(5) |
Ως εκ τούτου, πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως οι διατάξεις σχετικά με τα στοιχεία που κοινοποιούνται. |
|
(6) |
Για λόγους σαφήνειας και εξορθολογισμού, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 604/2004 πρέπει να καταργηθεί και αντικατασταθεί από ένα νέο κανονισμό. |
|
(7) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης καπνού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Για κάθε συγκομιδή, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ηλεκτρονικώς τα στοιχεία που αναφέρονται στα παραρτήματα IA, IB, II και III, εντός των καθορισμένων προθεσμιών.
Άρθρο 2
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλιστεί ότι οι σχετικοί οικονομικοί φορείς παρέχουν τα απαιτούμενα στοιχεία εντός των καθορισμένων προθεσμιών.
Άρθρο 3
1. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 604/2004 καταργείται.
Ωστόσο, συνεχίζει να ισχύει για τις κοινοποιήσεις που αφορούν τη συγκομιδή 2005.
2. Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος IV.
Άρθρο 4
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2006.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Mariann FISCHER BOEL
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 215 της 30.7.1992, σ. 70· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1679/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 271 της 15.10.2005, σ. 1).
(2) ΕΕ L 97 της 1.4.2004, σ. 34.
(3) ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 118/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 24 της 27.1.2005, σ. 15).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IA
Στοιχεία που κοινοποιούνται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 31 Ιουλίου του αντίστοιχου έτους συγκομιδής
|
|
Συγκομιδή: … |
|
|
Κράτος μέλος που υποβάλλει τη δήλωση: … |
|
|
Συνολικός αριθμός παραγωγών: … |
|
|
Συνολικός αριθμός πρώτων μεταποιητών: … |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IB
Στοιχεία που κοινοποιούνται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 31 Ιουλίου του σχετικού έτους συγκομιδής
|
|
Συγκομιδή: … |
|
|
Κράτος μέλος που υποβάλλει τη δήλωση: … |
|
|
Ομάδα ποικιλιών: … |
|
|
Κράτος μέλος παραγωγής (που υποβάλλει τη δήλωση) |
Κράτος μέλος παραγωγής Όνομα: |
Κράτος μέλος παραγωγής Όνομα: |
Κράτος μέλος παραγωγής Όνομα: |
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
(1) Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το εθνικό τους νόμισμα εφαρμόζουν την ισοτιμία της 1ης Ιανουαρίου του έτους συγκομιδής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Στοιχεία που κοινοποιούνται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου του έτους που έπεται του σχετικού έτους συγκομιδής
Σωρευτικά στοιχεία για τη σχετική συγκομιδή
|
|
Συγκομιδή: … |
|
|
Κράτος μέλος που υποβάλλει τη δήλωση: … |
|
|
Ομάδα ποικιλιών: … |
|
|
Κράτος μέλος παραγωγής (που υποβάλλει τη δήλωση) |
Κράτος μέλος παραγωγής Όνομα: |
Κράτος μέλος παραγωγής Όνομα: |
Κράτος μέλος παραγωγής Όνομα: |
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
||
|
|
|
|
|
(1) Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν το εθνικό τους νόμισμα εφαρμόζουν την ισοτιμία της 1 ης Ιανουαρίου του έτους συγκομιδής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
Στοιχεία που κοινοποιούνται στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 31 Ιουλίου του έτους που έπεται του έτους συγκομιδής
Εξέλιξη των αποθεμάτων (σε τόνους) που κρατούνται από τους πρώτους μεταποιητές
|
|
Κράτος μέλος που υποβάλλει τη δήλωση: … |
|
|
Ημερομηνία της δήλωσης: … |
|
Ομάδα ποικιλιών |
Σχετική συγκομιδή |
Ποσότητες που διατέθηκαν στην κοινοτική αγορά κατά την προηγούμενη περίοδο εμπορίας (1) |
Ποσότητες που διατέθηκαν στις αγορές τρίτων χωρών κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου εμπορίας (1) |
Κατάσταση των αποθεμάτων την τελευταία ημέρα της προηγούμενης περιόδου εμπορίας (1) |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
(1) Η περίοδος εμπορίας θεωρείται ότι αρχίζει την 1η Ιουλίου του έτους της συγκομιδής και λήγει στις 30 Ιουνίου του έτους που έπεται εκείνου της συγκομιδής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
Πίνακας αντιστοιχίας
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 604/2004 |
Ο παρών κανονισμός |
|
Άρθρα 1 και 2 |
Άρθρα 1 και 2 |
|
Άρθρο 3 |
— |
|
Άρθρο 4 |
Άρθρο 3 |
|
Άρθρο 5 |
Άρθρο 4 |
|
Παραρτήματα I, II και III |
Παραρτήματα IB, II και III |
|
— |
Παράρτημα IA |
|
Παράρτημα IV |
— |
|
Παράρτημα V |
Παράρτημα IV |
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/13 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2096/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
περί καθορισμού κοινών απαιτήσεων για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για την παροχή υπηρεσιών») (1), και ιδίως τα άρθρα 4 και 6,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004 η Επιτροπή καλείται να θεσπίσει κοινές απαιτήσεις για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε ολόκληρη την Κοινότητα. Ο κανονισμός, λόγω της άμεσης ισχύος του, αποτελεί την καταλληλότερη προς το σκοπό αυτό νομοθετική πράξη. |
|
(2) |
Η παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας εντός της Κοινότητας πρέπει να υπόκειται σε πιστοποίηση εκ μέρους των κρατών μελών. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι πληρούν τις κοινές απαιτήσεις λαμβάνουν πιστοποιητικό σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι μπορούν να λειτουργούν χωρίς πιστοποιητικό επιδιώκουν την εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής συμμόρφωσης με τις κοινές απαιτήσεις, στο βαθμό που τους επιτρέπει το νομικό τους καθεστώς. |
|
(3) |
Η εφαρμογή των κοινών απαιτήσεων που πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 δεν πρέπει να θίγει την κυριαρχία των κρατών μελών στον εναέριο χώρο τους και τις απαιτήσεις των κρατών μελών σχετικά με τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια και τα θέματα άμυνας, όπως ορίζει το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (2). Οι κοινές απαιτήσεις δεν πρέπει να καλύπτουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη στρατιωτική εκπαίδευση σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004. |
|
(4) |
Ο ορισμός των κοινών απαιτήσεων για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη το νομικό καθεστώς των φορέων παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας στα κράτη μέλη. Επιπλέον, όταν ένας οργανισμός ασκεί δραστηριότητες διαφορετικές από την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι κοινές απαιτήσεις που πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 δεν ισχύουν για τις διαφορετικές αυτές δραστηριότητες και για τους πόρους που διατίθενται σε δραστηριότητες εκτός της παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, εκτός εάν υπάρχει πρόβλεψη περί του αντιθέτου. |
|
(5) |
Η εφαρμογή των κοινών απαιτήσεων στους φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να είναι ανάλογη των κινδύνων που συνδέονται με τις ιδιαιτερότητες κάθε υπηρεσίας, όπως ο αριθμός ή και η φύση και τα χαρακτηριστικά των κινήσεων που αποτελούν αντικείμενο χειρισμού. Στην περίπτωση που ορισμένοι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας επιλέξουν να μην κάνουν χρήση της δυνατότητας παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών και, κατά συνέπεια, να παραιτηθούν από το δικαίωμα αμοιβαίας αναγνώρισης εντός του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, η αρμόδια εθνική εποπτική αρχή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να επιτρέπει στους παρόχους αυτούς να συμμορφώνονται με ανάλογο τρόπο με ορισμένες γενικές απαιτήσεις σχετικά με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας και ορισμένες ειδικές απαιτήσεις για την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας. Ως εκ τούτου, οι όροι που συνδέονται με τη χορήγηση πιστοποιητικού πρέπει να αντικατοπτρίζουν τη φύση και την έκταση της παρέκκλισης. |
|
(6) |
Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία του συστήματος πιστοποίησης, τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν στην Επιτροπή όλες τις συναφείς πληροφορίες για τις παρεκκλίσεις που έχουν χορηγηθεί από την εθνική εποπτική αρχή τους στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεών τους. |
|
(7) |
Τα διάφορα είδη υπηρεσιών αεροναυτιλίας δεν υπόκεινται αναγκαστικά στις ίδιες απαιτήσεις. Είναι συνεπώς αναγκαίο να προσαρμοστούν οι κοινές απαιτήσεις στα ιδιαίτερα στοιχεία κάθε είδους υπηρεσίας. |
|
(8) |
Το βάρος της απόδειξης συμμόρφωσης πρέπει να φέρουν οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας για την περίοδο ισχύος του πιστοποιητικού και για όλες τις καλυπτόμενες υπηρεσίες. |
|
(9) |
Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των κοινών απαιτήσεων, χρειάζεται να θεσπιστεί σύστημα τακτικής εποπτείας και ελέγχου της συμμόρφωσης με τις εν λόγω κοινές απαιτήσεις και τους όρους που προσδιορίζονται στο πιστοποιητικό. Η εθνική εποπτική αρχή πρέπει να εξετάζει την καταλληλότητα ενός παρόχου πριν από την έκδοση πιστοποιητικού και να αξιολογεί σε ετήσια βάση τη συνεχιζόμενη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας που έχει πιστοποιήσει. Πρέπει, επομένως, να καταρτίζει και να ενημερώνει ετησίως ενδεικτικό πρόγραμμα επιθεώρησης που να καλύπτει όλους τους παρόχους τους οποίους έχει πιστοποιήσει με βάση την αξιολόγηση των κινδύνων. Το πρόγραμμα πρέπει να επιτρέπει την επιθεώρηση όλων των συναφών τμημάτων των φορέων παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε εύλογο χρονικό πλαίσιο. Κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των ορισθέντων παρόχων υπηρεσιών εναερίου κυκλοφορίας και μετεωρολογικών υπηρεσιών, η εθνική εποπτική αρχή πρέπει να έχει το δικαίωμα να ελέγχει τις συναφείς απαιτήσεις που απορρέουν από διεθνείς υποχρεώσεις του συγκεκριμένου κράτους μέλους. |
|
(10) |
Οι αξιολογήσεις των εθνικών εποπτικών αρχών από ομοτίμους πρέπει να προάγουν την κοινή προσέγγιση ως προς την εποπτεία των φορέων παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε ολόκληρη την Κοινότητα. Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, πρέπει να οργανώσει τις εν λόγω αξιολογήσεις από ομότιμους, οι οποίες πρέπει να συντονιστούν με τις δραστηριότητες που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος παρακολούθησης και στήριξης της εφαρμογής των ρυθμιστικών απαιτήσεων ασφαλείας του Eurocontrol (ESARR Implementation Monitoring and Support programme – ESIMS) και του παγκόσμιου προγράμματος αναβάθμισης του επιπέδου ασφαλείας των πτήσεων (Universal Safety Oversight Audit Programme - USOAP) της Διεθνούς Οργάνωσης Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO). Με τον τρόπο αυτό θα αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των εργασιών. Για να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή εμπειρίας και ορθών πρακτικών στη διάρκεια αξιολόγησης από ομοτίμους, οι εθνικοί εμπειρογνώμονες πρέπει κατά προτίμηση να προέρχονται από εθνική εποπτική αρχή ή κάποιον αναγνωρισμένο οργανισμό. |
|
(11) |
Eurocontrol έχει αναπτύξει ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφαλείας («ESARRs»), οι οποίες έχουν ύψιστη σημασία για την ασφαλή παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004, η Επιτροπή πρέπει να προσδιορίσει και να εγκρίνει τις συναφείς διατάξεις της ESARR 3 σχετικά με τη χρήση συστημάτων διαχείρισης της ασφάλειας εκ μέρους φορέων παροχής υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (air traffic management — «ATM»), της ESARR 4 για την αξιολόγηση και τη μείωση της επικινδυνότητας στην ATM και της ESARR 5 για το προσωπικό των υπηρεσιών ΑΤΜ, απαιτήσεις που εφαρμόζονται στο τεχνικό προσωπικό που ασκεί επιχειρησιακά καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια. Βάσει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για κοινοτική άδεια ελεγκτή εναέριας κυκλοφορίας (3), η οποία καλύπτει τις διατάξεις της ESARR 5 για τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας. Ως εκ τούτου, δεν κρίνεται κατάλληλη η επανάληψη των διατάξεων αυτών στον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, πρέπει να περιληφθούν διατάξεις που να απαιτούν από την εθνική εποπτική αρχή να ελέγχει κατά πόσον το προσωπικό ενός φορέα παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, ειδικότερα δε οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, έχει λάβει σχετική άδεια, εφόσον απαιτείται. |
|
(12) |
Ομοίως δεν κρίνεται κατάλληλη η επανάληψη της ESARR 2 για την αναφορά και αξιολόγηση περιστατικών ασφαλείας στην ATM η οποία καλύπτεται από την οδηγία 94/56/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 1994, για τη θέσπιση των βασικών αρχών που διέπουν τις έρευνες ατυχημάτων και συμβάντων πολιτικής αεροπορίας (4), και την οδηγία 2003/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2003, για την αναφορά περιστατικών στην πολιτική αεροπορία (5). Ωστόσο, πρέπει να εισαχθούν νέες διατάξεις για τα περιστατικά που αφορούν την ασφάλεια που θα απαιτούν από την εθνική εποπτική αρχή να ελέγχει κατά πόσον ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας καθώς και ο πάροχος υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης και επιτήρησης ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις για την κάλυψη της αναφοράς και αξιολόγησης τέτοιων περιστατικών. Οι σχετικές διατάξεις της ESARR 1 για την επιτήρηση της ασφαλείας στην ATM και της ESARR 6 για το λογισμικό σε συστήματα ATM πρέπει να εντοπιστούν και να εγκριθούν με χωριστή κοινοτική πράξη. |
|
(13) |
Πρέπει να αναγνωρισθεί ειδικότερα ότι, πρώτον, η διαχείριση της ασφάλειας αποτελεί, στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, τη λειτουργία εκείνη η οποία εγγυάται ότι έχουν εντοπιστεί, αξιολογηθεί και μειωθεί σε ικανοποιητικό βαθμό όλοι οι κίνδυνοι ασφάλειας και ότι, δεύτερον, μία επίσημη και συστηματική προσέγγιση της διαχείρισης της ασφάλειας θα μεγιστοποιήσει κατά τρόπο ορατό και αναγνωρίσιμο τα οφέλη στον εν λόγω τομέα. Η Επιτροπή πρέπει να επικαιροποιήσει και να προσδιορίσει περαιτέρω τις απαιτήσεις ασφάλειας που εφαρμόζονται στις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, προκειμένου να εξασφαλίσει το υψηλότερο δυνατό επίπεδο ασφάλειας χωρίς να θίγεται, στο συγκεκριμένο τομέα, ο μελλοντικός ρόλος που θα ανατεθεί στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας. |
|
(14) |
Οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να λειτουργούν σύμφωνα με τα σχετικά πρότυπα του ICAO. Για να διευκολυνθεί η διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με τον Eurocontrol, πρέπει να καταβάλλουν προσπάθειες ελαχιστοποίησης των διαφορών που γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη στην εφαρμογή των προτύπων του ICAO στον τομέα των υπηρεσιών αεροναυτιλίας, προκειμένου να προκύψει μία κοινή δέσμη προτύπων μεταξύ των κρατών μελών στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού ειδικότερα, με σκοπό να αναπτυχθούν κοινοί κανόνες εναέριας κυκλοφορίας. |
|
(15) |
Οι διάφορες εθνικές ρυθμίσεις σχετικά με την ευθύνη δεν πρέπει να εμποδίζουν τους φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας να συνάπτουν συμφωνίες για τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών, από τη στιγμή που έχουν θεσπίσει διατάξεις για την κάλυψη ζημιών που προκύπτουν από υποχρεώσεις τις οποίες υπέχουν βάσει του ισχύοντος δικαίου. Η χρησιμοποιούμενη μέθοδος πρέπει να ακολουθεί τις εθνικές νομικές απαιτήσεις. Τα κράτη μέλη τα οποία επιτρέπουν την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας χωρίς πιστοποίηση σε ολόκληρο ή σε μέρος του εναέριου χώρου που εμπίπτει στη δικαιοδοσία τους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004, πρέπει να καλύπτουν την ευθύνη των εν λόγω παρόχων. |
|
(16) |
Μολονότι η ESARR 4 ορίζει μία μέγιστη ανεκτή πιθανότητα για ΑΤΜ που συμβάλλει άμεσα σε ατυχήματα στην περιοχή της ECAC, οι μέγιστες ανεκτές πιθανότητες για όλες τις εναπομένουσες κατηγορίες σοβαρότητας δεν έχουν ακόμα καθοριστεί. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή, σε συνεργασία με τον Eurocontrol, πρέπει να ολοκληρώσουν και να επικαιροποιήσουν τις πιθανότητες αυτές και να αναπτύξουν μηχανισμούς εφαρμογής τους σε διαφορετικές συνθήκες. |
|
(17) |
Τα μέτρα που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής για τον ενιαίο ουρανό, που συστάθηκε με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής
Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις κοινές απαιτήσεις για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας. Ωστόσο, πλην αντιθέτου ρυθμίσεως στα παραρτήματα Ι ή ΙΙ, οι εν λόγω κοινές απαιτήσεις δεν εφαρμόζονται:
|
α) |
σε δραστηριότητες φορέων παροχής υπηρεσιών διαφορετικές της παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας· |
|
β) |
στους πόρους που διατίθενται για δραστηριότητες εκτός της παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας. |
Ο παρών κανονισμός προσδιορίζει και θεσπίζει τις υποχρεωτικές διατάξεις των ακόλουθων ρυθμιστικών απαιτήσεων ασφαλείας (ESARRs) οι οποίες είναι συναφείς με την πιστοποίηση των φορέων παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας:
|
α) |
ESARR 3 για την χρήση συστημάτων διαχείρισης της ασφάλειας από παρόχους υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας («ATM»), που εκδόθηκε στις 17 Ιουλίου 2000· |
|
β) |
ESARR 4 για την αξιολόγηση και τη μείωση της επικινδυνότητας στην ATM, που εκδόθηκε στις 5 Απριλίου 2001· |
|
γ) |
ESARR 5 σχετικά με το προσωπικό των υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, απαιτήσεις για το τεχνικό προσωπικό που ασκεί καθήκοντα σχετικά με την επιχειρησιακή ασφάλεια, που εκδόθηκε στις 11 Απριλίου 2002. |
Άρθρο 2
Ορισμοί
1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που περιέχονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004.
2. Επιπλέον των ορισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ισχύουν και οι ακόλουθοι ορισμοί:
|
α) |
«εναέρια εργασία» είναι η πτητική λειτουργία αεροσκάφους, στην οποία αυτό χρησιμοποιείται για εξειδικευμένες υπηρεσίες όπως στη γεωργία, τις κατασκευές, τη φωτογράφηση, την επόπτευση, την παρατήρηση και περιπολία, την αναζήτηση και διάσωση ή την εναέρια διαφήμιση· |
|
β) |
«εμπορικές αερομεταφορές» είναι οιαδήποτε πτητική λειτουργία του αεροσκάφους, η οποία περιλαμβάνει μεταφορές επιβατών, εμπορευμάτων ή ταχυδρομείου επ’ αμοιβή ή με εκμίσθωση· |
|
γ) |
«λειτουργικό σύστημα» σημαίνει το συνδυασμό συστημάτων, διαδικασιών και ανθρώπινων πόρων που έχουν οργανωθεί προκειμένου να επιτελέσουν μία λειτουργία στο πλαίσιο της ΑΤΜ· |
|
δ) |
«γενική αεροπλοΐα» σημαίνει οιαδήποτε πτητική λειτουργία πολιτικού αεροσκάφους πλην των εμπορικών αερομεταφορών και των εναέριων εργασιών· |
|
ε) |
«εθνική εποπτική αρχή» σημαίνει το φορέα ή τους φορείς που ορίζονται ή ιδρύονται από τα κράτη μέλη ως εθνική εποπτική αρχή σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004· |
|
στ) |
«κίνδυνος» σημαίνει οιαδήποτε κατάσταση, συμβάν ή περίσταση που μπορεί να προκαλέσει ατύχημα· |
|
ζ) |
«οργανισμός πτητικής εκμετάλλευσης» σημαίνει τον οργανισμό που είναι υπεύθυνος για την παροχή μηχανολογικών και τεχνικών υπηρεσιών υποστήριξης της εναέριας κυκλοφορίας, υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης· |
|
η) |
«επικινδυνότητα» σημαίνει το συνδυασμό της συνολικής πιθανότητας ή συχνότητας εμφάνισης ζημιογόνου αποτελέσματος που προκαλείται από έναν κίνδυνο και της σοβαρότητας του αποτελέσματος αυτού· |
|
θ) |
«εγγύηση της ασφάλειας» σημαίνει όλες τις προγραμματισμένες και συστηματικές ενέργειες που είναι αναγκαίες για να υπάρξει επαρκής εμπιστοσύνη ότι κάποιο προϊόν, υπηρεσία, οργάνωση ή λειτουργικό σύστημα επιτυγχάνει αποδεκτά ή ανεκτά επίπεδα ασφαλείας· |
|
ι) |
«στόχος ασφαλείας» σημαίνει την ποιοτική ή ποσοτική ανάλυση η οποία ορίζει τη μέγιστη συχνότητα ή πιθανότητα με την οποία αναμένεται να εμφανιστεί ένας κίνδυνος· |
|
ια) |
«απαίτηση ασφαλείας» σημαίνει το μέσον μείωσης της επικινδυνότητας, το οποίο καθορίζεται από τη στρατηγική μείωσης της επικινδυνότητας και επιτυγχάνει ένα συγκεκριμένο στόχο ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των οργανωτικών, επιχειρησιακών, διαδικαστικών και λειτουργικών απαιτήσεων, των απαιτήσεων επίδοσης και διαλειτουργικότητας ή των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών· |
|
ιβ) |
«υπηρεσίες» σημαίνει είτε μία υπηρεσία αεροναυτιλίας είτε μία δέσμη υπηρεσιών αεροναυτιλίας. |
3. O όρος «φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας» νοείται ως περικλείων έναν οργανισμό που έχει υποβάλει αίτηση ή έχει λάβει πιστοποιητικό παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας.
Άρθρο 3
Χορήγηση πιστοποιητικών
1. Προκειμένου να λάβουν το πιστοποιητικό που είναι αναγκαίο για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας, και με την επιφύλαξη του άρθρου 7 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να πληρούν τις γενικές κοινές απαιτήσεις που παρατίθενται στο παράρτημα Ι καθώς και τις ειδικές συμπληρωματικές απαιτήσεις που παρατίθενται στα παραρτήματα II έως V του παρόντος κανονισμού ανάλογα με τον τύπο της υπηρεσίας που παρέχουν, λαμβανομένων υπόψη των παρεκκλίσεων βάσει του άρθρου 4.
2. Η εθνική εποπτική αρχή εξετάζει τη συμμόρφωση του φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας με τις κοινές απαιτήσεις πριν του εκδώσει πιστοποιητικό.
3. Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας συμμορφώνεται με τις κοινές απαιτήσεις το αργότερο έως την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004.
Άρθρο 4
Παρεκκλίσεις
1. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 3 παράγραφος 1, ορισμένοι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας μπορούν να επιλέξουν να μην κάνουν χρήση της δυνατότητας παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών και να παραιτηθούν από το δικαίωμα αμοιβαίας αναγνώρισης εντός του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού.
Μπορούν, κάτω από τις περιστάσεις αυτές, να υποβάλουν αίτηση πιστοποιητικού το οποίο να περιορίζεται στον εναέριο χώρο που υπάγεται στη δικαιοδοσία του κράτους μέλους που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004.
Τέτοιου είδους αίτηση μπορούν να υποβάλουν οι φορείς παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας που παρέχουν ή σχεδιάζουν να παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές μόνον όσον αφορά μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω κατηγορίες:
|
α) |
γενική αεροπλοΐα· |
|
β) |
εναέριες εργασίες· |
|
γ) |
εμπορικές αεροπορικές μεταφορές με αεροσκάφη μέγιστης μάζας απογείωσης κάτω των 10 τόνων ή αεροσκάφη κάτω των 20 θέσεων επιβατών· |
|
δ) |
εμπορικές αεροπορικές μεταφορές με λιγότερες των 10 000 κινήσεις ετησίως, ανεξάρτητα από τη μέγιστη μάζα απογείωσης και του αριθμού των θέσεων επιβατών· ο αριθμός των κινήσεων υπολογίζεται ως το άθροισμα των απογειώσεων και προσγειώσεων και συνιστά το μέσο όρο των τριών προηγούμενων ετών. |
Για να υποβάλει τέτοιου είδους αίτηση, ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, πλην των φορέων παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, πρέπει να έχει ετήσιο μεικτό κύκλο εργασιών 1 000 000 ευρώ ή λιγότερο σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχει ή σχεδιάζει να παρέχει.
Εάν, για αντικειμενικά πρακτικούς λόγους, κάποιος φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας δεν είναι σε θέση να παρέχει αποδείξεις ότι πληροί τα κριτήρια αυτά, η εθνική εποπτική αρχή μπορεί να δεχθεί ανάλογα στοιχεία ή προβλέψεις σε σχέση με τα ανώτατα όρια που ορίζονται στο τρίτο και τέταρτο εδάφιο.
Κατά την υποβολή τέτοιας αίτησης, ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας υποβάλλει συγχρόνως στην εθνική εποπτική αρχή τις σχετικές αποδείξεις όσον αφορά τα κριτήρια επιλεξιμότητας.
2. Η εθνική εποπτική αρχή δύναται να παρέχει ειδικές παρεκκλίσεις σε αιτούντες, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια της παραγράφου 1, ανάλογες προς τη συμβολή τους στη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που υπάγεται στη δικαιοδοσία του κράτους μέλους.
Οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να συνδέονται μόνο με τις απαιτήσεις του παραρτήματος Ι, με τις ακόλουθες εξαιρέσεις:
|
α) |
μέρος 1, τεχνική και επιχειρησιακή επάρκεια και ικανότητα· |
|
β) |
μέρος 3.1, διαχείριση της ασφάλειας· |
|
γ) |
μέρος 5, ανθρώπινοι πόροι· |
|
δ) |
μέρος 8.1, ανοικτή και διαφανής παροχή υπηρεσιών. |
3. Εκτός από τις παρεκκλίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η εθνική εποπτική αρχή δύναται να χορηγεί παρεκκλίσεις σε αιτούντες, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες πληροφοριών σε αεροδρόμια καλύπτοντας σε τακτική βάση όχι περισσότερες από μια θέσεις εργασίας σε οιοδήποτε αεροδρόμιο. Αυτό πρέπει να γίνεται κατά τρόπο ανάλογο προς την συμβολή των αιτούντων στη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο που υπάγεται στην αρμοδιότητα του κράτους μέλους.
Οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να συνδέονται μόνο με τις ακόλουθες απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙ μέρος 3:
|
α) |
ευθύνη διαχείρισης της ασφάλειας καθώς και εξωτερικές υπηρεσίες και παροχές (σύμφωνα με το μέρος 3.1.2)· |
|
β) |
μελέτες ασφαλείας (στο μέρος 3.1.3)· |
|
γ) |
απαιτήσεις ασφαλείας για την αξιολόγηση και τη μείωση της επικινδυνότητας όσον αφορά τις αλλαγές (μέρος 3.2). |
4. Καμία παρέκκλιση δεν θα χορηγείται από τις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα III, IV ή V.
5. Σε συμφωνία με το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, η εθνική εποπτική αρχή:
|
α) |
προσδιορίζει τη φύση και την έκταση της παρέκκλισης στους όρους που προσαρτώνται στο πιστοποιητικό, αναφέροντας τη νομική βάση· |
|
β) |
περιορίζει τη χρονική περίοδο ισχύος του πιστοποιητικού, και |
|
γ) |
παρακολουθεί κατά πόσον οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξακολουθούν να πληρούν τις προϋποθέσεις για την παρέκκλιση. |
Άρθρο 5
Απόδειξη της συμμόρφωσης
1. Εφόσον ζητηθεί από την εθνική εποπτική αρχή, ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας υποβάλλει όλα τα συναφή στοιχεία προκειμένου να αποδείξει τη συμμόρφωσή του με τις ισχύουσες κοινές απαιτήσεις. Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας μπορεί να κάνει πλήρη χρήση των υφιστάμενων δεδομένων.
2. Ο πιστοποιημένος φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας γνωστοποιεί στην εθνική εποπτική αρχή τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στην παροχή υπηρεσιών οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν τη συμμόρφωσή του με τις ισχύουσες κοινές απαιτήσεις ή με τους όρους που προσαρτώνται στο πιστοποιητικό.
3. Ο πιστοποιημένος φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας κοινοποιεί στην εθνική εποπτική αρχή τις προγραμματιζόμενες από πλευράς ασφαλείας αλλαγές στην παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας.
4. Εάν κάποιος πιστοποιημένος φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας δεν συμμορφώνεται πλέον με τις ισχύουσες κοινές απαιτήσεις ή με τους όρους που προσαρτώνται στο πιστοποιητικό, η αρμόδια εποπτική αρχή λαμβάνει απόφαση εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Με την απόφαση αυτή, η εθνική εποπτική αρχή απαιτεί από τον φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας να λάβει τα απαιτούμενα διορθωτικά μέτρα.
Η απόφαση κοινοποιείται άμεσα στον ενδιαφερόμενο φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας.
Η εθνική εποπτική αρχή ελέγχει την εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων πριν από την κοινοποίηση της έγκρισής της στο σχετικό φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας. Εάν η εθνική εποπτική αρχή θεωρεί ότι τα διορθωτικά μέτρα δεν έχουν εφαρμοστεί καταλλήλως εντός του συμφωνηθέντος χρονοδιαγράμματος, λαμβάνει τα ενδεδειγμένα εκτελεστικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί η συνέχεια των υπηρεσιών.
Άρθρο 6
Διευκόλυνση του ελέγχου συμμόρφωσης
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας διευκολύνουν τις επιθεωρήσεις και έρευνες από την εθνική εποπτική αρχή ή από αναγνωρισμένο οργανισμό ο οποίος ενεργεί εξ ονόματος της τελευταίας, συμπεριλαμβανόμενων των επιτόπιων επιθεωρήσεων και επιθεωρήσεων χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση.
Τα εγκεκριμένα πρόσωπα εξουσιοδοτούνται να προβαίνουν στις ακόλουθες ενέργειες:
|
α) |
να εξετάζουν τα σχετικά αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες και οιαδήποτε άλλα στοιχεία συναφή με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας· |
|
β) |
να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω αρχείων, δεδομένων, διαδικασιών και λοιπής τεκμηρίωσης· |
|
γ) |
να ζητούν επιτόπιες προφορικές εξηγήσεις· |
|
δ) |
να έχουν πρόσβαση στις σχετικές εγκαταστάσεις, τους χώρους ή τα μέσα μεταφοράς. |
Οι εν λόγω επιθεωρήσεις και έρευνες διεξάγονται σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθούν.
Άρθρο 7
Διαρκής συμμόρφωση
Η εθνική εποπτική αρχή παρακολουθεί ετησίως, βάσει των στοιχείων που έχει στη διάθεσή της, τη διαρκή συμμόρφωση των φορέων παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας στους οποίους έχει χορηγήσει πιστοποιητικό.
Προς το σκοπό αυτό, η εθνική εποπτική αρχή καταρτίζει και επικαιροποιεί ετησίως ενδεικτικό πρόγραμμα επιθεωρήσεων, το οποίο καλύπτει όλους τους παρόχους στους οποίους έχει χορηγήσει πιστοποιητικό και βασίζεται στην αξιολόγηση των κινδύνων που συνδέονται με τις διάφορες λειτουργίες που συνιστούν τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Προβαίνει σε διαβουλεύσεις με τους οικείους φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας καθώς και με οιαδήποτε άλλη σχετική εθνική εποπτική αρχή, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, πριν από την κατάρτιση του εν λόγω προγράμματος.
Το πρόγραμμα αναφέρει την προβλεπόμενη συχνότητα επιθεωρήσεων των διαφόρων τοποθεσιών.
Άρθρο 8
Κανονισμός ασφαλείας για τους μηχανικούς και το τεχνικό προσωπικό
Όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης, η εθνική εποπτική αρχή, ή οιαδήποτε άλλη αρχή έχει υποδείξει κράτος μέλος για την εκπλήρωση του έργου αυτού:
|
α) |
εκδίδει τους ενδεδειγμένους κανόνες ασφαλείας για τους μηχανικούς και το τεχνικό προσωπικό που εκτελεί επιχειρησιακά καθήκοντα συνδεόμενα με την ασφάλεια· |
|
β) |
εξασφαλίζει επαρκή και κατάλληλο έλεγχο τήρησης των κανόνων ασφάλειας από τους μηχανικούς και το τεχνικό προσωπικό στους οποίους ο οργανισμός εκμετάλλευσης έχει αναθέσει επιχειρησιακά καθήκοντα που έχουν σχέση με την ασφάλεια· |
|
γ) |
λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, εφόσον υπάρχουν εύλογες αιτίες και μετά από δέουσα έρευνα, σε σχέση με τον οργανισμό εκμετάλλευσης ή/και τους μηχανικούς και το τεχνικό του προσωπικό που δεν τηρούν τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ μέρος 3.3· |
|
δ) |
εξακριβώνει ότι υφίστανται κατάλληλες μέθοδοι που να διασφαλίζουν ότι τα τρίτα μέρη τα οποία είναι επιφορτισμένα με την εκτέλεση επιχειρησιακών καθηκόντων συνδεόμενων με την ασφάλεια τηρούν τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ μέρος 3.3. |
Άρθρο 9
Διαδικασία αξιολόγησης από ομοτίμους
1. Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, οργανώνει αξιολόγηση από ομοτίμους των εθνικών εποπτικών αρχών σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 6.
2. Η διαδικασία αξιολόγησης πραγματοποιείται από ομάδα εθνικών εμπειρογνωμόνων. Η ομάδα απαρτίζεται από εμπειρογνώμονες οι οποίοι προέρχονται από τρία τουλάχιστον διαφορετικά κράτη μέλη. Οι εμπειρογνώμονες δεν συμμετέχουν σε διαδικασίες αξιολόγησης στο κράτος μέλος στο οποίο απασχολούνται. Η Επιτροπή συγκροτεί και διατηρεί ομάδα εθνικών εμπειρογνωμόνων που έχουν υποδείξει τα κράτη μέλη, η οποία καλύπτει όλες τις πτυχές των κοινών απαιτήσεων όπως απαριθμούνται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004.
3. Το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη διαδικασία αξιολόγησης ομοτίμων, η Επιτροπή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος και την οικεία εθνική εποπτική αρχή για την εν λόγω διαδικασία, για την ημερομηνία κατά την οποία προβλέπεται να λάβει χώρα και για την ταυτότητα των εμπειρογνωμόνων που συμμετέχουν σε αυτήν.
Τα κράτη μέλη, των οποίων η εθνική εποπτική αρχή αποτελεί αντικείμενο της αξιολόγησης, εγκρίνουν την ομάδα εμπειρογνωμόνων πριν από τη διενέργεια της αξιολόγησης.
4. Εντός τριών μηνών μετά την αξιολόγηση, η ομάδα αξιολόγησης συντάσσει, με συναινετική διαδικασία, έκθεση η οποία μπορεί να περιλαμβάνει συστάσεις. Η Επιτροπή συγκαλεί συνεδρίαση με τους εμπειρογνώμονες και την εθνική εποπτική αρχή προκειμένου να συζητηθεί η έκθεση.
5. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Το τελευταίο έχει τη δυνατότητα, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής, να υποβάλει τις παρατηρήσεις του· οι εν λόγω παρατηρήσεις περιλαμβάνουν, όπου ενδείκνυται, τα μέτρα τα οποία έχει λάβει ή σκοπεύει να λάβει προκειμένου να συμμορφωθεί με την έκθεση βάσει συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος.
Πλην διαφορετικής ρύθμισης με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, δεν δημοσιεύεται η έκθεση αξιολόγησης ούτε και τα μεταγενέστερα συναφή έγγραφα.
6. Η Επιτροπή ενημερώνει σε ετήσια βάση τα κράτη μέλη, μέσω της επιτροπής για τον ενιαίο ουρανό, σχετικά με τα κυριότερα πορίσματα των αξιολογήσεων αυτών.
Άρθρο 10
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Jacques BARROT
Αντιπρόεδρος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 10.
(2) ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.
(3) COM(2004) 473, δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.
(4) ΕΕ L 319 της 12.12.1994, σ. 14.
(5) ΕΕ L 167 της 4.7.2003, σ. 23.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΕΡΟΝΑΥΤΙΛΙΑΣ
1. ΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ
Οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες με ασφαλή, αποτελεσματικό, συνεχή και σταθερό τρόπο, που να συνάδει με οιοδήποτε εύλογο επίπεδο συνολικής ζήτησης για ένα δεδομένο εναέριο χώρο. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να διατηρούν επαρκή τεχνική και επιχειρησιακή δυναμικότητα και εμπειρογνωμοσύνη.
2. ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
2.1. Οργανωτική δομή
Οι φορείς παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας συστήνουν και διαχειρίζονται την οργάνωσή τους σύμφωνα με μία διάρθρωση η οποία να στηρίζει την ασφαλή, αποτελεσματική και συνεχή παροχή υπηρεσιών.
Η οργανωτική δομή καθορίζει:
|
α) |
την αρχή, τα τέλη και τις αρμοδιότητες των οριζόμενων κατόχων των θέσεων, ιδιαίτερα του προσωπικού διαχείρισης που είναι επιφορτισμένο με την εκτέλεση καθηκόντων σχετικά με την ασφάλεια έναντι ατυχημάτων, την ποιότητα, την ασφάλεια έναντι κακόβουλων πράξεων, τα οικονομικά και τους ανθρώπινους πόρους· |
|
β) |
τη σχέση και τους διαύλους αναφοράς μεταξύ των διαφόρων μερών και διαδικασιών της οργάνωσης. |
2.2. Οργανωτική διαχείριση
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας υποβάλλει επιχειρηματικό σχέδιο που καλύπτει ελάχιστη περίοδο πέντε ετών. Το σχέδιο αυτό:
|
α) |
παραθέτει τους γενικούς στόχους και σκοπούς του φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας και τη στρατηγική επίτευξή τους κατά τρόπο συνεκτικό με το συνολικό μακροπρόθεσμο σχεδιασμό του παρόχου και σε συνάφεια με τις κοινοτικές απαιτήσεις για την ανάπτυξη υποδομών ή άλλης τεχνολογίας· |
|
β) |
περιλαμβάνει κατάλληλους στόχους επιδόσεων από άποψη ποιότητας και επιπέδου υπηρεσίας, ασφάλειας και κόστους - αποτελεσματικότητας. |
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας καταρτίζει ετήσιο σχέδιο που καλύπτει το επόμενο έτος, στο οποίο διευκρινίζονται περαιτέρω τα στοιχεία του επιχειρηματικού σχεδίου και περιγράφονται τυχόν αλλαγές.
Το ετήσιο σχέδιο καλύπτει τις ακόλουθες πτυχές σχετικά με το επίπεδο και την ποιότητα των υπηρεσιών, όπως το αναμενόμενο επίπεδο δυναμικότητας, ασφάλειας και καθυστερήσεων των πτήσεων, όπως επίσης και σχετικά με τις χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις:
|
α) |
πληροφορίες για την υλοποίηση νέων επενδύσεων ή άλλων βελτιώσεων και αναφορά του τρόπου με τον οποίο θα συμβάλουν στη βελτίωση του επιπέδου και της ποιότητας των υπηρεσιών· |
|
β) |
δείκτες επιδόσεων με τους οποίους μπορεί εύλογα να αξιολογηθεί το επίπεδο και η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών· |
|
γ) |
η αναμενόμενη βραχυπρόθεσμη χρηματοοικονομική θέση του παρόχου υπηρεσιών καθώς και τυχόν αλλαγές σε αυτήν ή επιπτώσεις στο επιχειρηματικό σχέδιο. |
3. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ
3.1. Διαχείριση της ασφάλειας
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να διαχειρίζεται την ασφάλεια όλων των υπηρεσιών του. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να δημιουργεί επίσημες διασυνδέσεις με όλους τους παράγοντες οι οποίοι είναι δυνατό να επηρεάσουν άμεσα την ασφάλεια των υπηρεσιών του.
3.2. Σύστημα διαχείρισης της ποιότητας
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να θέσει σε λειτουργία, το αργότερο δύο χρόνια μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού σύστημα διαχείρισης της ποιότητας το οποίο να καλύπτει όλες τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας που παρέχει, σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές. Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας:
|
α) |
καθορίζει την πολιτική ποιότητας κατά τρόπο που να ικανοποιεί τις ανάγκες των διαφόρων χρηστών κατά το δυνατόν περισσότερο· |
|
β) |
καταρτίζει πρόγραμμα διασφάλισης της ποιότητας το οποίο περιλαμβάνει διαδικασίες εξακρίβωσης της πραγματοποίησης όλων των επιχειρησιακών λειτουργιών σύμφωνα με τις ισχύουσες απαιτήσεις, διαδικασίες και πρότυπα· |
|
γ) |
παρέχει στοιχεία της λειτουργίας του συστήματος ποιότητας μέσω εγχειριδίων και εγγράφων παρακολούθησης· |
|
δ) |
ορίζει αντιπροσώπους διαχείρισης για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τις διαδικασίες και της επάρκειας των διαδικασιών αυτών προκειμένου να εξασφαλίσει ασφαλείς και αποτελεσματικές επιχειρησιακές πρακτικές· |
|
ε) |
προβαίνει σε επανεξέταση του εν λειτουργία συστήματος ποιότητας και λαμβάνει τα ενδεδειγμένα, κατά περίπτωση, διορθωτικά μέτρα. |
Ως επαρκές μέσο συμμόρφωσης θεωρείται ένα πιστοποιητικό EN ISO 9001, το οποίο εκδίδεται από κατάλληλα εγκεκριμένο οργανισμό και καλύπτει τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας του παρόχου. Εφόσον ζητηθεί από την εθνική εποπτική αρχή, ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας αποδέχεται να της γνωστοποιήσει τη σχετική με την πιστοποίηση τεκμηρίωση.
3.3. Εγχειρίδια επιχειρησιακής λειτουργίας
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας παρέχει και τηρεί ενημερωμένα εγχειρίδια επιχειρησιακής λειτουργίας σε σχέση με την παροχή των υπηρεσιών του προς χρήση και καθοδήγηση του επιχειρησιακού προσωπικού. Ο φορέας παροχής μεριμνά ώστε:
|
α) |
τα εγχειρίδια επιχειρησιακής λειτουργίας να περιλαμβάνουν οδηγίες και πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του επιχειρησιακού προσωπικού· |
|
β) |
το επιχειρησιακό προσωπικό να έχει πρόσβαση στα τμήματα των εγχειριδίων επιχειρησιακής λειτουργίας που το αφορούν· |
|
γ) |
το επιχειρησιακό προσωπικό να ενημερώνεται ταχέως για τις αλλαγές των εγχειριδίων λειτουργίας που αφορούν την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως επίσης και για την έναρξη ισχύος τους. |
4. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας εγκαθιστά σύστημα διαχείρισης της προστασίας προκειμένου να διασφαλίσει:
|
α) |
την προστασία των εγκαταστάσεών του και του προσωπικού του για την αποφυγή κακόβουλων παρεμβολών κατά την παροχή των υπηρεσιών· |
|
β) |
την προστασία των επιχειρησιακών δεδομένων τα οποία λαμβάνει ή παράγει ή χρησιμοποιεί κατ’ άλλον τρόπο, έτσι ώστε η πρόσβαση σε αυτά να είναι δυνατή μόνο ύστερα από έγκριση. |
Το σύστημα διαχείρισης της προστασίας πρέπει να καθορίζει:
|
α) |
τις διαδικασίες που αφορούν την αξιολόγηση και τη μείωση των κινδύνων για την ασφάλεια, την παρακολούθηση και τη βελτίωση της προστασίας, την αναθεώρηση των συστημάτων προστασίας και τη διάδοση των σχετικών πορισμάτων· |
|
β) |
τα μέσα εντοπισμού των παραβιάσεων στα συστήματα προστασίας και την προειδοποίηση του προσωπικού με κατάλληλα μηνύματα· |
|
γ) |
τα μέσα περιορισμού των επιπτώσεων από την παραβίαση της προστασίας καθώς επίσης και τα μέτρα αποκατάστασης και τις διαδικασίες μετριασμού προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη. |
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζει έγκριση ασφάλειας προσπέλασης για το προσωπικό του, κατά περίπτωση, και ενεργεί σε συντονισμό με τις συναφείς πολιτικές και στρατιωτικές αρχές προκειμένου να διασφαλίζει την προστασία των εγκαταστάσεων, του προσωπικού και των δεδομένων του.
5. ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΙ ΠΟΡΟΙ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας απασχολεί προσωπικό το οποίο διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα για την ασφαλή, συνεχή και σταθερή παροχή των υπηρεσιών του. Προς το σκοπό αυτό, καταρτίζει πολιτικές πρόσληψης και εκπαίδευσης του προσωπικού.
6. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΥΡΩΣΤΙΑ
6.1. Οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να είναι ικανός να ανταποκριθεί στις χρηματοοικονομικές του υποχρεώσεις, όπως είναι το σταθερό και μεταβλητό κόστος εκμετάλλευσης ή οι δαπάνες κεφαλαιουχικών επενδύσεων. Πρέπει να χρησιμοποιεί κατάλληλο σύστημα κοστολόγησης. Η ικανότητά του θα αποδεικνύεται μέσω του ετήσιου επιχειρηματικού σχεδίου που αναφέρεται στο μέρος 2.2 του παρόντος παραρτήματος καθώς και με τους ισολογισμούς και τις λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις που προβλέπονται βάσει της νομικής του μορφής.
6.2. Χρηματοοικονομικός έλεγχος
Σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας παρέχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι υπόκειται τακτικά σε ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο.
7. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΛΥΨΗ ΕΥΘΥΝΗΣ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας προβαίνει στις απαραίτητες ρυθμίσεις για την κάλυψη των ευθυνών του που απορρέουν από την ισχύουσα νομοθεσία.
Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την παροχή κάλυψης πρέπει να είναι η ενδεδειγμένη σε σχέση με την δυνητική ζημία, λαμβάνοντας υπόψη τη νομική μορφή του φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας και το επίπεδο της διαθέσιμης εμπορικής ασφαλιστικής κάλυψης.
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας ο οποίος χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες άλλου φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, διασφαλίζει ότι οι συμφωνίες καλύπτουν τον επιμερισμό της ευθύνης μεταξύ τους.
8. ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
8.1. Ανοικτή και διαφανής παροχή υπηρεσιών
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας παρέχει τις υπηρεσίες του κατά τρόπο ανοικτό και διαφανή. Δημοσιεύει τους όρους πρόσβασης στις υπηρεσίες του και θεσπίζει τυπική διαδικασία διαβούλευσης με τους χρήστες των υπηρεσιών του σε τακτική βάση, είτε μεμονωμένα είτε συλλογικά, και τουλάχιστον μία φορά ετησίως.
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας δεν προβαίνει σε διακρίσεις βάσει της εθνικότητας ή της ταυτότητας του χρήστη ή της κατηγορίας των χρηστών σύμφωνα με το ισχύον κοινοτικό δίκαιο.
8.2. Σχέδια έκτακτης ανάγκης
Το αργότερο ένα χρόνο μετά την πιστοποίηση, ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να έχει καταρτίσει σχέδια έκτακτης ανάγκης για όλες τις υπηρεσίες που παρέχει στην περίπτωση συμβάντων τα οποία οδηγούν σε σημαντική υποβάθμιση ή διακοπή των υπηρεσιών του.
9. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να είναι σε θέση να υποβάλλει στην αρμόδια εθνική εποπτική αρχή ετήσια έκθεση των δραστηριοτήτων του. Η έκθεση αυτή καλύπτει τα χρηματοοικονομικά του αποτελέσματα με την επιφύλαξη του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, καθώς και τις επιχειρησιακές του επιδόσεις και οιεσδήποτε άλλες σημαντικές δραστηριότητες και εξελίξεις, ειδικότερα στον τομέα της ασφάλειας.
Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον:
|
— |
αξιολόγηση του επιπέδου και της ποιότητας της υπηρεσίας που παρέχεται καθώς και του επιπέδου ασφαλείας, |
|
— |
τις επιδόσεις του φορέα παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε σχέση με τους στόχους επιδόσεων που τίθενται στο επιχειρηματικό σχέδιο, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα με τους στόχους του ετήσιου σχεδίου μέσω δεικτών επιδόσεων που έχουν οριστεί στο ετήσιο σχέδιο, |
|
— |
τις εξελίξεις στις επιχειρησιακές λειτουργίες και την υποδομή, |
|
— |
τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα, εφόσον δεν δημοσιεύονται χωριστά σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, |
|
— |
πληροφορίες σχετικά με την επίσημη διαδικασία διαβούλευσης με τους χρήστες των υπηρεσιών, |
|
— |
πληροφορίες σχετικά με την πολιτική ανθρώπινων πόρων. |
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας καθιστά δυνατή την πρόσβαση του κοινού στο περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης, βάσει όρων που τίθενται από την εθνική εποπτική αρχή σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΕΝΑΕΡΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
1. ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας γνωστοποιεί στην εθνική εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004:
|
— |
το νομικό του καθεστώς, την ιδιοκτησιακή του διάρθρωση και οιεσδήποτε ρυθμίσεις με σημαντικό αντίκτυπο στον έλεγχο των περιουσιακών του στοιχείων, |
|
— |
τυχόν δεσμούς με οργανισμούς που δεν δραστηριοποιούνται στην παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών δραστηριοτήτων στις οποίες ενέχεται είτε άμεσα είτε μέσω σχετικών επιχειρήσεων, που αντιπροσωπεύουν ποσοστό υψηλότερο του 1 % των αναμενόμενων εσόδων του. Επιπλέον, γνωστοποιεί κάθε αλλαγή οιασδήποτε μεμονωμένης συμμετοχής που αντιπροσωπεύει 10 % ή περισσότερο του συνολικού του κεφαλαίου. |
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την αμερόληπτη και αντικειμενική παροχή των υπηρεσιών του.
2. ΑΝΟΙΚΤΗ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΗΣ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Επιπλέον της διάταξης του παραρτήματος Ι μέρος 8.1 και στην περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος αποφασίσει να οργανώσει την παροχή ειδικών υπηρεσιών ATS σε ανταγωνιστικό περιβάλλον, το κράτος μέλος καλείται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι φορείς παροχής των ειδικών αυτών υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας δεν πρόκειται να προβούν σε ενέργειες οι οποίες έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρακώλυση, τον περιορισμό ή την στρέβλωση του ανταγωνισμού, ούτε και σε ενέργειες οι οποίες αντιστοιχούν σε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης σύμφωνα με το ισχύον εθνικό και κοινοτικό δίκαιο.
3. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
3.1. Σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας
3.1.1. Γενικές απαιτήσεις ασφαλείας
Στο πλαίσιο της διαχείρισης των υπηρεσιών του, ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας θέτει σε λειτουργία σύστημα διαχείρισης της ασφάλειας («SMS») το οποίο:
|
— |
εξασφαλίζει μία επίσημη, σαφή και προορατική προσέγγιση της συστηματικής διαχείρισης της ασφάλειας για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων ασφάλειας τις οποίες υπέχει κατά την παροχή των υπηρεσιών του· καλύπτει το σύνολο των υπηρεσιών του και των συνοδευτικών ρυθμίσεων που εμπίπτουν στον διαχειριστικό του έλεγχο· και περιλαμβάνει, ως βάση, τη διατύπωση μιας πολιτικής ασφάλειας που καθορίζει τη θεμελιώδη προσέγγιση του οργανισμού στον συγκεκριμένο τομέα (διαχείριση της ασφάλειας), |
|
— |
εξασφαλίζει ότι όλοι όσοι ασχολούνται με θέματα ασφάλειας στην παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας έχουν ατομική ευθύνη για τις πράξεις τους, ότι τα διοικητικά στελέχη έχουν ευθύνη για τις επιδόσεις ασφαλείας των αντιστοίχων τμημάτων ή μονάδων τους και ότι η ανώτατη διοίκηση του παρόχου υπηρεσιών φέρει συλλογική ευθύνη για την ασφάλεια (ευθύνη ασφάλειας), |
|
— |
εξασφαλίζει ότι η επίτευξη ικανοποιητικής ασφάλειας στην παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας έχει την ύψιστη προτεραιότητα (προτεραιότητα ασφάλειας), |
|
— |
εξασφαλίζει ότι κατά την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, ο κύριος στόχος ασφάλειας είναι η ελαχιστοποίηση του κινδύνου αεροπορικού ατυχήματος στο βαθμό που αυτό είναι λογικά εφικτό (στόχος ασφαλείας). |
3.1.2. Απαιτήσεις για την επίτευξη της ασφάλειας
Στο πλαίσιο λειτουργίας του SMS, ο πάροχος υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας:
|
— |
εξασφαλίζει ότι το προσωπικό είναι επαρκώς εκπαιδευμένο και ικανό να εκτελεί την εργασία που του ζητείται, επιπλέον της λήψης κατάλληλης άδειας εφόσον απαιτείται και ικανοποίησης των ισχυουσών απαιτήσεων καταλληλότητας από ιατρικής απόψεως (επάρκεια), |
|
— |
εξασφαλίζει την ύπαρξη μιας διακριτής λειτουργίας της διαχείρισης της ασφάλειας με οργανωτική αρμοδιότητα, για την ανάπτυξη και συντήρηση του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας· εξασφαλίζει ότι το άτομο το οποίο είναι επιφορτισμένο με την αρμοδιότητα αυτή είναι ανεξάρτητο από τη διοικητική ιεραρχία και άμεσα υπόλογο σε ανώτατο οργανωτικό επίπεδο. Ωστόσο, στην περίπτωση μικρών οργανισμών στους οποίους ο συνδυασμός αρμοδιοτήτων είναι δυνατόν να εμποδίσει την επαρκή ανεξαρτησία στο θέμα αυτό, οι ρυθμίσεις για την εγγύηση της ασφάλειας συμπληρώνονται από πρόσθετα ανεξάρτητα μέσα· και εξασφαλίζει ότι η ανώτατη διοικητική βαθμίδα της οργάνωσης του φορέα παροχής των υπηρεσιών συμμετέχει ενεργά στην εγγύηση της διαχείρισης της ασφάλειας (ευθύνη διαχείρισης της ασφάλειας), |
|
— |
διασφαλίζει ότι, στο μέτρο του εφικτού, προσδιορίζονται και διατηρούνται ποσοτικά επίπεδα ασφάλειας για όλα τα λειτουργικά συστήματα (ποσοτικά επίπεδα ασφάλειας), |
|
— |
εξασφαλίζει ότι υπάρχει συστηματική τεκμηρίωση του SMS κατά τρόπο που να παρέχεται σαφής σχέση με την πολιτική ασφάλειας του οργανισμού (τεκμηρίωση SMS), |
|
— |
εξασφαλίζει κατάλληλη αιτιολόγηση της ασφάλειας των εξωτερικά παρεχόμενων υπηρεσιών και προμηθειών, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία τους για την ασφάλεια της παροχής των υπηρεσιών του (εξωτερικές υπηρεσίες και προμήθειες), |
|
— |
διασφαλίζει ότι η αξιολόγηση και η μείωση της επικινδυνότητας πραγματοποιούνται σε κατάλληλο επίπεδο προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δίνεται η δέουσα σημασία σε όλα τα θέματα παροχής υπηρεσιών ΑΤΜ (αξιολόγηση και μείωση της επικινδυνότητας). Όσον αφορά τις αλλαγές στο λειτουργικό σύστημα ΑΤΜ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του μέρους 3.2 του παρόντος παραρτήματος, |
|
— |
διασφαλίζει την άμεση διερεύνηση των επιχειρησιακών ή τεχνικών συμβάντων στον τομέα της ΑΤΜ που θεωρείται ότι έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ασφάλεια, και εγγυάται τη λήψη των τυχόν αναγκαίων διορθωτικών μέτρων (συμβάντα ασφάλειας). Αποδεικνύει επίσης ότι έχει εφαρμόσει τις απαιτήσεις για τη γνωστοποίηση και την αξιολόγηση γεγονότων σχετικών με την ασφάλεια σύμφωνα με το ισχύον εθνικό και κοινοτικό δίκαιο. |
3.1.3. Απαιτήσεις για την εγγύηση της ασφάλειας
Στο πλαίσιο της λειτουργίας του SMS, ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας μεριμνά ώστε:
|
— |
οι έρευνες ασφάλειας να διενεργούνται σε τακτική βάση, προκειμένου να προβαίνει σε συστάσεις βελτίωσης όπου είναι αναγκαίο, να παρέχει συνδρομή στους διαχειριστές της ασφάλειας των δραστηριοτήτων εντός των τομέων αρμοδιότητάς τους και να επιβεβαιώνει τη συμμόρφωση με τα συναφή μέρη του SMS (έρευνες ασφάλειας), |
|
— |
να υφίστανται μέθοδοι για τον εντοπισμό αλλαγών στα λειτουργικά συστήματα ή τις λειτουργίες από τις οποίες είναι δυνατόν να προκύψει ότι κάποιο στοιχείο φθάνει σε σημείο στο οποίο τα αποδεκτά πρότυπα ασφάλειας δεν μπορούν πλέον να τηρηθούν και ότι απαιτούνται διορθωτικές ενέργειες (παρακολούθηση της ασφάλειας), |
|
— |
να τηρούνται αρχεία για όλη τη λειτουργία του SMS ως βάση παροχής εγγύησης της ασφάλειας σε όλους τους ενεχόμενους, υπεύθυνους ή εξαρτώμενους από τις παρεχόμενες υπηρεσίες και προς την αρμόδια εθνική εποπτική αρχή (αρχεία ασφάλειας). |
3.1.4. Απαιτήσεις για την προώθηση της ασφάλειας
Στο πλαίσιο λειτουργίας του SMS, ο πάροχος υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας διασφαλίζει ότι:
|
— |
όλο το προσωπικό γνωρίζει τους δυνητικούς κινδύνους ασφάλειας που συνδέονται με τα καθήκοντά τους (επίγνωση της ασφάλειας), |
|
— |
οι διαπιστώσεις που απορρέουν από τις έρευνες περιστατικών ασφάλειας και άλλες δραστηριότητες ασφάλειας διαδίδονται εντός του οργανισμού σε επίπεδο διαχείρισης και επιχειρησιακής λειτουργίας (διάδοση διαπιστώσεων), |
|
— |
όλο το προσωπικό ενθαρρύνεται ενεργά να προτείνει λύσεις σε κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και πραγματοποιούνται αλλαγές προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια εφόσον αποδειχθεί αναγκαίο (βελτίωση της ασφάλειας). |
3.2. Απαιτήσεις ασφάλειας για την αξιολόγηση και τη μείωση της επικινδυνότητας σε σχέση με τις αλλαγές
3.2.1. Τμήμα 1
Στο πλαίσιο λειτουργίας του SMS, ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας εξασφαλίζει ότι πραγματοποιούνται συστηματικά ο εντοπισμός του κινδύνου καθώς και η αξιολόγηση και μείωση της επικινδυνότητας για οποιεσδήποτε αλλαγές στα μέρη εκείνα του λειτουργικού συστήματος της ΑΤΜ και των συνοδευτικών μέτρων εντός του διαχειριστικού του ελέγχου με τρόπο που να λαμβάνονται υπόψη:
|
α) |
ολόκληρος ο κύκλος ζωής του συστατικού μέρους του υπό εξέταση λειτουργικού συστήματος ΑΤΜ, από τον αρχικό σχεδιασμό και τον ορισμό έως τις λειτουργίες μετά την υλοποίηση, τη συντήρηση και τον παροπλισμό· |
|
β) |
τα εναέρια, επίγεια και, εφόσον είναι αναγκαίο, ευρισκόμενα στο διάστημα συστατικά στοιχεία του λειτουργικού συστήματος ΑΤΜ, μέσω συνεργασίας με τα αρμόδια μέρη, και |
|
γ) |
ο εξοπλισμός, οι διαδικασίες και οι ανθρώπινοι πόροι του λειτουργικού συστήματος ΑΤΜ, οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των στοιχείων αυτών καθώς και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ του υπό εξέταση συστατικού μέρους και του υπολοίπου του λειτουργικού συστήματος ΑΤΜ. |
3.2.2. Τμήμα 2
Οι διαδικασίες εντοπισμού του κινδύνου, αξιολόγησης και μείωσης της επικινδυνότητας περιλαμβάνουν:
|
α) |
προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής, των ορίων και διεπαφών του υπό εξέταση συστατικού μέρους, καθώς και ταυτοποίηση των λειτουργιών που πρόκειται να εκτελέσει το συστατικό μέρος και του επιχειρησιακού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο προβλέπεται να λειτουργήσει· |
|
β) |
προσδιορισμό των στόχων ασφάλειας που συνδέονται με το υπό εξέταση συστατικό μέρος, συμπεριλαμβανομένων:
|
|
γ) |
την εκπόνηση, ανάλογα με τις ανάγκες, στρατηγικής μείωσης της επικινδυνότητας στην οποία:
|
|
δ) |
εξακρίβωση της υλοποίησης όλων των στόχων και απαιτήσεων ασφάλειας που έχουν καθοριστεί:
|
3.2.3. Τμήμα 3
Τα αποτελέσματα, η αιτιολόγηση και τα αποδεικτικά στοιχεία των διαδικασιών αξιολόγησης και μετριασμού της επικινδυνότητας, συμπεριλαμβανομένου του εντοπισμού των κινδύνων, συγκεντρώνονται και τεκμηριώνονται με τρόπο ο οποίος να εξασφαλίζει:
|
— |
τη διατύπωση πλήρους επιχειρηματολογίας η οποία να αποδεικνύει ότι το υπό εξέταση συστατικό μέρος, καθώς και το συνολικό λειτουργικό σύστημα ΑΤΜ προσφέρουν και θα εξακολουθήσουν να προσφέρουν ανεκτό επίπεδο ασφαλείας με την ικανοποίηση των στόχων και απαιτήσεων που έχουν τεθεί. Η επιχειρηματολογία αυτή περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, τα χαρακτηριστικά των τεχνικών πρόβλεψης, παρακολούθησης ή έρευνας που χρησιμοποιούνται, |
|
— |
την ανιχνευσιμότητα των κριτηρίων ασφαλείας που συνδέονται με την υλοποίηση μιας αλλαγής σε σχέση με τη σχεδιαζόμενη εκμετάλλευση/λειτουργία. |
3.2.4. Τμήμα 4
Εντοπισμός του κινδύνου και αξιολόγηση της σοβαρότητας
Πρέπει να διεξάγεται συστηματικός εντοπισμός των κινδύνων. Η ένταση/σοβαρότητα των επιπτώσεων των κινδύνων σε κάποιο δεδομένο επιχειρησιακό περιβάλλον πρέπει να καθορίζεται με τη χρήση του μηχανισμού ταξινόμησης που παρατίθεται στον ακόλουθο πίνακα, ενώ η ταξινόμηση της σοβαρότητας πρέπει να βασίζεται σε μία συγκεκριμένη επιχειρηματολογία που να καταδεικνύει τις πιθανότερες επιπτώσεις των κινδύνων, σύμφωνα με το πλέον δυσμενές σενάριο.
|
Βαθμός σοβαρότητας |
Επιπτώσεις επί των λειτουργιών |
|
1 (Μέγιστος βαθμός) |
Ατύχημα (1) |
|
2 |
Σοβαρό συμβάν (1) |
|
3 |
Μείζον συμβάν που συνδέεται με τη λειτουργία ενός αεροσκάφους, το οποίο θα μπορούσε να έχει θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του αεροσκάφους οδηγώντας σε παρ’ ολίγον σύγκρουση με άλλο αεροσκάφος, με το έδαφος ή με κάποιο εμπόδιο |
|
4 |
Σημαντικό συμβάν το οποίο περιλαμβάνει περιστάσεις που καταδεικνύουν ότι θα μπορούσε να έχει συμβεί ατύχημα, σοβαρό ή μείζον συμβάν, εάν δεν είχε υπάρξει διαχείριση του κινδύνου εντός των ορίων ασφαλείας, ή εάν κάποιο άλλο αεροσκάφος βρισκόταν σε εγγύτητα |
|
5 (Ελάχιστος βαθμός) |
Καμία άμεση επίπτωση στην ασφάλεια |
Προκειμένου να καθοριστούν οι επιπτώσεις ενός κινδύνου στις επιχειρησιακές λειτουργίες καθώς και η σοβαρότητά του, η συστηματική προσέγγιση/διαδικασία πρέπει να περιλαμβάνει τις επιπτώσεις των κινδύνων στα διάφορα στοιχεία του λειτουργικού συστήματος ΑΤΜ, όπως είναι το πλήρωμα θαλάμου επιβατών, οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, οι λειτουργικές ικανότητες του αεροσκάφους, οι λειτουργικές ικανότητες του επίγειου μέρους του λειτουργικού συστήματος ΑΤΜ και η δυνατότητα παροχής ασφαλών υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας.
Σύστημα ταξινόμησης κινδύνων
Πρέπει να τεθούν στόχοι ασφαλείας με βάση την επικινδυνότητα, εκφρασμένοι σε όρους μέγιστης πιθανότητας εμφάνισης των κινδύνων, η οποία υπολογίζεται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα των επιπτώσεων και με τη μέγιστη πιθανότητα εμφάνισής τους.
Ως αναγκαίο συμπλήρωμα της απόδειξης ότι έχουν επιτευχθεί οι τεθέντες ποσοτικοί στόχοι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη συμπληρωματικές παράμετροι διαχείρισης της ασφάλειας προκειμένου να αυξηθεί ο βαθμός ασφάλειας στο σύστημα ΑΤΜ, εφόσον κάτι τέτοιο είναι ευλόγως εφικτό.
3.3. Απαιτήσεις ασφάλειας για τους μηχανικούς και το τεχνικό προσωπικό που ασκούν καθήκοντα συνδεόμενα με την επιχειρησιακή ασφάλεια
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας μεριμνά ώστε οι μηχανικοί και το τεχνικό προσωπικό, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού οργανισμών οι οποίοι έχουν αναλάβει ορισμένα καθήκοντα με υπεργολαβία, που χρησιμοποιούν και συντηρούν εγκεκριμένο προς το σκοπό αυτό εξοπλισμό ΑΤΜ να διαθέτουν και διατηρούν επαρκείς γνώσεις και το απαραίτητο επίπεδο κατανόησης των υπηρεσιών ΑΤΜ που υποστηρίζουν, των πραγματικών και δυνητικών επιπτώσεων των χειρισμών τους στην ασφάλεια των υπηρεσιών αυτών, καθώς και επαρκή γνώση των περιορισμών που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων.
Όσον αφορά το προσωπικό που αναλαμβάνει καθήκοντα που αφορούν την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού οργανισμών που λειτουργούν βάσει υπεργολαβίας, ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας τεκμηριώνει την καταλληλότητα του προσωπικού, την ύπαρξη ρυθμίσεων που να εγγυώνται επαρκή κάλυψη από πλευράς ικανότητας και συνέχειας των παρεχόμενων υπηρεσιών, την πολιτική και τα συστήματα δεξιοτήτων του προσωπικού, την πολιτική εκπαίδευσης του προσωπικού, σχέδια και μητρώα πολιτικής, καθώς και ρυθμίσεις για την εποπτεία του μη ειδικευμένου προσωπικού. Προβλέπει διαδικασίες για περιπτώσεις στις οποίες η φυσική ή η πνευματική κατάσταση του προσωπικού αμφισβητείται.
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας τηρεί μητρώο πληροφοριών για τον αριθμό, την κατάσταση και την κατανομή του προσωπικού που είναι επιφορτισμένο με καθήκοντα ασφαλείας. Το μητρώο:
|
α) |
αναφέρει τους διαχειριστές που είναι υπόλογοι για τις λειτουργίες που συνδέονται με την ασφάλεια· |
|
β) |
περιγράφει τα απαιτούμενα προσόντα του τεχνικού και επιχειρησιακού προσωπικού, σε σχέση με τις απαιτήσεις όσον αφορά τις δεξιότητες και την ικανότητα· |
|
γ) |
προσδιορίζει τις θέσεις και τα καθήκοντα που αφορούν το τεχνικό και επιχειρησιακό προσωπικό, συμπεριλαμβανομένης της μεθόδου κατανομής. |
4. ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι οι μέθοδοι εργασίας και οι επιχειρησιακές του διαδικασίες είναι σύμφωνες με τα πρότυπα στα ακόλουθα παραρτήματα της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία στο βαθμό που έχουν σχέση με την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας στον εκάστοτε εναέριο χώρο:
|
— |
παράρτημα 2 για τους κανόνες αέρος (10η έκδοση, Ιούλιος 2005), |
|
— |
παράρτημα 10 για τις αεροναυτικές επικοινωνίες, τόμος 2 για τις επικοινωνιακές διαδικασίες (6η έκδοση, Οκτώβριος 2001, συμπεριλαμβανομένων όλων των τροποποιήσεων έως τον αριθμό 79), |
|
— |
παράρτημα 11 για τις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας (13η έκδοση, Ιούλιος 2001, συμπεριλαμβανομένων όλων των τροποποιήσεων έως τον αριθμό 43). |
(1) Σύμφωνα με τον ορισμό στην οδηγία 94/56/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 1994, για τη θέσπιση των βασικών αρχών που διέπουν τις έρευνες ατυχημάτων και συμβάντων πολιτικής αεροπορίας (ΕΕ L 319 της 12.12.1994, σ. 14).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
1. ΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ
Ο φορέας παροχής μετεωρολογικών υπηρεσιών μεριμνά προκειμένου οι μετεωρολογικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων καθεμιάς από τις κατωτέρω κατηγορίες να διατίθενται σε εύχρηστη μορφή:
|
— |
στους αερομεταφορείς και τα μέλη του πληρώματος πτήσης για το σχεδιασμό πριν και κατά τη διάρκεια της πτήσης, |
|
— |
στους φορείς παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας και υπηρεσιών πληροφοριών πτήσης, |
|
— |
στις μονάδες αναζήτησης και διάσωσης, και |
|
— |
στους αερολιμένες. |
Ο φορέας παροχής μετεωρολογικών υπηρεσιών πρέπει να επιβεβαιώνει το επίπεδο εφικτής ακρίβειας των πληροφοριών που διανέμονται για τις διάφορες λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της πηγής των πληροφοριών αυτών, εξασφαλίζοντας παράλληλα την έγκαιρη διάδοση των πληροφοριών αυτών καθώς και την επικαιροποίησή τους, κατά περίπτωση.
2. ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι οι μέθοδοι εργασίας και οι επιχειρησιακές του διαδικασίες είναι σύμφωνες με τα πρότυπα στα ακόλουθα παραρτήματα της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία στο βαθμό που έχουν σχέση με την παροχή μετεωρολογικών υπηρεσιών στο σχετικό εναέριο χώρο:
|
— |
παράρτημα 3 σχετικά με τις μετεωρολογικές υπηρεσίες για τη διεθνή αεροναυτιλία (15η έκδοση, Ιούλιος 2004), |
|
— |
παράρτημα 11 για τις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας (13η έκδοση, Ιούλιος 2001, συμπεριλαμβανομένων όλων των τροποποιήσεων έως τον αριθμό 43), |
|
— |
παράρτημα 14 για τα αεροδρόμια (τόμος Ι: 4η έκδοση, Ιούλιος 2004· τόμος ΙΙ, 2η έκδοση, Ιούλιος 1995, συμπεριλαμβανομένων όλων των τροποποιήσεων έως τον αριθμό 3). |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΑΕΡΟΝΑΥΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
1. ΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες και τα δεδομένα είναι διαθέσιμα για τις διάφορες λειτουργίες σε μορφή κατάλληλη για:
|
— |
το προσωπικό που ασχολείται με τις πτητικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένων των μελών του πληρώματος πτήσης, καθώς και για το σχεδιασμό των πτήσεων, τα συστήματα διαχείρισης των πτήσεων και τους προσομοιωτές πτήσεων, και |
|
— |
τους φορείς παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την παροχή υπηρεσιών πληροφοριών πτήσεων, υπηρεσιών πληροφοριών πτήσεων αεροδρομίου και την παροχή πληροφοριών πριν από την πτήση. |
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών εξασφαλίζει την ακεραιότητα των δεδομένων και επιβεβαιώνει το βαθμό ακρίβειας των πληροφοριών που διανέμονται για τις διάφορες λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της πηγής των πληροφοριών αυτών, προτού διανεμηθούν οι πληροφορίες αυτές.
2. ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι οι μέθοδοι εργασίας και οι επιχειρησιακές του διαδικασίες είναι σύμφωνες με τα πρότυπα στα ακόλουθα παραρτήματα της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία στο βαθμό που έχουν σχέση με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών στο σχετικό εναέριο χώρο:
|
— |
παράρτημα 3 σχετικά με τις μετεωρολογικές υπηρεσίες για τη διεθνή αεροναυτιλία (15η έκδοση, Ιούλιος 2004), |
|
— |
παράρτημα 4 για τους αεροπορικούς χάρτες (10η έκδοση, Ιούλιος 2001, συμπεριλαμβανομένων όλων των τροποποιήσεων έως τον αριθμό 53), |
|
— |
παράρτημα 15 για τις υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών (12η έκδοση, Ιούλιος 2004). |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ, ΠΛΟΗΓΗΣΗΣ Ή ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ
1. ΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης εξασφαλίζει τη διαθεσιμότητα, συνέχεια, ακρίβεια και ακεραιότητα των υπηρεσιών του.
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης επιβεβαιώνει το επίπεδο ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχει και να αποδεικνύει την τακτική συντήρηση και, κατά περίπτωση, διακρίβωση/βαθμονόμηση του εξοπλισμού του.
2. ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙ μέρος ΙΙΙ σχετικά με την ασφάλεια των υπηρεσιών.
3. ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Ο φορέας παροχής υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι οι εργασιακές του μέθοδοι και επιχειρησιακές διαδικασίες είναι σύμφωνες με τα πρότυπα του παραρτήματος 10 για τις αεροναυτικές τηλεπικοινωνίες της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία (τόμος Ι: 5η έκδοση, Ιούλιος 1996· τόμος ΙΙ: 6η έκδοση, Οκτώβριος 2001· τόμος ΙΙΙ: 1η έκδοση, Ιούλιος 1995· τόμος IV· 3η έκδοση, Ιούλιος 2002· τόμος V: 2η έκδοση, Ιούλιος 2001, συμπεριλαμβανομένων όλων των τροποποιήσεων έως τον αριθμό 79), εφόσον έχουν σχέση με την παροχή υπηρεσιών επικοινωνίας, πλοήγησης ή επιτήρησης στον αντίστοιχο εναέριο χώρο.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/31 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2097/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για την άρση της απαγόρευσης αλιείας γαρίδας της Αρκτικής στη ζώνη NAFO 3L από σκάφη που φέρουν σημαία Λιθουανίας
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην κοινή αλιευτική πολιτική (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 27/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, περί καθορισμού, για το 2005, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα στα οποία απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2005. |
|
(2) |
Στις 6 Ιουνίου 2005, η Λιθουανία απαγόρευσε την αλιεία γαρίδας της Αρκτικής στη ζώνη NAFO 3L από σκάφη που φέρουν τη σημαία της χώρας. |
|
(3) |
Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1170/2005 της Επιτροπής (4) απαγορεύεται η αλιεία γαρίδας της Αρκτικής στη ζώνη NAFO 3L, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στη Λιθουανία. |
|
(4) |
Στις 30 Οκτωβρίου 2005, η Ιαπωνία μεταβίβασε στη Λιθουανία ποσόστωση 144 τόνων γαρίδας της Αρκτικής στα ύδατα της ζώνης NAFO 3L. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να επιτραπεί η αλιεία γαρίδας της Αρκτικής στα ύδατα της ζώνης NAFO 3L από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στη Λιθουανία και πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1170/2005, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Άρση της απαγόρευσης αλιείας
Την 1η Δεκεμβρίου 2005 αίρεται η απαγόρευση της αλιείας γαρίδας της Αρκτικής στη ζώνη NAFO 3L, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στη Λιθουανία.
Άρθρο 2
Κατάργηση
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1170/2005 καταργείται.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Δεκεμβρίου 2005.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Jörgen HOLMQUIST
Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Θαλασσίων Υποθέσεων
(1) ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.
(2) ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 (ΕΕ L 128 της 21.5.2005, σ. 1).
(3) ΕΕ L 12 της 14.1.2005, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1936/2005 (ΕΕ L 311 της 26.11.2005, σ. 1).
(4) ΕΕ L 188 της 20.7.2005, σ. 25.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/32 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2098/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για την άρση της απαγόρευσης αλιείας σαρδελόρεγγας στη ζώνη ICES IIIa από σκάφη που φέρουν σημαία Δανίας
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην κοινή αλιευτική πολιτική (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 27/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, περί καθορισμού, για το 2005, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα στα οποία απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2005. |
|
(2) |
Στις 9 Οκτωβρίου 2005, η Δανία απαγόρευσε την αλιεία σαρδελόρεγγας στη ζώνη ICES IIIa από σκάφη που φέρουν τη σημαία της χώρας. |
|
(3) |
Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1779/2005 της Επιτροπής (4) απαγορεύεται η αλιεία σαρδελόρεγγας στη ζώνη ICES IIIa, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στη Δανία. |
|
(4) |
Στις 15 Νοεμβρίου 2005, η Σουηδία μεταβίβασε στη Δανία ποσόστωση 1 000 τόνων σαρδελόρεγγας στα ύδατα της ζώνης ICES IIIa. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να επιτραπεί η αλιεία σαρδελόρεγγας στα ύδατα της ζώνης ICES IIIa από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στη Δανία και πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1779/2005, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Άρση της απαγόρευσης αλιείας
Στις 28 Νοεμβρίου 2005 αίρεται η απαγόρευση της αλιείας σαρδελόρεγγας στη ζώνη ICES IIIa, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στη Δανία.
Άρθρο 2
Κατάργηση
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1779/2005 καταργείται.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από τις 28 Νοεμβρίου 2005.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Jörgen HOLMQUIST
Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Θαλασσίων Υποθέσεων
(1) ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.
(2) ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 (ΕΕ L 128 της 21.5.2005, σ. 1).
(3) ΕΕ L 12 της 14.1.2005, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1936/2005 (ΕΕ L 311 της 26.11.2005, σ. 1).
(4) ΕΕ L 288 της 29.10.2005, σ. 12. Απαγόρευση της αλιείας σαρδελόρεγγας από σκάφη που φέρουν σημαία Δανίας.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/33 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2099/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για την άρση της απαγόρευσης αλιείας μερλούκιου στις ζώνες ICES Vb (κοινοτικά ύδατα), VI, VIII, XII, XIV από σκάφη που φέρουν τη σημαία της Ισπανίας
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,
τον κανονισμó (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 27/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, περί καθορισμού, για το 2005, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα στα οποία απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2005. |
|
(2) |
Στις 4 Νοεμβρίου 2005, η Ισπανία απαγόρευσε την αλιεία μερλούκιου στις ζώνες ICES Vb (κοινοτικά ύδατα), VI, VIII, XII, XIV, από σκάφη που φέρουν τη σημαία της χώρας. |
|
(3) |
Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1894/2005 της Επιτροπής (4) απαγορεύεται η αλιεία μερλούκιου στις ζώνες ICES Vb (κοινοτικά ύδατα), VI, VIII, XII, XIV, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στην Ισπανία. |
|
(4) |
Στις 28 Νοεμβρίου 2005, το Ηνωμένο Βασίλειο μεταβίβασε στην Ισπανία ποσόστωση 300 τόνων μερλούκιου στα ύδατα των ζωνών ICES Vb (κοινοτικά ύδατα), VI, VIII, XII, XIV. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να επιτραπεί η αλιεία μερλούκιου στα ύδατα των ζωνών ICES Vb (κοινοτικά ύδατα), VI, VIII, XII, XIV από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στην Ισπανία και πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1894/2005 της Επιτροπής, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Άρση της απαγόρευσης αλιείας
Την 1η Δεκεμβρίου 2005 αίρεται η απαγόρευση της αλιείας μερλούκιου στις ζώνες ICES Vb (κοινοτικά ύδατα), VI, VIII, XII, XIV, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στην Ισπανία.
Άρθρο 2
Κατάργηση
Με τον παρόντα καταργείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1894/2005 της Επιτροπής.
Άρθρο 3
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Δεκεμβρίου 2005.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Jörgen HOLMQUIST
Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Θαλασσίων Υποθέσεων
(1) ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.
(2) ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 (ΕΕ L 128 της 21.5.2005, σ. 1).
(3) ΕΕ L 12 της 14.1.2005, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1936/2005 (ΕΕ L 311 της 26.11.2005, σ. 1).
(4) ΕΕ L 302 της 19.11.2005, σ. 26. Απαγόρευση της αλιείας μερλούκιου από σκάφη που φέρουν σημαία Ισπανίας.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/34 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2100/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
που τροποποιεί για εξηκοστή φορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 467/2001 του Συμβουλίου
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 467/2001 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών στο Αφγανιστάν, την ενίσχυση της απαγόρευσης πτήσεων και την παράταση της δέσμευσης κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων όσον αφορά τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 περιλαμβάνει κατάλογο των προσώπων, των ομάδων και των οντοτήτων που αφορά η δέσμευση κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού. |
|
(2) |
Στις 15 Δεκεμβρίου 2005, η επιτροπή κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αποφάσισε να τροποποιήσει τον κατάλογο προσώπων, ομάδων και οντοτήτων που αφορά η δέσμευση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων. Το παράρτημα Ι θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως. |
|
(3) |
Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί αμέσως σε ισχύ, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων που προβλέπονται σ' αυτόν, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
Eneko LANDÁBURU
Γενικός Διευθυντής Εξωτερικών Σχέσεων
(1) ΕΕ L 139 της 29.5.2002, σ. 9· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2018/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 324 της 10.12.2005, σ. 21).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Η παρακάτω εγγραφή προστίθεται στον παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 υπό τον τίτλο «Φυσικά πρόσωπα»:
Sajid Mohammed Badat [γνωστός και ως α) Abu Issa, β) Saajid Badat, γ) Sajid Badat, δ) Muhammed Badat, ε) Sajid Muhammad Badat, στ) Saajid Mohammad Badet, ζ) Muhammed Badet, η) Sajid Muhammad Badet]. Ημερομηνία γεννήσεως: α) 28.3.1979, β) 8.3.1976. Τόπος γεννήσεως: Gloucester, United Kingdom. Αριθ. Διαβατηρίου: α) Αριθμός διαβατηρίου Ηνωμένου Βασιλείου 703114075, β) Αριθμός διαβατηρίου Ηνωμένου Βασιλείου 026725401. Άλλες πληροφορίες: Σήμερα βρίσκεται υπό προσωρινή κράτηση στο Ηνωμένο Βασίλειο. Προηγούμενη διεύθυνση στο Gloucester, στο Ηνωμένο Βασίλειο.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/36 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2101/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών ορισμένων προϊόντων στον τομέα της ζάχαρης, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1011/2005, για την περίοδο 2005/06
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (1),
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1423/95 της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 1995, περί καθορισμού των λεπτομερειών εφαρμογής για την εισαγωγή προϊόντων του τομέα της ζάχαρης άλλων από τις μελάσες (2), και ιδίως το άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση και το άρθρο 3 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί που εφαρμόζονται στη λευκή ζάχαρη, την ακατέργαστη ζάχαρη και ορισμένα σιρόπια για την περίοδο 2005/06 έχουν καθοριστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1011/2005 της Επιτροπής (3). Αυτές οι τιμές και οι δασμοί τροποποιήθηκαν τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2019/2005 της Επιτροπής (4). |
|
(2) |
Τα στοιχεία τα οποία διαθέτει επί του παρόντος η Επιτροπή οδηγούν στην τροποποίηση των εν λόγω ποσών σύμφωνα με τους κανόνες και τις λεπτομέρειες που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1423/95, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί που εφαρμόζονται στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1423/95, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1011/2005 για την περίοδο 2005/06, τροποποιούνται και εμφαίνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 21 Δεκεμβρίου 2005.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης
(1) ΕΕ L 178 της 30.6.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 39/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 6 της 10.1.2004, σ. 16).
(2) ΕΕ L 141 της 24.6.1995, σ. 16· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 624/98 (ΕΕ L 85 της 20.3.1998, σ. 5).
(3) ΕΕ L 170 της 1.7.2005, σ. 35.
(4) ΕΕ L 324 της 10.12.2005, σ. 23.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Τροποποιημένα ποσά αντιπροσωπευτικών τιμών και των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών της λευκής ζάχαρης, της ακατέργαστης ζάχαρης και των προϊόντων του κωδικού 1702 90 99 που εφαρμόζονται από την 21η Δεκεμβρίου 2005
|
(EUR) |
||
|
Κωδικός ΣΟ |
Αντιπροσωπευτική τιμή ανά 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος |
Πρόσθετος δασμός ανά 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος |
|
1701 11 10 (1) |
28,49 |
2,74 |
|
1701 11 90 (1) |
28,49 |
7,29 |
|
1701 12 10 (1) |
28,49 |
2,60 |
|
1701 12 90 (1) |
28,49 |
6,86 |
|
1701 91 00 (2) |
28,38 |
11,04 |
|
1701 99 10 (2) |
28,38 |
6,52 |
|
1701 99 90 (2) |
28,38 |
6,52 |
|
1702 90 99 (3) |
0,28 |
0,37 |
(1) Καθορισμός για τον αντιπροσωπευτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σημείο ΙΙ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου (ΕΕ L 178 της 30.6.2001, σ. 1).
(2) Καθορισμός για τον αντιπροσωπευτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σημείο Ι, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001.
(3) Καθορισμός ανά 1 % της περιεκτικότητας σε σακχαρόζη.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/38 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2102/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Δεκεμβρίου 2005
για καθορισμό της τιμής της παγκόσμιας αγοράς του μη εκκοκκισμένου βαμβακιού
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
το πρωτόκολλο αριθ. 4 όσον αφορά το βαμβάκι, που επισυνάπτεται στην πράξη προσχώρησης της Ελλάδας, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1050/2001 του Συμβουλίου (1),
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για ενίσχυση στην παραγωγή για το βαμβάκι (2), και ιδίως το άρθρο 4,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, καθορίζεται περιοδικά η τιμή της παγκόσμιας αγοράς του μη εκκοκκισμένου βαμβακιού, επί τη βάσει της τιμής της παγκόσμιας αγοράς που έχει διαπιστωθεί για το εκκοκκισμένο βαμβάκι και λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική σχέση μεταξύ της τιμής που έχει διαπιστωθεί για το εκκοκκισμένο βαμβάκι και της τιμής που υπολογίζεται για το μη εκκοκκισμένο. Αυτή η ιστορική σχέση ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001 της Επιτροπής, της 2ας Αυγούστου 2001, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος ενίσχυσης για το βαμβάκι (3). Στην περίπτωση που η τιμή της παγκόσμιας αγοράς δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί μ' αυτόν τον τρόπο, η τιμή αυτή καθορίζεται επί τη βάσει της τελευταίας προσδιορισμένης τιμής. |
|
(2) |
Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, η τιμή της παγκόσμιας αγοράς του εκκοκκισμένου βαμβακιού προσδιορίζεται για ένα προϊόν το οποίο ανταποκρίνεται σε ορισμένα χαρακτηριστικά και λαμβάνοντας υπόψη τις ευνοϊκότερες προσφορές και τιμές στην παγκόσμια αγορά μεταξύ αυτών που θεωρούνται ως αντιπροσωπευτικές της πραγματικής τάσης της αγοράς. Για να πραγματοποιηθεί αυτός ο προσδιορισμός, καθορίζεται ένας μέσος όρος των προσφορών και των τιμών που έχουν διαπιστωθεί σε ένα ή περισσότερα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια για ένα προϊόν cif για ένα λιμάνι της Κοινότητας και το οποίο προέρχεται από διάφορες χώρες προμήθειας οι οποίες θεωρούνται ότι είναι οι αντιπροσωπευτικότερες για το διεθνές εμπόριο. Εντούτοις, προβλέπονται προσαρμογές αυτών των κριτηρίων για τον προσδιορισμό της τιμής της παγκόσμιας αγοράς του εκκοκκισμένου βαμβακιού, έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη διαφορές οι οποίες αιτιολογούνται από την ποιότητα του παραδιδόμενου προϊόντος ή από τη φύση των προσφορών και των τιμών. Οι προσαρμογές αυτές προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001. |
|
(3) |
Η εφαρμογή των προαναφερομένων κριτηρίων οδηγεί στον καθορισμό της τιμής της παγκόσμιας αγοράς του μη εκκοκκισμένου βαμβακιού στο επίπεδο το οποίο περιγράφεται στη συνέχεια του παρόντος κειμένου, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Η τιμή της παγκόσμιας αγοράς του μη εκκοκκισμένου βαμβακιού, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, καθορίζεται σε 21,557 EUR/100 kg.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 21 Δεκεμβρίου 2005.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξής
(1) ΕΕ L 148 της 1.6.2001, σ. 1.
(2) ΕΕ L 148 της 1.6.2001, σ. 3.
(3) ΕΕ L 210 της 3.8.2001, σ. 10· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταια από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1486/2002 (ΕΕ L 223 της 20.8.2002, σ. 3).
II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση
Επιτροπή
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/39 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 14ης Δεκεμβρίου 2004
Άμεσα φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4746]
(Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2005/919/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,
τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),
Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
I. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
(1) |
Η Ιταλία θέσπισε το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 269, της 30ής Σεπτεμβρίου 2003 με τίτλο «Disposizioni urgenti per favorire lo sviluppo e la correzione dell’andamento dei conti pubblic» (Επείγουσες διατάξεις για την ανάπτυξη και τη διόρθωση της εξέλιξης των δημοσίων οικονομικών) («DL 269/2003»), που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ιταλικής Δημοκρατίας αριθ. 229 της 2ας Οκτωβρίου 2003. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003 προβλέπει ειδικά φορολογικά κίνητρα για προϊόντα που εκτίθενται σε εκθέσεις στο εξωτερικό, νομοθετικό διάταγμα που στη συνέχεια μετατράπηκε, χωρίς τροποποιήσεις, στον νόμο αριθ. 326 της 24ης Νοεμβρίου 2003 («L 326/2003»), που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερία της Ιταλικής Δημοκρατίας αριθ. 274 της 25ης Νοεμβρίου 2003. |
|
(2) |
Με επιστολή της 22ας Οκτωβρίου 2003 (D/56756) η Επιτροπή κάλεσε τις ιταλικές αρχές να χορηγήσουν πληροφορίες σχετικά με τα εν λόγω κίνητρα και με την θέση τους σε ισχύ, για να εξετάσει τον ενδεχόμενο χαρακτήρα ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 87 της συνθήκης. Στην ίδια επιστολή η Επιτροπή υπενθύμισε στην Ιταλία την υποχρέωση γνωστοποίησης στην Επιτροπή, πριν από την υλοποίηση, οποιουδήποτε μέτρου που συνιστά ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 της Συνθήκης. |
|
(3) |
Με επιστολές της 11ης Νοεμβρίου 2003 (A/37737) και της 26ης Νοεμβρίου 2003 (A/38138) οι ιταλικές αρχές παρέσχον τις ζητηθείσες πληροφορίες. Στις 19 Δεκεμβρίου 2003 (D/58192) η Επιτροπή υπενθύμισε εκ νέου στην Ιταλία τις υποχρεώσεις που της επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ και κάλεσε τις ιταλικές αρχές να ενημερώσουν τους ενδεχόμενους δικαιούχους των εν λόγω φορολογικών κινήτρων σχετικά με τις συνέπειες που προβλέπονται από τη Συνθήκη και από το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (2), σε περίπτωση που αυτά τα κίνητρα συνιστούν ενίσχυση στην οποία δόθηκε εφαρμογή χωρίς προηγούμενη εξουσιοδότηση εκ μέρους της Επιτροπής. |
|
(4) |
Με επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 (SG 2004 D/201066), η Επιτροπή ενημέρωσε την Ιταλία για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τα φορολογικά κίνητρα που χορήγησε η Ιταλία σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό. Με επιστολή της 1ης Ιουνίου 2004 (A/35042) οι ιταλικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους. |
|
(5) |
Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καλώντας τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (3). Η Επιτροπή δεν έλαβε καμία παρατήρηση. |
II. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ
|
(6) |
Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003 προβλέπει ότι για τις επιχειρήσεις που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος επιχειρήσεων στην Ιταλία, εν ενεργεία κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του διατάγματος, εξαιρείται της φορολογίας το ποσό των εξόδων που έχουν καταβληθεί άμεσα για τη συμμετοχή των προϊόντων στις εκθέσεις στο εξωτερικό. Η διάταξη εφαρμόζεται αποκλειστικά στα έξοδα που καταβλήθηκαν από τους δικαιούχους κατά τη φορολογική περίοδο που ακολουθεί τη φορολογική περίοδο της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του DL 269/2003 (2 Οκτωβρίου 2003) και κατά συνέπεια, για τις επιχειρήσεις των οποίων ο κύκλος δραστηριοτήτων συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, το μέτρο επηρεάζει τον καθορισμό του φορολογήσιμου εισοδήματός τους για το 2004. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003, η απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος των επιχειρήσεων προστίθεται στην τακτική έκπτωση των εξόδων για τη συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό, στη φορολογική δήλωση των δικαιούχων. |
|
(7) |
Όσον αφορά τους γενικούς κανόνες σχετικά με την έκπτωση των επιχειρηματικών εξόδων σχετικών με τη συμμετοχή στις εκθέσεις στο εξωτερικό, με βάση τις αρχές που διατυπώνονται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 του ενιαίου κειμένου για τη φορολογία των εισοδημάτων (TUIR), μπορεί να γίνει διάκριση, μεταξύ εξόδων διαφήμισης, εξόδων προβολής (συμπεριλαμβανομένων των εξόδων για εκθέσεις) αφενός και των εξόδων εκπροσώπησης αφετέρου. Ενώ τα πρώτα έξοδα εκπίπτουν από το οικονομικό έτος στο οποίο πραγματοποιήθηκαν ή, σε σταθερές δόσεις, από το ίδιο οικονομικό έτος και στα επόμενα τέσσερα, τα έξοδα εκπροσώπησης είναι αποδεκτά για απαλλαγή μόνο κατά ένα τρίτο του συνολικού ύψους τους και εκπίπτουν και αυτά σε σταθερές δόσεις για μία περίοδο πέντε ετών. |
|
(8) |
Όσον αφορά τις πιθανές διάφορες κατηγορίες εξόδων σχετικά με τη συμμετοχή σε εκθέσεις, η διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003 προβλέπει ότι τα κίνητρα που προβλέπονται από το καθεστώς είναι περιορισμένα στη συμμετοχή των προϊόντων σε εκθέσεις και ότι στο επιλέξιμο ποσό ενισχύσεων, σύμφωνα με το καθεστώς, δεν συμπεριλαμβάνονται άλλα έξοδα που ενδεχομένως πραγματοποιήθηκαν για τη συμμετοχή σε εκθέσεις. |
|
(9) |
Οι ιταλικές αρχές διευκρίνισαν ότι το εν λόγω όφελος εφαρμόζεται ανεξαρτήτως της μορφής των εξόδων, που κατά κανόνα υπόκεινται σε διαφοροποιημένη φορολογική αντιμετώπιση όπως εξετάσθηκε ανωτέρω. Πράγματι, η Ιταλία διευκρίνισε ότι όλα τα έξοδα σχετικά με τη συμμετοχή σε εκθέσεις αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο ώστε να αποφευχθούν οι δυσκολίες κατάταξης στις διάφορες κατηγορίες εξόδων. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του DL 269/2003, ωστόσο, αποκλείει ρητώς από το επιλέξιμο ποσό τα έξοδα χορηγίας, που αποτελούν ένα μέρος των εξόδων διαφημίσεων, και που συνήθως εκπίπτουν εξ ολοκλήρου βάσει του προαναφερθέντος άρθρου 108 παράγραφος 2 του TUIR. |
III. ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
|
(10) |
Στην επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 με την οποία κίνησε την επίσημη διαδικασία, η Επιτροπή θεώρησε ότι το μέτρο ανταποκρινόταν στα κριτήρια που προβλέπονται για να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. |
|
(11) |
Με την ευκαιρία αυτή, ιδίως, η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς χορηγούσε ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα στους δικαιούχους, αφού φαινόταν να παρέχει αποκλειστικό πλεονέκτημα στις επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες εκθέσεων προϊόντων προς εξαγωγή, αποκλείοντας τις άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, αποκλείονται από τα ενδεχόμενα οφέλη του καθεστώτος οι ιταλικές επιχειρήσεις που εμπορεύονται τα δικά τους προϊόντα αποκλειστικά στην ιταλική αγορά, οι επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες, οι επιχειρήσεις που εμπορεύονται αγαθά που δεν προσφέρονται για συμμετοχή στις εκθέσεις και οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις στην Ιταλία. |
|
(12) |
Επιπλέον, η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς ευνοούσε τις ιταλικές επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε αυτές τις εκθέσεις στο εξωτερικό ενισχύοντας τη θέση τους έναντι των ξένων ανταγωνιστριών τους επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων τόσο των ξένων εμπόρων σε ανταγωνισμό με τις εν λόγω επιχειρήσεις στην ιταλική αγορά και τις ξένες αγορές όσο και τους ξένους ανταγωνιστές που εδρεύουν στην Ιταλία σε ανταγωνισμό με τους δικαιούχους στην ιταλική αγορά. |
|
(13) |
Τέλος, η Επιτροπή θεώρησε ότι ο επιλεκτικός χαρακτήρας των εν λόγω φορολογικών ελαφρύνσεων δεν ήταν δικαιολογημένος από τη φύση ή από τη δομή του ιταλικού φορολογικού συστήματος, ούτε φαινόταν να παρέχει αντιστάθμισμα των ενδεχομένων πραγματοποιηθεισών δαπανών στο εξωτερικό εξαιτίας της συμμετοχής σ’ αυτές τις εκθέσεις, αφού η ενίσχυση δεν υπόκειται στην επιβολή καμίας ειδικής φορολογικής ή χρηματοοικονομικής επιβάρυνσης στο εξωτερικό. Επιπλέον, δεν φαινόταν ότι μπορούσε να εφαρμοστεί καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ. Τα πλεονεκτήματα συνδέονταν με δαπάνες μη επιλέξιμες για ενίσχυση σύμφωνα με τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία ή με τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές· σε ό,τι αφορά ιδίως τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία σχετικά με τις ενισχύσεις στις ΜΜΕ, οι ενισχύσεις για τη συμμετοχή σε εκθέσεις είναι επιλέξιμες μόνο εάν υπερβαίνουν το 50 % των επιλέξιμων δαπανών και για την πρώτη συμμετοχή μιας ΜΜΕ σε μια συγκεκριμένη έκθεση, ενώ το εν λόγω φορολογικό κίνητρο αφορά όλες τις επιχειρήσεις και όλες τις δαπάνες σχετικά με συμμετοχή σε οποιαδήποτε έκθεση στο εξωτερικό. |
IV. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ
|
(14) |
Σε απάντηση της αξιολόγησης που πραγματοποίησε η Επιτροπή στην επιστολή της τής 18ης Μαρτίου 2004 για την κίνηση της διαδικασίας, οι ιταλικές αρχές αντέταξαν τρεις κύριες παρατηρήσεις ως απόδειξη του γεγονότος ότι το εν λόγω καθεστώς δεν διακρίνει μεταξύ των εν δυνάμει δικαιούχων των διαφόρων τομέων του εμπορίου, αλλά συνιστά ένα γενικό μέτρο στο οποίο έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις που ασκούν εμπορικές δραστηριότητες. |
|
(15) |
Πρώτον, σύμφωνα με τις ιταλικές αρχές το μέτρο δεν εφαρμόζεται αδιακρίτως σε όλους τους τομείς της οικονομίας και έχουν πρόσβαση σ’ αυτό όλες οι επιχειρήσεις που υπόκεινται στην ιταλική φορολογία των επιχειρήσεων, υπό τον όρο ότι πραγματοποιούν έξοδα για συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό. Επιπλέον, οι ιταλικές αρχές υπογραμμίζουν ότι η εν λόγω φορολογική απαλλαγή εφαρμόζεται και στις επιχειρήσεις με σταθερή οργανωτική δομή στο εξωτερικό. Οι ιταλικές αρχές επισημαίνουν επίσης ότι η εν λόγω φορολογική απαλλαγή συνδέεται στενά με τις δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για τη συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό και δεν παρέχει δυσανάλογα φορολογικά κίνητρα. Οι ιταλικές αρχές θεωρούν ότι το καθεστώς δεν προάγει τη συμμετοχή στις εκθέσεις στο εξωτερικό ως ξεχωριστή εμπορική δραστηριότητα, αλλά ως επένδυση στην οποία έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις τις οποίες η ιταλική κυβέρνηση προτίθεται να ενθαρρύνει στα πλαίσια της γενικής οικονομικής πολιτικής. Τέλος, οι ιταλικές αρχές διευκρινίζουν ότι το πλεονέκτημα εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις με σταθερή οργανωτική δομή στο εξωτερικό στο μέτρο που οι δαπάνες για τη συμμετοχή σε εκθέσεις πραγματοποιούνται από την κεντρική έδρα στην Ιταλία. |
|
(16) |
Δεύτερον, οι ιταλικές αρχές θεωρούν ότι το μέτρο δεν αδικεί τις μη εξαγωγικές επιχειρήσεις αλλά ότι, απεναντίας, αποτελεί ένα κίνητρο ώστε αυτές να θεωρήσουν ότι είναι προς το συμφέρον τους να συμμετάσχουν σ’ αυτόν τον τύπο εκθέσεων. Πράγματι, σε περίπτωση που μια επιχείρηση δραστηριοποιείται σε ένα τομέα που παράγει αγαθά ή υπηρεσίες μη εμπορεύσιμες και εξαγώγιμες, η επιχείρηση αυτή δεν θα ήταν σε ανταγωνισμό με τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς που παράγουν αυτά τα αγαθά ή υπηρεσίες. |
|
(17) |
Τρίτον, οι ιταλικές αρχές, υπογραμμίζουν το γεγονός ότι το μέτρο είναι σε ισχύ εδώ και ένα έτος και ότι τα πλεονεκτήματα που χορηγήθηκαν στις επιχειρήσεις που συμμετείχαν σε εκθέσεις στο εξωτερικό δεν συνεπάγονται, κατά συνέπεια, μια σημαντική στρέβλωση της λειτουργίας της κοινής αγοράς. |
V. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ
1. Κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ
|
(18) |
Η Επιτροπή επιβεβαιώνει, αφού έλαβε υπόψη της τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν οι ιταλικές αρχές, τη θέση που εξέφρασε στην επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας, δηλαδή ότι το εν λόγω καθεστώς συνιστά κρατική ενίσχυση αφού ανταποκρίνεται συσσωρευτικά στα κριτήρια που προβλέπονται σχετικά στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. |
|
(19) |
Πρώτον, ένα μέτρο για να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση πρέπει να χορηγεί στους δικαιούχους ένα πλεονέκτημα το οποίο μειώνει τις δαπάνες που κανονικά αυτοί θα πραγματοποιούσαν στα πλαίσια της εμπορικής δραστηριότητάς τους. Όλες οι επιχειρήσεις στην Ιταλία υπόκεινται σε φόρο επιχειρήσεων που υπολογίζεται επί του καθαρού κέρδους που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ μεικτών επιχειρηματικών εσόδων και εξόδων, όπως αυτά καθορίζονται στους λογαριασμούς τους. Το καθεστώς χορηγεί στους δικαιούχους ένα οικονομικό πλεονέκτημα ισοδύναμο προς τη μείωση του φορολογητέου εισοδήματος για ένα ποσό που αντιστοιχεί στα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν για τη συμμετοχή για εκθέσεις στο εξωτερικό, το οποίο προστίθεται στην τακτική έκπτωση από τα μεικτά έσοδα της επιχείρησης, η οποία είναι παραδεκτή για φορολογικούς σκοπούς. Μια δικαιούχος επιχείρηση που πραγματοποιεί αυτές τις δαπάνες εγγράφει στον ισολογισμό μια αρνητική διόρθωση, γεγονός που συνεπάγεται τη μείωση του φόρου επί του φορολογητέου εισοδήματος της επιχείρησης κατά το εν λόγω φορολογικό έτος. Τέλος, το πλεονέκτημα μετατρέπεται σε μια μικρότερη καταβολή φόρου σχετικά με αυτό το οικονομικό έτος, με χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα για τον δικαιούχο. |
|
(20) |
Στις υποβληθείσες παρατηρήσεις, η Ιταλία παρατηρεί ότι το εν λόγω καθεστώς δεν συνεπάγεται σημαντικά πλεονεκτήματα σε ό,τι αφορά τον ανταγωνισμό για τους δικαιούχους, εφόσον τα αποτελέσματά του περιορίζονται στις πραγματικά πραγματοποιηθείσες δαπάνες και εφαρμόζονται οι ίδιοι μηχανισμοί που προβλέπονται για άλλες ελαφρύνσεις από το TUIR. |
|
(21) |
Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι, όπως αναγνωρίστηκε από τις ιταλικές αρχές, η υπό εξέταση απαλλαγή έχει έκτακτο χαρακτήρα έναντι της τακτικής απαλλαγής που χορηγείται για φορολογικούς σκοπούς και κατά συνέπεια πρέπει να θεωρηθεί ως πλεονέκτημα που μειώνει τις επιβαρύνσεις που επωμίζονται κανονικά οι επιχειρήσεις που υπόκεινται στη φορολογία εισοδήματος επιχειρήσεων στην Ιταλία. Ωστόσο, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την αξιολόγησή της σύμφωνα με την οποία το εν λόγω καθεστώς χορηγεί στους δικαιούχους ένα οικονομικό και χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα υπό μορφή μείωσης του φορολογητέου εισοδήματος στην Ιταλία. |
|
(22) |
Δεύτερον, το πλεονέκτημα πρέπει να χορηγείται από το κράτος ή μέσω κρατικών πόρων. Επειδή η Ιταλία δεν πρόβαλε αντιρρήσεις, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την αξιολόγηση που πραγματοποίησε κατά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας, σύμφωνα με την οποία το πλεονέκτημα οφείλεται στο κράτος εφόσον συνίσταται σε μια παραίτηση από φόρο ο οποίος κανονικά εισπράττεται από το ιταλικό δημόσιο. |
|
(23) |
Το μέτρο πρέπει να είναι ειδικό ή επιλεκτικό δηλαδή να ευνοεί «ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής». Οι ιταλικές αρχές υποστηρίζουν κυρίως ότι στο μέτρο έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις που υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος στην Ιταλία και που πραγματοποιούν συγκεκριμένες επενδύσεις που προάγονται από την ιταλική κυβέρνηση, σύμφωνα με τους στόχους της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί το εν λόγω καθεστώς. |
|
(24) |
Μετά από ενδελεχή ανάλυση, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι το καθεστώς φοροαπαλλαγής που σύστησε η Ιταλία συνιστά ένα ειδικό καθεστώς που ευνοεί μόνο τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν συγκεκριμένες επιλέξιμες δαπάνες σχετικές με τη συμμετοχή σε εκθέσεις στο εξωτερικό, αποκλείοντας άλλες επιχειρήσεις που δεν συμμετέχουν σ’ αυτές τις εκθέσεις. Παρόλο που καταρχήν έχουν πρόσβαση στο καθεστώς όλες οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις στο εξωτερικό με τη δική τους βούληση, ευνοεί πράγματι μόνο τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των εξαγωγών και δεν έχουν σ’ αυτό πρόσβαση άλλοι οικονομικοί τομείς. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τα πλεονεκτήματα που παρέχονται στις επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες εξαγωγής και που πραγματοποιούν συγκεκριμένες δαπάνες που σχετίζονται με αυτές τις δραστηριότητες έχουν επιλεκτικό χαρακτήρα (4). |
|
(25) |
Η Επιτροπή δεν δέχεται τα επιχειρήματα που πρόβαλαν οι ιταλικές αρχές, σύμφωνα με τα οποία οι επιχειρήσεις που δεν ασκούν εμπορική και εξαγωγική δραστηριότητα δεν είναι συγκρίσιμες με εκείνες που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και ότι το καθεστώς κατά συνέπεια θα ήταν γενικό. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το πλεονέκτημα που καθορίζεται από τον αποκλεισμό ορισμένων ειδικών δαπανών από τη φορολογική βάση, αφού περιορίζεται μόνο στις επιχειρήσεις που ασκούν εξαγωγική δραστηριότητα, που προστίθεται στις τακτικές φορολογικές απαλλαγές, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως γενικό μέτρο. Η Επιτροπή υπογραμμίζει επίσης ότι οι ιταλικές αρχές δεν απέδειξαν ότι το μέτρο δικαιολογείται από τη φύση και από τη δομή του φορολογικού συστήματος. Πάντως, τα πλεονεκτήματα που χορηγούνται στους δικαιούχους δεν είναι συνεπή με τη φιλοσοφία του ιταλικού φορολογικού συστήματος και έχουν έκτακτο και προσωρινό χαρακτήρα. |
|
(26) |
Η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι θεωρεί πως το συγκεκριμένο καθεστώς έχει ειδικό χαρακτήρα εφόσον, για παράδειγμα, ευνοεί μόνο τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των εξαγωγών και που κατά συνέπεια «ασκούν δραστηριότητα εξαγωγής προϊόντων» σε εκθέσεις στο εξωτερικό, αντίθετα από τις επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες, από τους εμπόρους αγαθών που δεν συμμετέχουν σε εκθέσεις, καθώς και από εκείνους που συμμετέχουν σε τοπικές εκθέσεις. |
|
(27) |
Επιπλέον, η Επιτροπή επιβεβαιώνει τις αρχικές αμφιβολίες της όσον αφορά το γεγονός ότι όλες οι επιχειρήσεις που υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος στην Ιταλία έχουν δικαίωμα στα ίδια πλεονεκτήματα σε ό,τι αφορά τις εκθέσεις στις οποίες συμμετέχουν στο εξωτερικό. Οι ιταλικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι στις δαπάνες που μπορούν να τύχουν του εν λόγω κινήτρου συμπεριλαμβάνονται και εκείνες που πραγματοποιήθηκαν από μια σταθερή οργανωτική δομή στο εξωτερικό μιας ιταλικής επιχείρησης, που αναλαμβάνει τον βαθμό ανεξαρτησίας από την κεντρική έδρα που προβλέπεται στο άρθρο 162 του TUIR ή από τις σχετικές φορολογικές συμφωνίες εν ισχύ με τη χώρα στην οποία εδρεύει αυτή η σταθερή οργανωτική δομή. |
|
(28) |
Ωστόσο, η Ιταλία υποστηρίζει ότι το εν λόγω πλεονέκτημα είναι εφαρμόσιμο μόνο εάν, όπως προβλέπεται από το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του νομοθετικού διατάγματος 269/2003, οι εν λόγω δαπάνες πραγματοποιούνται άμεσα από έναν ιταλό δικαιούχο. Αυτό επιβάλλει στις σταθερές οργανωτικές δομές ή στις θυγατρικές στο εξωτερικό ιταλικών επιχειρήσεων να χρεώσουν τα εν λόγω έξοδα άμεσα σε μια ιταλική έδρα για να μπορέσουν να τύχουν της φορολοαπαλλαγής, αποκλείοντας εκ των πραγμάτων από το πλεονέκτημα τις σταθερές οργανωτικές δομές στο εξωτερικό επιχειρήσεων που εδρεύουν στην Ιταλία. Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι και γι’ αυτόν τον λόγο το καθεστώς δεν φαίνεται να είναι προσβάσιμο κατά τον ίδιο τρόπο σε όλες τις φορολογούμενες επιχειρήσεις στην Ιταλία. |
|
(29) |
Τέλος, το μέτρο πρέπει να επηρεάζει τον ανταγωνισμό και τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές. Η Ιταλία υποστηρίζει στην ουσία ότι το μέτρο δεν επηρεάζει κατά κανένα τρόπο τον ανταγωνισμό ή, κατά συνέπεια, ότι τα αποτελέσματά του στον ανταγωνισμό δεν είναι σημαντικά λόγω της σύντομης διάρκειας του εν λόγω καθεστώτος. |
|
(30) |
Έχοντας λάβει υπόψη τα αποτελέσματα του μέτρου, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την αξιολόγηση που πραγματοποίησε κατά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (5), για να νοθεύσει ένα μέτρο τον ανταγωνισμό είναι αρκετό ο αποδέκτης της ενίσχυσης να είναι σε ανταγωνισμό με άλλες επιχειρήσεις σε αγορές ανοικτές στον ανταγωνισμό. Ιδίως, η Επιτροπή επαναλαμβάνει ότι το εν λόγω μέτρο νοθεύει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών επειδή οι στόχοι και τα αποτελέσματα του καθεστώτος αφορούν ειδικά τη βελτίωση των συνθηκών συναλλαγής των δικαιούχων για την εξαγωγή των προϊόντων τους σε ξένες αγορές και κατά συνέπεια ενδιαφέρουν άμεσα τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο διεθνές εμπόριο, συμπεριλαμβανομένου και του ενδοκοινοτικού εμπορίου. Επιπλέον, και οι ενισχύσεις σε εξωκοινοτικές δραστηριότητες εξαγωγών μπορούν να επηρεάσουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό της Κοινότητας (6). |
|
(31) |
Η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί το επιχείρημα σχετικά με τα περιορισμένα αποτελέσματα στον ανταγωνισμό που προκαλούνται από το καθεστώς, γιατί το γεγονός ότι το καθεστώς παραμένει σε ισχύ μόνο για ένα έτος δεν αποκλείει ότι οι σχετικές εισαγωγές είναι αρκετά σημαντικές για να έχουν σημαντικά αποτελέσματα σε συγκεκριμένες αγορές. Αυτό είναι αλήθεια, ιδίως, όταν οι δικαιούχοι είναι μεγάλες επιχειρήσεις που συνήθως συμμετέχουν σε πολλές εκθέσεις. Επιπλέον, δεδομένου ότι η ενίσχυση δεν περιορίζεται σε απόλυτους όρους, το ύψος της ενίσχυσης θα μπορούσε να είναι σημαντικό. Πάντως, το περιορισμένο ύψος των ενισχύσεων δεν θα ήταν ικανό να αποκλείσει την πιθανότητα στρέβλωσης του ανταγωνισμού και του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών. |
|
(32) |
Επίσης, φαίνεται λογικό να υποτεθεί ότι η σύντομη διάρκεια ισχύος του μέτρου δεν θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις που συνήθως δεν συμμετέχουν σε εκθέσεις να τύχουν των προβλεπομένων πλεονεκτημάτων, ιδίως εάν αυτές οι επιχειρήσεις πρέπει να λάβουν αποφάσεις όπως εκείνη της εισόδου σε μια νέα αγορά. Κατά συνέπεια, το μέτρο φαίνεται σε μεγαλύτερο βαθμό προοριζόμενο να ευνοήσει τις επιχειρήσεις που ήδη, συνήθως, συμμετέχουν σε εκθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων των οποίων ο κύριος επιχειρηματικός στόχος είναι ειδικότερα να οργανώνουν και να διαχειρίζονται την έκθεση προϊόντων σε εμπορικές εκθέσεις και που θα ετύγχαναν σε δυσανάλογο βαθμό του εν λόγω κινήτρου εφόσον δεν αποκλείονται ρητώς από την εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του νομοθετικού διατάγματος 269/2003. |
2. Νομιμότητα του καθεστώτος
|
(33) |
Οι ιταλικές αρχές έθεσαν σε εφαρμογή το καθεστώς χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση στην Επιτροπή, και κατά συνέπεια δεν τήρησαν την υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Το μέτρο έχει χαρακτήρα παράνομης ενίσχυσης στο βαθμό που συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και τέθηκε σε εφαρμογή χωρίς την προκαταρκτική έγκριση της Επιτροπής. |
3. Συμβιβασιμότητα
|
(34) |
Στο βαθμό που συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, η συμβιβασιμότητα του εν λόγω μέτρου πρέπει να αξιολογηθεί βάσει των προβλεπομένων εξαιρέσεων του άρθρου 87 παράγραφος 2 και του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. |
|
(35) |
Οι ιταλικές αρχές δεν αμφισβήτησαν ρητώς την αξιολόγηση της Επιτροπής όπως αυτή εκτέθηκε στην επιστολή της 18ης Μαρτίου 2004 για την κίνηση της επίσημης έρευνας, σύμφωνα με την οποία δεν εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση καμία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ, βάσει των οποίων οι κρατικές ενισχύσεις μπορούν να θεωρηθούν συμβατές με την κοινή αγορά. Η Επιτροπή επιβεβαιώνει, κατά συνέπεια, την αξιολόγησή της η οποία έχει ήδη εκτεθεί στα σημεία από 25 έως 32 της επιστολής της 18ης Μαρτίου 2004. |
|
(36) |
Τα πλεονεκτήματα στη συγκεκριμένη περίπτωση συνδέονται με δαπάνες μη επιλέξιμες για ενίσχυση σύμφωνα με τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία ή των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών. Σε ό,τι αφορά ιδίως τη συμμετοχή σε εκθέσεις, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ σε ενισχύσεις ήσσονος σημασίας («de minimis») (7) (8) του άρθρου 5 στοιχείο β), ορίζει ότι οι ενισχύσεις για τη συμμετοχή σε εκθέσεις είναι επιλέξιμες μόνο εάν υπερβαίνουν το 50 % των επιλέξιμων δαπανών και για την πρώτη συμμετοχή μιας ΜΜΕ σε μια συγκεκριμένη έκθεση, ενώ το εν λόγω φορολογικό κίνητρο αφορά όλες τις επιχειρήσεις και όλες τις δαπάνες σχετικά με τη συμμετοχή σε οποιαδήποτε έκθεση στο εξωτερικό. |
|
(37) |
Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, σχετικές με τις ενισχύσεις κοινωνικού χαρακτήρα προς μεμονωμένους καταναλωτές, τις ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα και τις ενισχύσεις προς την οικονομία ορισμένων περιοχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν εφαρμόζονται σ’ αυτήν την περίπτωση. |
|
(38) |
Δεν εφαρμόζεται ούτε η εξαίρεση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ, που προβλέπει την εξουσιοδότηση των ενισχύσεων για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών, στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση. |
|
(39) |
Κατά τον ίδιο τρόπο, το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σημαντικό σχέδιο κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ούτε προορίζεται για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας της Ιταλίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ. Επίσης το καθεστώς δεν έχει ως στόχο να προωθήσει τον πολιτισμό και τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς όπως ορίζει το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης ΕΚ. |
|
(40) |
Τέλος, το καθεστώς πρέπει να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ. Αυτό το άρθρο προβλέπει την εξουσιοδότηση των ενισχύσεων για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Οι φορολογικές απαλλαγές που χορηγούνται μέσω του καθεστώτος δεν χορηγούνται σε ειδικές επενδύσεις, στη δημιουργία θέσεων εργασίας ή σε ειδικά σχέδια. Αυτές αποτελούν απλώς μείωση των επιβαρύνσεων που οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις θα έπρεπε κανονικά να επωμισθούν κατά τη διάρκεια της εξαγωγικής τους δραστηριότητας και πρέπει κατά συνέπεια να θεωρηθούν ως λειτουργικές κρατικές ενισχύσεις για εξαγωγές. Σύμφωνα με την πάγια τακτική της Επιτροπής, τέτοιες ενισχύσεις δεν θεωρούνται συμβατές με την κοινή αγορά. |
|
(41) |
Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι, ακόμα και σε περίπτωση που θα εξακριβωνόταν ότι το καθεστώς διευκολύνει την ανάπτυξη ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως η διεθνοποίηση των ιταλικών επιχειρήσεων, με επακόλουθη αύξηση του όγκου των συναλλαγών, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αποκλείσει ότι σχετικά αποτελέσματα στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές θα είχαν μια κατάληξη αντίθετη προς το κοινό συμφέρον. |
VI. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
|
(42) |
Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι φορολογικές απαλλαγές που χορηγήθηκαν μέσω του εν λόγω μέτρου συνιστούν καθεστώς λειτουργικών κρατικών ενισχύσεων στο οποίο δεν εφαρμόζεται καμία από τις προβλεπόμενες εξαιρέσεις και ότι κατά συνέπεια αυτό είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά. Επίσης η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ιταλία εφάρμοσε παράνομα το εν λόγω μέτρο. |
|
(43) |
Σε περίπτωση που εξακριβωθεί ότι μια κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε παράνομα είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά, φυσική συνέπεια είναι η ενίσχυση να ανακτηθεί από τους δικαιούχους. Μέσω της ανάκτησης της ενίσχυσης επανορθώνεται, στο μέτρο του δυνατού, η ανταγωνιστική θέση που υπήρχε πριν από την ενίσχυση. |
|
(44) |
Παρόλο που η παρούσα διαδικασία ολοκληρώθηκε πριν από το τέλος του οικονομικού έτους στο οποίο το καθεστώς παράγει τα αποτελέσματά του, συνεπώς πριν καταστεί οριστικός ο οφειλόμενος φόρος από την πλειονότητα των δικαιούχων, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποκλείσει ότι οι επιχειρήσεις έχουν ήδη ωφεληθεί από την ενίσχυση, για παράδειγμα από μικρότερες προκαταβολές φόρου σχετικά με το σε εξέλιξη οικονομικό έτος. Η Επιτροπή σημειώνει ότι, σε συνέχεια της κίνησης της επίσημης έρευνας, οι ιταλικές αρχές ειδοποίησαν δημοσίως τους δυνάμει δικαιούχους του καθεστώτος για τις πιθανές συνέπειες σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπίστωνε ότι το εν λόγω μέτρο συνιστούσε μη συμβατή ενίσχυση. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίο, για να προβεί στην ανάκτηση των ενισχύσεων που έχουν ενδεχομένως ήδη τεθεί στη διάθεση των δικαιούχων, η Ιταλία να προειδοποιήσει τους εν δυνάμει δικαιούχους του καθεστώτος, εντός δύο μηνών από την παρούσα απόφαση, να επιστρέψουν τις ενισχύσεις, προσαυξημένες με τους τόκους, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (9). Ιδίως, σε περίπτωση που η ενίσχυση έχει ήδη χορηγηθεί μέσω μείωσης των καταβολών οφειλομένων φόρων για το σε εξέλιξη οικονομικό έτος, η Ιταλία πρέπει να εισπράξει το σύνολο των οφειλομένων φόρων με την τελευταία πληρωμή που προβλέπεται για το 2004. Πάντως, η συνολική ανάκτηση πρέπει να συμπληρωθεί το αργότερο στο τέλος του πρώτου οικονομικού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης. |
|
(45) |
Η Ιταλία οφείλει να παράσχει στην Επιτροπή, χρησιμοποιώντας το ερωτηματολόγιο του παραρτήματος της παρούσας απόφασης, την κατάσταση των ενδιαφερομένων δικαιούχων και να διευκρινίσει ρητώς τα προβλεπόμενα μέτρα και εκείνα που έχουν ήδη ληφθεί για την άμεση και αποτελεσματική ανάκτηση των παράνομων κρατικών ενισχύσεων. Εντός δύο μηνών από την παρούσα απόφαση πρέπει επίσης να διαβιβασθούν στην Επιτροπή όλα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την πραγματοποιηθείσα κίνηση της διαδικασίας ανάκτησης των παράνομων ενισχύσεων από τους δικαιούχους (όπως εγκύκλιοι, εντολές ανάκτησης κ.λπ.). |
|
(46) |
Η παρούσα απόφαση αφορά το ίδιο το καθεστώς και πρέπει να εκτελεσθεί άμεσα, συμπεριλαμβανομένης της ανάκτησης των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το καθεστώς. Ωστόσο, αυτό δεν προδικάζει τη δυνατότητα να θεωρηθούν συμβατές όλες ή ένα μέρος των χορηγηθεισών ενισχύσεων σε ατομικές περιπτώσεις, ιδίως κατά την έννοια του άρθρου 5 στοιχείο β) του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία σχετικά με τις ενισχύσεις στις ΜΜΕ, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν υπό μορφή φορολογικών κινήτρων σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις στο εξωτερικό, που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) του νομοθετικού διατάγματος 269/2003, το οποίο η Ιταλία εφάρμοσε παράνομα κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ είναι ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά.
Η Ιταλία καταργεί το καθεστώς ενισχύσεων που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.
Άρθρο 2
1. Η Ιταλία λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να ανακτήσει από τους δικαιούχους τις ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 και οι οποίες χορηγήθηκαν παράνομα.
Η ανάκτηση εκτελείται χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο.
2. Σε περίπτωση που η ενίσχυση έχει ήδη χορηγηθεί μέσω μείωσης των προκαταβολών φόρου που οφείλονται για το τρέχον οικονομικό έτος, η Ιταλία εισπράττει το συνολικό φόρο που οφείλεται με το αντιστάθμισμα που προβλέπεται για το 2004.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η Ιταλία ανακτά τον οφειλόμενο φόρο το αργότερο στο τέλος του πρώτου οικονομικού έτους που ακολουθεί την ημερομηνία γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης.
3. Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις παράγουν τόκους οι οποίοι αρχίζουν από την ημερομηνία κατά την οποία οι ενισχύσεις τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησης και υπολογιζόμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004, άρθρα 9, 10 και 11.
Άρθρο 3
Στο τέλος των δύο μηνών που υπολογίζονται από την ημερομηνία της γνωστοποίησης της παρούσας απόφασης η Ιταλία ανακοινώνει στην Επιτροπή, μέσω του ερωτηματολογίου που επισυνάπτεται, τα μέτρα που έχει λάβει για να συμμορφωθεί με την απόφαση αυτή.
Εντός του ιδίου χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο η Ιταλία:
|
α) |
προειδοποιεί όλους τους δικαιούχους των ενισχύσεων του άρθρου 1 να επιστρέψουν τις παράνομες ενισχύσεις, προσαυξημένες με τους φόρους· |
|
β) |
υποβάλλει όλα τα έγγραφα που αποδεικνύουν την επιτευχθείσα κίνηση της διαδικασίας ανάκτησης των παρανόμων ενισχύσεων από τους δικαιούχους. |
Άρθρο 4
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.
Βρυξέλλες, 14 Δεκεμβρίου 2004.
Για την Επιτροπή
Neelie KROES
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ C 221 της 3.9.2004, σ. 2.
(2) ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.
(3) Βλέπε υποσημείωση 1.
(4) Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1969 στις κοινές υποθέσεις 6 και 11/69, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, Συλλογή 1969, σ. 523· απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Ιουνίου 1988 στην υπόθεση 57/86, Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1988, σ. 2855· απόφαση της 15ης Ιουλίου 2004 στην υπόθεση C-501/00, Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 2004, σ. 6717.
(5) Βλέπε για παράδειγμα CGCE, απόφαση του Πρωτοδικείου της 30ής Απριλίου 1998 στην υπόθεση T-214/95 Het Vleemse Gewest κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1998, σ. II-717.
(6) Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Μαρτίου 1990 στην υπόθεση C-142/87, Βασίλειο του Βελγίου κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1990, σ. I-959.
(7) Το κείμενο περιέχει ένα σημαντικό λάθος. Η παρούσα φράση πρέπει να διαβαστεί ως εξής: «Σε ό,τι αφορά ιδίως τη συμμετοχή σε εκθέσεις, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ….». Ο κανονισμός βρίσκεται στη σελίδα 33 και όχι στη σελίδα 1 της ΕΕ L 10 της 13.1.2001 σ. 33 όπως εκ παραδρομής αναφέρεται στην υποσημείωση 7 ανωτέρω.
(8) ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 1.
(9) ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Πληροφορίες σχετικά με την εκτέλεση της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων C 12/2004 — Ιταλία — Άμεσα φορολογικά κίνητρα σε επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εμπορικές εκθέσεις στο εξωτερικό
1. Συνολικός αριθμός των δικαιούχων και συνολικό ποσό της ενίσχυσης προς ανάκτηση
|
1.1. |
Αναφέρατε λεπτομερώς με ποιο τρόπο θα υπολογισθεί το ύψος της ενίσχυσης προς ανάκτηση από τους δικαιούχους
|
|
1.2. |
Συνολικό ύψος της παράνομης ενίσχυσης προς ανάκτηση (μεικτό ισοδύναμο επιχορήγησης· τιμές …) που χορηγήθηκε βάσει του καθεστώτος. |
|
1.3. |
Συνολικός αριθμός των δικαιούχων από τους οποίους πρέπει να ανακτηθεί η παράνομα χορηγηθείσα ενίσχυση στα πλαίσια του παρόντος καθεστώτος. |
2. Προβλεπόμενα μέτρα και μέτρα που έχουν ήδη θεσπισθεί για την ανάκτηση της ενίσχυσης
|
2.1. |
Παρακαλείσθε να αναφέρετε λεπτομερώς ποια μέτρα προβλέπονται και ποια μέτρα έχουν ήδη θεσπισθεί για την άμεση και αποτελεσματική ανάκτηση της ενίσχυσης. Διευκρινίστε τη νομική βάση αυτών των μέτρων. |
|
2.2. |
Ημερομηνία εντός της οποίας θα έχει ολοκληρωθεί η ανάκτηση. |
3. Πληροφορίες σχετικά με τους ατομικούς δικαιούχους
Στο συνημμένο πίνακα χορηγείστε τα στοιχεία σχετικά με κάθε δικαιούχο από τον οποίο πρέπει να ανακτηθεί η ενίσχυση που χορηγήθηκε παράνομα στα πλαίσια του καθεστώτος.
|
Ταυτότητα του δικαιούχου |
Ύψος της παράνομα χορηγηθείσας ενίσχυσης (1) Τοκοφόρος ημερομηνία: … |
Επιστραφέντα ποσά (2) Τοκοφόρος ημερομηνία: … |
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
(1) Ύψος της ενίσχυσης που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου (σε μεικτό ισοδύναμο επιχορήγησης· τιμές σε …).
|
(°) |
Μεικτά επιστραφέντα ποσά (συμπεριλαμβανομένων των φόρων). |
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/48 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 20ής Ιουλίου 2005
σχετικά με την κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Γερμανία στην επιχείρηση μεταποίησης κρέατος Greußener Salamifabrik GmbH
[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 2725]
(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)
(2005/920/ΕΚ)
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,
Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να της υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1) και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
I. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
(1) |
Το μέτρο κοινοποιήθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, με την επιστολή της 6ης Νοεμβρίου 1997. Ο δικαιούχος είχε προφανώς ήδη λάβει ανάλογη ενίσχυση κατά το παρελθόν. Το μέτρο καταχωρίσθηκε συνεπώς στο μητρώο των μη κοινοποιηθεισών ενισχύσεων. Η Γερμανία διαβίβασε στην Επιτροπή πρόσθετες πληροφορίες με τις επιστολές της από 4 Φεβρουαρίου 1998, 10 Ιουνίου 1998 και 4 Φεβρουαρίου 1999. |
|
(2) |
Η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γερμανία, με την επιστολή της από 7 Ιουνίου 1999, την απόφασή της να κινήσει σχετικά με την εν λόγω ενίσχυση τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ. |
|
(3) |
Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. |
|
(4) |
Οι παρατηρήσεις που περιήλθαν διαβιβάστηκαν στη Γερμανία με την παράκληση να τοποθετηθεί σχετικά. Οι παρατηρήσεις της Γερμανίας διαβιβάστηκαν με την επιστολή της 23ης Φεβρουαρίου 2000. |
|
(5) |
Με την επιστολή της από 18 Μαΐου 2005, η οποία πρωτοκολλήθηκε στις 23 Μαΐου 2005, η Γερμανία ζήτησε από την Επιτροπή, παραπέμποντας στο άρθρο 7 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (3), να εκδώσει σχετική απόφαση, βασιζόμενη στις πληροφορίες που της ήταν διαθέσιμες. |
II. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ
|
(6) |
Η δικαιούχος επιχείρηση, Greußener Salamifabrik GmbH, είναι εταιρεία μεταποίησης κρέατος, η οποία παράγει και διαθέτει στο εμπόριο διάφορα είδη λουκάνικων και προϊόντων με βάση το κρέας. Η επιχείρηση δεν προβαίνει η ίδια στη σφαγή των ζώων, αλλά αναλαμβάνει τη μεταποίηση κρέατος σφαγίων. Την 1η Οκτωβρίου 1999 κινήθηκε η διαδικασία της αφερεγγυότητας επί των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας Greußener Salamifabrik GmbH, με βάση τις πληροφορίες που δόθηκαν από τη Γερμανία. Η Επιτροπή δεν ενημερώθηκε σχετικά με το αποτέλεσμα της διαδικασίας. Απ’ ό,τι φαίνεται ωστόσο, συνεχίστηκε τουλάχιστον η εκμετάλλευση των πάγιων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης —υπό την επωνυμία «Greußener Salami- und Schinkenfabrik GmbH». Οι παρατηρήσεις που περιλαμβάνονται στην παρούσα απόφαση αναφέρονται όμως στην επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH, η οποία κηρύχθηκε στη συνέχεια σε κατάσταση αφερεγγυότητας. |
|
(7) |
Η συνεχής μείωση του κύκλου εργασιών είχε ως αποτέλεσμα να εμφανίσει η επιχείρηση από το 1995 και μετά ζημίες και να είναι αρνητική η χρηματοοικονομική ροή της επιχείρησης από το 1995. Σε ένα έγγραφο που καταρτίστηκε το Σεπτέμβριο του 1996 από την εταιρεία Dr. Zimmermann & Partner συνάγεται το συμπέρασμα ότι η εικόνα των χρηματοοικονομικών ροών της επιχείρησης ήταν ήδη εξαιρετικά κρίσιμη εκείνη τη χρονική στιγμή. Το γεγονός ότι η επιχείρηση ήταν προβληματική αναφέρεται στην απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της σχετικής διαδικασίας (4) και δεν αμφισβητήθηκε ουδόλως κατά τη διενέργεια της διαδικασίας έρευνας. Η αναδιάρθρωση της επιχείρησης Greußener Salamifabrik κρίθηκε απολύτως αναγκαία. Για τη χρηματοδότηση της επιχείρησης κατά το τέταρτο τρίμηνο του 1996 η επιχείρηση υποχρεώθηκε να συνάψει πρόσθετα δάνεια [ύψους 375 000 γερμανικών μάρκων (εφεξής «DΕΜ») από την Dresdner Bank AG και ύψους 725 000 DΕΜ από τη Sparkasse Erfurt]. Η Thüringer Aufbaubank (Τράπεζα Ανασυγκρότησης της Θουριγγίας) ανέλαβε να χορηγήσει την εγγύηση κάλυψης αδυναμιών καλής εκτέλεσης σε ποσοστό 80 %. Συνέπεια αυτού ήταν να καλυφθεί το ποσό των 880 000 DΕΜ. Η εγγύηση αυτή δεν κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή, κατά παράβαση των ρυθμίσεων της επιστολής που είχε διαβιβάσει η Επιτροπή στα κράτη μέλη στις 5 Απριλίου 1989 με τα στοιχεία SG(89) D/4328. Στη συνέχεια καλείται ενίσχυση 1. |
|
(8) |
Στις 8 Ιανουαρίου 1997, η εταιρεία Ergewa GmbH εξαγόρασε ποσοστό 75 % των εταιρικών μεριδίων της δικαιούχου επιχείρησης. Η νέα ιδιοκτήτρια εταιρεία προχώρησε σε διόρθωση μεμονωμένων στοιχείων στις προβλέψεις προς κάλυψη των επισφαλών απαιτήσεων από τις εξαγωγές στη Ρωσία και σε μείωση της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού για συνολικό ποσό 1,2 εκατομμυρίων DΕΜ. Απόρροια αυτού ήταν, σε συνδυασμό με την περαιτέρω μείωση των πωλήσεων, να επιδεινωθούν τα στοιχεία του ισολογισμού, με αποτέλεσμα να επιβάλλεται επιτακτικά μια νέα αναδιάρθρωση. |
|
(9) |
Όπως διευκρίνισε η Γερμανία στην επιστολή της με την οποία κοινοποίησε διάφορα στοιχεία στις 6 Νοεμβρίου 1997, η επιχείρηση Greußener Salamifabrik δεν είχε πετύχει τους στόχους στους τομείς του κύκλου εργασιών και των εισπράξεων για το έτος 1997, η επιχείρηση κινδύνευε διαρκώς να κηρυχθεί σε καθεστώς αφερεγγυότητας και θα πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι η επιχείρηση δεν ήταν πλέον σε θέση να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις εξόφλησης των χρεών της έναντι των τραπεζών. Για το λόγο αυτό, η εταιρεία Schitag, Ernst & Young Deutsche Allgemeine Treuhand AG επεξεργάστηκε ένα νέο σχέδιο εξυγίανσης για την Greußener Salamifabrik GmbH τον Αύγουστο του 1997. Σύμφωνα με το νέο σχέδιο εξυγίανσης, προβλέπεται η εφαρμογή ενός τρίπτυχου μέτρων:
|
1. Χρηματοοικονομική υποδομή
|
(10) |
Ένα μέρος της αναδιάρθρωσης συνίστατο στην παραίτηση της Sparkasse Erfurt από την αξίωσή της ύψους 1,7 εκατομμυρίων DΕΜ. Σε αντάλλαγμα ενεργοποιήθηκε εν μέρει η εγγύηση ύψους 725 000 DΕΜ που είχε αναλάβει η Thüringer Aufbaubank (μία κρατική τράπεζα) προς κάλυψη ενός δανείου (βλέπε αιτιολογική σκέψη 7). Στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης καταβλήθηκε στην Sparkasse Erfurt ποσό 370 000 DΕΜ (ποσοστό 64 % επί του ποσού της εγγύησης). Παράλληλα ενεργοποιήθηκε εν μέρει μία εγγύηση που είχε αναλάβει η Bürgschaftsbank Thüringen GmbH (μια ιδιωτική τράπεζα) το έτος 1993 για ένα δάνειο ύψους 1 εκατομμυρίου DM. Στη Sparkasse Erfurt καταβλήθήκε ποσό 590 000 DΕΜ (ήτοι ποσοστό 74 % επί του ποσού της εγγύησης). |
|
(11) |
Η Dresdner Bank Erfurt αναχρηματοδότησε εξάλλου ένα δάνειο ύψους 2,5 εκατομμυρίων DΕΜ, το οποίο είχε εγκριθεί από την Sparkasse Erfurt. Η Dresdner Bank χορήγησε όμως το εν λόγω δάνειο υπό τον όρο ότι η Thüringer Aufbaubank θα έδινε την εγγύησή της για το 80 % του δανείου. |
|
(12) |
Η νέα εγγύηση ύψους 2 εκατομμυρίων DΕΜ, καθώς και η μερική ρευστοποίηση (370 000 DΕΜ) της παλαιότερης εγγύησης, κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή με την επιστολή της 6ης Νοεμβρίου 1997, βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, καθώς και βάσει της επιστολής της 5ης Απριλίου 1989 προς τα κράτη μέλη με τα κωδικά στοιχεία SG(89) D/4328. Τα δύο αυτά μέτρα καλούνται στη συνέχεια από κοινού ενίσχυση 2. Όπως γνωστοποίησε η Γερμανία, με την επιστολή της από 4 Φεβρουαρίου 1999 και εκ νέου με την επιστολή της από 18 Μαΐου 2005, η εγγύηση της Thüringer Aufbaubank, ύψους 2 εκατομμυρίων DΕΜ, θα μπορούσε να δοθεί μόνο υπό τον όρο της έγκρισης από την Επιτροπή. |
|
(13) |
Η εγγύηση της Dresdner Bank Erfurt, ύψους 2,5 εκατομμυρίων DΕΜ, καταβλήθηκε στην επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH. |
|
(14) |
Τέλος, η εταιρεία Ergewa GmbH, η οποία ελέγχει το 75 % των εταιρικών μεριδίων, χορήγησε στην επιχείρηση άλλο ένα εξαρτημένο δάνειο ύψους 1,5 εκατομμυρίων DΕΜ. |
2. Στρατηγική μάρκετινγκ
|
(15) |
Η στρατηγική του μάρκετινγκ εστιάζεται στους εξής τρεις στόχους: την ανάπτυξη των προϊόντων, την πολιτική των προϊόντων και την προώθηση της διάθεσής τους. Ο γενικότερος στόχος που επιδιώκεται με τον στόχο αυτό είναι να προσανατολίζονται τα προϊόντα με κύριο γνώμονα τα κριτήρια της αγοράς. |
3. Μέτρα περικοπής του κόστους
|
(16) |
Οι περικοπές που ήταν ευκολότερο να γίνουν εφαρμόστηκαν ήδη στο πλαίσιο της προηγούμενης αναδιάρθρωσης. Η στρατηγική των μέτρων εξυγίανσης προέβλεπε ωστόσο την περαιτέρω περικοπή του κόστους, για να μειωθεί ιδίως η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και το κόστος μεταφοράς. |
|
(17) |
Με βάση τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή, απώτερος σκοπός αυτών των συνδυασμένων μέτρων ήταν να καταστεί η επιχείρηση εκ νέου βιώσιμη και να αποκατασταθεί η αποδοτικότητά της. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα έπρεπε ωστόσο να αυξηθεί ο κύκλος εργασιών από 6 845 000 DΕΜ το 1996, σε 7 εκατομμύρια DΕΜ το 1998 και σε 8 εκατομμύρια DΕΜ το 1999. |
|
(18) |
Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ αναφορικά με τα εν λόγω μέτρα υπέρ της Greußener Salamifabrik, τα οποία συνοψίζονται ως εξής:
|
|
(19) |
Επειδή οι εγγυήσεις χορηγήθηκαν για μια προβληματική επιχείρηση, η Επιτροπή είναι υποχρεωμένη να υποθέσει ότι το στοιχείο ενίσχυσης, κατά τη χρονική στιγμή της χορήγησης, ανήλθε σε 100 % του εγγυημένου ποσού και συγκεκριμένα σε 880 000 DΕΜ το 1996 και σε 2 εκατομμύρια DΕΜ το 1997. Το συνολικό ποσό ανέρχεται επομένως σε 2,88 εκατομμύρια DΕΜ. |
|
(20) |
Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τα προαναφερόμενα μέτρα, επειδή διατηρούσε αμφιβολίες εάν το μέτρο είναι συμβιβάσιμο με την επιστολή της Επιτροπής με στοιχεία SG(89) D/4328 της 5ης Απριλίου 1989 σχετικά με τις κρατικές εγγυήσεις αλλά και με τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (5). Σε ό,τι αφορά τις κατευθυντήριες γραμμές, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολία ότι η αναδιάρθρωση θα επιτρέψει να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα της επιχείρησης, ότι τηρήθηκε η βασική αρχή ότι οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης επιτρέπεται να χορηγηθούν μόνο μία φορά και ότι τηρήθηκε ο απαιτούμενος όρος της ολοσχερούς υλοποίησης του προγράμματος αναδιάρθρωσης. |
|
(21) |
Η ενίσχυση 1 χορηγήθηκε υπό τη μορφή κρατικών εγγυήσεων, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να συμβαδίζει με τους όρους που καθορίζονται στην επιστολή της Επιτροπής της 5ης Απριλίου 1989 προς τα κράτη μέλη με τα στοιχεία SG(89) D/4328. Όπως διακήρυσσε η Επιτροπή στην επιστολή της εκείνη, θα εγκρίνει τις ενισχύσεις μόνο όταν η ενεργοποίησή τους εξαρτάται συμβατικά από την τήρηση ιδιαίτερων όρων, στους οποίους μπορεί να συμπεριλαμβάνεται ιδίως η υποχρεωτική αναγγελία της κήρυξης σε πτώχευση της δικαιούχου επιχείρησης. Από τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν δεν προκύπτει ότι η ενεργοποίηση των προαναφερόμενων εγγυήσεων συνδεόταν με την τήρηση ιδιαίτερων όρων. |
|
(22) |
Η ενίσχυση χορηγήθηκε ακριβώς επειδή η επιχείρηση ήταν προβληματική και έπρεπε να εξυγιανθεί. Η ενίσχυση όφειλε συνεπώς να εξεταστεί υπό το πρίσμα των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων, οι οποίες ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή χορήγησης της εγγύησης. Για την ενίσχυση 1, η Επιτροπή δεν διέθετε καθόλου πληροφορίες οι οποίες να της επιτρέπουν να εξετάσει κατά πόσον συμβιβαζόταν με τις προαναφερόμενες κατευθυντήριες γραμμές. Για την ενίσχυση 2, είναι προφανές ότι δεν εκπληρώνονταν τρεις από τους όρους των κατευθυντηρίων γραμμών για την αναδιάρθρωση. Απ’ ό,τι φαίνεται, η ενίσχυση δεν οδήγησε σε αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης. Είναι εξάλλου προφανές ότι η επιχείρηση προσπάθησε να αποκαταστήσει την κερδοφόρο λειτουργία της επιδιώκοντας να ξεπεράσει τα προβλήματά της προσφεύγοντας σε επέκταση των δραστηριοτήτων της. Μία τέτοια επέκταση όμως θα μπορούσε να οδηγήσει σε παράνομη νόθευση του ανταγωνισμού. Τέλος, δεν ήταν σαφές εάν το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης υλοποιήθηκε στην εντέλεια. |
III. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ
|
(23) |
Η Επιτροπή έλαβε τις παρατηρήσεις της Kemper Fleischwarenfabrik (Nortrup), του Bundesverband der Deutschen Fleischwarenindustrie e.V. (Bonn) καθώς και ενός τρίτου ενδιαφερόμενου, ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. Οι τρεις ενδιαφερόμενοι εξέφρασαν από κοινού την άποψη ότι η αύξηση του κύκλου εργασιών θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί μόνο με τη μείωση των τιμών, γεγονός που θα προκαλούσε ζημία στον κλάδο. Όπως επισήμανε ο Bundesverband der Deutschen Fleischwarenindustrie e.V., το 1 % των γερμανικών μονάδων μεταποίησης κρέατος εγκαταλείπει κάθε χρόνο την αγορά. Σε μία τέτοια αγορά στην οποία ο ανταγωνισμός είναι τόσο έντονος μπορούν να επιβιώσουν μόνο οι καλύτεροι. Το να διατηρείται μία επιχείρηση τεχνητά στη ζωή ζημιώνει τα συμφέροντα του κλάδου. Εξάλλου, η προτεινόμενη στρατηγική στα θέματα του μάρκετινγκ ακολουθείται σχεδόν από όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου. Όπως πιστεύει ο Bundesverband, μια τέτοια στρατηγική δεν μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία εάν δεν υπάρχουν σημαντικοί πόροι, ο οποίοι δεν ήταν όμως διαθέσιμοι. |
IV. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
|
(24) |
Εκτός από το αίτημα που διαβίβασε για την παράταση της προθεσμίας διαβίβασης της απάντησής της, η Γερμανία κοινοποίησε τις παρατηρήσεις της με τις επιστολές της 22ας Ιουλίου 1999, της 28ης Ιουλίου 1999, της 6ης Αυγούστου 1999 και της 23ης Φεβρουαρίου 2000. |
|
(25) |
Με την πρώτη της επιστολή, η Γερμανία γνωστοποίησε ότι η επιχείρηση είχε εν μέρει εξαγοραστεί. |
|
(26) |
Στη δεύτερη επιστολή της, η Γερμανία εξήγγειλε ότι είχε την πρόθεση να κοινοποιήσει τη σύμβαση εγγύησης, στην οποία καθορίζονται οι όροι σύστασης της εγγύησης, υπέβαλε το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης για την πρώτη φάση αναδιάρθρωσης και ανακοίνωσε ότι είχε την πρόθεση να διαβιβάσει τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα που αναμενόταν να προκύψουν μετά την εφαρμογή της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης. Τέλος, ανήγγειλε ότι θα διαβιβαστούν περαιτέρω στοιχεία σε απάντηση του ερωτήματος γιατί δεν είχαν επιτευχθεί οι στόχοι του κύκλου εργασιών μετά τη δεύτερη φάση της εξυγίανσης. |
|
(27) |
Όπως επίσης ανέφερε η Γερμανία στην επιστολή της από 28 Ιουλίου 1999, η επιχείρηση δεν σχεδίαζε να επεκτείνει την παραγωγική της δυναμικότητα, αλλά εξακολουθούσε να παράγει τις ίδιες περίπου ποσότητες όπως στο παρελθόν (1994/95). Τα προβλήματα της επιχείρησης οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες, όπως η επιδημία της πανώλης των χοίρων, η κατάρρευση της ρωσικής αγοράς και η κρίση ΣΕΒ. Τέλος, φαινόταν απίθανο η ενίσχυση να οδηγήσει σε νόθευση του ανταγωνισμού, εφόσον η δικαιούχος επιχείρηση αποτελεί ΜΜΕ, η οποία ασκεί τις δραστηριότητές της μόνο στη Θουριγγία. |
|
(28) |
Με την τρίτη επιστολή της από 6 Αυγούστου 1999, η Γερμανία διαβίβασε επιπροσθέτως τη σύμβαση εγγύησης και το σχέδιο εξυγίανσης που θα ίσχυαν κατά την πρώτη φάση της αναδιάρθρωσης. |
|
(29) |
Η Γερμανία κοινοποίησε με την επιστολή της από 23 Φεβρουαρίου 2000 την κήρυξη της διαδικασίας αφερεγγυότητας επί των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης Greußener Salamifabrik GmbH και ανακοίνωσε ότι οι τράπεζες ακύρωσαν τις πιστώσεις που είχαν ανοίξει. Η επιστολή συνοδευόταν από ένα έγγραφο της κύριας τράπεζας της επιχείρησης, της Dresdner Bank, στο οποίο ή τράπεζα διαπιστώνει ότι οι ανταγωνιστές ήταν βέβαιο ότι θα στρέφονταν κατά της ενίσχυσης. |
V. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
|
(30) |
Με τα μέτρα που θεσπίστηκαν χορηγήθηκαν ενισχύσεις σε μια επιχείρηση μεταποίησης κρέατος. Βάσει του άρθρου 40 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (6), αλλά και βάσει του άρθρου 21 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75, της 29ης Οκτωβρίου 1975, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του χοιρείου κρέατος (7), για τα προϊόντα που εμπίπτουν στις διατάξεις των κανονισμών αυτών ισχύουν τα άρθρα 87, 88 και 89 της συνθήκης ΕΚ. Οι τομείς που θίγονται από το μέτρο της ενίσχυσης υπάγονται συνεπώς στις κοινοτικές ρυθμίσεις που εφαρμόζονται για τις κρατικές ενισχύσεις. |
|
(31) |
Σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή ορισμένων κλάδων παραγωγής είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών. |
|
(32) |
Η ενίσχυση χορηγήθηκε υπό τη μορφή κρατικών εγγυήσεων. Χάρη στις εγγυήσεις αυτές, η επιχείρηση που ευνοήθηκε απορρόφησε χρηματικά ποσά για να επιβιώσει, αντί να περιέλθει σε πτώχευση ή να προβεί σε αναδιάρθρωση. |
|
(33) |
Η ενίσχυση 1 χορηγήθηκε το 1996. Οι μη κοινοποιηθείσες κρατικές ενισχύσεις πρέπει να αξιολογούνται με βάση τις νομικές ρυθμίσεις οι οποίες ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή της χορήγησής τους. Το 1996, η νομική βάση για την αξιολόγηση των κρατικών εγγυήσεων ήταν η επιστολή της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη με τα στοιχεία SG(89) D/4328 της 5ης Απριλίου 1989. Όπως διακήρυσσε η Επιτροπή στην επιστολή της αυτή, όλες οι κρατικές εγγυήσεις υπάγονταν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1. Επιπλέον, σύμφωνα με το σημείο 2.3 των κατευθυντηρίων γραμμών για την αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούνται για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (κατευθυντήριες γραμμές του 1994), στις περιπτώσεις που ένα κράτος εγγυάται τη χορήγηση των πιστώσεων σε μια προβληματική επιχείρηση εικάζεται ότι οι μεταβιβαζόμενοι χρηματικοί πόροι εμπεριέχουν κρατικές ενισχύσεις. Όπως εκτέθηκε στο σημείο 7, η δικαιούχος επιχείρηση αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες κατά τη χρονική στιγμή που χορηγήθηκε η ενίσχυση 1. Όπως καθορίζεται στο σημείο 2.1 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, η πτώση της βιωσιμότητας, η μείωση του κύκλου εργασιών και ο περιορισμός των χρηματοοικονομικών ροών ανήκουν στα κλασικά συμπτώματα που φανερώνουν ότι κάποια επιχείρηση αντιμετωπίζει δυσχέρειες. |
|
(34) |
Η ενίσχυση 2 κοινοποιήθηκε το 1997. Οι κοινοποιούμενες κρατικές ενισχύσεις οφείλουν να κρίνονται βάσει των νομικών διατάξεων οι οποίες ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή της αξιολόγησής τους. Στο σημείο 4 της ανακοίνωσης της Επιτροπής, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (8), κατονομάζονται οι τέσσερις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι μεμονωμένες κρατικές εγγυήσεις δεν συνιστούν ενίσχυση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Εφόσον η Γερμανία αποσαφήνισε ότι η δανειζόμενη επιχείρηση, η Greußener Salamifabrik GmbH, κατά τη χρονική στιγμή που χορηγήθηκε η δεύτερη εγγύηση έπρεπε να θεωρηθεί ότι συγκαταλέγεται στις προβληματικές επιχειρήσεις (βλέπε αιτιολογική σκέψη 9), ήδη δεν πληρούται η πρώτη από τις τέσσερις προαναφερθείσες προϋποθέσεις. |
|
(35) |
Το μέτρο συνιστά επομένως ενίσχυση που χορηγήθηκε με κρατικούς πόρους (μέσω της Thüringer Aufbaubank). |
|
(36) |
Εφόσον οι εγγυήσεις είχαν συσταθεί για μια προβληματική επιχείρηση, η Επιτροπή αποδέχεται ότι το στοιχείο ενίσχυσης ανέρχεται σε ποσοστό 100 % του εγγυημένου ποσού ύψους 880 000 DΕΜ για την πρώτη εγγύηση και 2 εκατομμυρίων DΕΜ για τη δεύτερη εγγύηση, δηλαδή ισοδυναμεί με συνολικό ποσό 2,88 εκατομμυρίων DΕΜ. |
|
(37) |
Η ενίσχυση οδηγεί στην ευνοϊκή μεταχείριση ορισμένων επιχειρήσεων, εν προκειμένω μίας και μοναδικής επιχείρησης, της Greußener Salamifabrik GmbH. |
|
(38) |
Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η βελτίωση της ανταγωνιστικής θέσης μιας επιχείρησης η οποία επέρχεται συνεπεία της χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στοιχειοθετεί εν γένει τη νόθευση του ανταγωνισμού έναντι των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων που δεν λαμβάνουν καμία ανάλογη υποστήριξη (9). Ούτε η σχετικά περιορισμένη έκταση της ενίσχυσης, αλλά ούτε και το σχετικά περιορισμένο μέγεθος της ευνοούμενης επιχείρησης, αποκλείουν εκ των προτέρων το ενδεχόμενο του επηρεασμού των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών (10). |
|
(39) |
Ένα μέτρο επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών όταν δυσχεραίνει τις εισαγωγές από άλλα κράτη μέλη ή διευκολύνει τις εξαγωγές προς άλλα κράτη μέλη. Καθοριστική σημασία στο σημείο αυτό έχει το γεγονός ότι οι ενδοκοινοτικές συναλλαγές εξελίσσονται διαφορετικά ή ότι διαγράφεται ο κίνδυνος να εξελιχθούν διαφορετικά λόγω του επίμαχου μέτρου. |
|
(40) |
Τα προϊόντα που τυγχάνουν ευνοϊκής μεταχειρίσεως από το καθεστώς των ενισχύσεων αποτελούν αντικείμενο των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών (11), με αποτέλεσμα να είναι εκτεθειμένα στον ανταγωνισμό. Υπάρχει συνεπώς ο κίνδυνος να έχουν ήδη εξελιχθεί διαφορετικά, εξαιτίας του επίμαχου μέτρου, οι ενδοκοινοτικές συναλλαγές. |
|
(41) |
Το εξεταζόμενο μέτρο συνιστά επομένως ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. |
|
(42) |
Η απαγόρευση χορήγησης κρατικών ενισχύσεων του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ συνοδεύεται από τις περιπτώσεις των εξαιρέσεων που θεσπίζονται στις παραγράφους 2 και 3. |
|
(43) |
Εξαιτίας της φύσης του μέτρου της ενίσχυσης και του επιδιωκόμενου σκοπού του δεν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται για την εφαρμογή των εξαιρέσεων, βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ. Αλλά ούτε και η Γερμανία επικαλέστηκε την εφαρμογή του άρθρου 87 παράγραφος 2. |
|
(44) |
Στο άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ κατονομάζονται οι ενισχύσεις, οι οποίες μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά. Το εάν είναι συμβιβάσιμες με τη Συνθήκη πρέπει να εξετάζεται και από την κοινοτική σκοπιά και όχι μόνο από τη σκοπιά του μεμονωμένου κράτους μέλους. Για να κατοχυρωθεί η εύρυθμη λειτουργία της κοινής αγοράς, πρέπει να γίνεται στενή ερμηνεία των εξαιρέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3. |
|
(45) |
Σε ό,τι αφορά το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ πρέπει να επισημανθεί ότι η επιχείρηση που έτυχε ευνοϊκής μεταχείρισης έχει την έδρα της σε μια περιοχή η οικονομική κατάσταση της οποίας μπορεί να θεωρηθεί εξαιρετικά δυσμενής, συγκρινόμενη με το επίπεδο που επικρατεί στην Κοινότητα, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (12) (το κατά κεφαλή ΑΕΠ —με βάση την αγοραστική δύναμη— είναι κάτω από το 75 % του κοινοτικού μέσου όρου). Με βάση τις προαναφερθείσες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα [και σύμφωνα με ένα παλαιότερο κείμενο των εν λόγω κατευθυντηρίων γραμμών (13)], οι διατάξεις που ισχύουν για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων στις περιφέρειες βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ δεν εφαρμόζονται στον τομέα της γεωργίας. Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να γίνει επίκληση του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ για να δικαιολογηθεί η χορήγηση ενίσχυσης για την παραγωγή, μεταποίηση και εμπορία προϊόντων του παραρτήματος Ι. |
|
(46) |
Όσον αφορά το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ, πρέπει να σημειωθεί ότι το εξεταζόμενο μέτρο δεν πρόκειται να εξυπηρετήσει την προώθηση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ούτε την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας της Γερμανίας. |
|
(47) |
Εξάλλου, το μέτρο ούτε προορίζεται, αλλά ούτε και προσιδιάζει για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο δ) της συνθήκης ΕΚ. |
|
(48) |
Βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή μπορεί να κρίνει ότι οι ενισχύσεις που προορίζονται για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά, εφόσον διευκολύνουν την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών και δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που αντίκειται προς το κοινό συμφέρον. |
|
(49) |
Η Επιτροπή μπορεί να κρίνει εάν οι ενισχύσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις είναι συμβιβάσιμες με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ με βάση τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (14) του 2004 (κατευθυντήριες γραμμές του 2004). Σύμφωνα με τα σημεία 103 και 104 των προαναφερόμενων κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών, η Επιτροπή εξετάζει όμως τις ενισχύσεις που κοινοποιήθηκαν πριν από τις 10 Οκτωβρίου 2004, καθώς και τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν σε πλήρες ύψος για τους σκοπούς της διάσωσης και αναδιάρθρωσης πριν από τη δημοσίευση των κατευθυντηρίων γραμμών του 2004 και οι οποίες δεν είχαν κοινοποιηθεί με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές που ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή της κοινοποίησης ή κατά τη χρονική στιγμή της χορήγησης των ενισχύσεων. Η ενίσχυση 1 χορηγήθηκε το 1996. Η ενίσχυση 2 κοινοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 1997. Την εποχή εκείνη ίσχυαν οι κατευθυντήριες γραμμές του 1994. Όπως προβλέπεται στο σημείο 2.2 των εν λόγω κατευθυντηρίων γραμμών στο γεωργικό τομέα, η εφαρμογή των ειδικών κανόνων της Επιτροπής για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης σε μεμονωμένους αποδέκτες είναι στη διακριτική ευχέρεια του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, ως εναλλακτική λύση στις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές. Η Γερμανία δεν ζήτησε την εφαρμογή της δυνατότητας αυτής. Συνεπώς, το μέτρο αξιολογείται με βάση τις ρυθμίσεις των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994. |
|
(50) |
Η ενίσχυση 1 αφορά την κρατική εγγύηση για το 80 % των δανείων συνολικής αξίας 1,1 εκατομμυρίου DΕΜ. Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ για τους εξής λόγους:
|
|
(51) |
Η Γερμανία διαβίβασε σχετικό αντίγραφο της σύμβασης παροχής εγγύησης. Σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης, η προβολή αξιώσεων βάσει της εγγύησης επιτρέπεται μόνο εάν η ευνοούμενη επιχείρηση αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες (διαδικασία πτώχευσης κ.λπ.) και εάν το δάνειο για το οποίο δόθηκε η εγγύηση δεν είναι δυνατόν να εξοφληθεί με την πώληση άλλων περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης. Επομένως πληρούται ο όρος που αναφέρεται στην επιστολή της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη με τα στοιχεία SG(89) D/4328 της 5ης Απριλίου 1989 (15). Η εγγύηση ήταν συνεπώς συμβιβάσιμη με τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις που ισχύουν για τις κρατικές εγγυήσεις. |
|
(52) |
Εφόσον όμως η επιχείρηση που έτυχε ευνοϊκής μεταχείρισης, η Greußener Salamifabrik GmbH, πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελούσε προβληματική επιχείρηση κατά τη χρονική στιγμή που της χορηγήθηκε η εγγύηση, η ενίσχυση θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο των κοινοτικών διατάξεων που ίσχυαν κατά τη χρονική στιγμή της χορήγησης της εγγύησης για την αξιολόγηση των κρατικών ενισχύσεων που προορίζονται για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (βλέπε αιτιολογική σκέψη 49). Η εγγύηση χορηγήθηκε στο πλαίσιο των μέτρων για την εξυγίανση της ευνοηθείσας επιχείρησης. |
|
(53) |
Η Γερμανία διαβίβασε, στις 9 Σεπτεμβρίου 1996, την έκθεση που είχε καταρτισθεί από την εταιρεία Dr. Zimmermann & Partner. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της Γερμανίας, η έκθεση αυτή αποτελούσε το σχέδιο εξυγίανσης που είχε υποβληθεί τη χρονική στιγμή που χορηγήθηκε η αρχική κρατική ενίσχυση. Η έκθεση δεν είναι όμως το κατάλληλο μέσο να αποτελέσει το σχέδιο εξυγίανσης για δύο λόγους: το καθεστώς της δεν είναι σαφές, ενώ στην έκθεση δεν γίνεται καν λόγος για αναδιάρθρωση. |
|
(54) |
Η έκθεση φαίνεται πολύ περισσότερο να αποτελεί την εξαντλητική περιγραφή της επιχείρησης, με την εικόνα που παρουσίαζε στις 9 Σεπτεμβρίου 1996. Σύμφωνα με την έκθεση, οι δυσχέρειες της επιχείρησης οφείλονται στην κρίση της ΣΕΒ και στην απώλεια των εξαγωγικών αγορών στην Ανατολική Ευρώπη. Στην έκθεση υπάρχουν ωστόσο αριθμοί που έχουν τροποποιηθεί με το χέρι —κατά πάσα πιθανότητα σε κάποια μεταγενέστερη χρονική στιγμή. Το καθεστώς των διορθώσεων αυτών δεν είναι σαφές. Εξάλλου, εξακολουθεί να μην είναι σαφές εάν το πρόγραμμα έγινε αποδεκτό από τους ιδιοκτήτες της επιχείρησης. |
|
(55) |
Η έκθεση δίνει πληροφορίες σχετικά με την υποδομή του κόστους και τις ανάγκες σε κεφάλαια της επιχείρησης, το Σεπτέμβριο του 1996. Εάν εξαιρέσουμε την περιγραφή της ενίσχυσης των υφιστάμενων διευθυντικών οργάνων, δεν είναι σαφής ο τρόπος με τον οποίο επρόκειτο να γίνει η αναδιάρθρωση της επιχείρησης. Εάν σκοπός της έκθεσης, κατά τη χρονική στιγμή της σύνταξής της, ήταν να θεωρηθεί σχέδιο αναδιάρθρωσης, πράγμα που δεν είναι σαφές, θα μπορούσε να εκληφθεί ότι η επιχείρηση θα μπορούσε να ξεπεράσει τις δυσχέρειές της μέσα από την επέκταση των δραστηριοτήτων της και χωρίς να προσφύγει σε κανένα μέτρο αναδιάρθρωσης. |
|
(56) |
Βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, μια ενίσχυση μπορεί να θεωρείται ότι συμβιβάζεται με την κοινή αγορά, όταν πληροί τους ακόλουθους όρους:
|
|
(57) |
Με βάση τα στοιχεία της έκθεσης της εταιρείας Dr. Zimmermann & Partner, ο κύκλος εργασιών της επιχείρησης που ευνοήθηκε σημείωσε σταθερή πτώση από το 1994 και μετά. Παρ’ όλα αυτά, όπως αναφέρεται στην έκθεση, ο κύκλος εργασιών θα αυξανόταν και πάλι κατά το επόμενο έτος. Πάντως, δεν δίνεται στην έκθεση καμία εξήγηση γι’ αυτή την αναμενόμενη εξέλιξη, παρά το γεγονός ότι η αποκατάσταση της βιωσιμότητας εξαρτάται από αυτή τη μεταβολή στάσης. Όπως προβλέπεται στο σημείο 3.2.2i) των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, «η βελτίωση της βιωσιμότητας πρέπει να αποτελεί κυρίως απόρροια των εσωτερικών μέτρων που περιλαμβάνονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης και μπορεί μόνο να βασίζεται σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως η αύξηση των τιμών και της ζήτησης, εφόσον οι υποθέσεις της για την αγορά τυγχάνουν γενικής αποδοχής». Εφόσον δεν πληρούται η προϋπόθεση αυτή, η Επιτροπή δεν είναι της γνώμης ότι η παρεχόμενη με τη μορφή της εγγύησης ενίσχυση οδηγεί σε αποκατάσταση της βιωσιμότητας. |
|
(58) |
Η βιωσιμότητα οφείλει να αποκατασταθεί με την αύξηση του κύκλου εργασιών. Μολονότι είναι προφανές ότι η αύξηση του κύκλου εργασιών θα μπορούσε να επιτευχθεί με την υφιστάμενη παραγωγική δυναμικότητα, ο μόνος τρόπος για να αποκατασταθεί εκ νέου η βιωσιμότητα θα ήταν να χάσουν οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις μερίδια στην αγορά (σε περίπτωση όμως που η αγορά είναι σταθερή, όπως διαπιστώνεται στην έκθεση «αναδιάρθρωσης», η ζήτηση θα σημείωνε πτώση). Για το λόγο αυτό και η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δεν είναι σε θέση να οδηγήσει σε πρόληψη της αθέμιτης νόθευσης του ανταγωνισμού, εφόσον η αποκατάσταση της βιωσιμότητας θα είχε ως αποτέλεσμα να ζημιωθούν οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. |
|
(59) |
Είναι δύσκολο να διαπιστωθεί εάν πληρούται ο απαιτούμενος όρος να είναι οι ενισχύσεις ανάλογες με τις δαπάνες και τα οφέλη της αναδιάρθρωσης. Από τις επιχειρήσεις που ευνοούνται από τις ενισχύσεις αναμένεται κατά κανόνα να συμβάλλουν σε ουσιαστικό βαθμό στην αναδιάρθρωση, συνεισφέροντας από δικούς τους πόρους ή από εξωτερικές εμπορικές πηγές χρηματοδότησης. Σύμφωνα με την έκθεση της εταιρείας Dr. Zimmermann & Partner, ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης έπρεπε να προσφέρει νέα κεφάλαια, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές εάν αυτό πράγματι συνέβη. Η Επιτροπή δεν είναι ως εκ τούτου σε θέση να διαπιστώσει οριστικά εάν η ενίσχυση συμβιβάζεται, στο σημείο αυτό, με τις προαναφερόμενες κατευθυντήριες γραμμές του 1994. |
|
(60) |
Τέλος, παραμένει ασαφές με ποιο τρόπο οφείλει να γίνει ο έλεγχος της «αναδιάρθρωσης». Συνεπώς, δεν πληρούται ούτε αυτός ο όρος που περιλαμβάνεται στις κατευθυντήριες γραμμές. |
|
(61) |
Η επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH πληροί τα κριτήρια για την υπαγωγή της στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ). Όπως αναφέρεται στο σημείο 3.2.4 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, η Επιτροπή δεν εφαρμόζει για τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης που χορηγούνται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τα ίδια αυστηρά κριτήρια που ισχύουν για τις ενισχύσεις αναδιάρθρωσης που χορηγούνται στις μεγάλες εταιρείες, επειδή οι ενισχύσεις αυτές τείνουν κατά κανόνα να επηρεάζουν τους όρους των εμπορικών συναλλαγών λιγότερο απ’ ό,τι οι ενισχύσεις που προορίζονται για τις μεγάλες εταιρείες. Αυτή η ανεκτικότερη στάση κατά την αξιολόγηση των ενισχύσεων αναδιάρθρωσης που προορίζονται για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις αφορά ωστόσο ιδίως την υποχρέωση μείωσης της παραγωγικής δυναμικότητας σε οικονομικούς κλάδους με διαρθρωτικό πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό, καθώς και την υποχρέωση υποβολής εκθέσεων. Ανεξάρτητα από την ανεκτικότερη στάση που εφαρμόζεται για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έχει ήδη διαπιστωθεί ότι η ενίσχυση δεν οδηγεί σε αποκατάσταση της βιωσιμότητας της ευνοούμενης επιχείρησης (βλέπε αιτιολογική σκέψη 57) και ότι νοθεύει κατά τρόπο αθέμιτο τον ανταγωνισμό. |
|
(62) |
Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν προηγουμένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι η πρώτη ενίσχυση που χορηγήθηκε στην επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH υπό τη μορφή των κρατικών εγγυήσεων για συνολικό ποσό που έφθανε κατ’ ανώτατο όριο τα 880 000 DΕΜ δεν είναι συμβιβάσιμη με τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ. Εφόσον η ενίσχυση χορηγήθηκε παράνομα και δεν είναι συμβιβάσιμη με τη Συνθήκη, πρέπει να επιδιωχθεί η ανάκτησή της. |
|
(63) |
Η δεύτερη ενίσχυση αφορά τη μερική ενεργοποίηση και καταβολή ποσού 370 000 DΕΜ στην Sparkasse Erfurt στο πλαίσιο της πρώτης εγγύησης αναδιάταξης/αναδιάρθρωσης του 1997 καθώς και την κρατική εγγύηση του 80 % για ένα δάνειο συνολικού ύψους 2,5 εκατομμυρίων DΕΜ το οποίο χορηγήθηκε από την Dresdner Bank το 1997. |
|
(64) |
Εφόσον η πρώτη κρατική εγγύηση, όπως αναφέρεται στο σημείο 62, συνιστά ενίσχυση που χορηγήθηκε παράνομα στην επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH και η οποία δεν είναι συμβιβάσιμη με τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ, οι διαπιστώσεις αυτές ισχύουν και για τη μερική ενεργοποίηση της πρώτης εγγύησης, στο πλαίσιο του δεύτερου σχεδίου αναδιάρθρωσης. |
|
(65) |
Η κρατική εγγύηση του 80 % για ένα δάνειο συνολικού ύψους 2,5 εκατομμυρίων DΕΜ πρέπει να αξιολογηθεί βάσει των διατάξεων που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές εγγυήσεις με τη μορφή εγγυήσεων (βλέπε αιτιολογική σκέψη 34). Όπως προκύπτει από τους γενικούς όρους για τις εγγυήσεις που εφαρμόζονται από την Thüringer Aufbaubank, η εγγύηση επιτρέπεται να ενεργοποιηθεί μόνο τότε, όταν η ευνοούμενη επιχείρηση αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες (πτωχευτική διαδικασία) και όταν το εγγυημένο δάνειο δεν είναι δυνατόν να εξοφληθεί με την πώληση άλλων περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης (βλέπε επίσης αιτιολογική σκέψη 51). Κατά συνέπεια πληρούνται οι ιδιαίτεροι όροι που αναφέρονται στο σημείο 5.3 της προαναφερθείσας ανακοίνωσης της Επιτροπής. |
|
(66) |
Σύμφωνα με το σημείο 2.1 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, στα τυπικά συμπτώματα που εμφανίζει μια προβληματική επιχείρηση περιλαμβάνονται η μειούμενη αποδοτικότητα, το αυξανόμενο μέγεθος των ζημιών, ο φθίνων κύκλος εργασιών, η μεγέθυνση των αποθεμάτων, η πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα, η μείωση των εσόδων, η κλιμάκωση των χρεών, η άνοδος των επιβαρύνσεων τόκου και η χαμηλή καθαρή αξία του ενεργητικού. |
|
(67) |
Καθώς η Γερμανία είχε αποσαφηνίσει ότι η επιχείρηση διέτρεχε ανά πάσα στιγμή τον κίνδυνο να κηρυχθεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας, διαπιστώθηκε ότι η Greußener Salamifabrik GmbH αποτελούσε προβληματική επιχείρηση κατά τη χρονική στιγμή που χορηγήθηκε η εγγύηση (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 9 και 34). Για το λόγο αυτό, η ενίσχυση πρέπει να εξεταστεί με κριτήριο τις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων. Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 49, εν προκειμένω εφαρμόζονται οι κατευθυντήριες γραμμές του 1994. Η Επιτροπή κίνησε εξαιτίας της ενίσχυσης αυτής τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, ακριβώς επειδή αμφέβαλε εάν πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στις κατευθυντήριες γραμμές του 1994:
|
|
(68) |
Σύμφωνα με το σημείο 3.2.2 i) των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης θα πρέπει, υπό κανονικές συνθήκες, να χορηγούνται μόνο μία φορά. Η Γερμανία δεν τοποθετήθηκε επί του σημείου αυτού. |
|
(69) |
Το γεγονός ότι χορηγήθηκε άλλη μία ενίσχυση στο πλαίσιο της δεύτερης φάσης της αναδιάρθρωσης παραβιάζει τη βασική αρχή, σύμφωνα με την οποία οι ενισχύσεις αναδιάρθρωσης πρέπει να χορηγούνται μόνο μία φορά. |
|
(70) |
Η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες κατά πόσο το σχέδιο αναδιάρθρωσης το οποίο υποβλήθηκε για να δικαιολογηθεί η δεύτερη ενίσχυση αναδιάρθρωσης (με τη μορφή της δεύτερης εγγύησης) είναι σε θέση να οδηγήσει σε αποκατάσταση της βιωσιμότητας της επιχείρησης. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα χρειαζόταν να αυξηθεί σημαντικά ο κύκλος εργασιών. Μια τέτοια πορεία εξέλιξης φαίνεται ωστόσο απίθανη, πολύ περισσότερο μάλιστα καθώς οι αρχικές προβλέψεις οι οποίες είχαν γίνει ήδη τη χρονική στιγμή της κίνησης της διαδικασίας αποδείχθηκε ότι ήταν υπερβολικά αισιόδοξες. Η Γερμανία δεν κοινοποίησε καμιά αιτιολογία ή δήλωση αναφορικά με τις γνωστοποιηθείσες προβλέψεις για τον κύκλο εργασιών. Η Επιτροπή εξακολουθεί ως εκ τούτου να διατηρεί τις αμφιβολίες της εάν πληρούται ο προαπαιτούμενος όρος ότι με το σχέδιο αναδιάρθρωσης θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα να αποκατασταθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης. |
|
(71) |
Σε ό,τι αφορά το κριτήριο ότι θα πρέπει να αποφεύγεται η αθέμιτη νόθευση του ανταγωνισμού, η Γερμανία επικαλέστηκε δύο επιχειρήματα. Πρώτον, ισχυρίστηκε ότι η ενδιαφερόμενη επιχείρηση είναι υπερβολικά μικρή για να είναι σε θέση να νοθεύσει τον ανταγωνισμό ή να επηρεάσει τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Δεύτερον, ότι η επιχείρηση δεν πρόκειται να επεκτείνει την παραγωγική της δυναμικότητα, αλλά θα εκμεταλλευθεί απλώς καλύτερα την υπάρχουσα. |
|
(72) |
Το πρώτο επιχείρημα καταρρίπτεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (βλέπε αιτιολογική σκέψη 38). Αναφορικά με το δεύτερο επιχείρημα, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Επιτροπή αξιώνει, σύμφωνα με το σημείο 3.2.2 ii) των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994, τη μείωση της παραγωγικής δυναμικότητας μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχει διαρθρωτική πλεονάζουσα δυναμικότητα στο εσωτερικό της Κοινότητας. Όπως διαπίστωσε η Επιτροπή, κατά τη χρονική στιγμή της κίνησης της διαδικασίας, δεν υφίσταται καμία πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα στον εξεταζόμενο τομέα. Η Επιτροπή αναρωτήθηκε ωστόσο πώς θα ήταν δυνατόν να θεωρηθεί ότι το μέτρο αυτό εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον, εφόσον στόχος του είναι να αυξηθεί η παραγωγή και εφόσον οι αυξήσεις της παραγωγής οδηγούν αυτομάτως στη μείωση των μεριδίων που ελέγχουν οι ανταγωνιστικές επιχειρήσεις στην αγορά. |
|
(73) |
Η Γερμανία δεν εξήγησε ουδόλως με ποιον τρόπο θα μπορούσε να απορροφηθεί η αυξημένη παραγωγή από την αγορά, χωρίς να έχει ζημιογόνα αποτελέσματα για τις ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Η Γερμανία δεν χορήγησε εξάλλου κανένα στοιχείο σχετικά με τη σχέση που υφίσταται ανάμεσα στο όφελος για την ενδιαφερόμενη επιχείρηση και το κόστος για τον τομέα στο σύνολό του. Η Επιτροπή δεν είναι ως εκ τούτου σε θέση να κρίνει εάν μέσω της ενίσχυσης αποφεύγεται η αθέμιτη νόθευση του ανταγωνισμού. |
|
(74) |
Η Γερμανία δεν διαβίβασε κανένα στοιχείο σχετικά με την παρακολούθηση της εφαρμογής του σχεδίου αναδιάρθρωσης. |
|
(75) |
Στις 8 Ιανουαρίου 1997, η εταιρεία Ergewa GmbH εξαγόρασε το 75 % των εταιρικών μεριδίων της δικαιούχου επιχείρησης. Δεν είναι σαφές εάν η Ergewa μπορεί να υπαχθεί στις ΜΜΕ, με την έννοια που δίνεται στις κατευθυντήριες γραμμές του 1994, με αποτέλεσμα να τροποποιείται με τον τρόπο αυτό το καθεστώς της Greußener Salamifabrik GmbH, της οποίας η Ergewa ελέγχει ποσοστό μεγαλύτερο από το 25 % των εταιρικών μεριδίων. Έστω και εάν τηρηθεί ανεκτικότερη στάση στο θέμα της αξιολόγησης των ενισχύσεων που προορίζονται για την αναδιάρθρωση μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) (σημείο 3.2.4 των κατευθυντηρίων γραμμών του 1994), θα πρέπει παρόλα αυτά να συναχθεί υποχρεωτικά το συμπέρασμα ότι, όπως αναπτύχθηκε εκτενώς στην αιτιολογική σκέψη 72, δεν υφίσταται καμία πλεονάζουσα παραγωγική δυναμικότητα στον τομέα και ότι δεν μπόρεσε να γίνει η αξιολόγηση των απαιτούμενων όρων ελέγχου επειδή οι πληροφορίες ήσαν ανεπαρκείς. Το γεγονός ότι το 1997 η δικαιούχος επιχείρηση θα μπορούσε κατά πάσα πιθανότητα να υπαχθεί ακόμη στην κατηγορία των ΜΜΕ δεν αλλάζει συνεπώς σε τίποτα την αξιολόγηση της εξεταζόμενης ενίσχυσης. |
|
(76) |
Για τους λόγους που αναπτύχθηκαν προηγουμένως, η Επιτροπή είναι της άποψης ότι η δεύτερη ενίσχυση που χορηγήθηκε στην Greußener Salamifabrik GmbH με τη μορφή κρατικής εγγύησης για ποσό μέχρι 2 εκατομμυρίων DΕΜ δεν είναι συμβιβάσιμη με τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που κοινοποίησε η Γερμανία με την επιστολή της από 4 Φεβρουαρίου 1999 και εκ νέου με την επιστολή της από 18 Μαΐου 2005, η εγγύηση είχε χορηγηθεί μόνο υπό τον όρο ότι θα δοθεί η έγκριση της Επιτροπής. Εφόσον δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία πληρωμή στο πλαίσιο της εν λόγω εγγύησης, είναι άσκοπη η επιστροφή της εν λόγω ενίσχυσης η οποία δεν συμβιβάζεται με τη Συνθήκη. |
VI. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
|
(77) |
Όπως διαπιστώνει η Επιτροπή, η κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων ύψους 880 000 DΕΜ (ενίσχυση 1) και 2 εκατομμυρίων DΕΜ (ενίσχυση 2), η οποία δηλαδή συνολικά ανερχόταν στο ποσό των 2,88 εκατομμυρίων DΕΜ προς κάλυψη δανείων αξίας 1,1 εκατομμυρίων DΕΜ και 2,5 εκατομμυρίων DΕΜ, δηλαδή για συνολικό ποσό 3,6 εκατομμυρίων DΕΜ, δεν ήταν συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. |
|
(78) |
Οι ενισχύσεις που χορηγούνται παράνομα και οι οποίες δεν είναι συμβιβάσιμες με τη Συνθήκη πρέπει να επιστρέφονται. Όπως διαπιστώνει η Επιτροπή, την 1η Οκτωβρίου 1999 κινήθηκε η διαδικασία της κήρυξης της αφερεγγυότητας επί των περιουσιακών στοιχείων της Greußener Salamifabrik GmbH. Καθώς η Επιτροπή δεν έχει λάβει γνώση εάν σταμάτησε να υπάρχει η επιχείρηση λόγω της διαδικασίας αφερεγγυότητας, εξακολουθεί να ενδείκνυται η επιστροφή της ενίσχυσης. |
|
(79) |
Η Επιτροπή εφιστά την προσοχή της Γερμανίας στο γεγονός ότι βάσει των σημείων 6.4 και 6.5 της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων, το ερώτημα εάν ο παράνομος χαρακτήρας της ενίσχυσης θίγει τη νομική σχέση μεταξύ του κράτους και του τρίτου ενδιαφερόμενου οφείλει να εξετάζεται βάσει των ρυθμίσεων του εσωτερικού δικαίου. Τα εθνικά δικαστήρια υποχρεούνται υπό ορισμένες περιστάσεις να εξετάζουν εάν οι νομικές ρυθμίσεις του εσωτερικού δικαίου εναντιώνονται στην τήρηση των συμβάσεων εγγύησης· κατά την εξέταση του ζητήματος αυτού πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους την παραβίαση του κοινοτικού δικαίου, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:
Άρθρο 1
Η ενίσχυση που χορήγησε η Γερμανία στην επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH με τη μορφή της εγγύησης ύψους 880 000 DΕΜ δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.
Άρθρο 2
1. Η Γερμανία λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να ανακτήσει από τον δικαιούχο τα ποσά τα οποία καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 1.
2. Η ανάκτηση διενεργείται πάραυτα και βάσει των οικείων διατάξεων του εθνικού δικαίου, εφόσον αυτές επιτρέπουν την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις περιλαμβάνουν και τους τόκους από την ημερομηνία που η παράνομη ενίσχυση τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησής της. Ο υπολογισμός των τόκων γίνεται με βάση το επιτόκιο αναφοράς που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ισοδυνάμου επιδότησης των περιφερειακών ενισχύσεων.
Άρθρο 3
Η ενίσχυση που σχεδιάζει να χορηγήσει η Γερμανία στην επιχείρηση Greußener Salamifabrik GmbH με τη μορφή της εγγύησης ύψους 2 εκατομμυρίων DΕΜ, δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.
Για το λόγο αυτό δεν επιτρέπεται η χορήγηση της ενίσχυσης αυτής.
Άρθρο 4
Η Γερμανία ανακοινώνει στην Επιτροπή εντός δύο μηνών από τη στιγμή της κοινοποίησης της παρούσας απόφασης τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί με την απόφαση αυτή.
Άρθρο 5
Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Βρυξέλλες, 20 Ιουλίου 2005.
Για την Επιτροπή
Mariann FISCHER BOEL
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ C 238 της 21.8.1999, σ. 15.
(2) Βλέπε υποσημείωση 1.
(3) ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.
(4) Βλέπε υποσημείωση 1.
(5) ΕΕ C 368 της 23.12.1994, σ. 12 και ΕΕ C 283 της 19.9.1997, σ. 2.
(6) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 21· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1899/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 328 της 30.10.2004, σ. 67).
(7) ΕΕ L 282 της 1.11.1975, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.
(8) ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14.
(9) Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Σεπτεμβρίου 1980 στην υπόθεση C-730/79, Philip Morris Holland BV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1980, σ. 2671, σημεία 11 και 12.
(10) Αποφάση του Δικαστηρίου της 21ης Μαρτίου 1990 στην υπόθεση C-142/87, Βασίλειο του Βελγίου κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1990, σ. I-959, σημείο 43, και απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Σεπτεμβρίου 1994, στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-278/92, C-279/92 και C-280/92, Βασίλειο της Ισπανίας κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συλλογή 1994, σ. I-4103, σημεία 40 έως 42.
(11) Οι ενδοκοινοτικές συναλλαγές είναι ιδιαίτερα έντονες στον τομέα του κρέατος. Περίπου 8 εκατομμύρια τόνοι κρέατος (βάρος σφαγίου) αποτέλεσαν το 1996 αντικείμενο συναλλαγών, στο εσωτερικό της ΕΕ. Ο όγκος αυτός αντιπροσωπεύει το 23 % περίπου της συνολικής παραγωγής κρέατος κατά το 1996 (πηγή: Eurostat).
(12) ΕΕ C 74 της 10.3.1998, σ. 9.
(13) ΕΕ C 31 της 3.2.1979, σ. 9.
(14) ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.
(15) Την επιστολή αυτή αντικατέστησε η ανακοίνωση της Επιτροπής για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (ΕΕ C 71 της 11.3.2000, σ. 14).
Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/57 |
ΑΠΌΦΑΣΗ EUPOL ΚΙΝΣΆΣΑ/2/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΚΑΙ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ
της 22ας Νοεμβρίου 2005
για την παράταση της θητείας του αρχηγού αποστολής της αστυνομικής αποστολής EUPOL «ΚΙΝΣΑΣΑ» της ΕΕ στην Κινσάσα (ΛΔΚ)
(2005/921/ΚΕΠΠΑ)
H ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 3,
την κοινή δράση 2004/847/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2004, περί αστυνομικής αποστολής της ΕΕ στην Κινσάσα (ΛΔΚ), όσον αφορά την ενιαία αστυνομική μονάδα (IPU) (EUPOL «Κινσάσα») (1), και ιδίως τα άρθρα 5 και 8,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Στις 9 Δεκεμβρίου 2004, η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας εξέδωσε την απόφαση EUPOL ΚΙΝΣΑΣΑ 1/2004 (2) με την οποία διορίσθηκε ο κ. Adílio Custódio ως αρχηγός αποστολής της EUPOL «Κινσάσα». |
|
(2) |
Η ανωτέρω απόφαση εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2005. |
|
(3) |
Στις 7 Νοεμβρίου 2005, το Συμβούλιο συμφώνησε να παρατείνει την EUPOL «Κινσάσα» για δώδεκα ακόμη μήνες. |
|
(4) |
Ο Γενικός Γραμματέας/Ύπατος Εκπρόσωπος πρότεινε την παράταση της θητείας του αστυνομικού διευθυντή κ. Adílio Custódio, ως αρχηγού της αποστολής EUPOL «Κινσάσα», έως τη λήξη της αποστολής. |
|
(5) |
Ως εκ τούτου, η θητεία του αρχηγού της αποστολής EUPOL «Κινσάσα» παρατείνεται έως τη λήξη της αποστολής, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
Η θητεία του κ. Adílio Custódio ως αρχηγού της αποστολής EUPOL «Κινσάσα», παρατείνεται έως τη λήξη της αποστολής.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημέρα της έκδοσής της.
Εφαρμόζεται έως τη λήξη της αποστολής EUPOL «Κινσάσα».
Βρυξέλλες, 22 Νοεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας
Ο Πρόεδρος
J. KING
(1) EE L 367 της 14.12.2004, σ. 30.
(2) ΕΕ L 396 της 31.12.2004, σ. 61.
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/58 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΑΑΕΕ/1/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΚΑΙ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ
της 25ης Νοεμβρίου 2005
σχετικά με το διορισμό του αρχηγού αποστολής/αστυνομικού διοικητή της αστυνομικής αποστολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΑΑΕΕ) στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (ΒΕ)
(2005/922/ΚΕΠΠΑ)
H ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 25 τρίτο εδάφιο,
την κοινή δράση 2005/824/ΚΕΠΠΑ, της 24ης Νοεμβρίου 2005, σχετικά με την αστυνομική αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΑΑΕΕ) στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (ΒΕ) (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Το άρθρο 9 παράγραφος 1 της κοινής δράσης 2005/824/ΚΕΠΠΑ ορίζει ότι το Συμβούλιο εξουσιοδοτεί την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας να λαμβάνει τις προσήκουσες αποφάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 25 της συνθήκης και, μεταξύ άλλων, να διορίζει αρχηγό αστυνομικής αποστολής/αστυνομικό διοικητή κατόπιν προτάσεως του Γενικού Γραμματέα/Υπάτου Εκπροσώπου. |
|
(2) |
Ο Γενικός Γραμματέας/Ύπατος Εκπρόσωπος πρότεινε τον διορισμό του κ. Vincenzo Coppola, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
O κ. Vincenzo Coppola διορίζεται αρχηγός αποστολής/αστυνομικός διοικητής της αστυνομικής αποστολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΑΑΕΕ) στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (ΒΕ), από την ημέρα που θα λειτουργήσει η αποστολή. Μέχρι εκείνη την ημερομηνία ενεργεί ως αρχηγός της ομάδας σχεδιασμού.
Άρθρο 2
Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημέρα της έκδοσής της.
Εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006.
Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας
Ο πρόεδρος
J. KING
(1) EE L 307 της 25.11.2005, σ. 55.
Διορθωτικά
|
21.12.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 335/59 |
Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2084/2005 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2005, για έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής για τα προϊόντα του τομέα του βοείου κρέατος καταγωγής Μποτσουάνας, Κένυας, Μαδαγασκάρης, Σουαζιλάνδης, Ζιμπάμπουε και Ναμίμπιας
( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 333 της 20ής Δεκεμβρίου 2005 )
Στη σελίδα 30, άρθρο 1 στην περίπτωση:
αντί:
|
«— |
34 t καταγωγής Μποτσουάνας» |
διάβαζε:
|
«— |
34,1 t καταγωγής Μποτσουάνας». |