|
ISSN 1725-2547 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 235 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
48ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
|
II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση |
Σελίδα |
|
|
|
Συμβούλιο |
|
|
|
* |
Κανονισμός του προσωπικού του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας |
|
|
|
* |
Κανονισμός του προσωπικού του Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
|
EL |
Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση
Συμβούλιο
|
12.9.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 235/1 |
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΫ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΫΤΟΥ ΜΕΛΕΤΏΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΈΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΘΈΜΑΤΑ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ (1)
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Άρθρο 1
ΤΙΤΛΟΣ Ι — ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
|
Άρθρο 2 — |
Κοινές διατάξεις ισχύουσες για το σύνολο του προσωπικού |
Αρχή
Δήλωση
Διεξαγωγή
Οικονομική ευθύνη
Ασφάλεια
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ — ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι — ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
|
Άρθρο 3 — |
Γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους |
Προνόμια και ασυλίες
Βοήθεια και αποζημίωση
Δικαιώματα ιδιοκτησίας
Εξωτερικές δραστηριότητες
Υποψηφιότητα για δημόσιο ή πολιτικό λειτούργημα ή αξίωμα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ — ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
|
Άρθρο 4 — |
Πρόσληψη |
|
Άρθρο 5 — |
Όριο ηλικίας |
|
Άρθρο 6 — |
Ιατρικές εξετάσεις |
|
Άρθρο 7 — |
Συμβάσεις και διάρκεια των συμβάσεων |
Αρχικές συμβάσεις
Δοκιμαστική περίοδος
Λύση συμβάσεων
Αντιστάθμιση της απώλειας θέσης εργασίας
Μείωση της προθεσμίας προειδοποίησης για τη λύση της σύμβασης
Ειδική περίπτωση των υπευθύνων έρευνας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ — ΜΙΣΘΟΣ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ
|
Άρθρο 8 — |
Γενικές διατάξεις |
|
Άρθρο 9 — |
Βασικός μισθός |
|
Άρθρο 10 — |
Αποζημίωση αποδημίας |
|
Άρθρο 11 — |
Οικογενειακά και κοινωνικά επιδόματα |
Επίδομα αρχηγού οικογενείας
Επίδομα συντηρούμενων τέκνων ή προσώπων
Επίδομα εκπαίδευσης
Επίδομα αναπήρων συντηρούμενων τέκνων ή προσώπων
Επίδομα κατοικίας
|
Άρθρο 12 — |
Αποζημίωση αναπλήρωσης |
|
Άρθρο 13 — |
Αποζημίωση εγκατάστασης |
|
Άρθρο 14 — |
Κρατήσεις |
Εσωτερικός φόρος
Κράτηση συνεισφοράς στο συνταξιοδοτικό καθεστώς
Κράτηση εισφοράς στο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης
Κράτηση για συνεισφορά σε συμπληρωματική ασφάλιση
|
Άρθρο 15 — |
Προκαταβολές και επιστροφές των προκαταβολών επί του μισθού |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV — ΕΞΟΔΑ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ
|
Άρθρο 16 — |
Εγκατάσταση και αποχώρηση |
|
Άρθρο 17 — |
Μετακομίσεις |
|
Άρθρο 18 — |
Αποστολές |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V — ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
|
Άρθρο 19 — |
Ωράρια και διάρκεια εργασίας |
|
Άρθρο 20 — |
Αργίες |
|
Άρθρο 21 — |
Άδειες |
|
Άρθρο 22 — |
Άδειες διαμονής στη χώρα καταγωγής |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ — ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΗ
|
Άρθρο 23 — |
Γενικές διατάξεις |
|
Άρθρο 24 — |
Διαδικασία |
|
Άρθρο 25 — |
Συνέπειες και επακόλουθα της αξιολόγησης |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ — ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
Άρθρο 26 — |
Ορισμοί |
|
Άρθρο 27 — |
Επανορθώσεις |
|
Άρθρο 28 — |
Ανακοίνωση των κατηγοριών |
|
Άρθρο 29 — |
Πειθαρχικό συμβούλιο |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙΙ — ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
|
Άρθρο 30 — |
Προσβολή αποφάσεως από υπάλληλο |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ — ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Άρθρο 31
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ — ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
|
Άρθρο 32 — |
Καταστατικές διατάξεις |
|
Άρθρο 33 — |
Συμβάσεις |
|
Άρθρο 34 — |
Αμοιβές |
|
Άρθρο 35 — |
Ειδικές διατάξεις |
ΤΙΤΛΟΣ IV — ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ, ΥΠΟΤΡΟΦΟΥΣ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΜΕΝΟΥΣ
|
Άρθρο 36 — |
Καταστατικές και οικονομικές διατάξεις |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι |
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ |
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ |
ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV |
ΑΝΑΠΗΡΑ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V |
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙ |
ΕΞΟΔΑ ΤΑΞΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙ |
ΕΞΟΔΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙΙ |
ΑΣΘΕΝΕΙΑ, ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ |
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ |
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ |
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Το Ινστιτούτο Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας είναι οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπαγόμενος στους Συντονισμένους Οργανισμούς.
Άρθρο 1
Ο παρών κανονισμός καθορίζει το καθεστώς, τα δικαιώματα, τα καθήκοντα και τις ευθύνες των μελών του προσωπικού του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας, εφεξής καλούμενου «το Ινστιτούτο».
Το προσωπικό του Ινστιτούτου συγκροτείται από φυσικά πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμβαση υπαλλήλου ή έκτακτου υπαλλήλου. Οι διορισμένοι εμπειρογνώμονες, οι υπότροφοι και οι ασκούμενοι διέπονται από τις ειδικές διατάξεις του τίτλου IV.
Ο Διευθυντής του Ινστιτούτου δικαιούται να επιφέρει στον παρόντα κανονισμό τις τροποποιήσεις που θα φανούν αναγκαίες στην πράξη, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Διοικητικού Συμβουλίου.
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα μέλη του προσωπικού, εάν δεν υπάρχει αντίθετη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου όσον αφορά το εκτός βαθμών προσωπικό.
ΤΙΤΛΟΣ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 2
Κοινές διατάξεις ισχύουσες για το σύνολο του προσωπικού
Τα μέλη του προσωπικού υπάγονται στον Διευθυντή και είναι υπόλογα σε αυτόν για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Δεσμεύονται να ασκούν τα καθήκοντά τους με τη μέγιστη ακρίβεια και επαγγελματική ευσυνειδησία.
Κατά την αποδοχή της πρόσληψής του στο Ινστιτούτο Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας, κάθε μέλος του προσωπικού πρέπει να υπογράψει την ακόλουθη δήλωση:
«Αναλαμβάνω επισήμως την υποχρέωση να ασκήσω με απόλυτη εντιμότητα, διακριτικότητα και ευσυνειδησία τα καθήκοντα που μου ανατίθενται ως μέλος του προσωπικού του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας και να εκπληρώνω τα καθήκοντα αυτά με αποκλειστικό γνώμονα τα συμφέροντα του Ινστιτούτου, να μη ζητώ ούτε να δέχομαι οδηγίες που αφορούν την άσκηση των καθηκόντων μου από οιαδήποτε κυβέρνηση ή οιαδήποτε αρχή ξένη προς το Ινστιτούτο.»
Τα μέλη του προσωπικού οφείλουν, σε κάθε περίσταση, να επιδεικνύουν συμπεριφορά που συνάδει προς την ιδιότητα αντιπροσώπων του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας. Οφείλουν να αποφεύγουν κάθε πράξη ή δραστηριότητα που δύναται καθ' οιονδήποτε τρόπο να θίξει την αξιοπρέπεια του λειτουργήματός τους ή την καλή φήμη του Ινστιτούτου.
Κάθε μέλος του προσωπικού μπορεί να υποχρεωθεί να αποζημιώσει το Ινστιτούτο, στο ακέραιο ή εν μέρει, για οιαδήποτε οικονομική ζημία που υφίσταται το Ινστιτούτο λόγω αμέλειας ή εσκεμμένης μη τήρησης, εκ μέρους του, κανονισμού ή διαδικασίας που έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο ή τον Διευθυντή.
Κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, τα μέλη του προσωπικού πρέπει να λάβουν γνώση των κανονισμών ασφαλείας του Ινστιτούτου. Υπογράφουν ειδική δήλωση και αναλαμβάνουν την πειθαρχική και οικονομική ευθύνη τους σε περίπτωση μη τήρησης αυτών των κανονισμών.
|
α) |
Για κάθε μέλος του προσωπικού, ακόμη και έκτακτο υπάλληλο, υπότροφο ή ασκούμενο, μπορεί να ζητηθεί έλεγχος ασφαλείας προκειμένου να εξουσιοδοτηθεί η πρόσβασή του σε διαβαθμισμένα έγγραφα, λόγω των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές από τον αξιωματικό ασφαλείας του Ινστιτούτου. Εν αναμονή της επίσημης εξουσιοδότησης, ο Διευθυντής μπορεί να δώσει προσωρινή εξουσιοδότηση. |
|
β) |
Τα μέλη του προσωπικού ενημερώνουν αμέσως τον αξιωματικό ασφαλείας του Ινστιτούτου για κάθε περιστατικό σχετικό με την εικαζόμενη απώλεια ή διαρροή διαβαθμισμένου εγγράφου. |
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 3
Γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους
Υπάλληλος του Ινστιτούτου είναι το φυσικό πρόσωπο που έχει συνάψει σύμβαση κατά τα οριζόμενα στο κεφάλαιο ΙΙ κατωτέρω, και κατέχει θέση η οποία περιλαμβάνεται στον πίνακα θέσεων που επισυνάπτεται ετησίως στον προϋπολογισμό του Ινστιτούτου.
Τα προνόμια και οι ασυλίες των οποίων απολαύουν οι υπάλληλοι, απονέμονται αποκλειστικά προς το συμφέρον του Ινστιτούτου Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας και όχι για την προσωπική τους εξυπηρέτηση. Τα εν λόγω προνόμια και ασυλίες δεν απαλλάσσουν τα μέλη του προσωπικού ούτε από την εκπλήρωση των ατομικών τους υποχρεώσεων, ούτε από την τήρηση των νόμων και των αστυνομικών διατάξεων που ισχύουν στο κράτος υποδοχής.
Οποτεδήποτε αμφισβητούνται τα προνόμια και οι ασυλίες αυτές, ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος πρέπει αμέσως να αναφέρει σχετικά στον Διευθυντή. Σε περίπτωση παράβασης της τοπικής νομοθεσίας, ο Διευθυντής μπορεί να αποφασίσει, εάν το κρίνει αναγκαίο, την άρση των προνομίων ή ασυλιών.
Το Ινστιτούτο παρέχει βοήθεια στους υπαλλήλους οι οποίοι, λόγω της ιδιότητάς τους ή των τρεχόντων καθηκόντων τους στο Ινστιτούτο, και χωρίς να έχουν διαπράξει σφάλμα, γίνονται αντικείμενο απειλών, εξύβρισης, δυσφήμησης ή προκαταλήψεων. Αποζημίωση των υλικών ζημιών που υπέστη ο υπάλληλος είναι δυνατόν να δοθεί υπό τις εξής προϋποθέσεις:
|
— |
ο υπάλληλος δεν είναι, εκ δόλου ή εξ αμελείας, υπαίτιος των εν λόγω ζημιών, |
|
— |
δεν επέτυχε επανόρθωση των ζημιών, |
|
— |
υποκαθίσταται από το Ινστιτούτο στα δικαιώματά του έναντι τρίτων, και ιδίως των ασφαλιστικών εταιρειών. |
Κάθε σχετική απόφαση που ενδέχεται να συνεπάγεται δράση του Ινστιτούτου ή να έχει οικονομικές συνέπειες για το Ινστιτούτο λαμβάνεται από τον Διευθυντή ο οποίος διαθέτει διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τα περιστατικά της κατάστασης, τη μορφή της βοήθειας που θα παρασχεθεί και, ανάλογα με την περίπτωση, το ποσό της αποζημίωσης που θα χορηγηθεί.
Όλα τα δικαιώματα, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων κυριότητας, πνευματικής ιδιοκτησίας και ευρεσιτεχνίας, που αναφέρονται σε οιαδήποτε εργασία πραγματοποιήθηκε από τον υπάλληλο κατά την άσκηση των επίσημων καθηκόντων του, περιέρχονται στο Ινστιτούτο.
Έναντι οιουδήποτε οργανισμού ή προσώπου ξένου προς το Ινστιτούτο, ο υπάλληλος δεν επιτρέπεται:
|
— |
να προβεί σε δημόσια δήλωση, και ιδίως σε οιονδήποτε οργανισμό δημόσιας πληροφόρησης, σχετικά με τις δραστηριότητες του Ινστιτούτου, |
|
— |
να δώσει διαλέξεις ή να διδάξει θέματα που έχουν άμεση σχέση με τα καθήκοντά του στο Ινστιτούτο, |
|
— |
να δεχθεί αμοιβή οιασδήποτε φύσεως για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο ανωτέρω εδάφιο, |
|
— |
να δεχθεί παράσημο ή τιμητική διάκριση καθώς και τα σχετικά υλικά ωφελήματα. |
Τα καθήκοντα των υπευθύνων έρευνας περιλαμβάνουν τη δημιουργία σχέσεων με οργανισμούς και πρόσωπα ξένα προς το Ινστιτούτο. Ως εκ τούτου, επιτρέπεται στους υπεύθυνους έρευνας να δίδουν διαλέξεις, να προβαίνουν σε ανακοινώσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και να δημοσιεύουν, κατόπιν συμφωνίας του Διευθυντή.
Ο υπάλληλος που επιθυμεί να θέσει υποψηφιότητα για δημόσιο ή πολιτικό λειτούργημα ή αξίωμα οφείλει να το δηλώσει στον Διευθυντή.
Τίθεται σε άδεια άνευ αποδοχών από την ημερομηνία κατά την οποία δηλώνει ότι θα αρχίσει την προεκλογική του εκστρατεία.
Εφόσον αποδεχθεί το επιδιωκόμενο λειτούργημα ή αξίωμα, πρέπει να ζητήσει τη λύση της σύμβασής του. Η λύση της σύμβασης δεν γεννά δικαίωμα αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας.
Εάν δεν αποδεχθεί το λειτούργημα ή αξίωμα, ο υπάλληλος έχει δικαίωμα επαναφοράς στη βάσει του προϋπολογισμού θέση που κατείχε, με τους ίδιους όρους μισθού και αρχαιότητας που δικαιούνταν κατά την ημερομηνία κατά την οποία ετέθη σε άδεια άνευ αποδοχών.
Κατά τη διάρκεια της άδειας άνευ αποδοχών διακόπτεται η συνέχεια της αρχαιότητας και δεν αποκτώνται συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Κατά τη διάρκεια αυτής της άδειας ο υπάλληλος μπορεί να αντικατασταθεί από έκτακτο προσωπικό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Άρθρο 4
Προσλήψεις
1. Ο Διευθυντής καταρτίζει τις περιγραφικές προσφορές εργασίας, εξαιρουμένης της δικής του. Το Ινστιτούτο εξασφαλίζει τη διάδοση αυτών των προσφορών εργασίας.
2. Κατ' αρχήν, δεν μπορεί να γίνει δεκτή υποψηφιότητα ατόμου ηλικίας κάτω των 18 ή άνω των 60 ετών.
3. Δεν γίνεται δεκτή η υποψηφιότητα στενών συγγενών, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, των μελών του προσωπικού. Παρέκκλιση από τον κανόνα αυτόν είναι δυνατόν να γίνει, κατ' εξαίρεση, κατόπιν αδείας του Διευθυντή, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι δεν θα υπάρχει ιεραρχική σχέση μεταξύ των ενδιαφερομένων.
4. Προσλαμβάνονται μόνον υπήκοοι των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Οι προσλαμβανόμενοι υπάλληλοι κατατάσσονται στο πρώτο κλιμάκιο του βαθμού της θέσης τους. Εντούτοις, ο Διευθυντής δύναται να χορηγήσει ανώτερο κλιμάκιο εάν το δικαιολογούν οι περιστάσεις.
6. Ο Διευθυντής καθορίζει τις θέσεις για τις οποίες η πρόσληψη εξασφαλίζεται μέσω εξετάσεων ή διαγωνισμού, καθώς και τις δοκιμασίες στις οποίες θα πρέπει να επιτύχουν οι υποψήφιοι για τις θέσεις αυτές προκειμένου να προσληφθούν. Οι εξεταστικές επιτροπές των εξετάσεων ή των διαγωνισμών συγκροτούνται από μέλη του προσωπικού του Ινστιτούτου, τα οποία ορίζει ο Διευθυντής, στα οποία μπορεί να προστεθεί ένας εξωτερικός εξεταστής.
7. Οι υποψήφιοι που προσκαλούνται στην έδρα του Ινστιτούτου για συνέντευξη ή εξέταση αποζημιώνονται για τα έξοδα ταξιδίου και στεγάσεως, με τις ίδιες προϋποθέσεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους όταν εκτελούν αποστολές (2).
Άρθρο 5
Όριο ηλικίας
Το όριο εργάσιμης ηλικίας καθορίζεται στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο ο υπάλληλος συμπληρώνει το 65ο έτος ηλικίας. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει παρεκκλίσεις από τον κανόνα αυτόν, εντός του ορίου δώδεκα επιπλέον μηνών.
Άρθρο 6
Ιατρικές εξετάσεις
1. Η πρόσληψη κάθε υπαλλήλου επιβεβαιώνεται μετά την πιστοποίηση, από ιατρό εγκεκριμένο από το Ινστιτούτο, ότι ο υποψήφιος είναι σωματικά ικανός να αναλάβει την εργασία του, και ότι δεν πάσχει από οιαδήποτε αναπηρία ή ασθένεια που θα αποτελούσε ενδεχομένως κίνδυνο ή επιβάρυνση για τα άλλα μέλη του προσωπικού.
2. Οι υπάλληλοι υποχρεούνται να πραγματοποιούν ετήσια εξέταση ιατρικού ελέγχου.
3. Ο εγκεκριμένος από το Ινστιτούτο ιατρός επιτελεί προς τούτο χρέη εμπειρογνώμονος και ενημερώνει τον Διευθυντή για την ενδεχόμενη ανικανότητα του υπαλλήλου να συνεχίσει την εργασία του.
4. Εάν τα αποτελέσματα της ετήσιας ή άλλης εξέτασης δείξουν ότι ο ενδιαφερόμενος δεν είναι πλέον σε θέση να ασκεί τα καθήκοντά του, η σύμβαση λύεται εντός προθεσμίας τριών μηνών και συγκαλείται επιτροπή αναπηρίας για να προσδιορίσει τα δικαιώματα του υπαλλήλου σε σύνταξη αναπηρίας.
Άρθρο 7
Συμβάσεις και διάρκεια των συμβάσεων
Εκτός ειδικών διατάξεων που εφαρμόζονται στις συμβάσεις του Διευθυντή και των υπευθύνων έρευνας, οι αρχικές συμβάσεις που προσφέρει το Ινστιτούτο είναι τριετούς διάρκειας. Ο Διευθυντής δύναται να ανανεώσει τις συμβάσεις αυτές για ίση ή συντομότερη περίοδο, εφόσον συμφωνεί ο υπάλληλος.
Κάθε αρχική σύμβαση προβλέπει περίοδο δοκιμαστικής υπηρεσίας έξι μηνών από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η σύμβαση δύναται να λυθεί, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας, με προειδοποίηση ενός μηνός από το Ινστιτούτο ή από τον ίδιο τον υπάλληλο.
Κατά τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου ή και πριν, ο υπάλληλος ειδοποιείται γραπτώς είτε για την επιβεβαίωση της αρχικής του σύμβασης είτε για τη λύση της.
Η δοκιμαστική περίοδος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διάρκειας της αρχικής σύμβασης. Γεννά δικαιώματα αρχαιότητας και σύνταξης.
Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, μια σύμβαση δύναται να λυθεί ή να μην ανανεωθεί, με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου ή του ίδιου του υπαλλήλου:
|
α) |
Με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου
|
|
β) |
Με πρωτοβουλία του ίδιου του υπαλλήλου, κατόπιν προειδοποίησης τριών μηνών, για οποιονδήποτε προσωπικό λόγο τον οποίο δεν θέλει να εκθέσει. |
Η λύση ή η μη ανανέωση της σύμβασης με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου, εφόσον δεν οφείλεται σε πειθαρχικούς λόγους, συνεπάγεται:
|
1. |
για τους υπαλλήλους που συμπλήρωσαν συνολικά πλέον των δέκα ετών υπηρεσίας, εκκαθάριση των δικαιωμάτων ετεροχρονισμένης συνταξιοδότησης και καταβολή αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι, |
|
2. |
για τους υπαλλήλους που δεν συμπληρώνουν συνολικά δέκα έτη υπηρεσίας, καταβολή επιδόματος αποχωρήσεως, μαζί με αποζημίωση λόγω απώλειας θέσης εργασίας για τους υπαλλήλους που η διάρκεια της σύμβασής τους μειώθηκε λόγω λύσης, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι, |
|
3. |
για τους υπαλλήλους των οποίων η σύμβαση λύεται για λόγους σωματικής ανικανότητας, και των οποίων η αναπηρία διαπιστώθηκε από επιτροπή αναπηρίας, χορήγηση αναπηρικής σύνταξης σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπει ο κανονισμός συντάξεων. |
Η λύση ή η μη ανανέωση σύμβασης με πρωτοβουλία του ίδιου του υπαλλήλου δεν γεννά δικαίωμα αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας (3).
Εάν αυτό απαιτούν οι ανάγκες της υπηρεσίας, είναι δυνατό να μειωθεί η προθεσμία της προειδοποίησης που ορίζεται στο σημείο 3 στοιχείο α) ανωτέρω· στην περίπτωση αυτή, ο υπάλληλος δικαιούται της καταβολής συμπληρωματικού ποσού που αντιστοιχεί στο μισθό και τα επιδόματα και αποζημιώσεις που θα είχε λάβει μεταξύ της ημερομηνίας πραγματικής λήξεως της σύμβασής του και της ημερομηνίας λήξεως εξάμηνης προειδοποίησης.
Οι παρούσες διατάξεις δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση λύσης της σύμβασης για πειθαρχικούς λόγους.
Οι υπεύθυνοι έρευνας του Ινστιτούτου συνάπτουν τριετείς μη ανανεώσιμες συμβάσεις. Εντούτοις, ο Διευθυντής δύναται να εγκρίνει μία ή περισσότερες παρατάσεις σύμβασης, το σύνολο όμως αυτών δεν μπορεί να υπερβεί τους 24 μήνες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΜΙΣΘΟΣ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ
Άρθρο 8
Γενικές διατάξεις
Οι αποδοχές που καταβάλλονται στους υπαλλήλους του Ινστιτούτου περιλαμβάνουν το βασικό μισθό, την αποζημίωση αποδημίας και τα οικογενειακά και κοινωνικά επιδόματα.
Επί των αποδοχών αυτών γίνονται οι κρατήσεις τις οποίες οφείλει ο υπάλληλος δυνάμει του εσωτερικού φόρου, του συνταξιοδοτικού καθεστώτος και του καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης.
Τα οφειλόμενα ποσά καταβάλλονται στους τρέχοντες τραπεζικούς λογαριασμούς των υπαλλήλων κατά τη διάρκεια της τελευταίας εργάσιμης εβδομάδας κάθε μηνός.
Οι μεταβολές της προσωπικής κατάστασης του υπαλλήλου που ενδέχεται να έχουν οικονομικές συνέπειες, λαμβάνονται υπόψη για την αμοιβή του μήνα κατά τον οποίο η διοίκηση έλαβε γνώση του γεγονότος, και δεν θίγουν αναδρομικά τις αμοιβές που έχουν ήδη καταβληθεί.
Άρθρο 9
Βασικός μισθός
Ο καθαρός βασικός μισθός αντιστοιχεί στο ποσό το οποίο αναγράφεται ως προς το βαθμό και το κλιμάκιο κάθε υπαλλήλου στον πίνακα που εγκρίνεται κατ' έτος από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Ο ακαθάριστος βασικός μισθός αντιστοιχεί στον καθαρό βασικό μισθό στον οποίο προστίθεται το ποσό του εσωτερικού φόρου που οφείλει ο υπάλληλος.
Άρθρο 10
Αποζημίωση αποδημίας
Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται στους υπαλλήλους βαθμού Α, L και Β οι οποίοι, κατά την αρχική τους πρόσληψη, δεν έχουν την υπηκοότητα του κράτους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο τόπος μόνιμης υπηρεσίας τους, και δεν είχαν μόνιμη διαμονή στο έδαφος αυτό επί τρία συναπτά έτη αδιαλείπτως.
Η αποζημίωση αυτή παύει να καταβάλλεται σε περίπτωση τοποθέτησης του υπαλλήλου στο κράτος του οποίου έχει την υπηκοότητα.
Το ποσό της αποζημίωσης ορίζεται κατά τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ.
Στην περίπτωση που ο υπάλληλος προσλαμβάνεται από το Ινστιτούτο αμέσως μετά τη λήξη της απασχόλησής του σε άλλο διεθνή οργανισμό ή σε διοικητική υπηρεσία στο κράτος στο οποίο ασκεί τα καθήκοντά του, τα έτη υπηρεσίας στον προηγούμενο εργοδότη του εξομοιώνονται προς έτη υπηρεσίας στο Ινστιτούτο για τη θεμελίωση του δικαιώματος αποζημίωσης αποδημίας και για τον υπολογισμό του ποσού της.
Άρθρο 11
Οικογενειακά και κοινωνικά επιδόματα
Αυτά τα επιδόματα είναι ποσά συναφή προς την αμοιβή, που προστίθενται μηνιαίως στο βασικό μισθό.
Το επίδομα αυτό:
|
α) |
καταβάλλεται σε κάθε υπάλληλο που είναι έγγαμος, ή διατελεί εν χηρεία, έχει λάβει διαζύγιο ή είναι χωρισμένος ή άγαμος και έχει ένα ή περισσότερα συντηρούμενα πρόσωπα κατά την έννοια των διατάξεων του παραρτήματος ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού· |
|
β) |
ισούται προς το 6 % του καθαρού βασικού μισθού· |
|
γ) |
στην περίπτωση αυτή το επίδομα που καταβάλλεται ισούται προς τη διαφορά μεταξύ, αφενός, του καθαρού βασικού μισθού του βαθμού Β3, κλιμάκιο 1, συν το ποσό του επιδόματος που θα δικαιούνταν θεωρητικά ο υπάλληλος και, αφετέρου, του ποσού του επαγγελματικού εισοδήματος του/της συζύγου. Εάν το δεύτερο αυτό ποσό είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το πρώτο, ο υπάλληλος δεν λαμβάνει επίδομα· |
|
δ) |
δεν καταβάλλεται σε υπάλληλο του οποίου ο/η σύζυγος είναι μέλος διεθνούς οργανισμού και έχει βασικό μισθό ανώτερο του δικού του. |
Το επίδομα αυτό:
|
α) |
καταβάλλεται σε κάθε υπάλληλο που συντηρεί, κυρίως και συνεχώς, είτε νομίμως αναγνωρισμένο τέκνο, είτε άλλο μέλος της οικογενείας του εκτελώντας εκ του νόμου ή εκ δικαστικής αποφάσεως υποχρέωση, είτε ένα παιδί ορφανό από πατέρα και μητέρα του οποίου έχει αναλάβει την ευθύνη· |
|
β) |
συνίσταται σε κατ' αποκοπήν ποσό για κάθε συντηρούμενο πρόσωπο, το οποίο καθορίζεται κατ' έτος στον πίνακα που εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο· |
|
γ) |
στην περίπτωση συζύγων που εργάζονται και οι δύο σε διεθνείς οργανισμούς, καταβάλλεται σε εκείνον που λαμβάνει το επίδομα αρχηγού οικογενείας ή αντίστοιχη αποζημίωση. |
Οι ορισμοί και οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού του επιδόματος παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ.
Οι υπάλληλοι που δικαιούνται επιδόματος αρχηγού οικογενείας, και των οποίων τα συντηρούμενα τέκνα, κατά την έννοια των διατάξεων του παραρτήματος ΙΙΙ, φοιτούν σε ίδρυμα πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (4), δικαιούνται ετήσιου επιδόματος εκπαίδευσης. Το επίδομα αυτό ισούται προς το διπλάσιο του μηνιαίου επιδόματος συντηρούμενου τέκνου. Καταβάλλεται για κάθε παιδί εφ' άπαξ κατά την έναρξη του σχολικού έτους. Ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος προσκομίζει στη διοικητική υπηρεσία τα αναγκαία δικαιολογητικά στην αρχή κάθε σχολικού έτους.
|
α) |
Το επίδομα αυτό καταβάλλεται σε κάθε υπάλληλο που συντηρεί, κυρίως και συνεχώς, ανάπηρο τέκνο ή συντηρούμενο πρόσωπο. Το εν λόγω τέκνο ή συντηρούμενο πρόσωπο πρέπει να πληροί τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ. |
|
β) |
Οι λεπτομέρειες χορήγησης και καταβολής αυτού του επιδόματος παρατίθενται στο παράρτημα ΙV. |
|
α) |
Το επίδομα αυτό καταβάλλεται μηνιαίως στους υπαλλήλους των βαθμών Β, C, A1 και L1 που ενοικιάζουν ή υπενοικιάζουν κατοικία για το ενοίκιο της οποίας —μη περιλαμβανομένων των εξόδων που κατά τα ισχύοντα στο κράτος διαμονής επιβαρύνουν τον ενοικιαστή— διαθέτουν μέρος των αποδοχών τους υπερβαίνον ένα καθορισμένο όριο. |
|
β) |
Ο τρόπος υπολογισμού αυτού του επιδόματος παρατίθεται στο παράρτημα V. |
|
γ) |
Ο υπάλληλος που λαμβάνει επίδομα κατοικίας οφείλει να ενημερώσει αμέσως τον προϊστάμενο Διοίκησης και Προσωπικού κάθε αλλαγή κατάστασης που ενδέχεται να συνεπάγεται μεταβολή του δικαιώματος στο επίδομα αυτό. |
|
δ) |
Το επίδομα αυτό δεν καταβάλλεται στους υπαλλήλους:
|
Άρθρο 12
Αποζημίωση αναπλήρωσης
Ο Διευθυντής δύναται να χορηγήσει αποζημίωση αναπλήρωσης σε υπάλληλο ο οποίος καλείται να αναλάβει, προς το συμφέρον της υπηρεσίας και για ορισμένο χρονικό διάστημα, μέρος ή το σύνολο των αρμοδιοτήτων υπαλλήλου ανώτερης βαθμίδας. Η αποζημίωση αυτή ισούται προς την αξία δύο κλιμακίων άνω της βαθμίδας του ενδιαφερομένου και αρχίζει να ισχύει μόνον μετά ένα μήνα συνεχούς υπηρεσίας στην ανώτερη βαθμίδα.
Άρθρο 13
Αποζημίωση εγκατάστασης
1. Αποζημίωση εγκατάστασης καταβάλλεται στους υπαλλήλους των οποίων ο τόπος διαμονής, όταν δέχθηκαν τη θέση εργασίας στο Ινστιτούτο, βρισκόταν σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων ή 60 μιλίων από το χώρο εργασίας τους.
2. Το ποσό της αποζημίωσης αυτής ισούται προς 30 ημέρες βασικού μισθού.
3. Η αποζημίωση εγκατάστασης καταβάλλεται στον υπάλληλο μόλις αναλάβει υπηρεσία στο Ινστιτούτο.
4. Κάθε υπάλληλος που εγκαταλείπει τη θέση του οικειοθελώς πριν από την παρέλευση διετούς προθεσμίας, οφείλει να επιστρέψει το ήμισυ της αποζημίωσης εγκατάστασης που του κατεβλήθη.
5. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει, κατ' εξαίρεση, παρεκκλίσεις από τις παρούσες διατάξεις όταν κρίνει ότι η αυστηρή τους εφαρμογή ενδέχεται να επιφέρει για τον ενδιαφερόμενο ιδιαίτερα επαχθείς συνέπειες.
Άρθρο 14
Κρατήσεις
Ο εσωτερικός φόρος είναι ίσος προς το 40 % του βασικού μισθού που αντιστοιχεί στο βαθμό και το κλιμάκιο του υπαλλήλου. Προστιθέμενος στο ποσό του καθαρού βασικού μισθού απεικονίζει τον ακαθάριστο βασικό μισθό.
Το ποσό αυτού του φόρου παρακρατείται μηνιαίως στη βάση και εμφανίζεται αρνητικά στο φύλλο μισθοδοσίας.
Από τις αποδοχές των υπαλλήλων κρατείται μηνιαίως και περιέρχεται στον προϋπολογισμό των συντάξεων του Ινστιτούτου ποσό εγκρινόμενο από τους Συντονισμένους Οργανισμούς για το συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων, που αποτελεί ποσοστό του καθαρού βασικού μισθού.
Από τις αποδοχές των υπαλλήλων κρατείται μηνιαίως ποσό ίσο προς το 5,5 % του καθαρού βασικού μισθού, το οποίο προστίθεται στην εισφορά του εργοδότη και καταβάλλεται στον αρμόδιο οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης (URSSAF).
Από τις αποδοχές των υπαλλήλων κρατείται μηνιαίως ποσό για το σκοπό αυτό, το οποίο αποτελεί ποσοστό του καθαρού βασικού μισθού. Το ποσοστό αυτό καθορίζεται στην αρχή του έτους για τους επόμενους δώδεκα μήνες, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του Ινστιτούτου και της ασφαλιστικής εταιρείας που έχει αναλάβει το καθεστώς. Το ποσό αυτής της κράτησης προστίθεται στο ποσό του εργοδοτικού μεριδίου και καταβάλλεται στο τέλος του έτους στην ασφαλιστική εταιρεία.
Άρθρο 15
Προκαταβολές και επιστροφές των προκαταβολών επί του μισθού
1. Εάν δεν υπάρχει αντίθετη γνώμη του Διευθυντή και εντός των ορίων των ταμειακών δυνατοτήτων, ο προϊστάμενος Διοίκησης και Προσωπικού του Ινστιτούτου δύναται να επιτρέψει τη χορήγηση έντοκης προκαταβολής μισθού στους υπαλλήλους που υποβάλλουν σχετική δικαιολογημένη αίτηση.
2. Το ποσό αυτής της προκαταβολής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό καθαρού βασικού μισθού τριών μηνών.
3. Οι επιστροφές πραγματοποιούνται με μηνιαία κράτηση από τις αποδοχές του υπαλλήλου και πρέπει να έχουν καταβληθεί στο σύνολό τους μέχρι την πληρωμή του τελευταίου μισθού του οικονομικού έτους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΞΟΔΑ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ
Άρθρο 16
Εγκατάσταση και αποχώρηση
1. Ο υπάλληλος δικαιούται επιστροφής των εξόδων ταξιδίου γι' αυτόν τον ίδιο και τα μέλη της οικογενείας του που πράγματι συγκατοικούν με αυτόν, από τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του στον τόπο της έδρας του Ινστιτούτου.
2. Το ίδιο δικαίωμα θεμελιώνεται επίσης όταν ο υπάλληλος αποχωρεί οριστικά από τη θέση του και επιστρέφει στη χώρα όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του.
3. Οι επιστροφές αυτές γίνονται βάσει των διατάξεων του τμήματος Ι του παραρτήματος VI.
Άρθρο 17
Έξοδα μετακόμισης
1. Ο υπάλληλος δικαιούται επιστροφής των εξόδων μετακόμισης από τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του στον τόπο της έδρας του Ινστιτούτου.
Το ίδιο δικαίωμα θεμελιώνεται επίσης όταν ο υπάλληλος αποχωρεί οριστικά από τη θέση του και επιστρέφει στη χώρα όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του.
2. Τα έξοδα αυτά καλύπτουν τη μετακόμιση της προσωπικής οικοσκευής του υπαλλήλου, εκτός αυτοκινήτων, σκαφών ή κάθε άλλου μεταφορικού οχήματος, μη περιλαμβανομένων των ασφαλίστρων, εντός των ορίων βάρους και όγκου που ορίζονται στο παράρτημα VI.
Η πληρωμές γίνονται απευθείας από το Ινστιτούτο στον υπάλληλο, μετά την υποβολή επικυρωμένου τιμολογίου.
Άρθρο 18
Αποστολές
Οι υπάλληλοι που είναι διορισμένοι στο Ινστιτούτο δικαιούνται επιστροφής των εξόδων για τις αποστολές που πραγματοποιούν κατ' εντολή του Διευθυντή (5).
Οι επιστροφές αφορούν τα καθαυτό έξοδα κινήσεως καθώς και τα έξοδα παραμονής και τα συναφή έξοδα στον τόπο όπου αποστέλλεται ο υπάλληλος. Οι προϋποθέσεις, οι κλίμακες και οι λεπτομέρειες αυτών των επιστροφών παρατίθενται στο παράρτημα VIΙ.
ΚΕΦAΛΑΙΟ V
ΕΣΩΤΕΡΙΚH ΛΕΙΤΟΥΡΓIΑ
Άρθρο 19
Ωράρια και διάρκεια εργασίας
Η κανονική διάρκεια εργασίας για όλα τα μέλη του προσωπικού είναι 40 ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες πραγματοποιούνται μεταξύ της Δευτέρας, ώρα 9: 00 και της Παρασκευής, ώρα 17: 00.
Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει προσαρμοσμένα ή διαφοροποιημένα ωράρια λόγω της προσωπικής κατάστασης ή των ειδικών απαιτήσεων της εργασίας του υπαλλήλου.
Εάν αυτό απαιτείται λόγω εξαιρετικών, κατά την κρίση του Διευθυντή, περιστάσεων, είναι δυνατό να ζητηθεί από ορισμένους υπαλλήλους να εργασθούν το Σάββατο. Στην περίπτωση αυτή, θεμελιώνεται δικαίωμα αντιστάθμισης σε αντίστοιχο ελεύθερο χρόνο κατά τη διάρκεια εργάσιμης ημέρας.
Άρθρο 20
Αργίες
Το προσωπικό του Ινστιτούτου αργεί κατά τις ημέρες αργίας του κράτους υποδοχής. Στη Γαλλία, οι ημέρες αυτές είναι:
|
α) |
Η Πρωτοχρονιά (1η Ιανουαρίου) |
|
β) |
Η Δευτέρα του Πάσχα |
|
γ) |
Η Πρωτομαγιά (1η Μαΐου) |
|
δ) |
Η επέτειος ανακωχής του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (8 Μαΐου) |
|
ε) |
Της Αναλήψεως |
|
στ) |
Η Δευτέρα της Πεντηκοστής |
|
ζ) |
Η εθνική εορτή της Γαλλίας (14 Ιουλίου) |
|
η) |
Της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15 Αυγούστου) |
|
θ) |
Των Αγίων Πάντων (1η Νοεμβρίου) |
|
ι) |
Η επέτειος ανακωχής του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (11 Nοεμβρίου) |
|
ια) |
Η ημέρα των Χριστουγέννων (25 Δεκεμβρίου) |
Οι αργίες αυτές δεν υπολογίζονται στο δελτίο καταγραφής των αδειών του προσωπικού.
Εάν κάποια αργία συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή, ο Διευθυντής δύναται να αποφασίσει ότι το προσωπικό θα αργήσει κάποια άλλη ημέρα η οποία δεν θα υπολογισθεί ως άδεια.
Άρθρο 21
Άδειες
Κάθε υπάλληλος δικαιούται αδείας μετ' αποδοχών ίσης προς 2,5 εργάσιμες ημέρες για κάθε ολοκληρωμένο μήνα υπηρεσίας. Το σύνολο της άδειας που δικαιούται υπολογίζεται για κάθε ημερολογιακό έτος.
Οι υπάλληλοι που προσλαμβάνονται μεταξύ της 1ης Απριλίου και της 30ής Ιουλίου μπορούν να λάβουν 15 ημέρες προκαταβολικά από το σύνολο ετήσιας άδειας που δικαιούνται, εάν η άδειά τους πρέπει να ληφθεί μετά την 30ή Ιουλίου.
Εάν ο υπάλληλος έχει στις 31 Δεκεμβρίου υπόλοιπο άδειας την οποία δεν έλαβε λόγω απολύτου ανάγκης της υπηρεσίας, ο Διευθυντής ή ο αντικαταστάτης του δύναται να επιτρέψει τη μεταφορά όλου ή μέρους του υπολοίπου αυτού στο επόμενο έτος. Εν πάση περιπτώσει, το μεταφερόμενο μέρος της άδειας πρέπει να ληφθεί μέχρι τις 31 Μαρτίου, άλλως ακυρώνεται.
Ο υπάλληλος που επιθυμεί να λάβει άδεια, εντός των ορίων του συνόλου που δικαιούται σύμφωνα με το στοιχείο α) ανωτέρω, πρέπει να έχει την προηγούμενη έγκριση του Διευθυντή ή του αναπληρωτή του.
Προς τούτο, η διοικητική υπηρεσία του Ινστιτούτου τηρεί κατάσταση των αδειών. Στην υπηρεσία αυτή απευθύνεται ο υπάλληλος για να λάβει έντυπο αίτησης αδείας, όπου αναγράφεται ο αριθμός του υπολοίπου της αδείας που δικαιούται μέχρι το τέλος του έτους.
Ο ενδιαφερόμενος συμπληρώνει τα ακόλουθα:
|
— |
ημέρες αιτούμενης άδειας |
|
— |
ημέρα και ώρα αναχώρησης, |
|
— |
ημέρα και ώρα επιστροφής, |
|
— |
χώρα ή χώρες όπου θα περάσει την άδειά του, |
|
— |
διεύθυνση κατά τη διάρκεια της άδειας (προαιρετικό), |
|
— |
αριθμός τηλεφώνου κατά τη διάρκεια της άδειας (αν υπάρχει). |
Το έντυπο υπογράφεται από τον Διευθυντή ή τον αναπληρωτή του και εν συνεχεία ο υπάλληλος το διαβιβάζει στη διοικητική υπηρεσία, η οποία το καταχωρίζει στον προσωπικό φάκελό του.
Οι ημέρες άδειας που δεν έχουν ληφθεί πριν από την ημερομηνία λήξης των καθηκόντων ακυρώνονται. Εντούτοις, βάσει γραπτής βεβαίωσης του Διευθυντή ότι δεν ελήφθησαν λόγω απόλυτης ανάγκης της υπηρεσίας, ο υπάλληλος στην περίπτωση αυτή δικαιούται αντισταθμιστικής αποζημίωσης ίσης προς ένα εξηκοστό του καθαρού βασικού μισθού για κάθε μη χρησιμοποιηθείσα ημέρα άδειας.
Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει, κατόπιν αιτήσεως υπαλλήλου και εντός ορίου 15 συναπτών ημερών, τη χορήγηση πρόσθετης άδειας άνευ αποδοχών.
Το γεγονός αυτό δεν διακόπτει τη συνέχεια της αρχαιότητας στο βαθμό ούτε τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Πάντως, επί των αποδοχών του εν λόγω υπαλλήλου θα κρατηθούν στο ακέραιο τα ποσά των συνεισφορών σύνταξης και κοινωνικής ασφάλισης, ως αν ο υπάλληλος είχε πληρωθεί κανονικά κατά την περίοδο της άδειας άνευ αποδοχών.
Πέραν της ετήσιας άδειας χορηγούνται ειδικές άδειες σε περίπτωση ασθένειας, μητρότητας ή εκτάκτων περιστάσεων.
Οι σχετικές διατάξεις και λεπτομέρειες παρατίθενται στο παράρτημα VIII.
Άρθρο 22
Άδειες διαμονής στη χώρα καταγωγής
Κάθε μέλος του προσωπικού που δικαιούται της αποζημίωσης αποδημίας μπορεί να ζητήσει, για κάθε τριετή περίοδο υπηρεσίας, επιστροφή των εξόδων ενός ετήσιου ταξιδίου μετ' επιστροφής στη χώρα της οποίας είναι υπήκοος, για τον εαυτό του και τα μέλη της οικογένειάς του, εφόσον συγκατοικούν μαζί του.
Στην περίπτωση αυτή η διοίκηση επιστρέφει τα έξοδα ταξιδίου βάσει του φθηνότερου μεταφορικού μέσου, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διατάξεις του παραρτήματος VII.
Οι άδειες διαμονής στη χώρα καταγωγής θεμελιώνουν δικαίωμα παροχής αδείας πέντε ημερών, οι οποίες προστίθενται στο σύνολο των αδειών που δικαιούται ο υπάλληλος.
ΚΕΦAΛΑΙΟ VI
ΑΞΙΟΛOΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓH
Άρθρο 23
Γενικές διατάξεις
1. Εκτός του Διευθυντού, όλοι οι υπάλληλοι του Ινστιτούτου αξιολογούνται ετησίως όσον αφορά τη δραστηριότητά τους, το αργότερο μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου.
Η αξιολόγηση αυτή εκτιμά τη σχετική ποιότητα των υπαλλήλων και βάσει αυτής εκφράζεται έπαινος ή, αντιθέτως, υποδεικνύονται στον καθένα οι ανεπάρκειες ή τα κενά του, προκειμένου να βελτιωθεί η παρεχόμενη υπηρεσία.
2. Η αξιολόγηση αφορά τα ακόλουθα κριτήρια:
|
α) |
επιμέλεια και τήρηση των ωραρίων· |
|
β) |
ποιότητα και ταχύτητα στην εκτέλεση της εργασίας· |
|
γ) |
πνεύμα πρωτοβουλίας· |
|
δ) |
ευπρέπεια και ανθρώπινες σχέσεις. |
Κάθε κριτήριο βαθμολογείται σε κλίμακα από 0 έως 5. Το σύνολο συγκεφαλαιώνεται σε έκθεση ετήσιας αξιολόγησης, η οποία καταχωρίζεται στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου.
Άρθρο 24
Διαδικασία
1. Ο Διευθυντής ορίζει τους υπαλλήλους που επιφορτίζονται να κάνουν προτάσεις αξιολόγησης του προσωπικού το οποίο υπάγεται, εντελώς ή εν μέρει, σ' αυτούς.
2. Όταν υποβληθούν όλες οι προτάσεις, ο Διευθυντής συγκαλεί συμβούλιο προαγωγών του οποίου προεδρεύει, στο οποίο συμμετέχουν όλοι οι υπάλληλοι που έκαναν μία ή περισσότερες προτάσεις αξιολόγησης. Ο προϊστάμενος Διοίκησης και Προσωπικού παρίσταται σε όλες τις συνεδριάσεις του συμβουλίου προαγωγών, έχει δε δικαίωμα ψήφου για το προσωπικό που υπάγεται στον ίδιο και συμβουλευτικό ρόλο όσον αφορά τα άλλα μέλη του προσωπικού.
3. Βάσει της γνώμης του προϊσταμένου Διοίκησης, ο Διευθυντής καταρτίζει οριστική έκθεση αξιολόγησης για κάθε υπάλληλο και συντάσσει πρακτικά τα οποία υπογράφουν όλα τα μέλη του συμβουλίου προαγωγών.
4. Κάθε υπάλληλος έχει προσωπική συνέντευξη με τον Διευθυντή —ή κατ' ανάγκη με τον αναπληρωτή του— συνήθως κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του συμβουλίου προαγωγών. Η ετήσια αξιολόγησή του γνωστοποιείται στον υπάλληλο, ο οποίος υπογράφει την έκθεση βεβαιώνοντας έτσι ότι έλαβε γνώση της.
5. Η ετήσια αξιολόγηση είναι διοικητική πράξη εσωτερικής χρήσεως και δεν υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον οιουδήποτε οργάνου.
Άρθρο 25
Συνέπειες και επακόλουθα της αξιολόγησης
1. Μια εξαιρετικά καλή βαθμολόγηση μπορεί να δικαιολογήσει έκτακτο προβιβασμό σε ανώτερο κλιμάκιο ή και σε ανώτερο βαθμό εάν η προαγωγή αυτή είναι δυνατή βάσει του προϋπολογισμού.
2. Δύο συνεχείς ανεπαρκείς βαθμολογήσεις δικαιολογούν τη στασιμότητα του υπαλλήλου στο κλιμάκιό του για ένα ακόμη έτος.
3. Δύο ή περισσότερες συνεχείς ανεπαρκείς βαθμολογήσεις μπορούν να δικαιολογήσουν τη μη ανανέωση της σύμβασης κατά τη λήξη της.
ΚΕΦAΛΑΙΟ VII
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Άρθρο 26
Ορισμοί
1. Κάθε υπάλληλος ή πρώην υπάλληλος ο οποίος, εσκεμμένα ή εξ αμελείας, έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τον κανονισμό του προσωπικού, είναι δυνατόν να υποστεί απλές, οικονομικές ή εκ του νόμου κυρώσεις, πέραν των επανορθώσεων που ενδεχομένως θα υποχρεωθεί να παράσχει βάσει των διατάξεων του άρθρου 2 παράγραφος 4 και του άρθρου 27 του παρόντος κανονισμού.
|
α) |
Απλές κυρώσεις είναι:
|
|
β) |
Οι οικονομικές κυρώσεις περιλαμβάνουν:
|
|
γ) |
Οι εκ του νόμου κυρώσεις περιλαμβάνουν:
|
Οι κυρώσεις αποφασίζονται από τον Διευθυντή. Ο προϊστάμενος Διοίκησης και Προσωπικού είναι δυνατό να αποφασίσει για απλές πειθαρχικές κυρώσεις, κατ' ανάθεση από τον ίδιο τον Διευθυντή, εκτός των περιπτώσεων σύγκλησης πειθαρχικού συμβουλίου (6).
2. Σε περίπτωση σοβαρών κατηγοριών κατά υπαλλήλου, και εάν ο Διευθυντής κρίνει ότι η κατηγορία είναι εκ πρώτης όψεως βάσιμη και ότι η διατήρηση του ενδιαφερομένου στα καθήκοντά του κατά τη διάρκεια της έρευνας θα μπορούσε να είναι επιζήμια για το Ινστιτούτο, ο υπάλληλος μπορεί να τεθεί αμέσως σε αργία, μετ' αποδοχών ή άνευ κατά την κρίση του Διευθυντή, εν αναμονή του πορίσματος της έρευνας.
Άρθρο 27
Επανορθώσεις
Κάθε υπάλληλος μπορεί να υποχρεωθεί να επανορθώσει, καθ' ολοκληρίαν ή εν μέρει, οιαδήποτε ζημία που υπέστη το Ινστιτούτο λόγω βαρείας αμελείας ή εσκεμμένης πράξης του. Εφόσον ο εν λόγω υπάλληλος έχει αποχωρήσει από το Ινστιτούτο, η επανόρθωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την κατάργηση ποσοστού των οφειλομένων βάσει του συνταξιοδοτικού καθεστώτος παροχών, το οποίο μπορεί να ανέλθει μέχρι το 70 % του ποσού της σύνταξης.
Άρθρο 28
Ανακοίνωση των κατηγοριών
Κάθε υπάλληλος για τον οποίο έχει γίνει πρόταση επιβολής κυρώσεων, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26, πρέπει να ενημερώνεται σχετικά εντός δύο ολοκλήρων ημερών από τη στιγμή της κατάθεσης της πρότασης στο γραφείο του Διευθυντή ή του προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού. Στη γνωστοποίηση επισυνάπτονται τα σχετικά με την κατηγορία που του απαγγέλλεται έγγραφα και όλες οι σχετικές με αυτόν εκθέσεις.
Άρθρο 29
Πειθαρχικό συμβούλιο
Ο ενδιαφερόμενος δύναται, εντός πέντε εργασίμων ημερών από τη στιγμή της γνωστοποίησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 28, να υποβάλει γραπτή αίτηση εξέτασης της περίπτωσής του από πειθαρχικό συμβούλιο, το οποίο ο Διευθυντής συγκαλεί εντός πέντε ολοκλήρων ημερών. Το πειθαρχικό συμβούλιο συνεδριάζει εντός της εβδομάδος που ακολουθεί την ημερομηνία αποστολής της κλήσης.
Η σύνθεση και η λειτουργία του πειθαρχικού συμβουλίου παρατίθενται στο παράρτημα ΙΧ.
Ο Διευθυντής δεν δεσμεύεται από τη γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII
ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Άρθρο 30
Προσβολή αποφάσεως από υπάλληλο
Απόφαση του Διευθυντή μπορεί να προσβληθεί από υπάλληλο, πρώην υπάλληλο ή ακόμη και από τους κληρονόμους του. Η προσβολή αυτή και οι διαδικασίες που ενδεχομένως συνεπιφέρει δεν αναστέλλουν την εκτέλεση του προσβαλλόμενου μέτρου.
Η αίτηση θεραπείας είναι πράξη διά της οποίας ο υπάλληλος που θεωρεί ότι έχουν θιγεί τα βάσει του παρόντος κανονισμού δικαιώματά του, απευθύνει εμπεριστατωμένη αίτηση στον Διευθυντή του Ινστιτούτου και του ζητά να αναθεωρήσει την απόφαση που κατά τη γνώμη του θίγει τα δικαιώματα αυτά.
Ο Διευθυντής βεβαιώνει την παραλαβή της προσφυγής και απαντά εντός πέντε ολοκλήρων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.
Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, ο υπάλληλος μπορεί να ζητήσει την παρέμβαση του διαμεσολαβητή. Η παρέμβαση αυτή δεν είναι υποχρεωτική.
Ο διαμεσολαβητής είναι ένας αρμόδιος και ανεξάρτητος νομικός, που διορίζεται από τον Διευθυντή για τριετή ανανεώσιμη περίοδο.
Ζητά να του διαβιβαστεί κάθε στοιχείο που θεωρεί απαραίτητο για τη μελέτη της διαφοράς, τόσο από τον Διευθυντή όσο και από τον ενδιαφερόμενο υπάλληλο.
Διατυπώνει το πόρισμά του εντός 15 ημερών από την ημέρα που του υπεβλήθη η διαφορά.
Το πόρισμα αυτό δεν είναι δεσμευτικό για τον Διευθυντή ούτε για τον υπάλληλο.
Τα έξοδα της διαμεσολάβησης επιβαρύνουν το Ινστιτούτο, εάν ο Διευθυντής απορρίψει το πόρισμα του διαμεσολαβητή. Εάν ο υπάλληλος δεν δεχθεί τους όρους του πορίσματος, επιβαρύνεται ο ίδιος με το 50 % των εξόδων.
Αφού εξαντληθεί η πρώτη δυνατότητα προσφυγής (χαριστική), ο υπάλληλος είναι ελεύθερος να απευθύνει ιεραρχική προσφυγή στην επιτροπή προσφυγών του Ινστιτούτου.
Η σύνθεση, η λειτουργία και η διαδικασία αυτού του οργάνου παρατίθενται στο παράρτημα Χ.
Οι αποφάσεις της επιτροπής προσφυγών είναι εκτελεστές για τα δύο μέρη. Δεν επιδέχονται άλλης προσφυγής.
|
α) |
Η επιτροπή προσφυγών δύναται να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση ή να την επιβεβαιώσει. |
|
β) |
Συμπληρωματικά, η επιτροπή προσφυγών δύναται επίσης να καταδικάσει το Ινστιτούτο να επανορθώσει τις υλικές ζημίες που υπέστη ο υπάλληλος από την ημέρα που άρχισε να παράγει αποτελέσματα η ακυρωθείσα απόφαση. |
|
γ) |
Η επιτροπή προσφυγών δύναται να αποφασίσει, επιπλέον, ότι το Ινστιτούτο θα επιστρέψει, εντός ορίου που καθορίζει η ίδια, τα αιτιολογημένα έξοδα στα οποία υπεβλήθη ο προσφεύγων, καθώς και τα έξοδα μεταφοράς και διαμονής στα οποία υπεβλήθησαν οι μάρτυρες που κατέθεσαν. Τα έξοδα αυτά υπολογίζονται βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 και του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Άρθρο 31
Οι κανόνες και προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στον κανονισμό περί συντάξεων των Συντονισμένων Οργανισμών εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους υπαλλήλους του Ινστιτούτου. Το «νέο συνταξιοδοτικό καθεστώς των συντονισμένων οργανισμών» εφαρμόζεται κατ' αναλογία στους υπαλλήλους που αναλαμβάνουν καθήκοντα μετά τις 30 Ιουνίου 2005.
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Άρθρο 32
Καταστατικές διατάξεις
Το έκτακτο προσωπικό αποτελείται από επικουρικούς υπαλλήλους που προσλαμβάνονται κατά κανόνα για σύντομες περιόδους. Δεν έχουν την ιδιότητα του διεθνούς υπαλλήλου και υπόκεινται πλήρως στη νομοθεσία και τους κανονισμούς του κράτους υποδοχής και του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι.
1. Το έκτακτο προσωπικό αποτελείται από εργαζόμενους που δεν κατέχουν θέσεις προβλεπόμενες στον πίνακα θέσεων του προϋπολογισμού του Ινστιτούτου.
2. Αυτοί οι εργαζόμενοι υπόκεινται στις διατάξεις του τίτλου Ι και στις ακόλουθες διατάξεις του τίτλου ΙΙ:
|
— |
Κεφάλαιο I: άρθρο 3 παράγραφος 2 (Βοήθεια και αποζημίωση), παράγραφος 4 (Εξωτερικές δραστηριότητες), παράγραφος 5 (Υποψηφιότητα για δημόσιο ή πολιτικό λειτούργημα ή αξίωμα), |
|
— |
Κεφάλαιο II: άρθρο 5 (Όριο ηλικίας) και άρθρο 6 (Ιατρικές εξετάσεις), |
|
— |
Κεφάλαιο ΙΙΙ: άρθρο 15 (Προκαταβολές επί του μισθού), |
|
— |
Κεφάλαιο IV: άρθρο 17 (Μετακομίσεις) και άρθρο 18 (Αποστολές), |
|
— |
Κεφάλαιο V: άρθρο 19 (Ωράρια και διάρκεια εργασίας) και άρθρο 20 (Αργίες), |
|
— |
Κεφάλαιο VII: άρθρο 27 (Επανορθώσεις), |
|
— |
Κεφάλαιο VΙΙΙ: (Προσφυγές) — υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 35 παράγραφος 3. |
Άρθρο 33
Συμβάσεις
Το έκτακτο προσωπικό προσλαμβάνεται για χρονικό διάστημα ενός μέχρι έξι μηνών. Οι συμβάσεις μπορούν να ανανεωθούν με τους ίδιους όρους. Το Ινστιτούτο και ο εργαζόμενος δύνανται να καταγγείλουν τις συμβάσεις αυτές με προειδοποίηση δέκα ολόκληρων ημερών.
Άρθρο 34
Αμοιβές
1. Η αμοιβή των έκτακτων υπαλλήλων καθορίζεται με σύμβαση και συνίσταται σε έναν καθαρό μηνιαίο μισθό, αποκλειομένου κάθε πρόσθετου επιδόματος ή αποζημιώσεως, οποιαδήποτε και αν είναι η οικογενειακή κατάσταση του ενδιαφερομένου.
2. Από το καθορισμένο αυτό ποσό παρακρατούνται οι κοινωνικές εισφορές που επιβαρύνουν τον εργαζόμενο είτε δυνάμει ιδιωτικής πρωτασφάλισης είτε δυνάμει της συμπληρωματικής ασφάλισης στην περίπτωση που ο εργαζόμενος υπάγεται ήδη σε καθεστώς υγειονομικής ασφάλισης.
3. Οι έκτακτοι εργαζόμενοι δεν υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων και δεν γίνονται προς τούτο κρατήσεις από το μισθό τους.
4. Η αμοιβή των έκτακτων υπαλλήλων προσαυξάνεται, στην αρχή του έτους, κατά το ίδιο ποσοστό που χορηγείται στους υπαλλήλους από το Διοικητικό Συμβούλιο.
Άρθρο 35
Ειδικές διατάξεις
Οι έκτακτοι εργαζόμενοι δεν δύνανται να απαιτήσουν την επιστροφή των εξόδων εγκατάστασης ή μετακίνησης των οικογενειών τους.
Οι έκτακτοι εργαζόμενοι δικαιούνται αδείας ίσης προς 1,5 ημέρα για κάθε μήνα υπηρεσίας.
Οι εσωτερικές διαφορές που αφορούν δικαιώματα και αμοιβές του έκτακτου εργαζόμενου διέπονται από τις δυνατότητες προσφυγής που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 του παρόντος κανονισμού.
Κάθε άλλη διαφορά υπάγεται στην αρμοδιότητα της δικαιοσύνης του κράτους υποδοχής.
ΤΙΤΛΟΣ ΙV
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ, ΥΠΟΤΡΟΦΟΥΣ ΚΑΙ ΑΣΚΟΥΜΕΝΟΥΣ
Άρθρο 36
Καταστατικές και οικονομικές διατάξεις
1. Οι εμπειρογνώμονες, οι υπότροφοι και οι ασκούμενοι έχουν το καθεστώς «επισκέπτη» του Ινστιτούτου. Υπόκεινται στις διατάξεις του τίτλου Ι του παρόντος κανονισμού, του οποίου λαμβάνουν γνώση αμέσως μόλις αναλάβουν καθήκοντα.
2. Η αμοιβή τους καθορίζεται ως σύνολο κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων τους στο Ινστιτούτο. Καταβάλλεται σε διαδοχικές δόσεις, τις οποίες καθορίζει ο Διευθυντής, αναλόγως των αποτελεσμάτων των μελετών και των εργασιών για τις οποίες τα πρόσωπα αυτά ζητήθηκαν ή έγιναν δεκτά.
3. Οι διορισμένοι εμπειρογνώμονες και οι υπότροφοι δικαιούνται της επιστροφής των εξόδων ταξιδίου γι' αυτούς τους ίδιους, εξαιρουμένου κάθε άλλου προσώπου, κατά την άφιξη και κατά την αναχώρησή τους από το Ινστιτούτο. Κατ' εξαίρεση και κατόπιν σχετικής απόφασης του Διευθυντή, η επιστροφή αυτή μπορεί να χορηγηθεί σε ασκούμενο.
(1) Εγκρίθηκε από το Συμβούλιο με τη γραπτή διαδικασία στις 21 Δεκεμβρίου 2001 (ΕΕ L 39 της 9.2.2002, σ. 18), κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 της κοινής δράσης 2001/554/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 20 Ιουλίου 2001 (ΕΕ L 200 της 25.7.2001, σ. 1) και, όσον αφορά τον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο ΙΙΙ άρθρο 14 σημείο 2 και τον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο ΙΧ, που τροποποιήθηκαν από το Διευθυντή με τη σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου που δόθηκε στις 15 Ιουνίου 2005, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού του προσωπικού. [Νέο κείμενο που αντικαθιστά το προηγούμενο κείμενο της 21 Δεκεμβρίου 2001 (ΕΕ L 39 της 9.2.2002).]
(2) Βλέπε παράρτημα VIΙ του παρόντος κανονισμού.
(3) Για τις λεπτομέρειες της θεμελίωσης του δικαιώματος και του υπολογισμού των αποζημιώσεων λόγω απώλειας θέσης εργασίας, βλέπε παράρτημα Ι.
(4) Δηλαδή εξαιρούνται τα νηπιαγωγεία και τα προς αυτά εξομοιούμενα ιδρύματα.
(5) Οι επιστροφές αυτές αντιπροσωπεύουν έξοδα και δεν συνιστούν συμπληρωματική αμοιβή.
(6) Στην περίπτωση αυτή αποφασίζει για την κύρωση ο ίδιος ο Διευθυντής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
|
Παραπομπές |
: |
|
1. Περιπτώσεις χορήγησης της αποζημίωσης
Αποζημίωση για απώλεια θέσης εργασίας (1) είναι δυνατό να καταβληθεί σε υπάλληλο του οποίου η σύμβαση λύεται εάν:
|
α) |
καταργηθεί η θέση του στον προϋπολογισμό· |
|
β) |
μεταβληθεί η φύση ή το επίπεδο των εργασιών κατά τρόπον ώστε ο υπάλληλος δεν κατέχει πλέον τα απαιτούμενα για την εκπλήρωσή τους προσόντα· |
|
γ) |
αποσυρθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο το κράτος μέλος του οποίου είναι υπήκοος· |
|
δ) |
μεταφερθεί η έδρα του Ινστιτούτου σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων ή 60 μιλίων από τον τόπο πρόσληψης του υπαλλήλου, αυτός δε αρνηθεί να μετατεθεί εφόσον το ενδεχόμενο αυτό δεν προβλεπόταν στη σύμβασή του· |
|
ε) |
αρθεί το πιστοποιητικό ασφαλείας (2) του υπαλλήλου για λόγους εκτός των πειθαρχικών. |
Η αποζημίωση δεν οφείλεται εάν:
|
στ) |
ο υπάλληλος καταλαμβάνει ομόβαθμη θέση εργασίας στο Ινστιτούτο· |
|
ζ) |
ο υπάλληλος καταλαμβάνει νέα θέση εργασίας σε άλλο διεθνή οργανισμό στον ίδιο τόπο· |
|
η) |
ο υπάλληλος, που ήταν δημόσιος υπάλληλος κράτους μέλους, επαναφέρεται και αμείβεται στην εθνική του διοίκηση εντός 30 ημερών από την ημερομηνία λύσεως της σύμβασής του από το Ινστιτούτο· |
|
θ) |
η λύση της σύμβασης του υπαλλήλου ήταν απόρροια πειθαρχικής διαδικασίας. |
2. Αποζημίωση των υπαλλήλων που συμπληρώνουν κάτω των δέκα ετών υπηρεσία στο Ινστιτούτο (3)
Οι υπάλληλοι αυτοί, υπό την προϋπόθεση ότι η τρέχουσα σύμβασή τους δεν έχει λήξει, δικαιούνται αποζημίωσης ίσης προς το 50 % του γινομένου των καθαρών μηνιαίων τους αποδοχών επί τον αριθμό των μηνών (4) που υπολείπονται μέχρι τη λήξη της σύμβασής τους, με ανώτατο όριο ποσό ίσο προς τις αποδοχές πέντε μηνών.
Ως καθαρές αποδοχές νοούνται ο βασικός μισθός προσαυξημένος με όλα τα επιδόματα και αποζημιώσεις που καταβάλλονται μηνιαίως.
3. Αποζημίωση των υπαλλήλων που συμπληρώνουν άνω των δέκα ετών υπηρεσία στο Ινστιτούτο (3)
Οι υπάλληλοι αυτοί δικαιούνται αποζημίωσης ίσης προς το 100 % των καθαρών μηνιαίων αποδοχών τους για κάθε έτος υπηρεσίας στο Ινστιτούτο με ανώτατο όριο 24 μήνες.
Το ποσό της αποζημίωσης δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει αριθμό μηνών (4) μεγαλύτερο της περιόδου που ο ενδιαφερόμενος θα έπρεπε να συμπληρώσει για να φθάσει το όριο ηλικίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού.
(1) Διακρίνεται από το επίδομα αποχώρησης, το οποίο αντιπροσωπεύει εκκαθάριση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
(2) Εφόσον για την κατεχόμενη θέση απαιτείται αυτό το πιστοποιητικό.
(3) Ή υπηρεσία δέκα ετών σωρευτικά στο Ινστιτούτο και σε άλλο διεθνή οργανισμό, χωρίς διακοπή.
(4) Ή των κλασμάτων μηνών, εκφρασμένων σε τριακοστά.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑΣ
|
1. |
Οι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 10 του κανονισμού του προσωπικού λαμβάνουν μηνιαίως αποζημίωση αποδημίας της οποίας το ποσό καθορίζεται ως εξής:
|
|
2. |
Ως μισθός αναφοράς για τον υπολογισμό λαμβάνεται ο βασικός καθαρός μισθός του πρώτου κλιμακίου του βαθμού του υπαλλήλου. |
|
3. |
Το ελάχιστο ποσό της αποζημίωσης αποδημίας υπολογίζεται βάσει του βαθμού Β3, κλιμάκιο 1. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
1. Συντηρούμενα τέκνα
|
α) |
Ως συντηρούμενο τέκνο θεωρείται κάθε νόμιμο, φυσικό ή θετό, τέκνο όταν ο υπάλληλος εξασφαλίζει πραγματικά τη συντήρηση και την εκπαίδευσή του, και όταν το παιδί αυτό κατοικεί μόνιμα στην οικογενειακή στέγη, στον τόπο εργασίας του υπαλλήλου ή στον τόπο όπου έχει την κατοικία του ο άλλος γονέας. |
|
β) |
Ο υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει στην υπηρεσία διοικήσεως αντίγραφα των νομίμων εγγράφων που αποδεικνύουν ότι πράγματι συντηρεί υλικά το παιδί αυτό. |
|
γ) |
Δεν θεωρείται ως συντηρούμενο από τον υπάλληλο το τέκνο:
|
|
δ) |
Η υπηρεσία διοικήσεως δικαιούται να απαιτήσει την προσκόμιση και να αναζητήσει κάθε επίσημο ή συμβολαιογραφικό έγγραφο που θεωρεί απαραίτητο για τη θεμελίωση του δικαιώματος των αντίστοιχων επιδομάτων. |
2. Συντηρούμενα πρόσωπα
|
α) |
Ένα πρόσωπο, εκτός των τέκνων που αναφέρονται στο προηγούμενο σημείο 1, μπορεί να θεωρείται ως συντηρούμενο όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
|
β) |
Ο υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει στην υπηρεσία διοικήσεως αντίγραφα των νομίμων εγγράφων που αποδεικνύουν ότι πράγματι συντηρεί υλικά το πρόσωπο αυτό. |
|
γ) |
Η υπηρεσία διοικήσεως δικαιούται να απαιτήσει την προσκόμιση και να αναζητήσει κάθε επίσημο ή συμβολαιογραφικό έγγραφο που θεωρεί απαραίτητο για τη θεμελίωση του δικαιώματος των αντίστοιχων επιδομάτων. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΑΝΑΠΗΡΑ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
|
1. |
Θεωρείται ως ανάπηρο κάθε πρόσωπο που πάσχει από αναπηρία συνεπαγόμενη βαρείας μορφής και μόνιμη ανικανότητα, ιατρικώς πιστοποιημένη. Η αναπηρία αυτή απαιτεί είτε ειδική περίθαλψη είτε ειδική παρακολούθηση που δεν παρέχονται δωρεάν, ή και ειδική εκπαίδευση ή κατάρτιση. |
|
2. |
Η απόφαση για τη χορήγηση του επιδόματος αυτού λαμβάνεται από τον Διευθυντή, ο οποίος ζητά τη γνώμη επιτροπής την οποία συγκροτεί για το σκοπό αυτό και στην οποία συμμετέχει τουλάχιστον ένας ιατρός. Η απόφαση του Διευθυντή ορίζει και τη διάρκεια για την οποία χορηγείται το επίδομα, εάν δεν υπάρξει αναθεώρηση. |
|
3. |
Κριτήριο αξιολόγησης των αναπηριών που θεμελιώνουν δικαίωμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος κανονισμού συνιστά η βαρείας μορφής και χρόνια βλάβη των σωματικών ή διανοητικών δραστηριοτήτων. Έτσι, μπορούν να θεωρηθούν ως ανάπηρα τα συντηρούμενα πρόσωπα που παρουσιάζουν:
Ο ανωτέρω κατάλογος δεν είναι περιοριστικός. Δίδεται ενδεικτικά και δεν μπορεί να ληφθεί ως βάση αξιολόγησης του βαθμού αναπηρίας ή ανικανότητας. |
|
4. |
Το επίδομα ισούται προς το ποσό του επιδόματος συντηρούμενου τέκνου και προστίθεται σε αυτό. |
|
5. |
Σε περίπτωση που ο υπάλληλος ή η οικογένειά του δικαιούνται αναλόγου επιδόματος δυνάμει κάποιου εθνικού ή διεθνούς καθεστώτος, το επίδομα που καταβάλλεται από το Ινστιτούτο ισούται προς τη διαφορά μεταξύ του ποσού που προβλέπει ο παρών κανονισμός και του ποσού που χορηγείται δυνάμει του άλλου καθεστώτος. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
|
1. |
Το ποσό της αποζημίωσης κατοικίας είναι ίσο προς ποσοστό της διαφοράς μεταξύ του ποσού που ο υπάλληλος καταβάλλει πραγματικά ως ενοίκιο, αφαιρουμένων όλων των εξόδων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 5 στοιχείο α), και ενός κατ' αποκοπήν ποσού που αντιπροσωπεύει:
|
|
2. |
Το ποσοστό αυτό είναι:
|
|
3. |
Η αποζημίωση αυτή μπορεί να ανέρχεται κατ' ανώτατο όριο:
|
Ως βασικός καθαρός μισθός εννοείται ο πραγματικός βασικός μισθός όπως εμφανίζεται στον ετήσιο πίνακα που εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, εξαιρέσει κάθε άλλου στοιχείου, θετικού ή αρνητικού, που υπολογίζεται στις αποδοχές.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI
ΕΞΟΔΑ ΤΑΞΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ
ΤΜHΜΑ Ι — Έξοδα ταξιδίου των υπαλλήλων και των οικογενειών τους μεταξύ του τόπου διαμονής τους και του τόπου εργασίας
|
1. |
Οι υπάλληλοι των οποίων ο τόπος διαμονής βρίσκεται σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων ή 60 μιλίων από τον τόπο εργασίας τους δικαιούνται, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του κανονισμού, επιστροφής των εξόδων ταξιδίου στα οποία πράγματι υποβάλλονται:
|
|
2. |
Η επιστροφή των εξόδων ταξιδίου που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, καθ' ολοκληρίαν ή εν μέρει, δεν γίνεται δεκτή στις ακόλουθες περιπτώσεις:
|
|
3. |
Οι υπάλληλοι που πληρούν τις προϋποθέσεις των δύο ανωτέρω παραγράφων, και οι οποίοι λαμβάνουν επίδομα αρχηγού οικογενείας, δικαιούνται επιπλέον:
|
|
4. |
Ο/η σύζυγος και τα συντηρούμενα τέκνα (1) εξομοιώνονται προς υπάλληλο του ίδιου βαθμού με τον ενδιαφερόμενο. |
ΤΜHΜΑ ΙΙ — Έξοδα μετακόμισης
|
1. |
Οι υπάλληλοι των οποίων ο τόπος διαμονής βρίσκεται σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων ή 60 μιλίων από τον τόπο εργασίας τους δικαιούνται επιστροφής των εξόδων μετακόμισης της προσωπικής τους οικοσκευής στα οποία πράγματι υποβάλλονται, στις εξής περιπτώσεις:
|
|
2. |
Η επιστροφή των εξόδων μεταφοράς της προσωπικής οικοσκευής, περιλαμβανομένης της συσκευασίας (2), γίνεται εντός των ακόλουθων ορίων:
Προκειμένου να ωφεληθούν από τις διατάξεις του παρόντος τμήματος, οι υπάλληλοι πρέπει να υποβάλλουν προς προηγούμενη έγκριση του προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού δύο τουλάχιστον προσφορές για τα προβλεπόμενα έξοδα μεταφοράς, από διαφορετικές εταιρείες, καθώς και κατάλογο της προσωπικής οικοσκευής τους (3). Η επιστροφή εγκρίνεται μόνο εντός του ορίου του θεμελιωμένου δικαιώματος και βάσει της πλέον συμφέρουσας προσφοράς. |
|
3. |
Οι υπάλληλοι δεν μπορούν να διεκδικήσουν την επιστροφή εξόδων που προβλέπει το παρόν τμήμα εάν τα έξοδα αυτά καλύπτονται από κάποια κυβέρνηση ή άλλη αρχή. |
(1) Ή τα συντηρούμενα πρόσωπα κατά την έννοια των διατάξεων των παραρτημάτων ΙΙΙ και ΙV.
(2) Δεν περιλαμβάνονται τα ασφάλιστρα.
(3) Οι δύο προσφορές πρέπει να αναφέρονται στο ίδιο βάρος (ή όγκο) και στην ίδια απόσταση.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII
ΕΞΟΔΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
Οι υπάλληλοι που ταξιδεύουν για υπηρεσιακούς λόγους του Ινστιτούτου, με εντολή αποστολής, δικαιούνται επιστροφής των εξόδων κινήσεως στο ακέραιο και παροχής ημερήσιας αποζημίωσης, η οποία αντιπροσωπεύει τα έξοδα παραμονής εκτός τόπου εργασίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18 του κανονισμού.
ΤΜΗΜΑ Ι — Μεταφορικά μέσα
Οι μετακινήσεις των υπαλλήλων κατά την αποστολή γίνονται με τα οικονομικότερα μεταφορικά μέσα, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων παρέκκλισης που προβλέπει το παρόν τμήμα (1).
Ως κοινά μεταφορικά μέσα θεωρούνται το αεροπλάνο και ο σιδηρόδρομος. Εντούτοις, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει σε υπάλληλο που εκτελεί επίσημη αποστολή να χρησιμοποιήσει προσωπικό ή υπηρεσιακό όχημα, ιδίως εάν ο υπάλληλος αυτός έχει ιατρική βεβαίωση ότι δεν μπορεί να ταξιδέψει με αεροπλάνο για λόγους υγείας, η δε σιδηροδρομική μετακίνηση είτε δεν υπάρχει είτε είναι υπερβολικά χρονοβόρα ή ακριβή.
Εάν ένας υπάλληλος που εκτελεί επίσημη αποστολή προτιμά, αφού προηγουμένως λάβει τη δέουσα άδεια, να χρησιμοποιήσει άλλο μεταφορικό μέσο, εκτός των πλέον οικονομικών, εφαρμόζονται οι εξής κανόνες:
|
— |
επιστρέφεται μόνο το αντίτιμο του ταξιδίου με το οικονομικότερο μέσον, |
|
— |
ο υπάλληλος λαμβάνει ημερήσια αποζημίωση μόνο για τη διάρκεια που θα είχε η αποστολή του εάν είχε χρησιμοποιήσει το οικονομικότερο μέσον, |
|
— |
εάν, λόγω αυτής του της επιλογής, το ταξίδι του διαρκεί περισσότερες εργάσιμες ημέρες, οι ημέρες αυτές αφαιρούνται από το υπόλοιπο της ετήσιας άδειάς του. |
1. Αεροπορικά ταξίδια
Εκτός ειδικής άδειας του Διευθυντή, όλοι οι υπάλληλοι ταξιδεύουν στην «οικονομική» ή αντίστοιχη με αυτήν θέση.
2. Σιδηροδρομικά ταξίδια
|
α) |
Οι υπάλληλοι των βαθμών Ακαι L ταξιδεύουν στην πρώτη θέση. |
|
β) |
Οι υπάλληλοι των βαθμών B και C ταξιδεύουν στη δεύτερη θέση. |
|
γ) |
Αν το ταξίδι περιλαμβάνει νυκτερινή διαδρομή διαρκείας άνω των έξι ωρών, δικαιολογείται επιστροφή της επιβάρυνσης «κλινοθέσιο» (κουκέτα) αλλά όχι της επιβάρυνσης «κλινάμαξα». Εάν χρησιμοποιήσουν κλινάμαξα, η επιστροφή των εξόδων γίνεται βάσει της τιμής «κλινοθέσιο» πρώτης ή δεύτερης θέσης, ανάλογα με το βαθμό του υπαλλήλου. |
|
δ) |
Ο Διευθυντής μπορεί να επιτρέψει σε ορισμένους υπαλλήλους να συνταξιδέψουν με τα μέλη του προσωπικού ανώτερων βαθμών, προκειμένου να διευκολυνθεί η διεξαγωγή της επίσημης αποστολής, και στην περίπτωση αυτή η επιστροφή των εξόδων ταξιδίου είναι για όλους αντίστοιχη του ακριβότερου εισιτηρίου. |
3. Οδικά ταξίδια — Χρησιμοποίηση ιδιωτικών οχημάτων
|
α) |
Μπορεί να επιτραπεί στους υπαλλήλους, προς το συμφέρον του Οργανισμού, να χρησιμοποιήσουν ιδιωτικό αυτοκίνητο. Στην περίπτωση αυτή, δικαιούνται χιλιομετρικής αποζημίωσης που υπολογίζεται βάσει της συντομότερης συνήθους διαδρομής. Η αποζημίωση αυτή υπολογίζεται βάσει του συντελεστή που εφαρμόζεται στο κράτος υποδοχής, ανεξαρτήτως της χώρας όπου πραγματοποιείται η αποστολή· ο ισχύων συντελεστής υποδεικνύεται με διοικητική οδηγία (2). |
|
β) |
Εάν στον εν λόγω υπάλληλο επιτραπεί να μεταφέρει και άλλους υπαλλήλους του Ινστιτούτου, του χορηγείται πρόσθετη χιλιομετρική αποζημίωση ίση προς το 10 % της χιλιομετρικής αποζημίωσης για κάθε επιβάτη (3)· εάν η διαδρομή συνεπάγεται ειδικά έξοδα (διόδια, μεταφορά του αυτοκινήτου με πορθμείο ή οχηματαγωγό), αυτά επιστρέφονται βάσει αποδείξεων, εξαιρουμένων των εξόδων αεροπορικής μεταφοράς. |
|
γ) |
Οι υπάλληλοι που χρησιμοποιούν το προσωπικό τους αυτοκίνητο πρέπει προηγουμένως να αποδείξουν ότι είναι εφοδιασμένοι με ασφαλιστήριο συμβόλαιο που καλύπτει την αστική ευθύνη έναντι τρίτων και ειδικότερα για τους μεταφερόμενους επιβάτες. |
|
δ) |
Σε περίπτωση δυστυχήματος, το Ινστιτούτο δεν επιστρέφει έξοδα για οιεσδήποτε υλικές ζημίες. |
ΤΜΗΜΑ ΙΙ — Ημερήσια αποζημίωση των υπαλλήλων κατά την αποστολή
|
1. |
Οι υπάλληλοι σε αποστολή δικαιούνται ημερήσιας αποζημίωσης της οποίας το ύψος καθορίζεται κατ' έτος από το Διοικητικό Συμβούλιο. Το ποσά των ημερησίων αποζημιώσεων για αποστολές στα κράτη μέλη των Συντονισμένων Οργανισμών εκφράζονται στο τοπικό νόμισμα. Εντούτοις, ο Διευθυντής, μπορεί να επιτρέψει:
|
|
2. |
Η ημερήσια αποζημίωση υπολογίζεται ως εξής:
|
3. Μειωμένες ημερήσιες αποζημιώσεις
Η ημερήσια αποζημίωση μειώνεται:
|
α) |
όταν το ταξίδι περιλαμβάνει γεύματα ή διανυκτέρευση: κατά 15 % για κάθε κύριο γεύμα και κατά 50 % για κάθε διανυκτέρευση που περιλαμβάνεται στην τιμή των ναύλων· |
|
β) |
για τη διάρκεια της διαδρομής, κατά τρία δέκατα για τους υπαλλήλους που ταξιδεύουν τη νύκτα με πλοίο, σε κλινοθέσιο (κουκέτα) ή καμπίνα, σιδηροδρομικώς ή αεροπορικώς· |
|
γ) |
κατά τρία δέκατα εάν ο υπάλληλος εκτελεί αποστολή στον τόπο της μόνιμης διαμονής του και εάν η οικογένειά του κατοικεί ακόμη εκεί· |
|
δ) |
κατά τρία τέταρτα εάν τα έξοδα παραμονής επιτόπου αναλαμβάνονται από εξωτερικό οργανισμό. |
4. Συμπληρώματα ημερήσιας αποζημίωσης
Η ημερήσια αποζημίωση θεωρείται ότι καλύπτει όλα τα έξοδα στα οποία ενδέχεται να υποβληθεί ο υπάλληλος σε αποστολή, με την επιφύλαξη των κατωτέρω αναφερομένων εξόδων, για τα οποία μπορεί να δοθεί συμπληρωματική επιστροφή:
|
α) |
ποσά που κατεβλήθησαν για θεωρήσεις και άλλα παρόμοια έξοδα λόγω της αποστολής· |
|
β) |
αντίτιμο της μεταφοράς υπέρβαρων αποσκευών, κατόπιν ρητής άδειας του Διευθυντή· |
|
γ) |
ταχυδρομικά, τηλεγραφικά και υπεραστικά ή διεθνή τηλεφωνικά έξοδα για υπηρεσιακούς λόγους· |
|
δ) |
έξοδα παραστάσεως στα οποία υπεβλήθη ο υπάλληλος, υπό προϋποθέσεις τις οποίες καθορίζει ο Διευθυντής· |
|
ε) |
έξοδα για μετακίνηση με ταξί, εφόσον ο Διευθυντής το έχει επιτρέψει εκ των προτέρων, και κατόπιν υποβολής αποδείξεων. |
Όταν, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα έξοδα καταλύματος υπερβαίνουν το 60 % του ποσού της ημερήσιας αποζημίωσης, το Ινστιτούτο μπορεί να επιτρέψει την επιστροφή της διαφοράς, στο ακέραιο ή εν μέρει, κατόπιν υποβολής αποδείξεων και εφόσον διαπιστώνεται ότι τα πρόσθετα αυτά έξοδα ήταν αναπόφευκτα. Το επιστρεφόμενο ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30 % της ημερήσιας αποζημίωσης.
(1) Οι διατάξεις αυτές μπορεί να επεκταθούν στο έκτακτο προσωπικό, με απόφαση του Διευθυντή.
(2) Το συνολικό ποσό της αποζημίωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που θα έπρεπε το Ινστιτούτο να καταβάλει σε άλλη περίπτωση.
(3) Στην περίπτωση αυτή οι υπάλληλοι «επιβάτες» δεν δικαιούνται επιστροφής εξόδων ταξιδίου.
(4) Οι περίοδοι αυτές υπολογίζονται από την ημέρα και ώρα αναχώρησης από το Ινστιτούτο ή την οικία του υπαλλήλου, μέχρι την ημέρα και ώρα επιστροφής στο Ινστιτούτο ή στην οικία του. Εάν ο υπάλληλος ευρίσκεται σε άδεια αμέσως πριν από την έναρξη της αποστολής, υπολογίζονται η ημέρα και ώρα έναρξης της δραστηριότητας, εάν δε ευρίσκεται σε άδεια αμέσως μετά την αποστολή, υπολογίζονται η ημέρα και ώρα λήξης της δραστηριότητας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII
ΑΣΘΕΝΕΙΑ, ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ
1. Απουσίες και άδειες λόγω ασθενείας
|
α) |
Ο υπάλληλος που απουσιάζει επί τρεις συνεχείς ημέρες λόγω ασθενείας ή ατυχήματος, οφείλει να προσκομίσει ιατρικό πιστοποιητικό εντός τριών ημερών από τη στιγμή που σταμάτησε να εργάζεται. |
|
β) |
Οι απουσίες λόγω ασθενείας ή ατυχήματος που διαρκούν τρεις ημέρες ή λιγότερο, για τις οποίες δεν προσκομίζεται ιατρικό πιστοποιητικό, ενδέχεται, εάν υπερβούν τις εννέα εργάσιμες ημέρες κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους, να επιφέρουν αντίστοιχη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας ή, εάν ο υπάλληλος έχει εξαντλήσει τα δικαιώματα ετήσιας άδειας, αντίστοιχη κράτηση από τις αποδοχές του. |
|
γ) |
Ο υπάλληλος που απουσιάζει λόγω ασθενείας ή ατυχήματος δικαιούται αναρρωτικής άδειας και του συνόλου του μισθού και των επιδομάτων του, για χρονικό διάστημα το πολύ δεκατριών συναπτών εβδομάδων, προσκομίζοντας ιατρικό πιστοποιητικό. Πρέπει να επιστρέψουν στο Ινστιτούτο τα επιδόματα ασθενείας που έλαβαν κατά την περίοδο αυτή δυνάμει της ισχύουσας νομοθεσίας για την κοινωνική ασφάλιση στη χώρα υποδοχής. |
|
δ) |
Συνεχής απουσία λόγω ασθενείας ή ατυχήματος, που διαρκεί περισσότερο από 13 συναπτές εβδομάδες, μπορεί να θεωρηθεί από τον Διευθυντή ως λόγος λύσης της σύμβασης εργασίας. |
|
ε) |
Απουσίες μικρής διάρκειας, αλλά συχνές, λόγω ασθενείας, μπορούν να θεωρηθούν από τον Διευθυντή ως λόγος λύσης της σύμβασης εργασίας. |
|
στ) |
Ο Διευθυντής του Ινστιτούτου μπορεί ανά πάσα στιγμή να απαιτήσει την προσκόμιση ιατρικού πιστοποιητικού. |
2. Μεταδοτικές ασθένειες, εμβολιασμός και ατυχήματα
|
α) |
Κάθε υπάλληλος που προσβάλλεται από μεταδοτική ασθένεια οφείλει να απουσιάσει από το χώρο εργασίας του και να ενημερώσει πάραυτα τον προϊστάμενο Διοίκησης και Προσωπικού. Το μέλος του προσωπικού στου οποίου την οικογένεια ή το στενό περιβάλλον έχει εκδηλωθεί μεταδοτική ασθένεια, οφείλει να ειδοποιήσει αμέσως σχετικά τον προϊστάμενο Διοίκησης και Προσωπικού και να υποβληθεί στις υγειονομικές προφυλάξεις που αυτός θα ορίσει. Κάθε μέλος του προσωπικού που έρχεται σε επαφή με πρόσωπο προσβεβλημένο από μεταδοτική ασθένεια και πρέπει ως εκ τούτου να απουσιάσει από την εργασία του δικαιούται του συνόλου των αποδοχών του· η απουσία αυτή δεν μειώνει ούτε τα δικαιώματα αναρρωτικής αδείας για τον ίδιο ούτε την ετήσια άδειά του. |
|
β) |
Οι υπάλληλοι πρέπει να υποβάλλονται στα προληπτικά εμβόλια που κρίνονται αναγκαία. |
|
γ) |
Κάθε ατύχημα του οποίου ενδεχομένως υπήρξε θύμα ο υπάλληλος, είτε στο χώρο εργασίας του είτε εκτός αυτού, όσο αμελητέο και αν φαίνεται εκείνη τη στιγμή, πρέπει να αναφέρεται από τον ενδιαφερόμενο το συντομότερο δυνατό στον προϊστάμενο Διοίκησης και Προσωπικού, μαζί με τα ονόματα και τις διευθύνσεις τυχόν μαρτύρων. |
3. Ειδικές άδειες και άδειες μητρότητας
|
α) |
Ο Διευθυντής του Ινστιτούτου δύναται, για προσωπικούς, έκτακτους ή επείγοντες λόγους, να χορηγήσει ειδικές άδειες με το σύνολο ή μέρος των αποδοχών, ή άδειες άνευ αποδοχών, οι οποίες δεν υπερβαίνουν τις δέκα εργάσιμες ημέρες κατ' έτος. |
|
β) |
Σε περίπτωση γάμου του υπαλλήλου χορηγείται ειδική άδεια πέντε εργάσιμων ημερών μετά πλήρων αποδοχών. Όμοια άδεια χορηγείται στον υπάλληλο σε περίπτωση θανάτου του/της συζύγου του, ή ανιόντος ή κατιόντος σε ευθεία γραμμή. |
|
γ) |
Στους υπαλλήλους χορηγείται άδεια μητρότητας μετά πλήρων αποδοχών, η οποία δεν καταλογίζεται ως αναρρωτική ούτε ως ετήσια άδεια, μετά την προσκόμιση του κατάλληλου ιατρικού πιστοποιητικού. Αυτή η άδεια μητρότητας διαρκεί δεκαέξι εβδομάδες και αρχίζει έξι εβδομάδες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία του τοκετού· εάν ο τοκετός επέλθει μετά την προβλεπόμενη ημερομηνία, η άδεια παρατείνεται μέχρι το τέλος των δέκα εβδομάδων μετά τον τοκετό. Οι ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι επιστρέφουν στην ΕΕ το μέρος των παροχών λόγω μητρότητας που λαμβάνουν για την ίδια περίοδο δυνάμει του γαλλικού καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ
1. Σύνθεση του πειθαρχικού συμβουλίου
Το πειθαρχικό συμβούλιο απαρτίζεται από τα εξής πρόσωπα:
|
α) |
έναν υπάλληλο, ο οποίος προεδρεύει, βαθμού Α ή L, οριζόμενο από τον Διευθυντή, εκτός του προϊσταμένου Διοίκησης και Προσωπικού ή του υπαλλήλου στον οποίο υπάγεται ο ενδιαφερόμενος· |
|
β) |
έναν υπάλληλο που ορίζεται από τον Διευθυντή· |
|
γ) |
έναν υπάλληλο ομόβαθμο του ενδιαφερομένου, τον οποίο ορίζει ο ίδιος· |
|
δ) |
τον προϊστάμενο Διοίκησης και Προσωπικού, ως νομικό σύμβουλο, χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
2. Διαδικασία
|
α) |
Το πειθαρχικό συμβούλιο λαμβάνει γνώση όλων των αναγκαίων εγγράφων για την εξέταση της υπόθεσης που του υποβάλλεται. Παρέχει ακρόαση στον ενδιαφερόμενο εφόσον αυτός το ζητήσει. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να συνοδεύεται ή να εκπροσωπηθεί, προς τούτο, από υπάλληλο του Ινστιτούτου. Το πειθαρχικό συμβούλιο εξετάζει επίσης κάθε άλλο πρόσωπο το οποίο κρίνει σκόπιμο να καλέσει. |
|
β) |
Οι συνεδριάσεις του πειθαρχικού συμβουλίου δεν είναι δημόσιες. Τα μέλη του οφείλουν να τηρούν τη μυστικότητα κάθε πληροφορίας της οποίας λαμβάνουν γνώση κατά τη διάρκεια της εξέτασης, καθώς και των συζητήσεών τους. |
|
γ) |
Το πειθαρχικό συμβούλιο διαβιβάζει στον Διευθυντή την αιτιολογημένη γνώμη του, η οποία αφορά τόσο τη σκοπιμότητα όσο και το επίπεδο της κύρωσης. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Α. Δικαιοδοσία
Η επιτροπή προσφυγών είναι αρμόδια για την επίλυση των διαφορών που ενδέχεται να προκύψουν λόγω παραβίασης του παρόντος κανονισμού ή των συμβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7. Προς τούτο, λαμβάνει γνώση των προσβολών κατά αποφάσεων του Διευθυντή, τις οποίες καταθέτουν υπάλληλοι ή πρώην υπάλληλοι, ή οι έλκοντες εξ αυτών δικαιώματα.
B. Σύνθεση και καθεστώς
|
α) |
Η επιτροπή προσφυγών απαρτίζεται από έναν πρόεδρο και δύο μέλη, που μπορούν να αντικατασταθούν από αναπληρωτές. Ο πρόεδρος ή ένα από τα μέλη, καθώς και ο αναπληρωτής τους, πρέπει να διαθέτουν νομική κατάρτιση. |
|
β) |
Ο πρόεδρος, ο αναπληρωτής του, τα μέλη και οι αναπληρωτές τους ορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, για δύο έτη, και δεν ανήκουν στο προσωπικό του Ινστιτούτου. Σε περίπτωση που κάποιο από τα πρόσωπα αυτά δεν είναι πλέον διαθέσιμο, το Διοικητικό Συμβούλιο ορίζει άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του. |
|
γ) |
Η επιτροπή προσφυγών συνεδριάζει εγκύρως όταν είναι παρόντες ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του και τα δύο μέλη ή οι αναπληρωτές τους. |
|
δ) |
Τα μέλη της επιτροπής προσφυγών ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία. |
|
ε) |
Οι αμοιβές του προέδρου, των μελών και των αναπληρωτών τους καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο. |
|
στ) |
Η επιτροπή προσφυγών θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος τίτλου. |
Γ. Γραμματεία
|
α) |
Ο Διευθυντής ορίζει ένα μέλος του προσωπικού του Ινστιτούτου ως γραμματέα της επιτροπής προσφυγών. |
|
β) |
Κατά την άσκηση αυτών των καθηκόντων, ο γραμματέας αυτός εκτελεί χρέη γραμματείας και υπάγεται μόνο στην επιτροπή προσφυγών. |
Δ. Προσβολή αποφάσεως από υπάλληλο
|
α) |
Οι προσφυγές που υποβάλλονται στην επιτροπή προσφυγών είναι παραδεκτές μόνο εάν ο προσφεύγων έκανε ήδη χρήση της αίτησης θεραπείας (χαριστικής προσφυγής) και δεν έλαβε ικανοποίηση από τον Διευθυντή. |
|
β) |
Ο προσφεύγων διαθέτει προθεσμία 20 ημερών από την ημερομηνία που του γνωστοποιήθηκε η απόφαση που θεωρεί ότι τον αδικεί, ή από την ημερομηνία της απόρριψης του πορίσματος του διαμεσολαβητή, προκειμένου να υποβάλει γραπτή αίτηση ζητώντας την ανάκληση ή την τροποποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης από την επιτροπή προσφυγών. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται στον προϊστάμενο Διοίκησης και Προσωπικού ο οποίος βεβαιώνει στον υπάλληλο την παραλαβή της και θέτει σε κίνηση τη διαδικασία σύγκλησης της επιτροπής προσφυγών. |
|
γ) |
Οι προσφυγές πρέπει να κατατίθενται στη γραμματεία της επιτροπής προσφυγών εντός δύο μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως όσον αφορά συντάξεις, η επιτροπή προσφυγών δύναται να δεχθεί αιτήσεις που κατατίθενται εντός ενός έτους από την ημερομηνία γνωστοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης. |
|
δ) |
Οι προσφυγές πρέπει να είναι γραπτές. Πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα μέσα που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος και να συνοδεύονται από δικαιολογητικά. |
|
ε) |
Η προσφυγή δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα. |
Ε. Εξέταση των προσφυγών
|
α) |
Οι προσφυγές γνωστοποιούνται αμέσως στον Διευθυντή, ο οποίος πρέπει να διατυπώσει τις σχετικές παρατηρήσεις του γραπτώς. Αντίγραφο αυτών των παρατηρήσεων διαβιβάζεται στον γραμματέα της επιτροπής προσφυγών εντός ενός μηνός από την κατάθεση της προσφυγής, καθώς και στον προσφεύγοντα ο οποίος διαθέτει προθεσμία 20 ημερών για να υποβάλει γραπτή απάντηση, της οποίας αντίγραφο διαβιβάζεται αμέσως στον Διευθυντή από τον γραμματέα της επιτροπής προσφυγών. |
|
β) |
Οι προσφυγές καθώς και τα σχετικά υπομνήματα και δικαιολογητικά που προσκομίζονται, οι παρατηρήσεις του Διευθυντή και, εάν υπάρχει, η απάντηση του προσφεύγοντα, διαβιβάζονται στα μέλη της επιτροπής προσφυγών φροντίδι του γραμματέα της, εντός τριών μηνών από την κατάθεση της προσφυγής και τουλάχιστον 15 ημέρες πριν από την ημερομηνία εξέτασης. |
ΣΤ. Σύγκληση της επιτροπής προσφυγών
Η επιτροπή προσφυγών συγκαλείται από τον πρόεδρό της. Πρέπει καταρχήν να εξετάσει τις προσφυγές που της υποβάλλονται εντός τεσσάρων μηνών από την κατάθεσή τους.
Ζ. Διαδικασία ενώπιον της επιτροπής προσφυγών
|
α) |
Οι συνεδριάσεις της επιτροπής προσφυγών δεν είναι δημόσιες (εκτός εάν η ίδια η επιτροπή αποφασίσει άλλως). Οι εργασίες της είναι μυστικές. |
|
β) |
Ο Διευθυντής ή ο εκπρόσωπός του, καθώς και ο προσφεύγων, παρίστανται στις συζητήσεις και δύνανται να αναπτύξουν προφορικά τα επιχειρήματά τους, προς επίρρωσιν των μέσων που αναφέρουν στα υπομνήματά τους. |
|
γ) |
Η επιτροπή προσφυγών δύναται να απαιτήσει τη διαβίβαση κάθε εγγράφου που κρίνει χρήσιμο για την εξέταση των προσφυγών που της έχουν υποβληθεί. Κάθε διαβιβαζόμενο έγγραφο γνωστοποιείται επίσης και στον Διευθυντή και στον προσφεύγοντα. |
|
δ) |
Η επιτροπή προσφυγών καλεί σε ακρόαση τους διαδίκους καθώς και όλους τους μάρτυρες των οποίων την κατάθεση κρίνει χρήσιμη για τις συζητήσεις. Κάθε μέλος του προσωπικού που καλείται να καταθέσει είναι υποχρεωμένο να παρουσιαστεί στην επιτροπή προσφυγών και δεν δύναται να αρνηθεί να παράσχει τις ζητούμενες πληροφορίες. |
|
ε) |
Κάθε πρόσωπο που παρέστη σε συνεδρίαση της επιτροπής προσφυγών οφείλει να τηρήσει απόλυτη μυστικότητα όσον αφορά τα γεγονότα που υπέπεσαν στην αντίληψή του κατά τη διάρκεια των συζητήσεων, καθώς και όσον αφορά τις γνώμες που εκφράστηκαν εκεί. |
Η. Αποφάσεις της επιτροπής προσφυγών
|
α) |
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η επιτροπή προσφυγών, αποφασίζοντας με τη διαδικασία των προσωρινών μέτρων, μπορεί να αναστείλει την εκτέλεση του προσβαλλόμενου μέτρου, μέχρις ότου εκδοθεί η ως άνω τελική απόφαση. |
|
β) |
Οι αποφάσεις της επιτροπής προσφυγών λαμβάνονται με πλειοψηφία. Είναι γραπτές και αιτιολογημένες. Είναι τελεσίδικες και εκτελεστές και για τα δύο μέρη εντός μιας ολόκληρης ημέρας από τη γνωστοποίησή τους. |
|
γ) |
Είναι εντούτοις δυνατόν να υποβληθεί αίτηση για διόρθωση της απόφασης λόγω τεχνικού σφάλματος. Οι αιτήσεις για διόρθωση πρέπει να υποβάλλονται το αργότερο εντός έξι μηνών από τη διαπίστωση του λάθους. |
|
12.9.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 235/28 |
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΫ ΤΟΥ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΟΫ ΚΈΝΤΡΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΈΝΩΣΗΣ (1)
ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Άρθρο 1
ΤΙΤΛΟΣ Ι — ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
|
Άρθρο 2 — |
Κοινές διατάξεις ισχύουσες για το σύνολο του προσωπικού |
Αρχή
Δήλωση
Διεξαγωγή
Οικονομική ευθύνη
Ασφάλεια
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ — ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι — ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
|
Άρθρο 3 — |
Γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους |
Προνόμια και ασυλίες
Βοήθεια και αποζημίωση
Δικαιώματα ιδιοκτησίας
Εξωτερικές δραστηριότητες
Υποψηφιότητα για δημόσιο ή πολιτικό λειτούργημα ή αξίωμα
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ — ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
|
Άρθρο 4 — |
Πρόσληψη |
|
Άρθρο 5 — |
Όριο ηλικίας |
|
Άρθρο 6 — |
Ιατρικές εξετάσεις |
|
Άρθρο 7 — |
Συμβάσεις και διάρκεια των συμβάσεων |
Αρχικές συμβάσεις
Δοκιμαστική περίοδος
Λύση συμβάσεων
Αντιστάθμιση της απώλειας θέσης εργασίας
Μείωση της προθεσμίας προειδοποίησης για την λύση της σύμβασης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ — ΜΙΣΘΟΣ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ
|
Άρθρο 8 — |
Γενικές διατάξεις |
|
Άρθρο 9 — |
Βασικός μισθός |
|
Άρθρο 10 — |
Αποζημίωση αποδημίας |
|
Άρθρο 11 — |
Οικογενειακά και κοινωνικά επιδόματα |
Επίδομα αρχηγού οικογενείας
Επίδομα συντηρούμενων τέκνων ή προσώπων
Επίδομα εκπαίδευσης
Επίδομα αναπήρων συντηρούμενων τέκνων ή προσώπων
Επίδομα κατοικίας
Αποζημίωση μεταφοράς
|
Άρθρο 12 — |
Αποζημίωση αναπλήρωσης |
|
Άρθρο 13 — |
Αποζημίωση εγκατάστασης |
|
Άρθρο 14 — |
Κρατήσεις |
Εσωτερικός φόρος
Κράτηση συνεισφοράς στο συνταξιοδοτικό καθεστώς
Κράτηση για συνεισφορά σε συμπληρωματική ασφάλιση
|
Άρθρο 15 — |
Προκαταβολές και επιστροφές των προκαταβολών επί του μισθού |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV — ΕΞΟΔΑ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ
|
Άρθρο 16 — |
Εγκατάσταση και αποχώρηση |
|
Άρθρο 17 — |
Μετακομίσεις |
|
Άρθρο 18 — |
Αποστολές |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V — ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
|
Άρθρο 19 — |
Ωράρια και διάρκεια εργασίας |
|
Άρθρο 20 — |
Αργίες |
|
Άρθρο 21 — |
Άδειες |
|
Άρθρο 22 — |
Άδειες διαμονής στη χώρα καταγωγής |
|
Άρθρο 22α — |
Ειδική άδεια |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ — ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΗ
|
Άρθρο 23 — |
Γενικές διατάξεις |
|
Άρθρο 24 — |
Διαδικασία |
|
Άρθρο 25 — |
Συνέπειες και επακόλουθα της αξιολόγησης |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙ — ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
Άρθρο 26 — |
Ορισμοί |
|
Άρθρο 27 — |
Επανορθώσεις |
|
Άρθρο 28 — |
Ανακοίνωση των κατηγοριών |
|
Άρθρο 29 — |
Πειθαρχικό συμβούλιο |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙΙΙ — ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
|
Άρθρο 30 — |
Προσβολή αποφάσεως από υπάλληλο |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΧ — ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Άρθρο 31
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ — ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
|
Άρθρο 32 — |
Καταστατικές διατάξεις |
|
Άρθρο 33 — |
Συμβάσεις |
|
Άρθρο 34 — |
Αμοιβές |
|
Άρθρο 35 — |
Ειδικές διατάξεις |
ΤΙΤΛΟΣ IV — ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟΥΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ
|
Άρθρο 36 — |
Καταστατικές και οικονομικές διατάξεις |
|
Άρθρο 37 — |
Εκπροσώπηση του προσωπικού |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι |
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ |
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ |
ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV |
ΑΝΑΠΗΡΑ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V |
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI |
ΕΞΟΔΑ ΤΑΞΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII |
ΕΞΟΔΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII |
ΑΣΘΕΝΕΙΑ, ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX |
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ |
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ |
ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Ο κανονισμός του προσωπικού του Δορυφορικού Κέντρου καταρτίσθηκε από κοινού με τον κανονισμό για το Ινστιτούτο Μελετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Ασφάλειας, και σε αυτό οφείλεται η μεγάλη ομοιότητα των δύο κειμένων. Εντούτοις, πρέπει να υπογραμμισθούν οι διαφορές που οφείλονται σε ορισμένες ιδιαιτερότητες του Κέντρου.
Όντως, το Κέντρο είναι ένα επιχειρησιακό όργανο, πράγμα που εξηγεί, για παράδειγμα, το γεγονός ότι ένα μέλος του προσωπικού πρέπει ενίοτε να αναλάβει, εκτάκτως, αρμοδιότητες ανώτερες από τις προβλεπόμενες για τη θέση του, ή ότι πρέπει να εργασθεί εκτός «κανονικών» ωρών εργασίας.
Η ιδιαιτερότητα του χώρου τοποθέτησης του Κέντρου, σε βάση της στρατιωτικής αεροπορίας του κράτους υποδοχής, είναι το δεύτερο στοιχείο που δικαιολογεί ορισμένες διαφορές, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια ή τη μεταφορά.
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Το Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπαγόμενος στους συντονισμένους οργανισμούς.
Άρθρο 1
Ο παρών κανονισμός καθορίζει το καθεστώς, τα δικαιώματα, τα καθήκοντα και τις ευθύνες των μελών του προσωπικού του Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφεξής καλούμενου «το Κέντρο».
Το προσωπικό του Κέντρου συγκροτείται από φυσικά πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμβαση υπαλλήλου ή έκτακτου υπαλλήλου. Οι διορισμένοι εμπειρογνώμονες και οι ασκούμενοι διέπονται από τις ειδικές διατάξεις του τίτλου IV.
Ο διευθυντής του Κέντρου δικαιούται να επιφέρει στον παρόντα κανονισμό τις τροποποιήσεις που θα φανούν αναγκαίες στην πράξη, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του διοικητικού συμβουλίου.
Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα μέλη του προσωπικού, εάν δεν υπάρχει αντίθετη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου όσον αφορά το εκτός βαθμών προσωπικό.
ΤΙΤΛΟΣ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 2
Κοινές διατάξεις ισχύουσες για το σύνολο του προσωπικού
Τα μέλη του προσωπικού υπάγονται στον διευθυντή και είναι υπόλογα σε αυτόν για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Δεσμεύονται να ασκούν τα καθήκοντά τους με τη μέγιστη ακρίβεια και επαγγελματική ευσυνειδησία.
Κατά την αποδοχή της πρόσληψής του στο Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε μέλος του προσωπικού πρέπει να υπογράψει την εξής δήλωση:
«Αναλαμβάνω επισήμως την υποχρέωση να ασκήσω με απόλυτη εντιμότητα, διακριτικότητα και ευσυνειδησία τα καθήκοντα που μου ανατίθενται ως μέλος του προσωπικού του Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να εκπληρώνω τα καθήκοντα αυτά με αποκλειστικό γνώμονα τα συμφέροντα του Κέντρου, να μη ζητώ ούτε να δέχομαι οδηγίες που αφορούν την άσκηση των καθηκόντων μου από οιαδήποτε κυβέρνηση ή οιαδήποτε αρχή ξένη προς το Κέντρο.».
Τα μέλη του προσωπικού οφείλουν, σε κάθε περίσταση, να επιδεικνύουν συμπεριφορά που συνάδει προς την ιδιότητα αντιπροσώπων του Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οφείλουν να αποφεύγουν κάθε πράξη ή δραστηριότητα που δύναται καθ' οιονδήποτε τρόπο να θίξει την αξιοπρέπεια του λειτουργήματός τους ή την καλή φήμη του Κέντρου.
Κάθε μέλος του προσωπικού μπορεί να υποχρεωθεί να αποζημιώσει το Κέντρο, στο ακέραιο ή εν μέρει, για οιαδήποτε οικονομική ζημία που υφίσταται το Κέντρο λόγω αμέλειας ή εσκεμμένης μη τήρησης, εκ μέρους του, κανονισμού ή διαδικασίας που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο ή τον διευθυντή.
Κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, τα μέλη του προσωπικού πρέπει να λάβουν γνώση των κανονισμών ασφαλείας του Κέντρου. Υπογράφουν ειδική δήλωση και αναλαμβάνουν την πειθαρχική και οικονομική ευθύνη τους σε περίπτωση μη τήρησης αυτών των κανονισμών.
|
α) |
Για κάθε μέλος του προσωπικού, περιλαμβανομένων των αποσπασμένων εμπειρογνωμόνων και των αποσπασμένων εμπειρογνωμόνων τρίτων χωρών, μπορεί να ζητηθεί έλεγχος ασφαλείας προκειμένου να εξουσιοδοτηθεί η πρόσβασή του σε διαβαθμισμένα έγγραφα, λόγω των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές από τον αξιωματικό ασφαλείας του Κέντρου. Εν αναμονή της επίσημης εξουσιοδότησης, ο διευθυντής μπορεί να δώσει προσωρινή εξουσιοδότηση. |
|
β) |
Τα μέλη του προσωπικού ενημερώνουν αμέσως τον αξιωματικό ασφαλείας του Κέντρου για κάθε περιστατικό σχετικό με την εικαζόμενη απώλεια ή διαρροή διαβαθμισμένου εγγράφου. |
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 3
Γενικές διατάξεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους
Υπάλληλος του Κέντρου είναι το φυσικό πρόσωπο που έχει συνάψει σύμβαση κατά τα οριζόμενα στο κεφάλαιο ΙΙ κατωτέρω, και κατέχει θέση η οποία περιλαμβάνεται στον πίνακα θέσεων που επισυνάπτεται ετησίως στον προϋπολογισμό του Κέντρου.
Τα προνόμια και οι ασυλίες των οποίων απολαύουν οι υπάλληλοι, απονέμονται αποκλειστικά προς το συμφέρον του Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι για την προσωπική τους εξυπηρέτηση. Τα εν λόγω προνόμια και ασυλίες δεν απαλλάσσουν τα μέλη του προσωπικού ούτε από την εκπλήρωση των ατομικών τους υποχρεώσεων, ούτε από την τήρηση των νόμων και των αστυνομικών διατάξεων που ισχύουν στο κράτος υποδοχής.
Οποτεδήποτε αμφισβητούνται τα προνόμια και οι ασυλίες αυτές, ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος πρέπει αμέσως να αναφέρει σχετικά στον διευθυντή. Σε περίπτωση παράβασης της τοπικής νομοθεσίας, ο διευθυντής μπορεί να αποφασίσει, εάν το κρίνει αναγκαίο, την άρση των προνομίων ή ασυλιών.
Το Κέντρο παρέχει βοήθεια στους υπαλλήλους οι οποίοι, λόγω της ιδιότητάς τους ή των τρεχόντων καθηκόντων τους στο Κέντρο, και χωρίς να έχουν διαπράξει σφάλμα, γίνονται αντικείμενο απειλών, εξύβρισης, δυσφήμησης ή προκαταλήψεων. Αποζημίωση των υλικών ζημιών που υπέστη ο υπάλληλος είναι δυνατόν να δοθεί υπό τις εξής προϋποθέσεις:
|
— |
ο υπάλληλος δεν είναι, εκ δόλου ή εξ αμελείας, υπαίτιος των εν λόγω ζημιών, |
|
— |
δεν επέτυχε επανόρθωση των ζημιών, |
|
— |
υποκαθίσταται από το Κέντρο στα δικαιώματά του έναντι τρίτων, και ιδίως των ασφαλιστικών εταιριών. |
Κάθε σχετική απόφαση που ενδέχεται να συνεπάγεται δράση του Κέντρου ή να έχει οικονομικές συνέπειες για το Κέντρο λαμβάνεται από τον διευθυντή ο οποίος διαθέτει διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τα περιστατικά της κατάστασης, τη μορφή της βοήθειας που θα παρασχεθεί και, ανάλογα με την περίπτωση, το ποσό της αποζημίωσης που θα χορηγηθεί.
Όλα τα δικαιώματα, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων κυριότητας, πνευματικής ιδιοκτησίας και ευρεσιτεχνίας, που αναφέρονται σε οιαδήποτε εργασία πραγματοποιήθηκε από τον υπάλληλο κατά την άσκηση των επίσημων καθηκόντων του, περιέρχονται στο Κέντρο.
Έναντι οιουδήποτε οργανισμού ή προσώπου ξένου προς το Κέντρο, ο υπάλληλος δεν επιτρέπεται:
|
— |
να προβεί σε δημόσια δήλωση, και ιδίως σε οιονδήποτε οργανισμό δημόσιας πληροφόρησης, σχετικά με τις δραστηριότητες του Κέντρου, |
|
— |
να δώσει διαλέξεις ή να διδάξει σε θέματα που έχουν άμεση σχέση με τα καθήκοντά του στο Κέντρο, |
|
— |
να δεχθεί αμοιβή οιασδήποτε φύσεως για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο ανωτέρω εδάφιο, |
|
— |
να δεχθεί παράσημο ή τιμητική διάκριση καθώς και τα σχετικά υλικά ωφελήματα, εκτός εάν ο διευθυντής δώσει προηγουμένως την έγκρισή του. |
|
α) |
Ο υπάλληλος που επιθυμεί να θέσει υποψηφιότητα για δημόσιο ή πολιτικό λειτούργημα ή αξίωμα οφείλει να το δηλώσει στον διευθυντή. |
|
β) |
Τίθεται σε άδεια άνευ αποδοχών από την ημερομηνία κατά την οποία δηλώνει ότι θα αρχίσει την προεκλογική του εκστρατεία. |
|
γ) |
Εφόσον αποδεχθεί το επιδιωκόμενο λειτούργημα ή αξίωμα, πρέπει να ζητήσει τη λύση της σύμβασής του. Η λύση της σύμβασης δεν γεννά δικαίωμα αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας. |
|
δ) |
Εάν δεν αποδεχθεί το λειτούργημα ή αξίωμα, ο υπάλληλος έχει δικαίωμα επαναφοράς στην βάσει του προϋπολογισμού θέση που κατείχε, με τους ίδιους όρους μισθού και αρχαιότητας που δικαιούνταν κατά την ημερομηνία κατά την οποία ετέθη σε άδεια άνευ αποδοχών. |
|
ε) |
Κατά τη διάρκεια της άδειας άνευ αποδοχών διακόπτεται η συνέχεια της αρχαιότητας και δεν αποκτώνται συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Κατά τη διάρκεια αυτής της άδειας ο υπάλληλος μπορεί να αντικατασταθεί από έκτακτο προσωπικό. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Άρθρο 4
Προσλήψεις
1. Ο διευθυντής καταρτίζει τις περιγραφικές προσφορές εργασίας, εξαιρουμένης της δικής του. Το Κέντρο εξασφαλίζει τη διάδοση αυτών των προσφορών εργασίας.
2. Κατ' αρχήν, δεν μπορεί να γίνει δεκτή υποψηφιότητα ατόμου ηλικίας κάτω των 18 ή άνω των 60 ετών.
3. Δεν γίνεται δεκτή η υποψηφιότητα στενών συγγενών, εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, των μελών του προσωπικού. Παρέκκλιση από τον κανόνα αυτόν είναι δυνατόν να γίνει, κατ' εξαίρεση, κατόπιν αδείας του διευθυντή, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι δεν θα υπάρχει ιεραρχική σχέση μεταξύ των ενδιαφερομένων.
4. Προσλαμβάνονται μόνον υπήκοοι των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5. Οι προσλαμβανόμενοι υπάλληλοι κατατάσσονται στο πρώτο κλιμάκιο του βαθμού της θέσης τους. Εντούτοις, ο διευθυντής δύναται να χορηγήσει ανώτερο κλιμάκιο εάν το δικαιολογούν οι περιστάσεις.
6. Ο διευθυντής καθορίζει τις θέσεις για τις οποίες η πρόσληψη εξασφαλίζεται μέσω εξετάσεων ή διαγωνισμού, καθώς και τις δοκιμασίες στις οποίες θα πρέπει να επιτύχουν οι υποψήφιοι για τις θέσεις αυτές προκειμένου να προσληφθούν. Οι εξεταστικές επιτροπές των εξετάσεων ή των διαγωνισμών συγκροτούνται από μέλη του προσωπικού του Κέντρου, τα οποία ορίζει ο διευθυντής, στα οποία μπορεί να προστεθεί ένας εξωτερικός εξεταστής.
7. Οι υποψήφιοι που προσκαλούνται στην έδρα του Κέντρου για συνέντευξη ή εξέταση αποζημιώνονται για τα έξοδα ταξιδίου και στεγάσεως, με τις ίδιες προϋποθέσεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους όταν εκτελούν αποστολές (2).
Άρθρο 5
Όριο ηλικίας
Το όριο εργάσιμης ηλικίας καθορίζεται στο τέλος του μήνα κατά τον οποίο ο υπάλληλος συμπληρώνει το 65ο έτος ηλικίας. Ο διευθυντής δύναται να επιτρέψει παρεκκλίσεις από τον κανόνα αυτόν, εντός του ορίου δώδεκα επιπλέον μηνών.
Άρθρο 6
Ιατρικές εξετάσεις
1. Η πρόσληψη κάθε υπαλλήλου επιβεβαιώνεται μετά την πιστοποίηση, από ιατρό εγκεκριμένο από το Κέντρο, ότι ο υποψήφιος είναι σωματικά ικανός να αναλάβει την εργασία του, και ότι δεν πάσχει από οιαδήποτε αναπηρία ή ασθένεια που θα αποτελούσε ενδεχομένως κίνδυνο ή επιβάρυνση για τα άλλα μέλη του προσωπικού.
2. Οι υπάλληλοι υποχρεούνται να πραγματοποιούν ετήσια εξέταση ιατρικού ελέγχου.
3. Ο εγκεκριμένος από το Κέντρο ιατρός επιτελεί προς τούτο χρέη εμπειρογνώμονος και ενημερώνει τον διευθυντή για την ενδεχόμενη ανικανότητα του υπαλλήλου να συνεχίσει την εργασία του.
4. Εάν τα αποτελέσματα της ετήσιας ή άλλης εξέτασης δείξουν ότι ο ενδιαφερόμενος δεν είναι πλέον σε θέση να ασκεί τα καθήκοντά του, η σύμβαση λύεται εντός προθεσμίας τριών μηνών και συγκαλείται επιτροπή αναπηρίας για να προσδιορίσει τα δικαιώματα του υπαλλήλου σε σύνταξη αναπηρίας.
Άρθρο 7
Συμβάσεις και διάρκεια των συμβάσεων
Εκτός ειδικών διατάξεων που εφαρμόζονται στις συμβάσεις του διευθυντή, οι αρχικές συμβάσεις που προσφέρει το Κέντρο είναι τριετούς διάρκειας. Ο διευθυντής δύναται να ανανεώσει τις συμβάσεις αυτές για ίση ή συντομότερη περίοδο, εφόσον συμφωνεί ο υπάλληλος.
Κάθε αρχική σύμβαση προβλέπει περίοδο δοκιμαστικής υπηρεσίας έξι μηνών από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η σύμβαση δύναται να λυθεί, χωρίς δικαίωμα αποζημίωσης απώλειας θέσης εργασίας, με προειδοποίηση ενός μηνός από το Κέντρο ή από τον ίδιο τον υπάλληλο.
Κατά τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου ή και πριν, ο υπάλληλος ειδοποιείται γραπτώς είτε για την επιβεβαίωση της αρχικής του σύμβασης είτε για τη λύση της.
Η δοκιμαστική περίοδος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διάρκειας της αρχικής σύμβασης. Γεννά δικαιώματα αρχαιότητας και σύνταξης.
Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, μια σύμβαση δύναται να λυθεί ή να μην ανανεωθεί, με πρωτοβουλία του Κέντρου ή του ίδιου του υπαλλήλου:
|
α) |
Με πρωτοβουλία του Κέντρου
|
|
β) |
Με πρωτοβουλία του ίδιου του υπαλλήλου, κατόπιν προειδοποίησης τριών μηνών, για οποιονδήποτε προσωπικό λόγο τον οποίο δεν θέλει να εκθέσει. |
Η λύση ή η μη ανανέωση της σύμβασης με πρωτοβουλία του Κέντρου, εφόσον δεν οφείλεται σε πειθαρχικούς λόγους, συνεπάγεται:
|
1. |
για τους υπαλλήλους που συμπλήρωσαν συνολικά πλέον των δέκα ετών υπηρεσίας, εκκαθάριση των δικαιωμάτων ετεροχρονισμένης συνταξιοδότησης και καταβολή αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι, |
|
2. |
για τους υπαλλήλους που δεν συμπληρώνουν συνολικά δέκα έτη υπηρεσίας, καταβολή επιδόματος αποχωρήσεως, μαζί με αποζημίωση λόγω απώλειας θέσης εργασίας για τους υπαλλήλους που η διάρκεια της σύμβασής τους μειώθηκε λόγω λύσης, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που παρατίθενται στο παράρτημα Ι, |
|
3. |
για τους υπαλλήλους των οποίων η σύμβαση λύεται για λόγους σωματικής ανικανότητας, και των οποίων η αναπηρία διαπιστώθηκε από επιτροπή αναπηρίας, χορήγηση αναπηρικής σύνταξης σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπει ο κανονισμός συντάξεων. |
Η λύση ή η μη ανανέωση σύμβασης με πρωτοβουλία του ίδιου του υπαλλήλου δεν γεννά δικαίωμα αποζημίωσης λόγω απώλειας θέσης εργασίας (3).
Εάν αυτό απαιτούν οι ανάγκες της υπηρεσίας, είναι δυνατό να μειωθεί η προθεσμία της προειδοποίησης που ορίζεται στο σημείο 3 στοιχείο α) ανωτέρω· στην περίπτωση αυτή, ο υπάλληλος δικαιούται της καταβολής συμπληρωματικού ποσού που αντιστοιχεί στο μισθό και τα επιδόματα και αποζημιώσεις που θα είχε λάβει μεταξύ της ημερομηνίας πραγματικής λήξεως της σύμβασής τους και της ημερομηνίας λήξεως εξάμηνης προειδοποίησης.
Οι παρούσες διατάξεις δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση λύσης της σύμβασης για πειθαρχικούς λόγους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΜΙΣΘΟΣ, ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ
Άρθρο 8
Γενικές διατάξεις
Οι αποδοχές που καταβάλλονται στους υπαλλήλους του Κέντρου περιλαμβάνουν το βασικό μισθό, την αποζημίωση αποδημίας και τα οικογενειακά και κοινωνικά επιδόματα.
Επί των αποδοχών αυτών γίνονται οι κρατήσεις τις οποίες οφείλει ο υπάλληλος δυνάμει του εσωτερικού φόρου, του συνταξιοδοτικού καθεστώτος και του καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης.
Τα οφειλόμενα ποσά καταβάλλονται στους τρέχοντες τραπεζικούς λογαριασμούς των υπαλλήλων κατά τη διάρκεια της τελευταίας εργάσιμης εβδομάδας κάθε μηνός.
Οι μεταβολές της προσωπικής κατάστασης του υπαλλήλου που ενδέχεται να έχουν οικονομικές συνέπειες, λαμβάνονται υπόψη για την αμοιβή του μήνα κατά τον οποίο η διοίκηση έλαβε γνώση του γεγονότος, και δεν θίγουν αναδρομικά τις αμοιβές που έχουν ήδη καταβληθεί.
Οι υπάλληλοι του Κέντρου οφείλουν να επιστρέψουν κάθε αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό.
Άρθρο 9
Βασικός μισθός
Ο καθαρός βασικός μισθός αντιστοιχεί στο ποσό το οποίο αναγράφεται ως προς το βαθμό και το κλιμάκιο κάθε υπαλλήλου στον πίνακα που εγκρίνεται κατ' έτος από το διοικητικό συμβούλιο.
Ο ακαθάριστος βασικός μισθός αντιστοιχεί στον καθαρό βασικό μισθό στον οποίο προστίθεται το ποσό του εσωτερικού φόρου που οφείλει ο υπάλληλος.
Άρθρο 10
Αποζημίωση αποδημίας
Η αποζημίωση αυτή καταβάλλεται στους υπαλλήλους βαθμού Α, L και Β οι οποίοι, κατά την αρχική τους πρόσληψη, δεν έχουν την υπηκοότητα του κράτους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο τόπος μόνιμης υπηρεσίας τους, και δεν είχαν μόνιμη διαμονή στο έδαφος αυτό επί τρία συναπτά έτη αδιαλείπτως.
Η αποζημίωση αυτή παύει να καταβάλλεται σε περίπτωση τοποθέτησης του υπαλλήλου στο κράτος του οποίου έχει την υπηκοότητα.
Το ποσό της αποζημίωσης ορίζεται κατά τις διατάξεις του παραρτήματος ΙΙ.
Στην περίπτωση που ο υπάλληλος προσλαμβάνεται από το Κέντρο αμέσως μετά τη λήξη της απασχόλησής του σε άλλο διεθνή οργανισμό ή σε διοικητική υπηρεσία στο κράτος στο οποίο ασκεί τα καθήκοντά του, τα έτη υπηρεσίας στον προηγούμενο εργοδότη του εξομοιώνονται προς έτη υπηρεσίας στο Κέντρο για τη θεμελίωση του δικαιώματος αποζημίωσης αποδημίας και για τον υπολογισμό του ποσού της.
Άρθρο 11
Οικογενειακά και κοινωνικά επιδόματα
Αυτά τα επιδόματα είναι ποσά συναφή προς την αμοιβή, που προστίθενται μηνιαίως στο βασικό μισθό.
Το επίδομα αυτό:
|
α) |
καταβάλλεται σε κάθε υπάλληλο που είναι έγγαμος, ή διατελεί εν χηρεία, έχει λάβει διαζύγιο ή είναι χωρισμένος ή άγαμος και έχει ένα ή περισσότερα συντηρούμενα πρόσωπα κατά την έννοια των διατάξεων του παραρτήματος ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού· |
|
β) |
ισούται προς το 6 % του καθαρού βασικού μισθού· |
|
γ) |
μειώνεται για τους έγγαμους υπαλλήλους που δεν έχουν συντηρούμενα πρόσωπα, αλλά των οποίων ο/η σύζυγος ασκεί αμειβόμενη επαγγελματική δραστηριότητα: στην περίπτωση αυτή το επίδομα που καταβάλλεται ισούται προς τη διαφορά μεταξύ, αφενός, του καθαρού βασικού μισθού του βαθμού Β3 κλιμάκιο 1, συν το ποσό του επιδόματος που θα δικαιούνταν θεωρητικά ο υπάλληλος και, αφετέρου, του ποσού του επαγγελματικού εισοδήματος του/της συζύγου. Εάν το δεύτερο αυτό ποσό είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το πρώτο, ο υπάλληλος δεν λαμβάνει επίδομα· |
|
δ) |
δεν καταβάλλεται σε υπάλληλο του οποίου ο/η σύζυγος είναι μέλος διεθνούς οργανισμού και έχει βασικό μισθό ανώτερο του δικού του. |
Το επίδομα αυτό:
|
α) |
καταβάλλεται σε κάθε υπάλληλο που συντηρεί, κυρίως και συνεχώς, είτε νομίμως αναγνωρισμένο τέκνο, είτε άλλο μέλος της οικογενείας του εκτελώντας εκ του νόμου ή εκ δικαστικής αποφάσεως υποχρέωση, είτε ένα παιδί ορφανό από πατέρα και μητέρα του οποίου έχει αναλάβει την ευθύνη· |
|
β) |
συνίσταται σε κατ' αποκοπήν ποσό για κάθε συντηρούμενο πρόσωπο, το οποίο καθορίζεται κατ' έτος στον πίνακα που εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο· |
|
γ) |
στην περίπτωση συζύγων που εργάζονται και οι δύο σε διεθνείς οργανισμούς, καταβάλλεται σε εκείνον που λαμβάνει το επίδομα αρχηγού οικογενείας ή αντίστοιχη αποζημίωση. |
Οι ορισμοί και οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού του επιδόματος παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ.
Οι υπάλληλοι που δικαιούνται επιδόματος αρχηγού οικογενείας, και των οποίων τα συντηρούμενα τέκνα, κατά την έννοια των διατάξεων του παραρτήματος ΙΙΙ, φοιτούν σε ίδρυμα πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (4), δικαιούνται ετήσιου επιδόματος εκπαίδευσης. Το επίδομα αυτό ισούται προς το διπλάσιο του μηνιαίου επιδόματος συντηρούμενου τέκνου. Καταβάλλεται για κάθε παιδί εφάπαξ κατά την έναρξη του σχολικού έτους. Ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος προσκομίζει στη διοικητική υπηρεσία τα αναγκαία δικαιολογητικά στην αρχή κάθε σχολικού έτους.
|
α) |
Το επίδομα αυτό καταβάλλεται σε κάθε υπάλληλο που συντηρεί, κυρίως και συνεχώς, ανάπηρο τέκνο ή συντηρούμενο πρόσωπο. Το εν λόγω τέκνο ή συντηρούμενο πρόσωπο πρέπει να πληροί τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ. |
|
β) |
Οι λεπτομέρειες χορήγησης και καταβολής αυτού του επιδόματος παρατίθενται στο παράρτημα ΙV. |
|
α) |
Το επίδομα αυτό καταβάλλεται μηνιαίως στους υπαλλήλους των βαθμών Β, C, A1, A2, L1 και L2, που ενοικιάζουν ή υπενοικιάζουν κατοικία για το ενοίκιο της οποίας —μη περιλαμβανομένων των εξόδων που κατά τα ισχύοντα στο κράτος διαμονής επιβαρύνουν τον ενοικιαστή— διαθέτουν μέρος των αποδοχών τους υπερβαίνον ένα καθορισμένο όριο. |
|
β) |
Ο τρόπος υπολογισμού αυτού του επιδόματος παρατίθεται στο παράρτημα V. |
|
γ) |
Ο υπάλληλος που λαμβάνει επίδομα κατοικίας οφείλει να ενημερώσει αμέσως τον προϊστάμενο διοίκησης και προσωπικού κάθε αλλαγή κατάστασης που ενδέχεται να συνεπάγεται μεταβολή του δικαιώματος στο επίδομα αυτό. |
|
δ) |
Το επίδομα αυτό δεν καταβάλλεται στους υπαλλήλους:
|
Λόγω της απόστασης των κατοικιών από το χώρο εργασίας, δεδομένου ότι το Δορυφορικό Κέντρο βρίσκεται σε στρατιωτική βάση η οποία δεν εξυπηρετείται από δημόσια μεταφορικά μέσα, χορηγείται στο προσωπικό του Κέντρου μηνιαία αποζημίωση μεταφοράς. Το ποσό αυτής της αποζημίωσης καθορίζεται από το Διευθυντή στην αρχή κάθε ημερολογιακού έτους.
Άρθρο 12
Αποζημίωση αναπλήρωσης
|
α) |
Ο διευθυντής δύναται να χορηγήσει αποζημίωση αναπλήρωσης σε υπάλληλο ο οποίος καλείται να αναλάβει, προς το συμφέρον της υπηρεσίας και για ορισμένο χρονικό διάστημα, μέρος ή το σύνολο των αρμοδιοτήτων υπαλλήλου ανώτερης βαθμίδας. Η αποζημίωση αυτή ισούται προς την αξία δύο κλιμακίων άνω της βαθμίδας του ενδιαφερομένου και αρχίζει να ισχύει μόνον αφού ο Διευθυντής επιβεβαιώσει τον ορισμό του ως αναπληρωτή και μετά ένα μήνα συνεχούς υπηρεσίας στην ανώτερη θέση. Το επίδομα οφείλεται από την ημερομηνία που ο υπάλληλος ανέλαβε πραγματικά τα καθήκοντα αυτά. |
|
β) |
Ο διευθυντής δύναται να χορηγήσει, κατά περίπτωση, πρόσθετη αποζημίωση ευθύνης για ορισμένες θέσεις, όταν ο υπάλληλος αναλαμβάνει την ευθύνη διαχείρισης ομάδας ομόβαθμων με αυτόν υπαλλήλων. Το ανώτατο ποσό αυτής της αποζημίωσης καθορίζεται από τον διευθυντή στην αρχή κάθε ημερολογιακού έτους. |
Άρθρο 13
Αποζημίωση εγκατάστασης
1. Αποζημίωση εγκατάστασης καταβάλλεται στους υπαλλήλους των οποίων ο τόπος κατοικίας, όταν δέχθηκαν τη θέση εργασίας στο Κέντρο, βρίσκεται σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων από τον χώρο εργασίας τους.
2. Το ποσό της αποζημίωσης αυτής ισούται προς 30 ημέρες βασικού μισθού.
3. Η αποζημίωση εγκατάστασης καταβάλλεται στον υπάλληλο μόλις αναλάβει υπηρεσία στο Κέντρο.
4. Κάθε υπάλληλος που εγκαταλείπει τη θέση του οικειοθελώς πριν από την παρέλευση διετούς προθεσμίας, οφείλει να επιστρέψει το ήμισυ της αποζημίωσης εγκατάστασης που του κατεβλήθη.
5. Ο διευθυντής δύναται να επιτρέψει, κατ' εξαίρεση, παρεκκλίσεις από τις παρούσες διατάξεις όταν κρίνει ότι η αυστηρή τους εφαρμογή ενδέχεται να επιφέρει για τον ενδιαφερόμενο ιδιαίτερα επαχθείς συνέπειες.
Άρθρο 14
Κρατήσεις
Ο εσωτερικός φόρος είναι ίσος προς το 40 % του βασικού μισθού που αντιστοιχεί στο βαθμό και το κλιμάκιο του υπαλλήλου. Προστιθέμενος στο ποσό του καθαρού βασικού μισθού απεικονίζει τον ακαθάριστο βασικό μισθό. Το ποσό αυτού του φόρου παρακρατείται μηνιαίως στη βάση και εμφανίζεται αρνητικά στο φύλλο μισθοδοσίας.
Από τις αποδοχές των υπαλλήλων κρατείται μηνιαίως και περιέρχεται στον προϋπολογισμό των συντάξεων του Κέντρου ποσό εγκρινόμενο από τους συντονισμένους οργανισμούς για το συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων, που αποτελεί ποσοστό του καθαρού βασικού μισθού.
Από τις αποδοχές των υπαλλήλων κρατείται μηνιαίως ποσό για το σκοπό αυτό, το οποίο αποτελεί ποσοστό του καθαρού βασικού μισθού. Το ποσοστό αυτό καθορίζεται στην αρχή του έτους για τους επόμενους δώδεκα μήνες, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του Κέντρου και της ασφαλιστικής εταιρίας που έχει αναλάβει το καθεστώς. Το ποσό αυτής της κράτησης προστίθεται στο ποσό του εργοδοτικού μεριδίου και καταβάλλεται στο τέλος του έτους στην ασφαλιστική εταιρεία.
Άρθρο 15
Προκαταβολές και επιστροφές των προκαταβολών επί του μισθού
1. Εάν δεν υπάρχει αντίθετη γνώμη του Διευθυντή και εντός των ορίων των ταμειακών δυνατοτήτων, ο προϊστάμενος διοίκησης και προσωπικού του Κέντρου δύναται να επιτρέψει τη χορήγηση έντοκης προκαταβολής μισθού στους υπαλλήλους που υποβάλλουν σχετική δικαιολογημένη αίτηση.
2. Το ποσό αυτής της προκαταβολής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό καθαρού βασικού μισθού τριών μηνών.
3. Η επιστροφή αυτών των δανείων γίνεται με παρακράτηση επί των αποδοχών, εντός προθεσμίας το πολύ δέκα μηνών, η οποία αρχίζει από το τέλος του μήνα που χορηγήθηκε το δάνειο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΞΟΔΑ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ
Άρθρο 16
Εγκατάσταση και αποχώρηση
1. Ο υπάλληλος δικαιούται επιστροφής των εξόδων ταξιδίου γι' αυτόν τον ίδιο και τα μέλη της οικογενείας του που πράγματι συγκατοικούν με αυτόν, από τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του στον τόπο της έδρας του Κέντρου.
2. Το ίδιο δικαίωμα θεμελιώνεται επίσης όταν ο υπάλληλος αποχωρεί οριστικά από τη θέση του και επιστρέφει στη χώρα όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του.
3. Οι επιστροφές αυτές γίνονται βάσει των διατάξεων του μέρους Ι του παραρτήματος VI.
Άρθρο 17
Έξοδα μετακόμισης
1. Ο υπάλληλος δικαιούται επιστροφής των εξόδων μετακόμισης από τον τόπο όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του στον τόπο της έδρας του Κέντρου.
Το ίδιο δικαίωμα θεμελιώνεται επίσης όταν ο υπάλληλος αποχωρεί οριστικά από τη θέση του και επιστρέφει στη χώρα όπου ήταν τοποθετημένος πριν από το διορισμό του.
2. Τα έξοδα αυτά καλύπτουν τη μετακόμιση της προσωπικής οικοσκευής του υπαλλήλου, εκτός αυτοκινήτων, σκαφών ή κάθε άλλου μεταφορικού οχήματος, εντός των ορίων βάρους και όγκου που ορίζονται στο παράρτημα VI.
Η πληρωμές γίνονται απευθείας από το Κέντρο στην επιχείρηση μετακόμισης μετά την υποβολή του τιμολογίου.
Άρθρο 18
Αποστολές
Οι υπάλληλοι που είναι διορισμένοι στο Κέντρο δικαιούνται επιστροφής των εξόδων για τις αποστολές που πραγματοποιούν κατ' εντολή του διευθυντή (5).
Οι επιστροφές αφορούν τα καθαυτό έξοδα κινήσεως καθώς και τα έξοδα παραμονής και τα συναφή έξοδα στον τόπο όπου αποστέλλεται ο υπάλληλος. Οι προϋποθέσεις, οι κλίμακες και οι λεπτομέρειες αυτών των επιστροφών παρατίθενται στο παράρτημα VΙΙ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Άρθρο 19
Ωράρια και διάρκεια εργασίας
|
α) |
Η κανονική διάρκεια εργασίας για όλα τα μέλη του προσωπικού είναι 40 ώρες εβδομαδιαίως, κατανεμημένες σύμφωνα με γενικό ωράριο το οποίο καταρτίζει ο διευθυντής. |
|
β) |
Ο διευθυντής δύναται να επιτρέψει προσαρμοσμένα ή διαφοροποιημένα ωράρια λόγω της προσωπικής κατάστασης ή των ειδικών απαιτήσεων της εργασίας του υπαλλήλου. |
|
γ) |
Υπερωρίες. Τα μέλη του προσωπικού που εργάζονται πέραν της κανονικής διάρκειας εργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 στοιχείο α), δικαιούνται είτε αντιστάθμισης σε χρόνο, είτε χρηματικής αμοιβής. Εντούτοις, θεωρούνται ως υπερωρίες αποκλειστικά και μόνον οι ώρες εργασίας που πραγματοποιήθηκαν με την προηγούμενη συμφωνία του υπεύθυνου προϊσταμένου. Οι υπερωρίες πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο δυνατόν. Οι υπερωρίες παρέχουν στον υπάλληλο δικαίωμα
|
|
δ) |
Νυκτερινή εργασία Ως νυκτερινή εργασία αμείβεται η εργασία που πραγματοποιείται μεταξύ ώρας 20: 30 και 07: 00. Πάντως, εάν η εργασία αυτή αποτελεί συνέχεια χωρίς διακοπή της ημερήσιας εργασίας, θεωρείται ως νυκτερινή μόνο όταν υπεισέρχεται στη νυκτερινή περίοδο κατά τουλάχιστον 1 ώρα και 30 λεπτά. Για τις ώρες νυκτερινής εργασίας που δεν υπερβαίνουν τις αναφερόμενες στο άρθρο 19 στοιχεία α) παρέχεται πρόσθετη αμοιβή ίση προς 50 % του βασικού μισθού. Οι νυκτερινές υπερωρίες αμείβονται με το 150 % της αμοιβής ημερήσιας υπερωρίας. |
|
ε) |
Εάν αυτό απαιτείται λόγω εξαιρετικών, κατά την κρίση του διευθυντή, περιστάσεων, είναι δυνατό να ζητηθεί από ορισμένους υπαλλήλους να εργασθούν κατά το σαββατοκύριακο. Στην περίπτωση αυτή, θεμελιώνεται δικαίωμα αντιστάθμισης σε ελεύθερο χρόνο, με τη συμφωνία του προϊστάμενου διοίκησης και προσωπικού. |
|
στ) |
Το προσωπικό των βαθμών Α4, L4 και άνω δεν λαμβάνει αμοιβή ούτε αντιστάθμιση για υπερωρίες ή νυκτερινή εργασία. |
Άρθρο 20
Αργίες
Ο κατάλογος των αργιών καταρτίζεται από τον διευθυντή βάσει του επίσημου καταλόγου αργιών που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα του Ισπανικού Κράτους (ΒΟΕ).
Οι ημέρες αυτές δεν υπολογίζονται στο δελτίο καταγραφής των αδειών του προσωπικού.
Εάν κάποια αργία συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή, ο διευθυντής δύναται να αποφασίσει ότι το προσωπικό θα αργήσει κάποια άλλη ημέρα η οποία δεν θα υπολογισθεί ως άδεια.
Άρθρο 21
Άδειες
Κάθε υπάλληλος δικαιούται αδείας μετ' αποδοχών ίσης προς 2,5 εργάσιμες ημέρες για κάθε ολοκληρωμένο μήνα υπηρεσίας. Το σύνολο της άδειας που δικαιούται υπολογίζεται για κάθε ημερολογιακό έτος.
Οι υπάλληλοι που προσλαμβάνονται μεταξύ της 1ης Απριλίου και της 30ής Ιουλίου μπορούν να λάβουν 15 ημέρες προκαταβολικά από το σύνολο ετήσιας άδειας που δικαιούνται, εάν η άδειά τους πρέπει να ληφθεί μετά την 30ή Ιουλίου.
Εάν ο υπάλληλος έχει στις 31 Δεκεμβρίου υπόλοιπο άδειας την οποία δεν έλαβε λόγω απολύτου ανάγκης της υπηρεσίας, ο διευθυντής ή ο αντικαταστάτης του δύναται να επιτρέψει τη μεταφορά όλου ή μέρους του υπολοίπου αυτού στο επόμενο έτος. Εν πάση περιπτώσει, το μεταφερόμενο μέρος της άδειας πρέπει να ληφθεί έως τις 31 Μαρτίου, άλλως ακυρώνεται.
Ο υπάλληλος που επιθυμεί να λάβει άδεια, εντός των ορίων του συνόλου που δικαιούται σύμφωνα με το στοιχείο α) ανωτέρω, πρέπει να έχει την προηγούμενη έγκριση του διευθυντή.
Προς τούτο, η διοικητική υπηρεσία του Κέντρου τηρεί κατάσταση των αδειών. Η σχετική διαδικασία περιγράφεται σε εσωτερικό υπόμνημα υπογεγραμμένο από τον διευθυντή.
Οι ημέρες άδειας που δεν έχουν ληφθεί πριν από την ημερομηνία λήξης των καθηκόντων ακυρώνονται. Εντούτοις, βάσει γραπτής βεβαίωσης του διευθυντή ότι δεν ελήφθησαν λόγω απόλυτης ανάγκης της υπηρεσίας, ο υπάλληλος στην περίπτωση αυτή δικαιούται αντισταθμιστικής αποζημίωσης ίσης προς ένα τριακοστό του καθαρού βασικού μισθού για κάθε μη χρησιμοποιηθείσα ημέρα άδειας.
Ο διευθυντής δύναται να επιτρέψει, κατόπιν αιτήσεως υπαλλήλου και εντός ορίου 15 συναπτών ημερών, τη χορήγηση πρόσθετης άδειας άνευ αποδοχών.
Το γεγονός αυτό δεν διακόπτει τη συνέχεια της αρχαιότητας στο βαθμό ούτε τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Πάντως, επί των αποδοχών του εν λόγω υπαλλήλου θα κρατηθούν στο ακέραιο τα ποσά των συνεισφορών σύνταξης και κοινωνικής ασφάλισης, ως αν ο υπάλληλος είχε πληρωθεί κανονικά κατά την περίοδο της άδειας άνευ αποδοχών.
Πέραν της ετήσιας άδειας χορηγούνται ειδικές άδειες σε περίπτωση ασθένειας, μητρότητας ή εκτάκτων περιστάσεων.
Οι σχετικές διατάξεις και λεπτομέρειες παρατίθενται στο παράρτημα VIII.
Άρθρο 22
Άδειες διαμονής στη χώρα καταγωγής
|
α) |
Άδεια διαμονής στη χώρα καταγωγής χορηγείται σε κάθε μέλος του προσωπικού που δικαιούται της αποζημίωσης αποδημίας, εκτός εκείνων που κατά την πρόσληψή τους είχαν την ιθαγένεια του κράτους όπου εργάζονται και καμία άλλη.
|
|
β) |
Το μέλος του προσωπικού που λαμβάνει άδεια διαμονής στη χώρα καταγωγής δικαιούται, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 18, επιστροφής των εξόδων ταξιδίου μετ' επιστροφής για αυτό το ίδιο, τα συντηρούμενα τέκνα του και, εφόσον λαμβάνει επίδομα αρχηγού οικογενείας, για τον/την σύζυγό του. Δεν δικαιούται ημερήσιας αποζημίωσης για τη διάρκεια του ταξιδιού. |
|
γ) |
Το μέλος του προσωπικού που δεν κάνει χρήση αυτής της άδειας δεν δικαιούται οιασδήποτε αντιστάθμισης. |
|
δ) |
Η άδεια διαμονής στη χώρα καταγωγής χορηγείται μόνον υπό τις εξής προϋποθέσεις:
|
Η μη τήρηση της διάταξης του ανωτέρω σημείου i) συνεπάγεται υποχρέωση του ενδιαφερομένου να επιστρέψει στο Δορυφορικό Κέντρο στο ακέραιο τα έξοδα στα οποία αυτό υπεβλήθη λόγω της άδειας διαμονής στη χώρα καταγωγής, καθώς και το ενδεχόμενο να αφαιρεθούν από το υπόλοιπο της ετήσιας αδείας του οι ημέρες που του χορηγήθηκαν ως άδεια διαμονής στη χώρα καταγωγής. Ωστόσο, ο Διευθυντής δύναται να αποφασίσει παρέκκλιση από τις ως άνω διατάξεις των σημείων ii) και iii) εάν κρίνει ότι η αυστηρή τους τήρηση αδικεί τον ενδιαφερόμενο ή τον υποβάλει σε ιδιαίτερες δυσκολίες.
Άρθρο 22α
Ειδική άδεια
|
α) |
Τα μέλη του προσωπικού που καλούνται στα όπλα για ορισμένη περίοδο στρατιωτικής άσκησης, δικαιούνται ειδικής άδειας μετ' αποδοχών ανώτατης διάρκειας δύο εβδομάδων κατ' έτος ή τεσσάρων εβδομάδων κάθε δύο έτη. Οι περίοδοι άσκησης που υπερβαίνουν αυτά τα όρια υπολογίζονται ως ετήσια άδεια. |
|
β) |
Εάν υπάλληλος λάβει χρηματική αμοιβή από την εθνική αρχή για την οποία εκτελεί την υπηρεσία, το ποσό αυτής της αμοιβής αφαιρείται από το μισθό του. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΑΓΩΓΗ
Άρθρο 23
Γενικές διατάξεις
1. Εκτός του διευθυντή, όλοι οι υπάλληλοι του Κέντρου αξιολογούνται ετησίως όσον αφορά τη δραστηριότητά τους, το αργότερο έως τις 15 Δεκεμβρίου.
Η αξιολόγηση αυτή εκτιμά τη σχετική ποιότητα των υπαλλήλων και βάσει αυτής εκφράζεται έπαινος ή, αντιθέτως, υποδεικνύονται στον καθένα οι ανεπάρκειες ή τα κενά του, προκειμένου να βελτιωθεί η παρεχόμενη υπηρεσία.
2. Η αξιολόγηση αφορά τα εξής κριτήρια:
|
α) |
επιμέλεια και τήρηση των ωραρίων· |
|
β) |
ποιότητα και ταχύτητα στην εκτέλεση της εργασίας· |
|
γ) |
πνεύμα πρωτοβουλίας· |
|
δ) |
ευπρέπεια και ανθρώπινες σχέσεις. |
Όλες οι παρατηρήσεις συγκεφαλαιώνονται σε έκθεση ετήσιας αξιολόγησης, η οποία καταχωρίζεται στον ατομικό φάκελο του υπαλλήλου.
Άρθρο 24
Διαδικασία
1. Ο διευθυντής ορίζει τους υπαλλήλους που επιφορτίζονται να κάνουν προτάσεις αξιολόγησης του προσωπικού το οποίο υπάγεται, εντελώς ή εν μέρει, σε αυτούς.
2. Όταν υποβληθούν όλες οι προτάσεις, ο διευθυντής συγκαλεί συμβούλιο προαγωγών του οποίου προεδρεύει, στο οποίο συμμετέχουν όλοι οι υπάλληλοι που έκαναν μία ή περισσότερες προτάσεις αξιολόγησης. Ο προϊστάμενος διοίκησης και προσωπικού παρίσταται σε όλες τις συνεδριάσεις του συμβουλίου προαγωγών, έχει δε δικαίωμα ψήφου για το προσωπικό που υπάγεται στον ίδιο και συμβουλευτικό ρόλο όσον αφορά τα άλλα μέλη του προσωπικού.
3. Βάσει της γνώμης του προϊσταμένου διοίκησης, ο διευθυντής καταρτίζει οριστική έκθεση αξιολόγησης για κάθε υπάλληλο και συντάσσει πρακτικά τα οποία υπογράφουν όλα τα μέλη του συμβουλίου προαγωγών.
4. Κάθε υπάλληλος έχει προσωπική συνέντευξη με τον διευθυντή —ή κατ' ανάγκην του αναπληρωτή του— συνήθως κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του συμβουλίου προαγωγών. Η ετήσια αξιολόγησή του γνωστοποιείται στον υπάλληλο, ο οποίος υπογράφει την έκθεση βεβαιώνοντας έτσι ότι έλαβε γνώση της.
5. Η ετήσια αξιολόγηση είναι διοικητική πράξη εσωτερικής χρήσεως και δεν υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον οιουδήποτε οργάνου.
Άρθρο 25
Συνέπειες και επακόλουθα της αξιολόγησης
1. Μια εξαιρετικά καλή βαθμολόγηση μπορεί να δικαιολογήσει έκτακτο προβιβασμό σε ανώτερο κλιμάκιο ή και σε ανώτερο βαθμό εάν η προαγωγή αυτή είναι δυνατή βάσει του προϋπολογισμού, ή οικονομική επιβράβευση. Το ανώτατο ποσό που μπορεί να χορηγηθεί ως τέτοια επιβράβευση ορίζεται από τον διευθυντή στην αρχή κάθε ημερολογιακού έτους.
2. Δύο συνεχείς ανεπαρκείς βαθμολογήσεις δικαιολογούν την στασιμότητα του υπαλλήλου στο κλιμάκιό του για ένα ακόμη έτος.
3. Δύο ή περισσότερες συνεχείς ανεπαρκείς βαθμολογήσεις μπορούν να δικαιολογήσουν τη μη ανανέωση της σύμβασης κατά τη λήξη της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Άρθρο 26
Ορισμοί
1. Κάθε υπάλληλος ο οποίος, εσκεμμένα ή εξ αμελείας, παραβεί τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τον κανονισμό του προσωπικού, είναι δυνατόν να υποστεί απλές, οικονομικές ή εκ του νόμου κυρώσεις, πέραν των επανορθώσεων που ενδεχομένως θα υποχρεωθεί να παράσχει βάσει των διατάξεων του άρθρου 2 παράγραφος 4 και του άρθρου 27 του παρόντος κανονισμού.
|
α) |
Απλές κυρώσεις είναι:
|
|
β) |
Οικονομική κύρωση είναι:
|
|
γ) |
Οι εκ του νόμου κυρώσεις περιλαμβάνουν:
|
Οι κυρώσεις αποφασίζονται από τον διευθυντή. Ο προϊστάμενος διοίκησης και προσωπικού είναι δυνατό να αποφασίσει για απλές πειθαρχικές κυρώσεις, κατ' ανάθεση από τον ίδιο τον διευθυντή, εκτός των περιπτώσεων σύγκλησης πειθαρχικού συμβουλίου (6).
2. Σε περίπτωση σοβαρών κατηγοριών κατά υπαλλήλου, και εάν ο διευθυντής κρίνει ότι η κατηγορία είναι εκ πρώτης όψεως βάσιμη και ότι η διατήρηση του ενδιαφερομένου στα καθήκοντά του κατά τη διάρκεια της έρευνας θα μπορούσε να είναι επιζήμια για το Κέντρο, ο υπάλληλος μπορεί να τεθεί αμέσως σε αργία, μετ' αποδοχών ή άνευ κατά την κρίση του διευθυντή, εν αναμονή του πορίσματος της έρευνας.
Άρθρο 27
Επανορθώσεις
Κάθε υπάλληλος μπορεί να υποχρεωθεί να επανορθώσει, καθ' ολοκληρίαν ή εν μέρει, οιαδήποτε ζημία που υπέστη το Κέντρο λόγω βαρείας αμελείας ή εσκεμμένης πράξης του. Εφόσον ο εν λόγω υπάλληλος έχει αποχωρήσει από το Κέντρο, η επανόρθωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την κατάργηση ποσοστού των οφειλομένων βάσει του συνταξιοδοτικού καθεστώτος παροχών, το οποίο μπορεί να ανέλθει έως το 70 % του ποσού της σύνταξης.
Άρθρο 28
Ανακοίνωση των κατηγοριών
Κάθε υπάλληλος για τον οποίο έχει γίνει πρόταση επιβολής κυρώσεων, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 26, πρέπει να ενημερώνεται σχετικά εντός δύο ολοκλήρων ημερών από τη στιγμή της κατάθεσης της πρότασης στο γραφείο του διευθυντή ή του προϊσταμένου διοίκησης και προσωπικού. Στη γνωστοποίηση επισυνάπτονται τα σχετικά με την κατηγορία που του απαγγέλλεται έγγραφα και όλες οι σχετικές με αυτόν εκθέσεις.
Άρθρο 29
Πειθαρχικό συμβούλιο
Ο ενδιαφερόμενος δύναται, εντός πέντε εργασίμων ημερών από τη στιγμή της γνωστοποίησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 28, να υποβάλει γραπτή αίτηση εξέτασης της περίπτωσής του από πειθαρχικό συμβούλιο, το οποίο ο διευθυντής συγκαλεί εντός πέντε ολοκλήρων ημερών. Το πειθαρχικό συμβούλιο συνεδριάζει εντός της εβδομάδος που ακολουθεί την ημερομηνία αποστολής της κλήσης.
Η σύνθεση και η λειτουργία του πειθαρχικού συμβουλίου παρατίθενται στο παράρτημα ΙΧ.
Ο διευθυντής δεν δεσμεύεται από τη γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII
ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Άρθρο 30
Προσβολή αποφάσεως από υπάλληλο
Απόφαση του διευθυντή μπορεί να προσβληθεί από υπάλληλο, πρώην υπάλληλο ή ακόμη και από τους κληρονόμους του. Η προσβολή αυτή και οι διαδικασίες που ενδεχομένως συνεπιφέρει δεν αναστέλλουν την εκτέλεση του προσβαλλόμενου μέτρου.
Η αίτηση θεραπείας είναι πράξη διά της οποίας ο υπάλληλος που θεωρεί ότι έχουν θιγεί τα βάσει του παρόντος κανονισμού δικαιώματά του, απευθύνει εμπεριστατωμένη αίτηση στον διευθυντή και του ζητά να αναθεωρήσει την απόφαση που κατά τη γνώμη του θίγει τα δικαιώματα αυτά.
Ο διευθυντής βεβαιώνει την παραλαβή της προσφυγής και απαντά εντός πέντε ολοκλήρων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.
Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, ο υπάλληλος μπορεί να ζητήσει την παρέμβαση του διαμεσολαβητή. Η παρέμβαση αυτή δεν είναι υποχρεωτική.
Ο διαμεσολαβητής είναι ένας αρμόδιος και ανεξάρτητος νομικός, που διορίζεται από τον διευθυντή για τριετή ανανεώσιμη περίοδο.
Ζητά να του διαβιβαστεί κάθε στοιχείο που θεωρεί απαραίτητο για τη μελέτη της διαφοράς, τόσο από τον διευθυντή όσο και από τον ενδιαφερόμενο υπάλληλο.
Διατυπώνει το πόρισμά του εντός 15 ημερών από την ημέρα που του υπεβλήθη η διαφορά.
Το πόρισμα αυτό δεν είναι δεσμευτικό για τον διευθυντή ούτε για τον υπάλληλο.
Τα έξοδα της διαμεσολάβησης επιβαρύνουν το Κέντρο εάν ο διευθυντής απορρίψει το πόρισμα του διαμεσολαβητή. Εάν ο υπάλληλος δεν δεχθεί τους όρους αυτού του πορίσματος, επιβαρύνεται με το 50 % των εξόδων.
Αφού εξαντληθεί η πρώτη δυνατότητα προσφυγής (χαριστική), ο υπάλληλος είναι ελεύθερος να απευθύνει ιεραρχική προσφυγή στην επιτροπή προσφυγών του Κέντρου.
Η σύνθεση, η λειτουργία και η διαδικασία αυτού του οργάνου παρατίθενται στο παράρτημα Χ.
Οι αποφάσεις της επιτροπής προσφυγών είναι εκτελεστές για τα δύο μέρη. Δεν επιδέχονται άλλης προσφυγής.
|
α) |
Η επιτροπή προσφυγών δύναται να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση ή να την επιβεβαιώσει. |
|
β) |
Συμπληρωματικά, η επιτροπή προσφυγών δύναται επίσης να καταδικάσει το Κέντρο να επανορθώσει τις υλικές ζημίες που υπέστη ο υπάλληλος από την ημέρα που άρχισε να παράγει αποτελέσματα η ακυρωθείσα απόφαση. |
|
γ) |
Η επιτροπή προσφυγών δύναται να αποφασίσει, επιπλέον, ότι το Κέντρο θα επιστρέψει, εντός ορίου που καθορίζει η ίδια, τα αιτιολογημένα έξοδα στα οποία υπεβλήθη ο προσφεύγων, καθώς και τα έξοδα μεταφοράς και διαμονής στα οποία υπεβλήθησαν οι μάρτυρες που κατέθεσαν. Τα έξοδα αυτά υπολογίζονται βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 και του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ
Άρθρο 31
Οι κανόνες και προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στον κανονισμό περί συντάξεων των Συντονισμένων Οργανισμών εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους υπαλλήλους του Κέντρου. Το «Νέο συνταξιοδοτικό καθεστώς των συντονισμένων οργανισμών» εφαρμόζεται κατ' αναλογία στους υπαλλήλους που αναλαμβάνουν καθήκοντα μετά τις 30 Ιουνίου 2005.
ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
Άρθρο 32
Καταστατικές διατάξεις
Το έκτακτο προσωπικό αποτελείται από επικουρικούς υπαλλήλους που προσλαμβάνονται κατά κανόνα για σύντομες περιόδους. Δεν έχουν την ιδιότητα του διεθνούς υπαλλήλου και υπόκεινται πλήρως στη νομοθεσία και τους κανονισμούς του κράτους υποδοχής και του κράτους του οποίου είναι υπήκοοι.
1. Το έκτακτο προσωπικό αποτελείται από εργαζόμενους που δεν κατέχουν θέσεις προβλεπόμενες στον πίνακα θέσεων του προϋπολογισμού του Κέντρου.
2. Αυτοί οι εργαζόμενοι υπόκεινται στις διατάξεις του τίτλου Ι και στις ακόλουθες διατάξεις του τίτλου ΙΙ:
|
— |
Κεφάλαιο I: Άρθρο 3 παράγραφος 2 (Βοήθεια και αποζημίωση), παράγραφος 4 (Εξωτερικές δραστηριότητες), παράγραφος 5 (Υποψηφιότητα για δημόσιο ή πολιτικό λειτούργημα ή αξίωμα) |
|
— |
Κεφάλαιο II: Άρθρα 5 (Όριο ηλικίας) και 6 (Ιατρικές εξετάσεις) |
|
— |
Κεφάλαιο ΙΙΙ: Άρθρο 15 (Προκαταβολές επί του μισθού) |
|
— |
Κεφάλαιο IV: Άρθρα 17 (Μετακομίσεις) και 18 (Αποστολές) |
|
— |
Κεφάλαιο V: Άρθρα 19 (Ωράρια και διάρκεια εργασίας) και 20 (Αργίες) |
|
— |
Κεφάλαιο VII: Άρθρο 27 (Επανορθώσεις) |
|
— |
Κεφάλαιο VΙΙΙ: (Προσφυγές) υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 35 παράγραφος 3. |
Άρθρο 33
Συμβάσεις
Το έκτακτο προσωπικό προσλαμβάνεται για χρονικό διάστημα από ενός μέχρι έξι μηνών. Οι συμβάσεις μπορούν να ανανεωθούν με τους ίδιους όρους. Το Κέντρο και ο εργαζόμενος δύνανται να καταγγείλουν τις συμβάσεις αυτές με προειδοποίηση δέκα ολόκληρων ημερών.
Άρθρο 34
Αμοιβές
1. Η αμοιβή των έκτακτων υπαλλήλων καθορίζεται με σύμβαση και συνίσταται σε έναν καθαρό μηνιαίο μισθό, αποκλειομένου κάθε πρόσθετου επιδόματος ή αποζημιώσεως, οποιαδήποτε και αν είναι η οικογενειακή κατάσταση του ενδιαφερομένου.
2. Οι έκτακτοι εργαζόμενοι δεν υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των υπαλλήλων και δεν γίνονται προς τούτο κρατήσεις από το μισθό τους.
3. Η αμοιβή των έκτακτων υπαλλήλων προσαυξάνεται, στην αρχή του έτους, κατά το ίδιο ποσοστό που χορηγείται στους υπαλλήλους από το διοικητικό συμβούλιο.
Άρθρο 35
Ειδικές διατάξεις
Οι έκτακτοι εργαζόμενοι δεν δύνανται να απαιτήσουν την επιστροφή των εξόδων εγκατάστασης ή μετακίνησης των οικογενειών τους.
Οι έκτακτοι εργαζόμενοι δικαιούνται αδείας ίσης προς 1,5 ημέρα για κάθε μήνα υπηρεσίας.
Οι εσωτερικές διαφορές που αφορούν δικαιώματα και αμοιβές του έκτακτου εργαζόμενου διέπονται από τις δυνατότητες προσφυγής που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31 του παρόντος κανονισμού.
Κάθε άλλη διαφορά υπάγεται στην αρμοδιότητα της δικαιοσύνης του κράτους υποδοχής.
ΤΙΤΛΟΣ IV
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΕΝΟΥΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ
Άρθρο 36
Καταστατικές και οικονομικές διατάξεις
1. Οι εμπειρογνώμονες και αποσπασμένοι εμπειρογνώμονες έχουν το καθεστώς «επισκέπτη» του Κέντρου. Υπόκεινται στις διατάξεις του τίτλου Ι του παρόντος κανονισμού, του οποίου λαμβάνουν γνώση αμέσως μόλις αναλάβουν καθήκοντα.
2. Η αμοιβή τους καθορίζεται ως σύνολο κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων τους στο Κέντρο. Καταβάλλεται σε διαδοχικές δόσεις, τις οποίες καθορίζει ο διευθυντής, αναλόγως των αποτελεσμάτων των μελετών και των εργασιών για τις οποίες τα πρόσωπα αυτά ζητήθηκαν ή έγιναν δεκτά.
3. Οι διορισμένοι εμπειρογνώμονες δικαιούνται της επιστροφής των εξόδων ταξιδίου γι' αυτούς τους ίδιους, εξαιρουμένου κάθε άλλου προσώπου, κατά την άφιξη και κατά την αναχώρησή τους από το Κέντρο. Κατ' εξαίρεση και κατόπιν σχετικής απόφασης του διευθυντή, η επιστροφή αυτή μπορεί να χορηγηθεί σε ασκούμενο.
4. Οι αποσπασμένοι εμπειρογνώμονες τρίτων χωρών έχουν το καθεστώς «επισκέπτη» του Κέντρου. Υπόκεινται στις διατάξεις του τίτλου Ι του παρόντος κανονισμού, του οποίου λαμβάνουν γνώση αμέσως μόλις αναλάβουν καθήκοντα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παραρτήματος της κοινής δράσης του Συμβουλίου για την ίδρυση Δορυφορικού Κέντρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 37
Εκπροσώπηση του προσωπικού
|
α) |
Η συνέλευση του προσωπικού, η οποία απαρτίζεται από όλα τα μέλη του προσωπικού, εκλέγει ετησίως, και σύμφωνα με διαδικασία που έχει εγκριθεί από τον διευθυντή, επιτροπή προσωπικού η οποία λειτουργεί ως εκτελεστικό όργανο της συνέλευσης. |
|
β) |
Αντικείμενο της επιτροπής προσωπικού είναι:
|
(1) Εγκρίθηκε από το Συμβούλιο με τη γραπτή διαδικασία στις 21 Δεκεμβρίου 2001 (ΕΕ L 39 της 9.2.2002, σ. 18), κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 3 της κοινής δράσης 2001/555/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 20 Ιουλίου 2001 (ΕΕ L 200 της 25.7.2001, σ. 5) και, όσον αφορά τον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο ΙΙΙ άρθρο 14 σημείο 2 και τον τίτλο ΙΙ κεφάλαιο ΙΧ, που τροποποιήθηκαν από τον διευθυντή με τη σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου που δόθηκε στις 15 Ιουνίου 2005, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού του προσωπικού. [Νέο κείμενο που αντικαθιστά το προηγούμενο κείμενο της 21 Δεκεμβρίου 2001 (ΕΕ L 39 της 9.2.2002, σ. 44).]
(2) Βλέπε παράρτημα VII του παρόντος κανονισμού.
(3) Για τις λεπτομέρειες της θεμελίωσης του δικαιώματος και του υπολογισμού των αποζημιώσεων λόγω απώλειας θέσης εργασίας, βλ. παράρτημα Ι.
(4) Δηλαδή εξαιρούνται τα νηπιαγωγεία και τα προς αυτά εξομοιούμενα ιδρύματα.
(5) Οι επιστροφές αυτές αντιπροσωπεύουν έξοδα και δεν συνιστούν συμπληρωματική αμοιβή.
(6) Στην περίπτωση αυτή αποφασίζει ο ίδιος ο διευθυντής.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΘΕΣΕΩΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
|
Παραπομπές |
: |
|
1. Περιπτώσεις χορήγησης της αποζημίωσης
Αποζημίωση για απώλεια θέσης εργασίας (1) είναι δυνατό να καταβληθεί σε υπάλληλο του οποίου η σύμβαση λύεται εάν:
|
α) |
καταργηθεί η θέση του στον προϋπολογισμό· |
|
β) |
μεταβληθεί η φύση ή το επίπεδο των εργασιών κατά τρόπον ώστε ο υπάλληλος δεν κατέχει πλέον τα απαιτούμενα για την εκπλήρωσή τους προσόντα· |
|
γ) |
αποσυρθεί από το διοικητικό συμβούλιο το κράτος μέλος του οποίου είναι υπήκοος· |
|
δ) |
μεταφερθεί η έδρα του Κέντρου σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων από τον τόπο πρόσληψης του υπαλλήλου, αυτός δε αρνηθεί να μετατεθεί εφόσον το ενδεχόμενο αυτό δεν προβλεπόταν στη σύμβασή του· |
|
ε) |
αρθεί το πιστοποιητικό ασφαλείας (2) του υπαλλήλου για λόγους εκτός των πειθαρχικών. |
Η αποζημίωση δεν οφείλεται εάν:
|
στ) |
ο υπάλληλος καταλαμβάνει ομόβαθμη θέση εργασίας στο Κέντρο· |
|
ζ) |
ο υπάλληλος καταλαμβάνει νέα θέση εργασίας σε άλλο διεθνή οργανισμό στον ίδιο τόπο· |
|
η) |
ο υπάλληλος, που ήταν δημόσιος υπάλληλος κράτους μέλους, επαναφέρεται και αμείβεται στην εθνική του διοίκηση εντός 30 ημερών από την ημερομηνία λύσεως της σύμβασής του από το Κέντρο· |
|
θ) |
Η λύση της σύμβασης του υπαλλήλου ήταν απόρροια πειθαρχικής διαδικασίας. |
2. Αποζημίωση των υπαλλήλων που συμπληρώνουν κάτω των δέκα ετών υπηρεσία στο Κέντρο (3)
Οι υπάλληλοι αυτοί, υπό την προϋπόθεση ότι η τρέχουσα σύμβασή τους δεν έχει λήξει, δικαιούνται αποζημίωσης ίσης προς το 50 % του γινομένου των καθαρών μηνιαίων τους αποδοχών επί τον αριθμό των μηνών (4) που υπολείπονται έως τη λήξη της σύμβασής τους, με ανώτατο όριο ποσό ίσο προς τις αποδοχές πέντε μηνών.
Ως καθαρές αποδοχές νοούνται ο βασικός μισθός προσαυξημένος με όλα τα επιδόματα και αποζημιώσεις που καταβάλλονται μηνιαίως.
3. Αποζημίωση των υπαλλήλων που συμπληρώνουν άνω των δέκα ετών υπηρεσία στο Κέντρο (3)
Οι υπάλληλοι αυτοί δικαιούνται αποζημίωσης ίσης προς το 100 % των καθαρών μηνιαίων αποδοχών τους για κάθε έτος υπηρεσίας στο Κέντρο με ανώτατο όριο 24 μήνες.
Το ποσό της αποζημίωσης δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει αριθμό μηνών (4) μεγαλύτερο της περιόδου που ο ενδιαφερόμενος θα έπρεπε να συμπληρώσει για να φθάσει το όριο ηλικίας που προβλέπεται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού.
(1) Διακρίνεται από το επίδομα αποχώρησης, το οποίο αντιπροσωπεύει εκκαθάριση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
(2) Εφόσον για την κατεχόμενη θέση απαιτείται αυτό το πιστοποιητικό.
(3) Ή υπηρεσία δέκα ετών σωρευτικά στο Κέντρο και σε άλλο διεθνή οργανισμό, χωρίς διακοπή.
(4) Ή των κλασμάτων μηνών, εκφρασμένων σε τριακοστά.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟΔΗΜΙΑΣ
|
1. |
Οι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 10 του κανονισμού του προσωπικού λαμβάνουν μηνιαίως αποζημίωση αποδημίας της οποίας το ποσό καθορίζεται ως εξής:
|
|
2. |
Ως μισθός αναφοράς για τον υπολογισμό λαμβάνεται ο βασικός καθαρός μισθός του πρώτου κλιμακίου του βαθμού του υπαλλήλου. |
|
3. |
Το ελάχιστο ποσό της αποζημίωσης αποδημίας υπολογίζεται βάσει του βαθμού Β3 κλιμάκιο 1. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
1. Συντηρούμενα τέκνα
|
α) |
Ως συντηρούμενο τέκνο θεωρείται κάθε νόμιμο, φυσικό ή θετό, τέκνο όταν ο υπάλληλος εξασφαλίζει πραγματικά τη συντήρηση και την εκπαίδευσή του, και όταν το παιδί αυτό κατοικεί μόνιμα στην οικογενειακή στέγη, στον τόπο εργασίας του υπαλλήλου ή στον τόπο όπου έχει την κατοικία του ο άλλος γονέας. |
|
β) |
Ο υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει στην υπηρεσία διοικήσεως αντίγραφα των νομίμων εγγράφων που αποδεικνύουν ότι πράγματι συντηρεί υλικά το παιδί αυτό. |
|
γ) |
Δεν θεωρείται ως συντηρούμενο από τον υπάλληλο το τέκνο:
|
|
δ) |
Η υπηρεσία διοικήσεως δικαιούται να απαιτήσει την προσκόμιση και να αναζητήσει κάθε επίσημο ή συμβολαιογραφικό έγγραφο που θεωρεί απαραίτητο για τη θεμελίωση του δικαιώματος των αντίστοιχων επιδομάτων. |
2. Συντηρούμενα πρόσωπα
|
α) |
Ένα πρόσωπο, εκτός των τέκνων που αναφέρονται στο προηγούμενο σημείο, μπορεί να θεωρείται ως συντηρούμενο όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
|
β) |
Ο υπάλληλος οφείλει να προσκομίσει στην υπηρεσία διοικήσεως αντίγραφα των νομίμων εγγράφων που αποδεικνύουν ότι πράγματι συντηρεί υλικά το πρόσωπο αυτό. |
|
γ) |
Η υπηρεσία διοικήσεως δικαιούται να απαιτήσει την προσκόμιση και να αναζητήσει κάθε επίσημο ή συμβολαιογραφικό έγγραφο που θεωρεί απαραίτητο για τη θεμελίωση του δικαιώματος των αντίστοιχων επιδομάτων. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΑΝΑΠΗΡΑ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
|
1. |
Θεωρείται ως ανάπηρο κάθε πρόσωπο που πάσχει από αναπηρία συνεπαγόμενη βαρείας μορφής και μόνιμη ανικανότητα, ιατρικώς πιστοποιημένη. Η αναπηρία αυτή απαιτεί είτε ειδική περίθαλψη είτε ειδική παρακολούθηση που δεν παρέχονται δωρεάν, ή και ειδική εκπαίδευση ή κατάρτιση. |
|
2. |
Η απόφαση για τη χορήγηση του επιδόματος αυτού λαμβάνεται από τον διευθυντή, ο οποίος ζητά τη γνώμη επιτροπής την οποία συγκροτεί για το σκοπό αυτό και στην οποία συμμετέχει τουλάχιστον ένας ιατρός. Η απόφαση του διευθυντή ορίζει και τη διάρκεια για την οποία χορηγείται το επίδομα, εάν δεν υπάρξει αναθεώρηση. |
|
3. |
Κριτήριο αξιολόγησης των αναπηριών που θεμελιώνουν δικαίωμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος κανονισμού συνιστά η βαρείας μορφής και χρόνια βλάβη των σωματικών ή διανοητικών δραστηριοτήτων. Έτσι, μπορούν να θεωρηθούν ως ανάπηρα τα συντηρούμενα πρόσωπα που παρουσιάζουν:
Ο ανωτέρω κατάλογος δεν είναι περιοριστικός. Δίδεται ενδεικτικά και δεν μπορεί να ληφθεί ως βάση αξιολόγησης του βαθμού αναπηρίας ή ανικανότητας. |
|
4. |
Το επίδομα ισούται προς το ποσό του επιδόματος συντηρούμενου τέκνου και προστίθεται σε αυτό. |
|
5. |
Σε περίπτωση που ο υπάλληλος ή η οικογένειά του δικαιούνται ανάλογου επιδόματος δυνάμει κάποιου εθνικού ή διεθνούς καθεστώτος, το επίδομα που καταβάλλεται από το Κέντρο ισούται προς τη διαφορά μεταξύ του ποσού που προβλέπει ο παρών κανονισμός και του ποσού που χορηγείται δυνάμει του άλλου καθεστώτος. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
|
1. |
Το ποσό της αποζημίωσης κατοικίας είναι ίσο προς ποσοστό της διαφοράς μεταξύ του ποσού που ο υπάλληλος καταβάλλει πραγματικά ως ενοίκιο, αφαιρουμένων όλων των εξόδων που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 5 στοιχείο α), και ενός κατ' αποκοπήν ποσού που αντιπροσωπεύει:
|
|
2. |
Το ποσοστό αυτό είναι:
|
|
3. |
Η αποζημίωση αυτή μπορεί να ανέρχεται κατ' ανώτατο όριο:
Ως βασικός καθαρός μισθός εννοείται ο πραγματικός βασικός μισθός όπως εμφανίζεται στον ετήσιο πίνακα που εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο, εξαιρέσει κάθε άλλου στοιχείου, θετικού ή αρνητικού, που υπολογίζεται στις αποδοχές. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI
ΕΞΟΔΑ ΤΑΞΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗΣ
ΤΜΗΜΑ Ι — Έξοδα ταξιδίου των υπαλλήλων και των οικογενειών τους μεταξύ του τόπου διαμονής τους και του τόπου εργασίας
|
1. |
Οι υπάλληλοι των οποίων ο τόπος διαμονής βρίσκεται σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων από τον τόπο εργασίας τους δικαιούνται, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του κανονισμού, επιστροφής των εξόδων ταξιδίου στα οποία πράγματι υποβάλλονται:
|
|
2. |
Η επιστροφή των εξόδων ταξιδίου που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, καθ' ολοκληρίαν ή εν μέρει, δεν γίνεται δεκτή στις εξής περιπτώσεις:
|
|
3. |
Οι υπάλληλοι που πληρούν τις προϋποθέσεις των δύο ανωτέρω παραγράφων και οι οποίοι λαμβάνουν επίδομα αρχηγού οικογενείας, δικαιούνται επιπλέον:
|
|
4. |
Ο/η σύζυγος και τα συντηρούμενα τέκνα (1) εξομοιώνονται προς υπάλληλο του ίδιου βαθμού με τον ενδιαφερόμενο. |
ΤΜΗΜΑ II — Έξοδα μετακόμισης
|
1. |
Οι υπάλληλοι των οποίων ο τόπος διαμονής βρίσκεται σε απόσταση άνω των 100 χιλιομέτρων από τον τόπο εργασίας τους δικαιούνται επιστροφής των εξόδων μετακόμισης της προσωπικής τους οικοσκευής στα οποία πράγματι υποβάλλονται, στις εξής περιπτώσεις:
|
|
2. |
Η επιστροφή των εξόδων μεταφοράς της προσωπικής οικοσκευής, περιλαμβανομένης της συσκευασίας, γίνεται εντός των εξής ορίων
|
|
3. |
Οι υπάλληλοι δεν μπορούν να διεκδικήσουν την επιστροφή εξόδων που προβλέπει το παρόν τμήμα εάν τα έξοδα αυτά καλύπτονται από κάποια κυβέρνηση ή άλλη αρχή. |
(1) Ή τα συντηρούμενα πρόσωπα κατά την έννοια των διατάξεων του παραρτήματος ΙV.
(2) Οι δύο προσφορές πρέπει να αναφέρονται στο ίδιο βάρος (ή όγκο) και στην ίδια απόσταση.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII
ΕΞΟΔΑ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
Οι υπάλληλοι που ταξιδεύουν για την υπηρεσία στο Κέντρο, με εντολή αποστολής, δικαιούνται στο ακέραιο επιστροφής των εξόδων κινήσεως και παροχής ημερήσιας αποζημίωσης, η οποία αντιπροσωπεύει τα έξοδα παραμονής εκτός τόπου εργασίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18 του κανονισμού.
ΤΜΗΜΑ 1 — Μεταφορικά μέσα
Οι μετακινήσεις των υπαλλήλων κατά την αποστολή γίνονται με τα οικονομικότερα μεταφορικά μέσα, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων παρέκκλισης που προβλέπει το παρόν τμήμα (1).
Ως κοινά μεταφορικά μέσα θεωρούνται το αεροπλάνο και ο σιδηρόδρομος. Εντούτοις, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει σε υπάλληλο που εκτελεί επίσημη αποστολή να χρησιμοποιήσει προσωπικό ή υπηρεσιακό όχημα, ιδίως εάν ο υπάλληλος αυτός έχει ιατρική βεβαίωση ότι δεν μπορεί να ταξιδέψει με αεροπλάνο για λόγους υγείας, η δε σιδηροδρομική μετακίνηση είτε δεν υπάρχει είτε είναι υπερβολικά χρονοβόρα ή ακριβή.
Εάν ένας υπάλληλος που εκτελεί επίσημη αποστολή προτιμά, αφού προηγουμένως λάβει τη δέουσα άδεια, να χρησιμοποιήσει άλλο μεταφορικό μέσο, εκτός των πλέον οικονομικών, εφαρμόζονται οι εξής κανόνες:
|
— |
επιστρέφεται μόνο το αντίτιμο του ταξιδίου με το οικονομικότερο μέσον, |
|
— |
ο υπάλληλος λαμβάνει ημερήσια αποζημίωση μόνο για τη διάρκεια που θα είχε η αποστολή του εάν είχε χρησιμοποιήσει το οικονομικότερο μέσον, |
|
— |
εάν, λόγω αυτής του της επιλογής, το ταξίδι του διαρκεί περισσότερες εργάσιμες ημέρες, οι ημέρες αυτές αφαιρούνται από το υπόλοιπο της ετήσιας άδειάς του. |
1. Αεροπορικά ταξίδια
Εκτός ειδικής άδειας του διευθυντή, όλοι οι υπάλληλοι ταξιδεύουν στην «οικονομική» ή αντίστοιχη με αυτήν θέση.
2. Σιδηροδρομικά ταξίδια
|
α) |
Οι υπάλληλοι βαθμού Α4, L4 ή ανώτερου βαθμού ταξιδεύουν στην πρώτη θέση. |
|
β) |
Όλοι οι άλλοι υπάλληλοι ταξιδεύουν στη δεύτερη θέση. |
|
γ) |
Αν το ταξίδι περιλαμβάνει νυκτερινή διαδρομή διαρκείας άνω των έηι ωρών, δικαιολογείται επιστροφή της επιβάρυνσης «κλινοθέσιο» (κουκέτα) αλλά όχι της επιβάρυνσης «κλινάμαξα». Εάν χρησιμοποιήσουν κλινάμαξα, η επιστροφή των εξόδων γίνεται βάσει της τιμής «κλινοθέσιο» πρώτης ή δεύτερης θέσης, ανάλογα με το βαθμό του υπαλλήλου. |
|
δ) |
Ο διευθυντής μπορεί να επιτρέψει σε ορισμένους υπαλλήλους να συνταξιδέψουν με τα μέλη του προσωπικού ανώτερων βαθμών, προκειμένου να διευκολυνθεί η διεξαγωγή της επίσημης αποστολής, και στην περίπτωση αυτή η επιστροφή των εξόδων ταξιδίου είναι για όλους αντίστοιχη του ακριβότερου εισιτηρίου. |
3. Οδικά ταξίδια — Χρησιμοποίηση ιδιωτικών οχημάτων
|
α) |
Μπορεί να επιτραπεί στους υπαλλήλους, προς το συμφέρον του Κέντρου, να χρησιμοποιήσουν ιδιωτικό αυτοκίνητο. Στην περίπτωση αυτή, δικαιούνται χιλιομετρικής αποζημίωσης που υπολογίζεται βάσει της συντομότερης συνήθους διαδρομής. Η αποζημίωση αυτή υπολογίζεται βάσει του συντελεστή που εφαρμόζεται στο κράτος υποδοχής, ανεξαρτήτως της χώρας όπου πραγματοποιείται η αποστολή· ο ισχύων συντελεστής υποδεικνύεται με διοικητική οδηγία (2). |
|
β) |
Εάν στον εν λόγω υπάλληλο επιτραπεί να μεταφέρει και άλλους υπαλλήλους του Κέντρου, του χορηγείται πρόσθετη χιλιομετρική αποζημίωση ίση προς το 10 % της χιλιομετρικής αποζημίωσης για κάθε επιβάτη (3)· εάν η διαδρομή συνεπάγεται ειδικά έξοδα (διόδια, μεταφορά του αυτοκινήτου με πορθμείο ή οχηματαγωγό), αυτά επιστρέφονται βάσει αποδείξεων, εξαιρουμένων των εξόδων αεροπορικής μεταφοράς. |
|
γ) |
Οι υπάλληλοι που χρησιμοποιούν το προσωπικό τους αυτοκίνητο πρέπει προηγουμένως να αποδείξουν ότι είναι εφοδιασμένοι με ασφαλιστήριο συμβόλαιο που καλύπτει την αστική ευθύνη έναντι τρίτων και ειδικότερα για τους μεταφερόμενους επιβάτες. |
|
δ) |
Σε περίπτωση δυστυχήματος, το Κέντρο δεν επιστρέφει έξοδα για οιεσδήποτε υλικές ζημίες. |
ΤΜΗΜΑ ΙΙ — Ημερήσια αποζημίωση των υπαλλήλων κατά την αποστολή
|
1. |
Οι υπάλληλοι σε αποστολή δικαιούνται ημερήσιας αποζημίωσης της οποίας το ύψος καθορίζεται κατ' έτος από το διοικητικό συμβούλιο. Εντούτοις, ο διευθυντής, μπορεί να επιτρέψει:
|
|
2. |
Η ημερήσια αποζημίωση υπολογίζεται ως εξής:
|
3. Μειωμένες ημερήσιες αποζημιώσεις.
Η ημερήσια αποζημίωση μειώνεται:
|
α) |
όταν το ταξίδι περιλαμβάνει γεύματα ή διανυκτέρευση: κατά 15 % για κάθε κύριο γεύμα και κατά 50 % για κάθε διανυκτέρευση που περιλαμβάνεται στην τιμή των ναύλων· |
|
β) |
για τη διάρκεια της διαδρομής, κατά τρία δέκατα για τους υπαλλήλους που ταξιδεύουν τη νύκτα με πλοίο, σε κλινοθέσιο (κουκέτα) ή καμπίνα, σιδηροδρομικώς ή αεροπορικώς· |
|
γ) |
κατά τρία δέκατα εάν ο υπάλληλος εκτελεί αποστολή στον τόπο της μόνιμης διαμονής του και εάν η οικογένειά του κατοικεί ακόμη εκεί· |
|
δ) |
κατά τρία τέταρτα εάν τα έξοδα παραμονής επιτόπου αναλαμβάνονται από εξωτερικό οργανισμό. |
4. Συμπληρώματα ημερήσιας αποζημίωσης.
Η ημερήσια αποζημίωση θεωρείται ότι καλύπτει όλα τα έξοδα στα οποία ενδέχεται να υποβληθεί ο υπάλληλος σε αποστολή, με την επιφύλαξη των κατωτέρω αναφερομένων εξόδων, για τα οποία μπορεί να δοθεί συμπληρωματική επιστροφή:
|
α) |
ποσά που κατεβλήθησαν για θεωρήσεις και άλλα παρόμοια έξοδα λόγω της αποστολής· |
|
β) |
αντίτιμο της μεταφοράς υπέρβαρων αποσκευών, κατόπιν ρητής άδειας του διευθυντή· |
|
γ) |
ταχυδρομικά, τηλεγραφικά και υπεραστικά ή διεθνή τηλεφωνικά έξοδα για υπηρεσιακούς λόγους· |
|
δ) |
έξοδα παραστάσεως στα οποία υπεβλήθη ο υπάλληλος, υπό προϋποθέσεις τις οποίες καθορίζει ο διευθυντής· |
|
ε) |
έξοδα για μετακίνηση με ταξί, εφόσον ο διευθυντής το έχει επιτρέψει εκ των προτέρων, και κατόπιν υποβολής αποδείξεων. |
Όταν, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα έξοδα καταλύματος υπερβαίνουν το 60 % του ποσού της ημερήσιας αποζημίωσης, το Κέντρο μπορεί να επιτρέψει την επιστροφή της διαφοράς, στο ακέραιο ή εν μέρει, κατόπιν υποβολής αποδείξεων και εφόσον διαπιστώνεται ότι τα πρόσθετα αυτά έξοδα ήταν αναπόφευκτα. Το επιστρεφόμενο ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30 % της ημερήσιας αποζημίωσης.
(1) Οι διατάξεις αυτές μπορεί να επεκταθούν στο έκτακτο προσωπικό, με απόφαση του διευθυντή.
(2) Το συνολικό ποσό της αποζημίωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που θα έπρεπε το Κέντρο να καταβάλει σε άλλη περίπτωση.
(3) Στην περίπτωση αυτή οι υπάλληλοι «επιβάτες» δεν δικαιούνται επιστροφής εξόδων ταξιδίου.
(4) Οι περίοδοι αυτές υπολογίζονται από την ημέρα και ώρα αναχώρησης από το Κέντρο ή την οικία του υπαλλήλου, μέχρι την ημέρα και ώρα επιστροφής στο Κέντρο ή στην οικία του. Εάν ο υπάλληλος ευρίσκεται σε άδεια αμέσως πριν από την έναρξη της αποστολής, υπολογίζονται η ημέρα και ώρα έναρξης της δραστηριότητας, εάν δε ευρίσκεται σε άδεια αμέσως μετά την αποστολή, υπολογίζονται η ημέρα και ώρα λήξης της δραστηριότητας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII
ΑΣΘΕΝΕΙΑ, ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ
1. Απουσίες και άδειες λόγω ασθενείας
|
α) |
Ο υπάλληλος που απουσιάζει επί τρεις συνεχείς ημέρες λόγω ασθενείας ή ατυχήματος, οφείλει να προσκομίσει ιατρικό πιστοποιητικό εντός τριών ημερών από τη στιγμή που σταμάτησε να εργάζεται. |
|
β) |
Οι απουσίες λόγω ασθενείας ή ατυχήματος που διαρκούν τρεις ημέρες ή λιγότερο, για τις οποίες δεν προσκομίζεται ιατρικό πιστοποιητικό, ενδέχεται, εάν υπερβούν τις εννέα εργάσιμες ημέρες κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους, να επιφέρουν αντίστοιχη μείωση της διάρκειας της ετήσιας άδειας ή, εάν ο υπάλληλος έχει εξαντλήσει τα δικαιώματα ετήσιας άδειας, αντίστοιχη κράτηση από τις αποδοχές του. |
|
γ) |
Ο υπάλληλος που απουσιάζει λόγω ασθενείας ή ατυχήματος δικαιούται αναρρωτικής άδειας και του συνόλου του μισθού και των επιδομάτων του, για χρονικό διάστημα το πολύ δεκατριών συναπτών εβδομάδων, προσκομίζοντας ιατρικό πιστοποιητικό. |
|
δ) |
Συνεχής απουσία λόγω ασθενείας ή ατυχήματος, που διαρκεί περισσότερο από δεκατρείς συναπτές εβδομάδες, μπορεί να θεωρηθεί από τον διευθυντή ως λόγος λύσης της σύμβασης εργασίας. |
|
ε) |
Απουσίες μικρής διάρκειας, αλλά συχνές, λόγω ασθενείας, μπορούν να θεωρηθούν από το Διευθυντή ως λόγος λύσης της σύμβασης εργασίας. |
|
στ) |
Ο διευθυντής του Κέντρου μπορεί ανά πάσα στιγμή να απαιτήσει την προσκόμιση ιατρικού πιστοποιητικού. |
2. Μεταδοτικές ασθένειες, εμβολιασμός και ατυχήματα
|
α) |
Κάθε υπάλληλος που προσβάλλεται από μεταδοτική ασθένεια οφείλει να απουσιάσει από το χώρο εργασίας του και να ενημερώσει πάραυτα τον προϊστάμενο διοίκησης και προσωπικού. Το μέλος του προσωπικού στου οποίου την οικογένεια ή το στενό περιβάλλον έχει εκδηλωθεί μεταδοτική ασθένεια, οφείλει να ειδοποιήσει αμέσως σχετικά τον προϊστάμενο διοίκησης και προσωπικού και να υποβληθεί στις υγειονομικές προφυλάξεις που αυτός θα ορίσει. Κάθε μέλος του προσωπικού που έρχεται σε επαφή με πρόσωπο προσβεβλημένο από μεταδοτική ασθένεια και πρέπει ως εκ τούτου να απουσιάσει από την εργασία του δικαιούται του συνόλου των αποδοχών του· η απουσία αυτή δεν μειώνει ούτε τα δικαιώματα αναρρωτικής αδείας για τον ίδιο ούτε την ετήσια άδειά του. |
|
β) |
Οι υπάλληλοι πρέπει να υποβάλλονται στα προληπτικά εμβόλια που κρίνονται αναγκαία. |
|
γ) |
Κάθε ατύχημα του οποίου ενδεχομένως υπήρξε θύμα ο υπάλληλος, είτε στο χώρο εργασίας του είτε εκτός αυτού, όσο αμελητέο και αν φαίνεται εκείνη τη στιγμή, πρέπει να αναφέρεται από τον ενδιαφερόμενο το συντομότερο δυνατόν στον προϊστάμενο διοίκησης και προσωπικού, μαζί με τα ονόματα και τις διευθύνσεις τυχόν μαρτύρων. |
3. Ειδικές άδειες, άδειες για γάμο και άδειες μητρότητας
|
α) |
Ο διευθυντής του Κέντρου δύναται, για προσωπικούς έκτακτους ή επείγοντες λόγους, να χορηγήσει ειδικές άδειες με το σύνολο ή μέρος των αποδοχών, οι οποίες δεν υπερβαίνουν τις οκτώ εργάσιμες ημέρες. |
|
β) |
Σε περίπτωση γάμου του υπαλλήλου χορηγείται ειδική άδεια έξι εργάσιμων ημερών μετά πλήρων αποδοχών. |
|
γ) |
Στους υπαλλήλους χορηγείται άδεια μητρότητας μετά πλήρων αποδοχών, η οποία δεν καταλογίζεται ως αναρρωτική ούτε ως ετήσια άδεια, μετά την προσκόμιση του κατάλληλου ιατρικού πιστοποιητικού. Αυτή η άδεια μητρότητας διαρκεί δεκαέξι εβδομάδες και αρχίζει έξι εβδομάδες πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία του τοκετού· εάν ο τοκετός επέλθει μετά την προβλεπόμενη ημερομηνία, η άδεια παρατείνεται έως το τέλος των δέκα εβδομάδων μετά τον τοκετό. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX
ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΩΝ
1. Σύνθεση του πειθαρχικού συμβουλίου
Το πειθαρχικό συμβούλιο απαρτίζεται από τα εξής πρόσωπα:
|
α) |
ένας υπάλληλος, ο οποίος προεδρεύει, βαθμού Α ή L, οριζόμενος από τον διευθυντή, εκτός του προϊσταμένου διοίκησης και προσωπικού ή του υπαλλήλου στον οποίο υπάγεται ο ενδιαφερόμενος· |
|
β) |
ένας υπάλληλος που ορίζεται από τον διευθυντή· |
|
γ) |
ένας υπάλληλος ομόβαθμος του ενδιαφερομένου, τον οποίο ορίζει ο ίδιος· |
|
δ) |
ο προϊστάμενος διοίκησης και προσωπικού, ως νομικός σύμβουλος, χωρίς δικαίωμα ψήφου. |
2. Διαδικασία
|
α) |
Το πειθαρχικό συμβούλιο λαμβάνει γνώση όλων των αναγκαίων εγγράφων για την εξέταση της υπόθεσης που του υποβάλλεται. Παρέχει ακρόαση στον ενδιαφερόμενο εφόσον αυτός το ζητήσει. Ο ενδιαφερόμενος δύναται να συνοδεύεται ή να εκπροσωπηθεί, προς τούτο, από υπάλληλο του Κέντρου. Το πειθαρχικό συμβούλιο εξετάζει επίσης κάθε άλλο πρόσωπο το οποίο κρίνει σκόπιμο να καλέσει. |
|
β) |
Οι συνεδριάσεις του πειθαρχικού συμβουλίου δεν είναι δημόσιες. Τα μέλη του οφείλουν να τηρούν τη μυστικότητα κάθε πληροφορίας της οποίας λαμβάνουν γνώση κατά τη διάρκεια της εξέτασης, καθώς και των συζητήσεών τους. |
|
γ) |
Το πειθαρχικό συμβούλιο διαβιβάζει στον διευθυντή την αιτιολογημένη γνώμη του, η οποία αφορά τόσο τη σκοπιμότητα όσο και το επίπεδο της κύρωσης. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Α. Δικαιοδοσία
Η επιτροπή προσφυγών είναι αρμόδια για την επίλυση των διαφορών που ενδέχεται να προκύψουν λόγω παραβίασης του παρόντος κανονισμού ή των συμβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7. Προς τούτο, λαμβάνει γνώση των προσβολών κατά αποφάσεων του διευθυντή, τις οποίες καταθέτουν υπάλληλοι ή πρώην υπάλληλοι, ή οι έλκοντες εξ αυτών δικαιώματα.
B. Σύνθεση και καθεστώς
|
α) |
Η επιτροπή προσφυγών απαρτίζεται από έναν πρόεδρο και δύο μέλη, που μπορούν να αντικατασταθούν από αναπληρωτές. Ο πρόεδρος ή ένα από τα μέλη, καθώς και ο αναπληρωτής τους, πρέπει να διαθέτουν νομική κατάρτιση. |
|
β) |
Ο πρόεδρος, ο αναπληρωτής του, τα μέλη και οι αναπληρωτές τους ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο, για δύο έτη, και δεν ανήκουν στο προσωπικό του Κέντρου. Σε περίπτωση που κάποιο από τα πρόσωπα αυτά δεν είναι πλέον διαθέσιμο, το διοικητικό συμβούλιο ορίζει άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του. |
|
γ) |
Η επιτροπή προσφυγών συνεδριάζει εγκύρως όταν είναι παρόντες ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του και τα δύο μέλη ή οι αναπληρωτές τους. |
|
δ) |
Τα μέλη της επιτροπής προσφυγών ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία. |
|
ε) |
Οι αμοιβές του προέδρου, των μελών και των αναπληρωτών τους καθορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο. |
|
στ) |
Η επιτροπή προσφυγών θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος τίτλου. |
Γ. Γραμματεία της επιτροπής προσφυγών
|
α) |
Ο διευθυντής ορίζει ένα μέλος του προσωπικού του Κέντρου ως γραμματέα της επιτροπής προσφυγών. |
|
β) |
Κατά την άσκηση αυτών των καθηκόντων, ο γραμματέας αυτός εκτελεί χρέη γραμματείας και υπάγεται μόνο στην επιτροπή προσφυγών. |
Δ. Προσβολή αποφάσεως από υπάλληλο
|
α) |
Οι προσφυγές που υποβάλλονται στην επιτροπή προσφυγών είναι παραδεκτές μόνο εάν ο προσφεύγων έκανε ήδη χρήση της αίτησης θεραπείας (χαριστικής προσφυγής) και δεν έλαβε ικανοποίηση από τον διευθυντή. |
|
β) |
Ο προσφεύγων διαθέτει προθεσμία είκοσι ημερών από την ημερομηνία που του γνωστοποιήθηκε η απόφαση που θεωρεί ότι τον αδικεί, ή από την ημερομηνία της άρνησης των συμπερασμάτων του διαμεσολαβητή, προκειμένου να υποβάλει γραπτή αίτηση ζητώντας την ανάκληση ή την τροποποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης από την επιτροπή προσφυγών. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται στον προϊστάμενο διοίκησης και προσωπικού του Κέντρου ο οποίος βεβαιώνει στον υπάλληλο την παραλαβή της και θέτει σε κίνηση τη διαδικασία σύγκλησης της επιτροπής προσφυγών. |
|
γ) |
Οι προσφυγές πρέπει να κατατίθενται στη γραμματεία της επιτροπής προσφυγών εντός δύο μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ιδίως όσον αφορά συντάξεις, η επιτροπή προσφυγών δύναται να δεχθεί αιτήσεις που κατατίθενται εντός ενός έτους από την ημερομηνία γνωστοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης. |
|
δ) |
Οι προσφυγές πρέπει να είναι γραπτές. Πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα μέσα που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος και να συνοδεύονται από δικαιολογητικά. |
|
ε) |
Η προσφυγή δεν έχει ανασταλτικό χαρακτήρα. |
Ε. Εξέταση των προσφυγών
|
α) |
Οι προσφυγές γνωστοποιούνται αμέσως στον διευθυντή, ο οποίος πρέπει να διατυπώσει τις σχετικές παρατηρήσεις του γραπτώς. Αντίγραφο αυτών των παρατηρήσεων διαβιβάζεται στο γραμματέα της επιτροπής προσφυγών εντός ενός μηνός από την κατάθεση της προσφυγής, καθώς και στον προσφεύγοντα ο οποίος διαθέτει προθεσμία είκοσι ημερών για να υποβάλει γραπτή απάντηση, της οποίας αντίγραφο διαβιβάζεται αμέσως στον διευθυντή από το γραμματέα της επιτροπής προσφυγών. |
|
β) |
Οι προσφυγές καθώς και τα σχετικά υπομνήματα και δικαιολογητικά που προσκομίζονται, οι παρατηρήσεις του διευθυντή και, εάν υπάρχει, η απάντηση του προσφεύγοντα, διαβιβάζονται στα μέλη της επιτροπής προσφυγών φροντίδι του γραμματέα της, εντός τριών μηνών από την κατάθεση της προσφυγής και τουλάχιστον 15 ημέρες πριν από την ημερομηνία εξέτασης. |
ΣΤ. Σύγκληση της επιτροπής προσφυγών
Η επιτροπή προσφυγών συγκαλείται από τον πρόεδρό της. Πρέπει κατ' αρχήν να εξετάσει τις προσφυγές που της υποβάλλονται εντός τεσσάρων μηνών από την κατάθεσή τους.
Ζ. Διαδικασία ενώπιον της επιτροπής προσφυγών
|
α) |
Οι συνεδριάσεις της επιτροπής προσφυγών δεν είναι δημόσιες (εκτός εάν η ίδια η επιτροπή αποφασίσει άλλως). Οι εργασίες της είναι μυστικές. |
|
β) |
Ο διευθυντής ή ο εκπρόσωπός του, καθώς και ο προσφεύγων, παρίστανται στις συζητήσεις και δύνανται να αναπτύξουν προφορικά τα επιχειρήματά τους, προς επίρρωσιν των μέσων που αναφέρουν στα υπομνήματά τους. |
|
γ) |
Η επιτροπή προσφυγών δύναται να απαιτήσει τη διαβίβαση κάθε εγγράφου που κρίνει ως χρήσιμο για την εξέταση των προσφυγών που της έχουν υποβληθεί. Κάθε διαβιβαζόμενο έγγραφο γνωστοποιείται επίσης και στον διευθυντή και στον προσφεύγοντα. |
|
δ) |
Η επιτροπή προσφυγών καλεί σε ακρόαση τους διαδίκους καθώς και όλους τους μάρτυρες των οποίων την κατάθεση κρίνει χρήσιμη για τις συζητήσεις. Κάθε μέλος του προσωπικού που καλείται να καταθέσει είναι υποχρεωμένο να παρουσιαστεί στην επιτροπή προσφυγών και δεν δύναται να αρνηθεί να παράσχει τις ζητούμενες πληροφορίες. |
|
ε) |
Κάθε πρόσωπο που παρέστη σε συνεδρίαση της επιτροπής προσφυγών οφείλει να τηρήσει απόλυτη μυστικότητα όσον αφορά τα γεγονότα που υπέπεσαν στην αντίληψή του κατά τη διάρκεια των συζητήσεων, καθώς και όσον αφορά τις γνώμες που εκφράστηκαν εκεί. |
Η. Τελική απόφαση και έκδοση της απόφασης της επιτροπής προσφυγών
|
α) |
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η επιτροπή προσφυγών, αποφασίζοντας με τη διαδικασία των προσωρινών μέτρων μπορεί να αναστείλει την εκτέλεση του προσβαλλόμενου μέτρου, μέχρις ότου εκδοθεί η ως άνω τελική απόφαση. |
|
β) |
Οι αποφάσεις της επιτροπής προσφυγών λαμβάνονται με πλειοψηφία. Είναι γραπτές και αιτιολογημένες. Είναι τελεσίδικες και εκτελεστές από τα δύο μέρη εντός μιας ολόκληρης ημέρας από τη γνωστοποίησή τους. |
|
γ) |
Είναι εν τούτοις δυνατόν να υποβληθεί αίτηση για διόρθωση της απόφασης λόγω τεχνικού σφάλματος. Οι αιτήσεις για διόρθωση πρέπει να υποβάλλονται το αργότερο εντός έξι μηνών από τη διαπίστωση του λάθους. |