ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 223

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
27 Αυγούστου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2005 του Συμβουλίου, της 19ης Αυγούστου 2005, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 151/2003 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων από χάλυβες με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ρωσίας

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1372/2005 του Συμβουλίου, της 19ης Αυγούστου 2005, για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας και Ρωσίας, για την περάτωση της ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο καταγωγής Ταϊβάν και για την κατάργηση των εν λόγω μέτρων

27

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2005, για την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων που παρέχονται σε σχέση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας

42

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

27.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 223/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1371/2005 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ,

της 19ης Αυγούστου 2005,

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 151/2003 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων από χάλυβες με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ρωσίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, (1)

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής «βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 9 και 11 παράγραφος 3,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Έναρξη διαδικασίας

(1)

Στις 28 Μαΐου 2004, η Επιτροπή με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2), ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (εφεξής «ΗΠΑ») και Ρωσίας, καθώς και την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm, καταγωγής Ρωσίας.

(2)

Η διαδικασία αντιντάμπινγκ κινήθηκε κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε στις 13 Απριλίου 2004 από την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία των Βιομηχανιών Σιδήρου και Χάλυβα (European Confederation of Iron and Steel Industries) (εφεξής «Eurofer» ή «ο καταγγέλλων») εξ ονόματος των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν σημαντικό τμήμα, στη συγκεκριμένη περίπτωση άνω του 90 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ντάμπινγκ που έχει ασκηθεί στο εν λόγω προϊόν και ως προς τη σημαντική ζημία που έχει προκύψει, τα οποία στοιχεία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

(3)

Η ενδιάμεση επανεξέταση κινήθηκε με πρωτοβουλία της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, για να παρασχεθεί η δυνατότητα για τυχόν απαιτούμενη τροποποίηση ή κατάργηση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 151/2003 (3) του Συμβουλίου στις εισαγωγές από τη Ρωσία φύλλων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm. Η ανάγκη τροποποίησης ή κατάργησης ενδέχεται να προκύψει λόγω του γεγονότος ότι τα προϊόντα για τα οποία έχουν επιβληθεί μέτρα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 151/2003 εντάσσονται στο πλαίσιο των προϊόντων που υπόκεινται στη διαδικασία σχετικά με τις εισαγωγές στην Κοινότητα πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.

2.   Μέρη που αφορά η διαδικασία

(4)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, τους εισαγωγείς-εμπόρους και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους αντιπροσώπους των ενδιαφερομένων χωρών εξαγωγής και τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

(5)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, καθώς και οι κοινοτικοί παραγωγοί, οι εισαγωγείς-έμποροι και οι χρήστες γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα μέρη που το ζήτησαν εντός της ορισθείσας προθεσμίας, τα οποία απέδειξαν ότι η ακρόασή τους επιβάλλεται ένεκα ειδικών λόγων.

3.   Ερωτηματολόγια

(6)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και σε όλες τις άλλες εταιρείες που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

(7)

Ελήφθησαν απαντήσεις από έναν αμερικανό παραγωγό-εξαγωγέα και τις συνδεδεμένες θυγατρικές του στην Κοινότητα, καθώς και από δύο ρώσους παραγωγούς-εξαγωγείς και τις συνδεδεμένες θυγατρικές τους στην Κοινότητα. Ελήφθησαν επίσης απαντήσεις από τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς, 16 χρήστες και έναν εισαγωγέα μη συνδεδεμένο με έναν παραγωγό-εξαγωγέα στις ενδιαφερόμενες χώρες.

(8)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ, της επακόλουθης ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας. Πραγματοποιήθηκε δε επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις των ακολούθων εταιρειών:

Κοινοτικοί παραγωγοί

ThyssenKrupp Electrical Steel UGO, Isbergues, Γαλλία

ThyssenKrupp Electrical Steel AST, Terni, Ιταλία

ThyssenKrupp Electrical Steel GmbH, Gelsenkirchen, Γερμανία

Orb Electrical Steels Limited, Newport, Ηνωμένο Βασίλειο

Χρήστες στην Κοινότητα

Areva SA, Παρίσι, Γαλλία

Specialacciai srl, Novi Ligure, Ιταλία

Παραγωγοί-εξαγωγείς στη Ρωσία

Novolipetsky Iron & Steel Corporation («NLMK»), Lipetsk

VIZ Stal, Ekaterinburg

Παραγωγοί-εξαγωγείς στις ΗΠΑ

AK Steel Corporation, Butler, Pennsylvania

Συνδεδεμένοι εισαγωγείς στην Κοινότητα

AK Steel BV, Oosterhout, Κάτω Χώρες

AK Steel GmbH, Κολωνία, Γερμανία

AK Steel Ltd., Baldock, Ηνωμένο Βασίλειο

AK Steel s.r.l., Γένοβα, Ιταλία

Duferco Commerciale SpA, Γένοβα, Ιταλία

Duferco GmbH, Mülheim, Γερμανία

Συνδεδεμένοι εισαγωγείς εκτός Κοινότητας

Duferco SA, Lugano, Ελβετία

Stinol AG, Lugano, Ελβετία

(9)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από 1ης Απριλίου 2003 έως τις 31 Μαρτίου 2004 (εφεξής «περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων που απαιτήθηκε για την αξιολόγηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2000 έως το τέλος της ΠΕ (εφεξής «η υπό εξέταση περίοδος»).

4.   Ισχύοντα μέτρα

(10)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 151/2003 του Συμβουλίου, επιβλήθηκαν οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές από τη Ρωσία φύλλων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιούνται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm (εφεξής «μεγάλα GOES»), μετά από έρευνα που κινήθηκε βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Με τον εν λόγω κανονισμό, καθορίστηκαν δασμοί αντιντάμπινγκ 14,7 % για τις εισαγωγές από την VIZ-Stal και 40,1 % για τις εισαγωγές από την NLMK, ενώ ο δεύτερος από τους δασμολογικούς συντελεστές αποτελεί συγχρόνως εναπομένοντα δασμό για τις εισαγωγές των εν λόγω προϊόντων από άλλες εταιρείες της Ρωσίας.

(11)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1000/2004 (4) της Επιτροπής έγιναν αποδεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων που προτάθηκαν, στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές μεγάλων GOES καταγωγής Ρωσίας, από την NLMK και την Viz Stal, καθώς και από τις συνδεδεμένες με αυτές εταιρείες πωλήσεων, για περίοδο έξι μηνών, μέχρι τις 20 Νοεμβρίου 2004. Οι εν λόγω αναλήψεις υποχρεώσεων προορίζονταν να παράσχουν έναν προσωρινό τρόπο προσαρμογής των μέτρων αντιντάμπινγκ που είχαν επεκταθεί στις εισαγωγές στα 10 νέα κράτη μέλη, συνεπεία της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την 1η Μαΐου 2004. Στόχος ήταν η αποφυγή αιφνίδιων και άκρως δυσμενών για τους εισαγωγείς και χρήστες επιπτώσεων που συνεπάγεται η αιφνίδια και πλήρης εφαρμογή των επεκταθέντων μέτρων στις εν λόγω 10 χώρες. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1995/2004 (5) της Επιτροπής, έγιναν αποδεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων για επιπλέον περίοδο έξι μηνών, μέχρι τις 20 Μαΐου 2005, δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις για την αποδοχή τους θεωρήθηκαν ότι εξακολουθούσαν να υφίστανται.

5.   Προσωρινά μέτρα

(12)

Δεδομένης της ανάγκης να εξεταστούν περαιτέρω ορισμένες πτυχές της έρευνας, καθώς και λόγω της αλληλεπίδρασης με την ενδιάμεση επανεξέταση που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (3), αποφασίστηκε να συνεχιστεί η έρευνα χωρίς την επιβολή προσωρινών μέτρων.

(13)

Ωστόσο, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα προκαταρκτικά συμπεράσματα της έρευνας και τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα προαναφερθέντα συμπεράσματα. Οι υποβληθείσες από τα μέρη παρατηρήσεις εξετάστηκαν και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, ελήφθησαν υπόψη τα σχετικά αιτήματα και εφόσον ήταν αναγκαίο τροποποιήθηκαν τα εν λόγω συμπεράσματα.

Β.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Υπό εξέταση προϊόν

(14)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι πλατέα προϊόντα έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές (εφεξής «GOES»), κάθε πλάτους, τα οποία δηλώνονται υπό τους κωδικούς ΣΟ 7225 11 00 (με πλάτους 600 mm ή μεγαλύτερο) και 7226 11 00 (με πλάτος μικρότερο από 600 mm). Οι ανωτέρω κωδικοί ΣΟ παρατίθενται για πληροφοριακούς και μόνο λόγους.

(15)

Τα GOES παράγονται από περιελίξεις θερμής έλασης από πυριτιούχα χαλυβοκράματα διαφορετικού πάχους, των οποίων η δομή του κόκκου έχει ομοιόμορφο προσανατολισμό ώστε να επιτυγχάνεται μαγνητική αγωγιμότητα υψηλής απόδοσης. Οι ανεπάρκειες όσον αφορά την εν λόγω αγωγιμότητα καλούνται «απώλειες στον πυρήνα» και είναι ο βασικός δείκτης ποιότητας του προϊόντος. Όσον αφορά την αγορά, τα προϊόντα αυτά κατατάσσονται σε δύο χαρακτηριστικές κατηγορίες: τους τύπους «υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας», ή τύπους υψηλής αγωγιμότητας και τους συνήθεις τύπους. Για ένα συγκεκριμένο πάχος των φύλλων, οι τύποι υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας επιτρέπουν να επιτυγχάνονται μικρότερες απώλειες στον πυρήνα. Τα φύλλα από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους, τεμαχίζονται, εφόσον απαιτηθεί, σε ορισμένο πλάτος, ανάλογα με τις ανάγκες του πελάτη. Πρόκειται για την καλούμενη «διαδικασία κοπής». Το υπό εξέταση προϊόν χρησιμοποιείται από κατασκευαστές και μεταποιητές ηλεκτρομαγνητικών συσκευών και μετασχηματιστών που χρησιμοποιούνται από παραγωγούς και διανομείς ηλεκτρικής ενέργειας.

(16)

Παρά τις διαφορές από άποψη διαπερατότητας, πάχους ή πλάτους, όλοι οι τύποι των GOES διαθέτουν τα ίδια βασικά, φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και προορίζονται ουσιαστικά για τις ίδιες βασικές χρήσεις.

(17)

Όσον αφορά την έρευνα επανεξέτασης για τα μεγάλα GOES, που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ανωτέρω, θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις παρατηρήθηκε ότι τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ, που αναφέρονται στην παράγραφο 10, καταστρατηγήθηκαν μέσω της κοπής των περιελίξεων από χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους που χρησιμοποιείται σε ηλεκτρικές εφαρμογές, πριν από την εξαγωγή τους στην Κοινότητα. Πράγματι, οι χρήστες στην Κοινότητα αγοράζουν συχνά μεγάλα GOES και στη συνέχεια τα τεμαχίζουν ανάλογα με τις ανάγκες τους. Μετά την επιβολή των μέτρων, τα GOES τεμαχίζονταν πριν από την εξαγωγή τους από τους παραγωγούς ή τους εξαγωγείς, σε διαστάσεις που δεν υπερέβαιναν τα 500 mm, έτσι ώστε το προϊόν να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των μέτρων.

(18)

Ένας παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα GOES περιορισμένου πλάτους (που ορίζονταν από την εταιρεία αυτή ως GOES πλάτους μικρότερου των 500 mm) θα έπρεπε να διαχωρίζονται από τα μεγάλα GOES (με πλάτος 500 mm ή περισσότερο), δεδομένου ότι τα μεγάλα GOES δεν μπορούν να αντικατασταθούν από GOES περιορισμένου πλάτους, τα οποία υπόκεινται σε διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού σε σχέση με τα μεγάλα GOES. Το επιχείρημα όσον αφορά τις διαφορετικές συνθήκες ανταγωνισμού βασίζεται στο γεγονός ότι οι τελικοί χρήστες παραγγέλλουν και αγοράζουν άμεσα GOES πλάτους που ικανοποιεί επακριβώς τις απαιτήσεις τους προκειμένου να αποφεύγεται το κόστος της κοπής, αντί να αγοράζουν περιελίξεις μεγαλύτερου πλάτους από εκείνο που χρησιμοποιείται στις δικές τους διαδικασίες παραγωγής και να είναι υποχρεωμένοι να φροντίσουν οι ίδιοι για την κοπή, αναθέτοντας επιπλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις, την κοπή σε ειδικευμένους υπεργολάβους.

(19)

Το επιχείρημα της έλλειψης εναλλαξιμότητας βασίζεται στο γεγονός ότι, μολονότι τα GOES περιορισμένου πλάτους μπορούν να αντικαθίστανται από μεγάλα GOES που έχουν τεμαχιστεί, το αντίστροφο δεν είναι βεβαίως εφικτό. Ο ενδιαφερόμενος εξαγωγέας αναφέρθηκε στη διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με ορισμένα υποδήματα που έχουν το επάνω μέρος από υφαντικές ύλες καταγωγής Κίνας και Ινδονησίας  (6) στην οποία θεωρήθηκε ότι τα υποδήματα εσωτερικού χώρου δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε εξωτερικό χώρο και επομένως θα πρέπει να αποτελούν χωριστή κατηγορία προϊόντων.

(20)

Όσον αφορά την προαναφερθείσα διαδικασία αντιντάμπινγκ, εξήχθη το συμπέρασμα ότι τα υποδήματα εσωτερικού χώρου και τα υποδήματα εξωτερικού χώρου θα έπρεπε να αποτελούν χωριστές κατηγορίες προϊόντων, δεδομένου ότι τα υποδήματα εσωτερικού χώρου έχουν διαφορετικά βασικά φυσικά χαρακτηριστικά, τα οποία τα καθιστούν ακατάλληλα για εξωτερικές χρήσεις. Κατά συνέπεια, η κατάσταση είναι διαφορετική στην παρούσα περίπτωση, δεδομένου ότι από την έρευνα εξήχθη το συμπέρασμα ότι, ανεξάρτητα από το πλάτος τους, τα GOES είναι κατασκευασμένα από το ίδιο βασικό υλικό, έχουν τα ίδια βασικά χαρακτηριστικά και συγκρίσιμες τελικές χρήσεις. Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι ακόμα και η μερική εναλλαξιμότητα μεταξύ προϊόντων επαρκεί προκειμένου να θεωρηθούν ως ενιαίο προϊόν στο πλαίσιο μιας έρευνας αντιντάμπινγκ και, στην περίπτωση των GOES, υπάρχει εναλλαξιμότητα, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη (17).

(21)

Το δεύτερο επιχείρημα το οποίο προέβαλε ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας βασίζεται στην υπόθεση ότι οι τελικοί χρήστες θα χρησιμοποιήσουν κατά προτίμηση GOES με πλάτος που πληροί τις τεχνικής φύσης απαιτήσεις τους για παραγωγικούς σκοπούς. Εντούτοις, διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι τελικοί χρήστες προβαίνουν οι ίδιοι, στο πλαίσιο της συνήθους εργασίας τους, στην κοπή του υλικού ή προμηθεύονται χοντρικά κομμένα σε περιορισμένο πλάτος GOES από τη Ρωσία, χωρίς δασμούς αντιντάμπινγκ και στη συνέχεια τεμαχίζουν το εισαγόμενο υλικό ανάλογα με τις ανάγκες τους. Επιπλέον, οι ευρύτατα διαδεδομένες εταιρείες κοπής και τα κέντρα υπηρεσιών χάλυβα στην Κοινότητα αποδεικνύουν το γεγονός ότι τα GOES δεν εξέρχονται πάντοτε από τα εργοστάσια των παραγωγών στις διαστάσεις ακριβώς που απαιτούνται από τον τελικό χρήστη. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί τους οποίους προέβαλε ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας απορρίφθηκαν.

(22)

Κατά συνέπεια, για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας αντιντάμπινγκ, όλοι οι τύποι του υπό εξέταση προϊόντος θεωρούνται ως ένα και το αυτό προϊόν.

2.   Ομοειδές προϊόν

(23)

Διαπιστώθηκε ότι το προϊόν που εξαγόταν από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ στην Κοινότητα, το προϊόν που κατασκευάστηκε και πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της Ρωσίας και των ΗΠΑ, καθώς και το προϊόν που κατασκευάστηκε και πωλήθηκε στην Κοινότητα από τους κοινοτικούς παραγωγούς, παρουσίαζαν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και προορίζονταν για τις ίδιες χρήσεις, και επομένως, τα εν λόγω προϊόντα θεωρήθηκαν ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Γενική μέθοδος

(24)

Για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η Επιτροπή προσδιόρισε καταρχήν, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα, κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις συνολικές εξαγωγικές πωλήσεις του στην Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι εγχώριες πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές στις περιπτώσεις που ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων που πραγματοποίησε καθένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεών του στην Κοινότητα.

(25)

Για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στις εγχώριες αγορές τους και που αποδείχθηκε ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τον τύπο του υπό εξέταση προϊόντος, που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, καθορίστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι εγχώριες πωλήσεις ενός ειδικού τύπου GOES θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές όταν, κατά την περίοδο της έρευνας, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου αντιπροσώπευε το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου GOES που εξήχθη στην Κοινότητα.

(26)

Στη συνέχεια η Επιτροπή εξέτασε εάν οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου του προϊόντος κάθε παραγωγού-εξαγωγέα ήταν δυνατόν να θεωρηθούν ως πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, καθορίζοντας την αναλογία επικερδών πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες του εν λόγω τύπου προϊόντος.

(27)

Σε περιπτώσεις όπου ο όγκος των πωλήσεων του τύπου GOES, που πωλήθηκε σε καθαρή τιμή πώλησης ίση ή ανώτερη του υπολογισθέντος κόστους παραγωγής, αντιπροσώπευε πάνω από το 80 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου, και όπου η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίσθηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών όλων των εγχώριων πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά την ΠΕ, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήταν ή όχι επικερδείς. Στις περιπτώσεις που ο όγκος επικερδών πωλήσεων του τύπου GOES αντιπροσώπευε ποσοστό 80 % ή μικρότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων αυτού του τύπου, ή όταν η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν κατώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίσθηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των επικερδών πωλήσεων μόνο αυτού του τύπου, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πωλήσεις αντιπροσώπευαν ποσοστό 10 % ή μεγαλύτερο των συνολικών πωλήσεων αυτού του τύπου. Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων οιουδήποτε είδους GOES αντιπροσώπευε ποσοστό κατώτερο του 10 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου, θεωρήθηκε ότι το συγκεκριμένο αυτό είδος πωλήθηκε σε ανεπαρκείς ποσότητες και ότι η εγχώρια τιμή δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(28)

Όταν οι εγχώριες τιμές ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος που πωλήθηκε από έναν παραγωγό-εξαγωγέα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, εφαρμόστηκε διαφορετική μέθοδος. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή χρησιμοποίησε κατασκευασμένη κανονική αξία. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την προσθήκη στο κόστος κατασκευής των εξαγόμενων τύπων κάθε εξαγωγέα, το οποίο προσαρμόστηκε όπου κρίθηκε απαραίτητο, ενός εύλογου ποσοστού για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΕΠ&ΓΔΕ») και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους.

2.   Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

(29)

Όσον αφορά τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, δεδομένου ότι πωλήθηκαν σημαντικές ποσότητες - στην προκείμενη περίπτωση περισσότερο από το 90 % των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά - σε τιμή κατώτερη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι, στο πλαίσιο των εγχώριων συναλλαγών, η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης ήταν κατώτερη από το μέσο σταθμισμένο μοναδιαίο κόστος παραγωγής κατά την ΠΕ.

(30)

Κατά συνέπεια, οι εγχώριες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε από τον παραγωγό-εξαγωγέα δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

(31)

Η κανονική αξία κατασκευάστηκε με βάση το κόστος παραγωγής του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα, στο οποίο προστέθηκε ένα ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος. Τα ποσά που καθορίστηκαν για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος ήταν αντίστοιχα με εκείνα που ίσχυαν, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, για την παραγωγή και τις πωλήσεις από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα στην εγχώρια αγορά, προϊόντων χάλυβα της ίδιας κατηγορίας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 σημείο β) του βασικού κανονισμού.

(32)

Το συνολικό κόστος παραγωγής καθορίστηκε για κάθε συγκεκριμένο τύπο προϊόντος, με βάση την ποιότητα του χάλυβα, το πάχος, και κατά πόσον το υπό εξέταση προϊόν πωλήθηκε υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους ή τεμαχισμένων σε λωρίδες. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, απαιτήθηκε να ληφθούν υπόψη τα έξοδα κοπής.

(33)

Η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε βάσει της καταβληθείσας ή της καταβλητέας τιμής για το υπό εξέταση προϊόν, κατά την πώλησή του για κατανάλωση στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

(34)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας δεν πώλησε οποιαδήποτε ποσότητα του υπό εξέταση προϊόντος άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Όλες οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων θυγατρικών στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, η τιμή εξαγωγής κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, με βάση τις τιμές μεταπώλησης σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Έγιναν προσαρμογές προκειμένου να ληφθεί υπόψη το συνολικό κόστος που επιβάρυνε τους συνδεδεμένους εισαγωγείς μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων (ΕΠ&ΓΔΕ), καθώς και εύλογου περιθωρίου κέρδους.

(35)

Για να διασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση της κανονικής αξίας με την τιμή εξαγωγής σε επίπεδο τιμής «εκ του εργοστασίου» και στο ίδιο επίπεδο εμπορίας, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς και όπως αποδείχθηκε, επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Στις περιπτώσεις που ήταν σκόπιμο και αιτιολογημένο, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη το κόστος μεταφοράς και ασφάλισης, το κόστος πιστώσεων, τα σχετικά τραπεζικά έξοδα, οι εισαγωγικές επιβαρύνσεις και τα έξοδα κοπής.

(36)

Η προσαρμογή όσον αφορά τα έξοδα κοπής ήταν αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα κατάλληλης σύγκρισης των GOES με κριτήριο εάν εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και στη συνέχεια πωλήθηκαν στην Κοινότητα ως έχουν, ή εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και πωλήθηκαν στην Κοινότητα μετά τον τεμαχισμό τους σε λωρίδες, ή εισήχθησαν ως τεμαχισμένο σε λωρίδες υλικό και πωλήθηκαν είτε υπό τη μορφή αυτή, είτε μετά από περαιτέρω τεμαχισμό στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο ια) του βασικού κανονισμού.

(37)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τη σύγκριση της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας και των μέσων σταθμισμένων τιμών εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος, οι οποίες υπολογίστηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω.

(38)

Με βάση τα στοιχεία αυτά, το περιθώριο ντάμπινγκ εκφραζόμενο ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίστηκε ως ακολούθως:

AK Steel Corporation, Middletown: 47,6 %

(39)

Όσον αφορά τις ΗΠΑ, καθώς αποδείχθηκε ότι ένας γνωστός εξαγωγέας σκόπιμα δεν συνεργάστηκε στο πλαίσιο της έρευνας, το υπόλοιπο περιθωρίου ντάμπινγκ για τον εν λόγω μη συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα θα πρέπει να καθοριστεί στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου που διαπιστώθηκε για πωλήσεις αντιπροσωπευτικών τύπων προϊόντος, που πραγματοποιήθηκαν από τον συνεργαζόμενο παραγωγό στην Κοινότητα, δηλαδή στο 60,6 %.

3.   Ρωσία

(40)

Η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη γενική μεθοδολογία, όπως διευκρινίζεται στις παραγράφους 24 έως 28.

(41)

Μόνο για τον τύπο GOES για τον οποίο έως και το 80 %, αλλά το 10 % τουλάχιστον των εγχώριων πωλήσεων πραγματοποιήθηκαν σε επαρκείς ποσότητες κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή, με τον υπολογισμό του μέσου σταθμισμένου όρου των τιμών όλων των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου, που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, κατά την ΠΕ.

(42)

Για τους υπόλοιπους τύπους προϊόντος για τους οποίους δεν ήταν αντιπροσωπευτικές οι εγχώριες πωλήσεις, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την προσθήκη στο κόστος κατασκευής των εξαγομένων τύπων, ενός εύλογου ποσοστού για να ληφθούν υπόψη τα έξοδα πωλήσεων και τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΕΠ&ΓΔΕ») και ένα εύλογο περιθώριο κέρδους, με βάση τα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και τις πωλήσεις, κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, του ομοειδούς προϊόντος, από τον παραγωγό-εξαγωγέα που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του άρθρου 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(43)

Οι εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες, καθώς και μέσω μιας συνδεδεμένης εταιρείας στην Ελβετία. Όσον αφορά την εταιρεία αυτή, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε με βάση τις τιμές μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο αγοραστή στην Κοινότητα.

(44)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας προέβαλε τον ισχυρισμό ότι τα εισαγόμενα στην Κοινότητα προϊόντα καταγωγής Ρωσίας δεν είναι δυνατόν να συγκριθούν με προϊόντα που παρήχθησαν στην Κοινότητα και τούτο λόγω ποιοτικών διαφορών: ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα δικά του GOES παρουσιάζουν περισσότερα ελαττώματα στην επιφάνεια και μεγαλύτερες απώλειες στον πυρήνα και σε κάποιο βαθμό είναι διαφορετικής ποιότητας. Ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας ζήτησε επομένως να γίνει κάποια προσαρμογή λόγω ποιοτικών διαφορών.

(45)

Για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ, η σύγκριση πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο τύπων προϊόντος που αντιστοιχούν σε διάφορες ποιότητες χάλυβα με συγκεκριμένες διακυμάνσεις από άποψη απωλειών στον πυρήνα. Τα αμερικανικά και ρωσικά πρότυπα συγκρίθηκαν με ευρωπαϊκά λαμβάνοντας υπόψη όλα τα χαρακτηριστικά του εν λόγω προϊόντος. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν συγκρίσεις σε επίπεδο παραγωγής και πωλήσεων υλικού πρώτης ποιότητας. Κατά συνέπεια, απορρίφθηκε το επιχείρημα ενός παραγωγού-εξαγωγέα για προσαρμογή λόγω ποιοτικών διαφορών. Η ίδια μεθοδολογική προσέγγιση ακολουθήθηκε για τον υπολογισμό της εφαρμογής χαμηλότερων τιμών που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (78) έως (83).

(46)

Πραγματοποιήθηκε σύγκριση της κανονικής αξίας με τις τιμές εξαγωγής στο ίδιο στάδιο εμπορίας, εκ του εργοστασίου. Προκειμένου να διασφαλισθεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, ελήφθησαν υπόψη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, οι διαφορετικοί παράγοντες οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς και όπως απεδείχθη, επηρέασαν τις τιμές και τη συγκρισιμότητα των τιμών. Βάσει αυτών, προβλέφθηκαν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές όσον αφορά τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης και συσκευασίας, το κόστος πίστωσης και τα τραπεζικά έξοδα, καθώς και οι έμμεσοι φόροι. Έγιναν επίσης προσαρμογές για τις περιπτώσεις στις οποίες οι εξαγωγικές πωλήσεις είχαν πραγματοποιηθεί μέσω συνδεδεμένης εταιρείας, εγκατεστημένης σε άλλη χώρα εκτός Κοινότητας, δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 10 περίπτωση (i) του βασικού κανονισμού.

(47)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν συντακτικά λάθη στους υπολογισμούς και, μετά από επαλήθευση, οι εν λόγω ισχυρισμοί έγιναν δεκτοί και οι υπολογισμοί διορθώθηκαν δεόντως.

(48)

Όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, η μέση σταθμισμένη κανονική αξία κάθε τύπου του υπό εξέταση προϊόντος που εξάγεται στην Κοινότητα συγκρίθηκε με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής κάθε αντίστοιχου τύπου του υπό εξέταση προϊόντος.

(49)

Από τη σύγκριση προέκυψε η ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά τον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα. Τα περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, είναι τα ακόλουθα:

NLMK, Lipetsk: 11,5 %

(50)

Διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν συνολικά αντιπροσωπευτικές, αλλά δεν πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, δεδομένου ότι πωλήθηκαν σημαντικές ποσότητες - στην προκείμενη περίπτωση περισσότερο από το 90 % των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των υπό εξέταση εμπορικών πράξεων - σε τιμή κατώτερη του μοναδιαίου κόστους παραγωγής. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι, στο πλαίσιο των εγχώριων συναλλαγών, η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης ήταν κατώτερη από το μέσο σταθμισμένο μοναδιαίο κόστος παραγωγής κατά την ΠΕ.

(51)

Δεδομένου ότι οι εγχώριες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε από τον παραγωγό-εξαγωγέα, δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, η κατασκευασμένη κανονική αξία έπρεπε να υπολογιστεί, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

(52)

Η κατασκευασμένη κανονική αξία υπολογίστηκε με βάση το συνολικό κόστος παραγωγής του παραγωγού-εξαγωγέα, δηλαδή το κατασκευαστικό κόστος, επαυξημένο κατά ένα ποσό που αντιστοιχεί στα έξοδα πώλησης και τα γενικά και διοικητικά έξοδα (ΕΠ&ΓΔΕ), προστιθεμένου και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους, με βάση με βάση τα πραγματικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και τις πωλήσεις του παραγωγού-εξαγωγέα που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(53)

Υπενθυμίζεται ότι, κατά την ΠΕ, η Viz Stal αγόρασε τις βασικές πρώτες ύλες της, δηλαδή τις περιελίξεις θερμής έλασης ή την ταινία θερμής έλασης, από δύο προμηθευτές: την US Steel Kosice και τη ρωσική εταιρεία Magnitogorsk. Κατά την έρευνα για τα μεγάλα GOES, που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (10), διαπιστώθηκε ότι η σχέση μεταξύ της Magnitogorsk και της Viz Stal ήταν στενή και ότι οι τιμές των πωλήσεων από τον εν λόγω προμηθευτή δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αξιόπιστες. Όσον αφορά το ζήτημα αυτό, ο υπολογισμός του κατασκευαστικού κόστους και ειδικότερα του κόστους των βασικών πρώτων υλών βασίστηκε αποκλειστικά στην τιμή των περιελίξεων που αγοράστηκαν από τον μη συνδεδεμένο Σλοβάκο παραγωγό/προμηθευτή US Steel Kosice. Στην τιμή DAF στα σλοβακικά σύνορα προστέθηκε το κόστος μεταφοράς στο Ekaterinburg, τα έξοδα ασφάλισης και το κόστος πιστώσεων, με βάση τους όρους πληρωμής. Υπολογισμένες με τον τρόπο αυτό, οι περιελίξεις θερμής έλασης αντιπροσώπευαν το 61,4 % του συνολικού κόστους παραγωγής των GOES για τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα.

(54)

Το συνολικό κόστος παραγωγής καθορίστηκε για κάθε συγκεκριμένο τύπο προϊόντος, με βάση την ποιότητα του χάλυβα, το πάχος, και κατά πόσον το υπό εξέταση προϊόν πωλήθηκε υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους ή τεμαχισμένων σε λωρίδες, ενώ στην τελευταία αυτή περίπτωση θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη τα έξοδα τεμαχισμού.

(55)

Η Viz Stal δεν πώλησε το υπό εξέταση προϊόν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Όλες οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν μέσω συνδεδεμένων θυγατρικών στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, η κατασκευασμένη τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση τις τιμές μεταπώλησης σε ανεξάρτητους πελάτες. Έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη όλα τα έξοδα που προέκυψαν μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης από τους εν λόγω συνδεδεμένους εισαγωγείς, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων, καθώς και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

(56)

Για να διασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση της κανονικής αξίας με την τιμή εξαγωγής σε επίπεδο τιμής «εκ του εργοστασίου» και στο ίδιο επίπεδο εμπορίας, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές έτσι ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς και όπως αποδείχθηκε, επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Στις περιπτώσεις που ήταν εφικτό και αιτιολογημένο, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη το έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, το κόστος πιστώσεων, οι τραπεζικές επιβαρύνσεις και τα σχετικά τραπεζικά έξοδα, οι εισαγωγικές επιβαρύνσεις και τα έξοδα τεμαχισμού.

(57)

Η προσαρμογή όσον αφορά τα έξοδα κοπής ήταν αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα κατάλληλης σύγκρισης των GOES με κριτήριο εάν εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και στη συνέχεια πωλήθηκαν στην Κοινότητα ως έχουν, ή εισήχθησαν υπό μορφή περιελίξεων πλήρους πλάτους και πωλήθηκαν στην Κοινότητα μετά τον τεμαχισμό τους σε λωρίδες, ή εισήχθησαν ως τεμαχισμένο σε λωρίδες υλικό και πωλήθηκαν είτε υπό τη μορφή αυτή, είτε μετά από περαιτέρω τεμαχισμό στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο ια) του βασικού κανονισμού.

(58)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τη σύγκριση της σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας και των μέσων σταθμισμένων τιμών εξαγωγής ανά τύπο προϊόντος, οι οποίες υπολογίστηκαν όπως αναφέρεται ανωτέρω.

(59)

Όσον αφορά τις εξαγωγές του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα προς την Κοινότητα, από την έρευνα δεν προέκυψε η διαπίστωση πρακτικής ντάμπινγκ.

(60)

Η απουσία εισαγωγών στην Κοινότητα που να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ διαπιστώθηκε τόσο όσον αφορά τις περιελίξεις πλήρους πλάτους όσο και τις τεμαχισμένες σε λωρίδες περιελίξεις όλων των διαφόρων τύπων προϊόντος και επομένως αφορούσε τόσο τα μεγάλα GOES όσο και τα GOES περιορισμένου πλάτους.

(61)

Το επίπεδο συνεργασίας από μέρους των παραγωγών-εξαγωγέων ήταν υψηλό δεδομένου ότι κάλυπταν το σύνολο των γνωστών εισαγωγών στην Κοινότητα. Όσον αφορά έναν ρώσο παραγωγό-εξαγωγέα, διαπιστώθηκε κατά την ΠΕ ντάμπινγκ 11,5 %, ενώ για τον άλλο συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα δεν προέκυψε από την έρευνα οποιαδήποτε διαπίστωση για εισαγωγές στην Κοινότητα με την πρακτική ντάμπινγκ. Το υπόλοιπο περιθωρίου ντάμπινγκ καθορίστηκε στο επίπεδο του περιθωρίου που διαπιστώθηκε για τον παραγωγό-εξαγωγέα που εφάρμοζε πρακτικές ντάμπινγκ.

Δ.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Κοινοτική παραγωγή

(62)

Στην Κοινότητα κατασκευάζουν GOES έξι παραγωγοί. Οι τρεις καταγγέλλοντες κοινοτικοί παραγωγοί είναι εγκατεστημένοι στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι οι εν λόγω τρεις παραγωγοί ανήκουν στον ίδιο όμιλο. Οι λοιποί παραγωγοί είναι εγκατεστημένοι στην Πολωνία, την Τσεχική Δημοκρατία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

(63)

Από την έρευνα προέκυψε ότι οι εν λόγω έξι παραγωγοί αντιπροσωπεύουν το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

2.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(64)

Εκτός από τους τρεις (συνδεδεμένους) καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, συνεργάστηκε πλήρως στο πλαίσιο της έρευνας και ένας άλλος κοινοτικός παραγωγός. Η συνολική παραγωγή των εν λόγω τεσσάρων εταιρειών διαπιστώθηκε ότι αντιπροσώπευε περίπου το 90 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος.

(65)

Επομένως, θεωρείται ότι οι τέσσερις αυτοί κοινοτικοί παραγωγοί αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και καλούνται εφεξής «κοινοτικός κλάδος παραγωγής».

(66)

Όσον αφορά τους λοιπούς δύο κοινοτικούς παραγωγούς, ο ένας δεν παρέσχε στοιχεία και ο άλλος, μολονότι υποστήριξε τη διαδικασία, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδομένου ότι παρέσχε ορισμένα μόνο βασικά στοιχεία σχετικά με την παραγωγή του και τον όγκο των πωλήσεών του.

Ε.   ΖΗΜΙΑ

1.   Κατανάλωση στην Κοινότητα

(67)

Η κατανάλωση στην Κοινότητα καθορίστηκε με βάση τις πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην αγορά της Κοινότητας από α) τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, β) τους λοιπούς κοινοτικούς παραγωγούς, οι οποίοι κοινοποίησαν επίσης ορισμένες πληροφορίες γενικού χαρακτήρα και γ) τις εισαγωγές στην αγορά της Κοινότητας από όλες τις τρίτες χώρες σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα στοιχεία που υπέβαλαν οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς στις ενδιαφερόμενες χώρες.

(68)

Βάσει αυτών, η κατανάλωση στην Κοινότητα εξελίχθηκε ως εξής:

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Κατανάλωση στην Κοινότητα (σε μετρικούς τόνους)

[...]

[...]

[...]

[...]

[...]

Δείκτης 2000 = 100

100

108

96

92

92

Πηγή: εξακριβωμένες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, πληροφορίες που κοινοποιήθηκαν από έναν άλλο κοινοτικό παραγωγό, στοιχεία τα οποία περιλαμβάνει η καταγγελία και Eurostat

(69)

Η κατανάλωση στην Κοινότητα αυξήθηκε αρχικά κατά 8 % μεταξύ του 2000 και του 2001, στη συνέχεια όμως παρουσίασε σημαντική και διαρκή πτώση κατά 15 %. Κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου διαπιστώθηκε μείωση της κατανάλωσης κατά 8 %. Η συνεχής μείωση της κατανάλωσης αιτιολογείται από τη μείωση της ζήτησης από τον κατάντη βιομηχανικό κλάδο, δηλαδή τους παραγωγούς μετασχηματιστών, κυρίως λόγω του περιορισμού νέων βιομηχανικών έργων για τα οποία απαιτούνται ηλεκτρικοί μετασχηματιστές.

2.   Εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες

(70)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες θα έπρεπε να εκτιμηθούν σωρευτικά, με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι οι εισαγωγές ενός προϊόντος αξιολογούνται σωρευτικά εφόσον διαπιστώνεται ότι το περιθώριο ντάμπινγκ που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα ξεχωριστά υπερβαίνει το ελάχιστο όριο που ορίζεται από το άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, ότι ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα ξεχωριστά δεν είναι αμελητέος, και ότι οι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος καθιστούν τη σωρευτική αξιολόγηση ενδεδειγμένη.

(71)

Θα πρέπει να σημειωθεί το γεγονός ότι ένας ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας διαπιστώθηκε ότι δεν εφάρμοσε πρακτικές ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, οι εισαγωγές από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα δεν έχουν ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της εξέτασης για να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι ενδεδειγμένη η σωρευτική αξιολόγηση των εισαγωγών.

(72)

Διαπιστώθηκε ότι τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν για καθεμιά από τις ενδιαφερόμενες χώρες υπερέβαιναν το ελάχιστο όριο. Επιπλέον, ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από καθεμιά από τις εν λόγω χώρες δεν ήταν αμελητέος, δηλαδή αντιπροσώπευαν για τις ΗΠΑ και τη Ρωσία αντίστοιχα το 10 % και 3 % περίπου της κατανάλωσης στην Κοινότητα κατά την ΠΕ.

(73)

Όσον αφορά τους όρους ανταγωνισμού τόσο μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όσο και μεταξύ των εισαγωγών αυτών και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος, διαπιστώθηκε ότι τα GOES που πωλήθηκαν από τις ενδιαφερόμενες χώρες και εκείνα που πωλήθηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν ομοειδή από κάθε άποψη και διανέμονταν μέσω των ιδίων εμπορικών κυκλωμάτων. Από την έρευνα προέκυψε ότι οι τιμές εισαγωγής στην περίπτωση και των δύο χωρών ακολούθησαν όμοια πτωτική τάση, ιδίως κατά το δεύτερο ήμισυ της υπό εξέταση περιόδου και διαπιστώθηκε ότι οι τιμές αυτές ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Τούτο οδήγησε σε γενική ύφεση των τιμών των GOES που πωλούνταν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(74)

Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών πρέπει να αξιολογηθούν σωρευτικά.

(75)

Από τον ανωτέρω πίνακα προκύπτει ότι οι εισαγωγές GOES στην Κοινότητα από τις ενδιαφερόμενες χώρες υπερ-τριπλασιάστηκαν κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Μερίδιο αγοράς των εισαγωγών με ντάμπινγκ

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Μερίδιο αγοράς

3,3 %

5,0 %

6,6 %

11,8 %

13,0 %

Πηγή: Eurostat και συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας

(76)

Η σταθερή αύξηση του μεριδίου αγοράς εγγράφεται στο πλαίσιο της γενικής μείωσης της κατανάλωσης στην Κοινότητα. Η εξέλιξη αυτή παρατηρήθηκε ιδίως από το 2002 όταν, παρά τη σημαντική μείωση της κατανάλωσης στην Κοινότητα, το μερίδιο αγοράς αυξήθηκε από το 6,6 % στο 13 %. Η μεγαλύτερη αύξηση του μεριδίου αγοράς παρατηρήθηκε κατά την περίοδο 2002/2003 κατά την οποία οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ σημείωσαν αύξηση άνω των 5 εκατοστιαίων μονάδων. Τούτο αντιστοιχεί σε αύξηση 65 % του όγκου των εισαγωγών σε απόλυτους όρους.

Εξέλιξη των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

€/μετρικό τόνο

[...]

[...]

[...]

[...]

[...]

Δείκτης 2000 = 100

100

124

121

99

98

Πηγή: Eurostat και συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας

(77)

Οι τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξήθηκαν αρχικά, μεταξύ του 2000 και του 2001, κατά 24 %. Η αύξηση αυτή οφειλόταν ιδίως στην άνοδο την οποία σημείωσε κατά την περίοδο αυτή η ζήτηση για GOES. Στη συνέχεια, οι τιμές ακολούθησαν διαρκή πτωτική τάση, από [...] ευρώ/τόνο το 2001 σε [...] ευρώ/τόνο κατά την περίοδο της έρευνας, παρουσιάζοντας μείωση κατά 20 %. Η μέση μείωση των τιμών ήταν ιδιαίτερα έντονη μεταξύ του 2002 και του 2003 (–20 %). Κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου, η μέση μοναδιαία τιμή των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ μειώθηκε κατά 2 %.

(78)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι παραγωγοί-εξαγωγείς στις ενδιαφερόμενες χώρες πωλούσαν σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ΠΕ. Για τους σκοπούς της παρούσας ανάλυσης, οι τιμές CIF των παραγωγών-εξαγωγέων προσαρμόστηκαν στο στάδιο παραδοτέο στα σύνορα της Κοινότητας μετά τον εκτελωνισμό. Οι τιμές αυτές συγκρίθηκαν με τις τιμές «εκ του εργοστασίου» του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, στο ίδιο επίπεδο εμπορίας και για συγκρίσιμα είδη προϊόντος.

(79)

Ένας ρώσος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι, κατά την εκτίμηση της εφαρμογής χαμηλότερων τιμών (και του περιθωρίου εξάλειψης της ζημίας), θα έπρεπε να γίνουν προσαρμογές σχετικά με τις ποιοτικές διαφορές μεταξύ των GOES που παρήχθησαν και πωλήθηκαν από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα και εκείνων που παρήχθησαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ο ισχυρισμός αυτός βασίζεται στο γεγονός ότι, για τους ίδιους τύπους προϊόντος, η ποιότητα των GOES που παρήχθησαν από τον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα θα ήταν αισθητά χαμηλότερη από εκείνη των GOES που παρήχθησαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(80)

Σχετικά με το ζήτημα αυτό, θα πρέπει καταρχήν να σημειωθεί το γεγονός ότι η εν λόγω προσαρμογή έγινε πράγματι δεκτή κατά την αρχική έρευνα, δηλαδή κατά το 1996, από την έρευνα όμως σχετικά με την επανεξέταση και την παράταση της ισχύος των μέτρων αυτών, μετά από επανεξέταση ενόψει της λήξεως ισχύος το 2003, εξήχθη το συμπέρασμα ότι, λαμβανομένης υπόψη της βελτίωσης των ρωσικών εγκαταστάσεων, οι τυχόν προσαρμογές σχετικά με την ποιότητα δεν ήταν πλέον αιτιολογημένες (7).

(81)

Επιπλέον, ζητήθηκε από τους χρήστες να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τη δυνατότητα σύγκρισης των εισαγομένων από τη Ρωσία GOES με εκείνα που αγοράστηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και κανείς από τους συνεργαζόμενους χρήστες δεν ανέφερε οποιεσδήποτε σημαντικές ποιοτικές διαφορές. Ένας μόνο χρήστης ανέφερε ότι η ποιότητα των ρωσικών προϊόντων είναι ελαφρά χαμηλότερη από εκείνη των προϊόντων που παρήχθησαν στην Κοινότητα, ο εν λόγω χρήστης όμως δεν απέδειξε το βάσιμο του ισχυρισμού του. Επιπλέον, ο χρήστης αυτός ανέφερε επίσης ότι τα εν λόγω δύο προϊόντα είναι απολύτως εναλλάξιμα και ότι επέλεξε τα ρωσικά προϊόντα λόγω της σημαντικής διαφοράς που παρουσίαζαν από άποψη τιμής. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

(82)

Με βάση τις τιμές των συνεργαζόμενων παραγωγών-εξαγωγέων, τα διαπιστωθέντα περιθώρια εφαρμογής χαμηλότερων τιμών, ανά χώρα, εκφραζόμενα ως ποσοστό των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, είναι τα ακόλουθα:

Χώρα

Πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

ΗΠΑ

14,4 %

Ρωσία

Μεταξύ 6,1 % και 26,6 %

(83)

Όσον αφορά τη Ρωσία, το περιθώριο εφαρμογής χαμηλότερων τιμών του 6,1 % καθορίστηκε για τον παραγωγό-εξαγωγέα για τον οποίο δεν διαπιστώθηκε περιθώριο ντάμπινγκ. Το άλλο ποσοστό αφορά τον άλλο συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα.

3.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(84)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(85)

Λόγω του περιορισμένου αριθμού κοινοτικών παραγωγών - που ανήκουν σε δύο ομάδες - και ενδιαφερομένων παραγωγών-εξαγωγέων, τα στοιχεία παρατίθενται μόνο υπό μορφή δεικτών και ζωνών διακύμανσης.

(86)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο, η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου μειώθηκε κατά 2 %. Ειδικότερα, η παραγωγή καταρχήν μειώθηκε μεταξύ του 2000 και του 2001 κατά 4 % και στη συνέχεια ακολούθησε συνεχή πτωτική πορεία μεταξύ του 2001 και της ΠΕ, παρουσιάζοντας μείωση της τάξης του 5 %.

(87)

Τα διαθέσιμα στοιχεία όσον αφορά την ικανότητα αναφέρονται στην τεχνική ικανότητα, σε αντίθεση με τη θεωρητική ικανότητα, γεγονός που σημαίνει ότι ελήφθησαν υπόψη προσαρμογές, που θεωρούνται από τη βιομηχανία ως συνήθεις, σε περιόδους κανονικών αδειών, έναρξης, συντήρησης και άλλων συνήθων διακοπών λειτουργίας. Η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας κατά τα έτη 2001/2002 προοριζόταν για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης που εμφανίστηκε κατά το 2001. Η ικανότητα υποχώρησε το 2003 και κατά την ΠΕ διότι ένας παραγωγός τροποποίησε ελαφρά την παραγωγική του διαδικασία με αποτέλεσμα να μειωθεί η τεχνική ικανότητα. Με βάση τα προαναφερθέντα, η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε κατά την εξέταση περίοδο κατά 4 %. Όπως εμφαίνεται στην αιτιολογική σκέψη (102) κατωτέρω, η εν λόγω αύξηση συνδέεται με επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν για τον εκσυγχρονισμό του υφιστάμενου εξοπλισμού παραγωγής και κατ' επέκταση για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του και κατά συνέπεια οι εν λόγω επενδύσεις συνίστανται κυρίως στην αγορά εξοπλισμού αντικατάστασης. Θα πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι η αύξηση της ικανότητας συνέπεσε με την περίοδο κατά την οποία ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν ακόμα οικονομικά αποδοτικός. Επιπλέον, οι επενδύσεις αυτές πρέπει να ερμηνευθούν ως αντίδραση στην αυξημένη ζήτηση κατά το 2001 και με βάση τις ταμειακές ροές που διέθετε η Κοινότητα κατά την περίοδο αυτή.

(88)

Η μείωση του ποσοστού χρησιμοποίησης της ικανότητας ήταν το αποτέλεσμα μιας ελαφράς αύξησης της παραγωγικής ικανότητας σε συνδυασμό με κάποια μείωση της παραγωγής. Η εν λόγω μείωση αντιστοιχούσε, κατά την υπό εξέταση περίοδο, σε 5 εκατοστιαίες μονάδες.

(89)

Ορισμένοι τύποι του ομοειδούς προϊόντος παράγονται ειδικά από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά παραγγελία και συνεπώς δεν προορίζονται για απόθεμα. Άλλα, περισσότερο τυποποιημένα είδη GOES, παράγονται ωστόσο τακτικά και η πώλησή τους εξαρτάται από την εξέλιξη της αγοράς από άποψη ζήτησης και τιμών. Είναι επομένως σαφές ότι η γενική αύξηση των αποθεμάτων κατά την υπό εξέταση περίοδο αποδεικνύει ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε προβλήματα πώλησης των περισσότερο τυποποιημένων ειδών του ομοειδούς προϊόντος, ιδίως κατά το 2002, όταν τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 46 % σε σύγκριση με το 2001, καθώς και το 2003, όταν τα αποθέματα παρουσίασαν περαιτέρω αύξηση κατά 3,5 % σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

(90)

Η μείωση των αποθεμάτων (23,5 %) μεταξύ του 2003 και της ΠΕ αιτιολογείται από τη γενική αύξηση των πωλήσεων κατά την εν λόγω περίοδο. Εντούτοις, υπενθυμίζεται ότι η ΠΕ δεν αντιστοιχεί σε ένα ημερολογιακό έτος και τούτο ενδέχεται να επηρεάσει τη δυνατότητα σύγκρισης του επιπέδου των αποθεμάτων σε σχέση με άλλα έτη. Κατά το πέρας της υπό εξέταση περιόδου, το επίπεδο των αποθεμάτων ήταν υψηλότερο κατά 22 % σε σύγκριση με εκείνο του 2000.

(91)

Ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο από ΧΧΧ τόνους περίπου το 2000 σε ΧΧΧ τόνους περίπου κατά την ΠΕ, σημείωσε δηλαδή πτώση κατά 19 %. Ο όγκος των πωλήσεων αυξήθηκε αρχικά κατά ΧΧΧ τόνους, μεταξύ του 2000 και του 2001, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 9 %, στη συνέχεια όμως μειώθηκε κατά ΧΧΧ τόνους (δηλαδή κατά 26 %) κατά την επόμενη περίοδο και μέχρι το τέλος της ΠΕ. Η αύξηση που παρατηρήθηκε μεταξύ του 2003 και της ΠΕ δύναται να αιτιολογηθεί από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μείωσε τις τιμές πώλησης (βλέπε κατωτέρω) προκειμένου να ανακτήσει μερίδιο αγοράς.

(92)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 8,2 εκατοστιαίες μονάδες. Συγκεκριμένα, παρά την κατά 9 % αύξηση του όγκου των πωλήσεων μεταξύ του 2000 και του 2001, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής με δυσκολία μπόρεσε να διατηρήσει το επίπεδο του μεριδίου αγοράς που διέθετε, το οποίο αυξήθηκε μόλις κατά 0,5 εκατοστιαία μονάδα κατά τα εν λόγω έτη. Κατά την περίοδο από το 2001 έως την ΠΕ, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σημείωσε πτώση κατά 8,7 εκατοστιαίες μονάδες. Η απώλεια μεριδίου αγοράς παρατηρήθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία η κατανάλωση μειώθηκε κατά 15 %, αποδεικνύοντας επομένως ότι οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν περισσότερο από την κατανάλωση. Παράλληλα, τα μερίδια αγοράς των ενδιαφερομένων χωρών παρουσίασαν διαρκή αύξηση.

(93)

Οι μέσες μοναδιαίες τιμές των πωλήσεων αυξήθηκαν αρχικά κατά 8,6 % το 2001 και στη συνέχεια αυξήθηκαν κατά 2,6 % το 2002. Στη συνέχεια, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε σημαντική και συνεχή μείωση των τιμών, η οποία ήταν ιδιαίτερα έντονη μεταξύ του 2003 και της ΠΕ, περίοδο κατά την οποία οι τιμές σημείωσαν πτώση κατά 6,3 %. Η εν λόγω μείωση των τιμών ήταν απαραίτητη προκειμένου να μπορέσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να διατηρήσει το μερίδιο αγοράς που κατείχε.

(94)

Με βάση τα στοιχεία του ανωτέρω πίνακα, η τάση που διαγράφεται αποδεικνύει σαφώς σημαντική ύφεση των τιμών των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από το 2002. Η εξέλιξη αυτή συμπίπτει με μια σημαντική μείωση των τιμών των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, γεγονός που επέτρεψε στις εν λόγω εισαγωγές να επωφεληθούν από τη σημαντική αύξηση του μεριδίου αγοράς.

(95)

Η πίεση που ασκήθηκε στις τιμές των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν τόσο μεγάλη που ο εν λόγω τομέας δεν ήταν οικονομικά αποδοτικός κατά το 2003 και κατά την ΠΕ, όπως διευκρινίζεται κατωτέρω.

(96)

Στον κατωτέρω πίνακα εμφαίνεται η εξέλιξη των μοναδιαίων τιμών των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε σύγκριση με το αντίστοιχο κόστος παραγωγής, το οποίο συνίσταται κυρίως στο κόστος της πρώτης ύλης, δηλαδή των φύλλων θερμής έλασης που αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 70 % περίπου του συνολικού κόστους παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος.

Δείκτης 2000 = 100

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Τιμή μονάδας

100

109

111

106

99

μοναδιαίο συνολικό κόστος παραγωγής,

100

103

107

105

106

Πηγή: εξακριβωμένες απαντήσεις σε ερωτηματολόγια

(97)

Κατά την περίοδο 2001/2002, οι τιμές των πωλήσεων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο περισσότερο από το αντίστοιχο κόστος παραγωγής. Κατά την περίοδο αυτή, η εξέλιξη των τιμών ακολούθησε την εξέλιξη του κόστους και τούτο οδήγησε σε μια οικονομικά αποδοτική κατάσταση, όπως εμφαίνεται κατωτέρω. Κατά το 2003, οι τιμές παρουσίασαν σημαντική πτώση και η αποδοτικότητα έγινε αρνητική, παρά το γεγονός ότι, κατά το έτος αυτό, παρατηρήθηκε μείωση του μέσου κόστους. Κατά την ΠΕ, η ελαφρά αύξηση του κόστους παραγωγής, κυρίως της πρώτης ύλης, δεν ήταν δυνατόν να μετακυλιστεί στις τιμές, οι οποίες σημείωσαν περαιτέρω δραματική πτώση, προκαλώντας σημαντικές απώλειες. Η ύφεση των τιμών συνδυάστηκε επομένως με τη συμπίεση τιμών, δηλαδή με την αδυναμία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αυξήσει τις τιμές του, έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη η αύξηση του κόστους.

(98)

Τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα ορισμένων κοινοτικών παραγωγών το 2000 επηρεάστηκαν σημαντικά από έξοδα εκκίνησης καθώς και από τεχνικής φύσεως προβλήματα που συνδέονται με σημαντικές επενδύσεις στον εξοπλισμό παραγωγής, κατά το 1999. Η συνολική αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επηρεάστηκε αναλόγως. Δεδομένου του άτυπου χαρακτήρα του έτους 2000, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί το εν λόγω έτος αντιπροσωπευτικό σημείο εκκίνησης για την ανάλυση μιας τάσης. Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας έγιναν αποδοτικές κατά τα έτη 2001 και 2002, επίσης λόγω της υψηλότερης ζήτησης στα μεταγενέστερα στάδια παραγωγής και του ικανοποιητικού επιπέδου των τιμών. Στη συνέχεια, η σημαντική πτώση των τιμών είχε άμεσα αρνητικές επιπτώσεις στην αποδοτικότητα. Πράγματι, οι πωλήσεις στην αγορά της Κοινότητας κατέστησαν ζημιογόνες από το έτος 2003 και οι απώλειες έφθασαν, κατά την ΠΕ, ακόμα και στο –5 % του κύκλου εργασιών.

(99)

Για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας, η απόδοση των επενδύσεων (`ROI') εκφράζεται σε ποσοστιαίο ( %) κέρδος επί της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων. Δεδομένου ότι οι εταιρείες που συνθέτουν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δραστηριοποιούνται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στην παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος, η ROI καθορίστηκε λαμβάνοντας υπόψη τη γενική τους δραστηριότητα. Στη βάση αυτή, η ROI ακολούθησε σε γενικές γραμμές την προαναφερθείσα τάση της αποδοτικότητας σε ολόκληρη την υπό εξέταση περίοδο. Αυξήθηκε από 0 % περίπου το 2000 σε 20 % περίπου το 2002 και στη συνέχεια παρουσίασε συνεχή μείωση φθάνοντας στο –30 % κατά την ΠΕ.

(100)

Οι καθαρές ταμειακές εισροές και εκροές από επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταβλήθηκαν από ΧΧ εκατ. ευρώ περίπου το 2000 σε -ΧΧ εκατ. ευρώ περίπου κατά την ΠΕ. Σημείωσαν τη μεγαλύτερη αύξηση το 2001 και 2002 αλλά στη συνέχεια μειώθηκαν απότομα το 2003 και έφθασαν στο κατώτερο σημείο τους κατά την ΠΕ. Κατά συνέπεια, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προσφεύγει όλο και περισσότερο στο δανεισμό προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις τρέχουσες δραστηριότητες και τις επενδύσεις του.

(101)

Η έρευνα έδειξε ότι οι απαιτήσεις κεφαλαίου ορισμένων κοινοτικών παραγωγών επηρεάστηκαν αρνητικά από τη δύσκολη οικονομική τους κατάσταση. Αν και η πλειονότητα αυτών των εταιρειών είναι μέρη μεγάλων επιχειρήσεων χάλυβα, οι απαιτήσεις κεφαλαίου δεν πληρούνται πάντοτε στον επιθυμητό βαθμό, δεδομένου ότι οι χρηματοδοτικοί πόροι χορηγούνται συνήθως στον πλαίσιο των εν λόγω ομίλων στις πλέον επικερδείς οντότητες.

(102)

Οι συνολικές επενδύσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για το υπό εξέταση προϊόν μειώθηκαν κατά περίπου 50 % μεταξύ του 2000 και της ΠΕ. Η έρευνα έδειξε ότι είναι ζωτικό για τον κλάδο αυτό να διατηρήσει ένα ορισμένο επίπεδο επενδύσεων προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικός. Οι περισσότερες επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν για λόγους εκσυγχρονισμού, και λίγες για αύξηση της ικανότητας. Ωστόσο, σημειώνεται ότι ο εκσυγχρονισμός των επενδύσεων συνήθως αυξάνει κάπως την τεχνική ικανότητα, απλά και μόνο διότι ο βελτιωμένος εξοπλισμός είναι πιο αποδοτικός και παραγωγικός από τον προηγούμενο.

(103)

Μεταξύ του 2000 και της ΠΕ, η κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 8 %, ενώ ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 20 %. Ως εκ τούτου, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής απώλεσε μερίδιο αγοράς, ενώ το μερίδιο των εξεταζόμενων εισαγωγών αυξήθηκε κατά 12,8 εκατοστιαίες μονάδες κατά την ίδια περίοδο.

(104)

Το επίπεδο απασχόλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρέμεινε σταθερό από το 2000 μέχρι το 2001. Μειώθηκε τα επόμενα χρόνια γεγονός που οδήγησε σε συνολική μείωση 5 % σε σύγκριση με την αρχή της εξεταζόμενης περιόδου.

(105)

Κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, ο μέσος μισθός ανά υπάλληλο παρέμεινε σταθερός και κάτω από το ποσοστό πληθωρισμού. Δεδομένης της μείωσης της απασχόλησης κατά την ίδια περίοδο, όπως φαίνεται στον προηγούμενο πίνακα, μειώθηκε και το συνολικό κόστος των μισθών.

(106)

Η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, υπολογιζόμενη ως απόδοση ανά απασχολούμενο ανά έτος, καταρχήν αυξήθηκε κατά 4 % μεταξύ του 2000 και του 2001, και στη συνέχεια μειώθηκε κατά 2 % περίπου μεταξύ 2001 και 2002, για να σημειώσει νέα αύξηση το 2003 και κατά την περίοδο έρευνας. Στα τέλη της εξεταζόμενης περιόδου, η παραγωγικότητα ήταν 3 % υψηλότερη από εκείνη που παρατηρήθηκε στην αρχή της περιόδου. Η αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στις επενδύσεις που είχαν στόχο τη βελτίωση της αποδοτικότητας του υφιστάμενου εξοπλισμού όπως αναφέρεται στη αιτιολογική σκέψη (102).

(107)

Αν ληφθούν υπόψη ο όγκος και οι τιμές των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες, ο αντίκτυπος που είχε το μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος, ιδίως σε διαφανείς και ως εκ τούτου πολύ ευαίσθητες ως προς τις τιμές αγορές όπως η αγορά του υπό εξέταση προϊόντος.

(108)

Όπως εξηγήθηκε παραπάνω, κατά τη διάρκεια όλης της εξεταζόμενης περιόδου επιβάλλονταν μέτρα στις εισαγωγές GOES πλάτους άνω των 500 mm, καταγωγής Ρωσίας. Εντούτοις, υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα αυτά αφορούν μόνο ένα τμήμα του προϊόντος που εξετάζεται κατά την τρέχουσα έρευνα δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία αφορά τα GOES κάθε πλάτους από τη Ρωσία, αλλά και τα GOES καταγωγής ΗΠΑ. Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανέκαμψε μόνον εν μέρει εφόσον στη συνέχεια είχε να αντιμετωπίσει την αύξηση των εισαγωγών όλων των ειδών GOES με ντάμπινγκ από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ.

4.   Εξελίξεις μετά την περίοδο έρευνας

(109)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι υπήρξαν σημαντικές εξελίξεις μετά την περίοδο έρευνας και ότι οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την ανάλυση εφόσον θα μπορούσαν κατά τους ισχυρισμούς να καταστήσουν την επιβολή μέτρων προφανώς ακατάλληλη. Συγκεκριμένα, οι ανωτέρω ισχυρισμοί αφορούν την αύξηση των τιμών πώλησης του ομοειδούς προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, καθώς και το κλείσιμο της μονάδας παραγωγής ενός καταγγέλλοντος μετά τη λήξη της περιόδου έρευνας.

(110)

Σημειώνεται πρώτον ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, κατά κανόνα, τυχόν πληροφορίες που αναφέρονται σε χρονικό διάστημα μεταγενέστερο της περιόδου έρευνας δεν λαμβάνονται υπόψη. Αυτό συμβαίνει διότι πρέπει να καθοριστούν και να ελεγχθούν τα σχετικά πραγματικά περιστατικά, εντός περιορισμένου και συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αντιπροσωπευτικά και αξιόπιστα, και διότι, σε διαφορετική περίπτωση, θα ήταν δυνατή η άσκοπη παράταση της έρευνας με τη δικαιολογία ότι τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για μια συγκεκριμένη περίοδο, π.χ. την περίοδο έρευνας, δεν αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικρατούσε σε μεταγενέστερο στάδιο.

(111)

Από τον βασικό κανονισμό προκύπτει ότι οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα μετά την περίοδο έρευνας θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνο εάν είναι εξαιρετικού χαρακτήρα, και θα καθιστούσαν πράγματι την επιβολή μέτρων προφανώς ακατάλληλη. Η προσέγγιση αυτή επιβεβαιώθηκε και από το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8).

(112)

Υποστηρίχθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανήγγειλε αύξηση τιμών μετά την περίοδο έρευνας, και ότι η εν λόγω αύξηση τιμών ήταν εξαιρετικού χαρακτήρα εφόσον στον τύπο αναφέρθηκε ως ασυνήθιστα μεγάλη.

(113)

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συγκέντρωσαν ενημερωμένα στοιχεία και η εξέλιξη των μέσων τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά παρουσιάζεται στον ακόλουθο πίνακα:

Μέση τιμή πώλησης

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Απρ.-Δεκ. 2004

EUR/μετρ. τόνο

[...]

[...]

[...]

[...]

[...]

[...]

Δείκτης 2000 = 100

100

109

111

106

99

104

(114)

Στον παραπάνω πίνακα παρατηρείται ότι αν και υπήρξε πράγματι αύξηση τιμών μετά την περίοδο έρευνας, η αύξηση αυτή είναι κάθε άλλο παρά ασυνήθιστα υψηλή. Πράγματι, οι μέσες τιμές για τα τρία τελευταία τρίμηνα του 2004 αυξήθηκαν μόνο κατά 5 % σε σύγκριση με τα επίπεδα της περιόδου έρευνας, αλλά οι τιμές οπωσδήποτε δεν ανέκαμψαν σε σύγκριση με τα επίπεδα του προηγούμενου έτους.

(115)

Επιπλέον, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η αύξηση των τιμών ήταν πράγματι εξαιρετικού χαρακτήρα - γεγονός που υπενθυμίζεται δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση - θα πρέπει να ληφθεί επίσης υπόψη η εξέλιξη, μετά την περίοδο έρευνας, του επιπέδου τιμών άλλων επιχειρήσεων στην κοινοτική αγορά και, ιδίως, των ενδιαφερόμενων χωρών, καθώς και οι διακυμάνσεις των τιμών πρώτων υλών, προκειμένου να ελεγχθεί αν η αύξηση τιμών θα καθιστούσε πράγματι την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ προφανώς ακατάλληλη. Δεν δικαιολογείται λεπτομερής ανάλυση στο πλαίσιο αυτό ενόψει της μερικής μόνο ανάκαμψης των τιμών όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Επιπλέον, δεν είναι γνωστό αν οι αυξήσεις τιμών θα είναι διαρκούς χαρακτήρα.

(116)

Υπενθυμίζεται κυρίως ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν βασίζεται αποκλειστικά στα επίπεδα τιμών, αλλά χαρακτηρίζεται από την επιδείνωση ενός συνδυασμού πολλών δεικτών. Επομένως, οι πιθανές αυξήσεις τιμών, ακόμη και αν ήταν εξαιρετικού και διαρκούς χαρακτήρα, εξεταζόμενες χωριστά, δεν θα μπορούσαν να καταστήσουν την επιβολή μέτρων ακατάλληλη, εάν δεν συνοδεύονταν από παρόμοια εξέλιξη άλλων δεικτών ζημίας έτσι ώστε να επηρεάζεται η συνολική εικόνα της ζημίας.

(117)

Για τους παραπάνω λόγους, θεωρείται ότι η αύξηση τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που ίσως είχε παρατηρηθεί μετά την περίοδο έρευνας, δεν καθιστά την επιβολή μέτρων ακατάλληλη.

(118)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι λόγω της παύσης της δραστηριότητας ενός παραγωγού που αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν θα πρέπει να επιβληθούν μέτρα εφόσον θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σημαντική μείωση της παραγωγικής ικανότητας στην Κοινότητα και, πιθανώς, σε έλλειψη GOES στην κοινοτική αγορά.

(119)

Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται ότι το άρθρο 6 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού σχετικά με γεγονότα που αναφέρονται σε χρονικό διάστημα μεταγενέστερο της περιόδου έρευνας δεν εφαρμόζεται για τον καθορισμό του κοινοτικού συμφέροντος που διέπεται από το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού. Γίνεται επομένως αναφορά στην αιτιολογική σκέψη (174) όπου το θέμα σχετικά με την ικανότητα παραγωγής εξετάζεται στο πλαίσιο της ανάλυσης του κοινοτικού συμφέροντος.

(120)

Θα πρέπει παρ' όλα αυτά να επιβεβαιωθεί ότι ανακοινώθηκε το κλείσιμο της μονάδας του παραγωγού στην Ιταλία και ότι η παραγωγή εκεί θα συνεχιστεί σε μειωμένο βαθμό από τον Ιούνιο 2005 και αναμένεται να σταματήσει τελείως τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους.

(121)

Επιπλέον, αν και το προβλεπόμενο κλείσιμο μιας μονάδας παραγωγής μπορεί να θεωρηθεί εξαιρετικό γεγονός, διαρκούς χαρακτήρα, και να εξεταστεί στο πλαίσιο της ανάλυσης, απλώς θα ενίσχυε τα παραπάνω συμπεράσματα σύμφωνα με τα οποία ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη ζημία κατά την περίοδο έρευνας, και ότι η επισφαλής αυτή κατάσταση συνεχίστηκε και μετά την περίοδο έρευνας.

5.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(122)

Παρά τα υφιστάμενα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μεγάλων GOES από τη Ρωσία, η οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε σημαντικά μεταξύ του 2000 και της περιόδου έρευνας. Η θετική επίδραση των μέτρων που επιβλήθηκαν στα μεγάλα GOES από τη Ρωσία εκμηδενίστηκε πράγματι από την εμφάνιση των εισαγωγών GOES κάθε πλάτους με πρακτικές ντάμπινγκ από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ. Οι εν λόγω εισαγωγές ήταν σημαντικά μικρότερες στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου. Επίσης, γίνεται αναφορά στην αιτιολογική σκέψη (17), όπου εξηγείται ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ στα μεγάλα GOES από τη Ρωσία αποφεύχθηκε με την κοπή των φύλλων χάλυβα με προσανατολισμένους κόκκους για ηλεκτρικές εφαρμογές σε δύο ίσα μέρη που δεν υπερβαίνουν τα 500 mm.

(123)

Κατά τη διάρκεια αυτής της εξεταζόμενης περιόδου, ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε κατά 19 %, η παραγωγή μειώθηκε κατά 2 %, τα αποθέματα μειώθηκαν σημαντικά κατά 18 % και τα μερίδια αγοράς μειώθηκαν κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες. Οι τιμές των κοινοτικών παραγωγών στην κοινοτική αγορά ήσαν υψηλότερες από τις τιμές των προϊόντων με την πρακτική ντάμπινγκ και δεν μπορούσαν να αυξηθούν για να αντικατοπτρίσουν την αύξηση του κόστους παραγωγής κατά την ΠΕ. Ως εκ τούτου, ο κλάδος σημείωσε ζημία το 2003 και την ΠΕ. Η απασχόληση και οι επενδύσεις μειώθηκαν αντίστοιχα κατά 5 % και 50 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(124)

Ειδικότερα, η οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εμφανίζει την ακόλουθη εξέλιξη. Κατά το 2001, παρατηρήθηκε στην κοινοτική αγορά αύξηση της ζήτησης και των τιμών. Κατά την περίοδο αυτή, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να αυξήσει τις πωλήσεις του στα ίδια επίπεδα με την αύξηση της κατανάλωσης και των τιμών πώλησης. Αποτέλεσμα αυτού ήταν μια επικερδής κατάσταση και ο κλάδος ήταν σε θέση να προβεί σε επενδύσεις και να αυξήσει κάπως την παραγωγική του ικανότητα. Ακόμη και όταν, το 2002, ο όγκος των πωλήσεων και τα μερίδια αγοράς μειώθηκαν, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να διατηρήσει τα επίπεδα τιμών του και να παραμείνει επικερδής, αν και σε χαμηλότερο επίπεδο από εκείνο του 2001, λόγω και της αύξησης του κόστους παραγωγής που παρατηρήθηκε εκείνη την περίοδο.

(125)

Από το 2003, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορούσε πλέον να διατηρήσει τις τιμές του, οι οποίες σημείωσαν σημαντική πτώση, σε συνδυασμό με τη μεγάλη μείωση του όγκου πωλήσεων και του μεριδίου αγοράς. Οι τιμές μειώθηκαν ακόμη περισσότερο κατά την περίοδο έρευνας, ενώ το κόστος παρέμεινε σχετικά σταθερό. Ως εκ τούτου, η αποδοτικότητα έφθασε σε δραματικά χαμηλά επίπεδα. Σ' αυτό το επίπεδο, διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη του κλάδου. Πράγματι, μετά την περίοδο έρευνας, η μονάδα παραγωγής ενός κοινοτικού παραγωγού θα πρέπει να κλείσει.

(126)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 του βασικού κανονισμού.

ΣΤ.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1.   Εισαγωγή

(127)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής των ενδιαφερομένων χωρών προκάλεσαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ζημία σε βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός. Εξετάστηκαν επίσης, άλλοι γνωστοί παράγοντες πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προξενήσει κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ούτως ώστε η προκαλούμενη από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες ζημία να μην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

2.   Επιπτώσεις των εισαγωγών με ντάμπινγκ

(128)

Η σημαντική αύξηση του όγκου των εισαγωγών με ντάμπινγκ, ο οποίος υπερ-τριπλασιάστηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο, συνέπεσε με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία έγινε αισθητή μεταξύ άλλων με τη μείωση κατά 20 % του όγκου πωλήσεων που σημειώθηκε την ίδια περίοδο. Τα υφιστάμενα μέτρα, δεδομένου ότι αφορούν μόνον μεγάλου μεγέθους GOES από τη Ρωσία, δεν μπορούσαν να προστατεύσουν επαρκώς τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις επιπτώσεις των εξεταζόμενων εισαγωγών. Αυτό επιβεβαιώνεται ιδιαίτερα όταν εξεταστεί η προαναφερθείσα σημαντική αύξηση των εισαγωγών GOES κάθε πλάτους, συμπεριλαμβανομένων των GOES καταγωγής ΗΠΑ, και ότι τα μέτρα που επιβάλλονται σε μεγάλα GOES μπορούσαν ενίοτε να αποφευχθούν με τον τεμαχισμό των φύλλων, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη (17).

(129)

Οι αρνητικές επιπτώσεις του διαρκώς αυξανόμενου όγκου των εισαγωγών με ντάμπινγκ ενισχύθηκαν περαιτέρω από το 2002, όταν μειώθηκε η κοινοτική κατανάλωση. Την περίοδο 2002/2003, οι εισαγωγές με ντάμπινγκ κατέκτησαν πάνω από 5 ποσοστιαίες μονάδες σε μερίδιο αγοράς, ενώ το μερίδιο του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες. Η αιφνίδια αυτή άνοδος των εισαγωγών με ντάμπινγκ ερμηνεύεται από μια δραματική μείωση των αντίστοιχων τιμών κατά την ίδια περίοδο. Πράγματι, σε διάστημα μόνο ενός έτους, οι τιμές μειώθηκαν από 1 282 σε 1 049 ευρώ/τόνο, που αντιστοιχεί σε μείωση της τάξεως του 15 %. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σημαντική μείωση του όγκου πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την αντίστοιχη περίοδο. Αν και ο κοινοτικός κλάδος προσπάθησε στην αρχή να διατηρήσει το μέσο επίπεδο τιμών του, οι τιμές μειώθηκαν από 1 254 ευρώ/τ το 2002 σε 1 189 ευρώ/τ το 2003. Στη συνέχεια ο κλάδος δεν είχε άλλη επιλογή από το να μειώσει ακόμη περισσότερο τις τιμές του για να διατηρήσει τον όγκο πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς κατά την ΠΕ. Αυτό είχε ωστόσο άμεση αρνητική επίπτωση στην αποδοτικότητα του κλάδου η οποία έγινε αρνητική φθάνοντας στο –7,4 % του κύκλου εργασιών κατά την ΠΕ.

(130)

Με βάση τη σαφώς καθορισμένη χρονική σύμπτωση μεταξύ, αφενός, της εμφάνισης των εισαγωγών με ντάμπινγκ σε διαρκώς αυξανόμενες τιμές και, αφετέρου, την απώλεια όγκου πωλήσεων και μεριδίου αγοράς από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, καθώς και τη συμπίεση τιμών που υπέστη με αποτέλεσμα να σημειώσει ζημία, συμπεραίνεται ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στη ζημιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3.   Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

(131)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από την εξέλιξη της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ, η οποία οδήγησε σε μείωση των τιμών των εισαγωγών από τις ΗΠΑ. Η κατάσταση αυτή ευνόησε επομένως τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ οι οποίες ήταν σε θέση να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς που κατείχαν.

(132)

Ο παρακάτω πίνακας συγκρίνει την εξέλιξη της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ με τις μέσες τιμές εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ

1,082

1,116

1,068

0,894

0,860

Δείκτης 2000 = 100

100

103

99

83

79

Τιμή εισαγωγής ΗΠΑ (ευρώ)

1 945

1 741

1 543

1 171

1 133

Δείκτης 2000 = 100

100

90

79

60

58

(133)

Από τα παραπάνω στοιχεία φαίνεται ότι δεν υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ της εξέλιξης της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ με τη μέση τιμή εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ. Πράγματι, κατά το χρονικό διάστημα 2000-2002, οι τιμές εισαγωγής μειώθηκαν ήδη κατά 21 %, ενώ η ισοτιμία παρέμεινε σταθερή. Επιπλέον, από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η μείωση των σχετικών μέσων τιμών εισαγωγής (–42 %) ήταν πολύ εντονότερη από την αρνητική εξέλιξη της ισοτιμίας (–21 %). Αυτό παρατηρήθηκε ιδιαίτερα το διάστημα 2002/2003 όταν οι μέσες τιμές εισαγωγής ανά μονάδα προϊόντος σημείωσαν τη μεγαλύτερη μείωση. Συμπεραίνεται επομένως ότι οι επιπτώσεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας, εάν υπάρχουν, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ουσιαστική αιτία της ζημιογόνου κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(134)

Από τον ανωτέρω πίνακα προκύπτει ότι οι πωλήσεις των άλλων κοινοτικών παραγωγών στην κοινοτική αγορά μειώθηκαν κατά 20 % περίπου κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Τα αντίστοιχα μερίδια αγοράς μειώθηκαν επίσης από 9,2 % το 2000 σε 8,3 % κατά την περίοδο έρευνας. Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, συμπεραίνεται επομένως ότι η κατάσταση των λοιπών κοινοτικών παραγωγών ήταν παρόμοια με εκείνη του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και ως εκ τούτου δεν προξένησαν ζημία στον κοινοτικό κλάδο.

(135)

Ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι μέρος της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα μπορούσε να αποδοθεί στις εξαγωγικές επιδόσεις του κλάδου. Υποστηρίχθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μείωσε εσκεμμένα τις εγχώριες πωλήσεις του προς όφελος των επικερδών εξαγωγών σε τρίτες χώρες.

(136)

Σύμφωνα με τον ανωτέρω πίνακα, πράγματι, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε τις εξαγωγές του κατά την εξεταζόμενη περίοδο και ιδίως από το 2002. Εντούτοις, η αύξηση αυτή θα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της εμφάνισης του κύματος εισαγωγών με ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά, σε μια περίοδο κατά την οποία η κατανάλωση σημείωσε πτώση και οι κοινοτικές τιμές είχαν σημαντικά συμπιεστεί. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντέδρασε, προκειμένου να περιορίσει τη ζημία, επιχειρώντας να αυξήσει τις εξαγωγές του.

(137)

Υπενθυμίζεται επίσης ότι η κοινοτική αγορά παραμένει η φυσική αγορά του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Πράγματι, το 2001, όταν το κλίμα στην κοινοτική αγορά κατέστη ευνοϊκό, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε τον όγκο των εγχώριων πωλήσεών του και οι εξαγωγικές πωλήσεις μειώθηκαν.

(138)

Επιπλέον, σημειώνεται ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν συνίστατο μόνον σε απώλεια όγκου πωλήσεων και μεριδίου αγοράς στην κοινοτική αγορά. Χαρακτηρίστηκε επίσης από έντονη συμπίεση τιμών εξαιτίας των εισαγωγών με ντάμπινγκ και πωλήσεις σε τιμές σημαντικά κατώτερες των τιμών του κοινοτικού κλάδου, με αποτέλεσμα αξιοσημείωτες οικονομικές απώλειες. Οι αρνητικές αυτές επιπτώσεις στις τιμές φυσικά δεν μπορούν να αποδοθούν στην αύξηση των εξαγωγικών πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος. Αντιθέτως, θεωρείται ότι η αύξηση του όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων είναι δυνατόν να επέτρεψε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επωφεληθεί από οικονομίες κλίμακας και να επηρέασε το συνολικό κόστος του ομοειδούς προϊόντος. Εάν δεν υπήρχε η αύξηση των εξαγωγών, οι απώλειες πιστεύεται ότι θα ήταν πιο μεγάλες. Επομένως, συμπεραίνεται ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί στην αύξηση των εξαγωγών του.

(139)

Οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ από τη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 66 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, και αντιστοιχούν σε αύξηση του μεριδίου αγοράς κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες περίπου.

(140)

Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται καταρχήν ότι η εν λόγω αύξηση των εισαγωγών έγινε λιγότερο αισθητή από εκείνη των εισαγωγών με ντάμπινγκ, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω παράγραφο (75). Δεύτερον, αποδείχθηκε ότι το επίπεδο τιμών των εισαγωγών χωρίς ντάμπινγκ ήταν υψηλότερο από το επίπεδο τιμών των εισαγωγών με ντάμπινγκ. Πράγματι, ενώ, στην περίπτωση των εισαγωγών χωρίς ντάμπινγκ, διαπιστώθηκε περιθώριο πώλησης σε χαμηλότερες τιμές 6,1 %, το ίδιο περιθώριο για τις εισαγωγές με ντάμπινγκ κυμάνθηκε μεταξύ 14,4 % και 26,6 %.

(141)

Για τους λόγους αυτούς συμπεραίνεται ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών χωρίς ντάμπινγκ στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν περιορισμένες και δεν θεωρούνται καθοριστικές της ζημιογόνου κατάστασης του κοινοτικού κλάδου.

(142)

Ο ανωτέρω πίνακας δείχνει ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες μειώθηκαν σε απόλυτες και σχετικές τιμές. Παράλληλα, οι αντίστοιχες μέσες τιμές πώλησης αυξήθηκαν. Συνεπώς, συμπεραίνεται ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν συνέβαλαν στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(143)

Σε μία αγορά όπου παρατηρείται μείωση της ζήτησης, είναι αναμενόμενο ότι θα σημειωθεί πτώση των πωλήσεων. Έτσι έγινε και με τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Εντούτοις, οι πωλήσεις του μειώθηκαν περισσότερο από ό, τι η κατανάλωση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Ενώ ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, οι λοιποί κοινοτικοί παραγωγοί και οι λοιπές τρίτες χώρες απώλεσαν όγκο πωλήσεων και μερίδια αγοράς κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, την περίοδο αυτή, ο όγκος των εισαγωγών με ντάμπινγκ υπερ-τριπλασιάστηκε και κέρδισε σημαντικό μερίδιο αγοράς. Όπως φαίνεται και στην ανάλυση της ζημίας, κατά την εξεταζόμενη περίοδο η ζήτηση μειώθηκε κατά περίπου 25 000 τόνους, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν κατά περίπου 40 000 τόνους αλλά οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες αυξήθηκαν κατά περίπου 30 000 τόνους.

(144)

Στο πλαίσιο αυτό, ακόμη και αν η μείωση της ζήτησης είναι δυνατόν να προκάλεσε την πτώση των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, συμπεραίνεται ότι η ζημία, που συνίσταται κυρίως στην απώλεια μεριδίου αγοράς, στη συμπίεση των τιμών και στη γενική ζημιογόνο κατάσταση, θα μπορούσε να αποδοθεί σε μικρό μόνο βαθμό στον παράγοντα αυτό.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(145)

Εν κατακλείδι, επιβεβαιώνεται ότι η σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, η οποία χαρακτηρίζεται κυρίως από τη μείωση του όγκου πωλήσεων, του μεριδίου αγοράς και των τιμών πώλησης ανά μονάδα προϊόντος, με αποτέλεσμα την επιδείνωση των δεικτών αποδοτικότητας, προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ.

(146)

Πράγματι, υπάρχει σαφής χρονική σύμπτωση μεταξύ της εισβολής στην αγορά των εισαγωγών με ντάμπινγκ και της μείωσης του όγκου πωλήσεων και του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Η συμπίεση των τιμών που προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ ήταν ιδιαίτερα αισθητή από το 2002. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προσπάθησε να διατηρήσει τα επίπεδα τιμών του το 2003, αλλά δεν είχε άλλη επιλογή από το να ακολουθήσει τα επίπεδα τιμών που καθορίστηκαν από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ προκειμένου να διατηρήσει ένα ορισμένο επίπεδο πωλήσεων. Αυτό οδήγησε σε μια ζημιογόνο κατάσταση.

(147)

Οι λοιποί παράγοντες που προσδιορίστηκαν, ακόμη και με την πιθανή συνδυασμένη δράση τους, δεν διαπιστώθηκε ότι διασπούν την αιτιώδη συνάφεια που καθορίστηκε παραπάνω. Η μείωση της κατανάλωσης είναι δυνατόν να συνέβαλε στη μείωση του όγκου πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Μπορεί εντούτοις εύλογα να αναφερθεί ότι ελλείψει των εισαγωγών με ντάμπινγκ σε χαμηλότερες τιμές, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής οπωσδήποτε δεν θα είχε επηρεαστεί σε τέτοιο βαθμό, εφόσον δεν θα είχε απολέσει μερίδια αγοράς. Θεωρείται επίσης ότι οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ από τη Ρωσία είχαν περιορισμένες αρνητικές επιπτώσεις. Τέλος, η εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ δεν εξηγεί το υψηλό επίπεδο ντάμπινγκ που καθορίστηκε για τις ΗΠΑ και τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(148)

Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

Ζ.   ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

(149)

Η Επιτροπή εξέτασε αν, παρά τα συμπεράσματα περί ντάμπινγκ, ζημίας και αιτιώδους συνάφειας, υπήρχαν σοβαροί λόγοι που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η θέσπιση μέτρων στην προκειμένη περίπτωση δεν εξυπηρετεί το συμφέρον της Κοινότητας. Για το σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε τις ενδεχόμενες επιπτώσεις της επιβολής ή μη των μέτρων για όλα τα μέρη που ενέχονται στην έρευνα.

1.   Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(150)

Η ανάλυση περί ζημίας κατέδειξε ότι υπό συνθήκες θεμιτού εμπορίου ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι βιώσιμος και επικερδής και ότι προέβη και σε επενδύσεις προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικός. Αυτό παρατηρήθηκε τα έτη 2001 και 2002, όταν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επωφελείτο από τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ για τα μεγάλα GOES καταγωγής Ρωσίας, και το επίπεδο των εξεταζόμενων εισαγωγών με ντάμπινγκ δεν ήταν ακόμα τόσο σημαντικό όσο κατά την ΠΕ.

(151)

Υπενθυμίζεται ακόμη ότι ο κλάδος είχε υποστεί εκ βάθρων αναδιάρθρωση στην Κοινότητα, το 1999. Η συγχώνευση των τριών καταγγελλόντων την περίοδο εκείνη αποσκοπούσε στη δημιουργία μεγαλύτερης οντότητας για αποτελεσματικότερο ανταγωνισμό και αύξηση των επενδύσεων.

(152)

Από το 2002, η συνεχής αύξηση των εισαγωγών με ντάμπινγκ σε χαμηλές τιμές προκάλεσε μια γενική συμπίεση τιμών στην κοινοτική αγορά, η οποία επιπλέον αντιμετώπιζε μειωμένη κατανάλωση. Ο κοινοτικός κλάδος άρχισε να σημειώνει απώλειες και κατέστη εξαιρετικά ευάλωτος. Οι απώλειες επιδεινώθηκαν σε τέτοιο βαθμό ώστε ο ιταλός παραγωγός ανήγγειλε το σταδιακό κλείσιμο της μονάδας παραγωγής του. Η εξέλιξη της αγοράς στην Ιταλία δείχνει σαφώς σε ποιο βαθμό οι εισαγωγές με ντάμπινγκ έπληξαν την οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου.

(153)

Είναι επομένως σημαντική η αποκατάσταση των τιμών σε επίπεδα απαλλαγμένα της πρακτικής ντάμπινγκ ή τουλάχιστον μη ζημιογόνα προκειμένου να μπορέσουν οι διάφοροι παραγωγοί να αναπτύξουν δραστηριότητες στην κοινοτική αγορά υπό ομαλές συνθήκες θεμιτού εμπορίου. Κατ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει ο κοινοτικός κλάδος να ανακτήσει ικανοποιητικό όγκο επικερδών πωλήσεων. Εάν δεν επιβληθούν μέτρα, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να κλείσουν και άλλες μονάδες παραγωγής του κοινοτικού κλάδου.

(154)

Εν κατακλείδι, η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα επιτρέψει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να ανακάμψει από τη ζημιογόνο πρακτική ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε.

2.   Συμφέροντα των χρηστών στην Κοινότητα

(155)

Τα GOES χρησιμοποιούνται κυρίως στην κατασκευή μετασχηματιστών για την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι κατασκευαστές μετασχηματιστών αποτελούν ένα καθιερωμένο κλάδο που προμηθεύει κατά παράδοση μεγάλους παραγωγούς ενέργειας. Ο κλάδος παραγωγής μετασχηματιστών κατά κανόνα ανήκει σε μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους με διεθνή παρουσία. Στην αγορά υπάρχουν ωστόσο και ορισμένες μικρότερες ανεξάρτητες επιχειρήσεις.

(156)

Το υπό εξέταση προϊόν θεωρείται σημαντικό στοιχείο κόστους για τους χρήστες δεδομένου ότι τα GOES αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο μεταξύ 10 % και 30 % του συνολικού κόστους παραγωγής μετασχηματιστών.

(157)

16 χρήστες απέστειλαν τεκμηριωμένες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, δηλαδή, που να περιέχουν όλα τα απαιτούμενα οικονομικά στοιχεία. Άλλοι χρήστες απέστειλαν επίσης γραπτές παρατηρήσεις, αλλά χωρίς λεπτομερείς πληροφορίες. Σύμφωνα με τα παρασχεθέντα οικονομικά στοιχεία, οι συνεργαζόμενοι χρήστες αντιπροσωπεύουν 30 % περίπου της συνολικής κοινοτικής κατανάλωσης.

(158)

Οι χρήστες γενικά εξέφρασαν την αντίθεσή τους στην επιβολή μέτρων. Πρώτον, ισχυρίστηκαν ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα οδηγήσει στην παύση των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες και ως εκ τούτου θα βρεθούν εξαρτημένοι από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ο οποίος κατά τους ισχυρισμούς θα καταστεί μονοπωλιακή κατάσταση. Υποστήριξαν επίσης ότι η επιβολή μέτρων θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των τιμών, και θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητά τους έναντι της μη κοινοτικής μεταποιητικής βιομηχανίας. Τέλος, ισχυρίστηκαν ότι σε περίπτωση που επιβληθούν μέτρα, η ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν θα επαρκεί για να προμηθεύει τη βιομηχανία χρηστών.

(159)

Πριν εξεταστούν συγκεκριμένα τα θέματα που τίθενται από τη βιομηχανία των χρηστών, θα πρέπει να αναφερθούν στο στάδιο αυτό ορισμένα βασικά στοιχεία για την κατάλληλη εκτίμηση της κατάστασης στην κοινοτική αγορά.

(160)

Σημειώνεται ότι ο αριθμός των παραγωγών του υπό εξέταση προϊόντος παγκοσμίως είναι μάλλον περιορισμένος. Πράγματι, μόνον 13 παραγωγοί παγκοσμίως αναπτύσσουν δραστηριότητες στον τομέα των GOES. Υπάρχουν δύο παραγωγοί στην Ιαπωνία, στις ΗΠΑ και στη Ρωσία, ένας στη Νότια Κορέα, στην Κίνα και στη Βραζιλία και έξι στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (εκ των οποίων τρεις είναι συνδεδεμένοι). Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι επομένως η αγορά με τον μεγαλύτερο αριθμό παραγωγών. Το δίκτυο διανομής των παραγωγών της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ είναι ιδιαιτέρως καλά οργανωμένο στην κοινοτική αγορά εφόσον έχουν τα δικά τους κέντρα εξυπηρέτησης και/ή συνδεδεμένους εισαγωγείς στην ΕΕ. Επιπλέον, φαίνεται ότι μόνο τρεις παραγωγοί παγκοσμίως είναι σε θέση να προμηθεύουν ορισμένους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος με υψηλή μαγνητική διαπερατότητα (επεξεργασία με λέιζερ). Οι εν λόγω παραγωγοί βρίσκονται στην ΕΕ, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία.

(161)

Υπενθυμίζεται ότι το 1999, τρεις κοινοτικοί παραγωγοί συγχώνευσαν τις δραστηριότητές τους υπό την ίδια ελέγχουσα εταιρεία (ThyssenKrupp) προκειμένου να δημιουργήσουν μεγαλύτερη οντότητα που θα μπορούσε να συναγωνιστεί αποτελεσματικότερα τους άλλους παραγωγούς GOES στην παγκόσμια αγορά. Τότε, η συγχώνευση αυτή είχε αποτελέσει αντικείμενο ανάλυσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είχε εγκριθεί.

(162)

Τέλος, από την έρευνα προέκυψε ότι οι συνεργαζόμενοι χρήστες αγόρασαν συνολικά κατά την ΠΕ το 10 % και το 15 % των GOES αντίστοιχα από ρώσους και αμερικανούς παραγωγούς οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι εφαρμόζουν πρακτική ντάμπινγκ. Με άλλα λόγια, οι συνεργαζόμενοι χρήστες στο σύνολό τους βασίζονταν κυρίως σε άλλες πηγές προμηθειών: το 75 % των αγορών τους πραγματοποιούνταν από πηγές χωρίς ντάμπινγκ, εκ των οποίων ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προμηθευόταν το 60 % περίπου. Μόνο ένας χρήστης προμηθευόταν αποκλειστικά τα GOES από πηγές που εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ, αλλά προσφάτως άρχισε να προμηθεύεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(163)

Βάσει των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη τον πρώτο ισχυρισμό των χρηστών σύμφωνα με τον οποίο θα ήσαν αποκλειστικά εξαρτημένοι από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής για τις προμήθειές τους, θα πρέπει να υπενθυμιστεί πρώτον ότι στόχος των δασμών αντιντάμπινγκ δεν είναι το κλείσιμο της κοινοτικής αγοράς σε όλες τις εισαγωγές, αλλά η αποκατάσταση των συνθηκών θεμιτού εμπορίου με την εξάλειψη των επιπτώσεων του ζημιογόνου ντάμπινγκ. Επομένως, οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες δεν αναμένεται να σταματήσουν, αντιθέτως, θα συνεχιστούν, αλλά σε επίπεδα τιμών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή δεν είναι ζημιογόνα.

(164)

Αυτή είναι βεβαίως η περίπτωση της Ρωσίας εφόσον δεν καθορίστηκε περιθώριο ντάμπινγκ για τον μεγαλύτερο ρώσο παραγωγό-εξαγωγέα, που αντιπροσώπευε περίπου το 75 % των ρωσικών εισαγωγών κατά την ΠΕ, και εφόσον για τον άλλο παραγωγό-εξαγωγέα καθορίστηκε μόνο ένα σχετικά περιορισμένο περιθώριο ντάμπινγκ ύψους 11,5 %. Γίνεται επίσης αναφορά στον τίτλο Θ. παρακάτω, όπου προτείνεται τα μέτρα που βασίζονται στα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας να αντικαταστήσουν τα ισχύοντα μέτρα όσον αφορά τα μεγάλα GOES από τη Ρωσία, που κυμαίνονται μεταξύ 14,7 % και 40,1 %. Με άλλα λόγια, στην περίπτωση της Ρωσίας, το συνολικό βάρος των μέτρων αντιντάμπινγκ που καθορίστηκαν με την παρούσα έρευνα θα ήταν σημαντικά μικρότερο από τα ισχύοντα μέτρα.

(165)

Στην περίπτωση των ΗΠΑ, οι εισαγωγές αναμένεται να συνεχιστούν λόγω της συνεχούς ζήτησης που υπάρχει στην κοινοτική αγορά για ειδικούς τύπους του υπό εξέταση προϊόντος, που παράγονται μόνο από περιορισμένο αριθμό παραγωγών παγκοσμίως.

(166)

Επιπλέον, γίνεται αναφορά στις αιτιολογικές σκέψεις (190) έως (193) όσον αφορά τις αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές που πρότειναν δύο ενδιαφερόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς. Με τις αναλήψεις αυτές, οι παραγωγοί-εξαγωγείς αναλαμβάνουν να πωλούν το προϊόν τους στην κοινοτική αγορά πάνω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο τιμών που θα εξαλείψει τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Αναμένεται επομένως ότι οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες θα συνεχιστούν.

(167)

Δεδομένου ότι οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες αναμένεται να συνεχιστούν και εφόσον εξακολουθούν να υπάρχουν εναλλακτικές πηγές προμήθειας, ο ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο η επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ θα οδηγούσε σε μονοπωλιακή κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κρίνεται αβάσιμος. Πράγματι, εκτός από τις εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες, και οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες αναμένεται να συνεχιστούν. Επιπλέον, ο κοινοτικός κλάδος αποτελείται από περισσότερους από έναν παραγωγούς, και άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί (που δεν είναι μέρη του κοινοτικού κλάδου) αναπτύσσουν δραστηριότητες στην αγορά.

(168)

Ορισμένα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η μονοπωλιακή κατάσταση στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής θα μπορούσε να υπάρξει σε σχέση με ορισμένους ειδικούς τύπους του υπό εξέταση προϊόντος, ήτοι, ορισμένους τύπους υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας, που μπορούν μόνο να παραχθούν από πολύ περιορισμένο αριθμό παραγωγών στον κόσμο. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται πρώτον ότι από την έρευνα συμπεραίνεται ότι για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας αντιντάμπινγκ, όλοι οι τύποι του υπό εξέταση προϊόντος θα πρέπει να θεωρούνται ως ένα ενιαίο προϊόν. Η έρευνα, όπως και η ανάλυση του κοινοτικού συμφέροντος, θα πρέπει επομένως να διενεργηθούν σε συνάρτηση με το σύνολο του υπό εξέταση προϊόντος και όχι μεμονωμένα για ορισμένους ειδικούς τύπους.

(169)

Κατά παρέκκλιση των ανωτέρω, είναι αλήθεια ότι οι τύποι υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας του υπό εξέταση προϊόντος παράγονται όντως από περιορισμένο αριθμό παραγωγών στον κόσμο, δηλαδή έναν παραγωγό στις ΗΠΑ, δύο στην Ιαπωνία και έναν στην Κοινότητα (βλέπε παραπάνω). Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι οι εν λόγω πηγές προμήθειας αναμένεται να παραμείνουν διαθέσιμες μετά την επιβολή των μέτρων, καθώς και εκείνες των εισαγωγών από τις ΗΠΑ, αν και σε τιμές χωρίς ντάμπινγκ ή μη ζημιογόνες. Επομένως, αναμένεται να διατηρηθεί ικανοποιητικό επίπεδο ανταγωνισμού όσον αφορά αυτούς τους ειδικούς τύπους προϊόντος.

(170)

Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι δεν θα είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας η επιβολή μέτρων διότι μόνο λίγες επιχειρήσεις παράγουν αυτούς τους ειδικούς τύπους δεν θεωρείται βάσιμος ώστε να γίνει αποδεκτό το επιχείρημα ότι ένας από τους παραγωγούς αυτούς, στην προκειμένη περίπτωση ο αμερικανός παραγωγός, διαθέτει τα προϊόντα του στην κοινοτική αγορά σε τιμές ντάμπινγκ που προκαλούν ζημία. Υπενθυμίζεται ότι όσον αφορά αυτήν την εταιρεία, καθορίστηκε σημαντικό περιθώριο ντάμπινγκ ύψους 47,6 %. Η έρευνα αποκάλυψε ότι οι χρήστες αγόραζαν σημαντικό μέρος των προϊόντων τους, περιλαμβανομένων των τύπων υψηλής μαγνητικής διαπερατότητας, από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και ότι η συνεχής συμπίεση των τιμών που προκλήθηκε από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ είναι δυνατόν να οδήγησε σε κλείσιμο μονάδων παραγωγής στην Κοινότητα. Ελλείψει μέτρων αντιντάμπινγκ που να εξαλείψουν τις αρνητικές επιπτώσεις του ζημιογόνου ντάμπινγκ, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι χρήστες να καταστούν εξαρτημένοι αποκλειστικά από τις εισαγωγές, γεγονός που θα έχει καταστρεπτικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό και τη βιομηχανία των χρηστών.

(171)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι οι τιμές του υπό εξέταση προϊόντος θα αυξηθούν στην κοινοτική αγορά εάν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι εφόσον στόχος των μέτρων είναι η εξάλειψη του ζημιογόνου ντάμπινγκ, μπορεί επίσης να αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα μπορούσε πράγματι να προκαλέσει αύξηση των τιμών. Η αύξηση αυτή δεν αναμένεται ωστόσο να είναι σημαντική.

(172)

Πράγματι, θα παραμείνουν διάφορες πηγές προμηθειών οι οποίες δεν θα πληγούν από τα μέτρα και θα εξασφαλίσουν τον ανταγωνισμό. Επίσης, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, όσον αφορά τη Ρωσία, ενόψει του επιπέδου των μέτρων που καθορίζονται στην παρούσα έρευνα και δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά αναμένεται να αντικαταστήσουν τα ισχύοντα μέτρα σχετικά με τα μεγάλα GOES (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις (194), (195)), τα μέτρα αντιντάμπινγκ που βασίζονται στα τρέχοντα συμπεράσματα θα έχουν συνολικά μικρότερες συνέπειες από τα ισχύοντα μέτρα κατά την ΠΕ. Πράγματι, αν κατά την ΠΕ εφαρμόζονταν μέτρα του επιπέδου που προβλέπεται στην παρούσα έρευνα, στις ρωσικές εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα, οι δασμοί αντιντάμπινγκ θα ήταν συνολικά τέσσερις φορές μικρότεροι από τους δασμούς που καταβάλλονται.

(173)

Όσον αφορά τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ, κατ' εφαρμογή του κανόνα του χαμηλότερου δασμού, θα εξαλειφθεί μόνο το ζημιογόνο μέρος του περιθωρίου ντάμπινγκ, με αποτέλεσμα η τιμή των εισαγωγών από τις ΗΠΑ και επανέλθει κατά μέσο όρο σε επίπεδο χαμηλότερο ακόμα και από εκείνο του 2002.

(174)

Ο ισχυρισμός ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ θα οδηγούσε σε ελλείψεις θα πρέπει να καταρριφθεί. Πράγματι, όπως προαναφέρθηκε, οι εισαγωγές αναμένεται να συνεχιστούν σε περίπτωση επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ. Επιπλέον, η παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι μεγαλύτερη από τη συνολική κοινοτική κατανάλωση κατά την ΠΕ. Επίσης, εάν οι κοινοτικές τιμές αποκατασταθούν σε δίκαια επίπεδα, είναι αναμενόμενο ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα στρέψει τις πωλήσεις του στην εγχώρια αγορά μειώνοντας τις εξαγωγικές πωλήσεις.

(175)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι το κλείσιμο της ιταλικής μονάδας παραγωγής θα μειώσει τη γενική παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν, με αποτέλεσμα πιθανές ελλείψεις στην κοινοτική αγορά. Το επιχείρημα αυτό έχει ωστόσο δύο πλευρές, δεδομένου ότι θα μπορούσε αντιθέτως να οδηγήσει στην προστασία του κοινοτικού κλάδου κατά των εισαγωγών με ντάμπινγκ, προκειμένου να παρεμποδίσει το κλείσιμο και άλλων μονάδων και να διατηρήσει την παραγωγική ικανότητα.

(176)

Επιπροσθέτως, σημειώνεται ότι ακόμη και μετά το αναγγελθέν κλείσιμο του εργοστασίου, η συνολική παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου θα συνεχίσει να είναι μεγαλύτερη από την κοινοτική ζήτηση κατά την ΠΕ, και ότι αποτελεί πρόθεση των λοιπών παραγωγών να επενδύσουν σε παραγωγική ικανότητα προκειμένου να εξασφαλίσουν επαρκή προσφορά στην κοινοτική αγορά. Η αποκατάσταση του δίκαιου ανταγωνισμού και του επιπέδου τιμών στην κοινοτική αγορά, που θα εξασφάλιζε κατ' επέκταση ικανοποιητική απόδοση για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θα ευνοούσε οπωσδήποτε αυτές τις επενδύσεις και τη στροφή των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά.

(177)

Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι από τους προαναφερθέντες ισχυρισμούς διατυπώθηκαν από τους χρήστες στο πλαίσιο προηγούμενων ερευνών που οδήγησαν στην επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ σε μεγάλα GOES από τη Ρωσία. Παρά τους ισχυρισμούς αυτούς, οι οποίοι είχαν τότε απορριφθεί είτε διότι θεωρήθηκαν αβάσιμοι είτε διότι δεν διαπιστώθηκε ότι ήσαν κατά του συμφέροντος της Κοινότητας στο σύνολό της, οι χρήστες δεν παρείχαν κανένα στοιχείο, στο πλαίσιο της τρέχουσας έρευνας, το οποίο να αποδεικνύει ότι τα μέτρα αυτά θα είχαν πράγματι τις υποτιθέμενες αρνητικές επιπτώσεις. Βάσει αυτού, οποιαδήποτε μέτρα βασίζονται στα τρέχοντα συμπεράσματα είναι επίσης πιθανό να μην έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στη βιομηχανία των χρηστών.

(178)

Για όλους τους παραπάνω λόγους μπορεί να συναχθούν τα συμπεράσματα ότι, σε περίπτωση επιβολής μέτρων, οι χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος δεν θα εξαρτώνται αποκλειστικά από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ότι σε πολλές περιπτώσεις η τιμή αγοράς για τους χρήστες δεν θα επηρεαστεί άμεσα από την επιβολή μέτρων ή μόνο σε μικρό βαθμό, και ότι δεν θα προκύψει γενικά στο μέλλον έλλειψη GOES στην κοινοτική αγορά.

3.   Συμφέρον των μη συνδεδεμένων εισαγωγέων

(179)

Μόνο ένας μη συνδεδεμένος εισαγωγέας συνεργάστηκε κατά την έρευνα και αντιτάχθηκε στην επιβολή μέτρων ισχυριζόμενος ότι τα μέτρα θα έθεταν τέλος στις εμπορικές του δραστηριότητες σχετικά με το υπό εξέταση προϊόν. Δεδομένου ότι η εν λόγω εταιρεία εισήγαγε GOES αποκλειστικά από μία από τις ενδιαφερόμενες χώρες, αναμένεται ότι θα πληγεί άμεσα από την επιβολή μέτρων. Ο εισαγωγέας θα έχει εντούτοις ακόμη τη δυνατότητα να εισάγει από άλλους προμηθευτές που δεν υπόκεινται σε μέτρα. Επιπλέον, φαίνεται ότι το 75 % περίπου του κύκλου εργασιών του εν λόγω εισαγωγέα δεν συνδέεται με το υπό εξέταση προϊόν. Εξετάζοντας τα στοιχεία αυτά, θεωρείται ότι οι αρνητικές επιπτώσεις από την επιβολή μέτρων αναμένεται να είναι σχετικά περιορισμένες. Με βάση το γεγονός ότι κανείς άλλος εισαγωγέας δεν ισχυρίστηκε ότι η πιθανή επιβολή μέτρων θα έχει αρνητικό αντίκτυπο, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα μέτρα γενικά δεν θα πλήξουν σημαντικά τους εισαγωγείς.

(180)

Σημειώνεται ότι το χαμηλό επίπεδο συνεργασίας των εισαγωγέων ερμηνεύεται από το γεγονός ότι οι χρήστες εισάγουν ως επί το πλείστον τα GOES οι ίδιοι, και γίνεται επομένως αναφορά στα παραπάνω συμπεράσματα.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας

(181)

Οι επιπτώσεις της επιβολής μέτρων αναμένεται να δώσουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής την ευκαιρία ανακτήσει επικερδή όγκο πωλήσεων στην κοινοτική αγορά και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Αποδείχθηκε ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στο σταδιακό κλείσιμο της μονάδας παραγωγής μιας εταιρείας που αποτελεί μέρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης του κλάδου γενικά, υπάρχει ο κίνδυνος, εάν δεν επιβληθούν μέτρα, και άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί να κλείσουν ορισμένες γραμμές παραγωγής ή ακόμη και ολόκληρες μονάδες παραγωγής και να απολύσουν μέρος του εργατικού δυναμικού τους. Αν και είναι πιθανό να προκύψουν ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις για τους χρήστες υπό μορφή αύξησης τιμών, θεωρείται ότι θα είναι περιορισμένες. Πρέπει επίσης να εξεταστεί ότι είναι προς το συμφέρον των χρηστών, βιώσιμοι και ανταγωνιστικοί κοινοτικοί παραγωγοί να παραμείνουν ενεργοί σε μια αγορά που δεν στρεβλώνεται από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.

(182)

Πράγματι, λόγω των περιορισμένων πηγών προμήθειας παγκοσμίως, είναι επίσης προς το συμφέρον των χρηστών της Κοινότητας οι πηγές κοινοτικών προμηθειών να μην εξασθενίσουν περισσότερο από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ γεγονός που θα οδηγούσε σε περαιτέρω μείωση των δραστηριοτήτων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, καθιστώντας έτσι τους χρήστες GOES σταδιακά πιο εξαρτημένους από τις εισαγωγές.

Η.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(183)

Ενόψει των συμπερασμάτων που συνήχθησαν όσον αφορά το ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Κοινότητας, θα πρέπει να επιβληθούν μέτρα στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.

1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(184)

Το επίπεδο των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ πρέπει να αρκεί για την εξάλειψη της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, χωρίς να υπερβαίνει τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν. Κατά τον υπολογισμό του απαραίτητου ποσού του δασμού για την εξάλειψη των επιπτώσεων του ζημιογόνου ντάμπινγκ, θεωρήθηκε ότι τα μέτρα θα έπρεπε να επιτρέψουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να καλύψει τις δαπάνες του και να πραγματοποιήσει συνολικό κέρδος πριν από το φόρο, το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί εύλογα υπό κανονικούς όρους ανταγωνισμού, δηλαδή, αν δεν πραγματοποιούνταν εισαγωγές με ντάμπινγκ.

(185)

Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, διαπιστώθηκε προκαταρκτικά ότι ένα περιθώριο κέρδους 5 % του κύκλου εργασιών, που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής το 2001, θα μπορούσε να θεωρηθεί το κατάλληλο όριο που θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ελλείψει του ζημιογόνου ντάμπινγκ. Σημειώνεται ότι αυτό το επίπεδο κέρδους χρησιμοποιήθηκε και για τον καθορισμό του περιθωρίου ζημίας στο πλαίσιο της έρευνας που οδήγησε στην επιβολή των ισχυόντων μέτρων όσον αφορά τα GOES πλάτους άνω των 500 mm. Η απαιτούμενη αύξηση τιμών καθορίστηκε τότε με βάση τη σύγκριση, στο ίδιο επίπεδο εμπορίας, της μέσης σταθμισμένης τιμής εισαγωγής, όπως καθορίστηκε για τον υπολογισμό των πωλήσεων σε κατώτερες τιμές, με τη μη ζημιογόνο τιμή των προϊόντων που πωλούνταν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά. Η μη ζημιογόνος τιμή προέκυψε με την προσαρμογή των τιμών πώλησης κάθε εταιρείας που συνθέτει τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στο χαμηλότερο σημείο απόδοσης και με την προσθήκη του ως άνω περιθωρίου κέρδους. Η διαφορά που προέκυψε από την εν λόγω σύγκριση εκφράστηκε εν συνεχεία ως εκατοστιαίο ποσοστό της συνολικής αξίας CIF κατά την εισαγωγή.

2.   Οριστικοί δασμοί

(186)

Με βάση τα ανωτέρω, θεωρείται, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, ότι πρέπει να επιβληθούν στις εισαγωγές καταγωγής Ρωσίας και ΗΠΑ οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ, ίσοι με το χαμηλότερο από τα διαπιστωθέντα περιθώρια ζημίας και ντάμπινγκ, σύμφωνα με τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού.

(187)

Βάσει των ανωτέρω, οι προτεινόμενοι οριστικοί δασμοί καθορίζονται ως εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Δασμός αντιντά-μπινγκ

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

AK Steel Corporation

31,5 %

 

Όλες οι άλλες εταιρείες

37,8 %

Ρωσία

Novolipetsk Iron & Steel Corporation (NLMK)

11,5 %

 

Viz Stal

0 %

 

Όλες οι άλλες εταιρείες

11,5 %

(188)

Οι ατομικοί δασμοί αντιντάμπινγκ που διευκρινίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, αντανακλούν την κατάσταση που επικρατούσε κατά την έρευνα όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Οι εν λόγω δασμολογικοί συντελεστές (σε αντίθεση με τον δασμό σε επίπεδο χώρας, που εφαρμόζεται σε όλες τις άλλες εταιρείες) εφαρμόζονται επομένως αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής των εν λόγω χωρών, που παράγονται από τις εταιρείες και, συνεπώς, από τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που κατονομάζονται στο διατακτικό μέρος του παρόντος κανονισμού. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό μέρος του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στον δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(189)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω δασμών αντιντάμπινγκ για μεμονωμένες εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται αμέσως στην Επιτροπή μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, και ιδίως οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, όπως για παράδειγμα αλλαγή της επωνυμίας ή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Ενδεχομένως, ο κανονισμός τροποποιείται με την ενημέρωση του καταλόγου των εταιρειών που τυγχάνουν ατομικών συντελεστών δασμού.

3.   Αναλήψεις υποχρεώσεων

(190)

Παραγωγός-εξαγωγέας των ΗΠΑ και παραγωγός-εξαγωγέας στη Ρωσία πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(191)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που προσέφεραν οι εταιρείες AK Steel Corporation και NMLK μπορούν να γίνουν αποδεκτές δεδομένου ότι εξαλείφουν τη ζημιογόνο επίδραση του ντάμπινγκ. Επιπλέον, οι περιοδικές και λεπτομερείς εκθέσεις που η εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να υποβάλει στην Επιτροπή θα επιτρέψουν την αποτελεσματική εποπτεία, και η δομή των εταιρειών είναι τέτοια που η Επιτροπή θεωρεί ότι ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος καταστρατήγησης της ανάληψης υποχρέωσης.

(192)

Για να εξασφαλιστεί η πραγματική τήρηση και εποπτεία της ανάληψης υποχρεώσεων, όταν υποβάλλεται αίτηση για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την ανάληψη υποχρεώσεων, η απαλλαγή από το δασμό εξαρτάται από την προσκόμιση ενός εμπορικού τιμολογίου που περιέχει τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα, οι οποίες είναι απαραίτητες για να βεβαιωθούν οι τελωνειακές αρχές ότι τα φορτία αντιστοιχούν στο εμπορικό έγγραφο. Εάν δεν προσκομιστεί το εν λόγω τιμολόγιο, ή εάν δεν αντιστοιχεί στο προϊόν που προσκομίζεται στο τελωνείο, θα πρέπει να καταβληθεί ο κατάλληλος δασμός αντιντάμπινγκ.

(193)

Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης της ανάληψης υποχρέωσης, μπορεί να επιβληθεί δασμός αντιντάμπινγκ, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφοι 9 και 10 του βασικού κανονισμού.

Θ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΡΩΣΙΑ

(194)

Υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (3) του παρόντος κανονισμού, άρχισε ενδιάμεση επανεξέταση για να επιτραπεί οποιαδήποτε απαραίτητη τροποποίηση ή κατάργηση των οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές μεγάλων GOES από τη Ρωσία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα εν λόγω προϊόντα εντάσσονται στο πλαίσιο των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής ΗΠΑ και Ρωσίας.

(195)

Βάσει των ανωτέρω διαπιστώσεων και συμπερασμάτων, η έρευνα κατέδειξε ότι πρέπει να επιβληθούν μέτρα στα GOES κάθε πλάτους, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη (3), καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας. Θεωρείται επομένως ότι, εφόσον τα μέτρα αυτά καλύπτουν και τα μεγάλα GOES, η συνέχιση της επιβολής τους, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 151/2003 του Συμβουλίου, δεν κρίνεται κατάλληλη και επομένως θα πρέπει να καταργηθούν.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7225 11 00 (προϊόντα πλάτους 600 mm ή περισσότερο) και 7226 11 00 (προϊόντα με πλάτος κατώτερο των 600 mm).

2.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται, πριν από το δασμό, στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», για προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις εταιρείες που απαριθμούνται κατωτέρω, καθορίζεται ως εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Δασμός αντιντά-μπινγκ

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

AK Steel Corporation - 703, Curtis Street, Middletown, Ohio

31,5 %

A669

 

Όλες οι άλλες εταιρείες

37,8 %

A999

Ρωσία

Novolipetsk Iron & Steel Corporation (NLMK) - 2, Metallurgov sq., Lipetsk

11,5 %

A670

 

Viz Stal - 28, Kirov Street, Ekaterinburg

0 %

A516

 

Όλες οι άλλες εταιρείες

11,5 %

A999

3.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

Άρθρο 2

1.   Οι εισαγωγές που έχουν διασαφιστεί για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία απαλλάσσονται από τους δασμούς αντιντάμπινγκ που ορίζει το άρθρο 1, υπό τον όρο ότι παράγονται, αποστέλλονται και τιμολογούνται από εταιρείες από τις οποίες η Επιτροπή έχει δεχθεί αναλήψεις υποχρεώσεων και των οποίων τα ονόματα περιέχονται στη σχετική απόφαση της Επιτροπής, όπως αυτή τροποποιείται κατά διαστήματα, και έχουν εισαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της ιδίας απόφασης ή του ιδίου κανονισμού της Επιτροπής.

2.   Οι εισαγωγές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εξαιρούνται από το δασμό αντιντάμπινγκ υπό τον όρο ότι:

α)

τα εμπορεύματα που δηλώνονται και προσκομίζονται στα τελωνεία αντιστοιχούν ακριβώς στο προϊόν που περιγράφεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1,

β)

κατά την υποβολή της διασάφησης για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, προσκομίζεται στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών εμπορικό τιμολόγιο που περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που παρατίθενται στο παράρτημα, και

γ)

τα εμπορεύματα που δηλώνονται και προσκομίζονται στα τελωνεία αντιστοιχούν ακριβώς στην περιγραφή του εμπορικού τιμολογίου.

Άρθρο 3

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 151/2003 καταργείται.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Αυγούστου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο πρόεδρος

J. STRAW


(1)  ΕΕ L 56, 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77, 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ C 144, 28.5.2004, σ. 2.

(3)  ΕΕ L 25, 30.1.2003, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 990/2004 (ΕΕ L 182, 19.5.2004, σ. 5).

(4)  ΕΕ L 183, 20.5.2004, σ. 10.

(5)  ΕΕ L 344, 20.11.2004, σ. 21.

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2155/97 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298, 1.11.1997, σ. 1.)

(7)  ΕΕ L 25, 30.1.2003, σ. 12, αιτιολογική σκέψη (50).

(8)  Υπόθεση Sinochem (T-161/94)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα ακόλουθα στοιχεία αναφέρονται στο εμπορικό τιμολόγιο που συνοδεύει τις πωλήσεις της εταιρείας στην Κοινότητα εμπορευμάτων που αποτελούν το αντικείμενο ανάληψης υποχρέωσης.

1.

Ο τίτλος «ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ ΤΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ»

2.

Η επωνυμία της εταιρείας που εκδίδει το εμπορικό τιμολόγιο.

3.

Ο αριθμός του εμπορικού τιμολογίου.

4.

Η ημερομηνία έκδοσης του εμπορικού τιμολογίου.

5.

Ο πρόσθετος κωδικός Taric βάσει του οποίου γίνεται ο εκτελωνισμός των εμπορευμάτων του τιμολογίου στα σύνορα της Κοινότητας (όπως καθορίζεται στον κανονισμό για την επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ),

6.

Η ακριβής απλή περιγραφή των προϊόντων, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εξής:

ο κωδικός του προϊόντος (PCN),

τα τεχνικά χαρακτηριστικά του PCN όπως περιγράφονται στο παράρτημα Ι,

ο εταιρικός κωδικός του προϊόντος (CPC),

ο κωδικός ΣΟ,

η ποσότητα (να αναφέρεται σε kg/τ.)

7.

Η περιγραφή των όρων πώλησης, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εξής:

η τιμή ανά μονάδα (kg/τ)

οι όροι πληρωμής,

οι ισχύοντες όροι παράδοσης,

οι συνολικές εκπτώσεις και μειώσεις.

8.

Το όνομα του εισαγωγέα για τον οποίο εκδίδεται το τιμολόγιο απευθείας από την εταιρεία.

9.

Το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου της εταιρείας που εξέδωσε το εμπορικό τιμολόγιο και η ακόλουθη δήλωση υπογεγραμμένη:

«Ο κάτωθι υπογραμμένος, πιστοποιώ ότι η πώληση για άμεση εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα των εμπορευμάτων που καλύπτονται από το παρόν τιμολόγιο, πραγματοποιείται στο πλαίσιο και με τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε από [εταιρεία], και έγινε αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την απόφαση 2005/622/ΕΚ. Δηλώνω ότι τα στοιχεία που αναγράφονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρη και ακριβή.»


27.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 223/27


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1372/2005 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 19ης Αυγούστου 2005

για την περάτωση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας και Ρωσίας, για την περάτωση της ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο καταγωγής Ταϊβάν και για την κατάργηση των εν λόγω μέτρων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1994/2000 (2) και αριθ. 1993/2000 (3), το Συμβούλιο επέβαλε, τον Σεπτέμβριο του 2000, οριστικούς αντισταθμιστικούς δασμούς που κυμαίνονταν από 1 % έως 8,2 %, καθώς και οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο (εφεξής «SBS») καταγωγής Ταϊβάν.

(2)

Το επίπεδο των οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς-εξαγωγείς της Ταϊβάν, εκφραζόμενο ως ποσοστό της αξίας CIF στα σύνορα της Κοινότητας, ήταν το ακόλουθο:

Lee Chang Yung Chemical Industry Corp., Taipei 5,3 %

Chi Mei Corp., Tainan 9,1 %

Μη συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς 20,0 %

2.   Παρούσες έρευνες

(3)

Στις 28 Μαΐου 2004, σύμφωνα με το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού η Επιτροπή ανήγγειλε, με ανακοίνωση (εφεξής «ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας») που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4), την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα SBS καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας (εφεξής «Κορέα») και Ρωσίας.

(4)

Κατά την ίδια ημερομηνία, με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5) η Επιτροπή ανήγγειλε την έναρξη, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, ενδιάμεσης επανεξέτασης των οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1993/2000 του Συμβουλίου στις εισαγωγές στυρόλιου-βουταδιένιου-στυρόλιου (SBS) καταγωγής Ταϊβάν.

(5)

Η έρευνα αντιντάμπινγκ ξεκίνησε μετά από καταγγελία που υποβλήθηκε στις 13 Απριλίου 2004 από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικών Βιομηχανιών (εφεξής «CEFIC» ή «ο καταγγέλλων») εξ ονόματος των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το 100 % της κοινοτικής παραγωγής SBS. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ντάμπινγκ που έχει ασκηθεί στο εν λόγω προϊόν και ως προς τη σημαντική ζημία που έχει προκύψει, τα οποία στοιχεία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

(6)

Η ενδιάμεση επανεξέταση βασίστηκε σε αίτημα που υποβλήθηκε από το CEFIC και περιείχε στοιχεία που αποδείκνυαν την επανεμφάνιση πρακτικής ντάμπινγκ και ζημίας και ότι τα ισχύοντα μέτρα δεν ήταν πλέον επαρκή για την εξουδετέρωση της ζημιογόνου πρακτικής ντάμπινγκ.

3.   μέρη τα οποία αφορά η διαδικασία

(7)

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ενημέρωσαν επίσημα τους παραγωγούς-εξαγωγείς στην Κορέα, τη Ρωσία και την Ταϊβάν, τους εισαγωγείς-εμπόρους και τις ενώσεις τους, τους προμηθευτές και τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, τους αντιπροσώπους των ενδιαφερομένων χωρών εξαγωγής και τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς σχετικά με την έναρξη των διαδικασιών. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν να γίνουν δεκτά σε ακρόαση εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στις ανακοινώσεις για την έναρξη διαδικασίας.

(8)

Λόγω του μεγάλου αριθμού των εισαγωγέων SBS στην Κοινότητα, που απαριθμούνται στην καταγγελία και το αίτημα, οι ανακοινώσεις για την έναρξη των διαδικασιών προέβλεπαν τη δειγματοληπτική εξέταση των εισαγωγέων για τον προσδιορισμό της ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού.

(9)

Για να μπορέσουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής να αποφασίσουν εάν είναι απαραίτητη η δειγματοληψία και, εφόσον είναι, να επιλέξουν δείγμα, ζητήθηκε από όλους τους εισαγωγείς να αναγγελθούν στην Επιτροπή και να παράσχουν, όπως διευκρινίζεται στις ανακοινώσεις για την έναρξη των διαδικασιών, βασικές πληροφορίες σχετικά με τις συναφείς με το SBS δραστηριότητές τους κατά την περίοδο δειγματοληψίας (1η Απριλίου 2003 έως 31 Μαρτίου 2004). Μετά από εξέταση των υποβληθέντων από τους εισαγωγείς στοιχείων και λόγω του μεγάλου αριθμού απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο της δειγματοληψίας, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν απαραίτητη η δειγματοληψία.

(10)

Απεστάλησαν ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, καθώς και σε όλες τις άλλες εταιρείες που αναγγέλθηκαν εντός των προθεσμιών που ορίστηκαν στις ανακοινώσεις για την έναρξη διαδικασιών.

(11)

Ελήφθησαν απαντήσεις από έναν Κορεάτη παραγωγό-εξαγωγέα, ένα Ρώσο παραγωγό, μαζί με τις δύο συνδεδεμένες με αυτόν ρωσικές εταιρείες, τέσσερις παραγωγούς από την Ταϊβάν, τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς και τέσσερις μη συνδεδεμένους εισαγωγείς. Δεν ελήφθησαν απαντήσεις από χρήστες.

(12)

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναζήτησαν και επαλήθευσαν όλες τις πληροφορίες που θεωρήθηκαν απαραίτητες για τον προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ, της επακόλουθης ζημίας και του συμφέροντος της Κοινότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, πραγματοποιήθηκαν επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Κοινοτικοί παραγωγοί

Dynasol Elastomeros SA, Μαδρίτη, Ισπανία

Kraton Polymers International Ltd., Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο

Polimeri Europa SpA, Μιλάνο, Ιταλία

SA Petrofina NV Βρυξέλλες, Βέλγιο (πρώην Atofina Elastomers NV)

β)

Παραγωγός-εξαγωγέας της Κορέας

Korea Kumho Petrochemicals Co., Ltd., Σεούλ

γ)

Παραγωγός-εξαγωγέας της Ρωσίας

Όμιλος SIBUR:

Public Joint Stock Company (δημόσια ανώνυμη εταιρεία) «Sibirsko-Uralskaya Neftegazohimicheskaya Companiya»(‘SIBUR’), Μόσχα

Gazexport, Limited Liability Company (εταιρεία περιορισμένης ευθύνης), Μόσχα

Joint Stock Company (δημόσια ανώνυμη εταιρεία) Voronezhsyntezkauchuk, Voronezh

(13)

Από την έρευνα προέκυψε ότι μόνο μία ρωσική εταιρεία, η JSC Voronezhsyntezkauchuk, παρήγαγε το υπό εξέταση προϊόν, ενώ η JSC SIBUR ήταν κυρίως υπεύθυνη για τις εγχώριες πωλήσεις και την παράδοση των πρώτων υλών. Η Gazexport ήταν υπεύθυνη για τις εξαγωγικές πωλήσεις κατά το μεγαλύτερο διάστημα της περιόδου έρευνας. Κατά συνέπεια, για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας, οι τρεις συνδεδεμένες ρωσικές εταιρείες θα θεωρηθούν ως μία και μόνη εταιρεία, δηλαδή «όμιλος SIBUR».

δ)

Παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊβάν

Chi Mei Corp., Tainan

Lee Chang Yung Chemical Industry Corp., Taipei

ε)

Μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς

Guzman Cauchos S.L., Βαλένθια, Ισπανία

Monumenta Import Export GmbH, Troisdorf, Γερμανία

Tecnopolimeri SpA, Seregno, Ιταλία

4.   Προσωρινά μέτρα

(14)

Δεδομένης της αναγκαιότητας να εξεταστούν περαιτέρω ορισμένες πτυχές της ζημίας, της αιτιώδους συνάφειας και του συμφέροντος της Κοινότητας, και ιδίως λόγω της συσχέτισης με την παράλληλη ενδιάμεση επανεξέταση των δασμών αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές SBS καταγωγής Ταϊβάν, δεν επιβλήθηκαν προσωρινά μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές SBS καταγωγής Κορέας και Ρωσίας. Εντούτοις, όλα τα μέρη πληροφορήθηκαν σχετικά με τα προκαταρκτικά πορίσματα της έρευνας και τους παραχωρήθηκε προθεσμία εντός της οποίας μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την κοινοποίηση και ελήφθησαν υπόψη οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν προφορικώς και γραπτώς από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

5.   Επακόλουθη διαδικασία

(15)

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξακολούθησαν την αναζήτηση και επαλήθευση όλων των στοιχείων που κρίθηκαν απαραίτητα ενόψει των οριστικών πορισμάτων, ιδίως όσον αφορά τις εισαγωγές SBS από την Ταϊβάν.

(16)

Στη συνέχεια, ενημερώθηκαν όλα τα μέρη για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί:

η περάτωση της διαδικασίας όσον αφορά τις εισαγωγές SBS καταγωγής Κορέας και Ρωσίας· και

η κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1993/2000 για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές SBS καταγωγής Ταϊβάν.

(17)

Επίσης, τους παραχωρήθηκε προθεσμία εντός της οποίας μπορούσαν αν υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη ελήφθησαν υπόψη και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

6.   Περίοδος της έρευνας

(18)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2003 έως στις 31 Μαρτίου 2004 (εφεξής «περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων στο πλαίσιο της ανάλυσης της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2000 μέχρι το τέλος της ΠΕ (εφεξής «εξεταζόμενη περίοδος»).

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Υπό εξέταση προϊόν

(19)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι θερμοπλαστικό καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο, που κατατάσσεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 4002 19 00, ex 4002 99 10 και ex 4002 99 90.

(20)

Το SBS είναι ένα συμπολυμερές αποτελούμενο από τρία ομοπολυμερή τμήματα και παρασκευάζεται από μονομερές στυρόλιο και βουταδιένιο. Μπορεί να είναι είτε σε ξηρή μορφή είτε εξεπτυγμένο με έλαια, με την προσθήκη ελαίου στη φάση κατασκευής. Επιπλέον, δύναται να παράγεται σε διαφόρους τύπους που είναι δυνατό να προσδιοριστούν βάσει διαφόρων τεχνικών χαρακτηριστικών, όπως είναι η αναλογία στυρολίου και βουταδιενίου, η περιεκτικότητα σε έλαια ή η χημική συμμετρία. Παρά το γεγονός ότι το πιθανό φάσμα των τύπων SBS είναι ευρύ, οι τύποι αυτοί έχουν τα ίδια βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και δεν υπάρχουν σαφείς διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των διαφόρων τύπων. Επιπλέον, όλοι οι τύποι του SBS χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς, όπως τη θερμική επεξεργασία πίσσας για την παραγωγή ασφάλτου οδόστρωσης και μονωτικών μεμβρανών στεγών, για την παραγωγή υλικών που προορίζονται για τεχνικές χρήσεις και τη βιομηχανία υποδημάτων, για μετατροπές πλαστικών και για την παραγωγή συγκολλητικών υλών. Συνεπώς, για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας, θεωρούνται ως ενιαίο προϊόν.

(21)

Κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου, διαπιστώθηκε ότι, κατά την ΠΕ, μία εταιρεία εξήγαγε στην Κοινότητα συμπολυμερή τύπου «μπλοκ» από στυρόλιο-ισοπρένιο-στυρόλιο (εφεξής «SIS»). Κρίθηκε ότι το εν λόγω προϊόν δεν ήταν δυνατόν να θεωρηθεί ότι ανταποκρίνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Πράγματι, τα SIS έχουν διαφορετική φυσική σύνθεση σε σχέση με το SBS, δεδομένου ότι το μονομερές στο μέσον του ομοπολυμερούς είναι ισοπρένιο και όχι βουταδιένιο. Επομένως δεν διαθέτει τα ίδια φυσικά χαρακτηριστικά και κατά συνέπεια δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.

2.   Ομοειδές προϊόν

(22)

Διαπιστώθηκε ότι το υπό εξέταση προϊόν και το SBS που παρήχθη και πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της Κορέας, της Ρωσίας και της Ταϊβάν, καθώς και το SBS που παρήχθη και πωλήθηκε στην Κοινότητα από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, είχαν τα ίδια βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες βασικές χρήσεις. Συνεπώς, τα προϊόντα αυτά θεωρούνται ομοειδή κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Γενική μέθοδος

(23)

Η γενική μέθοδος που περιγράφεται κατωτέρω εφαρμόστηκε για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς της Κορέας, της Ρωσίας και της Ταϊβάν. Η ακόλουθη παρουσίαση των σχετικών με την πρακτική ντάμπινγκ διαπιστώσεων, όσον αφορά τις ενδιαφερόμενες χώρες, περιορίζεται επομένως σε ειδικά θέματα για κάθε χώρα εξαγωγής.

2.   Κανονική αξία

(24)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν καταρχήν, για κάθε συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα, εάν οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις SBS τις οποίες πραγματοποίησε ήσαν αντιπροσωπευτικές, δηλαδή, εάν ο συνολικός όγκος των πωλήσεων αυτών αντιστοιχούσε τουλάχιστον στο 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων του παραγωγού στην Κοινότητα. Εν συνεχεία, οι υπηρεσίες της Επιτροπής προσδιόρισαν τα είδη του SBS τα οποία πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά από τις εταιρείες που πραγματοποιούν συνολικά αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις, και τα οποία ήσαν πανομοιότυπα ή άμεσα συγκρίσιμα με τα είδη που πωλήθηκαν προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

(25)

Για κάθε τύπο προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά από τους παραγωγούς-εξαγωγείς και ο οποίος αποδείχθηκε ότι ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τον τύπο του SBS που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, καθορίστηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Οι εγχώριες πωλήσεις ενός συγκεκριμένου τύπου SBS θεωρήθηκαν αρκετά αντιπροσωπευτικές εφόσον, κατά την περίοδο της έρευνας, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων του εν λόγω τύπου αντιπροσώπευε το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του συγκρίσιμου τύπου SBS που εξήχθη στην Κοινότητα.

(26)

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν εν συνεχεία κατά πόσον κάθε τύπος SBS που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι πωλήθηκε στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, προσδιορίζοντας το ποσοστό των επικερδών πωλήσεων του εν λόγω τύπου SBS σε ανεξάρτητους πελάτες. Σε περιπτώσεις στις οποίες ο όγκος των πωλήσεων συγκεκριμένου τύπου SBS, που πραγματοποιήθηκαν σε καθαρή τιμή πώλησης ίση ή ανώτερη του υπολογισθέντος κόστους παραγωγής, αντιπροσώπευε πάνω από το 80 % του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου, και εφόσον η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου SBS ήταν ίση ή ανώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίσθηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των τιμών όλων των εγχώριων πωλήσεων του συγκεκριμένου τύπου SBS που πραγματοποιήθηκαν κατά την ΠΕ, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήταν ή όχι επικερδείς. Στις περιπτώσεις που ο όγκος επικερδών πωλήσεων του τύπου SBS αντιπροσώπευε ποσοστό 80 % ή μικρότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων αυτού του τύπου, ή εφόσον η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν κατώτερη του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία βασίστηκε στην πραγματική εγχώρια τιμή, η οποία υπολογίσθηκε ως σταθμισμένος μέσος όρος των επικερδών πωλήσεων μόνο αυτού του τύπου, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πωλήσεις αντιπροσώπευαν ποσοστό 10 % ή μεγαλύτερο των συνολικών πωλήσεων του τύπου αυτού.

(27)

Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων οιουδήποτε τύπου προϊόντος αντιπροσώπευε ποσοστό κατώτερο του 10 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου, θεωρήθηκε ότι ο συγκεκριμένος αυτός τύπος πωλήθηκε σε ανεπαρκείς ποσότητες και ότι η εγχώρια τιμή δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Εφόσον οι εγχώριες τιμές ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος που πωλήθηκε από έναν παραγωγό-εξαγωγέα δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, θεωρήθηκε ότι η κατασκευασμένη αξία του εν λόγω τύπου SBS αποτελούσε την κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(28)

Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με βάση το κόστος παραγωγής των εξαγόμενων ειδών, το οποίο προσαρμόστηκε όπου κρίθηκε απαραίτητο, συν ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (ΠΓ&Δ) καθώς και εύλογο περιθώριο κέρδους. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα και το κέρδος που πραγματοποίησε καθένας από τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς στην εγχώρια αγορά αποτελούν αξιόπιστα στοιχεία.

(29)

Τα πραγματικά εγχώρια έξοδα ΠΓ&Δ θεωρήθηκαν αξιόπιστα όταν ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων της ενδιαφερόμενης εταιρείας μπορούσε να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικός σε σύγκριση με τον όγκο των εξαγωγικών πωλήσεων στην Κοινότητα. Το εγχώριο περιθώριο κέρδους καθορίστηκε με βάση τις εγχώριες πωλήσεις των ειδών που πωλήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Για το σκοπό αυτό, εφαρμόστηκε η μέθοδος που καθορίζεται ανωτέρω.

3.   Τιμή εξαγωγής

(30)

Σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες το υπό εξέταση προϊόν εξήχθη άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, ήτοι με βάση την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή εξαγωγής.

4.   Σύγκριση

(31)

Πραγματοποιήθηκε σύγκριση της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής στο στάδιο εκ του εργοστασίου. Για την εξασφάλιση δίκαιης σύγκρισης μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, ελήφθησαν υπόψη, υπό μορφή προσαρμογών, οι διαφορές που διαπιστώθηκαν στους παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές και τη συγκρισιμότητά τους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Έγιναν οι κατάλληλες προσαρμογές σε όλες τις περιπτώσεις που θεωρήθηκαν εύλογες, επαληθεύσιμες και υποστηριζόμενες από επαληθευμένα στοιχεία.

5.   Περιθώριο ντάμπινγκ

(32)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα, η μέση σταθμισμένη κανονική αξία συγκρίθηκε με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής.

6.   Kορέα

(33)

Απάντηση στο ερωτηματολόγιο ελήφθη από έναν Κορεάτη παραγωγό-εξαγωγέα. Η έρευνα κατέδειξε ότι συνολικά οι εγχώριες πωλήσεις της κορεατικής εταιρείας ήταν αντιπροσωπευτικές. Επιπλέον, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων κάθε τύπου SBS που πωλήθηκε από την εταιρεία αντιπροσώπευε το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων συγκρίσιμων τύπων SBS που εξήχθησαν στην Κοινότητα και συνεπώς οι εν λόγω πωλήσεις θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικές.

6.1.   Κανονική αξία

(34)

Για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, οι εγχώριες τιμές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για δύο τύπους προϊόντος. Για τρεις τύπους προϊόντος, η κανονική αξία βασίστηκε αποκλειστικά στις οικονομικά αποδοτικές πωλήσεις. Για πέντε τύπους προϊόντος, λιγότερο από το 10 % των εγχώριων πωλήσεων ήταν επικερδείς κατά την ΠΕ. Κατά συνέπεια, στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή κατασκεύασε την κανονική αξία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση το κόστος παραγωγής του παραγωγού-εξαγωγέα στο οποίο προστέθηκε εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΠΓ&Δ») και το κέρδος. Σχετικά με αυτό το θέμα, το κόστος των ΠΓ&Δ βασίστηκε στο κόστος των ΠΓ&Δ της εταιρείας δεδομένου ότι οι εγχώριες πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος της εν λόγω εταιρείας ήταν αντιπροσωπευτικές, όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Όσον αφορά το περιθώριο κέρδους, σύμφωνα με την πρώτη πρόταση του άρθρου 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, χρησιμοποιήθηκε το κέρδος από τις εγχώριες πωλήσεις, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων.

6.2.   Τιμή εξαγωγής

(35)

Δεδομένου ότι οι εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις όντως καταβληθείσες ή τις καταβλητέες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

6.3.   Σύγκριση

(36)

Στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο και αιτιολογημένο, έγιναν προσαρμογές προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης καθώς και το κόστος πίστωσης. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 σημείο β) του βασικού κανονισμού, η εταιρεία ζήτησε και της χορηγήθηκε προσαρμογή της κανονικής αξίας στο πλαίσιο της επιστροφής δασμού, με βάση το επιχείρημα ότι οι εισαγωγικές επιβαρύνσεις καταβάλλονταν για το ομοειδές προϊόν εφόσον τούτο καταναλωνόταν στη χώρα εξαγωγής, οι επιβαρύνσεις όμως αυτές επιστρέφονταν όταν το SBS πωλείτο προς εξαγωγή.

(37)

Ο αιτών ζήτησε επίσης προσαρμογή όσον αφορά τις εκπτώσεις για την ποσότητα. Κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου, η εταιρεία είχε την ευκαιρία να αποδείξει ότι οι εκπτώσεις για την ποσότητα επηρέαζαν τις τιμές. Εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να καθορίσουν ποσοτικά τις εκπτώσεις που ισχυρίζονταν και να αποδείξουν ότι σχετίζονταν άμεσα με τις υπό εξέταση πωλήσεις. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός.

6.4.   Περιθώριο ντάμπινγκ

(38)

Το περιθώριο ντάμπινγκ, εκφρασμένο ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν τον εκτελωνισμό, έχει ως εξής:

Korea Kumho Petrochemicals Co., Ltd., Σεούλ: 0,95 %

(39)

Δεδομένου ότι το περιθώριο ντάμπινγκ για την Korea Kumho Petrochemicals είναι το ελάχιστο, δηλαδή λιγότερο από 2 %, η διαδικασία όσον αφορά την Κορέα θα πρέπει να περατωθεί χωρίς να επιβληθούν μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

7.   Ρωσία

(40)

Ελήφθησαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο από τρεις συνδεδεμένες εταιρείες και οι απαντήσεις αυτές εξετάστηκαν από κοινού.

7.1.   Κανονική αξία

(41)

Από την έρευνα προέκυψε ότι όλες οι ρωσικές εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές και ότι πωλήθηκε στην ΕΕ ένας μόνο συγκεκριμένος τύπος προϊόντος. Διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του σχετικού τύπου SBS ήταν επαρκείς και ότι οι εν λόγω πωλήσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικές. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι ο τύπος προϊόντος που εξήχθη στην Κοινότητα πωλήθηκε στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων. Συνεπώς, οι πραγματικές εγχώριες τιμές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας.

(42)

Μία από τις εταιρείες του ομίλου SIBUR παρήγαγε μόνη της τις βασικές πρώτες ύλες, δηλαδή το βουταδιένιο και το στυρόλιο και αγόραζε τα εν λόγω υλικά μόνο σε περίπτωση έλλειψης. Δεδομένου ότι δηλώθηκαν αντιφατικά στοιχεία σχετικά με την ποσότητα ορισμένων πρώτων υλών που αγοράστηκαν σε σχέση με την ποσότητα των πρώτων υλών που παρήχθησαν κατά την ΠΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 5 και του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού, οι υπηρεσίες της Επιτροπής βασίστηκαν σε διαθέσιμα στοιχεία, στην προκείμενη περίπτωση στη μεγαλύτερη ποσότητα της αγορασθείσας πρώτης ύλης που δηλώθηκε από τις εταιρείες, για τον καθορισμό του κόστους των πρώτων υλών προκειμένου να προσδιοριστεί το κόστος παραγωγής. Εντούτοις, το συνολικό αναθεωρηθέν κόστος παραγωγής δεν επέφερε οποιαδήποτε μεταβολή στη διαπίστωση ότι οι εγχώριες τιμές αποτελούσαν την κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(43)

Δεδομένου του καταμερισμού δραστηριοτήτων μεταξύ των εν λόγω εταιρειών, το κόστος παραγωγής έπρεπε να καθοριστεί προσθέτοντας τις σχετικές δαπάνες της εταιρείας παραγωγής, δηλαδή της JSC Voronezhsyntezkauchuk, με τις αντίστοιχες της JSC SIBUR.

(44)

Αφού ενημερώθηκαν σχετικά με την απόφαση να μην επιβληθούν προσωρινά μέτρα, οι εταιρείες ζήτησαν να διορθωθεί η καθορισθείσα κανονική αξία, με το επιχείρημα ότι οι δηλωθείσες από τις εταιρείες τιμές των εγχώριων πωλήσεών τους συμπεριλάμβαναν εκ λάθους τον ρωσικό ΦΠΑ. Κατά τον επιτόπιο έλεγχο, επαληθεύθηκαν οι τιμές των εγχώριων πωλήσεων μιας εταιρείας και διαπιστώθηκε ότι είχαν δηλωθεί καθαρές, χωρίς φόρους. Όσον αφορά τη δεύτερη εταιρεία που πωλεί στην εγχώρια αγορά, δεν κατέστη δυνατή, κατά τον επιτόπιο έλεγχο, η δέουσα επαλήθευση των τιμών των εγχώριων πωλήσεων δεδομένου ότι η εταιρεία δεν ήταν κατά τη στιγμή εκείνη σε θέση να παράσχει πλήρη κατάλογο των συναλλαγών της όσον αφορά τις εγχώριες πωλήσεις. Εντούτοις, όλες οι εγχώριες τιμές που δηλώθηκαν μεταγενέστερα επαληθεύτηκαν με βάση τυχαία επιλεγμένα τιμολόγια. Βάσει των τιμολογίων αυτών, οι υπηρεσίες της Επιτροπής κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι τιμές των εγχωρίων πωλήσεων, τις οποίες είχε κοινοποιήσει η εταιρεία, ήταν καθαρές, χωρίς φόρους. Για τις λοιπές εγχώριες πωλήσεις, οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν ήταν σε θέση να διενεργήσουν, σε εύθετο χρόνο, οποιαδήποτε περαιτέρω επαλήθευση σχετικά με τον ΦΠΑ. Με βάση τα προαναφερθέντα, το αίτημα απορρίφθηκε.

7.2.   Τιμή εξαγωγής

(45)

Δεδομένου ότι οι εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε με βάση τις όντως καταβληθείσες ή τις καταβλητέες τιμές για το υπό εξέταση προϊόν, εφόσον πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

7.3.   Σύγκριση

(46)

Δεδομένου ότι όλες οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν εκ του εργοστασίου, οι προσαρμογές αφορούσαν αποκλειστικά τα έξοδα διεκπεραίωσης και πίστωσης στις περιπτώσεις όπου ήταν σκόπιμο και δικαιολογημένο.

(47)

Αφού ενημερώθηκαν σχετικά με την απόφαση να μην επιβληθούν προσωρινά μέτρα, οι εταιρείες ζήτησαν να γίνει προσαρμογή προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διαφορές από άποψη φυσικών χαρακτηριστικών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δηλώνοντας ότι το παραγόμενο από αυτές SBS ήταν χαμηλότερης ποιότητας σε σύγκριση με το προϊόν που παρήχθη από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Κατά τον επιτόπιο έλεγχο, ελέγχθηκε και εξακριβώθηκε ότι το SBS που παρήχθη και πωλήθηκε στη ρωσική εγχώρια αγορά ήταν το ίδιο με το SBS που πωλήθηκε στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός.

7.4.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(48)

Το περιθώριο ντάμπινγκ, εκφρασμένο ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν τον εκτελωνισμό, έχει ως εξής:

όμιλος SIBUR, Ρωσία: 31,7 %

8.   Ταϊβάν

(49)

Ελήφθησαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο από τέσσερις παραγωγούς SBS στην Ταϊβάν. Οι απαντήσεις κατέδειξαν ότι μόνο οι δύο αυτές εταιρείες που υπόκειντο σε ατομικούς δασμούς ντάμπινγκ εξήγαγαν, κατά την ΠΕ, το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα.

8.1.   Κανονική αξία

(50)

Για μια εταιρεία, η έρευνα κατέδειξε ότι όλες οι ρωσικές εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές και ότι πωλήθηκε στην ΕΕ ένας μόνο συγκεκριμένος τύπος προϊόντος. Διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις του σχετικού τύπου SBS ήταν επαρκείς και ότι οι εν λόγω πωλήσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικές. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι ο τύπος προϊόντος που εξήχθη στην Κοινότητα πωλήθηκε στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων. Συνεπώς, οι πραγματικές εγχώριες τιμές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας.

(51)

Για την άλλη συνεργασθείσα εταιρεία, η έρευνα κατέδειξε ότι όλες οι εγχώριες πωλήσεις ήταν αντιπροσωπευτικές. Επιπλέον, ο συνολικός όγκος των εγχώριων πωλήσεων οκτώ τύπων SBS που πωλήθηκε από την εταιρεία αντιπροσώπευε το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων συγκρίσιμων τύπων SBS που εξήχθησαν στην Κοινότητα και συνεπώς οι εν λόγω πωλήσεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν αντιπροσωπευτικές. Εντούτοις, ένας τύπος SBS που πωλήθηκε στην ΕΕ δεν πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά.

(52)

Για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, οι εγχώριες τιμές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για οκτώ τύπους προϊόντος. Για τον τύπο προϊόντος για τον οποίο δεν κατέστη δυνατόν να διαπιστωθούν εγχώριες πωλήσεις, οι υπηρεσίες της Επιτροπής κατασκεύασαν την κανονική αξία σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση το κόστος παραγωγής του παραγωγού-εξαγωγέα στο οποίο προστέθηκε εύλογο ποσό για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα («ΠΓ&Δ») και το κέρδος. Σχετικά με αυτό το θέμα, το κόστος των ΠΓ&Δ βασίστηκε στο κόστος των ΠΓ&Δ της εταιρείας αυτής για τις εγχώριες πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος οι οποίες ήταν αντιπροσωπευτικές, όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Όσον αφορά το περιθώριο κέρδους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, χρησιμοποιήθηκε το κέρδος από τις εγχώριες πωλήσεις, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων.

8.2.   Τιμή εξαγωγής

(53)

Δεδομένου ότι οι εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις όντως καταβληθείσες ή τις καταβλητέες τιμές του υπό εξέταση προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

8.3.   Σύγκριση

(54)

Για μια εταιρεία, έγιναν προσαρμογές, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο και αιτιολογημένο, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, πίστωσης και προμήθειας.

(55)

Στη συνέχεια, η εταιρεία αυτή ζήτησε προσαρμογή για τα έξοδα μετά την πώληση, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 10 στοιχείο η) του βασικού κανονισμού, ισχυριζόμενη ότι ειδικές υπηρεσίες μετά την πώληση παρασχέθηκαν μόνο για πωλήσεις στην εγχώρια αγορά. Κατά τον επιτόπιο έλεγχο, η εταιρεία αυτή είχε την ευκαιρία να αιτιολογήσει αυτόν τον ισχυρισμό, δεν μπόρεσε όμως να αποδείξει ότι παρασχέθηκαν οποιεσδήποτε υπηρεσίες μετά την πώληση. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός.

(56)

Επιπλέον, η εν λόγω εταιρεία ζήτησε προσαρμογή όσον αφορά τις νομισματικές μετατροπές, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο ι) του βασικού κανονισμού. Το αίτημα βασίστηκε στο γεγονός ότι η εταιρεία διατηρούσε το ποσό ορισμένων εξαγωγικών πωλήσεων στο νόμισμα της τιμολόγησης και το μετέτρεπε μόνον εφόσον η ισοτιμία ήταν ευνοϊκή. Εντούτοις, δεδομένου ότι η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιήθηκε στο λογιστικό σύστημα αντιστοιχούσε στην ισοτιμία της ημέρας κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη εξαγωγική πώληση και επομένως αντιστοιχούσε στο ποσό της πώλησης σε εγχώριο νόμισμα, δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή η εν λόγω προσαρμογή προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα οφέλη που προέκυψαν από συναλλαγματική κερδοσκοπία. Η εταιρεία δεν απέδειξε ότι πληρούνταν οι όροι του άρθρου 2 παράγραφος 10 στοιχείο ι) του βασικού κανονισμού και επομένως το αίτημα απορρίφθηκε.

(57)

Για την άλλη εταιρεία, έγιναν προσαρμογές, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο και αιτιολογημένο, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης, συσκευασίας, καθώς και το κόστος των πιστώσεων.

(58)

Η εν λόγω εταιρεία ζήτησε επίσης μια προσαρμογή για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές από άποψη φυσικών χαρακτηριστικών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, με το αιτιολογικό ότι ορισμένες πωλήσεις στην ΕΕ ενός τύπου του υπό εξέταση προϊόντος κατώτερης ποιότητας, δεν είχαν αντιστοιχία με τις πωλήσεις στην εγχώρια αγορά. Κατά τον επιτόπιο έλεγχο, η εταιρεία είχε την ευκαιρία να αποδείξει ότι οι εικαζόμενες διαφορές από άποψη φυσικών χαρακτηριστικών επηρέασαν τις τιμές και τη συγκρισιμότητά τους. Εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να αποδείξουν ότι οι εικαζόμενες διαφορές φυσικών χαρακτηριστικών είχαν σημαντικές επιπτώσεις στις τιμές ή στη χρήση του υπό εξέταση προϊόντος σε σύγκριση με τον συγκεκριμένο τύπο SBS ανώτερης ποιότητας, που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά. Συνεπώς, το αίτημα αυτό απορρίφθηκε.

8.4.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(59)

Τα περιθώρια ντάμπινγκ, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν τον εκτελωνισμό, έχουν ως εξής:

Lee Chang Yung Chemical Industry Corp., Taipei: –1,8 %

Chi Mei Corp., Tainan: 16,2 %

Δ.   ΖΗΜΙΑ

1.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(60)

Την καταγγελία υποστήριξαν οι ακόλουθοι κοινοτικοί παραγωγοί:

Dynasol Elastomeros SA, Μαδρίτη, Ισπανία·

Kraton Polymers International Ltd., Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο·

Polimeri Europa SpA, Μιλάνο, Ιταλία·

SA Petrofina NV Βρυξέλλες, Βέλγιο (πρώην Atofina Elastomers NV)·

(61)

Δεδομένου ότι οι τέσσερις αυτοί συνεργασθέντες κοινοτικοί παραγωγοί που υπέβαλαν καταγγελία αντιπροσωπεύουν το 100 % της κοινοτικής παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, θεωρήθηκε ότι οι καταγγέλλοντες παραγωγοί αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

2.   Κατανάλωση στην Κοινότητα

(62)

Η κοινοτική κατανάλωση καθορίστηκε με βάση τις πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας, προστιθέμενων όλων των εισαγωγών από την Κορέα, τη Ρωσία και την Ταϊβάν, καθώς και ενός κατ' εκτίμηση ποσοστού εισαγωγών SBS από άλλες τρίτες χώρες, υπαγόμενων στους σχετικούς κωδικούς ΣΟ, δεδομένου ότι το SBS αντιπροσωπεύει τμήμα μόνο των προϊόντων που υπάγονται στους εν λόγω τελωνειακούς κωδικούς. Το ποσοστό αυτό υπολογίστηκε με βάση τη μεθοδολογία που εφαρμόστηκε στην καταγγελία, ελλείψει τυχόν άλλης πηγής πληροφόρησης. Οι εισαγωγές από την Κορέα, τη Ρωσία και την Ταϊβάν προσδιορίστηκαν με βάση τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς στις τρεις αυτές χώρες, δεδομένου ότι κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι αντιπροσώπευαν το 100 % των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τις ενδιαφερόμενες χώρες στην Κοινότητα.

(63)

Μεταξύ του 2000 και της ΠΕ, η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε από 193 756 τόνους σε 180 195 τόνους, δηλαδή κατά 7 %. Εντούτοις, η κοινοτική κατανάλωση έφθασε στο υψηλότερο σημείο της το 2002 και στη συνέχεια μειώθηκε έντονα κατά 9 %.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Κατανάλωση στην Κοινότητας (σε τόνους)

193 756

191 827

198 741

188 562

180 195

Δείκτης

100

99

103

97

93

3.   Εισαγωγές SBS από τις ενδιαφερόμενες χώρες

3.1.   Σώρευση

(64)

Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι επιπτώσεις των εισαγωγών SBS καταγωγής Κορέας, Ρωσίας και Ταϊβάν θα πρέπει να εκτιμηθούν σωρευτικά, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(65)

Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών από δύο ή περισσότερες χώρες για τις οποίες διεξάγονται ταυτόχρονα έρευνες αντιντάμπινγκ, πρέπει να εκτιμώνται σωρευτικά μόνον εφόσον διαπιστώνεται: α) ότι το περιθώριο ντάμπινγκ που προκύπτει για τις εισαγωγές από κάθε χώρα ξεχωριστά υπερβαίνει το ελάχιστο όριο που ορίζεται από το άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού και ότι ο όγκος των εισαγωγών από κάθε χώρα ξεχωριστά δεν είναι αμελητέος, και β) ότι η σωρευτική εκτίμηση των επιπτώσεων των επίμαχων εισαγωγών είναι η ενδεδειγμένη λαμβανομένων υπόψη των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων, καθώς και των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος.

(66)

Όσον αφορά την Κορέα και έναν παραγωγό-εξαγωγέα της Ταϊβάν, η έρευνα κατέδειξε ότι το ντάμπινγκ ήταν είτε στο ελάχιστο όριο, είτε μηδενικό. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, οι εν λόγω εισαγωγές δε θα μπορούσαν να εκτιμηθούν σωρευτικά. Αντιθέτως, όπως αναφέρεται ανωτέρω, τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν για τη Ρωσία και τον άλλο συνεργασθέντα εξαγωγέα της Ταϊβάν είναι σαφώς πάνω από το ελάχιστο όριο και ο όγκος των εισαγωγών από τις εν λόγω χώρες δεν είναι αμελητέος κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι το σωρευτικό μερίδιο αγοράς φθάνει το 5,3 %.

(67)

Για να διαπιστωθεί η σκοπιμότητα της σωρευτικής εκτίμησης βάσει των όρων ανταγωνισμού μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων από τις δύο εταιρείες και μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων και του ομοειδούς κοινοτικού προϊόντος, οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξέτασαν τη συμπεριφορά των εξαγωγέων στην αγορά από άποψη εξέλιξης των εξαχθεισών ποσοτήτων και των τιμών.

(68)

Ανάλογες τάσεις σχετικά με τον όγκο των εξαγωγών παρατηρήθηκαν για την Ταϊβάν και τη Ρωσία, δηλαδή αύξηση κατά 77 % για τη Ρωσία και 151 % για την Ταϊβάν, μεταξύ του 2001, του επόμενου έτους από την επιβολή των μέτρων για την Ταϊβάν, και της ΠΕ. Με βάση τα προαναφερθέντα, εξήχθη το συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε σημαντική διαφορά ως προς τη συμπεριφορά στην αγορά μεταξύ των εξαγωγέων της Ρωσίας και της Ταϊβάν που διαπιστώθηκε ότι εφάρμοζαν πρακτικές ντάμπινγκ, όσον αφορά την εξέλιξη των εξαχθεισών ποσοτήτων στην Κοινότητα.

(69)

Διαπιστώθηκε επίσης ανάλογη συμπεριφορά στην αγορά από μέρους των παραγωγών της Ρωσίας και της Ταϊβάν, από άποψη τιμών εξαγωγής. Πράγματι, οι χώρες αυτές μείωσαν κατά 18 % και 6 % αντιστοίχως τις μέσες μοναδιαίες τιμές πώλησης SBS από το 2001, μετά την επιβολή μέτρων για τις εισαγωγές της Ταϊβάν και ενώ είχε αρχίσει να γίνεται σημαντικός ο όγκος των εξαγωγών από τη Ρωσία, μέχρι το τέλος της ΠΕ. Επιπλέον, όσον αφορά τις εισαγωγές από τις εν λόγω δύο χώρες, διαπιστώθηκε ανάλογο επίπεδο πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές.

(70)

Από την έρευνα προέκυψε επίσης ότι στις εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες στην Κοινότητα χρησιμοποιήθηκαν τα ίδια δίκτυα πώλησης, δεδομένου ότι οι εν λόγω εισαγωγές διατέθηκαν ως επί το πλείστον στο εμπόριο μέσω διανομέων, αντί να πωληθούν σε τελικούς πελάτες.

(71)

Επιπλέον, όπως διευκρινίζεται ανωτέρω, διαπιστώθηκε ότι το υπό εξέταση προϊόν που εισήχθη από τις ενδιαφερόμενες χώρες και εκείνο που παράχθηκε από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής είχαν τα ίδια βασικά, φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά και θα πρέπει να θεωρηθούν ομοειδή από άποψη εναλλαξιμότητας και υποκατάστασης. Συνεπώς, διαπιστώθηκε ότι οι εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τις ενδιαφερόμενες χώρες ήταν ανταγωνιστικές μεταξύ τους και με το SBS που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(72)

Με βάση τα προαναφερθέντα, εξήχθη το συμπέρασμα ότι πληρούνται όλοι οι όροι που δικαιολογούν τη σώρευση των εισαγωγών SBS καταγωγής Ρωσίας και Ταϊβάν.

3.2.   Όγκος των εισαγωγών και μερίδιο αγοράς

(73)

Οι εισαγωγές SBS που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη Ρωσία και την Ταϊβάν αυξήθηκαν έντονα από 2 834 τόνους το 2000 σε 9 523 τόνους κατά την ΠΕ. Το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς αυξήθηκε από 1,5 % το 2000 σε 5,3 % κατά την περίοδο έρευνας.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Εισαγωγές (σε τόνους)

2 834

4 979

4 966

8 919

9 523

Δείκτης

100

176

175

315

336

Μερίδιο αγοράς

1,5 %

2,6 %

2,5 %

4,7 %

5,3 %

3.3.   Τιμές

(74)

Οι μέσες σταθμισμένες τιμές των εισαγωγών SBS που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καταγωγής Ρωσίας και Ταϊβάν μειώθηκαν, μεταξύ του 2000 και της ΠΕ, κατά 12 %.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Μέση σταθμισμένη τιμή CIF στα σύνορα της Κοινότητας (EUR/τόνο)

1 145

1 179

1 086

1 023

1 004

Δείκτης

100

103

95

89

88

3.4.   Εφαρμογή χαμηλότερων τιμών

(75)

Για τον καθορισμό των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, η Επιτροπή ανέλυσε τα στοιχεία που αναφέρονται στην ΠΕ. Οι σχετικές τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν οι τιμές πώλησης σε ανεξάρτητους πελάτες, προσαρμοσμένες, κατά περίπτωση, στο επίπεδο της τιμής «εκ του εργοστασίου», δηλαδή εξαιρουμένων των εξόδων μεταφοράς στην Κοινότητα και αφαιρουμένων των εκπτώσεων και μειώσεων των τιμών. Οι τιμές των διαφόρων τύπων SBS που ορίστηκαν στα ερωτηματολόγια, συγκρίθηκαν με τις τιμές των πωλήσεων που εφαρμόστηκαν από τους εξαγωγείς, καθαρές, με αφαίρεση των εκπτώσεων και προσαρμοσμένες όπου κρίθηκε απαραίτητο στην τιμή CIF στα σύνορα της Κοινότητας, με τη δέουσα προσαρμογή προκειμένου να ληφθούν υπόψη τα έξοδα των διαδικασιών εκτελωνισμού και τα έξοδα μετά την εισαγωγή.

(76)

Προβλήθηκε ο ισχυρισμός από τους εισαγωγείς και το Ρώσο παραγωγό και επιβεβαιώθηκε και από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ότι η ποιότητα του ομοειδούς προϊόντος που κατασκευάζεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής είναι κατά κανόνα ανώτερη από εκείνη του υπό εξέταση προϊόντος που εισάγεται από τη Ρωσία. Με βάση τα στοιχεία που διαπιστώθηκαν, κρίθηκε ότι η ποιοτική αυτή διαφορά αιτιολογεί προσαρμογή της τάξεως του 5 %, η οποία προστέθηκε στην τιμή CIF «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας» των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων.

(77)

Κατά την ΠΕ, το μέσο σταθμισμένο περιθώριο των χαμηλότερων από τις κοινοτικές τιμών ήταν της τάξης του 15 % για τη Ρωσία και για τον παραγωγό της Ταϊβάν που διαπιστώθηκε ότι εφάρμοζε πρακτικές ντάμπινγκ.

(78)

Κατά την εκτίμηση των ανωτέρω στοιχείων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι — παρά την προσαρμογή που πραγματοποιήθηκε ως προς την ποιότητα — το SBS από διάφορες πηγές είναι σε μεγάλο βαθμό εναλλάξιμο και, συνεπώς, η τιμή αποτελεί σημαντικό κριτήριο για την επιλογή μιας πηγής προμήθειας. Το γεγονός αυτό ενισχύει τις επιπτώσεις που έχει η τυχόν διαπιστωθείσα εφαρμογή χαμηλότερων τιμών.

4.   Κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

4.1.   Παραγωγή

(79)

Κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, ο όγκος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 4 %. Μετά από την αύξηση που σημείωσε κατά το 2002, η παραγωγή μειώθηκε το 2003 και κατά την ΠΕ.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Παραγωγή (σε τόνους)

259 698

253 113

271 964

253 679

249 566

Δείκτης

100

97

105

98

96

4.2.   Παραγωγική ικανότητα και ποσοστά χρησιμοποίησης της ικανότητας

(80)

Η παραγωγική ικανότητα καθορίστηκε με βάση την ονομαστική ικανότητα των μονάδων παραγωγής που κατέχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, λαμβάνοντας υπόψη τεχνικής φύσης διακοπές της παραγωγής, καθώς και το γεγονός ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, χρησιμοποιήθηκε μέρος της ικανότητας για άλλα προϊόντα που κατασκευάζονται με τις ίδιες γραμμές παραγωγής.

(81)

Η ικανότητα παραγωγής SBS παρέμεινε σταθερή κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Πράγματι, μετά από μια ελαφρά αύξηση που παρουσίασε κατά το 2001 και το 2002, μειώθηκε το 2003 στα επίπεδα του 2000 και παρέμεινε κατά την ΠΕ στο επίπεδο αυτό.

(82)

Τα ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας μειώθηκαν κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες, δηλαδή από 79 % σε 75 %. Δεδομένου ότι παρέμεινε σταθερή η ίδια η παραγωγική ικανότητα, η μείωση αυτή της χρησιμοποίησης της ικανότητας οφείλεται απλά στη μείωση του όγκου παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Παραγωγική ικανότητα (σε τόνους)

329 574

337 524

338 014

329 173

330 774

Δείκτης

100

102

103

100

100

Χρησιμοποίηση της ικανότητας

79 %

75 %

80 %

77 %

75 %

4.3.   Αποθέματα

(83)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 60 %. Η αύξηση των αποθεμάτων φαίνεται να οφείλεται σε δύο αιτίες: τη μείωση των πωλήσεων και την ποικιλία των παραγόμενων νέων τύπων SBS για τους οποίους απαιτείτο περισσότερος χρόνος προκειμένου να καταστούν εμπορεύσιμοι.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Αποθέματα (τόνοι)

44 971

44 325

59 077

63 997

71 875

Δείκτης

100

99

131

142

160

4.4.   Επενδύσεις

(84)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επένδυσε περί τα 60 εκατ. ευρώ, κυρίως σε εγκαταστάσεις και εξοπλισμό (48 % περίπου) και σε ερευνητικά και αναπτυξιακά σχέδια (23 %). Οι επενδύσεις αυτές ήταν απαραίτητες κυρίως για να διατηρηθεί η παραγωγική ικανότητας στα υφιστάμενα επίπεδα. Μετά από μια έντονη μείωση που παρουσίασαν κατά το 2001 και το 2002, οι επενδύσεις αυξήθηκαν εκ νέου το 2003 και κατά την ΠΕ, παρέμειναν όμως κάτω από το επίπεδο του 2000. Η αύξηση των επενδύσεων κατά το 2003 και την ΠΕ οφειλόταν στα έργα συντήρησης και εκσυγχρονισμού που απαιτούνταν για την ανάπτυξη και την καθιέρωση νέων τύπων SBS, που είχε απαραιτήτως ανάγκη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκειμένου να παραμείνει ανταγωνιστικός. Επιπλέον, οι διακυμάνσεις των επενδύσεων μπορούν να αιτιολογηθούν από τον κύκλο ζωής ορισμένων μηχανών. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο οι ετήσιες επενδύσεις μειώθηκαν συνολικά κατά 11 %.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Επενδύσεις

(σε χιλιάδες ευρώ)

16 464

12 969

8 914

11 760

14 698

Δείκτης

100

79

54

71

89

4.5.   Πωλήσεις και μερίδιο αγοράς

(85)

Οι πωλήσεις SBS που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκαν κατά 15 % από το 2000 έως την ΠΕ. Δεδομένου ότι κατά την εξεταζόμενη περίοδο η κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε μόνο κατά 7 %, η έντονη μείωση των πωλήσεων που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική απώλεια μεριδίου αγοράς, το οποίο πράγματι μειώθηκε από 89 % σε 82 %.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Πωλήσεις στην ΕΕ (σε τόνους)

172 080

166 680

161 486

155 050

146 907

Δείκτης

100

97

94

90

85

Μερίδιο αγοράς

89 %

87 %

81 %

82 %

82 %

4.6.   Τιμές

(86)

Η μέση μοναδιαία τιμή πώλησης που εφάρμοσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ήταν κατά την ΠΕ περίπου στα ίδιο επίπεδο σε σύγκριση με το 2000, παρουσιάζοντας μείωση μόνο κατά 1 %. Πράγματι, η μέση μοναδιαία τιμή πώλησης που εφάρμοσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, αυξήθηκε αρχικά, μεταξύ του 2000 και του 2001, κατά 6 % και στη συνέχεια, από το 2001 έως την ΠΕ, μειώθηκε κατά 7 %.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Μέση σταθμισμένη τιμή (ευρώ/τόνο)

1 350

1 434

1 363

1 348

1 330

Δείκτης

100

106

101

100

99

4.7.   Αποδοτικότητα και ταμειακές ροές

(87)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η μέση σταθμισμένη αποδοτικότητα επί του καθαρού κύκλου εργασιών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για τις πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκε από το 2,2 % στο 1,2 %. Η εν λόγω αποδοτικότητα αυξήθηκε κατ' αρχή έντονα από το 2,2 % το 2000 στο 9,3 % το 2001, συμπίπτοντας χρονικά με την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικών μέτρων στις εισαγωγές SBS από την Ταϊβάν και στη συνέχεια παρουσίασε, από το 2001 και μετά, σταθερή μείωση.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Μέση σταθμισμένη αποδοτικότητα επί του καθαρού κύκλου εργασιών

2,2 %

9,3 %

8,9 %

1,5 %

1,2 %

(88)

Οι ταμειακές ροές που προέκυψαν ανέρχονταν σε –0,7 εκατ. ευρώ κατά την ΠΕ. Η κατάσταση ήταν κατά το 2000 προβληματική, κυρίως λόγω του υψηλού επιπέδου των επενδύσεων. Εντούτοις, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να έχει θετικές ταμειακές ροές κατά τα έτη 2001, 2002 και 2003. Η κατάσταση όμως όσον αφορά τις ταμειακές ροές παρουσίασε έντονη επιδείνωση από το 2002 έως την ΠΕ.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Ταμειακές ροές (σε χιλιάδες ευρώ)

–7 362

10 005

33 050

4 639

–714

4.8.   Απόδοση των καθαρών στοιχείων του ενεργητικού

(89)

Η απόδοση των καθαρών στοιχείων του ενεργητικού για το υπό εξέταση προϊόν μειώθηκε κατά 5 %, κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Μετά από μια αρχική αύξηση στο 0,3 % το 2001 και στο 2,8 % το 2002, παρουσίασε έντονη πτώση στο 8,5 % κατά το 2003 και –11,2 % κατά την ΠΕ.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Σταθμισμένη απόδοση των καθαρών στοιχείων του ενεργητικού

–6,2 %

0,3 %

2,8 %

–8,5 %

–11,2 %

4.9.   Ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(90)

Τρεις από τους τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς ανήκουν σε μεγάλους πετρελαϊκούς ομίλους, ενώ ο τέταρτος ανήκει κατά το 100 % σε εταιρεία επενδύσεων. Όσον αφορά την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ανέφερε προβλήματα συγκέντρωσης κεφαλαίων για τις δραστηριότητές του, ούτε υπάρχουν ενδείξεις ότι αντιμετώπισε προβλήματα του είδους αυτού.

4.10.   Απασχόληση και μισθοί

(91)

Το επίπεδο απασχόλησης στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μειώθηκε κατά 7 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο οι μισθοί παρέμειναν σταθεροί: οι μισθοί αυξήθηκαν ελαφρά κατά 1 %, παρουσίασαν δηλαδή ποσοστό αύξησης αρκετά μικρότερο σε σχέση με τα ποσοστά πληθωρισμού στην Ευρώπη κατά την εν λόγω περίοδο.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Απασχολούμενοι

627

642

596

614

581

Δείκτης

100

102

95

98

93

Μέσος σταθμισμένος μισθός (σε χιλιάδες ευρώ/έτος)

75

75

73

73

76

Δείκτης

100

100

97

97

101

4.11.   Παραγωγικότητα

(92)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η παραγωγικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 4 %. Οι ελαφρές διακυμάνσεις κατά την εξεταζόμενη περίοδο συνδέονται άμεσα με την εξέλιξη όσον αφορά την απασχόληση. Η αύξηση αυτή καταδεικνύει ότι οι κοινοτικοί παραγωγοί όχι μόνο προσάρμοσαν τον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με τη μείωση των πωλήσεων, αλλά επέτυχαν επίσης να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητά τους.

 

2000

2001

2002

2003

ΠΕ

Παραγωγικότητα (σε τόνους/απασχολούμενο)

414

394

456

413

430

Δείκτης

100

95

110

100

104

4.12.   Οικονομική ανάπτυξη

(93)

Ενώ η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 6 % μεταξύ του 2000 και της ΠΕ, ο όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε μη συνδεδεμένους πελάτες μειώθηκε κατά 15 %. Επομένως, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σημείωσαν πολύ εντονότερη μείωση σε σχέση με τη ζήτηση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Κατά συνέπεια, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες.

4.13.   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(94)

Όσον αφορά τον αντίκτυπο που είχε για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής το μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ, λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο και τις τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη Ρωσία και την Ταϊβάν, ο αντίκτυπος αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος.

4.14.   Ανάκαμψη μετά το προηγούμενο ντάμπινγκ και τις προηγούμενες επιδοτήσεις

(95)

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί το γεγονός ότι, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υφίστατο ζημία από εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ταϊβάν. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανέκαμψε σε κάποιο βαθμό μετά την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικών δασμών, κατά το 2000, στις εισαγωγές από την Ταϊβάν. Εντούτοις, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε εκ νέου μετά το 2002, όταν οι εισαγωγές από την Ταϊβάν, τη Ρωσία και την Κορέα αυξήθηκαν σημαντικά, με τιμές σημαντικά χαμηλότερες από τις κοινοτικές.

5.   Συμπέρασμα για τη ζημία

(96)

Ο σωρευμένος όγκος των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τη Ρωσία και την Ταϊβάν αυξήθηκε, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και ως προς το μερίδιο αγοράς, αντιπροσωπεύοντας, κατά την ΠΕ, μερίδιο αγοράς 5,3 %. Επιπλέον, η μέση σταθμισμένη τιμή των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τη Ρωσία και την Ταϊβάν μειώθηκε, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, κατά 12 %. Η μείωση αυτή εκφράζεται στη διαπιστωθείσα εφαρμογή χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές.

(97)

Οι περισσότεροι από τους δείκτες ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατέδειξαν αρνητική εξέλιξη κατά την εξεταζόμενη περίοδο, γεγονός που εκφράζει την ύπαρξη ζημίας. Ενώ η συνολική κοινοτική κατανάλωση SBS μειώθηκε κατά 7 %, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 15 %, με αντίστοιχη απώλεια μεριδίου αγοράς κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες. Ο όγκος της παραγωγής μειώθηκε κατά 4 %· η παραγωγική ικανότητα παρέμεινε στάσιμη και η χρησιμοποίηση της ικανότητας μειώθηκε κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η μέση μοναδιαία τιμή πώλησης μειώθηκε κατά 1 % και η αποδοτικότητα επί του καθαρού κύκλου εργασιών μειώθηκε κατά 1,1 εκατοστιαία μονάδα. Άλλοι δείκτες σχετικοί με την αποδοτικότητα, όπως η απόδοση των καθαρών στοιχείων του ενεργητικού, επιδεινώθηκαν επίσης κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η απασχόληση μειώθηκε κατά 7 %, ενώ η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 4 %. Τέλος, οι μέσοι μισθοί αυξήθηκαν κατά 1 %, σε ποσοστό δηλαδή μικρότερο από τα ποσοστά πληθωρισμού κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(98)

Με βάση τα ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση και έχει υποστεί σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

Ε.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1.   Εισαγωγή

(99)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον η σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προκλήθηκε από εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καταγωγής των ενδιαφερομένων χωρών. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκαν επίσης διάφοροι άλλοι γνωστοί παράγοντες εκτός των εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η τυχόν προκληθείσα από αυτούς τους παράγοντες ζημία δεν είχε αποδοθεί εσφαλμένα στις εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ.

2.   Επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(100)

Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες αυξήθηκε, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, κατά 3,8 %, ενώ οι τιμές των εν λόγω εισαγωγών μειώθηκαν κατά 12 % και ήταν, κατά την ΠΕ, χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά 15,3 %. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επέτυχε σε γενικές γραμμές να διατηρήσει, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, τις τιμές πώλησης σταθερές, σε βάρος όμως του όγκου των πωλήσεων και του μεριδίου αγοράς, γεγονός που με τη σειρά του είχε επιπτώσεις στην αποδοτικότητά του.

(101)

Εντούτοις, μολονότι από μια πρώτη ανάλυση των προαναφερθέντων στοιχείων θα μπορούσε να προκύψει σημαντική επίπτωση των εισαγωγών με ντάμπινγκ στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η εκτίμηση αυτή δεν επιβεβαιώνεται μετά από μια περισσότερο εμπεριστατωμένη εξέταση. Πρώτον, η επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και η στιγμή κατά την οποία έγιναν περισσότερο αισθητές οι εισαγωγές με ντάμπινγκ, συμπίπτουν χρονικά εν μέρει μόνο. Ενώ ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ μειώθηκε ελαφρά μεταξύ του 2001 και του 2002, και στη συνέχεια αυξήθηκε έντονα κατά το 2003 (+80 %), οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρουσίασαν σταδιακή μείωση κατά τη διάρκεια ολόκληρης της εξεταζόμενης περιόδου. Επιπλέον, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής απώλεσε μερίδιο αγοράς μόνο κατά την περίοδο 2000-2002, ενώ οι εισαγωγές με ντάμπινγκ αύξησαν το μερίδιό τους στην αγορά κατά τη διάρκεια ολόκληρης της εξεταζόμενης περιόδου. Η αύξηση αυτή ήταν ιδιαίτερα έντονη κατά το 2003 και την ΠΕ, καθώς το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών με ντάμπινγκ αυξήθηκε από 2,5 % το 2002 σε 4,7 % το 2003 και σε 5,3 % κατά την ΠΕ. Κατά την ίδια περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε ελαφρά το μερίδιό του στην αγορά από 81 % το 2002 σε 82 % το 2003 και κατά την ΠΕ. Επιπλέον, σημειώνεται επίσης ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έφθασε στο ανώτατο σημείο αποδοτικότητάς του κατά το 2001 και το 2002, περίοδο κατά την οποία απώλεσε μερίδιο αγοράς. Η αποδοτικότητα δεν μειώθηκε παρά μεταγενέστερα. Οι τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής παρέμειναν σταθερές κατά τη διάρκεια της περιόδου. Αναγνωρίζεται το γεγονός ότι από το 2003 και μετά οι τιμές αυτές συμπιέστηκαν κάπως, δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να μετακυλίσει ορισμένες αυξήσεις του κόστους. Εντούτοις, η αδυναμία να μετακυλίσει τις εν λόγω αυξήσεις κόστους δεν δύναται να αποδοθεί, τουλάχιστον πλήρως, στις εισαγωγές με ντάμπινγκ, ιδίως εφόσον οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ παρουσίασαν υψηλότερα περιθώρια μειωμένων τιμών σε σχέση με τις εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ. Επιπλέον, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών με ντάμπινγκ παρέμεινε πάντοτε σε επίπεδα κάτω του 5,3 %, ενώ οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ είχαν μερίδιο αγοράς της τάξης του 12 %. Όλα τα στοιχεία αυτά παρέχουν ενδείξεις ότι οι τυχόν πίεση που ασκήθηκε στις τιμές από τις εισαγωγές προέρχεται κυρίως από τις εισαγωγές που δεν αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ.

(102)

Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθέντων, διαπιστώθηκε ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ ενδέχεται να άσκησαν ορισμένη πίεση στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, με αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κλάδου αυτού. Εντούτοις, δεδομένου ότι δεν ήταν επαρκώς προφανής η χρονική σύμπτωση μεταξύ της εξέλιξης των ποσοτήτων, του μεριδίου αγοράς και των τιμών των εισαγωγών με ντάμπινγκ αφενός, και αφετέρου των ποσοτήτων, του μεριδίου αγοράς και των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ήταν δυσχερής ο καθορισμός των επιπτώσεων των εισαγωγών με ντάμπινγκ στη ζημιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Κατά συνέπεια, δεν ήταν δυνατόν να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ είχαν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη ζημιογόνο κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3.   Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

3.1.   Εξέλιξη της κατανάλωσης

(103)

Η κατανάλωση SBS στην Κοινότητα μειώθηκε κατά 7 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να έχει επηρεάσει εν μέρει την κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδομένου ότι η παραγωγή του SBS αποτελεί δραστηριότητα έντασης κεφαλαίου, στο πλαίσιο της οποίας ο όγκος των πωλήσεων επηρεάζει άμεσα την αποδοτικότητα.

(104)

Η μείωση ωστόσο της κατανάλωσης μπορεί να θεωρηθεί ως μία μόνο από τις αιτίες της επιζήμιας κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Όπως αποδείχθηκε, οι εισαγωγές από την Κορέα, τη Ρωσία και την Ταϊβάν αυξήθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο, καταλαμβάνοντας ως εκ τούτου τμήμα του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3.2.   Συναλλαγματικές διακυμάνσεις

(105)

Εξετάστηκαν επίσης οι συναλλαγματικές διακυμάνσεις μεταξύ του ευρώ και του δολαρίου ΗΠΑ, δεδομένου ότι για τις περισσότερες εισαγωγές στην Κοινότητα από τις ενδιαφερόμενες χώρες οι συναλλαγές πραγματοποιούνται σε δολάρια ΗΠΑ. Το ευρώ ανατιμήθηκε έναντι του δολαρίου ΗΠΑ από τα μέσα του 2002 και στη συνέχεια η ανατίμηση αυτή ήταν μεγαλύτερη, κατά τη διάρκεια της ΠΕ, ευνοώντας συνεπώς τις εξαγωγές στη ζώνη ευρώ για την περίοδο αυτή. Λαμβανομένης υπόψη της εξέλιξης αυτής, ένας εξαγωγέας και ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκαν ότι, σε μια δραστηριότητα που συνδέεται άμεσα με το δολάριο, η υποτίμηση του εν λόγω νομίσματος σε σχέση με το ευρώ πρέπει να συνέβαλε ουσιαστικά στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και θα έπρεπε επομένως να ληφθεί υπόψη.

(106)

Θα πρέπει όμως να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι η ανατίμηση του ευρώ μείωσε παράλληλα τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, δεδομένου ότι οι τιμές των πρώτων υλών, που αντιπροσωπεύουν το 40 % περίπου του κόστους παραγωγής, καθορίζονται στις διεθνείς αγορές προϊόντων σε δολάρια ΗΠΑ.

(107)

Επιπλέον, οι εξαγωγές των κοινοτικών παραγωγών σε μη συνδεόμενα μέρη αυξήθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Κοινότητα μειώθηκαν, αποδεικνύοντας ότι η ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ΗΠΑ δεν αποτελεί από μόνη της καθοριστικό παράγοντα για την απώλεια μεριδίου αγοράς των κοινοτικών παραγωγών στην αγορά της ΕΚ.

(108)

Ως εκ τούτου, μολονότι δεν μπορεί καταρχήν να αποκλειστεί ότι η ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου ΗΠΑ έχει ενδεχομένως ευνοήσει τις εισαγωγές SBS από τις ενδιαφερόμενες χώρες, οι συναλλαγματικές διακυμάνσεις περιόρισαν επίσης τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Επιπλέον, η εν λόγω ανατίμηση ούτε ευνόησε τις εισαγωγές άλλων συναλλασσόμενων σε δολάρια χωρών εκτός των ενδιαφερομένων, ούτε εμπόδισε τους κοινοτικούς παραγωγούς να αυξήσουν τις εξαγωγές τους εκτός Κοινότητας. Συνεπώς, δεν θεωρήθηκε ότι οι συναλλαγματικές διακυμάνσεις επηρέασαν σημαντικά τη ζημία την οποία υπέστησαν οι κοινοτικοί παραγωγοί. Επιπλέον, η ανάλυση της ζημίας αναφέρεται στις τιμές και τις ποσότητες των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οπωσδήποτε όμως δεν αναφέρεται στους λόγους για τους οποίους οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ πραγματοποιήθηκαν σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο τιμών. Κατά συνέπεια, είναι προφανές ότι οι επιπτώσεις των διακυμάνσεων της συναλλαγματικής ισοτιμίας στις τιμές των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ δεν δύνανται, εξ ορισμού, να αποτελέσουν έναν ακόμα παράγοντα ζημίας.

3.3.   Εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(109)

Εκτιμήθηκαν οι επιπτώσεις των εισαγωγών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Κορέα και την Ταϊβάν στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Προκειμένου να τηρηθεί το απόρρητο των πληροφοριών που παρασχέθηκαν από μεμονωμένες εταιρείες, τα στοιχεία παρουσιάζονται σωρευτικά.

(110)

Οι εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Κορέα και την Ταϊβάν παρουσίασαν την ίδια εξέλιξη. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, αυξήθηκαν συνολικά κατά 56 % από άποψη όγκου και κατά 5,2 εκατοστιαίες μονάδες από άποψη μεριδίου αγοράς, το οποίο έφθασε στο 12,8 % κατά την ΠΕ. Ο όγκος των εν λόγω εισαγωγών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αντιστοιχούσε επομένως σε ποσότητα 2,4 φορές μεγαλύτερη από τον όγκο των εισαγωγών με ντάμπινγκ κατά την ΠΕ. Επιπλέον, το περιθώριο των χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές, το οποίο θα μπορούσε να υπολογιστεί για τις εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ από την Κορέα και την Ταϊβάν ήταν υψηλότερο (17,4 %) σε σχέση με το αντίστοιχο περιθώριο για τις εισαγωγές με ντάμπινγκ (15,3 %). Το εν λόγω σημαντικό περιθώριο χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές, καθώς και ο σημαντικός όγκος των εισαγωγών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στη συμπίεση των τιμών που παρατηρήθηκε στην αγορά της Κοινότητας.

(111)

Ως εκ τούτου, εξήχθη το συμπέρασμα ότι ο αντίκτυπος του όγκου και των τιμών των εισαγωγών που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Κορέα και την Ταϊβάν ήταν τέτοιος που οι εν λόγω εισαγωγές δύνανται να θεωρηθούν ότι έχουν συμβάλει ουσιαστικά στη ζημία την οποία υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, και ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ από την Ρωσία και την Ταϊβάν διαδραμάτισαν μικρότερο ρόλο σε σχέση με τις εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

3.4.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(112)

Οι εισαγωγές από όλες τις άλλες τρίτες χώρες είχαν, κατά την ΠΕ, μερίδιο αγοράς 0,4 % στην Κοινότητα και συνεπώς εξήχθη το συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις τους στην επιζήμια κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν ασήμαντες.

3.5.   Κόστος των πρώτων υλών

(113)

Αναφέρθηκε ότι το κόστος των πρώτων υλών αυξήθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Τούτο συνέβαλε στη φθίνουσα αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα μπορούσε βεβαίως να επιχειρήσει να μετακυλίσει τις εν λόγω αυξήσεις του κόστους στους πελάτες του. Τούτο όμως δεν ήταν δυνατόν, λόγω της έντονης πίεσης που άσκησαν στις τιμές οι εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και σε πολύ μικρότερο πιθανότατα βαθμό οι εισαγωγές με ντάμπινγκ. Επιπλέον, οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Κορέας και της Ταϊβάν αντιμετώπισαν επίσης αύξηση του κόστους των πρώτων υλών τους, ανάλογου επιπέδου με εκείνο της αύξησης του κόστους των πρώτων υλών των κοινοτικών παραγωγών. Κατά συνέπεια, ο παράγοντας που επηρέασε αρνητικά την αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν ήταν μόνο η ίδια η αύξηση του κόστους των πρώτων υλών στην Κοινότητα, αλλά η χρονική σύμπτωση της πίεσης που ασκήθηκε στις τιμές από τις εισαγωγές και η αύξηση του κόστους.

(114)

Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθέντων, εξήχθη το συμπέρασμα ότι οι διακυμάνσεις του κόστους των πρώτων υλών στην Κοινότητα δεν αποτέλεσαν από μόνες τους έναν παράγοντα που προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(115)

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ είχαν ασκήσει κάποια πίεση στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και είχαν συμβάλει στην επιζήμια κατάστασή του. Εντούτοις, μια λεπτομερέστερη ανάλυση, ιδίως με βάση την εξέλιξη των τάσεων κατά την εξεταζόμενη περίοδο, δεν επέτρεψε να καθοριστεί αιτιώδης συνάφεια, δεδομένου ότι δεν υπήρξε σαφής χρονική σύμπτωση μεταξύ της επιδείνωσης της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και των επιπτώσεων από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(116)

Διαπιστώθηκε επίσης ότι, στο βαθμό που υπήρξε χρονική σύμπτωση μεταξύ, αφενός της αύξησης των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τη Ρωσία και την Ταϊβάν από άποψη όγκου και μεριδίου αγοράς, και αφετέρου, της επιδείνωσης της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία εκφράστηκε με απώλεια μεριδίου αγοράς και μείωση της αποδοτικότητας, η εν λόγω χρονική σύμπτωση υπήρξε και για τις εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, που παρουσίασαν, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, εντονότερη αύξηση από άποψη όγκου σε σχέση με τις εισαγωγές με ντάμπινγκ.

(117)

Επιπλέον, οι εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από την Κορέα και την Ταϊβάν ήταν, κατά την ΠΕ, αισθητά μεγαλύτερες από άποψη όγκου σε σύγκριση με τις εισαγωγές με ντάμπινγκ, γεγονός που οδήγησε σε σημαντικά υψηλότερο μερίδιο αγοράς (12,8 % έναντι 5,3 %). Επιπροσθέτως, τόσο οι εισαγωγές με ντάμπινγκ όσο και εκείνες που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ διατίθενται σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, ενώ οι εισαγωγές χωρίς ντάμπινγκ εμφανίζουν ακόμα υψηλότερα επίπεδα εφαρμογής χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές. Επομένως, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιμετώπισε εντονότερο ανταγωνισμό, σε δίκαιες τιμές, από τις εισαγωγές από παραγωγούς/χώρες που δεν εφάρμοζαν πρακτικές ντάμπινγκ. Οι εισαγωγές που δεν αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ αποτέλεσαν επομένως δεσπόζοντα παράγοντα για την επιζήμια κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(118)

Διαπιστώθηκε επίσης ότι η μείωση της κατανάλωσης στην Κοινότητα συνέβαλε στη ζημία την οποία υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(119)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αμφισβήτησε τα συμπεράσματα αυτά, ισχυριζόμενος ότι οι επιπτώσεις άλλων παραγόντων δεν ήταν ικανές να διαρρήξουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τη Ρωσία και την Ταϊβάν και της ζημίας την οποία υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Εντούτοις, δεδομένου ότι δεν προέβαλαν επιχειρήματα που θα μπορούσαν να ακυρώσουν την εκτίμηση και τα συμπεράσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις (100) έως (102), (103), (109) έως (111) και (115) έως (118), θεωρήθηκε ότι τα προβληθέντα επιχειρήματα δεν επαρκούσαν προκειμένου να εξαχθούν διαφορετικά συμπεράσματα.

(120)

Εν κατακλείδι, μολονότι οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ενδέχεται να έχουν συμβάλει στη ζημία, εάν εξεταστούν μεμονωμένα δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι έχουν προκαλέσει σοβαρή ζημία. Πράγματι, εξετάστηκαν και άλλοι παράγοντες σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού και η ζημία θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στις επιπτώσεις των τιμών χωρίς ντάμπινγκ και στον περιορισμό της ζήτησης.

ΣΤ.   ΔΙΑΡΚΗΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΑΛΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ

(121)

Στο πλαίσιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης όσον αφορά την Ταϊβάν, εξετάστηκε επίσης κατά πόσον η αλλαγή των συνθηκών σε σχέση με την αρχική έρευνα για το ντάμπινγκ μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί ότι είχε διαρκή χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

(122)

Εξετάστηκε η πιθανή εξέλιξη των εγχώριων τιμών στην αγορά της Ταϊβάν, καθώς και οι τιμές εξαγωγής του SBS από την Ταϊβάν. Στο πλαίσιο αυτό, διαπιστώθηκε ότι η Ταϊβάν διέθετε μια σημαντική εγχώρια αγορά όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν, και ότι οι εγχώριες τιμές είχαν αυξηθεί, σε σύγκριση με την αρχική έρευνα, σε ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό και από εκείνο της αύξησης του κόστους των πρώτων υλών.

(123)

Όσον αφορά τις εξαγωγές SBS από την Ταϊβάν σε άλλες αγορές, θα πρέπει πρώτον να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι η αγορά της ΕΕ αντιπροσωπεύει μικρό ποσοστό των συνολικών εξαγωγών. Πράγματι, η έρευνα κατέδειξε ότι οι συνεργασθείσες εταιρείες πώλησαν το 75 % της παραγωγής τους SBS σε εδραιωμένες αγορές τρίτων χωρών. Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι οι τιμές των εξαγωγών είχαν εμφανίσει σταθερή αύξηση, από το 2002 μέχρι την ΠΕ, περίπου κατά 10 % και 15 % αντίστοιχα. Επομένως, δεν αναμένεται να προκύψει από την κατάργηση των μέτρων για την Ταϊβάν σημαντικός κίνδυνος επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ.

(124)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, εξήχθη επομένως το συμπέρασμα ότι η μεταβολή των περιστάσεων σε σχέση με την αρχική έρευνα όσον αφορά το ντάμπινγκ θα μπορούσε να θεωρηθεί ευλόγως ότι έχει μόνιμο χαρακτήρα.

Ζ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(125)

Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι δεν διαπιστώθηκε πρακτική ντάμπινγκ για τις εισαγωγές SBS καταγωγής Κορέας και από μία εταιρεία στην Ταϊβάν, και ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί σε άλλους παράγοντες, όπως στον όγκο και τις τιμές των εισαγωγών που δεν πωλήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ και στη συμπίεση της ζήτησης, η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ντάμπινγκ και ζημίας όσον αφορά τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, καταγωγής Ρωσίας και Ταϊβάν δεν κατέστη δυνατόν να καθοριστεί επαρκώς. Οι διαδικασίες αντιντάμπινγκ όσον αφορά το SBS καταγωγής Κορέας, Ρωσίας και Ταϊβάν θα πρέπει επομένως να τερματιστούν σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Περατώνεται η διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο καταγωγής Δημοκρατίας της Κορέας και Ρωσίας.

Άρθρο 2

Καταργείται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1993/2000 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές θερμοπλαστικού καουτσούκ από στυρόλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο καταγωγής Ταϊβάν.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Αυγούστου 2005

Για το Συμβούλιο

Ο πρόεδρος

J. STRAW


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 238 της 22.9.2000, σ. 8.

(3)  ΕΕ L 238 της 22.9.2000, σ. 4.

(4)  ΕΕ C 144 της 28.5.2004, σ. 5.

(5)  ΕΕ C 144 της 28.5.2004, σ. 9.


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

27.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 223/42


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ,

της 5ης Αυγούστου 2005,

για την αποδοχή αναλήψεων υποχρεώσεων που παρέχονται σε σχέση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας

(2005/622/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής καλούμενος «βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 8 και 9,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 28 Μαΐου 2004, η Επιτροπή ανήγγειλε με σχετική ανακοίνωση («ανακοίνωση για την έναρξη»), που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2), την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ») και Ρωσίας, καθώς και την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένων φύλλων (λαμαρινών) με προσανατολισμένους κόκκους για ηλεκτρικές εφαρμογές, με πλάτος που υπερβαίνει τα 500 mm, καταγωγής Ρωσίας.

(2)

Λόγω του ότι είναι αναγκαίο να εξεταστούν περαιτέρω ορισμένες πτυχές της έρευνας, αλλά και λόγω της σχέσης της τελευταίας με την προαναφερθείσα ενδιάμεση επανεξέταση, αποφασίστηκε να συνεχιστεί η έρευνα χωρίς την επιβολή προσωρινών μέτρων.

(3)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή συνέχισε την έρευνα για το ντάμπινγκ, τη ζημία και το συμφέρον της Κοινότητας, τα δε οριστικά συμπεράσματα και διαπιστώσεις της έρευνας περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1371/2005 του Συμβουλίου (3) για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας (εφεξής καλούμενος «οριστικός κανονισμός»).

(4)

Η έρευνα επιβεβαίωσε τα προσωρινά συμπεράσματα σχετικά με την άσκηση ζημιογόνου ντάμπινγκ στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ρωσίας και ΗΠΑ.

Β.   ΑΝΑΛΗΨΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ

(5)

Μετά τη δημοσιοποίηση των οριστικών συμπερασμάτων, ένας συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας της Ρωσίας (Novolipetsk Iron & Steel Corporation) και ένας των ΗΠΑ (AK Steel Corporation) πρότειναν ανάληψη υποχρέωσης όσον αφορά την τιμή, βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανάληψη υποχρέωσης, οι εν λόγω παραγωγοί-εξαγωγείς προτείνουν να πωλούν το υπό εξέταση προϊόν τουλάχιστον σε τιμές που επιτρέπουν την εξάλειψη της ζημιογόνου επίδρασης του ντάμπινγκ.

(6)

Επίσης, οι εταιρείες θα υποβάλλουν τακτικά στην Επιτροπή λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγές τους στην Κοινότητα, γεγονός που σημαίνει ότι η Επιτροπή θα μπορεί να παρακολουθεί αποτελεσματικά τη συγκεκριμένη ανάληψη υποχρέωσης. Επιπλέον, η δομή των πωλήσεων των εν λόγω εταιρειών είναι τέτοια, ώστε η Επιτροπή θεωρεί ότι ο κίνδυνος καταστρατήγησης της ανάληψης υποχρέωσης είναι περιορισμένος.

(7)

Με βάση τα παραπάνω, η ανάληψη υποχρέωσης θεωρείται αποδεκτή.

(8)

Για να μπορεί η Επιτροπή να παρακολουθεί αποτελεσματικά την τήρηση της ανάληψης υποχρέωσης από κάθε εταιρεία, όταν υποβάλλεται στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές αίτηση για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, βάσει μιας ανάληψης υποχρέωσης, η απαλλαγή από το δασμό θα εξαρτάται από την προσκόμιση εμπορικού τιμολογίου, το οποίο θα περιλαμβάνει τουλάχιστον τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2005. Τα στοιχεία αυτά είναι αναγκαία για να μπορούν οι τελωνειακές αρχές να ελέγχουν, με ικανοποιητική ακρίβεια, κατά πόσον οι αποστολές αντιστοιχούν στα εμπορικά έγγραφα. Σε περίπτωση που δεν προσκομιστεί τέτοιο τιμολόγιο, ή όταν το τιμολόγιο αυτό δεν αντιστοιχεί στο προϊόν που προσκομίζεται στο τελωνείο, τότε καταβάλλεται το ανάλογο ποσό δασμού αντιντάμπινγκ.

(9)

Σε περίπτωση παραβίασης ή ανάκλησης της ανάληψης υποχρέωσης, ή όταν υπάρχουν υπόνοιες περί παραβίασης, μπορεί να επιβληθεί δασμός αντιντάμπινγκ, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφοι 9 και 10 του βασικού κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Γίνεται αποδεκτή η ανάληψη υποχρέωσης που πρότειναν οι κατωτέρω παραγωγοί, σε σχέση με την παρούσα διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές πλατέων προϊόντων έλασης με προσανατολισμένους κόκκους από πυριτιούχο χάλυβα για ηλεκτρικές εφαρμογές, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και Ρωσίας.

Χώρα

Εταιρεία

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Ρωσία

Παραγόμενα και πωλούμενα από τη Novolipetsk Iron & Steel Corporation (NLMK) - 2, Metallurgov sq., Lipetsk —

ή

Παραγόμενα από τη Novolipetsk Iron & Steel Corporation (NLMK) - 2, Metallurgov sq., Lipetsk — και πωλούμενα από τη Stinol AG - Lugano, Ελβετία, στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη της Κοινότητας, που ενεργεί ως εισαγωγέας

A674

ΗΠΑ

Παραγόμενα από την AK Steel Corporation - 703, Curtis Street, Middletown, Ohio —

ή

Παραγόμενα από την AK Steel Corporation - 703, Curtis Street, Middletown, Ohio — και πωλούμενα από την AK Steel BV — Oosterhout, Κάτω Χώρες, στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη της Κοινότητας, που ενεργεί ως εισαγωγέας.

A673

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 5 Αυγούστου 2005.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1 . κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12)

(2)  ΕΕ C 144 της 28.5.2004, σ. 2.

(3)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.