ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 209

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
11 Αυγούστου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής

1

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Συμβούλιο

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000

26

Συμφωνία για τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000

27

Τελική Πράξη

54

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

11.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 209/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1290/2005ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ,

της 21ης Ιουνίου 2005,

για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η κοινή γεωργική πολιτική περιλαμβάνει σειρά μέτρων, μεταξύ των οποίων μέτρα με σκοπό την αγροτική ανάπτυξη. Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η χρηματοδότησή τους για να συμβάλουν στην επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής. Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα έχουν ορισμένα κοινά στοιχεία, ταυτόχρονα όμως διαφέρουν από πολλές απόψεις, ενδείκνυται να υπαχθεί η χρηματοδότησή τους σε ένα ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο θα επιτρέπει τη διαφορετική αντιμετώπισή τους, κατά περίπτωση. Για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, πρέπει να συσταθούν δύο ευρωπαϊκά γεωργικά ταμεία, συγκεκριμένα το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (εφεξής «ΕΓΤΕ») χρηματοδοτεί τα μέτρα στήριξης της αγοράς και άλλα μέτρα και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (εφεξής «ΕΓΤΑΑ») για τη χρηματοδότηση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης.

(2)

Οι δαπάνες της κοινής γεωργικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αποσκοπούν στην αγροτική ανάπτυξη, χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό μέσω των δύο προαναφερόμενων ταμείων είτε κεντρικά είτε στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2). Θα πρέπει να προσδιοριστούν αναλυτικά τα μέτρα που μπορούν να χρηματοδοτούνται από τα προαναφερόμενα ταμεία.

(3)

Κατά την εκκαθάριση των λογαριασμών η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να καθορίζει, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, τη συνολική δαπάνη προς καταλογισμό στα ευρωπαϊκά γεωργικά ταμεία εάν δεν διαθέτει ικανοποιητικά εχέγγυα για την επάρκεια και τη διαφάνεια των εθνικών ελέγχων και για την εξακρίβωση από τους οργανισμούς πληρωμών της νομιμότητας και του παραδεκτού των δηλώσεων δαπανών που εγκρίνουν. Ως εκ τούτου, ενδείκνυται να προβλεφθούν διατάξεις για τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμών από τα κράτη μέλη και για την εκ μέρους των τελευταίων εφαρμογή διαδικασιών, οι οποίες θα επιτρέπουν τη σύνταξη των αναγκαίων δηλώσεων αξιοπιστίας και την πιστοποίηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, καθώς και των ετήσιων λογαριασμών από ανεξάρτητους οργανισμούς.

(4)

Για να εξασφαλιστεί η συνοχή των προτύπων διαπίστευσης ανάμεσα στα κράτη μέλη, η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει κατευθύνσεις όσον αφορά τα εφαρμοστέα κριτήρια. Επιπλέον, για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια των εθνικών ελέγχων, κυρίως ως προς τις διαδικασίες έγκρισης, επικύρωσης και πληρωμής, απαιτείται ενδεχομένως περιορισμός του αριθμού των αρχών και οργανισμών στους οποίους ανατίθενται οι σχετικές αρμοδιότητες, λαμβανομένων υπόψη των συνταγματικών διατάξεων κάθε κράτους μέλους.

(5)

Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστεύει πλείονες οργανισμούς πληρωμών, είναι σημαντικό να ορίζει έναν μόνο οργανισμό συντονισμού για να διασφαλίζει τη συνεπή διαχείριση των ταμείων, να λειτουργεί σαν σύνδεσμός μεταξύ της Επιτροπής και των διαφόρων διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών και να μεριμνά για την ταχεία διαβίβαση των στοιχείων που ζητά η Επιτροπή σχετικά με τις δραστηριότητες των διαφόρων οργανισμών πληρωμών.

(6)

Για να εξασφαλιστεί η αρμονική συνεργασία της Επιτροπής με τα κράτη μέλη στο πεδίο της χρηματοδότησης των δαπανών της κοινής γεωργικής πολιτικής και, ειδικότερα, να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να παρακολουθεί στενά τη δημοσιονομική διαχείριση εκ μέρους των κρατών μελών και να εκκαθαρίζει τους λογαριασμούς των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών, είναι απαραίτητο να γνωστοποιούν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή ορισμένα στοιχεία ή να τα διατηρούν στη διάθεσή της. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι τεχνολογίες πληροφοριών.

(7)

Για τη συγκέντρωση των στοιχείων που πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή και για να έχει η τελευταία πλήρη και άμεση πρόσβαση στα δεδομένα που αφορούν τις δαπάνες και καταχωρούνται τόσο σε έγγραφα, όσο και σε ηλεκτρονική μορφή, θα πρέπει να καθοριστούν οι όροι γνωστοποίησης των δεδομένων και ο τρόπος διαβίβασής τους καθώς και οι αντίστοιχες προθεσμίες.

(8)

Τα μέτρα και οι δράσεις που απαιτεί η κοινή γεωργική πολιτική χρηματοδοτούνται εν μέρει στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης. Για να διασφαλιστεί η χρηστή οικονομική διαχείριση των κοινοτικών χρηματοδοτικών πόρων, η Επιτροπή θα πρέπει να προβαίνει σε ενέργειες που αποσκοπούν στον έλεγχο της ορθής εφαρμογής των κανόνων διαχείρισης των ταμείων από τις αρμόδιες για τις πληρωμές αρχές των κρατών μελών. Ενδείκνυται να προσδιοριστεί το είδος των ελέγχων που θα διενεργεί η Επιτροπή, να καθοριστούν οι όροι άσκησης των αρμοδιοτήτων της όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού και να διασαφηνιστούν οι υποχρεώσεις συνεργασίας που επιβάλλονται στα κράτη μέλη.

(9)

Μόνον οι οργανισμοί πληρωμών που έχουν διαπιστευθεί από τα κράτη μέλη παρέχουν επαρκή εχέγγυα για τη διενέργεια των απαραίτητων ελέγχων πριν από τη χορήγηση της κοινοτικής ενίσχυσης στους δικαιούχους. Για το λόγο αυτό, ενδείκνυται να προβλεφθεί ρητά ότι μόνον οι δαπάνες των διαπιστευμένων από τα κράτη μέλη οργανισμών πληρωμών μπορούν να καλύπτονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

(10)

Οι αναγκαίες πιστώσεις για την κάλυψη των δαπανών των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ είναι σημαντικό να τίθενται στη διάθεση των κρατών μελών από την Επιτροπή ως επιστροφές με βάση τη λογιστική καταχώριση των δαπανών των εν λόγω οργανισμών. Μέχρι να καταβληθούν οι επιστροφές αυτές, με τη μορφή μηνιαίων πληρωμών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συγκεντρώνουν τους αναγκαίους πόρους ανάλογα με τις ανάγκες των οικείων διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών. Οι δαπάνες προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας, στις οποίες υποβάλλονται τα κράτη μέλη και οι δικαιούχοι που μετέχουν στην εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής βαρύνουν τους ίδιους.

(11)

Είναι σημαντικό να καταβάλλεται η κοινοτική ενίσχυση στους δικαιούχους εγκαίρως, ώστε να μπορούν να τη χρησιμοποιούν αποτελεσματικά. Η παραβίαση από τα κράτη μέλη των προθεσμιών πληρωμής που καθορίζονται στην κοινοτική νομοθεσία ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στους δικαιούχους και να υπονομεύσει το ενιαύσιο του κοινοτικού προϋπολογισμού. Αυτό δικαιολογεί τον αποκλεισμό από την κοινοτική χρηματοδότηση των δαπανών που πραγματοποιούνται χωρίς να τηρούνται οι προθεσμίες πληρωμής. Για λόγους τήρησης της αρχής της αναλογικότητας, ενδείκνυται να μπορεί η Επιτροπή να θεσπίζει διατάξεις που θα προβλέπουν εξαιρέσεις από το γενικό αυτό κανόνα.

(12)

Χρειάζεται μια διοικητική διαδικασία η οποία θα παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να αποφασίζει να επιβάλει προσωρινά μειώσεις ή αναστολές των μηνιαίων πληρωμών, εάν τα στοιχεία που της έχουν διαβιβάσει τα κράτη μέλη δεν της παρέχουν βεβαιότητα ότι τηρήθηκαν οι ισχύοντες κοινοτικοί κανόνες και αποκαλύπτουν καταφανή κακοδιαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων. Σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να επιβληθεί μείωση ή αναστολή χωρίς εφαρμογή της εν λόγω διαδικασίας. Η Επιτροπή, και στις δύο περιπτώσεις θα πρέπει να ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, διευκρινίζοντας ότι κάθε απόφαση μείωσης ή αναστολής των μηνιαίων πληρωμών εκδίδεται με την επιφύλαξη των αποφάσεων που θα ληφθούν κατά την εκκαθάριση των λογαριασμών.

(13)

Στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας, είναι αναγκαίο να καθοριστεί το ετήσιο ανώτατο όριο των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ, λαμβάνοντας υπόψη τα μέγιστα ποσά που καθορίζονται για το ταμείο αυτό στις δημοσιονομικές προοπτικές, τα ποσά που καθορίζονται από την Επιτροπή κατ' εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς (3), καθώς και τα ποσά που καθορίζονται στα άρθρα 143δ και 143ε του ίδιου κανονισμού.

(14)

Η δημοσιονομική πειθαρχία επιβάλλει επίσης την τήρηση του ετήσιου ανωτάτου ορίου των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ σε όλες τις περιστάσεις και σε όλα τα στάδια της διαδικασίας του προϋπολογισμού και της εκτέλεσής του. Για το σκοπό αυτό, ενδείκνυται να θεωρείται το εθνικό ανώτατο όριο των άμεσων ενισχύσεων ανά κράτος μέλος, διορθωμένο σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, ως δημοσιονομικό ανώτατο όριο για τις εν λόγω άμεσες ενισχύσεις και για το αντίστοιχο κράτος μέλος και να μην υπερβαίνουν οι επιστροφές των συγκεκριμένων πληρωμών το όριο αυτό. Η δημοσιονομική πειθαρχία επιβάλλει, επιπλέον, να μην υπερβαίνουν το ετήσιο ανώτατο όριο των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ τα νομοθετικά μέτρα που προτείνονται από την Επιτροπή ή θεσπίζονται από το Συμβούλιο ή την Επιτροπή στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και του προϋπολογισμού του ταμείου αυτού. Ομοίως θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να καθορίζει τις αναπροσαρμογές που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, εάν το Συμβούλιο δεν τις έχει καθορίσει πριν από τις 30 Ιουνίου του ημερολογιακού έτους για το οποίο ισχύουν.

(15)

Τα μέτρα για τον υπολογισμό των δημοσιονομικών ανωτάτων ορίων, που λαμβάνονται προκειμένου να προσδιοριστεί η χρηματοδοτική συμμετοχή του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ, δεν θίγουν τις αρμοδιότητες της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, την οποία ορίζει η συνθήκη. Τα εν λόγω μέτρα πρέπει συνεπώς να βασίζονται στα ποσά αναφοράς που καθορίζονται σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία της 6ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη βελτίωση της διαδικασίας του προϋπολογισμού (4) («διοργανική συμφωνία»), και με τις δημοσιονομικές προοπτικές που παρατίθενται στο παράρτημα I της συμφωνίας αυτής.

(16)

Η δημοσιονομική πειθαρχία συνεπάγεται επίσης συνεχή εξέταση της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής κατάστασης. Ως εκ τούτου, όταν η Επιτροπή καταθέτει το σχέδιο προϋπολογισμού για ένα δεδομένο έτος, είναι σημαντικό να υποβάλλει τις προβλέψεις και την ανάλυσή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και να προτείνει, ενδεχομένως, στο Συμβούλιο κατάλληλα μέτρα. Επιπλέον, ενδείκνυται να ασκεί η Επιτροπή πλήρως και διαρκώς τις διαχειριστικές της αρμοδιότητες, ώστε να διασφαλίζει την τήρηση του ετήσιου ανωτάτου ορίου και, εάν είναι απαραίτητο, να προτείνει στο Συμβούλιο κατάλληλα μέτρα για τη διόρθωση της δημοσιονομικής κατάστασης. Εάν στο τέλος ενός οικονομικού έτους οι αιτήσεις επιστροφών που έχουν υποβληθεί από τα κράτη μέλη καθιστούν ανέφικτη την τήρηση του ετήσιου ανωτάτου ορίου, ενδείκνυται να μπορεί η Επιτροπή να θεσπίζει μέτρα που θα διασφαλίζουν, αφενός την προσωρινή κατανομή των διαθέσιμων πιστώσεων του προϋπολογισμού μεταξύ των κρατών μελών ανάλογα με τις οικείες αιτήσεις επιστροφών που εκκρεμούν και, αφετέρου, την τήρηση του ανωτάτου ορίου που έχει καθοριστεί για το συγκεκριμένο έτος. Οι πληρωμές του εν λόγω έτους θα πρέπει να καταλογίζονται στην επόμενη χρήση και να καθορίζονται το οριστικό συνολικό ποσό της κοινοτικής χρηματοδότησης ανά κράτος μέλος, καθώς και μια αντιστάθμιση μεταξύ των κρατών μελών, ώστε να τηρείται το καθορισμένο ποσό.

(17)

Κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, ενδείκνυται να εφαρμόζει η Επιτροπή ένα σύστημα προειδοποίησης και παρακολούθησης των γεωργικών δαπανών σε μηνιαία βάση, ώστε να μπορεί να αντιδρά το ταχύτερο δυνατόν σε περίπτωση κινδύνου υπέρβασης του ετήσιου ανωτάτου ορίου, να θεσπίζει τα κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί και, εφόσον τα μέτρα αυτά αποδειχθούν ανεπαρκή, να προτείνει στο Συμβούλιο άλλα μέτρα προς εφαρμογή το συντομότερο δυνατόν. Για να είναι το εν λόγω σύστημα αποτελεσματικό, θα πρέπει να επιτρέπει τη σύγκριση των πραγματικών δαπανών με τις προβλέψεις δαπανών, οι οποίες καταρτίζονται με βάση τις δαπάνες των προηγουμένων ετών. Ενδείκνυται να διαβιβάζει η Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο μηνιαία έκθεση, στην οποία η εξέλιξη των δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί έως την ημερομηνία της έκθεσης θα παραβάλλεται με την εκτίμηση των δαπανών, καθώς και αξιολόγηση της προβλέψιμης εκτέλεσης για το υπόλοιπο οικονομικό έτος.

(18)

Η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιεί η Επιτροπή για την κατάρτιση των δημοσιονομικών εγγράφων που διαβιβάζει στο Συμβούλιο, λαμβανομένου υπόψη του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί από τη σύνταξη των εγγράφων έως τη διαβίβασή τους από την Επιτροπή, είναι σημαντικό να αντικατοπτρίζει τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία.

(19)

Ο κοινοτικός προϋπολογισμός συμμετέχει στη χρηματοδότηση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης με βάση αναλήψεις υποχρεώσεων σε ετήσιες δόσεις. Για να είναι δυνατόν να έχουν τα κράτη μέλη στη διάθεσή τους τα προβλεπόμενα κοινοτικά κονδύλια ήδη από την έναρξη της εφαρμογής των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, είναι αναγκαίο να διατίθενται τα κονδύλια αυτά στα κράτη μέλη. Συνεπώς, θα πρέπει να καθιερωθεί προχρηματοδότηση για την εξασφάλιση τακτικής ροής, που θα επιτρέπει τη δέουσα εκτέλεση των πληρωμών προς τους δικαιούχους και να καθοριστούν τα όρια του μέτρου αυτού.

(20)

Εκτός από την προχρηματοδότηση, ενδείκνυται να γίνει διάκριση ανάμεσα στις πληρωμές της Επιτροπής προς τους διαπιστευμένους οργανισμούς πληρωμών, τις ενδιάμεσες πληρωμές και την εξόφληση του υπολοίπου και να καθοριστεί ο τρόπος καταβολής των σχετικών ποσών.

(21)

Για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, η Επιτροπή θα πρέπει να δύναται να αναστέλλει ή να μειώνει τις ενδιάμεσες πληρωμές σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των δαπανών. Θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή διαδικασία που θα παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να αιτιολογούν τις πληρωμές τους.

(22)

Ο κανόνας της αυτόματης αποδέσμευσης θα συμβάλλει στην επιτάχυνση της εφαρμογής των προγραμμάτων και στη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.

(23)

Για την εξακρίβωση της δημοσιονομικής σχέσης μεταξύ των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών και του κοινοτικού προϋπολογισμού, ενδείκνυται να εκκαθαρίζει η Επιτροπή κατ' έτος τους λογαριασμούς των οργανισμών αυτών. Η απόφαση εκκαθάρισης των λογαριασμών θα πρέπει να αφορά την πληρότητα, την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των διαβιβαζόμενων λογαριασμών, όχι όμως τη συμμόρφωση των δαπανών με την κοινοτική νομοθεσία.

(24)

Είναι σημαντικό να κρίνει η Επιτροπή, η οποία είναι επιφορτισμένη με την ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας σύμφωνα με το άρθρο 211 της συνθήκης, αν οι δαπάνες των κρατών μελών είναι σύμφωνες με την κοινοτική νομοθεσία. Είναι σημαντικό να δοθεί στα κράτη μέλη το δικαίωμα να αιτιολογούν τις οικείες αποφάσεις πληρωμών και να προσφεύγουν στη διαδικασία συμβιβασμού σε περίπτωση διαφωνίας τους με την Επιτροπή. Για να δοθούν στα κράτη μέλη νομικές και οικονομικές διασφαλίσεις όσον αφορά τις δαπάνες του παρελθόντος, θα πρέπει να καθοριστεί μέγιστη περίοδος, στη διάρκεια της οποίας η Επιτροπή δύναται να αποφαίνεται ότι η έλλειψη συμμόρφωσης έχει οικονομικές συνέπειες.

(25)

Για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων του κοινοτικού προϋπολογισμού, τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα ώστε να βεβαιώνονται για την πραγματική και ορθή εκτέλεση των πράξεων που χρηματοδοτούνται από τα ταμεία. Είναι επίσης αναγκαίο να προλαμβάνουν τα κράτη μέλη και να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά κάθε παρατυπία που διαπράττεται από δικαιούχο.

(26)

Σε περίπτωση ανάκτησης ποσών που έχουν καταβληθεί από το ΕΓΤΕ, τα ανακτώμενα ποσά θα πρέπει να επιστρέφονται στο ταμείο, εφόσον πρόκειται για δαπάνες που δεν είναι σύμφωνες με την κοινοτική νομοθεσία και για τις οποίες δεν θεμελιώνεται κανένα δικαίωμα. Θα πρέπει να προβλεφθεί ένα σύστημα οικονομικής ευθύνης για τις περιπτώσεις όπου έχουν διαπραχθεί παρατυπίες και δεν έχει ανακτηθεί το σύνολο του ποσού. Για το σκοπό αυτό, ενδείκνυται να θεσπιστεί διαδικασία που θα επιτρέπει στην Επιτροπή να προστατεύει τα συμφέροντα του κοινοτικού προϋπολογισμού, αποφασίζοντας να καταλογίσει εις βάρος του εμπλεκόμενου κράτους μέλους ένα μέρος των ποσών που απωλέσθησαν εξαιτίας παρατυπιών και δεν ανακτήθηκαν εντός εύλογης προθεσμίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις αμέλειας του κράτους μέλους, δικαιολογείται ο καταλογισμός του συνόλου του ποσού στο εμπλεκόμενο κράτος μέλος. Ωστόσο, με την επιφύλαξη της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων των κρατών μελών που απορρέουν από τις εσωτερικές διαδικασίες τους, ενδείκνυται να μπορούν να κλείνονται οι λογαριασμοί των κρατών μελών έναντι του κοινοτικού προϋπολογισμού μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, με δίκαιη κατανομή της οικονομικής επιβάρυνσης μεταξύ της Κοινότητας και του κράτους μέλους, βασιζόμενη στις πραγματικές ανακτήσεις κατά τα προηγούμενα έτη.

(27)

Οι διαδικασίες ανάκτησης που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την πολύχρονη καθυστέρηση των ανακτήσεων, χωρίς να είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτές θα εκτελεστούν. Επίσης, τα έξοδα που συνεπάγονται οι διαδικασίες αυτές μπορούν να είναι δυσανάλογα προς τις πραγματοποιούμενες ή εφικτές εισπράξεις. Για το λόγο αυτό, ενδείκνυται να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να παύουν τις διαδικασίες ανάκτησης σε ορισμένες περιπτώσεις.

(28)

Όσον αφορά το ΕΓΤΑΑ, τα ποσά που ανακτώνται ή ακυρώνονται εξαιτίας παρατυπιών ενδείκνυται να παραμένουν στη διάθεση των εγκεκριμένων προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης του εμπλεκόμενου κράτους μέλους, δεδομένου ότι έχουν χορηγηθεί στο κράτος αυτό. Για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων του κοινοτικού προϋπολογισμού, πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλες διατάξεις για τις περιπτώσεις όπου ένα κράτος μέλος που διαπιστώνει παρατυπίες δεν λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα.

(29)

Για να είναι δυνατή η επαναχρησιμοποίηση των κονδυλίων στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ, θα πρέπει να καθοριστεί η διάθεση των ποσών που ανακτώνται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση και των διαδικασιών που κινούνται μετά τη διαπίστωση παρατυπιών ή αμέλειας, καθώς και των συμπληρωματικών εισφορών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων.

(30)

Για να εκπληρώνει η Επιτροπή την υποχρέωσή της να εξακριβώνει την ύπαρξη και την εύρυθμη λειτουργία στα κράτη μέλη, συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου των κοινοτικών δαπανών και με την επιφύλαξη των ελέγχων που διενεργούνται από τα κράτη μέλη, πρέπει να προβλεφθούν έλεγχοι από πρόσωπα εξουσιοδοτημένα για το σκοπό αυτό από την Επιτροπή και η δυνατότητα της τελευταίας να ζητά τη συνδρομή των κρατών μελών.

(31)

Είναι απαραίτητο να χρησιμοποιείται όσο το δυνατόν ευρύτερα η τεχνολογία πληροφοριών για τη συγκέντρωση των στοιχείων που πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή. Κατά τους ελέγχους, είναι σημαντικό να έχει η Επιτροπή πλήρη και άμεση πρόσβαση στα δεδομένα που αφορούν τις δαπάνες, τόσο υπό μορφή εγγράφου όσο και σε ηλεκτρονικά αρχεία.

(32)

Ενδείκνυται να καθοριστεί ημερομηνία για τις τελευταίες πληρωμές βάσει των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης που έχουν εγκριθεί για την περίοδο 2000/06 και χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων («ΕΓΤΠΕ»), τμήμα Εγγυήσεων. Για να είναι δυνατόν να επιστραφούν στα κράτη μέλη οι πληρωμές που θα έχουν πραγματοποιηθεί μετά την ημερομηνία αυτή, πρέπει να προβλεφθούν ειδικά μεταβατικά μέτρα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν διατάξεις για την ανάκτηση των προκαταβολών που έχουν χορηγηθεί από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (5), καθώς και για τα ποσά που έχουν αποτελέσει αντικείμενο της εθελούσιας διακύμανσης που αναφέρεται στα άρθρα 4 και 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1259/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής (6).

(33)

Ενδείκνυται να καθοριστεί ημερομηνία, από την οποία η Επιτροπή δύναται να αποδεσμεύσει αυτόματα τα ποσά για τα οποία έχουν αναληφθεί υποχρεώσεις, αλλά τα οποία δεν δαπανήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων, εφόσον τα αναγκαία έγγραφα για την περάτωση των δράσεων δεν έχουν παραληφθεί από την Επιτροπή έως την εν λόγω ημερομηνία. Πρέπει να οριστούν τα έγγραφα που χρειάζεται η Επιτροπή για να διαπιστώσει αν τα μέτρα έχουν περατωθεί.

(34)

Η διοίκηση των ταμείων ανατίθεται στην Επιτροπή και προβλέπεται στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στο πλαίσιο επιτροπής των γεωργικών ταμείων.

(35)

Το ύψος της κοινοτικής χρηματοδότησης καθιστά αναγκαία την τακτική ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου διά δημοσιονομικών εκθέσεων.

(36)

Δεδομένου ότι υπάρχει πιθανότητα κοινοποίησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή εμπορικών απορρήτων στο πλαίσιο της εφαρμογής των εθνικών συστημάτων ελέγχου και της διαδικασίας εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των στοιχείων που λαμβάνουν στο πλαίσιο αυτό.

(37)

Για τη χρηστή διαχείριση του κοινοτικού προϋπολογισμού, τηρουμένης της αρχής της ισότητας τόσο στο επίπεδο των κρατών μελών, όσο και των γεωργών, πρέπει να καθοριστούν σαφείς κανόνες όσον αφορά τη χρήση του ευρώ.

(38)

Θα πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός αριθ. 25 του Συμβουλίου περί της χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (7), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 723/97 του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1997, για την υλοποίηση προγραμμάτων δράσης των κρατών μελών στον τομέα των ελέγχων των δαπανών του ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων (8), καθώς και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 (9). Πρέπει επίσης να καταργηθούν ορισμένα άρθρα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 1991, περί των ανωμαλιών και της ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών στα πλαίσια της χρηματοδότησης της κοινής γεωργικής πολιτικής ως και της οργανώσεως ενός συστήματος πληροφόρησης στον τομέα αυτό, επειδή ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει ανάλογες διατάξεις.

(39)

Τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (10), πρέπει δε να γίνει διάκριση μεταξύ μέτρων που υπάγονται στη διαδικασία διαχειριστικής επιτροπής και μέτρων που υπάγονται στη διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής. Η διαδικασία συμβουλευτικής επιτροπής είναι σε ορισμένες περιπτώσεις και για αυξημένη αποτελεσματικότητα η καταλληλότερη.

(40)

Η αντικατάσταση των διατάξεων των καταργούμενων κανονισμών από εκείνες του παρόντος κανονισμού ενδέχεται να προκαλέσει ορισμένα πρακτικά και ειδικά προβλήματα, συνδεόμενα ιδίως με τη μετάβαση στις νέες ρυθμίσεις που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Για να είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο αυτό, πρέπει να επιτραπεί στην Επιτροπή να θεσπίσει τα αναγκαία και δεόντως αιτιολογημένα μέτρα. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να μπορούν να παρεκκλίνουν των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, μόνον όμως στον αναγκαίο βαθμό και για περιορισμένη χρονική περίοδο.

(41)

Δεδομένου ότι η περίοδος προγραμματισμού των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2007, ενδείκνυται να εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός από την ημερομηνία αυτή. Είναι ωστόσο σημαντικό η ημερομηνία εφαρμογής ορισμένων διατάξεων να είναι προγενέστερη.

(42)

Το Ελεγκτικό Συνέδριο γνωμοδότησε (11).

(43)

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή γνωμοδότησε (12),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Στον παρόντα κανονισμό καθορίζονται ειδικοί όροι και κανόνες οι οποίοι ισχύουν για τη χρηματοδότηση των δαπανών που υπάγονται στην κοινή γεωργική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών αγροτικής ανάπτυξης.

Άρθρο 2

Ταμεία για τη χρηματοδότηση των γεωργικών δαπανών

1.   Για την επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής, που ορίζονται από τη συνθήκη, και την εξασφάλιση της χρηματοδότησης των διαφόρων μέτρων της πολιτικής αυτής, συμπεριλαμβανομένης της αγροτικής ανάπτυξης, συνιστώνται:

α)

ένα Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων, εφεξής καλούμενο «ΕΓΤΕ»·

β)

ένα Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, εφεξής καλούμενο «ΕΓΤΑΑ».

2.   Το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ αποτελούν μέρη του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 3

Δαπάνες του ΕΓΤΕ

1.   Το ΕΓΤΕ χρηματοδοτεί με επιμερισμένη διαχείριση μεταξύ των κρατών μελών και της Κοινότητας τις ακόλουθες δαπάνες, οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο:

α)

επιστροφές κατά την εξαγωγή γεωργικών προϊόντων προς τρίτες χώρες·

β)

παρεμβάσεις για τη ρύθμιση των αγορών γεωργικών προϊόντων·

γ)

άμεσες ενισχύσεις που χορηγούνται στους γεωργούς στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής·

δ)

χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας στις δράσεις ενημέρωσης και προώθησης για τα γεωργικά προϊόντα στην εσωτερική αγορά της Κοινότητας και στις τρίτες χώρες, οι οποίες υλοποιούνται από τα κράτη μέλη βάσει προγραμμάτων που εγκρίνονται από την Επιτροπή, εκτός από τα προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 4.

2.   Το ΕΓΤΕ χρηματοδοτεί κεντρικά τις ακόλουθες δαπάνες, οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο:

α)

χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας σε μεμονωμένες κτηνιατρικές δράσεις, σε δράσεις ελέγχου στον κτηνιατρικό τομέα και στον τομέα των τροφίμων και ζωοτροφών, σε προγράμματα εξάλειψης και παρακολούθησης των ζωονόσων (κτηνιατρικά μέτρα), καθώς και σε φυτοϋγειονομικά μέτρα·

β)

προώθηση γεωργικών προϊόντων απευθείας από την Επιτροπή ή μέσω διεθνών οργανισμών·

γ)

μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία με σκοπό να εξασφαλίσουν τη διατήρηση, το χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία·

δ)

εγκατάσταση και συντήρηση των γεωργικών συστημάτων λογιστικών πληροφοριών·

ε)

συστήματα γεωργικών ερευνών, συμπεριλαμβανομένων των ερευνών με αντικείμενο τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων·

στ)

δαπάνες σχετικές με τις αγορές του αλιευτικού τομέα.

Άρθρο 4

Δαπάνες του ΕΓΤΑΑ

Το ΕΓΤΑΑ χρηματοδοτεί με επιμερισμένη διαχείριση μεταξύ των κρατών μελών και της Κοινότητας τη χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας στα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης που εκτελούνται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΑΑ για τη γεωργική ανάπτυξη.

Άρθρο 5

Άλλες χρηματοδοτήσεις, περιλαμβανομένης της τεχνικής αρωγής

Το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ μπορούν, το καθένα στον τομέα του, να χρηματοδοτούν συγκεντρωτικώς, με πρωτοβουλία της Επιτροπής ή/και για λογαριασμό της, τις δράσεις προπαρασκευής, παρακολούθησης, διοικητικής και τεχνικής υποστήριξης, αξιολόγησης, λογιστικού και άλλου ελέγχου που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της αγροτικής ανάπτυξης. Οι δράσεις αυτές περιλαμβάνουν ειδικότερα:

α)

τις αναγκαίες δραστηριότητες για την ανάλυση, τη διαχείριση, την παρακολούθηση, την ανταλλαγή στοιχείων και την εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής, καθώς και τις δραστηριότητες που αφορούν την εφαρμογή συστημάτων ελέγχου και την τεχνική και διοικητική αρωγή·

β)

τις αναγκαίες δραστηριότητες για τη διατήρηση και την εξέλιξη των μεθόδων και των τεχνικών μέσων πληροφόρησης, διασύνδεσης, παρακολούθησης και ελέγχου της οικονομικής διαχείρισης των κονδυλίων που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής·

γ)

την ενημέρωση σχετικά με την κοινή γεωργική πολιτική που πραγματοποιείται με πρωτοβουλία της Επιτροπής·

δ)

τις μελέτες με θέμα την κοινή γεωργική πολιτική και την αξιολόγηση των μέτρων που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ, όπου συμπεριλαμβάνονται η βελτίωση των μεθόδων αξιολόγησης και η ανταλλαγή στοιχείων για τις σχετικές πρακτικές·

ε)

κατά περίπτωση, τους εκτελεστικούς οργανισμούς που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων (13), και παρεμβαίνουν στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής·

στ)

τις δράσεις που αφορούν τη διάδοση, την ευαισθητοποίηση, την προώθηση της συνεργασίας και την ανταλλαγή εμπειριών σε κοινοτικό επίπεδο και αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της αγροτικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης της δικτύωσης των σχετικών παραγόντων.

Άρθρο 6

Διαπίστευση και ανάκληση της διαπίστευσης των οργανισμών πληρωμών και των οργανισμών συντονισμού

1.   Οι οργανισμοί πληρωμών είναι υπηρεσίες ή οργανισμοί των κρατών μελών, που παρέχουν, για τις πληρωμές στις οποίες προβαίνουν καθώς και για τη γνωστοποίηση και διατήρηση των στοιχείων, επαρκή εχέγγυα ότι:

α)

η επιλεξιμότητα των αιτήσεων και, στο πλαίσιο της αγροτικής ανάπτυξης, η διαδικασία χορήγησης των ενισχύσεων καθώς και η συμφωνία τους προς τους κοινοτικούς κανόνες πριν από την εντολή πληρωμής ελέγχονται·

β)

οι εκτελούμενες πληρωμές καταχωρίζονται επακριβώς και πλήρως στα λογιστικά βιβλία·

γ)

διενεργούνται οι έλεγχοι που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία·

δ)

τα απαιτούμενα έγγραφα υποβάλλονται εντός των προθεσμιών και με τη μορφή που προβλέπονται από τους κοινοτικούς κανόνες·

ε)

τα έγγραφα είναι προσπελάσιμα και διατηρούνται με τρόπο που διασφαλίζει την πληρότητα, την εγκυρότητα και την αναγνωσιμότητά τους διαχρονικώς, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών εγγράφων υπό την έννοια των κοινοτικών κανόνων.

Με εξαίρεση την καταβολή των κοινοτικών ενισχύσεων, η εκτέλεση των καθηκόντων αυτών μπορεί να γίνει κατ' εξουσιοδότηση.

2.   Τα κράτη μέλη διαπιστεύουν ως οργανισμούς πληρωμών τις υπηρεσίες ή τους οργανισμούς που πληρούν τους όρους της παραγράφου 1.

Κάθε κράτος μέλος περιορίζει, ανάλογα με τις συνταγματικές διατάξεις και τη θεσμική διάρθρωσή του, τον αριθμό των οικείων διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών στον ελάχιστο απαραίτητο για την πραγματοποίηση των δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και στο άρθρο 4 σε ικανοποιητικές διοικητικές και λογιστικές συνθήκες.

3.   Σε περίπτωση διαπίστευσης περισσότερων του ενός οργανισμών πληρωμών, το κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή την υπηρεσία ή τον οργανισμό στον οποίο αναθέτει:

α)

τη συλλογή των στοιχείων που τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής και τη διαβίβασή τους σε αυτήν,

β)

την προώθηση της εναρμονισμένης εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων.

Η εν λόγω υπηρεσία ή οργανισμός, εφεξής καλούμενος «οργανισμός συντονισμού» αποτελεί το αντικείμενο ειδικής διαπίστευσης από τα κράτη μέλη όσον αφορά τον χειρισμό των οικονομικών στοιχείων του στοιχείου α).

4.   Όταν ένας ή περισσότεροι από τους όρους της παραγράφου 1 δεν πληρούνται ή παύουν να πληρούνται από διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών, το κράτος μέλος ανακαλεί τη διαπίστευση, εκτός εάν ο οργανισμός πληρωμών προβεί στις απαιτούμενες προσαρμογές εντός προθεσμίας που καθορίζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος.

Άρθρο 7

Οργανισμοί πιστοποίησης

Οι οργανισμοί πιστοποίησης είναι οντότητες δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που ορίζονται από τα κράτη μέλη ως υπεύθυνοι για τον έλεγχο των λογαριασμών του διαπιστευμένου οργανισμού πληρωμών ως προς το αληθές, την πληρότητα και την ακρίβεια, έχοντας υπόψη το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου που υφίσταται.

Άρθρο 8

Γνωστοποίηση στοιχείων και πρόσβαση στα έγγραφα

1.   Επιπλέον των προβλεπομένων στους κλαδικούς κανονισμούς, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τα ακόλουθα στοιχεία, δηλώσεις και έγγραφα:

α)

όσον αφορά τους διαπιστευμένους οργανισμούς πληρωμών και τους διαπιστευμένους οργανισμούς συντονισμού:

i)

την πράξη διαπίστευσής τους,

ii)

την ιδιότητά τους (διαπιστευμένος οργανισμός πληρωμών ή διαπιστευμένος οργανισμός συντονισμού),

iii)

ενδεχομένως, την ανάκληση της διαπίστευσής τους·

β)

όσον αφορά του οργανισμούς πιστοποίησης:

i)

την επωνυμία τους,

ii)

τα στοιχεία διεύθυνσής τους·

γ)

όσον αφορά τις δράσεις οι οποίες συνδέονται με τις πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ:

i)

τις δηλώσεις δαπανών, που ισχύουν επίσης ως αιτήσεις πληρωμών, επικυρωμένες από το διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών ή το διαπιστευμένο οργανισμό συντονισμού και συνοδευόμενες από τα απαιτούμενα στοιχεία·

ii)

τις προβλέψεις των χρηματοδοτικών αναγκών τους, προκειμένου για το ΕΓΤΕ και, στην περίπτωση του ΕΓΤΑΑ, την επικαιροποίηση των προβλέψεων για τις δηλώσεις δαπανών που πρόκειται να υποβληθούν στη διάρκεια του έτους και τις προβλέψεις για τις δηλώσεις δαπανών για το επόμενο οικονομικό έτος·

iii)

τους ετήσιους λογαριασμούς των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών, που συμπληρώνονται από δήλωση αξιοπιστίας υπογεγραμμένη από τον υπεύθυνο του διαπιστευμένου οργανισμού πληρωμών, συνοδευόμενους από τα απαραίτητα για την εκκαθάρισή τους στοιχεία καθώς και από έκθεση πιστοποίησης την οποία καταρτίζει ο οργανισμός πιστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 7.

Οι ετήσιοι λογαριασμοί των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών που καλύπτουν τις δαπάνες του ΕΓΤΑΑ κοινοποιούνται στο επίπεδο του κάθε προγράμματος.

2.   Οι διαπιστευμένοι οργανισμοί πληρωμών διατηρούν τα παραστατικά των πραγματοποιούμενων πληρωμών και τα έγγραφα τα σχετικά με τη διεξαγωγή των διοικητικών και υλικών ελέγχων που επιβάλλει η κοινοτική νομοθεσία και θέτουν τα εν λόγω έγγραφα και στοιχεία στη διάθεση της Επιτροπής.

Όταν τα ανωτέρω έγγραφα φυλάσσονται από αρχή εξουσιοδοτημένη από οργανισμό πληρωμών, η οποία είναι επιφορτισμένη με την έγκριση των δαπανών, η τελευταία αυτή διαβιβάζει στο διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών εκθέσεις σχετικές με τον αριθμό και το αντικείμενο των διενεργηθέντων ελέγχων και με τα μέτρα που ελήφθησαν κατόπιν των πορισμάτων τους.

Άρθρο 9

Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας και διασφαλίσεις για τη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων

1.   Τα κράτη μέλη:

α)

θεσπίζουν, στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής, όλες τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις και λαμβάνουν όλα τα άλλα μέτρα, που είναι αναγκαία για την αποτελεσματική προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας, ειδικότερα για:

i)

την εξακρίβωση της πραγματικής εκτέλεσης και της κανονικότητας των πράξεων που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ,

ii)

την αποτροπή και τη δίωξη των παρατυπιών,

iii)

την ανάκτηση των ποσών που απωλέσθησαν εξαιτίας παρατυπιών ή αμέλειας·

β)

θέτουν σε εφαρμογή ένα αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης, και ελέγχου, το οποίο περιλαμβάνει την πιστοποίηση των λογαριασμών και τη σύνταξη δήλωσης αξιοπιστίας, που θεμελιώνεται στην υπογραφή του υπευθύνου του διαπιστευμένου οργανισμού πληρωμών.

2.   Η Επιτροπή μεριμνά ώστε τα κράτη μέλη να εξακριβώνουν τη νομιμότητα και την κανονικότητα των δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και στο άρθρο 4, καθώς και την τήρηση των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και, στο πλαίσιο αυτό, προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες και ελέγχους:

α)

εξακριβώνει την ύπαρξη και την εύρυθμη λειτουργία στα κράτη μέλη, συστημάτων διαχείρισης, και ελέγχου·

β)

μειώνει ή αναστέλλει το σύνολο ή μέρος των ενδιάμεσων πληρωμών και επιβάλλει τις απαιτούμενες δημοσιονομικές διορθώσεις, κυρίως στις περιπτώσεις ελλείψεων στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου·

γ)

εξακριβώνει την επιστροφή της προχρηματοδότησης και προβαίνει, κατά περίπτωση, στην αυτόματη αποδέσμευση των δημοσιονομικών δεσμεύσεων.

3.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διατάξεις και τα μέτρα που θεσπίζουν δυνάμει της παραγράφου 1 και, όσον αφορά τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, για τα μέτρα διαχείρισης και ελέγχου που λαμβάνουν σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΑΑ, με στόχο την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Κοινότητας.

Άρθρο 10

Παραδεκτό των πληρωμών των οργανισμών πληρωμών

Οι δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και στο άρθρο 4 μπορούν να καλυφθούν από κοινοτική χρηματοδότηση μόνον εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί από τους διαπιστευμένους οργανισμούς πληρωμών που ορίζονται από τα κράτη μέλη.

Άρθρο 11

Πληρωμή των δικαιούχων στο ακέραιο

Εκτός αντιθέτων διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας, τα ποσά που αντιστοιχούν στις χρηματοδοτήσεις βάσει του παρόντος κανονισμού ή στη δημόσια χρηματοδοτική συμμετοχή στα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης καταβάλλονται στο ακέραιο στους δικαιούχους.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΕΓΤΕ

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1

Κοινοτική χρηματοδότηση

Άρθρο 12

Δημοσιονομικό ανώτατο όριο

1.   Το ετήσιο ανώτατο όριο των δαπανών του ΕΓΤΕ συνίσταται στα μέγιστα ποσά που καθορίζονται για το ταμείο αυτό στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, το οποίο προβλέπεται στη διοργανική συμφωνία της, μειωμένα κατά τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

2.   Η Επιτροπή καθορίζει τα ποσά που τίθενται στη διάθεση του ΕΓΤΑΑ κατ' εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 2 και των άρθρων 143δ και 143ε του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

3.   Με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή καθορίζει το καθαρό υπόλοιπο που είναι διαθέσιμο για τις δαπάνες του ΕΓΤΕ.

Άρθρο 13

Διοικητικές δαπάνες και δαπάνες προσωπικού

Οι δαπάνες που συνδέονται με τα διοικητικά έξοδα και τα έξοδα προσωπικού των κρατών μελών και των δικαιούχων της συνεισφοράς του ΕΓΤΕ, δεν αναλαμβάνονται από το ΕΓΤΕ.

Άρθρο 14

Μηνιαίες πληρωμές

1.   Οι αναγκαίες πιστώσεις για τη χρηματοδότηση των δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 τίθενται στη διάθεση των κρατών μελών από την Επιτροπή με τη μορφή μηνιαίων επιστροφών, εφεξής καλούμενων «μηνιαίες πληρωμές», με βάση τις δαπάνες των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών στη διάρκεια περιόδου αναφοράς.

2.   Μέχρι να καταβληθούν από την Επιτροπή τα ποσά των μηνιαίων πληρωμών, οι αναγκαίοι πόροι για την κάλυψη των δαπανών συγκεντρώνονται από τα κράτη μέλη ανάλογα με τις ανάγκες των οικείων διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών.

Άρθρο 15

Διαδικασία εκτέλεσης των μηνιαίων πληρωμών

1.   Με την επιφύλαξη των αποφάσεων που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31, οι μηνιαίες πληρωμές εκτελούνται από την Επιτροπή για τις δαπάνες που πραγματοποίησαν οι διαπιστευμένοι οργανισμοί πληρωμών των κρατών μελών στη διάρκεια του μήνα αναφοράς.

2.   Η Επιτροπή αποφασίζει, με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 3, σχετικά με τις μηνιαίες πληρωμές που εκτελεί, με βάση δήλωση δαπανών των κρατών μελών και τα στοιχεία που της παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1, λαμβάνοντας υπόψη τις μειώσεις ή αναστολές που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 17.

3.   Οι μηνιαίες πληρωμές καταβάλλονται στο κράτος μέλος το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από εκείνον στη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκαν οι δαπάνες.

4.   Οι δαπάνες των κρατών μελών από την 1η έως τις 15 Οκτωβρίου εντάσσονται στο μήνα Οκτώβριο. Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις 16 έως τις 31 Οκτωβρίου εντάσσονται στο μήνα Νοέμβριο.

5.   Η Επιτροπή δύναται να αποφασίζει να καταβάλει συμπληρωματικές ή μειωμένες πληρωμές. Στην περίπτωση αυτή ενημερώνεται η επιτροπή των γεωργικών ταμείων κατά την επόμενη συνεδρίασή της.

Άρθρο 16

Τήρηση των προθεσμιών πληρωμής

Όταν η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει προθεσμίες πληρωμής, η παραβίαση των προθεσμιών αυτών από τους οργανισμούς πληρωμών συνεπάγεται ότι οι πληρωμές δεν είναι επιλέξιμες για κοινοτική χρηματοδότηση, εκτός από περιπτώσεις, συνθήκες και όρια που καθορίζονται σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.

Άρθρο 17

Μείωση και αναστολή των μηνιαίων πληρωμών

1.   Εάν οι δηλώσεις δαπανών ή τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 δεν επιτρέπουν στην Επιτροπή να διαπιστώσει ότι η δέσμευση των κονδυλίων είναι σύμφωνη με τους ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες, η Επιτροπή ζητά από το εμπλεκόμενο κράτος μέλος να της διαβιβάσει συμπληρωματικά στοιχεία εντός προθεσμίας, την οποία καθορίζει ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος και η οποία, κατά κανόνα, δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τριάντα ημέρες.

Εάν το κράτος μέλος δεν απαντήσει στην αίτηση της Επιτροπής που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο ή εάν η απάντησή του δεν κριθεί ικανοποιητική ή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν έχουν τηρηθεί οι ισχύοντες κοινοτικοί κανόνες ή ότι έχει γίνει αντικανονική χρήση των κοινοτικών κονδυλίων, η Επιτροπή δύναται να μειώσει ή να αναστείλει προσωρινά τις μηνιαίες πληρωμές προς το κράτος μέλος. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το κράτος μέλος, διευκρινίζοντας ότι έχουν πραγματοποιηθεί οι εν λόγω μειώσεις ή αναστολές.

2.   Εάν οι δηλώσεις ή τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 οδηγούν την Επιτροπή στο συμπέρασμα ότι έχει σημειωθεί υπέρβαση δημοσιονομικού ανωτάτου ορίου που καθορίζεται στην κοινοτική νομοθεσία ή προφανής παράβαση των ισχυόντων κοινοτικών κανόνων, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει τις μειώσεις ή αναστολές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου, αφού δώσει στο κράτος μέλος τη δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

3.   Οι μειώσεις και αναστολές επιβάλλονται τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας στο πλαίσιο της σχετικής με τις μηνιαίες πληρωμές απόφασης, που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, με την επιφύλαξη των αποφάσεων που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Δημοσιονομική πειθαρχία

Άρθρο 18

Τήρηση του ανωτάτου ορίου

1.   Οι πιστώσεις που καλύπτουν τις δαπάνες του ΕΓΤΕ δεν μπορούν σε κανένα στάδιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού και της εκτέλεσής του να υπερβαίνουν το καθαρό υπόλοιπο που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

Σε όλες τις νομικές πράξεις που προτείνει η Επιτροπή ή εκδίδει το Συμβούλιο ή η Επιτροπή και οι οποίες έχουν επίδραση στον προϋπολογισμό του ΕΓΤΕ, τηρείται το καθαρό υπόλοιπο που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3.

2.   Εφόσον η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει για ένα κράτος μέλος δημοσιονομικό ανώτατο όριο των γεωργικών δαπανών σε ευρώ, οι σχετικές δαπάνες επιστρέφονται στο εν λόγω κράτος μέλος εντός του καθορισμένου σε ευρώ ανωτάτου ορίου, ενδεχομένως ύστερα από αναπροσαρμογή ως επακόλουθο της τυχόν εφαρμογής του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

3.   Τα εθνικά ανώτατα όρια που προβλέπει για τις άμεσες ενισχύσεις η κοινοτική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καθορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 και στο άρθρο 71γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, διορθωμένα κατά τα ποσοστά και τις αναπροσαρμογές του άρθρου 10 παράγραφος 1 και του άρθρου 11 παράγραφος 1 του ίδιου κανονισμού, θεωρούνται ως δημοσιονομικά ανώτατα όρια σε ευρώ.

4.   Όταν στις 30 Ιουνίου ενός έτους το Συμβούλιο δεν έχει αποφασίσει επί των αναπροσαρμογών κατ' άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, η Επιτροπή αποφασίζει επί των αναπροσαρμογών αυτών με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού και ενημερώνει το Συμβούλιο.

5.   Το αργότερο την 1η Δεκεμβρίου, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο μπορεί, βάσει νέων στοιχείων που διαθέτει, να τροποποιήσει το ποσοστό αναπροσαρμογής των άμεσων πληρωμών που καθορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Άρθρο 19

Διαδικασία δημοσιονομικής πειθαρχίας

1.   Η Επιτροπή συνυποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο με το προσχέδιο προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος N τις προβλέψεις της για τα οικονομικά έτη N-1, N και N + 1. Ταυτόχρονα, υποβάλλει ανάλυση των διαπιστωμένων αποκλίσεων μεταξύ των αρχικών προβλέψεων και των πραγματικών δαπανών για τα οικονομικά έτη N-2 και N-3.

2.   Εάν κατά την κατάρτιση του προσχεδίου προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος N, υπάρχουν ενδείξεις ότι ενδέχεται να σημειωθεί υπέρβαση του καθαρού υπολοίπου που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 για το οικονομικό έτος N, λαμβανομένου υπόψη του περιθωρίου που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο τα αναγκαία μέτρα, ειδικότερα εκείνα που απαιτούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

3.   Οποιαδήποτε στιγμή, εάν η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχει κίνδυνος υπέρβασης του καθαρού υπολοίπου που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 3 και η ίδια αδυνατεί να λάβει επαρκή μέτρα για να διορθωθεί η κατάσταση στο πλαίσιο των διαχειριστικών αρμοδιοτήτων της, προτείνει στο Συμβούλιο άλλα μέτρα που διασφαλίζουν την τήρηση του εν λόγω υπολοίπου.

Το Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με τα μέτρα αυτά με τη διαδικασία του άρθρου 37 της συνθήκης εντός δύο μηνών από την παραλαβή της πρότασης της Επιτροπής. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γνωμοδοτεί εγκαίρως, ώστε να μπορεί το Συμβούλιο να λάβει γνώση της γνώμης του και να αποφασίσει εντός της καθορισμένης προθεσμίας.

4.   Εάν στο τέλος του οικονομικού έτους N οι αιτήσεις επιστροφών των κρατών μελών υπερβαίνουν ή είναι πιθανόν να υπερβούν το καθαρό υπόλοιπο που έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3, η Επιτροπή:

α)

λαμβάνει υπόψη τις εν λόγω αιτήσεις κατ' αναλογία προς τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί από τα κράτη μέλη και εντός των ορίων του διαθέσιμου προϋπολογισμού και καθορίζει προσωρινά το ποσό των πληρωμών για τον εξεταζόμενο μήνα·

β)

το αργότερο στις 28 Φεβρουαρίου του επόμενου έτους, προσδιορίζει την κατάσταση όλων των κρατών μελών έναντι της κοινοτικής χρηματοδότησης για το προηγούμενο οικονομικό έτος·

γ)

καθορίζει με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 3, το συνολικό ποσό της κοινοτικής χρηματοδότησης, κατανεμημένο ανά κράτος μέλος με βάση ένα ενιαίο ποσοστό κοινοτικής χρηματοδότησης εντός των ορίων του προϋπολογισμού που ήταν διαθέσιμος για τις μηνιαίες πληρωμές·

δ)

προβαίνει στις ενδεχόμενες αντισταθμίσεις μεταξύ των κρατών μελών, το αργότερο κατά την εκτέλεση των μηνιαίων πληρωμών για το μήνα Μάρτιο του έτους N + 1.

Άρθρο 20

Σύστημα προειδοποίησης

Για να μη σημειώνεται υπέρβαση του δημοσιονομικού ανωτάτου ορίου, η Επιτροπή εφαρμόζει σύστημα προειδοποίησης και παρακολούθησης των δαπανών του ΕΓΤΕ σε μηνιαία βάση.

Για το σκοπό αυτό, πριν από την έναρξη κάθε οικονομικού έτους, η Επιτροπή καθορίζει τις αναμενόμενες μηνιαίες δαπάνες, βασιζόμενη, εάν το κρίνει απαραίτητο, στο μέσο όρο των μηνιαίων δαπανών κατά τα τρία προηγούμενα έτη.

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο μηνιαία έκθεση, στην οποία εξετάζει την εξέλιξη των δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί σε σχέση με την αναμενόμενη και παραθέτει εκτίμηση της προβλέψιμης εκτέλεσης για το τρέχον οικονομικό έτος.

Άρθρο 21

Συναλλαγματική ισοτιμία αναφοράς

1.   Κατά την έγκριση του προσχεδίου προϋπολογισμού ή διορθωτικής επιστολής στο προσχέδιο προϋπολογισμού, η οποία αφορά τις γεωργικές δαπάνες, η Επιτροπή χρησιμοποιεί για τις προβλέψεις του προϋπολογισμού του ΕΓΤΕ τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου Ηνωμένων Πολιτειών που διαπιστώθηκε κατά μέσον όρο στην αγορά στη διάρκεια του πιο πρόσφατου τριμήνου, το οποίο έληξε τουλάχιστον είκοσι ημέρες πριν από την έγκριση του δημοσιονομικού εγγράφου από την Επιτροπή.

2.   Κατά την έγκριση προσχεδίου διορθωτικού ή συμπληρωματικού προϋπολογισμού ή διορθωτικής επιστολής στο εν λόγω προσχέδιο, εφόσον τα έγγραφα αυτά αφορούν τις πιστώσεις για τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), η Επιτροπή χρησιμοποιεί:

α)

αφενός, τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου Ηνωμένων Πολιτειών που διαπιστώθηκε πραγματικά στην αγορά κατά μέσον όρο από την 1η Αυγούστου του προηγουμένου οικονομικού έτους έως το τέλος του πιο πρόσφατου τριμήνου, το οποίο έληξε τουλάχιστον είκοσι ημέρες πριν από την έγκριση του δημοσιονομικού εγγράφου από την Επιτροπή και το αργότερο στις 31 Ιουλίου του τρέχοντος οικονομικού έτους, και

β)

αφετέρου, ως πρόβλεψη για το υπόλοιπο οικονομικό έτος, την εν λόγω μέση συναλλαγματική ισοτιμία που διαπιστώθηκε πραγματικά στη διάρκεια του πιο πρόσφατου τριμήνου, το οποίο έληξε τουλάχιστον είκοσι ημέρες πριν από την έγκριση του δημοσιονομικού εγγράφου από την Επιτροπή.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΓΤΑΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Μέθοδος χρηματοδότησης

Άρθρο 22

Χρηματοδοτική συμμετοχή του ΕΓΤΑΑ

Η χρηματοδοτική συμμετοχή του ΕΓΤΑΑ στις δαπάνες των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης καθορίζεται για κάθε πρόγραμμα εντός των ανωτάτων ορίων της κοινοτικής νομοθεσίας για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΑΑ προσαυξανόμενη κατά τα ποσά που καθορίζει η Επιτροπή κατ' εφαρμογή του άρθρου 12 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο καμίας άλλης χρηματοδότησης από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Άρθρο 23

Δημοσιονομικές δεσμεύσεις

Οι κοινοτικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης (εφεξής καλούμενες «δημοσιονομικές δεσμεύσεις»), αναλαμβάνονται σε ετήσιες δόσεις για την περίοδο που εκτείνεται από την 1η Ιανουαρίου 2007 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

Η απόφαση που λαμβάνεται από την Επιτροπή και με την οποία εγκρίνεται κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης υποβληθέν από το κράτος μέλος ισοδυναμεί με απόφαση χρηματοδότησης υπό την έννοια του άρθρου 75 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 και, μετά την κοινοποίησή της στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, συνιστά νομική δέσμευση υπό την έννοια του ίδιου κανονισμού.

Για κάθε πρόγραμμα, η δημοσιονομική δέσμευση που καλύπτει την πρώτη δόση έπεται της έγκρισης του προγράμματος από την Επιτροπή. Οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις για τις επόμενες δόσεις αναλαμβάνονται από την Επιτροπή πριν από την 1η Μαΐου κάθε έτους με βάση την απόφαση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Δημοσιονομική διαχείριση

Άρθρο 24

Κοινές διατάξεις για τις πληρωμές

1.   Η συμμετοχή του ΕΓΤΑΑ καταβάλλεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις.

2.   Οι αναγκαίες πιστώσεις για την κάλυψη των δαπανών που αναφέρονται στο άρθρο 4 τίθενται στη διάθεση των κρατών μελών από την Επιτροπή με τη μορφή προχρηματοδότησης, ενδιάμεσων πληρωμών και εξόφλησης του υπολοίπου. Οι πιστώσεις αυτές καταβάλλονται υπό τους όρους των άρθρων 25 26, 27 και 28.

3.   Οι πληρωμές καταλογίζονται στην παλαιότερη ανοικτή δημοσιονομική δέσμευση.

4.   Το συνολικό ποσό του αθροίσματος της προχρηματοδότησης και των ενδιάμεσων πληρωμών ανέρχεται κατ' ανώτατο όριο στο 95 % της συμμετοχής του ΕΓΤΑΑ σε κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης.

Άρθρο 25

Καταβολή της προχρηματοδότησης

1.   Μετά την έγκριση ενός προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης η Επιτροπή καταβάλλει μία μόνο προχρηματοδότηση για το συγκεκριμένο πρόγραμμα. Η εν λόγω προχρηματοδότηση αντιστοιχεί στο 7 % της συμμετοχής του ΕΓΤΑΑ στο εκάστοτε πρόγραμμα και είναι δυνατόν να κατανεμηθεί σε δύο οικονομικά έτη ανάλογα με τις διαθέσιμες πιστώσεις του προϋπολογισμού.

2.   Εάν δεν υποβληθεί καμία δήλωση δαπανών στο πλαίσιο του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης εντός είκοσι τεσσάρων μηνών από την καταβολή του πρώτου τμήματος της προχρηματοδότησης, το συνολικό ποσό που έχει καταβληθεί ως προχρηματοδότηση επιστρέφεται στην Επιτροπή.

3.   Οι τόκοι τους οποίους αποφέρει η προχρηματοδότηση διατίθενται στο αντίστοιχο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης και αφαιρούνται από το ποσό των δημοσίων δαπανών που εμφαίνεται στην τελική δήλωση δαπανών.

4.   Το ποσό που έχει καταβληθεί ως προχρηματοδότηση εκκαθαρίζεται κατά την περάτωση του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης.

Άρθρο 26

Καταβολή των ενδιάμεσων πληρωμών

1.   Οι ενδιάμεσες πληρωμές εκτελούνται για κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης. Υπολογίζονται με εφαρμογή του ποσοστού συγχρηματοδότησης κάθε άξονα προτεραιότητας στις πιστοποιημένες δημόσιες δαπάνες για τον άξονα αυτό.

2.   Η Επιτροπή πραγματοποιεί τις ενδιάμεσες πληρωμές με την επιφύλαξη των διαθέσιμων πιστώσεων του προϋπολογισμού, προκειμένου να επιστρέψει τις δαπάνες των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών για την εκτέλεση των πράξεων.

3.   Κάθε ενδιάμεση πληρωμή εκτελείται από την Επιτροπή εφόσον τηρηθούν οι εξής υποχρεώσεις:

α)

διαβίβαση στην Επιτροπή δήλωσης δαπανών υπογεγραμμένης από το διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ)·

β)

μη υπέρβαση του συνολικού ποσού της συμμετοχής του ΕΓΤΑΑ σε καθέναν από τους άξονες προτεραιότητας για ολόκληρη την περίοδο που καλύπτει το εξεταζόμενο πρόγραμμα·

γ)

διαβίβαση στην Επιτροπή της τελευταίας ετήσιας έκθεσης εκτέλεσης σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης.

4.   Εάν δεν πληρούται κάποιος από τους όρους της παραγράφου 3 και, συνεπώς, η δήλωση δαπανών δεν είναι παραδεκτή, η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί το διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών και, εφόσον έχει ορισθεί, τον οργανισμό συντονισμού.

5.   Η Επιτροπή εκτελεί την ενδιάμεση πληρωμή εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την καταχώριση μιας δήλωσης δαπανών η οποία πληροί τους όρους της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη των αποφάσεων που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 31.

6.   Οι διαπιστευμένοι οργανισμοί πληρωμών καταρτίζουν και διαβιβάζουν στην Επιτροπή μέσω του οργανισμού συντονισμού, ή απευθείας όταν δεν έχει ορισθεί τέτοιος οργανισμός, τις δηλώσεις ενδιάμεσων δαπανών που συνδέονται με τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, με τη συχνότητα που καθορίζει η Επιτροπή. Οι εν λόγω δηλώσεις δαπανών καλύπτουν τις δαπάνες του διαπιστευμένου οργανισμού πληρωμών κατά τη διάρκεια κάθε σχετικής περιόδου.

Οι δηλώσεις ενδιάμεσων δαπανών για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις 16 Οκτωβρίου καταλογίζονται στον προϋπολογισμό του επόμενου έτους.

Άρθρο 27

Αναστολή και μείωση των ενδιάμεσων πληρωμών

1.   Οι ενδιάμεσες πληρωμές εκτελούνται υπό τους όρους του άρθρου 81 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, με βάση τις δηλώσεις δαπανών και τα δημοσιονομικά στοιχεία που παρέχονται από τα κράτη μέλη.

2.   Εάν οι δηλώσεις δαπανών ή τα στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί από ένα κράτος μέλος δεν επιτρέπουν να διαπιστωθεί ότι η δήλωση των δαπανών είναι σύμφωνη με τους ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες, ζητείται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διαβιβάσει συμπληρωματικά στοιχεία εντός προθεσμίας η οποία καθορίζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα του προβλήματος και η οποία, κατά κανόνα, δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τριάντα ημέρες.

3.   Εάν το κράτος μέλος δεν απαντήσει στην αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή εάν η απάντησή του δεν κριθεί ικανοποιητική ή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν έχουν τηρηθεί οι ισχύοντες κοινοτικοί κανόνες ή ότι έχει γίνει αντικανονική χρήση των κοινοτικών κονδυλίων, η Επιτροπή δύναται να μειώσει ή να αναστείλει προσωρινά τις ενδιάμεσες πληρωμές προς το κράτος μέλος. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το κράτος μέλος.

4.   Η αναστολή των πληρωμών ή οι μειώσεις των ενδιάμεσων πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 26 τηρούν την αρχή της αναλογικότητας και πραγματοποιούνται με την επιφύλαξη των αποφάσεων που αναφέρονται στα άρθρα 30 και 31.

Άρθρο 28

Καταβολή εξόφλησης του υπολοίπου και περάτωσης του προγράμματος

1.   Το υπόλοιπο εξοφλείται από την Επιτροπή μετά την παραλαβή της τελευταίας έκθεσης εκτέλεσης σχετικά με την εφαρμογή ενός προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης με βάση το ποσοστό συγχρηματοδότησης ανά άξονα, τους ετήσιους λογαριασμούς του τελευταίου οικονομικού έτους εφαρμογής του εξεταζόμενου προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης και την αντίστοιχη απόφαση για την εκκαθάριση των λογαριασμών με την επιφύλαξη των διαθέσιμων πιστώσεων του προϋπολογισμού. Οι εν λόγω λογαριασμοί υποβάλλονται στην Επιτροπή το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2016 και καλύπτουν τις δαπάνες του διαπιστευμένου οργανισμού πληρωμών έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015.

2.   Το υπόλοιπο εξοφλείται το αργότερο έξι μήνες μετά την παραλαβή των στοιχείων και εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Τα ποσά που εξακολουθούν να αποτελούν το αντικείμενο δημοσιονομικής δέσμευσης μετά την εξόφληση του υπολοίπου αποδεσμεύονται από την Επιτροπή εντός έξι μηνών κατ' ανώτατο όριο, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 29 παράγραφος 6.

3.   Η παράλειψη διαβίβασης στην Επιτροπή, το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2016, της τελευταίας ετήσιας έκθεσης εκτέλεσης και των εγγράφων που απαιτούνται για την εκκαθάριση των λογαριασμών του τελευταίου έτους εφαρμογής του προγράμματος, συνεπάγεται την αυτόματη αποδέσμευση του υπολοίπου σύμφωνα με το άρθρο 29.

Άρθρο 29

Αυτόματη αποδέσμευση

1.   Η Επιτροπή αποδεσμεύει αυτόματα το τμήμα της δημοσιονομικής δέσμευσης για ένα πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή της προχρηματοδότησης ή για ενδιάμεσες πληρωμές ή για το οποίο δεν υποβλήθηκε στην Επιτροπή καμία δήλωση δαπανών πληρούσα τους όρους του άρθρου 26 παράγραφος 3 για δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν έως τις 31 Δεκεμβρίου του μεθεπόμενου έτους από εκείνο της δημοσιονομικής δέσμευσης.

2.   Αποδεσμεύεται αυτόματα το τμήμα των δημοσιονομικών δεσμεύσεων που είναι ακόμη ανοικτές στις 31 Δεκεμβρίου 2015, για το οποίο δεν υποβλήθηκε καμία δήλωση δαπανών έως τις 30 Ιουνίου 2016.

3.   Εάν για την έγκριση μιας ενίσχυσης ή ενός καθεστώτος ενισχύσεων απαιτείται απόφαση της Επιτροπής μεταγενέστερη από εκείνη με την οποία εγκρίθηκε το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, η προθεσμία για την αυτόματη αποδέσμευση υπολογίζεται από την ημερομηνία έκδοσης της εν λόγω μεταγενέστερης απόφασης. Τα ποσά που καλύπτονται από την παρέκκλιση αυτή καθορίζονται με βάση χρονοδιάγραμμα, το οποίο παρέχεται από το κράτος μέλος.

4.   Σε περίπτωση δικαστικής διαδικασίας ή διοικητικής προσφυγής που έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 ή 2 προθεσμία, μετά τη λήξη της οποίας επέρχεται αυτόματη αποδέσμευση, διακόπτεται ως προς το ποσό που αντιστοιχεί στις σχετικές πράξεις για τη διάρκεια της εν λόγω δικαστικής διαδικασίας ή διοικητικής προσφυγής, υπό τον όρο ότι η Επιτροπή θα λάβει αιτιολογημένη κοινοποίηση από το κράτος μέλος το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου του έτους N + 2.

5.   Στον υπολογισμό των ποσών που αποδεσμεύονται αυτόματα δεν λαμβάνονται υπόψη:

α)

το τμήμα των δημοσιονομικών δεσμεύσεων για το οποίο έχει υποβληθεί δήλωση δαπανών, αλλά του οποίου η επιστροφή αποτελεί το αντικείμενο μείωσης ή αναστολής από την Επιτροπή στις 31 Δεκεμβρίου του έτους N + 2·

β)

το τμήμα των δημοσιονομικών δεσμεύσεων το οποίο δεν ήταν σε θέση να καταβάλει ένας οργανισμός πληρωμών λόγω ανωτέρας βίας, με σοβαρές συνέπειες για την εφαρμογή του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης. Οι εθνικές αρχές που επικαλούνται λόγους ανωτέρας βίας οφείλουν να αποδεικνύουν τις άμεσες συνέπειές της για την εφαρμογή του συνόλου ή μέρους του προγράμματος.

6.   Η Επιτροπή ενημερώνει εγκαίρως το κράτος μέλος και τις ενδιαφερόμενες αρχές για το ενδεχόμενο αυτόματης αποδέσμευσης και τους γνωστοποιεί το ποσό της αυτόματης αποδέσμευσης, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της. Δίδεται στο κράτος μέλος προθεσμία δύο μηνών από την παραλαβή της εν λόγω γνωστοποίησης για να συμφωνήσει στο σχετικό ποσό ή να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του. Η Επιτροπή προβαίνει στην αυτόματη αποδέσμευση το αργότερο εννέα μήνες μετά τις καταληκτικές ημερομηνίες που προβλέπονται στις παραγράφους 1 έως 4.

7.   Σε περίπτωση αυτόματης αποδέσμευσης, η συμμετοχή του ΕΓΤΑΑ στο συγκεκριμένο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης μειώνεται για το συγκεκριμένο έτος κατά το ποσό της αυτόματης αποδέσμευσης. Το κράτος μέλος καταρτίζει αναθεωρημένο σχέδιο χρηματοδότησης για να κατανείμει το ποσό κατά το οποίο μειώνεται η συνεισφορά του ταμείου μεταξύ των αξόνων του προγράμματος. Εάν δεν το πράξει, η Επιτροπή μειώνει κατ' αναλογία τα ποσά που διατίθενται για κάθε άξονα προτεραιότητας.

8.   Εάν ο παρών κανονισμός αρχίσει να ισχύει μετά την 1η Ιανουαρίου 2007, η αναφερόμενη στην παράγραφο 1 προθεσμία, μετά τη λήξη της οποίας μπορεί να επέλθει η πρώτη αυτόματη αποδέσμευση, παρατείνεται για την πρώτη δέσμευση κατά τον αριθμό των μηνών που περικλείονται μεταξύ της 1η Ιανουαρίου 2007 και της ημερομηνίας έγκρισης του αντίστοιχου προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης από την Επιτροπή.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εκκαθάριση

Άρθρο 30

Λογιστική εκκαθάριση

1.   Πριν από τις 30 Απριλίου του έτους που ακολουθεί το εξεταζόμενο οικονομικό έτος, η Επιτροπή αποφασίζει σχετικά με την εκκαθάριση των λογαριασμών των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 3, με βάση τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο iii).

2.   Η απόφαση για την εκκαθάριση των λογαριασμών καλύπτει την πληρότητα, την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των διαβιβαζόμενων ετήσιων λογαριασμών. Η απόφαση αυτή λαμβάνεται με την επιφύλαξη των αποφάσεων που λαμβάνονται μεταγενέστερα βάσει του άρθρου 31.

Άρθρο 31

Εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση

1.   Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και στο άρθρο 4, δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες, αποφασίζει τι ποσά πρέπει να αποκλειστούν από την κοινοτική χρηματοδότηση, με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 3.

2.   Η Επιτροπή εκτιμά τα προς αποκλεισμό ποσά με γνώμονα κυρίως την έκταση της έλλειψης συμμόρφωσης που διαπίστωσε. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το είδος και τη σοβαρότητα της παράβασης, καθώς και την οικονομική ζημία που υπέστη η Κοινότητα.

3.   Πριν από κάθε απόφαση απόρριψης της χρηματοδότησης, τα αποτελέσματα των ελέγχων της Επιτροπής και οι απαντήσεις του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους κοινοποιούνται εγγράφως και, κατόπιν, τα δύο μέρη επιχειρούν να καταλήξουν σε συμφωνία για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία, το κράτος μέλος δύναται να ζητήσει, εντός τεσσάρων μηνών, την έναρξη διαδικασίας συμβιβασμού των αντίστοιχων θέσεων. Τα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής ανακοινώνονται με έκθεση προς την Επιτροπή, η οποία τα εξετάζει, πριν αποφασίσει να απορρίψει ενδεχομένως τη χρηματοδότηση.

4.   Η απόρριψη χρηματοδότησης δεν μπορεί να αφορά:

α)

δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 και πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα από είκοσι τέσσερις μήνες πριν από την έγγραφη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των ελέγχων στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος από την Επιτροπή·

β)

δαπάνες για πολυετή μέτρα που εντάσσονται στις αναφερόμενες στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δαπάνες ή στα προγράμματα του άρθρου 4 και για τις οποίες η τελευταία υποχρέωση που υπέχει ο δικαιούχος ανελήφθη περισσότερο από είκοσι τέσσερις μήνες πριν από την έγγραφη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των ελέγχων στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος από την Επιτροπή·

γ)

δαπάνες για τα μέτρα που προβλέπονται από τα προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 4, πλην αυτών του στοιχείου β), για τις οποίες η εξόφληση, ή ενδεχομένως η εξόφληση του υπολοίπου, από τον οργανισμό πληρωμών, έγινε περισσότερο από είκοσι τέσσερις μήνες πριν από την έγγραφη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των ελέγχων στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος από την Επιτροπή.

5.   Η παράγραφος 4 δεν εφαρμόζεται στις οικονομικές συνέπειες που προκύπτουν από:

α)

τις παρατυπίες που αναφέρονται στα άρθρα 32 και 33,

β)

εθνικές ενισχύσεις ή παραβάσεις για τις οποίες έχει κινηθεί η διαδικασία του άρθρου 88 ή του άρθρου 226 της συνθήκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Παρατυπίες

Άρθρο 32

Ειδικές διατάξεις για το ΕΓΤΕ

1.   Τα ποσά που ανακτώνται ως επακόλουθο παρατυπιών ή αμέλειας και οι τόκοι τους οποίους αυτά αποφέρουν καταβάλλονται στους οργανισμούς πληρωμών, οι οποίοι τα εγγράφουν στα έσοδα που διατίθενται στο ΕΓΤΕ για το μήνα της πραγματικής είσπραξής τους.

2.   Κατά την καταβολή στον κοινοτικό προϋπολογισμό, το κράτος μέλος δύναται να παρακρατεί το 20 % των αντιστοίχων ποσών ως κατ' αποκοπή επιστροφή των εξόδων ανάκτησης, με εξαίρεση τα ποσά που συνδέονται με παρατυπίες ή αμέλεια που μπορούν να αποδοθούν στις διοικητικές υπηρεσίες ή σε άλλους οργανισμούς του εξεταζόμενου κράτους μέλους.

3.   Κατά τη διαβίβαση των ετήσιων λογαριασμών, που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο iii), τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ανακεφαλαιωτική κατάσταση των διαδικασιών ανάκτησης που κίνησαν κατόπιν παρατυπιών, με ανάλυση των ποσών που δεν έχουν ακόμη ανακτηθεί κατά διοικητική ή/και δικαστική διαδικασία και έτος της πρώτης διοικητικής ή δικαστικής πράξης με την οποία διαπιστώθηκε η παρατυπία.

Τα κράτη μέλη διατηρούν στη διάθεση της Επιτροπής την αναλυτική κατάσταση των επιμέρους διαδικασιών ανάκτησης και των ποσών που δεν έχουν ακόμη ανακτηθεί.

4.   Αφού εφαρμόσει τη διαδικασία του άρθρου 31 παράγραφος 3, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να καταλογίσει τα προς ανάκτηση ποσά στο κράτος μέλος, εφόσον:

α)

το κράτος μέλος δεν κίνησε όλες τις διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες που προβλέπονται από την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία με σκοπό την ανάκτηση των ποσών στη διάρκεια του έτους που ακολουθεί την πρώτη διοικητική ή δικαστική πράξη διαπίστωσης·

β)

η πρώτη διοικητική ή δικαστική πράξη διαπίστωσης δεν συντάχθηκε ή συντάχθηκε με καθυστέρηση ικανή να υπονομεύσει την ανάκτηση ή εφόσον η παρατυπία δεν καταχωρίσθηκε στην ανακεφαλαιωτική κατάσταση που προβλέπεται στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου για το έτος της πρώτης διοικητικής η δικαστικής πράξης διαπίστωσης.

5.   Εφόσον η ανάκτηση δεν πραγματοποιηθεί εντός τεσσάρων ετών από την ημερομηνία της πρώτης διοικητικής ή δικαστικής πράξης διαπίστωσης ή οκτώ ετών, εάν η ανάκτηση αποτελεί το αντικείμενο προσφυγής στα εθνικά δικαστήρια, οι οικονομικές συνέπειες της έλλειψης ανάκτησης βαρύνουν κατά 50 % το εμπλεκόμενο κράτος μέλος και κατά 50 % τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Το κράτος μέλος αναφέρει χωριστά στην ανακεφαλαιωτική κατάσταση που προβλέπεται στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο τα ποσά που δε ανακτήθηκαν εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

H κατανομή του δημοσιονομικού βάρους που απορρέει από την έλλειψη ανάκτησης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο δεν θίγει την υποχρέωση του εμπλεκόμενου κράτους μέλους να κινήσει τις διαδικασίες ανάκτησης κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Τα ποσά που ανακτώνται με τον τρόπο αυτό καταβάλλονται στο ΕΓΤΕ σε ποσοστό 50 %, μετά την παρακράτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

Εάν, στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάκτησης, διαπιστωθεί με οριστική διοικητική ή δικαστική πράξη ότι δεν έχει διαπραχθεί παρατυπία, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δηλώνει στο ΕΓΤΕ ως δαπάνη τη δημοσιονομική επιβάρυνσή του δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

Ωστόσο, εάν, για λόγους που δεν μπορούν να αποδοθούν στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, η ανάκτηση δεν μπόρεσε να γίνει εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, και το προς ανάκτηση ποσό υπερβαίνει το 1 εκατ. ευρώ, η Επιτροπή μπορεί, έπειτα από αίτηση του κράτους μέλους, να επεκτείνει τις προθεσμίες κατά 50 % κατ' ανώτατο όριο των αρχικών προθεσμιών.

6.   Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να μην επιδιώξουν ανάκτηση. Η απόφαση αυτή μπορεί να ληφθεί μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν το σύνολο των πραγματοποιηθέντων και των προβλεπόμενων εξόδων ανάκτησης υπερβαίνει το προς ανάκτηση ποσό·

β)

εάν η ανάκτηση είναι αδύνατη λόγω αφερεγγυότητας του οφειλέτη ή των προσώπων που φέρουν τη νομική ευθύνη για την παρατυπία, η οποία αφερεγγυότητα έχει διαπιστωθεί και αναγνωριστεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του σχετικού κράτους μέλους.

Το κράτος μέλος αναφέρει χωριστά στην ανακεφαλαιωτική κατάσταση που προβλέπεται στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο τα ποσά για τα οποία αποφάσισε να μην εφαρμόσει τις διαδικασίες ανάκτησης, καθώς και τους λόγους που υπαγόρευσαν την απόφασή του αυτή.

7.   Το κράτος μέλος εγγράφει τις οικονομικές συνέπειες που το βαρύνουν κατ' εφαρμογή της παραγράφου 5 στους ετήσιους λογαριασμούς που υποχρεούται να διαβιβάζει στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο iii). Η Επιτροπή εξακριβώνει την ορθότητα της εγγραφής και προβαίνει στις τυχόν αναγκαίες αναπροσαρμογές κατά την έκδοση της απόφασης που προβλέπεται στο άρθρο 30 παράγραφος 1.

8.   Αφού εφαρμόσει τη διαδικασία του άρθρου 31 παράγραφος 3, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να αποκλείσει από την κοινοτική χρηματοδότηση τα ποσά που έχουν καταλογιστεί στον κοινοτικό προϋπολογισμό στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

κατ' εφαρμογή των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος άρθρου, εφόσον διαπιστώσει ότι οι παρατυπίες ή η απουσία ανάκτησης οφείλονται σε παρατυπίες ή αμέλεια που μπορούν να αποδοθούν στις διοικητικές ή άλλες υπηρεσίες ή σε οργανισμούς των κρατών μελών·

β)

κατ' εφαρμογή της παραγράψου 6 του παρόντος άρθρου, εφόσον κρίνει ότι οι λόγοι τους οποίους επικαλείται το κράτος μέλος δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν την απόφασή του να παύσει τη διαδικασία ανάκτησης.

Άρθρο 33

Ειδικές διατάξεις για το ΕΓΤΑΑ

1.   Τα κράτη μέλη επιβάλλουν τις δημοσιονομικές επανορθώσεις που αποτελούν συνέπεια της διαπίστωσης παρατυπιών ή αμέλειας στις πράξεις ή στα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, ακυρώνοντας το σύνολο ή μέρος της αντίστοιχης κοινοτικής χρηματοδότησης. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη το είδος και τη σοβαρότητα των παρατυπιών που διαπίστωσαν, καθώς και την οικονομική ζημία που υπέστη το ΕΓΤΑΑ.

2.   Σε περίπτωση όπου τα κοινοτικά κονδύλια έχουν ήδη καταβληθεί στο δικαιούχο, ανακτώνται από το διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών σύμφωνα με τις οικείες διαδικασίες ανάκτησης και επαναχρησιμοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ).

3.   Τα κράτη μέλη εκτελούν τις δημοσιονομικές ανακτήσεις και την επαναχρησιμοποίηση των κονδυλίων, τηρώντας τους ακόλουθους όρους:

α)

όταν διαπιστώνονται παρατυπίες, τα κράτη μέλη επεκτείνουν τις έρευνές τους, ώστε αυτές να καλύψουν όλες τις πράξεις που ενδέχεται να έχουν επηρεαστεί από τις εν λόγω παρατυπίες·

β)

τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις αντίστοιχες επανορθώσεις στην Επιτροπή·

γ)

τα ποσά της κοινοτικής χρηματοδότησης που ακυρώνεται, τα ανακτώμενα ποσά και οι αντίστοιχοι τόκοι επαναδιατίθενται στο συγκεκριμένο πρόγραμμα. Ωστόσο, τα κοινοτικά κονδύλια που προέρχονται από ακύρωση ή ανάκτηση μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν από το κράτος μέλος μόνο για πράξεις που προβλέπονται στο ίδιο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης και υπό τον όρο ότι δεν θα επαναδιατεθούν για τις πράξεις που αποτέλεσαν το αντικείμενο δημοσιονομικής επανόρθωσης.

4.   Κατά τη διαβίβαση των ετήσιων λογαριασμών, που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο iii), τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή ανακεφαλαιωτική κατάσταση των διαδικασιών ανάκτησης που κίνησαν κατόπιν παρατυπιών, με ανάλυση των ποσών που δεν έχουν ακόμη ανακτηθεί κατά διοικητική ή/και δικαστική διαδικασία και έτος της πρώτης διοικητικής ή δικαστικής πράξης με την οποία διαπιστώθηκε η παρατυπία.

Ενημερώνουν την Επιτροπή για τον τρόπο με τον οποίο έχουν αποφασίσει ή προβλέπουν να επαναχρησιμοποιήσουν τα ακυρωθέντα κονδύλια και, ενδεχομένως, να τροποποιήσουν το σχέδιο χρηματοδότησης του αντίστοιχου προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης.

5.   Αφού εφαρμόσει τη διαδικασία του άρθρου 31 παράγραφος 3, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να καταλογίσει τα προς ανάκτηση ποσά στο κράτος μέλος, εφόσον:

α)

το κράτος μέλος δεν κίνησε όλες τις διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες που προβλέπονται από την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία με σκοπό την ανάκτηση των ποσών που καταβλήθηκαν στους δικαιούχους κατά το έτος που ακολουθεί την πρώτη διοικητική ή δικαστική πράξη με την οποία διαπιστώθηκε η παρατυπία·

β)

το κράτος μέλος δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της παραγράφου 3 στοιχεία α) και γ) του παρόντος άρθρου.

6.   Σε περίπτωση όπου η αναφερόμενη στην παράγραφο 2 ανάκτηση καταστεί δυνατή μετά την περάτωση ενός προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης, το κράτος μέλος επανακαταβάλλει τα ανακτηθέντα ποσά στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

7.   Μετά την περάτωση ενός προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης, το κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει να παύσει τη διαδικασία ανάκτησης υπό τους όρους του άρθρου 32 παράγραφος 6.

8.   Αν η ανάκτηση δεν γίνει πριν από το κλείσιμο ενός προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης, οι δημοσιονομικές συνέπειες της μη ανάκτησης βαρύνουν κατά 50 % το οικείο κράτος μέλος, και κατά 50 % τον κοινοτικό προϋπολογισμό και λαμβάνονται υπόψη είτε στο τέλος της τετραετούς προθεσμίας μετά την πρώτη διοικητική ή δικαστική πράξη με την οποία διαπιστώθηκε η παρατυπία, είτε μετά πάροδο οκτώ ετών αν η ανάκτηση βρίσκεται ενώπιον των εθνικών δικαστικών αρχών, είτε κατά την περάτωση του προγράμματος, αν οι προθεσμίες αυτές λήγουν πριν από την περάτωση αυτή.

Ωστόσο, εάν, για λόγους που δεν μπορούν να αποδοθούν στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, η ανάκτηση δεν μπόρεσε να γίνει εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, και το προς ανάκτηση ποσό υπερβαίνει το 1 εκατ. ευρώ, η Επιτροπή μπορεί, έπειτα από αίτηση του κράτους μέλους, να επεκτείνει τις προθεσμίες κατά 50 % κατ' ανώτατο όριο των αρχικών προθεσμιών.

9.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 8, το κράτος μέλος καταβάλλει στον κοινοτικό προϋπολογισμό τα ποσά που αντιστοιχούν στο ποσοστό 50 %, με το οποίο έχει επιβαρυνθεί.

10.   Στις περιπτώσεις όπου επιβάλλεται δημοσιονομική επανόρθωση από την Επιτροπή, αυτή δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών να ανακτούν τα ποσά που καταβάλλονται στο πλαίσιο της δικής τους χρηματοδοτικής συμμετοχής, δυνάμει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (14).

Άρθρο 34

Διάθεση των εσόδων που προέρχονται από τα κράτη μέλη

1.   Θεωρούνται ως έσοδα που διατίθενται, υπό την έννοια του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002:

α)

τα ποσά που πρέπει να πιστώνονται στον κοινοτικό προϋπολογισμό κατ' εφαρμογή των άρθρων 31, 32 και 33 του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των τόκων τους·

β)

τα ποσά που εισπράττονται ή ανακτώνται κατ' εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 του Συμβουλίου, της 29 Σεπτεμβρίου 2003, που θεσπίζει εισφορά στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (15).

2.   Τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) καταβάλλονται στον κοινοτικό προϋπολογισμό και, σε περίπτωση επαναχρησιμοποίησης, διατίθενται μόνο για τη χρηματοδότηση των δαπανών του ΕΓΤΕ ή του ΕΓΤΑΑ, αντιστοίχως.

Άρθρο 35

Ορισμός της διοικητικής ή δικαστικής διαπίστωσης

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ως πρώτη διοικητική ή δικαστική πράξη διαπίστωσης νοείται η πρώτη έγγραφη εκτίμηση εκ μέρους αρμόδιας αρχής, ανεξαρτήτως του εάν αυτή είναι διοικητική ή δικαστική, η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα, με βάση πραγματικά περιστατικά, ότι έχει διαπραχθεί παρατυπία, με την επιφύλαξη του ενδεχομένου να οδηγήσει η εξέλιξη της διοικητικής ή δικαστικής διαδικασίας σε αναθεώρηση ή αναίρεση αυτού του συμπεράσματος μεταγενέστερα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Εποπτεία από την Επιτροπή

Άρθρο 36

Πρόσβαση στα στοιχεία

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την εύρυθμη λειτουργία του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ και λαμβάνουν όλα τα μέτρα που μπορούν να διευκολύνουν τους ελέγχους, τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί χρήσιμους στο πλαίσιο της διαχείρισης της κοινοτικής χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των επιτόπιων ελέγχων.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, τις οποίες θεσπίζουν για την εφαρμογή των κοινοτικών πράξεων που έχουν σχέση με την κοινή γεωργική πολιτική, εφόσον οι πράξεις αυτές έχουν δημοσιονομικές επιπτώσεις στο ΕΓΤΕ ή στο ΕΓΤΑΑ.

3.   Τα κράτη μέλη διατηρούν στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα στοιχεία που αφορούν τις διαπιστωθείσες παρατυπίες σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 και τις ενέργειες για την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών κατόπιν των εν λόγω παρατυπιών.

Άρθρο 37

Επιτόπιοι έλεγχοι

1.   Με την επιφύλαξη των ελέγχων που διενεργούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, των διατάξεων του άρθρου 248 της συνθήκης, καθώς και κάθε ελέγχου που οργανώνεται βάσει του άρθρου 279 της συνθήκης, η Επιτροπή δύναται να οργανώνει επιτόπιους ελέγχους με σκοπό να εξακριβώνει κυρίως:

α)

τη συμμόρφωση των διοικητικών πρακτικών προς τους κοινοτικούς κανόνες·

β)

την ύπαρξη των αναγκαίων δικαιολογητικών εγγράφων και την αντιστοιχία τους με τις πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ ή το ΕΓΤΑΑ·

γ)

τους όρους υπό τους οποίους εκτελούνται και επαληθεύονται οι πράξεις που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ ή το ΕΓΤΑΑ.

Τα πρόσωπα στα οποία η Επιτροπή αναθέτει τους επιτόπιους ελέγχους ή οι υπάλληλοι της Επιτροπής που ενεργούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, έχουν πρόσβαση στα βιβλία και σε κάθε άλλο έγγραφο σχετικό με τις δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ ή το ΕΓΤΑΑ, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων και των μεταστοιχείων τους που συγκεντρώνονται ή φυλάσσονται σε ηλεκτρονική μορφή.

Αυτές οι εξουσίες ελέγχου δεν θίγουν την εφαρμογή των εθνικών διατάξεων που επιφυλάσσουν ορισμένες πράξεις σε υπαλλήλους ειδικώς ορισθέντες από την εθνική νομοθεσία. Οι εξουσιοδοτημένοι από την Επιτροπή δεν συμμετέχουν, ιδίως στις κατ' οίκον επισκέψεις ή στις επίσημες ανακρίσεις ατόμων στα πλαίσια της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους. Έχουν όμως πρόσβαση στις ούτως προκύπτουσες πληροφορίες.

2.   Η Επιτροπή ειδοποιεί εγκαίρως, πριν από τον έλεγχο, το κράτος μέλος που πρόκειται να ελεγχθεί ή στην επικράτεια του οποίου πρόκειται να διεξαχθεί ο έλεγχος. Στον έλεγχο αυτό μπορούν να μετέχουν υπάλληλοι του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής και εφόσον συμφωνεί το κράτος μέλος, οι αρμόδιες αρχές του διενεργούν συμπληρωματικούς ελέγχους ή έρευνες με αντικείμενο τις πράξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Στους εν λόγω ελέγχους μπορούν να μετέχουν οι υπάλληλοι της Επιτροπής ή τα εξουσιοδοτημένα από αυτήν πρόσωπα.

Για τη βελτίωση των εξακριβώσεων, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν συμφωνίας με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, να συμπράττει σε ορισμένους ελέγχους ή έρευνες με τις διοικητικές αρχές αυτών των κρατών μελών.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 38

Δαπάνες του ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων πλην των δαπανών για αγροτική ανάπτυξη

1.   Το ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων χρηματοδοτεί τις δαπάνες των κρατών μελών που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 2 και το άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 έως τις 15 Οκτωβρίου 2006.

2.   Οι δαπάνες των κρατών μελών από τις 16 Οκτωβρίου 2006 και εφεξής υπόκεινται στους κανόνες του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 39

Δαπάνες αγροτικής ανάπτυξης του ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων

1.   Στην περίπτωση των κρατών που ήσαν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από την 1η Μαΐου 2004 ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες για τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης της περιόδου 2000-2006 τα οποία χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΠΕ, τμήμα Εγγυήσεων σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999:

α)

οι πληρωμές προς τους δικαιούχους παύουν το αργότερο στις 15 Οκτωβρίου 2006 και οι σχετικές δαπάνες των κρατών μελών επιστρέφονται σε αυτά από την Επιτροπή, το αργότερο στο πλαίσιο της δήλωσης των δαπανών του μηνός Οκτωβρίου 2006. Ωστόσο, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις και με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 2, η Επιτροπή μπορεί να επιτρέπει πληρωμές έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006, με την επιφύλαξη της επιστροφής, στο ΕΓΤΕ, ποσού ίσου προς τις προκαταβολές που καταβλήθηκαν στα κράτη μέλη για την περίοδο εφαρμογής των προγραμμάτων αυτών δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999·

β)

οι προκαταβολές που έχουν χορηγηθεί στα κράτη μέλη για την περίοδο εφαρμογής των προγραμμάτων αυτών, δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999, αφαιρούνται, από αυτά, από τις δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΕ το αργότερο με τη δήλωση δαπανών για το Δεκέμβριο του 2006·

γ)

κατόπιν αιτήσεως των κρατών μελών, οι δαπάνες των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών για μέτρα αγροτικής ανάπτυξης, οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί μεταξύ της 16ης Οκτωβρίου και της 31 Δεκεμβρίου 2006, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του ΕΓΤΑΑ βάσει του προγραμματισμού της αγροτικής ανάπτυξης για την περίοδο 2007-2013·

δ)

οι χρηματοδοτικοί πόροι που είναι διαθέσιμοι σε ένα κράτος μέλος την 1η Ιανουαρίου 2007 ως επακόλουθο μειώσεων ή καταργήσεων των ποσών των πληρωμών που το κράτος αυτό πραγματοποίησε εκουσίως ή στα πλαίσια κυρώσεων, κατ' άρθρο 3, 4 και 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1259/1999, χρησιμοποιούνται από το εν λόγω κράτος μέλος για τη χρηματοδότηση των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης που αναφέρονται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού·

ε)

εάν τα κράτη μέλη δεν έχουν χρησιμοποιήσει τους χρηματοδοτικούς πόρους που αναφέρονται στο στοιχείο δ) εντός προθεσμίας που καθορίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 2, τα αντίστοιχα ποσά επανακαταβάλλονται στον προϋπολογισμό του ΕΓΤΕ.

2.   Στην περίπτωση των κρατών μελών που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004, τα ποσά που αντιστοιχούν σε αναλήψεις υποχρεώσεων για τη χρηματοδότηση δράσεων αγροτικής ανάπτυξης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, βάσει αποφάσεων που ελήφθησαν από την Επιτροπή μεταξύ της 1η Ιανουαρίου 2004 και της 31 Δεκεμβρίου 2006 και για τα οποία τα αναγκαία έγγραφα για την περάτωση των παρεμβάσεων δεν διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της τελικής έκθεσης, αποδεσμεύονται αυτόματα από την Επιτροπή το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2010 και έχουν ως συνέπεια την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από τα κράτη μέλη.

3.   Εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ποσού της προβλεπόμενης στις παραγράφους 1 και 2 αυτόματης αποδέσμευσης τα ποσά που αντιστοιχούν σε πράξεις ή προγράμματα που αποτελούν αντικείμενο δικαστικής διαδικασίας ή διοικητικής προσφυγής, η οποία, κατ' εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας, έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Άρθρο 40

Δαπάνες του ΕΓΤΠΕ, τμήμα Προσανατολισμού

1.   Τα ποσά που αντιστοιχούν σε αναλήψεις υποχρεώσεων για τη χρηματοδότηση δράσεων αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΠΕ, τμήμα Προσανατολισμού δυνάμει αποφάσεων που ελήφθησαν από την Επιτροπή μεταξύ της 1η Ιανουαρίου 2000 και της 31 Δεκεμβρίου 2006 και για τα οποία τα αναγκαία έγγραφα για την περάτωση των παρεμβάσεων δεν διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή έως τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της τελικής έκθεσης, αποδεσμεύονται αυτόματα από την Επιτροπή το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2010 και έχουν ως συνέπεια την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από τα κράτη μέλη. Τα αναγκαία έγγραφα για την περάτωση των παρεμβάσεων είναι η δήλωση δαπανών που αφορά την εξόφληση του υπολοίπου, η τελική έκθεση εκτέλεσης και η δήλωση του άρθρου 38 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21 Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία (16).

2.   Εξαιρούνται από τον υπολογισμό του ποσού της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 αυτόματης αποδέσμευσης τα ποσά που αντιστοιχούν σε πράξεις ή προγράμματα που αποτελούν αντικείμενο δικαστικής διαδικασίας ή διοικητικής προσφυγής, η οποία, κατ' εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας, έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Άρθρο 41

Επιτροπή των ταμείων

1.   Την Επιτροπή επικουρεί η επιτροπή των γεωργικών ταμείων (εφεξής καλούμενη «επιτροπή»).

2.   Στις περιπτώσεις όπου γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε ένα μήνα.

3.   Στις περιπτώσεις όπου γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

4.   Η επιτροπή εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 42

Εκτελεστικές διατάξεις

Οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 41 παράγραφος 2. Η Επιτροπή καθορίζει, κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και ιδίως των άρθρων 6, 7, 8, 9, 16, 26, 28, 31, 32, 33, 34, 37 και 48:

1.

τους όρους που εφαρμόζονται για τη διαπίστευση των οργανισμών πληρωμής και των οργανισμών πιστοποίησης καθώς και για την ειδική διαπίστευση των οργανισμών συντονισμού, τα αντίστοιχα καθήκοντά τους, τα απαιτούμενα στοιχεία και τους λεπτομερείς κανόνες σύμφωνα με τους οποίους τα εν λόγω στοιχεία τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής ή διαβιβάζονται σε αυτήν·

2.

τους όρους υπό τους οποίους μπορεί να γίνει εκχώρηση αρμοδιοτήτων των οργανισμών πληρωμής·

3.

τα αποδεκτά πρότυπα πιστοποίησης, τη φύση, την εμβέλεια και τη συχνότητα των πιστοποιήσεων·

4.

τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής των διαδικασιών αυτόματης αποδέσμευσης, εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση και εκκαθάρισης των λογαριασμών·

5.

τους λεπτομερείς κανόνες συνυπολογισμού και διάθεσης των εσόδων που προέρχονται από τα κράτη μέλη·

6.

τους γενικούς κανόνες που διέπουν τους επιτόπιους ελέγχους·

7.

τη μορφή, το περιεχόμενο, τη συχνότητα, τις προθεσμίες και τους λεπτομερείς κανόνες σύμφωνα με τους οποίους τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής ή διαβιβάζονται σε αυτήν:

οι δηλώσεις δαπανών και οι καταστάσεις προβλεπόμενων δαπανών καθώς και η επικαιροποίησή τους,

η δήλωση αξιοπιστίας και οι ετήσιοι λογαριασμοί των οργανισμών πληρωμών,

οι εκθέσεις πιστοποίησης των λογαριασμών,

τα στοιχεία ταυτότητας των διαπιστευμένων οργανισμών πληρωμών, των διαπιστευμένων οργανισμών συντονισμού και των οργανισμών πιστοποίησης,

οι λεπτομερείς κανόνες συνυπολογισμού και πληρωμής των δαπανών που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ,

οι κοινοποιήσεις των δημοσιονομικών επανορθώσεων στις οποίες προβαίνουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των πράξεων ή προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης και των ανακεφαλαιωτικών καταστάσεων των διαδικασιών ανάκτησης τις οποίες κινούν τα κράτη μέλη λόγω διαπίστωσης παρατυπιών·

τα στοιχεία σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 9·

8.

τους κανόνες για τη διατήρηση των εγγράφων και των στοιχείων·

9.

τα αναγκαία μεταβατικά μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 43

Ετήσια δημοσιονομική έκθεση

Πριν από την 1η Σεπτεμβρίου του έτους που ακολουθεί κάθε οικονομικό έτος, η Επιτροπή συντάσσει δημοσιονομική έκθεση σχετική με τη διοίκηση του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και την απευθύνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 44

Εχεμύθεια

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να διασφαλίσουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των στοιχείων που γνωστοποιούνται ή λαμβάνονται στο πλαίσιο των ενεργειών ελέγχου και εκκαθάρισης των λογαριασμών κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Οι αρχές του άρθρου 8 του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11 Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (17), εφαρμόζονται επί των πληροφοριών αυτών.

Άρθρο 45

Χρήση του ευρώ

1.   Τα ποσά που εμφαίνονται στις αποφάσεις της Επιτροπής για την έγκριση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης, τα ποσά των υποχρεώσεων και των πληρωμών της Επιτροπής, καθώς και τα ποσά των βεβαιωμένων ή πιστοποιημένων δαπανών και των δηλώσεων δαπανών των κρατών μελών εκφράζονται και καταβάλλονται σε ευρώ.

2.   Όταν μια απευθείας πληρωμή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 γίνεται σε δικαιούχο σε άλλο νόμισμα πλην του ευρώ τα κράτη μέλη μετατρέπουν στο εθνικό νόμισμα το ποσό της ενίσχυσης σε ευρώ βάσει της τελευταίας ισοτιμίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πριν από την 1η Οκτωβρίου του έτους για το οποίο χορηγείται η ενίσχυση.

3.   Όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 2, οι επιστροφές στα κράτη μέλη των ποσών που κατεβλήθησαν στους δικαιούχους γίνονται από την Επιτροπή βάσει των δηλώσεων δαπανών που υποβάλλουν τα κράτη μέλη. Για τη σύνταξη των δηλώσεων δαπανών τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την ίδια ισοτιμία που χρησιμοποίησαν κατά την καταβολή στο δικαιούχο.

Άρθρο 46

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 595/91

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 τροποποιείται ως εξής:

1.

το άρθρο 5 παράγραφος 2 διαγράφεται·

2.

το άρθρο 7 παράγραφος 1 διαγράφεται.

Άρθρο 47

Καταργήσεις

1.   Ο κανονισμός αριθ. 25, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 723/97 και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 καταργούνται.

Ωστόσο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 εξακολουθεί να ισχύει έως τις 15 Οκτωβρίου 2006 για τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί από τα κράτη μέλη και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2006 για τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί από την Επιτροπή.

2.   Οι παραπομπές στους καταργούμενους κανονισμούς νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα.

Άρθρο 48

Μεταβατικά μέτρα

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θεσπίζει τα αναγκαία και δεόντως αιτιολογημένα μέτρα για την επίλυση, σε επείγουσες περιπτώσεις, των πρακτικών και ειδικών προβλημάτων, ειδικότερα εκείνων που συνδέονται με τη μετάβαση από τις διατάξεις των κανονισμών αριθ. 25, (ΕΚ) αριθ. 723/97 και (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 στις ρυθμίσεις του παρόντος κανονισμού. Τα μέτρα αυτά μπορούν να παρεκκλίνουν ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, μόνον όμως στο βαθμό και για τη χρονική περίοδο που είναι απολύτως αναγκαία.

Άρθρο 49

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007, πλην του άρθρου 18 παράγραφοι 4 και 5, οι οποίες εφαρμόζονται από την έναρξη ισχύος του, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 47.

Ωστόσο, οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται από τις 16 Οκτωβρίου 2006:

άρθρα 30 και 31, για τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί από τις 16 Οκτωβρίου 2006,

άρθρο 32, για τις περιπτώσεις που γνωστοποιούνται στο πλαίσιο του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 595/91 και για τις οποίες η πλήρης ανάκτηση δεν έχει ακόμη συντελεστεί στις 16 Οκτωβρίου 2006,

άρθρα 38, 39, 41, 44 και 45, για τις δαπάνες που έχουν δηλωθεί το 2006 για το οικονομικό έτος 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 21 Ιουνίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. BODEN


(1)  Γνώμη της 26ης Μαΐου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 118/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 24 της 27.1.2005, σ. 15).

(4)  ΕΕ C 172 της 18.6.1999, σ. 1· διοργανική συμφωνία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2003/429/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 147 της 14.6.2003, σ. 25).

(5)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 103.

(6)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 113.

(7)  ΕΕ  30 της 20.4.1962, σ. 991/62· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 728/70 (ΕΕ L 94 της 28.4.1970, σ. 9).

(8)  ΕΕ L 108 της 25.4.1997, σ. 6· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2136/2001 (ΕΕ L 288 της 1.11.2001, σ. 1).

(9)  ΕΕ L 67 της 14.3.1991, σ. 11.

(10)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(11)  ΕΕ C 121 της 20.5.2005, σ. 1.

(12)  Γνώμη της 9 Φεβρουαρίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(13)  ΕΕ L 11 της 16.1.2003, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(15)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 123· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2217/2004 (ΕΕ L 375 της 23.12.2004, σ. 1).

(16)  ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 173/2005 (ΕΕ L 29 της 2.2.2005, σ. 3).

(17)  ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός αριθ. 25

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρα 2 έως 8

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 595/91

Παρών κανονισμός

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 32 παράγραφος 3

Άρθρο 8

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 32 παράγραφος 2

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 723/97

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 έως άρθρο 3

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 5 έως άρθρο 9

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1258/1999

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 4

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 4

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 13

Άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 3

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 42

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 5

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 42

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 10

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 4 παράγραφος 7

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 8

Άρθρο 42

Άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 25 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 42

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 42

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 5

Άρθρο 7 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 4 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 4 έκτο εδάφιο

Άρθρο 31 παράγραφος 5

Άρθρο 7 παράγραφος 5

Άρθρο 42

Άρθρο 8 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 32 παράγραφοι 1 και 8

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 42

Άρθρο 9 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 36 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 37 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 42

Άρθρο 10

Άρθρο 43

Άρθρα 11 έως 15

Άρθρο 41

Άρθρο 16

Άρθρο 41

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 48

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 49


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Συμβούλιο

11.8.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 209/26


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ,

της 21ης Ιουνίου 2005,

για υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000

(2005/599/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 310, σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο δεύτερη φράση,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Συμβούλιο, δυνάμει της απόφασης τής 27ης Απριλίου 2004, εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τα κράτη ΑΚΕ, με σκοπό την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000 (1) (εφεξής αποκαλούμενη «συμφωνία της Κοτονού»). Οι διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν τον Φεβρουάριο 2005.

(2)

Η συμφωνία για την τροποποίηση της συμφωνίας της Κοτονού θα πρέπει, επομένως, να υπογραφεί, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η υπογραφή της συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού, στις 23 Ιουνίου 2000, και των δηλώσεων στις οποίες προέβη η Κοινότητα, μονομερώς ή από κοινού με άλλα μέρη, και οι οποίες επισυνάπτονται στην τελική πράξη, εγκρίνεται εξ ονόματος της Κοινότητας, υπό την επιφύλαξη της απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της εν λόγω συμφωνίας.

Τα κείμενα της συμφωνίας και της τελικής πράξης επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία εξ ονόματος της Κοινότητας, υπό την επιφύλαξη της συνάψεώς της.

Λουξεμβούργο, 21 Ιουνίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο πρόεδρος

F. BODEN


(1)  ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3· συμφωνία όπως διορθώθηκε από την ΕΕ L 385 της 29.12.2004, σ. 88.


ΣΥΜΦΩΝΊΑ

για τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΒΕΛΓΩΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΕΤΟΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

Η ΑΥΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΥΨΗΛΟΤΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΔΟΥΚΑΣ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Ο ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

Συμβαλλόμενα μέρη της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία εφεξής αποκαλείται «Κοινότητα», ενώ τα κράτη της Κοινότητας αποκαλούνται εφεξής «κράτη μέλη»

και

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

αφενός και

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΓΚΟΛΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΓΚΟΥΑ ΚΑΙ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΤΑ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΠΑΧΑΜΩΝ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΜΠΑΡΜΠΑΝΤΟΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΜΠΕΛΙΖ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΕΝΙΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΥΡΚΙΝΑ ΦΑΣΟ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΡΟΥΝΤΙ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΟΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΚΟΜΟΡΩΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΟΥΚ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ CÔTE D'IVOIRE,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΖΙΜΠΟΥΤΙ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΗΣ ΝΤΟΜΙΝΙΚΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΟΜΙΝΙΚΑΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΕΡΥΘΡΑΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΘΙΟΠΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΦΙΤΖΙ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΜΠΟΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΜΠΙΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΝΑ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΓΡΕΝΑΔΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ-ΜΠΙΣΑΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΙΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΑΝΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΪΤΗΣ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΤΖΑΜΑΙΚΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΕΝΥΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΙΡΙΜΠΑΤΙ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΛΕΣΟΘΟ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΒΕΡΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΔΑΓΑΣΚΑΡΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΛΑΟΥΙ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΛΙ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΜΑΡΣΑΛ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΥΡΙΤΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΥΡΙΚΙΟΥ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΟΝΗΣΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΖΑΜΒΙΚΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΑΜΙΜΠΙΑ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥΡΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΓΗΡΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΙΓΗΡΙΑΣ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΟΥΕ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΟΥ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΠΟΥΑΣΙΑΣ-ΝΕΑΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΡΟΥΑΝΤΑ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΝΕΒΙΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΛΟΥΚΙΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΙΚΕΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΡΕΝΑΔΙΝΩΝ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΑΟ ΤΟΜΕ ΚΑΙ ΠΡΙΝΤΣΙΠΕ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΕΝΕΓΑΛΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΣΕΫΧΕΛΛΩΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΙΕΡΡΑ ΛΕΟΝΕ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΦΡΙΚΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΥΔΑΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΥΡΙΝΑΜ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΑΖΙΛΑΝΔΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΗΝΩΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΤΑΝΖΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΣΑΝΤ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΟΓΚΟ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ TAUFA'ΑΗAU TUPOU IV ΤΗΣ ΤΟΝΓΚΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΡΙΝΙΔΑΔ ΚΑΙ ΤΟΜΠΑΝΓΚΟ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΤΟΥΒΑΛΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΚΑΝΤΑ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΝΟΥΑΤΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΑΜΠΙΑ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ,

τα κράτη των οποίων καλούνται εφεξής «κράτη ΑΚΕ»,

αφετέρου,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αφενός, και τη συμφωνία της Τζωρτζτάουν περί συστάσεως της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ), αφετέρου,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τη συμφωνία εταιρικής σχέσης μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000 (εφεξής αποκαλούμενη «συμφωνία της Κοτονού»),

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το άρθρο 95 παράγραφος 1 της συμφωνίας της Κοτονού καθορίζει τη διάρκεια της συμφωνίας σε είκοσι έτη, αρχής γενομένης από 1ης Μαρτίου 2000.

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι το άρθρο 95 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της συμφωνίας της Κοτονού προβλέπει ότι δέκα μήνες πριν από την εκπνοή κάθε πενταετούς περιόδου, τα μέρη αρχίζουν διαπραγματεύσεις για να εξετάσουν κάθε δυνατή τροποποίηση των διατάξεων της συμφωνίας της Κοτονού.

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΒΕΛΓΩΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΕΤΟΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

Η ΑΥΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΥΨΗΛΟΤΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΔΟΥΚΑΣ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Ο ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ,

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΓΚΟΛΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΓΚΟΥΑ ΚΑΙ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΤΑ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΠΑΧΑΜΩΝ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΜΠΑΡΜΠΑΝΤΟΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΜΠΕΛΙΖ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΕΝΙΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΥΡΚΙΝΑ ΦΑΣΟ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΡΟΥΝΤΙ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΟΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΚΟΜΟΡΩΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΟΥΚ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ CÔTE D'IVOIRE,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΖΙΜΠΟΥΤΙ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΗΣ ΝΤΟΜΙΝΙΚΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΟΜΙΝΙΚΑΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΕΡΥΘΡΑΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΘΙΟΠΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΦΙΤΖΙ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΜΠΟΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΜΠΙΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΝΑ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΓΡΕΝΑΔΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ-ΜΠΙΣΑΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΙΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΑΝΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΪΤΗΣ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΤΖΑΜΑΙΚΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΕΝΥΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΙΡΙΜΠΑΤΙ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΛΕΣΟΘΟ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΒΕΡΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΔΑΓΑΣΚΑΡΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΛΑΟΥΙ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΛΙ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΜΑΡΣΑΛ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΥΡΙΤΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΥΡΙΚΙΟΥ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΟΝΗΣΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΖΑΜΒΙΚΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΑΜΙΜΠΙΑ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥΡΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΓΗΡΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΙΓΗΡΙΑΣ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΟΥΕ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΟΥ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΠΟΥΑΣΙΑΣ-ΝΕΑΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΡΟΥΑΝΤΑ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΝΕΒΙΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΛΟΥΚΙΑΣ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΙΚΕΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΡΕΝΑΔΙΝΩΝ,

Ο ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΑΟ ΤΟΜΕ ΚΑΙ ΠΡΙΝΤΣΙΠΕ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΕΝΕΓΑΛΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΣΕΫΧΕΛΛΩΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΙΕΡΡΑ ΛΕΟΝΕ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΦΡΙΚΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΥΔΑΝ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΥΡΙΝΑΜ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΑΖΙΛΑΝΔΗΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΗΝΩΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΤΑΝΖΑΝΙΑΣ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΣΑΝΤ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΟΓΚΟ,

Η ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ TAUFA'ΑΗAU TUPOU IV ΤΗΣ ΤΟΝΓΚΑ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΡΙΝΙΔΑΔ ΚΑΙ ΤΟΜΠΑΝΓΚΟ,

Η ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΣ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΤΟΥΒΑΛΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΚΑΝΤΑ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΝΟΥΑΤΟΥ,

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΑΜΠΙΑ,

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Άρθρο μόνο

Σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 95, η συμφωνία της Κοτονού τροποποιείται από τις ακόλουθες διατάξεις:

Α.   ΠΡΟΟΙΜΙΟ

1.

Μετά την όγδοη αιτιολογία, που αρχίζει ως εξής: «ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ τη σύμβαση για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου…», παρεμβάλλονται οι ακόλουθες αιτιολογίες:

«ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΣ ότι τα σοβαρότερα εγκλήματα που αφορούν τη διεθνή κοινότητα ως σύνολο δεν πρέπει να παραμένουν ατιμώρητα και ότι πρέπει να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική δίωξή τους με τη λήψη μέτρων σε εθνικό επίπεδο και με την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας,

ΘΕΩΡΩΝΤΑΣ ότι η ίδρυση και η αποτελεσματική λειτουργία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αποτελούν σημαντική εξέλιξη για την ειρήνη και τη διεθνή δικαιοσύνη,».

2.

Η δέκατη αιτιολογία, που αρχίζει ως εξής: «ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι αναπτυξιακοί στόχοι και αρχές …», αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι οι αναπτυξιακοί στόχοι της χιλιετίας που απορρέουν από τη Διακήρυξη της Χιλιετίας, την οποία ενέκρινε η γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών το 2000, ιδίως η εξάλειψη της έσχατης φτώχιας και της πείνας καθώς και οι αναπτυξιακοί στόχοι και αρχές που συμφωνήθηκαν στις διασκέψεις των Ηνωμένων Εθνών, αποτελούν σαφές όραμα και πρέπει να υποστηρίζουν τη συνεργασία ΑΚΕ-ΕΕ στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας,».

Β.   ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΤΟΝΟΥ

1.

Στο άρθρο 4, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη ΑΚΕ καθορίζουν με κυρίαρχο τρόπο τις αναπτυξιακές αρχές και στρατηγικές καθώς και τα μοντέλα της οικονομίας και της κοινωνίας τους. Καταρτίζουν, μαζί με την Κοινότητα, τα προγράμματα συνεργασίας που προβλέπονται στη παρούσα συμφωνία. Ωστόσο, τα μέρη αναγνωρίζουν τον συμπληρωματικό ρόλο και τη δυνατότητα της συμβολής των μη κρατικών φορέων και των τοπικών αποκεντρωμένων αρχών στην αναπτυξιακή διαδικασία. Προς τον σκοπό αυτό, και υπό τους όρους που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, οι μη κρατικοί φορείς και οι τοπικές αποκεντρωμένες αρχές, ανάλογα με την περίπτωση:».

2.

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Στόχος του διαλόγου είναι η ανταλλαγή πληροφοριών, η ενθάρρυνση της αμοιβαίας κατανόησης και η διευκόλυνση του καθορισμού κοινών προτεραιοτήτων και προγραμμάτων δράσης, έτσι ώστε να αναγνωρίζονται, ιδίως, οι υφιστάμενοι δεσμοί μεταξύ των διαφόρων πτυχών των σχέσεων των μερών και των διαφόρων τομέων συνεργασίας, κατά τα οριζόμενα στην παρούσα συμφωνία. Ο διάλογος διευκολύνει τις διαβουλεύσεις μεταξύ των μερών στο πλαίσιο των διεθνών φόρουμ. Οι στόχοι του διαλόγου συμπεριλαμβάνουν την πρόληψη καταστάσεων στις οποίες ένα εκ των μερών μπορεί να κρίνει αναγκαία την προσφυγή στις διαδικασίες διαβούλευσης που προβλέπονται στα άρθρα 96 και 97.»·

β)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.

Ο διάλογος διεξάγεται με ευέλικτο τρόπο. Ο διάλογος μπορεί να είναι επίσημος ή ανεπίσημος, ανάλογα με τις ανάγκες, και να διεξάγεται εντός και εκτός του θεσμικού πλαισίου, όπως στο πλαίσιο της Ομάδας ΑΚΕ, της Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης, με την κατάλληλη μορφή και στο κατάλληλο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένου του περιφερειακού, υπο-περιφερειακού ή εθνικού επιπέδου.»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6α.

Οσάκις ενδείκνυται, και για να αποτρέπονται καταστάσεις στις οποίες ένα εκ των μερών μπορεί να κρίνει αναγκαία την προσφυγή στη διαδικασία διαβούλευσης, που προβλέπεται στο άρθρο 96, ο διάλογος που αφορά τα ουσιώδη στοιχεία πρέπει να είναι συστηματικός και θεσμοθετημένος με βάση τις λεπτομέρειες εφαρμογής που καθορίζονται στο παράρτημα VII.».

3.

Ο τίτλος του άρθρου 9 αντικαθίσταται από τον εξής:

«Ουσιώδη στοιχεία όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις δημοκρατικές αρχές και το κράτος δικαίου, και θεμελιώδες στοιχείο όσον αφορά τη χρηστή διακυβέρνηση».

4.

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.

Τα μέρη αναλαμβάνουν επίσης την υποχρέωση να συνεργάζονται για την πρόληψη των μισθοφορικών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις και πράξεις καθώς και από τις αντίστοιχες νομοθεσίες και κανονισμούς.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.

Για να συμβάλουν στην ενίσχυση της ειρήνης και της διεθνούς δικαιοσύνης, τα μέρη διακηρύσσουν τη βούλησή τους:

να ανταλλάσσουν εμπειρία σχετικά με τη θέσπιση νομικών προσαρμογών που θα επιτρέψουν την κύρωση και την εφαρμογή του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Ρώμης, και

να καταπολεμούν τη διεθνή εγκληματικότητα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του καταστατικού της Ρώμης.

Τα μέρη προβαίνουν στις δέουσες ενέργειες για την κύρωση και την εφαρμογή του Καταστατικού της Ρώμης και των συναφών πράξεων.».

5.

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 11α

Καταπολέμηση της τρομοκρατίας

Τα μέρη επαναλαμβάνουν ότι καταδικάζουν σθεναρά όλες τις τρομοκρατικές ενέργειες και αναλαμβάνουν τη δέσμευση να καταπολεμούν την τρομοκρατία μέσω της διεθνούς συνεργασίας, σύμφωνα με τον χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και το διεθνές δίκαιο, τις σχετικές συμβάσεις και πράξεις, και, ιδίως, την πλήρη εφαρμογή των αποφάσεων 1373 (2001) και 1456 (2003) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ και άλλων σχετικών αποφάσεων των ΗΕ. Προς τον σκοπό αυτό, τα μέρη συμφωνούν να ανταλλάσσουν:

πληροφορίες σχετικά με τρομοκρατικές ομάδες και τα δίκτυα υποστήριξής τους, και

απόψεις σχετικά με τα μέσα και τις μεθόδους καταπολέμησης των τρομοκρατικών ενεργειών, ακόμα και στον τεχνικό τομέα και την κατάρτιση, καθώς και εμπειρίες σχετικά με την πρόληψη της τρομοκρατίας.

Άρθρο 11β

Συνεργασία για την καταπολέμηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής

1.   Τα μέρη θεωρούν ότι η διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής καθώς και των μέσων διανομής τους, είτε πρόκειται για κρατικούς είτε για μη κρατικούς φορείς, αποτελεί μία από τις σοβαρότερες απειλές κατά της διεθνούς σταθερότητας και ασφάλειας.

Συνεπώς, τα μέρη συμφωνούν να συνεργάζονται και να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής και των μέσων διανομής τους, μεριμνώντας για την πλήρη τήρηση και εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο των υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο των διεθνών συνθηκών και συμφωνιών για τον αφοπλισμό και τη μη διάδοση αυτών, καθώς και των άλλων διεθνών υποχρεώσεών τους στον συγκεκριμένο τομέα.

Τα μέρη συμφωνούν ότι η παρούσα διάταξη αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της παρούσας συμφωνίας.

2.   Τα μέρη συμφωνούν επιπλέον να συνεργάζονται και να συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου της μη διάδοσης με τους ακόλουθους τρόπους:

μεριμνώντας για την υπογραφή ή την κύρωση όλων των άλλων συναφών διεθνών πράξεων, ή για την προσχώρηση σ' αυτές, ανάλογα με την περίπτωση, και με σκοπό την πλήρη εφαρμογή τους,

δημιουργώντας ένα αποτελεσματικό σύστημα εθνικών ελέγχων κατά την εξαγωγή, το οποίο να καλύπτει, αφενός, την εξαγωγή, και, αφετέρου, τη διαμετακόμιση προϊόντων που συνδέονται με τα όπλα μαζικής καταστροφής, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της τελικής χρησιμοποίησης των τεχνολογιών διπλής χρήσης όσον αφορά τα όπλα μαζικής καταστροφής, και προβλέποντας αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των ελέγχων κατά την εξαγωγή.

Η χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια στον τομέα της συνεργασίας για την καταπολέμηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής χρηματοδοτείται από ειδικά μέσα άλλα από εκείνα τα οποία προορίζονται για τη χρηματοδότηση της συνεργασίας ΑΚΕ-ΕΚ.

3.   Τα μέρη συμφωνούν να καθιερώσουν έναν τακτικό πολιτικό διάλογο, ο οποίος θα συνοδεύει και θα ενδυναμώνει τη συνεργασία τους στον συγκεκριμένο τομέα.

4.   Εάν, μετά τη διεξαγωγή ενισχυμένου πολιτικού διαλόγου, μέρος, αφού ενημερώθηκε, ιδίως, με εκθέσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), του Οργανισμού για την απαγόρευση χημικών όπλων (ΟΑΧΟ), και άλλων συναφών πολυμερών Οργανισμών, εκτιμά ότι το άλλο μέρος παραλείπει να εκπληρώσει μια υποχρέωση που απορρέει από την παράγραφο 1, τότε, εκτός αν πρόκειται για περίπτωση ειδικής έκτακτης ανάγκης, παρέχει, στο άλλο μέρος καθώς και στα Συμβούλια Υπουργών ΑΚΕ και ΕΕ, όλες τις σχετικές πληροφορίες που απαιτούνται για τη διεξοδική εξέταση της κατάστασης, με σκοπό την εξεύρεση λύσης αποδεκτής από τα μέρη. Προς τούτο, καλεί το άλλο μέρος σε διεξαγωγή διαβουλεύσεων με κύριο θέμα τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρέπει να ληφθούν από το ενδιαφερόμενο μέρος για την επανόρθωση της κατάστασης.

5.   Οι διαβουλεύσεις διεξάγονται στο επίπεδο και με τη μορφή που κρίνονται καταλληλότερα για την εξεύρεση λύσης.

Οι διαβουλεύσεις αρχίζουν το αργότερο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της πρόσκλησης και συνεχίζονται για μια περίοδο η οποία καθορίζεται με κοινή συμφωνία, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα της παραβίασης. Ουδέποτε ο διάλογος που διεξάγεται στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβούλευσης διαρκεί περισσότερο από 120 ημέρες.

6.   Εάν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε λύση αποδεκτή και από τα δύο μέρη ή σε περίπτωση άρνησης διεξαγωγής διαβουλεύσεων, ή σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, είναι δυνατόν να λαμβάνονται ενδεδειγμένα μέτρα. Τα μέτρα αυτά ανακαλούνται μόλις εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους ελήφθησαν.».

6.

Στο άρθρο 23, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ιβ)

την προώθηση των παραδοσιακών γνώσεων.».

7.

Στο άρθρο 25 παράγραφος 1, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

στην προώθηση της καταπολέμησης:

του ιού HIV/AIDS, εξασφαλίζοντας την προστασία της σεξουαλικής και γενετήσιας υγείας και των δικαιωμάτων της γυναίκας,

άλλων ασθενειών που σχετίζονται με τη φτώχεια, ιδίως της ελονοσίας και της φυματίωσης,».

8.

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα στοιχεία γ) και δ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

στην ενίσχυση των οργανώσεων των τοπικών κοινοτήτων, ώστε οι οργανώσεις αυτές να παρέχουν στα παιδιά ευκαιρίες για την ανάπτυξη του σωματικού, ψυχικού, κοινωνικού και οικονομικού τους δυναμικού·

δ)

στην επανένταξη των παιδιών στην κοινωνία, σε μετασυγκρουσιακές περιόδους, μέσω προγραμμάτων αποκατάστασης και»·

β)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ε)

στην προώθηση της ενεργού συμμετοχής των νέων πολιτών στον δημόσιο βίο και στην ενθάρρυνση τόσο των ανταλλαγών σπουδαστών όσο και της διαδραστικής σχέσης μεταξύ των οργανώσεων της νεολαίας ΑΚΕ και ΕΕ.».

9.

Η εισαγωγική φράση του άρθρου 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η συνεργασία παρέχει αποτελεσματική βοήθεια για την επίτευξη των στόχων και προτεραιοτήτων, που έχουν θέσει τα κράτη ΑΚΕ στο πλαίσιο της περιφερειακής και υποπεριφερειακής συνεργασίας και ολοκλήρωσης, συμπεριλαμβανομένης της διαπεριφερειακής συνεργασίας και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών ΑΚΕ. Η περιφερειακή συνεργασία μπορεί επίσης να αφορά αναπτυσσόμενες χώρες οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στα κράτη ΑΚΕ καθώς και τις υπερπόντιες χώρες και εδάφη (ΥΧΕ) και τις εξόχως απόκεντρες περιοχές. Στο πλαίσιο αυτό, η στήριξη της συνεργασίας αποσκοπεί:».

10.

Στο άρθρο 29 στοιχείο α) το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

οργανισμών και οργανώσεων περιφερειακής ολοκλήρωσης, που συστήνονται από τα κράτη ΑΚΕ και εκείνων όπου συμμετέχουν κράτη ΑΚΕ για την προώθηση της περιφερειακής συνεργασίας και ολοκλήρωσης και».

11.

Στο άρθρο 30, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Η συνεργασία παρέχει επίσης στήριξη σε σχέδια και πρωτοβουλίες συνεργασίας μεταξύ των κρατών ΑΚΕ και στο εσωτερικό κάθε κράτους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων όπου συμμετέχουν αναπτυσσόμενες χώρες οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στα κράτη ΑΚΕ.».

12.

Στο άρθρο 43 παράγραφος 4, προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:

«

ανάπτυξη και ενθάρρυνση της χρήσης της τοπικής διάστασης για τις Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνιών.».

13.

Το άρθρο 58 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 58

Επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση

1.   Είναι επιλέξιμοι για χρηματοδοτική ενίσχυση, δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι φορείς ή οργανισμοί:

α)

τα κράτη ΑΚΕ·

β)

περιφερειακοί ή διακρατικοί φορείς στους οποίους συμμετέχουν ένα ή περισσότερα κράτη ΑΚΕ, συμπεριλαμβανομένων των φορέων στους οποίους συμμετέχουν κράτη τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται στα κράτη ΑΚΕ, και οι οποίοι έχουν εξουσιοδοτηθεί από αυτά τα κράτη ΑΚΕ και

γ)

μεικτοί οργανισμοί που έχουν συσταθεί από τα κράτη ΑΚΕ και την Κοινότητα για την επιδίωξη ορισμένων συγκεκριμένων στόχων.

2.   Είναι επίσης επιλέξιμοι για χρηματοδοτική ενίσχυση, με την επιφύλαξη της συμφωνίας του ενδιαφερομένου ή των ενδιαφερομένων κρατών ΑΚΕ:

α)

δημόσιοι ή ημιδημόσιοι εθνικοί ή/και περιφερειακοί οργανισμοί και Υπουργεία των κρατών ΑΚΕ, συμπεριλαμβανομένων των Κοινοβουλίων, και ιδίως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι αναπτυξιακές τράπεζες των κρατών αυτών·

β)

εταιρείες, επιχειρήσεις και άλλοι ιδιωτικοί οργανισμοί και ιδιωτικοί φορείς των κρατών ΑΚΕ·

γ)

επιχειρήσεις ενός κράτους μέλους της Κοινότητας, ώστε να τους δίδεται η δυνατότητα, συνεισφέροντας και οι ίδιες, να αναλαμβάνουν παραγωγικά έργα στην επικράτεια ενός κράτους ΑΚΕ·

δ)

ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί φορείς των κρατών ΑΚΕ ή της Κοινότητας, οι οποίοι δημιουργούν, προωθούν και χρηματοδοτούν ιδιωτικές επενδύσεις σε κράτη ΑΚΕ·

ε)

αποκεντρωμένοι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης από τα κράτη ΑΚΕ και από την Κοινότητα και

στ)

οι αναπτυσσόμενες χώρες που δεν ανήκουν στην ομάδα ΑΚΕ, εφόσον συμμετέχουν σε κοινή πρωτοβουλία ή σε περιφερειακή οργάνωση μαζί με τα κράτη ΑΚΕ.

3.   Οι μη κρατικοί φορείς των κρατών ΑΚΕ και της Κοινότητας, οι οποίοι έχουν τοπικό χαρακτήρα, είναι επιλέξιμοι για χρηματοδοτική ενίσχυση δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, βάσει των ρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί στα εθνικά και περιφερειακά ενδεικτικά προγράμματα.».

14.

Στο άρθρο 68, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Σκοπός της ενίσχυσης σε περίπτωση βραχυπρόθεσμων διακυμάνσεων των εσόδων από τις εξαγωγές είναι η διασφάλιση των κοινωνικοοικονομικών μεταρρυθμίσεων και πολιτικών, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεασθούν αρνητικά από τη μείωση των εσόδων και, παράλληλα, η άμβλυνση των αρνητικών συνεπειών της αστάθειας των εσόδων από τις εξαγωγές, ιδίως όσον αφορά τα γεωργικά προϊόντα και τα προϊόντα του εξορυκτικού τομέα.

3.

Για την κατανομή των πόρων κατά το έτος εφαρμογής, λαμβάνεται υπόψη η εξαιρετικά μεγάλη εξάρτηση των οικονομιών των κρατών ΑΚΕ από τις εξαγωγές, και ιδίως του γεωργικού και του εξορυκτικού τομέα. Στο πλαίσιο αυτό, τα λιγότερο αναπτυγμένα, τα μεσόγεια και νησιωτικά κράτη ΑΚΕ, καθώς και τα κράτη ΑΚΕ που βρίσκονται σε μετασυγκρουσιακό στάδιο ή που έχουν πληγεί από φυσική καταστροφή, τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης.».

15.

Στο άρθρο 89, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Επιδιώκεται η εφαρμογή ειδικών δράσεων που θα βοηθούν τα νησιωτικά κράτη ΑΚΕ στις προσπάθειές τους να ανακόψουν και να αναστρέψουν τη διαρκώς αυξανόμενη ευπάθειά τους, η οποία προκαλείται από τις νέες και σημαντικές οικονομικές, κοινωνικές και οικολογικές προκλήσεις. Οι δράσεις αυτές επιδιώκουν, αφενός, να προωθήσουν την υλοποίηση των προτεραιοτήτων που έχουν θέσει τα μικρά νησιωτικά αναπτυσσόμενα κράτη σε σχέση με την αειφόρο ανάπτυξη και, αφετέρου, να ενισχύουν μια εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά την οικονομική τους μεγέθυνση και την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού τους.».

16.

Το άρθρο 96 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.

Αμφότερα τα μέρη συμφωνούν, εκτός εάν πρόκειται για περίπτωση ειδικής έκτακτης ανάγκης, να εξαντλούν όλα τα δυνατά περιθώρια διαλόγου βάσει του άρθρου 8, πριν αρχίσουν τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχείο α) του παρόντος άρθρου.»·

β)

στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

Αν, παρά τον πολιτικό διάλογο σε σχέση με τα ουσιώδη στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 8 και στην παράγραφο 1α του παρόντος άρθρου, μέρος εκτιμά ότι το άλλο μέρος παραλείπει να εκπληρώσει μια υποχρέωσή του που απορρέει από τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών και του κράτους δικαίου, που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 9, το εν λόγω μέρος, εκτός αν πρόκειται για περίπτωση ειδικής έκτακτης ανάγκης, παρέχει, στο άλλο μέρος και στο Συμβούλιο Υπουργών, όλες τις σχετικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τη διεξοδική εξέταση της κατάστασης με σκοπό την εξεύρεση λύσης αποδεκτής από τα μέρη. Προς τούτο, καλεί το άλλο μέρος σε διεξαγωγή διαβουλεύσεων με κύριο θέμα τα μέτρα που έχουν ληφθεί ή πρέπει να ληφθούν από το ενδιαφερόμενο μέρος για την επανόρθωση της κατάστασης σύμφωνα με το παράρτημα VII.

Οι διαβουλεύσεις διεξάγονται στο επίπεδο και με τη μορφή που κρίνονται καταλληλότερα για την εξεύρεση λύσης.

Οι διαβουλεύσεις αρχίζουν το αργότερο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της πρόσκλησης και συνεχίζονται για μια περίοδο η οποία καθορίζεται με κοινή συμφωνία, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα της παραβίασης. Ουδέποτε ο διάλογος που διεξάγεται στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβούλευσης διαρκεί περισσότερο από 120 ημέρες.

Εάν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε λύση αποδεκτή και από τα δύο μέρη, ή σε περίπτωση άρνησης διεξαγωγής διαβουλεύσεων, ή σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, είναι δυνατόν να λαμβάνονται ενδεδειγμένα μέτρα. Τα μέτρα αυτά ανακαλούνται μόλις εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους ελήφθησαν.».

17.

Στο άρθρο 97, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Στις περιπτώσεις αυτές, οιοδήποτε εκ των μερών μπορεί να καλεί το άλλο μέρος σε διαβουλεύσεις. Οι διαβουλεύσεις αυτές αρχίζουν το αργότερο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της πρόσκλησης, ενώ ο διάλογος που διεξάγεται στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβουλεύσεων δεν διαρκεί περισσότερο από 120 ημέρες.».

18.

Το άρθρο 100 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 100

Καθεστώς των κειμένων

Τα πρωτόκολλα και τα παραρτήματα που επισυνάπτονται στην παρούσα συμφωνία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της. Τα παραρτήματα Ια, ΙΙ, ΙΙΙ, IV και VΙ μπορούν να αναθεωρούνται, να επανεξετάζονται ή/και να τροποποιούνται από το Συμβούλιο των Υπουργών βάσει σύστασης της επιτροπής συνεργασίας ΑΚΕ-ΕΚ για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης.

Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται εις διπλούν στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική, και φινλανδική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά· κατατίθεται στα αρχεία της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Γραμματείας των κρατών ΑΚΕ, οι οποίες διαβιβάζουν κυρωμένα αντίγραφα στην κυβέρνηση καθενός από τα υπογράφοντα κράτη.».

Γ.   ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

1.

Στο παράρτημα Ι, προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«9.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 58 της παρούσας συμφωνίας, το ποσό των 90 εκατ. EUR μεταφέρεται στο ενδο-ΑΚΕ κονδύλιο του ένατου ΕΤΑ. Το εν λόγω ποσό μπορεί να διατεθεί για τη χρηματοδότηση της αποκέντρωσης κατά την περίοδο 2006-2007 και το διαχειρίζεται απευθείας η Επιτροπή.».

2.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ια

Πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο συνεργασίας στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας

1.

Για τους σκοπούς που καθορίζονται στην παρούσα συμφωνία και για μια περίοδο που αρχίζει την 1η Μαρτίου 2005, ένα πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο συνεργασίας καλύπτει τις υποχρεώσεις που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2008 για χρονικό διάστημα πέντε ή έξι ετών.

2.

Κατά τη διάρκεια αυτού του νέου χρονικού διαστήματος, η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει τις προσπάθειές της για παροχή βοήθειας στα κράτη ΑΚΕ στο ίδιο τουλάχιστον επίπεδο με αυτό του ένατου ΕΤΑ, μη συμπεριλαμβανομένων των υπολοίπων· σε αυτό, προστίθενται, βάσει των εκτιμήσεων της Κοινότητας, οι συνέπειες του πληθωρισμού, η μεγέθυνση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η διεύρυνση με την προσχώρηση δέκα νέων κρατών μελών το 2004.

3.

Οι τυχόν απαιτούμενες τροποποιήσεις στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο ή σε σχετικά μέρη της συμφωνίας αποφασίζονται από το Συμβούλιο Υπουργών κατά παρέκκλιση από το άρθρο 95 της παρούσας συμφωνίας.».

3.

Το παράρτημα ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

α)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Τα συνήθη δάνεια είναι δυνατόν να παρατείνονται υπό ευνοϊκούς όρους και προϋποθέσεις στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

Για έργα υποδομής, στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, σε χώρες που βρίσκονται σε μετασυγκρουσιακό στάδιο ή που έχουν πληγεί από φυσική καταστροφή —εκτός από αυτές που αναφέρονται στο στοιχείο αα)— από τα οποία εξαρτάται η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το επιτόκιο του δανείου είναι μειωμένο κατά 3 %·

αα)

για έργα υποδομής τα οποία εκτελούνται από δημόσιους φορείς που λειτουργούν με εμπορικά κριτήρια, έργα από τα οποία εξαρτάται η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα σε χώρες για τις οποίες ισχύουν περιοριστικοί όροι δανεισμού στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας υπέρ των υπερχρεωμένων φτωχών χωρών (ΥΦΧ) ή άλλου διεθνούς μέσου για τη διατήρηση του χρέους σε ανεκτά επίπεδα. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, η Τράπεζα επιδιώκει τη μείωση του μέσου κόστους των κεφαλαίων μέσω της κατάλληλης συγχρηματοδότησης με άλλους χορηγούς. Εάν αυτό δεν κριθεί δυνατόν, το επιτόκιο του δανείου μπορεί να μειώνεται κατά το ποσό που απαιτείται ώστε να συνάδει με το επίπεδο που προβλέπεται στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας ΥΦΧ ή άλλου νέου διεθνώς συμφωνηθέντος μέσου για τη διατήρηση του χρέους σε ανεκτά επίπεδα·

β)

για έργα που περιλαμβάνουν δράσεις αναδιάρθρωσης στο πλαίσιο ιδιωτικοποίησης ή για έργα που επιφέρουν σημαντικά και εμφανή κοινωνικά ή περιβαλλοντικά οφέλη. Σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι δυνατή η παράταση της διάρκειας των δανείων με παράλληλη επιδότηση του επιτοκίου, της οποίας το ύψος και η μορφή αποφασίζονται αναλόγως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του έργου. Εντούτοις, η επιδότηση του επιτοκίου δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3 %.

Το τελικό επιτόκιο των δανείων που εμπίπτουν στα στοιχεία α) ή β) δεν είναι, σε καμία περίπτωση, χαμηλότερο από το 50 % του επιτοκίου αναφοράς.»

ii)

η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.

Οι επιδοτήσεις επιτοκίων είναι δυνατόν να κεφαλαιοποιούνται ή να χρησιμοποιούνται με τη μορφή επιχορηγήσεων. Ποσοστό έως 10 % του προϋπολογισμού για επιδοτήσεις επιτοκίων μπορεί να διατεθεί για την παροχή τεχνικής βοήθειας που αφορά έργα στις χώρες ΑΚΕ.»

β)

το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Η λειτουργία της επενδυτικής διευκόλυνσης καλύπτει όλους τους οικονομικούς τομείς παρέχοντας στήριξη σε επενδύσεις φορέων του ιδιωτικού τομέα και φορέων του δημόσιου τομέα που λειτουργούν υπό εμπορικούς όρους, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων σε οικονομική και τεχνολογική υποδομή δημιουργίας εισοδήματος που είναι κρίσιμες για τον ιδιωτικό τομέα. Η εν λόγω διευκόλυνση:

α)

αντιμετωπίζεται ως ανανεώσιμο κεφάλαιο και επιδιώκεται να παραμείνει οικονομικά βιώσιμη. Οι σχετικές πράξεις πραγματοποιούνται υπό εμπορικούς όρους και προϋποθέσεις και αποσκοπούν στην αποφυγή της πρόκλησης στρεβλώσεων στις τοπικές αγορές και της μετατόπισης ιδιωτικών πηγών χρηματοδότησης·

β)

υποστηρίζει τον χρηματοπιστωτικό τομέα ΑΚΕ και λειτουργεί καταλυτικά, ενθαρρύνοντας την κινητοποίηση μακροπρόθεσμων τοπικών χρηματοδοτικών πόρων και την προσέλκυση αλλοδαπών επενδυτών και δανειστών του ιδιωτικού τομέα για την εκτέλεση έργων στα κράτη ΑΚΕ·

γ)

αναλαμβάνει μέρος του κινδύνου των έργων που χρηματοδοτεί. Η οικονομική βιωσιμότητά της εξασφαλίζεται μέσω του συνολικού χαρτοφυλακίου και όχι από μεμονωμένες παρεμβάσεις· και

δ)

επιδιώκει τη διοχέτευση κεφαλαίων μέσω εθνικών και περιφερειακών φορέων και προγραμμάτων των κρατών ΑΚΕ, τα οποία προωθούν την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ).»·

ii)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.

Η Τράπεζα αμείβεται για το κόστος διαχείρισης της επενδυτικής διευκόλυνσης. Κατά τα πρώτα δύο έτη από την έναρξη ισχύος του δεύτερου χρηματοδοτικού πρωτοκόλλου, η αμοιβή ανέρχεται σε ποσοστό έως 2 % ετησίως του συνολικού αρχικού κεφαλαίου επιχορήγησης της επενδυτικής διευκόλυνσης. Στη συνέχεια, η αμοιβή της Τράπεζας περιλαμβάνει ένα σταθερό στοιχείο ίσο με το 0,5 % ετησίως του συνολικού αρχικού κεφαλαίου επιχορήγησης και ένα μεταβλητό στοιχείο ύψους έως 1,5 % ετησίως του χαρτοφυλακίου της επενδυτικής διευκόλυνσης που επενδύεται σε έργα στις χώρες ΑΚΕ. Η αμοιβή χρηματοδοτείται από την επενδυτική διευκόλυνση.»·

γ)

στο άρθρο 5, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

στην περίπτωση των συνήθων δανείων και της χρηματοδότησης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) με επιχειρηματικά κεφάλαια, ο συναλλαγματικός κίνδυνος βαρύνει, κατά κανόνα, τόσο την Κοινότητα, αφενός, όσο και τα άλλα εμπλεκόμενα μέρη, αφετέρου. Κατά μέσο όρο, ο συναλλαγματικός κίνδυνος θα πρέπει να κατανέμεται ισομερώς· και»·

δ)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 6α

Ετήσιες εκθέσεις για την επενδυτική διευκόλυνση

Οι εκπρόσωποι των κρατών μελών της ΕΕ που είναι αρμόδιοι για την επενδυτική διευκόλυνση, οι εκπρόσωποι των κρατών ΑΚΕ, καθώς και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Γραμματεία του Συμβουλίου της ΕΕ και η Γραμματεία ΑΚΕ συνεδριάζουν ετησίως για να συζητούν ζητήματα της επενδυτικής διευκόλυνσης σε ό, τι αφορά τις σχετικές πράξεις, τις επιδόσεις και την ακολουθητέα πολιτική.

Άρθρο 6β

Αναθεώρηση των επιδόσεων της επενδυτικής διευκόλυνσης

Οι συνολικές επιδόσεις της επενδυτικής διευκόλυνσης υπόκεινται σε από κοινού αναθεώρηση ενδιαμέσως και στο τέλος χρηματοδοτικού πρωτοκόλλου. Η αναθεώρηση αυτή μπορεί να περιλαμβάνει σύσταση για τη βελτίωση της εφαρμογής της επενδυτικής διευκόλυνσης.».

4.

Το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

α)

το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

Οι ανάγκες αξιολογούνται με βάση κριτήρια που συνδέονται με το κατά κεφαλήν εισόδημα, το μέγεθος του πληθυσμού, τους κοινωνικούς δείκτες και το ύψος του χρέους, τις απώλειες εσόδων από εξαγωγές και την εξάρτηση από αυτά τα έσοδα, ιδίως από εξαγωγές προϊόντων του γεωργικού και του μεταλλευτικού τομέα. Επιφυλάσσεται ιδιαίτερη μεταχείριση στα λιγότερο ανεπτυγμένα κράτη ΑΚΕ, ενώ ο ευάλωτος χαρακτήρας των νησιωτικών και των μεσόγειων κρατών λαμβάνεται δεόντως υπόψη. Επιπλέον, λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι χώρες που βρίσκονται σε μετασυγκρουσιακό στάδιο ή που έχουν πληγεί από φυσική καταστροφή, και»·

ii)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 5, παράγραφος 7 για τις αναθεωρήσεις, η Κοινότητα μπορεί να αυξάνει τους πόρους που διαθέτει για μια χώρα, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ειδικές ανάγκες ή εξαιρετικές επιδόσεις.»·

β)

το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

i)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Μόλις λάβει τις πληροφορίες που προβλέπονται ανωτέρω, κάθε κράτος ΑΚΕ καταρτίζει και υποβάλλει στην Κοινότητα σχέδιο ενδεικτικού προγράμματος που βασίζεται στους αναπτυξιακούς στόχους και προτεραιότητες, όπως διατυπώνονται στην ΕΣΣ, και είναι σύμφωνο με αυτούς. Το σχέδιο ενδεικτικού προγράμματος περιλαμβάνει:

α)

Έναν ή περισσότερους κεντρικούς τομείς ή πεδία, στους οποίους θα πρέπει να επικεντρωθεί η ενίσχυση·

β)

τα πλέον ενδεδειγμένα μέτρα και δράσεις για την επίτευξη των γενικών και ειδικών στόχων στο πλαίσιο του κεντρικού ή των κεντρικών τομέων ή πεδίων·

γ)

τους πόρους που προορίζονται για προγράμματα και έργα εκτός του κεντρικού ή των κεντρικών τομέων ή/και τις γενικές γραμμές σχετικών δραστηριοτήτων, καθώς και αναφορά των πόρων που πρόκειται να χορηγηθούν για καθένα από τα εν λόγω στοιχεία·

δ)

τους τύπους των μη κρατικών φορέων που είναι επιλέξιμοι για χρηματοδότηση, σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει καθορίσει το Συμβούλιο Υπουργών, τους πόρους που διατίθενται για τους μη κρατικούς φορείς και τους τύπους των δραστηριοτήτων που θα υποστηριχθούν, οι οποίες πρέπει να είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα·

ε)

προτάσεις που αφορούν περιφερειακά προγράμματα και έργα· και

στ)

τα αποθεματικά για ασφάλιση έναντι ενδεχόμενων ενστάσεων και για την κάλυψη των αυξήσεων του κόστους και των απρόβλεπτων δαπανών.»·

ii)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

Το σχέδιο ενδεικτικού προγράμματος αποτελεί το αντικείμενο ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του ενδιαφερόμενου κράτους ΑΚΕ και της Κοινότητας. Το ενδεικτικό πρόγραμμα υιοθετείται με κοινή συμφωνία μεταξύ της Επιτροπής, εξ ονόματος της Κοινότητας, και του οικείου κράτους ΑΚΕ. Εφόσον υιοθετηθεί, το ενδεικτικό πρόγραμμα καθίσταται δεσμευτικό τόσο για την Κοινότητα όσο και για το εν λόγω κράτος. Το ως άνω ενδεικτικό πρόγραμμα επισυνάπτεται ως παράρτημα στην ΕΣΣ και περιλαμβάνει επιπλέον:

α)

Ειδικές και σαφώς καθορισμένες δράσεις, ειδικότερα αυτές που μπορούν να εκτελεσθούν πριν από την προσεχή αναθεώρηση·

β)

χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και αναθεώρησης του ενδεικτικού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων των αναλήψεων υποχρεώσεων και των εκταμιεύσεων πόρων και

γ)

τις παραμέτρους και τα κριτήρια στα οποία βασίζονται οι αναθεωρήσεις.»·

iii)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5.

Σε περίπτωση κατά την οποία ένα κράτος ΑΚΕ αντιμετωπίζει κατάσταση κρίσης, ως συνέπεια πολέμου ή άλλης σύγκρουσης ή εξαιρετικών περιστάσεων με ανάλογα αποτελέσματα, η οποία δεν επιτρέπει στον εθνικό διατάκτη να ασκεί τα καθήκοντά του, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιεί και να διαχειρίζεται η ίδια τους πόρους που διατίθενται στο συγκεκριμένο κράτος βάσει του άρθρου 3, για την παροχή ειδικής στήριξης. Αυτή η ειδική στήριξη μπορεί να αφορά πολιτικές υπέρ της ειρήνης, τη διαχείριση και την επίλυση της σύγκρουσης, την παροχή στήριξης σε μετασυγκρουσιακό στάδιο, συμπεριλαμβανομένης της θεσμικής ενίσχυσης και δραστηριοτήτων για την οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη, λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, των αναγκών των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού. Η Επιτροπή και το ενδιαφερόμενο κράτος ΑΚΕ επανέρχονται στην κανονική εφαρμογή και στις κανονικές διαδικασίες διαχείρισης μόλις αποκαθίσταται η ικανότητα διαχείρισης της συνεργασίας εκ μέρους των αρμοδίων αρχών.»·

γ)

το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

i)

σε ολόκληρο το άρθρο, ο όρος «Προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας» αντικαθίσταται από τον όρο «Επιτροπή»·

ii)

στην παράγραφο 4, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

των προγραμμάτων και των έργων που δεν εντάσσονται στον κεντρικό τομέα ή στους κεντρικούς τομείς·»·

iii)

η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.

Μετά την ολοκλήρωση της ενδιάμεσης και της τελικής αναθεώρησης, η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας, δύναται να αναθεωρεί την κατανομή των πόρων, υπό το πρίσμα των τρεχουσών αναγκών και των επιδόσεων του οικείου κράτους ΑΚΕ.»·

δ)

στο άρθρο 6, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Η περιφερειακή συνεργασία καλύπτει δράσεις με δικαιούχους και συμμετέχοντες:

α)

δύο, περισσότερα ή όλα τα κράτη ΑΚΕ, καθώς και αναπτυσσόμενες χώρες που δεν περιλαμβάνονται στα κράτη ΑΚΕ, οι οποίες συμμετέχουν στις εν λόγω δράσεις· ή/και

β)

έναν περιφερειακό οργανισμό, μέλη του οποίου αποτελούν τουλάχιστον δύο κράτη ΑΚΕ, ακόμα και όταν συμμετέχουν σε αυτόν χώρες που δεν συμπεριλαμβάνονται στα κράτη ΑΚΕ.»·

ε)

το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Κατανομή των πόρων

1.   Στην αρχή της περιόδου που καλύπτει το χρηματοδοτικό πρωτόκολλο, η Κοινότητα ανακοινώνει ενδεικτικά, σε κάθε περιοχή, το ύψος των πόρων που αυτή μπορεί να λάβει κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου. Η ενδεικτική κατανομή των πόρων βασίζεται σε εκτιμήσεις σχετικά με τις ανάγκες, με την πρόοδο και με τις προοπτικές που χαρακτηρίζουν τη διαδικασία περιφερειακής συνεργασίας και ολοκλήρωσης. Προκειμένου να επιτευχθεί η κατάλληλη κλίμακα κατανομής και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα, είναι δυνατή η ανάμειξη περιφερειακών και εθνικών κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση δράσεων σε περιφερειακό επίπεδο, οι οποίες περικλείουν μια σαφώς διακριτή εθνική συνιστώσα.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 για τις αναθεωρήσεις, η Κοινότητα μπορεί να αυξάνει τους πόρους που διαθέτει για μια περιοχή, προκειμένου να ληφθούν υπόψη νέες ανάγκες ή εξαιρετικές επιδόσεις.»·

στ)

στο άρθρο 10 παράγραφος 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

τα προγράμματα και τα έργα που παρέχουν τη δυνατότητα επίτευξης αυτών των στόχων, στον βαθμό που αυτοί έχουν καθορισθεί σαφώς, καθώς και ενδεικτική αναφορά των πόρων που πρόκειται να χορηγηθούν για κάθε ένα από τα εν λόγω στοιχεία και χρονοδιάγραμμα για την υλοποίησή τους.»·

ζ)

το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Συνεργασία μεταξύ των χωρών ΑΚΕ

1.   Στην αρχή της περιόδου που καλύπτει το χρηματοδοτικό πρωτόκολλο, η Κοινότητα αναφέρει στο Συμβούλιο Υπουργών ΑΚΕ, το μέρος των κεφαλαίων που προβλέπονται για περιφερειακές δράσεις, το οποίο χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση δράσεων προς όφελος πολλών ή όλων των κρατών ΑΚΕ. Τέτοιες δράσεις είναι δυνατόν να υπερβαίνουν την έννοια της γεωγραφικής θέσης.

2.   Λαμβάνοντας υπόψη τις νέες ανάγκες για τη βελτίωση του αντίκτυπου των δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται μεταξύ των χωρών ΑΚΕ, η Κοινότητα μπορεί να αυξάνει τους πόρους που χορηγεί για τη συνεργασία μεταξύ των χωρών ΑΚΕ.»·

η)

το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Αιτήσεις χρηματοδότησης

1.   Αιτήσεις χρηματοδότησης περιφερειακών προγραμμάτων υποβάλλουν:

α)

δεόντως εντεταλμένο περιφερειακό όργανο ή οργανισμός· ή

β)

δεόντως εντεταλμένο υποπεριφερειακό όργανο, οργανισμός ή κράτος ΑΚΕ της συγκεκριμένης περιοχής κατά το στάδιο του προγραμματισμού, και υπό τον όρο ότι η δράση ταυτοποιείται στο ΠΕΠ.

2.   Αιτήσεις χρηματοδότησης προγραμμάτων μεταξύ των χωρών ΑΚΕ υποβάλλουν:

α)

τρία τουλάχιστον εντεταλμένα περιφερειακά όργανα ή οργανισμοί, που ανήκουν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές ή τουλάχιστον δύο κράτη ΑΚΕ από καθεμία από αυτές τις τρεις περιοχές· ή

β)

το Συμβούλιο Υπουργών ΑΚΕ ή, η επιτροπή πρέσβεων ΑΚΕ· ή

γ)

διεθνείς οργανισμοί, όπως η Αφρικανική Ένωση, οι οποίοι εκτελούν δράσεις που συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της περιφερειακής συνεργασίας και ολοκλήρωσης, υπό τον όρο ότι έχουν προηγουμένως λάβει την έγκριση της επιτροπής πρέσβεων ΑΚΕ.»·

θ)

το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 14

Διαδικασίες εφαρμογής

1.   [διαγράφεται]

2.   [διαγράφεται]

3.   Λαμβανομένων υπόψη των στόχων και των εγγενών χαρακτηριστικών της περιφερειακής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας μεταξύ των χωρών ΑΚΕ, οι δράσεις που αναλαμβάνονται στον συγκεκριμένο τομέα, διέπονται, κατά περίπτωση, από τις διαδικασίες που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της συνεργασίας για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης.

4.   Ιδίως, και με την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6, για κάθε περιφερειακό πρόγραμμα ή έργο που χρηματοδοτείται από το Ταμείο, καταρτίζεται:

α)

είτε σύμβαση χρηματοδότησης, σύμφωνα με το άρθρο 17, η οποία καταρτίζεται μεταξύ της Επιτροπής και μιας εκ των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 13· σε αυτή την περίπτωση, η σχετική οντότητα διορίζει περιφερειακό διατάκτη, τα καθήκοντα του οποίου είναι ανάλογα, τηρουμένων των αναλογιών, με αυτά του εθνικού διατάκτη·

β)

είτε σύμβαση επιχορήγησης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 19α, η οποία καταρτίζεται μεταξύ της Επιτροπής και μιας εκ των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 13, ανάλογα με τη φύση της δράσης και εφόσον η σχετική οντότητα, με εξαίρεση τα κράτη ΑΚΕ, ευθύνεται για την εκτέλεση του προγράμματος ή του έργου.

5.   Για τα προγράμματα και τα έργα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο και για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις χρηματοδότησης από διεθνείς οργανισμούς σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο γ), καταρτίζεται σύμβαση επιχορήγησης.

6.   Τα προγράμματα και τα έργα που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο και για τα οποία έχουν υποβληθεί αιτήσεις χρηματοδότησης από το Συμβούλιο Υπουργών ΑΚΕ, ή από την επιτροπή πρέσβεων ΑΚΕ, εκτελούνται είτε από τη Γραμματεία ΑΚΕ, οπότε καταρτίζεται σύμβαση χρηματοδότησης μεταξύ της Επιτροπής και της Γραμματείας, σύμφωνα με το άρθρο 17, είτε από την Επιτροπή, ανάλογα με τη φύση της δράσης.»·

ι)

Στο κεφάλαιο 3, ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ»

ια)

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Καθορισμός, εκπόνηση και αξιολόγηση των προγραμμάτων και των έργων

1.   Τα προγράμματα και τα έργα που έχουν υποβληθεί από το οικείο κράτος ΑΚΕ υπόκεινται σε αξιολόγηση από κοινού. Η επιτροπή συνεργασίας ΑΚΕ-ΕΚ για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης επεξεργάζεται τις γενικές κατευθύνσεις και τα κριτήρια αξιολόγησης των προγραμμάτων και των έργων. Αυτά τα προγράμματα και τα έργα είναι, κατά κανόνα, πολυετή, και μπορούν να ενσωματώνουν σύνολο δράσεων περιορισμένης κλίμακας σε ένα συγκεκριμένο τομέα.

2.   Οι φάκελοι του προγράμματος ή του έργου που καταρτίζονται και υποβάλλονται προς χρηματοδότηση πρέπει να περιλαμβάνουν όλα τα αναγκαία πληροφοριακά στοιχεία για την αξιολόγηση των προγραμμάτων και έργων ή, σε περίπτωση που δεν έχουν πλήρως καθορισθεί τα εν λόγω προγράμματα και έργα, να παρέχουν συνοπτική περιγραφή για τις ανάγκες της αξιολόγησής τους.

3.   Κατά την αξιολόγηση του προγράμματος και του έργου λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι περιορισμοί όσον αφορά το εθνικό ανθρώπινο δυναμικό και εφαρμόζεται ευνοϊκή στρατηγική για την προαγωγή των εν λόγω πόρων. Επίσης, λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι περιορισμοί κάθε κράτους ΑΚΕ.

4.   Τα προγράμματα και τα έργα που προορίζονται για υλοποίηση από επιλέξιμους μη κρατικούς φορείς σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία, μπορούν να αξιολογούνται μόνον από την Επιτροπή, και οδηγούν στην κατάρτιση συμβάσεων επιχορήγησης, μεταξύ της Επιτροπής και των μη κρατικών φορέων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 19α. Αυτή η αξιολόγηση πρέπει να είναι σύμφωνη με το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο δ) σχετικά με τους τύπους των φορέων, την επιλεξιμότητά τους και τον τύπο της δραστηριότητας που θα υποστηριχθεί. Η Επιτροπή, μέσω του Προϊσταμένου της Αντιπροσωπείας, ενημερώνει τον εθνικό διατάκτη για τις επιχορηγήσεις που παρέχονται κατ' αυτόν τον τρόπο.»·

ιβ)

το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 16

Πρόταση και απόφαση χρηματοδότησης

1.   Τα συμπεράσματα της αξιολόγησης συνοψίζονται σε πρόταση χρηματοδότησης, η τελική εκδοχή της οποίας καταρτίζεται από την Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με το ενδιαφερόμενο κράτος ΑΚΕ.

2.   [διαγράφεται]

3.   [διαγράφεται]

4.   Η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας, γνωστοποιεί την απόφαση χρηματοδότησης στο ενδιαφερόμενο κράτος ΑΚΕ εντός 90 ημερών από την ημερομηνία εκπόνησης της τελικής εκδοχής της πρότασης χρηματοδότησης.

5.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας, δεν εγκρίνει την πρόταση χρηματοδότησης, το ενδιαφερόμενο κράτος ΑΚΕ ενημερώνεται αμέσως για τους λόγους της απόφασης αυτής. Στην περίπτωση αυτή, οι αντιπρόσωποι του ενδιαφερομένου κράτους ΑΚΕ μπορούν να ζητήσουν, εντός προθεσμίας 60 ημερών:

α)

είτε να παραπεμφθεί το ζήτημα στην επιτροπή συνεργασίας ΑΚΕ-ΕΚ για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης, που έχει συσταθεί δυνάμει της παρούσας συμφωνίας· είτε

β)

να τους παραχωρηθεί ακρόαση από τους αντιπροσώπους της Κοινότητας.

6.   Μετά την ακρόαση, η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας, λαμβάνει οριστική απόφαση για την έγκριση ή την απόρριψη της πρότασης χρηματοδότησης· πριν ληφθεί η απόφαση, το ενδιαφερόμενο κράτος ΑΚΕ μπορεί να διαβιβάζει στην Επιτροπή οποιοδήποτε στοιχείο θεωρεί αναγκαίο για την ολοκλήρωση της ενημέρωσής του.»·

ιγ)

το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Σύμβαση χρηματοδότησης

1.   Εκτός εάν προβλέπεται άλλως στην παρούσα συμφωνία, για κάθε πρόγραμμα ή έργο που χρηματοδοτείται από το Ταμείο, καταρτίζεται σύμβαση χρηματοδότησης μεταξύ της Επιτροπής και του ενδιαφερομένου κράτους ΑΚΕ.

2.   Η σύμβαση χρηματοδότησης καταρτίζεται μεταξύ της Επιτροπής και του ενδιαφερόμενου κράτους ΑΚΕ εντός των 60 ημερών που έπονται της απόφασης που λαμβάνει η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας. Η σύμβαση χρηματοδότησης:

α)

αποσαφηνίζει, ιδίως, τις λεπτομέρειες της χρηματοδοτικής συνδρομής της Κοινότητας, τις ρυθμίσεις και τους όρους της χρηματοδότησης καθώς και τις γενικές και ειδικές διατάξεις που αφορούν το σχετικό πρόγραμμα ή έργο και

β)

προβλέπει επαρκείς πιστώσεις για την κάλυψη της ενδεχόμενης αύξησης του κόστους και για απρόβλεπτες δαπάνες.

3.   Οιοδήποτε μη αναμενόμενο εναπομείναν υπόλοιπο κατά το κλείσιμο των λογαριασμών των προγραμμάτων και έργων, περιέρχεται στο ενδιαφερόμενο κράτος ή στα ενδιαφερόμενα κράτη ΑΚΕ.»·

ιδ)

το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Υπερβάσεις κόστους

1.   Μόλις διαφανεί ότι υπάρχει κίνδυνος υπέρβασης της χρηματοδότησης που είναι διαθέσιμη στο πλαίσιο σύμβασης χρηματοδότησης, ο εθνικός διατάκτης πληροφορεί σχετικά την Επιτροπή και ζητά την προηγούμενη έγκρισή της για τα μέτρα τα οποία ο εθνικός διατάκτης προτίθεται να λάβει για να καλύψει την υπέρβαση, είτε περιορίζοντας την κλίμακα του προγράμματος ή του έργου είτε προσφεύγοντας σε εθνικούς ή σε άλλους μη κοινοτικούς πόρους.

2.   Εάν δεν είναι δυνατόν να περιορισθεί η κλίμακα του προγράμματος ή του έργου ή εάν δεν είναι δυνατόν να καλυφθεί η υπέρβαση από άλλους πόρους, η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας, μετά από αιτιολογημένη αίτηση του εθνικού διατάκτη, μπορεί να λαμβάνει απόφαση πρόσθετης χρηματοδότησης από τους πόρους του εθνικού ενδεικτικού προγράμματος.».

ιε)

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

Αναδρομική χρηματοδότηση

1.   Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταχεία έναρξη του έργου, να αποφευχθούν τα κενά μεταξύ διαδοχικών έργων και να αποτραπούν οι καθυστερήσεις, τα κράτη ΑΚΕ δύνανται, κατά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του έργου και πριν ληφθεί η απόφαση χρηματοδότησης, να προχρηματοδοτούν δραστηριότητες που αφορούν την έναρξη των προγραμμάτων, την προκαταρκτική και εποχιακή εργασία, τις παραγγελίες εξοπλισμού με μακρά προθεσμία παράδοσης καθώς και ορισμένες ήδη διεξαγόμενες ενέργειες. Οι δαπάνες αυτές πρέπει να είναι σύμφωνες με τις διαδικασίες που προβλέπει η παρούσα συμφωνία.

2.   Κάθε δραστηριότητα της παραγράφου 1 αναφέρεται στην πρόταση χρηματοδότησης και δεν θίγει την απόφαση χρηματοδότησης που λαμβάνει η Επιτροπή, εξ ονόματος της Κοινότητας.

3.   Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από κράτος ΑΚΕ δυνάμει του παρόντος άρθρου, χρηματοδοτούνται αναδρομικά στο πλαίσιο του προγράμματος ή έργου, μόλις υπογραφεί η σύμβαση χρηματοδότησης.»·

ιστ)

ο τίτλος του κεφαλαίου 4 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«ΕΚΤΕΛΕΣΗ»·

ιζ)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 19α

Μέτρα εφαρμογής

1.   Η εφαρμογή προγραμμάτων και έργων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο, η δημοσιονομική εκτέλεση του οποίου εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, συνίσταται κυρίως στα ακόλουθα:

α)

σύναψη δημοσίων συμβάσεων·

β)

χορήγηση επιχορηγήσεων·

γ)

εκτέλεση συμβάσεων με αυτεπιστασία·

δ)

άμεσες εκταμιεύσεις στο πλαίσιο της δημοσιονομικής στήριξης, στήριξη στα τομεακά προγράμματα, στήριξη για την ελάφρυνση του χρέους, καθώς και στήριξη σε περίπτωση βραχυπρόθεσμων διακυμάνσεων των εσόδων από εξαγωγές.

2.   Στο πλαίσιο του παρόντος παραρτήματος, οι δημόσιες συμβάσεις είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας, οι οποίες συνάπτονται εγγράφως με σκοπό την προμήθεια κινητών αγαθών, την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών, έναντι της καταβολής τιμήματος.

3.   Οι επιχορηγήσεις, στο πλαίσιο του παρόντος παραρτήματος, αποτελούν άμεσες χρηματοδοτικές συνεισφορές, οι οποίες χορηγούνται αχρεωστήτως, για τη χρηματοδότηση:

α)

είτε μέτρου που προορίζεται για την προώθηση της επίτευξης στόχου της παρούσας συμφωνίας ή προγράμματος ή έργου που εγκρίθηκε σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία· ή

β)

της λειτουργίας οργανισμού που επιδιώκει τέτοιο στόχο.

Οι επιχορηγήσεις αποτελούν αντικείμενο γραπτής σύμβασης.

Άρθρο 19β

Πρόσκληση διαγωνισμού συνοδευόμενου από ανασταλτική ρήτρα

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταχεία έναρξη του έργου, τα κράτη ΑΚΕ δύνανται, σε όλες τις δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και σε συμφωνία με την Επιτροπή, κατά τη χρονική στιγμή κατά την οποία ολοκληρώνεται η αξιολόγηση του έργου και πριν ληφθεί η απόφαση χρηματοδότησης, να προκηρύσσουν, για κάθε τύπο σύμβασης, διαγωνισμό συνοδευόμενο από ανασταλτική ρήτρα. Η διάταξη αυτή πρέπει να αναφέρεται στην πρόταση χρηματοδότησης.»·

ιη)

το άρθρο 20 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 20

Επιλεξιμότητα

Υπό την επιφύλαξη της χορήγησης παρέκκλισης, σύμφωνα με το άρθρο 22, και με την επιφύλαξη του άρθρου 26:

1.

Δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων ή χορήγησης επιχορηγήσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο έχουν όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα των κρατών ΑΚΕ και των κρατών μελών της Κοινότητας.

2.

Οι προμήθειες και τα υλικά που αποκτώνται στο πλαίσιο σύμβασης που χρηματοδοτείται από το Ταμείο πρέπει να είναι καταγωγής κράτους το οποίο είναι επιλέξιμο βάσει του σημείου 1. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ορισμός της εννοίας “προϊόντα καταγωγής” ή “καταγόμενα προϊόντα”, αξιολογείται σε συνάρτηση με τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες και, στις προμήθειες, καταγωγής της Κοινότητας, συμπεριλαμβάνονται οι προμήθειες καταγωγής υπερπόντιων χωρών και εδαφών.

3.

Δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων ή χορήγησης επιχορηγήσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο, έχουν οι διεθνείς οργανισμοί.

4.

Σε περίπτωση κατά την οποία το Ταμείο χρηματοδοτεί δράση που εφαρμόζεται μέσω διεθνούς οργανισμού, δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων και χορήγησης επιχορηγήσεων έχουν όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι επιλέξιμα βάσει του σημείου 1, καθώς και όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι επιλέξιμα βάσει του καταστατικού, κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η ισότιμη μεταχείριση όλων των χορηγών. Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν για τις προμήθειες και τα υλικά.

5.

Σε περίπτωση κατά την οποία το Ταμείο χρηματοδοτεί δράση που εφαρμόζεται στο πλαίσιο περιφερειακής πρωτοβουλίας, δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων ή τη χορήγηση επιχορηγήσεων έχουν όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι επιλέξιμα βάσει του σημείου 1, καθώς και όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα χώρας που συμμετέχει στην εν λόγω πρωτοβουλία. Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν για τις προμήθειες και τα υλικά.

6.

Σε περίπτωση κατά την οποία το Ταμείο χρηματοδοτεί δράση που συγχρηματοδοτείται από κοινού με τρίτο κράτος, δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων ή τη χορήγηση επιχορηγήσεων έχουν όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι επιλέξιμα βάσει του σημείου 1, καθώς και όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι επιλέξιμα βάσει των κανόνων του προαναφερθέντος τρίτου κράτους. Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν για τις προμήθειες και τα υλικά.»·

ιθ)

το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 22

Παρέκκλιση

1.   Κατ' εξαίρεση, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να επιτρέπεται στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα από τρίτες χώρες, οι οποίες δεν είναι επιλέξιμες βάσει του άρθρου 20, να συμμετέχουν σε διαδικασίες για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων ή τη χορήγηση επιχορηγήσεων που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα, κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως των ενδιαφερομένων κρατών ΑΚΕ. Τα ενδιαφερόμενα κράτη ΑΚΕ παρέχουν στην Επιτροπή, για κάθε περίπτωση, τις αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να αποφασίζει σχετικά με τη χορήγηση αυτής της παρέκκλισης, αποδίδοντας ιδιαίτερη σημασία:

α)

στη γεωγραφική θέση του ενδιαφερομένου κράτους ΑΚΕ·

β)

στην ανταγωνιστικότητα των αναδόχων, των προμηθευτών και των συμβούλων των κρατών μελών και των κρατών ΑΚΕ·

γ)

στη μέριμνα αποφυγής της υπερβολικής αύξησης του κόστους εκτέλεσης της σύμβασης·

δ)

στις δυσκολίες μεταφοράς ή στις καθυστερήσεις που οφείλονται στις προθεσμίες παράδοσης ή σε άλλα συναφή προβλήματα·

ε)

στην καταλληλότερη και καλύτερα προσαρμοσμένη στις τοπικές συνθήκες τεχνολογία·

στ)

στις περιπτώσεις κατεπείγοντος·

ζ)

στη διαθεσιμότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών στις αντίστοιχες αγορές.

2.   Για τα έργα που χρηματοδοτούνται από την επενδυτική διευκόλυνση, εφαρμόζονται οι κανόνες των δημοσίων συμβάσεων της Τράπεζας.»·

κ)

το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 24

Εκτέλεση συμβάσεων με αυτεπιστασία

1.   Στην περίπτωση εκτέλεσης συμβάσεων με αυτεπιστασία, τα προγράμματα και τα έργα εκτελούνται από φορείς του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή από Υπηρεσίες του ενδιαφερόμενου κράτους ή κρατών ΑΚΕ ή από το νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την εκτέλεση της δράσης.

2.   Η Κοινότητα συνεισφέρει στις δαπάνες της εμπλεκόμενης υπηρεσίας, παρέχοντας τον ελλείποντα εξοπλισμό ή/και υλικό ή/και τους πόρους, που παρέχουν τη δυνατότητα πρόσληψης του απαιτούμενου πρόσθετου προσωπικού, υπό την ιδιότητα εμπειρογνωμόνων, από τα ενδιαφερόμενα κράτη ΑΚΕ ή από άλλα κράτη ΑΚΕ. Η συμμετοχή της Κοινότητας αφορά μόνον την κάλυψη του κόστους τυχόν συμπληρωματικών μέτρων και προσωρινών δαπανών εκτέλεσης που περιορίζονται μόνο στις ανάγκες των συγκεκριμένων προγραμμάτων και έργων.

3.   Οι προβλέψεις του προγράμματος για την εκτέλεση σύμβασης με αυτεπιστασία πρέπει να είναι σύμφωνες με τους κοινοτικούς κανόνες, τις διαδικασίες και τα τυποποιημένα έγγραφα που έχει καθορίσει η Επιτροπή, όπως αυτά ισχύουν κατά τη στιγμή της έγκρισης των προβλέψεων του προγράμματος.»·

κα)

το άρθρο 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 26

Προτιμήσεις

1.   Προκειμένου να ευνοηθεί η ευρύτερη συμμετοχή των φυσικών ή νομικών προσώπων των κρατών ΑΚΕ στην εκτέλεση των συμβάσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο, λαμβάνονται μέτρα για τη βελτιστοποίηση των φυσικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού αυτών των κρατών. Προς τον σκοπό αυτό:

α)

όσον αφορά τις συμβάσεις έργων αξίας μικρότερης των 5 000 000 EUR, οι ανάδοχοι από κράτη ΑΚΕ απολαύουν προτιμήσεως στις τιμές κατά 10 % κατά τη σύγκριση προσφορών ισοδύναμης οικονομικής, τεχνικής και διοικητικής ποιότητας, υπό τον όρο ότι τουλάχιστον το ένα τέταρτο του μετοχικού κεφαλαίου και του προσωπικού διαχείρισης κατάγονται από ένα ή περισσότερα κράτη ΑΚΕ·

β)

όσον αφορά τις συμβάσεις προμηθειών, ανεξάρτητα από το ύψος τους, οι ανάδοχοι από κράτη ΑΚΕ που προτείνουν προμήθειες η συμβατική αξία των οποίων είναι κατά 50 % τουλάχιστον καταγωγής ΑΚΕ, απολαύουν προτιμήσεως στις τιμές κατά 15 % κατά τη σύγκριση προσφορών ισοδύναμης οικονομικής, τεχνικής και διοικητικής ποιότητας·

γ)

όσον αφορά τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, κατά τη σύγκριση προσφορών ισοδύναμης οικονομικής και τεχνικής ποιότητας, παρέχεται προτίμηση:

i)

σε εμπειρογνώμονες, οργανισμούς ή εταιρείες συμβούλων ή επιχειρήσεις από κράτη ΑΚΕ που διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες,

ii)

σε προσφορές που υποβάλλονται από επιχειρήσεις ΑΚΕ, είτε μεμονωμένα είτε σε κοινοπραξία με Ευρωπαίους εταίρους και

iii)

σε προσφορές που υποβάλλονται από Ευρωπαίους αναδόχους με υπεργολάβους ή εμπειρογνώμονες ΑΚΕ·

δ)

όταν εξετάζεται το ενδεχόμενο υπεργολαβίας, ο επιλεγείς ανάδοχος προτιμά τα φυσικά πρόσωπα, τις εταιρείες και τις επιχειρήσεις των κρατών ΑΚΕ που είναι σε θέση να εκτελέσουν τη σύμβαση υπό τους ίδιους όρους και

ε)

το κράτος ΑΚΕ μπορεί, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, να προτείνει στους υποψηφίους αναδόχους τη συνδρομή εταιρειών, επιχειρήσεων, εθνικών εμπειρογνωμόνων ή συμβούλων από άλλα κράτη ΑΚΕ, οι οποίοι επιλέγονται με κοινή συμφωνία. Αυτή η συνεργασία μπορεί να λαμβάνει τη μορφή κοινής επιχείρησης ή υπεργολαβίας ή επαγγελματικής κατάρτισης κατά την απασχόληση.

2.   Όταν δύο προσφορές αναγνωρίζονται ως ισοδύναμες βάσει των προαναφερόμενων κριτηρίων, προτιμάται:

α)

Ο προσφέρων κράτους ΑΚΕ· ή

β)

αν δεν υπάρχει τέτοια προσφορά, προτιμάται ο προσφέρων:

i)

ο οποίος επιτρέπει την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των φυσικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού των κρατών ΑΚΕ,

ii)

ο οποίος παρέχει τις καλύτερες δυνατότητες υπεργολαβίας σε εταιρείες, επιχειρήσεις ή φυσικά πρόσωπα ΑΚΕ, ή

iii)

η κοινοπραξία φυσικών προσώπων, εταιρειών ή επιχειρήσεων από τα κράτη ΑΚΕ και την Κοινότητα.»·

κβ)

ο τίτλος του κεφαλαίου 6 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«ΦΟΡΕΙΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ»·

κγ)

το άρθρο 34 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 34

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή μεριμνά για τη δημοσιονομική εκτέλεση των πράξεων που πραγματοποιούνται με πόρους του Ταμείου, με εξαίρεση την επενδυτική διευκόλυνση και τις επιδοτήσεις επιτοκίου, σύμφωνα με τους ακόλουθους κύριους τρόπους διαχείρισης:

α)

κεντρική διαχείριση·

β)

αποκεντρωμένη διαχείριση.

2.   Κατά γενικό κανόνα, η δημοσιονομική εκτέλεση από την Επιτροπή των πόρων του Ταμείου πραγματοποιείται με αποκεντρωμένη διαχείριση.

Σε αυτή την περίπτωση, τα κράτη ΑΚΕ αναλαμβάνουν τα καθήκοντα σχετικά με την εκτέλεση, σύμφωνα με το άρθρο 35.

3.   Προκειμένου να εξασφαλίζει τη δημοσιονομική εκτέλεση των πόρων του Ταμείου, η Επιτροπή μεταβιβάζει τις εκτελεστικές αρμοδιότητες στις Υπηρεσίες της. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη ΑΚΕ και την επιτροπή συνεργασίας ΑΚΕ-ΕΕ για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης σχετικά με αυτή τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.»·

κδ)

το άρθρο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 35

Εθνικός διατάκτης

1.   Η κυβέρνηση κάθε κράτους ΑΚΕ ορίζει έναν εθνικό διατάκτη, ο οποίος την εκπροσωπεί για όλες τις δράσεις που χρηματοδοτούνται από τους πόρους του Ταμείου, τους οποίους διαχειρίζονται η Επιτροπή και η Τράπεζα. O εθνικός διατάκτης ορίζει έναν ή δύο αναπληρωτές εθνικούς διατάκτες, οι οποίοι τον αντικαθιστούν σε περίπτωση που κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του και πληροφορεί την Επιτροπή για τον διορισμό αυτό. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της θεσμικής ικανότητας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, ο εθνικός διατάκτης δύναται να μεταβιβάζει στην υπεύθυνη οντότητα τις αρμοδιότητες που διαθέτει για την εκτέλεση των σχετικών προγραμμάτων και έργων, εντός της εθνικής του διοίκησης. Ο εθνικός διατάκτης ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με αυτή τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.

Οσάκις η Επιτροπή λαμβάνει γνώση προβλήματος κατά την εφαρμογή των διαδικασιών που έχουν σχέση με τη διαχείριση των πόρων του Ταμείου, προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες επαφές από κοινού με τον εθνικό διατάκτη, για την αντιμετώπιση της κατάστασης και, εφόσον συντρέχει λόγος, λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα.

O εθνικός διατάκτης αναλαμβάνει την οικονομική ευθύνη μόνον για τα εκτελεστικά καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί.

Στο πλαίσιο της αποκεντρωμένης διαχείρισης των πόρων του Ταμείου και με την επιφύλαξη των συμπληρωματικών αρμοδιοτήτων, τις οποίες, ενδεχομένως, του αναθέτει η Επιτροπή, ο εθνικός διατάκτης:

α)

είναι υπεύθυνος για τον συντονισμό, τον προγραμματισμό, την τακτική παρακολούθηση και τις ετήσιες, ενδιάμεσες και τελικές αναθεωρήσεις της εφαρμογής της συνεργασίας, καθώς και για τον συντονισμό με τους χορηγούς·

β)

είναι υπεύθυνος, σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, για την προετοιμασία, την υποβολή και την αξιολόγηση των προγραμμάτων και των έργων·

γ)

καταρτίζει τα τεύχη του διαγωνισμού, και, ενδεχομένως, τα έγγραφα των προσκλήσεων υποβολής προτάσεων·

δ)

πριν από τη δημοσίευση των προκηρύξεων του διαγωνισμού, και, ενδεχομένως προσκλήσεων υποβολής προτάσεων, υποβάλλει στην Επιτροπή, προς έγκριση, τα τεύχη του διαγωνισμού, και, ενδεχομένως, τα έγγραφα των προσκλήσεων υποβολής προτάσεων·

ε)

σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, δημοσιεύει τις προκηρύξεις του διαγωνισμού και, ενδεχομένως, τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων·

στ)

παραλαμβάνει τις προσφορές, και, ενδεχομένως τις προτάσεις, και διαβιβάζει αντίγραφά τους στην Επιτροπή· προεδρεύει των εργασιών έναρξης του διαγωνισμού και αποφασίζει για το αποτέλεσμα της εξέτασής των, εντός της νομίμου προθεσμίας, υποβαλλόμενων προσφορών, λαμβάνοντας υπόψη το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την έγκριση των συμβάσεων·

ζ)

καλεί την Επιτροπή να παρευρίσκεται στην αποσφράγιση των προσφορών, και, ενδεχομένως, των προτάσεων, και κοινοποιεί το αποτέλεσμα της εξέτασης των προσφορών και των προτάσεων στην Επιτροπή προς έγκριση των προτάσεων για την ανάθεση των συμβάσεων και τη χορήγηση των επιχορηγήσεων·

η)

υποβάλλει στην Επιτροπή, προς έγκριση, τις συμβάσεις και τις προβλέψεις του προγράμματος, καθώς και τους πρόσθετους όρους·

θ)

υπογράφει τις συμβάσεις και τους πρόσθετους όρους που έχει εγκρίνει η Επιτροπή·

ι)

εκκαθαρίζει και εντέλλεται τις δαπάνες εντός των ορίων των πόρων που του έχουν διατεθεί και

ια)

κατά τη διάρκεια των εργασιών εκτέλεσης, λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προσαρμογής, προκειμένου να διασφαλίζει, από οικονομική και τεχνική άποψη, την ορθή εκτέλεση των εγκεκριμένων προγραμμάτων και έργων.

2.   Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των εργασιών και με την επιφύλαξη της υποχρέωσης ενημέρωσης της Επιτροπής, ο εθνικός διατάκτης αποφασίζει:

α)

για τις τεχνικές προσαρμογές και τροποποιήσεις λεπτομερειακού χαρακτήρα των προγραμμάτων και των έργων, ενόσω αυτές δεν επηρεάζουν τις τεχνικές λύσεις που αποφασίσθηκαν και παραμένουν εντός των ορίων του αποθεματικού που προβλέπεται στη σύμβαση χρηματοδότησης για προσαρμογές·

β)

για τις αλλαγές του τόπου εγκατάστασης προκειμένου για προγράμματα ή έργα πολλαπλών μονάδων, όταν αυτό δικαιολογείται για τεχνικούς, οικονομικούς ή κοινωνικούς λόγους·

γ)

για την επιβολή ή την άφεση ποινών λόγω καθυστέρησης·

δ)

για τις πράξεις αποδέσμευσης των εγγυήσεων·

ε)

για τις αγορές αγαθών, ανεξαρτήτως της καταγωγής τους, στην εγχώρια αγορά·

στ)

για τη χρήση υλικών και μηχανημάτων εργοταξίου, μη καταγόμενων από τα κράτη μέλη ή τα κράτη ΑΚΕ, όταν δεν υφίσταται παραγωγή συγκρίσιμων υλικών και μηχανημάτων στα κράτη μέλη και στα κράτη ΑΚΕ·

ζ)

για τις υπεργολαβίες·

η)

για την τελική παραλαβή του έργου, εφόσον η Επιτροπή παρευρίσκεται στις προσωρινές παραλαβές, θεωρεί τα αντίστοιχα πρακτικά και, κατά περίπτωση, παρευρίσκεται στις τελικές παραλαβές, ιδίως όταν η έκταση των επιφυλάξεων που διατυπώθηκαν κατά την προσωρινή παραλαβή επιβάλλει σημαντικές πρόσθετες εργασίες και

θ)

για την πρόσληψη συμβούλων και άλλων εμπειρογνωμόνων σε θέματα τεχνικής βοήθειας.»·

κε)

το άρθρο 36 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 36

Προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας

1.   Η Επιτροπή αντιπροσωπεύεται σε κάθε κράτος ΑΚΕ ή σε κάθε περιφερειακή ομάδα κρατών που το ζητεί ρητώς, από Αντιπροσωπεία, η οποία διευθύνεται από τον προϊστάμενο της Αντιπροσωπείας, με την έγκριση του ή των ενδιαφερομένων κρατών ΑΚΕ. Σε περίπτωση που διορίζεται προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας σε μια ομάδα κρατών ΑΚΕ, λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα. Ο προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας εκπροσωπεί την Επιτροπή σε όλους τους τομείς των αρμοδιοτήτων της και σε όλες τις δραστηριότητές της.

2.   Ο προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας είναι ο κατ' εξοχήν συνομιλητής με τα κράτη ΑΚΕ και τους φορείς ή οργανισμούς που είναι επιλέξιμοι για χρηματοδοτική στήριξη δυνάμει της συμφωνίας. Συντονίζεται και εργάζεται σε στενή συνεργασία με τον εθνικό διατάκτη.

3.   Ο προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας λαμβάνει τις απαραίτητες οδηγίες και εξουσίες για να διευκολύνει και να επιταχύνει όλες τις εργασίες δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

4.   Ο προϊστάμενος της Αντιπροσωπείας ενημερώνει, σε τακτική βάση, τις εθνικές αρχές για τις κοινοτικές δραστηριότητες που μπορεί να ενδιαφέρουν άμεσα τη συνεργασία μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών ΑΚΕ.»·

κστ)

το άρθρο 37 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 37

Πληρωμές

1.   Για την εκτέλεση πληρωμών στα εθνικά νομίσματα των κρατών ΑΚΕ, μπορούν να ανοίγονται, στα κράτη ΑΚΕ, λογαριασμοί από την Επιτροπή και στο όνομά της, στα νομίσματα των κρατών μελών ή σε ευρώ, και σε εθνικό δημόσιο ή ημιδημόσιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, το οποίο επιλέγεται με συμφωνία μεταξύ του κράτους ΑΚΕ και της Επιτροπής. Το ως άνω ίδρυμα ασκεί τα καθήκοντα εντεταλμένου εθνικού φορέα πληρωμών.

2.   Οι υπηρεσίες που παρέχει ο εθνικός εντεταλμένος φορέας πληρωμών δεν αμείβονται, και τα κατατεθειμένα κεφάλαια δεν αποφέρουν τόκους. Οι τοπικοί λογαριασμοί τροφοδοτούνται από την Κοινότητα στο νόμισμα ενός από τα κράτη μέλη ή σε ευρώ, με βάση τις εκτιμήσεις για τις μελλοντικές ταμειακές ανάγκες, οι οποίες διεξάγονται αρκετά έγκαιρα ώστε να αποφεύγεται η ανάγκη προχρηματοδότησης από τα κράτη ΑΚΕ και να αποτρέπεται η καθυστέρηση στις εκταμιεύσεις.

3.   [διαγράφεται]

4.   Οι πληρωμές πραγματοποιούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με τους κανόνες που έχουν θεσπίσει η Κοινότητα και η Επιτροπή, ενδεχομένως κατόπιν της εκκαθάρισης και της εντολής της δαπάνης από τον εθνικό διατάκτη.

5.   [διαγράφεται]

6.   Οι διαδικασίες εκκαθάρισης, εντολής και πληρωμής της δαπάνης πρέπει να ολοκληρώνονται το πολύ εντός προθεσμίας 90 ημερών από την ημερομηνία λήξης της πληρωμής. Ο εθνικός διατάκτης εντέλλεται την πληρωμή και την κοινοποιεί στον προϊστάμενο της Αντιπροσωπείας, το αργότερο σαράντα πέντε ημέρες πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας.

7.   Το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη ΑΚΕ και η Επιτροπή καλύπτουν τις απαιτήσεις για την καθυστέρηση πληρωμής από δικούς τους πόρους, κάθε μέρος για το μερίδιο της καθυστέρησης για το οποίο ευθύνεται, σύμφωνα με τις ανωτέρω διαδικασίες.».

5.

Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Πολιτικός διάλογος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις δημοκρατικές αρχές και το κράτος δικαίου

Άρθρο 1

Στόχοι

1.   Οι διαβουλεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 96 παράγραφος 2 στοιχείο α) διεξάγονται, με εξαίρεση τις περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, μετά από εξαντλητικό πολιτικό διάλογο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 και στο άρθρο 9 παράγραφος 4 της συμφωνίας.

2.   Και τα δύο μέρη θα πρέπει να διεξάγουν τον εν λόγω πολιτικό διάλογο με βάση το πνεύμα της συμφωνίας και να έχουν κατά νουν τις κατευθυντήριες γραμμές για τον πολιτικό διάλογο ΑΚΕ-ΕΕ που εξέδωσε το Συμβούλιο Υπουργών.

3.   Ο πολιτικός διάλογος αποτελεί διαδικασία η οποία θα πρέπει να προωθεί την ενίσχυση των σχέσεων ΑΚΕ-ΕΕ και να συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της εταιρικής σχέσης.

Άρθρο 2

Εντατικός πολιτικός διάλογος πριν από τις διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 96 της συμφωνίας

1.   Ο πολιτικός διάλογος σχετικά με τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών και του κράτους δικαίου διεξάγεται βάσει του άρθρου 8 και του άρθρου 9, παράγραφος 4 της συμφωνίας και στο πλαίσιο των παραμέτρων των διεθνώς αναγνωρισμένων προδιαγραφών και προτύπων. Στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου, τα μέρη μπορούν να συμφωνούν σχετικά με κοινές ημερήσιες διατάξεις και προτεραιότητες.

2.   Τα μέρη μπορούν να εκπονούν και να εγκρίνουν από κοινού ειδικούς δείκτες αναφοράς ή στόχους όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις δημοκρατικές αρχές και το κράτος δικαίου, στο πλαίσιο των παραμέτρων των διεθνώς αναγνωρισμένων προδιαγραφών και προτύπων, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές και ιδιαίτερες συνθήκες του οικείου κράτους ΑΚΕ. Οι δείκτες αναφοράς αποτελούν μηχανισμούς για την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί, μέσω του καθορισμού ενδιάμεσων στόχων και χρονοδιαγραμμάτων για την επίτευξή τους.

3.   Ο πολιτικός διάλογος που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 πρέπει να είναι συστηματικός και επίσημος και να εξαντλεί όλα τα δυνατά περιθώρια πριν από τις διαβουλεύσεις δυνάμει του άρθρου 96 της συμφωνίας.

4.   Με εξαίρεση τις περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όπως ορίζονται στο άρθρο 96 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συμφωνίας, οι διαβουλεύσεις του άρθρου 96 μπορούν να διεξάγονται ακόμα και χωρίς να προηγείται εντατικός πολιτικός διάλογος, εφόσον διαπιστώνονται συνεχής έλλειψη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί από ένα εκ των μερών κατά τη διάρκεια του προηγούμενου διαλόγου ή η μη συμμετοχή στο διάλογο καλή τη πίστει.

5.   Ο πολιτικός διάλογος βάσει του άρθρου 8 της συμφωνίας χρησιμοποιείται επίσης από τα μέρη για να βοηθήσει τις χώρες που υπόκεινται σε ενδεικνυόμενα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 96 της συμφωνίας ώστε να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους.

Άρθρο 3

Πρόσθετοι κανόνες για τις διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 96 της συμφωνίας

1.   Τα μέρη επιδιώκουν να προωθούν την ισότητα σε επίπεδο αντιπροσώπευσης κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο 96 της συμφωνίας.

2.   Τα μέρη δεσμεύονται για διαφανείς διαδραστικές σχέσεις, πριν, κατά τη διάρκεια, και μετά από τις επίσημες διαβουλεύσεις, έχοντας κατά νουν τους ειδικούς δείκτες αναφοράς και τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 2, παράγραφος 2 του παρόντος παραρτήματος.

3.   Τα μέρη χρησιμοποιούν την περίοδο κοινοποίησης των 30 ημερών που προβλέπεται στο άρθρο 96 παράγραφος 2 της συμφωνίας για την αποτελεσματική προετοιμασία των μερών, καθώς και για τη διεξαγωγή ενδελεχέστερων διαβουλεύσεων εντός της ομάδας ΑΚΕ και μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της. Κατά τη διαδικασία των διαβουλεύσεων, τα μέρη θα πρέπει να συμφωνούν σε ελαστικά χρονοδιαγράμματα, αναγνωρίζοντας συγχρόνως ότι, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 96 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συμφωνίας και στο άρθρο 2, παράγραφος 4 του παρόντος παραρτήματος μπορεί να απαιτηθεί άμεση αντίδραση.

4.   Τα μέρη αναγνωρίζουν τον ρόλο που διαδραματίζει η ομάδα ΑΚΕ στον πολιτικό διάλογο, βάσει λεπτομερών διατάξεων που καθορίζονται από την ομάδα ΑΚΕ και γνωστοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και στα κράτη μέλη της.

5.   Τα μέρη αναγνωρίζουν την ανάγκη διαρθρωμένων και διαρκών διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου 96 της συμφωνίας. Το Συμβούλιο Υπουργών μπορεί να εκπονήσει περαιτέρω λεπτομερείς διατάξεις προς τον σκοπό αυτό.».

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογεγραμμένοι Πληρεξούσιοι υπέγραψαν.


ΤΕΛΙΚΉ ΠΡΆΞΗ

ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΩΝ ΒΕΛΓΩΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΕΤΟΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΥΨΗΛΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΟΥΚΑ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

ΤΟΥ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

και της ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ,

αφενός και

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΓΚΟΛΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΓΚΟΥΑ ΚΑΙ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΤΑ,

ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΠΑΧΑΜΩΝ,

ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΜΠΑΡΜΠΑΝΤΟΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΟΥ ΜΠΕΛΙΖ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΕΝΙΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΜΠΟΥΡΚΙΝΑ ΦΑΣΟ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΡΟΥΝΤΙ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΜΕΡΟΥΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΟΑΦΡΙΚΑΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΚΟΜΟΡΩΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΝΓΚΟ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΚΟΥΚ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ CÔTE D'IVOIRE,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΖΙΜΠΟΥΤΙ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΗΣ ΝΤΟΜΙΝΙΚΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΟΜΙΝΙΚΑΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΕΡΥΘΡΑΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΘΙΟΠΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΦΙΤΖΙ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΜΠΟΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΜΠΙΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΚΑΝΑ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΗΣ ΓΡΕΝΑΔΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ-ΜΠΙΣΑΟΥ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΙΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΟΥΪΑΝΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΪΤΗΣ,

ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΤΖΑΜΑΙΚΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΕΝΥΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΚΙΡΙΜΠΑΤΙ,

ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΛΕΣΟΘΟ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΛΙΒΕΡΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΔΑΓΑΣΚΑΡΗΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΛΑΟΥΙ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΛΙ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΜΑΡΣΑΛ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΙΣΛΑΜΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΥΡΙΤΑΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΜΑΥΡΙΚΙΟΥ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΜΙΚΡΟΝΗΣΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΖΑΜΒΙΚΗΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΑΜΙΜΠΙΑ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥΡΟΥ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΝΙΓΗΡΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΙΓΗΡΙΑΣ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΝΙΟΥΕ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΟΥ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΠΟΥΑΣΙΑΣ-ΝΕΑΣ ΓΟΥΪΝΕΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΡΟΥΑΝΤΑ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΝΕΒΙΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΛΟΥΚΙΑΣ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΙΚΕΝΤΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΡΕΝΑΔΙΝΩΝ,

ΤΟΥ ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΑΟ ΤΟΜΕ ΚΑΙ ΠΡΙΝΤΣΙΠΕ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΕΝΕΓΑΛΗΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΩΝ ΣΕΫΧΕΛΛΩΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΣΙΕΡΡΑ ΛΕΟΝΕ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΦΡΙΚΗΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΥΔΑΝ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΥΡΙΝΑΜ,

ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΑΖΙΛΑΝΔΗΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΗΝΩΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΤΑΝΖΑΝΙΑΣ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΣΑΝΤ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΟΓΚΟ,

ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ TAUFA'ΑΗAU TUPOU IV ΤΗΣ ΤΟΝΓΚΑ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΤΡΙΝΙΔΑΔ ΚΑΙ ΤΟΜΠΑΝΓΚΟ,

ΤΗΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕΓΑΛΕΙΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΤΟΥ ΤΟΥΒΑΛΟΥ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΟΥΓΚΑΝΤΑ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΝΟΥΑΤΟΥ,

ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΑΜΠΙΑ,

ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΖΙΜΠΑΜΠΟΥΕ,

αφετέρου,

οι οποίοι συνήλθαν στο Λουξεμβούργο, στις είκοσι πέντε Ιουνίου του έτους δύο χιλιάδες πέντε για την υπογραφή της συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης, μεταξύ των μελών της ομάδας των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ατλαντικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, η οποία υπεγράφη στην Κοτονού, στις 23 Ιουνίου 2000,

κατά την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας υιοθέτησαν τις ακόλουθες δηλώσεις οι οποίες επισυνάπτονται στην παρούσα τελική πράξη:

Δήλωση Ι Κοινή δήλωση για το άρθρο 8 της συμφωνίας της Κοτονού

Δήλωση ΙΙ Κοινή δήλωση για το άρθρο 68 της συμφωνίας της Κοτονού

Δήλωση ΙΙΙ Κοινή δήλωση για το παράρτημα Ια

Δήλωση ΙV Κοινή δήλωση για το άρθρο 3 παράγραφος 5 του παραρτήματος IV

Δήλωση V Κοινή δήλωση για το άρθρο 9 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV

Δήλωση VI Κοινή δήλωση για άρθρο 12 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV

Δήλωση VΙI Κοινή δήλωση για το άρθρο 13 του παραρτήματος IV

Δήλωση VΙΙI Κοινή δήλωση για το άρθρο 19α του παραρτήματος IV

Δήλωση ΙX Κοινή δήλωση για το άρθρο 24 παράγραφος 3 του παραρτήματος IV

Δήλωση Χ Κοινή δήλωση για το άρθρο 2 του παραρτήματος VΙΙ

Δήλωση ΧI Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 4 και το άρθρο 58 παράγραφος 2 της συμφωνίας της Κοτονού

Δήλωση ΧΙI Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 11α της συμφωνίας της Κοτονού

Δήλωση ΧΙΙI Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 11β, παράγραφος 2 της συμφωνίας της Κοτονού

Δήλωση ΧΙV Δήλωση της Κοινότητας για τα άρθρα 28, 29, 30 και 58 της συμφωνίας της Κοτονού και το άρθρο 6 του παραρτήματος IV

Δήλωση ΧV Δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το παράρτημα Ια

Δήλωση ΧVI Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 4 παράγραφος 3, το άρθρο 5 παράγραφος 7, το άρθρο 16 παράγραφοι 5 και 6 και το άρθρο 17 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV

Δήλωση ΧVΙI Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 4 παράγραφος 5 του παραρτήματος ΙV

Δήλωση ΧVΙΙI Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 20 του παραρτήματος ΙV

Δήλωση ΧΙX Δήλωση της Κοινότητας για τα άρθρα 34, 35 και 36 του παραρτήματος IV

Δήλωση ΧΧ Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 3 του παραρτήματος VΙΙ.

ΔΗΛΩΣΗ Ι

Κοινή δήλωση για το άρθρο 8 της συμφωνίας της Κοτονού

Όσον αφορά τον διάλογο σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, για τους σκοπούς του άρθρου 8 της συμφωνίας της Κοτονού, με τον όρο «ομάδα ΑΚΕ» νοείται η τρόικα της επιτροπής των πρέσβεων ΑΚΕ (Επ.Π) και ο πρόεδρος της υποεπιτροπής ΑΚΕ για πολιτικές, κοινωνικές, ανθρωπιστικές και πολιτιστικές υποθέσεις (Υεπ. ΚΑΠΥ)· επίσης, με τον όρο «Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης (ΣΙΕ)» νοούνται οι συμπρόεδροι της Συνέλευσης Ίσης Εκπροσώπησης (ΣΙΕ) ή οι εκάστοτε οριζόμενοι αντιπρόσωποί τους.

ΔΗΛΩΣΗ ΙΙ

Κοινή δήλωση για το άρθρο 68 της συμφωνίας της Κοτονού

Το Συμβούλιο Υπουργών ΑΚΕ-ΕΚ θα εξετάσει, κατ' εφαρμογή των διατάξεων που περιέχονται στο άρθρο 100 της συμφωνίας της Κοτονού, τις προτάσεις της πλευράς ΑΕΚ σχετικά με τις βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις των εσόδων από εξαγωγές (FLEX) του παραρτήματος ΙΙ.

ΔΗΛΩΣΗ ΙΙΙ

Κοινή δήλωση για το παράρτημα Ια

Εάν η συμφωνία για την τροποποίηση της συμφωνίας της Κοτονού δεν έχει αρχίσει να ισχύει μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2008, η συνεργασία χρηματοδοτείται από τα υπόλοιπα του 9ου ΕΤΑ και από τα προηγούμενα ΕΤΑ.

ΔΗΛΩΣΗ ΙV

Κοινή δήλωση για το άρθρο 3 παράγραφος 5 του παραρτήματος IV

Για τους σκοπούς του άρθρου 3, παράγραφος 5 του παραρτήματος IV, ο όρος «ειδικές ανάγκες» αναφέρεται σε ανάγκες που απορρέουν από έκτακτες ή απρόβλεπτες περιστάσεις, όπως οι καταστάσεις που έπονται μιας κρίσης. Ο όρος «εξαιρετικές επιδόσεις» αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία, εκτός της ενδιάμεσης και της τελικής αναθεώρησης, οι πόροι ανά χώρα έχουν αναληφθεί πλήρως και μια πρόσθετη χρηματοδότηση του εθνικού ενδεικτικού προγράμματος μπορεί να απορροφηθεί βάσει αποτελεσματικών πολιτικών για τη μείωση της φτώχειας και μιας χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

ΔΗΛΩΣΗ V

Κοινή δήλωση για το άρθρο 9 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV

Για τους σκοπούς του άρθρου 9 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV, ο όρος «νέες ανάγκες» αναφέρεται σε ανάγκες που απορρέουν από έκτακτες ή απρόβλεπτες περιστάσεις, όπως οι καταστάσεις που έπονται μιας κρίσης. Ο όρος «εξαιρετικές επιδόσεις» αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία, εκτός της ενδιάμεσης και της τελικής αναθεώρησης, οι πόροι ανά περιοχή έχουν αναληφθεί πλήρως και μια πρόσθετη χρηματοδότηση του εθνικού ενδεικτικού προγράμματος μπορεί να απορροφηθεί βάσει αποτελεσματικών πολιτικών για τη μείωση της φτώχειας ανά περιοχή και μιας χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

ΔΗΛΩΣΗ VI

Κοινή δήλωση για το άρθρο 12 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV

Για τους σκοπούς του άρθρου 12 παράγραφος 2 του παραρτήματος IV, ο όρος «νέες ανάγκες» αναφέρεται σε ανάγκες που απορρέουν από έκτακτες ή απρόβλεπτες περιστάσεις, όπως οι νέες αναλήψεις υποχρεώσεων στο πλαίσιο διεθνών πρωτοβουλιών ή η ανάγκη αντιμετώπισης προκλήσεων κοινών για τις χώρες ΑΚΕ.

ΔΗΛΩΣΗ VΙI

Κοινή δήλωση για το άρθρο 13 του παραρτήματος IV

Εξαιτίας της ιδιαίτερης γεωγραφικής κατάστασης των περιοχών της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, το Συμβούλιο των Υπουργών ΑΚΕ ή η επιτροπή πρέσβεων ΑΚΕ μπορεί, παρά το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παραρτήματος IV, να υποβάλλει ειδική αίτηση χρηματοδότησης για τη μία ή την άλλη από αυτές τις περιοχές.

ΔΗΛΩΣΗ VΙΙI

Κοινή δήλωση για το άρθρο 19α του παραρτήματος IV

Σύμφωνα με το άρθρο 100 της συμφωνίας της Κοτονού, το Συμβούλιο Υπουργών εξετάζει τις διατάξεις του παραρτήματος IV που αφορούν τη σύναψη και την εκτέλεση συμβάσεων ώστε αυτές να εκδοθούν πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας της Κοτονού.

ΔΗΛΩΣΗ IX

Κοινή δήλωση για το άρθρο 24 παράγραφος 3 του παραρτήματος

Προηγείται διαβούλευση με τα κράτη ΑΚΕ, πριν από κάθε τροποποίηση των κοινοτικών κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 24, παράγραφος 3 του παραρτήματος IV.

ΔΗΛΩΣΗ Χ

Κοινή δήλωση για το άρθρο 2 του παραρτήματος VII

Οι διεθνώς αναγνωρισμένες προδιαγραφές και πρότυπα είναι οι προδιαγραφές και πρότυπα των πράξεων που αναφέρονται στο προοίμιο της συμφωνίας της Κοτονού.

ΔΗΛΩΣΗ ΧI

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 4 και το άρθρο 58 παράγραφος 2 της συμφωνίας της Κοτονου

Για τους σκοπούς του άρθρου 4 και του άρθρου 58 παράγραφος 2, εξυπακούεται ότι ο όρος «τοπικές αποκεντρωμένες αρχές» καλύπτει όλα τα επίπεδα αποκέντρωσης, συμπεριλαμβανομένων των «οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης».

ΔΗΛΩΣΗ ΧΙI

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 11α της συμφωνίας της Κοτονού

Η χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια στον τομέα της συνεργασίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας χρηματοδοτείται από πόρους άλλους από εκείνους που προορίζονται για τη χρηματοδότηση της συνεργασίας για την ανάπτυξη ΑΚΕ-ΕΚ.

ΔΗΛΩΣΗ ΧΙΙI

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 11β παράγραφος 2 της συμφωνίας της Κοτονού

Εξυπακούεται ότι τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 11β, παράγραφος 2, της συμφωνίας της Κοτονού, θα λαμβάνονται, εντός προσαρμοσμένου χρονικού πλαισίου, το οποίο λαμβάνει υπόψη τους ιδιαίτερους περιορισμούς κάθε χώρας.

ΔΗΛΩΣΗ ΧΙV

Δήλωση της Κοινότητας για τα άρθρα 28, 29, 30 και 58 της συμφωνίας της Κοτονού και για το άρθρο 6 του παραρτήματος ΙV

Η εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την περιφερειακή συνεργασία σε περίπτωση που εμπλέκονται χώρες οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στα κράτη ΑΚΕ, εξαρτάται από την εφαρμογή ανάλογων διατάξεων στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών μέσων της Κοινότητας για τη συνεργασία με άλλες χώρες και περιοχές του κόσμου. Η Κοινότητα θα ενημερώσει την Ομάδα ΑΚΕ σχετικά με την έναρξη ισχύος αυτών των ανάλογων διατάξεων.

ΔΗΛΩΣΗ ΧV

Δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το παράρτημα Ια

1.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναλαμβάνει να προτείνει, το συντομότερο δυνατόν, και, ει δυνατόν, έως τον Σεπτέμβριο 2005, ένα ακριβές ποσό για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο συνεργασίας δυνάμει της συμφωνίας για την τροποποίηση της συμφωνίας της Κοτονού και για την περίοδο εφαρμογής της.

2.

Η ελάχιστη βοήθεια που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παραρτήματος Iα είναι εγγυημένη, με την επιφύλαξη της επιλεξιμότητας των χωρών ΑΚΕ για πρόσθετους πόρους από άλλα χρηματοδοτικά μέσα τα οποία υπάρχουν ήδη ή, ενδεχομένως, μπορούν να δημιουργηθούν για την υποστήριξη δράσεων σε τομείς, όπως η έκτακτη ανθρωπιστική βοήθεια, η επισιτιστική ασφάλεια, οι ασθένειες που οφείλονται στη φτώχεια, η υποστήριξη για την εφαρμογή των συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης, η υποστήριξη για τα μέτρα που προβλέπονται μετά τη μεταρρύθμιση της αγοράς ζάχαρης, καθώς και σχετικά με την ειρήνη και τη σταθερότητα.

3.

Η καταληκτική ημερομηνία που έχει ταχθεί για τη δέσμευση κονδυλίων του ένατου ΕΤΑ, η οποία έχει ορισθεί για τις 31 Δεκεμβρίου 2007, μπορεί να αναθεωρηθεί, εν ανάγκη.

ΔΗΛΩΣΗ ΧVI

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 4 παράγραφος 3, το άρθρο 5 παράγραφος 7, το άρθρο 16 παράγραφοι 5 και 6 και το άρθρο 17 παράγραφος 2 του παραρτήματος ΙV

Οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν τον ρόλο των κρατών μελών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

ΔΗΛΩΣΗ ΧVΙI

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 4 παράγραφος 5 του παραρτήματος ΙV

Το άρθρο 4 παράγραφος 5 του παραρτήματος ΙV και η επάνοδος στις κανονικές διαδικασίες διαχείρισης εφαρμόζονται με απόφαση του Συμβουλίου βάσει πρότασης της Επιτροπής. Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται δεόντως στην ομάδα ΑΚΕ.

ΔΗΛΩΣΗ ΧVΙΙI

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 20 του παραρτήματος ΙV

Οι διατάξεις του άρθρου 20 του παραρτήματος ΙV εφαρμόζονται σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας με άλλους χορηγούς.

ΔΗΛΩΣΗ ΧIX

Δήλωση της Κοινότητας για τα άρθρα 34, 35 και 36 του παραρτήματος IV

Οι αντίστοιχες λεπτομερείς αρμοδιότητες των φορέων διαχείρισης και εκτέλεσης των πόρων του Ταμείου περιλαμβάνονται σε εγχειρίδιο διαδικασιών, το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαβούλευσης με τα κράτη ΑΚΕ σύμφωνα με το άρθρο 12 της συμφωνίας της Κοτονού. Το εγχειρίδιο τίθεται στη διάθεση των κρατών ΑΚΕ από τη στιγμή που αρχίσει να ισχύει η συμφωνία για την τροποποίηση της συμφωνίας της Κοτονού. Οιαδήποτε τροποποίηση του εγχειριδίου ακολουθεί την ίδια διαδικασία.

ΔΗΛΩΣΗ ΧΧ

Δήλωση της Κοινότητας για το άρθρο 3 του παραρτήματος VΙΙ

Όσον αφορά τις λεπτομερείς διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 του παραρτήματος VII, η θέση που λαμβάνει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου Υπουργών, βασίζεται σε πρόταση της Επιτροπής.