ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
28 Ιουνίου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 977/2005 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2005, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 978/2005 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2005, για άνοιγμα δασμολογικών ποσοστώσεων κατά την εισαγωγή ακατέργαστης προτιμησιακής ειδικής ζάχαρης ζαχαροκάλαμου από τις χώρες ΑΚΕ και από την Ινδία για την προμήθεια των εργοστασίων ραφιναρίσματος κατά την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2005 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2006

3

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 979/2005 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2005, για προκήρυξη διαγωνισμού σχετικά με τη χορήγηση πιστοποιητικών κατά την εξαγωγή του συστήματος A3 στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, επιτραπέζια σταφύλια, μήλα και ροδάκινα)

5

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ έναντι των επιχειρήσεων BPB PLC, Gebrüder Knauf Westdeutsche Gipswerke KG, Société Lafarge SA και Gyproc Benelux NV (Υπόθεση COMP/E-1/37.152 — Γυψοσανίδες) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 4570]

8

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 24ης Ιουνίου 2005, σχετικά με τη χρηματοδότηση μελετών, εκτιμήσεων αντικτύπου και αξιολογήσεων στους τομείς της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και της ευζωίας των ζώων και της ζωοτεχνίας

12

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 209/2003 της Επιτροπής, της 3ης Φεβρουαρίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 747/2001 του Συμβουλίου όσον αφορά τις κοινοτικές δασμολογικές ποσοστώσεις για ορισμένα γεωργικά προϊόντα καταγωγής Λιβάνου (ΕΕ L 28 της 4.2.2003)

14

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 977/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Ιουνίου 2005

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 28 Ιουνίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Ιουνίου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2005, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

54,7

999

54,7

0707 00 05

052

87,8

999

87,8

0709 90 70

052

91,3

999

91,3

0805 50 10

382

52,4

388

66,8

528

66,6

624

71,1

999

64,2

0808 10 80

388

93,1

400

107,4

508

92,8

512

66,9

524

46,4

528

63,7

720

56,7

804

95,7

999

77,8

0809 10 00

052

176,4

624

188,8

999

182,6

0809 20 95

052

242,3

068

148,4

400

325,6

999

238,8

0809 30 10, 0809 30 90

052

157,0

999

157,0

0809 40 05

624

122,3

999

122,3


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 750/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 126 της 19.5.2005, σ. 12). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 978/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Ιουνίου 2005

για άνοιγμα δασμολογικών ποσοστώσεων κατά την εισαγωγή ακατέργαστης προτιμησιακής ειδικής ζάχαρης ζαχαροκάλαμου από τις χώρες ΑΚΕ και από την Ινδία για την προμήθεια των εργοστασίων ραφιναρίσματος κατά την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2005 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2006

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, για κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 39 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 39 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 ορίζει ότι, κατά τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06 και για τον κατάλληλο εφοδιασμό των κοινοτικών εργοστασίων ραφιναρίσματος ζάχαρης, εισπράττεται μειωμένος ειδικός δασμός κατά την εισαγωγή ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου καταγωγής κρατών με τα οποία η Κοινότητα συνήψε συμφωνίες προμήθειας υπό προτιμησιακούς όρους. Προς στιγμήν, τέτοιες συμφωνίες συνήφθησαν με την απόφαση 2001/870/ΕΚ του Συμβουλίου (2), αφενός, με τα κράτη της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (χώρες ΑΚΕ), που αναφέρονται στο πρωτόκολλο αριθ. 3 για τη ζάχαρη ΑΚΕ (3), το οποίο επισυνάπτεται στο παράρτημα V της συμφωνίας εταιρικής σχέσης ΑΚΕ-ΕΚ και, αφετέρου, με τη Δημοκρατία της Ινδίας.

(2)

Οι συμφωνίες υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών που συνήφθησαν με την απόφαση 2001/870/ΕΚ ορίζουν ότι οι σχετικοί ζαχαροβιομήχανοι πρέπει να πληρώσουν μια ελάχιστη τιμή αγοράς ίση προς την τιμή εγγύησης για την ακατέργαστη ζάχαρη, μειωμένη κατά την ενίσχυση προσαρμογής που καθορίζεται για την εν λόγω περίοδο εμπορίας. Ως εκ τούτου, πρέπει να καθορισθεί αυτή η ελάχιστη τιμή λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που εφαρμόζονται κατά την περίοδο εμπορίας 2005/06.

(3)

Οι ποσότητες ειδικής προτιμησιακής ζάχαρης που πρέπει να εισαχθούν καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 βάσει ενός ετήσιου προσωρινού κοινοτικού ισολογισμού. Ο ισολογισμός αυτός αποδεικνύει την ανάγκη εισαγωγής ακατέργαστης ζάχαρης και ανοίγματος, για την περίοδο εμπορίας 2005/06, δασμολογικών ποσοστώσεων με ειδικό μειωμένο δασμό που προβλέπεται από τις προαναφερόμενες συμφωνίες, που επιτρέπουν να καλυφθούν οι ανάγκες των κοινοτικών εργοστασίων ραφιναρίσματος ζάχαρης για ένα μέρος αυτής της περιόδου.

(4)

Λαμβανομένων υπόψη των προβλέψεων παραγωγής ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου που είναι τώρα διαθέσιμες για την περίοδο εμπορίας 2005/06 και, των ελλιπουσών ποσοτήτων που προκύπτουν από τον προσωρινό ισολογισμό, πρέπει να προβλεφθούν άδειες εισαγωγής για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2005 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2006.

(5)

Πρέπει να οριστεί επακριβώς ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1159/2003 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2003, για τον καθορισμό, για τις περιόδους εμπορίας 2003/04, 2004/05 και 2005/06, των λεπτομερειών εφαρμογής για την εισαγωγή ζάχαρης ζαχαροκάλαμου στο πλαίσιο ορισμένων δασμολογικών ποσοστώσεων και προτιμησιακών συμφωνιών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1464/95 και (ΕΚ) αριθ. 779/96 (4) πρέπει να εφαρμοστεί στη νέα ποσόστωση.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2005 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2006, ανοίγονται, στο πλαίσιο της απόφασης 2001/870/ΕΚ, οι ακόλουθες ποσοστώσεις για την εισαγωγή ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου που πρέπει να υποστεί ραφινάρισμα, του κωδικού ΣΟ 1701 11 10:

α)

δασμολογική ποσόστωση 90 000 τόνων εκφραζόμενων σε λευκή ζάχαρη καταγωγής των χωρών ΑΚΕ που είναι μέρη της υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών συμφωνίας η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 2001/870/ΕΚ·

β)

δασμολογική ποσόστωση 10 000 τόνων εκφραζόμενων σε λευκή ζάχαρη καταγωγής Ινδίας.

Άρθρο 2

1.   Ο ειδικός μειωμένος δασμός ανά 100 χιλιόγραμμα ακατέργαστης ζάχαρης του ποιοτικού τύπου κατά την εισαγωγή των ποσοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1, καθορίζεται σε 0 ευρώ.

2.   Η ελάχιστη τιμή αγοράς που πρέπει να πληρωθεί από τους κοινοτικούς ζαχαροβιομηχάνους ραφιναρίσματος καθορίζεται, για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 1, σε 49,68 ευρώ ανά 100 χιλιόγραμμα ακατέργαστης ζάχαρης του ποιοτικού τύπου.

Άρθρο 3

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1159/2003 εφαρμόζεται στη δασμολογική ποσόστωση που ανοίγει με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Ιουνίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 178 της 30.6.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 39/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 6 της 10.1.2004, σ. 16).

(2)  ΕΕ L 325 της 8.12.2001, σ. 21.

(3)  ΕΕ L 317 της 15.12.2000, σ. 3.

(4)  ΕΕ L 162 της 1.7.2003, σ. 25· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 568/2005 (ΕΕ L 97 της 15.4.2005, σ. 9).


28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 979/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Ιουνίου 2005

για προκήρυξη διαγωνισμού σχετικά με τη χορήγηση πιστοποιητικών κατά την εξαγωγή του συστήματος A3 στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, επιτραπέζια σταφύλια, μήλα και ροδάκινα)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 35 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1961/2001 της Επιτροπής (2) θέσπισε τις λεπτομέρειες εφαρμογής των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα των οπωροκηπευτικών.

(2)

Δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, προκειμένου να επιτραπούν στο μέτρο του δυνατού εξαγωγές σημαντικές από οικονομική άποψη, τα προϊόντα που εξάγονται από την Κοινότητα δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο επιστροφής κατά την εξαγωγή, λαμβάνοντας υπόψη τα όρια που προκύπτουν από τις συμφωνίες που συνήφθησαν, σύμφωνα με το άρθρο 300 της συνθήκης.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, πρέπει να υπάρχει μέριμνα ώστε να μη διαταράσσονται τα ρεύματα των συναλλαγών που είχαν διαμορφωθεί προηγουμένως από το καθεστώς των επιστροφών. Για το λόγο αυτό, καθώς και λόγω του εποχικού χαρακτήρα των εξαγωγών οπωροκηπευτικών, πρέπει να καθοριστούν οι ποσότητες που προβλέπονται ανά προϊόν, βάσει της ονοματολογίας των γεωργικών προϊόντων για επιστροφές κατά την εξαγωγή που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (3). Οι ποσότητες αυτές πρέπει να κατανέμονται λαμβάνοντας υπόψη τον κατά το μάλλον ή ήττον αλλοιώσιμο χαρακτήρα των σχετικών προϊόντων.

(4)

Δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, οι επιστροφές δύνανται να καθοριστούν λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση ή τις προοπτικές εξέλιξης, αφενός, των τιμών των οπωροκηπευτικών στην αγορά της Κοινότητας και των διαθέσιμων ποσοτήτων και, αφετέρου, των τιμών που εφαρμόζονται στο διεθνές εμπόριο. Πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τα έξοδα εμπορίας και μεταφοράς, καθώς και η οικονομική πλευρά των προβλεπόμενων εξαγωγών.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96, οι τιμές στην αγορά της Κοινότητας καθορίζονται με βάση τις τιμές που προβλέπονται περισσότερο ευνοϊκές για την εξαγωγή.

(6)

Η κατάσταση στο διεθνές εμπόριο ή οι ειδικές απαιτήσεις ορισμένων αγορών μπορούν να καταστήσουν απαραίτητη τη διαφοροποίηση της επιστροφής, για ένα συγκεκριμένο προϊόν, ανάλογα με τον προορισμό του εν λόγω προϊόντος.

(7)

Οι ντομάτες, τα πορτοκάλια, τα επιτραπέζια σταφύλια, τα μήλα και τα ροδάκινα των κατηγοριών Extra, I και II των κοινών προδιαγραφών εμπορίας μπορούν προς το παρόν να αποτελέσουν αντικείμενο εξαγωγών σημαντικών από οικονομική άποψη.

(8)

Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση των διαθέσιμων πόρων και λαμβάνοντας υπόψη τη διάρθρωση των εξαγωγών της Κοινότητας, πρέπει να προκηρυχθεί διαγωνισμός και να καθοριστεί το ενδεικτικό ποσό των επιστροφών και των ποσοτήτων που προβλέπονται για τη σχετική περίοδο.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης νωπών οπωροκηπευτικών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Προκηρύσσεται διαγωνισμός για τη χορήγηση πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος. Τα σχετικά προϊόντα, η περίοδος υποβολής των προσφορών, τα ενδεικτικά ποσοστά επιστροφής και οι προβλεπόμενες ποσότητες καθορίζονται στο παράρτημα.

2.   Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται στο πλαίσιο της επισιτιστικής βοήθειας, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1291/2000 της Επιτροπής (4), δεν καταλογίζονται στις επιλέξιμες ποσότητες που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

3.   Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1961/2001, η διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών τύπου A3 είναι τρεις μήνες.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει 4 Ιουλίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Ιουνίου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 47/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 7 της 11.1.2003, σ. 64).

(2)  ΕΕ L 268 της 9.10.2001, σ. 8· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 386/2005 (ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 3).

(3)  ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 558/2005 (ΕΕ L 94 της 13.4.2005, σ. 22).

(4)  ΕΕ L 152 της 24.6.2000, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1741/2004 (ΕΕ L 311 της 8.10.2004, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Χορήγηση πιστοποιητικών κατά την εξαγωγή του συστήματος A3 στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, επιτραπέζια σταφύλια, μήλα και ροδάκινα)

Περίοδος υποβολής προσφορών: από 4 έως 5 Ιουλίου 2005


Κωδικός των προϊόντων (1)

Προορισμός (2)

Ενδεικτικό ποσό των επιστροφών

(σε ευρώ/τόνο καθαρού βάρους)

Προβλεπόμενες ποσότητες

(σε τόνους)

0702 00 00 9100

F08

45

3 747

0805 10 20 9100

A00

48

1 229

0806 10 10 9100

A00

35

13 255

0808 10 80 9100

F04, F09

46

38 466

0809 30 10 9100

0809 30 90 9100

F03

18

19 415


(1)  Οι κωδικοί των προϊόντων καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1).

(2)  Οι κωδικοί των προορισμών σειράς «A» καθορίζονται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87. Οι αριθμητικοί κωδικοί των προορισμών καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Οι άλλοι προορισμοί καθορίζονται ως εξής:

F03

Όλοι οι προορισμοί, εκτός της Ελβετίας.

F04

Χόνγκ Κόνγκ, Σιγκαπούρη, Μαλαισία, Σρι Λάνκα, Ινδονησία, Ταϊλάνδη, Ταϊβάν, Παπουασία Νέα Γουινέα, Λάος, Καμπότζη, Βιετνάμ, Ιαπωνία, Ουρουγουάη, Παραγουάη, Αργεντινή, Μεξικό, Κόστα Ρίκα.

F08

Όλοι οι προορισμοί, εκτός της Βουλγαρίας.

F09

Οι ακόλουθοι προορισμοί:

Νορβηγία, Ισλανδία, Γροιλανδία, νήσοι Φερόε, Ρουμανία, Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Κροατία, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Γιουγκοσλαβία (Σερβία, Μαυροβούνιο), Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία, Γεωργία, Καζακστάν, Κιργιζία, Μολδαβία, Ρωσία, Τατζικιστάν, Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν, Ουκρανία, Σαουδική Αραβία, Μπαχρέιν, Κατάρ, Ομάν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (Abu Zabi, Dibay, Chardja, Adjman, Umm al-Qi'iwayn, Ras al-Khayma et Fudjayra), Κουβέιτ, Υεμένη, Συρία, Ιράν, Ιορδανία, Βολιβία, Βραζιλία, Βενεζουέλα, Περού, Παναμάς, Ισημερινός και Κολομβία,

χώρες και εδάφη της Αφρικής, εκτός από τη Νότιο Αφρική,

προορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 800/1999 της Επιτροπής (ΕΕ L 102 της 17.4.1999, σ. 11).


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 27ης Νοεμβρίου 2002

σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ έναντι των επιχειρήσεων BPB PLC, Gebrüder Knauf Westdeutsche Gipswerke KG, Société Lafarge SA και Gyproc Benelux NV

(Υπόθεση COMP/E-1/37.152 — Γυψοσανίδες)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 4570]

(Τα κείμενα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2005/471/ΕΚ)

Στις 27 Νοεμβρίου 2002, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σχετικά με διαδικασία δυνάμει του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 (1), το οποίο αντικαθιστά το άρθρο 21 του κανονισμού αριθ. 17 (2), η Επιτροπή δημοσιεύει με την παρούσα τις επωνυμίες των μερών και το κύριο περιεχόμενο της απόφασης, καθώς και τις επιβαλλόμενες κυρώσεις, λαμβάνοντας υπόψη το νόμιμο συμφέρον των μερών περί μη αποκάλυψης του επαγγελματικού απορρήτου. Στον ιστότοπο της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής δημοσιεύεται μη εμπιστευτική απόδοση του κειμένου της απόφασης στις αυθεντικές γλώσσες και στις γλώσσες εργασίας της Επιτροπής: (http://europa.eu.int/comm/competition/index_en.html)

I.   ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ

1.   Παραλήπτες

(1)

Παραλήπτες της παρούσας απόφασης για παράβαση του άρθρου 81 της συνθήκης είναι οι ακόλουθες επιχειρήσεις:

BPB PLC (εφεξής «BPB»),

Gebrüder Knauf Westdeutsche Gipswerke KG (εφεξής «Knauf Westdeutsche Gipswerke»),

Société Lafarge SA (εφεξής «Lafarge»),

Gyproc Benelux NV (εφεξής «Gyproc»).

2.   Φύση της παράβασης

(2)

Οι επιχειρήσεις BPB, Knauf (3), Lafarge και Gyproc είχαν συνάψει και συμμετάσχει συνεχώς σε μια περίπλοκη και διαρκή συμφωνία αντίθετη με το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης· η σύναψη αυτής της συμφωνίας είχε ως συνέπεια τις ακόλουθες συμπεριφορές, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών:

οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων BPB και Knauf συναντήθηκαν στο Λονδίνο το 1992 και εξέφρασαν την κοινή τους βούληση να σταθεροποιήσουν τις αγορές της επικράτειας της Γερμανίας (εφεξής «γερμανική αγορά»), της επικράτειας του Ηνωμένου Βασιλείου (εφεξής «βρετανική αγορά»), της επικράτειας της Γαλλίας (εφεξής «γαλλική αγορά»), της επικράτειας των Κάτω Χωρών, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου (εφεξής «αγορά του Μπενελούξ»),

οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων BPB και Knauf δημιούργησαν, από το 1992, συστήματα ανταλλαγής πληροφοριών στα οποία προσχώρησε η επιχείρηση Lafarge και εν συνεχεία η επιχείρηση Gyproc, και τα οποία αφορούσαν τον όγκο των πωλήσεων στις αγορές των γυψοσανίδων της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Μπενελούξ,

οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων BPB, Knauf και Lafarge είχαν επανειλημμένα ανταλλάξει πληροφορίες μεταξύ τους πριν από τις αυξήσεις των τιμών στη βρετανική αγορά,

για να αντιμετωπίσουν τις ιδιαίτερες εξελίξεις της γερμανικής αγοράς, οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων BPB, Knauf, Lafarge και Gyproc συναντήθηκαν στις Βερσαλλίες το 1996, στις Βρυξέλλες το 1997 και στη Χάγη το 1998, για να μοιραστούν ή τουλάχιστον να σταθεροποιήσουν τη γερμανική αγορά,

οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων BPB, Knauf, Lafarge και Gyproc αντάλλαξαν επανειλημμένα πληροφορίες μεταξύ τους και συνεννοήθηκαν όσον αφορά την εφαρμογή αυξήσεων τιμών στη γερμανική αγορά μεταξύ του 1996 και του 1998.

3.   Διάρκεια

(3)

Η διάρκεια της συμμετοχής στην παράβαση εκ μέρους των εν λόγω επιχειρήσεων έχει ως εξής:

BPB: από τις 31 Μαρτίου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998,

Knauf: από τις 31 Μαρτίου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998,

Lafarge: από τις 31 Αυγούστου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998,

Gyproc: από τις 6 Ιουνίου 1996, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998.

4.   Στάδια της διαδικασίας

(4)

Επί τη βάσει των πληροφοριών που έλαβε, η Επιτροπή πραγματοποίησε επιθεωρήσεις βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 3 του κανονισμού αριθ. 17, στις εγκαταστάσεις διαφόρων επιχειρήσεων μεταξύ του Νοεμβρίου 1998 και του Ιουλίου 1999. Ως συνέπεια αυτών των επιθεωρήσεων, η Επιτροπή απηύθυνε σε ορισμένες επιχειρήσεις αιτήσεις πληροφόρησης τον Ιανουάριο, τον Ιούλιο και τον Σεπτέμβριο του 1999, καθώς επίσης και τον Μάρτιο του 2000.

(5)

Στις 18 Απριλίου 2001, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία σχετικά με την παρούσα υπόθεση και εξέδωσε ανακοίνωση, διατυπώνοντας αιτιάσεις εναντίον των πέντε επιχειρήσεων BPB, Knauf, Lafarge, Gyproc και Etex SA. Όλα τα μέρη υπέβαλαν στην Επιτροπή γραπτές παρατηρήσεις. Στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης, πραγματοποιήθηκε ακρόαση στις 17 Ιουλίου 2001, με συμμετοχή όλων των επιχειρήσεων στις οποίες είχε απευθυνθεί η ανακοίνωση των αιτιάσεων.

(6)

Η Επιτροπή, κρίνει ότι τα διαθέσιμα στοιχεία δεν επαρκούν για να αποδειχθεί η συμμετοχή της Etex SA στην ενιαία, περίπλοκη και διαρκή παράβαση· η Etex δεν είναι, κατά συνέπεια, παραλήπτης της παρούσας απόφασης.

5.   Προϊόν και αγορά

(7)

Το εν λόγω προϊόν είναι η γυψοσανίδα. Πρόκειται για βιομηχανικό προϊόν που αποτελείται από μια στρώση γύψου ανάμεσα σε δύο φύλλα χαρτιού ή άλλου υλικού και χρησιμοποιείται ως προκατασκευασμένο δομικό υλικό. Οι γυψοσανίδες κόβονται σε κομμάτια διαφόρων διαστάσεων και πάχους, και χρησιμοποιούνται συνήθως για την εσωτερική επένδυση των τοίχων, ως χωρίσματα στο εσωτερικό των κτιρίων, ως επίστρωμα για την επικάλυψη στέγης και την επικάλυψη ταβανιού για χώρους κατοικίας, εμπορικούς και διοικητικούς. Οι γυψοσανίδες είναι προϊόν ενδιαφέρον για τον οικοδομικό τομέα λόγω της σταθερότητας, της αντοχής, της ευκολίας εγκατάστασης, της αντίστασης στη φωτιά και στο μικρό κόστος τους. Οι γυψοσανίδες ενδιαφέρουν άμεσα τον καταναλωτή, δεδομένου ότι χρησιμοποιούνται σε ευρεία κλίμακα για την κατασκευή των σύγχρονων κατοικιών και για τις οικοδομικές επισκευές. Οι γυψοσανίδες είναι προϊόν αναγνωρίσιμο. Η ονομασία των εν λόγω εταιρειών χρησιμοποιείται ως κοινή ονομασία του προϊόντος σε διάφορα κράτη («gyproc» στο Βέλγιο, «placoplâtre» στη Γαλλία κ.λπ.).

(8)

Η συνολική ετήσια αξία των αγορών της Γερμανίας, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Μπενελούξ ανήλθε, το 1997 και το 1998, σε 1 210 περίπου εκατ. Ecu για όγκο περίπου 692 εκατ. τετραγωνικών μέτρων (m2) το 1997 και 710 εκατ. τετραγωνικών μέτρων το 1998. Όλες μαζί, οι επιχειρήσεις που συμμετείχαν στη σύμπραξη αντιπροσώπευαν το σύνολο σχεδόν των πωλήσεων γυψοσανίδων στις εν λόγω τέσσερις αγορές.

II.   ΠΡΟΣΤΙΜΑ

1.   Βασικό ποσό

(9)

Για τον καθορισμό του ποσού ενός προστίμου, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη όλες τις παραμέτρους, και ιδίως τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παράβασης, που είναι τα κριτήρια τα οποία προβλέπονται ρητά στο άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17.

α)   Σοβαρότητα της παράβασης

(10)

Όσον αφορά τη φύση των εν λόγω συμπεριφορών, το συγκεκριμένο αντίκτυπο στην αγορά των γυψοσανίδων και το γεγονός ότι στόχευαν τις τέσσερις κυριότερες αγορές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή πιστεύει ότι οι επιχειρήσεις στις οποίες απευθύνεται η παρούσα απόφαση έχουν διαπράξει πολύ σοβαρή παράβαση του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης.

β)   Διαφοροποιημένη μεταχείριση

(11)

Στην κατηγορία των πολύ σοβαρών παραβάσεων, η Επιτροπή μπορεί να διαφοροποιήσει τη μεταχείριση που πρέπει να εφαρμοστεί για κάθε επιχείρηση, έτσι ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική οικονομική ικανότητα που έχουν αυτές οι επιχειρήσεις να προξενήσουν σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού, και να καθορίζεται το ποσό του προστίμου σε επίπεδο το οποίο να εξασφαλίζει χαρακτήρα επαρκώς αποτρεπτικό. Αυτή η προσέγγιση είναι σκόπιμη σε περίπτωση που, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, υπάρχει σημαντική δυσαναλογία μεγέθους μεταξύ των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στη διάπραξη της παράβασης. Προς το σκοπό αυτό, η απόφαση υποδιαιρεί τους παραλήπτες σε τρεις κατηγορίες, αναλόγως του μεριδίου της αγοράς εκάστης εξ αυτών βάσει του κύκλου εργασιών που απορρέει από την πώληση του προϊόντος στις τέσσερις εν λόγω αγορές για το εν λόγω προϊόν το 1997, τελευταίο πλήρες έτος της παράβασης: η πρώτη ομάδα αποτελείται από την επιχείρηση ΒΡΒ, η οποία κατείχε μερίδιο της αγοράς [40-45] % περίπου, η δεύτερη ομάδα από τις επιχειρήσεις Knauf και Lafarge που κατείχαν αντιστοίχως μερίδια της αγοράς [25-30] % και [20-25] %, και η τρίτη ομάδα από την επιχείρηση Gyproc η οποία κατείχε μερίδιο της αγοράς [7-10] % περίπου.

(12)

Επιπλέον, για να εξασφαλιστεί ο επαρκώς αποτρεπτικός χαρακτήρας των επιβαλλόμενων προστίμων και λαμβάνοντας υπόψη το σημαντικό μέγεθος και το σύνολο των πόρων αυτής της επιχείρησης, χρειάζεται να αυξηθεί το αρχικό ποσό του προστίμου της επιχείρησης Lafarge κατά 100 %.

γ)   Διάρκεια της παράβασης

(13)

Οι επιχειρήσεις Knauf και BPB παραβίασαν το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης από τις 31 Μαρτίου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998. Η επιχείρηση Lafarge διέπραξε την ίδια παράβαση από τις 31 Αυγούστου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998. Όσο για την επιχείρηση Gyproc, συμμετείχε ενεργά στην παράβαση, από τις 6 Ιουνίου 1996, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998.

(14)

Η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η παράβαση ήταν μακράς διάρκειας (πλέον των πέντε ετών) για τις επιχειρήσεις Knauf, BPB και Lafarge, και μέσης διάρκειας (από ένα έως πέντε έτη) στην περίπτωση της Gyproc και, κατά συνέπεια, η Επιτροπή επαυξάνει κατά 65 % το βασικό ποσό του προστίμου που επιβάλλεται στις επιχειρήσεις BPB και Knauf Westdeutsche Gipswerke, κατά 60 % το βασικό ποσό του προστίμου που επιβάλλεται στην επιχείρηση Lafarge και κατά 20 % το βασικό ποσό του προστίμου που επιβάλλεται στην επιχείρηση Gyproc.

2.   Επιβαρυντικές περιστάσεις

(15)

Οι επιχειρήσεις BPB και Lafarge είχαν ήδη αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενων μέτρων της Επιτροπής σε υποθέσεις σύμπραξης: είχαν επιβληθεί πρόστιμα στην ΒΡΒ De Eendracht NV (4) (εταιρεία που αποτελούσε μέρος του ομίλου τον οποίο διηύθυνε η BPB, παραλήπτρια της απόφασης) για τη συμμετοχή της σε παράνομη σύμπραξη στον τομέα του χαρτονιού και στην Lafarge SA (5) (της οποίας η επωνυμία ήταν τότε Lafarge Coppée SA) για τη συμμετοχή της σε παράνομη σύμπραξη στον τομέα του τσιμέντου.

(16)

Με βάση τα γεγονότα τα οποία εκτίθενται στην παρούσα απόφαση εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι επιχειρήσεις ΒΡΒ και Lafarge εξακολούθησαν να συμμετέχουν ενεργά σε σύμπραξη στον τομέα των γυψοσανίδων αφού τους είχαν κοινοποιηθεί οι προαναφερόμενες αποφάσεις. Το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις αυτές επανέλαβαν το ίδιο είδος συμπεριφοράς σε έναν τομέα διαφορετικό από εκείνον για τον οποίο τους είχαν επιβληθεί κυρώσεις, δείχνει ότι η πρώτη κύρωση που τους είχε επιβληθεί δεν οδήγησε τις επιχειρήσεις αυτές να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά τους, και αποτελεί επομένως, για την Επιτροπή, επιβαρυντική περίσταση.

(17)

Όσον αφορά την BPB, το γεγονός ότι η απόφαση 94/601/ΕΚ είχε απευθυνθεί σε θυγατρική της BPB, την BPB De Eendracht NV, δεν έχει απαγορευτικό χαρακτήρα για την εφαρμογή τέτοιας επιβαρυντικής περίστασης στην παρούσα υπόθεση. Πράγματι, η η Επιτροπή κρίνει ότι BPB De Eendracht NV, ως θυγατρική της BPB PLC κατά την ημερομηνία της εν λόγω απόφασης, πρόκειται για μία και μόνον επιχείρηση, κατά την έννοια του άρθρου 81 της συνθήκης, και ότι εναπόκειται στην ευθύνη μιας επιχείρησης που έχει καταδικαστεί από την Επιτροπή, όχι μόνον να σταματήσει να συμπεριφέρεται κατά τρόπο αντιανταγωνιστικό, αλλά επίσης να συμμορφώσει την εμπορική πολιτική της στο σύνολο της Κοινότητας με την ατομική απόφαση που της έχει επιδοθεί, πράγμα που δεν έπραξε η ΒΡΒ, αντιθέτως μάλιστα, όπως δείχνει η απόφαση (6). Και μόνον το γεγονός ότι η ίδια επιχείρηση είχε ήδη αποτελέσει αντικείμενο διαπίστωσης παράβασης, και ότι παρά αυτή τη διαπίστωση και την κύρωση που της επιβλήθηκε, εξακολούθησε να διαπράττει μιαν άλλη παράβαση ανάλογη με την ίδια διάταξη της συνθήκης, συνιστά υποτροπή.

(18)

Η κατά 50 % προσαύξηση του βασικού ποσού του προστίμου για τις επιχειρήσεις ΒΡΒ και Lafarge φαίνεται δικαιολογημένη λόγω επιβαρυντικής περίστασης.

3.   Ελαφρυντικές περιστάσεις

(19)

Παρόλο που η επιχείρηση Gyproc είναι υπεύθυνη για το σύνολο της παράβασης κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία είχε συμμετάσχει σε αυτή, δηλαδή από τον Ιούνιο του 1996 έως τον Νοέμβριο του 1998, από τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία προκύπτει ότι βρίσκεται σε κατάσταση αντικειμενικά διαφορετική από τις υπόλοιπες παραλήπτριες της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή, ως εκ τούτου, αναγνωρίζει ότι η Gyproc δεν διαδραμάτισε στη σύμπραξη ρόλο πανόμοιο με το ρόλο των υπόλοιπων επιχειρήσεων. Οι διαφορετικές περιστάσεις τις οποίες αναγνωρίζει η Επιτροπή αποτελούνται από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια μιας ουσιαστικής περιόδου της συμμετοχής της στη σύμπραξη, η Gyproc φαίνεται ότι αντιμετώπισε προβλήματα για να αποφύγει η ΒΡΒ να αποσπάσει και να διαβιβάσει πληροφορίες που την αφορούσαν, λόγω της εκπροσώπησης της ΒΡΒ στο διοικητικό της συμβούλιο· ότι ήταν διαρκώς αποσταθεροποιητικό στοιχείο που συνέβαλε στον περιορισμό των συνεπειών της σύμπραξης στη γερμανική αγορά και ότι ήταν απούσα από τη βρετανική αγορά, στην οποία οι εκδηλώσεις της σύμπραξης ήταν οι πιο συχνές.

(20)

Κατά συνέπεια, παραχωρείται στη Gyproc μείωση κατά 25 % του βασικού ποσού του προστίμου λόγω ελαφρυντικής περίστασης.

4.   Εφαρμογή της ανακοίνωσης της Επιτροπής όσον αφορά την μη επιβολή προστίμου ή τη μείωση του ποσού των προστίμων στις υποθέσεις που αφορούν συμπράξεις («Ανακοίνωση επιεικούς μεταχείρισης»): σημαντική μείωση του ποσού του προστίμου

(21)

Πριν να εκδώσει η Επιτροπή την ανακοίνωση των αιτιάσεών της, η BPB και η Gyproc της είχαν διαβιβάσει πληροφορίες ή/και έγγραφα. Εντούτοις, η έκταση και η ποιότητα της συνεργασίας των επιχειρήσεων αυτών με την Επιτροπή ήταν διαφορετικές.

(22)

Η BPB ήταν το πρώτο μέλος της σύμπραξης που διαβίβασε, μετά από αίτηση πληροφοριών εκ μέρους της Επιτροπής, στοιχεία συμπληρωματικά με εκείνα που είχαν ανακαλυφθεί κατά τη διάρκεια των επαληθεύσεων και τα οποία επιβεβαίωσαν την ύπαρξη σύμπραξης, όπως προαναφέρεται. Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες για τις σχετικές συνεδριάσεις, ιδίως για τη συνεδρίαση του Λονδίνου και τις ανταλλαγές πληροφοριών σχετικά με τις κυριότερες ευρωπαϊκές αγορές, και ιδίως τη βρετανική αγορά. Επιπλέον, η ΒΡΒ αναγνώρισε ένα μέρος των γεγονότων τα οποία περιγράφηκαν στην ανακοίνωση των αιτιάσεων. Εντούτοις, αμφισβητεί ότι αποτελούν παράβαση ορισμένα γεγονότα που περιγράφονται στην ανακοίνωση των αιτιάσεων και διαπιστώνονται με την απόφαση.

(23)

Η Gyproc κοινοποίησε επίσης αποδεικτικά στοιχεία τα οποία συνέβαλαν στην απόδειξη της παράβασης. Η επιχείρηση αυτή διαβίβασε, μετά από σχετική αίτηση εκ μέρους της Επιτροπής, πληροφορίες σχετικά με τις συνεδριάσεις μεταξύ των μελών της σύμπραξης, διευκρινίζοντας τις χρονικές περιόδους κατά τις οποίες είχαν πραγματοποιηθεί αυτές οι συνεδριάσεις σε διάφορα κράτη μέλη της Κοινότητας, καθώς επίσης και τα ονόματα των επιχειρήσεων που είχαν συμμετάσχει. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης την οποία είχε ζητήσει η Gyproc με τις υπηρεσίες της Επιτροπής, είχαν δοθεί προφορικές εξηγήσεις από έναν εκπρόσωπο της επιχείρησης σχετικά με γραπτές σημειώσεις. Η Gyproc είχε επίσης παραδώσει, με δική της πρωτοβουλία, στην Επιτροπή γραπτές σημειώσεις των οποίων η Επιτροπή δεν είχε λάβει γνώση κατά τη διενέργεια της επαλήθευσης και οι οποίες περιείχαν μεταξύ άλλων πληροφορίες σχετικά με την ανταλλαγή των όγκων των πωλήσεων κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης των Βερσαλλιών. Η Gyproc δεν αμφισβητεί την ύπαρξη των γεγονότων, ούτε τον χαρακτηρισμό τους ως παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου του ανταγωνισμού.

(24)

Επομένως, η Επιτροπή κρίνει ότι είναι δικαιολογημένη η μείωση του ποσού των προστίμων κατά 30 % για την BPB και κατά 40 % για την Gyproc.

5.   Τελικό ποσό των προστίμων που επιβάλλονται στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας

(25)

Συμπερασματικά, τα ποσά των προστίμων που πρέπει να επιβληθούν σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού αριθ. 17, πρέπει να καθοριστούν ως εξής:

:

BPB

:

138,6 εκατ. ευρώ,

:

Knauf Westdeutsche Gipswerke

:

85,8 εκατ. ευρώ,

:

Lafarge

:

249,6 εκατ. ευρώ,

:

Gyproc

:

4,32 εκατ. ευρώ.

III.   ΑΠΟΦΑΣΗ

(26)

Η επιχείρηση BPB PLC, ο όμιλος Knauf, Société Lafarge SA και η επιχείρηση Gyproc Benelux NV έχουν διαπράξει παράβαση του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης, συμμετέχοντας σε ένα σύνολο συμπράξεων και εναρμονισμένων πρακτικών στον τομέα των γυψοσανίδων.

(27)

Η εν λόγω παράβαση είχε την ακόλουθη διάρκεια:

α)

BPB PLC: από τις 31 Μαρτίου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998·

β)

Knauf: από τις 31 Μαρτίου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998·

γ)

Société Lafarge SA: από τις 31 Αυγούστου 1992, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998·

δ)

Gyproc Benelux NV: από τις 6 Ιουνίου 1996, το αργότερο, έως τις 25 Νοεμβρίου 1998.

(28)

Οι προαναφερόμενες επιχειρήσεις πρέπει να θέσουν τέλος στην παράβαση, σε περίπτωση που δεν το έχουν ήδη πράξει. Τους απαγορεύεται να συνάψουν, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους οι οποίες συνδέονται με τις γυψοσανίδες, οποιαδήποτε συμφωνία ή οποιαδήποτε εναρμονισμένη πρακτική που θα μπορούσαν να έχουν αντικείμενο ή επιρροή πανόμοια ή παρόμοια με το αντικείμενο ή την επιρροή της παράβασης.

(29)

Τα ακόλουθα πρόστιμα επιβάλλονται στις ακόλουθες επιχειρήσεις:

:

BPB PLC

:

138,6 εκατ. ευρώ·

:

Gebrüder Knauf Westdeutsche Gipswerke KG

:

85,8 εκατ. ευρώ·

:

Société Lafarge SA

:

249,6 εκατ. ευρώ·

:

Gyproc Benelux NV

:

4,32 εκατ. ευρώ.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1)· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 411/2004 (ΕΕ L 68 της 6.3.2004, σ. 1).

(2)  Κανονισμός αριθ. 17 του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτος κανονισμός εφαρμογής των άρθρων 85 και 86 της συνθήκης (ΕΕ 13 της 21.2.1962, σ. 204/62)· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2003.

(3)  «Knauf» σημαίνει στην απόφαση το σύνολο των εταιρειών του ομίλου Knauf.

(4)  Απόφαση 94/601/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 1994, σχετικά με μια διαδικασία εφαρμογής βάσει του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΚ (Υπόθεση IV/C/33.833 — Χαρτόνι) (ΕΕ L 243 της 19.9.1994, σ. 1), για την επιβολή προστίμου 1 750 000 Ecu. Το Πρωτοδικείο, στις 14 Μαΐου 1998, στην υπόθεση T-311/94, μείωσε το πρόστιμο αυτό σε 750 000 Ecu [Απόφαση του Πρωτοδικείου, της 14ης Μαΐου 1998, στην υπόθεση Τ-311/94, BPB de Eendracht NV, πρώην Kartonfabriek de Eendracht NV, κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Συλλογή 1998, σ. II-1129)].

(5)  Απόφαση 94/815/ΕΚ της Επιτροπής, της 30ής Νοεμβρίου 1994, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΚ (Υποθέσεις IV/33.126 και 33.322 — Τσιμέντο) (ΕΕ L 343 της 30.12.1994, σ. 1), για την επιβολή προστίμου 22 872 000 Ecu. Το Πρωτοδικείο, στις 15 Μαρτίου 2000, στην υπόθεση T-43/95, μείωσε το πρόστιμο αυτό σε 14 248 000 ευρώ [Απόφαση του Πρωτοδικείου, της 15ης Μαρτίου 2000, στην υπόθεση Τ-43/95, Cimenteries CBR κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Συλλογή 2000, σ. II-491)].

(6)  Βλέπε επίσης την απόφαση 2002/405/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2001, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 82 της συνθήκης ΕΚ (COMP/E-2/36.041/PO — Michelin) (ΕΕ L 143 της 31.5.2002, σ. 1), αιτιολογικές σκέψεις 361 έως 363.


28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/12


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Ιουνίου 2005

σχετικά με τη χρηματοδότηση μελετών, εκτιμήσεων αντικτύπου και αξιολογήσεων στους τομείς της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και της ευζωίας των ζώων και της ζωοτεχνίας

(2005/472/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (1), και ιδίως το άρθρο 20,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει της απόφασης 90/424/ΕΟΚ, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα, η Κοινότητα πρέπει να λάβει ή να βοηθήσει τα κράτη μέλη να λάβουν τα τεχνικά και επιστημονικά μέτρα που είναι αναγκαία για την ανάπτυξη της κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας καθώς και για την ανάπτυξη της κτηνιατρικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης.

(2)

Η διενέργεια μελετών, αξιολογήσεων αντικτύπου καθώς και συστηματικών και έγκαιρων αξιολογήσεων των προγραμμάτων της δαπανών αποτελεί πάγια προτεραιότητα για την Επιτροπή, ως μέσον λογιστικής για τη διαχείριση των χορηγηθέντων πόρων και ως τρόπος προώθησης ενός πνεύματος απόκτησης εμπειριών σε όλη τη δομή οργάνωσης, με ιδιαίτερη έμφαση στη διαχείριση βάσει αποτελεσμάτων.

(3)

Για την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων, το τελευταίο τρίμηνο του 2004 προκηρύχθηκε, με ανοιχτή διαδικασία, πρόσκληση υποβολής προσφορών για σύμβαση πλαίσιο αξιολόγησης στους πολιτικούς τομείς της ασφάλειας των τροφίμων, της υγείας και της ευζωίας των ζώων και της ζωοτεχνίας.

(4)

Η εν λόγω σύμβαση πλαίσιο αναμένεται να προσφέρει υψηλής ποιότητας, επίκαιρες και κατάλληλες πληροφορίες, οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση για τη λήψη κοινοτικών αποφάσεων.

(5)

Όλες οι επιμέρους εργασίες θα αποτελέσουν αντικείμενο ειδικών συμφωνιών. Οι συμφωνίες αυτές θα συναφθούν μεταξύ της Επιτροπής και του επιλεγέντος συμβαλλομένου, όπως ορίζεται στη σύμβαση πλαίσιο.

(6)

Το μέτρο που προβλέπεται από την παρούσα απόφαση είναι σύμφωνο με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Οι ενέργειες που περιγράφονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης εγκρίνονται για τους σκοπούς της χρηματοδότησής τους.

Βρυξέλλες, 24 Ιουνίου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 19· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τομέας: Ασφάλεια των τροφίμων, υγεία και ευζωία των ζώων και ζωοτεχνία.

Νομική βάση: Απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα.

Καθήκοντα:

Διάφορα είδη μελετών και άλλες υπηρεσίες για την υποστήριξη του σχεδιασμού και της προπαρασκευής προτάσεων της Επιτροπής.

Εκ των προτέρων αξιολογήσεις/αξιολογήσεις αντικτύπου.

Ενδιάμεσες και εκ των υστέρων αξιολογήσεις.

Η αξιολόγηση της κοινοτικής πολιτικής για την υγεία των ζώων (ΚΠΥΖ) για το 1995-2004 και των ενδεχόμενων πολιτικών επιλογών για το μέλλον (συμπεριλαμβανομένου ενός μοντέλου χρηματοδότησης κινδύνων από επιζωοτίες) έχει τεθεί ως προτεραιότητα για το 2005.

Πίστωση 2005:

17 04 02 — Λοιπά μέτρα στον κτηνιατρικό τομέα και στους τομείς της ευζωίας των ζώων και της δημόσιας υγείας: 500 000 ευρώ,

17 01 04 04 — Δοκιμαστική μελέτη: μοντέλο χρηματοδότησης κινδύνων για επιζωοτίες — Δαπάνες διοικητικής διαχείρισης: 500 000 ευρώ.

Προϋπολογισμός: 1 000 000 ευρώ κατ’ ανώτατο όριο για το πρώτο έτος της σύμβασης πλαισίου.

Αριθμός προβλεπόμενων ειδικών ενεργειών: περίπου έξι.

Όλες οι ενέργειες διέπονται από κοινούς κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις: στην περίπτωση αυτή, χρήση της υφιστάμενης σύμβασης πλαισίου.


Διορθωτικά

28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 166/14


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 209/2003 της Επιτροπής, της 3ης Φεβρουαρίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 747/2001 του Συμβουλίου όσον αφορά τις κοινοτικές δασμολογικές ποσοστώσεις για ορισμένα γεωργικά προϊόντα καταγωγής Λιβάνου

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 28 της 4ης Φεβρουαρίου 2003 )

Στη σελίδα 31, στη δεύτερη στήλη «Κωδικός ΣΟ», έναντι του αύξοντα αριθμού «09.1178»:

αντί:

«0711 20 11»,

διάβαζε:

«0711 20 10».