ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
20 Μαΐου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 758/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 759/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για την εφαρμογή συντελεστή μείωσης κατά την έκδοση πιστοποιητικών επιστροφής για εμπορεύματα μη υπαγόμενα στο παράρτημα Ι της συνθήκης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1520/2000

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 760/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για τον καθορισμό των ποσοτήτων ακατέργαστου καπνού που μπορούν να μεταφερθούν προς μια άλλη ομάδα ποικιλιών στο πλαίσιο του κατωφλίου εγγύησης για τη συγκομιδή 2005 στη Γερμανία, στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στη Γαλλία, στην Ιταλία και στην Πορτογαλία

4

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 761/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για το άνοιγμα της απόσταξης κρίσης που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου για τους επιτραπέζιους οίνους στη Γαλλία

6

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 762/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για το άνοιγμα της απόσταξης κρίσης που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου για τους επιτραπέζιους οίνους στην Ισπανία

8

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 763/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για την έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής ρυζιού καταγωγής κρατών ΑΚΕ και ΧΕ που έχουν ζητηθεί κατά τη διάρκεια των πέντε πρώτων εργάσιμων ημερών του Μαΐου του 2005 σε εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2003

10

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 764/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για καθορισμό των επιστροφών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή των σιτηρών, των αλεύρων και των πλιγουριών και των σιμιγδαλιών σίτου ή σικάλεως

12

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, σχετικά με τις προσφορές που ανακοινώνονται για την εξαγωγή κριθής στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1757/2004

14

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 766/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, σχετικά με τις προσφορές που ανακοινώνονται για την εξαγωγή βρώμης στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1565/2004

15

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2005 της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για καθορισμό της μέγιστης επιστροφής κατά την εξαγωγή μαλακού σίτου στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 115/2005

16

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 11ης Μαΐου 2005, σχετικά με την ανανέωση της εντολής της Ευρωπαϊκής ομάδας για τη δεοντολογία της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών

17

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 12ης Μαΐου 2005, για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/45/ΕΚ, 2001/405/ΕΚ, 2001/688/ΕΚ, 2002/255/ΕΚ και 2002/747/ΕΚ προκειμένου να παραταθεί η ισχύς των οικολογικών κριτηρίων για την απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε ορισμένα προϊόντα [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 1446]  ( 1 )

20

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 13ης Μαΐου 2005, για την εκκαθάριση των λογαριασμών των κρατών μελών στο πλαίσιο των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), Τμήμα Εγγυήσεων, για το οικονομικό έτος 2004 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1443]

22

 

 

Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

 

*

Απόφαση 2005/386/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλiου, της 14ης Μαρτίου 2005, για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νέας Ζηλανδίας σχετικά με τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (επιχείρηση Althea)

27

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νέας Ζηλανδίας για τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (επιχείρηση Althea)

28

 

 

Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του άρθρου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

 

*

Απόφαση 2005/387/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2005, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο νέων ψυχοτρόπων ουσιών

32

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 758/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

108,4

204

65,2

212

97,2

999

90,3

0707 00 05

052

92,3

204

51,2

999

71,8

0709 90 70

052

84,4

624

50,3

999

67,4

0805 10 20

052

41,9

204

39,9

212

108,2

220

45,2

388

52,1

400

44,6

624

61,2

999

56,2

0805 50 10

052

49,0

388

63,6

400

69,6

528

43,4

624

80,9

999

61,3

0808 10 80

388

92,1

400

112,5

404

78,7

508

62,3

512

72,1

524

57,3

528

68,5

720

64,4

804

94,0

999

78,0


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 759/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για την εφαρμογή συντελεστή μείωσης κατά την έκδοση πιστοποιητικών επιστροφής για εμπορεύματα μη υπαγόμενα στο παράρτημα Ι της συνθήκης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1520/2000

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3448/93 του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1993, για τον καθορισμό του καθεστώτος συναλλαγών που εφαρμόζεται για ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1520/2000 της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση κοινών λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του συστήματος επιστροφών κατά την εξαγωγή και των κριτηρίων καθορισμού του ύψους τους, για ορισμένα γεωργικά προϊόντα, εξαγόμενα υπό μορφή εμπορευμάτων μη υπαγομένων στο παράρτημα Ι της συνθήκης (2), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι κοινοποιήσεις που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1520/2000 αναφέρουν ότι το συνολικό ποσό που ζητήθηκε στις αιτήσεις που παρελήφθησαν ανέρχεται σε 93 532 277 EUR, ενώ το διαθέσιμο ποσό για το τμήμα των πιστοποιητικών επιστροφής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1520/2000, ανέρχεται σε 59 655 557 EUR.

(2)

Πρέπει να υπολογιστεί συντελεστής μείωσης βάσει του άρθρου 8 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1520/2000. Ως εκ τούτου, ο εν λόγω συντελεστής θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ποσά τα οποία ζητήθηκαν υπό τη μορφή πιστοποιητικών επιστροφής που ισχύουν από την 1η Ιουνίου 2005, όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1520/2000,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα ποσά για αιτήσεις χορήγησης πιστοποιητικών επιστροφής που ισχύουν από την 1η Ιουνίου 2005 υπόκεινται σε συντελεστή μείωσης ύψους 0,363.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρóεδρος


(1)  ΕΕ L 318 της 20.12.1993, σ. 18· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2580/2000 (ΕΕ L 298 της 25.11.2000, σ. 5).

(2)  ΕΕ L 177 της 15.7.2000, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 886/2004 (ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 14).


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/4


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 760/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για τον καθορισμό των ποσοτήτων ακατέργαστου καπνού που μπορούν να μεταφερθούν προς μια άλλη ομάδα ποικιλιών στο πλαίσιο του κατωφλίου εγγύησης για τη συγκομιδή 2005 στη Γερμανία, στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στη Γαλλία, στην Ιταλία και στην Πορτογαλία

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1992, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα του ακατέργαστου καπνού (1), και ιδίως το άρθρο 9 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92 καθιέρωσε ένα καθεστώς ποσοστώσεων για τις διάφορες ομάδες ποικιλιών καπνού. Οι ατομικές ποσοστώσεις κατανεμήθηκαν μεταξύ των παραγωγών με βάση τα κατώφλια εγγύησης για τη συγκομιδή 2005 που καθορίστηκαν στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 546/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 2002, για τον καθορισμό των πριμοδοτήσεων των κατωφλίων εγγύησης για τον καπνό σε φύλλα κατά ομάδα ποικιλιών, ανά κράτος μέλος και για τις συγκομιδές 2002, 2003 και 2004, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92 (2). Το άρθρο 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2075/92 επιτρέπει στην Επιτροπή να εξουσιοδοτήσει τα κράτη μέλη να μεταφέρουν ποσότητες του κατωφλίου εγγύησης μεταξύ ομάδων ποικιλιών με τον όρο ότι οι προβλεπόμενες μεταφορές μεταξύ ομάδων ποικιλιών δεν θα προκαλέσουν συμπληρωματική δαπάνη εις βάρος του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και δεν θα συνεπάγονται αύξηση του συνολικού κατωφλίου εγγύησης κάθε κράτους μέλους.

(2)

Δεδομένου ότι πληρούται ο όρος αυτός, πρέπει να επιτραπεί η εν λόγω μεταφορά στα κράτη μέλη τα οποία το έχουν ζητήσει.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης καπνού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τη συγκομιδή 2005, τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούνται να μεταφέρουν, πριν από τις 30 Μαΐου 2005, ποσότητες από μια ομάδα ποικιλιών προς μια άλλη, σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα μετά από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 215 της 30.7.1992, σ. 70· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2319/2003 (ΕΕ L 345 της 31.12.2003, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 84 της 28.3.2002, σ. 4· κανονισμός που τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 864/2004 (ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σ. 48).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποσότητες του κατωφλίου εγγύησης που κάθε κράτος μέλος εξουσιοδοτείται να μεταφέρει από μια ομάδα ποικιλιών προς μια άλλη ομάδα ποικιλιών

Κράτος μέλος

Ομάδα ποικιλιών από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά

Ομάδα ποικιλιών προς την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά

Γερμανία

1 036,2 τόνοι dark air-cured (ομάδα III)

528,6 τόνοι flue cured (ομάδα I)

367,2 τόνοι light air cured (ομάδα II)

Ελλάδα

1 694 τόνοι light air cured (ομάδα II)

10 761 τόνοι flue cured (ομάδα I)

4 415 τόνοι sun cured (ομάδα V)

7 269 τόνοι Kabak Koulak (ομάδα VIII)

122 τόνοι Katerini (ομάδα VII)

5 267 τόνοι Kabak Koulak (ομάδα VIII)

3 193 τόνοι Basmas (ομάδα VI)

Ισπανία

1 999,8 τόνοι dark air-cured ομάδα III)

1 571,1 τόνοι flue cured (ομάδα I)

35,6 τόνοι light air-cured (ομάδα II)

Γαλλία

3 828,4 τόνοι dark air-cured (ομάδα III)

1 717,2 τόνοι flue cured (ομάδα I)

1 444,5 τόνοι light air cured (ομάδα II)

Ιταλία

850,0 τόνοι sun cured (ομάδα V)

611,9 τόνοι flue cured (ομάδα I)

120,0 τόνοι sun cured (ομάδα V)

98,2 τόνοι fire cured (ομάδα IV)

Πορτογαλία

50,0 τόνοι light air-cured (ομάδα II)

39,9 τόνοι flue cured (ομάδα I)


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/6


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 761/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για το άνοιγμα της απόσταξης κρίσης που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου για τους επιτραπέζιους οίνους στη Γαλλία

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 1 στοιχείο στ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 προβλέπει τη δυνατότητα να ανοιχθεί απόσταξη κρίσης σε περίπτωση εξαιρετικής διαταραχής της αγοράς που οφείλεται σε σημαντικά πλεονάσματα. Το μέτρο αυτό μπορεί να περιορισθεί σε ορισμένες κατηγορίες οίνου ή σε ορισμένες περιοχές παραγωγής και μπορεί να εφαρμοσθεί σε v.q.p.r.d. μετά από αίτηση του σχετικού κράτους μέλους.

(2)

Η γαλλική κυβέρνηση ζήτησε, με επιστολή της 18ης Φεβρουαρίου 2005, να ανοίξει η απόσταξη κρίσης για τους ήρεμους οίνους (v.q.p.r.d.) που παράγονται στο έδαφός της. Συμπληρωματικές πληροφορίες απεστάλησαν στις 25 Φεβρουαρίου και στις 25 Μαρτίου 2005.

(3)

Διαπιστώθηκαν σημαντικά πλεονάσματα στην αγορά των ήρεμων v.q.p.r.d. στη Γαλλία τα οποία αντικατοπτρίζονται με πτώση της τιμής και ανησυχητική αύξηση των αποθεμάτων για το τέλος της τρέχουσας περιόδου. Προκειμένου να αναστραφεί αυτή η αρνητική εξέλιξη και να αντιμετωπιστεί με τον τρόπο αυτό η δύσκολη κατάσταση της αγοράς, πρέπει να επανέλθουν τα αποθέματα των ήρεμων v.q.p.r.d. σε επίπεδο που θεωρείται ως κανονικό για να καλυφθούν οι ανάγκες της αγοράς.

(4)

Δεδομένου ότι πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999, πρέπει να προβλεφθεί το άνοιγμα απόσταξης κρίσης για ανώτατο όγκο 1,5 εκατ. εκατολίτρων ήρεμων οίνων ποιότητας που παράγονται σε καθορισμένες περιοχές (v.q.p.r.d.).

(5)

Η απόσταξη κρίσης που ανοίγει με τον παρόντα κανονισμό πρέπει να είναι σύμφωνη με τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2000, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς, όσον αφορά τους μηχανισμούς της αγοράς (2) σχετικά με το μέτρο απόσταξης που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999. Πρέπει, επίσης, να εφαρμοστούν άλλες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000, κυρίως οι διατάξεις που αφορούν την παράδοση της αλκοόλης στον οργανισμό παρέμβασης και αυτές που αφορούν την καταβολή προκαταβολής.

(6)

Είναι αναγκαίο να καθοριστεί η τιμή αγοράς που πρέπει να καταβάλλεται από τον οινοπνευματοποιό στον παραγωγό σε επίπεδο το οποίο επιτρέπει να αντιμετωπιστεί η διατάραξη της αγοράς, επιτρέποντας συγχρόνως στους παραγωγούς να επωφεληθούν του μέτρου.

(7)

Το προϊόν που προέρχεται από την απόσταξη κρίσης μπορεί να είναι μόνον ακατέργαστη ή ουδέτερη αλκοόλη που πρέπει να παραδίδεται υποχρεωτικά στον οργανισμό παρέμβασης, ώστε να αποφευχθεί η διαταραχή της αγοράς της πόσιμης αλκοόλης που τροφοδοτείται κατά κύριο λόγο από την απόσταξη που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης οίνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η απόσταξη κρίσης, που αναφέρεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 ανοίγει για μέγιστη ποσότητα 1,5 εκατ. εκατολίτρων ήρεμων οίνων ποιότητας που παράγονται σε καθορισμένες περιοχές (v.q.p.r.d.) στη Γαλλία, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 σχετικά με αυτόν τον τύπο απόσταξης.

Άρθρο 2

Κάθε παραγωγός δύναται να συνάψει συμφωνητικό παράδοσης, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 65 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 (εφεξής ονομαζόμενο «συμφωνητικό»), από τις 23 Μαΐου έως τις 15 Ιουλίου 2005.

Τα συμφωνητικά συνοδεύονται από την απόδειξη της σύστασης εγγύησης ίσης προς 5 ευρώ ανά εκατόλιτρο.

Τα συμφωνητικά αυτά δεν είναι μεταβιβάσιμα.

Άρθρο 3

1.   Εάν η συνολική ποσότητα η οποία καλύπτεται από τα συμφωνητικά που προσκομίζονται στον οργανισμό παρέμβασης υπερβαίνει την ποσότητα που καθορίστηκε στο άρθρο 1, το κράτος μέλος καθορίζει το ποσοστό μείωσης που θα εφαρμοστεί στα εν λόγω συμφωνητικά.

2.   Το κράτος μέλος θεσπίζει τις αναγκαίες διοικητικές διατάξεις για να εγκρίνει, στις 15 Αυγούστου, τα συμφωνητικά. Η έγκριση περιλαμβάνει την ένδειξη του ποσοστού μείωσης που ενδεχομένως να εφαρμοστεί και τον όγκο οίνου που θα γίνει αποδεκτός ανά συμφωνητικό και μνημονεύει τη δυνατότητα για τον παραγωγό να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση εφαρμογής ποσοστού μείωσης.

Το κράτος μέλος ανακοινώνει πριν από την 1η Σεπτεμβρίου στην Επιτροπή τις ποσότητες των οίνων που αναφέρονται στα εγκεκριμένα συμφωνητικά.

3.   Το κράτος μέλος μπορεί να περιορίσει τον αριθμό των συμφωνητικών που ένας παραγωγός μπορεί να συνάψει δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

1.   Οι παραδόσεις στο οινοπνευματοποιείο των ποσοτήτων οίνων που αποτελούν αντικείμενο των εγκεκριμένων συμφωνητικών πρέπει να γίνουν το αργότερο στις 15 Δεκεμβρίου 2005. Η παραγόμενη αλκοόλη πρέπει να παραδοθεί στον οργανισμό παρέμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1, το αργότερο στις 15 Μαρτίου 2006.

2.   Η εγγύηση αποδεσμεύεται κατ’ αναλογία των παραδιδόμενων ποσοτήτων, εφόσον ο παραγωγός προσκομίζει απόδειξη της παράδοσης στο οινοπνευματοποιείο.

Εάν δεν πραγματοποιείται καμία παράδοση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η εγγύηση καταπίπτει.

Άρθρο 5

Η ελάχιστη τιμή αγοράς του οίνου που παραδίδεται για απόσταξη δυνάμει του παρόντος κανονισμού ισούται με 3,35 ευρώ ανά % vol και ανά εκατόλιτρο.

Άρθρο 6

1.   Ο οινοπνευματοποιός παραδίδει στον οργανισμό παρέμβασης το προϊόν που προέρχεται από την απόσταξη. Το προϊόν αυτό έχει αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 92 % vol.

2.   Η τιμή που πρέπει να καταβληθεί στον οινοπνευματοποιό από τον οργανισμό παρέμβασης για την παραδιδόμενη ακατέργαστη αλκοόλη είναι 3,717 ευρώ ανά % vol ανά εκατόλιτρο. Η πληρωμή πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000. Ωστόσο, η πληρωμή της τιμής αυτής μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον από τις 16 Οκτωβρίου 2005.

Ο οινοπνευματοποιός μπορεί να λάβει προκαταβολή επί του ποσού αυτού 2,558 ευρώ ανά % vol ανά εκατόλιτρο. Στην περίπτωση αυτή, το ποσό που πραγματικά καταβάλλεται μειώνεται κατά το ποσό της προκαταβολής. Εφαρμόζονται τα άρθρα 66 και 67 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000. Ωστόσο, η πληρωμή της προκαταβολής μπορεί να γίνει μόνον από τις 16 Οκτωβρίου 2005.

Άρθρο 7

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 23 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 179 της 14.7.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 194 της 31.7.2000, σ. 45· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 616/2005 (ΕΕ L 103 της 22.4.2005, σ. 15).


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/8


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 762/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για το άνοιγμα της απόσταξης κρίσης που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου για τους επιτραπέζιους οίνους στην Ισπανία

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 33 παράγραφος 1 στοιχείο στ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 προβλέπει τη δυνατότητα να ανοιχθεί απόσταξη κρίσης σε περίπτωση εξαιρετικής διαταραχής της αγοράς που οφείλεται σε σημαντικά πλεονάσματα. Το μέτρο αυτό μπορεί να περιορισθεί σε ορισμένες κατηγορίες οίνου ή σε ορισμένες περιοχές παραγωγής και μπορεί να εφαρμοσθεί σε v.q.p.r.d. μετά από αίτηση του σχετικού κράτους μέλους.

(2)

Η ισπανική κυβέρνηση ζήτησε, με επιστολή της 8ης Μαρτίου 2005, να ανοίξει η απόσταξη κρίσης για τους επιτραπέζιους οίνους που παράγονται στο έδαφός της.

(3)

Διαπιστώθηκαν σημαντικά πλεονάσματα στην αγορά του επιτραπέζιου οίνου στην Ισπανία, τα οποία αντικατοπτρίζονται με πτώση της τιμής και ανησυχητική αύξηση των αποθεμάτων για το τέλος της τρέχουσας περιόδου. Προκειμένου να αναστραφεί αυτή η αρνητική εξέλιξη και να αντιμετωπιστεί με τον τρόπο αυτό η δύσκολη κατάσταση της αγοράς, πρέπει να επανέλθουν τα αποθέματα των επιτραπέζιων οίνων σε επίπεδο που θεωρείται ως κανονικό για να καλυφθούν οι ανάγκες της αγοράς.

(4)

Δεδομένου ότι πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999, πρέπει να προβλεφθεί το άνοιγμα απόσταξης κρίσης για ανώτατο όγκο 4 εκατ. εκατολίτρων επιτραπέζιων οίνων.

(5)

Η απόσταξη κρίσης που ανοίγει με τον παρόντα κανονισμό πρέπει να είναι σύμφωνη με τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2000, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς, όσον αφορά τους μηχανισμούς της αγοράς (2) σχετικά με το μέτρο απόσταξης που προβλέπεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999. Πρέπει, επίσης, να εφαρμοστούν άλλες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000, κυρίως οι διατάξεις που αφορούν την παράδοση της αλκοόλης στον οργανισμό παρέμβασης και αυτές που αφορούν την καταβολή προκαταβολής.

(6)

Είναι αναγκαίο να καθοριστεί η τιμή αγοράς που πρέπει να καταβάλλεται από τον οινοπνευματοποιό στον παραγωγό, σε επίπεδο το οποίο επιτρέπει να αντιμετωπιστεί η διατάραξη της αγοράς επιτρέποντας συγχρόνως στους παραγωγούς να επωφεληθούν του μέτρου.

(7)

Το προϊόν που προέρχεται από την απόσταξη κρίσης μπορεί να είναι μόνον ακατέργαστη ή ουδέτερη αλκοόλη που πρέπει να παραδίδεται υποχρεωτικά στον οργανισμό παρέμβασης, ώστε να αποφευχθεί η διαταραχή της αγοράς της πόσιμης αλκοόλης που τροφοδοτείται κατά κύριο λόγο από την απόσταξη που προβλέπεται στο άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχειρίσεως οίνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η απόσταξη κρίσης που αναφέρεται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1493/1999 ανοίγει για μέγιστη ποσότητα 4 εκατ. εκατολίτρων επιτραπέζιων οίνων στην Ισπανία, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 σχετικά με αυτόν τον τύπο απόσταξης.

Άρθρο 2

Κάθε παραγωγός δύναται να συνάψει συμφωνητικό παράδοσης, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 65 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000 (εφεξής «συμφωνητικό»), από τις 23 Μαΐου έως τις 15 Ιουνίου 2005.

Τα συμφωνητικά συνοδεύονται από την απόδειξη της σύστασης εγγύησης ίσης προς 5 ευρώ ανά εκατόλιτρο.

Τα συμφωνητικά αυτά δεν είναι μεταβιβάσιμα.

Άρθρο 3

1.   Εάν η συνολική ποσότητα η οποία καλύπτεται από τα συμφωνητικά που προσκομίζονται στον οργανισμό παρέμβασης υπερβαίνει την ποσότητα που καθορίστηκε στο άρθρο 1, η Ισπανία καθορίζει το ποσοστό μείωσης που θα εφαρμοστεί στα εν λόγω συμφωνητικά.

2.   Το κράτος μέλος θεσπίζει τις αναγκαίες διοικητικές διατάξεις για να εγκρίνει, στις 18 Ιουλίου 2005, τα συμφωνητικά. Η έγκριση περιλαμβάνει την ένδειξη του ποσοστού μείωσης που ενδεχομένως θα εφαρμοστεί και τον όγκο οίνου που θα γίνει αποδεκτός ανά συμφωνητικό και μνημονεύει τη δυνατότητα για τον παραγωγό να καταγγείλει τη σύμβαση σε περίπτωση εφαρμογής ποσοστού μείωσης.

Το κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή, πριν από την 1η Αυγούστου 2005, τις ποσότητες των οίνων που αναφέρονται στα εγκεκριμένα συμφωνητικά.

3.   Το κράτος μέλος μπορεί να περιορίσει τον αριθμό των συμφωνητικών που ένας παραγωγός μπορεί να συνάψει δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

1.   Οι παραδόσεις στο οινοπνευματοποιείο των ποσοτήτων οίνων που αποτελούν αντικείμενο των εγκεκριμένων συμφωνητικών πρέπει να γίνουν το αργότερο στις 15 Οκτωβρίου 2005. Η παραγόμενη αλκοόλη πρέπει να παραδοθεί στον οργανισμό παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 το αργότερο στις 15 Μαρτίου 2006.

2.   Η εγγύηση αποδεσμεύεται κατ’ αναλογία των παραδιδόμενων ποσοτήτων εφόσον ο παραγωγός προσκομίζει απόδειξη της παράδοσης στο οινοπνευματοποιείο.

Εάν δεν πραγματοποιείται καμία παράδοση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η εγγύηση καταπίπτει.

Άρθρο 5

Η ελάχιστη τιμή αγοράς του οίνου που παραδίδεται για απόσταξη δυνάμει του παρόντος κανονισμού ισούται με 1,914 ευρώ ανά % vol και ανά εκατόλιτρο.

Άρθρο 6

1.   Ο οινοπνευματοποιός παραδίδει στον οργανισμό παρέμβασης το προϊόν που προέρχεται από την απόσταξη. Το προϊόν αυτό έχει αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 92 % vol.

2.   Η τιμή που πρέπει να καταβληθεί στον οινοπνευματοποιό από τον οργανισμό παρέμβασης για την παραδιδόμενη ακατέργαστη αλκοόλη είναι 2,281 ευρώ ανά % vol ανά εκατόλιτρο. Η πληρωμή πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000. Ωστόσο, η πληρωμή της τιμής αυτής μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον από τις 16 Οκτωβρίου 2005.

Ο οινοπνευματοποιός μπορεί να λάβει προκαταβολή επί του ποσού αυτού 1,122 ευρώ ανά % vol ανά εκατόλιτρο. Στην περίπτωση αυτή, το ποσό που πραγματικά καταβάλλεται μειώνεται κατά το ποσό της προκαταβολής. Εφαρμόζονται τα άρθρα 66 και 67 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1623/2000. Ωστόσο, η πληρωμή της προκαταβολής μπορεί να γίνει μόνον από τις 16 Οκτωβρίου 2005.

Άρθρο 7

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 23 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 179 της 14.7.1999, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 194 της 31.7.2000, σ. 45· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 616/2005 (ΕΕ L 103 της 22.4.2005, σ. 15).


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 763/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για την έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής ρυζιού καταγωγής κρατών ΑΚΕ και ΧΕ που έχουν ζητηθεί κατά τη διάρκεια των πέντε πρώτων εργάσιμων ημερών του Μαΐου του 2005 σε εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2003

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2286/2002 του Συμβουλίου, της 10ης Δεκεμβρίου 2002, για το καθεστώς των γεωργικών προϊόντων και των προϊόντων μεταποίησης γεωργικών προϊόντων, καταγωγής κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1706/98 (1),

την απόφαση 2001/822/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 2001, για τη σύνδεση των υπερπόντιων χωρών και εδαφών (ΥΧΕ) με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα («Overseas association») (2),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 638/2003 της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 2003, για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2286/2002 του Συμβουλίου και της απόφασης 2001/822/ΕΚ του Συμβουλίου όσον αφορά το καθεστώς που ισχύει για την εισαγωγή ρυζιού καταγωγής κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) και υπερπόντιων χωρών και εδαφών (ΥΧΕ) (3), και ιδίως το άρθρο 17 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Από την εξέταση των ποσοτήτων για τις οποίες υποβλήθηκαν αιτήσεις στο πλαίσιο του σταδίου του Μαΐου του 2005 οδηγούμεθα στο να προβλέψουμε την έκδοση των πιστοποιητικών για τις ζητούμενες ποσότητες ενδεχομένως με ένα ποσοστό μείωσης και να προσθέσουμε τις μεταφερθείσες ποσότητες στο επόμενο στάδιο,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Για τις αιτήσεις χορηγήσεως πιστοποιητικών εισαγωγής ρυζιού που υποβλήθηκαν κατά τις πέντε πρώτες εργάσιμες ημέρες του Μαΐου του 2005 σε εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2003 και ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή, τα πιστοποιητικά εκδίδονται για τις ποσότητες που αναγράφονται στις αιτήσεις, μειωμένες ενδεχομένως, κατά τα ποσοστά μείωσης που καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι μεταφερθείσες ποσότητες στο πλαίσιο του επόμενου σταδίου καθορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 348 της 21.12.2002, σ. 5.

(2)  ΕΕ L 314 της 30.11.2001, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 93 της 10.4.2003, σ. 3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποσοστά μείωσης που εφαρμόζονται στις ποσότητες που έχουν ζητηθεί στο πλαίσιο του σταδίου του Μαΐου του 2005 και μεταφερθείσες ποσότητες στο επόμενο στάδιο

Καταγωγή/προϊόν

Ποσοστά μειώσεως

Μεταφερθείσα ποσότητα στο στάδιο του Σεπτεμβρίου του 2005 (σε τόνους)

Ολλανδικές Αντίλες και Αρούμπα

Λιγότερο αναπτυγμένες ΥΧΕ

Ολλανδικές Αντίλες και Αρούμπα

Λιγότερο αναπτυγμένες ΥΧΕ

ΥΧΕ [άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2003]

κωδικός ΣΟ 1006

0

0

8 484,759

6 667


Καταγωγή/προϊόν

Ποσοστά μειώσεως

Μεταφερθείσα ποσότητα στο στάδιο του Σεπτεμβρίου του 2005 (σε τόνους)

ΑΚΕ [άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2003]

κωδικοί ΣΟ 1006 10 21 μέχρι 1006 10 98, 1006 20 και 1006 30

40,8392

ΑΚΕ [άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2003]

κωδικός ΣΟ 1006 40 00

0

16 530


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 764/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για καθορισμό των επιστροφών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή των σιτηρών, των αλεύρων και των πλιγουριών και των σιμιγδαλιών σίτου ή σικάλεως

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003, η διαφορά μεταξύ των τιμών των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του κανονισμού αυτού και των τιμών των προϊόντων αυτών στην Κοινότητα δύναται να καλυφθεί από μια επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)

Οι επιστροφές πρέπει να καθορίζονται λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που προβλέπονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1501/95 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1995, περί θεσπίσεως ορισμένων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου όσον αφορά τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή καθώς και τα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση διαταραχής της αγοράς στον τομέα των σιτηρών (2).

(3)

Για τα άλευρα, τα πλιγούρια και σιμιγδάλια σίτου και σικάλεως, η επιστροφή που εφαρμόζεται στα προϊόντα αυτά πρέπει να υπολογίζεται αφού ληφθεί υπόψη η αναγκαία ποσότητα σιτηρών για την παρασκευή των εξεταζόμενων προϊόντων. Οι ποσότητες αυτές έχουν καθορισθεί στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1501/95.

(4)

Η κατάσταση της διεθνούς αγοράς ή οι ειδικές απαιτήσεις ορισμένων αγορών δύνανται να καταστήσουν αναγκαία τη διαφοροποίηση της επιστροφής για ορισμένα προϊόντα ανάλογα με τον προορισμό τους.

(5)

Η επιστροφή καθορίζεται μία φορά το μήνα ότι δύναται να τροποποιείται ενδιαμέσως.

(6)

Η εφαρμογή των λεπτομερειών αυτών στην παρούσα κατάσταση της αγοράς στον τομέα των σιτηρών, και ιδίως στις τιμές των προϊόντων αυτών στην Κοινότητα και στη διεθνή αγορά, οδηγεί στον καθορισμό της επιστροφής στα ποσά που ορίζονται στο παράρτημα.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι επιστροφές κατά την εξαγωγή των αναφερόμενων στο άρθρο 1 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 προϊόντων, εκτός της βύνης, ως έχουν, καθορίζονται στα ποσά που ορίζονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78.

(2)  ΕΕ L 147 της 30.6.1995, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1431/2003 (ΕΕ L 203 της 12.8.2003, σ. 16).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2005, για καθορισμό των επιστροφών που εφαρμόζονται κατά την εξαγωγή των σιτηρών, των αλευρών και των πλιγουριών και των σιμιγδαλιών σίτου ή σικάλεως

Κωδικός προϊόντος

Προορισμός

Μονάδα μέτρησης

Επιστροφή

1001 10 00 9200

EUR/t

1001 10 00 9400

A00

EUR/t

0

1001 90 91 9000

EUR/t

1001 90 99 9000

A00

EUR/t

0

1002 00 00 9000

A00

EUR/t

0

1003 00 10 9000

EUR/t

1003 00 90 9000

A00

EUR/t

0

1004 00 00 9200

EUR/t

1004 00 00 9400

A00

EUR/t

0

1005 10 90 9000

EUR/t

1005 90 00 9000

A00

EUR/t

0

1007 00 90 9000

EUR/t

1008 20 00 9000

EUR/t

1101 00 11 9000

EUR/t

1101 00 15 9100

C01

EUR/t

8,91

1101 00 15 9130

C01

EUR/t

8,32

1101 00 15 9150

C01

EUR/t

7,67

1101 00 15 9170

C01

EUR/t

7,09

1101 00 15 9180

C01

EUR/t

6,63

1101 00 15 9190

EUR/t

1101 00 90 9000

EUR/t

1102 10 00 9500

A00

EUR/t

0

1102 10 00 9700

A00

EUR/t

0

1102 10 00 9900

EUR/t

1103 11 10 9200

A00

EUR/t

0

1103 11 10 9400

A00

EUR/t

0

1103 11 10 9900

EUR/t

1103 11 90 9200

A00

EUR/t

0

1103 11 90 9800

EUR/t

Σημ.: Οι κωδικοί των προϊόντων, καθώς και οι κωδικοί των προορισμών της σειράς «A» ορίζονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3846/87 της Επιτροπής (ΕΕ L 366 της 24.12.1987, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε.

C01

:

Όλες οι τρίτες χώρες εκτός από την Αλβανία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, την Κροάτια, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Σερβία και Μαυροβούνιο, την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, το Λιχτενστάιν και την Ελβετία.


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/14


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 765/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

σχετικά με τις προσφορές που ανακοινώνονται για την εξαγωγή κριθής στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1757/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί δημιουργίας κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3 πρώτη πρόταση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1757/2004 της Επιτροπής (2), προκηρύχθηκε διαγωνισμός για τον καθορισμό της επιστροφής κατά την εξαγωγή κριθής προς ορισμένες τρίτες χώρες.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1501/95 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1995, περί θεσπίσεως ορισμένων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου, όσον αφορά τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή καθώς και τα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση διαταραχής της αγοράς στον τομέα των σιτηρών (3), η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό με βάση τις ανακοινωθείσες προσφορές.

(3)

Λαμβανομένων υπόψη, ιδίως των κριτηρίων που προβλέπονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1501/95, δεν ενδείκνυται ο καθορισμός μέγιστης επιστροφής.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Δεν δίδεται συνέχεια στις προσφορές που ανακοινώθηκαν στις 13 έως τις 19 Μαΐου 2005, στο πλαίσιο του διαγωνισμού της επιστροφής κατά την εξαγωγή κριθής που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1757/2004.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78.

(2)  ΕΕ L 313 της 12.10.2004, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 147 της 30.6.1995, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 777/2004 (ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 50).


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/15


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 766/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

σχετικά με τις προσφορές που ανακοινώνονται για την εξαγωγή βρώμης στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1565/2004

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί δημιουργίας κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 7,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1501/95 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1995, περί θεσπίσεως ορισμένων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου όσον αφορά τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή καθώς και τα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση διαταραχής της αγοράς στον τομέα των σιτηρών (2), και ιδίως το άρθρο 7,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1565/2004 της Επιτροπής, της 3ης Σεπτεμβρίου 2004, περί ειδικού μέτρου παρέμβασης για τα σιτηρά στη Φινλανδία και τη Σουηδία για την περίοδο 2004/05 (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1565/2004, προκηρύχθηκε διαγωνισμός για τον καθορισμό της επιστροφής κατά την εξαγωγή βρώμης που παράγεται στη Φινλανδία και στη Σουηδία και προορίζεται για εξαγωγή από τη Φινλανδία και τη Σουηδία προς όλες τις τρίτες χώρες, με εξαίρεση τη Βουλγαρία, τη Νορβηγία, τη Ρουμανία και την Ελβετία.

(2)

Λαμβανομένων υπόψη, ιδίως των κριτηρίων που προβλέπονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1501/95, δεν ενδείκνυται ο καθορισμός μέγιστης επιστροφής.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Δεν δίδεται συνέχεια στις προσφορές που ανακοινώνονται από τις 13 έως τις 19 Μαΐου 2005, στο πλαίσιο του διαγωνισμού της επιστροφής κατά την εξαγωγή βρώμης που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1565/2004.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78.

(2)  ΕΕ L 147 της 30.6.1995, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1431/2003 (ΕΕ L 203 της 12.8.2003, σ. 16).

(3)  ΕΕ L 285 της 4.9.2004, σ. 3.


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 767/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Μαΐου 2005

για καθορισμό της μέγιστης επιστροφής κατά την εξαγωγή μαλακού σίτου στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 115/2005

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, περί δημιουργίας κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σιτηρών (1), και ιδίως το άρθρο 13 παράγραφος 3 πρώτη πρόταση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 115/2005 της Επιτροπής (2), προκηρύχθηκε διαγωνισμός για τον καθορισμό της επιστροφής κατά την εξαγωγή μαλακού σίτου προς ορισμένες τρίτες χώρες.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1501/95 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1995, περί θεσπίσεως ορισμένων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου, όσον αφορά τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή, καθώς και τα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση διαταραχής της αγοράς στον τομέα των σιτηρών (3), η Επιτροπή δύναται με βάση τις ανακοινωθείσες προσφορές να αποφασίσει να καθορίσει μια μέγιστη επιστροφή κατά την εξαγωγή, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1501/95. Στην περίπτωση αυτή, ο διαγωνισμός κατακυρώνεται σ' εκείνον ή σ' εκείνους εκ των προσφερόντων των οποίων η προσφορά είναι μικρότερη ή ίση από τη μέγιστη επιστροφή.

(3)

Η εφαρμογή των ανωτέρω κριτηρίων στην παρούσα κατάσταση της αγοράς του εν λόγω σιτηρού οδηγεί στον καθορισμό της μέγιστης επιστροφής κατά την εξαγωγή.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης σιτηρών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τις προσφορές που ανακοινώνονται από τις 13 έως τις 19 Μαΐου 2005, στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 115/2005, η μέγιστη επιστροφή κατά την εξαγωγή μαλακού σίτου καθορίζεται σε 6,50 EUR/t.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78.

(2)  ΕΕ L 24 της 27.1.2005, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 147 της 30.6.1995, σ. 7· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 777/2004 (ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 50).


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 11ης Μαΐου 2005

σχετικά με την ανανέωση της εντολής της «Ευρωπαϊκής ομάδας για τη δεοντολογία της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών»

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2005/383/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Νοέμβριο του 1991, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να εντάξει το θέμα της δεοντολογίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τις κοινοτικές πολιτικές στον τομέα της έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, με τη σύσταση της «Ομάδας συμβούλων για τη δεοντολογία της βιοτεχνολογίας» («ΟΣΔΒ»).

(2)

Η Επιτροπή αποφάσισε στις 16 Δεκεμβρίου 1997 να αντικαταστήσει την ΟΣΔΒ με την «Ευρωπαϊκή ομάδα για τη δεοντολογία της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών» («ΕΟΔ»), διευρύνοντας συγχρόνως την εντολή της εν λόγω ομάδας, ώστε να καλύπτει όλους τους τομείς εφαρμογής της επιστήμης και της τεχνολογίας.

(3)

Η εντολή της ΕΟΔ ανανεώθηκε για τέσσερα έτη με απόφαση της Επιτροπής, της 26ης Μαρτίου 2001, και η έκταση των αρμοδιοτήτων της τροποποιήθηκε ελαφρώς με σκοπό τη βελτίωση των μεθόδων εργασίας της.

(4)

Η ΕΟΔ χρειάζεται νέες μεθόδους εργασίας προκειμένου να μπορεί να ανταποκρίνεται εγκαίρως στις ταχύτερες επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Επιπλέον χρειάζεται νέες ικανότητες, για να είναι σε θέση να καταγίνεται με αυξανόμενο φάσμα επιστημονικών και τεχνολογικών εφαρμογών.

(5)

Στην «ανακοίνωση της Επιτροπής για τη συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωσίας από την Επιτροπή: Αρχές και κατευθυντήριες γραμμές» [COM(2002) 713] αναφέρεται ότι «οι ανοικτές προσκλήσεις μπορεί να είναι οι πλέον κατάλληλες όταν μελετώνται ευαίσθητα θέματα και όταν οι ομάδες συγκροτούνται για να διαρκέσουν για εύλογο χρονικό διάστημα».

(6)

Η τρέχουσα εντολή της ΕΟΔ λήγει στις 25 Μαρτίου 2005. Η παρούσα απόφαση αντικαθιστά την εντολή που έχει προσαρτηθεί στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 26ης Μαρτίου 2001 [Ε(2001) 691],

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η Επιτροπή αποφασίζει την ανανέωση για τέσσερα έτη της εντολής της «Ευρωπαϊκής ομάδας για τη δεοντολογία της επιστήμης και των νέων τεχνολογιών» («ΕΟΔ»).

Άρθρο 2

Αποστολή

Έργο της ΕΟΔ είναι να συμβουλεύει την Επιτροπή επί ζητημάτων δεοντολογίας τα οποία άπτονται των επιστημών και των νέων τεχνολογιών, είτε κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής είτε με ιδία πρωτοβουλία. Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να ζητήσουν από την Επιτροπή να ασχοληθεί με ζητήματα τα οποία κατά τη γνώμη τους έχουν μείζονα σημασία από την άποψη της δεοντολογίας. Η Επιτροπή, οσάκις ζητεί τη γνώμη της ΕΟΔ, τάσσει προθεσμία για τη γνωμοδότηση.

Άρθρο 3

Σύνθεση — Διορισμός

1.   Τα μέλη της ΕΟΔ διορίζονται από τον πρόεδρο της Επιτροπής.

2.   Εν προκειμένω, ισχύουν οι ακόλουθες ρυθμίσεις:

Ο διορισμός των μελών είναι προσωποπαγής (ad personam). Τα μέλη ασκούν τα καθήκοντά τους σε ατομική βάση και οφείλουν να συμβουλεύουν την Επιτροπή ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εξωγενή επιρροή. Η ΕΟΔ διέπεται από ανεξαρτησία, πλουραλισμό και διεπιστημονικότητα.

Ο αριθμός των μελών της ΕΟΔ είναι 15 κατ’ ανώτατο όριο.

Έκαστο μέλος της ΕΟΔ διορίζεται για τέσσερα έτη. Ο διορισμός μπορεί να ανανεωθεί για δύο επιπλέον θητείες κατ’ ανώτατο όριο.

Τα μέλη που δεν είναι πλέον σε θέση να συμβάλλουν αποτελεσματικά στις εργασίες της ομάδας ή παραιτούνται επιτρέπεται να αντικατασταθούν από εφεδρικό μέλος, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3 παράγραφος 1, με βάση κατάλογο εφεδρικών μελών για το εναπομένον μέρος της θητείας τους.

Ο καθορισμός και η επιλογή των μελών της ΕΟΔ γίνονται με ανοικτή πρόσκληση για την εκδήλωση ενδιαφέροντος. Για τη διαδικασία επιλογής λαμβάνονται επίσης υπόψη τυχόν πρόσθετες αιτήσεις οι οποίες υποβάλλονται μέσω άλλων διαύλων.

Ο κατάλογος των μελών της ΕΟΔ δημοσιεύεται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Λειτουργία

1.   Τα μέλη της ΕΟΔ εκλέγουν μεταξύ τους πρόεδρο και αντιπρόεδρο για χρονικό διάστημα που συμπίπτει με τη θητεία τους.

2.   Το πρόγραμμα εργασίας της ΕΟΔ συμφωνείται από τον πρόεδρο της Επιτροπής (περιλαμβανομένης της εξέτασης ζητημάτων δεοντολογίας κατόπιν προτάσεως της ΕΟΔ στο πλαίσιο του δικαιώματός της να αναλαμβάνει η ίδια πρωτοβουλία — βλέπε το άρθρο 2). Το «Σώμα συμβούλων ευρωπαϊκής πολιτικής» («Bureau of European Policy Advisers» — «BEPA») της Επιτροπής, σε στενή συνεργασία με τον/την πρόεδρο της ΕΟΔ, είναι επιφορτισμένο με την οργάνωση των εργασιών της ΕΟΔ και της γραμματείας της.

3.   Οι συσκέψεις εργασίας της ΕΟΔ δεν είναι δημόσιες. Πέραν των συσκέψεων εργασίας της, η ΕΟΔ δύναται να πραγματοποιεί διαβουλεύσεις για το έργο της με συναφείς υπηρεσίες της Επιτροπής, καθώς επίσης να προσκαλεί εκπροσώπους μη κυβερνητικών οργανώσεων ή αντιπροσωπευτικών οργανώσεων, οσάκις το κρίνει σκόπιμο, με σκοπό την ανταλλαγή απόψεων. Το πρόγραμμα εργασιών των συνεδριάσεων της ΕΟΔ διανέμεται στις συναφείς υπηρεσίες της Επιτροπής.

4.   Η ΕΟΔ συνεδριάζει υπό κανονικές συνθήκες στην έδρα της Επιτροπής σύμφωνα με ρυθμίσεις και χρονοδιάγραμμα που καθορίζει η Επιτροπή. Η ΕΟΔ είναι σκόπιμο να συνεδριάζει τουλάχιστον έξι φορές κατά τη διάρκεια ενός δωδεκαμήνου και επί δώδεκα περίπου εργάσιμες ημέρες σε ετήσια βάση. Τα μέλη της οφείλουν να συμμετέχουν σε τέσσερις τουλάχιστον συνεδριάσεις ετησίως.

5.   Για τις ανάγκες της κατάρτισης των γνωμοδοτήσεών της και εντός των ορίων των πόρων που είναι διαθέσιμοι για το σκοπό αυτό, η ΕΟΔ:

δύναται να προσκαλεί εμπειρογνώμονες οι οποίοι διαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις, προκειμένου να κατευθύνουν και να διαφωτίζουν την ΕΟΔ, εφόσον τούτο κρίνεται χρήσιμο ή/και αναγκαίο·

δύναται να αποφασίζει την εκπόνηση μελετών, ούτως ώστε να συγκεντρώνονται όλα τα αναγκαία επιστημονικά και τεχνικά πληροφοριακά στοιχεία·

δύναται να συγκροτεί ομάδες εργασίας για τη μελέτη ειδικών ζητημάτων·

διοργανώνει δημόσια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης, με σκοπό την προώθηση του διαλόγου και την αύξηση της διαφάνειας για κάθε γνώμη την οποία καταρτίζει·

συνάπτει στενούς δεσμούς με τις υπηρεσίες της Επιτροπής οι οποίες είναι αρμόδιες για το εκάστοτε θέμα με το οποίο ασχολείται η ομάδα·

δύναται να συνάπτει στενότερους δεσμούς με εκπροσώπους των διαφόρων φορέων δεοντολογίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις υποψήφιες προς ένταξη χώρες.

6.   Κάθε γνώμη δημοσιεύεται πάραυτα μετά την έκδοσή της. Όταν μια γνώμη δεν εκδίδεται ομόφωνα, πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνει τις τυχόν αποκλίνουσες απόψεις. Οσάκις παρίσταται λειτουργική ανάγκη για την ταχύτερη γνωμοδότηση επί ενός επιμέρους ζητήματος, καταρτίζονται συντομότερες αναφορές, οι οποίες εν ανάγκη ακολουθούνται από πληρέστερη ανάλυση, και λαμβάνεται μέριμνα για τη διασφάλιση της διαφάνειας όπως ισχύει για κάθε άλλη γνωμοδότηση. Οι γνώμες της ΕΟΔ αναφέρονται οπωσδήποτε στην πλέον σύγχρονη τεχνολογία η οποία είναι διαθέσιμη κατά το χρόνο έκδοσης της γνώμης. Η ΕΟΔ δύναται να αποφασίσει την επικαιροποίηση μιας γνώμης της εάν το κρίνει αναγκαίο.

7.   Η ΕΟΔ θεσπίζει τον κανονισμό λειτουργίας της.

8.   Για τις δραστηριότητες της ΕΟΔ καταρτίζεται έκθεση υπό την ευθύνη του/της προέδρου πριν από τη λήξη της θητείας της ομάδας. Η εν λόγω έκθεση δημοσιεύεται.

Άρθρο 5

Έξοδα συνεδριάσεων

Τα έξοδα ταξιδιού και διαμονής για τις συνεδριάσεις της ΕΟΔ καλύπτονται από την Επιτροπή με βάση τον κανονισμό της.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αρχίζει να ισχύει την ημέρα του διορισμού των νέων μελών της ΕΟΔ.

Βρυξέλλες, 11 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

José Manuel BARROSO

Ο Πρόεδρος


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/20


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 12ης Μαΐου 2005

για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/45/ΕΚ, 2001/405/ΕΚ, 2001/688/ΕΚ, 2002/255/ΕΚ και 2002/747/ΕΚ προκειμένου να παραταθεί η ισχύς των οικολογικών κριτηρίων για την απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε ορισμένα προϊόντα

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 1446]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/384/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1980/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος απονομής οικολογικού σήματος (1) και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με το συμβούλιο οικολογικής σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο ορισμός των ομάδας προϊόντων και τα οικολογικά κριτήρια που καθορίζονται στην απόφαση 2000/45/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Δεκεμβρίου 1999, για τη θέσπιση οικολογικών κριτηρίων σε ό,τι αφορά την εκχώρηση του κοινοτικού οικοσήματος σε ηλεκτρικά πλυντήρια ρούχων (2) παύει να ισχύει στις 30 Νοεμβρίου 2006.

(2)

Ο ορισμός της ομάδας προϊόντων και τα οικολογικά κριτήρια που καθορίζονται στην απόφαση 2001/405/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2001, για τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε προϊόντα από χαρτί υγείας (3) παύει να ισχύει στις 5 Μαΐου 2006.

(3)

Ο ορισμός της ομάδας προϊόντων και τα οικολογικά κριτήρια που καθορίζονται στην απόφαση 2001/688/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Αυγούστου 2001, περί καθορισμού οικολογικών κριτηρίων για την απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε βελτιωτικά του εδάφους και καλλιεργητικά μέσα (4) παύει να ισχύει στις 29 Αυγούστου 2006.

(4)

Η απόφαση 2002/255/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Μαρτίου 2002, για τη θέσπιση οικολογικών κριτηρίων απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε τηλεοπτικούς δέκτες (5) παύει να ισχύει στις 31 Μαρτίου 2006.

(5)

Η απόφαση 2002/747/ΕΚ της Επιτροπής, της 9ης Σεπτεμβρίου 2002, για τη θέσπιση των οικολογικών κριτηρίων απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος στους ηλεκτρικούς λαμπτήρες και την τροποποίηση της απόφασης 1999/568/ΕΚ (6) παύει να ισχύει στις 31 Αυγούστου 2006.

(6)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1980/2000, διενεργήθηκε έγκαιρη επανεξέταση των οικολογικών κριτηρίων, καθώς και των σχετιζόμενων απαιτήσεων εκτίμησης και εξακρίβωσης, που θεσπίστηκαν από τις εν λόγω αποφάσεις.

(7)

Υπό το φως της επανεξέτασης των εν λόγω κριτηρίων και απαιτήσεων, είναι σκόπιμο να παραταθεί η περίοδος ισχύος των οικολογικών κριτηρίων και των απαιτήσεων για διάστημα ενός έτους.

(8)

Δεδομένου ότι, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1980/2000, η υποχρέωση επανεξέτασης αφορά μόνον τα οικολογικά κριτήρια και τις απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, είναι σκόπιμο να παραμείνουν εν ισχύ οι αποφάσεις 2002/255/ΕΚ και 2002/747/ΕΚ.

(9)

Ως εκ τούτου, πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως οι αποφάσεις 2000/45/ΕΚ, 2001/405/ΕΚ, 2001/688/ΕΚ, 2002/255/ΕΚ και 2002/747/ΕΚ.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συνεστήθη βάσει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1980/2000,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Στην απόφαση 2000/45/ΕΚ, το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Τα οικολογικά κριτήρια για την ομάδα προϊόντων των ηλεκτρικών πλυντηρίων ρούχων, καθώς και οι σχετιζόμενες απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2007.»

Άρθρο 2

Στην απόφαση 2001/405/ΕΚ, το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Τα οικολογικά κριτήρια για την ομάδα προϊόντων από χαρτί υγείας, καθώς και οι σχετιζόμενες απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις 4 Μαΐου 2007».

Άρθρο 3

Στην απόφαση 2001/688/ΕΚ, το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Τα οικολογικά κριτήρια για την ομάδα προϊόντων των βελτιωτικών εδάφους και καλλιεργητικών μέσων, καθώς και οι σχετιζόμενες απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις 28 Αυγούστου 2007.»

Άρθρο 4

Στην απόφαση 2002/255/ΕΚ, το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Τα οικολογικά κριτήρια για την ομάδα προϊόντων των τηλεοπτικών δεκτών, καθώς και οι σχετιζόμενες απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις 31 Μαρτίου 2007».

Άρθρο 5

Στην απόφαση 2002/747/ΕΚ, το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Τα οικολογικά κριτήρια για την ομάδα προϊόντων των ηλεκτρικών λαμπτήρων, καθώς και οι σχετιζόμενες απαιτήσεις εκτίμησης και εξακρίβωσης, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι τις 31 Αυγούστου 2007.»

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΗΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 237 της 21.9.2000, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 16 της 21.1.2000, σ. 74· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2003/240/ΕΚ (ΕΕ L 89 της 5.4.2003, σ. 16).

(3)  ΕΕ L 142 της 29.5.2001, σ. 10.

(4)  ΕΕ L 242 της 12.9.2001, σ. 17.

(5)  ΕΕ L 87 της 4.4.2002, σ. 53.

(6)  ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 44.


20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/22


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαΐου 2005

για την εκκαθάριση των λογαριασμών των κρατών μελών στο πλαίσιο των δαπανών που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), Τμήμα Εγγυήσεων, για το οικονομικό έτος 2004

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1443]

(2005/385/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 3,

Ύστερα από διαβουλεύσεις με την επιτροπή του Ταμείου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999, η Επιτροπή, βάσει των ετήσιων λογαριασμών που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη οι οποίοι συνοδεύονται από πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκκαθάρισή τους, καθώς και από πιστοποιητικά πληρότητας, ακρίβειας και ειλικρίνειας των λογαριασμών που έχουν διαβιβασθεί και των εκθέσεων που έχουν καταρτιστεί από τους οργανισμούς πιστοποίησης, εκκαθαρίζει τους λογαριασμούς των οργανισμών πληρωμής που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Ως προς το άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96 της Επιτροπής, της 16ης Φεβρουαρίου 1996, για τα στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζουν τα κράτη μέλη και για τη μηνιαία ανάληψη των δαπανών που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του τμήματος εγγυήσεων του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) (2), λαμβάνονται υπόψη για το οικονομικό έτος 2004 οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο διάστημα από τις 16 Οκτωβρίου 2003 έως τις 15 Οκτωβρίου 2004.

(3)

Έχουν λήξει οι προθεσμίες που ορίστηκαν για τα κράτη μέλη για την υποβολή στην Επιτροπή των εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 και στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1663/95 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 1995, για τη θέσπιση λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 729/70 όσον αφορά τη διαδικασία για την εκκαθάριση των λογαριασμών του ΕΓΤΠΕ, Τμήμα Εγγυήσεων (3).

(4)

Η Επιτροπή επαλήθευσε τις πληροφορίες τις οποίες έλαβε και κοινοποίησε στα κράτη μέλη, πριν από τις 31 Μαρτίου 2005, τα αποτελέσματα των επαληθεύσεών της συνοδευόμενα από τις αναγκαίες τροποποιήσεις.

(5)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1663/95, η απόφαση εκκαθάρισης των λογαριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999, οφείλει να προσδιορίσει το ποσό των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν σε κάθε κράτος μέλος κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου οικονομικού έτους και που πρέπει να καταλογισθεί στο ΕΓΤΠΕ, Τμήμα Εγγυήσεων, με την επιφύλαξη των αποφάσεων που θα ληφθούν μεταγενέστερα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού αυτού, με βάση τους λογαριασμούς που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 και τις μειώσεις ή αναστολές των προκαταβολών για το εν λόγω οικονομικό έτος, περιλαμβανομένων των μειώσεων που αναφέρονται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96. Σύμφωνα με το άρθρο 154 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4), το αποτέλεσμα της απόφασης εκκαθάρισης που αποτελείται από την ενδεχόμενη διαφορά μεταξύ του συνόλου των δαπανών που αναλύθηκαν στο πλαίσιο του συγκεκριμένου οικονομικού έτους, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 151 πρώτη παράγραφος και του άρθρου 152 και του συνόλου εκείνων που αναφέρονται από την Επιτροπή στην παρούσα απόφαση, εγγράφεται σε ένα άρθρο μόνο ως δαπάνη υψηλότερη ή χαμηλότερη.

(6)

Για ορισμένους οργανισμούς πληρωμής, οι ετήσιοι λογαριασμοί και τα έγγραφα που τους συνοδεύουν επιτρέπουν στην Επιτροπή να αποφασίσει σχετικά με την πληρότητα, την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των λογαριασμών που διαβιβάζονται. Η εκκαθάριση των ποσών που πραγματοποιήθηκε ανά κράτος μέλος βρίσκεται στον πίνακα Ι. Οι λεπτομέρειες των ποσών αυτών αναφέρονται στη συνοπτική έκθεση η οποία παρουσιάστηκε στην επιτροπή του ταμείου ταυτόχρονα με την παρούσα απόφαση.

(7)

Βάσει των επαληθεύσεων που πραγματοποιήθηκαν, οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν από ορισμένους άλλους οργανισμούς πληρωμής απαιτούν συμπληρωματικές έρευνες και επομένως δεν καθίσταται δυνατή η εκκαθάριση των λογαριασμών τους στην παρούσα απόφαση. Οι σχετικοί οργανισμοί πληρωμής περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙ της παρούσας απόφασης.

(8)

Το άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96 σε συνδυασμό με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2040/2000 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία (5), προβλέπει ότι η πληρωμή από τα κράτη μέλη των δαπανών μετά τα προβλεπόμενα όρια ή προθεσμίες έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των προκαταβολών σχετικά με την εγγραφή των δαπανών. Ωστόσο, δυνάμει της παραγράφου 3 του ανωτέρω άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96, οι υπερβάσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια των μηνών Αυγούστου, Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου λαμβάνονται υπόψη κατά την απόφαση εκκαθάρισης των λογαριασμών, εκτός εάν δύνανται να διαπιστωθούν πριν από την τελευταία απόφαση που αφορά τις προκαταβολές του οικονομικού έτους· μέρος των δαπανών που έχουν δηλωθεί από ορισμένα κράτη μέλη κατά την ανωτέρω περίοδο και για μέτρα για τα οποία η Επιτροπή δεν δέχθηκε ελαφρυντικές περιπτώσεις, πραγματοποιήθηκε μετά τις προθεσμίες και τα όρια που προβλέπουν οι κανονισμοί. Άρα, πρέπει στην παρούσα απόφαση να περιληφθεί διάταξη για τις σχετικές μειώσεις. Οι εν λόγω μειώσεις και κάθε άλλη δαπάνη που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μετά τα χρονικά όρια και τις κανονιστικές προθεσμίες, θα αποτελέσουν αντικείμενο απόφασης μεταγενέστερα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 για τον οριστικό καθορισμό των δαπανών που πρέπει να αποκλείονται από την κοινοτική χρηματοδότηση.

(9)

Η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2040/2000 και το άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96, μείωσε ή ανέστειλε ορισμένες μηνιαίες προκαταβολές σχετικά με την εγγραφή των δαπανών του οικονομικού έτους 2004 και με την παρούσα απόφαση προχωρά στις μειώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 296/96. Βάσει των ανωτέρω, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε πρόωρη ή προσωρινή επιστροφή των εν λόγω ποσών θα πρέπει αυτά να μην αναγνωρισθούν από την παρούσα απόφαση, με την επιφύλαξη της μεταγενέστερης εξέτασής τους με βάση το άρθρο 7 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999.

(10)

Το άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1663/95 προβλέπει ότι τα προς ανάκτηση ή πληρωμή ποσά από ή προς κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με την απόφαση της εκκαθάρισης λογαριασμών που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, προσδιορίζονται αφαιρώντας τις προκαταβολές που πληρώθηκαν για το εν λόγω οικονομικό έτος, δηλαδή το 2004, από τις δαπάνες που αναγνωρίζονται για το ίδιο έτος σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο· τα προς ανάκτηση ή πληρωμή ποσά αφαιρούνται ή προστίθενται στις προκαταβολές που καταβάλλονται κατά το δεύτερο μήνα που έπεται του μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου λήφθηκε η απόφαση εκκαθάρισης λογαριασμών.

(11)

Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 και το άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1663/95, η παρούσα απόφαση, που έχει ληφθεί βάσει λογιστικών στοιχείων, δεν προδικάζει μεταγενέστερες αποφάσεις της Επιτροπής με τις οποίες αποκλείονται από την κοινοτική χρηματοδότηση δαπάνες οι οποίες δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Με εξαίρεση τους αναφερόμενους στο άρθρο 2 οργανισμούς πληρωμής, οι λογαριασμοί όλων των οργανισμών πληρωμής των κρατών μελών που αφορούν δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΠΕ, Τμήμα Εγγυήσεων, ως προς το οικονομικό έτος 2004 εκκαθαρίζονται με την παρούσα απόφαση. Τα προς ανάκτηση ή πληρωμή ποσά από ή σε κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα απόφαση καθορίζονται στο παράρτημα Ι.

Άρθρο 2

Για το οικονομικό έτος 2004 οι λογαριασμοί των οργανισμών πληρωμής των κρατών μελών που αφορούν δαπάνες οι οποίες χρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΠΕ, Τμήμα Εγγυήσεων που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ διαχωρίζονται από την παρούσα απόφαση και θα αποτελέσουν αντικείμενο μεταγενέστερης απόφασης για εκκαθάριση.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 103.

(2)  ΕΕ L 39 της 17.2.1996, σ. 5· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1655/2004 (ΕΕ L 298 της 23.9.2004, σ. 3).

(3)  ΕΕ L 158 της 8.7.1995, σ. 6· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 465/2005 (ΕΕ L 77 της 23.3.2005, σ. 6).

(4)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 244 της 29.9.2000, σ. 27.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Εκκαθάριση των λογαριασμών των Οργανισμών Πληρωμής — Οικονομικό έτος 2004

Ποσό ανακτητέο ή πληρωτέο προς το Κράτος Μέλος σε Εθνικό Νόμισμα

ΚΜ

 

Δαπάνες του οικονομικού έτους 2004 για τους οργανισμούς πληρωμής των οποίων οι λογαριασμοί

Σύνολο α + β

Μειώσεις ή αναστολές πληρωμών για όλο το οικονομικό έτος

Σύνολο λαμβανομένων υπόψη των μειώσεων ή αναστολών πληρωμών

Προκαταβολές που πληρώθηκαν στα κράτη μέλη για το οικονομικό έτος

Ποσόν ανακτητέο (–) ή πληρωτέο (+) στο κράτος μέλος

εκκαθαρίζονται

αποδεσμεύονται

δαπάνες δηλωθείσες στην ετήσια δήλωση

σύνολο των δαπανών των μηνιαίων δηλώσεων

α

β

γ = α + β

δ

ε = γ + δ

στ

ζ = ε – στ

AT

EUR

1 141 832 188,85

0,00

1 141 832 188,85

0,00

1 141 832 188,85

1 141 832 509,04

– 320,19

BE

EUR

1 072 926 545,09

0,00

1 072 926 545,09

0,00

1 072 926 545,09

1 072 805 591,37

120 953,72

CZ

CZK

148 270 977,89

0,00

148 270 977,89

0,00

148 270 977,89

148 270 977,89

0,00

DE

EUR

6 010 175 861,68

23 818 955,08

6 033 994 816,76

– 150 191,69

6 033 844 625,07

6 033 635 575,97

209 049,10

DK

DKK

9 058 346 238,16

0,00

9 058 346 238,16

– 68 177,57

9 058 278 060,59

9 058 602 584,17

– 324 523,58

EE

EEK

8 595 434,55

0,00

8 595 434,55

0,00

8 595 434,55

8 595 434,55

0,00

EL

EUR

2 781 442 489,74

0,00

2 781 442 489,74

– 5 228 942,57

2 776 213 547,17

2 777 610 434,43

– 1 396 887,26

ES

EUR

6 269 452 812,02

57 020 505,80

6 326 473 317,82

– 7 926 338,98

6 318 546 978,84

6 319 215 724,26

– 668 745,42

FI

EUR

869 358 525,94

0,00

869 358 525,94

– 4 383,80

869 354 142,14

868 904 449,67

449 692,47

FR

EUR

9 395 956 559,98

1 868 053,41

9 397 824 613,39

– 9 219 078,83

9 388 605 534,56

9 389 117 043,59

– 511 509,03

HU

HUF

125 098 884,00

0,00

125 098 884,00

0,00

125 098 884,00

125 098 884,00

0,00

IE

EUR

1 829 924 935,77

0,00

1 829 924 935,77

– 1 354 653,66

1 828 570 282,11

1 829 730 495,20

– 1 160 213,09

IT

EUR

1 194 172 909,54

3 835 460 014,48

5 029 632 924,02

– 48 452 006,98

4 981 180 917,04

5 022 642 872,80

– 41 461 955,76

LT

LTL

1 826 753,89

0,00

1 826 753,89

0,00

1 826 753,89

1 826 753,89

0,00

LU

EUR

0,00

37 803 193,51

37 803 193,51

– 42 350,66

37 760 842,85

37 760 842,85

0,00

LV

LVL

23 671,15

0,00

23 671,15

0,00

23 671,15

23 671,15

0,00

NL

EUR

1 262 187 678,33

0,00

1 262 187 678,33

– 313 300,35

1 261 874 377,98

1 261 891 680,76

– 17 302,78

PL

PLN

46 695 429,61

0,00

46 695 429,61

0,00

46 695 429,61

46 695 429,61

0,00

PT

EUR

824 235 249,10

0,00

824 235 249,10

– 884 668,91

823 350 580,19

823 155 282,67

195 297,52

SE

SEK

7 740 689 327,48

0,00

7 740 689 327,48

0,00

7 740 689 327,48

7 740 689 327,48

0,00

SI

SIT

16 964 300,84

0,00

16 964 300,84

0,00

16 964 300,84

16 964 300,84

0,00

SK

SKK

57 252 395,16

0,00

57 252 395,16

0,00

57 252 395,16

57 252 395,16

0,00

UK

GBP

2 782 254 804,67

0,00

2 782 254 804,67

– 36 835 148,07

2 745 419 656,60

2 747 004 082,12

– 1 584 425,52

(1)

Για τον υπολογισμό του ανακτητέου ή πληρωτέου προς το Κράτος Μέλος ποσού , το ποσόν που λαμβάνεται υπόψη είναι, είτε το σύνολο της ετήσιας δήλωσης για τις εκκαθαριζόμενες δαπάνες (στήλη α) είτε το σύνολο των μηνιαίων δηλώσεων για τις δαπάνες που αποδεσμεύονται (στήλη β)

(2)

Οι μειώσεις και οι αναστολές πληρωμών είναι εκείνες που υπολογίζονται στο σύστημα των προκαταβολών, στις οποίες προστίθενται κυρίως οι διορθώσεις για τον μη σεβασμό των προθεσμιών πληρωμής οι οποίες έχουν βεβαιωθεί το λιγότερο τον Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2004.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Εκκαθάριση των λογαριασμών των Οργανισμών Πληρωμής — Οικονομικό έτος 2004

Κατάσταση των Οργανισμών Πληρωμής των οποίων οι λογαριασμοί εκκαθαρίζονται ως ακολούθως

Κράτος μέλος

Οργανισμοί πληρωμής

Γερμανία

Bayern Umwelt

Ισπανία

Madrid

Γαλλία

SDE

Ιταλία

AGEA

Λουξεμβούργο

Ministère de l'agriculture


Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/27


ΑΠΌΦΑΣΗ 2005/386/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

της 14ης Μαρτίου 2005

για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νέας Ζηλανδίας σχετικά με τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (επιχείρηση Althea)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 24,

τη σύσταση της προεδρίας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 12 Ιουλίου 2004, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή δράση 2004/570/ΚΕΠΠΑ για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (1).

(2)

Το άρθρο 11 παράγραφος 3 της εν λόγω κοινής δράσης προβλέπει ότι οι λεπτομέρειες των ρυθμίσεων για τη συμμετοχή τρίτων κρατών καθορίζονται με συμφωνία σύμφωνα με το άρθρο 24 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(3)

Σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που έλαβε από το Συμβούλιο, στις 13 Σεπτεμβρίου 2004, η προεδρία, επικουρούμενη από το Γενικό Γραμματέα/Ύπατο Εκπρόσωπο, διαπραγματεύθηκε συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νέας Ζηλανδίας σχετικά με τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (επιχείρηση Althea).

(4)

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νέας Ζηλανδίας για τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (επιχείρηση Althea), εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία, δεσμεύοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημέρα της έκδοσής της.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. BODEN


(1)  ΕΕ L 252 της 28.7.2004, σ. 10.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΣΥΜΦΩΝΊΑ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Νέας Ζηλανδίας για τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (επιχείρηση Althea)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ (ΕΕ),

αφενός, και

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝΔΙΑΣ (ΝΕΑ ΖΗΛΑΝΔΙΑ),

αφετέρου,

καλούμενες εφεξής «μέρη»,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ:

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΣΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Συμμετοχή στην επιχείρηση

1.   Η Νέα Ζηλανδία συμμετέχει στην κοινή δράση 2004/570/ΚΕΠΠΑ, της 12ης Ιουλίου 2004, για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη καθώς και σε οποιαδήποτε κοινή δράση ή απόφαση με την οποία το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφασίζει την παράταση της στρατιωτικής επιχείρησης διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και τις τυχόν απαιτούμενες εκτελεστικές ρυθμίσεις.

2.   Η συνεισφορά της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, ισχύει υπό την επιφύλαξη της αυτονομίας λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Η Νέα Ζηλανδία εξασφαλίζει ότι οι δυνάμεις και το προσωπικό της που συμμετέχουν στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ εκτελούν την αποστολή τους σύμφωνα με:

την κοινή δράση 2004/570/ΚΕΠΠΑ και τις τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις της,

το σχέδιο επιχειρήσεων,

τα μέτρα εφαρμογής.

4.   Οι δυνάμεις και το προσωπικό που αποσπώνται από τη Νέα Ζηλανδία στην επιχείρηση εκτελούν τα καθήκοντά τους και συμπεριφέρονται με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον της στρατιωτικής επιχείρησης διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ.

5.   Η Νέα Ζηλανδία ενημερώνει, εν ευθέτω χρόνω, τον αρχηγό επιχειρήσεων της ΕΕ για κάθε αλλαγή όσον αφορά τη συμμετοχή της στην επιχείρηση.

Άρθρο 2

Καθεστώς των δυνάμεων

1.   Το καθεστώς των δυνάμεων και του προσωπικού τα οποία συνεισφέρει η Νέα Ζηλανδία στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, διέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 12 της απόφασης 1575 (2004) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 22ας Νοεμβρίου 2004.

2.   Το καθεστώς των δυνάμεων και του προσωπικού που τοποθετούνται σε αρχηγεία ή μονάδες διοικήσεως ευρισκόμενες εκτός της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, διέπεται από διακανονισμούς συμφωνούμενους μεταξύ των οικείων αρχηγείων ή μονάδων διοικήσεως και της Νέας Ζηλανδίας.

3.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων για το καθεστώς των δυνάμεων τις οποίες αναφέρει η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου, η Νέα Ζηλανδία ασκεί τη δικαιοδοσία της επί των δυνάμεων και του προσωπικού της που συμμετέχουν στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ.

4.   Η Νέα Ζηλανδία ευθύνεται για την αντίκρουση τυχόν αξιώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή δυνάμεων ή του προσωπικού της στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, ή συνδέονται ή σχετίζονται με αυτήν. Η Νέα Ζηλανδία ευθύνεται για την άσκηση δίωξης, ιδίως ποινικής ή πειθαρχικής, κατά μέλους των δυνάμεων και του προσωπικού της, σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις της.

5.   Η Νέα Ζηλανδία αναλαμβάνει την υποχρέωση να υποβάλει δήλωση όσον αφορά την παραίτηση από αξιώσεις έναντι οιουδήποτε κράτους που συμμετέχει στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, και προβαίνει στην ενέργεια αυτή κατά την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας.

6.   Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη θα υποβάλουν δήλωση όσον αφορά την παραίτηση από αξιώσεις για τη συμμετοχή της Νέας Ζηλανδίας στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, και ότι θα προβούν στην ενέργεια αυτή κατά την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 3

Διαβαθμισμένες πληροφορίες

1.   Η Νέα Ζηλανδία λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζει ότι οι διαβαθμισμένες πληροφορίες της ΕΕ προστατεύονται σύμφωνα με τους κανονισμούς ασφαλείας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που περιέχονται στην απόφαση 2001/264/ΕΚ του Συμβουλίου (4), και σύμφωνα με τις περαιτέρω οδηγίες που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές, στις οποίες περιλαμβάνεται ο διοικητής επιχειρήσεων της ΕΕ.

2.   Εάν η ΕΕ και η Νέα Ζηλανδία συνάψουν συμφωνία σχετικά με τις διαδικασίες ασφαλείας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών, οι διατάξεις της συμφωνίας αυτής εφαρμόζονται στα πλαίσια της στρατιωτικής επιχείρησης διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ.

Άρθρο 4

Δομή διοίκησης

1.   Το σύνολο των δυνάμεων και του προσωπικού που συμμετέχουν στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, τελούν πλήρως υπό τη διοίκηση των εθνικών τους αρχών.

2.   Οι εθνικές αρχές μεταβιβάζουν την επιχειρησιακή και τακτική διοίκηση ή/και έλεγχο των δυνάμεων και του προσωπικού τους στο διοικητή επιχειρήσεων της ΕΕ. Ο διοικητής επιχειρήσεων της ΕΕ έχει το δικαίωμα μεταβίβασης της εξουσίας του.

3.   Η Νέα Ζηλανδία έχει τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις, όσον αφορά την καθημερινή διαχείριση της επιχείρησης, με τα συμμετέχοντα κράτη μέλη της ΕΕ.

4.   Ο διοικητής επιχειρήσεων της ΕΕ μπορεί, ανά πάσα στιγμή, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη Νέα Ζηλανδία, να ζητήσει να αποσυρθεί η συνεισφορά της Νέας Ζηλανδίας.

5.   Η Νέα Ζηλανδία διορίζει έναν ανώτερο στρατιωτικό αντιπρόσωπο (ΑΣΑ) προκειμένου να εκπροσωπεί το εθνικό της σώμα στη στρατιωτική επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ. Ο ΑΣΑ διαβουλεύεται με το διοικητή επιχειρήσεων της ΕΕ επί όλων των θεμάτων που επηρεάζουν την επιχείρηση και είναι υπεύθυνος για την καθημερινή πειθαρχία του σώματος.

Άρθρο 5

Χρηματοδοτικές πτυχές

1.   Η Νέα Ζηλανδία αναλαμβάνει όλα τα έξοδα που συνεπάγεται η συμμετοχή της στην επιχείρηση, εκτός αν αυτά καλύπτονται από την κοινή χρηματοδότηση, όπως προβλέπουν οι νομικές πράξεις που αναφέρει η παράγραφος 1 του άρθρου 1 της παρούσας συμφωνίας, καθώς και η απόφαση αριθ. 2004/197/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2004, για τη δημιουργία μηχανισμού διαχείρισης της χρηματοδότησης των κοινών εξόδων των επιχειρήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν στρατιωτικές συνέπειες ή συνέπειες στον τομέα της άμυνας (5).

2.   Σε περίπτωση θανάτου, τραυματισμού, απώλειας ή ζημίας φυσικών ή νομικών προσώπων από το κράτος ή τα κράτη όπου διεξάγεται η επιχείρηση, η Νέα Ζηλανδία, αν αποδειχθεί η ευθύνη της, καταβάλλει αποζημίωση υπό τους όρους που προβλέπονται από τις διατάξεις του καθεστώτος των δυνάμεων, κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 6

Διακανονισμοί για την εφαρμογή της συμφωνίας

Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης/ Ύπατος Εκπρόσωπος για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας και οι αρμόδιες αρχές της Νέας Ζηλανδίας συνομολογούν κάθε αναγκαίο τεχνικό ή διοικητικό διακανονισμό για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 7

Μη συμμόρφωση

Σε περίπτωση που ένα μέρος δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του, όπως ορίζονται από τα προηγούμενα άρθρα, το άλλο μέρος έχει το δικαίωμα να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία, επιδίδοντας προειδοποίηση ενός μηνός.

Άρθρο 8

Ρύθμιση διαφορών

Διαφορές που αφορούν την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ρυθμίζονται διά της διπλωματικής οδού μεταξύ των μερών.

Άρθρο 9

Έναρξη ισχύος

1.   Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του πρώτου μηνός μετά την ημερομηνία κατά την οποία τα μέρη κοινοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των αναγκαίων προς τούτο εσωτερικών διαδικασιών τους.

2.   Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται προσωρινά από την ημερομηνία υπογραφής.

3.   Η παρούσα συμφωνία παραμένει σε ισχύ καθόσον διαρκεί η συνεισφορά της Νέας Ζηλανδίας στην επιχείρηση.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις Image, στην αγγλική σε τέσσερα αντίτυπα.

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Για τη Νέα Ζηλανδία


(1)  ΕΕ L 252 της 28.7.2004, σ. 10.

(2)  ΕΕ L 324 της 27.10.2004, σ. 20.

(3)  ΕΕ L 325 της 28.10.2004, σ. 64· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση BiH/5/2004 (ΕΕ L 357 της 2.12.2004, σ. 39).

(4)  ΕΕ L 101 της 11.4.2001, σ. 1· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2004/194/ΕΚ (ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 48).

(5)  ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 68.

ΔΗΛΩΣΕΙΣ

κατ’ άρθρο 2 παράγραφοι 5 και 6 της συμφωνίας

Δήλωση των κρατών μελών της ΕΕ:

«Τα κράτη μέλη της ΕΕ τα οποία εφαρμόζουν την κοινή δράση 2004/570/ΚΕΠΠΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 12ης Ιουλίου 2004, για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, θα προσπαθούν, στο βαθμό που τους το επιτρέπει η εσωτερική έννομη τάξη τους, να παραιτούνται αμοιβαία, κατά το δυνατόν, από τις τυχόν αξιώσεις τους κατά της Νέας Ζηλανδίας για τον τραυματισμό ή το θάνατο μελών του προσωπικού τους ή για τις ζημίες ή απώλειες περιουσιακών στοιχείων τους που χρησιμοποιούνται από την επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, εάν ο τραυματισμός, ο θάνατος, η ζημία ή η απώλεια:

προκλήθηκε από μέλος του προσωπικού από τη Νέα Ζηλανδία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σχετικά με την επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, εξαιρουμένης της περίπτωσης βαρείας αμέλειας ή δόλου, ή

ήταν αποτέλεσμα της χρήσης οιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων της Νέας Ζηλανδίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν σε σχέση με την επιχείρηση, εξαιρουμένης της περίπτωσης βαρείας αμέλειας ή δόλου των μελών του προσωπικού της επιχείρησης διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, από τη Νέα Ζηλανδία, τα οποία χρησιμοποιούν τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία.».

Δήλωση της Νέας Ζηλανδίας:

«Η Νέα Ζηλανδία, η οποία εφαρμόζει την κοινή δράση 2004/570/ΚΕΠΠΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 12ης Ιουλίου 2004, για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, θα προσπαθεί, στο βαθμό που της το επιτρέπει η εσωτερική έννομη τάξη της, να παραιτούνται αμοιβαία, κατά το δυνατόν, από τις τυχόν αξιώσεις της κατά οποιουδήποτε άλλου κράτους που συμμετέχει στην επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, για τον τραυματισμό ή το θάνατο μελών του προσωπικού της ή για τις ζημίες ή απώλειες περιουσιακών στοιχείων της που χρησιμοποιούνται από την επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, εάν ο τραυματισμός, ο θάνατος, η ζημία ή η απώλεια:

προκλήθηκε από μέλος του προσωπικού κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σχετικά με την επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, εξαιρουμένης της περίπτωσης βαρείας αμέλειας ή δόλου, ή

ήταν αποτέλεσμα της χρήσης οιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων των κρατών που συμμετέχουν στην επιχείρηση διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι τα περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν σε σχέση με την επιχείρηση, εξαιρουμένης της περίπτωσης βαρείας αμέλειας ή δόλου των μελών του προσωπικού της επιχείρησης διαχείρισης κρίσεων της ΕΕ, τα οποία χρησιμοποιούν τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία.».


Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του άρθρου VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 127/32


ΑΠΌΦΑΣΗ 2005/387/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 10ης Μαΐου 2005

σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο νέων ψυχοτρόπων ουσιών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 29, το άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο γ),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Απαιτείται άμεση δράση των κρατών μελών για την αντιμετώπιση των ιδιαίτερων κινδύνων που συνεπάγεται η ανάπτυξη ψυχοτρόπων ουσιών.

(2)

Όταν οι νέες ψυχοτρόποι ουσίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο του ποινικού δικαίου σε όλα τα κράτη μέλη, ενδέχεται να προκύψουν προβλήματα στη συνεργασία μεταξύ των δικαστικών αρχών και των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών, δεδομένου ότι η σχετική πράξη ή πράξεις δεν είναι αξιόποινες σύμφωνα με το δίκαιο τόσο του αιτούντος κράτους όσο και εκείνου στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

(3)

Το σχέδιο δράσης για τα ναρκωτικά 2000-2004 της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητεί από την Επιτροπή να διεξαγάγει κατάλληλη αξιολόγηση της κοινής δράσης, της 16ης Ιουνίου 1997, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, την αξιολόγηση κινδύνων και τον έλεγχο των νέων συνθετικών ναρκωτικών (2) (εφεξής «κοινή δράση»), λαμβάνοντας υπόψη την εξωτερική αξιολόγηση του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης που πραγματοποιήθηκε κατόπιν παραγγελίας του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (εφεξής «ΕΚΠΝΤ»). Η αξιολόγηση έδειξε ότι η κοινή δράση έχει εκπληρώσει τους στόχους της. Εντούτοις, το αποτέλεσμα της αξιολόγησης κατέστησε σαφές ότι η κοινή δράση χρειάζεται ενίσχυση και επαναπροσανατολισμό. Ιδιαίτερα πρέπει να επανακαθοριστεί ο κύριος στόχος της, να αποσαφηνισθούν οι διαδικασίες και οι ορισμοί της, να εξασφαλισθεί η διαφάνεια της λειτουργίας της και να προσδιορισθεί εκ νέου το πεδίο εφαρμογής της. Η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τη μεσοπρόθεσμη αξιολόγηση του σχεδίου δράσης για τα ναρκωτικά 2000-2004 της ΕΕ προσδιόρισε ότι πρέπει να τροποποιηθεί η νομοθεσία για να ενισχυθεί η δράση κατά των συνθετικών ναρκωτικών. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, να αναπροσαρμοσθεί ο μηχανισμός που δημιουργήθηκε από την κοινή δράση.

(4)

Οι νέες ψυχοτρόποι ουσίες μπορεί να είναι επιζήμιες για την υγεία.

(5)

Οι νέες ψυχοτρόποι ουσίες που καλύπτονται από την παρούσα απόφαση μπορούν να περιλαμβάνουν φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία ορίζονται στην οδηγία 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα κτηνιατρικά φάρμακα (3), και στην οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (4).

(6)

Έχει αποδειχθεί ότι η ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης, που εγκαθιδρύθηκε σύμφωνα με την κοινή δράση, αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για τα κράτη μέλη.

(7)

Η παρούσα απόφαση ουδόλως εμποδίζει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν πληροφορίες στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού δικτύου πληροφόρησης για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία (Reitox) σχετικά με νέες χρήσεις υφισταμένων ψυχοτρόπων ουσιών, οι οποίες ενδέχεται να απειλούν τη δημόσια υγεία, καθώς και πληροφορίες για ενδεχόμενα μέτρα που αφορούν τη δημόσια υγεία, σύμφωνα με την εντολή και τις διαδικασίες του ΕΚΠΝΤ.

(8)

Η παρούσα απόφαση δεν πρέπει να χειροτερέψει την ποιότητα της ανθρώπινης ή κτηνιατρικής υγειονομικής περίθαλψης. Ουσίες με αποδεδειγμένη και αναγνωρισμένη ιατρική αξία αποκλείονται ως εκ τούτου από τα μέτρα ελέγχου που βασίζονται στην παρούσα απόφαση. Για ουσίες με αποδεδειγμένη και αναγνωρισμένη ιατρική αξία οι οποίες χρησιμοποιούνται καταχρηστικά, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα κανονιστικά μέτρα και τα μέτρα δημόσιας υγείας.

(9)

Πέραν των προβλεπομένων δυνάμει των συστημάτων φαρμακοεπαγρύπνησης, τα οποία ορίζονται στην οδηγία 2001/82/ΕΚ και στην οδηγία 2001/83/ΕΚ, πρέπει να ενισχυθεί η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ψυχοτρόπους ουσίες που χρησιμοποιούνται παράνομα ή καταχρηστικά και να διασφαλισθεί η δέουσα συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (εφεξής «ΕΟΦ»). Το ψήφισμα αριθ. 46/7 της Επιτροπής Ναρκωτικών των ΗΕ (CND) «Μέτρα για την προαγωγή της ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τους νέους τρόπους χρήσης ναρκωτικών και την κατανάλωση των ψυχοτρόπων ουσιών» παρέχει στα κράτη μέλη ένα χρήσιμο πλαίσιο δράσης.

(10)

Ο καθορισμός προθεσμιών σε κάθε φάση της διαδικασίας που προβλέπεται από την παρούσα απόφαση πρέπει να κατοχυρώνει την ταχύτητα εφαρμογής του μέσου και τονίζει το χαρακτήρα του ως μηχανισμού ταχείας αντίδρασης.

(11)

Δεδομένου ότι η επιστημονική επιτροπή του ΕΚΠΝΤ διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην αξιολόγηση των κινδύνων που συνδέονται με νέες ψυχοτρόπους ουσίες, προβλέπεται, για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, να διευρυνθεί με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, της Ευρωπόλ και του ΕΟΦ και εμπειρογνωμόνων επιστημονικών τομέων που δεν εκπροσωπούνται σε αυτήν ή εκπροσωπούνται ανεπαρκώς.

(12)

Η διευρυμένη επιστημονική επιτροπή η οποία αξιολογεί τους κινδύνους που έχουν σχέση με νέες ψυχοτρόπους ουσίες θα πρέπει να παραμείνει ένα συμπαγές τεχνικό σώμα εμπειρογνωμόνων, ικανό να αξιολογεί αποτελεσματικά όλους τους κινδύνους που συνδέονται με νέες ψυχοτρόπους ουσίες. Ως εκ τούτου, το μέγεθος της διευρυμένης επιστημονικής επιτροπής πρέπει να παραμείνει σε λογικά όρια.

(13)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή η ανταλλαγή πληροφοριών, η αξιολόγηση των κινδύνων από επιστημονική επιτροπή και μια διαδικασία κοινοτικού επιπέδου για να τεθούν υπό έλεγχο οι κοινοποιηθείσες ουσίες, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, ως εκ τούτου, λόγω των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, η παρούσα απόφαση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(14)

Σύμφωνα με το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχείο γ) της συνθήκης, τα μέτρα που βασίζονται στην παρούσα απόφαση μπορούν να λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία στο βαθμό που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης.

(15)

Η παρούσα απόφαση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται στο άρθρο 6 της συνθήκης και αντικατοπτρίζονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα απόφαση θεσπίζει μηχανισμό ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών για νέες ψυχοτρόπους ουσίες. Λαμβάνει υπόψη πληροφορίες για πιθανολογούμενες παρενέργειες που πρέπει να αναφέρονται σύμφωνα με το σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης που έχει θεσπιστεί με τον τίτλο ΙΧ της οδηγίας 2001/83/ΕΚ.

Η παρούσα απόφαση προβλέπει επίσης την αξιολόγηση των κινδύνων που ενέχουν αυτές οι νέες ψυχοτρόποι ουσίες, ώστε τα ισχύοντα στα κράτη μέλη μέτρα ελέγχου ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών να μπορούν να ισχύσουν επίσης για τις νέες ψυχοτρόπους ουσίες.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται στις ουσίες που δεν απαριθμούνται επί του παρόντος σε κανένα από τα παραρτήματα:

α)

της ενιαίας σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά του 1961, οι οποίες ενδέχεται να απειλούν τη δημόσια υγεία εξίσου σοβαρά με τις ουσίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα Ι ή ΙΙ ή IV της εν λόγω σύμβασης, και

β)

της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971, οι οποίες ενδέχεται να απειλούν τη δημόσια υγεία εξίσου σοβαρά με τις ουσίες που περιλαμβάνονται στα παραρτήματα Ι ή ΙΙ ή ΙΙΙ ή IV της εν λόγω σύμβασης.

Η παρούσα απόφαση αφορά τελικά προϊόντα, κατ’ αντιπαράθεση με τις πρόδρομες ουσίες σε σχέση με τις οποίες ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3677/1990 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1990, για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχότροπων ουσιών (5), και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 273/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, περί των προδρόμων ουσιών των ναρκωτικών (6), προβλέπουν ένα κοινοτικό καθεστώς.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«νέα ψυχοτρόπος ουσία»: νέα ναρκωτική ουσία ή νέο ψυχοτρόπο φάρμακο, σε καθαρή μορφή ή σε παρασκεύασμα·

β)

«νέα ναρκωτική ουσία»: ουσία, σε καθαρή μορφή ή σε παρασκεύασμα, η οποία δεν προβλέπεται από την ενιαία σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά και η οποία ενδέχεται να απειλεί τη δημόσια υγεία εξίσου σοβαρά με τις ουσίες που απαριθμούνται στα παραρτήματα Ι, ΙΙ ή IV της σύμβασης αυτής·

γ)

«νέο ψυχοτρόπο ναρκωτικό»: ουσία, σε καθαρή μορφή ή σε παρασκεύασμα, η οποία δεν προβλέπεται από τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971 και η οποία ενδέχεται να απειλεί τη δημόσια υγεία εξίσου σοβαρά με τις ουσίες που απαριθμούνται στα παραρτήματα I, II, III ή IV της σύμβασης·

δ)

«άδεια εμπορίας»: άδεια που χορηγείται για να κυκλοφορήσει στην αγορά κράτους μέλους φάρμακο, η οποία χορηγείται από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους, όπως ορίζεται στον τίτλο ΙΙΙ της οδηγίας 2001/83/ΕΚ (για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση) ή στον τίτλο ΙΙΙ της οδηγίας 2001/82/ΕΚ (για τα κτηνιατρικά φάρμακα) ή άδεια εμπορίας που χορηγείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 726/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών χορήγησης άδειας και εποπτείας όσον αφορά τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη και για κτηνιατρική χρήση και για τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (7)·

ε)

«σύστημα Ηνωμένων Εθνών»: η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ), η Επιτροπή Ναρκωτικών (CND) ή/και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ενεργούν σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, όπως περιγράφεται στο άρθρο 3 της ενιαίας σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά του 1961 ή στο άρθρο 2 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971·

στ)

«παρασκεύασμα»: μείγμα που περιέχει νέα ψυχοτρόπο ουσία·

ζ)

«έντυπο υποβολής εκθέσεων»: τυποποιημένο έντυπο για την κοινοποίηση νέας ψυχοτρόπου ουσίας ή/και παρασκευάσματος που περιέχει νέα ψυχοτρόπο ουσία, το οποίο έχει συμφωνηθεί μεταξύ ΕΚΠΝΤ/Ευρωπόλ και των αντίστοιχων δικτύων τους στα κράτη μέλη-Reitox και των εθνικών μονάδων της Ευρωπόλ.

Άρθρο 4

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ και οι εκπρόσωποί τους στο δίκτυο Reitox να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή, διακίνηση και χρήση, συμπεριλαμβανομένων πρόσθετων πληροφοριών για ενδεχόμενη ιατρική χρήση, νέων ψυχοτρόπων ουσιών και παρασκευασμάτων που περιέχουν νέες ψυχοτρόπους ουσίες, στην Ευρωπόλ και στο ΕΚΠΝΤ, λαμβάνοντας υπόψη τις αντίστοιχες εντολές των εν λόγω δύο οργάνων.

Η Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ συλλέγουν τις πληροφορίες από τα κράτη μέλη μέσω του εντύπου υποβολής εκθέσεων και τις διαβιβάζουν αμέσως μεταξύ τους καθώς και στις εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ και στους εκπροσώπους του δικτύου Reitox των κρατών μελών, στην Επιτροπή και στον ΕΟΦ.

2.   Εάν η Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ κρίνουν ότι οι πληροφορίες που παρέχει ένα κράτος μέλος για μια νέα ψυχοτρόπο ουσία δεν χρειάζονται την κοινοποίηση πληροφοριών που περιγράφεται στην παράγραφο 1, ενημερώνουν αμέσως το κοινοποιούν κράτος μέλος. Η Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ αιτιολογούν την απόφασή τους στο Συμβούλιο εντός έξι εβδομάδων.

Άρθρο 5

Κοινή έκθεση

1.   Όταν η Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ, ή το Συμβούλιο αποφασίζοντας με την πλειοψηφία των μελών του, κρίνουν ότι οι πληροφορίες που παρέχει το κράτος μέλος για μια νέα ψυχοτρόπο ουσία χρειάζονται τη συλλογή και άλλων πληροφοριών, οι πληροφορίες αυτές αντιπαραβάλλονται και υποβάλλονται από την Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ υπό μορφή κοινής έκθεσης («κοινή έκθεση»). Η κοινή έκθεση υποβάλλεται στο Συμβούλιο, τον ΕΟΦ και την Επιτροπή.

2.   Η κοινή έκθεση περιλαμβάνει:

α)

περιγραφή των χημικών και των φυσικών χαρακτηριστικών, συμπεριλαμβανομένης της ονομασίας με την οποία είναι γνωστή η νέα ψυχοτρόπος ουσία καθώς και της επιστημονικής της ονομασίας (κώδικας διεθνούς κοινής ονομασίας), εάν υπάρχει·

β)

πληροφορίες για τη συχνότητα, τις συνθήκες ή/και τις ποσότητες με τις οποίες απαντάται μία νέα ψυχοτρόπος ουσία και πληροφορίες για τα μέσα και τις μεθόδους παραγωγής της·

γ)

πληροφορίες για τη συμμετοχή του οργανωμένου εγκλήματος στην παραγωγή ή στην παράνομη διακίνηση νέας ψυχοτρόπου ουσίας·

δ)

μια πρώτη εκτίμηση της επικινδυνότητας της νέας ψυχοτρόπου ουσίας, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων για την υγεία και την κοινωνία, καθώς και των χαρακτηριστικών των χρηστών·

ε)

πληροφορίες για το κατά πόσον η νέα ψυχοτρόπος ουσία είναι υπό αξιολόγηση ή έχει αξιολογηθεί από το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών·

στ)

την ημερομηνία κοινοποίησης του εντύπου υποβολής εκθέσεων της νέας ψυχοτρόπου ουσίας στο ΕΚΠΝΤ ή στην Ευρωπόλ·

ζ)

πληροφορίες για το κατά πόσον η νέα ψυχοτρόπος ουσία υπόκειται ήδη σε μέτρα ελέγχου σε εθνικό επίπεδο σε κάποιο κράτος μέλος·

η)

στο μέτρο του δυνατού, πρέπει να παρέχονται πληροφορίες:

i)

για τις πρόδρομες χημικές ουσίες οι οποίες είναι γνωστό ότι έχουν χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή της ουσίας,

ii)

για τον τρόπο και την έκταση της διαπιστωθείσας ή αναμενόμενης χρήσης της νέας ψυχοτρόπου ουσίας,

iii)

για άλλες τυχόν χρήσεις της νέας ψυχοτρόπου ουσίας και για την έκταση αυτής της χρήσης, για τους κινδύνους που συνεπάγεται η εν λόγω χρήση της νέας ψυχοτρόπου ουσίας, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων για την υγεία και την κοινωνία.

3.   Ο ΕΟΦ υποβάλλει στην Ευρωπόλ και στο ΕΚΠΝΤ τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσον στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή σε κάποιο κράτος μέλος:

α)

η νέα ψυχοτρόπος ουσία έχει λάβει άδεια εμπορίας·

β)

η νέα ψυχοτρόπος ουσία αποτελεί αντικείμενο αίτησης για άδεια εμπορίας·

γ)

η άδεια εμπορίας που είχε χορηγηθεί για τη νέα ψυχοτρόπο ουσία έχει ανασταλεί.

Όταν αυτές οι πληροφορίες αφορούν άδειες εμπορίας που έχουν χορηγηθεί από κράτη μέλη, τα εν λόγω κράτη μέλη παρέχουν αυτές τις πληροφορίες στον ΕΟΦ μετά από αίτησή του.

4.   Τα κράτη μέλη παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του εντύπου υποβολής εκθέσεων που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1.

5.   Η κοινή έκθεση υποβάλλεται εντός τεσσάρων το πολύ εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών των κρατών μελών, και του ΕΟΦ. Η έκθεση υποβάλλεται από την Ευρωπόλ ή το ΕΚΠΝΤ, αναλόγως, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 5.

Άρθρο 6

Αξιολόγηση κινδύνων

1.   Το Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπόλ και του ΕΚΠΝΤ και αποφασίζοντας με την πλειοψηφία των μελών του, δύναται να ζητεί να αξιολογούνται οι κίνδυνοι, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων για την υγεία και την κοινωνία, που συνεπάγονται η χρήση, η παραγωγή και η παράνομη διακίνηση νέας ψυχοτρόπου ουσίας, η συμμετοχή του οργανωμένου εγκλήματος και οι πιθανές συνέπειες μέτρων ελέγχου, σύμφωνα με τη διαδικασία των παραγράφων 2 έως 4, αν τουλάχιστον το ένα τέταρτο των μελών του ή η Επιτροπή έχει ενημερώσει εγγράφως το Συμβούλιο ότι τάσσεται υπέρ αυτής της αξιολόγησης. Τα κράτη μέλη ή η Επιτροπή ενημερώνουν το Συμβούλιο το συντομότερο δυνατό, και οπωσδήποτε εντός τεσσάρων εβδομάδων μετά την ημερομηνία παραλαβής της κοινής έκθεσης. Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ενημερώνει σχετικά το ΕΚΠΝΤ χωρίς καθυστέρηση.

2.   Για να διεξαχθεί η αξιολόγηση, το ΕΚΠΝΤ συγκαλεί ειδική συνεδρίαση υπό την αιγίδα της επιστημονικής επιτροπής. Επιπλέον, για το σκοπό αυτής της αξιολόγησης, η επιστημονική επιτροπή μπορεί να διευρύνεται με πέντε εμπειρογνώμονες κατ’ ανώτατο όριο, οι οποίοι ορίζονται από το διευθυντή του ΕΚΠΝΤ βάσει των συστάσεων του προέδρου της επιστημονικής επιτροπής, από ομάδα εμπειρογνωμόνων τους οποίους προτείνουν τα κράτη μέλη και τους οποίους εγκρίνει, για μια τριετία το διοικητικό συμβούλιο του ΕΚΠΝΤ. Οι εμπειρογνώμονες αυτοί είναι ειδικοί σε επιστημονικούς τομείς που δεν εκπροσωπούνται ή εκπροσωπούνται ανεπαρκώς στην επιστημονική επιτροπή, αλλά των οποίων η συμμετοχή είναι απαραίτητη για την ισόρροπη και ορθή αξιολόγηση των πιθανών κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων για την υγεία και την κοινωνία. Επιπλέον, η Επιτροπή, η Ευρωπόλ και ο ΕΟΦ καλούνται να αποστείλουν από δύο εμπειρογνώμονες κατ’ ανώτατο όριο σε αυτή τη συνεδρίαση.

3.   Η αξιολόγηση διεξάγεται με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται στην επιστημονική επιτροπή από τα κράτη μέλη, το ΕΚΠΝΤ, την Ευρωπόλ, τον ΕΟΦ, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους παράγοντες οι οποίοι θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή ουσίας σε διεθνή έλεγχο σύμφωνα με την ενιαία σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα ναρκωτικά του 1961 ή τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971.

4.   Κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αξιολόγησης, καταρτίζεται έκθεση (στο εξής «έκθεση αξιολόγησης κινδύνων») από την επιστημονική επιτροπή. Η αξιολόγηση των κινδύνων συνίσταται σε ανάλυση των διαθέσιμων επιστημονικών πληροφοριών και των πληροφοριών για την επιβολή του νόμου και αντικατοπτρίζει όλες τις απόψεις που εξέφρασαν τα μέλη της επιτροπής. Η έκθεση αξιολόγησης κινδύνων υποβάλλεται στην Επιτροπή και το Συμβούλιο από τον πρόεδρο της επιτροπής, εξ ονόματός της, εντός περιόδου δώδεκα εβδομάδων από την ημερομηνία ενημέρωσης του ΕΚΠΝΤ εκ μέρους της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η έκθεση αξιολόγησης κινδύνων αναφέρει:

α)

περιγραφή των φυσικών και χημικών χαρακτηριστικών της νέας ψυχοτρόπου ουσίας και τους μηχανισμούς δράσης της, συμπεριλαμβανόμενης της ιατρικής της αξίας·

β)

τους κινδύνους για την υγεία που συνδέονται με τη νέα ψυχοτρόπο ουσία·

γ)

τους κινδύνους για την κοινωνία που συνδέονται με τη νέα ψυχοτρόπο ουσία·

δ)

πληροφορίες για το επίπεδο συμμετοχής του οργανωμένου εγκλήματος και πληροφορίες για τις κατασχέσεις ή/και τις ανιχνεύσεις από τις αρχές, και την παραγωγή της νέας ψυχοτρόπου ουσίας·

ε)

πληροφορίες για τυχόν αξιολόγηση της νέας ψυχοτρόπου ουσίας σύμφωνα με το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών·

στ)

περιγραφή των τυχόν μέτρων ελέγχου που εφαρμόζονται στη νέα ψυχοτρόπο ουσία στα κράτη μέλη·

ζ)

τα πιθανά μέσα ελέγχου και τις ενδεχόμενες συνέπειες των μέτρων ελέγχου, και

η)

τις πρόδρομες χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της ουσίας.

Άρθρο 7

Περιστάσεις κατά τις οποίες δεν διεξάγεται αξιολόγηση κινδύνων

1.   Δεν διεξάγεται αξιολόγηση κινδύνων όταν η Ευρωπόλ και το ΕΚΠΝΤ δεν έχουν εκπονήσει κοινή έκθεση. Επίσης, δε διεξάγεται αξιολόγηση κινδύνων όταν η συγκεκριμένη νέα ψυχοτρόπος ουσία βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο αξιολόγησης στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, δηλαδή όταν η ομάδα εμπειρογνωμόνων για την τοξικομανία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας έχει δημοσιεύσει την κριτική της ανασκόπηση μαζί με γραπτή σύσταση, πλην των περιπτώσεων κατά τις οποίες υπάρχουν σημαντικές νέες πληροφορίες σχετικές με το πλαίσιο της παρούσας απόφασης.

2.   Όταν η νέα ψυχοτρόπος ουσία έχει αξιολογηθεί στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, αλλά έχει αποφασισθεί να μην καταχωρισθεί η νέα ψυχοτρόπος ουσία στους πίνακες της ενιαίας σύμβασης για τα ναρκωτικά του 1961 ή της σύμβασης για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971, πραγματοποιείται αξιολόγηση των κινδύνων μόνον όταν υπάρχουν σημαντικές νέες πληροφορίες σχετικές με το πλαίσιο της παρούσας απόφασης.

3.   Δε διεξάγεται αξιολόγηση των κινδύνων για νέα ψυχοτρόπο ουσία όταν:

α)

η νέα ψυχοτρόπος ουσία χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμακευτικού προϊόντος στο οποίο έχει χορηγηθεί άδεια εμπορίας, ή

β)

η νέα ψυχοτρόπος ουσία χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμακευτικού προϊόντος, για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση άδειας εμπορίας, ή

γ)

η νέα ψυχοτρόπος ουσία χρησιμοποιείται για την παρασκευή φαρμακευτικού προϊόντος, για το οποίο η αρμόδια αρχή έχει αναστείλει την άδεια εμπορίας.

Όταν η νέα ψυχοτρόπος ουσία εμπίπτει σε μία από τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο κατηγορίες, η Επιτροπή, με βάση τα στοιχεία τα οποία έχει συλλέξει το ΕΚΠΝΤ και η Ευρωπόλ, εξετάζει, από κοινού με τον ΕΟΦ, κατά πόσον απαιτείται περαιτέρω δράση, σε στενή συνεργασία με το ΕΚΠΝΤ και σύμφωνα με την εντολή και τις διαδικασίες του ΕΟΦ.

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα.

Άρθρο 8

Διαδικασία για την υπαγωγή σε έλεγχο συγκεκριμένων νέων ψυχοτρόπων ουσιών

1.   Εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της έκθεσης αξιολόγησης κινδύνων, η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο πρωτοβουλία για την υπαγωγή της νέας ψυχοτρόπου ουσίας σε μέτρα ελέγχου. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν είναι απαραίτητο να αναλάβει πρωτοβουλία για να υπαχθεί η νέα ψυχοτρόπος ουσία σε μέτρα ελέγχου, υποβάλει έκθεση στο Συμβούλιο εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της έκθεσης αξιολόγησης κινδύνων στην οποία εξηγεί τις απόψεις της.

2.   Αν η Επιτροπή δεν θεωρεί αναγκαίο να υποβάλει πρωτοβουλία για την υποβολή της νέας ψυχοτρόπου ουσίας σε μέτρα ελέγχου, η πρωτοβουλία αυτή μπορεί να υποβληθεί στο Συμβούλιο από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, κατά προτίμηση εντός έξι εβδομάδων το αργότερο από την ημερομηνία υποβολής της έκθεσης της Επιτροπής στο Συμβούλιο.

3.   Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία βάσει του άρθρου 34 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της συνθήκης σχετικά με πρωτοβουλία υποβληθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2 για την υπαγωγή της νέας ψυχοτρόπου ουσίας σε μέτρα ελέγχου.

Άρθρο 9

Μέτρα ελέγχου που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη

1.   Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει την υπαγωγή νέας ψυχοτρόπου ουσίας σε μέτρα ελέγχου, τα κράτη μέλη προσπαθούν να λάβουν, το συντομότερο δυνατόν αλλά εντός έτους το αργότερο από την ημερομηνία λήψης της απόφασης, τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο για την υπαγωγή:

α)

του νέου ψυχοτρόπου ναρκωτικού σε μέτρα ελέγχου και ποινικές κυρώσεις προβλεπόμενα από τη νομοθεσία τους κατά συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τις ψυχοτρόπους ουσίες του 1971·

β)

της νέας ναρκωτικής ουσίας σε μέτρα ελέγχου και ποινικές κυρώσεις προβλεπόμενα από τη νομοθεσία τους κατά συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της ενιαίας σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τις ναρκωτικές ουσίες του 1961.

2.   Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή έκθεση για τα λαμβανόμενα μέτρα το συντομότερο δυνατό μετά τη λήψη της σχετικής απόφασης. Εν συνεχεία, η πληροφορία αυτή κοινοποιείται στο ΕΚΠΝΤ, την Ευρωπόλ, τον ΕΟΦ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

3.   Η παρούσα απόφαση ουδόλως εμποδίζει τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να θεσπίζουν στην επικράτειά τους οποιοδήποτε εθνικό μέτρο ελέγχου θεωρούν σκόπιμο μόλις ένα κράτος μέλος εντοπίσει νέα ψυχοτρόπο ουσία.

Άρθρο 10

Ετήσια έκθεση

Το ΕΚΠΝΤ και η Ευρωπόλ υποβάλλουν ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Η έκθεση λαμβάνει υπόψη όλα τα ζητήματα που απαιτούνται για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα και τα επιτεύγματα του συστήματος που εγκαθιδρύεται με την παρούσα απόφαση. Η έκθεση περιλαμβάνει, συγκεκριμένα, εμπειρίες από το συντονισμό μεταξύ του συστήματος που εγκαθιδρύεται με την παρούσα απόφαση και του συστήματος φαρμακοεπαγρύπνησης.

Άρθρο 11

Σύστημα φαρμακοεπαγρύπνησης

Τα κράτη μέλη και ο ΕΟΦ εξασφαλίζουν τη δέουσα ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του μηχανισμού που εγκαθιδρύεται μέσω της παρούσας απόφασης και των συστημάτων φαρμακοεπαγρύπνησης που ορίζονται και θεσπίζονται με τον τίτλο VII της οδηγίας 2001/82/ΕΚ14 και τον τίτλο IX της οδηγίας 2001/83/ΕΚ15.

Άρθρο 12

Κατάργηση

Η κοινή δράση για τα νέα συνθετικά ναρκωτικά της 16ης Ιουνίου 1997 καταργείται. Οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 5 της εν λόγω κοινής δράσης εξακολουθούν να είναι νομικά ισχυρές.

Άρθρο 13

Δημοσίευση και παραγωγή αποτελεσμάτων

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 10 Μαΐου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. KRECKÉ


(1)  Γνώμη που εδόθη στις 13 Ιανουαρίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 167 της 25.6.1997, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/28/ΕΚ (ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 58).

(4)  ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/27/ΕΚ (ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 34).

(5)  ΕΕ L 357 της 20.12.1990, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1232/2002 της Επιτροπής (ΕΕ L 180 της 10.7.2002, σ. 5).

(6)  ΕΕ L 47 της 18.2.2004, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 136 της 30.4.2004, σ. 1.