ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
18 Μαΐου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 745/2005 της Επιτροπής, της 17ης Μαΐου 2005, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 746/2005 της Επιτροπής, της 17ης Μαΐου 2005, για έκδοση πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος A3 στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, λεμόνια και μήλα)

3

 

*

Οδηγία 2005/34/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Μαΐου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/EOK του Συμβουλίου ώστε να συμπεριληφθούν οι ουσίες etoxazole και tepraloxydim ως δραστικές ουσίες ( 1 )

5

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Συμβούλιο

 

*

Απόφαση του Συμβουλiου, της 10ης Μαΐου 2005, για την τροποποίηση της απόφασης 1999/70/ΕΚ σχετικά με τους εξωτερικούς ελεγκτές των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών, όσον αφορά τους εξωτερικούς ελεγκτές της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique και της Τράπεζας της Ελλάδος

8

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 8ης Σεπτεμβρίου 2004, σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που προτίθεται να θέσει σε εφαρμογή το Βέλγιο για τα κέντρα συντονισμού [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 3348]  ( 1 )

10

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 17ης Μαΐου 2005, για τα γενεαλογικά πιστοποιητικά και τα στοιχεία που πρέπει να αναφέρονται για τα καθαρόαιμα βοοειδή αναπαραγωγής, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυά τους [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 1436]  ( 1 )

15

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

18.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 745/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Μαΐου 2005

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμότης τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 18 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 17ης Μαΐου 2005, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

109,7

204

68,9

212

111,6

999

96,7

0707 00 05

052

124,4

999

124,4

0709 90 70

052

97,2

999

97,2

0805 10 20

052

42,9

204

42,0

212

59,6

220

49,1

388

61,4

400

48,6

624

61,5

999

52,2

0805 50 10

052

49,0

382

61,5

388

64,7

528

67,7

624

62,5

999

61,1

0808 10 80

388

86,6

400

125,5

404

85,6

508

66,4

512

63,8

524

57,3

528

66,8

720

78,7

804

110,8

999

82,4


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


18.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 746/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Μαΐου 2005

για έκδοση πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος A3 στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, λεμόνια και μήλα)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2200/96 του Συμβουλίου, της 28ης Οκτωβρίου 1996, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 35 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 633/2005 της Επιτροπής (2), προκήρυξε τη διεξαγωγή ενός διαγωνισμού για τον καθορισμό των ενδεικτικών ποσών επιστροφής και τις ενδεικτικές ποσότητες των πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος A3.

(2)

Σε συνάρτηση με τις προσφορές που έχουν υποβληθεί, πρέπει να καθοριστούν τα ανώτατα ποσά επιστροφής και τα ποσοστά χορήγησης που έχουν σχέση με τις προσφορές που πραγματοποιούνται στο επίπεδο των εν λόγω ανωτάτων ποσών.

(3)

Για τις τομάτες, τα πορτοκάλια, τα λεμόνια και τα μήλα το ανώτατο ποσό που είναι αναγκαίο για τη χορήγηση των πιστοποιητικών μέχρι την ενδεικτική ποσότητα, εντός των ορίων των προαναφερθεισών ποσοτήτων, δεν είναι ανώτερο κατά μιάμιση φορά του ποσού της ενδεικτικής επιστροφής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τις τομάτες, τα πορτοκάλια, τα λεμόνια και τα μήλα το μέγιστο ποσό επιστροφής και το ποσοστό χορήγησης που έχουν σχέση με το διαγωνισμό που έχει προκηρυχθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 633/2005, αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 18 Μαΐου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 47/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 7 της 11.1.2003, σ. 64).

(2)  ΕΕ L 106 της 27.4.2005, σ. 4.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Έκδοση πιστοποιητικών εξαγωγής του συστήματος Α3 στον τομέα των οπωροκηπευτικών (τομάτες, πορτοκάλια, λεμόνια και μήλα)

Προϊόν

Μέγιστο ποσό επιστροφής

(EUR/t καθαρού βάρους)

Ποσοστό χορήγησης για τις ζητηθείσες ποσότητες στο επίπεδο του ανώτατου ποσού επιστροφής

Τομάτες

0

100 %

Πορτοκάλια

50

100 %

Λεμόνια

100 %

Μήλα

46

100 %


18.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125/5


ΟΔΗΓΊΑ 2005/34/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Μαΐου 2005

για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/EOK του Συμβουλίου ώστε να συμπεριληφθούν οι ουσίες etoxazole και tepraloxydim ως δραστικές ουσίες

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, η Γαλλία έλαβε, στις 21 Απριλίου 1998, αίτηση από τη Sumitomo Chemical Agro Europe SA για την καταχώριση της δραστικής ουσίας etoxazole, παλαιότερα αποκαλούμενη επίσης «etoxazol», στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Με την απόφαση 1999/43/ΕΚ της Επιτροπής (2) επιβεβαιώθηκε ότι ο φάκελος ήταν πλήρης, υπό την έννοια ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί κατ’ αρχήν τις απαιτήσεις όσον αφορά τα δεδομένα και τις πληροφορίες των παραρτημάτων II και III της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(2)

Η Ισπανία έλαβε αίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, στις 11 Σεπτεμβρίου 1997 από τη BASF AG για την καταχώριση της δραστικής ουσίας tepraloxydim στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Με την απόφαση 98/512/ΕΚ της Επιτροπής (3) επιβεβαιώθηκε ότι ο φάκελος ήταν πλήρης, υπό την έννοια ότι μπορεί να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί κατ’ αρχήν τις απαιτήσεις όσον αφορά τα δεδομένα και τις πληροφορίες των παραρτημάτων II και III της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(3)

Για τις εν λόγω δραστικές ουσίες αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφοι 2 και 4 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, για τις χρήσεις που προτείνονται από τους αιτούντες. Τα κράτη μέλη που είχαν οριστεί εισηγητές υπέβαλαν σχέδια εκθέσεων αξιολόγησης για τις ουσίες στην Επιτροπή στις 8 Οκτωβρίου 2001 (etoxazole) και στις 21 Ιανουαρίου 2002 (tepraloxydim).

(4)

Τα σχέδια εκθέσεων αξιολόγησης έχουν επανεξετασθεί από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων. Η ανασκόπηση οριστικοποιήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 2004 με τη μορφή έκθεσης ανασκόπησης της Επιτροπής για τις ουσίες etoxazole και tepraloxydim.

(5)

Από την ανασκόπηση των ουσιών etoxazole και tepraloxydim δεν προέκυψαν ανοικτά ερωτηματικά ή ανησυχίες που απαιτούν διαβούλευση με την επιστημονική φυτοϋγειονομική επιτροπή ή με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων.

(6)

Από τις διάφορες εξετάσεις που πραγματοποιήθηκαν διαπιστώθηκε ότι για φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν τις εν λόγω δραστικές ουσίες μπορεί να αναμένεται ότι, σε γενικές γραμμές, πληρούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) και παράγραφος 3 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, ιδίως όσον αφορά τις χρήσεις οι οποίες εξετάστηκαν και παρουσιάστηκαν λεπτομερώς στην έκθεση ανασκόπησης της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καταχωριστούν οι ουσίες etoxazole και tepraloxydim στο παράρτημα I, για να διασφαλισθεί ότι σε όλα τα κράτη μέλη οι άδειες για φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν τις εν λόγω δραστικές ουσίες μπορούν να χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας.

(7)

Μετά την καταχώριση των ουσιών etoxazole και tepraloxydim στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, πρέπει να δοθεί στα κράτη μέλη μια εύλογη χρονική περίοδος ώστε να μπορέσουν να εφαρμόσουν τις διατάξεις της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν τις ουσίες αυτές, και ιδίως να επανεξετάσουν τις υφιστάμενες προσωρινές εγκρίσεις και, το αργότερο μέχρι το τέλος της εν λόγω χρονικής περιόδου, να μετατρέψουν τις εγκρίσεις αυτές σε πλήρεις εγκρίσεις, να τις τροποποιήσουν ή να τις ανακαλέσουν σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(8)

Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί ανάλογα η οδηγία 91/414/ΕΟΚ.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη εκδίδουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις 30 Νοεμβρίου 2005 τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων, καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Δεκεμβρίου 2005.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος αυτής της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

1.   Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν την έγκριση για κάθε φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει etoxazole ή tepraloxydim ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι όροι, όσον αφορά αυτές τις δραστικές ουσίες, οι οποίοι εκτίθενται στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Εφόσον είναι αναγκαίο, τροποποιούν ή ανακαλούν τις εγκρίσεις κατά τις διατάξεις της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ το αργότερο έως τις 30 Νοεμβρίου 2005.

2.   Για κάθε εγκεκριμένο φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει etoxazole ή tepraloxydim είτε ως μοναδική δραστική ουσία είτε ως μια από περισσότερες δραστικές ουσίες, οι οποίες περιέχονται όλες στον κατάλογο του παραρτήματος Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, το αργότερο έως τις 31 Μαΐου 2005, τα κράτη μέλη προβαίνουν σε επαναξιολόγηση του προϊόντος σύμφωνα με τις ενιαίες αρχές που προβλέπονται στο παράρτημα VI της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, με βάση φάκελο ο οποίος ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παραρτήματος III της εν λόγω οδηγίας. Με βάση την αξιολόγηση αυτή καθορίζεται κατά πόσον το προϊόν ικανοποιεί τους όρους του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ), δ) και ε) της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

Σε συνέχεια αυτής της διαπίστωσης, τα κράτη μέλη:

α)

στην περίπτωση προϊόντος που περιέχει etoxazole ή tepraloxydim ως μοναδική δραστική ουσία, εφόσον είναι αναγκαίο, τροποποιούν ή ανακαλούν την έγκριση το αργότερο έως τις 30 Νοεμβρίου 2006· ή

β)

στην περίπτωση προϊόντος που περιέχει etoxazole ή tepraloxydim ως μια από περισσότερες δραστικές ουσίες, εφόσον είναι αναγκαίο, τροποποιούν ή ανακαλούν την έγκριση το αργότερο έως τις 30 Νοεμβρίου 2006 ή έως την προθεσμία που ορίστηκε για την εν λόγω τροποποίηση ή ανάκληση στην αντίστοιχη οδηγία ή στις αντίστοιχες οδηγίες με τις οποίες προστέθηκαν η εν λόγω ουσία ή οι ουσίες στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, όπου η προθεσμία θα είναι η τελευταία από τις καθορισθείσες ημερομηνίες.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουνίου 2005.

Άρθρο 5

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2005/25/ΕΚ (ΕΕ L 90 της 8.4.2005, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 14 της 19.1.1999, σ. 30.

(3)  ΕΕ L 228 της 15.8.1998, σ. 35.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ προστίθενται οι ακόλουθες σειρές.

Αριθ.

Κοινή ονομασία, αριθμοί ταυτοποίησης

Ονομασία IUPAC

Καθαρότητα (1)

Έναρξη ισχύος

Λήξη της καταχώρισης

Ειδικοί όροι

«100

Etoxazole

αριθ. CAS 153233-91-1

αριθ. CIPAC 623

(RS)-5-tert-βουτυλο-2-[2-(2,6 διφθοροφαινυλο)-4,5-διυδρο-1.3-οξαζολ-4-υλο]φαινετόλη

≥ 948 g/kg

1 Ιουνίου 2005

31 Μαΐου 2015

Επιτρέπεται να χρησιμοποιείται μόνον ως ακαριοκτόνο.

Για την εφαρμογή των ενιαίων αρχών του παραρτήματος VI πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της έκθεσης ανασκόπησης για το etoxazole, και ιδίως των προσαρτημάτων I και II, όπως οριστικοποιήθηκε στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων στις 3 Δεκεμβρίου 2004.

Στη συνολική αυτή εκτίμηση τα κράτη μέλη οφείλουν να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στην προστασία των υδρόβιων οργανισμών.

Πρέπει να εφαρμόζονται, όπου ενδείκνυται, μέτρα διαχείρισης του κινδύνου.

101

Tepraloxydim

αριθ. CAS 149979-41-9

αριθ. CIPAC 608

(EZ)-(RS)-2-{1-[(2E)-3- χλωροαλλυλοξυμινο]προπυλο}-3-υδροξυ-5-υπερυδροπυρανο-4-υλοκυκλοεξ-2-εν-1-όνη

≥ 920 g/kg

1 Ιουνίου 2005

31 Μαΐου 2015

Επιτρέπεται να χρησιμοποιείται μόνον ως ζιζανιοκτόνο.

Για την εφαρμογή των ενιαίων αρχών του παραρτήματος VI πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της έκθεσης ανασκόπησης για το tepraloxydim, και ιδίως των προσαρτημάτων I και II, όπως οριστικοποιήθηκε στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων στις 3 Δεκεμβρίου 2004.

Στη συνολική αυτή εκτίμηση, τα κράτη μέλη οφείλουν να προστατεύουν με ιδιαίτερη προσοχή τα χερσαία αρθρόποδα μη στόχοι.

Πρέπει να εφαρμόζονται, όπου ενδείκνυται, μέτρα διαχείρισης του κινδύνου.


(1)  Περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με την ταυτότητα και τις προδιαγραφές της δραστικής ουσίας δίνονται στην έκθεση ανασκόπησης.»


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Συμβούλιο

18.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125/8


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

της 10ης Μαΐου 2005

για την τροποποίηση της απόφασης 1999/70/ΕΚ σχετικά με τους εξωτερικούς ελεγκτές των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών, όσον αφορά τους εξωτερικούς ελεγκτές της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique και της Τράπεζας της Ελλάδος

(2005/377/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

το πρωτόκολλο για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 27 παράγραφος 1,

τις συστάσεις ΕΚΤ/2005/7 και ΕΚΤ/2005/8 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 7ης Απριλίου 2005, προς το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τους εξωτερικούς ελεγκτές της Τράπεζας της Ελλάδος (1) και της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι λογαριασμοί της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT) και των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών του Ευρωσυστήματος πρέπει να ελέγχονται από ανεξάρτητους εξωτερικούς ελεγκτές, τους οποίους υποδεικνύει το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ και εγκρίνει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(2)

H θητεία των σημερινών εξωτερικών ελεγκτών της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique (εφεξής «NBB/BNB») έχει λήξει και δε θα ανανεωθεί. Είναι, επομένως, αναγκαίος ο διορισμός εξωτερικών ελεγκτών από το οικονομικό έτος 2005.

(3)

Σύμφωνα με τους κανόνες της περί δημοσίων συμβάσεων, η NBB/BNB επέλεξε, ως νέους εξωτερικούς της ελεγκτές, την Ernst & Young Bedrijfsrevisoren/Réviseurs d’Entreprises, και η ΕΚΤ θεωρεί ότι οι επιλεγέντες ελεγκτές πληρούν τις απαραίτητες απαιτήσεις διορισμού.

(4)

Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ συνέστησε η θητεία των εν λόγω εξωτερικών ελεγκτών να είναι τριετής και να μπορεί να ανανεωθεί μία φορά.

(5)

Σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, δεν είναι δυνατός ο διορισμός του ίδιου εξωτερικού ελεγκτή για περισσότερα από τέσσερα οικονομικά έτη. Κατά συνέπεια, η θητεία του κ. Χαράλαμπου Σταθάκη, ο οποίος είναι ένας εκ των δύο σημερινών εξωτερικών ελεγκτών, δε μπορεί να ανανεωθεί. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί, σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, να διατηρήσει, ως εξωτερικούς της ελεγκτές, την Ernst & Young (Hellas) Certified Auditors SA, υπό την προϋπόθεση της εναλλαγής του υπεύθυνου εταίρου.

(6)

Η Τράπεζα της Ελλάδος αποφάσισε ότι η Εrnst & Young (Hellas) Certified Auditors SA θα πρέπει να είναι ο μόνος εξωτερικός της ελεγκτής για το οικονομικό έτος 2005 και η ΕΚΤ θεωρεί ότι η εν λόγω εταιρεία πληροί εν προκειμένω τις απαραίτητες απαιτήσεις διορισμού.

(7)

Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ συνέστησε η τρέχουσα θητεία αυτών των εξωτερικών ελεγκτών να συνεχισθεί, για ανανεώσιμη περίοδο ενός έτους.

(8)

Είναι σκόπιμο να ακολουθηθούν οι συστάσεις του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ και να τροποποιηθεί, αναλόγως, η απόφαση 1999/70/ΕΚ (3),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 1 της απόφασης 1999/70/ΕΚ, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι Ernst & Young Bedrijfsrevisoren/Réviseurs d’Entreprises εγκρίνονται ως οι εξωτερικοί ελεγκτές της Nationale Bank van België/Banque Nationale de Belgique από το οικονομικό έτος 2005, για τριετή περίοδο η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά.».

Άρθρο 2

Στο άρθρο 1 της απόφασης 1999/70/ΕΚ, η παράγραφος 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«12.   Οι Ernst & Young (Hellas) Certified Auditors SA εγκρίνονται ως οι εξωτερικοί ελεγκτές της Τράπεζας της Ελλάδος για το οικονομικό έτος 2005, για ανανεώσιμη περίοδο ενός έτους.».

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση κοινοποιείται στην ΕΚΤ.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 10 Μαΐου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. KRECKÉ


(1)  ΕΕ C 91 της 15.4.2005, σ. 4.

(2)  ΕΕ C 91 της 15.4.2005, σ. 5.

(3)  ΕΕ L 22 της 29.1.1999, σ. 69· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2005/266/ΕΚ (ΕΕ L 82 της 31.3.2005, σ. 6).


Επιτροπή

18.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125/10


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 8ης Σεπτεμβρίου 2004

σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων που προτίθεται να θέσει σε εφαρμογή το Βέλγιο για τα κέντρα συντονισμού

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 3348]

(Τα κείμενα στη γαλλική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/378/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1) και λαμβάνοντας υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Την 1η Δεκεμβρίου 1997, το Συμβούλιο εξέδωσε κώδικα δεοντολογίας για την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (2) και ζήτησε από την Επιτροπή να εξετάσει ή να επανεξετάσει τα φορολογικά καθεστώτα στα κράτη μέλη. Στις 11 Νοεμβρίου 1998, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στα μέτρα που σχετίζονται με την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων (3).

(2)

Το βασιλικό διάταγμα αριθ. 187 της 30ής Δεκεμβρίου 1982 προβλέπει ένα φορολογικό καθεστώς για τα εγκεκριμένα κέντρα συντονισμού (στο εξής «κέντρα συντονισμού» ή «κέντρα») που παρεκκλίνει από το κοινό δίκαιο. Στο πλαίσιο των εργασιών της ομάδας που συστάθηκε από το Συμβούλιο σύμφωνα με το σημείο Θ του κώδικα δεοντολογίας για τη φορολογία των επιχειρήσεων (στο εξής «Ομάδα του κώδικα του Συμβουλίου»), κρίθηκε ότι το καθεστώς αυτό συνιστά φορολογικό μέτρο που θίγει τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή κίνησε επίσης σχετικά την επίσημη διαδικασία εξέτασης στις 27 Φεβρουαρίου 2002. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2003 με την απόφαση 2003/755/ΕΚ της Επιτροπής, τελική απόφαση αρνητικού περιεχομένου (4).

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης, το Βέλγιο κοινοποίησε, με την επιστολή της 16ης Μαΐου 2002, το τμήμα ενός προσχεδίου νόμου σχετικά με την τροποποίηση του βασιλικού διατάγματος αριθ. 187 που αποσκοπεί στο να καταστήσει αυτό συμβιβάσιμο με τα κριτήρια που έχει καθορίσει η Ομάδα του κώδικα του Συμβουλίου. Πρόκειται συνεπώς για νέο καθεστώς κέντρων συντονισμού που πρόκειται να αντικαταστήσει το ισχύον από το 1983 καθεστώς. Ο νόμος που τροποποιεί το καθεστώς του φόρου εταιρειών και εγκαθιδρύει μηχανισμό προαπόφασης στο φορολογικό τομέα (5) ψηφίστηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2002. Σύμφωνα με το άρθρο 32 του εν λόγω νόμου, η ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου 29, με το οποίο επιφέρονται τροποποιήσεις στο Β.Δ. αριθ. 187, θα οριστεί μεταγενέστερα με βασιλικό διάταγμα.

(4)

Στις 23 Απριλίου 2003, μετά από πολλές ανταλλαγές αλληλογραφίας και συνεδριάσεις με σκοπό την απόκτηση συμπληρωματικών στοιχείων (6), η Επιτροπή απεφάνθη επί του κοινοποιηθέντος καθεστώτος. Με την απόφαση της Επιτροπής εγκρίνονται ορισμένες πτυχές του καθεστώτος και κινείται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης όσον αφορά τρεις άλλες πτυχές του εν λόγω καθεστώτος. Η έγκριση της Επιτροπής αφορά 1. την αρχή της προηγούμενης έγκρισης των κέντρων για μια δεκαετία, 2. την αρχή της χορήγησης στα κέντρα προαποφάσεων ισχύος πέντε ετών και 3. την αρχή της χρήσης της μεθόδου κατ’ αποκοπή υπολογισμού των εσόδων (μέθοδος cost-plus) για τον υπολογισμό της φορολογητέας βάσης, εφόσον η χρησιμοποίηση αυτής της μεθόδου εγγυάται επιβολή φορολογίας συγκρίσιμης προς εκείνη που θα προέκυπτε, για ανεξάρτητη επιχείρηση, με την εφαρμογή των κανόνων του κοινού δικαίου (7). Η διαδικασία κινήθηκε όσον αφορά 1. την ειδική απαλλαγή από το φόρο κινητών αξιών, 2. την ειδική απαλλαγή από το φόρο εισφοράς και 3. την απαλλαγή από φόρους για ασυνήθη ή χαριστικά πλεονεκτήματα που χορηγούνται στα κέντρα.

(5)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία (στο εξής «απόφαση κίνησης διαδικασίας») δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (8). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί του συγκεκριμένου μέτρου.

(6)

Με επιστολή της 15ης Ιουλίου 2003 που διαβιβάστηκε μέσω της Μόνιμης Αντιπροσωπίας του Βελγίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση στις 27 Ιουλίου, οι βελγικές αρχές γνωστοποίησαν τις παρατηρήσεις τους, εντός της ενδεδειγμένης προθεσμίας που παρετάθη κατόπιν αιτήσεώς τους.

(7)

Με επιστολή της 17ης Οκτωβρίου 2003, η Επιτροπή διαβίβασε στο Βέλγιο τις παρατηρήσεις τρίτων που είχε λάβει. Το Βέλγιο προέβη στο σχετικό σχολιασμό τους γραπτώς στις 14 Νοεμβρίου 2003.

(8)

Με επιστολή της 24ης Νοεμβρίου 2003, η Επιτροπή διαβίβασε στις βελγικές αρχές τα προκαταρκτικά της σχόλια. Μετά από τέσσερις τεχνικές συνεδριάσεις (9) που οργανώθηκαν μεταξύ των εκπροσώπων της Επιτροπής και των βελγικών οικονομικών υπηρεσιών, διατυπώθηκαν από τις βελγικές αρχές οι νέες προτάσεις. Στις 6 Μαΐου 2004 έγινε μια επί πλέον σύσκεψη μεταξύ του Βέλγου Πρωθυπουργού, του υπουργού οικονομικών του και του Επιτρόπου που είναι αρμόδιος για θέματα ανταγωνισμού.

(9)

Με επιστολή της 7ης Ιουνίου 2004, το Βέλγιο επιβεβαίωσε την ισχύ των δεσμεύσεων που ανέλαβε στις 6 Μαΐου.

II.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ

1.   Προκαταρκτικά

(10)

Όπως προκύπτει από την περίληψη της διαδικασίας στο τμήμα 1, το καθεστώς που αποτελεί το αντικείμενο της διαδικασίας κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή στις 16 Μαΐου 2002. Στις 23 Απριλίου 2003, η Επιτροπή ενέκρινε εν μέρει το εν λόγω καθεστώς και κίνησε τη διαδικασία κατά τριών μέτρων απαλλαγής (φόρος κινητών αξιών, φόρος εισφοράς, ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα).

(11)

Μετά από συζητήσεις μεταξύ Επιτροπής και Βελγίου, το Βέλγιο ανέλαβε τη δέσμευση να καταργήσει τις ειδικές απαλλαγές από το φόρο κινητών αξιών και το φόρο εισφοράς στα κέντρα συντονισμού, όπως αυτές προβλέπονται στο νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002. Το Βέλγιο θεωρεί εξάλλου ότι τα εναλλακτικά μέτρα που προτείνει να λάβει σχετικά με τις κινητές αξίες και το φόρο εισφοράς είναι μέτρα γενικού χαρακτήρα —το πεδίο εφαρμογής των οποίων υπερβαίνει συνεπώς τα κέντρα συντονισμού— και δεν είναι ως εκ τούτου αναγκαίο να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης. Όσον αφορά τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που χορηγούνται στα κέντρα, το Βέλγιο δεσμεύεται να τροποποιήσει το νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002 έτσι ώστε τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που χορηγούνται στα κέντρα συντονισμού να τυγχάνουν της ίδιας φορολογικής μεταχείρισης με παρόμοια πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν άλλες επιχειρήσεις εγκατεστημένες στο Βέλγιο.

(12)

Για τις ανάγκες της παρούσας απόφασης, η Επιτροπή θα περιοριστεί σε περίληψη των αρχικών μέτρων που περιλαμβάνονται στο νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002 και παραπέμπει στην απόφαση κίνησης διαδικασίας για λεπτομερέστερη περιγραφή. Όσον αφορά τα εναλλακτικά μέτρα που προτίθεται να λάβει το Βέλγιο, θα περιγραφούν μόνο τα μέτρα που αποβλέπουν στην προσαρμογή του καθεστώτος των κέντρων συντονισμού όσον αφορά τον υπολογισμό των ασυνήθων και χαριστικών πλεονεκτημάτων. Δεδομένου ότι τα προβλεπόμενα μέτρα για τις κινητές αξίες και το φόρο εισφοράς έχουν γενικότερο χαρακτήρα, δε συνιστούν τροποποίηση του καθεστώτος των κέντρων συντονισμού. Εφόσον αυτά δεν έχουν κοινοποιηθεί, δεν περιγράφονται ούτε αξιολογούνται στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης.

2.   Καθεστώς των κέντρων συντονισμού μετά το νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002

(13)

Η νομική βάση του καθεστώτος είναι το βασιλικό διάταγμα αριθ. 187 της 30ής Δεκεμβρίου 1982, όπως τροποποιήθηκε τελευταία με το άρθρο 29 του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002 (10). Ένα κέντρο συντονισμού κρίνεται επιλέξιμο για το καθεστώς μόνο εάν έχει προγενέστερα εγκριθεί ατομικά με βασιλικό διάταγμα. Για να λάβει την έγκριση, πρέπει να αποτελεί μέρος πολυεθνικού ομίλου που πληροί ορισμένα κριτήρια μεγέθους. Το κέντρο συντονισμού μπορεί να ασκεί ορισμένες μόνο δραστηριότητες και να τις ασκεί για αποκλειστικό όφελος των μελών του ομίλου. Η έγκριση ή η ανανέωση χορηγείται στο κέντρο κατόπιν αιτήσεώς του και για μια δεκαετία. Η έγκριση καταργείται αυτοδικαίως αν το κέντρο δεν πληροί πλέον τους όρους έγκρισης.

(14)

Κατά παρέκκλιση από το κοινό φορολογικό καθεστώς (11), το βασιλικό διάταγμα αριθ. 187, όπως τροποποιήθηκε, προβλέπει ότι τα φορολογητέα εισοδήματα των εγκεκριμένων κέντρων καθορίζονται κατ’ αποκοπή και αντιστοιχούν σε ποσοστό του ποσού των δαπανών και των εξόδων λειτουργίας — σύμφωνα με τη λεγόμενη μέθοδο cost plus. Τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα (12) που χορηγούνται στο κέντρο από τα μέλη του ομίλου δεν προστίθενται στη φορολογητέα βάση που προκύπτει από τη μέθοδο cost plus. Εντούτοις, υπολογίζεται μια εναλλακτική βάση που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα για να περιοριστούν οι μη κανονικές μεταφορές εσόδων προς το βελγικό κέντρο συντονισμού. Το κέρδος των κέντρων φορολογείται βάσει του πλήρους φορολογικού συντελεστή των εταιρειών. Η πρακτική εφαρμογή της μεθόδου cost plus γίνεται κατά τρόπο ατομικό για κάθε κέντρο, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες εφαρμογής που καθορίζονται από ατομική προαπόφαση της ομοσπονδιακής δημόσιας υπηρεσίας οικονομικών. Ως προαπόφαση νοείται η νομική πράξη με την οποία η ομοσπονδιακή δημόσια υπηρεσία οικονομικών προσδιορίζει, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, με ποιο τρόπο θα εφαρμοστεί ο νόμος σε μια συγκεκριμένη κατάσταση ή πράξη, περιγραφόμενη από το φορολογούμενο, η οποία δεν έχει ακόμα παραγάγει αποτελέσματα σε φορολογικό επίπεδο. Ισχύει επί πέντε έτη και δημοσιεύεται με απόκρυψη των στοιχείων ονομασίας. Η προαπόφαση δεσμεύει τις φορολογικές αρχές για το μέλλον. Δεν μπορεί να επιφέρει απαλλαγή ή μείωση της φορολογίας. Το καθεστώς των προηγούμενων αποφάσεων οργανώνεται από τις διατάξεις των άρθρων 20 έως 28 του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002.

(15)

Εκτός από τον κατ’ αποκοπή υπολογισμό που περιγράφεται ανωτέρω, με τις κοινοποιηθείσες διατάξεις προβλέφθηκαν επίσης οι ακόλουθες απαλλαγές: 1. δεν καταλογίζεται φόρος κινητών αξιών για μερίσματα, έσοδα από πιστώσεις ή δάνεια ή για το προϊόν της εκχώρησης άυλων κινητών αγαθών, όταν υπόχρεος είναι το κέντρο 2. οι εισφορές και οι αυξήσεις του κεφαλαίου του κέντρου απαλλάσσονται από το φόρο κινητών αξιών και από το αναλογικό τέλος καταχώρισης («φόρος εισφοράς»).

III.   ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΣΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

1.   Έγκριση

(16)

Στην απόφαση κίνησης διαδικασίας, η Επιτροπή ενέκρινε τις αρχές σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να εκδοθούν προηγούμενες αποφάσεις για το καθεστώς cost plus. Η Επιτροπή θεώρησε ότι το καθεστώς-πλαίσιο που προβλέπει ο νόμος της 24ης Δεκεμβρίου 2002 δεν επαρκεί, αυτό καθαυτό, για τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων.

2.   Έναρξη διαδικασίας

(17)

Εξάλλου, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία όσον αφορά τρία άλλα στοιχεία του νέου καθεστώτος των κέντρων συντονισμού. Καταρχάς, η Επιτροπή θεώρησε ότι στα κέντρα συντονισμού και τους ομίλους στους οποίους ανήκουν χορηγείται ειδικό πλεονέκτημα με τις απαλλαγές από το φόρο κινητών αξιών που υπερβαίνει τις απαλλαγές που μπορούν να τύχουν οι άλλες επιχειρήσεις βάσει του κοινού φορολογικού καθεστώτος. Κατά δεύτερο λόγο, η Επιτροπή θεώρησε ότι η ειδική απαλλαγή των κέντρων συντονισμού από το αναλογικό τέλος καταχώρισης επί των εισφορών φαίνεται ότι παρέχει σε αυτά οικονομικό πλεονέκτημα έναντι των επιχειρήσεων οι οποίες, υπό τις ίδιες συνθήκες, οφείλουν να το καταβάλουν. Τρίτον, η Επιτροπή θεώρησε ότι το γεγονός ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που θα παρέχονταν στα κέντρα κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων βάσεων των κέντρων συντονισμού, σε συνδυασμό με το αποτέλεσμα που προέκυψε από την εφαρμογή της μεθόδου cost plus, φαίνεται ότι παρέχει σε αυτά ειδικό πλεονέκτημα έναντι των εταιρειών των οποίων η φορολογητέα βάση υπολογίζεται σύμφωνα με την παραδοσιακή αναλυτική μέθοδο (προϊόν μείον κόστος).

(18)

Η Επιτροπή θεώρησε τέλος ότι αυτά τα ειδικά πλεονεκτήματα δε φαίνεται να αιτιολογούνται από το χαρακτήρα ή τη διάρθρωση του βελγικού φορολογικού συστήματος και επιφέρουν στρέβλωση του ανταγωνισμού ενώ παράλληλα θίγουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Κατά συνέπεια, τα εν λόγω μέτρα φαίνεται ότι συνιστούν ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Εξάλλου, δεδομένου ότι δεν ισχύουν οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 και 3, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, στο στάδιο αυτό, η εν λόγω ενίσχυση φαίνεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΒΕΛΓΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ

(19)

Μετά την απόφαση κίνησης διαδικασίας, το Βέλγιο διευκρίνισε τον τρόπο με τον οποίο είχε ερμηνεύσει την έγκριση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο cost plus και ανέλαβε τη δέσμευση να τροποποιήσει το καθεστώς του φόρου κινητών αξιών, του φόρου εισφοράς και το καθεστώς χορήγησης ασυνήθων και χαριστικών πλεονεκτημάτων.

1.   Φόρος κινητών αξιών

(20)

Το Βέλγιο αναλαμβάνει να καταργήσει τον ειδικό για τα κέντρα συντονισμού χαρακτήρα απαλλαγής από το φόρο κινητών αξιών που προβλέπεται στο νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002. Το Βέλγιο εξήγγειλε την πρόθεσή του να αντικαταστήσει την ειδική απαλλαγή με ένα γενικής φύσεως μέτρο που θα καταστήσει δυνατή τη διατήρηση της απαλλαγής που χορηγείται στα κέντρα και, παράλληλα, την επέκτασή της στις άλλες εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στο Βέλγιο.

2.   Φόρος εισφοράς

(21)

Το Βέλγιο αναλαμβάνει να καταργήσει τον ειδικό για τα κέντρα συντονισμού χαρακτήρα απαλλαγής από το φόρο εισφοράς που προβλέπεται στο νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002. Το Βέλγιο εξήγγειλε την πρόθεσή του να αντικαταστήσει την εν λόγω ειδική απαλλαγή με ένα γενικό μέτρο μείωσης του συντελεστή του φόρου εισφοράς.

3.   Ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα

(22)

Το Βέλγιο αναλαμβάνει να προσαρμόσει τα κέντρα συντονισμού έτσι ώστε τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που παρέχονται στα κέντρα να υπόκεινται στο ίδιο φορολογικό καθεστώς με τα παρόμοια πλεονεκτήματα που παρέχονται στις άλλες εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στο Βέλγιο. Όπως έχει σήμερα η νομοθεσία, το σύνολο των παρεχόμενων ασυνήθων και χαριστικών πλεονεκτημάτων θα προστεθεί στα φορολογητέα έσοδα που προκύπτουν από τη μέθοδο cost plus. Η εναλλακτική φορολογητέα βάση, που στηρίζεται μεταξύ άλλων στα εν λόγω ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα (βλέπε σημείο 15), θα καταργηθεί.

V.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΡΙΤΩΝ

(23)

Τρεις ενώσεις ή ομοσπονδίες διαβίβασαν τις παρατηρήσεις τους εξ ονόματος των επιχειρήσεων που εκπροσωπούν: πρόκειται για την Ομοσπονδία Επιχειρήσεων του Βελγίου [Fédération des entreprises de Βέλγιο (FEB)], το αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο (AmCham) και την Ομοσπονδία των κέντρων συντονισμού (Fédération des centres de coordination, distribution, service et call centres (Forum187).

(24)

Εκτός από τις τρεις αυτές ενώσεις, 53 κέντρα ή όμιλοι που διαθέτουν κέντρο συντονισμού υπέβαλαν, ξεχωριστά, τις παρατηρήσεις τους στην Επιτροπή. Σε γενικές γραμμές, τα κέντρα αυτά περιγράφουν την δική τους κατάσταση και παραπέμπουν, για τα περαιτέρω, στις παρατηρήσεις του Forum187.

(25)

Οι τρίτοι που εξέφρασαν άποψη θεωρούν ότι τα σχετικά μέτρα που αποτελούν μέρος του νέου καθεστώτος των κέντρων συντονισμού δεν πληρούν κανένα από τα τέσσερα κριτήρια που επιτρέπουν μέτρα ενίσχυσης, και παραπέμπουν γενικά στις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν ήδη στο πλαίσιο της διαδικασίας C 15/2002 που έκλεισε με την απόφαση 2003/755/ΕΚ. Εν ολίγοις, θεωρούν ότι το καθεστώς δεν παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα που μπορεί να θίξει τον ανταγωνισμό, εφόσον όλοι οι πολυεθνικοί όμιλοι, και συνεπώς και οι ανταγωνιστές τους, έχουν τη δυνατότητα να συστήσουν βελγικό κέντρο συντονισμού ή αντίστοιχη δομή σε άλλη χώρα, και με τον τρόπο αυτό να τύχουν συγκρίσιμων μέσων.

(26)

Δεδομένου ότι το Βέλγιο αποφάσισε να καταργήσει τις απαλλαγές από το φόρο κινητών αξιών και το φόρο εισφοράς που αναφέρονται στο νόμο της 24ης Δεκεμβρίου 2002 και αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, η Επιτροπή θεωρεί περιττό να περιγράψει λεπτομερέστερα τα επιχειρήματα που εξέθεσαν οι τρίτοι επί των σημείων αυτών.

(27)

Όσον αφορά το χειρισμό των ασυνήθων και χαριστικών πλεονεκτημάτων, οι ενδιαφερόμενοι τρίτοι θεωρούν ότι είναι λογικό να μη ληφθούν υπόψη αυτά τα πλεονεκτήματα στη μέθοδο cost plus, εφόσον δεν πρόκειται περί κόστους. Πρόκειται για ένα οριακό στοιχείο του καθεστώτος των κέντρων συντονισμού· ότι πρόκειται για θεωρητικό πλεονέκτημα που, δυνητικά, δεν παρέχει ωφέλεια σε κανένα κέντρο. Τέλος, τα ενδεχόμενα πλεονεκτήματα θα διορθωθούν χάρη στον μηχανισμό των διεθνών συμβάσεων πρόληψης της διπλής φορολόγησης που έχουν συναφθεί μεταξύ Βελγίου και των κυριότερων εμπορικών του εταίρων.

VI.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

1.   Σχόλιο σχετικό με την ερμηνεία που έδωσαν οι βελγικές αρχές στην απόφαση της Επιτροπής που επιτρέπει τη χρήση της μεθόδου cost plus

(28)

Το Βέλγιο θέλησε να δώσει τη δική του ερμηνεία στο μέρος της απόφασης κίνησης διαδικασίας που επιτρέπει τη χρήση της μεθόδου cost plus. Η Επιτροπή θα απαντήσει στις βελγικές αρχές σχετικά με την ερμηνεία τους σε έγγραφο που θα απευθύνουν προσεχώς σε αυτές.

(29)

Η παρούσα απόφαση αφορά μόνο τα μέτρα για τα οποία η Επιτροπή εξέφρασε επιφυλάξεις στην απόφαση κίνησης διαδικασίας· δεν αφορά συνεπώς τη μέθοδο cost plus. Η Επιτροπή παραπέμπει συνεπώς επ’ αυτού στην απόφαση κίνησης διαδικασίας, υπενθυμίζοντας ότι η έγκριση που εδόθη προϋποθέτει την τήρηση των αρχών και των λεπτομερειών εφαρμογής που περιγράφονται σε αυτήν.

2.   Χαρακτήρας της ενίσχυσης

(30)

Ένα μέτρο συνιστά ενίσχυση όταν καλύπτει συγκεντρωτικά και τα τέσσαρα χαρακτηριστικά κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 87 παρ. 1 της συνθήκης, και συγκεκριμένα: 1. το μέτρο παρέχει πλεονέκτημα που ελαφρύνει τα βάρη που συνήθως επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό των επιχειρήσεων, 2. το πλεονέκτημα αυτό παρέχεται από κρατικούς πόρους, 3. θίγει τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και 4. χορηγείται επιλεκτικά ή συγκεκριμένα, δηλαδή δια της ευνοϊκής μεταχείρισης ορισμένων επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής.

(31)

Στο τέλος της διαδικασίας επίσημης εξέτασης, και αφού ελήφθησαν υπόψη τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της απόφασης κίνησης διαδικασίας, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν έχουν αρθεί οι επιφυλάξεις που εξεφράσθησαν κατά την κίνηση διαδικασίας για τα κοινοποιηθέντα μέτρα του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002 και ότι τα εν λόγω μέτρα συνιστούν ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Πρόκειται συγκεκριμένα για πλεονεκτήματα (φορολογικές απαλλαγές) που χορηγούνται επιλεκτικά σε ορισμένες μόνο επιχειρήσεις (τα εγκεκριμένα κέντρα συντονισμού ή σε ομίλους που διαθέτουν τέτοιο κέντρο) με κρατικούς πόρους (παραίτηση από την είσπραξη πόρων από φορολογία) και έχουν επίπτωση στον ανταγωνισμό και τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές (λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα κέντρα ή ορισμένοι όμιλοι στους οποίους αυτά ανήκουν, έχουν, εξ ορισμού, διεθνή χαρακτήρα και δραστηριοποιούνται ή μπορούν να δραστηριοποιηθούν σε τομείς που αποτελούν αντικείμενο συναλλαγών μεταξύ οκτώ κρατών μελών).

(32)

Εν τω μεταξύ, το Βέλγιο ανέλαβε τη δέσμευση να καταργήσει τις διατάξεις που αφορούν ειδικά τα κέντρα συντονισμού και να τις αντικαταστήσει με εναλλακτικά μέτρα που υπερβαίνουν την τροποποίηση του κοινοποιηθέντος καθεστώτος. Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν είναι αναγκαίο να αιτιολογήσει λεπτομερώς την εκτίμησή της για τα μέτρα που είχαν κοινοποιηθεί αρχικά. Στην παρούσα απόφαση εκτιμήθηκαν μόνον οι προταθείσες τροποποιήσεις του καθεστώτος.

(33)

Οι απαλλαγές του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002 όσον αφορά το φόρο κινητών αξιών και το φόρο εισφοράς (βλέπε σημεία 20 και 21 της παρούσας απόφασης), θα καταργηθούν και θα αντικατασταθούν από μέτρα απαλλαγής ή μείωσης που οι βελγικές αρχές θεωρούν ως μέτρα γενικού χαρακτήρα. Υπό τις συνθήκες αυτές, δε χορηγείται πλέον στα εγκεκριμένα κέντρα συντονισμού κανένα ειδικό οικονομικό πλεονέκτημα και δεν τίθεται πλέον θέμα ενίσχυσης υπέρ των κέντρων αυτών κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

(34)

Η τροποποίηση του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002 —βλέπε σημείο 24 της παρούσας απόφασης— θα έχει ως αποτέλεσμα να υποβληθούν σε φορολόγηση όλα τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που έχει λάβει ένα κέντρο συντονισμού, κατά τον ίδιο τρόπο που υπόκεινται σε φορολογία όταν λαμβάνονται από επιχείρηση η οποία υπόκειται στο καθεστώς του κοινού δικαίου. Με βάση το ισχύον κοινό φορολογικό δίκαιο, αυτό συνεπάγεται ότι όλα τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα θα πρέπει να προστεθούν στο ποσό που προέκυψε από τη μέθοδο cost plus. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή θεωρεί ότι στα εγκεκριμένα κέντρα συντονισμού δε χορηγείται πλέον κανένα ειδικό οικονομικό πλεονέκτημα, όσον αφορά τη φορολογική μεταχείριση των ασυνήθων και χαριστικών πλεονεκτημάτων που έχουν λάβει. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει πλέον ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

(35)

Το Βέλγιο εξήγγειλε ότι θα μπορούσε εξάλλου να θεσπίσει νέες νομοθετικές διατάξεις που θα παρέχουν δυνατότητα απαλλαγής, σε ορισμένες περιπτώσεις, για έσοδα που προκύπτουν από ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα. Η Επιτροπή επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή του Βελγίου ως προς την ανάγκη να καθορίζονται οι συνθήκες αυτής της απαλλαγής κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μην ευνοούν κατά τρόπο συγκεκριμένο ορισμένες επιχειρήσεις ή κλάδους παραγωγής ή, ενδεχομένως, ως προς την υποχρέωση να κοινοποιούνται αυτά τα μέτρα αν υπάρχει περίπτωση να θεωρηθεί ότι συνιστούν ενισχύσεις.

VII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(36)

Το Βέλγιο ανέλαβε τη δέσμευση να καταργήσει τις απαλλαγές από το φόρο κινητών αξιών και το φόρο εισφοράς που προβλέπονται από το άρθρο 29 του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002 υπέρ των εγκεκριμένων κέντρων συντονισμού βάσει του βασιλικού διατάγματος 187, και να τις αντικαταστήσει με γενικά μέτρα απαλλαγής ή μείωσης που δεν προσφέρουν ευνοϊκή μεταχείριση στα κέντρα σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις εγκαταστημένες στο Βέλγιο.

(37)

Το Βέλγιο ανέλαβε τη δέσμευση να προσαρμόσει τους νομοθετικούς ή/και διοικητικούς κανόνες του έτσι ώστε να υποβάλλονται σε φορολόγηση όλα τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που έχει λάβει ένα κέντρο συντονισμού, κατά τον ίδιο τρόπο που υπόκεινται σε φορολογία όταν λαμβάνονται από επιχείρηση η οποία υπόκειται στο καθεστώς του κοινού δικαίου.

(38)

Οι τροποποιήσεις αυτές θα έχουν ως αποτέλεσμα να καταργηθεί η χορήγηση στα κέντρα συντονισμού ειδικών πλεονεκτημάτων σε σχέση με άλλες επιχειρήσεις, και συνεπώς η χορήγηση ενισχύσεων στα εν λόγω κέντρα κατά την έννοια του άρθρου 87 της συνθήκης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα μέτρα που προβλέπονται από το άρθρο 29 του νόμου της 24ης Δεκεμβρίου 2002 περί τροποποίησης του καθεστώτος των εταιρειών όσον αφορά την φορολόγηση των εσόδων και περί καθιέρωσης συστήματος προαπόφασης ως προς τη φορολογία, δε συνιστούν ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, υπό την επιφύλαξη ότι θα τηρηθούν οι ακόλουθες δεσμεύσεις που ανελήφθησαν από το Βέλγιο:

α)

κατάργηση των απαλλαγών του φόρου κινητών αξιών και του φόρου εισφοράς υπέρ των εγκεκριμένων κέντρων συντονισμού·

β)

τροποποίηση του καθεστώτος των εγκεκριμένων κέντρων συντονισμού έτσι ώστε να υποβάλλονται σε φορολόγηση όλα τα ασυνήθη και χαριστικά πλεονεκτήματα που έχει λάβει ένα κέντρο συντονισμού, κατά τον ίδιο τρόπο που υπόκεινται σε φορολογία όταν λαμβάνονται από επιχείρηση, εγκατεστημένη στο Βέλγιο, η οποία υπόκειται στο καθεστώς του κοινού δικαίου.

Άρθρο 2

Το Βέλγιο θα ενημερώσει την Επιτροπή, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, σχετικά με τα μέτρα που έλαβε προκειμένου να συμμορφωθεί με αυτήν.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου.

Βρυξέλλες, 8 Σεπτεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Mario MONTI

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 209 της 4.9.2003, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 2 της 6.1.1998, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 384 της 10.12.1998, σ. 3.

(4)  ΕΕ L 282 της 30.10.2003, σ. 25.

(5)  Moniteur Belge της 31.12.2002 (Ed 2), σ. 58817.

(6)  Για λεπτομέρειες, βλέπε απόφαση διαδικασίας, σημείωση στο κάτω μέρος της σελίδας 1 της παρούσας απόφασης.

(7)  Για λεπτομέρειες όσον αφορά το σκεπτικό της έγκρισης αυτής, βλέπε απόφαση κίνησης διαδικασίας, σημείωση στο κάτω μέρος της σελίδας 1 της παρούσας απόφασης.

(8)  Βλέπε σημείωση στο κάτω μέρος της σελίδας 1.

(9)  Στις 14 Ιανουαρίου, τις 2, 6, και 23 Φεβρουαρίου 2004.

(10)  Προς υπενθύμιση, η έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού θα οριστεί μεταγενέστερα με βασιλικό διάταγμα.

(11)  Η έκφραση αυτή αποβλέπει στο σύνολο των κανόνων που εφαρμόζονται γενικά για τον υπολογισμό του φόρου εταιρειών, εγκατεστημένων στο Βέλγιο, ανεξάρτητα από την έδρα τους.

(12)  Η έννοια του ασυνήθους ή χαριστικού πλεονεκτήματος, που χρησιμοποιείται στο άρθρο 26 του Code des Impôts sur les Revenus 1992, ορίζεται στον αριθ. 26/16 του Commentaire du Code des Impôts sur les Revenus 1992 (Com.IR 1992).


18.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 125/15


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Μαΐου 2005

για τα γενεαλογικά πιστοποιητικά και τα στοιχεία που πρέπει να αναφέρονται για τα καθαρόαιμα βοοειδή αναπαραγωγής, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυά τους

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2005) 1436]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2005/379/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 77/504/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1977, περί των ζώων αναπαραγωγής του βοείου είδους καθαρόαιμου γένους (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 1 πέμπτη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την οδηγία 77/504/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι τα καθαρόαιμα βοοειδή αναπαραγωγής, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυά τους θα πρέπει να συνοδεύονται στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές από γενεαλογικό πιστοποιητικό το οποίο να εκδίδεται από αναγνωρισμένες οργανώσεις ή ενώσεις κτηνοτρόφων (στο εξής «γενεαλογικό πιστοποιητικό»). Η οδηγία προβλέπει επίσης ότι τα στοιχεία που θα εμφανίζονται στα γενεαλογικά πιστοποιητικά θα πρέπει να είναι εναρμονισμένα.

(2)

Τα υποδείγματα γενεαλογικών πιστοποιητικών και τα στοιχεία που θα αναγράφονται είτε στα υποδείγματα αυτά είτε σε ισοδύναμα έγγραφα καθορίζονται σήμερα στην απόφαση 86/404/ΕΟΚ της Επιτροπής (2), όσον αφορά τα καθαρόαιμα βοοειδή αναπαραγωγής, στην απόφαση 88/124/ΕΟΚ της Επιτροπής (3), όσον αφορά το σπέρμα και τα έμβρυα, και στην απόφαση 96/80/ΕΚ της Επιτροπής (4), όσον αφορά τα ωάρια. Για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού της κοινοτικής νομοθεσίας, οι αποφάσεις 86/404/ΕΟΚ, 88/124/ΕΟΚ και 96/80/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθούν και να αντικατασταθούν από μια μόνο απόφαση.

(3)

Οι διατάξεις σχετικά με την αναγνώριση των βοοειδών περιλαμβάνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 820/97 του Συμβουλίου (5).

(4)

Ειδικές διατάξεις για τις επίσημες δοκιμές στις οποίες υποβάλλονται οι καθαρόαιμοι ταύροι περιλαμβάνονται στην οδηγία 87/328/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1987, για την αποδοχή στην αναπαραγωγή βοοειδών αναπαραγωγής καθαρόαιμου γένους (6).

(5)

Τα γενεαλογικά πιστοποιητικά θα πρέπει να παρέχουν στους υποψήφιους αγοραστές ενός ζώου ή των προϊόντων βλαστικών κυττάρων του τις ελάχιστες πληροφορίες οι οποίες αντιστοιχούν στα στοιχεία που απαιτούνται από τις αποφάσεις 86/404/ΕΟΚ, 88/124/ΕΟΚ και 96/80/ΕΚ. Με βάση την πείρα από την εξέλιξη των τεχνολογιών της πληροφορίας και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ορισμένα αποτελέσματα γενετικής αξιολόγησης είναι διαθέσιμα στο κοινό, δεν φαίνεται πια απαραίτητη η σύσταση σχετικά με το εναρμονισμένο υπόδειγμα αφού ορισμένα στοιχεία μπορούν σε μερικές περιπτώσεις να παρασχεθούν ικανοποιητικά με αναφορά της δημόσιας πηγής τους.

(6)

Τα γενεαλογικά πιστοποιητικά ή οι δηλώσεις που πιστοποιούν αντίστοιχη τεκμηρίωση εκδίδονται από φορείς οι οποίοι αναγνωρίζονται σύμφωνα με την απόφαση 84/247/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 1984, για τον καθορισμό των κριτηρίων αναγνώρισης των οργανώσεων και ενώσεων κτηνοτρόφων που τηρούν ή καταρτίζουν γενεαλογικά βιβλία για τα βοοειδή αναπαραγωγής καθαρόαιμου γένους (7). Ωστόσο, φαίνεται σκόπιμο τα γενεαλογικά πιστοποιητικά για το σπέρμα να μπορούν να εκδίδονται επίσης από κέντρα συλλογής ή αποθήκευσης που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 88/407/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1988, για τον καθορισμό των απαιτήσεων υγειονομικού ελέγχου που ισχύουν στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και στις εισαγωγές κατεψυγμένου σπέρματος βοοειδών (8), τα δε γενεαλογικά πιστοποιητικά για τα έμβρυα να μπορούν να εκδίδονται επίσης από ομάδες συλλογής εμβρύων που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την οδηγία 89/556/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 1989, για τον καθορισμό των υγειονομικών όρων που διέπουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και τις εισαγωγές εμβρύων κατοικιδίων βοοειδών (9).

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης ζωοτεχνικής επιτροπής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η παρούσα απόφαση καθορίζει τα στοιχεία που θα πρέπει να περιέχουν είτε τα γενεαλογικά πιστοποιητικά είτε τα έγγραφα που συνοδεύουν τα καθαρόαιμα βοοειδή αναπαραγωγής, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυά τους στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Γενεαλογικά πιστοποιητικά εκδίδονται, σύμφωνα με την παρούσα απόφαση, από εγκεκριμένες οργανώσεις ή ενώσεις κτηνοτρόφων (στο εξής «κτηνοτροφικές οργανώσεις») που έχουν αναγνωριστεί επίσημα σύμφωνα με την απόφαση 84/247/ΕΟΚ. Γενεαλογικά πιστοποιητικά για το σπέρμα μπορούν επίσης να εκδίδονται από εγκεκριμένα, βάσει της οδηγίας 88/407/ΕΟΚ, κέντρα συλλογής ή αποθήκευσης, ενώ γενεαλογικά πιστοποιητικά για έμβρυα μπορούν επίσης να εκδίδονται από εγκεκριμένες, βάσει της οδηγίας 89/556/ΕΟΚ, ομάδες συλλογής εμβρύων, με βάση τα στοιχεία που παρέχονται από τις κτηνοτροφικές οργανώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 και με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

1.   Τα γενεαλογικά πιστοποιητικά για ζώα περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τον ακόλουθο τίτλο: «Γενεαλογικό πιστοποιητικό που εκδίδεται σύμφωνα με την απόφαση 2005/379/ΕΚ της Επιτροπής για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές»·

β)

την επωνυμία της εκδούσας κτηνοτροφικής οργάνωσης η οποία έχει αναγνωριστεί επίσημα, σύμφωνα με την απόφαση 84/247/ΕΟΚ·

γ)

την ονομασία του γενεαλογικού βιβλίου·

δ)

το γένος·

ε)

το φύλο·

στ)

τον αριθμό εγγραφής στο γενεαλογικό βιβλίο·

ζ)

την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού·

η)

το σύστημα αναγνώρισης·

θ)

τον αριθμό αναγνώρισης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1760/2000·

ι)

την ημερομηνία γέννησης·

ια)

το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του κτηνοτρόφου·

ιβ)

το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του ιδιοκτήτη·

ιγ)

τη γενεαλογία:

Πατέρας

Πάππος

Μάμμη

Αριθ. γενεαλογικού βιβλίου

Αριθ. γενεαλογικού βιβλίου

Αριθ. γενεαλογικού βιβλίου

Μητέρα

Πάππος

Μάμμη

Αριθ. γενεαλογικού βιβλίου

Αριθ. γενεαλογικού βιβλίου

Αριθ. γενεαλογικού βιβλίου

ιδ)

όλα τα διαθέσιμα αποτελέσματα από δοκιμές επιδόσεων και τα τελευταία αποτελέσματα της γενετικής αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένων των γενετικών ιδιομορφιών και των γενετικών ελαττωμάτων του ίδιου του ζώου και των γονέων και προγόνων του, όπως απαιτείται από το πρόγραμμα αναπαραγωγής για τη συγκεκριμένη κατηγορία και ζώο. Εάν τα αποτελέσματα της γενετικής αξιολόγησης έχουν δημοσιευθεί το Διαδίκτυο, αρκεί να αναφερθεί ο δικτυακός τόπος στον οποίο βρίσκονται·

ιε)

στην περίπτωση εγκύων θηλυκών, την ημερομηνία γονιμοποίησης ή ζευγαρώματος και την ταυτότητα του σπερματοδότη ταύρου·

ιστ)

το ονοματεπώνυμο και τον τίτλο του υπογράφοντος, την ημερομηνία και τον τόπο έκδοσης του πιστοποιητικού και την υπογραφή του ατόμου που εξουσιοδοτήθηκε από την εκδούσα κτηνοτροφική οργάνωση.

2.   Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται και σε άλλα συνοδευτικά έγγραφα του ζώου εφόσον η κτηνοτροφική οργάνωση που τηρεί το γενεαλογικό βιβλίο επικυρώσει τα έγγραφα με την ακόλουθη φράση: «Ο υπογεγραμμένος πιστοποιώ ότι τα στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 2 της απόφασης 2005/379/ΕΚ της Επιτροπής περιλαμβάνονται στα συνημμένα έγγραφα: …», συνοδευόμενη από εξαντλητικό κατάλογο των σχετικών συνημμένων.

Άρθρο 3

1.   Τα γενεαλογικά πιστοποιητικά για το σπέρμα περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 2 σχετικά με το σπερματοδότη ταύρο καθώς και με την ομάδα αίματός του ή με τα αποτελέσματα δοκιμασιών που παρέχουν ισοδύναμες επιστημονικές εγγυήσεις για την επαλήθευση της γενεαλογίας·

β)

πληροφορίες για την ταυτοποίηση του σπέρματος, την ημερομηνία συλλογής του, ονομασίες και διευθύνσεις του κέντρου συλλογής σπέρματος ή του κέντρου αποθήκευσης σπέρματος και ονοματεπώνυμο και διεύθυνση παραλήπτη·

γ)

όσον αφορά το σπέρμα που προορίζεται για επίσημο έλεγχο στον οποίο υποβάλλονται καθαρόαιμοι ταύροι, ονομασίες και διευθύνσεις της εγκεκριμένης οργάνωσης ή ένωσης που είναι υπεύθυνη για τη διενέργεια του ελέγχου, σύμφωνα με την οδηγία 87/328/ΕΟΚ·

δ)

το ονοματεπώνυμο και τον τίτλο +-του υπογράφοντος, την ημερομηνία και τον τόπο έκδοσης του πιστοποιητικού και την υπογραφή του ατόμου που εξουσιοδοτήθηκε από την εκδούσα κτηνοτροφική οργάνωση.

2.   Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται και σε άλλα συνοδευτικά έγγραφα του σπέρματος εφόσον η κτηνοτροφική οργάνωση που τηρεί το γενεαλογικό βιβλίο επικυρώσει τα έγγραφα με την ακόλουθη φράση: «Ο υπογεγραμμένος πιστοποιώ ότι τα στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 3 της απόφασης 2005/379/ΕΚ της Επιτροπής περιλαμβάνονται στα συνημμένα έγγραφα: …», συνοδευόμενη από εξαντλητικό κατάλογο των σχετικών συνημμένων.

Άρθρο 4

1.   Τα γενεαλογικά πιστοποιητικά για τα ωάρια περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 2 σχετικά με τη θηλυκή δότρια καθώς και με την ομάδα αίματός της ή με τα αποτελέσματα δοκιμασιών που παρέχουν ισοδύναμες επιστημονικές εγγυήσεις για την επαλήθευση της γενεαλογίας·

β)

πληροφορίες για την ταυτοποίηση του ωαρίου, ημερομηνία συλλογής του, ονοματεπώνυμα και διευθύνσεις της ομάδας συλλογής ωαρίων και του παραλήπτη·

γ)

όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα ωάρια ανά σωληνάριο, πρέπει να αναφέρεται σαφώς ο αριθμός των ωαρίων τα οποία πρέπει να έχουν όλα την ίδια μητέρα·

δ)

το ονοματεπώνυμο και τον τίτλο του υπογράφοντος, την ημερομηνία και τον τόπο έκδοσης του πιστοποιητικού και την υπογραφή του ατόμου που εξουσιοδοτήθηκε από την εκδούσα κτηνοτροφική οργάνωση.

2.   Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται και σε άλλα συνοδευτικά έγγραφα των ωαρίων εφόσον η κτηνοτροφική οργάνωση που τηρεί το γενεαλογικό βιβλίο επικυρώσει τα έγγραφα με την ακόλουθη φράση: «Ο υπογεγραμμένος πιστοποιώ ότι τα στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 4 της απόφασης 2005/379/ΕΚ της Επιτροπής περιλαμβάνονται στα συνημμένα έγγραφα: …», συνοδευόμενη από εξαντλητικό κατάλογο των σχετικών συνημμένων.

Άρθρο 5

1.   Τα γενεαλογικά πιστοποιητικά για τα έμβρυα περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 2 σχετικά με τη θηλυκή δότρια και το σπερματοδότη ταύρο καθώς και την ομάδα αίματος και των δύο ή τα αποτελέσματα δοκιμασιών που παρέχουν ισοδύναμες επιστημονικές εγγυήσεις για την επαλήθευση της γενεαλογίας·

β)

πληροφορίες για την ταυτοποίηση του εμβρύου, ημερομηνία συλλογής του, ονοματεπώνυμα και διευθύνσεις της ομάδας συλλογής εμβρύων και του παραλήπτη·

γ)

όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα έμβρυα ανά σωληνάριο, πρέπει να αναφέρεται σαφώς ο αριθμός των εμβρύων τα οποία πρέπει να έχουν όλα τους ίδιους γεννήτορες·

δ)

το ονοματεπώνυμο και τον τίτλο του υπογράφοντος, την ημερομηνία και τον τόπο έκδοσης του πιστοποιητικού και την υπογραφή του ατόμου που εξουσιοδοτήθηκε από την εκδούσα κτηνοτροφική οργάνωση.

2.   Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται και σε άλλα συνοδευτικά έγγραφα των εμβρύων εφόσον η κτηνοτροφική οργάνωση που τηρεί το γενεαλογικό βιβλίο επικυρώσει τα έγγραφα με την ακόλουθη φράση: «Ο υπογεγραμμένος πιστοποιώ ότι τα στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 5 της απόφασης 2005/379/ΕΚ της Επιτροπής περιλαμβάνονται στα συνημμένα έγγραφα: …», συνοδευόμενη από εξαντλητικό κατάλογο των σχετικών συνημμένων.

Άρθρο 6

Οι αποφάσεις 86/404/ΕΟΚ, 88/124/ΕΟΚ και 96/80/ΕΚ καταργούνται.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 206 της 12.8.1977, σ. 8· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(2)  ΕΕ L 233 της 20.8.1986, σ. 19.

(3)  ΕΕ L 62 της 8.3.1988, σ. 32· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2002/8/ΕΚ (ΕΕ L 3 της 5.1.2002, σ. 53).

(4)  ΕΕ L 19 της 25.1.1996, σ. 50· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2002/8/ΕΚ.

(5)  ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 167 της 26.6.1987, σ. 54.

(7)  ΕΕ L 125 της 12.5.1984, σ. 58.

(8)  ΕΕ L 194 της 22.7.1988, σ. 10· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2004/101/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 30 της 4.2.2004, σ. 15).

(9)  ΕΕ L 302 της 19.10.1989, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).