ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 117

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

48ό έτος
4 Μαΐου 2005


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 647/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 του Συμβουλίου περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, για τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα

13

 

*

Απόφαση αριθ. 649/2005/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1419/1999/ΕΚ για τη θέσπιση κοινοτικής δράσης όσον αφορά την εκδήλωση Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης για τα έτη 2005 έως 2019

20

 

 

Διορθωτικά

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 870/2004 του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για τη διατήρηση, τον χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/94 (ΕΕ L 162 της 30.4.2004)

22

 

*

Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1590/2004 του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για τη διατήρηση, τον χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/94 (ΕΕ L 304 της 30.9.2004)

22

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

4.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 117/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 647/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Απριλίου 2005

για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 του Συμβουλίου περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως τα άρθρα 42 και 308,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

αφού ζητήθηκε η γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Θα πρέπει να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις στους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (3) και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 (4), για να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις στη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, για να διευκολυνθεί η εφαρμογή των εν λόγω κανονισμών και για να περιληφθούν οι αλλαγές που έχουν γίνει στις νομοθεσίες των κρατών μελών όσον αφορά την κοινωνική ασφάλεια.

(2)

Για να ληφθούν υπόψη οι πρόσφατες εξελίξεις στη νομολογία θα πρέπει να εξαχθούν συμπεράσματα από τις αποφάσεις που εκδόθηκαν κυρίως για την υπόθεση Johann Franz Duchon κατά Pensionsversicherungsanstalt der Angestellten (5) και για την υπόθεση Office national de l'emploi κατά Calogero Spataro (6).

(3)

Οι αποφάσεις Friedrich Jauch κατά Pensionsversicherungsanstalt der Arbeiter και Ghislain Leclere, Alina Deaconescu κατά Caisse nationale des prestations familiales (7), σχετικά με τον χαρακτηρισμό των ειδικών μη ανταποδοτικού τύπου παροχών σε χρήμα απαιτούν, για λόγους ασφάλειας δικαίου, να καθοριστούν τα δύο σωρευτικά κριτήρια που πρέπει να ληφθούν υπόψη, ώστε οι εν λόγω παροχές να μπορούν να περιληφθούν στο παράρτημα ΙΙα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71. Στη βάση αυτή, είναι αναγκαίο να αναθεωρηθεί το παράρτημα λαμβάνοντας υπόψη τις νομοθετικές τροποποιήσεις που έγιναν στα κράτη μέλη σε σχέση με το είδος αυτό παροχών, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο ειδικού συντονισμού λόγω του μεικτού χαρακτήρα τους. Εξάλλου, είναι σημαντικό να προσδιοριστούν οι μεταβατικές διατάξεις που συνδέονται με την παροχή η οποία απετέλεσε αντικείμενο της προαναφερθείσας απόφασης Jauch, για να προστατευθούν τα δικαιώματα των δικαιούχων.

(4)

Με βάση τη νομολογία που αφορά τις σχέσεις μεταξύ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και των διατάξεων των διμερών συμβάσεων για την κοινωνική ασφάλεια, κρίνεται αναγκαίο να αναθεωρηθεί το παράρτημα ΙΙΙ του εν λόγω κανονισμού. Οι εγγραφές στο μέρος Α του παραρτήματος ΙΙΙ δικαιολογούνται μόνο σε δύο περιπτώσεις: εάν είναι περισσότερο ευνοϊκές για τους διακινούμενους εργαζομένους (8) ή εάν αφορούν συγκεκριμένες και εξαιρετικές καταστάσεις, που τις περισσότερες φορές συνδέονται με ιστορικές συγκυρίες. Επιπλέον, εγγραφές στο μέρος Β μπορούν να γίνονται δεκτές μόνον όταν εξαιρετικές και αντικειμενικές καταστάσεις δικαιολογούν παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού και από τα άρθρα 12, 39 και 42 της συνθήκης (9).

(5)

Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, θα πρέπει να προβλεφθούν ορισμένες διατάξεις σχετικά με τους δημόσιους υπαλλήλους ή τους προς αυτούς εξομοιούμενους, αφενός, και σχετικά με τα μέλη του προσωπικού που ταξιδεύουν διά ξηράς, θαλάσσης ή αέρος μιας επιχείρησης η οποία διενεργεί διεθνείς σιδηροδρομικές, οδικές, αεροπορικές ή πλωτές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων, αφετέρου, και να καθορισθούν επίσης οι λεπτομέρειες προσδιορισμού του μέσου ποσού που θα ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο του άρθρου 23 του εν λόγω κανονισμού.

(6)

Η αναθεώρηση του παραρτήματος ΙΙα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 θα επιφέρει την απαλοιφή ορισμένων από τις υπάρχουσες εγγραφές και, λαμβάνοντας υπόψη τις νομοθετικές τροποποιήσεις που έγιναν σε ορισμένα κράτη μέλη, την προσθήκη ορισμένων νέων εγγραφών. Στη δεύτερη περίπτωση, εναπόκειται στα εν λόγω κράτη μέλη να εξετάσουν την ανάγκη μεταβατικών ρυθμίσεων ή διμερών λύσεων για την τακτοποίηση της κατάστασης προσώπων τα κεκτημένα δικαιώματα των οποίων ενδέχεται να θιγούν συνεπεία αυτής,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, διαγράφονται οι λέξεις «που κατοικούν στο έδαφος ενός από τα κράτη μέλη»·

β)

στην παράγραφο 3, διαγράφονται οι λέξεις «καθώς και των συμβάσεων που συνήφθησαν δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1».

2.

Στο άρθρο 4, η παράγραφος 2α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

2α.   «Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα, οι οποίες προβλέπονται δυνάμει νομοθεσίας η οποία, λόγω του προσωπικού πεδίου εφαρμογής της, των στόχων ή/και των προϋποθέσεων για τη θεμελίωση δικαιώματος, έχει χαρακτηριστικά τόσο της νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλειας η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, όσο και της κοινωνικής πρόνοιας.

Ως “ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα” νοούνται οι παροχές οι οποίες:

α)

προορίζονται να παρέχουν:

i)

συμπληρωματική, αναπληρωματική ή επικουρική κάλυψη έναντι των κινδύνων οι οποίοι αντιστοιχούν στους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 κλάδους κοινωνικής ασφάλειας και να εξασφαλίζουν στους ενδιαφερομένους ένα ελάχιστο εισόδημα διαβίωσης, σε σχέση με το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος,

ή

ii)

μόνο ειδική προστασία στα άτομα με αναπηρίες, οι οποίες συνδέονται στενά με το κοινωνικό περιβάλλον του συγκεκριμένου προσώπου στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος,

και

β)

στις περιπτώσεις που η χρηματοδότηση προέρχεται αποκλειστικά από την υποχρεωτική φορολογία που προορίζεται να καλύψει τις γενικές δημόσιες δαπάνες, και οι όροι για τη χορήγηση και τον υπολογισμό των παροχών δεν εξαρτώνται από τυχόν εισφορές εκ μέρους του δικαιούχου· ωστόσο, οι παροχές που χορηγούνται για να καλύψουν συμπληρωματικά ανταποδοτικού τύπου παροχή, δεν θεωρούνται ως ανταποδοτικού τύπου παροχές για αυτό και μόνο το λόγο,

και

γ)

περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙα».

3.

Στο άρθρο 7 παράγραφος 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

γ)

«ορισμένες διατάξεις συμβάσεων κοινωνικής ασφάλειας που έχουν συνάψει τα κράτη μέλη πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, με την προϋπόθεση ότι είναι ευνοϊκότερες για τους δικαιούχους ή απορρέουν από ειδικές ιστορικές περιστάσεις και ότι το αποτέλεσμά τους είναι χρονικά περιορισμένο, εφόσον οι εν λόγω διατάξεις είναι καταχωρισμένες στο παράρτημα ΙΙΙ».

4.

Το άρθρο 9α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9α

Παράταση της περιόδου αναφοράς

Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά την αναγνώριση του δικαιώματος σε παροχή από τη συμπλήρωση ελάχιστης περιόδου ασφάλισης κατά τη διάρκεια καθορισμένης περιόδου πριν από την επέλευση του ασφαλιζόμενου κινδύνου (περίοδος αναφοράς) και ορίζει ότι οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων χορηγήθηκαν παροχές βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους ή οι περίοδοι που αφιερώθηκαν στην ανατροφή παιδιών στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους παρατείνουν την εν λόγω περίοδο αναφοράς, οι δε περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων χορηγήθηκαν, βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, συντάξεις αναπηρίας ή γήρατος ή παροχές λόγω ασθένειας, ανεργίας, εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικών ασθενειών και οι περίοδοι που αφιερώθηκαν στην ανατροφή παιδιών στο έδαφος άλλου κράτους μέλους παρατείνουν επίσης την εν λόγω περίοδο αναφοράς».

5.

Στο άρθρο 10α, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

1.   «Οι διατάξεις του άρθρου 10 και του τίτλου ΙΙΙ δεν εφαρμόζονται στις ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα του άρθρου 4 παράγραφος 2α. Τα άτομα στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός λαμβάνουν τις παροχές αυτές αποκλειστικά στο έδαφος και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο κατοικούν, εφόσον οι παροχές αυτές περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙα. Οι παροχές αυτές βαρύνουν τον φορέα του τόπου κατοικίας από τον οποίο και καταβάλλονται».

6.

Στο άρθρο 23 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στην περίπτωση που η νομοθεσία την οποία εφαρμόζει ο αρμόδιος φορέας προβλέπει συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς και η περίοδος αυτή συμπίπτει, κατά περίπτωση, με το σύνολο ή μέρος των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν από τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός ή περισσότερων άλλων κρατών μελών».

7.

Στο άρθρο 35, η παράγραφος 2 διαγράφεται.

8.

Στο άρθρο 69, η παράγραφος 4 διαγράφεται.

9.

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 95στ

Μεταβατικές διατάξεις που αφορούν το παράρτημα ΙΙ τμήμα Ι ενότητες “Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ” και “ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ”

1.   Το παράρτημα ΙΙ τμήμα Ι ενότητες “Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ” και “ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ”, όπως τροποποιήθηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 647/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13 Απριλίου 2005, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εκτός της Κοινότητας και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 του Συμβουλίου περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (10) δεν θεμελιώνει κανένα δικαίωμα για την περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005.

2.   Κάθε περίοδος ασφάλισης, καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή διαμονής που πραγματοποιήθηκε βάσει της νομοθεσίας κράτους μέλους πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, αποκτάται δικαίωμα βάσει του παρόντος κανονισμού, ακόμα και αν αναφέρεται σε κίνδυνο ο οποίος επήλθε προ της 1η Ιανουαρίου 2005.

4.   Κάθε παροχή που δεν εκκαθαρίσθηκε ή που ανεστάλη λόγω της ιθαγένειας ή της κατοικίας του ενδιαφερόμενου, εκκαθαρίζεται ή συνεχίζεται από την 1η Ιανουαρίου 2005, έπειτα από αίτηση του ενδιαφερομένου, με την επιφύλαξη ότι τα προηγουμένως εκκαθαρισθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίσθηκαν δι' εφάπαξ καταβολής.

5.   Τα δικαιώματα προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί σύνταξη ή επίδομα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, είναι δυνατόν να επανεξετάζονται κατόπιν αιτήσεως των δικαιούχων, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Η διάταξη αυτή ισχύει, επίσης, για άλλες παροχές στο πλαίσιο του άρθρου 78.

6.   Εάν η αίτηση της παραγράφου 4 ή 5 υποβληθεί εντός δύο ετών από την 1η Ιανουαρίου 2005, τα δικαιώματα που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή και οι διατάξεις της νομοθεσίας οιουδήποτε κράτους μέλους σχετικά με την έκπτωση ή την παραγραφή των δικαιωμάτων δεν αντιτάσσονται στους ενδιαφερομένους.

7.   Εάν η αίτηση της παραγράφου 4 ή 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της περιόδου των δύο ετών υπολογιζόμενης από την 1η Ιανουαρίου 2005, τα δικαιώματα από τα οποία δεν επήλθε έκπτωση ή τα οποία δεν έχουν παραγραφεί αποκτώνται από την ημερομηνία της αίτησης, με την επιφύλαξη ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας κάθε κράτους μέλους.

Άρθρο 95ζ

Μεταβατικές διατάξεις που αφορούν τη διαγραφή από το παράρτημα ΙΙα της εγγραφής για το αυστριακό επίδομα ειδικής φροντίδας (Pflegegeld).

Στην περίπτωση αιτήσεων επιδομάτων ειδικής φροντίδας βάσει του ομοσπονδιακού αυστριακού νόμου για το επίδομα ειδικής φροντίδας (Bundespflegegeldgesetz) που κατατέθηκαν το αργότερο έως τις 8 Μαρτίου 2001 βάσει του άρθρου 10α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, η παρούσα διάταξη αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται για όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο δικαιούχος του επιδόματος ειδικής φροντίδας συνεχίζει να κατοικεί στην Αυστρία μετά την 8 Μαρτίου 2001.

10.

Τα παραρτήματα ΙΙ, ΙΙα, III, IV και VI τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 4, η παράγραφος 11 διαγράφεται.

2.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10γ

Διατυπώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο δ), του κανονισμού για τους δημόσιους υπαλλήλους και τους προς αυτούς εξομοιούμενους.

Για την εφαρμογή του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο δ) ο φορέας που έχει ορισθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου εφαρμόζεται, εκδίδει πιστοποιητικό με το οποίο βεβαιώνεται ότι ο δημόσιος υπάλληλος ή το εξομοιούμενο με αυτόν πρόσωπο υπάγεται στη νομοθεσία του.»

3.

Το άρθρο 12α τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κανόνες εφαρμοστέοι σε πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 14α παράγραφοι 2 έως 4 και στο άρθρο 14γ του κανονισμού, τα οποία ασκούν κανονικά μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών»·

β)

η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 παράγραφοι 2 και 3, του άρθρου 14α παράγραφοι 2 έως 4, και του άρθρου 14γ του κανονισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:»·

γ)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού, το μέλος του προσωπικού επιχείρησης διεθνών μεταφορών το οποίο ταξιδεύει διά ξηράς, θαλάσσης ή αέρος υπάγεται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται είτε η έδρα ή ο τόπος άσκησης της δραστηριότητας της επιχείρησης ή το υποκατάστημα ή η μόνιμη αντιπροσωπεία που τον απασχολεί είτε ο τόπος στον οποίο κατοικεί και απασχολείται κατά κύριο λόγο, ο φορέας που καθορίζεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αυτού χορηγεί στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο πιστοποιητικό με το οποίο βεβαιώνεται ότι υπάγεται στη νομοθεσία του.».

4.

Το άρθρο 32α διαγράφεται.

5.

Τα παραρτήματα τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την επομένη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 παράγραφος 9, στο βαθμό που αφορά το άρθρο 95στ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, το παράρτημα Ι σημείο 1 στοιχεία α) και β) και το παράρτημα ΙΙ σημεία 2 και 4 εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 13 Απριλίου 2005.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. P. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. SCHMIT


(1)  ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σ. 118.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11 Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 15 Νοεμβρίου 2004 (ΕΕ C 38 E της 15.2.2005, σ. 21) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8 Μαρτίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 149 της 5.7.1971, σ. 2· κανονισμός όπως ενημερώθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 118/97 (ΕΕ L 28 της 30.1.1997, σ. 1), τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 631/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 100 της 6.4.2004, σ. 1) και καταργήθηκε με ισχύ από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού εφαρμογής, από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 166 της 30.4.2004, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 74 της 27.3.1972, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 631/2004.

(5)  Απόφαση της 18 Απριλίου 2002 στην υπόθεση C-290/00, Συλλογή 2002, σ. I-3567.

(6)  Απόφαση της 13 Ιουνίου 1996 στην υπόθεση C-170/95, Συλλογή 1996, σ. I-2921.

(7)  Αποφάσεις της 8 Μαρτίου 2001 στην υπόθεση C-215/99, Συλλογή 2001, σ. I-1901 και της 31 Μαΐου 2001 για την υπόθεση C-43/99, Συλλογή 2001, σ. I-4265.

(8)  Την αρχή της ευνοϊκότερης μεταχείρισης υπενθύμισε το ΔΕΚ στις αποφάσεις του της 7 Φεβρουαρίου 1991, υπόθεση C-227/89, Συλλογή 1991, σ. I-323, της 9 Νοεμβρίου 1995, υπόθεση C- 475/93, Συλλογή 1995, σ. I-3813, της 9 Νοεμβρίου 2000, υπόθεση C-75/99, Συλλογή 2000, σ. I-9399 και της 5 Φεβρουαρίου 2002, υπόθεση C-277/99, Συλλογή 2002 σ. I-1261.

(9)  Απόφαση της 30ήςΑπριλίου 1996, υπόθεση C-214/94, Συλλογή 1996, σ. I-2253· απόφαση της 30ής Απριλίου 1996, υπόθεση C-308/93, Συλλογή 1996, σ. I-2097· απόφαση της 15 Ιανουαρίου 2002, υπόθεση C-55/2000, Συλλογή 2002, σ. I-413.

(10)  ΕΕ L 117 της 4.5.2005, σ. 1


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Τα παραρτήματα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 τροποποιούνται ως εξής:

1.

Το παράρτημα ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

α)

στο τμήμα Ι, στην ενότητα «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ», το κείμενο αντικαθίσταται από την ένδειξη «Άνευ αντικειμένου»·

β)

στο τμήμα Ι, στην ενότητα «ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ», το κείμενο αντικαθίσταται από την ένδειξη «Άνευ αντικειμένου»·

γ)

το τμήμα ΙΙ τροποποιείται ως εξής:

i)

στην ενότητα «Ζ. ΙΣΠΑΝΙΑ», η ένδειξη «Ουδέν» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Επιδόματα τοκετού (παροχές σε χρήμα με τη μορφή εφάπαξ καταβολής για τη γέννηση τρίτου και επόμενων τέκνων και παροχές σε χρήμα με τη μορφή εφάπαξ καταβολής στην περίπτωση πολλαπλού τοκετού)»·

ii)

στην ενότητα «Η. ΓΑΛΛΙΑ», το κείμενο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Επίδομα τοκετού ή υιοθεσίας (παροχές υποδοχής μικρού παιδιού)»·

iii)

στην ενότητα «ΚΓ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ», το κείμενο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το συνολικό επίδομα μητρότητας ή το εφάπαξ επίδομα μητρότητας και το βοήθημα με τη μορφή εφάπαξ ποσού που σκοπό έχει να αντισταθμίσει τις δαπάνες που συνεπάγεται η διεθνής υιοθεσία σύμφωνα με το νόμο για τα επιδόματα μητρότητας»·

δ)

στο τμήμα ΙΙΙ, στην ενότητα «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ», το στοιχείο β) διαγράφεται.

2.

Το παράρτημα ΙΙα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο που περιλαμβάνει, ως έχουν, τις εγγραφές που περιέχονται στην πράξη προσχώρησης του 2003:

«Παράρτημα ΙΙα

Ειδικές παροχές σε χρήμα μη ανταποδοτικού τύπου

Άρθρο 10α

Α.   ΒΕΛΓΙΟ

α)

Επίδομα υποκατάστασης εισοδημάτων (νόμος της 27 Φεβρουαρίου 1987).

β)

Εγγυημένο εισόδημα για ηλικιωμένα άτομα (νόμος της 22ας Μαρτίου 2001).

Β.   ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Κοινωνικό επίδομα (νόμος περί κρατικής κοινωνικής στήριξης αριθ. 117/1995 Sb.).

Γ.   ΔΑΝΙΑ

Δαπάνες στέγασης υπέρ των συνταξιούχων (νόμος σχετικά με το ατομικό βοήθημα στέγασης, που κωδικοποιήθηκε από το νόμο αριθ. 204 της 29 Μαρτίου 1995).

Δ.   ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Βασικό εισόδημα διαβίωσης για τους ηλικιωμένους και τα πρόσωπα με μειωμένη ικανότητα προς βιοπορισμό δυνάμει του κεφαλαίου 4 της βίβλου XII του κοινωνικού κώδικα.

Ε.   ΕΣΘΟΝΙΑ

α)

Επίδομα ενηλίκων ατόμων με ειδικές ανάγκες (νόμος περί κοινωνικών παροχών για τα άτομα με ειδικές ανάγκες της 27 Ιανουαρίου 1999).

β)

Κρατικό επίδομα ανεργίας (νόμος περί κοινωνικής προστασίας των ανέργων της 1η Οκτωβρίου 2000).

ΣΤ.   ΕΛΛΑΔΑ

Ειδικές παροχές για ηλικιωμένα άτομα (νόμος αριθ. 1296/82).

Ζ.   ΙΣΠΑΝΙΑ

α)

Εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα (νόμος αριθ. 13/82 της 7 Απριλίου 1982).

β)

Παροχές σε χρήμα ως βοήθεια στα ηλικιωμένα άτομα και τα ανίκανα προς εργασία άτομα με ειδικές ανάγκες (βασιλικό διάταγμα αριθ. 2620/81 της 24 Ιουλίου 1981).

γ)

Συντάξεις αναπηρίας και γήρατος, μη ανταποδοτικού χαρακτήρα, που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 του κωδικοποιημένου κειμένου του γενικού νόμου για την κοινωνική ασφάλιση που εγκρίθηκε με το βασιλικό διάταγμα αριθ. 1/1994 της 20 Ιουνίου 1994.

δ)

Επιδόματα για την προαγωγή της κινητικότητας και την αντιστάθμιση των μεταφορικών δαπανών (νόμος αριθ. 13/1982 της 7 Απριλίου 1982).

Η.   ΓΑΛΛΙΑ

α)

Συμπληρωματικά επιδόματα του ειδικού ταμείου αναπηρίας και του ταμείου αρωγής γήρατος (νόμος της 30 Ιουνίου 1956, όπως έχει κωδικοποιηθεί στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλειας).

β)

Επίδομα ενηλίκων με ειδικές ανάγκες (νόμος της 30 Ιουνίου 1975, όπως έχει κωδικοποιηθεί στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλειας).

γ)

Ειδικό επίδομα (νόμος της 10 Ιουλίου 1952, όπως έχει κωδικοποιηθεί στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλειας).

Θ.   ΙΡΛΑΝΔΙΑ

α)

Βοήθημα ανεργίας [νόμος περί κοινωνικής πρόνοιας (κωδικοποίηση) του 1993, μέρος III κεφάλαιο 2].

β)

Σύνταξη γήρατος (μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) [νόμος περί κοινωνικής πρόνοιας (κωδικοποίηση) του 1993, μέρος III κεφάλαιο 4].

γ)

Συντάξεις χήρας και χήρου (μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) [νόμος περί κοινωνικής πρόνοιας (κωδικοποίηση) του 1993, μέρος ΙΙΙ κεφάλαιο 6 όπως τροποποιήθηκε από το μέρος V του νόμου περί κοινωνικής πρόνοιας του 1997].

δ)

Επίδομα αναπηρίας (νόμος περί κοινωνικής πρόνοιας του 1996, μέρος IV).

ε)

Επίδομα κινητικότητας (νόμος περί υγείας 1970, άρθρο 61).

στ)

Σύνταξη τυφλότητας [νόμος περί κοινωνικής πρόνοιας (κωδικοποίηση) του 1993, μέρος III κεφάλαιο 5].

Ι.   ΙΤΑΛΙΑ

α)

Κοινωνικές συντάξεις για άπορα άτομα (νόμος αριθ. 153 της 30 Απριλίου 1969).

β)

Συντάξεις και επιδόματα για τους αναπήρους ειρηνικής περιόδου (νόμοι αριθ. 118 της 30 Μαρτίου 1974, αριθ. 18 της 11 Φεβρουαρίου 1980 και αριθ. 508 της 23 Νοεμβρίου 1988).

γ)

Συντάξεις και επιδόματα για τους κωφαλάλους (νόμοι αριθ. 381 της 26 Μαΐου 1970 και αριθ. 508 της 23 Νοεμβρίου 1988).

δ)

Συντάξεις και επιδόματα για τους τυφλούς ειρηνικής περιόδου (νόμοι αριθ. 382 της 27 Μαΐου 1970 και αριθ. 508 της 23 Νοεμβρίου 1988).

ε)

Συμπλήρωμα της βασικής σύνταξης (νόμοι αριθ. 218 της 4 Απριλίου 1952, αριθ. 638 της 11 Νοεμβρίου 1983 και αριθ. 407 της 29 Δεκεμβρίου 1990).

στ)

Συμπλήρωμα του επιδόματος αναπηρίας (νόμος αριθ. 222 της 12 Ιουνίου 1984).

ζ)

Κοινωνικό επίδομα (νόμος αριθ. 335 της 8 Αυγούστου 1995).

η)

Κοινωνική προσαύξηση (άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 12 του νόμου αριθ. 544 της 29 Δεκεμβρίου 1988 και επόμενες τροποποιήσεις).

ΙΑ.   ΚΥΠΡΟΣ

α)

Κοινωνική σύνταξη [νόμος του 1995 (νόμος 25(Ι)/95), όπως τροποποιήθηκε].

β)

Επίδομα βαρέων κινητικών προβλημάτων (αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου αριθ. 38210 της 16 Οκτωβρίου 1992, 41370 της 1η Αυγούστου 1994, 46183 της 11 Ιουνίου 1997 και 53675 της 16 Μαΐου 2001).

γ)

Ειδικό χορήγημα τυφλών [νόμος περί ειδικών χορηγημάτων του 1996 (νόμος 77(Ι)/96), όπως έχει τροποποιηθεί].

ΙΒ.   ΛΕΤΤΟΝΙΑ

α)

Κρατικές παροχές κοινωνικής ασφάλειας (νόμος περί κοινωνικής αρωγής της 26 Οκτωβρίου 1995).

β)

Επίδομα για την αποζημίωση δαπανών μεταφοράς αναπήρων περιορισμένης κινητικότητας (νόμος περί κοινωνικής αρωγής της 26 Οκτωβρίου 1995).

ΙΓ.   ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

α)

Κοινωνική σύνταξη (νόμος περί κοινωνικών συντάξεων του 1994).

β)

Ειδική αποζημίωση μεταφοράς για τα άτομα με ειδικές ανάγκες με προβλήματα κινητικότητας (νόμος του 2000 περί αποζημιώσεων μεταφοράς, άρθρο 7).

ΙΔ.   ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Εισόδημα για τα άτομα με σοβαρές αναπηρίες [άρθρο 1 (2), νόμος της 12 Σεπτεμβρίου 2003], εκτός των ατόμων που έχουν αναγνωρισθεί ως εργαζόμενοι με αναπηρίες και απασχολούνται στην κοινή αγορά εργασίας ή σε προστατευμένο περιβάλλον.

ΙΕ.   ΟΥΓΓΑΡΙΑ

α)

Επίδομα αναπηρίας [διάταγμα αριθ. 83/1987 (ΧΙΙ 27) του Υπουργικού Συμβουλίου περί επιδόματος αναπηρίας].

β)

Επίδομα γήρατος χωρίς συνεισφορά [νόμος ΙΙΙ του 1993 περί της υπηρεσίας κοινωνικών ασφαλίσεων και των κοινωνικών παροχών).

γ)

Επίδομα μεταφοράς [κυβερνητικό διάταγμα αριθ. 164/1995 (ΧΙΙ 27) περί επιδομάτων μεταφοράς των προσώπων με σοβαρή φυσική αναπηρία].

ΙΣΤ.   ΜΑΛΤΑ

α)

Συμπληρωματικό επίδομα [άρθρο 73 του νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφάλαιο 318) του 1987].

β)

Σύνταξη γήρατος [νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφάλαιο 318) 1987].

ΙΖ.   ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

α)

Νόμος περί παροχών ανικανότητας προς εργασία νέων με ειδικές ανάγκες της 24 Απριλίου 1997 (Wajong).

β)

Νόμος περί συμπληρωματικών επιδομάτων της 6 Νοεμβρίου 1986 (TW).

ΙΗ.   ΑΥΣΤΡΙΑ

Αντισταθμιστικό συμπλήρωμα (ομοσπονδιακός νόμος περί γενικών κοινωνικών ασφαλίσεων — ASVG της 9 Σεπτεμβρίου 1955, ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης εμπόρων — GSVG της 11 Οκτωβρίου 1978 και ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης αγροτών — BSVG της 11 Οκτωβρίου 1978).

ΙΘ.   ΠΟΛΩΝΙΑ

Κοινωνική σύνταξη (νόμος της 29 Νοεμβρίου 1990 περί κοινωνικής αρωγής).

Κ.   ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

α)

Μη ανταποδοτική κρατική σύνταξη γήρατος και αναπηρίας (νομοθετικό διάταγμα αριθ. 464/80 της 13 Οκτωβρίου 1980).

β)

Μη ανταποδοτική σύνταξη χηρείας [κανονιστικό διάταγμα αριθ. 52/81 της 11 Νοεμβρίου 1981].

ΚΑ.   ΣΛΟΒΕΝΙΑ

α)

Κρατική σύνταξη (νόμος περί συντάξεων και ασφάλισης αναπηρίας της 23 Δεκεμβρίου 1999).

β)

Εισοδηματική στήριξη συνταξιούχων (νόμος περί συντάξεων και ασφάλισης αναπηρίας της 23 Δεκεμβρίου 1999).

γ)

Επίδομα κάλυψης των απολύτως προς το ζην αναγκαίων (νόμος περί συντάξεων και ασφάλισης αναπηρίας της 23 Δεκεμβρίου 1999).

ΚΒ.   ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Προσαρμογή των συντάξεων που αποτελούν τη μόνη πηγή εισοδήματος (νόμος αριθ. 100/1988 Zb.).

ΚΓ.   ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

α)

Επίδομα αναπηρίας (νόμος για το επίδομα αναπηρίας 124/88).

β)

Επίδομα τέκνου (νόμος για το επίδομα τέκνου 444/69).

γ)

Επίδομα στέγασης συνταξιούχων (νόμος για το επίδομα στέγασης συνταξιούχων 591/78).

δ)

Επίδομα απασχόλησης (νόμος περί επιδομάτων ανεργίας 1290/2002).

ε)

Ειδικό βοήθημα για μετανάστες (νόμος για το ειδικό βοήθημα για μετανάστες, 1192/2002).

ΚΔ.   ΣΟΥΗΔΙΑ

α)

Συμπληρωματικό επίδομα στέγασης που καταβάλλεται στους συνταξιούχους (νόμος 2001: 761).

β)

Οικονομική στήριξη για ηλικιωμένους (νόμος 2001: 853).

γ)

Επίδομα αναπηρίας και επίδομα ανάπηρου τέκνου (νόμος 1998: 703).

ΚΕ.   ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

α)

Πίστωση κρατικής σύνταξης (νόμος για την πίστωση κρατικής σύνταξης του 2002).

β)

Επιδόματα για αιτούντες εργασία βασιζόμενα στο εισόδημα [νόμος για τους αιτούντες εργασία του 1995, 28 Ιουνίου 1995, τμήματα 1, (2) (δ) (ii) και 3, και διάταγμα για τους αιτούντες εργασία (Βόρεια Ιρλανδία) του 1995, της 18 Οκτωβρίου 1995, άρθρα 3 (2) (δ) (ii) και 5].

γ)

Στήριξη εισοδήματος [νόμος κοινωνικής ασφάλειας του 1986, 25 Ιουλίου 1986, τμήματα 20 έως 22 και τμήμα 23, και διάταγμα περί κοινωνικής ασφάλισης (Βόρεια Ιρλανδία) του 1986, της 5 Νοεμβρίου 1986, άρθρα 21 έως 24].

δ)

Επίδομα διαβίωσης αναπήρων [νόμος για το επίδομα διαβίωσης αναπήρων και το επίδομα εργασίας αναπήρων του 1991, 27 Ιουνίου 1991, τμήμα 1 και διάταγμα για το επίδομα διαβίωσης αναπήρων και το επίδομα εργασίας αναπήρων (Βόρεια Ιρλανδία) του 1991, της 24 Ιουλίου 1991, άρθρο 3].

ε)

Επίδομα συμπαράστασης [νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 35 και νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας (Βόρεια Ιρλανδία) του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 35].

στ)

Επίδομα φροντίδας αναπήρων [νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 37 και νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας (Βόρεια Ιρλανδία) του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 37]».

3.

Το παράρτημα III τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην αρχή του παραρτήματος, υπό τις «Γενικές παρατηρήσεις», προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.

Λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 6 του παρόντος κανονισμού, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα οι διατάξεις των διμερών συμβάσεων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και που εξακολουθούν να ισχύουν μεταξύ των κρατών μελών, μεταξύ άλλων οι διατάξεις που προβλέπουν τον συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί σε τρίτη χώρα.»

β)

Στο μέρος Α, καταργούνται τα ακόλουθα σημεία:

Σημεία 2, 3 στοιχείο β), 5, 6, 7, 8, 9, 13, 16, 17, 19, 22, 23, 24, 48, 50, 51, 52, 53, 54, 58, 61, 62, 64, 69, 71 στοιχεία α) και γ), 73 στοιχεία α) και β), 74, 75, 83 στοιχεία α), β), γ), δ), ε), στ), ζ), 85, 88, 89, 111, 112, 113, 114, 118, 121, 122, 124, 127, 128, 129, 130, 131, 132, 136, 139, 140, 145, 146, 147, 148, 149, 153, 156, 157, 159, 162, 163, 164, 165, 169, 172, 173, 175, 178, 179, 184, 188, 190, 193, 194, 195, 237, 238, 240, 243, 244, 245, 265, 270, 271, 272, 274, 277, 278, 279, 288, 289, 299, 300.

γ)

Στο μέρος Α, σημείο 3 στοιχείο α) (Βέλγιο — Γερμανία), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Τα άρθρα 3 και 4 του υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 τελικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένο στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10 Νοεμβρίου 1960 (υπολογισμός των ασφαλιστικών περιόδων που πραγματοποιήθηκαν σε ορισμένες παραμεθόριες περιοχές πριν, κατά και μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο)».

δ)

Στο μέρος Α, σημείο 67 (Δανία — Φινλανδία) το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 10 της σκανδιναβικής συμβάσεως περί κοινωνικής ασφάλειας της 15 Ιουνίου 1992, σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδιού σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή σε άλλη σκανδιναβική χώρα, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίο ακριβότερο ταξίδι επιστροφής στη χώρα διαμονής».

ε)

Στο μέρος Α, σημείο 68 (Δανία — Σουηδία) το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 10 της σκανδιναβικής συμβάσεως περί κοινωνικής ασφάλειας της 15 Ιουνίου 1992, σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδιού σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή σε άλλη σκανδιναβική χώρα, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίο ακριβότερο ταξίδι επιστροφής στη χώρα διαμονής».

στ)

Στο μέρος Α, σημείο 71 στοιχείο β) (Γερμανία — Ελλάδα), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 8 παράγραφος 1, παράγραφος 2 στοιχείο β) και παράγραφος 3, τα άρθρα 9 έως 11 και τα κεφάλαια Ι και IV, κατά το μέτρο που αφορούν τα άρθρα αυτά, της σύμβασης περί ασφάλισης ανεργίας της 31 Μαΐου 1961, καθώς και η σημείωση στο πρακτικό της 14 Ιουνίου 1980 (υπολογισμός των ασφαλιστικών περιόδων για παροχές ανεργίας σε περίπτωση μεταφοράς της κατοικίας από ένα κράτος σε άλλο)».

ζ)

Στο μέρος Α, σημείο 72 (Γερμανία — Ισπανία), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 45 παράγραφος 2 της σύμβασης περί κοινωνικής ασφάλειας της 4 Δεκεμβρίου 1973 (αντιπροσώπευση από διπλωματικές και προξενικές αρχές)».

η)

Στο μέρος Α, σημείο 73 (Γερμανία — Γαλλία), το κείμενο των στοιχείων γ), δ), ε) και στ) αντικαθίσταται ως εξής:

«α)

Η υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στη συμπληρωματική συμφωνία υπ' αριθ. 2 της 18 Ιουνίου 1955 (υπολογισμός των περιόδων ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 1η Ιουλίου 1940 και 30 Ιουνίου 1950).

β)

Ο τίτλος Ι της προαναφερόμενης συμπληρωματικής συμφωνίας υπ' αριθ. 2 (υπολογισμός των περιόδων ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν προ της 8 Μαΐου 1945).

γ)

Τα σημεία 6, 7 και 8 του υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 γενικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (διοικητικές ρυθμίσεις).

δ)

Οι τίτλοι ΙΙ, ΙΙΙ και IV της συμφωνίας της 20 Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλιση στο ομόσπονδο κράτος του Σάαρ)».

θ)

Στο μέρος Α, σημείο 79 (Γερμανία — Λουξεμβούργο), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 της συνθήκης της 11 Ιουλίου 1959 (υπολογισμός των ασφαλιστικών περιόδων που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του Σεπτεμβρίου 1940 και του Ιουνίου 1946)».

ι)

Στο μέρος Α, σημείο 83 (Γερμανία — Αυστρία) το κείμενο των στοιχείων η) και θ) αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 1 παράγραφος 5 και το άρθρο 8 της συμβάσεως περί ασφαλίσεως ανεργίας της 19 Ιουλίου 1978 καθώς και η παράγραφος 10 του τελικού πρωτοκόλλου της εν λόγω συμβάσεως (χορήγηση επιδομάτων ανεργίας σε μεθοριακούς εργαζόμενους από το προηγούμενο κράτος απασχόλησης) εξακολουθούν να ισχύουν για πρόσωπα που έχουν ασκήσει δραστηριότητα ως συνοριακοί εργαζόμενοι κατά την 1η Ιανουαρίου 2005 ή πριν από την ημερομηνία αυτή και κατέστησαν άνεργοι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2011».

ια)

Στο μέρος Α, σημείο 90 (Γερμανία — Ηνωμένο Βασίλειο), το κείμενο των στοιχείων α), β) και γ) αντικαθίσταται ως εξής:

«α)

Το άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6, της σύμβασης περί κοινωνικής ασφάλειας της 20 Απριλίου 1960 (νομοθεσία αφορώσα τους πολίτες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις).

β)

Το άρθρο 5 παράγραφοι 5 και 6, της σύμβασης περί ασφάλισης κατά της ανεργίας της 20 Απριλίου 1960 (νομοθεσία αφορώσα τους πολίτες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις)».

ιβ)

Στο μέρος Α, σημείο 142 (Ισπανία — Πορτογαλία), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 22 της γενικής συμβάσεως της 11 Ιουνίου 1969 (εξαγωγή των παροχών ανεργίας)».

ιγ)

Στο μέρος Α, σημείο 180 (Ιρλανδία — Ηνωμένο Βασίλειο), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 8 της συμφωνίας της 14 Σεπτεμβρίου 1971 περί κοινωνικής ασφάλειας (σχετικά με τη μεταφορά και τον υπολογισμό ορισμένων πιστώσεων αναπηρίας)».

ιδ)

Στο μέρος Α, το σημείο 267 (Κάτω Χώρες — Πορτογαλία) τροποποιείται ως εξής:

«Το άρθρο 31 της σύμβασης της 19 Ιουνίου 1979 (εξαγωγή των παροχών ανεργίας)».

ιε)

Στο μέρος Α, σημείο 298 (Φινλανδία — Σουηδία), το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Το άρθρο 10 της σκανδιναβικής συμβάσεως περί κοινωνικής ασφάλειας της 15 Ιουνίου 1992, σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδιού σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή σε άλλη σκανδιναβική χώρα, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίο ακριβότερο ταξίδι επιστροφής στη χώρα διαμονής».

ιστ)

Στο μέρος Β, οι ακόλουθες εγγραφές διαγράφονται:

2, 3, 5, 6, 7, 8, 9, 13, 16, 17, 19, 22, 23, 24, 48, 50, 51, 52, 53, 54, 58, 61, 62, 64, 67, 68, 69, 71, 72, 73, 74, 75, 79, 82, 83, 85, 88, 89, 90, 111, 112, 113, 114, 118, 121, 122, 124, 127, 128, 129, 130, 131, 132, 136, 139, 140, 142, 145, 146, 147, 148, 149, 153, 156, 157, 159, 162, 163, 164, 165, 169, 172, 173, 175, 178, 179, 180, 184, 187, 188, 190, 193, 194, 195, 237, 238, 240, 243, 244, 245, 265, 267, 270, 271, 272, 274, 277, 278, 279, 288, 289, 290, 298, 299, 300.

4.

Στο παράρτημα IV, το τμήμα Β τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην ενότητα «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ», το κείμενο αντικαθίσταται ως εξής:

«Ασφάλιση γήρατος αγροτών (Alterssicherung der Landwirte)».

β)

Στην ενότητα «Ι. ΙΤΑΛΙΑ» παρεμβάλλεται το ακόλουθο κείμενο:

«Συστήματα ασφάλισης συντάξεων (Assicurazione pensioni) για:

γιατρούς (medici)

φαρμακοποιούς (farmacisti)

κτηνιάτρους (veterinari)

νοσοκόμους, βοηθούς υγείας και πρόνοιας, νοσοκόμους παιδιατρικού τμήματος (infermieri, assistenti sanitari, vigilatrici infanzia)

ψυχολόγους (psicologi)

μηχανικούς και αρχιτέκτονες (ingegneri ed architetti)

τοπογράφους (geometri)

δικηγόρους (avvocati)

διπλωματούχους οικονομικών επιστημών (dottori commercialisti)

λογιστές και εμπορικούς συμβούλους (ragionieri e periti commerciali)

συμβούλους εργασίας (consulenti del lavoro)

συμβολαιογράφους (notai)

εκτελωνιστές (spedizionieri doganali)

βιολόγους (biologi)

γεωτεχνικούς και τεχνολόγους γεωπόνους (agrotecnici e periti agrari)

πράκτορες και εμπορικούς αντιπροσώπους (agenti e rappresentanti di commercio)

δημοσιογράφους (giornalisti)

τεχνολόγους βιομηχανίας (periti industriali)

αναλογιστές, χημικούς, γεωπόνους, δασολόγους, γεωλόγους (attuari, chimici, dottori agronomi, dottori forestali, geologi)».

γ)

Στην ενότητα «ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ», παρεμβάλλεται το ακόλουθο κείμενο:

«Συστήματα συντάξεων των συνταξιοδοτικών φορέων ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe).»

5.

Το παράρτημα VI τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην ενότητα «Γ. ΔΑΝΙΑ», σημείο 6, το στοιχείο β) διαγράφεται.

β)

Στην ενότητα «Γ. ΔΑΝΙΑ», προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«11.

Η προσωρινή παροχή που καταβάλλεται σε ανέργους οι οποίοι συμμετέχουν στο σύστημα “ευέλικτης απασχόλησης” (ledighedsydelse) (Νόμος αριθ. 455 της 10 Ιουνίου 1997) καλύπτεται από τον τίτλο ΙΙΙ, κεφάλαιο 6 (Παροχές ανεργίας). Όσον αφορά τους ανέργους που μεταβαίνουν σε άλλο κράτος μέλος, τα άρθρα 69 και 71 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται όταν το εν λόγω κράτος μέλος έχει παρόμοια συστήματα απασχόλησης για την ίδια κατηγορία προσώπων».

γ)

Στην ενότητα «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ», τα σημεία 3, 11 και 17 διαγράφονται και προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«24.

Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, στο πλαίσιο των συστημάτων συντάξεων των ελευθέριων επαγγελμάτων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει ως βάση, για κάθε έτος ασφάλισης που έχει συμπληρωθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, τα μέσα ετήσια συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχουν αποκτηθεί κατά την περίοδο υπαγωγής στον αρμόδιο φορέα μέσω της καταβολής εισφορών.

25.

Το άρθρο 79α του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στον υπολογισμό των ορφανικών συντάξεων και των προσαυξήσεων ή συμπληρωμάτων για τέκνα που καταβάλλονται από τα συστήματα συντάξεων των ελευθέριων επαγγελμάτων».

δ)

Στην ενότητα «Η. ΓΑΛΛΙΑ», το κείμενο στο σημείο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Παρά τα άρθρα 73 και 74 του παρόντος κανονισμού, τα επιδόματα στέγης και το συμπληρωματικό επίδομα φροντίδας τέκνου κατ' επιλογή του γονέα (παροχές υποδοχής μικρού παιδιού) χορηγούνται μόνο στους ενδιαφερομένους και στα μέλη της οικογένειάς τους που κατοικούν στο γαλλικό έδαφος».

ε)

Στην ενότητα «Θ. ΙΡΛΑΝΔΙΑ», το σημείο 11 διαγράφεται.

στ)

Στην ενότητα «ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ», προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«8.

Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά παροχές ή τμήματα παροχών καταβαλλόμενα από σύστημα συντάξεων ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe), που χρηματοδοτούνται αποκλειστικά με τη μέθοδο του κεφαλαιοποιητικού συστήματος ή βασίζονται σε σύστημα λογαριασμών συντάξεων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη, για κάθε μήνα ασφάλισης που έχει συμπληρωθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, κεφάλαιο ανάλογο προς το πραγματικό κεφάλαιο το οποίο έχει συσσωρευθεί στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος συντάξεων ή θεωρείται ότι έχει συσσωρευθεί στο πλαίσιο του συστήματος λογαριασμών συντάξεων και τον αριθμό μηνών των ασφαλιστικών περιόδων που έχουν πραγματοποιηθεί στο συγκεκριμένο σύστημα συντάξεων.

9.

Το άρθρο 79α του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών στον υπολογισμό των ορφανικών συντάξεων και των προσαυξήσεων ή συμπληρωμάτων για τέκνα που καταβάλλονται από τα συστήματα συντάξεων των ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe)».

ζ)

Στην ενότητα «ΚΕ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ», το κείμενο τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο σημείο 2 στοιχείο β), τα σημεία i) και ii) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

σύζυγο ή πρώην σύζυγο όταν το αίτημα υποβάλλεται από:

παντρεμένη γυναίκα ή

πρόσωπο του οποίου ο γάμος λύθηκε με άλλο τρόπο εκτός του θανάτου του (της) συζύγου, ή

ii)

πρώην σύζυγο, όταν το αίτημα υποβάλλεται από:

χήρο ο οποίος δεν θεμελιώνει δικαίωμα αμέσως πριν τη συντάξιμη ηλικία για επίδομα χηρευσάντων γονέων, ή

χήρα, η οποία αμέσως πριν τη συντάξιμη ηλικία δεν θεμελιώνει δικαίωμα για επίδομα χήρας μητέρας, επίδομα χηρευσάντων γονέων ή σύνταξη χηρείας, ή η οποία θεμελιώνει δικαίωμα μόνο για σύνταξη χηρείας με βάση την ηλικία η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, και, για τον σκοπό αυτό, η “σύνταξη χηρείας λόγω ηλικίας” σημαίνει σύνταξη χηρείας που καταβάλλεται σε μειωμένο ποσοστό σύμφωνα με το τμήμα 39 παράγραφος 4 του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλειας (νόμος περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλειας του 1992)».

ii)

Το σημείο 22 διαγράφεται.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο παράρτημα 2, στην ενότητα «ΚΔ. ΣΟΥΗΔΙΑ», το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

2.

«Για παροχές ανεργίας: Inspektionen för arbetslöshetsförsäkringen (σουηδικός οργανισμός ασφάλισης ανεργίας)».

2.

Στο παράρτημα 4, στην ενότητα «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ», προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

9.

«Συστήματα συντάξεων για ελεύθερους επαγγελματίες:

Arbeitsgemeinschaft Berufsständischer Versorgungseinrichtungen, Köln».

3.

Στο παράρτημα 10, στην ενότητα «Γ. ΔΑΝΙΑ», σημείο 1, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

1.

«Για τους σκοπούς της εφαρμογής των άρθρων 10γ, 11 παράγραφος 1, 11α παράγραφος 1, 12α, 13 παράγραφοι 2 και 3, 14 παράγραφοι 1, 2 και 3 του κανονισμού εφαρμογής: Den Sociale Sikringsstyrelse, København».

4.

Στο παράρτημα 10, στην ενότητα «ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ», το σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

1.

«Για την εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 1 στοιχείο β), του άρθρου 14α παράγραφος 1 στοιχείο β) και του άρθρου 17 του κανονισμού:

Bundesminister für soziale Sicherheit, Generationen und Konsumentenschutz (Ομοσπονδιακός υπουργός Κοινωνικής Ασφάλειας, Γενεών και Προστασίας του Καταναλωτή), κατόπιν συμφωνίας με την αντίστοιχη δημόσια υπηρεσία όσον αφορά τα ειδικά συστήματα για τους δημόσιους υπαλλήλους και κατόπιν συμφωνίας με τον αντίστοιχο συνταξιοδοτικό φορέα όσον αφορά τα συστήματα συντάξεων των ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe).»

5.

Το παράρτημα 11 διαγράφεται.


4.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 117/13


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 648/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Απριλίου 2005

για τροποποίηση του κανονισμού (EΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 26, 95, 133 και 135,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 2913/92 (3) καθορίζει τους κανόνες σχετικά με την τελωνειακή μεταχείριση των εμπορευμάτων που εισάγονται ή πρόκειται να εξαχθούν.

(2)

Είναι αναγκαίο να καθιερωθεί ισοδύναμο επίπεδο προστασίας στους τελωνειακούς ελέγχους για τα αγαθά που εισάγονται ή εξάγονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, είναι αναγκαίο να καθιερωθεί ισοδύναμο επίπεδο τελωνειακών ελέγχων στην Κοινότητα και να εξασφαλιστεί η εναρμονισμένη εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων από τα κράτη μέλη, τα οποία έχουν την κυρίως ευθύνη για τη διενέργεια των ελέγχων αυτών. Οι εν λόγω έλεγχοι θα πρέπει να βασίζονται σε από κοινού συμφωνηθέντα πρότυπα και κριτήρια κινδύνων για την επιλογή των εμπορευμάτων και των οικονομικών φορέων προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι για την Κοινότητα και τους πολίτες της καθώς και για τους εμπορικούς εταίρους της Κοινότητας. Συνεπώς, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσουν σε επίπεδο Κοινότητας πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων προς υποστήριξη κοινής προσέγγισης με σκοπό τον ουσιαστικό καθορισμό προτεραιοτήτων και την αποτελεσματική κατανομή πόρων, προκειμένου να διατηρηθεί η κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στους τελωνειακούς ελέγχους και τη διευκόλυνση του θεμιτού εμπορίου. Επίσης, το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να προβλέπει κοινά κριτήρια και εναρμονισμένες απαιτήσεις για τους εξουσιοδοτημένους οικονομικούς φορείς και να εξα-σφαλίζει την εναρμονισμένη εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων και απαιτήσεων. Η θέσπιση πλαισίου διαχείρισης των κινδύνων, κοινού για όλα τα κράτη μέλη, δεν θα πρέπει να τα εμποδίζει να ελέγχουν δειγματοληπτικά τα εμπορεύματα.

(3)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να χορηγούν το καθεστώς του «εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα» σε κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος πληροί κοινά κριτήρια που αφορούν τα συστήματα ελέγχου των φορέων, τη χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα και το ιστορικό της συμμόρφωσης. Το καθεστώς εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα που χορηγείται από ένα κράτος μέλος θα πρέπει να αναγνωρίζεται από τα άλλα κράτη μέλη, δεν παρέχει όμως δικαίωμα αυτόματης πρόσβασης εντός των άλλων κρατών μελών, σε απλουστεύσεις που προβλέπονται στους τελωνειακούς κανόνες. Εντούτοις, τα άλλα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση απλουστεύσεων σε εξουσιοδοτημένους οικονομικούς φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι αυτοί πληρούν όλες τις ειδικές απαιτήσεις για τη χρησιμοποίηση των συγκεκριμένων απλουστεύσεων. Τα άλλα κράτη μέλη, κατά την εξέταση των αιτήσεων χρησιμοποίησης απλουστεύσεων, δεν υποχρεούνται να επαναλάβουν την αξιολόγηση των συστημάτων ελέγχου, της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας ή του ιστορικού της συμμόρφωσης του φορέα, η οποία θα έχει ολοκληρωθεί ήδη από το κράτος μέλος το οποίο χορηγεί το καθεστώς του «εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα», αλλά θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι πληρούνται όλες οι λοιπές ειδικές απαιτήσεις για τη χρησιμοποίηση των συγκεκριμένων απλουστεύσεων. Η χρησιμοποίηση απλουστεύσεων σε άλλα κράτη μέλη μπορεί επίσης να συντονίζεται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών αρχών.

(4)

Οι απλουστεύσεις στο πλαίσιο των τελωνειακών κανόνων θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν υπό την επιφύλαξη των τελωνειακών ελέγχων, όπως ορίζει ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια και την προστασία. Υπεύθυνες για τους εν λόγω ελέγχους είναι οι τελωνειακές αρχές και, μολονότι οι αρχές αυτές θα πρέπει να αναγνωρίζουν το καθεστώς του εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα ως παράγοντα κατά την ανάλυση κινδύνων και για τη χορήγηση διευκολύνσεων στον οικονομικό φορέα όσον αφορά τους ελέγχους σχετικά με την ασφάλεια και την προστασία, το δικαίωμα διεξαγωγής ελέγχων θα πρέπει να διατηρηθεί.

(5)

Οι πληροφορίες σχετικά με την επικινδυνότητα των εισαγόμενων και εξαγόμενων εμπορευμάτων θα πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και της Επιτροπής. Προς τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να καθιερωθεί ένα κοινό και ασφαλές σύστημα, χάρη στο οποίο οι αρμόδιες αρχές θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες, να τις διαβιβάζουν και να τις ανταλλάσσουν εγκαίρως και με αποτελεσματικό τρόπο. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούν επίσης να ανταλλάσσονται με τρίτες χώρες, εφόσον αυτό προβλέπεται από διεθνείς συμφωνίες.

(6)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι πληροφορίες που παρέχονται από τους οικονομικούς φορείς στα τελωνεία μπορούν να κοινοποιούνται σε άλλες αρχές του ιδίου κράτους μέλους, άλλων κρατών μελών, στην Επιτροπή ή σε αρχές τρίτων χωρών. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να αναφέρεται σαφώς ότι η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24 Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (4) καθώς και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18 Δεκεμβρίου 2000, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (5) εφαρμόζεται κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές καθώς και από κάθε αρχή η οποία λαμβάνει δεδομένα σύμφωνα με τον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα.

(7)

Για να μπορούν να διενεργούνται κατάλληλοι έλεγχοι βάσει των κινδύνων, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί η υποχρέωση παροχής πληροφοριών πριν από την άφιξη ή την αναχώρηση για όλα τα εμπορεύματα που εισέρχονται ή εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, εκτός των εμπορευμάτων που διέρχονται από το εν λόγω έδαφος αεροπορικώς ή διά θαλάσσης χωρίς στάση στο έδαφος αυτό. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να είναι διαθέσιμες προτού τα εμπορεύματα εισέλθουν ή εξέλθουν από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας. Μπορούν να καθορίζονται διαφορετικά χρονοδιαγράμματα και προθεσμίες ανάλογα με το είδος των εμπορευμάτων, της μεταφοράς ή των οικονομικών φορέων ή όταν διεθνείς συμφωνίες προβλέπουν ειδικούς διακανονισμούς ασφαλείας. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει επίσης να επιβάλλεται και για τα εμπορεύματα τα οποία εισέρχονται σε ελεύθερη ζώνη ή εξέρχονται από αυτήν, προκειμένου να αποφευχθεί οποιοδήποτε κενό στον τομέα της ασφάλειας.

(8)

Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 2913/92 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (EΟΚ) αριθ. 2913/92 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«(4α)

“Τελωνείο εισόδου”: το οριζόμενο από τις τελωνειακές αρχές και σύμφωνα με τους τελωνειακούς κανόνες τελωνείο, στο οποίο προσκομίζονται χωρίς καθυστέρηση τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και στο οποίο υποβάλλονται στους κατάλληλους ελέγχους εισόδου βάσει των κινδύνων·

(4β)

“Τελωνείο εισαγωγής”: το οριζόμενο από τις τελωνειακές αρχές και σύμφωνα με τους τελωνειακούς κανόνες τελωνείο, στο οποίο πρέπει να πραγματοποιούνται οι διατυπώσεις προκειμένου τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας να λάβουν τελωνειακό προορισμό ή χρήση, όπως επίσης και οι κατάλληλοι έλεγχοι βάσει των κινδύνων·

(4γ)

“Τελωνείο εξαγωγής”: το οριζόμενο από τις τελωνειακές αρχές και σύμφωνα με τους τελωνειακούς κανόνες τελωνείο, στο οποίο πρέπει να ολοκληρώνονται οι διατυπώσεις προκειμένου τα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας να λάβουν τελωνειακό προορισμό ή χρήση, όπως επίσης και οι κατάλληλοι έλεγχοι βάσει των κινδύνων·

(4δ)

“Τελωνείο εξόδου”: το οριζόμενο από τις τελωνειακές αρχές και σύμφωνα με τους τελωνειακούς κανόνες τελωνείο στο οποίο προσκομίζονται τα εμπορεύματα πριν εξέλθουν από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας και στο οποίο υποβάλλονται σε τελωνειακούς ελέγχους όσον αφορά την εφαρμογή των διατυπώσεων εξόδου και στους κατάλληλους ελέγχους βάσει των κινδύνων».

Το σημείο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(14)

“Τελωνειακοί έλεγχοι”: συγκεκριμένες πράξεις των τελωνειακών αρχών με σκοπό την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών κανόνων και άλλων νομοθετικών διατάξεων που διέπουν την είσοδο, την έξοδο, τη διαμετακόμιση, τη μεταφορά και την τελική χρήση εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και τρίτων χωρών, καθώς και την παρουσία εμπορευμάτων που δεν έχουν κοινοτικό χαρακτήρα· οι πράξεις αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν εξέταση των εμπορευμάτων, έλεγχο των δεδομένων της διασάφησης και της ύπαρξης και της γνησιότητας ηλεκτρονικών ή γραπτών εγγράφων, έλεγχο των λογιστικών βιβλίων και άλλων στοιχείων των επιχειρήσεων, έλεγχο των μεταφορικών μέσων, έλεγχο των αποσκευών και άλλων εμπορευμάτων που μεταφέρονται ή φέρονται από πρόσωπα, καθώς και διενέργεια διοικητικών ερευνών και άλλες παρόμοιες πράξεις».

Προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«(25)

“Κίνδυνος”: η πιθανότητα συμβάντος, όσον αφορά την είσοδο, έξοδο, διαμετακόμιση, μεταφορά και την τελική χρήση εμπορευμάτων μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και τρίτων χωρών καθώς και την παρουσία εμπορευμάτων που δεν έχουν κοινοτικό χαρακτήρα, το οποίο:

εμποδίζει την ορθή εφαρμογή των κοινοτικών ή εθνικών μέτρων, ή

θέτει εν αμφιβόλω τα οικονομικά συμφέροντα της Κοινότητας και των κρατών μελών της, ή

συνιστά απειλή για την ασφάλεια και προστασία της Κοινότητας, τη δημόσια υγεία, το περιβάλλον ή τους καταναλωτές.

(26)

“Διαχείριση των κινδύνων”: ο συστηματικός εντοπισμός των κινδύνων και η εφαρμογή κάθε μέτρου που είναι αναγκαίο για να περιοριστεί η έκθεση σε κίνδυνο. Ο όρος αυτός καλύπτει δραστηριότητες όπως η συγκέντρωση στοιχείων και πληροφοριών, η ανάλυση και εκτίμηση των κινδύνων, η θέσπιση και επιβολή μέτρων καθώς και η τακτική παρακολούθηση και επανεξέταση της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων της, βάσει των διεθνών, κοινοτικών και εθνικών πηγών και στρατηγικών».

2.

Παρεμβάλλονται το ακόλουθο νέο τμήμα και το ακόλουθο νέο άρθρο:

«Τμήμα 1α

Εξουσιοδοτημένοι οικονομικοί φορείς

Άρθρο 5α

1.   Με την επιφύλαξη των κριτηρίων που προβλέπονται στην παράγραφο 2, οι τελωνειακές αρχές, εφόσον είναι ανάγκη κατόπιν διαβουλεύσεων με άλλες αρμόδιες αρχές, χορηγούν το καθεστώς του “εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα” σε οποιονδήποτε οικονομικό φορέα εγκατεστημένο στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

Ο “εξουσιοδοτημένος οικονομικός φορέας” επωφελείται από διευκολύνσεις όσον αφορά τους τελωνειακούς ελέγχους που άπτονται της ασφάλειας και της προστασίας ή/και από απλουστεύσεις που προβλέπονται από τους τελωνειακούς κανόνες.

Το καθεστώς του “εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα”, με την επιφύλαξη των κανόνων και των όρων που καθορίζονται στην παράγραφο 2, αναγνωρίζεται από τις τελωνειακές αρχές όλων των κρατών μελών, χωρίς να θίγονται οι τελωνειακοί έλεγχοι. Οι τελωνειακές αρχές, βάσει της αναγνώρισης του καθεστώτος του “εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα” και με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις όσον αφορά συγκεκριμένο τύπο απλούστευσης που προβλέπεται στην κοινοτική τελωνειακή νομοθεσία, επιτρέπουν στον φορέα να επωφεληθεί από την εν λόγω απλούστευση.

2.   Τα κριτήρια χορήγησης του καθεστώτος του “εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα” περιλαμβάνουν:

κατάλληλο ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις,

ικανοποιητικό σύστημα διαχείρισης εμπορικών και, κατά περίπτωση, μεταφορικών καταχωρήσεων το οποίο επιτρέπει τους κατάλληλους τελωνειακούς ελέγχους,

κατά περίπτωση, αποδεδειγμένη χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, και

κατά περίπτωση, κατάλληλες προδιαγραφές ασφάλειας και προστασίας.

Η διαδικασία επιτροπής εφαρμόζεται για τον καθορισμό των κανόνων σχετικά με:

τη χορήγηση του καθεστώτος του “εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα”,

τη χορήγηση αδειών για τη χρησιμοποίηση απλουστεύσεων,

τον καθορισμό της τελωνειακής αρχής που είναι αρμόδια για τη χορήγηση του εν λόγω καθεστώτος και των εν λόγω αδειών,

τον τύπο και την εμβέλεια των διευκολύνσεων που μπορούν να χορηγηθούν όσον αφορά τους τελωνειακούς ελέγχους που άπτονται της ασφάλειας και της προστασίας, λαμβανομένων υπόψη των κανόνων για την κοινή διαχείριση των κινδύνων,

τη διαβούλευση και την παροχή πληροφοριών σε άλλες τελωνειακές αρχές,

και των όρων υπό τους οποίους:

μια άδεια μπορεί να περιορίζεται σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη,

το καθεστώς του “εξουσιοδοτημένου οικονομικού φορέα” μπορεί να αναστέλλεται ή να αφαιρείται, και

μπορεί να γίνει παρέκκλιση από την απαίτηση εγκατάστασης στην Κοινότητα για συγκεκριμένες κατηγορίες εξουσιοδοτημένων οικονομικών φορέων, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των διεθνών συμφωνιών».

3.

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

1.   Οι τελωνειακές αρχές μπορούν, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από τις ισχύουσες διατάξεις, να διενεργούν κάθε έλεγχο τον οποίο κρίνουν αναγκαίο για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών κανόνων και των άλλων νομοθετικών διατάξεων που διέπουν την είσοδο, την έξοδο, τη διαμετακόμιση, τη μεταφορά και την τελική χρήση εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και τρίτων χωρών και την παρουσία εμπορευμάτων που δεν έχουν κοινοτικό χαρακτήρα. Για τον σκοπό της ορθής εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας, οι τελωνειακοί έλεγχοι είναι δυνατόν να πραγματοποιούνται σε τρίτη χώρα εφόσον αυτό προβλέπεται σε διεθνή συμφωνία.

2.   Οι τελωνειακοί έλεγχοι, πλην των δειγματοληπτικών ελέγχων, βασίζονται σε ανάλυση κινδύνου η οποία χρησιμοποιεί αυτοματοποιημένες τεχνικές επεξεργασίας δεδομένων και η οποία αποσκοπεί στον εντοπισμό και τον ποσοτικό προσδιορισμό των κινδύνων καθώς και στον σχεδιασμό των αναγκαίων μέτρων για την αξιολόγηση των κινδύνων, σύμφωνα με κριτήρια που ορίζονται σε εθνικό, κοινοτικό και, ενδεχομένως, διεθνές επίπεδο.

Το κοινό πλαίσιο διαχείρισης των κινδύνων και τα κοινά κριτήρια και οι τομείς προτεραιότητας όσον αφορά τον έλεγχο καθορίζονται με τη διαδικασία επιτροπής.

Τα κράτη μέλη σε συνεργασία με την Επιτροπή καθιερώνουν ηλεκτρονικό σύστημα για την υλοποίηση της διαχείρισης των κινδύνων.

3.   Όταν διενεργούνται έλεγχοι από αρχές διάφορες των τελωνειακών αρχών, οι έλεγχοι αυτοί διενεργούνται σε στενή συνεργασία με τις τελωνειακές αρχές, ει δυνατόν δε κατά τον αυτό χρόνο και στον ίδιο χώρο.

4.   Στο πλαίσιο των ελέγχων που προβλέπονται από το παρόν άρθρο οι τελωνειακές και άλλες αρμόδιες αρχές, π.χ. οι κτηνιατρικές και οι αστυνομικές αρχές, μπορούν να κοινοποιούν τα δεδομένα που λαμβάνουν σε σχέση με την είσοδο, την έξοδο, τη διαμετακόμιση, τη μεταφορά και την τελική χρήση των εμπορευμάτων που διακινούνται μεταξύ του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και τρίτων χωρών, καθώς και με την παρουσία εμπορευμάτων που δεν έχουν κοινοτικό χαρακτήρα, μεταξύ τους, μεταξύ των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών, και στην Επιτροπή, εφόσον αυτό απαιτείται για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων.

Η κοινοποίηση εμπιστευτικών δεδομένων σε τελωνειακές αρχές ή άλλους φορείς (π.χ. υπηρεσίες ασφαλείας) τρίτων χωρών επιτρέπεται μόνον στο πλαίσιο διεθνών συμφωνιών, υπό τον όρο ότι τηρούνται οι ισχύουσες διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων, ιδίως η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24 Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (6) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18 Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7).

4.

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Κάθε πληροφορία η οποία είναι από τη φύση της εμπιστευτικού χαρακτήρα ή η οποία παρέχεται υπό τύπο εμπιστευτικό καλύπτεται από το επαγγελματικό απόρρητο και δεν ανακοινώνεται από τις αρμόδιες αρχές χωρίς τη ρητή άδεια του προσώπου ή της αρχής που έχει παράσχει την εν λόγω πληροφορία. Ωστόσο, η διαβίβαση πληροφοριών επιτρέπεται εφόσον οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να το πράξουν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, ιδίως στα πλαίσια δικαστικών διαδικασιών. Κατά την αποκάλυψη ή τη διαβίβαση πληροφοριών τηρούνται πλήρως οι ισχύουσες διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων, ιδίως δε η οδηγία 95/46/ΕΚ και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001».

5.

Στο άρθρο 16, οι λέξεις «ελέγχους από τις τελωνειακές αρχές» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τελωνειακούς ελέγχους».

6.

Στο κεφάλαιο 1 του τίτλου ΙΙΙ παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 36α

1.   Τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας καλύπτονται από συνοπτική διασάφηση, πλην των εμπορευμάτων που μεταφέρονται επί μεταφορικών μέσων τα οποία απλώς διέρχονται από τα χωρικά ύδατα ή τον εναέριο χώρο του τελωνειακού εδάφους χωρίς στάση σε αυτό.

2.   Η συνοπτική διασάφηση κατατίθεται στο τελωνείο εισόδου.

Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να επιτρέπουν την κατάθεση της συνοπτικής διασάφησης σε άλλο τελωνείο, υπό τον όρο ότι το εν λόγω τελωνείο κοινοποιεί πάραυτα ή διαθέτει ηλεκτρονικά τα απαιτούμενα στοιχεία στο τελωνείο εισόδου.

Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να επιτρέπουν να αντικαθίσταται η κατάθεση συνοπτικής διασάφησης από την κατάθεση κοινοποίησης και την πρόσβαση στα δεδομένα της συνοπτικής διασάφησης στο ηλεκτρονικό σύστημα του οικονομικού φορέα.

3.   Η συνοπτική διασάφηση κατατίθεται πριν από την είσοδο των εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

4.   Εφαρμόζεται η διαδικασία επιτροπής για να καθοριστούν:

η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να κατατίθεται η συνοπτική διασάφηση πριν από την είσοδο των εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας,

οι κανόνες για εξαιρέσεις και παρεκκλίσεις από την προθεσμία που ορίζεται στην πρώτη περίπτωση και

οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να υπάρξει απαλλαγή από την υποχρέωση κατάθεσης συνοπτικής διασάφησης ή προσαρμογή της,

σύμφωνα με ειδικές συνθήκες και για ορισμένα είδη εμπορίου, τρόπους μεταφοράς ή οικονομικούς φορείς, ή σε περιπτώσεις όπου διεθνείς συμφωνίες ορίζουν ειδικές ρυθμίσεις ασφαλείας.

Άρθρο 36β

1.   Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό κοινού συνόλου δεδομένων και κοινού μορφότυπου για τη συνοπτική διασάφηση, το οποίο περιλαμβάνει τα στοιχεία που απαιτούνται για την ανάλυση των κινδύνων και την ορθή διεξαγωγή των τελωνειακών ελέγχων, πρωτίστως για λόγους ασφάλειας και προστασίας, με ενδεχόμενη χρησιμοποίηση διεθνών προτύπων και εμπορικών πρακτικών.

2.   Η συνοπτική διασάφηση γίνεται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων. Επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται εμπορικές, λιμενικές ή μεταφορικές πληροφορίες, υπό τον όρον ότι περιέχουν τα απαιτούμενα στοιχεία.

Σε εξαιρετικές περιστάσεις, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να δέχονται γραπτές συνοπτικές διασαφήσεις, υπό τον όρον ότι εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο διαχείρισης κινδύνων με το εφαρμοζόμενο στις συνοπτικές διασαφήσεις που γίνονται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων.

3.   Η συνοπτική διασάφηση κατατίθεται από το πρόσωπο που φέρνει τα εμπορεύματα, ή που έχει την ευθύνη για την μεταφορά των εμπορευμάτων, στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

4.   Ανεξαρτήτως των υποχρεώσεων του προσώπου της παραγράφου 3, η συνοπτική διασάφηση μπορεί να κατατίθεται εναλλακτικά:

α)

από το πρόσωπο εξ ονόματος του οποίου ενεργεί το πρόσωπο της παραγράφου 3· ή

β)

από οποιοδήποτε πρόσωπο είναι σε θέση να προσκομίσει τα συγκεκριμένα εμπορεύματα, ή να μεριμνήσει για την προσκόμισή τους, στην αρμόδια τελωνειακή αρχή· ή

γ)

από αντιπρόσωπο ενός από τα πρόσωπα της παραγράφου 3 ή των στοιχείων α) ή β).

5.   Το πρόσωπο των παραγράφων 3 και 4 μπορεί, αφού υποβάλει σχετικό αίτημα, να τροποποιεί ένα ή περισσότερα στοιχεία της συνοπτικής διασάφησης μετά την κατάθεσή της. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται τροποποίηση εάν οι τελωνειακές αρχές:

α)

έχουν ήδη ενημερώσει το πρόσωπο που κατέθεσε τη συνοπτική διασάφηση ότι προτίθενται να εξετάσουν τα εμπορεύματα· ή

β)

έχουν ήδη αποφανθεί ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία είναι λανθασμένα· ή

γ)

έχουν ήδη επιτρέψει τη μετακίνηση των εμπορευμάτων.

Άρθρο 36γ

1.   Το τελωνείο εισόδου μπορεί να μην απαιτεί την κατάθεση συνοπτικής διασάφησης για εμπορεύματα για τα οποία έχει κατατεθεί τελωνειακή διασάφηση πριν από τη λήξη της προθεσμίας του άρθρου 36α παράγραφος 3 ή 4. Στην περίπτωση αυτή η τελωνειακή διασάφηση περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που απαιτούνται για τη συνοπτική διασάφηση και, έως ότου γίνει δεκτή μια προθεσμία όπως η προαναφερόμενη κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 63, η εν λόγω διασάφηση επέχει θέση συνοπτικής διασάφησης.

Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να επιτρέπουν την κατάθεση της τελωνειακής διασάφησης σε τελωνείο εισαγωγής άλλο από το τελωνείο εισόδου, εφόσον το εν λόγω τελωνείο κοινοποιεί πάραυτα ή θέτει στη διάθεση του τελωνείου εισόδου ηλεκτρονικώς τα απαραίτητα στοιχεία.

2.   Όταν η τελωνειακή διασάφηση κατατίθεται με άλλον τρόπο πλην της χρήσης μηχανογραφικών συστημάτων, οι τελωνειακές αρχές εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο διαχείρισης κινδύνων με το εφαρμοζόμενο για τις τελωνειακές διασαφήσεις που γίνονται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων.».

7.

Στο άρθρο 37 παράγραφος 1, οι λέξεις «ελέγχους από τις τελωνειακές αρχές» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τελωνειακούς ελέγχους» και στο άρθρο 38 παράγραφος 3, οι λέξεις «στον έλεγχο της τελωνειακής αρχής κράτους μέλους» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σε τελωνειακούς ελέγχους από κράτος μέλος».

8.

Στο άρθρο 38 η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από την ακόλουθο παράγραφο:

«5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 και τα άρθρα 36α έως 36γ και 39 έως 53 δεν εφαρμόζονται στα εμπορεύματα τα οποία έχουν εξέλθει προσωρινώς από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας κατά τη θαλάσσια ή αεροπορική διακίνησή τους μεταξύ δύο σημείων του εδάφους αυτού, υπό τον όρον ότι η μεταφορά πραγματοποιήθηκε με απευθείας διαδρομή και με τακτικές αεροπορικές ή ναυτιλιακές υπηρεσίες χωρίς στάση εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας»

9.

Το άρθρο 40 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 40

Τα εμπορεύματα που εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας προσκομίζονται στο τελωνείο από το πρόσωπο που τα εισκομίζει στο εν λόγω έδαφος ή, κατά περίπτωση, από το πρόσωπο που αναλαμβάνει τη μεταφορά των εμπορευμάτων μετά την είσοδο αυτήν, εκτός από την περίπτωση μεταφορικών μέσων τα οποία απλώς διασχίζουν τον εναέριο χώρο ή τα χωρικά ύδατα του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας, χωρίς στάση σε αυτό. Το πρόσωπο που προσκομίζει τα εμπορεύματα παραπέμπει στη συνοπτική διασάφηση ή την τελωνειακή διασάφηση η οποία έχει κατατεθεί προηγουμένως για τα εμπορεύματα αυτά».

10.

Στο κεφάλαιο 3, ο τίτλος III γίνεται: «Εκφόρτωση των εμπορευμάτων που προσκομίζονται στο τελωνείο».

11.

Τα άρθρα 43 έως 45 διαγράφονται.

12.

Το άρθρο 170 παράγραφος 2, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Πρέπει να προσκομίζονται στις τελωνειακές αρχές και να υποβάλλονται στις προβλεπόμενες τελωνειακές διατυπώσεις τα εμπορεύματα που:

α)

έχουν υπαχθεί σε τελωνειακό καθεστώς την εκκαθάριση του οποίου συνεπάγεται η είσοδός τους σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη· ωστόσο, η προσκόμιση των εμπορευμάτων δεν είναι απαραίτητη εάν στα πλαίσια του εν λόγω τελωνειακού καθεστώτος χωρεί η απαλλαγή από τη σχετική υποχρέωση,

β)

έχουν τεθεί σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη βάσει απόφασης για τη χορήγηση επιστροφής ή τη διαγραφή των εισαγωγικών δασμών,

γ)

απολαύουν των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 166 στοιχείο β),

δ)

εισέρχονται σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη απευθείας από τόπο προελεύσεως που βρίσκεται εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας».

13.

Το άρθρο 176 παράγραφος 2, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Σε περίπτωση που τα εμπορεύματα μεταφορτώνονται εντός ελεύθερης ζώνης, τα σχετικά στοιχεία ελέγχου τίθενται στη διάθεση των τελωνειακών αρχών. Η μικρής διάρκειας αποθήκευση των εμπορευμάτων, στο πλαίσιο της μεταφόρτωσης αυτής, θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της μεταφόρτωσης.

Για τα εμπορεύματα που εισέρχονται σε ελεύθερη ζώνη απευθείας από το εξωτερικό του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας ή που εξέρχονται από ελεύθερη ζώνη εγκαταλείποντας απευθείας το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, κατατίθεται συνοπτική διασάφηση σύμφωνα με τα άρθρα 36α έως 36γ ή 182α έως 182δ, κατά περίπτωση».

14.

Το άρθρο 181 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 181

Οι τελωνειακές αρχές εξακριβώνουν ότι οι κανόνες που διέπουν την εξαγωγή, την παθητική τελειοποίηση, την επανεξαγωγή, το καθεστώς αναστολής ή το καθεστώς εσωτερικής διαμετακόμισης, καθώς και οι διατάξεις του τίτλου V εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα εξέρχονται του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας από ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη».

15.

Στο άρθρο 182 παράγραφος 3, η πρώτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Η καταστροφή πρέπει να γνωστοποιείται προηγουμένως στις τελωνειακές αρχές».

16.

Στον τίτλο V (Εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας) προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 182α

1.   Τα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, με εξαίρεση τα εμπορεύματα που μεταφέρονται από μεταφορικά μέσα τα οποία απλώς διέρχονται από τα χωρικά ύδατα ή τον εναέριο χώρο του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας δίχως στάση εντός του εν λόγω εδάφους, καλύπτονται είτε από τελωνειακή διασάφηση είτε, οσάκις δεν απαιτείται τελωνειακή διασάφηση, από συνοπτική διασάφηση.

2.   Εφαρμόζεται η διαδικασία επιτροπής για να καθοριστούν:

η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να κατατίθεται η τελωνειακή διασάφηση ή η συνοπτική διασάφηση στο τελωνείο εξαγωγής πριν από την έξοδο των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας,

οι κανόνες για εξαιρέσεις και παρεκκλίσεις από την προθεσμία που προβλέπεται με την πρώτη περίπτωση,

οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να υπάρξει απαλλαγή από την υποχρέωση κατάθεσης συνοπτικής διασάφησης ή τροποποίησή της, και

οι περιπτώσεις και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα εμπορεύματα που εξέρχονται από τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας δεν υπόκεινται ούτε σε τελωνειακή διασάφηση ούτε σε συνοπτική διασάφηση,

σύμφωνα με ειδικές συνθήκες και για ορισμένα είδη εμπορίου, τρόπους μεταφοράς ή οικονομικούς φορείς, ή σε περιπτώσεις όπου διεθνείς συμφωνίες ορίζουν ειδικές ρυθμίσεις ασφαλείας.

Άρθρο 182β

1.   Όταν τα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας λαμβάνουν τελωνειακό προορισμό ή χρήση για τα οποία απαιτείται τελωνειακή διασάφηση βάσει των τελωνειακών κανόνων, η τελωνειακή αυτή διασάφηση κατατίθεται στο τελωνείο εξαγωγής πριν από την έξοδο των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

2.   Όταν το τελωνείο εξαγωγής είναι διαφορετικό από το τελωνείο εξόδου, το τελωνείο εξαγωγής κοινοποιεί πάραυτα, ή θέτει στη διάθεση του τελωνείου εξόδου ηλεκτρονικώς τα απαραίτητα στοιχεία.

3.   Η τελωνειακή διασάφηση περιέχει τουλάχιστον τα στοιχεία που απαιτούνται για τη συνοπτική διασάφηση του άρθρου 182δ παράγραφος 1.

4.   Όταν η τελωνειακή διασάφηση κατατίθεται με άλλον τρόπο πλην της χρήσης μηχανογραφικών συστημάτων, οι τελωνειακές αρχές εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο διαχείρισης κινδύνων με το εφαρμοζόμενο στις τελωνειακές διασαφήσεις που γίνονται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων.

Άρθρο 182γ

1.   Όταν τα εμπορεύματα που εξέρχονται από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας δεν λαμβάνουν τελωνειακό προορισμό ή χρήση για τα οποία απαιτείται τελωνειακή διασάφηση, κατατίθεται συνοπτική διασάφηση στο τελωνείο εξόδου πριν από την έξοδο των εμπορευμάτων από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

2.   Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να επιτρέπουν την κατάθεση της συνοπτικής διασάφησης σε άλλο τελωνείο, εφόσον το εν λόγω τελωνείο κοινοποιεί πάραυτα ή θέτει στη διάθεση του τελωνείου εξόδου ηλεκτρονικώς τα απαραίτητα στοιχεία.

3.   Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να επιτρέπουν να αντικατασταθεί η κατάθεση της συνοπτικής διασάφησης με την κατάθεση κοινοποίησης και την πρόσβαση στα δεδομένα της συνοπτικής διασάφησης στο ηλεκτρονικό σύστημα του οικονομικού φορέα.

Άρθρο 182δ

1.   Η διαδικασία επιτροπής χρησιμοποιείται για τον καθορισμό κοινού συνόλου δεδομένων και κοινού μορφότυπου για τη συνοπτική διασάφηση, το οποίο περιλαμβάνει τα στοιχεία που απαιτούνται για την ανάλυση κινδύνων και την ορθή διεξαγωγή των τελωνειακών ελέγχων, πρωτίστως για λόγους ασφάλειας και προστασίας, με ενδεχόμενη χρησιμοποίηση διεθνών προτύπων και εμπορικών πρακτικών.

2.   Η συνοπτική διασάφηση γίνεται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων. Επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται εμπορικές, λιμενικές ή μεταφορικές πληροφορίες, υπό τον όρον ότι περιέχουν τα απαραίτητα στοιχεία.

Σε εξαιρετικές περιστάσεις, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να δέχονται γραπτές συνοπτικές διασαφήσεις, υπό τον όρον ότι εφαρμόζουν το ίδιο επίπεδο διαχείρισης κινδύνων με το εφαρμοζόμενο στις συνοπτικές διασαφήσεις που υποβάλλονται με τη χρήση μηχανογραφικών συστημάτων.

3.   Η συνοπτική διασάφηση κατατίθεται:

α)

από το πρόσωπο που προσκομίζει τα εμπορεύματα, ή που φέρει την ευθύνη για τη μεταφορά των εμπορευμάτων, εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας· ή

β)

από οποιοδήποτε πρόσωπο είναι σε θέση να προσκομίσει τα συγκεκριμένα εμπορεύματα, ή να μεριμνήσει για την προσκόμισή τους, στην αρμόδια τελωνειακή αρχή· ή

γ)

από αντιπρόσωπο ενός από τα πρόσωπα των στοιχείων α) ή β).

4.   Το πρόσωπο της παραγράφου 3 μπορεί, αφού υποβάλει σχετικό αίτημα, να τροποποιεί ένα ή περισσότερα στοιχεία της συνοπτικής διασάφησης μετά την κατάθεσή της. Εντούτοις, δεν επιτρέπεται τροποποίηση εάν οι τελωνειακές αρχές:

α)

έχουν ήδη ενημερώσει το πρόσωπο που κατέθεσε τη συνοπτική διασάφηση ότι προτίθενται να εξετάσουν τα εμπορεύματα· ή

β)

έχουν ήδη αποφανθεί ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία είναι λανθασμένα· ή

γ)

έχουν ήδη επιτρέψει τη μετακίνηση των εμπορευμάτων».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 5α παράγραφος 2, το άρθρο 13 παράγραφος 2 εδάφιο δεύτερο, το άρθρο 36α παράγραφος 4, το άρθρο 36β παράγραφος 1, το άρθρο 182α παράγραφος 2 και το άρθρο 182δ παράγραφος 1, εφαρμόζονται από τις 11 Μαΐου 2005.

Όλες οι λοιπές διατάξεις αρχίζουν να εφαρμόζονται μετά την έναρξη ισχύος των εκτελεστικών διατάξεων βάσει των άρθρων του δευτέρου εδαφίου. Ωστόσο, η ηλεκτρονική διασάφηση και τα αυτόματα συστήματα για την εφαρμογή της διαχείρισης των κινδύνων και την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ τελωνείων εισόδου, εισαγωγής, εξαγωγής και εξόδου, όπως προβλέπεται στα άρθρα 13, 36α, 36β, 36γ, 182β, 182γ και 182δ, εισάγονται τρία έτη από την έναρξη εφαρμογής των άρθρων αυτών.

Το αργότερο δύο έτη από την έναρξη εφαρμογής των άρθρων αυτών, η Επιτροπή αξιολογεί κάθε αίτηση κράτους μέλους για την παράταση της τριετούς προθεσμίας του τρίτου εδαφίου για την ηλεκτρονική διασάφηση και αυτοματοποιημένα συστήματα για την εφαρμογή της διαχείρισης κινδύνων και την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ τελωνείων. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και προτείνει, εφόσον ενδείκνυται, την παράταση της τριετούς προθεσμίας του τρίτου εδαφίου.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 13 Απριλίου 2005.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. P. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. SCHMIT


(1)  ΕΕ C 110 της 30.4.2004, σ. 72.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 20 Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 29 Νοεμβρίου 2004 (ΕΕ C 38 E της 15.2.2005, σ. 36) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23 Φεβρουαρίου 2005 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(4)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2004, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2004, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1»


4.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 117/20


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 649/2005/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Απριλίου 2005

σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1419/1999/ΕΚ για τη θέσπιση κοινοτικής δράσης όσον αφορά την εκδήλωση «Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης» για τα έτη 2005 έως 2019

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 151,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση αριθ. 1419/1999/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, για τη θέσπιση κοινοτικής δράσης όσον αφορά την εκδήλωση «Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης» για το διάστημα 2005 έως 2019 (3), σκοπό έχει να προβάλει τον πλούτο, την ποικιλομορφία και τα κοινά χαρακτηριστικά των ευρωπαϊκών πολιτισμών και να συμβάλει στη βελτίωση της αμοιβαίας γνωριμίας μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών.

(2)

Το παράρτημα Ι της απόφασης αριθ. 1419/1999/ΕΚ προβλέπει τη χρονολογική σειρά σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλουν υποψηφιότητες για την εκδήλωση αυτή. Το παράρτημα αυτό περιορίζεται στα κράτη μέλη κατά την έκδοση της απόφασης στις 25 Μαΐου 1999.

(3)

Το άρθρο 6 της απόφασης αριθ. 1419/1999/ΕΚ προβλέπει τη δυνατότητα αναθεώρησης της απόφασης αυτής, ιδίως ενόψει της μελλοντικής διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Λαμβανομένης υπόψη της διεύρυνσης του 2004, έχει σημασία να δοθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα η δυνατότητα στα νέα κράτη μέλη να υποβάλουν επίσης υποψηφιότητες στο πλαίσιο της εκδήλωσης «Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης», χωρίς να μεταβληθεί η προβλεπόμενη σειρά για τα λοιπά κράτη μέλη, έτσι ώστε, από το 2009 και έως το τέλος της παρούσας κοινοτικής δράσης, να μπορούν να επιλέγονται κάθε χρόνο δύο πρωτεύουσες στα κράτη μέλη.

(5)

Είναι επομένως σκόπιμο να τροποποιηθεί η απόφαση αριθ. 1419/1999/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση αριθ. 1419/1999/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη:

«(12α)

Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές επιπτώσεις της παρούσας απόφασης κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής και ενδεδειγμένη κοινοτική χρηματοδότηση για τον ορισμό δύο “Πολιτιστικών πρωτευουσών της Ευρώπης”».

2.

Το άρθρο 2 παράγραφος 1, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

1.   «Πόλεις των κρατών μελών ορίζονται “Πολιτιστικές πρωτεύουσες της Ευρώπης” εκ περιτροπής, σύμφωνα με τον κατάλογο του παραρτήματος Ι. Έως και το έτος 2008 επιλέγεται μία πόλη κράτους μέλους από τον εν λόγω κατάλογο. Από το έτος 2009 και εξής ορίζεται μία πόλη από κάθε κράτος μέλος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο. Η χρονολογική σειρά που προβλέπεται στο παράρτημα Ι μπορεί να τροποποιηθεί με κοινή συμφωνία των ενδιαφερομένων κρατών μελών. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει με τη σειρά του την υποψηφιότητα μιας ή περισσότερων πόλεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών. Η εν λόγω υποβολή της υποψηφιότητας πραγματοποιείται τουλάχιστον τέσσερα χρόνια πριν από την έναρξη της εκδήλωσης και μπορεί να συνοδεύεται από σύσταση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους».

3.

Το παράρτημα Ι αντικαθίσταται από το κείμενο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Μαΐου 2004.

Στρασβούργο, 13 Απριλίου 2005.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. P. BORRELL FONTELLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. SCHMIT


(1)  ΕΕ C 121 της 30.4.2004, σ. 15.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 21 Οκτωβρίου 2004 (ΕΕ C 25 Ε της 1.2.2005, σ. 41) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 166 της 1.7.1999, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Σειρά υποβολής υποψηφιοτήτων για την «Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης»

2005

Ιρλανδία

 

2006

Ελλάδα (1)

 

2007

Λουξεμβούργο

 

2008

Ηνωμένο Βασίλειο

 

2009

Αυστρία

Λιθουανία

2010

Γερμανία

Ουγγαρία

2011

Φινλανδία

Εσθονία

2012

Πορτογαλία

Σλοβενία

2013

Γαλλία

Σλοβακία

2014

Σουηδία

Λεττονία

2015

Βέλγιο

Τσεχική Δημοκρατία

2016

Ισπανία

Πολωνία

2017

Δανία

Κύπρος

2018

Κάτω Χώρες (1)

Μάλτα

2019

Ιταλία

 


(1)  Το Συμβούλιο Πολιτιστικών θεμάτων/Οπτικοακουστικού τομέα σημείωσε, κατά τη συνεδρίασή του στις 28 Μαΐου 1998, την αμοιβαία αλλαγή θέσεων στη χρονολογική σειρά μεταξύ της Ελλάδας και των Κάτω Χωρών σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης αριθ. 1419/1999/ΕΚ.


Διορθωτικά

4.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 117/22


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 870/2004 του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για τη διατήρηση, τον χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/94

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 162 της 30ής Απριλίου 2004 )

Στο εξώφυλλο, στη σελίδα 18 στον τίτλο και στη σελίδα 23, η ημερομηνία έκδοσης:

αντί:

«24 Απριλίου 2004»,

διάβαζε:

«26 Απριλίου 2004».


4.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 117/22


Διορθωτικό στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1590/2004 του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος για τη διατήρηση, τον χαρακτηρισμό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/94

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 304 της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 )

Δεδομένου ότι το κείμενο του παρόντος κανονισμού έχει ήδη δημοσιευθεί ως κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 870/2004 (ΕΕ L 162 της 30.4.2004, σ. 18), η δεύτερη δημοσίευση, στην Επίσημη Εφημερίδα L 304 της 30ής Σεπτεμβρίου 2004, σελίδα 1, καταργείται.