ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

47ό έτος
4 Δεκεμβρίου 2004


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2004, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2074/2004 του Συμβουλίου, της 29ης Νοεμβρίου 2004, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μηχανισμών με δακτυλίους για το δέσιμο φύλλων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

11

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2075/2004 της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

23

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2076/2004 της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, για την πρώτη προσαρμογή του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα λιπάσματα (EDDHSA και υπερφωσφορικό τριπλό) ( 1 )

25

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2077/2004 της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σε ό,τι αφορά τη χρήση των μέσων επεξεργασίας

28

 

*

Οδηγία 2004/106/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2004, για την τροποποίηση των οδηγιών 77/799/EOK όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων, ορισμένων ειδικών φόρων κατανάλωσης και των φόρων επί των ασφαλίστρων και 92/12/ΕΟΚ σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης

30

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Συμβούλιο

 

*

2004/828/ΕΚ:Απόφαση του Συμβουλίου, της 2ας Νοεμβρίου 2004, σχετικά με την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, καθώς και την έγκριση και υπογραφή της κοινής δήλωσης προθέσεων που τη συνοδεύει

32

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

33

Κοινή δήλωση προθέσεων

46

 

*

2004/829/ΕΚ:Απόφαση του Συμβουλίου, της 29ης Νοεμβρίου 2004, για το διορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους από την Ισπανία στην Επιτροπή των Περιφερειών

54

 

 

Επιτροπή

 

*

2004/830/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 18ης Οκτωβρίου 2004, για την περάτωση της επανεξέτασης με ταχείες διαδικασίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2164/98 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

55

 

*

2004/831/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, για την τροποποίηση της απόφασης 2003/526/ΕΚ για μέτρα ελέγχου της κλασικής πανώλης των χοίρων στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, Γερμανία και στη Σλοβακία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4506]  ( 1 )

61

 

*

2004/832/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, για την έγκριση των σχεδίων για την εξάλειψη της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους και τον επείγοντα εμβολιασμό των αγριόχοιρων στην περιοχή των βορείων Βοσγίων της Γαλλίας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4538]  ( 1 )

62

 

 

Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

 

*

Απόφαση 2004/833/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2004, για την εφαρμογή της κοινής δράσης 2002/589/ΚΕΠΠΑ ενόψει της συμβολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ECOWAS στα πλαίσια του μορατόριουμ για τα όπλα και τον ελαφρύ οπλισμό

65

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Νοεμβρίου 2004

για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απάτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση οδηγεί σε σημαντικές εθνικές δημοσιονομικές απώλειες και δύναται να προκαλέσει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού κατά την κυκλοφορία προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Ως εκ τούτου, επηρεάζει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(2)

Η καταπολέμηση της απάτης όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των διοικητικών αρχών που είναι επιφορτισμένες σε κάθε ένα από τα κράτη μέλη με την εφαρμογή των μέτρων που έχουν θεσπισθεί στο συγκεκριμένο τομέα.

(3)

Είναι, συνεπώς, σκόπιμο να καθορισθούν οι κανόνες σύμφωνα με τους οποίους οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών πρέπει να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή και να συνεργάζονται με την Επιτροπή, ώστε να διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή των ρυθμίσεων που διέπουν την κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης καθώς και την είσπραξη των εν λόγω φόρων.

(4)

Η αμοιβαία συνδρομή και η διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης διέπονται από την οδηγία 77/799/EOK του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1977, σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων, ορισμένων ειδικών φόρων κατανάλωσης και των φόρων επί των ασφαλίστρων (3). Η αμοιβαία συνδρομή και η διοικητική συνεργασία στον τομέα του ΦΠΑ διέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 (4).

(5)

Η εν λόγω νομική πράξη αποδείχθηκε αποτελεσματική μέχρι τώρα, αλλά δεν επαρκεί πλέον για την αντιμετώπιση των νέων αναγκών όσον αφορά τη διοικητική συνεργασία που προκύπτουν από την όλο και μεγαλύτερη ολοκλήρωση των οικονομιών εντός της εσωτερικής αγοράς.

(6)

Εξάλλου, η οδηγία 92/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης (5), καθιέρωσε ορισμένα μέσα ανταλλαγής πληροφοριών. Οι σχετικές διαδικασίες θα πρέπει να καθορισθούν στο πλαίσιο γενικού νομικού μέσου για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(7)

Θεωρήθηκε εξάλλου αναγκαίο να προβλεφθούν σαφέστεροι και περισσότερο δεσμευτικοί κανόνες για τη ρύθμιση της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών, δεδομένου ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις όλων των ενδιαφερομένων μερών δεν ρυθμίζονται επαρκώς.

(8)

Δεν πραγματοποιούνται επαρκείς απευθείας επαφές μεταξύ τοπικών ή εθνικών υπηρεσιών καταπολέμησης της απάτης, επειδή τον κανόνα αποτελεί η επικοινωνία μεταξύ κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης. Η κατάσταση αυτή συνεπάγεται ταυτόχρονα περιορισμένη αποτελεσματικότητα, μικρή χρησιμοποίηση του συστήματος διοικητικής συνεργασίας και υπερβολική καθυστέρηση όσον αφορά την ανακοίνωση των πληροφοριών. Είναι σκόπιμο, συνεπώς, να προβλεφθούν αμεσότερες επαφές μεταξύ διοικητικών υπηρεσιών, ώστε η συνεργασία να βελτιωθεί και να καταστεί ταχύτερη.

(9)

Χρειάζεται επίσης στενότερη συνεργασία, εφόσον, εκτός από τον έλεγχο της κυκλοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 15β της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, πραγματοποιούνται ελάχιστες αυτόματες ή αυθόρμητες ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών. Θα πρέπει, επίσης, να εντατικοποιηθούν και να επιταχυνθούν οι ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ εθνικών διοικήσεων καθώς και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής, ώστε να καταπολεμηθεί αποτελεσματικότερα η απάτη.

(10)

Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να συνταχθεί για τον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης μια ειδική πράξη που θα περιλαμβάνει τις διατάξεις της οδηγίας 77/799/EOK όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα. Το εν λόγω κείμενο θα πρέπει επίσης να εστιάζεται στους τομείς όπου η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών είναι δυνατόν να βελτιωθεί μέσω της καθιέρωσης και βελτίωσης των συστημάτων διάδοσης των πληροφοριών όσον αφορά την κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης. Η πράξη αυτή θα ισχύει υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής της σύμβασης της 18ης Δεκεμβρίου 1997 περί αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασίας μεταξύ διοικήσεων (6).

(11)

Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τα λοιπά κοινοτικά μέτρα που συμβάλλουν στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(12)

Ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει και διευκρινίζει τις ρυθμίσεις που περιέχονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ, οι οποίες αποσκοπούν στη διευκόλυνση της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Οι ρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνουν το μητρώο των σχετικών επιχειρήσεων και των χώρων και το σύστημα ελέγχου της κυκλοφορίας. Επίσης, ο παρών κανονισμός προβλέπει τη θέση σε εφαρμογή ενός συστήματος προηγούμενης παροχής πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών.

(13)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει ορισμένα δικαιώματα και ορισμένες υποχρεώσεις που προβλέπονται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7), να περιορισθούν ώστε να διασφαλίζονται τα συμφέροντα που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας.

(14)

Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (8).

(15)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η απλούστευση και η ενίσχυση της διοικητικής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών, η οποία απαιτεί εναρμονισμένη προσέγγιση, δεν δύνανται να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, και δύνανται λόγω της ομοιομορφίας και αποτελεσματικότητας που απαιτούνται, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επίσης αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη αυτού του στόχου.

(16)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

1.   Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι διοικητικές αρχές των κρατών μελών οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή της νομοθεσίας για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίζουν την τήρηση της νομοθεσίας αυτής.

Για το σκοπό αυτό, καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες που επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν όλες τις πληροφορίες που τους επιτρέπουν την ορθή εφαρμογή των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

Ο παρών κανονισμός καθορίζει, εξάλλου, τους κανόνες και τις διαδικασίες για την ανταλλαγή ορισμένων πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα, ιδίως όσον αφορά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές στον τομέα των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει την εφαρμογή στα κράτη μέλη των κανόνων αμοιβαίας συνδρομής επί ποινικών θεμάτων. Ισχύει επίσης υπό την επιφύλαξη της εκτέλεσης οιασδήποτε υποχρέωσης σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή που απορρέει από άλλες νομικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων διμερών ή πολυμερών συμφωνιών.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

«αρμόδια αρχή»: η αρχή η οποία ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1·

2)

«αιτούσα αρχή»: η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης κράτους μέλους ή κάθε υπηρεσία διασύνδεσης ή αρμόδιος υπάλληλος του εν λόγω κράτους μέλους που διατυπώνει αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

3)

«αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση»: η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης κράτους μέλους ή κάθε υπηρεσία διασύνδεσης ή αρμόδιος υπάλληλος του εν λόγω κράτους μέλους που λαμβάνει την αίτηση συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής·

4)

«κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης»: η υπηρεσία που έχει ορισθεί βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 3, με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας·

5)

«υπηρεσία διασύνδεσης»: κάθε υπηρεσία εκτός της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, με ειδική εδαφική αρμοδιότητα ή εξειδικευμένη επιχειρησιακή ευθύνη, η οποία έχει ορισθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 για να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού·

6)

«αρμόδιος υπάλληλος»: κάθε υπάλληλος που μπορεί να ανταλλάσσει απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού για τις οποίες έχει εξουσιοδοτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5·

7)

«υπηρεσία ειδικών φόρων κατανάλωσης»: κάθε υπηρεσία στην οποία μπορούν να ολοκληρώνονται ορισμένες από τις διατυπώσεις που προβλέπονται από τους κανόνες για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης·

8)

«περιστασιακή αυτόματη ανταλλαγή»: η συστηματική και χωρίς προηγούμενη αίτηση ανακοίνωση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος, μόλις οι πληροφορίες αυτές καθίστανται διαθέσιμες·

9)

«τακτική αυτόματη ανταλλαγή»: η συστηματική και χωρίς προηγούμενη αίτηση ανακοίνωση προκαθορισμένων πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος, ανά τακτά και εκ των προτέρων καθορισμένα διαστήματα·

10)

«αυθόρμητη ανταλλαγή»: η περιστασιακή και χωρίς προηγούμενη αίτηση ανακοίνωση πληροφοριών σε άλλο κράτος μέλος·

11)

«αυτοματοποιημένο σύστημα»: το αυτοματοποιημένο σύστημα παρακολούθησης της κυκλοφορίας των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης που προβλέπεται από την απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9)·

12)

«πρόσωπο»:

α)

φυσικό πρόσωπο·

β)

νομικό πρόσωπο, ή

γ)

εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων, στην οποία αναγνωρίζεται η ικανότητα, να διενεργεί νομικές πράξεις χωρίς όμως να έχει το νομικό καθεστώς νομικού προσώπου·

13)

«με ηλεκτρονικά μέσα»: η χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού επεξεργασίας (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και αποθήκευσης δεδομένων και η χρησιμοποίηση καλωδιακής ή ασύρματης σύνδεσης, οπτικών μέσων ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων·

14)

«αριθμός αναγνώρισης»: ο αριθμός που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού·

15)

«αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ»: ο αριθμός που προβλέπεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (10)·

16)

«ενδοκοινοτική κυκλοφορία προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης»: η κυκλοφορία μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο πλαίσιο του καθεστώτος αναστολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης κατά την έννοια του τίτλου ΙΙΙ της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ ή προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία έχουν παραδοθεί στην κατανάλωση κατά την έννοια των άρθρων 7 έως 10 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ·

17)

«διοικητική έρευνα»: όλοι οι έλεγχοι, οι επαληθεύσεις και οι άλλες ενέργειες που διεξάγονται από τους αρμόδιους υπαλλήλους ή τις αρμόδιες αρχές κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της νομοθεσίας για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης·

18)

«δίκτυο CCN/CSI»: το κοινό σύστημα που βασίζεται στο κοινό δίκτυο επικοινωνίας (CCN) και η κοινή διασύνδεση των συστημάτων (CSI), που αναπτύχθηκαν από την Κοινότητα για να εξασφαλισθούν όλες οι διαβιβάσεις με ηλεκτρονικά μέσα που πραγματοποιούνται μεταξύ των αρμοδίων αρχών στον τελωνειακό και το φορολογικό τομέα·

19)

«ειδικοί φόροι κατανάλωσης»: οι φόροι που υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένων των φόρων για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια δυνάμει της οδηγίας 2003/96/ΕΚ (11).

20)

«ΣΔΕ»: το έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ·

21)

«ΑΣΔΕ»: το έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ.

Άρθρο 3

1.   Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στα λοιπά κράτη μέλη και στην Επιτροπή την αρμόδια αρχή που ορίζεται ως η αρχή εξ ονόματος της οποίας εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, άμεσα ή με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων.

2.   Κάθε κράτος μέλος καθορίζει μια κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης στην οποία ανατίθεται η κύρια ευθύνη για τις επαφές με τα λοιπά κράτη μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας. Ενημερώνει επ’ αυτού την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

3.   Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης έχει την κύρια ευθύνη για τις ανταλλαγές πληροφοριών σχετικά με την κυκλοφορία προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και, ιδίως, έχει την κύρια ευθύνη:

α)

για τις ανταλλαγές δεδομένων που αποθηκεύονται στο ηλεκτρονικό μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 22·

β)

για το σύστημα προηγούμενης παροχής πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 23·

γ)

για τις αιτήσεις ελέγχου με προορισμό ή με προέλευση τα λοιπά κράτη μέλη, που προβλέπονται στο άρθρο 24.

4.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μπορεί επιπλέον να ορίζει υπηρεσίες διασύνδεσης διαφορετικές από την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, οι οποίες θα είναι αρμόδιες για την άμεση ανταλλαγή πληροφοριών βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε ο κατάλογος των εν λόγω υπηρεσιών να ενημερώνεται και να τίθεται στη διάθεση των κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών.

5.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους μπορεί επιπλέον να ορίζει, υπό τις προϋποθέσεις που η ίδια καθορίζει, τους αρμόδιους υπαλλήλους, που μπορούν να ανταλλάσσουν απευθείας πληροφορίες βάσει του παρόντος κανονισμού. Όταν ενεργεί με τον τρόπο αυτό, δύναται να περιορίζει την εμβέλεια της εν λόγω ανάθεσης εξουσιών. Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης είναι υπεύθυνη για την ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου υπαλλήλων και τον θέτει στη διάθεση των κεντρικών υπηρεσιών διασύνδεσης των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών.

6.   Οι υπάλληλοι που ανταλλάσσουν πληροφορίες δυνάμει των άρθρων 11 και 13 θεωρούνται ως οι αρμόδιοι για το σκοπό αυτό υπάλληλοι, σύμφωνα με τους όρους που ορίζουν οι αρμόδιες αρχές.

7.   Όταν υπηρεσίες διασύνδεσης ή αρμόδιοι υπάλληλοι διατυπώνουν ή λαμβάνουν αιτήσεις συνδρομής ή απαντήσεις σε τέτοιες αιτήσεις, ενημερώνουν την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους στο οποίο υπάγονται υπό τους όρους που αυτό έχει καθορίσει.

8.   Όταν μια υπηρεσία διασύνδεσης ή ένας αρμόδιος υπάλληλος παραλαμβάνει αιτήσεις συνδρομής που συνεπάγονται δράση εκτός του εδαφικού ή του επιχειρησιακού χώρου του, τις διαβιβάζει αμέσως στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται και ενημερώνει σχετικά την αιτούσα αρχή. Στην περίπτωση αυτή, το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στο άρθρο 8 άρχεται από την επόμενη ημέρα της διαβίβασης της αίτησης συνδρομής στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης.

Άρθρο 4

1.   Η προβλεπόμενη από τον παρόντα κανονισμό υποχρέωση συνδρομής δεν αφορά την παροχή πληροφοριών ή εγγράφων που έχουν περιέλθει στις διοικητικές αρχές τις οποίες αναφέρει το άρθρο 1 κατόπιν αδείας ή αιτήσεως της δικαστικής αρχής.

2.   Ωστόσο, όταν αρμόδια αρχή έχει σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο την εξουσία να γνωστοποιήσει τις πληροφορίες τις οποίες αναφέρει η παράγραφος 1, τότε οι πληροφορίες αυτές μπορούν να γνωστοποιούνται ως μέρος της διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Κάθε γνωστοποίηση του είδους αυτού πρέπει να έχει προηγουμένως την άδεια της δικαστικής αρχής, εάν μια τέτοια άδεια απαιτείται από το εθνικό δίκαιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΣΕΩΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Αίτηση για παροχή πληροφοριών και για διοικητικές έρευνες

Άρθρο 5

1.   Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ανακοινώνει τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 1, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν μια ή περισσότερες συγκεκριμένες περιπτώσεις.

2.   Για το σκοπό της διαβίβασης των πληροφοριών οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, προβαίνει, εάν συντρέχει λόγος, στις αναγκαίες διοικητικές έρευνες για να αποκτήσει τις πληροφορίες αυτές.

3.   Η αίτηση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα διεξαγωγής συγκεκριμένης διοικητικής έρευνας. Εάν το κράτος μέλος αποφασίσει ότι δεν απαιτείται διοικητική έρευνα, ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους που οδήγησαν στην εν λόγω απόφαση.

4.   Για την απόκτηση των επιζητουμένων πληροφοριών ή για τη διεξαγωγή της αιτηθείσας διοικητικής έρευνας, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή η διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία παρέπεμψε το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή κατ’ αίτηση άλλης αρχής του δικού της κράτους μέλους.

Άρθρο 6

Οι αιτήσεις για παροχή πληροφοριών και διεξαγωγή διοικητικών ερευνών βάσει του άρθρου 5 διαβιβάζονται, εφόσον είναι δυνατόν, μέσω υποδείγματος εντύπου, το οποίο θεσπίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2. Υπό τις συνθήκες, ωστόσο, που αναφέρονται στο άρθρο 24, το ομοιόμορφο έγγραφο ελέγχου της κυκλοφορίας προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, που προβλέπεται στο άρθρο 24 παράγραφος 2, αποτελεί απλουστευμένη μορφή αίτησης για παροχή πληροφοριών.

Άρθρο 7

1.   Κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση διαβιβάζει σ’ αυτή υπό μορφή εκθέσεων, βεβαιώσεων ή άλλων εγγράφων ή επικυρωμένων αντιγράφων ή αποσπασμάτων αυτών, όλες τις σχετικές πληροφορίες που διαθέτει καθώς και τα αποτελέσματα των διοικητικών ερευνών.

2.   Η παροχή πρωτότυπων εγγράφων πραγματοποιείται μόνον εφόσον οι διατάξεις οι ισχύουσες στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν αντίκεινται σ’ αυτή.

ΤΜΗΜΑ 2

Προθεσμία παροχής πληροφοριών

Άρθρο 8

Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει τις πληροφορίες τις οποίες αναφέρουν τα άρθρα 5 και 7 το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.

Άρθρο 9

Για ορισμένες ειδικές κατηγορίες περιπτώσεων, η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορούν να συμφωνούν μεταξύ τους διαφορετικές προθεσμίες από εκείνες που προβλέπονται από το άρθρο 8.

Άρθρο 10

Σε περίπτωση που η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αίτηση εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους που την εμποδίζουν να τηρήσει την εν λόγω προθεσμία και δηλώνει πότε θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο αίτημα.

ΤΜΗΜΑ 3

Παρουσία στα γραφεία των διοικητικών υπηρεσιών και συμμετοχή στις διοικητικές έρευνες

Άρθρο 11

1.   Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει η τελευταία, υπάλληλοι εξουσιοδοτημένοι από την αιτούσα αρχή δύνανται, για τους σκοπούς της ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται από το άρθρο 1, να είναι παρόντες στα γραφεία στα οποία εκτελούν τα καθήκοντά τους οι διοικητικές αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Στην περίπτωση που οι αιτούμενες πληροφορίες περιέχονται σε έγγραφα στα οποία έχουν πρόσβαση οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, στους υπαλλήλους της αιτούσας αρχής παρέχονται αντίγραφα των εγγράφων που περιέχουν τις αιτούμενες πληροφορίες.

2.   Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και σύμφωνα με διαδικασία που καθορίζει η τελευταία, υπάλληλοι οριζόμενοι από την αιτούσα αρχή δύνανται να είναι παρόντες κατά τις διοικητικές έρευνες για τους σκοπούς της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 1. Οι διοικητικές έρευνες διεξάγονται αποκλειστικά από τους υπαλλήλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής δεν ασκούν τις εξουσίες ελέγχου που έχουν ανατεθεί στους υπαλλήλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Δύνανται, ωστόσο, να έχουν πρόσβαση στους ίδιους χώρους και στα ίδια έγγραφα με αυτούς, με τη διαμεσολάβησή τους και για τις ανάγκες της διεξαγόμενης διοικητικής έρευνας και μόνον.

3.   Οι υπάλληλοι της αιτούσας αρχής που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, δύνανται να επιδεικνύουν ανά πάσα στιγμή γραπτή εξουσιοδότηση στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία ταυτότητας και η επίσημη ιδιότητά τους.

ΤΜΗΜΑ 4

Ταυτόχρονοι έλεγχοι

Άρθρο 12

Για το σκοπό της ανταλλαγής των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη δύνανται να συμφωνήσουν να διενεργήσουν στα αντίστοιχα εδάφη τους ταυτόχρονους ελέγχους της κατάστασης όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, ενός ή περισσοτέρων προσώπων που παρουσιάζουν κοινό ή συμπληρωματικό ενδιαφέρον, κάθε φορά που οι έλεγχοι αυτοί κρίνονται αποτελεσματικότεροι από τους ελέγχους που διεξάγονται σε ένα μόνο κράτος μέλος.

Άρθρο 13

1.   Ένα κράτος μέλος καθορίζει κατά τρόπο ανεξάρτητο τα πρόσωπα τα οποία προτίθεται να προτείνει τη διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου. Η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή των άλλων οικείων κρατών μελών τις περιπτώσεις που προτείνεται να αποτελέσουν το αντικείμενο ταυτόχρονων ελέγχων. Αιτιολογεί την επιλογή αυτή, κατά το βαθμό που είναι δυνατόν, παρέχοντας τις πληροφορίες που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Προσδιορίζει τη χρονική περίοδο κατά την οποία θα πρέπει να διεξαχθούν οι έλεγχοι αυτοί.

2.   Τα οικεία κράτη μέλη αποφασίζουν τότε αν επιθυμούν να συμμετάσχουν στους ταυτόχρονους ελέγχους. Η αρμόδια αρχή μόλις λάβει την πρόταση για διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου, επιβεβαιώνει στην αντίστοιχη αρχή την αποδοχή ή την αιτιολογημένη απόρριψη του αιτήματος διενέργειας του συγκεκριμένου ελέγχου.

3.   Κάθε αρμόδια αρχή ορίζει αντιπρόσωπο υπεύθυνο για την εποπτεία και το συντονισμό της επιχείρησης ελέγχου.

4.   Έπειτα από ταυτόχρονο έλεγχο, οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν, αμελλητί, τις υπηρεσίες διασύνδεσης για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης των άλλων κρατών μελών για τους μηχανισμούς απάτης που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια αυτού του ταυτόχρονου ελέγχου, όταν κρίνεται ότι οι πληροφορίες αυτές παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για άλλα κράτη μέλη. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης να ενημερώνουν την Επιτροπή.

ΤΜΗΜΑ 5

Αίτηση για κοινοποίηση διοικητικών αποφάσεων και μέτρων

Άρθρο 14

Ύστερα από αίτηση της αιτούσας αρχής, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει παρόμοιες κοινοποιήσεις που ισχύουν στο κράτος μέλος προελεύσεώς της, κοινοποιεί στον παραλήπτη όλες τις διοικητικές αποφάσεις και μέτρα που έχουν ληφθεί από τις διοικητικές αρχές του αιτούντος κράτους μέλους όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, εξαιρουμένων εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 5 της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1976, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα (12).

Άρθρο 15

Η αίτηση κοινοποίησης, με την οποία επισημαίνεται το αντικείμενο της προς κοινοποίηση απόφασης ή μέτρου, περιλαμβάνει το όνομα, τη διεύθυνση και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητας του παραλήπτη.

Άρθρο 16

Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει, αμελλητί, την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίνεται στην αίτηση κοινοποίησης και κοινοποιεί ειδικότερα, την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή το μέτρο διαβιβάσθηκε στον παραλήπτη, ή τους λόγους τυχόν αδυναμίας διαβίβασης. Αίτηση δεν μπορεί να απορρίπτεται λόγω του περιεχομένου της απόφασης ή του μέτρου που πρόκειται να κοινοποιηθεί.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΙΤΗΣΗ

Άρθρο 17

Με την επιφύλαξη του κεφαλαίου IV, η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους προβαίνει σε περιστασιακή αυτόματη ή τακτική αυτόματη ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 1 με την αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

1)

όταν διαπράχθηκε ή ενδέχεται να διαπράχθηκε παρατυπία ή παράβαση της νομοθεσίας για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο άλλο κράτος μέλος·

2)

όταν διαπράχθηκε ή ενδέχεται να διαπράχθηκε παρατυπία ή παράβαση της νομοθεσίας για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο έδαφος κράτους μέλους με ενδεχόμενες προεκτάσεις σε άλλο κράτος μέλος·

3)

όταν υφίσταται κίνδυνος απάτης ή απώλεια εσόδων του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 18

Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2, καθορίζονται:

1)

οι ακριβείς κατηγορίες πληροφοριών που θα αποτελέσουν αντικείμενο ανταλλαγής·

2)

η συχνότητα της ανταλλαγής·

3)

οι πρακτικές ρυθμίσεις της ανταλλαγής των εν λόγω πληροφοριών.

Κάθε κράτος μέλος καθορίζει κατά πόσο θα λάβει μέρος στην ανταλλαγή συγκεκριμένης κατηγορίας πληροφοριών καθώς και κατά πόσον αυτό θα πρέπει να γίνεται με τακτική αυτόματη ή με περιστασιακή αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών.

Άρθρο 19

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται, σε κάθε περίπτωση, να γνωστοποιούν η μία στην άλλη, χωρίς προηγούμενη αίτηση και αυτεπαγγέλτως, τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 1 και τις οποίες γνωρίζουν.

Άρθρο 20

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα διοικητικά και οργανωτικά μέτρα που θεωρούν αναγκαία για τη διευκόλυνση των ανταλλαγών που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο.

Άρθρο 21

Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου, κράτος μέλος δεν είναι δυνατόν να υποχρεωθεί να επιβάλλει νέες υποχρεώσεις σε πρόσωπα σχετικά με τη συγκέντρωση των πληροφοριών ούτε να επιφορτισθεί με δυσανάλογο διοικητικό φόρτο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΕΙΔΙΚΑ ΤΙΣ ΕΝΔΟΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ

Άρθρο 22

1.   Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει τα ακόλουθα μητρώα:

α)

μητρώο των προσώπων που έχουν την ιδιότητα εγκεκριμένου αποθηκευτή ή εγγεγραμμένου επαγγελματία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης κατά την έννοια του άρθρου 4 στοιχεία α) και δ) της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ·

β)

μητρώο των χώρων που είναι εγκεκριμένοι ως φορολογικές αποθήκες.

2.   Τα μητρώα περιέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες, που τίθενται στη διάθεση των λοιπών κρατών μελών:

α)

τον αριθμό αναγνώρισης που εκδίδει η αρμόδια αρχή όσον αφορά το πρόσωπο και τους χώρους·

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου και των χώρων·

γ)

την κατηγορία και τη συνδυασμένη ονοματολογία, σχετικά με τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, των προϊόντων που δύνανται να αποθηκευτούν ή να παραληφθούν από το πρόσωπο ή που δύνανται να αποθηκευτούν ή να παραληφθούν στους χώρους·

δ)

τα στοιχεία της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης ή της υπηρεσίας ειδικών φόρων κατανάλωσης από την οποία είναι δυνατό να ληφθούν άλλες πληροφορίες·

ε)

την ημερομηνία έκδοσης, τροποποίησης και, κατά περίπτωση, την ημερομηνία λήξης της ισχύος της άδειας ως εγκεκριμένου αποθηκευτή ή ως εγγεγραμμένου επαγγελματία·

στ)

τις αναγκαίες πληροφορίες για την αναγνώριση της ταυτότητας των προσώπων που έχουν αναλάβει τις υποχρεώσεις κατά την έννοια του άρθρου 15 παράγραφος 3 της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ·

ζ)

τις αναγκαίες πληροφορίες για την αναγνώριση των προσώπων που παρεμβαίνουν περιστασιακά κατά την κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, στις περιπτώσεις που οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες.

3.   Κάθε εθνικό μητρώο τίθεται, αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς εφαρμογής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, στη διάθεση των αρμοδίων αρχών των άλλων κρατών μελών.

4.   Η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης ή οποιαδήποτε υπηρεσία διασύνδεσης εκάστου κράτους μέλους εξασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που ενέχονται στην ενδοκοινοτική κυκλοφορία προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, μπορούν να λαμβάνουν επιβεβαίωση των πληροφοριών που κατέχονται βάσει του παρόντος άρθρου.

5.   Τα λεπτομερή στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2, οι λεπτομερείς ρυθμίσεις τήρησης και ενημέρωσης των μητρώων, οι εναρμονισμένες προδιαγραφές για την καταχώριση των αριθμών αναγνώρισης και συγκέντρωσης των αναγκαίων πληροφοριών για την αναγνώριση των προσώπων και των χώρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και ο τρόπος της θέσης στη διάθεση όλων των κρατών μελών των μητρώων που αναφέρεται στην παράγραφο 3, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2.

6.   Όταν η αναγνώριση της ταυτότητας εγγεγραμμένου επαγγελματία μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, εφαρμόζεται προς τούτο το άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003.

Άρθρο 23

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή ηλεκτρονικό σύστημα προηγούμενης παροχής πληροφοριών που επιτρέπει στην κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης ή σε οποιαδήποτε υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους αναχώρησης των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, να διαβιβάζει μήνυμα ενημέρωσης ή προειδοποίησης στην υπηρεσία διασύνδεσης του κράτους μέλους προορισμού, μόλις η εν λόγω υπηρεσία διασύνδεσης έχει στην κατοχή της τις πληροφορίες του ΣΔΕ, και το αργότερο τη στιγμή αναχώρησης των προϊόντων. Στο πλαίσιο της εν λόγω ανταλλαγής πληροφοριών, πραγματοποιείται ανάλυση κινδύνων βασισμένη στις πληροφορίες του ΣΔΕ, πριν από την αποστολή μηνύματος, και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, μετά την παραλαβή του.

2.   Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται καθώς και ο τρόπος ανταλλαγής πληροφοριών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2.

Άρθρο 24

1.   Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5, κατά τη διάρκεια κυκλοφορίας προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης ή μετά την εν λόγω κυκλοφορία, η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από την κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης ή την υπηρεσία διασύνδεσης άλλου κράτους μέλους. Για τους σκοπούς της εν λόγω ανταλλαγής πληροφοριών, πραγματοποιείται ανάλυση κινδύνων, βασισμένη στις πληροφορίες του ΣΔΕ ή του ΑΣΔΕ, πριν από την αποστολή αίτησης, και εφόσον κρίνεται αναγκαίο, μετά την παραλαβή της αίτησης.

2.   Η ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται μέσω ομοιόμορφου εγγράφου ελέγχου της πραγματοποιούμενης κυκλοφορίας. Ο τύπος και το περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου καθώς και ο τρόπος ανταλλαγής πληροφοριών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2.

3.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο αποστολέας των προϊόντων υποκείμενων σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης μπορούν να παρέχουν συνδρομή, χρησιμοποιώντας το έγγραφο που προβλέπεται στην παράγραφο 2, σε περίπτωση που ο εν λόγω αποστολέας δεν κατορθώσει να παραλάβει το αντίτυπο αριθ. 3 του ΣΔΕ ή του ΑΣΔΕ και εφόσον ο εν λόγω αποστολέας έχει εξαντλήσει όλα τα άλλα διαθέσιμα μέσα ώστε να λάβει απόδειξη ότι έχει λήξει η κυκλοφορία των προϊόντων. Σε περίπτωση που η συνδρομή αυτή παρασχεθεί, ο αποστολέας δεν απαλλάσσεται από τις φορολογικές υποχρεώσεις του.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να ανταποκριθούν σε οποιαδήποτε αίτηση που τους υποβάλλουν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους του αποστολέα κατά τη διάρκεια αυτής της συνδρομής.

Άρθρο 25

1.   Όταν η παρακολούθηση της κυκλοφορίας και των ελέγχων των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης πραγματοποιείται μέσω ηλεκτρονικού συστήματος, η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους αποθηκεύει και επεξεργάζεται τις πληροφορίες στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος.

Προκειμένου να είναι δυνατή η χρησιμοποίηση των πληροφοριών αυτών στα πλαίσια των προβλεπόμενων από τον παρόντα κανονισμό διαδικασιών, οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να διατηρούνται επί τριετία τουλάχιστον από τη λήξη του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο άρχισε η εν λόγω κυκλοφορία προϊόντος.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν, ώστε οι πληροφορίες που αρχειοθετούνται στο σύστημα να είναι ενημερωμένες, πλήρεις και ακριβείς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 26

1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξετάζουν και αξιολογούν τη λειτουργία του συστήματος διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή συγκεντρώνει στοιχεία από την εμπειρία των κρατών μελών με σκοπό τη βελτίωση της λειτουργίας αυτού του συστήματος. Προς το σκοπό αυτό, οι πληροφορίες που παρέχονται από τα κράτη μέλη δεν περιλαμβάνουν ατομικά ή προσωπικά δεδομένα.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετική με την εκ μέρους τους εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων όλων των αναγκαίων στατιστικών στοιχείων για την αξιολόγηση αυτής της εφαρμογής. Τα εν λόγω στατιστικά στοιχεία καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2, και γνωστοποιούνται μόνο στο μέτρο που είναι διαθέσιμα και που η γνωστοποίησή τους δεν είναι πιθανόν να προκαλέσει αδικαιολόγητο διοικητικό φόρτο.

3.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με τις μεθόδους και τις διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν ή υποτίθεται ότι χρησιμοποιήθηκαν για την παραβίαση της νομοθεσίας περί των ειδικών φόρων κατανάλωσης, οι οποίες επέτρεψαν να αποκαλυφθούν ανεπάρκειες ή κενά στη λειτουργία του συστήματος διοικητικής συνεργασίας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, όταν κρίνεται ότι η πληροφορία αυτή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για άλλα κράτη μέλη.

4.   Ενόψει της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας του ισχύοντος συστήματος διοικητικής συνεργασίας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, τα κράτη μέλη δύνανται να γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε άλλη διαθέσιμη πληροφορία που αναφέρεται στο άρθρο 1.

5.   Η Επιτροπή διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 στα λοιπά ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Άρθρο 27

1.   Όταν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους λαμβάνει πληροφορίες από τρίτη χώρα, αυτή η αρχή δύναται να τις διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών που ενδέχεται να ενδιαφέρονται σχετικά και, οπωσδήποτε, σε όσους διατυπώνουν σχετικό αίτημα, εφόσον αυτό επιτρέπεται δυνάμει των ρυθμίσεων που διέπουν την παροχή συνδρομής με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα. Οι πληροφορίες αυτές δύνανται επίσης να διαβιβάζονται στην Επιτροπή κάθε φορά που παρουσιάζουν ενδιαφέρον σε κοινοτικό επίπεδο.

2.   Με την επιφύλαξη ότι η ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα έχει δεσμευθεί νομικά να παρέχει την αναγκαία συνδρομή για να συγκεντρωθούν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον παράτυπο χαρακτήρα των πράξεων που φαίνεται να αντιβαίνουν προς τη νομοθεσία για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, είναι δυνατό να γνωστοποιούνται στη χώρα αυτή όλες οι πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, με τη συγκατάθεση των αρμοδίων αρχών που τις έχουν παράσχει, σύμφωνα με τις εσωτερικές τους διατάξεις όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 28

Οι γνωστοποιούμενες βάσει του παρόντος κανονισμού πληροφορίες παρέχονται, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που θεσπίζονται βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2.

Άρθρο 29

Οι αιτήσεις παροχής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων των αιτήσεων κοινοποίησης πληροφοριών και τα επισυναπτόμενα σ’ αυτές δικαιολογητικά, μπορούν να διατυπώνονται σε οποιαδήποτε γλώσσα συμφωνήσουν η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Οι εν λόγω αιτήσεις συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση, μόνο σε ειδικές περιπτώσεις όταν η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση αναφέρει μία αιτία για την οποία ζητεί αυτή τη μετάφραση.

Άρθρο 30

1.   Η αρχή κράτους μέλους στην οποία υποβάλλεται η αίτηση παρέχει στην αιτούσα αρχή άλλου κράτους μέλους τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

ο αριθμός και η φύση των αιτήσεων παροχής πληροφοριών, οι οποίες υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, δεν επιβάλλουν δυσανάλογο διοικητικό φόρτο στη αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση·

β)

η αιτούσα αρχή έχει εξαντλήσει τις συνήθεις πηγές πληροφοριών, τις οποίες θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες χωρίς να κινδυνεύει η επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.

2.   Όταν η αμοιβαία συνδρομή παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες που χαρακτηρίζονται από υπερβολικά υψηλά έξοδα, η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορούν να συμφωνούν για ειδικό τρόπο επιστροφής στις συγκεκριμένες περιπτώσεις.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει την υποχρέωση διεξαγωγής ερευνών ή της διαβίβασης πληροφοριών, όταν η νομοθεσία ή η διοικητική πρακτική του κράτους μέλους το οποίο θα έπρεπε να παράσχει τις πληροφορίες δεν παρέχουν στην αρμόδια αυτή αρχή τη δυνατότητα ούτε να διεξάγει τις έρευνες αυτές ούτε να συλλέγει ή να χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες πληροφορίες για τους κατ’ ιδίαν σκοπούς του εν λόγω κράτους μέλους.

4.   Η αρμόδια αρχή κράτους μέλους δύναται να αρνείται τη διαβίβαση πληροφοριών, όταν το κράτος μέλος που τις ζητεί δεν είναι σε θέση, για νομικούς λόγους, να παράσχει παρόμοιες πληροφορίες.

5.   Η άρνηση διαβίβασης πληροφοριών είναι δυνατή στην περίπτωση που η διαβίβαση αυτή θα οδηγούσε στην κοινολόγηση εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή εμπορικής μεθόδου ή πληροφορίας, των οποίων η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς τη δημόσια τάξη.

6.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει την αιτούσα αρχή για τους λόγους απόρριψης του αιτήματος συνδρομής. Οι κατηγορίες λόγων αυτών των αρνήσεων ανακοινώνονται επίσης στην Επιτροπή σε ετήσια βάση για στατιστικούς λόγους.

7.   Είναι δυνατό να θεσπισθεί, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 2, ένα ελάχιστο ποσό το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αίτηση συνδρομής.

Άρθρο 31

1.   Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού καλύπτονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου και τυγχάνουν της προστασίας που προβλέπεται για τέτοιου είδους πληροφορίες τόσο από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο περιήλθαν, όσον και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται στις κοινοτικές αρχές.

Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς του προσδιορισμού της φορολογητέας βάσης, για την είσπραξη και το διοικητικό έλεγχο των ειδικών φόρων κατανάλωσης, για τους ελέγχους της κυκλοφορίας των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, για την ανάλυση κινδύνων και για τις έρευνες.

Δύνανται να χρησιμοποιούνται επ’ ευκαιρία δικαστικών ή διοικητικών διαδικασιών που καταλήγουν στην ενδεχόμενη εφαρμογή κυρώσεων, που επιβάλλονται ύστερα από παραβιάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη των γενικών κανόνων και των νομικών διατάξεων που διέπουν τα δικαιώματα των κατηγορουμένων και των μαρτύρων στο πλαίσιο τέτοιων διαδικασιών.

Δύνανται, εξάλλου, να χρησιμοποιούνται για την επιβολή άλλων επιβαρύνσεων, δασμών και φόρων που καλύπτονται από το άρθρο 2 της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ.

Τα πρόσωπα που είναι δεόντως διαπιστευμένα στην αρχή πιστοποίησης της ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δύνανται να έχουν πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες μόνον εφόσον αυτή είναι αναγκαία για τη φροντίδα, τη συντήρηση και την ανάπτυξη του δικτύου CCN/CSI.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες επιτρέπει τη χρησιμοποίησή τους για άλλους σκοπούς στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής, όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση επιτρέπει τη χρησιμοποίησή τους για παρόμοιους σκοπούς.

3.   Όταν η αιτούσα αρχή κρίνει ότι οι πληροφορίες τις οποίες έλαβε από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορεί να φανούν χρήσιμες στην αρμόδια αρχή τρίτου κράτους μέλους, μπορεί να τις διαβιβάζει σ’ αυτή. Ενημερώνει σχετικά την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση δύναται να θέτει ως προϋπόθεση για τη διαβίβαση των πληροφοριών σε τρίτο κράτος μέλος την προηγούμενη συγκατάθεσή της.

4.   Τα κράτη μέλη περιορίζουν την έκταση των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 10, στο άρθρο 11 παράγραφος 1 και στα άρθρα 12 και 21 της οδηγίας 95/46/ΕΚ στο βαθμό που αυτό κρίνεται αναγκαίο για τη διασφάλιση των συμφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 13 στοιχείο ε) της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 32

Οι εκθέσεις, οι βεβαιώσεις και όλα τα λοιπά έγγραφα καθώς και τα επικυρωμένα αντίγραφα ή αποσπάσματα των εν λόγω εγγράφων, που συλλέγουν οι υπάλληλοι της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση και που διαβιβάζονται στην αιτούσα αρχή στις περιπτώσεις παροχής συνδρομής οι οποίες προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία από τα αρμόδια όργανα του κράτους μέλους της αιτούσας αρχής, όπως ακριβώς και τα αντίστοιχα έγγραφα που διαβιβάζονται από άλλη αρχή της δικής τους χώρας.

Άρθρο 33

1.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για:

α)

τη διασφάλιση καλού εσωτερικού συντονισμού μεταξύ των αρμοδίων αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 3·

β)

την καθιέρωση άμεσης συνεργασίας μεταξύ των ειδικά εξουσιοδοτημένων, για το συντονισμό αυτό, αρχών·

γ)

τη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας του συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

2.   Η Επιτροπή γνωστοποιεί, το συντομότερο δυνατό, στην αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους τις πληροφορίες που λαμβάνει και τις οποίες είναι σε θέση να παράσχει.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 34

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ειδικών φόρων κατανάλωσης που έχει συσταθεί με το άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/12/ΕΚ.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, ορίζεται σε τρεις μήνες.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 35

1.   Κάθε πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και με βάση ιδίως τις πληροφορίες που παρέχονται από τα κράτη μέλη, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπει ο παρών κανονισμός.

Άρθρο 36

1.   Όταν οι αρμόδιες αρχές συμφωνούν επί διμερών θεμάτων στους τομείς που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος κανονισμού, πλην της ρυθμίσεως μεμονωμένων περιπτώσεων, ενημερώνουν αμελλητί την Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει με την σειρά της τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

Άρθρο 37

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. ZALM


(1)  Γνώμη η οποία διατυπώθηκε την 1η Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 64.

(3)  ΕΕ L 336 της 27.12.1977, σ. 15· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/56/ΕΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 70).

(4)  ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 885/2004 (ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(6)  Πράξη του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1997 (ΕΕ C 24 της 23.1.1998, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(8)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(9)  ΕΕ L 162 της 1.7.2003, σ. 5.

(10)  ΕΕ L 145 της 13.6.1977, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/66/ΕΚ (ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 35).

(11)  ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/75/ΕΚ (ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 100).

(12)  ΕΕ L 73 της 19.3.1976, σ. 18· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/11


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2074/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 29ης Νοεμβρίου 2004

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μηχανισμών με δακτυλίους για το δέσιμο φύλλων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή, μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Τον Ιανουάριο 1997, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 119/97 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μηχανισμών με δακτυλίους για το δέσιμο φύλλων καταγωγής, μεταξύ άλλων, Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ» ή «οικεία χώρα»). Ο συντελεστής του οριστικού δασμού που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν την καταβολή δασμού, είναι 32,5 % για την World Wide Stationery Mfg («WWS»), εταιρεία στην οποία χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση και 39,4 % για όλες τις άλλες εταιρείες στην ΛΔΚ. Αυτοί οι συντελεστές δασμού εφαρμόζονταν για μηχανισμούς άλλους από αυτούς με 17 ή 23 δακτυλίους (κωδικός Taric 8305100011, 8305100012 και 8305100019), ενώ οι μηχανισμοί με 17 και 23 δακτυλίους (κωδικοί TARIC 8305100021, 8305100022 και 8305100029) υπόκεινταν σε δασμό ίσο προς τη διαφορά μεταξύ της ελάχιστης τιμής εισαγωγής 325 EUR ανά 1 000 τεμάχια και της τιμής ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν την καταβολή δασμού, εφόσον η τελευταία ήταν χαμηλότερη από την ελάχιστη τιμή εισαγωγής.

(2)

Το Σεπτέμβριο 2000, μετά από αίτηση επανεξέτασης των προαναφερθέντων μέτρων κατά της απορρόφησης του δασμού, που υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 12 του βασικού κανονισμού, οι συντελεστές δασμού που εφαρμόζονταν για μηχανισμούς άλλους από αυτούς με 17 ή 23 δακτυλίους (κωδικός Taric 8305100011, 8305100012 και 8305100019) αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2100/2000 (3) του Συμβουλίου σε 51,2 % για την εταιρεία WWS και σε 78,8 % για όλες τις άλλες εταιρείες στην ΛΔΚ.

(3)

Από τον Ιούνιο 2002 εφαρμόζονται δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικά μέτρα στις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους καταγωγής Ινδονησίας. Αυτά τα μέτρα, τα οποία δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης, επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 976/2002 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 977/2002 του Συμβουλίου της 4ης Ιουνίου 2002 (4), αντίστοιχα.

(4)

Μετά από έρευνα όσον αφορά τους ισχυρισμούς περί καταστρατηγήσεως των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 119/97 του Συμβουλίου, από τις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους που αποστέλλονται από το Βιετνάμ, τα μέτρα επεκτάθηκαν στις εισαγωγές που αποστέλλονται από το Βιετνάμ με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1208/2004 (5) του Συμβουλίου.

(5)

Τον Απρίλιο 2004 (6) κινήθηκε έρευνα όσον αφορά τους ισχυρισμούς περί καταστρατηγήσεως των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 119/97 του Συμβουλίου, από τις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους που αποστέλλονται από την Ταϊλάνδη, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Ταϊλάνδης είτε όχι.

(6)

Και οι δύο έρευνες που μνημονεύονται στις προηγούμενες δύο αιτιολογικές σκέψεις δεν είχαν καμία σχέση με τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας.

2.   Αίτηση επανεξέτασης

(7)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών ορισμένων μηχανισμών με δακτυλίους καταγωγής ΛΔΚ (7), η Επιτροπή έλαβε, στις 23 Οκτωβρίου 2001, αίτηση επανεξέτασης των εν λόγω μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

(8)

Αυτή η αίτηση υποβλήθηκε από δύο κοινοτικούς παραγωγούς, τις εταιρείες Koloman Handler AG και Krause Ringbuchtechnik GmbH («οι αιτούντες»), που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο τμήμα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής μηχανισμών με δακτυλίους. Η αίτηση βασιζόταν στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων ήταν πιθανόν να οδηγήσει στην εισαγωγή μεγαλύτερων όγκων με ζημιογόνο ντάμπινγκ καταγωγής ΛΔΚ.

(9)

Αφού κατέληξε στο συμπέρασμα, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη επανεξέτασης, η Επιτροπή άρχισε έρευνα επανεξέτασης (8) σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

3.   Έρευνα

α)   Διαδικασία

(10)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς και τους γνωστούς ως ενδιαφερόμενους χρήστες, τους αντιπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τους αιτούντες κοινοτικούς παραγωγούς και τον άλλον γνωστό κοινοτικό παραγωγό σχετικά με την έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που είχε καθοριστεί στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

(11)

Δεκτά σε ακρόαση έγιναν όλα τα μέρη που το ζήτησαν εντός της καθορισθείσας προθεσμίας και τα οποία απέδειξαν ότι η ακρόασή τους επιβάλλεται λόγω ειδικών λόγων.

(12)

Απεστάλησαν ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που ενημερώθηκαν επίσημα για την έναρξη της επανεξέτασης και σε όσους ζήτησαν την αποστολή ερωτηματολογίου εντός της προθεσμίας που τάχθηκε στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Επιπλέον, ένας παραγωγός στην Ινδία (ανάλογη χώρα) ειδοποιήθηκε και έλαβε ερωτηματολόγιο.

(13)

Απαντήσεις στα ερωτηματολόγια λήφθηκαν από τους δύο αιτούντες κοινοτικούς παραγωγούς και από έναν παραγωγό-εξαγωγέα στην οικεία χώρα, καθώς και από έναν παραγωγό στην ανάλογη χώρα και δύο μη συνδεδεμένους εισαγωγείς στην Κοινότητα.

(14)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά και τις παρατηρήσεις βάσει των οποίων η Επιτροπή είχε την πρόθεση να συστήσει την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ. Μετά την ενημέρωση αυτή, τους χορηγήθηκε προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Τα σχόλια των μερών λήφθηκαν υπόψη και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

β)   Ενδιαφερόμενα μέρη και επισκέψεις επαλήθευσης

(15)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που έκρινε απαραίτητα για τον προκαταρκτικό προσδιορισμό της πιθανότητας συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ και της ζημίας καθώς και για τον προσδιορισμό του συμφέροντος της Κοινότητας. Πραγματοποιήθηκαν, επίσης, επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

i)

Αιτούντες κοινοτικοί παραγωγοί:

Krause Ringbuchtechnik GmbH, Espelkamp, Γερμανία

SX Bürowaren Produktions- und Handels GmbH (μέχρι το Νοέμβριο 2001 οι μηχανισμοί με δακτυλίους κατασκευάζονταν από την Koloman Handler AG), Βιέννη, Αυστρία (βλ. αιτιολογική σκέψη 50)

ii)

Παραγωγός στην χώρα εξαγωγής

World Wide Stationery Mfg, Χονγκ Κονγκ, ΛΔΚ

iii)

Παραγωγός στην ανάλογη χώρα

Tocheunglee Stationery Manufacturing Co, Chennai, Ινδία

iv)

Μη συνδεδεμένος εισαγωγέας στην Κοινότητα

Bensons International Systems B.V., Utrecht, Κάτω Χώρες

γ)   Περίοδος έρευνας

(16)

Η έρευνα για την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2001 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2001 (εφεξής «η περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση του ενδεχομένου να συνεχιστεί ή να επαναληφθεί η ζημία κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 1998 έως το τέλος της ΠΕ (εφεξής «η εξεταζόμενη περίοδος»).

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Υπό εξέταση προϊόν

(17)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με το προϊόν της αρχικής έρευνας, δηλαδή ορισμένοι μηχανισμοί με δακτυλίους για το δέσιμο φύλλων αποτελούνται από δύο ορθογώνια χαλύβδινα φύλλα ή σύρματα που φέρουν τουλάχιστον τέσσερις ημιδακτυλίους από χαλύβδινο σύρμα προσαρμοσμένους σ' αυτά και συγκρατούνται μαζί με χαλύβδινο κάλυμμα. Οι μηχανισμοί μπορεί να ανοίγουν είτε με το τράβηγμα των ημιδακτυλίων είτε με μικρό χαλύβδινο μηχανισμό ώθησης στερεωμένο στον μηχανισμό με δακτυλίους. Οι δακτύλιοι μπορεί να έχουν διαφορετικά σχήματα, οι πιο δημοφιλείς από τους οποίους είναι οι κυκλικοί, και οι σχήματος D. Οι μηχανισμοί με δακτυλίους υπάγονται επί του παρόντος στον κωδικό ΣΟ ex 8305 10 00 (κωδικοί TARIC 8305100011, 8305100012 και 8305100019 για μηχανισμούς άλλους από αυτούς με 17 ή 23 δακτυλίους και κωδικοί TARIC 8305100021, 8305100022 και 8305100029 για τους μηχανισμούς με 17 και 23 δακτυλίους). Οι αψιδοειδείς μηχανισμοί με μοχλίσκο, που υπάγονται στον ίδιο κωδικό ΣΟ, δεν περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας έρευνας.

(18)

Οι μηχανισμοί με δακτυλίους χρησιμοποιούνται για την κατασκευή φακέλων από χαρτί, φακέλων από χαρτόνι και φακέλων επικαλυμμένων με πλαστική ύλη, καθώς και για την κατασκευή άλλων δεμένων αρχειοφακέλων.

(19)

Μεγάλος αριθμός μηχανισμών με δακτυλίους διαφόρων τύπων πωλήθηκε στην Κοινότητα κατά την ΠΕ. Οι διαφορές μεταξύ των τύπων αυτών καθορίστηκαν με το πλάτος της βάσης, με τον τύπο του μηχανισμού, τον αριθμό των δακτυλίων, το σύστημα ανοίγματος, την ονομαστική ικανότητα συγκράτησης φύλλων, τη διάμετρο του δακτυλίου, τη μορφή των δακτυλίων, το μήκος και την απόσταση μεταξύ των δακτυλίων. Δεδομένου ότι όλοι οι τύποι έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και, μέσα σε ορισμένα φάσματα, είναι υποκαταστάσιμοι, καθορίστηκε ότι όλοι οι μηχανισμοί με δακτυλίους αποτελούν ένα ενιαίο προϊόν για το σκοπό της παρούσας διαδικασίας.

2.   Ομοειδές προϊόν

(20)

Διαπιστώθηκε ότι οι μηχανισμοί με δακτυλίους που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά στην ανάλογη χώρα (Ινδία) και οι μηχανισμοί που εξάγονται στην Κοινότητα από την ΛΔΚ έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και τις ίδιες χρήσεις.

(21)

Διαπιστώθηκε επίσης ότι δεν υπήρχε διαφορά στα βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και στις χρήσεις μεταξύ των μηχανισμών με δακτυλίους που εισάγονται στην Κοινότητα καταγωγής ΛΔΚ και των μηχανισμών που παράγονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και πωλούνται στην αγορά της Κοινότητας.

(22)

Συνήχθη επομένως το συμπέρασμα ότι οι μηχανισμοί με δακτυλίους που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά της ανάλογης χώρας, οι μηχανισμοί καταγωγής ΛΔΚ που εξάγονται στην Κοινότητα και οι μηχανισμοί που παράγονται και πωλούνται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά είναι όλοι ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ H ΕΚ ΝΕΟΥ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΟΥ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(23)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε αν η λήξη ισχύος των μέτρων θα οδηγούσε ενδεχομένως στη συνέχιση ή στην εκ νέου εμφάνιση του ντάμπινγκ.

1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(24)

Από τους τρεις κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που κατονομάζονται στην καταγγελία, συνεργάστηκε μόνον η WWS, στην οποία χορηγήθηκε ατομική μεταχείριση στην αρχική έρευνα και στην έρευνα για την απορρόφηση του δασμού. Οι δύο άλλες εταιρείες εξαγωγής δήλωσαν ότι δεν είχαν εξαγάγει το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα κατά την ΠΕ. Εντούτοις, μια από αυτές τις εταιρείες φαίνεται ότι συμμετείχε στις πρακτικές καταστρατήγησης μέσω της Ταϊλάνδης, η οποία ερευνήθηκε από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης («OLAF») (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 42 και 43).

2.   Συνέχιση του ντάμπινγκ

(25)

Ο όγκος των εξαγωγικών πωλήσεων της μοναδικής εταιρείας που συνεργάστηκε αντιπροσώπευε όλες τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ κατά την ΠΕ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Αυτός ο όγκος αντιπροσωπεύει το 1,9 % της συνολικής κοινοτικής κατανάλωσης κατά την ΠΕ της τρέχουσας έρευνας, σε σύγκριση με το 45 % της συνολικής κοινοτικής κατανάλωσης κατά την ΠΕ της αρχικής έρευνας, δηλαδή από την 1η Οκτωβρίου 1994 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 1995.

α)   Μέθοδος

(26)

Σε σχέση με την αρχική έρευνα, έχει αλλάξει μόνον η επιλογή της ανάλογης χώρας, ενώ η μέθοδος υπολογισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ είναι η ίδια.

β)   Ανάλογη χώρα

(27)

Δεδομένου ότι η ΛΔΚ είναι μία οικονομία σε μετάβαση, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν σε κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς («η ανάλογη χώρα») η οποία επελέγη σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(28)

Στην αρχική έρευνα είχε επιλεγεί η Μαλαισία ως ανάλογη χώρα. Λόγω του γεγονότος ότι σταμάτησε η παραγωγή στην Μαλαισία και μεταφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην Ινδία, έπρεπε να επιλεγεί άλλη αντιπροσωπευτική χώρα. Στην αίτηση επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, ως ανάλογη χώρα προτάθηκε η Ινδία για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Αυτή η επιλογή δεν αμφισβητήθηκε. Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι λόγοι για την επιλογή της Ινδίας, δηλαδή το μέγεθος της εγχώριας αγοράς της, το άνοιγμα των αγορών της και ο βαθμός πρόσβασης στις βασικές ύλες που διαθέτει, εξασφαλίζουν κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού. Ο Ινδός παραγωγός με τον οποίο επικοινώνησε η Επιτροπή, συμφώνησε να συνεργαστεί και είχε αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις. Αυτή η εταιρεία ήταν συνδεδεμένη με τον συνεργαζόμενο Κινέζο παραγωγό-εξαγωγέα, αλλά δεν διαπιστώθηκε κανένας λόγος που να αποδεικνύει ότι αυτό μπορούσε να έχει κάποια επίπτωση στον καθορισμό της κανονικής αξίας. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η Ινδία θεωρήθηκε η κατάλληλη ανάλογη χώρα για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

γ)   Κανονική αξία

(29)

Οι εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην ανάλογη χώρα ήταν, όπως διαπιστώθηκε, αποδοτικές και αντιπροσωπευτικές κατά την ΠΕ. Επομένως, ο υπολογισμός της κανονικής αξίας στηρίχτηκε στην πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις από ανεξάρτητους πελάτες στην ανάλογη χώρα, δηλαδή στην Ινδία.

δ)   Τιμή εξαγωγής

(30)

Εφόσον το υπό εξέταση προϊόν εξήχθη σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές εξαγωγής.

ε)   Σύγκριση

(31)

Για λόγους ορθής σύγκρισης, και σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, ελήφθησαν δεόντως υπόψη, υπό μορφή προσαρμογών, οι διαφορές όσον αφορά τους ναύλους εσωτερικών μεταφορών, τις εκπτώσεις επί της τιμής και επιστροφές επί προθεσμία, τα έξοδα χειρισμού και φόρτωσης, το κόστος μεταφοράς και πίστωσης, τις προμήθειες και την ασφάλεια που επηρεάζουν τις τιμές και τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών.

(32)

Εντούτοις, σχετικά με αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι μετά την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ, ο όγκος και η ποικιλία των τύπων μηχανισμών με δακτυλίους που εισήχθησαν στην Κοινότητα, μειώθηκαν απότομα. Επομένως, οι τύποι του ομοειδούς προϊόντος που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά της ανάλογης χώρας κατά την ΠΕ ήταν συγκρίσιμοι μόνον κατά 10 % με τους τύπους που εξήγαγε απευθείας από την ΛΔΚ ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Ενώ στην αρχική έρευνα η σύγκριση πραγματοποιήθηκε με βάση το 75 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων. Όντως, οι περισσότερες από τις άμεσες εξαγωγές από την ΛΔΚ κατά την ΠΕ της τρέχουσας έρευνας κάλυψαν «εξειδικευμένα προϊόντα» όπως οι μηχανισμοί με 17 και 23 δακτυλίους που υπάγονται σε ελάχιστες τιμές εισαγωγής.

στ)   Περιθώριο ντάμπινγκ

(33)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, η σταθμισμένη μέση κανονική αξία συγκρίθηκε με τη σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής στο ίδιο στάδιο εμπορίας. Η σύγκριση αυτή κατέδειξε την απουσία πρακτικής ντάμπινγκ.

ζ)   Συμπέρασμα για το ντάμπινγκ

(34)

Όσον αφορά τις πρακτικές ντάμπινγκ, δεν διαπιστώθηκε ντάμπινγκ για την εταιρεία WWS που είναι ο Κινέζος παραγωγός-εξαγωγέας ο οποίος συνεργάστηκε με την έρευνα. Εντούτοις, ο όγκος των εξαγωγικών πωλήσεων της WWS απευθείας στην Κοινότητα κατά την ΠΕ της τρέχουσας έρευνας, ήταν σημαντικά χαμηλότερος από τον όγκο που είχε καθοριστεί στην αρχική έρευνα. Οι εξαγωγές που πραγματοποίησε απευθείας από την ΛΔΚ η WWS ήταν επίσης επικεντρωμένες στο πιο εξειδικευμένο τμήμα του φάσματος μηχανισμών με δακτυλίους, ειδικότερα στα μοντέλα με 17 και 23 δακτυλίους που υπόκεινταν σε δασμό υπό μορφή ελάχιστης τιμής εισαγωγής (βλ. αιτιολογική σκέψη 32 ανωτέρω). Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι δεν καταβάλλονταν ουσιαστικά δασμοί αντιντάμπινγκ επί αυτών των εισαγωγών. Αυτό το αποτέλεσμα δεν μπορεί να συγκριθεί με το περιθώριο ντάμπινγκ που υπολογίστηκε στην αρχική έρευνα επειδή δεν ήταν δυνατό να υπολογιστεί περιθώριο ντάμπινγκ για τα μοντέλα μηχανισμών με δακτυλίους που υπόκεινταν σε δασμό αντιντάμπινγκ, ποια ήταν τα μοντέλα που πωλήθηκαν περισσότερο στην κοινοτική αγορά και ποία μοντέλα δεν είχαν εξαχθεί απευθείας από την ΛΔΚ κατά την ΠΕ της τρέχουσας έρευνας. Επίσης, σε ό,τι αφορά τον όγκο των πωλήσεων, μπορούσε να γίνει σύγκριση μόνο μεταξύ των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά της ανάλογης χώρας και των μοντέλων που αντιπροσώπευαν το 10 % των πωλήσεων από την ΛΔΚ στην Κοινότητα. Με βάση τα ανωτέρω, θεωρήθηκε ότι δεν μπορεί να συναχθεί ένα σαφές συμπέρασμα για τη συνέχιση του ντάμπινγκ.

3.   Εκ νέου εμφάνιση του ντάμπινγκ

(35)

Επειδή δεν υπάρχει σαφές συμπέρασμα ως προς τη συνέχιση του ντάμπινγκ, ερευνήθηκε το ενδεχόμενο να εμφανιστεί εκ νέου το ντάμπινγκ.

(36)

Ως προς αυτό, αναλύθηκαν τα ακόλουθα στοιχεία: α) η πλεονάζουσα ικανότητα και οι επενδύσεις των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων· β) η συμπεριφορά του συνεργαζόμενου Κινέζου παραγωγού-εξαγωγέα στις αγορές τρίτων χωρών· γ) η διάρθρωση του όγκου και των τιμών των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στις τρίτες χώρες από τις εταιρείες που δεν συνεργάσθηκαν.

α)   Πλεονάζουσα ικανότητα και επενδύσεις

(37)

Αξίζει να σημειωθεί ότι, επειδή δεν υπήρξε συνεργασία από τους παραγωγούς-εξαγωγείς εκτός από την εταιρεία WWS, δεν υπήρχαν διαθέσιμες πληροφορίες για την παραγωγή στην ΛΔΚ, την πλεονάζουσα ικανότητα παραγωγής και τις πωλήσεις στην κινεζική αγορά, με εξαίρεση τον συνεργαζόμενο παραγωγό.

(38)

Η ικανότητα παραγωγής της συνεργαζόμενης εταιρείας παρέμεινε σταθερή από το 1999 έως την ΠΕ. Εντούτοις, δεδομένου ότι η παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος μειώθηκε κατά 28 % μεταξύ του 1999 και της ΠΕ, είναι πιθανό να διαθέτει ο συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας σημαντική μη χρησιμοποιηθείσα ικανότητα παραγωγής, δηλαδή το ένα τρίτο της συνολικής του ικανότητας. Συνεπώς, αυτός ο παραγωγός μπορεί να αυξήσει την παραγωγή του αμέσως και να την κατευθύνει προς οποιαδήποτε εξαγωγική αγορά, συμπεριλαμβανομένης της κοινοτικής αγοράς εάν λήξουν τα μέτρα. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι η μη χρησιμοποιηθείσα ικανότητα παραγωγής του μοναδικού παραγωγού-εξαγωγέα που συνεργάστηκε, μπορεί να καλύψει περίπου το ήμισυ της κοινοτικής κατανάλωσης. Μπορεί επίσης να υποτεθεί ευλόγως ότι οι άλλοι Κινέζοι παραγωγοί διαθέτουν επίσης σημαντική πλεονάζουσα ικανότητα, δεδομένου ότι όλες οι εξαγωγές από την Κίνα έχουν μειωθεί και ότι δεν υπάρχουν πληροφορίες που να δείχνουν ότι μειώθηκε η ικανότητα παραγωγής στην ΛΔΚ.

(39)

Σημειώνεται ότι η συνεργαζόμενη εταιρεία διατήρησε υψηλό επίπεδο επενδύσεων σε μηχανήματα και εξοπλισμό μεταξύ του 1999 και της ΠΕ, παρόλο που αυτές οι επενδύσεις μειώνονταν σταδιακά.

β)   Συμπεριφορά του συνεργαζόμενου Κινέζου παραγωγού-εξαγωγέα σε αγορές τρίτων χωρών

(40)

Οι εξαγωγικές πωλήσεις που πραγματοποίησε σε τρίτες χώρες (εκτός της Κοινότητας) η συνεργαζόμενη εταιρεία, μειώθηκαν κατά 8 % σε όγκο από το 2000 έως την ΠΕ. Οι μέσες τιμές εξαγωγής του σε τρίτες χώρες μειώθηκαν κατά 12 % κατά την ίδια περίοδο.

γ)   Συμπεριφορά των μη συνεργαζόμενων κινεζικών εταιρειών (όγκος και τιμές)

(41)

Όσον αφορά τις εταιρείες που δεν συνεργάστηκαν στην παρούσα έρευνα, οι διαπιστώσεις έπρεπε να στηριχτούν στα διαθέσιμα πραγματικά περιστατικά σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Λόγω άρνησης συνεργασίας, η Επιτροπή συμβουλεύτηκε τα στατιστικά στοιχεία των ΗΠΑ και της Κίνας για να καθορίσει τους όγκους και τις τιμές των κινεζικών εξαγωγών σε άλλες χώρες. Ακόμη και αν ο απόλυτος όγκος των κινεζικών εξαγωγών διαφέρει σύμφωνα με την πηγή πληροφοριών, οι στατιστικές και των δύο χωρών επιβεβαιώνουν το ότι σημειώθηκε σημαντική μείωση εξαγωγών μηχανισμών με δακτυλίους από την Κίνα την περίοδο μεταξύ του 1999 και της ΠΕ παγκοσμίως. Σύμφωνα με τα κινεζικά στατιστικά στοιχεία, ο όγκος μηχανισμών με δακτυλίους που εξήχθη το 1999 στην παγκόσμια αγορά ήταν περίπου 662 εκατομμύρια τεμάχια, τα οποία μειώθηκαν σε 523 εκατομμύρια τεμάχια κατά την ΠΕ. Η μέση τιμή εξαγωγής, αν και κάλυπτε διάφορους τύπους προϊόντων με πολύ διαφορετικές τιμές, παρέμεινε ως επί το πλείστον σταθερή κατά την ίδια περίοδο. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 38, επειδή δεν υπήρχαν πληροφορίες για μία υποθετική μείωση της ικανότητας παραγωγής των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συνεργάστηκαν, είναι πιθανό ότι διαθέτουν ακόμη σημαντική μη χρησιμοποιηθείσα ικανότητα. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι εύλογο να θεωρηθεί ότι αν λήξουν τα μέτρα αντιντάμπινγκ, η κοινοτική αγορά θα αποτελέσει ελκυστικό στόχο γι’ αυτούς τους Κινέζους εξαγωγείς, οι οποίοι θα πραγματοποιήσουν τότε εκ νέου εξαγωγές στην αγορά της Κοινότητας σε σημαντικά υψηλές ποσότητες.

(42)

Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η OLAF (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης) διενήργησε έρευνα για να καθορίσει αν οι εισαχθέντες μηχανισμοί με δακτυλίους που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης, ήταν όντως καταγωγής αυτής της χώρας ή αν ήταν πράγματι, κατά τους ισχυρισμούς, καταγωγής ΛΔΚ.

(43)

Οι έρευνες που πραγματοποίησαν η OLAF και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι μηχανισμοί με δακτυλίους δεν ήταν καταγωγής Ταϊλάνδης. Οι έρευνες έδειξαν περαιτέρω ότι σημαντικό μέρος των προϊόντων που αποτελούσαν αντικείμενο αυτών των συναλλαγών ήταν κινεζικής μη προτιμησιακής καταγωγής και επομένως έπρεπε να υπαχθούν σε δασμούς αντιντάμπινγκ.

(44)

Ως προς αυτό, πρέπει να αναφερθεί ότι οι τύποι προϊόντων που εξήχθησαν μέσω Ταϊλάνδης, συμπεριλάμβαναν τα μοντέλα μηχανισμών με δακτυλίους που είχαν πωληθεί περισσότερο στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕ, και όχι τα μοντέλα με 17 και 23 δακτυλίους που πωλήθηκαν απευθείας από την ΛΔΚ. Αυτό επέτρεψε να γίνει σύγκριση με βάση τα μοντέλα που πωλήθηκαν περισσότερο στην κοινοτική αγορά. Πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των μηχανισμών με δακτυλίους που εξήχθησαν από την Ταϊλάνδη στην Κοινότητα και αριθμού συγκρίσιμων τύπων προϊόντος που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά της ανάλογης χώρας. Το αποτέλεσμα πρέπει να εξεταστεί με προσοχή επειδή, λόγω του γεγονότος ότι δεν πραγματοποιήθηκε πλήρης έρευνα για τις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους από την Ταϊλάνδη, ο υπολογισμός στηρίχτηκε μόνον σε προσφορά τιμής FOB Μπανγκόκ που παρείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής για τους τύπους προϊόντος οι οποίοι εξήχθησαν από την Ταϊλάνδη στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια και μετά την ΠΕ. Εντούτοις ο υπολογισμός έδειξε ότι οι τιμές εξαγωγής μηχανισμών με δακτυλίους που εξήχθησαν από την Ταϊλάνδη ήταν χαμηλότερες από τις τιμές στην εγχώρια αγορά της Ινδίας και επομένως δεν μπορεί να αποκλειστεί το ότι αυτοί οι μηχανισμοί με δακτυλίους επωλήθησαν στην Κοινότητα σε τιμές ντάμπινγκ.

δ)   Έρευνες κατά της απορρόφησης των δασμών

(45)

Επιπλέον, πρέπει να υπομνησθεί ότι τον Οκτώβριο 2000, μετά την αρχική έρευνα η οποία κατέληξε στην επιβολή δασμού 32,5 % στην εταιρεία WWS και 39,4 % για όλες τις άλλες κινεζικές εταιρείες, μία έρευνα κατά την απορρόφησης του δασμού κατέληξε σε αύξηση του επιπέδου του δασμού σε 51,2 % για την WWS και 78,8 % για όλες τις άλλες εταιρείες.

ε)   Μέτρα εμπορικής άμυνας που εφαρμόζουν τρίτες χώρες

(46)

Καμία τρίτη χώρα δεν εφαρμόζει μέτρα εμπορικής άμυνας στις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους από την ΛΔΚ.

4.   Συμπέρασμα

(47)

Η έρευνα έδειξε ότι και ο συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας και πιθανόν και οι άλλοι δύο Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς διαθέτουν σημαντική πλεονάζουσα ικανότητα λόγω της σημαντικής μείωσης των εξαγωγών τους μεταξύ του 1999 και της ΠΕ. Εξάλλου, η μη χρησιμοποιηθείσα ικανότητα παραγωγής του μοναδικού παραγωγού-εξαγωγέα που συνεργάστηκε, μπορεί να καλύψει περίπου το ήμισυ της κοινοτικής κατανάλωσης.

(48)

Η φαινόμενη κοινοτική κατανάλωση κατά την ΠΕ ήταν περίπου 270 εκατομμύρια τεμάχια, εκ των οποίων μόνον 5 εκατομμύρια τεμάχια δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ. Κατά την ΠΕ της αρχικής έρευνας (1 Οκτωβρίου 1994 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 1995) οι Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς εξήγαγαν 126 εκατομμύρια τεμάχια στην Κοινότητα. Επομένως, και λόγω της πλεονάζουσας ικανότητας των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων, είναι πιθανόν να επαναληφθούν οι εισαγωγές από την ΛΔΚ στην αγορά της Κοινότητας σε σημαντικές ποσότητες αν λήξουν τα μέτρα αντιντάμπινγκ. Εκτός από την πίεση που θα ασκηθεί στις κινεζικές εταιρείες να κάνουν εξαγωγές λόγω της τεράστιας πλεονάζουσας ικανότητας που διαθέτουν, αυτές οι εξαγωγές θα πραγματοποιούνται κατά πάσα πιθανότητα σε τιμές ντάμπινγκ. Όντως, παρόλο που η σύγκριση για την συνεργαζόμενη εταιρεία δεν έδειξε την άσκηση πρακτικών ντάμπινγκ, αυτός ο υπολογισμός στηρίχτηκε σε μικρό δείγμα που δεν μπορεί να συγκριθεί με τον υπολογισμό του ντάμπινγκ στην αρχική έρευνα. Εξάλλου, μία από τις κινεζικές εταιρείες που δεν συνεργάστηκε με αυτήν την έρευνα, εξήγαγε μηχανισμούς με δακτυλίους στην αγορά της Κοινότητας μέσω συνδεδεμένης εταιρείας που είναι εγκατεστημένη στην Ταϊλάνδη. Οι υπολογισμοί έδειξαν ότι πιθανόν αυτές οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ. Επομένως δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ότι συνεχίστηκαν οι πρακτικές ντάμπινγκ μόνον ένα έτος μετά την έρευνα κατά της απορρόφησης του δασμού.

(49)

Με βάση όλες αυτές τις διαπιστώσεις και τα γεγονότα, είναι πιθανόν σε περίπτωση που επαναληφθούν οι εξαγωγές των Κινέζων εξαγωγέων προς την ΕΕ, αυτές οι εξαγωγές να τιμολογηθούν σε τιμές χαμηλότερες της κανονικής αξίας. Συνεπώς αναμένεται να εμφανιστεί εκ νέου το ντάμπινγκ από την Κίνα αν δεν υφίστανται πλέον οι σημερινοί δασμοί.

Δ.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(50)

Κατά την περίοδο έρευνας, οι μηχανισμοί με δακτυλίους κατασκευάζονταν στην Κοινότητα από τις ακόλουθες εταιρείες:

Krause Ringbuchtechnik GmbH, Espelkamp, Γερμανία

SX Bürowaren Produktions- und Handels GmbH (μέχρι το Νοέμβριο 2001 οι μηχανισμοί με δακτυλίους κατασκευάζονταν από την Koloman Handler AG), Βιέννη, Αυστρία

Industria Meccanica Lombarda Srl, Offanengo, Ιταλία

(51)

Οι δύο πρώτοι παραγωγοί είναι αιτούντες και συνεργάστηκαν με την έρευνα. Οι συνεργαζόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν πάνω από το 90 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής μηχανισμών με δακτυλίους κατά την ΠΕ. Ως εκ τούτου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι αυτοί οι παραγωγοί αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Οι εν λόγω παραγωγοί καλούνται εφεξής «ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής». Μετά την ΠΕ, αυτές οι δύο εταιρείες αποτέλεσαν μέρος του ιδίου ομίλου εταιρειών, αλλά η παραγωγή τους διατηρήθηκε στην Κοινότητα. Αυτός ο όμιλος εταιρειών δεν είναι συνδεδεμένος με τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς.

Ε.   ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

1.   Κατανάλωση στην κοινοτική αγορά

(52)

Οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που υπέβαλαν οι συνεργαζόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί, χρησιμοποιήθηκαν για να υπολογιστούν οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μηχανισμών με δακτυλίους στην αγορά της Κοινότητας. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης άλλες διαθέσιμες πληροφορίες για τον υπολογισμό των πωλήσεων του κοινοτικού παραγωγού που δεν συμπεριελήφθη στον ορισμό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(53)

Για τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ και τις εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης, χρησιμοποιήθηκαν τα στοιχεία της Eurostat με εξαίρεση τα στοιχεία όσον αφορά τις εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ κατά την ΠΕ, για την οποία χρησιμοποιήθηκαν οι πληροφορίες τις οποίες υπέβαλε ο συνεργαζόμενος Κινέζος παραγωγός-εξαγωγέας.

(54)

Όσον αφορά τις εισαγωγές καταγωγής άλλων τρίτων χωρών, τα στοιχεία των εισαγωγών καταγωγής Ινδίας και Ινδονησίας, με εξαίρεση τα στοιχεία που αφορούσαν την ΠΕ, λήφθηκαν από την διαδικασία αντιντάμπινγκ σχετικά με αυτές τις δύο χώρες. Τα στοιχεία της Eurostat χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του όγκου των εισαγωγών που δεν υπήρχαν στις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο ή δεν ήταν διαθέσιμα από προηγούμενες διαδικασίες. Για τις εισαγωγές καταγωγής Ουγγαρίας, χρησιμοποιήθηκε η απάντηση στο ερωτηματολόγιο ενός συνεργαζόμενου κοινοτικού παραγωγού. Για άλλες τρίτες χώρες εκτός της Ουγγαρίας και τις χώρες που αναφέρονται σ’ αυτήν την αιτιολογική σκέψη, χρησιμοποιήθηκαν τα στοιχεία της Eurostat. Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι τα στοιχεία της Eurostat έπρεπε να μετατραπούν από τόνους σε τεμάχια.

(55)

Πάνω σ’ αυτήν τη βάση, η φαινομένη κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 9 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, από 297 εκατομμύρια τεμάχια (στρογγυλοποίηση στοιχείων στο εκατομμύριο) το 1998 σε 270 εκατομμύρια τεμάχια την ΠΕ. Τα στοιχεία για το 1999 και 2000 ήταν 306 εκατομμύρια τεμάχια και 316 εκατομμύρια τεμάχια αντίστοιχα.

2.   Εισαγωγές από την οικεία χώρα

α)   Όγκος εισαγωγών και μερίδιο αγοράς

(56)

Οι εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ μειώθηκαν απότομα, από 44 εκατομμύρια τεμάχια το 1998 σε 24 εκατομμύρια τεμάχια το 1999, σε 10 εκατομμύρια τεμάχια το 2000 και σε 5 εκατομμύρια τεμάχια την ΠΕ. Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ μειωνόταν κάθε έτος της εξεταζόμενης περιόδου, από 14,8 % το 1998 σε 7,8 % το 1999, σε 3 % το 2000 και σε 1,9 % την ΠΕ.

β)   Εξέλιξη των τιμών των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος

(57)

Η μέση τιμή των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ αυξήθηκε κατά 96 % μεταξύ του 1998 (141 ευρώ) και της ΠΕ (278 ευρώ). Η ανοδική τάση των τιμών των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ, αντανακλά την αύξηση του βάρους πιο ακριβών τύπων προϊόντος που υπόκεινται σε ελάχιστες τιμές εισαγωγής (μηχανισμοί με 17 και 23 δακτυλίους) και όχι σε πραγματική αύξηση των τιμών.

3.   Εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης

(58)

Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω βάσει των διαπιστώσεων της έρευνας που διεξήγαγε η OLAF, ένα σημαντικό τμήμα των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης ήταν κινεζικής καταγωγής. Οι εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης αυξήθηκαν από 1 εκατομμύριο τεμάχια το 1998 σε 16 εκατομμύρια τεμάχια το 1999, σε 17 εκατομμύρια τεμάχια το 2000 και σε 20 εκατομμύρια τεμάχια την ΠΕ. Το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης αυξανόταν κάθε έτος της εξεταζόμενης περιόδου, από 0,3 % το 1998 σε 5,2 % το 1999, σε 5,3 % το 2000 και σε 7,4 % την ΠΕ. Η μέση τιμή των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης μειώθηκε κατά 9 % την ίδια περίοδο, από 100 ευρώ σε 91 ευρώ. Πιο λεπτομερή στοιχεία που είναι διαθέσιμα για τις τιμές των εισαγωγών οι οποίες δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης, αφορούν τις τιμές μεταπώλησης ενός Ευρωπαίου διανομέα μηχανισμών με δακτυλίους που εξήχθησαν μέσω Ταϊλάνδης. Διαπιστώθηκε ότι αυτές οι τιμές μεταπώλησης ήταν κατά μέσον όρο περίπου 12 % χαμηλότερες από τις τιμές πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (9)

α)   Παραγωγή, ικανότητα παραγωγής και χρησιμοποίηση ικανότητας

(59)

Η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 17 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο από 100 (αριθμός δείκτη) το 1998 σε 91 το 1999, σε 89 το 2000 και σε 83 την ΠΕ. Η απόφαση της Koloman Handler AG να μεταφέρει τμήμα της παραγωγής της στην Ουγγαρία το 2000 παίζει κάποιο ρόλο στη μείωση της παραγωγής αυτό το έτος. Κατά την ΠΕ, η Koloman Handler AG κήρυξε πτώχευση και η παραγωγή της μειώθηκε σημαντικά το δεύτερο εξάμηνο του 2001.

(60)

Η παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 7 % κατά τη διάρκεια της υπό εξέτασης περιόδου. Αυξήθηκε το 1999 σε 107 (αριθμός δείκτη) και εν συνεχεία μειώθηκε σε 93 το 2000 ως συνέπεια της απόφασης της Koloman Handler AG να μεταφέρει τμήμα της παραγωγής της στην Ουγγαρία. Η ικανότητα παραγωγής σταθεροποιήθηκε την ΠΕ.

(61)

Η χρησιμοποίηση της ικανότητας μειώθηκε πάνω από 80 % το 1998 σε 70-75 % το 1999, εν συνεχεία αυξήθηκε σε 76-80 % το 2000 και μειώθηκε εκ νέου σε 70-75 % την ΠΕ.

β)   Αποθέματα

(62)

Τα τελικά αποθέματα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν κατά 37 % την εξεταζόμενη περίοδο, εφόσον μειώνονταν κάθε χρόνο αυτής της περιόδου. Ο κυριότερος παράγοντας που συνέβαλε σ’ αυτήν την μείωση ήταν η κάμψη της παραγωγής της Koloman Handler AG μετά την κήρυξη πτώχευσης. Η περίοδος κατά την οποία διατηρήθηκαν τα αποθέματα πριν πωληθούν μειώθηκε κατά 10 ημέρες την εξεταζόμενη περίοδο.

γ)   Όγκος πωλήσεων, μερίδιο αγοράς και μεγέθυνση

(63)

Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκαν κατά 8 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, από 119 εκατομμύρια τεμάχια το 1998 σε 109 εκατομμύρια τεμάχια την ΠΕ. Οι πωλήσεις μειώθηκαν επίσης το 1999 σε 115 εκατομμύρια τεμάχια και παρέμειναν σχεδόν στα ίδια επίπεδα το 2000.

(64)

Το μερίδιο αγοράς που κατείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αυξήθηκε ελαφρά κατά την εξεταζόμενη περίοδο, από 40,1 % το 1998 σε 40,4 % την ΠΕ, παρόλο που είχε μειωθεί σημαντικά το 1999 και το 2000 σε 37,6 % και 36,2 % αντίστοιχα.

(65)

Ενώ η κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 9% την εξεταζόμενη περίοδο, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 8%. Εξάλλου, ο συνολικός όγκος των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ και Ταϊλάνδης μειώθηκε κατά 44 % την εξεταζόμενη περίοδο. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μείωσε έτσι το μερίδιο αγοράς του, ενώ οι εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ έχασαν μερίδιο αγοράς και οι εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης αύξησαν το μερίδιο αγοράς τους.

δ)   Τιμές πωλήσεων και κόστος

(66)

Η μέση σταθμισμένη τιμή πώλησης των μηχανισμών με δακτυλίους που πωλήθηκαν από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας σε μη συνδεδεμένους πελάτες, μειωνόταν κάθε χρόνο της εξεταζόμενης περιόδου, από 206 ευρώ ανά χίλια τεμάχια το 1998 σε 190 ευρώ το 1999, σε 177 ευρώ το 2000 και σε 174 ευρώ την ΠΕ, δηλαδή κατά 16 % την εξεταζόμενη περίοδο. Τα μέτρα αντιντάμπινγκ κατά των εισαγωγών από την Ινδονησία επιβλήθηκαν τον Ιούνιο 2002, δηλαδή δεν μπορεί να αποκλεισθεί το γεγονός ότι οι μηχανισμοί με δακτυλίους που εισήχθησαν με ντάμπινγκ από την Ινδονησία μπορούσαν να έχουν κάποιες επιπτώσεις στην εξέλιξη των τιμών κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(67)

Η τιμή πώλησης των κυριοτέρων πρώτων υλών (φύλλα και καλώδια από χάλυβα) δεν ακολούθησε την καθοδική τάση. Εξάλλου, το κόστος εργασίας μονάδας, το οποίο αντιστοιχεί σε πάνω από τα δύο πέμπτα του συνολικού κόστους μονάδας, μειώθηκε σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

ε)   Αποδοτικότητα

(68)

Επειδή οι συνέπειες ορισμένων στοιχείων τα οποία δεν αντανακλούν την τακτική επίδοση της επιχείρησης (ειδικότερα η απόσβεση για λόγους υπεραξίας μετά από απόκτηση) ήταν σημαντικές, το περιθώριο κέρδους εκμετάλλευσης πριν γίνει η απόσβεση για λόγους υπεραξίας, θεωρήθηκε καλύτερος δείκτης από ό,τι το περιθώριο πριν την καταβολή φόρου για τον υπολογισμό της αποδοτικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατέγραφε συνεχώς χαμηλό περιθώριο κέρδους εκμετάλλευσης επί των πωλήσεών του σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην Κοινότητα. Η αποδοτικότητα βελτιώθηκε από 0,3 % το 1998 σε 3,1 %-6 % το 1999 και εν συνεχεία μειώθηκε απότομα σε 0 % με –3 % το 2000 και ήταν χαμηλότερο από –3 % την ΠΕ. Αυτή η αρνητική επίδοση συνέβαλε στο γεγονός ότι πτώχευσαν οι δύο εν λόγω εταιρείες: η Koloman Handler AG τον Ιούλιο 2001 και η Krause Ringbuchtechnik GmbH τον Απρίλιο 2002 (δηλαδή αμέσως μετά το τέλος της ΠΕ).

στ)   Επενδύσεις και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(69)

Η ανάλυση των επενδύσεων επικεντρώθηκε στις επενδύσεις σε εγκαταστάσεις και μηχανήματα που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 90 % των συνολικών επενδύσεων κατά την ΠΕ. Οι επενδύσεις σε υπεραξία δεν λήφθηκαν υπόψη εφόσον δεν αντανακλούν την τακτική επίδοση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επί πολλά έτη, δεδομένου ότι οι επενδύσεις ήταν το αποτέλεσμα απόκτησης που συμβαίνει άπαξ. Οι επενδύσεις σε εγκαταστάσεις και μηχανήματα μειώθηκαν κατά 65 % την εξεταζόμενη περίοδο. Μειώθηκε σε 52 (αριθμός δείκτη) το 1999, σε 48 το 2000 και σε 35 την ΠΕ.

(70)

Η ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αντλεί κεφάλαια περιορίστηκε από την συνεχώς χαμηλή του αποδοτικότητα.

ζ)   Απόδοση των επενδύσεων

(71)

Δεδομένου ότι η καθαρή θέση τους παρουσίασε έλλειμμα το 2000 και ότι οι δύο κοινοτικοί παραγωγοί κήρυξαν πτώχευση, χρησιμοποιήθηκε η απόδοση των συνολικών στοιχείων του ενεργητικού για τον υπολογισμό της απόδοσης των επενδύσεων. H απόδοση των συνολικών στοιχείων του ενεργητικού ήταν σταθερή το 1998 και 1999 σε 0 έως 3 %, εν συνεχεία μειώθηκε απότομα σε 0 % με –5 % το 2000 και ήταν χαμηλότερη από –10 % την ΠΕ.

η)   Ταμειακές ροές

(72)

Η ανάλυση των απλοποιημένων ταμειακών ροών από τις λειτουργικές δραστηριότητες, δηλαδή κέρδος εκμετάλλευσης συν την απόσβεση (εκτός της απόσβεσης λόγω υπεραξίας), δείχνει ότι η τάση είναι παρόμοια με εκείνη του περιθωρίου κέρδους εκμετάλλευσης. Οι ταμειακές ροές αυξήθηκαν από 100 (αριθμός δείκτη) το 1998 σε 126 το 1999, και εν συνεχεία μειώθηκαν απότομα σε 62 το 2000 και –65 την ΠΕ.

θ)   Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(73)

Η απασχόληση (μονάδες πλήρους απασχόλησης) μειωνόταν κάθε χρόνο της εξεταζόμενης περιόδου, από 100 (αριθμός δείκτη) το 1998 σε 86 το 1999, σε 82 το 2000 και σε 77 την ΠΕ.

(74)

Η παραγωγικότητα που υπολογίστηκε σε χίλια τεμάχια ανά απασχολούμενο, βελτιώθηκε κατά 8 % την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ το κόστος εργασίας μονάδας παραγωγής, υπολογιζόμενο σε ευρώ ανά χιλιόγραμμο μειώθηκε κατά 12 % την ίδια περίοδο.

ι)   Μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ

(75)

Δεν διαπιστώθηκαν πρακτικές ντάμπινγκ κατά την ΠΕ για τις εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ δεδομένου ότι οι διαπιστώσεις γι’ αυτές τις εισαγωγές αφορούν μικρό και όχι αντιπροσωπευτικό φάσμα μηχανισμών με δακτυλίους. Επιπλέον, δεν μπορούσε να γίνει πλήρης καθορισμός του ντάμπινγκ για τις εισαγωγές που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης επειδή δεν είχε διενεργηθεί έρευνα για το ντάμπινγκ (η έρευνα της OLAF αφορούσε τον καθορισμό της καταγωγής και δεν αφορούσε το θέμα του ντάμπινγκ). Επομένως, δεν μπορούσε να συναχθεί συμπέρασμα σχετικά με το μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου του ντάμπινγκ.

5.   Συμπέρασμα

(76)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολούθησε να βρίσκεται σε επισφαλή κατάσταση κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Αυτό φαίνεται από την μείωση της αποδοτικότητάς του (ή, με άλλα λόγια, από την αύξηση των ζημιών του μετά το 1999) επί μικρότερων όγκων πωλήσεων σε χαμηλότερες τιμές μονάδας.

(77)

Η επισφαλής κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής την ΠΕ απορρέει από διάφορα προηγούμενα γεγονότα όπως: i) εισαγωγές με ντάμπινγκ καταγωγής ΛΔΚ μέχρι την επιβολή των μέτρων τον Ιανουάριο 1997· ii) απορρόφηση αυτών των μέτρων όπως καθορίστηκε τον Οκτώβριο 2000· iii) εισαγωγές με ντάμπινγκ καταγωγής Ινδονησίας μέχρι την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ τον Ιούνιο 2002· iv) καταστρατήγηση μέσω Ταϊλάνδης (έρευνα της OLAF). Επιπλέον, μετά από έρευνα για την καταστρατήγηση, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 119/97 του Συμβουλίου, επεκτάθηκαν στις εισαγωγές που αποστέλλονται από το Βιετνάμ (βλ. αιτιολογική σκέψη 4). Αυτό δείχνει ότι κατά την εξεταζόμενη περίοδο ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη ζημία από το ντάμπινγκ και δεν είχε την ευκαιρία να ανακάμψει. Η μείωση της κατανάλωσης στην αγορά της Κοινότητας περιορίστηκε και επομένως δεν μπορεί να εξηγήσει από μόνη της την επισφαλή κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

ΣΤ.   ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

1.   Επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής της προβλεπόμενης αύξησης των εισαγωγών με ντάμπινγκ

(78)

Κατά την ΠΕ της αρχικής έρευνας (δηλαδή την περίοδο μεταξύ της 1ης Οκτωβρίου 1994 και της 30ης Σεπτεμβρίου 1995), οι Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς πώλησαν 126 εκατομμύρια τεμάχια στην αγορά της Κοινότητας (οι πωλήσεις της WWS αντιστοιχούσαν σε πάνω από τα δύο πέμπτα αυτού του όγκου). Το 2001, που είναι η ΠΕ της τρέχουσας έρευνας, πώλησαν 5 εκατομμύρια τεμάχια τα οποία δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ. Το γεγονός ότι υπάρχει σημαντική πλεονάζουσα ικανότητα στην ΛΔΚ (ενώ οι κινεζικές εξαγωγές σε τρίτες χώρες μειώνονται σε όγκο) και ότι η συμπεριφορά των Κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων έχει δείξει επανειλημμένως ότι είναι πρόθυμοι να πωλούν σε ζημιογόνες τιμές ντάμπινγκ για να ανακτήσουν μερίδιο αγοράς, δείχνει σαφώς ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να εμφανιστεί εκ νέου το ζημιογόνο ντάμπινγκ μέσω εισαγωγών καταγωγής ΛΔΚ αν λήξουν τα μέτρα αντιντάμπινγκ.

(79)

Η Κοινότητα είναι η μοναδική αγορά στην οποία οι Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς μπορούν ακόμη να αυξήσουν το μερίδιο της αγοράς τους, εφόσον οι άλλες αγορές ήδη προμηθεύονται το προϊόν από τους Κινέζους παραγωγούς ή από παραγωγούς τρίτων χωρών που ελέγχονται από τους Κινέζους παραγωγούς. Η παρουσία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν είναι σημαντική στις μεγαλύτερες αγορές εκτός της Κοινότητας όπου όλοι σχεδόν οι μηχανισμοί με δακτυλίους που πωλούνται, κατασκευάζονται στην ΛΔΚ ή από εταιρείες που ελέγχονται από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Η πίεση στις τιμές που ασκείται από τις εν λόγω εισαγωγές θα μειωθεί πιθανόν όπως φαίνεται από την ανάλυση της έρευνας κατά της απορρόφησης των δασμών, αν λήξουν τα ισχύοντα μέτρα. Αν η WWS είναι σε θέση να απορροφήσει σημαντικό μέρος του δασμού αντιντάμπινγκ 32,5 % που της επιβλήθηκε και αν κάνουν το ίδιο οι άλλες κινεζικές εταιρείες με τον επιβληθέντα δασμό 39,4 %, τότε πιθανόν θα είναι σε θέση, αν δεν εφαρμόζονται μέτρα αντιντάμπινγκ, να αυξήσουν την ισχυρή πίεση που ασκούν στις τιμές μηχανισμών με δακτυλίους οι οποίοι πωλούνται στην Κοινότητα.

(80)

Υπενθυμίζεται ότι η μέση τιμή μηχανισμών με δακτυλίους που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης, μειώθηκε κατά 9 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο και η σύγκριση μεταξύ της μέσης τιμής πώλησης ενός Ευρωπαίου διανομέα μηχανισμών με δακτυλίους που δηλώθηκαν ως καταγωγής Ταϊλάνδης και της μέσης σταθμισμένης τιμής πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έδειξε ότι η πρώτη τιμή ήταν κατά 12 % περίπου χαμηλότερη από την τελευταία.

(81)

Όσον αφορά τις εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες, η Ουγγαρία είναι μέλος της Κοινότητας από την 1η Μαΐου 2004. Όσον αφορά την Ινδία και την Ινδονησία, οι παραγωγοί-εξαγωγείς σ’ αυτές τις δύο χώρες ελέγχονται από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Αν λήξουν τα μέτρα που έχουν επιβληθεί στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ, θα μειωθεί το κίνητρο για εξαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους από την Ινδία και την Ινδονησία στην Κοινότητα, όπως και είναι πιθανό σ’ αυτήν την περίπτωση να αυξηθούν σημαντικά οι εισαγωγές με ντάμπινγκ που προέρχονται απευθείας από την ΛΔΚ.

(82)

Δεδομένης της ήδη επισφαλούς κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η προαναφερθείσα σημαντική αύξηση των εισαγωγών από την ΛΔΚ σε τιμές ντάμπινγκ σε συνδυασμό με τις σημαντικά χαμηλότερες τιμές από τις κοινοτικές θα έχει αναμφίβολα σοβαρές συνέπειες για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Όντως, και επίσης λόγω της κτηθείσας εμπειρίας από τις προηγούμενες έρευνες αντιντάμπινγκ και κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τους μηχανισμούς με δακτυλίους, η λήξη των μέτρων που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους καταγωγής ΛΔΚ θα οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητα σε περαιτέρω σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

2.   Συμπέρασμα για το ενδεχόμενο επανάληψης της ζημίας

(83)

Με βάση τα ανωτέρω, είναι πιθανό η λήξη των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους καταγωγής ΛΔΚ να καταλήξει σε απότομη αύξηση του όγκου αυτών των εισαγωγών στην Κοινότητα, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των τιμών πωλήσεων. Πρέπει να αναφερθεί ότι ο μεγαλύτερος αριθμός των προϊόντων στην αγορά μηχανισμών με δακτυλίους είναι ιδιαίτερα τυποποιημένα και ο ανταγωνισμός λαμβάνει χώρα κυρίως σε επίπεδο τιμών.

(84)

Σ’ αυτό το πλαίσιο, με βάση τις διαπιστώσεις όσον αφορά την κατάσταση στην κοινοτική αγορά, είναι πιθανό η αύξηση του όγκου των εισαγωγών σε χαμηλές τιμές με ντάμπινγκ να συμπιέσει τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Αυτό με τη σειρά του θα καταλήξει σε περαιτέρω επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Οι συνέπειες για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής θα είναι κατά πάσα πιθανότητα η κήρυξη πτώχευσης και το κλείσιμο του μοναδικού του εργοστασίου.

(85)

Η λήξη των μέτρων θα άρει τον σημαντικότερο φραγμό που εμποδίζει τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς να πωλούν σε ζημιογόνες τιμές με ντάμπινγκ στην αγορά της Κοινότητας.

(86)

Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι υπάρχει το ενδεχόμενο να εμφανιστεί εκ νέου η ζημία που έχει προκληθεί από τις εισαγωγές με ντάμπινγκ καταγωγής ΛΔΚ.

Ζ.   ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1.   Εισαγωγή

(87)

Εξετάστηκε αν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Κοινότητας να ανανεωθούν τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ. Για το σκοπό αυτό και σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκαν οι επιπτώσεις της ανανέωσης των μέτρων σε όλα τα μέρη που αφορά η παρούσα διαδικασία και οι συνέπειες που θα έχει η λήξη των μέτρων, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν.

(88)

Για να εξεταστούν οι συνέπειες της πιθανής διατήρησης των μέτρων, δόθηκε η δυνατότητα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Μόνον οι συνεργαζόμενοι κοινοτικοί παραγωγοί και δύο μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς απάντησαν στο ερωτηματολόγιο. Τρεις χρήστες υπέβαλαν ορισμένες παρατηρήσεις αλλά δεν απάντησαν στο ερωτηματολόγιο ούτε και υπέβαλαν αποδεικτικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν τις παρατηρήσεις τους.

(89)

Το άρθρο 21 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού καθορίζει ότι μια πληροφορία λαμβάνεται υπόψη μόνον εφόσον θεμελιώνεται σε θετικά αποδεικτικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την αξιοπιστία της. Σ’ αυτό το πλαίσιο, δεν ήταν δυνατό να συναχθεί συμπέρασμα από τις παρατηρήσεις των χρηστών οι οποίοι ανέφεραν ότι δεν ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας το να διατηρηθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ, εφόσον αυτές οι παρατηρήσεις δεν ήταν τεκμηριωμένες.

(90)

Σε ό,τι αφορά το αποτέλεσμα των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν προηγουμένως, σημειώθηκε απότομη μείωση των εισαγωγών που δηλώθηκαν ως καταγωγής ΛΔΚ, ειδικότερα μετά την αύξηση των μέτρων μετά τα συμπεράσματα για την απορρόφηση του δασμού, σε συνδυασμό με την απότομη αύξηση των εισαγωγών καταγωγής ή που δηλώνονται ως καταγωγής άλλων τρίτων χωρών.

2.   Συμφέροντα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(91)

Ο όμιλος εταιρειών στον οποίο ανήκουν οι αιτούντες είναι ο μοναδικός κοινοτικός παραγωγός μηχανισμών με δακτυλίους που έχει σημαντική παραγωγή. Αντιμετωπίζουν ένα δύσκολο περιβάλλον στο οποίο οι ζημιογόνες εισαγωγές σε χαμηλές τιμές, συχνά με ντάμπινγκ και με επιδοτήσεις από τρίτες χώρες, αποτελούν συνεχή απειλή. Προέβησαν σε αναδιάρθρωση της λειτουργίας τους αφού κήρυξαν πτώχευση, αλλά αυτό δεν αρκούσε για να εμποδίσει τη διεξαγωγή περαιτέρω διαδικασιών πτώχευσης το τελευταίο τρίμηνο του 2003. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής καταβάλλει προσπάθειες για να οικοδομήσει μια υγιή επιχειρηματική δραστηριότητα που θα είναι ικανή να ανταγωνίζεται τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς σε παγκόσμιο επίπεδο. Η λήξη των μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ μπορεί να βλάψει σοβαρά αυτήν την στρατηγική, εφόσον οι Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς έδειξαν στο παρελθόν ότι είχαν την πρόθεση να συμπιέζουν τις τιμές προς τα κάτω σε επίπεδα ντάμπινγκ για να ανακτούν μερίδιο αγοράς. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι οι επιπτώσεις των ισχυόντων μέτρων έχουν εξουδετερωθεί εν μέρει από πρακτικές απορρόφησης και από τις εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους με ντάμπινγκ ή επιδοτήσεις από την Ινδονησία, η πιθανή λήξη αυτών των μέτρων θα καταστήσει αδύνατες τις σημερινές προσπάθειες αναδιάρθρωσης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(92)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχει μακρά παράδοση, αλλά είναι πιθανό ότι θα παύσει να υπάρχει αν αποτύχουν οι σημερινές του προσπάθειες αναδιάρθρωσης. Η Robert Krause GmbH & Co. KG κήρυξε πτώχευση τον Ιανουάριο 1998. Η εταιρεία που την διαδέχτηκε, Krause Ringbuchtechnik GmbH, και η οποία ανήκει στην Wilhelm vom Hoffe Drahtwerke GmbH από τον Ιούνιο 1998, κήρυξε πτώχευση τον Απρίλιο 2002. Αφού απέκτησε τα στοιχεία ενεργητικού και απορρόφησε όλο το προσωπικό της τελευταίας, η Ringbuchtechnik Produktionsgesellschaft GmbH δεν θα αρχίσει πιθανόν εκ νέου την παραγωγή της μετά την αίτησή της για το άνοιγμα διαδικασιών πτώχευσης. Η SX Bürowaren Produktions- und Handels GmbH συνεχίζει την παράδοση της Koloman Handler AG. Η κήρυξη νέας πτώχευσης θα σημάνει κατά πάσα πιθανότητα το τέλος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Αν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής παύσει την παραγωγή του μηχανισμών με δακτυλίους, θα χαθούν οι γνώσεις που έχουν αποκτηθεί εδώ και πάνω από έναν αιώνα και θα χαθούν και οι υπόλοιπες θέσεις εργασίας.

(93)

Η ανανέωση των μέτρων θα επιτρέψει πιθανόν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να αυξήσει το μερίδιό του στην αγορά, να μειώσει το κόστος κατασκευής μονάδας και να αυξήσει την παραγωγικότητά του. Οι τιμές δεν θα αλλάξουν σημαντικά αλλά θα αυξηθούν πολύ οι όγκοι των πωλήσεων. Η αναδιάρθρωση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής γίνεται για να βελτιώσει την ανταγωνιστική του θέση που θα του επιτρέψει καλύτερο σχεδιασμό μηχανισμών με δακτυλίους που θα κατασκευασθούν, θα αυξήσει την διαπραγματευτική του δύναμη έναντι των προμηθευτών του και θα εκσυγχρονίσει τις πωλήσεις του. Όλα αυτά τα μέτρα θα συμβάλουν στην μείωση του κόστους. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι βιώσιμος, δεδομένου ότι μετά από τόσες πτωχεύσεις είναι ακόμη σε θέση να προμηθεύει ένα σημαντικό τμήμα της κοινοτικής αγοράς, ειδικότερα σε συνδυασμό με τον τόπο παραγωγής του που βρίσκεται στην Ουγγαρία η οποία έγινε μέλος της κοινοτικής παραγωγής από την 1η Μαΐου 2004.

(94)

Η απόκτηση της Bensons από την SX Bürowaren Produktions- und Handels GmbH, η οποία συναλλάσσεται από παλιά με εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στις Κάτω Χώρες, στη Σιγκαπούρη, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ για το εμπόριό της μηχανισμών με δακτυλίους, δείχνει σαφώς τη θέληση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να προωθήσει την πρόσβασή του στην αγορά σε παγκόσμιο επίπεδο και τη σοβαρότητα των προσπαθειών του αναδιάρθρωσης.

(95)

Μετά την κοινοποίηση συζητήθηκαν δύο βασικά θέματα. Πρώτον, η πιθανή κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Ως προς αυτό, η Επιτροπή δεν έχει υπόψη της κάποια διαδικασία αντιτράστ όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες.

(96)

Δεύτερον, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι τώρα συνδεδεμένος με Κινέζο εξαγωγέα και ότι η Bensons, ο εισαγωγέας που αποτελεί τώρα μέρος του ομίλου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, είναι αποκλειστικός διανομέας προϊόντων που πωλεί η WWS, ένας Κινέζος εξαγωγέας ο οποίος ελέγχει επίσης την παραγωγή στην Ινδία.

(97)

Διαπιστώθηκε ότι έχει συναφθεί κάποια συμφωνία προμηθειών μεταξύ της Bensons και της WWS η οποία προέβλεπε αρχικά τη μεταβίβαση των Δικαιωμάτων Πνευματικής Ιδιοκτησίας από την WWS στην Bensons και τη μεταβίβαση ορισμένων μεριδίων της Benson στην WWS. Εντούτοις αυτές οι μεταβιβάσεις δεν έλαβαν χώρα. Η συμφωνία προμηθειών δεν προβλέπει την αποκλειστικότητα μεταξύ της Bensons και της WWS, αλλά αναφέρει ότι η Bensons έχει προτεραιότητα στο να είναι ο αποκλειστικός διανομέας στην περίπτωση που ένας προμηθευτής παύσει τις δραστηριότητές του. Επομένως, δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν οι ισχυρισμοί σχετικά με αυτήν την σχέση.

3.   Συμφέρον των εισαγωγέων

(98)

Οι μόνοι δύο συνεργαζόμενοι μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς αγοράσθηκαν από την SX Bürowaren Produktions- und Handels GmbH τον Αύγουστο 2002, και έτσι συνδέθηκαν με τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μετά την ΠΕ. Κανονικά, δεν λαμβάνονται υπόψη τα γεγονότα μετά την ΠΕ. Εντούτοις, εφόσον αυτή η απόκτηση είναι ένα σημαντικό γεγονός με διαρκή χαρακτήρα, πρέπει να ληφθεί υπόψη σ’ αυτήν την συγκεκριμένη υπόθεση. Τα συμφέροντα αυτών των εισαγωγέων είναι τώρα όμοια με τα συμφέροντα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εφόσον είναι όλες συνδεδεμένες εταιρείες.

(99)

Κανένας μη συνδεδεμένος εισαγωγέας δεν συνεργάστηκε στην παρούσα έρευνα. Αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που έχουν εφαρμοστεί τα μέτρα, οι άλλοι μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς δεν επηρεάστηκαν σημαντικά από αυτά τα μέτρα.

4.   Τα συμφέροντα των χρηστών

(100)

Κανένας χρήστης δεν συνεργάστηκε με την έρευνα. Αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που έχουν εφαρμοστεί τα μέτρα, οι χρήστες δεν επηρεάστηκαν σημαντικά από αυτά τα μέτρα. Η κατάσταση των χρηστών δεν φαίνεται επομένως να επιδεινωθεί εάν διατηρηθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ.

(101)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ορισμένοι κατασκευαστές συνδετικών μείωσαν την παραγωγή τους ή έκλεισαν τις εγκαταστάσεις τους στην Κοινότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μετέφεραν ή επέκτειναν την ικανότητα παραγωγής τους εκτός της Κοινότητας, κυρίως σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Οι λόγοι γι’ αυτές τις αποφάσεις αυτών των χρηστών ήταν κυρίως το χαμηλό κόστος εργασίας και η γειτνίαση αυτών των χωρών με την αγορά της Κοινότητας, σε συνδυασμό με την προοπτική ότι αυτές οι χώρες θα εγίνοντο μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την 1η Μαΐου 2004. Οι τιμές των μηχανισμών με δακτυλίους που πώλησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ακολούθησαν καθοδική τάση και, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, υπήρχαν διαθέσιμες εισαγωγές μηχανισμών με δακτυλίους σε χαμηλές τιμές, που αποστέλοντο από την Ινδία, την Ινδονησία και την Ταϊλάνδη στις οποίες δεν είχαν επιβληθεί δασμοί αντιντάμπινγκ.

(102)

Πρέπει να τονιστεί ότι αν παύσει να υπάρχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, οι χρήστες θα αρχίσουν να εξαρτώνται αποκλειστικά από τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ ή/και από τις εισαγωγές από κινεζικές θυγατρικές εταιρείες σε άλλες χώρες. Τότε οι Κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς θα έχουν κάποιο κίνητρο για να αυξήσουν σημαντικά τις τιμές τους σε αγορές εκτός της ΛΔΚ, πράγμα που θα απειλήσει σοβαρά την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών χρηστών. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν έχει κανένα συμφέρον στο να διατηρήσει μια πολιτική τιμών που θα συμβάλει στο κλείσιμο των κοινοτικών κατασκευαστών συνδετικών, δεδομένου ότι θα βρεθεί σε ασθενέστερη θέση όταν θα ανταγωνίζεται εκτός Κοινότητας με τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς και τις θυγατρικές τους.

(103)

Αν ανανεωθούν τα μέτρα, θα υπάρχουν εναλλακτικές πηγές προμήθειας. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ δεν προκάλεσαν την έλλειψη εισαγόμενων μηχανισμών με δακτυλίους στην αγορά της Κοινότητας.

5.   Συμφέροντα του ανάντη βιομηχανικού κλάδου

(104)

Οι προμηθευτές φύλλων και καλωδίων από χάλυβα πωλούν ένα ελάχιστο ποσοστό της παραγωγής τους στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και έτσι δεν επηρεάζονται από το αποτέλεσμα της παρούσας έρευνας. Κανένας από αυτούς δεν αναγγέλθηκε ως ενδιαφερόμενο μέρος.

6.   Ανταγωνισμός και στρεβλώσεις του εμπορίου

(105)

Όσον αφορά τις επιπτώσεις της πιθανής λήξης των μέτρων στον ανταγωνισμό στην Κοινότητα, πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν μόνον λίγοι παραγωγοί μηχανισμών με δακτυλίους παγκοσμίως, οι οποίοι είναι κυρίως Κινέζοι ή ελέγχονται από τους Κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς. Η εξαφάνιση των λίγων παραγωγών που εναπομένουν και οι οποίοι δεν ελέγχονται από τις κινεζικές εταιρείες θα έχει έτσι αρνητικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό στην Κοινότητα.

7.   Συμπέρασμα για το συμφέρον της Κοινότητας

(106)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω παραγόντων και παρατηρήσεων, συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι κατά της διατήρησης των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ.

Η.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(107)

Με βάση τα ανωτέρω, θεωρείται ότι, όπως προβλέπεται στα άρθρα 11 παράγραφος 2, και 11 παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού, θα πρέπει να διατηρηθούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ που έχουν επιβληθεί στους μηχανισμούς με δακτυλίους καταγωγής ΛΔΚ με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 119/97 του Συμβουλίου, όπως έχει τροποποιηθεί τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2100/2000 του Συμβουλίου.

(108)

Λόγω της μακράς διάρκειας της έρευνας, θεωρείται σκόπιμο να περιοριστούν τα μέτρα σε τέσσερα χρόνια,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων μηχανισμών με δακτυλίους για το δέσιμο φύλλων που υπάγονται επί του παρόντος στον κωδικό ΣΟ ex 8305 10 00, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι μηχανισμοί με δακτυλίους για το δέσιμο φύλλων αποτελούνται από δύο ορθογώνια χαλύβδινα φύλλα ή σύρματα που φέρουν τουλάχιστον τέσσερις ημιδακτυλίους από χαλύβδινο σύρμα προσαρμοσμένους σ' αυτά και συγκρατούνται μαζί με χαλύβδινο κάλυμμα. Οι μηχανισμοί μπορεί να ανοίγουν είτε με το τράβηγμα των ημιδακτυλίων είτε με μικρό χαλύβδινο μηχανισμό ώθησης στερεωμένο στον μηχανισμό με δακτυλίους.

2.   Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν τον εκτελωνισμό, είναι ο ακόλουθος:

α)

για τους μηχανισμούς με 17 και 23 δακτυλίους (κωδικοί Taric: 8305100021, 8305100022 και 8305100029), το ποσό του δασμού ισούται με τη διαφορά μεταξύ της ελάχιστης τιμής εισαγωγής των 325 ευρώ ανά 1 000 τεμάχια και της τιμής “ελεύθερο στα κοινοτικά σύνορα” πριν από τον εκτελωνισμό·

β)

για τους μηχανισμούς εκτός εκείνων με 17 ή 23 δακτυλίους (κωδικοί TARIC 8305100011, 8305100012 και 8305100019)

 

Δασμός

Πρόσθ. κωδικός TARIC

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

World Wide Stationery Mfg, Hong Kong, Λαϊκή Δημοκρατία Κίνας

51,2 %

8934

όλες οι άλλες εταιρείες

78,8 %

8900

Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Ο εν λόγω δασμός αντιντάμπινγκ επιβάλλεται για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι υποχρεωτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 29 Νοεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. J. BRINKHORST


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 22 της 24.1.1997, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 250 της 5.10.2000, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 150 της 8.6.2002, σ. 1 και σ. 17.

(5)  ΕΕ L 232 της 1.7.2004, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 67.

(7)  ΕΕ C 122 της 25.4.2001, σ. 2.

(8)  ΕΕ C 21 της 24.1.2002, σ. 25.

(9)  Τα στοιχεία αναφέρονται σε τιμές δείκτη (1998 = 100) ή μέσα σε ένα φάσμα όταν είναι αναγκαίο για λόγους εμπιστευτικότητας.


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/23


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2075/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Δεκεμβρίου 2004

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 4 Δεκεμβρίου 2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυζής


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

115,6

204

94,9

999

105,3

0707 00 05

052

106,6

204

32,5

999

69,6

0709 90 70

052

97,8

204

71,6

999

84,7

0805 10 10, 0805 10 30, 0805 10 50

388

43,9

999

43,9

0805 20 10

204

68,0

999

68,0

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

052

67,0

204

57,0

624

95,8

720

30,1

999

62,5

0805 50 10

052

58,9

528

25,5

999

42,2

0808 10 20, 0808 10 50, 0808 10 90

052

90,5

388

138,0

400

81,3

404

87,3

512

104,5

720

76,7

804

107,6

999

98,0

0808 20 50

720

66,4

999

66,4


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/25


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2076/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Δεκεμβρίου 2004

για την πρώτη προσαρμογή του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα λιπάσματα (EDDHSA και υπερφωσφορικό τριπλό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τα λιπάσματα (1), και ιδίως το άρθρο 31 παράγραφοι 1 και 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 προβλέπει ότι κάθε λίπασμα το οποίο ανήκει σε έναν από τους τύπους λιπασμάτων του παραρτήματος Ι και το οποίο πληροί τους όρους που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό μπορεί να χαρακτηρίζεται ως «λίπασμα ΕΚ».

(2)

Ανάμεσα στα φωσφορικά λιπάσματα που περιέχονται στον πίνακα Α2 του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 περιλαμβάνεται το υπερφωσφορικό τριπλό (TSP) και ένα από τα κριτήρια για την επισήμανσή του είναι το «φωσφόρος εκφραζόμενος ως P2O5 διαλυτό στο ουδέτερο κιτρικό αμμώνιο, το 93 % τουλάχιστον της δηλωμένης περιεκτικότητας σε P2O5 πρέπει να είναι υδατοδιαλυτό».

(3)

Όσο πιο υψηλή είναι η υδατοδιαλυτότητα του λιπάσματος TSP, τόσο αποτελεσματικότερο είναι από γεωπονική άποψη. Στο παρελθόν, τα εδάφη στην Ευρώπη είχαν γενικά έλλειψη φωσφόρου και, ως εκ τούτου, ήταν δικαιολογημένη μια υψηλή ελάχιστη τιμή 93 % υδατοδιαλυτότητας, ώστε να αντιμετωπιστεί αυτή η έλλειψη.

(4)

Σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει, δεδομένου ότι πολλά εδάφη δεν έχουν πια έλλειψη φωσφόρου. Αν και υπάρχουν ακόμη εδάφη ή καλλιέργειες όπου εξακολουθεί να είναι επιθυμητή η χρήση TSP με ελάχιστη υδατοδιαλυτότητα 93 %, ωστόσο το TSP με ελάχιστη υδατοδιαλυτότητα 85 % θα είναι εξίσου αποτελεσματικό για πολλά εδάφη και καλλιέργειες στην Ευρώπη.

(5)

Συνεπώς, οι χρήστες TSP πρέπει να έχουν τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ ενός λιπάσματος TSP με ελάχιστη υδατοδιαλυτότητα 85 % και ενός με μεγαλύτερη διαλυτότητα, ώστε να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις του εδάφους ή της καλλιέργειας σε τοπικό επίπεδο. Η καταχώριση για το TSP στον πίνακα Α2 στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 πρέπει να προσαρμοστεί ανάλογα.

(6)

Το άλας νατρίου EDDHSA και τα προϊόντα συμπύκνωσής του (EDDHSA) χρησιμοποιούνται, ιδίως, στην Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, εδώ και 15 χρόνια ως οργανικός παράγοντας δημιουργίας χηλικού συμπλέγματος για θρεπτικά μικροσυστατικά. Η πείρα έχει δείξει ότι είναι αποτελεσματικό λίπασμα και ότι δεν αποτελεί κίνδυνο για το περιβάλλον.

(7)

Ειδικότερα, χρησιμοποιείται χηλικό σύμπλοκο σιδήρου με EDDHSA για να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις σιδήρου και η χλώρωση λόγω έλλειψης σιδήρου. Συνιστάται για μεγάλη ποικιλία φυτικών ειδών, ιδίως για τα οπωροφόρα δέντρα όπως τα εσπεριδοειδή, τις βερικοκιές, τα αβοκάντο, τις δαμασκηνιές και τις ροδακινιές. Χρησιμοποιείται επίσης για σταφύλια, μικρούς θάμνους και φράουλες.

(8)

Η εξάλειψη της χλώρωσης λόγω έλλειψης σιδήρου και των συμπτωμάτων της εξασφαλίζει πράσινα φύλλα, με καλή αύξηση και ανάπτυξη του φρούτου για συγκομιδή.

(9)

Όσον αφορά την επίδραση στο έδαφος και το περιβάλλον, το EDDHSA υφίσταται διαδικασία χημικής αποδόμησης στο έδαφος η οποία είναι σχετικά βραδεία, αλλά δεν δημιουργεί επικίνδυνες ουσίες ούτε προκαλεί προβλήματα αλατότητας στο έδαφος.

(10)

Συνεπώς, το EDDHSA πρέπει να προστεθεί στον κατάλογο των εγκεκριμένων οργανικών παραγόντων δημιουργίας χηλικού συμπλόκου για θρεπτικά μικροσυστατικά στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003.

(11)

Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(12)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 32 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 304 της 21.11.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 885/2004 (ΕΕ L 168 της 1.5.2004, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2003/2003 τροποποιείται ως εξής:

Το παράρτημα Ι τροποποιείται ως εξής:

α)

στον πίνακα Α.2 η καταχώριση 2(γ) σχετικά με το «Υπερφωσφορικό τριπλό» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Αριθ.

Ονομασία τύπου

Στοιχεία σχετικά με τη μέθοδο παραγωγής και τα κύρια συστατικά

Ελάχιστη περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά (% κατά βάρος)

Στοιχεία για τον τρόπο έκφρασης των θρεπτικών συστατικών

Άλλες απαιτήσεις

Άλλα στοιχεία σχετικά με την ονομασία τύπου

Περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά που πρέπει να δηλώνεται

Μορφή και διαλυτότητα των θρεπτικών συστατικών

Άλλα κριτήρια

1

2

3

4

5

6

«2(γ)

Υπερφωσφορικό τριπλό

Προϊόν που λαμβάνεται δι' επιδράσεως φωσφορικού οξέος επί λειοτριβημένου φωσφορικού ορυκτού και το οποίο περιέχει φωσφορικό μονοασβέστιο ως κύριο συστατικό

38 % P2O5

Φωσφόρος εκφραζόμενος ως P2O5 διαλυτό στο ουδέτερο κιτρικό αμμώνιο, το 85 % τουλάχιστον της δηλωμένης περιεκτικότητας σε P2O5 πρέπει να είναι υδατοδιαλυτό

Δείγμα ελέγχου: 3 g

 

Πεντοξείδιο του φωσφόρου διαλυτό στο ουδέτερο κιτρικό αμμώνιο

Υδατοδιαλυτό πεντοξείδιο του φωσφόρου»

β)

στο σημείο E.3.1 προστίθεται η ακόλουθη καταχώριση:

«Άλας νατρίου:

 

 

αιθυλενοδιαμινο-δι-(2-υδροξυ-5-σουλφοφαινυλοξικού) οξέος και προϊόντα συμπύκνωσής του

EDDHSA

C18H20O12N2S2 + n*(C12H14O8N2S)»


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/28


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2077/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Δεκεμβρίου 2004

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σε ό,τι αφορά τη χρήση των μέσων επεξεργασίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (1), και ιδίως το άρθρο 2 δέκατη πέμπτη περίπτωση τρίτη φράση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Συνεκτιμώντας τις νέες πληροφορίες και τις τεχνικές εξελίξεις που επισημαίνονται από την τεχνολογική και οικονομική επιτροπή αξιολόγησης, στην έκθεσή της του Απριλίου 2002 (2) σχετικά με τις ελεγχόμενες ουσίες που χρησιμοποιούνται ως χημικά μέσα επεξεργασίας, το παράρτημα VI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 πρέπει να τροποποιηθεί, ως αποτέλεσμα της απόφασης X/14 (3) και της απόφασης XV/6 (4), που εγκρίθηκαν στη δέκατη (1998) και δέκατη πέμπτη συνεδρίαση (2003) των μερών στο πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, αντιστοίχως.

(2)

Ειδικότερα, η απόφαση XV/6 προσθέτει το μέσο επεξεργασίας τετραχλωράνθρακας για την παραγωγή κυκλοδίμης (cyclodime) (διαλύτη)· επίσης, ακυρώνει τη χρήση του CFC 113 ως μέσου επεξεργασίας στην παραγωγή vinorelbine (φαρμακευτικού προϊόντος) και τη χρήση του τετραχλωράνθρακα ως μέσου επεξεργασίας στην παραγωγή τραλομεθρίνης (tralomethrine) (εντομοκτόνου).

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συνεστήθη βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα VI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 αντικαθίσταται από το κείμενο που τροποποιείται, όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός θα αρχίσει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Stavros DIMAS

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 244 της 29.9.2000, σ. 1· κανονισμός, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1804/2003 (ΕΕ L 265 της 16.10.2003, σ. 1).

(2)  Έκθεση της επιτροπής τεχνολογικής και οικονομικής αξιολόγησης, Απρίλιος 2002, τόμος 1, Έκθεση για τα μέσα επεξεργασίας.

(3)  Δέκατη συνεδρίαση των μερών στο πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, απόφαση X/14: Μέσα επεξεργασίας.

(4)  Δέκατη πέμπτη συνεδρίαση των μερών στο πρωτόκολλο του Μόντρεαλ το 2003, απόφαση XV/6: Κατάλογος των χρήσεων των ελεγχόμενων ουσιών που χρησιμοποιούνται ως μέσα επεξεργασίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Διαδικασίες στις οποίες χρησιμοποιούνται ελεγχόμενες ουσίες ως μέσα επεξεργασίας, όπως αναφέρει το δέκατο πέμπτο εδάφιο του άρθρου 2

α)

χρήση τετραχλωράνθρακα για την απομάκρυνση του τριχλωριούχου αζώτου στην παραγωγή χλωρίου και καυστικής σόδας·

β)

χρήση τετραχλωράνθρακα στην ανάκτηση χλωρίου στα απαέρια της παραγωγής χλωρίου·

γ)

χρήση τετραχλωράνθρακα στην παραγωγή χλωριωμένου καουτσούκ·

δ)

χρήση τετραχλωράνθρακα στην παραγωγή ισοβουτυλοακετοφαινόνης (ibruprofen — αναλγητικό)·

ε)

χρήση τετραχλωράνθρακα στην παραγωγή πολυ-φαινυλενο-τερεφθαλαμιδίου·

στ)

χρήση CFC 11 στην παραγωγή λεπτών συνθετικών φύλλων από ίνες πολυολεφινών·

ζ)

χρήση CFC 12 στην φωτοχημική σύνθεση υπερφθοροπολυαιθεροπολυϋπεροξειδικών, προδρόμοι Ζ-υπερφθοροπολυαιθέρων και διλειτουργικά παράγωγα·

η)

χρήση CFC 113 στην αναγωγή υπερφθοροπολυαιθεροπολυϋπεροξειδικών ενδιαμέσων ουσιών για την παραγωγή υπερφθοροπολυαιθερικών διεστέρων·

θ)

χρήση CFC 113 στην παραγωγή υπερφθοροπολυαιθερικών διολών με υψηλή λειτουργικότητα·

ι)

χρήση τετραχλωράνθρακα στην παραγωγή Cyclodime·

κ)

χρήση HCFC στη διαδικασία που ορίζεται στα στοιχεία α) έως ι) όταν χρησιμοποιούνται για την υποκατάσταση CFC ή τετραχλωράνθρακα.»


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/30


ΟΔΗΓΊΑ 2004/106/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Νοεμβρίου 2004

για την τροποποίηση των οδηγιών 77/799/EOK όσον αφορά την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων, ορισμένων ειδικών φόρων κατανάλωσης και των φόρων επί των ασφαλίστρων και 92/12/ΕΟΚ σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για την αποτελεσματική καταπολέμηση της απάτης όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, επιβάλλεται στενή συνεργασία μεταξύ των φορολογικών διοικήσεων της Κοινότητας και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής σύμφωνα με κοινές αρχές.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2073/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2004, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης (3), συγκεντρώνει όλες τις διατάξεις που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης που περιέχονται στις οδηγίες 77/799/EOK (4) και 92/12/ΕΟΚ (5), με εξαίρεση την αμοιβαία συνδρομή που προβλέπεται από την οδηγία 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1976, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα (6).

(3)

Η οδηγία 2004/56/ΕΚ (7) για τροποποίηση της οδηγίας 77/799/ΕΟΚ, απαιτεί από τα κράτη μέλη να θέσουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωση προς αυτή πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στον τομέα των άμεσων φόρων, ορισμένων ειδικών φόρων κατανάλωσης και των φόρων επί των ασφαλίστρων. Δεδομένου ότι, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, η οδηγία 77/799/ΕΟΚ δεν θα εφαρμοσθεί για τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης από 1ης Ιουλίου 2005, δεν είναι σκόπιμο να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν διατάξεις οι οποίες προορίζονται να παύσουν να ισχύουν εντός συντόμου χρονικού διαστήματος. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να επιτραπεί στα κράτη μέλη να θεσπίσουν τις αναγκαίες διατάξεις για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2004/56/ΕΚ όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, υπό την επιφύλαξη της υποχρέωσης για τη θέσπιση τέτοιων διατάξεων όσον αφορά άλλους φόρους για τους οποίους εφαρμόζεται η οδηγία 77/799/ΕΚ.

(4)

Οι οδηγίες 77/799/ΕΟΚ και 92/12/ΕΟΚ θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η οδηγία 77/799/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

2)

Στο άρθρο 1, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, όλες τις πληροφορίες που δύνανται να τους επιτρέψουν τον ορθό υπολογισμό των φόρων εισοδήματος και περιουσίας καθώς και όλες τις πληροφορίες που έχουν σχέση με τον καθορισμό των φόρων επί των ασφαλίστρων που αναφέρονται στο άρθρο 3 έκτη περίπτωση της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1976, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα (8).».

Άρθρο 2

Η οδηγία 92/12/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 15α διαγράφεται.

2)

Το άρθρο 15β διαγράφεται.

3)

Στο άρθρο 19, η παράγραφος 6 διαγράφεται.

Άρθρο 3

Οι παραπομπές που γίνονται στην οδηγία 77/799/EOK, όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, θεωρείται ότι γίνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2004.

Οι παραπομπές που γίνονται στην οδηγία 92/12/ΕΟΚ, όσον αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης, θεωρείται ότι γίνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2073/2004.

Άρθρο 4

1.   Πριν από τις 30 Ιουνίου 2005, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιουλίου 2005.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 της οδηγίας 2004/56/ΕΚ, τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν τις διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2004/56/ΕΚ όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

Άρθρο 5

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 16 Νοεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. ZALM


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε την 1η Απριλίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 31 Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(4)  ΕΕ L 336 της 27.12.1977, σ. 15· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/56/ΕΚ (ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 70).

(5)  ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).

(6)  ΕΕ L 73 της 19.3.1976, σ. 18· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(7)  ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 70.

(8)  ΕΕ L 73 της 19.3.1976, σ. 18· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Συμβούλιο

4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/32


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 2ας Νοεμβρίου 2004

σχετικά με την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, καθώς και την έγκριση και υπογραφή της κοινής δήλωσης προθέσεων που τη συνοδεύει

(2004/828/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 94 σε συνδυασμό με το άρθρο 300 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 16 Οκτωβρίου 2001, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευτεί με το Πριγκιπάτο της Ανδόρας συμφωνία για να διασφαλισθεί η θέσπιση από το κράτος αυτό μέτρων ισοδύναμων με τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζονται στο πλαίσιο της Κοινότητας, ώστε να διασφαλιστεί η πραγματική φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις.

(2)

Το κείμενο της συμφωνίας που προκύπτει από τις διαπραγματεύσεις αυτές είναι σύμφωνο προς τις οδηγίες διαπραγμάτευσης του Συμβουλίου. Το κείμενο αυτό συνοδεύεται από κοινή δήλωση προθέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας.

(3)

Με την επιφύλαξη της έκδοσης, σε μεταγενέστερο στάδιο, απόφασης σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας, κρίνεται σκόπιμο να υπογραφούν τα δύο έγγραφα που μονογραφήθηκαν την 1η Ιουλίου 2004 και να επιβεβαιωθεί η έγκριση της κοινής δήλωσης προθέσεων από το Συμβούλιο,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Με την επιφύλαξη της έκδοσης, σε μεταγενέστερο στάδιο, απόφασης σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου (1) για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία και την κοινή δήλωση προθέσεων που τη συνοδεύει, καθώς και τις επιστολές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που ανταλλάσσονται, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 της συμφωνίας και το τελευταίο εδάφιο της κοινής δήλωσης προθέσεων, για να εκφράσει τη συναίνεση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Η κοινή δήλωση εγκρίνεται από το Συμβούλιο.

Το κείμενα της συμφωνίας και της κοινής δήλωσης προθέσεων επισυνάπτονται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 2 Νοεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. R. BOT


(1)  EE L 157 της 26.6.2003, σ. 38.


ΣΥΜΦΩΝΊΑ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

και

ΤΟ ΠΡΙΓΚΙΠΑΤΟ ΤΗΣ ΑΝΔΟΡΑΣ,

εφεξής καλούμενα το «συμβαλλόμενο μέρος» ή τα «συμβαλλόμενα μέρη»,

Με σκοπό την πρόβλεψη μέτρων ισοδύναμων με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις, εφεξής καλούμενη «η οδηγία», σε πλαίσιο συνεργασίας που λαμβάνει υπόψη το έννομο συμφέρον καθενός από τα συμβαλλόμενα μέρη και σε πλαίσιο όπου άλλες τρίτες χώρες βρίσκονται σε κατάσταση παρόμοια με εκείνη του Πριγκιπάτου της Ανδόρας θα εφαρμόσουν επίσης μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, τα εισοδήματα από αποταμιεύσεις υπό μορφή τόκων που καταβάλλονται στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας σε πραγματικούς δικαιούχους που είναι φυσικά πρόσωπα έχοντα κατοικία σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 3, υπόκεινται στην επιβολή παρακράτησης φόρου στην πηγή από φορείς πληρωμής εγκατεστημένους στο έδαφος του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, υπό τους όρους που διευκρινίζονται στο άρθρο 7.

Η εν λόγω παρακράτηση του φόρου στην πηγή επιβάλλεται με την επιφύλαξη των μέτρων εθελοντικής γνωστοποίησης σύμφωνα με τους κανόνες που διατυπώνονται στο άρθρο 9. Τα έσοδα που αντιστοιχούν στα ποσά που παρακρατούνται στην πηγή κατ' εφαρμογή των άρθρων 7 και 9 αποτελούν αντικείμενο κατανομής μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στο άρθρο 8.

Για να διασφαλιστεί η ισοδυναμία της παρούσας συμφωνίας με την οδηγία, τα μέτρα αυτά συμπληρώνονται με τη θέσπιση κανόνων ανταλλαγής πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως, οι οποίοι διευκρινίζονται στο άρθρο 12, και με τις διαδικασίες διαβούλευσης και επανεξέτασης που περιγράφονται στο άρθρο 13.

2.   Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας. Ειδικότερα, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλιστεί η εκτέλεση των καθηκόντων που απαιτούνται για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας από τους εγκατεστημένους στο έδαφός του φορείς πληρωμής και διατυπώνει ρητά τις διατάξεις τις σχετικές με τις διαδικασίες και τις κυρώσεις, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης του οφειλέτη της απαίτησης που παράγει αυτούς τους τόκους.

Άρθρο 2

Ορισμός του πραγματικού δικαιούχου

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο εισπράττει τόκους ή προς όφελος του οποίου εξασφαλίζεται πληρωμή τόκων, εκτός εάν το εν λόγω φυσικό πρόσωπο αποδείξει ότι δεν έχει εισπράξει ή εξασφαλίσει την πληρωμή τόκων για ίδιο λογαριασμό, δηλαδή όταν:

α)

ενεργεί ως φορέας πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 4, ή

β)

ενεργεί εξ ονόματος νομικού προσώπου, οργανισμού που φορολογείται επί των κερδών του βάσει των γενικών ρυθμίσεων περί φορολογίας των επιχειρήσεων, οργανισμού συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) εγκατεστημένου σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, ή

γ)

ενεργεί εξ ονόματος άλλου φυσικού προσώπου που είναι ο πραγματικός δικαιούχος και δηλώνει στο φορέα πληρωμής τα στοιχεία ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

2.   Στην περίπτωση που ο φορέας πληρωμής έχει στη διάθεσή του στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το φυσικό πρόσωπο στο οποίο καταβάλλονται τόκοι ή για το οποίο εξασφαλίζεται η πληρωμή τόκων ενδεχομένως να μην είναι ο πραγματικός δικαιούχος, λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να προσδιορίσει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1. Αν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει τον πραγματικό δικαιούχο, θεωρεί το εν λόγω φυσικό πρόσωπο ως πραγματικό δικαιούχο.

Άρθρο 3

Στοιχεία ταυτότητας και κατοικία του πραγματικού δικαιούχου

1.   Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου, ήτοι το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνσή του, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Πριγκιπάτου της Ανδόρας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

2.   Ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου βάσει κανόνων που ποικίλλουν ανάλογα με το χρόνο έναρξης των σχέσεων μεταξύ του φορέα πληρωμής και του δικαιούχου των τόκων. Με την επιφύλαξη των κατωτέρω, ως κατοικία θεωρείται η χώρα στην οποία ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη μόνιμη διεύθυνσή του:

α)

όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που έχουν συναφθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Πριγκιπάτου της Ανδόρας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες·

β)

όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις που συνάπτονται ή τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται χωρίς να υπάρχουν συμβατικές σχέσεις, από 1ης Ιανουαρίου 2004 και εξής, ο φορέας πληρωμής προσδιορίζει την κατοικία του πραγματικού δικαιούχου βάσει της διεύθυνσης που αναγράφεται στο επίσημο δελτίο ταυτότητας ή, εν ανάγκη, βάσει οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού εγγράφου το οποίο προσκομίζει ο πραγματικός δικαιούχος, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία: όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα που προσκομίζουν επίσημο δελτίο ταυτότητας που έχει εκδώσει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και τα οποία δηλώνουν ότι είναι κάτοικοι τρίτης χώρας, εκτός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η κατοικία καθορίζεται βάσει πιστοποιητικού διαμονής ή άδειας διαμονής που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας της οποίας το φυσικό πρόσωπο διατείνεται ότι είναι κάτοικος. Εάν δεν προσκομιστεί το εν λόγω πιστοποιητικό διαμονής ή έγγραφο διαμονής, ως κράτος κατοικίας θεωρείται το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που εξέδωσε το επίσημο δελτίο ταυτότητας.

Άρθρο 4

Ορισμός του φορέα πληρωμής

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ως «φορέας πληρωμής» νοείται οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας είναι εγκατεστημένος στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, ο οποίος καταβάλλει τόκους στον πραγματικό δικαιούχο ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού, ανεξαρτήτως του αν ο φορέας αυτός είναι ο οφειλέτης της απαίτησης που παράγει αυτούς τους τόκους ή ο φορέας στον οποίο έχει αναθέσει ο οφειλέτης ή ο πραγματικός δικαιούχος την πληρωμή των τόκων ή την εξασφάλιση αυτής της πληρωμής.

Άρθρο 5

Ορισμός της αρμόδιας αρχής

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας ως«αρμόδιες αρχές» των συμβαλλομένων μερών νοούνται οι αρχές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι.

2.   Όσον αφορά τις τρίτες χώρες, η αρμόδια αρχή είναι εκείνη που ορίζεται για τους σκοπούς των διμερών ή πολυμερών φορολογικών συμβάσεων ή, ελλείψει αυτής, κάθε άλλη αρχή που είναι αρμόδια για την έκδοση πιστοποιητικών φορολογικής κατοικίας.

Άρθρο 6

Ορισμός των τόκων

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ως «τόκοι» νοούνται:

α)

οι καταβληθέντες ή εγγεγραμμένοι σε λογαριασμό τόκοι από πάσης φύσεως απαιτήσεις, ανεξαρτήτως του αν συνοδεύονται από ενυπόθηκες εγγυήσεις ή από ρήτρα συμμετοχής στα κέρδη του οφειλέτη, ιδίως δε τα εισοδήματα από τίτλους του δημοσίου και ομολογιακά δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των πριμοδοτήσεων και δώρων που συνδέονται με αυτά· οι τόκοι υπερημερίας δεν θεωρούνται τόκοι·

β)

οι δεδουλευμένοι ή κεφαλαιοποιημένοι τόκοι κατά την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ)

το εισόδημα που προκύπτει από τόκους, είτε άμεσα είτε μέσω φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας, το οποίο διανέμεται από:

i)

οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας,

ii)

φορείς που ασκούν το δικαίωμα επιλογής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας, και

iii)

οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 17·

δ)

το εισόδημα που προκύπτει από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση μονάδων ή μεριδίων στους ακόλουθους οργανισμούς και φορείς, αν επενδύουν άμεσα ή έμμεσα, μέσω άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή φορέων που αναφέρονται παρακάτω, ποσοστό ανώτερο του 40 % του ενεργητικού τους σε χρεωστικούς τίτλους που αναφέρονται στο στοιχείο α):

i)

οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας,

ii)

φορείς που ασκούν το δικαίωμα επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας,

iii)

οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 17.

Ωστόσο, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας μπορεί να μην περιλαμβάνει στον ορισμό των τόκων το εισόδημα που αναφέρεται στο στοιχείο δ) παρά μόνο κατά την αναλογία που το εισόδημα αυτό αντιστοιχεί σε εισόδημα που, άμεσα ή έμμεσα, προέρχεται από πληρωμές τόκων κατά την έννοια των στοιχείων α) και β).

2.   Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από πληρωμή τόκων, το συνολικό ποσό του εισοδήματος θεωρείται ως πληρωμή τόκων.

3.   Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχείο δ), σε περίπτωση που ο φορέας πληρωμής δεν έχει στη διάθεσή του στοιχεία σχετικά με το ποσοστό του ενεργητικού που επενδύεται σε χρεωστικούς τίτλους ή σε μετοχές ή μερίσματα που προβλέπονται στη συγκεκριμένη παράγραφο, το ποσοστό αυτό θεωρείται ότι υπερβαίνει το 40 %. Εάν ο εν λόγω φορέας πληρωμής δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει το ποσό του εισοδήματος που συγκεντρώνει ο πραγματικός δικαιούχος, το εισόδημα θεωρείται ότι αντιστοιχεί στο προϊόν της πώλησης, της εξόφλησης ή της εξαγοράς των μετοχών ή μεριδίων.

4.   Όσον αφορά την παράγραφο 1 στοιχεία β) και δ), το Πριγκιπάτο της Ανδόρας έχει το δικαίωμα να ζητήσει από τους φορείς πληρωμής που έχουν την έδρα τους στο έδαφός του να υπολογίζουν τους τόκους σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια περιόδου που δεν υπερβαίνει το έτος και να θεωρούν τους ετήσιους αυτούς τόκους ως πληρωμή τόκων ακόμη και αν δεν διενεργηθεί πώληση, εξαγορά ή εξόφληση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

5.   Το εισόδημα των οργανισμών ή φορέων που έχουν επενδύσει έως το 15 % του ενεργητικού τους σε χρεωστικούς τίτλους κατά την έννοια της παραγράφου 1 στοιχείο α) δεν θεωρείται τόκος σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ).

6.   Από την 1η Ιανουαρίου 2011, το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 3 είναι 25 %.

7.   Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) και στην παράγραφο 5 καθορίζονται βάσει της επενδυτικής πολιτικής όπως ορίζεται στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα των εν λόγω οργανισμών ή φορέων και, ελλείψει αυτών, βάσει της πραγματικής σύνθεσης των στοιχείων του ενεργητικού των εν λόγω οργανισμών ή φορέων.

Άρθρο 7

Παρακράτηση φόρου στην πηγή

1.   Στην περίπτωση που ο πραγματικός δικαιούχος των τόκων είναι κάτοικος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας επιβάλλει συντελεστή κράτησης φόρου στην πηγή ύψους 15 % κατά την πρώτη τριετία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, 20 % τα τρία επόμενα έτη, και εν συνεχεία 35 %.

2.   Ο φορέας πληρωμής παρακρατεί το φόρο στην πηγή ως εξής:

α)

σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α): επί του ποσού των καταβληθέντων ή πιστωθέντων τόκων·

β)

σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή δ) επί του ποσού των τόκων ή του εισοδήματος που αναφέρεται σε αυτές τις παραγράφους ή με εισφορά ισοδυνάμου αποτελέσματος που θα βαρύνει τον δικαιούχο επί του συνολικού ποσού των εσόδων από την πώληση, την εξαγορά ή την εξόφληση·

γ)

σε περίπτωση καταβολής τόκων κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ): επί του ποσού του εισοδήματος που αναφέρεται σε αυτή την παράγραφο·

δ)

σε περίπτωση που το Πριγκιπάτο της Ανδόρας ασκεί το δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4: επί του ποσού των ανοιγμένων σε ετήσια βάση τόκων.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχεία α) και β), η παρακράτηση στην πηγή πραγματοποιείται κατ' αναλογία για την περίοδο κατά την οποία ο πραγματικός δικαιούχος κατέχει χρεωστικό τίτλο. Εάν ο φορέας πληρωμής αδυνατεί να προσδιορίσει την περίοδο βάσει των πληροφοριών που διαθέτει, τότε θεωρεί ότι ο πραγματικός δικαιούχος είχε στην κατοχή του τον χρεωστικό τίτλο από την αρχή της ύπαρξής του, εκτός εάν ο τελευταίος αποδείξει την ημερομηνία κτήσης.

4.   Οι φόροι και οι παρακρατήσεις επί των τόκων εκτός από την παρακράτηση που προβλέπεται στην παρούσα συμφωνία για την ίδια πληρωμή τόκων πιστώνονται έναντι του ποσού της παρακράτησης στην πηγή που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3.

5.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 10, η επιβολή παρακράτησης στην πηγή από φορέα πληρωμής που είναι εγκατεστημένος στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας δεν εμποδίζει το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο οποίο ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη φορολογική κατοικία του να φορολογήσει το εισόδημα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

Σε περίπτωση που ένας φορολογούμενος δηλώσει στις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όπου κατοικεί το εισόδημα από τόκους που απέκτησε από φορέα πληρωμής που είναι εγκατεστημένος στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, το εν λόγω εισόδημα από τόκους υπόκειται σε φορολόγηση σε αυτό το κράτος μέλος με τους ίδιους συντελεστές που εφαρμόζονται για το ίδιο εισόδημα σε αυτό το κράτος.

Άρθρο 8

Κατανομή των εσόδων

1.   Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας διατηρεί το 25 % των εσόδων από την παρακράτηση στην πηγή που αναφέρεται στο άρθρο 7 και μεταβιβάζει το 75 % των εσόδων στο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όπου κατοικεί ο πραγματικός δικαιούχος.

2.   Η μεταβίβαση αυτή πραγματοποιείται για κάθε ημερολογιακό έτος σε μία δόση ανά κράτος μέλος το αργότερο εντός εξαμήνου μετά το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκαν οι παρακρατήσεις.

Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή λειτουργία του συστήματος κατανομής εσόδων.

Άρθρο 9

Εθελοντική γνωστοποίηση

1.   Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας προβλέπει διαδικασία η οποία επιτρέπει στους πραγματικούς δικαιούχους να αποφεύγουν την παρακράτηση φόρου στην πηγή, όπως ορίζεται στο άρθρο 7, όταν υποβάλλουν στον φορέα πληρωμής τους πιστοποιητικό που εκδίδει εξ ονόματός τους η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχουν τη κατοικία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.

2.   Μετά από αίτηση του πραγματικού δικαιούχου, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την κατοικία του εκδίδει πιστοποιητικό στο οποίο αναφέρονται:

α)

το ονοματεπώνυμο, η διεύθυνση και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή, ελλείψει του αριθμού αυτού, η ημερομηνία και ο τόπος γέννησης του πραγματικού δικαιούχου·

β)

το όνομα ή η επωνυμία και η διεύθυνση του φορέα πληρωμής·

γ)

ο αριθμός λογαριασμού του πραγματικού δικαιούχου ή, ελλείψει αυτού, τα στοιχεία του χρεωστικού τίτλου.

Το πιστοποιητικό αυτό ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη. Η χορήγηση του εν λόγω πιστοποιητικού στον πραγματικό δικαιούχο που το έχει ζητήσει πραγματοποιείται εντός προθεσμίας δύο μηνών από την υποβολή της αιτήσεως.

Άρθρο 10

Εξάλειψη της διπλής φορολογίας

1.   Το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο οποίο ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη φορολογική κατοικία του διασφαλίζει την εξάλειψη της διπλής φορολογίας που ενδέχεται να προκύψει από την επιβολή της παρακράτησης φόρου στην πηγή που προβλέπεται στο άρθρο 7, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Όταν επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχει παρακρατηθεί φόρος στην πηγή όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο οποίο ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη φορολογική κατοικία του, του χορηγεί, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, πίστωση φόρου ίση με το παρακρατηθέν στην πηγή ποσό. Αν το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό του οφειλόμενου φόρου επί του συνολικού ποσού των τόκων που υπόκεινται σε παρακράτηση στην πηγή, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία, το κράτος μέλος φορολογικής κατοικίας επιστρέφει το επιπλέον ποσό του παρακρατηθέντος φόρου στον πραγματικό δικαιούχο.

3.   Όταν, πέραν της παρακράτησης στην πηγή που προβλέπεται στο άρθρο 7, επί των τόκων που εισπράττει ο πραγματικός δικαιούχος έχουν παρακρατηθεί άλλοι φόροι στην πηγή και το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο οποίο έχει ο πραγματικός δικαιούχος τη φορολογική κατοικία του χορηγεί πίστωση φόρου για την εν λόγω παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία ή τις συμβάσεις περί διπλής φορολογίας, τότε το ποσό της εν λόγω παρακράτησης στην πηγή πιστώνεται πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2.

4.   To κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο οποίο ο πραγματικός δικαιούχος έχει τη φορολογική κατοικία του μπορεί να αντικαταστήσει το μηχανισμό της πίστωσης φόρου που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 με την επιστροφή της παρακράτησης στην πηγή που αναφέρεται στο άρθρο 7.

Άρθρο 11

Διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι

1.   Από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας μέχρις ότου το Πριγκιπάτο της Ανδόρας επιβάλλει την παρακράτηση του φόρου στην πηγή που προβλέπεται στο άρθρο 7 και τουλάχιστον ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εφαρμόσει παρόμοια παρακράτηση, και έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο, οι εγχώριες και διεθνείς ομολογίες και άλλοι διαπραγματεύσιμοι χρεωστικοί τίτλοι που έχουν εκδοθεί για πρώτη φορά πριν από την 1η Μαρτίου 2001 ή που τα ενημερωτικά φυλλάδια για την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο αξιών έχουν εγκριθεί πριν από αυτή την ημερομηνία από τις αρμόδιες αρχές κατά την έννοια της οδηγίας 80/390/ΕΟΚ του Συμβουλίου, ή από τις αρμόδιες αρχές του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, ή από τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, δεν θεωρούνται απαιτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), υπό την προϋπόθεση ότι δεν πραγματοποιούνται επιπλέον εκδόσεις των εν λόγω διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής.

2.   Ωστόσο, επί όσο χρονικό διάστημα ένα τουλάχιστον κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εφαρμόζει επίσης παρόμοιες διατάξεις, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να ισχύουν πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2010 για διαπραγματεύσιμους χρεωστικούς τίτλους:

που περιέχουν ρήτρες αποζημίωσης του επενδυτή και πρόωρης εξόφλησης, και

εφόσον ο φορέας πληρωμής, όπως ορίζεται στο άρθρο 4, είναι εγκατεστημένος στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, και

ο φορέας πληρωμής καταβάλλει απευθείας τόκους στον πραγματικό δικαιούχο που έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.

Εάν και εφόσον όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας παύσουν να εφαρμόζουν παρόμοιες διατάξεις, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να εφαρμόζονται μόνο για τους διαπραγματεύσιμους τίτλους:

που περιέχουν ρήτρες αποζημίωσης του επενδυτή και πρόωρης εξόφλησης, και

εφόσον ο φορέας πληρωμής του εκδότη είναι εγκατεστημένος στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας, και

ο φορέας πληρωμής καταβάλλει απευθείας τόκους στον πραγματικό δικαιούχο που έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ή εξασφαλίζει την καταβολή τόκων προς άμεσο όφελος αυτού.

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν νέες εκδόσεις των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής, από κυβερνήσεις ή εξομοιούμενους οργανισμούς που ενεργούν ως δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη, η συνολική έκδοση αυτών των τίτλων, αποτελούμενη από την αρχική έκδοση και τις νέες εκδόσεις, θεωρείται απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί νέα έκδοση ενός των προαναφερόμενων διαπραγματεύσιμων χρεωστικών τίτλων από την 1η Μαρτίου 2002 και εξής από άλλο εκδότη που δεν καλύπτεται από το προηγούμενο εδάφιο, η νέα αυτή έκδοση θεωρείται απαίτηση κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο α).

3.   Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει καθόλου τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και το Πριγκιπάτο της Ανδόρας να εξακολουθήσουν να επιβάλλουν φόρο στα εισοδήματα που απορρέουν από τους τίτλους που αναφέρονται παραπάνω στην παράγραφο 1, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία τους.

Άρθρο 12

Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως

1.   Οι αρμόδιες αρχές του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ανταλλάσσουν πληροφορίες όσον αφορά τα εισοδήματα που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία, καθώς και συμπεριφορά που συνιστά αδίκημα φορολογικής απάτης, βάσει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, ή παρόμοια παράβαση. Ως «παρόμοια παράβαση» νοείται αποκλειστικά παράβαση της ίδιας βαρύτητας με τη συμπεριφορά που συνιστά αδίκημα φορολογικής απάτης δυνάμει των νόμων του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

Έως ότου εισαχθεί η έννοια του αδικήματος της φορολογικής απάτης στην εθνική του νομοθεσία, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας αναλαμβάνει, εφόσον είναι το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, να εξομοιώνει με το αδίκημα της φορολογικής απάτης, για τους αναφερόμενους στο πρώτο εδάφιο λόγους, τη συμπεριφορά που δολίως θίγει τα περιουσιακά συμφέροντα του Δημοσίου του αιτούντος κράτους και συνιστά, δυνάμει των νόμων του Πριγκιπάτου της Ανδόρας, αδίκημα υπεξαίρεσης.

Σε απάντηση προς δεόντως αιτιολογημένη αίτηση, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα προαναφερόμενα ζητήματα που άπτονται του ποινικού ή μη ποινικού δικαίου, τα οποία ερευνά, ή ενδέχεται να ερευνήσει, το αιτούν κράτος.

2.   Για να καθορίσει εάν μπορεί να παράσχει τις πληροφορίες που ζητούνται κατόπιν αιτήσεως, το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση εφαρμόζει τις διατάξεις περί παραγραφής που ισχύουν δυνάμει της νομοθεσίας του αιτούντος κράτους και όχι τις διατάξεις περί παραγραφής του κράτους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση.

3.   Το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση παρέχει πληροφορίες, εφόσον το αιτούν κράτος έχει εύλογες υπόνοιες ότι η συμπεριφορά συνιστά αδίκημα φορολογικής απάτης ή παρόμοια παράβαση. Όταν το Πριγκιπάτο της Ανδόρας είναι το κράτος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, το παραδεκτό της αίτησης πρέπει να καθοριστεί εντός δύο μηνών από την δικαστική αρχή του Πριγκιπάτου της Ανδόρας ανάλογα με το βάσιμο των λόγων που τη στηρίζουν σε σχέση με τους όρους που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

4.   Η υπόνοια φορολογικής απάτης ή παρόμοιας παράβασης του αιτούντος κράτους μπορεί να βασίζεται σε:

α)

έγγραφα, επικυρωμένα ή μη, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των λογιστικών βιβλίων ή εγγράφων ή των έγγραφων για τραπεζικούς λογαριασμούς·

β)

πληροφορίες από μαρτυρία του φορολογουμένου·

γ)

πληροφορίες που προέρχονται από πληροφοριοδότη ή άλλο τρίτο πρόσωπο που επιβεβαιώθηκαν ανεξάρτητα ή μπορεί να είναι αξιόπιστες, ή

δ)

αιτιολογημένες έμμεσες αποδείξεις.

5.   Κάθε πληροφορία που ανταλλάσσεται κατ' αυτόν τον τρόπο πρέπει να θεωρείται ως εμπιστευτική και δεν μπορεί να αποκαλύπτεται στα πρόσωπα ή στις αρμόδιες αρχές του συμβαλλομένου μέρους που πρέπει να γνωρίζουν την φορολόγηση των τόκων που αναφέρονται στο άρθρο 1, είτε στο πλαίσιο της παρακράτησης του φόρου στην πηγή και των σχετικών εσόδων που αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8, αντίστοιχα, είτε στο πλαίσιο της εθελοντικής γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 9. Τα πρόσωπα αυτά ή οι αρχές δύνανται να κοινοποιήσουν τις πληροφορίες που έλαβαν κατ' αυτόν τον τρόπο κατά τη διάρκεια δημόσιων ακροάσεων ή σε δικαστικές αποφάσεις που έχουν ως αντικείμενο αυτή τη φορολογία.

Οι πληροφορίες μπορούν να κοινοποιούνται σε άλλο πρόσωπο ή αρχή μόνο με την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του μέρους που κοινοποίησε τις πληροφορίες.

6.   Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας αρχίζει διμερείς διαπραγματεύσεις με κάθε κράτος μέλος που εκφράζει αυτή την επιθυμία για να καθορίσει τις διάφορες κατηγορίες περιπτώσεων στις οποίες πρέπει να εφαρμόζεται το κριτήριο «παρόμοια παράβαση» σύμφωνα με τη διαδικασία που εφαρμόζει το συγκεκριμένο κράτος.

Άρθρο 13

Διαβουλεύσεις και επανεξέταση

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη διεξάγουν διαβουλεύσεις μεταξύ τους τουλάχιστον κάθε τρία έτη ή εφόσον το ζητήσει ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη με σκοπό να εξετάσουν και, εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη το κρίνουν απαραίτητο, να βελτιώσουν την τεχνική λειτουργία της παρούσας συμφωνίας και να αξιολογήσουν τις διεθνείς εξελίξεις. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός μηνός από την αίτηση ή το ταχύτερο δυνατόν σε επείγουσες περιπτώσεις.

Με βάση την εν λόγω αξιολόγηση, τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να προβούν σε διαβουλεύσεις για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί η συμφωνία λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων.

2.   Μόλις αποκτήσουν επαρκή εμπειρία από την πλήρη εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 1 της συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις μεταξύ τους για να εξετάσουν κατά πόσο είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί η παρούσα συμφωνία λαμβανομένων υπόψη των διεθνών εξελίξεων.

3.   Για τους σκοπούς των αναφερομένων στις παραγράφους 1 και 2 διαβουλεύσεων τα συμβαλλόμενα μέρη ενημερώνονται για τις πιθανές εξελίξεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την ορθή λειτουργία της παρούσας συμφωνίας. Σ' αυτές περιλαμβάνεται επίσης η σύναψη οιασδήποτε σχετικής συμφωνίας μεταξύ ενός συμβαλλομένου μέρους και ενός τρίτου κράτους.

4.   Εάν προκύψει διαφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών του Πριγκιπάτου της Ανδόρας και μιας ή περισσοτέρων από τις άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας συμφωνίας όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της, οι εν λόγω αρχές καταβάλλουν προσπάθεια να την επιλύσουν με αμοιβαία συμφωνία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεών τους. Όσον αφορά τα προβλήματα ερμηνείας, η Επιτροπή μπορεί να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις εφόσον το ζητήσει μία από τις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 14

Εφαρμογή

1.   Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας εξαρτάται από την έγκριση και εφαρμογή από τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών που αναφέρονται στην έκθεση του Συμβουλίου (Οικονομικά και Δημοσιονομικά Θέματα) προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σάντα Μαρία ντα Φέιρα (Πορτογαλία) της 19ης και 20ής Ιουνίου 2000, καθώς και από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το Μονακό, το Λιχτενστάιν, την Ελβετία, και τον Άγιο Μαρίνο, αντίστοιχα, μέτρων που είναι σύμφωνα ή ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην οδηγία ή στην παρούσα συμφωνία, και τα οποία προβλέπουν τις ίδιες ημερομηνίες εφαρμογής.

2.   Τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίζουν, με κοινή συμφωνία, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 6, κατά πόσον ο όρος που τίθεται στην παράγραφο 1 πληρούται όσον αφορά τις ημερομηνίες έναρξης ισχύος των σχετικών μέτρων στις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες και στα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη. Εάν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίσουν ότι δεν πληρούται ο όρος, εγκρίνουν, με κοινή συμφωνία νέα ημερομηνία για τους σκοπούς της παραγράφου 6.

3.   Με την επιφύλαξη των θεσμικών ρυθμίσεων, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας εφαρμόζει την παρούσα συμφωνία από την ημερομηνία που προβλέπεται στην παράγραφο 6 και κοινοποιεί το μέτρο αυτό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

4.   Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας ή μερών αυτής δύναται να ανασταλεί με άμεση ισχύ από συμβαλλόμενο μέρος μέσω κοινοποίησης στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη εφόσον η οδηγία ή μέρος που αντιστοιχεί σε αυτήν παύει να ισχύει είτε προσωρινά είτε μόνιμα, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο ή σε περίπτωση που κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας αναστείλει την εφαρμογή των οικείων μέτρων εκτέλεσης.

5.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται επίσης να αναστείλει την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας μέσω κοινοποίησης στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη σε περίπτωση που μία από τις πέντε προαναφερόμενες τρίτες χώρες (Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Μονακό, Λιχτενστάιν, Ελβετία και Άγιος Μαρίνος) ή ένα από τα εξαρτημένα ή συνδεδεμένα εδάφη των κρατών μελών της Κοινότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παύσουν στη συνέχεια να εφαρμόζουν μέτρα που είναι πανομοιότυπα ή ισοδύναμα με τα προβλεπόμενα στην οδηγία. Η αναστολή της εφαρμογής πραγματοποιείται το νωρίτερο δύο μήνες μετά την κοινοποίηση. Η εφαρμογή της συμφωνίας αποκαθίσταται μόλις αποκατασταθούν και τα μέτρα.

6.   Τα συμβαλλόμενα μέρη θεσπίζουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα συμφωνία το αργότερο την 1η Ιουλίου 2005.

Άρθρο 15

Υπογραφή, έναρξη ισχύος και καταγγελία

1.   Η παρούσα συμφωνία πρέπει να επικυρωθεί ή να εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις εσωτερικές διαδικασίες τους. Τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών αυτών. Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την τελευταία κοινοποίηση.

2.   Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δύναται να καταγγείλει την παρούσα συμφωνία με κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Στην περίπτωση αυτή, η συμφωνία παύει να εφαρμόζεται δώδεκα μήνες μετά την κοινοποίηση.

Άρθρο 16

Αιτήσεις και λογαριασμός κλεισίματος

1.   Σε περίπτωση καταγγελίας της παρούσας συμφωνίας ή αναστολής της εφαρμογής της, είτε πλήρως είτε εν μέρει, οι αιτήσεις των φυσικών προσώπων δεν επηρεάζονται.

2.   Στην περίπτωση αυτή, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας καταρτίζει λογαριασμό κλεισίματος πριν από το τέλος της περιόδου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας και πραγματοποιεί τελική πληρωμή στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Άρθρο 17

Εδαφικό πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, υπό τους όρους που προβλέπει η εν λόγω συνθήκη και, αφετέρου, στο έδαφος του Πριγκιπάτου της Ανδόρας.

Άρθρο 18

Παραρτήματα

1.   Τα δύο παραρτήματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της συμφωνίας.

2.   Ο κατάλογος των αρμόδιων αρχών που περιέχει το παράρτημα I μπορεί να τροποποιηθεί με απλή κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος από το Πριγκιπάτο της Ανδόρας όσον αφορά την αρχή που αναφέρεται στο στοιχείο α) του εν λόγω παραρτήματος και από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα όσον αφορά τις άλλες αρχές.

Ο κατάλογος των εξομοιούμενων οργανισμών που αναφέρονται στο παράρτημα II δύναται να τροποποιηθεί με κοινή συμφωνία.

Άρθρο 19

Γλώσσες

1.   Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, ουγγρική, ολλανδική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική, φινλανδική και καταλανική γλώσσα και όλα τα κείμενα, είναι εξίσου αυθεντικά.

2.   Η γνησιότητα του κειμένου στη μαλτέζικη γλώσσα θα βεβαιωθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη με βάση ανταλλαγή επιστολών. Το κείμενο αυτό θα είναι εξίσου αυθεντικό με τις γλώσσες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα συμφωνία.

Hecho en Bruselas, el quince de noviembre del dos mil cuatro.

V Bruselu dne patnáctého listopadu dva tisíce čtyři.

Udfærdiget i Bruxelles den femtende november to tusind og fire.

Geschehen zu Brüssel am fünfzehnten November zweitausendundvier.

Kahe tuhande neljanda aasta novembrikuu viieteistkümnendal päeval Brüsselis.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα πέντε Νοεμβρίου δύο χιλιάδες τέσσερα.

Done at Brussels on the fifteenth day of November in the year two thousand and four.

Fait à Bruxelles, le quinze novembre deux mille quatre.

Fatto a Bruxelles, addì quindici novembre duemilaquattro.

Briselē, divi tūkstoši ceturtā gada piecpadsmitajā novembrī.

Pasirašyta du tūkstančiai ketvirtų metų lapkričio penkioliktą dieną Briuselyje.

Kelt Brüsszelben, a kétezer-negyedik év november havának tizenötödik napján.

Magħmul fi Brussel fil-ħmistax il-jum ta' Novembru tas-sena elfejn u erbgħa.

Gedaan te Brussel, de vijftiende november tweeduizendvier.

Sporządzono w Brukseli w dniu piętnastego października roku dwutysięcznego czwartego.

Feito em Bruxelas, em quinze de Novembro de dois mil e quatro.

V Bruseli pätnásteho novembra dvetisícštyri.

V Bruslju, petnajstega novembra leta dva tisoč štiri.

Tehty Brysselissä viidentenätoista päivänä marraskuuta vuonna kaksituhattaneljä.

Som skedde i Bryssel den femtonde november tjugohundrafyra.

Fet a Brussel les el dia quinze de novembre de l'any dos mil quatre.

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenství

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

For the European Community

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspólnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Za Európske spoločenstvo

za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

På Europeiska gemenskapens vägnar

Per la Comunitat Europea

Image

Pel Principat d’Andorra

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΩΝ

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας «αρμόδιες αρχές» είναι:

α)

στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας: El Ministre de Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος. Για την εφαρμογή του άρθρου 3, αρμόδια αρχή είναι el o la Ministre d’Interior ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

β)

στο Βασίλειο του Βελγίου: De Minister van Financiën/Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

γ)

στην Τσεχική Δημοκρατία: Ministr financí ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

δ)

στο Βασίλειο της Δανίας: Skatteministeren ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ε)

στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας: Der Bundesminister der Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

στ)

στη Δημοκρατία της Εσθονίας: Rahandusminister ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ζ)

στην Ελληνική Δημοκρατία: ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

η)

στο Βασίλειο της Ισπανίας: El Ministro de Economía y Hacienda ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

θ)

στη Γαλλική Δημοκρατία: Le Ministre chargé du budget ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ι)

στην Ιρλανδία: The Revenue Commissioners ή εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποί τους·

ια)

στην Ιταλική Δημοκρατία: Il Capo del Dipartimento per le Politiche Fiscali ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιβ)

στη Δημοκρατία της Κύπρου: Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιγ)

στη Δημοκρατία της Λεττονίας: Finanšu ministrs ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιδ)

στη Δημοκρατία της Λιθουανίας: Finansų ministras ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιε)

για το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου: Le Ministre des Finances ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος· ωστόσο, για την εφαρμογή του άρθρου 12 η αρμόδια αρχή είναι «le Procureur Général d'Etat luxembοurgeois»·

ιστ)

στη Δημοκρατία της Ουγγαρίας: A pιnzόgyminiszter ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιζ)

στη Δημοκρατία της Μάλτας: Il-Ministru responsabbli ghall-Finanzi ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιη)

στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών: De Minister van Financiën ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

ιθ)

στη Δημοκρατία της Αυστρίας: Der Bundesminister für Finanzen ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κ)

στη Δημοκρατία της Πολωνίας: Minister Finansów ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κα)

στην Πορτογαλική Δημοκρατία: O Ministro das Finanças ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κβ)

στη Δημοκρατία της Σλοβενίας: Minister za financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κγ)

στη Σλοβακική Δημοκρατία: Minister financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κδ)

στη Δημοκρατία της Φινλανδίας: Valtiovarainministeriö/Finansministeriet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κε)

στο Βασίλειο της Σουηδίας: Chefen för Finansdepartementet ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος·

κστ)

στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και στα ευρωπαϊκά εδάφη για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το Ηνωμένο Βασίλειο: the Commissioners of Inland Revenue ή οι εξουσιοδοτημένοι εκπρόσωποί τους και η αρμόδια αρχή του Γιβραλτάρ, την οποία θα ορίσει το Ηνωμένο Βασίλειο με βάση τις συμφωνηθείσες ρυθμίσεις σχετικά με τις αρμόδιες αρχές του Γιβραλτάρ στο πλαίσιο των μέσων της ΕΕ και της ΕΚ και των σχετικών συνθηκών που κοινοποιήθηκαν στα κράτη μέλη και στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 19 Απριλίου 2000, αντίγραφο των οποίων θα κοινοποιήσει στο Πριγκιπάτο της Ανδόρας ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και που θα ισχύουν για την παρούσα συμφωνία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ «ΕΞΟΜΟΙΟΥΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ»

Για τους σκοπούς του άρθρου 11 της παρούσας συμφωνίας, οι ακόλουθοι οργανισμοί θεωρούνται ως «εξομοιούμενοι προς δημόσια αρχή ή των οποίων ο ρόλος αναγνωρίζεται από διεθνή συνθήκη»:

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ:

 

Βέλγιο

Région flamande (φλαμανδική περιοχή)

Région wallonne (περιοχή της Βαλλονίας)

Région bruxelloise (περιοχή των Βρυξελλών)

Communauté française (γαλλική κοινότητα)

Communauté flamande (φλαμανδική κοινότητα)

Communauté germanophone (γερμανόφωνη κοινότητα)

 

Ισπανία

Xunta de Galicia (κυβέρνηση της αυτόνομης περιφέρειας της Γαλικίας)

Junta de Andalucía (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Ανδαλουσίας)

Junta de Extremadura (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Εξτρεμαδούρας)

Junta de Castilla- La Mancha (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης-Λαμάντσα)

Junta de Castilla- León (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Καστίλης-Λεόν)

Gobierno Foral de Navarra (κυβέρνηση ειδικού νομικού καθεστώτος της Ναβάρας)

Govern de les Illes Balears (κυβέρνηση των Βαλεαρίδων Νήσων)

Generalitat de Catalunya (κυβέρνηση της Καταλονίας)

Generalitat de Valencia (κυβέρνηση της Βαλένσιας)

Diputación General de Aragón (γενικό συμβούλιο της Αραγωνίας)

Gobierno de las Islas Canarias (κυβέρνηση των Καναρίων Νήσων)

Gobierno de Murcia (κυβέρνηση της Μουρθίας)

Gobierno de Madrid (κυβέρνηση της Μαδρίτης)

Gobierno de la Comunidad Autónoma del País Vasco/Euzkadi (κυβέρνηση της αυτόνομης κοινότητας της Χώρας των Βάσκων)

Diputación Foral de Guipúzcoa (συμβούλιο ειδικού ιστορικού καθεστώτος της Γκουϊπούσκοα)

Diputación Foral de Vizcaya/Bizkaia (συμβούλιο ειδικού ιστορικού καθεστώτος της Βισκαϊκής)

Diputación Foral de Alava (συμβούλιο ειδικού ιστορικού καθεστώτος της Άλαβα)

Ayuntamiento de Madrid (δήμος της Μαδρίτης)

Ayuntamiento de Barcelona (δήμος της Βαρκελώνης)

Cabildo Insular de Gran Canaria (συμβούλιο της Νήσου Γκραν Κανάρια)

Cabildo Insular de Tenerife (συμβούλιο της Νήσου Τενερίφης)

Instituto de Crédito Oficial (πιστωτικό δημόσιο ίδρυμα)

Instituto Catalán de Finanzas (χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Καταλονίας)

Instituto Valenciano de Finanzas (χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Βαλένσιας)

 

Ελλάδα

Оργανισμός Тηλεπικοινωνιών Ελλάδος

Оργανισμός Σιδηροδρόμων Ελλάδος

Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού

 

Γαλλία

La Caisse d'amortissement de la dette sociale (CADES) (ταμείο απόσβεσης κοινωνικού χρέους)

L'Agence française de développement (AFD) (γαλλικός οργανισμός ανάπτυξης)

Réseau Ferré de France (RFF) (δίκτυο σιδηροδρόμων της Γαλλίας)

Caisse Nationale des Autoroutes (CNA) (εθνικό ταμείο αυτοκινητοδρόμων)

Assistance publique Hôpitaux de Paris (APHP) (κρατική περίθαλψη, νοσοκομεία των Παρισίων)

Charbonnages de France (CDF) (ανθρακωρυχεία της Γαλλίας)

Entreprise minière et chimique (EMC) (μεταλλευτική και χημική επιχείρηση)

 

Ιταλία

Περιφέρειες

Επαρχίες

Δήμοι

Cassa Depositi e Prestiti (Ταμείο παρακαταθηκών και δανείων)

 

Λεττονία

Pašvaldības (τοπικές αρχές)

 

Πολωνία

gminy (κοινότητες)

powiaty (περιφέρειες)

województwa (επαρχίες)

związki gmin (ενώσεις κοινοτήτων)

związki powiatów (ενώσεις περιφερειών)

związki województw (ένωση επαρχιών)

miasto stołeczne Warszawa (πρωτεύουσα – Βαρσοβία)

Agencja Restrukturyzacji i Modernizacji Rolnictwa (Οργανισμός για την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας)

Agencja Nieruchomości Rolnych (Γραφείο Γεωργικής Ιδιοκτησίας)

 

Πορτογαλία

Região Autónoma da Madeira (αυτόνομη περιοχή της Μαδέρας)

Região Autónoma dos Açores (αυτόνομη περιοχή των Αζορών)

Δήμοι

 

Σλοβακία

mestá a obce (δήμοι)

Železnice Slovenskej republiky (Σλοβακική εταιρεία σιδηροδρόμων)

Štátny fond cestného hospodárstva (Κρατικό ταμείο διαχείρισης οδικού δικτύου)

Slovenské elektrárne (Σλοβακικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής)

Vodohospodárska výstavba (Εταιρεία ορθολογικής χρησιμοποίησης των υδάτων)

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ:

Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης

Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων

Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης

Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης

Παγκόσμια Τράπεζα/ΔΤΑΑ/ΔΝΤ

Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης

Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης

Ταμείο Κοινωνικής Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης

ΕΥΡΑΤΟΜ

Ευρωπαϊκή Κοινότητα

Χρηματοδοτική Συνεργασία για την Ανάπτυξη των Άνδεων (CAF)

Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη Χρηματοδότηση σιδηροδρομικού υλικού

Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα

Επενδυτική Τράπεζα των Βορειοευρωπαϊκών χωρών

Αναπτυξιακή Τράπεζα της Καραϊβικής

Οι διατάξεις του άρθρου 11 δεν θίγουν τυχόν διεθνείς υποχρεώσεις που τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν αναλάβει έναντι των προαναφερόμενων διεθνών οργανισμών.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ:

Οι οργανισμοί που πληρούν τα ακόλουθα κριτήρια:

1)

ο οργανισμός θεωρείται ως δημόσιος σύμφωνα με τα εθνικά κριτήρια·

2)

ο δημόσιος αυτός οργανισμός δραστηριοποιείται εκτός του εμπορικού τομέα, διαχειρίζεται και χρηματοδοτεί ομάδα κοινωφελών δραστηριοτήτων παρέχοντας αγαθά και υπηρεσίες εκτός του εμπορικού τομέα και ελέγχεται αποτελεσματικά από τις δημόσιες διοικήσεις·

3)

ο δημόσιος αυτός οργανισμός εκδίδει τακτικά και μεγάλα ομολογιακά δάνεια·

4)

το συγκεκριμένο κράτος είναι σε θέση να εγγυηθεί ότι ο δημόσιος αυτός οργανισμός δεν θα προβεί σε πρόωρη εξόφληση σε περίπτωση ρητρών αποζημίωσης του επενδυτή (gross-up clauses).


ΚΟΙΝΉ ΔΉΛΩΣΗ ΠΡΟΘΈΣΕΩΝ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, του Βασιλείου του Βελγίου, της Τσεχικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Δανίας, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Ελληνικής Δημοκρατίας, του Βασιλείου της Ισπανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλικής Δημοκρατίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, της Δημοκρατίας της Αυστρίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Πορτογαλικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της Σλοβακικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, του Βασιλείου της Σουηδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,

Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΤΤΟΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΑΚΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ,

ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

και

ΤΟ ΠΡΙΓΚΗΠΑΤΟ ΤΗΣ ΑΝΔΟΡΑΣ,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΕΞΗΣ:

Τη στιγμή της σύναψης συμφωνίας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία 2003/48/ΕΚ του Συμβουλίου, για τη φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (εφεξής, «η οδηγία»), η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, τα κράτη μέλη της και το Πριγκιπάτο της Ανδόρας υπέγραψαν την παρούσα Κοινή δήλωση προθέσεων που συμπληρώνει αυτή τη συμφωνία.

1.

Οι υπογράφοντες την παρούσα κοινή δήλωση προθέσεων θεωρούν ότι η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας που προβλέπει μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία και η παρούσα κοινή δήλωση προθέσεων συνιστούν μια αποδεκτή συμφωνία που διασφαλίζει τα έννομα συμφέροντα των μερών. Κατά συνέπεια, θα εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα μέτρα με καλή πίστη και δεν θα ενεργήσουν μονομερώς για να υπονομεύσουν αδικαιολόγητα την παρούσα συμφωνία. Εάν διαπιστωθεί σημαντική διαφορά μεταξύ του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας, όπως εκδόθηκε στις 3 Ιουνίου 2003, και του πεδίου εφαρμογής της συμφωνίας, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 4 και το άρθρο 6 της συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη αρχίζουν αμέσως διαβουλεύσεις, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 4 της συμφωνίας, για να διασφαλίσουν ότι διατηρείται η ισοδυναμία των μέτρων που προβλέπονται στη συμφωνία.

2.

Κατά τη μεταβατική περίοδο που προβλέπεται στην προαναφερόμενη οδηγία, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα αναλαμβάνει να αρχίσει συζητήσεις με άλλα σημαντικά χρηματοοικονομικά κέντρα προκειμένου να λάβουν αυτά μέτρα ισοδύναμα με τα θεσπιζόμενα στην οδηγία.

3.

Για την εφαρμογή του άρθρου 12 της συμφωνίας, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας αναλαμβάνει να εισαγάγει στη νομοθεσία του, κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους εφαρμογής της συμφωνίας, την έννοια της φορολογικής απάτης, που συνίσταται τουλάχιστον στη χρησιμοποίηση πλαστών, παραποιημένων ή ανακριβών ως προς το περιεχόμενό τους τίτλων και εγγράφων με σκοπό την εξαπάτηση της φορολογικής διοίκησης στον τομέα της φορολόγησης των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις. Οι υπογράφοντες την παρούσα κοινή δήλωση προθέσεων γνωρίζουν ότι ο ορισμός αυτός της φορολογικής απάτης αφορά μόνο τις ανάγκες σε θέματα φορολόγησης των αποταμιεύσεων, στο πλαίσιο της συμφωνίας και ουδόλως επηρεάζουν εξελίξεις ή/και αποφάσεις σχετικές με την φορολογική απάτη σε άλλες περιστάσεις και σε άλλα πλαίσια.

4.

Το Πριγκιπάτο της Ανδόρας και κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που το επιθυμεί θα αρχίσουν διμερείς διαπραγματεύσεις προκειμένου να διευκρινίσουν τη διοικητική διαδικασία της ανταλλαγής πληροφοριών.

5.

Οι υπογράφοντες την παρούσα κοινή δήλωση προθέσεων δηλώνουν επίσημα ότι η υπογραφή της συμφωνίας για τη φορολόγηση των εισοδημάτων από αποταμιεύσεις καθώς και η έναρξη διαπραγματεύσεων για την επίτευξη νομισματικής συμφωνίας συνιστούν σημαντικά βήματα για την εντατικότερη συνεργασία μεταξύ του Πριγκιπάτου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στο πλαίσιο της εντατικότερης αυτής συνεργασίας, παράλληλα με τις διμερείς διαπραγματεύσεις που προβλέπονται στο σημείο 4, το Πριγκιπάτο της Ανδόρας και κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας θα αρχίσουν διαβουλεύσεις προκειμένου να καθοριστεί ένα ευρύτερο πεδίο συνεργασίας στον οικονομικό και φορολογικό τομέα. Οι διαβουλεύσεις αυτές θα διεξαχθούν σε πνεύμα συνεργασίας που θα λαμβάνει υπόψη τις προσπάθειες εναρμόνισης του φορολογικού τομέα που καταβάλλει το Πριγκιπάτο της Ανδόρας και οι οποίες συγκεκριμενοποιούνται με τη σύναψη της παρούσας συμφωνίας. Συγκεκριμένα, οι διαβουλεύσεις αυτές θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην εφαρμογή:

διμερών προγραμμάτων οικονομικής συνεργασίας με σκοπό την προώθηση της ενσωμάτωσης της οικονομίας της Ανδόρας στην ευρωπαϊκή οικονομία,

διμερούς συνεργασίας στον φορολογικό τομέα με σκοπό να εξεταστούν οι όροι υπό τους οποίους θα μπορούσαν να καταργηθούν ή να μειωθούν οι παρακρατήσεις φόρου στην πηγή επί των εσόδων που προέρχονται από τις παροχές υπηρεσιών και χρηματοπιστωτικών προϊόντων.

Υπεγράφη στις Βρυξέλλες, την 15 Νοεμβρίου 2004, σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, ουγγρική, ολλανδική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική, φινλανδική και καταλανική γλώσσα και όλα τα κείμενα, είναι εξίσου αυθεντικά.

Η γνησιότητα του κειμένου στην μαλτέζικη γλώσσα θα βεβαιωθεί από τους υπογράφοντες με βάση ανταλλαγή επιστολών. Το κείμενο αυτό θα είναι εξίσου αυθεντικό με τις γλώσσες που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο.

Pour le Royaume de Belgique

Voor het Koninkrijk België

Für das Königreich Belgien

Image

Za Českou republiku

Image

På Kongeriget Danmarks vegne

Image

Für die Bundesrepublik Deutschland

Image

Eesti Vabariigi nimel

Image

Για την Ελληνική Δημοκρατία

Image

Por el Reino de España

Image

Pour la République française

Image

Thar cheann Na hÉireann

For Ireland

Image

Per la Repubblica italiana

Image

Για την Κυπριακή Δημοκρατία

Image

Latvijas Republikas vārdā

Image

Lietuvos Respublikos vardu

Image

Pour le Grand-Duché de Luxembourg

Image

A Magyar Köztársaság részéről

Image

Għar-Repubblika ta' Malta

Image

Voor het Koninkrijk der Nederlanden

Image

Für die Republik Österreich

Image

W imieniu Rzeczypospolitej Polskiej

Image

Pela República Portuguesa

Image

Za Republiko Slovenijo

Image

Za Slovenskú republiku

Image

Suomen tasavallan puolesta

För Republiken Finland

Image

För Konungariket Sverige

Image

For the United Kingdom of Great Britain and Northern Ireland

Image

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenství

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

For the European Community

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspólnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Za Európske spoločenstvo

za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

På Europeiska gemenskapens vägnar

Image

Pel Principat d’Andorra

Image


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/54


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 29ης Νοεμβρίου 2004

για το διορισμό ενός αναπληρωματικού μέλους από την Ισπανία στην Επιτροπή των Περιφερειών

(2004/829/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 263,

την πρόταση της ισπανικής κυβέρνησης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Την απόφαση 2002/60/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιανουαρίου 2002, για το διορισμό των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής των Περιφερειών (1).

(2)

Έχει κενωθεί μία θέση αναπληρωματικού μέλους της Επιτροπής των Περιφερειών, μετά τη λήξη της θητείας του κ. Alejandro FONT de MORA y TURÓN που γνωστοποιήθηκε στο Συμβούλιο στις 26 Οκτωβρίου 2004,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Η κα Gema AMOR PEREZ, Consejera de Cooperación y Participación — Gobierno de la Comunidad Autónoma de Valencia, διορίζεται αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής των Περιφερειών σε αντικατάσταση του κ. Alejandro FONT de MORA y TURÓN για το υπόλοιπο της θητείας του, δηλαδή έως τις 25 Ιανουαρίου 2006.

Βρυξέλλες, 29 Νοεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. J. BRINKHORST


(1)  ΕΕ L 24 της 26.1.2002, σ. 38.


Επιτροπή

4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/55


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Οκτωβρίου 2004

για την περάτωση της επανεξέτασης με ταχείες διαδικασίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2164/98 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

(2004/830/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 20,

Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2164/98 (2), επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος, δηλαδή τριυδρική αμοξικιλλίνη, τριυδρική αμπικιλλίνη και κεφαλεξίνη που δεν προσφέρονται σε μετρημένες δόσεις ή μορφές ή συσκευασίες για τη λιανική πώληση, (εφεξής «το υπό εξέταση προϊόν»), τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20 και ex 2941 90 00, καταγωγής Ινδίας. Τα μέτρα αυτά έλαβαν τη μορφή ενός κατ' αξίαν δασμού που κυμαινόταν μεταξύ 0 και 12 % για ατομικούς εξαγωγείς, με ποσοστό υπόλοιπου δασμού 14,6 % για τους μη συνεργαζόμενους εξαγωγείς.

B.   ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Αίτηση επανεξέτασης

(2)

Μετά την επιβολή οριστικών μέτρων, η Επιτροπή έλαβε αίτηση για την έναρξη επανεξέτασης με ταχείες διαδικασίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2164/98 σύμφωνα με το άρθρο 20 του βασικού κανονισμού, από έναν ινδό παραγωγό του υπό εξέταση προϊόντος, την Nestor Pharmaceuticals Limited (εφεξής «ο αιτών»). Ο αιτών προέβαλε τον ισχυρισμό ότι δεν ήταν συνδεδεμένος με τυχόν άλλους εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος στην Ινδία. Επιπλέον, υποστήριξε ότι δεν είχε εξαγάγει το υπό εξέταση προϊόν κατά την αρχική περίοδο της έρευνας (δηλαδή από την 1η Ιουλίου 1996 έως τις 30 Ιουνίου 1997), αλλά ότι το εξήγαγε στην Κοινότητα μετά την περίοδο αυτή. Βάσει των ανωτέρω, ζήτησε να τύχει ατομικού συντελεστή δασμού, σε περίπτωση που διαπιστωνόταν ότι είχαν ασκηθεί πρακτικές επιδοτήσεων.

2.   Έναρξη επανεξέτασης με ταχεία διαδικασία

(3)

Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών και έκρινε ότι ήταν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 του βασικού κανονισμού. Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή και αφού δόθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής η ευκαιρία να υποβάλει παρατηρήσεις, η Επιτροπή, με ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3), κίνησε διαδικασία επανεξέτασης με ταχείες διαδικασίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2164/98, όσον αφορά τον αιτούντα.

3.   Υπό εξέταση προϊόν

(4)

Το προϊόν που καλύπτεται από την παρούσα επανεξέταση είναι το ίδιο προϊόν με εκείνο που περιγράφεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2164/98.

4.   Περίοδος της έρευνας

(5)

Η έρευνα για τις επιδοτήσεις κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2002 έως τις 31 Μαρτίου 2003 (εφεξής «η περίοδος έρευνας της επανεξέτασης»).

5.   Ενδιαφερόμενα μέρη

(6)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τον αιτούντα και την κυβέρνηση της Ινδίας («οι ΔΑΙ») για την έναρξη της έρευνας. Επιπλέον, παρέσχε στα άλλα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Εντούτοις, δεν υποβλήθηκαν στην Επιτροπή ούτε απόψεις, ούτε αίτηση για ακρόαση.

(7)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγιο στον αιτούντα και έλαβε πλήρη απάντηση εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για την έρευνα και διεξήγαγε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις του αιτούντος στο Νέο Δελχί και στο Hyderabad.

Γ.   ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

(8)

Δεδομένου ότι ο αιτών δεν ζήτησε επανεξέταση των πορισμάτων των σχετικών με τη ζημία, η επανεξέταση περιορίστηκε στην πρακτική επιδοτήσεων.

(9)

Η Επιτροπή εξέτασε τα ίδια καθεστώτα επιδοτήσεων που είχαν αναλυθεί κατά την αρχική έρευνα. Εξέτασε επίσης αν ο αιτών είχε χρησιμοποιήσει άλλα καθεστώτα επιδοτήσεων, ή αν είχε λάβει επιδοτήσεις ad hoc σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν.

Δ.   ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

1.   Ιδιότητα του νέου εξαγωγέα

(10)

Ο αιτών κατέδειξε κατά τρόπο ικανοποιητικό ότι δεν ήταν συνδεδεμένος, άμεσα ή έμμεσα, με κανέναν από τους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς που υπόκεινται στα ισχύοντα αντισταθμιστικά μέτρα όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν.

(11)

Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι ο αιτών δεν είχε εξαγάγει το υπό εξέταση προϊόν κατά την αρχική περίοδο της έρευνας, δηλαδή από την 1η Ιουλίου 1996 έως τις 30 Ιουνίου 1997, και ότι είχε αρχίσει τις εξαγωγές στην Κοινότητα μετά από αυτήν την περίοδο.

Επιπλέον, ο αιτών δεν ερευνήθηκε μεμονωμένα κατά την αρχική έρευνα για άλλους λόγους εκτός από την άρνηση συνεργασίας με την Επιτροπή.

Συνεπώς, επιβεβαιώνεται το ότι ο αιτών πρέπει να θεωρηθεί νέος εξαγωγέας. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 20 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε αν μπορούσε να καθοριστεί ατομικός αντισταθμιστικός δασμός για τον αιτούντα.

2.   Επιδότηση

(12)

Με βάση τις πληροφορίες που περιέχονται στις απαντήσεις του αιτούντος στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής και τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, εξετάσθηκαν τα ακόλουθα καθεστώτα:

καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών («DEPBS»),

καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος,

καθεστώς βιβλιαρίου πιστώσεων (Passbook Scheme),

καθεστώς προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά,

ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών/μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού,

καθεστώς έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές.

2.1.   Καθεστώτα που εξετάστηκαν αρχικά και χρησιμοποιήθηκαν από την εταιρεία

2.1.1.   Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών («DEPBS»)

(13)

Καθορίστηκε ότι ο αιτών αποκόμισε οφέλη στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος μετά την πραγματοποίηση των εξαγωγών. Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος περιλαμβάνεται στο σημείο 4.3 της «Πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007» («EXIM-policy 02-07») και στο κεφάλαιο 4 του συμπληρωματικού εγχειριδίου διαδικασιών, τόμος Ι, 2002-2007 («HOP I 02-07») (4). Η «Πολιτική Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007» στηρίζεται στο νόμο του 1992 περί αναπτύξεως και ρυθμίσεως του εξωτερικού εμπορίου (αριθ. 22 του 1992).

(14)

Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να επωφεληθούν από αυτό το καθεστώς. Μπορούν να ζητήσουν πιστώσεις DEPBS οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των εξαγόμενων προϊόντων στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Αυτά τα ποσοστά DEPBS καθορίστηκαν από τις αρχές της Ινδίας για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τους συνήθεις κανόνες εισαγωγών/εξαγωγών (SION), με την υπόθεση ότι το εξαγόμενο προϊόν περιέχει εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής και λαμβανομένης υπόψη της επίπτωσης του τελωνειακού δασμού σε αυτές τις υποτιθέμενες εισαγωγές, ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι πληρωθεί οι εισαγωγικοί δασμοί ή όχι.

(15)

Για να μπορεί μια εταιρεία να επωφεληθεί από αυτό το καθεστώς πρέπει να εξάγει προϊόντα. Κατά τη χρονική στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής, ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλλει δήλωση στις αρχές της Ινδίας στην οποία θα αναφέρει ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται βάσει του καθεστώτος DEPBS. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν κατά τη διαδικασία αποστολής τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPBS που πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή. Στη φάση αυτή της εξαγωγής, ο εξαγωγέας γνωρίζει το κέρδος που θα έχει. Ύστερα από την έκδοση τιμολογίου για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή από τις τελωνειακές αρχές, οι ΔΑΙ δεν έχουν δικαίωμα χορήγησης πίστωσης DEPBS. Το συναφές ποσοστό DEPBS για τον υπολογισμό του οφέλους είναι εκείνο που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής. Συνεπώς, δεν υπάρχει πιθανότητα αναδρομικής τροποποίησης του επιπέδου κέρδους.

(16)

Διαπιστώθηκε επίσης ότι, σύμφωνα με τα ινδικά λογιστικά πρότυπα, οι πιστώσεις DEPBS εκλαμβάνονται βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων ως έσοδο στους εμπορικούς λογαριασμούς, κατά την πλήρωση της εξαγωγικής υποχρέωσης.

(17)

Αυτές οι πιστώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πληρωμή τελωνειακών δασμών επί μεταγενέστερων εισαγωγών όλων των εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών, εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Τα εμπορεύματα που εισάγονται έναντι των εν λόγω πιστώσεων μπορούν να πωληθούν στην εγχώρια αγορά (υποκείμενα σε φόρο πωλήσεων) ή να χρησιμοποιηθούν κατά διαφορετικό τρόπο.

Οι πιστώσεις DEPBS μπορούν να μεταβιβαστούν ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο δώδεκα μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως.

(18)

Μια αίτηση για πιστώσεις DEPBS μπορεί να καλύπτει μέχρι 25 εξαγωγικές συναλλαγές και, αν αποσταλεί με ηλεκτρονική μορφή, απεριόριστο αριθμό εξαγωγικών συναλλαγών. Δεν υπάρχουν αυστηρές προθεσμίες που πρέπει να τηρούνται de facto επειδή οι χρονικές περίοδοι που αναφέρονται στο κεφάλαιο 4.47 του συμπληρωματικού εγχειριδίου διαδικασιών, τόμος Ι 2002-2007, υπολογίζονται πάντα από την πιο πρόσφατη εξαγωγική συναλλαγή που περιλαμβάνεται σε μια συγκεκριμένη αίτηση DEPBS.

(19)

Τα κύρια χαρακτηριστικά του DEPBS δεν έχουν μεταβληθεί από τη στιγμή της αρχικής έρευνας. Το καθεστώς είναι επιδότηση που εξαρτάται δια νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων. Επομένως στην αρχική έρευνα καθορίστηκε ότι θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(20)

Στην αρχική έρευνα το ποσό της επιδότησης DEPBS υπολογίστηκε με βάση τις καλύτερες διαθέσιμες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού και με την πάροδο του χρόνου το ποσοστό DEPBS θωρήθηκε ότι ήταν ο αντίστοιχος συντελεστής της επιδότησης. Επειδή υπήρξε συνεργασία από τον αιτούντα, πράγμα που θεωρείται μεταβολή των περιστάσεων κατά την έννοια του άρθρου 22 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, αυτή η μέθοδος δεν πρέπει να εφαρμοστεί σε βάρος του αιτούντα.

(21)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίζεται με βάση το κέρδος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος αποκόμισε όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Αυτή τη στιγμή, οι ΔΑΙ δύνανται να παραιτηθούν από τους τελωνειακούς δασμούς, κάτι που αποτελεί χρηματοδοτική συνδρομή κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) του βασικού κανονισμού. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 15 ανωτέρω, μόλις οι τελωνειακές αρχές εκδώσουν τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή που αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPBS που πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή, οι ΔΑΙ δεν έχουν τη δυνατότητα ούτε να χορηγήσουν επιδοτήσεις ούτε να ορίσουν το ποσό των επιδοτήσεων. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε στην ίδια αιτιολογική σκέψη, οιαδήποτε αλλαγή στα ποσοστά DEPBS μεταξύ της πραγματικής εξαγωγής και της έκδοσης άδειας DEPBS δεν έχει αναδρομική ισχύ στο επίπεδο του χορηγούμενου κέρδους. Επιπλέον, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16 ανωτέρω, οι εταιρείες μπορούν, σύμφωνα με τα ινδικά λογιστικά πρότυπα, να εκλαμβάνουν τις πιστώσεις DEPBS βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων ως έσοδο στο στάδιο της εξαγωγικής συναλλαγής. Τέλος, βάσει του γεγονότος ότι η εταιρεία γνωρίζει ότι θα λάβει επιδότηση στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS, και επωφελείται όντως από άλλα καθεστώτα, η εταιρεία βρίσκεται ήδη σε πιο πλεονεκτική ανταγωνιστική θέση επειδή μπορεί να αντανακλά την επιδότηση προσφέροντας χαμηλότερες τιμές.

(22)

Το σκεπτικό για την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού εντούτοις είναι να εξουδετερωθούν οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που στηρίζονται σε παράνομο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Με βάση τα προαναφερόμενα, ενδείκνυται να αξιολογηθεί το όφελος βάσει του καθεστώτος DEPBS ως το σύνολο των πιστώσεων που έχουν εισπραχθεί για όλες τις εξαγωγικές συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί βάσει αυτού του καθεστώτος κατά την περίοδο της έρευνας. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, αφαιρέθηκαν τα τέλη που είχαν πραγματοποιηθεί κατ' ανάγκη για τη χορήγηση των επιδοτήσεων.

(23)

Ο αιτών ισχυρίστηκε ότι, για τον υπολογισμό του περιθωρίου της επιδότησης κατά την παρούσα έρευνα, είναι κατάλληλες μόνον οι πιστώσεις DEPBS που προήλθαν από τις εξαγωγικές συναλλαγές του υπό εξέταση προϊόντος. Εντούτοις, στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS δεν υπάρχει υποχρέωση που να περιορίζει τη χρήση των πιστώσεων DEPBS για την εισαγωγή αδασμολόγητων συντελεστών παραγωγής που να συνδέονται με συγκεκριμένο προϊόν. Αντίθετα, οι πιστώσεις DEPBS μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα, μπορούν ακόμη να πωλούνται και να χρησιμοποιούνται για τις εισαγωγές οιωνδήποτε εμπορευμάτων που μπορούν να εισάγονται άνευ περιορισμών (οι συντελεστές παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία), εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Συνεπώς, το υπό εξέταση προϊόν μπορεί να ωφεληθεί από όλες τις πιστώσεις DEPBS.

(24)

Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι ο καταβλητέος φόρος πωλήσεων για τη μεταβίβαση των πιστώσεων DEPBS πρέπει να μειώνεται ως έξοδο κατά τον καθορισμό του ποσού της επιδότησης. Εντούτοις, ο φόρος πωλήσεων δεν αποτελεί αναγκαίο έξοδο που πραγματοποιείται με σκοπό την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση ή τη λήψη της επιδότησης κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Ο φόρος πωλήσεων αποτελεί μόνον συνέπεια αποκλειστικά εμπορικής απόφασης που συνίσταται στην πώληση ήδη αποκτηθείσας πίστωσης DEPBS, αντί να χρησιμοποιηθεί αφορολόγητα για να αντισταθμιστούν οι καταβλητέοι δασμοί σε μεταγενέστερες εισαγωγές. Τα τέλη των αιτήσεων για τη λήψη πιστώσεων DEPBS, εντούτοις, θεωρήθηκαν αναγκαία έξοδα και αφαιρέθηκαν.

(25)

Το ποσό της συνολικής επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε επί του συνόλου των πωλήσεων εξαγωγών κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρονομαστής) σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι η επιδότηση δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Το περιθώριο της επιδότησης για τον αιτούντα στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος ήταν 3,3 %.

2.1.2.   Καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος («ITES»)

(26)

Διαπιστώθηκε ότι ο αιτών αποκόμισε όφελος μερικής απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος για κέρδη από τις εξαγωγικές του πωλήσεις κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης. Η νομική βάση γι’ αυτή την απαλλαγή βρίσκεται στο τμήμα 80HHC του νόμου φορολογίας εισοδήματος του 1961.

(27)

Το τμήμα 80HHC του νόμου φορολογίας εισοδήματος του 1961 καταργήθηκε για το φορολογικό έτος 2005/06 (δηλαδή για το οικονομικό έτος από την 1η Απριλίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005) και μετέπειτα. Συνεπώς, αυτό το καθεστώς δεν παρέχει οφέλη στον αιτούνται μετά τις 31 Μαρτίου 2004. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, αυτό το καθεστώς επομένως δεν θα αντισταθμιστεί.

2.2.   Καθεστώτα που εξετάστηκαν αρχικά αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν από την εταιρεία

2.2.1.   Καθεστώς βιβλιαρίου πιστώσεων (PBS)

(28)

Διαπιστώθηκε ότι ο αιτών δεν αποκόμισε όφελος στο πλαίσιο του καθεστώτος PBS, το οποίο καταργήθηκε την 1η Απριλίου 1997 και αντικαταστάθηκε από το καθεστώς DEPBS.

2.2.2.   Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών κεφαλαιουχικών αγαθών («EPCGS»)

(29)

Διαπιστώθηκε ότι ο αιτών δεν είχε εισαγάγει κεφαλαιουχικά αγαθά στο πλαίσιο του καθεστώτος EPCGS και, επομένως, δεν επωφελήθηκε από αυτό το καθεστώς.

2.2.3.   Ελεύθερες βιομηχανικές ζώνες εξαγωγών (ΕΡΖ)/Μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού (EOU)

(30)

Διαπιστώθηκε ότι ο αιτών δεν ήταν εγκατεστημένος σε ζώνη ΕΡΖ ούτε ότι λειτουργούσε σε πλαίσιο καθεστώτος EOU και, κατά συνέπεια, δεν επωφελήθηκε από αυτά τα καθεστώτα.

2.3.   Άλλα καθεστώτα που χρησιμοποίησε ο αιτών σε σχέση με το υπό εξέταση προϊόν, τα οποία κρίθηκαν αντισταθμίσιμα: Καθεστώς έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές («ALS»)

(31)

Αποδείχθηκε ότι ο αιτών αποκόμισε οφέλη στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος, κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. Η λεπτομερής περιγραφή αυτού του καθεστώτος βρίσκεται στα σημεία 4.1.1 έως 4.1.7 της «Πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007» και στα κεφάλαια 4.1 έως 4.30 του συμπληρωματικού εγχειριδίου διαδικασιών, τόμος Ι 2002-2007.

(32)

Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές έχουν δικαίωμα σε αυτό το καθεστώς.

(33)

Το καθεστώς ALS επιτρέπει την αδασμολόγητη εισαγωγή συντελεστών παραγωγής που πρέπει να ενσωματωθούν στα παραγόμενα εξαγόμενα προϊόντα. Για λόγους επαλήθευσης από τις ινδικές αρχές, ο εξαγωγέας υποχρεούται διά νόμου να τηρεί «πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων» σε σχέση με κάθε άδεια, με συγκεκριμένη μορφή (κεφάλαιο 4.30 και προσάρτημα 18 του συμπληρωματικού εγχειριδίου διαδικασιών, τόμος Ι 2002-2007), δηλαδή ένα πραγματικό βιβλίο κατανάλωσης. Ο όγκος και η αξία των επιτρεπόμενων εισαγωγών και των υποχρεωτικών εξαγωγών καθορίζονται από τις ινδικές αρχές και αναφέρονται στην άδεια. Επιπλέον, κατά τη στιγμή της εισαγωγής και της εξαγωγής, οι αντίστοιχες συναλλαγές πρέπει να αναγράφονται από τους κρατικούς υπαλλήλους στην άδεια. Ο όγκος των επιτρεπόμενων εισαγωγών στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος καθορίζεται από τις ΔΑΙ με βάση τους συνήθεις κανόνες, δηλαδή τους κανόνες SION, που κατά τους ισχυρισμούς αντανακλούν την πιο αποτελεσματική δυνατή χρήση για την παραγωγή ποσότητας αναφοράς του εξαγόμενου προϊόντος. Κανόνες SION υπάρχουν για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, και δημοσιεύονται στο εγχειρίδιο διαδικασιών, τόμος ΙΙ 2002-2007. Οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν μπορούν να μεταβιβαστούν και πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος. Η υποχρέωση εξαγωγών πρέπει να τηρείται εντός της προκαθορισθείσας προθεσμίας (18 μήνες με δύο δυνατές παρατάσεις έξι μηνών η καθεμία).

(34)

Κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης καθορίστηκε ότι οι συντελεστές παραγωγής που εισήχθησαν αδασμολόγητα στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος από τον αιτούντα σύμφωνα με τις επιτρεπόμενες εισαγωγές SION, υπερέβαιναν τα υλικά που χρειαζόταν ο αιτών για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς του εξαγόμενου προϊόντος. Έτσι, οι κανόνες SION για το υπό εξέταση προϊόν δεν ήταν επαρκώς ακριβείς. Επιπλέον, το βιβλίο κατανάλωσης που διατηρούσε ο αιτών δεν ήταν σύμφωνο με την πραγματική του κατανάλωση. Αντίθετα, κατέγραφε σ’ αυτό το βιβλίο την κατανάλωσή του σύμφωνα με πιο γενναιόδωρους κανόνες SION των ΔΑΙ, παρόλο που κατανάλωνε de facto λιγότερους συντελεστές παραγωγής για την ποσότητα αναφοράς των εξαγόμενων προϊόντων. Ούτε ο αιτών ούτε οι ΔΑΙ ήταν σε θέση να αποδείξουν ότι η απαλλαγή εισαγωγικού δασμού δεν κατέληγε σε καθ' υπέρβαση επιστροφή.

(35)

Η απαλλαγή από τους δασμούς εισαγωγής ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ που παρείχε όφελος στον αιτούντα. Επιπλέον, το καθεστώς ALS εξαρτάται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και επομένως θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(36)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Οι ΔΑΙ δεν εφήρμοσαν αποτελεσματικό σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης για να επιβεβαιώσουν εάν και σε τι βαθμό καταναλώθηκαν συντελεστές παραγωγής κατά την παραγωγή του εξαγόμενου προϊόντος (παράρτημα II μέρος II σημείο 4 του βασικού κανονισμού και στην περίπτωση καθεστώτων επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα III μέρος II σημείο 2 του βασικού κανονισμού). Οι κανόνες SION για το υπό εξέταση προϊόν δεν ήταν επαρκώς ακριβείς και δεν μπορούν να θεωρηθούν σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής κατανάλωσης. Δεν διενεργήθηκε πραγματικός έλεγχος με βάση τα σωστά συμπληρωμένα βιβλία για την πραγματική κατανάλωση. Εκτός αυτού, οι ΔΑΙ δεν διενήργησαν περαιτέρω εξέταση βάσει των πραγματικών συντελεστών παραγωγής, παρόλο που θα ήταν κανονικά αναγκαία αυτή η εξέταση στην περίπτωση απουσίας ενός αποτελεσματικά εφαρμοσμένου συστήματος επαλήθευσης (παράρτημα II μέρος II σημείο 5 και παράρτημα III μέρος II σημείο 3 του βασικού κανονισμού), ούτε και απέδειξε ότι δεν είχε γίνει καθ’ υπέρβαση επιστροφή δασμού.

(37)

Κατά την κοινοποίηση, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι το καθεστώς ALS λειτουργούσε ως ένα επιτρεπόμενο καθεστώς επιστροφής ή καθεστώς επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης. Ισχυρίστηκε, χωρίς όμως να υποβάλει νέα αποδεικτικά στοιχεία ως προς τα γεγονότα ή να τεκμηριώνει τους ισχυρισμούς του, ότι οι ΔΑΙ είχαν εισαγάγει ένα κατάλληλο σύστημα επαλήθευσης σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό. Για τον σκοπό αυτό, ο αιτών αναφέρθηκε στα ακόλουθα στοιχεία επαλήθευσης που διέθεταν οι ΔΑΙ: κατά τους ισχυρισμούς ακριβείς κανόνες SION για το υπό εξέταση προϊόν, ποσοτικές πληροφορίες για τους συντελεστές παραγωγής και για τα παραγόμενα προϊόντα στα έγγραφα εισαγωγής και εξαγωγής (τιμολόγια για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή, δηλωτικό εισόδου εμπορευμάτων στο τελωνείο), το βιβλίο των εισαγωγών υπό τελωνειακό έλεγχο και των εξαγωγών στο πλαίσιο του καθεστώτος έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές, το βιβλίο για την πραγματική κατανάλωση (βλέπε αιτιολογική σκέψη 33 ανωτέρω), το βιβλιάριο πιστοποίησης των εξαγωγικών δασμών («Duty Entitlement Export Certification book») («DEECB»), και συμπληρωματικούς μηχανισμούς επαλήθευσης που εφαρμόζουν οι ινδικές αρχές στο πλαίσιο της διαχείρισης των ειδικών φόρων κατανάλωσης (δηλαδή διασφαλίσεις για το ότι δεν υπάρχουν αδικαιολόγητες απαιτήσεις για πιστώσεις ειδικών φόρων κατανάλωσης όσον αφορά τους συντελεστές παραγωγής (πιστώσεις «CENVAT»), για συντελεστές που εισάγονται αδασμολόγητα στο πλαίσιο του καθεστώτος ALS. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή έπρεπε να ποσοτικοποιήσει την ανακρίβεια των κανόνων SION. Επιπλέον, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι ένα σύστημα επαλήθευσης δεν πρέπει να βεβαιώνει, για κάθε αποστολή χωριστά, τη σχέση μεταξύ των εισαγωγών συντελεστών παραγωγής και των παραγόμενων προϊόντων για να είναι σύμφωνο με τον βασικό κανονισμό. Τέλος, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή είναι δεσμευμένη από τα αποτελέσματα προηγούμενων ερευνών στο να μην αντισταθμίσει το καθεστώς έκδοσης προηγούμενων αδειών (ALS).

(38)

Η θέση του αιτούντα που περιγράφεται συνοπτικά στην αιτιολογική σκέψη 37 ανωτέρω, δεν μεταβάλλει τα συμπεράσματα της Επιτροπής όσον αφορά το καθεστώς έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές. Ο αιτών δεν αντέκρουσε το ότι στην παρούσα υπόθεση οι ΔΑΙ δεν εφήρμοζαν στην πράξη, και όχι διά νόμου, αποτελεσματικά το σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής κατανάλωσης. Καθορίστηκε ότι, κατά την έρευνα βάσει στοιχείων για την πραγματική κατανάλωση που χορήγησε ο αιτών, οι κανόνες SION για το υπό εξέταση προϊόν δεν είναι επαρκώς ακριβείς (βλέπε αιτιολογική σκέψη 34 ανωτέρω). Ο αιτών γνωρίζει αυτό το γεγονός και το επιβεβαίωσε κατά την έρευνα της ομάδας επαλήθευσης. Δεν υπάγεται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής να καθορίσει το ακριβές ποσοστό ανακρίβειας των κανόνων SION, αλλά μόνο να αντικρούσει, με βάση επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, την κατά τους ισχυρισμούς ακρίβεια των συνήθων κανόνων. Εξάλλου, ο αιτών δεν παρείχε αποδεικτικά στοιχεία για το ότι διατηρούσε βιβλία ή άλλα έγγραφα για λόγους επαλήθευσης του καθεστώτος ALS από τις ΔΑΙ που να αντανακλούν την πραγματική του κατανάλωση, δηλαδή όχι μόνον την κατανάλωση σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες. Έτσι, για λόγους επαλήθευσης των ποσοτήτων που καταναλώθηκαν για την παραγωγή προϊόντων που προορίζονταν για εξαγωγές, οι ΔΑΙ στηρίχθηκαν στους ανακριβείς συνήθεις κανόνες. Η Επιτροπή θεωρεί αυτό ανεπαρκές ώστε να εκπληρώνεται η απαίτηση πραγματικού συστήματος επαλήθευσης σύμφωνα με τα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού.

(39)

Ο αιτών δεν απέδειξε ότι οι έλεγχοι σχετικά με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης που αφορούν τις πιστώσεις CENVAT, παρείχαν πληροφορίες σχετικά με τη σχέση μεταξύ των συντελεστών παραγωγής και των παραγόμενων προς εξαγωγή προϊόντων. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι αυτοί οι έλεγχοι αποτελούν μέρος του συστήματος επαλήθευσης σύμφωνα με τα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Επίσης, το DEECB καταργήθηκε από την «Πολιτική Εισαγωγών και Εξαγωγών 2002-2007» και έτσι δεν μπορεί να αποτελεί πλέον, αντίθετα από τους ισχυρισμούς του αιτούντα, ένα κατάλληλο στοιχείο επαλήθευσης. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε το ότι ο αιτών είχε καταχωρίσει τα στοιχεία για την πραγματική κατανάλωση στο βιβλιάριο DEECB. Δεν υποβλήθηκαν αποδεικτικά στοιχεία για το ότι εφαρμοζόταν αποτελεσματικά το σύστημα με κάποιον άλλο τρόπο από τις ΔΑΙ ώστε να καθοριστεί η σχέση μεταξύ των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής και των παραγόμενων προς εξαγωγή προϊόντων με την αναγκαία ακρίβεια, δηλαδή με άλλο τρόπο από ό,τι με βάση τους υπερβολικά γενναιόδωρους συνήθεις κανόνες. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αναφερθεί ότι, όντως, ένα σύστημα επαλήθευσης πρέπει να στηρίζεται σε εξέταση κάθε αποστολής χωριστά ώστε να αντανακλά τον κανόνα που έχει καθοριστεί από την πολιτική εισαγωγών και εξαγωγών 2002-2007, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 33. Επιπλέον, μόνον ένας τέτοιος κανόνας επιτρέπει στις ελεγκτικές αρχές να επαληθεύουν ότι τηρούνται οι αυστηροί κανόνες για ένα σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης, ανάλογα με την περίπτωση. Πρέπει να υπομνησθεί ότι σύμφωνα με το παράρτημα I σημείο i) του βασικού κανονισμού, ένα σύστημα επιστροφής φόρου σε περίπτωση υποκατάστασης επιτρέπεται μόνον σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, και, μεταξύ άλλων, μόνον για περίοδο δύο ετών μεταξύ της εισαγωγής συντελεστών υποκατάστασης και της εξαγωγής.

(40)

Τέλος, η Επιτροπή δεν είναι δεσμευμένη από κανένα προηγούμενο όσον αφορά το καθεστώς έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές. Το καθεστώς αυτό δεν αναλύθηκε ποτέ βάσει πραγματικών περιστατικών συγκρίσιμων με εκείνα που καθορίστηκαν κατά την παρούσα έρευνα, ειδικότερα λόγω της ανακρίβειας των κανόνων SION για το υπό εξέταση προϊόν.

(41)

Συνεπώς, επειδή δεν υπάρχει ένα επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμών ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης και λόγω του γεγονότος ότι το σύστημα επαλήθευσης δεν εφαρμόζεται πραγματικά για το σκοπό για τον οποίο προορίζεται, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η επιστροφή των συνολικών εισαγωγικών δασμών που είναι κανονικά καταβλητέοι κατά την εισαγωγή.

(42)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίστηκε με βάση τους εισαγωγικούς δασμούς που δεν καταβλήθηκαν (βασικός τελωνειακός δασμός και ειδικός πρόσθετος τελωνειακός δασμός) επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής στο πλαίσιο του καθεστώτος έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές, για το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης και με την αφαίρεση των τελών που προέκυψαν αναγκαστικά για τη λήψη της επιδότησης σύμφωνα με τo άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού (αριθμητής). Αυτό το ποσό κατανεμήθηκε επί του κύκλου εργασιών των εξαγωγών που προέκυψε για το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού (παρονομαστής), δεδομένου ότι η επιδότηση δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Πάνω σε αυτή τη βάση, η επιδότηση που χορηγήθηκε ήταν 22 %.

3.   Συνολικό ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(43)

Λαμβάνοντας υπόψη τα οριστικά πορίσματα όσον αφορά τα διάφορα καθεστώτα που αναφέρονται παραπάνω, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων για τον αιτούντα καθορίζεται ως εξής:

(%)

 

DEPBS

ALS

Σύνολο

Nestor Pharmaceuticals Ltd

3,3

22

25,3

(44)

Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, το ποσό του αντισταθμιστικού δασμού πρέπει να είναι χαμηλότερο από το συνολικό ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, αν αυτός ο χαμηλότερος δασμός είναι κατάλληλος για να εξουδετερωθεί η ζημία που έχει προκληθεί στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Στην αρχική έρευνα καθορίστηκε μέσο επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας 14,6 %. Ο αιτών δεν ζήτησε επανεξέταση των πορισμάτων για τη ζημία. Επομένως, το αρχικά καθορισθέν επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας περιορίζει στην παρούσα επανεξέταση το ποσό του αντισταθμιστικού δασμού.

Ε.   ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΜΕ ΤΑΧΕΙΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(45)

Με βάση τα συμπεράσματα της παρούσας έρευνας επανεξέτασης, θεωρείται ότι οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα το οποίο παράγεται και εξάγεται από τον αιτούντα, πρέπει να εξακολουθήσει να υπόκειται σε αντισταθμιστικό δασμό του οποίου ο συντελεστής αντιστοιχεί στο επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας, όπως έχει καθοριστεί κατά την αρχική έρευνα.

(46)

Δεδομένου ότι αυτός ο συντελεστής δασμού είναι ο συντελεστής που ήδη εφαρμόζεται σε όλες τις εταιρείες οι οποίες δεν κατονομάζονται ατομικά στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2164/98, αυτός ο κανονισμός δεν πρέπει να τροποποιηθεί. Επομένως, περατώνεται η επανεξέταση με ταχεία διαδικασία όσον αφορά τον αιτούντα.

ΣΤ.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

47)

Ο αιτών και οι ΔΑΙ ενημερώθηκαν σχετικά με τα βασικά πραγματικά περιστατικά και τις παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η περάτωση της επανεξέτασης με ταχεία διαδικασία. Τους δόθηκε επίσης εύλογο χρονικό διάστημα για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Οι ΔΑΙ δεν υπέβαλαν παρατηρήσεις. Οι παρατηρήσεις του αιτούντα σχετικά με την κοινοποίηση, οι οποίες αφορούν μόνον το καθεστώς έκδοσης προηγούμενων αδειών για πραγματικές εξαγωγές, λήφθηκαν υπόψη όπως περιγράφεται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 37 έως 40,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Περατώνεται η επανεξέταση με ταχείες διαδικασίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2164/98 όσον αφορά την εταιρεία Nestor Pharmaceuticals Limited.

Βρυξέλλες, 18 Οκτωβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Pascal LAMY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 273 της 9.10.1998, σ. 1.

(3)  ΕΕ αριθ. C 102 της 29.4.2003, σ. 6.

(4)  Ανακοίνωση αριθ. 1/2002-07 της 31ης Μαρτίου 2002 του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας της κυβέρνησης της Ινδίας.


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/61


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Δεκεμβρίου 2004

για την τροποποίηση της απόφασης 2003/526/ΕΚ για μέτρα ελέγχου της κλασικής πανώλης των χοίρων στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, Γερμανία και στη Σλοβακία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4506]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/831/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (1), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Αποκρινόμενη στην εκδήλωση κλασικής πανώλης των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη, εκδόθηκε η απόφαση 2003/526/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 2003, για μέτρα προστασίας σχετικά με την κλασική πανώλη των χοίρων σε ορισμένα κράτη μέλη (2). Η απόφαση αυτή θέσπισε ορισμένα συμπληρωματικά μέτρα ελέγχου αυτής της νόσου.

(2)

Η κατάσταση σχετικά με την κλασική πανώλη των χοίρων στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, Γερμανία, έχει βελτιωθεί σημαντικά. Συνεπώς, τα μέτρα που εγκρίθηκαν δυνάμει της απόφασης 2003/526/ΕΚ για τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία δεν πρέπει να εφαρμόζονται πλέον.

(3)

Στη Σλοβακία εντοπίστηκε πρόσφατα κρούσμα κλασικής πανώλης των χοίρων σε άγριους χοίρους στην περιφέρεια Veľký Krtíš, όπου στο παρελθόν δεν είχε εκδηλωθεί η νόσος. Συνεπώς, η απόφαση 2003/526/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να ληφθεί υπόψη η επιδημιολογική κατάσταση στο εν λόγω κράτος μέλος.

(4)

Υπό το φως της γενικής κατάστασης στη Γαλλία, Γερμανία και Λουξεμβούργο σχετικά με την κλασική πανώλη των χοίρων, ενδείκνυται να παραταθεί η ισχύς της απόφασης 2003/526/ΕΚ.

(5)

Επομένως, η απόφαση 2003/526/ΕΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2003/526/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)

Σο άρθρο 11, η ημερομηνία «31 Οκτωβρίου 2004» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «30 Απριλίου 2005».

2)

Το παράρτημα της απόφασης 2003/526/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

στο μέρος Ι τμήμα 1, το σημείο Α διαγράφεται·

το κείμενο του μέρους ΙΙ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Περιοχές της Σλοβακίας όπως αναφέρονται στα άρθρα 2, 3, 5, 7 και 8

Οι ακόλουθες περιφερειακές διοικήσεις κτηνιατρικών θεμάτων και τροφίμων (DVFA): Trnava (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Piešťany, Hlohovec και Trnava)· Levice (που περιλαμβάνει την περιφέρεια Levice)· Nitra (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Nitra και Zlaté Moravce)· Topoľčany (που περιλαμβάνει την περιφέρεια Topoľčany)· Nové Mesto nad Váhom (που περιλαμβάνει την περιφέρεια Nové Mesto nad Váhom)· Trenčín (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Trenčín και Bánovce nad Bebravou)· Prievidza (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Prievidza και Partizánske)· Púchov (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Púchov και Ilava)· Žiar nad Hronom (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Žiar nad Hronom, Žarnovica και Banská Štiavnica)· Zvolen (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Zvolen και Detva)· Banská Bystrica (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Banská Bystrica και Brezno)· Lučenec (που περιλαμβάνει τις περιφέρειες Lučenec και Poltár)· Veľký Krtíš.»

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Markos KYPRIANOU

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 315 της 19.11.2002, σ. 14).

(2)  ΕΕ L 183 της 22.7.2003, σ. 46· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2004/625/ΕΚ (ΕΕ L 280 της 31.8.2004, σ. 36).


4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/62


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Δεκεμβρίου 2004

για την έγκριση των σχεδίων για την εξάλειψη της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους και τον επείγοντα εμβολιασμό των αγριόχοιρων στην περιοχή των βορείων Βοσγίων της Γαλλίας

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4538]

(Το κείμενο στη γαλλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/832/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2001/89/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, σχετικά με κοινοτικά μέτρα για την καταπολέμηση της κλασικής πανώλους των χοίρων (1), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 20 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το 2002, επιβεβαιώθηκε η παρουσία κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους στους νομούς Moselle και Meurthe-et-Moselle της Γαλλίας. Αρχικά, η ασθένεια αφορούσε μόνο την περιοχή της Thionville στο βόρειο τμήμα του νομού Moselle. Στην περιοχή αυτή σήμερα φαίνεται ότι η ασθένεια ελέγχεται πλήρως.

(2)

Με την απόφαση 2002/626/ΕΚ της Επιτροπής (2), εγκρίθηκε το σχέδιο που υπέβαλε η Γαλλία για την εξάλειψη της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους στους νομούς Moselle και Meurthe-et-Moselle.

(3)

Η Γαλλία έθεσε επίσης σε εφαρμογή ένα εντατικό πρόγραμμα για την επιτήρηση της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους στους νομούς Ardennes, Meurthe-et-Moselle, Moselle και Bas-Rhin, στα σύνορα με το Βέλγιο, τη Γερμανία και το Λουξεμβούργο. Το πρόγραμμα αυτό συνεχίζεται.

(4)

Αργότερα επιβεβαιώθηκε η παρουσία κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους στο νομό Bas-Rhin, απ’ όπου η ασθένεια διαδόθηκε στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού Moselle, στην περιοχή των βορείων Βοσγίων. Αποδείχθηκε ότι η δεύτερη αυτή επιζωοτία οφείλεται σε διαφορετικό στέλεχος του ιού και εξελίχθηκε διαφορετικά από την επιζωοτία που έπληξε την περιοχή της Thionville.

(5)

Ως εκ τούτου, η Γαλλία υπέβαλε προς έγκριση σχέδιο για την εξάλειψη της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους στην περιοχή των βορείων Βοσγίων. Επιπροσθέτως, επειδή το ίδιο κράτος μέλος προτίθεται να εφαρμόσει εμβολιασμό των αγριόχοιρων στην ίδια περιοχή, υπέβαλε επίσης προς έγκριση σχέδιο επείγοντος εμβολιασμού.

(6)

Οι αρχές της Γαλλίας επέτρεψαν τη χρήση ενός ζωντανού εξασθενημένου εμβολίου κατά της κλασικής πανώλους των χοίρων (στέλεχος C), το οποίο χρησιμοποιείται για την ανοσοποίηση των αγριόχοιρων με μορφή δολωμάτων.

(7)

Τα σχέδια που υπέβαλε η Γαλλία για την εξάλειψη της κλασικής πανώλους των χοίρων στους αγριόχοιρους και για τον επείγοντα εμβολιασμό των αγριόχοιρων στην περιοχή των βορείων Βοσγίων εξετάστηκαν και διαπιστώθηκε ότι συνάδουν με τις διατάξεις της οδηγίας 2001/89/ΕΚ.

(8)

Για λόγους διαφάνειας, είναι σκόπιμο να αναφερθούν στην παρούσα απόφαση οι γεωγραφικές περιοχές στις οποίες θα εφαρμοστούν τα σχέδια εξάλειψης και επείγοντος εμβολιασμού.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται το σχέδιο που υπέβαλε η Γαλλία για την εξάλειψη της κλασικής πανώλους των χοίρων σε αγριόχοιρους στην περιοχή που αναφέρεται στο σημείο 1 του παραρτήματος.

Άρθρο 2

Εγκρίνεται το σχέδιο που υπέβαλε η Γαλλία για τον επείγοντα εμβολιασμό των αγριόχοιρων στην περιοχή που αναφέρεται στο σημείο 2 του παραρτήματος.

Άρθρο 3

Η Γαλλία λαμβάνει αμέσως και δημοσιεύει τα μέτρα που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση. Ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Γαλλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 3 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  EE L 316 της 1.12.2001, σ. 5· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 200 της 30.7.2002, σ. 37.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1)   Περιοχές στις οποίες θα εφαρμοστεί το σχέδιο εξάλειψης

A.   Προσβληθείσα ζώνη

Το έδαφος των νομών Bas-Rhin και Moselle που βρίσκεται: δυτικά της οδού D 264 από τα σύνορα με τη Γερμανία στο Wissembourg έως το Soultz-sous-Forêts· βόρεια της οδού D 28 από το Soultz-sous-Forêts έως το Reichshoffen (στην περιοχή περιλαμβάνεται το σύνολο του δήμου Reichshoffen)· ανατολικά της οδού D 62 από το Reichshoffen έως το Bitche και στη συνέχεια ανατολικά της οδού D 35 από το Bitche έως τα σύνορα με τη Γερμανία (στο Ohrenthal)· νότια των συνόρων με τη Γερμανία, από το Ohrenthal έως το Wissembourg και σε λωρίδα 5 έως 10 χιλιομέτρων γύρω από τη ζώνη αυτή όπου εφαρμόζεται ο εμβολιασμός.

B.   Ζώνη επιτήρησης

Το έδαφος των νομών Bas-Rhin και Moselle που βρίσκεται βόρεια του αυτοκινητοδρόμου A4 από το Στρασβούργο έως το Herbitzheim και ανατολικά του καναλιού des Houillères και του ποταμού Sarre από το Herbitzheim έως το Sarreguemines.

2)   Περιοχές όπου θα εφαρμοστεί το σχέδιο επείγοντος εμβολιασμού

Το έδαφος των νομών Bas-Rhin και Moselle που βρίσκεται: δυτικά της οδού D 264 από τα σύνορα με τη Γερμανία στο Wissembourg έως το Soultz-sous-Forêts· βόρεια της οδού D 28 από το Soultz-sous-Forêts έως το Reichshoffen (στην περιοχή περιλαμβάνεται το σύνολο του δήμου Reichshoffen)· ανατολικά της οδού D 62 από το Reichshoffen έως το Bitche και στη συνέχεια ανατολικά της οδού D 35 από το Bitche έως τα σύνορα με τη Γερμανία (στο Ohrenthal)· νότια των συνόρων με τη Γερμανία, από το Ohrenthal έως το Wissembourg και σε λωρίδα 5 έως 10 χιλιομέτρων γύρω από τη ζώνη αυτή.


Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση

4.12.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 359/65


ΑΠΌΦΑΣΗ 2004/833/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 2ας Δεκεμβρίου 2004

για την εφαρμογή της κοινής δράσης 2002/589/ΚΕΠΠΑ ενόψει της συμβολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ECOWAS στα πλαίσια του μορατόριουμ για τα όπλα και τον ελαφρύ οπλισμό

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη την κοινή δράση 2002/589/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 12ης Ιουλίου 2002 για τη συμβολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην καταπολέμηση της αποσταθεροποιητικής συσσώρευσης και διάδοσης φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού (1), και ιδίως το άρθρο 3, σε συνδυασμό με το άρθρο 23 παράγραφος 2, της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η υπέρμετρη και ανεξέλεγκτη συσσώρευση και διάδοση φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού συνιστά απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια και μειώνει τις προοπτικές βιώσιμης ανάπτυξης, ιδίως στη Δυτική Αφρική.

(2)

Κατά την επιδίωξη των στόχων του άρθρου 1 της κοινής δράσης 2002/589//ΚΕΠΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση προτίθεται να δρά στα σχετικά διεθνή φόρα για την προαγωγή των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Υπό την έννοια αυτή, η παρούσα απόφαση αποσκοπεί στην εφαρμογή της εν λόγω κοινής δράσης.

(3)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση εκτιμά ότι η παροχή χρηματοδοτικής συνεισφοράς και τεχνικής συνδρομής θα συμβάλει στην εδραίωση της πρωτοβουλίας της Οικονομικής Κοινότητας των Δυτικοαφρικανικών Κρατών (ECOWAS) στον τομέα των φορητών όπλων και του ελαφρού οπλισμού.

(4)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συνεπώς την πρόθεση να παράσχει χρηματοδοτική ενίσχυση και τεχνική συνδρομή στην ECOWAS σύμφωνα με τον τίτλο II της κοινής δράσης 2002/589/ΚΕΠΠΑ,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

1.   Η Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλλει στην υλοποίηση προγραμμάτων στα πλαίσια του μορατόριουμ της ECOWAS για την εισαγωγή, την εξαγωγή και την κατασκευή φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού.

2.   Προς τον σκοπό αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση παρέχει χρηματοδοτική συνεισφορά και τεχνική συνδρομή για τη δημιουργία μονάδας φορητών όπλων στους κόλπους της Τεχνικής Γραμματείας της ECOWAS και για τη μετατροπή του μορατόριουμ σε σύμβαση για τα φορητά όπλα και τον ελαφρύ οπλισμό μεταξύ των κρατών της ECOWAS. Οι σχετικές λεπτομέρειες για την εν λόγω συνδρομή περιλαμβάνονται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

1.   Για την πραγματοποίηση των στόχων του άρθρου 1, η Προεδρία θα διορίσει Διευθυντή Προγράμματος, ο οποίος θα έχει την έδρα του στην Abuja της Νιγηρίας.

2.   Ο Διευθυντής Προγράμματος εκτελεί τα καθήκοντά του υπό την ευθύνη της Προεδρίας.

3.   Ο Διευθυντής Προγράμματος υποβάλλει σε τακτά διαστήματα έκθεση στο Συμβούλιο ή τα αρμόδια όργανά του μέσω της Προεδρίας, επικουρούμενης από τον Γενικό Γραμματέα/Ύπατο Εκπρόσωπο για την ΚΕΠΠΑ.

4.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ο Διευθυντής Προγράμματος συνεργάζεται, όταν τούτο απαιτείται, με τις τοπικές αποστολές των κρατών μελών και της Επιτροπής.

Άρθρο 3

Η δημοσιονομική εφαρμογή της παρούσας απόφασης ανατίθεται στην Επιτροπή. Προς τούτο, η Επιτροπή συνάπτει συμφωνία χρηματοδότησης με την ECOWAS σχετικά με τους όρους χρήσης της συνεισφοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία θα λάβει τη μορφή μη επιστρεπτέας ενίσχυσης. Η ενίσχυση αυτή θα χρησιμοποιηθεί, μεταξύ άλλων, για να καλυφθούν επί δώδεκα μήνες οι μισθοί, οι ταξιδιωτικές δαπάνες, οι προμήθειες και ο εξοπλισμός που χρειάζονται για τη δημιουργία μονάδας φορητών όπλων στους κόλπους της Τεχνικής Γραμματείας της ECOWAS και για τη μετατροπή του μορατόριουμ σε σύμβαση για τα φορητά όπλα και τον ελαφρύ οπλισμό μεταξύ των κρατών της ECOWAS. Η σύμβαση χρηματοδότησης που θα συναφθεί θα διευκρινίζει ότι η ECOWAS εξασφαλίζει δημοσιότητα στη συνδρομή που παρέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο πρόγραμμα, ανάλογη προς την κλίμακά της.

Άρθρο 4

1.   Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για τους σκοπούς του άρθρου 1 ανέρχεται σε 515 000 EUR.

2.   Η Προεδρία και η Επιτροπή υποβάλλουν στα αρμόδια όργανα του Συμβουλίου τακτικές εκθέσεις για τη συνοχή των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των φορητών όπλων και του ελαφρού οπλισμού, ιδίως όσον αφορά τις αναπτυξιακές της πολιτικές σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, της κοινής δράσης 2002/589/ΚΕΠΠΑ. Ειδικότερα, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για τα θέματα του άρθρου 3 πρώτη φράση. Οι πληροφορίες αυτές βασίζονται ειδικότερα στις τακτικές εκθέσεις που υποβάλλει η ECOWAS στα πλαίσια της συμβατικής της σχέσης με την Επιτροπή.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία εκδόσεώς της. Η ισχύς της λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2005.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση επανεξετάζεται εντός εξαμήνου από την ημερομηνία εκδόσεως της.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 2 Δεκεμβρίου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. P. H. DONNER


(1)  ΕΕ L 191 της 19.7.2002, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΑΡΩΓΗΣ ΤΗΣ ΕΕ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΟΑΦΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ECOWAS

Σκοπός του σχεδίου: μετατροπή του μορατόριουμ της ECOWAS για την εισαγωγή, την εξαγωγή και την κατασκευή φορητών όπλων και ελαφρύ οπλισμού σε νομικά δεσμευτική περιφερειακή σύμβαση τον Δεκέμβριο του 2005, με προοπτική την επιχειρησιακή συμβολή της Δυτικής Αφρικής στη διάσκεψη επισκόπησης του Προγράμματος Δράσης των Ηνωμένων Εθνών το 2006.

Χρονοδιάγραμμα και εφαρμογή του σχεδίου: παρουσίαση, τον Δεκέμβριο του 2005, σχεδίου περιφερειακής σύμβασης για τα φορητά όπλα και τον ελαφρύ οπλισμό στους αρχηγούς κρατών της ECOWAS.

Ιανουάριος-Ιούνιος 2005: αξιολόγηση του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου σε θέματα φορητών όπλων και ελαφρού οπλισμού των 15 χωρών της ECOWAS.

Εκμετάλλευση της σχετικής τεχνογνωσίας που αποκτήθηκε εν προκειμένω από το Σχέδιο δράσης για την εφαρμογή του Προγράμματος συντονισμού και αρωγής για την ασφάλεια και την ανάπτυξη (PECASED) (Μάρτιος 1999-Νοέμβριος 2004) κατά τη σύσταση εθνικών επιτροπών με τη βοήθεια της κοινωνίας των πολιτών.

Τοποθέτηση ενός αφρικανού εμπειρογνώμονα επιφορτισμένου με την αξιολόγηση, ο οποίος να διαθέτει τεχνογνωσία στο ζήτημα των φορητών όπλων και του ελαφρού οπλισμού στην περιοχή της ECOWAS (και ο οποίος να προέρχεται από το προσωπικό του ECOWAS), υπό τον έλεγχο του εκτελεστικού γραμματέα της ECOWAS. Διαμονή μιας εβδομάδας σε κάθε χώρα της ECOWAS με σκοπό τον προσδιορισμό των ειδικών εθνικών προσεγγίσεων όσον αφορά το πρόβλημα των φορητών όπλων.

Συνεκτίμηση των εμπειριών, στον εν λόγω τομέα, των άλλων περιφερειακών αφρικανικών οργανώσεων (SADC / Ανατολική Αφρική):

Πρωτόκολλο της SADC για τα πυροβόλα όπλα (2001)

Συντονισμένο πρόγραμμα δράσης του Ναϊρόμπι (2004) για το πρόβλημα της διάδοσης των φορητών όπλων

Προπαρασκευαστική συνεδρίαση της Μονάδας φορητών όπλων της ECOWAS για τη διοργάνωση σεμιναρίου / συνόδου διαπραγμάτευσης (Abuja). Παρουσίαση, από τον εμπειρογνώμονα του PECASED, των αποτελεσμάτων της περιφερειακής αξιολόγησης στη Μονάδα φορητών όπλων.

Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2005:

Σύνταξη του σχεδίου περιφερειακής σύμβασης από την Μονάδα φορητών όπλων.

Προώθηση του σχεδίου σύμβασης στα κράτη ECOWAS από τον εκτελεστικό γραμματέα της ECOWAS.

Οκτώβριος-Νοέμβριος 2005:

Οργάνωση σεμιναρίου / συνόδου διαπραγμάτευσης στην Abuja με τη συμμετοχή των αντιπροσώπων των κρατών και των εθνικών εμπειρογνωμόνων των 15 κρατών της ECOWAS.

Οριστική διατύπωση του σχεδίου περιφερειακής σύμβασης από την Μονάδα φορητών όπλων.

Δεκέμβριος 2005:

Παρουσίαση στους αρχηγούς κρατών της ECOWAS του οριστικού σχεδίου Σύμβασης κατά τη διάρκεια τακτικής συνόδου κορυφής της ECOWAS και έναρξη της διαδικασίας έγκρισης.