ISSN 1725-2547 |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
47ό έτος |
Περιεχόμενα |
|
I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση |
Σελίδα |
|
|
||
|
* |
||
|
* |
||
|
|
|
|
II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση |
|
|
|
Συμβούλιο |
|
|
* |
||
|
* |
EL |
Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση
9.11.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1930/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 8ης Νοεμβρίου 2004
για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του. |
(2) |
Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 9 Νoεμβρίου 2004.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 8 Νoεμβρίου 2004.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας
(1) ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 8ης Νοεμβρίου 2004, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
(EUR/100 kg) |
||
Κωδικός ΣΟ |
Κωδικός τρίτης χώρας (1) |
Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή |
0702 00 00 |
052 |
60,2 |
204 |
74,9 |
|
999 |
67,6 |
|
0707 00 05 |
052 |
88,5 |
999 |
88,5 |
|
0709 90 70 |
052 |
67,2 |
204 |
64,0 |
|
999 |
65,6 |
|
0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90 |
052 |
68,4 |
528 |
27,1 |
|
624 |
92,2 |
|
999 |
62,6 |
|
0805 50 10 |
052 |
54,0 |
388 |
46,6 |
|
524 |
64,5 |
|
528 |
30,6 |
|
999 |
48,9 |
|
0806 10 10 |
052 |
97,6 |
400 |
226,9 |
|
508 |
263,7 |
|
624 |
179,5 |
|
999 |
192,0 |
|
0808 10 20, 0808 10 50, 0808 10 90 |
052 |
90,5 |
388 |
122,8 |
|
400 |
98,9 |
|
404 |
80,5 |
|
512 |
82,6 |
|
720 |
49,9 |
|
800 |
205,3 |
|
999 |
104,4 |
|
0808 20 50 |
052 |
107,2 |
720 |
48,0 |
|
999 |
77,6 |
(1) Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».
9.11.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333/3 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1931/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 8ης Νοεμβρίου 2004
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1609/88 για τον καθορισμό της ημερομηνίας εισόδου σε απόθεμα βουτύρου που πωλείται βάσει των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3143/85 και (ΕΚ) αριθ. 2571/97
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2571/97 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με την πώληση σε μειωμένη τιμή βουτύρου και τη χορήγηση ενίσχυσης στην κρέμα γάλακτος, στο βούτυρο και στο συμπυκνωμένο βούτυρο που προορίζονται για την κατασκευή προϊόντων ζαχαροπλαστικής, παγωτών και άλλων προϊόντων διατροφής (2), το βούτυρο που διατίθεται σε πώληση πρέπει να εισέλθει σε απόθεμα πριν από ημερομηνία που πρέπει να καθοριστεί. |
(2) |
Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρούμενες τάσεις στην αγορά βουτύρου και τις διαθέσιμες ποσότητες αντίστοιχων αποθεμάτων, θα πρέπει να τροποποιηθεί η ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1609/88 της Επιτροπής (3), σχετικά με το βούτυρο που διέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2571/97. |
(3) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1609/88, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Το βούτυρο που διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2571/97 πρέπει να εισέλθει σε απόθεμα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2003.»
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 8 Νοεμβρίου 2004.
Για την Επιτροπή
Franz FISCHLER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).
(2) ΕΕ L 350 της 20.12.1997, σ. 3· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 921/2004 (ΕΕ L 163 της 30.4.2004, σ. 94).
(3) ΕΕ L 143 της 10.6.1988, σ. 23· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1449/2004 (ΕΕ L 267 της 14.8.2004, σ. 31).
9.11.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333/4 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1932/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 8ης Νοεμβρίου 2004
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του βουτύρου και της κρέμας γάλακτος
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 10,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 της Επιτροπής (2), προβλέπει ότι το βούτυρο παρέμβασης που διατίθεται σε πώληση πρέπει να έχει εισέλθει σε απόθεμα πριν από την 1η Ιουνίου 2002. |
(2) |
Λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της κατάστασης της αγοράς του βουτύρου και των ποσοτήτων βουτύρου της παρέμβασης, κρίνεται σκόπιμο να διατεθεί προς πώληση το βούτυρο που έχει εισέλθει σε απόθεμα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2003. |
(3) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999 η ημερομηνία «1η Ιουνίου 2002» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Ιανουαρίου 2003».
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 8 Νοεμβρίου 2004.
Για την Επιτροπή
Franz FISCHLER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).
(2) ΕΕ L 333 της 24.12.1999, σ. 11· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1448/2004 (ΕΕ L 267 της 14.8.2004, σ. 30).
9.11.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333/5 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1933/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 8ης Νοεμβρίου 2004
για καθορισμό των κοινοτικών τιμών στην παραγωγή και των κοινοτικών τιμών κατά την εισαγωγή για τα γαρίφαλα και τα τριαντάφυλλα για την εφαρμογή του καθεστώτος κατά την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων ανθοκαλλιέργειας καταγωγής Κύπρου, Ισραήλ, Ιορδανίας και Μαρόκου καθώς και Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4088/87 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1987, για τον καθορισμό των όρων εφαρμογής των προτιμησιακών δασμών κατά την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων ανθοκαλλιέργειας καταγωγής Κύπρου, Ισραήλ, Ιορδανίας και Μαρόκου καθώς και Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο α),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κοινοτικές τιμές στην παραγωγή και οι κοινοτικές τιμές κατά την εισαγωγή για τα μονοανθή γαρίφαλα (standard), τα πολυανθή γαρίφαλα (spray), τα τριαντάφυλλα με μεγάλο άνθος και τα τριαντάφυλλα με μικρό άνθος που αναφέρονται στο άρθρο 1β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 700/88, για μια περίοδο δύο εβδομάδων, καθορίζονται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 9 Νοεμβρίου 2004.
Εφαρμόζεται από τις 10 έως τις 23 Νοεμβρίου 2004.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 8 Νοεμβρίου 2004.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας
(1) ΕΕ L 382 της 31.12.1987, σ. 22· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1300/97 της Επιτροπής (ΕΕ L 177 της 5.7.1997, σ. 1).
(2) ΕΕ L 72 της 18.3.1988, σ. 16· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2062/97 (ΕΕ L 289 της 22.10.1997, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 8ης Νοεμβρίου 2004, για καθορισμό των κοινοτικών τιμών στην παραγωγή και των κοινοτικών τιμών κατά την εισαγωγή για τα γαρίφαλα και τα τριαντάφυλλα για την εφαρμογή του καθεστώτος κατά την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων ανθοκαλλιέργειας καταγωγής Κύπρου, Ισραήλ, Ιορδανίας και Μαρόκου καθώς και Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας
(EUR/100 τεμάχια) |
||||
Περίοδος: από τις 10 έως τις 23 Νοεμβρίου 2004 |
||||
Κοινοτικές τιμές στην παραγωγή |
Μονοανθή γαρίφαλα (standard) |
Πολυανθή γαρίφαλα (spray) |
Τριαντάφυλλα με μεγάλο άνθος |
Τριαντάφυλλα με μικρό άνθος |
|
18,01 |
12,90 |
32,90 |
13,48 |
Κοινοτικές τιμές κατά την εισαγωγή |
Μονοανθή γαρίφαλα (standard) |
Πολυανθή γαρίφαλα (spray) |
Τριαντάφυλλα με μεγάλο άνθος |
Τριαντάφυλλα με μικρό άνθος |
Ισραήλ |
— |
— |
— |
— |
Μαρόκο |
— |
— |
— |
— |
Κύπρος |
— |
— |
— |
— |
Ιορδανία |
— |
— |
— |
— |
Δυτική Όχθη και Λωρίδα της Γάζας |
— |
— |
— |
— |
II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση
Συμβούλιο
9.11.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333/7 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 2ας Νοεμβρίου 2004
για την ίδρυση Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(2004/752/ΕΚ, Ευρατόμ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 225 A και 245,
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως τα άρθρα 140 B και 160,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
τη γνώμη του Δικαστηρίου,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Το άρθρο 225 A της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 140 B της συνθήκης ΕΚΑΕ εξουσιοδοτούν το Συμβούλιο να συνιστά δικαιοδοτικά τμήματα για την εκδίκαση σε πρώτο βαθμό ορισμένων κατηγοριών προσφυγών, να ορίζει τους κανόνες σχετικά με τη σύνθεση των εν λόγω δικαιοδοτικών τμημάτων και να προσδιορίζει την έκταση των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται. |
(2) |
Η σύσταση ειδικού δικαιοδοτικού οργάνου για τις διαφορές της δημόσιας διοίκησης, το οποίο θα είναι αρμόδιο να αποφαίνεται πρωτοδίκως επί των διαφορών αυτών –αρμοδιότητα η οποία επί του παρόντος ασκείται από το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων– βελτιώνει τη λειτουργία του κοινοτικού δικαιοδοτικού συστήματος. Ανταποκρίνεται στο σχετικό αίτημα που διατυπώνεται στη δήλωση αριθ. 16 σχετικά με το άρθρο 225 Α της συνθήκης ΕΚ (1), η οποία εγκρίθηκε κατά την υπογραφή της συνθήκης της Νίκαιας στις 26 Φεβρουαρίου 2001. |
(3) |
Επομένως, θα πρέπει να προσαρτηθεί στο Πρωτοδικείο δικαιοδοτικό τμήμα, το οποίο, από θεσμική και οργανωτική άποψη, θα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Δικαστηρίου και του οποίου τα μέλη θα έχουν καθεστώς ανάλογο με εκείνο των μελών του Πρωτοδικείου. |
(4) |
Θα πρέπει να δοθεί σε αυτό το νέο δικαιοδοτικό όργανο ονομασία που θα το διακρίνει από τα επιμέρους τμήματά του ή από τα τμήματα του Πρωτοδικείου. |
(5) |
Για να διασφαλιστεί ένα ευανάγνωστο στο σύνολό του δικαιοδοτικό σύστημα, πρέπει να εισαχθούν, σε παράρτημα του οργανισμού του Δικαστηρίου, διατάξεις σχετικές με τις αρμοδιότητες, τη σύνθεση, την οργάνωση και τη διαδικασία του δικαιοδοτικού τμήματος. |
(6) |
Ο αριθμός των δικαστών του δικαιοδοτικού τμήματος θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένος στο φόρτο εργασίας του. Για τη διευκόλυνση της λήψης απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά το διορισμό των δικαστών, θα πρέπει να προβλεφθεί η σύσταση, από το Συμβούλιο, ανεξάρτητης συμβουλευτικής επιτροπής, η οποία θα ελέγχει εάν οι υποβαλλόμενες υποψηφιότητες πληρούν τις απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις. |
(7) |
Το δικαιοδοτικό τμήμα θα πρέπει να αποφαίνεται σύμφωνα με διαδικασία που προσαρμόζεται στις ιδιαιτερότητες των διαφορών των οποίων επιλαμβάνεται, εξετάζοντας τις δυνατότητες φιλικού διακανονισμού των διαφορών σε κάθε στάδιο της διαδικασίας. |
(8) |
Σύμφωνα με το άρθρο 225 A τρίτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 140 B τρίτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚΑΕ, οι αποφάσεις των δικαιοδοτικών τμημάτων υπόκεινται σε αναίρεση, η οποία περιορίζεται σε νομικά ζητήματα ενώπιον του Πρωτοδικείου, υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που προβλέπονται για τις αναιρέσεις που επί του παρόντος ασκούνται ενώπιον του Δικαστηρίου κατά των αποφάσεων του Πρωτοδικείου. Οι οικείες διατάξεις του οργανισμού του Δικαστηρίου επαναλαμβάνονται στο παράρτημα του οργανισμού που αφορά το δικαιοδοτικό τμήμα, για να αποφευχθούν οι παραπομπές που θα έθιγαν την σαφήνεια του συνολικού μηχανισμού. |
(9) |
Στην παρούσα απόφαση θα πρέπει να προβλεφθούν οι δέουσες μεταβατικές διατάξεις, ούτως ώστε το δικαιοδοτικό τμήμα να μπορέσει, ήδη από τη σύστασή του, να ασκήσει τα καθήκοντά του, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
Προσαρτάται στο Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δικαιοδοτικό τμήμα που αποφαίνεται επί των διαφορών της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης, το οποίο εφεξής καλείται «Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει την έδρα του στο Πρωτοδικείο.
Άρθρο 2
Το πρωτόκολλο για τον Οργανισμό του Δικαστηρίου τροποποιείται ως εξής:
1) |
Παρεμβάλλεται ο ακόλουθος τίτλος: «ΤΊΤΛΟΣ IVa ΤΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ Άρθρο 62α Οι διατάξεις σχετικά με τις αρμοδιότητες, τη σύνθεση, την οργάνωση και τη διαδικασία των δικαιοδοτικών τμημάτων, που ιδρύονται δυνάμει των άρθρων 225 Α της συνθήκης ΕΚ και 140 Β της συνθήκης ΕΚΑΕ, περιλαμβάνονται σε παράρτημα του παρόντος οργανισμού.». |
2) |
Προστίθεται το παράρτημα Ι, το κείμενο του οποίου περιλαμβάνεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης. |
Άρθρο 3
1. Ο διορισμός του πρώτου προέδρου του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνεται για χρονικό διάστημα τριών ετών, κατά τη διαδικασία διορισμού των δικαστών, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφασίσει ότι θα εφαρμοστεί η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του παραρτήματος Ι του οργανισμού του Δικαστηρίου, το κείμενο του οποίου περιλαμβάνεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.
2. Αμέσως μετά την ορκωμοσία όλων των δικαστών του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο πρόεδρος του Συμβουλίου επιλέγει με κλήρο τρεις δικαστές του Δικαστηρίου αυτού, η θητεία των οποίων θα λήξει, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο πρώτη φράση του παραρτήματος Ι του οργανισμού του Δικαστηρίου, μετά το πέρας των τριών πρώτων ετών θητείας.
3. Οι υποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παραρτήματος Ι του οργανισμού του Δικαστηρίου, των οποίων έχει επιληφθεί το Πρωτοδικείο κατά την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του άρθρου αυτού και για τις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η γραπτή διαδικασία, όπως περιγράφεται στο άρθρο 52 του κανονισμού διαδικασίας του Πρωτοδικείου, παραπέμπονται στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έως την έναρξη της ισχύος του κανονισμού διαδικασίας του, εφαρμόζει κατ’ αναλογία τον κανονισμό διαδικασίας του Πρωτοδικείου, πλην των διατάξεων περί μονομελούς συνθέσεως.
Άρθρο 4
Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός από το άρθρο 1 του παραρτήματος Ι του οργανισμού του Δικαστηρίου, το κείμενο του οποίου περιλαμβάνεται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.
Το άρθρο 1 του παραρτήματος Ι του οργανισμού του Δικαστηρίου αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της απόφασης του προέδρου του Δικαστηρίου με την οποία αναγνωρίζεται ότι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης συγκροτήθηκε νόμιμα.
Βρυξέλλες, 2 Νοεμβρίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
B. R. BOT
(1) EE C 80 της 10.3.2001, σ. 80.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Άρθρο 1
Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφεξής καλούμενο “Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης”, είναι αρμόδιο σε πρώτο βαθμό για την εκδίκαση των διαφορών μεταξύ των Κοινοτήτων και των υπαλλήλων τους, δυνάμει του άρθρου 236 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 152 της συνθήκης ΕΚΑΕ, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών μεταξύ κάθε οργάνου ή οργανισμού και του προσωπικού τους, για τις οποίες η αρμοδιότητα ανατίθεται στο Δικαστήριο.
Άρθρο 2
Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποτελείται από επτά δικαστές. Κατόπιν αιτήματος του Δικαστηρίου, ο αριθμός των δικαστών μπορεί να αυξηθεί με απόφαση του Συμβουλίου η οποία λαμβάνεται με ειδική πλειοψηφία.
Οι δικαστές διορίζονται για περίοδο έξι ετών. Τα απερχόμενα μέλη μπορούν να διορίζονται εκ νέου.
Οι κενές θέσεις πληρούνται με το διορισμό νέων δικαστών για περίοδο έξι ετών.
Άρθρο 3
1. Οι δικαστές διορίζονται από το Συμβούλιο, με απόφαση την οποία λαμβάνει σύμφωνα με τα άρθρα 225 Α εδάφιο 4 της συνθήκης ΕΚ και 140 Β εδάφιο 4 της συνθήκης ΕΚΑΕ, κατόπιν διαβουλεύσεως με την προβλεπόμενη στο παρόν άρθρο επιτροπή. Κατά το διορισμό των δικαστών το Συμβούλιο μεριμνά ούτως ώστε να είναι ισορροπημένη η σύνθεση του Δικαστηρίου και να στηρίζεται στην ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών και όσον αφορά τα εκπροσωπούμενα νομικά συστήματα.
2. Κάθε πρόσωπο το οποίο έχει την υπηκοότητα της Ένωσης και πληροί τις προβλεπόμενες στα άρθρα 225 Α εδάφιο 4 της συνθήκης ΕΚ και 140 Β εδάφιο 4 της συνθήκης ΕΚΑΕ προϋποθέσεις, δύναται να υποβάλλει την υποψηφιότητά του. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία κατόπιν συστάσεως του Δικαστηρίου ορίζει τις διαδικασίες υποβολής και εξέτασης των υποψηφιοτήτων.
3. Συγκροτείται επιτροπή η οποία αποτελείται από επτά προσωπικότητες που επιλέγονται μεταξύ των πρώην μελών του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου και νομομαθών αναγνωρισμένου κύρους. Ο διορισμός των μελών της επιτροπής και οι κανόνες λειτουργίας της αποφασίζονται από το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, κατόπιν συστάσεως του προέδρου του Δικαστηρίου.
4. Η επιτροπή εκφέρει γνώμη όσον αφορά την επάρκεια των υποψηφίων για την άσκηση των καθηκόντων του δικαστή του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης. Η επιτροπή συνοδεύει τη γνώμη αυτή με κατάλογο υποψηφίων οι οποίοι διαθέτουν την πλέον κατάλληλη υψηλού επιπέδου πείρα. Ο κατάλογος αυτός πρέπει να περιλαμβάνει αριθμό υποψηφίων τουλάχιστον διπλάσιο του αριθμού των δικαστών που πρόκειται να διορισθούν από το Συμβούλιο.
Άρθρο 4
1. Οι δικαστές εκλέγουν μεταξύ τους τον πρόεδρο του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης για τρία έτη. Η επανεκλογή του επιτρέπεται.
2. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης συνεδριάζει κατά τμήματα αποτελούμενα από τρεις δικαστές. Σε ορισμένες περιπτώσεις που καθορίζονται από τον κανονισμό διαδικασίας, το Δικαστήριο μπορεί να αποφαίνεται και εν ολομελεία, σε τμήμα πέντε δικαστών ή σε μονομελή τμήματα.
3. Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης προεδρεύει της ολομέλειας και του πενταμελούς τμήματος. Οι πρόεδροι των τριμελών τμημάτων διορίζονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1. Εάν ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης τοποθετηθεί σε τριμελές τμήμα, αναλαμβάνει την προεδρία του τμήματος αυτού.
4. Ο κανονισμός διαδικασίας ορίζει τις αρμοδιότητες και την απαρτία της ολομέλειας, καθώς και τη σύνθεση των τμημάτων και την ανάθεση υποθέσεων σε αυτά.
Άρθρο 5
Τα άρθρα 2 έως 6, 14, 15, το άρθρο 17 πρώτο, δεύτερο και πέμπτο εδάφιο, καθώς και το άρθρο 18 του οργανισμού του Δικαστηρίου εφαρμόζονται στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης και στα μέλη του.
Ο όρκος που προβλέπεται στο άρθρο 2 του οργανισμού δίδεται ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4 και 6 αφού ζητήσει τη γνώμη του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.
Άρθρο 6
1. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης στηρίζεται στις υπηρεσίες του Δικαστηρίου και του Πρωτοδικείου. Ο πρόεδρος του Δικαστηρίου ή ενδεχομένως ο πρόεδρος του Πρωτοδικείου καθορίζουν από κοινού με τον πρόεδρο του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης τις προϋποθέσεις με τις οποίες οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό του Δικαστηρίου ή του Πρωτοδικείου, παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης για τη διασφάλιση της λειτουργίας του. Ορισμένοι υπάλληλοι ή μέλη του λοιπού προσωπικού υπάγονται στον γραμματέα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης υπό την εποπτεία του προέδρου του εν λόγω δικαστηρίου.
2. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διορίζει τον γραμματέα του και καθορίζει την υπηρεσιακή του κατάσταση. Το άρθρο 3 τέταρτο εδάφιο και τα άρθρα 10, 11 και 14 του οργανισμού του Δικαστηρίου ισχύουν για τον γραμματέα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.
Άρθρο 7
1. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης διέπεται από τον τίτλο III του οργανισμού του Δικαστηρίου, εξαιρέσει των άρθρων 22 και 23. Προσδιορίζεται και συμπληρώνεται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, από τον κανονισμό διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης.
2. Οι διατάξεις σχετικά με το γλωσσικό καθεστώς του Πρωτοδικείου ισχύουν για το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης.
3. Το γραπτό στάδιο της διαδικασίας περιλαμβάνει την υποβολή της προσφυγής και του υπομνήματος αντίκρουσης, εκτός εάν το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφασίσει ότι απαιτείται δεύτερη ανταλλαγή γραπτών υπομνημάτων. Όταν διενεργηθεί η δεύτερη ανταλλαγή γραπτών υπομνημάτων, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης μπορεί, κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, να αποφασίσει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία.
4. Σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, από την κατάθεση της προσφυγής και μετέπειτα, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δύναται να εξετάζει τις δυνατότητες φιλικού διακανονισμού της διαφοράς και δύναται να προσπαθεί να διευκολύνει τον εν λόγω διακανονισμό.
5. Το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης αποφαίνεται για τα έξοδα. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.
Άρθρο 8
1. Εάν προσφυγή ή άλλο διαδικαστικό έγγραφο, απευθυνόμενο στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης, κατατεθεί εκ παραδρομής στο γραμματέα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή του Πρωτοδικείου, διαβιβάζεται αμελλητί από αυτόν στον γραμματέα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης. Ομοίως, εάν προσφυγή ή άλλο διαδικαστικό έγγραφο, απευθυνόμενο στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή το Πρωτοδικείο, κατατεθεί εκ παραδρομής στον γραμματέα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, διαβιβάζεται αμελλητί από αυτόν στον γραμματέα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή του Πρωτοδικείου.
2. Εάν το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης κρίνει ότι δεν είναι αρμόδιο να εκδικάσει προσφυγή που υπάγεται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή του Πρωτοδικείου, την παραπέμπει στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή στο Πρωτοδικείο. Ομοίως, εάν το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή το Πρωτοδικείο κρίνει ότι αρμόδιο για την εκδίκαση της προσφυγής είναι το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης, το επιληφθέν δικαστήριο την παραπέμπει σε αυτό, το οποίο δεν μπορεί σε τέτοια περίπτωση να κηρύξει εαυτό αναρμόδιο.
3. Εάν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης και του Πρωτοδικείου εκκρεμούν υποθέσεις που θέτουν το ίδιο ζήτημα ερμηνείας ή αμφισβητούν το κύρος της ίδιας πράξης, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δύναται, ύστερα από ακρόαση των διαδίκων, να αναστείλει τη διαδικασία έως ότου απαγγελθεί η απόφαση του Πρωτοδικείου.
Εάν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης και του Πρωτοδικείου εκκρεμούν υποθέσεις που έχουν το αυτό αντικείμενο, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο, προκειμένου να αποφανθεί το Πρωτοδικείο επί των υποθέσεων αυτών.
Άρθρο 9
Κατά των οριστικών αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, καθώς και κατά των αποφάσεων που επιλύουν εν μέρει τη διαφορά ως προς την ουσία ή που επιλύουν δικονομικό ζήτημα που αφορά ένσταση αναρμοδιότητας ή απαραδέκτου μπορεί να ασκηθεί αναίρεση ενώπιον του Πρωτοδικείου, εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως.
Η αναίρεση αυτή μπορεί να ασκηθεί από τον εν όλω ή εν μέρει ηττηθέντα διάδικο. Οι παρεμβαίνοντες, εξαιρέσει των κρατών μελών και των οργάνων των Κοινοτήτων, δεν μπορούν πάντως να ασκήσουν αναίρεση, εκτός εάν η απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης τους θίγει απευθείας.
Άρθρο 10
1. Κάθε πρόσωπο, η αίτηση παρεμβάσεως του οποίου απορρίφθηκε από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης μπορεί να ασκήσει αναίρεση ενώπιον του Πρωτοδικείου, εντός δύο εβδομάδων από της κοινοποιήσεως της απορριπτικής αποφάσεως.
2. Οι διάδικοι μπορούν να ασκήσουν αναίρεση ενώπιον του Πρωτοδικείου κατά των αποφάσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης που εκδόθηκαν με βάση τα άρθρα 242 ή 243 ή το άρθρο 256 τέταρτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ ή με βάση τα άρθρα 157 ή 158 ή το άρθρο 164 τρίτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚΑΕ, εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεώς τους.
3. Ο πρόεδρος του Πρωτοδικείου δύναται να αποφασίζει για τις αναιρέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, με συνοπτική διαδικασία, η οποία παρεκκλίνει, κατά το αναγκαίο μέτρο, από ορισμένους κανόνες που περιέχονται στο παρόν παράρτημα και η οποία θα καθορισθεί από τον κανονισμό διαδικασίας του Πρωτοδικείου.
Άρθρο 11
1. Η αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου περιορίζεται σε νομικά ζητήματα. Ως λόγοι αναίρεσης επιτρέπεται να προβάλλονται η αναρμοδιότητα του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, οι πλημμέλειες κατά την ενώπιόν του διαδικασία που θίγουν τα δικαιώματα του ενδιαφερόμενου διαδίκου και η παραβίαση του κοινοτικού δικαίου από το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης.
2. Αναίρεση δεν χωρεί αποκλειστικά για τον καταλογισμό και το ύψος των δικαστικών εξόδων.
Άρθρο 12
1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 242 και 243 της συνθήκης ΕΚ και των άρθρων 157 και 158 της συνθήκης ΕΚΑΕ, η άσκηση αναίρεσης ενώπιον του Πρωτοδικείου δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
2. Σε περίπτωση άσκησης αναίρεσης κατά αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου περιλαμβάνει δύο στάδια: τη γραπτή και την προφορική διαδικασία. Το Πρωτοδικείο, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον κανονισμό διαδικασίας του, και μετά την ακρόαση των διαδίκων, μπορεί να αποφασίζει χωρίς προφορική διαδικασία.
Άρθρο 13
1. Εάν η αναίρεση κριθεί βάσιμη, το Πρωτοδικείο αναιρεί την απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης και αποφαίνεται το ίδιο επί της διαφοράς. Παραπέμπει την υπόθεση ενώπιον του Δικαστηρίου της Δημόσιας Διοίκησης, όταν η διαφορά δεν είναι ώριμη προς εκδίκαση.
2. Σε περίπτωση παραπομπής, το Δικαστήριο της Δημόσιας Διοίκησης δεσμεύεται ως προς τα νομικά ζητήματα που έχουν επιλυθεί με την απόφαση του Πρωτοδικείου.»
9.11.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 333/12 |
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
που λήφθηκε από συμφώνου με τον επιλεγέντα Πρόεδρο της Επιτροπής,
στις 5 Νοεμβρίου 2004
περί εγκρίσεως του πίνακα προσωπικοτήτων που προτίθεται να διορίσει μέλη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί καταργήσεως και αντικαταστάσεως της απόφασης 2004/642/ΕΚ, Ευρατόμ
(2004/753/ΕΚ, Ευρατόμ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 213 παράγραφος 1 και το άρθρο 214 παράγραφος 2 εδάφιο δεύτερο αυτής,
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας, και ιδίως το άρθρο 126 παράγραφος 1 και το άρθρο 127 παράγραφος 2 εδάφιο δεύτερο αυτής,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Πρέπει να διορισθεί νέα Επιτροπή, απαρτιζόμενη από ένα μέλος εξ εκάστου κράτους μέλους, και με διάρκεια θητείας από την ημέρα του διορισμού της έως 31 Οκτωβρίου 2009. |
(2) |
Το Συμβούλιο, συνελθόν σε επίπεδο αρχηγών κράτους ή κυβερνήσεως στις 29 Ιουνίου 2004, επέλεξε τον κ. José Μanuel DURÃO BARROSO ως την προσωπικότητα που προτίθεται να διορίσει Πρόεδρο της Επιτροπής (1). |
(3) |
Με το ψήφισμά του της 22ας Ιουλίου 2004, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την εν λόγω επιλογή. |
(4) |
Με την απόφαση 2004/642/ΕΚ, Ευρατόμ (2), το Συμβούλιο ενέκρινε, από συμφώνου με τον επιλεγέντα Πρόεδρο της Επιτροπής, τον πίνακα των λοιπών προσωπικοτήτων τις οποίες σκοπεύει να διορίσει μέλη της Επιτροπής. |
(5) |
Από συμφώνου με τον επιλεγέντα Πρόεδρο της Επιτροπής, αρμόζει να καταργηθεί η απόφαση 2004/642/ΕΚ, Ευρατόμ προτού τεθεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς επιψήφιση ο πίνακας προσωπικοτήτων που περιλαμβάνει, και να αντικατασταθεί από την παρούσα απόφαση, |
(6) |
Η έναρξη ισχύος της συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης συνεπάγεται τη λήξη της θητείας του μέλους της Επιτροπής που θα έχει την ίδια ιθαγένεια με τον μέλλοντα Υπουργό Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος θα είναι συγχρόνως Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, |
ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:
Άρθρο 1
Από συμφώνου με τον επιλεγέντα Πρόεδρο της Επιτροπής κ. José Μanuel DURÃO BARROSO, οι κάτωθι αναφερόμενοι υποδεικνύονται ως προσωπικότητες που προτίθεται το Συμβούλιο να διορίσει μέλη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για το χρονικό διάστημα από την ημέρα του διορισμού της έως τις 31 Οκτωβρίου 2009:
|
κ. Joaquín ALMUNIA AMANN |
|
κ Jacques BARROT |
|
κ. Joe BORG |
|
κ. Σταύρος ΔΗΜΑΣ |
|
κα Benita FERRERO-WALDNER |
|
κ. Ján FIGEĽ |
|
κα Mariann FISCHER BOEL |
|
κ. Franco FRATTINI |
|
κα Dalia GRYBAUSKAITĖ |
|
κα Danuta HÜBNER |
|
κ. Siim KALLAS |
|
κ. László KOVÁCS |
|
κα Neelie KROES |
|
κ. Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ |
|
κ. Peter MANDELSON |
|
κ. Charlie McCREEVY |
|
κ. Louis MICHEL |
|
κ. Andris PIEBALGS |
|
κ. Janez POTOČNIK |
|
κα Viviane REDING |
|
κ. Olli REHN |
|
κ. Vladimír ŠPIDLA |
|
κ. Günter VERHEUGEN |
|
κα Margot WALLSTRÖM. |
Άρθρο 2
Η απόφαση 2004/642/ΕΚ, Ευρατόμ καταργείται.
Άρθρο 3
Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 5 Νοεμβρίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
B. R. BOT
(1) ΕΕ L 236 της 7.7.2004, σ. 15.
(2) ΕΕ L 294 της 17.9.2004, σ. 30.