ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

47ό έτος
25 Αυγούστου 2004


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1496/2004 του Συμβουλίου, της 18ης Αυγούστου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 964/2003 για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ταϊλάνδης

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1497/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

6

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1498/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 633/2004 για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εξαγωγής στον τομέα του κρέατος πουλερικών

8

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1499/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, όσον αφορά ορισμένα εξαιρετικά μέτρα υποστήριξης της αγοράς στον τομέα αυγών στο Βέλγιο

10

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1500/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, σχετικά με τη διακοπή της αλιείας γλώσσας από σκάφη που φέρουν σημαία Σουηδίας

11

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1501/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, σχετικά με τη διακοπή της αλιείας γαρίδας της Αρκτικής από σκάφη που φέρουν σημαία Σουηδίας

12

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1502/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, σχετικά με τη διακοπή της αλιείας καλκανιού από σκάφη που φέρουν σημαία Βελγίου

13

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1503/2004 της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, με αντικείμενο την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1347/2004 σχετικά με τον καθορισμό του βαθμού στον οποίο είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτές οι αιτήσεις για πιστοποιητικά εισαγωγής οι οποίες έχουν κατατεθεί τον Ιούλιο του 2004 για ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα στο πλαίσιο κάποιων δασμολογικών ποσοστώσεων που ανοίγονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2535/2001

14

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

2004/612/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2004, για τροποποίηση της απόφασης 96/252/ΕΚ για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που προσφέρονται σε σχέση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Κροατίας και Ταϊλάνδης, και για την ανάκληση της αποδοχής των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν ορισμένοι εξαγωγείς στην Ταϊλάνδη

15

 

*

2004/613/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2004, για τη δημιουργία μιας συμβουλευτικής ομάδας για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών

17

 

*

2004/614/ΕΚ:Απόφαση της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, σχετικά με μέτρα προστασίας από εξαιρετικά παθογόνο γρίπη των πτηνών στη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 3293]  ( 1 )

20

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1496/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Αυγούστου 2004

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 964/2003 για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ταϊλάνδης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 3,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Προηγούμενες έρευνες και ισχύοντα μέτρα

(1)

Τα μέτρα που ισχύουν επί του παρόντος στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Ταϊλάνδης, είναι οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε αρχικά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 584/96 του Συμβουλίου (2), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1592/2000 (3) και επιβεβαιώθηκε, μετά από έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003 του Συμβουλίου (4).

(2)

Τα μέτρα που εφαρμόζονται σ' αυτές τις εισαγωγές συνίστανται σε δασμό κατ' αξία, εκτός για τους δύο ταϊλανδούς παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους έγιναν δεκτές οι αναλήψεις υποχρεώσεων με την απόφαση 96/252/ΕΚ της Επιτροπής (5), όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2000/453/ΕΚ (6).

(3)

Τον Απρίλιο 2001, η Επιτροπή κίνησε ταυτόχρονα έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος (7) δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού και, αυτεπαγγέλτως, ενδιάμεση επανεξέταση δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Η επανεξέταση δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού ολοκληρώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003, ο οποίος διατήρησε τα ισχύοντα μέτρα. Ωστόσο, η ενδιάμεση επανεξέταση, δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, παρέμεινε ανοικτή μετά την περάτωση της έρευνας επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος των μέτρων.

2.   Λόγοι της επανεξέτασης

(4)

Τον Απρίλιο 2001, η Επιτροπή κίνησε αυτεπάγγελτα, με δική της πρωτοβουλία, ενδιάμεση επανεξέταση, δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, για να εξετάσει την καταλληλότητα της μορφής των μέτρων όσον αφορά τις εισαγωγές, καταγωγής Ταϊλάνδης. Ως προς αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι προέκυψαν προβλήματα επιβολής της εφαρμογής κατά την παρακολούθηση των αναλήψεων υποχρεώσεων που έγιναν αποδεκτές από τους δύο εξαγωγείς στην Ταϊλάνδη, δηλαδή τις εταιρείες Awaji Sangyo (Thailand) Co., Ltd και TTU Industrial Corp. Ltd (εφεξής «οι εν λόγω εξαγωγείς»), τα οποία είχαν επιπτώσεις στην επανορθωτική επίδραση των μέτρων. Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή κίνησε έρευνα η οποία περιορίσθηκε στην μορφή των μέτρων. Η έναρξη της επανεξέτασης αναγγέλθηκε παράλληλα με την έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος των μέτρων, με την οποία επιβεβαιώθηκαν τα ισχύοντα μέτρα.

(5)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους αιτούντες κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς-εξαγωγείς στην Ταϊλάνδη, τους εισαγωγείς/εμπόρους, τις βιομηχανίες-χρήστες και τις ενώσεις των χρηστών που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται καθώς και τους αντιπροσώπους της κυβέρνησης της Ταϊλάνδης σχετικά με την έναρξη της επανεξέτασης. Επίσης, η Επιτροπή έδωσε στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση.

(6)

Μετά την κοινολόγηση των αποτελεσμάτων της έρευνας δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ένας ταϊλανδός παραγωγός-εξαγωγέας, η Awaji Sangyo (Thailand) Co., Ltd (εφεξής «ο αιτών»), υπέβαλε αίτηση τον Απρίλιο 2002 για ενδιάμεση επανεξέταση των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονταν σ' αυτήν την εταιρεία, η οποία περιορίσθηκε στην κατάσταση του ντάμπινγκ, δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Στην αίτηση προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η μόνιμη φύση μεταβολής των περιστάσεων είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η κανονική αξία, η οποία από την πλευρά της είχε μειώσει ή εξουδετερώσει το ντάμπινγκ, οπότε και δεν ήταν πλέον αναγκαία η επιβολή των μέτρων στα σημερινά επίπεδα όσον αφορά τις εισαγωγές της εταιρείας για να εξαλειφθεί το ντάμπινγκ.

(7)

Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε, μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης, δημοσίευσε ανακοίνωση για την έναρξη (8) και άρχισε έρευνα.

(8)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και τον αιτούντα για την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης που περιοριζόταν στο ντάμπινγκ και παρέσχε σε όλα τα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Η Επιτροπή έστειλε επίσης ερωτηματολόγιο στον αιτούντα.

(9)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ στις εγκαταστάσεις του αιτούντος και πραγματοποίησε επίσκεψη επαλήθευσης.

(10)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2001 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2002 (εφεξής «περίοδος της έρευνας» ή «ΠΕ»).

Β.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(11)

Το υπό εξέταση προϊόν που αποτελεί αντικείμενο των ενδιάμεσων επανεξετάσεων είναι το ίδιο προϊόν με εκείνο που αφορούσαν οι προηγούμενες έρευνες, δηλαδή εξαρτήματα σωληνώσεων (με εξαίρεση τα χυτά, τους συζευκτήρες και τους συζευκτήρες με βόλτες), από σίδηρο ή χάλυβα (μη συμπεριλαμβανομένου του ανοξείδωτου χάλυβα), με μέγιστη εξωτερική διάμετρο μη υπερβαίνουσα τα 609,6 mm, του είδους που χρησιμοποιείται για συγκόλληση κατ' άκρον ή για άλλους σκοπούς (εφεξής «το υπό εξέταση προϊόν» ή «εξαρτήματα σωληνώσεων»), καταγωγής Ταϊλάνδης. Το προϊόν αυτό υπάγεται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 7307 93 11 (κωδικός Taric 7307931199), ex 7307 93 19 (κωδικός Taric 7307931999) ex 7307 99 30 (κωδικός Taric 7307993098) και ex 7307 99 90 (κωδικός Taric 7307999098).

(12)

Όπως και κατά τις προηγούμενες έρευνες, αυτές οι έρευνες έδειξαν ότι τα εξαρτήματα σωληνώσεων από σίδηρο ή χάλυβα που παράγονται στην Ταϊλάνδη, τα οποία πωλούνται στην εγχώρια αγορά ή/και εξάγονται στην Κοινότητα, έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά με τα εξαρτήματα σωληνώσεων που πωλούνται στην Κοινότητα από τους κοινοτικούς παραγωγούς και, ως εκ τούτου, θεωρούνται ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΑΙΤΟΥΝΤΑ

1.   Κανoνική αξία

(13)

Όσον αφορά τον καθορισμό της κανονικής αξίας, εξετάσθηκε κατά πρώτον κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις ομοειδούς προϊόντος του αιτούντα ήταν αντιπροσωπευτικές σε σχέση με τις συνολικές εξαγωγικές πωλήσεις προς την Κοινότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι αυτό πράγματι συνέβαινε, δεδομένου ότι ο όγκος των εγχωρίων πωλήσεων του αιτούντα ήταν τουλάχιστον 5 % του συνολικού όγκου των εξαγωγικών πωλήσεων προς την Κοινότητα.

(14)

Εν συνεχεία, εξετάσθηκε αν οι εγχώριες πωλήσεις του αιτούντα ήταν επαρκώς αντιπροσωπευτικές για κάθε τύπο προϊόντος που εξάγονταν στην Κοινότητα. Θεωρήθηκε ότι αυτό πράγματι συνέβαινε στις περιπτώσεις όπου, κατά την ΠΕ, ο συνολικός όγκος των εγχωρίων πωλήσεων ενός τύπου προϊόντος αντιπροσώπευε το 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου πωλήσεων του ίδιου τύπου προϊόντος που εξήχθη προς την Κοινότητα. Με βάση τα ανωτέρω, διαπιστώθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις όλων των τύπων, εκτός ενός, που εξήχθησαν προς την Κοινότητα ήταν αντιπροσωπευτικές.

(15)

Επίσης, εξετάσθηκε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις κάθε τύπου του προϊόντος μπορούσαν να θεωρηθούν ότι είχαν πραγματοποιηθεί κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, με τον καθορισμό της αναλογίας των αποδοτικών πωλήσεων του εν λόγω τύπου προϊόντος προς ανεξάρτητους πελάτες. Στις περιπτώσεις που ο όγκος πωλήσεων ενός τύπου προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν σε καθαρή τιμή πώλησης ίση ή μεγαλύτερη από το υπολογισθέν κόστος μονάδας παραγωγής αντιπροσώπευε τουλάχιστον το 80 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου, και εφόσον η μέση σταθμισμένη τιμή αυτού του τύπου ήταν ίση ή μεγαλύτερη από το κόστος μονάδας παραγωγής, η κανονική αξία καθορίσθηκε με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή, υπολογιζόμενη ως ο μέσος σταθμισμένος όρος των τιμών όλων των εγχωρίων πωλήσεων αυτού του τύπου κατά την ΠΕ, ανεξαρτήτως του αν οι εν λόγω πωλήσεις ήταν επικερδείς ή όχι. Στην περίπτωση που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων ενός τύπου προϊόντος αντιπροσώπευε λιγότερο από 80 %, αλλά τουλάχιστον 10 %, του συνολικού όγκου των πωλήσεων, η κανονική αξία υπολογίσθηκε με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή, υπολογιζόμενη ως ο σταθμισμένος μέσος όρος των αποδοτικών εγχωρίων πωλήσεων μόνον αυτού του τύπου.

(16)

Στις περιπτώσεις που ο όγκος των επικερδών πωλήσεων οιουδήποτε τύπου σωληνώσεων αντιπροσώπευε ποσοστό κατώτερο του 10 % του συνολικού όγκου των πωλήσεων του εν λόγω τύπου στην εγχώρια αγορά, θεωρήθηκε ότι ο συγκεκριμένος τύπος πωλήθηκε σε ανεπαρκείς ποσότητες και ότι η εγχώρια τιμή δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη βάση για τον καθορισμό της κανονικής αξίας.

(17)

Οσάκις, για τον καθορισμό της κανονικής αξίας, δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν οι εγχώριες τιμές συγκεκριμένου τύπου που πώλησε ο αιτών, χρειάσθηκε να εφαρμοσθεί άλλη μέθοδος. Σχετικά με αυτό, επειδή δεν υπήρχαν άλλοι παραγωγοί-εξαγωγείς και άλλη εύλογη μέθοδος, χρησιμοποιήθηκε η κατασκευασμένη κανονική αξία.

(18)

Σε όλες τις περιπτώσεις που χρησιμοποιήθηκε η κατασκευασμένη κανονική αξία και σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με την προσθήκη στο κόστος παρασκευής των εξαγόμενων τύπων, το οποίο προσαρμόσθηκε όπου κρίθηκε απαραίτητο, εύλογου ποσού για τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (εφεξής «ΓΔΕΠ») και εύλογου περιθωρίου κέρδους. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον τα ΓΔΕΠ και το κέρδος που απεκόμισε ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας στην εγχώρια αγορά αποτελούν αξιόπιστα στοιχεία. Τα πραγματικά εγχώρια ΓΔΕΠ θεωρήθηκαν αξιόπιστα στις περιπτώσεις που ο όγκος των εγχωρίων πωλήσεων της εν λόγω εταιρείας μπορούσε να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικός. Το εγχώριο περιθώριο κέρδους καθορίσθηκε με βάση τις εγχώριες πωλήσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις.

2.   Τιμή εξαγωγής

(19)

Δεδομένου ότι όλες οι εξαγωγικές πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν σε απευθείας ανεξάρτητο πελάτη στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές για τις εξαγωγικές πωλήσεις προς την Κοινότητα.

3.   Σύγκριση

(20)

Για την ορθή σύγκριση ανά τύπο προϊόντος με βάση τις τιμές «εκ του εργοστασίου», και στο ίδιο στάδιο εμπορίας, έγιναν οι δέουσες προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές για τις οποίες προβλήθηκε ισχυρισμός και αποδείχθηκε ότι επηρεάζουν τη δυνατότητα σύγκρισης των τιμών μεταξύ της τιμής εξαγωγής και της κανονικής αξίας. Οι προσαρμογές αυτές πραγματοποιήθηκαν όσον αφορά τις εισαγωγικές επιβαρύνσεις, τις εκπτώσεις, τα έξοδα μεταφοράς, ασφάλισης, διεκπεραίωσης, συσκευασίας, τις πιστώσεις και τις προμήθειες, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού.

4.   Περιθώριο ντάμπινγκ

(21)

Για να υπολογισθεί το περιθώριο ντάμπινγκ, η Επιτροπή πραγματοποίησε σύγκριση μεταξύ της μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας και της μέσης σταθμισμένης τιμής εξαγωγής στην Κοινότητα.

(22)

Από τη σύγκριση, όπως περιγράφεται ανωτέρω, προέκυψε η ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ για τον αιτούντα. Το περιθώριο ντάμπινγκ, εκφραζόμενο ως ποσοστό της συνολικής τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, είναι 7,4 %.

5.   Μόνιμη φύση της αλλαγής περιστάσεων και πιθανότητα επανάληψης της πρακτικής ντάμπινγκ

(23)

Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της Επιτροπής, εξετάσθηκε κατά πόσον η φύση της αλλαγής περιστάσεων ήταν λογικό να θεωρηθεί μόνιμη.

(24)

Διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν λόγοι να αναμένεται ότι οι τιμές των εγχωρίων πωλήσεων και η κανονική αξία δεν θα παρέμεναν σταθερές στο προσεχές μέλλον.

(25)

Η Επιτροπή εξέτασε την πιθανή εξέλιξη των τιμών εξαγωγής ως συνέπεια της εφαρμογής χαμηλότερου συντελεστή δασμού. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων που έγιναν αποδεκτές στο πλαίσιο της αρχικής διαδικασίας, είχαν ως συνέπεια να περιορίσουν τις πωλήσεις του αιτούντα στην αγορά της Κοινότητας. Όπως αναφέρεται κατωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 35, διαπιστώθηκε ότι αυτός ο τύπος αναλήψεων υποχρεώσεων δεν ήταν πλέον κατάλληλος. Συνεπώς, εξετάσθηκε αν οι εξαγωγικές πωλήσεις που υπόκεινταν σε χαμηλότερο δασμό μπορούσαν να προκαλέσουν σημαντική αύξηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος που παράγεται από τον αιτούντα στην Κοινότητα.

(26)

Η έρευνα έδειξε ότι η ικανότητα παραγωγής του αιτούντα είχε αυξηθεί σημαντικά μετά την αρχική περίοδο έρευνας και, σε μικρότερο βαθμό, κατά τα τελευταία τρία έτη, ενώ η χρησιμοποίηση της παραγωγικής του ικανότητας παρέμεινε κοντά στο 100 %.

(27)

Εντούτοις, η έρευνα έδειξε επίσης ότι η εταιρεία εξάγει το μεγαλύτερο τμήμα της παραγωγής της σε καλά εδραιωμένες αγορές άλλων τρίτων χωρών. Όντως, ο αιτών εξήγε πάνω από το 90 % της παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ σχεδόν εξολοκλήρου σε άλλες τρίτες χώρες. Οι εξαγωγές σε άλλες τρίτες χώρες τριπλασιάστηκαν μετά την αρχική περίοδο έρευνας και συνέχισαν να αυξάνονται κατά τα τελευταία τρία έτη. Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι εξαγωγές σε άλλες τρίτες χώρες πωλούνταν σε τιμές κατά περίπου 25 % υψηλότερες από εκείνες στην ΕΚ.

(28)

Επειδή ο αιτών δεν διαθέτει πλεονάζουσα ικανότητα που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αύξηση των πωλήσεων στην Κοινότητα αν μειωθούν οι δασμοί αντιντάμπινγκ, οι ανωτέρω διαπιστώσεις καθώς και οι διαπιστώσεις που αφορούν τις εξαγωγές σε τρίτες χώρες, και ειδικότερα οι τιμές εξαγωγής σ' αυτές τις χώρες, θεωρούνται αποδεικτικά στοιχεία για το ότι δεν φαίνεται πιθανό να επαναληφθούν στο προσεχές μέλλον εισαγωγές με ντάμπινγκ σε επίπεδα παρόμοια με εκείνα που είχαν καθορισθεί στην προηγούμενη έρευνα.

(29)

Συνάγεται, επομένως, το συμπέρασμα ότι η φύση της μεταβολής των περιστάσεων, ειδικότερα της σημαντικά μειωμένης κανονικής αξίας, είναι μόνιμη. Λόγω του μειωμένου επιπέδου του ντάμπινγκ, θεωρείται, επομένως, σκόπιμο να τροποποιηθούν τα μέτρα σε ό,τι αφορά τον αιτούντα.

6.   Συμπεράσματα

(30)

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο του ντάμπινγκ που καθορίσθηκε, αλλά πρέπει να είναι μικρότερο από αυτό το περιθώριο αν αυτός ο χαμηλότερος δασμός είναι κατάλληλος για να εξουδετερωθεί η ζημία που έχει προκληθεί στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Επειδή ο δασμός για τον αιτούντα υπολογίσθηκε με βάση το περιθώριο του ντάμπινγκ, ο δασμός θα πρέπει να προσαρμοσθεί στο χαμηλότερο περιθώριο του ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε στην παρούσα έρευνα, δηλαδή 7,4 %.

(31)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όσον αφορά τον αιτούντα, ο δασμός αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε αρχικά με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 584/96 και επιβεβαιώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003, θα πρέπει να τροποποιηθεί.

(32)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά και τις παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να συσταθεί η τροποποίηση του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003 όσον αφορά τον αιτούντα.

Δ.   ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΠΟΥ ΠΕΡΙΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

(33)

Οι αναλήψεις υποχρεώσεων που έγιναν αρχικά δεκτές από τους εν λόγω δύο εξαγωγείς, συνίσταντο ουσιαστικά σε ποσοτικές αναλήψεις υποχρεώσεων σύμφωνα με τις οποίες οι εταιρείες αναλάμβαναν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν το ότι οι εξαγωγές τους στην Κοινότητα θα πραγματοποιούνταν εντός των ορίων ενός ανωτάτου όγκου.

(34)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, στόχος των αναλήψεων υποχρεώσεων είναι να εξουδετερωθούν οι ζημιογόνες επιπτώσεις των εισαγωγών με ντάμπινγκ, πράγμα που επιτυγχάνεται με την αύξηση των τιμών του εξαγωγέα ή με την παύση των εξαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ. Η έρευνα έδειξε ότι ο τύπος των αναλήψεων υποχρεώσεων που έγιναν αρχικά δεκτές στην παρούσα υπόθεση, το 1996, και που περιόριζαν απλώς την ποσότητα των εισαγωγών στην Κοινότητα, δεν κατόρθωσε να αυξήσει τις τιμές σε μη ζημιογόνα επίπεδα και έτσι να αποκαταστήσει το θεμιτό εμπόριο στην αγορά της Κοινότητας. Επομένως, στην παρούσα υπόθεση, οι αναλήψεις υποχρεώσεων, υπό τη σημερινή τους μορφή, δεν θεωρούνται κατάλληλες και αποτελεσματικές για να εξαλείψουν τις ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να ελέγχει αποτελεσματικά το αν οι εξαγόμενες ποσότητες του υπό εξέταση προϊόντος, περιορίζονται σε εκείνες που προσδιορίζονται στις αναλήψεις υποχρεώσεων.

(35)

Συνήχθη, επομένως, το συμπέρασμα ότι οι ισχύουσες αναλήψεις υποχρεώσεων δεν είναι πλέον κατάλληλες.

(36)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με όλα τα ουσιαστικά πραγματικά περισταστικά και τις παρατηρήσεις που οδήγησαν σ' αυτό το συμπέρασμα.

Ε.   ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ

(37)

Τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ταϊλάνδης, όπως επιβεβαιώθηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003, θα πρέπει να τροποποιηθούν όσον αφορά i) τον αιτούντα λόγω του χαμηλότερου περιθωρίου ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε κατά την έρευνα, και ii) τους εν λόγω εξαγωγείς λόγω των διαπιστώσεων της ενδιάμεσης επανεξέτασης που περιορίσθηκε στη μορφή των μέτρων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 964/2003, η παράγραφος 2 αντικαθιστάται από το ακόλουθο κείμενο:

1.«2.   Ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις ακόλουθες εταιρείες, καθορίζεται ως εξής:

Χώρα

Δασμολογικός συντελεστής

Συμπληρωματικός κωδικός Taric

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

58,6 %

Ταϊλάνδη

58,9 %

A 999

Εκτός από:

Awaji Sangyo (Thailand) Co., Ltd.,

Samutprakarn

7,4 %

8 850

Thai Benkan Co. Ltd,

Prapadaeng-Samutprakarn

0 %

A 118»

2.   Το άρθρο 1 παράγραφος 3 και το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 964/2003 καταργούνται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2004.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. BOT


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 84 της 3.4.1996, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 182 της 21.7.2000, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 139 της 6.6.2003, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 84 της 3.4.1996, σ. 46.

(6)  ΕΕ L 182 της 21.7.2000, σ. 25.

(7)  ΕΕ C 103 της 3.4.2001, σ. 5.

(8)  ΕΕ C 17 της 24.1.2003, σ. 2.


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/6


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1497/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 25 Αυγούστου 2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 24ης Αυγούστου 2004, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

204

60,6

999

60,6

0707 00 05

052

83,4

999

83,4

0709 90 70

052

90,3

999

90,3

0805 50 10

382

51,9

388

48,7

524

67,3

528

55,8

999

55,9

0806 10 10

052

81,8

400

176,4

512

186,9

624

158,5

999

150,9

0808 10 20, 0808 10 50, 0808 10 90

388

85,2

400

99,2

508

55,3

512

92,7

528

84,9

720

52,2

800

164,1

804

82,2

999

89,5

0808 20 50

052

130,8

388

93,5

512

74,9

800

146,1

999

111,3

0809 30 10, 0809 30 90

052

142,2

999

142,2

0809 40 05

066

35,3

093

41,6

094

27,2

624

163,8

999

67,0


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/8


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1498/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 633/2004 για τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εξαγωγής στον τομέα του κρέατος πουλερικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2777/75 του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1975, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα του κρέατος πουλερικών (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 2 και το άρθρο 8 παράγραφος 12,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι οικονομικές συνθήκες στις αγορές εξαγωγής κρέατος πουλερικών είναι πολύ διαφορετικές. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν οι όροι βάσει των οποίων χορηγούνται οι επιστροφές κατά την εξαγωγή προϊόντων του εν λόγω τομέα.

(2)

Για να επιτευχθούν καλύτερα οι στόχοι της προσαρμογής της μεθόδου χορήγησης των ποσοτήτων που μπορούν να εξαχθούν με επιστροφή και της πιο αποτελεσματικής χρησιμοποίησης των διαθέσιμων πόρων που εμφαίνονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2777/75, κρίνεται σκόπιμο να διευρυνθούν οι περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 633/2004 της Επιτροπής (2), βάσει των οποίων η Επιτροπή μπορεί να λάβει μέτρα για τον περιορισμό της έκδοσης ή της υποβολής αιτήσεων πιστοποιητικών εξαγωγής κατά την περίοδο εξέτασης που προβλέπεται μετά την υποβολή των αιτήσεων.

(3)

Κρίνεται επίσης σκόπιμο να προβλεφθεί σε ποιες περιπτώσεις τα μέτρα αυτά μπορούν να ληφθούν ανά προορισμό.

(4)

Κατά συνέπεια, πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 633/2004 αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης κρέατος πουλερικών και αυγών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 633/2004 τροποποιείται ως εξής:

1.

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Σε περίπτωση που η έκδοση πιστοποιητικών εξαγωγής οδηγήσει ή ενδέχεται να οδηγήσει στην υπέρβαση του διαθέσιμου ποσού του προϋπολογισμού ή στην εξάντληση των ανωτάτων ποσοτήτων που μπορούν να εξαχθούν με επιστροφή κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, λαμβανομένων υπόψη των ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 11 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2777/75, ή δεν επιτρέπει την εξασφάλιση της συνέχισης των εξαγωγών κατά τη διάρκεια του υπολοίπου της εν λόγω περιόδου, η Επιτροπή μπορεί:

α)

να καθορίσει ενιαίο ποσοστό αποδοχής για τις αιτούμενες ποσότητες·

β)

να απορρίψει τις αιτήσεις για τις οποίες δεν έχουν ακόμη χορηγηθεί πιστοποιητικά εξαγωγής·

γ)

να αναστείλει την κατάθεση των αιτήσεων πιστοποιητικών εξαγωγής για πέντε εργάσιμες ημέρες κατ’ ανώτατο όριο, με την επιφύλαξη της δυνατότητας αναστολής για μεγαλύτερη περίοδο που θα αποφασιστεί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2777/75.

Οι αιτήσεις πιστοποιητικών εξαγωγής που υποβάλλονται κατά την περίοδο αναστολής δεν γίνονται δεκτές.

Τα μέτρα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο μπορούν να ληφθούν ή να διαφοροποιηθούν ανά κατηγορία προϊόντος και ανά προορισμό.».

2.

Η ακόλουθη παράγραφος 4α παρεμβάλλεται:

«4 α.   Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 4 μπορούν επίσης να ληφθούν όταν οι αιτήσεις πιστοποιητικών εξαγωγής αφορούν ποσότητες που υπερβαίνουν ή υπάρχει κίνδυνος να υπερβούν τις ποσότητες κανονικής διάθεσης για έναν προορισμό και η έκδοση των αιτούμενων πιστοποιητικών εμπεριέχει κίνδυνο κερδοσκοπίας, στρέβλωσης του ανταγωνισμού μεταξύ εμπορευομένων ή διατάραξη των σχετικών συναλλαγών ή της κοινοτικής αγοράς.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 282 της 1.11.1975, σ. 77· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 100 της 6.4.2004, σ. 8.


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1499/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

όσον αφορά ορισμένα εξαιρετικά μέτρα υποστήριξης της αγοράς στον τομέα αυγών στο Βέλγιο

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2771/75 του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1975, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των αυγών (1), και ιδίως το άρθρο 14,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Λόγω της εμφάνισης της γρίπης των ορνίθων σε ορισμένες περιοχές παραγωγής στο Βέλγιο, επιβλήθηκαν εμπορικοί και κτηνιατρικοί περιορισμοί, γι’ αυτό το κράτος μέλος, με την απόφαση 2003/289/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2003, σχετικά με τα προστατευτικά μέτρα που αφορούν τη γρίπη των ορνίθων στο Βέλγιο (2). Συνεπώς, η μεταφορά και η εμπορία των αυγών για επώαση απαγορεύτηκαν προσωρινά εντός του Βελγίου.

(2)

Οι περιορισμοί της ελεύθερης κυκλοφορίας των αυγών για επώαση, η οποία προκύπτει από την εφαρμογή κτηνιατρικών μέτρων, ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά την αγορά των αυγών για επώαση στο Βέλγιο. Οι βελγικές αρχές έλαβαν μέτρα υποστήριξης της αγοράς η διάρκεια εφαρμογής της οποίας είναι αυστηρά αναγκαία και περιορίζεται στα αυγά για επώαση. Τα μέτρα αυτά προέβλεπαν τη δυνατότητα χρησιμοποίησης των αυγών για επώαση των οποίων η επώαση δεν ήταν πλέον δυνατή για τη μεταποίηση σε προϊόντα πουλερικών.

(3)

Τα μέτρα αυτά είχαν πράγματι θετικό αποτέλεσμα στην αγορά των αυγών για επώαση και των αυγών γενικότερα. Είναι επομένως αιτιολογημένο να εξομοιωθούν τα μέτρα αυτά με τα ειδικά μέτρα στηρίξεως της αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2771/75 και να χορηγηθεί ενίσχυση η οποία θα επιτρέπει την αντιστάθμιση μέρους των οικονομικών απωλειών που προκλήθηκαν από τη χρήση αυγών για επώαση για τη μεταποίηση σε προϊόντα πουλερικών.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης του κρέατος πουλερικών και αυγών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Η χρήση για τη μεταποίηση αυγών για επώαση που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 0407 00 19, η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ της 16ης Απριλίου και της 5ης Μαΐου 2003, και αποφασίστηκε από τις βελγικές αρχές μετά την εφαρμογή της απόφασης 2003/289/ΕΚ, θεωρείται ως εξαιρετικό μέτρο στηρίξεως της αγοράς δυνάμει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2771/75.

2.   Δυνάμει του μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, χορηγείται αντιστάθμιση:

0,097 ευρώ ανά αυγό για επώαση φυλής «ορνίθων αναπαραγωγής» για μέγιστο συνολικό αριθμό 5 372 000 τεμάχια,

0,081 ευρώ ανά αυγό προς επώαση φυλής «ωοπαραγωγής» για μέγιστο συνολικό αριθμό 314 000 τεμαχίων,

0,265 ευρώ ανά αυγό προς επώαση φυλής «αναπαραγωγής» για μέγιστο συνολικό αριθμό 99 000 τεμαχίων.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 282 της 1.11.1975, σ. 49· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 105 της 26.4.2003, σ. 24.


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/11


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1500/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

σχετικά με τη διακοπή της αλιείας γλώσσας από σκάφη που φέρουν σημαία Σουηδίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην κοινή αλιευτική πολιτική (1), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2287/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2003, περί καθορισμού, για το 2004, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (2), προβλέπει ποσοστώσεις γλώσσας για το 2004.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση των διατάξεων σχετικά με τους ποσοτικούς περιορισμούς των αλιευμάτων αποθέματος που υπόκειται σε ποσοστώσεις, είναι αναγκαίο για την Επιτροπή να ορίσει την ημερομηνία έως την οποία τα αλιεύματα, τα οποία αλιεύονται από σκάφη που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους, θεωρούνται ότι έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει χορηγηθεί.

(3)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή, τα αλιεύματα γλώσσας στα ύδατα της ζώνης ICES, Skagerrak και Kattegat, III b, c, d (ύδατα ΕΚ), από σκάφη που φέρουν σουηδική σημαία ή είναι νηολογημένα στη Σουηδία, έφθασαν στο όριο της ποσόστωσης που έχει χορηγηθεί για το 2004. Η Σουηδία απαγόρευσε την αλιεία του αποθέματος αυτού από τις 9 Απριλίου 2004. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η ημερομηνία αυτή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα αλιεύματα γλώσσας στα ύδατα της ζώνης ICES Skagerrak και Kattegat, III b, c, d (ύδατα ΕΚ), από σκάφη που φέρουν σουηδική σημαία ή είναι νηολογημένα στη Σουηδία, θεωρούνται ότι έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει χορηγηθεί στη Σουηδία για το 2004.

Απαγορεύεται η αλιεία γλώσσας στα ύδατα της ζώνης ICES Skagerrak και Kattegat, III b, c, d (ύδατα ΕΚ), από σκάφη που φέρουν σουηδική σημαία ή είναι νηολογημένα στη Σουηδία, καθώς και η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα προαναφερθέντα σκάφη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 9 Απριλίου 2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

Jörgen HOLMQUIST

Γενικός Διευθυντής Αλιείας


(1)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 (ΕΕ L 289 της 7.11.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 344 της 31.12.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 867/2004 (ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σ. 144).


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1501/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

σχετικά με τη διακοπή της αλιείας γαρίδας της Αρκτικής από σκάφη που φέρουν σημαία Σουηδίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην κοινή αλιευτική πολιτική (1), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2287/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2003, περί καθορισμού, για το 2004, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (2) προβλέπει ποσοστώσεις γαρίδας της Αρκτικής για το 2004.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση των διατάξεων σχετικά με τους ποσοτικούς περιορισμούς των αλιευμάτων αποθέματος που υπόκειται σε ποσοστώσεις, είναι αναγκαίο για την Επιτροπή να ορίσει την ημερομηνία έως την οποία τα αλιεύματα, τα οποία αλιεύονται από σκάφη που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους, θεωρούνται ότι έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει χορηγηθεί.

(3)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή, τα αλιεύματα γαρίδας της Αρκτικής στα νορβηγικά ύδατα νοτίως των 62° 00' Β από σκάφη που φέρουν σουηδική σημαία ή είναι νηολογημένα στη Σουηδία, έφθασαν στο όριο της ποσόστωσης που έχει χορηγηθεί για το 2004. Η Σουηδία απαγόρευσε την αλιεία του αποθέματος αυτού από τις 7 Μαΐου 2004. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η ημερομηνία αυτή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα αλιεύματα γαρίδας της Αρκτικής στα νορβηγικά ύδατα νοτίως των 62° 00' Β, από σκάφη που φέρουν σουηδική σημαία ή είναι νηολογημένα στη Σουηδία, θεωρούνται ότι έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει χορηγηθεί στη Σουηδία για το 2004.

Απαγορεύεται η αλιεία γαρίδας της Αρκτικής στα νορβηγικά ύδατα νοτίως των 62° 00' Β, από σκάφη που φέρουν σουηδική σημαία ή είναι νηολογημένα στη Σουηδία, καθώς και η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα προαναφερθέντα σκάφη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 7 Μαΐου 2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

Jörgen HOLMQUIST

Γενικός Διευθυντής Αλιείας


(1)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 (ΕΕ L 289 της 7.11.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 344 της 31.12.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 867/2004 (ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σ. 144).


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/13


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1502/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

σχετικά με τη διακοπή της αλιείας καλκανιού από σκάφη που φέρουν σημαία Βελγίου

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην κοινή αλιευτική πολιτική (1), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2287/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2003, περί καθορισμού, για το 2004, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (2), προβλέπει ποσοστώσεις καλκανιού για το 2004.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση των διατάξεων σχετικά με τους ποσοτικούς περιορισμούς των αλιευμάτων αποθέματος που υπόκειται σε ποσοστώσεις, είναι αναγκαίο για την Επιτροπή να ορίσει την ημερομηνία έως την οποία τα αλιεύματα, τα οποία αλιεύονται από σκάφη που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους, θεωρούνται ότι έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει χορηγηθεί.

(3)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που ανακοινώθηκαν στην Επιτροπή, τα αλιεύματα καλκανιού στα ύδατα της ζώνης ICES VII f-g, από σκάφη που φέρουν βελγική σημαία ή είναι νηολογημένα στο Βέλγιο, έφθασαν στο όριο της ποσόστωσης που έχει χορηγηθεί για το 2004. Το Βέλγιο απαγόρευσε την αλιεία του αποθέματος αυτού από τις 17 Ιουλίου 2004. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η ημερομηνία αυτή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα αλιεύματα καλκανιού στα ύδατα της ζώνης ICES VII f-g, από σκάφη που φέρουν βελγική σημαία ή είναι νηολογημένα στο Βέλγιο, θεωρούνται ότι έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει χορηγηθεί στο Βέλγιο για το 2004.

Απαγορεύεται η αλιεία καλκανιού στα ύδατα της ζώνης ICES VII f-g, από σκάφη που φέρουν βελγική σημαία ή είναι νηολογημένα στο Βέλγιο, καθώς και η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα προαναφερθέντα σκάφη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 17 Ιουλίου 2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

Jörgen HOLMQUIST

Γενικός Διευθυντής Αλιείας


(1)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1954/2003 (ΕΕ L 289 της 7.11.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 344 της 31.12.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 867/2004 (ΕΕ L 161 της 30.4.2004, σ. 144).


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/14


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1503/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

με αντικείμενο την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1347/2004 σχετικά με τον καθορισμό του βαθμού στον οποίο είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτές οι αιτήσεις για πιστοποιητικά εισαγωγής οι οποίες έχουν κατατεθεί τον Ιούλιο του 2004 για ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα στο πλαίσιο κάποιων δασμολογικών ποσοστώσεων που ανοίγονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2535/2001

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2535/2001 της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2001, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού αριθ. (ΕΚ) 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά το καθεστώς εισαγωγής γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων και το άνοιγμα δασμολογικών ποσοστώσεων (2), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Διαπιστώθηκε σφάλμα στη διαβίβαση προς την Επιτροπή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές δεδομένων σχετικών με τις αιτήσεις αδειών εισαγωγής που υποβλήθηκαν τον Ιούλιο του 2004 στο πλαίσιο της ποσόστωσης αριθ. 09.4593 η οποία έχει ανοιχθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2535/2001.

(2)

Είναι συνεπώς αναγκαίο να τροποποιηθεί αναλόγως το παράρτημα I.A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1347/2004 της Επιτροπής (3), όπου καθορίζεται ο βαθμός στον οποίο είναι δυνατόν να γίνονται αποδεκτές οι αιτήσεις για άδειες εισαγωγής στο πλαίσιο της εν λόγω ποσόστωσης.

(3)

Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1347/2004 αρχίζει να ισχύει από τις 24 Ιουλίου 2004, πρέπει να προβλεφθεί η έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού από την ίδια ημερομηνία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο παράρτημα I.A του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1347/2004, για την ποσόστωση αριθ. 09.4593, το ενωτικό (-) αντικαθίσταται από το συντελεστή διανομής «1,0000».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 24 Ιουλίου 2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

J. M. SILVA RODRÍGUEZ

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 341 της 22.12.2001, σ. 29· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 810/2004 (ΕΕ L 149 της 30.4.2004, σ. 138).

(3)  ΕΕ L 250 της 24.7.2004, σ. 3.


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/15


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 28ης Ιουλίου 2004

για τροποποίηση της απόφασης 96/252/ΕΚ για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που προσφέρονται σε σχέση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Κροατίας και Ταϊλάνδης, και για την ανάκληση της αποδοχής των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν ορισμένοι εξαγωγείς στην Ταϊλάνδη

(2004/612/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 9 και το άρθρο 9,

Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α.   ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 584/96 (2) επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Κροατίας και Ταϊλάνδης, όπως επιβεβαιώθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003 (3). Τα μέτρα που εφαρμόζονται σ’ αυτές τις εισαγωγές, συνίστανται σε δασμό κατ’ αξία, εκτός από δύο Ταϊλανδούς παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους έγιναν δεκτές αναλήψεις υποχρεώσεων με την απόφαση 96/252/ΕΚ της Επιτροπής (4).

(2)

Τον Απρίλιο 2001, η Επιτροπή κίνησε αυτεπάγγελτα ενδιάμεση επανεξέταση για να εξετάσει την καταλληλότητα της μορφής των μέτρων για το υπό εξέταση προϊόν καταγωγής Ταϊλάνδης (5). Η επανεξέταση κινήθηκε με το επιχείρημα ότι είχαν προκύψει προβλήματα εφαρμογής κατά την παρακολούθηση των αναλήψεων υποχρεώσεων που έγιναν δεκτές από τους δύο εξαγωγείς στην Ταϊλάνδη, δηλαδή τις εταιρείες Awaji Sangyo (Thailand) Co., Ltd. και TTU Industrial Corp. Ltd. Η έρευνα διενεργήθηκε παράλληλα με την επανεξέταση ενόψει της λήξεως ισχύος των μέτρων με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003.

(3)

Με βάση τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 33, 34 και 35 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1496/2004 του Συμβουλίου (6), συνήχθη το συμπέρασμα ότι η μορφή των ισχυόντων μέτρων δεν ήταν πλέον κατάλληλη, επειδή οι αναλήψεις υποχρεώσεων με την σημερινή μορφή τους δεν θεωρούνται κατάλληλο και αποτελεσματικό μέσο για να εξαλειφθούν οι ζημιογόνες επιπτώσεις του ντάμπινγκ.

(4)

Επομένως, και επίσης σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των εν λόγω αναλήψεων υποχρεώσεων που επιτρέπουν στην Επιτροπή να ανακαλέσει μονομερώς την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων, η Επιτροπή αποφάσισε να ανακαλέσει την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν οι εταιρείες Awaji Sangyo (Thailand) Co., Ltd. και TTU Industrial Corp., Ltd.

(5)

Οι εν λόγω εξαγωγείς ενημερώθηκαν σχετικά με τα συμπεράσματα της Επιτροπής και τους δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Τα σχόλιά τους λήφθηκαν υπόψη και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα. Και οι δύο εταιρείες κλήθηκαν να προσφέρουν αναθεωρημένες αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές στις οποίες θα τηρούνταν, μεταξύ άλλων, οι ελάχιστες τιμές εισαγωγής. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έλαβε καμία τέτοια προσφορά.

(6)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται από το άρθρο 8 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, οι αναλήψεις υποχρεώσεων που έγιναν δεκτές με την απόφαση 96/252/ΕΚ πρέπει να ανακληθούν για τις δύο εν λόγω εταιρείες της Ταϊλάνδης.

(7)

Παράλληλα με αυτήν την απόφαση, το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1496/2004 τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 964/2003 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ταϊλάνδης και επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ κατ’ αξία στις εισαγωγές αυτών των προϊόντων που κατασκευάζονται από τις εν λόγω εταιρείες,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ανακαλείται η αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων που πρότειναν οι εταιρείες Awaji Sangyo (Thailand) Co. Ltd, Samutprakarn και TTU Industrial Corp. Ltd, Bangkok. σε συνδυασμό με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές ορισμένων εξαρτημάτων σωληνώσεων, από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ταϊλάνδης.

Άρθρο 2

Το άρθρο 1 στοιχείο β) της απόφασης 96/252/ΕΚ της Επιτροπής τροποποιείται ως ακολούθως:

 

Η αναφορά στις εταιρείες Awaji Sangyo (Thailand) Co. Ltd, Samutprakarn και TTU Industrial Corp. Ltd, Bangkok, διαγράφεται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 28 Ιουλίου 2004.

Για την Επιτροπή

Pascal LAMY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ L 84 της 3.4.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 778/2003 (ΕΕ L 114 της 8.5.2003, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 139 της 6.6.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2212/2003 (ΕΕ L 332 της 19.12.2003, σ. 3).

(4)  ΕΕ L 84 της 3.4.1996, σ. 46· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 2000/453/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 182 της 21.7.2000, σ. 25).

(5)  ΕΕ C 103 της 3.4.2001, σ. 5.

(6)  Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 6ης Αυγούστου 2004

για τη δημιουργία μιας συμβουλευτικής ομάδας για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών

(2004/613/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή, στη Λευκή Βίβλο για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση που εξέδωσε στις 25 Ιουλίου 2001 (1), δεσμεύτηκε να καταστήσει περισσότερο ανοικτή τη διαδικασία εκπόνησης πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή συμμετοχή των πολιτών και των οργανώσεων στη χάραξη και την εφαρμογή των πολιτικών.

(2)

Η Επιτροπή εξέδωσε στις 11 Δεκεμβρίου 2002 (2) ανακοίνωση σχετικά με τις «Γενικές αρχές και ελάχιστες προδιαγραφές για τη διαβούλευση των ενδιαφερόμενων μερών από την Επιτροπή» ώστε να εξασφαλιστεί μια συνεκτική προσέγγιση από το σύνολο των υπηρεσιών της Επιτροπής κατά τη διαδικασία διαβούλευσης και να αυξηθεί η διαφάνεια των διαβουλεύσεων.

(3)

Είναι ανάγκη για την Επιτροπή να ενημερώνει και να ζητά τη γνώμη των καταναλωτών καθώς και των κοινωνικοοικονομικών κύκλων τους οποίους αφορούν θέματα που έχουν σχέση με την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων και των ζωοτροφών, την ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών, την ανθρώπινη διατροφή σε σχέση με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα, την υγεία και την ορθή μεταχείριση των ζώων, καθώς και την υγεία των φυτών.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (3), προβλέπει ότι ζητείται η γνώμη του κοινού με ανοικτό και διαφανή τρόπο, άμεσα ή μέσω αντιπροσωπευτικών οργάνων, κατά την εκπόνηση, την αξιολόγηση και την αναθεώρηση της νομοθεσίας, για τα τρόφιμα, εκτός εάν ο επείγων χαρακτήρας του θέματος δεν το επιτρέπει.

(5)

Το Λευκό Βιβλίο για την ασφάλεια των τροφίμων, που εξέδωσε η Επιτροπή στις 12 Ιανουαρίου 2000 (4), προέβλεπε τη δημιουργία συμβουλευτικής ομάδας για την ασφάλεια των τροφίμων με την αναδιοργάνωση των υφιστάμενων συμβουλευτικών επιτροπών (ενέργεια 81).

(6)

Η συμβουλευτική επιτροπή τροφίμων ιδρύθηκε με την απόφαση 80/1073/ΕΟΚ της Επιτροπής (5).

(7)

Και άλλες συμβουλευτικές επιτροπές συγκροτήθηκαν επίσης στον τομέα της κοινής γεωργικής πολιτικής με την απόφαση 98/235/ΕΟΚ της Επιτροπής (6).

(8)

Η αποκτηθείσα πείρα κατέδειξε ότι είναι ανάγκη να συνενωθούν και αναδιοργανωθούν οι διάφορες συμβουλευτικές επιτροπές που λειτουργούν για θέματα σχετικά με την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών, καθώς και να βελτιωθεί η λειτουργία τους.

(9)

Είναι ουσιώδες να καθιερωθούν μόνιμα συστήματα διαβούλευσης με τους πολίτες σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά τη διάρκεια της εκπόνησης, της αξιολόγησης και της αναθεώρησης της κοινοτικής νομοθεσίας για τα τρόφιμα.

(10)

Δεδομένου ότι είναι ανάγκη να υπάρξει μια σφαιρική προσέγγιση για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών ώστε να εξασφαλιστεί η προστασία των καταναλωτών, έχει σημασία να περιληφθεί στο πεδίο εφαρμογής των συστημάτων διαβούλευσης το σύνολο των θεμάτων που σχετίζονται με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα, όπως οι πτυχές που αφορούν την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων και των ζωοτροφών, την ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών, την ανθρώπινη διατροφή σε σχέση με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα, την υγεία των ζώων αλλά και οι πτυχές που αφορούν την ορθή μεταχείριση των ζώων και τους διάφορους τομείς της υγείας των φυτών, όπως η προστασία των φυτών, τα προϊόντα φυτοπροστασίας και τα κατάλοιπά τους καθώς και οι όροι εμπορευματοποίησης των σπόρων και του αναπαραγωγικού υλικού, συμπεριλαμβανομένης της βιοποικιλότητας και των συναφών τομέων βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

(11)

Δεδομένου ότι είναι ευρύτατοι οι τομείς που καλύπτει η διαβούλευση και μεγάλος ο αριθμός των ενδιαφερόμενων μερών, η αποτελεσματικότητα των μόνιμων συστημάτων διαβούλευσης συνεπάγεται ότι η γνώμη των πολιτών θα ζητείται μέσω των αντιπροσωπευτικών οργανισμών που εκπροσωπούν συμφέροντα στους τομείς της τροφικής αλυσίδας και της υγείας των ζώων και των φυτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αν και πρέπει πάντα να υπάρχει η δυνατότητα να ζητείται απευθείας η γνώμη των πολιτών.

(12)

Οι ενδιαφερόμενοι κοινωνικοεπαγγελματικοί κύκλοι, συμπεριλαμβανομένων των ενώσεων των καταναλωτών στα κράτη μέλη, έχουν συγκροτήσει οργανώσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες έχουν ως στόχο να εκπροσωπούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα συμφέροντα τα σχετικά με την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών.

(13)

Για την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων διαβούλευσης πρέπει να μπορούν να πραγματοποιούνται απευθείας επαφές μεταξύ της Επιτροπής και των αντιπροσωπευτικών οργανισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατά τη διάρκεια διαρθρωμένων συνεδριάσεων στο πλαίσιο μιας συμβουλευτικής ομάδας, ιδίως σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής στον τομέα των τροφίμων.

(14)

Η σύνθεση της συμβουλευτικής ομάδας δεν πρέπει να είναι πάρα πολύ μεγάλη για λόγους πρακτικούς σχετικούς με τη διοργάνωση των συνεδριάσεων, αλλά παράλληλα πρέπει να εγγυάται την επαρκή εκπροσώπηση των συμφερόντων στους τομείς της τροφικής αλυσίδας και της υγείας των ζώων και των φυτών. Δεδομένου ότι θα ζητείται ειδικότερα η γνώμη της ομάδας για το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής, θα είναι πράγματι σημαντικό να εκπροσωπούνται εκείνοι οι αντιπροσωπευτικοί οργανισμοί που είναι περισσότερο σε θέση να υπερασπίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα γενικά συμφέροντα σχετικά με την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών.

(15)

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια των εργασιών της ομάδας, ο κανονισμός εργασίας της θα πρέπει να επιτρέπει την διοργάνωση συνεδριάσεων ομάδων εργασίας στις οποίες θα μπορούν να συμμετέχουν, εάν χρειάζεται, και άλλα πρόσωπα ή ενδιαφερόμενοι οργανισμοί.

(16)

Για λόγους σαφήνειας είναι σκόπιμο να καταργηθεί η απόφαση 80/1073/ΕΟΚ,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Συστήνεται στο πλαίσιο της Επιτροπής συμβουλευτική ομάδα για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων και των φυτών, στο εξής καλούμενη η «ομάδα».

Άρθρο 2

Αποστολή

1.   Η Επιτροπή ζητά τη γνώμη της ομάδας για το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής στους ακόλουθους τομείς:

ασφάλεια των τροφίμων και των ζωοτροφών,

επισήμανση και παρουσίαση των τροφίμων και των ζωοτροφών,

ανθρώπινη διατροφή, σε σχέση με τη νομοθεσία για τα τρόφιμα,

υγεία και ορθή μεταχείριση των ζώων,

θέματα σχετικά με τη φυτοπροστασία, τα προϊόντα φυτοπροστασίας και τα κατάλοιπά τους καθώς και τους όρους εμπορευματοποίησης των σπόρων και του αναπαραγωγικού υλικού, συμπεριλαμβανομένης της βιοποικιλότητας και των συναφών τομέων βιομηχανικής ιδιοκτησίας.

2.   Εξάλλου, η Επιτροπή μπορεί να ζητά τη γνώμη της ομάδας για οποιοδήποτε μέτρο καλείται να λάβει ή να προτείνει στους τομείς αυτούς.

Άρθρο 3

Σύνθεση της ομάδας

1.   Η ομάδα απαρτίζεται από εκπροσώπους, οι οποίοι αριθμητικά δεν μπορούν να υπερβαίνουν τους 45, αντιπροσωπευτικών οργανισμών σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι οργανισμοί αυτοί πρέπει να έχουν ως στόχο την προάσπιση των συμφερόντων στους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και ικανοποιούν τα ακόλουθα κριτήρια: γενική φύση των εκπροσωπούμενων συμφερόντων, η εκπροσώπηση εκτείνεται σε όλα ή στο μεγαλύτερο μέρος των κρατών μελών και μόνιμη παρουσία σε κοινοτικό επίπεδο που επιτρέπει την άμεση πρόσβαση στην εμπειρογνωμοσύνη των μελών ώστε να υπάρχουν συντονισμένες και ταχείες αντιδράσεις.

2.   Μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης, η Επιτροπή καλεί τους οργανισμούς που επιθυμούν να συμμετάσχουν στην ομάδα να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους εντός ενός μηνός και να αναφέρουν τους λόγους για τους οποίους ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν καθώς και με ποιον τρόπο ανταποκρίνονται στα προαναφερόμενα κριτήρια.

3.   Η Επιτροπή επιλέγει τους οργανισμούς που ικανοποιούν τα προαναφερόμενα κριτήρια κατά τον πλέον πρόσφορο τρόπο και εκδίδει απόφαση με το σχετικό κατάλογο ο οποίος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Κάθε οργανισμός που επιλέγεται είναι επιφορτισμένος με το έργο του συντονισμού των εργασιών διαβούλευσης και ενημέρωσης στο εσωτερικό του κατά τρόπον ώστε να παρουσιάζονται οι όσο το δυνατόν αντιπροσωπευτικότερες απόψεις των συμφερόντων που εκπροσωπεί.

Άρθρο 4

Οργάνωση των εργασιών

1.   Η ομάδα συνεδριάζει καταρχήν δύο φορές ετησίως στην έδρα της Επιτροπής και οποτεδήποτε η Επιτροπή εκτιμά ότι είναι αναγκαίο.

2.   Είναι δυνατόν να συγκροτηθούν ομάδες εργασίας για την εξέταση ειδικών θεμάτων βάσει αποστολής που ανατίθεται από την ομάδα και εφόσον αυτό αποδεικνύεται αναγκαίο.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να καλεί εμπειρογνώμονες ή παρατηρητές, μεταξύ άλλων και από αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς τρίτων χωρών εφόσον αυτό κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, για να συμμετάσχουν στις εργασίες της ομάδας ή των ομάδων εργασίας.

4.   Η ομάδα, καθώς και οι ομάδες εργασίας, συνεδριάζουν σύμφωνα με τους όρους και το χρονοδιάγραμμα που καθορίζει η Επιτροπή. Η Επιτροπή εξασφαλίζει την προεδρία.

5.   Η ομάδα εγκρίνει τον εσωτερικό της κανονισμό βάσει σχεδίου που υποβάλει η Επιτροπή. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξασφαλίζουν τη γραμματεία των συνεδριάσεων και των εργασιών της ομάδας, καθώς και των ομάδων εργασίας.

6.   Η Επιτροπή μεριμνά για τη δημοσιοποίηση των εργασιών της ομάδας.

Άρθρο 5

Εμπιστευτικότητα

Τα μέλη της ομάδας, οι εμπειρογνώμονες που καλούνται περιστασιακά καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο καλείται στις συνεδριάσεις της ομάδας με την ιδιότητα του παρατηρητή υποχρεούνται να μην κοινοποιούν τις πληροφορίες που περιήλθαν στη γνώση τους κατά τις εργασίες της ομάδας ή των ομάδων εργασίας, εφόσον οι εν λόγω πληροφορίες έχουν χαρακτηριστεί από την Επιτροπή εμπιστευτικές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει ότι μόνον τα μέλη της ομάδας λαμβάνουν τις πληροφορίες αυτές και παρίστανται σε συνεδριάσεις.

Άρθρο 6

Τελική διάταξη

Καταργείται η απόφαση 80/1073/ΕΟΚ της Επιτροπής όσον αφορά το νέο καταστατικό της συμβουλευτικής επιτροπής τροφίμων.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 6 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής


(1)  COM(2001) 428 τελικό.

(2)  COM(2002) 704 τελικό.

(3)  ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1642/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 4).

(4)  COM(1999) 719 τελικό.

(5)  ΕΕ L 318 της 26.11.1980, σ. 28.

(6)  ΕΕ L 88 της 24.3.1998, σ. 59.


25.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 275/20


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 24ης Αυγούστου 2004

σχετικά με μέτρα προστασίας από εξαιρετικά παθογόνο γρίπη των πτηνών στη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 3293]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/614/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφοι 6 και 7,

την οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες (2), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η γρίπη των πτηνών είναι εξαιρετικά λοιμώδης ιογενής νόσος των πουλερικών και των πτηνών, που είναι δυνατόν να λάβει ταχέως διαστάσεις επιζωοτίας η οποία μπορεί να αποτελέσει σοβαρή απειλή, τόσο για την υγεία των ζώων όσο και για τη δημόσια υγεία, και να μειώσει κατακόρυφα την κερδοφορία της πτηνοτροφίας.

(2)

Υπάρχει κίνδυνος να εισαχθεί ο παράγοντας της νόσου στην Κοινότητα μέσω του διεθνούς εμπορίου ζώντων πουλερικών και προϊόντων πουλερικών.

(3)

Στις 6 Αυγούστου 2004 η Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής επιβεβαίωσε την εμφάνιση δύο κρουσμάτων εξαιρετικά παθογόνου γρίπης των πτηνών σε σμήνη στρουθιονίδων στην επαρχία Eastern Cape.

(4)

Το στέλεχος του ιού της γρίπης των πτηνών που εντοπίστηκε είναι του υποτύπου H5N2 και, επομένως, διαφορετικό από το στέλεχος που προκαλεί σήμερα την επιδημία στην Ασία. Από τις διαθέσιμες μέχρι σήμερα γνώσεις προκύπτει ότι ο κίνδυνος τον οποίο εγκυμονεί για τη δημόσια υγεία αυτός ο υπότυπος είναι μικρότερος από τον κίνδυνο που ενέχει το στέλεχος που κυκλοφορεί στην Ασία, το οποίο είναι του υποτύπου H5N1.

(5)

Επί του παρόντος, όσον αφορά τα πουλερικά και τα προϊόντα πουλερικών, η Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής επιτρέπεται να εξάγει στην Κοινότητα μόνον ζώσες στρουθιονίδες και τα προς επώαση αβγά τους, νωπό κρέας στρουθιονίδων και προϊόντα κρέατος/παρασκευάσματα κρέατος που περιέχουν κρέας στρουθιονίδων, καθώς και πτηνά πλην των πουλερικών.

(6)

Ωστόσο, στις 6 Αυγούστου 2004 οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας της Νότιας Αφρικής ανέστειλαν την πιστοποίηση των ζωντανών στρουθιονίδων, του κρέατός τους και ορισμένων προϊόντων κρέατος με προορισμό την ΕΕ, μέχρις ότου αποσαφηνιστεί περαιτέρω η κατάσταση.

(7)

Ενόψει του κινδύνου που συνεπάγεται για την υγεία των ζώων η εισαγωγή της νόσου στην Κοινότητα, με την απόφαση 2004/594/ΕΚ της Επιτροπής (3) ανεστάλησαν από τις 10 Αυγούστου 2004 οι εισαγωγές από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής των ακόλουθων προϊόντων: ζωντανών στρουθιονίδων, αβγών προς επώαση αυτών των ειδών, νωπού κρέατος στρουθιονίδων, παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας που συνίστανται σε ή περιέχουν κρέας αυτών των ειδών, τα οποία προέρχονται από πτηνά που έχουν σφαγεί μετά τις 16 Ιουλίου 2004.

(8)

Σύμφωνα με την απόφαση 2000/666/ΕΚ της Επιτροπής (4), επιτρέπεται η εισαγωγή πτηνών πλην των πουλερικών από όλα τα κράτη μέλη του OIE (Διεθνούς Γραφείου Επιζωοτιών), υπόκειται όμως στην παροχή εγγυήσεων για την υγεία των ζώων από τη χώρα καταγωγής και σε αυστηρά μέτρα απομόνωσης (καραντίνα) μετά την εισαγωγή στα κράτη μέλη.

(9)

Ωστόσο, ως πρόσθετο μέτρο προφύλαξης, με την απόφαση 2004/594/ΕΚ έχει ανασταλεί επίσης η εισαγωγή από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής πτηνών πλην των πουλερικών, καθώς επίσης και πτηνών συντροφιάς που συνοδεύουν τους κατόχους τους, ούτως ώστε να αποκλειστεί κάθε κίνδυνος εμφάνισης της νόσου σε σταθμούς απομόνωσης (καραντίνας) που λειτουργούν υπό την εποπτεία των κρατών μελών.

(10)

Η απόφαση 97/222/ΕΚ της Επιτροπής (5) προβλέπει κατάλογο τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν την εισαγωγή προϊόντων με βάση το κρέας και καθορίζει τρόπους επεξεργασίας προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος μετάδοσης της νόσου μέσω προϊόντων του είδους αυτού. Η επεξεργασία στην οποία πρέπει να υποβάλλονται τα προϊόντα εξαρτάται από την υγειονομική κατάσταση της χώρας καταγωγής όσον αφορά τα είδη από τα οποία προέρχεται το κρέας. Προκειμένου να αποφευχθούν περιττές επιβαρύνσεις στο εμπόριο, οι εισαγωγές προϊόντων με βάση το κρέας στρουθιονίδων καταγωγής Δημοκρατίας της Νότιας Αφρικής που έχουν υποστεί επεξεργασία σε θερμοκρασία τουλάχιστον 70 °C σε όλο το προϊόν πρέπει να εξακολουθήσουν να επιτρέπονται.

(11)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), επιτρέπεται η εισαγωγή μη κατεργασμένων κυνηγετικών τροπαίων από πτηνά που προέρχονται από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. Δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης όσον αφορά τη γρίπη των πτηνών, οι εισαγωγές αυτές πρέπει να ανασταλούν, με στόχο την πρόληψη κάθε κινδύνου εισαγωγής της νόσου στην Κοινότητα.

(12)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1774/2002, επιτρέπεται η εισαγωγή ακατέργαστων πτερών και τμημάτων πτερών που προέρχονται από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. Δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης όσον αφορά τη γρίπη των πτηνών, οι εισαγωγές αυτές πρέπει να ανασταλούν, με στόχο την πρόληψη κάθε κινδύνου εισαγωγής της νόσου στην Κοινότητα. Ωστόσο, η εισαγωγή πτερών μπορεί να επιτρέπεται με συνοδευτικό εμπορικό έγγραφο στο οποίο θα αναφέρεται ότι τα πτερά έχουν υποβληθεί σε συγκεκριμένη επεξεργασία.

(13)

Τα μέτρα υγειονομικού ελέγχου που εφαρμόζονται στις πρώτες ύλες για την παρασκευή ζωοτροφών και φαρμακευτικών ή τεχνικών προϊόντων επιτρέπουν την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας απόφασης των εισαγωγών των εν λόγω προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο παρακολούθησης.

(14)

Συνεπώς, τα μέτρα προστασίας που εφαρμόζονται σε ολόκληρη την επικράτεια της Δημοκρατίας της Νότιας Αφρικής πρέπει να παραταθούν και η απόφαση 2004/594/ΕΚ πρέπει να καταργηθεί.

(15)

Τα μέτρα που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη αναστέλλουν την εισαγωγή των ακόλουθων προϊόντων από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής:

ζωντανών στρουθιονίδων και αβγών προς επώαση αυτών των ειδών,

πτηνών πλην των πουλερικών, περιλαμβανομένων των πτηνών συντροφιάς που συνοδεύουν τους κατόχους τους.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη αναστέλλουν την εισαγωγή των ακόλουθων προϊόντων από τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής:

νωπού κρέατος στρουθιονίδων,

παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας που συνίστανται σε ή περιέχουν κρέας αυτών των ειδών,

μη κατεργασμένα κυνηγετικά τρόπαια από κάθε είδος πτηνού,

ακατέργαστα πτερά και τμήματα πτερών.

Άρθρο 3

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την εισαγωγή προϊόντων που καλύπτονται από το άρθρο αυτό και προέρχονται από πτηνά που έχουν σφαγεί πριν από τις 16 Ιουλίου 2004.

2.   Στα κτηνιατρικά πιστοποιητικά που συνοδεύουν τα φορτία των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, περιλαμβάνονται οι ακόλουθες λέξεις ανάλογα με το είδος:

«Νωπό κρέας στρουθιονίδων/Προϊόν κρέατος που συνίσταται σε ή περιέχει κρέας στρουθιονίδων/Παρασκεύασμα κρέατος που συνίσταται σε ή περιέχει κρέας στρουθιονίδων (7), το οποίο προέρχεται από στρουθιονίδες που έχουν σφαγεί πριν από τις 16 Ιουλίου 2004, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της απόφασης 2004/614/ΕΚ».

3.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την εισαγωγή προϊόντων κρέατος που συνίστανται σε ή περιέχουν κρέας στρουθιονίδων, όταν το κρέας αυτών των ειδών έχει υποστεί κάποια από τις ειδικές επεξεργασίες που αναφέρονται στα σημεία B, Γ ή Δ του μέρους IV του παραρτήματος της απόφασης 97/222/ΕΚ της Επιτροπής.

4.   Για την εισαγωγή επεξεργασμένων πτερών ή τμημάτων πτερών (πλην επεξεργασμένων διακοσμητικών πτερών, επεξεργασμένων πτερών που φέρουν μαζί τους ταξιδιώτες για ιδιωτική χρήση ή αποστολών επεξεργασμένων πτερών προς ιδιώτες για μη βιομηχανικούς σκοπούς), την αποστολή πρέπει να συνοδεύει εμπορικό έγγραφο στο οποίο θα αναφέρεται ότι τα επεξεργασμένα πτερά ή τμήματα αυτών έχουν υποστεί επεξεργασία σε ρεύμα υδρατμού ή με κάποια άλλη μέθοδο που να αποκλείει τη μετάδοση παθογόνων οργανισμών.

Άρθρο 4

Η απόφαση 2004/594/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη τροποποιούν τα μέτρα που εφαρμόζουν στις εισαγωγές, ούτως ώστε να είναι σύμφωνα με την παρούσα απόφαση και δημοσιοποιούν αμέσως και κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο τα θεσπιζόμενα μέτρα. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση θα επανεξεταστεί υπό το φως της εξέλιξης της νόσου και των περαιτέρω πληροφοριών που θα παράσχουν οι κτηνιατρικές αρχές της Δημοκρατίας της Νότιας Αφρικής.

Άρθρο 7

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται έως την 1η Ιανουαρίου 2005.

Άρθρο 8

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 24 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 56· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 24 της 31.1.1998, σ. 9· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 265 της 12.8.2004, σ. 9.

(4)  ΕΕ L 278 της 31.10.2000, σ. 26· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2002/279/ΕΚ (ΕΕ L 99 της 16.4.2002, σ. 17).

(5)  ΕΕ L 98 της 4.4.1997, σ. 39· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 2004/245/ΕΚ (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 62).

(6)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 878/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 162 της 30.4.2004, σ. 62).

(7)  Διαγράφεται η περιττή ένδειξη.