|
ISSN 1725-2547 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
47ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
|
I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση |
Σελίδα |
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
|
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
* |
||
|
|
|
|
|
|
Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση |
|
|
|
* |
||
|
|
* |
|
EL |
Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1321/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 12ης Ιουλίου 2004
σχετικά με τη δημιουργία δομών διαχείρισης για τα ευρωπαϊκά προγράμματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Η ευρωπαϊκή πολιτική δορυφορικής ραδιοπλοήγησης υλοποιείται επί του παρόντος μέσω, των προγραμμάτων EGNOS και GALILEO. |
|
(2) |
Το GALILEO είναι το πρώτο ευρωπαϊκό διαστημικό πρόγραμμα που θα χρηματοδοτεί και θα διαχειρίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Διαστήματος (ESA). Αναμένεται ότι το πρόγραμμα θα συμβάλει στην ανάπτυξη πολλών εφαρμογών σε τομείς που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με κοινοτικές πολιτικές, όπως οι μεταφορές (εντοπισμός και μέτρηση της ταχύτητας οχημάτων), η ασφάλιση, τα διόδια σε αυτοκινητοδρόμους, η επιβολή του νόμου (παρακολούθηση υπόπτων, μέτρα καταπολέμησης της εγκληματικότητας), τα τελωνεία (επιτόπιοι έλεγχοι, κ.λπ.), η γεωργία (προσαρμογή της δόσης σπόρων ή φυτοφαρμάκων ανάλογα με το έδαφος, κ.λπ.), η αλιεία (έλεγχος της κίνησης των σκαφών). |
|
(3) |
Το EGNOS είναι τριμερές πρόγραμμα μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της ESA και του Eurocontrol, αποσκοπεί δε στην ενίσχυση των σημάτων του αμερικανικού συστήματος GPS και του ρωσικού συστήματος GLONASS για λόγους αξιοπιστίας σε εκτεταμένη γεωγραφική περιοχή. Είναι ανεξάρτητο από το GALILEO το οποίο συμπληρώνει. |
|
(4) |
Στα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της Κολωνίας (3 και 4 Ιουνίου 1999), της Φέιρα (19 και 20 Ιουνίου 2000), της Νίκαιας (7 έως 11 Δεκεμβρίου 2000), της Στοκχόλμης (23 και 24 Μαρτίου 2001), του Λάκεν (14 και 15 Δεκεμβρίου 2001), της Βαρκελώνης (15 και 16 Μαρτίου 2002) και των Βρυξελλών (20 και 21 Μαρτίου 2003) υπογραμμίζεται ο στρατηγικός χαρακτήρας του GALILEO. |
|
(5) |
Λόγω του στρατηγικού χαρακτήρα των ευρωπαϊκών προγραμμάτων δορυφορικής ραδιοπλοήγησης και της ανάγκης για την επαρκή προάσπιση και εκπροσώπηση των ουσιωδών δημόσιων συμφερόντων, είναι επιτακτική ανάγκη να εποπτεύονται οι επόμενες φάσεις του συστήματος και η χρήση των κοινοτικών πόρων που διατίθενται για τα προγράμματα σύμφωνα με τις σχετικές πολιτικές κατευθύνσεις του Συμβουλίου και τις χρηματοδοτικές αποφάσεις των δημοσιονομικών αρχών. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να συσταθεί μια ευρωπαϊκή εποπτική αρχή του παγκόσμιου δορυφορικού συστήματος πλοήγησης GNSS (εφεξής καλούμενη «Αρχή»). |
|
(6) |
Το Συμβούλιο τόνισε επανειλημμένως, ιδίως δε με τα συμπεράσματά του της 5ης Απριλίου 2001 και της 26ης Μαρτίου 2002, ότι η ουσιαστική συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα είναι θεμελιώδες στοιχείο για την επιτυχία του GALILEO κατά τη φάση εγκατάστασης και τη φάση λειτουργίας. |
|
(7) |
Προς τούτο, η Αρχή θα πρέπει να συνάψει σύμβαση παραχώρησης με την κοινοπραξία που θα επιλεγεί κατά την ολοκλήρωση της φάσης εγκατάστασης του GALILEO, θα πρέπει δε να μεριμνά για την εκ μέρους της κοινοπραξίας τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση παραχώρησης, ιδίως των υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας. |
|
(8) |
Η Αρχή θα πρέπει να είναι ο μοναδικός συνομιλητής του αναδόχου για το ζήτημα των συχνοτήτων. |
|
(9) |
Παράλληλα, τα κράτη μέλη που έχουν καταθέσει στην Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών φακέλους για τη χρησιμοποίηση των συχνοτήτων που είναι αναγκαίες για να διασφαλιστεί η λειτουργία του συστήματος θα πρέπει επίσης να δώσουν στην Αρχή τη δυνατότητα να παραχωρεί το δικαίωμα χρήσης των συχνοτήτων αυτών στον ανάδοχο για το διάστημα διάρκειας της σύμβασης, ώστε εκείνος να είναι σε θέση να παρέχει τις υπηρεσίες που απαιτούνται βάσει της συγγραφής υποχρεώσεων. |
|
(10) |
Η Αρχή θα πρέπει να είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και τον έλεγχο της χρήσης των κεφαλαίων που της χορηγούνται ειδικά για τα προγράμματα. |
|
(11) |
Η Αρχή θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή στους τομείς που αφορούν τη δορυφορική ραδιοπλοήγηση, ιδίως σε περιπτώσεις όπου κρίνεται αναγκαία η λήψη νομοθετικών ή κανονιστικών μέτρων. |
|
(12) |
Η Αρχή θα πρέπει να αξιοποιεί τις τρέχουσες δραστηριότητες έρευνας, ανάπτυξης και τεχνολογικής αξιολόγησης, ιδίως δε τις δραστηριότητες της ESA. Λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2000 για μία ευρωπαϊκή στρατηγική του Διαστήματος (2), η συνεργασία με την ESA θα πρέπει, όπου χρειάζεται, να αξιοποιεί πλήρως τις δυνατότητες που προσφέρει η συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της ESA. |
|
(13) |
Η Αρχή θα πρέπει να προστατεύει και να αξιοποιεί τις κοινοτικές επενδύσεις που έχουν ήδη γίνει στη διαστημική τεχνολογία και τις υποδομές. |
|
(14) |
Μετά τη διάλυσή της, η κοινή επιχείρηση GALILEO θα πρέπει να μεταβιβάσει στην Αρχή, σύμφωνα με τους οικείους κανόνες του καταστατικού της, όλα τα περιουσιακά στοιχεία που έχει αποκτήσει. Όλα τα περιουσιακά στοιχεία που αναπτύσσονται από τον ανάδοχο κατά τη φάση εγκατάστασης θα πρέπει να περιέλθουν στην Αρχή, εκτός εάν συμφωνηθεί εκ των προτέρων άλλως, δεδομένου ότι οι φάσεις προσδιορισμού, ανάπτυξης και επικύρωσης έχουν χρηματοδοτηθεί σχεδόν αποκλειστικά από δημόσια κεφάλαια, και όλες οι συνιστώσες που αναπτύσσονται κατ’ αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να τεθούν στη διάθεση του αναδόχου. |
|
(15) |
Το νομικό καθεστώς της Αρχής θα πρέπει να της επιτρέπει να ενεργεί ως νομικό πρόσωπο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της. |
|
(16) |
Για να διασφαλίζεται αποτελεσματικά η εκτέλεση των καθηκόντων της Αρχής, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο, στο οποίο ανατίθενται οι αναγκαίες αρμοδιότητες κατάρτισης του προϋπολογισμού, να ελέγχει την εκτέλεσή του, να εγκρίνει τους κατάλληλους δημοσιονομικούς κανόνες, να θεσπίζει διαφανείς διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων από την Αρχή, να εγκρίνει το πρόγραμμα εργασίας της και να διορίζει τον εκτελεστικό της διευθυντή. |
|
(17) |
Η ομαλή λειτουργία της Αρχής επιβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής να διορίζεται βάσει των προσόντων του και των τεκμηριωμένων διοικητικών και διαχειριστικών ικανοτήτων του, καθώς και της σχετικής επάρκειας και πείρας του και να εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία και ευελιξία σε σχέση με την οργάνωση της εσωτερικής λειτουργίας της Αρχής. Ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να εκπονεί και να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της ορθής εκτέλεσης του προγράμματος εργασίας της Αρχής, να καταρτίζει ετησίως σχέδιο γενικής έκθεσης που θα υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, να καταρτίζει σχέδιο εκτιμήσεων των εσόδων και των δαπανών της Αρχής και να εκτελεί τον προϋπολογισμό. |
|
(18) |
Οι διαδικασίες με τις οποίες διορίζονται αξιωματούχοι θα πρέπει να είναι διαφανείς. |
|
(19) |
Το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να διαθέτει τη δυνατότητα σύστασης επιστημονικής και τεχνικής επιτροπής, η οποία θα επικουρεί την Αρχή σε τεχνικά θέματα και στον εκσυγχρονισμό του συστήματος. |
|
(20) |
Θα πρέπει να συσταθεί επιτροπή ασφαλείας και προστασίας του συστήματος για να επικουρεί την Αρχή σε οποιοδήποτε θέμα άπτεται της προστασίας και της ασφάλειας του συστήματος. |
|
(21) |
Για να διασφαλισθεί η πλήρης αυτονομία και ανεξαρτησία της Αρχής, θεωρείται αναγκαίο να διαθέτει αυτόνομο προϋπολογισμό, τα έσοδα του οποίου θα προέρχονται κυρίως από συνεισφορά της Κοινότητας. Όσον αφορά τις επιχορηγήσεις από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται η κοινοτική δημοσιονομική διαδικασία. Επιπλέον, οι λογαριασμοί θα πρέπει να ελέγχονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο. |
|
(22) |
Στα πλαίσια του πεδίου αρμοδιοτήτων της και των στόχων της και κατά την άσκηση των καθηκόντων της, η Αρχή οφείλει να συμμορφώνεται ιδίως με τις διατάξεις που ισχύουν για τα κοινοτικά όργανα. |
|
(23) |
Η Αρχή θα πρέπει να εφαρμόζει την οικεία κοινοτική νομοθεσία όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα και την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και να τηρεί τις αρχές ασφάλειας που ισχύουν για τις υπηρεσίες του Συμβουλίου και της Επιτροπής. |
|
(24) |
Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα για τρίτες χώρες να συμμετέχουν στην Αρχή, υπό τον όρο να έχουν συνάψει προτέρα σχετική συμφωνία με την Κοινότητα, ιδίως όταν οι εν λόγω χώρες έχουν συμμετάσχει στις προηγούμενες φάσεις του προγράμματος συμβάλλοντας στο πρόγραμμα GALILEOSAT της ESA. |
|
(25) |
Το ευρωπαϊκό GNSS θα πρέπει να θεωρηθεί ως ευαίσθητη υποδομή από απόψεως ασφάλειας και αξιοπιστίας. |
|
(26) |
Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για να διασφαλίζεται η ασφάλεια και αξιοπιστία του συστήματος έναντι κακόβουλων (ή μη) πράξεων και να αποφεύγεται η χρησιμοποίησή του για σκοπούς που θα μπορούσαν να θίξουν την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των κρατών μελών της. |
|
(27) |
Η διαδικασία που εκτίθεται στην κοινή δράση 2004/552/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2004, σχετικά με ορισμένες πτυχές της λειτουργίας του Ευρωπαϊκού συστήματος ραδιοπλοήγησης που επηρεάζουν την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3) θα πρέπει να εφαρμόζεται όταν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι απειλείται η εθνική του ασφάλεια. |
|
(28) |
Για την έκδοση του παρόντος κανονισμού, η συνθήκη δεν προβλέπει άλλες εξουσίες, εκτός από τις εξουσίες του άρθρου 308, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Σκοπός και στόχος
Με τον παρόντα κανονισμό συγκροτείται κοινοτική υπηρεσία, επονομαζόμενη ευρωπαϊκή εποπτική αρχή του GNSS, (στο εξής αποκαλούμενη «η Αρχή»), για να διαχειρίζεται τα δημόσια συμφέροντα που συνδέονται με τα ευρωπαϊκά προγράμματα GNSS των οποίων θα είναι η κανονιστική αρχή.
Άρθρο 2
Καθήκοντα
1. Η Αρχή ασκεί τα ακόλουθα καθήκοντα:
|
α) |
Λειτουργεί ως αναθέτουσα αρχή έναντι του ιδιωτικού αναδόχου που είναι επιφορτισμένος με την υλοποίηση και τη διαχείριση των φάσεων εγκατάστασης και λειτουργίας του GALILEO (στο εξής αποκαλούμενος «ανάδοχος»). Στο πλαίσιο αυτό, η Αρχή συνάπτει με τον ανάδοχο τη σύμβαση παραχώρησης, μεριμνά για την εκ μέρους του τήρηση της σύμβασης παραχώρησης και της συνημμένης συγγραφής υποχρεώσεων και λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίζει τη συνέχεια των υπηρεσιών σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων του αναδόχου· παραχωρεί στον ανάδοχο το δικαίωμα χρήσης, κατά τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης, των υλικών και άυλων στοιχείων του άρθρου 3 παράγραφος 1. |
|
β) |
Διαχειρίζεται τα κεφάλαια που της χορηγούνται ειδικά για τα ευρωπαϊκά προγράμματα του GNSS και παρακολουθεί τη γενική οικονομική διαχείριση ώστε να παρέχει συμβουλές σχετικά με τις συνεισφορές του δημόσιου τομέα. |
|
γ) |
Αναλαμβάνει την ευθύνη —η οποία της περιέρχεται από την Κοινή Επιχείρηση GALILEO— της διαχείρισης της συμφωνίας με τον οικονομικό φορέα εκμετάλλευσης του EGNOS, και της παρουσίασης του πλαισίου για τις μελλοντικές επιλογές πολιτικής όσον αφορά το EGNOS, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη γνώμη των μερών που έχουν συμβάλει στη χρηματοδότηση των φάσεων εγκατάστασης και ανάπτυξης του συστήματος EGNOS. |
|
δ) |
Συντονίζει τις ενέργειες των κρατών μελών όσον αφορά τις συχνότητες που απαιτούνται για να διασφαλιστεί η λειτουργία του συστήματος· διαθέτει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί όλες τις εν λόγω συχνότητες ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασης του συστήματος· είναι δε ο άμεσος συνομιλητής του αναδόχου για θέματα που σχετίζονται με τη χρήση των συχνοτήτων αυτών. |
|
ε) |
Για να επικουρεί την Επιτροπή κατά την εκπόνηση προτάσεων για τα ευρωπαϊκά προγράμματα GNSS τα οποία θα υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, καθώς και κατά την έγκριση των εκτελεστικών κανόνων, εκπονεί σχέδια των εν λόγων προτάσεων και κανόνων. |
|
στ) |
Είναι υπεύθυνη για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη των νέων γενεών του συστήματος. |
|
ζ) |
Μπορεί να διεκπεραιώνει τα καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού τα οποία της αναθέτει η Επιτροπή και τα οποία συνδέονται με τα ευρωπαϊκά προγράμματα GNSS, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4). |
|
η) |
Διασφαλίζει ότι οι συνιστώσες του συστήματος είναι δεόντως πιστοποιημένες, δίδει στους κατάλληλους εξουσιοδοτημένους φορείς πιστοποίησης εντολές για την έκδοση των σχετικών πιστοποιητικών και παρακολουθεί την τήρηση των σχετικών προτύπων και τεχνικών προδιαγραφών. |
|
θ) |
Επιβάλλει και ελέγχει τη συμμόρφωση, από τον ανάδοχο, προς τις εντολές που εκδίδονται βάσει της κοινής δράσης 2004/552/ΚΕΠΠΑ. |
|
ι) |
Με την επιφύλαξη του άρθρου 22, διαχειρίζεται όλα τα θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια και την προστασία του συστήματος, ιδίως δε:
|
2. Η ESA θα κληθεί να παράσχει τεχνική και επιστημονική υποστήριξη προς την Αρχή.
Άρθρο 3
Κυριότητα
1. Η Αρχή έχει την κυριότητα όλων των υλικών και άυλων στοιχείων που της μεταβιβάζονται από την κοινή επιχείρηση GALILEO κατά τη λήξη της φάσης ανάπτυξης, καθώς και των στοιχείων που θα δημιουργηθούν ή θα αναπτυχθούν από τον ανάδοχο κατά τις φάσεις εγκατάστασης και λειτουργίας.
2. Οι κανόνες για τις μελλοντικές μεταβιβάσεις κυριότητας καθορίζονται, για μεν την κοινή επιχείρηση GALILEO, κατά τη διαδικασία εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 21 του καταστατικού της κοινής επιχείρησης GALILEO που προσαρτάται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 876/2002 (5), για δε τον ανάδοχο, καθορίζονται στη σύμβαση εκχώρησης.
3. Η Αρχή έχει την κυριότητα όλων των υλικών και άυλων στοιχείων του EGNOS, μετά από συμφωνία με τους επενδυτές του EGNOS σχετικά με τους όρους και τις συνθήκες της μεταβίβασης της κυριότητας όλων των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού EGNOS ή μέρους αυτών από την ESA.
Άρθρο 4
Νομικό καθεστώς, τοπικά γραφεία
1. Η Αρχή είναι κοινοτικός φορέας. Διαθέτει νομική προσωπικότητα.
2. Σε κάθε κράτος μέλος, η Αρχή διαθέτει την ευρύτερη δυνατή νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες στα νομικά πρόσωπα. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαχειρίζεται κινητή και ακίνητη περιουσία και να έχει ικανότητα διαδίκου.
3. Η Αρχή μπορεί να αποφασίζει να ιδρύει τοπικά γραφεία σε κράτη μέλη ή σε άλλες χώρες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα σύμφωνα με το άρθρο 21.
4. Η Αρχή εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό της διευθυντή.
Άρθρο 5
Διοικητικό συμβούλιο
1. Συγκροτείται διοικητικό συμβούλιο για την εκτέλεση των καθηκόντων που απαριθμούνται στο άρθρο 6.
2. Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο διοριζόμενο από κάθε κράτος μέλος και από έναν αντιπρόσωπο διοριζόμενο από την Επιτροπή. Η διάρκεια της θητείας των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι πέντε χρόνια. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί άπαξ.
3. Όταν χρειάζεται, η συμμετοχή αντιπροσώπων τρίτων χωρών και οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 21.
4. Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του έναν πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτεπάγγελτα τον πρόεδρο σε περίπτωση κωλύματος. Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι δυόμισι έτη και λήγει όταν παύσουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί άπαξ.
5. Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του προέδρου του.
Ο εκτελεστικός διευθυντής της Αρχής συμμετέχει στις συσκέψεις.
Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση δύο φορές το έτος. Επίσης συνέρχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου του ή εάν το ζητήσει το ένα τρίτο τουλάχιστον των μελών του.
Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητή οποιοδήποτε άτομο του οποίου η γνώμη ενδέχεται να παρουσιάζει ενδιαφέρον. Όταν συζητούνται θέματα ασφάλειας, παρευρίσκονται ως παρατηρητές ο αντιπρόσωπος του ΓΓ/ΥΕ και ο πρόεδρος της επιτροπής ασφάλειας και προστασίας του συστήματος. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εσωτερικού του κανονισμού, να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες.
Η Αρχή εκτελεί χρέη γραμματείας του διοικητικού συμβουλίου.
6. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό.
7. Έκαστο μέλος διαθέτει μία ψήφο. Ο εκτελεστικός διευθυντής της Αρχής δεν έχει δικαίωμα ψήφου.
Στον εσωτερικό κανονισμό καθορίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας, ιδίως δε οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους.
Άρθρο 6
Καθήκοντα του διοικητικού συμβουλίου
Το διοικητικό συμβούλιο:
|
α) |
διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2· |
|
β) |
εγκρίνει, έως τις 30 Νοεμβρίου έκαστου έτους και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, το πρόγραμμα εργασιών της Αρχής για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Το εν λόγω πρόγραμμα εργασίας εγκρίνεται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού της Κοινότητας· |
|
γ) |
ασκεί τις αρμοδιότητές του όσον αφορά τον προϋπολογισμό της Αρχής σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12· |
|
δ) |
είναι υπεύθυνο για όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα καθήκοντα του άρθρου 2 σημείο ι) οι οποίες λαμβάνονται πάντοτε μετά από διαβούλευση με, ή βάσει, προτάσεων της επιτροπής προστασίας και ασφάλειας του συστήματος· |
|
ε) |
ασκεί πειθαρχικό έλεγχο στον εκτελεστικό διευθυντή· |
|
στ) |
θεσπίζει τις ειδικές διατάξεις που απαιτούνται για την υλοποίηση του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 19· |
|
ζ) |
εγκρίνει την ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες και τις προοπτικές της Αρχής και τη διαβιβάζει, έως τις 15 Ιουνίου, στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η Αρχή διαβιβάζει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε πληροφορία σχετική με την έκβαση των διαδικασιών αξιολόγησης· |
|
η) |
θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό. |
Άρθρο 7
Εκτελεστικός διευθυντής
1. Η Αρχή διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή της, ο οποίος χαίρει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου.
2. Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με βάση την αξία του και τις τεκμηριωμένες διοικητικές και διευθυντικές του ικανότητες, καθώς και τη σχετική επάρκεια και την πείρα του, από κατάλογο πέντε τουλάχιστον υποψηφίων που προτείνει η Επιτροπή. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του.
Το διοικητικό συμβούλιο έχει δικαίωμα παύσης του εκτελεστικού διευθυντή, σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.
Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής. Δύναται να ανανεωθεί άπαξ.
3. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να ζητούν από τον εκτελεστικό διευθυντή να υποβάλει έκθεση για την εκτέλεση των καθηκόντων του.
Άρθρο 8
Καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή
Ο εκτελεστικός διευθυντής:
|
α) |
είναι υπεύθυνος να εκπροσωπεί και να διοικεί την Αρχή· |
|
β) |
προετοιμάζει τις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου. Συμμετέχει, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στις εργασίες του διοικητικού συμβουλίου· |
|
γ) |
είναι υπεύθυνος για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας της Αρχής υπό τον έλεγχο του διοικητικού συμβουλίου· |
|
δ) |
λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εσωτερικών διοικητικών οδηγιών και της έκδοσης σημειωμάτων, για να εξασφαλίζει τη λειτουργία της Αρχής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό· |
|
ε) |
εκπονεί καταστάσεις προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 11, και εκτελεί τον προϋπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 12· |
|
στ) |
εκπονεί σχέδιο γενικής έκθεσης κάθε χρόνο και το υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο· |
|
ζ) |
καθορίζει την οργανωτική δομή της Αρχής και την υποβάλλει προς έγκριση στο διοικητικό συμβούλιο. Ορίζει την κατάλληλη σταθερή δομή για την εφαρμογή των αποφάσεων που σχετίζονται με την ασφάλεια και των αναγκαίων συναφών λειτουργικών επαφών· |
|
η) |
ασκεί, έναντι του προσωπικού, τις εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 16· |
|
θ) |
μπορεί να θεσπίζει, κατόπιν εγκρίσεως του διοικητικού συμβουλίου, τα απαιτούμενα μέτρα για τη σύσταση τοπικών γραφείων σε κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 4. |
Άρθρο 9
Επιστημονική και τεχνική επιτροπή
1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 2, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να συστήσει επιστημονική και τεχνική επιτροπή και να διορίζει τα μέλη και τον πρόεδρό της μεταξύ ανεγνωρισμένων εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή προτείνουν υποψηφίους για τις θέσεις αυτές. Όπου κρίνεται σκόπιμο, η συμμετοχή αντιπροσώπων τρίτων χωρών στην επιτροπή και οι προϋποθέσεις συμμετοχής τους ορίζονται βάσει των ρυθμίσεων του άρθρου 21.
2. Στην επιστημονική και τεχνική επιτροπή μπορεί να ανατεθεί η αρμοδιότητα:
|
α) |
να διατυπώνει γνώμες για τεχνικά θέματα ή για προτάσεις που συνεπάγονται σημαντικές μεταβολές του σχεδιασμού του ευρωπαϊκού συστήματος GNSS· |
|
β) |
να διατυπώνει συστάσεις για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος· |
|
γ) |
να εκτελεί κάθε άλλο καθήκον που απαιτείται για την ανάπτυξη εμπειρογνωμοσύνης στον τομέα της δορυφορικής ραδιοπλοήγησης. |
3. Με την επιφύλαξη της έγκρισης του διοικητικού συμβουλίου, η επιστημονική και τεχνική επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.
Άρθρο 10
Επιτροπή ασφαλείας και προστασίας του συστήματος
1. Το διοικητικό συμβούλιο συστήνει επιτροπή ασφαλείας και προστασίας του συστήματος. Απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής μεταξύ ανεγνωρισμένων εμπειρογνωμόνων. Ένας αντιπρόσωπος του ΓΓ/ΥΕ παρίσταται στις συνεδριάσεις της επιτροπής ως παρατηρητής.
2. Η επιτροπή διατυπώνει γνώμες και μπορεί να λαμβάνει την πρωτοβουλία προτάσεων για τα θέματα ασφαλείας και προστασίας του άρθρου 2 σημείο ι).
3. Η επιτροπή εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο μεταξύ των μελών της και καταρτίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.
Άρθρο 11
Προϋπολογισμός
1. Με την επιφύλαξη άλλων πόρων και τελών που θα καθοριστούν, τα έσοδα της Αρχής περιλαμβάνουν κοινοτική επιδότηση που εγγράφεται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να διασφαλίζεται η ισοσκέλιση εσόδων και δαπανών.
2. Οι δαπάνες της Αρχής καλύπτουν τις δαπάνες προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής, τις λειτουργικές δαπάνες και τις δαπάνες για τη λειτουργία της επιστημονικής και τεχνικής επιτροπής, της επιτροπής ασφαλείας και προστασίας του συστήματος και τις συμβάσεις και συμφωνίες που συνάπτει η Αρχή για την υλοποίηση των ευρωπαϊκών προγραμμάτων GNSS.
3. Ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει σχέδιο κατάστασης των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Αρχής για το επόμενο οικονομικό έτος και το διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο μαζί με σχέδιο πίνακα προσωπικού.
4. Τα έσοδα και οι δαπάνες είναι ισοσκελισμένα.
5. Έκαστο έτος, το διοικητικό συμβούλιο, βάσει του σχεδίου κατάστασης των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών, καταρτίζει την ετήσια κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών της Αρχής για το επόμενο οικονομικό έτος.
6. Η εν λόγω κατάσταση προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο πίνακα προσωπικού και προσωρινό πρόγραμμα εργασίας, διαβιβάζεται, έως την 31η Μαρτίου, από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή και στα κράτη με τα οποία η Κοινότητα έχει συνάψει συμφωνίες βάσει του άρθρου 21.
7. Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (που καλούνται εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
8. Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης.
9. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τις πιστώσεις στο πλαίσιο της επιδότησης που προορίζεται για την Αρχή και εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού της εποπτικής αρχής.
10. Ο προϋπολογισμός εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσαρμόζεται ενδεχομένως σύμφωνα με αυτόν.
11. Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί, το συντομότερο δυνατόν, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει οποιοδήποτε σχέδιο έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά κτηρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.
12. Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του να διατυπώσει γνώμη, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο διοικητικό συμβούλιο εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.
Άρθρο 12
Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού
1. Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό της Αρχής.
2. Έως την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, ο υπόλογος της Αρχής κοινοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση της δημοσιονομικής και χρηματοδοτικής διαχείρισης του οικονομικού έτους, στον υπόλογο της Επιτροπής. Ο υπόλογος της Επιτροπής προβαίνει στην ενοποίηση των προσωρινών λογαριασμών των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών βάσει του άρθρου 128 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.
3. Έως την 31η Μαρτίου που ακολουθεί το λήξαν οικονομικό έτος, ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς της Αρχής, με την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους, στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
4. Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε σχέση με τους προσωρινούς λογαριασμούς της Αρχής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς της Αρχής με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο προς διατύπωση γνώμης.
5. Το διοικητικό συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του για τους οριστικούς λογαριασμούς της Αρχής.
6. Ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο τους οριστικούς λογαριασμούς του, συνοδευόμενους από τη γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου, έως την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε.
7. Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.
8. Ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του έως την 30ή Σεπτεμβρίου. Κοινοποιεί επίσης την απάντηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο.
9. Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ύστερα από σχετικό αίτημά του, κάθε αναγκαία πληροφορία για την αίσια περάτωση της διαδικασίας απαλλαγής για το εκάστοτε οικονομικό έτος, όπως ορίζεται στο άρθρο 146 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.
10. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που εκδίδει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει, έως τις 30 Απριλίου του έτους N+2, στην απαλλαγή του εκτελεστικού διευθυντής όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N.
Άρθρο 13
Δημοσιονομικές διατάξεις
Η δημοσιονομική ρύθμιση που εφαρμόζεται για την Αρχή εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (6), επιτρέπεται μόνον εάν υπαγορεύεται ρητά για τη λειτουργία της Αρχής και με προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.
Άρθρο 14
Μέτρα κατά της απάτης
1. Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται χωρίς κανένα περιορισμό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (7).
2. Η Αρχή προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (8) και θεσπίζει αμελλητί τις σχετικές διατάξεις, οι οποίες ισχύουν για το σύνολο του προσωπικού της Αρχής.
3. Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση, καθώς και οι συμβάσεις και τα μέσα εφαρμογής που απορρέουν από αυτές, προβλέπουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διενεργούν εν ανάγκη επιτόπιους ελέγχους μεταξύ των αποδεκτών των πόρων της Αρχής και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για τη διανομή τους.
Άρθρο 15
Προνόμια και ασυλίες
Το πρωτόκολλο για τα προνόμια και τις ασυλίες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στην Αρχή.
Άρθρο 16
Προσωπικό
1. Στο προσωπικό του οργανισμού εφαρμόζεται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι διατάξεις εφαρμογής τους που έχουν θεσπιστεί κατόπιν κοινής συμφωνίας από τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τους αναγκαίους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής.
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 8, η Αρχή ασκεί έναντι του προσωπικού της τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.
3. Το προσωπικό της Αρχής αποτελείται από υπαλλήλους που προσλαμβάνονται από την Αρχή ανάλογα με τις ανάγκες για την εκτέλεση των καθηκόντων της, αλλά μπορεί να περιλαμβάνει και υπαλλήλους που έχουν τοποθετήσει ή αποσπάσει σε προσωρινή βάση η Επιτροπή ή τα κράτη μέλη.
Άρθρο 17
Ευθύνη
1. Η συμβατική ευθύνη της Αρχής διέπεται από το δίκαιο που διέπει την οικεία σύμβαση. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να δικάζει βάσει οποιασδήποτε ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνήψε η Αρχή.
2. Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, η Αρχή υποχρεούται να ανορθώνει, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προξενούν οι υπηρεσίες ή οι υπάλληλοί της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
3. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει διαφορές σχετικά με την ανόρθωση των ζημιών της παραγράφου 2.
4. Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι της Αρχής διέπεται από τις διατάξεις που καθορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων ή στο καθεστώς που εφαρμόζεται σε αυτούς.
Άρθρο 18
Γλώσσες
1. Στην Αρχή εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (9).
2. Οι μεταφραστικές εργασίες που απαιτούνται για τη λειτουργία της Αρχής εκτελούνται από το κέντρο μετάφρασης για τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 19
Πρόσβαση στα έγγραφα και προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα
1. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (10), εφαρμόζεται στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή της Αρχής.
2. Εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει ρυθμίσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.
3. Οι αποφάσεις που λαμβάνει η Αρχή μπορούν σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, να καταγγέλλονται στο Διαμεσολαβητή ή να ασκείται προσφυγή κατ’ αυτών ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπό τους όρους που προβλέπονται αντίστοιχα στα άρθρα 195 και 230 της συνθήκης ΕΚ.
4. Όταν επεξεργάζεται δεδομένα που αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα, η Αρχή υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11).
Άρθρο 20
Κανόνες ασφαλείας
Η Αρχή εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας που περιέχονται στην απόφαση 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού της κανονισμού (12). Με τις αρχές αυτές καλύπτονται, μεταξύ άλλων, η ανταλλαγή, η επεξεργασία και η αποθήκευση διαβαθμισμένων πληροφοριών.
Άρθρο 21
Συμμετοχή τρίτων χωρών
1. Στην Αρχή μπορούν να συμμετέχουν τρίτες χώρες οι οποίες έχουν συνάψει συναφείς συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.
2. Βάσει των οικείων διατάξεων των συμφωνιών αυτών, θεσπίζονται ρυθμίσεις οι οποίες καθορίζουν, μεταξύ άλλων, το χαρακτήρα, το βαθμό και τον τρόπο της συμμετοχής των ενδιαφερόμενων χωρών στο έργο της Αρχής. Στις ρυθμίσεις αυτές περιλαμβάνονται διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή στις πρωτοβουλίες, τις οικονομικές εισφορές και το προσωπικό της Αρχής.
3. Η συμμετοχή τρίτης χώρας στην Αρχή υποβάλλεται προς έγκριση στο Συμβούλιο.
Άρθρο 22
Θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των κρατών μελών της
Σε περιπτώσεις όπου η λειτουργία του συστήματος θίγει την ασφάλεια της Ένωσης ή των κρατών μελών της, ιδίως σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου οι περιστάσεις είναι τόσο επείγουσες ώστε να απαιτείται η άμεση ανάληψη δράσης, οι ευθύνες και αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζονται στην κοινή δράση 2004/552/ΚΕΠΠΑ.
Άρθρο 23
Έναρξη ισχύος
Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ τη δέκατη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
B. BOT
(1) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 31 Μαρτίου 2004 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
(2) ΕΕ C 371 της 23.12.2000, σ. 2.
(3) Βλέπε σελίδα 30 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
(4) ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.
(5) ΕΕ L 138 της 28.5.2002, σ. 1.
(6) ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.
(7) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.
(8) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.
(9) ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την πράξη προσχώρησης του 2003.
(10) ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.
(11) ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.
(12) ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1.
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/10 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1322/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 16ης Ιουλίου 2004
για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/97 για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή μη κραματοποιημένο χάλυβα, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσίας και Ρουμανίας
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγή που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας («βασικός κανονισμός») (1), και ιδίως το άρθρο 9 και το άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3,
την πρόταση της Επιτροπής η οποία υπεβλήθη μετά από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή που προβλέπει ο βασικός κανονισμός,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
A. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
1. Ισχύοντα μέτρα
|
(1) |
Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/97 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή μη κραματοποιημένο χάλυβα, καταγωγής Ουγγαρίας, Πολωνίας, Ρωσίας, Τσεχικής Δημοκρατίας, Ρουμανίας και Σλοβακικής Δημοκρατίας. Οι αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Ρουμανίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας έγιναν αποδεκτές με την απόφαση 97/790/EΚ (3), ενώ οι αναλήψεις υποχρεώσεων που πρότειναν οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ρωσίας έγιναν αποδεκτές με την απόφαση 2000/70/EΚ (4). |
|
(2) |
Η Ευρωπαϊκή Ένωση διευρύνθηκε την 1η Μαΐου 2004, με την ένταξη δέκα νέων κρατών μελών. Από την ημερομηνία αυτή και μετά, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ισχύουν στην Κοινότητα των 15 κρατών μελών παρατείνονται αυτομάτως, ούτως ώστε να εφαρμόζονται και από τα νέα κράτη μέλη έναντι των εισαγωγών από τρίτες χώρες. Τα μέτρα που στρέφονταν κατά των νέων κρατών μελών παύουν να ισχύουν αυτομάτως την ίδια ημερομηνία. |
|
(3) |
Τα μέτρα που ισχύουν σήμερα εφαρμόζονται στις εισαγωγές, καταγωγής Ρωσίας (δασμός αντιντάμπινγκ 26,8 % και τρεις αναλήψεις υποχρεώσεων στα θέματα των τιμών) και στη Ρουμανία (δασμοί αντιντάμπινγκ που κυμαίνονται από 9,8 % έως 32 % και τέσσερις αναλήψεις υποχρεώσεων στα θέματα των τιμών). |
2. Ενδιάμεση επανεξέταση και επανεξέταση ενόψει της λήξεως ισχύος
|
(4) |
Η Επιτροπή δημοσίευσε στις 23 Νοεμβρίου 2002, ανακοίνωση για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος και ενδιάμεση επανεξέταση των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή μη κραματοποιημένο χάλυβα, καταγωγής Πολωνίας, Ρωσίας, Τσεχικής Δημοκρατίας, Ρουμανίας και Σλοβακικής Δημοκρατίας (5). |
|
(5) |
Η επανεξέταση είχε ζητηθεί από την Επιτροπή Άμυνας του κλάδου παραγωγής σωλήνων χωρίς συγκόλληση από χάλυβα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για λογαριασμό των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή μη κραματοποιημένο χάλυβα. |
|
(6) |
Η αίτηση επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος βασιζόταν στον ισχυρισμό της συνέχισης ή επανάληψης των πρακτικών ντάμπιγκ και της ζημίας που προέκυπτε για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Η αίτηση ενδιάμεσης επανεξέτασης βασιζόταν στον ισχυρισμό ότι η μορφή και το επίπεδο των μέτρων δεν ήταν κατάλληλες για να αντικρούσουν τις πρακτικές ντάμπιγκ που προκαλούσαν τη ζημία. |
|
(7) |
Οι έρευνες επανεξέτασης συνεχίζονται ακόμη αναφορικά με τη Ρωσία και τη Ρουμανία. |
3. Υπό εξέταση προϊόν
|
(8) |
Οι κατηγορίες των προϊόντων που καλύπτονται από τις ενδιάμεσες επανεξετάσεις και τις επανεξετάσεις ενόψει της λήξεως ισχύος (άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού) («υπό εξέταση προϊόν»), είναι οι ίδιες με τις κατηγορίες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/97, δηλαδή:
που υπάγονται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 7304 10 10, ex 7304 10 30, 7304 31 99, 7304 39 91 και 7304 39 93. Οι εν λόγω κωδικοί ΣΟ παρέχονται μόνο για λόγους πληροφόρησης. |
B. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΧΕΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2003/382/EΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 2320/97
1. Διαδικασία για την ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά βάσει του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ
|
(9) |
Με την απόφαση 2003/382/EΚ της Επιτροπής («απόφαση για θέματα ανταγωνισμού») (6), επιβλήθηκε σε πολλούς κοινοτικούς παραγωγούς πρόστιμο για την ανάμειξή τους σε δύο υποθέσεις παράβασης του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. |
|
(10) |
Συνεπεία της θέσπισης της απόφασης για θέματα ανταγωνισμού, θεωρήθηκε αρχικά ότι ο πιθανός δεσμός με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/97, εάν υπήρχε, δεν ήταν τέτοιας μορφής, ώστε να επιβάλλει την επανεξέταση των πορισμάτων του εν λόγω κανονισμού. Ωστόσο, έπειτα από τη δημοσίευση της απόφασης για θέματα ανταγωνισμού, ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη έθεσε το ζήτημα του πιθανού αντίκτυπου που θα μπορούσε να έχει η ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά για τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ και παρείχε περαιτέρω πληροφορίες σε συνάρτηση με τα ζητήματα που σχετίζονταν με τα πορίσματα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/97 που αναφέρονται στη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια. Με τον παρόντα κανονισμό επιδιώκεται να εξετασθεί το ενδεχόμενο κατά πόσον η απόφαση για θέματα ανταγωνισμού θα πρέπει να έχει τυχόν συνέπειες για τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ισχύουν σήμερα. |
2. Υπό εξέταση προϊόν στην απόφαση για θέματα ανταγωνισμού
|
(11) |
Τα εξεταζόμενα προϊόντα από την απόφαση για θέματα ανταγωνισμού, είναι οι σωλήνες κάθε είδους χωρίς συγκόλληση με περιεκτικότητα σε άνθρακα, και ιδίως οι σωλήνες εκείνοι που χρησιμοποιούνται από τη βιομηχανία πετρελαίου και αερίου. Συμπεριλαμβάνουν δύο ευρύτερες κατηγορίες, δηλαδή τους σωλήνες από χάλυβα των διαφόρων αγωγών των έργων για τη μεταφορά πετρελαίου και αερίου σε μεσαίες και μικρές αποστάσεις («LP»), αφενός, και τους σωλήνες κάθε είδους για τις γεωτρήσεις, οι οποίοι καλούνται συνήθως σωλήνες που προορίζονται για τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες («σωλήνες κάθε είδους OCTG»), αφετέρου. Ενώ οι LP κατατάσσονται στον κωδικό ΣΟ ex 7304 10 οι «σωλήνες κάθε είδους OCTG» κατατάσσονται στον κωδικό ΣΟ 7304 21. |
|
(12) |
Το πεδίο προϊόντων στο οποίο επεκτάθηκε η έρευνα αντιντάμπινγκ είναι ευρύτερο από τα προϊόντα τα οποία αναλύθηκαν στο πλαίσιο της απόφασης για θέματα ανταγωνισμού. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τη σύγκριση, οι κατηγορίες προϊόντων που εμπίπτουν στον κωδικό ΣΟ ex 7304 10 10 και στον κωδικό ΣΟ ex 7304 10 30 δηλαδή, οι σωλήνες ενός συγκεκριμένου είδους που χρησιμοποιούνται για τους αγωγούς πετρελαίου ή αερίου με εξωτερική διάμετρο που δεν υπερβαίνει τα 406,4 mm φαίνεται να μην επηρεάζονται τόσο από την έρευνα αντιντάμπινγκ όσο και από τη παράβαση του ανταγωνισμού, έστω και αν αυτό ισχύει μόνο για ένα περιορισμένο μέρος της κοινοτικής αγοράς του υπό εξέταση προϊόντος. |
3. Ενεχόμενοι παραγωγοί
|
(13) |
Στο πλαίσιο της έρευνας αντιντάμπινγκ, συνεργάσθηκαν δέκα κοινοτικοί παραγωγοί, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο από το 90 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του προϊόντος για το οποίο πραγματοποιήθηκε η έρευνα. Τρεις από τις δέκα εταιρείες ενέχονταν επίσης στην παράβαση του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. |
4. Παράβαση κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου της έρευνας και κατά το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα
|
(14) |
Tο χρονικό διάστημα για την εξέταση των πρακτικών ντάμπινγκ και της ζημίας διήρκησε από την 1η Σεπτεμβρίου 1995 έως τις 31 Αυγούστου 1996 («χρονική περίοδος έρευνας»), ενώ η εξέταση των τάσεων που είχαν σημασία για την αξιολόγηση της ζημίας κατά την εξέταση των πρακτικών αντιντάμπινγκ κάλυψαν το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 1992 έως το τέλος της χρονικής περιόδου έρευνας, δηλαδή έως τις 31 Αυγούστου 1996 («εξεταζόμενο χρονικό διάστημα»). |
|
(15) |
Δύο παραβάσεις έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου της έρευνας και κατά το χρονικό διάστημα που εξετάσθηκε:
|
|
(16) |
Η παράβαση για την οποία έγινε λόγος στο στοιχείο β) της αιτιολογικής σκέψης 15, δεν επηρεάζει άμεσα την έρευνα αντιντάμπινγκ, εφόσον το εξεταζόμενο προϊόν εμπίπτει στον κωδικό ΣΟ 7304 21, είναι, δηλαδή, εκτός του πεδίου της έρευνας αντιντάμπινγκ. |
|
(17) |
Σε ό,τι αφορά την παράβαση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της αιτιολογικής σκέψης 15, η χρονική επικάλυψη μεταξύ της περιόδου έρευνας της διαδικασίας αντιντάμπινγκ και της διαδικασίας για το καρτέλ ΕΕ-Ιαπωνίας καλύπτει το διάστημα από την 1η Σεπτεμβρίου 1995 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1995. Όσον αφορά την εξεταζόμενη χρονική περίοδο, η επικάλυψη εκτείνεται από τον Ιανουάριο του 1992 έως τις 31 Δεκεμβρίου 1995. |
5. Ανάλυση
|
(18) |
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, υπάρχει μερική επικάλυψη μεταξύ της διαδικασίας αντιντάμπινγκ και της εμφάνισης της ασυμβίβαστης με τον ανταγωνισμό συμπεριφοράς. Το προϊόν που καλύπτει η ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά εμπίπτει εν μέρει στο πεδίο προϊόντων της έρευνας αντιντάμπινγκ (αιτιολογική σκέψη 12). Η περίοδος έρευνας και το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα της διαδικασίας αντιντάμπινγκ καθώς και η χρονική περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας διαπιστώθηκε η παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού συμβαδίζουν εν μέρει (αιτιολογική σκέψη 17). Τέλος, ένα μέρος των κοινοτικών παραγωγών οι οποίοι συμμετείχαν στην ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά, αποτελούσαν επίσης μέρος του κοινοτικού βιομηχανικού κλάδου, όπως αυτός καθορίζεται στη διαδικασία αντιντάμπινγκ (αιτιολογική σκέψη 13). |
|
(19) |
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η επικάλυψη του πεδίου των προϊόντων, των ενεχόμενων εταιρειών και της χρονικής περιόδου των δύο διαδικασιών είναι μόνο μερική, εξακριβώθηκε ότι ο αντίκτυπος της προαναφερόμενης ασυμβίβαστης με τον ανταγωνισμό συμπεριφοράς επηρέασε σε περιορισμένο βαθμό την έρευνα αντιντάμπινγκ, στην οποία βασίσθηκαν οι οριστικοί δασμοί που επιβλήθηκαν το 1997. Επιπλέον, εάν αποκλεισθούν τα στοιχεία των εταιρειών που διαπιστώθηκε ότι είχαν διαπράξει παράβαση του άρθρου 81 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, τα αποτελέσματα φαίνεται να παραμένουν συγκρίσιμα με εκείνα που είχαν υπολογισθεί με βάση τα στοιχεία των δέκα συνεργαζόμενων κοινοτικών παραγωγών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είχαν συμμετάσχει στην προαναφερθείσα ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά, δηλαδή θα εξακολουθούσε να υφίσταται πρακτική ντάμπινγκ που προκαλεί ζημία. Κατά συνέπεια, είναι εξαιρετικά απίθανο η ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά κοινοτικών παραγωγών να έχει ασκήσει ουσιαστικό αντίκτυπο στα αρχικά πορίσματα της έρευνας αντιντάμπινγκ. Ωστόσο, δεν είναι δυνατό να επιβεβαιωθεί χωρίς αμφιβολία ότι οι συνολικές συνθήκες της αγοράς θα ήταν ταυτόσημες, εάν δεν είχε υπάρξει η προαναφερόμενη ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά. |
6. Συμπέρασμα
|
(20) |
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, κρίνεται ορθό να μην συνεχίσει η περαιτέρω εφαρμογή των μέτρων που θεσπίσθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/97. Αυτό ευθυγραμμίζεται με τις βασικές αρχές της σώφρονος διαχείρισης και της χρηστής διοικητικής πρακτικής. Θα πρέπει, εξάλλου, να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης ενδιάμεσης επανεξέτασης και επανεξέτασης ενόψει της λήξεως ισχύος, θα είναι διαθέσιμα στο άμεσο μέλλον νέα πορίσματα τα οποία θα επιτρέψουν τις μελλοντικές αξιολογήσεις, με βάση στοιχεία που είναι σαφές ότι δεν θα επηρεάζονται από ασυμβίβαστη με τον ανταγωνισμό συμπεριφορά. Έως ότου περατωθούν οι συνεχιζόμενες έρευνες, δεν θα πρέπει πλέον να συνεχισθεί η είσπραξη των δασμών. Όπως επίσης έπεται από τα προαναφερόμενα, οι αναλήψεις υποχρεώσεων οι οποίες ισχύουν τη στιγμή αυτή δεν εφαρμόζονται πλέον, όσο εκκρεμεί η έκβαση των συνεχιζόμενων επανεξετάσεων. |
|
(21) |
Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με την πρόθεση μη περαιτέρω εφαρμογής των μέτρων που θεσπίσθηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/97. Τους παραχωρήθηκε επίσης σχετικό χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα μπορούσαν να προβούν σε παραστάσεις συνεπεία της εν λόγω κοινολόγησης. |
|
(22) |
Τα προφορικά και γραπτά επιχειρήματα που προβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη, εξετάσθηκαν και, όπου κρίθηκε ορθό, λήφθηκαν υπόψη, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/97, προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:
«Άρθρο 8
Τα άρθρα 1, 2 και 3 δεν εφαρμόζονται από τις 21 Ιουλίου 2004.»
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 16 Ιουλίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. NICOLAÏ
(1) ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).
(2) ΕΕ L της 25.11.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 235/2004 (ΕΕ L 40 της 12.2.2004, σ. 11).
(3) ΕΕ L 322 της 25.11.1997, σ. 63.
(4) ΕΕ L 23 της 28.1.2000, σ. 78.
(5) ΕΕ C 288 της 23.11.2002, σ. 2.
(6) ΕΕ L 140 της 6.6.2003, σ. 1.
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/14 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1323/2004 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 19ης Ιουλίου 2004
για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1601/1999 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτο χάλυβα διαμέτρου έως 1 mm, καταγωγής Ινδίας
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός») και ιδίως το άρθρο 20,
την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
A. ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
|
(1) |
Με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 1601/1999 (2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές συρμάτων από ανοξείδωτο χάλυβα διαμέτρου έως 1 mm (εφεξής «το υπό εξέταση προϊόν»), που υπόκεινται στον κωδικό ΣΟ ex 7223 00 19, καταγωγής Ινδίας. Τα μέτρα αυτά έλαβαν τη μορφή ενός κατ' αξίαν δασμού που κυμαινόταν μεταξύ 0 % και 42,9 % για μεμονωμένους εξαγωγείς, με ποσοστό 44,4 % για μη συνεργαζόμενους εξαγωγείς. |
B. ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
1. Αίτηση επανεξέτασης
|
(2) |
Μετά την επιβολή οριστικών μέτρων, η Επιτροπή έλαβε αίτηση για την έναρξη επανεξέτασης του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1601/1999 με ταχείες διαδικασίες, σύμφωνα με το άρθρο 20 του βασικού κανονισμού, από έναν ινδό παραγωγό, την VSL Wires Limited (εφεξής «ο αιτών»). Ο αιτών προέβαλε τον ισχυρισμό ότι δεν ήταν συνδεδεμένος με τυχόν άλλους εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος στην Ινδία. Επιπλέον, υποστήριξε ότι δεν είχε εξαγάγει το υπό εξέταση προϊόν κατά την αρχική περίοδο της έρευνας (δηλαδή από την 1η Απριλίου 1997 έως τις 31 Μαρτίου 1998), αλλά ότι το εξήγαγε στην Κοινότητα μετά την περίοδο αυτή. Με βάση τα προαναφερθέντα, ζήτησε να καθοριστεί στην περίπτωση αυτή ατομικό ποσοστό δασμού. |
2. Έναρξη επανεξέτασης με ταχεία διαδικασία
|
(3) |
Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών και έκρινε ότι ήταν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας επανεξέτασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 του βασικού κανονισμού. Μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή και αφού έδωσε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής την ευκαιρία να υποβάλει παρατηρήσεις, η Επιτροπή, με ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3), κίνησε διαδικασία επανεξέτασης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1601/1999 με ταχείες διαδικασίες, όσον αφορά την ενδιαφερόμενη εταιρεία και άρχισε την έρευνα. |
3. Υπό εξέταση προϊόν
|
(4) |
Το προϊόν το οποίο αφορά η τρέχουσα διαδικασία είναι το ίδιο με το υπό εξέταση προϊόν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1601/1999, δηλαδή σύρματα από ανοξείδωτο χάλυβα με διάμετρο 1 mm ή μεγαλύτερη, που περιέχει κατά βάρος 2,5 % νικέλιο ή περισσότερο, με εξαίρεση τα σύρματα που περιέχουν κατά βάρος 28 % ή περισσότερο, αλλά όχι πάνω από 31 % νικέλιο και 20 % ή περισσότερο, αλλά όχι πάνω από 22 % χρώμιο. |
4. Περίοδος έρευνας
|
(5) |
Η έρευνα για τις επιδοτήσεις κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2002 έως τις 31 Μαρτίου 2003 (εφεξής «η περίοδος έρευνας της επανεξέτασης»). |
5. Ενδιαφερόμενα μέρη
|
(6) |
Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τον αιτούντα και την κυβέρνηση της Ινδίας για την έναρξη της διαδικασίας. Επιπλέον, παρέσχε στα άλλα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Εν τούτοις, δεν υποβλήθηκαν στην Επιτροπή ούτε απόψεις, ούτε αίτηση για ακρόαση. |
|
(7) |
Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγιο στον αιτούντα και έλαβε πλήρη απάντηση εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για την έρευνα και διεξήγαγε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις του αιτούντος. |
Γ. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
|
(8) |
Δεδομένου ότι ο αιτών δεν ζήτησε επανεξέταση των πορισμάτων των σχετικών με τη ζημία, η επανεξέταση περιορίστηκε στην πρακτική επιδοτήσεων. |
|
(9) |
Η Επιτροπή εξέτασε τα ίδια καθεστώτα επιδοτήσεων που είχαν αναλυθεί κατά την αρχική έρευνα. Εξετάστηκε επίσης εάν ο αιτών είχε κάνει χρήση οποιωνδήποτε από τα καθεστώτα επιδοτήσεων για τα οποία υποστηρίχτηκε στις αρχικές καταγγελίες ότι αποφέρουν οφέλη, δεν διαπιστώθηκε όμως η χρησιμοποίησή τους κατά την αρχική έρευνα. Τέλος, εξετάστηκε κατά πόσον ο αιτών είχε χρησιμοποιήσει τα συστήματα επιδοτήσεων που καταρτίστηκαν μετά το τέλος της αρχικής περιόδου έρευνας, ή είχαν λάβει ad hoc επιδοτήσεις μετά την εν λόγω ημερομηνία. |
Δ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
1. Ιδιότητα του νέου εξαγωγέα
|
(10) |
Ο αιτών κατέδειξε κατά τρόπο ικανοποιητικό ότι δεν ήταν συνδεδεμένος, άμεσα ή έμμεσα, με οποιονδήποτε από τους Ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς που υπόκεινται στα ισχύοντα αντισταθμιστικά μέτρα όσον αφορά το υπό εξέταση προϊόν. |
|
(11) |
Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι ο αιτών δεν είχε εξαγάγει το εν λόγω προϊόν κατά την αρχική περίοδο της έρευνας, δηλαδή από την 1η Απριλίου 1997 μέχρι τις 31 Μαρτίου 1998. |
|
(12) |
Αποδείχθηκε ότι ο αιτών είχε πραγματοποιήσει στην Κοινότητα μία μόνο πώληση, τον Αύγουστο του 2001, δηλαδή μετά την αρχική περίοδο έρευνας, αλλά αρκετά πριν από την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. |
|
(13) |
Απαντώντας στο ερωτηματολόγιο, ο αιτών ανέφερε μία μόνο σύμβαση που είχε υπογραφεί κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης, με την επιτόπου επαλήθευση όμως επιβεβαιώθηκε ότι η πώληση ουδέποτε είχε υλοποιηθεί. Κατά συνέπεια, δεν είχε αναληφθεί από τον αιτούντα αμετάκλητη συμβατική υποχρέωση να εξάγει στην Κοινότητα. |
|
(14) |
Εντούτοις, διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία είχε, κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης, σημαντικές εξαγωγικές πωλήσεις σε άλλες χώρες, οι οποίες επέτρεψαν τον υπολογισμό των οφελών που αποκομίστηκαν από τις επιδοτήσεις στο πλαίσιο των εξαγωγικών πωλήσεων, δεδομένου ότι τα εν λόγω οφέλη προκύπτουν ανεξάρτητα από τον προορισμό των πωλήσεων αυτών. Εν προκειμένω, η Επιτροπή αποφάσισε να επαληθεύσει όλες τις πληροφορίες που θεώρησε απαραίτητες για τους σκοπούς της έρευνας της επανεξέτασης με ταχείες διαδικασίες, έτσι ώστε να υπολογιστεί κάθε ποσό αντισταθμίσιμης επιδότησης, κατανέμοντας το εν λόγω ποσό στον σχετικό συνολικό κύκλο εργασιών του αιτούντος κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. |
2. Επιδότηση
|
(15) |
Με βάση τις πληροφορίες που περιέχονται στις απαντήσεις του αιτούντος στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, εξετάσθηκαν τα ακόλουθα καθεστώτα:
|
3. Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών («DEPB»)
|
(16) |
Αποδείχθηκε ότι ο αιτών αποκόμισε οφέλη στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος, κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. Έκανε χρήση του DEPBS μετά την εξαγωγή. Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος αυτού περιλαμβάνεται στην παράγραφο 4.3 της Πολιτικής Εισαγωγών και Εξαγωγών (ανακοίνωση αριθ. 1/2002-07 της 31ης Μαρτίου του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας της κυβέρνησης της Ινδίας). Στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού, οποιοσδήποτε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει άδεια χορήγησης πιστωτικού ποσού το οποίο υπολογίζεται ως ποσοστό της αξίας των εξαγομένων τελικών προϊόντων. Τα εν λόγω ποσοστά DEPB έχουν καθοριστεί από τις αρχές της Ινδίας για τα περισσότερα προϊόντα,συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, με βάση τους συνήθεις κανόνες εισαγωγών/εξαγωγών (SION). Η άδεια που αναφέρει το ποσό της χορηγηθείσας πίστωσης εκδίδεται αυτομάτως. Οι πιστώσεις εισαγωγικών δασμών μετά την εξαγωγή επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση αυτών των πιστώσεων για κάθε επόμενη εισαγωγή προϊόντων (π.χ. πρώτων υλών ή κεφαλαιουχικών αγαθών) με εξαίρεση τα προϊόντα των οποίων η εισαγωγή υποβάλλεται σε περιορισμούς ή απαγορεύσεις. Τα εισαγόμενα αυτά εμπορεύματα μπορούν να πωληθούν στην εγχώρια αγορά (υποκείμενα σε φόρο πωλήσεων) ή να χρησιμοποιηθούν κατά διαφορετικό τρόπο. Οι πιστώσεις αυτές μπορούν να μεταβιβαστούν ελεύθερα. Η άδεια DEPB ισχύει για περίοδο δώδεκα μηνών από την ημερομηνία χορήγησής της. |
|
(17) |
Τα χαρακτηριστικά της DEPB δεν έχουν μεταβληθεί από τη στιγμή της αρχικής έρευνας. Πρόκειται για επιδότηση που εξαρτάται δια νόμου από την επίτευξη εξαγωγικών επιδόσεων και, επομένως, κατά την αρχική έρευνα θεωρήθηκε ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμη, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. |
|
(18) |
Αποδείχθηκε ότι ο αιτών μετέφερε όλες τις πιστώσεις DEPB στην συνδεόμενη με αυτόν εταιρεία Viraj Alloys Ltd. Η ίδια πρακτική ακολουθήθηκε από τρεις άλλες συνδεόμενες με τον αιτούντα ινδικές εταιρείες, δηλαδή την Viraj Forgings Ltd, την Viraj Impoexpo Ltd και την Viraj Profiles Ltd. Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι η Viraj Alloys Ltd είναι προμηθεύτρια πρώτων υλών για όλες τις προαναφερθείσες εταιρείες και χρησιμοποίησε τις μεταφερθείσες πιστώσεις τους DEPB για να πραγματοποιήσει εισαγωγές με δασμολογική ατέλεια. Επιπλέον, αποδείχθηκε ότι οι εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν μέσω διαφόρων συνδεομένων εταιρειών. Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι ιδιοκτήτες της εταιρείας του αιτούντος ελέγχουν όλες αυτές τις συνδεόμενες εταιρείες μέσω ενός εκτεταμένου συστήματος μεριδίων στο μετοχικό τους κεφάλαιο, καθώς και ότι οι συνδεόμενες εταιρείες συμμετέχουν σε ορισμένες πτυχές της παραγωγής και της διανομής του υπό εξέταση προϊόντος, κρίθηκε σκόπιμο να θεωρηθούν όλες οι εταιρείες αυτές ως ένας ενιαίος αποδέκτης του οφέλους. Κατά συνέπεια, το ύψος της επιδότησης στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPB βασίστηκε στο ποσό των συνολικών πιστώσεων στο πλαίσιο των αδειών που χορηγήθηκαν στον αιτούντα καθώς και στις συνδεόμενες με αυτόν εταιρείες. Δεδομένου ότι η επιδότηση δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις εξαγχθείσες ποσότητες, το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε επί του συνολικού κύκλου εργασιών του αιτούντος και των συνδεόμενων με αυτόν εταιρειών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Εν κατακλείδι, η εταιρεία VSL Wires Limited επωφελήθηκε από το καθεστώς αυτό κατά την περίοδο της έρευνας της επανεξέτασης και έλαβε επιδοτήσεις 12,7 %. |
4. Καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος («ITES»)
|
(19) |
Αποδείχθηκε ότι ο αιτών αποκόμισε οφέλη στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού και ειδικότερα δυνάμει του Τμήματος 80HHC του ινδικού νόμου φορολογίας εισοδήματος («Indian Income Act»). Ο ινδικός νόμος φορολογίας εισοδήματος, του 1961, θεσπίζει τη βάση για τις απαλλαγές που μπορούν να ζητηθούν από επιχειρήσεις, κατά την είσπραξη των φόρων. Μεταξύ των απαλλαγών που μπορούν να ζητηθούν είναι εκείνες που καλύπτονται από τα Τμήματα 10Α (που εφαρμόζεται για εταιρείες που είναι εγκατεστημένες σε ζώνες ελευθέρων συναλλαγών), 10Β (που εφαρμόζεται για εταιρείες που είναι μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό) και 80HHC (που εφαρμόζεται για εταιρείες που εξάγουν εμπορεύματα) του εν λόγω νόμου. Προκειμένου να επωφεληθεί μια επιχείρηση από το καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος («ITES») θα πρέπει να υποβάλει την αίτηση τη στιγμή κατάθεσης της φορολογικής της δήλωσης στις αρμόδιες αρχές. Το φορολογικό έτος διαρκεί από την 1η Απριλίου έως τις 31 Μαρτίου και η φορολογική δήλωση πρέπει να υποβληθεί μέχρι την 30ή Νοεμβρίου του επομένου έτους. Στην περίπτωση αυτή, η περίοδος έρευνας της επανεξέτασης συνέπιπτε με το φορολογικό και οικονομικό έτος, από την 1ή Απριλίου 2002 έως τις 31 Μαρτίου 2003. |
|
(20) |
Τα χαρακτηριστικά της ITES δεν έχουν μεταβληθεί από τη στιγμή της αρχικής έρευνας. Κατά την αρχική έρευνα διαπιστώθηκε ότι το ITES είναι μια αντισταθμίσιμη επιδότηση, δεδομένου ότι η κυβέρνηση της Ινδίας παρέχει χρηματοδότηση στην εταιρεία, παραιτούμενη από την απαίτηση δημόσιων εσόδων υπό μορφή άμεσων φόρων στα κέρδη από εξαγωγές, φόρων που θα ήταν διαφορετικά απαιτητοί αν δεν είχε ζητήσει η εταιρεία απαλλαγή φόρου εισοδήματος. Εντούτοις, διαπιστώθηκε ότι, σύμφωνα με το Τμήμα 80HHC, το ITES καταργείται σταδιακά από το οικονομικό έτος 2000-2001 μέχρι το οικονομικό έτος 2004-2005 κατά το οποίο τα κέρδη από εξαγωγικές δραστηριότητες δεν θα απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος. Κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης, μόνο το 50 % των κερδών από εξαγωγικές δραστηριότητες αποτέλεσε αντικείμενο φορολογικής απαλλαγής. |
|
(21) |
Η επιδότηση εξαρτάται από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι τα κέρδη που αποκομίζονται από τις εξαγωγικές πωλήσεις απαλλάσσονται από φόρους και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα. |
|
(22) |
Το όφελος που αποκόμισε ο αιτών υπολογίστηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του κανονικά απαιτητού ποσού του φόρου χωρίς απαλλαγή και του ποσού του φόρου αυτού με απαλλαγή, κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. Το ποσοστό του φόρου εισοδήματος, συμπεριλαμβανομένου του φόρου των εταιρειών, επαυξημένου με πρόσθετα τέλη, ανερχόταν κατά την εν λόγω περίοδο σε 36,75 %. Προκειμένου να καθοριστεί το συνολικό όφελος που προσπορίστηκε ο αιτών και δεδομένου ότι τρεις συνδεόμενες με τον αιτούντα εταιρείες εξήγαγαν επίσης το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης [βλ. αιτιολογική σκέψη (18) ανωτέρω], το ύψος της επιδότησης καθορίστηκε λαμβάνοντας υπόψη τις απαλλαγές του αιτούντος, της Viraj Forgings Ltd, της Viraj Impoexpo Ltd και της Viraj Profiles Ltd από το φόρο εισοδήματος, σύμφωνα με το Τμήμα 80HHC. Δεδομένου ότι η επιδότηση δεν χορηγήθηκε σε συνάρτηση με τις εξαγχθείσες ποσότητες, το ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στο συνολικό κύκλο εργασιών των εξαγωγών του αιτούντος καθώς και των συνδεόμενων εταιρειών του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Με βάση τα στοιχεία αυτά, διαπιστώθηκε ότι η VSL Wires Limited έλαβε, στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος, επιδοτήσεις 1,4 %. |
5. Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών κεφαλαιουχικών αγαθών («EPCGS»)
|
(23) |
Διαπιστώθηκε ότι ο αιτών δεν είχε επωφεληθεί από το EPCGS. |
6. Ζώνες μεταποίησης προς εξαγωγή («ΕΡΖ»)/Μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού («EOU»)
|
(24) |
Διαπιστώθηκε ότι ο αιτών δεν ήταν εγκατεστημένος σε EPZ και δεν αποτελούσε μια EOU και ως εκ τούτου, δεν επωφελήθηκε από το καθεστώς αυτό. |
7. Άλλα καθεστώτα
|
(25) |
Αποδείχθηκε ότι ο αιτών ούτε είχε κάνει χρήση των νέων καθεστώτων επιδοτήσεων, τα οποία καθιερώθηκαν μετά τη λήξη της αρχικής περιόδου έρευνας, ούτε είχαν λάβει επιδοτήσεις ad-hoc μετά την ημερομηνία αυτή. |
8. Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων
|
(26) |
Λαμβάνοντας υπόψη τα οριστικά πορίσματα όσον αφορά τα διάφορα καθεστώτα όπως αναφέρθηκαν παραπάνω, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων για τον αιτούντα καθορίζεται ως εξής:
|
Ε. ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ
|
(27) |
Βάσει των πορισμάτων που συνάχθηκαν κατά την έρευνα, θεωρείται ότι οι εισαγωγές στην Κοινότητα συρμάτων από ανοξείδωτο χάλυβα διαμέτρου έως 1 mm, που παράγονται και εξάγονται από την VSL Wires Limited, πρέπει να αποτελούν το αντικείμενο αντισταθμιστικού δασμού που θα αντιστοιχεί σε ατομικά ποσά επιδοτήσεων, τα οποία καθορίστηκαν για την εταιρεία αυτή κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. |
|
(28) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1601/1999 θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα. |
ΣΤ. ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
|
(29) |
Η Επιτροπή ενημέρωσε τον αιτούντα και την κυβέρνηση της Ινδίας σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις, βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1601/1999 του Συμβουλίου. ους δόθηκε επίσης εύλογο χρονικό διάστημα για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. |
|
(30) |
Στην απάντηση που έδωσε στην κοινοποίηση, ο αιτών ισχυρίστηκε ότι το καθεστώς DEPB μετά την εξαγωγή, αποτελεί ένα σύστημα διαγραφής/επιστροφής ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, το οποίο εκτιμήθηκε λανθασμένα από την Επιτροπή, όσον αφορά την έκταση της επιδότησης και το ποσό του αντισταθμιστικού οφέλους. Ισχυρίστηκε ότι η αξιολόγηση της Επιτροπής όσον αφορά τα οφέλη που απορρέουν από το εν λόγω καθεστώς είναι εσφαλμένη, δεδομένου ότι μόνον η καθ' υπέρβαση επιστροφή δασμού θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιδότηση και ότι δεν διερευνήθηκε από την Επιτροπή η πρακτική λειτουργία του συστήματος. Η Επιτροπή κατέληξε επανειλημμένα στο συμπέρασμα [βλ. για παράδειγμα τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1338/2002 (4) και ειδικότερα τις αιτιολογικές σκέψεις (14) και (20)], ότι το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (DEPB) δεν είναι ένα ύστημα επιστροφής ή επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, δεδομένου ότι δεν πληροί καμία από τις διατάξεις των παραρτημάτων Ι και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ii) του κανονισμού αυτού. Το καθεστώς αυτό δεν διαθέτει την εγγενή υποχρέωση να εισάγονται μόνο τα προϊόντα που καταναλώνονται κατά την παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων (παράρτημα ΙΙ του βασικού κανονισμού), γεγονός που θα διασφάλιζε την τήρηση των απαιτήσεων του παραρτήματος Ι στοιχείο i). Επιπλέον, δεν υπάρχει σύστημα επαλήθευσης που να εξακριβώνει κατά πόσον καταναλώνονται πράγματι τα εισαχθέντα προϊόντα κατά την παραγωγική διαδικασία. Επίσης, δεν αποτελεί καθεστώς επιστροφής σε περιπτώσεις υποκατάστασης, επειδή τα εισαγόμενα προϊόντα δεν είναι απαραίτητο να έχουν την ίδια ποσότητα και τα χαρακτηριστικά των συντελεστών παραγωγής που έχουν αγοραστεί στην εσωτερική αγορά και έχουν χρησιμοποιηθεί για την εξαγωγή της παραγωγής (παράρτημα ΙΙΙ του βασικού κανονισμού). Τέλος, οι παραγωγοί-εξαγωγείς είναι επιλέξιμοι για τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών μετά την εξαγωγή, ανεξάρτητα από το αν εισάγουν συντελεστές παραγωγής. Στην περίπτωση του αιτούντος, η έρευνα επιβεβαίωσε ότι οι πρώτες ύλες εισήχθησαν με δασμολογική ατέλεια από μία από τις συνδεόμενες με αυτόν εταιρείες με τη χρησιμοποίηση των μεταφερθεισών πιστώσεων DEPB όλων των συνδεόμενων εταιρειών, οι οποίες προέκυψαν από εξαγωγές διαφόρων προϊόντων. Εντούτοις, δεν θα μπορούσε να αποδειχθεί η σχέση μεταξύ των πιστώσεων κάθε εταιρείας και των προϊόντων που εισήχθησαν από την μόνη συνδεόμενη εταιρεία στην οποία έχουν ανατεθεί οι εισαγωγές πρώτων υλών. Εξάλλου, η κυβέρνηση της Ινδίας δεν έχει προβλέψει κάποιο σύστημα επαλήθευσης προκειμένου να ελεγχθεί ποια εισαχθέντα προϊόντα καταναλώθηκαν πράγματι, για την παραγωγή ποίου προϊόντος και από ποια εταιρεία. Κατά συνέπεια, εφόσον δεν εφαρμόζεται η εν λόγω παρέκκλιση στον ορισμό της επιδότησης, το αντισταθμίσιμο όφελος ισοδυναμεί με το ποσό των συνολικών πιστώσεων που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος. Για τους λόγους αυτούς, ο ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Ο αιτών ισχυρίστηκε επίσης ότι «οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν επέτυχαν να αφαιρέσουν από τους εισαγωγικούς δασμούς τις δαπάνες, καθιστώντας ως εκ τούτου εσφαλμένους και υπερβολικούς τους υπολογισμούς της επιδότησης». Εν προκειμένω, θα πρέπει να επισημανθεί το γεγονός ότι κλήθηκε εκ των προτέρων και με βάση την κατάσταση που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη (18) ανωτέρω, να υποβάλει καταστάσεις με τις πιστώσεις εισαγωγικών δασμών που χορηγούνται μετά την εξαγωγή, για όλες τις εξαγωγές που πραγματοποίησε κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης. Ζητήθηκε επίσης από τον αιτούντα να παράσχει τις ίδιες πληροφορίες για όλες τις εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν κατά την ίδια περίοδο από τις συνδεόμενες με αυτόν εταιρείες, καθώς και λεπτομερή στοιχεία για τα τυχόν τέλη των αιτήσεων και άλλες δαπάνες που προέκυψαν προκειμένου να χορηγηθούν οι εν λόγω πιστώσεις. Εντούτοις, ο αιτών δεν υπέβαλε τα λεπτομερή αυτά στοιχεία και δεν ήταν σε θέση να παράσχει τις εν λόγω πληροφορίες κατά την επιτόπου επαλήθευση. Επομένως, λόγω της παντελούς έλλειψης σχετικών στοιχείων, δεν κατέστη δυνατόν να προσαρμοστεί, στο πλαίσιο των εν λόγω δαπανών, το ποσό της επιδότησης, όπως καθορίστηκε στην αιτιολογική σκέψη (18) ανωτέρω. |
|
(31) |
Η παρούσα επανεξέταση δεν επηρεάζει την ημερομηνία λήξης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1601/1999 του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο πίνακας του άρθρου 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1601/1999 του Συμβουλίου, τροποποιείται με την ακόλουθη προσθήκη:
|
VSL Wires Limited, G-1/3 MIDC, Tarapur Industrial Area, Boisar District, Thane, Maharashtra, Ινδία |
14,1 |
A444 |
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα του τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
C. VEERMAN
(1) ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία αηό τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).
(2) ΕΕ L 189 της 22.7.1999, σ. 26.
(3) ΕΕ C 161 της 10.7.2003, σ. 3.
(4) ΕΕ L 196 της 25.7.2002, σ. 1.
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/19 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1324/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 19ης Ιουλίου 2004
για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Ο κανονισμός (EK) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του. |
|
(2) |
Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (EK) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Ιουλίου 2004.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας
(1) ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1947/2002 (ΕΕ L 299 της 1.11.2002, σ. 17).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 19ης Ιουλίου 2004, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό τιμών εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών
|
(EUR/100 kg) |
||
|
Κωδικός ΣΟ |
Κωδικός τρίτης χώρας (1) |
Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή |
|
0702 00 00 |
052 |
39,9 |
|
999 |
39,9 |
|
|
0707 00 05 |
052 |
61,4 |
|
999 |
61,4 |
|
|
0709 90 70 |
052 |
77,9 |
|
999 |
77,9 |
|
|
0805 50 10 |
052 |
65,1 |
|
388 |
62,8 |
|
|
524 |
57,1 |
|
|
528 |
49,8 |
|
|
999 |
58,7 |
|
|
0808 10 20, 0808 10 50, 0808 10 90 |
388 |
81,5 |
|
400 |
110,2 |
|
|
404 |
86,6 |
|
|
508 |
78,3 |
|
|
512 |
91,6 |
|
|
524 |
83,4 |
|
|
528 |
79,7 |
|
|
720 |
71,5 |
|
|
804 |
92,2 |
|
|
999 |
86,1 |
|
|
0808 20 50 |
052 |
120,3 |
|
388 |
88,2 |
|
|
512 |
87,2 |
|
|
528 |
80,3 |
|
|
999 |
94,0 |
|
|
0809 10 00 |
052 |
187,8 |
|
094 |
69,5 |
|
|
999 |
128,7 |
|
|
0809 20 95 |
052 |
287,4 |
|
400 |
299,0 |
|
|
404 |
303,6 |
|
|
999 |
296,7 |
|
|
0809 30 10, 0809 30 90 |
052 |
161,0 |
|
999 |
161,0 |
|
|
0809 40 05 |
512 |
91,6 |
|
624 |
171,0 |
|
|
999 |
131,3 |
|
(1) Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2081/2003 της Επιτροπής (ΕΕ L 313 της 28.11.2003, σ. 11). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/21 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1325/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 19ης Ιουλίου 2004
για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2921/90 όσον αφορά το ποσό της ενίσχυσης για το αποκορυφωμένο γάλα το οποίο μεταποιείται για την παρασκευή καζεΐνης και καζεϊνικών αλάτων
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 15 στοιχείο β),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Το άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2921/90 της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 1990, για τη χορήγηση ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα το οποίο μεταποιείται για παρασκευή καζεΐνης και καζεϊνικών αλάτων (2), καθορίζει το ποσό της ενίσχυσης για το αποκορυφωμένο γάλα που μεταποιείται σε καζεΐνη και καζεϊνικά άλατα. Λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της τιμής αγοράς της καζεΐνης και των καζεϊνικών αλάτων στην κοινοτική αγορά και στην παγκόσμια αγορά, κρίνεται σκόπιμο να μειωθεί το ποσό της ενίσχυσης. |
|
(2) |
Κατά συνέπεια, πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2921/90. |
|
(3) |
Η επιτροπή διαχειρίσεως του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων δεν διατύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που καθορίστηκε από τον πρόεδρό της, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2921/90, το ποσό των «6,00 EUR» αντικαθίσταται από εκείνο των «4,80 EUR».
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για την Επιτροπή
Franz FISCHLER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 29 της 3.2.2004, σ. 6).
(2) ΕΕ L 279 της 11.10.1990, σ. 22· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 590/2004 (ΕΕ L 94 της 31.3.2004, σ. 5).
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/22 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1326/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 19ης Ιουλίου 2004
για καθορισμό, για την περίοδο εμπορίας 2003/04, του τελικού ποσού της ενίσχυσης για τις αποξηραμένες χορτονομές
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 603/95 του Συμβουλίου, της 21ης Φεβρουαρίου 1995, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων ζωοτροφών (1), και ιδίως το άρθρο 18,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 603/95 καθορίζονται τα ποσά της ενισχύσεως που θα καταβληθούν στις επιχειρήσεις μεταποιήσεως για τις αφυδατωμένες ζωοτροφές και τις ζωοτροφές που αποξηραίνονται στον ήλιο οι οποίες παράγονται κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας 2003/04, μέχρις εξαντλήσεως των ανωτάτων εγγυημένων ποσοτήτων που αναγράφονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 3 του εν λόγω κανονισμού. |
|
(2) |
Στις ανακοινώσεις των κρατών μελών προς την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 15 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 785/95 της Επιτροπής, της 6ης Απριλίου 1995, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 603/95 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των αποξηραμένων ζωοτροφών (2), αναφέρεται ότι έχει ξεπεραστεί η μέγιστη εγγυημένη ποσότητα για τις αφυδατωμένες ζωοτροφές και ότι δεν έχει ξεπεραστεί η μέγιστη εγγυημένη ποσότητα για τις αποξηραμένες στον ήλιο ζωοτροφές. |
|
(3) |
Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να αναφερθεί ότι το ποσό της ενίσχυσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 603/95 πρέπει να μειωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού, για τις αφυδατωμένες ζωοτροφές, ενώ για τις αποξηραμένες στον ήλιο ζωοτροφές το ποσό της ενίσχυσης πρέπει να καταβληθεί στο ακέραιο στους δικαιούχους. |
|
(4) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης αποξηραμένων χορτονομών, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Για την περίοδο εμπορίας 2003/2004, η ενίσχυση στις αποξηραμένες χορτονομές που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 603/95 του Συμβουλίου, της οποίας τα ποσά αναφέρονται αντίστοιχα στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού για τις αφυδατωμένες ζωοτροφές και στο άρθρο 3 παράγραφος 3 για τις αποξηραμένες στον ήλιο ζωοτροφές, καταβάλλεται ως εξής:
|
α) |
το ποσό της ενίσχυσης για τις αποξηραμένες χορτονομές μειώνεται σε 66,45 ευρώ ανά τόνο σε όλα τα κράτη μέλη· |
|
β) |
το ποσό της ενίσχυσης για τις αποξηραμένες στον ήλιο ζωοτροφές καταβάλλεται στο ακέραιο. |
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για την Επιτροπή
Franz FISCHLER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 63 της 21.3.1995, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).
(2) ΕΕ L 79 της 7.4.1995, σ. 5· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1413/2001 (ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 8).
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/23 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1327/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 19ης Ιουλίου 2004
όσον αφορά μόνιμη δημοπρασία στο πλαίσιο της περιόδου εμπορίας 2004/05 για τον προσδιορισμό των εισφορών ή/και των επιστροφών κατά την εξαγωγή λευκής ζάχαρης
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφος 2, το άρθρο 27 παράγραφοι 5 και 15, και το άρθρο 33 παράγραφος 3,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της αγοράς της ζάχαρης στην Κοινότητα και στην παγκόσμια αγορά, είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθεί το ταχύτερο δυνατό διαρκής διαγωνισμός κατά την εξαγωγή λευκής ζάχαρης στο πλαίσιο της περιόδου εμπορίας 2004/05, ο οποίος, λαμβανομένων υπόψη των πιθανών διακυμάνσεων των παγκοσμίων τιμών, παρέχει τη δυνατότητα καθορισμού των εισφορών κατά την εξαγωγή ή/και των επιστροφών κατά την εξαγωγή. |
|
(2) |
Είναι σκόπιμο να εφαρμοσθούν οι γενικοί κανόνες της διαδικασίας διαγωνισμού για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή ζάχαρης που έχουν θεσπισθεί με το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001. |
|
(3) |
Λόγω της ιδιαιτερότητας της διαδικασίας, είναι αναγκαίο να θεσπισθούν κατάλληλες διατάξεις όσον αφορά τα πιστοποιητικά εξαγωγής που εκδίδονται δυνάμει του διαρκούς διαγωνισμού και κατ’ αυτόν τον τρόπο να προβλεφθεί παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1464/95 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 1995, περί ειδικών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εισαγωγής και εξαγωγής στον τομέα της ζάχαρης (2). Εντούτοις, πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1291/2000 της Επιτροπής, της 9ης Ιουνίου 2000, περί των κοινών τρόπων εφαρμογής του καθεστώτος των πιστοποιητικών εισαγωγής, εξαγωγής και προκαθορισμού για τα γεωργικά προϊόντα (3), καθώς και οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 120/89 της Επιτροπής, της 19ης Ιανουαρίου 1989, περί κοινών λεπτομερειών εφαρμογής των εισφορών και των φόρων κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα (4). |
|
(4) |
Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
1. Διεξάγεται διαρκής διαγωνισμός για τον καθορισμό των εισφορών κατά την εξαγωγή ή/και των επιστροφών κατά την εξαγωγή λευκής ζάχαρης που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 1701 99 10 για όλους τους προορισμούς, εκτός της Αλβανίας, της Κροατίας, της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, της Σερβίας και Μαυροβουνίου (5), και της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια του διαρκούς αυτού διαγωνισμού, διεξάγονται επιμέρους διαγωνισμοί.
2. Ο διαρκής διαγωνισμός παραμένει ανοικτός έως τις 28 Ιουλίου 2005.
Άρθρο 2
Ο διαρκής διαγωνισμός και οι επιμέρους διαγωνισμοί θα διεξάγονται σύμφωνα με το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 και τον παρόντα κανονισμό.
Άρθρο 3
1. Τα κράτη μέλη προκηρύσσουν διαγωνισμό. Η προκήρυξη του διαγωνισμού δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν να δημοσιεύουν ή να ζητήσουν τη δημοσίευση της προκηρύξεως του διαγωνισμού αλλού.
2. Η προκήρυξη αναφέρει κυρίως τους όρους του διαγωνισμού.
3. Η προκήρυξη μπορεί να τροποποιηθεί κατά τη διάρκεια του διαρκούς διαγωνισμού. Τροποποιείται εφόσον, κατά τη διάρκεια αυτή, προκύψει κάποια τροποποίηση των όρων του διαγωνισμού.
Άρθρο 4
1. Η προθεσμία υποβολής των προφορών για τον πρώτο επιμέρους διαγωνισμό:
|
α) |
αρχίζει στις 23 Ιουλίου 2004· |
|
β) |
λήγει την Πέμπτη, 29 Ιουλίου 2004 στις 10.00, ώρα Βρυξελλών. |
2. Για κάθε έναν από τους ακόλουθους επιμέρους διαγωνισμούς, η ημερομηνία υποβολής προσφορών:
|
α) |
αρχίζει την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας του προηγούμενου επιμέρους διαγωνισμού· |
|
β) |
λήγει στις εξής ημερομηνίες στις 10.00, ώρα Βρυξελλών:
|
Άρθρο 5
1. Οι ενδιαφερόμενοι συμμετέχουν στο διαγωνισμό με τους ακόλουθους τρόπους:
|
α) |
με κατάθεση γραπτής προσφοράς στον αρμόδιο οργανισμό ενός κράτους μέλους, έναντι αποδείξεως παραλαβής· |
|
β) |
με συστημένη επιστολή ή τηλεγράφημα με παραλήπτη τον εν λόγω οργανισμό· |
|
γ) |
με τέλεξ, τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονικό μήνυμα με παραλήπτη τον εν λόγω οργανισμό, εφόσον ο εν λόγω οργανισμός δέχεται αυτές τις μορφές κοινοποίησης. |
2. Μία προσφορά είναι έγκυρη εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:
|
α) |
η προσφορά αναγράφει:
|
|
β) |
η προς εξαγωγή ποσότητα ανέρχεται σε τουλάχιστον 250 τόνους λευκής ζάχαρης· |
|
γ) |
πριν τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή των προσφορών, προσκομίζεται η απόδειξη ότι ο προσφέρων έχει προβεί στη σύσταση της εγγύησης που αναφέρεται στην προσφορά· |
|
δ) |
η προσφορά περιλαμβάνει δήλωση του προσφέροντος με την οποία αναλαμβάνει την υποχρέωση, σε περίπτωση που κατακυρωθεί υπέρ αυτού η εξαγωγή, να ζητήσει εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση, το πιστοποιητικό ή τα πιστοποιητικά εξαγωγής για τις σχετικές ποσότητες λευκής ζάχαρης προς εξαγωγή· |
|
ε) |
η προσφορά περιλαμβάνει δήλωση του προσφέροντος με την οποία αναλαμβάνει δέσμευση, αν ενδεχομένως είναι ο υπερθεματιστής·
|
3. Μία προσφορά μπορεί να αναγράφει την ένδειξη ότι θεωρείται ότι υποβλήθηκε μόνον εφόσον πληρούται ο ένας ή και οι δύο από τους ακόλουθους όρους:
|
α) |
έχει ληφθεί απόφαση επί του ελάχιστου ποσού της εισφοράς κατά την εξαγωγή ή, κατά περίπτωση, επί του μέγιστου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή κατά την ημέρα της λήξεως της προθεσμίας υποβολής των εν λόγω προσφορών· |
|
β) |
η κατακύρωση του διαγωνισμού αφορά το σύνολο ή κάποιο καθορισμένο τμήμα της προσφερθείσας ποσότητας. |
4. Δεν γίνεται δεκτή προσφορά η οποία δεν έχει υποβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ή περιλαμβάνει όρους άλλους από τους προβλεπόμενους στην παρούσα προκήρυξη διαγωνισμού.
5. Προσφορά υποβληθείσα δεν είναι δυνατόν να αποσυρθεί.
Άρθρο 6
1. Ο προσφέρων προβαίνει στη σύσταση εγγύησης 11 EUR ανά 100 χιλιόγραμμα λευκής ζάχαρης προς εξαγωγή βάσει του παρόντος διαγωνισμού.
Για τους υπερθεματιστές η εγγύηση αυτή αποτελεί, με την επιφύλαξη του άρθρου 13 παράγραφος 4, την εγγύηση του πιστοποιητικού εξαγωγής κατά την κατάθεση της αιτήσεως η οποία προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.
2. Η σύσταση της εγγύησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται κατ’ επιλογή του προσφέροντος, σε χρήμα ή υπό μορφή εγγυήσεως, η οποία παρέχεται από κάποιον οργανισμό, που ανταποκρίνεται στα κριτήρια που καθορίζονται από το κράτος μέλος στο οποίο έγινε η προσφορά.
3. Εκτός από περίπτωση ανωτέρας βίας, η εγγύηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αποδεσμεύεται:
|
α) |
όσον αφορά τους προσφέροντες, για την ποσότητα για την οποία δεν εδόθη συνέχεια στην προσφορά· |
|
β) |
όσον αφορά τους υπερθεματιστές που δεν έχουν ζητήσει το εν λόγω πιστοποιητικό εξαγωγής εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση, έως 10 EUR ανά 100 χιλιόγραμμα λευκής ζάχαρης· |
|
γ) |
όσον αφορά τους υπερθεματιστές, για την ποσότητα για την οποία έχουν τηρήσει, κατά την έννοια του άρθρου 31 στοιχείο β) και του άρθρου 32 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1291/2000, την υποχρέωση εξαγωγής που απορρέει από το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2, υπό τους όρους του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1291/2000. |
Στην περίπτωση που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση στοιχείο β), το μέρος της εγγύησης που αποδεσμεύεται μειώνεται, κατά περίπτωση, κατά:
|
α) |
τη διαφορά μεταξύ του ανωτάτου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή που έχει καθοριστεί για το σχετικό επιμέρους διαγωνισμό και το ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή που καθορίστηκε για τον επόμενο επιμέρους διαγωνισμό, εφόσον το τελευταίο αυτό ποσό είναι ανώτερο από το πρώτο· |
|
β) |
τη διαφορά μεταξύ του ελάχιστου ποσού της εισφοράς κατά την εξαγωγή που καθορίστηκε για το σχετικό επιμέρους διαγωνισμό και του ελάχιστου ποσού της εισφοράς κατά την εξαγωγή που καθορίστηκε για τον επόμενο επιμέρους διαγωνισμό, εφόσον το τελευταίο αυτό ποσό είναι κατώτερο από το πρώτο. |
Το μέρος της εγγύησης ή η εγγύηση που δεν έχει αποδεσμευτεί, καταπίπτει για την ποσότητα της ζάχαρης για την οποία δεν έχουν τηρηθεί οι αντίστοιχες υποχρεώσεις.
4. Σε περίπτωση ανωτέρας βίας, ο αρμόδιος οργανισμός του σχετικού κράτους μέλους θεσπίζει τα μέτρα σχετικά με την αποδέσμευση της εγγύησης που θεωρεί αναγκαία λόγω των συνθηκών που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος.
Άρθρο 7
1. Η αξιολόγηση των προσφορών πραγματοποιείται από τον αρμόδιο οργανισμό χωρίς δημοσιότητα. Τα πρόσωπα τα οποία έχουν γίνει δεκτά να παραστούν στην αξιολόγηση οφείλουν να τηρήσουν το απόρρητο.
2. Οι κατατεθείσες προσφορές ανακοινώνονται χωρίς ένδειξη του ονόματος και οφείλουν να διαβιβαστούν στην Επιτροπή μέσω των κρατών μελών, το αργότερο εντός 1,5 ωρών μετά τη λήξη της προθεσμίας κατά την εβδομαδιαία κατάθεση προσφορών, όπως προβλέπεται στην προκήρυξη της δημοπρασίας.
Σε περίπτωση απουσίας προσφορών, τα κράτη μέλη ενημερώνουν σχετικώς την Επιτροπή εντός της ιδίας προθεσμίας.
Άρθρο 8
1. Μετά την εξέταση των προσφορών που έχουν ληφθεί, είναι δυνατόν να καθοριστεί μέγιστη ποσότητα μέσω επιμέρους διαγωνισμού.
2. Είναι δυνατόν να αποφασισθεί να μη δοθεί συνέχεια σε κάποιο συγκεκριμένο επιμέρους διαγωνισμό.
Άρθρο 9
1. Αφού ληφθούν υπόψη, κυρίως η κατάσταση και η προβλεπόμενη εξέλιξη της αγοράς της ζάχαρης στην Κοινότητα και στην παγκόσμια αγορά, καθορίζεται:
|
α) |
είτε το κατώτατο ποσό της εισφοράς κατά την εξαγωγή· |
|
β) |
είτε το ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή. |
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, μόλις καθοριστεί το κατώτατο ποσό της εισφοράς κατά την εξαγωγή, η κατακύρωση γίνεται υπέρ εκείνου ή εκείνων από τους προσφέροντες, των οποίων η προσφορά ευρίσκεται στο επίπεδο του κατώτατου ποσού εισφοράς κατά την εξαγωγή ή σε επίπεδο υψηλότερο από το ποσό αυτό.
3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, μόλις καθοριστεί το ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή, η κατακύρωση γίνεται υπέρ εκείνου ή εκείνων από τους προσφέροντες, των οποίων η προσφορά ευρίσκεται στο επίπεδο του ανωτάτου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή ή σε κάποιο επίπεδο κατώτερο απ’ αυτό, καθώς και υπέρ οιουδήποτε προσφέροντος, του οποίου η προσφορά αναφέρεται σε εισφορά κατά την εξαγωγή.
Άρθρο 10
1. Εφόσον έχει καθοριστεί για κάποιον επιμέρους διαγωνισμό μια μέγιστη ποσότητα και στην περίπτωση που έχει καθοριστεί ελάχιστη εισφορά, η κατακύρωση γίνεται υπέρ εκείνου του οποίου η προσφορά αναφέρει την υψηλότερη εισφορά κατά την εξαγωγή. Εάν η μέγιστη ποσότητα δεν έχει εντελώς εξαντληθεί με την εν λόγω προσφορά, η κατακύρωση γίνεται μέχρις εξαντλήσεως της εν λόγω ποσότητας, με βάση το ύψος του ποσού της εισφοράς κατά την εξαγωγή, αρχίζοντας από το πιο υψηλό.
Στην περίπτωση που έχει καθοριστεί για έναν επιμέρους διαγωνισμό μέγιστη επιστροφή, η κατακύρωση γίνεται σύμφωνα με την πρώτη περίπτωση και, σε περίπτωση εξαντλήσεως ή απουσίας προσφορών που να αναφέρουν εισφορά κατά την εξαγωγή, η κατακύρωση γίνεται υπέρ εκείνων, των οποίων η προσφορά αναφέρει επιστροφή κατά την εξαγωγή, με βάση το ύψος του ποσού της επιστροφής, αρχίζοντας από το πιο χαμηλό, μέχρις εξαντλήσεως της μέγιστης ποσότητας.
2. Στην περίπτωση κατά την οποία ο κανόνας κατακύρωσης ο οποίος προβλέπεται στην παράγραφο 1 θα οδηγούσε, δεδομένου ότι λαμβάνεται υπόψη μία προσφορά, σε υπέρβαση της μέγιστης ποσότητας, η κατακύρωση γίνεται υπέρ του εν λόγω προσφέροντος μόνο για την ποσότητα η οποία επιτρέπει την εξάντληση της μέγιστης ποσότητας. Οι προσφορές οι οποίες αναφέρονται στην ίδια εισφορά κατά την εξαγωγή ή στην ίδια επιστροφή και οι οποίες οδηγούν, σε περίπτωση αποδοχής του συνόλου των ποσοτήτων που αντιπροσωπεύουν, σε υπέρβαση της μέγιστης ποσότητας, λαμβάνονται υπόψη:
|
α) |
είτε κατ' αναλογία της ολικής ποσότητας που αναφέρεται σε κάθε προσφορά· |
|
β) |
είτε ανά διαγωνισμό μέχρι συμπληρώσεως του μέγιστου όγκου ο οποίος θα καθοριστεί· |
|
γ) |
είτε διά κλήρου. |
Άρθρο 11
1. Ο αρμόδιος οργανισμός του σχετικού κράτους μέλους γνωστοποιεί αμέσως σε όλους τους προσφέροντες το αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στο διαγωνισμό. Επιπλέον, ο οργανισμός αυτός απευθύνει στους υπερθεματιστές δήλωση κατακύρωσης του διαγωνισμού.
2. Η δήλωση κατακύρωσης του διαγωνισμού περιλαμβάνει τουλάχιστον:
|
α) |
τα στοιχεία του διαγωνισμού· |
|
β) |
την ποσότητα της λευκής ζάχαρης προς εξαγωγή· |
|
γ) |
το ποσό εκφραζόμενο σε ευρώ της εισφοράς που θα εισπραχθεί κατά την εξαγωγή ή, κατά περίπτωση, της επιστροφής που θα χορηγηθεί κατά την εξαγωγή, ανά 100 χιλιόγραμμα λευκής ζάχαρης, για την ποσότητα που αναφέρεται στο στοιχείο β). |
Άρθρο 12
1. Ο υπερθεματιστής έχει δικαίωμα να λάβει, σύμφωνα με τους όρους που αναγράφονται στην παράγραφο 2 την κατακυρωθείσα ποσότητα, πιστοποιητικό εξαγωγής που αναφέρει, ανάλογα με την περίπτωση, την εισφορά κατά την εξαγωγή ή την επιστροφή η οποία αναφέρεται στην προσφορά.
2. Ο υπερθεματιστής έχει την υποχρέωση να υποβάλει, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1291/2000, αίτηση πιστοποιητικού εξαγωγής για την ποσότητα που του κατακυρώθηκε· η αίτηση αυτή δεν μπορεί να ανακληθεί κατά παρέκκλιση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 120/89.
Η αίτηση κατατίθεται το αργότερο έως τις ακόλουθες ημερομηνίες:
|
α) |
την τελευταία εργάσιμη ημέρα πριν από τον επιμέρους διαγωνισμό που προβλέπεται για την επόμενη εβδομάδα· |
|
β) |
την τελευταία εργάσιμη ημέρα της επόμενης εβδομάδας, όταν δεν προβλέπεται κανένας επιμέρους διαγωνισμός κατά τη διάρκεια της εν λόγω εβδομάδας. |
3. Ο υπερθεματιστής έχει την υποχρέωση να εξάγει την ποσότητα η οποία εμφαίνεται στην προσφορά και να καταβάλει, εάν αυτή η υποχρέωση δεν τηρηθεί, κατά περίπτωση, το ποσό που εμφαίνεται στο άρθρο 13 παράγραφος 4.
4. Το δικαίωμα και οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 δεν μεταβιβάζονται.
Άρθρο 13
1. Η προθεσμία έκδοσης των πιστοποιητικών εξαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1464/95 δεν εφαρμόζεται για τη λευκή ζάχαρη προς εξαγωγή, δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
2. Τα πιστοποιητικά εξαγωγής που εκδίδονται δυνάμει των επιμέρους διαγωνισμών ισχύουν από την ημερομηνία εκδόσεώς τους έως το τέλος του πέμπτου μήνα που ακολουθεί εκείνον κατά τον οποίο πραγματοποιήθηκε ο εν λόγω επιμέρους διαγωνισμός.
Εντούτοις, τα πιστοποιητικά εξαγωγής, που εκδίδονται δυνάμει των επιμέρους διαγωνισμών που πραγματοποιήθηκαν από την 1η Μαΐου 2005 ισχύουν μόνο έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2005.
Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους που εξέδωσαν το πιστοποιητικό εξαγωγής δύναται, κατόπιν γραπτής αιτήσεως του κατόχου του πιστοποιητικού, να παρατείνουν τη διάρκεια ισχύος του το αργότερο έως τις 15 Οκτωβρίου 2005, εφόσον παρουσιαστούν τεχνικές δυσκολίες που δεν θα επιτρέψουν την πραγματοποίηση της εξαγωγής στην ημερομηνία λήξεως ισχύος που αναφέρεται στη δεύτερη περίπτωση και εφόσον η εν λόγω πράξη δεν υπόκειται στο καθεστώς που προβλέπεται από τα άρθρα 4 ή 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 565/80 του Συμβουλίου (6).
3. Τα πιστοποιητικά εξαγωγής που εκδίδονται δυνάμει των επιμέρους διαγωνισμών που έλαβαν χώρα μεταξύ 29 Ιουλίου 2004 και 30 Σεπτεμβρίου 2004 μπορούν να χρησιμοποιηθούν από την 1η Οκτωβρίου 2004.
4. Πλην περιπτώσεως ανωτέρας βίας, ο δικαιούχος πιστοποιητικού καταβάλει στον αρμόδιο οργανισμό ένα καθορισμένο ποσό, για την ποσότητα για την οποία δεν τηρήθηκε η υποχρέωση εξαγωγής που απορρέει από το πιστοποιητικό εξαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2, εφόσον η εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 είναι κατώτερη από το αποτέλεσμα ενός από τους ακόλουθους υπολογισμούς:
|
α) |
το ποσό της εισφοράς κατά την εξαγωγή που εμφαίνεται στο πιστοποιητικό ύστερα από μείωση της εισφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 και που ισχύει την τελευταία ημέρα της ισχύος του εν λόγω πιστοποιητικού· |
|
β) |
το άθροισμα της εισφοράς κατά την εξαγωγή που εμφαίνεται στο πιστοποιητικό και της επιστροφής η οποία αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001, και ισχύει την τελευταία ημέρα της ισχύος του εν λόγω πιστοποιητικού· |
|
γ) |
την επιστροφή κατά την εξαγωγή που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 και ισχύει την τελευταία ημέρα της ισχύος του πιστοποιητικού μετά τη μείωση της επιστροφής που αναγράφεται στο εν λόγω πιστοποιητικό. |
Το καταβαλλόμενο ποσό που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση, είναι ίσο προς τη διαφορά μεταξύ του αποτελέσματος του υπολογισμού που πραγματοποιήθηκε, κατά περίπτωση, βάσει των στοιχείων α), β) ή γ) και της εγγύησης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1.
Άρθρο 14
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για την Επιτροπή
Franz FISCHLER
Μέλος της Επιτροπής
(1) ΕΕ L 178 της 30.6.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 39/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 6 της 10.1.2004, σ. 16).
(2) ΕΕ L 144 της 28.6.1995, σ. 14· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 96/2004 (ΕΕ L 15 της 22.1.2004, σ. 4).
(3) ΕΕ L 152 της 24.6.2000, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 636/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 100 της 6.4.2004, σ. 25).
(4) ΕΕ L 16 της 20.1.1989, σ. 19· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 910/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 163 της 30.4.2004, σ. 63).
(5) Συμπεριλαμβανομένου του Κοσόβου, όπως ορίζεται από το ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Ιουνίου 1999.
(6) ΕΕ L 62 της 7.3.1980, σ. 5.
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/28 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1328/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ
της 19ης Ιουλίου 2004
για καθορισμό των κοινοτικών τιμών στην παραγωγή και των κοινοτικών τιμών κατά την εισαγωγή για τα γαρίφαλα και τα τριαντάφυλλα για την εφαρμογή του καθεστώτος κατά την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων ανθοκαλλιέργειας καταγωγής Κύπρου, Ισραήλ, Ιορδανίας και Μαρόκου καθώς και Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,
τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4088/87 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1987, για τον καθορισμό των όρων εφαρμογής των προτιμησιακών δασμών κατά την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων ανθοκαλλιέργειας καταγωγής Κύπρου, Ισραήλ, Ιορδανίας και Μαρόκου καθώς και Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας (1), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο α),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Οι κοινοτικές τιμές στην παραγωγή και οι κοινοτικές τιμές κατά την εισαγωγή για τα μονοανθή γαρίφαλα (standard), τα πολυανθή γαρίφαλα (spray), τα τριαντάφυλλα με μεγάλο άνθος και τα τριαντάφυλλα με μικρό άνθος που αναφέρονται στο άρθρο 1β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 700/88, για μια περίοδο δύο εβδομάδων, καθορίζονται στο παράρτημα.
Άρθρο 2
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Ιουλίου 2004.
Εφαρμόζεται από τις 21 Iουλίου έως τις 3 Αυγούστου 2004.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για την Επιτροπή
J. M. SILVA RODRÍGUEZ
Γενικός Διευθυντής Γεωργίας
(1) ΕΕ L 382 της 31.12.1987, σ. 22· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1300/97 της Επιτροπής (ΕΕ L 177 της 5.7.1997, σ. 1).
(2) ΕΕ L 72 της 18.3.1988, σ. 16· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2062/97 (ΕΕ L 289 της 22.10.1997, σ. 1).
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
του κανονισμού της Επιτροπής, της 19ης Ioυλίου 2004, για καθορισμό των κοινοτικών τιμών στην παραγωγή και των κοινοτικών τιμών κατά την εισαγωγή για τα γαρίφαλα και τα τριαντάφυλλα για την εφαρμογή του καθεστώτος κατά την εισαγωγή ορισμένων προϊόντων ανθοκαλλιέργειας καταγωγής Κύπρου, Ισραήλ, Ιορδανίας και Μαρόκου καθώς και Δυτικής Όχθης και Λωρίδας της Γάζας
|
(EUR/100 τεμάχια) |
||||
|
Περίοδος: από τις 21 Ioυλίου 2004 έως τις 20 Αυγούστσoυ 2004 |
||||
|
Κοινοτικές τιμές στην παραγωγή |
Μονοανθή γαρίφαλα (standard) |
Πολυανθή γαρίφαλα (spray) |
Τριαντάφυλλα με μεγάλο άνθος |
Τριαντάφυλλα με μικρό άνθος |
|
|
16,11 |
14,65 |
21,40 |
11,51 |
|
Κοινοτικές τιμές κατά την εισαγωγή |
Μονοανθή γαρίφαλα (standard) |
Πολυανθή γαρίφαλα (spray) |
Τριαντάφυλλα με μεγάλο άνθος |
Τριαντάφυλλα με μικρό άνθος |
|
Ισραήλ |
— |
— |
— |
— |
|
Μαρόκο |
— |
— |
— |
— |
|
Κύπρος |
— |
— |
— |
— |
|
Ιορδανία |
— |
— |
— |
— |
|
Δυτική Όχθη και Λωρίδα της Γάζας |
— |
— |
— |
— |
Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/30 |
ΚΟΙΝΉ ΔΡΆΣΗ 2004/552/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 12ης Ιουλίου 2004
σχετικά με ορισμένες πτυχές της λειτουργίας του ευρωπαϊκού συστήματος δορυφορικής ραδιοπλοήγησης που επηρεάζουν την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 14,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1321/2004 του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2004, σχετικά με τις διαρθρώσεις διαχείρισης του ευρωπαϊκού προγράμματος δορυφορικής ραδιοπλοήγησης (1) συνέστησε κοινοτική υπηρεσία, την καλούμενη εποπτική αρχή («ΕΑ») του Ευρωπαϊκού GNSS. |
|
(2) |
Ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει ότι η ΕΑ, μεταξύ άλλων, θα διαχειρίζεται όλα τα θέματα που σχετίζονται με την προστασία και την ασφάλεια του συστήματος ραδιοπλοήγησης, με την επιφύλαξη των πτυχών που αφορούν την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της. |
|
(3) |
Ο κανονισμός προβλέπει επίσης ότι η ΕΑ θα είναι η εκχωρούσα αρχή έναντι του ιδιωτικού αναδόχου, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος για την υλοποίηση του συστήματος και τη διαχείριση της λειτουργίας του και θα υποχρεούται, βάσει της συμφωνίας παραχώρησης που θα συνάψει με την ΕΑ, να εκτελεί τις τυχόν οδηγίες που λαμβάνει από το Συμβούλιο σύμφωνα με την παρούσα κοινή δράση. |
|
(4) |
Όταν η λειτουργία του συστήματος επηρεάζει ενδεχομένως την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των κρατών μελών της, το Συμβούλιο θα πρέπει να αποφασίζει σχετικά με τα ληπτέα μέτρα. |
|
(5) |
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου και Ύπατος Εκπρόσωπος για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφαλείας (ΓΓ/ΥΕ) θα πρέπει να είναι αρμόδιος, για τους σκοπούς της παρούσας κοινής δράσης, να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα σε επείγουσες περιπτώσεις και να είναι σε θέση να εξασφαλίζει τη διαρκή εποπτεία της λειτουργίας του συστήματος, |
ΥΙΟΘΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ:
Άρθρο 1
Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1321/2004, η παρούσα κοινή δράση καθορίζει τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου όταν η ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των κρατών μελών της επηρεάζεται ενδεχομένως από τη λειτουργία του ευρωπαϊκού συστήματος δορυφορικής ραδιοπλοήγησης («το σύστημα»).
Άρθρο 2
1. Σε περίπτωση απειλής κατά της ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κράτους μέλους προερχόμενης από τη λειτουργία ή τη χρήση του συστήματος, ή όταν απειλείται η λειτουργία του συστήματος, ειδικότερα ως αποτέλεσμα διεθνούς κρίσης, το Συμβούλιο, ομόφωνα, αποφασίζει σχετικά με τις απαιτούμενες εντολές προς την ΕΑ του Ευρωπαϊκού GNSS και τον ανάδοχο του συστήματος. Κάθε κράτος μέλος του Συμβουλίου, ο ΓΓ/ΥΕ ή η Επιτροπή μπορούν να ζητήσουν συζήτηση στο Συμβούλιο για τις εντολές αυτές.
2. Το Συμβούλιο καλεί, εφόσον είναι πρακτικά δυνατόν, την ΕΑ να του παρέχει συμβουλές σχετικά με τον πιθανό γενικότερο αντίκτυπο που μπορεί να υπάρξει για το σύστημα Galileo από τυχόν εντολές που προτίθεται να δώσει.
3. Η Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας δίνει τη γνώμη της στο Συμβούλιο εφόσον κρίνεται αναγκαίο.
Άρθρο 3
1. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν μια επείγουσα κατάσταση απαιτεί την άμεση ανάληψη δράσης ο ΓΓ/ΥΕ εξουσιοδοτείται να δίνει τις απαιτούμενες εντολές που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1. Ο ΓΓ/ΥΕ ενημερώνει αμέσως το Συμβούλιο και την Επιτροπή για κάθε εντολή που δίνει βάσει του παρόντος άρθρου.
2. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιήσει τις εντολές του ΓΓ/ΥΕ, εφόσον απαιτείται.
Άρθρο 4
Το Συμβούλιο ομόφωνα, θα επανεξετάζει και θα επεξεργάζεται περαιτέρω, εφόσον απαιτείται, τους κανόνες και τις διαδικασίες που εκτίθενται στα άρθρα 2 και 3 της παρούσας κοινής δράσης υπό το πρίσμα της ανάπτυξης του ευρωπαϊκού συστήματος δορυφορικής ραδιοπλοήγησης. Το Συμβούλιο, στο πλαίσιο αυτό, καθορίζει τα ληπτέα μέτρα αν απειλείται η ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κράτους μέλους, ιδίως όταν οι δέκτες PRS χάνονται, χρησιμοποιούνται καταχρηστικώς ή ευρίσκονται σε κίνδυνο. Καθορίζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να δώσει στην ΕΑ τις αναγκαίες οδηγίες επί όλων των θεμάτων που θα μπορούσαν να έχουν επίπτωση στην ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των κρατών μελών της.
Άρθρο 5
Η παρούσα κοινή δράση αρχίζει να ισχύει την ημέρα υιοθέτησής της.
Άρθρο 6
Η παρούσα κοινή δράση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
B. BOT
(1) Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
|
20.7.2004 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 246/32 |
ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ 2004/553/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 19ης Ιουλίου 2004
για την τροποποίηση της κοινής θέσης 2003/495/ΚΕΠΠΑ για το Ιράκ
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 15,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Στις 7 Ιουλίου 2003, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή θέση 2003/495/ΚΕΠΠΑ (1), για το Ιράκ κατ’ εφαρμογήν της απόφασης 1483 (2003) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. |
|
(2) |
Στις 8 Ιουνίου 2004, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εξέδωσε την απόφαση 1546 (2004) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ με την οποία χαιρετίζει τον σχηματισμό της κυρίαρχης προσωρινής κυβέρνησης του Ιράκ η οποία αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη και εξουσία για τη διακυβέρνηση του Ιράκ από τις 30 Ιουνίου 2004. Χαιρετίζει ακόμη και το γεγονός ότι, στις 30 Ιουνίου 2004, λήγει η κατοχή του Ιράκ, η Προσωρινή Αρχή του Συνασπισμού παύει να υφίσταται και το Ιράκ αποκτά ξανά την πλήρη κυριαρχία του· ωστόσο, τονίζει πόσο σημαντικό είναι να συμμορφωθούν όλα τα κράτη με τις απαγορεύσεις σχετικά με την πώληση ή την παροχή στο Ιράκ όπλων και συναφούς υλικού που θεσπίσθηκαν με την απόφαση 661 (1990) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ και τις μεταγενέστερες σχετικές αποφάσεις που περιλαμβάνουν την απόφαση 1483 (2003) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, εκτός των όπλων και του συναφούς υλικού που χρειάζεται η κυβέρνηση του Ιράκ ή η πολυεθνική δύναμη που συστάθηκε δυνάμει της απόφασης 1511 (2003) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, και υπενθυμίζει τις διαρκείς υποχρεώσεις των κρατών μελών να δεσμεύσουν και να μεταφέρουν ορισμένα κεφάλαια, περιουσιακά στοιχεία και οικονομικούς πόρους δυνάμει της απόφασης 1483 (2003) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, καθώς και τις διαρκείς απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις των κρατών σχετικά με τα σημεία που προσδιορίζονται στις παραγράφους 8 και 12 της απόφασης 687 (1991) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ, ή τις δραστηριότητες που περιγράφονται στην παράγραφο 3 σημείο στ) της απόφασης 707 (1991) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ. |
|
(3) |
Στις 28 Ιουνίου 2004, η Προσωρινή Αρχή του Συνασπισμού έπαυσε να υφίσταται και το Ιράκ απέκτησε ξανά την πλήρη κυριαρχία του. |
|
(4) |
Η Κοινότητα πρέπει να αναλάβει δράση για την εφαρμογή ορισμένων μέτρων. |
|
(5) |
Κατά συνέπεια, η κοινή θέση 2003/495/ΚΕΠΠΑ θα πρέπει να τροποποιηθεί, |
ΥΙΟΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ:
Άρθρο 1
Το άρθρο 1 της κοινής θέσης 2003/495/ΚΕΠΠΑ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
«Άρθρο 1
1. Η πώληση, παροχή, μεταβίβαση ή εξαγωγή στο Ιράκ όπλων και συναφούς υλικού παντός είδoυς, συμπεριλαμβανoμένων τωv όπλων και των πoλεμoφoδίων, των στρατιωτικών oχημάτων και τoυ στρατιωτικoύ εξοπλισμού, τoυ παραστρατιωτικού εξοπλισμού και των ανταλλακτικών των ως άνω, από υπηκόους των κρατών μελών ή από τo έδαφός τους ή με σκάφη ή αεροσκάφη πoυ φέρoυν τη σημαία τoυς, απαγορεύεται ανεξαρτήτως από το αν προέρχονται ή όχι από το έδαφός τους.
2. Με την επιφύλαξη των απαγορεύσεων που ισχύουν για τα κράτη μέλη ή των υποχρεώσεών τους σχετικά με τα σημεία που προσδιορίζονται στις παραγράφους 8 και 12 της απόφασης 687 (1991) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ της 3ης Απριλίου 1991, ή τις δραστηριότητες που περιγράφονται στην παράγραφο 3, σημείο (στ) της απόφασης 707 (1991) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ της 15ης Αυγούστου 1991, η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για την πώληση, παροχή, μεταβίβαση ή εξαγωγή όπλων και συναφούς υλικού που χρειάζεται η κυβέρνηση του Ιράκ ή η πολυεθνική δύναμη που συστάθηκε δυνάμει της απόφασης 1511 (2003) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ προκειμένου να εκπληρώσει τους σκοπούς της απόφασης 1546 (2004) του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ.
3. Για την πώληση, παροχή, μεταβίβαση ή εξαγωγή όπλων και συναφούς υλικού που αναφέρονται στην παράγραφο 2, απαιτείται άδεια χορηγούμενη από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών.».
Άρθρο 2
Οι διατάξεις του άρθρου 5 της κοινής θέσης 2003/495/ΚΕΠΠΑ εξακολουθούν να ισχύουν, πλην των προνομίων και των ασυλιών που προβλέπονται από το άρθρο 5, παράγραφος 1 και παράγραφος 2 σημεία α) και β), που δεν ισχύουν για τελεσίδικη απόφαση όσον αφορά συμβατική υποχρέωση που αναλαμβάνει το Ιράκ μετά τις 30 Ιουνίου 2004.
Άρθρο 3
Η παρούσα κοινή θέση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία της έκδοσής της. Εφαρμόζεται από τις 28 Ιουνίου 2004.
Άρθρο 4
Η παρούσα κοινή θέση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Βρυξέλλες, 19 Ιουλίου 2004.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
P. H. DONNER
(1) ΕΕ L 169, της 8.7.2003, σ. 72· κοινή θέση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την κοινή θέση 2003/735/ΚΕΠΠΑ (ΕΕ L 264, της 15.10.2003, σ. 40).