ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

47ό έτος
7 Ιουνίου 2004


Περιεχόμενα

 

Διορθωτικά

Σελίδα

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/379/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της απόφασης 2001/471/ ΕΚ όσον αφορά τις βακτηριολογικές δοκιμές σε ορισμένες επιχειρήσεις παραγωγής κρέατος (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

1

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/380/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για τροποποίηση της απόφασης 97/365/EΚ σχετικά με την κατάρτιση προσωρινών καταλόγων επιχειρήσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές προϊόντων με βάση το κρέας ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτούς εγκαταστάσεις της Ισλανδίας (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

3

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/381/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της απόφασης 99/710/EK όσον αφορά τη συμπερίληψη εγκαταστάσεων της Ισλανδίας στους προσωρινούς καταλόγους εγκαταστάσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

5

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/382/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για την έγκριση των αποφάσεων εισαγωγής ορισμένων χημικών ουσιών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

7

 

*

Διορθωτικό στη σύσταση 2004/383/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη χρήση παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

24

 

*

Διορθωτικό στη σύσταση 2004/384/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2004, για ορισμένα στοιχεία του περιεχομένου του απλοποιημένου ενημερωτικού δελτίου, όπως προβλέπεται στο σχήμα Γ του παραρτήματος I της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

30

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/385/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2004, για ανάθεση σε οργανισμούς εκτέλεσης της διαχείρισης της ενίσχυσης για τη χρηματοδότηση των προενταξιακών μέτρων στους τομείς της γεωργίας και της αγροτικής ανάπτυξης στην Ουγγαρία κατά τη διάρκεια της προενταξιακής περιόδου (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

38

 

*

Διορθωτικό στην απόφαση 2004/386/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας των Ζώων (OIE) για τη διαμεσολαβητική διαδικασία του OIE το 2004 (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

40

 

*

Διορθωτικό στη σύσταση 2004/394/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2004, για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων και τις στρατηγικές περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: ακετονιτρίλιο, ακρυλαμίδιο, ακρυλονιτρίλιο, ακρυλικό οξύ, βουταδιένιο, υδροφθόριο, υπεροξείδιο του υδρογόνου, μεθακρυλικό οξύ, μεθακρυλικό μεθύλιο, τολουόλιο, τριχλωροβενζόλιο (ΕΕ L 144 της 30.4.2004)

41

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


Διορθωτικά

7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/1


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/379/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της απόφασης 2001/471/ ΕΚ όσον αφορά τις βακτηριολογικές δοκιμές σε ορισμένες επιχειρήσεις παραγωγής κρέατος

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/379/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 26ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της απόφασης 2001/471/ ΕΚ όσον αφορά τις βακτηριολογικές δοκιμές σε ορισμένες επιχειρήσεις παραγωγής κρέατος

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1519]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/379/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1964, περί υγειονομικών όρων παραγωγής και διάθεσης νωπού κρέατος στην αγορά (1), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απόφαση 2001/471/ΕΚ της Επιτροπής (2) υποχρεώνει τους υπεύθυνους επιχειρήσεωνπαραγωγής κρέατος να προβαίνουν σε τακτικούς ελέγχους των γενικών συνθηκώνυγιεινής που επικρατούν κατά την παραγωγή στις εγκαταστάσεις τους.

(2)

Η εν λόγω απόφαση θεσπίζει κανόνες για τις βακτηριολογικές δοκιμές των σφαγίωνβοοειδών, χοίρων, αιγών, προβάτων και αλόγων. Ορίζει ότι τα αποτελέσματα τωνβακτηριολογικών δοκιμών πρέπει να μετατρέπονται σε ημερήσιες λογαριθμικές μέσεςτιμές, ώστε να συγκρίνονται με τις τιμές που καθορίζει.

(3)

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν σήμερα δύο διαφορετικές μεθόδους υπολογισμού για τημετατροπή των αποτελεσμάτων των δοκιμών σε μια λογαριθμική μέση τιμή, πράγμαπου έχει ως αποτέλεσμα διαφορετικές αριθμητικές τιμές.

(4)

Η διεξαγωγή των βακτηριολογικών δοκιμών πρέπει να είναι εναρμονισμένη στην Κοινότητα. Κατά συνέπεια, πρέπει να αποσαφηνιστεί η μέθοδος υπολογισμού για τημετατροπή των αποτελεσμάτων των βακτηριολογικών δοκιμών του κρέατος, η οποίαπροβλέπεται στην απόφαση 2001/471/ΕΚ.

(5)

Κατά συνέπεια, η απόφαση 2001/471/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη τηςμόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 2001/471/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από τις 20 Μαΐου 2004.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το μέρος 1 του παραρτήματος της απόφασης 2001/471/ ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο τμήμα με τίτλο «Εφαρμογή μικροβιολογικών κριτηρίων στα αποτελέσματα των δοκιμών με τα εκτιμηθέντα τμήματα (πίνακας 1)», η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο ημερήσιος μέσος όρος των λογαριθμικών αποτελεσμάτων πρέπει να κατατάσσεται σε μία από τρεις κατηγορίες για την επαλήθευση του ελέγχου της διαδικασίας: αποδεκτά, οριακά και απαράδεκτα.»

2.

Ο πίνακας 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πίνακας 1

Ημερήσιος μέσος όρος των λογαριθμικών τιμών (0) για οριακά και απαράδεκτα αποτελέσματα όσον αφορά τα κριτήρια βακτηριολογικής μόλυνσης για βοοειδή, χοίρους, πρόβατα, αίγες και άλογα (cfu/cm2) για δείγματα που λαμβάνονται με την καταστρεπτική μέθοδο

 

Αποδεκτό εύρος

Οριακό εύρος

Απαράδεκτο εύρος

Βοοειδή/πρόβατα/αίγες/άλογα

Χοίροι

Βοοειδή/χοίροι/πρόβατα/αίγες/άλογα

Βοοειδή/χοίροι/πρόβατα/αίγες/άλογα

Ημερήσιος μέσος όρος των λογαριθμικών τιμών

Ολική μικροβιακή χλωρίδα (ΟΜΧ)

< 3,5

< 4,0

3,5 (χοίροι: 4,0)

— 5,0

> 5,0

Εντερο-βακτηριοειδή

< 1,5

< 2,0

1,5 (χοίροι: 2,0)

— 2,5 (χοίροι: 3,0)

> 2,5

(χοίροι: > 3,0)

(3)

Ο ημερήσιος μέσος όρος των λογαριθμικών τιμών υπολογίζεται παίρνοντας πρώτα μια λογαριθμική (log10) τιμή για κάθε επιμέρους αποτέλεσμα δοκιμής και στη συνέχεια υπολογίζοντας τον αριθμητικό μέσο όρο αυτών των λογαριθμικών τιμών.»


(1)  ΕΕ 121 της 29.7.1964, σ. 2012/64· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 95/23/ΕΚ (ΕΕ L 243 της 11.10.1995, σ. 7).

(2)  ΕΕ L 165 της 21.6.2001, σ. 48.


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/3


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/380/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για τροποποίηση της απόφασης 97/365/EΚ σχετικά με την κατάρτιση προσωρινών καταλόγων επιχειρήσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές προϊόντων με βάση το κρέας ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτούς εγκαταστάσεις της Ισλανδίας

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/380/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 26ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της απόφασης 97/365/EΚ σχετικά με την κατάρτιση προσωρινών καταλόγων επιχειρήσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές προϊόντων με βάση το κρέας ώστε να συμπεριληφθούν σε αυτούς εγκαταστάσεις της Ισλανδίας

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1520]

(Kείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/380/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 95/408/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1995, σχετικά με τις λεπτομέρειες κατάρτισης, για μια μεταβατική περίοδο, προσωρινών πινάκων εγκαταστάσεων τρίτων χωρών, από τις οποίες επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εισάγουν ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης, προϊόντα αλιείας ή ζώντα δίθυρα μαλάκια (1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 97/365/EΚ της Επιτροπής (2) καταρτίστηκαν προσωρινοί κατάλογοι εγκαταστάσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές προϊόντων με βάση το κρέας βοοειδών, χοίρων, ιπποειδών και αιγοπροβάτων.

(2)

Η Ισλανδία υπέβαλε κατάλογο εγκαταστάσεων παρασκευής προϊόντων με βάση το κρέας, για τις οποίες η αρμόδια αρχή βεβαιώνει ότι τηρούν τους κοινοτικούς κανόνες.

(3)

Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει να περιληφθούν στους καταλόγους της απόφασης 97/365/EΚ.

(4)

Επειδή δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη επιτόπιες επιθεωρήσεις, οι εισαγωγές από τέτοιες εγκαταστάσεις δεν είναι επιλέξιμες για μειωμένους φυσικούς ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 97/78/EΚ του Συμβουλίου (3).

(5)

Ως εκ τούτου, η απόφαση 97/365/EΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Tο παράρτημα της απόφασης 97/365/EΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από τις 7 Μαΐου 2004.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα της απόφασης 97/365/EΚ προστίθεται το ακόλουθο κείμενο σύμφωνα με την αλφαβητική σειρά του κωδικού ISO της χώρας:

«País: Islandia/Land: Island/Land: Island/Χώρα: Iσλανδία/Country: Iceland/Pays: Islande/Paese: Islanda/Land: IJsland/País: Islandia/Maa: Islanti/Land: Island

1

2

3

4

5

22

Kaupfelag V -Hunvetninga

Hvammstangi

 

6

23

Sölufélag A -Hunvetninga

Blonduos

 

6

31

Nordlenska

Husavik

 

6

50

Kaupfelag Skagfirdinga

Saudarkrokur

 


(1)  ΕΕ L 243 της 11.10.1995, σ. 17· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 154 της 12.6.1997, σ. 41· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(3)  ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9.


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/5


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/381/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για την τροποποίηση της απόφασης 99/710/EK όσον αφορά τη συμπερίληψη εγκαταστάσεων της Ισλανδίας στους προσωρινούς καταλόγους εγκαταστάσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/381/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 26ης Απριλίου 2004

για την τροποποίηση της απόφασης 1999/710/EK όσον αφορά τη συμπερίληψη εγκαταστάσεων της Ισλανδίας στους προσωρινούς καταλόγους εγκαταστάσεων τρίτων χωρών από τις οποίες τα κράτη μέλη επιτρέπουν τις εισαγωγές κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1521]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/381/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 95/408/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1995, σχετικά με τις λεπτομέρειες κατάρτισης, για μια μεταβατική περίοδο, προσωρινών καταλόγων εγκαταστάσεων τρίτων χωρών, από τις οποίες επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εισάγουν ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης, προϊόντα αλιείας ή ζώντα δίθυρα μαλάκια (1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 1999/710/EΚ της Επιτροπής (2) καταρτίσθηκαν προσωρινοί κατάλογοι εγκαταστάσεων τρίτων χωρών από τις οποίες επιτρέπεται στα κράτη μέλη η εισαγωγή εισαγωγές κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος.

(2)

Η Ισλανδία απέστειλε κατάλογο εγκαταστάσεων παραγωγής κιμάδων και παρασκευασμάτων κρέατος, για τις οποίες η αρμόδια αρχή πιστοποιεί ότι συμμορφώνονται με τους κοινοτικούς κανόνες.

(3)

Οι εν λόγω εγκαταστάσεις πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στους καταλόγους που καταρτίσθηκαν με την απόφαση 1999/710/EΚ.

(4)

Καθώς δεν έχουν ακόμη διεξαχθεί επιθεωρήσεις επιτόπου, οι εισαγωγές από τις εν λόγω εγκαταστάσεις δεν είναι επιλέξιμες για τους μειωμένους υλικούς ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας 97/78/EΚ του Συμβουλίου (3).

(5)

Συνεπώς, η απόφαση 1999/710/EΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 1999/710/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από τις 7 Μαΐου 2004.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο παράρτημα της απόφασης 1999/710/EΚ εισάγεται το ακόλουθο κείμενο σύμφωνα με την αλφαβητική σειρά του κωδικού ISO της χώρας:

«País: Islandia/Land: Island/Land: Island/Χώρα: Iσλανδία/Country: Iceland/Pays: Islande/Paese: Islanda/Land: IJsland/País: Islandia/Maa: Islanti/Land: Island

1

2

3

4

5

6

22

Kaupfelag V –Hunvetninga

Hvammstangi

 

MP

7

50

Kaupfelag Skagfirdinga

Saudarkrokur

 

MP


(1)  ΕΕ L 243 της 11.10.1995, σ. 17· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 281 της 4.11.1999, σ. 82· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.

(3)  ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9.


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/7


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/382/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2004, για την έγκριση των αποφάσεων εισαγωγής ορισμένων χημικών ουσιών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/382/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 26ης Απριλίου 2004

για την έγκριση των αποφάσεων εισαγωγής ορισμένων χημικών ουσιών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/382/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 304/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2003, για τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 304/2003 η Επιτροπή αποφασίζει, εξ ονόματος της Κοινότητας, κατά πόσον επιτρέπονται οι εισαγωγές στην Κοινότητα έκαστου χημικού προϊόντος που υπόκειται στη διαδικασία «συναίνεσης μετά από ενημέρωση» (ΣΜΕ).

(2)

Το πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP) και ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) έχουν οριστεί ως αρμόδιοι φορείς παροχής γραμματειακών υπηρεσιών για την εφαρμογή της προσωρινής διαδικασίας ΣΜΕ που καθιερώθηκε με την τελική πράξη της διάσκεψης των πληρεξουσίων της σύμβασης του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση (ΣΜΕ) για ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο, που υπεγράφη στις 11 Σεπτεμβρίου 1998 και εγκρίθηκε από την Κοινότητα με την απόφαση 2003/106/EΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, για την έγκριση, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της σύμβασης του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και τα φυτοφάρμακα (2), ιδίως με την απόφαση για τις προσωρινές ρυθμίσεις που ορίζονται στην τελική πράξη.

(3)

Η Επιτροπή, ενεργώντας ως ορισθείσα κοινή αρχή, καλείται να διαβιβάσει τις αποφάσεις για τα χημικά προϊόντα στη γραμματεία της προσωρινής διαδικασίας ΣΜΕ, εξ ονόματος της Κοινότητας και των κρατών μελών.

(4)

Η προσωρινή γραμματεία ζήτησε από όσους συμμετέχουν στη διαδικασία ΣΜΕ να χρησιμοποιούν το ειδικό απαντητικό δελτίο για τις χώρες εισαγωγής όποτε κοινοποιούν ανάλογες αποφάσεις εισαγωγών.

(5)

Τα χημικά προϊόντα ακτινολίτης (ακτινόλιθος), αμοσίτης, ανθοφυλλίτης και τρεμολίτης (τρεμόλιθος), που είναι αμφιβολικού τύπου αμιαντικές ίνες, προστέθησαν επίσης στην προσωρινή διαδικασία ΣΜΕ και η Επιτροπή έλαβε πληροφορίες από την προσωρινή γραμματεία με τη μορφή καθοδηγητικού εγγράφου λήψης απόφασης (που επίσης καλύπτει τον κροκιδόλιθο, που είχε ήδη περιληφθεί στην προσωρινή διαδικασία ΣΜΕ και αποτέλεσε αντικείμενο της τελικής απόφασης της Κοινότητας για τις εισαγωγές που αναφέρθηκε στην εγκύκλιο ΣΜΕ IV σύμφωνα με τις απόψεις που ίσχυαν στις 31 Δεκεμβρίου 1994. Όλα τα ως άνω χημικά προϊόντα σταδιακά καταργήθηκαν ή περιορίστηκαν αυστηρά σε κοινοτικό επίπεδο με την θέσπιση σειράς κανονιστικών πράξεων, η πλέον πρόσφατη των οποίων είναι η οδηγία 1999/77/EΚ της Επιτροπής (3), της 26ης Ιουλίου 1999, για την έκτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του παραρτήματος I της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως μερικών επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων (αμίαντος) (4). Σύμφωνα με τα ανωτέρω θα πρέπει να ληφθεί τελική απόφαση για τις εισαγωγές ακτινόλιθου, αμοσίτη, ανθοφυλλίτη και τρεμολίτη, ενώ θα πρέπει να ενημερωθεί και να βελτιωθεί η τελική απόφαση για τον κροκιδόλιθο.

(6)

Το χημικό προϊόν DNOC προσετέθη στην προσωρινή διαδικασία ΣΜΕ, ως φυτοφάρμακο, για το οποίο η Επιτροπή έλαβε πληροφορίες από την προσωρινή γραμματεία με τη μορφή καθοδηγητικού εγγράφου λήψης απόφασης. Το DNOC εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (5), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 806/2003 (6). Με την απόφαση 1999/164/ΕΚ της Επιτροπής, της 17ης Φεβρουαρίου 1999, σχετικά με την μη καταχώριση του DNOC ως δραστικής ουσίας στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/EΟΚ του Συμβουλίου και την απόσυρση των εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω δραστική ουσία (7), το DNOC εξαιρέθηκε από το παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/EΟΚ και παράλληλα αποσύρθηκαν οι εγκρίσεις για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιείχαν τη συγκεκριμένη δραστική ουσία έως τις 16 Αυγούστου 1999. Ως εκ τούτου επιβάλλεται να ληφθεί τελική απόφαση για τις εισαγωγές.

(7)

Ορισμένα φυτοφάρμακα, με τη μορφή επιπαστικών σκονών που περιλαμβάνουν συνδυασμό του benomyl σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 7 %, του carbofuran σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 10 % και του thiram σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 15 %, προστέθηκαν επίσης στην προσωρινή διαδικασία ΣΜΕ. Η Επιτροπή έχει λάβει πληροφορίες από την προσωρινή γραμματεία με τη μορφή καθοδηγητικού εγγράφου λήψης απόφασης. Τα χημικά benomyl, carbofuran και thiram εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 91/414/EΟΚ. Με την απόφαση 2002/928/EΚ της Επιτροπής, της 26ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την μη καταχώριση της ουσίας benomyl στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/EΟΚ του Συμβουλίου και την απόσυρση των εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν αυτή την δραστική ουσία (8), το benomyl εξαιρέθηκε από το παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/EΟΚ ενώ και έως τις 25 Μαΐου 2003 αποσύρθηκαν οι αντίστοιχες εγκρίσεις για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που το περιείχαν. Το carbofuran αποτελεί επί του παρόντος αντικείμενο αξιολόγησης, στο πλαίσιο της οδηγίας 91/414/EΟΚ. Η οδηγία αυτή προβλέπει μεταβατική περίοδο κατά την οποία τα κράτη μέλη επιτρέπεται να λαμβάνουν εθνικές αποφάσεις για ουσίες και προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής ενώ εκκρεμεί κοινοτική απόφαση. Με την οδηγία 2003/81/EΚ της Επιτροπής, της 5ης Σεπτεμβρίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/EΟΚ για να συμπεριληφθούν ως ενεργές ουσίες το molinate, το thiram και το ziram ως δραστικές ουσίες (9), το thiram περιλήφθηκε στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/EΟΚ και επιτρέπεται η χρήση του σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Το thiram κοινοποιήθηκε επίσης βάσει της οδηγίας 98/8/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (10), που προβλέπει μεταβατική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας τα κράτη μέλη δύνανται, ενόσω εκκρεμεί κοινοτική απόφαση, να λαμβάνουν αποφάσεις για ουσίες και προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Κατά συνέπεια, επιβάλλεται να ληφθεί προσωρινή απόφαση για τις εισαγωγές παρασκευασμάτων με μορφή επιπαστικής σκόνης που περιέχουν συνδυασμό benomyl, carbofuran και thiram σε ίση ή μεγαλύτερη των προαναφερθεισών συγκεντρώσεων.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συγκροτήθηκε δυνάμει του άρθρου 29 της οδηγίας 67/548/EΟΚ του Συμβουλίου (11), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/59/EΚ της Επιτροπής (12),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται η τελική απόφαση σχετικά με την εισαγωγή των χημικών προϊόντων ακτινόλιθος, αμοίτης, ανθοφυλλίτης, κροκιδόλιθος και τρεμόλιθος, ως αναφέρεται στο έντυπο απάντησης της χώρας εισαγωγής που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι.

Άρθρο 2

Εγκρίνεται η τελική απόφαση σχετικά με τις εισαγωγές του χημικού προϊόντος DNOC, ως αναφέρεται στο έντυπο απάντησης της χώρας εισαγωγής που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 3

Εγκρίνεται επίσης η προσωρινή απόφαση σχετικά με την εισαγωγή φυτοφαρμακευτικών παρασκευασμάτων με τη μορφή επιπαστικής σκόνης που περιέχουν συνδυασμό benomyl σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 7 %, carbofuran σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 10 % και thiram σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 15 %, ως αναφέρεται στο έντυπο απάντησης της χώρας εισαγωγής του παραρτήματος ΙΙΙ.

Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

Margot WALLSTRÖM

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Τελική απόφαση εισαγωγής για τα χημικά προϊόντα ακτινολίτης (ακτινόλιθος), αμοσίτης, ανθοφυλλίτης και τρεμολίτης (τρεμόλιθος), καθώς και ενημερωμένη τελική απόφαση εισαγωγής για τον κροκιδόλιθο που αντικαθιστά προηγούμενη απόφαση εισαγωγής το 1994

Image

Image

Image

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Τελική απόφαση εισαγωγής για το χημικό προϊόν DNOC

Image

Image

Image

Image

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Προσωρινή απόφαση εισαγωγής για φυτοφαρμακευτικά παρασκευάσματα με μορφή επιπαστικής σκόνης τα οποία περιέχουν συνδυασμό benomyl σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 7 %, carbofuran σε συγκέντρωση ίση ή μεγαλύτερη του 10 % και thiram σε συγκέντρωση μεγαλύτερη ή ίση του 15 %

Image

Image

Image

Image


(1)  ΕΕ L 63 της 6.3.2003, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 775/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 123 της 27.4.2004, σ. 27).

(2)  ΕΕ L 63 της 6.3.2003, σ. 27.

(3)  ΕΕ L 207 της 6.8.1999, σ. 18.

(4)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 24.

(5)  ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 54 της 2.3.1999, σ. 21.

(8)  ΕΕ L 322 της 27.11.2002, σ. 53.

(9)  ΕΕ L 224 της 6.9.2003, σ. 29.

(10)  ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 196 της 16.8.1967, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 225 της 21.8.2001, σ. 1.


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/24


Διορθωτικό στη σύσταση 2004/383/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη χρήση παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η σύσταση 2004/383/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 27ης Απριλίου 2004

σχετικά με τη χρήση παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1541/1]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/383/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 211 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ένας από τους στόχους των τροποποιήσεων που επέφερε η οδηγία 2001/108/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) στην οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (2), ήταν να διευρυνθεί το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων στα οποία μπορούν να επενδύσουν οι ΟΣΕΚΑ και να επιτραπεί σε αυτούς να χρησιμοποιούν σύγχρονες επενδυτικές τεχνικές. Η διεύρυνση του πεδίου των επιτρεπόμενων επενδύσεων δεν περιλαμβάνει μόνον μέσα της χρηματαγοράς, τραπεζικές καταθέσεις, μερίδια ΟΣΕΚΑ και άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων: οι ΟΣΕΚΑ αποκτούν πλέον τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν, επίσης, παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα ως μέρος της γενικότερης επενδυτικής πολιτικής τους και όχι μόνον για την αντιστάθμιση κινδύνων.

(2)

Άλλος στόχος των τροποποιήσεων αυτών είναι να εξασφαλιστεί η προστασία των επενδυτών. Η οδηγία 85/611/EΟΚ, όπως τροποποιήθηκε, συγκροτεί ένα εκτεταμένο σύστημα περιορισμού των κινδύνων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η δέουσα και επακριβής παρακολούθηση, μέτρηση και διαχείριση των κινδύνων που συνδέονται με τις νέες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδίως όσον αφορά τα παράγωγα, οι εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων οφείλουν να εφαρμόζουν κατάλληλες διαδικασίες μέτρησης των κινδύνων υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών. Συγκεκριμένα, οι εν λόγω διαδικασίες μέτρησης των κινδύνων πρέπει να επιτρέπουν ανά πάσα στιγμή την παρακολούθηση, μέτρηση και διαχείριση των κινδύνων της κάθε θέσης και της συμβολής τους στo γενικό προφίλ κινδύνου του χαρτοφυλακίου. Οι εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων πρέπει, επίσης, να εφαρμόζουν διαδικασίες ακριβούς και αμερόληπτης αξιολόγησης της αξίας των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Αυτές οι απαιτήσεις της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ συνεπάγονται τη δημιουργία ενός κατάλληλου πλαισίου μέτρησης και διαχείρισης των κινδύνων ενός ΟΣΕΚΑ από τα κράτη μέλη. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάπτυξη ενός τέτοιου πλαισίου και να εξασφαλιστεί μια εναρμονισμένη προσέγγιση, είναι σκόπιμο να γίνουν συστάσεις ως προς ορισμένες βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν τη μέτρηση των κινδύνων.

(3)

Στην επιτροπή επικοινωνίας για τους ΟΣΕΚΑ επιτεύχθηκε συμφωνία όσον αφορά τα πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η διατύπωση βασικών αρχών τις οποίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα κράτη μέλη. Οι αρχές αυτές πρέπει να βοηθήσουν τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ισοδύναμη και αποτελεσματική προστασία των επενδυτών σε ολόκληρη την Κοινότητα και να επιφυλάσσουν ίση μεταχείριση σε φορείς και προϊόντα ΟΣΕΚΑ που υπάγονται σε διαφορετικές δικαιοδοσίες.

(4)

Όσον αφορά το όριο του συνολικού κινδύνου στον οποίο εκτίθεται ένας ΟΣΕΚΑ σε σχέση με παράγωγα, το οποίο καθορίζεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο της οδηγίας 85/611/EΟΚ και το μέγιστο όριο δανειοληψίας που καθορίζεται στο άρθρο 36 παράγραφο 2 της ίδιας οδηγίας, πρέπει να καταστεί σαφές ποιος είναι ο μέγιστος κίνδυνος στον οποίο μπορεί να εκτίθεται γενικά ένας ΟΣΕΚΑ.

(5)

Η γενικότερη έκθεση ενός ΟΣΕΚΑ σε κινδύνους πρέπει να εκτιμάται με βάση τον κίνδυνο αδυναμίας του ΟΣΕΚΑ να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και τη μόχλευση που προσφέρει η χρήση παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων. Συνεπώς, πρέπει να εξασφαλιστεί η κατάλληλη μέτρηση του κινδύνου αγοράς ενός ΟΣΕΚΑ. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητο να γίνουν συστάσεις όσον αφορά τις προσεγγίσεις που μπορούν να εφαρμοστούν όσον αφορά τη μέτρηση του κινδύνου αγοράς, διευκρινίζοντας τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι ακόλουθες μεθοδολογίες: προσέγγιση βάσει των υποχρεώσεων (commitment approach), προσέγγιση βάσει της δυνητικής ζημίας (Value-at-risk - VaR approach) και έλεγχοι κόπωσης (stress tests).

(6)

Για τους ίδιους λόγους είναι σκόπιμο να γίνουν συστάσεις όσον αφορά ορισμένα στοιχεία της μεθόδου εκτίμησης της μόχλευσης του χαρτοφυλακίου ενός ΟΣΕΚΑ μέσω της χρήσης παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων.

(7)

Βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 85/611/EΟΚ, ο κίνδυνος που αναλαμβάνει ένας ΟΣΕΚΑ πρέπει να υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο την τρέχουσα αξία των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων, αλλά και τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, την μελλοντική εξέλιξη της αγοράς και το διαθέσιμο χρόνο για τη ρευστοποίηση των θέσεων. Όσον αφορά τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου για εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, στο άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της ίδιας οδηγίας προβλέπονται ειδικές απαιτήσεις. Λόγω των απαιτήσεων αυτών, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί η μέθοδος υπολογισμού του κινδύνου αντισυμβαλλομένου που συνδέεται με παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο σχετίζεται με τις μεθόδους και τα κριτήρια της οδηγίας 2000/12/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (3).

(8)

Βάσει του άρθρου 21 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο της οδηγίας 85/611/EΟΚ, ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει το υποκείμενο στο παράγωγο χρηματοπιστωτικό μέσο στοιχείο, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό των ορίων συγκέντρωσης ανά εκδότη τίτλων που καθορίζονται στο άρθρο 22 της οδηγίας. Σύμφωνα με την ίδια διάταξη, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, όταν ένας ΟΣΕΚΑ επενδύει σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα που βασίζονται σε δείκτη, οι επενδύσεις αυτές να μην συνδυάζονται με τα όρια του άρθρου 22. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να γίνουν συστάσεις για πρότυπα εφαρμογής των ορίων συγκέντρωσης ανά εκδότη όταν πρόκειται για παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα.

(9)

Ακάλυπτες πωλήσεις είναι όλες οι πράξεις με τις οποίες ο ΟΣΕΚΑ εκτίθεται στον κίνδυνο να αναγκαστεί να αγοράσει κινητές αξίες σε τιμή μεγαλύτερη από την τιμή παράδοσης των κινητών αξιών με αποτέλεσμα να ζημιώνεται, καθώς και στον κίνδυνο να μην είναι σε θέση να παραδώσει το υποκείμενο παράγωγο χρηματοπιστωτικό μέσο για διακανονισμό κατά τη λήξη της πράξης. Οι κίνδυνοι αυτοί υπάρχουν πάντοτε για τις συναλλαγές στο πλαίσιο των οποίων ο ΟΣΕΚΑ αναγκάζεται να αγοράσει κινητές αξίες από την αγορά προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Στις περιπτώσεις αυτές ο ΟΣΕΚΑ εκτίθεται στον κίνδυνο να μην μπορέσει να ανταποκριθεί στο σύνολο ή σε ένα μέρος των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει στο πλαίσιο μιας πράξης σε χρηματοπιστωτικά παράγωγα. Για τον λόγο αυτόν, το άρθρο 42 της οδηγίας 85/611/EΟΚ γενικά απαγορεύει τις ακάλυπτες πωλήσεις προκειμένου να αποφεύγονται οι μεγάλες ζημίες για τους ΟΣΕΚΑ. Ωστόσο, στο πλαίσιο μιας πράξης με παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα που έχει τα χαρακτηριστικά ακάλυπτης πώλησης, οι κίνδυνοι που συνήθως συνδέονται με τις ακάλυπτες πωλήσεις ενδέχεται να μην έχουν πάντοτε την ίδια σπουδαιότητα. Για τον λόγο αυτόν είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί η έννοια των ακάλυπτων πωλήσεων όταν πρόκειται για παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα και να γίνουν συστάσεις ως προς τα κριτήρια που πρέπει να ισχύουν για την κάλυψη μιας πράξης σε παράγωγα προκειμένου να διευκολυνθεί η συμμόρφωση με το άρθρο 42.

(10)

Η παρούσα σύσταση αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς την ομοιόμορφη κατανόηση των μεθόδων μέτρησης των κινδύνων στον τομέα των ΟΣΕΚΑ. Ωστόσο, οι μέθοδοι μέτρησης κινδύνων προοδεύουν συνεχώς. Συνεπώς, μπορεί να χρειαστούν περαιτέρω μέτρα προκειμένου να ληφθούν υπόψη και άλλες εξελίξεις όπως η συμφωνία της Βασιλείας περί κεφαλαίων (Βασιλεία ΙΙ) και η μελλοντική κοινοτική οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για τράπεζες και εταιρείες επενδύσεων.

(11)

Η παρούσα σύσταση παρέχει ορισμένα βασικά στοιχεία που πρέπει να έχουν υπόψη τους τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή της οδηγίας 85/611/EΟΚ, όπως τροποποιήθηκε. Πρέπει να σημειωθεί ότι σκοπός της παρούσας σύστασης δεν είναι να δοθούν διεξοδικές οδηγίες όσον αφορά τη χρήση παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων από ΟΣΕΚΑ αλλά να τεθούν ορισμένες αρχές που μπορούν να ληφθούν ως βάση για μια κοινή προσέγγιση στο θέμα της μέτρησης των κινδύνων στην περίπτωση των ΟΣΕΚΑ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΣΤΑΣΗ:

Στο πλαίσιο της εφαρμογής της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν τα ακόλουθα:

1.   Συστήματα μέτρησης των κινδύνων ανταποκρινόμενα στο προφίλ κινδύνου των ΟΣΕΚΑ

Κατά την εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφος 1 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, συνιστάται στα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων χρησιμοποιούν συστήματα μέτρησης των κινδύνων τα οποία ανταποκρίνονται στο προφίλ κινδύνου ενός ΟΣΕΚΑ προκειμένου να διασφαλιστεί ότι μετρώνται με ακρίβεια όλοι οι ουσιώδεις κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο ΟΣΕΚΑ, υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών.

2.   Εναρμονισμένη ερμηνεία των περιορισμών της έκθεσης των ΟΣΕΚΑ σε κινδύνους

2.1.   Περιορισμός της συνολικής έκθεσης των ΟΣΕΚΑ σε κινδύνους από παράγωγα και περιορισμός της γενικότερης έκθεσής τους σε κινδύνους

Στα κράτη μέλη συνιστάται να εξασφαλίσουν ότι η συνολική έκθεση σε χρηματοπιστωτικά παράγωγα μέσα δεν υπερβαίνει το 100 % της καθαρής αξίας του ενεργητικού των ΟΣΕΚΑ και συνεπώς ότι η γενικότερη έκθεσή τους σε κινδύνους δεν υπερβαίνει το 200 % της καθαρής αξίας του ενεργητικού τους σε μόνιμη βάση.

2.2.   Περιορισμός της επιτρεπόμενης προσωρινής δανειοληψίας

Στα κράτη μέλη συνιστάται να εξασφαλίσουν ότι η συνολική έκθεση των ΟΣΕΚΑ σε κινδύνους δεν αυξάνεται κατά περισσότερο από 10 % με την λήψη προσωρινών δανείων, ούτως ώστε η γενικότερη έκθεση των ΟΣΕΚΑ σε κινδύνους να μην υπερβεί σε καμία περίπτωση το 210 % της καθαρής αξίας του ενεργητικού τους.

2.3.   Κοινή εφαρμογή των σημείων 3 και 4

Όσον αφορά την εφαρμογή του ορίου του 100 % για τη συνολική έκθεση σε κινδύνους από παράγωγα, στα κράτη μέλη συνιστάται να εξασφαλίσουν την τήρηση αμφότερων των σημείων 3 και 4.

3.   Κατάλληλα διαμορφωμένα πρότυπα μέτρησης του κινδύνου αγοράς

3.1.   Προσαρμογή των μεθόδων μέτρησης των κινδύνων ανάλογα με το προφίλ κινδύνου του ΟΣΕΚΑ

Σύμφωνα με την γενική αρχή που αναφέρεται στο σημείο 1 και η οποία θεσπίζεται με το άρθρο 21 παράγραφος 1 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ, στα κράτη μέλη συνιστάται να επιτρέψουν μια διαφοροποιημένη μεθοδολογική προσέγγιση ανάλογα με το εάν πρόκειται για «απλούς ΟΣΕΚΑ» που γενικά έχουν μικρότερες και λιγότερο πολύπλοκες θέσεις σε παράγωγα δεδομένου ότι χρησιμοποιούν π.χ. έναν μικρό αριθμό απλών δικαιωμάτων προαίρεσης, ή για «εξελιγμένους ΟΣΕΚΑ». Η διάκριση μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών και ο ακριβής προσδιορισμός τους απαιτεί περαιτέρω εργασίες σύμφωνα με το σημείο 3.4. Εν αναμονή της ολοκλήρωσης των εργασιών αυτών, τα κράτη μέλη πρέπει να κινηθούν προς την κατεύθυνση της αναλυτικότερης μέτρησης του κινδύνου αγοράς σύμφωνα με τα σημεία 3.2 και 3.3.

3.2.   Απλοί ΟΣΕΚΑ

3.2.1.   Χρησιμοποίηση της προσέγγισης βάσει των υποχρεώσεων

Στα κράτη μέλη συνιστάται να ζητήσουν από τις αρμόδιες αρχές τους να εξασφαλίζουν ότι στην περίπτωση απλών ΟΣΕΚΑ αποδεικνύεται με ικανοποιητικό τρόπο ότι ο κίνδυνος αγοράς έχει εκτιμηθεί σωστά με την προσέγγιση βάσει των υποχρεώσεων, στο πλαίσιο της οποίας οι θέσεις ενός ΟΣΕΚΑ σε παράγωγα μετατρέπονται σε ισοδύναμες θέσεις σε υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία. Για την εφαρμογή της προσέγγισης βάσει των υποχρεώσεων, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πρέπει επίσης να λάβουν υπόψη κριτήρια όπως ο συνολικός κίνδυνος στον οποίο εκτίθενται οι ΟΣΕΚΑ εξαιτίας της χρήσης χρηματοπιστωτικών παραγώγων, η φύση, ο στόχος, ο αριθμός και η συχνότητα των συμβάσεων που συνάπτουν οι ΟΣΕΚΑ, καθώς και οι εφαρμοζόμενες διαχειριστικές τεχνικές.

3.2.2.   Tεχνικές διευκρινίσεις

Στην περίπτωση δικαιωμάτων προαίρεσης, στα κράτη μέλη συνιστάται να επιτρέψουν την εφαρμογή της προσέγγισης «δέλτα», η οποία βασίζεται στο βαθμό μεταβολής της τιμής του δικαιώματος προαίρεσης ως επακόλουθο μιας οριακής μεταβολής της τιμής των υποκείμενων χρηματοπιστωτικών μέσων. Η μετατροπή των θέσεων σε προθεσμιακά συμβόλαια, συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης και ανταλλαγές (swap) πρέπει να εξαρτάται από τον ακριβή χαρακτήρα των υποκείμενων συμβάσεων. Στην περίπτωση απλών συμβάσεων, θα λαμβάνεται κυρίως υπόψη η αγοραία αξία των συμβάσεων.

3.2.3.   Πρόσκληση για την εξέταση πρόσθετων μέτρων προστασίας

Τα κράτη μέλη καλούνται να εξετάσουν αν απαιτούνται πρόσθετα μέτρα προστασίας στο πλαίσιο της προσέγγισης βάσει των υποχρεώσεων όπως ο καθορισμός ενός κατάλληλου ανώτατου ορίου για τον συνολικό κίνδυνο από χρηματοπιστωτικά παράγωγα κάτω από το 100 % της καθαρής αξίας ενεργητικού για τους απλούς ΟΣΕΚΑ.

3.3.   Εξελιγμένοι ΟΣΕΚΑ

3.3.1.   Συστηματική χρήση της προσέγγισης βάσει της δυνητικής ζημίας (Value-at-Risk — VaR) σε συνδυασμό με ελέγχους κόπωσης

Στην περίπτωση «εξελιγμένων ΟΣΕΚΑ», στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτήσουν από τις εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων να εφαρμόζουν συστηματικά την προσέγγιση VaR. Στο πλαίσιο της προσέγγισης αυτής υπολογίζεται η μέγιστη δυνητική ζημία που μπορεί να υποστεί το χαρτοφυλάκιο ενός ΟΣΕΚΑ σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα και δεδομένο διάστημα εμπιστοσύνης. Στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτήσουν από τις εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων να εφαρμόζουν επίσης ελέγχους κόπωσης που θα τις βοηθούν στη διαχείριση ενδεχόμενων κινδύνων από ασυνήθιστες εξελίξεις της αγοράς. Οι έλεγχοι κόπωσης μετρούν τον τρόπο με τον οποίο ακραίες οικονομικές εξελίξεις επηρεάζουν την αξία ενός χαρτοφυλακίου σε δεδομένο χρονικό σημείο.

3.3.2.   Πρόσκληση για την ανάπτυξη κοινών προτύπων αναφοράς σε μεταγενέστερη φάση

Για την εφαρμογή της προσέγγισης VaR, συνιστάται στα κράτη μέλη να απαιτούν τη χρησιμοποίηση κατάλληλων προτύπων σύμφωνα με το σημείο 3.1. Προς τούτο, τα κράτη μέλη πρέπει να βασιστούν στις εξής παραμέτρους: διάστημα εμπιστοσύνης 99 %, κατοχή επί έναν μήνα και «πρόσφατες» διακυμάνσεις, δηλαδή το πολύ ενός έτους από την ημερομηνία υπολογισμού με την επιφύλαξη πρόσθετων ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές. Εφόσον αναπτυχθούν κοινά πρότυπα σε μεταγενέστερη φάση σύμφωνα με το σημείο 3.4, τα κράτη μέλη πρέπει να επιτρέπουν στις εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων να αποκλίνουν από τα πρότυπα αυτά μόνον κατά περίπτωση και ύστερα από κατάλληλο έλεγχο από μέρους των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται στο σημείο 3.3.3.

3.3.3.   Εσωτερικά μοντέλα μέτρησης των κινδύνων

Στα κράτη μέλη συνιστάται να δέχονται τα εσωτερικά μοντέλα μέτρησης των κινδύνων που προτείνουν οι εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων μόνον εφόσον προβλέπουν κατάλληλα μέτρα προστασίας, περιλαμβανομένων εκείνων που αναφέρονται στην παρούσα σύσταση. Τα μοντέλα αυτά πρέπει να ελέγχονται καταλλήλως από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Συνιστάται, επίσης, στα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν κατάλογο μοντέλων αναγνωρισμένων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και να τα διαθέσουν στο κοινό με τα κατάλληλα μέσα.

3.4.   Σύσταση για τη διεξαγωγή περαιτέρω εργασιών

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεθοδολογίες μέτρησης των κινδύνων απαιτούν περαιτέρω επεξεργασία, συνιστάται στα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες αρχές τους να διεξάγουν περαιτέρω εργασίες με σκοπό να εκπονηθούν πιο προηγμένες και σύνθετες μέθοδοι μέτρησης κινδύνου και με τον τρόπο αυτόν να αναπτυχθεί μια συγκλίνουσα προσέγγιση για ολόκληρη την Κοινότητα. Συγκεκριμένα, οι εργασίες πρέπει να αφορούν τα ακόλουθα:

α)

κριτήρια χαρακτηρισμού ΟΣΕΚΑ ως απλών ή εξελιγμένων·

β)

μετατροπή παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων σε ισοδύναμα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία, και συμψηφισμός των θέσεων στις οποίες βασίζονται τα χρηματοπιστωτικά παράγωγα σε περίπτωση εφαρμογής της προσέγγισης βάσει των υποχρεώσεων·

γ)

βέλτιστες πρακτικές στον τομέα VaR και έλεγχων κόπωσης·

δ)

πρότυπα στα οποία πρέπει να ανταποκρίνονται τα εσωτερικά μοντέλα προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από ΟΣΕΚΑ.

4.   Κατάλληλα διαμορφωμένα πρότυπα εκτίμησης της μόχλευσης

4.1.   Χρήση της προσέγγισης βάσει των υποχρεώσεων

Ελλείψει των προηγμένων μεθοδολογιών που αναφέρονται στο σημείο 4.2, συνιστάται στα κράτη μέλη να απαιτήσουν τη χρήση της προσέγγισης βάσει των υποχρεώσεων για την εκτίμηση της μόχλευσης ενός ΟΣΕΚΑ, σε συνδυασμό με τις προσεγγίσεις VaR και τους έλεγχους κόπωσης που απαιτούνται για τον υπολογισμό του βαθμού έκθεσης εξελιγμένων ΟΣΕΚΑ σε κινδύνους της αγοράς, σύμφωνα με το σημείο 3.3.

Συνιστάται, επίσης, στα κράτη μέλη να επιτρέψουν στις εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων που εφαρμόζουν την προσέγγιση βάσει των υποχρεώσεων σύμφωνα με το σημείο 3.2 να εφαρμόζουν την ίδια προσέγγιση για την εκτίμηση της μόχλευσης.

4.2.   Πρόσκληση να επιτραπεί η χρήση πιο προηγμένων μεθόδων

Στην περίπτωση εξελιγμένων ΟΣΕΚΑ του σημείου 3.3, υπό τον όρο ότι οι εποπτικές αρχές είναι απολύτως πεπεισμένες ότι μια συγκεκριμένη εταιρεία διαχείρισης ή επενδύσεων έχει ήδη αναπτύξει και ελέγξει μια κατάλληλη μέθοδο εκτίμησης της μόχλευσης μέσω προσεγγίσεων VaR και ελέγχων κόπωσης και υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρεία διαχείρισης ή επενδύσεων τεκμηριώνει δεόντως τη μέθοδο αυτή, τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα αναγνώρισής της για σκοπούς εκτίμησης της μόχλευσης. Προς τούτο, συνιστάται συγκεκριμένα στα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τους προσεγγίσεις βασιζόμενες σε ένα πρότυπο σύγκρισης όπως η τιμή VaR/ελέγχου κόπωσης ενός κατάλληλου χαρτοφυλακίου αναφοράς που ανταποκρίνεται στην επενδυτική πολιτική ενός ΟΣΕΚΑ ή την τιμή VaR/ελέγχου κόπωσης ενός άλλου κατάλληλου σημείου αναφοράς.

4.3.   Σύσταση για τη διεξαγωγή περαιτέρω εργασιών

Συνιστάται στα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη ότι οι μέθοδοι εκτίμησης της μόχλευσης ενός ΟΣΕΚΑ απαιτούν περαιτέρω επεξεργασία, ιδίως όταν η μέγιστη τιμή VaR/ελέγχου κόπωσης αντιστοιχεί σε συνολικό κίνδυνο 200 % της καθαρής αξίας του ενεργητικού ενός ΟΣΕΚΑ. Επομένως, πρέπει να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες εθνικές αρχές να διεξάγουν περαιτέρω εργασίες για την ανάπτυξη πιο προηγμένων και σύνθετων μεθόδων εκτίμησης της μόχλευσης με σκοπό την ανάπτυξη μιας συγκλίνουσας προσέγγισης για ολόκληρη την Κοινότητα.

5.   Εφαρμογή κατάλληλων προτύπων και αναγνωρισμένων τεχνικών άμβλυνσης των κινδύνων για τον περιορισμό του κινδύνου αντισυμβαλλομένου

5.1.   Κριτήρια για τον περιορισμό του κινδύνου αντισυμβαλλομένου για εξωχρηματιστηριακά παράγωγα.

Στα κράτη μέλη συνιστάται να εξασφαλίσουν ότι όλες οι πράξεις σε παράγωγα που θεωρούνται ότι δεν φέρουν κίνδυνο αντισυμβαλλομένου εκτελούνται στο πλαίσιο ρυθμιζόμενης αγοράς της οποίας το γραφείο συμψηφισμού πληροί τις εξής προϋποθέσεις: καλύπτεται από κατάλληλη εγγύηση εκτέλεσης, αποτιμά σε ημερήσια βάση την αγοραία αξία των θέσεων σε παράγωγα και προβαίνει τουλάχιστον σε ημερήσιο καθορισμό περιθωρίων.

5.2.   Σύσταση όσον αφορά την εφαρμογή της μεθόδου της μέγιστης δυνητικής ζημίας

Στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτήσουν να μετράται ο κίνδυνος ανά αντισυμβαλλόμενο σε μια πράξη σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα με βάση τη μέγιστη δυνητική ζημία του ΟΣΕΚΑ σε περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του και όχι με βάση την ονομαστική αξία της εξωχρηματιστηριακής σύμβασης.

5.3.   Πρόσκληση για τη χρήση των προτύπων που θεσπίζει η οδηγία 2000/12/EΚ ως μια πρώτη βάση αναφοράς

Σύμφωνα με τα ποσοτικά εποπτικά όρια που τέθηκαν με την οδηγία 2001/108/EΚ, στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτούν την εκτίμηση του κινδύνου αντισυμβαλλομένου για εξωχρηματιστηριακά παράγωγα βάσει της μεθόδου της αγοραίας αξίας που θεσπίζεται με την οδηγία 2000/12/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), με την επιφύλαξη της αναγκαιότητας κατάλληλων μοντέλων καθορισμού των τιμών όταν η αγοραία τιμή δεν είναι διαθέσιμη. Τα κράτη μέλη πρέπει, επίσης, να απαιτούν την πλήρη εφαρμογή της προσέγγισης της ισοδυναμίας που προβλέπει η οδηγία 2000/12/EΚ, σε συνδυασμό με ένα σύστημα πρόσθετων επιβαρύνσεων ώστε να αντικατοπτρίζεται ο δυνητικός μελλοντικός κίνδυνος.

5.4.   Αναγνώριση εγγυήσεων για τον σκοπό της εκτίμησης του κινδύνου αντισυμβαλλομένου στον οποίο εκτίθεται ένας ΟΣΕΚΑ

5.4.1.   Γενικά κριτήρια

Στα κράτη μέλη συνιστάται να επιτρέψουν την αναγνώριση των εγγυήσεων που παρέχονται προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος αντισυμβαλλομένου ενός ΟΣΕΚΑ υπό τον όρο ότι, σύμφωνα με τους εποπτικούς κανόνες της οδηγίας 2000/12/EΚ και λαμβάνοντας υπόψη μεταγενέστερες εξελίξεις:

α)

η αγοραία αξία των εγγυήσεων εκτιμάται σε ημερήσια βάση και υπερβαίνει το ποσό που εκτίθεται σε κίνδυνο·

β)

οι εγγυήσεις φέρουν αμελητέους μόνον κινδύνους (π.χ. κρατικά ομόλογα πρώτης πιστοληπτικής διαβάθμισης ή μετρητά) και είναι ρευστοποιήσιμες·

γ)

οι εγγυήσεις βρίσκονται υπό την επιτροπεία τρίτου μη σχετιζόμενου με τον φορέα ή προστατεύονται νομικά από τις επιπτώσεις της χρεοκοπίας συνδεδεμένου μέρους·

δ)

ο ΟΣΕΚΑ δύναται, ανά πάσα στιγμή, να κάνει χρήση των εγγυήσεων.

5.4.2.   Όρια συγκέντρωσης κινδύνου

Σύμφωνα με τη γενική αρχή της διασποράς του κινδύνου, στα κράτη μέλη συνιστάται να εξασφαλίσουν ότι η έκθεση μιας οντότητας ή ομίλου σε κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, λαμβάνοντας υπόψη τις εγγυήσεις που χορήγησε η εν λόγω οντότητα ή όμιλος, δεν μπορεί να υπερβαίνει το όριο του 20 % που προβλέπει η οδηγία 85/611/EΟΚ, τόσο σε επίπεδο μεμονωμένης οντότητας, βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, όσο και σε επίπεδο ομίλου, βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 5 της ίδιας οδηγίας.

5.5.   Αναγνώριση συμψηφισμού

Στα κράτη μέλη συνιστάται να επιτρέψουν στους ΟΣΕΚΑ να συμψηφίζουν τις θέσεις τους σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα έναντι του ιδίου αντισυμβαλλομένου, υπό τον όρο ότι οι διαδικασίες συμψηφισμού πληρούν τους όρους της οδηγίας 2000/12/EΚ και ότι βασίζονται σε συμφωνίες δεσμευτικές από νομική άποψη.

6.   Χρησιμοποίηση κατάλληλων μεθόδων κατά την εφαρμογή ορίων ως προς τον κίνδυνο εκδότη

6.1.   Προσαρμογή των μεθόδων μέτρησης των κινδύνων στην τυπολογία των παραγώγων

Δεδομένου ότι το άρθρο 21 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας 85/611/EΟΚ ορίζει ότι προκειμένου να συμπεριληφθούν χρηματοπιστωτικά παράγωγα μέσα στα όρια συγκέντρωσης ανά εκδότη που προβλέπονται στο άρθρο 22, τα παράγωγα αυτά πρέπει να μετατρέπονται σε ισοδύναμες θέσεις σε υποκείμενα στοιχεία του ενεργητικού, συνιστάται στα κράτη μέλη να απαιτήσουν τη χρησιμοποίηση μεθόδων κατάλληλων για τον εκάστοτε τύπο παραγώγου. Για παράδειγμα, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν τη χρησιμοποίηση της προσέγγισης «δέλτα» για τα δικαιώματα προαίρεσης. Στις περιπτώσεις στις οποίες δεν ενδείκνυται η προσέγγιση αυτή ή είναι τεχνικά αδύνατη η εφαρμογή της εξαιτίας της πολυπλοκότητας του υπόψη χρηματοπιστωτικού παράγωγου μέσου, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν τη χρησιμοποίηση μιας προσέγγισης βασιζόμενης στη μέγιστη δυνητική ζημία για το υπόψη παράγωγο ως μέγιστο όριο εκτίμησης του κινδύνου αφερεγγυότητας.

6.2.   Η περίπτωση των παραγώγων που βασίζονται σε δείκτη

Στα κράτη μέλη συνιστάται, όταν κάνουν χρήση της διακριτικής τους ευχέρειας κατά την εφαρμογή του δικαιώματος που προβλέπει το άρθρο 21 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο της οδηγίας 85/611/EΟΚ, να λαμβάνουν υπόψη αν ο υποκείμενος δείκτης ενός παράγωγου χρηματοπιστωτικού μέσου ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 22α της ίδιας οδηγίας. Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφος 2 και του άρθρου 21 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο της οδηγίας, στα κράτη μέλη συνιστάται να λαμβάνουν υπόψη ότι μια εταιρεία διαχείρισης ή επενδύσεων δεν πρέπει να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί χρηματοπιστωτικά παράγωγα μέσα βασιζόμενα σε δείκτη δικής της σύνθεσης προκειμένου να παρακάμψει τα όρια συγκέντρωσης ανά εκδότη που καθορίζει το άρθρο 22. Συνιστάται, επίσης, στα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη ότι μια εταιρεία διαχείρισης ή επενδύσεων δεν πρέπει να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί χρηματοπιστωτικά παράγωγα μέσα βασιζόμενα σε δείκτες που δεν συμμορφώνονται με τα όρια συγκέντρωσης του άρθρου 22α της οδηγίας 85/611/EΟΚ.

6.3.   Όρια συγκέντρωσης κινδύνων

Στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεων να λαμβάνουν σωρευτικά υπόψη τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και τον κίνδυνο εκδότη έναντι της ίδιας οντότητας ή του ίδιου ομίλου επιχειρήσεων κατά την εφαρμογή του ορίου του 20 % της καθαρής αξίας του ενεργητικού βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και του άρθρου 22 παράγραφος 5 της οδηγίας 85/611/EΟΚ.

7.   Εφαρμογή κατάλληλων κανόνων κάλυψης σε πράξεις τόσο με εισηγμένα όσο και με εξωχρηματιστηριακά παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα

7.1.   Κατάλληλη κάλυψη ελλείψει διακανονισμού σε μετρητά

Όταν το χρηματοπιστωτικό παράγωγο μέσο προβλέπει αυτόματα ή κατ' επιλογήν του αντισυμβαλλομένου, τη φυσική παράδοση του υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου κατά τη λήξη ή κατά την άσκηση, και υπό την προϋπόθεση ότι η φυσική παράδοση αποτελεί τρέχουσα πρακτική για το υπόψη μέσο, στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτούν από τους ΟΣΕΚΑ να διατηρούν το εν λόγω υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο στο χαρτοφυλάκιό τους για λόγους κάλυψης.

7.2.   Κατ' εξαίρεση υποκατάσταση με εναλλακτική υποκείμενη κάλυψη ελλείψει διακανονισμού σε μετρητά

Στις περιπτώσεις που οι κίνδυνοι του υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου ενός παραγώγου μπορούν να εκπροσωπηθούν επαρκώς από άλλο υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο και το υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι ρευστοποιήσιμο σε πολύ μεγάλο βαθμό, τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα να επιτρέψουν στους ΟΣΕΚΑ να διατηρούν, κατ' εξαίρεση, άλλα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία ως κάλυψη, υπό τον όρο ότι αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανά πάσα στιγμή για την αγορά του προς παράδοση υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και ότι ο πρόσθετος κίνδυνος αγοράς που συνδέεται με αυτό το είδος πράξης μετράται καταλλήλως.

7.3.   Υποκατάσταση με εναλλακτική υποκείμενη κάλυψη ελλείψει διακανονισμού σε μετρητά

Στις περιπτώσεις που το χρηματοπιστωτικό παράγωγο μέσο διακανονίζεται αυτόματα σε μετρητά ή κατά τη διακριτική ευχέρεια του ΟΣΕΚΑ, τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα να επιτρέψουν στον ΟΣΕΚΑ να μην διατηρεί το συγκεκριμένο υποκείμενο μέσο ως κάλυψη. Στην περίπτωση αυτή, στα κράτη μέλη συνιστάται να θεωρήσουν ως κατάλληλη κάλυψη τα ακόλουθα:

α)

μετρητά·

β)

ρευστοποιήσιμους χρεωστικούς τίτλους (π.χ. κρατικά ομόλογα πρώτης πιστοληπτικής διαβάθμισης) με κατάλληλα μέτρα προστασίας (ιδίως ειδικά περιθώρια ασφαλείας)·

γ)

άλλα ιδιαίτερα ρευστοποιήσιμα στοιχεία αναγνωριζόμενα από τις αρμόδιες αρχές που εξετάζουν τον συσχετισμό τους με τα υποκείμενα χρηματοπιστωτικά παράγωγα, με την επιφύλαξη κατάλληλων μέτρων προστασίας (π.χ. ειδικά περιθώρια ασφαλείας, κατά περίπτωση).

Στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 42 της οδηγίας 85/611/EΟΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να θεωρήσουν ότι «ρευστοποιήσιμα» είναι τα μέσα εκείνα που μπορούν να μετατραπούν σε μετρητά το αργότερο εντός επτά εργάσιμων ημερών σε τιμή όσο το δυνατό πλησιέστερη στην τρέχουσα αξία του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αγορά του. Στα κράτη μέλη συνιστάται να εξασφαλίσουν ότι οι ΟΣΕΚΑ θα έχουν στη διάθεσή τους το αντίστοιχο ποσό σε μετρητά κατά την ημερομηνία λήξης ή άσκησης του χρηματοπιστωτικού παράγωγου μέσου.

7.4.   Υπολογισμός του επιπέδου κάλυψης

Στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτούν τον υπολογισμό του επιπέδου κάλυψης σύμφωνα με την προσέγγιση βάσει των υποχρεώσεων.

7.5.   Χαρακτήρας του υποκείμενου χρηματοπιστωτικού μέσου

Στα κράτη μέλη συνιστάται να απαιτούν το υποκείμενο χρηματοπιστωτικό μέσο των παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων, όταν αυτά παρέχουν δυνατότητα διακανονισμού σε μετρητά ή φυσικής παράδοσης, και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που τηρούνται στο χαρτοφυλάκιο για λόγους κάλυψης, να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τόσο της οδηγίας όσο και της ατομικής επενδυτικής πολιτικής εκάστου ΟΣΕΚΑ.

7.6.   Σύσταση για τη διεξαγωγή περαιτέρω κοινών εργασιών

Όσον αφορά την κάλυψη πράξεων σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, στα κράτη μέλη συνιστάται να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες αρχές τους να προσδιορίσουν μια κοινή τυπολογία πράξεων σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, βάσει της οποίας θα μπορεί να διαπιστωθεί το προφίλ κινδύνου μιας ακάλυπτης πώλησης.

8.   Τα κράτη μέλη καλούνται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή, στο μέτρο του δυνατού, έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2004 οποιαδήποτε μέτρα έχουν λάβει κατ' εφαρμογή της παρούσας σύστασης, καθώς και τα πρώτα αποτελέσματα της εφαρμογής της, στο μέτρο του δυνατού, το αργότερο στις 28 Φεβρουαρίου 2005.

9.   Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 27 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

Frederik BOLKESTEIN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 41 της 13.2.2002, σ. 35.

(2)  ΕΕ L 375 της 31.12.1985, σ. 3· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/108/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

(3)  ΕΕ L 126 της 26.5.2000, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 126 της 26.5.2000, σ. 1.


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/30


Διορθωτικό στη σύσταση 2004/384/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2004, για ορισμένα στοιχεία του περιεχομένου του απλοποιημένου ενημερωτικού δελτίου, όπως προβλέπεται στο σχήμα Γ του παραρτήματος I της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η σύσταση 2004/384/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 27ης Απριλίου 2004

για ορισμένα στοιχεία του περιεχομένου του απλοποιημένου ενημερωτικού δελτίου, όπως προβλέπεται στο σχήμα Γ του παραρτήματος I της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1541/2]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/384/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 211 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με σκοπό την αποτελεσματικότερη πληροφόρηση των επενδυτών, στην οδηγία 85/611/EΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (1) εισήχθησαν, μέσω της οδηγίας 2001/107/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), διατάξεις οι οποίες αφορούν το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο. Το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο έχει σχεδιαστεί ώστε να παρέχει σαφή πληροφόρηση για τα ουσιαστικά σημεία που ο επενδυτής πρέπει να γνωρίζει πριν επενδύσει σε έναν ΟΣΕΚΑ, και η πληροφόρηση αυτή να είναι εύκολα κατανοητή από τον μέσο μικροεπενδυτή. Επίσης, το ενημερωτικό αυτό δελτίο έχει σχεδιαστεί για να διευκολύνει τη διασυνοριακή εμπορία (marketing) μεριδίων των ΟΣΕΚΑ και για να χρησιμοποιείται ως ένα ενιαίο μέσο εμπορίας σε ολόκληρη την Κοινότητα. Οι ίδιες οι προαναφερθείσες διατάξεις ορίζουν ότι το κράτος μέλος υποδοχής δεν δύναται, πλην της μετάφρασης, να ζητήσει οποιαδήποτε προσθήκη ή τροποποίηση στο ενημερωτικό αυτό δελτίο.

(2)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του βασικού αυτού στοιχείου προστασίας των επενδυτών, είναι επιθυμητό να διευκρινιστεί το περιεχόμενο και η παρουσίαση ορισμένων πληροφοριακών στοιχείων που πρέπει να περιλαμβάνει το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο σύμφωνα με το σχήμα Γ του παραρτήματος Ι της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ. Το στοιχείο αυτό είναι καθοριστικό για να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη ανάγνωση του περιεχομένου του σχήματος Γ και, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες διαδικασίες ενσωμάτωσης στα κράτη μέλη και την ανάγκη ορθής εφαρμογής, η σχετική προσπάθεια πρέπει να γίνει με τον καταλληλότερο τρόπο κι όσο το δυνατόν πιο έγκαιρα.

(3)

Για το σκοπό αυτό, η απλή διευκρίνιση ορισμών που αφορούν το περιεχόμενο του σχήματος Γ δεν θα επαρκούσε για να επιτευχθεί το απαραίτητο επίπεδο εναρμόνισης, το οποίο, ιδιαίτερα, συνδέεται άμεσα με την επιλογή και τον ορισμό ορισμένων δεικτών που σχετίζονται με την οικονομική πληροφόρηση (π.χ. κόστος και συχνότητα εναλλαγής χαρτοφυλακίου). Ο καθορισμός αυτών των δεικτών, ο οποίος είναι καθοριστικής σημασίας για την πληροφόρηση του επενδυτή, δεν εμπίπτει στις κανονιστικές εξουσίες που παρέχει στην Επιτροπή το άρθρο 53α της οδηγίας 85/611/EΟΚ. Επειδή στις εκτελεστικές εξουσίες που παρέχει η οδηγία αυτή στην Επιτροπή δεν περιλαμβάνεται η επιλογή και η διάρθρωση των δεικτών, η έκδοση σύστασης της Επιτροπής είναι προς το παρόν το μόνο διαθέσιμο μέσο για να διευκολυνθεί η πλήρης και ομοιόμορφη ερμηνεία των σχετικών πληροφοριακών στοιχείων του σχήματος Γ.

(4)

Από την περιγραφή των επενδυτικών στόχων του ΟΣΕΚΑ οι επενδυτές πρέπει να ενημερώνονται για τους επιδιωκόμενους από τον ΟΣΕΚΑ επενδυτικούς στόχους. Επομένως, το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο πρέπει να περιέχει, εν συντομία, κατάλληλη περιγραφή των επιδιωκόμενων με την επένδυση αποτελεσμάτων, πληροφορίες για τυχόν τριτεγγυήσεις που προστατεύουν τους επενδυτές, π.χ. έναντι πτώσης της αξίας της επένδυσης, ή διασφαλίζουν ένα ελάχιστο επίπεδο αύξησης της αξίας της επένδυσής τους και πληροφορίες για «δεικτοποιημένους» στόχους.

(5)

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 24α παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 85/611/EΟΚ, η περιγραφή της επενδυτικής πολιτικής του ΟΣΕΚΑ στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο πρέπει να παρέχει στον μέσο επενδυτή τη δυνατότητα να κατανοεί τον τρόπο και τη μέθοδο με τα οποία αναμένεται να επιτευχθεί ο επενδυτικός στόχος και να επισύρει την προσοχή του επενδυτή στα σχετικά χαρακτηριστικά του ΟΣΕΚΑ. Το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο θα πρέπει επομένως να αποσαφηνίζει εν συντομία τις κύριες κατηγορίες επιλέξιμων μέσων, τη στρατηγική διαχείρισης χαρτοφυλακίου του ΟΣΕΚΑ, —εφιστώντας, κατά περίπτωση, την προσοχή σε πιθανούς βαθμούς διαφοροποίησης κινδύνου— και τα βασικά χαρακτηριστικά των ομολογιών στις οποίες επενδύει ο ΟΣΕΚΑ. Είναι επίσης επιθυμητό να περιέχει το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο πληροφορίες για τα παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, τον τρόπο διαχείρισης και τη στρατηγική για την επίτευξη του «δεικτοποιημένου» στόχου στην περίπτωση αμοιβαίων κεφαλαίων αυτού του τύπου.

(6)

Σύμφωνα με τις διασφαλίσεις που προβλέπει το άρθρο 24α παράγραφοι 1 και 3 της οδηγίας 85/611/EΟΚ, ο μέσος επενδυτής πρέπει να είναι σε θέση να κατανοεί το βαθμό κινδύνου ενός ΟΣΕΚΑ και να είναι κατάλληλα ενημερωμένος για τα χαρακτηριστικά του σχετικού κινδύνου. Είναι επομένως επιθυμητό να περιέχει το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο μια σύντομη και κατανοητή περιγραφή, σε αφηγηματική μορφή, όλων των σημαντικών κινδύνων που σχετίζονται με τον ΟΣΕΚΑ. Είναι επίσης χρήσιμο να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη, σε περιπτώσεις που το θεωρούν σκόπιμο με βάση τη συνήθη πρακτική τους σε θέματα γνωστοποίησης και τα ισχύοντα πρότυπα προστασίας των επενδυτών, να απαιτούν όπως αυτές οι πληροφορίες συμπληρώνονται από δείκτη ποσοτικού κινδύνου που θα υπολογίζεται βάσει της μεταβλητότητας του ΟΣΕΚΑ, με την επιφύλαξη πάντως του αποτελέσματος εργασιών για την περαιτέρω σύγκλιση δεικτών αυτού του είδους.

(7)

Για να αποφευχθεί η παραπλανητική πληροφόρηση των επενδυτών σχετικά με τις ιστορικές επιδόσεις και για να παρέχονται στους επενδυτές εντός της Κοινότητας πιο συγκρίσιμα στοιχεία όσον αφορά τους ΟΣΕΚΑ, είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ο τρόπος παρουσίασης των προηγούμενων επιδόσεων ενός ΟΣΕΚΑ.

(8)

Για λόγους σαφήνειας και συντομίας του απλοποιημένου ενημερωτικού δελτίου, οι πληροφορίες σχετικά με το φορολογικό καθεστώς είναι επιθυμητό να περιορίζονται στο εφαρμοστέο στον ΟΣΕΚΑ φορολογικό καθεστώς στο κράτος μέλος καταγωγής του. Πάντως, για να διευκολυνθεί η κατάλληλη πληροφόρηση του επενδυτή, οι σχετικές πληροφορίες πρέπει να συνοδεύονται από διευκρίνιση που να ορίζει ότι στους μεμονωμένους επενδυτές ενδέχεται να επιβληθεί περαιτέρω φορολογία βάσει των φορολογικών ρυθμίσεων που ισχύουν στην προσωπική ή ιδιαίτερή τους περίπτωση.

(9)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των επενδυτών και να τονωθεί η εμπιστοσύνη τους στον κλάδο των αμοιβαίων κεφαλαίων πρέπει το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο να περιγράφει με πλήρη διαφάνεια όλα τα έξοδα που πραγματικά βαρύνουν τους επενδυτές σε σχέση με την επένδυσή τους. Για το σκοπό αυτό, είναι απαραίτητο να γνωστοποιείται ένας δείκτης συνολικών εξόδων (ΔΣΕ), ο οποίος υπολογίζεται ως ένας δείκτης του συνολικού λειτουργικού κόστους του αμοιβαίου κεφαλαίου. Είναι επομένως επίσης απαραίτητο να διευκρινιστεί το τρόπος υπολογισμού του ΔΣΕ. Δεδομένου ότι στον ΔΣΕ δεν συνυπολογίζονται οι προμήθειες εισόδου και εξόδου και άλλες δαπάνες που βαρύνουν άμεσα τον επενδυτή, οι εν λόγω προμήθειες και έξοδα θα ήταν χρήσιμο να εμφανίζονται χωριστά όπως και όλα τα άλλα στοιχεία κόστους που δεν περιλαμβάνονται στον ΔΣΕ, όπως οι προμήθειες επί των συναλλαγών όταν αυτές θεωρούνται διαθέσιμες από στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής. Σε κάθε περίπτωση, είναι επιθυμητό να γνωστοποιείται ο δείκτης εναλλαγής χαρτοφυλακίου που έχει υπολογιστεί με τυποποιημένη μέθοδο, ως ένας πρόσθετος δείκτης αντιστοιχίας του κόστους διενέργειας συναλλαγών.

(10)

Λόγω των διαφορών που υπάρχουν ανάμεσα στις εφαρμοζόμενες στην αγορά πρακτικές για τις συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής και τις συναφείς ρυθμίσεις σχετικά με τις αμοιβές, τα διάφορα σχετικά στοιχεία αρμόζει να γνωστοποιούνται στους επενδυτές με τον κατάλληλο τρόπο. Επομένως, για να βελτιωθεί η διαφάνεια των πληροφοριών που παρέχονται στους επενδυτές, είναι απαραίτητο να αναφέρεται στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο η ύπαρξη οποιασδήποτε τέτοιας συμφωνίας ή ρύθμισης. Χρήσιμο επίσης θα ήταν να καλούνται οι επενδυτές να συμβουλεύονται το πλήρες ενημερωτικό δελτίο για πιο λεπτομερείς πληροφορίες για αυτό το είδος ρυθμίσεων, ώστε να είναι σε θέση να κατανοήσουν σε ποιον καταβάλλονται τα έξοδα και εάν οι τυχόν συγκρούσεις συμφέροντος θα επιλυθούν κατά τον πλέον επωφελή για αυτούς τρόπο.

(11)

Οι ανάγκες των επενδυτών σε όρους πληροφόρησης για τα προϊόντα και δυνατοτήτων διασυνοριακής συγκρισιμότητας πρέπει να γίνουν καλύτερα κατανοητές, λαμβάνοντας στο πλαίσιο αυτό υπόψη και τις μελέτες για τις εθνικές αγορές, ώστε να διευκολυνθεί η ολοκλήρωση μιας πραγματικής, φιλικής προς τον επενδυτή, εσωτερικής αγοράς για τους ΟΣΕΚΑ. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να διενεργήσουν νέους ελέγχους για τα ληφθέντα μέτρα στον τομέα αυτό, ιδίως στο πλαίσιο της παρούσας σύστασης, και να διαβιβάσουν σχετικές εκθέσεις στην Επιτροπή. Η Επιτροπή δύναται να εξετάσει, εν ευθέτω χρόνω, εάν υφίσταται ανάγκη πρότασης νομοθετικών μέτρων που θα στηρίζονται στην εμπειρία και στην εκ μέρους των κρατών μελών αναπληροφόρηση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας σύστασης,

ΣΥΝΙΣΤΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ:

1.   Όσον αφορά τις επενδυτικές πληροφορίες που αναφέρονται στο δεύτερο τμήμα του σχήματος Γ στο παράρτημα I της οδηγίας 85/611/EΟΚ, συνιστάται στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις ακόλουθες ερμηνείες:

1.1.   Ερμηνεία της πρώτης περίπτωσης: «σύντομος ορισμός των στόχων του ΟΣΕΚΑ»

Όσον αφορά το σημείο αυτό, συνιστάται στα κράτη μέλη να ερμηνεύσουν το «σύντομο ορισμό των στόχων του ΟΣΕΚΑ» ως την παροχή των ακόλουθων πληροφοριών:

α)

σύντομη και προσήκουσα περιγραφή των επιδιωκόμενων αποτελεσμάτων για κάθε επένδυση του ΟΣΕΚΑ·

β)

σαφή αναφορά κάθε παρασχεθείσας από τρίτα μέρη εγγύησης για την προστασία των επενδυτών και κάθε περιορισμού που διέπει αυτές τις εγγυήσεις·

γ)

αναφορά, κατά περίπτωση, ότι ο ΟΣΕΚΑ προτίθεται να παρακολουθήσει την εξέλιξη δείκτη/δεικτών, και παροχή επαρκών ενδείξεων που να επιτρέπουν στους επενδυτές να επισημάνουν το σχετικό δείκτη/δείκτες και να κατανοήσουν την έκταση ή το βαθμό της επιδιωκόμενης παρακολούθησης της εξέλιξης.

1.2.   Ερμηνεία του πρώτου μέρους της δεύτερης περίπτωσης: «επενδυτική πολιτική του unit trust/αμοιβαίου κεφαλαίου ή της εταιρείας επενδύσεων»

Όσον αφορά το σημείο αυτό, συνιστάται στα κράτη μέλη να ερμηνεύσουν την »επενδυτική πολιτική του unit trust/αμοιβαίου κεφαλαίου ή της εταιρείας επενδύσεων« ως την παροχή των ακόλουθων πληροφοριών, εφόσον αυτές είναι σημαντικές και προσήκουσες:

α)

τις κύριες κατηγορίες επιλέξιμων χρηματοπιστωτικών μέσων που αποτελούν το αντικείμενο της επένδυσης·

β)

αναφέρεται εάν ο ΟΣΕΚΑ διαθέτει ιδιαίτερη στρατηγική σε σχέση με οποιονδήποτε βιομηχανικό, γεωγραφικό ή άλλο τομέα αγοράς ή ειδικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, π.χ. επενδύσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα αναδυόμενων χωρών·

γ)

κατά περίπτωση, προειδοποίηση που να αναφέρει ότι, αν και η παρούσα σύνθεση του χαρτοφυλακίου είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με τους γενικούς νόμιμους και υποχρεωτικούς κανόνες και όρια, ο κίνδυνος ενδέχεται να διαφοροποιηθεί σε σχέση με ορισμένες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και ορισμένους οικονομικούς και γεωγραφικούς τομείς·

δ)

εάν ο ΟΣΕΚΑ επενδύει σε ομόλογα, να αναφερθεί εάν πρόκειται για κρατικά ή εταιρικά ομόλογα, η διάρκειά τους, καθώς και οι απαιτήσεις πιστοληπτικής ικανότητας

ε)

εάν ο ΟΣΕΚΑ χρησιμοποιεί παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα, να αναφερθεί εάν αυτό γίνεται στο πλαίσιο της επιδίωξης των στόχων του ΟΣΕΚΑ, ή μόνο για σκοπούς αντιστάθμισης·

στ)

εάν η διαχείριση του ΟΣΕΚΑ συνίσταται στην παρακολούθηση δείκτη αναφοράς και, ιδίως, εάν ο ΟΣΕΚΑ έχει στόχο την παρακολούθηση δείκτη, να αναφερθεί η στρατηγική που θα ακολουθηθεί για την επίτευξη αυτού του στόχου·

ζ)

εάν ο τρόπος διαχείρισης του ΟΣΕΚΑ βασίζεται σε στρατηγική κατανομή των περιουσιακών στοιχείων με υψηλή συχνότητα προσαρμογών του χαρτοφυλακίου.

1.3.   Κοινή παρουσίαση των στόχων του ΟΣΕΚΑ και της επενδυτικής πολιτικής

Συνιστάται στα κράτη μέλη να επιτρέψουν όπως οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει των σημείων 1.1 και 1.2 περιλαμβάνονται σε ενιαίο τμήμα του απλοποιημένου ενημερωτικού δελτίου (π.χ. όσον αφορά τις πληροφορίες «για την παρακολούθηση δείκτη»), υπό την προϋπόθεση ότι οι με τον τρόπο αυτό συνδυασμένες πληροφορίες δεν προκαλούν σύγχυση σχετικά με τους στόχους και τις πολιτικές του ΟΣΕΚΑ. Η σειρά των πληροφοριακών στοιχείων μπορεί να προσαρμοστεί ώστε να αντικατοπτρίζει τους ειδικούς επενδυτικούς στόχους και πολιτικές του ΟΣΕΚΑ.

1.4.   Ερμηνεία του δεύτερου μέρους της δεύτερης περίπτωσης: «σύντομη εκτίμηση του βαθμού κινδύνου του κεφαλαίου»

Όσον αφορά το σημείο αυτό, συνιστάται στα κράτη μέλη να ερμηνεύσουν τη «σύντομη εκτίμηση του βαθμού κινδύνου του κεφαλαίου» ως την παροχή των ακόλουθων πληροφοριών:

1.4.1.   Συνολική δομή των παρεχόμενων πληροφοριών

α)

αναφορά του γεγονότος ότι η αξία των επενδύσεων ενδέχεται να αυξομειωθεί και ότι στους επενδυτές ενδέχεται να επιστραφεί ποσό μικρότερο από την αρχική τους επένδυση·

β)

διευκρίνιση ότι οι λεπτομέρειες για όλους τους κινδύνους που πραγματικά αναφέρονται στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο μπορούν να αναζητηθούν στο πλήρες ενημερωτικό δελτίο·

γ)

περιγραφή, υπό μορφή κειμένου, οποιουδήποτε κινδύνου που ο επενδυτής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε σχέση με την επένδυσή του, αλλά μόνον εάν ο κίνδυνος αυτός είναι σχετικός και σημαντικός και ο υπολογισμός του βασίζεται στην επίδραση και την πιθανότητα κινδύνου.

1.4.2.   Διευκρινίσεις σχετικά με την περιγραφή των κινδύνων υπό μορφή κειμένου

1.4.2.1.   Ειδικοί κίνδυνοι

Η αναφερόμενη στο σημείο 1.4.1 στοιχείο γ) περιγραφή πρέπει να περιλαμβάνει μια σύντομη και κατανοητή εξήγηση κάθε ειδικού κινδύνου που απορρέει από ιδιαίτερες επενδυτικές πολιτικές ή στρατηγικές ή συνδέεται με ειδικές αγορές ή περιουσιακά στοιχεία που αφορούν τον ΟΣΕΚΑ, όπως:

α)

ο κίνδυνος υποχώρησης ολόκληρης της αγοράς ή μιας κατηγορίας περιουσιακού στοιχείου και ο επακόλουθος επηρεασμός των τιμών και των αξιών των περιουσιακών στοιχείων (κίνδυνος αγοράς)·

β)

ο κίνδυνος αδυναμίας εκπλήρωσης υποχρεώσεων εκ μέρους εκδότη ή αντισυμβαλλόμενου (πιστωτικός κίνδυνος)·

γ)

μόνον εφόσον αφορά άμεσα τον ΟΣΕΚΑ, ο κίνδυνος να μην πραγματοποιηθεί όπως αναμενόταν ένας διακανονισμός στο πλαίσιο συστήματος μεταφοράς διότι ένας αντισυμβαλλόμενος δεν καταβάλει ή παραδίδει έγκαιρα ή όπως αναμενόταν την παροχή του (κίνδυνος διακανονισμού)·

δ)

ο κίνδυνος αδυναμίας ρευστοποίησης μιας θέσης, έγκαιρα και σε λογική τιμή (κίνδυνος ρευστότητας)·

ε)

ο κίνδυνος επηρεασμού της αξίας της επένδυσης λόγω διακυμάνσεων στις συναλλαγματικές ισοτιμίες (συναλλαγματικός κίνδυνος)·

στ)

μόνον όταν αφορά άμεσα τον ΟΣΕΚΑ, ο κίνδυνος απώλειας περιουσιακών στοιχείων σε θεματοφυλακή στην περίπτωση που ο θεματοφύλακας ή ένας υποθεματοφύλακας καταστεί αναξιόχρεος ή επιδείξει αμέλεια ή διαπράξει απάτη (κίνδυνος θεματοφυλακής)·

ζ)

κίνδυνοι συνδεόμενοι με τη συγκέντρωση περιουσιακών στοιχείων ή αγορών.

1.4.2.2.   Οριζόντιοι παράγοντες κινδύνου

Στην περιγραφή του σημείου 1.4.1 στοιχείο γ) πρέπει επίσης να αναφέρονται οι ακόλουθοι παράγοντες, εφόσον είναι σχετικοί και σημαντικοί, οι οποίοι ενδέχεται να επηρεάσουν το προϊόν:

α)

κίνδυνος επίδοσης, με αναφορά της μεταβλητότητας των επιπέδων κινδύνου ανάλογα με τις επιμέρους επιλογές του ΟΣΕΚΑ, και η ύπαρξη ή η απουσία εγγυήσεων από τρίτα μέρη, ή οι τυχόν περιορισμοί επί οποιασδήποτε τέτοιας εγγύησης·

β)

κίνδυνοι για το κεφάλαιο, συμπεριλαμβανομένων των δυνητικών κινδύνων διάβρωσης λόγω εξαγορών/ακυρώσεων μεριδίων και διανομών υψηλότερων από τις επενδυτικές αποδόσεις·

γ)

εξάρτηση από την επίδοση του εγγυητή/τριτεγγυητή, όταν η επένδυση στο προϊόν συνεπάγεται άμεση επένδυση στον εγγυητή, παρά σε περιουσιακά του στοιχεία·

δ)

έλλειψη ευελιξίας, τόσο εντός του προϊόντος (συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου πρόωρης παράδοσης) και περιορισμοί στη μετακίνηση προς άλλους εγγυητές·

ε)

κίνδυνος πληθωρισμού·

στ)

έλλειψη βεβαιότητας σχετικά με τη διατήρηση παραγόντων του υφιστάμενου επενδυτικού περιβάλλοντος, όπως π.χ. το φορολογικό καθεστώς

1.4.2.3.   Κατάταξη των γνωστοποιούμενων πληροφοριών ανάλογα με τη σειρά προτεραιότητάς τους

Για να αποφευχθεί η διάδοση παραπλανητικής εικόνας όσον αφορά τους σχετικούς κινδύνους, στα κράτη μέλη συνιστάται επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο επιβολής υποχρέωσης για παρουσίαση των πληροφοριακών στοιχείων με τρόπο που να καθιστά σαφή τη σειρά προτεραιότητας των κινδύνων, βάσει κλίμακας και βαθμού σημαντικότητας, ώστε να απεικονίζεται καλύτερα ο ατομικός βαθμός κινδύνου του ΟΣΕΚΑ.

1.4.3.   Πρόσθετη γνωστοποίηση σύνθετου δείκτη κινδύνου

Όταν ο ΟΣΕΚΑ έχει συσταθεί πριν από τουλάχιστον ένα έτος, τα κράτη μέλη καταγωγής καλούνται επίσης να εξετάσουν, ως μια πιθανή εναλλακτική επιλογή, το ενδεχόμενο να απαιτούν όπως η αναφερόμενη στο σημείο 1.4.1 στοιχείο γ) περιγραφή συμπληρώνεται από σύνθετο δείκτη κινδύνου εκφραζόμενο με ένα μόνο στοιχείο ή λέξη, βάσει της μεταβλητότητας του χαρτοφυλακίου του ΟΣΕΚΑ· στην περίπτωση αυτή:

α)

η μεταβλητότητα του χαρτοφυλακίου του ΟΣΕΚΑ πρέπει να νοείται ως μέτρο της διασποράς της απόδοσης του ΟΣΕΚΑ·

β)

η απόδοση του ΟΣΕΚΑ πρέπει να υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη όλες τις καθαρές αξίες ενεργητικού (ΚΑΕ) του ΟΣΕΚΑ κατά την περίοδο αναφοράς, δηλαδή τις ημερήσιες ΚΑΕ εάν αυτή είναι η κανονική συχνότητα υπολογισμού της ΚΑΕ όπως έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες για τον ΟΣΕΚΑ αρχές, που υπολογίζονται μέσω της αποτίμησης του ενεργητικού του ΟΣΕΚΑ με την ίδια αυτή συχνότητα.

1.5.   Ερμηνεία της τρίτης περίπτωσης: «εξέλιξη των επιδόσεων του unit trust/αμοιβαίου κεφαλαίου/εταιρείας επενδύσεων (όπου ισχύει)»

Όσον αφορά το σημείο αυτό, στα κράτη μέλη συνιστάται να ερμηνεύουν την «εξέλιξη των επιδόσεων του unit trust/αμοιβαίου κεφαλαίου/εταιρείας επενδύσεων (όπου ισχύει)» και την «προειδοποίηση ότι αυτές δεν προεξοφλούν τις μελλοντικές επιδόσεις» ως την παροχή των ακόλουθων πληροφοριών:

1.5.1.   Γνωστοποίηση προηγούμενων επιδόσεων:

α)

οι γνωστοποιούμενες προηγούμενες επιδόσεις του ΟΣΕΚΑ, όπως παρουσιάζονται με τη βοήθεια ακιδωτού διαγράμματος που απεικονίζει τις ετήσιες αποδόσεις για τα τελευταία δέκα πλήρη συνεχόμενα έτη. Εάν ο ΟΣΕΚΑ δεν έχει συμπληρώσει δεκαετία από την έναρξη λειτουργίας του αλλά δραστηριοποιείται για περίοδο τουλάχιστον ενός έτους, οι ετήσιες αποδόσεις του, οι οποίες υπολογίζονται μετά από φόρους και επιβαρύνσεις, συνιστάται να δίδονται για όλα τα έτη για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα σχετικά στοιχεία·

β)

εάν η διαχείριση ενός ΟΣΕΚΑ γίνεται σύμφωνα με μία τιμή αναφοράς ή εάν στη δομή του κόστους του περιλαμβάνεται αμοιβή επίδοσης εξαρτώμενη από μια τιμή αναφοράς, οι πληροφορίες για τις προηγούμενες επιδόσεις του ΟΣΕΚΑ πρέπει να περιλαμβάνουν σύγκριση με τις προηγούμενες επιδόσεις της τιμής αναφοράς σύμφωνα με την οποία γίνεται η διαχείριση του ΟΣΕΚΑ ή υπολογίζεται η αμοιβή επίδοσης. Συνιστάται στα κράτη μέλη να ζητούν όπως η σύγκριση αυτή γίνεται μέσω της παρουσίασης των προηγούμενων επιδόσεων της τιμής αναφοράς και εκείνων του ΟΣΕΚΑ στο ίδιο ακιδωτό διάγραμμα ή/και ξεχωριστά.

1.5.2.   Γνωστοποίηση της σωρευτικής (μέσης) επίδοσης

Επιπλέον, συνιστάται στα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο να απαιτούν τη γνωστοποίηση, υπό μορφή σωρευτικής επίδοσης ή σωρευτικής μέσης επίδοσης του ΟΣΕΚΑ για ορισμένη χρονική περίοδο (π.χ. για τρία, πέντε και δέκα έτη). Σε περίπτωση χρησιμοποίησης μιας από αυτές τις εναλλακτικές δυνατότητες, συνιστάται στα κράτη μέλη να απαιτούν επίσης μία σύγκριση με τη σωρευτική επίδοση, ή τη σωρευτική μέση επίδοση (κατά περίπτωση) μιας τιμής αναφοράς, όταν απαιτείται η σύγκριση με μία τιμή αναφοράς σύμφωνα με το σημείο 1.5.1 στοιχείο β).

1.5.3.   Αποκλεισμός των εξόδων εγγραφής και εξαγοράς, με την επιφύλαξη της κατάλληλης γνωστοποίησης

Λαμβάνοντας υπόψη τα ισχύοντα κανονιστικά πρότυπα, συνιστάται στα κράτη μέλη να εξετάσουν εάν θα απαιτούν ή όχι να συμπεριλαμβάνονται τα έξοδα εγγραφής και εξαγοράς στον υπολογισμό των επιδόσεων του ΟΣΕΚΑ. Πάντως, τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν όπως ο μη συνυπολογισμός αυτών των πληροφοριών (κατά περίπτωση) υπόκειται σε υποχρέωση κατάλληλης δήλωσης που θα επισύρει την προσοχή στο γεγονός αυτό. Στα κράτη μέλη συνιστάται επίσης να ενθαρρύνουν τις αρμόδιες αρχές τους να μεριμνήσουν ώστε τα χρησιμοποιούμενα από αυτές πρότυπα να συγκλίνουν προοδευτικά με τις καλύτερες πρακτικές για τον υπολογισμό της επίδοσης.

1.5.4.   Γνωστοποίηση τιμής αναφοράς

Τα κράτη μέλη καλούνται επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο να απαιτούν τη γνωστοποίηση μίας τιμής αναφοράς για όλους τους ΟΣΕΚΑ της δικαιοδοσίας τους, ανεξάρτητα από το εάν ο επενδυτικός στόχος ενός ΟΣΕΚΑ παραπέμπει ρητώς σε τιμή αναφοράς.

2.   Όσον αφορά τις οικονομικές πληροφορίες που αναφέρονται στο τρίτο τμήμα του σχήματος Γ στο παράρτημα Ι της οδηγίας 85/611/EΟΚ, συνιστάται στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις ακόλουθες ερμηνείες:

2.1.   Ερμηνεία της πρώτης περίπτωσης: «φορολογικό καθεστώς»

Σε σχέση με το «φορολογικό καθεστώς» (πρώτη περίπτωση), συνιστάται στα κράτη μέλη να ζητούν την παροχή των ακόλουθων πληροφοριών στο πλαίσιο του απλοποιημένου ενημερωτικού δελτίου:

α)

το φορολογικό καθεστώς που διέπει τον ΟΣΕΚΑ στο κράτος μέλος καταγωγής του·

β)

δήλωση που υπενθυμίζει ότι το καθεστώς φορολογίας εισοδήματος ή κερδών κεφαλαίου που εισπράττουν μονωμένοι επενδυτές εξαρτάται από την φορολογική νομοθεσία που διέπει την προσωπική κατάσταση του κάθε μεμονωμένου επενδυτή ή/και τον τόπο στον οποίο είναι επενδυμένο το κεφάλαιο και ότι σε περίπτωση ασάφειας σχετικά με τη φορολογική τους κατάσταση, οι επενδυτές οφείλουν να ζητούν επαγγελματικές συμβουλές ή πληροφορίες από τοπικούς οργανισμούς, εφόσον υφίστανται.

2.2.   Ερμηνεία της δεύτερης και τρίτης περίπτωσης: «προμήθειες εισόδου και εξόδου» και «άλλα πιθανά έξοδα ή προμήθειες»

2.2.1.   Συνολικό περιεχόμενο των παρεχόμενων πληροφοριών

Όσον αφορά το σημείο αυτό, συνιστάται στα κράτη μέλη να ερμηνεύσουν τις «προμήθειες εισόδου και εξόδου» του ΟΣΕΚΑ και τα «άλλα πιθανά έξοδα ή προμήθειες με διάκριση των καταβλητέων από το μεριδιούχο και των καταβλητέων από το ενεργητικό του unit trust's/αμοιβαίου κεφαλαίου ή της εταιρείας επενδύσεων» ως την παροχή των ακόλουθων πληροφοριακών στοιχείων:

α)

γνωστοποίηση δείκτη συνολικών εξόδων (ΔΣΕ), υπολογιζόμενου σύμφωνα με το παράρτημα Ι, πλην των νεοσυσταθέντων ΟΣΕΚΑ για τους οποίους είναι αδύνατον να υπολογιστεί ο ΔΣΕ·

β)

με βάση υπολογισμό εκ των προτέρων, γνωστοποίηση της αναμενόμενης δομής του κόστους, δηλαδή αναφορά όλων των διαθέσιμων στοιχείων κόστους σύμφωνα με τον κατάλογο του παραρτήματος Ι, ώστε να δοθεί στους επενδυτές, στο μέτρο του δυνατού, μία λογική εκτίμηση του αναμενόμενου κόστους·

γ)

όλες τις προμήθειες εισόδου και εξόδου και τα υπόλοιπα έξοδα που καταβάλλει άμεσα ο επενδυτής·

δ)

μνεία όλων των υπολοίπων στοιχείων που δεν περιλαμβάνονται στον ΔΣΕ, συμπεριλαμβανομένης της γνωστοποίησης του κόστους διενέργειας συναλλαγών, όταν τα σχετικά στοιχεία αυτά θεωρούνται διαθέσιμα από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής·

ε)

αναφορά του δείκτη συχνότητας εναλλαγής χαρτοφυλακίου, ο οποίος υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ, ως ενός πρόσθετου δείκτη του σχετικού ύψους του κόστους διενέργειας πράξεων·

στ)

μνεία της ύπαρξης συμφωνιών επιμερισμού της αμοιβής και προμηθειών «soft».

Η απαίτηση που καθορίζεται στο στοιχείο στ) του πρώτου εδαφίου ανωτέρω δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως γενική επικύρωση της συμμόρφωσης οποιασδήποτε μεμονωμένης συμφωνίας ή προμήθειας με την οδηγία 85/611/EΟΚ, και ιδίως με το άρθρο 5στ) παράγραφος 1 στοιχείο β) ή με τους εθνικούς ρυθμιστικούς κανόνες. Λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα πρακτική στην αγορά, τα κράτη μέλη καλούνται επομένως να απαιτούν από τους ΟΣΕΚΑ να εξετάζουν κατά πόσον οι υφιστάμενες συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής και οι παρεμφερείς ρυθμίσεις αμοιβής λειτουργούν προς αποκλειστικό όφελος του ΟΣΕΚΑ.

Συνιστάται στα κράτη μέλη να απαιτήσουν όπως το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο παραπέμπει στο πλήρες ενημερωτικό δελτίο για την αναζήτηση λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με αυτό το είδος ρυθμίσεων, οι οποίες πρέπει να παρέχουν σε οποιονδήποτε επενδυτή τη δυνατότητα να αντιληφθεί σε ποιον είναι καταβλητέα τα έξοδα και πως οι τυχόν συγκρούσεις συμφέροντος θα επιλυθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για την προστασία των συμφερόντων του. Επομένως, συνιστάται στα κράτη μέλη να διασφαλίζουν το συνοπτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που παρέχονται στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο.

2.2.2.   Διευκρινίσεις για τους όρους «συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής» και «προμήθειες soft»

2.2.2.1.   Προσδιορισμός των «συμφωνιών επιμερισμού της αμοιβής»

Συνιστάται στα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν και να ταξινομούν ως συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής τις συμφωνίες εκείνες με τις οποίες ένα συμβαλλόμενο μέρος αμειβόμενο, άμεσα ή έμμεσα, από το ενεργητικό ενός ΟΣΕΚΑ συμφωνεί να μοιραστεί την αμοιβή του με άλλο συμβαλλόμενο μέρος με αποτέλεσμα αυτό το άλλο μέρος να καλύπτει, μέσω αυτής της συμφωνίας επιμερισμού της αμοιβής, τα έξοδά του τα οποία πρέπει κανονικά να καλύπτονται, άμεσα ή έμμεσα, από το ενεργητικό του ΟΣΕΚΑ.

Επιπλέον, συνιστάται στα κράτη μέλη να θεωρούν τις ακόλουθες συμφωνίες ως συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου:

α)

τις συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής επί του κόστους διενέργειας συναλλαγών, οι οποίες συνάπτονται μεταξύ μιας εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και ενός χρηματιστή και με τις οποίες ο χρηματιστής συμφωνεί να μοιραστεί με την εταιρεία διαχείρισης τις προμήθειες επί των συναλλαγών που του καταβάλλει ο ΟΣΕΚΑ για την διεκπεραίωση των συναλλαγών του·

β)

τις συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής στην περίπτωση ΟΣΕΚΑ που επενδύουν σε αμοιβαία κεφάλαια (funds of funds). Πρόκειται για συμφωνίες μεταξύ μιας εταιρείας διαχείρισης ενός ΟΣΕΚΑ και ενός άλλου αμοιβαίου κεφαλαίου (ή της εταιρείας διαχείρισής του) σύμφωνα με τις οποίες, εάν ο εν λόγω ΟΣΕΚΑ επενδύσει στο αμοιβαίο κεφάλαιο, μέρος των προμηθειών που επιβαρύνουν τον εν λόγω ΟΣΕΚΑ (είτε άμεσα-προμήθειες εγγραφής/εξαγοράς, είτε έμμεσα-ΔΣΕ) λόγω αυτής της επένδυσης θα καταβληθούν από το κεφάλαιο στο οποίο πραγματοποιείται η επένδυση (ή από την εταιρεία διαχείρισής του) στην εταιρεία διαχείρισης του ΟΣΕΚΑ.

2.2.2.2.   Προσδιορισμός των «προμηθειών soft»

Συνιστάται στα κράτη μέλη να θεωρούν ως προμήθειες soft κάθε οικονομικό όφελος, πλην εκείνου για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης και εκτέλεσης, το οποίο ένας διαχειριστής ενεργητικού λαμβάνει σε σχέση με τις πληρωμές προμηθειών που πραγματοποιεί ένας ΟΣΕΚΑ για συναλλαγές επί κινητών αξιών που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιό του. Οι προμήθειες soft λαμβάνονται συνήθως από, ή μέσω, του χρηματιστή εκτέλεσης της πράξης.

2.2.3.   Παρουσίαση του ΔΣΕ και του δείκτη εναλλαγής χαρτοφυλακίου

Όσον αφορά τον ΔΣΕ και το δείκτη εναλλαγής χαρτοφυλακίου, τα κράτη μέλη καλούνται να επιτρέψουν να συμπεριληφθούν ή να επισυναφθούν οι δείκτες αυτοί στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο ως πληροφορίες για τις προηγούμενες επιδόσεις.

3.

Τα κράτη μέλη καλούνται να ενημερώσουν την Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2004, για κάθε μέτρο που έλαβαν σύμφωνα με την παρούσα σύσταση και να την ενημερώσουν για τα πρώτα αποτελέσματα της εφαρμογής του, στο μέτρο του δυνατού, το αργότερο έως τις 28 Φεβρουαρίου 2005.

4.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 27 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

Frederik BOLKESTEIN

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Δείκτης συνολικών εξόδων (ΔΣΕ)

1.   Ορισμός του ΔΣΕ

Ο Δείκτης συνολικών εξόδων (ΔΣΕ) ενός ΟΣΕΚΑ ισούται με το λόγο του συνολικού λειτουργικού κόστους του ΟΣΕΚΑ προς το μέσο καθαρό ενεργητικό υπολογιζόμενο σύμφωνα με το σημείο 3.

2.   Περιλαμβανόμενα/αποκλειόμενα στοιχεία κόστους

2.1.

Το συνολικό λειτουργικό κόστος είναι όλα τα έξοδα που αφαιρούνται από το ενεργητικό ενός ΟΣΕΚΑ. Αυτά τα στοιχεία κόστους απεικονίζονται συνήθως σε κατάσταση των πράξεων ενός ΟΣΕΚΑ για την αντίστοιχη οικονομική χρήση. Η εκτίμησή τους γίνεται σε βάση «συμπεριλαμβανομένων όλων των φόρων», δηλαδή πρέπει να χρησιμοποιείται η ακαθάριστη αξία των εξόδων.

2.2.

Το λειτουργικό κόστος περιλαμβάνει κάθε νόμιμο έξοδο του ΟΣΕΚΑ, ανεξάρτητα από τη βάση υπολογισμού του [π.χ. πάγια αμοιβή, βάσει του ενεργητικού, βάσει των συναλλαγών που πραγματοποίησε η εταιρεία (3)], όπως:

κόστος διαχείρισης συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών απόδοσης,

κόστος διοικητικής λειτουργίας,

αμοιβές συνδεόμενες με την παροχή υπηρεσιών θεματοφύλακα,

αμοιβές διενέργειας λογιστικού ελέγχου,

πληρωμές σε φορείς παροχής υπηρεσιών προς τον μεριδιούχο, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών προς τον φορέα μεταβίβασης κινητών αξιών του ΟΣΕΚΑ και των πληρωμών σε χρηματιστές — διαπραγματευτές που κατέχουν μητρώα των μετοχών του ΟΣΕΚΑ και παρέχουν υπό-λογιστικές υπηρεσίες στον δικαιούχο των μετοχών του ΟΣΕΚΑ,

αμοιβές σε δικηγόρους,

οποιοδήποτε κόστος διανομής ή διαγραφής που επιβαρύνει τον ΟΣΕΚΑ,

έξοδα καταχώρισης, ρυθμιστικά έξοδα και παρεμφερείς επιβαρύνσεις,

οποιαδήποτε πρόσθετη αμοιβή της εταιρείας διαχείρισης (ή οποιουδήποτε άλλου μέρους) η οποία καταβάλλεται στο πλαίσιο ορισμένων συμφωνιών επιμερισμού της αμοιβής σύμφωνα με το σημείο 4 αυτού του παραρτήματος.

2.3.

Στο συνολικό λειτουργικό κόστος δεν περιλαμβάνονται:

το κόστος των συναλλαγών το οποίο είναι κόστος που επιβαρύνει τον ΟΣΕΚΑ σε συνάρτηση με τις πραγματοποιούμενες συναλλαγές στο πλαίσιο του χαρτοφυλακίου του. Το κόστος αυτό συμπεριλαμβάνει τις αμοιβές χρηματιστή, τους φόρους και τις συνδεόμενες επιβαρύνσεις καθώς και την επίπτωση που έχει στην αγορά η συναλλαγή λαμβάνοντας υπόψη την αμοιβή του χρηματιστή και τη ρευστότητα των σχετικών περιουσιακών στοιχείων,

τόκοι δανείων,

πληρωμές καταβληθείσες στο πλαίσιο της χρήσης παράγωγων χρηματοπιστωτικών μέσων,

προμήθειες εισόδου/εξόδου και οποιαδήποτε άλλη προμήθεια καταβληθείσα άμεσα από τον επενδυτή,

προμήθειες soft σύμφωνα με το σημείο 4 κατωτέρω.

3.   Μέθοδος υπολογισμού και γνωστοποίηση

3.1.

Ο ΔΣΕ υπολογίζεται εκ των υστέρων και σε ετήσια βάση, και αντιστοιχεί γενικά στην οικονομική χρήση του ΟΣΕΚΑ. Όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, ο υπολογισμός αυτός μπορεί να γίνει και για άλλες χρονικές περιόδους. Σε κάθε περίπτωση, το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο πρέπει να παραπέμπει κατά τρόπο σαφή σε πηγή παροχής πληροφοριών (π.χ. στον δικτυακό τόπο του ΟΣΕΚΑ) όπου ο επενδυτής μπορεί να αναζητήσει στοιχεία προηγούμενων ετών/περιόδων σχετικά με τον ΔΣΕ.

3.2.

Το μέσο καθαρό ενεργητικό πρέπει να υπολογίζεται χρησιμοποιώντας στοιχεία που βασίζονται στο καθαρό ενεργητικό του ΟΣΕΚΑ όπως προκύπτει από κάθε υπολογισμό της καθαρής αξίας ενεργητικού, π.χ. ημερήσια ΚΑΕ όταν αυτή είναι η συνήθης συχνότητα υπολογισμού της ΚΑΕ που έχει εγκριθεί από τις αρμόδιες αρχές του ΟΣΕΚΑ. Άλλες περιστάσεις ή γεγονότα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη γνωστοποίηση παραπλανητικών στοιχείων πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη.

Οι φορολογικές ελαφρύνσεις δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

Η μέθοδος υπολογισμού του ΔΣΕ πρέπει να λάβει την έγκριση των ελεγκτών του ΟΣΕΚΑ ή/και των αρμόδιων αρχών.

4.   Συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής και προμήθειες soft

Οι συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής για έξοδα που κανονικά δεν περιλαμβάνονται στο ΔΣΕ προβλέπουν συχνά ότι η εταιρεία διαχείρισης ή ένα άλλο μέρος καλύπτει πράγματι, ολοσχερώς ή εν μέρει, το λειτουργικό κόστος που κανονικά θα πρέπει να περιλαμβάνεται στον ΔΣΕ. Επομένως, το κόστος αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του ΔΣΕ προσθέτοντας στο συνολικό λειτουργικό κόστος οποιαδήποτε αμοιβή της εταιρείας διαχείρισης (ή άλλου μέρους) που συνεπάγεται η εφαρμογή αυτών των συμφωνιών επιμερισμού τους αμοιβής.

Δεν συντρέχει λόγος να λαμβάνονται υπόψη συμφωνίες επιμερισμού της αμοιβής για έξοδα που έχουν ήδη ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό του ΔΣΕ. Οι προμήθειες soft πρέπει επίσης να παραμείνουν εκτός του πλαισίου του ΔΣΕ.

Επομένως:

η αμοιβή εταιρείας διαχείρισης μέσω συμφωνίας επιμερισμού της αμοιβής με χρηματιστή όσον αφορά το κόστος των συναλλαγών και με άλλες εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων στην περίπτωση ΟΣΕΚΑ που επενδύουν σε τίτλους άλλων ΟΣΕΚΑ (εφόσον η αμοιβή αυτή δεν έχει ήδη ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό του σύνθετου ΔΣΕ ή μέσω άλλου κόστους που έχει ήδη βαρύνει τον ΟΣΕΚΑ και έχει επομένως άμεσα περιληφθεί στον ΔΣΕ) πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ΔΣΕ,

αντίθετα, η αμοιβή που λαμβάνει μία εταιρεία διαχείρισης στο πλαίσιο συμφωνίας επιμερισμού της αμοιβής με έναν ΟΣΕΚΑ [πλην της περίπτωσης κατά την οποία η αμοιβή αυτή εμπίπτει στο πεδίο της ειδικής περίπτωσης που καλύπτεται στην προηγούμενη περίπτωση (ΟΣΕΚΑ που επενδύσει σε άλλον ΟΣΕΚΑ)] δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον απολογισμό του ΔΣΕ.

5.   Αμοιβή επίδοσης

Η αμοιβή επίδοσης πρέπει να περιλαμβάνεται στον ΔΣΕ και πρέπει επίσης να γνωστοποιείται ξεχωριστά και να εκφράζεται ως ποσοστό της μέσης καθαρής αξίας ενεργητικού.

6.   ΟΣΕΚΑ που επενδύουν σε ΟΣΕΚΑ ή σε μη ΟΣΕΚΑ

Όταν ο ΟΣΕΚΑ επενδύει τουλάχιστον το 10 % της καθαρής αξίας του ενεργητικού του σε άλλον ΟΣΕΚΑ ή σε μη ΟΣΕΚΑ που δημοσιεύει ΔΣΕ σύμφωνα με το παράρτημα αυτό, ο πρώτος ΟΣΕΚΑ πρέπει να γνωστοποιεί σύνθετο ΔΣΕ που αντιστοιχεί σε αυτή την επένδυση.

Ο σύνθετος ΔΣΕ ισούται με:

το συνολικό λειτουργικό κόστος του ΟΣΕΚΑ όπως αυτό εκφράζεται με τον ΔΣΕ και όλα τα στοιχεία κόστους που βαρύνουν τον ΟΣΕΚΑ στο πλαίσιο των συμμετοχών του σε υποκείμενα κεφάλαια (π.χ. τα στοιχεία κόστους που συμπεριλαμβάνονται στον ΔΣΕ των υποκείμενων κεφαλαίων, σταθμισμένα με βάση την το εκατοστιαίο ποσοστό επένδυσης του ΟΣΕΚΑ), συν τα έξοδα εγγραφής και εξαγοράς αυτών των υποκείμενων κεφαλαίων, προς

το μέσο καθαρό ενεργητικό του κεφαλαίου.

Όπως αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, τα έξοδα εγγραφής και τα έξοδα εξαγοράς των υποκείμενων κεφαλαίων πρέπει να περιλαμβάνονται στον ΔΣΕ. Τα έξοδα αυτά μπορούν να μην λαμβάνονται υπόψη στο σχετικό υπολογισμό όταν τα υποκείμενα κεφάλαια ανήκουν στον ίδιο όμιλο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παράγραφος 3 της οδηγίας 85/611/EOΚ.

Σε περίπτωση που οποιοσδήποτε υποκείμενος μη ΟΣΕΚΑ δεν δημοσιεύει ΔΣΕ σύμφωνα με το παράρτημα αυτό, η γνωστοποίηση των στοιχείων κόστους προσαρμόζεται και γίνεται με τον ακόλουθο τρόπο:

πρέπει να γνωστοποιείται η αδυναμία υπολογισμού του σύνθετου ΔΣΕ για αυτό το κλάσμα της επένδυσης,

πρέπει να γνωστοποιείται στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο το μέγιστο ποσοστό διαχειριστικής αμοιβής που βαρύνει το (τα) υποκείμενο(-α) κεφάλαια,

πρέπει να γνωστοποιηθεί ένα σύνθετο αριθμητικό στοιχείο για το συνολικό αναμενόμενο κόστος υπολογίζοντας:

έναν ελλιπή σύνθετο ΔΣΕ που να ενσωματώνει το ΔΣΕ καθενός υποκείμενου κεφαλαίου για το οποίο ο ΔΣΕ υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα αυτό, σταθμισμένο με βάση το εκατοστιαίο ποσοστό που αντιπροσωπεύει η επένδυση του ΟΣΕΚΑ,

για κάθε ένα από τα άλλα υποκείμενα κεφάλαια, τα έξοδα εγγραφής και εξαγοράς συν την ακριβέστερη διαθέσιμη εκτίμηση των στοιχείων κόστους που μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό του ΔΣΕ. Στην εκτίμηση αυτή πρέπει να συμπεριληφθεί η μέγιστη διαχειριστική αμοιβή και η πιο πρόσφατη διαθέσιμη επίδοση αμοιβής για αυτό το κεφάλαιο, σταθμισμένες με βάση το εκατοστιαίο ποσοστό που αντιπροσωπεύει η επένδυση του ΟΣΕΚΑ.

7.   Αμοιβαία κεφάλαια τύπου «ομπρέλα»/αμοιβαία κεφάλαια επενδύοντα σε κινητές αξίες διαφόρων κατηγοριών

Στην περίπτωση αμοιβαίων κεφαλαίων τύπου «ομπρέλα», ο ΔΣΕ πρέπει να υπολογίζεται για κάθε επιμέρους αμοιβαίο κεφάλαιο. Στην περίπτωση αμοιβαίων κεφαλαίων που επενδύουν σε πολυάριθμες κατηγορίες κινητών αξιών, εάν ο ΔΣΕ διαφέρει μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών μετοχών, πρέπει να υπολογίζεται και να γνωστοποιείται ξεχωριστός ΔΣΕ για κάθε κατηγορία μετοχών. Επιπλέον, για να τηρηθεί η αρχή της ισότητας μεταξύ μετόχων, όταν μεταξύ των κατηγοριών αυτών υφίστανται διαφορές στις αμοιβές και στα έξοδα, οι διαφορετικές αυτές αμοιβές/έξοδα πρέπει να γνωστοποιούνται ξεχωριστά στο απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο. Στην περίπτωση αυτή, το απλοποιημένο αυτό δελτίο πρέπει να διευκρινίζεται ότι στο πλήρες ενημερωτικό δελτίο αναφέρονται τα αντικειμενικά κριτήρια στα οποία βασίζονται οι διαφορές αυτές (π.χ. το ποσό της εγγραφής).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Δείκτης εναλλαγής χαρτοφυλακίου

Ο δείκτης εναλλαγής χαρτοφυλακίου ενός ΟΣΕΚΑ ή, κατά περίπτωση, ενός επενδυτικού τμήματος πρέπει να υπολογίζεται με τον ακόλουθο τρόπο:

 

Αγορές κινητών αξιών = X

 

Πωλήσεις κινητών αξιών = Y

 

Σύνολο 1 = Σύνολο πράξεων σε κινητές αξίες = X + Y

 

Εκδόσεις/Εγγραφές μεριδίων του ΟΣΕΚΑ = S

 

Διαγραφές/Εξαγορές μεριδίων του ΟΣΕΚΑ = T

 

Σύνολο 2 = Σύνολο πράξεων σε μερίδια του ΟΣΕΚΑ = S + T

 

Μέσος όρος αναφοράς του συνολικού καθαρού ενεργητικού = M

 

Formula

Ο μέσος όρος αναφοράς του συνολικού καθαρού ενεργητικού αντιστοιχεί στο μέσο όρο των καθαρών αξιών ενεργητικού που υπολογίζονται με την ίδια συχνότητα σύμφωνα με το παράρτημα Ι σημείο 3.2. Ο γνωστοποιούμενος δείκτης εναλλαγής πρέπει να αντιστοιχεί στην περίοδο ή στις περιόδους για τις οποίες γνωστοποιείται ένας ΔΣΕ. Σε κάθε περίπτωση, το απλοποιημένο ενημερωτικό δελτίο πρέπει να περιλαμβάνει σαφή παραπομπή σε πηγή πληροφοριών (π.χ. δικτυακός τόπος του ΟΣΕΚΑ) όπου ο ενδιαφερόμενος επενδυτής μπορεί να αναζητήσει τους δείκτες εναλλαγής χαρτοφυλακίου για προηγούμενες περιόδους.


(1)  ΕΕ L 375 της 31.12.1985, σ. 3· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2001/108/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 41 της 13.2.2001, σ. 35).

(2)  ΕΕ L 41 της 13.2.2001, σ. 20.

(3)  Αυτή η μη εξαντλητική τυπολογία των βάσεων υπολογισμού αντικατοπτρίζει την ποικιλομορφία των πρόσφατων εμπορικών πρακτικών στα διάφορα κράτη μέλη (δηλαδή στα τέλη 2003) και η χρήση της δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι συνιστά γενική επικύρωση της συμμόρφωσης οποιασδήποτε μεμονωμένης συμφωνίας ή προμήθειας με την οδηγία 85/611/EΟΚ όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τις οδηγίες 2001/107/EΚ και 2001/108/EΚ, και ιδίως με το άρθρο 5στ) παράγραφος 1 στοιχείο β), όσον αφορά τις συγκρούσεις συμφέροντος, ή με εθνικές ρυθμίσεις.


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/38


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/385/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 2004, για ανάθεση σε οργανισμούς εκτέλεσης της διαχείρισης της ενίσχυσης για τη χρηματοδότηση των προενταξιακών μέτρων στους τομείς της γεωργίας και της αγροτικής ανάπτυξης στην Ουγγαρία κατά τη διάρκεια της προενταξιακής περιόδου

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/385/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 27ης Απριλίου 2004

για ανάθεση σε οργανισμούς εκτέλεσης της διαχείρισης της ενίσχυσης για τη χρηματοδότηση των προενταξιακών μέτρων στους τομείς της γεωργίας και της αγροτικής ανάπτυξης στην Ουγγαρία κατά τη διάρκεια της προενταξιακής περιόδου

(2004/385/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1266/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, σχετικά με το συντονισμό της βοήθειας προς τις υποψήφιες χώρες στο πλαίσιο της προενταξιακής στρατηγικής και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3906/89 (1), και ιδίως το άρθρο 12 παράγραφος 2,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1268/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, σχετικά με την κοινοτική στήριξη για τα προενταξιακά μέτρα που αφορούν τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη στις υποψήφιες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης κατά την προενταξιακή περίοδο (2), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφοι 5 και 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το ειδικό πρόγραμμα ένταξης για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη για την Ουγγαρία (εφεξής «Sapard») εγκρίθηκε με την απόφαση της Επιτροπής της 18ης Οκτωβρίου 2000 (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2004, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 5 και 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1268/1999.

(2)

Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας και η Επιτροπή, ενεργώντας εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, υπέγραψαν την 1η Μαρτίου 2001 την πολυετή χρηματοδοτική συμφωνία η οποία θεσπίζει το τεχνικό, νομικό και διοικητικό πλαίσιο για την εκτέλεση του προγράμματος Sapard, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την ετήσια χρηματοδοτική συμφωνία για το 2003, η οποία υπεγράφη στις 28 Ιουλίου 2003 και άρχισε να ισχύει στις 22 Δεκεμβρίου 2003.

(3)

Για την υλοποίηση ορισμένων μέτρων που καθορίζονται στο Sapard ορίστηκε από την αρμόδια αρχή της Ουγγαρίας ένας οργανισμός για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη (εφεξής «Arda»), πρόσωπο δημοσίου δικαίου με νομική προσωπικότητα υπαγόμενο στο Υπουργείο Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης. Το ταμείο εθνικών πόρων του Υπουργείου Οικονομικών έχει οριστεί για τα χρηματοοικονομικά καθήκοντα που πρόκειται να ασκήσει στο πλαίσιο της υλοποίησης του Sapard.

(4)

Με βάση μια κατά περίπτωση ανάλυση της ικανότητας διαχείρισης εθνικών και τομεακών προγραμμάτων/έργων, των διαδικασιών δημοσιονομικού ελέγχου και των δομών όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1266/1999, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2002/927/EΚ, της 26ης Νοεμβρίου 2002, περί αναθέσεως σε εκτελεστικούς φορείς της διαχείρισης της κοινοτικής ενίσχυσης για τα προενταξιακά μέτρα, στους τομείς της γεωργίας και της αγροτικής ανάπτυξης στην Ουγγαρία κατά την προενταξιακή περίοδο (4) όσον αφορά ορισμένα μέτρα που προβλέπονται στο Sapard.

(5)

Η Επιτροπή προέβη σε περαιτέρω ανάλυση, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1266/1999, όσον αφορά το μέτρο 1305 «Ανακαίνιση και ανάπτυξη των χωριών, προστασία και διατήρηση της αγροτικής κληρονομιάς» και το μέτρο 1306 «Ανάπτυξη και διαφοροποίηση οικονομικών δραστηριοτήτων, πολλαπλές δραστηριότητες, εναλλακτικό εισόδημα» (εφεξής «μέτρο 1305 και μέτρο 1306»), όπως προβλέπονται στο Sapard. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, όσον αφορά επίσης τα μέτρα αυτά, η Ουγγαρία πληροί τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 6 και του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2222/2000 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2000, για τον καθορισμό των χρηματοδοτικών κανόνων για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1268/1999 του Συμβουλίου για την κοινοτική στήριξη για τα προενταξιακά μέτρα που αφορούν τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη σε υποψήφιες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης κατά την προενταξιακή περίοδο (5), καθώς και τους ελάχιστους όρους που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1266/1999.

(6)

Είναι, επομένως, σκόπιμο να αρθεί η απαίτηση της εκ των προτέρων έγκρισης που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1266/1999 και να ανατεθεί, όσον αφορά τα μέτρα 1305 και 1306, στον Arda και στο ταμείο εθνικών πόρων του Υπουργείου Οικονομικών της Ουγγαρίας η διαχείριση της ενίσχυσης σε αποκεντρωμένη βάση.

(7)

Επειδή όμως οι έλεγχοι που διεξήγαγε η Επιτροπή για τα μέτρα 1305 και 1306 βασίζονται σε ένα σύστημα το οποίο δεν λειτουργεί ακόμη πλήρως όσον αφορά όλα τα σχετικά στοιχεία, ενδείκνυται να ανατεθεί η διαχείριση του προγράμματος Sapard στον Arda και στο ταμείο εθνικών πόρων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2222/2000, σε προσωρινή βάση.

(8)

Η πλήρης ανάθεση της διαχείρισης του Sapard προβλέπεται μόνο εφόσον θα έχουν διεξαχθεί επιπλέον έλεγχοι, για να διασφαλιστεί ότι το σύστημα λειτουργεί ικανοποιητικά και θα έχουν εφαρμοστεί οι συστάσεις που ενδέχεται να εκδώσει η Επιτροπή όσον αφορά την ανάθεση της διαχείρισης της ενίσχυσης στον Arda και στο ταμείο εθνικών πόρων.

(9)

Στις 2 Απριλίου 2004 οι αρχές της Ουγγαρίας υπέβαλαν πρόταση σχετικά με τους κανόνες επιλεξιμότητας των δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του τμήματος B της πολυετούς χρηματοδοτικής συμφωνίας. Η Επιτροπή καλείται να λάβει απόφαση επί του θέματος,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Αίρεται η απαίτηση της εκ των προτέρων έγκρισης, εκ μέρους της Επιτροπής, της επιλογής των έργων και της σύναψης της σύμβασης για το μέτρο 1305 και το μέτρο 1306 από την Ουγγαρία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1266/1999.

Άρθρο 2

Η διαχείριση του προγράμματος Sapard ανατίθεται σε προσωρινή βάση:

1.

Στον Arda που υπάγεται στο Υπουργείο Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ουγγαρίας, στη διεύθυνση Alkotmány út 29, District V, Budapest, για την υλοποίηση του μέτρου 1305 και του μέτρου 1306, όπως καθορίζεται στο πρόγραμμα για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη, το οποίο εγκρίθηκε με την απόφαση C(2000) 2738 τελικό της Επιτροπής στις 18 Οκτωβρίου 2000, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση της Επιτροπής που εκδόθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2004.

2.

Στο ταμείο εθνικών πόρων του Υπουργείου Οικονομικών της Ουγγαρίας, στη διεύθυνση József Nádor tér 2-4., District V, Budapest, για τα χρηματοοικονομικά καθήκοντα που πρόκειται να ασκήσει στο πλαίσιο της υλοποίησης του προγράμματος Sapard για το μέτρο 1305 και το μέτρο 1306 για την Ουγγαρία.

Άρθρο 3

Οι δαπάνες σύμφωνα με την παρούσα απόφαση είναι επιλέξιμες για κοινοτική συγχρηματοδότηση μόνον εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί από τους δικαιούχους μετά την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης ή, μεταγενέστερα, μετά την ημερομηνία θέσπισης της πράξης που τους καθιστά δικαιούχους για το εν λόγω έργο, εκτός από τις μελέτες σκοπιμότητας και άλλες σχετικές μελέτες καθώς και την τεχνική βοήθεια, για τις οποίες η ημερομηνία αυτή θα είναι η 18η Οκτωβρίου 2000, υπό την προϋπόθεση ότι ο Arda δεν έχει πραγματοποιήσει καμία πληρωμή πριν από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 4

Με την επιφύλαξη ενδεχόμενων αποφάσεων για τη χορήγηση ενίσχυσης σε μεμονωμένους δικαιούχους στα πλαίσια του προγράμματος Sapard, εφαρμόζονται οι κανόνες επιλεξιμότητας των δαπανών τους οποίους πρότεινε η Ουγγαρία με την επιστολή της 2ας Απριλίου 2004, που πρωτοκολλήθηκε στην Επιτροπή με τον αριθμό AGR A 11682 της 6ης Απριλίου 2004.

Βρυξέλλες, 27 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 68.

(2)  ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 87· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 696/2003 (ΕΕ L 99 της 17.4.2003, σ. 24).

(3)  C(2000) 2738 τελικό.

(4)  ΕΕ L 322 της 27.11.2002, σ. 51.

(5)  ΕΕ L 253 της 7.10.2000, σ. 5· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 188/2003 (ΕΕ L 27 της 1.2.2003, σ. 14).


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/40


Διορθωτικό στην απόφαση 2004/386/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2004, σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας των Ζώων (OIE) για τη διαμεσολαβητική διαδικασία του OIE το 2004

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η απόφαση 2004/386/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 28ηςΑπριλίου 2004

σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας των Ζώων (OIE) για τη διαμεσολαβητική διαδικασία του OIE το 2004

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/386/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (1), και ιδίως το άρθρο 20,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με την απόφαση 90/424/ΕΟΚ, η Κοινότητα αναλαμβάνει ή ενισχύει τα κράτη μέλη ώστε να αναλαμβάνουν τις τεχνικές και επιστημονικές ενέργειες που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη της κοινοτικής νομοθεσίας στον κτηνιατρικό τομέα και για την ανάπτυξη της κτηνιατρικής εκπαίδευσης και κατάρτισης.

(2)

Κατόπιν αιτήματος τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας των Ζώων (OIE) συγκάλεσε στις 11 Φεβρουαρίου 2004 στην έδρα του συνεδρίαση με εκπροσώπους και των δύο μερών. Οι συζητήσεις διεξήχθησαν υπό την αιγίδα του OIE, για να λυθούν τα προβλήματα που αφορούν την ερμηνεία και την τήρηση των προτύπων του OIE που περιλαμβάνονται σήμερα στον κώδικα του OIE για την υγεία των χερσαίων ζώων όσον αφορά την ΣΕΒ («χερσαίος κώδικας»).

(3)

Το τελικό αποτέλεσμα των συζητήσεων θα μπορούσε να χρησιμεύσει για την κατάρτιση περαιτέρω προτάσεων τροποποίησης του «χερσαίου κώδικα» για την ΣΕΒ και, στη συνέχεια, να αποτελέσει μέρος της περαιτέρω ανάπτυξης της κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας.

(4)

Κατά συνέπεια, η Κοινότητα πρέπει να υποστηρίξει τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διαμεσολαβητική διαδικασία του OIE, τα έξοδα της οποίας ανέρχονται σε 8 000 ευρώ για κάθε αντιπροσωπεία.

(5)

Επομένως, πρέπει να δεσμευθούν οι δημοσιονομικοί πόροι που απαιτούνται για την κοινοτική συμμετοχή στη διαμεσολαβητική διαδικασία του OIE, η οποία δρομολογήθηκε τον Φεβρουάριο του 2004.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Με την παρούσα απόφαση εγκρίνεται η συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη διαμεσολαβητική διαδικασία του ΟΙΕ, η οποία θα χρηματοδοτηθεί από τη γραμμή 17 04 02 του προϋπολογισμού της Ένωσης για το έτος 2004 μέχρι ποσού 8 000 ευρώ το πολύ.

Βρυξέλλες, 28 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 19· απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).


7.6.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 199/41


Διορθωτικό στη σύσταση 2004/394/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2004, για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων και τις στρατηγικές περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: ακετονιτρίλιο, ακρυλαμίδιο, ακρυλονιτρίλιο, ακρυλικό οξύ, βουταδιένιο, υδροφθόριο, υπεροξείδιο του υδρογόνου, μεθακρυλικό οξύ, μεθακρυλικό μεθύλιο, τολουόλιο, τριχλωροβενζόλιο

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 144 της 30ής Απριλίου 2004 )

Η σύσταση 2004/394/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 29ης Απριλίου 2004

για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων και τις στρατηγικές περιορισμού των κινδύνων από τις ουσίες: ακετονιτρίλιο, ακρυλαμίδιο, ακρυλονιτρίλιο, ακρυλικό οξύ, βουταδιένιο, υδροφθόριο, υπεροξείδιο του υδρογόνου, μεθακρυλικό οξύ, μεθακρυλικό μεθύλιο, τολουόλιο, τριχλωροβενζόλιο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 1446]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2004/394/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες (1), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου οι ακόλουθες ουσίες χαρακτηρίστηκαν ως ουσίες προς αξιολόγηση κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1179/94 της Επιτροπής, της 25ης Μαΐου 1994, για τον πρώτο πίνακα ουσιών προτεραιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (2), ο οποίος επίσης ορίζει για τις εν λόγω ουσίες τα ακόλουθα κράτη μέλη εισηγητές:

ακετονιτρίλιο, κράτος μέλος εισηγητής: Ισπανία,

ακρυλαμίδιο, κράτος μέλος εισηγητής: Ηνωμένο Βασίλειο,

ακρυλονιτρίλιο, κράτος μέλος εισηγητής: Ιρλανδία,

ακρυλικό οξύ, κράτος μέλος εισηγητής: Γερμανία,

βουταδιένιο, κράτος μέλος εισηγητής: Ηνωμένο Βασίλειο,

υδροφθόριο, κράτος μέλος εισηγητής: Κάτω Χώρες,

μεθακρυλικό οξύ, κράτος μέλος εισηγητής: Γερμανία,

μεθακρυλικό μεθύλιο, κράτος μέλος εισηγητής: Γερμανία.

(2)

Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 οι ακόλουθες ουσίες χαρακτηρίστηκαν ως ουσίες προς αξιολόγηση κατά προτεραιότητα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2268/95 της Επιτροπής, της 27ης Σεπτεμβρίου 1995, για τον δεύτερο πίνακα ουσιών προτεραιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (3), ο οποίος επίσης ορίζει για τις εν λόγω ουσίες τα ακόλουθα κράτη μέλη εισηγητές:

υπεροξείδιο του υδρογόνου, κράτος μέλος εισηγητής: Φινλανδία,

τολουόλιο, κράτος μέλος εισηγητής: Δανία,

τριχλωροβενζόλιο, κράτος μέλος εισηγητής: Δανία.

(3)

Τα ανωτέρω κράτη μέλη εισηγητές ολοκλήρωσαν τις δραστηριότητες αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον ως προς τις συγκεκριμένες ουσίες και πρότειναν στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1994, για τον καθορισμό των αρχών αξιολόγησης των κινδύνων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον από τις υπάρχουσες ουσίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (4).

(4)

Ζητήθηκε και διατυπώθηκε η γνώμη της επιστημονικής επιτροπής για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον σχετικά με τις αξιολογήσεις κινδύνων που διενεργήθηκαν από τα κράτη μέλη εισηγητές.

(5)

Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων παρατίθενται στο παράρτημα.

(6)

Με βάση τα μέτρα που συνιστούν οι εισηγητές, τα κράτη μέλη και ο ενδιαφερόμενος κλάδος θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, την εγκεκριμένη αξιολόγηση κινδύνων και να εφαρμόζουν τις σχετικές συστάσεις, ώστε να εξασφαλιστεί ο έλεγχος των κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον για καθεμία από τις ουσίες που αποτέλεσαν το αντικείμενο εκτίμησης κινδύνων. Η Επιτροπή έχει επίσης καταρτίσει κατάλογο κοινοτικών νομοθετικών μέτρων, στα οποία θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα.

(7)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συγκροτηθεί βάσει του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

1.

Σε όλους τους κλάδους που εισάγουν, παράγουν, μεταφέρουν, αποθηκεύουν, μορφοποιούν σε παρασκευάσματα ή υποβάλλουν σε άλλη επεξεργασία, χρησιμοποιούν, διαθέτουν ως απόβλητα ή ανακτούν τις ακόλουθες ουσίες:

1.

Ακετονιτρίλιο

αριθ. CAS 75-05-8

αριθ. Einecs 200-835-2

2.

Ακρυλαμίδιο

αριθ. CAS 79-06-1

αριθ. Einecs 201-173-7

3.

Ακρυλονιτρίλιο

αριθ. CAS 107-13-1

αριθ. Einecs 203-466-5

4.

Ακρυλικό οξύ

αριθ. CAS 79-10-7

αριθ. Einecs 201-177-9

5.

Βουταδιένιο

αριθ. CAS 106-99-0

αριθ. Einecs 203-450-8

6.

Υδροφθόριο

αριθ. CAS 7664-39-3

αριθ. Einecs 231-634-8

7.

Υπεροξείδιο του υδρογόνου

αριθ. CAS 7722-84-1

αριθ. Einecs 231-765-0

8.

Μεθακρυλικό οξύ

αριθ. CAS 79-41-4

αριθ. Einecs 201-204-4

9.

Μεθακρυλικό μεθύλιο

αριθ. CAS 80-62-6

αριθ. Einecs 201-297-1

10.

Τολουόλιο

αριθ. CAS 108-88-3

αριθ. Einecs 203-625-9

11.

Τριχλωροβενζόλιο

αριθ. CAS 120-82-1

αριθ. Einecs 204-428-0,

να λαμβάνουν υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των κινδύνων που παρατίθενται στην ενότητα «Εκτίμηση κινδύνων» των μερών 1 έως 11 του παραρτήματος για καθεμία από τις αναφερόμενες ουσίες.

2.

Να εφαρμόζεται η στρατηγική περιορισμού των κινδύνων που παρατίθεται στην ενότητα «Στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων» των μερών 1 έως 11 του παραρτήματος της παρούσας σύστασης. Εφόσον θεωρείται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι, οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να εξασφαλίζεται η διατήρηση των μέτρων περιορισμού των κινδύνων που εφαρμόζονται σήμερα.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται σε όλους τους κλάδους που εισάγουν, παράγουν, μεταφέρουν, αποθηκεύουν, μορφοποιούν σε παρασκευάσματα ή υποβάλλουν σε άλλη επεξεργασία, χρησιμοποιούν, διαθέτουν ως απόβλητα ή ανακτούν τις ανωτέρω ουσίες, καθώς και στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 29 Απριλίου 2004.

Για την Επιτροπή

Margot WALLSTRÖM

Μέλος της Επιτροπής

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΜΕΡΟΣ 1

Αριθ. CAS 75-05-8 Αριθ. Einecs 200-835-2

Συντακτικός τύπος

:

CH3–C ≡ N

Ονομασία Einecs

:

Ακετονιτρίλιο

Ονομασία IUPAC

:

Ακετονιτρίλιο

Εισηγητής

:

Ισπανία

Ταξινόμηση (5)

:

F: R11

Xn: R20/21/22

Xi: R36

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (6). Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν για τη σύνθεση χημικών ουσιών βιομηχανικής χρήσης, φαρμακευτικών προϊόντων και γεωργικών φαρμάκων, καθώς και στην παραγωγή φωτογραφικών φιλμ. Στις άλλες χρήσεις περιλαμβάνονται η χρήση ως διαλύτη σε διάφορες διεργασίες εκχύλισης, καθώς και στα εργαστήρια ερευνών και αναλύσεων. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης του ανθρώπου και του περιβάλλοντος στην ουσία, ειδικότερα η ουσία σχηματίζεται κατά την καύση βιομάζας και απαντά στα καυσαέρια των αυτοκινήτων, οι οποίες δεν είναι προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης δεν συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων. Ωστόσο, η πλήρης έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή, παρέχει πληροφορίες για τους εν λόγω κινδύνους.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της δερματικής έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση της ουσίας ως διαλύτη και ως ενδιάμεσου προϊόντος.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα υδάτινα και τα χερσαία οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση της ουσίας στη φαρμακοβιομηχανία.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση της ουσίας στη φαρμακοβιομηχανία.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές εκπομπών ακετονιτριλίου (π.χ. καύση ορυκτών καυσίμων), οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 793/93 και δεν ελήφθησαν υπόψη στη στρατηγική περιορισμού των κινδύνων.

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να εξεταστεί το ενδεχόμενο να αναθεωρηθεί η ισχύουσα οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης, που θεσπίστηκε με την οδηγία 91/322/EOK της Επιτροπής (7), ώστε να παρέχει ένδειξη ότι η δερματική έκθεση μπορεί να συμβάλει στη σωματική επιβάρυνση των εργαζομένων.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο προσθήκης του ακετονιτριλίου στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας του παραρτήματος Χ της οδηγίας 2000/60/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) (οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα) κατά την επόμενη αναθεώρηση του εν λόγω παραρτήματος.

Για να διευκολυνθεί η χορήγηση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK του Συμβουλίου (9) (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), αυτή η ουσία θα πρέπει να καλυφθεί από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT.

Οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον θα πρέπει να ελέγχονται, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

ΜΕΡΟΣ 2

Αριθ. CAS 79-06-1 Αριθ. Einecs 201-173-7

Συντακτικός τύπος

:

CH2 = CH - CONH2

Ονομασία Einecs

:

Ακρυλαμίδιο

Ονομασία IUPAC

:

2-προπεναμίδιο

Εισηγητής

:

Ηνωμένο Βασίλειο

Ταξινόμηση (10)

:

Καρκινογόνο, κατηγορία 2:R45

Μεταλλαξιογόνο, κατηγορία 2:R46

Τοξικό για την αναπαραγωγή, κατηγορία 3:R62

T:R25

T:R48/23/24/25

Xn:R20/21

Xi:R36/38

R43

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (11).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν στη χημική βιομηχανία για την παραγωγή πολυακρυλαμιδίου. Άλλες χρήσεις είναι στην επιτόπια παρασκευή πηκτωμάτων πολυακρυλαμιδίου και ως μέσο παρασκευής ρευστοκονιαμάτων. Οι κύριες χρήσεις του πολυακρυλαμιδίου είναι στην επεξεργασία λυμάτων, στην επεξεργασία χαρτιού και χαρτοπολτού και στην επεξεργασία ορυκτών, ενώ οι δευτερεύουσες χρήσεις του περιλαμβάνουν τη χρήση ως προσθέτου καλλυντικών και ως εδαφοβελτιωτικού. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για μεταλλαξιογένεση και καρκινογένεση ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται η παραγωγή της ουσίας, η χρήση της ως ενδιάμεσου προϊόντος στη χημική βιομηχανία για την παραγωγή πολυακρυλαμιδίου, η χρήση πολυακρυλαμιδίου, η χρήση πηκτωμάτων πολυακρυλαμιδίου στην ηλεκτροφόρηση και η χρήση ρευστοκονιαμάτων ακρυλαμιδίου (εφαρμογές μικρής και μεγάλης κλίμακας),

ανησυχιών για νευροτοξικότητα και αναπαραγωγική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η μικρής και μεγάλης κλίμακας χρήση ρευστοκονιαμάτων ακρυλαμιδίου.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

είναι ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν κίνδυνοι σε οποιοδήποτε επίπεδο έκθεσης, δεδομένου ότι η ουσία χαρακτηρίζεται καρκινογόνος χωρίς κατώτατο όριο. Θα πρέπει να εξεταστούν η επάρκεια των υφιστάμενων μέτρων ελέγχου και η σκοπιμότητα και δυνατότητα πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων. Ωστόσο, από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτουν ενδείξεις ότι οι κίνδυνοι είναι ήδη χαμηλοί. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση της επάρκειας των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και της σκοπιμότητας και δυνατότητας πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων για τον περιορισμό των κινδύνων.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για νευροτοξικότητα, αναπαραγωγική τοξικότητα, μεταλλαξιογένεση και καρκινογένεση ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση ρευστοκονιαμάτων ακρυλαμιδίου σε εφαρμογές μεγάλης κλίμακας στις κατασκευές.

Πέραν του προαναφερόμενου συμπεράσματος, δεν μπορούν να αποκλειστούν κίνδυνοι από τις υπόλοιπες χρήσεις, δεδομένου ότι η ουσία χαρακτηρίζεται καρκινογόνος χωρίς κατώτατο όριο. Θα πρέπει να εξεταστούν η επάρκεια των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και η σκοπιμότητα και δυνατότητα πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων. Ωστόσο, από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτουν ενδείξεις ότι οι κίνδυνοι είναι ήδη χαμηλοί. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση της επάρκειας των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και της σκοπιμότητας και δυνατότητας πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων για τον περιορισμό των κινδύνων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα υδάτινα οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση ρευστοκονιαμάτων ακρυλαμδίου σε εφαρμογές στις κατασκευές, καθώς και για την έμμεση έκθεση άλλων οργανισμών μέσω της ρύπανσης των υδάτων από την ίδια χρήση.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για τη χρήση ρευστοκονιαμάτων ακρυλαμιδίου σε εφαρμογές στις κατασκευές. Τα απαιτούμενα στοιχεία ή/και δοκιμές είναι:

στοιχεία με σκοπό την ακριβέστερη αξιολόγηση των κινδύνων για το περιβάλλον.

Η ανάγκη συγκέντρωσης των στοιχείων αυτών επαναξιολογήθηκε, λαμβάνοντας υπόψη τη στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων και δεν υφίσταται πλέον (βλέπε ενότητα ΙΙ «Στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων»).

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για την ΥΓΕΊΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΏΠΟΥ και το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Συνιστάται:

να εξεταστεί σε κοινοτικό επίπεδο το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών εμπορίας και χρήσης με την οδηγία 76/769/EOK του Συμβουλίου (12) όσον αφορά τη χρήση ακρυλαμιδίου (13) σε ρευστοκονιάματα για εφαρμογές μικρής και μεγάλης κλίμακας,

ενδέχεται να απαιτηθούν περαιτέρω εργασίες για να προσδιοριστεί αν δικαιολογούνται παρεκκλίσεις,

η προτεινόμενη επιβολή περιορισμών στη εμπορία και τη χρήση θα εξαλείψει την ανάγκη για περισσότερα στοιχεία με σκοπό την ακριβέστερη αξιολόγηση των κινδύνων για το περιβάλλον.

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για το ακρυλαμίδιο.

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

Τα ισχύοντα νομοθετικά μέτρα για την προστασία των καταναλωτών, και ειδικότερα οι διατάξεις της οδηγίας 76/769/EOK (οδηγία για την εμπορία και τη χρήση), όσον αφορά τις καρκινογόνους, μεταλλαξιογόνους και τοξικές για την αναπαραγωγή ουσίες, και της οδηγίας 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) (γενική ασφάλεια των προϊόντων), όσον αφορά τα προϊόντα, θεωρούνται επαρκή για την αντιμετώπιση των προσδιορισμένων κινδύνων.

ΜΕΡΟΣ 3

Αριθ. CAS 107-13-1 Αριθ. Einecs 203-466-5

Συντακτικός τύπος

:

CH2 = CH – C ≡ N

Ονομασία Einecs

:

Ακρυλονιτρίλιο

Ονομασία IUPAC

:

2- προπενονιτρίλιο

Εισηγητής

:

Ιρλανδία

Ταξινόμηση (15)

:

F:R11

Καρκινογόνο, κατηγορία 2:R45

T:R23/24/25

Xi:R37/38

R41

R43

N:R51/53

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (16).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως μονομερές στην παραγωγή πολυμερών υλικών, πρωτίστως ακρυλικών και μοδακρυλικών ινών, πλαστικών ακρυλονιτριλίου-βουταδιενίου-στυρολίου και πλαστικών στυρολίου-ακρυλονιτριλίου. Άλλες χρήσεις είναι ως μονομερές στη σύνθεση νέων πολυμερών υλικών και στην παραγωγή ακρυλαμιδίου, αδιπονιτριλίου, λιπαρών αμινών και λιπαρών αλκοολών.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης στην ουσία, οι οποίες έχουν σημασία για τον άνθρωπο και το περιβάλλον και δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα· ειδικότερα, η ουσία σχηματίζεται κατά την καύση ορυκτών καυσίμων. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης δεν συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων. Ωστόσο, η πλήρης έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή παρέχει πληροφορίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση των εν λόγω κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για γενικές συστημικές επιδράσεις και καρκινογένεση ως συνέπεια της έκθεσης κατά την παραγωγή και την επεξεργασία της ουσίας.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

δεν μπορούν να αποκλειστούν κίνδυνοι σε όλα τα σενάρια έκθεσης, δεδομένου ότι η ουσία θεωρείται σήμερα καρκινογόνος χωρίς κατώτατο όριο. Θα πρέπει να εξεταστούν η επάρκεια των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και η σκοπιμότητα και δυνατότητα πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων. Ωστόσο, από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτουν ενδείξεις ότι οι κίνδυνοι είναι ήδη χαμηλοί. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση της επάρκειας των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και της σκοπιμότητας και δυνατότητας πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων για τον περιορισμό των κινδύνων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στο τοπικό υδάτινο στοιχείο ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η παραγωγή ακρυλικών ινών σε συγκεκριμένες εγκαταστάσεις.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για τα προαναφερόμενα στοιχεία του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές εκπομπών ακρυλονιτριλίου (π.χ. καύση ορυκτών καυσίμων), οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 και δεν ελήφθησαν υπόψη στη στρατηγική περιορισμού των κινδύνων.

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για το ακρυλονιτρίλιο.

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

τα ισχύοντα νομοθετικά μέτρα για την προστασία των καταναλωτών και των ατόμων που εκτίθενται μέσω του περιβάλλοντος, ειδικότερα δε, οι διατάξεις της οδηγίας 76/769/EOK (οδηγία για την εμπορία και τη χρήση), όσον αφορά τις καρκινογόνους, μεταλλαξιογόνους και τοξικές για την αναπαραγωγή ουσίες, της οδηγίας 2001/95/ΕΚ (γενική ασφάλεια των προϊόντων), όσον αφορά τα προϊόντα και της οδηγίας 96/61/ΕΚ (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), θεωρούνται επαρκή για την αντιμετώπιση των προσδιορισμένων κινδύνων.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

για να διευκολυνθεί η χορήγηση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), αυτή η ουσία θα πρέπει να καλυφθεί από τις υπό εξέλιξη εργασίες χάραξης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT,

οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον θα πρέπει να ελέγχονται, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

ΜΕΡΟΣ 4

Αριθ. CAS 79-10-7 Αριθ. Einecs 201-177-9

Συντακτικός τύπος

:

CH2 = CH – COOH

Ονομασία Einecs

:

Ακρυλικό οξύ

Ονομασία IUPAC

:

2- προπενικό οξύ

Εισηγητής

:

Γερμανία

Ταξινόμηση (17)

:

C:R35

Xn:R20/21/22

R10

N:R50

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (18).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν στην παραγωγή πολυακρυλικών πολυμερών. Άλλες χρήσεις είναι ως συστατικό των συγκολλητικών υλών και ως υπόλειμμα μονομερούς σε συγκολλητικές ύλες, χρώματα, συνδετικά μέσα, τυπογραφικές μελάνες, σερβιέτες, σερβιετάκια και βρεφικές πάνες. Τα πολυακρυλικά πολυμερή χρησιμοποιούνται κυρίως ως ενισχυτικά σε απορρυπαντικά χωρίς φωσφορικές ενώσεις, σε μέσα κροκίδωσης, καθώς και για την κατεργασία πόσιμου νερού και την επεξεργασία λυμάτων. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης στην ουσία, σημαντικές για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, ειδικότερα, η ουσία σχηματίζεται κατά τη χρήση ακρυλικών μέσων παρασκευής ρευστοκονιαμάτων, ως προϊόν διάσπασης κατά την παραγωγή πλακετών τυπωμένων κυκλωμάτων και κατά την αφαίρεση χρωμάτων με φλόγα αερίου, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό και ικανότητα διάβρωσης των αναπνευστικών οδών ως αποτέλεσμα της εφάπαξ έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή και η επεξεργασία της ουσίας, καθώς και η παραγωγή και η χρήση συγκολλητικών υλών που περιέχουν την ουσία,

ανησυχιών για τοπικές επιδράσεις ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή και η χρήση συγκολλητικών υλών που περιέχουν την ουσία,

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή και η χρήση συγκολλητικών υλών που περιέχουν την ουσία.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα τοπικά υδάτινα οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται οι διαδικασίες πολυμερισμού σε υγρή κατάσταση, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής υπεραπορροφητικών πολυμερών σε υγρή κατάσταση, και η χρήση ακρυλικών ρευστοκονιαμάτων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

απαιτούνται καλύτερες πληροφορίες για να χαρακτηριστεί επαρκώς ο κίνδυνος για τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας αστικών λυμάτων τον οποίο δημιουργεί η έκθεση κατά τη χρήση της ουσίας για πολυμερισμό σε υγρή κατάσταση, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής υπεραπορροφητικών πολυμερών.

Τα απαιτούμενα στοιχεία ή/και δοκιμές είναι

περισσότερα δεδομένα για την ακεραιότητα των ιθαγενών πληθυσμών βλεφαριδωτών των λυμάτων.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για το ακρυλικό οξύ,

να σημειώσουν οι εργοδότες που χρησιμοποιούν συγκολλητικές ύλες οι οποίες περιέχουν ακρυλικό οξύ, τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα, που θα καταρτίσει η Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/EK του Συμβουλίου (19) (οδηγία για τους χημικούς παράγοντες), καθώς και τις τυχόν ειδικές κατά κλάδους κατευθυντήριες γραμμές που θα καταρτιστούν σε εθνικό επίπεδο με βάση τις ανωτέρω κατευθυντήριες γραμμές.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Συνιστάται:

Για το ακρυλικό οξύ που εκλύεται από χημικά ρευστοκονιάματα:

να θεσπιστεί εναρμονισμένο ευρωπαϊκό σύστημα δοκιμών και αξιολόγησης για τα χημικά ρευστοκονιάματα,

να ρυθμιστούν οι γενικοί όροι χρήσης των χημικών ρευστοκονιαμάτων σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβάνοντας απαιτήσεις για πλήρη κατάρτιση των υπευθύνων σχεδιασμού και του προσωπικού πεδίου, ενώ οι τοπικές πτυχές θα πρέπει να εξετάζονται από τις αντίστοιχες τοπικές εποπτικές αρχές,

να ελέγχονται οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

Για το ακρυλικό οξύ που χρησιμοποιείται σε διαδικασίες πολυμερισμού σε υγρή κατάσταση σε εγκαταστάσεις χρήστες μεταγενέστερου σταδίου (δυναμικότητα επεξεργασίας άνω των 500 τόνων ετησίως) και στην παραγωγή υπεραπορροφητικών πολυμερών:

να εξετάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το ενδεχόμενο προσθήκης του ακρυλικού οξέος στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας του παραρτήματος Χ της οδηγίας 2000/60/EK (οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα) κατά την επόμενη αναθεώρηση του εν λόγω παραρτήματος και να μελετήσει μέτρα, π.χ. εναρμονισμένες απαιτήσεις σχετικά με την εκ των προτέρων έγκριση των απορρίψεων και εκπομπών στα ύδατα για τις αντίστοιχες βιομηχανικές εγκαταστάσεις,

για να διευκολυνθεί η έκδοση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), να καλυφθεί αυτή η ουσία από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT,

να ελέγχονται οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

ΜΕΡΟΣ 5

Αριθ. CAS 106-99-0 Αριθ. Einecs 203-450-8

Συντακτικός τύπος

:

CH2 = CH – CH = CH2

Ονομασία Einecs

:

Βουταδιένιο

Ονομασία IUPAC

:

Βουταδιένιο-1,3

Εισηγητής

:

Ηνωμένο Βασίλειο

Ταξινόμηση (20)

:

F+:R12

Καρκινογόνο, κατηγορία 1:R45

Μεταλλαξιογόνο κατηγορία 2:R46

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (21).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν στη βιομηχανία πολυμερών. Οι σημαντικότερες χρήσεις του βουταδιενίου-1,3 είναι στη βιομηχανική παρασκευή τεχνητού καουτσούκ, όπως το ελαστομερές στυρολίου-βουταδιενίου (SBR) και το ελαστομερές πολυβουταδιενίου, θερμοπλαστικών ρητινών, όπως η ρητίνη ακρυλονιτριλίου-βουταδιενίου-στυρολίου (ABS), και ελαστικού κόμμεος στυρολίου-βουταδιενίου. Χρησιμοποιείται επίσης ως χημικό ενδιάμεσο προϊόν στην παραγωγή νεοπρενίου για ελαστικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στα αυτοκίνητα και στη βιομηχανία, στην παραγωγή του πολυμερούς μεθακρυλικό μεθύλιο-βουταδιένιο-στυρόλιο (MBS), το οποίο χρησιμοποιείται ως ενισχυτικός παράγοντας του πολυβινυλοχλωριδίου (PVC), και στην παραγωγή αδιπονιτριλίου, πρόδρομης ουσίας του νάιλον. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για μεταλλαξογένεση και καρκινογένεση ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται η παραγωγή και η χρήση της ουσίας ως ενδιάμεσου προϊόντος στη βιομηχανία πολυμερών.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι υπάρχει ανάγκη να περιοριστούν οι κίνδυνοι. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

δεν μπορούν να αποκλειστούν κίνδυνοι σε όλα τα σενάρια έκθεσης, δεδομένου ότι η ουσία χαρακτηρίζεται καρκινογόνος χωρίς κατώτατο όριο. Θα πρέπει να εξεταστούν η επάρκεια των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και η σκοπιμότητα και δυνατότητα πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων. Ωστόσο, από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτουν ενδείξεις ότι οι κίνδυνοι είναι ήδη χαμηλοί. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση της επάρκειας των υφισταμένων μέτρων ελέγχου και της σκοπιμότητας και δυνατότητας πρακτικής εφαρμογής περαιτέρω συγκεκριμένων μέτρων για τον περιορισμό των κινδύνων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ, τα ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για τα προαναφερόμενα στοιχεία του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για το βουταδιένιο.

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Τα ισχύοντα νομοθετικά μέτρα για την προστασία των καταναλωτών και των ατόμων που εκτίθενται μέσω του περιβάλλοντος, ειδικότερα δε, οι διατάξεις της οδηγίας 76/769/EOK (οδηγία για την εμπορία και τη χρήση), όσον αφορά τις καρκινογόνους, μεταλλαξιογόνους και τοξικές για την αναπαραγωγή ουσίες, της οδηγίας 2001/95/ΕΚ (γενική ασφάλεια των προϊόντων), όσον αφορά τα προϊόντα και της οδηγίας 96/61/ΕΚ (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), θεωρούνται επαρκή για την αντιμετώπιση των προσδιορισμένων κινδύνων.

ΜΕΡΟΣ 6

Αριθ. CAS 7664-39-3 Αριθ. Einecs 231-634-8

Συντακτικός τύπος

:

HF

Ονομασία Einecs

:

Φθορίδιο του υδρογόνου

Ονομασία IUPAC

:

Υδροφθόριο

Εισηγητής

:

Κάτω Χώρες

Ταξινόμηση (22)

:

T+:R26/27/28

C: R35

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (23).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν στη χημική βιομηχανία για τη σύνθεση οργανικών και ανόργανων ενώσεων του φθορίου. Άλλες χρήσεις είναι στην αποσκωρίωση μεταλλικών επιφανειών με όξινο διάλυμα, στη χάραξη γυάλινων επιφανειών και στον καθαρισμό επιφανειών. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης του ανθρώπου και του περιβάλλοντος στην ουσία, ειδικότερα έκλυση υδροφθορίου από τη βιομηχανία σιδήρου/χάλυβα και αλουμινίου, τη βιομηχανία γυαλιού, κεραμικών προϊόντων και οπτόπλινθων, τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και τους παραγωγούς φωσφορικών χημικών προϊόντων, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης δεν συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων. Ωστόσο, η πλήρης έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή, παρέχει πληροφορίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση των εν λόγω κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης του δέρματος, των οφθαλμών και των αναπνευστικών οδών, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως συνέπεια της επανειλημμένης έκθεσης σε αέριο υδροφθόριο κατά την παραγωγή και τη χρήση του ως ενδιάμεσου προϊόντος στη χημική βιομηχανία και κατά τη χρήση υδατικών διαλυμάτων της ουσίας,

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγεται η χρήση υδατικών διαλυμάτων της ουσίας,

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης του δέρματος, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της εφάπαξ έκθεσης σε υγρό υδροφθόριο, την οποία συνεπάγεται η χρήση υδατικών διαλυμάτων της ουσίας,

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης των αναπνευστικών οδών, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της εφάπαξ έκθεσης σε αέριο υδροφθόριο κατά την παραγωγή και τη χρήση του ως ενδιάμεσου προϊόντος στη χημική βιομηχανία και κατά τη χρήση υδατικών διαλυμάτων της ουσίας.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης του δέρματος, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της εφάπαξ και της επανειλημμένης έκθεσης σε υγρό υδροφθόριο, την οποία συνεπάγεται η καταναλωτική χρήση παρασκευασμάτων που περιέχουν την ουσία.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα, οφειλόμενη σε επανειλημμένη έκθεση μέσω της εισπνοής κοντά στις εγκαταστάσεις παραγωγής και επεξεργασίας της ουσίας.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι, αν και προκαλούν ανησυχία οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη βίαιη συμπεριφορά της συμπυκνωμένης ουσίας κατά την επαφή της με το νερό και με την πιθανότητα σχηματισμού υδρογόνου κατά την αντίδραση διαλυμάτων της ουσίας συγκέντρωσης κάτω του 65 % με μέταλλα.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ και την ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στο τοπικό υδάτινο και ατμοσφαιρικό στοιχείο του περιβάλλοντος ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται ορισμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και χρήσης της ουσίας.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να εξεταστεί το ενδεχόμενο να απαγορευθεί σε κοινοτικό επίπεδο η χρήση υδροφθορίου κατά την εργασία για τον καθαρισμό επιφανειών κτιρίων (συμπεριλαμβανομένων των δαπέδων) με την προσθήκη της ουσίας στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 98/24/EK (οδηγία για τους χημικούς παραγόντες),

να μελετήσει η επιστημονική επιτροπή για τις οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης (SCOEL) της Επιτροπής τα νέα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση εκτίμησης κινδύνων και να εισηγηθεί κατά πόσον είναι αναγκαίο να αναθεωρηθεί η ισχύουσα οριακή τιμή επαγγελματικής έκθεσης (OEL).

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

Συνιστάται:

να απομακρυνθούν από την αγορά καταναλωτικών προϊόντων τα παρασκευάσματα υδροφθορίου που ταξινομούνται ως διαβρωτικά ή τοξικά (24). Τα συγκεκριμένα προϊόντα δεν πληρούν τη γενική υποχρέωση ασφάλειας που επιβάλλει η οδηγία 92/59/EOK του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1992, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (25) και θα πρέπει να αποσυρθούν αμέσως. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναλάβουν ενεργό και αποτελεσματική επιτήρηση της κατάστασης στην αγορά της επικράτειάς τους όσον αφορά την παρουσία καταναλωτικών προϊόντων που περιέχουν υδροφθόριο, να απομακρύνουν αυτά τα προϊόντα από την αγορά ως επισφαλή βάσει των διατάξεων της οδηγίας 92/59/EOK (γενική ασφάλεια προϊόντων) που αφορούν τη γενική υποχρέωση ασφάλειας και να ενημερώσουν την Επιτροπή μέσω του συστήματος ταχείας προειδοποίησης που προβλέπει η οδηγία 92/59/EOK.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Για να διευκολυνθεί η χορήγηση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), αυτή η ουσία θα πρέπει να καλυφθεί από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT.

Οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον θα πρέπει να ελέγχονται, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

ΜΕΡΟΣ 7

Αριθ. CAS 7722-84-1 Αριθ. Einecs 231-765-0

Συντακτικός τύπος

:

H2O2

Ονομασία Einecs

:

Υπεροξείδιο του υδρογόνου

Ονομασία IUPAC

:

Υπεροξείδιο του υδρογόνου

Εισηγητής

:

Φινλανδία

Ταξινόμηση (26)

:

O:R8

C:R34

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (27).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως στη λεύκανση χαρτοπολτού και στη βιομηχανική παρασκευή χημικών ουσιών. Άλλες χρήσεις είναι στη λεύκανση κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, στη βιομηχανία επεξεργασίας τροφίμων για απολύμανση, στη βιομηχανία ηλεκτρονικών ειδών για χάραξη, στην επιμετάλλωση, στην αποικοδόμηση πρωτεϊνών, στη λεύκανση δοντιών, στην επαγγελματική βαφή και αποχρωματισμό μαλλιών, στην κατεργασία πόσιμου νερού και την επεξεργασία λυμάτων, σε πολυάριθμα καταναλωτικά προϊόντα βαφής και αποχρωματισμού μαλλιών, σε προϊόντα οικιακής χρήσης για λεύκανση κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, προϊόντα καθαρισμού, απολύμανσης φακών επαφής και λεύκανσης δοντιών.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης του δέρματος, των οφθαλμών και των αναπνευστικών οδών, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται οι εργασίες φόρτωσης,

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης του δέρματος και των οφθαλμών, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται η λεύκανση κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων (ασυνεχής διεργασία), η συσκευασία σε άσηπτες συνθήκες (παλαιοί τύποι μηχανών με λουτρό εμβάπτισης), η χρήση υπεροξικού οξέος στη ζυθοποιία, η χάραξη πλακετών κυκλωμάτων (παλαιά διεργασία), η επιμετάλλωση, η αποικοδόμηση πρωτεϊνών,

ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης των οφθαλμών, ανάλογα με τη συγκέντρωση, ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η εργασία του κομμωτή,

ανησυχιών για τοξικότητα οφειλόμενη σε επανειλημμένη εισπνοή κατά τις εργασίες φόρτωσης, τη συσκευασία σε άσηπτες συνθήκες (όλοι οι τύποι μηχανών), τη χάραξη πλακετών κυκλωμάτων (παλαιά διαδικασία) και την επεξεργασία λυμάτων.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό των οφθαλμών ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται η βαφή και ο αποχρωματισμός των μαλλιών και ανησυχιών για ερεθισμό ή/και ικανότητα διάβρωσης των οφθαλμών κατά τη χρήση προϊόντων λεύκανσης κλωστοϋφαντουργικών ειδών και καθαριστικών προϊόντων, εάν η πραγματική συγκέντρωσηυπεροξειδίου του υδρογόνου υπερβαίνει το 5 %,

ανησυχιών για συγκεκριμένες δυσμενείς επιδράσεις στον πολφό των δοντιών και στα δόντια ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η λεύκανση των δοντιών με υπεροξείδιο του υδρογόνου συγκέντρωσης 35 % από οδοντίατρο.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων (ισχύει για τους εργαζομένους και τους καταναλωτές). Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για τον κίνδυνο πυρκαγιάς που δημιουργούν οι διαρροές πυκνών διαλυμάτων (> 25 %) υπεροξειδίου του υδρογόνου σε καύσιμα υλικά.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για τα προαναφερόμενα στοιχεία του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα υδάτινα οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται τέσσερις μονάδες παραγωγής και η χρήση στη βιομηχανική παρασκευή άλλων χημικών ουσιών.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το προαναφερόμενο στοιχείο του περιβάλλοντος. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να επανεξετάσουν οι εργοδότες τις τυχόν εκτιμήσεις κινδύνων που έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με την οδηγία 98/24/EK (οδηγία για τους χημικούς παράγοντες) για να λάβουν υπόψη τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην αξιολόγηση των κινδύνων και τη στρατηγική περιορισμού των κινδύνων από το υπεροξείδιο υδρογόνου βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 739/93 και να λάβουν τα τυχόν απαραίτητα μέτρα·

να σημειώσουν οι εργοδότες που χρησιμοποιούν υπεροξείδιο του υδρογόνου στις εφαρμογές οι οποίες χαρακτηρίζονται ως πηγή ανησυχίας στην εκτίμηση κινδύνων (ενότητα I), τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα, που θα καταρτίσει η Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/EK, καθώς και τις τυχόν ειδικές κατά κλάδους κατευθυντήριες γραμμές που θα καταρτιστούν σε εθνικό επίπεδο με βάση τις ανωτέρω κατευθυντήριες γραμμές.

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

Συνιστάται:

σχετικά με τη μέγιστη αποδεκτή εκατοστιαία περιεκτικότητα σε υπεροξείδιο του υδρογόνου των προϊόντων λεύκανσης δοντιών που χρησιμοποιούνται υπό την επίβλεψη οδοντιάτρου, να εξεταστεί στο πλαίσιο της οδηγίας 2003/83/ΕΚ της Επιτροπής (28) το ενδεχόμενο επιβολής ορίου συγκέντρωσης υπεροξειδίου του υδρογόνου μέχρι 6 %, με την προϋπόθεση ότι θα αναγράφονται στην ετικέτα κατάλληλοι όροι χρήσης και προειδοποίηση,

τα λευκαντικά κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και τα προϊόντα καθαρισμού που περιέχουν υπεροξείδιο του υδρογόνου σε συγκέντρωση ≥ 5 % να μορφοποιούνται κατά τρόπον ώστε να ελαττώνεται ο κίνδυνος ερεθισμού/ικανότητας διάβρωσης των οφθαλμών (π.χ. ιξώδη εναιωρήματα, κρέμες). Στις οδηγίες χρήσης θα πρέπει να τονίζεται ο κίνδυνος ερεθισμού/ικανότητας διάβρωσης των οφθαλμών και να αναφέρεται η εκατοστιαία περιεκτικότητα υπεροξειδίου του υδρογόνου στο προϊόν. Για τις βαφές/προϊόντα αποχρωματισμού μαλλιών, η εφαρμογή των ανωτέρω συστάσεων, συμπεριλαμβανομένου του ορίου εκατοστιαίας περιεκτικότητας, θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας για τα καλλυντικά προϊόντα,

η σχετική με τα συστήματα πωματισμού ασφαλείας για τα παιδιά απαίτηση της οδηγίας 1999/45/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29): (οδηγία για τα επικίνδυνα παρασκευάσματα) να επεκταθεί σε όλα τα χημικά προϊόντα οικιακής χρήσης που περιέχουν υπεροξείδιο του υδρογόνου και μπορούν να είναι προσιτές στα παιδιά.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Συνιστάται:

για να διευκολυνθεί η χορήγηση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), να καλυφθεί αυτή η ουσία από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT.

ΜΕΡΟΣ 8

Αριθ. CAS 79-41-4 Αριθ. Einecs 201-204-4

Συντακτικός τύπος

:

CH2 = C(CH3) – COOH

Ονομασία Einecs

:

Μεθακρυλικό οξύ (MAA)

Ονομασία IUPAC

:

2-μεθυλο-2-προπενικό οξύ

Εισηγητής

:

Γερμανία

Ταξινόμηση (30)

:

C: R35

Xn: R21/22

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (31).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως εσωτερικό και εξωτερικό ενδιάμεσο προϊόν στη χημική βιομηχανία για την παραγωγή μεθακρυλικών εστέρων και ως μονομερές σε διάφορα είδη πολυμερών. Άλλες χρήσεις είναι ως συστατικό συγκολλητικών υλών και ως υπόλειμμα μονομερούς σε χρώματα και προϊόντα επεξεργασίας κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης στην ουσία, σημαντικές για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, ειδικότερα κατά τη χρήση μεθακρυλικών ρευστοκονιαμάτων, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό των αναπνευστικών οδών ως αποτέλεσμα της βραχυπρόθεσμης έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή της ουσίας, η περαιτέρω επεξεργασία της ως χημικού ενδιάμεσου προϊόντος στη χημική βιομηχανία, η βιομηχανική παρασκευή συγκολλητικών υλών και η χρήση συγκολλητικών υλών στη βιομηχανία και από τεχνίτες διαφόρων ειδικοτήτων,

ανησυχιών για τοπικές επιδράσεις στο αναπνευστικό σύστημα ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής την οποία συνεπάγονται η παραγωγή και η χρήση συγκολλητικών υλών.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα υδάτινα οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση ακρυλικών μέσων παρασκευής ρευστοκονιαμάτων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για το μεθακρυλικό οξύ,

να σημειώσουν οι εργοδότες που χρησιμοποιούν συγκολλητικές ύλες οι οποίες περιέχουν μεθακρυλικό οξύ, τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα, που θα καταρτίσει η Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/EK (οδηγία για τους χημικούς παράγοντες), καθώς και τις τυχόν ειδικές κατά κλάδους κατευθυντήριες γραμμές που θα καταρτιστούν σε εθνικό επίπεδο με βάση τις ανωτέρω κατευθυντήριες γραμμές.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Για το μεθακρυλικό οξύ που εκλύεται από χημικά ρευστοκονιάματα συνιστάται:

να θεσπιστεί εναρμονισμένο ευρωπαϊκό σύστημα δοκιμών και αξιολόγησης για τα χημικά ρευστοκονιάματα,

να ρυθμιστούν οι γενικοί όροι χρήσης των χημικών ρευστοκονιαμάτων σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβάνοντας απαιτήσεις για πλήρη κατάρτιση των υπευθύνων σχεδιασμού και του προσωπικού πεδίου, ενώ οι τοπικές πτυχές θα πρέπει να εξετάζονται από τις αντίστοιχες τοπικές εποπτικές αρχές,

να ελέγχονται οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

ΜΕΡΟΣ 9

Αριθ. CAS 80-62-6 Αριθ. Einecs 201-297-1

Συντακτικός τύπος

:

CH2 = C(CH3) – COOCH3

Ονομασία Einecs

:

Μεθακρυλικό μεθύλιο

Ονομασία IUPAC

:

2-μεθυλο-προπενικός μεθυλεστέρας

Εισηγητής

:

Γερμανία

Ταξινόμηση (32)

:

F:R11

Xi:R37/38

R43

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (33).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν στην παραγωγή πολυμερών, συμπολυμερών, συγκολλητικών υλών, δραστικών ρητινών, στη μετεστεροποίηση και στην παραγωγή χυτών φύλλων. Άλλες χρήσεις είναι στην παραγωγή πολυμερών σε γαλάκτωμα, σε διασπορά και σε διαλύτη, ακρυλικών πολυμερών τύπου φύλλου, ως συστατικό υλών συγκόλλησης με αντίδραση και ρητινών ένθεσης, επιστρώσεων δαπέδων, ρητινών για τύπους που χρησιμοποιούνται σε οδοντοτεχνικές και ιατρικές εφαρμογές, ενώ η ουσία απαντά ως υπόλειμμα μονομερούς σε χρώματα, καθώς και σε άλλα πολυμερή που χρησιμοποιούνται σε καταναλωτικά προϊόντα. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης στην ουσία, σημαντικές για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, ειδικότερα η ουσία σχηματίζεται ως προϊόν διάσπασης κατά τη θερμική κατεργασία πολυμεθυλομεθακρυλικών πολυμερών, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό και ικανότητα διάβρωσης των αναπνευστικών οδών ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή χυτών φύλλων, η παραγωγή δραστικών ρητινών, η παραγωγή και η χρήση συγκολλητικών υλών, η παραγωγή χρωμάτων, η επίστρωση δαπέδων από ειδικευμένους τεχνίτες, η χρήση ρητινών για τύπους σε ιατρικές εφαρμογές, στα ορθοπεδικά και οδοντοτεχνικά εργαστήρια και σε χειρουργικές επεμβάσεις, καθώς και στη διακόσμηση,

ανησυχιών για ευαισθητοποίηση του δέρματος ως αποτέλεσμα της δερματικής έκθεσης την οποία συνεπάγονται η παραγωγή μεθακρυλικού μεθυλίου και πολυμεθυλομεθακρυλικών πολυμερών, η μετεστεροποίηση, η παραγωγή χυτών φύλλων, η παραγωγή συγκολλητικών υλών και δραστικών ρητινών στη χημική βιομηχανία, η παραγωγή συγκολλητικών υλών, ρητινών για τύπους και υλικών επίστρωσης δαπέδων, η παραγωγή χρωμάτων και βερνικιών, η χρήση συγκολλητικών υλών στη βιομηχανία πλαστικών, ηλεκτρονικών ειδών και γυαλιού, η χρήση συγκολλητικών υλών και η επίστρωση δαπέδων από ειδικευμένους τεχνίτες, η χρήση ρητινών για τύπους σε ιατρικές εφαρμογές, στα ορθοπεδικά και οδοντοτεχνικά εργαστήρια και σε χειρουργικές επεμβάσεις, στην κατασκευή φακών και στη διακόσμηση,

ανησυχιών για τοπικές επιδράσεις ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή χυτών φύλλων, η παραγωγή δραστικών ρητινών, η παραγωγή και η χρήση συγκολλητικών υλών, καθώς και η παραγωγή χρωμάτων, η χρήση ρητινών για τύπους στα ορθοπεδικά και οδοντοτεχνικά εργαστήρια και σε χειρουργικές επεμβάσεις,

ανησυχιών για γενικές συστημικές επιδράσεις ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή χυτών φύλλων, η παραγωγή συγκολλητικών υλών, η παραγωγή χρωμάτων, η επίστρωση δαπέδων από ειδικευμένους τεχνίτες, η χρήση ρητινών για τύπους στα ορθοπεδικά εργαστήρια και στη διακόσμηση.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα τοπικά υδάτινα οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται οι διεργασίες πολυμερισμού σε υγρή κατάσταση.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να θεσπιστούν σε κοινοτικό επίπεδο οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης για το μεθακρυλικό μεθύλιο,

να σημειώσουν οι εργοδότες που χρησιμοποιούν μεθακρυλικό μεθύλιο στις εφαρμογές που χαρακτηρίζονται ως πηγή ανησυχίας στην εκτίμηση κινδύνων (ενότητα I), τις πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές μη δεσμευτικού χαρακτήρα, που θα καταρτίσει η Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 98/24/EK (οδηγία για τους χημικούς παράγοντες), καθώς και τις τυχόν ειδικές κατά κλάδους κατευθυντήριες γραμμές που θα καταρτιστούν σε εθνικό επίπεδο με βάση τις ανωτέρω κατευθυντήριες γραμμές.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Για το μεθακρυλικό μεθύλιο που χρησιμοποιείται σε διεργασίες πολυμερισμού σε υγρή κατάσταση σε εγκαταστάσεις χρήστες μεταγενέστερου σταδίου (δυναμικότητα επεξεργασίας άνω των 5 000 τόνων ετησίως) συνιστάται:

να εξετάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά πόσον το μεθακρυλικό μεθύλιο πρέπει να συμπεριληφθεί στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας του παραρτήματος Χ της οδηγίας 2000/60/EK (οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα) κατά την επόμενη αναθεώρηση του εν λόγω παραρτήματος και να μελετήσει μέτρα, π.χ. εναρμονισμένες απαιτήσεις σχετικά με την εκ των προτέρων έγκριση των απορρίψεων και εκπομπών στα ύδατα για τις αντίστοιχες βιομηχανικές εγκαταστάσεις,

για να διευκολυνθεί η χορήγηση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), να καλυφθεί αυτή η ουσία από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις καλύτερες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT,

να ελέγχονται οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

ΜΕΡΟΣ 10

Αριθ. CAS 108-88-3 Αριθ. Einecs 203-625-9

Συντακτικός τύπος

:

C6H5 – CH

Ονομασία Einecs

:

Τολουόλιο

Ονομασία IUPAC

:

Τολουόλιο

Εισηγητής

:

Δανία

Ταξινόμηση (34)

:

F:R11

Xn:R20

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (35).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν για τη σύνθεση άλλων χημικών ουσιών, σε διαλύτες, συγκολλητικές ύλες, χρώματα, λάκκες, βερνίκια, καθώς και στις βιομηχανίες ορυκτελαίων, καυσίμων και πολυμερών. Άλλες αναφερόμενες χρήσεις είναι στη βιομηχανία χαρτιού, χαρτονιού και χαρτοπολτού, στην κλωστοϋφαντουργική και τη γεωργική βιομηχανία και στη βιομηχανία ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης του ανθρώπου και του περιβάλλοντος στην ουσία, ειδικότερα η χρήση και η καύση πετρελαιοειδών, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης δεν συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων. Ωστόσο, η πλήρης έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή, παρέχει πληροφορίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση των εν λόγω κινδύνων.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για οξεία τοξικότητα ως αποτέλεσμα της δερματικής έκθεσης την οποία συνεπάγεται η βαφή με ψεκασμό ή η χρήση συγκολλητικών υλών,

ανησυχιών για οξεία τοξικότητα (πονοκέφαλος, ίλιγγος, αίσθημα δηλητηρίασης, υπνηλία και διαταραχές λειτουργιών) ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής την οποία συνεπάγονται η παραγωγή και η χρήση της ουσίας ως ενδιάμεσου προϊόντος, καθώς και η παραγωγή και η χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία,

ανησυχιών για ερεθισμό των οφθαλμών ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν την ουσία και η χρήση τους στους κλάδους του χειρωνακτικού καθαρισμού, της συγκόλλησης, της εκτύπωσης και της βαφής (μηχανική επίστρωση),

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν την ουσία και η χρήση τους στους κλάδους του χειρωνακτικού καθαρισμού, της συγκόλλησης, της εκτύπωσης και της βαφής (μηχανική επίστρωση),

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της δερματικής έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία στους κλάδους του χειρωνακτικού καθαρισμού, της συγκόλλησης και της βαφής με ψεκασμό,

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της συνδυασμένης έκθεσης μέσω του δέρματος και της εισπνοής την οποία συνεπάγεται η χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία στον κλάδο της χειρωνακτικής βαφής,

ανησυχιών για ειδική τοξικότητα επί οργάνων (τοξικότητα για το ακουστικό σύστημα) ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής την οποία συνεπάγονται η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν την ουσία και η χρήση τους στους κλάδους του χειρωνακτικού καθαρισμού, της συγκόλλησης, της εκτύπωσης και της βαφής (μηχανική επίστρωση),

ανησυχιών για επιδράσεις στη γονιμότητα και στην ανάπτυξη και για αποβολή εμβρύου ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής την οποία συνεπάγονται η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν τολουόλιο και η χρήση τους στους κλάδους του χειρωνακτικού καθαρισμού, της συγκόλλησης, της εκτύπωσης και της βαφής (μηχανική επίστρωση).

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

1.

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για οξεία τοξικότητα (πονοκέφαλος, ίλιγγος, αίσθημα της δηλητηρίασης, υπνηλία και διαταραχές λειτουργιών) και ερεθισμό των οφθαλμών ως αποτέλεσμα της έκθεσης μέσω της εισπνοής ή της έκθεσης των οφθαλμών σε ατμούς, την οποία συνεπάγονται η βαφή με ψεκασμό και η τοποθέτηση ταπήτων·

2.

είναι ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στην αναπαραγωγή ως συνέπεια της έκθεσης μέσω της εισπνοής.

Τα απαιτούμενα στοιχεία ή/και δοκιμές είναι

στοιχεία σχετικά με τη σχέση μεταξύ των παρατηρούμενων επιδράσεων στην αναπαραγωγή και της διάρκειας της έκθεσης που προκαλεί αυτές τις επιδράσεις.

Η ανάγκη συγκέντρωσης των στοιχείων αυτών επαναξιολογήθηκε, λαμβάνοντας υπόψη τη στρατηγική περιορισμού των κινδύνων και δεν υφίσταται πλέον (βλέπε ενότητα «Στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων»).

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στον άνθρωπο οφειλόμενες στη συμβολή του τολουολίου που κυκλοφορεί στο εμπόριο στο σχηματισμό όζοντος και άλλων επιβλαβών ουσιών, δηλαδή στο σχηματισμό αιθαλομίχλης.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα υδάτινα οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται, αφενός ορισμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και συνδυασμένης παραγωγής και επεξεργασίας της ουσίας και, αφετέρου, οι βιομηχανίες χρήσης της ως βασικής χημικής ουσίας (όπου συμπεριλαμβάνονται οι βοηθητικές ύλες επεξεργασίας, τα μέσα «εξαγωγής» και οι διαλύτες) για επεξεργασία και μορφοποίηση, μορφοποίηση ορυκτελαίων και καυσίμων, πολυμερών, χρωμάτων και επεξεργασία κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα χερσαία οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται, αφενός η επεξεργασία της ουσίας και, αφετέρου, η βιομηχανική χρήση της ως βασικής χημικής ουσίας (όπου συμπεριλαμβάνονται οι βοηθητικές ύλες επεξεργασίας, τα μέσα «εξαγωγής» και οι διαλύτες), για επεξεργασία και μορφοποίηση, μορφοποίηση ορυκτελαίων και καυσίμων, πολυμερών, χρωμάτων και επεξεργασία κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για τη συμβολή του τολουολίου που κυκλοφορεί στο εμπόριο στο σχηματισμό όζοντος και άλλων επιβλαβών ουσιών, δηλαδή στο σχηματισμό αιθαλομίχλης.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων ως αποτέλεσμα της έκθεσης κατά την επεξεργασία της ουσίας, καθώς και στους βιομηχανικούς κλάδους χρήσης της ως βασικής χημικής ουσίας.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές εκπομπών τολουολίου (π.χ. βενζίνη και αργό πετρέλαιο), οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 και δεν ελήφθησαν υπόψη στη στρατηγική περιορισμού των κινδύνων.

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Στο πλαίσιο αυτό συνιστάται:

να μελετήσει η επιστημονική επιτροπή για τις οριακές τιμές επαγγελματικής έκθεσης (SCOEL) της Επιτροπής τα νέα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση εκτίμησης κινδύνων και να εισηγηθεί κατά πόσον είναι αναγκαίο να αναθεωρηθεί το ισχύον OEL.

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

Συνιστάται:

να εξεταστεί το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών εμπορίας και χρήσης σε κοινοτικό επίπεδο με την οδηγία 76/769/EOK για την ουσία ως έχει ή σε παρασκευάσματα προοριζόμενα να χρησιμοποιηθούν σε συγκολλητικές ύλες και χρώματα ψεκασμού,

η προτεινόμενη επιβολή περιορισμών στην εμπορία και τη χρήση θα εξαλείψει την ανάγκη για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τις συνέπειες της έκθεσης μέσω της εισπνοής για την αναπαραγωγή.

για το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Συνιστάται:

να εξετάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το ενδεχόμενο προσθήκης του τολουολίου στον κατάλογο ουσιών προτεραιότητας του παραρτήματος Χ της οδηγίας 2000/60/EK (οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα) κατά την επόμενη αναθεώρηση του εν λόγω παραρτήματος, αλλά μέχρι τότε, να αντιμετωπίζεται το τολουόλιο ως ουσία του καταλόγου ΙΙ της οδηγίας 76/464/EOK του Συμβουλίου (36) για τη ρύπανση που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας, έτσι ώστε να απαιτείται η θέσπιση εθνικών ποιοτικών στόχων, διαδικασιών παρακολούθησης και, ενδεχομένως, μέτρων περιορισμού, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι συγκεντρώσεις στα συστήματα επιφανειακών υδάτων δεν υπερβαίνουν τον ποιοτικό στόχο,

για να διευκολυνθεί η χορήγηση αδειών βάσει της οδηγίας 96/61/EK (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης), να καλυφθεί αυτή η ουσία από τις υπό εξέλιξη εργασίες κατάρτισης κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (BAT). Συνιστάται στα κράτη μέλη να παρακολουθούν επισταμένως την εφαρμογή BAT κατά τη χορήγηση αδειών και να αναφέρουν στην Επιτροπή κάθε σημαντική εξέλιξη, στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για τις BAT,

να ελέγχονται οι τοπικές εκπομπές στο περιβάλλον, όπου κρίνεται απαραίτητο, με εθνικούς κανόνες, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι για το περιβάλλον.

Η πρόταση της Επιτροπής να μειωθεί η περιεκτικότητα διαλυτών σε ορισμένα προϊόντα θα περιορίσει ακόμη περισσότερο τους κινδύνους από το τολουόλιο στους οποίους εκτίθεται ο άνθρωπος μέσω του περιβάλλοντος (37).

ΜΕΡΟΣ 11

Αριθ. CAS 120-82-1 Αριθ. Einecs 204-428-0

Συντακτικός τύπος

:

C6H3Cl3

Ονομασία Einecs

:

1,2,4-τριχλωρο-βενζόλιο

Ονομασία IUPAC

:

1,2,4-τριχλωρο-βενζόλιο

Εισηγητής

:

Δανία

Ταξινόμηση (38)

:

Xn:R22

Xi:R38

N:50-53

Η εκτίμηση κινδύνων βασίζεται στις τρέχουσες πρακτικές σε σχέση με τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όπως περιγράφεται στην πλήρη έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή (39).

Κατά την εκτίμηση κινδύνων προσδιορίστηκε, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, ότι η ουσία χρησιμοποιείται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα κυρίως ως ενδιάμεσο προϊόν για τη σύνθεση ζιζανιοκτόνων και ως διαλύτης διεργασιών σε κλειστά συστήματα. Μεταξύ των άλλων χρήσεων αναφέρονται η χρήση ως διαλύτη, φορέα χρωστικών ουσιών στην κλωστοϋφαντουργία, προσθέτου σε διηλεκτρικά ρευστά και αναστολέα της διάβρωσης. Δεν ήταν δυνατόν να συγκεντρωθούν στοιχεία για τη χρήση του συνολικού όγκου της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και, ως εκ τούτου, ενδέχεται να υπάρχουν χρήσεις που δεν καλύπτονται από την παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Κατά την εκτίμηση κινδύνων εντοπίστηκαν και άλλες πηγές έκθεσης του ανθρώπου και του περιβάλλοντος στην ουσία, ειδικότερα ορισμένα διηλεκτρικά ρευστά που περιέχουν 1,2,4-ττριχλωρο-βενζόλιο και εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται σε υφιστάμενο ηλεκτρικό εξοπλισμό και ο σχηματισμός 1,2,4-τριχλωρο-βενζολίου στο περιβάλλον ως προϊόντος διάσπασης άλλων, πιο πολύπλοκων χλωριούχων οργανικών ενώσεων, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κύκλο ζωής της ουσίας που παράγεται ή εισάγεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η αξιολόγηση των κινδύνων που απορρέουν από αυτούς τους τρόπους έκθεσης δεν συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα εκτίμηση κινδύνων.

Ωστόσο, η πλήρης έκθεση εκτίμησης κινδύνων που διαβιβάστηκε στην Επιτροπή από το κράτος μέλος εισηγητή, παρέχει πληροφορίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση των ανωτέρω κινδύνων.

Η εκτίμηση κινδύνων υποδεικνύει να διερευνηθεί περαιτέρω αν θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η ουσία στα εθνικά ή διεθνή προγράμματα που έχουν ως αντικείμενο τους ανθεκτικούς στη διάσπαση οργανικούς ρύπους.

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Α.   Υγεία του ανθρώπου

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

είναι ότι χρειάζονται περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις ως συνέπεια έκθεσης.

Τα απαιτούμενα στοιχεία ή/και δοκιμές είναι

στοιχεία σχετικά με την επαγγελματική έκθεση κατά τη χρήση της ουσίας ως φορέα χρωστικών ουσιών και ως διαλύτη διεργασιών, κατά την παραγωγή προϊόντων που περιέχουν την ουσία στον κλάδο των διηλεκτρικών ρευστών και κατά τη χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία στους κλάδους της παραγωγής και της εγκατάστασης καλωδίων.

Η ανάγκη συγκέντρωσης των στοιχείων αυτών επαναξιολογήθηκε, λαμβάνοντας υπόψη τη στρατηγική περιορισμού των κινδύνων και δεν υφίσταται πλέον (βλέπε ενότητα ΙΙ «Στρατηγική για τον περιορισμό των κινδύνων»)·

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής την οποία συνεπάγονται οι δραστηριότητες τοποθέτησης σε τύμπανα κατά την παραγωγή της ουσίας, η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν την ουσία στον κλάδο της παραγωγής αδιάλυτων στο νερό χρωμάτων (πιγμέντα) και η χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία στον κλάδο της βαφής με ψεκασμό,

ανησυχιών για ερεθισμό των οφθαλμών και των αναπνευστικών οδών ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης σε ατμούς της ουσίας, την οποία συνεπάγονται η παραγωγή προϊόντων που περιέχουν την ουσία στον κλάδο της παραγωγής αδιάλυτων στο νερό χρωμάτων και η χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία στον κλάδο της παραγωγής πλαστικών σφαιριδίων,

ανησυχιών για γενική συστημική τοξικότητα και τοπικές δερματικές επιδράσεις ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης δερματικής έκθεσης την οποία συνεπάγεται η χρήση προϊόντων που περιέχουν την ουσία στους κλάδους της βαφής με ψεκασμό, της διάλυσης μετασχηματιστών και της στίλβωσης.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για ερεθισμό των οφθαλμών και των αναπνευστικών οδών ως συνέπεια επανειλημμένης έκθεσης σε ατμούς της ουσίας, καθώς και για γενική συστημική τοξικότητα ως αποτέλεσμα της επανειλημμένης έκθεσης μέσω της εισπνοής και του δέρματος, την οποία συνεπάγονται η βαφή με ψεκασμό και η στίλβωση αυτοκινήτων.

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για τα

ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για έμμεση έκθεση, δεδομένου ότι η υπολογιζόμενη στα σενάρια τοπικής χρήσης έκθεση μπορεί να υπερβεί τις τιμές αποδεκτής ημερήσιας πρόσληψης και τις κατευθυντήριες τιμές της ΠΟΥ στο πόσιμο νερό.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΥΓΕΙΑ TOY ΑΝΘΡΩΠOY (φυσικοχημικές ιδιότητες)

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Β.   Περιβάλλον

Τα πορίσματα της αξιολόγησης των κινδύνων για το περιβάλλον ως προς τα

ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ και τα ΧΕΡΣΑΙΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στα υδάτινα και τα χερσαία οικοσυστήματα ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται η χρήση της ουσίας ως φορέα χρωστικών ουσιών και άλλες χρήσεις (μεταξύ αυτών, ως διαλύτη διεργασιών, προσθέτου σε διηλεκτρικά ρευστά και αναστολέα της διάβρωσης).

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για την

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ

είναι ότι δεν χρειάζονται επί του παρόντος περισσότερα στοιχεία ή/και δοκιμές ούτε μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων πέραν εκείνων που εφαρμόζονται σήμερα. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή:

από την εκτίμηση κινδύνων προκύπτει ότι δεν αναμένονται κίνδυνοι. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη για τον περιορισμό των κινδύνων θεωρούνται επαρκή.

Το πόρισμα της αξιολόγησης των κινδύνων για τους

ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΛΥΜΑΤΩΝ

είναι ότι χρειάζονται ειδικά μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται λόγω:

ανησυχιών για επιδράσεις στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων ως αποτέλεσμα της έκθεσης την οποία συνεπάγονται, αφενός η χρήση της ουσίας ως ενδιάμεσου προϊόντος και, αφετέρου, οι βιομηχανικοί κλάδοι χρήστες, π.χ. χρήση στον κλάδο των βασικών χημικών προϊόντων ως διαλύτη, στην κλωστοϋφαντουργία ως φορέα χρωστικών ουσιών και άλλες χρήσεις μεταγενέστερου σταδίου.

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

για τους ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Η ισχύουσα σε κοινοτικό επίπεδο νομοθεσία για την προστασία των εργαζομένων και, ειδικότερα, οι διατάξεις της οδηγίας 2000/39/EK της Επιτροπής (40) για τη θέσπιση πρώτου καταλόγου ενδεικτικών οριακών τιμών έκθεσης, θεωρείται γενικά ότι παρέχει το κατάλληλο πλαίσιο για τον περιορισμό των κινδύνων που ενέχει η ουσία στον αναγκαίο βαθμό και έχει εφαρμογή.

Η επιβολή περιορισμών στην εμπορία και στη χρήση που προτείνεται για την προστασία του περιβάλλοντος, θα μειώσει επίσης τον κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου (εργαζόμενοι) και θα εξαλείψει την ανάγκη για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τα σενάρια επαγγελματικής έκθεσης.

για τους ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΕΣ, το ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ και τα ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Συνιστάται:

να εξεταστεί το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών εμπορίας και χρήσης σε κοινοτικό επίπεδο βάσει της οδηγίας 76/769/EOK με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος και τη μείωση της έμμεσης έκθεσης μέσω του περιβάλλοντος από όλες τις χρήσεις εκτός από τη χρήση ως ενδιάμεσου προϊόντος. Θα πρέπει επίσης να εξεταστεί, κατά περίπτωση, το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών στην εμπορία και τη χρήση προϊόντων που περιέχουν τριχλωροβενζόλιο.


(1)  ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 131 της 26.5.94, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 231 της 28.9.1995, σ. 18.

(4)  ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.

(5)  Η ταξινόμηση των ουσιών ορίζεται από την οδηγία 2000/32/EK της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 136 της 8.6.2000, σ. 1).

(6)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(7)  ΕΕ L 177 της 5.7.1991, σ. 22.

(8)  ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26.

(10)  Η ταξινόμηση της ουσίας ορίζεται από την οδηγία 2001/59/EK της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001, σχετικά με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, για εικοστή όγδοη φορά, της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 225 της 21.8.2001, σ. 1).

(11)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(12)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 201.

(13)  Τα ρευστοκονιάματα με βάση το Ν-μεθυλακρυλαμίδιο αποτελούν επίσης πιθανή πηγή ελεύθερου ακρυλαμιδίου κατά τη διεργασία παραγωγής ρευστοκονιαμάτων και θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο εκτίμησης των κινδύνων που ενέχει αυτή η χημική ουσία.

(14)  ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4.

(15)  Η ταξινόμηση των ουσιών ορίζεται από την οδηγία 2000/32/EK της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 136 της 8.6.2000, σ. 1).

(16)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(17)  Η ταξινόμηση των ουσιών ορίζεται από την οδηγία 2000/32/EK της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 136 της 8.6.2000, σ. 15).

(18)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(19)  ΕΕ L 131 της 5.5.1998, σ. 11.

(20)  Η ταξινόμηση της ουσίας ορίζεται από την οδηγία 2001/59/EK της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001, σχετικά με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, για εικοστή όγδοη φορά, της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 225 της 21.8.2001, σ. 35).

(21)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(22)  Η ταξινόμηση των ουσιών ορίζεται από την οδηγία 2000/32/EK της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 136 της 8.6.2000, σ. 15).

(23)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(24)  Πρακτικά της συνεδρίασης, της 2ας Απριλίου 2003, της επιτροπής έκτακτων αναγκών της οδηγίας 92/59/EOK (γενική ασφάλεια των προϊόντων).

(25)  ΕΕ L 228 της 11.8.1992, σ. 24.

(26)  Η ταξινόμηση της ουσίας ορίζεται από την οδηγία 91/325/EOK της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 1991, για τη δωδέκατη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 180 της 8.7.1991, σ. 1).

(27)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(28)  ΕΕ L 238 της 25.9.2003, σ. 27.

(29)  ΕΕ L 200 της 30.7.1999, σ. 1.

(30)  Η ταξινόμηση της ουσίας ορίζεται από την οδηγία 2001/59/EK της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001, σχετικά με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, για εικοστή όγδοη φορά, της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 225 της 21.8.2001, σ. 35).

(31)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(32)  Η ταξινόμηση των ουσιών ορίζεται από την οδηγία 2000/32/EK της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 136 της 8.6.2000, σ. 1).

(33)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(34)  Η ταξινόμηση της ουσίας ορίζεται από την οδηγία 91/325/EOK της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 1991, για τη δωδέκατη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 180 της 8.7.1991, σ. 1).

(35)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(36)  ΕΕ L 129 της 18.5.1976, σ. 23.

(37)  Πρόταση οδηγίας για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε χρώματα διακόσμησης και βερνίκια και σε προϊόντα φανοποιίας αυτοκινήτων και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/13/EΚ [COM(2002) 750 τελικό].

(38)  Η ταξινόμηση της ουσίας ορίζεται από την οδηγία 2001/59/EK της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2001, σχετικά με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, για εικοστή όγδοη φορά, της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν στην ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ L 225 της 21.8.2001, σ. 1).

(39)  Το πλήρες κείμενο και περίληψη της έκθεσης εκτίμησης κινδύνων διατίθενται στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Γραφείου Χημικών Ουσιών: http://ecb.jrc.it/existing-substances/.

(40)  ΕΕ L 142 της 16.6.2000, σ. 47.