5.7.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 176/1


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Μαΐου 2011

σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου του Μαρόκου για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών

(2011/392/ΕΕ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 6 στοιχείο α) σημείο v),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 24 Φεβρουαρίου 2006 το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τους εταίρους από την περιοχή της Μεσογείου, με σκοπό τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών που σχετίζονται με εμπορικές διατάξεις.

(2)

Η Επιτροπή διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις σε διαβούλευση με την επιτροπή που ορίσθηκε δυνάμει του άρθρου 207 της συνθήκης και στο πλαίσιο των οδηγιών διαπραγμάτευσης που εκδόθηκαν από το Συμβούλιο.

(3)

Οι εν λόγω διαπραγματεύσεις ολοκληρώθηκαν και στις 9 Δεκεμβρίου 2009 μονογραφήθηκε συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου του Μαρόκου για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών («η συμφωνία»).

(4)

Η συμφωνία υπεγράφη εξ ονόματος της Ένωσης στις 13 Δεκεμβρίου 2010.

(5)

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου του Μαρόκου για τη θέσπιση μηχανισμού επίλυσης διαφορών («συμφωνία») εγκρίνεται εξ ονόματος της Ένωσης.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει, εξ ονόματος της Ένωσης, στην κοινοποίηση του άρθρου 23 της συμφωνίας (1).

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 13 Μαΐου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

MARTONYI J.


(1)  Η ημερομηνία ισχύος της συμφωνίας δημοσιεύεται στην ΕΕ της Ευρωπαικής Ενωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.


ΣΥΜΦΩΝΊΑ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου του Μαρόκου για την καθιέρωση μηχανισμού επίλυσης διαφορών

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, καλούμενη στο εξής «Ένωση»,

αφενός, και

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΜΑΡΟΚΟΥ, εφεξής καλούμενο «Μαρόκο»,

αφετέρου,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΣΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Στόχος

Ο στόχος της παρούσας συμφωνίας είναι η αποτροπή και η επίλυση των εμπορικών διαφορών μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών προκειμένου να επιτευχθεί, όπου αυτό είναι δυνατό, αμοιβαία αποδεκτή λύση.

Άρθρο 2

Εφαρμογή της συμφωνίας

1.   Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας ισχύουν για κάθε διαφορά που αφορά εικαζόμενη παραβίαση των διατάξεων του τίτλου II (με εξαίρεση το άρθρο 24) της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Βασιλείου του Μαρόκου, αφετέρου, (στη συνέχεια «συμφωνία σύνδεσης») (1) ή της συμφωνίας υπό τη μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Βασιλείου του Μαρόκου σχετικά με αμοιβαία μέτρα ελευθέρωσης για τα γεωργικά προϊόντα, τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα, τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα, με την αντικατάσταση των πρωτοκόλλων αριθ. 1, 2 και 3 και των παραρτημάτων τους, και με τις τροποποιήσεις της ευρωμεσογειακής συμφωνίας σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και του Βασιλείου του Μαρόκου, αφετέρου. Οι διαδικασίες της παρούσας συμφωνίας ισχύουν αν, 60 ημέρες μετά την παραπομπή μιας διαφοράς στο Συμβούλιο Σύνδεσης σύμφωνα με το άρθρο 86 της συμφωνίας σύνδεσης, το Συμβούλιο Σύνδεσης δεν έχει καταφέρει να επιλύσει τη διαφορά.

2.   Το άρθρο 86 της συμφωνίας σύνδεσης ισχύει για τις διαφορές σχετικά με την εφαρμογή και την ερμηνεία άλλων διατάξεων της συμφωνίας σύνδεσης.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, μια διαφορά θεωρείται ότι έχει επιλυθεί όταν λάβει απόφαση το Συμβούλιο Σύνδεσης όπως προβλέπεται στο άρθρο 86.2 της συμφωνίας σύνδεσης, ή όταν δηλώσει ότι δεν υπάρχει πλέον διαφορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

Άρθρο 3

Διαβουλεύσεις

1.   Τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να επιλύσουν οποιαδήποτε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 αρχίζοντας διαβουλεύσεις καλόπιστα με στόχο μια γρήγορη, δίκαιη, και αμοιβαία αποδεκτή λύση. Στις διαβουλεύσεις αυτές, τα συμβαλλόμενα μέρη συζητούν επίσης τον αντίκτυπο της εικαζόμενης παραβίασης στο εμπόριό τους.

2.   Ένα συμβαλλόμενο μέρος επιδιώκει διαβουλεύσεις μέσω γραπτού αιτήματος στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος, με αντίγραφο στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, προσδιορίζοντας οποιοδήποτε συγκεκριμένο μέτρο και τις διατάξεις των συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 2, οι οποίες θεωρεί ότι παραβιάζονται.

3.   Μέσα σε 40 ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος πραγματοποιούνται οι διαβουλεύσεις, στο έδαφος του συμβαλλόμενου μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Οι διαβουλεύσεις θεωρείται ότι έχουν ολοκληρωθεί εντός 60 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος, εκτός αν αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν τη συνέχισή τους. Οι διαβουλεύσεις, ειδικότερα όλες οι πληροφορίες που κοινοποιούνται και οι θέσεις που υποστηρίζονται από τα συμβαλλόμενα μέρη κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών, είναι εμπιστευτικές και δεν θίγουν τα δικαιώματα κανενός συμβαλλόμενου μέρους σε τυχόν περαιτέρω διαδικασίες.

4.   Οι διαβουλεύσεις για επείγοντα θέματα, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που αφορούν τα αναλώσιμα ή εποχικά εμπορεύματα, πραγματοποιούνται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος και θεωρείται ότι έχουν ολοκληρωθεί εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.

5.   Εάν το συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο υποβάλλεται το αίτημα δεν ανταποκρίνεται στο αίτημα για διαβουλεύσεις μέσα σε 20 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία της παραλαβής του, ή εάν οι διαβουλεύσεις δεν πραγματοποιούνται μέσα στα χρονικά πλαίσια που καθορίζονται στην παράγραφο 3 ή στην παράγραφο 4 αντίστοιχα, ή εάν οι διαβουλεύσεις έχουν ολοκληρωθεί και δεν έχει επιτευχθεί καμία συμφωνία για αμοιβαία αποδεκτή λύση, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 5.

Άρθρο 4

Διαμεσολάβηση

1.   Αν οι διαβουλεύσεις δεν καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν, κατόπιν συμφωνίας, να προσφύγουν σε διαμεσολαβητή. Κάθε αίτηση για διαμεσολάβηση πρέπει να γίνεται γραπτώς στο συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών και να περιγράφει κάθε μέτρο που αποτέλεσε αντικείμενο διαβουλεύσεων, καθώς και τους αμοιβαία συμφωνηθέντες όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται η διαμεσολάβηση. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να εξετάσει ευνοϊκά όλα τα αιτήματα για διαμεσολάβηση.

2.   Εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμφωνήσουν ποιος θα είναι ο διαμεσολαβητής εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για διαμεσολάβηση, οι πρόεδροι της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ή αντιπρόσωπός τους, επιλέγει διαμεσολαβητή με κλήρωση μεταξύ των ατόμων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 19 και δεν είναι υπήκοοι κανενός συμβαλλόμενου μέρους. Η επιλογή γίνεται μέσα σε 15 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος διαμεσολάβησης. Ο διαμεσολαβητής συγκαλεί συνεδρίαση με τα μέρη το αργότερο 30 ημέρες μετά την επιλογή του. Ο διαμεσολαβητής λαμβάνει τις παρατηρήσεις κάθε συμβαλλόμενου μέρους το αργότερο 15 ημέρες πριν από τη συνεδρίαση και μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από τα συμβαλλόμενα μέρη ή από τους εμπειρογνώμονες ή τους τεχνικούς συμβούλους, όπως κρίνει αναγκαίο. Κάθε πληροφορία που συγκεντρώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, πρέπει να γνωστοποιείται και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη για τη διατύπωση παρατηρήσεων. Ο διαμεσολαβητής κοινοποιεί γνώμη το αργότερο 45 ημέρες μετά την επιλογή του.

3.   Η γνώμη του διαμεσολαβητή μπορεί να περιλαμβάνει μια ή περισσότερες συστάσεις για τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2. Η γνώμη του διαμεσολαβητή δεν είναι δεσμευτική.

4.   Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να τροποποιήσουν τις προθεσμίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Ο διαμεσολαβητής μπορεί επίσης να αποφασίσει την τροποποίηση των εν λόγω προθεσμιών κατόπιν σχετικού αιτήματος από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες δυσκολίες που συναντά το οικείο μέρος ή την πολυπλοκότητα της υπόθεσης.

5.   Οι διαδικασίες που περιλαμβάνουν τη διαμεσολάβηση, ειδικότερα η γνώμη του διαμεσολαβητή, και όλες οι πληροφορίες που κοινοποιούνται και οι θέσεις που λαμβάνουν τα συμβαλλόμενα μέρη κατά τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών, είναι εμπιστευτικές και δεν θίγουν τα δικαιώματα κανενός συμβαλλόμενου μέρους σε περαιτέρω διαδικασίες.

6.   Αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν, οι διαδικασίες για τη διαμεσολάβηση μπορούν να συνεχιστούν ενώ προχωρά η διαδικασία διαιτησίας.

7.   Η αντικατάσταση ενός διαμεσολαβητή πραγματοποιείται μόνο για τους λόγους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που εκτίθενται λεπτομερώς στα άρθρα 18 έως 21 του εσωτερικού κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ I

Διαδικασία διαιτησίας

Άρθρο 5

Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας

1.   Αν τα συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορούν να επιλύσουν τη διαφορά με διαβουλεύσεις όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 ή με διαμεσολάβηση σύμφωνα με το άρθρο 4, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.   Το αίτημα για σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας υποβάλλεται γραπτώς στο συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών. Το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος επισημαίνει στο αίτημά του τα συγκεκριμένα υπό εξέταση μέτρα και τεκμηριώνει τον τρόπο με τον οποίο τα εν λόγω μέτρα συνιστούν παραβίαση των διατάξεων του άρθρου 2. Η σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας ζητείται το αργότερο 18 μήνες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για διαβουλεύσεις, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του καταγγέλλοντος συμβαλλόμενου μέρους να ζητήσει νέες διαβουλεύσεις για το ίδιο ζήτημα στο μέλλον.

Άρθρο 6

Σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.   Συστήνεται ειδική ομάδα διαιτησίας που απαρτίζεται από τρεις διαιτητές.

2.   Μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος για τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας από το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, τα συμβαλλόμενα μέρη διαβουλεύονται προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία όσον αφορά τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

3.   Αν τα συμβαλλόμενα μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν σχετικά με τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 2, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει από τους προέδρους της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ή τον αντιπρόσωπό τους να επιλέξει και τα τρία μέλη με κλήρωση, από τον κατάλογο που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 19, ένα μεταξύ των προσώπων που προτείνει το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος, ένα μεταξύ των προσώπων που προτείνει το μέρος εναντίον του οποίου στρέφεται η καταγγελία και ένα μεταξύ των προσώπων που έχουν επιλέξει τα μέρη να εκτελεί χρέη προέδρου. Στην περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν για ένα ή περισσότερα μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας, τα υπόλοιπα μέλη επιλέγονται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

4.   Οι πρόεδροι της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, ή ο αντιπρόσωπος τους, επιλέγουν τους διαιτητές μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από το αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

5.   Η ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι η ημερομηνία επιλογής των τριών διαιτητών.

6.   Η αντικατάσταση των διαιτητών πραγματοποιείται μόνο για τους λόγους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που εκτίθενται λεπτομερώς στα άρθρα 18 έως 21 του εσωτερικού κανονισμού.

Άρθρο 7

Ενδιάμεση έκθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας

Η ειδική ομάδα διαιτησίας διανέμει ενδιάμεση έκθεση στα συμβαλλόμενα μέρη που περιλαμβάνει τα πραγματικά περιστατικά, τη δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και τη βασική λογική πίσω από οποιαδήποτε συμπεράσματα και συστάσεις που υποβάλλει, το αργότερο έως 120 ημέρες μετά την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να υποβάλει γραπτό αίτημα για να αναθεωρήσει η ομάδα διαιτησίας συγκεκριμένες πτυχές της ενδιάμεσης έκθεσης μέσα σε 15 ημέρες από την κοινοποίησή της. Τα συμπεράσματα της τελικής απόφασης της ομάδας περιλαμβάνουν μια συζήτηση των επιχειρημάτων που προβάλλονται στο προσωρινό στάδιο αναθεώρησης.

Άρθρο 8

Απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί την απόφασή της στα συμβαλλόμενα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών εντός 150 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Αν θεωρεί ότι η εν λόγω προθεσμία δεν μπορεί να τηρηθεί, ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας πρέπει να ενημερώσει τα συμβαλλόμενα μέρη και την υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών γραπτώς, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και την ημερομηνία κατά την οποία η ειδική ομάδα διαιτησίας προβλέπει να ολοκληρώσει τις εργασίες της. Σε καμία περίπτωση, η απόφαση δεν μπορεί να ανακοινωθεί αργότερα από 180 ημέρες από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.   Σε επείγουσες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και στην περίπτωση αναλώσιμων και εποχικών αγαθών, η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να εκδώσει την απόφασή της εντός 75 ημερών από τη σύστασή της. Η προθεσμία αυτή δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να παρατείνεται πέραν των 90 ημερών από τη σύστασή της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας εκδίδει προκαταρκτική απόφαση εντός 10 ημερών από τη σύστασή της, εφόσον κρίνει ότι η συγκεκριμένη υπόθεση είναι επείγουσα.

3.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας, κατά παράκληση αμφότερων των συμβαλλόμενων μερών, αναστέλλει την εργασία της ανά πάσα στιγμή για μια περίοδο που συμφωνείται από τα συμβαλλόμενα μέρη και δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες και επαναλαμβάνει τις εργασίες της στο τέλος αυτής της συμφωνηθείσας περιόδου κατά παράκληση του καταγγέλλοντος συμβαλλόμενου μέρους. Εάν το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος δεν ζητήσει την επανάληψη των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας πριν από τη λήξη της συμφωνηθείσας περιόδου αναστολής, η διαδικασία ολοκληρώνεται. Η αναστολή και η λήξη των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν θίγει τα δικαιώματα κανενός συμβαλλόμενου μέρους σε άλλη διαδικασία για το ίδιο θέμα.

ΤΜΗΜΑ II

Συμμόρφωση

Άρθρο 9

Συμμόρφωση με την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας

Κάθε μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας και τα μέρη καταβάλλουν προσπάθειες για να συμφωνήσουν όσον αφορά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εφαρμογή της απόφασης.

Άρθρο 10

Εύλογο χρονικό διάστημα για τη συμμόρφωση

1.   Το αργότερο εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας στα συμβαλλόμενα μέρη, το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία ανακοινώνει στο καταγγέλλον μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών το χρονικό διάστημα που θα απαιτηθεί για την εφαρμογή της (εφεξής «εύλογο χρονικό διάστημα»), σε περίπτωση που η εφαρμογή της δεν είναι εφικτή αμέσως.

2.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών όσον αφορά το εύλογο χρονικό διάστημα για την εφαρμογή της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος, εντός 20 ημερών από την κοινοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 από το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, ζητά γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να προσδιορίσει τη διάρκεια του εύλογου χρονικού διαστήματος. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται ταυτόχρονα στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών. Η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί την απόφασή της στα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

3.   Το εύλογο χρονικό διάστημα μπορεί να παραταθεί με αμοιβαία συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών.

Άρθρο 11

Επανεξέταση των μέτρων που ελήφθησαν για τη συμμόρφωση με την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.   Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, πριν από το τέλος του εύλογου χρονικού διαστήματος, κάθε μέτρο που λαμβάνεται για τη συμμόρφωση με την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των μερών όσον αφορά την ύπαρξη ή τη συμμόρφωση κάθε μέτρου που έχει κοινοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2, το καταγγέλλον μέρος δύναται να ζητεί γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφασίσει σχετικά με το ζήτημα. Στο πλαίσιο της εν λόγω αίτησης πρέπει να καθορίζεται το συγκεκριμένο μέτρο που εξετάζεται και να διευκρινίζεται ο τρόπος με τον οποίο το συγκεκριμένο μέτρο δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 2. Η ειδική ομάδα διαιτησίας εκδίδει την απόφασή της εντός 90 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Σε επείγουσες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και στην περίπτωση αναλώσιμων και εποχικών εμπορευμάτων, η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί την απόφασή της εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

Άρθρο 12

Προσωρινά μέτρα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης

1.   Αν το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία παραλείψει να κοινοποιήσει μέτρο που έχει λάβει προκειμένου να συμμορφωθεί με την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας πριν από τη λήξη του εύλογου χρονικού διαστήματος ή αν η ειδική ομάδα διαιτησίας αποφασίσει ότι το κοινοποιηθέν βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 μέτρο δεν συνάδει με τις υποχρεώσεις αυτού του συμβαλλόμενου μέρους δυνάμει του άρθρου 2, το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία υποβάλλει προσφορά για προσωρινή αποζημίωση, αν το ζητήσει το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος.

2.   Αν δεν επιτευχθεί καμία συμφωνία για αποζημίωση μέσα σε 30 ημέρες μετά το τέλος του εύλογου χρονικού διαστήματος ή της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 11 σύμφωνα με την οποία ένα μέτρο που λαμβάνεται είναι αντίθετο με τις διατάξεις του άρθρου 2, το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος έχει το δικαίωμα, κατόπιν κοινοποίησης στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, να αναστείλει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από οποιαδήποτε διάταξη που αναφέρεται στο άρθρο 2 σε επίπεδο ισοδύναμο με ολική ή μερική αναστολή λόγω της παραβίασης. Το καταγγέλλον μέρος δύναται να εφαρμόσει την αναστολή 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία της κοινοποίησης από το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, εκτός αν το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος ζητήσει διαδικασία διαιτησίας βάσει της παραγράφου 3.

3.   Αν το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία θεωρεί ότι το επίπεδο αναστολής δεν είναι ισοδύναμο με ολική ή μερική αναστολή λόγω της παραβίασης, μπορεί να ζητήσει γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφανθεί για το θέμα. Τέτοιο αίτημα κοινοποιείται στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών πριν από τη λήξη της περιόδου των 10 εργάσιμων ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Η ειδική ομάδα διαιτησίας, που έχει επιδιώξει, αν θεωρηθεί σκόπιμο, τη γνώμη των εμπειρογνωμόνων, κοινοποιεί την απόφασή της όσον αφορά το επίπεδο αναστολής των υποχρεώσεων στα συμβαλλόμενα μέρη και στο θεσμικό φορέα αρμόδιο για εμπορικά ζητήματα μέσα σε 30 ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος. Οι υποχρεώσεις δεν αναστέλλονται μέχρις ότου η ειδική ομάδα διαιτησίας να εκδώσει την απόφασή της και κάθε αναστολή πρέπει να είναι συνεπής προς την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

4.   Η αναστολή των υποχρεώσεων έχει προσωρινό χαρακτήρα και εφαρμόζεται μόνον έως ότου το μέτρο που έχει κριθεί ότι παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 2 αρθεί ή τροποποιηθεί ώστε να συμμορφωθεί με τις εν λόγω διατάξεις όπως ορίζεται στο άρθρο 13 ή έως ότου τα συμβαλλόμενα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία για την επίλυση της διαφοράς.

Άρθρο 13

Επανεξέταση των μέτρων που ελήφθησαν για τη συμμόρφωση μετά την αναστολή των υποχρεώσεων

1.   Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών τα μέτρα που λαμβάνει προκειμένου να συμμορφωθεί προς την απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας και το αίτημα που υποβάλλει για τη λήξη της αναστολής των υποχρεώσεων που εφαρμόζει το καταγγέλλον μέρος.

2.   Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τη συμβατότητα του κοινοποιηθέντος μέτρου με τις διατάξεις του άρθρου 2, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης, το καταγγέλλον μέρος μπορεί να ζητεί γραπτώς από την ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφασίσει σχετικά με το ζήτημα. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται ταυτόχρονα στο άλλο μέρος και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών. Η απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας κοινοποιείται στα μέρη και στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος. Εάν η ειδική ομάδα διαιτησίας αποφασίσει ότι το μέτρο που λαμβάνεται για τη συμμόρφωση συνάδει με τις διατάξεις του άρθρου 2, η αναστολή των υποχρεώσεων περατώνεται.

ΤΜΗΜΑ III

κοινές διατάξεις

Άρθρο 14

Αμοιβαία αποδεκτή λύση

Τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν, ανά πάσα στιγμή, να καταλήγουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση για τη διαφορά στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας. Κοινοποιούν στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών και στην ειδική ομάδα διαιτησίας οποιαδήποτε τέτοια λύση. Μετά την κοινοποίηση της αμοιβαία συμφωνηθείσας λύσης, η ομάδα ολοκληρώνει τις εργασίες της και η διαδικασία περατώνεται.

Άρθρο 15

Εσωτερικός κανονισμός

1.   Οι διαδικασίες επίλυσης της διαφοράς στο πλαίσιο του κεφαλαίου ΙΙΙ της παρούσας συμφωνίας διέπονται από τον εσωτερικό κανονισμό που προσαρτάται στην παρούσα συμφωνία.

2.   Οποιαδήποτε συνεδρίαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι ανοικτή στο κοινό σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό, εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

Άρθρο 16

Πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές

Εφόσον το ζητήσει ένα συμβαλλόμενο μέρος, ή με δική της πρωτοβουλία, η ειδική ομάδα διαιτησίας δύναται να συγκεντρώνει πληροφορίες από κάθε πηγή που κρίνει κατάλληλη στο πλαίσιο της διαδικασίας που εφαρμόζει. Η ειδική ομάδα διαιτησίας έχει επίσης το δικαίωμα να ζητεί τη σχετική γνώμη εμπειρογνωμόνων, εφόσον το θεωρεί σκόπιμο. Η ειδική ομάδα διαιτησίας συμβουλεύεται τα συμβαλλόμενα μέρη πριν από την επιλογή των εμπειρογνωμόνων. Κάθε πληροφορία που συγκεντρώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, πρέπει να γνωστοποιείται και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη για τη διατύπωση παρατηρήσεων. Εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά, τα ενδιαφερόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στα εδάφη των συμβαλλόμενων μερών μπορούν να υποβάλουν γραπτές κοινοποιήσεις στις ειδικές ομάδες διαιτησίας σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό. Τέτοιες κοινοποιήσεις περιορίζονται στις πραγματικές πτυχές της διαφοράς και δεν εξετάζουν νομικά σημεία.

Άρθρο 17

Κανόνες ερμηνείας

Οι ειδικές ομάδες διαιτησίας ερμηνεύουν τις διατάξεις του άρθρου 2 σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες για την ερμηνεία του δημόσιου διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης της Βιέννης περί του δικαίου των συνθηκών. Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν είναι δυνατόν να αυξάνουν ή να μειώνουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 2.

Άρθρο 18

Αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.   Η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να λαμβάνει κάθε απόφαση με συναίνεση. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατό να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, η σχετική απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν δημοσιεύονται οι γνώμες μειοψηφίας των διαιτητών.

2.   Οποιαδήποτε απόφαση της επιτροπής διαιτησίας είναι δεσμευτική για τα συμβαλλόμενα μέρη και δεν δημιουργεί δικαιώματα ή υποχρεώσεις στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην απόφαση της ειδικής ομάδας αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά, η δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων των συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 2 και η βασική αιτιολόγηση των διαπιστώσεων και συμπερασμάτων τα οποία διατυπώνει. Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών δημοσιοποιεί την απόφαση της ομάδας διαιτησίας εξ ολοκλήρου εκτός αν αποφασίσει κατά της δημοσιοποίησης προκειμένου να εξασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα απόρρητων πληροφοριών της επιχείρησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 19

Κατάλογος διαιτητών

1.   Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών το αργότερο εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, καταρτίζει κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων που επιθυμούν και μπορούν να ασκήσουν καθήκοντα διαιτητή. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος επιλέγει τουλάχιστον πέντε άτομα ως διαιτητές. Τα δύο συμβαλλόμενα μέρη επιλέγουν επίσης τουλάχιστον πέντε πρόσωπα που δεν είναι υπήκοοι κανενός από τα συμβαλλόμενα μέρη, προκειμένου να εκτελέσουν χρέη προέδρου της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών μεριμνά ώστε ο κατάλογος να διατηρείται πάντα σε αυτό το επίπεδο.

2.   Οι διαιτητές διαθέτουν εξειδικευμένες γνώσεις ή σχετική εμπειρία στους τομείς του διεθνούς εμπορικού δικαίου. Είναι ανεξάρτητοι, συμμετέχουν σε ατομική βάση, δεν λαμβάνουν οδηγίες από κάποιον οργανισμό ή δημόσια αρχή, ούτε συνδέονται με την κυβέρνηση οιουδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη και συμμορφώνονται με τον κώδικα δεοντολογίας που προσαρτάται στην παρούσα συμφωνία.

3.   Η υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών μπορεί να καταρτίσει πρόσθετους καταλόγους τουλάχιστον 15 ατόμων που έχουν μια τομεακή πείρα σε συγκεκριμένα θέματα που καλύπτονται από τις συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος επιλέγει τουλάχιστον πέντε άτομα ως διαιτητές. Τα δύο συμβαλλόμενα μέρη επιλέγουν επίσης τουλάχιστον πέντε πρόσωπα που δεν είναι υπήκοοι κανενός από τα συμβαλλόμενα μέρη, προκειμένου να εκτελέσουν χρέη προέδρου της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Στην περίπτωση που εφαρμόζεται η διαδικασία επιλογής του άρθρου 6 παράγραφος 2, ο πρόεδρος της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών μπορεί να χρησιμοποιεί τον εν λόγω τομεακό κατάλογο, εφόσον συμφωνούν και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη.

Άρθρο 20

Σχέση με τις υποχρεώσεις στο πλαίσιο του ΠΟΕ

1.   Όταν συμβαλλόμενο μέρος επιδιώκει τη διευθέτηση διαφοράς που αφορά υποχρέωση που απορρέει από τη συμφωνία για τον ΠΟΕ, εφαρμόζει τους σχετικούς κανόνες και τις διαδικασίες της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, που εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

2.   Όταν συμβαλλόμενο μέρος επιδιώκει τη διευθέτηση διαφοράς που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, εφαρμόζει τους κανόνες και τις διαδικασίες της παρούσας συμφωνίας.

3.   Όταν συμβαλλόμενο μέρος επιδιώκει την αποκατάσταση τη διευθέτηση διαφοράς που αφορά υποχρέωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, που ισοδυναμεί ουσιαστικά με υποχρέωση στο πλαίσιο του ΠΟΕ, εφαρμόζει, εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά, τους σχετικούς κανόνες και τις διαδικασίες της συμφωνίας για τον ΠΟΕ, που εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας.

4.   Μόλις αρχίσουν οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών, χρησιμοποιείται το φόρουμ που έχει επιλεγεί σύμφωνα με τις παραπάνω παραγράφους, εφόσον δεν έχει αρνηθεί τη δικαιοδοσία του, και αποκλείεται το άλλο.

5.   Καμία διάταξη της παρούσας συμφωνίας δεν εμποδίζει συμβαλλόμενο μέρος να εφαρμόζει την αναστολή των υποχρεώσεων που εγκρίνεται από το όργανο επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ. Η συμφωνία του ΠΟΕ δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για να αποκλειστεί ένα συμβαλλόμενο μέρος από την αναστολή των υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 21

Προθεσμίες

1.   Όλες οι προθεσμίες που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών κοινοποίησης των αποφάσεων από τις ειδικές ομάδες διαιτησίας, υπολογίζονται σε ημερολογιακές ημέρες από την ημέρα που έπεται της πράξης ή του γεγονότος που αφορούν, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.

2.   Κάθε προθεσμία που αναφέρεται στην παρούσα συμφωνία είναι δυνατό να τροποποιείται με αμοιβαία συμφωνία των συμβαλλόμενων μερών. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να εξετάσουν ευνοϊκά τα αιτήματα για παράταση οποιασδήποτε προθεσμίας λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζονται από κάθε συμβαλλόμενο μέρος στη συμμόρφωση με τις διαδικασίες της παρούσας συμφωνίας. Κατόπιν αιτήματος συμβαλλόμενου μέρους, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να παρατείνει τις προθεσμίες που ισχύουν στις διαδικασίες, λαμβάνοντας υπόψη το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης των συμβαλλόμενων μερών.

Άρθρο 22

Αναθεώρηση και τροποποίηση της συμφωνίας

1.   Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας και των παραρτημάτων της, το Συμβούλιο Σύνδεσης μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να αναθεωρήσει την εφαρμογή τους, με σκοπό να αποφασιστούν η συνέχεια, η τροποποίηση ή η λήξη τους.

2.   Σε αυτή την αναθεώρηση, το Συμβούλιο Σύνδεσης μπορεί να εξετάσει τη δυνατότητα σύστασης ενός δευτεροβάθμιου οργάνου το οποίο να είναι κοινό για τις διάφορες ευρωμεσογειακές συμφωνίες.

3.   Το Συμβούλιο Σύνδεσης μπορεί να αποφασίσει να τροποποιήσει την παρούσα συμφωνία και τα παραρτήματά του.

Άρθρο 23

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα συμφωνία εγκρίνεται από τα μέρη σύμφωνα με τις κατ’ ιδίαν διαδικασίες. Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν αμοιβαία την ολοκλήρωση των διαδικασιών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις δέκα τρεις Δεκεμβρίου δύο χιλιάδες δέκα εις διπλούν στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική, φινλανδική και αραβική γλώσσα, καθένα δε από τα κείμενα αυτά είναι εξίσου αυθεντικά.

За Европейския съюз

Por la Unión Europea

Za Evropskou unii

For Den Europæiske Union

Für die Europäische Union

Euroopa Liidu nimel

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση

For the European Union

Pour l'Union européenne

Per l'Unione europea

Eiropas Savienības vārdā –

Europos Sąjungos vardu

Az Európai Unió részéről

Għall-Unjoni Ewropea

Voor de Europese Unie

W imieniu Unii Europejskiej

Pela União Europeia

Pentru Uniunea Europeană

Za Európsku úniu

Za Evropsko unijo

Euroopan unionin puolesta

För Europeiska unionen

Image

Image

За Кралство Мароко

Por el Reino de Marruecos

Za Marocké království

For Kongeriget Marokko

Für das Königreich Marokko

Maroko Kuningriigi nimel

Για το Βασίλειο του Μαρόκου

For the Kingdom of Morocco

Pour le Royaume du Maroc

Per il Regno del Marocco

Marokas Karalistes vārdā –

Maroko Karalystės vardu

A Marokkói Királyság részéről

Għar-Renju tal-Marokk

Voor het Koninkrijk Marokko

W imieniu Królestwa Maroka

Pelo Reino de Marrocos

Pentru Regatul Maroc

Za Marocké kráľovstvo

Za Kraljevino Maroko

Marokon kuningaskunnan puolesta

För Konungariket Marocko

Image

Image


(1)  Οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας ισχύουν με την επιφύλαξη του άρθρου 34 του πρωτοκόλλου σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «προϊόντα καταγωγής» και των μεθόδων διοικητικής συνεργασίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I:

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II:

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

Γενικές διατάξεις

1.

Στην παρούσα συμφωνία και στο πλαίσιο του εν λόγω εσωτερικού κανονισμού, νοούνται ως:

«σύμβουλος»: το άτομο που προσλαμβάνεται από ένα μέρος για να του παρέχει συμβουλές ή συνδρομή κατά τη διαδικασία στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας διαιτησίας·

«καταγγέλλον μέρος»: ένα μέρος το οποίο ζητεί τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει του άρθρου 5 της παρούσας συμφωνίας·

«μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία»: το συμβαλλόμενο μέρος εναντίον του οποίου υπάρχει ισχυρισμός ότι έχει παραβιάσει τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 της παρούσας συμφωνίας·

«ειδική ομάδα διαιτησίας»: μια ομάδα που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας·

«εκπρόσωπος μέρους»: υπάλληλος ή οποιοδήποτε πρόσωπο που ορίζεται από κυβερνητική υπηρεσία ή οργανισμό ή από κάθε άλλο δημόσιο φορέα ενός μέρους·

«ημέρα»: μια ημερολογιακή ημέρα, εκτός αν έχει οριστεί διαφορετικά.

2.

Το μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία βαρύνεται με την υλικοτεχνική διαχείριση των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών, ιδίως τη διοργάνωση των ακροάσεων, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά. Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβαρύνεται με τις δαπάνες που προκύπτουν από όλα τα οργανωτικά θέματα σχετικά με τις διαβουλεύσεις, τη διαμεσολάβηση και τη διαιτησία, με εξαίρεση την αμοιβή και τις δαπάνες που καταβάλλονται στους διαμεσολαβητές και τους διαιτητές, που επιβαρύνουν και τις δύο πλευρές.

Ανακοινώσεις

3.

Τα μέρη και η ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζουν οποιαδήποτε αίτηση, ανακοίνωση, γραπτό υπόμνημα ή άλλο έγγραφο με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο· την ίδια ημέρα αποστέλλουν αντίγραφο με φαξ, με συστημένο ταχυδρομείο, με ταχυμεταφορά, με παράδοση επί αποδείξει ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο τηλεπικοινωνιών που αποδεικνύει την αποστολή. Εκτός αν υπάρχουν αποδείξεις για το αντίθετο, ένα μήνυμα που αποστέλλεται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή φαξ θεωρείται ότι έχει παραληφθεί την ίδια ημερομηνία της αποστολής του.

4.

Κάθε μέρος παρέχει στο άλλο μέρος και σε όλους τους διαιτητές ηλεκτρονικό αντίγραφο κάθε γραπτού υπομνήματός του. Παρέχεται επίσης αντίγραφο του εγγράφου σε χαρτί.

5.

Όλες οι ανακοινώσεις απευθύνονται στο Υπουργείο των Εξωτερικών του Μαρόκου και στη Γενική Διεύθυνση Εμπορίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αντίστοιχα.

6.

Ήσσονος σημασίας λάθη γραφής σε αίτηση, ανακοίνωση, γραπτή παρατήρηση ή άλλο έγγραφο που αφορά τη διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας, μπορούν να διορθώνονται με την παράδοση νέου εγγράφου, στο οποίο αναφέρονται σαφώς οι αλλαγές.

7.

Σε περίπτωση που η τελευταία ημέρα για την παράδοση εγγράφου συμπίπτει με επίσημη αργία στο Μαρόκο ή στην Ένωση, το έγγραφο μπορεί να παραδίδεται την επόμενη εργάσιμη ημέρα. Τα συμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν κατάλογο με τις ημερομηνίες των επίσημων αργιών τους την πρώτη Δευτέρα κάθε Δεκεμβρίου για το επόμενο έτος. Κανένα έγγραφο, ανακοίνωση ή αίτηση οποιουδήποτε είδους δεν θεωρείται ότι έχει παραληφθεί σε επίσημη αργία. Επιπλέον, για τον υπολογισμό όλων των θεσπιζόμενων χρονικών ορίων που στην παρούσα συμφωνία εκφράζονται ως εργάσιμες ημέρες, συνυπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες που είναι κοινές και για τα δύο συμβαλλόμενα μέρη.

8.

Ανάλογα με το περιεχόμενο των διατάξεων που αποτελούν το αντικείμενο της διαφοράς, ένα αντίγραφο όλων των αιτήσεων και των ανακοινώσεων που απευθύνονται στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών, σύμφωνα με αυτό το πρωτόκολλο, αποστέλλεται και στις άλλες σχετικές υποεπιτροπές που έχουν συσταθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας σύνδεσης.

Έναρξη τησ διαιτησίας

9.

α)

Αν σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας ή τους κανόνες 19, 20 ή 49 του παρόντος εσωτερικού κανονισμού, τα μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας επιλέγονται με κλήρωση, οι εκπρόσωποι και των δύο συμβαλλόμενων μερών είναι παρόντες στην κλήρωση.

β)

Εκτός αν συμφωνήσουν διαφορετικά, τα συμβαλλόμενα μέρη συναντούν την ειδική ομάδα διαιτησίας μέσα σε επτά εργάσιμες ημέρες από τη σύστασή της προκειμένου να καθοριστούν ζητήματα που τα συμβαλλόμενα μέρη ή η ειδική ομάδα διαιτησίας κρίνουν κατάλληλα, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής και των δαπανών που καταβάλλονται στους διαιτητές, τα οποία θα είναι σύμφωνα με τα πρότυπα του ΠΟΕ. Τα μέλη της ομάδας διαιτησίας και οι εκπρόσωποι των συμβαλλόμενων μερών μπορούν να συμμετέχουν σε αυτήν τη συνεδρίαση μέσω τηλεφώνου ή τηλεδιάσκεψης.

10.

α)

εκτός αν τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία επιλογής των διαιτητών, οι αρμοδιότητες της ομάδας διαιτησίας είναι οι ακόλουθες:

«να εξετάσει, υπό το πρίσμα των σχετικών διατάξεων των συμφωνιών που αναφέρονται στο άρθρο 2 της συμφωνίας επίλυσης διαφορών, το ζήτημα που αναφέρεται στο αίτημα σύστασης ειδικής ομάδας διαιτησίας, να αποφανθεί για τη συμβατότητα του υπό εξέταση μέτρου με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 της συμφωνίας επίλυσης διαφορών και να αποφασίσει σύμφωνα με το άρθρο 8 της συμφωνίας επίλυσης διαφορών».

β)

Τα συμβαλλόμενα μέρη πρέπει να κοινοποιήσουν τις συμφωνηθείσες αρμοδιότητες στην ειδική ομάδα διαιτησίας μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από τη συμφωνία.

Αρχικές παρατηρήσεις

11.

Το καταγγέλλον μέρος διαβιβάζει τις αρχικές γραπτές παρατηρήσεις του το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Το συμβαλλόμενο μέρος εναντίον του οποίου ασκείται η καταγγελία, διαβιβάζει τη γραπτή απάντησή του στις παρατηρήσεις, το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης των αρχικών γραπτών παρατηρήσεων.

Εργασία των ειδικων ομάδων διαιτησίας

12.

Ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας αναλαμβάνει την προεδρία όλων των συνεδριάσεων της ομάδας αυτής. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να εξουσιοδοτήσει την προεδρεύουσα αρχή να λάβει διοικητικές και διαδικαστικές αποφάσεις.

13.

Εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα συμφωνία, η ειδική ομάδα διαιτησίας διεξάγει τις δραστηριότητές της με κάθε μέσο, μεταξύ άλλων τηλεφωνικώς, με φαξ ή μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή.

14.

Μόνον οι διαιτητές συμμετέχουν στις συσκέψεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η οποία όμως μπορεί να επιτρέψει στους βοηθούς των διαιτητών να παρευρίσκονται στις συσκέψεις αυτές.

15.

Η σύνταξη οποιασδήποτε απόφασης παραμένει αποκλειστική ευθύνη της ομάδας διαιτησίας και δεν πρέπει να εκχωρείται.

16.

Όταν προκύπτει μια διαδικαστική ερώτηση που δεν καλύπτεται από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας και των παραρτημάτων της, η ειδική ομάδα διαιτησίας, ύστερα από διαβούλευση με τα συμβαλλόμενα μέρη, μπορεί να υιοθετήσει κατάλληλη διαδικασία συμβατή με τις διατάξεις.

17.

Εφόσον η ειδική ομάδα διαιτησίας θεωρεί ότι είναι αναγκαίο να τροποποιηθεί ανά πάσα στιγμή μια προθεσμία που ισχύει για τη διαδικασία ή να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική ή διοικητική προσαρμογή της διαδικασίας, ενημερώνει γραπτώς τα συμβαλλόμενα μέρη σχετικά με τους λόγους της αλλαγής ή της προσαρμογής, αναφέροντας την απαιτούμενη προθεσμία ή προσαρμογή. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να υιοθετήσει τέτοια αλλαγή ή τροποποίηση ύστερα από διαβούλευση με τα συμβαλλόμενα μέρη. Οι προθεσμίες του άρθρου 8 παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας δεν τροποποιούνται.

Αντικατάσταση

18.

Αν ένας διαιτητής αδυνατεί να συμμετέχει στη διαδικασία, αποσυρθεί, ή πρέπει να αντικατασταθεί, επιλέγεται αντικαταστάτης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3.

19.

Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι ένας διαιτητής δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας και γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να αντικατασταθεί, αυτό το συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να ειδοποιήσει το άλλο συμβαλλόμενο μέρος μέσα σε 15 ημέρες από τη στιγμή που αντελήφθη τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο διαιτητής προέβη στη σημαντική παραβίαση του κώδικα δεοντολογίας.

Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι ένας διαιτητής εκτός από τον πρόεδρο δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, τα συμβαλλόμενα μέρη προχωρούν σε διαβουλεύσεις και, αν συμφωνήσουν, αντικαθιστούν το διαιτητή και επιλέγουν αντικαταστάτη σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 της παρούσας συμφωνίας.

Στην περίπτωση που τα μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν ως προς την ανάγκη αντικατάστασης ενός διαιτητή, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει το θέμα να παραπεμφθεί στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας, ο οποίος λαμβάνει και την τελική απόφαση.

Αν ο πρόεδρος διαπιστώσει ότι ένας διαιτητής δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, επιλέγει νέο διαιτητή με κλήρωση από την ομάδα των ατόμων που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας, μέλος της οποίας ήταν ο αρχικός διαιτητής. Αν ο αρχικός διαιτητής επιλέχτηκε από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας, ο αντικαταστάτης επιλέγεται με κλήρωση από την ομάδα των ατόμων που έχουν προταθεί από το καταγγέλλον συμβαλλόμενο μέρος και από το συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας. Η επιλογή του νέου διαιτητή γίνεται μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

20.

Όταν ένα συμβαλλόμενο μέρος θεωρεί ότι ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, τα συμβαλλόμενα μέρη προχωρούν σε διαβουλεύσεις και, αν συμφωνήσουν, αντικαθιστούν τον πρόεδρο και επιλέγουν αντικαταστάτη σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 της παρούσας συμφωνίας.

Αν τα συμβαλλόμενα μέρη δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν σχετικά με την ανάγκη να αντικατασταθεί ο πρόεδρος, κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει να παραπεμφθεί το θέμα σε ένα από τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας των ατόμων που επιλέγησαν να ασκήσουν την προεδρία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας. Το όνομά της ή το όνομά του επιλέγεται με κλήρωση από τους προέδρους της υποεπιτροπής βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ή τον αντιπρόσωπό τους. Η απόφαση που λαμβάνει αυτό το πρόσωπο σχετικά με την ανάγκη να αντικατασταθεί ο πρόεδρος είναι τελική.

Αν αυτό το πρόσωπο αποφασίσει ότι ο αρχικός πρόεδρος δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας, επιλέγει νέο πρόεδρο με κλήρωση από τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 της παρούσας συμφωνίας που μπορούν να ασκήσουν καθήκοντα προέδρου. Αυτή η επιλογή του νέου προέδρου γίνεται μέσα σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος που αναφέρεται σε αυτή την παράγραφο.

21.

Οι εργασίες της ομάδας διαιτησίας αναστέλλονται για την περίοδο που χρειάζεται για να πραγματοποιήσει τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 18, 19 και 20.

Ακροάσεις

22.

Ο πρόεδρος καθορίζει την ημερομηνία και την ώρα της ακρόασης κατόπιν διαβουλεύσεων με τα συμβαλλόμενα μέρη και τα υπόλοιπα μέλη της ειδικής ομάδας διαιτησίας και επιβεβαιώνει τις πληροφορίες αυτές εγγράφως στα μέρη. Οι πληροφορίες αυτές δημοσιοποιούνται, επίσης, από το συμβαλλόμενο μέρος που βαρύνεται με την υλικοτεχνική διαχείριση των διαδικασιών, όταν η ακρόαση είναι δημόσια. Εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, η επιτροπή διαιτησίας δύναται να αποφασίσει να μην γίνει ακρόαση.

23.

Εκτός αν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, η ακρόαση πραγματοποιείται στις Βρυξέλλες, όταν το καταγγέλλον μέρος είναι το Μαρόκο και στο Ραμπάτ, όταν το καταγγέλλον μέρος είναι η Ένωση.

24.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να συγκαλέσει πρόσθετη ακρόαση μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Καμία πρόσθετη ακρόαση δεν συγκαλείται για τις διαδικασίες που προβλέπονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, το άρθρο 11 παράγραφος 2, το άρθρο 12 παράγραφος 3 και το άρθρο 13 παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας.

25.

Όλοι οι διαιτητές είναι παρόντες σε όλη τη διάρκεια των ακροάσεων.

26.

Τα παρακάτω πρόσωπα δύνανται να συμμετέχουν στην ακρόαση, ανεξάρτητα από το αν οι διαδικασίες είναι δημόσιες ή όχι:

α)

εκπρόσωποι των συμβαλλόμενων μερών·

β)

σύμβουλοι των συμβαλλόμενων μερών·

γ)

διοικητικό προσωπικό, διερμηνείς, μεταφραστές και δημοσιογράφοι δικαστηρίων· και

δ)

βοηθοί διαιτητών.

Μόνο οι εκπρόσωποι και οι σύμβουλοι των συμβαλλόμενων μερών μπορούν να απευθυνθούν στην ομάδα διαιτησίας.

27.

Το αργότερο πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία της ακρόασης, κάθε μέρος κοινοποιεί στην ομάδα διαιτησίας κατάλογο με τα ονόματα των προσώπων τα οποία θα αναπτύξουν προφορικά επιχειρήματα ή παρατηρήσεις κατά την ακρόαση, εκ μέρους του εν λόγω μέρους και άλλων εκπροσώπων ή συμβούλων, οι οποίοι θα παρευρίσκονται στην ακρόαση.

28.

Οι ακροάσεις των ειδικών ομάδων διαιτησίας πραγματοποιούνται παρουσία κοινού, εκτός αν τα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά. Αν τα μέρη αποφασίσουν ότι η ακρόαση δεν είναι δημόσια, μέρος αυτής μπορεί ωστόσο να πραγματοποιείται με την παρουσία κοινού, εφόσον η ειδική ομάδα διαιτησίας, ύστερα από αίτηση των μερών, λάβει τέτοια απόφαση. Η ειδική ομάδα διαιτησίας ωστόσο συνέρχεται κεκλεισμένων των θυρών, όταν οι παρατηρήσεις και τα επιχειρήματα συμβαλλομένου μέρους περιέχουν εμπιστευτικές εμπορικές πληροφορίες.

29.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας διενεργεί την ακρόαση με τον ακόλουθο τρόπο:

 

Επιχειρηματολογία:

α)

επιχειρήματα του καταγγέλλοντος συμβαλλομένου μέρους·

β)

αντεπιχειρήματα του συμβαλλομένου μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

 

Επιχείρημα προς αντίκρουση ισχυρισμών:

α)

επιχειρήματα του καταγγέλλοντος συμβαλλομένου μέρους·

β)

ανταπάντηση του συμβαλλομένου μέρους εναντίον του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

30.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να υποβάλει ερωτήσεις σε οποιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος και οποιαδήποτε στιγμή κατά την ακρόαση.

31.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας φροντίζει για τη σύνταξη εγγράφου για κάθε ακρόαση και για την παράδοσή του το συντομότερο δυνατό στα συμβαλλόμενα μέρη.

32.

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να παραδώσει συμπληρωματική γραπτή παρατήρηση σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που προέκυψε κατά τη διάρκεια της ακρόασης μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία της ακρόασης.

Γραπτές ερωτήσεις

33.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί, ανά πάσα στιγμή κατά τη διαδικασία, να απευθύνει γραπτές ερωτήσεις σε ένα ή και στα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Κάθε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνει αντίγραφο τυχόν ερωτήσεων που υποβάλλονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας.

34.

Κάθε μέρος διαβιβάζει επίσης στο άλλο μέρος αντίγραφο των γραπτών απαντήσεών του στις ερωτήσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Παρέχεται η ευκαιρία σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος να σχολιάσει γραπτώς τις απαντήσεις του άλλου μέρους εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης.

Εμπιστευτικότητα

35.

Τα συμβαλλόμενα μέρη διατηρούν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των ακροάσεων της ειδικής ομάδας διαιτησίας όπου οι ακροάσεις γίνονται κεκλεισμένων των θυρών, σύμφωνα με τον κανόνα 28. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αντιμετωπίζει ως εμπιστευτικές τις πληροφορίες που υποβάλλει στην ειδική ομάδα διαιτησίας το άλλο μέρος και τις οποίες το εν λόγω μέρος έχει χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές. Όταν συμβαλλόμενο μέρος υποβάλλει εγγράφως εμπιστευτικές παρατηρήσεις στην ειδική ομάδα διαιτησίας, παρέχει, επίσης, ύστερα από αίτηση του άλλου συμβαλλομένου μέρους, μη εμπιστευτική περίληψη των πληροφοριών που περιέχονται στις παρατηρήσεις του, η οποία δύναται να δημοσιοποιηθεί, το αργότερο 15 ημέρες από την ημερομηνία είτε της αίτησης είτε της υποβολής των παρατηρήσεων, οποιαδήποτε είναι η πλησιέστερη. Καμία διάταξη του παρόντος εσωτερικού κανονισμού δεν εμποδίζει ένας μέρος να δημοσιοποιήσει δηλώσεις επί των δικών του θέσεων.

Μονομερείς επαφές

36.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν πραγματοποιεί συναντήσεις ή επαφές με συμβαλλόμενο μέρος αν δεν παρευρίσκεται και το άλλο μέρος.

37.

Κανένας διαιτητής δεν επιτρέπεται να συζητεί πτυχές του αντικειμένου της διαδικασίας με ένα ή και τα δύο μέρη, εν απουσία των άλλων διαιτητών.

Φιλικές παρατηρήσεις

38.

Εφόσον τα συμβαλλόμενα μέρη δεν αποφασίσουν διαφορετικά εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η εν λόγω ειδική ομάδα μπορεί να λάβει γραπτές παρατηρήσεις που δεν έχει ζητήσει, εντός 10 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, οι οποίες είναι συνοπτικές και σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνουν τις 15 δακτυλογραφημένες σελίδες, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων παραρτημάτων και αφορούν άμεσα τα πραγματικά ή νομικά περιστατικά της υπόθεσης που εξετάζεται από την ειδική ομάδα διαιτησίας.

39.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να περιλαμβάνουν περιγραφή του προσώπου, φυσικού ή νομικού, που τις υποβάλλει, συμπεριλαμβανομένης της φύσης των δραστηριοτήτων του και των χρηματοδοτικών του πόρων, και να καθορίζουν το συμφέρον τού εν λόγω προσώπου από τη διαδικασία διαιτησίας. Συντάσσονται στις γλώσσες που επιλέγονται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τους κανόνες 42 και 43 του εσωτερικού κανονισμού.

40.

Η ειδική ομάδα διαιτησίας περιλαμβάνει στην απόφασή της όλες τις παρατηρήσεις που έχει λάβει και συμμορφώνονται με τους προαναφερόμενους κανόνες. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν υποχρεούται να αναφέρει στην απόφασή της τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στις εν λόγω παρατηρήσεις. Κάθε παρατήρηση που λαμβάνει η ειδική ομάδα διαιτησίας βάσει του παρόντος κανόνος υποβάλλεται στα συμβαλλόμενα μέρη προς διατύπωση σχολίων.

Επείγουσες περιπτώσεις

41.

Σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης που αναφέρονται στην παρούσα συμφωνία, η ειδική ομάδα διαιτησίας, κατόπιν διαβούλευσης με τα συμβαλλόμενα μέρη, προσαρμόζει τις προθεσμίες που αναφέρονται σε αυτούς τους κανόνες ανάλογα με την περίπτωση και ενημερώνει τα συμβαλλόμενα μέρη για τις προσαρμογές αυτές.

Μετάφραση και διερμηνεία

42.

Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 6.2 της παρούσας συμφωνίας, και το αργότερο έως τη συνεδρίαση που αναφέρεται στον κανόνα 9 στοιχείο β) του εσωτερικού κανονισμού, τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να συμφωνήσουν σχετικά με μια κοινή επίσημη γλώσσα εργασίας για τις διαδικασίες ενώπιον της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

43.

Αν τα συμβαλλόμενα μέρη αδυνατούν να συμφωνήσουν σχετικά με μια κοινή επίσημη γλώσσα εργασίας, κάθε συμβαλλόμενο μέρος τακτοποιεί και επιβαρύνεται με τις δαπάνες της μετάφρασης των γραπτών παρατηρήσεων στη γλώσσα που επιλέγεται από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος

44.

Τα συμβαλλόμενο μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία φροντίζει για τη διερμηνεία των γραπτών παρατηρήσεών του στη γλώσσα που επιλέγουν τα συμβαλλόμενα μέρη.

45.

Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας εκδίδονται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που επιλέγουν τα συμβαλλόμενα μέρη.

46.

Κάθε μέρος δύναται να υποβάλει τις απόψεις του για τη μετάφραση εγγράφου, το οποίο συντάσσεται σύμφωνα με τον παρόντα εσωτερικό κανονισμό.

Υπολογισμός των προθεσμιών

47.

Όταν, λόγω της εφαρμογής του κανόνα 7 του εσωτερικού κανονισμού, ένα συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει ένα έγγραφο μια ημερομηνία διαφορετική από την ημερομηνία κατά την οποία το παρόν έγγραφο παραλαμβάνεται από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος, οποιαδήποτε χρονική περίοδος που υπολογίζεται βάσει της ημερομηνίας της παραλαβής του εγγράφου εκείνου υπολογίζεται από την τελευταία ημερομηνία παραλαβής του.

Άλλες διαδικασίες

48.

Ο παρών εσωτερικός κανονισμός ισχύει και στις διαδικασίες που καθιερώνονται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, το άρθρο 11 παράγραφος 2, το άρθρο 12 παράγραφος 3 και το άρθρο 13 παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας. Ωστόσο, οι προθεσμίες που καθορίζονται σε αυτό τον εσωτερικό κανονισμό προσαρμόζονται σύμφωνα με τις ειδικές προθεσμίες που προβλέπονται για την έγκριση μιας απόφασης από την ομάδα διαιτησίας σε εκείνες τις άλλες διαδικασίες.

49.

Στην περίπτωση που είναι αδύνατη η σύγκληση της αρχικής ειδικής ομάδας διαιτησίας, ή ορισμένων μελών της, για τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2, το άρθρο 11 παράγραφος 2, το άρθρο 12 παράγραφος 3 και το άρθρο 13 παράγραφος 2 της παρούσας συμφωνίας, ισχύουν οι διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 6 της παρούσας συμφωνίας. Η προθεσμία για την κοινοποίηση της απόφασης παρατείνεται κατά 15 ημέρες.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ

Ορισμοί

1.

Στον παρόντα κώδικα δεοντολογίας, νοούνται ως:

α)   «μέλος» ή «διαιτητής»: το μέλος της ειδικής ομάδας διαιτησίας που συγκροτείται βάσει του άρθρου 6 της παρούσας συμφωνίας·

β)   «διαμεσολαβητής»: ένα πρόσωπο που διευθύνει μια διαμεσολάβηση σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας συμφωνίας·

γ)   «υποψήφιος»: το άτομο το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στον κατάλογο διαιτητών που αναφέρεται στο άρθρο 19 της παρούσας συμφωνίας και το οποίο εξετάζεται για ενδεχόμενη επιλογή του ως μέλους ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει του άρθρου 6 της παρούσας συμφωνίας·

δ)   «βοηθός»: το πρόσωπο το οποίο, με βάση την εντολή ενός μέλους, επικουρεί το μέλος στις έρευνές του ή του παρέχει στήριξη κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του·

ε)   «διαδικασία»: αν δεν ορίζεται διαφορετικά, η διαδικασία που διεξάγεται στο πλαίσιο ειδικής ομάδας διαιτησίας δυνάμει της παρούσας συμφωνίας·

στ)   «προσωπικό»: σε σχέση με ένα μέλος, τα άτομα τα οποία τελούν υπό τη διεύθυνση και τον έλεγχο του μέλους αυτού, εξαιρουμένων των βοηθών.

Υποχρεώσεις όσον αφορά τη διαδικασία

2.

Κάθε υποψήφιος και μέλος οφείλει να αποφεύγει οποιαδήποτε παρατυπία ή εντύπωση παρατυπίας, να είναι ανεξάρτητος και αμερόληπτος, να αποφεύγει τις άμεσες ή έμμεσες συγκρούσεις συμφερόντων και να τηρεί αυστηρά τους κανόνες δεοντολογίας για την εξασφάλιση της ακεραιότητας και της αμεροληψίας στο πλαίσιο του μηχανισμού επίλυσης των διαφορών. Τα πρώην μέλη υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 15, 16, 17 και 18 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

Υποχρεώσεις κοινοποίησης

3.

Πριν από την επιβεβαίωση της επιλογής του (της) ως μέλους της ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει της παρούσας συμφωνίας, κάθε υποψήφιος οφείλει να κοινοποιεί την ύπαρξη κάθε συμφέροντος, σχέσης ή ζητήματος που θα μπορούσε να επηρεάσει την ανεξαρτησία ή την αμεροληψία του ή που θα μπορούσε λογικά να οδηγήσει σε παρατυπία ή να εγείρει υπόνοιες για μεροληψία κατά τη διαδικασία. Για το σκοπό αυτό, ο υποψήφιος πρέπει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να λαμβάνει γνώση σχετικά με την ύπαρξη τέτοιου είδους συμφερόντων, σχέσεων και ζητημάτων.

4.

Κάθε υποψήφιος ή μέλος της ειδικής ομάδας οφείλει να κοινοποιεί στην υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών ζητήματα σχετικά με πραγματικές ή πιθανές παραβιάσεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας προς εξέταση από τα συμβαλλόμενα μέρη.

5.

Από τη στιγμή της επιλογής του, το μέλος οφείλει να εξακολουθήσει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να λαμβάνει γνώση για τυχόν συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, και τα οποία πρέπει να κοινοποιεί. Η υποχρέωση κοινοποίησης αποτελεί διαρκές καθήκον το οποίο απαιτεί από κάθε μέλος να γνωστοποιεί οποιαδήποτε τέτοια συμφέροντα, σχέσεις και ζητήματα, τα οποία μπορεί να ανακύπτουν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Κάθε μέλος οφείλει να κοινοποιεί εγγράφως προς την υποεπιτροπή βιομηχανίας, εμπορίου και υπηρεσιών τα εν λόγω συμφέροντα, σχέσεις και ζητήματα, προς εξέταση από τα συμβαλλόμενα μέρη.

Καθήκοντα των μελών

6.

Κάθε μέλος οφείλει από τη στιγμή της επιλογής του να εκτελεί δίκαια και επιμελώς τα καθήκοντά του στο ακέραιο και δίχως καθυστέρηση καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

7.

Κάθε μέλος της ειδικής ομάδας οφείλει να εξετάζει αποκλειστικά και μόνο τα θέματα που ανακύπτουν κατά τη διαδικασία και που είναι απαραίτητα για τη λήψη απόφασης και δεν επιτρέπεται να αναθέτει σε κανένα άλλο πρόσωπο αυτό το έργο.

8.

Κάθε μέλος της ειδικής ομάδας λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να διασφαλίζει ότι ο βοηθός και το προσωπικό του/της γνωρίζουν τις παραγράφους 2, 3, 4, 5, 16, 17 και 18 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και συμμορφώνονται με αυτές.

9.

Κανένα μέλος δεν πρέπει να πραγματοποιεί μονομερείς επαφές σχετικά με τη διαδικασία.

Ανεξαρτησία και αμεροληψία των μελών

10.

Κάθε μέλος της ειδικής ομάδας οφείλει να είναι ανεξάρτητο και αμερόληπτο και να αποφεύγει οποιαδήποτε παρατυπία ή εντύπωση παρατυπίας και να μην επηρεάζεται από ίδιο συμφέρον, έξωθεν πιέσεις, πολιτικές πεποιθήσεις, διαμαρτυρίες της κοινής γνώμης, προσήλωση σε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη ή το φόβο της κριτικής.

11.

Τα μέλη δεν πρέπει να αναλαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα, υποχρεώσεις ή να δέχονται οφέλη τα οποία θα μπορούσαν με οποιοδήποτε τρόπο να επηρεάσουν, ή να φανεί ότι επηρεάζουν, την ομαλή εκτέλεση των καθηκόντων τους.

12.

Τα μέλη οφείλουν να μην κάνουν χρήση της ιδιότητάς τους ως μελών της ειδικής ομάδας διαιτησίας για να προωθήσουν προσωπικά ή ιδιωτικά συμφέροντα και να αποφεύγουν ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι κάποιοι είναι σε θέση να τα επηρεάζουν.

13.

Τα μέλη δεν επιτρέπουν να επηρεάζεται η συμπεριφορά τους ή η κρίση τους από σχέσεις ή ευθύνες οικονομικού, εμπορικού, επαγγελματικού, οικογενειακού ή κοινωνικού χαρακτήρα.

14.

Τα μέλη δεν συνάπτουν σχέσεις ούτε αποκτούν οικονομικά συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν την αμεροληψία τους ή θα μπορούσαν εύλογα να δημιουργήσουν την εντύπωση αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς ή μεροληψίας.

Υποχρεώσεις πρώην μελών

15.

Όλα τα προηγούμενα μέλη πρέπει να αποφύγουν ενέργειες που μπορούν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι επέδειξαν μεροληψία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ότι επωφελήθηκαν από τις αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

Εμπιστευτικότητα

16.

Τα μέλη ή πρώην μέλη δεν επιτρέπεται σε καμία χρονική στιγμή να κοινοποιούν ή να κάνουν χρήση οποιασδήποτε μη δημόσιας πληροφορίας σχετικά με τη διαδικασία ή πληροφοριών που προέκυψαν ενδεχομένως κατά τη διαδικασία, εκτός αν αυτές αφορούν τη διαδικασία, και δεν δύνανται σε καμία περίπτωση να κοινοποιούν ή να κάνουν χρήση οποιασδήποτε τέτοιας πληροφορίας για να αποκομίσουν προσωπικά οφέλη ή προνόμια για άλλους ή να βλάψουν τα συμφέροντα άλλων.

17.

Ένα μέλος δεν αποκαλύπτει μια απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας ή μέρος αυτής πριν από τη δημοσίευσή της σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία.

18.

Τα μέλη ή πρώην μέλη δεν επιτρέπεται σε καμία χρονική στιγμή να κοινοποιούν τις συζητήσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας ή τις απόψεις οποιουδήποτε μέλους.

Δαπάνες

19.

Κάθε μέλος διατηρεί αρχείο και καταγράφει το χρόνο που αφιέρωσε στη διαδικασία και τα έξοδά του.

Διαμεσολαβητές

20.

Οι κανόνες που περιγράφονται σε αυτόν τον κώδικα δεοντολογίας όπως ισχύουν για τα μέλη ή τα πρώην μέλη ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, για τους διαμεσολαβητές.