Τροποποιημένη πρόταση κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ταμείου αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα και σχετικά μέτρα (Υποβλήθηκε από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 250 παράγραφος 2 της συνθήκης) /* COM/2002/0313 τελικό - COD 2000/0326 */
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 227 E της 24/09/2002 σ. 0487 - 0496
Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση ταμείου αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα και σχετικά μέτρα (Υποβλήθηκε από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 250 παράγραφος 2 της συνθήκης) ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Στην Ολομέλειά του της 14ης Ιουνίου 2001, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε, με ορισμένες τροπολογίες, την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που υπέβαλε η Επιτροπή σχετικά με τη σύσταση ταμείου αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα και σχετικά μέτρα [1]. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και η Επιτροπή των Περιφερειών υποστήριξαν την πρόταση στις γνωμοδοτήσεις τους. [2] [1] COM(2000) 802τελικό - 2000/0326 (COD) της 6ης Δεκεμβρίου 2000. [2] ΕΕ C , , σ. και ΕΕ C , , σ. . Tο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να συσταθεί ταμείο προκειμένου να αποζημιώνονται καλύτερα τα θύματα της πετρελαϊκής ρύπανσης στα ευρωπαϊκά ύδατα και να επιβάλλεται χρηματική ποινή σε όσους προκαλούν ή συμβάλλουν στη ζημία που προκαλείται από την κατάφωρα αμελή συμπεριφορά τους. Η Επιτροπή συμφωνεί με ορισμένες τροπολογίες που διευκρινίζουν το κείμενο ή το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού ή βελτιώνουν τη διατύπωσή του. Επίσης, αρκετές τροπολογίες παρέχουν χρήσιμες προσθήκες στο κείμενο. Πρόκειται για τη διευκρίνιση της φύσης και των δραστηριοτήτων του ταμείου Αποζημίωσης για την Πετρελαϊκή Ρύπανση στα Ευρωπαϊκά Ύδατα (COPE), τη σχέση του με το Διεθνές Ταμείο Αποζημίωσης για Πετρελαϊκή Ρύπανση (IOPC), τη δυνατότητά του να καταβάλλει προκαταβολές και τη σύνταξη έκθεσης προόδου για τις εξελίξεις της απόδοσης ευθύνης και αποζημίωσης στις θαλάσσιες μεταφορές σε διεθνές επίπεδο. Η Επιτροπή δεν μπορεί ωστόσο να αποδεχθεί: * τις τροπολογίες που επιζητούν να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής του ταμείου COPE προκειμένου να καλύπτονται άλλες μορφές ρύπανσης εκτός της πετρελαϊκής που προκαλούνται από δεξαμενόπλοια. Μολονότι υποστηρίζεται η βελτίωση του καθεστώτος αποζημίωσης για τη ρύπανση που προκαλείται από επικίνδυνες και τοξικές ουσίες, η Επιτροπή κρίνει ότι ο παρών κανονισμός δεν είναι ο κατάλληλος για να εξυπηρετήσει το σκοπό αυτό. Στόχος του ταμείου COPE είναι να προστεθεί στο υπάρχον διεθνές καθεστώς αποζημίωσης ακόμη μια και κατ'αυτόν τον τρόπο να εξασφαλισθεί η παροχή αποζημίωσης για τα δαπανηρά ατυχήματα στα ύδατα της ΕΕ. O κανονισμός βασίζεται στο διεθνές καθεστώς και το συμπληρώνει δημιουργώντας ένα ακόμη στάδιο σε στενή σύνδεση με τα δύο υπάρχοντα (σύμβαση CLC και ταμείο IOPC). Καθόσον το διεθνές καθεστώς καλύπτει μόνον τη ρύπανση που προκαλείται από τα πετρελαιοφόρα, πρέπει και το ταμείο COPE να καλύπτει το ίδιο είδος ρύπανσης. Εφόσον δεν υπάρχει διεθνές καθεστώς για τους χύδην υδρογονάνθρακες και άλλες επικίνδυνες ουσίες, όπως είναι οι χημικές, δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθεί παρεμφερές σύστημα γι'αυτούς τους τύπους ρύπανσης. Η Επιτροπή συμφωνεί πάντως ότι όντως χρειάζεται να καθιερωθεί όσο το δυνατόν πιο σύντομα ένα καθεστώς που θα εξασφαλίζει ορθή αποζημίωση για τη θαλάσσια ρύπανση που προκαλείται από άλλες ουσίες εκτός του πετρελαίου. * τις τροπολογίες που αποβλέπουν να εισαχθεί η υποχρέωση για τους πλοιοκτήτες να πληρώνουν μέρος της αποζημίωσης. Οι τροπολογίες αυτές εγείρουν προβλήματα διεθνούς δικαίου. Tο υπάρχον διεθνές νομικό καθεστώς (η σύμβαση CLC) δεν επιτρέπει αξιώσεις πρόσθετης αποζημίωσης από τον πλοιοκτήτη. Μολονότι η Επιτροπή συμφωνεί ότι πιο μακροπρόθεσμα οι πλοιοκτήτες πρέπει να συμβάλλουν ουσιαστικότερα στην πληρωμή της αποζημίωσης, ιδίως όταν το ατύχημα οφείλεται στην κατάφωρη αμέλειά τους (η Επιτροπή έχει προτείνει να εξετασθεί το θέμα επ'ευκαιρία της αναθεώρησης του διεθνούς συστήματος), η απαίτηση να συμμετέχουν οι πλοιοκτήτες στην αποζίωση θα ήταν σε διαφωνία με τους διεθνείς κανόνες ως έχουν σήμερα. Για να καταστούν οι πλοιοκτήτες περισσότερο υπεύθυνοι και να υπόκεινται σε ποινές σε περίπτωση αμέλειάς τους, η πρόταση της Επιτροπής περιλαμβάνει την επιβολή χρηματικής ποινής σε οιοδήποτε μέρος προκαλέσει ή συμβάλει σε ατύχημα λόγω κατάφωρης αμέλειας. * τις τροπολογίες που προτείνουν την αυξημένη συμμετοχή και ρόλο των τοπικών αντιπροσώπων της περιοχής που υπέστη ζημία στις διαδικασίες της επιτροπής του ταμείου COPE, η οποία είναι διαχειριστική επιτροπή σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/EΚ. Η παροχή συμβουλών ή η εκ των προτέρων ακρόαση μη μελών της επιτροπής δεν προβλέπεται σε μια διαχειριστική επιτροπή με βάση την απόφαση, διότι αυτή απαρτίζεται αποκλειστικά από αντιπροσώπους των κρατών μελών. Λαμβανομένων υπόψη των καθηκόντων της επιτροπής, στα οποία συμπεριλαμβάνεται η λήψη αποφάσεων σε θέματα με μεγάλες νομικές και οικονομικές συνέπειες, είναι σημαντικό να ακολουθούνται παγιωμένες διαδικασίες στηριζόμενες στο κοινοτικό δίκαιο. * την τροπολογία που αποβλέπει στην επέκταση της αποζημίωσης για περιβαλλοντικές ζημίες. Άποψη της Επιτροπής είναι ότι το διεθνές καθεστώς (και άρα και το ταμείο COPE) θα τροποποιηθεί προκειμένου να διευρυνθεί το πεδίο κάλυψης στις περιβαλλοντικές ζημίες. Η ύπαρξη δύο διαφορετικών ορισμών στο διεθνές καθεστώς και στο ταμείο COPE που έρχεται να συμπληρώσει το προηγούμενο, θα δημιουργούσε σοβαρές πρακτικές και νομικές επιπλοκές. Θα απαιτούσε επίσης να διαθέτει το ταμείο COPE σημαντικούς πόρους για να αξιολογεί την εγκυρότητα των αξιώσεων και λεπτομερείς κατευθύνσεις για το ύψος και τον τρόπο αποζημίωσης των περιβαλλοντικών ζημιών. Tο ταμείο COPE δεν διαθέτει τα μέσα για να φέρει σε πέρας αυτά τα καθήκοντα. Συνεπώς, οι προσπάθειες πρέπει να έχουν ως κατεύθυνση τη βελτίωση της αποζημίωσης για περιβαλλοντικές ζημίες με βάση συγκρίσιμα καθεστώτα που θα θεσπισθούν με βάση το κοινοτικό δίκαιο μέσω τροποποίησης του διεθνούς καθεστώτος και, άρα, και του ταμείου COPE. * την τροπολογία που προτείνει να περιορισθεί η περίοδος συγκέντρωσης των κονδυλίων στο ταμείο COPE από ένα έτος σε έξι μήνες. Η βασική ιδέα είναι να βοηθηθεί η επίσπευση της αποζημίωσης. Η Επιτροπή όμως δεν πιστεύει ότι η τροπολογία θα φέρει αυτό το αποτέλεσμα. Καμιά αξίωση δεν μπορεί να αποζημιωθεί πριν εκτιμηθεί και καμιά αξίωση δεν μπορεί να εκτιμηθεί πριν υποβληθεί. Συνήθως οι αιτούντες χρειάζονται κάποιο χρόνο για να εκτιμήσουν τις απώλειές τους. Με βάση το χρόνο που απαιτούν οι διαδικασίες αυτές, η Επιτροπή έκρινε ότι η προθεσμία ενός έτους αρκεί και είναι όντως πολύ αυστηρή σε σύγκριση με το διεθνές καθεστώς. Η περιορισμένη προστιθεμένη αξία της τροπολογίας πρέπει επίσης να αξιολογηθεί με βάση τις δυσχέρειες που θα έχουν οι παραλήπτες πετρελαίου να συγκεντρώσουν σε μικρό χρονικό διάστημα σημαντικά χρηματικά ποσά. * την τροπολογία που δίδει τον ορισμό του 'πετρελαίου χύδην'. Ο όρος 'πετρέλαιο χύδην' δεν χρησιμοποιείται στον κανονισμό και επομένως δεν χρειάζεται. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 250 παράγραφος 2 της συνθήκης, η Επιτροπή τροποποιεί την πρότασή της. 2000/0326 (COD) Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύσταση ταμείου αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα και σχετικά μέτρα TΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2 και το άρθρο 175 παράγραφος 1, την πρόταση της Επιτροπής [3], [3] ΕΕ C , , σ. . τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής [4], [4] ΕΕ C , , σ. . τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών [5], [5] ΕΕ C , , σ. . Ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 251 της συνθήκης [6], [6] ΕΕ C , , σ. . Εκτιμώντας τα εξής: (1) Είναι αναγκαίο να διασφαλισθεί η πλήρης και μέγιστη αποζημίωση των προσώπων ή των οργανώσεων που υφίστανται, άμεσα ή έμμεσα, ζημίες εξαιτίας της ρύπανσης που προκλήθηκε από διαρροή ή απόρριψη πετρελαίου από δεξαμενόπλοια σε ευρωπαϊκά ύδατα. (2) Το διεθνές καθεστώς ευθύνης και αποζημίωσης σε περίπτωση ζημιών λόγω πετρελαϊκής ρύπανσης που προκαλείται από πλοία, όπως αυτό έχει θεσπισθεί από τη Διεθνή Σύμβαση του 1992 για την Αστική Ευθύνη για Ζημίες που Οφείλονται σε Πετρελαϊκή Ρύπανση και τη Διεθνή Σύμβαση του 1971 για τη Σύσταση Διεθνούς Ταμείου Αποζημιώσεως για Ζημίες που Οφείλονται σε Πετρελαϊκή Ρύπανση, όπως αυτή τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο του 1992, παρέχουν σημαντικές εγγυήσεις προς αυτή την κατεύθυνση. (3) Η μέγιστη αποζημίωση που προβλέπεται στο πλαίσιο του διεθνούς καθεστώτος θεωρείται ανεπαρκής για να καλύψει πλήρως τις δαπάνες ενδεχόμενων μελλοντικών ατυχημάτων στα ευρωπαϊκά ύδατα. (4) Ένα πρώτο βήμα για τη βελτίωση της προστασίας των θυμάτων σε περίπτωση πρόκλησης πετρελαιοκηλίδας στα ευρωπαϊκά ύδατα είναι η σημαντική αύξηση του μέγιστου προβλεπόμενου ορίου αποζημίωσης για πετρελαιοκηλίδες αυτού του είδους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί εάν συμπληρωθεί το υπάρχον διεθνές καθεστώς με τη δημιουργία ενός επιπλέον διεθνούς ταμείου. Μέχρι να καταστεί πλήρως επιχειρησιακό αυτό το διεθνές ταμείο σε όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη της ΕΕ και να παρέχει κατάλληλη προστασία για τα ατυχήματα που σημειώνονται στα ύδατα της ΕΕ, ιδρύεται Eυρωπαϊκό Ταμείο το οποίο θα αποζημιώνει τους δικαιούχους, η πλήρης αποζημίωση των οποίων δεν κατέστη δυνατή στο πλαίσιο του διεθνούς καθεστώτος αποζημίωσης, λόγω του ότι το σύνολο των βάσιμων αξιώσεων υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τη σύμβαση του Ταμείου Αποζημίωσης μέγιστο όριο αποζημίωσης. (5) Ένα ευρωπαϊκό ταμείο αποζημίωσης για ρύπανση πρέπει να βασίζεται στους κανόνες, στις αρχές και στις διαδικασίες που διέπουν και το Ταμείο IOPC για να αποφευχθεί η αναποτελεσματικότητα ή η αλληλεπικάλυψη του έργου που επιτελείται από το Ταμείο IOPC. (6) Με βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», το κόστος των πετρελαιοκηλίδων επιβαρύνει τη βιομηχανία της θαλάσσιας μεταφοράς πετρελαίου. (7) Με εναρμονισμένα κοινοτικά μέτρα για την παροχή πρόσθετης αποζημίωσης στην περίπτωση πρόκλησης κηλίδας στα ευρωπαϊκά ύδατα οι δαπάνες που απορρέουν από τέτοιου είδους κηλίδες θα κατανέμονται μεταξύ όλων των κρατών μελών. (8) Η δημιουργία ενός ταμείου αποζημίωσης σε κοινοτικό επίπεδο (Ταμείο COPE), το οποίο θα βασίζεται στο υπάρχον διεθνές καθεστώς, αποτελεί προς το παρόν τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο επίτευξης των εν λόγω στόχων. (9) Στο Ταμείο COPE θα παρέχεται η δυνατότητα ανάκτησης των δαπανών από τους φορείς που εμπλέκονται σε συμβάντα πετρελαϊκής ρύπανσης, εφόσον αυτό επιτρέπεται βάσει του διεθνούς δικαίου. (10) Επειδή τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι διαχειριστικά κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης 1999/468/EΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [7], πρέπει να εκδοθούν με τη διαδικασία διαχείρισης που προβλέπεται στο άρθρο 4 της εν λόγω απόφασης. Σε εύθετο χρόνο η Επιτροπή θα εξετάσει εάν είναι δυνατόν να ανατεθεί η καθημερινή διαχείριση του Ταμείου COPE στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασφάλειας στη Ναυτιλία, όπως αυτή έχει ιδρυθεί από τον κανονισμό/EΚ/XXX. [7] ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23. (11) Καθώς η παροχή επαρκούς αποζημίωσης στα θύματα των πετρελαιοκηλίδων δεν αποτελεί απαραίτητα κίνητρο για να ενεργούν με επιμέλεια οι διάφοροι φορείς που συμμετέχουν στη θαλάσσια μεταφορά πετρελαίου, απαιτείται η θέσπιση ειδικής διάταξης η οποία να προβλέπει την επιβολή οικονομικών κυρώσεων σε οποιοδήποτε πρόσωπο συμβάλλει στην πρόκληση ατυχήματος με σκόπιμη ή οφειλόμενη σε κατάφωρη αμέλεια πράξη ή παράλειψή του. (12) Ένας κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου είναι, με βάση την αρχή της επικουρικότητας, το πλέον ενδεδειγμένο νομικό μέσο καθώς είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος ελαχιστοποιώντας κατ' αυτό τον τρόπο τον κίνδυνο διαφοροποιημένης εφαρμογής του νομικού μέσου στα κράτη μέλη. (13) Η αναθεώρηση του υπάρχοντος διεθνούς καθεστώτος ευθύνης και αποζημίωσης για πετρελαϊκή ρύπανση πρέπει να διενεργηθεί παράλληλα με τα μέτρα που περιέχονται στον παρόντα κανονισμό προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερη συνάφεια μεταξύ ευθυνών και πράξεων των φορέων που εμπλέκονται στις θαλάσσιες μεταφορές και ανάληψης ευθύνης από αυτούς. Ειδικότερα, η ευθύνη του πλοιοκτήτη πρέπει να είναι απεριόριστη εφόσον αποδεικνύεται ότι η ζημία που προκλήθηκε από τη ρύπανση ήταν αποτέλεσμα κατάφωρης αμέλειας εκ μέρους του, το καθεστώς ευθύνης δεν πρέπει να προστατεύει ρητά ορισμένους από τους βασικούς φορείς που συμμετέχουν στις θαλάσσιες μεταφορές, ενώ η έννοια της αποζημίωσης των περιβαλλοντικών ζημιών πρέπει να αναθεωρηθεί και να διευρυνθεί βάσει αντίστοιχων καθεστώτων αποζημίωσης που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου. επίσης, πρέπει να επιτελεσθεί πρόοδος όσον αφορά το καθεστώς ευθύνης και αποζημίωσης για τις ζημίες που προκαλούνται από τη μεταφορά επικίνδυνων και τοξικών ουσιών. (13α) Ο παρών κανονισμός πρέπει να τροποποιηθεί με βάση τις αλλαγές του υπάρχοντος διεθνούς καθεστώτος αποζημίωσης για πετρελαϊκή ρύπανση έτσι ώστε να αποφευχθούν οι ανακολουθίες μεταξύ των δύο καθεστώτων. ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Σκοπός Ο παρών κανονισμός αποβλέπει στη διασφάλιση κατάλληλης αποζημίωσης των ζημιών που προκαλούνται από τη ρύπανση των υδάτων της ΕΕ ως αποτέλεσμα της θαλάσσιας μεταφοράς πετρελαίου, με τη συμπλήρωση του υπάρχοντος διεθνούς καθεστώτος ευθύνης και αποζημίωσης σε κοινοτικό επίπεδο, καθώς και με την καθιέρωση χρηματικών κυρώσεων σε οποιοδήποτε πρόσωπο αποδειχθεί ότι συνέβαλε στην πρόκληση πετρελαϊκής ρύπανσης με σκόπιμη ή με οφειλόμενη σε κατάφωρη αμέλεια πράξη ή παράλειψή του. Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται: 1. στις ζημίες που προκαλούνται από ρύπανση: (α) στην επικράτεια, συμπεριλαμβανομένων των χωρικών υδάτων, κράτους μέλους και (β) στην αποκλειστική οικονομική ζώνη κράτους μέλους, η οποία έχει προσδιοριστεί βάσει των διατάξεων του διεθνούς δικαίου ή, στην περίπτωση που το κράτος μέλος δεν έχει θεσπίσει την εν λόγω ζώνη, στην παρακείμενη των χωρικών υδάτων του εν λόγω κράτους ζώνη, την οποία καθορίζει το κράτος σύμφωνα με τις διατάξεις του διεθνούς δικαίου. Η εν λόγω ζώνη δεν υπερβαίνει τα 200 ναυτικά μίλια από τη βασική γραμμή υπολογισμού του εύρους των χωρικών υδάτων( 2. για τη λήψη προληπτικών μέτρων, κατά περίπτωση, για την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση ζημιών αυτού του είδους. Άρθρο 3 Ορισμοί Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύσουν οι ακόλουθοι ορισμοί: 1. Ως «σύμβαση περί ευθύνης» νοείται η Διεθνής Σύμβαση του 1992 για την αστική ευθύνη για ζημίες που οφείλονται σε πετρελαϊκή ρύπανση. 2. Ως «σύμβαση του Ταμείου αποζημίωσης» νοείται η Διεθνής Σύμβαση του 1971 για τη σύσταση Ταμείου αποζημίωσης για ζημίες που οφείλονται σε πετρελαϊκή ρύπανση, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλό της του 1992. 3. Ως «πετρέλαιο» νοείται κάθε ορυκτός υδρογονάνθρακας, όπως το αργό πετρέλαιο, το πετρέλαιο εξωτερικής καύσης, το βαρύ πετρέλαιο ντίζελ και τα λιπαντικά έλαια, τα οποία μεταφέρονται με πλοίο, είτε ως φορτίο, είτε ως καύσιμο. 4. Ως «συνυπολογιζόμενο πετρέλαιο» νοείται το αργό πετρέλαιο και το πετρέλαιο εξωτερικής καύσης, όπως αυτά ορίζονται στις υποπαραγράφους (α) και (β) κατωτέρω: (α) Ως «αργό πετρέλαιο» νοείται το μίγμα υγρών υδρογονανθράκων που δημιουργείται με φυσικές διεργασίες στο εσωτερικό της γης, ανεξάρτητα από το εάν απαιτείται να υποβληθεί σε κατεργασία προκειμένου να καταστεί κατάλληλο προς μεταφορά. Περιλαμβάνει επίσης το αργό πετρέλαιο από το οποίο έχουν αφαιρεθεί ορισμένα κλάσματα απόσταξης (συχνά αναφέρεται και ως «αποκεφαλισθέν πετρέλαιο» ("topped crudes")) ή στο οποίο έχουν προστεθεί ορισμένα κλάσματα απόσταξης (συχνά αναφέρεται και ως «ανασυσταθέν πετρέλαιο» ("spiked" ή "reconstituted" crudes)). (β) Ως «πετρέλαιο εξωτερικής καύσης» νοούνται τα βαρέα αποστάγματα ή κατάλοιπα αργού πετρελαίου ή μίγματα των εν λόγω υλικών, τα οποία πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμο για την παραγωγή θερμότητας ή ισχύος, ποιότητας ισοδύναμης προς τις προδιαγραφές του μαζούτ υπ' αριθ. 4 της αμερικανικής εταιρίας δοκιμών υλικών (προδιαγραφή D 396-69), ή βαρύτερο. 5. Ως «τόνος», σε σχέση με το πετρέλαιο, νοείται ο μετρικός τόνος. 6. Ως «τερματικός σταθμός» νοείται κάθε χώρος προοριζόμενος για την αποθήκευση υδρογονανθράκων χύδην, ο οποίος διαθέτει εξοπλισμό κατάλληλο για την παραλαβή πετρελαίου που μεταφέρεται δια θαλάσσης, συμπεριλαμβανομένων εγκαταστάσεων που βρίσκονται μακριά από την ακτή και συνδέονται με τον εν λόγω χώρο. 7. Ως «συμβάν» νοείται κάθε περιστατικό, ή κάθε σειρά περιστατικών της ίδιας προέλευσης, που προκαλεί ζημίες λόγω ρύπανσης ή δημιουργεί τον κίνδυνο άμεσης και σημαντικής πρόκλησης τέτοιας ζημίας. Όταν ένα συμβάν συνίσταται σε σειρά περιστατικών, αντιμετωπίζεται σαν να έχει επέλθει κατά την ημερομηνία πρόκλησης του πρώτου χρονικά περιστατικού. 8. Ως «πρόσωπο» νοείται κάθε άτομο ή εταιρία ή ιδιωτικός ή δημόσιος φορέας, εταιρικού ή μη χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των κρατών ή οιωνδήποτε φορέων τους. 9. Ως «Ταμείο IOPC» νοείται το ταμείο που θεσπίστηκε βάσει της σύμβασης του Ταμείου Αποζημίωσης. Άρθρο 4 Σύσταση ταμείου αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα Ιδρύεται ταμείο αποζημίωσης για την πετρελαϊκή ρύπανση στα ευρωπαϊκά ύδατα (στο εξής "Ταμείο COPE") με τους ακόλουθους στόχους: (α) να καταβάλλει αποζημιώσεις για ζημίες που οφείλονται στη ρύπανση εφόσον η προστασία που παρέχεται στο πλαίσιο της σύμβασης περί ευθύνης και της σύμβασης του Ταμείου Αποζημίωσης δεν επαρκεί( και (β) να επιτελεί τα λοιπά καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Άρθρο 5 Αποζημίωση 1. Tο Ταμείο COPE αποζημιώνει κάθε δικαιούχο αποζημίωσης για ζημίες που υπέστη λόγω ρύπανσης βάσει της σύμβασης του Ταμείου Αποζημίωσης, η πλήρης και επαρκής αποζημίωση του οποίου δεν κατέστη δυνατή στο πλαίσιο της εν λόγω σύμβασης, διότι το σύνολο των βάσιμων απαιτήσεων υπερβαίνουν το μέγιστο ποσό αποζημίωσης που προβλέπεται από τη σύμβαση του Ταμείου Αποζημίωσης. 2. Η αξιολόγηση του βάσιμου της αξίωσης ενός προσώπου στο πλαίσιο της σύμβασης του Ταμείου Αποζημίωσης καθορίζεται βάσει των όρων της σύμβασης του Ταμείου Αποζημίωσης και διενεργείται σύμφωνα με τις διαδικασίες που αυτή προβλέπει. 3. Το Ταμείο COPE καταβάλλει αποζημίωση μόνον εφόσον η Επιτροπή εγκρίνει τη σχετική αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2. 4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να μην καταβάλει αποζημίωση στον πλοιοκτήτη, τον διαχειριστή ή τον φορέα εκμετάλλευσης του πλοίου το οποίο εμπλέκεται στο συμβάν ή στους αντιπροσώπους τους. Ομοίως, η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει να μην καταβάλει αποζημίωση σε οποιοδήποτε πρόσωπο συνδέεται με συμβατική σχέση με το μεταφορέα για τη μεταφορά κατά τη διάρκεια της οποίας προέκυψε το συμβάν ή σε οιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο εμπλέκεται άμεσα ή έμμεσα στην εν λόγω μεταφορά. Η Επιτροπή, ενεργώντας σύφμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, καθορίζει ποιοι αιτούντες αποζημίωσης εμπίπτουν στις εν λόγω κατηγορίες, εφόσον υπάρχουν, και αποφασίζει αναλόγως. 5. Το συνολικό ποσό αποζημίωσης που καταβάλλει το Ταμείο COPE για ένα συγκεκριμένο συμβάν είναι περιορισμένο, έτσι ώστε το σύνολο του εν λόγω ποσού και του ποσού αποζημίωσης που καταβάλλεται στο πλαίσιο της σύμβασης περί ευθύνης και της σύμβασης του Ταμείου Αποζημίωσης για ζημίες που προκλήθηκαν από ρύπανση που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού να μην υπερβαίνει τα 1.000 εκατομμύρια ευρώ. 6. Στην περίπτωση που το ποσό των εγκεκριμένων απαιτήσεων υπερβαίνει το συνολικό ποσό αποζημίωσης που πρέπει να καταβληθεί βάσει της παραγράφου 5, το διαθέσιμο ποσό κατανέμεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η αναλογία μεταξύ της εγκεκριμένης αξίωσησης και της πραγματικής καταβεβλημένης στον αιτούντα αποζημίωσης βάσει του παρόντος κανονισμού να είναι η ίδια για όλους τους αιτούντες. 6α. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6, το ταμείο COPE μπορεί να δίνει προκαταβολές στους αιτούντες εντός περιόδου έξι μηνών από την υποβολή της αίτησης αποζημίωσης σύμφωνα με την παράγραφο 2. Άρθρο 6 Συνεισφορές των παραληπτών πετρελαίου 1. Κάθε παραλήπτης συνυπολογιζόμενου πετρελαίου μεταφερόμενου δια θαλάσσης σε λιμένες ή σε τερματικούς σταθμούς στην επικράτεια κράτους μέλους, ποσότητας άνω των 150.000 τόνων ετησίως, ο οποίος υποχρεούται σε συνεισφορά στο Ταμείο IOPC, υποχρεούται να καταβάλλει συνεισφορά στο Ταμείο COPE. 2. Οι συνεισφορές εισπράττονται μόνο εφόσον προκληθεί συμβάν που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, οι δαπάνες του οποίου υπερβαίνουν ή υφίσταται κίνδυνος να υπερβούν τα μέγιστα όρια αποζημίωσης του Ταμείου IOPC. Η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2, ορίζει το συνολικό ποσό συνεισφορών το οποίο πρέπει να συγκεντρωθεί σε κάθε δεδομένη περίπτωση. Βασιζόμενη στην εν λόγω απόφαση, η Επιτροπή υπολογίζει το ποσό της συνεισφοράς καθενός εκ των υπόχρεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, βάσει ενός καθορισμένου ποσού που αντιστοιχεί σε κάθε τόνο συνυπολογιζόμενου πετρελαίου που παρέλαβε καθένα από τα εν λόγω προσώπων. 3. Τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 υπολογίζονται με διαίρεση του συνολικού ποσού των απαιτούμενων συνεισφορών προς τη συνολική ποσότητα συνυπολογιζόμενου πετρελαίου που παρελήφθη στο σύνολο των κρατών μελών κατά το συγκεκριμένο έτος. 4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε παραλήπτης συνυπολογιζόμενου πετρελαίου στην επικράτειά τους, σε ποσότητες τέτοιες που να τον καθιστούν υπόχρεο συνεισφοράς προς το Ταμείο COPE, καταχωρίζεται σε κατάλογο τον οποίο καταρτίζει και ενημερώνει τακτικά η Επιτροπή, βάσει των ακόλουθων διατάξεων του παρόντος άρθρου. 5. Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει στην Επιτροπή την επωνυμία και την έδρα των προσώπων που, σε σχέση με το εν λόγω κράτος μέλος, είναι υπόχρεα σε συνεισφορά προς το Ταμείο COPE βάσει του παρόντος άρθρου, καθώς και στοιχεία περί των ποσοτήτων συνυπολογιζόμενου πετρελαίου που παρελήφθη από καθέναν από τους εν λόγω υπόχρεους σε συνεισφορά κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους. 6. Προκειμένου να προσδιοριστούν οι υπόχρεοι συνεισφοράς προς το Ταμείο COPE καθώς και οι ποσότητες πετρελαίου που πρέπει να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό του ύψους της συνεισφοράς καθενός από τα εν λόγω πρόσωπα, ο κατάλογος θα αποτελεί εκ πρώτης όψεως αποδεικτικό στοιχείο των δεδομένων που περιλαμβάνονται σε αυτόν. 7. Οι συνεισφορές καταβάλλονται στο Ταμείο COPE και η συγκέντρωσή τους θα ολοκληρώνεται το αργότερο ένα έτος μετά τη λήψη της απόφασης της Επιτροπής για την καταβολή των συνεισφορών. 8. Οι συνεισφορές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο χρησιμοποιούνται αποκλειστικά με σκοπό την αποζημίωση των ζημιών που προκαλούνται από τη ρύπανση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5. 9. Τυχόν πλεόνασμα συνεισφορών οι οποίες έχουν συγκεντρωθεί για ένα ορισμένο συμβάν και δεν έχουν χρησιμοποιηθεί για την αποζημίωση ζημιών σχετικών με το εν λόγω συμβάν ή άμεσα προς τον σκοπό αυτό, επιστρέφονται στο πρόσωπο που κατέβαλε τη συνεισφορά, το αργότερο εντός 6 μηνών μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αποζημίωσης των ζημιών που προκλήθηκαν από το συγκεκριμένο συμβάν. 10. Όταν ένα κράτος μέλος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του στο Ταμείο COPE με αποτέλεσμα το Ταμείο COPE να έχει οικονομικές απώλειες, το κράτος μέλος υποχρεούται να αποζημιώσει το Ταμείο COPE για τις σχετικές απώλειες. 11. Η ευθύνη χρηματοδότησης του Ταμείου COPE για κάθε περιστατικό περιορίζεται στις εισφορές που συγκεντρώνονται και εισπράττονται για το εν λόγω περιστατικό σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Άρθρο 7 Υποκατάσταση Το Ταμείο COPE, για κάθε ποσό αποζημίωσης που κατέβαλε βάσει του άρθρου 5, υποκαθίσταται στα δικαιώματα που διαθέτει, βάσει της σύμβασης περί ευθύνης και της σύμβασης του Ταμείου αποζημίωσης, το πρόσωπο που αποζημιώθηκε. Άρθρο 8 Εκπροσώπηση και διαχείριση του Ταμείου COPE 1. Το Ταμείο COPE εκπροσωπείται από την Επιτροπή. Από την άποψη αυτή, εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ή εκείνα που απαιτούνται για την καλή λειτουργία του Ταμείου COPE. 2. Η Επιτροπή λαμβάνει τις ακόλουθες αποφάσεις που σχετίζονται με τη λειτουργία του Ταμείου COPE, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 9 παράγραφος 2: α. καθορίζει το ποσό των συνεισφορών βάσει του άρθρου 6( β. εγκρίνει συμβιβασμούς αξιώσεων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 και λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τη κατανομή μεταξύ των αιτούντων του διαθέσιμου ποσού αποζημίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6( γ. λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την καταβολή του ποσού της αποζημίωσης στους ενάγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4( και δ. καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων πραγματοποιούνται οι προσωρινές πληρωμές προκειμένου να διασφαλιστεί η ταχύτερη δυνατή αποζημίωση των θυμάτων. Άρθρο 9 Επιτροπή 1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή του Ταμείου COPE, η οποία απαρτίζεται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής. 2. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται η διαδικασία διαχείρισης που θεσπίζεται στο άρθρο 4 της απόφασης 1999/468/EΚ, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8. Η διάρκεια της περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 είναι ενός μηνός. 2α. Η Επιτροπή υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές του ταμείου στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Άρθρο 9α Συνεργασία με το ταμείο IOPC Tο ταμείο COPE, σε στενή συνεργασία με το ταμείο IOPC, καθορίζει σαφείς διοικητικούς κανόνες για τη συνεργασία των δύο ταμείων Οι κανόνες αυτοί βασίζονται στις αρχές της διαφάνειας, της αποτελεσματικότητας και της οικονομικής απόδοσης. Άρθρο 10 Κυρώσεις 1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα οικονομικών κυρώσεων οι οποίες θα επιβάλλονται σε κάθε πρόσωπο για το οποίο κάποιο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι συνέβαλε με σκόπιμες ή κατάφωρα αμελείς πράξεις ή παραλείψεις του σε συμβάν, κατά τη διάρκεια του οποίου προκλήθηκε ή υπήρξε κίνδυνος πρόκλησης πετρελαϊκής ρύπανσης σε περιοχή αναφερόμενη στο άρθρο 2 παράγραφος 1. 2. Οι κυρώσεις που επιβάλλονται βάσει της παραγράφου 1 είναι ανεξάρτητες της αστικής ευθύνης των ενδιαφερομένων μερών όπως αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό ή αλλού και δεν σχετίζονται με τη ζημία που προκλήθηκε λόγω του συμβάντος. Το ύψος των οικονομικών κυρώσεων είναι αρκετά μεγάλο, έτσι ώστε να αποθαρρύνεται η παραβίαση των σχετικών ρυθμίσεων. 3. Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν είναι ασφαλίσιμες. 4. Ο εναγόμενος έχει το δικαίωμα έφεσης κατά των κυρώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Άρθρο 10α Αξιολόγηση 1. Η Επιτροπή υποβάλλει το αργότερο εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού έκθεση σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί διεθνώς στη βελτίωση του διεθνούς καθεστώτος ευθύνης και αποζημίωσης. Στην έκθεση αξιολογείται ιδίως η πρόοδος: α. στην αύξηση της ευθύνης του πλοιοκτήτη με βάση τη σύμβαση περί ευθύνης. β. στην άρση της απαγόρευσης των αξιώσεων αποζημίωσης για περιβαλλοντική ρύπανση από το μισθωτή, το διαχειριστή και το φορέα εκμετάλλευσης του πλοίου από το άρθρο III.4.γ της σύμβασης περί ευθύνης. γ. στην αύξηση της αποζημίωσης που παρέχεται βάσει του ταμείου IOPC. δ. στην επέκταση της αποζημίωσης για περιβαλλοντική ζημία βάσει συγκρίσιμων καθεστώτων αποζημίωσης που έχουν θεσπισθεί από την κοινοτική νομοθεσία. ε. στην καθιέρωση αποτελεσματικών καθεστώτων για την ευθύνη και την αποζημίωση για περιβαλλοντικές ζημίες που δεν καλύπτονται από το υπάρχον καθεστώς, και ιδίως για τις ζημίες που προκαλούνται από επικίνδυνες και τοξικές ουσίες άλλες εκτός του πετρελαίου και του πετρελαίου λειτουργίας ή κίνησης των πλοίων, ανεξαρτήτως του τύπου ή του μεγέθους του πλοίου. 2. Εφόσον η Επιτροπή κρίνει λοτι η πρόοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι ανεπαρκής, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρόταση κοινοτικού νομοθετήματος για τη θέσπιση πανευρωπαϊκού καθεστώτος ευθύνης και αποζημίωσης σε περίπτωση θαλάσσιας ρύπανσης. Άρθρο 11 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Εφαρμόζεται από τις [12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του]. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη. Bρυξέλλες, Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Η Πρόεδρος Ο Πρόεδρος