|
ISSN 1977-0901 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Ανακοινώσεις και Πληροφορίες |
65ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
Σελίδα |
|
|
|
II Ανακοινώσεις |
|
|
|
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ |
|
|
|
Ευρωπαϊκή Επιτροπή |
|
|
2022/C 70/01 |
Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση M.10590 — PAI PARTNERS / OTPP / VEONET) ( 1 ) |
|
|
2022/C 70/02 |
Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση M.10587 — BLACKSTONE / WARBURG PINCUS / INTRAFI GROUP) ( 1 ) |
|
|
IV Πληροφορίες |
|
|
|
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ |
|
|
|
Ευρωπαϊκή Επιτροπή |
|
|
2022/C 70/03 |
|
|
V Γνωστοποιήσεις |
|
|
|
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ |
|
|
|
Ευρωπαϊκή Επιτροπή |
|
|
2022/C 70/04 |
Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση M.10543 — BISCUIT HOLDING / CONTINENTAL BAKERIES HOLDING) ( 1 ) |
|
|
2022/C 70/05 |
Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση M.10515 – ILIAD / UPC POLSKA) ( 1 ) |
|
|
|
ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ |
|
|
|
Ευρωπαϊκή Επιτροπή |
|
|
2022/C 70/06 |
||
|
2022/C 70/07 |
||
|
2022/C 70/08 |
|
|
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
|
EL |
|
II Ανακοινώσεις
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/1 |
Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση
(Υπόθεση M.10590 — PAI PARTNERS / OTPP / VEONET)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2022/C 70/01)
Στις 3 Φεβρουαρίου 2022, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να τη χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1). Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στα αγγλικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:
|
— |
από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του ιστότοπου της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O ιστότοπος αυτός παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις, όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων και ημερομηνιών, καθώς και τομεακά ευρετήρια, |
|
— |
σε ηλεκτρονική μορφή στον ιστότοπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/homepage.html?locale=el) με αριθμό εγγράφου 32022M10590. Ο ιστότοπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. |
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/2 |
Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση
(Υπόθεση M.10587 — BLACKSTONE / WARBURG PINCUS / INTRAFI GROUP)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2022/C 70/02)
Στις 7 Φεβρουαρίου 2022, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να τη χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1). Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στα αγγλικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:
|
— |
από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του ιστότοπου της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O ιστότοπος αυτός παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις, όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων και ημερομηνιών, καθώς και τομεακά ευρετήρια, |
|
— |
σε ηλεκτρονική μορφή στον ιστότοπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/homepage.html?locale=el) με αριθμό εγγράφου 32022M10587. Ο ιστότοπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. |
IV Πληροφορίες
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/3 |
Ισοτιμίες του ευρώ (1)
10 Φεβρουαρίου 2022
(2022/C 70/03)
1 ευρώ =
|
|
Νομισματική μονάδα |
Ισοτιμία |
|
USD |
δολάριο ΗΠΑ |
1,1439 |
|
JPY |
ιαπωνικό γιεν |
132,42 |
|
DKK |
δανική κορόνα |
7,4404 |
|
GBP |
λίρα στερλίνα |
0,84248 |
|
SEK |
σουηδική κορόνα |
10,5275 |
|
CHF |
ελβετικό φράγκο |
1,0571 |
|
ISK |
ισλανδική κορόνα |
141,80 |
|
NOK |
νορβηγική κορόνα |
10,0693 |
|
BGN |
βουλγαρικό λεβ |
1,9558 |
|
CZK |
τσεχική κορόνα |
24,350 |
|
HUF |
ουγγρικό φιορίνι |
354,02 |
|
PLN |
πολωνικό ζλότι |
4,4921 |
|
RON |
ρουμανικό λέου |
4,9451 |
|
TRY |
τουρκική λίρα |
15,4838 |
|
AUD |
δολάριο Αυστραλίας |
1,5894 |
|
CAD |
δολάριο Καναδά |
1,4498 |
|
HKD |
δολάριο Χονγκ Κονγκ |
8,9142 |
|
NZD |
δολάριο Νέας Ζηλανδίας |
1,7076 |
|
SGD |
δολάριο Σιγκαπούρης |
1,5345 |
|
KRW |
ουόν Νότιας Κορέας |
1 367,52 |
|
ZAR |
νοτιοαφρικανικό ραντ |
17,3078 |
|
CNY |
κινεζικό ρενμινπί γιουάν |
7,2722 |
|
HRK |
κροατική κούνα |
7,5275 |
|
IDR |
ρουπία Ινδονησίας |
16 390,21 |
|
MYR |
μαλαισιανό ρινγκίτ |
4,7855 |
|
PHP |
πέσο Φιλιππινών |
58,583 |
|
RUB |
ρωσικό ρούβλι |
85,0187 |
|
THB |
ταϊλανδικό μπατ |
37,331 |
|
BRL |
ρεάλ Βραζιλίας |
5,9668 |
|
MXN |
πέσο Μεξικού |
23,3584 |
|
INR |
ινδική ρουπία |
85,9373 |
(1) Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
V Γνωστοποιήσεις
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/4 |
Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης
(Υπόθεση M.10543 — BISCUIT HOLDING / CONTINENTAL BAKERIES HOLDING)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2022/C 70/04)
1.
Στις 4 Φεβρουαρίου 2022, η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση προτεινόμενης συγκέντρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1).Η κοινοποίηση αφορά τις ακόλουθες επιχειρήσεις:
|
— |
Biscuit Holding S.A.S. («Biscuit International», Γαλλία), που ελέγχεται από την Platinum Equity |
|
— |
Continental Bakeries Holding B.V. («Continental Bakeries», Κάτω Χώρες) |
Η Biscuit International θα αποκτήσει, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού συγκεντρώσεων, τον αποκλειστικό έλεγχο του συνόλου της Continental Bakeries.
Η συγκέντρωση πραγματοποιείται με αγορά μετοχών.
2.
Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι οι εξής:|
— |
Η Biscuit International παρασκευάζει κυρίως ιδιωτικής ετικέτας μπισκότα με προσθήκη γλυκαντικών, αν και δραστηριοποιείται επίσης στην από κοινού παρασκευή μπισκότων με εμπορικό σήμα. Η Βiscuit International δραστηριοποιείται κυρίως στην Ευρώπη και έχει περιορισμένες πωλήσεις στις ΗΠΑ, την Αφρική, την περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού και τη Λατινική Αμερική. |
|
— |
Η Continental Bakeries παρασκευάζει μπισκότα με προσθήκη γλυκαντικών, υποκατάστατα ψωμιού και ψωμί. Επικεντρώνεται σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, αν και διαθέτει επίσης τις δικές της εμπορικές ονομασίες μπισκότων. Δραστηριοποιείται κυρίως στην Ευρώπη και έχει περιορισμένες πωλήσεις στις ΗΠΑ, την Αφρική και την περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού. |
3.
Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση ως προς το σημείο αυτό.
4.
Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να της υποβάλουν τυχόν παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση.Οι παρατηρήσεις πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης. Θα πρέπει πάντοτε να σημειώνονται τα ακόλουθα στοιχεία αναφοράς:
M.10543 — BISCUIT HOLDING / CONTINENTAL BAKERIES HOLDING
Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, με φαξ ή ταχυδρομικώς. Στοιχεία επικοινωνίας:
Email: COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu
Φαξ +32 22964301
Ταχυδρομική διεύθυνση:
|
European Commission |
|
Directorate-General for Competition |
|
Merger Registry |
|
1049 Bruxelles/Brussel |
|
ΒΕΛΓΙΟ |
(1) ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («κανονισμός συγκεντρώσεων»).
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/6 |
Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης
(Υπόθεση M.10515 – ILIAD / UPC POLSKA)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
(2022/C 70/05)
1.
Στις 3 Φεβρουαρίου 2022, η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση προτεινόμενης συγκέντρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1).Η κοινοποίηση αφορά τις ακόλουθες επιχειρήσεις:
|
— |
Iliad S.A. (Γαλλία), μητρική εταιρεία του ομίλου Iliad («Iliad»), που ελέγχεται από τον κ. Xavier Niel |
|
— |
UPC Polska sp. z o.o. («UPC», Πολωνία), που ελέγχεται από τη Liberty Global Inc. |
Η Ιliad S.A. αποκτά, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού συγκεντρώσεων, τον έμμεσο έλεγχο του συνόλου της UPC.
Η συγκέντρωση πραγματοποιείται με αγορά μετοχών.
2.
Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι οι εξής:|
— |
Iliad S.A.: παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στη Γαλλία, την Ιταλία και την Πολωνία. Η Iliad S.A. είναι η μητρική εταιρία της Iliad, η οποία ελέγχεται τελικά από τον κ. Xavier Niel. Ο κ. Xavier Niel έχει τον τελικό έλεγχο και άλλων εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς. Στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, ο όμιλος του κ. Xavier Niel δραστηριοποιείται στην Ιρλανδία, τη Μάλτα, την Κύπρο, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Πολωνία. |
|
— |
UPC: παροχή υπηρεσιών σταθερής τηλεφωνίας, σταθερής πρόσβασης στο διαδίκτυο, συνδρομητικής τηλεόρασης, καθώς και υπηρεσιών συνδεσιμότητας επιχειρήσεων και κινητών τηλεπικοινωνιών στην Πολωνία. |
3.
Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση ως προς το σημείο αυτό.
4.
Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να της υποβάλουν τυχόν παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση.Οι παρατηρήσεις πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης. Θα πρέπει πάντοτε να σημειώνονται τα ακόλουθα στοιχεία αναφοράς:
M.10515 – ILIAD / UPC POLSKA
Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, με φαξ ή ταχυδρομικώς. Στοιχεία επικοινωνίας:
Email: COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu
Φαξ +32 22964301
Ταχυδρομική διεύθυνση:
|
European Commission |
|
Directorate-General for Competition |
|
Merger Registry |
|
1049 Bruxelles/Brussel |
|
ΒΕΛΓΙΟ |
(1) ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («κανονισμός συγκεντρώσεων»).
ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/7 |
Δημοσίευση του τροποποιημένου ενιαίου εγγράφου ύστερα από την έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012
(2022/C 70/06)
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την παρούσα τροποποίηση ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 664/2014 της Επιτροπής (1).
Η αίτηση έγκρισης της εν λόγω τροποποίησης ήσσονος σημασίας είναι διαθέσιμη στη βάση δεδομένων eAmbrosia της Επιτροπής.
ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ
«Latvijas lielie pelēkie zirņi»
Αριθ. ΕΕ: PDO-LV-01194-AM01 – 12 Απριλίου 2021
ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )
1. Ονομασία
«Latvijas lielie pelēkie zirņi»
2. Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα
Λετονία
3. Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου
3.1. Τύπος προϊόντος
Κλάση 1.6. Φρούτα, λαχανικά και δημητριακά, νωπά ή μεταποιημένα
3.2. Περιγραφή του προϊόντος που φέρει την προβλεπόμενη στο σημείο 1 ονομασία
Η ονομασία «Latvijas lielie pelēkie zirņi» ΠΟΠ καλύπτει τα ξηρά σπέρματα μπιζελιών (Pisum sativum L) της τοπικής καλλιεργήσιμης ποικιλίας «Retrija» που προέρχεται από την ποικιλία maculatum.
Τα ξηρά αυτά σπέρματα παρουσιάζουν τα ακόλουθα μορφολογικά χαρακτηριστικά.
Όψη: σπέρμα μεγάλου και ακανόνιστου σχήματος και καστανού χρώματος, με ένα μαρμαρωτό μοτίβο που του προσδίδει μια γκρι απόχρωση, με μαύρη ουλή.
Μέσο βάρος βάρος ανά χίλιους πυρήνες: 360-400 g·
φαινόμενη πυκνότητα: 713-790 g/l.
Χημικά χαρακτηριστικά του «Latvijas lielie pelēkie zirņi» (σε %):
|
— |
περιεκτικότητα σε υγρασία: έως και 16 % |
|
— |
ακατέργαστη πρωτεΐνη: 20-34 % |
|
— |
λιπίδια: 1,2-2,2 % |
|
— |
ακατέργαστες ινώδεις ουσίες: έως και 6,8 % |
|
— |
τέφρα: έως και 3,5 % |
Τα ξηρά μπιζέλια «Latvijas lielie pelēkie zirņi» καταναλώνονται με τον φλοιό τους καθώς αυτός δεν αποσπάται· αυτό σημαίνει ότι διατηρούν το σχήμα τους στο βρασμό, αφού ο φλοιός είναι καλά συνδεδεμένος με το σπέρμα.
Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του μαγειρεμένου προϊόντος είναι τα ακόλουθα:
|
— |
μαλακή και αλευρώδης σύσταση· |
|
— |
ήπια αλλά χαρακτηριστική γεύση, λόγω της παρουσίας του φλοιού. |
3.3. Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)
—
3.4. Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής
Όλα τα στάδια της παραγωγής —καλλιέργεια, ξήρανση και διαλογή— εκτελούνται εντός της σχετικής γεωγραφικής περιοχής.
3.5. Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία
—
3.6. Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία
—
4. Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής
Η γεωγραφική περιοχή παραγωγής των προϊόντων που φέρουν την ΠΟΠ καλύπτει σχεδόν το σύνολο της Λετονίας, πλην των ακόλουθων κοινοτήτων: παράκτια ζώνη της Βαλτικής Θάλασσας και του κόλπου της Ρίγας έως βάθος 5 km στην ενδοχώρα του δήμου Nīca, δήμοι Liepāja και Pāvilosta, παράκτιο τμήμα του δήμου Ventspils, παράκτιο τμήμα του δήμου Dundaga και δήμοι Roja, Engure, Jūrmala, Riga, Carnikava, Ādaži, Saulkrasti και Salacgrīva.
5. Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή
Οι κυριότεροι παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα του προϊόντος «Latvijas lielie pelēkie zirņi» είναι οι τοπικές κλιματικές συνθήκες, τα χαρακτηριστικά του εδάφους, καθώς και ιστορικοί και ανθρώπινοι παράγοντες.
5.1. Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής
Η περιοχή καλλιέργειας του «Latvijas lielie pelēkie zirņi» βρίσκεται στην εύκρατη ζώνη. Το κλίμα της Λετονίας επηρεάζεται από την εγγύτητα της θάλασσας και από τις αέριες μάζες που προέρχονται από τον Ατλαντικό Ωκεανό, με αποτέλεσμα το κλίμα της να είναι κυρίως ήπιο και υγρό, με τέσσερις διακριτές εποχές. Ο ουρανός είναι συχνά νεφοσκεπής (κατά μέσο όρο 160 έως 180 ημέρες ετησίως), αλλά η ηλιοφάνεια ανέρχεται σε 1 790 ώρες ετησίως κατά μέσο όρο. Ο μεγαλύτερος αριθμός ημερών μέγιστης ηλιοφάνειας καταγράφεται την περίοδο Μαΐου – Αυγούστου, 28 έως 30 ημέρες κατά μέσο όρο, και ο ήλιος τις ημέρες αυτές λάμπει επί 8 έως 10 ώρες ημερησίως. Το μέσο ετήσιο βροχομετρικό ύψος κυμαίνεται από 574 έως 691 mm. Το κυρίως ήπιο και υγρό κλίμα που επικρατεί στη γεωγραφική περιοχή δημιουργεί όλες τις συνθήκες που ευνοούν τη βέλτιστη ανάπτυξη των φυτών, την ανθοφορία και τον σχηματισμό της καλλιέργειας, επομένως σε αυτήν ακριβώς τη γεωγραφική περιοχή εκφράζονται καλύτερα οι βασικές ιδιότητες και χαρακτηριστικά των εν λόγω ψυχανθών.
Στη συγκεκριμένη περιοχή, στην οποία τα εδάφη καλλιεργούνται μετρίως έως αρκετά, έχουν κοκκομετρική κατανομή ασβεστολιθική έως αμμοπηλώδη, με βέλτιστο pH περίπου 7, χαρακτηριστικά ουσιαστικά για την καλή ανάπτυξη των μπιζελιών «Latvijas lielie pelēkie zirņi».
5.2. Ιδιοτυπία του προϊόντος
Τα ξηρά μπιζέλια «Latvijas lielie pelēkie zirņi» διακρίνονται από τις άλλες ποικιλίες χάρη στα ιδιαιτέρως μεγάλα και ακανόνιστα σπέρματα (1 000 κόκκοι = 360 έως 400 g). Το γεγονός ότι ο αριθμός σπερμάτων στον λοβό είναι περιορισμένος αντισταθμίζεται από τις καλές μαγειρικές ιδιότητες· ο χρόνος μαγειρέματος είναι σχετικά σύντομος (περίπου 10 λεπτά, δηλαδή βραχύτερος από αυτόν άλλων μπιζελιών). Χαρακτηριστικά του μαγειρεμένου προϊόντος: μαλακή, αλευρώδης σύσταση και γλυκιά χαρακτηριστική γεύση, οφειλόμενη στην παρουσία του φλοιού.
Τα ξηρά μπιζέλια «Latvijas lielie pelēkie zirņi» καταναλώνονται με τον φλοιό τους καθώς αυτός δεν αποσπάται· αυτό σημαίνει ότι διατηρούν το σχήμα τους στο βρασμό, αφού ο φλοιός είναι καλά συνδεδεμένος με το σπέρμα.
5.3. Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος
Το «Latvijas lielie pelēkie zirņi» είναι ένα προϊόν που λαμβάνεται αποκλειστικά χάρη στην επίδραση των φυσικών συνθηκών καθώς και την τεχνογνωσία των τοπικών παραγωγών.
1. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που εγγυώνται την υψηλή ποιότητα του προϊόντος (σπέρματα με ακανόνιστο σχήμα και αλευρώδη σύσταση):
|
— |
κλίμα: οι διαφορές υγρασίας και θερμοκρασίας στα διάφορα στάδια της ανάπτυξης του φυτού αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την παραγωγή σπερμάτων τόσο μεγάλου μεγέθους. Το προϊόν «Latvijas lielie pelēkie zirņi» έχει παρατεταμένη καλλιεργητική περίοδο —80 έως 115 ημέρες. Στην αρχή της περιόδου αυτής η αύξηση και η ανάπτυξη του φυτού εξελίσσονται με βραδύ ρυθμό, αλλά οι φάσεις της ανθοφορίας και ωρίμασης που έπονται είναι ταχείες. Οι κλιματικές συνθήκες της Λετονίας είναι επομένως ιδανικές για να εξασφαλίσουν συγκομιδή ποιότητας (μεγάλα σπέρματα ακανόνιστου σχήματος, αλευρώδης σύσταση, γρήγορος βρασμός). Το φυτό χρειάζεται υγρό κλίμα κατά τις φάσεις της ανθοφορίας και του σχηματισμού των λοβών (μέσα Ιουνίου έως μέσα Ιουλίου) διότι από αυτό εξαρτάται το μέγεθος των σπερμάτων και το πάχος του φλοιού. Ωστόσο, η περίσσεια νερού τη περίοδο αυτή επιβραδύνει την ωρίμαση, ενώ οι συνθήκες ξηρασίας προκαλούν τον σχηματισμό μπιζελιών μικρού μεγέθους που περιβάλλονται από παχύτερο φλοιό. Επομένως, τόσο στη μία όσο και στην άλλη περίπτωση, ο χρόνος βρασμού είναι μεγαλύτερος και αλλοιώνεται η γεύση των σπερμάτων, στοιχείο που εξηγεί γιατί τα μπιζέλια αυτά πρέπει να σπέρνονται νωρίς —από το τελευταίο 10ήμερο του Απριλίου, αλλά όχι αργότερα από το πρώτο 10ήμερο του Μαΐου· |
|
— |
το βέλτιστο pH του εδάφους είναι 7. Σε σχέση με άλλες ποικιλίες μπιζελιών, οι μπιζελιές του «Latvijas lielie pelēkie zirņi» είναι πιο απαιτητικές όσον αφορά το περιβάλλον καλλιέργειας. Προτιμούν τα εδάφη που είναι μετρίως έως καλά καλλιεργημένα, με αμμοπηλώδη κοκκομετρική ασβεστολιθική κατανομή αλλά μπορούν επίσης να καλλιεργηθούν, με χαμηλότερες αποδόσεις, σε μη επαρκώς καλλιεργημένα εδάφη, σε αμμοπηλώδη εδάφη ή σε ελώδη ανόργανα εδάφη. Το βέλτιστο pH για το «Latvijas lielie pelēkie zirņi» κυμαίνεται γύρω από το 7, τιμή υψηλότερη από αυτή για άλλες, λιγότερο απαιτητικές, ποικιλίες μπιζελιού. |
2.
Από γενιά σε γενιά, η καλλιέργεια και η επιλογή των «Latvijas lielie pelēkie zirņi» στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή επέτρεψαν να παραχθεί μια ποικιλία που είναι τέλεια προσαρμοσμένη στις τοπικές συνθήκες και της οποίας η ποιότητα αποτελεί γαστρονομική αναφορά.
Η καλλιέργεια γκρι μπιζελιών αποτελεί παλαιά παράδοση στη Λετονία. Αυτός ο τύπος μπιζελιών καλλιεργούνταν εκεί ήδη από τον 18ο αιώνα. Στις αρχές του 20ού αιώνα δημοσιεύθηκαν άρθρα σχετικά με τις ιδιαιτερότητες της καλλιέργειας «γκρι» μπιζέλιων. Η επιλεκτική αναπαραγωγή των μπιζελιών ξεκίνησε στη Λετονία το 1925, στο Εθνικό Ινστιτούτο Επιλογής Σιτηρών της Stende, αλλά από το 1945 εκτελείται στο Εθνικό Ινστιτούτο Φυτικής Επιλογής του Priekuļi, στοιχείο που επιβεβαιώνει ότι μπορούν να καλλιεργηθούν σε όλη τη Λετονία. Η επιλογή των μπιζελιών «Latvijas lielie pelēkie zirņi» ξεκίνησε από μη ειδήμονες, από έναν αρχικό πληθυσμό μεγάλων καστανών μπιζελιών της Vidzeme. Μετά την επιλογή του συγκεκριμένου υλικού, ακολούθησε επιλογή με σκοπό τη βελτίωσή του —διόρθωση της πικρότητας των άγριων μπιζελιών και αναζήτηση καλής γεύσης και καλής εμφάνισης κατά τον βρασμό— η οποία διενεργήθηκε στη Λετονία, στο Εθνικό Ινστιτούτο φυτικής επιλογής που βρίσκεται στο Priekuli, και έτσι προέκυψε η καλλιεργητική ποικιλία «Retrija» των «Latvijas lielie pelēkie zirņi» , η μοναδική ποικιλία με σπέρματα τόσο μεγάλου μεγέθους.
Οι τεχνικές καλλιέργειας και συγκομιδής που διαμορφώθηκαν με την πάροδο του χρόνου αποτελούν το καθοριστικό στοιχείο που εξασφαλίζει τη βελτίωση της συνολικής απόδοσης και την υψηλή ποιότητα του προϊόντος. Περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την καλή προετοιμασία του εδάφους, την επιλογή της σωστής αναλογίας του ανάμιξης καλλιεργειών και ακόμη την επιλογή της κατάλληλης χρονικής περιόδου συγκομιδής. Τα μπιζέλια «Latvijas lielie pelēkie zirņi» καλλιεργούνται αποκλειστικά σε μικτή καλλιέργεια, σε συνδυασμό με σιτηρά (βρώμη, κριθάρι, εαρινό σίτο) που χρησιμεύουν ως υποστήριγμα. Η αναλογία των διαφόρων καλλιεργειών στις μικτές καλλιέργειες πρέπει να είναι η ακόλουθη: είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται αναλογία 1:2 ή 1:1 μεταξύ μπιζελιών «Latvijas lielie pelēkie zirņi» και σιτηρών.
Η συγκομιδή του προϊόντος με θεριζοαλωνιστική μηχανή απαιτεί προσοχή και πείρα γιατί, όταν έχουν ωριμάσει, τα μπιζέλια «Latvijas lielie pelēkie zirņi» κινδυνεύουν να θραυστούν στα δύο. Μετά τη συγκομιδή, το προϊόν ξηραίνεται προσεκτικά σε ξηραντήρια.
Τα μπιζέλια καταναλώνονται στη Λετονία εδώ και αιώνες. Μαζί με το κριθάρι και τα φασόλια, αποτελούσαν τον κύριο διατροφικό πόρο ήδη πριν από την εποχή μας, και η σημασία τους δεν μειώθηκε ποτέ έως την εισαγωγή της πατάτας στις αρχές του 19ου αιώνα. Στις ημέρες μας, οι τουριστικοί οδηγοί αναφέρουν τα «pelēkie zirņi», τα γκρι μπιζέλια με μπέικον, μεταξύ των τυπικών εδεσμάτων της Λετονίας που πρέπει οπωσδήποτε να γευτεί ο επισκέπτης.
Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος
(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού)
https://www.pvd.gov.lv/lv/lauksaimniecibas-un-partikas-produktu-norazu-registracija
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/11 |
Δημοσίευση αίτησης για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων
(2022/C 70/07)
Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά της αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ/ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΣΣΟΝΟΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ
Αίτηση για έγκριση τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012
«Arroz del Delta del Ebro»/«Arròs del Delta de l’Ebre»
Αριθ. ΕΕ: PDO-ES-0336-AM02 – 9 Σεπτεμβρίου 2020
ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )
1. Αιτουσα ομαδα και εννομο συμφερον
|
Consejo regulador de la DOP Arròs del Delta de l’Ebre [«Arroz del Delta del Ebro»/Ρυθμιστικό Συμβούλιο ΠΟΠ «Arròs del Delta de l’Ebre»] |
|
C/Salvador Dalí, 27-29 |
|
43870 Amposta (Ισπανία) |
|
info@do-deltadelebre.com |
|
https://do-deltadelebre.com |
Το «Arroz del Delta del Ebro»/Ρυθμιστικό Συμβούλιο ΠΟΠ «Arròs del Delta de l’Ebre» αποτελείται από όλους τους καλλιεργητές και τους μεταποιητές της ΠΟΠ «Arroz del Delta del Ebro» και έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει την παρούσα αίτηση τροποποίησης.
2. Κρατος μελος ή τριτη χωρα
Ισπανία
3. Κεφαλαιο των προδιαγραφων προϊοντος που αφορα/-ουν η/οι τροποποιηση/-εις
|
☐ |
Ονομασία του προϊόντος |
|
☒ |
Περιγραφή του προϊόντος |
|
☐ |
Γεωγραφική περιοχή |
|
☐ |
Απόδειξη της καταγωγής |
|
☒ |
Μέθοδος παραγωγής |
|
☒ |
Δεσμός |
|
☐ |
Επισήμανση |
|
☒ |
Άλλο: οργανισμός ελέγχου, νομικές απαιτήσεις |
4. Τυπος τροποποιησης/-εων
|
☒ |
Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012. |
|
☐ |
Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ενιαίο έγγραφο (ή ισοδύναμο έγγραφο) η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012. |
5. Τροποποιηση/-εις
Περιγραφή του προϊόντος (τμήμα Β των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου):
|
— |
Προκειμένου να προστεθούν τρεις νέες ποικιλίες και να επεκταθεί η προστασία ώστε να καλύπτει και το καστανό ρύζι, η ακόλουθη παράγραφος των τμημάτων της Περιγραφής του προϊόντος των προδιαγραφών προϊόντος (τμήμα Β) και του ενιαίου εγγράφου (τμήμα 3.2): «Λευκό ρύζι του είδους Oryza sativa L., προερχόμενο από τις ποικιλίες “Bahía”, “Tebre”, “Gleva”, “Fonsa”, “Bomba” και “Montsianell”, το οποίο συμμορφώνεται με το πρότυπο εμπορίας της κατηγορίας “Extra”.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Λευκό και καστανό ρύζι του είδους Oryza sativa L., προερχόμενο από τις ποικιλίες “Bahía”, “Tebre”, “Gleva”, “Fonsa”, “Bomba”, “Montsianell”, “Jsendra”, “Guara” και “Olesa”, που καλλιεργείται με μεθόδους συμβατικής ή βιολογικής γεωργίας (ή άλλα βιώσιμα συστήματα παραγωγής αναγνωρισμένα από το κράτος). Το λευκό ρύζι πρέπει να συμμορφώνεται με το πρότυπο εμπορίας της κατηγορίας “Extra” και το καστανό ρύζι (δηλαδή το “αποφλοιωμένο ρύζι”) πρέπει να συμμορφώνεται με το μοναδικό ισχύον πρότυπο εμπορίας για καστανό ρύζι.» Η προσθήκη των εν λόγω τριών νέων ποικιλιών ρυζιού συνεπάγεται την ανάγκη προσαρμογής και άλλων χωρίων στα τμήματα της Περιγραφής του προϊόντος (τμήμα Β των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου). Το ακόλουθο κείμενο: «Οι ποικιλίες “Bahía”, “Tebre”, “Fonsa”, “Montsianell” και “Gleva” παρουσιάζουν παρεμφερή χαρακτηριστικά. Παρόλο που διαπιστώνονται ενδεχομένως ελαφρές διαφορές κατά την καλλιέργεια, το τελικό προϊόν δεν παρουσιάζει ουσιαστικές διαφορές.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Όλες οι ποικιλίες που καλύπτονται από την παρούσα ΠΟΠ ανήκουν στο υποείδος japonica. Στην πράξη, όλες οι εν λόγω ποικιλίες (“Bahía”, “Tebre”, “Fonsa”, “Montsianell”, “Gleva”, “Jsendra” και “Guara”) παρουσιάζουν παρεμφερή χαρακτηριστικά. Παρόλο που διαπιστώνονται ενδεχομένως ελαφρές διαφορές κατά την καλλιέργεια, το τελικό προϊόν δεν παρουσιάζει ουσιαστικές διαφορές.» Το ακόλουθο κείμενο: «Παρόλο που η ποικιλία “Bomba” διαφέρει από τις άλλες τόσο ως προς τον τρόπο καλλιέργειας όσο και ως προς το ρύζι αυτό καθαυτό, έχει συμπεριληφθεί στις προδιαγραφές προϊόντος λόγω της ποιότητάς της και του γεγονότος ότι αποτελεί παραδοσιακή καλλιέργεια της περιοχής του Δέλτα του Έβρου.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Παρόλο που η ποικιλία “Bomba” διαφέρει από τις άλλες τόσο ως προς τον τρόπο καλλιέργειας όσο και ως προς το ρύζι αυτό καθαυτό, έχει συμπεριληφθεί στις προδιαγραφές προϊόντος λόγω της ποιότητάς της και του γεγονότος ότι αποτελεί παραδοσιακή καλλιέργεια της περιοχής του Δέλτα του Έβρου. Τα νωπά σπέρματα της ποικιλίας “Olesa” διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από τα σπέρματα άλλων ποικιλιών που προστατεύονται από την ΠΟΠ. Ωστόσο, η εν λόγω ποικιλία, η οποία προέρχεται επίσης από την οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή, όταν μαγειρευτεί δίνει παρόμοιο αποτέλεσμα με την ποικιλία “Bomba”.» Το ακόλουθο κείμενο: «Οι ποικιλίες αυτές παρουσιάζουν υψηλή συγκέντρωση σε άμυλο στον πυρήνα του σπέρματος, στην οποία οφείλεται το λευκό θαμπό χρώμα του πυρήνα, που στα ισπανικά περιγράφεται ως “perlado” ή “περλέ”. Στο άμυλο αυτό οφείλεται η απορρόφηση των αρωμάτων των άλλων συστατικών που συνοδεύουν το ρύζι καθώς και ο χρωματισμός του κατά το μαγείρεμα.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Οι ποικιλίες αυτές παρουσιάζουν αρκετά υψηλή περιεκτικότητα σε αμυλόζη στην οποία οφείλεται η κατάλληλη απορρόφηση των αρωμάτων των άλλων συστατικών που συνοδεύουν το ρύζι καθώς και ο χρωματισμός του κατά το μαγείρεμα.» Το ακόλουθο κείμενο: «Όλες αυτές οι ποικιλίες είναι γνωστές για την ομοιομορφία κατά τον βρασμό και την ομοιογένεια του σπέρματός τους. Προσαρμόζονται ιδανικά στις τοπικές συνταγές μαγειρικής με βάση το ρύζι, αντίθετα με άλλους τύπους ρυζιού, όπως το μακρύκοκκο ρύζι, χάρη στη μεγάλη ικανότητα απορρόφησης αρωμάτων.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Όλες αυτές οι ποικιλίες είναι γνωστές για την ομοιομορφία κατά τον βρασμό και την ομοιογένεια των κόκκων τους μετά τον βρασμό. Προσαρμόζονται ιδανικά στις τοπικές συνταγές μαγειρικής με βάση το ρύζι, αντίθετα με άλλους τύπους ρυζιού, όπως είναι οι περισσότερες ποικιλίες μακρύκοκκου ρυζιού, χάρη στη μεγάλη ικανότητα απορρόφησης αρωμάτων. Παρόλο που η ποικιλία “Olesa” είναι ποικιλία μακρύκοκκου ρυζιού, όταν μαγειρευτεί δίνει παρόμοιο αποτέλεσμα με τις άλλες ποικιλίες που καλύπτονται από την ΠΟΠ.» Λόγω της προσθήκης του καστανού ρυζιού, το οποίο, όπως επεξηγείται στην Περιγραφή του προϊόντος (τμήμα B1 —Ορισμός προϊόντος— των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου), καλύπτεται από διαφορετικό πρότυπο εμπορίας, η ακόλουθη παράγραφος των τμημάτων της Περιγραφής του προϊόντος (τμήμα Β των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου) κρίθηκε επίσης σκόπιμο να προσαρμοστεί: «Όλες οι ποικιλίες που προστατεύονται από την ΠΟΠ “Arroz del Delta del Ebro”, κατά την αποστολή, οφείλουν να συμμορφώνονται με το πρότυπο εμπορίας της κατηγορίας “Extra” και τα σπέρματα πρέπει να είναι υγιή, χωρίς μύκητες, σήψη, έντομα, παράσιτα ή ξένες οσμές και/ή γεύσεις.» αντικαθίσταται από την παράγραφο: «Όλες οι ποικιλίες που προστατεύονται από την ΠΟΠ “Arroz del Delta del Ebro”, κατά την αποστολή, οφείλουν να συμμορφώνονται με το σχετικό πρότυπο εμπορίας και τα σπέρματα πρέπει να είναι υγιή, χωρίς μύκητες, σήψη, έντομα, παράσιτα ή ξένες οσμές και/ή γεύσεις.» Αιτιολόγηση της προσθήκης του καστανού ρυζιού: Το καστανό ρύζι (που ονομάζεται επίσης «cargo» ή «αποφλοιωμένο» ρύζι) είναι αυτό που χρησιμοποιείται για την παρασκευή του λευκού ρυζιού — μέχρι σήμερα ο μοναδικός τύπος ρυζιού που προστατεύεται από την ΠΟΠ. Το καστανό ρύζι αποτελείται από ώριμα σπέρματα ρυζιού από τα οποία έχει αφαιρεθεί ο φλοιός ή το περικάρπιο όμως διατηρείται το στρώμα πίτουρου που προσδίδει στο ρύζι το χρώμα του. Η απόφαση για την προσθήκη του καστανού ρυζιού στους τύπους που καλύπτονται από την ΠΟΠ «Arroz del Delta del Ebro» λήφθηκε με γνώμονα την προσαρμογή στις εξελισσόμενες καταναλωτικές συνήθειες που περιλαμβάνουν την αυξανόμενη ζήτηση του συγκεκριμένου τύπου προϊόντος. Αιτιολόγηση της προσθήκης νέων ποικιλιών: Παράλληλα με τις ήδη προστατευόμενες ποικιλίες («Bahía», «Tebre», «Fonsa», «Bomba», «Montsianell» και «Gleva»), οι νέες προσθήκες («JSendra», «Guara» και «Olesa») είναι ποικιλίες ρυζιού που έχουν επιλεγεί ως οι πλέον προσαρμόσιμες στις συνθήκες των υγροτόπων του Δέλτα του Έβρου. Το μαγειρεμένο ρύζι που προέρχεται από τις εν λόγω ποικιλίες διαθέτει κοινά χαρακτηριστικά με το ρύζι των ποικιλιών που καλύπτονται ήδη από την ΠΟΠ. Το δε σύνολο των ποικιλιών —παλαιότερων και νέων— ανήκουν στο υποείδος japonica. Η ποικιλία «Jsendra» έχει προσαρμοστεί απόλυτα στο περιβάλλον και τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες, ιδιαίτερα τους ανέμους, χάρη στο ύψος των φυτών. Έχει υψηλή αντοχή στην αποβολή κόκκων, στο πλάγιασμα και στην πυρικουλάρια. Πρόκειται για μία από τις ποικιλίες με την πιο όψιμη σπορά (στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου) και ως εκ τούτου, διακρίνεται από υψηλή προσαρμοστικότητα στην κλιματική αλλαγή. Τα χαρακτηριστικά της είναι παρεμφερή με εκείνα των ποικιλιών που καλύπτονται επί του παρόντος από την ΠΟΠ. Η ποικιλία «Guara» είναι επίσης κατάλληλη για το περιβάλλον και τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες. Συγκαταλέγεται μεταξύ των ποικιλιών που ευδοκιμούν σε αμμώδη εδάφη. Τα χαρακτηριστικά της είναι παρεμφερή με εκείνα των ποικιλιών που καλύπτονται επί του παρόντος από την ΠΟΠ. Η ποικιλία «Olesa» προέρχεται από το Δέλτα του Έβρου και είναι κατάλληλη για τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Ως ποικιλία βραχείας διάρκειας, μπορεί να καλλιεργηθεί με βιώσιμο τρόπο με τη χρήση λιγότερων φυσικών πόρων και με φιλικές προς το περιβάλλον γεωργικές πρακτικές. Είναι πολύ ανθεκτική στις ασθένειες που προκαλούνται από μύκητες και στο πλάγιασμα και, ως εκ τούτου, ευδοκιμεί στις τοπικές κλιματικές συνθήκες. Η συμπεριφορά της στη μαγειρική είναι παρεμφερής με εκείνη των ποικιλιών που καλύπτονται ήδη από την ΠΟΠ. Η προσαρμογή διαφορετικών ποικιλιών ρυζιού σε διαφορετικούς τύπους εδαφών αποτελεί το αντικείμενο έρευνας, που εκπονείται με τη στήριξη τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, στο πλαίσιο του έργου του Ινστιτούτου αγροδιατροφικής έρευνας και τεχνολογίας «Ebro Experimental Station». Επίσης, ο κλάδος παραγωγής έχει βαθιά επίγνωση και αυξημένη ευαισθητοποίηση όσον αφορά την υψηλή οικολογική αξία της περιοχής: η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της πλούσιας φυσικής κληρονομιάς και της κοινωνικοοικονομικής αξίας της περιοχής ανέκαθεν αποτελούσε σημαντική προτεραιότητα. Η ορυζοκαλλιέργεια στο Δέλτα του Έβρου αποτελεί παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο μια καλλιέργεια η οποία εισήχθη στα τέλη του 19ου αιώνα μπορεί να συμβάλει τα μέγιστα στη υψηλή αξία της περιοχής ως φυσικού τοπίου. Επομένως, διεξάγεται συνεχής έρευνα με σκοπό τον εντοπισμό ποικιλιών καλλιεργειών με υψηλότερο βαθμό βιωσιμότητας, οι οποίες διαθέτουν κοινά χαρακτηριστικά με τις υφιστάμενες ποικιλίες και μπορούν να προσαρμοστούν στις ιδιαίτερες συνθήκες του Δέλτα του Έβρου. Οι ποικιλίες που προτείνονται για προσθήκη διακρίνονται από:
Οι νέες ποικιλίες έχουν προστεθεί στους πίνακες που αναφέρουν τα χαρακτηριστικά του ρυζιού στα τμήματα της Περιγραφής του προϊόντος (τμήμα Β των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου). |
|
— |
Ο εξής πίνακας:
αντικαθίσταται, επομένως, από τον ακόλουθο:
Επεξήγηση: Οι νέες ποικιλίες προστίθενται στον πίνακα και, ταυτόχρονα, απαλείφονται οι περιγραφείς της σφαιρικότητας των σπερμάτων ρυζιού («σφαιρικό» κ.λπ.) καθώς δεν είναι σύμφωνοι με τη νομοθεσία και επειδή η συγκεκριμένη πληροφορία εμμέσως εμπεριέχεται ήδη στην αναλογία μήκους/πλάτους. Ο ακόλουθος πίνακας που αφορά το τελικό προϊόν (Περιγραφή του προϊόντος — τμήμα Β των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου) έχει επίσης τροποποιηθεί:
Ο νέος πίνακας έχει ως εξής:
Επεξήγηση: Οι νέες ποικιλίες προστίθενται όπως εξηγείται ανωτέρω, ενώ η παράμετρος «τύπος» που αναφέρεται στο χαρακτηριστικό που ονομάζεται perlado (περλέ) (πυρήνας λευκού θαμπού χρώματος) απαλείφεται από τον πίνακα και αντ’ αυτής, ο πίνακας εμφανίζει πλέον την περιεκτικότητα σε αμυλόζη ως ποσοστό του συνολικού αμύλου («% αμυλόζης»). Η αμυλόζη είναι μία από τις μορφές αμύλου που περιέχεται στο ρύζι. Η εν λόγω τροποποίηση πραγματοποιείται διότι, ενώ στις προδιαγραφές προϊόντος (και στο ενιαίο έγγραφο) παλαιότερα είχε θεωρηθεί ότι η παρουσία πυρήνα λευκού θαμπού χρώματος συνδέεται με συγκεκριμένη περιεκτικότητα σε άμυλο και συγκεκριμένη συμπεριφορά κατά το μαγείρεμα, πλέον γνωρίζουμε ότι αυτό δεν ισχύει ακριβώς. Το εν λόγω χαρακτηριστικό που ονομάζεται perlado (περλέ) δημιουργείται στα σπέρματα ρυζιού κατά τον σχηματισμό τους, ωστόσο, η περιεκτικότητα σε αμυλόζη είναι αυτή που διαμορφώνει τις οργανοληπτικές ιδιότητες του μαγειρεμένου ρυζιού, καθώς καθορίζει την υφή, την απαλότητα και τον κολλώδη χαρακτήρα του ρυζιού αλλά και τον βαθμό διόγκωσης του ρυζιού κατά το μαγείρεμα. Με άλλα λόγια, το βασικό χαρακτηριστικό μιας ποικιλίας όσον αφορά το μαγειρικό αποτέλεσμα είναι η περιεκτικότητά της σε αμυλόζη και όχι το χαρακτηριστικό perlado (περλέ), όπως είχε υποτεθεί στο παρελθόν. |
||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
|
— |
Παράλληλα με τις ως άνω αλλαγές, τόσο στις προδιαγραφές προϊόντος όσο και στο ενιαίο έγγραφο, η εισαγωγή τριών νέων ποικιλιών οδήγησε σε περαιτέρω αλλαγές που αφορούν αποκλειστικά τις προδιαγραφές προϊόντος: περιλαμβάνουν πλέον μια σύντομη περιγραφή και ορισμένες βασικές πληροφορίες (βασικές ιδιότητες και μέσες αποδόσεις κατά την επεξεργασία) για καθεμία από τις εν λόγω ποικιλίες —που αντιστοιχούν στα στοιχεία που ήδη περιγράφονται για τις υφιστάμενες ποικιλίες— στο υποτμήμα B.2 (Περιγραφή των ποικιλιών) του τμήματος Περιγραφή του προϊόντος. Η περιγραφή κάθε ποικιλίας περιλαμβάνει ύψος φυτού, διάρκεια ανάπτυξης, μέγεθος σπέρματος και βάρος, συνιστώμενη ημερομηνία σποράς και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ποικιλίας από αγρονομικής άποψης. Οι πίνακες των βασικών ιδιοτήτων και των αποδόσεων κατά την επεξεργασία —αμφότεροι στο τμήμα B2 των προδιαγραφών προϊόντος— πλέον περιλαμβάνουν τις τρεις νέες ποικιλίες. |
|
— |
Η περίοδοι σποράς για τις ποικιλίες «Fonsa», «Montsianell» και «Bomba» έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη ευελιξία (τμήμα B2 των προδιαγραφών προϊόντος):
Επεξήγηση: Παρόλο που οι ημερομηνίες που αναφέρονται στις προδιαγραφές προϊόντος είναι οι συνιστώμενες, η πολυετής πείρα δείχνει ότι οι περίοδοι σποράς μπορούν να κυμαίνονται, ανάλογα με το πότε διοχετεύεται νερό από τα αρδευτικά κανάλια στους ορυζώνες ή ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες κατά τους χειμερινούς μήνες, οι οποίες ενδέχεται να εμποδίσουν τους καλλιεργητές να ολοκληρώσουν τις απαραίτητες εργασίες στους ορυζώνες. Ως εκ τούτου, αποφασίστηκε να δοθεί μεγαλύτερη ευελιξία στις περιόδους σποράς και να αποφευχθεί η αναφορά αυστηρών ημερομηνιών στις προδιαγραφές προϊόντος. |
Μέθοδος παραγωγής
|
— |
Στο τμήμα Ε στοιχείο β) των προδιαγραφών προϊόντος (Μέθοδος παραγωγής) έχουν προστεθεί αναφορές στο καστανό ρύζι και ως εκ τούτου, το ακόλουθο χωρίο: «Το προστατευόμενο ρύζι είναι λευκό ρύζι που συμμορφώνεται με το πρότυπο εμπορίας της κατηγορίας “Extra”. Το λευκό ρύζι είναι ρύζι του οποίου ένα μέρος ή όλο το στρώμα πίτουρου (περίβλημα του σπέρματος και περικάρπιο) έχει απομακρυνθεί με την επεξεργασία, προσδίδοντάς του ομοιόμορφο λευκό (ή λευκωπό) χρώμα. Για να διατεθεί στο εμπόριο ως κατηγορία “Extra”, τα ολόκληρα, χωρίς ελαττώματα σπέρματα πρέπει να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 92,70 % του ρυζιού και τα θραύσματα δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 4 %.» τροποποιείται ως εξής: «Το προστατευόμενο ρύζι είναι λευκό ρύζι που συμμορφώνεται με το πρότυπο εμπορίας της κατηγορίας “Extra” και καστανό ρύζι. Το λευκό ρύζι είναι ρύζι του οποίου ένα μέρος ή όλο το στρώμα πίτουρου (περίβλημα του σπέρματος και περικάρπιο) έχει απομακρυνθεί με την επεξεργασία, προσδίδοντάς του ομοιόμορφο λευκό (ή λευκωπό) χρώμα. Το καστανό ρύζι είναι αποφλοιωμένο ρύζι, δηλαδή, αποτελείται από ώριμα σπέρματα ρυζιού από τα οποία έχει αφαιρεθεί ο φλοιός ή το περικάρπιο και διατηρείται το στρώμα πίτουρου που προσδίδει στο ρύζι το χρώμα του. Πρέπει να συσκευάζεται για εμπορική διάθεση σύμφωνα με το μοναδικό ισχύον πρότυπο εμπορίας για καστανό ρύζι. Τα ολόκληρα, χωρίς ελαττώματα σπέρματα πρέπει να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 92,70 % του ρυζιού και τα θραύσματα δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 4 %.» Επεξήγηση: Η προσθήκη του καστανού ρυζιού (για τους λόγους που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο τμήμα) συνεπάγεται την προσθήκη πληροφοριών που αφορούν τον εν λόγω τύπο ρυζιού στα διάφορα τμήματα των προδιαγραφών προϊόντος. Στις εν λόγω πληροφορίες συμπεριλαμβάνεται ο πίνακας ορίων ανοχής ποιότητας και η περιγραφή του συγκεκριμένου τύπου ρυζιού στο παρόν τμήμα. |
|
— |
Στο τμήμα Ε στοιχείο β) των προδιαγραφών προϊόντος (Μέθοδος παραγωγής), ο πίνακας ορίων ανοχής ποιότητας έχει αντικατασταθεί από παραπομπή στον σεβασμό της ισχύουσας νομοθεσίας. Τα ακόλουθα: «Κατά τη διάρκεια της μεταποίησης, πρέπει να ληφθεί μέριμνα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν παραμένουν υπολείμματα στρώματος πίτουρου πάνω στα σπέρματα ρυζιού. Τα σπέρματα ρυζιού πρέπει να συμμορφώνονται με τα ακόλουθα όρια:
αντικαθίστανται από τα ακόλουθα: «Κατά τη διάρκεια της μεταποίησης, πρέπει να ληφθεί μέριμνα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν παραμένουν υπολείμματα στρώματος πίτουρου πάνω στα σπέρματα λευκού ρυζιού. Τα όρια ανοχής ποιότητας που προβλέπονται στην εφαρμοστέα νομοθεσία οφείλουν να γίνονται σεβαστά.» Επεξήγηση: Τα όρια ανοχής ποιότητας που παρατίθενται στον πίνακα είναι ακριβώς τα ίδια με εκείνα που προβλέπονται στη νομοθεσία που διέπει το λευκό ρύζι. Ο εν λόγω πίνακας θα έπρεπε να έχει επεκταθεί προκειμένου να συμπεριλάβει τους νέους τύπους ρυζιού, όπως το καστανό ρύζι, που καλύπτονται από την ΠΟΠ, ωστόσο, επειδή οι τιμές είναι ακριβώς οι ίδιες με τις τιμές που προβλέπονται από τη νομοθεσία, αποφασίστηκε ότι είναι προτιμότερο να απλοποιηθούν οι προδιαγραφές προϊόντος με την αντικατάσταση του πίνακα με την παραπομπή στη συμμόρφωση με την ισχύουσα νομοθεσία. Πρόκειται, συνεπώς, για μια συντακτική αλλαγή που δεν επηρεάζει την ποιότητα του προϊόντος ούτε τα πρότυπα ποιότητας τα οποία οφείλει να πληροί. |
|
— |
Υπό τον τίτλο Αποθήκευση και διατήρηση του τμήματος Ε στοιχείο β) των προδιαγραφών προϊόντος (Μέθοδος παραγωγής) έχει γίνει διόρθωση στην ακόλουθη αναφορά στη θερμοκρασία του αέρα που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης και της διατήρησης: «Για τη διατήρηση του ρυζιού στις βέλτιστες συνθήκες κατά τη διάρκεια της παραμονής του σε σιλό έως τη μεταποίησή του, διοχετεύεται, ανά διαστήματα, αέρας — κατά προτίμηση κρύος αέρας σε θερμοκρασία 5 °C ή σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.» Το κείμενο αυτό τροποποιείται ως εξής: «Για τη διατήρηση του ρυζιού στις βέλτιστες συνθήκες κατά τη διάρκεια της παραμονής του σε σιλό έως τη μεταποίησή του, διοχετεύεται, ανά διαστήματα, αέρας — κατά προτίμηση κρύος αέρας σε θερμοκρασία 10-15 °C ή σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.» Επεξήγηση: Πρόκειται για τυπογραφικό λάθος: η θερμοκρασία των 5 °C είναι εξαιρετικά χαμηλή και στην πραγματικότητα θα προκαλούσε την ψύξη του ρυζιού. Ως εκ τούτου, η τιμή διορθώνεται από 5 °C σε 10-15 °C. |
|
— |
Υπό τον τίτλο Συσκευασία και επισήμανση του τμήματος Ε στοιχείο β) των προδιαγραφών προϊόντος (Μέθοδος παραγωγής), η ακόλουθη περίοδος: «Όλο το ρύζι που περιέχεται σε κάθε συσκευασία πρέπει να είναι ρύζι κατηγορίας “Extra” που προέρχεται από την ίδια ποικιλία.» τροποποιείται ως εξής: «Όλο το ρύζι που περιέχεται σε κάθε συσκευασία πρέπει να προέρχεται από την ίδια ποικιλία.» Επεξήγηση: Η αναφορά στο πρότυπο εμπορίας κατηγορίας «Extra» έχει απαλειφθεί από το εν λόγω σημείο, καθώς, όπως εξηγείται ανωτέρω, υπάρχει διαφορετική κατηγορία για το καστανό ρύζι. Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή (τμήμα ΣΤ των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 5 του ενιαίου εγγράφου): Οι ακόλουθες αλλαγές αποτελούν τροποποιήσεις διατύπωσης ήσσονος σημασίας που κρίθηκε απαραίτητο να ενσωματωθούν στο τμήμα Δεσμός με το περιβάλλον των προδιαγραφών προϊόντος (τμήμα ΣΤ) και στο ενιαίο έγγραφο (σημείο 5), κατά βάση με σκοπό να αποτυπώσουν τις αλλαγές στην περιγραφή προϊόντος και στα δύο έγγραφα. |
|
— |
Στο σημείο 5.2 του ενιαίου εγγράφου (Ιδιοτυπία του προϊόντος) το ακόλουθο χωρίο: «Όλες οι ποικιλίες είναι γνωστές για την ομοιομορφία κατά τον βρασμό, την ομοιογένεια των σπερμάτων τους και τη μεγάλη ικανότητα απορρόφησης, χάρη στην υψηλή συγκέντρωση σε άμυλο στον πυρήνα λευκού θαμπού χρώματος του σπέρματος, χαρακτηριστικό που ονομάζεται “perlado” (περλέ). Το ρύζι είναι ονομαστό για την εξαιρετική συμπεριφορά του κατά τον βρασμό χάρη στο αφράτο, σπυρωτό αποτέλεσμα (βαθμός σύμφυσης των κόκκων της τάξης του 7,3) και για την ποσότητα νερού που απορροφά (1,93 γραμμάρια νερού για κάθε γραμμάριο ρυζιού), η οποία εξασφαλίζει την καλή απορρόφηση αρωμάτων στις διάφορες παρασκευές με βάση το εν λόγω προϊόν.» τροποποιείται ως εξής: «Όλες οι ποικιλίες που καλύπτονται από την ΠΟΠ “Arroz del Delta del Ebro” διακρίνονται από την ομοιομορφία κατά τον βρασμό, την ομοιογένεια των κόκκων τους μετά τον βρασμό και τη μεγάλη ικανότητα απορρόφησης, χάρη στην υψηλή περιεκτικότητά τους σε αμυλόζη ως ποσοστό του συνολικού αμύλου. Το ρύζι είναι ονομαστό για την εξαιρετική συμπεριφορά του κατά τον βρασμό χάρη στο αφράτο, σπυρωτό αποτέλεσμα και για την καλή απορρόφηση νερού, η οποία εξασφαλίζει την καλή απορρόφηση αρωμάτων στις διάφορες παρασκευές με βάση το εν λόγω προϊόν, στην περιοχή του Δέλτα του Έβρου.» Η ίδια αλλαγή έγινε στο τμήμα ΣΤ των προδιαγραφών προϊόντος (Δεσμός με το περιβάλλον). Επεξήγηση: Όπως εξηγήθηκε όσον αφορά την τροποποίηση της Περιγραφής του προϊόντος, στο παρελθόν το χαρακτηριστικό perlado (περλέ) —ο πυρήνας λευκού θαμπού χρώματος των σπερμάτων ρυζιού— συνδεόταν με την περιεκτικότητα σε άμυλο και τη συμπεριφορά του ρυζιού κατά το μαγείρεμα. Ωστόσο, είναι πλέον γνωστό ότι το βασικό χαρακτηριστικό μιας ποικιλίας όσον αφορά το μαγειρικό αποτέλεσμα είναι η περιεκτικότητά της σε αμυλόζη και όχι το χαρακτηριστικό perlado (περλέ), όπως είχε υποτεθεί στο παρελθόν. Συνεπώς, το κείμενο σχετικά με τον δεσμό έχει επίσης τροποποιηθεί. Οι αναφορές στον «βαθμό σύμφυσης των κόκκων» και στην «καλή απορρόφηση νερού» έχουν απαλειφθεί από το τμήμα του Δεσμού καθώς θεωρούνται περιττές. Πρόκειται απλώς για τροποποίηση διατύπωσης καθώς οι πληροφορίες που αφορούν τα εν λόγω χαρακτηριστικά της ποικιλίας αναφοράς («Bahia») εξακολουθούν να παρατίθενται στην Περιγραφή του προϊόντος (τμήμα Β των προδιαγραφών προϊόντος και σημείο 3.2 του ενιαίου εγγράφου) και δεν έχουν τροποποιηθεί σε κανένα από τα δύο έγγραφα. |
|
— |
Η αναφορά στο χρώμα του ρυζιού έχει απαλειφθεί από την εν λόγω πρόταση στο σημείο 5.3 του ενιαίου εγγράφου (Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος...): «Το ρύζι αυτής της περιοχής είναι ιδιαίτερα ονομαστό στους καταναλωτές λόγω του λευκού περλέ χρώματος, του αρώματος και της υφής του, που οφείλονται στα χαρακτηριστικά των ποικιλιών και της γεωγραφικής περιοχής όπου καλλιεργείται.» Η προτεινόμενη νέα εκδοχή έχει ως εξής: «Το ρύζι αυτής της περιοχής είναι ιδιαίτερα ονομαστό στους καταναλωτές λόγω του αρώματος και της υφής του, που οφείλονται στα χαρακτηριστικά των ποικιλιών και της γεωγραφικής περιοχής όπου καλλιεργείται.» Η ίδια αλλαγή έγινε στο τμήμα ΣΤ των προδιαγραφών προϊόντος (Δεσμός με το περιβάλλον). Επεξήγηση: Παρόλο που το ρύζι είναι ανέκαθεν γνωστό για το λευκό του χρώμα, η εν λόγω αναφορά στο συγκεκριμένο τμήμα ενδέχεται να αποπροσανατολίσει, δεδομένου ότι έχει προστεθεί στην ΠΟΠ και το καστανό ρύζι, με σκοπό —όπως εξηγήθηκε ανωτέρω— την προσαρμογή στις εξελισσόμενες καταναλωτικές συνήθειες. Συνεπώς, η εν λόγω αναφορά πρέπει να απαλειφθεί. |
Λοιπά
|
— |
Οργανισμός ελέγχου (τμήμα Ζ των προδιαγραφών προϊόντος): τα στοιχεία του οργανισμού πιστοποίησης έχουν επικαιροποιηθεί. |
|
— |
Απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας (τμήμα Ι των προδιαγραφών προϊόντος): το εν λόγω τμήμα έχει απαλειφθεί καθώς δεν απαιτείται βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012. |
ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ
«Arroz del Delta del Ebro»/«Arròs del Delta de l’Ebre»
Αριθ. ΕΕ: PDO-ES-0336-AM02 – 9 Σεπτεμβρίου 2020
ΠΟΠ (X) ΠΓΕ ( )
1. Ονομασία/-ες [ΠΟΠ ή ΠΓΕ]
«Arroz del Delta del Ebro»/«Arròs del Delta de l’Ebre»
2. Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα
Ισπανία
3. Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου
3.1. Τύπος προϊόντος
Κλάση 1.6. Φρούτα, λαχανικά και δημητριακά, νωπά ή μεταποιημένα
3.2. Περιγραφή του προϊόντος που φέρει την προβλεπόμενη στο σημείο 1 ονομασία
Λευκό και καστανό ρύζι του είδους Oryza sativa L., προερχόμενο από τις ποικιλίες «Bahía», «Tebre», «Gleva», «Fonsa», «Bomba», «Montsianell», «Jsendra», «Guara» και «Olesa», που καλλιεργείται με μεθόδους συμβατικής ή βιολογικής γεωργίας (ή άλλα βιώσιμα συστήματα παραγωγής αναγνωρισμένα από το κράτος). Το λευκό ρύζι πρέπει να συμμορφώνεται με το πρότυπο εμπορίας της κατηγορίας «Extra» και το καστανό ρύζι (δηλαδή το «αποφλοιωμένο ρύζι») πρέπει να συμμορφώνεται με το μοναδικό ισχύον πρότυπο εμπορίας για καστανό ρύζι.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των σπερμάτων της ποικιλίας αναφοράς («Bahia») έχουν ως εξής:
|
Χαρακτηριστικά των επεξεργασμένων, νωπών σπερμάτων |
Μήκος: 5,53 mm Πλάτος: 2,99 mm Πάχος: 2,14 mm Περιεκτικότητα σε αμυλόζη (% επί ξηρού): 19,41 % |
|
Απόδοση στην επεξεργασία: βαθμός αντοχής του ρυζιού κατά τη μεταποίηση |
Ολική απόδοση: 69,90 % % θραύσματα: 11,63 % |
|
Χαρακτηριστικά κατά τον βρασμό |
Χρόνος βρασμού: 16 λεπτά Απορρόφηση νερού*: 1,93 Αύξηση του μήκους του σπέρματος: 8,45 % *(γραμμάρια νερού/γραμμάρια ρυζιού) |
|
Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ρυζιού μετά τον βρασμό (σύμφωνα με την κλίμακα Batcher και μετά από οργανοληπτική αξιολόγηση στο πλαίσιο γευσιγνωσίας*): (*) Σύμφωνα με την κλίμακα: 9 = πολύ καλό· 7 = καλό· 5 = επαρκές· 3 = μη επαρκές· |
Βαθμός σύμφυσης των κόκκων μετά τον βρασμό: 7,83 Αποδοχή: 5,75 Όψη: 5,5 |
Όλες οι ποικιλίες που καλύπτονται από την παρούσα ΠΟΠ ανήκουν στο υποείδος japonica. Στην πράξη, όλες οι εν λόγω ποικιλίες («Bahía», «Tebre», «Fonsa», «Montsianell», «Gleva», «Jsendra» και «Guara») παρουσιάζουν παρεμφερή χαρακτηριστικά. Παρόλο που διαπιστώνονται ενδεχομένως ελαφρές διαφορές κατά την καλλιέργεια, το τελικό προϊόν δεν παρουσιάζει ουσιαστικές διαφορές.
Παρόλο που η ποικιλία «Bomba» διαφέρει από τις άλλες τόσο ως προς τον τρόπο καλλιέργειας όσο και ως προς το ρύζι αυτό καθαυτό, έχει συμπεριληφθεί στις προδιαγραφές προϊόντος λόγω της ποιότητάς της και του γεγονότος ότι αποτελεί παραδοσιακή καλλιέργεια της περιοχής του Δέλτα του Έβρου. Τα νωπά σπέρματα της ποικιλίας «Olesa» διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από τα σπέρματα άλλων ποικιλιών που προστατεύονται από την ΠΟΠ. Ωστόσο, η εν λόγω ποικιλία, η οποία προέρχεται επίσης από την οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή, όταν μαγειρευτεί δίνει παρόμοιο αποτέλεσμα με την ποικιλία «Bomba».
Με βάση τις διαστάσεις των σπερμάτων του ρυζιού paddy, οι ποικιλίες ταξινομούνται ως εξής:
|
Ποικιλία |
Μήκος |
Αναλογία μήκους/πλάτους |
|
«Bahía» |
8,2 mm (μέτριο) |
2,20 |
|
«Tebre» |
8,1 mm (μέτριο) |
2,00 |
|
«Fonsa» |
7,9 mm (μέτριο) |
2,00 |
|
«Bomba» |
7,4 mm (βραχύ) |
1,85 |
|
«Montsianell» |
8,3 mm (μέτριο) |
2,16 |
|
«Gleva» |
7,9 mm (μέτριο) |
2,04 |
|
«JSendra» |
8,2 mm (μέτριο) |
2,16 |
|
«Guara» |
8,0 mm (μέτριο) |
2,11 |
|
«Olesa» |
9,1 mm (μακρύ) |
3,1 |
|
Μέσες τιμές αναφοράς για κάθε ποικιλία. |
||
Τα επεξεργασμένα σπέρματα (λευκό ρύζι) ταξινομούνται ως εξής:
|
Ποικιλία |
Κατηγορία |
% αμυλόζης |
|
«Bahía» |
Μέτριος κόκκος |
19,1 |
|
«Tebre» |
Μέτριος κόκκος |
20,0 |
|
«Fonsa» |
Μέτριος κόκκος |
20,3 |
|
«Bomba» |
Μέτριος κόκκος |
24,9 |
|
«Montsianell» |
Μέτριος κόκκος |
18,1 |
|
«Gleva» |
Μέτριος κόκκος |
17,7 |
|
«JSendra» |
Μέτριος κόκκος |
17,5 |
|
«Guara» |
Μέτριος κόκκος |
17,5 |
|
«Olesa» |
Μακρύς κόκκος |
24,0 |
|
Μέσες τιμές αναφοράς για κάθε ποικιλία. |
||
Οι ποικιλίες αυτές παρουσιάζουν αρκετά υψηλή περιεκτικότητα σε αμυλόζη στην οποία οφείλεται η κατάλληλη απορρόφηση των αρωμάτων των άλλων συστατικών που συνοδεύουν το ρύζι καθώς και ο χρωματισμός του κατά το μαγείρεμα.
Όλες αυτές οι ποικιλίες είναι γνωστές για την ομοιομορφία κατά τον βρασμό και την ομοιογένεια των κόκκων τους μετά τον βρασμό. Προσαρμόζονται ιδανικά στις τοπικές συνταγές μαγειρικής με βάση το ρύζι, αντίθετα με άλλους τύπους ρυζιού, όπως είναι οι περισσότερες ποικιλίες μακρύκοκκου ρυζιού, χάρη στη μεγάλη ικανότητα απορρόφησης αρωμάτων. Παρόλο που η ποικιλία «Olesa» είναι ποικιλία μακρύκοκκου ρυζιού, όταν μαγειρευτεί δίνει παρόμοιο αποτέλεσμα με τις άλλες ποικιλίες που καλύπτονται από την ΠΟΠ.
Όλες οι ποικιλίες που προστατεύονται από την ΠΟΠ «Arroz del Delta del Ebro», κατά την αποστολή, οφείλουν να συμμορφώνονται με το σχετικό πρότυπο εμπορίας και τα σπέρματα πρέπει να είναι υγιή, χωρίς μύκητες, σήψη, έντομα, παράσιτα ή ξένες οσμές και/ή γεύσεις.
Η περιεκτικότητα σε υγρασία δεν μπορεί να υπερβαίνει το 15 % και δεν πρέπει να υπάρχουν υπολείμματα στρώματος πίτουρου πάνω στα σπέρματα (στην περίπτωση του λευκού ρυζιού).
3.3. Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)
—
3.4. Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής
Το σύνολο της διαδικασίας, από την καλλιέργεια έως την επεξεργασία και τη στίλβωση του ρυζιού πραγματοποιείται εντός της γεωγραφικής περιοχής που περιγράφεται στο σημείο 4.
3.5. Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία
Το ρύζι συσκευάζεται σε κουτιά ή σακούλες των 5, 2, 1, 0,5 και 0,25 kg τα οποία, με τη σειρά τους, συσκευάζονται με τρόπο ώστε να είναι εγγυημένη η ακεραιότητά τους. Για τη συσκευασία χρησιμοποιούνται, αποκλειστικά, υλικά που είναι κατάλληλα για τρόφιμα και τα οποία επιτρέπονται από τη νομοθεσία.
3.6. Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία
Η συσκευασία φέρει υποχρεωτικά την ένδειξη «Arroz del Delta del Ebro»/«Arròs del Delta de l’Ebre» καθώς και τον λογότυπο ΠΟΠ, τον λογότυπο της ΕΕ και όλες τις πληροφορίες γενικής φύσεως που απαιτούνται από την ισχύουσα νομοθεσία.
Έγχρωμη αναπαραγωγή του λογότυπου της ΠΟΠ:
4. Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής
Η περιοχή καλλιέργειας και μεταποίησης της ΠΟΠ «Arroz del Delta del Ebro» αντιστοιχεί στην περιοχή του Δέλτα του Έβρου (Delta del Ebre) το οποίο αποτελεί τμήμα των κοινοτήτων Baix Ebre και El Montsià, στην επαρχία Tarragona.
Η περιοχή παραγωγής αποτελείται από ολόκληρη την επικράτεια της επαρχίας των δήμων Deltebre και Sant Jaume d’Enveja καθώς και από τα εδάφη του Δέλτα του Έβρου που ανήκουν στις κοινότητες L’Aldea, Amposta, L’Ampolla, Camarles και Sant Carles de la Ràpita.
Η περιοχή επεξεργασίας και στίλβωσης του ρυζιού οριοθετείται από τους ίδιους δήμους που αποτελούν την περιοχή παραγωγής.
5. Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή
5.1. Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής
Η καλλιέργεια του ρυζιού στην περιοχή του Δέλτα του Έβρου (Delta del Ebre) είναι μια παραδοσιακή καλλιέργεια, στενά συνδεδεμένη με τον γεωλογικό και φυσικό σχηματισμό του Δέλτα του Έβρου και την εξέλιξή του.
Υπάρχουν πολλές γραπτές μαρτυρίες για τον δεσμό μεταξύ της παραδοσιακής καλλιέργειας του ρυζιού και της περιοχής του Δέλτα του Έβρου. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται το έργο Geografía de Catalunya [Γεωγραφία της Καταλονίας] του Lluís Solé i Sabaris (1958), όπου μπορεί κανείς να διαβάσει τα εξής: «εντοπίζονται στοιχεία που αποδεικνύουν ότι κατά τον δέκατο πέμπτο αιώνα σημειώθηκαν προσπάθειες καλλιέργειας του ρυζιού στο Δέλτα του Έβρου. Ωστόσο, η μέγιστη ανάπτυξη αυτής της δραστηριότητας καλλιέργειας ρυζιού εμφανίζεται τον 19ο αιώνα». Σε άλλο σημείο του ίδιου έργου, ο συγγραφέας παρατηρεί ότι: «στο Δέλτα, το οποίο χρησιμοποιούνταν ως βοσκότοπος για κοπάδια που μεταφέρονταν εκεί το καλοκαίρι, το Canal de la Derecha [δεξιό κανάλι], το οποίο κατασκευάστηκε στη Xerta, κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, συνέβαλε στο να κατακλυσθεί η περιοχή με γλυκό νερό και να εισαχθεί η ορυζοκαλλιέργεια, η οποία έκτοτε συνέχισε να ανθεί, με αποτέλεσμα την αφαλάτωση των υφάλμυρων εδαφών και, παράλληλα, την αποδοτική καλλιέργεια».
Η ορυζοκαλλιέργεια συνεχίζεται χωρίς διακοπή έως σήμερα και παραμένει η επικρατούσα καλλιέργεια στην περιοχή.
Φυσικοί παράγοντες
Η καλλιέργεια του ρυζιού στο Δέλτα του Έβρου αναπτύχθηκε χάρη στα τοπικά κλιματικά και εδαφολογικά χαρακτηριστικά καθώς και στην αλατότητα και στην υψηλή στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα.
Τα εδάφη του Δέλτα του Έβρου, τα οποία παρουσιάζουν ιλυώδη υφή, είναι πολύ εύφορα και ιδανικά για την ορυζοκαλλιέργεια. Ο σχηματισμός των εδαφών επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τα αρδευτικά έργα και από την πρακτική δημιουργίας προσχώσεων γνωστή ως colmateo (συνδυασμένες μετακινήσεις νερού και χώματος για την καλή προετοιμασία του εδάφους της καλλιέργειας πριν από τη σπορά).
Οι αποδόσεις τους είναι από τις υψηλότερες παγκοσμίως, λόγω της θέσης τους στον 40ό παράλληλο Β και στην ισόθερμη καμπύλη των 19 °C.
Δύο άλλοι πολύ σημαντικοί παράγοντες είναι η αλατότητα του εδάφους, η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι εισχωρεί η θάλασσα στο Δέλτα και το «μεσογειακό παράκτιο» κλίμα. Οι χειμώνες είναι εύκρατοι, ελάχιστα βροχεροί, με ξηρούς ανέμους Β/ΒΔ (Μαΐστρος και Λεβάντες). Τα καλοκαίρια είναι θερμά, με έντονες ξηρασίες και υγρούς ανέμους Ν/ΝΑ (Όστρια και Γαρμπής). Σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους πνέει μια ελαφριά αύρα.
Η υδρογραφία της περιοχής διαμορφώνεται από τα τελευταία 30 χιλιόμετρα της διαδρομής του ποταμού Έβρου, και στα δύο κανάλια (της δεξιάς και της αριστερής όχθης) που ξεκινούν από το φράγμα του Xerta-Tivenys και ρέουν ελαφρώς παράλληλα προς τον ποταμό. Φθάνοντας στο Δέλτα διακλαδίζονται σε ένα μεγάλο δίκτυο καναλιών και υδατορρευμάτων. Αναμφισβήτητα, το γεγονός ότι τα αρδευτικά ύδατα έχουν όλα την ίδια προέλευση αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ομοιομορφία της παραγωγής που επιτυγχάνεται στην περιοχή και για τη διαφοροποίησή της από την παραγωγή άλλων περιοχών.
5.2. Ιδιοτυπία του προϊόντος
Όλες οι ποικιλίες που προστατεύονται από την ΠΟΠ «Arroz del Delta del Ebro» διακρίνονται από την ομοιομορφία κατά τον βρασμό και την ομοιογένεια των κόκκων τους μετά τον βρασμό και τη μεγάλη ικανότητα απορρόφησης, χάρη στην υψηλή περιεκτικότητά τους σε αμυλόζη ως ποσοστό του συνολικού αμύλου.
Το ρύζι είναι ονομαστό για την εξαιρετική συμπεριφορά του κατά τον βρασμό χάρη στο αφράτο, σπυρωτό αποτέλεσμα και για την καλή απορρόφηση νερού, η οποία εξασφαλίζει την καλή απορρόφηση αρωμάτων στις διάφορες παρασκευές με βάση το εν λόγω προϊόν, στην περιοχή του Δέλτα του Έβρου.
5.3. Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με μια συγκεκριμένη ιδιότητα, τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ)
Τα χαρακτηριστικά του προϊόντος είναι ομοιόμορφα όσον αφορά την ποιότητα, καθώς όλες οι ποικιλίες εμφανίζουν παρόμοια χαρακτηριστικά όσον αφορά το τελικό προϊόν, με εξαίρεση τις ποικιλίες «Bomba» και «Olesa», οι οποίες παρ’ όλα αυτά έχουν συμπεριληφθεί στις προδιαγραφές προϊόντος, η πρώτη διότι αποτελεί παραδοσιακή καλλιέργεια της περιοχής και η δεύτερη λόγω της προέλευσής της από εκεί. Ωστόσο, η ποικιλία δεν είναι ο μόνος παράγοντας που διαφοροποιεί το προϊόν από τα ανταγωνιστικά προϊόντα: η γεωγραφική περιοχή, το περιβάλλον, το κλίμα, το νερό, οι διαδικασίες ωρίμασης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και ο συνδυασμός των ως άνω παραγόντων ασκεί σταθερή επίδραση σε όλη την περιοχή παραγωγής.
Οι ιδιομορφίες του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής έχουν αντίκτυπο στα χαρακτηριστικά του ρυζιού. Τα τοπικά εδαφολογικά και κλιματικά χαρακτηριστικά, σε συνδυασμό με τον βαθμό αλατότητας και την υψηλή στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα συνέβαλαν στο να γίνει η καλλιέργεια του ρυζιού η μόνη καλλιέργεια όλης της οριοθετημένης περιοχής. Οι ορυζώνες του Δέλτα παρουσιάζουν εξαιρετικά χαρακτηριστικά για καλλιέργεια με υψηλές παραγωγικές αποδόσεις.
Το ρύζι αυτής της περιοχής είναι ιδιαίτερα ονομαστό στους καταναλωτές λόγω του αρώματος και της υφής του, που οφείλονται στα χαρακτηριστικά των ποικιλιών και της γεωγραφικής περιοχής όπου καλλιεργείται. Το ρύζι είναι επίσης ονομαστό για την εξαιρετική συμπεριφορά του κατά τον βρασμό χάρη στο αφράτο, σπυρωτό αποτέλεσμα και για την ποσότητα νερού που απορροφά, η οποία εξασφαλίζει την καλή απορρόφηση αρωμάτων στις διάφορες παρασκευές με βάση το εν λόγω προϊόν.
Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος
(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)
Οι επικαιροποιημένες προδιαγραφές προϊόντος είναι διαθέσιμες στο http://agricultura.gencat.cat/web/.content/01-departament/informacio-publica-tramits/2020/sollicitud-modificacio-dop-arros-delta-ebre/enllacos-documents/fitxers-binaris/pliego-condiciones-dop-arroz-delta-ebro-modificacion.pdf ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία τροποποίησης.
Μετά την έγκρισή τους, θα δημοσιευτούν στον ιστότοπο http://agricultura.gencat.cat/ca/ambits/alimentacio/segells-qualitat-diferenciada/distintius-origen/dop-igp/normativa-dop-igp/plecs-condicions/en-vigor/castella/
|
11.2.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 70/23 |
Δημοσίευση αίτησης καταχώρισης ονομασίας σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων
(2022/C 70/08)
Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.
ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΙΔΙΟΤΥΠΟ ΠΡΟΪΟΝ
«Sopa da Pedra de Almeirim»
Αριθ. ΕΕ: TSG-PT-02627 – 6 Αυγούστου 2020
Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα: Πορτογαλία
1. Ονομασια προς καταχωριση
«Sopa da Pedra de Almeirim»
2. Τυπος προϊοντος
Κλάση 2.21. Προπαρασκευασμένα γεύματα
3. Αιτιολογηση της καταχωρισης
3.1. Πρόκειται για προϊόν το οποίο: (τετραγωνίδια επιλογής ☒,☐)
|
☒ |
παρασκευάζεται με τρόπο παραγωγής, μεταποίησης ή σύνθεσης που αντιστοιχεί στην παραδοσιακή πρακτική για το εν λόγω προϊόν ή τρόφιμο· |
|
☐ |
παράγεται από πρώτες ύλες ή συστατικά που είναι τα χρησιμοποιούμενα παραδοσιακά |
Η ονομασία «Sopa da Pedra de Almeirim» χρησιμοποιείται ενίοτε καταχρηστικά, δηλαδή ορισμένες φορές κατά τις αναζητήσεις στο διαδίκτυο εμφανίζονται συνταγές που καλύπτουν ευρύ φάσμα εκδοχών του προϊόντος «Sopa da Pedra de Almeirim» με βόειο κρέας, καρότα και λάχανο, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στην αυθεντική συνταγή για του προϊόντος «Sopa da Pedra de Almeirim».
Ως εκ τούτου, όταν χρησιμοποιείται η ονομασία «Sopa da Pedra de Almeirim», αναφέρεται σε συγκεκριμένο προϊόν, το οποίο παρασκευάζεται με συγκεκριμένα συστατικά (και μόνο τα συστατικά αυτά) σύμφωνα τόσο με τις προδιαγραφές του προϊόντος όσο και με τη συγκεκριμένη μέθοδο παραγωγής.
3.2. Πρόκειται για ονομασία η οποία:
|
☒ |
χρησιμοποιείται κατά παράδοση για την περιγραφή του ιδιότυπου προϊόντος· |
|
☐ |
προσδιορίζει τον παραδοσιακό χαρακτήρα ή τον ιδιότυπο χαρακτήρα του προϊόντος. |
Η ονομασία «Sopa da Pedra de Almeirim» εξακολουθεί να χρησιμοποιείται και να αναφέρεται σε διάφορα βιβλία που απαριθμούνται στο σημείο 4.3.
Τυπική σούπα της πόλης Almeirim για αρκετούς αιώνες, το φαγητό αυτό έγινε γνωστό εμπορικά ως «Sopa da Pedra de Almeirim» σε ένα πολύ ευρύτερο κοινό από το 1960, όταν ένα εστιατόριο άρχισε να το παρασκευάζει και να το πουλάει στο κοινό με αυτή την ονομασία. Λόγω των φυσικών του χαρακτηριστικών, δεδομένου ότι πρόκειται για μια παχύρρευστη, καστανοκόκκινη σούπα με πολλά συστατικά, συγκρίθηκε με τις πέτρες με τις οποίες είναι στρωμένοι ακόμη και σήμερα πολλοί δρόμοι στο παλιό τμήμα της πόλης Almeirim. Έτσι, η σούπα αυτή έγινε γνωστή ως «Sopa da Pedra de Almeirim».
4. Περιγραφη
4.1. Περιγραφή του προϊόντος το οποίο φέρει την ονομασία του σημείου 1, συμπεριλαμβανομένων των κύριων φυσικών, χημικών, μικροβιολογικών ή οργανοληπτικών χαρακτηριστικών, από την οποία προκύπτει ο ιδιότυπος χαρακτήρας του προϊόντος (άρθρο 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού)
Το προϊόν «Sopa da Pedra de Almeirim» είναι ένα ιδιότυπο προϊόν που παρασκευάζεται από λαχανικά, ιδίως φασόλια και πατάτες, καθώς και χοιρινό κρέας (πόδια, μάγουλα, μπέικον και λουκάνικα).
Το προϊόν «Sopa da Pedra de Almeirim» είναι μια παχύρρευστη και ανομοιογενής σούπα, λόγω της παρουσίας συστατικών όπως φασόλια, πατάτες και λουκάνικα. Σε αυτά τα φυσικά χαρακτηριστικά οφείλεται η ονομασία του φαγητού αυτού, καθώς θυμίζουν τις πέτρες με τις οποίες είναι στρωμένοι οι παλαιότεροι δρόμοι του Almeirim.
Στον πίνακα I παρατίθενται οι κύριες φυσικές παράμετροι και οι αντίστοιχες κλίμακες για τα κύρια συστατικά:
|
|
Παράμετρος (μέσες τιμές) |
Παρατηρήσεις |
|
Συστατικά |
Μέγεθος (cm) |
|
|
Αποξηραμένα φασόλια pinto |
1,0 – 2,0 |
|
|
Πατάτες |
0,5 – 3,0 |
Ψιλοκομμένες σε κύβους |
|
Χοιρινό: πόδια και/ή μάγουλα |
1,0 – 3,0 |
μπορεί να είναι από το μπροστινό ή το οπίσθιο μέρος του χοίρου |
|
|
Πάχος (mm) |
|
|
Λουκάνικο: chouriço και morcela |
4,0 – 10,0 |
κομμένο σε φέτες |
|
Λουκάνικο: farinheira |
5,0 – 12,0 |
κομμένο σε φέτες |
Η σούπα έχει καστανοκόκκινο χρώμα, με ανομοιογενή κομμάτια των διαφόρων συστατικών της, μεταξύ των οποίων τα λουκάνικα, το κρέας, οι πατάτες και ο κορίανδρος.
Τα φασόλια χυλώνουν και κάνουν τη σούπα παχύρρευστη, ενώ οι μικροί κύβοι πατάτας την κάνουν ακόμη πιο πυκνή.
Η «Sopa da Pedra de Almeirim» είναι μια παχύρρευστη σούπα. Το χοιρινό κρέας την καθιστά κρεμώδη και ο συνδυασμός φασολιών και πατάτας της προσδίδει βελούδινη υφή. Έχει έντονη και ισορροπημένη γεύση λόγω του χοιρινού κρέατος και των λουκάνικων. Υπάρχουν επίσης νότες μπαχαρικών, όπως γαρύφαλλου και κύμινου, από το λουκάνικο morcela, και γλυκού πιπεριού/πάπρικας από το chouriço. Η προσθήκη φρέσκου κορίανδρου προσδίδει κάποια φρεσκάδα στη σούπα.
Η σούπα είναι ένας ιδιαίτερος συνδυασμός αυτών των γεύσεων και υφών, που χαρακτηρίζεται από πικάντικες νότες λόγω των λουκάνικων και του χοιρινού κρέατος που περιέχει, και από φρεσκάδα λόγω της προσθήκης φρέσκου κορίανδρου.
4.2. Περιγραφή της μεθόδου παραγωγής του προϊόντος το οποίο φέρει την ονομασία του σημείου 1, την οποία οφείλουν να ακολουθούν οι παραγωγοί, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, του είδους και των χαρακτηριστικών των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών ή συστατικών, και της μεθόδου παρασκευής του προϊόντος (άρθρο 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού)
Οι πρώτες ύλες και τα πρόσθετα συστατικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή της «Sopa da Pedra de Almeirim» είναι τα ακόλουθα (για ποσότητα 50 λίτρων):
|
— |
Ξερά φασόλια pinto (6 έως 8 kg) |
|
— |
Chouriço από χοιρινό κρέας (1,4 έως 2,1 kg) |
|
— |
Λουκάνικο αίματος morcela (1,4 έως 2,1 kg) |
|
— |
Λουκάνικο farinheira (1,35 έως 2,25 kg) |
|
— |
Χοιρινά πόδια και/ή μάγουλα (15 έως 25 kg) |
|
— |
Παστό μπέικον (0,5 έως 1,5 kg) |
|
— |
Πατάτες (15 έως 25 kg) |
|
— |
Κρεμμύδι (2,5 έως 5 kg) |
|
— |
Νωπός κορίανδρος — πριν και μετά το μαγείρεμα (30 έως 150 g) |
|
— |
Σκόρδο (250 έως 500 g) |
|
— |
Φύλλα δάφνης (10 έως 30 αποξηραμένα φύλλα δάφνης) |
|
— |
Πιπέρι (15 έως 25 g) |
|
— |
Πάπρικα (30 έως 150 g) ή/και πάστα κόκκινης πιπεριάς (200 έως 350 g) |
|
— |
Ελαιόλαδο (1 έως 2,5 l) ή/και χοιρινό λίπος (200 έως 400 g) |
|
— |
Νερό (αρκετό για την αναφερόμενη ποσότητα σούπας) |
|
— |
Αλάτι, όσο χρειάζεται. |
Ξεπλένουμε τα πόδια, που έχουμε αλατίσει από την προηγούμενη ημέρα, ώστε να αφαιρεθεί το περιττό αλάτι. Ξεπλένουμε επίσης τα ξερά φασόλια, που έχουμε μουσκέψει από το προηγούμενο βράδι, πριν τα ρίξουμε στη χύτρα. Ψιλοκόβουμε τα κρεμμύδια και τα σκόρδα. Κόβουμε τις πατάτες σε κύβους.
Βράσιμο — περίπου 2 έως 4 ώρες.
Κατ’ αρχάς, προσθέτουμε στη χύτρα νερό μαζί με τα φασόλια, το κρεμμύδι, το σκόρδο, την πάπρικα ή/και το κόκκινο πιπέρι, το πιπέρι, τα φύλλα δάφνης και, εφόσον θέλουμε, άλλα καρυκεύματα, όπως ο κορίανδρος, το ελαιόλαδο ή το χοιρινό λίπος (όχι κατ’ ανάγκη με τη σειρά αυτή). Τα συστατικά αυτά προστίθενται στο κρύο νερό της χύτρας, χωρίς τσιγάρισμα.
Στη συνέχεια προσθέτουμε τα πόδια, τα μάγουλα, το μπέικον και τα λουκάνικα. Τα λουκάνικα farinheira προστίθενται αργότερα, όταν τα πόδια και τα φασόλια pinto έχουν σχεδόν ψηθεί. Μάλιστα, ορισμένοι μάγειρες προτιμούν να τα μαγειρεύουν χωριστά, ώστε να μην διαλύονται.
Όταν έχουν όλα βράσει, αφαιρούμε το κρέας και τα λουκάνικα. Τα αφήνουμε να κρυώσουν και μετά τα κόβουμε σε μικρά κομμάτια και φέτες, αντίστοιχα.
Στη συνέχεια, προσθέτουμε στη σούπα που βράζει τις πατάτες, κομμένες σε μικρούς ακανόνιστους κύβους. Δοκιμάζουμε τη σούπα και, αν χρειάζεται, προσθέτουμε καρυκεύματα. Όταν βράσουν οι πατάτες, αποσύρουμε τη σούπα από τη φωτιά. Την αφήνουμε να «ξεκουραστεί», ώστε να χυλώσουν τα φασόλια. Οι πατάτες θα πρέπει επίσης να έχουν αρχίσει να διαλύονται, σε σημείο που οι ακμές των μικρών ακανόνιστων κύβων να έχουν στρογγυλευθεί, ώστε να γίνει η σούπα πιο πυκνή. Έτσι επιτυγχάνεται το «δέσιμο» όλων των συστατικών μεταξύ τους και γίνεται η σούπα παχύρρευστη και βελούδινη.
4.3. Περιγραφή των κύριων στοιχείων που αποδεικνύουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα του προϊόντος (άρθρο 7 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού)
Η «Sopa da Pedra de Almeirim», πριν ακόμη γίνει γνωστή με την ονομασία αυτή, αποτελούσε παραδοσιακό φαγητό των αγροτών της εν λόγω γεωργικής περιοχής στις όχθες του ποταμού Τάγου.
Η γεωργία επιβίωσης είχε ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή αυτή, καθώς αποτελούσε μια περιοχή στην οποία απαγορευόταν το κυνήγι και μόνο ο βασιλιάς και οι αυλικοί του μπορούσαν να κυνηγούν σ’ αυτή. Ως εκ τούτου, τα λαχανικά που καλλιεργούνταν σε οικογενειακούς λαχανόκηπους και οι οικόσιτοι χοίροι, τους οποίους έσφαζαν τον χειμώνα και χρησιμοποιούσαν όλα τα μέρη τους, ήταν ζωτικής σημασίας για την επιβίωση του πληθυσμού.
Ακριβώς αυτά αποτελούν τα συστατικά της διάσημης «Sopa da Pedra de Almeirim», ακόμη κι αν η συνταγή μπορεί να διαφέρει από τη μια οικογένεια στην άλλη. Οι άνθρωποι καλλιεργούσαν φασόλια και πατάτες, ενώ έφτιαχναν παστό και λουκάνικα από το χοιρινό κρέας. Κατά κανόνα, αυτά ήταν τα προϊόντα που αποτέλεσαν τη βάση της παραδοσιακής σούπας της περιοχής, η οποία ήταν πολύ θρεπτική και ιδανική για την εξασφάλιση της δύναμης που απαιτούν οι βαριές γεωργικές εργασίες. Επίσης, επειδή περιείχε χοιρινό κρέας, μπέικον και λουκάνικα, ήταν πλούσια και αποτελούσε πλήρες γεύμα. «Η λαϊκή αυτή συνταγή, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της λαϊκής κουλτούρας του Almeirim», λέει ο τοπικός ιστορικός Eurico Henriques, επίσης δημοτικός σύμβουλος Almeirim αρμόδιος για τα πολιτιστικά θέματα.
Η σούπα έγινε γνωστή ως «Sopa da Pedra de Almeirim» πολύ αργότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’60 (πριν από έξι δεκαετίες). Αυτή η τοπική σπεσιαλιτέ έγινε γνωστή κυρίως μέσω του μικρού παντοπωλείου που διαχειρίζονταν ο ψαράς José Manuel «Toucinho» και η σύζυγός του Maria Manuela Aranha, γεννημένη το 1912, η οποία θεωρείται η «μητέρα της sopa da pedra». Η μητέρα της, Mariana, μαγείρευε αυτή τη σούπα από φασόλια και κρέας πριν από το 1960 [βλ.: Morreu a Mãe da Sopa da Pedra — YouTube, που αναρτήθηκε στις 4 Μαΐου 2009].
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της οικογένειας, αυτό το κατάστημα στο παλαιό τμήμα της πόλης εξυπηρετούσε πλανόδιους λιανοπωλητές, οι οποίοι σταματούσαν στη γειτονιά για να πωλήσουν την πραμάτια τους και να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους πριν συνεχίσουν το ταξίδι τους. Δοκίμαζαν λοιπόν μερικά από τα τοπικά εδέσματα που μαγείρευε η οικογένεια. Η τοπική σούπα από φασόλια, πατάτες και λουκάνικα υπήρχε πάντα στο μενού και την προτιμούσαν ιδιαίτερα οι ταξιδιώτες. Η Hélia Costa, κόρη του ζεύγους που άνοιξε το παντοπωλείο και αργότερα το εστιατόριο, αναφέρει: «Αυτοί οι πλανόδιοι λιανοπωλητές ήταν επίσης προμηθευτές μας, άνθρωποι που γνωρίζαμε καλά. Μία μέρα, ένας από αυτούς ήρθε να φάει, και η μητέρα μου του σέρβιρε μια σούπα από συνταγή που έφτιαχναν ο παππούς και η γιαγιά μου. Του άρεσε τόσο πολύ, που ήθελε να φέρει και φίλους του να την δοκιμάσουν. Όμως, επειδή υπήρχαν και άλλες σούπες, για να την ξεχωρίσει είπε: “Είναι εκείνη η σκούρα, παχύρρευστη σούπα, που μοιάζει με τις πέτρες με τις οποίες είναι στρωμένος ο δρόμος”, αναφερόμενος στους λιθόστρωτους δρόμους της περιοχής. Υπάρχουν ακόμη πολλοί τέτοιοι δρόμοι στην περιοχή.»
Η ονομασία που της δόθηκε, εμπνευσμένη από τους λίθους με τους οποίους είναι στρωμένοι οι παλαιότεροι δρόμοι της πόλης αυτής στο Ribatejo, έγινε η εμπορική ονομασία της παραδοσιακής αυτής χωριάτικης σούπας, η οποία, από στόμα σε στόμα, έγινε διάσημη και άρχισε να προσελκύει επισκέπτες στην πόλη, που πήγαιναν εκεί για να την δοκιμάσουν. Το μικρό παντοπωλείο εξελίχθηκε, το 1962, στο εστιατόριο που είναι σήμερα πασίγνωστο ως το πρώτο εστιατόριο που άρχισε να φτιάχνει τη «Sopa da Pedra de Almeirim». Με την πάροδο των ετών, άνοιξαν και άλλα εστιατόρια που σερβίρουν τη «Sopa da Pedra de Almeirim», με βάση τις τοπικές συνταγές, και η γαστρονομική αυτή δραστηριότητα παρουσιάζει σταθερά ανοδική πορεία.
Σύμφωνα με το έργο «Contos Tradicionais do Povo Português» [Παραδοσιακές ιστορίες του πορτογαλικού λαού] (1883), του Teófilo Braga, ο μύθος λέει ότι όλα ξεκίνησαν από έναν πανούργο μοναχό, ο οποίος κατάφερε να κάνει έναν αφελή αγρότη να πιστέψει ότι είχε φτιάξει μια νόστιμη σούπα από μια πέτρα που είχε στην τσέπη του, και στην οποία είχε απλώς προσθέσει πατάτες, φασόλια και λουκάνικα. Λόγω της ομοιότητας της ονομασίας «Sopa da Pedra» και των συστατικών της σούπας του Almeirim με τη σούπα που περιγράφεται στον μύθο, η πραγματική ιστορία και ο μύθος έγιναν ένα. Αυτό συνέβαλε στην προβολή της πραγματικής «Sopa da Pedra de Almeirim». Καθώς οι επισκέπτες των εστιατορίων συχνά ζητούσαν να δουν την πέτρα, αποκτήθηκε η συνήθεια να προστίθεται μία στη σουπιέρα πριν από το σερβίρισμα.
Η φήμη της «Sopa da Pedra de Almeirim» εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη χώρα, ακόμη και στο εξωτερικό, χάρη στην Confraria Gastronómica de Almeirim (Γαστρονομική Αδελφότητα Almeirim), σκοπός της οποίας είναι η διάδοση και διατήρηση της πολιτιστικής, ιστορικής, εθνογραφικής και γαστρονομικής κληρονομιάς της περιοχής Ribatejo. «Η Sopa da Pedra σαφώς ξεχωρίζει από όλες τις άλλες τυπικές συνταγές του Almeirim. Διοργανώνουμε εκδηλώσεις για την προβολή της σε όλη τη χώρα αλλά και σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Ισπανία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ουγγαρία», λέει ο Rui Figueiredo, Μέγας Μάγιστρος της Αδελφότητας, που από το 2013 διοργανώνει το ετήσιο φεστιβάλ «Sopa da Pedra de Almeirim».
Αυτό το παραδοσιακό ιδιότυπο προϊόν συνδέεται τόσο στενά με το Almeirim, τον τόπο προέλευσής του, ώστε με την πάροδο των ετών, σε τηλεοπτικά προγράμματα αφιερωμένα στην εθνική γαστρονομία (RTP, 2009, 7 Maravilhas da Gastronomia| Sopa da Pedra| Reportagem· RTP Memória, 2017, Horizontes da Memória, Sopa da Pedra, Almeirim, 1999· TV4Ribatejo, 2009, Morreu a Mãe da Sopa da Pedra) η «Sopa da Pedra de Almeirim» αναδείχθηκε σε εμβληματικό γαστρονομικό προϊόν και μια από τις πιο γνωστές σπεσιαλιτέ της Πορτογαλίας.
Πολύ σημαντικές προσωπικότητες που έχουν ασχοληθεί με τη διαφύλαξη και τη διάδοση της πορτογαλικής κουζίνας όπως η Maria de Lourdes Modesto, συμπεριέλαβαν τη συνταγή της «Sopa da Pedra de Almeirim» στις δημοφιλείς συνταγές από τη δεκαετία του ’60 [Modesto, M.L. (1982), Cozinha Tradicional Portuguesa [Παραδοσιακή κουζίνα της Πορτογαλίας], Verbo, Lisbon, 1η έκδοση].
Το ετήσιο φεστιβάλ Sopa da Pedra, που διοργανώνεται κάθε χρόνο από το 2013, αποτελεί ήδη σημαντική εκδήλωση της πολιτιστικής ζωής της πόλης και προσελκύει χιλιάδες επισκέπτες. Με την υποστήριξη του δημοτικού συμβουλίου, η εκδήλωση αυτή προωθείται από τη Γαστρονομική Αδελφότητα του Almeirim, η οποία συστάθηκε με σκοπό την προώθηση της τυπικής κουζίνας της περιοχής, και ιδίως της «Sopa da Pedra de Almeirim».