ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

63ό έτος
14 Σεπτεμβρίου # 2020


Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο

2020/C 304/01

Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2020/C 304/02

Υπόθεση C-630/19: Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 26ης Φεβρουαρίου 2020 [αίτηση του Tribunal Arbitral Tributário (Centro de Arbitragem Administrativa — CAAD) (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — PAGE International Lda κατά Autoridade Tributária e Aduaneira [Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) – Έκπτωση του φόρου εισροών – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρα 168 και 176 – Αποκλεισμός του δικαιώματος εκπτώσεως – Απόκτηση υπηρεσιών διατροφής – Ρήτρα standstill – Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση]

2

2020/C 304/03

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-632/19 και C-633/19: Διάταξη του Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 16ης Ιουλίου 2020 [αίτηση του Rechtbank van eerste aanleg te Antwerpen (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Federale Overheidsdienst Financiën, Openbaar Ministerie κατά Metalen Galler NV (C-632/19 και C-633/19), LW-Idee GmbH (C-632/19 και C-633/19), KGH Belgium NV (C-632/19), Vollers Belgium NV (C-633/19) [Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 53, παράγραφος 2, και άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου – Ντάμπινγκ – Εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων από σίδηρο ή χάλυβα καταγωγής Κίνας – Κανονισμός (ΕΚ) 91/2009 – Κύρος και ερμηνεία – Έλλειψη επαρκών διευκρινίσεων σχετικά με το πραγματικό πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης και τους λόγους που δικαιολογούν την ανάγκη απαντήσεως στα προδικαστικά ερωτήματα – Προδήλως απαράδεκτο]

3

2020/C 304/04

Υπόθεση C-839/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 16 Νοεμβρίου 2019 η Karolinę Romańską κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στις 6 Σεπτεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-212/18, Romańska κατά Frontex

3

2020/C 304/05

Υπόθεση C-101/20 P: Αναίρεση που άσκησε στις 19 Φεβρουαρίου 2020 η Currency One S.A. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στις 19 Δεκεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-501/18, Currency One κατά EUIPO — Cinkciarz.pl

3

2020/C 304/06

Υπόθεση C-198/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie (Πολωνία) στις 11 Μαΐου 2020 — MN, DN, JN, ZN κατά X Bank S.A.

4

2020/C 304/07

Υπόθεση C-202/20 P: Αναίρεση που άσκησε στις 12 Μαΐου 2020 ο Claudio Necci κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 25 Μαρτίου 2020 στην υπόθεση T-129/19, Necci κατά Επιτροπής

5

2020/C 304/08

Υπόθεση C-212/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie (Πολωνία) στις 12 Μαΐου 2020 — M.P., B.P. κατά A., ασκούντος δραστηριότητα μέσω της A. S.A.

6

2020/C 304/09

Υπόθεση C-213/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie (Πολωνία) στις 12 Μαΐου 2020 — G.W., E.S. κατά A Towarzystwο Ubezpieczeń na Życie S.A.

7

2020/C 304/10

Υπόθεση C-219/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landesverwaltungsgericht Steiermark (Αυστρία) στις 26 Μαΐου 2020 — LM

8

2020/C 304/11

Υπόθεση C-231/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 3 Ιουνίου 2020 — MT κατά Landespolizeidirektion Steiermark

8

2020/C 304/12

Υπόθεση C-300/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 7 Ιουλίου 2020 — BUND Naturschutz in Bayern e.V. κατά Landkreis Rosenheim

9

2020/C 304/13

Υπόθεση C-306/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Administratīvā apgabaltiesa (Λεττονία) στις 9 Ιουλίου 2020 — SIA Visma Enterprise κατά Konkurences padome

10

2020/C 304/14

Υπόθεση C-315/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 13 Iουλίου 2020 — Regione Veneto κατά Plan Eco S.r.l

11

2020/C 304/15

Υπόθεση C-616/18: Διάταξη του προέδρου του δευτέρου τμήματος του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2020 [αίτηση του Tribunal d’instance Epinal (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Cofidis SA κατά YU, ZT

13

 

Γενικό Δικαστήριο

2020/C 304/16

Υπόθεση T-444/20: Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ

14

2020/C 304/17

Υπόθεση T-445/20: Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Crédit agricole κ.λπ. κατά ΕΣΕ

15

2020/C 304/18

Υπόθεση T-446/20: Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Confédération nationale du Crédit mutuel κ.λπ. κατά ΕΣΕ

15

2020/C 304/19

Υπόθεση T-447/20: Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — BNP Paribas κατά ΕΣΕ

16

2020/C 304/20

Υπόθεση T-448/20: Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — BPCE κ.λπ. κατά ΕΣΕ

17

2020/C 304/21

Υπόθεση T-449/20: Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Banque postale κατά ΕΣΕ

17

2020/C 304/22

Υπόθεση T-455/20: Προσφυγή της 14ης Ιουλίου 2020 — Roxtec κατά EUIPO — Wallmax (Απεικόνιση μαύρων κύκλων πάνω σε πορτοκαλί τετράγωνο)

18

2020/C 304/23

Υπόθεση T-467/20: Προσφυγή της 22ας Ιουλίου 2020 — Industria de Diseño Textil κατά EUIPO — Ffauf Italia (ZARA)

19

2020/C 304/24

Υπόθεση T-468/20: Προσφυγή της 24ης Ιουλίου 2020 — LB κατά Κοινοβουλίου

20

2020/C 304/25

Υπόθεση T-478/20: Προσφυγή της 28ης Ιουλίου 2020 — Bigben Connected κατά EUIPO — Forsee Power (FORCE POWER)

21

2020/C 304/26

Υπόθεση T-479/20: Προσφυγή της 28ης Ιουλίου 2020 — Eurobolt κ.λπ. κατά Επιτροπής

22

2020/C 304/27

Υπόθεση T-480/20: Προσφυγή της 28ης Ιουλίου 2020 — Hengshi Egypt Fiberglass Fabrics και Jushi Egypt for Fiberglass Industry κατά Επιτροπής

23

2020/C 304/28

Υπόθεση T-481/20: Προσφυγή της 31ης Ιουλίου 2020 — Magnetec κατά EUIPO (CoolTUBE)

24

2020/C 304/29

Υπόθεση T-484/20: Προσφυγή της 3ης Αυγούστου 2020 — SATSE κατά Επιτροπής

25

2020/C 304/30

Υπόθεση T-485/20: Προσφυγή της 5ης Αυγούστου 2020 — Junqueras i Vies κατά Κοινοβουλίου

25


EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο

14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/1


Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(2020/C 304/01)

Τελευταία δημοσίευση

ΕΕ C 297 της 7.9.2020

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 287 της 31.8.2020

ΕΕ C 279 της 24.8.2020

ΕΕ C 271 της 17.8.2020

ΕΕ C 262 της 10.8.2020

ΕΕ C 255 της 3.8.2020

ΕΕ C 247 της 27.7.2020

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/2


Διάταξη του Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα) της 26ης Φεβρουαρίου 2020 [αίτηση του Tribunal Arbitral Tributário (Centro de Arbitragem Administrativa — CAAD) (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — PAGE International Lda κατά Autoridade Tributária e Aduaneira

(Υπόθεση C-630/19) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Φορολογία - Φόρος προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) - Έκπτωση του φόρου εισροών - Οδηγία 2006/112/ΕΚ - Άρθρα 168 και 176 - Αποκλεισμός του δικαιώματος εκπτώσεως - Απόκτηση υπηρεσιών διατροφής - Ρήτρα standstill - Προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση)

(2020/C 304/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Arbitral Tributário (Centro de Arbitragem Administrativa — CAAD)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

PAGE International Lda

κατά

Autoridade Tributária e Aduaneira

Διατακτικό

Το άρθρο 168, στοιχείο α', και το άρθρο 176 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, του Συμβουλίου της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία η οποία, μετά την προσχώρηση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, περιορίζει το εύρος των δαπανών που αποκλείονται από το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας, επιτρέποντας, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μερική έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας που βαρύνει τις δαπάνες αυτές, στις οποίες συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, τα έξοδα διατροφής, καίτοι ο υποκείμενος στον φόρο αποδεικνύει ότι το σύνολο των εν λόγω δαπανών χρησιμοποιήθηκε εξ ολοκλήρου για την άσκηση της φορολογούμενης οικονομικής δραστηριότητάς του.


(1)  ΕΕ C 389 της 11.11.2019.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/3


Διάταξη του Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 16ης Ιουλίου 2020 [αίτηση του Rechtbank van eerste aanleg te Antwerpen (Βέλγιο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Federale Overheidsdienst Financiën, Openbaar Ministerie κατά Metalen Galler NV (C-632/19 και C-633/19), LW-Idee GmbH (C-632/19 και C-633/19), KGH Belgium NV (C-632/19), Vollers Belgium NV (C-633/19)

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-632/19 και C-633/19) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Άρθρο 53, παράγραφος 2, και άρθρο 94 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου - Ντάμπινγκ - Εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων από σίδηρο ή χάλυβα καταγωγής Κίνας - Κανονισμός (ΕΚ) 91/2009 - Κύρος και ερμηνεία - Έλλειψη επαρκών διευκρινίσεων σχετικά με το πραγματικό πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης και τους λόγους που δικαιολογούν την ανάγκη απαντήσεως στα προδικαστικά ερωτήματα - Προδήλως απαράδεκτο)

(2020/C 304/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Rechtbank van eerste aanleg te Antwerpen

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Federale Overheidsdienst Financiën, Openbaar Ministerie

κατά

Metalen Galler NV (C-632/19 και C-633/19), LW-Idee GmbH (C-632/19 και C-633/19), KGH Belgium NV (C-632/19), Vollers Belgium NV (C-633/19)

Διατακτικό

Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το rechtbank van eerste aanleg te Antwerpen (πρωτοδικείο Αμβέρσας, Βέλγιο), με αποφάσεις της 27ης Μαρτίου 2019, είναι προδήλως απαράδεκτες.


(1)  ΕΕ C 399 της 25.11.2019.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/3


Αναίρεση που άσκησε στις 16 Νοεμβρίου 2019 η Karolinę Romańską κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στις 6 Σεπτεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-212/18, Romańska κατά Frontex

(Υπόθεση C-839/19 P)

(2020/C 304/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Karolina Romańska-Kuć (εκπρόσωπος: A. Tetkowska, adwokat)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής

Με διάταξη της 31ης Ιανουαρίου 2020 η υπόθεση διαγράφηκε από το πρωτόκολλο του Δικαστηρίου.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/3


Αναίρεση που άσκησε στις 19 Φεβρουαρίου 2020 η Currency One S.A. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στις 19 Δεκεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-501/18, Currency One κατά EUIPO — Cinkciarz.pl

(Υπόθεση C-101/20 P)

(2020/C 304/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Currency One S.A. (εκπρόσωπος: P. Szmidt, adwokat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Cinkciarz.pl sp. z o.o.

Με διάταξη της 28ης Μαΐου 2020, το Δικαστήριο (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) απέρριψε την αίτηση εγκρίσεως.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/4


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie (Πολωνία) στις 11 Μαΐου 2020 — MN, DN, JN, ZN κατά X Bank S.A.

(Υπόθεση C-198/20)

(2020/C 304/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Αιτούν δικαστήριο

Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: MN, DN, JN, ZN

Εναγόμενη: X Bank S.A.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχουν το άρθρο 2, στοιχείο β', της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (1), το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, και το άρθρο 4 της οδηγίας 93/13, καθώς και οι αιτιολογικές σκέψεις της:

ότι ο καταναλωτής πρέπει να απολαύει της αυτής προστασίας στα πλαίσια της προφορικής όσο και της γραπτής σύμβασης, στην τελευταία δε περίπτωση, ανεξάρτητα απ’ το αν οι όροι της σύμβασης περιέχονται σε ένα ή περισσότερα έγγραφα·

ότι βάσει των καθορισθέντων γενικών κριτηρίων, η εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα των ρητρών, ιδίως στις επαγγελματικές δραστηριότητες δημοσίου δικαίου που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό λαμβάνοντας υπόψη την ταυτότητα συμφερόντων με τους χρήστες, πρέπει να συμπληρώνεται από κάποιο μέσο γενικής αξιολόγησης των διαφόρων εμπλεκομένων συμφερόντων· ότι αυτό αποτελεί την απαίτηση καλής πίστης· ότι, κατά την εκτίμηση της καλής πίστης, πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στη διαπραγματευτική δύναμη εκατέρου των συμβαλλομένων, στο αν ο καταναλωτής παρακινήθηκε κατά οποιοδήποτε τρόπο να αποδεχθεί τη ρήτρα και αν η παροχή των αγαθών ή των υπηρεσιών έγινε κατόπιν ειδικής παραγγελίας του καταναλωτή· ότι αυτή η απαίτηση μπορεί να ικανοποιηθεί από τον επαγγελματία όταν συναλλάσσεται με έντιμο και δίκαιο τρόπο με τον αντισυμβαλλόμενο του οποίου οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα·

ότι οι συμβάσεις πρέπει να συντάσσονται με σαφή και κατανοητό τρόπο· ότι ο καταναλωτής πρέπει να έχει πράγματι την ευκαιρία να λάβει γνώση όλων των ρητρών και ότι σε περίπτωση αμφιβολίας πρέπει να υπερισχύσει η πιο ευνοϊκή ερμηνεία για τον καταναλωτή·

λαμβανομένων υπόψη των σκέψεων 16 και 21 της απόφασης του Δικαστηρίου της 3ης Σεπτεμβρίου 2015, Horațiu Ovidiu Costea κατά SC Volksbank România SA (C-110/14, ECLI:EU:C:2015:538), και των σημείων 20 και 26 έως 33 των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα Cruz Villalón της 23ης Απριλίου 2015 (ECLI:EU:C:2015:271),

την έννοια ότι η προστασία των καταναλωτών που παρέχει η οδηγία 93/13 ισχύει για κάθε καταναλωτή;

Ή μήπως, όπως συνάγεται από τη σκέψη 74 της απόφασης του Δικαστηρίου της 30ής Απριλίου 2014, Árpád Kásler, Hajnalka Káslerné Rábai κατά OTP Jelzálogbank Zrt (ECLI:EU:C:2014:282), τυγχάνει της προστασίας του καταναλωτή μόνον ο μέσος καταναλωτής που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος; Με άλλα λόγια, μπορεί το εθνικό δικαστήριο να διαπιστώσει τον καταχρηστικό χαρακτήρα των ρητρών σύμβασης συναφθείσας από οποιονδήποτε καταναλωτή ή μήπως μπορεί να διαπιστώσει μόνον τον καταχρηστικό χαρακτήρα των ρητρών της σύμβασης που συνήψε καταναλωτής ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί ως μέσος καταναλωτής που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος;

2)

Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ότι η προστασία του καταναλωτή δεν παρέχεται σε κάθε καταναλωτή, αλλά μόνο στον μέσο καταναλωτή που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, μπορεί να θεωρηθεί ως μέσος καταναλωτής, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, ο καταναλωτής ο οποίος δεν διάβασε το περιεχόμενο σύμβασης ενυπόθηκου δανείου με ρήτρα υπολογισμού σε αξία ξένου νομίσματος συναφθείσας για περίοδο 30 ετών, αξίας 150 000 ζλότι; Μπορεί να παρασχεθεί στον εν λόγω καταναλωτή προστασία βάσει της οδηγίας 93/13;

3)

Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ότι η προστασία του καταναλωτή δεν παρέχεται σε κάθε καταναλωτή, αλλά μόνο στον μέσο καταναλωτή που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, μπορεί να θεωρηθεί ως μέσος καταναλωτής, που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, ο καταναλωτής ο οποίος ναι μεν διάβασε το σχέδιο σύμβασης ενυπόθηκου δανείου με ρήτρα υπολογισμού σε αξία ξένου νομίσματος συναφθείσας για περίοδο 30 ετών, αξίας 150 000 ζλότι, όμως δεν κατανόησε πλήρως το περιεχόμενό της, και παρά ταύτα δεν προσπάθησε να το κατανοήσει πριν από τη σύναψή της, και ειδικότερα δεν ζήτησε από τον αντισυμβαλλόμενο –την Τράπεζα– να αποσαφηνίσει το νόημα της σύμβασης και των επιμέρους όρων της; Μπορεί να παρασχεθεί στον εν λόγω καταναλωτή προστασία βάσει της οδηγίας 93/13;


(1)  ΕΕ 1993, L 95, σ. 29.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/5


Αναίρεση που άσκησε στις 12 Μαΐου 2020 ο Claudio Necci κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 25 Μαρτίου 2020 στην υπόθεση T-129/19, Necci κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-202/20 P)

(2020/C 304/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Claudio Necci (εκπρόσωποι: S. Orlandi, T. Martin, avocats)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει τη διάταξη της 25ης Μαρτίου 2020 του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση T-129/19, Necci κατά Επιτροπής;

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να εκδώσει νέα απόφαση επ’ αυτής·

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί την αναίρεση της διατάξεως της 25ης Μαΐου 2020 στην υπόθεση T-129/19, με την οποία το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε την προσφυγή του ακυρώσεώς ως απαράδεκτη και τον καταδίκασε στα δικαστικά έξοδα.

Ο αναιρεσείων προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως:

Με τον πρώτο λόγο προβάλλει παραμόρφωση του αντικειμένου της διαφοράς, καθόσον το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η απόφαση της 18ης Ιουλίου 2011 ήταν βλαπτική για τον προσφεύγοντα.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλει προσβολή του δικαιώματός του σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, καθόσον, αν η προσφυγή του είναι απαράδεκτη, ο προσφεύγων δεν διαθέτει κανένα ένδικο βοήθημα προκειμένου να αμφισβητήσει το γεγονός ότι δεν καλύπτεται πλέον από κανενός είδους κοινωνική ασφάλιση, παρότι εργάστηκε σε όλη του τη ζωή.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλει παραβίαση της αρχής της ενότητας της εφαρμοστέας νομοθεσίας, καθόσον το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι η απώλεια οποιασδήποτε κάλυψης από κοινωνική ασφάλιση στην Ιταλία κατόπιν της μεταφοράς «απορρέει από τους ιδιαίτερους νομικούς κανόνες του επίμαχου εθνικού δικαίου και δεν ασκεί καμιά επιρροή στην κατάστασή του σε σχέση με το RCAM».


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/6


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie (Πολωνία) στις 12 Μαΐου 2020 — M.P., B.P. κατά «A.», ασκούντος δραστηριότητα μέσω της «A.» S.A.

(Υπόθεση C-212/20)

(2020/C 304/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Αιτούν δικαστήριο

Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: M.P., B.P.

Εναγόμενος:«A.», ασκών δραστηριότητα μέσω της «A.» S.A.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, του άρθρου 4, παράγραφος 1, και του άρθρου 5 της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (1), καθώς και των αιτιολογικών σκέψεων της οδηγίας αυτής, οι οποίες προβλέπουν την υποχρέωση σύνταξης της σύμβασης κατά τρόπο σαφή και κατανοητό καθώς και ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας, επικρατεί η ευνοϊκότερη για τον καταναλωτή ερμηνεία, πρέπει μια συμβατική ρήτρα που καθορίζει την τιμή αγοράς και πώλησης ξένου νομίσματος σε σύμβαση δανείου συνδεόμενου με την αξία ξένου νομίσματος να είναι διατυπωμένη κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση, ήτοι κατά τρόπο ώστε ο δανειολήπτης/καταναλωτής να μπορεί ο ίδιος να προσδιορίσει την τιμή αυτή σε συγκεκριμένη ημερομηνία ή μήπως, λαμβανομένων υπόψη του είδους της σύμβασης για το οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, της μακροχρόνιας (ορισμένων δεκαετιών) διάρκειας της σύμβασης και του γεγονότος ότι το ύψος της αξίας του ξένου νομίσματος υπόκειται σε διαρκείς μεταβολές (ανά πάσα στιγμή), είναι δυνατόν η συμβατική ρήτρα να είναι διατυπωμένη με γενικότερους όρους, ήτοι να αναφέρεται στην αξία του ξένου νομίσματος στην αγορά συναλλάγματος, καθιστώντας αδύνατη τη σημαντική διατάραξη της ισορροπίας μεταξύ των συμβαλλομένων ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους εις βάρος του καταναλωτή, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 5 και των αιτιολογικών σκέψεων της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, μπορεί μια συμβατική ρήτρα η οποία αφορά τον εκ μέρους του δανειστή (της τράπεζας) καθορισμό της τιμής αγοράς και πώλησης του ξένου νομίσματος να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι αμφιβολίες ως προς τη σύμβαση αίρονται υπέρ του καταναλωτή και ότι η σύμβαση καθορίζει την τιμή αγοράς και πώλησης του ξένου νομίσματος όχι αυθαίρετα, αλλά υπό συνθήκες ελεύθερης αγοράς, ειδικότερα στην περίπτωση κατά την οποία αμφότερα τα μέρη κατανόησαν με τον ίδιο τρόπο τις συμβατικές ρήτρες περί καθορισμού της τιμής αγοράς και πώλησης του ξένου νομίσματος, ή κατά την οποία ο δανειολήπτης/καταναλωτής δεν ενδιαφέρθηκε για την επίμαχη συμβατική ρήτρα κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης και την περίοδο εκτέλεσής της, ούτε εξοικειώθηκε με το περιεχόμενο της σύμβασης κατά τον χρόνο σύναψής της και καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της;


(1)  ΕΕ 1993, L 95, σ. 29.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/7


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie (Πολωνία) στις 12 Μαΐου 2020 — G.W., E.S. κατά «A» Towarzystwο Ubezpieczeń na Życie S.A.

(Υπόθεση C-213/20)

(2020/C 304/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Αιτούν δικαστήριο

Sąd Rejonowy dla Warszawy-Woli w Warszawie

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσες: G.W., E.S.

Εναγόμενη:«A.» Towarzystwo Ubezpieczeń na Życie S.A.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 36, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, Α, σημεία 11 και 12, της οδηγίας 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής (1), την έννοια ότι η υποχρέωση παροχής των πληροφοριών που αναφέρονται στη διάταξη αυτή ισχύει και για τον ασφαλισμένο στην περίπτωση που αυτός δεν είναι ταυτόχρονα λήπτης της ασφάλισης ζωής και συμβάλλεται ως φυσικό πρόσωπο που προσχωρεί σε σύμβαση ομαδικής μικτής ασφάλισης (ασφάλισης ζωής και επιβίωσης) συνδεόμενης με επενδυτικό κεφάλαιο η οποία έχει συναφθεί μεταξύ της ασφαλιστικής επιχείρησης και της επιχείρησης-λήπτριας της ασφάλισης και ως πραγματικός επενδυτής των κεφαλαίων που καταβάλλονται ως ασφάλιστρα;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα, έχει το άρθρο 36, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, Α, σημεία 11 και 12, της οδηγίας 2002/83, την έννοια ότι, στο πλαίσιο έννομης σχέσης όπως αυτή του πρώτου ερωτήματος, η υποχρέωση ενημέρωσης για τα χαρακτηριστικά των χρηματοοικονομικών στοιχείων του ενεργητικού που συνδέονται με το επενδυτικό κεφάλαιο σημαίνει επίσης ότι ο καταναλωτής-ασφαλισμένος πρέπει να ενημερώνεται κατά τρόπο εξαντλητικό και κατανοητό για όλους τους κινδύνους, τη φύση και την έκτασή τους, που συνδέονται με την επένδυση στα στοιχεία ενεργητικού του επενδυτικού κεφαλαίου (όπως τα δομημένα ομόλογα ή τα παράγωγα προϊόντα), ή μήπως αρκεί, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης, η παροχή στον καταναλωτή-ασφαλισμένο μόνον των βασικών πληροφοριών σχετικά με το είδος των κινδύνων που συνεπάγεται η επένδυση σε προϊόν συνιστάμενο σε ασφάλιση συνδεόμενη με επενδυτικό κεφάλαιο;

3)

Έχει το άρθρο 36, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, Α, σημεία 11 και 12, της οδηγίας 2002/83, την έννοια ότι, στο πλαίσιο έννομης σχέσης όπως η περιγραφόμενη στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα, υπάρχει υποχρέωση ενημέρωσης του καταναλωτή ο οποίος προσχωρεί σε σύμβαση ασφάλισης ζωής ως ασφαλισμένος για το σύνολο των επενδυτικών κινδύνων και των συνδεόμενων με αυτούς όρων, ως προς τους οποίους ο εκδότης των τίτλων (δομημένων ομολόγων ή παράγωγων προϊόντων) που συνθέτουν το επενδυτικό κεφάλαιο ενημέρωσε τον ασφαλιστή;

4)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στα προηγούμενα ερωτήματα, έχει το άρθρο 36, παράγραφος 1, της οδηγίας 2002/83 την έννοια ότι ο καταναλωτής ο οποίος προσχωρεί ως ασφαλισμένος σε σύμβαση ομαδικής μικτής ασφάλισης (ασφάλισης ζωής και επιβίωσης) συνδεόμενης με επενδυτικό κεφάλαιο πρέπει να ενημερώνεται για τα χαρακτηριστικά των χρηματοοικονομικών στοιχείων του ενεργητικού και για τους κινδύνους που συνδέονται με την επένδυση στα εν λόγω στοιχεία του ενεργητικού πριν από τη σύναψη της σύμβασης, στο πλαίσιο χωριστής προσυμβατικής διαδικασίας, και, επομένως, ότι αντιτίθεται σε εθνική διάταξη [όπως] το άρθρο 13, παράγραφος 4, του ustawa o działalności ubezpieczeniowej (νόμου περί ασφαλιστικής δραστηριότητας), της 22ας Μαΐου 2003, […] το οποίο ορίζει ότι οι πληροφορίες αυτές αρκεί να γνωστοποιούνται για πρώτη φορά με την ασφαλιστική σύμβαση και κατά τη διαδικασία σύναψής της και ότι το χρονικό σημείο κατά το οποίο λαμβάνονται οι πληροφορίες δεν μπορεί να διαχωριστεί και να απομονωθεί με σαφήνεια και ακρίβεια στο πλαίσιο της διαδικασίας προσχώρησης στη σύμβαση;

5)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στα ερωτήματα 1 έως 3, έχει το άρθρο 36, παράγραφος, 1, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, Α, σημεία 11 και 12, της οδηγίας 2002/83, την έννοια ότι η προσήκουσα εκπλήρωση της εκεί προβλεπόμενης υποχρέωσης πληροφόρησης πρέπει να θεωρείται ουσιώδες στοιχείο της σύμβασης ομαδικής μικτής ασφάλισης (ασφάλισης ζωής και επιβίωσης) συνδεόμενης με επενδυτικό κεφάλαιο και, ως εκ τούτου, μπορεί η διαπίστωση ότι η υποχρέωση αυτή δεν εκπληρώθηκε προσηκόντως να έχει ως συνέπεια την αναγνώριση στον ασφαλισμένο καταναλωτή του δικαιώματος να αξιώσει την επιστροφή του συνόλου των ασφαλίστρων που κατέβαλε λόγω ενδεχόμενης ακύρωσης της σύμβασης ή διαπίστωσης της εξ υπαρχής ακυρότητάς της ή λόγω ενδεχόμενης ακύρωσης ή διαπίστωσης της εξ υπαρχής ακυρότητας της ατομικής δήλωσης προσχώρησης στην εν λόγω σύμβαση;


(1)  EE 2002, L 345, σ. 1.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/8


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landesverwaltungsgericht Steiermark (Αυστρία) στις 26 Μαΐου 2020 — LM

(Υπόθεση C-219/20)

(2020/C 304/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landesverwaltungsgericht Steiermark

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγων: LM

Καθής δημόσια αρχή: Bezirkshauptmannschaft Hartberg-Fürstenfeld

Παρεμβαίνον: Österreichische Gesundheitskasse

Kompetenzzentrum LSDB

Προδικαστικό ερώτημα

Πρέπει το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, το άρθρο 41, παράγραφος 1, και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι αντίκεινται σε εθνικό κανόνα ο οποίος προβλέπει υποχρεωτικώς την πενταετία ως χρόνο παραγραφής για διοικητικές παραβάσεις διαπραχθείσες εξ αμελείας στο πλαίσιο διοικητικής δίκης ποινικού χαρακτήρα;


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/8


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Verwaltungsgerichtshof (Αυστρία) στις 3 Ιουνίου 2020 — MT κατά Landespolizeidirektion Steiermark

(Υπόθεση C-231/20)

(2020/C 304/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Verwaltungsgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: MT

Αναιρεσίβλητη: Landespolizeidirektion Steiermark

Προδικαστικά ερωτήματα

1.

Πρέπει το εθνικό δικαστήριο να ελέγξει, στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας που στοχεύει στην προστασία μονοπωλιακού νομικού καθεστώτος, τον από αυτό εφαρμοστέο ποινικό κυρωτικό κανόνα υπό το φως της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, όταν έχει ήδη προηγουμένως ελέγξει το μονοπωλιακό νομικό καθεστώς σύμφωνα με τις επιταγές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και από τον έλεγχο αυτόν προέκυψε ότι αυτό δικαιολογείται;

2.

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

2. α)

Έχει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι σε βάρος επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις επιβάλλεται υποχρεωτικώς πρόστιμο ανά αυτόματο μηχάνημα τυχερών παιγνίων χωρίς απόλυτο ανώτατο όριο του συνολικού ποσού των επιβληθέντων προστίμων;

2. β)

Έχει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι σε βάρος επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις επιβάλλεται υποχρεωτικώς ελάχιστο πρόστιμο ύψους 3 000 ευρώ ανά αυτόματο μηχάνημα τυχερών παιγνίων;

2. γ)

Έχει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι σε βάρος επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις επιβάλλεται στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία αντικαθιστά το πρόστιμο σε περίπτωση αδυναμίας καταβολής του, ανά αυτόματο μηχάνημα τυχερών παιγνίων χωρίς απόλυτο ανώτατο όριο του συνολικού ύψους των εν λόγω στερητικών της ελευθερίας ποινών;

2. δ)

Έχει το άρθρο 56 ΣΛΕΕ την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι, σε περίπτωση καταδίκης επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις, η συμμετοχή στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας ανέρχεται στο 10 % των επιβληθέντων προστίμων;

3.

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

3. α)

Έχει το άρθρο 49, παράγραφος 3, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτη) την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι σε βάρος επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις επιβάλλεται υποχρεωτικώς πρόστιμο ανά αυτόματο μηχάνημα τυχερών παιγνίων χωρίς απόλυτο ανώτατο όριο του συνολικού ποσού των επιβληθέντων προστίμων;

3. β)

Έχει το άρθρο 49, παράγραφος 3, του Χάρτη την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι σε βάρος επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις επιβάλλεται υποχρεωτικώς ελάχιστο πρόστιμο ύψους 3 000 ευρώ ανά αυτόματο μηχάνημα τυχερών παιγνίων;

3. γ)

Έχει το άρθρο 49, παράγραφος 3, του Χάρτη την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι σε βάρος επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις επιβάλλεται στερητική της ελευθερίας ποινή, η οποία αντικαθιστά το πρόστιμο σε περίπτωση αδυναμίας καταβολής του, ανά αυτόματο μηχάνημα τυχερών παιγνίων χωρίς απόλυτο ανώτατο όριο του συνολικού ύψους των εν λόγω στερητικών της ελευθερίας ποινών;

3. δ)

Έχει το άρθρο 49, παράγραφος 3, του Χάρτη την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνικός κανόνας ο οποίος προβλέπει ότι, σε περίπτωση καταδίκης επιχειρηματία που καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε απαγορευμένες κατά τον Glücksspielgesetz (νόμο περί τυχερών παιγνίων) κληρώσεις, η συμμετοχή στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας ανέρχεται στο 10 % των επιβληθέντων προστίμων;


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/9


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesverwaltungsgericht (Γερμανία) στις 7 Ιουλίου 2020 — BUND Naturschutz in Bayern e.V. κατά Landkreis Rosenheim

(Υπόθεση C-300/20)

(2020/C 304/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesverwaltungsgericht

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα και αναιρεσείουσα: BUND Naturschutz in Bayern e.V.

Καθής και αναιρεσίβλητη: Landkreis Rosenheim

Παρισταμένων των: Landesanwaltschaft Bayern, Vertreter des Bundesinteresses beim Bundesverwaltungsgericht

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο α', της οδηγίας 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων (1), την έννοια ότι το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων που απαριθμούνται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ της οδηγίας 2011/92/ΕΚ (2) (οδηγία ΕΠΕ) καθορίζεται ακόμη και στην περίπτωση που κανονιστική πράξη για την προστασία της φύσεως και του τοπίου θεσπίζει γενικές απαγορεύσεις με δυνατότητα εξαιρέσεως και απαιτήσεις αδειοδοτήσεως οι οποίες δεν συσχετίζονται ειδικώς με τα έργα των παραρτημάτων της οδηγίας ΕΠΕ;

2)

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο α', της οδηγίας 2001/42 την έννοια ότι εκπονούνται σχέδια και προγράμματα για τη γεωργία, δασοπονία, χρήση του εδάφους κ.λπ., εφόσον αυτά αποσκοπούν στον καθορισμό ενός πλαισίου αναφοράς ακριβώς για έναν ή περισσότερους από τους εν λόγω τομείς; Ή αρκεί να θεσπίζονται, για την προστασία της φύσεως και του τοπίου, γενικές απαγορεύσεις και απαιτήσεις αδειοδοτήσεως οι οποίες πρέπει να ελέγχονται κατά τη διαδικασία εγκρίσεως για έναν μεγάλο αριθμό σχεδίων και χρήσεων και δύνανται να έχουν έμμεσες («αντανακλαστικές») επιπτώσεις σε έναν ή περισσότερους από τους τομείς αυτούς;

3)

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 4, της οδηγίας 2001/42 την έννοια ότι καθορίζεται πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων στην περίπτωση που κανονιστική πράξη εκδοθείσα για την προστασία της φύσεως και του τοπίου θεσπίζει γενικές απαγορεύσεις και απαιτήσεις αδειοδοτήσεως για μεγάλο αριθμό σχεδίων και μέτρων εντός της ζώνης προστασίας, τα οποία περιγράφονται κατά τρόπο αφηρημένο, χωρίς να προβλέπονται ή να σχεδιάζονται, ωστόσο, συγκεκριμένα έργα κατά τον χρόνο εκδόσεως της πράξεως, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται ειδική συσχέτιση με συγκεκριμένα έργα;


(1)  ΕΕ 2001, L 197, σ. 30.

(2)  Οδηγία 2011/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ 2012, L 26, σ. 1).


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/10


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Administratīvā apgabaltiesa (Λεττονία) στις 9 Ιουλίου 2020 — SIA Visma Enterprise κατά Konkurences padome

(Υπόθεση C-306/20)

(2020/C 304/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η λεττονική

Αιτούν δικαστήριο

Administratīvā apgabaltiesa

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: SIA Visma Enterprise

Καθής: Konkurences padome

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μπορεί η επίμαχη συμφωνία μεταξύ παραγωγού και ορισμένων διανομέων (σύμφωνα με την οποία, για περίοδο 6 –έξι– μηνών από την καταχώριση πιθανής συναλλαγής, ο διανομέας που έχει προηγουμένως καταχωρίσει την πιθανή συναλλαγή έχει δικαίωμα προτεραιότητας για την ολοκλήρωση της διαδικασίας πώλησης με τον συγκεκριμένο τελικό χρήστη, εκτός εάν ο τελευταίος αντιταχθεί σε αυτό) να θεωρηθεί, κατόπιν ορθής ερμηνείας της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμφωνία μεταξύ εταιριών που έχει ως αντικείμενο την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού, κατά την έννοια του άρθρου 101 [ΣΛΕΕ], παράγραφος 1;

2)

Υπάρχουν στην επίμαχη συμφωνία μεταξύ παραγωγού και ορισμένων διανομέων, όπως αυτή ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενδείξεις, βάσει των οποίων να μπορεί να εκτιμηθεί αν η εν λόγω συμφωνία δεν εξαιρείται από τη γενική απαγόρευση των συμπράξεων;

3)

Μπορεί να θεωρηθεί ότι η επίμαχη συμφωνία μεταξύ παραγωγού και ορισμένων διανομέων, όπως αυτή ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί εξαίρεση; Ισχύει μόνο για τα συστήματα αποκλειστικής διανομής η εξαίρεση που επιτρέπει τη σύναψη κάθετων συμφωνιών που θέτουν περιορισμό των ενεργητικών πωλήσεων στην αποκλειστική περιοχή ή στην αποκλειστική πελατεία που προορίζεται για τον προμηθευτή ή έχει παραχωρηθεί από τον προμηθευτή σε άλλον αγοραστή, εφόσον ο περιορισμός αυτός δεν περιορίζει τις πωλήσεις των πελατών του αγοραστή και εφόσον το μερίδιο αγοράς του προμηθευτή (της προσφεύγουσας) δεν υπερβαίνει το 30 %;

4)

Μπορεί να αποτελεί συστατικό στοιχείο της παραβάσεως που ενέχει η επίμαχη συμφωνία μεταξύ παραγωγού και ορισμένων διανομέων, όπως αυτή ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκλειστικά η παράνομη συμπεριφορά ενός μόνο οικονομικού φορέα; Υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, όπως αυτές ερμηνεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν ενδείξεις περί συμμετοχής στη σύμπραξη ενός μόνο οικονομικού φορέα;

5)

Υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, όπως αυτές ερμηνεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν ενδείξεις περί μειώσεως (στρέβλωσης) του ανταγωνισμού στο πλαίσιο του συστήματος διανομής, περί πλεονεκτήματος προς όφελος της προσφεύγουσας ή περί αρνητικής επίπτωσης στον ανταγωνισμό;

6)

Υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, όπως αυτές ερμηνεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν το μερίδιο αγοράς του δικτύου διανομής δεν υπερβαίνει το 30 % (η προσφεύγουσα είναι παραγωγός, συνεπώς, το μερίδιό της στην αγορά περιλαμβάνει επίσης τον όγκο πωλήσεων των διανομέων της), υπάρχουν ενδείξεις περί αρνητικών επιπτώσεων στον ανταγωνισμό στο πλαίσιο του συστήματος διανομής και/ή εκτός αυτού, και εμπίπτει η εν λόγω συμφωνία στην απαγόρευση των συμπράξεων;

7)

Σύμφωνα με το άρθρο 101, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 2, του κανονισμού 330/2010 (1) της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, στοιχείο β', του ιδίου:

Ισχύει η εξαίρεση για ένα σύστημα διανομής, σύμφωνα με το οποίο i) ο ίδιος ο διανομέας (έμπορος) επιλέγει τον δυνητικό πελάτη με τον οποίο θα συνεργαστεί· ii) ο προμηθευτής δεν έχει καθορίσει προηγουμένως, βάσει αντικειμενικών, απολύτως γνωστών και επαληθεύσιμων κριτηρίων, συγκεκριμένη ομάδα πελατών στην οποία κάθε διανομέας θα παρέχει τις υπηρεσίες του· iii) ο προμηθευτής, κατόπιν αιτήματος του διανομέα (εμπόρου), παραχωρεί δυνητικούς πελάτες στον εν λόγω διανομέα· iv) οι άλλοι διανομείς δεν γνωρίζουν ή δεν έχουν ενημερωθεί προηγουμένως σχετικά με την εν λόγω παραχώρηση του δυνητικού πελάτη· ή σύμφωνα με το οποίο v) το μοναδικό κριτήριο για την παραχώρηση δυνητικού πελάτη και για τη δημιουργία του συνακόλουθου συστήματος αποκλειστικής διανομής υπέρ συγκεκριμένου διανομέα είναι η υποβολή αιτήματος από τον εν λόγω διανομέα και όχι τυχόν απόφαση του προμηθευτή· ή σύμφωνα με το οποίο vi) η παραχώρηση ισχύει για 6 –έξι– μήνες από την καταχώριση της πιθανής συναλλαγής (μετά την παρέλευση των οποίων, η αποκλειστική διανομή παύει να ισχύει);

Μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν επέρχεται περιορισμός των παθητικών πωλήσεων, εάν η συμφωνία μεταξύ του προμηθευτή και του διανομέα περιλαμβάνει τον όρο ότι ο αγοραστής (τελικός χρήστης) μπορεί να αντιταχθεί στην εν λόγω παραχώρηση, αλλά ο τελευταίος δεν έχει ενημερωθεί για τον όρο αυτόν; Μπορεί η συμπεριφορά του αγοραστή (τελικού χρήστη) να επηρεάσει (να δικαιολογήσει) τους όρους της συμφωνίας μεταξύ του προμηθευτή και του διανομέα;


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 330/2010 της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2010 , για την εφαρμογή του άρθρου 101 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών (EE L 102, σ. 1).


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/11


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 13 Iουλίου 2020 — Regione Veneto κατά Plan Eco S.r.l

(Υπόθεση C-315/20)

(2020/C 304/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Consiglio di Stato

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Regione Veneto

Αναιρεσίβλητη: Plan Eco S.r.l

Προδικαστικό ερώτημα

Στην περίπτωση που σύμμεικτα αστικά απόβλητα τα οποία δεν περιέχουν επικίνδυνες ουσίες υποβλήθηκαν σε μηχανική κατεργασία από εγκατάσταση με σκοπό την ανάκτηση ενέργειας [πράξη R1/R12, κατά την έννοια του παραρτήματος C του Codice dell’Ambiente (Κώδικα Περιβάλλοντος)] και, στο πέρας αυτής της πράξης κατεργασίας, προκύπτει, θεωρητικά, ότι η κατεργασία δεν μετέβαλε ουσιαστικά τις αρχικές ιδιότητες των σύμμεικτων αστικών αποβλήτων, πλην όμως αυτά ταξινομούνται υπό τον κωδικό ΕΚΑ 19.12.12, ταξινόμηση την οποία δεν αμφισβητούν οι διάδικοι· προκειμένου να αξιολογηθεί η νομιμότητα των αντιρρήσεων, της χώρας προέλευσης, στο αίτημα προηγούμενης συγκατάθεσης στην αποστολή σε ευρωπαϊκή χώρα, σε παραγωγική εγκατάσταση στην οποία τα κατεργασμένα απόβλητα θα χρησιμοποιηθούν σε μεικτή καύση ή, εν πάση περιπτώσει, ως μέσο παραγωγής ενέργειας, τις οποίες προέβαλε η αρμόδια αρχή της χώρας προέλευσης επικαλούμενη τις αρχές της οδηγίας 2008/98/ΕΚ (1), και ειδικότερα αντιρρήσεων όπως οι επίμαχες στην υπό κρίση υπόθεση, οι οποίες βασίζονται:

στην αρχή της προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος (άρθρο 13)·

στην αρχή της αυτάρκειας και της εγγύτητας, η οποία καθιερώνεται στο άρθρο 16, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, κατά το οποίο «[τ]α κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, σε συνεργασία με άλλα κράτη μέλη εάν αυτό είναι απαραίτητο ή σκόπιμο, για να δημιουργήσουν ολοκληρωμένο και κατάλληλο δίκτυο εγκαταστάσεων διάθεσης αποβλήτων και εγκαταστάσεων για την ανάκτηση σύμμεικτων αστικών αποβλήτων τα οποία συλλέγονται από νοικοκυριά, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων όπου η συλλογή αυτή καλύπτει και τα σύμμεικτα αστικά απόβλητα από άλλους παραγωγούς, λαμβάνοντας υπόψη τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές»·

στην αρχή που καθιερώνεται στο ίδιο άρθρο 16, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, τελευταία περίοδος, κατά την οποία «[τ]α κράτη μέλη δύνανται επίσης να περιορίσουν τις εξερχόμενες αποστολές αποβλήτων για περιβαλλοντικούς λόγους, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 (2)»·

στην αιτιολογική σκέψη 33 της ίδιας οδηγίας, κατά την οποία «[γ]ια τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 […] για τις μεταφορές αποβλήτων, τα σύμμεικτα αστικά απόβλητα, που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού, εξακολουθούν να θεωρούνται ως σύμμεικτα αστικά απόβλητα έστω και εάν έχουν υποβληθεί σε κατεργασία αποβλήτων η οποία δεν έχει μεταβάλει ουσιαστικά τις ιδιότητές τους»:

ασκούν επιρροή και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, με ποιον τρόπο και σε ποιον βαθμό, ο Ευρωπαϊκός Κατάλογος Αποβλήτων (εν προκειμένω ταξινόμηση ΕΚΑ 19.12.12, απόβλητα που παράγονται από εγκατάσταση μηχανικής κατεργασίας για πράξεις ανάκτησης R1/R12) και οι σχετικές ταξινομήσεις στη ρύθμιση [του δικαίου της Ένωσης] σχετικά με την αποστολή αποβλήτων τα οποία, πριν από τη μηχανική κατεργασία, ήταν σύμμεικτα αστικά απόβλητα;

Ειδικότερα, σε σχέση με τις αποστολές αποβλήτων που προκύπτουν από την κατεργασία σύμμεικτων αστικών αποβλήτων, υπερισχύουν της ταξινόμησης που προκύπτει από τον Ευρωπαϊκό Κατάλογο Αποβλήτων οι διατάξεις του άρθρου 16 της προμνησθείσας οδηγίας 2008/98/ΕΚ και η σχετική αιτιολογική σκέψη 33, που αφορούν ρητώς τις αποστολές αποβλήτων;

Εφόσον το κρίνει σκόπιμο και χρήσιμο, μπορεί το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν ο ως άνω κατάλογος έχει κανονιστικό χαρακτήρα ή συνιστά, αντιθέτως, απλή τεχνική πιστοποίηση κατάλληλη για την ομοιόμορφη ιχνηλασιμότητα όλων των αποβλήτων;


(1)  Οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (ΕΕ 2008, L 312, σ. 3).

(2)  Κανονισμός (EK) αριθ. 1013/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για τις μεταφορές αποβλήτων (ΕΕ 2006, L 190, σ. 1).


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/13


Διάταξη του προέδρου του δευτέρου τμήματος του Δικαστηρίου της 2ας Μαρτίου 2020 [αίτηση του Tribunal d’instance Epinal (Γαλλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Cofidis SA κατά YU, ZT

(Υπόθεση C-616/18) (1)

(2020/C 304/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του δευτέρου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 436 της 3.12.2018.


Γενικό Δικαστήριο

14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/14


Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ

(Υπόθεση T-444/20)

(2020/C 304/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Société générale (Παρίσι, Γαλλία), Crédit du Nord (Lille, Γαλλία), SG Option Europe (Puteaux, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville, M. Trabucchi και M. Dalon, δικηγόροι)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να ακυρώσει την απόφαση υπ’ αριθ. SRB/ES/2020/24 για τον υπολογισμό των οφειλόμενων για το έτος 2020 εκ των προτέρων συνεισφορών προς το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης κατά το μέρος που αφορά τις προσφεύγουσες·

δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, να κηρύξει μη εφαρμοστέες τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού ΕΜΕ, του εκτελεστικού κανονισμού και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού:

τα άρθρα 69, παράγραφος 1, 69, παράγραφος 2, 70, παράγραφος 1, και 70, παράγραφος 2, στοιχεία α' και β', του κανονισμού ΕΜΕ·

τα άρθρα 4, παράγραφος 2, 6 και 7 καθώς και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού·

το άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού·

να καταδικάσει το καθού στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τέσσερις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείριση, καθόσον οι μέθοδοι υπολογισμού των εκ των προτέρων συνεισφορών προς το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRF) που προβλέπονται από τον κανονισμό ΕΜΕ και από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό δεν αντικατοπτρίζουν ούτε το πραγματικό μέγεθος ούτε τον πραγματικό κίνδυνο των ιδρυμάτων.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, καθότι ο μηχανισμός εκ των προτέρων συνεισφορών στο ΕΣΕ που προβλέπεται από τον κανονισμό ΕΜΕ και από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό βασίζεται σε εκτίμηση που αυξάνει τεχνητά το προφίλ κινδύνου μεγάλων γαλλικών ιδρυμάτων, όπως οι προσφεύγουσες, και συνεπώς συνεπάγεται ποσό συνεισφοράς που είναι δυσανάλογα υψηλό σε σχέση με τον κίνδυνο που πραγματικά υφίσταται για τα ίδια αυτά ιδρύματα.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου, καθότι ο υπολογισμός του ποσού των εκ των προτέρων συνεισφορών που καθορίστηκε με τον κανονισμό ΕΜΕ, με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό και με τον εκτελεστικό κανονισμό, αφενός, δεν μπορούσε να προβλεφθεί με επαρκή ακρίβεια και, αφετέρου, τελούσε σε συνάρτηση όχι τόσο με τη συγκεκριμένη κατάσταση και το ίδιο το προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, όσο με την κατάστασή του σε σχέση με τα άλλα ιδρύματα που συνεισφέρουν. Τέλος, οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι η Επιτροπή δεν θα έπρεπε να είναι υπεύθυνη για τον προσδιορισμό δεικτών κινδύνου στο πλαίσιο του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού, στο βαθμό που αυτά τα κριτήρια επιτελούν πραγματική και αποφασιστική λειτουργία κατά τον καθορισμό των ποσών της συνεισφοράς (άρθρο 290 ΣΛΕΕ).

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως καθόσον, για τον υπολογισμό της εξαρτώμενης από τον κίνδυνο μεταβλητής, το ΕΣΕ δεν εφάρμοσε όλα τα κριτήρια κινδύνου που προβλέπονται από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό. Οι προσφεύγουσες θεωρούν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει άλλωστε επαρκώς σαφή και πλήρη στοιχεία ούτως ώστε να είναι αυτές σε θέση να υπολογίσουν εκ νέου το οφειλόμενο ποσό της συνεισφοράς, κάτι που συνεπάγεται επίσης παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/15


Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Crédit agricole κ.λπ. κατά ΕΣΕ

(Υπόθεση T-445/20)

(2020/C 304/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Crédit agricole SA (Montrouge, Γαλλία) και 48 λοιπές προσφεύγουσες (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville, M. Trabucchi και M. Dalon, δικηγόροι)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να ακυρώσει την απόφαση SRB/ES/2020/24 περί του υπολογισμού των εκ των προτέρων συνεισφορών στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης για το 2020, κατά το μέρος που αυτή αφορά τις προσφεύγουσες,

δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, να κηρύξει μη εφαρμοστέες τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού ΕΜΕ, του εκτελεστικού κανονισμού και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού:

τα άρθρα 69, παράγραφοι 1 και 2, 70, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχεία α' και β', του κανονισμού ΕΜΕ,

τα άρθρα 4, παράγραφος 2, 6 και 7 καθώς και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού,

το άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού,

να καταδικάσει το καθού στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τέσσερις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι είναι, κατ’ ουσίαν, όμοιοι ή παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως T-444/20, Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/15


Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Confédération nationale du Crédit mutuel κ.λπ. κατά ΕΣΕ

(Υπόθεση T-446/20)

(2020/C 304/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Confédération nationale du Crédit mutuel (Παρίσι, Γαλλία) και 25 λοιπές προσφεύγουσες (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville, M. Trabucchi και M. Dalon, δικηγόροι)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να ακυρώσει την απόφαση SRB/ES/2020/24 περί του υπολογισμού των εκ των προτέρων συνεισφορών στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης για το 2020, κατά το μέρος που αυτή αφορά τις προσφεύγουσες,

δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, να κηρύξει μη εφαρμοστέες τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού ΕΜΕ, του εκτελεστικού κανονισμού και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού:

τα άρθρα 69, παράγραφοι 1 και 2, 70, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχεία α' και β', του κανονισμού ΕΜΕ,

τα άρθρα 4, παράγραφος 2, 6 και 7 καθώς και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού,

το άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού,

να καταδικάσει το καθού στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τέσσερις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι είναι, κατ’ ουσίαν, όμοιοι ή παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως T-444/20, Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/16


Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — BNP Paribas κατά ΕΣΕ

(Υπόθεση T-447/20)

(2020/C 304/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: BNP Paribas (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville, M. Trabucchi και M. Dalon, δικηγόροι)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να ακυρώσει την απόφαση SRB/ES/2020/24 περί του υπολογισμού των εκ των προτέρων συνεισφορών στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης για το 2020, κατά το μέρος που αυτή αφορά την προσφεύγουσα,

δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, να κηρύξει μη εφαρμοστέες τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού ΕΜΕ, του εκτελεστικού κανονισμού και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού:

τα άρθρα 69, παράγραφοι 1 και 2, 70, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχεία α' και β', του κανονισμού ΕΜΕ,

τα άρθρα 4, παράγραφος 2, 6 και 7 καθώς και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού,

το άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού,

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι είναι, κατ’ ουσίαν, όμοιοι ή παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως T-444/20, Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/17


Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — BPCE κ.λπ. κατά ΕΣΕ

(Υπόθεση T-448/20)

(2020/C 304/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: BPCE (Παρίσι, Γαλλία) και 44 λοιπές προσφεύγουσες (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville, M. Trabucchi και M. Dalon, δικηγόροι)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να ακυρώσει την απόφαση SRB/ES/2020/24 περί του υπολογισμού των εκ των προτέρων συνεισφορών στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης για το 2020, κατά το μέρος που αυτή αφορά τις προσφεύγουσες,

δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, να κηρύξει μη εφαρμοστέες τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού ΕΜΕ, του εκτελεστικού κανονισμού και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού:

τα άρθρα 69, παράγραφοι 1 και 2, 70, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχεία α' και β', του κανονισμού ΕΜΕ,

τα άρθρα 4, παράγραφος 2, 6 και 7 καθώς και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού,

το άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού,

να καταδικάσει το καθού στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τέσσερις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι είναι, κατ’ ουσίαν, όμοιοι ή παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως T-444/20, Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/17


Προσφυγή της 8ης Ιουλίου 2020 — Banque postale κατά ΕΣΕ

(Υπόθεση T-449/20)

(2020/C 304/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: La Banque postale (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: A. Gosset-Grainville, M. Trabucchi και M. Dalon, δικηγόροι)

Καθού: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, να ακυρώσει την απόφαση SRB/ES/2020/24 περί του υπολογισμού των εκ των προτέρων συνεισφορών στο Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης για το 2020, κατά το μέρος που αυτή αφορά την προσφεύγουσα,

δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, να κηρύξει μη εφαρμοστέες τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού ΕΜΕ, του εκτελεστικού κανονισμού και του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού:

τα άρθρα 69, παράγραφοι 1 και 2, 70, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχεία α' και β', του κανονισμού ΕΜΕ,

τα άρθρα 4, παράγραφος 2, 6 και 7 καθώς και το παράρτημα I του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού,

το άρθρο 4 του εκτελεστικού κανονισμού,

να καταδικάσει το καθού στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι είναι, κατ’ ουσίαν, όμοιοι ή παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως T-444/20, Société générale κ.λπ. κατά ΕΣΕ.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/18


Προσφυγή της 14ης Ιουλίου 2020 — Roxtec κατά EUIPO — Wallmax (Απεικόνιση μαύρων κύκλων πάνω σε πορτοκαλί τετράγωνο)

(Υπόθεση T-455/20)

(2020/C 304/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Roxtec AB (Karlskrona, Σουηδία) (εκπρόσωποι: J. Olsson και J. Adamsson, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Wallmax Srl (Μιλάνο, Ιταλία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Απεικόνιση μαύρων κύκλων πάνω σε πορτοκαλί τετράγωνο) — Υπ’ αριθ. 14 784 375 σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 20ής Απριλίου 2020 στην υπόθεση R 2385/2018-2

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα.

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε', σημείο ii, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/19


Προσφυγή της 22ας Ιουλίου 2020 — Industria de Diseño Textil κατά EUIPO — Ffauf Italia (ZARA)

(Υπόθεση T-467/20)

(2020/C 304/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Industria de Diseño Textil· SA (Arteixo, Ισπανία) (εκπρόσωποι: G. Marín Raigal και E. Armero Lavie, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Ffauf Italia SpA (Riese Pio X, Ιταλία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ZARA — Υπ’ αριθ. 89 29952 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 8ης Μαΐου 2020 στην υπόθεση R 2040/2019-4

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που κάνει δεκτή την ανακοπή για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 29, 30, 35 και 43 και να απορρίψει την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για όλα τα επίμαχα προϊόντα και τις επίμαχες υπηρεσίες·

να καταδικάσει στα δικαστικά έξοδα της παρούσας προσφυγής το EUIPO και, ενδεχομένως, την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO.

Προβαλλόμενοι λόγοι

Παράβαση του άρθρου 47, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανόνα 22, παράγραφος 3, και παράγραφος 4, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής·

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/20


Προσφυγή της 24ης Ιουλίου 2020 — LB κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-468/20)

(2020/C 304/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: LB (εκπρόσωπος: O. Schmechel, δικηγόρος)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο,

να ακυρώσει την πράξη του καθού, της 2ας Ιουλίου 2020, περί μετάθεσης της προσφεύγουσας στο γραφείο συνδέσμου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Λουξεμβούργο από 1ης Σεπτεμβρίου 2020·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως.

1.

Πρώτος λόγος: έλλειψη αιτιολογίας

Η πράξη μετάθεσης είναι τυπικώς παράνομη, διότι δεν περιέχει αιτιολογία. Η αιτιολογία, όμως, ήταν αναγκαία βάσει του άρθρου 41, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, καθώς ήταν προφανές για το καθού ότι η προσφεύγουσα είχε σχετικό συμφέρον.

2.

Δεύτερος λόγος: μη τήρηση της διαδικασίας που ορίζουν οι διατάξεις της απόφασης

Η προσφεύγουσα είχε τη δυνατότητα, βάσει των διατάξεων της απόφασης, να αρνηθεί τη θέση στο γραφείο συνδέσμου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΓΣΕΚ) στο Λουξεμβούργο, πράγμα το οποίο και έπραξε. Επομένως, δεν ετίθετο πλέον ζήτημα μετάθεσης στη θέση αυτή.

3.

Τρίτος λόγος: παράβαση του καθήκοντος μέριμνας. Η μετάθεση σε άλλο τόπο υπηρεσίας θα αντέβαινε στο καθήκον μέριμνας που υπέχει ο εργοδότης, καθώς θα ήταν ασυμβίβαστη με διάφορα θεμελιώδη δικαιώματα του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Ειδικότερα, θα προσβάλλονταν τα ακόλουθα δικαιώματα:

Το δικαίωμα στην ιδιωτική και την οικογενειακή ζωή (άρθρα 7 και 33) και το δικαίωμα της ανήλικης κόρης να διατηρεί τακτικά προσωπικές σχέσεις και απευθείας επαφές με τους δύο γονείς της (άρθρο 24) θα προσβάλλονταν, διότι τα μέλη της οικογένειας της προσφεύγουσας θα έπρεπε να ζήσουν χωριστά, η κόρη θα παρέμενε με τον πατέρα της στο Βερολίνο και η προσφεύγουσα θα μετακόμιζε μόνη στο Λουξεμβούργο.

Θα προσβαλλόταν το δικαίωμα της ισότητας ενώπιον του νόμου (άρθρο 20) και της απαγόρευσης των διακρίσεων (άρθρο 21). Η προσφεύγουσα υπόκειται, ως παντρεμένη υπάλληλος του ΓΣΕΚ και μητέρα μιας ανήλικης κόρης, για την οποία μοιράζεται το δικαίωμα επιμέλειας με τον σύζυγό της, σε υποχρέωση κινητικότητας, λόγω της οποίας πρέπει να μετατεθεί στο Λουξεμβούργο. Οι εν διαστάσει τελούντες και οι διαζευγμένοι υπάλληλοι ενός ΓΣΕΚ που μοιράζονται το δικαίωμα επιμέλειας ανήλικου τέκνου απαλλάσσονται από την υποχρέωση κινητικότητας έως την ενηλικίωση του τέκνου, χωρίς να υπάρχει αντικειμενικός λόγος για την άνιση αυτή μεταχείριση.

4.

Τέταρτος λόγος: δυσανάλογος χαρακτήρας της μετάθεσης σε άλλο τόπο υπηρεσίας

Δεν έγινε στάθμιση των συμφερόντων της προσφεύγουσας και του καθού, μολονότι το καθού, στο πλαίσιο του καθήκοντός του για χρηστή διοίκηση (άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ), υπέχει σχετική υποχρέωση.

Τα προστατευόμενα συμφέροντα της προσφεύγουσας υπερισχύουν σαφώς του συμφέροντος του καθού προς μετάθεση.

Η μετάθεση από το ΓΣΕΚ του Βερολίνου στο ΓΣΕΚ του Λουξεμβούργου δεν εμπίπτει στο συμφέρον της υπηρεσίας.

5.

Πέμπτος λόγος: κατάχρηση διακριτικής ευχέρειας

Το καθού δεν αναγνωρίζει τη διακριτική ευχέρειά του και, επομένως, δεν την ασκεί.

6.

Έκτος λόγος: προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

Από τον διορισμό της προσφεύγουσας το 2001 έως την έκδοση, από το Προεδρείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της απόφασης του 2018 περί κινητικότητας ίσχυε η αρχή ότι οι υπάλληλοι AST, όπως η προσφεύγουσα, δεν υπέκειντο σε υποχρέωση κινητικότητας. Η αρχή αυτή ίσχυε από την έκδοση της απόφασης του 1998 περί κινητικότητας και επιβεβαιώθηκε επίσης με τις εκδοθείσες από το Προεδρείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποφάσεις του 2002 και του 2004 περί κινητικότητας.

Η εμπιστοσύνη της προσφεύγουσας ως προς τη συνέχιση της ισχύος της απαλλαγής από την υποχρέωση κινητικότητας ήταν δικαιολογημένη. Ως εκ τούτου, τυχόν τροποποίηση του κανόνα απαιτεί την πρόβλεψη κατάλληλης μεταβατικής ρύθμισης και κατάλληλων εξαιρέσεων. Η προβλεπόμενη τριετής μεταβατική περίοδος δεν είναι κατάλληλη, διότι δεν αποτρέπει τον χωρισμό της οικογένειας της προσφεύγουσας. Δεν προβλέπεται εξαίρεση για την προσφεύγουσα.

7.

Έβδομος λόγος: απώλεια δικαιώματος

Το καθού απώλεσε τη δυνατότητα να επιβάλει στην προσφεύγουσα την υποχρέωση κινητικότητας με συνέπεια την αλλαγή του τόπου υπηρεσίας, καθώς, με την επαναλαμβανόμενη πρόβλεψη περί απαλλαγής των υπαλλήλων AST από την υποχρέωση κινητικότητας, δημιούργησε το ίδιο την εντύπωση στην προσφεύγουσα ότι δεν ήταν αναμενόμενο να αλλάξει ο τόπος υπηρεσίας.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/21


Προσφυγή της 28ης Ιουλίου 2020 — Bigben Connected κατά EUIPO — Forsee Power (FORCE POWER)

(Υπόθεση T-478/20)

(2020/C 304/25)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Bigben Connected (Fretin, Γαλλία) (εκπρόσωπος: M. Chaminade, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Forsee Power (Παρίσι, Γαλλία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης FORCE POWER — Υπ’ αριθ. 16 541 377 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 25ης Μαΐου 2020 στην υπόθεση R 2184/2019-5

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO καθώς και την αντίδικο στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος ανακοπών και ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/22


Προσφυγή της 28ης Ιουλίου 2020 — Eurobolt κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-479/20)

(2020/C 304/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Eurobolt BV (‘s-Heerenberg, Κάτω Χώρες), Fabory Nederland BV (Tilburg, Κάτω Χώρες), ASF Fischer BV (Lelystad, Κάτω Χώρες), Stafa Group BV (Maarheeze, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: S. De Knop, B. Natens και A. Willems, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή·

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/611 της Επιτροπής της 30ής Απριλίου 2020 για την εκ νέου επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 91/2009 του Συμβουλίου στις εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων από σίδηρο ή χάλυβα, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, στις εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων από σίδηρο ή χάλυβα που αποστέλλονται από τη Μαλαισία, είτε δηλώνονται ως καταγωγής Μαλαισίας είτε όχι (1)· και

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τρεις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι, «αίροντας» εκ των υστέρων μια παράβαση ουσιώδους τύπου, ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/611 ενέχει παράβαση των άρθρων 266 και 264 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και παραβίαση της αρχής της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι, επειδή στερείται έγκυρης νομικής βάσης, ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/611 ενέχει παράβαση του άρθρου 13, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1225/2009 (2), των άρθρων 5, παράγραφος 1, και 5, παράγραφος 2, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση («ΣΕΕ»), καθώς και παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι, απαγορεύοντας την επιστροφή και διατάσσοντας την καταβολή των επιστραφέντων δασμών αντιντάμπινγκ, ο κανονισμός (ΕΕ) 2020/611 ενέχει παράβαση των άρθρων 5, παράγραφος 1, και 5, παράγραφος 2, ΣΕΕ.


(1)  ΕΕ 2020, L 141, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51).


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/23


Προσφυγή της 28ης Ιουλίου 2020 — Hengshi Egypt Fiberglass Fabrics και Jushi Egypt for Fiberglass Industry κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-480/20)

(2020/C 304/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Hengshi Egypt Fiberglass Fabrics SAE (Ain Sukhna, Αίγυπτος), Jushi Egypt for Fiberglass Industry SAE (Ain Sukhna) (εκπρόσωποι: B. Servais και V. Crochet, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/776 της Επιτροπής, της 12ης Ιουνίου 2020, για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές ορισμένων υφασμένων και/ή ραμμένων υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Αιγύπτου (1) και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2020/492 της Επιτροπής για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων υφασμένων και/ή ραμμένων υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Αιγύπτου, καθόσον αφορά τις προσφεύγουσες·

να καταδικάσει στα δικαστικά έξοδα την Επιτροπή και κάθε παρεμβαίνοντα που ενδέχεται να παρέμβει υπέρ αυτής.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν έξι λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι η μεθοδολογία της Επιτροπής για τον υπολογισμό του περιθωρίου επιδότησης των προσφευγουσών παραβιάζει το άρθρο 1, παράγραφος 1, το άρθρο 5, παράγραφος 1, το άρθρο 6, το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχείο γ', και το άρθρο 24, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2).

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής να αντισταθμίσει χρηματοδοτικές εισφορές που χορηγήθηκαν από κινεζικούς δημοσίους οργανισμούς παραβιάζει το άρθρο 2, στοιχεία α' και β', το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο α', και το άρθρο 4, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την αγορά γεωτεμαχίων από τη Jushi προσβάλλει τα δικαιώματα υπεράσπισης των προσφευγουσών και παραβιάζει το άρθρο 30, καθώς και το άρθρο 3, παράγραφος 2, το άρθρο 5 και το άρθρο 6, στοιχείο δ', του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037.

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής να αντισταθμίσει το καθεστώς επιστροφής εισαγωγικών δασμών όσον αφορά τη Jushi παραβιάζει το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο α', περίπτωση ii, το άρθρο 3, παράγραφος 2, και το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037.

5.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής να αντισταθμίσει τη φορολογική μεταχείριση της συναλλαγματικής ζημίας παραβιάζει το άρθρο 3, παράγραφος 2, και το άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037.

6.

Με τον έκτο λόγο προβάλλεται ότι η μεθοδολογία της Επιτροπής για τον προσδιορισμό του περιθωρίου υποτιμολόγησης όσον αφορά τις προσφεύγουσες παραβιάζει το άρθρο 1, παράγραφος 1, το άρθρο 2, στοιχείο δ', και το άρθρο 8, παράγραφοι 1, 2, και 5, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037.


(1)  ΕΕ 2020, L 189, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2016 για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κωδικοποιημένο κείμενο) (ΕΕ 2016, L 176, σ. 55).


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/24


Προσφυγή της 31ης Ιουλίου 2020 — Magnetec κατά EUIPO (CoolTUBE)

(Υπόθεση T-481/20)

(2020/C 304/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Magnetec — Gesellschaft für Magnettechnologie mbH (Langenselbold, Γερμανία) (εκπρόσωποι: M. Kloth, R. Briske και D. Habel δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης CoolTUBE — Υπ’ αριθ. 18 022 606 αίτηση καταχωρίσεως

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 15ης Μαΐου 2020 στην υπόθεση R 1755/2019-1

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα καθώς και στα έξοδα της ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO διαδικασίας συμπεριλαμβανομένων.

Προβαλλόμενοι λόγοι

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/25


Προσφυγή της 3ης Αυγούστου 2020 — SATSE κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-484/20)

(2020/C 304/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Sindicato de Enfermería (SATSE) (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: M. Sesmero González, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Το προσφεύγον ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει την οδηγία (EE) 2020/739 της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2020, για την τροποποίηση του παραρτήματος III της οδηγίας 2000/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη συμπερίληψη του ιού SARS-CoV-2 στον κατάλογο των βιολογικών παραγόντων για τους οποίους είναι γνωστό ότι προσβάλλουν τον άνθρωπο, και για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2019/1833 της Επιτροπής, η οποία δημοσιεύτηκε στην (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 4.6.2020 ΕΕ L 175, σ. 11 έως 14).

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του το προσφεύγον προβάλλει δύο λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση των άρθρων 2 και 18 της οδηγίας 2000/54/ΕΚ, καθώς και του παραρτήματός της III.

Προβάλλεται συναφώς η μη ύπαρξη αποτελεσματικής θεραπείας ή πρόληψης για τον βιολογικό παράγοντα SARS-CoV-2, το γεγονός ότι πρόκειται για ιό που έχει ταξινομηθεί ως πολύ μεταδοτικός και μεταλλασσόμενος, και, ως εκ τούτου, έχει μεγάλες πιθανότητες εξάπλωσης στην κοινότητα, και το γεγονός ότι ο κορωναϊός SARS-CoV-2 προκαλεί παθολογικές καταστάσεις και σοβαρά συμπτώματα που οδηγούν σε σοβαρή ασθένεια του ανθρώπου, με αποτέλεσμα να αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τους εργαζομένους.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση ουσιώδους τύπου λόγω μη αιτιολόγησης της ταξινόμησης του βιολογικού παράγοντα SARA-CoV-2 στην ομάδα 3.

Αναφέρεται συναφώς ότι, παρότι η Επιτροπή γνώριζε τη μη ύπαρξη εμβολίου και αποτελεσματικής θεραπείας και παρά το περιεχόμενο του άρθρου 2 της οδηγίας 2000/54/ΕΚ, ο SARS-CoV-2 ταξινομείται στην ομάδα κινδύνου 3 αντί της ομάδας κινδύνου 4.


14.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 304/25


Προσφυγή της 5ης Αυγούστου 2020 — Junqueras i Vies κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-485/20)

(2020/C 304/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Oriol Junqueras i Vies (Sant Joan de Vilatorrada, Ισπανία) (εκπρόσωπος: A. Van den Eynde Adroer, δικηγόρος)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου / Directorate General for Finance — Directorate for Members’ Financial and Social Entitlements, η οποία κοινοποιήθηκε με επιστολή του Didier KLETHI, της 7ης Μαΐου 2020, σύμφωνα με την οποία ο μισθός του ευρωβουλευτή Oriol Junqueras i Vias μπορεί να καταβληθεί μόνον για το χρονικό διάστημα από 25 Σεπτεμβρίου 2019 έως 2 Ιανουαρίου 2020, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση της απόφασης του τμήματος μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 19ης Δεκεμβρίου 2019, η οποία εκδόθηκε επί της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως C-502/19, Junqueras Vies, στο μέτρο που αναγνωρίζει στον O. Junqueras την ιδιότητα του ευρωβουλευτή από τις 13 Ιουνίου 2019, με αποτέλεσμα, κατ’ εφαρμογήν της εν λόγω απόφασης, να μη συντρέχει ο λόγος ασυμβιβάστου του άρθρου 7, παράγραφος 2, της Πράξης του 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται η αναγκαιότητα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μιας μη τυπολατρικής ερμηνείας του άρθρου 7, παράγραφος 2, της Πράξης του 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο μέτρο που, καθόσον το Κοινοβούλιο δεν ενήργησε προκειμένου να προστατεύσει την ασυλία του O. Junqueras, του απαγορεύτηκε με φυσικό περιορισμό και παρά τη θέλησή του να παραιτηθεί από τη θέση του μέλους τoυ ισπανικού Κοινοβουλίου και να έχει πρόσβαση στην πλήρη άσκηση των καθηκόντων του ως μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται η αναγκαιότητα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μιας ουσιαστικής και όχι τυπικής ερμηνείας του άρθρου 7, παράγραφος 2, της Πράξης του 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο μέτρο που δεν συνέτρεχε επί της ουσίας λόγος ασυμβιβάστου, δεδομένου ότι τελούσε μονίμως υπό αναστολή η άσκηση των καθηκόντων του O. Junqueras ως βουλευτή του ισπανικού Κοινοβουλίου, καθώς και όλα τα σύμφυτα προς την ιδιότητα αυτή δικαιώματα και αποζημιώσεις, παρέμεινε δε στη θέση αυτή παρά τη θέλησή του, καθώς εμποδίστηκε, με φυσικό περιορισμό και παρά τη θέλησή του, να παραιτηθεί από την εν λόγω θέση ώστε να έχει πρόσβαση στην πλήρη άσκηση των καθηκόντων του ως μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.