|
ISSN 1977-0901 |
||
|
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201 |
|
|
||
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Ανακοινώσεις και Πληροφορίες |
63ό έτος |
|
Περιεχόμενα |
Σελίδα |
|
|
|
IV Πληροφορίες |
|
|
|
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ |
|
|
|
Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
|
|
2020/C 201/01 |
|
EL |
|
IV Πληροφορίες
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/1 |
Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(2020/C 201/01)
Τελευταία δημοσίευση
Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων
Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο
EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu
V Γνωστοποιήσεις
ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Δικαστήριο
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/2 |
Αναίρεση που άσκησε στις 22 Ιουλίου 2019 η Hochmann Marketing GmbH κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 22 Μαΐου 2019 στην υπόθεση T-754/18, Hochmann Marketing GmbH κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
(Υπόθεση C-557/19 P)
(2020/C 201/02)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Hochmann Marketing GmbH (εκπρόσωπος: J. Jennings, Rechtsanwalt)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Με διάταξη της 30ής Απριλίου 2020, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (έβδομο τμήμα) απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως ως προδήλως αβάσιμη και καταδίκασε την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδά της.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/2 |
Αναίρεση που άσκησε στις 15 Σεπτεμβρίου 2019 η BP κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) στις 11 Ιουλίου 2019 στην υπόθεση T-917/16 REV, BP κατά FRA
(Υπόθεση C-682/19 P)
(2020/C 201/03)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: BP (εκπρόσωπος: E. Lazar, avocat)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA)
Με διάταξη της 19ης Μαρτίου 2020 Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως εν μέρει ως απαράδεκτη και εν μέρει ως προδήλως αβάσιμη.
Καταδίκασε την αναιρεσείουσα στα δικαστικά της έξοδα.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/3 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Curtea de Apel Cluj (Ρουμανία) στις 12 Νοεμβρίου 2019 — SC Panavitrans SRL κατά Administraţia Judeţeană a Finanţelor Publice Cluj, Administrația Fondului pentru Mediu
(Υπόθεση C-828/19)
(2020/C 201/04)
Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική
Αιτούν δικαστήριο
Curtea de Apel Cluj
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Εκκαλούσα: SC Panavitrans SRL
Εφεσίβλητες: Administraţia Judeţeană a Finanţelor Publice Cluj, Administrația Fondului pentru Mediu
Προδικαστικό ερώτημα
Πρέπει το άρθρο 110 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία, για την επιστροφή φόρου ο οποίος έχει διαπιστωθεί ότι αντίκειται στις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ορίζει συντομότερη προθεσμία παραγραφής εν συγκρίσει με τη γενική προθεσμία παραγραφής που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο όσον αφορά τα πιστωτικά ποσά φόρου;
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/3 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Înalta Curte de Casaţie şi Justiţie (Ρουμανία) στις 19 Νοεμβρίου 2019 — Ποινική δίκη κατά NC
(Υπόθεση C-840/19)
(2020/C 201/05)
Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική
Αιτούν δικαστήριο
Înalta Curte de Casaţie şi Justiţie
Ποινική δίκη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά
NC
Έτερος διάδικος:
Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casație și Justiție — Direcția Națională Anticorupție
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχουν το άρθρο 19, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 325, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και το άρθρο 4 της οδηγίας (ΕE) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (1), η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 83, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έννοια ότι αντιτίθενται στην έκδοση αποφάσεως εκ μέρους οργάνου ξένου προς τη δικαστική εξουσία, ήτοι του Curtea Constituțională a României (Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας), με την οποία επιβάλλεται η επανεξέταση των υποθέσεων διαφθοράς οι οποίες κρίθηκαν σε συγκεκριμένη περίοδο και οι οποίες βρίσκονται στο στάδιο της εφέσεως, λόγω της έλλειψης συγκρότησης, στο πλαίσιο του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου, δικαστικών σχηματισμών ειδικευμένων στις εν λόγω υποθέσεις, καίτοι αναγνωρίζει την ειδίκευση των δικαστών που τους απάρτιζαν; |
|
2) |
Έχουν το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έννοια ότι δεν επιτρέπουν σε όργανο ξένο προς τη δικαστική εξουσία να κρίνει παράνομη τη σύνθεση του δικαστικού σχηματισμού τμήματος του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου (σχηματισμού απαρτιζόμενου από εν ενεργεία δικαστές, οι οποίοι, κατά τον χρόνο της προαγωγής τους, πληρούσαν, μεταξύ άλλων, το κριτήριο της ειδίκευσης, το οποίο απαιτείτο για την προαγωγή τους στο ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο); |
|
3) |
Έχει η υπεροχή του δικαίου της Ένωσης την έννοια ότι επιτρέπει στο εθνικό δικαστήριο να αφήσει ανεφάρμοστη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε σε υπόθεση σχετική με διαφορά συνταγματικής φύσεως και η οποία είναι υποχρεωτική κατά την έννοια του εθνικού δικαίου; |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/4 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Înalta Curte de Casaţie și Justiţie (Ρουμανία) στις 26 Νοεμβρίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά FX, CS και ND
(Υπόθεση C-859/19)
(2020/C 201/06)
Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική
Αιτούν δικαστήριο
Înalta Curte de Casație și Justiție
Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά
FX, CS και ND
Έτεροι διάδικοι
Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casaţie și Justiţie — Direcţia Naţională Anticorupţie
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχουν το άρθρο 19, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 325, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 58 της οδηγίας (ΕE) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ (1) της Επιτροπής, το άρθρο 4 της οδηγίας (ΕE) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (2), [[η οποία] εκδόθηκε βάσει του άρθρου 83, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης [και η οποία αντικατέστησε τη Σύμβαση] σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 26ης Ιουνίου 1995, την έννοια ότι αντιτίθενται στην έκδοση αποφάσεως εκ μέρους οργάνου ξένου προς τη δικαστική εξουσία, ήτοι του Curtea Constituțională a României (Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας), με την οποία επιβάλλεται η επανεξέταση των υποθέσεων διαφθοράς οι οποίες κρίθηκαν σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο και οι οποίες βρίσκονται στο στάδιο της εφέσεως, λόγω του ότι δεν είχαν συσταθεί, στο πλαίσιο του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου, δικαστικοί σχηματισμοί ειδικευμένοι σε τέτοιες υποθέσεις, μολονότι αναγνωρίζεται η ειδίκευση των δικαστών που μετείχαν στους σχηματισμούς που εξέδωσαν τις ως άνω αποφάσεις; |
|
2) |
Έχουν το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 47, [παράγραφος 2], του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης την έννοια ότι δεν επιτρέπουν σε όργανο ξένο προς τη δικαστική εξουσία να κρίνει παράνομη τη σύνθεση του δικαστικού σχηματισμού τμήματος του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου (σχηματισμού απαρτιζόμενου από εν ενεργεία δικαστές, οι οποίοι, κατά τον χρόνο της προαγωγής τους, πληρούσαν, μεταξύ άλλων, το κριτήριο της ειδίκευσης, το οποίο απαιτείτο για την προαγωγή τους στο ποινικό τμήμα του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου); |
|
3) |
Έχει η υπεροχή του δικαίου της Ένωσης την έννοια ότι επιτρέπει στο εθνικό δικαστήριο να μην εφαρμόσει απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε σε υπόθεση σχετική με διαφορά συνταγματικής φύσεως και η οποία είναι υποχρεωτική κατά την έννοια του εθνικού δικαίου; |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/5 |
Αναίρεση που άσκησε στις 10 Δεκεμβρίου 2019 η European Food SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) στις 10 Οκτωβρίου 2019 στην υπόθεση T-536/18, Société des produits Nestlé κατά EUIPO — European Food (FITNESS)
(Υπόθεση C-908/19 P)
(2020/C 201/07)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: European Food SA (εκπρόσωποι: R. Dincă, I. Speciac, V. Stănese, I.-F. Cofaru, avocați))
Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Société des produits Nestlé, Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με διάταξη της 18ης Μαρτίου 2020 το Δικαστήριο (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) απέρριψε την αίτηση εγκρίσεως και υποχρέωσε την αναιρεσείουσα να φέρει τα δικαστικά έξοδά της.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/5 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Curtea de Apel Iaşi (Ρουμανία) στις 11 Δεκεμβρίου 2019 — BX κατά Unitatea Administrativ Teritorială D
(Υπόθεση C-909/19)
(2020/C 201/08)
Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική
Αιτούν δικαστήριο
Curtea de Apel Iaşi
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Εκκαλών: BX
Εφεσίβλητος: Unitatea Administrativ Teritorială D
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχουν οι διατάξεις του άρθρου 2, σημείο 1, της οδηγίας 2003/88/ΕΚ, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (1), την έννοια ότι συνιστά «χρόνο εργασίας» το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο εργαζόμενος παρακολουθεί τα υποχρεωτικά μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης, μετά το πέρας του κανονικού χρόνου εργασίας, στην έδρα του παρόχου υπηρεσιών κατάρτισης, εκτός του χώρου εργασίας του και χωρίς να ασκεί υπηρεσιακά καθήκοντα; |
|
2) |
Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα, έχουν οι διατάξεις του άρθρου 31, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι διατάξεις του άρθρου 2, σημείο 2, και των άρθρων 3, 5 και 6 της οδηγίας 2003/88/ΕΚ την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία η οποία, καίτοι προβλέπει την αναγκαιότητα της επαγγελματικής κατάρτισης του μισθωτού, δεν υποχρεώνει τον εργοδότη να τηρεί την περίοδο ανάπαυσης του εργαζομένου όσον αφορά το χρονικό διάστημα εντός του οποίου παρέχονται τα μαθήματα κατάρτισης; |
(1) Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας (ΕΕ 2003 L 299, σ. 9).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/6 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Înalta Curte de Casaţie şi Justiţie (Ρουμανία) στις 18 Δεκεμβρίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά BR, CS, DT, EU, FV, GW
(Υπόθεση C-926/19)
(2020/C 201/09)
Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική
Αιτούν δικαστήριο
Înalta Curte de Casaţie şi Justiţi
Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά
BR, CS, DT, EU, FV, GW
Λοιποί διάδικοι στη διαδικασία
Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casație și Justiție — Direcția Națională Anticorupție, Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casație și Justiție — Direcția de Investigare a Infracțiunilor de Criminalitate Organizată și Terorism — Structura centrală, Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casație și Justiție — Secția pentru investigarea infracțiunilor din justiție, Agenția Națională de Administrare Fiscală, HX, IY, SC Uranus Junior 2003 Srl
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχουν το άρθρο 19, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 325, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 58 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (1) [καθώς και] το άρθρο 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (2), που εκδίδεται βάσει του άρθρου 83, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έννοια ότι αντιτίθενται στην έκδοση απόφασης εκ μέρους οργάνου ξένου προς τη δικαστική εξουσία, ήτοι του Curtea Constituțională a României (Συνταγματικού Δικαστηρίου, Ρουμανία), το οποίο αποφαίνεται επί δικονομικής ένστασης έλλειψης νομιμότητας της σύνθεσης δικαστικού σχηματισμού, υπό το πρίσμα της αρχής της ειδίκευσης των δικαστών του Înalta Curte de Casație și Justiție (Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, Ρουμανία) (το οποίο δεν προβλέπεται στο ρουμανικό Σύνταγμα) και το οποίο επιβάλλει σε δικαιοδοτικό όργανο να αναπέμπει τις υποθέσεις που βρίσκονται στο στάδιο της έφεσης (ενδίκου μέσου με μεταβιβαστικό αποτέλεσμα), με σκοπό την επανεξέτασή τους στο πλαίσιο του αρχικού διαδικαστικού σταδίου ενώπιον του ίδιου δικαιοδοτικού οργάνου; |
|
2) |
Έχουν το άρθρο 2 ΣΕΕ και το άρθρο 47[, δεύτερο εδάφιο,] του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης την έννοια ότι δεν επιτρέπουν σε όργανο ξένο προς τη δικαστική εξουσία να κρίνει παράνομη τη σύνθεση δικαστικού σχηματισμού τμήματος του Ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου (σχηματισμού απαρτιζόμενου από εν ενεργεία δικαστές, οι οποίοι, κατά τον χρόνο της προαγωγής τους, πληρούσαν, μεταξύ άλλων, το κριτήριο της ειδίκευσης, το οποίο απαιτείται για την προαγωγή τους στο ποινικό τμήμα του Ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου); |
|
3) |
Έχει η υπεροχή του δικαίου της Ένωσης την έννοια ότι επιτρέπει σε εθνικό δικαστήριο να μην εφαρμόσει απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου η οποία ερμηνεύει έναν ιεραρχικά κατώτερο του Συντάγματος κανόνα, σχετικό με την οργάνωση του Înalta Curte de Casație și Justiție (Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου), ο οποίος περιλαμβάνεται στην εθνική νομοθεσία για την πρόληψη, τον εντοπισμό και τον ποινικό κολασμό της δωροδοκίας, κανόνα ο οποίος ερμηνεύεται παγίως με τον ίδιο τρόπο, επί δεκαέξι έτη, από δικαιοδοτικό όργανο; |
|
4) |
Περιλαμβάνει η αρχή της ελεύθερης πρόσβασης στη δικαιοσύνη, σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ειδίκευση των δικαστών και τη συγκρότηση ειδικευμένων σχηματισμών σε ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο; |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/7 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Înalta Curte de Casaţie şi Justiţie (Ρουμανία) στις 18 Δεκεμβρίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά CD
(Υπόθεση C-929/19)
(2020/C 201/10)
Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική
Αιτούν δικαστήριο
Înalta Curte de Casaţie şi Justiţie
Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου με κατηγορούμενο τον
CD
Έτεροι διάδικοι
CLD, GLO, ȘDC, PVV, SC Complexul Energetic Oltenia SA, Parchetul de pe lângă Înalta Curte de Casație și Justiție — Direcția Națională Anticorupție, Agenția Națională de Administrare Fiscală
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Πρέπει το άρθρο 19, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 325, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα άρθρα 2 και 4 της οδηγίας (ΕE) 2017/1371 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2017, σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (1), να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι αντιτίθενται στην έκδοση αποφάσεως εκ μέρους οργάνου που δεν εντάσσεται στη δικαστική εξουσία, ήτοι του Curtea Constituțională a României (Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας), που διατάσσει την αυτοδίκαιη επανεξέταση όλων των υποθέσεων δωροδοκίας που έχουν εκδικαστεί από το ποινικό τμήμα του ανωτάτου δικαιοδοτικού οργάνου σε πρώτο βαθμό εντός συγκεκριμένης περιόδου (2003-Ιανουάριος 2019), οι οποίες βρίσκονται στο στάδιο της εφέσεως; |
|
2) |
Πρέπει τα άρθρα 2 και 19, παράγραφος 1, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 47, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπουν σε όργανο που δεν εντάσσεται στη δικαστική εξουσία να κρίνει παράνομη τη σύνθεση δικαστικού σχηματισμού ενός τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εν αντιθέσει προς την ερμηνεία που δίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο βάσει της πάγιας και απαρέγκλιτης οργανωτικής και δικαιοδοτικής πρακτικής του; |
|
3) |
Πρέπει η υπεροχή του δικαίου της Ένωσης να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει σε εθνικό δικαστήριο να μην εφαρμόσει απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, η οποία εκδόθηκε σε υπόθεση σχετική με διαφορά συνταγματικής φύσεως και η οποία είναι δεσμευτική κατά το εθνικό δίκαιο; |
|
4) |
Πρέπει η φράση «που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως», που περιέχεται στο άρθρο 47, [παράγραφος 2], του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει την επίσημη συγκρότηση ειδικού δικαστικού σχηματισμού ανεξαρτήτως της ειδίκευσης των δικαστών που τον απαρτίζουν; |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/7 |
Αναίρεση που άσκησε στις 20 Δεκεμβρίου 2019 η Rubik’s Brand Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) στις 24 Οκτωβρίου 2019 στην υπόθεση T-601/17, Rubik’s Brand Ltd κατά EUIPO — Simba Toys
(Υπόθεση C-936/19 P)
(2020/C 201/11)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Rubik’s Brand Ltd (εκπρόσωποι: K. Szamosi, M. Borbás, ügyvédek)
Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Simba Toys GmbH & Co. KG
Με διάταξη της 23ης Απριλίου 2020, το Δικαστήριο (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) απέρριψε την αίτηση εγκρίσεως και καταδίκασε την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδά της.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/8 |
Αναίρεση που άσκησε στις 14 Ιανουαρίου 2020 η Neoperl AG κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 14 Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-669/18, Neoperl AG κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Υπόθεση C-14/20 P)
(2020/C 201/12)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Neoperl AG (εκπρόσωποι: H. Börjes-Pestalozza und G. Schultz, Rechtsanwälte)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με διάταξη της 23ης Απριλίου 2020, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) απέρριψε την αίτηση για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως και καταδίκασε την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδά της.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/8 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) στις 27 Ιανουαρίου 2020 — Staatssecretaris van Financiën κατά Jumbocarry Trading GmbH
(Υπόθεση C-39/20)
(2020/C 201/13)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Αιτούν δικαστήριο
Hoge Raad der Nederlanden
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Αναιρεσείων: Staatssecretaris van Financiën
Αναιρεσίβλητη:Jumbocarry Trading GmbH
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Εφαρμόζονται τα άρθρα 103, παράγραφος 3, στοιχείο β', και 124, παράγραφος 1, στοιχείο α', του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (1) επί τελωνειακής οφειλής ήδη γεννημένης πριν από την 1η Μαΐου 2016, η οποία όμως δεν είχε ακόμη παραγραφεί κατά την ημερομηνία εκείνη; |
|
2) |
Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα: Παραβιάζει η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων τις αρχές της ασφάλειας του δικαίου ή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης; |
(1) Kανονισμός (ΕΕ) 952/2013, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ 2013, L 269, σ. 1).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/9 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Nederlandstalige rechtbank van eerste aanleg Brussel (Βέλγιο) στις 6 Φεβρουαρίου 2020 — Vogel Import Export NV κατά Belgische Staat
(Υπόθεση C-62/20)
(2020/C 201/14)
Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική
Αιτούν δικαστήριο
Nederlandstalige rechtbank van eerste aanleg Brussel
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσα: Vogel Import Export NV
Καθού: Belgische Staat [Βελγικό Δημόσιο]
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχει η [Συνδυασμένη Ονοματολογία] (1) –ακόμη και υπό το πρίσμα των διαφόρων γλωσσικών αποδόσεων της κλάσεως 4409 και των επεξηγηματικών σημειώσεων του εναρμονισμένου συστήματος για τις κλάσεις 4407 και 4409– την έννοια ότι τα εμπορεύματα που αποτελούν το αντικείμενο της κυρίας δίκης, δηλαδή οι πλανισμένες ξύλινες σανίδες, οι οποίες καθ’ όλο το μήκος των τεσσάρων ακρών τους είναι στρογγυλεμένες, πρέπει να θεωρούνται ότι έχουν «καθορισμένη μορφή σε όλο το μήκος [μιας ή περισσοτέρων από τις πλάγιες πλευρές ή επιφάνειες ή άκρα]» και, κατά συνέπεια, πρέπει να καταταγούν στην κλάση 4409 ή η καμπυλότητα των ακρών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «καθορισμένη μορφή, σε όλο το μήκος [μιας ή περισσοτέρων από τις πλάγιες πλευρές ή επιφάνειες ή άκρα]» και, συνεπώς, τα εμπορεύματα πρέπει να καταταγούν στην κλάση 4407; |
|
2) |
Αποτελεί ο βαθμός καμπυλότητας καθοριστικό στοιχείο για την κατάταξη στην κλάση 4407 ή στην κλάση 4409; |
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ 1987, L 256, σ. 1).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/9 |
Αναίρεση που άσκησε στις 5 Φεβρουαρίου 2020 η Sigrid Dickmanns κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 18 Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-181/19, Sigrid Dickmanns κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
(Υπόθεση C-63/20 P)
(2020/C 201/15)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Sigrid Dickmanns (εκπρόσωπος: H. Tettenborn, Rechtsanwalt)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αιτήματα
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
— |
να αναιρέσει πλήρως τη διάταξη που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (έκτο τμήμα) στις 18 Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-181/19 και να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο κατόπιν της αναιρέσεως της διατάξεως αυτής, |
|
— |
να καταδικάσει το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής δίκης ενώπιον του Δικαστηρίου. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Η αναιρεσείουσα στηρίζει την αίτηση αναιρέσεως σε ένα μοναδικό λόγο αναιρέσεως, ήτοι σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 90 και 91, ιδίως δε του άρθρου 90, παράγραφος 2, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης (στο εξής: ΚΥΚ)· συγχρόνως υφίσταται βαρεία προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων της αναιρεσείουσας σε δίκαιη διαδικασία και σε χρηστή διοίκηση.
Κατά τη γνώμη της αναιρεσείουσας, κακώς το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ως εκπρόθεσμη τη διοικητική ένσταση την οποία η ίδια είχε ασκήσει δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ. Η εν λόγω διοικητική ένσταση ασκήθηκε εντός τριμήνου από της αιτιολογημένης αποφάσεως του EUIPO αλλά όχι εντός τριμήνου από της προηγουμένως χωρήσασας δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, τρίτη περίοδος, τρίτη περίπτωση, του ΚΥΚ σιωπηρής απορρίψεως μιας υποβληθείσας από την αναιρεσείουσα αιτήσεως.
Η αναιρεσείουσα προβάλλει στο πλαίσιο αυτό ότι η ερμηνεία του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ από το Γενικό Δικαστήριο προσκρούει στο γράμμα της διατάξεως αυτής. Η διοικητική ένσταση της αναιρεσείουσας δεν έβαλλε κατά της κατά το άρθρο 90, παράγραφος 2, τρίτη περίοδος, τρίτη περίπτωση, του ΚΥΚ σιωπηρής απορριπτικής αποφάσεως αλλά κατά μιας κοινοποιηθείσας στην ίδια αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, τρίτη περίοδος, δεύτερη περίπτωση, του ΚΥΚ και ήταν ως εκ τούτου παραδεκτή βάσει του γράμματος της διατάξεως. Ούτε από το γράμμα του άρθρου 90, παράγραφος 1, τρίτη περίοδος, του ΚΥΚ ούτε από το γράμμα του άρθρου 90, παράγραφος 2, τρίτη περίοδος, δεύτερη περίπτωση, του ΚΥΚ ούτε από το γράμμα του άρθρου 90, παράγραφος 2, τρίτη περίοδος, τρίτη περίπτωση, του ΚΥΚ προκύπτει ότι στην περίπτωση της σιωπηρής απορρίψεως μιας αιτήσεως δεν μπορεί να εφαρμοστεί η δεύτερη περίπτωση ή ότι προηγείται η εφαρμογή της τρίτης περιπτώσεως. Η ρητή απόρριψη εκ μέρους του EUIPO δεν είναι ούτε απλή επιβεβαίωση της προηγηθείσας σιωπηρής απορρίψεως, ήδη για τον λόγο ότι το EUIPO δεν παρέπεμψε στη σιωπηρή απορριπτική απόφαση. Επιπλέον, από τα στοιχεία που διαφοροποιούν την επίμαχη πράξη από μια απλή επιβεβαιωτική πράξη και ιδίως από την περιλαμβανόμενη σε αυτήν αιτιολογία προκύπτει ότι υφίσταται νέα απόφαση.
Περαιτέρω, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η διενεργηθείσα από το Γενικό Δικαστήριο ερμηνεία αντιβαίνει στο νόημα και στον σκοπό του άρθρου 90, παράγραφος 1, δεύτερη και τρίτη περίοδος, του ΚΥΚ καθώς και στον στόχο της ασφάλειας δικαίου. Το νόημα και ο σκοπός των διατάξεων αυτών έγκεινται πρωτίστως στην προστασία του αιτούντος και όχι στο να επωφελείται η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή (στο εξής: ΑΔΑ)·– όπως κατ’·αποτέλεσμα συμβαίνει στο πλαίσιο της διενεργηθείσας από το Γενικό Δικαστήριο ερμηνείας — από μια από διαδικαστικής απόψεως παράβαση καθήκοντος. Η ερμηνεία την οποία εισηγείται η αναιρεσείουσα υπηρετεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό την ασφάλεια δικαίου. Αφενός, η ερμηνεία αυτή ανταποκρίνεται στο γράμμα του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ και δεν το αντιστρέφει, όπως η διενεργηθείσα από το Γενικό Δικαστήριο ερμηνεία. Αφετέρου, βάσει της προκριθείσας από το Γενικό Δικαστήριο ερμηνείας, η προθεσμία που κινείται κατόπιν μιας ρητής και αιτιολογημένης αποφάσεως της ΑΔΑ έχει διαφορετική διάρκεια αναλόγως του αν προηγουμένως είχε εκδοθεί σιωπηρή απόφαση ή όχι.
Επιπλέον, η αναιρεσείουσα προβάλλει βαρεία προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων της σε σε δίκαιη διαδικασία και σε χρηστή διοίκηση. Η προσβολή του δικαιώματος σε δίκαιη διαδικασία έγκειται ιδίως στο ότι η ΑΔΑ μπορεί να επωφεληθεί από μια παράβαση καθήκοντος (του καθήκοντός της να αποφανθεί εντός τεσσάρων μηνών επί αιτήματος δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 1 του ΚΥΚ) προκειμένου να μειώσει κατά τρόπο αυθαίρετο την προθεσμία εντός της οποίας ο ενδιαφερόμενος μπορεί να αντιδράσει στους κοινοποιηθέντες από την ΑΔΑ λόγους απορρίψεως της αιτήσεώς του. Εκτός αυτού, στο πλαίσιο της διενεργηθείσας από το Γενικό Δικαστήριο ερμηνείας, ο ενδιαφερόμενος, λόγω της αντιθέσεως μεταξύ του γράμματος, αφενός, του άρθρου 90, παράγραφος 2, δεύτερη περίοδος, του ΚΥΚ και, αφετέρου, του άρθρου 90, παράγραφος 2, τρίτη περίοδος, δεύτερη περίπτωση, του ΚΥΚ, διατρέχει σαφώς υψηλότερο κίνδυνο μιας αρνητικής για τον ίδιο έκβασης της διαδικασίας λόγω απώλειας προθεσμίας. Άλλωστε, μια σύμφωνη προς τα θεμελιώδη δικαιώματα ερμηνεία του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ δεν θα οδηγούσε παρά στο συμπέρασμα υπέρ του οποίου τάσσεται η αναιρεσείουσα.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/10 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Obersten Gerichtshofs (Αυστρία) στις 12 Φεβρουαρίου 2020 — YL κατά Altenrhein Luftfahrt GmbH
(Υπόθεση C-70/20)
(2020/C 201/16)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Oberster Gerichtshof
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Αναιρεσείουσα: YL
Αναιρεσίβλητη: Altenrhein Luftfahrt GmbH
Προδικαστικά ερωτήματα
Υφίσταται «δυστύχημα» κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1, της Συμβάσεως για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, η οποία συνήφθη στις 28 Μαΐου 1999 στο Μόντρεαλ, υπεγράφη στις 9 Δεκεμβρίου 1999 από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και εγκρίθηκε εξ ονόματός της με την απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2001, σε περίπτωση που μια ανώμαλη, αλλά υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας του αεροσκάφους, προσγείωση προξενεί τον τραυματισμό επιβάτη (1);
(1) Απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2001, για την σύναψη από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα της σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (σύμβαση του Μόντρεαλ) (ΕΕ 2001, L 194, σ. 38.)
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/11 |
Αναίρεση που άσκησε στις 14 Φεβρουαρίου 2020 η Lazarus Szolgáltató és Kereskedelmi Kft. «σε εκκαθάριση» (Lazarus Kft.) κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) στις 18 Δεκεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-763/18, Lazarus Szolgáltató és Kereskedelmi κατά Επιτροπής
(Υπόθεση C-85/20 P)
(2020/C 201/17)
Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Lazarus Szolgáltató és Kereskedelmi Kft. «σε εκκαθάριση» (εκπρόσωπος: V. L. Szabó)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
— |
να κρίνει την αίτηση αναιρέσεως παραδεκτή και βάσιμη και, ως εκ τούτου, να αναιρέσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 2019, Lazarus Szolgáltató és Kereskedelmi κατά Επιτροπής (T-763/18, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2019:886), η οποία περιήλθε σε γνώση της την 18η Δεκεμβρίου 2019· |
|
— |
να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί των ζητημάτων τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο της ενστάσεως απαραδέκτου και δεν εξετάστηκαν με την εκδοθείσα σε πρώτο βαθμό διάταξη· |
|
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της πρωτόδικης και της αναιρετικής διαδικασίας, και, σε περίπτωση αναπομπής στο Γενικό Δικαστήριο, να μην καθορίσει αμέσως τα έξοδα της πρωτόδικης και της αναιρετικής διαδικασίας, αλλά να επιφυλαχθεί ως προς τον καθορισμό τους στην οριστική απόφαση. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
I. Εσφαλμένος νομικός χαρακτηρισμός των πραγματικών περιστατικών. Ελλιπής αιτιολογία
Mε τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη, ως όφειλε, την κατάσταση νομικής αβεβαιότητας η οποία απέρρεε από τη λήψη γνώσεως των προσβαλλομένων πράξεων της Επιτροπής.
Η νομολογία της Ένωσης στην οποία παραπέμπει το Γενικό Δικαστήριο αφορά τη λήψη γνώσεως της υπάρξεως πράξεων οι οποίες σχετίζονται με τον προσφεύγοντα ή τον αφορούν. Η προσφεύγουσα προσέβαλε την απόφαση αναστολής την οποία εξέδωσε εθνικό δικαστήριο διότι, όπως υποστήριξε, η δικαστική απόφαση η οποία επρόκειτο να εκδοθεί σε επίπεδο Ένωσης όσον αφορά τις επίμαχες αποφάσεις της Επιτροπής θα αποτελούσε προδικαστικό ζήτημα για την έκδοση απόφασης στο πλαίσιο της αγωγής της προς αποζημίωση. Η αναιρεσείουσα και ο νομικός εκπρόσωπός της μπορούν να θεωρηθούν ως το ίδιο πρόσωπο αποκλειστικώς στο πλαίσιο της υπόθεσης που αποτελεί αντικείμενο της εντολής ad litem που συμφωνήθηκε μεταξύ τους (ήτοι στο πλαίσιο της αγωγής αποζημιώσεως ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου).
Δεδομένου ότι ο νομικός εκπρόσωπος έλαβε εντολή από την αναιρεσείουσα μόνον όσον αφορά την αγωγή αποζημιώσεως ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, δεν ήταν υποχρεωμένος να ενημερώσει την προσφεύγουσα ούτε να ζητήσει το πλήρες κείμενο των επίμαχων πράξεων εντός της «εύλογης» προθεσμίας που προβλέπει το δίκαιο της Ένωσης καθόσον η εντολή που είχε λάβει δεν κάλυπτε τέτοια καθήκοντα. Η αναιρεσείουσα μπορούσε να προβεί σε τέτοιες ενέργειες μόνον αυτοπροσώπως, και τούτο, μετά τη λήψη γνώσεως του ότι οι πράξεις την αφορούσαν κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης.
II. Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της νομολογίας περί «εύλογης προθεσμίας»
Η νομολογία στην οποία παραπέμπει το Γενικό Δικαστήριο δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση διότι οι περιστάσεις των υποθέσεων των οποίων έγινε επίκληση δεν είναι όμοιες με τις επίμαχες εν προκειμένω περιστάσεις.
III. Εσφαλμένος χαρακτηρισμός του από 24 Φεβρουαρίου 2017 εγγράφου της Επιτροπής
Το εθνικό δικαστήριο, στηριζόμενο στο επίμαχο ενημερωτικό έγγραφο της Επιτροπής, εξέδωσε απόφαση με την οποία απέρριψε την καταγγελία της OPS Újpest Kft., απόφαση η οποία θίγει τα συμφέροντα της αναιρεσείουσας μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική κατάστασή της, καθόσον με βάση το έγγραφο αυτό το εθνικό δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι εθνικές αρχές είχαν χορηγήσει νόμιμη ενίσχυση.
IV. Προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας της αναιρεσείουσας. Παράβαση και κακή εφαρμογή του άρθρου 126 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου
Καίτοι το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε τη λήψη μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας, δεν κάλεσε τους διαδίκους να υποβάλουν παρατηρήσεις επί του ζητήματος της άσκησης της προσφυγής εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα της εκπρόθεσμης ασκήσεως της προσφυγής το πρώτον με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη και απέρριψε την προσφυγή για τον λόγο αυτό, χωρίς να δώσει τη δυνατότητα στους διαδίκους, και ιδίως στην αναιρεσείουσα, να εκθέσουν τα επιχειρήματα και τα αντεπιχειρήματά τους.
Ελλείψει της προαναφερθείσας προσκλήσεως, η νυν αναιρεσείουσα δεν είχε τη δυνατότητα να προσκομίσει οποιοδήποτε έγγραφο το οποίο θα μπορούσε να τεκμηριώσει την άποψη της ότι η προσφυγή ασκήθηκε εμπροθέσμως.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/12 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Finanzgericht Düsseldorf (Γερμανία) στις 25 Φεβρουαρίου 2020 — Rottendorf Pharma GmbH κατά Hauptzollamt Bielefeld
(Υπόθεση C-92/20)
(2020/C 201/18)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Finanzgericht Düsseldorf
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσα: Rottendorf Pharma GmbH
Καθού: Hauptzollamt Bielefeld
Προδικαστικό ερώτημα
Έχει το άρθρο 239, παράγραφος 1, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 (1) του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, την έννοια ότι, κατά τη διάταξη αυτή, η επιστροφή του δασμού είναι δυνατή σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, στην οποία τα μη κοινοτικά εμπορεύματα που εισήγαγε ο ενδιαφερόμενος επανεξήχθησαν εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας και οι περιστάσεις που είχαν ως συνέπεια τη γένεση τελωνειακής οφειλής δεν συνεπάγονται πρόδηλη αμέλεια εκ μέρους του ενδιαφερόμενου;
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/13 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bezirksgericht Schwechat (Αυστρία) στις 25 Φεβρουαρίου 2020 — JU κατά Air France Direktion für Österreich
(Υπόθεση C-93/20)
(2020/C 201/19)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Bezirksgericht Schwechat
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Ενάγουσα: JU
Εναγόμενη: Air France Direktion für Österreich
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχει το άρθρο 31, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 31, παράγραφος 4, της σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (στο εξής: σύμβαση του Μόντρεαλ) (1) την έννοια ότι η διαμαρτυρία για τη βλάβη που προκλήθηκε σε ελεγχθείσες αποσκευές επί του αεροσκάφους ή κατά τη διάρκεια οιασδήποτε περιόδου κατά την οποία οι αποσκευές αυτές ευρίσκοντο υπό την ευθύνη του αερομεταφορέα, σε περίπτωση καθυστερημένης παράδοσης, πρέπει να υποβάλλεται στον αερομεταφορέα το αργότερο εντός προθεσμίας επτά ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποσκευές τέθηκαν στη διάθεση του δικαιούχου, ειδάλλως κάθε αγωγή κατά του αερομεταφορέα είναι απαράδεκτη, εκτός από την περίπτωση απάτης εκ μέρους του; |
|
2) |
Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Έχει το άρθρο 31, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 31, παράγραφος 4, της σύμβασης του Μόντρεαλ την έννοια ότι η διαμαρτυρία για τη βλάβη που προκλήθηκε σε ελεγχθείσες αποσκευές επί του αεροσκάφους ή κατά τη διάρκεια οιασδήποτε περιόδου κατά την οποία οι αποσκευές αυτές ευρίσκοντο υπό την ευθύνη του αερομεταφορέα, σε περίπτωση καθυστερημένης παράδοσης, πρέπει να υποβάλλεται στον αερομεταφορέα εντός προθεσμίας 21 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία οι αποσκευές τέθηκαν στη διάθεση του δικαιούχου, ειδάλλως κάθε αγωγή κατά του αερομεταφορέα είναι απαράδεκτη, εκτός από την περίπτωση απάτης εκ μέρους του; |
(1) 2001/539/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2001, για την σύναψη από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα της σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (σύμβαση του Μόντρεαλ) (EE 2001, L 194, σ. 38).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/13 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landesgericht Linz (Αυστρία) στις 25 Φεβρουαρίου 2020 — Land Oberösterreich κατά KV
(Υπόθεση C-94/20)
(2020/C 201/20)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Landesgericht Linz
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Εκκαλόν: Land Oberösterreich
Εφεσίβλητος: KV
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχει το άρθρο 11 της οδηγίας 2003/109/ΕΚ (1) την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 6, παράγραφοι 9 και 11, του oberösterreichisches Wohnbauförderungsgesetz (νόμου της Άνω Αυστρίας περί υποστηρίξεως της δομήσεως κατοικιών, στο εξής: oöWFG), η οποία χορηγεί στους πολίτες της Ένωσης, στους υπηκόους των κρατών του ΕΟΧ και στα μέλη των οικογενειών τους, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/38/ΕΚ (2), κοινωνική παροχή στεγαστικού επιδόματος χωρίς απόδειξη γνώσεως της γλώσσας, ενώ αντίθετα απαιτεί από τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες, κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109, να αποδεικνύουν με συγκεκριμένο τρόπο ότι έχουν βασικές γνώσεις της γερμανικής γλώσσας, σε περίπτωση που το εν λόγω στεγαστικό επίδομα έχει ως σκοπό να αντιμετωπίσει τις υπέρμετρες επιβαρύνσεις λόγω των στεγαστικών δαπανών, ενώ το ελάχιστο βιοτικό επίπεδο (συμπεριλαμβανομένων των στεγαστικών αναγκών) των προσώπων που βρίσκονται σε κοινωνική κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξασφαλίζεται και μέσω μιας ευρύτερης κοινωνικής παροχής (παροχής των ελάχιστων πόρων για την κάλυψη των αναγκών βάσει νόμου της Άνω Αυστρίας για την εξασφάλιση των ελάχιστων πόρων); |
|
2) |
Έχει η απαγόρευση της «άμεσης ή έμμεσης διακρίσεως» λόγω «φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής», κατά το άρθρο 2 της οδηγίας 2000/43/ΕΚ (3), την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 6, παράγραφοι 9 και παράγραφος 11, του oöWFG, η οποία χορηγεί στους πολίτες της Ένωσης, στους υπηκόους των κρατών του ΕΟΧ και στα μέλη των οικογενειών τους, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/38, κοινωνική παροχή (στεγαστικό επίδομα κατά τον oöWFG) χωρίς απόδειξη γνώσεως της γλώσσας, ενώ αντίθετα απαιτεί από τους υπηκόους τρίτων χωρών (συμπεριλαμβανομένων των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109) να αποδεικνύουν με συγκεκριμένο τρόπο ότι έχουν βασικές γνώσεις της γερμανικής γλώσσας; |
|
3) |
Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: Έχει η απαγόρευση των διακρίσεων λόγω εθνοτικής καταγωγής, κατά το άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έννοια ότι δεν επιτρέπει εθνική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 6, παράγραφοι 9 και 11, του oöWFG, η οποία χορηγεί στους πολίτες της Ένωσης, στους υπηκόους των κρατών του ΕΟΧ και στα μέλη των οικογενειών τους, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/38, κοινωνική παροχή (στεγαστικό επίδομα κατά τον oöWFG) χωρίς απόδειξη γνώσεως της γλώσσας, ενώ αντίθετα απαιτεί από τους υπηκόους τρίτων χωρών (συμπεριλαμβανομένων των υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες κατά την έννοια της οδηγίας 2003/109) να αποδεικνύουν με συγκεκριμένο τρόπο ότι έχουν βασικές γνώσεις της γερμανικής γλώσσας; |
(1) Οδηγία 2003/109 του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες (ΕΕ 2004, L 16, σ. 44).
(2) Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ 2004, L 158, σ. 77).
(3) Οδηγία 2000/43 του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (ΕΕ 2000, L 180, σ. 22).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/14 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Finanzgericht Berlin-Brandenburg (Γερμανία) στις 27 Φεβρουαρίου 2020 — HR κατά Finanzamt Wilmersdorf
(Υπόθεση C-108/20)
(2020/C 201/21)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Finanzgericht Berlin-Brandenburg
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσα: HR
Καθού: Finanzamt Wilmersdorf
Προδικαστικό ερώτημα
Έχουν τα άρθρα 167 και 168, στοιχείο α', της οδηγίας 2006/112/EΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (οδηγίας περί ΦΠΑ) (1), την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική πρακτική εφαρμογής του δικαίου κατά την οποία η έκπτωση φόρου εισροών αποκλείεται και όταν έχει διαπραχθεί σε προηγούμενο στάδιο φοροδιαφυγή την οποία ο υποκείμενος σε φόρο εγνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει, χωρίς όμως ο ίδιος να έχει μετάσχει ή να έχει άλλως αναμιχθεί στην πράξη που απευθυνόταν σε αυτόν και χωρίς να έχει υποβοηθήσει ή διευκολύνει τη διαπραχθείσα φοροδιαφυγή;
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/15 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Augstākā tiesa (Senāts) (Λεττονία) στις 28 Φεβρουαρίου 2020 — Līga Šenfelde κατά Lauku atbalsta dienests
(Υπόθεση C-119/20)
(2020/C 201/22)
Γλώσσα διαδικασίας: η λεττονική
Αιτούν δικαστήριο
Augstākā tiesa (Senāts)
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσα και αναιρεσείουσα: Līga Šenfelde
Καθής και αναιρεσίβλητη: Lauku atbalsta dienests.
Προδικαστικά ερωτήματα
Πρέπει το άρθρο 19, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΕ) 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (1), σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις του εν λόγω κανονισμού και των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις στον γεωργικό και τον δασονομικό τομέα και στις αγροτικές περιοχές για την περίοδο 2014-2020, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι:
|
1) |
ένας γεωργός χάνει την ιδιότητα του «νέου γεωργού» για τον λόγο απλώς και μόνον ότι, κατά τα δύο προηγούμενα έτη, είχε λάβει την κατά το άρθρο 19, παράγραφος 1, στοιχείο α', περίπτωση iii, ενίσχυση για την ανάπτυξη μικρών εκμεταλλεύσεων; |
|
2) |
οι εν λόγω κανόνες επιτρέπουν στα κράτη μέλη να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση σύμφωνα την οποία δεν θα καταβάλλεται σε γεωργό η κατά το άρθρο 19, παράγραφος 1, στοιχείο α', περίπτωση i, του κανονισμού ενίσχυση εάν του έχει ήδη χορηγηθεί η ενίσχυση που προβλέπεται στην περίπτωση iii της ιδίας αυτής διάταξης; |
|
3) |
ένα κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί την εφαρμογή της σώρευσης ενισχύσεων σε γεωργό εάν δεν έχει τηρηθεί η σειρά η οποία, για τους σκοπούς της σώρευσης αυτής, προβλέπεται στο συμφωνηθέν με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης; |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/16 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Hanseatisches Oberlandesgericht Hamburg (Γερμανία) στις 5 Μαρτίου 2020 — Bank Melli Iran, ανώνυμη εταιρία ιρανικού δικαίου κατά Telekom Deutschland GmbH
(Υπόθεση C-124/20)
(2020/C 201/23)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Αιτούν δικαστήριο
Hanseatisches Oberlandesgericht Hamburg
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Εκκαλούσα: Bank Melli Iran, ανώνυμη εταιρία ιρανικού δικαίου
Εφεσίβλητη: Telekom Deutschland GmbH
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Εφαρμόζεται το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 2271/96 (1) μόνον εάν ο οικονομικός φορέας της Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 11 του ως άνω κανονισμού, λαμβάνει άμεσες ή έμμεσες διοικητικές ή δικαστικές εντολές που έχουν δοθεί από τις ΗΠΑ ή αρκεί για την εφαρμογή του το ότι η δραστηριότητα του οικονομικού φορέα της Ένωσης αποσκοπεί στη συμμόρφωση με δευτερογενείς κυρώσεις, ακόμη και χωρίς την ύπαρξη τέτοιων εντολών; |
|
2) |
Σε περίπτωση που στο πρώτο ερώτημα δοθεί η δεύτερη ως άνω απάντηση από το Δικαστήριο: Αποκλείει το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 2271/96 ερμηνεία του εθνικού δικαίου, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται στην καταγγέλλουσα να τερματίσει οποιαδήποτε πάγια συμβατική σχέση με έναν αντισυμβαλλόμενο, ο οποίος έχει καταχωρισθεί στον κατάλογο SDN (Specially Designated Nationals List — Κατάλογο ειδικώς σημασμένων υπηκόων) του OFAC (Office of Foreign Assets Control — Γραφείου Ελέγχου Αλλοδαπών Περιουσιακών Στοιχείων) των ΗΠΑ –ώστε η καταγγελία να γίνεται με κίνητρο τη συμμόρφωση προς τις κυρώσεις των ΗΠΑ– χωρίς να απαιτείται λόγος καταγγελίας και συνεπώς χωρίς να χρειάζεται να εκθέσει και να αποδείξει στο πλαίσιο αστικής διαδικασίας ότι ο λόγος για την καταγγελία δεν ήταν σε καμία περίπτωση η συμμόρφωση προς τις κυρώσεις των ΗΠΑ; |
|
3) |
Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης από το Δικαστήριο στο δεύτερο ως άνω ερώτημα: Πρέπει η τακτική καταγγελία, η οποία γίνεται κατά παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 2271/96, να θεωρηθεί υποχρεωτικά ανίσχυρη ή ο σκοπός του κανονισμού εκπληρώνεται και με άλλες κυρώσεις, όπως για παράδειγμα με την επιβολή χρηματικού προστίμου; |
|
4) |
Σε περίπτωση που στο τρίτο ερώτημα δοθεί από το Δικαστήριο η πρώτη ως άνω απάντηση: Ισχύει τούτο υπό το πρίσμα των άρθρων 16 και 52 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφενός, και της δυνατότητας χορήγησης απαλλαγών σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, του κανονισμού 2271/96, αφετέρου, ακόμη και όταν ο οικονομικός φορέας της Ένωσης απειλείται με σημαντικές οικονομικές ζημίες στην αμερικανική αγορά (εν προκειμένω: το 50 % του κύκλου εργασιών του ομίλου) εάν διατηρήσει τις επιχειρηματικές σχέσεις του με τον καταχωρισμένο στον κατάλογο αντισυμβαλλόμενο; |
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σ’ αυτούς ή απορρέουν από αυτούς (ΕΕ 1996, L 309, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2018/1100 της Επιτροπής, της 6ης Ιουνίου 2018 (ΕΕ 2018, L 199 I, σ. 1).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/16 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Juzgado de lo Social no 3 de Barcelona (Ισπανία) στις 9 Μαρτίου 2020 — YJ κατά Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS)
(Υπόθεση C-130/20)
(2020/C 201/24)
Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική
Αιτούν δικαστήριο
Juzgado de lo Social n.o 3 de Barcelona
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσα: YJ
Καθού: Instituto Nacional de la Seguridad Social (INSS)
Προδικαστικό ερώτημα
Μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά άμεση διάκριση κατά την έννοια της οδηγίας 79/7 (1) κανονιστική διάταξη όπως το άρθρο 60, παράγραφος 4, του Ley General de la Seguridad Social (γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως, Ισπανία) που εξαιρεί από τη χορήγηση προσαυξήσεως λόγω μητρότητας τις γυναίκες οι οποίες τυγχάνουν εθελούσιας συνταξιοδοτήσεως, έναντι εκείνων οι οποίες επιλέγουν να συνταξιοδοτηθούν στην κανονική προβλεπόμενη ηλικία, ή οι οποίες τυγχάνουν μεν πρόωρης συνταξιοδοτήσεως, η οποία όμως οφείλεται στην ασκηθείσα καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασιακής ζωής τους επαγγελματική δραστηριότητα ή σε αναπηρία ή σε διακοπή της εργασίας τους πριν από τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ετών συνταξιοδοτήσεως για λόγους που δεν μπορούν να αποδοθούν σε εκείνες;
(1) Οδηγία 79/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1978, περί της προοδευτικής εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ ανδρών και γυναικών σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/003, σ. 160).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/17 |
Προσφυγή της 16ης Μαρτίου 2020 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Πολωνίας
(Υπόθεση C-139/20)
(2020/C 201/25)
Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: M. Siekierzyńska και A. Armenia)
Καθής: Δημοκρατία της Πολωνίας
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
— |
να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Πολωνίας, θεσπίζοντας νόμο ο οποίος απαλλάσσει από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται από ενεργειοβόρες επιχειρήσεις οι οποίες υπάγονται στο σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο β', και το άρθρο 17, παράγραφος 4, της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (1)· |
|
— |
να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Πολωνίας στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Η Δημοκρατία της Πολωνίας θέσπισε στην εθνική νομοθεσία της απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για ενεργειακά προϊόντα τα οποία χρησιμοποιούν οι ενεργειοβόρες επιχειρήσεις που υπάγονται στο σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής (στο εξής: σύστημα EU ETS).
Κατά την άποψη της Επιτροπής, τούτο συνιστά παράβαση των υποχρεώσεων που υπέχει το εν λόγω κράτος μέλος από το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο β', και το άρθρο 17, παράγραφος 4, της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. Βάσει των διατάξεων αυτών, η φοροαπαλλαγή ή η μειωμένη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται από ενεργειοβόρες επιχειρήσεις επιτρέπονται μόνον όταν συνάπτονται συμφωνίες με επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων ή όταν εφαρμόζονται συστήματα εμπορεύσιμων αδειών ή ισοδύναμοι διακανονισμοί, εφόσον αποσκοπούν στην επίτευξη στόχων προστασίας του περιβάλλοντος ή στη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας. Το σύστημα EU ETS δεν μπορεί, κατά την άποψη της Επιτροπής, να θεωρηθεί ως «σύστημα εμπορεύσιμων αδειών» για τους σκοπούς των διατάξεων αυτών.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/18 |
Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Administratīvā rajona tiesa (Λεττονία) στις 27 Μαρτίου 2020 — AS «LatRailNet», VAS «Latvijas dzelzceļš» κατά Valsts dzelzceļa administrācija
(Υπόθεση C-144/20)
(2020/C 201/26)
Γλώσσα διαδικασίας: η λεττονική
Αιτούν δικαστήριο
Administratīvā rajona tiesa
Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης
Προσφεύγουσες: AS «LatRailNet», VAS «Latvijas dzelzceļš»
Καθής: Valsts dzelzceļa administrācija
Προδικαστικά ερωτήματα
|
1) |
Έχει το άρθρο 56, παράγραφος 2, της οδηγίας 2012/34 (1) την έννοια ότι αναγνωρίζει στον ρυθμιστικό φορέα την εξουσία να εκδώσει, με δική του πρωτοβουλία, απόφαση με την οποία καλεί την επιχείρηση που ασκεί τα βασικά καθήκοντα του διαχειριστή σιδηροδρομικής υποδομής που μνημονεύονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας να επιφέρει, σε διατάξεις σχετικές με τον υπολογισμό των τελών χρήσης υποδομής (σύστημα χρέωσης), συγκεκριμένες τροποποιήσεις οι οποίες δεν αφορούν διάκριση κατά των αιτούντων; |
|
2) |
Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα, έχει ο ρυθμιστικός φορέας την εξουσία να καθορίσει, μέσω της απόφασης αυτής, τους όρους που πρέπει να προβλέπουν οι εν λόγω τροποποιήσεις, για παράδειγμα, επιβάλλοντας την υποχρέωση εξαίρεσης από τα κριτήρια για τον καθορισμό των τελών χρήσης υποδομής τις ήδη προγραμματισμένες δαπάνες που καλύπτονται από τον κρατικό προϋπολογισμό ή από τους προϋπολογισμούς των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης τις οποίες οι μεταφορείς επιβατών δεν μπορούν να καλύψουν με τα προερχόμενα από τη μεταφορά έσοδα; |
|
3) |
Έχει το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/34 την έννοια ότι η υποχρέωση που επιβάλλεται στα κράτη μέλη στην εν λόγω παράγραφο να εξασφαλίζουν βέλτιστο ανταγωνισμό των τμημάτων της αγοράς σιδηροδρομικών μεταφορών, θεσπίζοντας προσαυξήσεις επί των τελών χρήσης υποδομής, ισχύει επίσης όσον αφορά τον καθορισμό των τελών χρήσης υποδομής στα τμήματα της αγοράς στα οποία δεν υφίσταται ανταγωνισμός, για παράδειγμα, διότι, στο επίμαχο τμήμα της αγοράς, η μεταφορά εκτελείται από έναν και μοναδικό φορέα εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών στον οποίο αναγνωρίστηκε το αποκλειστικό δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 2, στοιχείο στ', του κανονισμού 1370/2007 (2) για την εκτέλεση μεταφορών στο συγκεκριμένο τμήμα της αγοράς; |
(1) Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ 2012, L 343, σ. 32).
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ 2007, L 315, σ. 1).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/18 |
Προσφυγή της 8ης Απριλίου 2020 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου της Δανίας
(Υπόθεση C-159/20)
(2020/C 201/27)
Γλώσσα διαδικασίας: η δανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: Μ. Κωνσταντινίδης, I. Naglis και U. Nielsen)
Καθού: Βασίλειο της Δανίας
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
|
— |
να κρίνει ότι η Δανία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (1), καθόσον δεν απέτρεψε ή δεν σταμάτησε τη χρήση, από Δανούς παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων, της ονομασίας «φέτα» για τυρί το οποίο δεν πληροί τις προδιαγραφές του προϊόντος κατά τον κανονισμό (ΕΚ) 1829/2002 της Επιτροπής (2)· |
|
— |
να κρίνει ότι η Δανία, επιτρέποντας σε Δανούς παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων να παράγουν και να πωλούν απομιμήσεις φέτας, παραβαίνει το άρθρο 4, παράγραφος 3, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), σε συνδυασμό με το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012· |
|
— |
να καταδικάσει το Βασίλειο της Δανίας στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι και κύρια επιχειρήματα
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι δανικές αρχές παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που υπέχουν από τον κανονισμό για τα συστήματα ποιότητας, καθόσον επιτρέπουν σε δανικές επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν παρανόμως την ονομασία «φέτα» για τυρί που παράγεται στη Δανία.
Ειδικότερα, επισημαίνει ότι η ονομασία «φέτα» χρησιμοποιείται στη Δανία κατά παράβαση του κανονισμού για τα συστήματα ποιότητας και ότι, ως εκ τούτου, το εν λόγω κράτος μέλος οφείλει να προβεί στις κατάλληλες διοικητικές και δικαστικές ενέργειες για να αποτρέψει ή να σταματήσει την πρακτική αυτή. Δεδομένου ότι η Δανία αρνείται να συμμορφωθεί με την προαναφερθείσα νομοθεσία, παραβαίνει, κατά την Επιτροπή, τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13, παράγραφος 3, του κανονισμού για τα συστήματα ποιότητας και, επομένως, παραβιάζει το δίκαιο της Ένωσης.
Η Δανία, επιτρέποντας σε Δανούς παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων να παράγουν και να πωλούν απομιμήσεις «φέτας», παραβαίνει επίσης το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 1, παράγραφος 1, και το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012, καθόσον θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη των σκοπών της Ένωσης οι οποίοι συνίστανται στο να εξασφαλίζεται ισότιμος ανταγωνισμός για τους γεωργούς και τους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων και τροφίμων τα οποία διαθέτουν χαρακτηριστικά και στοιχεία που προσδίδουν αξία, να βοηθούνται οι παραγωγοί προϊόντων συνδεόμενων με μια γεωγραφική περιοχή με την εξασφάλιση δίκαιων αποδόσεων ανάλογων με την ποιότητα των προϊόντων τους και να εξασφαλίζεται η προστασία των ονομασιών ως δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας στην επικράτεια της Ένωσης.
Η Επιτροπή φρονεί επίσης ότι η Δανία, παραλείποντας να αποτρέψει ή να σταματήσει την προσβολή των δικαιωμάτων επί της καταχωρισμένης προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ) «φέτα», η οποία επέρχεται όταν Δανοί παραγωγοί γάλακτος εξάγουν απομιμήσεις τυριών από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε τρίτες χώρες, υπονομεύει τη θέση της Ένωσης στις διεθνείς διαπραγματεύσεις που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της προστασίας των συστημάτων ποιότητας της Ένωσης και παραβιάζει την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ.
(1) Κανονισμός (ΕΕ) 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ 2012, L 343, σ. 1).
(2) Κανονισμός (ΕΚ) 1829/2002 της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 2002, για την τροποποίηση του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/96 της Επιτροπής όσον αφορά την ονομασία «φέτα» (ΕΕ 2002, L 277, σ. 10).
Γενικό Δικαστήριο
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/20 |
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 2020 — Tilly-Sabco κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-437/18) (1)
(Εξωσυμβατική ευθύνη - Γεωργία - Επιστροφές κατά την εξαγωγή - Κρέας πουλερικών - Ακύρωση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 689/2013 με απόφαση του Δικαστηρίου - Ζημία)
(2020/C 201/28)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Ενάγουσα: Tilly-Sabco (Guerlesquin, Γαλλία) (εκπρόσωποι: R. Milchior και S. Charbonnel, δικηγόροι)
Εναγομένη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: A. Lewis et B. Hofstötterer)
Αντικείμενο
Αγωγή δυνάμει του άρθρου 268 ΣΛΕΕ με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι υπέστη λόγω της εκδόσεως του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 689/2013 της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 2013, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ 2013, L 196, σ. 13).
Διατακτικό
Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:
|
1) |
Απορρίπτει την αγωγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την Tilly-Sabco στα δικαστικά έξοδα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/20 |
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 2020 — Cimpress Schweiz κατά EUIPO — Impress Media (CIMPRESS)
(Υπόθεση T-37/19) (1)
(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης CIMPRESS - Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης impress - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα Impress-Media - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)
(2020/C 201/29)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Cimpress Schweiz GmbH (Winterthur, Ελβετία) (εκπρόσωποι: C. Eckhartt, P. Böhner και A. von Mühlendahl, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: A. Söder)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Impress Media GmbH (Mönchengladbach, Γερμανία) (εκπρόσωπος: F. Remmertz, δικηγόρος)
Αντικείμενο
Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 30ής Οκτωβρίου 2018 (συνεκδικασθείσες υποθέσεις R 1716/2017-2 και R 1786/2017-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ των Impress Media και Cimpress Schweiz.
Διατακτικό
Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:
|
1) |
Δέχεται την εκ μέρους της Impress GmbH υποκατάσταση στα δικαιώματα της Impress Media GmbH υπό την ιδιότητα του παρεμβαίνοντος διαδίκου. |
|
2) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
3) |
Η Cimpress Schweiz GmbH φέρει, πέραν των δικών της δικαστικών εξόδων, τα έξοδα του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) και της Impress. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/21 |
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 2020 –Lidl Stiftung κατά EUIPO — Plásticos Hidrosolubles (green cycles)
(Υπόθεση T-78/19) (1)
(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία εκπτώσεως - Εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης green cycles - Ουσιαστική χρήση του σήματος - Άρθρο 18, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 - Άρθρο 58, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού 2017/1001 - Άρθρο 10, παράγραφοι 3 και 4, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/625 - Μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία τα οποία δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα - Μη χρήση του σημείου ως λογότυπου επιχειρήσεως)
(2020/C 201/30)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Lidl Stiftung & Co. KG (Neckarsulm, Γερμανία) (εκπρόσωποι: A. Marx, K. Bonhagen και M. Wolter, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: S. Scardocchia και J. Crespo Carrillo)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Plásticos Hidrosolubles, SL (Rafelbuñol, Ισπανία) (εκπρόσωπος: C. Sueiras Villalobos, δικηγόρος)
Αντικείμενο
Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 29ης Νοεμβρίου 2018 (υπόθεση R 778/2018-5), σχετικά με διαδικασία εκπτώσεως μεταξύ των Lidl Stiftung και Plásticos Hidrosolubles.
Διατακτικό
Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:
|
1) |
Ακυρώνει την απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 29ης Νοεμβρίου 2018 (υπόθεση R 778/2018–5) καθόσον με αυτή διαπιστώθηκε η ουσιαστική χρήση του επίμαχου σήματος για τα προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση 20 |
|
2) |
Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά. |
|
3) |
Η Lidl Stiftung & Co. KG, το EUIPO και η Plásticos Hidrosolubles, SL, φέρουν έκαστος τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε κατά την ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/22 |
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Απριλίου 2020 — Kerry Luxembourg κατά EUIPO — Döhler (TasteSense By Kerry)
(Υπόθεση T-108/19) (1)
(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως του εικονιστικού σήματος TasteSense By Kerry ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης MultiSense - Σχετικός λόγος απαραδέκτους - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β’, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β’, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001])
(2020/C 201/31)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Kerry Luxembourg Sàrl (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: A. von Mühlendahl και H. Hartwig, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: J. Ivanauskas και H. O’Neill)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Döhler GmbH (Darmstadt, Γερμανία)
Αντικείμενο
Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 27ης Νοεμβρίου 2018 (υπόθεση R 1179/2018-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Döhler και Kerry Luxembourg.
Διατακτικό
Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την Kerry Luxembourg Sàrl στα δικαστικά έξοδα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/22 |
Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Απριλίου 2020 — Thai World Import & Export κατά EUIPO — Elvir (Yaco)
(Υπόθεση T-3/19) (1)
(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Παραίτηση από την ανακοπή - Κατάργηση της δίκης)
(2020/C 201/32)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Thai World Import & Export Co. Ltd (Μπανγκόγκ, Ταϊλάνδη) (εκπρόσωπος: S. Bénoliel-Claux, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: J. Crespo Carrillo)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Elvir (Condé-sur-Vire, Γαλλία) (εκπρόσωπος: M. Lhotel, δικηγόρος)
Αντικείμενο
Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 2ας Οκτωβρίου 2018 (υπόθεση R 319/2018-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Elvir και Thai World Import & Export Co.
Διατακτικό
Το Γενικό Δικαστήριο διατάσσει:
|
1) |
Καταργεί τη δίκη. |
|
2) |
Η Thai World Import & Export Co. Ltd και η Elvir φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα καθώς και, εκάστη, το ήμισυ των δικαστικών εξόδων του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO). |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/23 |
Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Απριλίου 2020 — SQlab κατά EUIPO (Innerbarend)
(Υπόθεση T-307/19) (1)
(Προσφυγή ακυρώσεως - Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Innerbarend - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Περιγραφικός χαρακτήρας - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 - Προσφυγή προδήλως στερούμενη νομικής βάσης)
(2020/C 201/33)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: SQlab GmbH (Taufkirchen, Γερμανία) (εκπρόσωπος: A. Koelle, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: A. Söder)
Αντικείμενο
Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 18ης Μαρτίου 2019 (υπόθεση R 2180/2018-4), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σημείου Innerbarend ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Διατακτικό
Το Γενικό Δικαστήριο διατάσσει:
|
1) |
Απορρίπτει την προσφυγή. |
|
2) |
Καταδικάζει την SQlab GmbH στα δικαστικά έξοδα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/24 |
Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 20ής Απριλίου 2020 — Leonardo κατά Frontex
(Υπόθεση T-849/19 R)
(Ασφαλιστικά μέτρα - Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών - Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων - Έλλειψη επείγοντος)
(2020/C 201/34)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Αιτούσα: Leonardo SpA (Ρώμη, Ιταλία) (εκπρόσωπος: A. Parrella, δικηγόρος)
Καθού: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) (εκπρόσωποι: S. Drew, H. Caniard, Κ. Γεωργιάδης και A. Gras, επικουρούμενοι από τους M. Vanderstraeten, F. Biebuyck και V. Ost, δικηγόρους)
Αντικείμενο
Αίτηση δυνάμει των άρθρων 278 και 279 ΣΛΕΕ με την οποία ζητείται λήψη προσωρινών μέτρων για την αναστολή εκτελέσεως της προκήρυξης δημόσιας σύμβασης που δημοσιεύθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2019 από τον Frontex, με τίτλο «Τηλεκατευθυνόμενα αεροπορικά συστήματα (RPAS) για μεσαίου ύψους και μεγάλης εμβέλειας εναέρια επιτήρηση θαλάσσιων περιοχών».
Διατακτικό
Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:
|
1) |
Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. |
|
2) |
Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/24 |
Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Απριλίου 2020 — Nouryon Industrial Chemicals κ.λπ. κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-868/19 R)
(Ασφαλιστικά μέτρα - REACH - Ουσία διμεθυλαιθέρας - Έλεγχος συμμόρφωσης - Απόφαση της Επιτροπής - Υποχρέωση παροχής ορισμένων πληροφοριών για τις οποίες απαιτούνται δοκιμές σε ζώα - Αίτηση αναστολής εκτελέσεως - Έλλειψη επείγοντος)
(2020/C 201/35)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.
Διάδικοι
Αιτούσες: Nouryon Industrial Chemicals BV(Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες), Knoell NL BV (Maarssen, Κάτω Χώρες), Grillo-Werke AG (Duisbourg, Γερμανία), PCC Trade & Services GmbH (Duisbourg) (εκπρόσωποι: R. Cana, G. David, δικηγόροι, και Z. Romata, solicitor)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: R. Lindenthal και K. Mifsud-Bonnici)
Αντικείμενο
Προσφυγή βάσει των άρθρων 278 και 279 ΣΛΕΕ με αίτημα, αφενός, αναστολή εκτελέσεως της εκτελεστικής αποφάσεως C(2019) 7336 τελικό της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2019, σχετικά με τον έλεγχο συμμόρφωσης της καταχώρισης του διμεθυλαιθέρα, η οποία κοινοποιήθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων στην Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 51, παράγραφος 7, του κανονισμού (ΕΕ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ 2006, L 396, σ. 1, διορθωτικό ΕΕ 2007, L 136, σ. 3), και, αφετέρου, χορήγηση οποιουδήποτε άλλου προσωρινού μέτρου κριθεί κατάλληλο από το Γενικό Δικαστήριο.
Διατακτικό
Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:
|
1) |
Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. |
|
2) |
Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/25 |
Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 22ας Απριλίου 2020 — Aquind κ.λπ. κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-885/19 R)
(Ασφαλιστικά μέτρα - Ενέργεια - Διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές - Κανονισμός (ΕΕ) 347/2013 - Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού 347/2013 - Αίτηση αναστολής εκτελέσεως - Έλλειψη επείγοντος)
(2020/C 201/36)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Αιτούσες: Aquind Ltd (Wallsend, Ηνωμένο Βασίλειο), Aquind Energy Sàrl, (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο), Aquind SAS (Ρουέν, Γαλλία) (εκπρόσωποι: S. Goldberg, C. Davis, J. Bille, solicitors, και E. White, δικηγόρος)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: O. Beynet, Y. Marinova και B. De Meester)
Αντικείμενο
Αίτηση, βάσει των άρθρων 278 και 279 ΣΛΕΕ, με την οποία ζητείται να ανασταλεί η εκτέλεση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού της Επιτροπής, της 31ης Οκτωβρίου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 347/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον ενωσιακό κατάλογο έργων κοινού ενδιαφέροντος
Διατακτικό
Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:
|
1) |
Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. |
|
2) |
Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/25 |
Προσφυγή της 28ης Φεβρουαρίου 2020 — IV κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-145/20)
(2020/C 201/37)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων: IV (εκπρόσωπος: J. Lemmer, δικηγόρος)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να απευθύνει διαταγή προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Centre Polyvalent de l’Enfance Interinstitutionnel, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον να γνωστοποιήσει στον [X] το δελτίο παρουσιών του τέκνου του [Y] του έτους 2019 και του έτους 2020 το οποίο είναι στην κατοχή τους, και τούτο δια της επιβολής οριστικού προστίμου 500 ευρώ (πεντακοσίων ευρώ) ανά ημέρα καθυστερήσεως από την έκδοση της σχετικής αποφάσεως· |
|
— |
να καταδικάσει την καθής στην καταβολή 1 500 ευρώ για τα μη δυνάμενα να αναζητηθούν έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο προσφεύγων για την προάσπιση των δικαιωμάτων του, καθώς και στα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας αυτής. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής του ο προσφεύγων προβάλλει έναν μόνον λόγο ο οποίος στηρίζεται σε παράβαση από την καθής του άρθρου 42 «Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα» του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ορίζει ότι «Κάθε πολίτης της Ένωσης καθώς και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατοικεί ή έχει την καταστατική έδρα του σε ένα κράτος μέλος έχει δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, ανεξαρτήτως υποθέματος».
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/26 |
Προσφυγή της 8ης Μαρτίου 2020 — Csordas κ.λπ. κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-146/20)
(2020/C 201/38)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγοντες: Annamaria Csordas (Πόλη του Λουξεμβούργου, Λουξεμβούργο), Adrian Sorin Cristescu (Πόλη του Λουξεμβούργου), Jean Putz (Esch-sur-Alzette, Λουξεμβούργο), Miguel Vicente-Nunez (Πόλη του Λουξεμβούργου) (εκπρόσωπος: M.-A. Lucas, δικηγόρος)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:
πριν αποφανθεί επί της προσφυγής,
|
— |
να καλέσει την Επιτροπή, στο πλαίσιο διεξαγωγής αποδείξεων ή μέτρου οργανώσεως της διαδικασίας, να επισημάνει, αφού ενημερωθεί από τις συνδικαλιστικές ή επαγγελματικές οργανώσεις (στο εξής: ΣΕΟ) οι οποίες μετείχαν στις εκλογές με τον συνδυασμό αριθ. 3, τον αριθμό των υποψηφίων με τον οποίο μετείχε καθεμία από τις οργανώσεις αυτές, διακρίνοντας μεταξύ τακτικών και αναπληρωματικών υποψηφίων, καθώς και το κριτήριο κατανομής, με σκοπό την ανεύρεση του βαθμού αντιπροσωπευτικότητας κάθε οργανώσεως, μεταξύ τακτικού και αναπληρωματικού ανά ζεύγος υποψηφίων· |
Αποφαινόμενο επί της προσφυγής:
|
— |
να διαπιστώσει την έλλειψη νομιμότητας της εκ μέρους της Επιτροπής παραλείψεως να προλάβει ή να ελέγξει:
|
|
— |
να ακυρώσει την προσαρμογή του βαθμού αντιπροσωπευτικότητας των ΣΕΟ που μετείχαν στις εκλογές του Νοεμβρίου 2019, για την ανάδειξη του τοπικού τμήματος Λουξεμβούργου της Επιτροπής Προσωπικού, την οποία αποφάσισε η Επιτροπή κατόπιν της δημοσιεύσεως των αποτελεσμάτων αυτών βάσει της συμφωνίας περί κατανομής της αντιπροσωπευτικότητας της 14ης Οκτωβρίου 2019· |
|
— |
να ακυρώσει κάθε απόφαση περί χορηγήσεως στις ΣΕΟ που υπέγραψαν τη συμφωνία της 14ης Οκτωβρίου 2019 επιπλέον πόρων, πέραν αυτών που διέθεταν βάσει της αντιπροσωπευτικότητας την οποία είχε αναγνωρισθεί ότι είχαν κατόπιν των εκλογών του 2016 για την ανάδειξη του τοπικού τμήματος Λουξεμβούργου της Επιτροπής Προσωπικού· |
|
— |
να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγοντες προβάλλουν τέσσερις λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής περί ελεύθερων και δημοκρατικών εκλογών, καθόσον, ελλείψει δημοσιεύσεως, εκ μέρους της εφορευτικής επιτροπής, πριν από την έναρξη της εκλογικής διαδικασίας, της συμφωνίας περί κατανομής της αντιπροσωπευτικότητας, οι λογότυποι που εμφανίζονταν στην προεκλογική αφίσα του αριθ. 3 συνδυασμού «Ensemble Luxembourg» μπορούσαν να προκαλέσουν στους εκλογείς την εντύπωση ότι στον συνδυασμό αυτό μετείχαν πέντε συνδικαλιστικές ή επαγγελματικές οργανώσεις (ΣΕΟ), οι οποίες μνημονεύονταν, εκπροσωπούμενες ισοδύναμα από 20 ζεύγη υποψηφίων, μολονότι από τη συμφωνία προέκυπτε ότι μετείχαν έξι ΣΕΟ, δύο εκ των οποίων είχαν διαφορετική ονομασία, μη εκπροσωπούμενες ισοδύναμα. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής περί ελεύθερων και δημοκρατικών εκλογών, καθόσον η εκ μέρους της εφορευτικής επιτροπής δημοσίευση κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας της συμφωνίας περί κατανομής της αντιπροσωπευτικότητας μπορούσε να προκαλέσει σε ορισμένους εκλογείς την εντύπωση ότι στον αριθ. 3 συνδυασμό μετείχαν έξι ΣΕΟ εκπροσωπούμενες από τα 20 ζεύγη υποψηφίων του συνδυασμού αυτού κατά την καθορισθείσα με τη συμφωνία αναλογία, ενώ μετείχαν τρεις ΣΕΟ και συνασπισμός τριών άλλων, εκ των οποίων μία μπορούσε να εκπροσωπεί τις άλλες δύο, μη εκπροσωπούμενες, ως εκ τούτου, από υποψηφίους του συνδυασμού, τουλάχιστον κατά την καθοριζόμενη αναλογία. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται προσβολή της ελευθερίας επιλογής μεταξύ των υποψηφίων του συνδυασμού αριθ, 3 και κίνδυνος συγχύσεως ως προς την κατά τον τρόπο αυτό υποστηριζόμενη ΣΕΟ, καθόσον ούτε στον αριθ. 3 συνδυασμό «Ensemble Luxembourg» ούτε στην αντίστοιχη προεκλογική αφίσα μνημονευόταν η ΣΕΟ που εκπροσωπείται από καθένα εκ των μετεχόντων στον συνδυασμό αυτό υποψηφίων, ενώ επρόκειτο για συνδυασμό στον οποίο μετείχαν έξι διαφορετικές ΣΕΟ ή τρεις ΣΕΟ και ένας συνασπισμός ή ένωση τριών άλλων, προερχομένων από διαφορετικές συνδικαλιστικές ενώσεις, οι οποίες είναι εγκατεστημένες τόσο στο Λουξεμβούργο όσο και στις Βρυξέλλες και οι οποίες δεν είχαν όλες δηλώσει την υποστήριξή τους στον κοινό συνδυασμό. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής περί ελεύθερων και δημοκρατικών εκλογών, καθόσον η εκ μέρους της εφορευτική επιτροπής δημοσίευση κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας της συμφωνίας περί κατανομής της αντιπροσωπευτικότητας μπορούσε να προκαλέσει στους εκλογείς την εντύπωση ότι οι ΣΕΟ που μετείχαν στον αριθ. 3 συνδυασμό εκπροσωπούνταν σε αυτόν από αριθμό υποψηφίων αντίστοιχο με την καθοριζόμενη για καθεμία αναλογία, μολονότι δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ή, τουλάχιστον, ότι στην οργάνωση R&D είχε εκχωρηθεί μέρος της αντιπροσωπευτικότητας της οργανώσεως Solidarité européenne, ενώ οι οργανώσεις USF-L, FFPE και U4U ήταν εκείνες που εκχώρησαν μέρος της αντιπροσωπευτικότητάς τους στην R&D. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/28 |
Προσφυγή / Αγωγή της 19ης Μαρτίου 2020 — IY κατά Κοινοβουλίου
(Υπόθεση T-154/20)
(2020/C 201/39)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα/ενάγουσα: IY (εκπρόσωποι: T. Bontinck και A. Guillerme, δικηγόροι)
Καθού/Εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα/ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την από 4 Ιουλίου 2019 απόφαση περί απολύσεως της προσφεύγουσας/ενάγουσας· |
|
— |
να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε καταβολή αποζημιώσεως 20 000 ευρώ για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη η προσφεύγουσα/ενάγουσα· |
|
— |
να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα· |
επικουρικώς:
|
— |
να διαπιστώσει ότι είναι παράνομη η απόφαση περί διαλύσεως της πολιτικής ομάδας ENF (Ευρώπη των Εθνών και της Ελευθερίας)· |
|
— |
κατά συνέπεια, να ακυρώσει την από 4 Ιουλίου 2019 απόφαση περί απολύσεως της προσφεύγουσας/ενάγουσας· |
|
— |
να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε καταβολή αποζημιώσεως 20 000 ευρώ για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη η προσφεύγουσα/ενάγουσα· |
|
— |
να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής/αγωγής η προσφεύγουσα/ενάγουσα προβάλλει πέντε λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. Η προσφεύγουσα/ενάγουσα εκτιμά ότι η απόφαση περί απολύσεως, η οποία δικαιολογείται αποκλειστικώς από την προβαλλόμενη διάλυση της πολιτικής ομάδας ENF του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πάσχει από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται κατάχρηση εξουσίας, εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκανε χρήση των εξουσιών του για να αλλοιώσει ένα απλό μέτρο αλλαγής της ονομασίας μιας πολιτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εμφανίζοντάς το ως διάλυση πολιτικής ομάδας. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως. Η προσφεύγουσα/ενάγουσα φρονεί ότι δεν τηρήθηκε το δικαίωμά της να ακουστεί προτού ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση περί απολύσεως. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, καθόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εφάρμοσε διαφορετικές διαδικασίες στους υπαλλήλους της φερομένης ως διαλυθείσας πολιτικής ομάδας. |
|
5. |
Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως και του καθήκοντος μέριμνας. |
Επικουρικώς, η προσφεύγουσα/ενάγουσα προβάλλει το μη σύννομο της αποφάσεως περί διαλύσεως της πολιτικής ομάδας ENF του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υποστηρίζει ότι εφόσον η απόφαση περί διαλύσεως είναι παράνομη διότι πάσχει από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και κατάχρηση εξουσίας, η απόφαση περί απολύσεως που στηρίζεται αποκλειστικώς στη διάλυση αυτή είναι, κατά συνέπεια, παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/29 |
Προσφυγή-αγωγή της 19ης Μαρτίου 2020 — IZ κατά Κοινοβουλίου
(Υπόθεση T-155/20)
(2020/C 201/40)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: IZ (εκπρόσωποι: T. Bontinck και A. Guillerme, δικηγόροι)
Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Αιτήματα
Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
κυρίως:
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση περί απολύσεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος της 4ης Ιουλίου 2019· |
|
— |
να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να του καταβάλει αποζημίωση ύψους 20 000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης· |
|
— |
να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα· |
επικουρικώς:
|
— |
να διαπιστώσει τον παράνομο χαρακτήρα της αποφάσεως περί διαλύσεως της πολιτικής ομάδας ENL· |
|
— |
ως εκ τούτου, να ακυρώσει την απόφαση περί απολύσεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος της 4ης Ιουλίου 2019· |
|
— |
να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να του καταβάλει αποζημίωση ύψους 20 000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης· |
|
— |
να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα· |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής ο προσφεύγων-ενάγων προβάλλει, κυρίως, πέντε λόγους οι οποίοι ταυτίζονται ή είναι παρεμφερείς με εκείνους που προβλήθηκαν στο πλαίσιο της υποθέσεως T-154/20, IY κατά Κοινοβουλίου.
Επικουρικώς, ο προσφεύγων-ενάγων προβάλλει την έλλειψη νομιμότητας της αποφάσεως περί διαλύσεως της ευρωπαϊκής πολιτικής ομάδας ENL. Υποστηρίζει ότι, δεδομένου ότι η απόφαση περί διαλύσεως είναι παράνομη, καθότι πάσχει πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως και έχει εκδοθεί κατά κατάχρηση εξουσίας, η απόφαση περί απολύσεως η οποία είχε ως αποκλειστικό έρεισμα τη διάλυση αυτή είναι επομένως και η ίδια παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/29 |
Προσφυγή-αγωγή της 19ης Μαρτίου 2020 — JA κατά Κοινοβουλίου
(Υπόθεση T-156/20)
(2020/C 201/41)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: JA (εκπρόσωποι: T. Bontinck και A. Guillerme, δικηγόροι)
Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Αιτήματα
Ο προσφεύγων-ενάγων (στο εξής: προσφεύγων) ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
κυρίως:
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση απολύσεώς του της 4ης Ιουλίου 2019· |
|
— |
να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση ύψους 20 000 ευρώ για την ηθική βλάβη την οποία υπέστη· |
|
— |
να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα· |
επικουρικώς:
|
— |
να κηρύξει παράνομη την απόφαση διάλυσης της πολιτικής ομάδας ENL· |
|
— |
κατά συνέπεια, να ακυρώσει την απόφαση απολύσεώς του της 4ης Ιουλίου 2019· |
|
— |
να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση ύψους 20 000 ευρώ για την ηθική βλάβη την οποία υπέστη· |
|
— |
να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής του ο προσφεύγων προβάλλει, ως προς τα κύρια αιτήματά του, πέντε λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι είναι πανομοιότυποι ή παρόμοιοι με εκείνους που προβάλλονται στο πλαίσιο της υπόθεσης T-154/20, IY κατά Κοινοβουλίου.
Επικουρικώς, ο προσφεύγων προβάλλει ότι η απόφαση διάλυσης της ευρωπαϊκής πολιτικής ομάδας ENL είναι παράνομη. Υποστηρίζει ότι, καθότι η εν λόγω απόφαση περί διάλυσης είναι παράνομη ως ενέχουσα πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και ληφθείσα κατά κατάχρηση εξουσίας, η απόφαση απολύσεώς του, η οποία βασίστηκε αποκλειστικώς στη διάλυση της εν λόγω ομάδας, είναι και αυτή παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/30 |
Προσφυγή της 23ης Μαρτίου 2020 — JB κατά Cedefop
(Υπόθεση T-159/20)
(2020/C 201/42)
Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: JB (εκπρόσωπος: Β. Χριστιανός, δικηγόρος)
Καθού: Ευρωπαϊκό Κέντρο για την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης (European Centre for the Development of Vocational Training, στο εξής, «CEDEFOP»)
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρωθεί η σιωπηρή απορριπτική απόφαση του CEDEFOP της 19ης Ιανουαρίου 2020, και |
|
— |
να καταβάλει το CEDEFOP στη προσφεύγουσα συνολικά 442 276,78 euros. |
Ισχυρισμοί/Λόγοι και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις ισχυρισμούς.
|
1. |
Πρώτος ισχυρισμός αντλούμενος από τη παραβίαση του άρθρου 41 του ΧΘΔΕΕ. |
|
2. |
Δεύτερος ισχυρισμός αντλούμενος από τη παραβίαση του δικαιώματος στη χρηστή διοίκηση λόγω εξέτασης της αίτησης της προσφεύγουσας για αποζημίωση από υπάλληλο του CEDEFOP, που ήταν μάρτυρας κατηγορίας — παράβαση του άρθρου 11 Α ΚΥΚ. |
|
3. |
Τρίτος ισχυρισμός αντλούμενος από τη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας κατά την εξέταση της κατ’άρθρο 90, παράγραφος 1, ΚΥΚ, αίτησης της προσφεύγουσας, όπως επικυρώθηκε από τη σιωπηρή απορριπτική απόφαση κατά της ένστασης κατ’άρθρο 90, παράγραφος 2, ΚΥΚ. |
|
4. |
Τέταρτος ισχυρισμός αντλούμενος από το γεγονός ότι το καθού υποβάθμισε επαγγελματικά και παρέλειψε να προαγάγει την προσφεύγουσα κατά παράβαση των διατάξεων του ΚΥΚ και της αρχής για αμερόληπτη συμπεριφορά. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/31 |
Προσφυγή της 27ης Μαρτίου 2020 — 3M Belgium κατά ECHA
(Υπόθεση T-160/20)
(2020/C 201/43)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: 3M Belgium (Diegem, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: J.-P. Montfort και T. Delille, δικηγόροι)
Καθού: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την από 16 Ιανουαρίου 2020 απόφαση του ECHA (ECHA/01/2020) σχετικά με την «Εγγραφή ουσιών που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία στον Κατάλογο υποψηφίων ουσιών προς ενδεχόμενη εγγραφή στο παράρτημα XIV» του κανονισμού REACH (1), κατά το μέτρο που αυτή αφορά το «Υπερφθοροβουτανοσουλφονικό οξύ (“PFBS”) και τα άλατά του»· |
|
— |
να καταδικάσει τον καθού στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 57, στοιχείο στ', του κανονισμού REACH και ότι ο καθού υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, δεδομένου ότι δεν απέδειξε ότι η επίμαχη ουσία είναι πιθανόν να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή το περιβάλλον. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της προβλεψιμότητας, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ουδόλως ήταν σε θέση να προσδιορίσει ή να εξακριβώσει ποιος ήταν ο ορισμός, τα κριτήρια ή οι παράγοντες επί των οποίων στήριξε την απόφασή του ο ECHA. |
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής (ΕΕ 2006, L 396, σ. 1, διορθωτικό ΕΕ 2007, L 136, σ. 3)
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/32 |
Προσφυγή της 28ης Μαρτίου 2020 — UPL Europe και Indofil Industries (Netherlands) κατά EFSA
(Υπόθεση T-162/20)
(2020/C 201/44)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσες: UPL Europe Ltd (Warrington Cheshire, Ηνωμένο Βασίλειο), Indofil Industries (Netherlands) BV (Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: C. Mereu και S. Englebert, δικηγόροι)
Καθής: Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων
Αιτήματα
Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή και βάσιμη· |
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) της 28ης Ιανουαρίου 2020, η οποία κοινοποιήθηκε στις προσφεύγουσες στις 29 Ιανουαρίου 2020, αναφορικά με την αξιολόγηση των ισχυρισμών περί εμπιστευτικότητας που διατυπώθηκαν ως προς ορισμένα τμήματα των συμπερασμάτων της EFSA σχετικά με την εξέταση από ομοτίμους της αξιολόγησης του κινδύνου από φυτοπροστατευτικά προϊόντα όσον αφορά τη δραστική ουσία Mancozeb (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση)· και |
|
— |
να καταδικάσει την καθής στο σύνολο των δικαστικών εξόδων. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής τους οι προσφεύγουσες προβάλλουν έξι λόγους ακυρώσεως.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση των διαδικαστικών κανόνων του άρθρου 12 του εκτελεστικού κανονισμού 844/2012 της Επιτροπής (1): η προσβαλλόμενη απόφαση ενέχει διαδικαστικά σφάλματα πραγματικού και νομικού περιεχομένου. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση των ουσιαστικών κανόνων του άρθρου 13 του εκτελεστικού κανονισμού 844/2012 της Επιτροπής: η προσβαλλόμενη απόφαση ενέχει ουσιαστικά, πραγματικά και νομικά, σφάλματα. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται εσφαλμένη εφαρμογή των άρθρων 38, 39 και 40 του κανονισμού 178/2002 (2): η καθής ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα τις διατάξεις περί εμπιστευτικότητας των άρθρων 38, 39 και 40 του κανονισμού 178/2002. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 63 του κανονισμού 1107/2009 (3): η καθής παρέβη το άρθρο 63 του κανονισμού 1107/2009, καθόσον αποφάσισε να δημοσιεύσει τις πληροφορίες τις οποίες οι προσφεύγουσες είχαν προσπαθήσει να διαφυλάξουν, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να υπονομεύσει τα εμπορικά τους συμφέροντα. |
|
5. |
Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται έλλειψη αρμοδιότητας: η καθής ενήργησε ultra vires, δεδομένου ότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων είναι η μοναδική κατά νόμον αρμόδια αρχή για την ταξινόμηση ή αναταξινόμηση ουσιών, όπως ορίζεται στον κανονισμό 1272/2008 (4), και όχι η καθής. |
|
6. |
Με τον έκτο λόγο προβάλλεται παραβίαση θεμελιωδών αρχών του δικαίου της Ένωσης: των αρχών της νομιμότητας, της ασφάλειας δικαίου, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της χρηστής διοικήσεως και της αναλογικότητας, καθώς και του καθήκοντος της επιμελούς και αμερόληπτης εξέτασης: η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παραβίαση θεμελιωδών αρχών του δικαίου της Ένωσης. |
(1) Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 844/2012 της Επιτροπής της 18ης Σεπτεμβρίου 2012 για τον καθορισμό των διατάξεων που απαιτούνται για την εφαρμογή της διαδικασίας ανανέωσης της έγκρισης δραστικών ουσιών, που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ 2012 L 252, σ. 26).
(2) Κανονισμός (ΕΚ) 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Ιανουαρίου 2002 για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ 2002 L 31, σ. 1).
(3) Κανονισμός (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009 L 309, σ. 1).
(4) Κανονισμός (ΕΚ) 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2008 για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/EΟΚ και 1999/45/EΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1907/2006 (ΕΕ 2008 L 353, σ. 1).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/33 |
Προσφυγή-αγωγή της 19ης Μαρτίου 2020 — BG κατά Κοινοβουλίου
(Υπόθεση T-164/20)
(2020/C 201/45)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα-ενάγουσα: BG (εκπρόσωποι: A. Tymen, L. Levi, και A. Champetier, δικηγόροι)
Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα-ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση του καθού-εναγομένου της 20ής Μαΐου 2019 περί απορρίψεως της αιτήσεως της προσφεύγουσας-ενάγουσας του Ιουλίου 2017 περί παροχής επικουρίας· |
|
— |
εφόσον κρίνεται αναγκαίο, να ακυρώσει την απόφαση του καθού-εναγομένου της 10ης Δεκεμβρίου 2019 περί απορρίψεως της καταγγελίας της προσφεύγουσας-ενάγουσας με ημερομηνία 20 Αυγούστου 2019· |
|
— |
να υποχρεώσει το καθού-εναγόμενο να καταβάλει στην προσφεύγουσα-ενάγουσα αποζημίωση 50 000 ευρώ για την ηθική βλάβη την οποία αυτή υπέστη λόγω παράνομης συμπεριφοράς του καθού-εναγομένου· |
|
— |
να καταδικάσει το καθού-εναγόμενο στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής της, η προσφεύγουσα-ενάγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος ακροάσεως (άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο α', του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης). |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος σε αμερόληπτη και δίκαιη δίκη (άρθρο 41, παράγραφος 1, του Χάρτη) και παράβαση του άρθρου 24 του ΚΥΚ και του καθήκοντος μέριμνας. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος του προσώπου όπως η εκδοθησόμενη απόφαση έχει αιτιολογία (άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο γ' του Χάρτη και άρθρο 25 του ΚΥΚ). |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται πλάνη εκτιμήσεως και παράβαση των άρθρων 12α και 24 ΚΥΚ.
Στο πλαίσιο του αιτήματος αποζημιώσεως, η προσφεύγουσα-ενάγουσα εκθέτει την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του καθού-εναγομένου, τη ζημία την οποία αυτή υπέστη και τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ παράνομης συμπεριφοράς και ζημίας. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/34 |
Προσφυγή της 3ης Απριλίου 2020 — JD κατά ΕΤΕπ
(Υπόθεση T-166/20)
(2020/C 201/46)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγων: JD (εκπρόσωπος: H. Hansen, δικηγόρος)
Καθής: ΕΤΕπ
Αιτήματα
Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση i) με την οποία ζητείται από τον προσφεύγοντα να υπογράψει προσάρτημα στη σύμβαση εργασίας του για την παραίτησή του από ορισμένα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης και ii) βάσει της οποίας δεν του επιτρέπεται να αναλάβει καθήκοντα αν δεν υπογράψει προηγουμένως το εν λόγω προσάρτημα· |
|
— |
κατά συνέπεια, να υποχρεώσει την καθής να ανακαλέσει το έγγραφό της με το οποίο πρότεινε το εν λόγω προσάρτημα και τη σχετική απαίτησή της από τον προσφεύγοντα να υπογράψει το επίμαχο προσάρτημα ως προϋπόθεση για την ανάληψη καθηκόντων· |
|
— |
να υποχρεώσει την καθής να επιτρέψει στον προσφεύγοντα να αναλάβει καθήκοντα στην ΕΤΕπ με αποδοχές και παροχές οφειλόμενες αναδρομικώς από την ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων όπως αυτή ορίζεται στη σύμβαση· |
|
— |
να καταδικάσει την καθής στο σύνολο των δικαστικών εξόδων και |
|
— |
να επιφυλαχθεί επί παντός άλλου νομίμου δικαιώματος του προσφεύγοντος. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται μη τήρηση των απαιτήσεων προστασίας δεδομένων.
|
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι δεν υφίσταται νομική βάση για τον περιορισμό της κάλυψης που επιδιώκει η ΕΤΕπ.
|
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η απαίτηση υπογραφής προσαρτήματος στερείται νομικής βάσεως.
|
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται δυσμενής διάκριση σε βάρος του προσφεύγοντος και, ειδικότερα, παράβαση των άρθρων 21, παράγραφος 1, και 34, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
|
(1) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ 2018, L 295, σ. 39).
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/35 |
Προσφυγή της 7ης Απριλίου 2020 — JE κατά Συμβουλίου και Συνδιάσκεψη των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών
(Υπόθεση T-180/20)
(2020/C 201/47)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγων: JE (εκπρόσωπος: N. Forwood, QC)
Καθών: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Συνδιάσκεψη των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών
Αιτήματα
Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει, εν μέρει, τη Δήλωση της Συνδιάσκεψης των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών σχετικά με τις συνέπειες της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση στους Γενικούς Εισαγγελείς του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 29ης Ιανουαρίου 2020, η οποία δημοσιεύθηκε από το Συμβούλιο με το υπ’ αριθ. XT 21018/20 έγγραφο· |
|
— |
να καταδικάσει τους καθών στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει ότι η πράξη που εξέδωσαν οι καθών πρέπει, εν μέρει, να ακυρωθεί, λόγω ελλείψεως αρμοδιότητας, παραβάσεως ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, παραβιάσεως των Συνθηκών και των κανόνων δικαίου σχετικά με την εφαρμογή των Συνθηκών, και καταχρήσεως εξουσίας.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/36 |
Προσφυγή της 9ης Απριλίου 2020 — JE κατά Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Υπόθεση T-184/20)
(2020/C 201/48)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: JE (εκπρόσωπος: N. Forwood, QC)
Καθού: Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει εν μέρει την από 31 Ιανουαρίου 2020 απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να κηρύξει κενή τη θέση της προσφεύγουσας ως γενικής εισαγγελέα και να κινήσει διαδικασία για τον διορισμό διαδόχου, |
|
— |
να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί λόγω αναρμοδιότητας, παράβασης ουσιώδους τύπου και παραβίασης των Συνθηκών καθώς και κανόνων δικαίου σχετικών με την εφαρμογή τους.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/36 |
Προσφυγή της 9ης Απριλίου 2020 — FCA Italy κατά EUIPO — Bettag (Pandem)
(Υπόθεση T-191/20)
(2020/C 201/49)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: FCA Italy SpA (Τορίνο, Ιταλία) (εκπρόσωποι: F. Jacobacci και E. Truffo, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Christoph Bettag (Άαχεν, Γερμανία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτών: Ο αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών
Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Pandem — Υπ’ αριθ. 17 297 029 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 4ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1483/2019-5
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενοι λόγοι
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.· |
|
— |
Σοβαρή παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/37 |
Προσφυγή της 10ης Απριλίου 2020 — Eternit κατά EUIPO — Eternit Österreich (Πάνελ)
(Υπόθεση T-193/20)
(2020/C 201/50)
Γλώσσα διαδικασίας:η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Eternit (Kapelle-op-den-Bos, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: J. Muyldermans και P. Maeyaert, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Eternit Österreich GmbH (Vöcklabruck, Αυστρία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σχεδίου ή υποδείγματος: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου
Επίδικο σχέδιο ή υπόδειγμα: Υπ’ αριθ. 2 538 140-0001 κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τρίτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 5ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1661/2018-3
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδά τους και στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/37 |
Προσφυγή-αγωγή της 27ης Μαρτίου 2020 — JF κατά EUCAP Somalia
(Υπόθεση T-194/20)
(2020/C 201/51)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: JF (εκπρόσωπος: A. Kunst, δικηγόρος)
Καθής-εναγόμενη: EUCAP Somalia (Mogadishu, Σομαλία)
Αιτήματα
Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο με προσφυγή ακυρώσεως (άρθρο 263 ΣΛΕΕ) και αγωγή αποζημιώσεως βάσει εξωσυμβατικής ευθύνης (άρθρα 268 ΣΛΕΕ και 340, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ), τα εξής:
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση του αρχηγού αποστολής της EUCAP Somalia, της 18ης Ιανουαρίου 2020, περί καταγγελίας της σύμβασης απασχόλησης του προσφεύγοντος-ενάγοντος, |
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση του αρχηγού αποστολής της EUCAP Somalia της 31ης Ιανουαρίου 2020, με την οποία απορρίφθηκε η εσωτερική προσφυγή του, |
|
— |
να υποχρεώσει την EUCAP Somalia, βάσει της εξωσυμβατικής ευθύνης της, να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη υπό τη μορφή της απώλειας μισθών, απολαβών και δικαιωμάτων (απώλεια εισοδημάτων) κατά τη μεταβατική περίοδο, όπως ορίζεται στη συναφθείσα μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου συμφωνία αποχώρησης (συμφωνία αποχώρησης EΕ-ΗΒ), |
|
— |
να υποχρεώσει την EUCAP Somalia να αποζημιώσει τον προσφεύγοντα-ενάγοντα για την υλική ζημία και την ηθική βλάβη που υπέστη από τις παράνομες αποφάσεις, η οποία αποτιμάται προσωρινά ex aequo et bono σε 60.000 ευρώ, |
|
— |
να καταδικάσει την EUCAP Somalia στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων του προσφεύγοντος-ενάγοντος, εντόκως με ποσοστό 8 %. |
Επικουρικώς, ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο, βάσει προσφυγής-αγωγής δυνάμει της κατά το άρθρο 272 ΣΛΕΕ ρήτρας διαιτησίας (εάν οι δύο προσβαλλόμενες αποφάσεις κριθούν αρρήκτως συνδεδεμένες με τη σύμβαση πρόσληψης του προσφεύγοντος-ενάγοντος) και αγωγής αποζημίωσης για συμβατική ευθύνη (άρθρο 340, παράγραφος 1 ΣΛΕΕ), τα ακόλουθα:
|
— |
να κηρύξει παράνομες τις αποφάσεις του αρχηγού αποστολής της EUCAP Somalia της 18ης Ιανουαρίου 2020 και της 31ης Ιανουαρίου 2020, |
|
— |
βάσει της συμβατικής ευθύνης, να υποχρεώσει την EUCAP Somalia να αποζημιώσει τον προσφεύγοντα-ενάγοντα για την υλική ζημία και την ηθική βλάβη που υπέστη κατά τα ως άνω εκτιθέμενα, |
|
— |
να καταδικάσει την EUCAP Somalia στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων του προσφεύγοντος-ενάγοντος, εντόκως με ποσοστό 8 %. |
Λόγοι ακυρώσεως
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής, ο προσφεύγων-ενάγων προβάλλει πέντε λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται προσβολή από την EUCAP Somalia του δικαιώματος ακροάσεως, για τον λόγο ότι ο προσφεύγων-ενάγων δεν εκλήθη σε ακρόαση πριν ληφθεί η απόφαση της 18ης Ιανουαρίου 2020 περί καταγγελίας της συμβάσεώς του. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση από την EUCAP Somalia της απαγόρευσης των άμεσων διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, καθόσον η απόφαση περί καταγγελίας της σύμβασης του προσφεύγοντος-ενάγοντος στηρίζεται στην έναρξη ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης EΕ-ΗΒ, παρά την ύπαρξη μεταβατικής περιόδου, έχοντας ως αποτέλεσμα την παράνομη διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των συμβάσεων των Βρετανών και των μη Βρετανών μελών του προσωπικού στην EUCAP Somalia. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παραβίαση από την EUCAP Somalia της αρχής της ίσης μεταχείρισης, καθόσον η EUCAP Somalia μεταχειρίστηκε διαφορετικά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα σε σχέση με τα λοιπά μέλη του επί συμβάσει διεθνούς προσωπικού βρετανικής υπηκοότητας που απασχολήθηκαν σε άλλες αποστολές CSDP, τα οποία συνέχισαν να απασχολούνται κατά τη μεταβατική περίοδο, σύμφωνα με τη συμφωνία αποχώρησης EΕ-ΗΒ. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παράβαση από την EUCAP Somalia της συμφωνίας αποχώρησης EΕ-ΗΒ, καθόσον η EUCAP Somalia δεν έλαβε υπόψη ότι οι διατάξεις σχετικά με τις αποστολές CSDP που αφορούν το επί συμβάσει διεθνές προσωπικό βρετανικής υπηκοότητας εξακολουθούσαν να έχουν εφαρμογή και δεν περιόριζαν τη διατήρηση της απασχόλησης αυτού του προσωπικού κατά τη μεταβατική περίοδο. |
|
5. |
Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παραβίαση από την EUCAP Somalia της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, στο μέτρο που δόθηκαν εγγυήσεις στο επί συμβάσει απασχολούμενο διεθνές προσωπικό βρετανικής υπηκοότητας όσον αφορά τη διατήρηση της θέσης τους κατά τη μεταβατική περίοδο, σύμφωνα με τη συμφωνία αποχώρησης ΕΕ-ΗΒ.
Εξάλλου, σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει απαράδεκτη την προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, για τον λόγο ότι οι δύο προσβαλλόμενες αποφάσεις θεωρηθούν αρρήκτως συνδεδεμένες με τη σύμβαση πρόσληψης του προσφεύγοντος-ενάγοντος, ζητείται από το Δικαστήριο, προς στήριξη του αιτήματος βάσει του άρθρου 272 ΣΛΕΕ, το οποίο υποβλήθηκε επικουρικώς, να ληφθούν υπόψη οι ίδιοι ως άνω πέντε λόγοι. Οι προβαλλόμενες παραβάσεις και παραβιάσεις πρέπει να θεωρηθούν στην περίπτωση αυτή ως απορρέουσες από συμβατική ευθύνη. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/39 |
Προσφυγή της 6ης Απριλίου 2020 — Sociedade da Água de Monchique κατά EUIPO — Ventura Vendrell (chic ÁGUA ALCALINA 9,5 PH)
(Υπόθεση T-195/20)
(2020/C 201/52)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η πορτογαλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Sociedade da Água de Monchique S.A. (Caldas de Monchique, Πορτογαλία) (εκπρόσωπος: M. Osório de Castro, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Père Ventura Vendrell (Sant Sadurni d’Anoia, Ισπανία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτούσα: η προσφεύγουσα
Επίδικο σήμα: αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης chic ÁGUA ALCALINA 9,5 PH — Υπ’ αριθ. 017 027 608 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 20ής Ιανουαρίου 2020 στην υπόθεση R 2524/2018-4
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και, κατά συνέπεια, να επιτρέψει την καταχώριση του αιτούμενου σήματος· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/40 |
Προσφυγή της 10ης Απριλίου 2020 — Chanel κατά EUIPO — Innovative Cosmetic Concepts (INCOCO)
(Υπόθεση T-196/20)
(2020/C 201/53)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Chanel (Neuilly-sur-Seine, Γαλλία) (εκπρόσωπος: J. Passa, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Innovative Cosmetic Concepts LLC (Clifton, New Jersey, Ηνωμένες Πολιτείες)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών
Επίδικο σήμα: Αίτηση επέκτασης της προστασίας της διεθνούς καταχώρισης του λεκτικού σήματος INCOCO στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Υπ’ αριθ. 1 189 828 αίτηση επέκτασης της προστασίας διεθνούς καταχώρισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 16ης Ιανουαρίου 2020 στην υπόθεση R 194/2019-1
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενοι λόγοι
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/40 |
Προσφυγή της 30ής Μαρτίου 2020 — Shindler κ.λπ. κατά Συμβουλίου
(Υπόθεση T-198/20)
(2020/C 201/54)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγοντες: Harry Shindler (Porto d’Ascoli, Ιταλία) και εννέα άλλοι προσφεύγοντες (εκπρόσωπος: J. Fouchet, δικηγόρος)
Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Αιτήματα
Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει εξ ολοκλήρου την απόφαση (ΕΕ) 2020/135 του Συμβουλίου της 30ής Ιανουαρίου 2020 σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, καθώς και τη συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας και τα παραρτήματά της, επικουρικώς |
|
— |
να ακυρώσει μερικώς την απόφαση (ΕΕ) 2020/135 του Συμβουλίου της 30ής Ιανουαρίου 2020 σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, καθώς και τη συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, κατά το μέρος που οι πράξεις αυτές εισάγουν αυτόματη και γενική διαφοροποίηση, χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο αναλογικότητας, μεταξύ των πολιτών της Ένωσης και των υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου από 1ης Φεβρουαρίου 2020, και, επομένως, να ακυρώσει, μεταξύ άλλων, την παράγραφο 6 του προοιμίου και τα άρθρα 9, 10 και 127 της συμφωνίας αποχωρήσεως, κατά συνέπεια |
|
— |
να καταδικάσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολο των δικαστικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένης της δικηγορικής αμοιβής ύψους 5 000 ευρώ. |
Λόγοι ακυρώσεως
Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγοντες προβάλλουν δεκατρείς λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 106α της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ). Συναφώς, οι προσφεύγοντες φρονούν, μεταξύ άλλων, ότι ο βρετανικός λαός δεν ψήφισε για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρατόμ και ότι έπρεπε να έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη τυπική διαδικασία σχετικά με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από τον οργανισμό αυτό. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται διαδικαστική πλημμέλεια όσον αφορά τη φύση της τελικής συμφωνίας. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν συναφώς ότι η απόφαση περί συνάψεως της συμφωνίας αποχωρήσεως είναι παράνομη, καθόσον παρέχει στην Ένωση «εξαιρετική οριζόντια αρμοδιότητα» για τις διαπραγματεύσεις τις σχετικές με τη συμφωνία αποχωρήσεως και θίγει, ως εκ τούτου, την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, καθιστώντας αδύνατη τη σύναψη μικτής συμφωνίας και αποκλείοντας, κατά τον τρόπο αυτό, την επικύρωση από τα κράτη μέλη της τελικής συμφωνίας. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 127 της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), καθόσον δεν τηρήθηκε η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο αυτό για την καταγγελία της εν λόγω Συμφωνίας, παράλειψη λόγω της οποίας η προσβαλλόμενη απόφαση βαρύνεται, κατά τους προσφεύγοντες, με διαδικαστική πλημμέλεια και πρέπει να ακυρωθεί. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παράλειψη διενέργειας ελέγχου αναλογικότητας σε σχέση με την απώλεια της ιθαγένειας της Ένωσης για ορισμένες κατηγορίες Βρετανών πολιτών. Οι προσφεύγοντες φρονούν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, διότι δεν έλαβε υπόψη την αδυναμία διαφόρων κατηγοριών Βρετανών υπηκόων να ψηφίσουν κατά το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου 2016 με αντικείμενο τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και συγκεκριμένα: όσων είχαν ασκήσει το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ένωσης και απουσίαζαν από τη βρετανική επικράτεια επί δεκαπέντε και πλέον έτη, των υπηκόων των υπερποντίων χωρών και εδαφών, των αγγλονορμανδικών νήσων και των βρετανικών νήσων, καθώς και των κρατουμένων Βρετανών υπηκόων. |
|
5. |
Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της δημοκρατικής αρχής, των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως, της ελεύθερης κυκλοφορίας, της ελευθερίας εκφράσεως και της χρηστής διοικήσεως. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντιβαίνει στην έννομη τάξη της Ένωσης, η οποία καθιερώνει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όλων των πολιτών, καθώς και στην έννομη τάξη που απορρέει από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. |
|
6. |
Με τον έκτο λόγο προβάλλεται παράβαση των άρθρων 52 ΣΕΕ, 198, 199, 203 και 355 ΣΛΕΕ όσον αφορά τις βρετανικές υπερπόντιες χώρες και εδάφη. Οι προσφεύγοντες φρονούν ότι, δεδομένου ότι δεν στηρίζεται στην κατάλληλη νομική βάση, ήτοι το άρθρο 203 ΣΛΕΕ, η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία έχει εφαρμογή στις βρετανικές υπερπόντιες χώρες και εδάφη, είναι παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί. |
|
7. |
Με τον έβδομο λόγο προβάλλεται ότι με την απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2020 δεν λήφθηκε υπόψη το καθεστώς του Γιβραλτάρ και ότι το άρθρο 3 της συμφωνίας αποχωρήσεως παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και, ειδικότερα, το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών. |
|
8. |
Με τον όγδοο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 4 ΣΛΕΕ, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση δεν τήρησε την αρχή της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, με αποτέλεσμα, λαμβανομένου υπόψη του καθεστώτος που έχει επιφυλαχθεί στο Γιβραλτάρ, να πρέπει να ακυρωθεί. |
|
9. |
Με τον ένατο λόγο προβάλλεται παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Συναφώς, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση επιφέρει οριστικώς την απώλεια των δικαιωμάτων μόνιμης διαμονής τα οποία απέκτησαν μετά από πέντε έτη συνεχούς διαμονής σε κράτος μέλος, χωρίς να έχουν προβλεφθεί οι συγκεκριμένες συνέπειες της απώλειας αυτής και, προ πάντων, χωρίς να έχει διενεργηθεί έλεγχος αναλογικότητας. |
|
10. |
Με τον δέκατο λόγο προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το οποίο διασφαλίζει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση θίγει τα δικαιώματά τους στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, στο μέτρο που τους αφαιρεί την ιθαγένεια της Ένωσης και, ως εκ τούτου, το δικαίωμά τους να διαμένουν ελεύθερα σε κράτος μέλος του οποίου δεν είναι μεν υπήκοοι, αλλά στο έδαφος του οποίου έχουν δημιουργήσει την οικογενειακή τους ζωή. |
|
11. |
Με τον ενδέκατο λόγο προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι των Βρετανών υπηκόων στις δημοτικές και ευρωπαϊκές εκλογές. Κατά τους προσφεύγοντες, το άρθρο 127 της συμφωνίας αποχωρήσεως αντιβαίνει στο άρθρο 18 ΣΛΕΕ και στα άρθρα 20 και 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί στο μέτρο κατά το οποίο επικυρώνει συμφωνία που περιλαμβάνει διάταξη εισάγουσα διάκριση μεταξύ Βρετανών πολιτών. |
|
12. |
Με τον δωδέκατο λόγο προβάλλεται ότι η συμφωνία αποχωρήσεως συνεπάγεται αυτόματη και γενική διαφοροποίηση μεταξύ των πολιτών της Ένωσης και των υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου, χωρίς να έχει διενεργηθεί έλεγχος αναλογικότητας σε σχέση με την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή των Βρετανών από 1ης Φεβρουαρίου 2020. Στο πλαίσιο του λόγου αυτού, οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι η απώλεια της ιθαγένειας της Ένωσης δεν μπορεί να είναι αυτόματη και γενική, ότι θα έπρεπε να έχει προηγηθεί in concreto εκτίμηση των σχετικών συνεπειών και ότι, ελλείψει τέτοιας εκτιμήσεως, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί. |
|
13. |
Ο δέκατος τρίτος λόγος αφορά τον συνδυασμό των άρθρων 18, 20 και 22 ΣΛΕΕ με το άρθρο 12 της συμφωνίας αποχωρήσεως. Οι προσφεύγοντες φρονούν ότι η διάκριση που εισάγει το άρθρο 127 της συμφωνίας αποχωρήσεως παραβιάζει την κατά το άρθρο 18 ΣΛΕΕ απαγόρευση οποιασδήποτε διακρίσεως λόγω ιθαγένειας. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/42 |
Προσφυγή της 14ης Απριλίου 2020 — Aldi Stores κατά EUIPO — Dualit (Σχήμα φρυγανιέρας)
(Υπόθεση T-199/20)
(2020/C 201/55)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Aldi Stores Ltd (Atherstone, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: S. Barker, Solicitor και C. Blythe, Barrister)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Dualit Ltd (Crawley, Ηνωμένο Βασίλειο)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών
Επίδικο σήμα: Τρισδιάστατο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σχήμα φρυγανιέρας) — Υπ’ αριθ. 48 728 σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 14ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1034/2019-4
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να δεχθεί το αίτημα περί κήρυξης ακυρότητας βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να αναπέμψει την υπόθεση στο EUIPO, απευθείας στο τμήμα ακυρώσεων ή το τμήμα προσφυγών· |
|
— |
όλως επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να δεχθεί το αίτημα περί κήρυξης ακυρότητας βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', στοιχείο ε', σημείο ii, και/ή στοιχείο ε', σημείο iii, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα στο πλαίσιο της προσφυγής αυτής. |
Προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως
|
— |
Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση ουσιώδους τύπου, επικουρικώς παράβαση του άρθρου 27, παράγραφος 2, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/625 της Επιτροπής· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε', σημείο ii, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε', σημείο iii, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/43 |
Προσφυγή της 15ης Απριλίου 2020 — Stone Brewing κατά EUIPO — Molson Coors Brewing Company (UK) (STONE BREWING)
(Υπόθεση T-200/20)
(2020/C 201/56)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Stone Brewing Co. LLC (Escondido, Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: M. Kloth, R. Briske και D. Habel, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Molson Coors Brewing Company (UK) Ltd (Burton Upon Trent, Ηνωμένο Βασίλειο)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτούσα του επίδικου σήματος: Προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου
Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως του σήματος STONE BREWING ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Υπ’ αριθ. 15 423 668 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 31ης Ιανουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1524/2018-4
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να αποφανθεί υπέρ αυτής ως προς τα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενοι λόγοι
|
— |
Παράβαση του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/625 της Επιτροπής· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 47, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/625 της Επιτροπής· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/44 |
Προσφυγή της 17ης Απριλίου 2020 — Target Brands κατά EUIPO — The a.r.t. company b&s (ART CLASS)
(Υπόθεση T-202/20)
(2020/C 201/57)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Target Brands Inc. (Minneapolis, Μινεσότα, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωπος: A. Norris, Barrister)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: The a.r.t. company b&s, SA (Quel, Ισπανία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτούσα: Προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου
Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ART CLASS — Υπ’ αριθ. 16 888 695 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 23ης Ιανουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1597/2019-5
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ανακοπών σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα επίμαχα αγαθά· |
|
— |
επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο EUIPO προκειμένου να επανεξεταστεί· |
|
— |
να διατάξει να καταβληθούν στην προσφεύγουσα τα δικαστικά έξοδα στα οποία αυτή υποβλήθηκε σε σχέση με την παρούσα διαδικασία καθώς και τις διαδικασίες ενώπιον των τμημάτων προσφυγών και ανακοπών. |
Προβαλλόμενος λόγος
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/45 |
Προσφυγή-αγωγή της 18ης Απριλίου 2020 — Al-Imam κατά Συμβουλίου
(Υπόθεση T-203/20)
(2020/C 201/58)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: Maher Al-Imam (Δαμασκός, Συρία) JM (εκπρόσωπος: M. Brillat, δικηγόρος)
Καθού-εναγόμενο: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Αιτήματα
Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να δεχθεί την προσφυγή-αγωγή του προσφεύγοντος-ενάγοντος· |
|
— |
να διαπιστώσει τον παράνομο χαρακτήρα του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία και την κατάργηση του κανονισμού (EE) 442/2011, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· τον παράνομο χαρακτήρα της αποφάσεως 2013/255/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 2013, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· τον παράνομο χαρακτήρα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2020/211 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 2020, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· τον παράνομο χαρακτήρα της εκτελεστικής αποφάσεως (ΚΕΠΠΑ) 2020/212 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 2020, για την εφαρμογή της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· |
|
— |
κατά συνέπεια, να ακυρώσει τον κανονισμό (ΕΕ) 36/2012 του Συμβουλίου, της 18ης Ιανουαρίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία και την κατάργηση του κανονισμού (EE) 442/2011, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· την απόφαση 2013/255/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 2013, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2020/211 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 2020, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) 36/2012 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Συρία, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· την εκτελεστική απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2020/212 του Συμβουλίου, της 17ης Φεβρουαρίου 2020, για την εφαρμογή της απόφασης 2013/255/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Συρίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα-ενάγοντα· |
|
— |
να υποχρεώσει το Συμβούλιο να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα το ποσό των 10 000 ευρώ εβδομαδιαίως από τις 18 Φεβρουαρίου 2020, προς αποκατάσταση της υλικής ζημίας που υπέστη λόγω της λήψεως των επίδικων μέτρων· |
|
— |
να υποχρεώσει το Συμβούλιο να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα το ποσό των 15 000 ευρώ εβδομαδιαίως από τις 18 Φεβρουαρίου 2020, προς αποκατάσταση της μη υλικής ζημίας που υπέστη λόγω της λήψεως των επίδικων μέτρων· |
|
— |
να υποχρεώσει το Συμβούλιο να αποκαταστήσει κάθε μελλοντική ζημία που θα υποστεί ο προσφεύγων-ενάγων λόγω της εκδόσεως των επίδικων αποφάσεων· |
|
— |
να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής ο προσφεύγων-ενάγων προβάλλει τρεις λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσφεύγοντος-ενάγοντος κατά τη διαδικασία εκδόσεως των επίδικων πράξεων. Ο λόγος αυτός περιλαμβάνει δύο σκέλη:
|
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως κατά την έκδοση των επίδικων πράξεων. Ο λόγος αυτός περιλαμβάνει δύο σκέλη:
|
|
3. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράνομη και δυσανάλογη προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσφεύγοντος-ενάγοντος λόγω του περιεχομένου των επίδικων πράξεων. Ο λόγος αυτός περιλαμβάνει δύο σκέλη:
|
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/46 |
Προσφυγή της 19ης Απριλίου 2020 — Zoom κατά EUIPO — Facetec (ZOOM)
(Υπόθεση T-204/20)
(2020/C 201/59)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Zoom KK (Τόκιο, Ιαπωνία) (εκπρόσωπος: M. de Arpe Tejero, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Facetec Inc. (Λας Βέγκας, Νεβάδα, Ηνωμένες Πολιτείες)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών
Επίδικο σήμα: Διεθνής καταχώριση με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση του λεκτικού σήματος ZOOM — Υπ’ αριθ. 1 323 959 διεθνής καταχώριση με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 7ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 507/2019-1
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/47 |
Προσφυγή της 16ης Απριλίου 2020 — Frommer κατά EUIPO — Minerva (I-cosmetics)
(Υπόθεση T-205/20)
(2020/C 201/60)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Angela Frommer (Unterschleißheim, Γερμανία) (εκπρόσωπος: F. Remmertz, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Minerva GmbH (Μόναχο, Γερμανία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου
Επίδικο σήμα: Λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης «I-cosmetics» — Yπ’ αριθ. 8 836 661 σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 10ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 675/2019-2
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO, καθώς και την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών εφόσον παρέμβει στην παρούσα διαδικασία, στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων με τα οποία επιβαρύνθηκε η προσφεύγουσα στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών. |
Προβαλλόμενοι λόγοι
|
— |
Παράβαση του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση του κανόνα 22 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/48 |
Προσφυγή της 17ης Απριλίου 2020 — Residencial Palladium κατά EUIPO — Fiesta Hotels & Resorts (PALLADIUM HOTELS & RESORTS)
(Υπόθεση T-207/20)
(2020/C 201/61)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η ισπανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Residencial Palladium, SL (Ibiza, Ισπανία) (εκπρόσωπος: D. Solana Giménez, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Fiesta Hotels & Resorts, SL (Ibiza)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σήματος: ο αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών
Επίδικο σήμα: εικονιστικό σήμα PALLADIUM HOTELS & RESORTS — σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αριθ. 2 915 304
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: διαδικασία ακυρώσεως
Προσβαλλόμενη απόφαση: απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 12ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 231/2019-4
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει και να καταστήσει κενή περιεχομένου την προσβαλλόμενη απόφαση, υποχρεώνοντας το EUIPO να συνεχίσει την εξέταση της αιτήσεως περί κηρύξεως της ακυρότητας που υπέβαλε η Residencial Palladium· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 60, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/48 |
Προσφυγή της 21ης Απριλίου 2020 — Fidia farmaceutici κατά EUIPO — Ιουλία και Ειρήνη Τσέτη Φαρμακευτικά Εργαστήρια (HYAL)
(Υπόθεση T-215/20)
(2020/C 201/62)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Fidia farmaceutici SpA (Abano Terme, Ιταλία) (εκπρόσωποι: R. Kunz-Hallstein και H. Kunz-Hallstein, δικηγόροι)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Ιουλία και Ειρήνη Τσέτη Φαρμακευτικά Εργαστήρια ΑΒΕΕ (Αθήνα, Ελλάδα)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Δικαιούχος του επίδικου σήματος: Η προσφεύγουσα
Επίδικο σήμα: Λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης HYAL — Υπ’ αριθ. 2 430 221 σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 24ης Ιανουαρίου 2020 στην υπόθεση R 613/2019-5
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα· επικουρικώς, αν παρέμβει στη δίκη η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, να καταδικάσει εις ολόκληρον το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενοι λόγοι
|
— |
Παράβαση του άρθρου 165, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση των άρθρων 32, στοιχείο στ', και 39, παράγραφος 5, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/625 της Επιτροπής· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 94, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 95, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 59, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· |
|
— |
Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/49 |
Προσφυγή-αγωγή της 14ης Απριλίου 2020 — Alkattan κατά Συμβουλίου
(Υπόθεση T-218/20)
(2020/C 201/63)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: Waseem Alkattan (Δαμασκός, Συρία) (εκπρόσωπος: G. Karouni, δικηγόρος)
Καθού-εναγόμενο: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Αιτήματα
Ο προσφεύγων-ενάγων (στο εξής: προσφεύγων) ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει τις ακόλουθες πράξεις, καθόσον αφορούν τον προσφεύγοντα:
|
|
— |
να υποχρεώσει το Συμβούλιο να καταβάλει ποσό ύψους 500 000,00 (πεντακοσίων χιλιάδων) ευρώ προς αποκατάσταση κάθε είδους βλάβης που υπέστη ο προσφεύγων· |
|
— |
να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής, ο προσφεύγων προβάλλει τέσσερις λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας και του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, τα οποία θεμελιώνονται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα άρθρα 6 και 13 της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών καθώς και στη νομολογία του Δικαστηρίου. Ο προσφεύγων φρονεί ότι έπρεπε να έχει τύχει ακρόασης προτού το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης λάβει τα περιοριστικά μέτρα εναντίον του και ότι, κατά συνέπεια, δεν έγιναν σεβαστά τα δικαιώματα άμυνάς του. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης (άρθρο 296, εδάφιο 2, ΣΛΕΕ). Ο προσφεύγων προσάπτει στο Συμβούλιο ότι περιορίστηκε σε αόριστες και γενικές διατυπώσεις χωρίς να αναφέρει, με ειδικό και συγκεκριμένο τρόπο, τους λόγους για τους οποίους εκτιμά, ασκώντας τη διακριτική εξουσία εκτίμησης που διαθέτει, ότι πρέπει να επιβληθούν στον προσφεύγοντα τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα. Επομένως, δεν προβλήθηκε κανένα συγκεκριμένο και αντικειμενικό στοιχείο εις βάρος του προσφεύγοντος το οποίο θα μπορούσε να δικαιολογήσει τα επίμαχα μέτρα, η δε αιτιολογία του Συμβουλίου δεν παρέχει επαρκείς πληροφορίες στον προσφεύγοντα και είναι, πράγματι, τουλάχιστον αόριστη, γενική και ασαφής. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται πρόδηλη πλάνη εκτίμησης. Ο προσφεύγων προσάπτει στο Συμβούλιο ότι έκανε δεκτά, στην αιτιολογία που παρέθεσε προς στήριξη του περιοριστικού μέτρου, στοιχεία τα οποία προδήλως στερούνται πραγματικής βάσης, δεδομένου ότι τα προβαλλόμενα πραγματικά περιστατικά δεν έχουν, κατά την άποψή του, σοβαρό έρεισμα. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο, ο οποίος αφορά το αίτημα αποκατάστασης της προκληθείσας βλάβης, ο προσφεύγων προβάλλει ότι του αποδίδονται ορισμένες σοβαρές πράξεις, πράγμα το οποίο εκθέτει τον ίδιο προσωπικά καθώς και την οικογένειά του σε κινδύνους, τούτο δε καταδεικνύει τη σημασία της προκληθείσας βλάβης, δικαιολογώντας το αίτημά του προς αποκατάστασή της. Επιπλέον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι οι οικονομικές δραστηριότητές του έχουν πληγεί σοβαρά και για μεγάλο χρονικό διάστημα. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/50 |
Προσφυγή-αγωγή της 16ης Απριλίου 2020 — JL κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-220/20)
(2020/C 201/64)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγων-ενάγων: JL (εκπρόσωπος: C. Mourato, δικηγόρος)
Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση της 11ης Ιουλίου 2019 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΑΔΑ) με την οποία απευθύνεται προειδοποίηση στον προσφεύγοντα-ενάγοντα· |
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση της 27ης Μαρτίου 2017 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΑΔΑ) να επανεξετάσει την υπόθεση [εμπιστευτικό] (1)· |
|
— |
να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταβάλει στον προσφεύγοντα-ενάγοντα αποζημίωση συνολικού ύψους 30 000 ευρώ, προς ικανοποίηση ειδικής ηθικής βλάβης· |
|
— |
να καταδικάσει την καθής-εναγομένη στα δικαστικά έξοδα, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 134 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου. |
Λόγοι ακυρώσεως, ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής, ο προσφεύγων-ενάγων προβάλλει τέσσερις λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, συγκεκριμένα δε λήψη μη προσηκόντων μέτρων προς εκτέλεση της ακυρωτικής αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο και παραβίαση της αρχής non bis in idem. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως, περιλαμβανομένης της υποχρεώσεως αμερόληπτης και δίκαιης εξετάσεως των υποθέσεων, παραβίαση της αρχής περί τεκμηρίου αθωότητας και προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας. |
|
3. |
Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, παράβαση των κανόνων διαδικασίας που έχουν εφαρμογή στην περίπτωση διοικητικής έρευνας και στις πειθαρχικές διαδικασίες, καθώς και παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. |
|
4. |
Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται αίτημα ειδικής αποζημιώσεως συνεπεία των προμνημονευθεισών παρατυπιών. |
(1) Εμπιστευτικά στοιχεία που δεν αποκαλύπτονταi.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/51 |
Προσφυγή της 23ης Απριλίου 2020 — Target Brands κατά EUIPO — The a.r.t. company b&s (art class)
(Υπόθεση T-221/20)
(2020/C 201/65)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Target Brands Inc. (Minneapolis, Μινεσότα, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωπος: A. Norris, Barrister)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: The a.r.t. company b&s, SA (Quel, Ισπανία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτούσα: Προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου
Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης art class — Υπ’ αριθ. 16 888 737 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 7ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1596/2019-5
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ανακοπών σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα επίμαχα αγαθά· |
|
— |
επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο EUIPO προκειμένου να επανεξεταστεί· |
|
— |
να διατάξει να καταβληθούν στην προσφεύγουσα τα δικαστικά έξοδα στα οποία αυτή υποβλήθηκε σε σχέση με την παρούσα διαδικασία καθώς και τις διαδικασίες ενώπιον των τμημάτων προσφυγών και ανακοπών. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/52 |
Προσφυγή-αγωγή της 21ης Απριλίου 2020 — CH και CN κατά Κοινοβουλίου
(Υπόθεση T-222/20)
(2020/C 201/66)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Διάδικοι
Προσφεύγοντες-ενάγοντες: CH και CN (εκπρόσωπος: C. Bernard-Glanz, δικηγόρος)
Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Αιτήματα
Οι προσφεύγοντες-ενάγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να κρίνει την προσφυγή-αγωγή τους παραδεκτή· |
|
— |
να ακυρώσει τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, κατά το μέρος που δεν λαμβάνουν οριστική θέση επί του υποστατού των πραγματικών περιστατικών ηθικής παρενοχλήσεως που καταγγέλθηκαν· |
|
— |
να υποχρεώσει το καθού-εναγόμενο στην καταβολή, εις έκαστον, ποσού ύψους 5 000 ευρώ, κατά δίκαιη και εύλογη κρίση, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της προκληθείσης ηθικής βλάβης από την υπέρβαση της εύλογης προθεσμίας, προσαυξημένου με τόκους υπερημερίας έως της πλήρους εξοφλήσεως· |
|
— |
να υποχρεώσει το καθού-εναγόμενο στην καταβολή, εις έκαστον, ποσού ύψους 100 000 ευρώ, κατά δίκαιη και εύλογη κρίση, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της προκληθείσης ηθικής βλάβης από τη μη λήψη οριστικής θέσεως επί του υποστατού των πραγματικών περιστατικών ηθικής παρενοχλήσεως που καταγγέλθηκαν, προσαυξημένου με τόκους υπερημερίας έως της πλήρους εξοφλήσεως· |
|
— |
να καταδικάσει το καθού-εναγόμενο στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι ακυρώσεως
Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής τους κατά των αποφάσεων του Κοινοβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2019 με τις οποίες η αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή του θεσμικού αυτού οργάνου, σε απάντηση των αιτήσεών τους αρωγής, δεν έλαβε οριστική θέση επί του υποστατού των πραγματικών περιστατικών ηθικής παρενοχλήσεως που καταγγέλθηκαν, οι προσφεύγοντες-ενάγοντες προβάλλουν δύο λόγους.
|
1. |
Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση του καθήκοντος αρωγής και του άρθρου 24 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ), για τον λόγο ότι, παραλείποντας να λάβει οριστική θέση επί του υποστατού των πραγματικών περιστατικών ηθικής παρενοχλήσεως που καταγγέλθηκαν, η αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή του Κοινοβουλίου παρέβη το καθήκον αρωγής το οποίο υπέχει. |
|
2. |
Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση του καθήκοντος μέριμνας και παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως, καθώς και προσβολή του δικαιώματος στην αξιοπρέπεια και παράβαση των άρθρων 1 και 31 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τον λόγο ότι, παραλείποντας να λάβει οριστική θέση επί του υποστατού των πραγματικών περιστατικών ηθικής παρενοχλήσεως που καταγγέλθηκαν, η αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή του Κοινοβουλίου παρέβη την αρχή της χρηστής διοικήσεως και το καθήκον της μέριμνας, προσβάλλοντας τοιουτοτρόπως το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια των προσφευγόντων-εναγόντων. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/53 |
Προσφυγή της 24ης Απριλίου 2020 — Steinel/EUIPO (MobileHeat)
(Υπόθεση T-226/20)
(2020/C 201/67)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Steinel GmbH (Herzebrock-Clarholz, Γερμανία) (εκπρόσωποι: M. Breuer und K. Freudenstein, Rechtsanwälte)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Επίδικο σήμα: Λεκτικό σήμα της Ένωσης MobileHeat — Υπ’ αριθ. 18 029 162 αίτηση καταχωρίσεως
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 3ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 2472/2019-2
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β' και γ', σε συνδυασμό με το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001 |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/53 |
Προσφυγή της 24ης Απριλίου 2020 — Biovene Cosmetics/EUIPO — Eugène Perma France (BIOVÈNE BARCELONA)
(Υπόθεση T-227/20)
(2020/C 201/68)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Biovene Cosmetics, SL (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: E. Estella Garbayo, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Eugène Perma France (Saint-Denis, Γαλλία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτούσα την καταχώριση του επίδικου σήματος: Η προσφεύγουσα ενώπιον του τμήματος προσφυγών
Επίδικο σήμα: Εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης BIOVÈNE BARCELONA ροζ και κόκκινου χρώματος — Υπ’ αριθ. 16 523 102 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 12ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 1661/2019-4
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει και να κηρύξει άκυρη την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να ακυρώσει και να κηρύξει άκυρη την απόφαση του τμήματος ανακοπών· |
|
— |
να μεταρρυθμίσει τις αποφάσεις αυτές και να κάνει δεκτή στο σύνολό της την αίτηση καταχωρίσεως του επίδικου σήματος· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/54 |
Προσφυγή της 28ης Απριλίου 2020 — Biovene Cosmetics κατά EUIPO -- Eugène Perma France (BIOVÈNE)
(Υπόθεση T-232/20)
(2020/C 201/69)
Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η αγγλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Biovene Cosmetics, SL (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: E. Estella Garbayo, δικηγόρος)
Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)
Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Eugène Perma France (Saint-Denis, Γαλλία)
Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO
Αιτούσα: Η προσφεύγουσα
Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης BIOVÈNE — Υπ’ αριθ. 16 052 029 αίτηση καταχωρίσεως
Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής
Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τέταρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 12ης Φεβρουαρίου 2020 στην υπόθεση R 739/2019-4
Αιτήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση· |
|
— |
να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ανακοπών· |
|
— |
να τροποποιήσει τις ανωτέρω αποφάσεις και να δεχθεί την αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της· |
|
— |
να καταδικάσει το EUIPO και την Eugène Parma France στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας προσφυγής καθώς και της διαδικασίας ανακοπής και προσφυγής ενώπιον του EUIPO. |
Προβαλλόμενος λόγος
|
— |
Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. |
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/55 |
Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 26ης Μαρτίου 2020 — Sensient Colors Europe κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-556/18) (1)
(2020/C 201/70)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Ο πρόεδρος του όγδοου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/55 |
Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Απριλίου 2020 — Twitter κατά EUIPO — 123billets et Hachette Filipacchi Presse (PERISCOPE)
(Υπόθεση T-682/18) (1)
(2020/C 201/71)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Ο πρόεδρος του τρίτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/55 |
Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Απριλίου 2020 — BV κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-320/19) (1)
(2020/C 201/72)
Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική
Ο πρόεδρος του εβδόμου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.
|
15.6.2020 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 201/56 |
Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Απριλίου 2020 — Intertranslations (Ιντερτρανσλέισιονς) Μεταφράσεις κατά Κοινοβουλίου
(Υπόθεση T-20/20) (1)
(2020/C 201/73)
Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Ο πρόεδρος του τρίτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.