ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

62ό έτος
19 Αυγούστου 2019


Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2019/C 279/01

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση M.9366 — BPCE / Auchan / Oney Bank) ( 1 )

1


 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2019/C 279/02

Ισοτιμίες του ευρώ

2

2019/C 279/03

Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 8ης Αυγούστου 2019, σχετικά με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της αίτησης για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ονομασία Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence (ΠΟΠ)

3

2019/C 279/04

Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 12ης Αυγούστου 2019, σχετικά με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της αίτησης για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ονομασία Bleu du Vercors-Sassenage (ΠΟΠ)

24


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2019/C 279/05

Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση M.9482 — SKT/Comcast/JV) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

38

2019/C 279/06

Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση M.9494 — Equistone/Heras) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

40


 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

19.8.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279/1


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση M.9366 — BPCE / Auchan / Oney Bank)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2019/C 279/01)

Στις 26 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1). Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα γαλλικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών, καθώς και τομεακά ευρετήρια.

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/homepage.html?locale=el) με αριθμό εγγράφου 32019M9366. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

19.8.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279/2


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

16 Αυγούστου 2019

(2019/C 279/02)

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,1076

JPY

ιαπωνικό γιεν

117,77

DKK

δανική κορόνα

7,4590

GBP

λίρα στερλίνα

0,91033

SEK

σουηδική κορόνα

10,7120

CHF

ελβετικό φράγκο

1,0854

ISK

ισλανδική κορόνα

137,70

NOK

νορβηγική κορόνα

9,9653

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

25,734

HUF

ουγγρικό φιορίνι

324,78

PLN

πολωνικό ζλότι

4,3381

RON

ρουμανικό λέου

4,7293

TRY

τουρκική λίρα

6,1543

AUD

δολάριο Αυστραλίας

1,6320

CAD

δολάριο Καναδά

1,4730

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

8,6863

NZD

δολάριο Νέας Ζηλανδίας

1,7208

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,5356

KRW

ουόν Νότιας Κορέας

1 338,60

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

16,8081

CNY

κινεζικό ρενμινπί γιουάν

7,7978

HRK

κροατική κούνα

7,3890

IDR

ρουπία Ινδονησίας

15 753,39

MYR

μαλαισιανό ρινγκίτ

4,6281

PHP

πέσο Φιλιππινών

58,012

RUB

ρωσικό ρούβλι

73,3855

THB

ταϊλανδικό μπατ

34,208

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

4,4075

MXN

πέσο Μεξικού

21,6321

INR

ινδική ρουπία

78,8040


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


19.8.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279/3


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 8ης Αυγούστου 2019

σχετικά με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της αίτησης για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ονομασία «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» (ΠΟΠ)

(2019/C 279/03)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) σε συνδυασμό με το άρθρο 53 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Γαλλία υπέβαλε αίτηση για την έγκριση τροποποίησης, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, των προδιαγραφών του προϊόντος «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» (ΠΟΠ) σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η Επιτροπή εξέτασε την αίτηση και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.

(3)

Για να καταστεί δυνατή η υποβολή ενστάσεων σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, θα πρέπει να δημοσιευτούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η προβλεπόμενη στο άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής (2) αίτηση για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, καθώς και το τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο και η παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος, για την καταχωρισμένη ονομασία «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» (ΠΟΠ),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Η προβλεπόμενη στο άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής αίτηση για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, καθώς και το τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο και η παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος, για την καταχωρισμένη ονομασία «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» (ΠΟΠ), παρατίθενται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η δημοσίευση της παρούσας απόφασης παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά της τροποποίησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 8 Αυγούστου 2019.

Για την Επιτροπή

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 179 της 19.6.2014, σ. 36).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ/ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΣΣΟΝΟΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ

Αίτηση για έγκριση τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012

«Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence»

Αριθ. ΕΕ: PDO-FR-0050-AM01 – 16.8.2017

ΠΟΠ ( X ) ΠΓΕ ( )

1.   Αιτούσα ομάδα και έννομο συμφέρον

Syndicat AOP Huile d’olive et Olives de la Vallée des Baux-de-Provence (SIOVB)

Vallon de la Fontaine

13520 Les Baux-de-Provence

ΓΑΛΛΙΑ

Τηλ. +33 490543842

Φαξ +33 484253288

Ηλεκτρονική διεύθυνση: contact@siovb.com

Η επαγγελματική ένωση «Syndicat AOP Huile d’olive et Olives de la Vallée des Baux-de-Provence» (SIOVB), η οποία διέπεται από τον εργατικό κώδικα, αποτελείται από ελαιοπαραγωγούς, επιχειρήσεις μεταποίησης ελαιοκάρπου και ελαιοτριβεία (περίπου 1 100 επιχειρήσεις). Έχει έννομο συμφέρον να καταθέσει την αίτηση.

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Γαλλία

3.   Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά/-ουν η/οι τροποποίηση/-σεις

Ονομασία του προϊόντος

Περιγραφή του προϊόντος

Γεωγραφική περιοχή

Απόδειξη της καταγωγής

Μέθοδος παραγωγής

Δεσμός

Επισήμανση

Άλλο: έλεγχοι, εθνικές απαιτήσεις.

4.   Τύπος τροποποίησης/-εων

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ, για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ενιαίο έγγραφο (ή ισοδύναμο έγγραφο) και η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012

5.   Τροποποίηση/-εις

Περιγραφή του προϊόντος.

Η περιγραφή του προϊόντος τροποποιήθηκε και εμπλουτίστηκε στις προδιαγραφές προϊόντος και στο ενιαίο έγγραφο (το οποίο αντικαθιστά το πρώην συνοπτικό δελτίο).

Έτσι, η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου:

«Το ελαιόλαδο “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” είναι παρθένο ελαιόλαδο που χαρακτηρίζεται από το πράσινο χρώμα του, την παχύρρευστη υφή του και τη γλυκιά και γεμάτη γεύση του […]»

η οποία συμπληρώνεται μόνο στις προδιαγραφές του προϊόντος με τα ακόλουθα στοιχεία:

«[…] γεμάτη γεύση του με νότες βουτύρου, αμυγδάλου και φουντουκιού και έντονες ευωδιαστές αρωματικές νότες (αγκινάρα, ντομάτα, μήλο, φράουλα, δαμάσκηνο, σοκολάτα).»

αντικαθίσταται στις προδιαγραφές προϊόντος και στο ενιαίο κείμενο (στο σημείο 3.2) από την ακόλουθη πρόταση:

«Το ελαιόλαδο “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” είναι έλαιο που χαρακτηρίζεται από την παρουσία δύο τουλάχιστον εκ των ακόλουθων αρωμάτων: φρεσκοκομμένο χόρτο, μήλο, καρπός αμυγδάλου, ωμή αγκινάρα, νωπό φουντούκι, φύλλο ντομάτας. Τα εν λόγω αρώματα συνοδεύονται από μια μετρίως πικρή και πικάντικη γεύση (“καυστικότητα” στις παρούσες προδιαγραφές). Η πικρότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 3 και η καυστικότητα κυμαίνεται από τα επίπεδα 1 έως 3 της οργανοληπτικής κλίμακας του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας. Η περιεκτικότητά του σε ελαϊκό οξύ ανέρχεται κατά μέγιστο σε 0,8 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια.

Το ελαιόλαδο “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” που συνοδεύεται από την ένδειξη “olives maturées” (ωριμασμένες ελιές) είναι παχύρρευστο έλαιο που χαρακτηρίζεται από την παρουσία δύο τουλάχιστον εκ των ακόλουθων αρωμάτων: μεταποιημένες ελιές, μαύρες ελιές, πάστα ελιάς, κακάο, μανιτάρι, μαγειρεμένη αγκινάρα, τρούφα, ψωμί με προζύμι. Τα αρώματα ψημένου αχλαδιού ή οι γεύσεις μούχλας και μετάλλου δεν γίνονται δεκτά. Η αίσθηση που αφήνει στο ουρανίσκο είναι γλυκιά ενώ η πικρότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 1 και η καυστικότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 2 της οργανοληπτικής κλίμακας του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας. Η περιεκτικότητά του σε ελαϊκό οξύ ανέρχεται κατά μέγιστο σε 1,5 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια.

Κατά την πρώτη διάθεση στο εμπόριο, ο δείκτης υπεροξειδίων δεν υπερβαίνει τα 16 χιλιοστοϊσοδύναμα υπεροξειδικού οξυγόνου ανά 1 kg ελαιολάδου.».

Πράγματι, η περιγραφή του προϊόντος τροποποιήθηκε προκειμένου να ληφθούν καλύτερα υπόψη η τεχνογνωσία και οι τεχνικές των παραγωγών. Αυτός ο βελτιωμένος χαρακτηρισμός οδήγησε στη διάκριση μεταξύ του προϊόντος «Huile d'olive de la Vallée des Baux-de-Provence» και του προϊόντος που συνοδεύεται από την ένδειξη «olives maturées» (ωριμασμένες ελιές). Το ελαιόλαδο από ωριμασμένες ελιές καλυπτόταν ήδη από την αρχική καταχώριση –η οποία βασιζόταν σε έναν αρκετά ευρύ ορισμό προϊόντος– χωρίς όμως να χαρακτηρίζεται ως τέτοιο. Η διάκριση των δύο αυτών ελαιολάδων ικανοποιεί την επιθυμία της αιτούσας ομάδας, η οποία ζητούσε να προσδιοριστούν με μεγαλύτερη ακρίβεια το προϊόν και τα χαρακτηριστικά του και να παρέχεται σαφή πληροφόρηση στον καταναλωτή. Με βάση τους ελέγχους που διενεργήθηκαν μετά την αναγνώριση της συγκεκριμένης ονομασίας, προσδιορίζονται τα αναλυτικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά ανάλογα με την ωρίμαση που υφίσταται ο ελαιόκαρπος πριν από τη χρησιμοποίησή του. Η εν λόγω περισσότερο ορθή περιγραφή του προϊόντος εντάσσεται στην παρούσα συγκυρία ανάπτυξης της αγοράς του ελαιολάδου. Ο καταναλωτής γνωρίζει πλέον περισσότερα στοιχεία για το ελαιόλαδο και η διάκριση αυτή έχει ως σκοπό την κάλυψη των απαιτήσεων της αγοράς. Πράγματι, πριν από το 1950 περίπου, τα χρησιμοποιούμενα μηχανήματα εξαγωγής του ελαιολάδου και η περιορισμένη ικανότητα παραγωγής των ελαιοτριβείων τα ανάγκαζαν, κατά τη διάρκεια της περιόδου παραγωγής, να αποθηκεύουν για λίγες ημέρες τις ελιές πριν τις πολτοποιήσουν. Μετά το 1950, η ανάπτυξη σύγχρονων πιεστηρίων επέτρεψε την παράκαμψη του εν λόγω προκαταρκτικού σταδίου ωρίμασης του ελαιοκάρπου. Τα ελαιοτριβεία της κοιλάδας Baux-de-Provence διατήρησαν ωστόσο τη συνήθεια να αφήνουν τις ελιές να ωριμάζουν επί λίγες ημέρες πριν από την πολτοποίησή τους, για μέρος των ποσοτήτων που παράγουν.

Πιο συγκεκριμένα:

για το ελαιόλαδο που παράγεται χωρίς προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου, η μέγιστη ελεύθερη οξύτητα ορίστηκε σε 0,8 g/100g, ενώ για το ελαιόλαδο που προέρχεται από ωριμασμένες ελιές η μέγιστη ελεύθερη οξύτητα ορίζεται σε 1,5 g/100g·

και για τα δύο είδη ελαιολάδου, με σκοπό τη βέλτιστη διατήρηση της ποιότητας του προϊόντος για τον καταναλωτή, ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός υπεροξειδίων ορίζεται σε 16 χιλιοστοϊσοδύναμα υπεροξειδικού οξυγόνου ανά 1 kg ελαιολάδου.

Όσον αφορά όμως τα αρωματικά χαρακτηριστικά των ελαίων, γίνεται πλέον διάκριση και τα χαρακτηριστικά αυτά τροποποιούνται, αντικαθιστώντας τα χαρακτηριστικά της αρχικής περιγραφής του προϊόντος. Δεν υπάρχει πλέον διάκριση μεταξύ γεύσεων που γίνονται αισθητές από το στόμα και αρωμάτων που γίνονται αισθητά από τη μύτη επειδή το σύνολο των αρωματικών χαρακτηριστικών μπορούν να γίνουν αισθητά τόσο από το στόμα όσο και από τη μύτη. Επιπλέον, από τα προαναφερθέντα αρώματα, ορισμένα χαρακτηρίζουν το ελαιόλαδο που παράγεται χωρίς προηγούμενη ωρίμαση ενώ άλλα εκφράζουν περισσότερο το ελαιόλαδο που προέρχεται από ωριμασμένες ελιές.

Έπειτα από πολυετείς οργανοληπτικές αναλύσεις του προϊόντος, κατέστη δυνατό να περιγραφούν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων ελαιολάδων. Έτσι, τα αρώματα ή οι αρωματικές νότες βουτύρου, φράουλας και δαμάσκηνων δεν συγκαταλέγονται μεταξύ των χαρακτηριστικότερων και, για τον λόγο αυτό, απαλείφονται.

Όσον αφορά το ελαιόλαδο που παράγεται χωρίς προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου, το άρωμα αμυγδάλου πρέπει να αντικατασταθεί από το άρωμα του «καρπού του αμυγδάλου», το οποίο είναι περισσότερο ακριβές. Το άρωμα φουντουκιού είναι στην πραγματικότητα το άρωμα του νωπού φουντουκιού και το άρωμα αγκινάρας είναι το άρωμα της νωπής αγκινάρας. Επίσης, το άρωμα ντομάτας αναφέρεται περισσότερο στο άρωμα του φύλλου ντομάτας. Το άρωμα μήλου εξακολουθεί να είναι χαρακτηριστικό ενώ είναι αναγκαίο να προστεθεί και το άρωμα του φρεσκοκομμένου χόρτου. Η παρουσία δύο τουλάχιστον από αυτά τα αρώματα επιβεβαιώνει την ιδιοτυπία του προϊόντος. Άλλωστε, το εν λόγω έλαιο δεν εμφανίζει ιδιαίτερα παχύρρευστη υφή. Ως εκ τούτου, η παχύρρευστη υφή του ελαίου που αναφερόταν στο αρχικό κείμενο, στο οποίο δεν γινόταν διάκριση, δεν επαναλαμβάνεται στην περιγραφή του ελαιολάδου που παράγεται χωρίς προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου. Αντίθετα, η παχύρρευστη υφή συνιστά βασικό χαρακτηριστικό του ελαιολάδου που προέρχεται από «ωριμασμένες ελιές». Πράγματι, η εν λόγω τεχνική προσδίδει στο ελαιόλαδο ιδιαίτερα παχύρρευστη υφή και, ως εκ τούτου, περιλαμβάνεται στην περιγραφή του εν λόγω ελαιολάδου. Όσον αφορά το ελαιόλαδο που παράγεται μετά από ωρίμαση του ελαιοκάρπου, πρέπει επίσης να αντικατασταθεί το άρωμα σοκολάτας που αναφέρεται στο αρχικό κείμενο από το –περισσότερο ακριβές– άρωμα κακάο, καθώς και να εμπλουτιστεί η εν λόγω περιγραφή με την παρουσία των πολύ χαρακτηριστικών αρωμάτων των μεταποιημένων ελιών, των μαύρων ελιών, της πάστας ελιάς, του μανιταριού, της μαγειρεμένης αγκινάρας, της τρούφας και του ψωμιού με προζύμι. Η παρουσία δύο τουλάχιστον εκ των προαναφερθέντων αρωμάτων επιβεβαιώνει την ιδιοτυπία του προϊόντος ενώ η απαγόρευση του αρώματος μαγειρεμένου αχλαδιού και της γεύσης μούχλας ή μετάλλου επιβάλλει τον αποκλεισμό των ελαίων που δεν πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές.

Το χρώμα του ελαίου δεν κρίθηκε χαρακτηριστικό, καθώς φαίνεται ότι δεν συνδέεται με τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος και, ως εκ τούτου, η αναφορά στο πράσινο χρώμα απαλείφθηκε.

Τέλος, ένα ακόμα χαρακτηριστικό των εν λόγω ελαίων είναι τα αντίστοιχα επίπεδα πικρής και πικάντικης γεύσης τους και, ως εκ τούτου, το χαρακτηριστικό αυτό προστίθεται στις προδιαγραφές του προϊόντος:

όσον αφορά το ελαιόλαδο που παράγεται χωρίς προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου, η αίσθηση πικρής και πικάντικης γεύσης κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Για την ακρίβεια, στην περιγραφή του προϊόντος η πικρότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 3 και η καυστικότητα κυμαίνεται από τα επίπεδα 1 έως 3 της οργανοληπτικής κλίμακας του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας·

όσον αφορά το ελαιόλαδο που παράγεται μετά από προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου, η γενική αίσθηση είναι γλυκιά. Για την ακρίβεια, στην περιγραφή του προϊόντος, η πικρότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 1 και η καυστικότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 2 της οργανοληπτικής κλίμακας του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας.

Απαλείφεται η αναφορά στο «παρθένο» ελαιόλαδο, καθώς το εν λόγω χαρακτηριστικό συνδέεται με τα αναλυτικά χαρακτηριστικά του ελαιολάδου και το ελαιόλαδο μπορεί να ανήκει είτε στην κατηγορία «παρθένο» είτε στην κατηγορία «εξαιρετικά παρθένο».

Γεωγραφική περιοχή

Ο ορισμός της γεωγραφικής περιοχής του ελαιολάδου «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» τροποποιείται στις προδιαγραφές του προϊόντος και στο ενιαίο έγγραφο (πρώην «συνοπτικό δελτίο»).

Έτσι, το ακόλουθο αρχικό κείμενο των προδιαγραφών προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου:

«Η οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή του ελαιολάδου που πληροί τις προδιαγραφές της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux de Provence” βρίσκεται εντός των ακόλουθων δήμων του διοικητικού διαμερίσματος Bouches-du-Rhône: Arles, Aureille, les Baux de Provence, Eygalières, Eyguières, Fontvieille, Lamanon, Maussane-les-Alpilles, Mouries, Le Paradou, Saint-Martin de Crau, Orgon, Saint-Etienne du Grès, Saint-Rémy de Provence, Senas, Tarascon.»

αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Στο ενιαίο έγγραφο (σημείο 4): «Η γεωγραφική περιοχή βρίσκεται εντός των εδαφικών ορίων των ακόλουθων δήμων του διοικητικού διαμερίσματος Bouches-du-Rhône:

Δήμοι που περιλαμβάνονται στο σύνολό τους: Les Baux-de-Provence, Maussane-les-Alpilles, Paradou·

Δήμοι που περιλαμβάνονται εν μέρει: Arles, Aureille, Eygalières, Eyguières, Fontvieille, Lamanon, Mas-Blanc-des-Alpilles, Mouriès, Orgon, Saint-Etienne-du-Grès, Saint-Martin-de-Crau, Saint-Rémy-de-Provence, Sénas, Tarascon.»

Και στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Όλες οι εργασίες, από την παραγωγή του ελαιοκάρπου μέχρι την παραγωγή του ελαιολάδου, εκτελούνται στη γεωγραφική περιοχή του ελαιολάδου η οποία βρίσκεται εντός των εδαφικών ορίων των ακόλουθων δήμων του διοικητικού διαμερίσματος Bouches-du-Rhône:

Δήμοι που περιλαμβάνονται στο σύνολό τους: Les Baux-de-Provence, Maussane-les-Alpilles, Le Paradou·

Δήμοι που περιλαμβάνονται εν μέρει: Arles, Aureille, Eygalières, Eyguières, Fontvieille, Lamanon, Mas-Blanc-des-Alpilles, Mouriès, Orgon, Saint-Etienne-du-Grès, Saint-Martin-de-Crau, Saint-Rémy-de-Provence, Sénas, Tarascon.

Στις υπηρεσίες καθενός από τους ενδιαφερόμενους δήμους έχει κατατεθεί χαρτογραφικό έγγραφο στο οποίο προσδιορίζονται τα όρια της γεωγραφικής περιοχής, όπως αυτή εγκρίθηκε από την εθνική επιτροπή αγροδιατροφικών προϊόντων του Εθνικού Ινστιτούτου Προέλευσης και Ποιότητας (INAO) στη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουνίου 2013 κατόπιν πρότασης της ορισθείσας για τον σκοπό αυτό επιτροπής εμπειρογνωμόνων.».

Πράγματι, τα όρια της γεωγραφικής περιοχής επεκτάθηκαν και πλέον καλύπτουν και άλλα τμήματα δήμων, οι οποίοι περιλαμβάνονταν ήδη στη γεωγραφική περιοχή, καθώς και τον όμορο δήμο «Mas-Blanc-des-Alpilles» (εν μέρει). Οι προσθήκες αυτές αφορούν όλους τους δήμους της γεωγραφικής περιοχής, με εξαίρεση τον δήμο «Les Baux-de-Provence», ο οποίος περιλαμβανόταν ήδη ολόκληρος στη γεωγραφική περιοχή. Τα εν λόγω τμήματα των δήμων που εντάσσονται πλέον στα όρια της γεωγραφικής περιοχής πληρούν τα ίδια γεωλογικά, εδαφολογικά, κλιματικά και χλωριδικά κριτήρια οριοθέτησης με την υπόλοιπη γεωγραφική περιοχή της ονομασίας προέλευσης. Επιπλέον, δυνάμει της νέας οριοθέτησης, στην ονομασία προέλευσης έχει ενταχθεί ακόμη μία επιχείρηση μεταποίησης ελαιοκάρπου. Προστίθεται η ημερομηνία έγκρισης της εν λόγω οριοθέτησης (20 Ιουνίου 2013) μετά την απόφαση που έλαβε η εθνική επιτροπή αγροδιατροφικών προϊόντων του INAO, η οποία είναι αρμόδια για την επικύρωση της τροποποίησης των γεωγραφικών περιοχών σε εθνικό επίπεδο.

Επιπλέον, προστίθεται η διευκρίνιση ότι οι χρησιμοποιούμενες ελιές έχουν συγκομιστεί σε αγροτεμάχια τα οποία έχουν ταυτοποιηθεί βάσει της μεθόδου που περιγράφεται κατωτέρω. Έτσι, στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Τα ελαιόλαδα προέρχονται από ελιές που συγκομίζονται σε ταυτοποιημένα αγροτεμάχια, τα οποία βρίσκονται στη γεωγραφική περιοχή που ορίζεται ανωτέρω. Τα αγροτεμάχια ταυτοποιούνται βάσει κριτηρίων που συνδέονται με τις θέσεις των αγροτεμαχίων, οι οποίες καθορίστηκαν από την εθνική επιτροπή αγροδιατροφικών προϊόντων του INAO στη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2013, κατόπιν γνωμοδότησης της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που ορίστηκε για τον σκοπό αυτό από την εν λόγω εθνική επιτροπή.

Όποιος παραγωγός επιθυμεί την ταυτοποίηση του αγροτεμαχίου του υποβάλλει σχετικό αίτημα στις υπηρεσίες του INAO, με τη βοήθεια εντύπου που βασίζεται στο πρότυπο το οποίο εγκρίθηκε από τον διευθυντή του INAO, πριν από τις 31 Μαΐου που προηγείται της πρώτης συγκομιδής ελιών ονομασίας προέλευσης και δεσμεύεται από τα κριτήρια που αφορούν την τοποθεσία.

Ο κατάλογος των νέων ταυτοποιημένων αγροτεμαχίων εγκρίνεται κάθε έτος από την αρμόδια εθνική επιτροπή του INAO, κατόπιν γνωμοδότησης της προαναφερθείσας επιτροπής εμπειρογνωμόνων.

Ο κατάλογος των ταυτοποιημένων αγροτεμαχίων, καθώς και τα κριτήρια ταυτοποίησης, είναι διαθέσιμα στις υπηρεσίες του INAO και της ενδιαφερόμενης ομάδας.».

Η διαδικασία αυτή παρέχει στους οργανισμούς ελέγχου τη δυνατότητα να καταρτίζουν κατάλογο με όλα τα αγροτεμάχια που είναι κατάλληλα για την παραγωγή του προϊόντος με ονομασία προέλευσης σε συγκεκριμένο έτος.

Επιπλέον, προστίθενται οι ακόλουθες προτάσεις στις προδιαγραφές και στο ενιαίο έγγραφο (πρώην συνοπτικό δελτίο):

Στο σημείο 3.4 του ενιαίου εγγράφου:

«Όλες οι εργασίες, από την παραγωγή του ελαιοκάρπου μέχρι την παραγωγή του ελαιολάδου εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.»

Στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Όλες οι εργασίες, από την παραγωγή του ελαιοκάρπου μέχρι την παραγωγή του ελαιολάδου, εκτελούνται στη γεωγραφική περιοχή του ελαιολάδου που βρίσκεται εντός των εδαφικών ορίων των ακόλουθων δήμων του διοικητικού διαμερίσματος Bouches-du-Rhône…».

Δεν προστίθεται κανένα επιπλέον στάδιο που εκτελείται υποχρεωτικά στη γεωγραφική περιοχή, αλλά η πληροφορία για τα στάδια που πρέπει να εκτελούνται εντός της γεωγραφικής περιοχής δεν αναφερόταν με σαφήνεια στο πρώην συνοπτικό δελτίο και στις προδιαγραφές.

Άλλωστε, μόνο στις προδιαγραφές προστίθεται το χαρτογραφικό υλικό που χρησιμοποιείται για τον ορισμό της γεωγραφικής περιοχής. Η πρόταση είναι η ακόλουθη:

«Στις υπηρεσίες κάθε ενός από τους ενδιαφερόμενους δήμους έχει κατατεθεί χαρτογραφικό έγγραφο στο οποίο προσδιορίζονται τα όρια της γεωγραφικής περιοχής, όπως αυτή εγκρίθηκε από την εθνική επιτροπή αγροδιατροφικών προϊόντων του Εθνικού Ινστιτούτου Προέλευσης και Ποιότητας (INAO) στη συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουνίου 2013 κατόπιν πρότασης της ορισθείσας για τον σκοπό αυτό επιτροπής εμπειρογνωμόνων.».

Πρόκειται για χαρτογραφικά δεδομένα του IGN (Εθνικό Ινστιτούτο Γεωγραφικών και Δασικών Πληροφοριών) τα οποία, σε αντίθεση με τα κτηματολογικά διαγράμματα που χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν, μπορούν να μεταφερθούν σε άλλα ηλεκτρονικά μέσα αποθήκευσης.

Σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές διαδικασίες, όταν υποβάλλεται αίτηση τροποποίησης των προδιαγραφών, αρμόδια να αποφανθεί επί της αίτησης προτού αυτή διαβιβαστεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι η εθνική επιτροπή των ονομασιών προέλευσης γαλακτοκομικών, αγροδιατροφικών και δασικών προϊόντων του Εθνικού Ινστιτούτου Προέλευσης και Ποιότητας (INAO). Ωστόσο, η τροποποίηση ισχύει μόνο μετά την καταχώρισή της σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Απόδειξη της καταγωγής

Το παρακάτω κείμενο απαλείφεται στο σύνολό του από το σχετικό κεφάλαιο των προδιαγραφών και του ενιαίου εγγράφου (πρώην συνοπτικό δελτίο):

Στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Μαζί με τα σιτηρά και τα αμπέλια, το ελαιόδενδρο συγκαταλεγόταν ανέκαθεν μεταξύ των τριών σημαντικότερων καλλιεργειών της Προβηγκίας.

Στην κοιλάδα Baux de Provence ο ελαιοκομικός τομέας κατείχε ανέκαθεν δεσπόζουσα θέση παρά τον ανταγωνισμό από τις εισαγωγές και την εγκατάλειψη του ελαιοδένδρου υπέρ των κηπευτικών καλλιεργειών λόγω της κατασκευής αρδευτικών καναλιών.

Το 1786 ο ηγούμενος Couture σημείωνε στην πραγματεία του ότι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κοιλάδας Baux de Provence ήταν ο μεγάλος πλούτος της σε ποικιλίες ελιάς και απαριθμούσε τουλάχιστον έξι βασικά είδη. Οι εν λόγω ποικιλίες είναι οι μόνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για την παραγωγή του ελαιολάδου της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”.

Το ελαιόλαδο της κοιλάδας Baux οφείλει επίσης τη φήμη του στις προσπάθειες που κατέβαλε πριν από είκοσι και πλέον χρόνια ο κύριος Cornille, πρόεδρος του συνεταιριστικού ελαιοτριβείου του Maussane, το οποίο ιδρύθηκε το 16ο αιώνα, καθώς και στη βούληση των παραγωγών και των ελαιοτριβέων αυτής της περιοχής, οι οποίοι ανέδειξαν την ονομασία “Vallée des Baux-de-Provence”.

Σήμερα, το ελαιόλαδο της κοιλάδας Baux χαίρει ιδιαίτερης φήμης. Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στην ταχύτατη διάθεση της παραγωγής του ελαιολάδου κάθε έτος, παρά τη σχετικά υψηλή τιμή του, η οποία οφείλεται στις απαιτητικές συνθήκες παραγωγής.

Η ετήσια παραγωγή ελαιολάδου στην κοιλάδα Baux-de-Provence ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 400 τόνους ή στο 20 % της γαλλικής παραγωγής.

Η σημασία αυτής της παραγωγής αποτυπώνεται στο τοπίο, όπου τα ελαιόδενδρα καλλιεργούνται σε άρτιες συνθήκες και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της μοναδικής σε ομορφιά περιοχής Baux-de-Provence.»

Στο συνοπτικό δελτίο:

«Στην κοιλάδα Baux de Provence ο ελαιοκομικός τομέας κατείχε ανέκαθεν δεσπόζουσα θέση. Το 1786 ο ηγούμενος Couture σημείωνε ότι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κοιλάδας Baux de Provence ήταν ο μεγάλος πλούτος της σε ποικιλίες ελιάς και απαριθμούσε τουλάχιστον έξι βασικά είδη. Οι εν λόγω ποικιλίες είναι οι μόνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για την παραγωγή του ελαιολάδου της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”. Το ελαιόλαδο της κοιλάδας Baux οφείλει επίσης τη φήμη του στις προσπάθειες που κατέβαλε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘70 το συνεταιριστικό ελαιοτριβείο του Maussane, το οποίο ιδρύθηκε το 16ο αιώνα, καθώς και στη βούληση των παραγωγών και των ελαιοτριβέων αυτής της περιοχής, οι οποίοι ανέδειξαν την ονομασία “Vallée des Baux-de-Provence”. Η σημασία αυτής της παραγωγής αποτυπώνεται στο τοπίο, όπου τα ελαιόδενδρα καλλιεργούνται σε άρτιες συνθήκες και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της μοναδικής σε ομορφιά περιοχής Baux-de-Provence.».

Λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις του εθνικού νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, το κεφάλαιο «Στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το προϊόν προέρχεται από τη γεωγραφική περιοχή» των προδιαγραφών του προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου (σημείο 4.4. «Απόδειξη της καταγωγής»), το οποίο περιείχε μόνο στοιχεία για τον «δεσμό με τη γεωγραφική περιοχή», τροποποιήθηκε και πλέον περιλαμβάνει μόνο τις υποχρεώσεις υποβολής δηλώσεων και τήρησης μητρώων σχετικά με την ιχνηλασιμότητα του προϊόντος και την παρακολούθηση των συνθηκών παραγωγής, στις προδιαγραφές.

Ως εκ τούτου, προστέθηκαν διαφορετικές παράγραφοι, οι οποίες αντικαθιστούν τις προηγούμενες παραγράφους που αφορούσαν το ιστορικό και τη φήμη του προϊόντος. Στο νέο προτεινόμενο κείμενο περιγράφονται τα έγγραφα τα οποία έχουν οριστεί για τη διασφάλιση της παρακολούθησης και του ελέγχου του προϊόντος με ονομασία προέλευσης: η δήλωση ταυτοποίησης των επιχειρήσεων, η δήλωση περί μη πρόθεσης ολικής ή μερικής παραγωγής του προϊόντος ονομασίας προέλευσης για συγκεκριμένο έτος, το μητρώο καλλιεργειών, τα μητρώα χειρισμού του ελαιοκάρπου (ως πρώτης ύλης) και των ελαιολάδων, η ετήσια δήλωση συγκομιδής ελαιοκάρπου, η ετήσια δήλωση επεξεργασίας (ονομάζεται και «δήλωση παρασκευής») των ελαιολάδων, η δήλωση διάθεσης στην αγορά (ονομάζεται και «δήλωση αξιώσεων») των ελαιολάδων της ονομασίας προέλευσης, η ετήσια δήλωση αποθεμάτων των ελαιολάδων ονομασίας προέλευσης.

Η παράγραφος διατυπώνεται ως εξής:

«Ολόκληρη η εν λόγω διαδικασία συμπληρώνεται με αναλυτικές και οργανοληπτικές εξετάσεις που διενεργούνται δειγματοληπτικά στο –έτοιμο για συσκευασία ή συσκευασμένο– τελικό προϊόν, και οι οποίες διασφαλίζουν την ποιότητα και τη συμμόρφωση με την περιγραφή του προϊόντος, όπως ορίζεται στο ανωτέρω σημείο 2.».

Πρόκειται για συνοπτική περιγραφή των χαρακτηριστικών και του συστήματος ελέγχου του παραγόμενου προϊόντος.

Μέθοδος παραγωγής

Η εισαγωγική πρόταση «το λάδι πρέπει να προέρχεται από ελιές που συγκομίζονται σε ταυτοποιημένα δενδροφυτεία, τα οποία βρίσκονται στην οριοθετημένη περιοχή παραγωγής» διαγράφεται από αυτό το κεφάλαιο των προδιαγραφών και του ενιαίου εγγράφου (πρώην συνοπτικό δελτίο), καθώς η διαδικασία ταυτοποίησης των αγροτεμαχίων αναπτύσσεται στο κεφάλαιο «γεωγραφική περιοχή» των προδιαγραφών προϊόντος.

Ποικιλίες:

Η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου:

«Τα ελαιόλαδα πρέπει να προέρχονται αποκλειστικά από σύμμειξη ελιών που προέρχονται από δύο τουλάχιστον από τις ακόλουθες βασικές ποικιλίες: salonenque, beruguette, grossane, verdale des Bouches-du-Rhône.»

αντικαθίσταται από την ακόλουθη διατύπωση:

Στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Τα έλαια προέρχονται από ελιές των ποικιλιών που παρατίθενται στον παρακάτω πίνακα και με βάση τους κανόνες για τα ποσοστά παρουσίας των διαφόρων ποικιλιών στην εκμετάλλευση, όπως ορίζονται στον εν λόγω πίνακα. Η συμμόρφωση της φύτευσης των ποικιλιών με τους προαναφερθέντες κανόνες αξιολογείται στο σύνολο των αγροτεμαχίων που παράγουν το προϊόν της ονομασίας προέλευσης, εκτός αν πρόκειται για τις ποικιλίες επικονίασης για τις οποίες το ποσοστό παρουσίας αξιολογείται στο εκάστοτε εξεταζόμενο αγροτεμάχιο.

Επιτρεπόμενες ποικιλίες

Κανόνες για το ποσοστό παρουσίας (σε αριθμό δένδρων)

Salonenque

Aglandau (ονομάζεται και Beruguette)

Grossane

Verdale des Bouches-du-Rhône

Το ποσοστό του συνόλου των εν λόγω ποικιλιών ανέρχεται σε τουλάχιστον 80 %

Πρέπει να υπάρχουν δύο από αυτές τις ποικιλίες.

Picholine

το ποσοστό της ποικιλίας Picholine δεν υπερβαίνει το 20 %

Διάφορες τοπικές ποικιλίες

το ποσοστό του συνόλου των διαφόρων τοπικών ποικιλιών δεν υπερβαίνει το 15 %

Ποικιλίες επικονίασης

το ποσοστό του συνόλου των ποικιλιών επικονίασης δεν υπερβαίνει το 5 %»

Και στο ενιαίο έγγραφο, στο σημείο 3. 3:

«Το ελαιόλαδο “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” προέρχεται από ελιές ή έλαια που ανήκουν σε δύο τουλάχιστον από τις ακόλουθες ποικιλίες: Salonenque, Aglandau, Grossane και Verdale des Bouches-du-Rhône, οι οποίες αντιστοιχούν, από κοινού, στο 80 έως 100 % των ποικιλιών που υπάρχουν στα αγροτεμάχια παραγωγής της ονομασίας προέλευσης. Τη σύνθεση αυτή μπορούν να συμπληρώσουν η ποικιλία Picholine και άλλες διάφορες τοπικές ποικιλίες.».

Πράγματι, στις αρχικές προδιαγραφές προϊόντος και στο συνοπτικό δελτίο περιγραφόταν η ποικιλιακή σύνθεση του ελαιολάδου, αλλά όχι η ποικιλιακή σύνθεση των ταυτοποιημένων ελαιώνων της ονομασίας προέλευσης.

Ως εκ τούτου, στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται η ποικιλιακή σύνθεση των ταυτοποιημένων ελαιώνων με τη μορφή πίνακα, ο οποίος παρουσιάζει τα ποσοστά των διαφόρων επιτρεπόμενων ποικιλιών. Απαλείφεται η έννοια «κύριες ποικιλίες» που αναφερόταν στο αρχικό κείμενο καθώς καθορίζονται τα ελάχιστα και μέγιστα ποσοστά παρουσίας των διαφόρων ποικιλιών. Κατά την ανάλυση της κατάστασης των ελαιώνων που βρίσκονται επί του παρόντος σε διαδικασία παραγωγής καταγράφηκε αρκετά υψηλό ποσοστό παρουσίας (τουλάχιστον 80 %) των τεσσάρων ποικιλιών Salonenque, Aglandau («Beruguette»), Grossane και Verdale des Bouches-du-Rhône οι οποίες αναφέρονταν στο αρχικό κείμενο των προδιαγραφών και του συνοπτικού δελτίου. Ομοίως, το μέγιστο ποσοστό των λεγόμενων «διαφόρων τοπικών» ποικιλιών ορίζεται σε 15 % και το μέγιστο ποσοστό παρουσίας της ποικιλίας Picholine ορίζεται σε 20 % σύμφωνα με την παρατήρηση των ελαιώνων. Εξάλλου, προς αποφυγήν παρερμηνείας κατά τον έλεγχο, διευκρινίζεται επίσης στις προδιαγραφές ο τρόπος με τον οποίο αξιολογείται η συμμόρφωση της φύτευσης των ποικιλιών στην εκμετάλλευση όσον αφορά την τήρηση των προβλεπόμενων ποσοστών.

Πυκνότητα φύτευσης: προστίθενται οι κανόνες της πυκνότητας φύτευσης.

Στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«Για κάθε φύτευση που πραγματοποιείται μετά τις 27 Αυγούστου 1997, κάθε δένδρο έχει στη διάθεσή του έκταση τουλάχιστον 24 τετραγωνικών μέτρων, η οποία ορίζεται ως το γινόμενο της απόστασης μεταξύ των σειρών επί την απόσταση μεταξύ των δένδρων της ίδιας σειράς. Επιπλέον, η ελάχιστη απόσταση μεταξύ των δένδρων είναι τουλάχιστον 4 μέτρα.».

Οι κανόνες αυτοί είναι σύμφωνοι με τις καθιερωμένες τοπικές πρακτικές που διασφαλίζουν τη βέλτιστη ανάπτυξη του δένδρου. Ισχύουν για όλα τα δένδρα που φυτεύονται μετά την ημερομηνία της αναγνώρισης της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης στην εθνική επικράτεια. Χάρη σε αυτούς τους κανόνες διασφαλίζεται η τήρηση της συνιστώμενης πυκνότητας φύτευσης των μελλοντικών φυτών.

Κλάδεμα: στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται η ακόλουθη πρόταση: «Οι ελαιώνες κλαδεύονται τουλάχιστον ανά δύο έτη.».

Με το «κλάδεμα καρποφορίας» ρυθμίζεται η παραγωγή του ελαιοδένδρου. Τα διαδοχικά κλαδέματα βελτιώνουν τη συγκομιδή. Το κλάδεμα εκτελείται κατά κανόνα σε ετήσια βάση αλλά, δεδομένου ότι ο κύκλος βλάστησης του ελαιοδένδρου διαρκεί δύο έτη, συνιστάται στις προδιαγραφές του προϊόντος να εκτελείται ένα τουλάχιστον κλάδεμα κάθε δύο έτη.

Άρδευση:

Στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται η ακόλουθη διάταξη:

«Η άρδευση κατά τη βλαστική περίοδο του ελαιοδένδρου επιτρέπεται μέχρι την ημερομηνία συγκομιδής που καθορίζεται σε ετήσια βάση για το προϊόν με ονομασία προέλευσης.».

Αποφασίστηκε ο χρονικός περιορισμός της άρδευσης μέχρι την ημερομηνία έναρξης της συγκομιδής που καθορίζεται σε ετήσια βάση για το προϊόν με ονομασία προέλευσης. Η ημερομηνία αυτή είναι σύμφωνη με τις συνήθεις πρακτικές. Παρέχει τη δυνατότητα άρδευσης των δένδρων όταν είναι αναγκαίο λόγω παρατεταμένης ξηρασίας, προκειμένου να αποσοβηθεί ο κίνδυνος πολύ σοβαρής υδατικής έλλειψης που είναι επιζήμια για το δένδρο κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου και επιβλαβής για την ποιότητα των καρπών. Αντίθετα, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ποιότητα των ώριμων καρπών και η συγκέντρωση υπερβολικά πολύ νερού στους καρπούς, συνιστάται η διακοπή της άρδευσης μόλις ξεκινήσει η συγκομιδή.

Έναρξη παραγωγής των δένδρων:

Το ακόλουθο αρχικό κείμενο των προδιαγραφών του προϊόντος:

«Μόνο ελαιόδενδρα προερχόμενα από δένδρα ηλικίας τουλάχιστον πέντε ετών μπορούν να φέρουν την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux de Provence”.»

αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Μόνο ελαιόλαδα προερχόμενα από δένδρα τα οποία μετρούν τουλάχιστον πέντε έτη φύτευσης στο αγροτεμάχιο μπορούν να φέρουν την ονομασία προέλευσης.».

Πράγματι, για λόγους σαφήνειας προστίθεται ότι η ηλικία των πέντε ετών από την οποία τα δένδρα αρχίζουν να παράγουν προϊόν με ονομασία προέλευσης, ισοδυναμεί με πέντε έτη «φύτευσης στο αγροτεμάχιο» που έχει ταυτοποιηθεί για την ονομασία προέλευσης.

Απόδοση:

Η μέγιστη επιτρεπόμενη απόδοση αυξάνεται από τους 6 τόνους ανά εκτάριο στους 10 τόνους ανά εκτάριο.

Η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος:

«Η απόδοση ανά εκτάριο δεν πρέπει να υπερβαίνει τους έξι τόνους ελαιοκάρπου ανά εκτάριο.»

αντικαθίσταται από την ακόλουθη διατύπωση:

«Η απόδοση δεν υπερβαίνει τους 10 τόνους ελαιοκάρπου ανά εκτάριο, ανεξάρτητα από τον προορισμό του ελαιοκάρπου. Η απόδοση υπολογίζεται επί του συνόλου των ταυτοποιημένων αγροτεμαχίων της εκμετάλλευσης παραγωγής ελιών που προορίζονται για τις ονομασίες προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”, “Olives cassées de la Vallée des Baux-de-Provence” και “Olives noires de la Vallée des Baux-de-Provence”.».

Πράγματι, τα δένδρα των νέων φυτεύσεων φθάνουν σήμερα στην παραγωγική τους ηλικία και οι αποδόσεις αυτών των ελαιώνων προσεγγίζουν τους 8 έως 10 τόνους/εκτάριο. Υπάρχουν άλλωστε αρκετοί αιωνόβιοι ελαιώνες με δένδρα που παρουσιάζουν μεγάλη ανάπτυξη κλαδιών και παράγουν αντίστοιχο φορτίο καρπών. Στη βελτίωση της απόδοσης συμβάλλουν επίσης ο αυξανόμενος επαγγελματισμός των παραγωγών και η ανανέωση των αγροτεμαχίων. Επιπλέον, ενσωματώθηκε ο τρόπος υπολογισμού της απόδοσης ώστε να αποφεύγονται παρερμηνείες. Έτσι, επισημαίνεται ότι η εν λόγω απόδοση υπολογίζεται με βάση τη συγκομιζόμενη παραγωγή (και όχι με βάση τη συνολική παραγωγή του δένδρου, η οποία περιλαμβάνει και τις πεσμένες στο έδαφος ελιές που δεν συλλέγονται και δεν καλύπτονται από την ονομασία προέλευσης), ανεξάρτητα από τον προορισμό των ελιών. Η απόδοση υπολογίζεται επί του συνόλου των ταυτοποιημένων αγροτεμαχίων της εκμετάλλευσης παραγωγής ελιών που προορίζονται για τις ονομασίες προέλευσης «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence», «Olives cassées de la Vallée des Baux-de-Provence» και «Olives noires de la Vallée des Baux-de-Provence».

Συγκομιδή του ελαιοκάρπου:

Προστίθενται διάφορες διατάξεις σχετικά με τη συγκομιδή προκειμένου να καθοριστούν καλύτερα οι πρακτικές και να διασφαλιστεί η ποιότητα του συγκομιζόμενου ελαιοκάρπου.

Οι ακόλουθες αρχικές διατάξεις:

των προδιαγραφών:

«Ο ελαιόκαρπος πρέπει να συγκομίζεται σε πλήρη ωρίμαση απευθείας από το δένδρο ή από δίχτυα που απλώνονται κατά τη διάρκεια της περιόδου συγκομιδής, από τα οποία όμως ο ελαιόκαρπος πρέπει να συλλέγεται εντός τριών ημερών από την πτώση του.»

και του συνοπτικού δελτίου:

«Ο ελαιόκαρπος πρέπει να συγκομίζεται σε πλήρη ωρίμαση απευθείας από το δένδρο ή από απλωμένα δίχτυα.»

διαγράφονται στο ενιαίο έγγραφο και αντικαθίστανται από τις ακόλουθες διατάξεις στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Η ημερομηνία έναρξης της συγκομιδής ορίζεται σε ετήσια βάση με απόφαση του διευθυντή του INAO, κατόπιν αιτιολογημένης πρότασης της ομάδας.

Ο ελαιόκαρπος συγκομίζεται απευθείας από το δένδρο ή από δίχτυα. Η χρήση διχτυών μόνιμης στρώσης απαγορεύεται. Ο ελαιόκαρπος που συλλέγεται από το έδαφος δεν πρέπει να χρησιμοποιείται και πρέπει να αποθηκεύεται χωριστά από τις παρτίδες ελαιοκάρπου που μπορούν να φέρουν την ονομασία προέλευσης.».

Επιλέχθηκε να προστεθεί διάταξη σχετικά με την έναρξη της συγκομιδής για την παραγωγή της ονομασίας προέλευσης προκειμένου να τηρείται η επαρκής ωρίμαση του ελαιοκάρπου από τους ελαιοκαλλιεργητές. Η ομάδα προτείνει την ημερομηνία έναρξης της συγκομιδής με βάση την οργανοληπτική ανάλυση δειγμάτων ελιάς που είναι αντιπροσωπευτικά του συνόλου της γεωγραφικής περιοχής.

Επιπλέον, η αναφορά στη χρήση διχτυών «που απλώνονται κατά τη διάρκεια της περιόδου συγκομιδής, από τα οποία όμως ο ελαιόκαρπος πρέπει να συλλέγεται εντός τριών ημερών από την πτώση του» αντικαθίσταται από την απαγόρευση της χρήσης διχτυών «μόνιμης στρώσης» και από την απαγόρευση της χρησιμοποίησης των ελιών που έχουν πέσει στο έδαφος. Έτσι, απαγορεύεται κυρίως να χρησιμοποιούνται ελιές που μαζεύονται από το έδαφος ή που έχουν παραμείνει στα δίχτυα από την προηγούμενη συγκομιδή. Επιπλέον, η υγειονομική ποιότητα του ελαιοκάρπου αξιολογείται στο ελαιοτριβείο, στο οποίο καθορίζονται επίσης κριτήρια διαλογής. Ο ελαιόκαρπος που παραμένει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στα δίχτυα πρέπει να απορρίπτεται κατά τη διαλογή. Η αρχική διάταξη ήταν δύσκολο να εξακριβωθεί από τους ελεγκτές και υποχρέωνε τις επιχειρήσεις να υποβάλλουν πολλά έγγραφα τεκμηρίωσης. Η νέα διάταξη κρίνεται περισσότερο ρεαλιστική και απλή σε επίπεδο ελέγχου.

Η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος:

«Οι ελιές που είναι κατάλληλες για την παραγωγή του ελαιολάδου της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” αποθηκεύονται σε διάτρητα τελάρα.»

αντικαθίσταται από την ακόλουθη διατύπωση:

«Οι ελιές τοποθετούνται σε τελάρα ή παλετοκιβώτια.».

Πράγματι, οι ελιές μπορούν να συγκομίζονται και σε παλετοκιβώτια χωρίς να υποστεί ζημιά η ποιότητα της πρώτης ύλης, σύμφωνα με την τοπική πρακτική. Η υποχρεωτική χρήση «διαφανών» περιεκτών καταργείται καθώς, κατά την παραγωγή ελαιολάδου από «ωριμασμένες ελιές», ορισμένες ελιές υφίστανται συχνά ελαφρά αναερόβια ζύμωση πριν πολτοποιηθούν. Κατά συνέπεια, οι ελιές δεν είναι αναγκαίο να αποθηκεύονται σε αεριζόμενους περιέκτες.

Προθεσμία παράδοσης του ελαιοκάρπου στο ελαιοτριβείο:

Στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται η ακόλουθη διάταξη: «Στη συνέχεια, με βάση την τοπική πρακτική, οι ελιές παραδίδονται στα ελαιοτριβεία εντός δύο ημερών από τη συγκομιδή.».

Πράγματι, προστίθεται και ορίζεται σε δύο ημέρες η ανώτατη προθεσμία παράδοσης του ελαιοκάρπου στο ελαιοτριβείο μετά τη συγκομιδή προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τρέχουσες πρακτικές που ευνοούν την παραγωγή ποιοτικού ελαιολάδου.

Παραγωγή του ελαιολάδου:

Προθεσμία χρησιμοποίησης του ελαιοκάρπου: η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος:

«Το διάστημα που μεσολαβεί από τη συγκομιδή μέχρι τη χρησιμοποίηση του ελαιοκάρπου δεν υπερβαίνει τις επτά ημέρες.»

αντικαθίσταται από την ακόλουθη διατύπωση:

«Για να μπορούν να φέρουν την ονομασία προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”, τα ελαιόλαδα προέρχονται από ελιές των οποίων το χρονικό διάστημα διατήρησης από τη συγκομιδή μέχρι την πολτοποίησή τους δεν υπερβαίνει τις τρεις ημέρες. Για να μπορούν να φέρουν την ονομασία προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” σε συνδυασμό με την ένδειξη “ωριμασμένες ελιές”, τα ελαιόλαδα προέρχονται από ελιές οι οποίες, στο διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της συγκομιδής και της πολτοποίησης, έχουν υποστεί, εκουσίως, ζύμωση η οποία διαρκεί τουλάχιστον τρεις ημέρες αλλά όχι περισσότερο από δέκα ημέρες.».

Πράγματι, είναι αναγκαίο να προσδιοριστεί η μέγιστη περίοδος διατήρησης του ελαιοκάρπου στο ελαιοτριβείο πριν από τη χρήση του, ανάλογα με τη μέθοδο παραγωγής του ελαιολάδου, από ωριμασμένες ή μη ωριμασμένες ελιές. Οι καθορισμένες χρονικές περίοδοι είναι σύμφωνες με τις παραδοσιακές τοπικές πρακτικές που ακολουθούνται με σκοπό την παραγωγή χαρακτηριστικών και ποιοτικών ελαιολάδων.

Υγειονομική ποιότητα του χρησιμοποιούμενου ελαιοκάρπου: η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος:

«Οι ελιές που χρησιμοποιούνται πρέπει να είναι υγιείς.»

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία στις προδιαγραφές:

«Το συνολικό ποσοστό ελιών με προσβολή από δάκο ή αμαύρωση είναι μικρότερο από το 10 % της συνολικής ποσότητας ελαιοκάρπου κάθε χρησιμοποιούμενης παρτίδας.».

Τα εν λόγω συμπληρωματικά στοιχεία επιτρέπουν την αντικειμενική αξιολόγηση της αναμενόμενης υγειονομικής ποιότητας του ελαιοκάρπου με σκοπό την παραγωγή ποιοτικού ελαιολάδου.

Θερμοκρασία εξαγωγής: η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου:

«Η διαδικασία εξαγωγής εκτελείται μόνο με μηχανικές μεθόδους, χωρίς θέρμανση της ελαιομάζας σε θερμοκρασία άνω των 30 °C.»

απαλείφεται στο ενιαίο έγγραφο και αντικαθίσταται από την ακόλουθη διατύπωση στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Η εξαγωγή εκτελείται μόνο με μηχανικά μέσα. Σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εκχύλισης εξαγωγής και σε όλα τα σημεία της αλυσίδας μεταποίησης, η θερμοκρασία δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 27° Κελσίου, αλλά κατά την παραγωγή του ελαιολάδου “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” με την ένδειξη “olives maturées” (ωριμασμένες ελιές) η θερμοκρασία μπορεί να φτάνει έως τους 35° Κελσίου.».

Δεδομένης της πρακτικής της ενδεχόμενης ωρίμασης των ελιών πριν από το στάδιο της εξαγωγής, είναι αναγκαίο να διαφοροποιηθεί η θερμοκρασία ανάλογα με τη μέθοδο παραγωγής που επιλέγεται. Αν πρόκειται για «ωριμασμένες ελιές», παρατηρείται μια ελαφρά φυσική αύξηση της θερμοκρασίας του ελαιοκάρπου. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση αυτή, η μέγιστη επιτρεπόμενη θερμοκρασία αυξάνεται στους 35 °C. Στις άλλες περιπτώσεις, στις οποίες δεν προηγείται ωρίμαση των ελιών, η μέγιστη θερμοκρασία εξαγωγής μειώνεται στους 27 °C, αντί των 30 °C, προκειμένου να ληφθεί υπόψη η εξέλιξη της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σχετικά με την ένδειξη «πίεση εν ψυχρώ». Επιπλέον, προστίθεται ότι η εν λόγω θερμοκρασία αφορά όλα τα σημεία της αλυσίδας μεταποίησης, και όχι μόνο την ελαιόμαζα.

Μέθοδοι εξαγωγής: η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου:

«Δεν επιτρέπεται να εκτελείται καμία άλλη επεξεργασία πέραν του πλυσίματος, της μετάγγισης, της φυγοκέντρισης και της διήθησης. Με εξαίρεση το νερό, η χρήση βοηθητικών μέσων που διευκολύνουν την εξαγωγή των ελαίων απαγορεύεται.»

αντικαθίσταται από την ακόλουθη διατύπωση στις προδιαγραφές του προϊόντος:

«Δεν επιτρέπεται να εκτελείται καμία άλλη επεξεργασία πέραν του πλυσίματος, της απομάκρυνσης των πετρών, της αποφύλλωσης, της απομίσχωσης, της άλεσης, της μάλαξης, της μετάγγισης, της φυγοκέντρισης και της διήθησης. Με εξαίρεση το νερό, η χρήση βοηθητικών μέσων που διευκολύνουν την εξαγωγή των ελαιολάδων απαγορεύεται.».

Πράγματι, για να γίνει σαφέστερη η διατύπωση, οι παραγωγοί θέλησαν να παραθέσουν αναλυτικά τις διαφορετικές μεθόδους και κατεργασίες που επιτρέπονται για την παρασκευή του ελαιολάδου, προσθέτοντας τα στάδια της αφαίρεσης των πετρών, της αποφύλλωσης, της απομίσχωσης, της άλεσης και της μάλαξης.

Ποικιλιακή σύνθεση του ελαίου: η ακόλουθη αρχική πρόταση των προδιαγραφών του προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου:

«Δεν μπορεί να υπάρχει μονοποικιλιακό ελαιόλαδο.»

απαλείφεται από το ενιαίο έγγραφο. Στις προδιαγραφές του προϊόντος, η πρόταση διατηρείται και προστίθεται το εξής κείμενο:

«Τα ελαιόλαδα προέρχονται από σύμμειξη ελιών ή ελαιολάδων που ανήκουν στις ποικιλίες του σημείου 5.1, στις οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται δύο τουλάχιστον από τις ακόλουθες ποικιλίες: Salonenque, Aglandau, Grossane et Verdale des Bouches-du-Rhône. Επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ελιές που προέρχονται από ποικιλίες επικονίασης.».

Με τη διάταξη αυτή αποσαφηνίζεται η ποικιλιακή σύνθεση του ελαίου (τουλάχιστον δύο ποικιλίες μεταξύ των ποικιλιών Salonenque, Aglandau, Grossane και Verdale des Bouches-du-Rhône), καθώς και η μέθοδος παραγωγής (το ελαιόλαδο προέρχεται από σύμμειξη ελιών ή και ελαιολάδων). Πράγματι, πάγια τακτική των ελαιοτριβείων είναι είτε να πολτοποιούν μαζικά τις ελιές των διαφόρων ποικιλιών, είτε να πολτοποιούν χωριστά τις ελιές κάθε ποικιλίας χωριστά και, στη συνέχεια, η σύμμειξη των παραγόμενων μονοποικιλιακών ελαιολάδων ώστε να επιτευχθεί η ποικιλιακή σύνθεση που προβλέπεται για το ελαιόλαδο «Huile d’olive de la Vallée des Baux de Provence». Η μέθοδος παραγωγής που χρησιμοποιείται δεν επηρεάζει τα τελικά χαρακτηριστικά του προϊόντος.

Άλλωστε, η παρουσία ποικιλιών επικονίασης επιτρέπεται εφόσον η ποσότητά τους είναι πολύ μικρή. Είναι γεγονός ότι η εν λόγω ποσότητα περιορίζεται ούτως ή άλλως, καθώς εντός των αγροτεμαχίων τα δένδρα των εν λόγω ποικιλιών δεν πρέπει να υπερβαίνουν συγκεκριμένο ποσοστό (5 %). Ο ελαιόκαρπος συγκομίζεται παραδοσιακά μία μόνο φορά. Οι ποσότητες ελαιοκάρπου που συγκομίζεται από δένδρα ποικιλιών επικονίασης προστίθενται στις συνολικές ποσότητες ελαιοκάρπου που μεταφέρονται στο ελαιοτριβείο για την παραγωγή του ελαιολάδου της ονομασίας προέλευσης αλλά, σε κάθε περίπτωση, εξακολουθούν να είναι πολύ μικρές.

Συνθήκες αποθήκευσης των ελαιολάδων:

Στις προδιαγραφές του προϊόντος προστίθεται η ακόλουθη πρόταση: «Τα μη συσκευασμένα ελαιόλαδα διατηρούνται σε κατάλληλο σκιερό μέρος προκειμένου να διατηρούνται τα χαρακτηριστικά του προϊόντος σύμφωνα με την περιγραφή του.». Προστίθεται διάταξη σχετικά με τις συνθήκες αποθήκευσης των ελαιολάδων πριν από τη συσκευασία προκειμένου να διαφυλάσσεται η ποιότητα των προϊόντων μέχρι να διατεθούν στο εμπόριο.

Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Τόσο στις προδιαγραφές του προϊόντος, όσο και στο ενιαίο έγγραφο (ή στο πρώην συνοπτικό δελτίο), ολόκληρο το κεφάλαιο σχετικά με τον δεσμό έχει αναδιατυπωθεί. Πρόκειται κυρίως για προσθήκες που δεν επιφέρουν ουσιαστικές τροποποιήσεις στην αιτιώδη σχέση μεταξύ των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της γεωγραφικής περιοχής και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του προϊόντος που περιλαμβάνονταν εξαρχής στην περιγραφή.

Οι ακόλουθες αρχικές διατάξεις:

του συνοπτικού δελτίου:

«Η γεωγραφική περιοχή παραγωγής της κοιλάδας Baux de Provence καθορίζεται βόρεια από το κανάλι Alpilles και νότια από το κανάλι Craponne»

και των προδιαγραφών:

«Η γεωγραφική περιοχή παραγωγής της κοιλάδας Baux de Provence οριοθετείται με σαφή τρόπο, στα βόρεια από το κανάλι Alpilles και στα νότια από το κανάλι Craponne»

τροποποιούνται ελαφρώς και αντικαθίστανται στις προδιαγραφές του προϊόντος και στο ενιαίο έγγραφο από την ακόλουθη πρόταση:

«Η γεωγραφική περιοχή περιλαμβάνει το ορεινό σύμπλεγμα Alpilles, τις κολλουβιακές παρυφές του και το βόρειο άκρο της πεδιάδας Crau.».

Η εν λόγω επικαιροποίηση έρχεται ως συνέχεια της επουσιώδους τροποποίησης των ορίων της γεωγραφικής περιοχής, καθώς το κανάλι Alpilles και το κανάλι Craponne δεν αποτελούν πλέον τα όρια της γεωγραφικής περιοχής.

Επιπλέον, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία προκειμένου να συμπληρωθεί η εν λόγω περιγραφή:

«Η οροσειρά Alpilles (με ανώτατο υψόμετρο 400 m) εκτείνεται σε κατεύθυνση Ανατολής-Δύσης, έχει μήκος τριάντα περίπου χιλιομέτρων και περιλαμβάνει τους πλέον χαρακτηριστικούς ασβεστολιθικούς λόφους της Προβηγκίας, οι οποίοι βρίσκονται ανάμεσα στον ποταμό Ροδανό, τον ποταμό Durance και την πεδιάδα Crau. Το ορεινό αυτό σύμπλεγμα αποτελεί το δυτικότερο παρακλάδι των αντικλίνων της Προβηγκίας. Πρόκειται για ένα διαβρωμένο ορεινό σύμπλεγμα που διαθέτει γραφικό ανάγλυφο με απότομες πλαγιές, αποτελούμενο κατά βάση από ασβεστολιθικά πετρώματα της Κρητιδικής και της Ιουρασικής Περιόδου στο νότιο τμήμα του.».

Η ακόλουθη αρχική διατύπωση των προδιαγραφών του προϊόντος:

«Η τοποθεσία των ελαιώνων σε αυτήν την κοιλάδα σημαδεύτηκε κατά τη διάρκεια των αιώνων από την κατασκευή αυτών των καναλιών άρδευσης. Έτσι, σε περιοχές στις οποίες η άρδευση εξακολουθούσε να είναι δύσκολη, το ελαιόδενδρο κατείχε πάντα εξέχουσα θέση, χωρίς μάλιστα να κινδυνεύει από εκριζώσεις, ενώ σε άλλες περιοχές τα ελαιόδενδρα αφανίζονταν λόγω της επέκτασης της καλλιέργειας κηπευτικών.»

διαγράφεται επειδή πρόκειται για ιστορικά στοιχεία που δεν αποδεικνύουν ουσιαστικά τον δεσμό με τη γεωγραφική περιοχή.

Οι ακόλουθες αρχικές διατάξεις:

των προδιαγραφών:

«Η εν λόγω οριοθετημένη περιοχή της κοιλάδας Baux-de-Provence παρουσιάζει μοναδικά γεωλογικά και κλιματικά χαρακτηριστικά.»

και του συνοπτικού δελτίου:

«Διακρίνεται από τα ιδιάζοντα γεωλογικά και κλιματικά χαρακτηριστικά της.»

καθώς επίσης και, μόνο στις προδιαγραφές του προϊόντος, η ακόλουθη αρχική πρόταση:

«Στις λοφώδεις περιοχές, τα εδάφη είναι ασβεστώδη, έχουν απαλό χρώμα και είναι ελάχιστα χαλικώδη, παρουσιάζοντας υψηλή θερμογόνο αξία, πολύ καλό αερισμό και πολύ μεγάλη διαπερατότητα. Το κλίμα είναι μεσογειακό καθώς τα καλοκαίρια είναι θερμά και ξηρά ενώ οι φθινοπωρινοί και εαρινοί μήνες είναι αρκετά βροχεροί και η παρουσία του “μαΐστρου” (βόρειου ανέμου) ιδιαίτερα έντονη. Ο φυτικός πληθυσμός της κοιλάδας Baux είναι ειδικά προσαρμοσμένος στη λειτουργία αυτών των εδαφών. Η κοιλάδα Baux de Provence, χάρη στην οροσειρά Alpilles, είναι πολύ λιγότερο εκτεθειμένη στον άνεμο, στους εαρινούς παγετούς και κυρίως, στην ομίχλη που είναι ιδιαίτερα επιβλαβής για την καρπόδεση των ελαιοδένδρων και ευνοεί συγκεκριμένες κρυπτογαμικές ασθένειες.»

τροποποιούνται και εμπλουτίζονται προκειμένου να αναλυθούν περαιτέρω τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής. Μέρος της εν λόγω πρότασης επαναλαμβάνεται στην περιγραφή της «αιτιώδους σχέσης» αλλά το μέρος που αφορά την περιγραφή του κλίματος, του εδάφους και του φυτικού πληθυσμού διαγράφεται και αντικαθίσταται από τα ακόλουθα στοιχεία (προσθήκες στο ενιαίο έγγραφο και στις προδιαγραφές του προϊόντος):

«Η γεωγραφική περιοχή παρουσιάζει τα ακόλουθα ιδιαίτερα κλιματικά χαρακτηριστικά:

μεσογειακό κλίμα·

έντονες εποχικές και ετήσιες διακυμάνσεις θερμοκρασίας και βροχοπτώσεων·

βροχοπτώσεις που χαρακτηρίζονται από σύντομες αλλά έντονες καταιγίδες, οι οποίες εκδηλώνονται κυρίως το φθινόπωρο και την άνοιξη. Ο κύριος όγκος των βροχοπτώσεων, της τάξης των 700 mm κάθε έτος, συγκεντρώνεται σε διάστημα 50 ημερών·

ξηρή περίοδο που χαρακτηρίζεται από ξηρά και θερμά καλοκαίρια και καύσωνες, με συχνές ελλείψεις νερού, κυρίως τον Ιούλιο·

ήπιους χειμώνες, με ψυχρότερο μήνα του έτους τον Ιανουάριο·

μέση θερμοκρασία 13,6 °C με διακυμάνσεις 1 έως 2 °C τουλάχιστον στη βόρεια κλιτύ της οροσειράς Alpilles και κίνδυνο παγετού την άνοιξη·

την παρουσία ισχυρών ανέμων, που πνέουν επί 100 και πλέον ημέρες τον χρόνο και προέρχονται κυρίως από τον Βορρά (Μαΐστρος) ή από τη Δύση (Τραμουντάνα)·

εξαιρετική ηλιοφάνεια συνολικής διάρκειας άνω των 2 800 ωρών τον χρόνο.

Τα χαρακτηριστικά εδάφη της γεωγραφικής περιοχής είναι χαλικώδη (40 έως 80 % χαλικώδη στοιχεία), ασβεστολιθικά σε υπόστρωμα αμμώδες-πηλώδες ή αμμώδες-πηλώδες-αργιλώδες στο ορεινό σύμπλεγμα Alpilles και σε αυτές τις κολλουβιακές παρυφές. Το βόρειο άκρο της αρχαίας πεδιάδας Crau, η οποία αποκαλείται και “Crau d’Eyguières”, παρουσιάζει πολύ χαλικώδη εδάφη τέφρας ερυθρού χρώματος (30 έως 60 cm πυριτικά χαλίκια με στρογγυλεμένες άκρες στην επιφάνεια), πλούσια σε ασβεστολιθικά κολλουβιακά υλικά που προέκυψαν από τη διάβρωση των νότιων εξαρμάτων του ορεινού συμπλέγματος Alpilles.

Οι ελαιώνες του ορεινού συμπλέγματος Alpilles έχουν φυτευτεί κυρίως σε ασβεστολιθικά χαλικώδη εδάφη που αναπτύσσονται στους πρόποδες, σε στρωματοποιημένα κορήματα, σε κολλουβιακά αποθέματα με περισσότερο ή λιγότερο χονδρή επιφάνεια τα οποία καλύπτουν τις μηνοειδείς κοιλάδες. Η υφή του λεπτού τμήματος του εδάφους είναι κατά κανόνα αμμώδης-πηλώδης, και σπανιότερα, αμμώδης-πηλώδης-αργιλώδης. Η περιεκτικότητα των εδαφών σε ασβέστιο κυμαίνεται κατά μέσο όρο από 20 έως 30 % και μπορεί να φτάσει το 40 % ενώ το ποσοστό του ενεργού ασβεστίου υπερβαίνει σπάνια το 8 %. Το pH των εδαφών κυμαίνεται μεταξύ 8 και 8,5.».

Επιπλέον, μόνο στις προδιαγραφές του προϊόντος, τα ακόλουθα συμπληρωματικά περιγραφικά στοιχεία προστίθενται στο κλίμα, τη γεωλογία και τη βλάστηση που χαρακτηρίζουν τη γεωγραφική περιοχή:

«Το δυτικό μέρος του ορεινού συμπλέγματος είναι εκτεθειμένο στην επίδραση της κοιλάδας του Ροδανού, με αποτέλεσμα οι βροχοπτώσεις να είναι περισσότερες και οι θερμοκρασίες ηπιότερες και λιγότερο ψυχρές τον χειμώνα και την άνοιξη. Επειδή οι νότιοι πρόποδες δεν εκτίθενται στον παγωμένο άνεμο Μαΐστρο, η συγκομιδή μπορεί να γίνει πρώιμα καθώς επικρατεί περισσότερη ηλιοφάνεια.

Οι βόρειες πλαγιές δέχονται περισσότερες βροχοπτώσεις. Στις κοιλότητες και στα βάθη των κοιλάδων τα καλοκαίρια είναι σχετικά δροσερά λόγω των μικροκλιματικών συνθηκών που επικρατούν (μικρότερη επίδραση του ήλιου και προστασία από τον άνεμο).

Τα χαρακτηριστικά αυτά καθορίζουν την ιδιαίτερη χλωρίδα και πανίδα στο επίπεδο του μεσογειακού βιοκλίματος, λόγω κυρίως της προσαρμογής τους στις μακροχρόνιες περιόδους υδατικού ελλείμματος.

Η γεωγραφική περιοχή συνιστά ένα διαβρωμένο ορεινό σύμπλεγμα με γραφικό ανάγλυφο. Το υπέδαφός του αποτελείται κατά βάση από τους ασβεστογενείς σχηματισμούς και τις μάργες της Κάτω Κρητιδικής περιόδου, καθώς επίσης και από ασβεστολιθικά δολομιτικά υποστρώματα της Ιουρασικής Περιόδου στο νότιο μέρος. Οι τριτογενείς αποθέσεις, που προέρχονται από ποτάμια ή λίμνες και εμφανίζουν μεγάλη ανομοιογένεια όσον αφορά την ασβεστολιθική τους σύσταση, τα κροκαλοπαγή, τους ψαμμίτες, τις μάργες, τα χαλίκια, εμφανίζονται κατά κύριο λόγο εντός των συγκλίνων με άξονα διεύθυνσης Δ-Α. Στο ορεινό σύμπλεγμα Alpilles, στο Τεταρτογενές, η κατακρήμνιση των ασβεστογενών βράχων λόγω του παγετού διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν χαλικώδεις αποθέσεις ή κορήματα που εκτείνονται κάτω από τις πρόσφατες κολλουβιακές ή αλλουβιακές αποθέσεις.

Οι νότιες πλαγιές του ορεινού συμπλέγματος Alpilles οριοθετούνται από το άκρο της αρχαίας πεδιάδας Crau, με κύριο χαρακτηριστικό τις αλλουβιακές αποθέσεις που αποτελούνται από ασβεστογενή στρογγυλεμένα χαλίκια και χαλαζίτες του Villafranchien, τα οποία μεταφέρθηκαν από τον ποταμό Durance όταν αυτός διήλθε από το φαράγγι του Saint Pierre de Vence.

Το κλίμα, σε συνδυασμό με τη γεωμορφολογία της περιοχής εξηγεί σε μεγάλο βαθμό την παρουσία διαφόρων ειδών βλάστησης του μεσογειακού ορόφου, με χαρακτηριστικότερα τη χαλέπιο πεύκη [Pinus halepensis] και την αρία δρυ [Quercus ilex]. Πραγματικό βιολογικό και γεωγραφικό σταυροδρόμι, η περιοχή που επηρεάζεται κατά βάση από το μεσο-μεσογειακό κλίμα αριθμεί περίπου 960 φυτικά είδη, εκ των οποίων τα 50 βρίσκονται στα όρια της περιοχής κατανομής και είναι προσαρμοσμένα στην ξηρασία και στα ασβεστολιθικά εδάφη.».

Οι ακόλουθες αρχικές διατάξεις:

των προδιαγραφών:

«Το γεωγραφικό περιβάλλον που περιλαμβάνει την οροσειρά Alpilles, με ιδιαίτερα εδάφη και ιδιαίτερο κλίμα, η παρουσία παλαιών ποικιλιών βαθιά ριζωμένων σε αυτήν την περιοχή, οι καλλιεργητικές τεχνικές που βασίζονται στην πείρα και την εργασία των γεωργών καθιστούν την κοιλάδα Baux de Provence ιδιαιτέρως πρόσφορο τόπο για την ελαιοπαραγωγή.»

και του συνοπτικού δελτίου:

«Αυτός ο γεωγραφικός χώρος, με το ασβεστώδες έδαφος και το μεσογειακό κλίμα, την παρουσία παλαιών ποικιλιών και καλά ριζωμένων στην περιοχή αυτή, τη χρήση καλλιεργητικών πρακτικών οι οποίες έχουν προκύψει από την πείρα και την εργασία των γεωργών καθιστούν την κοιλάδα Baux de Provence ιδιαιτέρως πρόσφορο τόπο για την παραγωγή ελιών.»

απαλείφονται επειδή οι πληροφορίες που περιέχουν αναπτύσσονται αναλυτικότερα σε άλλες παραγράφους του ίδιου κεφαλαίου.

Οι εν λόγω διατάξεις αντικαθίστανται στις προδιαγραφές του προϊόντος και στο ενιαίο κείμενο από τις ακόλουθες προτάσεις:

«Οι άνθρωποι επέλεξαν, με το πέρασμα των αιώνων, τις ποικιλίες και τους τομείς που επιδεικνύουν τη μεγαλύτερη προσαρμογή. Οι ελαιώνες βρίσκονται κατά βάση στη βόρεια και νότια κλιτύ και εκτείνονται στους πρόποδες της οροσειράς, εντός των κύριων συγκλίνων του Fontvieille του δήμου Baux-de-Provence, εντός των συγκλίνων με άξονα διεύθυνσης Δ-Α των δήμων Maussane-les-Alpilles, Mouriés, Aureille και στο βόρειο άκρο της πεδιάδας Crau d’Eyguières. Οι ποικιλίες με την εντονότερη παρουσία είναι η Aglandau (αποκαλείται από τους ντόπιους και Berruguette), η Grossane, η Salonenque και η Verdale des Bouches-du-Rhône.».

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία για της ανθρώπινους παράγοντες:

Της προδιαγραφές του προϊόντος και στο ενιαίο έγγραφο:

«Μαζί με τα σιτηρά και τα αμπέλια, το ελαιόδενδρο συγκαταλεγόταν ανέκαθεν μεταξύ των τριών σημαντικότερων καλλιεργειών της Προβηγκίας. Στην κοιλάδα Baux de Provence ο ελαιοκομικός τομέας κατείχε ανέκαθεν δεσπόζουσα θέση παρά τον ανταγωνισμό από της εισαγωγές και την εγκατάλειψη του ελαιοδένδρου υπέρ των κηπευτικών καλλιεργειών λόγω της κατασκευής αρδευτικών καναλιών. Το 1786 ο ηγούμενος Couture σημείωνε στην πραγματεία του ότι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κοιλάδας Baux de Provence ήταν ο μεγάλος πλούτος της σε ποικιλίες ελιάς και απαριθμούσε τουλάχιστον έξι βασικά είδη, μεταξύ αυτών την ποικιλία Grossane. Οι εν λόγω ποικιλίες είναι οι μόνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για την παραγωγή του ελαιολάδου της ονομασίας προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”.».

Στις προδιαγραφές του προϊόντος, η ακόλουθη αρχική πρόταση σχετικά με τα περιγραφικά στοιχεία της ιδιαιτερότητας των ανθρώπινων παραγόντων και του προϊόντος:

«Οι παραδοσιακές τεχνικές παραγωγής του ελαιολάδου της κοιλάδας Baux de Provence δεν έχουν εκλείψει: χάρη στη χρήση του ελαιόμυλου, το προϊόν αυτό διατηρεί τα πρωτότυπα χαρακτηριστικά του»

καθώς και η αρχική συμπληρωματική πρόταση που ακολουθεί και περιλαμβάνεται στις προδιαγραφές του προϊόντος και στο συνοπτικό δελτίο:

«Το εν λόγω ελαιόλαδο οφείλει την ιδιοτυπία του στην προσεκτική σύμμειξη ελιών των παραδοσιακών ποικιλιών αυτής της περιοχής, σε πλήρη αρμονία με το περιβάλλον.»

αντικαθίστανται στις προδιαγραφές του προϊόντος και στο ενιαίο έγγραφο από τις ακόλουθες προτάσεις:

«Πριν από την εμφάνιση των σύγχρονων αποδοτικών μηχανημάτων εξαγωγής του ελαιολάδου, όπως οι “γραμμές συνεχούς λειτουργίας”, οι ελιές έπρεπε να διατηρούνται για λίγες ημέρες σε αποθήκες πριν πολτοποιηθούν στα παραδοσιακά πιεστήρια. Η ωρίμαση του ελαιοκάρπου κατά τη διάρκεια της αποθήκευσής του, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ελαφρά ζύμωσή του, διευκόλυνε το έργο των πιεστηρίων και συνέβαλε στην παραγωγή ενός μη καυστικού και μη πικρού ελαιολάδου που έχαιρε της εκτίμησης των καταναλωτών και ανέδιδε χαρακτηριστικά αρώματα μεταποιημένων ελιών, μαύρων ελιών, μαγειρεμένης αγκινάρας… Η ωρίμαση του ελαιοκάρπου επί λίγες ημέρες πριν από την πολτοποίησή του οφειλόταν επίσης στην αδυναμία των ελαιοτριβείων να πολτοποιούν αμέσως, με τα μηχανήματα αυτά, κάθε παρτίδα ελαιοκάρπου που παραλάμβαναν. Ωστόσο, στην αρχή της ελαιοκομικής περιόδου, οι πρώτες παρτίδες ελαιοκάρπου που μεταφέρονταν στα ελαιοτριβεία μπορούσαν να πολτοποιηθούν άμεσα (την ίδια κιόλας ημέρα ή την επόμενη) παράγοντας ένα ελαιόλαδο που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης για την πικρότερη και καυστικότερη γεύση του και τα περισσότερο “πράσινα” αρώματά του, τις π.χ. το άρωμα φρεσκοκομμένου χόρτου ή των φύλλων ντομάτας… Στη συνέχεια, τa ελαιοτριβεία τις κοιλάδας Baux de Provence προμηθεύτηκαν σύγχρονα μηχανήματα πολτοποίησης αλλά διατήρησαν τις δύο μεθόδους παραγωγής των ελαιολάδων (με ή χωρίς προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου) προκειμένου να συνεχίσουν τα παράγουν τα δύο αυτά διαφορετικά είδη ελαιολάδου.

Η ιδιοτυπία του ελαιολάδου “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” συνδέεται με:

την ποικιλιακή του σύνθεση: προέρχεται κυρίως από τις τοπικές ποικιλίες Aglandau (οι ντόπιοι την αποκαλούν και Béruguette), Salonenque, Grossane και Verdale des Bouches-du-Rhône·

τα αρώματα και τις γεύσεις του που, ανάλογα με τον βαθμό ωρίμασης του χρησιμοποιηθέντος ελαιοκάρπου, θυμίζουν:

είτε φρεσκοκομμένο χόρτο, μήλο, καρπό αμυγδάλου, ωμή αγκινάρα, νωπό φουντούκι, φύλλο ντομάτας,

είτε μεταποιημένη ελιά, μαύρη ελιά, πάστα ελιάς, κακάο, μανιτάρι, μαγειρεμένη αγκινάρα, τρούφα, ψωμί με προζύμι, αν πρόκειται για το ελαιόλαδο που διατίθεται στο εμπόριο με την ένδειξη “olives maturées” (ωριμασμένες ελιές),

την ελαφρά έως μέτρια πικρότητα και καυστικότητά του, ανάλογα με την προγενέστερη ωρίμαση του ελαιοκάρπου που έχει χρησιμοποιηθεί.».

Με την ακόλουθη πρόταση προστίθενται, τόσο στις προδιαγραφές του προϊόντος όσο και στο ενιαίο έγγραφο, περιγραφικά στοιχεία για την «αιτιώδη σχέση» μεταξύ των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της γεωγραφικής περιοχής και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του προϊόντος:

«Σε αυτήν τη λοφώδη περιοχή, τα ασβεστώδη, απαλού χρώματος και χαλικώδη εδάφη εμφανίζουν υψηλή θερμογόνο αξία καλό αερισμό και μεγάλη διαπερατότητα, στοιχεία που ευνοούν την ελαιοπαραγωγή. Προστατευμένη από την οροσειρά Alpilles, η κοιλάδα Baux-de-Provence είναι ελάχιστα εκτεθειμένη στην ομίχλη, η οποία είναι επιβλαβής για την καλή καρπόδεση των ελαιοδένδρων και ευνοεί τις κρυπτογαμικές ασθένειες. Επομένως, η κοιλάδα Baux-de-Provence προσφέρεται ιδιαίτερα για την ελαιοπαραγωγή.

Η επιλογή των ποικιλιών από τις οποίες προέρχεται το προϊόν “Huile d’olive de la Vallée des Baux de Provence” συνδέεται με τα κλιματικά και εδαφολογικά χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής. Η ποικιλία Salonenque είναι απολύτως προσαρμοσμένη στα ασβεστώδη, χαλικώδη και αβαθή εδάφη, όπως επίσης στη θερινή ξηρασία και στον αέρα. Οι καρποί ωριμάζουν πολύ νωρίς και η απόδοση ελαιολάδου είναι πολύ υψηλή· χρησιμοποιούνται άλλωστε και για την ονομασία προέλευσης “Olives vertes cassées de la Vallée des Baux de Provence”. Η ποικιλία Aglandau ή “Berruguette”, πιο ευαίσθητη στην ξηρασία από ό,τι η ποικιλία Salonenque, επικράτησε χάρη στην ανθεκτικότητά της στο κρύο και στον άνεμο και στην οψιμότερη ωρίμασή της που είναι προσαρμοσμένη στο τοπικό κλίμα, καθώς και χάρη στην ποιότητα του πλούσιου σε πολυφαινόλες ελαίου της. Η ποικιλία αυτή είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Προβηγκία. Η ποικιλία Grossane προσαρμόζεται στα εδάφη με καλό υδρικό καθεστώς που υπάρχουν στη γεωγραφική περιοχή. Οι καρποί της, οι οποίοι ωριμάζουν γρήγορα, χρησιμοποιούνται κυρίως για την παραγωγή των ελιών ονομασίας προέλευσης “Olives noires de la Vallée des Baux de Provence” αλλά χρησιμοποιούνται παραδοσιακά και για την παραγωγή του ελαιολάδου. Η ποικιλία Verdale des Bouches du Rhône είναι χαρακτηριστική ποικιλία του διοικητικού διαμερίσματος και επικράτησε χάρη στην ανθεκτικότητά της στο ψύχος και την ποιότητα του ελαίου της. Το σύνολο των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελαιολάδου “Huile de la Vallée des Baux de Provence” οφείλεται στη σύμμειξη των ποικιλιών, σε διάφορες αναλογίες, ανάλογα με το ελαιοτριβίο, αλλά και στις πρακτικές της –περισσότερο ή λιγότερο σημαντικής– ωρίμασης του ελαιοκάρπου, πριν από την πολτοποίησή του, καθώς και στις εδαφικές συνθήκες.».

Επισήμανση

Οι αρχικές διατάξεις των καταχωρισμένων προδιαγραφών προϊόντος και του συνοπτικού δελτίου που ακολουθούν:

«Η επισήμανση των ελαιολάδων που φέρουν την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” πρέπει να περιλαμβάνει:

την ένδειξη “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”,

την ένδειξη “Appellation d’Origine Contrôlée” ή “AOC”·(ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης ή ΕΟΠ).

Όταν στην ετικέτα αναφέρεται, ανεξάρτητα από τη διεύθυνση, η ονομασία εκμετάλλευσης ή σήματος, η ονομασία του προϊόντος επαναλαμβάνεται ανάμεσα στις λέξεις “Appellation” (ονομασία) και “Contrôlée” (ελεγχόμενη).

Οι ενδείξεις αυτές συγκεντρώνονται στο ίδιο οπτικό πεδίο πάνω στην ίδια ετικέτα.

Αναγράφονται με έντονους χαρακτήρες, ευανάγνωστους, ανεξίτηλους και επαρκώς μεγάλους ώστε να φαίνονται καλά πάνω στο φόντο στο οποίο είναι τυπωμένες και να διακρίνονται σαφώς από το σύνολο των άλλων γραπτών ενδείξεων και σχεδίων.»

αντικαθίστανται στις προδιαγραφές του προϊόντος και στο ενιαίο κείμενο από τις ακόλουθες διατάξεις:

«Εκτός από τις υποχρεωτικές ενδείξεις που προβλέπει η νομοθεσία για την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων, η επισήμανση των ελαιολάδων που φέρουν την ονομασία προέλευσης “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence” περιλαμβάνει:

την ονομασία “Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence”,

την ένδειξη “olives maturées” (ωριμασμένες ελιές) κατά περίπτωση, μετά την ονομασία προέλευσης. Το μέγεθος των χαρακτήρων της εν λόγω ένδειξης είναι τουλάχιστον ίσο με το ήμισυ του μεγέθους των χαρακτήρων της ονομασίας προέλευσης,

την ένδειξη “Appellation d’Origine Protégée” ή “AOP”·(προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή ΠΟΠ).

Οι ενδείξεις αυτές συγκεντρώνονται στο ίδιο οπτικό πεδίο πάνω στην ίδια ετικέτα.

Αναγράφονται με ευκρινείς, ευανάγνωστους, ανεξίτηλους και αρκετά μεγάλους χαρακτήρες ώστε να προβάλλονται έντονα εντός του πλαισίου στο οποίο είναι τυπωμένοι και επομένως να διακρίνονται σαφώς από το σύνολο των άλλων γραπτών ενδείξεων και σχεδίων.».

Πράγματι, οι ενδείξεις της επισήμανσης που αφορούν την ονομασία εναρμονίστηκαν με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 καθώς καταργήθηκε η χρήση των υφιστάμενων εθνικών ενδείξεων «AOC» ή «appellation d’origine contrôlée» (ΕΟΠ ή ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης), οι οποίες αντικαταστάθηκαν από τις ευρωπαϊκές ενδείξεις «appellation d’origine protégée» ή «AOP» (προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή ΠΟΠ). Επιπλέον, για την καλύτερη πληροφόρηση του καταναλωτή, προστέθηκε διάταξη σχετικά με την υποχρεωτική αναγραφή της συμπληρωματικής ένδειξης «olives maturées» (ωριμασμένες ελιές), για τα ελαιόλαδα που παράγονται με τη συγκεκριμένη μέθοδο.

Εθνικές απαιτήσεις

Με βάση τις εθνικές νομοθετικές και ρυθμιστικές εξελίξεις, το κεφάλαιο «Εθνικές απαιτήσεις» τροποποιείται. Η αναφορά στο διάταγμα της 27ης Αυγούστου 1997 για την αναγνώριση της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης στη γαλλική επικράτεια διαγράφεται και προστίθεται ένας πίνακας που παρουσιάζει τα βασικά σημεία ελέγχου με τα στοιχεία αναφοράς τους και τη μέθοδο αξιολόγησής τους.

Άλλο

Κεφάλαια «αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους», «αιτούσα ομάδα» και «στοιχεία του οργανισμού ελέγχου»: το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας των επίσημων οργανισμών ελέγχου, όπως και της ομάδας έχουν επικαιροποιηθεί. Όσον αφορά τη σύνθεση της ομάδας και το νομικό της καθεστώς, δεν επήλθαν ουσιαστικές τροποποιήσεις. Η ομάδα εξακολουθεί να αποτελείται από τους ελαιοπαραγωγούς, τις επιχειρήσεις μεταποίησης ελαιοκάρπου και τα ελαιοτριβεία.

Κεφάλαιο

Αρχικά στοιχεία επικοινωνίας και κείμενα (προδιαγραφές και ενιαίο έγγραφο)

Επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας και κείμενα (προδιαγραφές και ενιαίο έγγραφο)

Αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους

Όνομα: Institut National des Appellations d'Origine - 138, Champs Elysées - 75008 Paris - France

Τηλ. +33 153898000

Φαξ +33 142255797

Institut national de l’origine et de la qualité (INAO)

12 rue Henri Rol-Tanguy – TSA 30003

93555 Montreuil-sous-Bois Cedex

Τηλ. +33 01173303800

Φαξ +33 01173300804

Ηλεκτρονική διεύθυνση: info@inao.gouv.fr

Αιτούσα ομάδα

Όνομα: Syndicat Interprofessionnel de l’Olivier de la Vallée des Baux

Διεύθυνση: Mairie de Maussane les Alpilles - 13520 Maussane Les Alpilles

Και στο ενιαίο έγγραφο:

Σύνθεση: παραγωγοί/μεταποιητές (x) άλλο ()

Και στις προδιαγραφές προϊόντος:

Η επαγγελματική αυτή ένωση, η οποία δημιουργήθηκε το 1994, συστάθηκε από όλα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που συμμετέχουν στην παραγωγή των ελαιοκομικών προϊόντων της κοιλάδας Baux-de-Provence. Η ένωση απαρτίζεται από παραγωγούς, επιχειρήσεις μεταποίησης ελαιοκάρπου και ελαιοτριβεία.

Syndicat AOP Huile d’olive et Olives de la vallée des Baux-de-Provence (SIOVB).

Vallon de la Fontaine

13520 Les Baux-de-Provence

Τηλ. +33 0490543842

Φαξ +33 0484253288

Ηλεκτρονική διεύθυνση: contact@siovb.com

Σύνθεση: παραγωγοί και μεταποιητές.

Νομικό καθεστώς: επαγγελματική ένωση που διέπεται από τον εργατικό κώδικα.

Οργανισμοί ελέγχου

I.N.A.O

138, Champs Elysées 75008 PARIS

D.G.C.C.R.F.

59, Bd V.Auriol

Teledoc 251

75703 Paris Cedex 13

Institut national de l’origine et de la qualité (INAO)

Διεύθυνση: Arborial - 12 rue Henri Rol-Tanguy

TSA 30003 - 93555 Montreuil-sous-Bois Cedex

Τηλ. +33 0173303800

Φαξ +33 0173300804

Ηλεκτρονική διεύθυνση: info@inao.gouv.fr

Direction générale de la concurrence, de la consommation et de la répression des fraudes

(DGCCRF)

Διεύθυνση: 59, boulevard Vincent Auriol - 75703 Paris Cedex 13

Τηλ. +33 0144871717

Φαξ +33 0144973037

Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, Κατανάλωσης και Καταστολής της Απάτης (DGCCRF) υπάγεται στο υπουργείο Οικονομίας.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η εξακρίβωση της συμμόρφωσης του προϊόντος προς τις προδιαγραφές, πριν από τη διάθεσή του στην αγορά, διεξάγεται από οργανισμό πιστοποίησης προϊόντων του οποίου το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του INAO και στη βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

«Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence»

Αριθ. ΕΕ: PDO-FR-0050-AM01 – 16.8.2017

ΠΟΠ ( X ) ΠΓΕ ( )

1.   Ονομασία/-ες

«Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Γαλλία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος

Κλάση 1.5. Έλαια και λίπη (βούτυρο, μαργαρίνη, λάδι κ.λπ.)

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Το ελαιόλαδο «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» είναι έλαιο που χαρακτηρίζεται από την παρουσία δύο τουλάχιστον εκ των ακόλουθων αρωμάτων: φρεσκοκομμένο χόρτο, μήλο, καρπός αμυγδάλου, ωμή αγκινάρα, νωπό φουντούκι, φύλλο ντομάτας. Τα εν λόγω αρώματα συνοδεύονται από μια μετρίως πικρή και πικάντικη γεύση («καυστικότητα» στις παρούσες προδιαγραφές). Η πικρότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 3 και η καυστικότητα κυμαίνεται από τα επίπεδα 1 έως 3 της οργανοληπτικής κλίμακας του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας. Η περιεκτικότητά του σε ελαϊκό οξύ ανέρχεται κατά μέγιστο σε 0,8 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια.

Το ελαιόλαδο «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» που φέρει την ένδειξη «olives maturées» (ωριμασμένες ελιές) είναι παχύρρευστο έλαιο που χαρακτηρίζεται από την παρουσία δύο τουλάχιστον εκ των ακόλουθων αρωμάτων: μεταποιημένες ελιές, μαύρες ελιές, πάστα ελιάς, κακάο, μανιτάρι, μαγειρεμένη αγκινάρα, τρούφα, ψωμί με προζύμι. Τα αρώματα ψημένου αχλαδιού ή οι γεύσεις μούχλας και μετάλλου δεν γίνονται δεκτά. Η αίσθηση που αφήνει στο ουρανίσκο είναι γλυκιά ενώ η πικρότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 1 και η καυστικότητα δεν υπερβαίνει το επίπεδο 2 της οργανοληπτικής κλίμακας του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιοκομίας. Η περιεκτικότητά του σε ελαϊκό οξύ ανέρχεται κατά μέγιστο σε 1,5 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια.

Όσον αφορά και τα δύο ελαιόλαδα, κατά την πρώτη διάθεση στο εμπόριο, ο αριθμός υπεροξειδίων δεν υπερβαίνει τα 16 χιλιοστοϊσοδύναμα υπεροξειδικού οξυγόνου ανά 1 kg ελαιολάδου.

3.3.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Το ελαιόλαδο «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» προέρχεται από ελιές ή έλαια που ανήκουν σε δύο τουλάχιστον από τις ακόλουθες ποικιλίες: Salonenque, Aglandau, Grossane και Verdale des Bouches-du-Rhône, οι οποίες αντιστοιχούν, από κοινού, στο 80 έως 100 % των ποικιλιών που υπάρχουν στα αγροτεμάχια παραγωγής της ονομασίας προέλευσης. Τη σύνθεση αυτή μπορούν να συμπληρώσουν η ποικιλία Picholine και άλλες διάφορες τοπικές ποικιλίες.

3.4.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Το σύνολο των εργασιών, από την παραγωγή του ελαιοκάρπου έως την παραγωγή του ελαιολάδου, εκτελείται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.

3.5.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η ονομασία

3.6.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Εκτός από τις υποχρεωτικές ενδείξεις που προβλέπει η νομοθεσία για την επισήμανση και την παρουσίαση των τροφίμων, η επισήμανση των ελαιολάδων που φέρουν την ονομασία προέλευσης «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» περιλαμβάνει:

την ονομασία προέλευσης «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence»,

την ένδειξη «olives maturées» (ωριμασμένες ελιές) κατά περίπτωση, μετά την ονομασία προέλευσης. Το μέγεθος των χαρακτήρων της εν λόγω ένδειξης είναι τουλάχιστον ίσο με το ήμισυ του μεγέθους των χαρακτήρων της ονομασίας προέλευσης,

την ένδειξη «Appellation d’Origine Protégée» ή «AOP»·(προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή ΠΟΠ).

Οι ενδείξεις αυτές είναι συγκεντρωμένες στο ίδιο οπτικό πεδίο και πάνω στην ίδια ετικέτα.

Αναγράφονται με ευκρινείς, ευανάγνωστους, ανεξίτηλους και αρκετά μεγάλους χαρακτήρες ώστε να ξεχωρίζουν σαφώς από το φόντο πάνω στο οποίο έχουν τυπωθεί και να διακρίνονται καθαρά από το σύνολο των άλλων γραπτών ενδείξεων και σχεδίων.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

H γεωγραφική περιοχή βρίσκεται εντός των εδαφικών ορίων των ακόλουθων δήμων του διοικητικού διαμερίσματος Bouches-du-Rhône:

Δήμοι που περιλαμβάνονται στο σύνολό τους: Les Baux-de-Provence, Maussane-les-Alpilles, Paradou·

Δήμοι που περιλαμβάνονται εν μέρει: Arles, Aureille, Eygalières, Eyguières, Fontvieille, Lamanon, Mas-Blanc-des-Alpilles, Mouriès, Orgon, Saint-Etienne-du-Grès, Saint-Martin-de-Crau, Saint-Rémy-de-Provence, Sénas, Tarascon.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

H γεωγραφική περιοχή περικλείει το ορεινό σύμπλεγμα Alpilles, τις κολλουβιακές παρυφές του και το βόρειο άκρο της πεδιάδας Crau. Η οροσειρά Alpilles (με ανώτατο υψόμετρο 400 m) εκτείνεται από τα δυτικά στα ανατολικά κατά μήκος τριάντα περίπου χιλιομέτρων και περιλαμβάνει τους πλέον χαρακτηριστικούς ασβεστολιθικούς λόφους της Προβηγκίας, οι οποίοι βρίσκονται ανάμεσα στον ποταμό Ροδανό, στον ποταμό Durance και στην πεδιάδα Crau. Το ορεινό αυτό σύμπλεγμα αποτελεί το δυτικότερο παρακλάδι των αντικλίνων της Προβηγκίας. Πρόκειται για ένα διαβρωμένο ορεινό σύμπλεγμα που διαθέτει γραφικό ανάγλυφο με απότομες πλαγιές, αποτελούμενο κατά βάση από ασβεστολιθικά πετρώματα της Κρητιδικής και της Ιουρασικής Περιόδου στο νότιο τμήμα του.

Η γεωγραφική περιοχή παρουσιάζει τα ακόλουθα ιδιαίτερα κλιματικά χαρακτηριστικά:

μεσογειακό κλίμα·

έντονες εποχικές και ετήσιες διακυμάνσεις θερμοκρασίας και βροχοπτώσεων·

βροχοπτώσεις που χαρακτηρίζονται από σύντομες αλλά έντονες καταιγίδες, οι οποίες εκδηλώνονται κυρίως το φθινόπωρο και την άνοιξη. Ο κύριος όγκος των βροχοπτώσεων, της τάξης των 700 mm κάθε έτος, συγκεντρώνεται σε διάστημα 50 ημερών·

ξηρή περίοδο που χαρακτηρίζεται από ξηρά και θερμά καλοκαίρια και καύσωνες, με συχνές ελλείψεις νερού, κυρίως τον Ιούλιο·

ήπιους χειμώνες, με ψυχρότερο μήνα του έτους τον Ιανουάριο·

μέση θερμοκρασία 13,6 °C με διακυμάνσεις 1 έως 2 °C τουλάχιστον στη βόρεια κλιτύ της οροσειράς Alpilles και κίνδυνο παγετού την άνοιξη·

την παρουσία ισχυρών ανέμων, που πνέουν επί 100 και πλέον ημέρες τον χρόνο και προέρχονται κυρίως από τον Βορρά (Μαΐστρος) ή από τη Δύση (Τραμουντάνα)·

αρκετά ισχυρή ηλιοφάνεια με συνολική διάρκεια που υπερβαίνει τις 2 800 ώρες τον χρόνο.

Η γεωγραφική περιοχή συνιστά ένα διαβρωμένο ορεινό σύμπλεγμα με γραφικό ανάγλυφο. Το υπέδαφός του αποτελείται κατά βάση από τους ασβεστογενείς σχηματισμούς και τις μάργες της Κάτω Κρητιδικής περιόδου, καθώς επίσης και από ασβεστολιθικά δολομιτικά υποστρώματα της Ιουρασικής Περιόδου στο νότιο μέρος.

Τα χαρακτηριστικά εδάφη της γεωγραφικής περιοχής είναι χαλικώδη (40 έως 80 % χαλικώδη στοιχεία), ασβεστολιθικά σε υπόστρωμα αμμώδες-πηλώδες ή αμμώδες-πηλώδες-αργιλώδες στο ορεινό σύμπλεγμα Alpilles και σε αυτές τις κολλουβιακές παρυφές. Το βόρειο άκρο της αρχαίας πεδιάδας Crau, η οποία αποκαλείται ακόμα «Crau του Eyguières», παρουσιάζει πολύ χαλικώδη εδάφη τέφρας ερυθρού χρώματος (30 έως 60 cm πυριτικά χαλίκια με στρογγυλεμένες άκρες στην επιφάνεια), πλούσια σε ασβεστολιθικά κολλουβιακά υλικά που προέκυψαν από τη διάβρωση των νότιων εξαρμάτων του ορεινού συμπλέγματος Alpilles.

Οι ελαιώνες του ορεινού συμπλέγματος Alpilles έχουν φυτευτεί κυρίως σε ασβεστολιθικά χαλικώδη εδάφη που αναπτύσσονται στους πρόποδες, σε στρωματοποιημένα κορήματα, σε κολλουβιακά αποθέματα με περισσότερο ή λιγότερο χονδρή επιφάνεια τα οποία καλύπτουν τις μηνοειδείς κοιλάδες. Η υφή του λεπτού τμήματος του εδάφους είναι κατά κανόνα αμμώδης-πηλώδης, και σπανιότερα, αμμώδης-πηλώδης-αργιλώδης. Η περιεκτικότητα των εδαφών σε ασβέστιο κυμαίνεται κατά μέσο όρο από 20 έως 30 % και μπορεί να φτάσει το 40 % ενώ το ποσοστό του ενεργού ασβεστίου υπερβαίνει σπάνια το 8 %. Το pH των εδαφών κυμαίνεται μεταξύ 8 και 8,5.

Μαζί με τα σιτηρά και τα αμπέλια, το ελαιόδενδρο συγκαταλεγόταν ανέκαθεν μεταξύ των τριών σημαντικότερων καλλιεργειών της Προβηγκίας. Στην κοιλάδα Baux de Provence ο ελαιοκομικός τομέας κατείχε ανέκαθεν δεσπόζουσα θέση παρά τον ανταγωνισμό από τις εισαγωγές και την εγκατάλειψη του ελαιοδένδρου υπέρ των κηπευτικών καλλιεργειών λόγω της κατασκευής αρδευτικών καναλιών. Το 1786 ο ηγούμενος Couture σημείωνε στην πραγματεία του ότι ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κοιλάδας Baux de Provence ήταν ο μεγάλος πλούτος της σε ποικιλίες ελιάς και απαριθμούσε τουλάχιστον έξι βασικά είδη. Οι εν λόγω ποικιλίες είναι οι μόνες που χρησιμοποιούνται σήμερα για την παραγωγή του ελαιολάδου της ονομασίας προέλευσης «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence».

Οι άνθρωποι επέλεξαν, με το πέρασμα των αιώνων, τις ποικιλίες και τους τομείς που επιδεικνύουν τη μεγαλύτερη προσαρμογή. Οι ελαιώνες βρίσκονται κατά βάση στη βόρεια και νότια κλιτύ και εκτείνονται στους πρόποδες της οροσειράς, εντός των κύριων συγκλίνων του Fontvieille του δήμου Baux-de-Provence, εντός των συγκλίνων με άξονα διεύθυνσης Δ-Α των δήμων Maussane-les-Alpilles, Mouriés, Aureille και στο βόρειο άκρο της πεδιάδας Crau d’Eyguières. Οι ποικιλίες με την ισχυρότερη παρουσία είναι η Aglandau (αποκαλείται από τους ντόπιους και Berruguette), η Grossane, η Salonenque και η Verdale des Bouches-du-Rhône.

Πριν από την εμφάνιση των σύγχρονων αποδοτικών μηχανημάτων εξαγωγής του ελαίου, όπως οι «γραμμές συνεχούς λειτουργίας», οι ελιές έπρεπε να διατηρούνται για λίγες ημέρες σε αποθήκες πριν πολτοποιηθούν στα παραδοσιακά πιεστήρια. Η ωρίμαση του ελαιοκάρπου κατά τη διάρκεια της αποθήκευσής του, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ελαφρά ζύμωσή του, διευκόλυνε το έργο των πιεστηρίων και συνέβαλε στην παραγωγή ενός μη καυστικού και μη πικρού ελαιολάδου που έχαιρε της εκτίμησης των καταναλωτών και ανέδιδε χαρακτηριστικά αρώματα μεταποιημένων ελιών, μαύρων ελιών, μαγειρεμένης αγκινάρας… Η αποθήκευση του ελαιοκάρπου επί λίγες ημέρες πριν από την πολτοποίησή του οφειλόταν επίσης στην αδυναμία των ελαιοτριβείων να πολτοποιούν αμέσως, με τα μηχανήματα αυτά, κάθε παρτίδα ελαιοκάρπου που παραλάμβαναν. Ωστόσο, στην αρχή της ελαιοκομικής περιόδου, οι πρώτες ποσότητες ελαιοκάρπου που μεταφέρονταν στα ελαιοτριβεία μπορούσαν να πολτοποιηθούν άμεσα (την ίδια κιόλας ημέρα ή την επόμενη), παράγοντας ένα ελαιόλαδο εκλεκτής ποιότητας που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης για την πικρότερη και καυστικότερη γεύση του και για τα περισσότερο «πράσινα» αρώματά του, όπως π.χ. το άρωμα φρεσκοκομμένου χόρτου ή των φύλλων ντομάτας…Στη συνέχεια, τα ελαιοτριβεία της κοιλάδας Baux de Provence εξοπλίστηκαν με σύγχρονα μηχανήματα πολτοποίησης αλλά διατήρησαν τις δύο μεθόδους παραγωγής των ελαιολάδων (με ή χωρίς προηγούμενη ωρίμαση του ελαιοκάρπου) προκειμένου να συνεχίσουν τα παράγουν τα δύο αυτά διαφορετικά είδη ελαιολάδου.

Η ιδιοτυπία του ελαιολάδου «Huile d’olive de la Vallée des Baux-de-Provence» συνδέεται με:

την ποικιλιακή του σύνθεση: προέρχεται κυρίως από τις τοπικές ποικιλίες Aglandau (οι ντόπιοι την αποκαλούν και Béruguette), Salonenque, Grossane και Verdale des Bouches-du-Rhône·

τα αρώματα και τις γεύσεις του που, ανάλογα με τον βαθμό ωρίμασης του χρησιμοποιηθέντος ελαιοκάρπου, θυμίζουν:

είτε φρεσκοκομμένο χόρτο, μήλο, καρπό αμυγδάλου, ωμή αγκινάρα, νωπό φουντούκι, φύλλο ντομάτας,

είτε μεταποιημένη ελιά, μαύρη ελιά, πάστα ελιάς, κακάο, μανιτάρι, μαγειρεμένη αγκινάρα, τρούφα, ψωμί με προζύμι, αν πρόκειται για το ελαιόλαδο που διατίθεται στο εμπόριο με την ένδειξη «olives maturées» (ωριμασμένες ελιές),

την ελαφρά έως μέτρια πικρότητα και καυστικότητά του, ανάλογα με τον βαθμό ωρίμασης του ελαιοκάρπου που έχει χρησιμοποιηθεί.

Σε αυτήν τη λοφώδη περιοχή, τα ασβεστώδη, απαλού χρώματος και χαλικώδη εδάφη εμφανίζουν υψηλή θερμογόνο αξία καλό αερισμό και μεγάλη διαπερατότητα, στοιχεία που ευνοούν την ελαιοπαραγωγή. Προστατευμένη από την οροσειρά Alpilles, η κοιλάδα Baux-de-Provence είναι ελάχιστα εκτεθειμένη στην ομίχλη, η οποία είναι επιβλαβής για την καλή καρπόδεση των ελαιοδένδρων και ευνοεί τις κρυπτογαμικές ασθένειες. Επομένως, η κοιλάδα Vallée des Baux-de-Provence προσφέρεται ιδιαίτερα για την ελαιοπαραγωγή.

Η επιλογή των ποικιλιών από τις οποίες προέρχεται το προϊόν «Huile d’olive de la Vallée des Baux de Provence» συνδέεται με τα κλιματικά και εδαφολογικά χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής. Η ποικιλία Salonenque είναι απολύτως προσαρμοσμένη στα ασβεστώδη, χαλικώδη και αβαθή εδάφη, όπως επίσης στη θερινή ξηρασία και στον αέρα. Οι καρποί ωριμάζουν πολύ νωρίς και η απόδοση ελαιολάδου είναι πολύ υψηλή· χρησιμοποιούνται άλλωστε και για την ονομασία προέλευσης «Olives vertes cassées de la Vallée des Baux de Provence». Η ποικιλία Aglandau ή «Berruguette», πιο ευαίσθητη στην ξηρασία από ό,τι η ποικιλία Salonenque, επικράτησε χάρη στην ανθεκτικότητά της στο κρύο και στον άνεμο και στην οψιμότερη ωρίμασή της που είναι προσαρμοσμένη στο τοπικό κλίμα, καθώς και χάρη στην ποιότητα του πλούσιου σε πολυφαινόλες ελαίου της. Η ποικιλία αυτή είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Προβηγκία. Η ποικιλία Grossane προσαρμόζεται στα εδάφη με καλό υδρικό καθεστώς που υπάρχουν στη γεωγραφική περιοχή. Οι καρποί της, οι οποίοι ωριμάζουν γρήγορα, χρησιμοποιούνται κυρίως για την παραγωγή των ελιών ονομασίας προέλευσης «Olives noires de la Vallée des Baux de Provence» αλλά χρησιμοποιούνται παραδοσιακά και για την παραγωγή του ελαιολάδου. Η ποικιλία Verdale des Bouches du Rhône είναι χαρακτηριστική ποικιλία του διοικητικού διαμερίσματος και επικράτησε χάρη στην ανθεκτικότητά της στο ψύχος και την ποιότητα του ελαίου της. Το σύνολο των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελαιολάδου «Huile de la Vallée des Baux de Provence» οφείλεται στη σύμμειξη των ποικιλιών, σε διάφορες αναλογίες, ανάλογα με τις συνήθειες κάθε ελαιοτριβείου, αλλά και στις πρακτικές της –περισσότερο ή λιγότερο σημαντικής– ωρίμασης του ελαιοκάρπου, πριν πολτοποιηθεί, καθώς και στις εδαφικές συνθήκες.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών

(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)

https://info.agriculture.gouv.fr/gedei/site/bo-agri/document_administratif-b5a8bded-9a2c-4d84-8796-89e85a59f025


19.8.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279/24


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 12ης Αυγούστου 2019

σχετικά με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της αίτησης για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την ονομασία «Bleu du Vercors-Sassenage» (ΠΟΠ)

(2019/C 279/04)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (1), και ιδίως το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) σε συνδυασμό με το άρθρο 53 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Γαλλία υπέβαλε αίτηση για την έγκριση τροποποίησης, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, των προδιαγραφών του προϊόντος «Bleu du Vercors-Sassenage» (ΠΟΠ) σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η Επιτροπή εξέτασε την αίτηση και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.

(3)

Για να καταστεί δυνατή η υποβολή ενστάσεων σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η αίτηση για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής (2), καθώς και το τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο και η παραπομπή στη δημοσίευση των σχετικών προδιαγραφών προϊόντος, για την καταχωρισμένη ονομασία «Bleu du Vercors-Sassenage» (ΠΟΠ) θα πρέπει να δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο μόνο

Η αίτηση για έγκριση τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος, η οποία δεν είναι ήσσονος σημασίας, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής, καθώς και το τροποποιημένο ενιαίο έγγραφο και η παραπομπή στη δημοσίευση των σχετικών προδιαγραφών του προϊόντος, για την καταχωρισμένη ονομασία «Bleu du Vercors-Sassenage» (ΠΟΠ), παρατίθενται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, η δημοσίευση της παρούσας απόφασης παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά της τροποποίησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 12 Αυγούστου 2019.

Για την Επιτροπή

Phil HOGAN

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 668/2014 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2014, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 179 της 19.6.2014, σ. 36).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ/ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΣΣΟΝΟΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ

Αίτηση για έγκριση τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012

«BLEU DU VERCORS-SASSENAGE»

Αριθ. ΕΕ: PDO-FR-0077-AM02 – 27.11.2017

ΠΟΠ ( X ) ΠΓΕ ( )

1.   Αιτούσα ομάδα και έννομο συμφέρον

Syndicat interprofessionnel du Bleu du Vercors Sassenage

Maison du Parc

38250 Lans en Vercors

FRANCE

Τηλ. +33 476943826

Φαξ +33 476943839

Email: siver@pnr-vercors.fr

Η ομάδα αποτελείται από τις επιχειρήσεις παραγωγής του προϊόντος «Bleu du Vercors-Sassenage» (παραγωγοί γάλακτος, αγρότες παραγωγοί, μεταποιητές). Έχει επομένως έννομο συμφέρον να προτείνει την αίτηση τροποποιήσεων.

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Γαλλία

3.   Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά/-ουν η/οι τροποποίηση/-σεις

Ονομασία του προϊόντος

Περιγραφή του προϊόντος

Γεωγραφική περιοχή

Απόδειξη καταγωγής

Μέθοδος παραγωγής

Δεσμός

Επισήμανση

Λοιπά: έλεγχος, εθνικές απαιτήσεις

4.   Τύπος τροποποίησης/-εων

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ, για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ενιαίο έγγραφο (ή ισοδύναμο έγγραφο) και η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012

5.   Τροποποίηση/-εις

Κεφάλαιο «Περιγραφή του προϊόντος»

Η ακόλουθη παράγραφος:

«Το Bleu du Vercors-Sassenage είναι ένα τυρί με διάστικτη μάζα που δεν έχει υποστεί συμπίεση ούτε ψήσιμο, σε σχήμα πεπλατυσμένου κυλίνδρου με κυρτή ράχη, διαμέτρου 27 έως 30 cm και ύψους 7 έως 9 cm, με βάρος μεταξύ 4 και 4,5 kg, ώριμο, με κρούστα που εμφανίζει λεπτό λευκό πέλος τύπου ευρωτομυκήτων, το οποίο ενδέχεται να παρουσιάζει μαρμαρώδεις γραμμώσεις πορτοκαλόχρωμες έως υπόλευκες τύπου ζυμομυκήτων και βακτηριδίων ωρίμασης.»

αντικαθίσταται από την παράγραφο:

««Το Bleu du Vercors-Sassenage είναι ένα τυρί με διάστικτη μάζα που δεν έχει υποστεί συμπίεση ούτε ψήσιμο.»

Παρασκευάζεται από νωπό ή θερμισμένο αγελαδινό γάλα.

Είναι πεπλατυσμένου κυλινδρικού σχήματος με κυρτή ράχη, διαμέτρου 27 έως 30 cm και ύψους 7 έως 9 cm. Το βάρος του κυμαίνεται από 4 έως 4,5 kg. Η κρούστα του εμφανίζει λεπτό λευκό έως κυανόφαιο πέλος τύπου ευρωτομυκήτων, το οποίο ενδέχεται να φέρει μαρμαρώδεις γραμμώσεις πορτοκαλόχρωμες έως υπόλευκες τύπου ζυμομυκήτων και βακτηριδίων ωρίμασης.»

Η φράση που δηλώνει ότι το «Bleu du Vercors-Sassenage» παρασκευάζεται από ενδεχομένως μερικώς αποκορυφωμένο αγελαδινό γάλα, η οποία περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο «μέθοδος παραγωγής» των ισχυουσών προδιαγραφών προϊόντος, μεταφέρθηκε στο κεφάλαιο «Περιγραφή του προϊόντος» και διευκρινίστηκε ότι το γάλα που χρησιμοποιείται είναι «νωπό ή θερμισμένο», επειδή αυτά είναι χαρακτηριστικά στοιχεία του τυριού.

Η περιγραφή της κρούστας συμπληρώθηκε για τη βελτίωση του χαρακτηρισμού του προϊόντος. Δηλώθηκε ότι το επιφανειακό πέλος θα μπορούσε να είναι από λευκό έως κυανόφαιο (ανάλογα με τον τύπο της επιφανειακής χλωρίδας), το οποίο ενδέχεται να φέρει (αντί του «ενδέχεται να παρουσιάζει») πορτοκαλόχρωμες μαρμαρώδεις γραμμώσεις. Ο χαρακτηρισμός «λεπτό πέλος» αφαιρείται. Με τον τρόπο αυτό περιγράφεται καλύτερα η ποικιλία χλωρίδας που παρατηρείται στην κρούστα, η οποία συνδέεται με τις τοπικές φυσικές συνθήκες (χλωρίδα των εργαστηρίων ωρίμασης).

Διορθώθηκε ένα σφάλμα όσον αφορά την περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες: Η περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες ανέρχεται πράγματι σε τουλάχιστον 48 g ανά 100 g τυριού (η υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες επιτρέπει τη βέλτιστη ανάπτυξη των αρωμάτων του τυριού) και όχι κατ’ ανώτατο όριο, όπως αναφέρεται στις ισχύουσες προδιαγραφές προϊόντος.

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Η μάζα του τυριού Le Bleu du Vercors-Sassenage έχει χρώμα υπόλευκο έως κίτρινο, με ομοιογενή υφή που λιώνει στο στόμα, η οποία παρουσιάζει ομοιόμορφα κατανεμημένη διάστιξη κυανού χρώματος. Η μάζα παρουσιάζει ανοίγματα ετερογενούς μορφής, μικρότερα του 1cm2, κατανεμημένα σε όλο τον όγκο του τυριού. Το Bleu du Vercors-Sassenage έχει ήπια γεύση μπλε τυριού, χωρίς να είναι υπερβολικά πικρό, όξινο ή αλμυρό. Χαρακτηρίζεται επίσης από ελαφριές νότες φουντουκιού και άρωμα θαμνώδους βλάστησης.»

Προστέθηκαν επομένως χαρακτηριστικά περιγραφής που αφορούν το χρώμα και την υφή της μάζας, καθώς και το μέγεθος των ανοιγμάτων, τη γεύση και το άρωμα, με βάση τις εργασίες του Réseau Mixte Technologique «Fromages de Terroirs» για το «Bleu du Vercors-Sassenage» και τις εργασίες της επιτροπής οργανοληπτικών εξετάσεων (που συμμετέχει στον οργανοληπτικό έλεγχο του προϊόντος τα τελευταία 20 έτη), για τον καθορισμό της περιγραφής του προϊόντος.

Σε αυτό το κεφάλαιο αναφέρεται επίσης η ελάχιστη διάρκεια ωρίμασης (21 ημέρες από την προσθήκη πυτιάς), παρά το γεγονός ότι περιλαμβάνεται σε άλλα κεφάλαια των ισχυουσών προδιαγραφών προϊόντος.

Τέλος, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Το “Bleu du Vercors-Sassenage” επιτρέπεται να διατίθεται σε μερίδες στον καταναλωτή.»

Το τυρί αυτό μπορεί να διατίθεται ολόκληρο, ωστόσο λόγω του μεγέθους του (4 έως 4,5 kg) διατίθεται συχνότερα σε μερίδες στον καταναλωτή.

Όλες αυτές οι τροποποιήσεις πραγματοποιήθηκαν επίσης στο ενιαίο έγγραφο (σημεία 3.2 και 3.3).

Κεφάλαιο «Γεωγραφική περιοχή»

Το κεφάλαιο αυτό συμπληρώθηκε από τον κατάλογο των σταδίων που πρέπει να εκτελούνται στη γεωγραφική περιοχή: η παραγωγή γάλακτος, η παρασκευή και ωρίμαση των τυριών, που περιλαμβάνονται στο μέρος «μέθοδος παραγωγής του προϊόντος» στις ισχύουσες προδιαγραφές προϊόντος.

Η ορθογραφία και τα τυπογραφικά στοιχεία των ονομάτων των κοινοτήτων έχουν αναθεωρηθεί για να συνάδουν με την επίσημη ορολογία.

Η γεωγραφική περιοχή είναι αμετάβλητη αλλά λόγω της συγχώνευσης των δύο κοινοτήτων του Isère: Autrans και Méaudre, ο κατάλογος των κοινοτήτων περιλαμβάνει πλέον το όνομα της κοινότητας που προέκυψε από τη συγχώνευση: «Autrans-Méaudre-en-Vercors» και υπάρχουν μόνο 13 κοινότητες του Isère (και όχι 14) στη γεωγραφική περιοχή.

Αυτή η τροποποίηση στον κατάλογο, η ορθογραφία και τα τυπογραφικά στοιχεία των κοινοτήτων βρίσκονται στο σημείο 4 του ενιαίου εγγράφου.

Κεφάλαιο «Απόδειξη καταγωγής»

Με βάση την εξέλιξη των εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, το κεφάλαιο «Στοιχεία που αποδεικνύουν την προέλευση του προϊόντος από τη γεωγραφική περιοχή» κωδικοποιείται και συγκεντρώνει πλέον ιδίως τις υποχρεώσεις υποβολής δήλωσης και τήρησης μητρώων σχετικά με την ιχνηλασιμότητα του προϊόντος και την παρακολούθηση των συνθηκών παραγωγής. Αυτές οι τροποποιήσεις περιγράφονται λεπτομερώς κατωτέρω.

Η ακόλουθη παράγραφος:

«Κάθε γαλακτοπαραγωγός, κάθε εργαστήριο μεταποίησης και κάθε εργαστήριο ωρίμασης συμπληρώνει μια “δήλωση ικανότητας” (“déclaration d’aptitude”), η οποία καταχωρίζεται από τις υπηρεσίες του I.N.A.O. και του επιτρέπει να ταυτοποιεί όλες τις επιχειρήσεις.»

αντικαθίσταται από την παράγραφο:

«Κάθε επιχείρηση που επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί συνολικά ή εν μέρει στην παραγωγή γάλακτος, στη μεταποίηση, ή στην ωρίμαση του «Bleu du Vercors-Sassenage» υποχρεούται να υποβάλει δήλωση ταυτοποίησης, στην οποία θα περιγράφεται το μέσο παραγωγής της και θα περιλαμβάνονται οι δεσμεύσεις της. Η δήλωση καταχωρίζεται από την ομάδα.

Κάθε επιχείρηση μπορεί, κατά περίπτωση, να υποβάλει στην ομάδα μία εκ των προτέρων δήλωση μη πρόθεσης παραγωγής για την ονομασία «Bleu du Vercors-Sassenage» η οποία μπορεί να καλύπτει συνολικά ή εν μέρει το μέσο παραγωγής της, για το τρέχον ημερολογιακό έτος.»

Η «δήλωση ταυτοποίησης» των επιχειρήσεων αντικαθιστά τη «δήλωση ικανότητας» και υποβάλλεται στην ομάδα. Προστίθεται η υποχρέωση υποβολής δήλωσης σχετικά με την προσωρινή διακοπή της παραγωγής («εκ των προτέρων δήλωση μη πρόθεσης παραγωγής»)

Απαλείφεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Αυτές οφείλουν να τηρούν στη διάθεση του I.N.A.O. μητρώα καθώς και οποιοδήποτε έγγραφο απαιτείται για τον έλεγχο της προέλευσης, της ποιότητας και των όρων παραγωγής του γάλακτος και των τυριών.»

Προστίθενται τα στοιχεία σχετικά με την «ιχνηλασιμότητα» του γάλακτος και των τυριών και τις μεθόδους «παρακολούθησης της τήρησης των όρων παραγωγής» για τον καθορισμό των υποχρεώσεων της τήρησης μητρώου για τους αγρότες και τους παραγωγούς. Οι εν λόγω υποχρεώσεις αφορούν την προθεσμία υποβολής της «ετήσιας δήλωσης παραγωγής γάλακτος» και της «ετήσιας δήλωσης μεταποίησης και ωρίμασης». Προστίθεται ο κατάλογος των στοιχείων που πρέπει να καταχωριστούν και βρίσκονται στη διάθεση των υπηρεσιών ελέγχου.

Προστίθενται τα στοιχεία σχετικά με την «παρακολούθηση της τήρησης των όρων παραγωγής»: παρατίθενται τα έγγραφα για τους αγρότες και για τις μονάδες μεταποίησης που πρέπει να τίθενται στη διάθεση των υπηρεσιών ελέγχου.

Η ακόλουθη παράγραφος:

«Στο πλαίσιο του ελέγχου των χαρακτηριστικών του προϊόντος ονομασίας προέλευσης, διενεργείται αναλυτική και οργανοληπτική εξέταση για να διασφαλιστεί η ποιότητα και η ιδιοτυπία των προϊόντων που υποβάλλονται στην εξέταση αυτή.»

αντικαθίσταται από την παράγραφο:

«Στο πλαίσιο του ελέγχου των χαρακτηριστικών του προϊόντος ονομασίας προέλευσης, τα τυριά που έχουν φθάσει στο ελάχιστο χρονικό διάστημα ωρίμασης υποβάλλονται σε περιοδικούς δειγματοληπτικούς ελέγχους, υπό την ευθύνη των υπηρεσιών ελέγχου. Υποβάλλονται σε αναλυτική και οργανοληπτική εξέταση, σκοπός της οποίας είναι να διασφαλιστεί η ποιότητα και η ιδιοτυπία του προϊόντος.»

Αυτή η τροποποίηση επιτρέπει τον καθορισμό των μεθόδων ελέγχου σχετικά με το προϊόν.

Η ακόλουθη παράγραφος:

«Κάθε τυρί που διατίθεται στο εμπόριο με το όνομα της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης πρέπει να φέρει ένα σήμα ταυτοποίησης που επιτρέπει την αναγνώριση του εργαστηρίου παραγωγής και την παρακολούθηση του προϊόντος.»

αντικαθίσταται από την παράγραφο:

««Κάθε τυρί που διατίθεται στο εμπόριο με το όνομα της ονομασίας προέλευσης πρέπει να φέρει πινακίδα ταυτοποίησης που επιτρέπει την ταυτοποίηση του εργαστηρίου παραγωγής και την παρακολούθηση του προϊόντος.»

Αυτές οι πινακίδες χορηγούνται αποκλειστικά από την ομάδα σε όλες τις επιχειρήσεις που τηρούν τις προδιαγραφές του προϊόντος. Αφαιρούνται από τον παραγωγό σε περίπτωση αναστολής ή ανάκλησης έγκρισης.

Σε περίπτωση υποβιβασμού παρτίδων μετά από έλεγχο, οι πινακίδες αυτές αφαιρούνται από τα εν λόγω τυριά.»

Η ανωτέρω τροποποίηση επιτρέπει την προσθήκη λεπτομερειών σχετικά με το είδος του σήματος ταυτοποίησης των τυριών και τις μεθόδους διαχείρισης αυτού του σήματος ταυτοποίησης.

Προστίθεται μία παράγραφος σχετικά με τα υποδείγματα εγγράφων παρακολούθησης και τη διάρκεια διατήρησής τους, για να διευκολύνεται η διαχείριση των ελέγχων των εγγράφων.

Κεφάλαιο «Μέθοδος παραγωγής»

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Το γάλα που προορίζεται για την παραγωγή του τυριού “Bleu du Vercors Sassenage” προέρχεται από κοπάδια γαλακτοπαραγωγής τα οποία ορίζονται ως εξής:

το κοπάδι γαλακτοπαραγωγής περιλαμβάνει το σύνολο των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής και τις δαμαλίδες ανανέωσης που είναι παρούσες στην εκμετάλλευση·

οι αγελάδες γαλακτοπαραγωγής είναι τα ζώα σε γαλακτοφορία και τα ζώα που έχουν στερέψει·

δαμαλίδες είναι τα ζώα που βρίσκονται στο στάδιο μεταξύ απογαλακτισμού και πρώτου τοκετού.»

Έχουν προστεθεί οι ορισμοί των όρων «κοπάδι γαλακτοπαραγωγής», «αγελάδες γαλακτοπαραγωγής» και «δαμαλίδες» για να αποσαφηνιστούν οι τύποι των ζώων για τα οποία ισχύουν οι κανόνες που έχουν καθοριστεί.

Διαχείριση του κοπαδιού

Η παράγραφος:

«Το γάλα που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του τυριού ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης Bleu du Vercors-Sassenage πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά από κοπάδια γαλακτοπαραγωγής αποτελούμενα από αγελάδες των φυλών montbéliarde, abondance και villarde.»

αντικαθίσταται από την παράγραφο:

«Το γάλα που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του τυριού ονομασίας προέλευσης “Bleu du Vercors-Sassenage” πρέπει να προέρχεται αποκλειστικά από κοπάδια γαλακτοπαραγωγής αποτελούμενα από αγελάδες των φυλών Montbéliarde, Abondance και Villard de Lans.»

Το όνομα της φυλής «Villard de Lans» διορθώθηκε, για να αντικαταστήσει τον τοπικό όρο «Villarde» με το επίσημο όνομα της φυλής «Villard de Lans».

Όσον αφορά το ενιαίο έγγραφο, περιλαμβάνει στο σημείο 3.3. μόνο την ακόλουθη διάταξη: «Το γάλα που χρησιμοποιείται είναι αγελαδινό, […] που προέρχεται από κοπάδια αποτελούμενα από αγελάδες των φυλών Montbéliarde, Abondance και Villard de Lans.»

Προστίθεται ότι «κάθε κοπάδι γαλακτοπαραγωγής περιλαμβάνει τουλάχιστον το 3 % των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής και τουλάχιστον μία αγελάδα της τοπικής φυλής Villard de Lans.»

Οι φυλές που επιτρέπονται στις προδιαγραφές είναι φυλές γαλακτοπαραγωγής προσαρμοσμένες σε ορεινές συνθήκες. Η απαίτηση αυτή προστίθεται για να ενισχυθεί η τοπικής προέλευσης φυλή «Villard de Lans», η οποία είναι φυλή περιορισμένου αριθμού αγελάδων που υπόκειται σε πρόγραμμα προστασίας. Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «Η εκτροφή του κοπαδιού γαλακτοπαραγωγής σε κλειστό χώρο απαγορεύεται. Κατά τις περιόδους που υπάρχει διαθέσιμο χόρτο, μόλις το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες, είναι υποχρεωτική η βόσκηση των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής. Πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 150 ημέρες ετησίως. Για κάθε αγελάδα γαλακτοπαραγωγής πρέπει να διατίθεται έκταση τουλάχιστον 3 στρεμμάτων πάντα σε βοσκότοπο, κατά μέσο όρο κατά την περίοδο βόσκησης.»

Η διάταξη αυτή κωδικοποιεί πρακτικές εκτροφής στο οροπέδιο του Vercors, το οποίο ανταποκρίνεται σε μια λογική χορτολιβαδικού συστήματος που σέβεται τις παραδοσιακές εναλλαγές βόσκησης/χώρων σταβλισμού. Τα ζώα βόσκουν αμέσως μόλις το επιτρέψουν η βλάστηση του χόρτου και οι κλιματικές συνθήκες.

Διατροφή των ζώων

Χορτονομές

H παράγραφος:

«Τα ζώα πρέπει να τρέφονται με χορτονομές που προέρχονται από την οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή για αυτήν την ονομασία.»

Αντικαθίσταται από τη φράση:

«Το βασικό σιτηρέσιο των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής εξασφαλίζεται από χορτονομές που προέρχονται αποκλειστικά από τη γεωγραφική» περιοχή.

Οι χορτονομές του κοπαδιού γαλακτοπαραγωγής αποτελούνται από τα ακόλουθα: χόρτο που προσλαμβάνεται με βόσκηση, άχυρο ή δεματισμένο χόρτο.

Το δεματισμένο χόρτο αντιστοιχεί κατ’ ανώτατο όριο σε ποσοστό 40 % ακατέργαστης ύλης χορτονομών που διανέμονται κατά τη διάρκεια του έτους στο κοπάδι γαλακτοπαραγωγής και 25 % για τις εκμεταλλεύσεις που μεταποιούν το γάλα τους.

Το ποσοστό ξηράς ύλης είναι τουλάχιστον 50 % για το δεματισμένο χόρτο. Οποιαδήποτε άλλη ζωοτροφή που έχει υποστεί ζύμωση δεν επιτρέπεται.

Απαγορεύονται η κατανάλωση και η διανομή σταυρανθών υπό μορφή νωπής χορτονομής, για το σύνολο του κοπαδιού γαλακτοπαραγωγής που είναι παρόν στην εκμετάλλευση.» Οι διατάξεις σχετικά με τις χορτονομές καθορίστηκαν προκειμένου να επιβεβαιώσουν ότι το βασικό σιτηρέσιο των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής αποτελείται μόνο από χορτονομή που προέρχεται αποκλειστικά από τη γεωγραφική περιοχή, και ότι η χορτονομή αποτελείται μόνο από χόρτο: που προσλαμβάνεται με βόσκηση, υπό τη μορφή αχύρου ή δεματισμένου χόρτου.

Το δεματισμένο χόρτο (του οποίου το ποσοστό ξηράς ύλης είναι τουλάχιστον 50 %) περιορίστηκε σε 40 % ξηράς ύλης χορτονομής που διανέμεται (25 % για τους μεταποιητές αγρότες) για την ενίσχυση του αχύρου και του χόρτου που προσλαμβάνεται με βόσκηση. Το όριο καθορίζεται στο 25 % για τους μεταποιητές αγρότες επειδή στο πλαίσιο της τήρησης των παραδοσιακών πρακτικών, οι εν λόγω παραγωγοί χρησιμοποιούν λιγότερο δεματισμένο χόρτο, και δίνουν προτεραιότητα στο χόρτο στο σιτηρέσιο των ζώων.

Διευκρινίζεται επίσης ότι τα άλλα τρόφιμα που έχουν υποστεί ζύμωση, καθώς και τα σταυρανθή απαγορεύονται.. Πράγματι, τα εν λόγω τρόφιμα μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς τη μυρωδιά, τη γεύση του γάλακτος.

Συμπληρωματικές ζωοτροφές

Έχει καθοριστεί ανώτατο όριο συμπληρωματικών ζωοτροφών 1 800 kg ξηράς ύλης ανά αγελάδα γαλακτοπαραγωγής ετησίως, κατά μέσο όρο, στο σύνολο των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής, για τη βελτιστοποίηση της κατανάλωσης των χορτονομών που προέρχονται από τη γεωγραφική περιοχή.

Οι συμπληρωματικές ζωοτροφές που επιτρέπονται έχουν οριστεί σε θετικό κατάλογο, για την επιλογή των πρώτων υλών που είναι οι πλέον συμβατές με την παραδοσιακή διατροφή της αγέλης βοοειδών, και για τη διευκόλυνση του ελέγχου. Στις συμπληρωματικές ζωοτροφές των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής επιτρέπονται μόνον οι ακόλουθες πρώτες ύλες: οι κόκκοι σιτηρών, τα αφυδατωμένα προϊόντα και παραπροϊόντα τους, που δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία με ανθρακικό νάτριο· οι σπάδικες αραβοσίτου που διατηρούνται μέσω ξηρής μεθόδου, με περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη τουλάχιστον 60 %· σπόροι και παραπροϊόντα ελαιούχων και πρωτεϊνούχων φυτών· η αφυδατωμένη μηδική και οι αφυδατωμένες χορτονομές ψυχανθών, χωρίς προσθήκη ουρίας. Σύμφωνα με την πρακτική, επιτρέπονται επίσης (εντός του ορίου του 10 % των συμπληρωμάτων): ο αφυδατωμένος πολτός τεύτλων, χωρίς προσθήκη ουρίας· ο ορός γάλακτος της εκμετάλλευσης· η μελάσα, τα φυτικά έλαια (με εξαίρεση το φοινικέλαιο)· τα ανόργανα στοιχεία, τα διττανθρακικά, το αλάτι, τα αιθέρια έλαια και τα φυσικά εκχυλίσματα φυτών. Η χρήση ουρίας απαγορεύεται.

Απαγόρευση των ΓΤΟ (ζωοτροφές και προϊόντα καλλιεργειών που προορίζονται για τη σίτιση του κοπαδιού γαλακτοπαραγωγής)

Αυτή η διάταξη προστέθηκε επειδή διασφαλίζει τη διατήρηση του δεσμού με την περιοχή και την ενίσχυση του παραδοσιακού χαρακτήρα της διατροφής.

Στο ενιαίο έγγραφο προστίθενται επίσης οι διατάξεις σχετικά με τη διατροφή των ζώων.

Αγορά ζώων

Προστίθεται ότι σε περίπτωση αγοράς από κτηνοτρόφους που δεν τηρούν τους όρους παραγωγής της ονομασίας προέλευσης «Bleu du Vercors Sassenage», οι δαμαλίδες και οι αγελάδες βρίσκονται στην εκμετάλλευση τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την έναρξη της γαλακτοφορίας, για να διασφαλίζεται ότι τα ζώα έχουν μεταφερθεί και έχουν τραφεί σύμφωνα με τις προδιαγραφές πριν από την έναρξη της γαλακτοφορίας.

Τυροκομική μεταποίηση

Προετοιμασία του γάλακτος

Η διάταξη «Το γάλα που χρησιμοποιείται για την παρασκευή του Bleu du Vercors-Sassenage είναι πλήρες αγελαδινό γάλα, ενδεχομένως μερικώς αποκορυφωμένο.»

τροποποιείται ως εξής:

«Το γάλα που χρησιμοποιείται για την παρασκευή του “Bleu du Vercors-Sassenage” είναι ενδεχομένως μερικώς αποκορυφωμένο αγελαδινό γάλα, όπου η περιεκτικότητα σε λίπη έναντι της περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες (ΠΛ/ΠΠ) είναι άνω του 1,16.»

Ο όρος «πλήρες» διαγράφεται και αναφέρεται ότι η ενδεχόμενη αποκορύφωση πραγματοποιείται μόνο αν η περιεκτικότητα σε λίπη/ η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες είναι άνω του 1,16 ώστε να μην αποκορυφωθεί γάλα το οποίο δεν είναι αρκετά πλούσιο σε λιπαρά και να διατηρηθούν συνεπώς οι οργανοληπτικές ιδιότητες του τυριού.

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Σε περίπτωση μεταποίησης γάλακτος, μεσολαβεί μέγιστο διάστημα 48 ωρών μεταξύ της πρώτης άμελξης και της παράδοσης του γάλακτος στον τόπο μεταποίησης. Για το τυρί που παράγεται στο αγρόκτημα, η πυτιά πρέπει να προστεθεί στο γάλα το αργότερο 36 ώρες μετά την πρώτη άμελξη.»

Προστέθηκαν οι μέγιστοι χρόνοι συλλογής και εφαρμογής προκειμένου να διατηρηθούν τα αρχικά χαρακτηριστικά του γάλακτος.

Ωρίμαση εν ψυχρώ

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Μετά την προσθήκη μεσόφιλων ενζύμων στο νωπό γάλα, μπορεί να γίνει ωρίμαση εν ψυχρώ για διάστημα έως 15 ωρών σε θερμοκρασία 10 έως 13 °C.»

Σύμφωνα με τις πρακτικές, προστίθεται η δυνατότητα ωρίμασης του γάλακτος εν ψυχρώ. Αυτό επιτρέπει την οξίνιση του γάλακτος που ευνοεί τη δράση της πυτιάς.

Η διάρκεια αυτής της προαιρετικής φάσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 15 ώρες σε θερμοκρασία μεταξύ 10 και 13 °C.

Θερμική επεξεργασία

Η ακόλουθη παράγραφος:

«Τα τυριά που φέρουν την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης Bleu du Vercors-Sassenage παρασκευάζονται από γάλα που θερμαίνεται, τουλάχιστον εν μέρει, του οποίου η θερμοκρασία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 76 °C […]»

Αντικαθίσταται από την παράγραφο:

«Τα τυριά που φέρουν την ονομασία προέλευσης “Bleu du Vercors-Sassenage” παρασκευάζονται από νωπό ή θερμισμένο γάλα. Στην αγροτική μεταποίηση, χρησιμοποιείται αποκλειστικά νωπό γάλα.»

Η διάταξη σχετικά με τη θερμική επεξεργασία του γάλακτος τροποποιήθηκε: ενώ η τουλάχιστον μερική θέρμανση του γάλακτος ήταν υποχρεωτική, η τροποποίηση προβλέπει ότι το γάλα που χρησιμοποιείται είναι: είτε νωπό, είτε θερμισμένο (η παστερίωση του γάλακτος απαγορεύεται). Στην αγροτική μεταποίηση, χρησιμοποιείται αποκλειστικά νωπό γάλα.

Πράγματι, οι μελέτες σχετικά με τη χλωρίδα του γάλακτος και των τυριών κατέδειξαν το ενδιαφέρον της διατήρησης της αρχικής χλωρίδας του γάλακτος για τη βελτίωση της ανάπτυξης της χλωρίδας ωρίμασης και των αρωμάτων των τυριών.

Επιπλέον, η εξέλιξη των τεχνικών διατήρησης του γάλακτος επιτρέπει πλέον τη μη θέρμανση του γάλακτος.

Η διάταξη σχετικά με τη φύση του γάλακτος που χρησιμοποιείται (αγελαδινό, νωπό ή θερμισμένο, ενδεχομένως μερικώς αποκορυφωμένο) προστίθεται στο ενιαίο έγγραφο στο σημείο 3.2 σχετικά με την περιγραφή του προϊόντος:

«Παρασκευάζεται από νωπό ή θερμισμένο αγελαδινό γάλα, ενδεχομένως μερικώς αποκορυφωμένο.»

Συμπληρώνεται επίσης το σημείο 3.3 σχετικά με τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται:

«Το γάλα που χρησιμοποιείται είναι νωπό ή θερμισμένο αγελαδινό γάλα, χωρίς προσθήκη ή αφαίρεση πρωτεϊνικών υλών και λιπαρών ουσιών με εξαίρεση την ενδεχομένως μερική αποκορύφωση.»

Ωρίμαση εν θερμώ

Η παράγραφος:

«Τα τυριά που φέρουν την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης Bleu du Vercors-Sassenage παρασκευάζονται από […] γάλα στο οποίο προστίθεται ο μύκητας Pénicillium roqueforti.»

Αντικαθίσταται από την παράγραφο:

«Σε θερμοκρασία ωρίμασης (έως 40 °C), πραγματοποιείται η προσθήκη κυρίως θερμόφιλων ενζύμων και Penicillium Roqueforti (για την ανάπτυξη του μύκητα που του δίνει το χαρακτηριστικό μπλε χρώμα).»

Αυτό το στάδιο, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διάστιξη της μάζας, έχει περιγραφεί λεπτομερώς για την καλύτερη οριοθέτηση των πρακτικών.

Προσθήκη πυτιάς

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Σε περίπτωση συλλογής του γάλακτος, η προσθήκη πυτιάς πραγματοποιείται έως και 48 ώρες μετά την παράδοση του γάλακτος στον τόπο μεταποίησης.»

Έχει καθοριστεί μέγιστη διάρκεια 48 ωρών μεταξύ της παράδοσης του γάλακτος και της προσθήκης πυτιάς, σε περίπτωση συλλογής του γάλακτος, προκειμένου να εξασφαλίζονται οι βέλτιστες συνθήκες κατά την προσθήκη πυτιάς.

Η ακόλουθη παράγραφος

«Το τυρόπηγμα αναδεύεται και τοποθετείται σε μήτρες σε πολλές στρώσεις, χωρίς συμπίεση. Τα τυριά αλατίζονται στις ατομικές μήτρες. Η διάρκεια της αλάτισης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις τρεις ημέρες.»

Αντικαθίσταται από την παράγραφο:

«Τεμαχισμός του τυροπήγματος

Το τυρόπηγμα τεμαχίζεται προκειμένου να λαμβάνονται κόκκοι μεγέθους φουντουκιού ή καρυδιού.

Ανάδευση

Το τυρόπηγμα αναδεύεται.

Η ανάδευση διακόπτεται από περιόδους ανάπαυσης οι οποίες διασφαλίζουν την επικάλυψη των κόκκων.

Τοποθέτηση στις μήτρες - στράγγιση

Το τυρόπηγμα τοποθετείται σε τάπητα ή φύλλα στράγγισης για την απομάκρυνση περίσσειας τυρόγαλου (αποστράγγιση του τυρόγαλου).

Η τοποθέτηση σε μήτρες πραγματοποιείται με τη χρήση κυλινδρικών μητρών χωρίς πάτο, διαμέτρου 28 εκατοστών. Η κατανομή πραγματοποιείται σε διαδοχικές στρώσεις, χωρίς συμπίεση.

Κατά τη διάρκεια της στράγγισης, τα τυριά πρέπει να υποβληθούν σε τέσσερις αναστροφές.

Αλάτιση

Τα τυριά αλατίζονται σε ατομικές μήτρες με πάτο (κάδοι αλάτισης), με ξηρό αλάτι, τουλάχιστον μία φορά σε κάθε πλευρά, σε αίθουσα ρυθμιζόμενης θερμοκρασίας (16 έως 22 °C).

Η διάρκεια της αλάτισης δεν πρέπει να υπερβαίνει τις τρεις ημέρες.»

Διευκρινίστηκε το στάδιο του τεμαχισμού του τυροπήγματος. Το μέγεθος των κόκκων του τυροπήγματος επιδρά πράγματι καθοριστικά στην ταχύτητα της στράγγισης του τυρόγαλου και στην τελική εμφάνιση της μάζας του τυριού.

Διευκρινίστηκε επίσης το στάδιο της ανάδευσης. Η επικάλυψη των κόκκων είναι σημαντική επειδή επηρεάζει την τελική υφή του τυριού και την ύπαρξη ανοιγμάτων στη μάζα του.

Προστέθηκαν λεπτομέρειες σχετικά με την τοποθέτηση σε μήτρες και τη στράγγιση για την οριοθέτηση των πρακτικών.

Υποβλήθηκαν διευκρινίσεις για το στάδιο της αλάτισης, προκειμένου να κωδικοποιηθούν περαιτέρω οι υφιστάμενες πρακτικές, καθώς το εν λόγω στάδιο δεν περιγράφεται επαρκώς στις ισχύουσες προδιαγραφές προϊόντος.

Η ακόλουθη παράγραφος:

«Η ωρίμαση, ελάχιστης διάρκειας 21 ημερών πριν την έξοδο από τις αποθήκες ωρίμασης, υπολογιζόμενων από την ημέρα της προσθήκης πυτιάς, επιτρέπει την αρμονική ανάπτυξη των χαρακτηριστικών του.»

Αντικαθίσταται από τη φράση:

«Ωρίμαση και διατήρηση

Μετά από ενδεχόμενη εξίδρωση, τα τυριά τοποθετούνται σε μονάδα ωρίμασης, η θερμοκρασία της οποίας κυμαίνεται από 9 έως 14 °C και η σχετική υγρασία υπερβαίνει το 90 %.

Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, το τυρί υποβάλλεται σε αναστροφές και διατρυπάται για την επίτευξη της καλής κατανομής του μύκητα.

Κατά το διάστημα αυτό, πραγματοποιείται η προσθήκη της επιφανειακής χλωρίδας.

Η ωρίμαση, ελάχιστης διάρκειας 21 ημερών πριν από την έξοδο από τις αποθήκες ωρίμασης, υπολογιζόμενων από την ημέρα της προσθήκης πυτιάς, επιτρέπει την αρμονική ανάπτυξη των χαρακτηριστικών του.»

Διευκρινίστηκαν οι συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας για την οριοθέτηση του σταδίου ωρίμασης το οποίο είναι καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη των αρωμάτων του τυριού· διευκρινίστηκε επίσης περαιτέρω, για την καλύτερη κατανομή του μύκητα στο τυρί και τη λήψη των αναμενόμενων χαρακτηριστικών της κρούστας, ότι κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου το τυρί υποβάλλεται σε αναστροφές και διατρυπάται για την επίτευξη της καλής κατανομής του μύκητα και ότι κατά το διάστημα αυτό πραγματοποιείται η προσθήκη της επιφανειακής χλωρίδας.

Κεφάλαιο «Στοιχεία που αιτιολογούν τον δεσμό με τη γεωγραφική περιοχή»

Το κεφάλαιο αυτό αναδιατυπώθηκε στο σύνολό του ώστε να αναδειχθεί με πιο προφανή τρόπο η απόδειξη του δεσμού μεταξύ του «Bleu du Vercors-Sassenage» και της γεωγραφικής του περιοχής, χωρίς να τροποποιηθεί ουσιαστικά ο εν λόγω δεσμός. Αυτή η απόδειξη προβάλλει ιδίως τις συνθήκες παραγωγής του γάλακτος και ειδικότερα το γεγονός ότι η διατροφή που βασίζεται στην ποικιλόμορφη ορεινή χλωρίδα επιτρέπει τη λήψη γάλακτος που είναι κατάλληλο για την παρασκευή του «Bleu du Vercors-Sassenage» για το οποίο απαιτείται ειδική τεχνογνωσία παρασκευής και ωρίμασης.

Στο πρώτο μέρος περιγράφονται τα «Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής» επαναλαμβάνονται οι φυσικοί παράγοντες της γεωγραφικής περιοχής, καθώς και οι ανθρώπινοι παράγοντες, ενώ παράλληλα συνοψίζονται οι ιστορικές πτυχές και υπογραμμίζεται η ειδική τεχνογνωσία.

Στο δεύτερο μέρος περιγράφεται η «Ιδιαιτερότητα του προϊόντος» και επισημαίνονται ορισμένα στοιχεία που εισήχθησαν στην περιγραφή του προϊόντος.

Τέλος, στο τελευταίο μέρος εξηγείται η «Αιτιώδης συνάφεια», δηλαδή οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των φυσικών και ανθρώπινων παραγόντων και του προϊόντος.

Ολόκληρο το κεφάλαιο σχετικά με τον δεσμό που περιλαμβάνεται στις προδιαγραφές προϊόντος ΠΟΠ παρατίθεται στο σημείο 5 του ενιαίου εγγράφου.

Κεφάλαιο «Ειδικά στοιχεία της επισήμανσης»

Το κεφάλαιο αυτό επικαιροποιήθηκε με τη διαγραφή της υποχρέωσης αναγραφής της εθνικής ένδειξης «Ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης» στις ετικέτες, κατ' εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την επισήμανση των προϊόντων ΠΟΠ

Απαλείφεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Οι ενδείξεις “fabrication fermière” (παράγεται στο αγρόκτημα) ή “fromage fermier” (τυρί αγροκτήματος) ή κάθε ανάλογη ένδειξη που υπονοεί ότι το προϊόν προέρχεται από αγρόκτημα επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνο από τους αγρότες παραγωγούς.» επειδή ο όρος «αγρότης» (ή οποιαδήποτε άλλη ένδειξη που υπονοεί ότι το προϊόν προέρχεται από αγρόκτημα) ορίζεται πλέον περαιτέρω στην εθνική νομοθεσία. Λαμβάνεται επίσης υπόψη αυτή η τροποποίηση στο ενιαίο έγγραφο.

Λοιπά

Στο κεφάλαιο «Αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους», επικαιροποιείται η διεύθυνση του INAO.

Κεφάλαιο «Αναφορές στον οργανισμό ελέγχου»

το όνομα και τα στοιχεία των επίσημων φορέων επικαιροποιούνται. Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρονται τα στοιχεία επικοινωνίας των αρμόδιων φορέων ελέγχου σε επίπεδο Γαλλίας: Εθνικό Ινστιτούτο Προέλευσης και Ποιότητας (I.N.A.O.) και Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, Κατανάλωσης και Καταστολής της Απάτης (DGCCRF). Προστίθεται η διευκρίνηση ότι η ονομασία και τα στοιχεία επικοινωνίας του οργανισμού πιστοποίησης είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο του ΙΝΑΟ και στη βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Κεφάλαιο «Εθνικές απαιτήσεις»

Σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές και ρυθμιστικές εξελίξεις, η αναφορά στο διάταγμα της ονομασίας Bleu du Vercors Sassenage διαγράφηκε και συμπεριλήφθηκε ένας πίνακας με τα βασικά σημεία προς έλεγχο, τις τιμές αναφοράς τους και τις μεθόδους αξιολόγησής τους.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

«BLEU DU VERCORS-SASSENAGE»

Αριθ. ΕΕ: PDO-FR-0077-AM02 – 27.11.2017

ΠΟΠ ( X ) ΠΓΕ ( )

1.   Ονομασία/-ες

«Bleu du Vercors-Sassenage»

2.   Κράτος μέλος η τρίτη χώρα

Γαλλία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος

Κλάση 1.3. Τυριά

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Το «Bleu du Vercors-Sassenage» είναι ένα τυρί με διάστικτη μάζα που δεν έχει υποστεί συμπίεση ούτε ψήσιμο.

Παρασκευάζεται από νωπό ή θερμισμένο αγελαδινό γάλα, ενδεχομένως μερικώς αποκορυφωμένο. Στην αγροτική μεταποίηση, χρησιμοποιείται αποκλειστικά νωπό γάλα.

Είναι πεπλατυσμένου κυλινδρικού σχήματος με κυρτή ράχη, διαμέτρου 27 έως 30 cm και ύψους 7 έως 9 cm. Το βάρος του κυμαίνεται από 4 έως 4,5 kg. Η κρούστα του εμφανίζει λεπτό λευκό έως κυανόφαιο πέλος τύπου ευρωτομυκήτων, το οποίο ενδέχεται να φέρει μαρμαρώδεις γραμμώσεις πορτοκαλόχρωμες έως υπόλευκες τύπου ζυμομυκήτων και βακτηριδίων ωρίμασης.

Η μάζα του τυριού «Le Bleu du Vercors-Sassenage» έχει χρώμα υπόλευκο έως κίτρινο, με ομοιογενή υφή που λιώνει στο στόμα, η οποία παρουσιάζει ομοιόμορφα κατανεμημένη διάστιξη κυανού χρώματος. Η μάζα παρουσιάζει ανοίγματα ετερογενούς μορφής, μικρότερα του 1cm2, κατανεμημένα σε όλο τον όγκο του τυριού.

Έχει ήπια γεύση μπλε τυριού, χωρίς να είναι υπερβολικά πικρό, όξινο ή αλμυρό. Χαρακτηρίζεται επίσης από ελαφριές νότες φουντουκιού και άρωμα θαμνώδους βλάστησης.

Το τυρί αυτό περιέχει τουλάχιστον 48 γραμμάρια λιπαρής ουσίας ανά 100 γραμμάρια τυριού μετά από πλήρη ξήρανση και η περιεκτικότητά του σε ξηρά ουσία δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 52 γραμμάρια ανά 100 γραμμάρια τυριού.

Μπορεί να διατεθεί στο εμπόριο μόνο μετά από ωρίμαση 21 ημερών, που υπολογίζονται από την ημερομηνία της προσθήκης πυτιάς.

3.3.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Επιτρεπόμενες ζωοτροφές

Το βασικό σιτηρέσιο των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής εξασφαλίζεται από χορτονομές (χόρτο που προσλαμβάνεται με βόσκηση, άχυρο ή δεματισμένο χόρτο) που προέρχονται αποκλειστικά από τη γεωγραφική περιοχή. Οποιαδήποτε άλλη ζωοτροφή που έχει υποστεί ζύμωση δεν επιτρέπεται.

Κατά τις περιόδους που υπάρχει διαθέσιμο χόρτο, μόλις το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες, είναι υποχρεωτική η βόσκηση των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής. Πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 150 ημέρες ετησίως. Για κάθε αγελάδα γαλακτοπαραγωγής πρέπει να διατίθεται έκταση τουλάχιστον 3 στρεμμάτων πάντα σε βοσκότοπο, κατά μέσο όρο κατά την περίοδο βόσκησης.

Το δεματισμένο χόρτο (του οποίου το ποσοστό ξηράς ύλης είναι τουλάχιστον 50 %) αντιστοιχεί κατ’ ανώτατο όριο σε ποσοστό 40 % ακατέργαστης ύλης χορτονομών που διανέμονται κατά τη διάρκεια του έτους στο κοπάδι γαλακτοπαραγωγής.

Η προσθήκη συμπληρωμάτων περιορίζεται σε 1 800 kg ξηράς ουσίας, κατά μέσο όρο, ανά αγελάδα γαλακτοπαραγωγής ετησίως, στο σύνολο των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής.

Στις συμπληρωματικές ζωοτροφές των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής επιτρέπονται μόνον οι ακόλουθες πρώτες ύλες: οι κόκκοι σιτηρών, τα αφυδατωμένα προϊόντα και παραπροϊόντα τους, που δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία με ανθρακικό νάτριο· οι σπάδικες αραβοσίτου που διατηρούνται μέσω ξηρής μεθόδου, με περιεκτικότητα σε ξηρά ύλη τουλάχιστον 60 %· σπόροι και παραπροϊόντα ελαιούχων και πρωτεϊνούχων φυτών· η αφυδατωμένη μηδική και οι αφυδατωμένες χορτονομές ψυχανθών, χωρίς προσθήκη ουρίας.

Με μέγιστο όριο το 10 % των συμπληρωμάτων που προαναφέρθηκαν, επιτρέπονται τα ακόλουθα: ο αφυδατωμένος πολτός τεύτλων, χωρίς προσθήκη ουρίας· ο ορός γάλακτος της εκμετάλλευσης· η μελάσα, τα φυτικά έλαια (με εξαίρεση το φοινικέλαιο)· τα ανόργανα στοιχεία, τα διττανθρακικά, το αλάτι, τα αιθέρια έλαια και τα φυσικά εκχυλίσματα φυτών. Η χρήση ουρίας απαγορεύεται.

Τα φυτικά προϊόντα, τα παραπροϊόντα και τα συμπληρώματα διατροφής που προέρχονται από προϊόντα με επισήμανση ΓΤΟ δεν επιτρέπονται στη διατροφή του κοπαδιού γαλακτοπαραγωγής της εκμετάλλευσης.

Προέλευση ζωοτροφών

Οι χορτονομές προέρχονται αποκλειστικά από τη γεωγραφική περιοχή.

Οι συμπληρωματικές ζωοτροφές περιορίζονται σε 1 800 kg ξηράς ουσίας ανά αγελάδα γαλακτοπαραγωγής ετησίως, που αντιστοιχεί κατ’ ανώτατο όριο στο 25 % του ετήσιου σιτηρεσίου σε ξηρά ουσία των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής. Αυτά τα συμπληρώματα δεν προέρχονται εξ ολοκλήρου από τη γεωγραφική περιοχή, λόγω των τοπικών φυσικών συνθηκών ορεινού τύπου, οι οποίες περιορίζουν σημαντικά την παραγωγή δημητριακών και ελαιοπρωτεϊνούχων καλλιεργειών.

Τουλάχιστον το 75 % του σιτηρεσίου των αγελάδων γαλακτοπαραγωγής σε ξηρή ουσία προέρχονται επομένως από τη γεωγραφική περιοχή.

Πρώτες ύλες

Το γάλα που χρησιμοποιείται είναι νωπό ή θερμισμένο αγελαδινό γάλα, χωρίς προσθήκη ή αφαίρεση πρωτεϊνικών υλών και λιπαρών ουσιών με εξαίρεση την ενδεχομένως μερική αποκορύφωση, και που προέρχεται από κοπάδια αποτελούμενα από αγελάδες των φυλών Montbéliarde, Abondance και Villard de Lans.

Στην αγροτική μεταποίηση, χρησιμοποιείται αποκλειστικά νωπό γάλα.

3.4.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Η παραγωγή γάλακτος, η παρασκευή των τυριών και η ωρίμασή τους εκτελούνται εντός της γεωγραφικής περιοχής.

3.5.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η ονομασία

Το «Bleu du Vercors-Sassenage» επιτρέπεται να διατίθεται σε μερίδες στον καταναλωτή.

3.6.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Η ονομασία προέλευσης «Bleu du Vercors-Sassenage» αναγράφεται με χαρακτήρες διαστάσεων τουλάχιστον ίσων με τα δύο τρίτα των μεγαλύτερων χαρακτήρων που εμφαίνονται στην επισήμανση.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

Η γεωγραφική περιοχή παραγωγής της ονομασίας προέλευσης «Bleu du Vercors-Sassenage» βρίσκεται εντός της οροσειράς του Vercors, εκτεινόμενη σε 13 κοινότητες του διοικητικού διαμερίσματος Drôme και σε 13 κοινότητες του διοικητικού διαμερίσματος Isère.

Διοικητικό διαμέρισμα Drôme:

Κοινότητες στο σύνολό τους: (Le) Chaffal, (La) Chapelle-en-Vercors, Echevis, Léoncel, Omblèze, Plan-de-Baix, Saint-Agnan-en-Vercors, Saint-Julien-en-Vercors, Saint-Martin-en-Vercors, Vassieux-en-Vercors

Τμήματα κοινοτήτων: Bouvante, Saint-Jean-en-Royans, Saint-Laurent-en-Royans

Διοικητικό διαμέρισμα Isère:

Κοινότητες στο σύνολό τους: Autrans-Méaudre-en-Vercors, Chatelus, Choranche, Corrençon-en-Vercors, Engins, Lans-en-Vercors, Malleval-en-Vercors, Presles, Rencurel, Saint-Nizier-du-Moucherotte, Villard-de-Lans.

Τμήματα κοινοτήτων: Izeron, Saint-Pierre-de-Chérennes

Για τις κοινότητες που περιλαμβάνονται εν μέρει, τα κτηματολογικά σχέδια είναι κατατεθειμένα στο δημαρχείο.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Το «Bleu du Vercors-Sassenage» είναι ένα τυρί που παρασκευάζεται από αγελαδινό γάλα το οποίο παρουσιάζει ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που συνδέονται τόσο με τις ειδικές συνθήκες του φυσικού περιβάλλοντος του Vercors, οι οποίες σε συνδυασμό με τον φυτικό πλούτο των βοσκοτόπων επιτρέπουν τη λήψη γάλακτος που είναι κατάλληλο για την παραγωγή τυριού, όσο και με τις παραδοσιακές μεθόδους μεταποίησης αυτού του γάλακτος σε τυρί με διάστικτη μάζα που δεν έχει υποστεί συμπίεση.

Σε υψόμετρο περίπου 1 000 μέτρων, το Vercors είναι ο μεγαλύτερος υποαλπικός καρστικός ορεινός όγκος των βόρειων γαλλικών προάλπεων. Βρίσκεται στα δυτικά της Γκρενόμπλ, ανάμεσα στην κοιλάδα του Isère, την πεδιάδα της Valence, την κοιλάδα του Drôme και εκείνη του Drac.

Η γεωγραφική περιοχή περιλαμβάνει τα ανώτερα τμήματα του Vercors, τα οποία οριοθετούνται από ασβεστούχους απόκρημνους βράχους της Κατώτερης Κρητιδικής.. Πρόκειται για ένα τεράστιο κυματοειδές υψίπεδο: η πρόσβαση από φαράγγια, η οποία ήταν πάντα δύσκολη, επέτρεψε στον ορεινό αυτόν όγκο να διατηρήσει την ταυτότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.

Το τοπίο του Vercors σημαδεύτηκε επίσης από τη δράση των παγετώνων στο παρελθόν και χαρακτηρίζεται από μεγάλου μήκους υγρές κοιλάδες απορροής και από παγετωνικές κοιλότητες και φαράγγια όπου δεσπόζουν απόκρημνοι βράχοι.

Το ανάγλυφο, όπου είναι εμφανή τα ασβεστολιθικά πετρώματα, χαρακτηρίζεται από εδάφη μικρού πάχους μόνο με αραιά δάση χαμηλής υγρασίας ή ξηρούς λειμώνες. Στους πυθμένες των κοιλάδων και στις χαμηλές κλιτύες απαντώνται άμμος και χαλίκι, κατά κανόνα αργιλικά, που οφείλονται στη δράση των παγετώνων, στα οποία προστίθεται άργιλος που προέρχεται από την απασβέστωση των ασβεστολιθικών σχηματισμών της Κατώτερης Κρητιδικής. Εκεί βρίσκονται οι περισσότεροι λειμώνες χορτονομής και βόσκησης του Vercors.

Το Vercors έχει ορεινό κλίμα, χαρακτηριζόμενο από σύντομα καλοκαίρια, νύχτες πάντοτε δροσερές, πρώιμο φθινόπωρο, μεγάλης διάρκειας και ψυχρούς χειμώνες με χιονοπτώσεις, το οποίο καθίσταται ηπιότερο λόγω ωκεάνιων και μεσογειακών επιρροών.

Οι βροχοπτώσεις είναι άφθονες: περίπου 1 000 έως 1 700 mm χιλιοστά βροχής ή χιονιού ετησίως, που κατανέμονται με σχετικά ομοιόμορφο τρόπο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Η γεωργία στο Vercors είναι εκτατική ορεινή γεωργία που βασίζεται κυρίως στην αξιοποίηση των βοσκοτόπων, με κύριες μορφές παραγωγής την εκτροφή βοοειδών γαλακτοπαραγωγής (με την οποία ασχολείται μία στις δύο εκμεταλλεύσεις), την εκτροφή βοοειδών αναπαραγωγής, την προβατοτροφία και κατά ένα μικρό ποσοστό την παραγωγή σιτηρών που προορίζονται κυρίως για τη διατροφή των ζώων.

Όσον αφορά τους ανθρώπινους παράγοντες, απαντώνται ίχνη της παραγωγής αυτού του μπλε τυριού στον ορεινό όγκο του Vercors από τον 14ο αιώνα.

Το τμήμα της γεωγραφικής περιοχής που βρίσκεται στο διοικητικό διαμέρισμα Isère ήταν άλλοτε γνωστό ως «βουνά του Sassenage». Με τον καιρό, η περιοχή πήρε το όνομα «Vercors», αφού αποτελεί συνέχεια του Vercors του διοικητικού διαμερίσματος Drôme.. Η σύνδεση των δύο γεωγραφικών ονομάτων αντιστοιχεί επομένως στην ιστορική εξέλιξη των δύο παλαιών περιφερειών που αποτελούσαν τον ορεινό όγκο.

Τον 14ο αιώνα, ο άρχοντας του Sassenage, ιδιοκτήτης των τεσσάρων κοινοτήτων Lans en Vercors, Villard de Lans, Méaudre και Autrans, συνέλεγε αυτό το τυρί ως φόρο και το πωλούσε στο Sassenage.

Με αυτόν τον τρόπο, το «Bleu du Vercors-Sassenage» άρχισε να γίνεται γνωστό εκτός της γεωγραφικής του περιοχής και με την πάροδο των αιώνων αποτέλεσε αντικείμενο σημαντικών εμπορικών συναλλαγών στη Γαλλία και στο εξωτερικό.

Η παραδοσιακή μέθοδος παραγωγής αυτού του τυριού στο αγρόκτημα διατηρήθηκε έως τις αρχές του 20ού αιώνα, περίοδο κατά την οποία άρχισε να εγκαταλείπεται λόγω της ανάπτυξης των γαλακτοκομείων. Το 1933, ο Léonard Mestrallet, διευθυντής του γαλακτοκομικού συνεταιρισμού του Villard, δραστηριοποιήθηκε στην παραγωγή του «Bleu du Vercors- Sassenage» σύμφωνα με την παραδοσιακή συνταγή. Ανέπτυξε την παραγωγή την οποία διέθετε στην αγορά της Γκρενόμπλ και του Σεντ Ετιέν. Έκτοτε, οι αγρότες παραγωγοί δραστηριοποιήθηκαν και πάλι σε αυτήν την παραγωγή.

Η παραγωγή γάλακτος και η μεταποίησή του σε «Bleu du Vercors-Sassenage» εξακολουθούν να ανταποκρίνονται στις παραδοσιακές πρακτικές.

Η παραγωγή γάλακτος βασίζεται σε ένα σύστημα σίτισης με χορτονομές που αξιοποιεί τον φυτικό πλούτο του Vercors, με υποχρεωτική βόσκηση των αγελάδων αμέσως μόλις το επιτρέπουν οι κλιματικές συνθήκες. Το βασικό σιτηρέσιο των ζώων αποτελείται αποκλειστικά από χόρτο που προέρχεται από τη γεωγραφική περιοχή.

Αρχικά, η παραγωγή γάλακτος βασιζόταν κυρίως στην τοπική φυλή βοοειδών, την «Villard-de-Lans», η οποία ήταν προσαρμοσμένη στο δύσκολο αυτό περιβάλλον. Έχοντας σχεδόν εξαφανιστεί τη δεκαετία του 1970, αποτελεί σήμερα αντικείμενο προγράμματος προστασίας και αποκατάστασης. Σε αυτήν προστέθηκαν τη δεκαετία του 1950 και άλλες φυλές προσαρμοσμένες στις ορεινές κλιματικές συνθήκες: η «Montbéliarde» και η «Abondance».

Οι χαρακτηριστικές τεχνικές παραγωγής του «Bleu du Vercors-Sassenage» είναι οι ακόλουθες:

ωρίμαση εν θερμώ με προσθήκη κυρίως θερμόφιλων ενζύμων και Penicillium Roquefort, στη συνέχεια προσθήκη πυτιάς,

τεμαχισμός του τυροπήγματος σε κόκκους μεγέθους φουντουκιού ή καρυδιού,

ανάδευση των κόκκων του τυροπήγματος που διακόπτεται από περιόδους ανάπαυσης,

τοποθέτηση σε μήτρες χωρίς συμπίεση, αλάτιση στις δύο πλευρές του τυριού,

στο στάδιο ωρίμασης, αναστροφές και διάτρηση των τυριών και διατήρηση υπό δροσερές και υγρές συνθήκες,

ωρίμαση διάρκειας τουλάχιστον 21 ημερών.

Το «Bleu du Vercors-Sassenage» είναι ένα τυρί που παρασκευάζεται από αγελαδινό γάλα με διάστικτη μάζα που δεν έχει υποστεί συμπίεση ούτε ψήσιμο, σε σχήμα πεπλατυσμένου κυλίνδρου με κυρτή ράχη, διαμέτρου 27 έως 30 cm. Η κρούστα του εμφανίζει λεπτό πέλος. Η μάζα του, με ομοιογενή υφή που λιώνει στο στόμα, παρουσιάζει ομοιόμορφα κατανεμημένη διάστιξη κυανού χρώματος και μικρά ανοίγματα ετερογενούς μορφής, κατανεμημένα σε όλο τον όγκο του τυριού. Το «Bleu du Vercors-Sassenage» έχει ήπια γεύση μπλε τυριού, χωρίς να είναι υπερβολικά πικρό, όξινο ή αλμυρό και χαρακτηρίζεται από ελαφριές νότες φουντουκιού και άρωμα θαμνώδους βλάστησης.

Η αφθονία φυσικών βοσκοτόπων, οι οποίοι αναπτύσσονται κυρίως σε αργιλοασβεστολιθικά αμμώδη εδάφη και σε αργιλώδη εδάφη που προέρχονται από απασβέστωση, καθώς και ο φυτικός τους πλούτος, έχουν ως αποτέλεσμα μια παράδοση εκτατικής εκτροφής βοοειδών γαλακτοπαραγωγής που εκτελείται στο πλαίσιο ενός συστήματος σίτισης με χορτονομές.

Η ποικιλομορφία του ανάγλυφου της περιοχής του Vercors επιτρέπουν τη βέλτιστη χρήση του φυσικού περιβάλλοντος: τα υγρά, επίπεδα τμήματα της κοιλάδας συνιστούν απόθεμα κτηνοτροφικών φυτών για τις εκμεταλλεύσεις· οι πρόποδες των κλιτύων εξασφαλίζουν την επισιτιστική ασφάλεια του κοπαδιού· οι πλαγιές με μεγάλη κλίση προορίζονται για βόσκηση· οι βοσκότοποι μεγαλύτερου υψόμετρου χρησιμοποιούνται ως αλπικοί βοσκότοποι κατά τη διάρκεια του θέρους. Αυτή η ποικιλόμορφη ορεινή χλωρίδα, η οποία αποτελεί τη βάση της διατροφής του κοπαδιού, προσδίδει στο γάλα τα χαρακτηριστικά του, συνεπώς και στο τυρί.

Οι δυσκολίες πρόσβασης στο Vercors και στο εσωτερικό της οροσειράς ανάγκασαν από πολύ νωρίς τους αγρότες να μεταποιήσουν το αγελαδινό γάλα σε τυρί.

Οι αγρότες παραγωγοί προσανατολίστηκαν στην παραγωγή ενός τυριού μεσαίου μεγέθους, που μπορούσε να διατηρηθεί, που ήταν προσαρμοσμένο στις ανάγκες της ορεινής γεωργίας και έπειτα στις ανταλλαγές με τις γύρω περιοχές.

Η παραδοσιακή του παραγωγή, βασισμένη στη λήψη διάστικτης μάζας, είναι ιστορικά κατοχυρωμένη (από τον 140 αιώνα, αυτό το τυρί περιγράφεται ως «μπλε») και έχει διατηρηθεί ιδίως χάρη στη δυσκολία πρόσβασης στην οροσειρά.

Τα διαφορετικά στάδια παρασκευής του «Bleu du Vercors-Sassenage» του προσδίδουν εξάλλου τα χαρακτηριστικά του:

το μέγεθος των κόκκων του τυροπήγματος (μέγεθος φουντουκιού ή καρυδιού) καθιστά δυνατή την ομοιογενή υφή που λιώνει στο στόμα

η ανάδευση αυτών των κόκκων του τυροπήγματος που διακόπτεται από περιόδους ανάπαυσης, επιτρέποντας την «επικάλυψή» τους (κάτι που αποτρέπει τη συσσωμάτωσή τους), καθώς και η τοποθέτηση σε μήτρες και η στράγγιση χωρίς συμπίεση ευνοούν τη δημιουργία ανοιγμάτων στη μάζα όπου αναπτύσσεται το Penicillium Roqueforti·

η ωρίμαση υπό υγρές και δροσερές συνθήκες, σε συνδυασμό με τη διάτρηση, ευνοούν την ανάπτυξη του Penicillium Roqueforti με αρμονικό τρόπο·

η ωρίμαση, διάρκειας τουλάχιστον 21 ημερών, επιτρέπει επίσης τον σχηματισμό ενός λεπτού επιφανειακού πέλους και την ανάπτυξη ιδιαίτερων αρωμάτων του συγκεκριμένου τυριού: απαλό μπλε, φουντούκι και άρωμα θαμνώδους βλάστησης.

Το «Bleu du Vercors-Sassenage» συνδέεται επομένως στενά με μια περιοχή, το Vercors, την οποία οι παραγωγοί κατάφεραν να αξιοποιήσουν αναπτύσσοντας μια εκτατική κτηνοτροφία ορεινού τύπου και παραδοσιακές τεχνικές παραγωγής.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος

(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)

https://extranet.inao.gouv.fr/fichier/CDCBleuVercorsSassenage-BO.pdf


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

19.8.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279/38


Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση M.9482 — SKT/Comcast/JV)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2019/C 279/05)

1.   

Στις 7 Αυγούστου 2019, η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση προτεινόμενης συγκέντρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1).

Η κοινοποίηση αφορά τις ακόλουθες επιχειρήσεις:

SK Holdings Co., Ltd. («SKT», Νότια Κορέα),

Comcast Corp. («Comcast», ΗΠΑ).

Η SKT και η Comcast αποκτούν, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) και του άρθρου 3 παράγραφος 4 του κανονισμού συγκεντρώσεων, τον κοινό έλεγχο του συνόλου της SK Telecom CS T1 Co., Ltd., νεοσυσταθείσας κοινής επιχείρησης («JV», Νότια Κορέα).

Η συγκέντρωση πραγματοποιείται με αγορά μετοχών.

2.   

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι οι εξής:

—   SKT: υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης, ασφάλειας, εμπορίου και τηλεπικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της εκμετάλλευσης κινητού δικτύου στη Νότια Κορέα.

—   Comcast: υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης, τεχνολογίας και ψυχαγωγίας, συμπεριλαμβανομένων του επαγγελματικού αθλητισμού και της ζωντανής ψυχαγωγίας.

—   JV: εκμετάλλευση επαγγελματικής ομάδας για συμμετοχή σε διαδικτυακούς διαγωνισμούς βιντεοπαιχνιδιών πολλαπλών παικτών.

3.   

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση ως προς το σημείο αυτό.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία για την εξέταση ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2), σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια να εξεταστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.   

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να της υποβάλουν τυχόν παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης. Θα πρέπει πάντοτε να σημειώνονται τα ακόλουθα στοιχεία αναφοράς:

M.9482 — SKT/Comcast/JV

Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, με φαξ ή ταχυδρομικώς. Στοιχεία επικοινωνίας:

Email: COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu

Φαξ +32 22964301

Ταχυδρομική διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Merger Registry

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 (ο «κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 366 της 14.12.2013, σ. 5.


19.8.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 279/40


Προηγούμενη κοινοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση M.9494 — Equistone/Heras)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2019/C 279/06)

1.   

Στις 6 Αυγούστου 2019, η Επιτροπή έλαβε κοινοποίηση προτεινόμενης συγκέντρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1).

Η κοινοποίηση αφορά τις ακόλουθες επιχειρήσεις:

Equistone Partners Europe Fund VI («Equistone», Ηνωμένο Βασίλειο), που ελέγχεται από την Equistone LLP,

Hela N.V. (Βέλγιο), Heras Deutschland GmbH, HERAS Mobilzaun GmbH (Γερμανία), Heras France S.A.S., Heras Cloture Mobile et Securité S.A.R.L., Heras Cloture Mobile Production S.A.S. (Γαλλία), CRH Fencing & Security Ltd. (Ηνωμένο Βασίλειο), Perimeter Protection Holding B.V. (Κάτω Χώρες), Heras Norge AS (Νορβηγία), Heras Polska sp. z o.o. (Πολωνία), και Heras AB (Σουηδία), (από κοινού «Heras»), που ανήκουν στον όμιλο CRH Group plc.

Η Equistone αποκτά, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού συγκεντρώσεων, τον αποκλειστικό έλεγχο του συνόλου της Heras.

Η συγκέντρωση πραγματοποιείται με αγορά μετοχών.

2.   

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι οι εξής:

—   Equistone: εταιρεία ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων που επενδύει κυρίως στο μεσαίο τμήμα της αγοράς σε όλη την Ευρώπη.

—   Heras: παροχή λύσεων και υπηρεσιών περιμετρικής προστασίας (διάφορα συστήματα περίφραξης, εγκαταστάσεις, υπηρεσίες συντήρησης και επισκευής) με μονάδες παραγωγής σε όλη την Ευρώπη.

3.   

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η κοινοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση ως προς το σημείο αυτό.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία για την εξέταση ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2), σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια να εξεταστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.   

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να της υποβάλουν τυχόν παρατηρήσεις για την προτεινόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης. Θα πρέπει πάντοτε να σημειώνονται τα ακόλουθα στοιχεία αναφοράς:

M.9494 — Equistone/Heras

Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, με φαξ ή ταχυδρομικώς. Στοιχεία επικοινωνίας:

Email: COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu

Φαξ +32 22964301

Ταχυδρομική διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Merger Registry

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 (ο «κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 366 της 14.12.2013, σ. 5.