ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

62ό έτος
29 Απριλίου 2019


Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2019/C 148/01

Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

CDJ

2019/C 148/02

Υπόθεση C-420/16 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2019 — Balázs-Árpád Izsák, Attila Dabis κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ουγγαρίας, Ελληνικής Δημοκρατίας, Ρουμανίας, Σλοβακικής Δημοκρατίας (Αίτηση αναιρέσεως — Θεσμικό δίκαιο — Πρωτοβουλία πολιτών — Κανονισμός (ΕΕ) 211/2011 — Καταχώριση της προτάσεως πρωτοβουλίας πολιτών — Άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ — Προϋπόθεση σύμφωνα με την οποία η πρόταση δεν πρέπει να ευρίσκεται καταφανώς εκτός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βάσει των οποίων αυτή μπορεί να υποβάλει πρόταση για την έκδοση νομικής πράξεως προς εφαρμογή των Συνθηκών — Βάρος αποδείξεως — Οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή — Άρθρο 174 ΣΛΕΕ — Πρωτοβουλία πολιτών Πολιτική συνοχής για την ισότητα των περιφερειών και τη διατήρηση των ιδιαίτερων πολιτιστικών χαρακτηριστικών τους — Αίτηση καταχωρίσεως — Απόρριψη από την Επιτροπή)

2

2019/C 148/03

Υπόθεση C-349/17: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Μαρτίου 2019 [αίτηση του Tallinna Ringkonnakohus (Εσθονία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Eeesti pagar AS κατά Ettevõtluse Arendamise Sihtasutus, Majandus- ja Kommunikatsiooniministeerium (Προδικαστική παραπομπή — Κρατικές ενισχύσεις — Κανονισμός (ΕΚ) 800/2008 (Γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία) — Άρθρο 8, παράγραφος 2 — Ενισχύσεις που έχουν χαρακτήρα κινήτρου — Έννοια της έναρξης εργασιών για το σχέδιο — Αρμοδιότητες των εθνικών αρχών — Παράνομη ενίσχυση — Μη έκδοση αποφάσεως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από εθνικό δικαστήριο — Υποχρέωση των εθνικών αρχών να προβαίνουν με δική τους πρωτοβουλία σε ανάκτηση παράνομης ενισχύσεως — Νομική βάση — Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ — Γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης περί προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Απόφαση της αρμόδιας εθνικής αρχής για τη χορήγηση ενισχύσεως δυνάμει του κανονισμού 800/2008 — Γνώση των περιστάσεων που αποκλείουν την επιλεξιμότητα της αιτήσεως ενισχύσεως — Δημιουργία δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Έλλειψη — Παραγραφή — Ενισχύσεις συγχρηματοδοτούμενες από διαρθρωτικό ταμείο — Εφαρμοστέα ρύθμιση — Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 — Εθνική ρύθμιση — Τόκοι — Υποχρέωση απαιτήσεως τόκων — Νομική βάση — Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ — Εφαρμοστέα ρύθμιση — Εθνική ρύθμιση — Αρχή της αποτελεσματικότητας)

3

2019/C 148/04

Υπόθεση C-643/17: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2019 [αίτηση του Supremo Tribunal Administrativo (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Suez II Water Technologies & Solutions Portugal, Unipessoal Lda, πρώην GE Power Controls Portugal Unipessoal, Lda κατά Fazenda Pública (Προδικαστική παραπομπή — Τελωνειακή ένωση — Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 — Άρθρο 37 — Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας — Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 — Άρθρο 313 — Τελωνειακός χαρακτήρας των εμπορευμάτων — Τεκμήριο κοινοτικού χαρακτήρα των εμπορευμάτων)

4

2019/C 148/05

Υπόθεση C-693/17 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 6ης Μαρτίου 2019 — BMB sp. z o.o. κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), Ferrero SpA (Αίτηση αναιρέσεως — Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα — Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 — Άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο ε' — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Σχέδιο ή υπόδειγμα που απεικονίζει φοντανιέρες για ζαχαρωτά — Κήρυξη ακυρότητας)

5

2019/C 148/06

Υπόθεση C-728/17 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2019 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Alain Laurent Brouillard (Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Πρόσληψη — Διαγωνισμός — Προϋποθέσεις συμμετοχής σε διαγωνισμό — Απαιτούμενα πτυχία και επίπεδο εκπαιδεύσεως — Γενικός Διαγωνισμός EPSO/AD/306/15 — Προεπιλογή των υποψηφίων βάσει φακέλου υποψηφιότητας — Επίπεδο εκπαιδεύσεως που αντιστοιχεί σε ολοκληρωμένες σπουδές νομικής πραγματοποιηθείσες σε βελγικό, γαλλικό ή λουξεμβουργιανό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα — Μεταπτυχιακό δίπλωμα master 2 στη νομική και οικονομική επιστήμη και στη διοίκηση επιχειρήσεων, κατεύθυνση ιδιωτικού δικαίου, ειδίκευση γλωσσομαθούς νομικού — Χορήγηση κατόπιν αναγνωρίσεως αποκτηθείσας πείρας — Απόρριψη της υποψηφιότητας)

6

2019/C 148/07

Υπόθεση C-392/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 13 Ιουνίου 2018 ο Mauro Bettani κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 24 Απριλίου 2018 στην υπόθεση T-80/18, Bettani κατά Επιτροπής

6

2019/C 148/08

Υπόθεση C-757/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 3 Δεκεμβρίου 2018 η M-Sansz Kereskedelmi, Termelő és Szolgáltató Kft. (M-Sansz Kft.) κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 28 Σεπτεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-709/17, M-Sansz κατά Επιτροπής

7

2019/C 148/09

Υπόθεση C-809/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 20 Δεκεμβρίου 2018 το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 15 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-7/17, John Mills κατά EUIPO

8

2019/C 148/10

Υπόθεση C-818/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 21 Δεκεμβρίου 2018 η The Yokohama Rubber Co. Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο πενταμελές τμήμα) στις 24 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-447/16, Pirelli Tyre κατά EUIPO

9

2019/C 148/11

Υπόθεση C-825/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 28 Δεκεμβρίου 2018 η Mamas and Papas Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 23 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-672/17, Mamas and Papas κατά EUIPO

11

2019/C 148/12

Υπόθεση C-6/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 4 Ιανουαρίου 2019 το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο πενταμελές τμήμα) στις 24 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-447/16, Pirelli Tyre κατά EUIPO

12

2019/C 148/13

Υπόθεση C-13/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Audiencia Provincial de Zaragoza (Ισπανία) στις 9 Ιανουαρίου 2019 — Ibercaja Banco, S.A. κατά TJ και UK

13

2019/C 148/14

Υπόθεση C-48/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) στις 25 Ιανουαρίου 2019 — X-GmbH κατά Finanzamt Z

14

2019/C 148/15

Υπόθεση C-56/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιανουαρίου 2019 η RFA International, LP κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Νοεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-113/15, RFA International κατά Επιτροπής

15

2019/C 148/16

Υπόθεση C-57/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιανουαρίου 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο πενταμελές τμήμα) στις 15 Νοεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-793/14, Tempus Energy και Tempus Energy Technology κατά Επιτροπής

16

2019/C 148/17

Υπόθεση C-74/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Judicial da Comarca de Lisboa — Juízo Local Cível de Lisboa — Juiz 18 (Πορτογαλία) στις 31 Ιανουαρίου 2019 — LE κατά Transportes Aéreos Portugueses, SA

18

2019/C 148/18

Υπόθεση C-80/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Lietuvos Aukščiausiasis Teismas (Λιθουανία) στις 4 Φβρουαρίου 2019 — E. E.

18

2019/C 148/19

Υπόθεση C-105/19: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Μονομελές Πρωτοδικείο Σερρών (Ελλάδα) την 8η Φεβρουαρίου 2019 — WP κατά Τράπεζας Πειραιώς ΑΕ

20

2019/C 148/20

Υπόθεση C-113/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour administrative (Λουξεμβούργο) στις 12 Φεβρουαρίου 2019 — Luxaviation SA κατά Ministre de l’Environnement

21

2019/C 148/21

Υπόθεση C-117/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε η Mokestinių ginčų komisija prie Lietuvos Respublikos vyriausybės (Λιθουανία) στις 15 Φεβρουαρίου 2019 — ΑΒ Linas Agro κατά Muitinės departamentas prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos

22

2019/C 148/22

Υπόθεση C-130/19: Προσφυγή της 15ης Φεβρουαρίου 2019 — Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά Karel Pinxten

24

2019/C 148/23

Υπόθεση C-144/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 20 Φεβρουαρίου 2019 η Lupin Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-680/14, Lupin κατά Επιτροπής

24

2019/C 148/24

Υπόθεση C-145/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 20 Φεβρουαρίου 2019 ο Mohamed Hosni Elsayed Mubarak κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-358/17, Mubarak κατά Συμβουλίου

26

2019/C 148/25

Υπόθεση C-146/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Vrhovno sodišče Republike Slovenije στις 21 Φεβρουαρίου 2019 — SCT, d.d, κηρυχθείσα σε πτώχευση κατά Δημοκρατίας της Σλοβενίας

27

2019/C 148/26

Υπόθεση C-149/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Okresný súd Bratislava V (Σλοβακία) στις 22 Φεβρουαρίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά R.B.

28

2019/C 148/27

Υπόθεση C-151/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 21 Φεβρουαρίου 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-684/14, Krka κατά Επιτροπής

29

2019/C 148/28

Υπόθεση C-161/19: Προσφυγή ασκηθείσα στις 22 Φεβρουαρίου 2019 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

30

2019/C 148/29

Υπόθεση C-164/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Niche Generics Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-701/14, Niche Generics κατά Επιτροπής

31

2019/C 148/30

Υπόθεση C-165/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Slovak Telekom, a.s. κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018, στην υπόθεση T-851/14, Slovak Telekom κατά Επιτροπής

32

2019/C 148/31

Υπόθεση C-166/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Unichem Laboratories Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-705/14, Unichem Laboratories κατά Επιτροπής

33

2019/C 148/32

Υπόθεση C-173/19 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 25 Φεβρουαρίου 2019 οι Scandlines Danmark ApS και Scandlines Deutschland GmbH κατά της διάταξης που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-890/16, Scandlines Danmark και Scandlines Deutschland κατά Επιτροπής

34

2019/C 148/33

Υπόθεση C-174/19 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 25 Φεβρουαρίου 2019 οι Scandlines Danmark ApS και Scandlines Deutschland GmbH κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-630/15, Scandlines Danmark και Scandlines Deutschland κατά Επιτροπής

35

2019/C 148/34

Υπόθεση C-175/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Φεβρουαρίου 2019 η Stena Line Scandinavia AB κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-631/15, Stena Line Scandinavia κατά Επιτροπής

37

2019/C 148/35

Υπόθεση C-183/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Fruits de Ponent S.C.C.L. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-290/16, Fruits de Ponent κατά Επιτροπής

38

 

GCEU

2019/C 148/36

Υπόθεση T-716/14: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Tweedale κατά EFSA (Πρόσβαση σε έγγραφα — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Έγγραφα σχετικά με τις μελέτες τοξικότητας που καταρτίσθηκαν κατά την ανανέωση της έγκρισης της δραστικής ουσίας γλυφοσάτη — Μερική άρνηση παροχής πρόσβασης — Εξαίρεση σχετική με την προστασία των εμπορικών συμφερόντων — Υπερισχύον δημόσιο συμφέρον — Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 — Έννοια των πληροφοριών που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον)

40

2019/C 148/37

Υπόθεση T-135/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Ιταλία κατά Επιτροπής (ΕΓΤΕ — Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση — Δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Ιταλία — Προσωρινό καθεστώς αναδιάρθρωσης του κλάδου της ζάχαρης — Κανονισμός (ΕΚ) 320/2006 — Κανονισμός (ΕΚ) 968/2006 — Κανονισμός (ΕΚ) 1290/2005 — Προθεσμία 24 μηνών — Έννοια του πολυετούς μέτρου — Προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης — Έννοια των εγκαταστάσεων παραγωγής — Χαρακτηρισμός των σιλό — Έννοια της πλήρους διάλυσης — Παράρτημα 2 του εγγράφου VI/5330/97 — Δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της νομοθεσίας της Ένωσης — Καλόπιστη συνεργασία — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη — Ne bis in idem — Επιδοτήσεις σφαγής — Ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης για τα γεωργικά προϊόντα — Καθυστερήσεις πληρωμών — Απόδειξη της υπάρξεως ιδιαιτέρων συνθηκών διαχείρισης — Ίση μεταχείριση — Μεταφραστικό σφάλμα σε μια από τις γλωσσικές αποδόσεις κανονισμού της Ένωσης — Δυνατότητα καταλογισμού της δημοσιονομικής διόρθωσης στο κράτος μέλος)

41

2019/C 148/38

Υπόθεση T-139/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Ουγγαρία κατά Επιτροπής (ΕΓΤΠΕ — Τμήμα Εγγυήσεων — ΕΓΤΕ — Ζάχαρη — Προσωρινό καθεστώς αναδιάρθρωσης του κλάδου της ζάχαρης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα — Κανονισμός (ΕΚ) 320/2006 — Κανονισμός (ΕΚ) 968/2006 — Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση — Δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από την Ουγγαρία — Προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης για την πλήρη ή μερική διάλυση της εγκατάστασης παραγωγής — Έννοια των εγκαταστάσεων παραγωγής — Εκτίμηση της χρήσης των σιλό κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση της ενίσχυσης — Έννοια της πλήρους διάλυσης — Παράρτημα 2 του εγγράφου VI/5330/97 — Δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της νομοθεσίας της Ένωσης — Καλόπιστη συνεργασία)

42

2019/C 148/39

Υπόθεση T-156/15: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Γαλλία κατά Επιτροπής (ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ — Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση — Δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Γαλλία — Καθεστώς στρεμματικών ενισχύσεων — Διαδικαστικές εγγυήσεις — Κανονισμός (ΕΚ) 885/2006 — Έννοια των μόνιμων βοσκοτόπων — Κανονισμός (ΕΚ) 1120/2009 — Εθνικό σύστημα ελέγχου που έχει καταρτιστεί βάσει ορισμού που δεν είναι σύμφωνος σε σχέση με τις κτηνοτροφικές εκτάσεις — Αποκλεισμός του συνόλου των δαπανών — Αναλογικότητα — Γαλλικό πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης — Μέτρα στήριξης για την αγροτική ανάπτυξη — Περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα — Κανονισμός (ΕΚ) 1975/2006 — Κανονισμός (ΕΕ) 65/2011 — Κατ’αποκοπήν δημοσιονομική διόρθωση — Επιτόπιοι έλεγχοι — Κριτήριο επιβάρυνσης — Καταμέτρηση των ζώων — Προσωρινό καθεστώς αναδιάρθρωσης του κλάδου παραγωγής ζάχαρης — Κανονισμός (ΕΚ) 320/2006 — Κανονισμός (ΕΚ) 968/2006 — Προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενισχύσεως για την αναδιάρθρωση — Έννοια της εγκαταστάσεως παραγωγής — Εκτίμηση της χρήσεως των σιλό κατά την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως για τη χορήγηση της ενισχύσεως — Έννοια της πλήρους διάλυσης — Αναλογικότητα — Ίση μεταχείριση — Παράρτημα 2 του εγγράφου VI/5330/9])

43

2019/C 148/40

Υπόθεση T-730/16: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2019 — Espírito Santo Financial Group κατά EKT (Πρόσβαση στα έγγραφα — Απόφαση 2004/258/ΕΚ — Έγγραφα σχετικά με την απόφαση της ΕΚΤ της 1ης Αυγούστου 2014 η οποία αφορά τη Banco Espírito Santo, SA — Μερική άρνηση παροχής πρόσβασης — Εξαίρεση σχετική με την εμπιστευτικότητα των εργασιών των οργάνων λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ — Εξαίρεση σχετική με τη δημοσιονομική, νομισματική ή οικονομική πολιτική της Ένωσης ή κράτους μέλους — Εξαίρεση σχετική με τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση ή σε κράτος μέλος — Εξαίρεση σχετική με την προστασία των εμπορικών συμφερόντων — Εξαίρεση σχετική με έγγραφα που προορίζονται για εσωτερική χρήση — Υποχρέωση αιτιολόγησης)

44

2019/C 148/41

Υπόθεση T-799/16: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Xiaomi κατά EUIPO — Dudingen Develops (MI) ({Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης MI — Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης MI — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 8 παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001] — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 94 του κανονισμού 2017/1001)})

45

2019/C 148/42

Υπόθεση T-837/16: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Σουηδία κατά Επιτροπής (REACH — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χορηγείται άδεια για τη χρήση του κίτρινου θειοχρωμικού μολύβδου και του ερυθρού μείγματος θειικού, μολυβδαινικού και χρωμικού μολύβδου — Άρθρο 60, παράγραφοι 4 και 5, του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 — Εξέταση της μη διαθεσιμότητας εναλλακτικών λύσεων — Πλάνη περί το δίκαιο)

46

2019/C 148/43

Υπόθεση T-59/17: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — L κατά Κοινοβουλίου (Υπαλληλική υπόθεση — Διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός — Καταγγελία της συμβάσεως — Κλονισμός της σχέσεως εμπιστοσύνης — Εξωτερικές δραστηριότητες — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Αγωγή αποζημιώσεως)

47

2019/C 148/44

Υπόθεση T-329/17: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Hautala κ.λπ. κατά EFSA (Πρόσβαση στα έγγραφα — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Έγγραφα σχετικά με μελέτες καρκινογενετικότητας οι οποίες καταρτίστηκαν στο πλαίσιο της ανανέωσης της έγκρισης της δραστικής ουσίας γλυφοσάτη — Μερική άρνηση πρόσβασης — Εξαίρεση σχετική με την προστασία των εμπορικών συμφερόντων — Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον — Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 — Έννοια του όρου πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον)

47

2019/C 148/45

Υπόθεση T-446/17: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — TK κατά Κοινοβουλίου (Υπαλληλική υπόθεση — Έκτακτοι υπάλληλοι — Τροποποίηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί — Έννοια της υπηρεσιακής τοποθετήσεως — Πρόσκληση σε συνέντευξη — Έννοια της διαδικασίας — Ισχυρισμός περί ηθικής παρενοχλήσεως — Αίτημα αρωγής — Ευθύνη — Ηθική βλάβη)

48

2019/C 148/46

Υπόθεση T-798/17: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — De Masi και Βαρουφάκης κατά ΕΚΤ (Πρόσβαση στα έγγραφα — Απόφαση 2004/258/ΕΚ — Έγγραφο που επιγράφεται Απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ — Άρνηση προσβάσεως — Εξαίρεση σχετικά με την προστασία της παροχής νομικών συμβουλών — Εξαίρεση σχετικά με την προστασία των εγγράφων για εσωτερική χρήση — Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον)

49

2019/C 148/47

Υπόθεση T-26/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Γαλλία κατά Επιτροπής (ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ — Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση — Δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Γαλλία — Εφάπαξ και κατ’ αποκοπήν δημοσιονομικές διορθώσεις — Καθεστώς στρεμματικών ενισχύσεων — Σύστημα αναγνώρισης αγροτεμαχίων — Καθορισμός επιλέξιμων εκτάσεων — Διατήρηση των γαιών σε καλή γεωργική και περιβαλλοντική κατάσταση — Χαρακτηριστικά του τοπίου· — Χερσότοποι και βοσκότοποι — Εθνικό σύστημα ελέγχου που έχει καταρτιστεί βάσει ορισμού που δεν είναι σύμφωνος σε σχέση με τις επιλέξιμες εκτάσεις — Αναλογικότητα — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση — Πιθανότερο ποσοστό σφάλματος — Πλάνη περί το δίκαιο)

50

2019/C 148/48

Υπόθεση T-106/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Laverana κατά EUIPO — Agroecopark (VERA GREEN) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης VERA GREEN — Προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης LAVERA — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Έλλειψη κινδύνου συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

51

2019/C 148/49

Υπόθεση T-297/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2019 — Wirecard Technologies κατά EUIPO — Striatum Ventures (supr) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης supr — Προγενέστερο λεκτικό σήμα Benelux Zupr — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Ομοιότητα των σημείων — Άρθρο 60, παράγραφος 1, στοιχείο α', και άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

51

2019/C 148/50

Υπόθεση T-463/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Novartis κατά EUIPO (SMARTSURFACE) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης SMARTSURFACE — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Διακριτικός χαρακτήρας — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 2017/1001)

52

2019/C 148/51

Υπόθεση T-326/18: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 8ης Μαρτίου 2019 — Herrero Torres κατά EUIPO — DZ Licores (CARAJILLO LICOR 43 CUARENTA Y TRES) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης CARAJILLO LICOR 43 CUARENTA Y TRES — Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Carajillo — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Κίνδυνος συγχύσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 2017/2001 — Προσφυγή προδήλως στερούμενη νομικού ερείσματος)

53

2019/C 148/52

Υπόθεση T-125/19: Προσφυγή της 20ής Φεβρουαρίου 2019 — Clem & Jo Optique κατά EUIPO — C&A (C&J)

54

2019/C 148/53

Υπόθεση T-126/19: Προσφυγή της 21ης Φεβρουαρίου 2019 — Krajowa Izba Gospodarcza Chłodnictwa i Klimatyzacji κατά Επιτροπής

54

2019/C 148/54

Υπόθεση T-131/19: Προσφυγή της 25ης Φεβρουαρίου 2019 — Oosterbosch κατά Κοινοβουλίου

55

2019/C 148/55

Υπόθεση T-132/19: Προσφυγή της 26ης Φεβρουαρίου 2019 — Ashworth κατά Κοινοβουλίου

56

2019/C 148/56

Υπόθεση T-135/19: Προσφυγή της 1ης Μαρτίου 2019 — Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals κατά EUIPO — Dalmat (LaTV3D)

58

2019/C 148/57

Υπόθεση T-137/19: Αγωγή της 28ης Φεβρουαρίου 2019 — Souruh κατά Συμβουλίου

58

2019/C 148/58

Υπόθεση T-138/19: Προσφυγή της 14ης Φεβρουαρίου 2019 — WH κατά EUIPO

59

2019/C 148/59

Υπόθεση T-141/19: Προσφυγή της 4ης Μαρτίου 2019 — Sabo κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου

60

2019/C 148/60

Υπόθεση T-142/19: Προσφυγή της 1ης Μαρτίου 2019 — Nosio κατά EUIPO — Passi (PASSIATA)

60

2019/C 148/61

Υπόθεση T-143/19: Προσφυγή της 2ας Μαρτίου 2019 — Solar Ηλείας Μπόμπαινα κατά Επιτροπής

61

2019/C 148/62

Υπόθεση T-147/19: Προσφυγή της 6ης Μαρτίου 2019 — Flovax κατά EUIPO — Dagniaux και Gervais Danone (GLACIER DAGNIAUX DEPUIS 1923)

62

2019/C 148/63

Υπόθεση T-156/19: Προσφυγή της 12ης Μαρτίου 2019 — Koenig & Bauer κατά EUIPO (we’re on it)

63

2019/C 148/64

Υπόθεση T-507/16: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 1ης Μαρτίου 2019 — Baradel κ.λπ. κατά ΕΤαΕ

64

2019/C 148/65

Υπόθεση T-760/18: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Φεβρουαρίου 2019 — Intercontinental Exchange Holdings κατά EUIPO — New York Mercantile Exchange (NYMEX BRENT)

64


EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/1


Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(2019/C 148/01)

Τελευταία δημοσίευση

ΕΕ C 139 της 15.4.2019

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 131 της 8.4.2019

ΕΕ C 122 της 1.4.2019

ΕΕ C 112 της 25.3.2019

ΕΕ C 103 της 18.3.2019

ΕΕ C 93 της 11.3.2019

ΕΕ C 82 της 4.3.2019

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

CDJ

29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2019 — Balázs-Árpád Izsák, Attila Dabis κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ουγγαρίας, Ελληνικής Δημοκρατίας, Ρουμανίας, Σλοβακικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-420/16 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Θεσμικό δίκαιο - Πρωτοβουλία πολιτών - Κανονισμός (ΕΕ) 211/2011 - Καταχώριση της προτάσεως πρωτοβουλίας πολιτών - Άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ - Προϋπόθεση σύμφωνα με την οποία η πρόταση δεν πρέπει να ευρίσκεται καταφανώς εκτός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βάσει των οποίων αυτή μπορεί να υποβάλει πρόταση για την έκδοση νομικής πράξεως προς εφαρμογή των Συνθηκών - Βάρος αποδείξεως - Οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή - Άρθρο 174 ΣΛΕΕ - Πρωτοβουλία πολιτών «Πολιτική συνοχής για την ισότητα των περιφερειών και τη διατήρηση των ιδιαίτερων πολιτιστικών χαρακτηριστικών τους» - Αίτηση καταχωρίσεως - Απόρριψη από την Επιτροπή)

(2019/C 148/02)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Αναιρεσείοντες: Balázs-Árpád Izsák, Attila Dabis (εκπρόσωπος: D. Sobor, ügyvéd)

Λοιποί διάδικοι στη διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: K. Banks, K. Talabér-Ritz, H. Krämer και B. R. Killmann), Ουγγαρία (εκπρόσωπος: M. Z. Fehér), Ελληνική Δημοκρατία, Ρουμανία (εκπρόσωποι: R. H. Radu, C. R. Canțăr, C.-M. Florescu, L. Lițu και E. Gane), Σλοβακική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: B. Ricziová)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 10ης Μαΐου 2016, Izsák και Dabis κατά Επιτροπής (T-529/13, EU:T:2016:282).

2)

Ακυρώνει την απόφαση C(2013) 4975 τελικό της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2013, σχετικά με την αίτηση καταχωρίσεως της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας πολιτών «Πολιτική συνοχής για την ισότητα των περιφερειών και τη διατήρηση των ιδιαίτερων πολιτιστικών χαρακτηριστικών τους».

3)

Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της πρωτόδικης και της αναιρετικής διαδικασίας.

4)

Η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Σλοβακική Δημοκρατία φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  ΕΕ C 392 της 24.10.2016.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/3


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Μαρτίου 2019 [αίτηση του Tallinna Ringkonnakohus (Εσθονία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Eeesti pagar AS κατά Ettevõtluse Arendamise Sihtasutus, Majandus- ja Kommunikatsiooniministeerium

(Υπόθεση C-349/17) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Κρατικές ενισχύσεις - Κανονισμός (ΕΚ) 800/2008 (Γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία) - Άρθρο 8, παράγραφος 2 - Ενισχύσεις που έχουν χαρακτήρα κινήτρου - Έννοια της «έναρξης εργασιών για το σχέδιο» - Αρμοδιότητες των εθνικών αρχών - Παράνομη ενίσχυση - Μη έκδοση αποφάσεως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από εθνικό δικαστήριο - Υποχρέωση των εθνικών αρχών να προβαίνουν με δική τους πρωτοβουλία σε ανάκτηση παράνομης ενισχύσεως - Νομική βάση - Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ - Γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης περί προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης - Απόφαση της αρμόδιας εθνικής αρχής για τη χορήγηση ενισχύσεως δυνάμει του κανονισμού 800/2008 - Γνώση των περιστάσεων που αποκλείουν την επιλεξιμότητα της αιτήσεως ενισχύσεως - Δημιουργία δικαιολογημένης εμπιστοσύνης - Έλλειψη - Παραγραφή - Ενισχύσεις συγχρηματοδοτούμενες από διαρθρωτικό ταμείο - Εφαρμοστέα ρύθμιση - Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 - Εθνική ρύθμιση - Τόκοι - Υποχρέωση απαιτήσεως τόκων - Νομική βάση - Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ - Εφαρμοστέα ρύθμιση - Εθνική ρύθμιση - Αρχή της αποτελεσματικότητας)

(2019/C 148/03)

Γλώσσα διαδικασίας: η εσθονική

Αιτούν δικαστήριο

Tallinna Ringkonnakohus

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Eeesti pagar AS

κατά

Ettevõtluse Arendamise Sihtasutus, Majandus- ja Kommunikatsiooniministeerium

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 800/2008 της Επιτροπής, της 6ης Αυγούστου 2008, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την κοινή αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων [107 και 108 ΣΛΕΕ] (Γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία), έχει την έννοια ότι στο πλαίσιο της εν λόγω διατάξεως θεωρείται ως έναρξη εργασιών «για το σχέδιο ή τη δραστηριότητα» η ανάληψη ανεπιφύλακτης και νομικά δεσμευτικής υποχρεώσεως σχετικά με μια πρώτη παραγγελία εξοπλισμού για το εν λόγω σχέδιο ή τη δραστηριότητα, πριν από την υποβολή της αιτήσεως για τη χορήγηση ενισχύσεως, ανεξάρτητα από το τυχόν κόστος υπαναχωρήσεως από την εν λόγω αναληφθείσα υποχρέωση.

2)

Το άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι η διάταξη αυτή επιβάλλει στην εθνική αρχή την υποχρέωση να ανακτήσει με δική της πρωτοβουλία ενίσχυση που χορήγησε κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού 800/2008, οσάκις διαπιστώνει, εν συνεχεία, ότι οι προϋποθέσεις του κανονισμού αυτού δεν πληρούνταν.

3)

Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι μια εθνική αρχή δεν μπορεί, κατά τη χορήγηση ενισχύσεως κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του κανονισμού 800/2008, να δημιουργήσει στον αποδέκτη της ενισχύσεως δικαιολογημένη εμπιστοσύνη όσον αφορά τη νομιμότητα της ενισχύσεως αυτής.

4)

Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι, οσάκις εθνική αρχή χορήγησε ενίσχυση από διαρθρωτικό ταμείο κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του κανονισμού 800/2008, η προθεσμία παραγραφής που ισχύει για την ανάκτηση της παράνομης ενισχύσεως είναι, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η προθεσμία τεσσάρων ετών που προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ή, σε διαφορετική περίπτωση, η προθεσμία που προβλέπεται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο.

5)

Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι, οσάκις εθνική αρχή ζητεί, με δική της πρωτοβουλία, την ανάκτηση ενισχύσεως την οποία χορήγησε εσφαλμένα βάσει του κανονισμού 800/2008, οφείλει να ζητήσει από τον αποδέκτη της εν λόγω ενισχύσεως την καταβολή τόκων σύμφωνα με τους κανόνες του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Συναφώς, το άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ απαιτεί οι κανόνες αυτοί να διασφαλίζουν την πλήρη ανάκτηση της παράνομης ενισχύσεως και, συνακόλουθα, να υποχρεωθεί συγκεκριμένα ο αποδέκτης της ενισχύσεως να καταβάλει τόκους για ολόκληρη την περίοδο κατά την οποία επωφελήθηκε από την ενίσχυση και με επιτόκιο ίσο με εκείνο το οποίο θα είχε εφαρμοστεί σε περίπτωση που αυτός είχε αναγκαστεί να δανειστεί το ποσό της επίμαχης ενισχύσεως στην αγορά κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου.


(1)  ΕΕ C 269 της 14.8.2017.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2019 [αίτηση του Supremo Tribunal Administrativo (Πορτογαλία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Suez II Water Technologies & Solutions Portugal, Unipessoal Lda, πρώην GE Power Controls Portugal Unipessoal, Lda κατά Fazenda Pública

(Υπόθεση C-643/17) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Τελωνειακή ένωση - Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 - Άρθρο 37 - Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας - Κανονισμός (ΕΟΚ) 2454/93 - Άρθρο 313 - Τελωνειακός χαρακτήρας των εμπορευμάτων - Τεκμήριο κοινοτικού χαρακτήρα των εμπορευμάτων)

(2019/C 148/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Αιτούν δικαστήριο

Supremo Tribunal Administrativo

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Suez II Water Technologies & Solutions Portugal, Unipessoal Lda, πρώην GE Power Controls Portugal Unipessoal, Lda

κατά

Fazenda Pública

Διατακτικό

Το άρθρο 313 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 75/98 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 1998, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εμπορεύματα όπως τα επίμαχα στην κύρια δίκη, τα οποία έχουν παραδοθεί και για τα οποία έχουν εκδοθεί τιμολόγια από εταιρίες εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες προς εταιρία εγκατεστημένη στο τελωνειακό έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στο έδαφος αυτό, πρέπει να θεωρούνται εισαχθέντα στο έδαφος αυτό κατά την έννοια του άρθρου 37 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 82/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, και εμπίπτοντα, για τον λόγο αυτό, στην εξαίρεση του άρθρου 313, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2454/93, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό 75/98, και, ως εκ τούτου, ο χαρακτήρας κοινοτικού εμπορεύματος αναγνωρίζεται μόνο στα εμπορεύματα ως προς τα οποία αποδεικνύεται ότι υποβλήθηκαν στις διαδικασίες θέσεως σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης.


(1)  ΕΕ C 52 της 12.2.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/5


Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 6ης Μαρτίου 2019 — BMB sp. z o.o. κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), Ferrero SpA

(Υπόθεση C-693/17 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα - Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 - Άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο ε' - Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας - Σχέδιο ή υπόδειγμα που απεικονίζει φοντανιέρες για ζαχαρωτά - Κήρυξη ακυρότητας)

(2019/C 148/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: BMB sp. z o.o. (εκπρόσωπος: K. Czubkowski, radca prawny)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) (εκπρόσωποι: S. Hanne και D. Walicka), Ferrero SpA (εκπρόσωπος: M. Kefferpütz, Rechtsanwalt)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει την BMB sp. z o.o. στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 142 της 23.4.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/6


Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 7ης Μαρτίου 2019 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Alain Laurent Brouillard

(Υπόθεση C-728/17 P) (1)

(Αίτηση αναιρέσεως - Υπαλληλική υπόθεση - Πρόσληψη - Διαγωνισμός - Προϋποθέσεις συμμετοχής σε διαγωνισμό - Απαιτούμενα πτυχία και επίπεδο εκπαιδεύσεως - Γενικός Διαγωνισμός EPSO/AD/306/15 - Προεπιλογή των υποψηφίων βάσει φακέλου υποψηφιότητας - Επίπεδο εκπαιδεύσεως που αντιστοιχεί σε ολοκληρωμένες σπουδές νομικής πραγματοποιηθείσες σε βελγικό, γαλλικό ή λουξεμβουργιανό ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα - Μεταπτυχιακό δίπλωμα master 2 στη νομική και οικονομική επιστήμη και στη διοίκηση επιχειρήσεων, κατεύθυνση ιδιωτικού δικαίου, ειδίκευση γλωσσομαθούς νομικού - Χορήγηση κατόπιν «αναγνωρίσεως αποκτηθείσας πείρας» - Απόρριψη της υποψηφιότητας)

(2019/C 148/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: P. Mihaylova και G. Gattinara)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Alain Laurent Brouillard (εκπρόσωπος: H. Brouillard, δικηγόρος)

Διατακτικό

Το Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.

2)

Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.


(1)  ΕΕ C 112 της 26.3.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/6


Αναίρεση που άσκησε στις 13 Ιουνίου 2018 ο Mauro Bettani κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 24 Απριλίου 2018 στην υπόθεση T-80/18, Bettani κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-392/18 P)

(2019/C 148/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Mauro Bettani (εκπρόσωπος: M. Bettani, avvocato)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Με διάταξη της 7ης Μαρτίου 2019 το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως και καταδίκασε τον Mauro Bettani στα δικαστικά έξοδά του.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/7


Αναίρεση που άσκησε στις 3 Δεκεμβρίου 2018 η M-Sansz Kereskedelmi, Termelő és Szolgáltató Kft. (M-Sansz Kft.) κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 28 Σεπτεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-709/17, M-Sansz κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-757/18 P)

(2019/C 148/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: M-Sansz Kereskedelmi, Termelő és Szolgáltató Kft. (M-Sansz Kft.) (εκπρόσωπος: L. Ravasz, ügyvéd)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Με το δικόγραφο της αναιρέσεώς της, η M-Sansz Kft. ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 28ης Σεπτεμβρίου 2018, M-Sansz κατά Επιτροπής, T-709/17, και να εκδώσει απόφαση με την οποία να απορρίπτει την ένσταση απαραδέκτου που προέβαλε η καθής πρωτοδίκως και να κάνει δεκτή την προσφυγή που άσκησε πρωτοδίκως η αναιρεσείουσα, καθώς και να αποφανθεί, ως προς τις αποφάσεις της Επιτροπής SA. 29432 [CP 290/2009] και SA.45498 [FC/2016], ότι δεν είχαν ως βάση το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, για τη κήρυξη του συμβατού της κρατικής ενισχύσεως, και, επικουρικώς, ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν συνιστούν νομικώς δεσμευτικές πράξεις για τη νυν αναιρεσείουσα στο πλαίσιο της υπ’ αριθ. 23.P.25.843/2016 διαδικασίας ενώπιον του Fővárosi Törvényszék (Δικαστηρίου της Βουδαπέστης, Ουγγαρία) και ότι, για τον λόγο αυτό, οι ως άνω αποφάσεις δεν την αφορούν άμεσα και ατομικά, καθόσον στηρίζει την αξίωσή της για αποζημίωση στον ισχυρισμό ότι η κρατική ενίσχυση αντιβαίνει στο άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και όχι στο άρθρο 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ. Στην περίπτωση που, αντιθέτως, κριθεί ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις συνιστούν για τη νυν αναιρεσείουσα νομικές πράξεις στο πλαίσιο διαδικασίας του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, αιτείται ομοίως στο Δικαστήριο να κάνει δεκτή την προσφυγή που ασκήθηκε πρωτοδίκως και να κρίνει ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι ανίσχυρες διότι η χορηγηθείσα από τις ουγγρικές αρχές ενίσχυση αντίκειται στο άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ (ακύρωση).

στην περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι αδυνατεί να αποφανθεί επί της ουσίας, να ακυρώσει την ως άνω διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου και να αναπέμψει με απόφασή του την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προκειμένου να την εξετάσει ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο·

στην περίπτωση που το Δικαστήριο εκδώσει απόφαση επί των αιτημάτων του σημείου 1, να καταδικάσει την καθής πρωτοδίκως στα δικαστικά έξοδα στα οποία αυτή υποβλήθηκε σε αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Παράβαση του άρθρου 263 ΣΛΕΕ και των διατάξεων και νομολογίας που επισημαίνονται με έντονη γραφή, με βάση τις εξής εκτιμήσεις:

Οι καταγγελίες της νυν αναιρεσείουσας ουγγρικής εταιρίας οδήγησαν στην κίνηση διαδικασιών που αφορούν τις αποφάσεις SA.29432 και SA.45498. Με τις εν λόγω καταγγελίες προβαλλόταν ότι η κρατική ενίσχυση ήταν παράνομη και ότι συνιστούσε δυσμενή διάκριση σε βάρος ενός συνόλου οντοτήτων στο οποίο ανήκει η νυν αναιρεσείουσα εταιρία, δεδομένου ότι τόσο οι επιχειρήσεις στις οποίες χορηγήθηκε το πλεονέκτημα όσο και οι επιχειρήσεις που υπέστησαν τη δυσμενή διάκριση δραστηριοποιούνται στο ίδιο πεδίο δραστηριοτήτων στην Ουγγαρία, διαθέτουν την έδρα τους στην ίδια ουγγρική περιφέρεια και απασχολούν εργαζόμενους με αναπηρίες. Ισχυρίζεται επίσης, ότι το ποσό της παράνομης κρατικής ενισχύσεως είναι προδήλως και παρανόμως υψηλό. Η νυν αναιρεσείουσα προβάλλει ότι στο πλαίσιο των εν λόγω διαδικασιών, η Επιτροπή δεν εξέδωσε αποφάσεις και, σε κάθε περίπτωση, δεν εξέδωσε αποφάσεις με έννομες συνέπειες για αυτήν. Στη διαδικασία που έλαβε χώρα στην Ουγγαρία και περιγράφεται στο δικόγραφο της προσφυγής [διαδικασία 23.P.25.843/2016 ενώπιον του Fővárosi Törvényszék (Γενικού Δικαστηρίου Βουδαπέστης, Ουγγαρία)], η νυν αναιρεσείουσα αιτήθηκε την καταβολή αποζημιώσεως για τη ζημία την οποία υπέστη λόγω της παράνομης κρατικής ενισχύσεως και, ως εκ τούτου, το αποτέλεσμα της παρούσας υποθέσεως ασκεί αναμφισβήτητη επιρροή επί της αποφάσεως που θα εκδοθεί στο πλαίσιο της εθνικής δίκης. Πρέπει να επισημανθεί ότι πράξεις που από νομικής απόψεως δεν αποτελούν αποφάσεις της Επιτροπής δεν επηρεάζουν την εθνική δίκη. Οι εν λόγω αποφάσεις δεν κήρυξαν το συμβατό της κρατικής ενισχύσεως σύμφωνα με το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και δεν διαθέτουν τον χαρακτήρα νομικών πράξεων που προορίζονται να παράγουν έννομα αποτελέσματα όσον αφορά τη νυν αναιρεσείουσα και, για τον λόγο αυτό, δεν την αφορούν άμεσα και ατομικά, καθόσον η τελευταία στηρίζει την αξίωσή της για αποζημίωση στον ισχυρισμό ότι η κρατική ενίσχυση παραβιάζει το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και όχι το άρθρο 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

Η νυν αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι πληροί εν προκειμένω το κριτήριο που απορρέει από την απόφαση της 15ης Ιουλίου 1963, Plaumann κατά Επιτροπής (25/62, EU:C:1963:17). Επιβεβαιώνει ότι συνιστά «ενδιαφερόμενο μέρος» κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, τέταρτο εδάφιο, του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και του άρθρου 1, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου (1), και ότι το Δικαστήριο έκρινε με την απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Kronoply και Kronotex (C-83/09 P, EU:C:2011:341), ότι για τη στοιχειοθέτηση σχέσεως ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων δεν είναι απαραίτητο να δραστηριοποιούνται σε πανομοιότυπο πεδίο δραστηριοτήτων.

Προσβολή των δικονομικών δικαιωμάτων (παραβίαση των διατάξεων που επισημαίνονται με έντονη γραφή), σύμφωνα με τις ακόλουθες εκτιμήσεις:

Επίσης, εάν το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι o πίνακας που επισυναπτόταν ως παράρτημα και οι λοιπές διευκρινίσεις προς απόδειξη της συνδρομής της παραβάσεως δεν ήταν επαρκείς, τότε όφειλε να εφαρμόσει το άρθρο 83, παράγραφοι 1 έως 3, το άρθρο 88, παράγραφος 1, το άρθρο 89, παράγραφος 1, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και γʹ, παράγραφος 3, στοιχεία αʹ και δʹ, καθώς και παράγραφος 4, και το άρθρο 92, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, καθώς και να συλλέξει πληροφορίες από τη νυν αναιρεσείουσα ή να απευθύνει σε αυτήν αίτημα επ’ αυτού. H παράβαση συνίσταται στο ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έδρασε αυτεπαγγέλτως. Επίσης, η έκθεση Sargentini –η οποία επίσης εξετάζει το επίδικο χρονικό διάστημα– περιέχει αιτιάσεις κατά της Ουγγαρίας όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των αξιών του κράτους δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του οικονομικού πλαισίου που διέπει το κράτος δικαίου (σημεία 12, 13, 22 και 23).


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2015/1589 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2015, L 248, σ. 9).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/8


Αναίρεση που άσκησε στις 20 Δεκεμβρίου 2018 το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 15 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-7/17, John Mills κατά EUIPO

(Υπόθεση C-809/18 P)

(2019/C 148/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: A. Lukošiūtė)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: John Mills Ltd, Jerome Alexander Consulting Corp.

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει την John Mills Ltd στα δικαστικά έξοδα του Γραφείου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 (1)

Το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένως τις διατάξεις του άρθρου 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, περιορίζοντας το πεδίο εφαρμογής του στην έννοια του «ταυτοσήμου» των σημείων και προσδίδοντάς του την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο α', του κανονισμού 207/2009.

Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε αρκούντως υπόψη τον σκοπό του άρθρου 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, ήτοι να αποτραπεί η κατάχρηση σήματος από τον ειδικό πληρεξούσιο του δικαιούχου σήματος, δεδομένου ότι ο ειδικός πληρεξούσιος ενδέχεται να εκμεταλλευτεί τις γνώσεις και την εμπειρία που απέκτησε κατά τη διάρκεια της επιχειρηματικής σχέσης του με τον δικαιούχο και ως εκ τούτου να επωφεληθεί αθέμιτα από την προσπάθεια και την επένδυση που πραγματοποίησε ο ίδιος ο δικαιούχος του σήματος, προτάσσοντας μια αμφισβητούμενη κατά γράμμα ερμηνεία. Ωστόσο, τα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης εφαρμόζουν με συνέπεια μια τελολογική προσέγγιση στην ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης περί σημάτων.

Εξάλλου, μια κατά γράμμα ερμηνεία δεν συνεπάγεται ότι το άρθρο 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 εφαρμόζεται μόνο επί πανομοιότυπων σημάτων. Κατά συνέπεια, αρκεί τα επίμαχα σημεία να συμπίπτουν με στοιχεία στα οποία συνίσταται κατ’ ουσίαν ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος. Επί τη βάσει αυτή, το κατάλληλο κριτήριο για τη σύγκριση των αντιπαρατιθέμενων σημάτων κατά το άρθρο 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 έγκειται στο κατά πόσον η αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναπαράγει τα ουσιώδη στοιχεία του προγενέστερου σήματος κατά τρόπον ώστε να καθίσταται προφανές ότι ο αιτών θίγει τα δικαιώματα του νόμιμου δικαιούχου επί του σήματος. Είναι γεγονός ότι ο κακόπιστος ειδικός πληρεξούσιος θα έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει και κάθε μεταγενέστερη καταχώριση του προγενέστερου σήματος από τον αρχικό δικαιούχο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά, εν τοις πράγμασι, και οποιαδήποτε χρήση του από τον κύριο δικαιούχο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παράβαση του άρθρου 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου

Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω αντιφατικής αιτιολογίας καθόσον κάνει δεκτό, αφενός, ότι τα σημεία είναι πανομοιότυπα σε περίπτωση αναπαραγωγής έτερου σημείου χωρίς τροποποίηση ή προσθήκη και, αφετέρου, ότι είναι πανομοιότυπα και όταν επέρχονται τροποποιήσεις χωρίς να μεταβάλλεται ο διακριτικός χαρακτήρας (βλ. σκέψεις 38 έως 40 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως). Η εν λόγω αιτιολογία είναι αντιφατική δεδομένου ότι η ίδια έννοια του «ταυτοσήμου» εφαρμόζεται επί διαφορετικών νομικών και πραγματικών καταστάσεων ενώ της αποδίδονται εσφαλμένως και δύο διαφορετικά είδη περιεχομένου.

Το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να αιτιολογήσει για ποιον λόγο τα αντιπαρατιθέμενα σήματα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 κατόπιν της εφαρμογής των κριτηρίων που παρέθεσε στη σκέψη 39 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (EE 2009, L 78, σ. 1).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/9


Αναίρεση που άσκησε στις 21 Δεκεμβρίου 2018 η The Yokohama Rubber Co. Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο πενταμελές τμήμα) στις 24 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-447/16, Pirelli Tyre κατά EUIPO

(Υπόθεση C-818/18 P)

(2019/C 148/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: The Yokohama Rubber Co. Ltd (εκπρόσωποι: D. Martucci, F. Boscariol de Roberto, avvocati)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Pirelli Tyre SpA

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

εφόσον είναι αναγκαίο, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο·

να καταδικάσει την εταιρεία Pirelli Tyre SpA στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου και του τμήματος προσφυγών.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως: Συνιστά το σήμα το σχήμα του προϊόντος κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ε', σημείο ii, του κανονισμού αριθ. 40/94 (1);

Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, μολονότι η γραφική παράσταση η οποία συνιστά το επίμαχο σημείο δεν εμφανίζει κάποιο περίγραμμα και δεν συνοδεύεται από καμία πρόσθετη περιγραφή, η Pirelli δεν αμφισβητεί ότι ορισμένα από τα μοντέλα ελαστικών της εμφανίζουν, στην επιφάνεια κυλίσεως, μία αυλάκωση στο σχήμα του επίμαχου σημείου. Περαιτέρω, η δυνατότητα που παρέχεται στην αρμόδια αρχή να λάβει υπόψη τα χρήσιμα στοιχεία για τον προσδιορισμό των ουσιωδών χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του επίμαχου τρισδιάστατου σημείου επεκτάθηκε και στην εξέταση των δισδιάστατων σημείων. Το Γενικό Δικαστήριο ολοκλήρωσε το σκεπτικό του αποφαινόμενο ότι: «Πλην όμως, διαπιστώνεται ότι, αν αναλυθεί αντικειμενικά και συγκεκριμένα, το επίμαχο σήμα δεν απεικονίζει το σχέδιο ενός πέλματος ελαστικού. Απεικονίζει, το πολύ, μια μεμονωμένη αυλάκωση ενός πέλματος ελαστικού». Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι η νομολογία που αναπτύχθηκε σε σχέση με τρισδιάστατα σήματα που αποτελούνται από την εμφάνιση του προϊόντος ή μέρους του ίδιου του προϊόντος ισχύει επίσης όταν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, το σήμα που υποβάλλεται προς καταχώριση είναι εικονιστικό σήμα που συνίσταται στη δισδιάστατη αναπαράσταση του εν λόγω προϊόντος ή τμήματος του προϊόντος. Στην περίπτωση αυτή, το εμπορικό σήμα ομοίως δεν αποτελείται από σημείο το οποίο δεν έχει σχέση με την εμφάνιση των προϊόντων που καλύπτει. Η γραφική αναπαράσταση του υπό αμφισβήτηση εμπορικού σήματος αναπαράγει επακριβώς το σχήμα του προϊόντος (π.χ. σχέδιο) που καλείται να προσδιορίσει ή του προϊόντος με το οποίο σχετίζεται για τεχνικούς λόγους. Η εξήγηση που παρέχεται από το Γενικό Δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία το σημείο δεν αποτελεί σημαντικό μέρος του προϊόντος, είναι αυθαίρετη και αντίκειται στη νομολογία του Δικαστηρίου και του ίδιου του Γενικού Δικαστηρίου. Το ερώτημα δεν είναι εάν το σημείο αποτελεί σημαντικό μέρος του προϊόντος, αλλά εάν το σημείο αποτελεί μέρος του προϊόντος.

Επί του δευτέρου σκέλους του πρώτου λόγου ακυρώσεως: προσέθεσε το τμήμα προσφυγών στο σχήμα στοιχεία που δεν αποτελούσαν μέρος του σημείου και τα οποία ήταν, ως εκ τούτου, ξένα και αλλότρια;

Το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι το τμήμα προσφυγών απέστη από το σχήμα που απεικονίζεται στο επίμαχο σημείο και αλλοίωσε το εν λόγω σχήμα. Δηλαδή, το τμήμα προσφυγών αλλοίωσε τον χαρακτήρα του σημείου, καθόσον προέβαλε ή υπέθεσε την ύπαρξη ξένων ή αλλότριων προς αυτό στοιχείων ή χαρακτηριστικών. Στην πραγματικότητα το τμήμα προσφυγών δεν προσέθεσε στοιχεία στο σημείο, αλλά αξιολόγησε το σχήμα των πραγματικών προϊόντων και όχι ένα αφηρημένο σχήμα. Εάν το σημείο, όπως επιβεβαιώνεται από το Γενικό Δικαστήριο, αποτελεί μια πραγματική αναπαράσταση μέρους των προϊόντων που καλύπτονται από αυτό, είναι αναγκαίο να αναλυθούν τα χαρακτηριστικά του σχήματος που προκύπτει από τη γραφική παράσταση από την άποψη λειτουργίας των σχετικών προϊόντων. Κατά την αναιρεσείουσα, το Γενικό Δικαστήριο φαίνεται να διαπιστώνει ότι το EUIPO προσπάθησε να εντοπίσει κρυμμένα χαρακτηριστικά που δεν ήταν ορατά στο αναπαριστώμενο σχήμα. Αν και η εκτίμηση αυτή πρέπει να περιορίζεται εκ πρώτης όψεως σε ανάλυση του σχήματος, όπως υποβλήθηκε προς καταχώριση, η σχέση μεταξύ του εν λόγω σχήματος (αυλάκωση) και της λειτουργίας των προϊόντων (ελαστικό) απαιτεί την εξέταση πρόσθετων στοιχείων. Κατά την αναιρεσείουσα, η ανάλυση του υποβληθέντος σημείου είναι αρκετά απλή, δεδομένου ότι στα προϊόντα το σήμα εμφανίζεται ως μαζική αναπαραγωγή του σημείου. Κατά συνέπεια, το ερώτημα είναι: «ισοδυναμεί άνευ ετέρου η απεικόνιση με αναπαράσταση ενός λειτουργικού στοιχείου μέρους του προϊόντος;» και όχι, αντίθετα προς τη δήλωση του Γενικού Δικαστηρίου, «ισοδυναμεί άνευ ετέρου η απεικόνιση με αναπαράσταση σημαντικού μέρους ή μικρού τμήματος του προϊόντος;».

Δεύτερος λόγος αναιρέσεως: επί της παραμορφώσεως των πραγματικών περιστατικών

Το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κατά την αξιολόγηση όλων των πραγματικών περιστατικών και όλων των εγγράφων που κατατέθηκαν από την Yokohama. Στην περίπτωσή μας, προσδιορίστηκαν επακριβώς τα αποδεικτικά στοιχεία που φέρεται ότι έχουν παραμορφωθεί από το Γενικό Δικαστήριο και αποδείχθηκαν τα σφάλματα αξιολόγησης τα οποία, κατά την αναιρεσείουσα, οδήγησαν στην εν λόγω παραμόρφωση. Η παραμόρφωση αυτή είναι προφανής από τα έγγραφα της δικογραφίας του Δικαστηρίου, χωρίς να χρειάζεται να διενεργηθεί νέα εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/11


Αναίρεση που άσκησε στις 28 Δεκεμβρίου 2018 η Mamas and Papas Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 23 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-672/17, Mamas and Papas κατά EUIPO

(Υπόθεση C-825/18 P)

(2019/C 148/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Mamas and Papas Ltd (εκπρόσωποι: S. Malynicz QC, B. Whitehead, J. Dainty, Solicitors)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-672/17, Mamas and Papas Ltd κατά EUIPO·

να αποφανθεί ως προς το ζήτημα της προγενέστερης διαθέσεως στο κοινό·

να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τους λοιπούς λόγους που προβλήθηκαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, αλλά ως προς τους οποίους αυτό δεν αποφάνθηκε·

να καταδικάσει το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά τους έξοδα και στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά την εξουσία, που χορηγείται στο EUIPO δυνάμει του άρθρου 63, παράγραφος 1, του ΚΚΣΥ (1), εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών που σχετίζονται με τη διάθεση στο κοινό του προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος. Όταν ο δικαιούχος του σχεδίου ή υποδείγματος δηλώνει ρητά ότι έλαβε χώρα προγενέστερη διάθεση, το EUIPO δεν μπορεί να καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα ως προς το ζήτημα αυτό.

Δεύτερον, και εν πάση περιπτώσει, όσον αφορά την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με την προγενέστερη διάθεση, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία και προέβη σε εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, η δε απόφασή του περιέχει ουσιαστικές ανακρίβειες όσον αφορά τις διαπιστώσεις στις οποίες αυτό προέβη με βάση τα προσκομισθέντα ενώπιόν του έγγραφα, γεγονός το οποίο προκύπτει σαφώς από τη δικογραφία της υποθέσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ 2002, L 3, σ. 1).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/12


Αναίρεση που άσκησε στις 4 Ιανουαρίου 2019 το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο πενταμελές τμήμα) στις 24 Οκτωβρίου 2018 στην υπόθεση T-447/16, Pirelli Tyre κατά EUIPO

(Υπόθεση C-6/19 P)

(2019/C 148/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείον: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: J. Ivanauskas)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Pirelli Tyre SpA, The Yokohama Rubber Co. Ltd

Αιτήματα

Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει την Pirelli Tyre SpA στα δικαστικά έξοδα του Γραφείου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Το Γραφείο προβάλλει ως μόνο λόγο ακυρώσεως την παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 (1)

Το Γενικό Δικαστήριο, καθόσον έκρινε ότι, προκειμένου να εμπίπτει στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, σημείο ii, του κανονισμού αριθ. 40/94, σήμα που απεικονίζει μέρος προϊόντος πρέπει να αντιπροσωπεύει, ποσοτικά και ποιοτικά, σημαντικό μέρος του προϊόντος αυτού, το Γενικό Δικαστήριο παρερμήνευσε τους όρους αυτού του λόγου απαραδέκτου·

Το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι μία μόνη αυλάκωση που αναπαρίσταται στο επίμαχο σημείο δεν είναι ικανή για την επίτευξη τεχνικού αποτελέσματος για τους σκοπούς του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, επειδή σε πέλμα ελαστικού εμφανίζεται σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία. Πρώτον, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, σημείο ii, του κανονισμού 40/94 απαιτεί να εξετάζεται το τεχνικό αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται με το χαρακτηριστικό ενός προϊόντος το οποίο αναπαρίσταται στο επίμαχο σημείο, και όχι το τεχνικό αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται από το συνολικό προϊόν. Δεύτερον, για τους σκοπούς του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, σημείο ii, του κανονισμού 40/94, είναι άνευ σημασίας εάν μία και μόνη αυλάκωση που αναπαρίσταται στο επίμαχο σημείο συνδυάζεται με άλλα στοιχεία του πέλματος του ελαστικού εφόσον παράγει μόνη της ένα τεχνικό αποτέλεσμα και συμβάλλει στη λειτουργία του εν λόγω πέλματος·

Το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένα εκτίμησε ότι η καταχώριση μίας μόνης αυλάκωσης αναπαριστάμενης στο επίμαχο σημείο δεν θα μπορούσε να εμποδίσει τους ανταγωνιστές της Pirelli από το να παράγουν και να διαθέτουν στην αγορά ελαστικά που ενσωματώνουν την ίδια ή παρόμοια αυλάκωση. Μολονότι πέλμα ελαστικού αποτελείται από τον συνδυασμό και την αλληλεπίδραση διαφόρων στοιχείων, τουλάχιστον ένα μέρος του κοινού είναι σε θέση να εντοπίζει διάφορους τύπους αυλακώσεων που εμφανίζονται στο πέλμα του ελαστικού.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/13


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Audiencia Provincial de Zaragoza (Ισπανία) στις 9 Ιανουαρίου 2019 — Ibercaja Banco, S.A. κατά TJ και UK

(Υπόθεση C-13/19)

(2019/C 148/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Audiencia Provincial de Zaragoza

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Ibercaja Banco, S.A.

Καθών: TJ και UK

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μπορεί η τροποποίηση της ρήτρας κατώτατου επιτοκίου, όπως προσδιορίστηκε στη σύμβαση και όπως περιγράφεται στο ιστορικό, να θεωρηθεί, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 3 της οδηγίας 93/13 (1), ως γενικός όρος συναλλαγών;

2)

Μπορεί, υπό τις ίδιες περιστάσεις, να θεωρηθεί ως γενικός όρος συναλλαγών η παραίτηση από την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων κατά της τράπεζας; Μπορεί, δηλαδή, να θεωρηθεί ως γενικός όρος συναλλαγών συμβατική ρήτρα που διατυπώθηκε από τον επαγγελματία κατά γενικό τρόπο και για το περιεχόμενο της οποίας ουδεμία εξήγηση παρασχέθηκε στον καταναλωτή που προσχωρεί στη σύμβαση;

3)

Θεωρείται, υπό τις περιστάσεις αυτές, ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της σαφήνειας, της διαφάνειας, της πραγματικής κατανοήσεως της οικονομικής επιβαρύνσεως, της παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της συμβάσεως και της ατομικής διαπραγματεύσεως, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας 93/13, όταν ο εν λόγω γενικός όρος συναλλαγών συνεπάγεται σημαντικές συνέπειες για τον καταναλωτή;

4)

Πρέπει η απαίτηση περί παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της συμβάσεως, προκειμένου να καθοριστεί εάν μια συμβατική ρήτρα είναι καταχρηστική, να είναι η ίδια ή και αυστηρότερη (άρθρα 4 και 5 της οδηγίας [93/13]), όταν συμφωνείται η επί τα βελτίω αναπροσαρμογή ενός όρου που ενδέχεται να είναι άκυρος (συγκεκριμένες οικονομικές συνέπειες της επί τα βελτίω αναπροσαρμογής, ενημέρωση για τη σχετική νομολογία και τις συγκεκριμένες συνέπειές της κλπ.);

5)

Θεωρείται ότι αρκεί η τήρηση από τον καταναλωτή χειρόγραφων σημειώσεων σχετικά με την επί τα βελτίω αναπροσαρμογή συμβατικής ρήτρας που είναι ενδεχομένως άκυρη, ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις της παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της συμβάσεως και της σαφήνειας που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας [93/13], προκειμένου να αναπροσαρμοσθεί επί τα βελτίω συμβατική ρήτρα που ενδέχεται να είναι άκυρη;

6)

Θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, κατά την εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα ρήτρας που έχει αναπροσαρμοσθεί επί τα βελτίω (άρθρα 4 και 5 της οδηγίας [93/13]), το γεγονός ότι το τραπεζικό ίδρυμα έλαβε την πρωτοβουλία της επί τα βελτίω αναπροσαρμογής ή του συμβιβασμού και ότι δεν επιτρέπεται η εξαγωγή του σχετικού εγγράφου εκτός των γραφείων της τράπεζας, παρά μόνο όταν αυτό υπογραφεί από τον καταναλωτή;

7)

Μπορεί ρήτρα που ενδέχεται να είναι άκυρη, λόγω του καταχρηστικού χαρακτήρα της, να αναπροσαρμοσθεί επί τα βελτίω (αρχή του μη δεσμευτικού χαρακτήρα);

8)

Μπορεί ο καταναλωτής, σε περίπτωση ρήτρας που ενδέχεται να είναι άκυρη λόγω του καταχρηστικού χαρακτήρα της έναντι του καταναλωτή, να παραιτηθεί από την άσκηση ένδικων βοηθημάτων (άρθρο 3 της οδηγίας [93/13] σε συνδυασμό με το παράρτημα της οδηγίας 93/13, σημείο 1, περίπτωση π', και αρχή της μη δεσμεύσεως του άρθρου 6 της οδηγίας);

9)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, πρέπει η απαίτηση περί παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της συμβάσεως να είναι η ίδια ή και αυστηρότερη από ό,τι ισχύει κατά τη σύναψη της αρχικής συμβάσεως;

10)

Απαγορεύει η απαίτηση περί παροχής πληροφοριών πριν από τη σύναψη της συμβάσεως (άρθρα 4 και 5 της οδηγίας [93/13]) να θεωρείται η ρήτρα παραιτήσεως από την άσκηση ένδικων βοηθημάτων ως έγγραφο με δευτερεύοντα και παρακολουθηματικό χαρακτήρα (άρθρα 3, 4 και 5 της οδηγίας [93/13]);

11)

Πρέπει να θεωρηθεί ότι η εγκυρότητα της επί τα βελτίω αναπροσαρμογής άκυρων ενδεχομένως ρητρών και η παραίτηση από την άσκηση ένδικων βοηθημάτων με τα οποία μπορεί να ζητηθεί η κήρυξη της ακυρότητας και του ανισχύρου αυτών αντιτίθενται στο επιδιωκόμενο αποτρεπτικό αποτέλεσμα της οδηγίας 93/13 έναντι του προσφέροντος επαγγελματία (άρθρο 7 της οδηγίας [93/13] και απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2016 (2));

12)

Μπορεί συμβατική ρήτρα που ενδέχεται να είναι άκυρη λόγω του καταχρηστικού χαρακτήρα της, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 3 και 4 της οδηγίας 93/13, να δεσμεύει τον θιγόμενο από τη ρήτρα αυτή καταναλωτή, μέσω συμφωνίας συναπτόμενης μεταξύ της τράπεζας και του πελάτη, μετά τη σύναψη της συμβάσεως που περιέχει την εν λόγω ρήτρα, και προβλέπουσας τη μη εφαρμογή της καταχρηστικής ρήτρας από τον επαγγελματία έναντι κάποιας άλλης παροχής από τον καταναλωτή; Μπορεί, δηλαδή, άκυρη ρήτρα να καταστεί έγκυρη μέσω συμφωνίας συναπτόμενης με τον καταναλωτή για την αντικατάστασή της με άλλη πιο ευνοϊκή ρήτρα; Πρέπει μια συμφωνία αυτού του είδους να θεωρηθεί ότι αντίκειται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας [93/13];

13)

Πρέπει να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στην απαγόρευση της αθέμιτης συμπεριφοράς και της αθέμιτης εμπορικής πρακτικής έναντι των καταναλωτών, περί της οποίας διαλαμβάνουν η αιτιολογική σκέψη 14 και [τα] άρθρα 6 και 7 της οδηγίας 2005/29 (3), συμπεριφορά που επιδεικνύει τραπεζικό ίδρυμα, όπως αυτή που περιγράφεται στα πραγματικά περιστατικά;


(1)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ 1993, L 95, σ. 29).

(2)  Απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2016, Gutiérrez Naranjo κ.λπ. (C-154/15, C-307/15 και C-308/15, EU:C:2016:980).

(3)  Οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ 2005, L 149, σ. 22).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/14


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Bundesfinanzhof (Γερμανία) στις 25 Ιανουαρίου 2019 — X-GmbH κατά Finanzamt Z

(Υπόθεση C-48/19)

(2019/C 148/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesfinanzhof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα και αναιρεσείουσα: X-GmbH

Καθής και αναιρεσίβλητη: Finanzamt Z

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Ασκείται, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης κατά τις οποίες υποκείμενος στον φόρο παρέχει σε ασφαλισμένους, για λογαριασμό ταμείων ασφαλίσεως ασθενείας, συμβουλές μέσω τηλεφώνου επί διαφόρων θεμάτων υγείας και ασθένειας, δραστηριότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 132, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1);

2)

Αρκεί προς απόδειξη του απαιτούμενου τίτλου επαγγελματικής ικανότητας, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο πρώτο ερώτημα καθώς και για πράξεις που διενεργούνται στο πλαίσιο «προγραμμάτων υποστηρίξεως ασθενών», οι τηλεφωνικές συμβουλευτικές υπηρεσίες να παρέχονται από «προπονητές υγείας» (παραϊατρικό προσωπικό, νοσηλευτές) και στο ένα τρίτο, περίπου, των περιπτώσεων να ζητείται η συνδρομή ιατρού;


(1)  EE 2006, L 347, σ. 1.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/15


Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιανουαρίου 2019 η RFA International, LP κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 15 Νοεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-113/15, RFA International κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-56/19 P)

(2019/C 148/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: RFA International, LP (εκπρόσωποι: B. Evtimov, адвокат, M. Krestiyanova, avocate, D. O’Keeffe, Solicitor, N. Tuominen, E. Borovikov, avocats)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να αποφανθεί οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον είναι ώριμη προς εκδίκαση·

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου καθώς και σε αυτά της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως περιορίζεται στην αμφισβήτηση των διαπιστώσεων του Γενικού Δικαστηρίου επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως που προέβαλε πρωτοδίκως η αναιρεσείουσα.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε εσφαλμένη νομική ερμηνεία του άρθρου 11, παράγραφοι 9 και 10, του βασικού κανονισμού (1) και όρισε καθ’ υπερβολικά ευρύ τρόπο την επιτρεπτή έκταση της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής κατά την αξιολόγηση περίπλοκων επιλογών δυνάμει των εν λόγω διατάξεων. Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση για τους ακόλουθους λόγους.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε δις σε πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά την ερμηνεία του βασικού κανονισμού.

α)

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένως το άρθρο 11, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού. Κατά το άρθρο 11, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού, για όλες τις επανεξετάσεις που διεξάγονται, η Επιτροπή εφαρμόζει, υπό τον όρο ότι δεν έχει επέλθει μεταβολή των συνθηκών, την ίδια μέθοδο που έχει εφαρμοσθεί και για την έρευνα που οδήγησε στην επιβολή του δασμού, λαμβανομένου δεόντως υπόψη του άρθρου 2 του εν λόγω κανονισμού. Ωστόσο, κατά την εκτίμηση του ζητήματος εάν ο δασμός αντιντάμπινγκ αντανακλάται στις τιμές μεταπωλήσεως, η Επιτροπή δεν έπραξε τούτο επί τη βάσει των τιμών μεταπωλήσεως που διαπιστώθηκαν κατά την έρευνα που κατέληξε στην έκδοση του αρχικού κανονισμού, αλλά βάσει του τρέχοντος κόστους παραγωγής στη Ρωσία. Τούτο συνιστά διαφοροποίηση της μεθοδολογίας κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού. Η Επιτροπή τόνισε ότι είχε επέλθει ουσιώδης μεταβολή των συνθηκών καθόσον η αρχική έρευνα και ιδίως το κόστος παραγωγής των Ρώσων εξαγωγέων είχε αυξηθεί κατά περίπου 100 %. Ωστόσο, η αύξηση του κόστους παραγωγής υφίστατο και ήταν ήδη γνωστή κατά τη διάρκεια της έρευνας για τις περιόδους επιστροφής μεταξύ των ετών 2008 έως 2010.

β)

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένως το άρθρο 11, παράγραφος 10, του βασικού κανονισμού, εφαρμόζοντας λανθασμένο νομικό κριτήριο. Το νομικό κριτήριο που εφαρμόστηκε από το Γενικό Δικαστήριο απαιτεί, αφενός, η ενσωμάτωση των δασμών αντιντάμπινγκ στις τιμές εξαγωγών να αποδεικνύεται μέσω των δεδομένων τιμολογήσεως DDP (2) (παραδοτέο εκτελωνισμένο) και, αφετέρου, να αποδεικνύεται ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ αντανακλάται όχι μόνο στις νέες τιμές αλλά και σε οποιοδήποτε συνολικό κόστος παραγωγής. Ούτε το άρθρο 11, παράγραφος 10, του βασικού κανονισμού ούτε η ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την επιστροφή των δασμών αντιντάμπινγκ (3) επιβάλλουν τέτοιου είδους υποχρέωση.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών στο μέτρο που κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

α)

Η αύξηση του κόστους παραγωγής ανέκυψε μόνο κατά την πρώτη και τη δεύτερη περίοδο έρευνας των επιστροφών και, ως εκ τούτου, συνιστούσε μεταβολή των συνθηκών, η οποία δικαιολογεί τη διαφοροποίηση της μεθοδολογίας. Στην πραγματικότητα, η Επιτροπή είχε επίγνωση της αυξήσεως του κόστους παραγωγής ήδη από την αρχική περίοδο έρευνας και κατά τις έρευνες των επιστροφών μεταξύ των ετών 2008 έως 2010.

β)

Η διαφοροποίηση της μεθοδολογίας δικαιολογείται από την ανάγκη δημιουργίας ίσων όρων ανταγωνισμού και αποτροπής της ενέχουσας διακρίσεις μεταχειρίσεως μεταξύ επιχειρηματικών φορέων που υπόκεινται στα ίδια μέτρα. Στην πραγματικότητα, όλοι οι Ρώσοι παραγωγοί υπέστησαν τις ίδιες αυξήσεις του κόστους παραγωγής.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 2009, L 343, σ. 51).

(2)  «Delivery duty paid».

(3)  ΕΕ 2014, C 164, σ. 9.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/16


Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιανουαρίου 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο πενταμελές τμήμα) στις 15 Νοεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-793/14, Tempus Energy και Tempus Energy Technology κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-57/19 P)

(2019/C 148/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: É. Gippini Fournier, P. Němečková)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Tempus Energy Ltd, Tempus Energy Technology Ltd, Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο πενταμελές τμήμα) της 15ης Νοεμβρίου 2018, η οποία κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή την επόμενη ημέρα, στην υπόθεση T-793/14, Tempus Energy Ltd και Tempus Energy Technology Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

και

να απορρίψει την προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής C(2014) 5083 τελικό (1), της 23ης Ιουλίου 2014, περί μη εγέρσεως αντιρρήσεων ως προς το καθεστώς ενισχύσεων στην αγορά ηλεκτροπαραγωγικής ικανότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο·

επικουρικώς,

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο πενταμελές τμήμα) της 15ης Νοεμβρίου 2018, η οποία κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή την επόμενη ημέρα, στην υπόθεση T-793/14, Tempus Energy Ltd και Tempus Energy Technology Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προς επανεξέταση του δευτέρου λόγου ακυρώσεως που προβλήθηκε πρωτοδίκως·

και, σε κάθε περίπτωση, να καταδικάσει τις πρωτοδίκως προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα της πρωτοβάθμιας και της κατ’ αναίρεση δίκης.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αίτηση αναιρέσεως στηρίζεται σε έναν μόνο λόγο αναιρέσεως: το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε εσφαλμένως το άρθρο 108, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 4, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589 (2) του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2015, περί λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή του άρθρου 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο μέτρο που έκρινε ότι το κοινοποιούμενο μέτρο ενισχύσεως εγείρει σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά τη συμβατότητά του με την εσωτερική αγορά.

Δεδομένου ότι το Γενικό Δικαστήριο στηρίχθηκε σε μια σειρά ενδείξεων περί σοβαρών δυσχερειών, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως διακρίνεται στα ακόλουθα δύο σκέλη σχετικά με τις δύο κατηγορίες ενδείξεων που εξετάστηκαν στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση:

Πρώτο σκέλος: Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη στο μέτρο που έλαβε υπόψη του, ως βασικό δείκτη αμφιβολιών, τη διάρκεια και τις συνθήκες υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκαν οι προ της κοινοποιήσεως διαβουλεύσεις καθώς και την πολυπλοκότητα και το καινοφανές του μέτρου.

Δεύτερο σκέλος: Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη στον βαθμό που καταλογίζει στην Επιτροπή μη επαρκή διερεύνηση ορισμένων πτυχών της αγοράς ηλεκτροπαραγωγικής ικανότητας του Ηνωμένου Βασιλείου.


(1)  Έγκριση των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Υποθέσεις όπου η Επιτροπή δεν εγείρει αντιρρήσεις (ΕΕ 2014, C 348, σ. 5).

(2)  ΕΕ 2015, L 248, σ. 9..


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/18


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Judicial da Comarca de Lisboa — Juízo Local Cível de Lisboa — Juiz 18 (Πορτογαλία) στις 31 Ιανουαρίου 2019 — LE κατά Transportes Aéreos Portugueses, SA

(Υπόθεση C-74/19)

(2019/C 148/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Judicial da Comarca de Lisboa — Juízo Local Cível de Lisboa — Juiz 18

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγων: LE

Εναγομένη: Transportes Aéreos Portugueses, SA

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Εμπίπτει στην έννοια του κατά την αιτιολογική σκέψη 14 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 (1) όρου «έκτακτες περιστάσεις» η περίσταση κατά την οποία ένας επιβάτης, κατά τη διάρκεια πτήσεως, δαγκώνει συνεπιβάτες του και επιτίθεται στα μέλη του πληρώματος που επιχειρούν να τον ηρεμήσουν, ώστε να δικαιολογείται, σύμφωνα με τον κυβερνήτη του αεροσκάφους, η αλλαγή πορείας προς τον εγγύτερο αερολιμένα προκειμένου να αποβιβασθεί ο εν λόγω επιβάτης μετά των αποσκευών του, με αποτέλεσμα να προκληθεί καθυστέρηση στην άφιξη της πτήσεως στον προορισμό της;

2)

Μπορεί, σε περίπτωση καθυστερήσεως στην προσγείωση αεροσκάφους που εκτελεί την πτήση επιστροφής, στο οποίο επιβαίνει επιβάτης που έχει υποβάλει αίτηση αποζημιώσεως (νυν ενάγων), μια «έκτακτη περίσταση», η οποία σημειώνεται στην ακριβώς προηγούμενη πτήση μεταβάσεως με το ίδιο αεροσκάφος, να απαλλάξει την αεροπορική εταιρία από την ευθύνη για την καθυστέρηση αυτή;

3)

Μπορεί να γίνει δεκτό ότι αεροπορική εταιρία (νυν εναγομένη) που κατέληξε, κατόπιν σταθμίσεως των δεδομένων, στο συμπέρασμα ότι η αποστολή άλλου αεροσκάφους δεν θα απέτρεπε την ήδη σημειωθείσα καθυστέρηση και προώθησε τον υπό μετεπιβίβαση επιβάτη (νυν ενάγοντα) στην πτήση της επόμενης ημέρας, δεδομένου ότι εκτελεί μία μόνο ημερήσια πτήση προς τον τελικό προορισμό του επιβάτη, έλαβε, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004, όλα τα εύλογα μέτρα χωρίς, παρόλα αυτά, να μπορέσει να αποτρέψει την καθυστέρηση;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (EE 2004, L 46, σ. 1).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/18


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Lietuvos Aukščiausiasis Teismas (Λιθουανία) στις 4 Φβρουαρίου 2019 — E. E.

(Υπόθεση C-80/19)

(2019/C 148/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική

Αιτούν δικαστήριο

Lietuvos Aukščiausiasis Teismas

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: E. E.

Αναιρεσίβλητοι: Kauno miesto 4-ojo notaro biuro notarė Virginija Jarienė, K.-D. E.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μπορεί περίπτωση όπως η υπό εξέταση –στην οποία Λιθουανή υπήκοος της οποίας η συνήθης διαμονή κατά την ημέρα του θανάτου της ήταν ενδεχομένως σε άλλο κράτος μέλος, αλλά η οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν είχε διακόψει ποτέ τους δεσμούς της με την πατρίδα της, και η οποία, μεταξύ άλλων, είχε συντάξει, πριν από τον θάνατό της, διαθήκη στη Λιθουανία και κατέλειπε το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων σε κληρονόμο της, Λιθουανό υπήκοο, και κατά την επαγωγή της κληρονομίας, διαπιστώθηκε ότι το σύνολο της κληρονομίας περιλαμβάνει ακίνητη περιουσία που βρίσκεται αποκλειστικά στη Λιθουανία, και ότι υπήκοος άλλου κράτους μέλους που επιβίωσε της συζύγου του, εξέφρασε με σαφήνεια την πρόθεσή του να παραιτηθεί από όλες τις αξιώσεις του επί της περιουσίας της θανούσας, δεν έλαβε μέρος στη δικαστική διαδικασία που κινήθηκε στη Λιθουανία, και αποδέχτηκε την αρμοδιότητα των λιθουανικών δικαστηρίων και την εφαρμογή του λιθουανικού δικαίου– να θεωρηθεί κληρονομική διαδοχή με διασυνοριακές επιπτώσεις κατά την έννοια του κανονισμού 650/2012 επί της οποίας πρέπει να εφαρμοστεί ο εν λόγω κανονισμός;

2)

Μπορεί Λιθουανός συμβολαιογράφος ο οποίος κινεί διαδικασία κληρονομικής διαδοχής, εκδίδει πιστοποιητικό κληρονομικών δικαιωμάτων και ενεργεί άλλες αναγκαίες πράξεις προκειμένου ο κληρονόμος να ασκήσει τα δικαιώματά του, να θεωρηθεί «δικαστήριο» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012 (1), λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους, οι συμβολαιογράφοι σέβονται τις αρχές της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας, οι αποφάσεις τους είναι δεσμευτικές για τους ίδιους ή για τις δικαστικές αρχές και οι πράξεις τους μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ένδικων διαδικασιών;

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο δεύτερο ερώτημα, θεωρούνται τα πιστοποιητικά κληρονομικών δικαιωμάτων που εκδίδονται από Λιθουανούς συμβολαιογράφους αποφάσεις κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ', του κανονισμού 650/2012 και θεμελιώνεται για τον λόγο αυτό δικαιοδοσία για την έκδοσή τους;

4)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο δεύτερο ερώτημα, πρέπει οι διατάξεις των άρθρων 4 και 59 του κανονισμού 650/2012 (από κοινού ή αυτοτελώς, χωρίς να είναι περιοριστική η αναφορά στα εν λόγω άρθρα) να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι οι Λιθουανοί συμβολαιογράφοι έχουν το δικαίωμα να εκδίδουν πιστοποιητικά κληρονομικών δικαιωμάτων χωρίς να ακολουθούν γενικούς κανόνες περί δικαιοδοσίας και ότι τα εν λόγω πιστοποιητικά θεωρούνται δημόσια έγγραφα τα οποία παράγουν έννομες συνέπειες σε άλλα κράτη μέλη;

5)

Πρέπει το άρθρο 4 του κανονισμού 650/2012 (ή άλλες διατάξεις αυτού) να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο συνήθης τόπος διαμονής του θανόντος μπορεί να βρίσκεται μόνο σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος;

6)

Πρέπει οι διατάξεις των άρθρων 4, 5, 7 και 22 του κανονισμού 650/2012 (από κοινού ή αυτοτελώς, χωρίς να είναι περιοριστική η αναφορά στα εν λόγω άρθρα) να ερμηνευθούν και εφαρμοστούν κατά τρόπο ώστε, στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο πρώτο ερώτημα, να συναχθεί ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη συμφώνησαν ότι αρμόδια είναι τα δικαστήρια της Λιθουανίας και εφαρμοστέα η λιθουανική νομοθεσία;


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4 Ιουλίου 2012 σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου (ΕΕ 2012, L 201, σ. 107).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/20


Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Μονομελές Πρωτοδικείο Σερρών (Ελλάδα) την 8η Φεβρουαρίου 2019 — WP κατά Τράπεζας Πειραιώς ΑΕ

(Υπόθεση C-105/19)

(2019/C 148/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

Αιτούν δικαστήριο

Μονομελές Πρωτοδικείο Σερρών (Ελλάδα)

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ανακόπτουσα: WP

Καθής η ανακοπή: Τράπεζα Πειραιώς ΑΕ

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Να ερωτηθεί, εάν το άρθρο 6 παρ. 1 της Οδηγίας 93/13 (1) έχει την έννοια ότι καθιερώνει δικονομικό κανόνα δημόσιας τάξης που υποχρεώνει τα εθνικά Δικαστήρια να λαμβάνουν αυτεπαγγέλτως υπόψη τους τον καταχρηστικό χαρακτήρα ρήτρας, που συνήφθη μεταξύ προμηθευτή και καταναλωτή, ακόμα και κατά το στάδιο της υποβολής αιτήσεως για την έκδοση Διαταγής Πληρωμής, ιδίως δοθέντος ότι στην Ελληνική έννομη τάξη, σύμφωνα με τα άρθρα 623, 624, 628, 629 ΚΠολΔ, όχι μόνο δεν υπάρχει τέτοια υποχρέωση αλλά επιπλέον, η διαταγή πληρωμής εκδίδεται άνευ αντιμωλίας, μετά από τυπικό έλεγχο εγγράφων, στα οποία περιλαμβάνεται η δανειακή σύμβαση, αρμόδιο για έκδοση Διαταγής Πληρωμής είναι δικαιοδοτικό όργανο της Ελληνικής Πολιτείας και η διαταγή πληρωμής αποτελεί αμέσως εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου ο προμηθευτής μπορεί μετά από τρεις (3) ημέρες να εκκινήσει διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, επί της οποίας δεν παρέχεται η δυνατότητα αναστολής

2)

Να ερωτηθεί, εάν το άρθρο 6 παρ. 1 της Οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι καθιερώνει δικονομικό κανόνα δημόσιας τάξης που υποχρεώνει τα εθνικά Δικαστήρια να παραλείπουν την έκδοση Διαταγής Πληρωμής, όταν αποδεικνύεται εγγράφως, ενώπιον δικαστηρίου που εκδίδει διαταγή πληρωμής, ότι η απαίτηση προέκυψε από ΓΟΣ, που έχουν ήδη νομολογηθεί, τελεσίδικα και αμετάκλητα, στο πλαίσιο Αγωγών Παραλείψεως, που άσκησαν καταναλωτικές ενώσεις κατά προμηθευτών, άκυροι ως καταχρηστικοί, όπως αυτοί απαριθμούνται στην έχουσα χαρακτήρα εθνικού μητρώου καταχρηστικών ρητρών, από υπ’ αριθ. Ζ1-798/25-06-2008 (ΦΕΚ Β/1353/11 -07-2008) Υπουργική Απόφαση όπως αυτή τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την υπ' αριθ. Ζ1-21/17-01-2011 και κρίθηκε νόμιμη με την ΣτΕ1210/2010 και αφού λήφθηκαν υπόψη οι αποφάσεις υπ' αριθ. 1219/2001 και 430/2005 ΑΠ, 5253/2003 και 6291/2000 Εφετείου Αθηνών καθώς και οι 1119/2002 και 1208/1998 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, οι οποίες έχουν καταστεί αμετάκλητες, καθώς και την απόφαση υπ' αριθ. 961/2007 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά το μέρος που έχει καταστεί αμετάκλητη και το γεγονός ότι οι συνέπειες του δεδικασμένου των ανωτέρω αποφάσεων έχουν ευρύτερο δημόσιο ενδιαφέρον για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών (άρθρο 10 παρ. 2 του Ν 2251/1994) με την οποία αποφασίστηκε «η απαγόρευση αναγραφής των Γενικών Όρων Συναλλαγών που έχουν κριθεί ως καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις επί αγωγών ενώσεων καταναλωτών, σε συμβάσεις που συνάπτουν τα πιστωτικά ιδρύματα με τους καταναλωτές», στην οποία παρατίθενται οι Γ.Ο.Σ που έχουν κριθεί άκυροι ως καταχρηστικοί, μετά από άσκηση συλλογικών αγωγών ενώσεων καταναλωτών κατά των τραπεζών, λογιζομένων των τελευταίων ως προμηθευτών, ιδίως δοθέντος ότι αρμόδια προς έκδοση διαταγών πληρωμής στην Ελλάδα είναι δικαιοδοτικά όργανα και συγκεκριμένα τα Ειρηνοδικεία και τα Πρωτοδικεία της χώρας και η διαταγή πληρωμής αποτελεί αμέσως εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου ο προμηθευτής μπορεί μετά από τρεις (3) ημέρες να εκκινήσει διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, επί της οποίας δεν υπάρχει δυνατότητα αναστολής

3)

Να ερωτηθεί εάν τα άρθρα 6 παρ. 1, 7 παρ. 1 και 8 της Οδηγίας έχουν την έννοια ότι το δεδικασμένο που παρήχθη από την ευδοκίμηση αγωγών παραλείψεων που άσκησαν καταναλωτικές ενώσεις κατά προμηθευτών απαιτεί ως πρόσθετη προϋπόθεση, για την επέκταση της ισχύος του δεδικασμένου αυτού έναντι πάντων (κατά την παρ. 20 του αρ 10 του Ν. 2251/1994) ταυτότητα διαδίκων και ταυτότητα της ιστορικής και νομικής αιτίας, όπως απαιτείται κατά τη διάταξη 324 ΚΠολΔ του εθνικού δικονομικού δικαίου, με αποτέλεσμα να υπάρχει η πιθανότητα, το δεδικασμένο που παρήχθη από την ευδοκίμηση Συλλογικών Αγωγών παραλείψεως, να μην μπορεί να επεκταθεί και να μην μπορεί να εφαρμοστεί σε κάθε περίπτωση κατά την οποία εθνικό Δικαστήριο επιλαμβάνεται ενδίκου βοηθήματος που ασκεί καταναλωτής κατά προμηθευτή.


(1)  Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές. (ΕΕ 1993, L 95, σ. 29).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/21


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Cour administrative (Λουξεμβούργο) στις 12 Φεβρουαρίου 2019 — Luxaviation SA κατά Ministre de l’Environnement

(Υπόθεση C-113/19)

(2019/C 148/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Cour administrative

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εκκαλούσα: Luxaviation SA

Εφεσίβλητος: Ministre de l’Environnement

Προδικαστικά ερωτήματα

1.

Πρέπει το άρθρο 12, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ (1), το οποίο ορίζει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να μεριμνούν για την εκ μέρους των φορέων εκμεταλλεύσεώς τους παράδοση των εκχωρηθέντων δικαιωμάτων, να ερμηνευθεί σε συνδυασμό με το άρθρο 41 του Χάρτη, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της χρηστής διοικήσεως, υπό την έννοια ότι καθιερώνει υποχρέωση της αρμόδιας εθνικής αρχής να παρακολουθεί εξατομικευμένα τις υποχρεώσεις παραδόσεως, πριν από την προθεσμία της 30ής Απριλίου του οικείου έτους, όταν η ίδια αυτή διοικητική αρχή είναι αρμόδια για την εποπτεία μικρού αριθμού επιχειρήσεων, εν προκειμένω 25 φορέων εκμεταλλεύσεως σε εθνικό επίπεδο;

2.

α.

Μπορεί να ερμηνευθεί η μη ολοκληρωθείσα, όπως εν προκειμένω, διαδικασία παραδόσεως των δικαιωμάτων, κατά την οποία ο φορέας εκμεταλλεύσεως βασίστηκε στη λήψη ηλεκτρονικής επιβεβαιώσεως που πιστοποιούσε την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβιβάσεως, ως δυνάμενη να δημιουργήσει ευλόγως στον καλόπιστο φορέα εκμεταλλεύσεως δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς το ότι είχε ολοκληρώσει τη διαδικασία παραδόσεως που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο ε', της οδηγίας 2003/87/ΕΚ;

β.

Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που θα δοθεί στο δεύτερο ερώτημα, μπορεί να θεωρηθεί περαιτέρω ότι υφίσταται η δικαιολογημένη αυτή εμπιστοσύνη του καλόπιστου φορέα εκμεταλλεύσεως όταν, κατά την προηγούμενη πραγματοποίηση παραδόσεως, η εθνική διοικητική αρχή είχε επικοινωνήσει αυτοβούλως με τον φορέα για να του υπενθυμίσει, λίγες ημέρες πριν από την παρέλευση των προθεσμιών του άρθρου 6, παράγραφος 2, στοιχείο ε', της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, ότι η διαδικασία παραδόσεως των δικαιωμάτων δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα ο φορέας αυτός να υποθέσει ευλόγως ότι είχε συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις παραδόσεως που υπείχε για το τρέχον έτος ελλείψει απευθείας επικοινωνίας της ίδιας αυτής διοικητικής αρχής κατά το έτος που ακολούθησε;

γ.

Υπό το πρίσμα των απαντήσεων που θα δοθούν στα δύο προηγούμενα ερωτήματα, είτε εξεταστούν μεμονωμένα είτε από κοινού, μπορεί η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης να έχει την έννοια ότι συνιστά περίπτωση ανωτέρας βίας η οποία καθιστά δυνατή την εν μέρει ή εξ ολοκλήρου απαλλαγή του καλόπιστου φορέα εκμεταλλεύσεως από την κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ;

3.

α.

Αντιτίθεται το άρθρο 49, παράγραφος 3, του Χάρτη, που κατοχυρώνει την αρχή της αναλογικότητας, στον κατ’ αποκοπήν καθορισμό του προστίμου το οποίο επιβάλλεται λόγω μη παραδόσεως των δικαιωμάτων εκπομπής και το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, όταν η διάταξη αυτή δεν καθιστά δυνατή την επιβολή κυρώσεως ανάλογης με την παράβαση που διαπράχθηκε από τον φορέα εκμεταλλεύσεως;

β.

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, έχουν η αρχή της ισότητας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 του Χάρτη, [καθώς και] η γενική αρχή της καλής πίστεως και η αρχή «fraus omnia corrumpit», την έννοια ότι αντιτίθενται, όσον αφορά την κατ’ αποκοπήν κύρωση, η οποία επιβάλλεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και στην οποία προστίθεται αυτοδικαίως η προβλεπόμενη στο άρθρο 20, παράγραφος 7, [του νόμου της 23ης Δεκεμβρίου 2004] δημοσίευση, στην αντιμετώπιση του απλώς αμελούς, καλόπιστου φορέα, ο οποίος κατά τα λοιπά είχε την πεποίθηση ότι είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του περί παραδόσεως δικαιωμάτων εκπομπής κατά την καταληκτική ημερομηνία της 30ής Απριλίου του οικείου έτους, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται ένας φορέας εκμεταλλεύσεως που ενήργησε δολίως;

γ.

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, είναι σύμφωνη η επιβολή της κατ’ αποκοπήν κυρώσεως, χωρίς τη δυνατότητα προσαρμογής από τον εθνικό δικαστή, πλην των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, [καθώς και] η αυτοδίκαιη κύρωση της δημοσιεύσεως, με το άρθρο 47 του Χάρτη, το οποίο εγγυάται την ύπαρξη δικαιώματος πραγματικής προσφυγής;

δ.

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, ενδέχεται η θέσπιση κατ’ αποκοπήν χρηματικής ποινής βάσει της προβαλλόμενης βουλήσεως του Ευρωπαίου νομοθέτη, [καθώς και] η αυτοδίκαιη κύρωση της δημοσιεύσεως, χωρίς να παρεμβάλλεται η αρχή της αναλογικότητας, πλην της αυστηρά οριζόμενης περιπτώσεως της ανωτέρας βίας, να οδηγήσει σε υποχώρηση του εθνικού δικαστή έναντι της εικαζόμενης βουλήσεως του Ευρωπαίου νομοθέτη και σε αδικαιολόγητη απουσία δικαστικού ελέγχου υπό το πρίσμα των άρθρων 47 και 49, παράγραφος 3, του Χάρτη;

ε.

Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που θα δοθεί στο προηγούμενο ερώτημα, οδηγεί η απουσία δικαστικού ελέγχου από τον εθνικό δικαστή, όσον αφορά την κατ’ αποκοπήν κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, [καθώς και] την αυτοδίκαιη κύρωση της δημοσιεύσεως που προβλέπεται [στο] άρθρο 20, παράγραφος 7, [του νόμου της 23ης Δεκεμβρίου 2004], σε ρήξη του, κατ’ ουσίαν εποικοδομητικού, διαλόγου μεταξύ του ΔΕΕ και των εθνικών ανωτάτων δικαστηρίων ως αποτέλεσμα μιας προκαθορισμένης λύσεως που επιβάλλεται από το ΔΕΕ, πλην της αυστηρά οριζόμενης περιπτώσεως της ανωτέρας βίας, ισοδυναμώντας με την έλλειψη δυνατότητας αποτελεσματικού διαλόγου για το εθνικό ανώτατο δικαστήριο, στο οποίο δεν απομένει παρά να επιβεβαιώσει την κύρωση, αφ’ ης στιγμής διαπιστώνεται ότι δεν συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση ανωτέρας βίας;

4.

Λαμβανομένων υπόψη των απαντήσεων που θα δοθούν στα προηγούμενα ερωτήματα, μπορεί η έννοια της ανωτέρας βίας να θεωρηθεί ότι συμπεριλαμβάνει την υπερβολική αυστηρότητα έναντι του καλόπιστου φορέα εκμεταλλεύσεως, όταν η καταβολή του ποσού της κατ’ αποκοπήν κυρώσεως που προβλέπεται στο άρθρο 16, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, [καθώς και] η αυτοδίκαιη κύρωση της δημοσιεύσεως που προβλέπεται [στο] άρθρο 20, παράγραφος 7, [του νόμου της 23ης Δεκεμβρίου 2004], συνεπάγονται σημαντικό οικονομικό κίνδυνο και σημαντική πιστωτική ζημία που ενδέχεται να οδηγήσουν στην απόλυση υπαλλήλων του ή ακόμη και στην πτώχευσή του;


(1)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2003, L 275, σ. 32).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/22


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε η Mokestinių ginčų komisija prie Lietuvos Respublikos vyriausybės (Λιθουανία) στις 15 Φεβρουαρίου 2019 — ΑΒ «Linas Agro» κατά Muitinės departamentas prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos

(Υπόθεση C-117/19)

(2019/C 148/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική

Αιτούν δικαστήριο

Mokestinių ginčų komisija prie Lietuvos Respublikos vyriausybės

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: AB «Linas Agro»

Καθής: Muitinės departamentas prie Lietuvos Respublikos finansų ministerijos

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει τα διαλαμβανόμενα στο προοίμιο του κανονισμού 945/2005 (1), ιδίως στις αιτιολογικές σκέψεις 20 έως 23, κατά τις οποίες «εφόσον το επίπεδο της περιεκτικότητας σε άζωτο του υπό εξέταση προϊόντος υπερβαίνει το 28 % κατά βάρος, το επίπεδο της περιεκτικότητας σε νιτρικό αμμώνιο υπερβαίνει πάντα το 80 % κατά βάρος», να θεωρούνται ως αναμφισβήτητο τεκμήριο από το οποίο συνάγεται ότι, εφόσον το υπό εξέταση προϊόν (λίπασμα νιτρικού αμμωνίου) περιέχει άζωτο (Ν) σε ποσοστό άνω τού 28 %, η περιεκτικότητά του σε νιτρικό αμμώνιο (AN) υπερβαίνει πάντα το 80 %;

2)

Έχει το τεκμήριο αυτό εφαρμογή στους νέους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος που προσδιορίζονται στον κανονισμό 945/2005, δηλαδή σε λιπάσματα NPK με περιεκτικότητα σε άζωτο (N) ίση ή ανώτερη του 28 % κατά βάρος, αναλογία μεταξύ αμμωνιακού και νιτρικού αζώτου περίπου 1:1 και περιεκτικότητα σε φώσφορο (P) ή/και κάλιο (K) που δεν υπερβαίνει το 12 % κατά βάρος, όπως είναι, παραδείγματος χάριν, το επίμαχο εν προκειμένω λίπασμα NPK 30-4-4;

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στα ερωτήματα που εκτίθενται στις παραγράφους 16 και 17, έχει το προαναφερθέν τεκμήριο του κανονισμού 945/2005 δεσμευτική νομική ισχύ, μπορεί, δηλαδή, να αποτελέσει τη βάση για την κατάταξη των λιπασμάτων NPK που προσδιορίζονται στην παράγραφο 17 υπό τους κωδικούς TARIC και, κατά συνέπεια, για τους σκοπούς της εφαρμογής των ισχυόντων μέτρων (δασμός αντιντάμπινγκ), μολονότι το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 945/2005 (και, αντιστοίχως, το άρθρο 1, παράγραφος 1, και παράγραφος 2, στοιχείο γ', του κανονισμού 999/2014 (2), που ίσχυε κατά τον χρόνο της ολοκλήρωσης των επίμαχων διαδικασιών εισαγωγής) συνδέουν την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ όχι με την περιεκτικότητα του προϊόντος στο χημικό στοιχείο του αζώτου (Ν), αλλά με την περιεκτικότητα στη χημική ένωση του νιτρικού αμμωνίου (AN), καθώς και με την περιεκτικότητα σε φώσφορο και κάλιο;

4)

Για τους σκοπούς της κατάταξης στους κωδικούς TARIC των λιπασμάτων NPK που αναφέρονται στην παράγραφο 17 και, ακολούθως, για τους σκοπούς της εφαρμογής των ισχυόντων μέτρων (δασμός αντιντάμπινγκ) –λαμβανομένων επίσης υπόψη των σκοπών που μνημονεύονται στις αιτιολογικές σκέψεις 35 και 36 του κανονισμού 945/2005 περί εφαρμογής των εφαρμοστέων μέτρων στους νέους τύπους του προϊόντος με βάση την αρχή της αναλογικότητας και περί απλοποίησης της τελωνειακής διαδικασίας και εφαρμογής των κατάλληλων συντελεστών δασμού που αντιστοιχούν στην ποσότητα του υπό εξέταση προϊόντος το οποίο έχει ενσωματωθεί στο σύνθετο λίπασμα–, μπορεί να γίνεται επίκληση του τεκμηρίου στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 16 της απόφασης της επιτροπής φορολογικών διαφορών, όταν υπολογίζεται (προσδιορίζεται) η περιεκτικότητα αυτών των λιπασμάτων σε νιτρικό αμμώνιο; Με άλλα λόγια, μετά τον προσδιορισμό (βάσει των δικαιολογητικών που καταθέτει ο εισαγωγέας για τη διασάφηση ή κατά τις εργαστηριακές δοκιμές) της περιεκτικότητας σε άζωτο (Ν) των λιπασμάτων NPK που αναφέρονται στην παράγραφο 17, πρέπει η περιεκτικότητα σε νιτρικό αμμώνιο να υπολογίζεται (προσδιορίζεται) βάσει της αναλογίας μεταξύ της περιεκτικότητας σε νιτρικό αμμώνιο (AN) και της περιεκτικότητας σε άζωτο (N), η οποία, κατά την αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού 945/2005, εξαρτάται από το ατομικό βάρος των στοιχείων και είναι 2,86, χωρίς να απαιτείται η διεξαγωγή πρόσθετων εργαστηριακών δοκιμών για τον ακριβή προσδιορισμό της περιεκτικότητας σε νιτρικό αμμώνιο;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 945/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 658/2002 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου, καταγωγής Ρωσίας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 132/2001 για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, στις εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ουκρανίας, μετά από μερική ενδιάμεση επανεξέταση δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96 (EE 2005, L 160, σ. 1).

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 999/2014 της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2014, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου καταγωγής Ρωσίας μετά από επανεξέταση ενόψει λήξης της ισχύος των μέτρων δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (EE 2005, L 280, σ. 19).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/24


Προσφυγή της 15ης Φεβρουαρίου 2019 — Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά Karel Pinxten

(Υπόθεση C-130/19)

(2019/C 148/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Ελεγκτικό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: C. Lesauvage, E. von Bardeleben, J. Vermer)

Καθού: Karel Pinxten

Αιτήματα

Το προσφεύγον ζητεί από το Δικαστήριο:

να διαπιστώσει ότι ο K. Pinxten έπαυσε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το αξίωμά του βάσει των άρθρων 285 και 286 ΣΛΕΕ και των κανόνων που θεσπίστηκαν κατ’ εφαρμογή τους·

να επιβάλει, συνακόλουθα, την κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, του Ελεγκτικού Συνεδρίου επαφιομένου στην κρίση του Δικαστηρίου όσον αφορά τον προσδιορισμό της εκτάσεως αυτής·

να καταδικάσει τον K. Pinxten στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Το Ελεγκτικό Συνέδριο προσάπτει στον K. Pinxten ότι:

πρώτον, προέβη σε καταχρηστική χρήση πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων που δεν συνδέονται ή δεν συνάδουν με την ιδιότητα του Μέλους·

δεύτερον, προέβη σε παράνομη και καταχρηστική χρήση φορολογικών προνομίων·

τρίτον, υπέβαλε ψευδείς δηλώσεις σε σχέση με ασφαλιστική ζημία στο πλαίσιο προβαλλόμενων ατυχημάτων που αφορούσαν το υπηρεσιακό αυτοκίνητο που είχε τεθεί στη διάθεσή του·

τέταρτον, άσκησε διαχειριστική δραστηριότητα μιας εμπορικής εταιρίας και έντονη πολιτική δραστηριότητα στο πλαίσιο ενός πολιτικού κόμματος, ενώ ασκούσε καθήκοντα στο Ελεγκτικό Συνέδριο·

πέμπτον, δημιούργησε κατάσταση συγκρούσεως συμφερόντων προσφέροντας υπηρεσίες στην επικεφαλής ελεγχόμενου φορέα.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/24


Αναίρεση που άσκησε στις 20 Φεβρουαρίου 2019 η Lupin Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-680/14, Lupin κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-144/19 P)

(2019/C 148/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Lupin Ltd (εκπρόσωποι: S. Smith, A. White, Solicitors, M. Hoskins QC, V. Wakefield, Barrister)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά την κρίση περί διαφορετικής μεταχειρίσεως μεταξύ της Lupin και της Krka, και

δυνάμει του άρθρου 61 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς, ακυρώνοντας ή μειώνοντας το πρόστιμο που επιβλήθηκε από την Επιτροπή.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

O πρώτος λόγος αναιρέσεως αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο, καθόσον έκρινε ότι η συμφωνία διακανονισμού για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας που συνήφθη μεταξύ της Lupin και της Servier στις 30 Ιανουαρίου 2007 συνιστούσε περιορισμό εξ αντικειμένου δυνάμει του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα:

α.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη ως προς το εφαρμοστέο νομικό κριτήριο για τη διαπίστωση παραβάσεως λόγω αντικειμένου, ιδίως βάσει των νομικών αρχών που απορρέουν από την απόφαση C-67/13 P, Cartes Bancaire.

β.

Το Γενικό Δικαστήριο δεν αναγνώρισε ότι οι ρήτρες περί μη ανταγωνισμού και περί μη αμφισβητήσεως στις συμφωνίες διακανονισμού παράγουν τις ίδιες συνέπειες στη λειτουργία του ανταγωνισμού ανεξαρτήτως της υπάρξεως ή μη τυχόν κινήτρου.

γ.

Το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να αναλύσει ή να επεξηγήσει τη διάκριση μεταξύ δικαιολογημένων και αδικαιολόγητων αντίστροφων πληρωμών, παραβιάζοντας την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

δ.

Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε εσφαλμένως ότι η καταβολή «κινήτρου» προς μια εταιρεία γενοσήμων στοιχειοθετεί εξ αντικειμένου περιορισμό. Ο εν λόγω περιορισμός δεν στοιχειοθετείται ούτε λόγω της αποκομίσεως «οφέλους» εκ μέρους της εταιρείας γενοσήμων.

ε.

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά το μέτρο που έκρινε ότι η διφορούμενη διατύπωση των περιορισμών βάσει της συμφωνίας πρέπει να ερμηνευτεί υπό την έννοια ότι καλύπτει προϊόντα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του επίδικου διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

Μη περιορισμός εκ του αποτελέσματος

2.

Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ως αλυσιτελή την αμφισβήτηση της εκτιμήσεως της Επιτροπής εκ μέρους της Lupin περί στοιχειοθετήσεως περιορισμού εκ του αποτελέσματος, αφής στιγμής είχε ήδη κάνει δεκτή την εκτίμηση της Επιτροπής περί στοιχειοθετήσεως εξ αντικειμένου περιορισμού. Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι, σε περίπτωση που το Δικαστήριο αναιρέσει την ως άνω εκτίμηση περί εξ αντικειμένου περιορισμού, θα πρέπει να αποφανθεί αμετακλήτως επί της εφέσεως της Lupin ακυρώνοντας την απόφαση της Επιτροπής όσον αφορά τον εκ του αποτελέσματος περιορισμό. Συγκεκριμένα:

α.

Η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά το μέτρο που στηρίχθηκε εσφαλμένως στην καταβολή αντίστροφης πληρωμής και/ή σημαντικού κινήτρου.

β.

Η Επιτροπή έπρεπε να εξετάσει το ζήτημα του εκ του αποτελέσματος περιορισμού βάσει της θεωρίας των δευτερευόντων περιορισμών και/ή βάσει των αρχών που προκύπτουν από την απόφαση στην υπόθεση C-309/99, Wouters, και/ή το άρθρο 102 ΣΛΕΕ.

γ.

Η εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τη θέση της Servier στην αγορά για τους σκοπούς του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ αποτελεί αυτούσια μεταφορά της αποφάσεως της Επιτροπής όσον αφορά τη δεσπόζουσα θέση της εταιρείας βάσει του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, η οποία και ακυρώθηκε (υπόθεση T-691/14, Servier κατά Επιτροπής).

Επί της επιβολής προστίμου

3.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε, κατά τον καθορισμό του προστίμου, όσον αφορά την εκτίμηση του καινοφανούς χαρακτήρα της φερόμενης παραβάσεως.

4.

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κατά το μέτρο που όφειλε να λάβει υπόψη του τόσον τη σοβαρότητα όσο και τη διάρκεια της φερόμενης παραβάσεως κατά τον καθορισμό του προστίμου.

5.

Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κατά το μέτρο που δεν έλαβε υπόψη του, κατά τον καθορισμό του προστίμου, την αξία των αιτήσεων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που μεταβίβασε η Servier στη Lupin.

6.

Με τον έκτο λόγο αναιρέσεως, ο οποίος ασκείται υπό την αίρεση της ευδοκιμήσεως της εφέσεως που άσκησε η Επιτροπή κατά της αποφάσεως στην υπόθεση T-684/14, Krka, προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε καθόσον έκρινε ότι η εκ μέρους της Επιτροπής διαφορετική μεταχείριση της Lupin σε σχέση με την Krka δεν παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/26


Αναίρεση που άσκησε στις 20 Φεβρουαρίου 2019 ο Mohamed Hosni Elsayed Mubarak κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-358/17, Mubarak κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-145/19 P)

(2019/C 148/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Mohamed Hosni Elsayed Mubarak (εκπρόσωποι: D. Anderson QC, B. Kennelly QC, J. Pobjoy, Barrister, G. Martin, C. Enderby Smith, F. Holmey, Solicitors)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

2.

να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της υπό κρίση υποθέσεως, ακυρώνοντας τις προσβαλλόμενες πράξεις στο μέτρο που αφορούν τον αναιρεσείοντα·

3.

επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο, προκειμένου αυτό να αποφανθεί εκ νέου δεσμευόμενο από τη νομική εκτίμηση του Δικαστηρίου· και

4.

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος στη δίκη ενώπιον του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι το Συμβούλιο δεν όφειλε να εξακριβώσει κατά πόσον οι αιγυπτιακές αρχές σεβάστηκαν τα θεμελιώδη δικαιώματα του αναιρεσείοντος που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι το Συμβούλιο δεν όφειλε να εξακριβώσει κατά πόσον οι δικαστικές διαδικασίες και η έρευνα σχετικά με τον αναιρεσείοντα αφορούν πράξεις ικανές να υπονομεύσουν το κράτος δικαίου στην Αίγυπτο.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι το Συμβούλιο δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως στηριζόμενο στην υπ’ αριθ. 8897 υπόθεση (υπόθεση σχετική με την ανακαίνιση ιδιωτικής έπαυλης).

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη καθόσον έκρινε ότι το Συμβούλιο δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως στηριζόμενο στην υπ’ αριθ. 756 υπόθεση (ισχυρισμός για δωροδοκία της Al-Ahram Establishment) στην υπ’ αριθ. 53 υπόθεση (ισχυρισμός για δωροδοκία της Dar El Tahrir).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/27


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Vrhovno sodišče Republike Slovenije στις 21 Φεβρουαρίου 2019 — SCT, d.d, κηρυχθείσα σε πτώχευση κατά Δημοκρατίας της Σλοβενίας

(Υπόθεση C-146/19)

(2019/C 148/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβενική

Αιτούν δικαστήριο

Vrhovno sodišče Republike Slovenije

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: SCT, d.d, κηρυχθείσα σε πτώχευση

Αναιρεσίβλητη: Δημοκρατία της Σλοβενίας

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 90, παράγραφος 2, της οδηγίας περί ΦΠΑ, την έννοια ότι επιτρέπει παρέκκλιση από το δικαίωμα μείωσης της βάσης επιβολής του ΦΠΑ ακόμη και στην περίπτωση της οριστικής μη καταβολής, όταν αυτή η οριστική μη καταβολή είναι συνέπεια της παράλειψης του υποκείμενου στον φόρο να προβεί στις δέουσες ενέργειες, για παράδειγμα λόγω της παράλειψης, όπως στην παρούσα περίπτωση, του εν λόγω υποκείμενου στον φόρο να αναγγείλει την απαίτησή του στη διαδικασία πτώχευσης που κινήθηκε έναντι του οφειλέτη;

2)

Στην περίπτωση που είναι νόμιμη μια τέτοια παρέκκλιση από το δικαίωμα μείωσης της βάσης επιβολής του ΦΠΑ, υφίσταται δικαίωμα μείωσης της εν λόγω βάσης επιβολής λόγω μη καταβολής, όταν ο υποκείμενος στον φόρο αποδείξει ότι, ακόμη και αν είχε αναγγείλει τις απαιτήσεις του στη διαδικασία πτωχεύσεως, αυτές δεν θα είχαν ικανοποιηθεί ή αν αποδείξει ότι υφίσταντο εύλογοι λόγοι για την παράλειψη, εκ μέρους του, της αναγγελίας της απαίτησης;

3)

Έχει το άρθρο 90, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ άμεσο αποτέλεσμα ακόμη στην περίπτωση κατά την οποία ο νομοθέτης του κράτους μέλους υπερέβη το πλαίσιο της ρύθμισης με την οποία εισάγονται οι παρεκκλίσεις που καθορίζονται από την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου 90;


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/28


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Okresný súd Bratislava V (Σλοβακία) στις 22 Φεβρουαρίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά R.B.

(Υπόθεση C-149/19)

(2019/C 148/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική

Αιτούν δικαστήριο

Okresný súd Bratislava V

Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

R. B.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνάδει προς το άρθρο 4 και το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2012/13/ΕΕ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (στο εξής: οδηγία 2012/13/ΕΕ), το δικαίωμα στην ελευθερία και στην ασφάλεια που προβλέπεται στο άρθρο 6 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (στο εξής: Χάρτης), τα δικαιώματα της υπεράσπισης που προβλέπονται στο άρθρο 48, παράγραφος 2, του Χάρτη, καθώς και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη που προβλέπεται στο άρθρο 47 του Χάρτη, το γεγονός ότι οι εθνικές αρχές δεν παρείχαν εγγράφως στον κρατούμενο, κατά την περίοδο της κράτησης, όλες τις πληροφορίες (ήτοι σε πλήρη μορφή) που προβλέπονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2012/13/ΕΕ (ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα πρόσβασης στη δικογραφία) ούτε επέτρεψαν σε αυτόν να ασκήσει προσφυγή κατά της μη παροχής πληροφοριών κατά το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2012/13/ΕΕ; Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο ως άνω ερώτημα, θίγει η παράβαση αυτή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, τη νομιμότητα της στέρησης της προσωπικής ελευθερίας, σε περίπτωση κατά την οποία διατάχθηκε η προσωρινή κράτηση του συλληφθέντος, καθώς και σε περίπτωση παράτασης της εν λόγω κράτησης;

2)

Συνάδει προς το άρθρο 4 της απόφασης-πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ (2) του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2004, για τη θέσπιση ελάχιστων διατάξεων σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και τις ποινές που ισχύουν στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας κατά το άρθρο 4, παράγραφος 3, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα άρθρα 82 και 83 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη, την αρχή της αναλογικότητας των ποινών που κατοχυρώνεται στο άρθρο 49, παράγραφος 3, του Χάρτη, καθώς και τις αρχές της αναλογικότητας, της ενότητας, της αποτελεσματικότητας και της υπεροχής του δικαίου της Ένωσης, εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 172, παράγραφος 4, του σλοβακικού ποινικού κώδικα, σχετικά με την τιμωρία της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, η οποία δεν παρέχει στο δικαστήριο τη δυνατότητα να επιβάλει στερητική της ελευθερίας ποινή διάρκειας κατώτερης των 20 ετών, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της εξατομικεύσεως των ποινών; Για την απάντηση στο ερώτημα αυτό, ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών δεν διαπράχθηκε από εγκληματική οργάνωση κατά την έννοια του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης;


(1)  EE 2012, L 142, σ. 1.

(2)  EE 2004, L 335, σ. 8.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/29


Αναίρεση που άσκησε στις 21 Φεβρουαρίου 2019 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-684/14, Krka κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-151/19 P)

(2019/C 148/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: B. Mongin, F. Castilla Contreras, C. Vollrath, D. Bailey, Barrister)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Krka Tovarna Zdravil d.d.

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει τα σημεία 1 έως 4 του διατακτικού της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση T-684/14·

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 61 του Οργανισμού·

να καταδικάσει την Krka στα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι η Krka δεν προκαλούσε ανταγωνιστική πίεση στη Servier κατά τον χρόνο των επίμαχων συμφωνιών.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι το περιεχόμενο και οι στόχοι της συμφωνίας παραχώρησης άδειας λειτούργησαν ως κίνητρο προκειμένου η Krka να αποδεχτεί τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν με τον διακανονισμό.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται πλάνη περί το δίκαιο κατά την εφαρμογή της έννοιας του ως εκ του αντικειμένου περιορισμού του ανταγωνισμού κατ’ άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την ανάλυση στην οποία προέβη σχετικά με τις προθέσεις των μερών στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ.

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο λαμβάνοντας υπόψη τα θετικά για τον ανταγωνισμό αποτελέσματα των αδειών σε αγορές που δεν ενέπιπταν στο πεδίο της παράβασης του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ που προσδιορίστηκε από την απόφαση της Επιτροπής.

Με τον έκτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την εκτίμηση του σκοπού της συμφωνίας περί εκχώρησης.

Με τον έβδομο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την εφαρμογή της έννοιας του εκ του αποτελέσματος περιορισμού του ανταγωνισμού κατ’ άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/30


Προσφυγή ασκηθείσα στις 22 Φεβρουαρίου 2019 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας

(Υπόθεση C-161/19)

(2019/C 148/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: C. Hermes και M. Noll-Ehlers)

Καθής: Δημοκρατία της Αυστρίας

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, επιτρέποντας τη θήρα της μπεκάτσας κατά την εαρινή περίοδο στο ομόσπονδο κράτος της Κάτω Αυστρίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 7, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (1)·

να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα προσφυγή βάλλει κατά της άδειας θήρας της μπεκάτσας (Scolopax rusticola) κατά την εαρινή περίοδο στο ομόσπονδο κράτος της Κάτω Αυστρίας. Οι αρσενικές μπεκάτσες επιτρέπεται να φονεύονται εκεί την περίοδο από 1ης Μαρτίου έως 15ης Απριλίου κατά τις πτήσεις ερωτοτροπίας, ενώ ο μέγιστος αριθμός μπεκατσών που μπορούν να φονευθούν ανέρχεται σε 1410 (από τον Φεβρουάριο 2017: 759).

Κατά την Επιτροπή, η επίμαχη ρύθμιση συνιστά παράβαση της απαγορεύσεως της θήρας κατά την εαρινή περίοδο όπως προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/147.

Η Δημοκρατία της Αυστρίας προβάλλει ότι η ρύθμιση καλύπτεται από την εξαίρεση του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 2009/147. Κατ’ αυτήν, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ικανοποιητικές λύσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις, μεταξύ άλλων, του άρθρου 7, παράγραφος 4, της οδηγίας, προκειμένου να επιτραπεί υπό αυστηρά ελεγχόμενους όρους και κατά τρόπο επιλεκτικό η σύλληψη, η κράτηση και η ορθολογική εκμετάλλευση ορισμένων πτηνών σε μικρές ποσότητες. Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στα κράτη μέλη εναπόκειται να αποδείξουν ότι συντρέχουν οι προς τούτο αναγκαίες προϋποθέσεις.

Κατά την άποψη της Επιτροπής, η Δημοκρατία της Αυστρίας ούτε απέδειξε ότι δεν υπάρχουν άλλες ικανοποιητικές λύσεις κατά την έννοια της εισαγωγικής φράσεως του άρθρου 9, παράγραφος 1, ούτε εξέθεσε ότι ο μέγιστος αριθμός πτηνών που μπορούν να φονευθούν αντιστοιχεί στη σχετική με «μικρές ποσότητες» απαίτηση του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας. Η φθινοπωρινή περίοδος εμφανίζεται ως ικανοποιητική εναλλακτική λύση, δεδομένου ότι το φθινόπωρο επίσης υπάρχουν μπεκάτσες στις περιοχές θήρας της Κάτω Αυστρίας σε όχι ασήμαντους αριθμούς. Η Δημοκρατία της Αυστρίας δεν προσκόμισε πειστικές αποδείξεις για τον ισχυρισμό της ότι η εαρινή θήρα πλήττει λιγότερο τον πληθυσμό της μπεκάτσας σε σχέση με τη φθινοπωρινή θήρα. Επιπροσθέτως, ο υπολογισμός των «μικρών ποσοτήτων» δεν είναι ορθός, δεδομένου ότι οι αυστριακές υπηρεσίες λαμβάνουν ως βάση εσφαλμένους πληθυσμούς αναφοράς.


(1)  ΕΕ 2010, L 20, σ. 7.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/31


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Niche Generics Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-701/14, Niche Generics κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-164/19 P)

(2019/C 148/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Niche Generics Ltd (εκπρόσωποι: F. Carlin, Barrister, M. Healy, Solicitor, B. Hoorelbeke, advocaat, S. Mobley, Solicitor, H. Sheraton, Solicitor, A. Robertson QC)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της·

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφασή στο σύνολό της κατά το μέτρο που αφορά τη Niche· και

να διατάξει την Επιτροπή να φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και να την καταδικάσει στα έξοδα της Niche σε σχέση με την παρούσα διαδικασία και τη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Niche ισχυρίζεται ότι Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο:

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι δεν εφάρμοσε το κριτήριο της αντικειμενικής αναγκαιότητας που απορρέει από την απόφαση BAT.

Δεύτερον, σε περίπτωση που οι συμφωνίες διακανονισμού εμπίπτουν στο άρθρο 101 ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι χαρακτήρισε εσφαλμένως τη συμφωνία διακανονισμού της Niche ως παράβαση «εκ του αντικειμένου».

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το προβλεπόμενο στο άρθρο 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου καθήκον αιτιολογήσεως, καθότι δεν έκανε δεκτή την εκ μέρους της Niche ερμηνεία της συμφωνίας διακανονισμού, χωρίς να εξετάσει τα νομικά επιχειρήματά της.

Τέταρτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Niche ήταν δυνητικός ανταγωνιστής της Servier.

Πέμπτον, το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε τη θεμελιώδη αρχής της ίσης μεταχειρίσεως καθότι επιφύλαξε στη Niche διαφορετική μεταχείριση από τις λοιπές εταιρίες παραγωγής γενοσήμων και χαρακτήρισε εσφαλμένως τη συμφωνία διακανονισμού της Niche ως παράβαση «εκ του αντικειμένου» του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Έκτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι δεν παραδέχθηκε ότι η συμφωνία διακανονισμού πληρούσε τα κριτήρια εξαιρέσεως του άρθρου 101, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

Έβδομον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι εφάρμοσε εσφαλμένως τα νομικά κριτήρια για τη διαπίστωση προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας της Niche και/ή παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως.

Όγδοον, το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε τη γενική αρχή της αναλογικότητας του δικαίου της ΕΕ καθότι επέβαλε πρόστιμο, το ύψος του οποίου ήταν δυσανάλογο των οικονομικών μέσων της Νiche.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/32


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Slovak Telekom, a.s. κατά της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018, στην υπόθεση T-851/14, Slovak Telekom κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-165/19 P)

(2019/C 148/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Slovak Telekom, a.s. (εκπρόσωποι: D. Geradin, Rechtsanwalt, R. O’Donoghue, QC)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Slovanet a.s.

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει, εν όλω ή εν μέρει, την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να ακυρώσει, εν όλω ή εν μέρει, την πρωτοδίκως προσβαλλόμενη απόφαση·

επικουρικώς, να ακυρώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στη Slovak Telekom ή να μειώσει έτι περαιτέρω το ύψος του· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Πρώτος λόγος αναιρέσεως — Πλείονες περιπτώσεις πλάνης περί το δίκαιο και/ή πρόδηλη πλάνη ή έλλειψη αιτιολογίας ως προς την άρνηση διαπραγματεύσεως με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών:

Πρώτο σκέλος: η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι δεν είναι ακριβείς οι διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου περί του ότι οι προϋποθέσεις που διατυπώθηκαν με την απόφαση Bronner σχετικά με την άρνηση παροχής προσβάσεως, κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, δεν έχουν εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία υφίσταται υποχρέωση παροχής προσβάσεως επιβληθείσα βάσει εκ των προτέρων ρυθμίσεως. Επιπλέον, η διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου ότι δεν απαιτούνταν να πληρούται η προϋπόθεση περί «αναγκαίου χαρακτήρα» που διατυπώθηκε με την απόφαση Bronner, επειδή εκ των προτέρων ρύθμιση είχε αναγνωρίσει «την ανάγκη παροχής προσβάσεως στον τοπικό βρόχο της [νυν αναιρεσείουσας]», οπότε η Επιτροπή δεν όφειλε να (επαν)εξετάσει τον «αναγκαίο χαρακτήρα» με γνώμονα το άρθρο 102 ΣΛΕΕ, ενέχει πλάνη περί το δίκαιο.

Δεύτερο σκέλος: η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι οι διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου περί του ότι η απόφαση που εξέδωσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση TeliaSonera επιβεβαιώνει την άποψη ότι λόγω των εκ μέρους της αναιρεσείουσας αρνήσεων δεν απαιτείται να αποδειχθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που διατυπώθηκαν με την απόφαση Bronner ενέχουν πλάνη περί το δίκαιο.

Τρίτο σκέλος: η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου κρίση ότι η περίπτωση της αναιρεσείουσας διαφέρει από εκείνη επί της οποίας το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση Clearstream, διότι, αντιθέτως προς την περίπτωση της αναιρεσείουσας, δεν αφορά πρώην κρατικό μονοπώλιο ή υποχρέωση παροχής προσβάσεως επιβληθείσα βάσει εκ των προτέρων ρυθμίσεως, ενέχει πλάνη περί το δίκαιο.

Τέταρτο σκέλος: η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και/ή σε πρόδηλη πλάνη ή ότι δεν αιτιολόγησε επαρκώς την κρίση του ότι η έμμεση άρνηση παροχής προσβάσεως δεν είναι κατ’ ανάγκη παράβαση λιγότερο σοβαρή από ό,τι η πραγματική άρνηση και ότι προσήκει κατά περίπτωση εκτίμηση.

Πέμπτο σκέλος: η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και/ή σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως αποφαινόμενο ότι η ιδιότητα της αναιρεσείουσας ως φορέα πρώην κρατικού μονοπωλίου αποτελούσε νομική βάση για να μην τύχουν εφαρμογής εν προκειμένω οι προϋποθέσεις που διατυπώθηκαν με την απόφαση Bronner.

Δεύτερος λόγος αναιρέσεως — η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι ενέχει πλάνη περί το δίκαιο η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ότι η Επιτροπή δεν παραβίασε τα δικαιώματα άμυνας της αναιρεσείουσας, μολονότι παρέλειψε να της γνωστοποιήσει τη μεθοδολογία, τις αρχές και τα στοιχεία σχετικά με τον υπολογισμό του μακροπρόθεσμου μέσου οριακού κόστους (LRAIC) που βάρυνε την αναιρεσείουσα και δεν της παρείχε τη δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις προ της εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως και εντός χρονικής προθεσμίας η οποία θα καθιστούσε δυνατή την εκ μέρους της άσκηση των δικαιωμάτων της άμυνας.

Τρίτος λόγος αναιρέσεως — η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι οι λόγοι τους οποίους προέκρινε το Γενικό Δικαστήριο για να απορρίψει τις εκ μέρους της προσαρμογές «βελτιστοποιήσεως» ενέχουν πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον δεν συνιστούν προσήκουσα εφαρμογή της νομικής έννοιας του εξίσου αποτελεσματικού επιχειρηματικού φορέα (EEO) στο ιδιαίτερο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/33


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Unichem Laboratories Ltd κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 12 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-705/14, Unichem Laboratories κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-166/19 P)

(2019/C 148/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Unichem Laboratories Ltd (εκπρόσωποι: F. Carlin, Barrister, M. Healy, Solicitor, B. Hoorelbeke, advocaat, S. Mobley, Solicitor, H. Sheraton, Solicitor, A. Robertson QC)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της·

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφασή στο σύνολό της κατά το μέτρο που αφορά τη Unichem· και

να διατάξει την Επιτροπή να φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και να την καταδικάσει στα έξοδα της Unichem σε σχέση με την παρούσα διαδικασία και τη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Unichem ισχυρίζεται ότι Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο:

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι έκρινε ότι η Επιτροπή ήταν αρμόδια να εκδώσει απόφαση δυνάμει του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ σχετικά με την Unichem καθότι:

Το Γενικό Δικαστήριο Court εφάρμοσε εσφαλμένως τα νομικά κριτήρια για τον καθορισμό της ενιαίας οικονομικής οντότητας· και

Το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως έκρινε ότι η Unichem είχε άμεση ευθύνη ως συνυπογράφουσα τη συμφωνία διακανονισμού.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι δεν εφάρμοσε το κριτήριο της αντικειμενικής αναγκαιότητας που απορρέει από την απόφαση BAT.

Τρίτον, σε περίπτωση που οι συμφωνίες διακανονισμού εμπίπτουν στο άρθρο 101 ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι χαρακτήρισε εσφαλμένως τη συμφωνία διακανονισμού της Niche ως παράβαση «εκ του αντικειμένου».

Τέταρτον, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το προβλεπόμενο στο άρθρο 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου καθήκον αιτιολογήσεως, καθότι δεν έκανε δεκτή την εκ μέρους της Unichem ερμηνεία της συμφωνίας διακανονισμού, χωρίς να εξετάσει τα νομικά επιχειρήματά της.

Πέμπτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Niche και η Unichem ήταν δυνητικοί ανταγωνιστές της Servier.

Έκτον, το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε τη θεμελιώδη αρχής της ίσης μεταχειρίσεως καθότι επιφύλαξε στη Unichem και στη Niche διαφορετική μεταχείριση από τις λοιπές εταιρίες παραγωγής γενοσήμων και χαρακτήρισε εσφαλμένως τη συμφωνία διακανονισμού της Niche ως παράβαση «εκ του αντικειμένου» του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Έβδομον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι δεν παραδέχθηκε ότι η συμφωνία διακανονισμού πληρούσε τα κριτήρια εξαιρέσεως του άρθρου 101, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

Όγδοον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθότι εφάρμοσε εσφαλμένως τα νομικά κριτήρια για τη διαπίστωση προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας της Unichem και της Niche και/ή παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/34


Αναίρεση που άσκησαν στις 25 Φεβρουαρίου 2019 οι Scandlines Danmark ApS και Scandlines Deutschland GmbH κατά της διάταξης που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-890/16, Scandlines Danmark και Scandlines Deutschland κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-173/19 P)

(2019/C 148/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Scandlines Danmark ApS και Scandlines Deutschland GmbH (εκπρόσωπος: L. Sandberg-Mørch, advokat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βασίλειο της Δανίας

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-890/16 κατά το μέρος που έρχεται σε αντίθεση προς την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-630/15 ως προς τη φύση της απόφασης της Επιτροπής ως επιβεβαιωτικής πράξης σχετικά με τα πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης για το στάδιο της κατασκευής.

Να καταδικαστεί η καθής στα δικαστικά έξοδά της και στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειουσών.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεώς τους, οι αναιρεσείουσες προβάλλουν δύο λόγους αναιρέσεως.

Πρώτος λόγος: το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα εκδίδοντας την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη με σκεπτικό που είναι καθ’ όλα αντίθετo προς την απόφαση που έλαβε στην υπόθεση T-630/15.

Δεύτερος λόγος: το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα εκδίδοντας την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη με σκεπτικό που ενέχει εσωτερικές αντιφάσεις.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/35


Αναίρεση που άσκησαν στις 25 Φεβρουαρίου 2019 οι Scandlines Danmark ApS και Scandlines Deutschland GmbH κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-630/15, Scandlines Danmark και Scandlines Deutschland κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-174/19 P)

(2019/C 148/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Scandlines Danmark ApS, Scandlines Deutschland GmbH (εκπρόσωπος: L. Sandberg-Mørch, advokat)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βασίλειο της Δανίας, Föreningen Svensk Sjöfart, Naturschutzbund Deutschland (NABU) eV

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-630/15 κατά το μέρος που απέρριψε τους προβληθέντες από τις αναιρεσείουσες λόγους ακυρώσεως με τους οποίους προβαλλόταν ότι τα μέτρα που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg συνιστούν ενίσχυση, ότι το κόστος των συνδέσεων με την ενδοχώρα δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση περί συμβατότητας της ενίσχυσης που χορηγήθηκε στη Femern A/S, ότι τα μέτρα που χορηγήθηκαν στη Femern A/S δεν έχουν χαρακτήρα κινήτρου, ότι η ανάλυση βάσει αντιπαραδειγμάτων δεν ήταν σύννομη. Επίσης, να αναιρέσει την ως άνω απόφαση κατά το μέρος που το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα μέτρα που χορηγήθηκαν στη Femern A/S δεν προκαλούν αδικαιολόγητη στρέβλωση του ανταγωνισμού και ότι οι νέοι λόγοι ακυρώσεως που προέβαλαν οι αναιρεσείουσες ήταν απαράδεκτοι.

Να καταδικαστεί η καθής στα δικαστικά έξοδά της και στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειουσών.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Οι αναιρεσείουσες προβάλλουν επτά λόγους αναιρέσεως κατά της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης:

Πρώτον, κατά παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 1, και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση ότι οι κρατικές εγγυήσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg για το έργο των σιδηροδρομικών συνδέσεων με την ενδοχώρα στη Δανία δεν δύνανται να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό λόγω του ότι η σχετική αγορά δεν είναι ανοιχτή στον ανταγωνισμό.

Οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν ότι η εσφαλμένη αυτή κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ενέχει τέσσερα νομικά σφάλματα, τα οποία αντιστοιχούν σε τέσσερις επιμέρους λόγους αναιρέσεως:

α)

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι οι κρατικές εγγυήσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg δεν μπορούν να επηρεάσουν τον ανταγωνισμό μολονότι το έργο της μόνιμης ζεύξης (που εκτελείται από τη Femern A/S) και το έργο των σιδηροδρομικών συνδέσεων με την ενδοχώρα στη Δανία (που εκτελείται από τη Femern Landanlæg) συνιστούν από κοινού ένα ολοκληρωμένο έργο και οι κρατικές ενισχύσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην Femern A/S είχε ήδη γίνει δεκτό ότι στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό.

β)

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η αγορά διαχείρισης σιδηροδρομικών υποδομών στη Δανία δεν είναι «de lege» ανοιχτή στον ανταγωνισμό.

γ)

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η αγορά διαχείρισης σιδηροδρομικών υποδομών στη Δανία δεν είναι «de facto» ανοιχτή στον ανταγωνισμό.

δ)

Οι αγορές κατασκευής και συντήρησης των σιδηροδρομικών υποδομών, οι οποίες είναι ανοιχτές στον ανταγωνισμό, διακρίνονται από την αγορά διαχείρισης και λειτουργίας, εν στενή εννοία, των σιδηροδρομικών υποδομών.

Δεύτερον, κατά παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 1, και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση ότι οι κρατικές ενισχύσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg για τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών συνδέσεων με την ενδοχώρα στη Δανία δεν μπορούσαν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.

Τρίτον, κατά παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 3, στοιχείο β', και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι δύναται να συμπεριληφθεί στον υπολογισμό της μέγιστης επιτρεπόμενης έντασης ενίσχυσης για τη μόνιμη ζεύξη (στο πλαίσιο της ανάλυσης συμβατότητας) το κόστος των συνδέσεων με την ενδοχώρα μολονότι, κατά το Γενικό Δικαστήριο, η χρηματοδότηση που χορηγήθηκε στις συνδέσεις με την ενδοχώρα δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

Τέταρτον, κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β', ΣΛΕΕ και του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση περί του χαρακτήρα κινήτρου της ενίσχυσης που χορηγήθηκε στη Femern A/S.

Πέμπτον, κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β', ΣΛΕΕ και του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση ότι οι δανικές αρχές υπέβαλαν κατάλληλο αντιπαράδειγμα για την εκτίμηση της Επιτροπής σχετικά με την αναγκαιότητα της ενίσχυσης.

Έκτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στη Femern A/S δεν προκαλεί αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό.

Έβδομον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα απορρίπτοντας την προβολή νέων λόγων ακυρώσεως σχετικά με τα Πρόσθετα Μέτρα Κατασκευής για τον λόγο ότι τα μέτρα αυτά δεν είχαν εγκριθεί με την απόφαση της Επιτροπής της 23ης Ιουλίου 2015.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/37


Αναίρεση που άσκησε στις 25 Φεβρουαρίου 2019 η Stena Line Scandinavia AB κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-631/15, Stena Line Scandinavia κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-175/19 P)

(2019/C 148/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Stena Line Scandinavia AB (εκπρόσωποι: L. Sandberg-Mørch, advokat, P. Alexiadis, Solicitor)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βασίλειο της Δανίας, Föreningen Svensk Sjöfart

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-631/15 κατά το μέρος που με αυτήν απορρίφθηκαν ο πρώτος και ο τρίτος λόγος ακυρώσεως σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν υπέρ της Femern Landanlæg, καθώς και κατά το μέρος που με αυτήν απορρίφθηκαν ο δεύτερος και ο τρίτος λόγος ακυρώσεως σχετικά με τους ισχυρισμούς ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα ή αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες ως προς τον χαρακτήρα κινήτρου της ενίσχυσης, το αντιπαράδειγμα στο οποίο βασίστηκε η Επιτροπή για την εκτίμησή της περί αναγκαιότητας της ενίσχυσης και την κρίση ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στη Femern A/S δεν προκαλεί αδικαιολόγητες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

Να καταδικαστεί η καθής στα δικαστικά έξοδά της και στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα προβάλλει έξι λόγους αναιρέσεως κατά της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης:

Πρώτον, κατά παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 1, και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση ότι οι κρατικές εγγυήσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg για το έργο των σιδηροδρομικών συνδέσεων με την ενδοχώρα στη Δανία δεν δύνανται να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό λόγω του ότι η σχετική αγορά δεν είναι ανοιχτή στον ανταγωνισμό.

Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η εσφαλμένη αυτή κρίση του Γενικού Δικαστηρίου ενέχει τέσσερα νομικά σφάλματα, τα οποία αντιστοιχούν σε τέσσερις επιμέρους λόγους αναιρέσεως:

α)

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι οι κρατικές εγγυήσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg δεν μπορούν να επηρεάσουν τον ανταγωνισμό μολονότι το έργο της μόνιμης ζεύξης (που εκτελείται από τη Femern A/S) και το έργο των σιδηροδρομικών συνδέσεων με την ενδοχώρα στη Δανία (που εκτελείται από τη Femern Landanlæg) συνιστούν από κοινού ένα ολοκληρωμένο έργο και οι κρατικές ενισχύσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στη Femern A/S είχε ήδη γίνει δεκτό ότι στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό.

β)

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η αγορά διαχείρισης σιδηροδρομικών υποδομών στη Δανία δεν είναι «de lege» ανοιχτή στον ανταγωνισμό.

γ)

Το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η αγορά διαχείρισης σιδηροδρομικών υποδομών στη Δανία δεν είναι «de facto» ανοιχτή στον ανταγωνισμό.

δ)

Οι αγορές κατασκευής και συντήρησης των σιδηροδρομικών υποδομών, οι οποίες είναι ανοιχτές στον ανταγωνισμό, διακρίνονται από την αγορά διαχείρισης και λειτουργίας, εν στενή εννοία, των σιδηροδρομικών υποδομών.

Δεύτερον, κατά παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 1, και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση ότι οι κρατικές ενισχύσεις και τα κρατικά δάνεια που χορηγήθηκαν στην A/S Femern Landanlæg για τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών συνδέσεων με την ενδοχώρα στη Δανία δεν μπορούσαν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών.

Τρίτον, κατά παράβαση των άρθρων 107, παράγραφος 3, στοιχείο β', και 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι δύναται να συμπεριληφθεί στον υπολογισμό της μέγιστης επιτρεπόμενης έντασης ενίσχυσης για τη μόνιμη ζεύξη (στο πλαίσιο της ανάλυσης συμβατότητας) το κόστος των συνδέσεων με την ενδοχώρα μολονότι, κατά το Γενικό Δικαστήριο, η χρηματοδότηση που χορηγήθηκε στις συνδέσεις με την ενδοχώρα δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

Τέταρτον, κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β', ΣΛΕΕ και του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση περί του χαρακτήρα κινήτρου της ενίσχυσης που χορηγήθηκε στη Femern A/S.

Πέμπτον, κατά παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β', ΣΛΕΕ και του άρθρου 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα και δεν αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την κρίση ότι οι δανικές αρχές πρότειναν κατάλληλο αντιπαράδειγμα για την εκτίμηση της Επιτροπής σχετικά με την αναγκαιότητα της ενίσχυσης.

Έκτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κρίνοντας ότι η ενίσχυση που χορηγήθηκε στη Femern A/S δεν προκαλεί αδικαιολόγητες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/38


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2019 η Fruits de Ponent S.C.C.L. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση T-290/16, Fruits de Ponent κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-183/19 P)

(2019/C 148/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Fruits de Ponent S.C.C.L. (εκπρόσωποι: M. Roca Junyent, R. Vallina Hoset και A. Sellés Marco, δικηγόροι)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του τρίτου τμήματος του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2018 που εκδόθηκε στο πλαίσιο της υποθέσεως T-290/16, Fruits de Ponent κατά Επιτροπής (1)

κυρίως, σύμφωνα με το άρθρο 61, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν το Δικαστήριο κρίνει την υπόθεση ώριμη προς εκδίκαση, (i) να αποφανθεί επί της προσφυγής που ασκήθηκε πρωτοδίκως και να κάνει δεκτά τα περιεχόμενα σε αυτήν αιτήματα και (ii) να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας ή

επικουρικώς, εάν το Δικαστήριο κρίνει ότι η υπόθεση δεν είναι ώριμη προς εκδίκαση: (i) να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο για να εξετάσει την υπόθεση εκ νέου και (ii) να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Πρώτον, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε το άρθρο 39 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) (2), κατά το μέτρο που: (i) για την εκτίμηση της υπάρξεως κατάφωρης παραβιάσεως, εφαρμόζει κριτήρια που είναι άσχετα ή αλυσιτελή, (ii) δεν δέχεται ότι η Επιτροπή, σε περίπτωση που λαμβάνει μέτρα κατά σοβαρών διαταράξεων της αγοράς στο πλαίσιο της ΚΓΠ, οφείλει να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στη διατήρηση του βιοτικού επιπέδου των γεωργών (άρθρο 39, παράγραφος 1, στοιχείο β', ΣΛΕΕ), (iii) δεν δέχεται ότι η Επιτροπή οφείλει να συγκεντρώνει δεδομένα πέραν των προβλεπόμενων βάσει κανονιστικών ρυθμίσεων, και (iv) διαπιστώνει ότι η Επιτροπή δεν οφείλει να συγκεντρώνει δεδομένα σχετικά με τις τιμές που εισπράττουν οι γεωργοί.

2.

Δεύτερον, η αναιρεσείουσα φρονεί ότι με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση το Γενικό Δικαστήριο: (i) παραμορφώνει τα πραγματικά περιστατικά κατά το μέτρο που ερμηνεύει κατά τρόπο προδήλως εσφαλμένο τα προσκομισθέντα ενώπιόν του αποδεικτικά στοιχεία, (ii) παραβιάζει τις αρχές που διέπουν το βάρος αποδείξεως δεχόμενο ως αποδεδειγμένα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που έρχονται σε αντίθεση με τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία, (iii) παραβιάζει την αρχή venire contra factum proprium non valet, δεχόμενο ως βάσιμους τους ισχυρισμούς της Επιτροπής καίτοι αντιφάσκουν προς τις απαντήσεις της στους πολίτες στο πλαίσιο της αρχής της διαφάνειας.

3.

Τρίτον, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στο άρθρο 296 ΣΛΕΕ και στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, κατά το μέτρο που: (i) δεν λαμβάνονται υπόψη τα επιχειρήματα της αναιρεσείουσας ότι η Επιτροπή όφειλε να συγκεντρώσει στοιχεία με σκοπό τη διατήρηση του βιοτικού επιπέδου των παραγωγών και που (ii) δεν λαμβάνονται υπόψη και παραμορφώνονται οι ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας σχετικά με τον σκοπό που οφείλει να επιδιώκει η Επιτροπή όσον αφορά τη διασφάλιση του βιοτικού επιπέδου των γεωργών, με αποτέλεσμα στο σκεπτικό της να μην απαντά στα επιχειρήματά της.

4.

Τέταρτον, η αναιρεσείουσα φρονεί ότι εν προκειμένω παραβιάζονται το άρθρο 39 ΣΛΕΕ και το άρθρο 219 του κανονισμού 1308/2013 (3), κατά το μέτρο που σε περίπτωση κρίσεως, αποκλειστικώς αρμόδια για την ενεργοποίηση του έκτακτου μηχανισμού κρίσεως είναι η Επιτροπή και όχι οι προσφεύγοντες ή οι ενώσεις παραγωγών.


(1)  ECLI:EU:T:2018:934

(2)  ΕΕ 2012, C 326, σ. 1.

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 671).


GCEU

29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/40


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Tweedale κατά EFSA

(Υπόθεση T-716/14) (1)

(Πρόσβαση σε έγγραφα - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 - Έγγραφα σχετικά με τις μελέτες τοξικότητας που καταρτίσθηκαν κατά την ανανέωση της έγκρισης της δραστικής ουσίας γλυφοσάτη - Μερική άρνηση παροχής πρόσβασης - Εξαίρεση σχετική με την προστασία των εμπορικών συμφερόντων - Υπερισχύον δημόσιο συμφέρον - Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 - Έννοια των πληροφοριών που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον)

(2019/C 148/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Anthony C. Tweedale (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: B. Kloostra, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) (εκπρόσωποι: D. Detken, J. Tarazona, C. Pintado και B. Vagenende, επικουρούμενοι αρχικώς από τους R. van der Hout και A. Köhler, στη συνέχεια από τους R. van der Hout και C. Wagner, δικηγόρους)

Παρεμβαίνον υπέρ του προσφεύγοντος: Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωποι αρχικώς A. Falk, C. Meyer Seitz, U. Persson, N. Otte Widgren, E. Karlsson και L. Swedenborg, στη συνέχεια A. Falk, C. Meyer-Seitz, H. Shev, L. Swedenborg και F. Bergius)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα τη μερική ακύρωση της απόφασης της EFSA, της 16ης Οκτωβρίου 2017, για την κατάργηση και αντικατάσταση της απόφασης της 30ής Ιουλίου 2014 και για την παροχή μερικής πρόσβασης σε δύο μελέτες τοξικότητας σχετικά με τη δραστική ουσία γλυφοσάτη, οι οποίες καταρτίσθηκαν κατά τη διαδικασία για την ανανέωση της έγκρισης της εν λόγω δραστικής ουσίας βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 309, σ. 1).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA), της 16ης Οκτωβρίου 2017, για την κατάργηση και αντικατάσταση της απόφασης της 30ής Ιουλίου 2014 και για την παροχή μερικής πρόσβασης σε δύο μελέτες τοξικότητας σχετικά με τη δραστική ουσία γλυφοσάτη, οι οποίες καταρτίσθηκαν κατά τη διαδικασία για την ανανέωση της έγκρισης της εν λόγω δραστικής ουσίας, κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή η EFSA αρνήθηκε να επιτρέψει τη γνωστοποίηση ολόκληρων των ως άνω μελετών, με εξαίρεση τα ονόματα και τις υπογραφές των μνημονευόμενων σε αυτές προσώπων.

2)

Η EFSA φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο Anthony Tweedale.

3)

Το Βασίλειο της Σουηδίας φέρει τα δικαστικά έξοδά του.


(1)  EE C 448 της 15.12.2014.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/41


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-135/15) (1)

(ΕΓΤΕ - Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση - Δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Ιταλία - Προσωρινό καθεστώς αναδιάρθρωσης του κλάδου της ζάχαρης - Κανονισμός (ΕΚ) 320/2006 - Κανονισμός (ΕΚ) 968/2006 - Κανονισμός (ΕΚ) 1290/2005 - Προθεσμία 24 μηνών - Έννοια του «πολυετούς μέτρου» - Προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης - Έννοια των «εγκαταστάσεων παραγωγής» - Χαρακτηρισμός των σιλό - Έννοια της «πλήρους διάλυσης» - Παράρτημα 2 του εγγράφου VI/5330/97 - Δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της νομοθεσίας της Ένωσης - Καλόπιστη συνεργασία - Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη - Ne bis in idem - Επιδοτήσεις σφαγής - Ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης για τα γεωργικά προϊόντα - Καθυστερήσεις πληρωμών - Απόδειξη της υπάρξεως ιδιαιτέρων συνθηκών διαχείρισης - Ίση μεταχείριση - Μεταφραστικό σφάλμα σε μια από τις γλωσσικές αποδόσεις κανονισμού της Ένωσης - Δυνατότητα καταλογισμού της δημοσιονομικής διόρθωσης στο κράτος μέλος)

(2019/C 148/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. Palmieri, επικουρούμενη από τον C. Colelli, avvocato dello Stato)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: αρχικώς D. Bianchi, P. Ondrůšek και I. Galindo Martín, στη συνέχεια D. Bianchi και P. Ondrůšek)

Παρεμβαίνουσες υπέρ της προσφεύγουσας: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: D. Colas και S. Horrenberger) και Ουγγαρία (εκπρόσωποι: M.Z. Fehér και G. Koós)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για τη μερική ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2015/103 της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 2015, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2015, L 16, σ. 33), στο μέτρο που αφορά ορισμένες δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Ιταλική Δημοκρατία.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Ιταλική Δημοκρατία φέρει τα δικαστικά έξοδά της και τα έξοδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

3)

Η Γαλλική Δημοκρατία και η Ουγγαρία φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 155 της 11.5.2015.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/42


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Ουγγαρία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-139/15) (1)

(ΕΓΤΠΕ - Τμήμα «Εγγυήσεων» - ΕΓΤΕ - Ζάχαρη - Προσωρινό καθεστώς αναδιάρθρωσης του κλάδου της ζάχαρης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα - Κανονισμός (ΕΚ) 320/2006 - Κανονισμός (ΕΚ) 968/2006 - Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση - Δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από την Ουγγαρία - Προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενίσχυσης για την πλήρη ή μερική διάλυση της εγκατάστασης παραγωγής - Έννοια των «εγκαταστάσεων παραγωγής» - Εκτίμηση της χρήσης των σιλό κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για τη χορήγηση της ενίσχυσης - Έννοια της «πλήρους διάλυσης» - Παράρτημα 2 του εγγράφου VI/5330/97 - Δυσχέρειες κατά την ερμηνεία της νομοθεσίας της Ένωσης - Καλόπιστη συνεργασία)

(2019/C 148/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ουγγαρία (εκπρόσωποι: αρχικά M. Fehér, G. Koós, A. Pálfy, στη συνέχεια M. Fehér, G. Koós, Z. Biró Tóth και E. Tóth)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: P. Ondrůšek και B. Béres)

Παρεμβαίνουσες υπέρ της προσφεύγουσας: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωπος: D. Colas), Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. Palmieri και C. Colelli, avvocato dello Stato)

Αντικείμενο

Προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την εν μέρει ακύρωση της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2015/103 της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 2015, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2015, L 16, σ. 33), κατά το μέρος που αποκλείει το ποσό των 11 709 400 ευρώ από τη χρηματοδότηση, από το ΕΓΤΕ, των ενισχύσεων για την αναδιάρθρωση του κλάδου της ζάχαρης που χορηγήθηκαν από την Ουγγαρία.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Ουγγαρία φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και το ήμισυ των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

3)

Η Επιτροπή φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων της.

4)

Η Γαλλική Δημοκρατία και η Ιταλική Δημοκρατία φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 190 της 8.6.2015.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/43


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Γαλλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-156/15) (1)

(ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ - Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση - Δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Γαλλία - Καθεστώς στρεμματικών ενισχύσεων - Διαδικαστικές εγγυήσεις - Κανονισμός (ΕΚ) 885/2006 - Έννοια των «μόνιμων βοσκοτόπων» - Κανονισμός (ΕΚ) 1120/2009 - Εθνικό σύστημα ελέγχου που έχει καταρτιστεί βάσει ορισμού που δεν είναι σύμφωνος σε σχέση με τις κτηνοτροφικές εκτάσεις - Αποκλεισμός του συνόλου των δαπανών - Αναλογικότητα - Γαλλικό πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης - Μέτρα στήριξης για την αγροτική ανάπτυξη - Περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα - Κανονισμός (ΕΚ) 1975/2006 - Κανονισμός (ΕΕ) 65/2011 - Κατ’αποκοπήν δημοσιονομική διόρθωση - Επιτόπιοι έλεγχοι - Κριτήριο επιβάρυνσης - Καταμέτρηση των ζώων - Προσωρινό καθεστώς αναδιάρθρωσης του κλάδου παραγωγής ζάχαρης - Κανονισμός (ΕΚ) 320/2006 - Κανονισμός (ΕΚ) 968/2006 - Προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενισχύσεως για την αναδιάρθρωση - Έννοια της «εγκαταστάσεως παραγωγής» - Εκτίμηση της χρήσεως των σιλό κατά την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως για τη χορήγηση της ενισχύσεως - Έννοια της «πλήρους διάλυσης» - Αναλογικότητα - Ίση μεταχείριση - Παράρτημα 2 του εγγράφου VI/5330/9])

(2019/C 148/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: αρχικά F. Alabrune, G. de Bergues, D. Colas και C. Candat, στη συνέχεια G. de Bergues, D. Colas, F. Fize και A. Daly και τέλος D. Colas, S. Horrenberger, R. Coesme, E. De Moustier και A.-L. Desjonquères)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: A. Bouquet και Δ. Τριανταφύλλου)

Παρεμβαίνουσες υπέρ της προσφεύγουσας: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. Palmieri, επικουρούμενη από τον C. Colelli, avvocato dello Stato) και Ουγγαρία (εκπρόσωποι: M. Fehér και G. Koós)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για τη μερική ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2015/103 της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 2015, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2015, L 16, σ. 33).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2015/103 της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 2015, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), κατά το μέρος που αποκλείει από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης το σύνολο των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τη Γαλλική Δημοκρατία στην Άνω Κορσική στο πλαίσιο των απευθείας ενισχύσεων για τις εκτάσεις του πρώτου πυλώνα, οι οποίες αφορούν τα έτη αιτήσεως 2011 και 2012.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Γαλλική Δημοκρατία φέρουν εκάστη τα δικαστικά έξοδά της.

4)

Η Ιταλική Δημοκρατία και η Ουγγαρία φέρουν εκάστη τα δικαστικά έξοδά της.


(1)  EE C 190 της 8.6.2015.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/44


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2019 — Espírito Santo Financial Group κατά EKT

(Υπόθεση T-730/16) (1)

(Πρόσβαση στα έγγραφα - Απόφαση 2004/258/ΕΚ - Έγγραφα σχετικά με την απόφαση της ΕΚΤ της 1ης Αυγούστου 2014 η οποία αφορά τη Banco Espírito Santo, SA - Μερική άρνηση παροχής πρόσβασης - Εξαίρεση σχετική με την εμπιστευτικότητα των εργασιών των οργάνων λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ - Εξαίρεση σχετική με τη δημοσιονομική, νομισματική ή οικονομική πολιτική της Ένωσης ή κράτους μέλους - Εξαίρεση σχετική με τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ένωση ή σε κράτος μέλος - Εξαίρεση σχετική με την προστασία των εμπορικών συμφερόντων - Εξαίρεση σχετική με έγγραφα που προορίζονται για εσωτερική χρήση - Υποχρέωση αιτιολόγησης)

(2019/C 148/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Espírito Santo Financial Group SA (Λουξεμβούργο, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: R. Oliveira, S. Estima Martins και D. Duarte de Campos, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (εκπρόσωποι: F. von Lindeiner και S. Lambrinoc, επικουρούμενοι από τον H.-G. Kamann, δικηγόρο)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα την ακύρωση της απόφασης της ΕΚΤ της 31ης Αυγούστου 2016 περί μερικής άρνησης παροχής πρόσβασης σε ορισμένα έγγραφα σχετικά με την απόφαση της ΕΚΤ της 1ης Αυγούστου 2014 η οποία αφορά τη Banco Espírito Santo SA.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) της 31ης Αυγούστου 2016 περί μερικής άρνησης παροχής πρόσβασης σε ορισμένα έγγραφα σχετικά με την απόφαση της ΕΚΤ της 1ης Αυγούστου 2014 η οποία αφορά τη Banco Espírito Santo SA, καθόσον, με την εν λόγω απόφαση της 31ης Αυγούστου 2016, η ΕΚΤ αρνήθηκε να γνωστοποιήσει τόσο το ποσό της πίστωσης που περιλαμβάνεται στα αποσπάσματα των πρακτικών της απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ της 28ης Ιουλίου 2014 όσο και τις πληροφορίες που αποκρύφθηκαν στις προτάσεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ της 28ης Ιουλίου και της 1ης Αυγούστου 2014.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Η Espírito Santo Financial Group SA και η ΕΚΤ φέρουν, έκαστη, τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 462 της 12.12.2016.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/45


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Xiaomi κατά EUIPO — Dudingen Develops (MI)

(Υπόθεση T-799/16) (1)

({Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης MI - Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης MI - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 8 παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001] - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 94 του κανονισμού 2017/1001)})

(2019/C 148/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Xiaomi, Inc. (Πεκίνο, Κίνα) (εκπρόσωποι: T. Raab και C. Tenkhoff, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: M. Rajh)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Dudingen Develops, SL (Leganés, Ισπανία)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 5ης Σεπτεμβρίου 2016 (υπόθεση R 337/2016-4), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Xiaomi και Dudigen Develops.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 5ης Σεπτεμβρίου 2016 (υπόθεση R 337/2016-4) κατά το μέρος της που απέρριψε την προσφυγή κατά της απόφασης του τμήματος ανακοπών με την οποία απορρίφθηκε η ανακοπή κατά της καταχώρισης του εικονιστικού σημείου MI ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για «υλικά για δίκτυα ηλεκτρισμού [καλώδια]», «καλώδια ρεύματος», «μονωμένα καλώδια ρεύματος», «συνδετικά καλώδια», «συνδέσμους καλωδίων», «προσαρμογείς», «ηλεκτρικούς προσαρμογείς», «προσαρμογείς ηλεκτρικών πριζών για το ταξίδι», «προσαρμογείς για σύνδεση τηλεφώνων με βοηθήματα ακοής» και «καλώδια επέκτασης», της κλάσης 9, καθώς και για «σάκους ράχης», «μικρούς σάκους ράχης» και «σάκους ορειβασίας», της κλάσης 18.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Η Xiaomi Inc. φέρει τα δύο τρίτα των δικαστικών της εξόδων καθώς και τα δύο τρίτα των δικαστικών εξόδων του EUIPO.

4)

Το EUIPO φέρει το ένα τρίτο των δικαστικών του εξόδων καθώς και το ένα τρίτο των δικαστικών εξόδων της Xiaomi.


(1)  EE C 22 της 23.1.2017.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/46


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Σουηδία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-837/16) (1)

(REACH - Απόφαση της Επιτροπής με την οποία χορηγείται άδεια για τη χρήση του κίτρινου θειοχρωμικού μολύβδου και του ερυθρού μείγματος θειικού, μολυβδαινικού και χρωμικού μολύβδου - Άρθρο 60, παράγραφοι 4 και 5, του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 - Εξέταση της μη διαθεσιμότητας εναλλακτικών λύσεων - Πλάνη περί το δίκαιο)

(2019/C 148/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Διάδικοι

Προσφεύγoν: Βασίλειο της Σουηδίας (εκπρόσωποι: αρχικώς A. Falk και F. Bergius, στη συνέχεια, Α. Falk, C. Meyer-Seitz, H. Shev και J. Lundberg)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: R. Lindenthal, K. Mifsud-Bonnici, K. Simonsson και G. Tolstoy)

Παρεμβαίνοντα υπέρ του προσφεύγοντος: Βασίλειο της Δανίας (εκπρόσωποι: αρχικώς C. Thorning και M. Wolff, στη συνέχεια, Μ. Wolff και J. Nymann-Lindegren)· Δημοκρατία της Φινλανδίας (εκπρόσωπος: S. Hartikainen)· και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: A. Neergaard και A. Tamás)

Παρεμβαίνων υπέρ της καθής: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (εκπρόσωποι: M. Heikkilä, W. Broere και C. Schultheiss)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως C(2016) 5644 τελικό της Επιτροπής, της 7ης Σεπτεμβρίου 2016, με την οποία χορηγείται άδεια για ορισμένες χρήσεις των ουσιών «κίτρινο του θειοχρωμικού μολύβδου» και «ερυθρό μείγματος θειικού, μολυβδαινικού και χρωμικού μολύβδου» δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την εκτελεστική απόφαση C(2016) 5644 τελικό της Επιτροπής, της 7ης Σεπτεμβρίου 2016, με την οποία χορηγείται άδεια για ορισμένες χρήσεις των ουσιών «κίτρινο του θειοχρωμικού μολύβδου» και «ερυθρό μείγματος θειικού, μολυβδαινικού και χρωμικού μολύβδου» δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006.

2)

Απορρίπτει το αίτημα της Επιτροπής να διατηρηθεί σε ισχύ, σε περίπτωση ακυρώσεώς της, η εκτελεστική απόφαση C(2016) 5644 τελικό της 7ης Σεπτεμβρίου 2016, έως ότου καταστεί δυνατή η επανεξέταση της αιτήσεως αδειοδοτήσεως.

3)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Βασίλειο της Σουηδίας.

4)

Το Βασίλειο της Δανίας, η Δημοκρατία της Φινλανδίας και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 38 της 6.2.2017.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/47


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — L κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-59/17) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός - Καταγγελία της συμβάσεως - Κλονισμός της σχέσεως εμπιστοσύνης - Εξωτερικές δραστηριότητες - Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως - Αγωγή αποζημιώσεως)

(2019/C 148/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: L (εκπρόσωπος: I. Coutant Peyre, δικηγόρος)

Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: Í. Ní Riagáin Düro και M. Windisch)

Αντικείμενο

Προσφυγή-αγωγή δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, με αίτημα, αφενός, την ακύρωση της αποφάσεως του Κοινοβουλίου της 24ης Ιουνίου 2016 περί καταγγελίας της συμβάσεως προσλήψεως του προσφεύγοντος-ενάγοντος ως διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού και, αφετέρου, την επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως για την ηθική βλάβη την οποία υποστηρίζει ότι υπέστη ο προσφεύγων-ενάγων.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του Κοινοβουλίου της 24ης Ιουνίου 2016 περί καταγγελίας της συμβάσεως προσλήψεως του L ως διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού.

2)

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή-αγωγή.

3)

Καταδικάζει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 221 της 10.7.2017.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/47


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Hautala κ.λπ. κατά EFSA

(Υπόθεση T-329/17) (1)

(Πρόσβαση στα έγγραφα - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 - Έγγραφα σχετικά με μελέτες καρκινογενετικότητας οι οποίες καταρτίστηκαν στο πλαίσιο της ανανέωσης της έγκρισης της δραστικής ουσίας γλυφοσάτη - Μερική άρνηση πρόσβασης - Εξαίρεση σχετική με την προστασία των εμπορικών συμφερόντων - Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον - Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 - Έννοια του όρου πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον)

(2019/C 148/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Heidi Hautala (Ελσίνκι, Φινλανδία), Benedek Jávor (Βουδαπέστη, Ουγγαρία), Michèle Rivasi (Valence, Γαλλία) και Bart Staes (Αμβέρσα, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: B. Kloostra, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) (εκπρόσωποι: D. Detken και J. Tarazona, F. Volpi και B. Vagenende, επικουρούμενοι από τους R. van der Hout και C. Wagner, δικηγόρους)

Παρεμβαίνοντες υπέρ της καθής: Cheminova A/S (Harboøre, Δανία) (εκπρόσωπος: C. Mereu, δικηγόρος)· και Monsanto Europe (Αμβέρσα, Βέλγιο)· και Monsanto Company (Wilmington, Delaware, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: αρχικώς M. Pittie, P. Honoré και N. Callens, στη συνέχεια P. Honoré, N. Callens και A. Helfer, δικηγόροι)

Αντικείμενο

Προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για τη μερική ακύρωση της απόφασης της EFSA της 14ης Μαρτίου 2017 κατά το μέρος που η EFSA απέρριψε εν μέρει την αίτηση πρόσβασης των προσφευγόντων σε δώδεκα μελέτες καρκινογενετικότητας σχετικά με τη δραστική ουσία γλυφοσάτη, οι οποίες καταρτίστηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας ανανέωσης της έγκρισης αυτής της δραστικής ουσίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 309, σ. 1).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) της 14ης Μαρτίου 2017 κατά το μέρος που η EFSA αρνήθηκε την πρόσβαση στα τμήματα «Υλικά, πειραματικές συνθήκες και μέθοδοι» και «Αποτελέσματα και αναλύσεις» των δώδεκα μελετών καρκινογενετικότητας σχετικά με τη δραστική ουσία γλυφοσάτη.

2)

Η EFSA φέρει τα δικαστικά της έξοδα και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι Heidi Hautala, Michèle Rivasi, Benedek Jávor και Bart Staes.

3)

Οι Cheminova A/S, Monsanto Europe και Monsanto Company φέρουν εκάστη τα δικαστικά έξοδά τους.


(1)  EE C 249 της 31.7.2017.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/48


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — TK κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-446/17) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Έκτακτοι υπάλληλοι - Τροποποίηση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί - Έννοια της υπηρεσιακής τοποθετήσεως - Πρόσκληση σε συνέντευξη - Έννοια της διαδικασίας - Ισχυρισμός περί ηθικής παρενοχλήσεως - Αίτημα αρωγής - Ευθύνη - Ηθική βλάβη)

(2019/C 148/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: TK (εκπρόσωπος: L. Levi, δικηγόρος)

Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: αρχικά E. Taneva και M. Rantala, στη συνέχεια E. Taneva, C. González Argüelles και D. Boytha)

Αντικείμενο

Προσφυγή-αγωγή δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ με την οποία ζητείται, αφενός, η ακύρωση της αποφάσεως του Προέδρου του Κοινοβουλίου της 26ης Αυγούστου 2016 περί απορρίψεως των από 28 Απριλίου 2016 αιτημάτων της προσφεύγουσας-ενάγουσας και, αφετέρου, η αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υποστηρίζει ότι υπέστη η προσφεύγουσα-ενάγουσα καθώς και, τέλος, η ακύρωση της αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα του Κοινοβουλίου της 26ης Απριλίου 2017, καθόσον με αυτήν απορρίφθηκε το αίτημα αποκαταστάσεως της ηθικής βλάβης που υποστηρίζει ότι υπέστη η προσφεύγουσα-ενάγουσα, και η αποκατάσταση της εν λόγω βλάβης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή.

2)

Η TK φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων της, και τα έξοδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.


(1)  EE C 357 της 23.10.2017.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/49


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — De Masi και Βαρουφάκης κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση T-798/17) (1)

(Πρόσβαση στα έγγραφα - Απόφαση 2004/258/ΕΚ - Έγγραφο που επιγράφεται «Απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ» - Άρνηση προσβάσεως - Εξαίρεση σχετικά με την προστασία της παροχής νομικών συμβουλών - Εξαίρεση σχετικά με την προστασία των εγγράφων για εσωτερική χρήση - Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον)

(2019/C 148/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Fabio De Masi (Αμβούργο, Γερμανία) και Γιάνης Βαρουφάκης (Αθήνα, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: A. Fischer-Lescano, καθηγητής)

Καθής: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) (εκπρόσωποι: T. Filipova και F. von Lindeiner, επικουρούμενοι από τον H.-G. Kamann, δικηγόρο)

Αντικείμενο

Προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της ΕΚΤ, της 16ης Οκτωβρίου 2017, να μην επιτρέψει στους προσφεύγοντες την πρόσβαση στο έγγραφο της 23ης Απριλίου 2015 με τίτλο «Απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 14.4 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ».

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Οι Fabio De Masi και Γιάνης Βαρουφάκης φέρουν, πέραν των δικαστικών εξόδων τους, και τα δικαστικά έξοδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).


(1)  EE C 42 της 5.2.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/50


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Γαλλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-26/18) (1)

(ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ - Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση - Δαπάνες τις οποίες πραγματοποίησε η Γαλλία - Εφάπαξ και κατ’ αποκοπήν δημοσιονομικές διορθώσεις - Καθεστώς στρεμματικών ενισχύσεων - Σύστημα αναγνώρισης αγροτεμαχίων - Καθορισμός επιλέξιμων εκτάσεων - Διατήρηση των γαιών σε καλή γεωργική και περιβαλλοντική κατάσταση - Χαρακτηριστικά του τοπίου· - Χερσότοποι και βοσκότοποι - Εθνικό σύστημα ελέγχου που έχει καταρτιστεί βάσει ορισμού που δεν είναι σύμφωνος σε σχέση με τις επιλέξιμες εκτάσεις - Αναλογικότητα - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Εκκαθάριση ως προς τη συμμόρφωση - Πιθανότερο ποσοστό σφάλματος - Πλάνη περί το δίκαιο)

(2019/C 148/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: F. Alabrune, D. Colas, A.-L. Desjonquères και S. Horrenberger)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: A. Lewis και Δ. Τριανταφύλλου)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για τη μερική ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2017/2014 της Επιτροπής, της 8ης Νοεμβρίου 2017, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2017, L 292, σ. 61).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 112 της 26.3.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/51


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 7ης Μαρτίου 2019 — Laverana κατά EUIPO — Agroecopark (VERA GREEN)

(Υπόθεση T-106/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης VERA GREEN - Προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης LAVERA - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Έλλειψη κινδύνου συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2019/C 148/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Laverana GmbH & Co.KG (Wennigsen, Γερμανία) (εκπρόσωποι: αρχικώς, J. Wachinger, M. Zöbisch και R. Drozdz, εν συνεχεία, N. Schmitz και J. Bittner, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: L. Rampini)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Agroecopark, SL (Majadahonda, Ισπανία) (εκπρόσωποι: E. Seijo Veiguela και C. Serrano Rodríguez, δικηγόροι)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 18ης Δεκεμβρίου 2017 (υπόθεση R 982/2017-5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Laverana και Agroecopark.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Laverana GmbH & Co. KG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 142 της 23.4.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/51


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2019 — Wirecard Technologies κατά EUIPO — Striatum Ventures (supr)

(Υπόθεση T-297/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας - Λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης supr - Προγενέστερο λεκτικό σήμα Benelux Zupr - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Ομοιότητα των σημείων - Άρθρο 60, παράγραφος 1, στοιχείο α', και άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2019/C 148/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Wirecard Technologies GmbH (Aschheim, Γερμανία) (εκπρόσωπος: A. Bayer, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: S. Bonne και H. O’Neill)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Striatum Ventures BV (‘s-Hertogenbosch, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωπος: G. Van den Hout, δικηγόρος)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 20ής Φεβρουαρίου 2018 (υπόθεση R 2028/2017-5), σχετικά με διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας μεταξύ Striatum Ventures και Wirecard Technologies.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Wirecard Technologies GmbH στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 240 της 9.7.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/52


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαρτίου 2019 — Novartis κατά EUIPO (SMARTSURFACE)

(Υπόθεση T-463/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης SMARTSURFACE - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Διακριτικός χαρακτήρας - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 - Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 2017/1001)

(2019/C 148/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Novartis (Βασιλεία, Ελβετία) (εκπρόσωπος: L. Junquera Lara, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: S. Bonne και H. O’Neill)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 25ης Μαΐου 2018 (υπόθεση R 1765/2017-2), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σημείου SMARTSURFACE ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Novartis AG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 352 της 1.10.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/53


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 8ης Μαρτίου 2019 — Herrero Torres κατά EUIPO — DZ Licores (CARAJILLO LICOR 43 CUARENTA Y TRES)

(Υπόθεση T-326/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης CARAJILLO LICOR 43 CUARENTA Y TRES - Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Carajillo - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 2017/2001 - Προσφυγή προδήλως στερούμενη νομικού ερείσματος)

(2019/C 148/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: José-Ramón Herrero Torres (Castellón de la Plana, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Gil Martí, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: S. Palmero Cabezas και H. O’Neill)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: DZ Licores, SLU (Καρθαγένη, Ισπανία) (εκπρόσωποι: A. Vela Ballesteros και B. Lamas Begué, δικηγόροι)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 13ης Μαρτίου 2018 (υπόθεση R 2104/2017-5), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ J.-R. Herrero Torres και DZ Licores.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τον José-Ramón Herrero Torres στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 249 της 16.7.2018.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/54


Προσφυγή της 20ής Φεβρουαρίου 2019 — Clem & Jo Optique κατά EUIPO — C&A (C&J)

(Υπόθεση T-125/19)

(2019/C 148/52)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Clem & Jo Optique SARL (Cormicy, Γαλλία) (εκπρόσωπος: N. Hausmann, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: C&A AG (Zug, Ελβετία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης C&J — Υπ’ αριθ. 15 912 041 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 19ης Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση R 1252/2018-4

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση.

Προβαλλόμενος λόγος

Η προσφεύγουσα εταιρία προβάλλει ότι δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των σημάτων C & A και C & J.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/54


Προσφυγή της 21ης Φεβρουαρίου 2019 — Krajowa Izba Gospodarcza Chłodnictwa i Klimatyzacji κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-126/19)

(2019/C 148/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Krajowa Izba Gospodarcza Chłodnictwa i Klimatyzacji (Βαρσοβία, Πολωνία) (εκπρόσωπος: A. Galos, radca prawny)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) 517/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 842/2006, στο οποίο στηρίζεται η προσβαλλόμενη απόφαση, και να διαπιστώσει, κατά συνέπεια, ότι η εν λόγω απόφαση ενέχει σχετικές πλημμέλειες,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους.

1.

Πρώτος λόγος: δυνάμει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, η προσφεύγουσα προβάλλει λόγο στηριζόμενο στην ακυρότητα του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) 517/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για τα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 842/2006, στο οποίο στηρίζεται η προσβαλλόμενη απόφαση, στο μέτρο κατά το οποίο το σύστημα κατανομής ποσοστώσεων στηρίχθηκε σε τιμές αναφοράς προκύπτουσες από παρωχημένα στοιχεία για τα φθοριούχα αέρια που διατέθηκαν στην αγορά κατά τα έτη 2009-2012, διότι τούτο οδηγεί σε αυθαίρετο και συνεπαγόμενο δυσμενείς διακρίσεις διαχωρισμό των επιχειρήσεων αναλόγως της πρότερης δράσης τους στην αγορά αερίων, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να ενέχει σχετικές πλημμέλειες.

2.

Δεύτερος λόγος: η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση ουσιώδους τύπου και παραβίαση της Συνθήκης λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης της εισαγωγής ενός συστήματος διαχωρισμού των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά των φθοριούχων αερίων με κριτήριο τις ποσότητες των φθοριούχων αερίων που διατέθηκαν στην αγορά κατά τα έτη 2009-2012, σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 517/2014.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/55


Προσφυγή της 25ης Φεβρουαρίου 2019 — Oosterbosch κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-131/19)

(2019/C 148/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Marc Oosterbosch (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: M. Casado García-Hirschfeld, δικηγόρος)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την παρούσα προσφυγή παραδεκτή και βάσιμη·

κατά συνέπεια:

να ακυρώσει την «προσβαλλόμενη απόφαση», η οποία συνίσταται στα δελτία μισθοδοσίας των μηνών Μαρτίου, Απριλίου και Ιουνίου 2018·

να ακυρώσει, αν το κρίνει αναγκαίο, την απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2018 με την οποία απορρίφθηκε η ένστασή του·

να καταδικάσει το καθού στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει έναν και μόνο λόγο, ο οποίος στηρίζεται σε παραβίαση των αρχών της νομιμότητας και της ασφάλειας δικαίου, καθώς και σε ένσταση έλλειψης νομιμότητας: η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη κατ’ εφαρμογή εσωτερικών κανόνων και εκτελεστικών διατάξεων οι οποίες είναι παράνομες.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/56


Προσφυγή της 26ης Φεβρουαρίου 2019 — Ashworth κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-132/19)

(2019/C 148/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Richard Ashworth (Lingfield, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωποι: A. Schmitt και A. Waisse, avocats)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ενωθεί η παρούσα υπόθεση με την υπόθεση που εισήχθη από τον Salvador Garriga Polledo και τους 45 λοιπούς προσφεύγοντες κατά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 19 Φεβρουαρίου 2019 (υπόθεση T-102/19) βάσει του άρθρου 68 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου λόγω συνάφειας των δύο υποθέσεων·

εφόσον κρίνεται απαραίτητο, ως μέτρο οργάνωσης της διαδικασίας ή μέτρο διεξαγωγής αποδείξεων, να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να προσκομίσει τις γνωμοδοτήσεις της νομικής υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι οποίες φέρονται να εκδόθηκαν στις 16 Ιουλίου 2018 καθώς και στις 3 Δεκεμβρίου 2018, με επιφύλαξη ως προς την ακριβή ημερομηνία, αλλά εν πάσει περιπτώσει πριν από την υιοθέτηση της απόφασης που έλαβε το προεδρείο του Κοινοβουλίου στις 10 Δεκεμβρίου 2018 και η οποία τροποποιεί τα Μέτρα Εφαρμογής του Καθεστώτος των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΕ 2018, C 466, σ. 8, στο εξής: Μέτρα Εφαρμογής)·

να ακυρώσει την προαναφερθείσα απόφαση του προεδρείου του Κοινοβουλίου της 10ης Δεκεμβρίου 2018 που τροποποιεί τα Μέτρα Εφαρμογής του Καθεστώτος των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κατά το μέρος που τροποποιεί το άρθρο 76 των Μέτρων Εφαρμογής (αιτιολογικές σκέψεις 5 και 6, άρθρο 1, παράγραφος 7) και το άρθρο 2 κατά το μέρος που αφορά το άρθρο 76 των Μέτρων Εφαρμογής της ως άνω απόφασης), άλλως, κατά το μέρος που θεσπίζει εισφορά 5 % επί των συντάξεων που θεμελιώνονται από 1η Ιανουαρίου 2019 ή, άλλως, εάν τα προαναφερθέντα στοιχεία δεν μπορούν να διαχωρισθούν από την υπόλοιπη προσβαλλόμενη πράξη, να ακυρώσει την ως άνω απόφαση στο σύνολό της·

να καταδικάσει το Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει πέντε λόγους ακυρώσεως.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται η καθ’ ύλην αναρμοδιότητα του προεδρείου.

Αφενός, η προσβαλλόμενη πράξη εξεδόθη κατά παράβαση του Καθεστώτος των Βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που θεσπίστηκε με την απόφαση 2005/684/ΕΚ Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, (ΕΕ 2005, L 262, σ. 1) (στο εξής: Καθεστώς). Η προσβαλλόμενη πράξη έρχεται ιδίως σε αντίθεση προς τις διατάξεις του άρθρου 27 του Καθεστώτος που επιβάλλει τη διατήρηση των «κτηθέντων δικαιωμάτων» και των «προσδοκιών δικαιώματος».

Αφετέρου, η προσβαλλόμενη πράξη επιβάλλει φόρο θεσπίζοντας ειδική εισφορά 5 % επί του ονομαστικού ποσού της σύνταξης, μολονότι η θέσπιση φόρου δεν εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων του προεδρείου κατά το άρθρο 223, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση ουσιώδους τύπου.

Αφενός, στο προεδρείο καταλογίζεται ότι υιοθέτησε την προσβαλλόμενη πράξη κατά παράβαση των κανόνων που προβλέπονται στο άρθρο 223 ΣΛΕΕ.

Αφετέρου, η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη και, κατά συνέπεια, παραβιάζεται η υποχρέωση αιτιολογήσεως που προβλέπεται στο άρθρο 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, και στο άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο γ', του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται προσβολή των κτηθέντων δικαιωμάτων και των προσδοκιών δικαιώματος και παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Αφενός, η προσβαλλόμενη απόφαση προσβάλλει τα κτηθέντα δικαιώματα και τις προσδοκίες δικαιώματος τα οποία προκύπτουν τόσο από τις γενικές αρχές του δικαίου όσο και από το Καθεστώς, το οποίο επιτάσσει ρητώς να διατηρούνται «πλήρως» (άρθρο 27).

Αφετέρου, η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων.

Αφενός, οι προσβολές των δικαιωμάτων των προσφευγόντων είναι δυσανάλογες προς τους σκοπούς που επιδιώκει η προσβαλλόμενη πράξη.

Αφετέρου, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί λόγω παραβίασης των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων.

5.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου και η απουσία μεταβατικών μέτρων.

Αφενός, η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου κατά το μέρος που επιφέρει παρατύπως αποτελέσματα με αναδρομική ισχύ.

Αφετέρου, η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου στο μέτρο που δεν προβλέπει μεταβατικά μέτρα.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/58


Προσφυγή της 1ης Μαρτίου 2019 — Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals κατά EUIPO — Dalmat (LaTV3D)

(Υπόθεση T-135/19)

(2019/C 148/56)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals, SA (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Erdozain López, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Stéphane Dalmat (Παρίσι, Γαλλία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτών: Ο αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης LaTV3D — Υπ’ αριθ. 15 630 833 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 13ης Δεκεμβρίου 2018 στην υπόθεση R 874/2018-2

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα.

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/58


Αγωγή της 28ης Φεβρουαρίου 2019 — Souruh κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-137/19)

(2019/C 148/57)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Ενάγουσα: Souruh SA (Δαμασκός, Συρία) (εκπρόσωπος: E. Ruchat, δικηγόρος)

Εναγόμενο: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την παρούσα προσφυγή παραδεκτή και βάσιμη·

συνακόλουθα, να υποχρεώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη η ενάγουσα, καθορίζοντας κατά δίκαιο τρόπο το ύψος του ποσού της αποζημίωσης·

επικουρικώς, να διατάξει τον διορισμό πραγματογνώμονα προκειμένου να προσδιοριστεί το συνολικό εύρος της ζημίας που υπέστη η ενάγουσα·

να καταδικάσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αγωγής της, η ενάγουσα προβάλλει έναν κύριο λόγο και έναν επικουρικό, οι οποίοι είναι, κατ’ ουσίαν, πανομοιότυποι ή παρόμοιοι με εκείνους που προβλήθηκαν στην υπόθεση T-55/19, Cham Holding και Bena Properties κατά Συμβουλίου.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/59


Προσφυγή της 14ης Φεβρουαρίου 2019 — WH κατά EUIPO

(Υπόθεση T-138/19)

(2019/C 148/58)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: WH (εκπρόσωπος: E. Fontes Vila, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να δεχθεί την προσφυγή της ως βάσιμη και να αναγνωρίσει ότι πρέπει να της χορηγηθεί αναδρομικώς και με πλήρη αποτελέσματα η προαγωγή την οποία δικαιούται.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η κρινόμενη προσφυγή στρέφεται κατά της απόφασης του καθού να μην προαγάγει την προσφεύγουσα στο πλαίσιο της περιόδου προαγωγών του 2018.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει ως μόνο λόγο την προσβολή των δικαιωμάτων της άμυνας.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/60


Προσφυγή της 4ης Μαρτίου 2019 — Sabo κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου

(Υπόθεση T-141/19)

(2019/C 148/59)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Peter Sabo (Tulčik, Σλοβακία) και έξι λοιποί προσφεύγοντες (εκπρόσωπος: R. Smith, Solicitor)

Καθών: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Δικαστήριο να κηρύξει άκυρες τις διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) με τις οποίες λαμβάνεται υπόψη η ενέργεια από τη δασική βιομάζα για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφος 1, και ειδικότερα για: (α) τη συνεισφορά στον συλλογικό στόχο για το 2030, (β) την αξιολόγηση της τηρήσεως της υποχρεώσεως χρήσεως ανανεώσιμης ενέργειας, και (γ) τον προσδιορισμό της επιλεξιμότητας για χρηματοδοτική υποστήριξη.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγοντες προβάλλουν δύο λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η οδηγία 2018/2001 αντίκειται στο άρθρο 191 ΣΛΕΕ διότι δεν συμβάλλει στη διατήρηση, προστασία και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, στην προστασία της υγείας του ανθρώπου, ή στη συνετή και ορθολογική χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων. Δεν αποβλέπει σε υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, δεν επανορθώνει τις καταστροφές του περιβάλλοντος στην πηγή και δεν στηρίζεται στη αρχή της προφύλαξης ούτε στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Επίσης, παραγνωρίζει επιστημονικά δεδομένα όσον αφορά τις επιπτώσεις της καύσης δασικής βιομάζας στην κλιματική αλλαγή.

2.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η οδηγία 2018/2001 προσβάλλει πλήθος δικαιωμάτων των προσφευγόντων (τα οποία κατοχυρώνονται στα άρθρα 7, 10, 14, 17, 22, 24, 35 και 37 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης) που έχουν οικουμενικό χαρακτήρα και πρέπει να τηρούνται τόσο σε σχέση με τους αιτούντες εντός της ΕΕ αλλά και εκτός της ΕΕ. Οι εν λόγω προσβολές δικαιωμάτων δεν είναι δικαιολογημένες, κατά το μέτρο που οι επίμαχες διατάξεις της προσβαλλόμενης οδηγίας δεν συνδέονται κατ’ ανάγκην ή λογικώς με τους σκοπούς της Ένωσης περί προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά έρχονται σε αντίθεση με αυτούς.


(1)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328, 21.12.2018, σ. 82).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/60


Προσφυγή της 1ης Μαρτίου 2019 — Nosio κατά EUIPO — Passi (PASSIATA)

(Υπόθεση T-142/19)

(2019/C 148/60)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Nosio SpA (Mezzocorona, Ιταλία) (εκπρόσωποι: J. Graffer και A. Ottolini, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Passi AG (Rothrist, Ελβετία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης PASSIATA — Υπ’ αριθ. 14 593 123 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 23ης Νοεμβρίου 2018 στην υπόθεση R 927/2018-2

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει τους αντίδικους στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/61


Προσφυγή της 2ας Μαρτίου 2019 — Solar Ηλείας Μπόμπαινα κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-143/19)

(2019/C 148/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Solar Ηλείας Μπόμπαινα AE (Αθήνα, Ελλάδα) (εκπρόσωποι: Α. Μεταξάς και A. Bartosch, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τις προσβαλλόμενες πράξεις της Επιτροπής, ήτοι την απόφαση C(2018) 6777 final της 10ης Οκτωβρίου 2018 κατά το μέτρο που με αυτήν απορρίφθηκαν οι καταγγελίες που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή στην υπόθεση SA.41794 και, συγκεκριμένα, τα σημεία 111-121 της απόφασης αυτής, καθώς και το έγγραφο με ημερομηνία 8.2.2019 (B.2 VI/MJ/mkl D*2019/019026)·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον μοναδικό λόγο ακυρώσεως που προβάλλει προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα επικαλείται προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων της, λόγω του ότι, στο πλαίσιο της αξιολόγησης της ουσιαστικής επιλεκτικότητας του επίμαχου μέτρου, δεν ορίστηκε το κρίσιμο σύστημα αναφοράς, του ότι η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά που υποβλήθηκαν στην κρίση της κατά τη διοικητική διαδικασία όσον αφορά τη συγκρισιμότητα των παραγωγών ΑΠΕ και των παρόχων ενέργειας, του ότι έγινε εσφαλμένη νομική εκτίμηση του κριτηρίου της συγκρισιμότητας που πρέπει να εφαρμόζεται κατά την εκτίμηση της ουσιαστικής επιλεκτικότητας του επίμαχου μέτρου, του ότι από την ελλιπή αιτιολογία προκύπτει ότι δεν διεξήχθη επιμελής αξιολόγηση, καθώς και του ότι έγινε εσφαλμένη εκτίμηση του ζητήματος λόγω της εσφαλμένης εφαρμογής της νομολογίας της οποίας έγινε επίκληση.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/62


Προσφυγή της 6ης Μαρτίου 2019 — Flovax κατά EUIPO — Dagniaux και Gervais Danone (GLACIER DAGNIAUX DEPUIS 1923)

(Υπόθεση T-147/19)

(2019/C 148/62)

Γλώσσα του δικογράφου της προσφυγής: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Flovax Sàrl (Doncols, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωπος: C.-S. Marchiani, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικοι ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Dagniaux (Roubaix, Γαλλία), Compagnie Gervais Danone (Παρίσι, Γαλλία)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών, Compagnie Gervais Danone

Επίδικο σήμα: Εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης GLACIER DAGNIAUX DEPUIS 1923 χρώματος «κείμενο και χρώμα: Pantone μπλε αριθ. 302· φόντο: Pantone αριθ. 1205c (κρεμ)» — Υπ’ αριθ. 896 480 σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 18ης Μαΐου 2018 στην υπόθεση R 2210/2016-1 και R 2211/2016-1

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

Να μεταρρυθμίσει την απόφαση του πρώτου τμήματος του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 18ης Μαΐου 2018 που εκδόθηκε επί των υποθέσεων R 2210/2016-1 και R 2211/2016-1·

να κηρύξει παραδεκτή την προσφυγή R2211/2016-1 που κατέθεσε η FLOVAX ενώπιον του τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ακυρώσεων υπ’ αριθ. 10417 C η οποία ελήφθη βάσει του άρθρου 55, παράγραφος 1, του κανονισμού για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόπιν της αιτήσεως για την κήρυξη εκπτώσεως που κατέθεσε στις 22 Οκτωβρίου 2015 η Compagnie Gervais Danone, με την οποία απορρίφθηκε στο σύνολό της η εν λόγω αίτηση για την κήρυξη εκπτώσεως·

να υποχρεώσει την Compagnie Gervais Danone να καταβάλει στον δικαιούχο του σήματος, το τέλος αίτησης ακυρότητας και τα έξοδα νομικής εκπροσωπήσεως, καθορίζοντάς τα βάσει της ανώτατης τιμής που ορίζεται στο άρθρο 94 του κανονισμού για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Προβαλλόμενοι λόγοι

Παράβαση του άρθρου 70 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

Παραβίαση της αρχής της κατ’ αντιμωλίαν διαδικασίας·

Πλάνη περί το δίκαιο κατά την εκτίμηση από το τμήμα προσφυγών των προϋποθέσεων του μη παραδεκτού της ασκηθείσας ενώπιόν του προσφυγής.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/63


Προσφυγή της 12ης Μαρτίου 2019 — Koenig & Bauer κατά EUIPO (we’re on it)

(Υπόθεση T-156/19)

(2019/C 148/63)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Koenig & Bauer AG (Würzburg, Γερμανία) (εκπρόσωποι: B. Reinisch, B. Sorg και M. Ringer, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης we’re on it — Υπ’ αριθ. 16 983 066 αίτηση καταχωρίσεως

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 16ης Ιανουαρίου 2019 στην υπόθεση R 1027/2018-1

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

αφού ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση να ακυρώσει την απόφαση του EUIPO της 23ης Απριλίου 2018, με την οποία απορρίφθηκε η υπ’ αριθ. 16 983 066 αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να διατάξει τη συνέχιση της διαδικασίας καταχωρίσεως της υπ’ αριθ. 16 983 066 αιτήσεως για καταχώριση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως επίσης την επιστροφή στην προσφεύγουσα (αιτούσα την καταχώριση) των εξόδων προσφυγής ενώπιον του EUIPO·

να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα.

Προβαλλόμενοι λόγοι

Παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

Παράβαση του άρθρου 94, παράγραφος 1, εδάφιο 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου·

Παράβαση του άρθρου 94, παράγραφος 1, εδάφιο 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/64


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 1ης Μαρτίου 2019 — Baradel κ.λπ. κατά ΕΤαΕ

(Υπόθεση T-507/16) (1)

(2019/C 148/64)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Ο πρόεδρος του ενάτου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 226 της 3.8.2013 (υπόθεση η οποία καταχωρίστηκε αρχικώς στο πρωτόκολλο του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον αριθμό F-51/13 και μεταφέρθηκε στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1.9.2016).


29.4.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 148/64


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Φεβρουαρίου 2019 — Intercontinental Exchange Holdings κατά EUIPO — New York Mercantile Exchange (NYMEX BRENT)

(Υπόθεση T-760/18) (1)

(2019/C 148/65)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Ο πρόεδρος του ογδόου τμήματος αποφάσισε τη διαγραφή της υποθέσεως.


(1)  ΕΕ C 93 της 11.3.2019.