ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

61ό έτος
7 Μαΐου 2018


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2018/C 159/01

Ανακοίνωση της Επιτροπής — Κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά βάσει του ενωσιακού κανονιστικού πλαισίου για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ( 1 )

1

2018/C 159/02

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση M.8824 — Mitsui Rail Capital Europe / Siemens Nederland / JV) ( 1 )

16

2018/C 159/03

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση M.8805 — Panalpina / DFG / PA NL Perishables) ( 1 )

16


 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2018/C 159/04

Ισοτιμίες του ευρώ

17


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2018/C 159/05

Ανακοίνωση για την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ουκρανίας

18

 

ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2018/C 159/06

Δημοσίευση αίτησης έγκρισης τροποποίησης ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

22

2018/C 159/07

Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

32


 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/1


ΑΝΑΚΟΊΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

Κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά βάσει του ενωσιακού κανονιστικού πλαισίου για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2018/C 159/01)

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1.   Πεδίο εφαρμογής και σκοπός

1.

Η Επιτροπή εξέδωσε τις κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά (κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ) σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), κατόπιν δημόσιας διαβούλευσης, τα αποτελέσματα της οποίας έχουν ληφθεί δεόντως υπόψη. Οι κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ συνοδεύονται από επεξηγηματική σημείωση (2) και ερμηνεύονται με βάση τις πρόσθετες πληροφορίες που περιλαμβάνονται στη σημείωση αυτή.

2.

Οι κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ απευθύνονται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές (ΕΡΑ) προκειμένου οι τελευταίες να ασκούν τα καθήκοντά τους όσον αφορά την ανάλυση των αγορών που επιδέχονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά δυνάμει του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και υπηρεσίες, το οποίο αποτελείται από την οδηγία 2002/21/ΕΚ, τις τρεις ειδικές οδηγίες 2002/19/ΕΚ (3), 2002/20/ΕΚ (4), 2002/22/ΕΚ (5) και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012 (6) (το πλαίσιο). Σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, οι ΕΡΑ λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τόσο τη σύσταση 2014/710/ΕΕ (7) της Επιτροπής όσο και τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ προκειμένου να ορίσουν τις σχετικές αγορές για εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση.

3.

Σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, σκοπός των κατευθυντήριων γραμμών ΣΙΑ είναι να συμβάλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω, μεταξύ άλλων, της ανάπτυξης μιας συνεπούς κανονιστικής πρακτικής και συνεπούς εφαρμογής του πλαισίου.

4.

Οι κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ δεν περιορίζουν με κανέναν τρόπο τα δικαιώματα που προβλέπει το ενωσιακό δίκαιο για μεμονωμένα άτομα ή επιχειρήσεις. Δεν θίγουν την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου εν γένει, και ειδικότερα των κανόνων περί ανταγωνισμού, ούτε την ερμηνεία τους από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ δεν προδικάζουν οιαδήποτε μέτρα λάβει η Επιτροπή ή οιεσδήποτε κατευθυντήριες οδηγίες εκδοθούν από αυτήν στο μέλλον σχετικά με την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού.

5.

Η Επιτροπή θα αντικαταστήσει τις κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ, εφόσον κριθεί αναγκαίο, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οικονομική σκέψη και την πραγματική εμπειρία της αγοράς, με σκοπό να διασφαλίσει ότι αυτές παραμένουν επίκαιρες στο πλαίσιο ταχέως εξελισσόμενων αγορών.

6.

Με τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ εξετάζονται συγκεκριμένα ζητήματα που αφορούν τον ορισμό της αγοράς, καθώς και μεμονωμένες και συλλογικές ΣΙΑ.

7.

Οι κατευθυντήριες γραμμές ΣΙΑ δεν αφορούν τον συντονισμό στο πλαίσιο εναρμονισμένων πρακτικών δυνάμει του άρθρου 101 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η Συνθήκη). Επίσης, με τις κατευθυντήριες γραμμές δεν εξετάζονται δομές της αγοράς με περιορισμένο αριθμό παραγόντων της αγοράς στις οποίες δεν πληρούνται τα κριτήρια κοινής δεσπόζουσας θέσης όπως εφαρμόζονται από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.2.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

8.

Σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, οι ΕΡΑ εξασφαλίζουν ότι, κατά την άσκηση των κανονιστικών καθηκόντων που προβλέπονται δυνάμει του πλαισίου, λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο που στοχεύει στην επίτευξη των κανονιστικών στόχων που περιλαμβάνονται στο εν λόγω άρθρο, μεταξύ άλλων, της προώθησης αποτελεσματικών επενδύσεων και πρόσβασης σε νέες και ενισχυμένες υποδομές.

9.

Σύμφωνα με το πλαίσιο, ο ορισμός της σχετικής αγοράς και η εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά θα πρέπει να βασίζονται στις ίδιες μεθοδολογίες που ισχύουν στο ενωσιακό δίκαιο περί ανταγωνισμού. Διασφαλίζεται με τον τρόπο αυτό ότι αντικατοπτρίζεται η εφαρμοστέα νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ανακοίνωση της Επιτροπής όσον αφορά τον ορισμό της σχετικής αγοράς για τους σκοπούς του κοινοτικού δικαίου ανταγωνισμού (ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς) (8), καθώς και ότι λαμβάνεται υπόψη, στον βαθμό που απαιτείται, η πρακτική της Επιτροπής ως προς τη λήψη αποφάσεων για την επιβολή του άρθρου 102 της Συνθήκης και του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (9). Όταν οι ΕΡΑ εφαρμόζουν με συνέπεια καθιερωμένες μεθοδολογίες για τον ορισμό των αγορών και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά, συμβάλλουν στη διασφάλιση της κανονιστικής προβλεψιμότητας και περιορίζουν την κανονιστική παρέμβαση σε περιπτώσεις ανεπαρκειών της αγοράς οι οποίες προσδιορίζονται με αναλυτικά εργαλεία.

10.

Κατά την εξέταση παρόμοιων ζητημάτων σε παρόμοιες περιστάσεις και με τους ίδιους συνολικούς στόχους, οι ΕΡΑ και οι αρχές ανταγωνισμού θα πρέπει, καταρχήν, να καταλήγουν σε παρόμοια συμπεράσματα. Ωστόσο, δεδομένων των διαφορών στο πεδίο εφαρμογής και στους στόχους της παρέμβασής τους, και ιδίως της διακριτής εστίασης και των συνθηκών της εκτίμησης εκ μέρους των ΕΡΑ, όπως παρατίθενται κατωτέρω, οι αγορές που ορίζονται για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού ενδέχεται να μην ταυτίζονται πάντοτε με εκείνες που ορίζονται για τους σκοπούς ειδικής τομεακής ρύθμισης.

11.

Ομοίως, ο χαρακτηρισμός μιας επιχείρησης ως έχουσας σημαντική ισχύ στην αγορά, σε μία αγορά η οποία προσδιορίζεται για λόγους εκ των προτέρων ρύθμισης, δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι η εν λόγω επιχείρηση κατέχει επίσης δεσπόζουσα θέση κατά την έννοια του άρθρου 102 της Συνθήκης ή για τον σκοπό της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (10) ή παρόμοιων εθνικών διατάξεων. Επιπλέον, ο χαρακτηρισμός της σημαντικής ισχύος στην αγορά (ΣΙΑ) δεν έχει άμεση σχέση με το κατά πόσον η εν λόγω επιχείρηση έχει προβεί σε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης σύμφωνα με το άρθρο 102 της Συνθήκης. Απλώς αποτελεί ένδειξη ότι, κατά την έννοια του άρθρου 14 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, από διαρθρωτική άποψη και σε βραχυπρόθεσμο έως μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ο φορέας εκμετάλλευσης έχει και θα έχει, στην προσδιορισθείσα σχετική αγορά, επαρκή ισχύ ώστε να συμπεριφέρεται σε σημαντικό βαθμό ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές του.

12.

Στην πράξη, δεν αποκλείεται στο πλαίσιο εκ των προτέρων ρύθμισης και του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού να εφαρμοστούν παράλληλες διαδικασίες σε σχέση με διαφορετικά είδη προβλημάτων ανταγωνισμού που προσδιορίζονται στην/στις υποκείμενη/-ες αγορά/-ές λιανικής. Σε αυτό το πλαίσιο, σκοπός των εκ των προτέρων υποχρεώσεων που επιβάλλονται από EPA σε επιχειρήσεις που έχουν χαρακτηριστεί ως έχουσες σημαντική ισχύ στην αγορά είναι η αντιμετώπιση των προσδιορισμένων ανεπαρκειών της αγοράς και η επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων που ορίζονται στο πλαίσιο. Από την άλλη πλευρά, τα μέσα του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού χρησιμεύουν για την αντιμετώπιση και εξάλειψη των ανησυχιών σχετικά με παράνομες συμφωνίες, εναρμονισμένες πρακτικές ή μονομερείς καταχρηστικές συμπεριφορές που περιορίζουν ή στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό στη σχετική αγορά.

1.3.   Η κανονιστική προσέγγιση στην ανάλυση της αγοράς

13.

Κατά την ανάλυση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, οι ΕΡΑ θα διεξάγουν μακρόπνοη και διαρθρωτική αξιολόγηση της σχετικής αγοράς κατά τη σχετική περίοδο.

14.

Η διάρκεια της σχετικής περιόδου (η επόμενη περίοδος επανεξέτασης) είναι εκείνη που μεσολαβεί μεταξύ του τέλους της εν εξελίξει επανεξέτασης και του τέλους της επόμενης επανεξέτασης της αγοράς (11), εντός της οποίας οι ΕΡΑ θα πρέπει να αξιολογήσουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και εξελίξεις της αγοράς.

15.

Αφετηρία για τον προσδιορισμό των αγορών χονδρικής που επιδέχονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση θα πρέπει πάντοτε να είναι η ανάλυση της/των αντίστοιχης/-ων αγοράς/-ών λιανικής.

16.

Οι ΕΡΑ θα πρέπει να καθορίσουν κατά πόσον η υποκείμενη/-ες αγορά/-ές λιανικής έχει/-ουν ανταγωνιστικές προοπτικές χωρίς ρύθμιση των αγορών χονδρικής, με βάση τη διαπίστωση μεμονωμένης ή συλλογικής σημαντικής ισχύος στην αγορά, και, κατά συνέπεια, κατά πόσον η τυχόν έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού θα έχει διάρκεια (12).

17.

Για τον σκοπό αυτό, οι ΕΡΑ θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις υφιστάμενες συνθήκες αγοράς, καθώς και τις αναμενόμενες ή προβλέψιμες εξελίξεις της αγοράς κατά τη διάρκεια της επόμενης περιόδου επανεξέτασης, χωρίς ρύθμιση με βάση την ύπαρξη σημαντικής ισχύος στην αγορά· η προσέγγιση αυτή είναι γνωστή ως «Modified Greenfield Approach» (τροποποιημένη προσέγγιση Greenfield) (13). Αφετέρου, στην ανάλυση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιπτώσεις άλλων τύπων (ειδικής τομεακής) ρύθμισης, αποφάσεων ή νομοθεσίας που ισχύει στη/στις σχετική/-ές αγορά/-ές λιανικής και στη/στις συναφή/-είς αγορά/-ές χονδρικής κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου.

18.

Εάν η/οι υποκείμενη/-ες αγορά/-ές λιανικής έχει/-ουν ανταγωνιστικές προοπτικές σύμφωνα με την τροποποιημένη προσέγγιση Greenfield, οι ΕΡΑ θα πρέπει να συμπεραίνουν ότι δεν απαιτείται πλέον κανονιστική ρύθμιση σε επίπεδο χονδρικής.

19.

Οι ΕΡΑ θα πρέπει, κατά την ανάλυσή τους, να λαμβάνουν υπόψη προηγούμενα και τωρινά στοιχεία, εφόσον τα στοιχεία αυτά σχετίζονται με τις εξελίξεις στην εν λόγω αγορά κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης. Εν προκειμένω, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τυχόν άμεσα διαθέσιμα στοιχεία προηγούμενης πρακτικής δεν υποδηλώνουν αυτομάτως ότι η εν λόγω πρακτική είναι πιθανόν να συνεχιστεί κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης. Ωστόσο, η προηγούμενη πρακτική είναι συναφής εφόσον τα χαρακτηριστικά της αγοράς δεν έχουν μεταβληθεί αισθητά ή είναι απίθανο να μεταβληθούν αισθητά κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης.

20.

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στην ανάλυση αγοράς που εκπονούν οι ΕΡΑ θα πρέπει να αντικατοπτρίζονται τόσο στατικά όσο και δυναμικά ζητήματα, ώστε να αντιμετωπιστεί/-ούν η/οι προσδιορισμένη/-ες ανεπάρκεια/-ες της αγοράς σε επίπεδο λιανικής, με την επιβολή κατάλληλων κανονιστικών υποχρεώσεων χονδρικής οι οποίες θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να προάγουν τον ανταγωνισμό και να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς. Οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει να βασίζονται στις κανονιστικές αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, όπως η προαγωγή της κανονιστικής προβλεψιμότητας, η προώθηση αποτελεσματικών επενδύσεων και καινοτομιών, καθώς και ανταγωνισμού με βάση τις υποδομές.

21.

Η ανάλυση θα πρέπει να βασίζεται σε λειτουργική κατανόηση των δεσμών που ενώνουν τη/τις σχετική/-ές αγορά/-ές χονδρικής και την/τις υποκείμενη/-ες αγορά/-ές λιανικής, καθώς και σε άλλη/-ες σχετική/-ές αγορά/-ές, εφόσον κρίνεται σκόπιμο από τις ΕΡΑ. Σε προηγούμενες αποφάσεις της (14), η Επιτροπή έχει υπογραμμίσει ότι οι συνθήκες της αγοράς λιανικής μπορούν να παρέχουν σε μια ΕΡΑ στοιχεία σχετικά με τη δομή της αγοράς χονδρικής, δεν προσφέρονται όμως από μόνες τους για συμπεράσματα όσον αφορά τη διαπίστωση σημαντικής ισχύος στην αγορά σε επίπεδο χονδρικής. Όπως καθορίζεται σε αρκετές αποφάσεις της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 7 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (15), δεν είναι αναγκαίο να αποδειχθεί η ύπαρξη μεμονωμένης ή συλλογικής σημαντικής ισχύος στην αγορά σε λιανικό επίπεδο προκειμένου να διαπιστωθεί ότι μια επιχείρηση απολαμβάνει μεμονωμένη ή συλλογική σημαντική ισχύ στη/στις σχετική/-ές αγορά/-ές χονδρικής. Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 18 της σύστασης 2014/710/ΕΕ, η επιβολή εκ των προτέρων ρύθμισης σε επίπεδο χονδρικής θα πρέπει να θεωρείται επαρκής για την αντιμετώπιση προβλημάτων ανταγωνισμού στην ή στις σχετικές κατάντη αγορές.

22.

Κατά την ανάλυση των ορίων και της ισχύος στην αγορά στις αντίστοιχες αγορές χονδρικής, προκειμένου να κριθεί αν είναι πραγματικά ανταγωνιστικές, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι άμεσες και έμμεσες ανταγωνιστικές πιέσεις, ανεξαρτήτως του αν αυτές απορρέουν από τα δίκτυα ή τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή από άλλα είδη υπηρεσιών ή εφαρμογών που είναι συγκρίσιμα από την άποψη του τελικού χρήστη (16).

23.

Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, οι αναδυόμενες αγορές, όπου, εκ των πραγμάτων, η εταιρεία που ηγείται της αγοράς είναι πιθανό να διαθέτει σημαντικό μερίδιο της αγοράς, δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε άτοπες εκ των προτέρων ρυθμίσεις. Πράγματι, η πρόωρη επιβολή εκ των προτέρων ρυθμίσεων είναι δυνατό να αλλοιώσει τις υπό διαμόρφωση συνθήκες ανταγωνισμού σε μία νέα και αναδυόμενη αγορά. Παράλληλα, θα πρέπει να αποτρέπεται ο αποκλεισμός της πρόσβασης στις εν λόγω αναδυόμενες αγορές εκ μέρους της ηγετικής επιχείρησης.

2.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

2.1.   Βασικά κριτήρια για τον ορισμό της σχετικής αγοράς

24.

Κατά την αξιολόγηση του κατά πόσο μία επιχείρηση διαθέτει σημαντική ισχύ στην αγορά, δηλαδή εάν «βρίσκεται σε θέση οικονομικής ισχύος που της επιτρέπει να συμπεριφέρεται, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές της» (17), ο ορισμός της σχετικής αγοράς (18) έχει θεμελιώδη σημασία, δεδομένου ότι ο πραγματικός ανταγωνισμός μπορεί να εκτιμηθεί μόνο σε σχέση με τον εν λόγω ορισμό (19).

25.

Όπως διευκρινίζεται στην παράγραφο 9, η αγορά πρέπει να οριστεί σύμφωνα με τη μεθοδολογία που περιγράφεται στην ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς. Ο ορισμός της αγοράς δεν αποτελεί μηχανική ή αφηρημένη διαδικασία αλλά προϋποθέτει την ανάλυση όλων των διαθέσιμων στοιχείων από την παρελθούσα συμπεριφορά στην αγορά και συνολική κατανόηση των μηχανισμών δεδομένου τομέα. Ειδικότερα, απαιτείται περισσότερο δυναμική και όχι στατική προσέγγιση όσον αφορά τη μακρόπνοη ανάλυση των προοπτικών της αγοράς (20).

26.

Κάθε ανάλυση θα πρέπει να έχει ως σημείο εκκίνησης την εκτίμηση της/των σχετικής/-ών αγοράς/-ών λιανικής, λαμβανομένης υπόψη της δυνατότητας υποκατάστασης, από την πλευρά της ζήτησης και από την πλευρά της προσφοράς, από τη σκοπιά του τελικού χρήστη κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης, με βάση τις υφιστάμενες συνθήκες αγοράς και την πιθανή εξέλιξή τους. Αφού οι ΕΡΑ προσδιορίσουν την/τις σχετική/-ές αγορά/-ές λιανικής και διαπιστώσουν κατά πόσον υπάρχει έλλειψη ρυθμιστικής παρέμβασης σε προηγούμενο στάδιο, οπότε και θα εξακολουθεί να υφίσταται κίνδυνος ζημίας του καταναλωτή λόγω έλλειψης ανταγωνισμού στην/τις αγορά/-ές λιανικής, θα πρέπει στη συνέχεια να προσδιορίσουν την/τις αντίστοιχη/-ες αγορά/-ές χονδρικής προκειμένου να εκτιμήσουν εάν επιδέχεται/-ονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (21). Θα πρέπει να ξεκινήσουν με τον προσδιορισμό και την ανάλυση της αγοράς χονδρικής που βρίσκεται στο απώτατο προηγούμενο στάδιο της αγοράς λιανικής όπου έχουν διαπιστωθεί τα εν λόγω προβλήματα ανταγωνισμού, και με τον καθορισμό ορίων της αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα υποκατάστασης των προϊόντων από την πλευρά της ζήτησης και, στον βαθμό που απαιτείται, από την πλευρά της προσφοράς.

27.

Ο βαθμός στον οποίο η προμήθεια προϊόντος ή η παροχή υπηρεσίας σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή συνιστά σχετική αγορά εξαρτάται από την ύπαρξη ανταγωνιστικών πιέσεων στην τιμολογιακή συμπεριφορά του/των ενδιαφερομένου/-ων παρόχου/-ων υπηρεσιών. Δύο είναι οι βασικές ανταγωνιστικές πιέσεις που πρέπει να εξετάζονται κατά την αξιολόγηση της συμπεριφοράς των επιχειρήσεων στην αγορά· i) η υποκατάσταση από την πλευρά της ζήτησης και ii) η υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς (22). Μια τρίτη πηγή ανταγωνιστικών πιέσεων στη συμπεριφορά μιας επιχείρησης —η οποία πρέπει να εξετάζεται όχι στο στάδιο του ορισμού της αγοράς, αλλά κατά την αξιολόγηση του κατά πόσον μια αγορά είναι όντως ανταγωνιστική κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ— είναι η ύπαρξη δυνητικού ανταγωνισμού (23).

28.

Η δυνατότητα υποκατάστασης από την πλευρά της ζήτησης χρησιμοποιείται για να μετρηθεί σε ποιο βαθμό οι πελάτες είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν άλλες υπηρεσίες ή προϊόντα αντί αυτών που χρησιμοποιούν (24), ενώ η δυνατότητα υποκατάστασης από την πλευρά της προσφοράς δείχνει αν διαφορετικοί προμηθευτές από αυτούς που προσφέρουν το εν λόγω προϊόν ή υπηρεσία θα μετέβαλαν τη γραμμή παραγωγής τους άμεσα έως βραχυπρόθεσμα (25) ή θα πρόσφεραν τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες χωρίς σημαντικό πρόσθετο κόστος (26). Η υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις βιομηχανίες δικτύου, όπως οι ηλεκτρονικές επικοινωνίες, δεδομένου ότι το ίδιο δίκτυο μπορεί να χρησιμοποιείται για την παροχή διαφορετικού τύπου υπηρεσιών (27). Η διαφορά μεταξύ δυνητικού ανταγωνισμού και υποκατάστασης από την πλευρά της προσφοράς έγκειται στο γεγονός ότι η τελευταία ανταποκρίνεται άμεσα σε μία αύξηση της τιμής, ενώ οι δυνητικοί ανταγωνιστές είναι δυνατό να χρειαστούν περισσότερο χρόνο προτού αρχίσουν να προμηθεύουν την αγορά. Η υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς δεν συνεπάγεται πρόσθετο κόστος, ενώ από τη δυνητική είσοδο μπορεί να προκύψουν σημαντικές μη ανακτήσιμες δαπάνες (28) και, για τον λόγο αυτό, δεν λαμβάνεται υπόψη κατά το στάδιο του ορισμού της αγοράς (29).

29.

Ένας πιθανός τρόπος να εκτιμηθεί η ύπαρξη τυχόν υποκατάστασης από την πλευρά της ζήτησης ή της προσφοράς είναι να εφαρμοστεί ο λεγόμενος «έλεγχος υποθετικού μονοπωλίου» ή έλεγχος SSNIP (30). Βάσει του εν λόγω ελέγχου, οι ΕΡΑ θα πρέπει να εξετάσουν τι θα συμβεί εάν υπάρξει μικρή αλλά ουσιαστική και μη προσωρινή αύξηση της τιμής δεδομένου προϊόντος ή υπηρεσίας, αν υποτεθεί ότι οι τιμές όλων των άλλων προϊόντων ή υπηρεσιών παραμένουν σταθερές («σχετική αύξηση της τιμής»). Ενώ η σημασία της σχετικής αύξησης της τιμής θα είναι διαφορετική ανάλογα με την περίπτωση, οι ΕΡΑ θα πρέπει να εξετάζουν τις αντιδράσεις του πελάτη (καταναλωτή ή επιχείρησης) σε μια μικρή αλλά μη προσωρινή αύξηση της τιμής από 5 έως 10 %. Οι αντιδράσεις των πελατών θα συμβάλουν στο να καθοριστεί αν υπάρχει δυνατότητα υποκατάστασης προϊόντων και, αν ναι, πού θα πρέπει να τοποθετηθούν τα όρια της σχετικής αγοράς προϊόντων (31).

30.

Ως σημείο εκκίνησης, η ΕΡΑ θα πρέπει αρχικά να προσδιορίσει την υπηρεσία ή το προϊόν ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχεται σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή και ενδεχομένως να υπόκειται σε επιβολή κανονιστικών υποχρεώσεων. Στη συνέχεια, η ΕΡΑ μπορεί να προσθέσει επιπλέον προϊόντα ή περιοχές, ανάλογα με το κατά πόσον ο ανταγωνισμός που προκύπτει ασκεί πιέσεις στην τιμή του εν λόγω βασικού προϊόντος ή υπηρεσίας. Δεδομένου ότι μια σχετική αύξηση της τιμής για ομάδα προϊόντων είναι πιθανόν να οδηγήσει ορισμένους πελάτες να στραφούν σε εναλλακτικές υπηρεσίες ή προϊόντα, γεγονός που θα οδηγήσει στην απώλεια πωλήσεων, το βασικό στοιχείο είναι να καθοριστεί κατά πόσον οι συγκεκριμένες απώλειες των πωλήσεων για τις επιχειρήσεις είναι επαρκείς για να αντισταθμίσουν τα αυξημένα κέρδη τους τα οποία, διαφορετικά, θα πραγματοποιούνταν λόγω της αύξησης της τιμής. Η εκτίμηση της υποκατάστασης από την πλευρά της ζήτησης και από την πλευρά της προσφοράς παρέχει έναν τρόπο μέτρησης της «κρίσιμης απώλειας» των πωλήσεων (γεγονός που θα καταστήσει μη κερδοφόρα μια σχετική αύξηση της τιμής) και, κατά συνέπεια, προσδιορισμού του φάσματος της οικείας αγοράς. Συνεπώς, η ΕΡΑ θα πρέπει να εφαρμόσει τον εν λόγω έλεγχο έως το σημείο στο οποίο μπορεί να διαπιστωθεί ότι η σχετική αύξηση τιμής στην οριζόμενη γεωγραφική αγορά και αγορά προϊόντος θα είναι επικερδής, δηλαδή δεν θα προκαλεί πλέον κρίσιμη απώλεια πωλήσεων προς όφελος άμεσα διαθέσιμων υποκατάστατων ή προμηθευτών εγκατεστημένων σε άλλες περιοχές.

31.

Στο πλαίσιο του δικαίου περί ανταγωνισμού, ο έλεγχος υποθετικού μονοπωλίου εφαρμόζεται για προϊόντα ή υπηρεσίες, η τιμή των οποίων καθορίζεται ελεύθερα και δεν υπόκειται σε κανονιστική ρύθμιση. Στον τομέα της εκ των προτέρων κανονιστικής ρύθμισης, δηλαδή όταν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία προσφέρεται ήδη με ρυθμιζόμενη τιμή βάσει κόστους, θεωρείται ότι η ρυθμιζόμενη τιμή καθορίζεται σε ανταγωνιστικά επίπεδα (32) και θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως σημείο εκκίνησης για τον έλεγχο υποθετικού μονοπωλίου.

32.

Ενδεχομένως η εμπειρική εφαρμογή του ελέγχου SSNIP να είναι δυσχερής σε περιπτώσεις στις οποίες δεν υφίσταται άμεσα διαθέσιμο προϊόν και τιμή. Εάν δεν υφίσταται τέτοιο προϊόν, εμπορικό ή ρυθμιζόμενο, σε δίκτυο, αλλά θα μπορούσε (δυνητικά) τεχνικά και εμπορικά να προσφερθεί, οι ΕΡΑ θα πρέπει να εξετάζουν τον αυτοεφοδιασμό στο συγκεκριμένο δίκτυο για την οριοθέτηση των αγορών και να κατασκευάζουν πλασματική αγορά που θα περιλαμβάνει τον αυτοεφοδιασμό, στην οποία ο καταναλωτής υφίσταται ζημία στην αγορά λιανικής και υπάρχει δυνητική ζήτηση για το εν λόγω προϊόν (33).

2.2.   Ορισμός της αγοράς προϊόντων

33.

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, η σχετική αγορά προϊόντων περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που είναι δυνατόν να εναλλάσσονται ή να υποκαθίστανται επαρκώς, όχι μόνο όσον αφορά τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά, τις τιμές ή την επιδιωκόμενη χρήση τους, αλλά και όσον αφορά τις συνθήκες ανταγωνισμού και/ή τη διάρθρωση της προσφοράς και της ζήτησης στην εν λόγω αγορά (34). Προϊόντα ή υπηρεσίες που μπορούν σε μικρό μόνο ή σχετικό βαθμό να εναλλάσσονται μεταξύ τους δεν αποτελούν μέρος της ίδιας αγοράς (35). Συνεπώς, οι ΕΡΑ πρέπει να ορίσουν τις σχετικές αγορές προϊόντων ή υπηρεσιών, ομαδοποιώντας τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται από τους καταναλωτές για τους ίδιους σκοπούς (τελική χρήση).

34.

Μολονότι η τελική χρήση ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας συνδέεται στενά με τα φυσικά χαρακτηριστικά του, μπορούν να χρησιμοποιηθούν διαφορετικά είδη προϊόντων ή υπηρεσιών για την επίτευξη του ίδιου σκοπού.

35.

Η δυνατότητα υποκατάστασης προϊόντων μεταξύ διαφορετικών υπηρεσιών ενδέχεται να προκύψει μέσω της αυξημένης σύγκλισης διαφόρων τεχνολογιών, γεγονός που συχνά παρέχει στους φορείς εκμετάλλευσης τη δυνατότητα να προσφέρουν παρόμοιες δέσμες προϊόντων λιανικής. Η χρήση ψηφιακών συστημάτων μετάδοσης, για παράδειγμα, είναι δυνατό να οδηγήσει σε ομοιότητες όσον αφορά την επίδοση και τα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών δικτύων που χρησιμοποιούν διακριτές τεχνολογίες.

36.

Επιπλέον, οι λεγόμενες «επιφυείς υπηρεσίες» (over-the-top, ΟΤΤ) ή άλλες συναφείς με το διαδίκτυο διαδρομές επικοινωνίας έχουν αναδυθεί ως δυνητική ανταγωνιστική δύναμη έναντι εδραιωμένων υπηρεσιών επικοινωνιών λιανικής. Ως εκ τούτου, οι ΕΡΑ θα πρέπει να εκτιμούν αν οι εν λόγω υπηρεσίες μπορούν, σε μακροπρόθεσμη βάση, να υποκαταστήσουν μερικώς ή πλήρως τις παραδοσιακές υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών (36).

37.

Ως εκ τούτου, πέρα από την εξέταση των προϊόντων ή των υπηρεσιών των οποίων τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά, οι τιμές και η τελική χρήση είναι επαρκώς δυνατόν να εναλλάσσονται, οι ΕΡΑ θα πρέπει να εξετάζουν επίσης, όπου είναι απαραίτητο, τις επικρατούσες συνθήκες της υποκατάστασης της ζήτησης και, κατά περίπτωση, της προσφοράς, εφαρμόζοντας τον έλεγχο υποθετικού μονοπωλίου ή τον έλεγχο SSNIP προκειμένου να ολοκληρώσουν την οικεία ανάλυση του ορισμού της αγοράς.

Υποκατάσταση από την πλευρά της ζήτησης

38.

Η υποκατάσταση από την πλευρά της ζήτησης παρέχει στις ΕΡΑ τη δυνατότητα να καθορίσουν τα προϊόντα ή τη σειρά προϊόντων που είναι δυνατόν να υποκαθίστανται, στα οποία μπορούν εύκολα να στραφούν οι καταναλωτές σε περίπτωση υποθετικής μικρής αλλά σημαντικής και μη προσωρινής σχετικής αύξησης της τιμής. Προκειμένου να καθορίσουν ότι υπάρχει δυνατότητα υποκατάστασης από την πλευρά της ζήτησης, οι ΕΡΑ θα πρέπει να κάνουν χρήση κάθε αποδεικτικού στοιχείου σχετικά με τη συμπεριφορά προηγούμενων πελατών, καθώς και να εκτιμούν την πιθανή αντίδραση πελατών και προμηθευτών σε μια τέτοια αύξηση τιμής της εν λόγω υπηρεσίας.

39.

Η δυνατότητα των πελατών να υποκαταστήσουν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία με ένα άλλο λόγω μικρής, αλλά σημαντικής και μη προσωρινής σχετικής αύξησης της τιμής ενδέχεται, ωστόσο, να παρεμποδιστεί, μεταξύ άλλων, από σημαντικό κόστος μετάβασης. Οι πελάτες που έχουν επενδύσει σε συγκεκριμένη τεχνολογία ή έχουν πραγματοποιήσει άλλες απαραίτητες επενδύσεις προκειμένου να λάβουν μια υπηρεσία ή να χρησιμοποιήσουν ένα προϊόν ενδέχεται να μην είναι πρόθυμοι να υποστούν οποιοδήποτε πρόσθετο κόστος για τη μετάβαση σε ένα άλλο προϊόν ή μια υπηρεσία που διαφορετικά θα αποτελούσε υποκατάστατο, ή ενδέχεται να θεωρήσουν απαγορευτικά υψηλό το κόστος μετάβασης. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι πελάτες υφιστάμενων παρόχων μπορεί να είναι εγκλωβισμένοι σε μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Έτσι, σε περίπτωση που οι πελάτες αντιμετωπίζουν σημαντικό κόστος μετάβασης για την υποκατάσταση του προϊόντος Α με το προϊόν Β, τα δύο αυτά προϊόντα ενδέχεται να μην ανήκουν στην ίδια σχετική αγορά.

40.

Σε επίπεδο λιανικής, οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν, σε γενικές γραμμές, οδηγήσει σε ανταγωνισμό μεταξύ πλατφορμών, καθώς οι υπηρεσίες λιανικής έχει διαπιστωθεί ότι είναι ισοδύναμες και έχουν όλο και μεγαλύτερη δυνατότητα να εναλλάσσονται (37). Θα πρέπει να εφαρμοστεί ο έλεγχος SSNIP προκειμένου να καθοριστεί αν διαφορετικές πλατφόρμες χονδρικής για προϊόντα όπως χαλκός, οπτικές ίνες και καλώδια θα πρέπει να συμπεριληφθούν σε ενιαία αγορά χονδρικής. Δεδομένου του μακρόπνοου χαρακτήρα της ανάλυσης, για την εν λόγω εκτίμηση θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι δυνητικοί αιτούντες πρόσβαση που δεν παρέχουν ακόμη υπηρεσίες με βάση την πρόσβαση δεν χρειάζεται να εξετάσουν το κόστος μετάβασης κατά την επιλογή της πλατφόρμας πρόσβασής τους. Με την εκτίμηση αυτή θα πρέπει να εξετάζεται, κατά περίπτωση, η σημασία της εν λόγω εισόδου, λαμβανομένης υπόψη της δυσκολίας που παρουσιάζει εγγενώς η πρόβλεψη της κλίμακας μιας μελλοντικής εισόδου. Επιπλέον, η εν λόγω ανάλυση θα πρέπει να βασίζεται στην παραδοχή ενός υποθετικού καθεστώτος ανταγωνιστικής πρόσβασης το οποίο διευκολύνεται από την κανονιστική ρύθμιση, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα αντικειμενικώς αδικαιολόγητα εμπόδια στη μετάβαση, τα οποία οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύων ενδέχεται να έχουν διογκώσει με τεχνητό τρόπο προκειμένου να αποτρέψουν τη μετάβαση από μια δεδομένη πλατφόρμα ή προς αυτή.

Υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς

41.

Κατά την εκτίμηση της δυνατότητας υποκατάστασης της προσφοράς, οι ΕΡΑ μπορούν επίσης να λαμβάνουν υπόψη την πιθανότητα επιχειρήσεις που δεν δραστηριοποιούνται στη σχετική αγορά προϊόντων να αποφασίσουν ενδεχομένως να εισέλθουν στην αγορά, εντός σύντομου χρονικού πλαισίου, έπειτα από μικρή αλλά σημαντική και μη προσωρινή σχετική αύξηση της τιμής. Το ακριβές χρονικό πλαίσιο που πρέπει χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των πιθανών αντιδράσεων άλλων προμηθευτών σε σχετική αύξηση της τιμής θα εξαρτάται αναπόφευκτα από τα χαρακτηριστικά κάθε αγοράς και θα πρέπει να αποφασίζεται κατά περίπτωση. Σε περιπτώσεις όπου το συνολικό κόστος μεταβολής της παραγωγής προκειμένου να παραχθεί το εν λόγω προϊόν είναι σχετικά αμελητέο, το προϊόν αυτό μπορεί να συμπεριλαμβάνεται στον ορισμό της αγοράς προϊόντων. Οι ΕΡΑ πρέπει να αξιολογήσουν αν ένας δεδομένος προμηθευτής πράγματι θα χρησιμοποιούσε ή θα μετέβαλε το παραγωγικό του δυναμικό για την παραγωγή του σχετικού προϊόντος ή αν θα πρόσφερε τη σχετική υπηρεσία (για παράδειγμα, αν η παραγωγική τους ικανότητα δεσμεύεται από μακροπρόθεσμες συμφωνίες προμήθειας κ.λπ.).

42.

Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τυχόν νομικές ή άλλες κανονιστικές απαιτήσεις που θα μπορούσαν να εμποδίσουν μια χρονικά αποδοτική είσοδο στη σχετική αγορά και, συνεπώς, θα αποθάρρυναν την υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς.

Αλυσίδα υποκατάστασης

43.

Τα όρια της σχετικής αγοράς είναι δυνατό να επεκταθούν ώστε να ληφθούν υπόψη προϊόντα ή γεωγραφικές περιοχές που, μολονότι δεν είναι δυνατό να υποκατασταθούν άμεσα, πρέπει να περιληφθούν στον ορισμό της αγοράς λόγω της αλυσιδωτής δυνατότητας υποκατάστασης (38). Η αλυσιδωτή δυνατότητα υποκατάστασης προκύπτει όταν μπορεί να αποδειχτεί ότι, μολονότι τα προϊόντα Α και Γ δεν είναι δυνατό να υποκατασταθούν άμεσα, το προϊόν Β αποτελεί υποκατάστατο τόσο για το προϊόν Α όσο και για το προϊόν Γ και, συνεπώς, τα προϊόντα Α και Γ μπορούν να είναι στην ίδια αγορά προϊόντων, αφού η τιμολόγησή τους ενδεχομένως υφίσταται πίεση από τη δυνατότητα υποκατάστασης με το προϊόν Β. Ο ίδιος συλλογισμός ισχύει επίσης και για τον ορισμό της γεωγραφικής αγοράς. Δεδομένου του εγγενούς κινδύνου της να διευρυνθεί αδικαιολόγητα η εμβέλεια της σχετικής αγοράς, η διαπίστωση της αλυσιδωτής δυνατότητας υποκατάστασης θα πρέπει να είναι επαρκώς αιτιολογημένη (39).

44.

Σε περιπτώσεις που οι τιμές των προηγούμενων ή των σημερινών γενιών τεχνολογιών είναι δυνατό να ασκήσουν πίεση στις τιμές των μελλοντικών γενιών, είναι πιθανό να υφίσταται αλυσίδα υποκατάστασης, η οποία δικαιολογεί την ομαδοποίηση όλων των γενιών τεχνολογιών στην ίδια σχετική αγορά προϊόντων. Δεδομένου ότι οι εν λόγω πιέσεις στις τιμές τηρούνται κατά κανόνα για διαφορετικές γενιές τεχνολογιών, θεωρούνται γενικά ότι ανήκουν στην ίδια αγορά.

45.

Όταν πλέον οι περισσότεροι πελάτες στραφούν σε υποδομές υψηλότερης απόδοσης, ενδέχεται μια ομάδα χρηστών να εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί την παρωχημένη τεχνολογία. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ΕΡΑ θα πρέπει να υιοθετήσουν μια κανονιστική προσέγγιση η οποία δεν θα διαιωνίζει τον κύκλο της δέσμευσης ορίζοντας υπερβολικά περιορισμένες αγορές.

2.3.   Ορισμός της γεωγραφικής αγοράς

46.

Μόλις εντοπιστεί η σχετική αγορά προϊόντων, το επόμενο βήμα είναι να οριστεί η γεωγραφική της διάσταση. Μόνον όταν οριστεί η γεωγραφική διάσταση της αγοράς προϊόντων ή υπηρεσιών μπορεί μια ΕΡΑ να εκτιμήσει σωστά τις συνθήκες ανταγωνισμού σε αυτήν.

47.

Η διαδικασία οριοθέτησης των γεωγραφικών αγορών βασίζεται στις ίδιες αρχές που παρατέθηκαν στο ανωτέρω τμήμα σε σχέση με την εκτίμηση της υποκατάστασης από την πλευρά της ζήτησης και από την πλευρά της προσφοράς ως αντίδρασης σε σχετική αύξηση της τιμής.

48.

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, η σχετική γεωγραφική αγορά περιλαμβάνει μια περιοχή στην οποία οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην προσφορά και τη ζήτηση των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών, οι συνθήκες του ανταγωνισμού είναι επαρκώς ομοιογενείς, και η οποία είναι δυνατό να διακρίνεται από γειτονικές περιοχές όπου οι επικρατούσες συνθήκες ανταγωνισμού είναι σημαντικά διαφορετικές (40). Περιοχές στις οποίες οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι ετερογενείς δεν αποτελούν ενιαία αγορά (41).

49.

Όσον αφορά την επιλογή της γεωγραφικής ενότητας από την οποία η ΕΡΑ θα πρέπει να ξεκινήσει την εκτίμησή της, η Επιτροπή έχει επανειλημμένως δηλώσει (42) ότι οι ΕΡΑ θα πρέπει να διασφαλίζουν πως οι εν λόγω ενότητες: α) έχουν κατάλληλο μέγεθος, δηλαδή είναι αρκετά μικρές ώστε να αποφεύγονται σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις συνθήκες ανταγωνισμού εντός κάθε ενότητας, αλλά και αρκετά μεγάλες ώστε να αποφεύγεται η διενέργεια απαιτητικής σε πόρους και επαχθούς μικροανάλυσης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατακερματισμό της αγοράς, β) μπορούν να αντικατοπτρίσουν τη δομή δικτύου όλων των σχετικών φορέων εκμετάλλευσης, και γ) έχουν σαφή και σταθερά όρια διαχρονικά.

50.

Αν διαπιστωθούν περιφερειακές διαφορές, αλλά δεν θεωρηθούν επαρκείς για να δικαιολογήσουν διαφορετικές γεωγραφικές αγορές ή διαπιστώσεις ΣΙΑ, οι ΕΡΑ μπορούν να εφαρμόσουν γεωγραφικώς διαφοροποιημένα διορθωτικά μέτρα (43). Η σταθερότητα της διαφοροποίησης –ειδικότερα, ο βαθμός στον οποίο τα όρια της ανταγωνιστικής περιοχής μπορούν να προσδιοριστούν σαφώς και να παραμείνουν συνεπή με την πάροδο του χρόνου– είναι καίριας σημασίας για τη διάκριση μεταξύ γεωγραφικού κατακερματισμού σε επίπεδο ορισμού της αγοράς και κατακερματισμού των διορθωτικών μέτρων.

51.

Στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, το γεωγραφικό φάσμα της σχετικής αγοράς ορίζεται παραδοσιακά με βάση δύο κύρια κριτήρια (44):

α)

την περιοχή που καλύπτει ένα δίκτυο (45)· και

β)

την ύπαρξη νομικών και άλλων κανονιστικών μέτρων (46).

3.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΣΙΑ

52.

Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, μια επιχείρηση θεωρείται ότι κατέχει ΣΙΑ εφόσον, είτε ατομικά είτε σε συνεργασία με άλλες επιχειρήσεις, ευρίσκεται σε θέση ισοδύναμη προς δεσπόζουσα θέση, ήτοι σε θέση οικονομικής ισχύος που της επιτρέπει να συμπεριφέρεται, σε σημαντικό βαθμό, ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και, τελικά, τους καταναλωτές (47).

3.1.   Μεμονωμένη ΣΙΑ

53.

Η μεμονωμένη ΣΙΑ διαπιστώνεται βάσει μιας σειράς κριτηρίων, η εκτίμηση των οποίων, στο πλαίσιο των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ που αναφέρεται στην παράγραφο 13 των ανά χείρας κατευθυντήριων γραμμών, παρατίθεται κατωτέρω.

54.

Κατά την εξέταση της ισχύος μιας επιχείρησης στην αγορά, είναι σημαντικό να εξετάζεται το μερίδιο αγοράς που κατέχουν η επιχείρηση (48) και οι ανταγωνιστές της, καθώς και οι πιέσεις που ασκούνται από δυνητικούς ανταγωνιστές μεσοπρόθεσμα. Τα μερίδια αγοράς μπορούν να παρέχουν για τις ΕΡΑ έναν χρήσιμο πρώτο δείκτη σχετικά με τη δομή της αγοράς και τη σχετική σημασία των διαφόρων φορέων εκμετάλλευσης που δραστηριοποιούνται στην αγορά. Ωστόσο, η Επιτροπή θα ερμηνεύει τα μερίδια αγοράς με βάση τις συνθήκες της σχετικής αγοράς και, ιδίως, τη δυναμική της αγοράς και τον βαθμό διαφοροποίησης των προϊόντων (49).

55.

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, το υπερβολικά υψηλό μερίδιο αγοράς που κατέχει μια επιχείρηση για ορισμένο χρονικό διάστημα –άνω του 50 %– αποτελεί καθαυτό, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, τεκμήριο δεσπόζουσας θέσης (50). Από την πείρα προκύπτει ότι, όσο υψηλότερο είναι το μερίδιο αγοράς και όσο μεγαλύτερη είναι η χρονική περίοδος που κατέχεται το μερίδιο αυτό, τόσο πιθανότερο είναι να συνιστά σημαντική προκαταρκτική ένδειξη ΣΙΑ (51).

56.

Ωστόσο, ακόμη και μια επιχείρηση με υψηλό μερίδιο αγοράς ενδεχομένως να μην είναι σε θέση να ενεργεί σε μεγάλο βαθμό ανεξάρτητα από πελάτες με επαρκή διαπραγματευτική δύναμη (52). Επιπλέον, η βαθμιαία μείωση του μεριδίου αγοράς μιας επιχείρησης με ισχυρή θέση στην αγορά ενδέχεται κάλλιστα να υποδηλώνει ότι η αγορά αυτή καθίσταται περισσότερο ανταγωνιστική, αλλά δεν εμποδίζει τη διαπίστωση ΣΙΑ. Σημαντικές διακυμάνσεις του μεριδίου αγοράς ενδέχεται να δηλώνουν την έλλειψη ισχύος στη σχετική αγορά. Η ικανότητα μιας νεοεισερχόμενης επιχείρησης να αυξήσει γρήγορα το μερίδιο αγοράς της ενδέχεται επίσης να αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η εν λόγω σχετική αγορά είναι περισσότερο ανταγωνιστική και ότι οι φραγμοί εισόδου (53) είναι δυνατό να ξεπεραστούν εντός εύλογου χρονικού πλαισίου (54).

57.

Αν το μερίδιο αγοράς είναι υψηλό (55), αλλά μικρότερο του ορίου του 50 %, οι ΕΡΑ θα πρέπει να βασίζονται σε άλλα βασικά διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της αγοράς προκειμένου να προβούν σε εκτίμηση ΣΙΑ. Θα πρέπει να πραγματοποιούν σε βάθος διαρθρωτική αξιολόγηση των οικονομικών χαρακτηριστικών της σχετικής αγοράς προτού καταλήξουν σε συμπεράσματα ως προς την ύπαρξη ΣΙΑ.

58.

Τα ακόλουθα ενδεικτικά κριτήρια είναι σημαντικά για τη μέτρηση της ισχύος που μπορεί να έχει μια επιχείρηση στην αγορά ώστε να συμπεριφέρεται σε σημαντικό βαθμό ανεξάρτητα από τους ανταγωνιστές, τους πελάτες και τους καταναλωτές της (56):

φραγμοί εισόδου,

φραγμοί στην επέκταση,

απόλυτο και σχετικό μέγεθος της επιχείρησης,

έλεγχος της υποδομής που δεν είναι εύκολο να αναπαραχθεί,

πλεονεκτήματα ή προβάδισμα σε τεχνολογικό και εμπορικό επίπεδο,

απουσία ή χαμηλό επίπεδο αντισταθμιστικής αγοραστικής ισχύος,

εύκολη ή προνομιακή πρόσβαση σε κεφαλαιαγορές/χρηματοδοτικούς πόρους,

διαφοροποίηση προϊόντων/υπηρεσιών (για παράδειγμα, δέσμες προϊόντων ή υπηρεσιών),

οικονομίες κλίμακας,

οικονομίες φάσματος,

άμεσα και έμμεσα αποτελέσματα δικτύου (57)·

κάθετη ολοκλήρωση,

ιδιαίτερα αναπτυγμένα δίκτυα διανομής και πωλήσεων,

σύναψη συμφωνιών μακροχρόνιας και βιώσιμης πρόσβασης,

σύναψη συμβατικών σχέσεων με άλλους παράγοντες της αγοράς, οι οποίες θα ήταν δυνατό να οδηγήσουν σε αποκλεισμό από την αγορά (58),

απουσία δυνητικού ανταγωνισμού.

Αν εξεταστούν μεμονωμένα, τα ανωτέρω κριτήρια δεν έχουν αναγκαστικά καθοριστική σημασία όσον αφορά τη διαπίστωση ΣΙΑ. Η εν λόγω διαπίστωση πρέπει να βασίζεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων.

59.

Η διαπίστωση ΣΙΑ εξαρτάται από την εκτίμηση της ευχέρειας εσόδου στην αγορά. Στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι φραγμοί εισόδου είναι συχνά μεγάλοι, ιδίως λόγω της ύπαρξης τεχνολογικών φραγμών, όπως η σπανιότητα του φάσματος, οι οποίοι ενδέχεται να περιορίζουν την ποσότητα του διαθέσιμου φάσματος, ή όταν για την είσοδο στη σχετική αγορά απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές και προγραμματισμός της χωρητικότητας για μεγάλη χρονική περίοδο έτσι ώστε να είναι επικερδείς (59).

60.

Ωστόσο, οι υψηλοί φραγμοί εισόδου μπορεί να είναι μικρότερης σημασίας σε αγορές που χαρακτηρίζονται από συνεχή τεχνολογική πρόοδο, ιδίως λόγω της ανάδυσης νέων τεχνολογιών που επιτρέπουν στους νεοεισερχόμενους να παρέχουν ποιοτικά διαφορετικές υπηρεσίες οι οποίες μπορούν να θέσουν υπό αμφισβήτηση τον φορέα εκμετάλλευσης με ΣΙΑ (60). Στις αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ανταγωνιστικές πιέσεις ενδέχεται να προέρχονται από απειλές λόγω καινοτομιών από δυνητικούς ανταγωνιστές που επί του παρόντος δεν συμμετέχουν στην αγορά.

61.

Συνεπώς, οι ΕΡΑ θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το ενδεχόμενο επιχειρήσεις οι οποίες δεν ασκούν επί του παρόντος δραστηριότητες στη σχετική αγορά προϊόντων να αποφασίσουν μεσοπρόθεσμα να εισέλθουν στην αγορά. Οι επιχειρήσεις οι οποίες, στην περίπτωση αύξησης των τιμών, είναι σε θέση να μεταβάλουν ή να επεκτείνουν τη γραμμή της παραγωγής τους ή τις υπηρεσίες τους και να εισέλθουν στην αγορά θα πρέπει να αντιμετωπίζονται από τις ΕΡΑ ως φορείς που συμμετέχουν δυνητικά στην αγορά, ακόμη και αν επί του παρόντος δεν παράγουν το σχετικό προϊόν ή δεν προσφέρουν τη σχετική υπηρεσία.

62.

Υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα εισόδου στην αγορά όταν οι νεοεισερχόμενοι συμμετέχουν ήδη σε γειτονικές αγορές (61) ή παρέχουν υπηρεσίες που είναι συναφείς προκειμένου να παράσχουν ή να ανταγωνιστούν τις σχετικές υπηρεσίες λιανικής (62). Η ικανότητα επίτευξης της ελάχιστης οικονομικά αποδοτικής κλίμακας εργασιών μπορεί να είναι κρίσιμης σημασίας για να καθοριστεί εάν η είσοδος είναι πιθανή και βιώσιμη (63).

63.

Οι ΕΡΑ θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν προσεκτικά υπόψη τις οικονομίες κλίμακας και φάσματος, τα αποτελέσματα δικτύου, τη σημασία της πρόσβασης σε σπάνιους πόρους και τις μη ανακτήσιμες δαπάνες που συνδέονται με την ανάπτυξη δικτύων.

64.

Οι ΕΡΑ θα πρέπει επίσης να εξετάζουν αν είναι δυνατό να ασκηθούν πιέσεις (τιμών) στην ισχύ ενός κατεστημένου φορέα εκμετάλλευσης στην αγορά από προϊόντα ή υπηρεσίες εκτός της σχετικής αγοράς και της/των υποκείμενης/-ων αγοράς/-ών, όπως οι παράγοντες OTT που λειτουργούν με βάση την παροχή επιγραμμικών υπηρεσιών επικοινωνίας. Επομένως, ακόμα και όταν μια ΕΡΑ έχει λάβει υπόψη ότι οι πιέσεις που ασκούνται από τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες σε επίπεδο λιανικής δεν είναι αρκετά ισχυρές ώστε να καταστήσουν την αγορά λιανικής ουσιαστικά ανταγωνιστική ή δεν είναι αρκετά ισχυρές ώστε να δράσουν ως έμμεση πίεση για την παροχή υπηρεσιών χονδρικής (για τον σκοπό του ορισμού της αγοράς χονδρικής), οι δυνητικές πιέσεις θα πρέπει να εκτιμώνται κατά το στάδιο της εκτίμησης ΣΙΑ (64). Καθώς, επί του παρόντος, οι πάροχοι OTT δεν παρέχουν οι ίδιοι υπηρεσίες πρόσβασης, δεν ασκούν εν γένει ανταγωνιστική πίεση στις αγορές πρόσβασης.

3.2.   Κοινή ΣΙΑ

65.

Ο ορισμός της κοινής δεσπόζουσας θέσης στο δίκαιο περί ανταγωνισμού παρέχεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχει εξελιχθεί διαχρονικά. Η έννοια της κοινής ΣΙΑ πρέπει να προκύψει από την ίδια βάση. Πολλές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι νομικά και οικονομικά ανεξάρτητες μεταξύ τους, μπορούν να κατέχουν δεσπόζουσα θέση, υπό την προϋπόθεση ότι –από οικονομική πλευρά– έχουν κοινή παρουσία ή δράση σε μια συγκεκριμένη αγορά ως συλλογική οντότητα (65). Στην υπόθεση Gencor (66), το Δικαστήριο εξέτασε πώς τα κατάλληλα χαρακτηριστικά της αγοράς είναι δυνατό να οδηγήσουν σε μια σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ των μερών, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να προβλέψουν το ένα τη συμπεριφορά του άλλου. Όπως διατυπώνεται σαφώς στην υπόθεση Airtours  (67), η ύπαρξη συμφωνίας ή άλλων νομικών δεσμών δεν είναι απαραίτητη για τη διαπίστωση συλλογικής δεσπόζουσας θέσης. Η εν λόγω διαπίστωση μπορεί να προκύπτει από άλλες διασυνδέσεις και εξαρτάται από οικονομική εκτίμηση και, ιδίως, από την εκτίμηση της διάρθρωσης της οικείας αγοράς (68).

66.

Συλλογική δεσπόζουσα θέση υφίσταται όταν, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της σχετικής αγοράς, κάθε μέλος του εκάστοτε δεσπόζοντος ολιγοπωλίου, συνειδητοποιώντας τα κοινά συμφέροντα, θα θεωρούσε δυνατό, οικονομικά ορθολογικό και, επομένως, προτιμητέο να υιοθετεί –διαρκώς– την ίδια γραμμή δράσης όσον αφορά τη συμπεριφορά του στην αγορά με σκοπό να πωλεί σε τιμές υψηλότερες από τις ανταγωνιστικές, χωρίς να χρειάζεται να συνάψει συμφωνία ή να ακολουθήσει εναρμονισμένη πρακτική κατά την έννοια του άρθρου 101 της Συνθήκης, και χωρίς οι σημερινοί ή οι μελλοντικοί ανταγωνιστές, οι πελάτες ή οι καταναλωτές να μπορούν να αντιδράσουν αποτελεσματικά (69).

67.

Στην υπόθεση Airtours, το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι για τη διαπίστωση της οριζόμενης συλλογικής δεσπόζουσας θέσης απαιτούνται τρεις σωρευτικές προϋποθέσεις (70):

Πρώτον, κάθε μέλος του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου πρέπει να μπορεί να γνωρίζει τη συμπεριφορά των άλλων μελών προκειμένου να εξακριβώνει αν υιοθετούν ή όχι την ίδια γραμμή δράσεως. Δεν αρκεί το ότι κάθε μέλος του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου έχει συνείδηση ότι όλοι μπορούν να επωφεληθούν από μια αλληλεξαρτώμενη συμπεριφορά στην αγορά, αλλά πρέπει επίσης να διαθέτει ένα μέσο για να γνωρίζει αν οι άλλοι επιχειρηματίες υιοθετούν την ίδια στρατηγική και αν τη διατηρούν. Η διαφάνεια στην αγορά θα πρέπει, επομένως, να είναι επαρκής για να επιτρέπει σε κάθε μέλος του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου να γνωρίζει, κατά τρόπο αρκούντως ακριβή και άμεσο, την εξέλιξη της συμπεριφοράς στην αγορά καθενός από τα άλλα μέλη·

Δεύτερον, είναι αναγκαίο η κατάσταση σιωπηρού συντονισμού να μπορεί να διατηρηθεί, δηλαδή πρέπει να υπάρχει ένα κίνητρο για να μην αποστούν από την κοινή γραμμή στην αγορά. Μόνον αν όλα τα μέλη του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου διατηρήσουν παράλληλη συμπεριφορά, μπορούν να επωφεληθούν. Επομένως, η προϋπόθεση αυτή εμπεριέχει την έννοια των αντιποίνων σε περίπτωση συμπεριφοράς που αποκλίνει από την κοινή γραμμή. Για να είναι βιώσιμη μια συλλογική δεσπόζουσα θέση θα πρέπει να υπάρχουν επαρκείς παράγοντες αποτροπής για να εξασφαλιστεί ένα σταθερό κίνητρο για να μην αποστούν από την κοινή γραμμή, πράγμα που ισοδυναμεί με το ότι πρέπει κάθε μέλος του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου να γνωρίζει ότι η ανάπτυξη έντονης ανταγωνιστικής δράσης εκ μέρους του με σκοπό την αύξηση του μεριδίου αγοράς θα προκαλούσε παρόμοια συμπεριφορά εκ μέρους των άλλων, οπότε η πρωτοβουλία του δεν θα του απέφερε κανένα πλεονέκτημα·

Τρίτον, για να αποδειχθεί επαρκώς κατά νόμον η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης, πρέπει επίσης να αποδειχθεί ότι η προβλεπτή αντίδραση των σημερινών και μελλοντικών ανταγωνιστών, καθώς και των πελατών δεν θα αναιρούσε τα αποτελέσματα που αναμένονται από την κοινή γραμμή δράσης.

68.

Στην υπόθεση Impala II (71) το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι τα συγκεκριμένα κριτήρια προσδιορίζουν τις συνθήκες στις οποίες είναι πιθανότερο να εκδηλωθεί σιωπηρός συντονισμός. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, η πιθανότητα τέτοιων σιωπηρών συμπράξεων είναι μεγαλύτερη αν οι ανταγωνιστές μπορούν ευχερώς να καταλήξουν σε μια κοινή αντίληψη του τρόπου κατά τον οποίο πρέπει να λειτουργεί ο συντονισμός, ιδίως των παραμέτρων που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο (72) του σχεδιαζόμενου συντονισμού. Παράλληλα, επεσήμανε ότι πρέπει να αποφεύγεται η μηχανική ενέργεια που συνίσταται στον χωριστό έλεγχο εκάστου των εν λόγω κριτηρίων αυτοτελώς, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός οικονομικός μηχανισμός ενός υποθετικού σιωπηρού συντονισμού (73). Τα χαρακτηριστικά της αγοράς πρέπει να εκτιμώνται βάσει του συγκεκριμένου μηχανισμού υποθετικού συντονισμού.

69.

Σε αυτό το πλαίσιο, προκειμένου να καθοριστεί εάν δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις σε μια σχετική αγορά έχουν κοινή ΣΙΑ και να καθοριστεί αν θα επιβληθούν σε αυτές εκ των προτέρων κανονιστικές υποχρεώσεις, οι ΕΡΑ πρέπει να διεξάγουν ανάλυση των πιθανών εξελίξεων κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης (74). Πρέπει να εξετάσουν, υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων, κατά πόσον οι συνθήκες της αγοράς ευνοούν έναν μηχανισμό σιωπηρού συντονισμού, με βάση το οικονομικό κριτήριο που ορίζεται από το Δικαστήριο. Όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 26 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις μπορούν να απολαμβάνουν κοινής δεσπόζουσας θέσης, όχι μόνο στις περιπτώσεις που υπάρχουν διαρθρωτικοί ή άλλοι δεσμοί μεταξύ τους, αλλά και στις περιπτώσεις που η δομή της σχετικής αγοράς προσφέρεται για συντονισμένες ενέργειες.

70.

Μια ανάλυση των προοπτικών πρέπει να εξετάζει τις προσδοκώμενες ή τις προβλέψιμες εξελίξεις της αγοράς κατά τη διάρκεια της επόμενης περιόδου επανεξέτασης προκειμένου να εξακριβωθεί αν οι σιωπηρές συμπράξεις είναι το πιθανό αποτέλεσμα στην αγορά. Η πιθανότητα των στοιχείων του οικονομικού κριτηρίου που όρισε το Δικαστήριο πρέπει να καθοριστεί κατόπιν εξέτασης των δομών της αγοράς, καθώς και κάθε διαθέσιμου αποδεικτικού στοιχείου για τη συμπεριφορά της αγοράς, το οποίο ευνοεί την ανάπτυξη του υποθετικού μηχανισμού συντονισμού και την επίτευξη ισορροπίας σιωπηρών συμπράξεων. Ένας υποτιθέμενος μηχανισμός εποπτείας πρέπει να αναλυθεί στο πλαίσιο μιας ευλογοφανούς θεωρίας περί σιωπηρού συντονισμού (75), συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων σχετικά με τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και δεδομένα, καθώς και υποθετικών ζητημάτων. Όπως προκύπτει από τη νομολογία που παρατέθηκε ανωτέρω, θα πρέπει να αποφευχθεί μια προσέγγιση καταλόγου ελέγχου.

71.

Ομοίως προς τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την αξιολόγηση των οριζόντιων συγκεντρώσεων (76), σε μια ανάλυση προοπτικών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά των σχετικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων τόσο των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών όσο και της προηγούμενης συμπεριφοράς των συμμετεχόντων στην αγορά.

72.

Η επίτευξη κοινής γραμμής όσον αφορά τη συντονισμένη συμπεριφορά είναι εν γένει ευκολότερη σε λιγότερο περίπλοκα και περισσότερο σταθερά οικονομικά περιβάλλοντα. Δεδομένου ότι ο συντονισμός μεταξύ λιγότερων παραγόντων είναι γενικά απλούστερος, φαίνεται σημαντικό στη συγκεκριμένη περίπτωση να εξετάζεται ο αριθμός των συμμετεχόντων στην αγορά. Επιπλέον, ενδεχομένως να είναι ευκολότερη η επίτευξη κοινής γραμμής όσον αφορά τους όρους συντονισμού εάν μπορεί να τηρηθεί μια σχετική συμμετρία, ιδίως όσον αφορά τις δομές κόστους, τα μερίδια αγοράς, τα επίπεδα χωρητικότητας, συμπεριλαμβανομένης της κάλυψης, τα επίπεδα κάθετης ολοκλήρωσης και τη δυνατότητα για αναπαραγωγή δεσμών προϊόντων.

73.

Η διαφάνεια των τιμών μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα στην περίπτωση μαζικών αγορών λιανικής, ενώ η ομοιογένεια των προϊόντων μπορεί να αυξήσει το επίπεδο διαφάνειας, ωστόσο ακόμα και η πολυπλοκότητα προϊόντων και δασμών σε επίπεδο λιανικής μπορεί να μειωθεί με τη θέσπιση απλούστερων κανόνων τιμολόγησης, όπως ο καθορισμός ενός μικρού αριθμού εμβληματικών προϊόντων αναφοράς. Σε αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών με σχεδόν πλήρη διείσδυση κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, η μεταβλητότητα της ζήτησης τείνει να είναι χαμηλή, ενώ η απόκτηση νέων πελατών μπορεί να γίνει μόνο από άλλους παράγοντες της αγοράς, με αύξηση της διαφάνειας όσον αφορά τα μερίδια της αγοράς (77).

74.

Οι ΕΡΑ θα πρέπει να προβλέπουν τα υφιστάμενα δεδομένα και τις πλέον πιθανές μελλοντικές εξελίξεις στο πλαίσιο μιας τροποποιημένης προσέγγισης Greenfield, όπως ορίζεται στην παράγραφο 17, για την οποία απαιτείται να εξαιρούνται από την εκτίμηση οι επιπτώσεις οποιασδήποτε ισχύουσας κανονιστικής ρύθμισης που βασίζεται στη σημαντική ισχύ στην αγορά (78).

75.

Το είδος των στοιχείων που έχουν στη διάθεσή τους οι ΕΡΑ σε αγορές που ρυθμίζονται κατά τη διεξαγωγή της ανάλυσης θα είναι διαφορετικού χαρακτήρα σε σχέση με τα διαθέσιμα στοιχεία σε αγορές που δεν ρυθμίζονται. Ωστόσο, οι ΕΡΑ ενδέχεται να μπορούν ακόμα να προσκομίσουν στοιχεία σχετικά με τη δομή και τη συμπεριφορά της αγοράς, για παράδειγμα σε περιπτώσεις στις οποίες η ισχύουσα ρύθμιση δεν έχει αποκαταστήσει πλήρως τις παρατηρούμενες ανεπάρκειες της αγοράς. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο βαθμός απόδειξης θα πρέπει να είναι μικρότερος, ή ότι ο υποθετικός μηχανισμός σιωπηρού συντονισμού θα πρέπει να είναι διαφορετικός.

76.

Έχοντας υπόψη την παράγραφο 15 κατά την εκτίμηση της παρουσίας κοινής ΣΙΑ προκειμένου να καθοριστεί η επιβολή ή μη εκ των προτέρων ρύθμισης, οι ΕΡΑ μπορούν, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν υπόψη όλες τις συνθήκες της αγοράς προκειμένου να διαπιστώσουν ότι μια συμπεριφορά σιωπηρής σύμπραξης είναι πιθανόν να προκύψει ως αποτέλεσμα στην αγορά, ελλείψει εκ των προτέρων ρύθμισης, εάν i) οι εν λόγω περιστάσεις συνάδουν με τα οικονομικά της θεωρίας περί σιωπηρής σύμπραξης που προωθείται από την ΕΡΑ και ii) κατά την εκτίμηση διαπιστώνεται ότι είναι σημαντικές προκειμένου να εξηγηθεί το γεγονός ότι η αγορά προσφέρεται για την περιγραφόμενη υποθετική συμπεριφορά σιωπηρής σύμπραξης, στο πλαίσιο ολοκληρωμένης ανάλυσης, με βάση τα κριτήρια που διατυπώθηκαν στην υπόθεση Airtours και στη συνέχεια επιβεβαιώθηκαν και διευκρινίστηκαν περαιτέρω στις υποθέσεις Impala.

77.

Στην ανάλυση της κοινής ΣΙΑ πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες του τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ιδίως το γεγονός ότι, λόγω των δεσμών που κατά κανόνα υφίστανται μεταξύ των αγορών χονδρικής και λιανικής, ο οικονομικός μηχανισμός της σιωπηρής σύμπραξης δεν περιορίζεται στο επίπεδο χονδρικής αλλά θα πρέπει να εκτιμάται λαμβανομένης υπόψη της αλληλεπίδρασης και των δύο επιπέδων. Εν προκειμένω, το σημείο ή τα σημεία εστίασης είναι δυνατό να εντοπιστούν είτε σε επίπεδο λιανικής είτε σε επίπεδο χονδρικής και τα αντίποινα είναι δυνατό να επιβληθούν εντός των λειτουργικά συνδεδεμένων αγορών χονδρικής και των αγορών λιανικής σε μεταγενέστερο στάδιο της παραγωγικής διαδικασίας, καθώς και εντός των σχετικών αγορών λιανικής, ή ακόμα και εκτός των εν λόγω αγορών εάν τα ολιγοπώλια υφίστανται και αλληλεπιδρούν εκεί.

78.

Όπως απεφάνθη το Δικαστήριο στην απόφαση Impala II, εκτός από τη διαφάνεια στην αγορά, η δομή μιας αγοράς που ευνοεί τη σιωπηρή σύμπραξη μπορεί επίσης να χαρακτηρίζεται από συγκέντρωση της αγοράς και ομοιογένεια του προϊόντος (79). Από τη νομολογία ή από προηγούμενες κανονιστικές αποφάσεις μπορούν να προκύψουν άλλα χαρακτηριστικά τα οποία ενδέχεται να οδηγήσουν στο ίδιο συμπέρασμα. Ένας ενδεικτικός κατάλογος χαρακτηριστικών της αγοράς τα οποία οι ΕΡΑ μπορούν να εξετάζουν στην κατά περίπτωση εκτίμησή τους περιλαμβάνει, για παράδειγμα, τα μερίδια αγοράς, την ελαστικότητα της ζήτησης, την κάθετη ολοκλήρωση, τη συμβατότητα κόστους και εκροών, την ολοκληρωμένη κάλυψη δικτύου, τα επίπεδα κερδοφορίας και μέσων εσόδων ανά χρήστη (ARPU), τη σχετική συμμετρία του φορέα εκμετάλλευσης και τη συναφή ομοιότητα των πράξεων λιανικής. Ωστόσο, ο προτεινόμενος κατάλογος δεν είναι εξαντλητικός. Επιπλέον, πρέπει να διαπιστώνεται η σημασία των εν λόγω παραμέτρων και να εκτιμάται κατά περίπτωση, ενώ θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εθνικές περιστάσεις. Εάν οι ΕΡΑ επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τις παραμέτρους που εμπνέονται από την εκ των υστέρων επανεξέταση της πρακτικής του ανταγωνισμού ή των συγκεντρώσεων, θα πρέπει να το κάνουν λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της εκ των προτέρων ρύθμισης στον τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών (80), προκειμένου να διαπιστώσουν, στις συγκεκριμένες συνθήκες, αν τα χαρακτηριστικά της σχετικής αγοράς είναι τέτοια ώστε κάθε μέλος του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου να θεωρεί δυνατό, οικονομικά ορθολογικό και, επομένως, προτιμητέο να υιοθετεί –διαρκώς– την ίδια γραμμή δράσης όσον αφορά τη συμπεριφορά στην αγορά (81).

Διαφάνεια

79.

Με βάση τις οδηγίες που καθορίζονται στις παραγράφους 72, 73 και 77, σημείο εκκίνησης για τη διαπίστωση κοινής ΣΙΑ αποτελεί η καθιέρωση κοινής γραμμής δράσης επί της οποίας ευθυγραμμίζεται η μελλοντική συμπεριφορά.

80.

Κατά την εξέταση του κατά πόσον μια αγορά είναι επαρκώς διαφανής ώστε να επιτρέπει τον σιωπηρό συντονισμό, θα πρέπει να εξετάζεται αν οι παράγοντες της αγοράς έχουν ισχυρό κίνητρο να συγκλίνουν σε προσδιορίσιμο συντονισμένο αποτέλεσμα στην αγορά και να μην βασίζονται σε ανταγωνιστική συμπεριφορά. Αυτό συμβαίνει όταν τα μακροπρόθεσμα οφέλη μιας συμπεριφοράς που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό αντισταθμίζουν κατά πολύ οποιαδήποτε βραχυπρόθεσμα πλεονεκτήματα θα προέκυπταν από μια ανταγωνιστική συμπεριφορά. Όπως καθορίζεται στην παράγραφο 78, η εφαρμογή και διατήρηση σιωπηρού συντονισμού διευκολύνεται από ορισμένα χαρακτηριστικά της αγοράς τα οποία ενδέχεται να καθιστούν μια συγκεκριμένη αγορά περισσότερο επιρρεπή στον συντονισμό.

81.

Στις συγκεκριμένες συνθήκες των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, στις οποίες υπάρχουν υψηλοί φραγμοί εισόδου και υψηλές μη ανακτήσιμες δαπάνες, οι νεοεισερχόμενοι έχουν κίνητρο να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους προκειμένου να διασφαλίσουν ανάκτηση κόστους. Από την άλλη πλευρά, δεν απαιτείται συμμετρία όσον αφορά τα μερίδια αγοράς για να δημιουργηθεί κίνητρο σιωπηρής σύμπραξης, αρκεί να έχει επιτευχθεί μια ελάχιστη κλίμακα (82) ή οι δομές κόστους να είναι συγκρίσιμες (83).

82.

Στο πλαίσιο της εκτίμησης όσον αφορά την ύπαρξη συλλογικής σημαντικής ισχύος στην αγορά και με την επιφύλαξη των κριτηρίων που περιγράφονται στην παράγραφο 67 ανωτέρω, η αυστηρή ευθυγράμμιση των τιμών επί μακρό χρονικό διάστημα, προπάντων αν αυτές υπερβαίνουν το επίπεδο των τιμών που συνήθως διαμορφώνεται υπό συνθήκες ανταγωνισμού, από κοινού με άλλους παράγοντες ενδεικτικούς συλλογικής δεσπόζουσας θέσεως, θα ήταν δυνατό, ελλείψει άλλης εύλογης εξήγησης, να αρκεί για να αποδειχθεί η ύπαρξη συλλογικής δεσπόζουσας θέσης, ακόμη και όταν δεν υπάρχουν ακλόνητες άμεσες αποδείξεις περί ισχυρής διαφάνειας της αγοράς, λαμβανομένου υπόψη ότι η τελευταία ενδέχεται να τεκμαίρεται υπό τέτοιες συνθήκες (84). Η διερεύνηση των συγκεκριμένων συνθηκών πρέπει να πραγματοποιείται με προσοχή και, προπάντων, στο πλαίσιο μιας ερμηνείας που στηρίζεται στην ανάλυση των ενδεχόμενων ευλογοφανών στρατηγικών συντονισμού (85). Ειδικότερα, για τον σκοπό της εκ των προτέρων ρύθμισης στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η διαπίστωση προϋπάρχοντος συντονισμού, όπως περιγράφεται ανωτέρω, δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά μπορεί να είναι σημαντική, ιδίως εάν τα χαρακτηριστικά της αγοράς δεν έχουν μεταβληθεί αισθητά και/ή είναι απίθανο να μεταβληθούν αισθητά κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης.

83.

Όταν η προηγούμενη συμπεριφορά μπορεί να παρέχει στη μακρόπνοη εκτίμηση της ΕΡΑ στοιχεία σχετικά με την πιθανή δυναμική της αγοράς κατά την επόμενη περίοδο επανεξέτασης, οι ΕΡΑ θα πρέπει να έχουν επίγνωση του γεγονότος ότι, ακόμα και όταν υφίσταται ρύθμιση, η απλή επιβολή προϊόντων πρόσβασης χονδρικής με ελεγχόμενη τιμή ενδέχεται να μην αποτελεί επαρκή εξήγηση για την παρατηρούμενη ευθυγράμμιση των τιμών επί μακρό χρονικό διάστημα στο επίπεδο λιανικής. Όταν δεν υφίσταται εναλλακτική εύλογη εξήγηση, μια τέτοια ευθυγράμμιση είναι δυνατό να αποτελεί ένδειξη συμπεριφοράς σιωπηρής σύμπραξης, εφόσον συντρέχουν άλλοι χαρακτηριστικοί παράγοντες συλλογικής δεσπόζουσας θέσης. Εναλλακτικές εύλογες εξηγήσεις, πέραν των κανονιστικών υποχρεώσεων που καθορίζουν τα επίπεδα τιμών, ενδέχεται, για παράδειγμα, να είναι οικονομικής φύσης, εφόσον τα επίπεδα τιμών είναι δυνατό να αιτιολογηθούν με βάση τις δομές κόστους σε μια ανταγωνιστική αγορά.

84.

Επιπλέον, για τους σκοπούς της εκτίμησης του κριτηρίου της διαφάνειας, στις συγκεκριμένες συνθήκες εκ των προτέρων ρύθμισης των αγορών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπου οι φραγμοί εισόδου για τους νεοεισερχόμενους είναι κατά κανόνα μεγάλοι, η άρνηση των ιδιοκτητών δικτύων να παρέχουν χονδρική πρόσβαση υπό εύλογους όρους μπορεί να αποτελέσει πιθανό σημείο εστίασης μιας κοινής πολιτικής που υιοθετείται από τα μέλη ενός ολιγοπωλίου. Μια τέτοια άρνηση από φορείς εκμετάλλευσης δικτύων είναι δυνατό, συνεπώς, να οδηγήσει στην ύπαρξη κοινής πολιτικής, η οποία λαμβάνεται υπόψη παράλληλα με άλλους παράγοντες κατά τη διεξαγωγή ανάλυσης κοινής ΣΙΑ. Ένα σημείο εστίασης που βασίζεται στην άρνηση πρόσβασης μπορεί είτε να παρατηρηθεί στην περίπτωση φορέων εκμετάλλευσης που δεν υπόκεινται σε εκ των προτέρων υποχρεώσεις πρόσβασης είτε να προβλεφθεί στην περίπτωση φορέων εκμετάλλευσης που υπόκεινται στις εν λόγω υποχρεώσεις κατά τον χρόνο της ανάλυσης, υπό τον όρο ότι πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Στις εν λόγω προϋποθέσεις περιλαμβάνεται κοινό κίνητρο για τη διατήρηση σημαντικών ή ασυνήθιστα υψηλών αποδόσεων (κερδών) σε αγορές μεταγενέστερου σταδίου ή σε σχετικές αγορές λιανικής, οι οποίες διαπιστώνεται από την ΕΡΑ ότι είναι δυσανάλογα προς τις πραγματοποιηθείσες επενδύσεις και τους κινδύνους (86), ή άλλες σχετικές μη τιμολογιακές μορφές κοινής πολιτικής σε αγορά που ευνοεί τον σιωπηρό συντονισμό, οι οποίες δεν είναι συμβατές με μια εύρυθμη αγορά λιανικής όπως ορίστηκε από το Δικαστήριο στην απόφαση Impala II (87), που είναι επίσης δυνατό να προσκομιστούν ως αποδεικτικά στοιχεία για το ότι η άρνηση της πρόσβασης αποτελεί αξιόπιστο σημείο εστίασης. Είναι επίσης σημαντικό να αξιολογηθεί κατά πόσον ο συγκεκριμένος φορέας εκμετάλλευσης έχει επαρκώς μεγάλο μέγεθος για να αιτιολογήσει την παροχή υπηρεσιών χονδρικής σε τρίτους.

Βιωσιμότητα

85.

Για να καταστεί η κοινή πολιτική βιώσιμη με την πάροδο του χρόνου, πρέπει κάθε μέλος του ολιγοπωλίου να έχει κίνητρο να μην απομακρυνθεί από τους όρους του συντονισμού. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι τα μέλη του δεσπόζοντος ολιγοπωλίου μπορούν να επωφεληθούν μόνο εάν όλα τους διατηρήσουν παράλληλη συμπεριφορά. Η ύπαρξη αξιόπιστης απειλής αντιποίνων, η οποία αποτρέπει την απόκλιση, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου να διασφαλιστεί η διαχρονική αξιοπιστία του μηχανισμού συντονισμού.

86.

Όσον αφορά την ανάγκη προσφυγής στην επιβολή κυρώσεως, το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η απλή ύπαρξη ενός αποτελεσματικού μηχανισμού αποτροπής αρκεί, καταρχήν, εφόσον, στην περίπτωση κατά την οποία τα μέλη του ολιγοπωλίου συμμορφώνονται προς την κοινή πολιτική, παρέλκει η επιβολή κυρώσεως. Ο πλέον αποτελεσματικός μηχανισμός αποτροπής είναι εκείνος που δεν έχει χρησιμοποιηθεί (88).

87.

Η διευκρίνιση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική, για παράδειγμα, στις περιπτώσεις που μια ΕΡΑ θεωρεί ότι το σημείο εστίασης της σιωπηρής σύμπραξης σε επίπεδο χονδρικής συνίσταται στην (εποικοδομητική) άρνηση της χονδρικής πρόσβασης (89), και στις περιπτώσεις που οι συναλλαγές χονδρικής είναι κατά κανόνα σπάνιες. Στις περιπτώσεις αυτές, οι ΕΡΑ δεν χρειάζεται να καθορίσουν ότι τα αντίποινα θα συνίστανται στη σύναψη άλλης συμφωνίας πρόσβασης από τον άλλο ή τους άλλους φορείς εκμετάλλευσης που συμπράττουν σιωπηρά, αλλά δύνανται να ορίσουν διαφορετικό (90) αξιόπιστο μηχανισμό αντιποίνων στην υποκείμενη ή συναφή αγορά λιανικής (όπως οι βραχυπρόθεσμοι πόλεμοι τιμών) (91). Τα ζητήματα που άπτονται της φορητότητας και των χαμένων πελατών (92) στις συγκεκριμένες συνθήκες θα ήταν δυνατό να αιτιολογήσουν περαιτέρω τη θεωρούμενη ανταπόκριση των καταναλωτών στις αλλαγές των τιμών και να βοηθήσουν την ΕΡΑ να προβλέψει την πιθανή αποτελεσματικότητα των αντιποίνων σε επίπεδο λιανικής (93).

88.

Η πειστικότητα μιας απειλής (μηχανισμού) κύρωσης και της επιβολής της πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τις ΕΡΑ στο πλαίσιο της κατά περίπτωση ανάλυσης.

Εξωτερικοί παράγοντες

89.

Η εκτίμηση των αντισταθμιστικών παραγόντων στη θεωρία της σιωπηρής σύμπραξης περιλαμβάνει οικονομικά ζητήματα σχετικά με το αν οι φορείς εκμετάλλευσης που είναι παρόντες στην αγορά και δεν συμπράττουν σιωπηρά στο ολιγοπώλιο ενεργούν ως δευτερογενείς ανταγωνιστές ή έχουν τη δυνατότητα να γίνουν «αποστάτες», καθώς και με το αν οι πελάτες έχουν επαρκή αντισταθμιστική αγοραστική δύναμη για να υπονομεύσουν τον μηχανισμό σύμπραξης.

90.

Στο πλαίσιο της εκ των προτέρων ρύθμισης στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η θέση και η ισχύς των ανταγωνιστών στην αγορά μπορεί να εκτιμηθεί βάσει διαφόρων παραγόντων, οι οποίοι συνδέονται με τους φραγμούς εισόδου για δυνητικούς ανταγωνιστές και με την κατάσταση του ανταγωνισμού και τους φραγμούς στην επέκταση για τους υφιστάμενους παράγοντες της αγοράς. Στις παραμέτρους που συνδέονται με την εν λόγω εκτίμηση περιλαμβάνονται το μερίδιο αγοράς στην υπό εκτίμηση αγορά, οι σχετικές οικονομίες φάσματος, η δυνατότητα παροχής όλων των προϊόντων που ζητούν οι πελάτες σε επίπεδο λιανικής, η σχετική ισχύς στον κύριο τομέα δραστηριότητας, η ύπαρξη δευτερογενών ανταγωνιστών ή «αποστατών» κ.λπ. Εν προκειμένω, οι ΕΡΑ θα πρέπει να συμπεριλάβουν στο οικείο σχέδιο μέτρου μια εκτίμηση σχετικά με το κατά πόσον οι δευτερογενείς ανταγωνιστές έχουν ή όχι την ικανότητα να αμφισβητήσουν το συντονισμένο αποτέλεσμα που αντιβαίνει στον ανταγωνισμό (94).

91.

Όπως αναφέρθηκε στην παράγραφο 59, οι αγορές παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν υψηλούς φραγμούς εισόδου, ιδίως οικονομικής φύσεως, δεδομένου ότι η ανάπτυξη δικτύου, ελλείψει συμφωνίας χονδρικής πρόσβασης, είναι δαπανηρή και χρονοβόρα· αλλά και φραγμούς νομικής φύσεως, ιδίως δεδομένου ότι η πολιτική φάσματος μπορεί να περιορίσει τον αριθμό των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων κινητών επικοινωνιών (95). Για τον λόγο αυτό, ένας υποτιθέμενος νεοεισερχόμενος που θα μπορούσε να διαταράξει μια ισορροπία σιωπηρής σύμπραξης είναι πιθανόν να πρέπει να βασιστεί, τουλάχιστον εν μέρει, στις υποδομές άλλων. Ελλείψει ρυθμιστικής παρέμβασης ή βιώσιμων εμπορικών συμφωνιών ή επαναστατικής τεχνολογικής καινοτομίας, μπορεί κατά κανόνα να θεωρηθεί ότι η πιθανότητα εισόδου που θα προκαλέσει διαταραχή είναι σε γενικές γραμμές μικρή σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

92.

Όσον αφορά τους πελάτες, οι καταναλωτές στις μαζικές αγορές είναι απίθανο να μπορούν να ασκήσουν μεμονωμένα σημαντική αγοραστική δύναμη. Αφετέρου, ορισμένοι επιχειρηματικοί τελικοί χρήστες που αγοράζουν προϊόντα για επιχειρήσεις ή εξατομικευμένα προϊόντα ενδέχεται να έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν αντισταθμιστική αγοραστική δύναμη, και η δυνητική αντίδρασή τους στη συγκεκριμένη αγορά θα πρέπει να αναλύεται, εφόσον είναι σκόπιμο.

93.

Η παρούσα ανακοίνωση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Για την Επιτροπή

Mariya GABRIEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

(2)  Επεξηγηματική σημείωση που συνοδεύει τις κατευθυντήριες γραμμές για την ανάλυση της αγοράς και την εκτίμηση της σημαντικής ισχύος στην αγορά βάσει του ενωσιακού κανονιστικού πλαισίου για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, SWD(2018)124.

(3)  Οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7).

(4)  Οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21).

(5)  Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την καθολική υπηρεσία) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης, ΕΕ L 172 της 30.6.2012, σ. 10, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015 (ΕΕ L 310 της 26.11.2015, σ. 1), και τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/920 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2017 (ΕΕ L 147 της 9.6.2017, σ. 1).

(7)  Σύσταση 2014/710/ΕΕ της Επιτροπής, της 9ης Οκτωβρίου 2014, σχετικά με σημαντικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες επιδέχονται εκ των προτέρων κανονιστική ρύθμιση, σύμφωνα με την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 295 της 11.10.2014, σ. 79).

(8)  Ανακοίνωση της Επιτροπής όσον αφορά τον ορισμό της σχετικής αγοράς για τους σκοπούς του κοινοτικού δικαίου ανταγωνισμού (ΕΕ C 372 της 9.12.1997, σ. 5) (ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς). Για τους σκοπούς της εφαρμογής της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, η ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς διευκρινίζει ότι η έννοια της σχετικής αγοράς συνδέεται στενά με τους επιδιωκόμενους στόχους στο πλαίσιο σχετικών πολιτικών εκ των υστέρων επιβολής σύμφωνα με τα άρθρα 101 και 102 της Συνθήκης ή εκ των προτέρων εκτίμησης σύμφωνα με τον ενωσιακό κανονισμό περί συγκεντρώσεων.

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(10)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(11)  Το άρθρο 16 παράγραφος 6 της οδηγίας-πλαισίου προβλέπει επί του παρόντος ότι οι ΕΡΑ κοινοποιούν στην Επιτροπή νέα σχέδια μέτρων εντός τριών ετών από τη θέσπιση προηγούμενου μέτρου για την αγορά αυτή.

(12)  Αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας-πλαισίου.

(13)  Επεξηγηματική σημείωση που συνοδεύει τη σύσταση 2014/710/ΕΕ της Επιτροπής, SWD(2014) 298, σ. 8.

(14)  Υποθέσεις FI/2004/0082, ES/2005/0330 και NL/2015/1727. Βλέπε επίσης CZ/2012/1322.

(15)  Υποθέσεις IE/2004/0121, ES/2005/0330, SI/2009/0913 και NL/2015/1727.

(16)  Βλέπε σημείο 4 της σύστασης 2014/710/ΕΕ της Επιτροπής και την οικεία επεξηγηματική σημείωση, καθώς και την υπόθεση FR/2014/1670.

(17)  Άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ.

(18)  Η χρήση του όρου «σχετική αγορά» συνεπάγεται την περιγραφή των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αποτελούν την αγορά και την εκτίμηση της γεωγραφικής εμβέλειας αυτής της αγοράς, ενώ οι όροι «προϊόντα» και «υπηρεσίες» χρησιμοποιούνται εναλλακτικά σε ολόκληρο το παρόν κείμενο. Σύμφωνα με την παράγραφο 7 της ανακοίνωσης του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, η αγορά του σχετικού προϊόντος «περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή και τις υπηρεσίες που είναι δυνατόν να εναλλάσσονται ή να υποκαθίστανται αμοιβαία από τον καταναλωτή, λόγω των χαρακτηριστικών, των τιμών και της χρήσης για την οποία προορίζονται».

(19)  Υπόθεση C-209/98, Entreprenørforeningens Affalds, EU:C:2000:279, σκέψη 57, και υπόθεση C-242/95, GT-Link, EU:C:1997:376, σκέψη 36. Σημειώνεται ότι ο ορισμός της αγοράς δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά εντάσσεται σε μία διαδικασία που συνίσταται στην εκτίμηση της ισχύος την οποία διαθέτει κάποια επιχείρηση στην αγορά.

(20)  Κοινές υποθέσεις C-68/94 και C-30/95, Γαλλία κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:1998:148. Βλέπε, επίσης, ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, παράγραφος 12.

(21)  Οι βασικές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, τα χαρακτηριστικά των οποίων ενδέχεται να δικαιολογούν, καταρχήν, την εκ των προτέρων επιβολή κανονιστικών υποχρεώσεων προσδιορίζονται στη σύσταση 2014/710/ΕΕ, την οποία απαιτείται να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη οι ΕΡΑ κατά τον ορισμό σχετικών αγορών.

(22)  Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, από οικονομική άποψη, για τον καθορισμό της αγοράς του σχετικού προϊόντος, η υποκατάσταση από την πλευρά της ζήτησης αποτελεί το πλέον άμεσο και αποτελεσματικό μέσο ελέγχου των προμηθευτών ενός δεδομένου προϊόντος, ιδίως όσον αφορά τις αποφάσεις τους για τον καθορισμό των τιμών.

(23)  Βλέπε, επίσης, την ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, παράγραφος 24.

(24)  Δεν είναι απαραίτητο να στραφούν όλοι οι καταναλωτές σε ένα ανταγωνιστικό προϊόν· για να μην καταστεί κερδοφόρα η σχετική αύξηση της τιμής, αρκεί να υπάρξει επαρκής μετατόπιση των καταναλωτών. Η απαίτηση αυτή ανταποκρίνεται στην αρχή της «επαρκούς εναλλαξιμότητας» που αναφέρεται στη νομολογία του Δικαστηρίου· βλέπε υποσημείωση 27.

(25)  Η έννοια του «βραχυπρόθεσμου» εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά της αγοράς και τις εθνικές περιστάσεις. Στην υπόθεση COMP/39.525, Telekomunikacja Polska, η Επιτροπή απεφάνθη, στη σκέψη 580, ότι «υποκατάσταση από την πλευρά της προσφοράς υφίσταται όταν οι προμηθευτές είναι σε θέση να μετατοπίζουν την παραγωγή τους στα σχετικά προϊόντα και να τα εμπορεύονται βραχυπρόθεσμα, ανταποκρινόμενοι σε μικρές αλλά διαρκείς μεταβολές των σχετικών τιμών». Σύμφωνα με την υποσημείωση 4 στην παράγραφο 20 της ανακοίνωσης του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, η σχετική περίοδος είναι ένα «διάστημα που δεν προϋποθέτει σημαντική προσαρμογή των υφιστάμενων και άυλων στοιχείων του ενεργητικού».

(26)  Βλέπε, επίσης, την ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, παράγραφος 20.

(27)  Βλέπε COMP/39.525, Telekomunikacja Polska, σκέψη 580.

(28)  Βλέπε επίσης την ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, παράγραφοι 20-23, την υπόθεση IV/Μ.1225 - Enso/Stora, ΕΕ L 254 της 29.9.1999, σκέψη 39.

(29)  Βλέπε, επίσης, την ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, παράγραφος 24.

(30)  Βλέπε υπόθεση T-83/91, Tetra Pak κατά Επιτροπής, EU:T:1994:246, σκέψη 68. Ο συγκεκριμένος έλεγχος είναι επίσης γνωστός με τα αρχικά SSNIP (μικρή αλλά σημαντική μη προσωρινή αύξηση της τιμής). Μολονότι ο έλεγχος SSNIP αποτελεί απλώς ένα παράδειγμα μεθόδου που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της σχετικής αγοράς, και με την επιφύλαξη της επίσημης οικονομετρικής του φύσεως ή του περιθωρίου σφάλματος (γνωστού με την ονομασία «cellophane fallacy»), η σπουδαιότητά του έγκειται κυρίως στη χρήση του ως εννοιολογικού εργαλείου για την εκτίμηση της ύπαρξης ανταγωνισμού μεταξύ διαφόρων προϊόντων ή υπηρεσιών.

(31)  Δηλαδή, στην περίπτωση κατά την οποία η σταυροειδής ελαστικότητα της ζήτησης ως προς την τιμή μεταξύ δύο προϊόντων είναι υψηλή, μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι οι καταναλωτές θεωρούν τα προϊόντα αυτά ως στενά υποκατάστατα. Εάν η επιλογή του καταναλωτή επηρεάζεται από παράγοντες πλην της τιμής, ο έλεγχος SSNIP δεν μπορεί να αποτελέσει κατάλληλη μέτρηση της δυνατότητας υποκατάστασης του προϊόντος· βλέπε υπόθεση T-25/99, Colin Arthur Roberts και Valérie Ann Roberts κατά Επιτροπής, EU:T:2001:177. Βλέπε, επίσης, την ανακοίνωση του 1997 όσον αφορά τον ορισμό της αγοράς, παράγραφος 17.

(32)  Η υπόθεση αυτή είναι δυνατό να αντικρουσθεί αν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η τιμή που προηγουμένως ρυθμιζόταν δεν έχει καθοριστεί σε ανταγωνιστικά επίπεδα. Σε τέτοιες περιπτώσεις ενδέχεται να είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί ως σημείο εκκίνησης μια τιμή που έχει προκύψει από επικαιροποιημένο μοντέλο κόστους ή συγκριτική αξιολόγηση.

(33)  Επεξηγηματική σημείωση στη σύσταση 2014/710/ΕΕ, SWD(2014) 298, σ. 18. Υπόθεση NL/2015/1727, C(2015)3078. Βλέπε επίσης CZ/2017/1985.

(34)  Υπόθεση C-333/94 P, Tetra Pak κατά Επιτροπής EU:C:1996:436, σκέψη 13, υπόθεση 31/80 L’Oréal EU:C:1980:289, σκέψη 25, υπόθεση 322/81, Michelin κατά Επιτροπής, EU:C:1983:313, σκέψη 37, υπόθεση C-62/86, AkzoChemie κατά Επιτροπής EU:C:1991:286, σκέψη 51, υπόθεση T-504/93, Tiercé Ladbroke κατά Επιτροπής, EU:T:1997:84, σκέψη 81, T-65/96, Kish Glass κατά Επιτροπής, EU:T:2000:93, σκέψη 62, υπόθεση C-475/99, Ambulanz Glöckner και Landkreis Südwestpfalz, EU:C:2001:577, σκέψη 33. Ο έλεγχος της δυνατότητας επαρκούς υποκατάστασης ή δυνατότητας εναλλακτικής χρησιμοποίησης αναφέρθηκε πρώτη φορά από το Δικαστήριο στην υπόθεση 6/72, Europemballage και Continental Can κατά Επιτροπής, EU:C:1973:22, σκέψη 32, και στην υπόθεση 85/76, Hoffmann La-Roche κατά Επιτροπής, EU:C:1979:36, σκέψη 23.

(35)  Υπόθεση C-333/94 P, Tetra Pak κατά Επιτροπής, EU:C:1996:436, σκέψη 13, υπόθεση 66/86, Ahmed Saeed, EU:C:1989:140, σκέψεις 39 και 40, υπόθεση 27/76, United Brands κατά Επιτροπής, EU:C:1978:22, σκέψεις 22, 29 και 12· υπόθεση T-229/94, Deutsche Bahn κατά Επιτροπής, EU:T:1997:155, σκέψη 54. Στην υπόθεση Tetra Pak, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε πως το γεγονός ότι η ζήτηση χάρτινων κουτιών που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία φρουτοχυμών ήταν περιθωριακή και διαχρονικά σταθερή σε σχέση με τη ζήτηση χάρτινων κουτιών που χρησιμοποιούνται για τη συσκευασία γάλακτος αποτελούσε ένδειξη πολύ μικρής δυνατότητας εναλλακτικής χρησιμοποίησης μεταξύ των τομέων συσκευασίας προϊόντων γάλακτος και λοιπών προϊόντων, στο ίδιο, σκέψεις 13 και 15.

(36)  Στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατόν να καθοριστούν επαρκή πρότυπα δυνατότητας υποκατάστασης τα οποία να δικαιολογούν τη συμπερίληψη των εν λόγω υπηρεσιών βάσει ΟΤΤ στη σχετική αγορά προϊόντων, οι ΕΡΑ θα πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να εξετάζουν τις δυνητικές ανταγωνιστικές πιέσεις που ασκούν οι εν λόγω υπηρεσίες το στάδιο της εκτίμησης της ΣΙΑ (βλέπε επίσης υποθέσεις CZ/2017/1985, καθώς και CZ/2012/1322 και παρακάτω).

(37)  Μολονότι οι ΕΡΑ έχουν διαπιστώσει εν γένει ότι οι λιανικές υπηρεσίες που παρέχονται μέσω σταθερών δικτύων ανήκουν στην ίδια αγορά λιανικής ανεξάρτητα από την υποκείμενη πλατφόρμα μετάδοσης (δηλαδή, ανεξάρτητα από το εάν η υπηρεσία λιανικής παρέχεται μέσω ομοαξονικού καλωδίου, καλωδίου οπτικών ινών ή χάλκινου καλωδίου), διαπίστωσαν εν γένει ότι οι υπηρεσίες λιανικής που παρέχονται μέσω σταθερών και κινητών δικτύων ανήκουν σε χωριστές αγορές.

(38)  Βλέπε την ανακοίνωση του 1997 για τον ορισμό της αγοράς, παράγραφοι 57 και 58. Για παράδειγμα, προκύπτει αλυσιδωτή δυνατότητα υποκατάστασης στην περίπτωση κατά την οποία μία επιχείρηση που παρέχει υπηρεσίες σε εθνικό επίπεδο ασκεί πίεση στις τιμές τις οποίες χρεώνουν επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες σε διαφορετικές γεωγραφικές αγορές. Αυτό είναι δυνατό να συμβαίνει όταν οι τιμές που χρεώνονται από επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες καλωδιακού δικτύου σε συγκεκριμένες περιοχές υφίστανται πιέσεις από επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση σε εθνικό επίπεδο. Βλέπε επίσης: Υπόθεση COMP/M.1628 - TotalFina/Elf, παράγραφος 188.

(39)  Από τα αποδεικτικά στοιχεία θα πρέπει να προκύπτει σαφής αλληλεξάρτηση των τιμών στα άκρα της αλυσίδας. Ο βαθμός δυνατότητας υποκατάστασης μεταξύ των σχετικών προϊόντων ή γεωγραφικών περιοχών θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλος.

(40)  United Brands, ό.π., σκέψη 44, Michelin, ό.π., σκέψη 26, υπόθεση 247/86 Alsatel κατά Novasam EU:C:1988:469, σκέψη 15· Tiercé Ladbroke κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψη 102.

(41)  Deutsche Bahn κατά Επιτροπής, ό.π., παράγραφος 92. Υπόθεση T-139/98, AAMS κατά Επιτροπής, EU:T:2001:272, σκέψη 39.

(42)  Βλέπε, για παράδειγμα, το τμήμα 2.5 της επεξηγηματικής σημείωσης που συνοδεύει τη σύσταση 2014/710/ΕΕ, SWD(2014) 298.

(43)  Επεξηγηματική σημείωση στη σύσταση 2014/710/ΕΕ, SWD(2014) 298, σ. 14. Βλέπε επίσης CZ/2012/1322.

(44)  Βλέπε, για παράδειγμα, υπόθεση IV/M.1025, Mannesmann/Olivetti/Infostrada, σκέψη 17, και υπόθεση COMP/JV.23 - Telefónica Portugal Telecom/Médi Telecom.

(45)  Στην πράξη, η περιοχή αυτή θα αντιστοιχεί στα όρια της περιοχής στην οποία έχει άδεια λειτουργίας ένας φορέας εκμετάλλευσης. Στην υπόθεση COMP/M.1650 - ACEA/Telefonica, η Επιτροπή επισήμανε ότι εφόσον η κοινοποιηθείσα κοινή επιχείρηση είχε άδεια περιορισμένη στην περιοχή της Ρώμης, η γεωγραφική αγορά μπορούσε να οριστεί ως τοπική, παράγραφος 16.

(46)  Για παράδειγμα, οι φορείς εκμετάλλευσης κινητής τηλεφωνίας ενδέχεται να παρέχουν υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας μόνο στις γεωγραφικές περιοχές για τις οποίες έχουν λάβει άδειες χρήσης του ραδιοφάσματος, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στη γεωγραφική διάσταση των σχετικών αγορών· βλέπε υπόθεση IV/M.1439 - Telia/Telenor παράγραφος 124, υπόθεση IV/M.1430 Vodafone/Airtouch, παράγραφοι 13-17, υπόθεση COMP/JV.17 –Mannesmann/Bell Atlantic/Omnitel παράγραφος 15.

(47)  Αυτός ο ορισμός αντιστοιχεί στον ορισμό που αποδίδεται από τη νομολογία στην έννοια της δεσπόζουσας θέσης του άρθρου 102 της Συνθήκης. Βλέπε United Brands, ό.π., σκέψη 65. Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψη 38.

(48)  Όσον αφορά την αξία, τον όγκο, τις γραμμές σύνδεσης, τον αριθμό των συνδρομητών, κατά περίπτωση σε μια δεδομένη αγορά.

(49)  Βλέπε το σημείο 13 της ανακοίνωσης της Επιτροπής — Κατευθύνσεις σχετικά με τις προτεραιότητες της Επιτροπής κατά τον έλεγχο της εφαρμογής του άρθρου 82 της συνθήκης ΕΚ σε καταχρηστικές συμπεριφορές αποκλεισμού που υιοθετούν δεσπόζουσες επιχειρήσεις.

(50)  AKZO Chemie κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψη 60. υπόθεση T-228/97, Irish Sugar κατά Επιτροπής, EU:T:1999:246, σκέψη 70, Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψη 41, AAMS κ.λπ. κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψη 51. Ωστόσο, το μεγάλο μερίδιο αγοράς μπορεί να αποτελέσει ακριβή δείκτη μόνο με την παραδοχή ότι οι ανταγωνιστές δεν είναι σε θέση να επεκτείνουν επαρκώς την παραγωγή τους ώστε να ανταποκριθούν στη μεταβολή της ζήτησης που συνεπάγεται η αύξηση των τιμών της ανταγωνίστριας επιχείρησης. Irish Sugar κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψεις 97 έως 104.

(51)  Βλέπε το σημείο 15 της ανακοίνωσης της Επιτροπής — Κατευθύνσεις σχετικά με τις προτεραιότητες της Επιτροπής κατά τον έλεγχο της εφαρμογής του άρθρου 82 της συνθήκης ΕΚ σε καταχρηστικές συμπεριφορές αποκλεισμού που υιοθετούν δεσπόζουσες επιχειρήσεις.

(52)  Βλέπε το σημείο 18 της ανακοίνωσης της Επιτροπής — Κατευθύνσεις σχετικά με τις προτεραιότητες της Επιτροπής κατά τον έλεγχο της εφαρμογής του άρθρου 82 της συνθήκης ΕΚ σε καταχρηστικές συμπεριφορές αποκλεισμού που υιοθετούν δεσπόζουσες επιχειρήσεις.

(53)  Οι φραγμοί εισόδου στον συγκεκριμένο τομέα μπορεί να είναι διαρθρωτικοί, νομικοί ή κανονιστικοί. Οι διαρθρωτικοί φραγμοί εισόδου είναι αποτέλεσμα του αρχικού κόστους ή των συνθηκών ζήτησης που δημιουργούν ασύμμετρους όρους μεταξύ κατεστημένων και νεοεισερχόμενων επιχειρήσεων, παρεμποδίζοντας ή αποτρέποντας την είσοδο των τελευταίων στην αγορά. Οι νομικοί ή κανονιστικοί φραγμοί δεν εδράζονται σε οικονομικούς όρους, αλλά απορρέουν από νομοθετικά, διοικητικά ή άλλα μέτρα που έχουν άμεση επίδραση στους όρους εισόδου και/ή στη θέση των επιχειρήσεων στην εκάστοτε αγορά. Σύσταση 2014/710/ΕΕ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

(54)  Υπόθεση COMP/M.5532 – Carphone Warehouse/TiscaliUK.

(55)  Σύμφωνα με την πείρα που έχει αποκτήσει η Επιτροπή, η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης δεν θεωρείται πιθανή αν το μερίδιο αγοράς είναι χαμηλότερο από 40 % στη σχετική αγορά. Ωστόσο, ενδέχεται να υπάρχουν ειδικές περιπτώσεις κάτω από αυτό το όριο, στις οποίες οι ανταγωνιστές δεν είναι σε θέση να περιορίσουν αποτελεσματικά τη συμπεριφορά δεσπόζουσας επιχείρησης. Βλέπε United Brands, ό.π., και υπόθεση COMP/M.1741 – MCI WorldCom/Sprint.

(56)  Υποθέσεις NL/2017/1958-59 και NL/2017/1960. Βλέπε υπόθεση PT/2017/2023.

(57)  Άμεσα αποτελέσματα δικτύου υπάρχουν όταν η αξία ενός αγαθού ή μιας υπηρεσίας για τον καταναλωτή πηγάζει από την αυξημένη χρήση αυτού του αγαθού/αυτής της υπηρεσίας από άλλους. Έμμεσα αποτελέσματα δικτύου προκύπτουν όταν αυτή η αυξημένη αξία πηγάζει από την αυξημένη χρήση συμπληρωματικού αγαθού ή υπηρεσίας.

(58)  Ειδικότερα, συμφωνίες περιαγωγής, συμφωνίες κοινής χρήσης δικτύου, καθώς και συμφωνίες συνεπένδυσης που δεν περιλαμβάνουν τρίτους, οι οποίες θα ήταν δυνατό, μεταξύ άλλων, να εξαλείψουν έναν ανεξάρτητο εμπορικό εταίρο με τον οποίο μπορεί να έχει εμπορική συναλλαγή ο μικρότερος φορέας. Βλέπε υπόθεση COMP/M.7612 - Hutchinson 3G UK/Telefónica UK.

(59)  Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, ό.π., στη σκέψη 48. Οι σημαντικότεροι τύποι φραγμών εισόδου είναι οι οικονομίες κλίμακας και οι μη ανακτήσιμες δαπάνες. Οι φραγμοί αυτοί είναι ιδιαίτερα σημαντικές στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δεδομένου ότι απαιτούνται μεγάλες επενδύσεις, λόγου χάρη, για τη δημιουργία αποδοτικού δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών για την παροχή υπηρεσιών πρόσβασης, ενώ πιθανότατα μικρό μόνο μέρος τους μπορεί να ανακτηθεί εφόσον ο νεοεισερχόμενος αποφασίσει να αποχωρήσει από την αγορά.

(60)  Υπόθεση COMP/M.5532 - Carphone Warehouse/Tiscali UK, υπόθεση COMP/M.7018 – Telefónica Deutschland/E-Plus και υπόθεση COMP/M.7612 - Hutchinson 3G UK/Telefónica UK.

(61)  Υπόθεση COMP/M.1564 - Astrolink JV.

(62)  Υπόθεση COMP/M.1564 - Astrolink JV.

(63)  Υπόθεση COMP/M.1741 - MCI WorldCom/Sprint.

(64)  Υπόθεση FR/2014/1670.

(65)  Υπόθεση C-395/96 P, Compagnie Maritime Belge EU:C:2000:132, σκέψεις 35-36.

(66)  Υπόθεση T-102/96, Gencor Ltd κατά Επιτροπής, EU:T:1999:65, σκέψη 163.

(67)  Υπόθεση T-342/99, Airtours plc κατά Επιτροπής, EU:T:2002:146.

(68)  Compagnie Maritime Belge, σκέψη 45.

(69)  Υπόθεση T-342/99, Airtours plc κατά Επιτροπής, EU:T:2002:146, σκέψη 61· υπόθεση C-413/06, Impala II, EU:C:2008:392, σκέψη 122.

(70)  Ό.π. σκέψη 62.

(71)  Impala II, σκέψη 123.

(72)  Το οποίο νοείται ως η κοινή κατανόηση των λεπτομερειών του συντονισμού μεταξύ των επιχειρήσεων που κατέχουν κοινή δεσπόζουσα θέση, μια λύση που θα τείνουν να υιοθετήσουν οι επιχειρήσεις που συμπράττουν σιωπηρά στις συγκεκριμένες συνθήκες αγοράς και η οποία απαιτεί την καθιέρωση της διαφάνειας στην αγορά. Βλέπε σκέψη 123 της απόφασης Impala II.

(73)  Ό.π. σκέψη 125.

(74)  Ό.π. σκέψη 123.

(75)  Ό.π. σκέψη 130.

(76)  Κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των οριζόντιων συγκεντρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ C 31 της 5.2.2004, σ. 5).

(77)  Στο πλαίσιο των συγκεντρώσεων, τα εν λόγω ζητήματα συζητήθηκαν σε βάθος όσον αφορά την αγορά ηλεκτρονικών επικοινωνιών, για παράδειγμα, στην υπόθεση COMP M.7758 - HUTCHISON 3G ITALY/WIND/JV.

(78)  Βλέπε υπόθεση SI/2009/0913, στην οποία η Επιτροπή αποσαφήνισε ότι η εν λόγω προσέγγιση είναι κατάλληλη για να εκτιμηθεί η τάση της αγοράς να ευνοεί σιωπηρές συμπράξεις στο πλαίσιο υφιστάμενων κανονιστικών ρυθμίσεων βάσει κοινής ΣΙΑ, δηλώνοντας ότι «εκείνο που έχει σημασία στην περίπτωση αυτή είναι η κατάσταση που θα επικρατούσε εάν απουσίαζαν οι κανονιστικές υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στη Mobitel στη συγκεκριμένη αγορά (τροποποιημένη προσέγγιση greenfield)».

(79)  Impala II, σκέψη 121.

(80)  Για την εκτίμηση για τους σκοπούς της εκ των προτέρων ρύθμισης απαιτείται ειδικό πλαίσιο ανάλυσης όσον αφορά συγκεκριμένες πτυχές, όπως η προαναφερθείσα ανάγκη να αγνοηθεί η ισχύουσα ρύθμιση, η ανάγκη να ληφθεί υπόψη ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο ρύθμισης ή η έλλειψη συγκεκριμένου δυαδικού αντιπαραδείγματος, το οποίο υφίσταται στην ανάλυση συγκεντρώσεων.

(81)  Airtours plc κατά Επιτροπής, ό.π., σκέψη 61· υπόθεση C-413/06, Impala II, EU:C:2008:392, σκέψη 122.

(82)  Η εκτίμηση πρέπει να γίνεται βάσει των εθνικών συνθηκών και της εν λόγω σχετικής αγοράς, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για προώθηση της αποτελεσματικής εισόδου. Βλέπε για παράδειγμα το παράρτημα της Σύστασης της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2009, σχετικά με την κανονιστική ρύθμιση των τελών τερματισμού σταθερών και κινητών επικοινωνιών στην ΕΕ (ΕΕ L 124 της 20.5.2009, σ. 67).

(83)  Υπόθεση ES/2005/0330.

(84)  Υπόθεση T-464/04, Impala I, EU:T:2006:216, σκέψη 252.

(85)  Impala II, σκέψη 129.

(86)  Υπόθεση ES/2005/0330.

(87)  Impala II, σκέψη 121. Βλέπε επίσης τη συγκεκριμένη επεξηγηματική σημείωση, τμήμα «ανεπάρκειες της αγοράς σε επίπεδο λιανικής».

(88)  Impala I, σκέψη 466.

(89)  Πρόσβαση που θα έδινε τη δυνατότητα στον αιτούντα πρόσβαση να γίνει πραγματικά ανταγωνιστικός σε επίπεδο λιανικής.

(90)  Μολονότι σύμφωνα με το δεύτερο κριτήριο του ελέγχου Airtours απαιτείται «παρόμοια συμπεριφορά εκ μέρους των άλλων», η συμπεριφορά αυτή πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως ανάπτυξη έντονης ανταγωνιστικής δράσης από ένα μέλος του κυρίαρχου ολιγοπωλίου ως αντίδραση σε ανάπτυξη έντονης ανταγωνιστικής δράσης από το άλλο μέλος του κυρίαρχου ολιγοπωλίου, η οποία ωστόσο ενδέχεται να έχει διαφορετική μορφή, βλέπε Airtours, ό.π., σκέψη 62.

(91)  Πρόκειται για σημαντικό σημείο, διότι η επιβολή κυρώσεων κατά του ολιγοπωλίου 1 για την παροχή πρόσβασης σε ανταγωνιστή μέσω της πρόσβασης του ολιγοπωλίου 2 σε άλλους ανταγωνιστές θα ήταν δυνατό να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην αγορά, υπονομεύοντας περαιτέρω τα κέρδη του φορέα που προβαίνει σε αντίποινα, γεγονός που την καθιστά μη αποτελεσματικό μέσο για την αποτροπή καιροσκοπικής συμπεριφοράς. Βλέπε επίσης υπόθεση ES/2005/0330.

(92)  Φορητότητα αριθμού είναι η δυνατότητα των τελικών χρηστών να διατηρούν έναν αριθμό από το εθνικό σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, ανεξαρτήτως της επιχείρησης που παρέχει την υπηρεσία, και χαμένοι πελάτες είναι το ποσοστό των συνδρομητών μιας υπηρεσίας που διακόπτουν τις συνδρομές τους στην εν λόγω υπηρεσία για ορισμένη περίοδο.

(93)  Υπόθεση ES/2005/0330.

(94)  Υπόθεση IE/2004/0121.

(95)  Βλέπε υποσημείωση 52 και επεξηγηματική σημείωση στη σύσταση 2014/710/ΕΕ, SWD(2014) 298, σ. 4.


7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/16


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση M.8824 — Mitsui Rail Capital Europe / Siemens Nederland / JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2018/C 159/02)

Στις 26 Απριλίου 2018, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να τη χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1). Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στα αγγλικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις, όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων και ημερομηνιών, καθώς και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/homepage.html?locale=el) με αριθμό εγγράφου 32018M8824. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/16


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σε κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση M.8805 — Panalpina / DFG / PA NL Perishables)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2018/C 159/03)

Στις 26 Απριλίου 2018, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να τη χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1). Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνο στα αγγλικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις, όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων και ημερομηνιών, καθώς και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/homepage.html?locale=el) με αριθμό εγγράφου 32018M8805. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/17


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

4 Μαΐου 2018

(2018/C 159/04)

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,1969

JPY

ιαπωνικό γιεν

130,37

DKK

δανική κορόνα

7,4492

GBP

λίρα στερλίνα

0,88235

SEK

σουηδική κορόνα

10,5715

CHF

ελβετικό φράγκο

1,1950

ISK

ισλανδική κορόνα

122,20

NOK

νορβηγική κορόνα

9,6440

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

25,503

HUF

ουγγρικό φιορίνι

313,87

PLN

πολωνικό ζλότι

4,2543

RON

ρουμανικό λέου

4,6620

TRY

τουρκική λίρα

5,0963

AUD

δολάριο Αυστραλίας

1,5915

CAD

δολάριο Καναδά

1,5410

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

9,3952

NZD

δολάριο Νέας Ζηλανδίας

1,7067

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,5962

KRW

ουόν Νότιας Κορέας

1 288,32

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

15,1135

CNY

κινεζικό ρενμινπί γιουάν

7,6113

HRK

κροατική κούνα

7,4040

IDR

ρουπία Ινδονησίας

16 729,91

MYR

μαλαισιανό ρινγκίτ

4,7134

PHP

πέσο Φιλιππινών

61,847

RUB

ρωσικό ρούβλι

75,4816

THB

ταϊλανδικό μπατ

38,008

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

4,2446

MXN

πέσο Μεξικού

22,9276

INR

ινδική ρουπία

80,0270


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/18


Ανακοίνωση για την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης των μέτρων αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ορισμένων σωλήνων κάθε είδους χωρίς συγκόλληση, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ουκρανίας

(2018/C 159/05)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή («η Επιτροπή») έλαβε αίτηση για την πραγματοποίηση μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) («ο βασικός κανονισμός»).

1.   Αίτηση επανεξέτασης

Η αίτηση επανεξέτασης υποβλήθηκε από τον όμιλο Interpipe («ο αιτών»), έναν όμιλο παραγωγών-εξαγωγέων από την Ουκρανία («η οικεία χώρα»).

Η μερική ενδιάμεση επανεξέταση περιορίζεται στην εξέταση της πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά τον αιτούντα.

2.   Υπό επανεξέταση προϊόν

Το υπό επανεξέταση προϊόν είναι ορισμένοι σωλήνες κάθε είδους χωρίς συγκόλληση από σίδηρο ή χάλυβα, κυκλικής διατομής, με εξωτερική διάμετρο που δεν υπερβαίνει τα 406,4 mm, με ισοδύναμο αξίας άνθρακα (CEV) που δεν υπερβαίνει το 0,86 σύμφωνα με τον τύπο και τη χημική ανάλυση του International Institute of Welding (IIW — Διεθνές Ινστιτούτο Τεχνολογίας Συγκόλλησης) (2) και το οποίο επί του παρόντος υπάγεται στους κωδικούς ΣΟ ex 7304 11 00, ex 7304 19 10, ex 7304 19 30, ex 7304 22 00, ex 7304 23 00, ex 7304 24 00, ex 7304 29 10, ex 7304 29 30, ex 7304 31 80, ex 7304 39 58, ex 7304 39 92, ex 7304 39 93, ex 7304 51 89, ex 7304 59 92 και ex 7304 59 93 (κωδικοί TARIC 7304110010, 7304191020, 7304193020, 7304220020, 7304230020, 7304240020, 7304291020, 7304293020, 7304318030, 7304395830, 7304399230, 7304399320, 7304518930, 7304599230 και 7304599320), καταγωγής Ουκρανίας («το υπό εξέταση προϊόν»),

3.   Ισχύοντα μέτρα

Τα μέτρα που ισχύουν επί του παρόντος είναι ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 585/2012 του Συμβουλίου (3), όπως τροποποιήθηκε με τους εκτελεστικούς κανονισμούς του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 795/2012 (4) και (ΕΕ) αριθ. 1269/2012 (5).

4.   Λόγοι της επανεξέτασης

Η αίτηση δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 3 βασίζεται σε αποδεικτικά εκ πρώτης όψεως, στοιχεία που υποβλήθηκαν από τον αιτούντα, σύμφωνα με τα οποία, όσον αφορά τον αιτούντα, οι συνθήκες βάσει των οποίων επιβλήθηκαν τα ισχύοντα μέτρα έχουν αλλάξει και οι αλλαγές αυτές είναι διαρκούς χαρακτήρα.

Ο αιτών ισχυρίζεται ότι η παραγωγική του δομή έχει αλλάξει. Ο όμιλος Interpipe έχει δημιουργήσει ένα νέο εργοστάσιο παραγωγής χαλύβδινων πρισμάτων, που είναι η βασική πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται στην παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος. Ως εκ τούτου, ο αιτών σήμερα είναι ένας κάθετα ολοκληρωμένος όμιλος για την παραγωγή και την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος, με σημαντικές βελτιστοποιήσεις της διαδικασίας του παραγωγής και κόστους.

Αυτή η νεόκτιστη μονάδα επέτρεψε επίσης τη διεύρυνση του χαρτοφυλακίου των ποιοτήτων χάλυβα και το αντίστοιχο φάσμα των τύπων του προϊόντος. Αυτό επέτρεψε στον αιτούντα να αρχίσει να παράγει προϊόντα υψηλής ποιότητας, όπως σωληναγωγοί υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και σωλήνες βιομηχανίας. Η διεύρυνση του φάσματος των προϊόντων συνεπάγεται σημαντική μεταβολή της ποιότητας των τύπων προϊόντων που κατασκευάζονται και εξάγονται από τον όμιλο σε σύγκριση με την προηγούμενη επανεξέταση.

Ο αιτών προσκόμισε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, όσον αφορά τον όμιλο παραγωγών-εξαγωγέων, η συνέχιση της επιβολής των μέτρων στο σημερινό επίπεδο δεν είναι πλέον αναγκαία για να αντισταθμιστεί το ζημιογόνο ντάμπινγκ. Συγκεκριμένα, ο αιτών ισχυρίζεται ότι οι σημαντικές αλλαγές στην οργάνωση της παραγωγής και το φάσμα προϊόντων του είχαν άμεσο αντίκτυπο τόσο στην εγχώρια όσο και στην εξαγωγική αγορά. Από τη σύγκριση μεταξύ αυτής της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής του προς την Ευρωπαϊκή Ένωση («ΕΕ») προκύπτει ότι το περιθώριο ντάμπινγκ φαίνεται σημαντικά χαμηλότερο από το ισχύον επίπεδο των μέτρων.

Επομένως, η συνέχιση της επιβολής μέτρων στο ισχύον επίπεδο, που είχε βασιστεί στο προγενέστερα καθορισμένο επίπεδο ντάμπινγκ, δεν είναι πλέον αναγκαία για την αντιστάθμιση του ντάμπινγκ.

5.   Διαδικασία

Η Επιτροπή, αφού κατέληξε στο συμπέρασμα, κατόπιν ενημέρωσης των κρατών μελών, ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που περιορίζεται στην εξέταση της πρακτικής ντάμπινγκ, αρχίζει την επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού.

Η έρευνα θα αξιολογήσει επίσης κατά πόσον είναι αναγκαίο να συνεχιστούν, να αρθούν ή να τροποποιηθούν τα ισχύοντα μέτρα έναντι του αιτούντος.

5.1.   Ερωτηματολόγια

Η Επιτροπή, προκειμένου να συγκεντρώσει τα στοιχεία που θεωρεί απαραίτητα για την έρευνά της, θα αποστείλει ερωτηματολόγιο στον αιτούντα. Οι πληροφορίες αυτές και τα αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή εντός 37 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.2.   Άλλες γραπτές παρατηρήσεις

Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας ανακοίνωσης, καλούνται όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους, να υποβάλουν πληροφορίες και να προσκομίσουν σχετικά αποδεικτικά στοιχεία. Οι πληροφορίες και τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή εντός 37 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά.

5.3.   Δυνατότητα ακρόασης από τις υπηρεσίες ερευνών της Επιτροπής

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ζητήσουν ακρόαση από τις υπηρεσίες ερευνών της Επιτροπής. Οποιαδήποτε αίτηση ακρόασης πρέπει να υποβάλλεται γραπτώς και να εξηγούνται οι λόγοι υποβολής της. Για ακροάσεις σχετικά με θέματα που αφορούν το αρχικό στάδιο της έρευνας, η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά συνέπεια, η αίτηση ακρόασης πρέπει να υποβληθεί εντός των συγκεκριμένων προθεσμιών που θα ορίσει η Επιτροπή κατά την επικοινωνία της με τα μέρη.

5.4.   Οδηγίες για την υποβολή γραπτών παρατηρήσεων και την αποστολή συμπληρωμένων ερωτηματολογίων και αλληλογραφίας

Οι πληροφορίες που υποβάλλονται στην Επιτροπή για τους σκοπούς των ερευνών εμπορικής άμυνας δεν υπόκεινται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη, πριν υποβάλουν στην Επιτροπή πληροφορίες και/ή στοιχεία που υπόκεινται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας τρίτων, πρέπει να ζητήσουν ειδική άδεια από τον κάτοχο των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας που να επιτρέπει ρητά στην Επιτροπή α) να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες και τα στοιχεία για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας εμπορικής άμυνας και β) να παράσχει τις πληροφορίες και/ή τα στοιχεία στα ενδιαφερόμενα για την παρούσα έρευνα μέρη σε μορφή που να τους επιτρέπει να ασκήσουν τα δικαιώματα άμυνάς τους.

Όλες οι γραπτές παρατηρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που ζητούνται στην παρούσα ανακοίνωση, καθώς και τα συμπληρωμένα ερωτηματολόγια και η αλληλογραφία των ενδιαφερόμενων μερών, τα οποία διαβιβάζονται εμπιστευτικώς, πρέπει να φέρουν την ένδειξη «Limited» («Περιορισμένης διανομής»). Τα μέρη που υποβάλλουν πληροφορίες κατά τη διάρκεια της έρευνας καλούνται να αιτιολογήσουν το αίτημά τους για εμπιστευτική μεταχείριση.

Τα μέρη που υποβάλλουν πληροφορίες περιορισμένης διανομής («Limited») οφείλουν να προσκομίσουν μη εμπιστευτικές περιλήψεις τους, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, οι οποίες θα φέρουν την ένδειξη «For inspection by interested parties» («Προς εξέταση από τα ενδιαφερόμενα μέρη»). Οι εν λόγω περιλήψεις θα πρέπει να είναι αρκετά λεπτομερείς, ώστε να επιτρέπουν την κατανόηση, σε ικανοποιητικό βαθμό, της ουσίας της πληροφορίας που υποβάλλεται εμπιστευτικά.

Αν ένα μέρος που υποβάλλει εμπιστευτικές πληροφορίες δεν εξηγήσει πειστικά τους λόγους για τους οποίους αιτείται την εμπιστευτική μεταχείρισή τους ή δεν προσκομίσει μη εμπιστευτική περίληψή τους στην απαιτούμενη μορφή και ποιότητα, η Επιτροπή μπορεί να μη λάβει υπόψη της τις εν λόγω πληροφορίες, εκτός αν αποδειχθεί ικανοποιητικά από κατάλληλες πηγές ότι οι πληροφορίες είναι σωστές.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη καλούνται να υποβάλουν όλες τις παρατηρήσεις και τις αιτήσεις τους με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, μαζί με σαρωμένες εξουσιοδοτήσεις και πιστοποιητικά, με εξαίρεση τις ογκώδεις απαντήσεις, οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται σε CD-ROM ή DVD ιδιοχείρως ή με συστημένο ταχυδρομείο. Με τη χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα ενδιαφερόμενα μέρη εκφράζουν τη συμφωνία τους με τους κανόνες που ισχύουν για την ηλεκτρονική υποβολή στοιχείων, οι οποίοι περιέχονται στο έγγραφο «CORRESPONDENCE WITH THE EUROPEAN COMMISSION IN TRADE DEFENCE CASES» (ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ), το οποίο δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου: http://trade.ec.europa.eu/doclib/docs/2011/june/tradoc_148003.pdf Τα ενδιαφερόμενα μέρη πρέπει να δηλώσουν την επωνυμία, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και να διασφαλίσουν ότι η παρεχόμενη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου είναι η λειτουργική και επίσημη επιχειρηματική τους διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, η οποία ελέγχεται σε καθημερινή βάση. Από τη στιγμή που θα υποβληθούν τα στοιχεία επικοινωνίας, η Επιτροπή θα επικοινωνεί με τα ενδιαφερόμενα μέρη μόνο μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εκτός αν τα εν λόγω μέρη ζητήσουν ρητά να λαμβάνουν όλα τα έγγραφα της Επιτροπής με άλλα μέσα επικοινωνίας ή εκτός αν η φύση του προς αποστολή εγγράφου απαιτεί τη χρήση συστημένου ταχυδρομείου. Για περαιτέρω κανόνες και πληροφορίες σχετικά με την αλληλογραφία με την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένων των αρχών που εφαρμόζονται για την υποβολή παρατηρήσεων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να συμβουλεύονται τις οδηγίες επικοινωνίας με τα ενδιαφερόμενα μέρη που αναφέρονται ανωτέρω.

Διεύθυνση αλληλογραφίας της Επιτροπής::

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Γενική Διεύθυνση Εμπορίου

Διεύθυνση H

Γραφείο: CHAR 04/039

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIUM

Email: TRADE-R689-SPT@ec.europa.eu

6.   Άρνηση συνεργασίας

Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες, δεν τις παρέχει εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται είτε καταφατικά είτε αποφατικά συμπεράσματα με βάση τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

Αν διαπιστωθεί ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος έχει προσκομίσει ψευδή ή παραπλανητικά στοιχεία, τα εν λόγω στοιχεία δεν λαμβάνονται υπόψη και είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν τα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία.

Εάν ένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν συνεργάζεται ή συνεργάζεται μόνον εν μέρει, με συνέπεια τα συμπεράσματα να βασίζονται στα διαθέσιμα πραγματικά στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού, το αποτέλεσμα ενδέχεται να είναι λιγότερο ευνοϊκό για το εν λόγω μέρος από ό,τι θα ήταν εάν είχε συνεργαστεί.

Η μη παροχή απάντησης σε μηχανογραφημένη μορφή δεν θεωρείται άρνηση συνεργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι το οικείο ενδιαφερόμενο μέρος αποδεικνύει ότι η παροχή απάντησης στη ζητούμενη μορφή θα συνεπαγόταν υπέρμετρο επιπρόσθετο φόρτο ή κόστος. Το ενδιαφερόμενο μέρος θα πρέπει να επικοινωνήσει αμέσως με την Επιτροπή.

7.   Σύμβουλος ακροάσεων

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ζητήσουν την παρέμβαση του συμβούλου ακροάσεων για τις διαδικασίες εμπορικών προσφυγών. Ο σύμβουλος ακροάσεων ενεργεί ως μεσάζων μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών και των υπηρεσιών έρευνας της Επιτροπής. Ο σύμβουλος ακροάσεων εξετάζει τις αιτήσεις πρόσβασης στον φάκελο, τις διαφωνίες σχετικά με τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των εγγράφων, τις αιτήσεις παράτασης προθεσμιών και τις αιτήσεις ακρόασης από τρίτους. Ο σύμβουλος ακροάσεων μπορεί να διοργανώσει ακρόαση με ένα επιμέρους ενδιαφερόμενο μέρος και να μεσολαβήσει ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης άσκηση των δικαιωμάτων υπεράσπισης των ενδιαφερόμενων μερών.

Η αίτηση ακρόασης από τον σύμβουλο ακροάσεων θα πρέπει να υποβάλλεται γραπτώς και να εξηγούνται οι λόγοι υποβολής της. Για ακροάσεις σχετικά με θέματα που αφορούν το αρχικό στάδιο της έρευνας, η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συνέχεια, η αίτηση ακρόασης θα πρέπει να υποβάλλεται εντός των συγκεκριμένων προθεσμιών που ορίζει η Επιτροπή κατά την επικοινωνία της με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Για περισσότερες πληροφορίες και στοιχεία επικοινωνίας, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να ανατρέξουν στις ιστοσελίδες του συμβούλου ακροάσεων στον δικτυακό τόπο της ΓΔ Εμπορίου: http://ec.europa.eu/trade/trade-policy-and-you/contacts/hearing-officer/

8.   Χρονοδιάγραμμα της έρευνας

Η έρευνα θα ολοκληρωθεί, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, εντός 15 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9.   Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που θα συγκεντρωθούν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας θα γίνει σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (6).


(1)  ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21.

(2)  Το CEV καθορίζεται σύμφωνα με την τεχνική έκθεση (Technical Report, 1967, IIW doc. IX-535-67), που δημοσίευσε το Διεθνές Ινστιτούτο Τεχνολογίας Συγκόλλησης (International Institute of Welding) (IIW).

(3)  ΕΕ L 174 της 4.7.2012, σ. 5.

(4)  ΕΕ L 238 της 4.9.2012, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 357 της 28.12.2012, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.


ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/22


Δημοσίευση αίτησης έγκρισης τροποποίησης ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

(2018/C 159/06)

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την παρούσα τροποποίηση ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 664/2014 της Επιτροπής (1).

ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΗΣΣΟΝΟΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ

Αίτηση έγκρισης τροποποίησης ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (2)

«CORDERO DE NAVARRA» ή «NAFARROAKO ARKUMEA»

Αριθ. ΕΕ: PGI-ES-0212-AM01 — 8.9.2017

ΠΟΠ ( ) ΠΓΕ ( X ) ΕΠΙΠ ( )

1.   Αιτούσα ομάδα και έννομο συμφέρον

Ονομασία:

Consejo Regulador de la Indicación Geográfica Protegida Cordero de Navarra o Nafarroako Arkumea [Ρυθμιστικό Συμβούλιο της Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea»]

Διεύθυνση:

Avenida Serapio Huici, 22

Edificio Peritos

31610 Villava

NAVARRA

ESPAÑA

Τηλ.

+34 948013040

Φαξ

+34 948013041

Ηλεκτρονική διεύθυνση:

info@intiasa.es

Η αιτούσα ομάδα εκπροσωπεί τα συλλογικά συμφέροντα των παραγωγών του «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea». Έχει έννομο συμφέρον στην παρούσα αίτηση τροποποίησης των προδιαγραφών του προϊόντος και είναι, επίσης, η ίδια ομάδα που υπέβαλε την αρχική αίτηση αναγνώρισης του καθεστώτος ΠΓΕ για το «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea».

Το Ρυθμιστικό Συμβούλιο της ΠΓΕ «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea» είναι ένωση αποτελούμενη από τους παραγωγούς του «Cordero de Navarra». Στους σκοπούς του Ρυθμιστικού Συμβουλίου περιλαμβάνονται η ανάδειξη της αξίας του προϊόντος και η βελτίωση των επιδόσεων του καθεστώτος ΠΓΕ, σύμφωνα με το άρθρο 45 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012.

Σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, το Ρυθμιστικό Συμβούλιο έχει επιφορτιστεί με την προώθηση της ποιότητας του «Cordero de Navarra» και την εποπτεία και προάσπιση της φήμης του προϊόντος. Οι πτυχές αυτές αντικατοπτρίζονται στον εσωτερικό κανονισμό του Ρυθμιστικού Συμβουλίου, ο οποίος αποτελεί τμήμα των κανονιστικών ρυθμίσεων που διέπουν την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea» και το Ρυθμιστικό Συμβούλιό της, και εγκρίθηκαν με την απόφαση του υπουργείου Γεωργίας, Αλιείας και Τροφίμων APA/1413/2002 της 23ης Μαΐου 2002.

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Ισπανία

3.   Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά/-ούν η/οι τροποποίηση/-σεις

Περιγραφή του προϊόντος

Απόδειξη της καταγωγής

Μέθοδος παραγωγής

Δεσμός

Επισήμανση

Άλλο (οργανισμός ελέγχου και δεσμευτική εθνική νομοθεσία)

4.   Τύπος τροποποίησης/-εων

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ η οποία μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, που δεν περιλαμβάνει τροποποίηση του δημοσιευμένου ενιαίου εγγράφου

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ η οποία μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, και η οποία απαιτεί τροποποίηση του δημοσιευμένου ενιαίου εγγράφου.

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ η οποία μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ενιαίο έγγραφο (ή ισοδύναμο έγγραφο).

Τροποποίηση των προδιαγραφών προϊόντος καταχωρισμένης ΕΠΙΠ η οποία μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012.

Η τροποποίηση ήσσονος σημασίας που περιγράφεται στην παρούσα πρόταση διορθώνει σφάλματα και επικαιροποιεί ορισμένες αναφορές σε περιστάσεις που έχουν αλλάξει από την εποχή της αρχικής έγκρισης των προδιαγραφών του προϊόντος. Οι τροποποιήσεις αφορούν τα ακόλουθα τμήματα των προδιαγραφών:

—   B) Περιγραφή του προϊόντος — επικαιροποιήθηκαν οι αναφορές στη νομοθεσία σχετικά με την ταξινόμηση των σφαγίων, ώστε να αντικατοπτρίζουν τη νομοθεσία που ισχύει επί του παρόντος· η εν λόγω επικαιροποίηση δεν συνεπάγεται καμία αλλαγή ως προς την περιγραφή του πιστοποιημένου προϊόντος.

—   Δ) Απόδειξη της καταγωγής — απαλείφθηκε αναφορά σε οργανισμό ελέγχου που δεν υφίσταται πλέον· ο νέος οργανισμός ελέγχου αναφέρεται στο τμήμα Ζ.

—   Ε) Μέθοδος παραγωγής — διορθώθηκε σφάλμα όσον αφορά τη σύνθεση των ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται για την πάχυνση μικρών αμνών και επικαιροποιήθηκε η αναφορά στο ισπανικό εθνικό πρότυπο 45011 με αναφορά του προτύπου ISO/IEC 17065.

—   Ζ) Οργανισμός ελέγχου — προσαρμόστηκε η αναφορά στον οργανισμό ελέγχου ώστε να αντικατοπτρίζει την αλλαγή επωνυμίας.

—   Η) Δεσμευτική εθνική νομοθεσία — το τμήμα αυτό επικαιροποιήθηκε ώστε να αντικατοπτρίζει τη νομοθεσία που ισχύει στην Ισπανία επί του παρόντος.

—   Άλλο— απαλείφθηκε από την πρώτη σελίδα η αναφορά στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92, ο οποίος έχει καταργηθεί.

Βάσει των ανωτέρω, και σύμφωνα με τη λεπτομερή αιτιολόγηση της παρούσας αίτησης, οι τροποποιήσεις των προδιαγραφών του προϊόντος για τη ΠΓΕ «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea» που περιγράφονται στην παρούσα αίτηση για έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας θα πρέπει να χαρακτηριστούν ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, δεδομένου ότι:

Η τροποποίηση στο τμήμα Β) (Περιγραφή του προϊόντος) δεν επηρεάζει τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του προϊόντος. Πρόκειται απλώς για επικαιροποίηση του κειμένου ώστε να αναφέρεται στη νομοθεσία της ΕΕ που ισχύει επί του παρόντος.

Ο δεσμός, όπως περιγράφεται στο τμήμα ΣΤ) των προδιαγραφών του προϊόντος, παραμένει αμετάβλητος.

Δεν περιλαμβάνεται αλλαγή της ονομασίας του προϊόντος ή τμήματος αυτής.

Η οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή που περιγράφεται στο τμήμα Γ) (Γεωγραφική περιοχή) παραμένει αμετάβλητη.

οι τροποποιήσεις δεν συνεπάγονται επιπλέον περιορισμούς στην εμπορία του προϊόντος ή των πρώτων υλών του.

5.   Τροποποίηση/-εις

Τροποποίηση 1: Περιγραφή και αιτιολόγηση

Τμήμα Β: Περιγραφή του προϊόντος

Κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ, η ισπανική νομοθεσία για την ποιότητα των σφαγίων προβάτων, η οποία αναφέρεται στις προδιαγραφές του προϊόντος (απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 1975 όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση της 24ης Σεπτεμβρίου 1987), καταργήθηκε ρητώς με την υπουργική απόφαση ARM/2279/2010 της 20ής Αυγούστου 2010. Οι αναφορές στην προηγούμενη νομοθεσία έχουν, επομένως, απαλειφθεί.

Το κείμενο επικαιροποιήθηκε ώστε να αναφέρεται στην κλίμακα ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων, σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο που ισχύει από τις 20 Απριλίου 2017. Η εν λόγω αναθεώρηση δεν συνεπάγεται καμία αλλαγή στην περιγραφή των χαρακτηριστικών του προϊόντος, δεδομένου ότι τα σφάγια αμνών εξακολουθούν να ταξινομούνται χρησιμοποιώντας το προηγουμένως ισχύον μοντέλο, όπως αυτό περιγράφεται στις προδιαγραφές του προϊόντος.

Ισχύον κείμενο:

Β.   Περιγραφή του προϊόντος

α)   Αμνοί γάλακτος:

Αμνοί των κατηγοριών αμνών γάλακτος Extra και Primera όπως περιγράφονται στο πρότυπο ποιότητας για τα σφάγια αμνών (απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 1975 όπως τροποποιήθηκε με απόφαση της 24ης Σεπτεμβρίου 1987). Η «πρώτη» ποιότητα των κατηγοριών «Α» ή «Β» της κοινοτικής κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων μικρών αμνών [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2137/92 του Συμβουλίου και κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 461/93 της Επιτροπής] εφαρμόζεται επίσης για σφάγια που προέρχονται από ζώντες αμνούς Navarra και Lacho.

Αρσενικοί ή θηλυκοί αμνοί των φυλών Lacho ή Navarra, που τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας έως τη στιγμή της σφαγής, με βάρος σφαγίου (μαζί με την κεφαλή και τα παραπροϊόντα σφαγίου) μεταξύ 5 και 8 κιλών (φυλή Lacho) ή μεταξύ 6 και 8 κιλών (φυλή Navarra), και ηλικίας έως 45 ημερών.

Μικρό ή μέτριο στρώμα λίπους (κατηγορία 2 ή 3 της κοινοτικής κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων μικρών αμνών που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2137/92 του Συμβουλίου και τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 461/93 της Επιτροπής.

Χρώμα κρέατος: λευκό ιριδίζον έως ροζ ανοικτό.

Το κρέας είναι τρυφερό και πολύ χυμώδες, με απαλή υφή και χαρακτηριστική γεύση.

β)   Μικροί αμνοί

Αμνοί των κατηγοριών μικρών αμνών Extra και Primera όπως περιγράφονται στο πρότυπο ποιότητας για τα σφάγια αμνών (απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 1975 όπως τροποποιήθηκε με απόφαση της 24ης Σεπτεμβρίου 1987). Η «πρώτη» ποιότητα των κατηγοριών «Β» ή «Γ» της κοινοτικής κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων μικρών αμνών [κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2137/92 του Συμβουλίου και κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 461/93 της Επιτροπής] εφαρμόζεται επίσης για σφάγια που προέρχονται από ζώντες αμνούς Navarra.

Αρσενικοί ή θηλυκοί αμνοί της φυλής Navarra, που τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας επί τουλάχιστον 45 ημέρες μετά τη γέννησή τους. Κατά τη διάρκεια της περιόδου πάχυνσης, οι αμνοί τρέφονται με λευκό άχυρο, συμπυκνωμένη τροφή με βάση τα σιτηρά, ψυχανθή, βιταμίνες και ανόργανα συστατικά. Για τους αμνούς που δεν έχουν απογαλακτισθεί μετά τις 45 ημέρες, οι παραπάνω ουσίες συμπληρώνονται με μητρικό γάλα κατά την περίοδο πάχυνσης. Το βάρος των σφαγίων μικρών αμνών είναι (εκτός της κεφαλής και των παραπροϊόντων σφαγίου) 9-12 κιλά και η ηλικία τους δεν υπερβαίνει τις 110 ημέρες.

Μικρό ή μέτριο στρώμα λίπους (κατηγορία 2 ή 3 της κοινοτικής κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων μικρών αμνών που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2137/92 του Συμβουλίου και τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 461/93 της Επιτροπής.

Χρώμα κρέατος: ροζ ανοικτό.

Το κρέας είναι ελαφρώς διάστικτο με ενδομυϊκό λίπος, είναι τρυφερό και πολύ χυμώδες, με απαλή υφή και χαρακτηριστική γεύση.

Τροποποιημένο κείμενο:

α)   Αμνοί γάλακτος:

Σφάγια «πρώτης» ποιότητας των κατηγοριών «Α» ή «Β» της «Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων» [κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής] που προέρχονται από ζώντες αμνούς Navarra και Lacho.

Αρσενικοί ή θηλυκοί αμνοί των φυλών Lacho ή Navarra, που τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας έως τη στιγμή της σφαγής, με βάρος σφαγίου (μαζί με την κεφαλή και τα παραπροϊόντα σφαγίου) μεταξύ 5 και 8 κιλών (φυλή Lacho) ή μεταξύ 6 και 8 κιλών (φυλή Navarra), και ηλικίας έως 45 ημερών.

Μικρό ή μέτριο στρώμα λίπους [κατηγορία 2 ή 3 της «Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων», που θεσπίστηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής].

Χρώμα κρέατος: ροζ ανοικτό.

Το κρέας είναι τρυφερό και πολύ χυμώδες, με απαλή υφή και χαρακτηριστική γεύση.

β)   Μικροί αμνοί

Σφάγια «πρώτης» ποιότητας των κατηγοριών «Β» ή «Γ» της «Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων» [κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής] που προέρχονται από ζώντες αμνούς Navarra.

Αρσενικοί ή θηλυκοί αμνοί της φυλής Navarra, που τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας επί τουλάχιστον 45 ημέρες μετά τη γέννησή τους. Κατά τη διάρκεια της περιόδου πάχυνσης, οι αμνοί τρέφονται με λευκό άχυρο, συμπυκνωμένη τροφή με βάση τα σιτηρά, ψυχανθή, βιταμίνες και ανόργανα συστατικά. Για τους αμνούς που δεν έχουν απογαλακτισθεί μετά τις 45 ημέρες, οι παραπάνω ουσίες συμπληρώνονται με μητρικό γάλα κατά την περίοδο πάχυνσης. Το βάρος των σφαγίων μικρών αμνών είναι (εκτός της κεφαλής και των παραπροϊόντων σφαγίου) 9-12 κιλά και η ηλικία τους δεν υπερβαίνει τις 110 ημέρες.

Μικρό ή μέτριο στρώμα λίπους [κατηγορία 2 ή 3 της «Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων», που θεσπίστηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής].

Χρώμα κρέατος: ροζ ανοικτό.

Το κρέας είναι ελαφρώς διάστικτο με ενδομυϊκό λίπος, είναι τρυφερό και πολύ χυμώδες, με απαλή υφή και χαρακτηριστική γεύση.

Τροποποίηση 2: Περιγραφή και αιτιολόγηση

Τμήμα Δ: Απόδειξη ότι το προϊόν προέρχεται από την περιοχή

Προτείνεται να απαλειφθούν από την πρώτη παράγραφο αυτού του τμήματος οι αναφορές στον οργανισμό ελέγχου (ο οποίος δεν υφίσταται πλέον). Αυτό σημαίνει ότι αναφορά στον οργανισμό ελέγχου θα υπάρχει μόνο στο τμήμα Ζ (Οργανισμός ελέγχου), αποφεύγοντας έτσι άσκοπες επαναλήψεις.

Ισχύον κείμενο:

Δ.   Απόδειξη ότι το προϊόν προέρχεται από την περιοχή

Το Instituto de Calidad Agroalimentaria de Navarra (ICAN) είναι ο οργανισμός ελέγχου για την εν λόγω προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη.

Ο εν λόγω οργανισμός είναι αρμόδιος για τη διαχείριση του συστήματος πιστοποίησης του προϊόντος και, επομένως, για τη διεξαγωγή των ελέγχων με σκοπό την επαλήθευση δύο στοιχείων: πρώτον, ότι το προϊόν παράγεται και υποβάλλεται σε επεξεργασία ή παρασκευάζεται εντός συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής, και, δεύτερον, ότι τα χαρακτηριστικά του προϊόντος ανταποκρίνονται στην περιγραφή που περιλαμβάνεται στις προδιαγραφές του προϊόντος.

Τροποποιημένο κείμενο:

Ο οργανισμός ελέγχου για την παρούσα ΠΓΕ είναι αρμόδιος για τη διαχείριση του μηχανισμού πιστοποίησης του προϊόντος και, επομένως, για τη διεξαγωγή των ελέγχων που αποβλέπουν στην επαλήθευση δύο στοιχείων: πρώτον, ότι το προϊόν παράγεται και υποβάλλεται σε επεξεργασία ή παρασκευάζεται εντός συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής, και, δεύτερον, ότι τα χαρακτηριστικά του προϊόντος ανταποκρίνονται στην περιγραφή που περιλαμβάνεται στις προδιαγραφές του προϊόντος.

Τροποποίηση 3: Περιγραφή και αιτιολόγηση

Τμήμα E Μέθοδος παραγωγής

β)   Περίοδος ανάπτυξης και πάχυνσης:

Η δεύτερη παράγραφος αυτής της υποενότητας τροποποιήθηκε προκειμένου να γίνει πιο εύληπτη. Η χρήση προϊόντων φυτικής προέλευσης που επιτρέπονται βάσει του νόμου, εκτός από τα προϊόντα που προέρχονται από σιτηρά και ψυχανθή, δεν επιτρεπόταν βάσει του αρχικού κειμένου λόγω σφάλματος, το οποίο τώρα διορθώθηκε.

Οι προδιαγραφές του προϊόντος για την παρούσα ΠΓΕ εκπονήθηκαν από το 2002 έως το 2006, όταν η χρήση υποπροϊόντων στις ζωοτροφές ήταν υπό συζήτηση, λόγω της κρίσης της ΣΕΒ. Ω ς εκ τούτου, η ΕΕ θέσπισε μια σειρά προληπτικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης χορήγησης στα μηρυκαστικά κρεαταλεύρων, αιματαλεύρων ή ζελατίνης (μεταξύ άλλων ουσιών).

Δεδομένου ότι οι προδιαγραφές του προϊόντος εκπονήθηκαν κατά την εν λόγω περίοδο, προέκυψε το ανωτέρω σφάλμα, σκοπός του οποίου ήταν να αποκλειστούν, σύμφωνα με την αρχή της προφύλαξης, τα ζωικά υποπροϊόντα.

Έκτοτε, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει και θέσει σε εφαρμογή νομοθετικές ρυθμίσεις σχετικά με τις ζωοτροφές. Υπάρχουν πλέον κανόνες που αποβλέπουν στην προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων, οι οποίοι περιλαμβάνουν κατάλογο επιτρεπόμενων και απαγορευμένων πρώτων υλών, αποδεκτών επεξεργασιών, όρων χρήσης και ανώτατων ορίων ανεπιθύμητων ουσιών.

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 68/2013 της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 2013, που θεσπίζει κατάλογο πρώτων υλών ζωοτροφών, ορίζει στο σημείο 11 των γενικών διατάξεων ότι «χρησιμοποιείται η λέξη “προϊόν” αντί της λέξης “υποπροϊόν” για να αποτυπώσει όσο το δυνατόν καλύτερα την κατάσταση που επικρατεί στην αγορά και τη γλώσσα που χρησιμοποιούν στην πράξη οι επιχειρήσεις […]». Επομένως, δεν είναι πλέον απαραίτητη η χρήση του όρου «υποπροϊόν» στις προδιαγραφές του προϊόντος.

Καθώς η χρήση βιταμινών και ανόργανων συστατικών σε ζωοτροφές πάχυνσης περιλαμβάνεται στην αρχή της ενότητας που προτείνεται να τροποποιηθεί, κρίνεται αναγκαία η τροποποίησή της με σκοπό να απαγορευθεί η παρουσία προϊόντων ζωικής προέλευσης (κατηγορίες 9 και 10 του καταλόγου πρώτων υλών ζωοτροφών) στη σύνθεση ζωοτροφών, σύμφωνα με το πνεύμα των προδιαγραφών.

Η χρήση πρώτων υλών φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των κατηγοριών 2 (Ελαιούχοι σπόροι, ελαιούχοι καρποί και προϊόντα τους), 4 (Κόνδυλοι, ρίζες και προϊόντα τους), 5 (Άλλοι σπόροι και καρποί και προϊόντα τους] αποτελεί κοινή πρακτική για τις ζωοτροφές μηρυκαστικών. Η προσθήκη τους στις ζωοτροφές για την πάχυνση των αμνών είναι απαραίτητη από την άποψη της διατροφικής αξίας, αλλά και για τον σκοπό της διασφάλισης της ποιότητας του τελικού προϊόντος.

Για την εκτροφή υγιών αμνών και την παραγωγή κρέατος υψηλής ποιότητας, οι ζωοτροφές που χορηγούνται στα ζώα πρέπει να παρέχουν ισορροπημένη δόση όλων των θρεπτικών ουσιών που χρειάζονται οι αμνοί, αποφεύγοντας τυχόν πλεονάσματα ή ελλείμματα θρεπτικών συστατικών.

Η χρήση πρωτεϊνών ελαιούχων σπόρων (όπως άλευρο ηλιόσπορου, άλευρο κραμβόσπορου κ.λπ.) είναι απαραίτητη ώστε να εξασφαλίζεται ότι υπάρχουν αρκετές πρωτεΐνες στις ζωοτροφές που χρησιμοποιούνται για την πάχυνση των αμνών.

Η απαιτούμενη ποσότητα πρωτεϊνών δεν επιτυγχάνεται μόνο με σιτηρά και ψυχανθή. Ακόμη και χρησιμοποιώντας μεγάλες ποσότητες ψυχανθών και συμπληρώνοντάς τες με πρωτεϊνούχα φυτά, όπως κουκιά, δεν επιτυγχάνεται πάντα το απαιτούμενο επίπεδο πρωτεϊνών. Επιπλέον, οι πρωτεΐνες που χορηγούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι εύκολα διασπάσιμες και τα χαρακτηριστικά των αμινοξέων τους δεν είναι τα πλέον κατάλληλα.

Οι ζωοτροφές που περιέχουν μεγάλη ποσότητα εύκολα διασπάσιμων πρωτεϊνών μπορούν να οδηγήσουν σε υψηλά επίπεδα αμμωνίας στο αίμα, τα οποία ευθύνονται ενίοτε για ηπατικές διαταραχές των αμνών.

Επομένως, η διατροφή κατά την περίοδο πάχυνσης θα πρέπει να βασίζεται σε προϊόντα φυτικής προέλευσης με ισορροπημένη διατροφική σύνθεση, με βάση τις συστάσεις και τα όρια που ορίζονται στα παρασκευάσματα ζωοτροφών τα οποία περιλαμβάνονται στους πίνακες ζωοτροφών που δημοσιεύονται σε περιοδική βάση από έγκυρους φορείς, όπως οι κατωτέρω:

National Research Council (NRC), Board on Agriculture and Natural Resources (ΗΠΑ)·

Institut National de la Recherche Agronomique (INRA) (Γαλλία)·

Fundación Española para el Desarrollo de la Nutrición Animal (FEDNA) (Ισπανία).

Προκειμένου να διασφαλιστεί η χρήση ζωοτροφών ασφαλών και κατάλληλων για τον εκάστοτε σκοπό, ο πίνακας συστατικών των ζωοτροφών του FEDNA περιγράφει κάθε προϊόν που χρησιμοποιείται για την παρασκευή ζωοτροφής, περιλαμβάνει συστάσεις χρήσης, θρεπτικές αξίες και, κατά περίπτωση, μέγιστα όρια ανά είδος. Για παράδειγμα, οι ποσότητες για τους διάφορους ελαιούχους σπόρους είναι οι εξής:

Άλευρο ηλιόσπορου, 36 % ακατέργαστη πρωτεΐνη

Άλευρο λιναρόσπορου

Άλευρο βαμβακόσπορου, 38 % ακατέργαστη πρωτεΐνη

Σειρά δημοσιεύσεων υποστηρίζουν τη χρήση άλλων πρώτων υλών, εκτός των σιτηρών και των ψυχανθών, ως έναν τρόπο εξασφάλισης των αναγκαίων θρεπτικών συστατικών κατά την περίοδο πάχυνσης και διατήρησης, παράλληλα, της ποιότητας των σφαγίων:

O. Urrutia, J.A. Mendizabal, K. Insausti, B. Soret, A. Purroy, A. Arana, ‘Effect of linseed dietary supplementation on adipose tissue development, fatty acid composition, and lipogenic gene expression in lambs’ («Τα αποτελέσματα των συμπληρωμάτων διατροφής από λιναρόσπορο στην ανάπτυξη του λιπώδους ιστού, στη σύνθεση των λιπαρών οξέων και στο γονίδιο της λιπογένεσης στους αμνούς»), στο Livestock Science, τόμος 178, 2015, σελίδες 345-356.

O. Urrutia, B. Soret, K. Insausti, J.A. Mendizabal, A. Purroy, A. Arana, ‘The effects of linseed or chia seed dietary supplementation on adipose tissue development, fatty acid composition, and lipogenic gene expression in lambs’ («Τα αποτελέσματα των συμπληρωμάτων διατροφής από λιναρόσπορο ή σπόρους chia στην ανάπτυξη του λιπώδους ιστού, στη σύνθεση των λιπαρών οξέων και στην έκφραση του γονιδίου λιπογένεσης στους αμνούς») στο Small Ruminant Research, τόμος 123, 2015, σελίδες 204-211.

Juan Ignacio Gutiérrez Cabanillas, ‘Efecto de la adición de subproductos derivados del tomate y otras fuentes de antioxidantes durante el cebo de corderos de raza merina sobre la calidad de la canal y de la carne fresca y envasada en atmósferas protectoras’ («Προσθήκη υποπροϊόντων προερχόμενων από ντομάτες και άλλες πηγές αντιοξειδωτικών παραγόντων κατά την πάχυνση των αμνών Merino: αποτελέσματα στην ποιότητα των σφαγίων και στην ποιότητα του νωπού κρέατος σε συσκευασίες σε τροποποιημένη ατμόσφαιρα»), Πανεπιστήμιο της Extremadura, 2015.

Τέλος, η αναφορά στο ισπανικό εθνικό πρότυπο 45011 στην τελευταία παράγραφο του υποτμήματος «υγεία και ευζωία» αντικαταστάθηκε με αναφορά στο πρότυπο που εφαρμόζεται σήμερα, το ISO/IEC 17065:2012.

Ισχύον κείμενο:

β)   Περίοδος ανάπτυξης και πάχυνσης:

Η φάση αυτή αφορά μόνο τους μικρούς αμνούς [ternascos]. Ξεκινάει με τον απογαλακτισμό (που δεν είναι υποχρεωτικός), όταν ο αμνός είναι περίπου 45 ημερών, και ολοκληρώνεται με τη σφαγή του.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο αμνός τρέφεται με λευκό άχυρο, συμπυκνωμένη τροφή με βάση τα σιτηρά, τα ψυχανθή, βιταμίνες και ανόργανα συστατικά. Αν ο αμνός δεν έχει απογαλακτιστεί, λαμβάνει επιπλέον μητρικό γάλα. Οι συμπυκνωμένες ζωοτροφές δεν πρέπει να περιέχουν ουρία ή οποιαδήποτε υποπροϊόντα μη προερχόμενα από σιτηρά ή ψυχανθή.

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση ουσιών που ενδέχεται να επηρεάσουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, τον κανονικό ρυθμό αύξησης και ανάπτυξης του αμνού.

Τροποποιημένο κείμενο:

β)   Περίοδος ανάπτυξης και πάχυνσης:

Η φάση αυτή αφορά μόνο τους μικρούς αμνούς [ternascos]. Ξεκινάει με τον απογαλακτισμό (που δεν είναι υποχρεωτικός), όταν ο αμνός είναι περίπου 45 ημερών, και ολοκληρώνεται με τη σφαγή του.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ο αμνός τρέφεται με λευκό άχυρο, συμπυκνωμένη τροφή με βάση κυρίως τα σιτηρά, ψυχανθή, βιταμίνες και ανόργανα συστατικά. Αν ο αμνός δεν έχει απογαλακτιστεί, λαμβάνει επιπλέον μητρικό γάλα. Οι συμπυκνωμένες ζωοτροφές δεν πρέπει να περιέχουν ουρία ή οποιοδήποτε προϊόν ζωικής προέλευσης.

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση ουσιών που ενδέχεται να επηρεάσουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, τον κανονικό ρυθμό αύξησης και ανάπτυξης του αμνού.

Ισχύον κείμενο:

Αν το Ρυθμιστικό Συμβούλιο κρίνει σκόπιμο, μπορεί να καταρτίσει έγγραφα στα οποία θεσπίζονται οι όροι που είναι αναγκαίοι για τη διασφάλιση της σωστής μεταχείρισης των ζώων στα αγροκτήματα, πάντα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του προτύπου 45011.

Τροποποιημένο κείμενο:

Αν το Ρυθμιστικό Συμβούλιο κρίνει σκόπιμο, μπορεί να καταρτίσει έγγραφα στα οποία θεσπίζονται οι όροι που είναι αναγκαίοι για τη διασφάλιση της σωστής μεταχείρισης των ζώων στα αγροκτήματα, πάντα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του προτύπου ISO/IEC 17065.

Τροποποίηση 4: Περιγραφή και αιτιολόγηση

Τμήμα Ζ Οργανισμός ελέγχου

Η αναφορά στον οργανισμό ελέγχου επικαιροποιήθηκε ώστε να αντικατοπτρίζει το νέο όνομά του. Οι δημόσιες επιχειρήσεις Riegos del Canal de Navarra, S.A.U., Riegos de Navarra, S.A.U., Instituto de Calidad Agroalimentaria de Navarra, S.A.U. (ICAN), Instituto Técnico y de Gestión Ganadera, S.A.U. και Instituto Técnico y de Gestión Agrícola, S.A.U. συγχωνεύθηκαν την 1η Οκτωβρίου 2011 σε έναν φορέα, το Instituto Navarro de Tecnologías e Infraestructuras Agroalimentarias, SA (INTIA).

Η εν λόγω συγχώνευση δεν προκάλεσε αλλαγές στις σχέσεις με τον οργανισμό διαπίστευσης, τις αρμόδιες αρχές και τις πιστοποιημένες επιχειρήσεις, αφού:

οι συμφωνίες και οι συμβάσεις που έχουν υπογραφεί από το ινστιτούτο ICAN παραμένουν σε ισχύ και το ινστιτούτο INTIA SA έχει αναλάβει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των παραπάνω επιχειρήσεων·

τα πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί από το τμήμα πιστοποίησης του ICAN εξακολουθούν να είναι έγκυρα·

ολόκληρο το τμήμα πιστοποίησης του ICAN έχει μεταφερθεί στο τμήμα γεωργικών προϊόντων διατροφής του νέου φορέα και διατηρεί την ίδια δομή και τις ίδιες αρμοδιότητες και καθήκοντα για το προσωπικό του·

το ινστιτούτο INTIA διατηρεί τη διαπίστευση 52/C-PR-120 σύμφωνα με το πρότυπο ISO/IEC 17065 για την πιστοποίηση, μεταξύ άλλων, της ΠΓΕ «Cordero de Navarra», που αρχικά είχε απονεμηθεί στο ICAN παραμένει σε ισχύ, με ως διαπιστευμένο φορέα.

Ισχύον κείμενο:

Το Instituto de Calidad Agroalimentaria de Navarra (ICAN) είναι ο οργανισμός ελέγχου για την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη «Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea».

Το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του οργανισμού ελέγχου είναι:

Όνομα:

Instituto de Calidad Agroalimentaria de Navarra (ICAN)

Διεύθυνση:

Avenida Serapio Huici, 22

Edificio Peritos

31610 Villava

NAVARRA

ESPAÑA

Τηλ.

+34 948013045

Φαξ

+34 948071549

Τροποποιημένο κείμενο:

Το Instituto Navarro de Tecnologías e Infraestructuras Agroalimentarias, SA (INTIA) είναι ο οργανισμός ελέγχου για την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη «.Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea».

Το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του οργανισμού ελέγχου είναι:

Όνομα:

Instituto Navarro de Tecnologías e Infraestructuras Agroalimentarias, SA (INTIA)

Διεύθυνση:

Avenida Serapio Huici, 22

Edificio Peritos

31610 Villava

NAVARRA

ESPAÑA

Τηλ.

+34 948013045

Φαξ

+34 948071549

Τροποποίηση 5: Περιγραφή και αιτιολόγηση

Τμήμα I) Δεσμευτική εθνική νομοθεσία

Ο κατάλογος δεσμευτικών εθνικών καθεστώτων επικαιροποιήθηκε ώστε να αντικατοπτρίζει την ισχύουσα εθνική νομοθεσία.

Ισχύον κείμενο:

Καθεστώς για τα αμπελοοινικά προϊόντα και τα αλκοολούχα ποτά (Νόμος 25/1970 της 2ας Δεκεμβρίου 1970)

Κανονισμοί εφαρμογής του νόμου 25/1970 (Διάταγμα 835/1972 της 23ης Μαρτίου 1972)

Απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 1994 για τον προσδιορισμό της αντιστοιχίας μεταξύ της ισπανικής νομοθεσίας και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου, όσον αφορά τις ονομασίες προέλευσης και τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

Βασιλικό διάταγμα 1643/99 της 22ας Οκτωβρίου 1999 για τη θέσπιση της διαδικασίας επεξεργασίας των αιτήσεων καταχώρισης στο κοινοτικό μητρώο προστατευομένων ονομασιών προέλευσης και προστατευομένων γεωγραφικών ενδείξεων

Τροποποιημένο κείμενο:

Βασιλικό διάταγμα 1335/2011 της 3ης Οκτωβρίου 2011 για τη θέσπιση της διαδικασίας επεξεργασίας των αιτήσεων καταχώρισης στο κοινοτικό μητρώο προστατευομένων ονομασιών προέλευσης και προστατευομένων γεωγραφικών ενδείξεων

Βασιλικό διάταγμα 149/2014 της 7ης Μαρτίου 2014 για την τροποποίηση του βασιλικού διατάγματος 1335/2011 της 3ης Οκτωβρίου 2011 για τη θέσπιση της διαδικασίας επεξεργασίας των αιτήσεων καταχώρισης στο κοινοτικό μητρώο προστατευομένων ονομασιών προέλευσης και προστατευομένων γεωγραφικών ενδείξεων

Τροποποίηση 6: Περιγραφή και αιτιολόγηση

Πρώτη σελίδα των προδιαγραφών του προϊόντος

Η αναφορά στο άρθρο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που θεσπίζει τις ελάχιστες πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνουν οι προδιαγραφές προϊόντος (κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου) απαλείφθηκε από την πρώτη σελίδα. Εκτός του ότι ο εν λόγω κανονισμός έχει πλέον καταργηθεί, έχει επίσης αποφασιστεί ότι οι προδιαγραφές δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν παρόμοιες αναφορές.

Ισχύον κείμενο:

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου

Τροποποιημένο κείμενο:

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ

6.   Επικαιροποιημένες προδιαγραφές προϊόντος (μόνο για τις ΠΟΠ και τις ΠΓΕ)

https://goo.gl/YqXXi6

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

«CORDERO DE NAVARRA» ή «NAFARROAKO ARKUMEA»

Αριθ. ΕΕ: PGI-ES-0212-AM01 — 8.9.2017

ΠΟΠ ( ) ΠΓΕ ( X )

1.   Ονομασία/-ες [ΠΟΠ ή ΠΓΕ]

«Cordero de Navarra»/«Nafarroako Arkumea»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Ισπανία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος [που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XI]

Κλάση 1.1. Νωπά κρέατα (και βρώσιμα παραπροϊόντα σφαγίων)

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Η παρούσα γεωγραφική ένδειξη προστατεύει τους καθαρόαιμους αμνούς των φυλών Navarra και Lacho, που διατίθενται στο εμπόριο υπό μορφή νωπού κρέατος.

Διακρίνονται δύο κατηγορίες: αμνοί γάλακτος (lechal) και μικροί αμνοί (ternasco).

Αμνοί, αρσενικοί ή θηλυκοί, των φυλών Lacho ή Navarra, που τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας έως τη στιγμή της σφαγής, με βάρος σφαγίου (μαζί με την κεφαλή και τα παραπροϊόντα σφαγίου) μεταξύ 5 και 8 κιλών (φυλή Lacho) ή μεταξύ 6 και 8 κιλών (φυλή Navarra).

Οι μικροί αμνοί είναι αρσενικοί ή θηλυκοί αμνοί της φυλής Navarra, που τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας για τουλάχιστον 45 ημέρες μετά τη γέννηση, με βάρος σφαγίου (εκτός της κεφαλής και των παραπροϊόντων σφαγίου) μεταξύ 9 και 12 κιλών.

Οι αμνοί γάλακτος πρέπει να ανήκουν στην «πρώτη» ποιότητα των κατηγοριών «Α» ή «Β» της Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων [κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής], ενώ οι μικροί αμνοί πρέπει να ανήκουν στην «πρώτη» ποιότητα των κατηγοριών «Β» ή «Γ» της ίδιας κλίμακας.

Τα σφάγια πρέπει εξάλλου να έχουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

Αμνός γάλακτος (lechal): μικρό ή μέτριο στρώμα λίπους (κατηγορία 2 ή 3 της Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων [κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής], και λευκό ιριδίζον έως ροζ ανοικτό χρώμα κρέατος, το οποίο είναι τρυφερό και πολύ χυμώδες, με απαλή υφή και χαρακτηριστική γεύση.

Μικρός αμνός (ternasco): μικρό ή μέτριο στρώμα λίπους (κατηγορία 2 ή 3 της Κλίμακας ταξινόμησης σφαγίων αμνών βάρους κάτω των 13 χιλιογράμμων [κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/1182 της Επιτροπής], και ροζ ανοικτό χρώμα κρέατος, το οποίο είναι ελαφρώς διάστικτο με ενδομυϊκό λίπος, είναι τρυφερό και πολύ χυμώδες, με απαλή υφή και χαρακτηριστική γεύση.

3.3.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Οι αμνοί που φέρουν την ΠΓΕ πρέπει να προέρχονται από προβατίνες, των οποίων ο παραγωγικός κύκλος ολοκληρώνεται υπό εκτατικό ή ημιεκτατικό καθεστώς, τρεφόμενες από τους βοσκότοπους και από άλλες φυσικές φυτικές πηγές, σύμφωνα με παραδοσιακές πρακτικές της γεωγραφικής περιοχής.

Οι αμνοί γάλακτος τρέφονται με μητρικό γάλα προβατίνας μέχρι τη σφαγή, οπότε τα σφάγιά τους ζυγίζουν 5-8 κιλά.

Οι μικροί αμνοί τρέφονται τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 45 ημερών με μητρικό γάλα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου πάχυνσης, οι αμνοί τρέφονται με λευκό άχυρο, συμπυκνωμένες τροφές (κυρίως με βάση τα σιτηρά), ψυχανθή, βιταμίνες και ανόργανα συστατικά. Για τους αμνούς που δεν έχουν απογαλακτισθεί μετά τις 45 ημέρες, οι παραπάνω ουσίες συμπληρώνονται με μητρικό γάλα κατά την περίοδο πάχυνσης. Το βάρος σφαγίου κατά τη σφαγή είναι 9-12 κιλά. Οι συμπυκνωμένες ζωοτροφές δεν πρέπει να περιέχουν ουρία ή οποιοδήποτε προϊόν ζωικής προέλευσης.

Απαγορεύεται αυστηρά η χρήση προϊόντων που ενδέχεται να επηρεάσουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, τον κανονικό ρυθμό αύξησης και ανάπτυξης του αμνού.

3.4.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Η περιοχής αναπαραγωγής, εκτροφής και πάχυνσης των αμνών εκτείνεται σε όλο το έδαφος της αυτόνομης Κοινότητας της Navarra. Η φυλή Lacho συναντάται στο βόρειο ήμισυ της κοινότητας, ενώ η φυλή Navarra συναντάται σε όλη την έκταση της Navarra πλην της βορειοδυτικής ζώνης. Οι συγκεκριμένοι δήμοι κάθε φυλής είναι οι δήμοι που αναφέρονται στις προδιαγραφές του προϊόντος.

Η περιοχή αναπαραγωγής, εκτροφής και πάχυνσης των αμνών εκτείνεται σε όλο το έδαφος της αυτόνομης Κοινότητας της Navarra.

3.5.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

3.6.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Τα σφάγια των αμνών που καλύπτονται από την ΠΓΕ πρέπει να φέρουν αριθμημένη κύρια ετικέτα ή συμπληρωματική ετικέτα η οποία εκδίδεται από το Ρυθμιστικό Συμβούλιο, με την ένδειξη «Indicación Geográfica Protegida Cordero de Navarra o Nafarroako Arkumea».

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ετικετών για τις τρεις κατηγορίες καλυπτόμενων από το παρόν σύστημα αμνών: 1) «raza Navarra ternasco» [«μικρός αμνός, φυλή Navarra»]· 2) «raza Navarra lechal» [«αμνός γάλακτος, φυλή Navarra»]· και 3) «raza Navarra lechal» [«αμνός γάλακτος, φυλή Lacho»]· Και οι τρεις φέρουν αύξοντα αριθμό και το λογότυπο της ΠΓΕ. Η φυλή αναφέρεται επίσης στην ετικέτα, σε μπλε φόντο για τον «μικρό αμνό, φυλής Navarra», σε κίτρινο φόντο για τον «αμνό γάλακτος, φυλής Navarra» και σε κόκκινο φόντο για τον «αμνό γάλακτος, φυλής Lacho».

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

Η οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή καλύπτει όλο το έδαφος της αυτόνομης Κοινότητας της Navarra, η οποία βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Ιβηρικής χερσονήσου, στο δυτικό άκρο των Πυρηναίων. Εκτείνεται στην περιοχή από 41°55′34″Β έως 43°, 18′36″Β και από 1°11′33″Α έως 2°56′57″Α (στον «μεσημβρινό της Μαδρίτης»), και έχει επιφάνεια 10 421 km2. Η Navarra συνορεύει με τη Γαλλία προς βορρά, με τη La Rioja και τη Zaragoza προς νότο, με τη Zaragoza και τη Huesca προς ανατολάς και με τη Araba/Álava και τη Gipuzkoa προς δυσμάς.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Η σημασία του αμνού για τους κατοίκους της Navarra είναι αδιαφιλονίκητη: το κρέας συνιστά ένα από τα βασικά συστατικά της πιο αγαπητής τοπικής κουζίνας. Μπορούμε να βρούμε εγκώμια για τις αρετές του αμνού της Navarra σε τεκμηριωμένες πηγές, διαμέσου των αιώνων, από γαστρονόμους και ιστορικούς.

Ιστορικά τεκμήρια αναφέρονται στον δημοφιλή χαρακτήρα του αμνού στη μεσαιωνική Navarra, ακόμη και σε μοναστήρια και βασιλικά γεύματα.

Η παράδοση παραμένει σε πολύ μεγάλο βαθμό ζωντανή μέχρι και σήμερα. Όλον τον εικοστό αιώνα, γαστρονόμοι κάνουν σημαντικές αναφορές στον αμνό της Navarra και στα οφέλη του. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται ο Cristino Álvarez (γνωστός με το ψευδώνυμο «Caius Apicius»), σύμφωνα με τον οποίο «οι αμνοί της Navarra, ειδικά οι αμνοί της λεκάνης της Pamplona, χαίρουν επαξίως πολύ καλής φήμης. Ο αμνός συνιστά το πιο παραδοσιακό πιάτο της Navarra με βάση το κρέας και η ποιότητα του κρέατος, απαραίτητη προϋπόθεση για ένα επιτυχημένο πιάτο, είναι εγγυημένη και με το παραπάνω».

Όσον αφορά τον δεσμό μεταξύ των φυλών προβάτων «Navarra» και «Lacho» και της γύρω περιοχής, έχει αποδειχθεί ότι και οι δύο φυλές συνυπάρχουν από την προϊστορική εποχή στη Navarra, πότε στα ίδια εδάφη και τους ίδιους βοσκότοπους πότε πάλι σε διαφορετικές ζώνες πιο κατάλληλες για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.

Τα κοπάδια προβάτων της Navarra επιβίωσαν κατά τη ρωμαϊκή και τη μεσαιωνική περίοδο και έφτασαν μέχρι τη σύγχρονη εποχή, χωρίς να επηρεαστούν από τις κρίσεις και τις τεράστιες αλλαγές που σημειώθηκαν στον αγροτικό κόσμο τον τελευταίο αιώνα.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος

(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)

https://goo.gl/YqXXi6


(1)  ΕΕ L 179 της 19.6.2014, σ. 17.

(2)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.


7.5.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 159/32


Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων

(2018/C 159/07)

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1).

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

«CIOCCOLATO DI MODICA»

Αριθ. ΕΕ: PGI-IT-02314 — 12.6.2017

ΠΟΠ ( ) ΠΓΕ ( X )

1.   Ονομασία/-ες

«Cioccolato di Modica»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα

Ιταλία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου

3.1.   Τύπος προϊόντος

Κλάση 2.2. Σοκολάτα και παράγωγα προϊόντα

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1

Η ονομασία «Cioccolato di Modica» περιγράφει αποκλειστικά το προϊόν που παράγεται από την επεξεργασία πάστας πικρού κακάο με ζάχαρη.

Όταν διατίθεται για κατανάλωση, το προϊόν «Cioccolato di Modica» έχει τα εξής χαρακτηριστικά:

Φυσικά χαρακτηριστικά

Σχήμα: ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο με πλευρές κωνικές σε μορφή κόλουρης πυραμίδας.

Βάρος: δεν υπερβαίνει τα 100 g.

Μείγμα σοκολάτας: καφέ χρώματος με εμφανή κοκκώδη υφή λόγω της παρουσίας κρυστάλλων ζάχαρης μέσα στο προϊόν. Πιθανή ορατή μεγαλύτερη συγκέντρωση του βουτύρου κακάο στην εξωτερική επιφάνεια.

Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά

Γεύση: γλυκιά με πικρή νότα. Κοκκώδης ή αμμώδης αίσθηση. Λιώνει καλά στο στόμα και έχει τραγανή υφή.

Χημικά χαρακτηριστικά

Ελάχιστη περιεκτικότητα σε στερεά κακάο: τουλάχιστον 50 %·

Ελάχιστη περιεκτικότητα σε βούτυρο κακάο: τουλάχιστον 25 %.

Περιεκτικότητα σε υγρασία: έως και 2,5 %.

Το προϊόν «Cioccolato di Modica» μπορεί να συμπληρωθεί με την προσθήκη ενός ή περισσοτέρων από τα προαιρετικά συστατικά που αναφέρονται στο σημείο 3.3 παρακάτω.

3.3.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)

Η παρασκευή του «Cioccolato di Modica» συνεπάγεται τη χρήση των παρακάτω συστατικών ως ποσοστό του συνολικού βάρους του προϊόντος.

Υποχρεωτικά:

—   Πάστα πικρού κακάο: ελάχιστο 50 % και μέγιστο 99 %·

—   Ζάχαρη, συμπεριλαμβανομένης κατεργασμένης ή ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο: ελάχιστο 50 % και μέγιστο 1 %.

Προαιρετικά:

—   Μπαχαρικά: κανέλα 0,02 % τουλάχιστον, βανίλια 0,02 % τουλάχιστον, καυτερή πιπεριά 0,02 % τουλάχιστον, μοσχοκάρυδο 0,01 % τουλάχιστον·

—   Φυσικές αρωματικές ουσίες: εσπεριδοειδή 0,02 % τουλάχιστον, άγριο μάραθο 0,02 % τουλάχιστον, γιασεμί 0,01 % τουλάχιστον, τζίντζερ 0,02 % τουλάχιστον·

—   Καρποί, συμπεριλαμβανομένων αποξηραμένων ή αφυδατωμένων καρπών: εσπεριδοειδή 2 % τουλάχιστον, φιστίκια 5 % τουλάχιστον, φουντούκια 5 % τουλάχιστον, αμύγδαλα 5 % τουλάχιστον·

—   Αλάτι: 0,02 % τουλάχιστον.

Εκτός από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, κατά τη διακριτική ευχέρεια του παραγωγού επιτρέπεται επίσης η χρήση άλλων μπαχαρικών (0,02 % τουλάχιστον), φυσικών αρωματικών ουσιών (0,02 %) και καρπών, συμπεριλαμβανομένων αποξηραμένων ή αφυδατωμένων (2 % τουλάχιστον).

Απαγορεύονται:

Χρωστικές, συντηρητικά, γαλακτωματοποιητές, φυτικά λίπη, βανιλλίνη, γάλα.

3.4.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής

Όλα τα στάδια παραγωγής της «Cioccolato di Modica», από την επεξεργασία της πάστας πικρού κακάο έως τη λήψη του τελικού προϊόντος, εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.

3.5.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Το προϊόν «Cioccolato di Modica» διατίθεται σε μονές συσκευασίες ή συσκευασίες πολλών προϊόντων.

Η διαδικασία συσκευασίας πρέπει να πραγματοποιείται εντός 12 ωρών ψύξης κατ’ ανώτατο όριο και πραγματοποιείται μέσα στη μονάδα παραγωγής ή σε παρακείμενες εγκαταστάσεις. Έτσι καθίσταται δυνατό να αποφευχθεί τυχόν βακτηριολογική μόλυνση ή απορρόφηση ξένων οσμών που θα έθετε σε κίνδυνο το οργανοληπτικό προφίλ του προϊόντος και διασφαλίζεται ότι η σοκολάτα δεν απορροφά υγρασία από το εξωτερικό περιβάλλον, το οποίο θα οδηγούσε στον κίνδυνο δημιουργίας μούχλας κατά την αποθήκευση και απώλειας του χαρακτηριστικού καφέ χρώματος στην εξωτερική επιφάνεια του προϊόντος.

3.6.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η καταχωρισμένη ονομασία

Στη συσκευασία πρέπει να αναγράφονται οι λέξεις «Cioccolato di Modica» και το σύμβολο ΠΓΕ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι επίσης υποχρεωτικές οι εξής πληροφορίες:

ονομασία, επωνυμία εταιρείας και διεύθυνση της εταιρείας παραγωγής και εταιρείας συσκευασίας·

το λογότυπο του προϊόντος που πρέπει να χρησιμοποιείται πάντα μαζί με την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη.

Οι λέξεις «Indicazione Geografica Protetta» («Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη») και το αρκτικόλεξο IGP (ΠΓΕ) είναι προαιρετικά.

Η χώρα προέλευσης του κακάο από όπου παράγεται η πάστα πικρού κακάο μπορεί επίσης να αναφέρεται στην ετικέτα.

Λογότυπο του προϊόντος:

Image

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής

Η περιοχή παραγωγής της «Cioccolato di Modica» είναι η συνολική διοικητική επικράτεια του δήμου Modica στην επαρχία Ragusa.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Το προϊόν «Cioccolato di Modica» έχει τις ρίζες του στην ομώνυμη πόλη και σταδιακά απέκτησε μεγάλη φήμη που συνδέεται τόσο με τα διακριτικά χαρακτηριστικά του όσο και με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής του.

Το προϊόν «Cioccolato di Modica» διαθέτει οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που απορρέουν από μια διαδικασία που δεν περιλαμβάνει ούτε την προσθήκη βουτύρου κακάο ή άλλων φυτικών λιπών ούτε το κονσάρισμα, δηλαδή τη διαδικασία ανάμειξης και θέρμανσης του μείγματος σοκολάτας σε υψηλές θερμοκρασίες για πολλή ώρα ώστε να μαλακώσει το μείγμα και να λιώσουν οι σβόλοι σε σημείο που να μην γίνονται αντιληπτοί από τη γλώσσα.

Κατά την παραγωγή του προϊόντος «Cioccolato di Modica», το γεγονός ότι δεν πραγματοποιείται κονσάρισμα και ότι η θερμοκρασία επεξεργασίας των συστατικών ελέγχεται προσεκτικά αποτρέπει τη ρευστοποίηση των κρυστάλλων ζάχαρης και προσδίδει στο προϊόν τη χαρακτηριστική κοκκώδη υφή του που γίνεται αισθητή στον ουρανίσκο. Με το εν λόγω χαρακτηριστικό το προϊόν «Cioccolato di Modica» ξεχωρίζει από όλους τους υπόλοιπους τύπους σοκολάτας στην αγορά.

Πολλές δημοσιεύσεις και άρθρα του ιταλικού και ξένου τύπου έχουν επαινέσει τη μοναδικότητα του «Cioccolato di Modica». Ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Panorama (31 Οκτωβρίου 1996, σ. 258) περιγράφει τη σοκολάτα «Cioccolato di Modica» ως εξής: «Όταν σπάσει το κομμάτι, οι κρύσταλλοι ζάχαρης ξεχωρίζουν. Πράγματι, η σοκολάτα δεν έχει διέλθει από τη ρευστοποιημένη κατάσταση όπως στην παραδοσιακή παραγωγή…»· το βιβλίο Le denominazioni comunali: opportunità di sviluppo territoriale περιλαμβάνει ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε σε ηλεκτρονική εφημερίδα στο οποίο η παρασκευή του προϊόντος «Cioccolato di Modica» περιγράφεται ως εξής: «το μοναδικό χαρακτηριστικό παραγωγής είναι ότι η πάστα κακάο χρησιμοποιείται ακατέργαστη και δεν φτάνει ποτέ σε υγρή μορφή· γι’ αυτό δεν διαλύονται οι κρύσταλλοι ζάχαρης. Το άρωμα της σοκολάτας αυτής θεωρείται μοναδικό, επειδή αναδύονται τα αρώματα τόσο της σοκολάτας όσο και της ζάχαρης» (Le denominazioni comunali: opportunità di sviluppo territoriale, Μιλάνο, Giuffrè, 2005, σσ. 241-253)· ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «The Times» (5 Νοεμβρίου 2011, σ. 20) ανέφερε τα εξής: «Η σοκολάτα της Μόντικα είναι σκούρα και όχι γάλακτος και έχει τραγανή υφή αντί να λιώνει… και φτιάχνεται σύμφωνα με αρχαία συνταγή»· το άρθρο «Modica, barocca e granulosa» (το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Italo – I viaggi del gusto, Δεκέμβριος 2014, σ. 107) αναφέρει τα εξής: «Οι κρύσταλλοι ζάχαρης που δεν λιώνουν, αντιθέτως παραμένουν τραγανοί, είναι ένα από τα πιο αγαπητά στοιχεία του χαρακτηριστικού προϊόντος της σικελικής πόλης, της σοκολάτας της»· το άρθρο «Nasce a Modica il museo storico del cioccolato» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Emotions (12 Ιουλίου 2014, σ. 93) αναφέρει ότι η σοκολάτα «Cioccolato di Modica» είναι «μοναδική για την ψυχρή επεξεργασία που της προσδίδει κοκκώδη και τραγανή υφή η οποία έχει κατακτήσει την καρδιά κάθε λάτρη του φαγητού παγκοσμίως».

Το βιβλίο Die Insel der Dolci του Hanns-Josef Ortheil, γερμανού συγγραφέα, σεναριογράφου και μελετητή της γερμανικής γλώσσας που επισκέφτηκε τη Μόντικα, παραθέτει μια πολύ πρόσφατη μαρτυρία για τη φήμη του χαρακτηριστικού στοιχείου της σοκολάτας «Cioccolato di Modica»: «εξεπλάγην τρομερά όταν δοκίμασα την Cioccolato di Modica, καθώς αναπάντεχα ένιωσα τους κρυστάλλους ζάχαρης στη γλώσσα μου, σαν ανεμοστρόβιλο κόκκων που γλιστρούν από το ένα μέρος της γλώσσας στο άλλο…».

Ο ξεχωριστός τρόπος παραγωγής του προϊόντος «Cioccolato di Modica», το χαρακτηριστικό αισθητηριακό προφίλ του και η κοκκώδης υφή έχουν αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής έρευνας. Παρατίθενται τα εξής: «Microstructural Characterization of Multiphase Chocolate Using X-Ray Microtomography» που δημοσιεύτηκε στο Journal of Food Science (τ. 75, αριθ. 7, 2010, σσ. E469-E476)· «Sensory profile of a speciality Sicilian chocolate», που δημοσιεύτηκε στο Italian Journal of Food Science (τ. XXIII, αριθ. 1-2011).

Η παραγωγή του προϊόντος «Cioccolato di Modica» προϋποθέτει επιδεξιότητα και ειδικές δεξιότητες που συνεπάγονται τη χρήση ικανού προσωπικού με πείρα για τη μέτρηση των συστατικών, τον έλεγχο των θερμοκρασιών στις οποίες χρησιμοποιείται το μείγμα σοκολάτας, τον συνδυασμό των συστατικών και τις εργασίες τοποθέτησης σε μήτρες.

Η σημασία του προϊόντος «Cioccolato di Modica» στη γεωγραφική περιοχή θα πρέπει να εξετάζεται με βάση όχι μόνο την παρουσία της τοπικής βιομηχανίας που συνδέεται με την παραγωγή του, αλλά και την προσαρμογή του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του, ο οποίος αποτελεί σαφή απόδειξη της ισχυρής και μακροχρόνιας διασύνδεσης μεταξύ του προϊόντος και της τοπικής οικονομίας.

Η παραγωγή του προϊόντος «Cioccolato di Modica» αποτελούσε πάντα μια σημαντική ευκαιρία εύρεσης εργασίας για τον τοπικό πληθυσμό και έως σήμερα συνιστά σημαντική οικονομική δραστηριότητα και μια από τις σημαντικότερες πηγές απασχόλησης στον δήμο Μόντικα της Σικελίας. Τα τελευταία τριάντα χρόνια η άνθηση διαφόρων μικρών επιχειρήσεων οδήγησε στη δημιουργία μιας πραγματικής «γειτονιάς» της «Cioccolato di Modica», η οποία χαρακτηρίζεται από τον ιδιαίτερο δυναμισμό των επιχειρήσεών της, ορισμένες εκ των οποίων έχουν αναπτύξει σημαντικές εξαγωγικές δραστηριότητες. Σταδιακά, το εν λόγω χαρακτηριστικό του συστήματος παραγωγής κατέστησε δυνατή την ανάπτυξη και διατήρηση γνώσης και δεξιοτήτων που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά και δεν υπάρχουν αλλού.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών

(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)

Η εθνική διαδικασία ένστασης ενεργοποιήθηκε με τη δημοσίευση της αίτησης καταχώρισης της ΠΓΕ «Cioccolato di Modica» στην Gazzetta Ufficiale della Repubblica Italiana αριθ. 103 της 5ης Μαΐου 2017.

Το ενοποιημένο κείμενο των προδιαγραφών του προϊόντος είναι διαθέσιμο στο διαδίκτυο, στη διεύθυνση:

http://www.politicheagricole.it/flex/cm/pages/ServeBLOB.php/L/IT/IDPagina/3335

ή εναλλακτικά:

απευθείας στην αρχική σελίδα του δικτυακού τόπου του υπουργείου Πολιτικών Γεωργίας, Τροφίμων και Δασών (www.politicheagricole.it), επιλογή «Prodotti DOP IGP» (στο επάνω και δεξιά τμήμα της οθόνης), κατόπιν «Prodotti DOP IGP STG» (στα πλάγια, στο αριστερό τμήμα της οθόνης) και τέλος «Disciplinari di Produzione all’esame dell’UE».


(1)  ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1.