ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

60ό έτος
9 Νοεμβρίου 2017


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΣΥΝΟΔΟΣ 2013-2014
Συνεδρίαση της 10ης Μαρτίου 2014
Τα συνοπτικά πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ C 85 της 12.3.2015 .
ΣΥΝΟΔΟΣ 2014-2015
Συνεδριάσεις από 11 έως 13 Μαρτίου 2014
Τα συνοπτικά πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ C 85 της 12.3.2015 .
ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

1


 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

2017/C 378/01

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) — Ετήσια Έκθεση 2012 (2013/2131(INI))

2

2017/C 378/02

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την επανεξέταση του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας (ΕΣΧΕ) (2013/2166(INL))

13

2017/C 378/03

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα (άρθρο 104 παράγραφος 7 του Κανονισμού) για τα έτη 2011-2013 (2013/2155(INI))

27

2017/C 378/04

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής Αναφορών κατά το έτος 2013 (2014/2008(INI))

35

2017/C 378/05

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το μέλλον του τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ευρώπη — στρατηγικές ανάπτυξης (2013/2100(INI))

44

2017/C 378/06

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εξάλειψη των βασανιστηρίων στον κόσμο (2013/2169(INI))

52

2017/C 378/07

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη Σαουδική Αραβία, τις σχέσεις της με την ΕΕ και τον ρόλο της στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική (2013/2147(INI))

64

 

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

2017/C 378/08

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον περιφερειακό ρόλο του Πακιστάν και τις πολιτικές του σχέσεις με την ΕΕ (2013/2168(INI))

73

2017/C 378/09

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ανάπτυξη αντιπυραυλικής ασπίδας για την Ευρώπη και τις πολιτικές και στρατηγικές της επιπτώσεις (2013/2170(INI))

79

2017/C 378/10

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση και τις μελλοντικές προοπτικές του ευρωπαϊκού αλιευτικού κλάδου στο πλαίσιο της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ ΕΕ και Ταϊλάνδης (2013/2179(INI))

81

2017/C 378/11

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ευρωπαϊκή γαστρονομική κληρονομιά: πολιτιστικές και εκπαιδευτικές πτυχές (2013/2181(INI))

85

2017/C 378/12

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές όσον αφορά τον ορισμό των τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών (C(2013)08887 — 2013/2997(DEA))

92

2017/C 378/13

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την αξιολόγηση και τον καθορισμό προτεραιοτήτων όσον αφορά τις σχέσεις της ΕΕ με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης (2013/2149(INI))

95

2017/C 378/14

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, τα όργανα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και με τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων (2013/2188(INI))

104

2017/C 378/15

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος δικαιοσύνης όσον αφορά την ποινική δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου (2014/2006(INI))

136

2017/C 378/16

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την προετοιμασία για την πλήρη σύγκλιση στον οπτικοακουστικό κόσμο (2013/2180(INI))

140

2017/C 378/17

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση 2013 για την ιθαγένεια της ΕΕ. Πολίτες της ΕΕ: τα δικαιώματά σας, το μέλλον σας (2013/2186(INI))

146

2017/C 378/18

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (COM(2013)0534 — 2013/0255(APP))

151

2017/C 378/19

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2013 για την Τουρκία (2013/2945(RSP))

165

2017/C 378/20

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την στρατηγική της ΕΕ για την Αρκτική (2013/2595(RSP))

174

 

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

2017/C 378/21

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη διερευνητική έκθεση για τον ρόλο και τις εργασίες της Τρόικας (ΕΚΤ, Επιτροπή και ΔΝΤ) όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής (2013/2277(INI))

182

2017/C 378/22

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις πτυχές της απασχόλησης και τις κοινωνικές πτυχές του ρόλου και των εργασιών της Τρόικας (ΕΚΤ, Επιτροπή και ΔΝΤ) όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής (2014/2007(INI))

200

2017/C 378/23

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2015, τμήμα III — Επιτροπή (2014/2004(BUD))

210

2017/C 378/24

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (2014/2627(RSP))

213

2017/C 378/25

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2013/2130(INI))

218

2017/C 378/26

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον ρόλο της ιδιοκτησίας, των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και της παραγωγής πλούτου για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης στις αναπτυσσόμενες χώρες (2013/2026(INI))

227

2017/C 378/27

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση της ΕΕ του 2013 για τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής (2013/2058(ΙΝΙ))

235

2017/C 378/28

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις προτεραιότητες της ΕΕ για την 25η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (2014/2612(RSP))

239

2017/C 378/29

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη Ρωσία: καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στα γεγονότα της πλατείας Μπολότναγια (2014/2628(RSP))

250

2017/C 378/30

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έναρξη διαβουλεύσεων για να ανασταλεί η συμμετοχή της Ουγκάντα και της Νιγηρίας στη συμφωνία του Κοτονού λόγω των πρόσφατων νόμων που ποινικοποιούν περαιτέρω την ομοφυλοφιλία (2014/2634(RSP))

253

2017/C 378/31

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ασφάλεια και την εμπορία ανθρώπων στο Σινά (2014/2630(RSP))

257

 

ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

2017/C 378/32

Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο αναφορικά με την ανθρωπιστική δέσμευση ενόπλων μη κρατικών δυνάμεων για την προστασία των παιδιών (2014/2012(INI))

262


 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

2017/C 378/33

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον αριθμό των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών σε μικτές διακοινοβουλευτικές επιτροπές και των αντιπροσωπειών σε κοινοβουλευτικές επιτροπές συνεργασίας, και των πολυμερών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων (2014/2632(RSO))

265


 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

 

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

2017/C 378/34

P7_TA(2014)0180
Στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών (αρμοδιότητες κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές αρμοδιότητες) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 για στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών όσον αφορά την ανάθεση αρμοδιοτήτων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων (COM(2013)0484 — C7-0205/2013 — 2013/0226(COD))
P7_TC1-COD(2013)0226
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 για στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών όσον αφορά την ανάθεση αρμοδιοτήτων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων
 ( 1 )

269

2017/C 378/35

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την παροχή και την ποιότητα των στατιστικών σχετικά με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (COM(2013)0342 — C7-0162/2013 — 2013/0181(COD))

276

2017/C 378/36

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά την επέκταση της συμφωνίας επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (15854/2013 — C7-0462/2013 — 2013/0351(NLE))

297

2017/C 378/37

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους, το οποίο επισυνάπτεται στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία (06852/2013 — C7-0005/2014 — 2012/0279(NLE))

298

2017/C 378/38

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 13 της διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (αίτηση EGF/2013/008, ES/Comunidad Valenciana — Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα από την Ισπανία) (COM(2014)0045 — C7-0019/2014 — 2014/2013(BUD))

299

2017/C 378/39

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παραγωγή και τη διαθεσιμότητα φυτικού αναπαραγωγικού υλικού στην αγορά (κανονισμός για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό) (COM(2013)0262 — C7-0121/2013 — 2013/0137(COD))

303

2017/C 378/40

P7_TA(2014)0186
Προσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2011, των αποδοχών και συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2011, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις (COM(2013)0895 — C7-0459/2013 — 2013/0438(COD))
P7_TC1-COD(2013)0438
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2011, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις

304

2017/C 378/41

P7_TA(2014)0187
Προσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2012, των αποδοχών και συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2012, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις (COM(2013)0896 — C7-0460/2013 — 2013/0439(COD))
P7_TC1-COD(2013)0439
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2012, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις

305

2017/C 378/42

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Σερβίας, αφετέρου (17930/1/2013 — C7-0028/2014 — 2011/0465(COD))

306

2017/C 378/43

P7_TA(2014)0189
Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (COM(2011)0008 — C7-0027/2011 — 2011/0006(COD))
P7_TC1-COD(2011)0006
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)

307

2017/C 378/44

P7_TA(2014)0190
Πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών (COM(2013)0044 — C7-0034/2013 — 2013/0024(COD))
P7_TC1-COD(2013)0024
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των πληροφοριών που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών
 ( 1 )

308

2017/C 378/45

P7_TA(2014)0191
Πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (COM(2013)0045 — C7-0032/2013 — 2013/0025(COD))
P7_TC1-COD(2013)0025
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας
 ( 1 )

330

2017/C 378/46

P7_TA(2014)0192
Χορήγηση εγγύησης της EE στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την κάλυψη ζημιών από χρηματοδοτικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν επενδυτικά έργα εκτός της Ένωσης ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χορήγηση εγγύησης της EE στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την κάλυψη ζημιών από χρηματοδοτικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν επενδυτικά έργα εκτός της Ένωσης (COM(2013)0293 — C7-0145/2013 — 2013/0152(COD))
P7_TC1-COD(2013)0152
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2014/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με την οποία χορηγείται εγγύηση της EE στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την κάλυψη ζημιών από χρηματοδοτικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν επενδυτικά έργα εκτός της Ένωσης

380

2017/C 378/47

P7_TA(2014)0193
Γενετικοί πόροι ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στην Ένωση (COM(2012)0576 — C7-0322/2012 — 2012/0278(COD))
P7_TC1-COD(2012)0278
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα μέτρα συμμόρφωσης των χρηστών βάσει του πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στην Ένωση

381

2017/C 378/48

P7_TA(2014)0194
Περιοδικός τεχνικός έλεγχος των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/ΕΚ (COM(2012)0380 — C7-0186/2012 — 2012/0184(COD))
P7_TC1-COD(2012)0184
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/EΚ

382

2017/C 378/49

P7_TA(2014)0195
Έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων (COM(2012)0381 — C7-0187/2012 — 2012/0185(COD))
P7_TC1-COD(2012)0185
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11ης Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων

383

2017/C 378/50

P7_TA(2014)0196
Κατάσταση των οχημάτων επαγγελματικής χρήσεως ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον οδικό τεχνικό έλεγχο της κατάστασης των οχημάτων επαγγελματικής χρήσεως που κυκλοφορούν στην Ένωση και την κατάργηση της οδηγίας 2000/30/ΕΚ (COM(2012)0382 — C7-0188/2012 — 2012/0186(COD))
P7_TC1-COD(2012)0186
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τεχνική οδική επιθεώρηση της καλής τεχνικής κατάστασης των οχημάτων επαγγελματικής χρήσεως που κυκλοφορούν στην Ένωση και την κατάργηση της οδηγίας 2000/30/EΚ

384

2017/C 378/51

P7_TA(2014)0197
Στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003 για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές, όσον αφορά τη συλλογή στοιχείων για εμπορεύματα, επιβάτες και ατυχήματα (COM(2013)0611 — C7-0249/2013 — 2013/0297(COD))
P7_TC1-COD(2013)0297
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003 για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές, όσον αφορά τη συλλογή στοιχείων για εμπορεύματα, επιβάτες και ατυχήματα

385

2017/C 378/52

P7_TA(2014)0198
Ηλεκτρονική τιμολόγηση στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ηλεκτρονική τιμολόγηση στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων (COM(2013)0449 — C7-0208/2013 — 2013/0213(COD))
P7_TC1-COD(2013)0213
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11ης Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων

395

2017/C 378/53

P7_TA(2014)0199
Έρευνες για τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και την έρευνα για τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1166/2008 σχετικά με τις έρευνες για τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και την έρευνα για τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής, όσον αφορά το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2018 (COM(2013)0757 — C7-0390/2013 — 2013/0367(COD))
P7_TC1-COD(2013)0367
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1166/2008 όσον αφορά το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2018

396

2017/C 378/54

P7_TA(2014)0200
Εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό του καθεστώτος συναλλαγών που εφαρμόζεται σε ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων (COM(2013)0106 — C7-0048/2013 — 2013/0063(COD))
P7_TC1-COD(2013)0063
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό του καθεστώτος συναλλαγών που εφαρμόζεται σε ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1216/2009 και (ΕΚ) αριθ. 614/2009

397

 

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

2017/C 378/55

P7_TA(2014)0212
Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (COM(2012)0011 — C7-0025/2012 — 2012/0011(COD))
P7_TC1-COD(2012)0011
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)
 ( 1 )

399

2017/C 378/56

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την επέκταση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2012 για τη θέσπιση προγράμματος ανταλλαγών, συνδρομής και κατάρτισης για την προστασία του ευρώ από την παραχάραξη και την κιβδηλεία (πρόγραμμα Pericles 2020) στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη (16616/2013 — C7-0463/2013 — 2011/0446(APP))

493

2017/C 378/57

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων (17846/2013 — C7-0078/2014 — 2013/0356(NLE))

494

2017/C 378/58

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την επανεισδοχή ατόμων που διαμένουν χωρίς άδεια (15596/2013 — C7-0079/2014 — 2013/0358(NLE))

495

2017/C 378/59

P7_TA(2014)0219
Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για το σκοπό της πρόληψης του εγκλήματος ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (COM(2012)0010 — C7-0024/2012 — 2012/0010(COD))
P7_TC1-COD(2012)0010
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών

496

2017/C 378/60

P7_TA(2014)0220
Υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (αναδιατύπωση) (COM(2013)0410 — C7-0171/2013 — 2013/0186(COD))
P7_TC1-COD(2013)0186
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (αναδιατύπωση)
 ( 1 )

546

2017/C 378/61

P7_TA(2014)0221
Αεροδρόμια, διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και υπηρεσίες αεροναυτιλίας ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 όσον αφορά τα αεροδρόμια, τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας (COM(2013)0409 — C7-0169/2013 — 2013/0187(COD))
P7_TC1-COD(2013)0187
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 όσον αφορά τα αεροδρόμια, τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας
 ( 1 )

584

2017/C 378/62

P7_TA(2014)0222
Οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα) και εξατομικευμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα) και τους εξατομικευμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου (COM(2013)0512 — C7-0215/2013 — 2013/0246(COD))
P7_TC1-COD(2013)0246
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα), τις οργανωμένες διακοπές, τις οργανωμένες περιηγήσεις και τους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου [Τροπολογία 1]

610

2017/C 378/63

P7_TA(2014)0223
Φθοριούχα αέρια που επιδεινώνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα φθοριούχα αέρια που επιδεινώνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου (COM(2012)0643 — C7-0370/2012 — 2012/0305(COD))
P7_TC1-COD(2012)0305
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου και για την κατάργηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 842/2006

638

2017/C 378/64

P7_TA(2014)0224
Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 για την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχονται στους εργαζόμενους στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (COM(2013)0236 — C7-0114/2013 — 2013/0124(COD))
P7_TC1-COD(2013)0124
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων

639

2017/C 378/65

P7_TA(2014)0225
Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/92/ΕΕ σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (COM(2012)0628 — C7-0367/2012 — 2012/0297(COD))
P7_TC1-COD(2012)0297
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/92/ΕΕ σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον

640

2017/C 378/66

P7_TA(2014)0226
Στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τρίτες χώρες (ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων (COM(2013)0579 — C7-0243/2013 — 2013/0279(COD))
P7_TC1-COD(2013)0279
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων
 ( 1 )

641

2017/C 378/67

P7_TA(2014)0227
Πρόγραμμα Copernicus ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος Copernicus και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 911/2010 (COM(2013)0312 — C7-0195/2013 — 2013/0164(COD))
P7_TC1-COD(2013)0164
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος Copernicus και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 911/2010

646

2017/C 378/68

P7_TA(2014)0228
Οργανισμός του ευρωπαϊκού GNSS ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 912/2010, για τη σύσταση Οργανισμού του ευρωπαϊκού GNSS (COM(2013)0040 — C7-0031/2013 — 2013/0022(COD))
P7_TC1-COD(2013)0022
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΕ) αριθ. 912/2010 σχετικά με τη σύσταση Οργανισμού του Ευρωπαϊκού GNSS

647

 

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

2017/C 378/69

P7_TA(2014)0237
Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί δημιουργίας του Ταμείου Ασύλου και Μετανάστευσης (COM(2011)0751 — C7-0443/2011 — 2011/0366(COD))
P7_TC1-COD(2011)0366
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη δημιουργία του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, την τροποποίηση της απόφασης 2008/381/ΕΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αριθ. 573/2007/ΕΚ και αριθ. 575/2007/ΕΚ και της απόφασης 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου

649

2017/C 378/70

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για την επικύρωση από τα κράτη μέλη της Διεθνούς Σύμβασης του Χονγκ Κονγκ του 2009 για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων ή την προσχώρησή τους στη Σύμβαση αυτή προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (15902/2013 — C7-0485/2013 — 2012/0056(NLE))

652

2017/C 378/71

P7_TA(2014)0241
Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (γενικές διατάξεις)***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου και Μετανάστευσης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων (COM(2011)0752 — C7-0444/2011 — 2011/0367(COD))
P7_TC1-COD(2011)0367
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων

653

2017/C 378/72

P7_TA(2014)0242
Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας — αστυνομική συνεργασία, πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος και διαχείριση των κρίσεων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων (COM(2011)0753 — C7-0445/2011 — 2011/0368(COD))
P7_TC1-COD(2011)0368
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων, και για την κατάργηση της απόφασης 2007/125/ΔΕΥ του Συμβουλίου

656

2017/C 378/73

P7_TA(2014)0243
Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Εξωτερικά σύνορα και θεωρήσεις) ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων (COM(2011)0750 — C7-0441/2011 — 2011/0365(COD))
P7_TC1-COD(2011)0365
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου χρηματοδοτικής στήριξης στον τομέα των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 574/2007/ΕΚ

657

2017/C 378/74

P7_TA(2014)0244
Εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (COM(2013)0048 — C7-0035/2013 — 2013/0027(COD))
P7_TC1-COD(2013)0027
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση

658

2017/C 378/75

P7_TA(2014)0245
Πρόγραμμα της Ένωσης στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος της Ένωσης για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 (COM(2012)0782 — C7-0417/2012 — 2012/0364(COD))
P7_TC1-COD(2012)0364
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως προγράμματος της Ένωσης για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και της ελεγκτικής κατά την περίοδο 2014-2020, και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ

685

2017/C 378/76

P7_TA(2014)0246
Ραδιοεξοπλισμός ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά (COM(2012)0584 — C7-0333/2012 — 2012/0283(COD))
P7_TC1-COD(2012)0283
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ

686


Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

*

Διαδικασία διαβούλευσης

***

Διαδικασία έγκρισης

***I

Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση

***II

Συνήθης νομοθετική διαδικασία: δεύτερη ανάγνωση

***III

Συνήθης νομοθετική διαδικασία: τρίτη ανάγνωση

(Η αναφερόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή.)

Τροπολογίες του Κοινοβουλίου:

Το νέο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες . Το κείμενο που απαλείφεται σημαίνεται είτε με το σύμβολο ▌ ή με διαγεγραμμένο κείμενο. Η αντικατάσταση καταδεικνύεται με τη σήμανση του νέου κειμένου με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και με την απαλοιφή ή τη διαγραφή του κειμένου που αντικαθίσταται.

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.

EL

 


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/1


ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΝΟΔΟΣ 2013-2014

Συνεδρίαση της 10ης Μαρτίου 2014

Τα συνοπτικά πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ C 85 της 12.3.2015.

ΣΥΝΟΔΟΣ 2014-2015

Συνεδριάσεις από 11 έως 13 Μαρτίου 2014

Τα συνοπτικά πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ C 85 της 12.3.2015.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/2


P7_TA(2014)0201

Ετήσια έκθεση 2012 για την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) — Ετήσια Έκθεση 2012 (2013/2131(INI))

(2017/C 378/01)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση 2012 της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 15, 126, 175, 208, 209, 271, 308 και 309 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το πρωτόκολλο (αριθ. 5) περί του καταστατικού της ΕΤΕπ,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τα καινοτόμα χρηματοδοτικά μέσα εντός του επόμενου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (1),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης σχετικά με τα μέσα επιμερισμό του κινδύνου για τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται από σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα, την θέση που έλαβε επ' αυτού στις 19 Απριλίου 2012 (2) και ειδικότερα την γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής,

έχοντας υπόψη το από 7ης Φεβρουαρίου 2013 ψήφισμά του σχετικά με την ετήσια έκθεση 2011 της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (3),

έχοντας υπόψη την έκθεση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2012, με τίτλο «Προς μια γνήσια Οικονομική και Νομισματική Ένωση»,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 28ης και 29ης Ιουνίου 2012, στα οποία προβλέπεται ειδικότερα αύξηση του κεφαλαίου της ΕΤΕπ κατά 10 δισ. EUR,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 27ης και 28ης Ιουνίου 2013, στα οποία ζητείται η κατάρτιση ενός νέου επενδυτικού σχεδίου για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη χρηματοδότηση της οικονομίας,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2013, στα οποία ορίζεται ο στόχος της κινητοποίησης όλων των πολιτικών της ΕΕ υπέρ της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης και της ανάπτυξης,

έχοντας υπόψη τις ανακοινώσεις της Επιτροπής σχετικά με τα καινοτόμα χρηματοδοτικά μέσα: «Ένα πλαίσιο για τη νέα γενιά καινοτόμων χρηματοδοτικών μέσων» (COM(2011)0662) και «Πιλοτική φάση της πρωτοβουλίας για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων στο πλαίσιο της στρατηγικής “Ευρώπη 2020”» (COM(2011)0660),

έχοντας υπόψη την αύξηση κεφαλαίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ), ιδιαίτερα σε συνάρτηση με το ζήτημα των σχέσεων μεταξύ της ΕΤΕπ και της ΕΤΑΑ,

έχοντας υπόψη την απόφαση σχετικά με την επέκταση της εμβέλειας της ΕΤΑΑ στην περιοχή της Μεσογείου,

έχοντας υπόψη το νέο μνημόνιο κατανόησης μεταξύ της ΕΤΕπ και της ΕΤΑΑ που υπεγράφη στις 29 Νοεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1080/2011/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) σχετικά με την εξωτερική εντολή της ΕΤΕπ για την περίοδο 2007-2013,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 48 και 119 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0137/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΤΕπ ιδρύθηκε μέσω της Συνθήκης της Ρώμης και ότι έχει ως αποστολή, σύμφωνα με το άρθρο 309 της ΣΛΕΕ, προσφεύγοντας στην κεφαλαιαγορά και στους ιδίους της πόρους, να συμβάλλει στην ισόρροπη και απρόσκοπτη ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς με στόχο να συνδράμει στην υλοποίηση των προτεραιοτήτων της Ένωσης, επιλέγοντας βιώσιμα από οικονομική άποψη έργα στα οποία πρόκειται να επενδύσει η ΕΕ·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο των σημερινών, ιδιαίτερα δυσχερών, κοινωνικών και οικονομικών περιστάσεων, οι οποίες χαρακτηρίζονται από δημοσιονομικές περικοπές, πρέπει να κινητοποιηθούν όλοι οι πόροι και οι πολιτικές της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της ΕΤΕπ, στο πλαίσιο προσπαθειών διατήρησης της οικονομικής ανάκαμψης και εντοπισμού νέων πηγών ανάπτυξης·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΤΕπ λειτουργεί επίσης ως σκέλος χρηματοδότησης άλλων πηγών επενδύσεων, αλλά και συμπληρωματικά προς αυτές, αντικαθιστώντας ή διορθώνοντας ανεπάρκειες της αγοράς·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΤΕπ βοηθά την ΕΕ να διατηρήσει και να ενισχύσει το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα σε παγκόσμια κλίμακα·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΤΕπ θα συνεχίσει να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο των πολιτικών της ΕΕ και να έχει καταλυτική σημασία για την ανάπτυξή τους, προβλέποντας την συνεχή παρουσία του δημόσιου τομέα, παρέχοντας επενδυτικές δυνατότητες και παράλληλα διασφαλίζοντας τη βέλτιστη δυνατή ενσωμάτωση και υλοποίηση των εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής «ΕΕ 2020»·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΤΕπ, ως βασικό μέσο σταθερότητας, θα επικεντρωθεί στην εκτέλεση αντικυκλικής λειτουργίας, ενεργώντας ως αξιόπιστος εταίρος για βιώσιμα έργα σε ολόκληρη την ΕΕ και εκτός αυτής·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΤΕπ στηρίζει τους βασικούς παράγοντες για την επίτευξη των στόχων ανάπτυξης και απασχόλησης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», όπως οι δομές για την προώθηση της ανάπτυξης, η καινοτομία αιχμής και η ανταγωνιστικότητα·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη την επιτακτική ανάγκη να ληφθεί μέριμνα για τη διατήρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης ΑΑΑ της ΕΤΕπ, ούτως ώστε να διαφυλαχθεί η πρόσβασή της στις διεθνείς κεφαλαιαγορές υπό τους βέλτιστους όρους χρηματοδότησης, με επακόλουθο θετικό αντίκτυπο στη διάρκεια ζωής του έργου και στα ενδιαφερόμενα μέρη·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Ιούνιο του 2012, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δρομολόγησε το Σύμφωνο για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση, το οποίο συνίσταται σε ευρύ φάσμα πολιτικών με στόχο την ενίσχυση της έξυπνης, διατηρήσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, η οποία θα βασίζεται σε αποτελεσματική χρήση των πόρων και θα αποσκοπεί στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση καινοτόμων χρηματοδοτικών μέσων συγκαταλέγεται στους τρόπους διεύρυνσης του πεδίου δράσης των υφιστάμενων εργαλείων, όπως οι επιχορηγήσεις, και βελτίωσης της συνολικής αποτελεσματικότητας του προϋπολογισμού της ΕΕ·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει καίρια σημασία να αποκατασταθεί ο δανεισμός στο πλαίσιο της οικονομίας και να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση των επενδύσεων·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα διεθνή χρηματοδοτικά μέσα προσφέρουν ένα νέο πεδίο δυνατοτήτων συνεργασίας μεταξύ όλων των θεσμικών παραγόντων και παρέχουν πραγματικές οικονομίες κλίμακας·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ενέργειες της ΕΤΕπ εκτός της ΕΕ πραγματοποιούνται με σκοπό την υποστήριξη των πολιτικών εξωτερικής δράσης της Ένωσης και πρέπει να συμμορφώνονται με τους στόχους της ΕΕ και να τους προωθούν σύμφωνα με τα άρθρα 208 και 209 της ΣΛΕΕ·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες της ΕΤΕπ συμπληρώνονται από ειδικά μέσα που παρέχονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕ), τα οποία επικεντρώνονται τόσο στη χρηματοδότηση κινδύνου, προς όφελος των ΜΜΕ και των νεοσύστατων επιχειρήσεων, όσο και στη μικροχρηματοδότηση·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αύξηση κεφαλαίου έχει ενισχύσει τον ισολογισμό της ΕΤΕπ, επιτρέποντας τον καθορισμό φιλόδοξων στόχων επιχειρησιακής δανειοδότησης·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν καταβληθεί ειδικές προσπάθειες για την πραγματοποίηση περισσότερων κοινών παρεμβάσεων (που συνδυάζουν εγγυήσεις του ΕΤΕ με δάνεια της ΕΤΕπ για ΜΜΕ)·

Πλαίσιο πολιτικής και κατευθυντήριες αρχές για παρέμβαση από την ΕΤΕπ

1.

χαιρετίζει την ετήσια έκθεση της ΕΤΕπ για το 2012 και την επίτευξη του συμφωνηθέντος επιχειρησιακού σχεδίου για τη χρηματοδότηση περίπου 400 έργων σε περισσότερες από 60 χώρες, με χορηγήσεις ύψους 52 δισ. EUR·

2.

χαιρετίζει την έγκριση, εκ μέρους του Συμβουλίου των Διοικητών της ΕΤΕπ, αύξησης κεφαλαίου κατά 10 δισ. EUR, η οποία θα επιτρέψει τη χορήγηση πρόσθετων δανείων ύψους 60 δισ. EUR (που συνιστούν επέκταση των στόχων δανεισμού σε ποσοστό 49 %) για μακροπρόθεσμο δανεισμό έργων στην ΕΕ κατά την περίοδο 2013-2015·

3.

ζητεί από την ΕΤΕπ να διατηρήσει τους προβλεπόμενους στόχους σε σχέση με την πρόσθετη δραστηριότητά της και να αποδεσμεύσει 180 δισ. EUR σε επιπλέον επενδύσεις ανά την ΕΕ για την προαναφερθείσα περίοδο·

4.

υπενθυμίζει ότι, όσον αφορά έργα στην ΕΕ, υπάρχουν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες προοπτικές για ορισμένους θεματικούς άξονες προτεραιότητας στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»: «δέσμες» σχετικά με την καινοτομία και τις δεξιότητες, οι οποίες περιλαμβάνουν τις υποδομές χαμηλών εκπομπών άνθρακα, τις επενδύσεις σε ΜΜΕ, τη συνοχή και την αποτελεσματική χρήση πόρων και ενέργειας (συμπεριλαμβανομένης της μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα)· σημειώνει ότι οι εν λόγω τομείς εστίασης του ενδιαφέροντος έχουν αναγνωριστεί δεόντως στο επιχειρησιακό σχέδιο του Ομίλου ΕΤΕπ για την περίοδο 2013-2015, και χαιρετίζει την εκχώρηση επιπλέον ποσού 60 δισ. EUR για την ενίσχυση της δανειοδοτικής ικανότητας προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η υλοποίησή τους·

5.

πιστεύει, ωστόσο, ακράδαντα ότι, στο πλαίσιο αυτών των προτεραιοτήτων ευρέος φάσματος, πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στις επενδύσεις για τη μακροπρόθεσμη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και για τη δημιουργία βιώσιμου και ορατού αντίκτυπου στην πραγματική οικονομία και, κατά συνέπεια, ζητεί εν προκειμένω διεξοδική αξιολόγηση, στο πλαίσιο της οποίας θα παρασχεθούν βιώσιμα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τη μακροπρόθεσμη απασχόληση που προέκυψε μέσω δανειοδότησης της ΕΤΕπ, καθώς και σχετικά με τον αντίκτυπο της δανειοδότησης αυτής στην οικονομία, σε όλους τους τομείς, μετά το πέρας της οικονομικής κρίσης·

6.

επικροτεί τη δρομολόγηση της Διευκόλυνσης για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση (ΔΑΑ), η οποία θα δώσει στην ΕΤΕπ τη δυνατότητα να παρακολουθεί σε μεγαλύτερο βάθος τον αντίκτυπο στον τομέα της απασχόλησης και της ανάπτυξης των έργων που χρηματοδοτεί·

7.

ζητεί από την ΕΤΕπ να συνεχίσει να στηρίζει τις μακροπρόθεσμες προτεραιότητες της ΕΕ για οικονομική και κοινωνική συνοχή, ανάπτυξη και απασχόληση, περιβαλλοντική βιωσιμότητα, δράση για το κλίμα και αποδοτική χρήση των πόρων μέσω της περαιτέρω ανάπτυξης νέων χρηματοδοτικών και μη μέσων που θα είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τόσο τις βραχυπρόθεσμες ανεπάρκειες της αγοράς όσο και τις περισσότερο μακροπρόθεσμες διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας της ΕΕ·

8.

ενθαρρύνει την ΕΤΕπ να διαπραγματευτεί και να συνάψει μνημόνια συνεννόησης με περιφερειακές τράπεζες ανάπτυξης που δραστηριοποιούνται στις περιφέρειες όπου δραστηριοποιείται και η ίδια, με σκοπό την προώθηση συνεργειών, τον επιμερισμό των κινδύνων και του κόστους και τη διασφάλιση επαρκούς δανειοδότησης προς την πραγματική οικονομία·

9.

θεωρεί ότι το Σύμφωνο για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση συνιστά σημαντική αλλά όχι αποτελεσματική απάντηση στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ, σημειώνοντας ότι η αύξηση κεφαλαίου της ΕΤΕπ και η διευρυμένη προσφυγή στα κοινά μέσα επιμερισμού του κινδύνου Επιτροπής-ΕΤΕπ, σε συνδυασμό με τις συνέργειες μεταξύ των εξειδικευμένων δραστηριοτήτων της ΕΤΕπ και του ΕΤΕ, είναι βασικά στοιχεία για την επιτυχία του Συμφώνου·

10.

ζητεί από την ΕΤΕπ να εστιάσει κατά προτεραιότητα τη χρηματοδότησή της σε μεμονωμένα επενδυτικά σχέδια που συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην οικονομική μεγέθυνση·

11.

υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει, από κοινού με την ΕΤΕπ, έκθεση σχετικά με τις δυνατότητες και τις στοχοθετημένες προτεραιότητες που πρέπει να προσδιοριστούν στο πλαίσιο της εφαρμογής του Συμφώνου για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση, ιδίως όσον αφορά τις υποδομές, την ενεργειακή απόδοση και την αποδοτική χρήση των πόρων, την ψηφιακή οικονομία, την έρευνα και την καινοτομία, και τις ΜΜΕ· βάσει της ως άνω έκθεσης, ζητεί να διεξαχθεί πολιτικός διάλογος στο Κοινοβούλιο με την συμμετοχή των προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων·

12.

εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι η χρηματοδότηση χωρών υπαγόμενων σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος) παρέμεινε χαμηλή κατά τη διάρκεια του 2012, καθώς αντιπροσώπευε μόλις το +/- 5 % των συνολικών επενδύσεων της ΕΤΕπ· σημειώνει ότι οι επενδυτικοί στόχοι της ΕΤΕπ σε χώρες υπαγόμενες σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, για το 2013, αντιστοιχούν σε 5 δισ. EUR από τον συνολικό στόχο της ΕΕ που ανέρχεται σε ύψος 62 δισ. EUR·

13.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η ΕΤΕπ τηρεί μια πολιτική αποφυγής, κατά κάποιον τρόπο, των κινδύνων κατά τη δανειοδότησή της, περιορίζοντας κατά συνέπεια το εύρος των πιθανών δανειστών που πληρούν τις προϋποθέσεις δανεισμού της ΕΤΕπ και θέτοντας έτσι εμπόδια στην προστιθέμενη αξία των δανείων·

14.

απαιτεί να αυξήσει η ΕΤΕπ την εσωτερική της ικανότητα ανάληψης κινδύνου, διασφαλίζοντας ότι τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου που διαθέτει προσαρμόζονται στο ισχύον περιβάλλον·

15.

αναγνωρίζει ότι είναι θεμελιώδους σημασίας για την ΕΤΕπ να διατηρήσει την πιστοληπτική της αξιολόγηση ΑΑΑ, ούτως ώστε να διαφυλαχθεί η οικονομική της ευρωστία και ικανότητα διοχέτευσης χρημάτων στην πραγματική οικονομία· παροτρύνει ωστόσο την ΕΤΕπ να εξετάσει, από κοινού με το ΕΤΕ, τη δέσμευσή της για περισσότερες δραστηριότητες που ενέχουν κινδύνους, προκειμένου να εγγυηθεί μια εύλογη προοπτική κόστους-ωφέλειας·

16.

διαπιστώνει την αύξηση των στόχων εξειδικευμένης δραστηριότητας υψηλότερου κινδύνου της ΕΤΕπ σε 6 δισ. EUR το 2013, την αύξηση της χρηματοδότησης για πρωτοβουλίες επιμερισμού του κινδύνου και πιστωτικής ενίσχυσης σε 2,3 δισ. EUR, καθώς και την πρόσφατη δρομολόγηση της πρωτοβουλίας για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης (GFI), η οποία διευκολύνει την πρόσβαση καινοτόμων εταιρειών μεσαίας κεφαλαιοποίησης στη χρηματοδότηση·

17.

ζητεί από την ΕΤΕπ να αυξήσει τη δραστηριότητά της στο πλαίσιο της εντολής χορήγησης κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου (RCM) και της εντολής του ενδιάμεσου μηχανισμού για την ανάπτυξη (MFG) που παρέχεται από την ΕΤΕπ στο ΕΤΕ·

18.

επικροτεί την αύξηση εκ μέρους του ΕΤΕ της χρηματοδοτούμενης από την ΕΤΕπ εντολής χορήγησης κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου κατά 1 δισ. EUR, το οποίο επικεντρώνεται ιδιαίτερα σε ενδιάμεση χρηματοδότηση υψηλότερου κινδύνου στο πλαίσιο των κοινών ενεργειών ΕΤΕπ-ΕΤΕ για την αντιμετώπιση των χρηματοδοτικών περιορισμών που αντιμετωπίζουν τα νέα σχέδια καινοτομίας και ανάπτυξης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων μεσαίου μεγέθους·

19.

ζητεί από την ΕΤΕπ να επιδεικνύει περισσότερο προορατική συμπεριφορά κατά την παροχή της τεχνικής της εμπειρογνωμοσύνης σε όλους τους βασικούς τομείς δραστηριοτήτων με υψηλό δυναμικό ανάπτυξης σε όλα τα κράτη μέλη· υπενθυμίζει ότι η παροχή συμβουλών τεχνικoύ και οικονομικoύ περιεχομένου συνιστά αποτελεσματικό μέσο συνδρομής στην υλοποίηση των έργων και επίσπευσης των εκταμιεύσεων και των πραγματικών επενδύσεων· πιστεύει, κατά συνέπεια, ότι η εμπειρογνωμοσύνη της ΕΤΕπ πρέπει να αυξηθεί και να καταστεί διαθέσιμη στα αρχικά στάδια έργων που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ και την ΕΤΕπ και σε εκ των προτέρων εκτιμήσεις έργων μεγάλης κλίμακας, μεταξύ άλλων και με χρήση του μέσου JASPERS (Κοινή βοήθεια για την υποστήριξη των έργων στις ευρωπαϊκές περιφέρειες)·

20.

παροτρύνει την ΕΤΕπ όπως, στο ισχύον πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από υπερβολικά χαμηλά ποσοστά απορρόφησης σε πολλά κράτη μέλη, ενισχύσει τις προσπάθειες για την υποστήριξη της ικανότητας απορρόφησης των πόρων της ΕΕ από τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων, με την περαιτέρω ανάπτυξη πρόσθετων κοινών μέσων επιμερισμού του κινδύνου και με την προσαρμογή των υφιστάμενων μέσων που χρηματοδοτούνται ήδη από τον προϋπολογισμό της ΕΕ·

21.

ζητεί από τα κράτη μέλη, όπου ενδείκνυται, να συνεργαστούν με την Επιτροπή ως προς τη χρήση μέρους των χορηγήσεων των διαρθρωτικών ταμείων, ώστε να επιμεριστεί ο πιστωτικός κίνδυνος για την ΕΤΕπ και να παρασχεθούν δανειακές εγγυήσεις για απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων, αποδοτική χρήση των πόρων και ενεργειακή απόδοση, στρατηγικές υποδομές και πρόσβαση σε χρηματοδότηση για τις ΜΜΕ·

22.

εκτιμά το γεγονός ότι αχρησιμοποίητοι διαρθρωτικοί πόροι μπορούν πλέον να χρησιμοποιηθούν ως ειδικό εγγυητικό κεφάλαιο για δανειοδότηση εκ μέρους της ΕΤΕπ, ιδιαίτερα στην Ελλάδα·

23.

σημειώνει ότι το 2012 η Τράπεζα ενέκρινε δάνεια για διαρθρωτικά προγράμματα (ΔΔΠ) αξίας 2,2 δισ. EUR, παρέχοντας στήριξη σε πολυάριθμα μικρά και μεσαία έργα σύμφωνα με τις προτεραιότητες της πολιτικής για τη συνοχή σε διάφορους τομείς·

24.

ζητεί από την ΕΤΕπ να αναπτύξει, υπό το πρίσμα των διαφορετικών οικονομικών και χρηματοδοτικών συνθηκών που επικρατούν εντός της ΕΕ, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, επενδυτικά σχέδια με γνώμονα τα αποτελέσματα, τα οποία θα είναι κατάλληλα προσαρμοσμένα σε προτεραιότητες εθνικής, περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις οριζόντιες προτεραιότητες της ετήσιας επισκόπησης της ανάπτυξης που καταρτίζεται από την Επιτροπή και του ευρωπαϊκού εξαμήνου για την οικονομική διακυβέρνηση·

25.

ενθαρρύνει την Τράπεζα να διερευνήσει τις δυνατότητες επέκτασης της δραστηριοποίησής της μέσω προορατικής συμμετοχής σε συμφωνίες εταιρικής σχέσης μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών·

26.

σημειώνει τη φθίνουσα τάση σε σχέση με τον αριθμό των συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) κατά τη διάρκεια της κρίσης και μετά το πέρας αυτής, και υπενθυμίζει, ταυτόχρονα, τον ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν στις επενδύσεις, ιδίως στα δίκτυα μεταφορών και στην έρευνα και την καινοτομία· διαπιστώνει ότι, παρόλο που η αγορά ΣΔΙΤ της ΕΕ παρουσιάζει αυξημένη αξία, καταγράφει σημαντικά λιγότερες πράξεις·

27.

πιστεύει ότι οι κρατικές εγγυήσεις συνιστούν πολύτιμα μέσα για την αντιμετώπιση των ατελειών της αγοράς, οι οποίες ενδέχεται να προκαλούν καθυστέρηση στην υλοποίηση προγραμμάτων και έργων ΣΔΙΤ· με βάση την εμπειρογνωμοσύνη της ΕΤΕπ στον τομέα αυτόν, ζητεί την αύξηση της συμμετοχής της στις δανειακές εγγυήσεις που παρέχονται στις ΣΔΙΤ μέσω των κρατικών εγγυήσεων·

28.

πιστεύει, επιπλέον, ότι η συμβουλευτική ικανότητα της ΕΤΕπ, η οποία βασίζεται στην εμπειρογνωμοσύνη που έχει αποκτηθεί στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Εμπειρογνωμοσύνης για τις ΣΔΙΤ (EPEC), θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παροχή στοχευμένης τεχνικής και εξειδικευμένης συνδρομής σε κυβερνητικό επίπεδο, και όπου χρειάζεται επίσης σε τοπικό επίπεδο, προκειμένου να διευκολυνθούν οι κατάλληλες εκτιμήσεις σχετικά με τα οφέλη συμμετοχής μιας κρατικής εγγύησης σε ένα πρόγραμμα ΣΔΙΤ·

29.

υπενθυμίζει τη δρομολόγηση, το 2012, από την ΕΤΕπ και την Επιτροπή, και με την υποστήριξη των κρατών μελών, της πιλοτικής φάσης της πρωτοβουλίας για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων, η οποία αποσκοπεί στην ενίσχυση της χρηματοδότησης έργων βασικών υποδομών μέσω της προσέλκυσης θεσμικών επενδυτών·

30.

επικροτεί την πρώτη εξαμηνιαία έκθεση της πιλοτικής φάσης της πρωτοβουλίας για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων, στην οποία γίνεται λόγος για την έγκριση εννέα έργων σε έξι χώρες· ζητεί να συνεχιστεί και να αυξηθεί η χρήση τέτοιων ομολόγων και να επανεξετάζεται τακτικά η αποτελεσματικότητά τους, έτσι ώστε να τονωθούν οι βιώσιμες επενδύσεις σε χρεωστικά μέσα που διοχετεύουν ιδιωτικά κεφάλαια στα αναγκαία έργα μεταφορών, ενέργειας και υποδομής ΤΠΕ, ιδίως σε όσα έχουν διασυνοριακή διάσταση· πιστεύει, ωστόσο, ότι η ΕΤΕπ θα πρέπει να αξιολογεί καλύτερα τα έργα στα οποία επιθυμεί να επενδύσει, αξιολογώντας επίσης τον βαθμό ασφαλείας και κινδύνου των έργων αυτών· υπενθυμίζει ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ προβλέπει την παροχή 230 εκατ. EUR προς υποστήριξη της δραστηριότητας πιστωτικής ενίσχυσης της ΕΤΕπ, για επενδύσεις σε υποδομές στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας και των επικοινωνιών·

31.

απαιτεί να ενημερωθεί για τα επιλεγμένα έργα με τον ενδεδειγμένο τρόπο και εν ευθέτω χρόνω·

32.

σημειώνει με ανησυχία ότι εξακολουθούν να υπάρχουν βασικές προκλήσεις (π.χ. συγκεκριμενοποίηση του ενδιαφέροντος σε δεσμεύσεις, περιορισμένη εμπειρία των αναθετουσών αρχών σε σχέση με τα ομόλογα, δισταγμός ως προς την ανάληψη δέσμευσης από θεσμικούς επενδυτές, ανησυχία των χορηγών σχετικά με το κόστος)· καλεί την Τράπεζα να αξιολογήσει κατάλληλα τη δυνατότητα κοινών επενδύσεων με την έγκαιρη σύναψη συμφωνιών για ομόλογα, προκειμένου να καθησυχαστούν οι επενδυτές και οι χορηγοί· ζητεί από την ΕΤΕπ να διασφαλίσει ότι η πρωτοβουλία για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων θα είναι συνεπής με τον μακροπρόθεσμο στόχο της ΕΕ για το κλίμα, δηλαδή την έμφαση σε υποδομές χαμηλών εκπομπών άνθρακα·

33.

εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τη χαμηλή απόδοση του έργου Castor· απαιτεί να παράσχει η Τράπεζα λεπτομερή στοιχεία ως προς την ορθότητα της δέουσας επιμέλειας που επέδειξε και να παράσχει πληροφορίες σχετικά με το εάν στις γεωλογικές μελέτες που διεξήχθησαν αναφερόταν η πιθανότητα σεισμού, ποιο ήταν το σχετικό ποσοστό και πώς αντιμετωπίστηκε·

34.

αναμένει την τελική έκθεση αξιολόγησης όσον αφορά την πιλοτική φάση της πρωτοβουλίας για τα ομόλογα χρηματοδότησης έργων, η οποία προβλέπεται να υποβληθεί το 2015·

35.

χαιρετίζει τη νέα ενεργειακή πολιτική της ΕΤΕπ που εισάγει νέα κριτήρια για τον δανεισμό στον τομέα της ενέργειας, τα οποία αντικατοπτρίζουν τις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα, καθώς και τις τρέχουσες επενδυτικές τάσεις· απαιτεί να δημοσιοποιούνται και να αναλύονται σε ετήσια βάση οι επενδύσεις της ΕΤΕπ στην ενέργεια, καταδεικνύοντας τις πηγές ενέργειας που υποστηρίζονται από την ΕΤΕπ· επιθυμεί, ωστόσο, να τονίσει ότι η πολιτική επενδύσεων της ΕΤΕπ θα πρέπει να εστιάζει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό σε βιώσιμα έργα· υπενθυμίζει, ωστόσο, την ανάγκη για παρουσίαση ενός συνολικού σχεδίου σταδιακής κατάργησης της δανειοδότησης για παραγωγή ενέργειας από μη ανανεώσιμες πηγές·

36.

επικροτεί την καθιέρωση, εκ μέρους της ΕΤΕπ, ενός νέου προτύπου επιδόσεων εκπομπών, το οποίο θα εφαρμόζεται σε όλα τα έργα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση ορυκτών καυσίμων, ούτως ώστε να αποκλείονται επενδύσεις με προβλεπόμενες εκπομπές άνθρακα που θα υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο όριο· ζητεί από το Συμβούλιο της ΕΤΕπ να θέσει το πρότυπο επιδόσεων εκπομπών υπό διαρκή αξιολόγηση και να εξετάσει το ενδεχόμενο ανάληψης περισσότερο περιοριστικών δεσμεύσεων στο μέλλον·

37.

καλεί επειγόντως την Τράπεζα όπως, έχοντας υπόψη την δέσμη μέτρων για το κλίμα στον ορίζοντα 2030, συμπεριλαμβανομένων των προτεραιοτήτων στον τομέα της απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, εντείνει τις προσπάθειές της για επενδύσεις χαμηλών εκπομπών άνθρακα και εκπονήσει πολιτικές που να οδηγούν σε πιο φιλόδοξους στόχους για το κλίμα· ζητεί από την ΕΤΕπ να διενεργήσει κλιματολογική αξιολόγηση και επανεξέταση όλων των δραστηριοτήτων της εντός του 2014, με στόχο μια ανανεωμένη πολιτική προστασίας του κλίματος, π.χ. μέσα από αξιολόγηση των έργων καθώς και μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, ώστε να συνδυαστούν έξυπνα οι τομεακές πολιτικές για βασικούς τομείς· καλεί την ΕΤΕπ να επισυνάψει την εν λόγω αξιολόγηση στην επόμενη ετήσια έκθεσή της·

38.

υπενθυμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η ΕΤΕπ στη χρηματοδότηση επενδύσεων στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε υποδομές ενέργειας και στη στήριξη έργων που συμβάλλουν στην επίτευξη στόχων της κλιματικής και ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ· υπενθυμίζει το ψήφισμα του 2007, με το οποίο το Κοινοβούλιο ζητά να δοθεί τέλος στη δημόσια χρηματοδότηση για έργα ορυκτών καυσίμων και να πραγματοποιηθεί μετάβαση στη ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας· πιστεύει ότι η ΕΤΕπ, σε συνεργασία με την Επιτροπή και σύμφωνα με τους ενωσιακούς και τους διεθνείς στόχους για την αλλαγή του κλίματος και σύμφωνα με τα βέλτιστα διεθνή πρότυπα, θα πρέπει να επικαιροποιήσει τη στρατηγική της για την κλιματική αλλαγή όσον αφορά τις χρηματοδοτικές δραστηριότητές της, πριν από τα τέλη του 2015·

39.

καλεί την ΕΤΕπ να ενισχύσει τους πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη της όσον αφορά την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή·

40.

απαιτεί να εφαρμόσει η ΕΤΕπ τα βέλτιστα διεθνή πρότυπα όσον αφορά την υδροηλεκτρική ενέργεια, δηλαδή τις κατευθυντήριες γραμμές της Παγκόσμιας Επιτροπής για τα Φράγματα καθώς και το Πρωτόκολλο Αξιολόγησης της Βιωσιμότητας της Υδροηλεκτρικής Ενέργειας (HSAP), γεγονός που συνεπάγεται επενδύσεις μόνο σε περιπτώσεις στις οποίες οι χώρες έχουν θέσει σε εφαρμογή νομικό πλαίσιο για τη θέσπιση μηχανισμών (συμπεριλαμβανομένων των περιοχών «no go»), ότι θα πραγματοποιηθεί η δέουσα αξιολόγηση, πρόληψη, μετριασμός και παρακολούθηση των αρνητικών επιπτώσεων στα οικοσυστήματα και στις τοπικές κοινωνίες, καθώς και ότι τα έργα δεν θα πρέπει να διεξάγονται κοντά ή εντός προστατευόμενων περιοχών ή σε ποτάμια που βρίσκονται σε καλή οικολογική κατάσταση·

41.

καλεί την ΕΤΕπ να συμπεριλάβει με προσοχή στα έργα της το όραμα και τους στόχους της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020 «Η ασφάλεια ζωής μας, το φυσικό μας κεφάλαιο»·

Ενίσχυση του εύρους στήριξης των ΜΜΕ και των εταιρειών μεσαίας κεφαλαιοποίησης

42.

υπενθυμίζει ότι οι ΜΜΕ θεωρούνται η ραχοκοκαλιά της οικονομίας της ΕΕ και ο βασικός κινητήριος μοχλός της ευρωπαϊκής ανάπτυξης και απασχόλησης, καθώς σε αυτές αντιστοιχεί ποσοστό άνω του 80 % των θέσεων απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα·

43.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την έμφαση που δίδεται (στο πλαίσιο της αύξησης της δανειοδοτικής δραστηριότητας στην ΕΕ) στην παροχή βοήθειας για τη βελτίωση της πρόσβασης των ΜΜΕ σε χρηματοδότηση και, ως εκ τούτου, χαιρετίζει τον στόχο του Ομίλου ΕΤΕπ για το 2013 που αφορά την έγκριση δανείων ύψους άνω των 19 δισ. EUR προς ΜΜΕ στο εσωτερικό της ΕΕ·

44.

καλεί επίσης το Συμβούλιο όπως, στο πλαίσιο αυτό, συμφωνήσει άμεσα για κοινές πρωτοβουλίες Επιτροπής-ΕΤΕπ και ενσωματώσει πόρους από τον προϋπολογισμό της ΕΕ που προορίζονται για τις ΜΜΕ, λαμβάνοντας συγχρόνως αποφασιστικότερα μέτρα για την υλοποίηση της συνεργασίας με την ΕΚΤ, προκειμένου να μειωθούν οι δυσκολίες χρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν οι ΜΜΕ· επισημαίνει ότι σε διάφορα κράτη μέλη το κύριο πρόβλημα συνίσταται στο γεγονός ότι ο κατακερματισμός των χρηματοπιστωτικών αγορών οδηγεί σε έλλειψη χρηματοδότησης και σε μεγαλύτερο χρηματοδοτικό κόστος, ιδίως για τις ΜΜΕ· ζητεί οι προσπάθειες τη ΕΤΕπ να στραφούν προς την ανασυγκρότηση των αγορών, έτσι ώστε να προαχθούν η χρηματοδότηση των ΜΜΕ, η επιχειρηματικότητα, οι εξαγωγές και η καινοτομία, τα οποία είναι στοιχεία ζωτικής σημασίας για την οικονομική ανάκαμψη·

45.

χαιρετίζει την ενίσχυση του τραπεζικού δανεισμού προς τις ΜΜΕ μέσω της αναζωογόνησης της αγοράς τιτλοποίησης δανείων για τις ΜΜΕ στο πλαίσιο της νέας πρωτοβουλίας ABS του Ομίλου ΕΤΕπ· καλεί την ΕΤΕπ να προβεί σε ανάλυση της αγοράς με στόχο την καλύτερη προσαρμογή της εν λόγω πρωτοβουλίας στις ανάγκες των ενδιαφερομένων· χαιρετίζει την ενίσχυση της πιστωτικής ικανότητας του ΕΤΕ μέσα από την αύξηση του κεφαλαίου και την εντολή, και καλεί την ΕΤΕπ και την Επιτροπή να οριστικοποιήσουν τη διαδικασία έως τις αρχές του επόμενου έτους·

46.

στηρίζει τις πρωτοβουλίες του Ομίλου ΕΤΕπ για καινοτόμες χρηματοδοτήσεις ΜΜΕ και εταιρειών μεσαίας κεφαλαιοποίησης μέσω της δημιουργίας χρηματοδοτικών μέσων για τα προγράμματα «Ορίζοντας 2020» και COSME, μέσων επιμερισμού του κινδύνου (ΜΕΚ), προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι τράπεζες στο να παρέχουν χρηματοδοτικούς πόρους μέσω δανείων και εγγυήσεων και να διασφαλισθεί η παροχή μακροπρόθεσμων κεφαλαίων επιχειρηματικού κινδύνου·

47.

υποστηρίζει την κοινή πρωτοβουλία της Επιτροπής και της ΕΤΕπ για τις ΜΜΕ, στο πλαίσιο του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, με χρήση των διαθέσιμων στο πλαίσιο των προγραμμάτων COSME και «Ορίζοντας 2020» πόρων της ΕΕ, καθώς και ενός οριακού ποσού 8,5 δισ. EUR για τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (ΕΔΕΤ) με σκοπό την εξασφάλιση πρόσθετου δανεισμού των ΜΜΕ·

48.

καλεί τα κράτη μέλη να συμμετάσχουν ενεργά, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη των κοινών μέσων μέσω των κονδυλίων τους που προέρχονται από τα ΕΔΕΤ, προκειμένου να στηρίξουν την αύξηση της δανειοδότησης προς τις ΜΜΕ στην επικράτειά τους, ενισχύοντας έτσι τα συνολικά αποτελέσματα μόχλευσης·

49.

ενθαρρύνει την ΕΤΕπ να επεκτείνει την πρωτοβουλία χρηματοδότησης του εμπορίου· θεωρεί ότι ο εν λόγω μηχανισμός εγγυήσεων για τις ΜΜΕ έχει καίρια σημασία και θα πρέπει να διευρυνθεί σε κλίμακα ΕΕ, όπου κρίνεται περισσότερο απαραίτητο· ζητεί από την ΕΤΕπ να αναπτύξει το δικό της πρόγραμμα διευκόλυνσης του εμπορίου· καλεί την ΕΤΕπ, ως πρώτο βήμα, να θεσπίσει μέτρα που θα εξασφαλίζουν την προσφορά των εγγυήσεων που χρειάζονται οι επιχειρήσεις ώστε να αξιοποιήσουν πλήρως το εξαγωγικό δυναμικό τους·

50.

στηρίζει την εστίαση της ΕΤΕπ στο περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και ζητεί από τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν πλήρως τα κοινά μέσα χρηματοοικονομικής τεχνικής για επιμερισμένη διαχείριση, όπως το πρόγραμμα JEREMIE, και τα περιφερειακά συστήματα ταμείων που παρέχουν χρηματοδοτήσεις συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο και αποπληρωμής χρέους σε τοπικές ΜΜΕ·

51.

χαιρετίζει την εκ των υστέρων αξιολόγηση του μεσοπρόθεσμου δανεισμού της ΕΤΕπ προς τις ΜΜΕ στην ΕΕ για την περίοδο 2005-2011· αναγνωρίζει ότι σε αυτόν τον τομέα, κατά την περίοδο 2005-2012, η ΕΤΕπ ενέκρινε τη χορήγηση δανείων ύψους 64 δισ. EUR προς περίπου 370 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα εντός της ΕΕ των 27· επισημαίνει ότι μέχρι το τέλος του 2012, κονδύλι 53 δισ. EUR από τα προαναφερθέντα 64 δισ. EUR εκταμιεύτηκαν προς αυτά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία, με τη σειρά τους, προέβησαν στη χορήγηση περίπου 48 δισ. EUR σε ΜΜΕ μέσω περίπου 300 000 υποδανείων·

52.

επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την αξιολόγηση, ο μεσοπρόθεσμος δανεισμός από την ΕΤΕπ προς τις ΜΜΕ (μέσω του προϊόντος L4SME) ήταν συνεπής με τους στόχους της ΕΕ· ζητεί, ωστόσο, καλύτερη αξιολόγηση της συμπληρωματικότητας του προϊόντος της ΕΤΕπ και των συνδυασμών διαφόρων πολιτικών σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η καταλληλότητα των δράσεων· ζητεί από την ΕΤΕπ να υποβάλει προτάσεις σχετικά με την ενίσχυση των αποτελεσμάτων του L4SME ώστε να μπορέσει να κινητοποιηθεί για την κάλυψη συγκεκριμένων ελλείψεων, αντί να χρηματοδοτεί ένα ευρύ φάσμα ΜΜΕ, βελτιστοποιώντας έτσι τη συμβολή της ΕΤΕπ στην ανάπτυξη και την απασχόληση·

53.

διαπιστώνει με ανησυχία ότι, κατά την υπό εξέταση περίοδο, τα δάνεια της ΕΤΕπ είχαν «σχετικό» αντίκτυπο στην ανάπτυξη και την απασχόληση αλλά μεγάλες διακυμάνσεις ανά χώρα (μόλις το 1/3 των ΜΜΕ απέδωσε την αύξηση του κύκλου εργασιών του στη χρηματοδότηση της ΕΤΕπ)· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα δάνεια της ΕΤΕπ συνέβαλαν στη διατήρηση των θέσεων απασχόλησης· επισημαίνει ότι ο σχετικός αντίκτυπος στην ανάπτυξη και την απασχόληση βρέθηκε ότι ήταν μεγαλύτερος στα νέα κράτη μέλη· αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι η υπό εξέταση περίοδος περιελάμβανε τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, ενώ η σχετικά μέτριο επίπεδο δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας επιτεύχθηκε παρά το πλαίσιο των μειούμενων επιπέδων απασχόλησης·

54.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης της ΕΤΕπ φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε για τη στήριξη των «πρωτοπόρων» ΜΜΕ και όχι για χρηματοδότηση με σκοπό την κάλυψη ανεπαρκειών· σημειώνει, ωστόσο, ότι ποσοστό μεγαλύτερο από το 80 % των ΜΜΕ που έλαβαν χρηματοδότηση ήταν εταιρείες με λιγότερους από 50 εργαζομένους, γεγονός που αποδεικνύει ότι η ΕΤΕπ προσεγγίζει τις μικρότερες από τις ΜΜΕ·

55.

ζητεί από την ΕΤΕπ να εφαρμόσει στο έπακρο τα κριτήρια επιλεξιμότητας για την αποτελεσματικότερη στόχευση των δικαιούχων χρηματοδότησης·

56.

καλεί την ΕΤΕπ να προσδιορίσει και να επιλέξει έργα μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας και υψηλότερου κινδύνου, ιδίως από νεοσύστατες επιχειρήσεις, πολύ μικρές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς, ομίλους επιχειρήσεων, ΜΜΕ και επιχειρήσεις μεσαίας κεφαλαιοποίησης που ασχολούνται με έργα έρευνας, ανάπτυξης και καινοτομίας στον τομέα των τεχνολογιών προτεραιότητας·

57.

τονίζει την ανάγκη να αυξηθεί το επίπεδο ενημέρωσης και κατανόησης των δυνητικών επενδυτών και των δικαιούχων ως προς την ύπαρξη καινοτόμων χρηματοδοτικών μέσων· ενθαρρύνει τη χάραξη επικοινωνιακής πολιτικής για την προώθηση της προβολής των διαφόρων δράσεων που αναλαμβάνει η ΕΕ, με χρήση αυτών των νέων χρηματοδοτικών μέσων, μέσω της ΕΤΕπ· τονίζει περαιτέρω ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί η ευρεία και συστηματική πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με το έργο, καθώς και η μεγαλύτερη συμμετοχή των δικαιούχων του έργου και της τοπικής κοινωνίας των πολιτών, που θα μπορούσε να βελτιωθεί μέσω των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από την ΕΤΕπ·

58.

καλεί την ΕΤΕπ να καταρτίσει ένα σχέδιο δράσης για την απλούστευση της πρόσβασης των ΜΜΕ στην πληροφόρηση και τη χρηματοδότηση, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στις γραφειοκρατικές διαδικασίες που συνδέονται με την πρόσβαση στη χρηματοδότηση·

59.

υπενθυμίζει ότι ο μεσοπρόθεσμος δανεισμός αντιπροσωπεύει ποσοστό άνω του 20 % του συνολικού ετήσιου δανεισμού της ΕΤΕπ·

60.

επαναλαμβάνει την ανησυχία του για το γεγονός ότι στον συγκεκριμένο τομέα υπάρχει σημαντικός αριθμός εκκρεμών ζητημάτων που παραμένουν άλυτα, όπως η έλλειψη διαφάνειας (ιδίως όσον αφορά τις πληροφορίες σχετικά με τους τελικούς δικαιούχους), η δυσκολία αξιολόγησης του οικονομικού και κοινωνικού αντίκτυπου των δανείων (με αποτέλεσμα την εσφαλμένη στόχευση) και η εξάρτηση — μέσω της εξωτερικής ανάθεσης αρμοδιοτήτων — από ενδιάμεσους χρηματοοικονομικούς φορείς για τον έλεγχο της δέουσας επιμέλειας· καλεί επειγόντως την Τράπεζα να παράσχει λεπτομέρειες σχετικά με την προσέγγιση που επέλεξε για την επίλυση των προβλημάτων αυτών και ζητεί να καταρτιστεί από την ΕΤΕπ, από κοινού με την Επιτροπή, αυστηρός κατάλογος κριτηρίων επιλογής των εν λόγω ενδιάμεσων χρηματοοικονομικών φορέων, διαθέσιμος στο κοινό·

61.

παροτρύνει την ΕΤΕπ να προβεί σε επικαιροποιημένη και ολοκληρωμένη αξιολόγηση του πώς επηρέασε η χρηματοπιστωτική κρίση τους τελικούς αποδέκτες των χρηματοδοτήσεων της ΕΤΕπ και σε ενδελεχή εκτίμηση των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην τρέχουσα κατάσταση των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών που χρησιμοποιεί η ΕΤΕπ τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ·

62.

ζητεί από την ΕΤΕπ να διασφαλίσει την επίτευξη του στόχου της που περιλαμβάνει εντός του 2013 τη δημιουργία περίπου 500 χιλιάδων θέσεων απασχόλησης μέσω της δανειοδότησης υποδομών, την εξασφάλιση αποδοτικής χρήσης των πόρων και την εκτέλεση έργων στον τομέα της οικονομίας της γνώσης·

63.

διαπιστώνει ότι, λόγω του δύσκολου οικονομικού κλίματος και των αυστηρότερων συνθηκών που επικρατούν στις πιστωτικές αγορές, οι χρηματοδοτικοί περιορισμοί που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις και στον δημόσιο τομέα εξακολουθούν να δυσχεραίνουν την απασχόληση των νέων και να περιορίζουν τις δυνατότητες βελτίωσης της επαγγελματικής κατάρτισης·

64.

θεωρεί ότι το πρόγραμμα της ΕΤΕπ για την απασχόληση των νέων (με όγκο δανειοδοτήσεων 6 δισ. EUR), το οποίο περιλαμβάνει τα υποπρογράμματα «Θέσεις εργασίας για τη νεολαία» και «Επένδυση στις δεξιότητες» είναι υψίστης σημασίας για την αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων· χαιρετίζει την ενδιάμεση έκθεση για την εκτέλεση του προγράμματος που παρουσιάζει τα σημαντικά επιτεύγματα σε αυτόν τον τομέα, όπως τα 4,9 δισ. EUR που δόθηκαν υπό μορφή δανείων μέσω του υποπρογράμματος «Επένδυση στις δεξιότητες» και τα 2,7 δισ. EUR που δόθηκαν στο πλαίσιο του πυλώνα «Θέσεις εργασίας για τη νεολαία»· αναγνωρίζει την έγκαιρη επίτευξη των στόχων της·

65.

υποστηρίζει τον στόχο της Τράπεζας για περαιτέρω μεγιστοποίηση των στοχευμένων δανειοδοτήσεων σε ΜΜΕ προκειμένου να εδραιωθεί σαφής σύνδεση μεταξύ του δανεισμού της ΕΤΕπ και της δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης για τους νέους·

66.

καλεί την Τράπεζα να διευρύνει το πεδίο δράσης της και να χρησιμοποιήσει πρόσθετα μέσα προκειμένου να παράσχει εφαρμόσιμα κίνητρα για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης για τους νέους, ιδίως σε κράτη μέλη με εξαιρετικά υψηλά ποσοστά ανεργίας των νέων·

Συμβολή της ΕΤΕπ στις εξωτερικές πολιτικές της ΕΕ

67.

ζητεί από την ΕΤΕπ, σύμφωνα με την αναθεωρημένη εντολή της ΕΤΕπ για δράσεις εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να υποστηρίξει τους στόχους της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως σχεδιάζεται από την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης·

68.

χαιρετίζει την εγγύηση της ΕΕ για εξωτερικό δανεισμό που παρέχεται στην ΕΤΕπ από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, ιδίου μεγέθους με την σημερινή, η οποία καθορίζεται στο ανώτατο ποσό των 30 δισ. EUR (διαιρεμένη σε μια γενική εντολή ύψους 27 δισ. EUR και σε μια προαιρετική της τάξης των 3 δισ. EUR, η οποία υπόκειται σε ενδιάμεση αξιολόγηση) για την επόμενη δημοσιονομική περίοδο, μέσω επανεισροών από μη χρησιμοποιηθείσες ενέργειες του FEMIP (Ευρωμεσογειακός φορέας επενδύσεων και εταιρικής σχέσης) που χρονολογούνται πριν από το 2007·

69.

ζητεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) να καταρτίσει ειδική έκθεση σχετικά με την άσκηση των δραστηριοτήτων εξωτερικού δανεισμού της ΕΤΕπ και την ευθυγράμμισή τους με τις πολιτικές της ΕΕ πριν από την ενδιάμεση επανεξέταση της εξωτερικής εντολής της ΕΤΕπ, καθώς επίσης να συγκρίνει την προστιθέμενη αξία όσον αφορά τους ίδιους πόρους που χρησιμοποιεί η ΕΤΕπ· ζητεί επιπλέον από το Ελεγκτικό Συνέδριο να διαφοροποιήσει την ανάλυσή του ως προς τις εγγυήσεις που παρέχει ο προϋπολογισμός της ΕΕ, την επενδυτική διευκόλυνση που διασφαλίζει το ΕΤΑ, τις διάφορες μορφές συνδυασμού που χρησιμοποιούνται στο Καταπιστευματικό Ταμείο Υποδομών ΕΕ-Αφρικής, το ταμείο επενδύσεων της Καραϊβικής και την επενδυτική διευκόλυνση για τον Ειρηνικό και τη χρήση επανεισροών για τις εν λόγω επενδύσεις·

70.

χαιρετίζει τις διατάξεις περί αυξημένης ευελιξίας που προβλέπονται στο πλαίσιο της νέας εντολής εξωτερικού δανεισμού της ΕΤΕπ· καλεί την ΕΤΕπ να μεγιστοποιήσει την υποστήριξή της για τις πολιτικές και τους στόχους της ΕΕ·

71.

ζητεί από την ΕΤΕπ να προβεί σε περισσότερο ευέλικτη χρήση του Ταμείου Εγγυήσεων και να επικεντρωθεί περαιτέρω σε δανεισμό ιδίου κινδύνου, επεκτείνοντας το πεδίο των δραστηριοτήτων της όσον αφορά τα έργα που είναι επιλέξιμα για χρηματοδότηση από τράπεζες· επιμένει ότι η ΕΤΕπ πρέπει να διασφαλίζει υψηλό επίπεδο προβολής στους τελικούς δικαιούχους των έργων της, τα οποία λαμβάνουν ευρωπαϊκή χρηματοδοτική στήριξη·

72.

επισημαίνει ότι οι χώρες που βρίσκονται σε προενταξιακό στάδιο και η ανατολική και νότια γειτονία αποτελούν τις κατεξοχήν περιοχές προτεραιότητας της ΕΤΕπ· τονίζει, ιδιαίτερα, την ανάγκη να συνεχιστεί η υποστήριξη των διαδικασιών δημοκρατικής και οικονομικής μετάβασης που ακολούθησαν την Αραβική Άνοιξη, με ιδιαίτερη έμφαση στη στήριξη της κοινωνίας των πολιτών, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την οικονομική ανάκαμψη των χωρών του Νότου και των χωρών εταίρων της Ανατολικής Ευρώπης· διαπιστώνει με ικανοποίηση την εστίαση στις ΜΜΕ και στην πρόσβαση σε χρηματοδότηση·

73.

υποστηρίζει, στο πλαίσιο των εξωτερικών πολιτικών της ΕΕ, τη σταδιακή ανάπτυξη νέων χρηματοπιστωτικών προϊόντων από κοινού με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, όπως προϊόντα που αποτελούν συνδυασμό επιχορηγήσεων της ΕΕ, δανείων και μέσων επιμερισμού του κινδύνου, με σκοπό την προσέγγιση νέων κατηγοριών επιχειρήσεων· ζητεί να οριστούν βέλτιστες πρακτικές και σαφώς καθορισμένα κριτήρια επιλεξιμότητας για τη χρήση των εν λόγω μέσων που θα συνοδεύονται από σαφείς όρους υποβολής εκθέσεων, παρακολούθησης και ελέγχου· ζητεί την οριστικοποίηση της πολιτικής των χορηγήσεων·

74.

ως εκ τούτου, αναμένει ότι η έκθεση διακυβέρνησης σχετικά με την εφαρμογή της πλατφόρμας συνεργασίας με διεθνή χρηματοπιστωτικά μέσα με σκοπό τον συνδυασμό των μέσων θα περιλαμβάνει λεπτομερείς και συνεπείς πληροφορίες εν προκειμένω και θα διασφαλίζει έναν ικανοποιητικό ρόλο για την ΕΤΕπ· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει ολοκληρωμένη έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις και τα αποτελέσματα της εφαρμογής των χρηματοδοτικών διευκολύνσεων στο πλαίσιο της πλατφόρμας συνεργασίας για τον συνδυασμό των μέσων·

75.

χαιρετίζει τη στήριξη της ΕΤΕπ προς έργα σε διάφορους τομείς της ενέργειας που στοχεύουν στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης· υπενθυμίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί συνοχή με τις νέες εξελίξεις στις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα· ενθαρρύνει την ΕΤΕπ, στο πλαίσιο της ανανεωμένης ενεργειακής πολιτικής της, να συνεχίσει την στήριξη, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ, έργων που αφορούν την ενεργειακή απόδοση και τις βιώσιμες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προετοιμάζοντας με αυτόν τον τρόπο το έδαφος για τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα·

Συνεργασία της ΕΤΕπ με άλλους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς

76.

υπενθυμίζει ότι η διαρθρωμένη συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ (Επιτροπή και ΕΤΕπ) και άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών είναι ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για να αποφευχθεί η αλληλοεπικάλυψη των δραστηριοτήτων·

77.

χαιρετίζει το επικαιροποιημένο μνημόνιο κατανόησης μεταξύ της ΕΤΕπ και της ΕΤΑΑ που υποδεικνύει την πρόθεση της ΕΕ για ενίσχυση του επιπέδου συντονισμού και συνεργασίας αυτών των δύο μεγάλων διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών· ενθαρρύνει την ΕΤΕπ να διαπραγματευτεί και να συνάψει μνημόνια συνεννόησης με περιφερειακές τράπεζες ανάπτυξης που δραστηριοποιούνται στις περιφέρειες όπου δραστηριοποιείται και η ίδια, με σκοπό την προώθηση συνεργειών, τον επιμερισμό των κινδύνων και του κόστους και τη διασφάλιση επαρκούς δανειοδότησης προς την πραγματική οικονομία·

78.

καλεί αμφότερους τους οργανισμούς να προβούν στον καλύτερο δυνατό επιχειρησιακό συντονισμό, από άποψη συμπληρωματικότητας και καταμερισμού των καθηκόντων, προκειμένου να αναζητούνται συστηματικά οι καλύτερες ευκαιρίες και συνέργειες και να εντοπίζεται η βέλτιστη μόχλευση για την υποστήριξη και υλοποίηση των στόχων της πολιτικής της ΕΕ, με παράλληλη τήρηση των αντίστοιχων συγκριτικών πλεονεκτημάτων και ιδιαιτεροτήτων·

79.

ενθαρρύνει την ΕΤΕπ και την ΕΤΑΑ να ενισχύσουν, σε όσο το δυνατόν πιο πρώιμο στάδιο (εκ των προτέρων αξιολόγηση ή στάδιο προσδιορισμού των δράσεων), την εμπειρογνωμοσύνη, τις στρατηγικές και προγραμματικές προσεγγίσεις τους στους διάφορους τομείς παρέμβασης και, ιδίως, τη συνεργασία τους σε σχέση με τα μέσα διαχείρισης κινδύνων (οικονομικών, λειτουργικών κινδύνων ή κινδύνων ανά χώρα) με σκοπό την αύξηση της εποπτείας των κινδύνων·

80.

χαιρετίζει το νέο κοινό σχέδιο δράσης που συμφωνήθηκε τον Νοέμβριο του 2012 μεταξύ της ΕΤΕπ, της ΕΤΑΑ και του Ομίλου της Παγκόσμιας Τράπεζας με στόχο τη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης και της ανάπτυξης στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, επισημαίνοντας ότι το σχέδιο δράσης προβλέπει κοινή ανάληψη δεσμεύσεων ύψους άνω των 30 δισ. EUR για την περίοδο 2013-2014· καλεί την ΕΤΕπ να αναλάβει δέσμευση για τουλάχιστον 20 δισ. EUR, κατά τα συμφωνηθέντα·

81.

επαναλαμβάνει την πρότασή του να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση μέλος της ΕΤΕπ·

Πλαίσιο διακυβέρνησης, συμμόρφωσης και ελέγχου της ΕΤΕπ

82.

ζητεί από την ΕΤΕπ και άλλους συνδεδεμένους εταίρους και ενδιαφερόμενους φορείς να βελτιώσουν περαιτέρω τους μηχανισμούς διακυβέρνησής τους, μεταξύ άλλων μέσω της ανάπτυξης συστημάτων διεξοδικής και ορθής παρακολούθησης, υποβολής εκθέσεων και ελέγχου·

83.

χαιρετίζει την εκ νέου δέσμευση της ΕΤΕπ για διαφάνεια μέσω της συμμετοχής της στην πρωτοβουλία για τη διαφάνεια της διεθνούς βοήθειας (ΠΔΔΒ)·

84.

ζητεί από την Τράπεζα να διασφαλίσει την πλήρη ανεξαρτησία και τη βιώσιμη λειτουργία του μηχανισμού υποβολής καταγγελιών της·

85.

ζητεί από την ΕΤΕπ να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της σύμβασης του Aarhus και να δημιουργήσει ένα δημόσιο μητρώο εγγράφων, προκειμένου να διασφαλιστεί το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα, όπως προβλέπεται στις Συνθήκες της ΕΕ· ζητεί από την Τράπεζα να τηρήσει τη δέσμευσή της και να δημοσιοποιεί το μητρώο, αρχής γενομένης από το 2014·

86.

ζητεί η επόμενη ετήσια έκθεση να συνοδεύεται από ένα σύνολο εγκάρσιων δεικτών επιδόσεων σχετικά με τον αντίκτυπο των χρηματοδοτικών δραστηριοτήτων στους κύριους τομείς παρεμβάσεων της ΕΤΕπ, το αναμενόμενο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, κατά περίπτωση, και τη μεταφορά των οικονομικών πλεονεκτημάτων στα χρηματοδοτούμενα προγράμματα·

87.

επαναλαμβάνει και τονίζει την ευθύνη της Τράπεζας για την ενίσχυση του επιπέδου διαφάνειας κατά την επιλογή των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών και εταίρων για τα συγχρηματοδοτούμενα έργα και όσον αφορά τους τελικούς δικαιούχους·

88.

τονίζει ότι η ΕΤΕπ θα πρέπει να μειώσει τη γραφειοκρατία, ώστε η διάθεση των χρηματοδοτικών πόρων να πραγματοποιείται αποτελεσματικότερα και με γοργότερους ρυθμούς·

89.

καλεί την ΕΤΕπ να ενισχύσει περαιτέρω τη διαφάνεια στο πλαίσιο της χορήγησης χρηματοδοτήσεων μέσω ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, υποβάλλοντας έκθεση σε ετήσια βάση σχετικά με τις χρηματοδοτήσεις προς ΜΜΕ, παρέχοντας συγκεντρωτικά στοιχεία για το ύψος των εκταμιεύσεων προς ΜΜΕ, τον αριθμό των ΜΜΕ που έλαβαν χρηματοδοτήσεις, το μέσο ύψος των δανείων και τους υποστηριζόμενους τομείς, καθώς και αξιολόγηση της προσβασιμότητας των δανείων από τις ΜΜΕ και της αποτελεσματικότητάς τους·

90.

ζητεί από την ΕΤΕπ να μη συνεργάζεται με ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς με αρνητικό ιστορικό από άποψη διαφάνειας, απάτης, διαφθοράς και περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων· ενθαρρύνει την ΕΤΕπ να δημιουργήσει εταιρικές σχέσεις με διαφανείς και αξιόπιστους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς οι οποίοι έχουν καθιερωμένους δεσμούς με την τοπική οικονομία σε κάθε χώρα δραστηριοποίησης· καλεί την ΕΤΕπ, στο πλαίσιο αυτό, να εξασφαλίσει μεγαλύτερη διαφάνεια, ιδίως στις δραστηριότητες μεσολαβούμενων δανειοδοτήσεων, καθώς και να ασκεί ενισχυμένο έλεγχο δέουσας επιμέλειας για την πρόληψη της χρήσης φορολογικών παραδείσων, μεταβιβαστικής τιμολόγησης, φορολογικής απάτης, φοροδιαφυγής και επιθετικής φοροαποφυγής ή επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού· ζητεί να καταρτιστεί κατάλογος αυστηρών κριτηρίων, διαθέσιμος στο κοινό, για την επιλογή των ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών· ζητεί από την ΕΤΕπ να ενισχύσει τη συνεργασία της με τα εθνικά δημόσια πιστωτικά ιδρύματα, ώστε να μεγιστοποιήσει τον θετικό αντίκτυπο που έχουν τα χρηματοδοτικά προγράμματά της στις ΜΜΕ·

91.

ζητεί από την ΕΤΕπ να συμμετάσχει άμεσα σε μια χωρίς αποκλεισμούς διαδικασία αναθεώρησης της πολιτικής της για τις μη συνεργάσιμες δικαιοδοσίες, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις πρόσφατες εξελίξεις σε αυτόν τον τομέα σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο· καλεί συνεπώς, την ΕΤΕπ να διασφαλίσει ότι όλες οι εταιρείες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν στα έργα της δημοσιοποιούν τους πραγματικούς δικαιούχους κάθε νομικής δομής που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την εταιρεία, όπως εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης, ιδρύματα και τραπεζικοί λογαριασμοί·

92.

ζητεί επίσης την κατάρτιση, από κοινού με την Επιτροπή, ενός δημόσιου καταλόγου αποκλεισμού για ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, με βάση το ιστορικό τους από άποψη διαφάνειας, απάτης, σχέσεων με υπεράκτιες δικαιοδοσίες και περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων·

93.

θεωρεί θεμελιώδους σημασίας να διατηρηθεί η πιστοληπτική αξιολόγηση ΑΑΑ της ΕΤΕπ, η οποία της επέτρεψε να δανειστεί 71 δισ. EUR με χαμηλά επιτόκια από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, το 2012· ενθαρρύνει ωστόσο την ΕΤΕπ να ενισχύσει τη δυνατότητά της να δίνει προτεραιότητα σε έργα μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας και υψηλότερου κινδύνου·

94.

υπενθυμίζει και τονίζει, όπως και τα προηγούμενα έτη, την ανάγκη για προληπτική τραπεζική εποπτεία της ΕΤΕπ και ζητεί την εκπόνηση νομικής μελέτης που θα καταστήσει δυνατή την εξεύρεση πιθανής λύσης·

95.

προτείνει τη διενέργεια του εν λόγω ρυθμιστικού ελέγχου:

i)

από την ΕΚΤ βάσει του άρθρου 127, παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, ή

ii)

στο πλαίσιο της μελλοντικής τραπεζικής ένωσης, η οποία προβλέπεται από την ανακοίνωση της Επιτροπής της 12ης Σεπτεμβρίου 2012, ή

iii)

σε διαφορετική περίπτωση, και βάσει εκουσίου διαβήματος της ΕΤΕπ, από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, με ή χωρίς τη συμμετοχή ενός ή περισσοτέρων εθνικών εποπτικών αρχών, ή από ανεξάρτητο ελεγκτή·

εκφράζει την δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έχει προτείνει καμία ενέργεια προς αυτή την κατεύθυνση, παρά τα σχετικά αιτήματα του Κοινοβουλίου, το πρώτο εκ των οποίων διατυπώθηκε το 2007·

96.

χαιρετίζει τις νέες εξελίξεις στο εσωτερικό της ΕΤΕπ, οι οποίες αφορούν τη γενικότερη συμμόρφωση με τις βέλτιστες τραπεζικές πρακτικές· ζητεί από τους εταίρους της ΕΤΕπ να συμμορφώνονται με τις βέλτιστες τραπεζικές πρακτικές οι οποίες είναι συμβατές με την ενωσιακή νομοθεσία για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της εντός και εκτός της ΕΕ· ζητεί από την ΕΤΕπ να συμπεριλάβει στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της τον έλεγχο ενός τομέα δραστηριότητας προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι βέλτιστες τραπεζικές πρακτικές αποτελούν τμήμα των εσωτερικών έγγραφων διαδικασιών της·

97.

καλεί την ΕΤΕπ να αυξήσει περαιτέρω τη διαφάνεια και την προσβασιμότητα των δραστηριοτήτων, αξιολογήσεων και αποτελεσμάτων της, μέσω ευχερέστερης πρόσβασης σε πληροφορίες, τόσο εσωτερικά για το προσωπικό της ΕΤΕπ με καθιέρωση της συμμετοχής σε σχετικές εσωτερικές συνεδριάσεις της ΕΤΕπ, όσο και εξωτερικά, π.χ. στον ιστότοπό της·

98.

επικροτεί το γεγονός ότι η ΕΤΕπ έχει λάβει μέτρα στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και έχει ενισχύσει τη λειτουργία συμμόρφωσής της με τον διορισμό νέου υπευθύνου κανονιστικής συμμόρφωσης· ζητεί την τακτική ενημέρωση του Κοινοβουλίου σχετικά με τα πορίσματα της έκθεσης του υπευθύνου κανονιστικής συμμόρφωσης της ΕΤΕπ·

99.

ζητεί από την ΕΤΕπ να ακολουθήσει την αρχή της υποβολής εκθέσεων ανά χώρα προκειμένου να καταπολεμήσει τη χρηματοδότηση παράνομων δραστηριοτήτων· κρίνει ότι, προκειμένου να είναι επιλέξιμοι για χρηματοδότηση από την ΕΤΕπ, όλοι οι δικαιούχοι, είτε πρόκειται για εταιρείες είτε για ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, που υπάγονται σε διάφορες δικαιοδοσίες, πρέπει να γνωστοποιούν στις ελεγμένες ετήσιες εκθέσεις τους πληροφορίες σε επίπεδο χώρας σχετικά με τις πωλήσεις τους, τα περιουσιακά στοιχεία τους, τους εργαζομένους, τα κέρδη και τις πληρωμές φόρων σε κάθε χώρα στην οποία δραστηριοποιούνται· κρίνει επίσης ότι οι δικαιούχοι πρέπει να δημοσιοποιούν τις συμβάσεις που συνάπτουν με τις κυβερνήσεις της χώρας υποδοχής και συγκεκριμένα να γνωστοποιούν το φορολογικό καθεστώς σε κάθε χώρα στην οποία δραστηριοποιούνται·

100.

ζητεί να προσαρμοστεί το περιβάλλον ελέγχου ώστε να καλύπτει τη μελλοντική αύξηση του όγκου των αιτήσεων χρηματοδότησης που θα επέλθει λόγω της αύξησης του κεφαλαίου της ΕΤΕπ, καθώς και στο πλαίσιο άλλων χρηματοοικονομικών εταιρικών σχέσεων, ιδίως όσον αφορά τις λειτουργίες διαχείρισης κινδύνων·

Συνέχεια που δίνεται από την ΕΤΕπ σε ψηφίσματα του Κοινοβουλίου

101.

ζητεί από την ΕΤΕπ όπως, σε κάθε ετήσια έκθεση, ενημερώνει σχετικά με την ισχύουσα κατάσταση και την κατάσταση όσον αφορά την υλοποίηση των προηγούμενων συστάσεων του Κοινοβουλίου, ιδίως όσον αφορά τον αντίκτυπο που έχουν οι δανειοδοτήσεις που πραγματοποιεί, στις διάφορες περιφέρειες δραστηριότητάς της, στη μεγέθυνση και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης στην ΕΕ και στις περιφέρειες αυτές, καθώς και για την οικονομική ολοκλήρωση ανάμεσα στην ΕΕ και τις υποψήφιες για ένταξη χώρες και τις γειτονικές της ΕΕ χώρες.

ο

ο ο

102.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0404.

(2)  EE C 258 E της 7.9.2013, σ. 131.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0057.

(4)  ΕΕ L 280 της 27.10.2011, σ. 1.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/13


P7_TA(2014)0202

Επανεξέταση του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την επανεξέταση του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας (ΕΣΧΕ) (2013/2166(INL))

(2017/C 378/02)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 225 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (2),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) (3),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (4),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1096/2010 του Συμβουλίου της 17ης Νοεμβρίου 2010 για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (5),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/78/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τροποποίηση των οδηγιών 98/26/ΕΚ, 2002/87/ΕΚ, 2003/6/ΕΚ, 2003/41/ΕΚ, 2003/71/ΕΚ, 2004/39/ΕΚ, 2004/109/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ, 2006/49/ΕΚ, και 2009/65/ΕΚ όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών), της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών) (6),

έχοντας υπόψη τη θέση του, της 12ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (7),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 12ης Σεπτεμβρίου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (8),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της 3ης Ιουνίου 2010, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (9) και τη θέση του της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την πρόταση αυτή (10),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της 3ης Ιουνίου 2010, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (11) και τη θέση του της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την πρόταση αυτή (12),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της 3ης Ιουνίου 2010, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (13) και τη θέση του της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την πρόταση αυτή (14),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της 18ης Μαΐου 2010, σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση των οδηγιών 98/26/EΚ, 2002/87/EΚ, 2003/6/EΚ, 2003/41/EΚ, 2003/71/EΚ, 2004/39/EΚ, 2004/109/EΚ, 2005/60/EΚ, 2006/48/EΚ, 2006/49/EΚ, και 2009/65/EΚ όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (15) και τη θέση του της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την πρόταση αυτή (16),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της 25ης Μαΐου 2010, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την κοινοτική μακροπροληπτική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (17), και τη θέση του της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την πρόταση αυτή (18),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της 25ης Μαΐου 2010, σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (19) και τη θέση του της 22ας Σεπτεμβρίου 2010 σχετικά με την πρόταση αυτή (20),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της 1ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για το οικονομικό έτος 2011,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της 1ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων για το οικονομικό έτος 2011,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της 1ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την απαλλαγή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών για το οικονομικό έτος 2011,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της 5ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2014 όλα τα τμήματα,

έχοντας υπόψη τις βασικές αρχές για την άσκηση αποτελεσματικής τραπεζικής εποπτείας, όπως εγκρίθηκαν από την επιτροπή τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου 2012 (21),

έχοντας υπόψη τα βασικά χαρακτηριστικά για αποτελεσματικά καθεστώτα εξυγίανσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που δημοσιεύθηκαν τον Οκτώβριο του 2011,

έχοντας υπόψη τις αρχές ορθής πρακτικής σχετικά με τα εποπτικά σώματα, όπως εκδόθηκαν από την επιτροπή τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας τον Οκτώβριο 2010 (22),

έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Ιανουαρίου 2014 στην υπόθεση C-270/12 Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 42 και 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0133/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοπιστωτική κρίση έδειξε ότι η ανεπαρκής διαχείριση κινδύνων και η αναποτελεσματική, άνιση και κατακερματισμένη εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών συνέβαλε στη χρηματοπιστωτική αστάθεια και στην έλλειψη της προστασίας των καταναλωτών στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποστηρίζει σθεναρά τη δημιουργία των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, έχει προβλέψει περισσότερες εξουσίες σε συντονισμό και άμεση εποπτεία για τις εν λόγω αρχές, και πιστεύει ότι αυτές αποτελούν βασικούς παράγοντες για τη δημιουργία σταθερότερων και ασφαλέστερων χρηματοπιστωτικών αγορών καθώς και ότι η Ένωση χρειάζεται ισχυρότερη και καλύτερα συντονισμένη εποπτεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύσταση του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας (ΕΣΧΕ) έχει αναβαθμίσει την ποιότητα και τη συνοχή της χρηματοπιστωτικής εποπτείας στην εσωτερική αγορά· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για μια εξελικτική διαδικασία κατά την οποία τα μέλη των εποπτικών συμβουλίων πρέπει να επικεντρώνονται στις αξίες και τα συμφέροντα της Ένωσης·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από τη σύσταση του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας (ΕΣΧΕ), η μικροπροληπτική εποπτεία στην Ένωση αναπτύχθηκε με πιο γρήγορο ρυθμό από τη μακροπροληπτική επίβλεψη·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρμοδιότητες της μικροοικονομικής και μακροοικονομικής εποπτείας συγκεντρώνονται στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) η οποία οφείλει να λάβει κατάλληλα μέτρα προς αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων λόγω των καθηκόντων της ΕΚΤ στη νομισματική πολιτική·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές πρέπει να εμποδίζουν τον κατακερματισμό των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Ένωση·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές είναι επιφορτισμένες, μεταξύ άλλων, με το έργο της σύγκλισης και της συμβολής στην βελτίωση της ποιότητας της καθημερινής εποπτείας, και δεν χρειάζονται να αναπτύξουν δείκτες επιδόσεων οι οποίοι να επικεντρώνονται στα ρυθμιστικά αποτελέσματα που επιτυγχάνει η καθημερινή εποπτεία·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές έχουν εκπληρώσει σε μεγάλο βαθμό την αποστολή τους συνεισφέροντας στις νομοθετικές διαδικασίες και προτείνοντας τεχνικά πρότυπα·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που οι κανονισμοί για τη σύσταση των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών είναι σχεδόν πανομοιότυποι, το πεδίο εφαρμογής τους έχει εξελιχθεί με πολύ διαφορετικό τρόπο·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα (ΡΤΠ) και τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα (ΕΤΠ), η Επιτροπή έχει την ευθύνη να εγκρίνει με ή χωρίς τροποποίηση τα σχέδια που υποβάλλουν οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, και πρέπει να παρέχει λεπτομερή αιτιολογία σε περίπτωση που παρεκκλίνει από τα εν λόγω σχέδια·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άμεση εποπτεία που ασκεί η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα της εποπτείας στον εν λόγω τομέα·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ΡΤΠ εγκρίνονται ως κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εγγυώνται τη συμμετοχή των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών σε τομείς στους οποίους έχουν περισσότερες τεχνικές γνώσεις για τη σύνταξη χαμηλότερων επιπέδων νομοθεσίας·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην παράγραφο 2 της Κοινής Αντίληψης για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Συμβουλίου και Επιτροπής, αναφέρεται ότι τα τρία θεσμικά όργανα πρέπει να συνεργάζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας που οδηγεί στην έγκριση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, με στόχο την ομαλή άσκηση της ανατιθέμενης εξουσίας και τον αποτελεσματικό έλεγχο αυτής της εξουσίας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύσταση του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (ΕΕΜ) αποτέλεσε μια ακόμα σημαντική ενέργεια προς την κατεύθυνση της συνεκτικής εποπτείας των τραπεζών στη ζώνη του ευρώ και στα άλλα συμμετέχοντα κράτη μέλη·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύσταση του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (ΕΕΜ) έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις στη θεσμική συγκρότηση της μικροπροληπτικής και μακροπροληπτικής εποπτείας στην Ένωση, δεδομένων των εξουσιών που έχουν εκχωρηθεί στην ΕΚΤ στους εν λόγω τομείς·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) έχει παράσχει χρήσιμες μακροοικονομικές συστάσεις για τη νομοθετική διαδικασία, οι οποίες στους τομείς των αμοιβαίων κεφαλαίων χρηματαγοράς, των κεφαλαιακών απαιτήσεων, της οδηγίας για την ενυπόθηκη πίστη ή των συμμετρικών μέτρων μακροπρόθεσμης εγγύησης της οδηγίας Φερεγγυότητα ΙΙ (23) ελήφθησαν μόνο μερικώς υπόψη από την Επιτροπή και τους συννομοθέτες·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου δεν έχει υποχρεωτικό ρόλο στη νομοθεσία, ακόμα και όταν πρόκειται για μακροοικονομικά θέματα·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συμβουλευτική Επιστημονική Επιτροπή έχει διαδραματίσει σημαντικό και εποικοδομητικό ρόλο στη διαχείριση του θεματολογίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, ιδίως ενθαρρύνοντάς το να επικεντρωθεί σε αμφιλεγόμενα και θεμελιώδη ζητήματα·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συννομοθέτες ή η Επιτροπή ενδεχομένως να είχαν λάβει υπόψη τους ορισμένες από τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου εάν είχαν υποβληθεί σε προγενέστερο στάδιο της νομοθετικής διαδικασίας·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου ιδρύθηκε στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης για την αποτροπή μεγαλύτερης κρίσης και προς διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συστημικός κίνδυνος που ενέχουν τα πολύ χαμηλά επιτόκια που διατηρούνται για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα δεν έχει αναφερθεί ποτέ σε δήλωση που εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομισματική πολιτική μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στις πιστώσεις και στις «φούσκες» των τιμών των ακινήτων και, ως εκ τούτου, να επιφέρει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και των δραστηριοτήτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, έπειτα από τις πρώτες προτάσεις της Επιτροπής, έπρεπε να είχε διπλάσια μέλη προσωπικού από όσα έχει στην πραγματικότητα και ότι οι διακυμάνσεις στον αριθμό του ειδικευμένου του προσωπικού είναι επιζήμιες για το έργο του·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΑΚΑΑ δεν έλαβε υπόψη τις δηλώσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου σχετικά με τον κανονισμό EMIR·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 130 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), δεν επιτρέπεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, που συστάθηκε εκτός της ΕΚΤ, να απευθύνει στην ΕΚΤ γνωμοδοτήσεις, συστάσεις ή προειδοποιήσεις·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δομή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) και το μέγεθος του οργάνου του που λαμβάνει τις αποφάσεις επιβραδύνουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων·

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύσταση 2011/3 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου αναφέρει ότι οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να έχουν ηγετικό ρόλο στην μακροπροληπτική εποπτεία και, ως εκ τούτου, οι εκπρόσωποι των κεντρικών τραπεζών θα πρέπει απαραιτήτως να είναι μέλη των οργάνων λήψης αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου·

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσχώρηση μελών στο ΕΣΣΚ βασίζεται κυρίως στις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο αλλά έχουν επίσης παρόμοιες προοπτικές·

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μεγάλα τμήματα της τομεακής νομοθεσίας που αφορούν την ανάθεση ειδικών αρμοδιοτήτων στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές δεν έχουν τεθεί ακόμα σε ισχύ, με αποτέλεσμα οι εν λόγω αρχές να αδυνατούν να εκπληρώσουν εξίσου τις υποχρεώσεις τους·

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία που συνδέεται με τις χρηματοπιστωτικές αγορές, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα είναι σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένη και ότι, εξαιτίας της πληθώρας νομικών κειμένων, παρατηρούνται νομικά κενά και επικαλύψεις στο πεδίο των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων, των θεσμικών αποκλίσεων και των ρυθμίσεων, ενώ μπορούν να προκληθούν ακούσιες επιπτώσεις και αρνητικός αντίκτυπος στην πραγματική οικονομία·

ΛΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής δημιούργησαν ένα γραφείο χρηματοοικονομικής προστασίας των καταναλωτών με ισχυρή εντολή·

ΛΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφάνεια και η ανεξαρτησία αποτελούν σημαντικά συστατικά στοιχεία της χρηστής διακυβέρνησης και ότι είναι σημαντικό να αυξηθεί η διαφάνεια του έργου των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και η ανεξαρτησία τους·

ΛΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι παρόλο που οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές λειτουργούν γενικά με διαφανή τρόπο, μέσω πληροφοριών στους δικτυακούς τους τόπους, χρειάζεται να αυξηθεί η διαφάνεια όσον αφορά το έργο τους και την εξέλιξη σε συμβουλές και προτάσεις, καθώς επίσης καλύτερη πληροφόρηση σχετικά με τις ειδικές ομάδες και ομάδες εργασίας·

ΛΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή συμμετέχει επίσημα και ανεπίσημα στις δραστηριότητες των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, η συμμετοχή της όμως αυτή δεν έχει διάφανη βάση ενώ ο ρόλος της πρέπει να ευθυγραμμιστεί με εκείνον του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, έτσι ώστε να μην αμφισβητείται η ανεξαρτησία των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ΛΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δείχνουν να έχουν περιοριστεί τα οφέλη που προκύπτουν από τις συνεισφορές των ομάδων ενδιαφερομένων για το έργο των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ΛΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυξημένη διαφάνεια είναι υψίστης σημασίας για τις ομάδες ενδιαφερομένων από πλευράς δημιουργίας τεκμηριωμένων και λειτουργικών κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η δε συνεργασία με τους παράγοντες της αγοράς θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική εάν οι εν λόγω ομάδες χαρακτηρίζονταν από μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς τη σύνθεσή τους και τα λεπτομερή καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί·

ΛΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές θα πρέπει να στηρίξουν την Επιτροπή, καθιστώντας διαθέσιμη, με διαφανή τρόπο, την εμπειρογνωμοσύνη τους στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες·

ΛΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές πρέπει να συνδράμουν την Επιτροπή και τους συννομοθέτες, αξιολογώντας τον βαθμό στον οποίο η νομοθεσία επιτυγχάνει τους ρυθμιστικούς στόχους της, και θα πρέπει να δημοσιοποιούν την εν λόγω αξιολόγηση για λόγους διαφάνειας. οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές θα πρέπει να παρέχουν επίσημες γνωμοδοτήσεις σχετικά με την προτεινόμενη ενωσιακή νομοθεσία και να αξιολογούν την ισχύ των στοιχείων και της ανάλυσης που περιλαμβάνονται σε εκτιμήσεις επιπτώσεων της νομοθετικής πρότασης·

ΛΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην υπόθεση C-270/12, η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέφερε ένα δυνητικά ενισχυμένο πεδίο για τις δραστηριότητες του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ σε σύγκριση με την επικρατούσα ερμηνεία της απόφασης στην υπόθεση C-9/56 Meroni  (24) την εποχή που δημιουργήθηκε το ΕΣΧΕ και ως εκ τούτου η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει τις πιθανές επιπτώσεις του κατά την προσεχή επανεξέταση του ΕΣΧΕ·

Μ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εποπτεία από την ΕΚΤ των χρηματοπιστωτικών ομίλων που αναπτύσσουν τραπεζικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες περιορίζεται από τη νομική βάση του ΕΕΜ·

ΜΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημιουργία του ΕΕΜ τροποποιεί το υποκείμενο εποπτικό καθεστώς του ΕΣΧΕ και δημιουργεί ένα βαθμό ασυμμετρίας μεταξύ των διαφόρων αρχών και των πεδίων εποπτείας τους·

ΜΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά την έναρξη ισχύος του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να αποφευχθεί η ρυθμιστική διαιτησία, να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς χωρίς στρεβλώσεις και με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών ελευθεριών·

ΜΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές έχουν διαφορετικά πρότυπα και χρονοδιαγράμματα υποβολής εκθέσεων και ότι, με τη δημιουργία του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού (ΕΕΜ) ενδέχεται να υπάρξει σοβαρός κίνδυνος επικάλυψης των απαιτήσεων που αφορούν την υποβολή εκθέσεων εάν οι εθνικές αρχές δεν συνεργαστούν επαρκώς με τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό και τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές·

ΜΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα διερεύνησης πιθανών παραβάσεων του δικαίου της Ένωσης και το ενδεχόμενο δεσμευτικής διαμεσολάβησης έχουν χρησιμοποιηθεί σπανιότατα, οι δε ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές έχουν πάρα πολύ περιορισμένες δυνατότητες να προβαίνουν σε έρευνα σε περίπτωση υποτιθέμενων παραβάσεων του δικαίου από τις εθνικές αρμόδιες αρχές·

ΜΕ.

λαμβάνοντας υπόψη σε ό,τι αφορά τις πιθανές παραβάσεις του δικαίου της Ένωσης οι αποφάσεις που αφορούν τις εθνικές εποπτικές αρχές λαμβάνονται από εθνικούς επόπτες εντός των εποπτικών συμβουλίων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ΜΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπό την επίδραση των δεσμευτικών αρμοδιοτήτων διαμεσολάβησης των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών βρέθηκαν πολλές χρήσιμες λύσεις μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών·

ΜΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει αποδειχτεί πως οι εθνικοί αντιπρόσωποι δυσκολεύονται να διαχωρίσουν τον ρόλο τους ως επικεφαλής αρμόδιας εθνικής αρχής από την ευρωπαϊκή διαδικασία λήψης αποφάσεων, γεγονός που θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητά τους να τηρούν πραγματικά την απαίτηση να δρουν ανεξάρτητα και αντικειμενικά, αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ένωσης στο σύνολό της, σύμφωνα με το άρθρο 42 των κανονισμών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ΜΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άσκηση πίεσης δεν λειτούργησε όπως είχε προβλεφθεί κατά τον αρχικό σχεδιασμό των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και είναι απαραίτητη για να τους δώσει τη δυνατότητα να τονώσουν την ανάπτυξή τους·

ΜΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές καταβάλλουν ακόμα προσπάθειες για να συγκεντρώσουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για το έργο τους στην αναγκαία μορφή, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή αρχή τραπεζών έπρεπε να διενεργήσει προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις δεν διέθετε ούτε την απαραίτητη νομική εξουσία για να συγκεντρώσει τα στοιχεία που απαιτούνται για τις προσομοιώσεις ούτε τις νομικές εξουσίες για να επαληθεύσει στοιχεία που έδειχναν ανακριβή·

Ν.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές ενδέχεται να μην υποβάλλουν ορισμένα αναγκαία αιτήματα παροχής πληροφοριών επειδή αναμένουν ότι θα απορριφθούν από τα αντίστοιχα εποπτικά τους συμβούλια·

ΝΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσφατα συμφωνηθείσα νομοθεσία έχει ενισχύσει τις αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών όσον αφορά την εξέταση καταγγελιών για παραβιάσεις ή για αδυναμία εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, υποχρεώνοντας τις αρμόδιες αρχές να παρέχουν στις σχετικές ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές όλες τις πληροφορίες που θεωρούνται αναγκαίες, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου εφαρμογής της νομοθεσίας σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης·

ΝΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τη σύσταση του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού σημειώθηκε κάποια πρόοδος κατά το ότι ανατέθηκαν στην ΕΑΤ οι αναγκαίες εξουσίες για την άμεση συγκέντρωση πληροφοριών, ωστόσο μια τέτοια ικανότητα πρέπει να δοθεί στις άλλες ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές·

ΝΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατευθυντήριες γραμμές έχουν αποδειχθεί χρήσιμο και αναγκαίο μέσο για την κάλυψη των ρυθμιστικών κενών, όταν δεν προβλέπονται εξουσίες για τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές στην τομεακή νομοθεσία·

ΝΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές έχουν την εντολή να παρακολουθήσουν την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης στα κράτη μέλη, αλλά υπολείπονται σε πόρους για την αξιολόγηση της εφαρμογής·

ΝΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία MiFID I (25) εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη, ορισμένα όμως αρνούνται να εφαρμόσουν και να επιβάλουν στην πράξη τους κανόνες που αφορούν την προστασία των καταναλωτών·

ΝΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμμετοχή των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών σε σώματα εποπτών έχει βελτιώσει τη λειτουργία τους, όμως τα σώματα αυτά έχουν σημειώσει περιορισμένη πρόοδο όσον αφορά την ενίσχυση της εποπτικής σύγκλισης·

ΝΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δικαιώματα ψήφου στα εποπτικά συμβούλια των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών δεν είναι ανάλογα του μεγέθους των αντίστοιχων κρατών μελών, όπως συμβαίνει σήμερα στην ΕΚΤ και σε άλλους ευρωπαϊκούς οργανισμούς·

ΝΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αλλαγές στο αρχικό σύστημα ψηφοφορίας της ΕΑΤ, το οποίο κατάφερε να εξασφαλίσει δίκαιη μεταχείριση των κρατών μελών και ομαλές συνθήκες εργασίας για τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, αποτελούσαν παραχώρηση προς ορισμένα κράτη μέλη και κατέστησαν τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στο εποπτικό συμβούλιο πιο επαχθείς και δυσκίνητες·

ΝΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν πρέπει να υφίστανται διακρίσεις με βάση την ηλικία ή το φύλο κατά τον διορισμό των προέδρων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, και η θέση αυτή θα πρέπει να δημοσιοποιείται ευρέως σε όλη την Ένωση·

Ξ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πρόεδρος, ο εκτελεστικός διευθυντής και τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου και των διαχειριστικών συμβουλίων θα πρέπει να είναι σε θέση να δρουν ανεξάρτητα και μόνο προς το συμφέρον της Ένωσης.

ΞΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες εθνικές εποπτικές αρχές κρατών μελών έχουν δυσκολευτεί να καλύψουν τις υποχρεωτικές τους συνεισφορές στους προϋπολογισμούς των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ΞΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υποχρεωτικές συνεισφορές των κρατών μελών έρχονται σε σύγκρουση με την ανεξαρτησία των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ΞΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές δήλωσαν πως αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στην πρόσληψη προσωπικού με συγκεκριμένη προϋπηρεσία και ότι δυσκολεύονται να εκπληρώσουν την αποστολή τους λόγω έλλειψης πόρων και προσωπικού, ενώ οι διαθέσιμοι πόροι δεν ανταποκρίνονται στα προς εκτέλεση καθήκοντα·

ΞΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ισχύουσα χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, με ρύθμιση μεικτής χρηματοδότησης, δεν είναι ευέλικτη, δημιουργεί διοικητικό φόρτο και συνιστά απειλή για την ανεξαρτησία των οργανισμών·

ΞΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ρυθμιστική εντολή για την ανάπτυξη εκτελεστικών και κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ήταν προτεραιότητα για τις ευρωπαϊκές εποπτικές κατά τη φάση της συγκρότησής τους και έχει δημιουργήσει δυσανάλογο βάρος στο φόρτο εργασίας τους συγκριτικά με άλλες ευθύνες·

ΞΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές δεν μπόρεσαν να διαθέσουν επαρκείς πόρους για τη βασική λειτουργία της εκπόνησης οικονομικών αναλύσεων των χρηματοπιστωτικών αγορών (όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010), που αποτελεί βασικό θεμέλιο για τη σύνταξη κανόνων υψηλής ποιότητας·

ΞΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή εντολή για σύνταξη έκθεσης σχετικά με τις καταναλωτικές τάσεις απαιτεί από όλα τα κράτη μέλη τη συγκέντρωση πληροφοριών για τις εν λόγω τάσεις·

ΞΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΑΤ εξακολουθεί να στερείται νομικής βάσης στον τομέα των υπηρεσιών πληρωμών και, μεταξύ άλλων, στην οδηγία για την καταναλωτική πίστη (26)·

ΞΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες απαιτήσεις που προέβλεψαν οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές για όλους τους παράγοντες της αγοράς θεωρήθηκαν από ορισμένους παράγοντες της αγοράς επαχθείς, ακατάλληλες και δυσανάλογες του μεγέθους και του επιχειρηματικού μοντέλου των αποδεκτών, ενώ η τομεακή νομοθεσία δεν προέβλεπε πάντα επαρκή ευελιξία για την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης·

Ο.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στις ομάδες εργασίας του Συμβουλίου, ενώ οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές είναι σε μεγάλο βαθμό απούσες από την επίσημη διαδικασία λήψης αποφάσεων·

ΟΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών οι προσπάθειες, οι πόροι που διατέθηκαν και τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών διέφεραν μεταξύ τους και ήταν εξαιρετικά χαμηλά σε ό,τι αφορά την ΕΑΤ·

ΟΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αδύναμη εταιρική διακυβέρνηση και το σύστημα γνωστοποίησης πληροφοριών ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την τρέχουσα κρίση·

ΟΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις νέες εποπτικές αρχές της Βασιλείας περιλαμβάνονται δύο νέες αρχές για την εταιρική διακυβέρνηση και διαφάνεια καθώς και για τη γνωστοποίηση πληροφοριών·

ΟΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταχρηστική πώληση, ο αθέμιτος ανταγωνισμός και η προσοδοθηρική συμπεριφορά μπορούν να βλάψουν τους καταναλωτές·

ΟΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών δεν διαβίβασαν ουσιαστικές εκθέσεις σχετικά με τις καταναλωτικές τάσεις·

ΟΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ακόμα δεν έχει δημοσιοποιηθεί η έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, όπως είχε υποσχεθεί ο Πρόεδρο της ΕΚΤ κ. Mario Draghi·

ΟΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάγκη να λαμβάνονται αποφάσεις για θέματα προστασίας των καταναλωτών απαιτεί ένα αντίστοιχο επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης μεταξύ των μελών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών ακόμα και αν σε μερικά από αυτά δεν έχει ανατεθεί αντίστοιχη εντολή στο κράτος μέλος καταγωγής τους·

ΟH.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ισχύουσες ρήτρες διασφάλισης του άρθρου 38 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 περιορίζουν τις δυνατότητες διαμεσολάβησης δυνάμει των άρθρων 18 και 19, τότε, ιδίως σε περιπτώσεις εξυγίανσης διασυνοριακών ομίλων στο πλαίσιο της οδηγίας για τη διάσωση και εξυγίανση των τραπεζών, οι αρμοδιότητες για τη λήψη τελικών αποφάσεων εκχωρούνται στο κράτος μέλος που έχει δημοσιονομική αρμοδιότητα για το εν λόγω ίδρυμα·

1.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο, μέχρι την 1η Ιουλίου 2014, νομοθετικές προτάσεις για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1095/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1096/2010, ύστερα και από τις αναλυτικές συστάσεις που διατυπώνονται στο παρόν παράρτημα, βασιζόμενη στην εμπειρία που αποκομίσθηκε μετά τη σύσταση των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και σε μια εμβριθή ανάλυση της νομικής βάσης και των εναλλακτικών δυνατοτήτων που προσφέρει το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ, περιλαμβανομένης της πρόσφατης νομολογίας·

2.

επιβεβαιώνει ότι οι συστάσεις σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και την αρχή της επικουρικότητας·

3.

εκτιμά ότι οι δημοσιονομικές επιπτώσεις των ζητούμενων προτάσεων πρέπει να καλυφθούν από τον προϋπολογισμό με τις κατάλληλες πιστώσεις από την προϋπολογισμό της Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη την επιλογή των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών να κάνουν παρακρατήσεις από τις οντότητες που τελούν υπό την εποπτεία τους·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και τις επισυναπτόμενες λεπτομερείς συστάσεις στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο.


(1)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(3)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48.

(4)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

(5)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 162.

(6)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 120.

(7)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0371.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0372.

(9)  A7-0166/2010.

(10)  ΕΕ C 50 Ε της 21.2.2012, σ. 214.

(11)  A7-0170/2010.

(12)  ΕΕ C 50 Ε της 21.2.2012, σ. 209.

(13)  A7-0169/2010.

(14)  ΕΕ C 50 Ε της 21.2.2012, σ. 217.

(15)  A7-0163/2010.

(16)  ΕΕ C 50 Ε της 21.2.2012, σ. 212.

(17)  A7-0168/2010.

(18)  ΕΕ C 50 Ε της 21.2.2012, σ. 210.

(19)  A7-0167/2010.

(20)  ΕΕ C 50 Ε της 21.2.2012, σ. 216.

(21)  http://www.bis.org/publ/bcbs230.pdf.

(22)  http://www.bis.org/publ/bcbs177.pdf.

(23)  Οδηγία 2009/138/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(24)  Υπόθεση 9/56 Meroni κατά Υψηλής Αρχής, [1957 και 1958] Συλλογή 133.

(25)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(26)  Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι η προς έγκριση νομοθετική πράξη ή πράξεις θα πρέπει να προβλέπουν τα εξής:

Το ευρωπαϊκό σύστημα χρηματοπιστωτικής εποπτείας θα πρέπει να προσαρμοστεί ακόμα περισσότερο στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό με τους εξής τρόπους:

αναβάθμιση της εντολής όλων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών για τη δεσμευτική και μη δεσμευτική διαμεσολάβηση, ιδίως σε σχέση με την ΕΚΤ·

αποσαφήνιση της εντολής των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών ως προς τη διενέργεια δεσμευτικής διαμεσολάβησης σε τομείς για τους οποίους απαιτείται εποπτική κρίση·

παραχώρηση της δυνατότητας στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να δρομολογούν δεσμευτική και μη δεσμευτική διαμεσολάβηση στις περιπτώσεις που προβλέπεται από την τομεακή νομοθεσία με πρωτοβουλία του διοικητικού συμβουλίου·

αναβάθμιση των εξουσιών όλων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών ώστε να διενεργούν προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων και να έχουν τουλάχιστον αντίστοιχες δυνατότητες με τις δυνατότητες που δόθηκαν στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών κατά την ίδρυση του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού·

εξασφάλιση ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, οι εθνικές εποπτικές αρχές και η ΕΚΤ, στην περίπτωση των κρατών μελών που συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, θα έχουν πρόσβαση στις ίδιες πληροφορίες σχετικά με την εποπτεία, οι οποίες θα πρέπει να παρέχονται, εφόσον είναι δυνατόν, στην ίδια συχνότητα και σε κοινή ηλεκτρονική μορφή που χρειάζεται να καθοριστεί από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, χωρίς ωστόσο η κοινή μορφή να δημιουργεί κάποια νέα υποχρέωση για παροχή δεδομένων σύμφωνα με τα ΔΠΧΑ, ενώ θα παρέχεται επαρκής μεταβατικής περίοδο για τη δεσμευτική επιβολή της κοινής μορφής·

μέριμνα ώστε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου να μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω ως ένα ισχυρό δίκτυο για τη διασφάλιση μόνιμης παρακολούθησης και ανάλυσης των συστημικών κινδύνων μεταξύ των φορέων λήψης αποφάσεων, αναπτύσσοντας μια παράδοση διαλόγου μεταξύ της μικροπροληπτικής εποπτείας και της μακροοικονομικής επίβλεψης·

πρόβλεψη μηχανισμών ενίσχυσης της ανεξαρτησίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, ενώ παράλληλα θα εξασφαλίζεται η διάδραση με την ΕΚΤ·

μέριμνα για τις απαραίτητες λειτουργικές αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου λόγω της δημιουργίας του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας του πρώτου να απευθύνει προειδοποιήσεις και συστάσεις στην ΕΚΤ και στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό·

ανάπτυξη ενός ενιαίου σημείου εισόδου για οποιαδήποτε συγκέντρωση στοιχείων, το οποίο θα είναι υπεύθυνο για την επιλογή, αποτίμηση και διαβίβαση των εποπτικών και στατιστικών στοιχείων·

διεύρυνση του ρόλου της επιστημονικής επιτροπής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ)·

διορισμό ενός εκτελεστικού προέδρου του ΕΣΣΚ·

αξιολόγηση και αποσαφήνιση της αποστολής και των καθηκόντων του ΕΣΣΚ προκειμένου να αποφεύγονται συγκρούσεις συμφερόντων που προκύπτουν μεταξύ της μικροπροληπτικής εποπτείας και των εποπτικών εργαλείων και της μακροοικονομικής επίβλεψης·

ενίσχυση του συντονιστικού ρόλου της διευθύνουσας επιτροπής του ΕΣΣΚ και προσαρμογή της σύνθεσής της·

διεύρυνση της λίστας πιθανών αποδεκτών προειδοποιήσεων και συστάσεων εκ μέρους του ΕΣΣΚ, ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτήν η ΕΚΤ (με τους ρόλους της όπως αυτοί ορίζονται από τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό) και οι εθνικές αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας·

προσθήκη των συστάσεων του ΕΣΣΚ στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο κυρίως μέσω των ανά χώρα συστάσεων και των συστάσεων προς την Ένωση ως συνόλου·

Στις περιπτώσεις που η πείρα έχει δείξει πως χρειάζεται αναθεώρηση, νέες νομοθετικές πράξεις θα βελτιώσουν τη λειτουργία του ευρωπαϊκού συστήματος χρηματοπιστωτικής εποπτείας (ΕΣΧΕ) με τους εξής τρόπους:

Πρόεδροι

αναβάθμιση των εξουσιών των προέδρων και των τριών ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, ώστε να λαμβάνουν τεχνικές και επιχειρησιακές αποφάσεις ή να ζητούν πληροφορίες από άλλες εποπτικές αρχές σύμφωνα με την εντολή της αντίστοιχης ευρωπαϊκής εποπτικής αρχής, και διευκόλυνση της ανάθεσης και άλλων αρμοδιοτήτων από τα εποπτικά συμβούλια στους προέδρους·

εξουσιοδότηση των προέδρων να εκδίδουν αξιολογήσεις ομοτίμων δυνάμει του άρθρου 30 του κανονισμού των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

χορήγηση στους προέδρους και στους εκτελεστικούς διευθυντές του δικαιώματος ψήφου στο εποπτικό συμβούλιο·

εξασφάλιση του ότι οι πρόεδροι των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών θα έχουν το δικαίωμα να διορίζουν τους προέδρους των εσωτερικών επιτροπών και των ομάδων εργασίας δυνάμει του άρθρου 41 του κανονισμού των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

διασφάλιση του ότι οι πρόεδροι των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και του ΕΣΣΚ προσκαλούνται επίσημα στις συνεδριάσεις του ECOFIN τουλάχιστον δύο φορές ετησίως ώστε να παρουσιάζουν τις δραστηριότητες και το πρόγραμμα εργασίας τους·

πραγματική επιδίωξη ισορροπίας των δύο φύλων στο πλαίσιο των διαδικασιών επιλογής των προέδρων και των αναπληρωτών τους, και να είναι η διαδικασία διαφανής και προγραμματισμένη κατά τρόπο που να μπορεί το Κοινοβούλιο να ασκεί το ρόλο του σε τέτοιες διαδικασίες·

εξασφάλιση παρά ταύτα του σεβασμού της διατυπωθείσας στην προηγούμενη παράγραφο αρχής ότι πρόεδροι των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών θα πρέπει να επιλέγονται μόνο με βάση τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τις αγορές και την πείρα τους όσον αφορά την χρηματοπιστωτική εποπτεία και ρύθμιση·

Διακυβέρνηση: οργάνωση, λήψη αποφάσεων, ανεξαρτησία και διαφάνεια

τροποποίηση του άρθρου 45 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, και του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1095/2010 και μετατροπή των διοικητικών συμβουλίων και των τριών ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών σε ανεξάρτητα όργανα, επάνδρωση με τρεις επαγγελματίες οι οποίοι θα διαθέτουν ευρωπαϊκή εντολή και θα διορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τον πρόεδρο των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και τους εκτελεστικούς διευθυντές, και χορήγηση στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δικαίωμα ψήφου στο εποπτικό συμβούλιο ώστε να διασφαλίζεται μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τα εθνικά συμφέροντα. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου θα συμπίπτει με τον πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου και θα έχει δικαίωμα αποφασιστικής ψήφου τόσο στο διοικητικό συμβούλιο όσο και στο εποπτικό συμβούλιο·

τροποποίηση του άρθρου 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, και του κανονισμού (EΕ) αριθ. 1095/2010 και τροποποίηση της σύνθεσης του εποπτικού συμβουλίου, το οποίο θα πρέπει να απαρτίζεται από τον επικεφαλής των αρμόδιων εθνικών αρχών συν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου·

ανακατανομή των καθηκόντων μεταξύ του διοικητικού συμβουλίου και του εποπτικού συμβουλίου κατά τρόπο ώστε το εποπτικό συμβούλιο να εστιάζει στην παροχή στρατηγικής καθοδήγησης στο έργο των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, στην έγκριση τεχνικών προτύπων, γενικών κατευθυντήριων γραμμών, καθώς και συστάσεων και αποφάσεων για προσωρινές παρεμβάσεις, αλλά και άλλων αποφάσεων που λαμβάνονται από το διοικητικό συμβούλιο με δικαίωμα ένστασης, σε ορισμένες περιπτώσεις, εκ μέρους του εποπτικού συμβουλίου στην πρόταση του διοικητικού συμβουλίου·

δημιουργία για τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές μιας ανεξάρτητης γραμμής στον προϋπολογισμό κατά τα πρότυπα του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας των Δεδομένων, η οποία θα χρηματοδοτείται από τις συνεισφορές παραγόντων της αγοράς και από τον προϋπολογισμό της Ένωσης·

μεγαλύτερη ανεξαρτησία των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών από την Επιτροπή, ειδικότερα στις καθημερινές τους λειτουργίες·

καθιέρωση πιο εξορθολογισμένων διαδικασιών λήψης αποφάσεων εντός των εποπτικών συμβουλίων και για τις τρεις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές·

απλούστευση των μηχανισμών ψηφοφορίας και εκ νέου καθιέρωση των ίδιων κανόνων ψηφοφορίας και για τις τρεις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, βάσει των μηχανισμών ψηφοφορίας που ισχύουν επί του παρόντος για την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ·

ενίσχυση και προστασία της ανεξαρτησίας των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την καθιέρωση επίσημων διαδικασιών και υποχρεώσεις γνωστοποίησης σχετικά με τις ανακοινώσεις, νομικές γνωμοδοτήσεις και επίσημες ή ανεπίσημες προφορικές συμβουλές που παρέχονται από την Επιτροπή·

εξασφάλιση του ότι για ζητήματα προστασίας των καταναλωτών τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου που δεν διαθέτουν εντολή για την προστασία των καταναλωτών στο κράτος μέλος τους συνοδεύονται από εκπρόσωπο της εθνικής αρχής που είναι αρμόδιος επί του θέματος στις αντίστοιχες συνεδριάσεις του συμβουλίου·

ανάπτυξη γρήγορων και αποτελεσματικών διαδικασίες λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της Κοινής Επιτροπής με σκοπό την επίσπευση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων και τη μείωση των πιθανοτήτων υποβολής ενστάσεων·

μεγαλύτερη ευελιξία των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών ώστε να απασχολούν ειδικευμένο προσωπικό για ειδικά καθήκοντα, ακόμα και για περιορισμένη χρονική περίοδο·

μεγαλύτερη διαφάνεια της συμμετοχής των ενδιαφερομένων και της τυχόν σύγκρουσης συμφερόντων και καθιέρωση ενός αυστηρότερου καθεστώτος σχετικά με τις προθεσμίες υπαναχώρησης, και δη μέσω μεγαλύτερης ενημέρωσης των ομίλων λιανικής πώλησης, μέσω αποτελεσματικών διαβουλεύσεων και διαφανέστερων διαδικασιών·

αναθεώρηση του συστήματος των ομάδων ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένης της δομής, της σύνθεσης και των πόρων τους και επαναφορά της ισορροπίας στη σύνθεση των ομάδων ενδιαφερομένων έστι ώστε να εξασφαλίζεται ότι θα λαμβάνονται υπόψη στοιχεία που παρέχουν οι καταναλωτές και οι εκτός της βιομηχανίας ενδιαφερόμενοι·

συγκρότηση μιας μονάδας οικονομικής ανάλυσης για την παροχή πλήρως τεκμηριωμένης ανάλυσης κόστους-οφέλους των προτεινόμενων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και κατευθυντήριων γραμμών, καθώς και για την παροχή πληροφοριών κατά τη σύνταξη των γνωμοδοτήσεων προς την Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο πλαίσιο της κατάρτισης νέας νομοθεσίας αλλά και της αναθεώρησης της υφιστάμενης νομοθεσίας·

Ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων και ενιαία αγορά

αναθεώρηση του πεδίου δράσης και του καταλόγου τομεακής νομοθεσίας στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

απαίτηση από την Επιτροπή και, κατά περίπτωση, τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να παρέχουν εγκαίρως απαντήσεις στα σχόλια βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, και συγκεκριμένα στις περιπτώσεις που οι απόψεις που εκφράζουν οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν αντικατοπτρίζονται στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που ενέκρινε η Επιτροπή·

απαίτηση από την Επιτροπή, στις περιπτώσεις που δεν εγκρίνει τα σχέδια των ΡΤΠ ή ΕΤΠ που πρότειναν οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, να δημοσιοποιεί τους λόγους της καθώς και μια πλήρως τεκμηριωμένη ανάλυση κόστους-οφέλους προς αιτιολόγηση της απόφασης·

θέσπιση μιας επίσημης μεθόδου επικοινωνίας με τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Επιτροπής προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες υποστηρίζει ένα δίκαιο και βιώσιμο ανταγωνισμό στην ενιαία αγορά και αποφεύγει τις αντιανταγωνιστικές ανισορροπίες που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της νομοθεσίας, τόσο σε επίπεδο πρόσβασης των καταναλωτών σε λιανικές υπηρεσίες και όσον αφορά τις μεταξύ αυτών διαφορές στην Ένωση όσο και σε επίπεδο επαγγελματικών αντισυμβαλλομένων και των αγορών χονδρικής·

παροχή στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές της εντολής να αναφέρουν στην Επιτροπή περιπτώσεις κατά τις οποίες η εθνική νομοθεσία ή διαφορές στην εθνική νομοθεσία παρεμποδίζουν τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς·

παροχή στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές της εντολής και των εξουσιών να εντοπίζουν τιμολογιακές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών και να αναλύουν συγκεκριμένες αγορές όπου υπάρχουν ενδείξεις προσοδοθηρικής συμπεριφοράς·

ενίσχυση της εντολής των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών για να συνεισφέρουν στη διάδοση χρηματοπιστωτικών δεδομένων και στην πειθαρχία στην αγορά, απαιτώντας από αυτές να δημοσιεύουν στον ιστότοπό τους πληροφορίες σχετικά με τα επιμέρους χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που κρίνουν απαραίτητες προκειμένου να διασφαλίζεται η διαφάνεια των χρηματοπιστωτικών αγορών·

αποσαφήνιση του ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση των κοινών προτύπων για το σύνολο της εσωτερικής αγοράς, δυνάμει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, μπορούν να εκδοθούν μόνο με βάση την αντίστοιχη δικαιοδοσία στην τομεακή νομοθεσία, γεγονός που μπορεί να διασφαλίσει τη δημοκρατική νομιμότητα·

αποσαφήνιση του ότι οι κατευθυντήριες γραμμές δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1 τοθ κανονισμού των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών είναι πανομοιότυπες με τις κατευθυντήριες γραμμές δυνάμει του άρθρου 16·

εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων εντός της Ένωσης και απαίτηση από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας, σε σχέση ιδίως με τους μικρομεσαίους παράγοντες της αγοράς, όταν εκτελούν τα καθήκοντά τους και αναπτύσσουν τις εποπτικές τους μεθόδους, πρακτικές και εγχειρίδια·

απαίτηση από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να διενεργούν αξιολογήσεις σχετικά με τον αντίκτυπο των προτεινόμενων μέτρων για τις μικρές επιχειρήσεις και σχετικά με τους φραγμούς εισόδου στον χρηματοπιστωτικό τομέα·

αναβάθμιση των ερευνητικών εξουσιών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών σε σχέση με ενδεχόμενες παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης και τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που έχουν καταρτίσει·

παροχή στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές σαφούς εντολής στον τομέα της εταιρικής διακυβέρνησης, της διαφάνειας και της κοινοποίησης, ώστε να αυξηθεί η συγκρισιμότητα των πληροφοριών ανά την Ένωση καθώς και η πειθαρχία στην αγορά, να επιτραπεί σε όλους τους ενδιαφερομένους να κατανοούν και να συγκρίνουν το προφίλ κινδύνου και τις πρακτικές και ώστε να προωθηθεί η εμπιστοσύνη του κοινού·

διασφαλίζοντας ότι το Κοινοβούλιο θα έχει τουλάχιστον τρεις μήνες στη διάθεσή του για να εξετάσει το ενδεχόμενο απόρριψης κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικών πράξεων·

πρόβλεψη της υποχρεωτικής έγκαιρης συμμετοχής των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) στην προετοιμασία νομοθετικών διαδικασιών που αφορούν τα πεδία εμπειρογνωμοσύνης τους·

εξασφάλιση της δυνατότητας στο Κοινοβούλιο να επωφελείται από την εμπειρογνωμοσύνη των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ) ακόμα και κατά τη διαμόρφωση του πλαισίου και του χρονοδιαγράμματος των προτεινόμενων τεχνικών προτύπων και να θέτει ερωτήσεις·

Εποπτική συνεργασία και σύγκλιση

ενίσχυση της ισορροπίας όσον αφορά την εποπτεία των τριών τομέων, μέσω της ενδυνάμωσης του ρόλου της ΕΑΚΑΑ και της ΕΑΑΕΣ στο ΕΣΣΚ, προκειμένου να αποφευχθεί η ακατάλληλη προσαρμογή και εφαρμογή ρυθμίσεων για τη λειτουργία των τραπεζών σε άλλους τομείς ενώ θα διατηρούνται ίσοι όροι του ανταγωνισμού·

επανεξέταση του μοντέλου αξιολόγησης από ομοτίμους των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και ανάπτυξη ενός πιο ανεξάρτητου μοντέλου αξιολόγησης, όπως αυτό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), το πρόγραμμα δράσης για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (ΠΔΧΥ)·

καθιέρωση ενός κατάλληλου μηχανισμού για την αξιολόγηση, όπου κρίνεται σκόπιμο, των εποπτικών πρακτικών στα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, μέσω επιτόπιων επισκέψεων και, όπου κρίνεται σκόπιμο, συνοδευόμενων από συστάσεις για βελτιώσεις·

ενίσχυση της αρμοδιότητας της ΕΑΤ να καταρτίζει και ενημερώνει το εποπτικό εγχειρίδιο σχετικά με την εποπτεία χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ανάθεση παρόμοιων αρμοδιοτήτων στην ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ προκειμένου να υπάρξει συνεκτικότερη εποπτεία και μια ευρωπαϊκή εποπτική νοοτροπία στην Ευρώπη·

μέριμνα για να μην παρεμποδίζεται το έργο των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών σχετικά με την προστασία των καταναλωτών από διαφορές μεταξύ των νομικών βάσεων των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών που απορρέουν από τους αντίστοιχους ιδρυτικούς κανονισμούς τους και τις εντολές που τους έχουν ανατεθεί στην τομεακή νομοθεσία·

αποσαφήνιση του ότι η δυνατότητα των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών για επίλυση διαφορών διακρίνεται από τη δυνατότητα διερεύνησης πιθανών παραβιάσεων της νομοθεσίας της Ένωσης και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προώθηση του συντονισμού της εποπτικής συνεκτικότητας και σύγκλισης των εποπτικών πρακτικών χωρίς να προβλέπεται πρόσθετη δικαιοδοσία στην τομεακή νομοθεσία·

διεύρυνση της εντολής των εποπτικών σωμάτων όσον αφορά την εποπτεία και βελτίωση του ρόλου των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών ως επικεφαλής εποπτών εντός των σωμάτων·

διασφάλιση του ότι, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ΕΕΜ είναι ο καθορισμένος συντονιστής της συμπληρωματικής εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ομίλων, η εποπτεία της ασφαλιστικής επιχείρησης ή του ασφαλιστικού ομίλου που ανήκει στον όμιλο προβλέπει τουλάχιστον ισοδύναμη συμμετοχή των εποπτικών αρχών που είναι αρμόδιες για την ασφαλιστική επιχείρηση ή τον ασφαλιστικό όμιλο·

απαίτηση από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να εντοπίζουν την αλληλεπικάλυψη των εντολών τους και να κάνουν συστάσεις για την ομαδοποίηση των αναθεωρήσεων και των επανεξετάσεων της νομοθεσίας, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται μεγαλύτερη συνοχή και εξορθολογισμένη προσέγγιση σε σχέση με τη διατομεακή συνεκτικότητα και τη συνεκτικότητα μεταξύ των νομοθεσιών, ιδίως όσον αφορά τους κανόνες προστασίας των καταναλωτών, προκειμένου να αυξηθεί η συνοχή του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων·

ενίσχυση του ρόλου των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και του ΕΣΣΚ όσον αφορά την εκπροσώπηση της ΕΕ σε διεθνείς οργανισμούς και χορήγηση σε αυτές του ίδιου καθεστώτος ιδιότητας μέλους με τις εθνικές εποπτικές αρχές·

διασφάλιση του ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, μαζί με την κοινή επιτροπή, θα καταρτίζουν μια δομημένη πολιτική και στρατηγική, απαριθμώντας τις προτεραιότητές τους και ορίζοντας τον αντίστοιχο ρόλο τους και τη συνάρθρωσή της με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού (ΕΑΑ), και ότι θα εκδίδουν ετησίως μια κοινή και οριζόντια έκθεση για την προστασία των καταναλωτών·

Αναβάθμιση εξουσιών

αναβάθμιση των ερευνητικών εξουσιών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και αύξηση των πόρων τους προκειμένου να ελέγχεται άμεσα εάν εφαρμόζονται δεόντως οι κανόνες που απορρέουν από νομικές πράξεις και η συμμόρφωση με άλλες αποφάσεις που εγκρίνονται δυνάμει του νομικού πλαισίου της Ένωσης·

καθιέρωση άμεσης εποπτείας, συμπεριλαμβανομένων και προσομοιώσεων, από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές για τις πλήρως ολοκληρωμένες πανευρωπαϊκές οντότητες ή δραστηριότητες, ανάθεση στην ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ της αρμοδιότητας, της εντολής και των πόρων για την άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων και την παρακολούθηση της συνέπειας του σχετικού σχεδιασμού για την ανάκαμψη και εξυγίανση·

παροχή στην ευρωπαϊκή αρχή τραπεζών της εξουσίας, της εντολής και των πόρων να αναπτύσσουν μέτρα για τον εντοπισμό νέων κινδύνων για τους καταναλωτές στον τραπεζικό τομέα·

ενίσχυση της νομικής βάσης για το έργο των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, μέσω της ένταξης της νομοθεσίας που περιλαμβάνει μέτρα προστασίας των καταναλωτών στο πεδίο δράσης των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών· επέκταση του ορισμού των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων έτσι ώστε οι ίδιες δραστηριότητες να υπόκεινται στον ίδιο κανονισμό και αναβάθμιση των αναφορών στις αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς των κανονισμών των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

ανάθεση στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές της εντολής και αρμοδιότητας να ορίζουν πρότυπα για τη διεκπεραίωση των εθνικών καταγγελιών και τη συγκέντρωση δεδομένων για τις καταγγελίες·

ΕΣΣΚ

διασφάλιση του ότι το ΕΣΣΚ θα εκπροσωπείται στις συνεδριάσεις της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής·

παροχή στο ΕΣΣΚ της δυνατότητας να παρέχει καθοδήγηση στα κράτη μέλη σε όλη την επικράτεια της ΕΕ σχετικά με μακροπροληπτικά μέσα ως δείκτες μόχλευσης, δανείου/αξίας και χρέους/εσόδων·

παροχή της δυνατότητας στο ΕΣΣΚ να εκδίδει προειδοποιήσεις και συστάσεις προς την ΕΚΤ στο πλαίσιο του ρόλου του στη νομισματική πολιτική καθώς και υπό την ιδιότητά του ως ενιαίας εποπτικής αρχής (ΕΕΜ)·

αναθεώρηση και απλούστευση του άρθρου 15 του κανονισμού του ΕΣΣΚ ώστε να διευκολυνθεί η συλλογή δεδομένων από το ΕΣΣΚ, καθιερώνοντας ταχύτερες και ευκολότερες διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με αιτήσεις δεδομένων για το ΕΣΣΚ και διασφαλίζοντας ότι το ΕΣΣΚ θα έχει πρόσβαση σε δεδομένα πραγματικού χρόνου·

επανεξέταση της δομής του ΕΣΣΚ έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η ταχύτερη λήψη αποφάσεων και να ενισχυθεί η λογοδοσία·

ενίσχυση της συνεισφοράς του ΕΣΣΚ στα διεθνή μακροπροληπτικά κανονιστικά φόρα·

διεύρυνση των αναλυτικών πόρων που έχει στη διάθεσή της η γραμματεία του ΕΣΣΚ και παροχή περισσότερων πόρων στη συμβουλευτική επιστημονική επιτροπή του ΕΣΣΚ·

διασφάλιση του ότι θα πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις με το ΕΣΣΚ κατά τη θέσπιση καθεστώτων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων από αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, ή από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές·

διασφάλιση του ότι αντιπρόσωποι από το ΕΣΣΚ θα προσκαλούνται ως παρατηρητές στις αντίστοιχες συνεδριάσεις και συζητήσεις στο πλαίσιο της ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένων των συνεδριάσεων της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας·

αναθεώρηση του άρθρου 18 του κανονισμού του ΕΣΣΚ σχετικά με τη δημοσίευση προειδοποιήσεων και συστάσεων για την ενίσχυση του δημόσιου προφίλ του ΕΣΣΚ και την παρακολούθηση των προειδοποιήσεων και συστάσεων που εκδίδει·

Πριν από τη θέσπιση της νομοθετικής πράξης ή πράξεων, θα πρέπει να αξιολογούνται επισταμένως τα εξής ερωτήματα, λαμβανομένου υπόψη ότι, ακόμα και στο αποκορύφωμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης, τα κράτη μέλη δεν ήταν πρόθυμα να εκχωρήσουν στις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές ουσιαστική εποπτική εξουσία:

εάν το ισχύον πρότυπο των τριών ξεχωριστών εποπτικών αρχών αποτελεί την καλύτερη λύση για την άσκηση συνεκτικής εποπτείας·

εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υπερβεί τον ρόλο της ως παρατηρητή στα εποπτικά συμβούλια των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

εάν υπό το πρίσμα της ανεξαρτησίας των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών η ισχυρή εξάρτησή τους από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρεμποδίζει την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών και κατά πόσο θα πρέπει να ενισχυθεί η διαφάνεια σε αυτήν τη σχέση·

τι επιπτώσεις θα επιφέρει η θέσπιση του ΕΕΜ στη χρηματοπιστωτική εποπτεία στην Ένωση συνολικά·

κατά πόσο, σε ό,τι αφορά την τραπεζική εποπτεία, η δημιουργία του ΕΕΜ απαιτεί πλήρη επανεξέταση των καθηκόντων και της εντολής της ΕΑΤ·

κατά πόσο η πολυνομία και η μερική επικάλυψη στη νομοθεσία της Ένωσης όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό ρυθμιστικό πλαίσιο προξενεί κενά και αποκλίνοντες ορισμούς και κατά πόσο το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με έναν ολοκληρωμένο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό κώδικα·

με ποιον τρόπο η υποβολή αναφορών στις ευρωπαϊκές και εθνικές εποπτικές αρχές θα μπορούσε να τυποποιηθεί, να βελτιστοποιηθεί και να απλουστευθεί για τους παράγοντες της αγοράς·

με ποιον τρόπο θα πρέπει να διατηρηθούν οι έκτακτες εξουσίες των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών·

κατά πόσο μπορεί να εξεταστεί το ενδεχόμενο προσωρινής αναστολής της εφαρμογής ενός συγκεκριμένου κανόνα από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές εφόσον η ενέργεια αυτή θα μπορούσε να είναι χρήσιμη για την πρόληψη ακούσιων συνεπειών λόγω εξαιρετικών εξελίξεων στην αγορά·

κατά πόσο οι αρμοδιότητες συγχώνευσης των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, ήτοι για την προστασία των καταναλωτών σε μόνιμες επιτροπές υπό την αρμοδιότητα της Κοινής Επιτροπής, θα μπορούσαν να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και να ελαχιστοποιήσουν την αλληλεπικάλυψη καθηκόντων·

κατά πόσο είναι απαραίτητη μια Ασφαλιστική Ένωση σύμφωνα με το μοντέλο της Τραπεζικής Ένωσης και ποιους ρόλους θα μπορούσε να αναλάβει το ΕΣΣΚ σε μια Ασφαλιστική Ένωση·

κατά πόσο η ΕΑΤ και η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να λάβουν περισσότερους πόρους για την παρακολούθηση και προώθηση της εποπτικής σύγκλισης σε ό,τι αφορά τα εσωτερικά μοντέλα για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις·

κατά πόσο η εντολή, οι εξουσίες και οι πόροι του νεοσυσταθέντος γραφείου χρηματοπιστωτικής προστασίας των καταναλωτών των ΗΠΑ θα πρέπει να λειτουργήσει ως μοντέλο για το ΕΣΣΚ·

κατά πόσο περαιτέρω αμοιβές από τον χρηματοπιστωτικό κλάδο θα μπορούσαν να αποτελέσουν συμπληρωματική πηγή εσόδων για τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, παραδείγματος χάρη όταν αποδέχονται αμοιβή από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους από τρίτες χώρες·

κατά πόσο οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές θα μπορούσαν να συμβάλουν αποτελεσματικότερα στην ενίσχυση των χρηματοπιστωτικών γνώσεων μέσω της λειτουργίας ενός «ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού προγράμματος για διεθνείς αξιολογήσεις» (PISA) κατ' αναλογία προς το πρόγραμμα PISA του ΟΟΣΑ·

κατά πόσο οι τρεις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές και το ΕΣΣΚ θα πρέπει να εκδίδουν κοινό ενημερωτικό δελτίο.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/27


P7_TA(2014)0203

Πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα κατά τα έτη 2011-2013

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα (άρθρο 104 παράγραφος 7 του Κανονισμού) για τα έτη 2011-2013 (2013/2155(INI))

(2017/C 378/03)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 1, 10 και 16 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και τα άρθρα 15 και 298 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

έχοντας υπόψη το άρθρο 11 της ΣΕΕ και την υποχρέωση των θεσμικών οργάνων να διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 41 (δικαίωμα χρηστής διοίκησης) και 42 (δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1700/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 354/83 που αφορά το άνοιγμα στο κοινό των ιστορικών αρχείων της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα για τα έτη 2009-2010 (3),

έχοντας υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Γενικού Δικαστηρίου σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα, και ιδίως τις αποφάσεις του Δικαστηρίου στις υποθέσεις Access Info Europe (υπόθεση C-280/11 P), Donau Chemie (C-536/11), IFAW κατά Επιτροπής (C-135/11) (4), My Travel (C-506/08 P), Turco (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-39/05 P και C-52/05 P), και τις αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου στις υποθέσεις In ‘t Veld κατά Συμβουλίου (T-529/09), Γερμανία κατά Επιτροπής (T-59/09), EnBW κατά Επιτροπής (T-344/08), Sviluppo Globale (T-6/10), Internationaler Hilfsfonds (T-300/10), Ευρωπαϊκή Δυναμική (T-167/10), Jordana (T-161/04) και CDC (T-437/08),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 30 Απριλίου 2008, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (COM(2008)0229),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 20 Μαρτίου 2011, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (COM(2011)0137),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 2008 για την πρόσβαση σε επίσημα έγγραφα,

έχοντας υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις του Συμβουλίου, της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το 2011 και το 2012 σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα, οι οποίες υποβλήθηκαν δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο του 2010 για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 20ής Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες του Συμβουλίου στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 12ης Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή κατά το 2012 (5) και της 17ης Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με την αναγκαία βελτίωση του νομικού πλαισίου όσον αφορά την πρόσβαση στα έγγραφα μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας (κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001) (6),

έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για το 2012,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 48 και 104 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0148/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας έχει τεθεί σε ισχύ εδώ και τέσσερα έτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι με το άρθρο 15 της ΣΛΕΕ θεσπίζεται ένα συνταγματικό πλαίσιο για τη διαφάνεια των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και κατοχυρώνεται το θεμελιώδες δικαίωμα της πρόσβασης στα έγγραφα των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ για τους πολίτες της ΕΕ και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατοικεί ή έχει την καταστατική έδρα του σε ένα κράτος μέλος· λαμβάνοντας υπόψη ότι η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος διέπεται από τις γενικές αρχές και τα όρια που καθορίζονται από τους κανονισμούς που εγκρίνονται από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 298 της ΣΛΕΕ προβλέπεται μια ευρωπαϊκή διοίκηση ανοιχτή, αποτελεσματική και ανεξάρτητη·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αποτελεί γενικό κανόνα η παροχή πλήρους πρόσβασης στα νομοθετικά έγγραφα, ενώ οι εξαιρέσεις όσον αφορά τα μη νομοθετικά έγγραφα πρέπει να είναι περιορισμένες·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφάνεια είναι απαραίτητη σε μια δημοκρατική Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της οποίας οι πολίτες μπορούν να συμμετέχουν πλήρως στη δημοκρατική διαδικασία και να ασκούν δημόσιο έλεγχο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφάνεια στη διοίκηση εξυπηρετεί τα συμφέροντα των πολιτών, ενώ συμβάλλει στην καταπολέμηση της διαφθοράς και στη νομιμότητα του πολιτικού συστήματος και της νομοθεσίας της Ένωσης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρεία πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο μιας ζωντανής δημοκρατίας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε μια υγιή δημοκρατία οι πολίτες δεν θα πρέπει να χρειάζεται να βασίζονται σε καταγγέλλοντες παρατυπίες προκειμένου να διασφαλίζεται η διαφάνεια των αρμοδιοτήτων και των δραστηριοτήτων των κυβερνήσεών τους·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν πώς λειτουργεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων και πώς ενεργούν οι εκπρόσωποί τους, να τους ζητούν να λογοδοτήσουν και να γνωρίζουν πώς διανέμονται και δαπανώνται οι δημόσιοι πόροι·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα εξακολουθεί να μην εφαρμόζεται ορθά από τη διοίκηση της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξαιρέσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εφαρμόζονται συστηματικά και όχι κατ’ εξαίρεση από τη διοίκηση·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, όταν ένα θεσμικό όργανο αποφασίζει να αρνηθεί την πρόσβαση σε έγγραφο του οποίου ζητήθηκε η δημοσιοποίηση, οφείλει καταρχήν να εξηγήσει με ποιον τρόπο η πρόσβαση στο έγγραφο αυτό είναι ικανή να θίξει συγκεκριμένα και ουσιαστικά το προστατευόμενο μέσω της εξαιρέσεως του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 συμφέρον (βλ. In ‘t Veld κατά Συμβουλίου) (7)·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι συγκεκριμένη και προβλέψιμη προσβολή του επίμαχου συμφέροντος δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί από τον απλό φόβο ότι θα δημοσιοποιηθεί στους πολίτες της ΕΕ η διάσταση απόψεων των οργάνων ως προς τη νομική βάση της διεθνούς δράσης της Ένωσης και, ως εκ τούτου, θα δημιουργηθούν αμφιβολίες ως προς τη νομιμότητα της δράσης αυτής (βλ. In ‘t Veld κατά Συμβουλίου) (8)·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι έρευνες σε έξι από τις δέκα σημαντικότερες υποθέσεις του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για το 2012 αφορούσαν τη διαφάνεια·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στατιστικά στοιχεία για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 δείχνουν μείωση του αριθμού αρχικών αιτήσεων και στα τρία θεσμικά όργανα·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο Κοινοβούλιο έχει μειωθεί ο αριθμός των ζητούμενων συγκεκριμένων εγγράφων (από 1 666 το 2011 σε 777 το 2012)· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι στο Κοινοβούλιο έχει αυξηθεί το ποσοστό των αιτημάτων για μη κατονομαζόμενα έγγραφα, π.χ. «όλα τα έγγραφα που αφορούν …» (από 35,5 % το 2011 σε 53,5 % το 2012)· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει μειωθεί ο αριθμός των ζητούμενων εγγράφων του Συμβουλίου (από 9 641 το 2011 σε 6.166 το 2012) (9)·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα ποσοτικά στοιχεία που παρουσιάζονται στις ετήσιες εκθέσεις του 2012, έχουν αυξηθεί τα ποσοστά πλήρους άρνησης πρόσβασης τόσο στην Επιτροπή (από 12 % το 2011 σε 17 % το 2012) όσο και στο Συμβούλιο (από 12 % το 2011 σε 21 % το 2012), ενώ το Κοινοβούλιο παρουσιάζει σταθερά αριθμητικά στοιχεία όσον αφορά την πλήρη άρνηση πρόσβασης (5 % το 2011 και το 2012)·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή παρουσιάζει σημαντική αύξηση ως προς τις επιβεβαιωτικές αιτήσεις (από 165 το 2011 σε 229 το 2012), που έχει ως αποτέλεσμα ελαφρά αύξηση των πλήρως αναθεωρημένων αποφάσεων, μείωση των μερικώς αναθεωρημένων αποφάσεων και αύξηση των επιβεβαιωμένων αποφάσεων, ενώ τόσο το Συμβούλιο όσο και το Κοινοβούλιο παρουσιάζουν σχετικά σταθερά αριθμητικά στοιχεία όσον αφορά τις επιβεβαιωτικές αιτήσεις (Συμβούλιο: από 27 το 2011 σε 23 το 2012· Κοινοβούλιο: από 4 το 2011 σε 6 το 2012)·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετές αιτήσεις είχαν ως αποτέλεσμα την υποβολή καταγγελίας στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή (Επιτροπή: από 10 το 2011 σε 20 το 2012· Συμβούλιο: από 2 το 2011 σε 4 το 2012· Κοινοβούλιο: 1 το 2011 και 1 το 2012)·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής περάτωσε την εξέταση αρκετών καταγγελιών το 2011 και το 2012 με τη διατύπωση επικριτικών παρατηρήσεων ή προτάσεων για ανάληψη περαιτέρω δράσης (Επιτροπή: από 10 από 18 το 2011 σε 8 από 10 το 2012· Συμβούλιο: δεν υπάρχουν στοιχεία· Κοινοβούλιο: από 0 από 0 το 2011 σε 1 από 1 το 2012)·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετές αιτήσεις για πρόσβαση σε έγγραφα οδήγησαν σε προσφυγή στο Γενικό Δικαστήριο ή σε αίτηση αναίρεσης στο Δικαστήριο (Επιτροπή: από 15 προσφυγές και 3 αιτήσεις αναίρεσης το 2011 σε 14 προσφυγές και 1 αίτηση αναίρεσης το 2012· Συμβούλιο: από 1 προσφυγή και 2 αιτήσεις αναίρεσης το 2011 σε 1 αίτηση αναίρεσης το 2012 (10)· Κοινοβούλιο: καμία το 2011 ούτε το 2012)·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Γενικό Δικαστήριο έχει αποφανθεί υπέρ της μεγαλύτερης διαφάνειας, ή έχει παράσχει διευκρινίσεις όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 σε αρκετές υποθέσεις (Επιτροπή: 5 από 6 (11) το 2011 και 5 από 5 το 2012 (12)· Συμβούλιο: 1 από 1 το 2011 (Access Info Europe, T-233/09) και 1 από 4 το 2012 (In ‘t Veld, T-529/09)· Κοινοβούλιο: 1 από 2 το 2011 (13) (Toland, T-471/08) και 1 από 1 το 2012 (Kathleen Egan και Margaret Hackett, T-190/10))·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο έχει αποφανθεί υπέρ της μεγαλύτερης διαφάνειας στις εξής υποθέσεις — Επιτροπή: 1 από 1 το 2011 (My Travel, C-506/08) και 1 από 3 το 2012 (IFAW, C-135/11 P) (14)· Συμβούλιο και Κοινοβούλιο: καμία απόφαση το 2011 ούτε το 2012·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου δεν παρέχονται συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τρία θεσμικά όργανα δεν τηρούν τα ίδια πρότυπα πληρότητας ως προς την παρουσίαση των στατιστικών στοιχείων·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πρώτος σε συχνότητα επίκλησης λόγος εξαίρεσης είναι «η προστασία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων», όπως χρησιμοποιείται από την Επιτροπή και το Συμβούλιο μετά τις αρχικές αιτήσεις (Επιτροπή: 17 % το 2011 και 20 % το 2012· Συμβούλιο: 41 % τόσο το 2011 όσο και το 2012)· λαμβάνοντας υπόψη ότι «η προστασία των διεθνών σχέσεων» ήταν ο δεύτερος σε συχνότητα λόγος εξαίρεσης τον οποίον επικαλέστηκε το Συμβούλιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην περίπτωση του Κοινοβουλίου, ο συνηθέστερος λόγος εξαίρεσης ήταν «η προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου»·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεσμικά όργανα δεν έχουν εφαρμόσει το άρθρο 15 παράγραφος 2 και το άρθρο 15 παράγραφος 3 εδάφιο 5 της ΣΛΕΕ, όσον αφορά την υποχρέωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου να συνεδριάζουν δημόσια όταν συσκέπτονται επί σχεδίου νομοθετικής πράξης και να δημοσιεύουν τα έγγραφα που αφορούν τις νομοθετικές διαδικασίες, υπό τους όρους που ορίζονται στους κανονισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 εδάφιο 2·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 προβλέπει εξαίρεση ως προς τη διαφάνεια «εάν η γνωστοποίηση του εγγράφου θα έθιγε σοβαρά την οικεία διαδικασία λήψης αποφάσεων, εκτός εάν για τη γνωστοποίηση του εγγράφου υπάρχει υπερισχύον δημόσιο συμφέρον»· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω διάταξη είναι προγενέστερη της Συνθήκης της Λισαβόνας και χρειάζεται να ευθυγραμμιστεί με το άρθρο 15 της ΣΛΕΕ·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Access Info Europe  (15) επιβεβαίωσε ότι η δημοσίευση των ονομάτων των κρατών μελών και των προτάσεών τους δεν είναι επιβλαβής για τη διαδικασία λήψης αποφάσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Γενικό Δικαστήριο είχε αποφανθεί σε προηγούμενη απόφασή του στην ίδια υπόθεση ότι «συγκεκριμένα, η εκ μέρους των πολιτών άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων τους προϋποθέτει τη δυνατότητα λεπτομερούς εφαρμογής της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων»·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διεθνείς συμφωνίες έχουν δεσμευτικά αποτελέσματα και επιπτώσεις στη νομοθεσία της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα έγγραφα που σχετίζονται με αυτές πρέπει καταρχήν να είναι δημόσια, με την επιφύλαξη των νόμιμων εξαιρέσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή της εξαίρεσης για την προστασία των διεθνών σχέσεων ισχύει όπως ορίζεται στη σκέψη 19 της απόφασης στην υπόθεση T-529/09, In ‘t Veld κατά Συμβουλίου·

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τριμερείς διάλογοι μεταξύ της Επιτροπής, του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου είναι καθοριστικοί για τη διαμόρφωση της νομοθεσίας της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τριμερείς διάλογοι δεν είναι δημόσιοι και τα έγγραφα που αφορούν τους ανεπίσημους τριμερείς διαλόγους, συμπεριλαμβανομένων των ημερήσιων διατάξεων και των συνοπτικών εκθέσεων, δεν καθίστανται κατά κανόνα διαθέσιμα ούτε στο κοινό ούτε στο Κοινοβούλιο, γεγονός το οποίο αντιβαίνει στο άρθρο 15 της ΣΛΕΕ·

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα έγγραφα τα οποία καταρτίζει ή έχει στην κατοχή της η Προεδρία του Συμβουλίου σε σχέση με το έργο της ως Προεδρίας θα πρέπει να είναι προσβάσιμα σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ περί διαφάνειας·

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαπραγματεύσεις σχετικά με την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 βρίσκονται σε αδιέξοδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα πράξη θα πρέπει να προβλέπει σημαντικά μεγαλύτερη διαφάνεια σε σύγκριση με την τρέχουσα κατάσταση·

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα αιτήματα για τη διεξαγωγή συνεδριάσεων κεκλεισμένων των θυρών στο Κοινοβούλιο πρέπει καταρχήν να εξετάζονται βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω αιτήματα πρέπει να αξιολογούνται από το Κοινοβούλιο κατά περίπτωση και να μην γίνονται αυτομάτως αποδεκτά·

ΛΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαβάθμιση εγγράφων βάσει επιπέδου εμπιστευτικότητας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας-πλαίσιο του 2010 για τις σχέσεις μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, ή ο χαρακτηρισμός τους ως «ευαίσθητων εγγράφων» δυνάμει του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, πρέπει να γίνεται βάσει προσεκτικής και ειδικής εξέτασης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπερβολική διαβάθμιση οδηγεί σε περιττό και δυσανάλογο απόρρητο των εγγράφων και στη διεξαγωγή συνεδριάσεων κεκλεισμένων των θυρών χωρίς τη δέουσα αιτιολόγηση·

ΛΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφάνεια παραμένει ο κανόνας, ακόμη και σε σχέση με προγράμματα επιείκειας σε υποθέσεις καρτέλ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυτόματη απαγόρευση της δημοσιοποίησης αποτελεί παραβίαση του κανόνα της διαφάνειας, όπως ορίζεται στις Συνθήκες· λαμβάνοντας υπόψη ότι το απόρρητο αποτελεί την εξαίρεση και πρέπει να δικαιολογείται κατά περίπτωση από τους εθνικούς δικαστές όσον αφορά αγωγές αποζημίωσης·

ΛΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι συνιστάται να καταρτιστούν κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ ως χρήσιμο βοήθημα για τους δικαστές· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να κάνουν διάκριση μεταξύ των εγγράφων εταιρειών και των φακέλων καρτέλ που έχει στην κατοχή της η Επιτροπή·

Δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα

1.

υπενθυμίζει ότι η διαφάνεια αποτελεί τον γενικό κανόνα και ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας κατοχυρώνει το θεμελιώδες δικαίωμα της πρόσβασης στα έγγραφα·

2.

υπενθυμίζει ότι πρέπει να εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα ώστε να μπορούν οι πολίτες και η κοινωνία των πολιτών να διατυπώνουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με όλες τις πτυχές της δράσης της ΕΕ·

3.

υπενθυμίζει ότι η διαφάνεια ενισχύει την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, καθώς παρέχει τη δυνατότητα στους πολίτες να ενημερώνονται και να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Ένωσης και, με τον τρόπο αυτό, να συμβάλλουν στην ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα της ΕΕ·

4.

υπενθυμίζει ότι κάθε απόφαση άρνησης πρόσβασης σε έγγραφα πρέπει να στηρίζεται σε σαφώς και αυστηρώς καθορισμένες από τον νόμο εξαιρέσεις, και να συνοδεύεται από εύλογη και συγκεκριμένη αιτιολόγηση, ώστε να μπορεί ο πολίτης να κατανοεί την άρνηση πρόσβασης και να αξιοποιεί αποτελεσματικά τα διαθέσιμα ένδικα μέσα·

5.

υπενθυμίζει ότι πρέπει να επιτευχθεί η δέουσα ισορροπία μεταξύ διαφάνειας και προστασίας των δεδομένων, όπως κατέστη σαφές με την υπόθεση Bavarian Lager, και τονίζει ότι δεν πρέπει να γίνεται «κατάχρηση» της προστασίας δεδομένων, ιδίως προς κάλυψη συγκρούσεων συμφερόντων και αθέμιτης επιρροής στο πλαίσιο της διοίκησης και λήψης αποφάσεων της ΕΕ· τονίζει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση Bavarian Lager βασίζεται στη σημερινή διατύπωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 και δεν εμποδίζει την αλλαγή της διατύπωσης, η οποία είναι απαραίτητη και επείγουσα, ιδίως μετά τη σαφή διακήρυξη του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα στις Συνθήκες και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

6.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς να εφαρμόζουν αυστηρά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τη νομολογία που αφορά τη συγκεκριμένη πράξη και προβαίνοντας σε εναρμόνιση των ισχυόντων εσωτερικών κανόνων τους με το γράμμα και το πνεύμα του κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τις προθεσμίες απάντησης σε αιτήματα πρόσβασης σε έγγραφα, εξασφαλίζοντας ότι η εναρμόνιση αυτή δεν συνεπάγεται μεγαλύτερες προθεσμίες· καλεί το Συμβούλιο να δημοσιεύει τα πρακτικά των συνεδριάσεων των ομάδων εργασίας του, καθώς και, υπό το πρίσμα της υπόθεσης Access Info Europe, τα ονόματα των κρατών μελών και τις προτάσεις τους·

7.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς, κατά την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, να προβαίνουν σε αυστηρή εκτίμηση των δυνατοτήτων μερικής δημοσιοποίησης ενός εγγράφου, πίνακα, γραφήματος, παραγράφου ή φράσης·

8.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα, υπηρεσίες και οργανισμούς της ΕΕ να αναπτύξουν μια πιο προορατική προσέγγιση για τη διαφάνεια, καθιστώντας διαθέσιμες στο κοινό όσο το δυνατόν περισσότερες κατηγορίες εγγράφων μέσω των ιστοτόπων τους, συμπεριλαμβανομένων των εσωτερικών διοικητικών εγγράφων, και να συμπεριλαμβάνουν τα εν λόγω έγγραφα στα δημόσια μητρώα τους· θεωρεί ότι η εν λόγω προσέγγιση συμβάλλει στην εξασφάλιση αποτελεσματικής διαφάνειας καθώς και στην πρόληψη περιττών δικαστικών διαδικασιών, οι οποίες μπορεί να δημιουργούν περιττές δαπάνες και φόρτο τόσο στα θεσμικά όργανα όσο και στους πολίτες·

9.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς να εφαρμόσουν πλήρως το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 και να δημιουργήσουν δημόσια μητρώα εγγράφων με σαφείς και προσβάσιμες δομές, αποτελεσματική λειτουργία αναζήτησης, τακτικά επικαιροποιημένες πληροφορίες για τα νέα έγγραφα που καταρτίζονται και καταχωρίζονται, παραπομπές σε μη δημόσια έγγραφα, παροχή βοήθειας στους δημόσιους χρήστες και οδηγίες χρήσης σχετικά με τα είδη των εγγράφων που τηρούνται στο μητρώο·

10.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς να δημοσιεύουν συστηματικά και χωρίς καθυστέρηση, στα οικεία μητρώα εγγράφων, όλα τα έγγραφα που στο παρελθόν δεν ήταν διαθέσιμα στο κοινό και τα οποία δημοσιοποιούνται κατόπιν αιτημάτων πρόσβασης σε έγγραφα·

11.

καλεί τις διοικήσεις να παρέχουν τα πλήρη στοιχεία όλων των εγγράφων που εμπίπτουν στο πεδίο ενός αιτήματος για πρόσβαση σε έγγραφα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, μετά την αρχική αίτηση·

12.

τονίζει ότι η προσφυγή στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή συνιστά πολύτιμη δυνατότητα σε περιπτώσεις όπου η άρνηση της πρόσβασης σε έγγραφο έχει επιβεβαιωθεί από το οικείο διοικητικό όργανο· υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι δεν υπάρχει δυνατότητα επιβολής των αποφάσεων του Διαμεσολαβητή·

13.

τονίζει ότι η δικαστική διαμάχη συνεπάγεται εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες, ενέχει τον κίνδυνο υψηλού, ακόμη και απαγορευτικού κόστους, καθώς και αβέβαιης έκβασης, επιβαρύνοντας σε αδικαιολόγητο βαθμό τους πολίτες που επιθυμούν να προσφύγουν κατά απόφασης άρνησης (μερικής) πρόσβασης· υπογραμμίζει ότι αυτό, στην πράξη, σημαίνει ότι δεν υφίσταται αποτελεσματικό ένδικο μέσο κατά αρνητικής απόφασης σε αίτημα πρόσβασης σε έγγραφα·

14.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς να θεσπίσουν επειγόντως ταχύτερες, λιγότερο επαχθείς και περισσότερο προσβάσιμες διαδικασίες για τον χειρισμό των καταγγελιών σε περιπτώσεις άρνησης χορήγησης πρόσβασης, προκειμένου να μειωθεί η ανάγκη για δικαστικές διαμάχες και να δημιουργηθεί μια πραγματική νοοτροπία διαφάνειας·

15.

τονίζει ότι οι ετήσιες εκθέσεις των τριών θεσμικών οργάνων και των λοιπών οργάνων και οργανισμών θα πρέπει να παρουσιάζουν αριθμητικά στοιχεία σε συγκρίσιμο μορφότυπο, στα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνονται, για παράδειγμα, ο αριθμός των ζητούμενων εγγράφων, ο αριθμός των αιτήσεων, ο αριθμός εγγράφων στα οποία χορηγήθηκε (μερική) πρόσβαση, ο αριθμός αιτήσεων που έγιναν αποδεκτές πριν και έπειτα από επιβεβαιωτική αίτηση καθώς και τα στοιχεία όσον αφορά την πρόσβαση που χορηγήθηκε από το Δικαστήριο, τη μερική πρόσβαση που χορηγήθηκε από το Δικαστήριο και την άρνηση της πρόσβασης·

16.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να μην ζητούν να υποχρεώνεται ο αντίδικος να καταβάλλει τα δικαστικά έξοδα, και να διασφαλίζουν ότι οι πολίτες δεν αποτρέπονται από το να προσφεύγουν κατά αποφάσεων λόγω έλλειψης μέσων·

17.

σημειώνει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να προσαρμοστούν στο νέο πλαίσιο διαφάνειας που θεσπίστηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, όπως αποτυπώνεται στην απόφαση στην υπόθεση T-59/09, Γερμανία κατά Επιτροπής, στην οποία η Γερμανία ήταν αντίθετη στη δημοσιοποίηση εγγράφων που αφορούσαν έγγραφο οχλήσεως το οποίο της απεστάλη, επικαλούμενη την προστασία του δημόσιου συμφέροντος στο πλαίσιο των «διεθνών σχέσεων», ενώ το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη ότι ο όρος «διεθνείς σχέσεις» πρέπει να θεωρείται όρος του δικαίου της ΕΕ και ως εκ τούτου δεν ισχύει για την επικοινωνία μεταξύ της Επιτροπής και ενός κράτους μέλους·

18.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να βελτιώσουν τον χρόνο απόκρισής τους σε αιτήματα πρόσβασης σε έγγραφα και επιβεβαιωτικές αιτήσεις·

19.

δεσμεύεται να εξετάσει με ποιον τρόπο οι διαβουλεύσεις του Προεδρείου και της Διάσκεψης των Προέδρων μπορούν να καταστούν περισσότερο διαφανείς, για παράδειγμα μέσω της τήρησης λεπτομερών πρακτικών και της δημοσιοποίησής τους στο κοινό·

Αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001

20.

εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι, από τον Δεκέμβριο του 2011, όταν ενέκρινε τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση σχετικά με την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδος, καθώς το Συμβούλιο και η Επιτροπή δεν φαίνεται να έχουν προετοιμασθεί για να προβούν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις· ως εκ τούτου, καλεί το Συμβούλιο να προχωρήσει επιτέλους με την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001· καλεί το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να συμφωνήσουν επί μιας νέας πράξης που να προβλέπει σημαντικά μεγαλύτερη διαφάνεια, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής εφαρμογής του άρθρου 15 της ΣΛΕΕ·

21.

καλεί όλα τα θεσμικά όργανα, φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς της ΕΕ να εφαρμόζουν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 κατά τρόπο συνεπή προς τις διατάξεις της Σύμβασης του Århus· υποστηρίζει πλήρως την πολιτική του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων να δημοσιεύει, κατόπιν αιτήματος, τις εκθέσεις των κλινικών δοκιμών φαρμάκων που κυκλοφορούν στην ευρωπαϊκή αγορά, αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων για το συγκεκριμένο φάρμακο· τονίζει ότι οποιαδήποτε αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 πρέπει να σέβεται απολύτως τη Σύμβαση του Aarhus και να ορίζει τις τυχόν εξαιρέσεις με απόλυτη συμμόρφωση προς αυτήν·

22.

συνιστά κάθε θεσμικό και άλλο όργανο ή οργανισμός της ΕΕ να διορίσει ως υπεύθυνο διαφάνειας έναν από τους υπαλλήλους στις εσωτερικές διοικητικές δομές του, ο οποίος θα είναι αρμόδιος για τη συμμόρφωση και για τη βελτίωση των πρακτικών·

23.

καλεί όλα τα θεσμικά όργανα να αξιολογήσουν και, όπου απαιτείται, να αναθεωρήσουν τις εσωτερικές τους ρυθμίσεις για την αναφορά παραπτωμάτων, και ζητεί την προστασία των καταγγελλόντων παρατυπίες· καλεί, ιδίως, την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά την πείρα που αποκόμισε από τους νέους κανόνες που θεσπίστηκαν το 2012 για την καταγγελία παρατυπιών από υπαλλήλους των οργάνων της ΕΕ, καθώς και από τα μέτρα εφαρμογής τους· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση για την προστασία των καταγγελλόντων, όχι μόνο σε ηθικό αλλά και σε οικονομικό επίπεδο, προκειμένου να εξασφαλίζεται η δέουσα προστασία και στήριξή τους στο πλαίσιο του δημοκρατικού συστήματος·

Υποβολή εκθέσεων

24.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της ΕΕ να εναρμονίσουν τις ετήσιες εκθέσεις τους σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα και να παρουσιάζουν παρόμοια στατιστικά στοιχεία σε συμβατή μορφή και με όσο το δυνατόν πληρέστερο και περιεκτικό τρόπο (π.χ. σε πίνακες στο παράρτημα που καθιστούν δυνατή την άμεση σύγκριση)·

25.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της ΕΕ να εγκρίνουν τις συστάσεις που διατύπωσε το Κοινοβούλιο στο προηγούμενο ψήφισμά του σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα·

26.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να συμπεριλάβουν στις ετήσιες εκθέσεις τους για τη διαφάνεια απάντηση στις συστάσεις του Κοινοβουλίου·

Νομοθετικά έγγραφα

27.

καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τη διαφάνεια των ομάδων εμπειρογνωμόνων και των ομάδων επιτροπολογίας μέσω της δημόσιας διεξαγωγής των συνεδριάσεών τους και της δημοσίευσης της διαδικασίας πρόσληψης μελών, καθώς και της πληροφόρησης σχετικά με τα μέλη, τις διαδικασίες, τα έγγραφα υπό εξέταση, τις ψηφοφορίες, τις αποφάσεις και τα πρακτικά των συνεδριάσεων, τα οποία θα πρέπει όλα να δημοσιεύονται στο διαδίκτυο, σε τυποποιημένο μορφότυπο· τονίζει ότι τα μέλη των ομάδων εμπειρογνωμόνων και των ομάδων επιτροπολογίας πρέπει να δηλώνουν εκ των προτέρων εάν έχουν προσωπικό συμφέρον σε σχέση με τα υπό συζήτηση θέματα· καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει και να εφαρμόσει πλήρως, σε όλες τις ΓΔ, τις εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές που αφορούν τις διαδικασίες πρόσληψης (π.χ. ισορροπημένη σύνθεση, πολιτική για τη σύγκρουση συμφερόντων, ανοιχτοί διαγωνισμοί) καθώς και τους κανόνες για την επιστροφή δαπανών, και να υποβάλει σχετική έκθεση, όχι μόνο στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσης σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα αλλά και στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων των ΓΔ· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση σε σχέση, ιδίως, με τη συμβουλευτική ομάδα ενδιαφερομένων μερών της Διατλαντικής εταιρικής σχέσης εμπορίου και επενδύσεων·

28.

καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τους ανεπίσημους τριμερείς διαλόγους μέσω της δημόσιας διεξαγωγής των συνεδριάσεων, της δημοσίευσης των εγγράφων, συμπεριλαμβανομένων χρονοδιαγραμμάτων, ημερήσιων διατάξεων, πρακτικών, εγγράφων υπό εξέταση, τροπολογιών, λαμβανομένων αποφάσεων, πληροφοριών για τις αντιπροσωπείες των κρατών μελών και των θέσεων και πρακτικών τους, σε ένα τυποποιημένο και εύκολα προσβάσιμο διαδικτυακό περιβάλλον, κατά κανόνα και με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001·

29.

υπενθυμίζει ότι το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 για τα ευαίσθητα έγγραφα αποτελεί συμβιβασμό που δεν αντικατοπτρίζει πλέον τις νέες συνταγματικές και νομικές υποχρεώσεις που ισχύουν μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

30.

καλεί τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της ΕΕ να τηρούν ενημερωμένα δημόσια στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των διαβαθμισμένων εγγράφων που έχουν στην κατοχή τους, βάσει της διαβάθμισής τους·

Διαβάθμιση εγγράφων

31.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση κανονισμού για τον καθορισμό σαφών κανόνων και κριτηρίων για τη διαβάθμιση των εγγράφων από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της ΕΕ·

32.

καλεί τα θεσμικά όργανα να αξιολογούν και να αιτιολογούν τα αιτήματα για διεξαγωγή συνεδριάσεων κεκλεισμένων των θυρών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001·

33.

καλεί τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να συστήσουν μια ανεξάρτητη εποπτική αρχή της ΕΕ για τη διαβάθμιση των εγγράφων και την εξέταση των αιτημάτων για τη διεξαγωγή συνεδριάσεων κεκλεισμένων των θυρών·

Δημοσιονομικές πληροφορίες

34.

καλεί τα θεσμικά όργανα να δημοσιοποιούν και να καθιστούν προσβάσιμα στους πολίτες τα έγγραφα που αφορούν τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την εκτέλεσή του και τους δικαιούχους των κονδυλίων και των επιχορηγήσεων και τονίζει ότι τα εν λόγω έγγραφα πρέπει επίσης να είναι προσβάσιμα μέσω συγκεκριμένου ιστοτόπου και βάσης δεδομένων καθώς και σε βάση δεδομένων που έχει ως αντικείμενο τη δημοσιονομική διαφάνεια εντός της Ένωσης·

Διεθνείς διαπραγματεύσεις

35.

εκφράζει ανησυχία για τη συστηματική εφαρμογή της εξαίρεσης για την προστασία των διεθνών σχέσεων ως αιτιολόγηση για τη διαβάθμιση εγγράφων·

36.

υπενθυμίζει ότι όταν ένα θεσμικό όργανο αποφασίζει να αρνηθεί την πρόσβαση σε έγγραφο του οποίου ζητήθηκε η δημοσιοποίηση, οφείλει καταρχήν να εξηγήσει με ποιον τρόπο η δημοσιοποίηση του εγγράφου αυτού μπορεί να υπονομεύσει συγκεκριμένα και ουσιαστικά το δημόσιο συμφέρον όσον αφορά τις διεθνείς σχέσεις·

37.

επισημαίνει ότι, ανεξαρτήτως των εν λόγω αρχών, αυτό εξακολουθεί να μην εφαρμόζεται στην πράξη, όπως καταδεικνύεται από την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου στην υπόθεση T-529/09 (In ‘t Veld κατά Συμβουλίου) όσον αφορά την άρνηση του Συμβουλίου να παράσχει πρόσβαση σε γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του σχετικά με τη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ για το πρόγραμμα παρακολούθησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (TFTP)·

Γνωμοδοτήσεις νομικών υπηρεσιών

38.

επισημαίνει ότι οι γνωμοδοτήσεις των νομικών υπηρεσιών των θεσμικών οργάνων πρέπει, καταρχήν, να δημοσιοποιούνται, όπως υπογραμμίζεται στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Turco ότι «ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 αποσκοπεί, όπως επισημαίνεται με την τέταρτη αιτιολογική σκέψη και με το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού, να παράσχει στο κοινό το δικαίωμα μιας όσο το δυνατόν ευρύτερης πρόσβασης στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων» (16)·

39.

υπενθυμίζει ότι, προτού αξιολογήσει κατά πόσον εφαρμόζεται η εξαίρεση του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση σχετικά με την προστασία της παροχής νομικών συμβουλών, το οικείο θεσμικό όργανο πρέπει να εξετάσει αν το έγγραφο του οποίου ζητείται η κοινολόγηση αποτελεί όντως νομική γνωμοδότηση και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, να καθορίσει τα τμήματα της γνωμοδότησης αυτής τα οποία αφορά πραγματικά η κοινολόγηση και τα οποία, επομένως, μπορούν να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω εξαίρεσης (Turco, σκέψη 38)·

40.

καλεί τα θεσμικά όργανα να συμμορφωθούν προς την απόφαση στην υπόθεση Turco σχετικά με τις γνωμοδοτήσεις νομικών υπηρεσιών που καταρτίζονται στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, στην οποία ορίζεται ότι «είναι ακριβώς η διαφάνεια που, μέσω της δυνατότητας που αυτή παρέχει ώστε να τίθενται σε ανοικτό διάλογο οι διάφορες διιστάμενες απόψεις, συμβάλλει στο να αποκτούν τα θεσμικά όργανα μεγαλύτερη νομιμότητα στα μάτια του ευρωπαίου πολίτη και στο να αυξάνεται η εμπιστοσύνη του προς αυτά» και ότι «στην πραγματικότητα, τις αμφιβολίες στον πολίτη, όχι μόνον ως προς τη νομιμότητα μιας μεμονωμένης πράξης, αλλά και ως προς τη νομιμότητα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στο σύνολό της, μπορεί να γεννήσει μάλλον η έλλειψη πληροφόρησης και διαλόγου» (17)·

41.

τονίζει ότι, όπως ορίζεται στην απόφαση στην υπόθεση In ‘t Veld κατά Συμβουλίου (T-529/09) (18), συγκεκριμένη και προβλέψιμη προσβολή του επίμαχου συμφέροντος δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί από τον απλό φόβο ότι θα δημοσιοποιηθεί στους πολίτες η διάσταση απόψεων των οργάνων ως προς τη νομική βάση της διεθνούς δράσης της Ένωσης και, ως εκ τούτου, θα δημιουργηθούν αμφιβολίες ως προς τη νομιμότητα της δράσης αυτής·

Επιείκεια σε υποθέσεις καρτέλ

42.

τονίζει ότι στην απόφαση στην υπόθεση C-536/11, σκέψη 43, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι «κάθε αίτημα προσβάσεως σε [φάκελο καρτέλ] πρέπει να εκτιμάται κατά περίπτωση, [από τα εθνικά δικαστήρια], λαμβανομένων υπόψη όλων των στοιχείων της συγκεκριμένης υποθέσεως»·

ο

ο ο

43.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και στο Συμβούλιο της Ευρώπης.


(1)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

(2)  ΕΕ L 243 της 27.9.2003, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 51 E της 22.2.2013, σ. 72.

(4)  Βλέπε απόφαση στην υπόθεση C-135/11 P, IFAW κατά Επιτροπής, όπου στη σκέψη 75 αναφέρεται ότι, δεδομένου ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέτασε το εν λόγω έγγραφο, «δεν ήταν σε θέση να εξακριβώσει in concreto αν ήταν θεμιτή η άρνηση προσβάσεως στο έγγραφο αυτό βάσει των εξαιρέσεων».

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0369.

(6)  EE C 286 E της 22.10.2010, σ. 12

(7)  In ‘t Veld κατά Συμβουλίου (Υπόθεση T-529/09), σκέψη 19.

(8)  In ‘t Veld κατά Συμβουλίου (Υπόθεση T-529/09), σκέψη 75.

(9)  Η Επιτροπή δεν προσδιορίζει τον τύπο των ζητούμενων εγγράφων. Οι αριθμοί των αρχικών αιτήσεων για έγγραφα της Επιτροπής είναι 6 447 το 2011 και 6 014 το 2012.

(10)  Συμβούλιο κατά In 't Veld (παρέμβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπέρ της In ‘t Veld).

(11)  Αποφάσεις στις υποθέσεις Batchelor (T-362/08), IFAW II (T-250/08), Navigazione Libera del Golfo (T-109/05 και T-444/05), Jordana (T-161/04), CDC (T-437/08) και LPN (T-29/08).

(12)  Γερμανία κατά Επιτροπής (T-59/09), EnBW κατά Επιτροπής (T-344/08), Sviluppo Globale (T-6/10), Internationaler Hilfsfonds (T-300/10), Ευρωπαϊκή Δυναμική (T-167/10).

(13)  Η άλλη υπόθεση είναι η Dennekamp (T-82/08), στην οποία το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε την απόφαση του Κοινοβουλίου για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων.

(14)  Βλέπε απόφαση στην υπόθεση IFAW σχετικά με έγγραφα προερχόμενα από κράτος μέλος και την υποχρέωση του Γενικού Δικαστηρίου να αξιολογεί τα επίμαχα έγγραφα· και δύο άλλες υποθέσεις σχετικά με διαδικασίες ελέγχου πράξεως συγκεντρώσεως μεταξύ επιχειρήσεων, Agrofert (C-477/10 P) και Éditions Odile Jacob (C-404/10 P). Αυτές οι τρεις αποφάσεις του Δικαστηρίου δεν περιγράφονται στην ετήσια έκθεση της Επιτροπής.

(15)  Υπόθεση C-280/11 P, Συμβούλιο κατά Access Info Europe.

(16)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-39/05 P και C-52/05 P, Σουηδία και Turco κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, σκέψη 35.

(17)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-39/05 P και C-52/05 P, Σουηδία και Turco κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, σκέψη 59.

(18)  Υπόθεση T-529/09, In ‘t Veld κατά Συμβουλίου, σκέψη 75.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/35


P7_TA(2014)0204

Δραστηριότητες της Επιτροπής Αναφορών για το 2013

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής Αναφορών κατά το έτος 2013 (2014/2008(INI))

(2017/C 378/04)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη σημασία του δικαιώματος υποβολής αναφορών και της άμεσης ενημέρωσης των κοινοβουλευτικών οργάνων σχετικά με τις ανησυχίες και τις απόψεις των Eυρωπαίων πολιτών και μονίμων κατοίκων, σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 227 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις διατάξεις του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 44 σχετικά με το δικαίωμα αναφοράς προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη διαδικασία επί παραβάσει, και ιδίως τα άρθρα 258 και 260 αυτής,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 48 και 202 παράγραφος 8 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αναφορών (A7-0131/2014),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναφορές που υποβλήθηκαν το 2013, που ήταν Έτος του Ευρωπαίου Πολίτη, ανήλθαν σε 2 885, σημειώνοντας σχεδόν 45 % αύξηση έναντι του 2012· σημειώνοντας ότι σε όλη την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο έχουν καταχωριστεί μέχρι στιγμής σχεδόν 10 000 αναφορές·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αν και αυτός ο αριθμός παραμένει χαμηλός σε σχέση με τον πληθυσμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εντούτοις σηματοδοτεί μια αισθητά αυξημένη ευαισθητοποίηση των μεμονωμένων πολιτών, των τοπικών κοινοτήτων, των ΜΚΟ, των εθελοντικών οργανώσεων και των ιδιωτικών επιχειρήσεων σχετικά με το δικαίωμα υποβολής αναφορών καθώς και εύλογες προσδοκίες ως προς τη χρησιμότητα της σχετικής διαδικασίας ως μέσου για να επισημαίνουν στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και στα κράτη μέλη τα θέματα που τους απασχολούν·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα από το μόνο θεσμικό όργανο της ΕΕ που εκλέγεται από αυτούς — το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· έχοντας κατά νου ότι το δικαίωμα στην υποβολή αναφοράς τούς δίνει την ευκαιρία να απευθύνονται στους εκπροσώπους τους απευθείας·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα αναφοράς βελτιώνει την ανταπόκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς τους πολίτες και τους μονίμους κατοίκους της Ένωσης, ενώ παράλληλα μπορεί να παρέχει έναν ανοιχτό, δημοκρατικό και διαφανή μηχανισμό για την εξεύρεση, όπου τούτο είναι θεμιτό και δικαιολογημένο, εξωδικαστικής λύσης για τις καταγγελίες τους, ιδίως όταν αυτές αφορούν προβλήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναφορές παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες στους νομοθέτες και τα εκτελεστικά όργανα τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο·

E.

λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της πρόληψης περαιτέρω ανεπανόρθωτων απωλειών της βιοποικιλότητας, ιδίως εντός των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί τοποθεσίες του δικτύου Natura 2000 και της δέσμευσης των κρατών μελών να διασφαλίσουν την προστασία των ειδικών ζωνών διατήρησης βάσει της οδηγίας για τους οικοτόπους (92/43/EΟΚ) και της οδηγίας για τα πτηνά (79/409/ΕΟΚ)· λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να προβεί σε πλήρη έλεγχο της εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας μόνον από τη στιγμή που οι εθνικές αρχές έχουν λάβει οριστικές αποφάσεις, πρέπει –ιδίως επί θεμάτων περιβάλλοντος– να ελέγχεται σε πρώιμη φάση κατά πόσον οι τοπικές, περιφερειακές και εθνικές αρχές εφαρμόζουν ορθά όλους τους ενδεδειγμένους διαδικαστικούς κανόνες που προβλέπονται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της προφύλαξης·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να αυξηθεί η συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ, ώστε να ενισχυθεί η νομιμότητα και η λογοδοσία αυτής της τελευταίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία υποβολής αναφορών αποτελεί επίσης μέσον μέτρησης των εντάσεων που επικρατούν στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ιδίως σε καιρούς οικονομικής κρίσης και κοινωνικής αναταραχής, όπως στην περίπτωση της κατάρρευσης των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών και τραπεζικών συστημάτων και του σχετικού αντικτύπου στους λαούς της Ευρώπης· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι, τον Σεπτέμβριο του 2013, η Επιτροπή Αναφορών οργάνωσε δημόσια ακρόαση για το εν λόγω θέμα, με τη συμμετοχή των αναφερόντων· λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές αναφορές σχετικά με αθέμιτες οικονομικές πρακτικές και παραβιάσεις των δικαιωμάτων των καταναλωτών στον τραπεζικό τομέα, και ιδίως οι δραματικές συνέπειες των εξώσεων ολόκληρων οικογενειών εξαιτίας καταχρηστικών ρητρών που συμπεριλαμβάνονται σε υποθήκες, προσέλκυσαν την προσοχή της επιτροπής·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναφορές που υποβάλλονται στην Επιτροπή Αναφορών είναι συνήθως εξαιρετικά χρήσιμες και για άλλες επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αρμόδιες για την κατάρτιση νομοθεσίας προοριζόμενης να θέσει, σε κοινωνικοοικονομικό και περιβαλλοντικό επίπεδο, πιο ασφαλείς, πιο δίκαιες και πιο υγιείς βάσεις για ένα μέλλον ευημερίας για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες και μονίμους κατοίκους·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε αναφορά αξιολογείται και διεκπεραιώνεται αυτόνομα, ακόμη και όταν υποβάλλεται από έναν μόνο πολίτη ή κάτοικο της ΕΕ, ενώ κάθε αναφέρων δικαιούται απάντηση στη γλώσσα του·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο χρόνος επεξεργασίας και απάντησης διαφέρει ανάλογα με το περιεχόμενο και την πολυπλοκότητα της υποβληθείσας αναφοράς, μολονότι πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε οι αναφέροντες να λαμβάνουν δέουσα απάντηση εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και με κατάλληλο τρόπο, όχι μόνο ως προς τα διαδικαστικά, αλλά και ως προς την ουσία·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναφέροντες των οποίων οι αναφορές συζητούνται στο πλαίσιο των τακτικών συνεδριάσεων της Επιτροπής Αναφορών, μπορούν να συμμετέχουν πλήρως σε αυτές, να παρουσιάζουν αναλυτικότερα την αναφορά τους και έτσι να συμβάλλουν ενεργά στο έργο της Επιτροπής Αναφορών, παρέχοντας πρόσθετες και άμεσες πληροφορίες στα μέλη της Επιτροπής Αναφορών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καθώς και στους εκπροσώπους των κρατών μελών που τυχόν παρίστανται· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2013 παρέστησαν 185 αναφέροντες που συμμετείχαν ενεργά στις εργασίες της Επιτροπής Αναφορών·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες της Επιτροπής Αναφορών βασίζονται εξ ολοκλήρου στα στοιχεία και στις εισηγήσεις που υποβάλλουν οι αναφέροντες, σε συνάρτηση με τα πορίσματα των ερευνών που η ίδια διενεργεί για κάθε περίπτωση, οι οποίες συμπληρώνονται, εφόσον χρειαστεί, από την επιπρόσθετη εμπειρογνωμοσύνη της Επιτροπής, των κρατών μελών ή άλλων φορέων· κι ότι η Επιτροπή Αναφορών διαμορφώνει τις προτεραιότητες του προγράμματος εργασιών της και το οργανώνει βάσει των αποφάσεων που λαμβάνουν δημοκρατικά τα μέλη της·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τα κριτήρια για το παραδεκτό των αναφορών, κατά τα οριζόμενα από τη Συνθήκη και από τον κανονισμό του Κοινοβουλίου, το αντικείμενο της αναφοράς πρέπει να έχει σχέση με τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης και να αφορά άμεσα τον αναφέροντα· κι έτσι, ένα ποσοστό των λαμβανομένων αναφορών κρίνεται μη παραδεκτό επειδή δεν πληροί τα ως άνω κριτήρια·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα υποβολής αναφορών είναι βασικό μέσο για τη συμμετοχή και τον δημοκρατικό έλεγχο εκ μέρους των πολιτών, η δέουσα άσκηση του οποίου πρέπει να διασφαλίζεται από την έναρξη έως το τέλος της διαδικασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό το δικαίωμα πρέπει να παραμείνει πλήρως εγγυημένο, ανεξαρτήτως κρατικών συμφερόντων· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η αρχή πρέπει να διαφυλαχθεί με παραδειγματικό τρόπο σε επίπεδο ΕΕ κατά την εξέταση των αναφορών εντός του Κοινοβουλίου και από την Επιτροπή·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταλληλότητα των προαναφερομένων κριτηρίων έχει επιβεβαιωθεί από τα δικαστήρια και ότι τα κριτήρια που αφορούν το δικαίωμα υποβολής αναφορών και το γεγονός ότι οι λόγοι για τους οποίους οι αναφορές κρίνονται μη παραδεκτές πρέπει να είναι βάσιμοι και να αιτιολογούνται από την Επιτροπή Αναφορών στη μετέπειτα αλληλογραφία της με τον αναφέροντα, υποστηρίζονται από αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως στο πλαίσιο της υπόθεσης T-308/07· και π.χ. των υποθέσεων T-280/09 και T-160/10 σε ό,τι αφορά αναφορές που πιθανόν να κριθούν πολύ ασαφείς ως προς το περιεχόμενό τους·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, εκτός από τις αναφορές που σχετίζονται με τον αντίκτυπο της κρίσης στους Ευρωπαίους πολίτες και μονίμους κατοίκους, άλλα βασικά ζητήματα που απασχολούν τους αναφέροντες σχετίζονται με το δίκαιο του περιβάλλοντος (ιδίως τα ζητήματα διαχείρισης αποβλήτων και νερού), τα θεμελιώδη δικαιώματα (ιδίως τα δικαιώματα των παιδιών και των ατόμων με αναπηρία και τα προβλήματα υγείας), το δικαίωμα ιδιοκτησίας και την ακίνητη περιουσία, την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, τις διαφορετικές μορφές διάκρισης και ιδίως για λόγους εθνοτικής καταγωγής, πολιτισμού ή γλώσσας, τις θεωρήσεις διαβατηρίων, τη μετανάστευση και την απασχόληση, την απονομή δικαιοσύνης, τις καταγγελίες περί διαφθοράς, τις καθυστερήσεις στις νομικές διαδικασίες αλλά και πολλά άλλα πεδία δραστηριότητας·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, επειδή πολλοί αναφέροντες, ιδίως δε μεταξύ των νεανικών κατηγοριών του πληθυσμού, κάνουν μεγάλη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως διαύλου επικοινωνίας, η Επιτροπή Αναφορών έχει αναπτύξει το δικό της δίκτυο υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που παρακολουθείται τακτικά από έναν αυξανόμενο αριθμό ατόμων σε καθιερωμένα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδιαίτερα ενεργών, και το οποίο διαπιστώθηκε ότι είναι χρήσιμο κατά τις ώρες των συνεδριάσεων της Επιτροπής Αναφορών· και λαμβάνοντας υπόψη ότι το ενημερωτικό δελτίο της επιτροπής, το PÉTI Journal, έχει επίσης αποκτήσει ένα σημαντικό αριθμό τακτικών συνδρομητών, επί του παρόντος 1 500·

ΙΖ.

λαμβάνοντας σε αυτό το πλαίσιο υπόψη ότι η Επιτροπή Αναφορών συνεργάζεται με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Κοινοβουλίου για τη δημιουργία μιας νέας πολυγλωσσικής δικτυακής πύλης, η οποία θα αντικαταστήσει το προηγούμενο, πιο περιορισμένο, σύστημα ηλεκτρονικής υποβολής αναφορών που υπήρχε στον διαδικτυακό τόπο Europarl· λαμβάνοντας υπόψη ότι η νέα αυτή πύλη σχεδιάστηκε για να βελτιωθεί η διοικητική αποτελεσματικότητα και παράλληλα να ενισχυθούν η διαφάνεια και διαδραστικότητα της διαδικασίας υποβολής αναφορών προς όφελος των αναφερόντων, των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και του ευρύτερου κοινού·

ΙΗ.

υπενθυμίζοντας στο πλαίσιο αυτό ότι είναι αποφασισμένο, βάσει της ετήσιας έκθεσης του 2012, να καταστήσει τη διαδικασία των αναφορών πιο αποτελεσματική, διαφανή και αμερόληπτη, με παράλληλο σεβασμό προς τα δικαιώματα συμμετοχής των μελών της Επιτροπής Αναφορών, ώστε η διεκπεραίωση των αναφορών να αντεπεξέρχεται επιτυχώς σε δικαστικούς ελέγχους ακόμα και σε επίπεδο δίκης·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Αναφορών έχει ενεργό ενδιαφέρον για τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται ο κανονισμός που αφορά την πρωτοβουλία Ευρωπαίων πολιτών (ΠΕΠ) και έχει επίγνωση των πολλών αδυναμιών και της επαχθούς φύσης του υφιστάμενου νομικού πλαισίου, το οποίο δεν αντικατοπτρίζει πλήρως το πνεύμα της σχετικής διάταξης της Συνθήκης, παρά τις προσπάθειες της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Αναφορών κατά την κατάρτιση του ως άνω κανονισμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει ξεκινήσει συνομιλίες για την αναθεώρηση του ως άνω κανονισμού βάσει της ρήτρας αναθεώρησής του μετά από τριετή εφαρμογή·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύντομα πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή οι διατάξεις εκείνες του κανονισμού για την εφαρμογή της πρωτοβουλίας Ευρωπαίων πολιτών (ΠΕΠ) που αφορούν τη διοργάνωση δημοσίων ακροάσεων στο Κοινοβούλιο, με τη συμμετοχή της εκάστοτε νομοθετικά αρμόδιας επιτροπής καθώς και της Επιτροπής Αναφορών, δυνάμει του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εκτελεστικών κανόνων που εγκρίθηκαν από το Προεδρείο·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη τον πολύτιμο για τις υπό εξέταση αναφορές ρόλο των διερευνητικών επισκέψεων τις οποίες διοργανώνει τακτικά η Επιτροπή Αναφορών για θέματα στα οποία έχει δώσει ειδική προτεραιότητα καθώς και την ανάγκη οι εκθέσεις των εν λόγω επισκέψεων να είναι όσο το δυνατόν πιο ποιοτικές, αξιόπιστες και σχεδιασμένων με καλόπιστη συνεργασία, η οποία θα οδηγήσει στην επιθυμητή συναίνεση μεταξύ των συμμετεχόντων· υπενθυμίζει τις επισκέψεις που έγιναν το 2013 στην Ισπανία (δυο φορές), στην Πολωνία, στη Δανία και στην Ελλάδα· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά τις πρακτικές ρυθμίσεις των αποστολών αυτών, κυρίως όσον αφορά τις επιλέξιμες εβδομάδες, θα συνέβαλλε στην ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία αυτών των επισκέψεων, ιδίως λόγω διαθεσιμότητας των μελών και μειωμένου κινδύνου ακύρωσης·

KΒ.

λαμβάνοντας υπόψη τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Αναφορών σε σχέση με το γραφείο του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, το οποίο είναι υπεύθυνο για την εξέταση των καταγγελιών που υποβάλλουν οι Ευρωπαίοι πολίτες για πιθανά κρούσματα κακοδιαχείρισης εντός των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και οργανισμών, σχετικά με τις οποίες επίσης εκπονεί ετήσιες εκθέσεις βάσει των ετησίων εκθέσεων του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή· και υπενθυμίζοντας ότι το 2013 η Επιτροπή Αναφορών συμμετείχε ενεργά στη διοργάνωση της εκλογής νέου Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή μετά τη συνταξιοδότηση του κ. Νικηφόρου Διαμαντούρου·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και μια νέα Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια, η κ. Emily O’Reilly, εξελέγη από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για να ασκήσει καθήκοντα από 1ης Οκτωβρίου 2013, εντούτοις με την έναρξη της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου μια νέα εκλογή πρέπει να οργανωθεί κατά τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό λειτουργίας (άρθρο 204), και λαμβάνοντας υπόψη ότι θα ήταν συνετό να δημοσιευθούν σε εύθετο χρόνο σαφείς και διαφανείς κανόνες για τη διαδικασία, ώστε να διευκρινιστεί περαιτέρω η ευθύνη της Επιτροπής Αναφορών στην εν λόγω διαδικασία και να διασφαλιστεί η δέουσα διαφάνεια στην εκλογή, ιδίως μέσω μιας βελτιωμένης αποκλειστικής διαδικτυακής σελίδας·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Αναφορών είναι μέλος του Δικτύου Ευρωπαίων Διαμεσολαβητών, που περιλαμβάνει ορισμένες επιτροπές αναφορών από εθνικά κοινοβούλια, εκεί όπου υπάρχουν, και ότι αποδεικνύεται σημαντικό, η συνεργασία μεταξύ των επιτροπών αναφορών να τονιστεί και, όπου είναι εφικτό, να ενισχυθεί περαιτέρω, καθώς και ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε να έχει κεντρικό ρόλο στην εξέλιξη αυτή, προς το συμφέρον των Ευρωπαίων πολιτών·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Αναφορών σκοπεύει να εξελιχθεί σε ένα χρήσιμο και διαφανή μηχανισμό, στην υπηρεσία όλων των Ευρωπαίων πολιτών και μονίμων κατοίκων, ότι ασκεί δημοκρατικό έλεγχο και εποπτεία σε πολλές πτυχές της δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας από τις εθνικές αρχές· λαμβάνοντας υπόψη επίσης ότι η Επιτροπή Αναφορών μπορεί, με βάση τις αναφορές που λαμβάνει, να συμβάλλει περαιτέρω αφενός σε μια συνεκτικότερη και πιο συντονισμένη εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας αφετέρου στη βελτίωση της μελλοντικής ενωσιακής νομοθεσίας, με γνώμονα τα διδάγματα που μπορούν να αντληθούν από την ουσία των εν λόγω αναφορών·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα είναι η τελευταία ετήσια έκθεση της Επιτροπής Αναφορών στην 7η κοινοβουλευτική περίοδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και γι' αυτό συνοψίζει τις δραστηριότητές της του 2013, κάνει μια ανασκόπηση ολόκληρης της κοινοβουλευτικής περιόδου και αξιολογεί σε ποιο βαθμό η εν λόγω επιτροπή μπόρεσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών, μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας·

1.

αναγνωρίζει τον ουσιαστικό και θεμελιώδη ρόλο που διαδραματίζει η Επιτροπή Αναφορών ως προς την προάσπιση και την προαγωγή των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών και μονίμων κατοίκων, καθώς διασφαλίζει ότι, μέσω της διαδικασίας υποβολής αναφορών, λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι ανησυχίες των αναφερόντων και, όπου είναι δυνατόν, διευθετούνται οι νόμιμες καταγγελίες τους, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος·

2.

δεσμεύεται να καταστήσει τη διαδικασία αναφορών αποτελεσματικότερη, διαφανέστερη, πιο αμερόληπτη και ταυτόχρονα να διαφυλάξει τα δικαιώματα συμμετοχής των μελών της Επιτροπής Αναφορών, προκειμένου η επεξεργασία των αναφορών να μπορεί να ανταποκριθεί σε δικαστικούς ελέγχους ακόμα και σε επίπεδο δίκης·

3.

τονίζει ότι η Επιτροπή Αναφορών, παράλληλα με άλλους θεσμούς και φορείς όπως οι εξεταστικές επιτροπές και ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, διαδραματίζει ανεξάρτητο και σαφώς καθορισμένο ρόλο ως σημείο επικοινωνίας για κάθε πολίτη ξεχωριστά· τονίζει το γεγονός ότι αυτοί οι φορείς, μαζί με την πρωτοβουλία Ευρωπαίων πολιτών, είναι θεμελιώδη μέσα για μια δημοκρατική ΕΕ και τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δήμου καθώς και ότι πρέπει να διασφαλιστεί η δέουσα πρόσβαση σε αυτές και η αξιόπιστη λειτουργία τους·

4.

υπογραμμίζει ότι καθ’ όλη την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο η Επιτροπή Αναφορών ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις και αντεπεξήλθε στις προσδοκίες των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει τη σημασία του να συμμετέχουν οι πολίτες άμεσα στο έργο του Κοινοβουλίου και οι ανησυχίες, προτάσεις ή καταγγελίες τους να εξετάζονται από τα μέλη της Επιτροπής Αναφορών· επισημαίνει τον όγκο του έργου που διεκπεραιώθηκε για την επίλυση πιθανών παραβάσεων των δικαιωμάτων των πολιτών μέσω της συνεργασίας με τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές πάνω σε θέματα που αφορούν την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας· και επισημαίνει ότι διατήρησε παράλληλα ένα ζωτικό ρόλο στην επανασύνδεση της ΕΕ με τους Ευρωπαίους πολίτες και στο να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμότητα και λογοδοσία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων της ΕΕ·

5.

υπενθυμίζει τον σημαντικό ρόλο της Επιτροπής στην προσφορά βοήθειας ως προς την επεξεργασία των θεμάτων που εγείρουν οι αναφορές· θεωρεί ότι η διερεύνηση των αναφορών εκ μέρους της Επιτροπής πρέπει να προχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος και να εξετάζει την ουσία των υποθέσεων σχέση με την ενωσιακή νομοθεσία· τονίζει τη σημασία της διαφάνειας σε αυτές τις διαδικασίες και της ενδεδειγμένης δημόσιας πρόσβασης στα σχετικά έγγραφα και στις πληροφορίες που αφορούν το εκάστοτε θέμα·

6.

τονίζει τη σημασία της προληπτικής παρακολούθησης και έγκαιρης αποτρεπτικής δράσης εκ μέρους της Επιτροπής όπου υπάρχουν βάσιμα στοιχεία ότι ορισμένα προγραμματισμένα και δημοσιοποιημένα έργα μπορεί να παραβιάζουν την ενωσιακή νομοθεσία·

7.

επισημαίνει την ποικιλία των βασικών θεματικών τομέων που καλύπτουν οι αναφορές των πολιτών, π.χ. θεμελιώδη δικαιώματα, εσωτερική αγορά, περιβαλλοντική νομοθεσία, θέματα δημόσιας υγείας, προστασία των παιδιών, μεταφορές και κατασκευές, ισπανικό παράκτιο δίκαιο, νέος κανονισμός για τη χρηστή διοίκηση, άτομα με αναπηρία, διακρίσεις λόγω ηλικίας, πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα, ευρωπαϊκά σχολεία, δημοσιονομική ένωση, χαλυβουργία, δικαιώματα των ζώων και πολλά άλλα·

8.

εκτιμά ότι οι αναφορές που υπάγονται στους ανωτέρω θεματικούς τομείς αποδεικνύουν ότι εξακολουθούν να εμφανίζονται συχνά εκτενείς υποθέσεις μη ικανοποιητικής μεταφοράς νομοθεσίας της ΕΕ στο εσωτερικό δίκαιο ή κακής εφαρμογής της νομοθεσίας·

9.

θεωρεί σημαντική την ενίσχυση της συνεργασίας με τα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών στη βάση της αμοιβαιότητας και, κατά περίπτωση, την ενθάρρυνση των αρχών των κρατών μελών να μεταφέρουν στο δίκαιό τους και να εφαρμόσουν τη νομοθεσία της ΕΕ με πλήρη διαφάνεια· υπογραμμίζει τη σημασία της συνεργασίας της Επιτροπής με τα κράτη μέλη και εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την ολιγωρία ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά την πλήρη εφαρμογή και επιβολή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ιδίως σε ζητήματα περιβάλλοντος·

10.

υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή Αναφορών θεωρεί παραδεκτές αναφορές που συνδέονται με τις αρχές και το περιεχόμενο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των δραστηριοτήτων της, και ότι εξετάζει κάθε περίπτωση χωριστά, υπενθυμίζει δε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συχνά βρέθηκε σε αδυναμία να ενεργήσει όταν της ζητήθηκε από την Επιτροπή Αναφορών λόγω της ύπαρξης του άρθρου 51 του Χάρτη· τονίζει ότι οι προσδοκίες των πολιτών είναι πολύ μεγαλύτερες από ό,τι επιτρέπουν οι αυστηρά νομικές διατάξεις του Χάρτη·

11.

συγχαίρει την Επιτροπή Αναφορών για το έργο της στο θέμα των αναφορών που συνδέονταν με ζητήματα αναπηρίας και των οποίων ο αριθμός το 2013 αυξήθηκε σημαντικά· επισημαίνει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν προκειμένου να διασφαλιστεί η επιτυχής εκκίνηση του πλαισίου της ΕΕ σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 33 της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (UN CRPD), προσπάθειες στο πλαίσιο των οποίων η Επιτροπή Αναφορών συνεργάστηκε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ατόμων με Αναπηρία, και σημειώνει την πρόθεση της Επιτροπής Αναφορών να συνεχίσει να στηρίζει την εν λόγω δραστηριότητα· θεωρεί λυπηρό το ότι στη συνέχεια η συμμετοχή της Επιτροπής Αναφορών στο πλαίσιο της UN CRPD τερματίσθηκε και αντικαταστάθηκε από νομοθετικές επιτροπές που επίσης έχουν αρμοδιότητες στον τομέα αυτό και εκτιμά ότι αυτή η τελευταία απόφαση στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία των καθηκόντων που απονέμονται βάσει του πλαισίου της UN CRPD·

12.

σημειώνει με ικανοποίηση την ιδιαίτερη προσοχή που δόθηκε σε ορισμένες σημαντικές αναφορές σχετικά με την προτεινόμενη κατασκευή ενός νέου αεροδρομίου στην περιοχή Notre-Dame-des-Landes, κοντά στη Νάντη της Γαλλίας· αναγνωρίζει ότι υποβλήθηκαν σημαντικά και ουσιαστικά στοιχεία από τους αναφέροντες που ήταν αντίθετοι με το έργο για περιβαλλοντικούς λόγους, καθώς και μια μεγάλη αναφορά από τα άτομα που τάσσονταν υπέρ του έργου, με αποτέλεσμα τη διεξαγωγή εκτενούς συζήτησης με τη συμμετοχή εκπροσώπων των Γαλλικών Αρχών, του Γενικού Διευθυντή Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κύριων αναφερόντων· θεωρεί ότι τέτοιες σοβαρές συζητήσεις όχι μόνο θα βελτιώσουν την ευαισθητοποίηση του κοινού και θα επιτρέψει στους πολίτες να συμμετάσχουν ενεργά και νόμιμα, αλλά και θα επιτρέψουν επίσης να διευκρινιστούν πολλά αμφιλεγόμενα στοιχεία που συνδέονται με το έργο τα οποία καταγγέλλεται ότι έρχονται σε αντίθεση με το δίκαιο της ΕΕ και να βρεθούν λύσεις που θα επιτρέπουν την ορθή τήρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που πρέπει να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις αυτές·

13.

αναγνωρίζει ότι το 2013 πολλοί αναφέροντες εξέφρασαν ανησυχία για τις προφανείς αδικίες που παρατηρούνται στη Δανία όσον αφορά τις διοικητικές και δικαστικές διαδικασίες που σχετίζονται με θέματα διαζυγίου και χωρισμού και τη συνακόλουθη επιμέλεια ανηλίκων· παρατηρεί, εν προκειμένω, ότι υπάρχουν σαφή παραδείγματα όπου οι σύζυγοι διαφορετικής ιθαγένειας υφίστανται σαφείς διακρίσεις λόγω εθνικότητας, προς όφελος του/της συζύγου που κατάγεται από το κράτος μέλος στο οποίο διεξάγονται οι διαδικασίες και σε βάρος του μη υπηκόου του εν λόγω κράτους, με σοβαρές και συχνά εξαιρετικά αρνητικές και δραματικές επιπτώσεις στα δικαιώματα του παιδιού· επισημαίνει σε αυτό το πλαίσιο σοβαρές παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων τόσο του αναφέροντος όσο και του παιδιού· επισημαίνει ότι η Επιτροπή Αναφορών προέβη σε διερευνητική επίσκεψη στη Δανία για να εξετάσει απευθείας την κατάσταση σε σχέση με τις εν λόγω καταγγελίες εκεί όπου παρουσιάζεται ιδιαίτερα οξυμένη· επισημαίνει ότι ορισμένες τέτοιες περιπτώσεις καταγράφηκαν και σε άλλες χώρες, ιδίως στη Γερμανία (ιδίως σε σχέση με τις δραστηριότητες του Jugendamt), στη Γαλλία και στο ΗΒ·

14.

υπενθυμίζει τις έρευνες που διεξάγονται με βάση αναφορές σχετικά με τις επιπτώσεις από τη μη εφαρμογή της οδηγίας πλαισίου για τα απόβλητα καθ’ όλη τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου και την έγκριση της σχετικής έκθεσης· υπενθυμίζει τις συστάσεις όσον αφορά την έλλειψη αναγκαίων αποφάσεων όσον αφορά τους χώρους υγειονομικής ταφής και των συνεπειών που έχει τούτο στους τοπικούς πληθυσμούς· τονίζει ότι η κατάσταση πόρρω απέχει από το να έχει διευθετηθεί, δεδομένων των αναφορών που εξετάστηκαν εν συνεχεία σε σχέση με το επανειλημμένο ξέσπασμα τοξικών πυρκαγιών οι οποίες προκαλούνται από βιομηχανικά απόβλητα βαρέων ρύπων σε ορισμένες περιοχές της Καμπανίας και σε σχέση με την έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά τον σχεδιασμό και τη θεσμική διαχείριση στο Λάτιο κατά τους τελευταίους μήνες, μετά το σχεδιαζόμενο κλείσιμο του χώρου υγειονομικής ταφής στη Μαλαγκρότα, για το οποίο διεξάγονται επί του παρόντος δικαστικές έρευνες υψηλού επιπέδου· σημειώνει την εντατική διερευνητική αποστολή στην Ελλάδα που πραγματοποιήθηκε το φθινόπωρο του 2013 για το ίδιο θέμα και η οποία φώτισε τις ελλείψεις στην εφαρμογή των σχετικών οδηγιών για τα απόβλητα, την έλλειψη προόδου στη διαχείριση αποβλήτων σε ό,τι αφορά σχέδια και συστήματα στις ανώτερες βαθμίδες της ιεράρχησης αποβλήτων καθώς και τις επιπτώσεις για την υγεία των πληθυσμών σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας· σημειώνει ότι αρκετές άλλες αναφορές σχετικά με τις αδυναμίες στη διαχείριση αποβλήτων υποβλήθηκαν πρόσφατα και αφορούν άλλα κράτη μέλη, και συγκεκριμένα την περιφέρεια της Βαλένθια και το ΗΒ·

15.

αναγνωρίζει την έκθεση της διερευνητικής επίσκεψης στην Πολωνία, η οποία εξέτασε ένα χώρο που έχει προταθεί ως ανοικτό ορυχείο στην Κάτω Σιλεσία· χαιρετίζει επίσης τις εντατικές διαβουλεύσεις με τους αναφέροντες και τις εθνικές αρχές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της εν λόγω επίσκεψης, σχετικά με το ενδεχόμενο έρευνας και εκμετάλλευσης αποθεμάτων σχιστολιθικού αερίου, ζήτημα για το οποίο η Επιτροπή Αναφορών είχε ήδη διεξαγάγει ημερίδα το 2012·

16.

τονίζει το πολύ εποικοδομητικό έργο που επιτέλεσε η Επιτροπή Αναφορών στις αναφορές που έλαβε σχετικά με τον ισπανικό νόμο για τις παράκτιες περιοχές (Ley de Costas), τόσο ως προς τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της διερευνητικής επίσκεψης όσο και ως προς τη συνεργασία της με τους αναφέροντες και τις αρμόδιες εθνικές αρχές· υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή Αναφορών συγκρότησε ειδική ομάδα εργασίας για την αναλυτικότερη εξέταση του εν λόγω περίπλοκου ζητήματος καθώς και για την εξασφάλιση επικοινωνίας με τον πολύ μεγάλο αριθμό αναφερόντων· αναγνωρίζει ότι, μολονότι ορισμένες πληρωμές έχουν επιτευχθεί υπέρ των αναφερόντων στη νέα νομοθεσία που εγκρίθηκε από το Ισπανικό Κοινοβούλιο· ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί ενεργά το θέμα·

17.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η αντιπροσωπεία που έκανε διερευνητική επίσκεψη στη Γαλικία τον Φεβρουάριο 2013 μπόρεσε να διεξαγάγει εκτενείς συζητήσεις με τους αναφέροντες και τις περιφερειακές αρχές πάνω σε θέματα που αφορούσαν την έλλειψη κατάλληλων εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων στην περιοχή· κυρώνει τα συμπεράσματα και συστάσεις της έκθεσης της διευρευνητικής επίσκεψης που εγκρίθηκαν στην Επιτροπή Αναφορών στις 17 Δεκεμβρίου 2013 υπό την έννοια ότι θα πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες για την κορύφωση του καθαρισμού και της αναζωογόνησης των rías που αποτέλεσαν αντικείμενο της επίσκεψης·

18.

τονίζει τον ρόλο της Επιτροπής Αναφορών σε ό,τι αφορά την υποχρέωση υποβολής εκθέσεων· επισημαίνει διάφορα ψηφίσματα που εγκρίθηκαν το 2013 υπό μορφή εκθέσεων όπως η ειδική έκθεση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή για τους χειρισμούς της Επιτροπής στο θέμα της αξιολόγησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου επέκτασης του αεροδρομίου της Βιέννης, πέρα από την ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή συνολικά· τονίζει την πολύτιμη συμβολή της Επιτροπής Αναφορών χάρη στην εμπειρία που αποκτά με την πάροδο των ετών από τη διεκπεραίωση πολλών συγκεκριμένων περιπτώσεων με τη μορφή γνωμοδοτήσεων προς αρμόδιες καθ’ ύλην επιτροπές, και ιδίως με την αναθεώρηση της οδηγίας ΕΠΕ, καθώς και με τη γνωμοδότηση για τον καθορισμό της έδρας των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. εκτιμά πως χάρη σε αυτά τα έγγραφα η Επιτροπή Αναφορών μπορεί να προωθεί στην Ολομέλεια ζητήματα που ενδιαφέρουν τους Ευρωπαίους πολίτες·

19.

υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 202 παράγραφος 2, η Επιτροπή Αναφορών έχει το δικαίωμα να υποβάλλει όχι μόνο μη νομοθετικές εκθέσεις ιδίας πρωτοβουλίας στην Ολομέλεια σχετικά με ζητήματα που άπτονται ορισμένων αναφορών αλλά και σύντομες προτάσεις ψηφίσματος για ψήφιση από την Ολομέλεια σχετικά με επείγοντα ζητήματα·

20.

εκτιμά πως η οργάνωση δημοσίων ακροάσεων είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για την εξέταση των προβλημάτων που θίγουν οι αναφέροντες· επισημαίνει τη δημόσια ακρόαση που έγινε σχετικά με τον αντίκτυπο που η κρίση είχε στους Ευρωπαίους πολίτες και με την ενίσχυση της δημοκρατικής συμμετοχής στη διακυβέρνηση της Ένωσης, καθώς επίσης και τη δημόσια ακρόαση για τη βέλτιστη αξιοποίηση της ιθαγένειας της ΕΕ, όπου αναλύθηκαν, βάσει των αναφορών που ελήφθησαν, οι ανησυχίες που διατυπώθηκαν και για τα δυο θέματα από τους πολίτες της ΕΕ· εκτιμά πως τα στοιχεία που καταγράφονται στις αναφορές καταδεικνύουν τον αντίκτυπο των μέτρων λιτότητας σε ατομικό επίπεδο επί των δικαιωμάτων των αναφερόντων όπως και τον μεγαλύτερο ρόλο και δέσμευση της κοινωνίας των πολιτών· αναγνωρίζει ότι για την αντιμετώπιση των αυριανών χρηματοπιστωτικών προβλημάτων η Ευρώπη χρειάζεται μια αξιόπιστη, ορατή και υπεύθυνη οικονομική διακυβέρνηση· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να εξαλειφθούν τα εναπομένοντα εμπόδια προκειμένου οι Ευρωπαίοι πολίτες να απολαύουν των δικαιωμάτων που έχουν δυνάμει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και να προαχθεί η συμμετοχή των Ευρωπαίων πολιτών στον πολιτικό βίο της ΕΕ·

21.

θεωρεί σημαντικό για τις εργασίες της πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα να μπορεί να κάνει χρήση άλλων μεθόδων, όπως π.χ. κοινοβουλευτικών ερωτήσεων με προφορική απάντηση κατά τις συνόδους της Ολομελείας· υπενθυμίζει ότι υπάρχει μια απευθείας μορφή κοινοβουλευτικού ελέγχου των άλλων οργάνων και φορέων της ΕΕ· επισημαίνει ότι η ίδια έχει ασκήσει 9 φορές εντός του 2013 το δικαίωμά της να καταθέτει ερωτήσεις π.χ. για αναπηρίες, καλή μεταχείριση των ζώων, διαχείριση αποβλήτων και πρωτοβουλίες Ευρωπαίων πολιτών· εκφράζει τη βαθιά του λύπη που ορισμένες πρωτοβουλίες που προτάθηκαν από την επιτροπή έμειναν στο συρτάρι για μήνες μέχρι να συζητηθούν στην Ολομέλεια, πράγμα που εμπόδισε τις διαρκείς ανησυχίες των πολιτών της ΕΕ να ακουστούν και να λάβουν άμεση απάντηση από την Επιτροπή·

22.

διαπιστώνει τη συνεχή ροή επιστολών από πολίτες που στρέφονται προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την αντιμετώπιση θεμάτων που είναι εκτός του πεδίου αρμοδιοτήτων της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 227 της Συνθήκης και το άρθρο 51 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων· ζητεί να βρεθούν καλύτερες λύσεις για την διεκπεραίωση αυτών των αιτημάτων που προέρχονται από πολίτες, λαμβανομένων παράλληλα υπόψη των υποχρεώσεων του Κοινοβουλίου σε ό,τι αφορά την αλληλογραφία του με τους πολίτες· θεωρεί από αυτή την άποψη λυπηρό το γεγονός ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες του Κοινοβουλίου δεν έδωσαν συνέχεια στο ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, σχετικά με τις δραστηριότητες της Επιτροπής Αναφορών κατά το έτος 2011 ως προς τις αναφορές πολιτών για θέματα που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της ΕΕ·

23.

αναγνωρίζει ότι τα περιβαλλοντικά ζητήματα παραμένουν προτεραιότητα για τους αναφέροντες, πράγμα που τονίζει την αδυναμία των κρατών μελών στον τομέα αυτό· διαπιστώνει ότι πολλές αναφορές αφορούν τη δημόσια υγεία, ήτοι τη διαχείριση αποβλήτων, την καθαρότητα του νερού, την πυρηνική ενέργεια, τα προστατευόμενα ζώα· επισημαίνει ότι πολλές αναφορές αφορούν νέα και μελλοντικά έργα που επιτείνουν τους κινδύνους επιδείνωσης της κατάστασης στους ανωτέρω τομείς· υπενθυμίζει ότι, ενώ τα κράτη μέλη πασχίζουν να αντιμετωπίσουν αυτές τις καταστάσεις, είναι σαφές ότι εξακολουθεί να είναι δύσκολη η εξεύρεση λύσης· επισημαίνει την περίπτωση της χαλυβουργίας ILVA στον Τάραντα, η οποία προκαλεί σοβαρές ανησυχίες λόγω της μείζονος επιδεινώσεως σε ό,τι αφορά τις περιβαλλοντικές συνθήκες και την ανθρώπινη υγεία του τοπικού πληθυσμού· παροτρύνει την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει στον μέγιστο βαθμό τους διαθέσιμους μηχανισμούς της προκειμένου να διασφαλίσει την άμεση συμμόρφωση των ιταλικών αρχών με την περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ·

24.

ζητεί από την Επιτροπή Αναφορών να συνεχίσει να εξετάζει τις συνέπειες της νομολογίας του Δικαστηρίου, όπως διαμορφώθηκε με την υπόθεση της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (ΕΡΤ) επί της ερμηνείας του άρθρου 51 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και των επιπτώσεών της όσον αφορά τις αναφορές και να διερευνήσει τα πραγματικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι πολίτες της ΕΕ κατά την υποβολή αίτησης έκδοσης προδικαστικής απόφασης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ώστε να αποκτήσει αξιόπιστες πληροφορίες για βασικά ζητήματα για υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον εθνικών δικαστηρίων βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας·

25.

χαιρετίζει την θεσμοθέτηση της Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων πολιτών (ECI) από 1ης Απριλίου 2012 και την καταχώρηση της 1ης ECI, που αφορούσε τις πολιτικές Νεολαία για την Ευρώπη — Αδελφότητα 2020 και την πρόσφατη επιτυχή ECI για το δικαίωμα στο νερό· εκτιμά πως η ECI (ΠΕΠ) συνιστά το πρώτο εργαλείο διεθνικής συμμετοχικής δημοκρατίας και αναμένεται να δώσει στους πολίτες τη δυνατότητα να συμμετέχουν ενεργά στη χάραξη των πολιτικών και της νομοθεσίας της Ευρώπης· επανεπιβεβαιώνει τη δέσμευσή του ότι θα συμμετάσχει στη διοργάνωση δημοσίων ακροάσεων για όσες πρωτοβουλίες Ευρωπαίων πολιτών προκρίνονται, με την ενεργό συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων κοινοβουλευτικών επιτροπών· υπογραμμίζει την ανάγκη τακτικής αναθεώρησης της κατάστασης στο χώρο των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών, ώστε να βελτιώνεται η διαδικασία και να περιορισθούν η γραφειοκρατία και τα άλλα εμπόδια· γνωρίζει ότι το αποτέλεσμα των πρώτων κοινοβουλευτικών ακροάσεων των πρώτων επιτυχών ΠΕΠ, οι οποίες θα λάβουν χώρα το 2014, είναι κρίσιμο για τον καθορισμό υψηλών διαδικαστικών προτύπων και την ανταπόκριση στις προσδοκίες των πολιτών σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος αυτού στο μέλλον, και δεσμεύεται να δώσει θεσμική προτεραιότητα ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της συμμετοχικής διαδικασίας.

26.

εκτιμά την απόφαση της Επιτροπής να κηρύξει το έτος 2013 «Ευρωπαϊκό Έτος του Πολίτη» παρέχοντας πολύτιμες πληροφορίες και στοιχεία στους Ευρωπαίους πολίτες για τα δικαιώματά τους και για τους δημοκρατικούς μηχανισμούς που έχουν στη διάθεσή τους για να τα ασκούν· εκτιμά ότι το «Ευρωπαϊκό Έτος του Πολίτη» πρέπει να χρησιμοποιείται για την ευρεία διάχυση πληροφοριών σχετικά με τη νέα πρωτοβουλία Ευρωπαίων πολιτών, παρέχοντας προς τον σκοπό αυτό σαφείς και κατανοητές οδηγίες που θα περιστείλουν το υψηλό ποσοστό μη παραδεκτών πρωτοβουλιών στα επίπεδα που πρέπει να ανευρεθούν στο πεδίο των αναφορών· είναι πεπεισμένο ότι η δικτυακή πύλη για τις αναφορές αποτελεί συγκεκριμένη και πολύτιμη συμβολή του Κοινοβουλίου στην ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη·

27.

ζητεί από την Επιτροπή, ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, να διασφαλίσει ότι η τρέχουσα έλλειψη επαρκούς εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ όπως αυτή καταδεικνύεται από τον αριθμό των αναφορών που υποβλήθηκαν στο ΕΚ θα επιλυθεί και, συνεπώς, θα κατορθώσουν οι πολίτες της ΕΕ να ασκήσουν πλήρως τα δικαιώματά τους·

28.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετικές προτάσεις για την επίλυση των ζητημάτων που σχετίζονται με την εκ μέρους των κρατών μελών αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών προσωπικής κατάστασης με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών·

29.

θεωρεί λυπηρό το ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν συχνά προβλήματα λόγω κακής εφαρμογής της νομοθεσίας της εσωτερικής αγοράς από τις δημόσιες αρχές κατά την άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης μετακίνησης·

30.

εκφράζει τη θλίψη του για το γεγονός ότι πρόσφατα οι εκθέσεις σχετικά με τις διερευνητικές αποστολές και άλλα έγγραφα δεν μεταφράστηκαν στις επίσημες γλώσσες της ΕΕ, ιδίως στις εθνικές γλώσσες των αναφερόντων·

31.

αναγνωρίζει το σημαντικό ρόλο του δικτύου SOLVIT, που τακτικά αποκαλύπτει και λύνει προβλήματα σχετιζόμενα με την εφαρμογή της νομοθεσίας της εσωτερικής αγοράς· προτρέπει να ενισχυθεί αυτός ο μηχανισμός και να υπάρχει ενεργότερη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής PETI και του SOLVIT· υπενθυμίζει ότι το 2013 ήταν το Έτος του Ευρωπαίου Πολίτη και χαιρετίζει τα θεσμικά όργανα και τους φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών που στη διάρκεια αυτού του έτους διαφήμισαν πιο εντατικά τις υπηρεσίες που παρέχουν στους ευρωπαίους πολίτες και μονίμους κατοίκους, στο πλαίσιο των αρχών που περιέχονται στις Συνθήκες και των πραγματικών περιστατικών που αποκαλύπτονται στην παρούσα έκθεση·

Νέοι ορίζοντες και σχέσεις με τα άλλα όργανα

32.

επισημαίνει τη σημασία του να μπορέσει η Επιτροπή Αναφορών να εργάζεται με πιο ουσιώδη τρόπο εντός του Κοινοβουλίου, αναβαθμιζόμενη σε εξεταστική επιτροπή με έλεγχο· καλεί τη νέα Επιτροπή Αναφορών που θα εκλεγεί να ορίσει εσωτερικούς ετήσιους εισηγητές για τις κυριότερες πολιτικές που ενδιαφέρουν τους Ευρωπαίους αναφέροντες και να βελτιώσει τη συνεργασία με άλλες κοινοβουλευτικές επιτροπές καλώντας συστηματικά τα μέλη τους (π.χ. μέσω ηλεμηνυμάτων) στις συζητήσεις εντός της Επιτροπής Αναφορών οι οποίες αφορούν τον αντίστοιχο τομέα νομοθετικής τους αρμοδιότητας· καλεί τις άλλες κοινοβουλευτικές επιτροπές να επιτρέπουν τη συμμετοχή της Επιτροπής Αναφορών περισσότερο ως γνωμοδοτικής για τις εκθέσεις εφαρμογής και άλλα κείμενα εποπτείας της σωστής μεταφοράς και εφαρμογής ή ενδεχόμενης αναθεώρησης της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στα κράτη μέλη· τονίζει, λόγω μεταξύ άλλων και του ολοένα αυξανόμενου όγκου των αναφορών που λαμβάνονται και των συναφών υποχρεώσεων, τη σημασία ενός απο-ουδετεροποιημένου καθεστώτος στον κατάλογο των επιτροπών του Κοινοβουλίου· καλεί τη σύνοδο Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να αφιερώνει περισσότερο χρόνο στο έργο της Επιτροπής Αναφορών·

33.

τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας της Επιτροπής Αναφορών με τα άλλα όργανα και φορείς της ΕΕ και με τις εθνικές αρχές των κρατών μελών· εκτιμά τη συμβολή της στην ενίσχυση του διαρθρωμένου διαλόγου και της συστηματικής συνεργασίας με τα κράτη μέλη, ιδίως με τις επιτροπές αναφορών των εθνικών κοινοβουλίων, π.χ. με τη διεξαγωγή τακτικών συνεδριάσεων με τους προέδρους όλων των εθνικών επιτροπών αναφορών· η δημιουργία μιας τέτοιας σύμπραξης θα επιτρέψει την ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων μεθόδων, μια πιο συστηματική και αποτελεσματική πρακτική παραπομπής των αναφορών στο αρμόδιο επίπεδο και στον αρμόδιο φορέα και τελικά θα φέρει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιο κοντά στα ζητήματα που απασχολούν τους Ευρωπαίους πολίτες· επικροτεί τη σύσταση της Επιτροπής Ερευνών, Επίβλεψης και Αναφορών του Ιρλανδικού Κοινοβουλίου (Oireachtas) και τις χρήσιμες επαφές που αυτή είχε με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά το τρέχον έτος με σκοπό την ακόμη καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών· διαπιστώνει ότι και άλλα κοινοβούλια κρατών μελών εξετάζουν το ενδεχόμενο σύστασης επιτροπών αναφορών ή αντίστοιχων οργάνων, και ότι ορισμένα διαθέτουν άλλες διαδικασίες για τη διεκπεραίωση των αναφορών·

34.

ζητεί από την Επιτροπή να αναγνωρίσει δεόντως το ρόλο των αναφορών στον έλεγχο και την ουσιαστική εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου, δεδομένου ότι οι αναφορές δίνουν συνήθως τις πρώτες ενδείξεις ότι τα κράτη μέλη καθυστερούν στην εφαρμογή των νομικών μέτρων· καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να συστήσει μέσω της Διοργανικής Συμφωνίας του με την Επιτροπή τη συντόμευση της προθεσμίας απάντησης στα αιτήματα της Επιτροπής Αναφορών και την ενημέρωση της εν λόγω επιτροπής για την πορεία των προσφυγών εκείνων επί παραβάσει που σχετίζονται άμεσα με αναφορές· πιστεύει ότι, εν γένει, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να παρέχουν περισσότερες πληροφορίες και να είναι περισσότερο διαφανή προς τους πολίτες της ΕΕ, προκειμένου να καταπολεμηθεί η αυξανόμενη αντίληψη περί δημοκρατικών ελλειμμάτων·

35.

τονίζει ότι η στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη είναι ουσιώδης για το έργο της Επιτροπής Αναφορών· προτρέπει τα κράτη μέλη να αναπτύξουν ενεργό ρόλο απαντώντας σε αναφορές που συνδέονται με την εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην παρουσία και την ενεργό συνεργασία των εκπροσώπων των κρατών μελών στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Αναφορών· είναι αποφασισμένο να διατηρήσει τη στενή συνεργασία και επικοινωνία των οργάνων της ΕΕ με τους πολίτες·

36.

τονίζει τη σημασία της ενισχυμένης συνεργασίας με τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή με την εκπόνηση νέας διοργανικής συμφωνίας· υπογραμμίζει τη σημασία της συμμετοχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο δίκτυο των εθνικών διαμεσολαβητών· επικροτεί τις άριστες σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή και της Επιτροπής Αναφορών εντός του θεσμικού πλαισίου· εκτιμά ιδιαίτερα τις τακτικές συνεισφορές του Διαμεσολαβητή στις εργασίες της Επιτροπής Αναφορών καθ’όλη την κοινοβουλευτική περίοδο· υπενθυμίζει ότι ακόμη δεν διαθέτουν όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες εθνικό διαμεσολαβητή, που σημαίνει ότι δεν έχουν όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες ίδια δικαιώματα προσφυγής· εκτιμά ότι μια υπηρεσία εθνικού διαμεσολαβητή σε κάθε κράτος μέλος στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Διαμεσολαβητών θα προσέφερε σημαντική βοήθεια στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή·

Μέθοδοι εργασίας

37.

καλεί τους βουλευτές μέλη της Επιτροπής Αναφορών να εγκρίνουν έναν τελικό εσωτερικό κανονισμό που θα εξασφαλίζει τη μέγιστη αποτελεσματικότητα και δημοσιότητα στο έργο της επιτροπής τους και να υποβάλουν προτάσεις για την αντίστοιχη αναθεώρηση του εσωτερικού κανονισμού του Κοινοβουλίου, ώστε να παγιωθούν οι συνεχείς καθ' όλη την έβδομη κοινοβουλευτική περίοδο προσπάθειές τους να βελτιώσουν τις μεθόδους εργασίας· καλεί την Επιτροπή Αναφορών να ορίσει σαφείς προθεσμίες στην πορεία των αναφορών, ώστε να συντομευθεί η πορεία των αναφορών εντός του Κοινοβουλίου και να καταστήσει την όλη διεργασία ακόμη πιο διαφανή και δημοκρατική· υπογραμμίζει ότι αυτό θα μπορούσε να θεσπίσει ένα συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο για τις αναφορές, από την καταχώριση μέχρι την τελική περάτωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όμοια με τις υπάρχουσες προθεσμίες για τις υπό εξέλιξη εργασίες στους νομοθετικούς και μη νομοθετικούς φακέλους· θεωρεί ότι οι εν λόγω προθεσμίες πρέπει να καθορίζουν έναν μηχανισμό ειδοποιήσεων ο οποίος θα εφιστά αυτόματα την προσοχή των μελών σε αναφορές για τις οποίες δεν έχει αναληφθεί δράση ούτε έχει υπάρξει αλληλογραφία για σημαντικό χρονικό διάστημα, προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν παλαιές αναφορές να παραμένουν ανοικτές για χρόνια χωρίς ουσιαστικό λόγο· υπενθυμίζει ότι οι διερευνητικές επισκέψεις αποτελούν ένα από τα βασικά ερευνητικά μέσα της Επιτροπής Αναφορών, επομένως απαιτείται η επείγουσα αναθεώρηση του σχετικού κανονισμού, ώστε να είναι σε θέση τα μέλη που θα εκλεγούν να πραγματοποιούν αποτελεσματικές επισκέψεις και να ενημερώνουν γρήγορα τους αναφέροντες και την Επιτροπή Αναφορών για τα πορίσματα και τις συστάσεις τους·

38.

χαιρετίζει την παρουσία των δημοσίων αρχών των ενδιαφερόμενων κρατών μελών καθώς και όλων των άλλων ενδιαφερομένων μερών στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Αναφορών· τονίζει ότι η Επιτροπή Αναφορών είναι η μοναδική κοινοβουλευτική επιτροπή που παρέχει συστηματικά μια πλατφόρμα στους πολίτες για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους απευθείας στους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και η οποία επιτρέπει έναν πολυμερή διάλογο μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, των εθνικών αρχών και των αναφερόντων· προτείνει, για να διευκολυνθεί η οργάνωση των συνεδριάσεων και να μειωθούν οι ταξιδιωτικές δαπάνες στο μέλλον, να εξετάσουν η Επιτροπή Αναφορών και η διοίκηση του Κοινοβουλίου τη δυνατότητα συμμετοχής των αναφερόντων ή των δημοσίων αρχών μέσω τηλεδιασκέψεων ή παρομοίων διευκολύνσεων·

39.

διαπιστώνει τον αυξανόμενο αριθμό αναφορών κατά την κοινοβουλευτική περίοδο και παραμένει εξαιρετικά προβληματισμένο από το γεγονός ότι οι προθεσμίες και οι χρόνοι απάντησης συνεχίζουν να είναι πολύ μακροί, καθ’ όλη τη φάση καταχώρισης και εξέτασης επί του παραδεκτού· ζητεί να δοθούν στη Μονάδα Παραλαβής και Διαβίβασης Επίσημων Εγγράφων και στη γραμματεία της Επιτροπής Αναφορών από ένας πρόσθετος διοικητικός υπάλληλος με νομική κατάρτιση, που θα κάνουν συστάσεις για το αν η κάθε αναφορά εμπίπτει ή όχι στο πεδίο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας· θεωρεί ότι οι εν λόγω συστάσεις, μαζί με τις περιλήψεις αναφορών, πρέπει να παρέχονται στα μέλη μόνο στα Αγγλικά αρχικά και στη συνέχεια να μεταφράζονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες μόνον όταν πρόκειται να δημοσιευθούν, προκειμένου να επισπευστούν οι πρώτες αποφάσεις επί του παραδεκτού· αναμένει ότι η έναρξη λειτουργίας της νέας διαδικτυακής πύλης για τις αναφορές θα μειώσει τον αριθμό των αμφίβολων αιτήσεων που κατά καιρούς καταχωρούνται ως αναφορές··

ο

ο ο

40.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και την έκθεση της Επιτροπής Αναφορών στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στις εκεί επιτροπές αναφορών και στους εθνικούς διαμεσολαβητές ή ισοδύναμους αρμόδιους φορείς.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/44


P7_TA(2014)0205

Καλλιέργεια κηπευτικών

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το μέλλον του τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών στην Ευρώπη — στρατηγικές ανάπτυξης (2013/2100(INI))

(2017/C 378/05)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τους τίτλους III και VII του τρίτου μέρους της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για την ορθολογική χρήση των γεωργικών φαρμάκων,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1182/2007, της 26ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), καθώς και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 543/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 2011, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών (3),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές (4),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 της 28ης Ιουνίου 2007 για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων (5),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2001/18/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 21ης Ιουνίου 1996, σχετικά με την ανάληψη κοινοτικής πρωτοβουλίας υπέρ της διακοσμητικής κηπουρικής (7),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις τιμές των τροφίμων στην Ευρώπη (COM(2008)0821),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 16ης Ιουλίου 2008, όσον αφορά το σχέδιο δράσης για τη βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή και τη βιώσιμη βιομηχανική πολιτική (COM(2008)0397),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 28ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων στην Ευρώπη (COM(2009)0591),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 28ης Μαΐου 2009, σχετικά με την πολιτική ποιότητας των γεωργικών προϊόντων (COM(2009)0234),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαΐου 2011 με τίτλο «Η ασφάλεια ζωής μας, το φυσικό μας κεφάλαιο: στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020» (COM(2011)0244),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2008/359/EΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2008, για τη σύσταση μιας ομάδας υψηλού επιπέδου αρμόδιας για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας γεωργικών προϊόντων, και την έκθεση της εν λόγω ομάδας υψηλού επιπέδου, της 17ης Μαρτίου 2009, σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας γεωργικών προϊόντων διατροφής, καθώς επίσης τις συστάσεις και τον χάρτη πορείας βασικών πρωτοβουλιών της ομάδας (8),

έχοντας υπόψη τη μελέτη του Νοεμβρίου 2012 με τίτλο «Στήριξη γεωργικών συνεταιρισμών» (SFC), στην οποία παρουσιάζονται τα πορίσματα του έργου της SFC που εγκαινιάστηκε από την Επιτροπή (9),

έχοντας υπόψη τη μελέτη που εκπόνησε το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Επιτροπής — Ινστιτούτο Τεχνολογικών Προβλέψεων για το 2013, με τίτλο «Βραχείες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων και τοπικά συστήματα τροφίμων στην ΕΕ. Η υφιστάμενη κατάσταση των κοινωνικοοικονομικών τους χαρακτηριστικών» (10),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A7-0048/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των οπωροκηπευτικών, παρά το γεγονός ότι λαμβάνει περίπου το 3 % των ενισχύσεων της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), αντιστοιχεί στο 18 % της συνολικής αξίας της γεωργικής παραγωγής στην ΕΕ, αντιπροσωπεύει το 3 % των χρησιμοποιούμενων γεωργικών εκτάσεων της ΕΕ και η αξία του υπερβαίνει τα 50 δισεκατομμύρια EUR·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των κηπευτικών περιλαμβάνει την καλλιέργεια φρούτων, λαχανικών, πατάτας, σαλατικών, βοτάνων και καλλωπιστικών φυτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι o τομέας των κηπευτικών περιλαμβάνει φυτώρια, κηπουρική θάμνων, υπηρεσίες κηπουρικής, κηπουρική κοιμητηρίων, λιανοπωλητές εργαλείων και εξαρτημάτων κηπουρικής, καταστήματα κηπευτικών προϊόντων, ανθοπωλεία και την αρχιτεκτονική κήπων και τοπίων·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εκτιμώμενος κύκλος εργασιών της αλυσίδας εφοδιασμού οπωροκηπευτικών ξεπερνά τα 120 δισεκατομμύρια EUR, με περίπου 550 000 εργαζομένους, ενώ ο τομέας είναι σημαντικός για την οικονομία των περιοχών στις οποίες τα ποσοστά ανεργίας τείνουν να είναι υψηλά·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αποτελεί τον δεύτερο κατά σειρά παραγωγό σε παγκόσμιο επίπεδο και είναι επίσης ο δεύτερος κατά σειρά εισαγωγέας οπωροκηπευτικών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζήτηση στον τομέα αυτό αυξάνεται και ότι σήμερα υπερβαίνει την προσφορά· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εμπόριο οπωροκηπευτικών αυξήθηκε από περισσότερο από 90 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, το 2000, σε περίπου 218 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, το 2010, και ότι αντιπροσωπεύει περίπου το 21 % του παγκόσμιου εμπορίου τροφίμων και ζωικών προϊόντων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει ανοίξει σε μεγάλο βαθμό τις αγορές της στις εισαγωγές από τρίτες χώρες με τις οποίες έχει συνάψει διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας της καλλιέργειας κηπευτικών — πρωτογενής παραγωγή και τομέας μεταποίησης — λειτουργεί ως οικονομικός πολλαπλασιαστής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τονώνοντας αφενός τη ζήτηση και δημιουργώντας αφετέρου προστιθέμενη αξία σε άλλους οικονομικούς τομείς, όπως το εμπόριο, οι κατασκευές και οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τομέας των βιολογικών οπωροκηπευτικών είναι ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος τομέας βιολογικών προϊόντων, η αξία του οποίου ανήλθε στα 19,7 δισεκατομμύρια EUR στην αγορά της ΕΕ το 2011,με ποσοστό αύξησης 9 % μεταξύ του 2010 και του 2011 και ετήσια ανάπτυξη μεταξύ 5 % και 10 % σε δεκαετή βάση· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε επίπεδο καλλιεργούμενης επιφάνειας, το μερίδιο των βιολογικών φρούτων σημείωσε αύξηση κατά 18,2 % και των βιολογικών λαχανικών κατά 3,5 %, μεταξύ 2010 και 2011·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατά κεφαλήν κατανάλωση οπωροκηπευτικών το 2011 στην ΕΕ των 27 μειώθηκε κατά 3 % σε σύγκριση με τη μέση κατανάλωση των προηγούμενων πέντε ετών, παρά τα ευεργετικά αποτελέσματα που έχει η κατανάλωση των εν λόγω προϊόντων στην υγεία·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό ανθέων, βολβών λουλουδιών και φυτών σε γλάστρες (44 % της παγκόσμιας παραγωγής), με τη μεγαλύτερη πυκνότητα ανά εκτάριο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κύκλος εργασιών στον τομέα των καλλωπιστικών φυτών υπολογίζεται σε 20 δισεκατομμύρια EUR σε επίπεδο παραγωγής, σε 28 δισεκατομμύρια EUR σε επίπεδο χονδρικού εμπορίου και σε 38 δισεκατομμύρια EUR σε επίπεδο λιανικού εμπορίου και ότι ο τομέας απασχολεί περίπου 650 000 άτομα·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το καθεστώς ενίσχυσης των οπωροκηπευτικών εντάσσεται στο πλαίσιο της ΚΓΠ και στόχοι του είναι, μεταξύ άλλων, η ισορροπία της αλυσίδας τροφίμων, η προώθηση των οπωροκηπευτικών, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και η υποστήριξη της καινοτομίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ενισχυθεί η συμμετοχή στις οργανώσεις παραγωγών, ακόμη και στις περιφέρειες στις οποίες εδώ και μερικά χρόνια δεν υπάρχουν διαθέσιμα επιχειρησιακά κονδύλια και/ή οι μέθοδοι παραγωγής είναι παρωχημένες, ώστε να καταστεί το σύστημα πιο ελκυστικό, καθώς οι περισσότεροι από τους μισούς επί του συνόλου των καλλιεργητών στην ΕΕ εξακολουθούν να μην ανήκουν σε κάποια οργάνωση παραγωγών (ΟΠ), παρά τον στόχο που είχε θέσει η Επιτροπή για μέσο ποσοστό μελών σε οργανισμούς παραγωγών 60 % για το 2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι το χαμηλό ποσοστό οργάνωσης σε ορισμένα κράτη μέλη οφείλεται εν μέρει στην αναστολή της λειτουργίας των οργανώσεων παραγωγών, γεγονός που δημιουργεί αβεβαιότητα μεταξύ των παραγωγών· λαμβάνοντας υπόψη ότι, δεδομένου ότι οι οργανώσεις παραγωγών διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος των οργανώσεων παραγωγών οπωροκηπευτικών, είναι σημαντικό να προληφθεί η αβεβαιότητα με την αποσαφήνιση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας σχετικά με την αναγνώριση των οργανώσεων παραγωγών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη Eurostat, το συνολικό άμεσο κόστος για τους γεωργούς της ΕΕ αυξήθηκε κατά μέσο όρο σχεδόν 40 % μεταξύ 2000 και 2010, ενώ οι τιμές παραγωγού αυξήθηκαν κατά μέσο όρο λιγότερο από 25 %· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άμεσο κόστος αυξήθηκε περίπου κατά 80 % για τα συνθετικά λιπάσματα και τα βελτιωτικά εδάφους, περίπου 30 % για τους σπόρους και τα σπορόφυτα και περίπου 13 % για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απώλεια γονιμότητας λόγω της διάβρωσης του εδάφους, της μειωμένης χρήσης οργανικών ουσιών που έχει ως αποτέλεσμα χαμηλά επίπεδα κοκκώδους σύστασης και χούμου και μειωμένη συγκράτηση θρεπτικών στοιχείων και νερού, καθώς και η μείωση των οικολογικών διαδικασιών, επιβαρύνουν σημαντικά τόσο τους γεωργούς όσο και τον κρατικό προϋπολογισμό·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο «αγωγός της γνώσης» για να μετουσιωθεί η έρευνα σε πράξη στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών αντιμετωπίζει δυσκολίες, και ότι οι δαπάνες του ιδιωτικού τομέα για την έρευνα είναι συνολικά χαμηλές, με τον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) να αντιστοιχεί μόλις στο 0,24 % των συνολικών δαπανών της βιομηχανίας τροφίμων σε ολόκληρη την ΕΕ των 15, το 2004, την τελευταία περίοδο για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη τον μεγάλο αριθμό ποικιλιών κηπευτικών που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν εξαιτίας της μικρής οικονομικής τους βιωσιμότητας, καθώς και τον οικολογικό, κοινωνικό και πολιτιστικό ρόλο που επιτελούν οι αγρότες οι οποίοι, συνεχίζοντας την καλλιέργεια των εν λόγω ποικιλιών, διαφυλάσσουν σημαντικές συνιστώσες της ευρωπαϊκής γεωργικής βάσης·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αυξανόμενες δυσκολίες όσον αφορά την πρόληψη, τον έλεγχο και την εξάλειψη βλαβερών οργανισμών καθώς και η περιορισμένη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων για την προστασία των καλλιεργειών κηπευτικών είναι πιθανόν να θέσουν σε κίνδυνο τη γεωργική ποικιλότητα και την ποιότητα της ευρωπαϊκής κηπουρικής·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της καλλιέργειας οπωροκηπευτικών συχνά δραστηριοποιούνται παράλληλα στους τομείς της παραγωγής, των πωλήσεων και της παροχής υπηρεσιών·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενδογένεση (cisgenesis) μπορεί να οριστεί ως τεχνική της γενετικής μηχανικής που εισάγει σε υποκείμενο φυτό γονίδιο από συγγενικό φυτό του ίδιου γένους ή είδους·

1.

τονίζει τη σημασία που έχει η προώθηση του τομέα οπωροκηπευτικών της ΕΕ και η διασφάλιση της ικανότητάς του να ανταγωνίζεται καλύτερα στις παγκόσμιες αγορές, μέσω της καινοτομίας, της έρευνας και ανάπτυξης, της ενεργειακής απόδοσης και της ασφάλειας, της προσαρμογής και του μετριασμού της αλλαγής του κλίματος και μέτρων για τη βελτίωση της εμπορίας, καθώς και της συνέχισης των προσπαθειών με σκοπό την εξάλειψη της υφιστάμενης ανισορροπίας μεταξύ επιχειρήσεων και προμηθευτών·

2.

υπογραμμίζει την ανάγκη να καταστεί ευκολότερη η πρόσβαση των παραγωγών σε αγορές τρίτων χωρών· καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειες για τη στήριξη των εξαγωγέων φρούτων, κηπευτικών, ανθέων και καλλωπιστικών φυτών, ώστε να αντεπεξέλθουν στον αυξανόμενο αριθμό μη δασμολογικών εμποδίων, όπως είναι τα φυτοϋγειονομικά πρότυπα ορισμένων τρίτων χωρών, που δυσχεραίνουν, ή ακόμα και καθιστούν αδύνατες, τις εξαγωγές της ΕΕ·

3.

καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά της ΕΕ τους ίδιους όρους πρόσβασης όσον αφορά τις προδιαγραφές εμπορίας, τις ονομασίες προέλευσης κ.λπ., και να διενεργεί ελέγχους για να διασφαλίσει την τήρηση των όρων αυτών, προκειμένου να αποφεύγονται στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό·

4.

ενθαρρύνει την προώθηση της κατανάλωσης οπωροκηπευτικών στα κράτη μέλη μέσα από εκπαιδευτικές δραστηριότητες όπως το ευρωπαϊκό σχέδιο προώθησης της κατανάλωσης φρούτων στα σχολεία ή όπως, για παράδειγμα, τα βιομηχανικά προγράμματα Grow Your Own Potato και Cook Your Own Potato του Ηνωμένου Βασιλείου·

5.

σημειώνει ότι οι τοπικές και οι περιφερειακές αγορές συχνά δεν διαθέτουν επαρκή αποθέματα τοπικά παραγόμενων κηπευτικών προϊόντων και ότι, ως εκ τούτου, η γεωργική επιχειρηματικότητα θα πρέπει να προωθηθεί στις εν λόγω περιοχές, ιδίως μέσω της παροχής κινήτρων για την επιχειρηματικότητα των νέων, τα οποία θα δημιουργήσουν ευκαιρίες απασχόλησης στον γεωργικό τομέα και θα εξασφαλίσουν τον εφοδιασμό με φρέσκα τοπικά προϊόντα·

6.

επισημαίνει τα οφέλη που έχει η καλλιέργεια καλλωπιστικών φυτών στην ανθρώπινη υγεία και την ευεξία, μέσω της αύξησης των χώρων πρασίνου και, κατά συνέπεια, της βελτίωσης του αστικού περιβάλλοντος σε σχέση με την κλιματική αλλαγή και την αγροτική οικονομία· τονίζει την ανάγκη για ενεργότερη στήριξη του τομέα αυτού μέσω της τόνωσης των επενδύσεων και των προοπτικών σταδιοδρομίας·

7.

χαιρετίζει τα μέτρα του ενωσιακού καθεστώτος οπωροκηπευτικών που προορίζονται για την αύξηση του προσανατολισμού προς την αγορά μεταξύ των καλλιεργητών της ΕΕ, την ενθάρρυνση της καινοτομίας, την προώθηση των οπωροκηπευτικών, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και τη βελτίωση της εμπορίας, της ποιότητας του προϊόντος και των περιβαλλοντικών πτυχών της παραγωγής, μέσω της παροχής στήριξης στις οργανώσεις παραγωγών, στις ενώσεις ΟΠ και της αναγνώρισης διεπαγγελματικών οργανώσεων, και με την προώθηση της δημιουργίας πόλων συγκέντρωσης πόρων που θα δημιουργήσουν νέες ροές εσόδων, τα οποία θα διοχετευθούν σε νέες επενδύσεις· επισημαίνει, ταυτόχρονα, ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι οι αυτόνομοι παραγωγοί που εμπορεύονται τα προϊόντα τους και οι εταιρείες απευθείας πωλήσεων δεν υπόκεινται σε διακρίσεις, αλλά έχουν την ευκαιρία να εφαρμόζουν καινοτόμα σχέδια και να ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά τους·

8.

υπενθυμίζει ότι η τοπική και περιφερειακή παραγωγή και εμπορία συμβάλλουν στη δημιουργία και τη διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας καθώς και θέσεων εργασίας στις αγροτικές περιοχές·

9.

επισημαίνει ότι οι μικρές αλυσίδες προστιθέμενης αξίας συντελούν στον περιορισμό εκπομπών οι οποίες καταστρέφουν το κλίμα·

10.

σημειώνει ότι η «αστική γεωργία» παρέχει στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών νέες επιλογές·

11.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την έκθεση σχετικά με τη δημόσια διαβούλευση της Επιτροπής με τίτλο «Επανεξέταση του καθεστώτος της ΕΕ στον τομέα των οπωροκηπευτικών», και ιδιαίτερα το σημείο 3.8, όπου αναγνωρίζεται η ανάγκη απλούστευσης των σημερινών κανόνων που διέπουν τις οργανώσεις παραγωγών, υποστηρίζεται η πρόταση για την ενίσχυσή τους και επισημαίνεται ότι οι περισσότερες απαντήσεις είναι υπέρ της διατήρησης της βασικής φιλοσοφίας του ισχύοντος καθεστώτος στήριξης·

12.

τονίζει ότι η μείωση της γραφειοκρατίας είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η ασφάλεια δικαίου στην οποία βασίζονται οι επιχειρήσεις αυτές·

13.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ διατηρεί το ευρωπαϊκό σύστημα ενισχύσεων του τομέα οπωροκηπευτικών που βασίζεται στις οργανώσεις παραγωγών, ενώ αναγνωρίζει ότι τα υφιστάμενα μέσα δεν ήταν πάντοτε αποτελεσματικά, όπως παραδέχεται η Επιτροπή στο έγγραφο για τη δημόσια διαβούλευση με τίτλο «Επανεξέταση του καθεστώτος της ΕΕ για τον τομέα των οπωροκηπευτικών», και, ως εκ τούτου, υποστηρίζει τις εργασίες της ομάδας Newcastle που αποσκοπούν στη βελτίωση του καθεστώτος των οπωροκηπευτικών της ΕΕ, το οποίο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ειδική φύση των νομικών διατάξεων που διέπουν τους συνεταιρισμούς στα κράτη μέλη, ώστε να μην περιορισθεί η δημιουργία νέων οργανώσεων παραγωγών, με παράλληλο σεβασμό της δυνατότητας των παραγωγών να επιλέξουν να παραμείνουν εκτός του συστήματος των οργανώσεων παραγωγών· σημειώνει επίσης τη δημιουργία ενός ενωσιακού μέσου για τη διαχείριση των σοβαρών κρίσεων που πλήττουν ορισμένα κράτη μέλη και τονίζει ότι θα πρέπει να είναι ανοιχτό σε όλους τους παραγωγούς, είτε συμμετέχουν σε οργανώσεις παραγωγών είτε όχι·

14.

προκειμένου να ενισχυθούν οι επωφελείς δραστηριότητες που διεξάγουν οι οργανώσεις παραγωγών, καλεί την Επιτροπή, κατά την επανεξέταση του καθεστώτος οπωροκηπευτικών, να εκπονήσει σαφείς και πρακτικούς κανόνες για τον σχεδιασμό και τις μεθόδους εργασίας των οργανώσεων παραγωγών και να προσαρμόσει το σύστημα ώστε να ταιριάζει με τις δομές της αγοράς που υπάρχουν στα κράτη μέλη, ούτως ώστε να μπορούν οι οργανώσεις παραγωγών να διαδραματίζουν τον ρόλο για τον οποίο υπάρχουν και να έχουν, συνεπώς, οι καλλιεργητές κίνητρο να προσχωρήσουν σε αυτές, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό δεν θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη των θεμελιωδών στόχων του καθεστώτος και ότι οι καλλιεργητές παραμένουν ελεύθεροι να λάβουν τις δικές τους αποφάσεις για τα θέματα αυτά·

15.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι κανόνες που διέπουν τις οργανώσεις παραγωγών επιδέχονται διάφορες ερμηνείες από τους ελεγκτές της Επιτροπής, γεγονός που δημιουργεί υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τα κράτη μέλη να βρεθούν αντιμέτωπα με τον κίνδυνο να μην τους χορηγηθεί χρηματοδότηση και να υποβληθούν σε δικαστικό έλεγχο· τονίζει επίσης ότι οι διαδικασίες ελέγχου και οι δημοσιονομικές διορθώσεις πρέπει να πραγματοποιούνται πιο έγκαιρα και εντός συμφωνημένης χρονικής περιόδου ελέγχου·

16.

σημειώνει ότι διατηρούνται αθέμιτες εμπορικές πρακτικές σε όλη την ΕΕ, που υπονομεύουν τις επιχειρήσεις κηπευτικών και τις οργανώσεις παραγωγών τους και κλονίζουν την εμπιστοσύνη των καλλιεργητών ώστε να επενδύσουν στο μέλλον· πιστεύει ότι οι κώδικες δεοντολογίας που έχουν συμφωνηθεί από όλους τους φορείς της αλυσίδας εφοδιασμού, με την υποστήριξη ενός νομοθετικού πλαισίου και την επίβλεψη εθνικού κριτή σε κάθε κράτος μέλος για την παρακολούθηση των εμπορικών πρακτικών, θα βελτιώσουν σημαντικά τη λειτουργία της αλυσίδας τροφίμων και την εσωτερική αγορά·

17.

θεωρεί ότι τα διάφορα ιδιωτικά πρότυπα για τα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών προϊόντων τα οποία εφαρμόζουν πολλές μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης λειτουργούν κατά της ανταγωνιστικότητας και εις βάρος των συμφερόντων των παραγωγών οπωροκηπευτικών· ζητεί από την Επιτροπή να παρέμβει με στόχο την κατάργηση των εν λόγω πρακτικών, δεδομένου ότι τα επίπεδα υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών προϊόντων που επιτρέπονται βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας προστατεύουν ικανοποιητικά την υγεία τόσο των καταναλωτών όσο και των παραγωγών·

18.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την ολοκληρωμένη διαχείριση επιβλαβών οργανισμών, να στηρίξουν την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα μέσω της ενίσχυσης της έρευνας και της ανάπτυξης με στόχο την εξεύρεση μη χημικών εναλλακτικών λύσεων, όπως οι φυσικοί θηρευτές και τα παράσιτα επιβλαβών οργανισμών, και να χρησιμοποιήσουν το πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία «Ορίζοντας 2020» για να χρηματοδοτήσουν την εφαρμοσμένη έρευνα που προωθεί την ανάπτυξη ολοκληρωμένων στρατηγικών για την αντιμετώπιση των επιβλαβών οργανισμών, των ασθενειών και των ζιζανίων, και να παράσχουν στους παραγωγούς τα εργαλεία και τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή της οδηγίας 2009/128/ΕΚ, το άρθρο 14 της οποίας προβλέπει ότι «τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την προώθηση της διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών με χαμηλή εισροή γεωργικών φαρμάκων, με προτεραιότητα, όπου αυτό είναι δυνατόν, σε μεθόδους χωρίς χημικά μέσα» και «δημιουργούν τις αναγκαίες συνθήκες για την εφαρμογή ολοκληρωμένης φυτοπροστασίας ή στηρίζουν τη δημιουργία των συνθηκών αυτών»·

19.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν και να δώσουν έμφαση στην εντατικοποίηση των οικολογικών διαδικασιών που διασφαλίζουν τη μακροχρόνια υγεία, τη γονιμότητα και τον σχηματισμό του εδάφους, καθώς και τη διαχείριση και τον περιορισμό των πληθυσμών των επιβλαβών οργανισμών· πιστεύει ότι, κατά τον τρόπο αυτό, μπορούν να επιτευχθούν μακροπρόθεσμα οφέλη παραγωγικότητας για τους γεωργούς και να μειωθούν οι δαπάνες για τους κρατικούς προϋπολογισμούς·

20.

τονίζει ότι η καλλιέργεια κηπευτικών στηρίζεται σε μια ποικιλία φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΦΠΠ), και προτρέπει την Επιτροπή να υιοθετήσει μια προσέγγιση σχετικά με τη ρύθμιση αυτών των προϊόντων η οποία θα βασίζεται στην εκτίμηση των κινδύνων και θα στηρίζεται σε ανεξάρτητα επιστημονικά δεδομένα που αξιολογούνται από ομοτίμους υπογραμμίζει ότι οι ήσσονος σημασίας χρήσεις είναι ιδιαιτέρως ευπαθείς εξαιτίας της έλλειψης διαθέσιμων δραστικών ουσιών· καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τον συντονισμό της συλλογής δεδομένων στα κράτη μέλη, ιδίως των δεδομένων για τα κατάλοιπα, ο οποίος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση αδειών για εδώδιμες ειδικές καλλιέργειες· καλεί τη ΓΔ Agri, τη ΓΔ Sanco, τη ΓΔ Περιβάλλοντος και τη ΓΔ Ανταγωνισμού να συνεργαστούν στρατηγικά προκειμένου να λάβουν υπόψη τον αντίκτυπο που έχουν οι αλλαγές στη ρύθμιση των ΦΠΠ από πολλαπλές οπτικές γωνίες·

21.

προτρέπει την Επιτροπή να επανεξετάσει τη λειτουργία των κανόνων για την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΦΠΠ) μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους και να αρθούν τυχόν γραφειοκρατικά και διοικητικά εμπόδια, και να μελετήσει το θέμα ενός μακροπρόθεσμου στόχου για παγκόσμια εναρμόνιση όσον αφορά τη ρύθμιση των ΦΠΠ και τη μείωση των μη δασμολογικών εμπορικών φραγμών στις εξαγωγές·

22.

προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει, χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που προβλέπει το άρθρο 51 εδάφιο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, έκθεση στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού ταμείου για τις ήσσονος σημασίας χρήσεις και τις ειδικές καλλιέργειες· τονίζει ότι το εν λόγω ταμείο πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτεί ένα μόνιμο ευρωπαϊκό πρόγραμμα εργασίας για τον συντονισμό και τη συνεργασία μεταξύ των επιχειρήσεων της αλυσίδας γεωργικών προϊόντων διατροφής, των αρμόδιων αρχών και των ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των ερευνητικών ιδρυμάτων, για την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση, εφόσον είναι αναγκαίο, δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας για την προστασία των ειδικών καλλιεργειών και των χρήσεων ήσσονος σημασίας·

23.

επισημαίνει ότι τα εισαγόμενα προϊόντα δεν οφείλουν να πληρούν τις ίδιες φυτοϋγειονομικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν τα ευρωπαϊκά προϊόντα· τονίζει ότι αυτή η συνεχιζόμενη απόκλιση μεταξύ των απαιτήσεων όχι μόνο υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής παραγωγής αλλά, επιπλέον, είναι επιζήμια για τα συμφέροντα των ευρωπαίων καταναλωτών·

24.

υπενθυμίζει ότι τόσο ο κανονισμός για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, της 21ης Οκτωβρίου 2009 (11)) όσο και ο νέος κανονισμός για τα βιοκτόνα (κανονισμός (EΕ) αριθ. 528/2012, της 22ας Μαΐου 2012 (12)) απαιτούν από την Επιτροπή να θεσπίσει, έως το Δεκέμβριο του 2013, επιστημονικά κριτήρια για τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικού διαταράκτη· προτρέπει την Επιτροπή να εξετάσει πλήρως τον αντίκτυπο διαφορετικών προσεγγίσεων κατά την υποβολή προτάσεων σχετικά με παράγοντες που διαταράσσουν την ενδοκρινική λειτουργία·

25.

επισημαίνει ότι ο τομέας της καλλιέργειας κηπευτικών βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χρήση πολύ εξειδικευμένων λιπασμάτων υψηλής ποιότητας· επικροτεί την τρέχουσα αναθεώρηση του κανονισμού της ΕΕ για τα λιπάσματα, αλλά εκφράζει την ανησυχία του για τον στόχο της Επιτροπής να συμπεριλάβει τα βελτιωτικά εδάφους, η χρήση των οποίων μέχρι πρότινος ήταν προαιρετική· τονίζει ότι δεν απαιτείται ακρίβεια κατά την παρασκευή και τη χρήση των εν λόγω βελτιωτικών και καλεί την Επιτροπή να μην τα συμπεριλάβει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού για τα λιπάσματα·

26.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο τομέας των κηπευτικών πρωτοστατεί στην ανάπτυξη και την εισαγωγή καινοτόμων συστημάτων γεωργίας ακριβείας και πιστεύει ότι τα εν λόγω συστήματα θα μειώσουν τη χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, θα αυξήσουν τις αγοραίες αποδόσεις, θα μειώσουν τα απορρίμματα και θα βελτιώσουν τη συνέχεια του εφοδιασμού και τις οικονομικές επιδόσεις· τονίζει ότι οι τεχνικές καλλιέργειας, όπως η αμειψισπορά ή οι δευτερεύουσες καλλιέργειες καθώς και η έρευνα και ανάπτυξη, πρέπει να αποσκοπούν στον περιορισμό στο ελάχιστο των περιβαλλοντικών βλαβών·

27.

σημειώνει την πρόταση κανονισμού της Επιτροπής για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό (COM(2013)0262) και εκφράζει την ανησυχία του για το ενδεχόμενο οι προτάσεις να έχουν δυσανάλογες επιπτώσεις στον τομέα των κηπευτικών, και ιδίως στα καλλωπιστικά φυτά και στα φρούτα· τονίζει ότι κάθε νομοθεσία πρέπει να είναι αναλογική και να αναγνωρίζει την αρχή της επικουρικότητας· τονίζει, επίσης, ότι οι αλλαγές στη νομοθεσία δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο παραδοσιακές ποικιλίες και καλλιέργειες και πρέπει να συμβάλλουν στη γενετική ποικιλότητα και εντός πληθυσμών των καλλιεργειών, για τη μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια και την ανθεκτικότητα των συστημάτων τροφίμων·

28.

σημειώνει τον αντίκτυπο των μη ιθαγενών χωροκατακτητικών ειδών κηπευτικών στο ευρύτερο περιβάλλον, ωστόσο συνιστά την εφαρμογή μιας περιφερειακής ή ανά χώρα προσέγγισης στο πλαίσιο της πρότασης κανονισμού της Επιτροπής για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών (COM(2013)0620), η οποία να αναγνωρίζει ότι ορισμένες περιοχές της Ευρώπης είναι περισσότερο ευάλωτες σε σχέση με άλλες και ότι οι διάφορες περιοχές στην Ευρώπη έχουν διαφορετικό κλίμα το οποίο ευνοεί την καλλιέργεια διαφορετικών ειδών φυτών·

29.

παροτρύνει σθεναρά την Επιτροπή να κατοχυρώσει ως γενική αρχή το δικαίωμα των δημιουργών ποικιλιών να χρησιμοποιούν ελεύθερα τα υφιστάμενα φυτικά υλικά για να αναπτύσσουν και να διαθέτουν στην αγορά νέα υλικά, ανεξάρτητα από τυχόν αξιώσεις διπλώματος ευρεσιτεχνίας που μπορεί να αφορούν τα φυτικά υλικά·

30.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να στηρίξουν τη δημιουργία τοπικών αγορών οπωροκηπευτικών και μικρών αλυσίδων εφοδιασμού, διασφαλίζοντας κατά τον τρόπο αυτόν ότι τα προϊόντα διατίθενται φρέσκα·

31.

καλεί την Επιτροπή να διακρίνει τα ενδογονιδιακά (cisgenic) από τα διαγονιδιακά φυτά και να δημιουργήσει διαφορετική διαδικασία έγκρισης για τα ενδογονιδιακά φυτά· αναμένει τη γνωμοδότηση της ΕΑΑΤ που ζήτησε η ΓΔ Υγείας και Καταναλωτών, η οποία θα αξιολογεί τα πορίσματα της ομάδας εργασίας για τις νέες βιοτεχνολογικές τεχνικές αναπαραγωγής·

32.

υπογραμμίζει τις εποχιακά υψηλές ανάγκες του τομέα καλλιέργειας κηπευτικών σε εργατικό δυναμικό, και καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την εφαρμογή αποτελεσματικών συστημάτων που να διασφαλίζουν ότι οι παραγωγοί κηπευτικών μπορούν να έχουν πρόσβαση στο εργατικό δυναμικό που χρειάζονται για τις βασικές περιόδους του έτους τηρώντας παράλληλα πλήρως τις απαιτήσεις της οδηγίας για τους εποχικούς εργαζομένους, συμπεριλαμβανομένης της αρχής των δίκαιων αμοιβών·

33.

επικροτεί την ανανεωμένη έμφαση που δίνεται στην εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού και στη μαθητεία, όμως σημειώνει με ανησυχία ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, ο αριθμός των ατόμων που ολοκληρώνουν μαθητείες στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών είναι χαμηλός, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι πιθανές διέξοδοι για τους νέους που ενδιαφέρονται για τον κλάδο· αναγνωρίζει ότι όχι όλοι οι νέοι που αρχίζουν μια μαθητεία ανταποκρίνονται σ' αυτήν. τονίζει ότι οι προσπάθειες ενθάρρυνσης των νέων να αναζητούν απασχόληση και να εκπαιδεύονται στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών πρέπει να υποστηρίζονται από εκστρατείες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης για την προώθηση της εικόνας του κλάδου,

34.

προτρέπει τον τομέα γεωργικών ειδών διατροφής καθώς και την ερευνητική κοινότητα να συνεργαστούν συστηματικά ώστε να προσελκύσουν και να εκπαιδεύσουν την επόμενη γενιά ερευνητών και να αναβαθμίσουν τις δεξιότητες του υφιστάμενου εργατικού δυναμικού·

35.

υπογραμμίζει τα οφέλη που προκύπτουν από την ενίσχυση και την επέκταση των εταιρικών σχέσεων μεταξύ κυβέρνησης, βιομηχανίας και ερευνητικών οργανισμών, καθώς και την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι τα συστήματα για τη στήριξη των εν λόγω εταιρικών σχέσεων είναι διαρθρωμένα κατά τρόπο που να μεγιστοποιείται ο αντίκτυπος και η συνοχή των επενδύσεων συνολικά·

36.

τονίζει τη ζωτική σημασία της αποδοτικής χρήσης του εξειδικευμένων επιστημονικών πόρων με στόχο την επίσπευση της εφαρμογής των αποτελεσμάτων της έρευνας και της καινοτομίας μέσω της μεταφοράς καινοτόμου τεχνολογίας γεωργικής παραγωγής στον τομέα της καλλιέργειας κηπευτικών και του συνδυασμού της έρευνας, της καινοτομίας, της κατάρτισης και της επέκτασης στον γεωργικό τομέα με οικονομικές πολιτικές που θα πληρούν τις απαιτήσεις της ανάπτυξης της παραγωγής κηπευτικών, αυξάνοντας την αποτελεσματικότητά της·

37.

είναι της άποψης ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους τομείς της ανθοκομίας και των καλλωπιστικών φυτών να κάνουν βελτιωμένη χρήση των προγραμμάτων της Ένωσης για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία, και καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει την «προστατευμένη καλλιέργεια» στους στόχους του προγράμματος «Ορίζοντας 2020», με στόχο την τόνωση της καινοτομίας όσον αφορά, για παράδειγμα, τη βιώσιμη προστασία των καλλιεργειών, τη βιώσιμη χρήση των υδάτων και των θρεπτικών ουσιών, την ενεργειακή απόδοση, τα προηγμένα συστήματα καλλιέργειας και παραγωγής και τις βιώσιμες μεταφορές·

38.

κρίνει ότι, δεδομένου ότι η χρηματοδότηση της γεωργικής και φυτοκομικής έρευνας υπόκειται σε δημοσιονομικούς περιορισμούς στα κράτη μέλη, η χρηματοδότηση από τρίτα μέρη, συμπεριλαμβανομένων μεταξύ άλλων και των εμπόρων λιανικής, θα πρέπει να ενθαρρύνεται και να συμβαδίζει με το γενικό ερευνητικό ενδιαφέρον στον τομέα·

39.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την πρόσβαση σε μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση για την πραγματοποίηση επενδύσεων σε σύγχρονες τεχνολογίες παραγωγής οπωροκηπευτικών με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των κηπευτικών προϊόντων και υπηρεσιών·

40.

υπογραμμίζει την κρίσιμη σημασία που έχει ένα ποιοτικό επιχειρηματικό σχέδιο για την εξασφάλιση χρηματοδοτικών κεφαλαίων· συνιστά να γίνεται από τους καλλιεργητές μεγαλύτερη χρήση της επιχειρηματικής στήριξης και των συμβουλευτικών υπηρεσιών, και προτρέπει την Επιτροπή να συνεργαστεί πιο στενά με τη βιομηχανία ώστε να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω υπηρεσίες είναι εύκολα προσβάσιμες στους καλλιεργητές·

41.

προτρέπει την Επιτροπή –στο πλαίσιο διαφανούς διαδικασίας, με τη συμμετοχή των εργαζομένων του κλάδου– να ενημερώσει τους περιγραφικούς κώδικες των προϊόντων που αναφέρονται στο κεφάλαιο 6 «φυτά ζωντανά και προϊόντα της ανθοκομίας· βολβοί, ρίζες και παρόμοια είδη· άνθη κομμένα· και φυλλώματα για διακοσμήσεις) στη συνδυασμένη ονοματολογία για το 2012·

42.

εκφράζει ανησυχία σχετικά με την πιθανή μεταφορά της παραγωγής κηπευτικών εκτός της ΕΕ·

43.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία ότι από ένα τρίτο έως το ήμισυ των εδώδιμων προϊόντων χάνεται άσκοπα εξαιτίας της εμφάνισής του, και καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει επειγόντως δυνατότητες για την εμπορία, ιδίως σε τοπικές και περιφερειακές αγορές, προϊόντων με ευρύτερο φάσμα προδιαγραφών ποιότητας, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη διαφάνεια και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς· εφιστά την προσοχή στις πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί στην Αυστρία και την Ελβετία, όπου τα οπωροκηπευτικά με εξωτερικές ατέλειες πωλούνται δοκιμαστικά στο λιανικό εμπόριο τροφίμων· καλεί τα σουπερμάρκετ να λάβουν υπόψη τις έρευνες αγοράς που δείχνουν ότι πολλοί καταναλωτές δεν αποδίδουν απαραιτήτως μεγάλη σημασία στην εμφάνιση των οπωροκηπευτικών και ότι αρκούνται στο να αγοράζουν προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας, ιδίως εάν είναι πιο οικονομικά·

44.

επισημαίνει με ανησυχία τις συνολικές απώλειες και τις απορρίψεις οπωροκηπευτικών που προορίζονται για διάθεση στην πρωτογενή αγορά, καθώς και τις σημαντικές οικονομικές απώλειες για τις επιχειρήσεις· αναγνωρίζει ότι η μείωση της συστημικής σπατάλης τροφίμων έχει καίρια σημασία για την αύξηση του εφοδιασμού ενός συνεχώς αυξανόμενου παγκόσμιου πληθυσμού με τρόφιμα· Επικροτεί, εν τούτοις, τις προσπάθειες που καταβάλλουν φορείς στην αλυσίδα εφοδιασμού να διοχετεύουν τα εν λόγω προϊόντα σε μια δευτερογενή αγορά αντί να προβαίνουν στην απόρριψή τους·

45.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταστήσουν το νομοθετικό και το πολιτικό περιβάλλον όσο το δυνατόν περισσότερο ευνοϊκό για τη χρήση των αποβλήτων κηπευτικών εργασιών· αναφέρει ότι υπάρχουν πολλά υλικά, όπως το μείγμα κατάλοιπων μανιταριών, τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή μέσων καλλιέργειας προστιθέμενης αξίας εάν δεν χαρακτηρίζονταν ως «απόβλητα»·

46.

υπενθυμίζει ότι τα συστήματα υδατοκαλλιέργειας και υδροπονικής καλλιέργειας (Aquaponik) έχουν τη δυνατότητα να παράγουν τρόφιμα με βιώσιμο τρόπο και σε τοπικό επίπεδο μέσω της συνδυασμένης αναπαραγωγής ιχθύων του γλυκού νερού και λαχανικών σε ένα κλειστό σύστημα, συμβάλλοντας στη μείωση της κατανάλωσης πόρων εν συγκρίσει με τα παραδοσιακά συστήματα·

47.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να βελτιωθεί η παρακολούθηση των τιμών και των ποσοτήτων που παράγονται και τίθενται στο εμπόριο, καθώς και ότι πρέπει να συλλέγονται στατιστικά στοιχεία για τους χρήστες κηπευτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, ώστε οι παραγωγοί να μπορούν να κατανοούν καλύτερα τις τάσεις της αγοράς, να προβλέπουν κρίσεις και να προετοιμάζουν τις μελλοντικές συγκομιδές· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει τα καλλωπιστικά φυτά στις προβλέψεις της·

48.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671.

(2)  ΕΕ L 273 της 17.10.2007, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 157 της 15.6.2011, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18.

(5)  ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1.

(7)  ΕΕ C 198 της 8.7.1996, σ. 266.

(8)  Βλέπε http://ec.europa.eu/enterprise/sectors/food/competitiveness/high-level-group/documentation/

(9)  Βλέπε http://ec.europa.eu/agriculture/external-studies/2012/support-farmers-coop/fulltext_en.pdf

(10)  Βλέπε http://ftp.jrc.es/EURdoc/JRC80420.pdf

(11)  ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/52


P7_TA(2014)0206

Εξάλειψη των βασανιστηρίων στον κόσμο

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εξάλειψη των βασανιστηρίων στον κόσμο (2013/2169(INI))

(2017/C 378/06)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και άλλες συνθήκες και πράξεις των Ηνωμένων Εθνών για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για την προστασία όλων των προσώπων από τα βασανιστήρια και άλλους τρόπους σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, η οποία εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 9 Δεκεμβρίου 1975 (1),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των ΗΕ κατά των βασανιστηρίων και άλλης ωμής, απάνθρωπης ή υποβαθμιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CAT) και το προαιρετικό της πρωτόκολλο (OPCAT),

έχοντας υπόψη τους πρότυπους ελάχιστους κανόνες των ΗΕ σχετικά με τη μεταχείριση των κρατουμένων και άλλα παγκοσμίως ισχύοντα σχετικά πρότυπα των ΗΕ,

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για τα βασανιστήρια και άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (2),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ σχετικά με τα βασανιστήρια,

έχοντας υπόψη τη δήλωση σε συνάρτηση με τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, την οποία ενέκρινε στις 22 Νοεμβρίου 2001 η Επιτροπή των ΗΕ κατά των βασανιστηρίων, στην οποία επισημαίνεται ότι η απαγόρευση των βασανιστηρίων αποτελεί απόλυτη και απαρέγκλιτη υποχρέωση δυνάμει του διεθνούς δικαίου και εκφράζεται η πεποίθηση ότι 'οιεσδήποτε απαντήσεις στην απειλή της διεθνούς τρομοκρατίας υιοθετούν τα συμβαλλόμενα κράτη πρέπει να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που αυτά ανέλαβαν επικυρώνοντας τη Σύμβαση κατά των βασανιστηρίων',

έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών της 20ής Δεκεμβρίου 2012 για μορατόριουμ όσον αφορά την προσφυγή στη θανατική ποινή (3),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού και, πιο πρόσφατα, το σχετικό ψήφισμά του της 20ής Δεκεμβρίου 2012 (4),

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ιδίως το άρθρο 3 αυτής, σύμφωνα με το οποίο «κανείς δεν μπορεί να υποβληθεί σε βασανιστήρια ούτε σε απάνθρωπες ή εξευτελιστικές ποινές ή μεταχείριση»,

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση για το καθεστώς των προσφύγων, η οποία εγκρίθηκε στις 28 Ιουλίου 1951 από τα Ηνωμένα Έθνη (5),

έχοντας υπόψη την 23η γενική έκθεση της Ευρωπαϊκής επιτροπής για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία δημοσιεύθηκε στις 6 Νοεμβρίου 2013 (6),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού και τα δύο προαιρετικά πρωτόκολλά της, σχετικά με την εμπορία παιδιών, την παιδική πορνεία και την παιδική πορνογραφία (7), καθώς και σχετικά με τη συμμετοχή των παιδιών σε ένοπλες συγκρούσεις (8),

έχοντας υπόψη τις συμβάσεις της Γενεύης, του 1949, και τα Συνημμένα Πρωτόκολλά τους (9),

έχοντας υπόψη την παναμερικανική σύμβαση για την πρόληψη και την καταστολή των βασανιστηρίων η οποία τέθηκε σε ισχύ το 1997 (10),

έχοντας υπόψη το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου,

έχοντας υπόψη το εγχειρίδιο για την αποτελεσματική διερεύνηση και τεκμηρίωση των βασανιστηρίων και άλλης σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (πρωτόκολλο της Κωνσταντινούπολης) (11),

έχοντας υπόψη το άρθρο 21 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ),

έχοντας υπόψη το στρατηγικό πλαίσιο και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία (12) που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων στις 25 Ιουνίου 2012,

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική της ΕΕ έναντι τρίτων χωρών όσον αφορά τα βασανιστήρια και άλλες μορφές σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, όπως επικαιροποιήθηκαν το 2012 (13),

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ της 16ης Ιουνίου 2008 σχετικά με τη θανατική ποινή (14),

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο (15),

έχοντας υπόψη την ετήσια έκθεση της ΕΕ σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία στον κόσμο για το 2012, η οποία εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 6 Ιουνίου 2013 (16),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με την ετήσια έκθεσή του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία ανά τον κόσμο για το 2011 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος (17),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με την αναθεώρηση της στρατηγικής της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα (18),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με την εικαζόμενη μεταφορά και την παράνομη κράτηση ατόμων στις ευρωπαϊκές χώρες από τη CIA (19),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου, του Μαρτίου 2007, σχετικά με την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ σε σχέση με βασανιστήρια ή άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (20),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2005, για το εμπόριο ορισμένων αντικειμένων δυναμένων να χρησιμοποιηθούν για τη θανατική ποινή, για βασανιστήρια ή άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (21),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιουνίου 2010 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου για το εμπόριο ορισμένων αντικειμένων δυναμένων να χρησιμοποιηθούν για τη θανατική ποινή, για βασανιστήρια ή άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (22),

έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 13ης Ιουνίου 2013 προς την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας και Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προς το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με την επισκόπηση της οργάνωσης και της λειτουργίας της ΕΥΕΔ για το 2013 (23),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0100/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που η απόλυτη απαγόρευση βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας αποτελεί βασικό διεθνή κανόνα, ο οποίος προβλέπεται τόσο από τα ΗΕ όσο και από περιφερειακές συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα βασανιστήρια εξακολουθούν να υφίστανται σε παγκόσμιο επίπεδο·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο όρος «βασανιστήρια» στο εν λόγω ψήφισμα θα πρέπει να είναι σύμφωνος με τον ορισμό των ΗΕ και θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη σκληρή, απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η CAT και το OPCAT έχουν δημιουργήσει ένα διεθνές πλαίσιο με πραγματικές δυνατότητες προς την κατεύθυνση της εξάλειψης των βασανιστηρίων, ιδίως μέσω της δημιουργίας ανεξάρτητων και αποτελεσματικών εθνικών μηχανισμών πρόληψης (ΕΜΠ)·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ ενίσχυσε τη δέσμευση που είχε αναλάβει στο στρατηγικό πλαίσιο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όσον αφορά τη συνέχιση της δυναμικής εκστρατείας κατά των βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξάλειψη των βασανιστηρίων, της κακομεταχείρισης, της απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης και τιμωρίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η οποία συνδέεται στενά με άλλους τομείς και μέσα δράσης της ΕΕ·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με τα βασανιστήρια επικαιροποιήθηκαν το 2012, ενώ η τελευταία εμπεριστατωμένη δημόσια επανεξέταση των μέτρων εφαρμογής πραγματοποιήθηκε το 2008·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις επικαιροποιημένες κατευθυντήριες γραμμές, στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη της ΕΕ είναι αποφασισμένα να συμμορφωθούν πλήρως με τις διεθνείς υποχρεώσεις που απαγορεύουν τα βασανιστήρια και άλλου είδους σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα βασανιστήρια μπορεί να είναι τόσο σωματικά όσο και ψυχικά· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν ολοένα και περισσότερες περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιείται η ψυχιατρική ως εργαλείο καταναγκασμού των υπερασπιστών και αντιφρονούντων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίοι εισάγονται σε ψυχιατρικά ιδρύματα για να εμποδίζονται να εκτελούν τις πολιτικές και κοινοτικές τους δραστηριότητες·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δικαστικές αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να έχουν τα εργαλεία για τη δίωξη των βασανιστών που δεν έχουν δικαστεί ποτέ, ενώ ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στις υποθέσεις βασανιστηρίων κατά τη διάρκεια δικτατοριών στην Ευρώπη δεδομένου ότι πολλές φορές τα εγκλήματα αυτά παραμένουν ατιμώρητα·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπονόμευση της απόλυτης απαγόρευσης των βασανιστηρίων παραμένει μια διαρκής πρόκληση στο πλαίσιο των αντιτρομοκρατικών μέτρων σε πολλές χώρες·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις σε επίπεδο πολιτικής όσον αφορά τις ειδικές ανάγκες προστασίας ευάλωτων ομάδων, ιδίως παιδιών·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δυνάμεις επιβολής της τάξης ορισμένων χωρών χρησιμοποιούν τα βασανιστήρια ως αποτελεσματική μέθοδο ανάκρισης· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα βασανιστήρια δεν μπορούν να θεωρηθούν αποδεκτό μέσο για την εξιχνίαση εγκλημάτων·

1.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι η απαγόρευση των βασανιστηρίων είναι θέμα απόλυτης προτεραιότητας βάσει του διεθνούς και του ανθρωπιστικού δικαίου καθώς και στο πλαίσιο της Σύμβασης κατά των Βασανιστηρίων (CAT)· τονίζει ότι τα βασανιστήρια αποτελούν μια από τους βαρύτερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, συνιστούν τρομερό τίμημα για εκατομμύρια άτομα και τις οικογένειές τους, και δεν είναι δυνατόν να αιτιολογηθούν υπό οιεσδήποτε συνθήκες·

2.

χαιρετίζει την ένταξη τριών δράσεων που σχετίζονται με την εξάλειψη των βασανιστηρίων στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, αλλά τονίζει ότι απαιτούνται συγκεκριμένοι και μετρήσιμοι δείκτες αναφοράς για να αξιολογηθεί η έγκαιρη εφαρμογή τους, σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών·

3.

αποτίει φόρο τιμής σε όλες εκείνες τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, τα εθνικά ιδρύματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τους εθνικούς μηχανισμούς πρόληψης και τους ανθρώπους που καταβάλλουν προσπάθεια προκειμένου να παρέχουν έννομη προστασία και επανόρθωση σε θύματα, να καταπολεμούν την ατιμωρησία και να αποτρέπουν ενεργά τη μάστιγα των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης σε όλο τον κόσμο·

4.

επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την CAT, ο όρος 'βασανιστήρια' σημαίνει οιαδήποτε πράξη με την οποία «προκαλείται σκοπίμως σε ένα πρόσωπο σοβαρός πόνος ή ταλαιπωρία, σωματική ή ψυχική, από δημόσιο λειτουργό ή άλλο πρόσωπο που ενεργεί με επίσημη ιδιότητα ή με την υποκίνηση ή τη συναίνεση ή με την αποδοχή του»· θεωρεί ωστόσο ότι καταστάσεις κατά τις οποίες πράξεις βασανισμού και άλλη σκληρή, απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία διαπράττονται με τη συμμετοχή φορέων εκτός κρατικών ή δημοσίων υπαλλήλων πρέπει επίσης να αντιμετωπίζονται μέσω μέτρων πολιτικής που ευνοούν την πρόληψη, τη λογοδοσία και την αποκατάσταση·

5.

καταγγέλλει τη συνεχιζόμενη εξάπλωση των βασανιστηρίων και άλλων μορφών κακομεταχείρισης σε ολόκληρο τον κόσμο και καταδικάζει για άλλη μια φορά αυτές τις πράξεις, οι οποίες είναι απαγορευμένες και πρέπει να εξακολουθήσουν να απαγορεύονται πάντοτε και παντού και δεν μπορούν, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ουδέποτε δικαιολογημένες· παρατηρεί ότι η εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ σχετικά με τα βασανιστήρια παραμένει ανεπαρκής και αντίθετη με τις δηλώσεις και δεσμεύσεις της ΕΕ να αντιμετωπίσει τα βασανιστήρια κατά προτεραιότητα· προτρέπει την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) και τα κράτη μέλη να δώσουν νέα ώθηση στην εφαρμογή των εν λόγω κατευθυντηρίων γραμμών, και συγκεκριμένα, προσδιορίζοντας τις προτεραιότητες, τις βέλτιστες πρακτικές και τις ευκαιρίες για δημόσια διπλωματία, διενεργώντας διαβουλεύσεις με σχετικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών, και επανεξετάζοντας την εφαρμογή θεμάτων που σχετίζονται με τα βασανιστήρια μνεία των οποίων γίνεται στο σχέδιο δράσης· σε αυτό το πλαίσιο, ζητεί την πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή των τριών δράσεων στο σχέδιο δράσης της ΕΕ οι οποίες σχετίζονται με την εξάλειψη των βασανιστηρίων·

6.

θεωρεί ότι η επικείμενη αναθεώρηση του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία πρέπει να προσδιορίζει πιο φιλόδοξες και συγκεκριμένες δράσεις για την εξάλειψη των βασανιστηρίων, όπως αποτελεσματικότερη ενημέρωση και κατανομή των βαρών, κατάρτιση και κοινές πρωτοβουλίες με τα τοπικά γραφεία του ΟΗΕ, με τους οικείους ειδικούς εισηγητές του ΟΗΕ και άλλους διεθνείς φορείς, όπως τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και το Συμβούλιο της Ευρώπης παράλληλα με την υποστήριξη της δημιουργίας και ενίσχυσης περιφερειακών μηχανισμών πρόληψης βασανιστηρίων·

7.

εκφράζει ικανοποίηση για την επικαιροποίηση των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ του 2012 για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων· υπογραμμίζει τη σημασία της αποτελεσματικής εφαρμογής αυτών των κατευθυντηρίων γραμμών με γνώμονα το αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με άλλες κατευθυντήριες γραμμές και πρωτοβουλίες πολιτικής·

8.

χαιρετίζει το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες γραμμές εκφράζουν μια ολιστική προσέγγιση πολιτικής, στην οποία περιλαμβάνεται η προώθηση κατάλληλου νομικού και δικαστικού πλαισίου για την αποτελεσματική πρόληψη και απαγόρευση των βασανιστηρίων, τον έλεγχο των τόπων κράτησης, την αντιμετώπιση της ατιμωρησίας και την πλήρη και αποτελεσματική αποκατάσταση των θυμάτων βασανιστηρίων, με την υποστήριξη αξιόπιστης, συνεπούς και συνεκτικής δράσης·

9.

καλεί το Συμβούλιο, την ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να προβούν σε αποτελεσματικότερα διαβήματα για προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της κοινωνίας των πολιτών, τουλάχιστον, κατά την άσκηση αξιολόγησης των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ σχετικά με τα βασανιστήρια.

10.

υπενθυμίζει τη ζωτική σημασία των κέντρων αποκατάστασης για τα θύματα βασανιστηρίων τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ για την αντιμετώπιση όχι μόνο των σωματικών, αλλά και των μακροχρόνιων ψυχικών προβλημάτων που υφίστανται τα θύματα βασανιστηρίων· επικροτεί την πρόβλεψη της ΕΕ για χορήγηση χρηματοδοτικής βοήθειας στα κέντρα αποκατάστασης για τα θύματα βασανιστηρίων σε ολόκληρο τον κόσμο και προτείνει να υιοθετήσουν τα εν λόγω κέντρα μια πολυεπιστημονική προσέγγιση στις δραστηριότητές τους που θα περιλαμβάνει παράλληλα ψυχολογική παρακολούθηση, πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη και κοινωνική και νομική υποστήριξη· παραμένει με την πεποίθηση ότι η χρηματοδότηση που παρέχει το ευρωπαϊκό μέσο για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου (EIDHR) στα εν λόγω κέντρα σε τρίτες χώρες δεν πρέπει να διακοπεί ούτε κατά την τρέχουσα χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση δεδομένου ότι τα εθνικά συστήματα υγειονομικής περίθαλψης στις χώρες αυτές δεν είναι συχνά σε θέση να αντιμετωπίζουν κατάλληλα τα ιδιαίτερα προβλήματα των θυμάτων βασανιστηρίων·

11.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν έχει διεξαχθεί πλήρης και δημόσιος απολογισμός και επανεξέταση της εφαρμογής των κατευθυντηρίων γραμμών από το 2008 και τονίζει την ανάγκη ότι απαιτείται τακτική και διεξοδική αξιολόγηση της εφαρμογής τους·

12.

παρέχει τη σύσταση να συνοδεύονται οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ από λεπτομερή εκτελεστικά μέτρα τα οποία θα απευθύνονται στους επικεφαλής αποστολών της ΕΕ και αντιπροσωπειών των κρατών μελών σε τρίτες χώρες· καλεί τους επικεφαλής αποστολών να συμπεριλαμβάνουν στις εκθέσεις εφαρμογής και παρακολούθησης μεμονωμένες περιπτώσεις βασανιστηρίων και κακομεταχείρισης·

13.

τονίζει ότι η πολιτική της ΕΕ πρέπει να βασίζεται στον αποτελεσματικό συντονισμό πρωτοβουλιών και δράσεων σε επίπεδο ΕΕ και σε επίπεδο κρατών μελών, ούτως ώστε να αξιοποιούνται όλες οι δυνατότητες των διαθέσιμων πολιτικών μέσων και της συνέργειάς τους με έργα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ·

14.

καλεί την Επιτροπή, την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να επανεξετάζουν περιοδικά την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου, ο οποίος απαγορεύει το εμπόριο εξοπλισμού για βασανιστήρια και για τη θανατική ποινή, και να προωθήσουν τον εν λόγω κανονισμό σε παγκόσμιο επίπεδο ως ένα βιώσιμο πρότυπο για την εφαρμογή αποτελεσματικής απαγόρευσης των εργαλείων βασανισμού·

15.

λαμβάνει υπό σημείωση την πρόσφατη πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου σχετικά με το εμπόριο ορισμένων αντικειμένων δυναμένων να χρησιμοποιηθούν για τη θανατική ποινή, για βασανιστήρια ή άλλη σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία (COM(2014)0001)· τονίζει ότι είναι πολύ σημαντικό να δίδεται προσοχή στις υπηρεσίες διαμεσολάβησης, τεχνικής συνδρομής και στη διαμετακόμιση των σχετικών εμπορευμάτων· επαναλαμβάνει την έκκληση που είχε κάνει παλιότερα το Κοινοβούλιο για την εισαγωγή «σαρωτικής ρήτρας» για τον τερματισμό της χρήσης βασανιστηρίων στον κανονισμό, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στα κράτη μέλη, βάσει πρότερης πληροφόρησης, να χορηγούν και να αρνούνται άδεια εξαγωγής οποιωνδήποτε αντικειμένων ενέχουν μη αμελητέο κίνδυνο να χρησιμοποιηθούν για βασανιστήρια, κακομεταχείριση ή για θανατική ποινή·

16.

θεωρεί ότι η θανατική ποινή, ως παραβίαση του δικαιώματος στην προσωπική ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, είναι ασύμβατη με την απαγόρευση της σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής τιμωρίας στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου και καλεί την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν επισήμως την εν λόγω ασυμβατότητα και να προσαρμόσουν την πολιτική της ΕΕ προς τη θανατική ποινή αναλόγως· υπογραμμίζει την ανάγκη να ερμηνευτούν ως οριζόντιες οι αντίστοιχες κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ σχετικά με τη θανατική ποινή και τα βασανιστήρια· θεωρεί καταδικαστέο οι φυλακισμένοι στο κελί του μελλοθανάτου να υποβάλλονται σε φυσική και ψυχολογική απομόνωση, καθώς και σε κάθε μορφής πιέσεις· επαναλαμβάνει την ανάγκη ολοκληρωμένης νομικής μελέτης και συζητήσεων σε επίπεδο ΗΕ σχετικά με τις συνδέσεις μεταξύ της εφαρμογής της θανατικής ποινής, συμπεριλαμβανομένου του φαινομένου της καταδίκης σε θάνατο που προκαλεί σοβαρά ψυχικά τραύματα και σωματική φθορά, και της απαγόρευσης των βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας·

17.

τάσσεται υπέρ της άμεσης απαγόρευσης του λιθοβολισμού· τονίζει ότι ο λιθοβολισμός αποτελεί μια βίαιη μορφή εκτέλεσης·

18.

υποστηρίζει την ανασύσταση της ομάδας δράσης του Συμβουλίου για τα βασανιστήρια, η οποία πρέπει να δώσει νέα ώθηση στην εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ προσδιορίζοντας τις προτεραιότητες, τις βέλτιστες πρακτικές και τις ευκαιρίες για δημόσια διπλωματία, διενεργώντας διαβουλεύσεις με σχετικούς φορείς και την κοινωνία των πολιτών, καθώς και συμβάλλοντας στην τακτική επανεξέταση της εφαρμογής θεμάτων που σχετίζονται με τα βασανιστήρια μνεία των οποίων γίνεται στο σχέδιο δράσης·

19.

εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τα βασανιστήρια στα οποία υπόκεινται στις φυλακές οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των κοινοτικών ακτιβιστών, των δημοσιογράφων, των συνηγόρων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ιστολόγων. αναγνωρίζει ότι συχνά οι άνθρωποι που συμμετέχουν πιο ενεργά στον αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία πλήττονται περισσότερο λόγω παράνομης κράτησης, εκφοβισμού, βασανιστηρίων και έκθεσης των οικογενειών τους σε κίνδυνο· επιμένει ότι τόσο οι μετέχοντες σε επιτόπιες αποστολές της ΕΕ όσο και οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της ΕΕ θίγουν συστηματικά και με συνέπεια το εν λόγω ζήτημα στις συναντήσεις με τους ομολόγους τους από τρίτες χώρες, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, συγκεκριμένα ονόματα υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων που βρίσκονται στις φυλακές·

20.

σημειώνει με έντονη ανησυχία την ύπαρξη μυστικών κέντρων κράτησης και την πρακτική της κράτησης σε συνθήκες απομόνωσης και της παρατεταμένης απομόνωσης σε αρκετές χώρες, που συγκαταλέγονται στα πλέον ανησυχητικά παραδείγματα βασανιστηρίων και κακομεταχείρισης· πιστεύει ότι οι περιπτώσεις αυτές πρέπει να θίγονται συστηματικά σε δηλώσεις και διαβήματα και να περιλαμβάνονται στους καταλόγους μεμονωμένων περιπτώσεων που εξετάζονται στη διάρκεια διαλόγων και διαβουλεύσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών·

21.

επαναλαμβάνει την ανησυχία του για τις εκτεταμένες και συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Κορέας (ΛΔΚ), ιδίως για τη χρήση βασανιστηρίων και στρατοπέδων εργασίας σε βάρος πολιτικών κρατουμένων και επαναπατριζόμενων υπηκόων της ΛΔΚ· καλεί τις αρχές της ΛΔΚ να επιτρέψουν, ως πρώτο βήμα, σε ανεξάρτητους διεθνείς εμπειρογνώμονες να επιθεωρήσουν όλα τα είδη εγκαταστάσεων κράτησης·

22.

τονίζει ότι δεν μπορούν να δικαιολογηθούν εξαιρέσεις από την απόλυτη απαγόρευση των βασανιστηρίων και των πρακτικών σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, και ότι τα κράτη έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν διασφαλίσεις προκειμένου να αποφεύγεται η διάδοση βασανιστηρίων και κακομεταχείρισης και να διασφαλίζεται η λογοδοσία και η πρόσβαση σε αποτελεσματικά ένδικα μέσα και επανορθώσεις ανά πάσα στιγμή, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο ζητημάτων εθνικής ασφάλειας και αντιτρομοκρατικών μέτρων· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη αναθέτουν καθήκοντα «παράλληλης αστυνομίας» σε παραστρατιωτικές ομάδες επιχειρώντας κατά αυτό τον τρόπο να διαφύγουν τις διεθνείς τους υποχρεώσεις· υπογραμμίζει ότι η απαγόρευση ισχύει τόσο για τη μεταφορά όσο και για τη χρήση πληροφοριών που αποσπώνται με βασανιστήρια ή είναι πιθανό να οδηγήσουν σε βασανιστήρια· υπενθυμίζει ότι η απαγόρευση των βασανιστηρίων αποτελεί δεσμευτικό κανόνα δυνάμει του διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, γεγονός το οποίο συνεπάγεται ότι η απαγόρευση ισχύει τόσο σε περιόδους ειρήνης όσο και σε περιόδους πολέμου·

23.

εκφράζει την ανησυχία του για τις από πλευράς αστυνομικών δυνάμεων πράξεις βίας σε ορισμένα κράτη και θεωρεί ότι το εν λόγω ζήτημα διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην καταπολέμηση των βασανιστηρίων και της ταπεινωτικής μεταχείρισης, ιδίως στο πλαίσιο της καταστολής ειρηνικών διαδηλώσεων, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τους διεθνείς ορισμούς, οι εν λόγω βίαιες πράξεις ισοδυναμούν τουλάχιστον με κακομεταχείριση, αν όχι με βασανιστήρια·

24.

χαιρετίζει το κοινό σχέδιο του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ένωσης για την πρόληψη των βασανιστηρίων που αποσκοπεί στην κατάρτιση ενός πρακτικού οδηγού για βουλευτές που επισκέπτονται κέντρα κράτησης μεταναστών·

25.

ζητεί την έγκριση ενός πρακτικού οδηγού για βουλευτές που επισκέπτονται τόπους κράτησης στο πλαίσιο των τακτικών επισκέψεων αντιπροσωπειών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε τρίτες χώρες· θεωρεί ότι ο οδηγός θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές συμβουλές για τις επισκέψεις σε κέντρα κράτησης και άλλους τόπους όπου ενδέχεται να κρατούνται γυναίκες και παιδιά, και να εξασφαλίζει την εφαρμογή της αρχής του «μη βλάπτειν» σύμφωνα με το εγχειρίδιο εκπαίδευσης των ΗΕ για την παρακολούθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως με σκοπό να αποφεύγονται αντίποινα σε βάρος κρατουμένων και των οικογενειών τους μετά από τέτοιες επισκέψεις· ζητεί να γίνονται οι επισκέψεις αυτές σε συνδυασμό με διαβουλεύσεις με τις αντιπροσωπείες της ΕΕ στην οικεία χώρα, με ΜΚΟ και οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σε φυλακές·

26.

καλεί την ΕΥΕΔ, την Ομάδα Εργασίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα (COHOM) και άλλους αρμόδιους φορείς να πραγματοποιήσουν από κοινού έρευνα για τη στήριξη που παρέχει η ΕΕ όσον αφορά τη σύσταση και λειτουργία των εθνικών προληπτικών μηχανισμών, και τον προσδιορισμό των βέλτιστων πρακτικών που αναφέρονται στο σχέδιο δράσης·

27.

καλεί την ΕΥΕΔ, τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να διευκολύνουν τη σύσταση και λειτουργία ανεξάρτητων και αποτελεσματικών ΕΜΠ, και ιδίως την επαγγελματική κατάρτιση του προσωπικού τους·

28.

καλεί την Ομάδα Εργασίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα (COHOM), την ομάδα δράσης για τα βασανιστήρια και τη ΓΔ Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καταρτίσουν μέτρα σχετικά με την ενσωμάτωση των μέτρων πρόληψης των βασανιστηρίων σε όλες τις δραστηριότητας ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης·

Αντιμετώπιση των ελλείψεων όσον αφορά την προστασία, ιδίως σε σχέση με τα βασανιστήρια παιδιών

29.

εκφράζει την ιδιαίτερη ανησυχία του σχετικά με τις πράξεις βασανισμού και κακομεταχείρισης που διαπράττονται κατά μελών ευάλωτων ομάδων, κυρίως παιδιών· καλεί την ΕΕ να λάβει πολιτικά, διπλωματικά και οικονομικά μέτρα για την πρόληψη των βασανιστηρίων σε βάρος παιδιών·

30.

καλεί την ΕΕ να αντιμετωπίσει τις διάφορες μορφές παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων που πλήττουν τα παιδιά, ιδίως όσες συνδέονται με την εμπορία παιδιών, την παιδική πορνογραφία, τα παιδιά στρατιώτες, τα παιδιά σε στρατιωτική κράτηση, την παιδική εργασία, καταγγελίες για ανάμειξη παιδιών σε πρακτικές μαγείας και τον εκφοβισμό και την παρενόχληση στον κυβερνοχώρο όταν ισοδυναμούν με βασανιστήρια, συμπεριλαμβανομένων και των παραβιάσεων σε ορφανοτροφεία, κέντρα κράτησης και στρατόπεδα προσφύγων οσάκις οι αρχές εμπλέκονται με οιονδήποτε τρόπο σε βασανιστήρια που αφορούν παιδιά·

31.

υπενθυμίζει ότι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι μετανάστες δεν θα πρέπει ποτέ να απελαύνονται σε μια χώρα όπου θα κινδύνευαν να υποστούν βασανιστήρια ή απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση·

32.

σημειώνει ότι η καταχρηστική στέρηση της ελευθερίας των παιδιών, ιδίως στο πλαίσιο της προληπτικής κράτησης και της κράτησης παιδιών μεταναστών, έχει οδηγήσει σε υπερπλήρη κέντρα κράτησης και σε αύξηση των κρουσμάτων βασανισμού και κακομεταχείρισης των παιδιών· καλεί τα κράτη να διασφαλίσουν ότι η στέρηση της ελευθερίας των παιδιών χρησιμοποιείται ουσιαστικά, όπως απαιτείται από τα οικουμενικά πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μόνο ως το ύστατο μέτρο, για την ελάχιστη αναγκαία περίοδο, και λαμβάνοντας πάντα υπόψη το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού·

33.

ζητεί από τα κράτη να αναπτύξουν ένα πιο φιλικό προς τα παιδιά νομικό σύστημα, το οποίο θα περιλαμβάνει φιλικούς προς τα παιδιά μηχανισμούς ελεύθερης και εμπιστευτικής αναφοράς, μεταξύ άλλων σε κέντρα κράτησης, παρέχοντας τη δυνατότητα στα παιδιά όχι μόνο να διεκδικούν τα δικαιώματά τους, αλλά και να αναφέρουν παραβιάσεις·

34.

τονίζει ότι η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα της χρήσης του διαδικτύου από ενήλικες και παιδιά για ψυχικά βασανιστήρια παιδιών και παρενόχληση μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης· σημειώνει ότι, παρά την ύπαρξη του προγράμματος «Safer Internet» της ΕΕ, η απάντηση της ΕΕ στο φαινόμενο του εκφοβισμού και της παρενόχλησης μέσω διαδικτύου κρίνεται ανεπαρκής· επισημαίνει τον πρόσφατο καταιγισμό των περιστατικών παιδιών που αυτοκτόνησαν εξαιτίας του διαδικτυακού εκφοβισμού, και τη συνεχιζόμενη ύπαρξη ιστοσελίδων οι οποίες φιλοξενούνται σε κράτη μέλη και εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα σε αυτές τις δράσεις· τονίζει, ως εκ τούτου, την επείγουσα ανάγκη να αναλάβει η ΕΕ σαφή και αποφασιστική δράση προκειμένου να καταπολεμήσει τον διαδικτυακό εκφοβισμό, την παρενόχληση και τις ιστοσελίδες που τα διευκολύνουν·

35.

συστήνει οι προσπάθειες της πολιτικής της ΕΕ να εστιάσουν σε κέντρα αποκατάστασης και ψυχολογικής υποστήριξης για παιδιά τα οποία είναι θύματα βασανιστηρίων, με προσέγγιση φιλική προς τα παιδιά και λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτισμικές παραδόσεις·

36.

συστήνει να συμπεριληφθούν τα βασανιστήρια των παιδιών στη σχεδιαζόμενη στοχευμένη εκστρατεία για τα δικαιώματα του παιδιού, όπως ορίζεται στο σχέδιο δράσης·

37.

συνιστά στην ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να αφιερώσουν ιδιαίτερη προσοχή στις περιπτώσεις βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης σε βάρος καλλιτεχνών, δημοσιογράφων, υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, φοιτητικών ηγετών, επαγγελματιών στον τομέα της υγείας, και ατόμων που ανήκουν σε άλλες ευάλωτες ομάδες, όπως εθνοτικές, γλωσσικές, θρησκευτικές και λοιπές μειονότητες, ιδίως όταν τα άτομα αυτά βρίσκονται υπό κράτηση ή είναι φυλακισμένα·

38.

καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και τους επικεφαλής αντιπροσωπειών της ΕΕ να θίγουν στον διάλογό τους με τις αρχές τρίτων χωρών τις μορφές βασανιστηρίων λόγω φύλου που καθιστούν τα κορίτσια μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα, ιδίως τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων και τους πρόωρους και καταναγκαστικούς γάμους, όπως προβλέπεται στο στρατηγικό πλαίσιο και το σχέδιο δράσης·

39.

καλεί την ΕΥΕΔ και την Ομάδα Εργασίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα (COHOM) να μεριμνήσουν ειδικά για τα βασανιστήρια των παιδιών στην επικείμενη επικαιροποίηση των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά των βασανιστηρίων και του σχεδίου δράσης·

40.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι γυναίκες πέφτουν κατεξοχήν θύματα συγκεκριμένων βασανιστηρίων και απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης (βιασμός, ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων, στείρωση, άμβλωση, καταναγκαστικός έλεγχος των γεννήσεων και καταναγκαστική γονιμοποίηση), ιδίως στο πλαίσιο ένοπλων συγκρούσεων όπου οι εν λόγω πράξεις χρησιμοποιούνται ως μέσο πολέμου, ακόμη και σε βάρος ανηλίκων·

41.

καταδικάζει ομοίως τα βασανιστήρια και τις πράξεις βίας και κακοποίησης σε βάρος ατόμων λόγω του γενετήσιου προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου τους·

42.

υπογραμμίζει, εν προκειμένω, την ανάγκη στήριξης των εργασιών των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πρόληψης της βίας στο πλαίσιο καταστάσεων ενόπλων συγκρούσεων και, συνακόλουθα, των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης σε βάρος του άμαχου πληθυσμού μέσω της ευαισθητοποίησης των κινημάτων ένοπλου αγώνα όσον αφορά την ανάγκη να τηρούνται τα διεθνή ανθρωπιστικά πρότυπα, ιδίως όσον αφορά τη βία με βάση το φύλο·

Καταπολέμηση των βασανιστηρίων στις σχέσεις της ΕΕ με τρίτες χώρες

43.

καλεί την ΕΥΕΔ, τον ειδικό εντεταλμένο της ΕΕ (ΕΕΕΕ) για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και την Ομάδα Εργασίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα (COHOM) να διασφαλίσουν ότι οι στρατηγικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα ανά χώρα περιλαμβάνουν στόχους και δείκτες αναφοράς που είναι συγκεκριμένοι ανά χώρα όσον αφορά την καταπολέμηση των βασανιστηρίων, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού ομάδων που χρήζουν ειδικής προστασίας, όπως είναι τα παιδιά, οι γυναίκες, τα εκτοπισμένα άτομα, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, καθώς και όσοι υφίστανται διακρίσεις λόγω εθνότητας, πολιτισμικής προέλευσης, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, γενετήσιου προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου·

44.

ζητεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το σύνολο της διεθνούς κοινότητας να τηρούν την αρχή της μη επαναπροώθησης ενός αιτούντος άσυλο σε χώρα όπου θα κινδύνευε να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση, όπως ορίζεται στη σύμβαση της 28ης Ιουλίου 1951 για το καθεστώς των προσφύγων·

45.

τονίζει το γεγονός ότι οι στρατηγικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα ανά χώρα πρέπει να εντοπίζουν τις ελλείψεις όσον αφορά την προστασία, τους κατάλληλους συνομιλητές, καθώς και σημεία επαφής, όπως το πλαίσιο του ΟΗΕ, ο τομέας της ασφάλειας ή η δικαστική μεταρρύθμιση, με σκοπό την αντιμετώπιση των ζητημάτων που σχετίζονται με βασανιστήρια σε κάθε χώρα·

46.

θεωρεί ότι οι στρατηγικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα ανά χώρα αντιμετωπίζουν τις βαθύτερες αιτίες της βίας και της κακομεταχείρισης από κυβερνητικές υπηρεσίες και σε ιδιωτικούς χώρους, και προσδιορίζουν τις ανάγκες συνδρομής, προκειμένου η ΕΕ να παράσχει τεχνική βοήθεια για ανάπτυξη ικανοτήτων, νομική μεταρρύθμιση και κατάρτιση, ώστε να βοηθήσει τις τρίτες χώρες στη συμμόρφωσή τους με διεθνείς υποχρεώσεις και κανόνες, ιδίως στο πλαίσιο της υπογραφής και επικύρωσης της CAT και του OPCAT, και τη συμμόρφωση με τις διατάξεις τους όσον αφορά την πρόληψη (ειδικότερα δημιουργώντας εθνικούς μηχανισμούς πρόληψης — ΕΜΠ), την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και την αποκατάσταση των θυμάτων·

47.

προτείνει επιπλέον οι στρατηγικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα ανά χώρα να συμπεριλάβουν μέτρα προκειμένου να ενθαρρυνθεί η θέσπιση και η λειτουργία εθνικών θεσμικών οργάνων ή, κατά περίπτωση, η ενίσχυση εθνικών θεσμικών οργάνων, τα οποία θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την πρόληψη των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της δυνατότητας οικονομικής και τεχνικής συνδρομής·

48.

υπογραμμίζει ότι απαιτείται από την ΕΥΕΔ και τις αντιπροσωπείες της ΕΕ να παρέχουν ειδικές πληροφορίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα σε τρίτες χώρες της στήριξης, καθώς και πιθανών ένδικων μέσων για τα θύματα βασανιστηρίων και κακομεταχείρισης·

49.

καλεί την ΕΥΕΔ και τις αντιπροσωπείες της ΕΕ να αξιοποιήσουν πλήρως, αλλά με προσεκτική στόχευση και προσαρμογή ανά χώρα, τα πολιτικά μέσα που διαθέτουν, όπως επισημαίνεται στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων, μεταξύ άλλων, πολιτικές δηλώσεις, τοπικά διαβήματα, διάλογοι για τα ανθρώπινα δικαιώματα και διαβουλεύσεις προκειμένου να θίγονται μεμονωμένες περιπτώσεις, το νομοθετικό πλαίσιο για την πρόληψη των βασανιστηρίων και την επικύρωση και εφαρμογή συναφών διεθνών συμβάσεων· καλεί την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να επαναλάβουν την πρακτική που εφάρμοσαν στο παρελθόν όσον αφορά την υλοποίηση στοχευμένων παγκοσμίων εκστρατειών για θεματικά ζητήματα σχετικά με τα βασανιστήρια·

50.

καλεί αφενός τις αντιπροσωπείες της ΕΕ και τις πρεσβείες των κρατών μελών να προβούν στην εφαρμογή των διατάξεων των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων επί τόπου και, αφετέρου, την ΕΥΕΔ και την Ομάδα Εργασίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα (COHOM) να ελέγχουν σε τακτική βάση την εφαρμογή των διατάξεων αυτών·

51.

προτρέπει τις αντιπροσωπείες της ΕΕ και τις πρεσβείες των κρατών μελών σε ολόκληρο τον κόσμο να εορτάζουν κάθε έτος στις 26 Ιουνίου τη Διεθνή Ημέρα υποστήριξης των θυμάτων βασανιστηρίων οργανώνοντας σεμινάρια, εκθέσεις και άλλες εκδηλώσεις·

52.

καλεί την ΕΥΕΔ και τον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ να θέτουν συστηματικά επί τάπητος το ζήτημα των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης στους διαλόγους και τις διαβουλεύσεις της ΕΕ με τρίτες χώρες για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

53.

συνιστά να τεθούν τα θέματα που σχετίζονται με τα βασανιστήρια στο επίκεντρο των τοπικών και περιφερειακών φόρουμ και σεμιναρίων της κοινωνίας των πολιτών, προβλέποντας τη δυνατότητα να δίνεται συνέχεια στα θέματα αυτά στο πλαίσιο των τακτικών διαβουλεύσεων και των τακτικών διαλόγων για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

54.

καλεί την ΕΕ, στο πλαίσιο των διαλόγων σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου, να προωθήσει την εφαρμογή των ελάχιστων κανόνων των Ηνωμένων Εθνών για τη μεταχείριση των κρατουμένων, με προοπτική να εξασφαλισθεί πλήρως ο σεβασμός της αξιοπρέπειας των κρατουμένων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και να παρασχεθεί η εγγύηση ότι η εφαρμογή των κανόνων αυτών θα επεκτείνεται σε όλους τους χώρους στέρησης της ελευθερίας, συμπεριλαμβανομένων των ψυχιατρείων και των αστυνομικών τμημάτων·

55.

καλεί τις αντιπροσωπείες της ΕΕ και του Κοινοβουλίου αφενός να πραγματοποιούν επισκέψεις σε φυλακές και σε άλλους τόπους κράτησης, συμπεριλαμβανομένων των κέντρων κράτησης ανηλίκων και των τόπων όπου ενδέχεται να κρατούνται παιδιά και, αφετέρου, να παρακολουθούν δίκες εάν συντρέχει λόγος να πιστεύουν ότι οι κατηγορούμενοι ενδέχεται να έχουν υποστεί βασανιστήρια ή κακομεταχείριση, και να ζητούν σχετική ενημέρωση και ανεξάρτητη έρευνα σε μεμονωμένες περιπτώσεις·

56.

καλεί τις αντιπροσωπείες της ΕΕ να παρέχουν υποστήριξη σε μέλη της κοινωνίας των πολιτών στα οποία δεν επιτρέπεται η επίσκεψη σε φυλακές και η παρακολούθηση δικών·

57.

καλεί την ΕΥΕΔ, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα προκειμένου να διευκολυνθεί η σύσταση και λειτουργία ανεξάρτητων και αποτελεσματικών εθνικών μηχανισμών πρόληψης (ΕΜΠ)· καλεί τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν και να αναλύσουν με επιμέλεια και διαφάνεια τους υφιστάμενους ΕΜΠ και τους εθνικούς φορείς για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην ΕΕ και σε τρίτες χώρες, και να προσδιορίσουν τις βέλτιστες πρακτικές μεταξύ τους, εξασφαλίζοντας ότι περιλαμβάνουν και την πτυχή των δικαιωμάτων των παιδιών, με στόχο να ενισχυθούν οι υφιστάμενοι μηχανισμοί και να βελτιωθούν και να προωθηθούν τα παραδείγματα αυτά σε χώρες εταίρους·

58.

καλεί τις αντιπροσωπείες της ΕΕ να απαιτήσουν να χρησιμοποιείται το μέσο της κράτησης ως ύστατη λύση, και να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις, ιδίως για άτομα που βρίσκονται σε ευάλωτη κατάσταση (όπως οι γυναίκες, τα παιδιά, οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες)·

59.

εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για τις πρόσφατες καταγγελίες επιχειρήσεων εγκατεστημένων στην ΕΕ οι οποίες εφοδιάζουν χημικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε φάρμακα για θανατηφόρες ενέσεις στις ΗΠΑ· εν προκειμένω, επιδοκιμάζει το γεγονός ότι ορισμένες ευρωπαϊκές φαρμακευτικές εταιρείες έχουν αναπτύξει ένα σύστημα συμβατικών εξαγωγών και ελέγχου για να εξασφαλίσουν ότι το προϊόν Propofol το οποίο παράγουν δεν χρησιμοποιείται για θανατηφόρες ενέσεις σε χώρες που εξακολουθούν να εφαρμόζουν τη θανατική ποινή, περιλαμβανομένων και των ΗΠΑ·

Δράση της ΕΕ σε πολυμερή φόρα και διεθνείς οργανισμούς

60.

χαιρετίζει τις επίμονες προσπάθειες της ΕΕ για την σε τακτική βάση έγκριση και υποστήριξη των ψηφισμάτων της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, καθώς και για την αντιμετώπιση του θέματος ως ζήτημα προτεραιότητας στο πλαίσιο του ΟΗΕ· προτείνει να τηρούν ο ΑΠ/ΥΕ και ο Ειδικός Εντεταλμένος της ΕΕ τακτική επαφή με τον ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια προκειμένου να ανταλλάσσουν πληροφορίες όσον αφορά τις σχέσεις εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ με τρίτες χώρες· προτείνει επίσης η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων και η Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να καλούν τακτικά τον ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια με σκοπό να ενημερώνει το Κοινοβούλιο για θέματα σχετικά με τα βασανιστήρια σε συγκεκριμένες χώρες·

61.

υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 του Καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, όταν τα βασανιστήρια εφαρμόζονται σε συστηματική βάση ή σε μεγάλη κλίμακα ενδέχεται να συνιστούν έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας· υπογραμμίζει ότι, δυνάμει της αρχής της ευθύνης για προστασία, η διεθνής κοινότητα οφείλει να προστατεύει τους πληθυσμούς θύματα τέτοιων εγκλημάτων και, σε αυτό το πλαίσιο, την καλεί να επανεξετάσει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας ώστε να αποφεύγεται οποιοδήποτε εμπόδιο όταν πρόκειται για ζητήματα ευθύνης για προστασία·

62.

καλεί τις τρίτες χώρες να συνεργαστούν πλήρως με τον ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια, την Επιτροπή κατά των βασανιστηρίων και τα περιφερειακά όργανα για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων, όπως είναι η Επιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων στην Αφρική, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων, και ο εισηγητής του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών για τα άτομα που στερούνται της ελευθερίας τους· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη και την ΕΥΕΔ να λαμβάνουν συστηματικά υπόψη τις συστάσεις του ειδικού εισηγητή και των άλλων οργάνων για να δίνεται συνέχεια στις επαφές με τρίτες χώρες, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο της διαδικασίας Καθολικής περιοδικής εξέτασης (UPR)·

63.

καλεί την ΕΥΕΔ, τον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ και τα κράτη μέλη να προωθήσουν ενεργά την επικύρωση και εφαρμογή της CAT και του OPCAT ως προτεραιότητα και να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να διευκολύνουν τη σύσταση και τη λειτουργία αποτελεσματικών και ανεξάρτητων ΕΜΠ σε τρίτες χώρες·

64.

καλεί την ΕΥΕΔ, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τη σύσταση και λειτουργία περιφερειακών μηχανισμών πρόληψης των βασανιστηρίων, συμπεριλαμβανομένης της Επιτροπής για την πρόληψη των βασανιστηρίων στην Αφρική, και του εισηγητή του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών για τα άτομα που στερούνται της ελευθερίας τους·

65.

καλεί την ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να εντείνουν τη στήριξή τους σε τρίτες χώρες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εφαρμόζουν αποτελεσματικά τις συστάσεις των σχετικών οργάνων που έχουν συγκροτηθεί δυνάμει των Συνθηκών του ΟΗΕ, μεταξύ άλλων της Επιτροπής κατά των βασανιστηρίων και της Υποεπιτροπής για την πρόληψη των βασανιστηρίων, της Επιτροπής για τα δικαιώματα του παιδιού και της Επιτροπής για την εξάλειψη των διακρίσεων εις βάρος των γυναικών·

66.

καλεί την ΕΥΕΔ να παράσχει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της, τεχνική βοήθεια για την αποκατάσταση των θυμάτων βασανιστηρίων και των οικογενειών τους με σκοπό να τους παρασχεθεί η δυνατότητα να αρχίσουν μια νέα ζωή·

67.

υπογραμμίζει τη σημασία της ενεργού συμμετοχής των κρατών μελών στην εφαρμογή των διατάξεων του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, παρέχοντας στην ΕΥΕΔ τακτική ενημέρωση για τις δράσεις που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο αυτό·

68.

καλεί την ΕΕ να συνεργαστεί πιο αποτελεσματικά με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και τον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης·

Ευρωπαϊκό μέσο για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα του ανθρώπου (EIDHR)

69.

χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες και τα σχέδια που υπάρχουν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα (EIDHR), όπου το 7 % των κονδυλίων αυτού του μέσου διατέθηκαν σε σχέδια που αφορούν βασανιστήρια· υπογραμμίζει την ανάγκη να συνεχιστεί η εκχώρηση ειδικών κονδυλίων για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων και της σκληρής, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, εστιάζοντας ιδιαίτερα την προσοχή στην ευαισθητοποίηση, την πρόληψη, την αντιμετώπιση της ατιμωρησίας, καθώς και την κοινωνική και ψυχολογική αποκατάσταση των θυμάτων βασανιστηρίων, αποδίδοντας προτεραιότητα στα σχέδια ολιστικής φύσης·

70.

τονίζει ότι τα κονδύλια που διατίθενται σε σχέδια στο πλαίσιο της επερχόμενης περιόδου προγραμματισμού πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις προτεραιότητες της ΕΕ που παρατίθενται στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία·

71.

καλεί τα κράτη μέλη να προβούν σε επισκόπηση των διμερών προγραμμάτων βοηθείας στον τομέα της πρόληψης των βασανιστηρίων και της αποκατάστασης με στόχο την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, την επίτευξη αποτελεσματικής κατανομής των βαρών και τη δημιουργία συνεργιών και συμπληρωματικότητας με τα σχέδια στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα (EIDHR)·

Αξιοπιστία, συνοχή και συνέπεια της πολιτικής της ΕΕ

72.

υπενθυμίζει ότι είναι ανάγκη η Ένωση και τα κράτη μέλη να επιδείξουν υποδειγματική στάση για να διασφαλίσουν την αξιοπιστία τους· καλεί, συνεπώς, το Βέλγιο, τη Φινλανδία, την Ελλάδα, την Ιρλανδία, τη Λεττονία και τη Σλοβακία να επικυρώσουν κατά προτεραιότητα το OPCAT και να δημιουργήσουν ανεξάρτητους, επαρκώς χρηματοδοτούμενους και αποτελεσματικούς ΕΜΠ· σημειώνει τη σημασία των επιμέρους ανακοινώσεων ως μέσου για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης και παροτρύνει τα κράτη μέλη της CAT να αποδεχτούν τις επιμέρους δικαιοδοσίες σύμφωνα με το άρθρο 21· καλεί τα μέρη που υπογράφουν τη σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού να υπογράψουν και να κυρώσουν το 3ο Πρωτόκολλο αυτής· καλεί επίσης τα 21 κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για την προστασία όλων των ατόμων από βίαιη εξαφάνιση, να το πράξουν επειγόντως·

73.

καλεί τα κράτη μέλη που δεν προέβησαν σε δηλώσεις με τις οποίες αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία της Επιτροπής κατά των βασανιστηρίων δυνάμει του άρθρου 22 να το πράξουν κατά προτεραιότητα·

74.

καλεί όλα τα κράτη μέλη που διαθέτουν ΕΜΠ να μετάσχουν σε έναν εποικοδομητικό διάλογο για την εφαρμογή των συστάσεων των ΕΜΠ, μαζί με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CPT), της Επιτροπής κατά των βασανιστηρίων (CAT), και της υποεπιτροπής της για την πρόληψη των βασανιστηρίων, κατά τρόπο συνεκτικό και συμπληρωματικό·

75.

ενθαρρύνει την Ευρωπαϊκή Ένωση να ενισχύσει την προσήλωσή της στις οικουμενικές αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, σε αυτό το πλαίσιο, την καλεί να εφαρμόσει την πολιτική γειτονίας και την αρχή των «αναλογικών κερδών» ώστε να ενθαρρύνει τις γειτονικές χώρες να προβούν σε μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της καταπολέμησης των βασανιστηρίων·

76.

εκφράζει δυσαρέσκεια για την ιδιαίτερα περιορισμένη υποστήριξη από τα κράτη μέλη της ΕΕ προς το Εθελοντικό ταμείο του ΟΗΕ για τα θύματα των βασανιστηρίων και το Ειδικό ταμείο του OPCAT· καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να στηρίξουν το έργο των εν λόγω ταμείων μέσω ουσιαστικών και τακτικών εθελοντικών εισφορών, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις τους στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης·

77.

εκτιμά ότι η ΕΕ πρέπει να αναλάβει πιο αποφασιστικό ρόλο και να καλέσει τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη δέσμευσή τους και την πολιτική τους βούληση για την επιβολή ενός μορατόριουμ στη χρήση της θανατικής ποινής σε όλο τον κόσμο·

78.

καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει ένα σχέδιο δράσης, με στόχο να δημιουργήσει έναν μηχανισμό καταχώρισης και επιβολής στοχευμένων κυρώσεων (ταξιδιωτικές απαγορεύσεις, δέσμευση περιουσιακών στοιχείων) κατά υπαλλήλων τρίτων χωρών (συμπεριλαμβανομένων των αστυνομικών, των εισαγγελικών και δικαστικών λειτουργών), οι οποίοι εμπλέκονται σε σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως τα βασανιστήρια και η σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση· τονίζει ότι τα κριτήρια για ένταξη στον εν λόγω κατάλογο θα πρέπει να βασίζονται σε καλώς τεκμηριωμένες, συγκλίνουσες και ανεξάρτητες πηγές και σε πειστικά αποδεικτικά στοιχεία, προβλέποντας μηχανισμούς προσφυγής για τα πρόσωπα που στοχοποιούνται·

79.

υπενθυμίζει την υποχρέωση όλων των κρατών, περιλαμβανομένων και των κρατών μελών της ΕΕ, να τηρούν με προσήλωση την αρχή της μη επαναπροώθησης, δυνάμει της οποίας τα κράτη δεν πρέπει να απελαύνουν ή να εκδίδουν άτομο σε δικαιοδοσία όπου αυτό κινδυνεύει να υποστεί δίωξη· θεωρεί ότι η πρακτική αναζήτησης διπλωματικών διαβεβαιώσεων από το κράτος λήψεως δεν απαλλάσσει το αποστέλλον κράτος από τις υποχρεώσεις του και καταγγέλλει τέτοιες πρακτικές οι οποίες επιδιώκουν την παράκαμψη της απόλυτης απαγόρευσης των βασανιστηρίων και της επαναπροώθησης·

80.

επισημαίνει τη ζωτικής σημασίας θέση της ΕΕ στο παγκόσμιο προσκήνιο σε ζητήματα καταπολέμησης των βασανιστηρίων, σε στενή συνεργασία με τον ΟΗΕ· υπογραμμίζει το γεγονός ότι η ενίσχυση της αρχής της μηδενικής ανοχής για τα βασανιστήρια παραμένει στο επίκεντρο των πολιτικών και των στρατηγικών της ΕΕ για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, τόσο εντός όσο και εκτός ΕΕ· εκφράζει τη λύπη για το γεγονός ότι υφίστανται κράτη μέλη που δεν συμμορφούνται πλήρως με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 και ότι ορισμένες εταιρείες που εδρεύουν στις αναπτυγμένες χώρες ενδέχεται να έχουν πωλήσει παράνομα σε τρίτες χώρες συσκευές για την αστυνομία και την ασφάλεια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βασανιστήρια·

81.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να ολοκληρώσουν την τρέχουσα αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1236/2005 του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων του, με στόχο την αποτελεσματικότερη εφαρμογή, σύμφωνα με τις συστάσεις του Κοινοβουλίου, όπως ορίζονται στο ψήφισμά του της 17ης Ιουνίου 2010 για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού· καλεί τα κράτη μέλη να συμμορφώνονται πλήρως με τις διατάξεις του κανονισμού, ιδίως με την υποχρέωση όλων των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 13 του εν λόγω κανονισμού, να εκπονούν εγκαίρως ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων και να τις δημοσιοποιούν, καθώς και να ανταλλάσσουν πληροφορίες με τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή σχετικά με αποφάσεις αδειοδότησης·

Εκτιμήσεις για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων και την αναπτυξιακή πολιτική

82.

υπενθυμίζει την ανάγκη να καταστρωθεί μια ολοκληρωμένη και συνεκτική στρατηγική για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων αντιμετωπίζοντας τα βασικά τους αίτια· πιστεύει ότι τούτο θα πρέπει να περιλαμβάνει μια συνολική θεσμική διαφάνεια και μια ισχυρότερη πολιτική βούληση σε επίπεδο κράτους για την καταπολέμηση της κακομεταχείρισης· υπογραμμίζει ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη να αντιμετωπισθεί η φτώχεια, η ανισότητα, οι διακρίσεις και η βία μέσω εθνικών μηχανισμών πρόληψης και ενισχύοντας τις τοπικές αρχές και τις ΜΚΟ· τονίζει την ανάγκη να ενισχυθούν περαιτέρω η αναπτυξιακή συνεργασία και οι μηχανισμοί για την εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΕΕ για να αντιμετωπιστούν τα βαθύτερα αίτια της βίας·

83.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η καταπολέμηση της ατιμωρησίας, οι αμερόληπτες έρευνες, η ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών και η προώθηση της εκπαιδευτικής αγωγής κατά της κακομεταχείρισης συνιστούν ουσιαστικά στοιχεία για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων·

84.

τονίζει ότι η χρήση του όρου «βασανιστήρια», και ως εκ τούτου, η απόλυτη απαγόρευση, δίωξη και τιμωρία αυτής της πρακτικής, δεν θα πρέπει να αποκλείονται, όταν οι πράξεις αυτές προκαλούνται από άτακτες ένοπλες δυνάμεις, ή φυλετικές θρησκευτικές ομάδες ή ομάδες ανταρτών·

85.

υπενθυμίζει τη σημασία και την ιδιαιτερότητα του διαλόγου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ως συστατικό στοιχείο του πολιτικού διαλόγου δυνάμει του άρθρου 8 της συμφωνίας εταιρικής σχέσης του Κοτονού· υπενθυμίζει επίσης ότι κάθε διάλογος με τρίτες χώρες για τα ανθρώπινα δικαιώματα θα πρέπει να εμπεριέχει μια ισχυρή συνιστώσα κατά των βασανιστηρίων·

86.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να ενθαρρύνουν τις χώρες εταίρους στον αγώνα τους για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης, να ακολουθήσουν προσέγγιση προσανατολισμένη προς τα θύματα, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή, στο πλαίσιο της πολιτικής αναπτυξιακής συνεργασίας, στις ανάγκες των θυμάτων· τονίζει ότι η θέσπιση προϋποθέσεων για τη χορήγηση βοήθειας αποτελεί μεν αποτελεσματικό τρόπο για την αντιμετώπιση του προβλήματος πλην όμως θεωρεί ότι καλύτερα αποτελέσματα μπορούν να επιτευχθούν με τους διαλόγους και τις διαπραγματεύσεις σε υψηλό επίπεδο, με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, με την ενίσχυση των εθνικών δυνατοτήτων και με την εστίαση στα κίνητρα.

Εκτιμήσεις για την καταπολέμηση των βασανιστηρίων και τα δικαιώματα των γυναικών

87.

παροτρύνει την ΕΕ να εξασφαλίσει, μέσω καθορισμού προϋποθέσεων για τη χορήγηση βοήθειας, ότι οι τρίτες χώρες θα προστατεύουν όλα τα ανθρώπινα όντα από τα βασανιστήρια, ειδικότερα τις γυναίκες και τα κορίτσια· καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει την πολιτική της παροχής βοήθειας σε χώρες στις οποίες ασκούνται βασανιστήρια και να χρησιμοποιήσει αυτή τη βοήθεια για τη στήριξη των θυμάτων·

88.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τα μέτρα που εξετάζει η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της (COM(2013)0833) με τίτλο «Για την εξάλειψη του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων» και επιθυμεί να υπενθυμίσει την ανάγκη συνοχής μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών πολιτικών της Ένωσης για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος· τονίζει πέραν τούτου ότι εξακολουθεί να είναι αναγκαία η συνεργασία της ΕΕ με τρίτες χώρες προκειμένου να εξαλειφθεί η πρακτική του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων· ενθαρρύνει όσα κράτη μέλη δεν το έχουν ακόμα πράξει, να ποινικοποιήσουν στην εθνική τους νομοθεσία τον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων και να διασφαλίσουν την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας·

89.

εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με περιπτώσεις που αφορούν εκτέλεση γυναικών με προβλήματα ψυχικής υγείας ή μαθησιακές δυσκολίες·

90.

καταδικάζει κάθε μορφή άσκησης βίας κατά των γυναικών, ιδίως δε τα εγκλήματα τιμής, τη βία που πηγάζει από πολιτιστικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις, τους αναγκαστικούς γάμους, τους γάμους παιδιών, τη φυλοκτονία και τους φόνους για λόγους προίκας· επιβεβαιώνει ότι η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίζει τέτοιου είδους πράξεις ως μορφές βασανιστηρίων· καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να συνεργασθούν ενεργά για την πρόληψη των πρακτικών βασανισμού, μέσω της κατάλληλης εκπαίδευσης και της ανάληψης δράσεων ευαισθητοποίησης·

91.

καταδικάζει κάθε μορφή βασανισμού γυναικών που συνδέεται με κατηγορίες για μαγεία, μία πρακτική που συνηθίζεται σε διάφορες χώρες ανά την υφήλιο·

92.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την προοδευτική και καινοτόμο προσέγγιση που ακολουθεί το Καταστατικό της Ρώμης, αναγνωρίζοντας τη σεξουαλική βία και οιαδήποτε μορφή βίας βάσει του φύλου, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων βιασμού, σεξουαλικής δουλείας, εξαναγκασμού σε πορνεία, εξαναγκασμού σε εγκυμοσύνη, εξαναγκασμού σε στείρωση, ή κάθε άλλης μορφής σεξουαλικής βίας ανάλογης βαρύτητας, ως μορφές βασανιστηρίων και, ως εκ τούτου, ως εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας· εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για την εφαρμογή, μέσω του Ταμείου του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τη στήριξη των θυμάτων, προγραμμάτων για την αποκατάσταση των γυναικών που υπήρξαν θύματα βίας, ιδίως σε μετασυγκρουσιακές καταστάσεις·

93.

καλεί την ΕΕ να ενθαρρύνει τις χώρες που δεν έχουν ακόμη επικυρώσει και εφαρμόσει τη Σύμβαση των ΗΕ κατά των βασανιστηρίων και το Καταστατικό της Ρώμης να προβούν στις σχετικές για τον σκοπό αυτό ενέργειες και να ενσωματώσουν στην εθνική τους νομοθεσία τις διατάξεις περί βίας που σχετίζεται με το φύλο·

94.

καλεί επειγόντως τα κράτη να καταδικάσουν έντονα τα βασανιστήρια και τη βία κατά γυναικών και κοριτσιών που διαπράττονται στη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων και μετασυγκρουσιακών καταστάσεων· αναγνωρίζει ότι η σεξουαλική βία και η όποια μορφή βίας βάσει του φύλου πλήττει τα θύματα και τους επιζώντες, τους συγγενείς, τις κοινότητες και τις κοινωνίες και ζητεί για τον σκοπό αυτό να εγκριθούν αποτελεσματικά μέτρα για την απόδοση ευθυνών, την αποκατάσταση και την παροχή αποτελεσματικών μέσων ένδικης προστασίας·

95.

θεωρεί ότι είναι πρωταρχικής σημασίας οι εισαγγελικοί και δικαστικοί λειτουργοί στα κράτη μέλη να διαθέτουν κατάλληλη αρμοδιότητα και ειδικές γνώσεις για να διώκουν και να δικάζουν αποτελεσματικά τους δράστες εγκλημάτων τα οποία συνδέονται με το φύλο·

96.

κρίνει ότι ο μη διαχωρισμός των φυλακισμένων διεμφυλικών γυναικών από τους άνδρες κρατούμενους συνιστά βάναυση, απάνθρωπη και εξευτελιστική πρακτική·

97.

καλεί την ΕΕ να προωθεί, στο πλαίσιο των διαλόγων σχετικά με τα δικαιώματα του ανθρώπου, την εφαρμογή των κανόνων του ΟΗΕ για τη μεταχείριση των κρατούμενων γυναικών και μη στερητικών της ελευθερίας μέτρων για γυναίκες δράστες εγκληματικών πράξεων (Συμφωνία της Μπανγκόκ), προκειμένου να ενισχυθούν οι διεθνείς κανόνες για τη μεταχείριση των γυναικών κρατουμένων, λαμβάνοντας υπόψη την υγεία τους, την ευαισθησία του φύλου και την ανάγκη φροντίδας των παιδιών·

ο

ο ο

98.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, τον ειδικό εντεταλμένο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, τον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τον ειδικό εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για τα βασανιστήρια.


(1)  http://www.ohchr.org/EN/ProfessionalInterest/Pages/DeclarationTorture.aspx

(2)  http://www.ohchr.org/EN/Issues/Torture/SRTorture/Pages/SRTortureIndex.aspx

(3)  (A/RES/67/176).

(4)  (A/RES/67/167).

(5)  http://www.ohchr.org/EN/ProfessionalInterest/Pages/StatusOfRefugees.aspx

(6)  http://www.cpt.coe.int/en/annual/rep-23.pdf

(7)  http://www.ohchr.org/EN/ProfessionalInterest/Pages/OPACCRC.aspx

(8)  http://www.ohchr.org/EN/ProfessionalInterest/Pages/OPSCCRC.aspx

(9)  http://www.icrc.org/eng/war-and-law/treaties-customary-law/geneva-conventions/

(10)  http://www.cidh.oas.org/Basicos/English/Basic9.Torture.htm

(11)  Δημοσιεύτηκε από την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Γενεύη, http://www.ohchr.org/Documents/Publications/training8Rev1en.pdf.

(12)  Έγγραφο 11855/2012 του Συμβουλίου.

(13)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cmsUpload/8590.el08.pdf

(14)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cmsUpload/10015.el08.pdf

(15)  http://eeas.europa.eu/human_rights/docs/guidelines_en.pdf

(16)  http://register.consilium.europa.eu/pdf/el/13/st09/st09431.el13.pdf

(17)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0503.

(18)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0504.

(19)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0418.

(20)  http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/etudes/join/2007/348584/EXPO-DROI_ET(2007)348584_EN.pdf

(21)  ΕΕ L 200 της 30.7.2005, σ. 1.

(22)  ΕΕ C 236 E της 12.8.2011, σ. 107.

(23)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0278.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/64


P7_TA(2014)0207

Σαουδική Αραβία

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη Σαουδική Αραβία, τις σχέσεις της με την ΕΕ και τον ρόλο της στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική (2013/2147(INI))

(2017/C 378/07)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία συνεργασίας της 25ης Φεβρουαρίου 1989 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (ΣΣΚ),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Ιουλίου 1990 σχετικά με την εμβέλεια της συμφωνίας ελευθέρων συναλλαγών που επρόκειτο να συναφθεί μεταξύ ΕΟΚ και ΣΣΚ (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Ιανουαρίου 1996 σχετικά με τη Σαουδική Αραβία (2),

έχοντας υπόψη την οικονομική συμφωνία μεταξύ των χωρών του ΣΣΚ που εγκρίθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2001 στο Μουσκάτ (Ομάν) και τη δήλωση του ΣΣΚ στη Ντόχα για την έναρξη ισχύος της τελωνειακής ένωσης στο πλαίσιο του Συμβουλίου Συνεργασίας των Αραβικών Χωρών του Κόλπου της 21ης Δεκεμβρίου 2002,

έχοντας υπόψη την επικύρωση από τη Σαουδική Αραβία, τον Οκτώβριο του 2004, της σύμβασης του ΟΗΕ για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW), και ιδίως το άρθρο 7 αυτής που αφορά τον πολιτικό και δημόσιο βίο,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Μαρτίου 2005 για τη Σαουδική Αραβία (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την ελευθερία της έκφρασης στο Διαδίκτυο (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Μαΐου 2007 με τίτλο «Μεταρρυθμίσεις στον αραβικό κόσμο: ποια στρατηγική για την Ευρωπαϊκή Ένωση;» (5)

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών στη Σαουδική Αραβία (6),

έχοντας υπόψη την έκθεση για την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας με τίτλο «Μέριμνα για την παροχή ασφάλειας σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο», που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο τον Δεκέμβριο του 2008,

έχοντας υπόψη το κοινό ανακοινωθέν του 19ου Συμβουλίου Υπουργών ΕΕ-ΣΣΚ της 29ης Απριλίου 2009 που πραγματοποιήθηκε στο Μουσκάτ,

έχοντας υπόψη το κοινό πρόγραμμα δράσης (2010-2013) σχετικά με την εφαρμογή της συμφωνίας συνεργασίας ΕΕ-ΣΣΚ του 1989,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με την Ένωση για τη Μεσόγειο (7),

έχοντας υπόψη το κοινό ανακοινωθέν του 20ού Συμβουλίου Υπουργών ΕΕ-ΣΣΚ της 14ης Ιουνίου 2010 που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2011 σχετικά με τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (ΣΣΚ) (8),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Απριλίου 2011 σχετικά με την κατάσταση στη Συρία, το Μπαχρέιν και την Υεμένη (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Ιουλίου 2011 σχετικά με την κατάσταση στη Συρία, την Υεμένη και το Μπαχρέιν, στο πλαίσιο της σημερινής κατάστασης στον αραβικό κόσμο και στη Βόρειο Αφρική (10),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την κατάσταση στη Συρία (11),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 27ης Οκτωβρίου 2011 σχετικά με το Μπαχρέιν (12),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του σχετικά με τις ετήσιες συνεδριάσεις της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στη Γενεύη (2000-2012),

έχοντας υπόψη την επίσκεψη της προέδρου της Υποεπιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εξ ονόματος του προέδρου Martin Schulz στη Σαουδική Αραβία, από τις 24 έως τις 25 Νοεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις του για τα ανθρώπινα δικαιώματα,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0125/2014),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας διαδραματίζει σημαντικό πολιτικό, οικονομικό και θρησκευτικό ρόλο στη Μέση Ανατολή και τον ισλαμικό κόσμο, ότι πρόκειται για τη χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή πετρελαίου στον κόσμο, ενώ αποτελεί επίσης ιδρυτικό και ηγετικό μέλος του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου και της ομάδας G-20· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας αποτελεί σημαντικό εταίρο για την ΕΕ·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ συνιστά βασικό εμπορικό εταίρο της Σαουδικής Αραβίας με ποσοστό 15 % του συνολικού εμπορίου και ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας είναι ο 11ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι μεγάλος αριθμός εταιρειών της ΕΕ επενδύουν στην οικονομία της Σαουδικής Αραβίας, ιδίως στον κλάδο πετρελαίων της χώρας και ότι η Σαουδική Αραβία συνιστά σημαντική αγορά για την εξαγωγή βιομηχανικών αγαθών της ΕΕ σε τομείς όπως η άμυνα, οι μεταφορές, η αυτοκινητοβιομηχανία και οι εξαγωγές ιατρικών και χημικών προϊόντων·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εισαγωγές αγαθών από το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας στην ΕΕ και οι εξαγωγές από την ΕΕ στη Σαουδική Αραβία αυξήθηκαν σημαντικά μεταξύ 2010 και 2012·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαπραγματεύσεις σχετικά με συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ της ΕΕ και του ΣΣΚ, οι οποίες ξεκίνησαν πριν από 20 έτη, ακόμη δεν έχουν ολοκληρωθεί·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και η Σαουδική Αραβία αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις που είναι παγκόσμιες σε προέλευση και αντίκτυπο, όπως η ραγδαία μεταβαλλόμενη οικονομία, η μετανάστευση, η ενεργειακή ασφάλεια, η διεθνής τρομοκρατία, η διάδοση όπλων μαζικής καταστροφής και η υποβάθμιση του περιβάλλοντος·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το μεταβαλλόμενο πολιτικό και στρατηγικό πλαίσιο στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής απαιτεί επαναξιολόγηση των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας είναι απόλυτη μοναρχία με κληρονομικό σύστημα διαδοχής και χωρίς εκλεγμένο κοινοβούλιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι αντιμετωπίζει την πρόκληση της κληρονομικής διαδοχής μεταξύ των μελών της βασιλικής οικογένειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας έχει πληθυσμό 28 εκατομμύρια ανθρώπους, με 9 εκατομμύρια εξ αυτών να είναι αλλοδαποί και 10 εκατομμύρια ηλικίας κάτω των 18 ετών· λαμβάνοντας υπόψη ότι από το 2001 και μετά έχουν πραγματοποιηθεί συγκρατημένες και σταδιακές μεταρρυθμίσεις, χωρίς ωστόσο να έχουν θεσμοθετηθεί, με αποτέλεσμα να είναι εύκολα αναστρέψιμες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επιδόσεις της χώρας στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων εξακολουθούν να είναι χείριστες, με σημαντικές ασυνέπειες μεταξύ των διεθνών υποχρεώσεών της και της εφαρμογής τους·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρώτες δημοτικές εκλογές στη Σαουδική Αραβία, το 2005, αποτέλεσαν την πρώτη εκλογική διαδικασία στην ιστορία της χώρας· λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2015 μόνο τα μισά μέλη των δημοτικών συμβουλίων θα είναι αιρετά ενώ τα άλλα μισά θα διοριστούν από τον βασιλιά·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μόνον εφέτος 30 γυναίκες διορίστηκαν για πρώτη φορά, στο συμβουλευτικό συμβούλιο Shura και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες θα αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές εκλογές μόνον από το 2015·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας «Γυναίκες, Επιχειρήσεις και δίκαιο 2014 — άρση των εμποδίων για την ενίσχυση της ισότητας των φύλων» (13) κατατάσσει τη Σαουδική Αραβία στην κορυφή των χωρών των οποίων οι νόμοι περιορίζουν το οικονομικό δυναμικό των γυναικών·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας είναι η μοναδική χώρα στην οποία οι γυναίκες δεν επιτρέπεται να οδηγούν και, παρόλον ότι δεν υπάρχει επίσημος νόμος που να απαγορεύει στις γυναίκες να οδηγούν, ένα υπουργικό διάταγμα του 1990 επισημοποίησε υφιστάμενη παραδοσιακή απαγόρευση και οι γυναίκες που αποπειρώνται να οδηγήσουν αντιμετωπίζουν κίνδυνο σύλληψης·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2012 ο δείκτης ανισότητας των φύλων (GII του ΠΑΗΕ) κατέταξε τη Σαουδική Αραβία στην 145η θέση σε σύνολο 148 χωρών, καθιστώντας τη μία από τις χώρες του κόσμου με τις μεγαλύτερες ανισότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγκόσμια έκθεση για το χάσμα μεταξύ των φύλων του 2012 (Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ) κατατάσσει τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας ως μία από τις ασθενέστερες στον κόσμο (θέση 133η επί 135 χωρών)·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη Σαουδική Αραβία ισχύει η θανατική ποινή για διάφορα εγκλήματα και ότι κατά το 2013 εκτελέστηκαν τουλάχιστον 24 άτομα· τουλάχιστον 80 άτομα εκτελέστηκαν το 2011 και παρόμοιος αριθμός το 2012 — δηλαδή πάνω από τρεις φορές περισσότερα από τα τουλάχιστον 27 άτομα που εκτελέστηκαν το 2010· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Σαουδική Αραβία είναι μία από τις ελάχιστες χώρες στις οποίες οι εκτελέσεις γίνονται δημοσία· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν καταγγελίες για εκτελέσεις γυναικών διά λιθοβολισμού, κατά παράβαση των κανόνων της Επιτροπής του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των γυναικών, η οποία καταδικάζει αυτή τη βάρβαρη μορφή βασανιστηρίων·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας έχει αναλάβει αποφασιστική δράση και μείζονα μέτρα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των οικονομικών δραστηριοτήτων που συνδέονται με την τρομοκρατία· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην παγκόσμια διάδοση και προώθηση μιας εξαιρετικά αυστηρής ερμηνείας του Ισλάμ με βάση τον σαλαφισμό/ουαχαμπισμό· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ακραίες εκδηλώσεις του σαλαφισμού/ουαχαμπισμού έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τρομοκρατικές οργανώσεις, όπως η Αλ-Κάιντα, και συνιστούν απειλή για την παγκόσμια ασφάλεια, ακόμη για την ίδια τη Σαουδική Αραβία· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας έχει αναπτύξει σύστημα ελέγχου των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν διοχετεύονται κεφάλαια σε τρομοκρατικές οργανώσεις, το οποίο πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν εκφράσει εδώ και καιρό ανησυχίες σχετικά με τα υπερβολικά ευρέα μέτρα κατά της τρομοκρατίας, στα οποία περιλαμβάνεται και η μυστική κράτηση, εξ αιτίας των οποίων έχουν οδηγηθεί σε κράτηση και φυλάκιση και φιλειρηνικοί αντιφρονούντες κατηγορούμενοι για τρομοκρατία· λαμβάνοντας υπόψη ότι διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων είχαν ζητήσει επίμονα από τον βασιλιά Abdullah να απορρίψει τον νόμο κατά της τρομοκρατίας που εγκρίθηκε από το συμβούλιο υπουργών στις 16 Δεκεμβρίου 2013, εξαιτίας του υπερβολικά ευρέος ορισμού της τρομοκρατίας, που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή άδικων περιορισμών στην ελευθερία της έκφρασης, καθώς οιαδήποτε ομιλία ασκεί κριτική στην κυβέρνηση ή την κοινωνία της Σαουδικής Αραβίας είναι δυνατόν να διωχθεί ποινικά·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία της έκφρασης και η ελευθερία του Τύπου και των μέσων ενημέρωσης, τόσο επιγραμμικών όσο και εκτός διαδικτύου, αποτελούν καίριες προϋποθέσεις και καταλυτικούς παράγοντες για τον εκδημοκρατισμό, τη μεταρρύθμιση και συνιστούν τρόπους άσκησης ουσιώδους ελέγχου της εξουσίας·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας έχει δυναμική κοινότητα επιγραμμικών ακτιβιστών και τον υψηλότερο αριθμό χρηστών twitter στη Μέση Ανατολή·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το έργο των οργανώσεων για την προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας υπόκειται σε αυστηρούς περιορισμούς, όπως αποδεικνύεται και από την άρνηση των αρχών να αναγνωρίσουν τις οργανώσεις Adala Centre for Human Rights και Union for Human Rights· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα φιλανθρωπικά ιδρύματα εξακολουθούν να είναι οι μόνες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που επιτρέπονται στη χώρα·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας χρειάζεται να διασφαλίσει την πραγματική θρησκευτική ελευθερία, ιδίως σε ό,τι αφορά τη δημόσια άσκηση και τις θρησκευτικές μειονότητες, σύμφωνα με το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, καθώς ο βασιλιάς του είναι ο φύλακας των δύο ιερών τζαμιών του Ισλάμ στη Μέκκα και στη Μεδίνα·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας συνεχίζει να διαπράττει εκτεταμένες παραβιάσεις βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρά τη δηλωμένη αποδοχή εκ μέρους του πολυάριθμων συστάσεων της καθολικής περιοδικής εξέτασης (ΚΠΕ) του 2009 ενώπιον του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ· ότι μεταξύ των συστάσεων αυτών είναι η μεταρρύθμιση του ποινικού δικαστικού του συστήματος, το οποίο παραβιάζει τα πλέον βασικά διεθνή πρότυπα, δεδομένου ότι οι κρατούμενοι συχνά αντιμετωπίζουν με συστηματικές παραβιάσεις της ορθής διαδικασίας, επειδή δεν υφίσταται έγγραφος ποινικός κώδικας ο οποίος να ορίζει σαφώς τι συνιστά ποινικό αδίκημα και οι δικαστές μπορούν να κρίνουν ελεύθερα σύμφωνα με τη δική τους ερμηνεία του ισλαμικού νόμου και την προφητική παράδοση· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης έχει τονίσει την πρόθεσή του να κωδικοποιήσει τη Σαρία και να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές για την επιβολή ποινών·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες σταδιακές δικαστικές μεταρρυθμίσεις ξεκίνησαν το 2007 από τον βασιλιά Abdullah, όταν ενέκρινε το σχέδιο για νέο δικαστικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης ανώτατου δικαστηρίου και ειδικών δικαστηρίων (εμπορικού, εργασιακού και διοικητικού)·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πολίτες Μπανγκλαντές, Ινδίας, Φιλιππινών, Πακιστάν και Υεμένης στάλθηκαν πίσω στις χώρες τους κατά τους τελευταίους μήνες, αφότου πραγματοποιήθηκε μεταρρύθμιση της εργασιακής νομοθεσίας προκειμένου να περιοριστεί ο αριθμός μεταναστών εργαζομένων, με σκοπό την καταπολέμηση της ανεργίας των πολιτών της χώρας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυξανόμενη εισροή τεράστιου αριθμού επαναπατριζομένων δημιουργεί ισχυρή πίεση στην συχνά αδύναμη και εύθραστη οικονομία των χωρών προέλευσης·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 12 Νοεμβρίου 2013, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών εξέλεξε το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να υπηρετήσει τριετή θητεία, από την 1η Ιανουαρίου 2014, στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εκκίνηση διαλόγου μεταξύ του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας και της ΕΕ σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορεί να αποτελέσει πολύ χρήσιμη ευκαιρία για τη βελτίωση της αμοιβαίας κατανόησης και την προώθηση περαιτέρω μεταρρυθμίσεων στη χώρα·

1.

αναγνωρίζει την αλληλεξάρτηση μεταξύ της ΕΕ και του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας όσον αφορά την περιφερειακή σταθερότητα, τις σχέσεις με τον ισλαμικό κόσμο, το μέλλον της μετάβασης των χωρών της Αραβικής Άνοιξης, την ειρηνευτική διαδικασία μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, τον πόλεμο στη Συρία, τη βελτίωση των σχέσεων με το Ιράν, τη σταθερότητα των παγκόσμιων αγορών πετρελαίου και των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών, και τα θέματα της παγκόσμιας διακυβέρνησης, ιδίως στο πλαίσιο της ομάδας G-20· υπογραμμίζει ότι το γεωπολιτικό περιβάλλον καθιστά τη Σαουδική Αραβία και τα άλλα κράτη μέλη του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (ΣΣΚ) επίκεντρο προκλήσεων για την ασφάλεια με περιφερειακό και με παγκόσμιο αντίκτυπο·

2.

συμμερίζεται κάποιες από τις ανησυχίες που εκφράστηκαν από το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, αλλά παροτρύνει την κυβέρνηση να συμμετάσχει ενεργά και εποικοδομητικά στη διεθνή κοινότητα· στο πλαίσιο αυτό εκφράζει ιδιαίτερα την ικανοποίησή του για τη συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας σχετικά με την απαλλαγή της Συρίας από τα χημικά όπλα, αποφεύγοντας παράλληλα την στρατιωτική αντιπαράθεση·

3.

καλεί παράλληλα το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να στηρίξει ενεργά την πρόσφατη προσωρινή συμφωνία μεταξύ της E3+3 και του Ιράν και να συμβάλει ώστε να διασφαλιστεί η διπλωματική επίλυση εκκρεμών πυρηνικών ζητημάτων σε μια πιο συνολική συμφωνία εντός των επόμενων έξι μηνών προς το συμφέρον της ειρήνης και της ασφάλειας για ολόκληρη την περιοχή·

4.

υπογραμμίζει το ενδιαφέρον της Ευρώπης για μια ειρηνική και εύρυθμη εξέλιξη και πολιτική μεταρρύθμιση στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, που θα αποτελέσει καίριο παράγοντα για την εξασφάλιση μακροχρόνιας ειρήνης, σταθερότητας και ανάπτυξης στην περιοχή·

5.

καλεί τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να ξεκινήσουν διάλογο με την ΕΕ στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, με σκοπό την καλύτερη κατανόηση και τον αποτελεσματικότερο προσδιορισμό των απαιτούμενων αλλαγών·

6.

καλεί τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να δώσουν στις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν το έργο τους διευκολύνοντας την καταχώρηση των αδειών τους· εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την παρενόχληση ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την κράτησή τους χωρίς απαγγελία κατηγοριών·

7.

ζητεί από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να δώσουν στην Εθνική Ένωση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα τη δυνατότητα να λειτουργεί ανεξάρτητα και να συμμορφώνεται με τα πρότυπα του ΟΗΕ περί των εθνικών ιδρυμάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων (αρχές του Παρισιού)·

8.

υπενθυμίζει ότι οι επιδόσεις του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων αξιολογήθηκαν τον Φεβρουάριο του 2009, στο πλαίσιο της καθολικής περιοδικής εξέτασης από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, και ότι οι αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας αποδέχθηκαν επισήμως σημαντικό αριθμό συστάσεων που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη της ΕΕ στο πλαίσιο της εν λόγω εξέτασης, μεταξύ άλλων για την κατάργηση της ανδρικής κηδεμονίας και τον περιορισμό της επιβολής της θανατικής ποινής και της σωματικής τιμωρίας· αναμένει ουσιαστικότερη πρόοδο ως προς την εφαρμογή των εν λόγω συστάσεων και παροτρύνει το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να υιοθετήσει μια εποικοδομητική προσέγγιση όσον αφορά τις συστάσεις που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της εν εξελίξει καθολικής περιοδικής εξέτασης για το 2013·

9.

εκφράζει τη σοβαρή ανησυχία του ότι οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως οι αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, τα βασανιστήρια και οι άδικες δίκες, συνεχίζουν να είναι ευρύτατες· ανησυχεί ιδιαίτερα ότι τα μέτρα δήθεν για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας χρησιμοποιούνται ολοένα περισσότερο ως μέσο για τη σύλληψη υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενώ αυξάνονται οι καταγγελίες σχετικά με παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· ζητεί από την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας να ενεργήσει επειγόντως σε σχέση με τις συστάσεις της ΚΠΕ του 2009, μεταξύ άλλων συνεχίζοντας και εντείνοντας την μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος·

10.

επικροτεί τη δέσμευση του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας με το σύστημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ μέσω του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τις καθολικές συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχει κυρώσει έως τώρα· ζητεί, ωστόσο, από το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να υπογράψει και να κυρώσει τις άλλες βασικές συνθήκες και συμφωνίες ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ, όπως το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και τη Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους·

11.

πιστεύει ότι η ιδιότητα μέλους του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ αυξάνει τις παγκόσμιες προσδοκίες για την επίδειξη ιδιαίτερου σεβασμού προς τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία και απευθύνει έκκληση στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να αυξήσει τις προσπάθειές του όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις· αναμένει από τα μέλη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να συνεργαστούν πλήρως με τις ειδικές του διαδικασίες και να επιτραπούν απρόσκοπτες επισκέψεις από όλους τους ειδικούς εισηγητές των Ηνωμένων Εθνών και, ιδίως, να γίνει δεκτή επίσκεψη του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια, την απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία·

12.

σημειώνει ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας έχει, σύμφωνα με αναφορές, τη μεγαλύτερη αναλογία χρηστών twitter παγκοσμίως, γεγονός το οποίο καταδεικνύει τον ισχυρό ρόλο των διαδικτυακών μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην χώρα και την αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τις γυναίκες· καλεί τις αρχές της Σαουδικής Αραβίας να επιτρέψουν την ελευθερία του τύπου και των μέσων ενημέρωσης και να διασφαλίσουν την ελευθερία της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι ειρηνικά για όλους τους πολίτες της χώρας· εκφράζει τη λύπη του για την καταστολή των ακτιβιστών και των διαδηλωτών όταν διαδηλώνουν ειρηνικά· τονίζει ότι η ειρηνική υπεράσπιση των βασικών έννομων δικαιωμάτων ή η διατύπωση επικριτικών σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν τρόπους άσκησης ενός θεμελιώδους δικαιώματος, όπως υπογράμμισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην έκθεσή του για την ψηφιακή ελευθερία· τονίζει ότι η ελευθερία του Τύπου και των μέσων ενημέρωσης, τόσο επιγραμμικών όσο και εκτός διαδικτύου είναι ουσιώδης σε μια ελεύθερη κοινωνία και συνιστά ζωτικό τρόπο άσκησης ελέγχου της εξουσίας·

13.

ζητεί από την κυβέρνηση του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να τηρήσει τις δεσμεύσεις της χώρας έναντι διαφόρων μέσων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων, έναντι του Αραβικού Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, της Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού, της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων και της Σύμβασης για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών·

14.

καλεί το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να υπογράψει και να κυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ)·

15.

ζητεί από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να βελτιώσουν το ποινικό δικαστικό τους σύστημα που βασίζεται στη Σαρία, προκειμένου να πληροί τα διεθνή πρότυπα που διέπουν τις διαδικασίες για τη σύλληψη, την κράτηση και τη δίκη, καθώς και τα δικαιώματα των κρατουμένων·

16.

καλεί τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να απελευθερώσουν κρατουμένους συνείδησης, να τερματίσουν τη δικαστική και εξωδικαστική παρενόχληση των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να επισπεύσουν την εφαρμογή της νέας νομοθεσίας σχετικά με τις ΜΚΟ που θα εξασφαλίζει την καταχώρισή τους, την ελευθερία λειτουργίας τους και τη δυνατότητα να λειτουργούν νόμιμα·

17.

ζητεί από την ΕΥΕΔ να στηρίξει ενεργά ομάδες της κοινωνίες των πολιτών που εργάζονται για την ενίσχυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας στη Σαουδική Αραβία· καλεί την αντιπροσωπεία της ΕΕ στο Ριάντ να επιδιώξει ένα γεμάτο πρόγραμμα για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά την παρακολούθηση δικαστικών υποθέσεων με την ιδιότητα του παρατηρητή και κατά την πραγματοποίηση επισκέψεων στις φυλακές·

18.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του για παγκόσμια κατάργηση των βασανιστηρίων, της σωματικής τιμωρίας και της θανατικής ποινής και ζητεί την άμεση αναστολή των εκτελέσεων στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας εξακολουθεί να επιβάλλει τη θανατική ποινή για ευρύ φάσμα εγκλημάτων· καλεί επίσης τις αρχές της Σαουδικής Αραβίας να μεταρρυθμίσουν το δικαστικό σύστημα προκειμένου να εξαλειφθούν όλες οι μορφές σωματικής τιμωρίας· επικροτεί εν προκειμένω το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία ενέκρινε πρόσφατα νομοθεσία που κατέστησε την ενδοοικογενειακή βία έγκλημα·

19.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, τον περασμένο Ιανουάριο, μια οικιακή βοηθός από τη Σρι Λάνκα αποκεφαλίστηκε στη Σαουδική Αραβία για έγκλημα που φέρεται να διέπραξε όταν ήταν ακόμη παιδί — σαφής παραβίαση της Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού, η οποία απαγορεύει ρητώς την επιβολή θανατικής ποινής σε άτομα που ήταν κάτω των 18 ετών κατά τον χρόνο διάπραξης του εγκλήματος·

20.

ζητεί από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να διασφαλίσουν ότι όλοι οι ισχυρισμοί για βασανιστήρια και άλλου είδους κακομεταχείριση θα διερευνώνται διεξοδικά και αμερόληπτα, ότι όλοι οι φερόμενοι ως δράστες θα διώκονται και ότι τυχόν κατάθεση που έχει αποσπαστεί με βασανιστήρια δεν θα χρησιμοποιείται ως αποδεικτικό στοιχείο σε ποινικές διαδικασίες·

21.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, παρά την κύρωση της διεθνούς Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων, οι ομολογίες που αποσπάστηκαν υπό πίεση ή εξαιτίας βασανιστηρίων είναι συνηθισμένες υποθέσεις· παροτρύνει τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να διασφαλίσουν την πλήρη εξάλειψη των βασανιστηρίων από το δικαστικό και το σωφρονιστικό σύστημα της χώρας·

22.

εκφράζει τη βαθειά του ανησυχία για το γεγονός ότι η Σαουδική Αραβία είναι μία από τις χώρες του κόσμου στην οποία συνηθίζονται ακόμα δημόσιες εκτελέσεις, ακρωτηριασμοί και μαστιγώσεις· ζητεί από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να εγκρίνουν νομοθεσία που θα θέτει εκτός νόμου τις εν λόγω πρακτικές, οι οποίες συνιστούν κατάφωρη παραβίαση πλειόνων διεθνών πράξεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα οποία το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας είναι συμβαλλόμενο μέρος·

23.

εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι οι αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας δεν απηύθυναν πρόσκληση στον ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ για τα βασανιστήρια και στον ειδικό εισηγητή του ΟΗΕ για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρά τη σύσταση της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OHCHR) προς όλα τα κράτη να καλέσουν επίσημα τους ειδικούς εισηγητές των Ηνωμένων Εθνών·

24.

καλεί τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να σέβονται τη δημόσια λατρεία οποιασδήποτε πίστης· εκφράζει την ικανοποίησή του για την ίδρυση του Διεθνούς Κέντρου Κing Abdullah Bin Abdulaziz για τον Διαθρησκευτικό και Διαπολιτιστικό Διάλογο (KAICIID) στη Βιέννη για την ενθάρρυνση του διαλόγου μεταξύ πιστών διαφορετικών θρησκευμάτων και πολιτισμών σε όλο τον κόσμο· ενθαρρύνει τις αρχές να επιδείξουν μετριοπάθεια και ανοχή σε όλα τα επίπεδα του εκπαιδευτικού συστήματος, όσον αφορά τη θρησκευτική πολυμορφία, μεταξύ άλλων και στους θρησκευτικούς χώρους, καθώς και κατά την άσκηση των δημόσιων καθηκόντων των αξιωματούχων και των δημόσιων υπαλλήλων·

25.

τονίζει την ανάγκη σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων όλων των θρησκευτικών μειονοτήτων· καλεί τις αρχές να καταβάλλουν περισσότερες προσπάθειες ώστε να εξασφαλίσουν την ανοχή και τη συνύπαρξη όλων των θρησκευτικών ομάδων· παροτρύνει τις αρχές να συνεχίσουν να εξετάζουν το εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να εξαλείψουν πιθανές υφιστάμενες αναφορές που εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των πιστών άλλων θρησκειών ή πεποιθήσεων·

26.

ζητεί από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να ορίσουν ελάχιστη ηλικία γάμου και να λάβουν μέτρα για την απαγόρευση των γάμων μεταξύ παιδιών σύμφωνα με τη Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού και τη Σύμβαση για την εξάλειψη κάθε μορφής διάκρισης κατά των γυναικών (CEDAW), τις οποίες αμφότερες κύρωσε το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας·

27.

επικροτεί την πρωτοβουλία του βασιλιά να διαθέσει σε γυναίκες, για πρώτη φορά το 2013, 30 από τις 150 έδρες της συμβουλευτικής συνέλευσης (συμβούλιο Shura) του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας και προσδοκεί την περαιτέρω ανάπτυξη των επαφών και των θεσμικών διασυνδέσεων μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του συμβουλίου Shura· αναμένει την υλοποίηση της δήλωσης του βασιλιά, σύμφωνα με την οποία οι γυναίκες θα αποκτήσουν το δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις επόμενες δημοτικές εκλογές, που θα διεξαχθούν το 2015, και στη συνέχεια σε όλες τις υπόλοιπες εκλογές·

28.

παροτρύνει τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να ανακαλέσουν το σύστημα της ανδρικής κηδεμονίας και προειδοποιεί ότι η εφαρμογή του νόμου που προστατεύει τις γυναίκες από την ενδοοικογενειακή βία, ο οποίος εγκρίθηκε στις 26 Αυγούστου 2013, θα καταστεί αποτελεσματική μόνον εφόσον ανακληθεί το σύστημα της ανδρικής κηδεμονίας, δεδομένου ότι το σύστημα αυτό περιορίζει τη δυνατότητα των γυναικών να καταγγέλλουν κρούσματα ενδοοικογενειακής ή σεξουαλικής βίας· ζητεί επίσης επίμονα από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να εξαλείψουν όλους τους περιορισμούς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των γυναικών, στην ελεύθερη κυκλοφορία, στην υγεία, στην εκπαίδευση, στον γάμο, στις ευκαιρίες απασχόλησης, στη δικαιοπρακτική ικανότητα καθώς και όλες τις μορφές διακρίσεων εις βάρος των γυναικών στο οικογενειακό δίκαιο και στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο, προκειμένου να προωθηθεί η συμμετοχή τους στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ζωή· επικροτεί την παγκόσμια εκστρατεία υποστήριξης της άρσης της απαγόρευσης οδήγησης για τις γυναίκες· καλεί τις αρχές να σταματήσουν να ασκούν πίεση σε εκείνους που συμμετέχουν στην εκστρατεία για το δικαίωμα των γυναικών να οδηγούν· υπενθυμίζει στην κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τη Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών και τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού καθώς και τις υποχρεώσεις που απορρέουν επίσης από την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών A/RES/53/144 για την έγκριση της διακήρυξης υπέρ των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· εφιστά την προσοχή στην ανάγκη οι εκστρατείες αυτές ευαισθητοποίησης να απευθύνονται επίσης στους άνδρες, ώστε να έχουν και αυτοί επίγνωση των δικαιωμάτων των γυναικών και των γενικών επιπτώσεων που έχει στην κοινωνία ο μη σεβασμός αυτών των δικαιωμάτων· επιμένει ότι οι πληροφορίες αυτές πρέπει να φθάσουν και στις αγροτικές όπως και στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας·

29.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόσφατη νομοθεσία που επιτρέπει στα κορίτσια της Σαουδικής Αραβίας που φοιτούν σε ιδιωτικά σχολεία να αθλούνται· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν ισχύει το αυτό για τα κορίτσια στα δημόσια σχολεία· επικροτεί τον υψηλό αριθμό γυναικών αποφοίτων πανεπιστημίων οι οποίες επί του παρόντος είναι περισσότερες από τους άνδρες και ενθαρρύνει την κυβέρνηση να συνεχίσει και να εντείνει τις προσπάθειές της για επένδυση στην εκπαίδευση των γυναικών· τονίζει ότι, ενώ οι γυναίκες στη Σαουδική Αραβία αποτελούν το 57 % των αποφοίτων πανεπιστημίων της χώρας, μόνο το 18 % εξ αυτών, ηλικίας άνω των 15 ετών απασχολούνται — ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά παγκοσμίως· ζητεί από την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας να επανεξετάσει και να μεταρρυθμίσει το σύστημα εκπαίδευσης των γυναικών, ώστε να αυξηθεί η συμμετοχή τους στην οικονομία, να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη των επιχειρηματικών τους δεξιοτήτων και να αντιμετωπιστούν συγκεκριμένα προβλήματα σε σχέση με την ισότητα των φύλων στη νομοθεσία, ώστε να βελτιωθεί η πρόσβαση των γυναικών στις κρατικές υπηρεσίες έκδοσης αδειών για επιχειρήσεις· αναγνωρίζει και επικροτεί το πρόγραμμα κατάρτισης που έχει θεσπιστεί από τον Εθνικό Οργανισμό για την από κοινού Εκπαίδευση, με στόχο την προετοιμασία των νέων γυναικών για την είσοδο στην αγορά εργασίας, και τονίζει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι αρχές της Σαουδικής Αραβίας για τη βελτίωση της θέσης των κοριτσιών όσον αφορά την κατάρτιση και την επέκταση της πρόσβασης των γυναικών σε νέους τομείς που κατά κανόνα απευθύνονται στους άνδρες·

30.

ενθαρρύνει τις προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας για την προώθηση των γυναικών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, χάρη στην οποία αναπτύσσονται νέες εκπαιδευτικές τάσεις στο Βασίλειο· σημειώνει ότι, παρόλο που το 2011 ο αριθμός των γυναικών που εγγράφηκαν στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανερχόταν σε 473 725 (429 842 άνδρες) ενώ το 1961 εγγράφηκαν μόλις 4 γυναίκες, και ο αριθμός των γυναικών που αποφοίτησαν από τα ιδρύματα αυτά ανερχόταν σε 59 948 (55 842 άνδρες)· το ποσοστό γυναικών που φοιτούν σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης αυξήθηκε από 33 % το 1974-5 σε 81 τοις εκατό το 2013· επικροτεί το πρόγραμμα διεθνούς υποτροφίας το οποίο έδωσε τη δυνατότητα οι γυναίκες υπότροφοι που φοιτούν στο εξωτερικό να ανέλθουν σε 24 581·

31.

επικροτεί τη χορήγηση των πρώτων αδειών άσκησης επαγγέλματος σε γυναίκες δικηγόρους αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το νομικό σύστημα βρίσκεται στα χέρια ανδρών δικαστών που προέρχονται από τον θρησκευτικό χώρο· λαμβάνει υπό σημείωση τη σταδιακή κωδικοποίηση του νόμου της Σαρία και ζητεί την επίσπευση της εν λόγω διαδικασίας, καθώς η έλλειψη κωδικοποίησης και η παράδοση του δικαστικού προηγούμενου προκαλούν συχνά μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο των νόμων της χώρας και παρατυπίες κατά την απονομή δικαιοσύνης· τονίζει την καίρια σημασία της εξασφάλισης της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και της δέουσας νομικής κατάρτισης των δικαστών·

32.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας κύρωσε τέσσερις συνθήκες ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συγκεκριμένα: τη Σύμβαση για την εξάλειψη κάθε μορφής διάκρισης κατά των γυναικών (CEDAW, κυρώθηκε το 2000), τη Σύμβαση κατά των βασανιστηρίων και άλλων μορφών σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CAT, 1997), τη Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού (1996) και τη διεθνή Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών φυλετικών διακρίσεων (1997)·

33.

υπογραμμίζει τη σημασία του διαλόγου που έχει δρομολογηθεί μεταξύ λόγιων γυναικών που έχουν κάνει ισλαμικές σπουδές για την ερμηνεία θρησκευτικών κειμένων από τη σκοπιά των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας·

34.

τονίζει ότι όλες οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών της ΕΕ με τη Σαουδική Αραβία θα πρέπει, καταρχήν, να προβλέπουν αυστηρές υποχρεώσεις που θα διασφαλίζουν την προστασία των γυναικών και των κοριτσιών·

35.

επικροτεί την πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Απασχόλησης να επισπεύσει την πρόσληψη γυναικών σε διάφορους κλάδους του ιδιωτικού τομέα, γεγονός το οποίο οδήγησε σε αύξηση του αριθμού γυναικών πολιτών της χώρας που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα από 55 600 το 2010 σε περίπου 100 000 το 2011 και σε 215 840 στα τέλη του 2012· επικροτεί την απόφαση του Υπουργείου Απασχόλησης σε συνδυασμό με το Ταμείο Ανάπτυξης Ανθρωπίνων Πόρων για τη θέσπιση προγραμμάτων προώθησης της απασχόλησης των γυναικών·

36.

καλεί τις αρχές να βελτιώσουν το σύστημα χορηγίας «kafala», τις συνθήκες εργασίας και τη μεταχείριση των μεταναστών εργαζομένων, και να επιστήσουν ιδιαίτερη προσοχή στην κατάσταση των γυναικών που εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί, οι οποίες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερο κίνδυνο για σεξουαλική βία και οι οποίες συχνά βρίσκονται αντιμέτωπες με συνθήκες που ισοδυναμούν ουσιαστικά με δουλεία· ενθαρρύνει την κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις στους εργασιακούς νόμους και ιδίως να καταργήσει εξ ολοκλήρου το σύστημα χορηγίας (kafala) και επικροτεί την πρόσφατη έκκληση της Εθνικής Εταιρείας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα προς την κυβέρνηση για την πρόσληψη αλλοδαπών εργαζομένων, αντί να γίνει αυτό στο πλαίσιο μιας υπηρεσίας του Υπουργείου Απασχόλησης· επικροτεί τις πρόσφατες προσπάθειες θέσπισης εθνικής εργασιακής νομοθεσίας με σκοπό την τυποποίηση της προστασίας των απασχολούμενων σε οικιακές εργασίες και την εξασφάλιση της ποινικής δίωξης των εργοδοτών σε περίπτωση σεξουαλικής και σωματικής κακοποίησης ή παραβίασης των εργασιακών δικαιωμάτων·

37.

καλεί τις αρχές της Σαουδικής Αραβίας να σταματήσουν τις πρόσφατες βίαιες επιθέσεις σε βάρος μεταναστών εργαζόμενων και να απελευθερώσουν τα χιλιάδες άτομα που έχουν συλληφθεί και κρατούνται σε πρόχειρα κέντρα και, σύμφωνα με ισχυρισμούς, συχνά χωρίς κατάλληλο καταφύγιο ή ιατρική περίθαλψη, και παροτρύνει τις χώρες προέλευσης να συνεργαστούν με τις αρχές της Σαουδικής Αραβίας προκειμένου να οργανώσουν την επιστροφή των εργαζομένων στην πατρίδα υπό όσο το δυνατόν πιο ανθρώπινες συνθήκες· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η εφαρμογή των εργασιακών νόμων συχνά δεν πραγματοποιείται σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα και ασκείται αδικαιολόγητη βία σε βάρος παράνομων μεταναστών, όπως στην επιχείρηση καταστολής που πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του 2013 η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 3 αιθιόπων πολιτών, την κράτηση 33 000 ατόμων και την απέλαση περίπου 200 000 παράνομων μεταναστών·

38.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την κύρωση από το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας ορισμένων από τις βασικές συμβάσεις της ΔΟΕ, συγκεκριμένα της Σύμβασης αριθ. 182 για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών παιδικής εργασίας· επικροτεί την προσχώρηση του Βασιλείου στο πρωτόκολλο για την πρόληψη, καταστολή και δίωξη της εμπορίας προσώπων, ιδίως γυναικών και παιδιών, (πρωτόκολλο του Παλέρμο)· αναμένη την υλοποίηση νομικών και πολιτικών μεταρρυθμίσεων ώστε να διασφαλιστεί η εφαρμογή όλων αυτών των διεθνών συνθηκών·

39.

λαμβάνει υπό σημείωση το γεγονός ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας απέρριψε πρόσφατα μια μη μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ·

40.

εκτιμά ότι η λύση για την αντιμετώπιση των κλιμακούμενων προβλημάτων ασφαλείας στην περιοχή έγκειται στην καθιέρωση ενός κοινού πλαισίου ασφαλείας, από το οποίο δεν θα εξαιρείται καμία χώρα και στο οποίο θα λαμβάνονται υπόψη τα έννομα συμφέροντα όλων των χωρών σε σχέση με την ασφάλεια·

41.

υπογραμμίζει την καίρια σημασία που θα μπορούσε να έχει η συνεργασία ΕΕ-Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του φονταμενταλισμού αλλά τονίζει ότι για να είναι αποτελεσματική πρέπει να σέβεται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες· ζητεί από τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να βελτιώσουν τον έλεγχο της χρηματοδότησης των ριζοσπαστικών μιλιταριστικών ομάδων στο εξωτερικό από πολίτες και φιλανθρωπικές οργανώσεις της Σαουδικής Αραβίας· χαιρετίζει τη συμφωνία συνεισφοράς για τη δρομολόγηση του Αντιτρομοκρατικού Κέντρου των Ηνωμένων Εθνών που υπεγράφη από τα Ηνωμένα Έθνη και το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας στις 19 Σεπτεμβρίου 2011 και την απόφαση του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να το χρηματοδοτήσει για τρία έτη·

42.

εκφράζει την ανησυχία ότι ορισμένοι πολίτες και οργανώσεις του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας παρέχουν πολιτική και οικονομική στήριξη σε ορισμένες θρησκευτικές και πολιτικές ομάδες της Βόρειας Αφρικής της Μέσης Ανατολής, της Ασίας και ιδίως της νότιας Ασίας (συγκεκριμένα του Πακιστάν και του Αφγανιστάν), ενδέχεται να οδηγήσει στην ενίσχυση φονταμενταλιστικών και σκοταδιστικών δυνάμεων που υπονομεύουν τις προσπάθειες για καλλιέργεια δημοκρατικής διακυβέρνησης και αντιτίθενται στη συμμετοχή των γυναικών στον δημόσιο βίο·

43.

καλεί τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να συνεργαστούν με την ΕΕ και διεθνώς ώστε να εμποδίσουν τα κινήματα των σαλαφιστών να παρέχουν στήριξη στις ένοπλες ομάδες ανταρτών στο Μάλι και τις δραστηριότητες που αυτές αναπτύσσουν εναντίον του κράτους και που έχουν ως αποτέλεσμα την αποσταθεροποίηση ολόκληρης της περιοχής·

44.

τονίζει ότι το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας αποτελεί βασικό μέλος της «Ομάδας Φίλων της Συρίας»· καλεί το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να συμβάλει σε μια ειρηνική, δίχως αποκλεισμούς λύση όσον αφορά τη σύγκρουση στη Συρία, ιδίως μέσω της στήριξης των συνομιλιών κατά τη διάσκεψη «Γενεύη ΙΙ», άνευ προϋποθέσεων· ζητεί επίσης πιο ενεργό ρόλο στην παροχή κάθε δυνατής ανθρωπιστικής βοήθειας στο συριακό λαό που πλήττεται από τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία· ζητεί από το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να τερματίσει τη χρηματοδοτική, στρατιωτική και πολιτική του στήριξη προς συριακές εξτρεμιστικές ομάδες και να ενθαρρύνει άλλες χώρες να πράξουν το ίδιο·

45.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να συμβάλει εποικοδομητικά και να παρέμβει υπέρ των ειρηνικών μεταρρυθμίσεων και του εθνικού διαλόγου στο Μπαχρέιν·

46.

καλεί τις αρχές του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας να συμμετάσχουν σε ειρηνικό διάλογο με το Ιράν σχετικά με τις διμερείς σχέσεις και το μέλλον της περιοχής· επικροτεί περαιτέρω τη δήλωση της κυβέρνησης του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας της 24ης Νοεμβρίου 2013 σχετικά με το αποτέλεσμα της συμφωνίας της Γενεύης με το Ιράν·

47.

ζητεί από την ΕΕ και το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας να συνεργαστούν αποτελεσματικά με στόχο να επιτευχθεί δίκαιο και βιώσιμο αποτέλεσμα για τον τερματισμό της διαμάχης Ισραήλ-Παλαιστίνης·

48.

παροτρύνει τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να αυξήσουν την παρουσία τους στην περιοχή και να ενισχύσουν τις σχέσεις εργασίας με το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, αυξάνοντας τους πόρους στην Αντιπροσωπεία στο Ριάντ και με τον σχεδιασμό τακτικών επισκέψεων στο Βασίλειο, συγκεκριμένα από την Ύπατη Εκπρόσωπο για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας·

49.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας/Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, την Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την Α.Μ. τον Βασιλέα Abdullah Ibn Abdul Aziz, την κυβέρνηση του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας, και τον Γενικό Γραμματέα του Κέντρου Εθνικού Διαλόγου του Βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας


(1)  ΕΕ C 231 της 17.9.1990, σ. 216

(2)  ΕΕ C 32 της 5.2.1996, σ. 98.

(3)  ΕΕ C 320 Ε της 15.12.2005, σ. 281.

(4)  ΕΕ C 303 Ε της 13.12.2006, σ. 879

(5)  ΕΕ C 76 E της 27.3.2008, σ. 100.

(6)  ΕΕ C 323 Ε της 18.12.2008, σ. 529

(7)  EE C 161 E της 31.5.2011, σ. 126.

(8)  EE C 247 E της 17.8.2012, σ. 1.

(9)  ΕΕ C 296 E της 2.10.2012, σ. 81.

(10)  ΕΕ C 33 Ε της 5.2.2013, σ. 158.

(11)  ΕΕ C 51 Ε της 22.2.2013, σ. 118.

(12)  ΕΕ C 131 E της 8.5.2013, σ. 125.

(13)  http://wbl.worldbank.org/~/media/FPDKM/WBL/Documents/Reports/2014/Women-Business-and-the-Law-2014-Key-Findings.pdf


Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/73


P7_TA(2014)0208

Ο περιφερειακός ρόλος του Πακιστάν και οι πολιτικές σχέσεις με την ΕΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον περιφερειακό ρόλο του Πακιστάν και τις πολιτικές του σχέσεις με την ΕΕ (2013/2168(INI))

(2017/C 378/08)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 2 και 21 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

έχοντας υπόψη το πενταετές σχέδιο συνεργασίας ΕΕ-Πακιστάν του Φεβρουαρίου του 2012 (1),

έχοντας υπόψη το στρατηγικό πλαίσιο και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία (11855/2012), όπως εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων στις 25 Ιουνίου 2012 (2),

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφάλειας με τίτλο «Μια ασφαλής Ευρώπη σε έναν καλύτερο κόσμο», η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 12 Δεκεμβρίου 2003, καθώς και την έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της με τίτλο «Providing Security in a Changing World» (Μεριμνώντας για την ασφάλεια σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο), η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 978/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012 , για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (3), και για τη θέσπιση ειδικότερα κινήτρων υπέρ της «αειφόρου ανάπτυξης και της χρηστής διακυβέρνησης»(GSP+),

έχοντας υπόψη το παράρτημα VIII του ανωτέρω κανονισμού στο οποίο απαριθμούνται οι συμβάσεις ΟΗΕ/ΔΟΕ για τα βασικά ανθρώπινα και εργασιακά δικαιώματα, καθώς και οι συμβάσεις σχετικά με το περιβάλλον και τις αρχές διακυβέρνησης, τις οποίες το Πακιστάν έχει επικυρώσει και έχει συμφωνήσει να εφαρμόζει αποτελεσματικά,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων για το Πακιστάν, της 11ης Μαρτίου 2013,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Φεβρουαρίου 2013 σχετικά με τις πρόσφατες επιθέσεις κατά ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού στο Πακιστάν (4), τη θέση του της 13ης Σεπτεμβρίου 2012 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων έκτακτης ανάγκης στο Πακιστάν (5), και το ψήφισμά του της 15ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τη θέση της γυναίκας στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν (6), καθώς και την επίσκεψη αντιπροσωπείας της Υποεπιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Πακιστάν τον Αύγουστο του 2013,

έχοντας υπόψη την από 18 Σεπτεμβρίου 2013 έκθεση του Ειδικού Εισηγητή του ΟΗΕ Ben Emmerson για την προαγωγή και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών κατά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, και την από 13 Σεπτεμβρίου 2013 έκθεση του Ειδικού Εισηγητή του ΟΗΕ Christof Heyns για τις εξωδικαστικές, συνοπτικές ή αυθαίρετες εκτελέσεις,

έχοντας υπόψη το από 18 Δεκεμβρίου 2013 ψήφισμα 68/178 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ περί προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών κατά την καταπολέμηση της τρομοκρατίας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0117/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στρατηγικός ρόλος του Πακιστάν στην ευρύτερη περιοχή, οι σχέσεις του με τους γείτονές του και οι σχέσεις ΕΕ-Πακιστάν έχουν μεγάλη και αυξανόμενη σημασία για τα συμφέροντα της ΕΕ, δεδομένης της κομβικής θέσης της χώρας που βρίσκεται στο κέντρο μιας ασταθούς περιοχής, της καίριας σημασίας της για την ασφάλεια και την ανάπτυξη στην κεντρική και νότια Ασία, και του καθοριστικού ρόλου της στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, της διάδοσης των πυρηνικών όπλων, της εμπορίας ναρκωτικών, της σωματεμπορίας και άλλων διακρατικών απειλών, που όλες επηρεάζουν την ασφάλεια και την ευημερία των ευρωπαίων πολιτών·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κοινοβουλευτικές εκλογές του Μαΐου 2013 σηματοδότησαν, για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία του Πακιστάν, τη μεταβίβαση της εξουσίας από μια εκλεγμένη πολιτική κυβέρνηση σε άλλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία εκδημοκρατισμού στο Πακιστάν βασίζεται σε ευρύτερες κοινωνικές αλλαγές, περιλαμβανομένης της ανόδου της μεσαίας αστικής τάξης, της ανάπτυξης μιας ολοένα πιο δραστήριας κοινωνίας των πολιτών, και της ανάδυσης ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική και οικονομική πρόοδος της χώρας εμποδίζεται από εκτεταμένα εσωτερικά και περιφερειακά προβλήματα ασφάλειας, όπως οι εξτρεμισμοί, οι θρησκευτικές διαμάχες, οι επιθέσεις αυτοκτονίας και οι δολοφονίες, καθώς και η ανομία στις περιοχές των φυλών, προβλήματα τα οποία επιδεινώνονται από την αδυναμία των αρχών επιβολής του νόμου και του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Πακιστάν είναι μία από τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού εκτός σχολικής εκπαίδευσης παγκοσμίως, καθώς εκτιμάται ότι περίπου 12 εκατομμύρια παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο και σχεδόν τα δύο τρίτα των γυναικών και το ήμισυ των ανδρών στο Πακιστάν είναι αναλφάβητοι· λαμβάνοντας υπόψη ότι η χώρα εξακολουθεί να κατατάσσεται στην 134η θέση σε σύνολο 135 χωρών σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για το χάσμα μεταξύ των φύλων·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τον παγκόσμιο δείκτη κινδύνου για το κλίμα (Global Climate Risk Index), το Πακιστάν συγκαταλέγεται στις δώδεκα χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή την τελευταία εικοσαετία, ότι έχει αντιμετωπίσει έντονες πλημμύρες καθώς και περιόδους λειψυδρίας και ότι επηρεάζεται άμεσα από την υποχώρηση των παγετώνων στις οροσειρές των Ιμαλαΐων και του Καρακορούμ·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Πακιστάν είναι μία ημι-βιομηχανική χώρα, χαμηλού-μεσαίου εισοδήματος, ενώ το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Πακιστάν είναι στην 146η θέση ανάμεσα σε 187 χώρες σύμφωνα με τον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης 2012 (HDI), μια θέση χαμηλότερα από την 145η θέση που είχε το 2011· λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κατάσταση στο Πακιστάν έχει επιδεινωθεί από αλλεπάλληλες φυσικές καταστροφές, καθώς και ότι το υψηλό επίπεδο της ανασφάλειας, της αστάθειας και της ευρέως διαδεδομένης διαφθοράς στη χώρα αποδυναμώνουν την οικονομική της μεγέθυνση και περιορίζουν τις δυνατότητες της κυβέρνησης να αναπτύξει τη χώρα·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Πακιστάν είναι ευάλωτο σε ένα ευρύ φάσμα κινδύνων, κυρίως πλημμύρες και σεισμούς· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ασταθής κατάσταση ασφάλειας, σε συνδυασμό με τις κοινωνικές προκλήσεις στο Πακιστάν, λειτουργούν ως καταλύτης ενισχύοντας τον ευάλωτο χαρακτήρα της χώρας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι καταστροφές επί πολλά χρόνια έχουν εξαντλήσει τις στρατηγικές αντιμετώπισης των ήδη φτωχών κοινοτήτων και έχουν σημαντικά μειώσει την αντοχή τους σε μελλοντικές καταστροφές·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εποικοδομητική συμβολή του Πακιστάν έχει καίρια σημασία για την επίτευξη συμφιλίωσης, ειρήνης και πολιτικής σταθερότητας στις γειτονικές του χώρες, και ιδίως στο Αφγανιστάν, ιδίως στο πλαίσιο της προγραμματισμένης για το 2014 απόσυρσης των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Πακιστάν είναι ένας από τους μεγαλύτερους αποδέκτες αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής βοήθειας της ΕΕ και ότι η ΕΕ είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά του Πακιστάν·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Πακιστάν αποκτά ολοένα περισσότερη σημασία ως εταίρος της ΕΕ στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, της διάδοσης των πυρηνικών όπλων, της σωματεμπορίας, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και του οργανωμένου εγκλήματος, καθώς και όσον αφορά την εξασφάλιση περιφερειακής σταθερότητας·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και το Πακιστάν αποφάσισαν πρόσφατα να εμβαθύνουν και να διευρύνουν τις διμερείς σχέσεις τους, όπως καθίσταται σαφές από το πενταετές σχέδιο συνεργασίας, που τέθηκε σε εφαρμογή τον Φεβρουάριο του 2012, και από τον πρώτο στρατηγικό διάλογο ΕΕ-Πακιστάν, που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2012·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πενταετές σχέδιο συνεργασίας ΕΕ-Πακιστάν του 2012 έχει στόχο την οικοδόμηση στρατηγικής σχέσης και τη σφυρηλάτηση μιας εταιρικής σχέσης για την ειρήνη και την ανάπτυξη βάσει κοινών αξιών και αρχών·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από την 1η Ιανουαρίου 2014 το Πακιστάν εντάσσεται στο ειδικό σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων της ΕΕ (GSP+)·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Σεπτέμβριο 2012 το εργοστάσιο Ali Enterprises στο Καράτσι, που παράγει ρούχα τζην για την ευρωπαϊκή αγορά, καταστράφηκε από πυρκαγιά, με 286 νεκρούς εργάτες που είχαν παγιδευθεί· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενσωμάτωση του Πακιστάν στο σύστημα GSP+ θα μπορούσε να δώσει ώθηση στην παραγωγή του κλωστοϋφαντουργικού κλάδου και να καταστήσει ακόμη σημαντικότερο το θέμα της βελτίωσης των εργατικών δικαιωμάτων και των συνθηκών παραγωγής·

1.

υπογραμμίζει τη σημασία των εκλογών του Μαΐου 2013 για την παγίωση της δημοκρατίας στο Πακιστάν και την πολιτική διακυβέρνηση της χώρας· προτρέπει τις πολιτικές ελίτ του Πακιστάν να αξιοποιήσουν τη συγκυρία για να ενισχύσουν περαιτέρω τους δημοκρατικούς θεσμούς, το κράτος δικαίου και τον πολιτικό έλεγχο σε όλους τους τομείς της δημόσιας διοίκησης, ιδίως πάνω στις δυνάμεις ασφαλείας και στη δικαιοσύνη, να προωθήσουν την εσωτερική και περιφερειακή ασφάλεια, να θεσπίσουν μεταρρυθμίσεις στον τρόπο διακυβέρνησης με σκοπό την αναζωογόνηση της οικονομικής μεγέθυνσης, την ενίσχυση της διαφάνειας και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, να απαλύνουν τις κοινωνικές αδικίες, και να τερματίσουν και να επανορθώσουν όλες τις παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων·

2.

αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι η οικοδόμηση μιας βιώσιμης δημοκρατίας και μιας πλουραλιστικής κοινωνίας όπως και η επίτευξη μεγαλύτερης κοινωνικής δικαιοσύνης, η εξάλειψη της ακραίας φτώχειας και του υποσιτισμού σε διάφορα μέρη της χώρας, η αύξηση του ποσοστού αποφοίτων βασικής εκπαίδευσης και η προπαρασκευή της χώρας ενόψει των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, συνεπάγονται ριζικές και δύσκολες μεταρρυθμίσεις της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης του Πακιστάν, η οποία εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από φεουδαρχικές δομές γαιοκτησίας και πολιτικής υποτέλειας, από ανισότητα προτεραιοτήτων μεταξύ στρατιωτικών δαπανών αφενός και δαπανών κοινωνικής πρόνοιας, εκπαίδευσης και οικονομικής ανάπτυξης αφετέρου, καθώς και από ένα δυσλειτουργικό σύστημα είσπραξης εσόδων που υπονομεύει συστηματικά την ικανότητα του κράτους να παράγει κοινωνικά αγαθά·

3.

στηρίζει και ενθαρρύνει τις προσπάθειες της Πακιστανικής Κυβέρνησης να αναπτύξει αποτελεσματικά μέσα για την πρόληψη και την παρακολούθηση του ενδεχομένου μελλοντικών φυσικών καταστροφών, καθώς και για τη βελτίωση του συντονισμού και της συνεργασίας της ανθρωπιστικής βοήθειας με τοπικούς φορείς, διεθνείς ΜΚΟ και φορείς συγκέντρωσης κεφαλαίων·

4.

επαναλαμβάνει ότι η χρηστή διακυβέρνηση, η δημιουργία υπεύθυνων και συμμετοχικών θεσμών, ο διαχωρισμός των εξουσιών και ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποτελούν σημαντικά στοιχεία για την αντιμετώπιση του πλέγματος ανάπτυξης και ασφάλειας στο Πακιστάν· εκτιμά επίσης ότι οι εκλεγμένες πολιτικές κυβερνήσεις, οι οποίες διαθέτουν δημοκρατική νομιμότητα, οι επαρχίες στις οποίες έχουν εκχωρηθεί εξουσίες και οι αποτελεσματικές τοπικές κυβερνήσεις είναι οι πλέον κατάλληλες για να περιορίσουν το κύμα βίας και εξτρεμισμού, να αποκαταστήσουν την κρατική εξουσία στις ομοσπονδιακά διοικούμενες φυλετικές περιοχές του Πακιστάν (FATA), και να διασφαλίσουν την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα του Πακιστάν·

5.

επικροτεί, εν προκειμένω, την πρόθεση της πακιστανικής κυβέρνησης να προβεί σε ειρηνικό διάλογο με το κίνημα των Ταλιμπάν στο Πακιστάν (Tehreek-e-Taliban Pakistan, TTP), υπό τον όρο ότι με τον τρόπο αυτό θα προετοιμαστεί το έδαφος για την εξεύρεση βιώσιμης πολιτικής λύσης στις εξεγέρσεις και για τη διαμόρφωση μιας σταθερής δημοκρατικής τάξης, ενώ παράλληλα θα γίνονται σεβαστά τα ανθρώπινα δικαιώματα· καλεί, ωστόσο, τους διαπραγματευτές να λάβουν υπόψη ότι το μορφωτικό επίπεδο -ιδίως των γυναικών- αποτελεί στοιχείο άκρως καθοριστικής σημασίας για την πρόοδο των κοινωνιών και να καταστήσουν τη σχολική εκπαίδευση των κοριτσιών βασικό στοιχείο των διαπραγματεύσεων·

6.

επικροτεί τη διαρκή δέσμευση του Πακιστάν ότι θα καταπολεμήσει την τρομοκρατία και στις δύο πλευρές των συνόρων του, και ενθαρρύνει τις αρχές να λάβουν πιο τολμηρά μέτρα ώστε να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες επιστράτευσης και εκπαίδευσης τρομοκρατών στο έδαφος του Πακιστάν, φαινόμενο το οποίο μετατρέπει ορισμένες περιοχές του Πακιστάν σε ασφαλή παράδεισο για τρομοκρατικές οργανώσεις, στόχος των οποίων είναι η αποσταθεροποίηση της χώρας και της περιοχής, και κυρίως του Αφγανιστάν·

7.

σημειώνει ότι ο ηγέτης των Ταλιμπάν του Πακιστάν Hakimullah Mehsud σκοτώθηκε από μη επανδρωμένο αμερικανικό αεροσκάφος την 1η Νοεμβρίου 2013 και ότι το κοινοβούλιο του Πακιστάν και η νέα κυβέρνηση αντιτάχθηκαν επισήμως σε τέτοιες επεμβάσεις και ότι τα όρια για τη χρήση τηλεκατευθυνομένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών πρέπει να καθορισθούν με μεγαλύτερη σαφήνεια στο διεθνές δίκαιο·

8.

ζητεί από την πακιστανική κυβέρνηση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της και να ανταποκριθεί στις ευθύνες της όσον αφορά την ασφάλεια, με περαιτέρω δέσμευση στην καταπολέμηση του εξτρεμισμού, της τρομοκρατίας και του ριζοσπαστισμού, μέσω της εφαρμογής αυστηρών και δραστικών μέτρων για την ασφάλεια και την επιβολή του νόμου, καθώς και με την αντιμετώπιση της ανισότητας και των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων που μπορούν να τροφοδοτήσουν τη ριζοσπαστικοποίηση της πακιστανικής νεολαίας·

9.

σημειώνει ότι η πακιστανική κυβέρνηση έχει εκφράσει με σαφήνεια την αντίθεσή της στις επιθέσεις των αμερικανικών μη επανδρωμένων τηλεκατευθυνόμενων αεροσκαφών στην επικράτειά της· επικροτεί το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το οποίο ζητεί περαιτέρω διευκρινίσεις για το νομικό πλαίσιο που ισχύει όσον αφορά τη χρήση οπλισμένων, μη επανδρωμένων τηλεκατευθυνόμενων αεροσκαφών·

10.

επικροτεί τη συμβολή του Πακιστάν στις διαδικασίες οικοδόμησης κράτους και συμφιλίωσης στο Αφγανιστάν, περιλαμβανομένης της παροχής βοήθειας για τη διευκόλυνση της επανέναρξης των ειρηνευτικών συνομιλιών· αναμένει ότι το Πακιστάν θα τηρήσει την ίδια θετική στάση κατά την προεκλογική περίοδο αλλά και μετά τις προεδρικές εκλογές του Αφγανιστάν· εκφράζει την ανησυχία του για τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ γειτονικών δυνάμεων όσον αφορά την άσκηση επιρροής στο Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ·

11.

ελπίζει στον εποικοδομητικό ρόλο του Πακιστάν για την προαγωγή της περιφερειακής σταθερότητας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την παρουσία του ΝΑΤΟ και των κρατών μελών της ΕΕ στο Αφγανιστάν μετά το 2014, διευρύνοντας περαιτέρω την τριμερή μορφή συνεργασίας στο Αφγανιστάν με την Ινδία, την Τουρκία, την Κίνα, τη Ρωσία και το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και ενισχύοντας την περιφερειακή συνεργασία για την καταπολέμηση της σωματεμπορίας και του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και προϊόντων·

12.

θεωρεί ενθαρρυντική την πρόσφατη επίτευξη απτής προόδου στο πλαίσιο του διαλόγου μεταξύ Πακιστάν και Ινδίας, ιδίως όσον αφορά το εμπόριο και τις διαπροσωπικές επαφές, χάρη στην εποικοδομητική στάση αμφότερων των μερών· θεωρεί λυπηρό το ότι τα θετικά αποτελέσματα του διαλόγου παραμένουν εκτεθειμένα σε ανεξέλεγκτα περιστατικά, όπως τα συνεχιζόμενα επεισόδια στη «γραμμή ελέγχου» που χωρίζει τα εδάφη του Κασμίρ υπό πακιστανική κατοχή από τα εδάφη υπό ινδική κατοχή· καλεί αμφότερες τις κυβερνήσεις να εξασφαλίσουν τη δημιουργία κατάλληλων δομών διοίκησης, την υποχρέωση λογοδοσίας του στρατιωτικού προσωπικού και την ανάπτυξη διαλόγου μεταξύ στρατιωτικών, με σκοπό την αποφυγή παρόμοιων περιστατικών στο μέλλον·

13.

αναγνωρίζει το έννομο συμφέρον του Πακιστάν να καλλιεργήσει στρατηγικούς, οικονομικούς και ενεργειακούς δεσμούς με την Κίνα· θεωρεί ότι είναι σημαντικό οι στενότερες σχέσεις Πακιστάν-Κίνας να ενισχύουν τη γεωπολιτική σταθερότητα στη νότια Ασία·

14.

επισημαίνει τις προσπάθειες του Πακιστάν για πλήρη προσχώρηση στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) ως θετική ένδειξη της φιλοδοξίας της χώρας να συμμετέχει περισσότερο σε πολυμερείς πρωτοβουλίες· σημειώνει, ωστόσο, την απουσία επίσημου μηχανισμού συνεργασίας μεταξύ του SCO και της ΕΕ και επισημαίνει τις αποκλίσεις όσον αφορά τα αντίστοιχα κανονιστικά πλαίσια και τις θέσεις τους πάνω σε παγκόσμια ζητήματα·

15.

εκφράζει την ανησυχία του για τις αναφορές ότι το Πακιστάν εξετάζει το ενδεχόμενο εξαγωγής πυρηνικών όπλων σε τρίτες χώρες· αναμένει από την ΕΕ και τα κράτη μέλη, παρά την επίσημη διάψευση των εν λόγω αναφορών, να καταστήσουν σαφές στο Πακιστάν ότι η εξαγωγή πυρηνικών όπλων δεν είναι αποδεκτή· καλεί το Πακιστάν, ως κράτος με πυρηνικά όπλα, να απαγορεύσει νομικώς τις εξαγωγές κάθε υλικού ή τεχνογνωσίας που σχετίζεται με πυρηνικά όπλα και να συμβάλει ενεργά στις διεθνείς προσπάθειες για τη μη διάδοση· εκτιμά ότι η υπογραφή και επικύρωση της συνθήκης μη διάδοσης (ΝΡΤ) από το Πακιστάν -όπως κι από την Ινδία- θα απεδείκνυε μια ισχυρή δέσμευση υπέρ της ειρηνικής περιφερειακής συνύπαρξης και θα συνέβαλλε πάρα πολύ στην ασφάλεια όλης της περιοχής·

16.

θεωρεί ότι η καταπολέμηση του εξτρεμισμού και του ριζοσπαστισμού συνδέεται άμεσα με την ενίσχυση του εκδημοκρατισμού και επιβεβαιώνει το έντονο ενδιαφέρον της ΕΕ και τη συνεχή στήριξή της για τη δημιουργία ενός δημοκρατικού, ασφαλούς και καλοδιοικούμενου Πακιστάν με ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα και χρηστή διακυβέρνηση, το οποίο θα σέβεται το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, θα διατηρεί φιλικές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες και θα έχει σταθεροποιητική επίδραση στην περιοχή·

17.

υπενθυμίζει ότι, παραδοσιακά, οι σχέσεις ΕΕ-Πακιστάν αναπτύσσονταν σε ένα πλαίσιο που στηριζόταν στην ανάπτυξη και το εμπόριο· εκτιμά τη σημαντική και διαρκή συμβολή της αναπτυξιακής και ανθρωπιστικής συνεργασίας της ΕΕ, και επικροτεί την προοπτική επιλεξιμότητας του Πακιστάν για το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων της ΕΕ (GSP+) από το 2014 και έπειτα· καλεί το Πακιστάν να τηρεί πλήρως τους σχετικούς όρους και καλεί την Επιτροπή να εγγυηθεί την αυστηρή εφαρμογή ενισχυμένης εποπτείας, όπως προβλέπεται στον νέο κανονισμό του GSP, τονίζει δε ότι η συνεργασία, ιδίως στους τομείς της παιδείας, της δημοκρατικής οικοδόμησης και της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, πρέπει να συνεχίσουν να έχει την προτεραιότητα·

18.

είναι πεπεισμένο ότι απαιτείται περαιτέρω εμβάθυνση και ολοκλήρωση των σχέσεων ΕΕ-Πακιστάν μέσω της ανάπτυξης πολιτικού διαλόγου και της διατήρησης μέσω αυτού μιας σχέσης αμοιβαίων συμφερόντων μεταξύ ισότιμων εταίρων· επικροτεί, εν προκειμένω, την έγκριση του πενταετούς σχεδίου συνεργασίας και την έναρξη του στρατηγικού διαλόγου ΕΕ-Πακιστάν, που αντικατοπτρίζουν την αυξημένη βαρύτητα της συνεργασίας σε επίπεδο πολιτικής και ασφάλειας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την αντιτρομοκρατική πολιτική, τον αφοπλισμό και τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, καθώς και τη μετανάστευση, την εκπαίδευση και τον πολιτισμό· ελπίζει πάντως ότι θα επιτευχθεί μεγαλύτερη πρόοδος σε όλους τους τομείς του σχεδίου συνεργασίας·

19.

ενθαρρύνει τόσο την ΕΕ όσο και το Πακιστάν να συνεργαστούν κατά τη διαδικασία εφαρμογής, παρακολουθώντας τακτικά την πρόοδο μέσω ενός ενισχυμένου διαλόγου μεταξύ των δυο μερών μακροπρόθεσμα·

20.

θεωρεί ότι ο εκδημοκρατισμός του Πακιστάν έχει προσφέρει μια ευκαιρία στην ΕΕ να ακολουθήσει μια ανοικτότερα πολιτική στάση στις διμερείς σχέσεις και στην παροχή βοήθειας· θεωρεί ότι προτεραιότητα της στήριξης της ΕΕ προς το Πακιστάν θα πρέπει να είναι η εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών σε όλα τα επίπεδα, η ενίσχυση της ικανότητας του κράτους και της χρηστής διακυβέρνησης, η δημιουργία αποτελεσματικών δομών για την επιβολή του νόμου και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας με μη στρατιωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένου ενός ανεξάρτητου δικαστικού σώματος, και η ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών και των ελεύθερων μέσων ενημέρωσης·

21.

επικροτεί, σε αυτό το πλαίσιο, τα υφιστάμενα ολοκληρωμένα προγράμματα στήριξης της δημοκρατίας σε συνδυασμό με την εφαρμογή των συστάσεων των αποστολών εκλογικών παρατηρητών της ΕΕ του 2008 και του 2013·

22.

καλεί την ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να διαμορφώσουν μια εξειδικευμένη και πολυδιάστατη πολιτική για το Πακιστάν που να δημιουργεί συνέργειες μεταξύ όλων των σχετικών μηχανισμών που διαθέτει η ΕΕ, όπως είναι ο πολιτικός διάλογος, η συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, το εμπόριο και η παροχή βοήθειας, σύμφωνα με τη συνολική αντίληψη της ΕΕ περί εξωτερικής δράσης και ενόψει των προετοιμασιών για την προσεχή διάσκεψη κορυφής ΕΕ-Πακιστάν·

23.

ζητεί από την ΕΥΕΔ, την Επιτροπή και το Συμβούλιο να μεριμνήσουν ώστε η πολιτική της ΕΕ για το Πακιστάν να εντάσσεται σε ένα πλαίσιο και σε μια ευρύτερη στρατηγική για την περιοχή, προωθώντας έτσι τα συμφέροντα της ΕΕ στη νότια και κεντρική Ασία· θεωρεί ότι είναι σημαντικό οι διμερείς σχέσεις της ΕΕ με το Πακιστάν και τις γειτονικές του χώρες, και ιδίως με την Ινδία, την Κίνα και το Ιράν, να εξυπηρετούν επίσης τη συζήτηση και τον συντονισμό πολιτικών για την κατάσταση στο Αφγανιστάν, με σκοπό μια στοχοθετημένη προσέγγιση· τονίζει, εν προκειμένω, την ανάγκη μεγαλύτερου συντονισμού πολιτικής και περισσότερου διαλόγου μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ σε περιφερειακά θέματα·

24.

θεωρεί ότι το μέλλον των σχέσεων ΕΕ-Πακιστάν θα πρέπει να εξετάζεται επίσης στο πλαίσιο της εξελισσόμενης «εργαλειοθήκης» θεσμικών μέσων της ΕΕ για συνεργασία με τρίτες χώρες, ιδίως υπό τη μορφή στρατηγικών εταιρικών σχέσεων· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για την εννοιολογική βελτίωση της μορφής των σχέσεων, και την εφαρμογή σαφέστερων και συνεπέστερων σημείων αναφοράς με σκοπό την αξιολόγηση, μεταξύ άλλων, του κατά πόσον, και υπό ποιες συνθήκες, θα μπορούσε το Πακιστάν να αποτελέσει στο μέλλον στρατηγικό εταίρο της ΕΕ·

25.

επαναλαμβάνει απερίφραστα ότι η πρόοδος στις διμερείς σχέσεις συνδέεται με τη βελτίωση των επιδόσεων του Πακιστάν στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ιδίως όσον αφορά την εξάλειψη της καταναγκαστικής εργασίας, της παιδικής εργασίας και της σωματεμπορίας, την καταπολέμηση της βίας λόγω φύλου, την ενίσχυση των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση στην εκπαίδευση, την ελευθερία του λόγου και τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, την προαγωγή της ανεκτικότητας και την προστασία των ευάλωτων μειονοτήτων μέσω της αποτελεσματικής καταπολέμησης των κάθε μορφής διακρίσεων· αναγνωρίζει ότι τούτο απαιτεί τερματισμό της νοοτροπίας της ατιμωρησίας και ανάπτυξη ενός αξιόπιστου νομικού και δικαστικού συστήματος σε όλα τα επίπεδα, στο οποίο να έχουν πρόσβαση όλοι·

26.

εξακολουθεί να ανησυχεί έντονα για την ποιότητα της εκπαίδευσης και, κατ’ επέκταση, για την ανησυχητική κατάσταση των γυναικών σε πολλές περιοχές του Πακιστάν· ζητεί συγκεκριμένα και ορατά μέτρα για την επιβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων των γυναικών στην κοινωνία, μεταξύ άλλων τη θέσπιση νομοθεσίας για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας, τη λήψη μέτρων για καλύτερη διερεύνηση και δίωξη των εγκλημάτων τιμής και των επιθέσεων με οξύ, καθώς και αναθεώρηση της νομοθεσίας που διευκολύνει την ατιμωρησία· επισημαίνει την ανάγκη να εξασφαλιστεί καλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση και καλύτερη ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας, καθώς και βελτίωσης της μέριμνας για την υγεία των μητέρων·

27.

εκφράζει εκ νέου τη βαθιά του ανησυχία για το γεγονός ότι οι νόμοι περί βλασφημίας — που μπορεί να επισύρουν τη θανατική καταδίκη στο Πακιστάν και χρησιμοποιούνται συχνά για να δικαιολογηθεί η λογοκρισία, η ποινικοποίηση, η δίωξη και ενίοτε η δολοφονία μελών πολιτικών, και θρησκευτικών μειονοτήτων — αφήνουν περιθώριο για καταχρήσεις που θίγουν άτομα κάθε θρησκεύματος στο Πακιστάν· υπογραμμίζει ότι η άρνηση μεταρρύθμισης ή κατάργησης των νόμων περί βλασφημίας δημιουργεί ένα περιβάλλον μόνιμα ευάλωτης κατάστασης για τις μειονοτικές κοινότητες· καλεί την κυβέρνηση του Πακιστάν να εφαρμόσει ένα μορατόριουμ σχετικά με τη χρήση αυτών των νόμων, ως ένα πρώτο βήμα προς την αναθεώρησή τους και να διερευνά και να διώκει, αναλόγως, τις εκστρατείες εκφοβισμού, απειλών και βίας κατά Χριστιανών, Αχμαντί, και άλλων ευάλωτων ομάδων·

28.

καλεί ιδίως τις πακιστανικές αρχές να συλλαμβάνουν και να ασκούν δίωξη στα άτομα που υποκινούν τη βία ή είναι υπεύθυνα για βίαιες επιθέσεις σε σχολεία ή μειονοτικές ομάδες όπως οι σιίτες, συμπεριλαμβανομένων της κοινότητας των χαζάρων, των αχμάντι και των χριστιανών, και να δώσουν εντολή στις δυνάμεις ασφαλείας να προστατεύουν ενεργά όσους δέχονται επιθέσεις από εξτρεμιστικές ομάδες· να θεσπίσουν νόμους για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας· και να θέσουν τέλος στις βίαιες εξαφανίσεις, στις εξωδικαστικές εκτελέσεις και στις αυθαίρετες κρατήσεις, ιδίως στο Βελουχιστάν·

29.

καταδικάζει όλες τις επιθέσεις κατά Χριστιανών και άλλων θρησκευτικών μειονοτήτων που ζουν στο Πακιστάν και αναμένει ότι το Πακιστάν θα εντείνει τις προσπάθειές του για την προάσπιση της ελευθερίας της θρησκείας και των πεποιθήσεων –μεταξύ άλλων χαλαρώνοντας την αυστηρή νομοθεσία περί βλασφημίας–, και ότι θα κινηθεί προς κατάργηση της θανατικής ποινής·

30.

επικροτεί την έγκριση του νομοσχεδίου το 2012 για τη δημιουργία εθνικής επιτροπής ανθρωπίνων δικαιωμάτων και παροτρύνει την κυβέρνηση να προβεί στη σύστασή της ούτως ώστε να μπορέσει να ξεκινήσει το έργο της·

31.

επισημαίνει ότι η ΕΕ αποτελεί τον κύριο εξαγωγικό εταίρο για τα πακιστανικά προϊόντα (22,6 % το 2012)· φρονεί ότι η μέσω εμπορίου υποστήριξη της ΕΕ προς το Πακιστάν θα πρέπει να συμβάλει στη διαφοροποίηση και ανάπτυξη των τρόπων παραγωγής, περιλαμβανομένης της ικανότητας μεταποίησης, να ενισχύει την περιφερειακή ολοκλήρωση και τη μεταφορά τεχνολογίας, να διευκολύνει τη δημιουργία ή την ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγικής ικανότητας και να μειώνει την ανισότητα των εισοδημάτων·

32.

υπενθυμίζει ότι στο σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων της ΕΕ (GSP+), στο οποίο συμμετέχει και το Πακιστάν από το 2014, εντάσσονται μόνο χώρες που έχουν δεσμευτεί να εφαρμόζουν τις διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα εργατικά δικαιώματα, το περιβάλλον και τη χρηστή διακυβέρνηση· υπογραμμίζει ιδίως τις υποχρεώσεις του Πακιστάν που απορρέουν από τις συμβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα VIII και υπενθυμίζει στην Επιτροπή την υποχρέωσή της να παρακολουθεί την αποτελεσματική τους εφαρμογή· υπενθυμίζει επίσης ότι, σε περίπτωση που μια χώρα δεν τηρεί τις δεσμευτικές υποχρεώσεις της, το σύστημα γενικευμένων προτιμήσεων (GSP+) αναστέλλεται προσωρινά·

33.

καλεί τις πακιστανικές αρχές να λάβουν αποτελεσματικά μέτρα για την εφαρμογή των 36 συμβάσεων ΔΟΕ που η χώρα έχει επικυρώσει, και ιδίως να επιτρέψουν τη λειτουργία των εργατικών συνδικάτων, να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας και τα πρότυπα ασφαλείας, να εξαλείψουν την παιδική εργασία και να καταπολεμήσουν τις πιο σοβαρές μορφές εκμετάλλευσης των 3 εκατομμυρίων γυναικών οικιακών εργαζομένων.

34.

καλεί την κυβέρνηση του Πακιστάν να υπογράψει όπως είχε υποσχεθεί το πρόγραμμα «Better Work Program» (πρόγραμμα για τη βελτίωση της εργασίας) των ΔΟΕ/ΔΟΧ, με σκοπό την προώθηση βελτιώσεων στα πρότυπα υγείας και ασφάλειας για τους εργαζομένους· καλεί όλους όσοι είναι άμεσα ή έμμεσα υπεύθυνοι για την πυρκαγιά στο εργοστάσιο ενδυμάτων της επιχείρησης Ali Enterprises, συμπεριλαμβανομένης της εμπλεκόμενης εταιρείας λογιστικού ελέγχου Social Accountability και των ευρωπαίων λιανοπωλητών, να καταβάλουν επιτέλους στους επιζώντες της πυρκαγιάς πλήρη, μακροχρόνια και δίκαιη αποζημίωση, κάτι που δεν έχουν πράξει ακόμα·

35.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Κυβέρνηση και την Εθνοσυνέλευση του Πακιστάν, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, στον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.


(1)  http://eeas.europa.eu/pakistan/docs/2012_feb_eu_pakistan_5_year_engagement_plan_en.pdf

(2)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/EN/foraff/131181.pdf

(3)  ΕΕ L 303 της 31.10.2012, σ. 1.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0060.

(5)  ΕΕ C 353 E της 3.12.2013, σ. 323.

(6)  ΕΕ C 168 E της 14.6.2013, σ. 119.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/79


P7_TA(2014)0209

Ένα αντιπυραυλικό σύστημα για την Ευρώπη και ο πολιτικός και στρατηγικός αντίκτυπός του

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ανάπτυξη αντιπυραυλικής ασπίδας για την Ευρώπη και τις πολιτικές και στρατηγικές της επιπτώσεις (2013/2170(INI))

(2017/C 378/09)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 42 παράγραφος 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 222 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

έχοντας υπόψη το άρθρο 24 και το άρθρο 42 παράγραφος 2 της ΣΕΕ, τα άρθρα 122 και 196 της ΣΛΕΕ και τη Δήλωση 37 όσον αφορά το άρθρο 222 της ΣΛΕΕ,

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφάλειας (ΕΣΑ), που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 12 Δεκεμβρίου 2003, και την έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 11-12 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη τη στρατηγική εσωτερικής ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 25-26 Μαρτίου 2010,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την Κοινή Ασφάλεια και την Αμυντική Πολιτική,

έχοντας υπόψη τη Στρατηγική Αντίληψη των μελών της Οργάνωσης της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού (ΝΑΤΟ) για την άμυνα και την ασφάλεια, που εγκρίθηκε στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα, στις 19-20 Νοεμβρίου 2010,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της συνόδου κορυφής του Σικάγο που εξέδωσαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων που συμμετείχαν στη συνεδρίαση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου στο Σικάγο στις 20 Μαΐου 2012,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0109/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το ζήτημα της άμυνας κατά βαλλιστικών πυραύλων είχε τεθεί και στο παρελθόν αλλά ότι τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει στο επίκεντρο της επικαιρότητας λόγω της αύξησης των απειλών που προέρχονται από τη διάδοση των πυρηνικών όπλων και άλλων όπλων μαζικής καταστροφής και από τη διάδοση βαλλιστικών πυραύλων, στις οποίες το ΝΑΤΟ και οι ευρωπαίοι σύμμαχοί του πρέπει να είναι σε θέση να αντιδράσουν αποτελεσματικά·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άμυνα από τις επιθέσεις βαλλιστικών και άλλων μορφών πυραύλων μπορούν να αποτελέσουν θετική εξέλιξη για την ευρωπαϊκή ασφάλεια στο πλαίσιο μιας ταχείας διεθνούς δυναμικής ασφάλειας, με διάφορα κράτη και άλλους μη κρατικούς φορείς να αναπτύσσουν πυραυλικές τεχνολογίες και διάφορες ικανότητες άμυνας έναντι χημικών, βιολογικών, ραδιολογικών και πυρηνικών όπλων που έχουν τη δυνατότητα να πλήξουν την ευρωπαϊκή επικράτεια·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το NATO αναπτύσσει ικανότητα ΑΒΠ που μπορεί να ανταποκριθεί στο κομβικό καθήκον της συλλογικής άμυνας, που αποσκοπεί στην διασφάλιση πλήρους κάλυψης και προστασίας του συνόλου των ευρωπαϊκών πληθυσμών, εδαφών και δυνάμεων που συμμετέχουν στο NATO, έναντι των εντεινομένων απειλών που αναδύονται από τη διάδοση των βαλλιστικών πυραύλων·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βασική συμβολή των Ηνωμένων Πολιτειών στην ΑΒΠ είναι η επιβεβαίωση της δέσμευσής της στο NATO και την ασφάλεια της Ευρώπης και των συμμάχων της, και επισημαίνει τη σημασία των διατλαντικών δεσμών, με τον εξοπλισμό που έχει ήδη εγκατασταθεί στη Ρουμανία και που αναμένεται σύντομα να εγκατασταθεί στην Πολωνία·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή ασφάλεια και αμυντική πολιτική θα αναπτυχθεί σε πλήρη συμπληρωματικότητα με το ΝΑΤΟ, σε ένα συμφωνημένο πλαίσιο για τη στρατηγική συνεργασία ΕΕ-NATO, όπως επιβεβαιώθηκε και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 19ης Δεκεμβρίου 2013·

1.

υποστηρίζει ότι, παράλληλα με την ανάπτυξη και την εφαρμογή των τεχνολογιών ΑΒΠ, νέες δυναμικές δημιουργούνται για την ευρωπαϊκή ασφάλεια που καταλήγουν στην ανάγκη τα κράτη μέλη να συνεκτιμήσουν τις επιπτώσεις της ΑΒΠ στην ασφάλειά τους·

2.

υπενθυμίζει ότι τα μέτρα του ΝΑΤΟ στον τομέα της ΑΒΠ αναπτύσσονται και προωθούνται για την προάσπιση των κρατών μελών του από πιθανές επιθέσεις βαλλιστικών πυραύλων· καλεί την Αντιπρόεδρο/Ύπατη Επρόσωπο να εμμείνει στην στρατηγική συνεργασία με το NATO, λαμβάνοντας υπόψη το ζήτημα της ΑΒΠ, το οποίο πρέπει να οδηγήσει στην πλήρη κάλυψη και προστασία όλων των κρατών μελών της ΕΕ, αποφεύγοντας έτσι μια κατάσταση στην οποία θα υπάρξει διαφοροποίηση της ασφάλειας καθ' οιονδήποτε τρόπο·

3.

χαιρετίζει την επίτευξη της ενδιάμεσης ικανότητας του ΝΑΤΟ στον τομέα της ΑΒΠ, που θα παράσχει μέγιστη κάλυψη με βάση τα διαθέσιμα μέσα για την προάσπιση πληθυσμών, εδαφών και δυνάμεων στο σύνολο χωρών μελών του ΝΑΤΟ της νότιας Ευρώπης απέναντι σε επιθέσεις με βαλλιστικούς πυραύλους· επιδοκιμάζει επίσης τον σκοπό της παροχής πλήρους κάλυψης και προστασίας των ευρωπαϊκών κρατών μελών του NATO μέχρι τα τέλη της δεκαετίας·

4.

επισημαίνει ότι πρωτοβουλίες της ΕΕ όπως η πρωτοβουλία συνένωση και κοινή χρήση (Pooling & Sharing), μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμες για την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ νέων κρατών μελών σε τομείς της ΑΒΠ και τη συνεργασία σε έργα έρευνας και ανάπτυξης· σημειώνει ότι, μακροπρόθεσμα, η συνεργασία αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω ενοποίηση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας·

5.

καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, την Επιτροπή, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας και το Συμβούλιο να συμπεριλάβουν τα θέματα της ΑΒΠ στις μελλοντικές στρατηγικές ασφαλείας, στις μελέτες και τις λευκές βίβλους·

6.

επισημαίνει ότι, λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των δημοσιονομικών περικοπών, δεν χρησιμοποιούνται επαρκείς πόροι για τη διατήρηση επαρκούς αμυντικής ικανότητας, με αποτέλεσμα τη μείωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της ΕΕ και της βιομηχανικής ικανότητας·

7.

επισημαίνει ότι το σχέδιο του ΝΑΤΟ στον τομέα της ΑΒΠ επ’ουδενί στοχεύει τη Ρωσία και ότι το NATO είναι διατεθειμένο να συνεργαστεί με τη Ρωσία με βάση το σκεπτικό της συνεργασίας δύο ανεξάρτητων πυραυλικών αμυντικών συστημάτων, αυτού του ΝΑΤΟ ΑΒΠ και αυτού της Ρωσίας· επισημαίνει το γεγονός ότι μολονότι η αποτελεσματική συνεργασία με τη Ρωσία θα μπορούσε να έχει απτά οφέλη, πρέπει να υιοθετηθεί στη βάση της πλήρους αμοιβαιότητας και διαφάνειας, καθώς η αυξανόμενη αμοιβαία εμπιστοσύνη αποτελεί ζωτικής σημασίας παράμετρο για τη σταδιακή ανάπτυξη της συνεργασίας αυτής· σημειώνει, σε σχέση με αυτό, ότι η μετακίνηση των ρωσικών πυραύλων πλησιέστερα στο ΝΑΤΟ και τα σύνορα της ΕΕ είναι αντιπαραγωγική·

8.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στα κοινοβούλια των κρατών μελών της ΕΕ, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΝΑΤΟ και στον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/81


P7_TA(2014)0210

Ο ευρωπαϊκός αλιευτικός κλάδος και η συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών ανάμεσα στην ΕΕ και την Ταϊλάνδη

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση και τις μελλοντικές προοπτικές του ευρωπαϊκού αλιευτικού κλάδου στο πλαίσιο της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ ΕΕ και Ταϊλάνδης (2013/2179(INI))

(2017/C 378/10)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 3 παράγραφος 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωσης για τις σχέσεις της ΕΕ με τον υπόλοιπο κόσμο,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας (1) (κανονισμός ΠΛΑ αλιείας),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Οκτωβρίου 2011 με τίτλο «Μια ανανεωμένη στρατηγική ΕΕ 2011-14 για την εταιρική κοινωνική ευθύνη» (COM(2011)0681),

έχοντας υπόψη τις γραπτές ερωτήσεις E-000618/2013 της 22ας Ιανουαρίου 2013 σχετικά με τις καταχρήσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού του λιανικού εμπορίου και E-002894/2013 της 13ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών με την Ταϊλάνδη και την παιδική εργασία στην κονσερβοποιία, και τις σχετικές απαντήσεις της Επιτροπής,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Νοεμβρίου 2012 σχετικά με την εξωτερική διάσταση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0130/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ευρωπαϊκός αλιευτικός κλάδος εξέρχεται από μια περίοδο κρίσης που έχει πλήξει τον τομέα της αλίευσης, τον μεταποιητικό τομέα και τον τομέα της υδατοκαλλιέργειας, και ότι η παρούσα κατάσταση αποδυναμώνει σε δραματικό βαθμό την ανταγωνιστική θέση του κλάδου, όταν μάλιστα η παγκόσμια αγορά ελευθερώνεται, ενώ παράλληλα ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες, στις οποίες οι θαλάσσιοι πόροι αφθονούν, αρχίζουν να αναδεικνύονται σε νέες αλιευτικές δυνάμεις·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή αλιευτική και μεταποιητική βιομηχανία έχει ουσιαστική σημασία για τον εφοδιασμό με τρόφιμα των ευρωπαίων πολιτών και για την επιβίωση των παράκτιων περιοχών που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εν λόγω δραστηριότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιβίωση του κλάδου θα κινδυνέψει, εάν η ΕΕ ελευθερώσει το εμπόριο των αλιευτικών προϊόντων με αναπτυσσόμενες χώρες που επιθυμούν να εξάγουν τα προϊόντα τους στη συμφέρουσα κοινοτική αγορά, ειδικά εάν προσφερθούν μηδενικοί δασμοί·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αλιευτικών προϊόντων παγκοσμίως, και ότι η εξάρτησή της από τις εισαγωγές καθιστά την κοινοτική αγορά πολύ ελκυστική για τους εξαγωγείς, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ότι η ζήτηση των αλιευτικών προϊόντων στην ΕΕ αυξάνεται κατά 1,5 % κάθε χρόνο·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ταϊλάνδη είναι η κύρια χώρα παραγωγής κονσερβοποιημένου τόνου παγκοσμίως, με το 46 % της παγκόσμιας παραγωγής, και ότι οι εξαγωγές κονσερβοποιημένου τόνου της χώρας αυτής προς την ΕΕ, οι οποίες υπερβαίνουν τις 90 000 τόνους τόνου κάθε χρόνο, αντιστοιχούν στο 20 % σχεδόν του συνόλου των κοινοτικών εισαγωγών από τρίτες χώρες, με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και την Ιαπωνία να είναι οι βασικές αγορές προορισμού των εξαγωγών των αλιευτικών προϊόντων της Ταϊλάνδης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ταϊλάνδη είναι ο σημαντικότερος παγκόσμιος εισαγωγέας νωπού, διατηρημένου σε απλή ψύξη και κατεψυγμένου τόνου παγκοσμίως για την κονσερβοποιία της·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 80 % του τόνου καταναλώνεται κονσερβοποιημένος και ότι, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της βάσης δεδομένων FISHSTAT του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), το 21 % της παγκόσμιας παραγωγής κονσερβοποιημένου τόνου και παρασκευασμάτων τόνου παράγεται στην ΕΕ, ενώ το υπόλοιπο 79 % παρασκευάζεται σε τρίτες ως επί το πλείστον αναπτυσσόμενες χώρες·

Ζ.

έχοντας υπόψη την εμπορική, οικονομική και στρατηγική σημασία της Ταϊλάνδης για την ΕΕ, και τα σημαντικά οφέλη της Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών μεταξύ της ΕΕ και της Ταϊλάνδης για το σύνολο της οικονομίας της ΕΕ·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ στηρίζει την περιφερειακή ολοκλήρωση μεταξύ των χωρών μελών του ASEAN (Ένωση κρατών της νοτιοανατολικής Ασίας) · ότι η Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών με την Ταϊλάνδη συνιστά σημαντικό πυλώνα σε αυτήν την διαδικασία ολοκλήρωσης, τελικός στόχος της οποίας είναι να συναφθεί μελλοντικά μια ΖΕΣ μεταξύ περιφερειών·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η υπογραφή μιας Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών ΕΕ- ASEAN έχει αποτελέσει στόχο με προτεραιότητα για την ΕΕ από το 2007, με την ελπίδα να συμπεριληφθεί η Ινδονησία, η Μαλαισία, οι Φιλιππίνες, η Σιγκαπούρη, η Ταϊλάνδη, το Μπρουνέϊ και το Βιετνάμ· ότι η έλλειψη προόδου στις διαπραγματεύσεις γι' αυτήν την περιφερειακή συμφωνία έχει οδηγήσει στην έναρξη διμερών διαπραγματεύσεων με τις χώρες μέλη του ASEAN, συμπεριλαμβανομένης της Ταϊλάνδης, με πολιτική δέσμευση για τη σύναψη της ΖΕΣ εντός δύο ετών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν συνυπολογιστούν η Ταϊλάνδη, η Ινδονησία και οι Φιλιππίνες στην περιοχή του κεντρικού και δυτικού Ειρηνικού, η παραγωγή κονσερβοποιημένου τόνου σε αυτήν την περιοχή αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μεταβολές που παρατηρούνται σε σχέση με τους παραγωγούς κονσερβοποιημένου τόνου και την παραγωγή φιλέτων τόνου συμβαδίζουν με την παγκόσμια τάση του ανεφοδιασμού χωρών μεταποίησης με χαμηλό κόστος παραγωγής που βρίσκονται κοντά στις πρώτες ύλες (για παράδειγμα, Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες, Ινδονήσια, Παπουασία-Νέα Γουινέα και Ισημερινός), και ότι ο αριθμός των χωρών που σχετίζονται με την παραγωγή και εξαγωγή κονσερβοποιημένου τόνου αυξάνεται·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ταϊλάνδη και οι Φιλιππίνες είναι οι κύριες χώρες εξαγωγής κονσερβοποιημένου τόνου και παρασκευασμάτων τόνου στην ΕΕ, με τις εισαγωγές από την Ταϊλάνδη να έχουν αυξηθεί κατά 20 % ενώ εκείνες από τις Φιλιππίνες να έχουν μειωθεί κατά 5 %·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μείωση δασμών για τον κονσερβοποιημένο τόνο και τα παρασκευάσματα τόνου θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο στις προτιμήσεις που απολαμβάνουν οι χώρες της Ομάδας των Κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) και στους δικαιούχους του συστήματος γενικευμένων προτιμήσεων (ΣΓΠ+), σύμφωνα με το οποίο οι τρίτες χώρες δικαιούχοι, με αντάλλαγμα τη χορήγηση δασμολογικών προτιμήσεων, δεσμεύονται να συμμορφώνονται με ορισμένες πολιτικές, όπως π.χ. ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της εργασίας, του περιβάλλοντος και της χρηστής διακυβέρνησης·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μείωση των δασμών θα δημιουργήσει επίσης στρεβλώσεις στην ευρωπαϊκή αγορά, δεδομένου ότι οι περισσότερες βιομηχανίες κονσερβοποίησης τόνου της ΕΕ βρίσκονται εγκατεστημένες σε περιοχές που εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αλιεία, όπως για παράδειγμα η Γαλικία, η Βρετάνη της Γαλλίας, οι Αζόρες (μια εξόχως απόκεντρη περιοχή), η Χώρα των Βάσκων και η Σαρδηνία· ότι η βιομηχανία τόνου της ΕΕ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός παγκοσμίως κονσερβοποιημένου τόνου και η από μακρού καθιερωμένη δραστηριότητά της είναι ζωτικής σημασίας τόσο για τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας όσο και για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης στην επικράτεια της ΕΕ, εξασφαλίζοντας τα υψηλότερα δυνατά κοινωνικά, περιβαλλοντικά και υγειονομικά πρότυπα καθώς και πρότυπα προστασίας της υγείας·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προτιμησιακοί κανόνες καταγωγής έχουν ως κύριο στόχο να καθιερώσουν την ύπαρξη ικανοποιητικού οικονομικού δεσμού μεταξύ των προϊόντων που εισάγονται στην ΕΕ και των χωρών που δικαιούνται προτιμησιακή μεταχείριση από την ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι προτιμήσεις αυτές δεν αποβαίνουν αδικαιολόγητα προς όφελος άλλων χωρών για τις οποίες δεν προορίζονται·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια συζήτηση για το εμπόριο αλιευτικών προϊόντων αναφέρεται στο εμπόριο ενός φυσικού πόρου, η βιωσιμότητα του οποίου επηρεάζεται από ευρύ φάσμα παραγόντων, περιλαμβανομένης της χρηστής διαχείρισης και της βιώσιμης εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων και του ελέγχου της παράνομης αλιείας, της ρύπανσης, της κλιματικής αλλαγής και της ζήτησης της αγοράς· λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι αυτοί οι εξωτερικοί παράγοντες επηρεάζουν το διεθνές εμπόριο των αλιευτικών προϊόντων, και, ως εκ τούτου, τα αλιευτικά προϊόντα πρέπει να θεωρούνται ευαίσθητα προϊόντα που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικής προστασίας·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο επαρκής και σταθερός εφοδιασμός με πρώτη ύλη έχει ουσιαστική σημασία για τη διατήρηση και την οικονομική ανάπτυξη των μεταποιητικών επιχειρήσεων τόνου στην ΕΕ·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ) υποστηρίζει ότι οι ελεύθερες συναλλαγές είναι ένα μέσο ανάπτυξης σκοπός του οποίου είναι η βιώσιμη ανάπτυξη από κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική άποψη·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη, εν προκειμένω, ότι οι εμπορικοί κανόνες αποτελούν βασικό και θεμελιώδες στοιχείο ώστε να διασφαλίζεται ότι το εμπόριο θα είναι επωφελές και θα επιτύχει τους στόχους της προστασίας της υγείας και του περιβάλλοντος και θα εγγυάται την σωστή διαχείριση των φυσικών πόρων·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγκοσμιοποίηση έχει αυξήσει σε μεγάλο βαθμό την ποσότητα των διεθνώς εμπορευόμενων αλιευμάτων, και ότι επικρατεί γενικότερος προβληματισμός σχετικά με το γεγονός ότι πολλές χώρες παραγωγής δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους για τη διαχείριση και/ή αξιοποίηση των αποθεμάτων ιχθύων με βιώσιμο τρόπο, για τη διασφάλιση κατάλληλου επιπέδου υγειονομικής προστασίας, για τον μετριασμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, και για τη διασφάλιση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γενικότερα καθώς και την προώθηση των εργασιακών δικαιωμάτων και των κοινωνικών συνθηκών, ειδικότερα·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένοι από τους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ παρουσιάζουν αδυναμίες όσον αφορά τη βιώσιμη ανάπτυξη της αλιείας σε τρία επίπεδα: κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιώσιμη διαχείριση των αποθεμάτων τόνου εξασφαλίζεται από τις πέντε περιφερειακές οργανώσεις αλιείας (ΠΟΑ) για τον τόνο· ότι η διεθνής συνεργασία μεταξύ κρατών και με τις ΠΟΑ έχει ζωτική σημασία προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα των αποθεμάτων τόνου·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόσφατα, τόσο η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) όσο και ΜΚΟ ανέδειξαν σοβαρές ανεπάρκειες σε σχέση με τις κοινωνικές συνθήκες, τις συνθήκες εργασίας και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην αλιευτική βιομηχανία της Ταϊλάνδης· ότι τα μέσα επικοινωνίας επεσήμαναν, και η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης αναγνώρισε, ότι συγκεκριμένος τομέας της αλιευτικής βιομηχανίας της Ταϊλάνδης επωφελείται από την αναγκαστική εργασία μεταναστών που αποτελούν αντικείμενο εμπορίας ανθρώπων, και ότι δύο πολυεθνικές εταιρείες κονσερβοποιίας τόνου στην Ταϊλάνδη χρησιμοποιούν την παιδική εργασία·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τον FAO, τα αλιευτικά σκάφη της Ταϊλάνδης κατάσχονται συχνά από παράκτια γειτονικά κράτη και οι καπετάνιοι κατηγορούνται συχνά για παράνομη αλιεία ή για παραβίαση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά τη διάρκεια του 2013, οι ισπανικές αρχές αρνήθηκαν την εκφόρτωση και την εμπορία τόνων που προέρχονταν από θυνναλιευτικά σκάφη με σημαία Γκάνας επειδή εμπλέκονταν σε δραστηριότητες παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας (ΠΑΑ) δεδομένου ότι είχαν παραβιάσει τα μέτρα διαχείρισης της Διεθνούς Επιτροπής για τη Διατήρηση των Θυννοειδών του Ατλαντικού (ICCAT), και ότι στα περισσότερα θυνναλιευτικά σκάφη συμμετείχαν και ιδιωτικές επιχειρήσεις της Ταϊλάνδης·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τους τελευταίους μήνες, έχουν απορριφθεί στην ΕΕ πολλές παρτίδες κονσερβοποιημένου τόνου που είχαν εισαχθεί από την Ταϊλάνδη λόγω της ακατάλληλης θερμικής επεξεργασίας τους, η οποία έχει θεμελιώδη σημασία για την εξουδετέρωση μικροοργανισμών που, διαφορετικά, εγκυμονούν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία·

1.

ζητεί, αλιευτικά προϊόντα, όπως οι κονσέρβες τόνου, που εισάγονται από την Ταϊλάνδη, τα οποία είναι ικανά να προκαλέσουν διαταραχή στην αντίστοιχη παραγωγή και αγορά της ΕΕ, να αντιμετωπίζονται ως ευαίσθητα προϊόντα· πιστεύει, περαιτέρω, ότι οιαδήποτε απόφαση σχετικά με μεγαλύτερη πρόσβαση κονσερβοποιημένου τόνου και παρασκευασμάτων τόνου από την Ταϊλάνδη πρέπει να λαμβάνεται μόνο μετά από αυστηρή αξιολόγηση των επιπτώσεων και σε στενή συνεργασία με τη βιομηχανία, προκειμένου να αναλύονται και να αξιολογούνται οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει η μεγαλύτερη πρόσβαση στον κλάδο της μεταποίησης και στην εμπορία θαλασσινών προϊόντων στην ΕΕ·

2.

ζητεί η πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ κονσερβοποιημένων αλιευμάτων και παρασκευασμάτων αλιευμάτων και οστρακοειδών από την Ταϊλάνδη να συνεχίσει να υπόκειται στους τρέχοντες δασμούς και ως εκ τούτου να αποκλείεται από τις μειώσεις δασμών· συνιστά να καθιερωθούν μεγάλες μεταβατικές περίοδοι ή δεσμεύσεις για μερική ελευθέρωση, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ποσοστώσεων, για κονσερβοποιημένα αλιεύματα και παρασκευάσματα αλιευμάτων και οστρακοειδών σε περίπτωση που εισαχθούν μειώσεις δασμών ούτως ώστε να διασφαλισθεί η ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής βιομηχανίας τόνου και να προστατευθεί η σημαντική δραστηριότητα και κοινωνική διάσταση που συνδέεται με την βιομηχανία τόνου στην ΕΕ, η οποία παρέχει 25 000 άμεσες και 54 000 έμμεσες θέσεις εργασίας·

3.

ζητεί, κατά περίπτωση, και πριν πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε δασμολογική παραχώρηση ή εκπονηθεί οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση, να διεξαχθούν αυστηρές εκτιμήσεις αντίκτυπου οι οποίες θα αναλύουν και θα αποτιμούν τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν οι ως άνω παραχωρήσεις ή ρυθμίσεις στον κλάδο της μεταποίησης και εμπορίας θαλασσινών προϊόντων στην ΕΕ·

4.

ζητεί, όσον αφορά τα ευαίσθητα προϊόντα, να επιβάλλεται πλήρης και άνευ εξαιρέσεων συμμόρφωση με αυστηρούς και συνεπείς κανόνες προέλευσης και να περιοριστεί η σώρευση αυστηρά στα προϊόντα εκείνα για τα οποία η Ταϊλάνδη είναι κυρίως χώρα μεταποίησης και όχι χώρα αλιείας·

5.

απαιτεί οι εισαγωγές κονσερβοποιημένου τόνου και άλλων αλιευτικών προϊόντων από την Ταϊλάνδη να υπόκεινται, στο μέτρο του δυνατού, στις ίδιες συνθήκες ανταγωνισμού με τα αλιευτικά προϊόντα προέλευσης ΕΕ· θεωρεί ότι αυτή η απαίτηση συνεπάγεται, ειδικότερα, ότι πρέπει να συμπεριληφθεί στη ΣΕΣ ένα φιλόδοξο κεφάλαιο για το εμπόριο και τη βιώσιμη ανάπτυξη, σύμφωνα με το οποίο η Ταϊλάνδη θα αναλάβει την υποχρέωση να σέβεται, να προωθεί και να εφαρμόζει τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα εργασίας, όπως έχουν κατοχυρωθεί στις θεμελιώδεις συμβάσεις της ΔΟΕ, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων για την απαγόρευση της καταναγκαστικής εργασίας και της εργασίας των παιδιών· φρονεί επίσης ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η προστασία του περιβάλλοντος και η διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων, η καταπολέμηση της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας και η συμμόρφωση με τους υγειονομικούς και φυτοϋγειονομικούς κανόνες της ΕΕ πρέπει να τηρούνται αυστηρά· πιστεύει, εν προκειμένω, ότι η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με τη συμμόρφωση της Ταϊλάνδης προς τις προαναφερθείσες υποχρεώσεις·

6.

καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι ο κανονισμός ΠΑΑ εφαρμόζεται αποτελεσματικά και ότι οι διαπραγματεύσεις για τη ΣΕΣ θα καταλήξουν σε ρητή παραπομπή στον εν λόγω κανονισμό στο κυρίως κείμενο της συμφωνίας·

7.

θεωρεί ότι ο καλύτερος τρόπος για τη διασφάλιση της πλήρους συνεργασίας της Ταϊλάνδης για την καταπολέμηση της ΠΑΑ αλιείας είναι η εισαγωγή στο κείμενο της ΣΕΣ ρητής αναφοράς στον κανονισμό για την ΠΑΑ·

8.

ζητεί να συμπεριληφθεί στη συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών η απαίτηση συμμόρφωσης με τις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας καθώς επίσης και περισσότερη διαφάνεια, εποπτεία, έλεγχος και ανιχνευσιμότητα στον αλιευτικό κλάδο της Ταϊλάνδης, ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

9.

επιμένει να διασφαλιστεί η ανιχνευσιμότητα των προϊόντων, η οποία όχι μόνο αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο προστασίας της ανθρώπινης υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος αλλά και συνιστά έναν σημαντικό παράγοντα και βασικό εργαλείο ελέγχου της παράνομης αλιείας·

10.

απαιτεί να διατηρήσει η ΣΕΣ τη συνοχή της με τις άλλες κοινοτικές πολιτικές, καθώς επίσης να προωθηθούν στρατηγικές εταιρικής κοινωνικής ευθύνης· ζητεί τη θέσπιση ρητρών διασφάλισης·

11.

τονίζει ότι το Κοινοβούλιο, στην απόφασή του για το αν θα δώσει την έγκρισή του για τη συμφωνία, θα συνεκτιμήσει το γενικό αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων, περιλαμβανομένου του τομέα αλιείας·

12.

ζητεί αμοιβαιότητα όσον αφορά την πρόσβαση στις αγορές και την κατάργηση οποιασδήποτε διάκρισης στον τομέα των υπηρεσιών·

13.

εκφράζει την ελπίδα ότι η Ταϊλάνδη, ως ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας κονσερβοποιημένου τόνου, θα συμμετάσχει και θα συνεργαστεί με τις τρεις ΠΟΑ τόνου της περιοχής, και συγκεκριμένα τη διαμερικανική επιτροπή τροπικού τόνου, την επιτροπή αλιείας δυτικού και κεντρικού Ειρηνικού και την περιφερειακή οργάνωση διαχείρισης της αλιείας του δυτικού και νότιου Ειρηνικού, των οποίων είναι μέλος·

14.

τάσσεται υπέρ της χάραξης πολιτικής για τη συντήρηση και βιώσιμη διαχείριση των αλιευτικών πόρων·

15.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 286 της 29.10.2008, σ. 1.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0461.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/85


P7_TA(2014)0211

Ευρωπαϊκή γαστρονομική κληρονομιά

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ευρωπαϊκή γαστρονομική κληρονομιά: πολιτιστικές και εκπαιδευτικές πτυχές (2013/2181(INI))

(2017/C 378/11)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές (COM(2008)0040),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Εκπαιδευτικής, Επιστημονικής και Επιμορφωτικής Οργάνωσης των Ηνωμένων Εθνών (UNESCO) του 2002 σχετικά με τη διατροφή,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) σχετικά με την πολιτική για τα τρόφιμα και τη διατροφή στα σχολεία,

έχοντας υπόψη τη Λευκή Βίβλο της 30ής Μαΐου 2007 με τίτλο «Ευρωπαϊκή στρατηγική για θέματα υγείας που έχουν σχέση με τη διατροφή, το υπερβολικό βάρος και την παχυσαρκία» (COM(2007)0279),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της ευρωπαϊκής υπουργικής διάσκεψης της ΠΟΥ σχετικά με τη διατροφή και τις μη μεταδοτικές ασθένειες στο πλαίσιο «Υγεία 2020», που πραγματοποιήθηκε στη Βιέννη στις 4 και 5 Ιουλίου 2013,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση της UNESCO της 17ης Οκτωβρίου 2003 για την προστασία της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς,

έχοντας υπόψη την προσθήκη της μεσογειακής διατροφής αντιπροσωπευτικό κατάλογο της UNESCO για την άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας στις 16 Νοεμβρίου 2010 και στις 4 Δεκεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη την προσθήκη της γαλλικής γαστρονομίας στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της UNESCO για την άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας (απόφαση 5.COM 6.14),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (A7-0127/2014),

Εκπαιδευτικές πτυχές

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση της υγείας και η ευημερία του πληθυσμού, τόσο στο παρόν όσο και στο μέλλον, εξαρτώνται από τη διατροφή και το περιβάλλον και, συνεπώς, από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στη γεωργία, την αλιεία και την κτηνοτροφία·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΠΟΥ, στο πλαίσιο της παγκόσμιας πρωτοβουλίας που έχει αναλάβει για την προαγωγή της υγείας στα σχολεία, θεωρεί ότι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι σημαντικός τόπος για την απόκτηση θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων σχετικά με την υγεία, τη διατροφή, τα τρόφιμα και τη γαστρονομία·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κακή διατροφή μπορεί να έχει καταστρεπτικές συνέπειες· λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά την ευρωπαϊκή υπουργική διάσκεψη της ΠΟΥ που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2013, οι ευρωπαίοι υπουργοί Υγείας απηύθυναν έκκληση για συντονισμένη δράση «με στόχο την καταπολέμηση της παχυσαρκίας και της κακής διατροφής», οι οποίες ευθύνονται για μια επιδημία μη μεταδιδόμενων ασθενειών, όπως οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης και ο καρκίνος·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στερεότυπα όσον αφορά την εικόνα του σώματος και τη διατροφή τα οποία επικρατούν στην κοινωνία μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές διατροφικές και ψυχολογικές διαταραχές, όπως η ανορεξία και η βουλιμία· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να γίνει ανοιχτή συζήτηση για τα εν λόγω ζητήματα, ιδίως με τους εφήβους·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Πληροφόρησης για τα Τρόφιμα (EUFIC), περίπου 33 εκατομμύρια άτομα στην Ευρώπη διέτρεχαν κίνδυνο υποσιτισμού το 2006· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση έχει επιδεινωθεί από την έναρξη της κρίσης·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παιδική ηλικία είναι καθοριστική ως προς την εκπαίδευση στις υγιεινές συμπεριφορές και την απόκτηση γνώσεων με σκοπό την υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής και ότι η σχολική εκπαίδευση είναι ένας τομέας στον οποίο μπορούν να αναληφθούν αποτελεσματικές δράσεις με σκοπό τη διαμόρφωση υγιεινής συμπεριφοράς για τις νέες γενιές σε μακροπρόθεσμη βάση·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα διαθέτουν χώρους και μέσα που μπορούν τόσο να προωθήσουν τη γνώση σε θέματα διατροφής και την παρασκευή των τροφίμων όσο και να συμβάλουν στη διαμόρφωση διατροφικών συμπεριφορών οι οποίες, σε συνδυασμό με την τακτική και μέτριας έντασης σωματική άσκηση, μπορούν να θέσουν τη βάση ενός υγιεινού τρόπου ζωής·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενημέρωση, η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση αποτελούν μέρος της στρατηγικής της ΕΕ για τη στήριξη των κρατών μελών στην προσπάθειά τους να μειώσουν τις βλάβες που προκαλούνται από το οινόπνευμα (COM(2006)0625) και ότι αυτή η στρατηγική αναγνωρίζει κατάλληλες μορφές κατανάλωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση στις 5 Ιουνίου 2001 σχετικά με την κατανάλωση οινοπνεύματος από νέους, και ιδιαίτερα από τα παιδιά και τους εφήβους, η οποία πρότεινε να ενθαρρυνθεί η πολυτομεακή προσέγγιση της εκπαίδευσης·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της συνεδρίασης του ευρωπαϊκού δικτύου ιδρυμάτων για τη διατροφή (ENF) σχετικά με τη «Διατροφή στα σχολεία σε ολόκληρη την Ευρώπη και ο ρόλο των ιδρυμάτων», αναγνωρίσθηκε η ανάγκη να ενσωματωθεί στο σχολικό πρόγραμμα μαθημάτων η διατροφή, όσον αφορά τις πτυχές που συνδέονται τόσο με τα θρεπτικά συστατικά όσο και με τη γαστρονομία, και συμφωνήθηκε ομόφωνα να ενημερωθούν σχετικώς, μεταξύ άλλων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Επιτροπή·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι διάφορες χώρες άσκησαν πίεση, μέσω διάφορων εγχώριων φορέων, να αναγνωρισθεί η μεσογειακή διατροφή ως τμήμα της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, αναγνώριση που έχει ως αποτέλεσμα την προώθηση και διαμόρφωση διατροφικών συμπεριφορών που εγγυώνται έναν υγιεινό τρόπο ζωής χάρη σε μια ολιστική προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη πτυχές που συνδέονται με την εκπαίδευση, τα τρόφιμα, το σχολείο, την οικογενειακή ζωή, τη διατροφή, το έδαφος, το τοπίο κλπ.·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεσογειακή διατροφή προσφέρει έναν ισορροπημένο και υγιεινό συνδυασμό διατροφικών συνηθειών και τρόπου ζωής που συνδέεται άμεσα με την πρόληψη χρόνιων ασθενειών και με την προαγωγή της υγείας, τόσο στο σχολικό όσο και στο οικογενειακό περιβάλλον·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στόχος των ευρωπαϊκών προγραμμάτων «Τρόφιμα στα σχολεία» είναι να εξασφαλίζεται ότι τα τρόφιμα που προσφέρονται στα κυλικεία των σχολείων περιέχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία μιας ποιοτικής και ισορροπημένης διατροφής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εκπαίδευση, με την ευρύτερη έννοια του όρου, μεταξύ άλλων και στον τομέα της διατροφής, εδραιώνει στη συνείδηση των μαθητών την έννοια ενός υγιεινού τρόπου ζωής, ο οποίος βασίζεται σε μια ισορροπημένη διατροφή·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σοβαρή εκπαίδευση σε θέματα διατροφής εξασφαλίζει την ευαισθητοποίηση του κοινού, μεταξύ άλλων, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των τροφίμων, τη βιωσιμότητα των τροφίμων και την κατάσταση της υγείας του πλανήτη·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αύξηση των τιμών στα κυλικεία των σχολείων, και των τροφίμων γενικότερα, δεν επιτρέπουν σε ορισμένα νοικοκυριά, και κυρίως στα παιδιά, να έχουν πρόσβαση σε ισορροπημένη και ποιοτική διατροφή·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενημέρωση και η διαφήμιση στα μέσα ενημέρωσης επηρεάζουν τις καταναλωτικές συνήθειες των πολιτών·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι για την απόκτηση λεπτομερών γνώσεων για τα χρησιμοποιούμενα προϊόντα και την εγγενή τους ποιότητα και γεύση, είναι πρωταρχικής σημασίας να αναπτυχθούν συστήματα κατάλληλης επισήμανσης που θα παρέχουν σε όλους τους καταναλωτές σαφείς πληροφορίες όσον αφορά τη σύνθεση και την προέλευση των προϊόντων·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάρτιση που παρέχεται στους εργαζόμενους στον τομέα της γαστρονομίας συμβάλλει στη διαδικασία διάδοσης, ανάδειξης, βιωσιμότητας και ανάπτυξης της ευρωπαϊκής γαστρονομίας·

Πολιτιστικές πτυχές

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία είναι συνδυασμός γνώσεων, εμπειριών, τεχνών και δεξιοτήτων που προσφέρει μια υγιεινή και απολαυστική διατροφική εμπειρία·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία είναι μέρος της ταυτότητάς μας και θεμελιώδες στοιχείο της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και της πολιτιστικής κληρονομιάς των κρατών μελών·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ενθαρρύνει την αναγνώριση, τη διαφύλαξη και τη διεθνή προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων, των ονομασιών προέλευσης και των παραδοσιακών ιδιότυπων γεωργικών προϊόντων διατροφής·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία δεν αποτελεί μόνο μορφή τέχνης στη βάση της προσεκτικής προετοιμασίας του φαγητού που απευθύνεται σε λίγους εκλεκτούς, αλλά και ένδειξη αναγνώρισης της αξίας των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί, της ποιότητάς τους και της ανάγκης εξασφάλισης άριστων συνθηκών σε κάθε στάδιο επεξεργασίας των τροφίμων, ενσωματώνοντας το σεβασμό των ζώων και της φύσης·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία συνδέεται στενά με τις γεωργικές πρακτικές στις ευρωπαϊκές περιφέρειες και με τα τοπικά τους προϊόντα·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να διατηρούνται τα ήθη και τα έθιμα που συνδέονται με την τοπική και την περιφερειακή γαστρονομία, για παράδειγμα, και να ενθαρρύνεται η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής γαστρονομίας·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία είναι μία από τις σημαντικότερες πολιτιστικές εκφράσεις του ανθρώπου και ότι ο όρος δεν αναφέρεται μόνον στην αποκαλούμενη «υψηλή μαγειρική» αλλά σε όλες τις μορφές μαγειρικής των διάφορων περιφερειών και κοινωνικών στρωμάτων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που προέρχονται από την τοπική παραδοσιακή κουζίνα·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιβίωση της τοπικής μαγειρικής που αποτελεί μέρος της γαστρονομικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς τίθεται πολύ συχνά σε κίνδυνο από την επιδρομή των τυποποιημένων τροφίμων·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποιότητα, η απήχηση και η ποικολομορφία της ευρωπαϊκής γαστρονομίας απαιτούν την παραγωγή ευρωπαϊκών τροφίμων σε επαρκή ποσότητα και ποιότητα·

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία ταυτίζεται με τις διάφορες πτυχές της διατροφής και ότι οι τρεις βασικοί της άξονες είναι η υγεία, οι διατροφικές συνήθειες και η απόλαυση· λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλές χώρες η μαγειρική τέχνη συνιστά σημαντική πτυχή της κοινωνικής ζωής και συμβάλλει στην κοινωνικότητα των ανθρώπων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπειρία από διάφορες γαστρονομικές κουλτούρες είναι μορφή πολιτιστικής ανταλλαγής και από κοινού χρήσης πολιτισμικών στοιχείων· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει επίσης θετική επίδραση στις κοινωνικές και οικογενειακές σχέσεις·

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναγνώριση της μεσογειακής διατροφής ως άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς από την UNESCO είναι σημαντική, διότι η διατροφή αυτή θεωρείται ένα σύνολο γνώσεων, ικανοτήτων, πρακτικών, τελετουργιών, παραδόσεων και συμβόλων που συνδέονται με τη γεωργική καλλιέργεια και συγκομιδή, την αλιεία και την κτηνοτροφία, καθώς και με τον τρόπο συντήρησης, επεξεργασίας, παρασκευής, διανομής και κατανάλωσης των τροφίμων·

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διατροφικές συνήθειες των ευρωπαϊκών λαών συνιστούν μια πλούσια κληρονομιά κοινωνικής και πολιτιστικής φύσης που οφείλουμε να μεταδώσουμε στις μελλοντικές γενιές· λαμβάνοντας υπόψη ότι το σχολείο, μαζί με την οικογένεια, είναι το ιδανικό μέρος για την απόκτηση αυτών των γνώσεων·

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία καθίσταται πρωταρχικό στοιχείο για την προσέλκυση τουριστών και ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ τουρισμού, γαστρονομίας και διατροφής έχει εξαιρετικά θετικό αντίκτυπο όσον αφορά την προώθηση του τουρισμού·

ΛΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να μεταδίδεται στις μελλοντικές γενιές η επίγνωση του γαστρονομικού πλούτου της περιφέρειάς τους, και γενικότερα της ευρωπαϊκής γαστρονομίας·

ΛΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία συμβάλλει στην προώθηση της κληρονομιάς των διαφόρων περιφερειών·

ΛΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ουσιώδης η προώθηση των τοπικών και περιφερειακών προϊόντων με στόχο, αφενός, τη διαφύλαξη της γαστρονομικής κληρονομιάς και, αφετέρου, την εξασφάλιση δίκαιης αμοιβής για τους παραγωγούς και της όσο το δυνατό μεγαλύτερης διαθεσιμότητας των εν λόγω προϊόντων·

ΛΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η γαστρονομία αποτελεί πηγή πολιτιστικού, αλλά και οικονομικού, πλούτου για τις περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

ΛΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή κληρονομιά απαρτίζεται από ένα σύνολο υλικών και άυλων στοιχείων και ότι, στην περίπτωση της γαστρονομίας και της διατροφής, αποτελείται επίσης από το έδαφος και το τοπίο από τα οποία προέρχονται τα προϊόντα προς κατανάλωση·

ΛΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιωσιμότητα, η ποικιλομορφία και ο πολιτιστικός πλούτος της ευρωπαϊκής γαστρονομίας βασίζονται στη διαθεσιμότητα τοπικής παραγωγής υψηλής ποιότητας·

Εκπαιδευτικές πτυχές

1.

ζητεί από τα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν στη σχολική εκπαίδευση, από τα πρώτα κιόλας χρόνια της παιδικής ηλικίας, τη μελέτη και τις γευστικές εμπειρίες σχετικά με τη διατροφή, τη διατροφική υγεία και τις διατροφικές συνήθειες, συμπεριλαμβάνοντας ιστορικές, εδαφικές, πολιτιστικές, αλλά και εμπειρικές πτυχές, ως μέσο βελτίωσης της κατάστασης της υγείας και της ευημερίας των πολιτών, της ποιότητας των τροφίμων και του σεβασμού για το περιβάλλον· επικροτεί τα προγράμματα γαστρονομικής εκπαίδευσης που υλοποιούν ορισμένα κράτη μέλη στα σχολεία, ορισμένα σε συνεργασία με κορυφαίους αρχιμάγειρες· υπογραμμίζει τη σημασία του συνδυασμού της εκπαίδευσης σε θέματα υγιεινών διατροφικών συνηθειών με μέτρα καταπολέμησης των στερεοτύπων που μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρές διατροφικές και ψυχολογικές διαταραχές, όπως η ανορεξία και η βουλιμία·

2.

υπογραμμίζει ομοίως τη σημασία της εφαρμογής των συστάσεων της ΠΟΥ για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας και της κακής διατροφής· εκφράζει την ανησυχία του για το συνεχιζόμενο πρόβλημα του υποσιτισμού στην Ευρώπη και για την αυξανόμενη επέκτασή του από την έναρξη της κρίσης και ζητεί επίμονα από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν με κάθε εφικτό τρόπο τη δυνατότητα μιας υγιεινής διατροφής για όλους, για παράδειγμα εξασφαλίζοντας ότι τα σχολικά ή δημοτικά κυλικεία προσφέρουν τρόφιμα υψηλής ποιότητας και ότι είναι ανοιχτά στο κοινό·

3.

υπογραμμίζει επίσης την ανάγκη περαιτέρω εμπλουτισμού των σχολικών προγραμμάτων με πληροφορίες σχετικά με τη γαστρονομική κουλτούρα (ιδίως σε τοπικό επίπεδο), τη διαδικασία παρασκευής, παραγωγής, διατήρησης και διανομής των τροφίμων, την κοινωνική και πολιτιστική επίδρασή τους και τα δικαιώματα των καταναλωτών· ζητεί από τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν στα σχολικά τους προγράμματα εργαστήρια σχετικά με την ανάπτυξη των αισθήσεων, και ιδίως της γεύσης, τα οποία θα συνδυάζουν τη διδασκαλία για τα διατροφικά οφέλη των τροφίμων με την παροχή πληροφοριών για την περιφερειακή και εθνική γαστρονομική κληρονομιά·

4.

υπενθυμίζει ότι σε ορισμένες χώρες η διατροφή περιλαμβάνεται ήδη στα σχολικά προγράμματα, ενώ σε άλλες δεν είναι υποχρεωτική ως μάθημα, αλλά διδάσκεται με διάφορους τρόπους, όπως μέσω προγραμμάτων που προσφέρονται από τις τοπικές αρχές ή από ιδιωτικούς φορείς·

5.

επαναλαμβάνει ότι χρειάζεται να εισαχθεί στα σχολεία η εκπαίδευση για διατροφικά θέματα και για μια σωστή, υγιεινή και απολαυστική διατροφή·

6.

επισημαίνει ότι οι αθλητικές δραστηριότητες και η σωματική άσκηση πρέπει να προαχθούν περαιτέρω στα σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε όλη την ΕΕ·

7.

υπενθυμίζει ότι η σωστή διατροφή αυξάνει την ευεξία των παιδιών και βελτιώνει την ικανότητα εκμάθησης, ενώ τα καθιστά πιο ανθεκτικά στις ασθένειες και συμβάλλει στην υγιή ανάπτυξή τους·

8.

τονίζει ότι οι διατροφικές συνήθειες που αποκτώνται κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας μπορούν να επηρεάσουν τις διατροφικές προτιμήσεις και επιλογές –καθώς και τους τρόπους μαγειρέματος και κατανάλωσης των τροφίμων– στην ενήλικη ζωή, ότι, συνεπώς, η παιδική ηλικία αποτελεί την καλύτερη περίοδο για να καλλιεργηθούν οι γευστικές προτιμήσεις ενός ατόμου και ότι το σχολείο προσφέρει μια ιδανική ευκαιρία να έρθουν οι μαθητές σε επαφή με την ποικιλομορφία των προϊόντων και της γαστρονομίας·

9.

θεωρεί ότι πρέπει να προσφέρονται προγράμματα για την εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση σχετικά με τις επιπτώσεις της ακατάλληλης κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών, για την ενθάρρυνση σωστών και έξυπνων μορφών κατανάλωσης, χάρη στην απόκτηση γνώσεων σχετικά με τα ειδικά χαρακτηριστικά των κρασιών, τις γεωγραφικές ενδείξεις τους, τις ποικιλίες των σταφυλιών, τις μεθόδους παραγωγής και τη σημασία των παραδοσιακών ενδείξεων·

10.

ζητεί από την Επιτροπή να ενθαρρύνει τα σχέδια που περιλαμβάνουν ανταλλαγή πληροφοριών και πρακτικών στο τομέα της διατροφής, των τροφίμων και της γαστρονομίας, για παράδειγμα στο πλαίσιο του σκέλους Comenius (σχολική εκπαίδευση) του προγράμματος Erasmus+· ζητεί επιπλέον από την ΕΕ και τα κράτη μέλη να προωθήσουν τις διαπολιτισμικές ανταλλαγές στους τομείς που σχετίζονται με την εστίαση, τη διατροφή και τη γαστρονομία, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που προσφέρει το πρόγραμμα Erasmus+ για κατάρτιση, κινητικότητα και μαθητεία υψηλού επιπέδου σε σπουδαστές και επαγγελματίες·

11.

επισημαίνει ότι στη διατροφική και γαστρονομική διαπαιδαγώγηση, περιλαμβανομένου του σεβασμού της φύσης και του περιβάλλοντος, πρέπει να συμμετέχουν η οικογένεια, οι δάσκαλοι, η εκπαιδευτική κοινότητα, οι φορείς ενημέρωσης και όλοι οι επαγγελματίες της εκπαίδευσης·

12.

επισημαίνει τη χρησιμότητα των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) ως εκπαιδευτικού εργαλείου για την υποβοήθηση της μάθησης· ενθαρρύνει τη δημιουργία διαδραστικών πλατφορμών που θα διευκολύνουν την πρόσβαση και τη διάδοση της ευρωπαϊκής, εθνικής και περιφερειακής γαστρονομικής κληρονομιάς με στόχο την προώθηση της διαφύλαξης και της μετάδοσης της παραδοσιακής γνώσης μεταξύ των επαγγελματιών, των βιοτεχνών και των πολιτών·

13.

καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο αυστηρότερου ελέγχου όσον αφορά το περιεχόμενο και τις διαφημίσεις των τροφίμων, ιδίως από την άποψη της διατροφής·

14.

υπενθυμίζει στα κράτη μέλη ότι πρέπει να μεριμνήσουν για την απαγόρευση της διαφήμισης και της προώθησης ανθυγιεινών τροφίμων στα σχολεία·

15.

καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν, σε συνεργασία με διατροφολόγους και γιατρούς, την κατάλληλη κατάρτιση των εκπαιδευτικών ώστε να είναι σε θέση να διδάξουν σωστά τις επιστήμες της διατροφής στα σχολεία και τα πανεπιστήμια· επισημαίνει ότι η διατροφή και το περιβάλλον είναι αλληλοεξαρτώμενα και ζητεί, συνεπώς, την επικαιροποίηση της γνώσης σχετικά με το φυσικό περιβάλλον·

16.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να μελετήσουν προγράμματα κατάρτισης των επαγγελματιών στον τομέα της γαστρονομίας· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να προωθήσουν αυτό το είδος κατάρτισης· υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι η εν λόγω κατάρτιση να καλύπτει την τοπική και ευρωπαϊκή γαστρονομία, την ποικιλομορφία των προϊόντων και τις διαδικασίες παρασκευής, παραγωγής, συντήρησης και διανομής των τροφίμων·

17.

τονίζει πόσο σημαντικό είναι να εξαίρονται στην κατάρτιση των επαγγελματιών στον τομέα της γαστρονομίας το «σπιτικό φαγητό», καθώς και η τοπική και διαφοροποιημένη παραγωγή·

18.

καλεί τα κράτη μέλη να ανταλλάξουν γνώσεις και βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες γαστρονομικού περιεχομένου και να ενθαρρύνουν τη γαστρονομική επίγνωση στις διάφορες περιφέρειες· ζητεί επίσης να γίνει ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών ή να εξετασθεί το ενδεχόμενο σύντμησης της διατροφικής αλυσίδας μέσω της επικέντρωσης στην τοπική εποχική παραγωγή·

19.

επισημαίνει την ανάγκη να αξιοποιηθούν τα προγράμματα χρηματοδότησης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής για την περίοδο 2014-2020 με σκοπό την προώθηση της υγιεινής διατροφής στα σχολεία·

20.

υπενθυμίζει ότι η ώθηση που έδωσε η αναγνώριση της μεσογειακής διατροφής και της γαλλικής γαστρονομίας ως άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας από την UNESCO είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία φορέων και οργανισμών που προωθούν τη γνώση, τις πρακτικές και την εκπαίδευση σχετικά με τις αξίες και τις συνήθειες μιας υγιεινής και ισορροπημένης διατροφής·

Πολιτιστικές πτυχές

21.

υπογραμμίζει την ανάγκη ενημέρωσης σχετικά με την ποικιλομορφία και την ποιότητα των περιφερειών, των τοπίων και των προϊόντων που συνιστούν τη βάση της ευρωπαϊκής γαστρονομίας, η οποία αποτελεί μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και συνιστά επίσης ένα μοναδικό και διεθνώς αναγνωρισμένο τρόπο ζωής· τονίζει ότι κάτι τέτοιο προϋποθέτει ορισμένες φορές τον σεβασμό των τοπικών συνηθειών·

22.

τονίζει ότι η γαστρονομία είναι εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αύξηση της ανάπτυξης και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε ευρύ φάσμα τομέων της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων του τομέα της εστίασης, του τουρισμού, των γεωργικών προϊόντων διατροφής και της έρευνας· σημειώνει ότι η γαστρονομία μπορεί επίσης να συμβάλει στην ανάπτυξη υψηλού αισθήματος ευθύνης για την προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος, εξασφαλίζοντας ότι τα προϊόντα θα έχουν πιο αυθεντική γεύση και θα υφίστανται λιγότερη επεξεργασία με πρόσθετες ουσίες ή συντηρητικά·

23.

τονίζει τη σημασία της γαστρονομίας για την προώθηση του τομέα της φιλοξενίας σε ολόκληρη την Ευρώπη και αντιστρόφως·

24.

αναγνωρίζει τον ρόλο που διαδραματίζουν οι εξειδικευμένοι και ταλαντούχοι αρχιμάγειρές μας στη διατήρηση και την εξαγωγή της γαστρονομικής μας κληρονομιάς και τη σημασία της διατήρησης της μαγειρικής εμπειρογνωμοσύνης ως κρίσιμου παράγοντα που προσφέρει προστιθέμενη αξία τόσο από εκπαιδευτική όσο και από οικονομική άποψη·

25.

επικροτεί τις πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην προώθηση της ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως οι γαστρονομικές εκθέσεις και τα γαστρονομικά φεστιβάλ που πραγματοποιούνται σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, τα οποία ενισχύουν την έννοια της εγγύτητας ως στοιχείου σεβασμού του περιβάλλοντος και των χώρων που μας περιβάλλουν και εξασφαλίζουν την αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών· συνιστά οι εν λόγω πρωτοβουλίες να αποκτήσουν ευρωπαϊκή διάσταση·

26.

επικροτεί τα τρία συστήματα γεωγραφικών ενδείξεων και παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων της ΕΕ που είναι γνωστά ως προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ), προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ), και εγγυημένο παραδοσιακό ιδιότυπο προϊόν (ΕΠΙΠ), τα οποία ενισχύουν την αξία των ευρωπαϊκών γεωργικών προϊόντων σε επίπεδο ΕΕ και σε διεθνές επίπεδο· καλεί τα κράτη μέλη και τις περιφέρειές τους να δημιουργήσουν σήματα ΠΟΠ, ιδίως κοινά σήματα ΠΟΠ για τα προϊόντα του ίδιου είδους που προέρχονται από διασυνοριακές γεωγραφικές περιοχές·

27.

επικροτεί πρωτοβουλίες όπως το κίνημα για το «μη πρόχειρο φαγητό» («slow food»), το οποίο έχει ως αποτέλεσμα το κοινό να εκτιμά την κοινωνική και πολιτιστική σημασία του φαγητού, καθώς και η πρωτοβουλία «Κρασί με μέτρο», που προωθεί έναν τρόπο ζωής και ένα επίπεδο κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών με μέτρο·

28.

υπογραμμίζει επίσης τον ρόλο που διαδραματίζουν οι ακαδημίες γαστρονομίας, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ιδρυμάτων για τη Διατροφή και η Διεθνής Ακαδημία Γαστρονομίας, με έδρα στο Παρίσι, στη μελέτη και διάδοση της γαστρονομικής κληρονομιάς·

29.

καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν πολιτικές που αποσκοπούν στην ποιοτική και ποσοτική βελτίωση του γαστρονομικού τομέα, τόσο αυτού καθαυτού του τομέα όσο και σε σχέση με τη συμβολή του στον τουρισμό, στο πλαίσιο της πολιτιστικής και οικονομικής ανάπτυξης των περιφερειών·

30.

τονίζει ότι η γαστρονομία αποτελεί ισχυρό πολιτιστικό εξαγόμενο προϊόν για την ΕΕ και τα μεμονωμένα κράτη μέλη·

31.

καλεί τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν πρωτοβουλίες που συνδέονται με τον αγροτουρισμό, οι οποίες προωθούν την απόκτηση γνώσεων σχετικά με την πολιτιστική κληρονομιά και την κληρονομιά του τοπίου, συμβάλλουν στη στήριξη των περιφερειών και προωθούν την αγροτική ανάπτυξη·

32.

καλεί τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναπτύξουν τις πολιτιστικές πτυχές της γαστρονομίας και να υποστηρίξουν τις διατροφικές συνήθειες που συμβάλλουν στην καλή υγεία των καταναλωτών, επεκτείνουν την ανταλλαγή και την από κοινού χρήση πολιτισμικών στοιχείων και προωθούν τις περιφέρειες, διατηρώντας παράλληλα την απόλαυση που συνδέεται με το φαγητό, τη δημιουργία ευχάριστου κλίματος και την κοινωνικότητα·

33.

καλεί τα κράτη μέλη να συνεργασθούν μεταξύ τους και να στηρίξουν τις πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στη διατήρηση της υψηλής ποιότητας, της ποικιλομορφίας, της ετερογένειας και της μοναδικότητας των παραδοσιακών τοπικών, περιφερειακών και εθνικών προϊόντων με σκοπό την καταπολέμηση της ομοιογενοποίησης η οποία, μακροπρόθεσμα, θα υποβαθμίσει την ευρωπαϊκή γαστρονομική κληρονομιά·

34.

ενθαρρύνει την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εντάξουν ως αναπόσπαστο στοιχείο στις συζητήσεις τους για την πολιτική τροφίμων τη σημασία που έχει η υποστήριξη μιας βιώσιμης και διαφοροποιημένης ευρωπαϊκής παραγωγής τροφίμων υψηλής ποιότητας και επαρκούς σε ποσότητα, με στόχο τη διατήρηση της ποικιλομορφίας της ευρωπαϊκής κουζίνας·

35.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα μέτρα για την αναγνώριση και τη σήμανση της ευρωπαϊκής παραγωγής τροφίμων, ώστε να αυξηθεί η αξία αυτών των προϊόντων, να παρέχονται καλύτερες πληροφορίες στους καταναλωτές και να διαφυλαχθεί η ποικιλομορφία της ευρωπαϊκής γαστρονομίας·

36.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να αναγνωρισθεί και να αυξηθεί η αξία των γαστρονομικών προϊόντων υψηλής ποιότητας· καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο να εισαχθεί η ενημέρωση των καταναλωτών από τους φορείς εστίασης σχετικά με τα φαγητά που παρασκευάζονται επί τόπου από ακατέργαστα προϊόντα·

37.

ενθαρρύνει την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να εξετάσουν τον αντίκτυπο που έχουν οι νόμοι που θεσπίζουν στις ικανότητες, την ποικιλομορφία και την ποιότητα της παραγωγής τροφίμων στην ΕΕ και να λάβουν μέτρα καταπολέμησης της παραποίησης προϊόντων·

38.

υποστηρίζει τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες με σκοπό την προώθηση και τη διατήρηση όλων των εδαφών, των τοπίων και των προϊόντων που συναπαρτίζουν την τοπική γαστρονομική τους κληρονομιά· καλεί τις περιφέρειες να προωθήσουν την τοπική και διαιτητική γαστρονομία στη σχολική και την ομαδική εστίαση σε συνεργασία με τους τοπικούς παραγωγούς, με στόχο τη διαφύλαξη και την ενίσχυση της περιφερειακής γαστρονομικής κληρονομιάς, την τόνωση της τοπικής γεωργίας και τη σύντμηση των αλυσίδων εφοδιασμού·

39.

καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για τη διατήρηση της ευρωπαϊκής κληρονομιάς που συνδέονται με τον τομέα της γαστρονομίας, όπως για παράδειγμα για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς των παραδοσιακών αγορών τροφίμων, των οινοποιείων ή άλλων χώρων, καθώς και των εργαλείων και των μηχανημάτων που συνδέονται με τη διατροφή και τη γαστρονομία·

40.

επισημαίνει τη σημασία του εντοπισμού, της καταλογογράφησης, της μετάδοσης και της διάδοσης του πολιτιστικού πλούτου της ευρωπαϊκής γαστρονομίας· ενθαρρύνει τη δημιουργία ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου γαστρονομίας·

41.

συστήνει στην Επιτροπή να συμπεριλάβει την ευρωπαϊκή γαστρονομία στις πρωτοβουλίες και τα προγράμματα πολιτιστικού χαρακτήρα που υλοποιεί·

42.

χαιρετίζει την προσθήκη της γαλλικής γαστρονομίας στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της UNESCO για την άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας, καθώς και της μεσογειακής διατροφής, του ψωμιού με πιπερόριζα της Κροατίας και της παραδοσιακής κουζίνας του Μεξικού και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να συμπεριλάβουν τις γαστρονομικές τους παραδόσεις και πρακτικές στη Σύμβαση της UNESCO για την προστασία της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, ώστε να τις διαφυλάξουν·

43.

συνιστά στις ευρωπαϊκές πόλεις να υποβάλουν την υποψηφιότητά τους για τον τίτλο της Πόλης της Γαστρονομίας της UNESCO, που προωθείται από το πρόγραμμα Δίκτυο δημιουργικών πόλεων της οργάνωσης·

o

o ο

44.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/92


P7_TA(2014)0218

Παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές όσον αφορά τον ορισμό των «τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών»

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές όσον αφορά τον ορισμό των «τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών» (C(2013)08887 — 2013/2997(DEA))

(2017/C 378/12)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (C(2013)08887),

έχοντας υπόψη το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές (1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο κ), το άρθρο 18 παράγραφοι 3 και 5 και το άρθρο 51 παράγραφος 5,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα νέα τρόφιμα (COM(2013)0894),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τα πρόσθετα τροφίμων (2),

έχοντας υπόψη τους ενωσιακούς καταλόγους που καθιερώθηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1129/2011 της Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2011, για την τροποποίηση του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με καθιέρωση ενωσιακού καταλόγου για τα πρόσθετα τροφίμων (3) και με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1130/2011 της Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2011, για την τροποποίηση του παραρτήματος III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα πρόσθετα τροφίμων με την καθιέρωση ενωσιακού καταλόγου για τα πρόσθετα τροφίμων που εγκρίνονται για χρήση σε πρόσθετα τροφίμων, ένζυμα τροφίμων, αρωματικές ύλες τροφίμων και θρεπτικές ουσίες (4),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 257/2010 της Επιτροπής, της 25ης Μαρτίου 2010, σχετικά με την κατάρτιση προγράμματος για την επαναξιολόγηση εγκεκριμένων προσθέτων τροφίμων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα πρόσθετα τροφίμων (5),

έχοντας υπόψη την πρόταση ψηφίσματος της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων,

έχοντας υπόψη το άρθρο 87α παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 18 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές («FIC») προβλέπει ότι όλα τα συστατικά που περιέχονται υπό τη μορφή τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών αναγράφονται σαφώς στον κατάλογο των συστατικών προκειμένου να εξασφαλίζεται η πληροφόρηση του καταναλωτή· λαμβάνοντας υπόψη ότι, αντίστοιχα, ο κανονισμός FIC προβλέπει ορισμό των «τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών»·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 18 παράγραφος 5 του κανονισμού FIC εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να προσαρμόζει τον ορισμό των «τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών» του κανονισμού βάσει της τεχνικής και επιστημονικής προόδου ή των ορισμών που συμφωνούνται σε διεθνές επίπεδο, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, για την επίτευξη των στόχων του εν λόγω κανονισμού·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη σύσταση 2011/696/ΕΕ της Επιτροπής καθορίζεται ένας γενικός ορισμός των νανοϋλικών·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι καθιερώθηκαν πλήρεις ενωσιακοί κατάλογοι με τους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 1129/2011 και (ΕΕ) αριθ. 1130/2011 της Επιτροπής, στους οποίους καθορίστηκαν τα πρόσθετα τροφίμων που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008, έπειτα από επανεξέταση της συμμόρφωσής τους με τις διατάξεις των εν λόγω κανονισμών·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός της Επιτροπής εξαιρεί όλα τα πρόσθετα τροφίμων που περιλαμβάνονται στους ενωσιακούς καταλόγους από τον νέο ορισμό των «τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών» και υποδεικνύει αντ’ αυτού ότι η ανάγκη καθιέρωσης ειδικών απαιτήσεων επισήμανσης των νανοϋλικών σε σχέση με τα εν λόγω πρόσθετα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο του προγράμματος επαναξιολόγησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 257/2010 της Επιτροπής, με τροποποίηση, αν χρειαστεί, των όρων χρήσης που προβλέπονται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 και των προδιαγραφών των προσθέτων τροφίμων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 231/2012 (6)·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, επί του παρόντος, τα συστατικά που ενδέχεται να περιέχονται ως νανοϋλικά σε τρόφιμα είναι ακριβώς τα πρόσθετα τροφίμων·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η συνολική εξαίρεση ακυρώνει τις διατάξεις επισήμανσης για όλα τα πρόσθετα τροφίμων που συνιστούν τεχνολογικώς επεξεργασμένα νανοϋλικά· λαμβάνοντας υπόψη ότι αναιρείται έτσι η κύρια πρακτική αποτελεσματικότητα του νόμου και παραβιάζεται ο βασικός στόχος της οδηγίας που είναι η επιδίωξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας και των συμφερόντων των καταναλωτών με την εξασφάλιση μιας βάσης προκειμένου να επιλέγουν οι τελικοί καταναλωτές κατόπιν πληροφόρησης·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δικαιολογεί αυτή τη συνολική εξαίρεση για όλα τα υφιστάμενα πρόσθετα τροφίμων, δηλώνοντας ότι «η αναγραφή αυτών των προσθέτων τροφίμων στον κατάλογο των συστατικών, ακολουθούμενη από τη λέξη “νανο” σε παρένθεση, μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στους καταναλωτές, διότι ενδέχεται να δημιουργήσει την εντύπωση ότι τα πρόσθετα αυτά είναι νέα, ενώ στην πραγματικότητα έχουν χρησιμοποιηθεί σε τρόφιμα σε αυτή τη μορφή επί δεκαετίες»·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η αιτιολόγηση είναι εσφαλμένη και άνευ σημασίας, δεδομένου ότι ο κανονισμός FIC δεν προβλέπει διάκριση μεταξύ υφιστάμενων και νέων νανοϋλικών, αλλά απαιτεί ρητά την επισήμανση όλων των συστατικών που περιέχονται υπό μορφή τεχνολογικώς επεξεργασμένων νανοϋλικών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δηλωθείσα πρόθεση της Επιτροπής να αντιμετωπίσει την ανάγκη καθιέρωσης ειδικών απαιτήσεων επισήμανσης των νανοϋλικών σε σχέση με τα πρόσθετα τροφίμων στους ενωσιακούς καταλόγους, στο πλαίσιο του προγράμματος επαναξιολόγησης, δεν είναι θεμιτή, καθότι συγχέει ζητήματα ασφαλείας με γενικές απαιτήσεις επισήμανσης για την ενημέρωση των καταναλωτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό υποδηλώνει επίσης ότι η Επιτροπή αμφισβητεί την ίδια την ανάγκη για ειδικές απαιτήσεις επισήμανσης των νανοϋλικών, παραβιάζοντας έτσι τις διατάξεις του άρθρου 18 παράγραφος 3 του κανονισμού FIC· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα πρόσθετο τροφίμων είτε είναι νανοϋλικό είτε δεν είναι, και ότι τέτοιες απαιτήσεις επισήμανσης πρόκειται να εφαρμόζονται για όλα τα εγκεκριμένα πρόσθετα τροφίμων που είναι νανοϋλικά, ανεξαρτήτως των συνθηκών χρήσης ή τυχόν άλλων προδιαγραφών·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη, επιπλέον, ότι είναι απαράδεκτο να γίνεται αναφορά σε ένα μη συναφές πρόγραμμα επαναξιολόγησης, το οποίο ήδη υπήρχε όταν ο νομοθέτης αποφάσισε να θεσπίσει ρητές απαιτήσεις επισήμανσης στον κανονισμό FIC, σε μια προσπάθεια ακύρωσης αυτών των απαιτήσεων επισήμανσης τρία χρόνια αργότερα·

1.

διατυπώνει αντιρρήσεις ως προς τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής·

2.

θεωρεί ότι ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός της Επιτροπής δεν είναι συμβατός με τον στόχο και το περιεχόμενο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 και ότι υπερβαίνει τις αρμοδιότητες που έχουν εκχωρηθεί στην Επιτροπή δυνάμει αυτού·

3.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει νέα κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η οποία να λαμβάνει υπόψη τη θέση του Κοινοβουλίου·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή και να της κοινοποιήσει ότι ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός δεν μπορεί να τεθεί σε ισχύ·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18.

(2)  ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 16.

(3)  ΕΕ L 295 της 12.11.2011, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 295 της 12.11.2011, σ. 178.

(5)  ΕΕ L 80 της 26.3.2010, σ. 19.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 231/2012 της Επιτροπής, της 9ης Μαρτίου 2012, σχετικά με τη θέσπιση προδιαγραφών για τα πρόσθετα τροφίμων που αναφέρονται στα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1333/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 83 της 22.3.2012, σ. 1).


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/95


P7_TA(2014)0229

Αξιολόγηση και καθορισμός προτεραιοτήτων για τις σχέσεις της ΕΕ με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την αξιολόγηση και τον καθορισμό προτεραιοτήτων όσον αφορά τις σχέσεις της ΕΕ με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης (2013/2149(INI))

(2017/C 378/13)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη δρομολόγηση της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης στην Πράγα στις 7 Μαΐου 2009,

έχοντας υπόψη την έναρξη των εργασιών της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης EURONEST στις 3 Μαΐου 2011, κατά τη διάρκεια της 7ης κοινοβουλευτικής περιόδου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

έχοντας υπόψη τη σύσταση του φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και το έργο που έχει επιτελέσει μέχρι σήμερα, συμπεριλαμβανομένων των συστάσεων και άλλων εγγράφων που καταρτίστηκαν στο πλαίσιο των πέντε ομάδων εργασίας ή στο πλαίσιο των ακόλουθων ετήσιων συνελεύσεών του: Βρυξέλλες, Βέλγιο 16 — 17 Νοεμβρίου 2009· Bερολίνο, Γερμανία, 18-19 Nοεμβρίου 2010· Πόζναν, Πολωνία, 28-30 Nοεμβρίου 2011· Στοκχόλμη, Σουηδία, 28-30 Nοεμβρίου 2012· και Κισινάου, Μολδαβία 4-5 Οκτωβρίου 2013,

έχοντας υπόψη τη σύσταση, από την Επιτροπή των Περιφερειών, της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών για την Ανατολική Εταιρική Σχέση (CORLEAP), η εναρκτήρια συνεδρίαση της οποίας πραγματοποιήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2011 στο Πόζναν της Πολωνίας, και τις γνωμοδοτήσεις που έχει καταρτίσει η CORLEAP μέχρι σήμερα,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της συνόδου κορυφής της Βαρσοβίας που πραγματοποιήθηκε στις 29 και 30 Οκτωβρίου 2011,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της συνόδου κορυφής του Βίλνιους που πραγματοποιήθηκε στις 28 και 29 Νοεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη τις ανακοινώσεις της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2003 με τίτλο «Ευρύτερη Ευρώπη — Γειτονικές σχέσεις: ένα νέο πλαίσιο σχέσεων με τους γείτονές μας στα ανατολικά και νότια σύνορά μας» (COM(2003)0104), της 12ης Μαΐου 2004 με τίτλο «Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας — έγγραφο στρατηγικής» (COM(2004)0373), της 4ης Δεκεμβρίου 2006 με τίτλο «Ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας» (COM(2006)0726), της 5ης Δεκεμβρίου 2007 με τίτλο «Μία ισχυρή ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας» (COM(2007)0774), της 3ης Δεκεμβρίου 2008 με τίτλο «Ανατολική Εταιρική Σχέση» (COM(2008)0823), και της 12ης Μαΐου 2010 με τίτλο «Απολογισμός της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας» (COM(2010)0207),

έχοντας υπόψη τις κοινές ανακοινώσεις της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, της 20ής Μαρτίου 2013 με τίτλο «Ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας: προσπάθειες για μια ισχυρότερη εταιρική σχέση (JOIN(2013)0004) και της 25ης Μαΐου 2011 με τίτλο “Μια νέα απάντηση σε μια γειτονιά που αλλάζει” (COM(2011)0303),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της 26ης Ιουλίου 2010 και της 20ής Ιουνίου 2011 για την ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας (ΕΠΓ) και της 18ης και 19ης Νοεμβρίου 2013 για την Ανατολική Εταιρική Σχέση, καθώς και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων/Εμπορίου της 26ης Σεπτεμβρίου 2011 και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 7ης Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την Ανατολική Εταιρική Σχέση της 19ης-20ής Δεκεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη τις κοινές ανακοινώσεις της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, της 15ης Μαΐου 2012 με τίτλο “Ανατολική εταιρική σχέση: Ένας οδικός χάρτης για τη σύνοδο κορυφής του φθινοπώρου 2013” (JOIN(2012)0013) και “Αποτελέσματα της νέας Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας” (JOIN(2012)0014), καθώς και τα κοινά συνοδευτικά έγγραφα εργασίας των υπηρεσιών της 20ής Μαρτίου 2013 (“Regional reports” (Περιφερειακές εκθέσεις), SWD(2013)0085 και 0086),

έχοντας υπόψη την κοινή ανακοίνωση της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας και της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 12ης Δεκεμβρίου 2011, με τίτλο “Τα ανθρώπινα δικαιώματα και η δημοκρατία στο επίκεντρο της εξωτερικής δράσης της ΕΕ — Προς μια αποτελεσματικότερη προσέγγιση” (COM(2011)0886),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Γειτονίας 2014-2020,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Euronest, της 28ης Μαΐου 2013 σχετικά με την ενεργειακή ασφάλεια όσον αφορά την αγορά ενέργειας και την εναρμόνιση μεταξύ των χωρών εταίρων της Ανατολικής Ευρώπης και των χωρών της ΕΕ (1),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του, της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας: προς την ενίσχυση της εταιρικής σχέσης. Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις εκθέσεις προόδου του 2012 (2), της 14ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας (3) και της 7ης Απριλίου 2011 σχετικά με την αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας — Ανατολική Διάσταση (4),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 11ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό κοινών κανόνων και διαδικασιών για την εφαρμογή των μηχανισμών εξωτερικής δράσης της Ένωσης (5),

έχοντας υπόψη τη θέση του της 11ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την καθιέρωση ενός χρηματοδοτικού μέσου για την προάσπιση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Ιουλίου 2011 σχετικά με τις εξωτερικές πολιτικές της ΕΕ υπέρ του εκδημοκρατισμού (7),

έχοντας υπόψη τα ετήσια ψηφίσματά του σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος, και ειδικότερα τα πλέον πρόσφατα σχετικά με τις εξελίξεις στις νότιες και ανατολικές γειτονικές χώρες της ΕΕ, δηλαδή: το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2012 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων για τη στρατηγική πολιτική της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (8)· το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία ανά τον κόσμο το 2011 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος (9)· και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία στον κόσμο για το 2012 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον συγκεκριμένο τομέα (10),

έχοντας υπόψη τη σύστασή του της 29ης Μαρτίου 2012 προς το Συμβούλιο σχετικά με τους πιθανούς τρόπους καθιέρωσης ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου για τη Δημοκρατία (ΕΤΔ) (11), την ίδρυσή του το 2012 και την έναρξη πλήρους λειτουργίας του ΕΤΔ το 2013,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με την αναθεώρηση της στρατηγικής της ΕΕ στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου (12),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με τη θέσπιση μιας Στρατηγικής Ψηφιακής Ελευθερίας στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ (13),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 13ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και των μέσων ενημέρωσης ανά τον κόσμο (14),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0157/2014),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας (ΕΠΓ), και ειδικότερα η Ανατολική Εταιρική Σχέση, βασίζεται σε μια κοινότητα αξιών και στην κοινή προσήλωση στο διεθνές δίκαιο και τις θεμελιώδεις αξίες και στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, καθώς και στο κράτος δικαίου, στην οικονομία της αγοράς, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη χρηστή διακυβέρνηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση αποσκοπεί στη διάδοση, ανταλλαγή και προώθηση των αξιών και των αρχών στις οποίες βασίζεται η ΕΕ, και ιδίως της ειρήνης, της αλληλεγγύης και της ευημερίας, ούτως ώστε να συνεισφέρει στην οικοδόμηση και εδραίωση υγιών δημοκρατιών, στην επίτευξη βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και στη διαχείριση διασυνοριακών συνδέσμων, με σκοπό να επιταχυνθούν η πολιτική σύνδεση και η οικονομική ολοκλήρωση με την ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι στη σύνοδο κορυφής της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης στο Βίλνιους όλοι οι συμμετέχοντες επιβεβαίωσαν εκ νέου τη δέσμευσή τους για εφαρμογή αυτών των κατευθυντήριων αρχών·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαδοχικές διευρύνσεις της ΕΕ έφεραν την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, τη Μολδαβία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία πιο κοντά στην ΕΕ και, ότι, συνεπώς, η ασφάλεια, η σταθερότητα και η ευημερία των ανωτέρω χωρών έχουν ολοένα και μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ασφάλεια, τη σταθερότητα και την ευημερία της ΕΕ και αντίστροφα·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ελευθερίες, οι δημοκρατικές αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορούν να αναπτυχθούν μόνο σε ένα κατάλληλο περιβάλλον που να χαρακτηρίζεται από οικονομική και κοινωνική σταθερότητα, καθώς και από εθνική και διεθνή ασφάλεια, όπως έχει αποδειχθεί από την ιστορία της ίδιας της ΕΕ·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρότι οι αρχές και οι στόχοι της ΕΠΓ ισχύουν για όλους τους εταίρους, η σχέση της ΕΕ με καθέναν από τους εταίρους της είναι μοναδική, και τα μέσα της ΕΠΓ είναι ειδικά σχεδιασμένα για να εξυπηρετούν τις εν λόγω σχέσεις·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύνοδος κορυφής της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης στο Βίλνιους κατέδειξε την ανάγκη επανεξέτασης των πολιτικών της ΕΕ όσον αφορά τους ανατολικούς εταίρους της·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση απευθύνεται σε ευρωπαϊκές χώρες κατά την έννοια των άρθρων 8 και 49 των Συνθηκών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση πρέπει να υποστηρίζει τη μετάβαση στη δημοκρατία και τη διαδικασία μεταρρύθμισης και συνιστά απάντηση στις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες των κοινωνιών των χωρών εταίρων·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης έχουν βαθιά ριζωμένες ευρωπαϊκές φιλοδοξίες και εξακολουθούν να βρίσκονται στο δύσκολο στάδιο της μετάβασης προς ένα δημοκρατικό σύστημα βασισμένο στο κράτος δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών, έπειτα από δεκαετίες υπό το καθεστώς της Ε.Σ.Σ.Δ· λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένες χώρες της Aνατολικής Εταιρικής Σχέσης υπάρχει έλλειμμα συναίνεσης σχετικά με το ευρωπαϊκό μέλλον τους·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η τρέχουσα δυναμική στις σχέσεις με τους ανατολικούς εταίρους θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να ενθαρρυνθούν οι χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης να καταβάλουν προσπάθειες για περαιτέρω δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία σύνδεσης με την ΕΕ έχει ακριβώς αυτόν το στόχο και ότι πρέπει να επιδιωχθεί παρά τα εμπόδια που έχουν ανακύψει σε ορισμένες χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση θα πρέπει να προωθεί την πολιτική, την οικονομική και την γεωπολιτική ασφάλεια και την κοινωνική και πολιτιστική διάσταση της συνεργασίας·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Γειτονίας είναι το βασικό εργαλείο στήριξης και βοήθειας της ΕΕ προς τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι αντικατοπτρίζει τη διαφοροποίηση και την προσέγγιση των “αναλογικών κερδών” και ότι προβλέπει σημαντικά οικονομικά κίνητρα για όσες γειτονικές χώρες προβαίνουν σε δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης εξακολουθούν να αναζητούν πολιτική ανάπτυξη και ότι η εταιρική σχέση που τους προτείνει η ΕΕ έχει βασιστεί στην δική τους πολιτική βούληση, αλλά έχει αποδειχθεί ανεπαρκής μοχλός αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, παρά τις σαφείς ευρωπαϊκές φιλοδοξίες των πολιτών των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρόσφατες εξελίξεις στις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης καθώς και τα αποτελέσματα της συνόδου κορυφής του Βίλνιους τονίζουν την ανάγκη ενίσχυσης του στρατηγικού χαρακτήρα της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και καταβολής περισσότερων προσπαθειών για την προώθηση και την ενίσχυση της συνειδητοποίησης των αμοιβαίων οφελών που απορρέουν από τις συμφωνίες σύνδεσης, ενώ αποτελούν ένδειξη ότι οι εν λόγω χώρες εξακολουθούν να υφίστανται έντονες πιέσεις και εκβιασμούς από τρίτους όσον αφορά τις κυρίαρχες αποφάσεις τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης πρέπει να είναι ελεύθερες και κυρίαρχες ούτως ώστε να ασκήσουν πλήρως το δικαίωμά τους να αποφασίσουν για το μέλλον τους χωρίς να υπόκεινται σε αδικαιολόγητη εξωτερική πίεση, απειλές ή εκφοβισμούς· λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε χώρα έχει το κυρίαρχο δικαίωμα να συμμετέχει σε οποιονδήποτε διεθνή οργανισμό ή συμμαχία και να ορίζει το μέλλον της χωρίς καμία εξωτερική επιρροή·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρόσφατες εξελίξεις έχουν καταδείξει ότι η πολιτική της ΕΕ για την Ανατολική Εταιρική Σχέση θεωρείται εσφαλμένα από ορισμένους γεωπολιτικούς παράγοντες ως παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος και ότι, κατά συνέπεια, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο αρνητικός τους ρόλος·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης δεν είναι σε καμία περίπτωση να ζημιώσει ή να παρεμποδίσει τις διμερείς σχέσεις με τη Ρωσική Ομοσπονδία, αλλά ότι, αντιθέτως, είναι ανοιχτή στο ενδεχόμενο ανάπτυξης συνεργειών με τη Μόσχα με στόχο τη δημιουργία των πλέον ευνοϊκών συνθηκών για τη βιώσιμη ανάπτυξη των κοινών γειτόνων·

1.

υπενθυμίζει το σκοπό της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, που συνίσταται στην ενίσχυση της πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής ενσωμάτωσης των ανατολικών εταίρων στην Ευρώπη βάσει αμοιβαίων συμφερόντων και της προσήλωσης στο διεθνές δίκαιο, τις θεμελιώδεις αξίες, τη χρηστή διακυβέρνηση και την οικονομία της αγοράς, καθώς και στην κοινή ανάληψη ευθυνών και την κοινή συμμετοχή· εκφράζει, εν προκειμένω, επιδοκιμασία για τη δημιουργία και το έργο των φορέων της Aνατολικής Εταιρικής Σχέσης — της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης EURONEST, του φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και της Διάσκεψης των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών για την Ανατολική Εταιρική Σχέση (CORLEAP), καθώς και άλλων πρωτοβουλιών, όπως το συνέδριο για την ανάληψη πρωτοβουλιών στην Ανατολική Ευρώπη (Eastern Europe Initiatives Congress)· σημειώνει, ωστόσο, ότι οι πρόσφατες εξελίξεις σε ορισμένες χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης έχουν καταδείξει τον εύθραυστο χαρακτήρα της διαδικασίας πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ολοκλήρωσης· τονίζει τη σημασία της συμμετοχής στην ευρύτερη κοινωνία ως μέσου αλλαγής· ενθαρρύνει την πιο συχνή και αποτελεσματική συνεργασία με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές, καθώς και με τα κοινοβούλια, τους ηγέτες της επιχειρηματικής κοινότητας και την κοινωνία των πολιτών, για την ενδυνάμωση του τμήματος του εκλογικού σώματος που υποστηρίζει τις μεταρρυθμίσεις και μπορεί να επηρεάζει την εθνική διαδικασία λήψης αποφάσεων·

2.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση στο σύνολό της αντιμετώπισε πρόσφατα σημαντικές προκλήσεις από τρίτους και ζητεί από όλους τους ενδιαφερόμενους συμμετέχοντες να διατηρήσουν τη δέσμευση και ενασχόλησή τους με το σχέδιο·

3.

υπογραμμίζει ότι μια ευρωπαϊκή προοπτική, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος υποβολής αίτησης προσχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα μπορούσε να αποτελέσει κινητήρια δύναμη για μεταρρυθμίσεις στις χώρες αυτές και να ενισχύσει περαιτέρω την προσήλωσή τους σε κοινές αξίες και αρχές όπως η δημοκρατία, το κράτος δικαίου, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η χρηστή διακυβέρνηση και ότι οι χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης που έχουν δεσμευτεί περισσότερο να εμβαθύνουν τις σχέσεις τους με την ΕΕ και που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη και να υποστηριχθούν, ώστε να δημιουργηθεί ένα κίνητρο για την περαιτέρω ευρωπαϊκή ολοκλήρωση·

4.

αναγνωρίζει ότι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οι κοινωνίες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης που υποστηρίζουν την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζονται την ισχυρή, προορατική και άμεση υποστήριξη της ΕΕ, η οποία θα πρέπει να παρέχεται μέσω διαφορετικών διαύλων και τομέων πολιτικής, που να περιλαμβάνουν από πρωτοβουλίες οικονομικής ενίσχυσης μέχρι προγράμματα απλούστευσης της έκδοσης θεωρήσεων·

5.

θεωρεί ότι απαιτείται μια διεξοδική εκτίμηση της αποτελεσματικότητας του σχεδίου της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, συμπεριλαμβανομένης της ακριβούς αξιολόγησης των επιτυχιών και αδυναμιών του και ότι χρειάζεται περαιτέρω προβληματισμός, νέα ώθηση και ένα σαφές όραμα όσον αφορά τη μελλοντική πορεία του, που να εστιάζει εξίσου στην πολιτική συνεργασία και στην εταιρική σχέση με τις κοινωνίες των χωρών της Aνατολικής Εταιρικής Σχέσης και στην παροχή μιας ευρωπαϊκής επιλογής στις κοινωνίες των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· καλεί, ως εκ τούτου, την ΕΕ να επενδύσει ιδιαίτερα στην άμεση πρόοδο των πολιτών και εν προκειμένω να θεσπίσει καθεστώτα απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης, να υποστηρίξει τη νεολαία και τους μελλοντικούς ηγέτες και να αφιερώσει μεγαλύτερη προσοχή στην ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών· τονίζει τη σημασία των τομέων της ενέργειας, των μεταφορών και της έρευνας για την έκταση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

6.

πιστεύει ότι τα αποτελέσματα της συνόδου κορυφής του Βίλνιους επισημαίνουν την ανάγκη ενίσχυσης του στρατηγικού χαρακτήρα της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· ως εκ τούτου, συνιστά να γίνεται ευέλικτη χρήση των εργαλείων που βρίσκονται στη διάθεση της ΕΕ, όπως είναι η μακροοικονομική βοήθεια, η διευκόλυνση των εμπορικών καθεστώτων, τα έργα για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και του οικονομικού εκσυγχρονισμού, και η ταχεία εφαρμογή της ελευθέρωσης του καθεστώτος των θεωρήσεων, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές αξίες και τα συμφέροντα·

7.

ζητεί από την Επιτροπή να συντάξει πράσινη βίβλο για το μέλλον της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης μετά το Βίλνιους·

8.

ζητεί από την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να προβληματιστεί σχετικά με τα διδάγματα από τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ανατολική Εταιρική Σχέση όσον αφορά τον ορισμό των διμερών και πολυμερών προτεραιοτήτων της Ένωσης, καθώς και τη χρηματοδότηση στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Γειτονίας (ΕΜΓ)·

9.

θεωρεί ότι οι διαδικασίες εκδημοκρατισμού που βασίζονται στο κράτος δικαίου και στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών έχουν καθοριστική σημασία για την οικοδόμηση μιας ισχυρής και μακροχρόνιας εταιρικής σχέσης με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

10.

υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο της κοινωνίας των πολιτών στις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες και στη μετάβαση προς τη δημοκρατία καθώς και στον πολιτικό διάλογο με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· ζητεί από την ΕΕ να ενισχύσει τη συνεργασία της με την κοινωνία των πολιτών και να της παράσχει υποστήριξη μέσω διαφόρων μέσων χρηματοδότησης·

11.

επικροτεί τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν το 2013 δυνάμει του προγράμματος “ολοκλήρωσης και συνεργασίας για την Ανατολική Εταιρική Σχέση” (EaPIC), (το οποίο εντάσσεται στον ENPI), οι οποίες κατανεμήθηκαν μεταξύ της Μολδαβίας, της Γεωργίας και της Αρμενίας ως πρόσθετη χρηματοδότηση για χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης που παρουσιάζουν πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις με στόχο την επίτευξη βαθιάς δημοκρατίας και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

12.

επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής να επιτραπούν οι μετακινήσεις χωρίς υποχρέωση θεώρησης εντός του χώρου Σένγκεν για Μολδαβούς πολίτες· επισημαίνει ότι η ελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα και ζητεί να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες σε αυτόν τον τομέα· σημειώνει, εν προκειμένω, ότι η ελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων είναι μία μόνο από μια σειρά διαδικασιών που αποσκοπούν στην προσέγγιση των κοινωνιών και ότι απαιτούνται περισσότερες προσπάθειες στον εν λόγω τομέα, ιδίως όσον αφορά την προώθηση της συνεργασίας στους τομείς της εκπαίδευσης, της επιστήμης, του πολιτισμού και του αθλητισμού· επισημαίνει ότι η πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την ανταλλαγή μαθητών, την αμειβόμενη ή την μη αμειβόμενη πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών είναι ένα μέσο το οποίο πρόκειται να έχει μεγάλο αντίκτυπο στον τομέα της εκπαίδευσης και του πολιτισμού· ζητεί την ταχεία έγκριση της εν λόγω οδηγίας, στην οποία προβλέπονται θεωρήσεις μακράς διαμονής και άδειες διαμονής σε υπηκόους τρίτων χωρών για τους προαναφερθέντες σκοπούς·

13.

επισημαίνει τη σημασία της επένδυσης σε έργα για τη νεολαία και τους μελλοντικούς ηγέτες μέσω της πλήρους αξιοποίησης των ευκαιριών για υποτροφίες στο πλαίσιο του προγράμματος “Erasmus +” για την ενίσχυση των ανταλλαγών σπουδαστών και καθηγητών μεταξύ των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και των κρατών μελών της ΕΕ, μέσω της συνέχισης της οικονομικής στήριξης του ευρωπαϊκού πανεπιστημίου ανθρωπιστικών σπουδών που βρίσκεται σε καθεστώς εξορίας καθώς και μέσω της ίδρυσης ενός Πανεπιστημίου Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και του Ευρωπαϊκού Κολεγίου Εύξεινου Πόντου, τα οποία θα παρέχουν ευκαιρίες ανάπτυξης εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε διάφορα επίπεδα, που θα αποσκοπούν στην εκπαίδευση μελλοντικών ηγετών από χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και τα κράτη μέλη της ΕΕ και θα προωθούν περαιτέρω τα ακαδημαϊκά και εκπαιδευτικά έργα που έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους σε αυτόν τον τομέα, όπως το Κολέγιο της Ευρώπης·

14.

ζητεί τη διοργάνωση περισσότερων σχολικών ανταλλαγών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και θεωρεί ότι για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να διατεθεί ειδική χρηματοδότηση·

15.

τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας των νέων στο πλαίσιο του Παραθύρου για τη Νεολαία της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης που εντάσσεται στο πρόγραμμα “Νεολαία σε δράση”, με στόχο την προώθηση της ενεργού συμμετοχής των νέων πολιτών στα κοινά, την ανάπτυξη της αλληλεγγύης και την προώθηση της ανεκτικότητας μεταξύ των νέων· επικροτεί εν προκειμένω τη σύνοδο κορυφής νέων της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης που έλαβε χώρα τον Οκτώβριο του 2013 για τη διευκόλυνση του πολιτικού διαλόγου και της δικτύωσης με φορείς λήψης αποφάσεων και νέους από την ΕΕ και χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

16.

φρονεί ότι οι δυσκολίες όσον αφορά την προώθηση και την εφαρμογή της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω μιας αναπροσαρμοσμένης και ενισχυμένης δέσμευσης της ΕΕ, η οποία δεν θα περιοριστεί στον πολιτικό διάλογο, αλλά θα επεκταθεί και στην ανάπτυξη του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτιστικού τομέα· ζητεί από την ΕΕ να αυξήσει την παρουσία της στις χώρες εταίρους χρησιμοποιώντας περισσότερα διαδραστικά οπτικοακουστικά μέσα και μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην αντίστοιχη τοπική γλώσσα ώστε να προσεγγίσει ολόκληρη την κοινωνία· καλεί την Επιτροπή να προετοιμάσει μια σαφή στρατηγική επικοινωνίας για τις κοινωνίες των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, με την οποία θα εξηγούνται τα οφέλη των συμφωνιών σύνδεσης, καθώς και των σφαιρικών και σε βάθος συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών (DCFTA), ως μέσων για τον εκσυγχρονισμό των πολιτικών συστημάτων και των οικονομιών τους·

17.

τονίζει ότι η ΕΕ και οι ανατολικοί εταίροι αντιμετωπίζουν κοινές πολιτικές προκλήσεις όσον αφορά τη διασφάλιση αξιόπιστου και ασφαλούς ενεργειακού εφοδιασμού· υπενθυμίζει ότι η συνεργασία για την ενεργειακή ασφάλεια έχει οριστεί σαφώς ως προτεραιότητα της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και της ΕΠΓ· υπενθυμίζει ότι η συνθήκη για την ενεργειακή κοινότητα θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία μιας απολύτως ολοκληρωμένης περιφερειακής αγοράς ενέργειας υπέρ της ανάπτυξης, των επενδύσεων και ενός σταθερού κανονιστικού πλαισίου· θεωρεί την επίτευξη περαιτέρω προόδου στην ολοκλήρωση των δικτύων φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού στην περιφέρεια, συμπεριλαμβανομένων των ανάστροφων ροών, απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων της ενεργειακής κοινότητας· υπογραμμίζει τη σημασία της μεγαλύτερης εστίασης στην ενοποίηση, τη βελτίωση και την αποτελεσματικότητα του ενεργειακού τομέα, ως μίας από τις βασικές προϋποθέσεις για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας, μέσω της ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας και ανταγωνιστικότητας, καθώς και της χάραξης στρατηγικών στον τομέα της ενέργειας σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ενέργειας και τους στόχους της ΕΕ· ζητεί τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στην αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και την εξασφάλιση επαρκούς μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σύμφωνα με τις πολιτικές και τα πρότυπα της ΕΕ· αναγνωρίζει ότι η ενεργειακή εξάρτηση των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης από τη Ρωσία και η ανεπαρκής διαφοροποίηση του εφοδιασμού τους περιπλέκουν τη δυναμική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, υπενθυμίζει ως προς αυτό ότι σχέδια όπως το South Stream αυξάνουν την εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο, και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επισπεύσουν την υλοποίηση σχεδίων που θα συμβάλουν στην άμβλυνση της τρέχουσας κατάστασης· καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αναγάγουν την αλληλεγγύη σε θεμελιώδη αρχή της Ενεργειακής Κοινότητας, με την προσδοκία να γίνει πλήρως σεβαστή από όλους τους φορείς που δραστηριοποιούνται στην αγορά της ΕΕ·

18.

ζητεί την εισαγωγή μιας ρήτρας για την ενεργειακή ασφάλεια σε κάθε συμφωνία με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί πλήρης σεβασμός της νομοθεσίας της ΕΕ για την εσωτερική αγορά, καθώς και την ενσωμάτωση ενός μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης στις εν λόγω συμφωνίες, με σκοπό να εξασφαλιστεί η έγκαιρη αξιολόγηση των πιθανών κινδύνων και προβλημάτων που σχετίζονται με τη διαμετακόμιση και προμήθεια ενέργειας από τρίτες χώρες, καθώς και τη θέσπιση κοινού πλαισίου αμοιβαίας βοήθειας, αλληλεγγύης και διευθέτησης διαφορών·

19.

ζητεί την υιοθέτηση μιας προσέγγισης προσαρμοσμένης στην κάθε χώρα εταίρο, μεταξύ άλλων λαμβάνοντας περισσότερο υπόψη τα ειδικά γεωπολιτικά ευαίσθητα σημεία τους, εφαρμόζοντας τις αρχές της διαφοροποίησης και των “αναλογικών κερδών”, αλλά πάντοτε σε ένα συνολικό συντονιστικό πλαίσιο· πιστεύει ακράδαντα ότι το βάθος και η εμβέλεια των σχέσεων με κάθε χώρα εταίρο πρέπει να αντικατοπτρίζουν τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της εν λόγω χώρας, την προσήλωσή της στις κοινές αξίες, και την πρόοδο όσον αφορά την ευθυγράμμιση με τη νομοθεσία της ΕΕ, στοιχεία που αξιολογούνται βάσει σαφών δεικτών αναφοράς και των επιδόσεών της· είναι της γνώμης ότι η δομή της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης πρέπει να είναι μελλοντοστραφής και ευέλικτη –τόσο θεσμικά όσο και εννοιολογικά– ώστε να παρέχει μακροπρόθεσμα κίνητρα σε όλους τους εταίρους, συμπεριλαμβανομένων των πλέον προηγμένων εξ αυτών, για την περαιτέρω εντατικοποίηση των σχέσεών τους με την ΕΕ· πιστεύει επίσης ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση δεν πρέπει να εστιάζει μόνο σε κανονιστικούς στόχους, αλλά πρέπει να απευθυνθεί στους πολίτες μέσω προσεγγίσεων “εκ των κάτω προς τα άνω” προκειμένου να εμπεδωθούν τα οφέλη της αναμενόμενης σύνδεσης από την κοινή γνώμη· υπενθυμίζει ότι η πρόοδος της εταιρικής σχέσης θα εξαρτηθεί από την πρόοδο και τις ουσιαστικές προσπάθειες που καταβάλλονται σε σχέση με τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη μεταρρύθμιση του δικαστικού τομέα, τις μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, την καταπολέμηση της διαφθοράς και την αυξημένη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη δημόσιων αποφάσεων·

20.

ζητεί από την Επιτροπή να αναζητήσει περαιτέρω δυνατότητες διευκόλυνσης των εμπορικών φραγμών, εφόσον κρίνεται σκόπιμο ακόμα και πριν από την υπογραφή και εφαρμογή σφαιρικών και σε βάθος συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών (DCFTA), προκειμένου τα οικονομικά οφέλη από τη στενότερη συνεργασία με την ΕΕ να γίνουν πιο άμεσα αισθητά στις κοινωνίες και τις επιχειρήσεις των αντίστοιχων χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

21.

αναγνωρίζει τη σημασία της συμμετοχικότητας για την εξασφάλιση της προόδου της εταιρικής σχέσης με τη συμμετοχή και των έξι εταίρων· υπογραμμίζει, κατά συνέπεια, την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης της πολυμερούς διάστασης, ενώ ενθαρρύνει τη διεξαγωγή τακτικών συναντήσεων σε υπουργικό επίπεδο σε ολόκληρο το φάσμα των πολιτικών·

22.

τονίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι, όπως και στην περίπτωση της Ουκρανίας, έχει σημασία το Συμβούλιο να λάβει άμεσα μέτρα, όπως είναι η αύξηση της διπλωματικής πίεσης και η θέσπιση μεμονωμένων στοχοθετημένων μέτρων και ταξιδιωτικών απαγορεύσεων και η δέσμευση κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων αξιωματούχων, μελών του νομοθετικού σώματος και των επιχειρήσεων που τους χρηματοδοτούν, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και να εντείνει τις προσπάθειες για τον τερματισμό της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της φοροδιαφυγής που διαπράττουν οι εταιρείες και οι επιχειρηματίες της εκάστοτε χώρας μέσω συναλλαγών με ευρωπαϊκές τράπεζες·

23.

εκφράζει την ανησυχία του για την έλλειψη κοινής κατανόησης όσον αφορά την ουσία της συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η ΕΕ αντιμετωπίζεται συχνά ως δωρητής και οι χώρες εταίροι ως δικαιούχοι, ενώ όλοι θα πρέπει να έχουν διττό ρόλο· προειδοποιεί ότι αυτού του είδους η κοινή αντίληψη ενδέχεται να δημιουργεί ανεδαφικές προσδοκίες στις κοινωνίες των ανατολικών εταίρων·

24.

θεωρεί λυπηρό το γεγονός τα κράτη μέλη έχουν ενίοτε διαφορετικές απόψεις και δεν τηρούν την ίδια στάση όσον αφορά τις σχέσεις με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και τις εξελίξεις που σημειώνονται σε αυτές· εκφράζει την ανησυχία του για την έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη στρατηγική σημασία της συνεργασίας και της υιοθέτησης κοινής θέσης σε ορισμένα ζητήματα· ζητεί τη διεξοδική αναθεώρηση της ΕΠΓ, ιδίως όσον αφορά τους ανατολικούς γείτονες της ΕΕ, υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, καθώς και για την υιοθέτηση συγκεκριμένων και απτών μέτρων, ειδικά για τους πολίτες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

25.

συνιστά την περαιτέρω ενίσχυση της πολυμερούς πτυχής της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης με στόχο την προαγωγή ενός κλίματος συνεργασίας, φιλίας και καλών γειτονικών σχέσεων, η οποία θα υποστηρίξει τους στόχους της πολιτικής σύνδεσης και ιδίως της οικονομικής ολοκλήρωσης και την ενθάρρυνση πολυμερών πρωτοβουλιών συνεργασίας και κοινών έργων, καθώς και την επίτευξη περαιτέρω προόδου στον τομέα της διασυνοριακής και περιφερειακής συνεργασίας, ιδίως σε τομείς όπως οι μεταφορές, οι επαφές μεταξύ των λαών, το περιβάλλον, η ασφάλεια των συνόρων και η ενεργειακή ασφάλεια και υπενθυμίζει την ιδιαίτερη σημασία που δίνει από αυτήν την άποψη η ΕΕ στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Euronest· σημειώνει ότι η συνεργασία πρέπει εντούτοις να συνεχιστεί, κατά το δυνατόν, σε διμερή βάση μεταξύ αφενός της ΕΕ και αφετέρου των χωρών εταίρων·

26.

τονίζει ότι περισσότερες προσπάθειες θα πρέπει να καταβληθούν για την ανταλλαγή εμπειριών από δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, αντλώντας από την πλούσια εμπειρία των ευρωπαϊκών χωρών όσον αφορά τις διαδικασίες εγκαθίδρυσης και προστασίας δημοκρατικών καθεστώτων που βασίζονται στον σεβασμό των θεμελιωδών αξιών και του κράτους δικαίου, ιδίως από κράτη μέλη που θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τόσο την εμπειρία τους από την ένταξή τους στην ΕΕ όσο και τις στενές σχέσεις τους με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, και ότι στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αναγνωριστούν οι ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, να επισημανθούν τα αμοιβαία οφέλη και να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ της επιβολής προϋποθέσεων και της αλληλεγγύης, μεταξύ άλλων και προς το συμφέρον της περαιτέρω ανάπτυξης της ίδιας της ΕΕ· προτείνει να εξεταστούν οι δυνατότητες διομότιμης μάθησης, τόσο σε πολιτικό όσο και σε τεχνικό επίπεδο, οι οποίες θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση σχετικά με την οικοδόμηση της δημοκρατίας και το κράτος δικαίου·

27.

θεωρεί ότι η ΕΕ πρέπει να ενθαρρύνει περισσότερο ενεργά τις χώρες εταίρους όσον αφορά την καταπολέμηση των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υπενθυμίζει ότι, για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, η ίδια η ΕΕ μπορεί, σύμφωνα με τις Συνθήκες, να εξετάζει το ενδεχόμενο θέσπισης περιοριστικών μέτρων ή κυρώσεων στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ, στις οποίες περιλαμβάνονται το εμπάργκο όπλων, η απαγόρευση των εξαγωγών εξοπλισμού για εσωτερική καταστολή, καθώς και περιορισμοί στη χορήγηση θεωρήσεων ή ταξιδιωτικές απαγορεύσεις για πρόσωπα που υπέχουν άμεση ή έμμεση ευθύνη για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή για την καταστολή της κοινωνίας των πολιτών και της δημοκρατικής αντιπολίτευσης, ή των οποίων οι δραστηριότητες υπονομεύουν κατ’ άλλον τρόπο σοβαρά τη δημοκρατία ή το κράτος δικαίου, καθώς και η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και οικονομικών πόρων· τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι κυρώσεις θα είναι επιλεκτικές και στοχευμένες, ώστε να μην επηρεάζεται η ζωή των απλών πολιτών·

28.

χαιρετίζει, ως θετική κατάληξη της συνόδου κορυφής του Βίλνιους, τη μονογράφηση των Συμφωνιών Σύνδεσης που συμπεριλαμβάνουν μία σφαιρική και σε βάθος συμφωνίας ελευθέρων συναλλαγών με τη Δημοκρατία της Mολδαβίας και τη Γεωργία, εκφράζοντας ωστόσο αποδοκιμασία για το γεγονός ότι το αποτέλεσμα της συνόδου κορυφής του Βίλνιους δεν ανταποκρίθηκε σε όλες τις προσδοκίες και ζητεί επειγόντως την ταχεία και πλήρη υπογραφή των συμφωνιών σύνδεσης, την άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή τους, εφόσον ενδείκνυται, με τις χώρες εταίρους, ούτως ώστε να υποστηριχθούν οι διαδικασίες εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης στις εν λόγω χώρες, ιδίως στους τομείς που σχετίζονται με την παγίωση της χρηστής διακυβέρνησης, του κράτους δικαίου, της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της καταπολέμησης της διαφθοράς και για να υποστηριχθούν η ανόρθωση και ο εκσυγχρονισμός των οικονομιών των χωρών εταίρων και η θέσπιση ευνοϊκής για τις επιχειρήσεις νομοθεσίας· καλεί την ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να προσδιορίσουν τομείς και πεδία συνεργασίας στα προγράμματα σύνδεσης που θα μπορούσαν ήδη να ξεκινήσουν σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο επίπεδο·

29.

εκφράζει τη λύπη του για τις συνεχείς πιέσεις που ασκεί στις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης με οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά μέσα η Ρωσία, η οποία αντιλαμβάνεται την ενίσχυση των σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης ως ενέργειες που αντίκεινται στα συμφέροντά της· τονίζει την ανάγκη να τεθεί αυτό το ζήτημα επί τάπητος στο πλαίσιο συνομιλιών με τη Ρωσία, καθώς και την ανάγκη διεξαγωγής μιας σοβαρής συζήτησης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ σχετικά με νέους τρόπους εποικοδομητικής συμμετοχής της Ρωσίας σε πρωτοβουλίες που αντανακλούν κοινά συμφέροντα σε μια ασφαλή, σταθερή και ευημερούσα ευρωπαϊκή γειτονιά, ανατρέποντας έτσι τον παρωχημένο και επικίνδυνο τρόπο σκέψης βάσει σφαιρών επιρροής· ζητεί από την ΕΕ να λάβει συγκεκριμένα μέτρα που να συμπεριλαμβάνουν οικονομική υποστήριξη, διευκόλυνση των εμπορικών καθεστώτων, έργα για την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και του οικονομικού εκσυγχρονισμού, με στόχο τη στήριξη των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, και την υιοθέτηση κοινής στρατηγικής έναντι της Ρωσίας· ζητεί, επιπλέον, τη διεξαγωγή ειλικρινούς και ανοιχτού διαλόγου με τρίτες χώρες, ούτως ώστε να μεγιστοποιηθούν οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την ανάπτυξη συνεργειών προς όφελος των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

30.

υπενθυμίζει ότι οι στόχοι της συνεργασίας με τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη στενότερης στρατηγικής εταιρικής σχέσης, η ενίσχυση των επαφών μεταξύ των λαών της ΕΕ και των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, η δημιουργία δικτύων κοινωνικών δεσμών με στόχο την περαιτέρω ολοκλήρωση και η στήριξη του εκσυγχρονισμού και του φιλοευρωπαϊκού προσανατολισμού πέραν της απλής σταθεροποίησης·

31.

τονίζει την ανάγκη αύξησης της ενημέρωσης σχετικά με την Ευρωπαϊκή Ένωση στις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· υπογραμμίζει ότι οι αντιπροσωπείες της ΕΕ στις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης πρέπει να διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην υποστήριξη των εκστρατειών για την προβολή της ΕΕ·

32.

ενθαρρύνει τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των χωρών εταίρων και την προώθηση της σταθερότητας και της οικοδόμησης πολυμερούς εμπιστοσύνης· τονίζει εν προκειμένω τη σημασία ανάπτυξης μιας αυθεντικής πολυμερούς διάστασης στην Ανατολική Εταιρική Σχέση με στόχο τη βελτίωση των καλών γειτονικών σχέσεων, την ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας και την υπέρβαση διμερών διενέξεων·

33.

επαναλαμβάνει την άποψή του ότι οι παγωμένες συγκρούσεις αποτελούν τροχοπέδη για την πλήρη ανάπτυξη της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και εντείνουν το μίσος, την εχθρότητα και τις εντάσεις μεταξύ των λαών πολλών χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· επισημαίνει τη σημασία της επίτευξης δίκαιων λύσεων και μακροχρόνιας ειρήνης με βάση τις αρχές του διεθνούς δικαίου· για τον σκοπό αυτό, καλεί όλα τα μέρη να δημιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες απέχοντας από τη ρητορική μίσους και την πολεμοκαπηλεία και εφαρμόζοντας μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης για την αντιμετώπιση ανθρωπιστικών, οικονομικών και άλλων ζητημάτων σε όλες τις πλευρές των σημερινών διαχωριστικών γραμμών· τονίζει τη σημασία των πρωτοβουλιών περιφερειακής συνεργασίας και οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των μερών· υπογραμμίζει τη σημασία της ενίσχυσης της αρχής των καλών γειτονικών σχέσεων ως κρίσιμου στοιχείου για την επίλυση των συγκρούσεων· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι προσπάθειες και οι πόροι που διατέθηκαν από την ΕΕ δεν ήταν επαρκείς μέχρι στιγμής για την επίτευξη απτών αποτελεσμάτων· καλεί την Επιτροπή να εντείνει τα προγράμματα οικοδόμησης εμπιστοσύνης σε περιοχές συγκρούσεων με στόχο την αποκατάσταση του διαλόγου και τη διευκόλυνση των ανταλλαγών μεταξύ των λαών· καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο και την ΕΥΕΔ να αναπτύξουν καινοτόμα μέτρα και καινοτόμες προσεγγίσεις, συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών προώθησης της δημόσιας επικοινωνίας, της εξέτασης πραγματιστικών πρωτοβουλιών και άτυπων επαφών και διαβουλεύσεων, με στόχο τη στήριξη της πολιτικής παιδείας και του κοινοτικού διαλόγου·

34.

είναι της γνώμης ότι η συμμετοχή και η εμπλοκή της κοινωνίας των πολιτών της ΕΕ και των χωρών εταίρων είναι ιδιαίτερα σημαντική για την προώθηση της πολιτικής της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· τονίζει ότι η συμμετοχή και η ενεργή συνεισφορά του φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης σε όλα τα επίπεδα της πολυμερούς πλατφόρμας είναι καθ» όλα ευπρόσδεκτη και πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω·

35.

είναι της γνώμης ότι η συνεργασία μεταξύ οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί μια καλή βάση για την αυθεντική επαφή μεταξύ των λαών, η οποία δεν πρέπει να περιορίζεται από τα κρατικά σύνορα· συνιστά την οικοδόμηση στενότερης συνεργασίας και συντονισμού μεταξύ του φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και του αντίστοιχου φόρουμ ΕΕ-Ρωσίας·

36.

θεωρεί ότι τα μέσα συνεργασίας θα πρέπει να καθοριστούν με ακρίβεια, λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα μέσα και προγράμματα και δίνοντας έμφαση ιδίως στις εκπαιδευτικές και ακαδημαϊκές ανταλλαγές· ζητεί την παροχή πρόσθετων χρηματοδοτικών πόρων για την εφαρμογή της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και τη στήριξη των μεταρρυθμίσεων, των εμβληματικών πρωτοβουλιών και των έργων· ζητεί την πλήρη συμμετοχή και των έξι χωρών εταίρων της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης στα προγράμματα της Ένωσης·

37.

τονίζει ότι ο σεβασμός του κράτους δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της συγκρότησης ενός ανεξάρτητου και αποτελεσματικού δικαστικού συστήματος, και η αποτροπή της διαφθοράς τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα είναι απαραίτητα για την προστασία των δημοκρατικών αξιών·

38.

υπογραμμίζει ότι η διαφθορά εξακολουθεί να είναι διαδεδομένη στις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και ότι αυτό είναι ένα σημαντικό ζήτημα που χρήζει αντιμετώπισης·

39.

αναγνωρίζει τον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης στην οικονομική ανάπτυξη των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης· επισημαίνει τη σημασία της ενίσχυσης της οικονομικής συνεργασίας με στόχο την πρόοδο του σχεδίου της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, μεταξύ άλλων μέσω της ευαισθητοποίησης σχετικά με τον πολυσύνθετο χαρακτήρα των οικονομικών προβλημάτων, της προώθησης της χρηστής διακυβέρνησης στον δημοσιονομικό τομέα και της συνεργασίας με διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, της υιοθέτησης μιας τομεακής προσέγγισης και της ενθάρρυνσης της θέσπισης νομοθεσίας που να ευνοεί την ανάπτυξη των ΜΜΕ· τονίζει την ανάγκη σύναψης και προσωρινής εφαρμογής των DCFTA ως κύριων μέσων για τον εκσυγχρονισμό των οικονομιών των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και την εξασφάλιση δυνατοτήτων ανάκαμψης από την οικονομική κρίση·

40.

ζητεί να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για την ενίσχυση της επιχειρηματικής διάστασης της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, μεταξύ άλλων μέσω της βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στις χώρες εταίρους προς όφελος των τοπικών, περιφερειακών και ευρωπαϊκών ΜΜΕ και επιχειρήσεων και της προώθησης επιχειρηματικών εταιρικών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης·

41.

θεωρεί, επιπλέον, ότι η προώθηση κοινών δραστηριοτήτων με άλλους στρατηγικούς εταίρους και της συνεργασίας σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς θα είναι επωφελής για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·

42.

τονίζει την ανάγκη προώθησης της ανάπτυξης κοινωνικών και πολιτιστικών δεσμών, θέτοντας κατά τον τρόπο αυτό σε εφαρμογή το μότο της ΕΕ «Ενωμένοι στην πολυμορφία»·

43.

τονίζει τη σημασία της ανταλλαγής πληροφοριών και πολιτιστικών στοιχείων μεταξύ των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και της ΕΕ για τον σκοπό της οικοδόμησης σύγχρονων, ενημερωμένων κοινωνιών και της προώθησης των ευρωπαϊκών αξιών·

44.

επισημαίνει το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τη Δημοκρατία (ΕΤΔ) θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, ενδυναμώνοντας με ταχύ, αποτελεσματικό και ευέλικτο τρόπο, την κοινωνία των πολιτών και προάγοντας το κράτος δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υποστηρίζοντας ή αναπτύσσοντας κινήματα υπέρ της δημοκρατίας στις χώρες που δεν έχουν ακόμη επιτύχει τη μετάβαση στη δημοκρατία ή που βρίσκονται στο στάδιο της μετάβασης· καλεί την Επιτροπή, την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να στηρίξουν το έργο του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τη Δημοκρατία και να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητες συνεργασίας και συνεργειών που προσφέρει· στο πλαίσιο αυτό, καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της ΕΕ να εξασφαλίσουν επαρκή και σταθερή χρηματοδότηση για τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τη Δημοκρατία (ΕΤΔ)·

45.

θεωρεί ότι, προκειμένου να βελτιωθεί η συνεργασία μεταξύ των ανατολικών εταίρων, η ΕΕ δεν θα πρέπει να επιβάλει τη χρήση μίας μόνο γλώσσας στα κοινά έργα, αλλά θα πρέπει να προωθήσει την πολυγλωσσία, ιδίως στο πλαίσιο πρωτοβουλιών των τοπικών κυβερνήσεων, των πολιτών, καθώς και πρωτοβουλιών στον τομέα της εκπαίδευσης·

46.

επισημαίνει τη σημασία της προώθησης και της στήριξης των κοινών προσπαθειών στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων ανταλλαγής σπουδαστών, σε εικονικά πολύγλωσσα έργα, στον διαπολιτισμικό διάλογο, μέσω κοινών κινηματογραφικών παραγωγών και κοινών πόρων για τον τομέα της λογοτεχνικής μετάφρασης, και στην κοινή έρευνα σχετικά με το κληροδότημα του ναζισμού και του κομμουνισμού και των ολοκληρωτικών καθεστώτων, καθώς και σχετικά με την κοινή ιστορία της Ευρώπης, μεταξύ άλλων μέσω του προγράμματος «η Ευρώπη των πολιτών» και μέσω της προώθησης της συνεργασίας με την Πλατφόρμα Ευρωπαϊκής Μνήμης και Συνείδησης (Platform of European Memory and Conscience)·

47.

ζητεί τη σταδιακή ανάπτυξη ενός κοινού χώρου γνώσης και καινοτομίας, ο οποίος θα συγκεντρώσει τις πολυάριθμες υφιστάμενες πτυχές της συνεργασίας στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας·

48.

ενθαρρύνει την περαιτέρω κανονιστική προσέγγιση σε όλους τους τομείς των μεταφορών και την υλοποίηση των έργων υποδομής μεταφορών σε όλο το δίκτυο μεταφορών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης μέσω των υφιστάμενων προγραμμάτων και μέσων της ΕΕ, επιδιώκοντας επίσης την πιο ενεργή συμμετοχή ευρωπαϊκών και διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και θέτοντας ως προτεραιότητα έργα που βελτιώνουν τις συνδέσεις με το κεντρικό δίκτυο ΔΕΔ-Μ·

49.

ζητεί να γίνει κατανοητό ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση είναι ένα φιλόδοξο πρόγραμμα, τα αποτελέσματα του οποίου μπορεί να καταστούν εμφανέστερα σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα· τονίζει ότι, αν και η Ανατολική Εταιρική Σχέση επικρίνεται σε μεγάλο βαθμό, η επιτυχία της πρωτοβουλίας εξαρτάται από τη δέσμευση και την πολιτική βούληση τόσο της ΕΕ όσο και των ανατολικών γειτονικών χωρών της· σημειώνει περαιτέρω ότι είναι σημαντικό οποιαδήποτε κριτική ασκείται στην Ανατολική Εταιρική Σχέση να έχει εποικοδομητικό χαρακτήρα και να αποσκοπεί στη βελτίωσή της και όχι στην υπονόμευση του κύρους της·

50.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, την Επιτροπή των Περιφερειών, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των χωρών της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, τον ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης.


(1)  EE C 338 της 19.11.2013, σ. 3.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0446.

(3)  EE C 168 E της 14.6.2013, σ. 26.

(4)  EE C 296 E της 2.10.2012, σ. 105.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0565.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0570.

(7)  ΕΕ C 33 Ε της 5.2.2013, σ. 165.

(8)  ΕΕ C 258 Ε της 7.9.2013, σ. 8.

(9)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0503.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0575.

(11)  ΕΕ C 257 Ε της 6.9.2013, σ. 13.

(12)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0504.

(13)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0470.

(14)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0274.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/104


P7_TA(2014)0230

Πρόγραμμα παρακολούθησης της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών, οργανισμοί παρακολούθησης διάφορων κρατών μελών και ο αντίκτυπός τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, τα όργανα παρακολούθησης σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και με τη διατλαντική συνεργασία στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων (2013/2188(INI))

(2017/C 378/14)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), και ιδίως τα άρθρα 2, 3, 4, 5, 6, 7, 10, 11 και 21,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και ιδίως τα άρθρα 15, 16 και 218 και τον τίτλο V,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο 36 σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις, το άρθρο 10 του εν λόγω πρωτοκόλλου και τη δήλωση 50 σχετικά με αυτό το πρωτόκολλο,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 1, 3, 6, 7, 8, 10, 11, 20, 21, 42, 47, 48 και 52,

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και ιδίως τα άρθρα 6, 8, 9, 10 και 13, και τα πρωτόκολλα αυτής,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, και ιδίως τα άρθρα 7, 8, 10,11,12 και 14 (1),

έχοντας υπόψη τη Διεθνή Σύμβαση για τα Ατομικά Δικαιώματα και τα Δικαιώματα του Πολίτη, και ιδίως τα άρθρα 14, 17, 18 και 19,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των δεδομένων (ETS αριθ. 108) και το συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 8ης Νοεμβρίου 2001 της Σύμβασης για την προστασία των φυσικών προσώπων όσον αφορά την αυτόματη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων έναντι των εποπτικών αρχών και των διασυνοριακών ροών προσωπικών δεδομένων (ETS αριθ. 181),

έχοντας υπόψη τη σύμβαση της Βιέννης περί των διπλωματικών σχέσεων, και ιδίως τα άρθρα 24, 27 και 40,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο (ETS αριθ. 185),

έχοντας υπόψη την έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την προώθηση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών κατά την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, που υπέβαλε στις 17 Μαΐου 2010 (2),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα «Πολιτική και διακυβέρνηση του διαδικτύου — Ο ρόλος της Ευρώπης στη διαμόρφωση του μέλλοντος της διακυβέρνησης του διαδικτύου» (COM(2014)0072)

έχοντας υπόψη την έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την προώθηση και την προστασία του δικαιώματος στην ελευθερία γνώμης και έκφρασης, που υπέβαλε στις 17 Απριλίου 2013 (3),

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης την 11η Ιουλίου 2002,

έχοντας υπόψη τη δήλωση των Βρυξελλών της 1ης Οκτωβρίου 2010 που εγκρίθηκε στην 6η διάσκεψη των κοινοβουλευτικών επιτροπών για την εποπτεία των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφάλειας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα 1954 της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (2013) για την εθνική ασφάλεια και την πρόσβαση σε πληροφορίες,

έχοντας υπόψη την έκθεση σχετικά με τη δημοκρατική εποπτεία των υπηρεσιών ασφαλείας που εγκρίθηκε από την Επιτροπή της Βενετίας την 11η Ιουνίου 2007 (4), και αναμένοντας με μεγάλο ενδιαφέρον την επικαιροποίησή της, η οποία προβλέπεται την άνοιξη του 2014,

έχοντας υπόψη τις μαρτυρίες των εκπροσώπων των επιτροπών εποπτείας των υπηρεσιών πληροφοριών του Βελγίου, των Κάτω Χωρών, της Δανίας και της Νορβηγίας,

έχοντας υπόψη τις προσφυγές ενώπιον των γαλλικών (5), πολωνικών και βρετανικών (6) δικαστηρίων, καθώς και ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (7), σχετικά με τα συστήματα μαζικής παρακολούθησης,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση, η οποία καταρτίστηκε από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 34 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την αμοιβαία δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωση (8), και ιδίως τον τίτλο III,

έχοντας υπόψη την απόφαση 2000/520/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, σχετικά με την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από τις αρχές ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις συναφείς συχνές ερωτήσεις (FAQ) που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ,

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις αξιολόγησης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των αρχών ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής της 13ης Φεβρουαρίου 2002 (SEC(2002)0196) και της 20ης Οκτωβρίου 2004 (SEC(2004)1323),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2013 σχετικά με τη λειτουργία του ασφαλούς λιμένα από την προοπτική των πολιτών της ΕΕ και των εταιρειών που είναι εγκατεστημένες στην ΕΕ (COM(2013)0847) και την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Νοεμβρίου 2013 σχετικά με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη ροή δεδομένων ΕΕ-ΗΠΑ (COM(2013)0846),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Ιουλίου 2000 σχετικά με το σχέδιο απόφασης της Επιτροπής για την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από τις αρχές ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις συναφείς συχνές ερωτήσεις (FAQ) που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ (9), στο οποίο διατυπώνεται ότι η επάρκεια του συστήματος δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί, και τις γνωμοδοτήσεις της ομάδας εργασίας του άρθρου 29, και ιδίως τη γνωμοδότηση 4/2000 της 16ης Μαΐου 2000 (10),

έχοντας υπόψη τις συμφωνίες μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη χρήση και διαβίβαση των καταστάσεων με τα ονόματα επιβατών (συμφωνία PNR) του 2004, 2007 (11) και 2012 (12),

έχοντας υπόψη την από κοινού επανεξέταση της εφαρμογής της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την επεξεργασία και τη διαβίβαση των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (13), που συνοδεύει την έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την από κοινού επανεξέταση (COM(2013)0844),

έχοντας υπόψη τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Cruz Villalón που καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η οδηγία 2006/24/EΚ για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών είναι, στο σύνολό της, ασυμβίβαστη με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι το άρθρο 6 της εν λόγω οδηγίας είναι ασυμβίβαστο με τα άρθρα 7 και 52 παράγραφος 1 του Χάρτη (14),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2010/412/ΕΕ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2010, για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής σχετικά με την επεξεργασία και τη διαβίβαση δεδομένων χρηματοπιστωτικών μηνυμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής για σκοπούς του προγράμματος παρακολούθησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (TFTP) (15) και τις συνοδευτικές δηλώσεις της Επιτροπής και του Συμβουλίου,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (16),

έχοντας υπόψη τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία-πλαίσιο ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων κατά τη διαβίβαση και επεξεργασία τους με σκοπό την πρόληψη, τη διερεύνηση, τον εντοπισμό ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας, στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις («σφαιρική συμφωνία»),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σε αυτούς ή απορρέουν από αυτούς (17),

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας κατά την έναρξη της 68ης συνόδου της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών την 24η Σεπτεμβρίου 2013 και το έργο που διενεργείται από την κοινοβουλευτική εξεταστική επιτροπή για την κατασκοπεία η οποία συστάθηκε από την Ομοσπονδιακή Γερουσία της Βραζιλίας,

έχοντας υπόψη τον αμερικανικό νόμο «PATRIOT Act» που υπέγραψε ο Πρόεδρος George W. Bush την 26η Οκτωβρίου 2001,

έχοντας υπόψη τον αμερικανικό νόμο του 1978 περί παρακολούθησης των επικοινωνιών των αλλοδαπών υπηρεσιών πληροφοριών (FISA) και το νόμο του 2008 περί τροποποίησης του νόμου FISA,

έχοντας υπόψη το εκτελεστικό διάταγμα 12333, που εξέδωσε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ το 1981 και τροποποιήθηκε το 2008,

έχοντας υπόψη την προεδρική οδηγία πολιτικής (PPD-28)σχετικά με τις δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών σημάτων, η οποία εκδόθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2014 από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Barack Obama,

έχοντας υπόψη τις νομοθετικές προτάσεις που βρίσκονται επί του παρόντος υπό εξέταση από το Κογκρέσο των ΗΠΑ, μεταξύ άλλων το σχέδιο νόμου «US Freedom Act» και το σχέδιο νόμου «Intelligence Oversight and Surveillance Reform», και άλλα,

έχοντας υπόψη τις επανεξετάσεις που διενεργούνται από την Επιτροπή Εποπτείας της Ιδιωτικής Ζωής και Ατομικών Ελευθεριών, το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΠΑ και την ομάδα επανεξέτασης του Προέδρου για την τεχνολογία συλλογής πληροφοριών και επικοινωνιών, και ιδίως την έκθεση της τελευταίας, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, με τίτλο «Ελευθερία και ασφάλεια σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο»,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών για την Περιφέρεια της Κολούμπια (United States District Court for the District of Columbia) στην υπόθεση Klayman κ.ά.. κατά Obama κ.ά., αστική αγωγή 13-0851 της 16ης Δεκεμβρίου 2013 και την απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Νότια Περιφέρεια της Νέας Υόρκης στην υπόθεση ACLU κ.ά. κατά James R. Clapper κ.ά., αστική αγωγή αριθ. 13-3994 της 11ης Ιουνίου 2013,

έχοντας υπόψη την έκθεση σχετικά με τα ευρήματα των συμπροέδρων της ad hoc ομάδας εργασίας ΕΕ-ΗΠΑ για την προστασία των δεδομένων της 27ης Νοεμβρίου 2013 (18),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 5ης Σεπτεμβρίου 2001 (19) και της 7ης Νοεμβρίου 2002 (20) σχετικά με την ύπαρξη ενός παγκόσμιου συστήματος παρακολούθησης ιδιωτικών και εμπορικών επικοινωνιών (σύστημα παρακολούθησης ECHELON),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τον Χάρτη της ΕΕ: πρότυπες ρυθμίσεις για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την ΕΕ (21),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Ιουλίου 2013 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης και τα όργανα παρακολούθησης της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στους πολίτες της ΕΕ (22), με το οποίο ανέθεσε στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων να διεξάγει ενδελεχή έρευνα επί του θέματος,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 1 σχετικά με τα προγράμματα παρακολούθησης των ΗΠΑ και της ΕΕ και τον αντίκτυπό τους στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 3 σχετικά με τη σχέση μεταξύ των πρακτικών παρακολούθησης στην ΕΕ και στις ΗΠΑ και των διατάξεων περί προστασίας δεδομένων της ΕΕ,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 4 σχετικά με τις δραστηριότητες παρακολούθησης των ΗΠΑ όσον αφορά τα δεδομένα της ΕΕ και τις πιθανές νομικές επιπτώσεις τους στις διατλαντικές συμφωνίες και τη διατλαντική συνεργασία,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 5 σχετικά με τη δημοκρατική εποπτεία των υπηρεσιών και των οργανισμών πληροφοριών της ΕΕ,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της επιτροπής AFET για τις πτυχές της εξωτερικής πολιτικής της έρευνας για τη μαζική ηλεκτρονική παρακολούθηση των πολιτών της ΕΕ·

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν (23),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με την αναστολή της συμφωνίας TFTP ως αποτέλεσμα της παρακολούθησης εκ μέρους της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (24),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την αξιοποίηση του δυναμικού του υπολογιστικού νέφους στην Ευρώπη (25),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τον χειρισμό από αυτό διαβαθμισμένων πληροφοριών του Συμβουλίου πλην εκείνων του τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας (26),

έχοντας υπόψη το παράρτημα VIII του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0139/2014),

Αντίκτυπος της μαζικής παρακολούθησης

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προστασία των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής είναι θεμελιώδη δικαιώματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων αντιτρομοκρατικών μέτρων, πρέπει να είναι σύμφωνα με το κράτος δικαίου και πρέπει να υπόκεινται στις υποχρεώσεις για σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την ιδιωτική ζωή και την προστασία των δεδομένων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ροές και τα δεδομένα πληροφοριών που σήμερα κυριαρχούν στην καθημερινή ζωή και αποτελούν μέρος της ακεραιότητας ενός προσώπου, πρέπει να διασφαλιστούν από την παρείσφρηση όπως προστατεύεται η ιδιωτική εστία·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δεσμοί μεταξύ της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής βασίζονται στο πνεύμα και τις αρχές της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεργασία μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας παραμένει ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια και την προστασία αμφότερων των εταίρων·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμοιβαία εμπιστοσύνη και κατανόηση είναι βασικοί παράγοντες για τον διατλαντικό διάλογο και τη διατλαντική εταιρική σχέση·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά τα συμβάντα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας κατέστη μία από τις βασικές προτεραιότητες των περισσότερων κυβερνήσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποκαλύψεις με βάση τα έγγραφα που διέρρευσαν από τον πληροφοριοδότη Edward Snowden, πρώην υπάλληλο της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, επιβάλλουν στους δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες την υποχρέωση να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της εποπτείας και του ελέγχου των υπηρεσιών πληροφοριών στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων παρακολούθησης, οι οποίες δραστηριοποιούνται πέραν του κράτους δικαίου σε μια δημοκρατική κοινωνία·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποκαλύψεις από τον Ιούνιο του 2013 προκάλεσαν πολυάριθμες ανησυχίες εντός της ΕΕ σχετικά με:

την έκταση των συστημάτων παρακολούθησης που αποκαλύφθηκαν τόσο στις ΗΠΑ όσο και στα κράτη μέλη της ΕΕ·

την παραβίαση των νομικών προτύπων της ΕΕ, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των προτύπων προστασίας δεδομένων·

τον βαθμό εμπιστοσύνης μεταξύ των διατλαντικών εταίρων της ΕΕ και των ΗΠΑ·

τον βαθμό συνεργασίας και συμμετοχής ορισμένων κρατών μελών της ΕΕ σε προγράμματα παρακολούθησης των ΗΠΑ ή ισοδύναμα προγράμματα σε εθνικό επίπεδο, όπως αποκαλύπτουν τα μέσα ενημέρωσης·

την έλλειψη ελέγχου και αποτελεσματικής εποπτείας από τις πολιτικές αρχές των ΗΠΑ και ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ επί των οικείων υπηρεσιών πληροφοριών·

τη δυνατότητα χρήσης αυτών των επιχειρήσεων μαζικής παρακολούθησης για λόγους άλλους από την εθνική ασφάλεια και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας υπό την αυστηρή έννοια του όρου, για παράδειγμα για την οικονομική και βιομηχανική κατασκοπεία ή για την κατάρτιση προφίλ για πολιτικούς λόγους·

την υπονόμευση της ελευθερίας του Τύπου και του απόρρητου των επαγγελματικών επικοινωνιών με προνόμιο εμπιστευτικότητας, συμπεριλαμβανομένων δικηγόρων και ιατρών·

τους αντίστοιχους ρόλους και τον βαθμό συμμετοχής των υπηρεσιών πληροφοριών και των ιδιωτικών εταιρειών ΤΠ και τηλεπικοινωνιών·

τα ολοένα πιο ασαφή όρια μεταξύ των δραστηριοτήτων επιβολής του νόμου και των δραστηριοτήτων συλλογής πληροφοριών, με αποτέλεσμα κάθε πολίτης να αντιμετωπίζεται ως ύποπτος και να παρακολουθείται·

τις απειλές για την ιδιωτική ζωή σε μια ψηφιακή εποχή και την επίδραση της μαζικής παρακολούθησης των πολιτών και των κοινωνιών·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άνευ προηγουμένου κατασκοπεία που αποκαλύφθηκε απαιτεί πλήρη έρευνα από τις αρχές των ΗΠΑ, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τις κυβερνήσεις, τα εθνικά κοινοβούλια και τις δικαστικές αρχές των κρατών μελών·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές των ΗΠΑ διέψευσαν κάποιες από τις πληροφορίες που αποκαλύφθηκαν αλλά δεν αμφισβήτησαν τη συντριπτική τους πλειοψηφία· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημόσια συζήτηση αναπτύχθηκε σε μεγάλη κλίμακα στις ΗΠΑ και σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια της ΕΕ πολύ συχνά παραμένουν σιωπηλές και δεν διεξάγουν δέουσες έρευνες·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πρόεδρος Obama ανακοίνωσε πρόσφατα τη μεταρρύθμιση της NSA και των προγραμμάτων παρακολούθησης αυτής·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε σύγκριση με δράσεις που έχουν αναληφθεί τόσο από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ όσο και από ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντιμετωπίζει με μεγάλη σοβαρότητα την υποχρέωσή του να ρίξει φως στις αποκαλύψεις σχετικά με τις αδιάκριτες πρακτικές μαζικής παρακολούθησης των πολιτών της ΕΕ και, με το ψήφισμά του της 4ης Ιουλίου 2013 σχετικά με το πρόγραμμα παρακολούθησης και τα όργανα παρακολούθησης της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών σε διάφορα κράτη μέλη και τον αντίκτυπό τους στους πολίτες της ΕΕ, ανέθεσε στην Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων να διεξαγάγει ενδελεχή έρευνα επί του θέματος·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αποτελεί καθήκον των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων να διασφαλίζουν ότι το δίκαιο της ΕΕ εφαρμόζεται πλήρως προς όφελος των ευρωπαίων πολιτών και ότι η νομική ισχύς των συνθηκών της ΕΕ δεν υπονομεύεται από την αδιάφορη αποδοχή των εξωεδαφικών επιπτώσεων που έχουν τα πρότυπα ή οι δράσεις τρίτων χωρών·

Εξελίξεις στις ΗΠΑ σχετικά με τη μεταρρύθμιση στον τομέα της συλλογής πληροφοριών ασφαλείας

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Περιφερειακό Δικαστήριο της Περιφέρειας της Κολούμπια (District Court for the District of Columbia), στην απόφασή του της 16ης Δεκεμβρίου 2013, έκρινε ότι η μαζική συλλογή μεταδεδομένων από την NSA παραβιάζει την 4η Τροπολογία του συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών (27)· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι το Περιφερειακό Δικαστήριο της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης, στην απόφασή του της 27ης Δεκεμβρίου 2013, έκρινε ότι η εν λόγω συλλογή ήταν νόμιμη·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου της Ανατολικής Περιφέρειας του Μίσιγκαν (District Court for the Eastern District of Michigan) έκρινε ότι η 4η Τροπολογία απαιτεί να επικρατεί η λογική σε κάθε έρευνα, εκ των προτέρων ένταλμα για οποιαδήποτε αιτιολογημένη έρευνα, ένταλμα που βασίζεται σε προϋπάρχουσα σοβαρή αιτία, καθώς και ιδιαίτερες συνθήκες όσον αφορά πρόσωπα, τόπους και αντικείμενα και την παρεμβολή ενός ουδέτερου δικαστή μεταξύ των αρμοδίων εφαρμογής της εκτελεστικής εξουσίας και των πολιτών (28)·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην έκθεσή της, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, η ομάδα επανεξέτασης του Προέδρου για την τεχνολογία συλλογής πληροφοριών και επικοινωνιών προτείνει 46 συστάσεις στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συστάσεις τονίζουν ταυτόχρονα την ανάγκη προστασίας της εθνικής ασφάλειας, της ιδιωτικής ζωής και των πολιτικών ελευθεριών· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εν προκειμένω, καλεί την κυβέρνηση των ΗΠΑ: να τερματίσει, το συντομότερο δυνατόν, τη μαζική συλλογή αρχείων τηλεφωνικών κλήσεων υπηκόων των ΗΠΑ δυνάμει του άρθρου 215 του αμερικανικού νόμου «PATRIOT Act»· να προβεί σε διεξοδική επανεξέταση του νομικού πλαισίου της NSA και των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ προκειμένου να διασφαλιστεί ο σεβασμός του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή· να τερματίσει τις προσπάθειες που καταβάλλει προκειμένου να υπονομεύσει ή να καταστήσει ευάλωτο το εμπορικό λογισμικό (ιοί κερκόπορτας και κακόβουλο λογισμικό)· να αυξήσει τη χρήση της κρυπτογράφησης, ιδίως στην περίπτωση δεδομένων υπό μετάδοση, και να μην υπονομεύει τις προσπάθειες για τη δημιουργία προτύπων κρυπτογράφησης· να δημιουργήσει τη θέση ενός εισαγγελέα δημοσίου συμφέροντος για την εκπροσώπηση υποθέσεων που άπτονται της ιδιωτικής ζωής και των ατομικών ελευθεριών ενώπιον του Foreign Intelligence Surveillance Court· να αναθέσει στην Επιτροπή Εποπτείας της Ιδιωτικής Ζωής και Ατομικών Ελευθεριών την αρμοδιότητα να επιβλέπει τις δραστηριότητες της Κοινότητας Πληροφοριών για σκοπούς συλλογής αλλοδαπών πληροφοριών, και όχι μόνο για σκοπούς καταπολέμησης της τρομοκρατίας· και να παραλαμβάνει τις καταγγελίες των πληροφοριοδοτών, να χρησιμοποιεί τις συνθήκες αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής για να αποκτά περιεχόμενο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και να μην χρησιμοποιεί την παρακολούθηση για να κλέβει βιομηχανικά ή εμπορικά απόρρητα·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με ένα ανοικτό υπόμνημα που υπέβαλαν στον πρόεδρο Obama πρώην ανώτερα στελέχη της NSA/βετεράνοι επαγγελματίες υπηρεσιών πληροφοριών υπέρ της σύνεσης (Veteran Intelligence Professionals for Sanity -VIPS) στις 7 Ιανουαρίου 2014 (29), η μαζική συλλογή δεδομένων δεν ενισχύει την ικανότητά της για πρόληψη μελλοντικών τρομοκρατικών επιθέσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο υπόμνημά τους οι υποβάλλοντες τονίζουν ότι η μαζική παρακολούθηση που διενεργεί η NSA δεν έχει οδηγήσει στην αποτροπή καμίας επίθεσης και ότι έχουν δαπανηθεί δισεκατομμύρια δολάρια σε προγράμματα που είναι λιγότερο αποτελεσματικά και εξαιρετικά πιο παρεμβατικά στην ιδιωτική ζωή των πολιτών από ό,τι μια ενδοεπιχειρησιακή τεχνολογία που ονομάζεται THINTHREAD, η οποία δημιουργήθηκε το 2001·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι όσον αφορά τις δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών για πρόσωπα που δεν είναι υπήκοοι των ΗΠΑ σύμφωνα με το κεφάλαιο 702 του αμερικανικού νόμου περί παρακολούθησης των επικοινωνιών των αλλοδαπών υπηρεσιών πληροφοριών (Foreign Intelligence Surveillance Act, FISA), οι συστάσεις προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ αναγνωρίζουν το θεμελιώδες ζήτημα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που προβλέπεται στο άρθρο 12 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το άρθρο 17 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Πολιτικά Δικαιώματα και τα Δικαιώματα του Πολίτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συστάσεις δεν συνιστούν την παροχή των ίδιων δικαιωμάτων και της ίδιας προστασίας σε άτομα που δεν είναι υπήκοοι των ΗΠΑ με αυτά που παρέχονται σε άτομα που είναι υπήκοοι των ΗΠΑ·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην προεδρική οδηγία πολιτικής για τις δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών σημάτων της 17ης Ιανουαρίου 2014 και στη σχετική ομιλία του, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Barack Obama, επέμεινε ότι η μαζική ηλεκτρονική παρακολούθηση εξακολουθεί να είναι απαραίτητη για τις Ηνωμένες Πολιτείες για την προστασία της εθνικής ασφάλειας, των πολιτών της και των πολιτών των συμμάχων και εταίρων των ΗΠΑ, καθώς και για την προώθηση των συμφερόντων της εξωτερικής πολιτικής τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω οδηγία πολιτικής περιλαμβάνει ορισμένες αρχές όσον αφορά τη συλλογή, τη χρήση και την κοινοποίηση απορρήτων σημάτων και επεκτείνει ορισμένες ασφαλιστικές δικλίδες και σε μη αμερικανούς πολίτες, εξασφαλίζοντας εν μέρει ισοδύναμη μεταχείριση με αυτήν που επιφυλάσσεται για τους αμερικανούς πολίτες, όπου περιλαμβάνονται και ασφαλιστικές δικλίδες όσον αφορά την μις προσωπικές πληροφορίες για όλα τα άτομα ανεξαρτήτως της υπηκοότητας ή του τόπου κατοικίας τους· λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι ο Πρόεδρος Obama δεν ανακοίνωσε καμία συγκεκριμένη πρόταση, ιδίως όσον αφορά την απαγόρευση των δραστηριοτήτων μαζικής παρακολούθησης και τη θέσπιση της δυνατότητας διοικητικής και δικαστικής προσφυγής για μη υπηκόους των ΗΠΑ·

Νομικό πλαίσιο

Θεμελιώδη δικαιώματα

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκθεση για τα ευρήματα των συμπροέδρων της ad hoc ομάδας εργασίας ΕΕ-ΗΠΑ για την προστασία των δεδομένων παρέχει μια γενική εικόνα της νομικής κατάστασης στις ΗΠΑ αλλά δεν έχει διαπιστώσει τα πραγματικά περιστατικά σχετικά με τα προγράμματα παρακολούθησης των ΗΠΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν διατίθενται πληροφορίες σχετικά με την επονομαζόμενη ομάδα εργασίας «δεύτερης τροχιάς», στο πλαίσιο της οποίας τα κράτη μέλη συζητούν διμερώς με τις αρχές των ΗΠΑ για ζητήματα που συνδέονται με την εθνική ασφάλεια·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα, και ιδίως η ελευθερία της έκφρασης, του τύπου, της σκέψης, της συνείδησης, της θρησκείας και του συνεταιρίζεσθαι, το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής, το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων, καθώς και το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, το τεκμήριο της αθωότητας και το δικαίωμα αμερόληπτης δίκης και μη διακριτικής μεταχείρισης, όπως προβλέπονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους της δημοκρατίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η μαζική παρακολούθηση των ανθρώπων δεν συμβαδίζει με τους ακρογωνιαίους αυτούς λίθους·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε όλα τα κράτη μέλη, η νομοθεσία προστατεύει το απόρρητο των πληροφοριών που γνωστοποιούνται εμπιστευτικά μεταξύ δικηγόρου και πελάτη, μια αρχή η οποία έχει αναγνωριστεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (30)·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού και ολοκληρωμένου ευρωπαϊκού προγράμματος προστασίας των καταγγελτών, προκειμένου να προστατευτούν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ και να εξεταστεί επιπλέον το κατά πόσον μια τέτοιου είδους μελλοντική νομοθεσία πρέπει επίσης να καλύπτει και άλλους τομείς της ενωσιακής αρμοδιότητας·

Αρμοδιότητες της Ένωσης στον τομέα της ασφάλειας

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, η ΕΕ «καταβάλλει προσπάθεια για να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας»· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διατάξεις της Συνθήκης (και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2 της ΣΕΕ, το άρθρο 72 της ΣΛΕΕ και το άρθρο 73 της ΣΛΕΕ) συνεπάγονται ότι η ΕΕ διαθέτει συγκεκριμένες αρμοδιότητες για θέματα που συνδέονται με τη συλλογική ασφάλεια της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει αρμοδιότητα για θέματα εσωτερικής ασφάλειας (άρθρο 4 στοιχείο ι) της ΣΛΕΕ) και έχει ασκήσει την αρμοδιότητα αυτή αποφασίζοντας για έναν αριθμό νομοθετικών πράξεων, συνάπτοντας διεθνείς συμβάσεις (PNR, TFTP) με στόχο την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος και της τρομοκρατίας, χαράσσοντας μια πολιτική εσωτερικής ασφάλειας και συστήνοντας οργανισμούς που εργάζονται σε αυτόν τον τομέα·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει ότι «τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να οργανώνουν μεταξύ τους και υπ» ευθύνη τους μορφές συνεργασίας και συντονισμού τις οποίες κρίνουν πρόσφορες μεταξύ των αρμόδιων υπηρεσιών των διοικήσεών τους που είναι επιφορτισμένες με τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας» (άρθρο 73 της ΣΛΕΕ)·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 276 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι «κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του ως προς τις διατάξεις των κεφαλαίων 4 και 5 τίτλος V, μέρος τρίτο, σχετικά με τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι αρμόδιο να ελέγχει το κύρος ή την αναλογικότητα επιχειρησιακών δράσεων της αστυνομίας ή άλλων υπηρεσιών επιβολής του νόμου ενός κράτους μέλους, ούτε να αποφαίνεται για την άσκηση των ευθυνών που φέρουν τα κράτη μέλη για την τήρηση της δημόσιας τάξης και τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας»·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι έννοιες «εθνική ασφάλεια», «εσωτερική ασφάλεια», «εσωτερική ασφάλεια της ΕΕ» και «διεθνής ασφάλεια» αλληλεπικαλύπτονται· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Σύμβαση της Βιέννης για το δίκαιο των Συνθηκών, η αρχή της καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και η αρχή της στενής ερμηνείας τυχόν παρεκκλίσεων από το δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα υποδηλώνουν μια περιοριστική ερμηνεία της έννοιας «εθνική ασφάλεια» και προϋποθέτουν ότι τα κράτη μέλη αποφεύγουν να θίγουν τις αρμοδιότητες της ΕΕ·

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες χρίζουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θεματοφύλακα των Συνθηκών» και, ως εκ τούτου, εναπόκειται στην Επιτροπή, δυνάμει της νομικής της αρμοδιότητας, να διερευνά τυχόν παραβιάσεις της νομοθεσίας της ΕΕ·

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 της ΣΕΕ, το οποίο καλύπτει τα οριζόμενα στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και την ΕΣΑΔ, οι οργανισμοί και οι ιδιωτικοί φορείς των κρατών μελών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εθνικής ασφάλειας πρέπει να σέβονται τα δικαιώματα που προβλέπονται σε αυτό, είτε πρόκειται για δικαιώματα των δικών τους πολιτών είτε για δικαιώματα πολιτών άλλων κρατών·

Εξωεδαφικότητα

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξωεδαφική εφαρμογή των νόμων, των κανονισμών και άλλων νομοθετικών ή εκτελεστικών πράξεων που θεσπίζονται από μια χώρα σε καταστάσεις που υπάγονται στη δικαιοδοσία της ΕΕ ή των κρατών μελών της ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στην κατεστημένη έννομη τάξη και το κράτος δικαίου, ή ακόμη και να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο ή το δίκαιο της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των φυσικών και νομικών προσώπων, λαμβάνοντας υπόψη τον βαθμό και τον δεδηλωμένη ή πραγματικό στόχο της εν λόγω εφαρμογής· λαμβάνοντας υπόψη ότι, δεδομένων αυτών των εξαιρετικών περιστάσεων, είναι ανάγκη να αναληφθεί δράση σε ενωσιακό επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αξίες της ΕΕ που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, στην ΕΣΔΑ και στα συντάγματα των κρατών μελών, δηλαδή τα θεμελιώδη δικαιώματα, η δημοκρατία και το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα των φυσικών ή νομικών προσώπων, όπως κατοχυρώνονται στο παράγωγο δίκαιο που εφαρμόζει τις θεμελιώδεις αυτές αρχές, είναι σεβαστά εντός της ΕΕ, ιδίως με εξάλειψη, εξουδετέρωση, παρεμπόδιση ή άλλη αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών της προκειμένης αλλοδαπής νομοθεσίας·

Διεθνείς διαβιβάσεις δεδομένων

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από θεσμικά ή άλλα όργανα, ή οργανισμούς της ΕΕ ή από τα κράτη μέλη στις ΗΠΑ για σκοπούς επιβολής του νόμου ελλείψει επαρκών εγγυήσεων και προστασίας όσον αφορά το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ, και ιδίως των δικαιωμάτων προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα καθιστούσε τα εν λόγω θεσμικά ή άλλα όργανα, ή τους οργανισμούς της ΕΕ ή τα εν λόγω κράτη μέλη υπεύθυνα, δυνάμει του άρθρου 340 της ΣΛΕΕ ή της πάγιας νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) (31), για παραβίαση του δικαίου της ΕΕ — περιλαμβανομένης οποιασδήποτε παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων που προβλέπονται στον Χάρτη της ΕΕ·

ΛΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαβίβαση δεδομένων δεν υπόκειται σε γεωγραφικούς περιορισμούς και ότι ιδίως λόγω της αύξησης της παγκοσμιοποίησης και της παγκόσμιας επικοινωνίας ο νομοθέτης της ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπος με νέες προκλήσεις όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των επικοινωνιών· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως εκ τούτου, είναι υψίστης σημασίας η προώθηση νομικών πλαισίων για κοινά πρότυπα·

ΛΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μαζική συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για εμπορικούς σκοπούς και για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και άλλων σοβαρών διεθνικών εγκλημάτων θέτει σε κίνδυνο τα δικαιώματα για προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής των πολιτών της ΕΕ·

Διαβιβάσεις στις ΗΠΑ με βάση τον ασφαλή λιμένα των ΗΠΑ

ΛΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το νομικό πλαίσιο των ΗΠΑ για την προστασία των δεδομένων δεν διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας για τους πολίτες της ΕΕ·

ΛΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να μπορούν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων της ΕΕ να διαβιβάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε οντότητες στις ΗΠΑ, η Επιτροπή, στην απόφασή της 2000/520/ΕΚ, αναγνώρισε την επάρκεια της προστασίας που παρέχεται από τις αρχές ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις συναφείς συχνές ερωτήσεις (FAQ) που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ όσον αφορά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται από την Ένωση σε οργανισμούς που είναι εγκατεστημένοι στις ΗΠΑ και έχουν προσχωρήσει στον ασφαλή λιμένα·

ΛΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του της 5ης Ιουλίου 2000, το Κοινοβούλιο εξέφρασε αμφιβολίες και ανησυχίες σχετικά με την επάρκεια του ασφαλούς λιμένα και κάλεσε την Επιτροπή να αναθεωρήσει εγκαίρως την απόφαση υπό το φως της εμπειρίας και τυχόν νομοθετικών εξελίξεων·

ΛΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο έγγραφο εργασίας του Κοινοβουλίου αριθ. 4 σχετικά με τις δραστηριότητες παρακολούθησης των ΗΠΑ όσον αφορά τα δεδομένα της ΕΕ και τις πιθανές νομικές επιπτώσεις τους στις διατλαντικές συμφωνίες και τη διατλαντική συνεργασία, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, οι εισηγητές εξέφρασαν αμφιβολίες και ανησυχίες ως προς την επάρκεια του ασφαλούς λιμένα και κάλεσαν την Επιτροπή να καταργήσει την απόφαση για τον επαρκή χαρακτήρα της προστασίας του ασφαλούς λιμένα και να βρει νέες νομικές λύσεις·

ΛΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση 2000/520/ΕΚ της Επιτροπής ορίζει ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται να ασκούν τις υφιστάμενες εξουσίες τους για να αναστέλλουν τη ροή δεδομένων προς έναν οργανισμό που έχει δηλώσει την προσχώρησή του στις αρχές ασφαλούς λιμένα, προκειμένου να προστατεύονται τα φυσικά πρόσωπα έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε περιπτώσεις που υπάρχει σοβαρή πιθανότητα παραβίασης των αρχών ασφαλούς λιμένα ή η συνέχιση της διαβίβασής τους θα δημιουργούσε άμεσο κίνδυνο πρόκλησης σοβαρής ζημίας στα πρόσωπα τα οποία αφορούν τα δεδομένα·

ΛΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόφαση 2000/520/ΕΚ της Επιτροπής αναφέρει επίσης ότι, όταν παρέχονται αποδεικτικά στοιχεία ότι οποιοσδήποτε φορέας που είναι αρμόδιος για τη συμμόρφωση με τις αρχές ασφαλούς λιμένα δεν εκπληρώνει ικανοποιητικά την αποστολή του, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ και, εφόσον χρειάζεται, υποβάλλει μέτρα με σκοπό την ακύρωση ή την αναστολή της παρούσας απόφασης ή τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της·

ΛΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις δύο πρώτες εκθέσεις της σχετικά με την εφαρμογή του ασφαλούς λιμένα, που δημοσιεύτηκαν το 2002 και το 2004, η Επιτροπή διαπίστωσε αρκετές ελλείψεις όσον αφορά την ορθή εφαρμογή του ασφαλούς λιμένα και απηύθυνε αρκετές συστάσεις προς τις αρχές των ΗΠΑ με σκοπό την αποκατάστασή των αδυναμιών αυτών·

Μ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην τρίτη έκθεση εφαρμογής της, της 27ης Νοεμβρίου 2013, εννέα χρόνια μετά τη δεύτερη έκθεση και χωρίς να έχουν αποκατασταθεί οι ελλείψεις που διαπιστώθηκαν σε αυτήν, η Επιτροπή διαπίστωσε περαιτέρω ευρείας κλίμακας αδυναμίες και ελλείψεις στον ασφαλή λιμένα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η τρέχουσα εφαρμογή δεν μπορεί να διατηρηθεί· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή τόνισε ότι η ευρείας κλίμακας πρόσβαση από υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ σε δεδομένα που διαβιβάζονται στις ΗΠΑ από οντότητες με πιστοποίηση ασφαλούς λιμένα εγείρει πρόσθετα σοβαρά ερωτήματα για τη συνέχεια της προστασίας των δεδομένων για πρόσωπα της ΕΕ στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή απηύθυνε 13 συστάσεις στις αρχές των ΗΠΑ και ανέλαβε να προσδιορίσει έως το καλοκαίρι του 2014, μαζί με τις αρχές των ΗΠΑ, ένδικα μέσα που πρέπει να εφαρμοστούν το συντομότερο δυνατόν, τα οποία υα αποτελέσουν τη βάση για πλήρη αναθεώρηση της λειτουργίας των αρχών του ασφαλούς λιμένα·

ΜΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 28-31 Οκτωβρίου 2013 η αντιπροσωπεία της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (Επιτροπή LIBE) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ουάσιγκτον D.C. συναντήθηκε με το Υπουργείο Εμπορίου και την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Υπουργείο Εμπορίου αναγνώρισε την ύπαρξη οργανισμών που έχουν δηλώσει την προσχώρησή τους στις αρχές ασφαλούς λιμένα αλλά η κατάστασή τους είναι σαφώς «μη τρέχουσα», πράγμα που σημαίνει ότι η εταιρεία δεν πληροί τις απαιτήσεις ασφαλούς λιμένα παρόλο που συνεχίζει να λαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από την ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου αναγνώρισε ότι ο ασφαλής λιμένας θα πρέπει να αναθεωρηθεί προκειμένου να βελτιωθεί, ιδίως όσον αφορά τις καταγγελίες και τα εναλλακτικά συστήματα επίλυσης διαφορών·

ΜΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές ασφαλούς λιμένα δύνανται να περιοριστούν «στο μέτρο που είναι αναγκαίο για να πληρούνται απαιτήσεις εθνικής ασφάλειας, δημόσιου συμφέροντος ή εφαρμογής του νόμου»· λαμβάνοντας υπόψη ότι, εφόσον υφίσταται εξαίρεση από ένα θεμελιώδες δικαίωμα, η εν λόγω εξαίρεση πρέπει πάντα να ερμηνεύεται αυστηρά και να περιορίζεται σε ό,τι θεωρείται απαραίτητο και αναλογικό σε μια δημοκρατική κοινωνία, και ότι το δίκαιο πρέπει πάντα να καθορίζει σαφώς τις προϋποθέσεις και διασφαλίσεις για να καταστεί ο εν λόγω περιορισμός νόμιμος· λαμβάνοντας υπόψη ότι το πεδίο εφαρμογής μιας τέτοιας εξαίρεσης θα έπρεπε να είχε αποσαφηνιστεί από τις ΗΠΑ και την ΕΕ, ιδίως από την Επιτροπή, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε ερμηνεία ή εφαρμογή που ακυρώνει επί της ουσίας το θεμελιώδες δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και στην προστασία των δεδομένων, μεταξύ άλλων, λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά συνέπεια, μια τέτοια εξαίρεση δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τρόπο που υπονομεύει ή ακυρώνει την προστασία που παρέχεται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, την ΕΣΔΑ, τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων της ΕΕ και τις αρχές ασφαλούς λιμένα· επιμένει ότι, σε περίπτωση που γίνεται επίκληση της εξαίρεσης της εθνικής ασφάλειας, θα πρέπει να διευκρινίζεται το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο·

ΜΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρεία κλίμακας πρόσβαση από υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ έχει διαβρώσει σοβαρά τη διατλαντική εμπιστοσύνη και έχει επηρεάσει αρνητικά την εμπιστοσύνη των οργανισμών των ΗΠΑ που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό επιδεινώνεται περισσότερο από την έλλειψη δικαστικής και διοικητικής προσφυγής στο δίκαιο των ΗΠΑ για τους πολίτες της ΕΕ, ιδίως στις περιπτώσεις δραστηριοτήτων παρακολούθησης για σκοπούς συλλογής πληροφοριών·

Διαβιβάσεις σε τρίτες χώρες με βάση την απόφαση περί επάρκειας

ΜΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τις πληροφορίες που αποκαλύφθηκαν και τα αποτελέσματα της έρευνας που διενεργήθηκε από την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE), οι υπηρεσίες εθνικής ασφάλειας της Νέας Ζηλανδίας, του Καναδά και της Αυστραλίας συμμετείχαν ευρέως στη μαζική παρακολούθηση ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συνεργάστηκαν ενεργά με τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του επονομαζόμενου προγράμματος «Five eyes» και δύνανται να έχουν ανταλλάξει μεταξύ τους δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πολιτών της ΕΕ που διαβιβάστηκαν από την ΕΕ·

ΜΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποφάσεις 2013/65/ΕΕ (32) και 2002/2/ΕΚ (33) της Επιτροπής αναγνώρισαν ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας που διασφαλίζει ο νόμος περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ηλεκτρονικών εγγράφων του Καναδά και της Νέας Ζηλανδίας αντιστοίχως· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προαναφερθείσες αποκαλύψεις επηρεάζουν επίσης σημαντικά την εμπιστοσύνη στα νομικά συστήματα των εν λόγω χωρών όσον αφορά τη συνέχεια της προστασίας που παρέχεται στους πολίτες της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεν έχει εξετάσει αυτήν την πτυχή·

Διαβιβάσεις με βάση συμβατικές ρήτρες και άλλα μέσα

ΜΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 95/46/EΚ προβλέπει ότι οι διεθνείς διαβιβάσεις προς μια τρίτη χώρα δύνανται να πραγματοποιηθούν και με ειδικά μέσα εφόσον ο υπεύθυνος της επεξεργασίας παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των προσώπων καθώς και την άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων·

ΜΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εγγυήσεις αυτές μπορούν ιδίως να απορρέουν από κατάλληλες συμβατικές ρήτρες·

ΜΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 95/46/EΚ εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να αποφανθεί ότι ορισμένες τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες παρέχουν τις επαρκείς εγγυήσεις που αναφέρονται στην οδηγία και ότι, σε αυτήν τη βάση, η Επιτροπή υιοθέτησε τρία πρότυπα τυποποιημένων συμβατικών ρητρών για διαβιβάσεις σε υπεύθυνους επεξεργασίας και εκτελούντες επεξεργασία (και υπεργολάβους επεξεργασίας) σε τρίτες χώρες·

ΜΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής που θεσπίζουν τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες ορίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται να ασκούν τις υφιστάμενες εξουσίες τους για να αναστέλλουν τη ροή δεδομένων όταν τεκμηριώνεται ότι η νομοθεσία στην οποία υπόκειται ο εισαγωγέας δεδομένων ή ο υπεργολάβος επεξεργασίας τον υποχρεώνει να παρεκκλίνει από το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας των δεδομένων πέραν των αναγκαίων σε μια δημοκρατική κοινωνία ορίων, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, στην περίπτωση που η υποχρέωση αυτή ενδέχεται να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις εγγυήσεις που παρέχονται από το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας των δεδομένων και τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες ή όταν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα ότι οι τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες του παραρτήματος δεν τηρούνται ή δεν θα τηρηθούν και ότι η συνέχιση της διαβίβασης θα δημιουργήσει άμεσο κίνδυνο πρόκλησης σοβαρής ζημίας στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα·

Ν.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων ανέπτυξαν δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες (BCRs) προκειμένου να διευκολυνθούν οι διεθνείς διαβιβάσεις εντός μιας πολυεθνικής εταιρείας με επαρκείς εγγυήσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των προσώπων καθώς και την άσκηση των σχετικών δικαιωμάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι πριν χρησιμοποιηθούν, οι δεσμευτικοί εταιρικοί κανόνες πρέπει να εξουσιοδοτηθούν από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αφού οι τελευταίες αξιολογήσουν τη συμμόρφωση προς τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην έκθεση της επιτροπής LIBE σχετικά με τον γενικό κανονισμό για την προστασία των δεδομένων έχει απορριφθεί η ανάπτυξη δεσμευτικών εταιρικών κανόνων για τους υπεύθυνους επεξεργασίας δεδομένων, εφόσον θα στερούσαν από τον υπεύθυνο ελέγχου των δεδομένων και το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα οποιονδήποτε έλεγχο επί της δικαιοδοσίας στην οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία τα δεδομένα τους·

ΝΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεδομένης της αρμοδιότητάς του, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 218 της ΣΛΕΕ, έχει την ευθύνη να παρακολουθεί συνεχώς την αξία των διεθνών συμφωνιών για τις οποίες έχει δώσει τη συγκατάθεσή του·

Διαβιβάσεις με βάση τις συμφωνίες TFTP και PNR

ΝΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 το Κοινοβούλιο εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες για τις αποκαλύψεις σχετικά με τις δραστηριότητες της NSA όσον αφορά την άμεση πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικά μηνύματα πληρωμών και σχετικά δεδομένα, πράγμα που αποτελεί καταφανή παραβίαση της συμφωνίας TFTP, και ιδίως του άρθρου 1 αυτής·

ΝΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρακολούθηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι ένα απαραίτητο εργαλείο για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και του σοβαρού εγκλήματος, που επιτρέπει σε όσους ερευνούν υποθέσεις τρομοκρατίας να ανακαλύψουν τους συνδέσμους μεταξύ των στόχων της έρευνας και άλλων πιθανών υπόπτων που συνδέονται με ευρύτερα τρομοκρατικά δίκτυα για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας·

ΝΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αναστείλει τη συμφωνία και ζήτησε να διατεθούν αμέσως όλες οι σχετικές πληροφορίες και τα έγγραφα για τις διαβουλεύσεις του Κοινοβουλίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή δεν έχει προβεί σε καμία από τις δύο ενέργειες·

ΝΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά τις καταγγελίες που δημοσιεύθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης, η Επιτροπή αποφάσισε να αρχίσει διαβουλεύσεις με τις ΗΠΑ δυνάμει του άρθρου 19 της συμφωνίας TFTP· λαμβάνοντας υπόψη ότι την 27η Νοεμβρίου 2013, η Επίτροπος Malmström ενημέρωσε την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ότι, μετά από συνάντηση με τις αρχές των ΗΠΑ και υπό το πρίσμα των απαντήσεων που δόθηκαν από τις αρχές των ΗΠΑ στις επιστολές τους και κατά τη διάρκεια των συναντήσεών τους, η Επιτροπή αποφάσισε να μην συνεχίσει τις διαβουλεύσεις για τον λόγο ότι δεν προέκυψαν στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ ενήργησε κατά τρόπο που να μην συμμορφώνεται προς τις διατάξεις της συμφωνίας, και ότι οι ΗΠΑ έχουν παράσχει έγγραφη διαβεβαίωση ότι καμία άμεση συλλογή δεδομένων δεν έχει λάβει χώρα κατά παράβαση των διατάξεων της συμφωνίας TFTP· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν είναι σαφές κατά πόσον οι αρχές των ΗΠΑ έχουν καταστρατηγήσει τη συμφωνία, αποκτώντας πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα με άλλα μέσα, όπως αναφέρεται στην επιστολή της 18ης Σεπτεμβρίου 2013, από τις αρχές των ΗΠΑ (34)·

ΝΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τη διάρκεια της επίσκεψής της στην Ουάσιγκτον D.C. στις 28-31 Οκτωβρίου 2013 η αντιπροσωπεία της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων συναντήθηκε με το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ δήλωσε ότι μετά τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας TFTP δεν είχε πρόσβαση σε δεδομένα SWIFT στην ΕΕ παρά μόνο στο πλαίσιο της TFTP· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ αρνήθηκε να σχολιάσει εάν έχει υπάρξει πρόσβαση σε δεδομένα SWIFT εκτός πλαισίου TFTP από οποιονδήποτε άλλο κρατικό φορέα ή υπουργείο των ΗΠΑ ή κατά πόσο η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε γνώση των δραστηριοτήτων μαζικής παρακολούθησης της NSA· λαμβάνοντας υπόψη ότι την 18η Δεκεμβρίου 2013 ο κ. Glenn Greenwald δήλωσε ενώπιον της έρευνας της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ότι η NSA και η GCHQ στόχευαν τα δίκτυα SWIFT·

ΝΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι βελγικές και ολλανδικές αρχές προστασίας δεδομένων αποφάσισαν την 13η Νοεμβρίου 2013 να διεξάγουν από κοινού έρευνα για την ασφάλεια των δικτύων πληρωμών SWIFT προκειμένου να εξακριβώσουν εάν ήταν δυνατή η μη εξουσιοδοτημένη ή παράνομη πρόσβαση από τρίτους σε τραπεζικά δεδομένα των ευρωπαίων πολιτών (35)·

ΝΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την από κοινού επανεξέταση της συμφωνίας PNR μεταξύ ΕΕ-ΗΠΑ, το αμερικανικό Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας προέβη σε 23 γνωστοποιήσεις δεδομένων PNR προς την υπηρεσία εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ, για κάθε περίπτωση χωριστά, με σκοπό την τεκμηρίωση υποθέσεων αντιτρομοκρατίας, σύμφωνα με τους ειδικούς όρους της συμφωνίας·

ΝΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η από κοινού επανεξέταση δεν αναφέρει το γεγονός ότι, στην περίπτωση της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της συλλογής πληροφοριών, βάσει του δικαίου των ΗΠΑ, τα πρόσωπα που δεν είναι υπήκοοι των ΗΠΑ δεν έχουν το δικαίωμα να καταφύγουν σε οποιαδήποτε δικαστική ή διοικητική οδό για να προστατεύσουν τα δικαιώματά τους, και ότι συνταγματικά κατοχυρωμένα μέσα προστασίας παρέχονται μόνο σε πρόσωπα που είναι υπήκοοι των ΗΠΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η έλλειψη δικαιωμάτων δικαστικής ή διοικητικής προστασίας ακυρώνει τα μέσα προστασίας για τους πολίτες της ΕΕ που καθορίζονται στην υφιστάμενη συμφωνία PNR·

Διαβιβάσεις με βάση τη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις

Ξ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις της 6ης Ιουνίου 2003 (36) τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2010 και έχει ως στόχο να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ προκειμένου να καταπολεμηθεί το έγκλημα με πιο αποτελεσματικό τρόπο, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα ατομικά δικαιώματα και το κράτος δικαίου·

Συμφωνία-πλαίσιο σχετικά με την προστασία των δεδομένων στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας («σφαιρική συμφωνία»)

ΞΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός της παρούσας γενικής συμφωνίας είναι να θεσπιστεί το νομικό πλαίσιο για όλες τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ αποκλειστικά για σκοπούς πρόληψης, διερεύνησης, εντοπισμού ή δίωξης ποινικών αδικημάτων, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας, στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διαπραγματεύσεις εξουσιοδοτήθηκαν από το Συμβούλιο την 2α Δεκεμβρίου 2010· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμφωνία αυτή είναι υψίστης σημασίας και θα λειτουργήσει ως βάση για να διευκολυνθεί η διαβίβαση δεδομένων στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας και σε ποινικές υποθέσεις·

ΞΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα συμφωνία πρέπει να προβλέπει σαφείς, ακριβείς και νομικά δεσμευτικές αρχές περί επεξεργασίας δεδομένων και ιδίως να αναγνωρίζει το δικαίωμα των πολιτών της ΕΕ στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη, στη διόρθωση και διαγραφή των προσωπικών δεδομένων τους στις ΗΠΑ, καθώς και το δικαίωμα σε έναν αποτελεσματικό μηχανισμό διοικητικής και δικαστικής προσφυγής για τους πολίτες της ΕΕ στις ΗΠΑ και την ανεξάρτητη εποπτεία των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων·

ΞΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην ανακοίνωσή της, της 27ης Νοεμβρίου 2013, η Επιτροπή επεσήμανε ότι η «σφαιρική συμφωνία» πρέπει να παρέχει υψηλό επίπεδο προστασίας για τους πολίτες σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού και να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων στις ανταλλαγές δεδομένων ΕΕ-ΗΠΑ, παρέχοντας μια βάση για την περαιτέρω ανάπτυξη της συνεργασίας και εταιρικής σχέσης ΕΕ-ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας·

ΞΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπήρξε πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία λόγω της επίμονης θέσης της κυβέρνησης των ΗΠΑ να αρνείται την αναγνώριση πραγματικών δικαιωμάτων διοικητικής και δικαστικής προσφυγής στους πολίτες της ΕΕ και λόγω της πρόθεσης παροχής ευρέων παρεκκλίσεων από τις αρχές προστασίας δεδομένων που περιλαμβάνονται στη συμφωνία, όπως ο περιορισμός του σκοπού, η διατήρηση δεδομένων ή οι περαιτέρω διαβιβάσεις είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό·

Μεταρρύθμιση της προστασίας των δεδομένων

ΞΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το νομικό πλαίσιο της ΕΕ για την προστασία δεδομένων βρίσκεται επί του παρόντος υπό επανεξέταση προκειμένου να θεσπιστεί ένα ολοκληρωμένο, συνεκτικό, σύγχρονο και άρτιο σύστημα για όλες τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων στην Ένωση· λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Ιανουάριο του 2012 η Επιτροπή παρουσίασε μια δέσμη νομοθετικών προτάσεων: έναν γενικό κανονισμό για την προστασία των δεδομένων (37), ο οποίος αντικαθιστά την οδηγία 95/46/EΚ και θεσπίζει μια ενιαία νομοθεσία σε ολόκληρη την ΕΕ, και μια οδηγία (38) η οποία καθορίζει ένα εναρμονισμένο πλαίσιο για όλες τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων από τις αρχές επιβολής του νόμου για σκοπούς επιβολής του νόμου και μειώνει τις τρέχουσες αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών νόμων·

ΞΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι την 21η Οκτωβρίου 2013 η Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ενέκρινε τις νομοθετικές της εκθέσεις σχετικά με τις δύο προτάσεις και μια απόφαση σχετικά με την έναρξη διαπραγματεύσεων με το Συμβούλιο προκειμένου να εγκριθούν οι νομικές πράξεις κατά τη διάρκεια της εν λόγω κοινοβουλευτικής περιόδου·

ΞΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 24ης και 25ης Οκτωβρίου 2013 ζήτησε την έγκαιρη θέσπιση ενός ισχυρού γενικού πλαισίου της ΕΕ για την προστασία δεδομένων ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών και των επιχειρήσεων στην ψηφιακή οικονομία, το Συμβούλιο δεν έχει ακόμη μπορέσει, έπειτα από δύο χρόνια διαβουλεύσεων, να καταλήξει σε μια γενική προσέγγιση σχετικά με τον γενικό κανονισμό και την οδηγία για την προστασία δεδομένων (39)·

Ασφάλεια ΤΠ και υπολογιστικό νέφος

ΞΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το προαναφερθέν ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 10ης Δεκεμβρίου 2013 υπογραμμίζει τις οικονομικές δυνατότητες του «υπολογιστικού νέφους» στον επιχειρηματικό τομέα για την ανάπτυξη και την απασχόληση· ότι στη συνολική αξία, από οικονομικής άποψης, του υπολογιστικού νέφους της ΕΕ με τις προβλέψεις ότι η αγορά υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους θα αντιπροσωπεύει ετησίως αξία 207 δισ. δολαρίων μέχρι το 2016 που είναι το διπλάσιο της αξίας του 2012·

ΞΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το επίπεδο προστασίας δεδομένων σε ένα περιβάλλον υπολογιστικού νέφους δεν πρέπει να είναι κατώτερο από αυτό που απαιτείται σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο επεξεργασίας δεδομένων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων, δεδομένου ότι είναι τεχνολογικά ουδέτερη, εφαρμόζεται ήδη πλήρως στις υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους που λειτουργούν στην ΕΕ·

Ο.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης παρέχουν στις υπηρεσίες πληροφοριών πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται ή υποβάλλονται κατ’ άλλο τρόπο σε επεξεργασία από φυσικά πρόσωπα της ΕΕ στο πλαίσιο συμφωνιών για υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους με μεγάλους παρόχους υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους των ΗΠΑ· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές πληροφοριών των ΗΠΑ απέκτησαν πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αποθηκεύονται ή υποβάλλονται κατ' άλλο τρόπο σε εξυπηρετητές που βρίσκονται σε έδαφος της ΕΕ υποκλέπτοντας τα εσωτερικά δίκτυα της Yahoo και της Google· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εν λόγω δραστηριότητες συνιστούν παραβίαση των διεθνών υποχρεώσεων και των ευρωπαϊκών κανόνων σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωής, στο απόρρητο των επικοινωνιών, στο τεκμήριο της αθωότητας, στην ελευθερία της έκφρασης, στην ελευθερία της πληροφόρησης, στην ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι και στην ελευθερία του επιχειρείν· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν αποκλείεται να έχει υπάρξει πρόσβαση από αρχές πληροφοριών και σε πληροφορίες δημοσίων αρχών ή επιχειρήσεων και οργανισμών των κρατών μελών που είναι αποθηκευμένες σε υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους·

ΟΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ τηρούν μια πολιτική συστηματικής υπονόμευσης κρυπτογραφικών πρωτοκόλλων και προϊόντων, προκειμένου να είναι σε θέση να υποκλέπτουν ακόμη και κρυπτογραφημένες επικοινωνίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ έχει συγκεντρώσει έναν τεράστιο αριθμό των λεγόμενων «zero-day exploits», ήτοι τρωτά σημεία ασφαλείας ΤΠ που δεν είναι ακόμα γνωστά στο κοινό ή στον πωλητή του προϊόντος· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες αυτές υπονομεύουν σε τεράστιο βαθμό τις παγκόσμιες προσπάθειες για βελτίωση της ασφάλειας ΤΠ·

ΟΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το γεγονός ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών έχουν πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα χρηστών ηλεκτρονικών υπηρεσιών έχει κλονίσει σημαντικά την εμπιστοσύνη των πολιτών στις υπηρεσίες αυτές και ως εκ τούτου έχει αρνητικές επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην ανάπτυξη νέων υπηρεσιών με τη χρήση «μεγάλων όγκων δεδομένων» και νέων εφαρμογών, όπως το «Διαδίκτυο των Πραγμάτων»·

ΟΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πωλητές ΤΠ προσφέρουν συχνά προϊόντα που δεν έχουν υποβληθεί σε ορθούς ελέγχους όσον αφορά την ασφάλεια ΤΠ ή ότι μερικές φορές εμφυτεύουν σκόπιμα ακόμη και κερκόπορτες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έλλειψη κανόνων ευθύνης για τους πωλητές λογισμικού έχει οδηγήσει σε αυτήν την κατάσταση, την οποία εκμεταλλεύονται με τη σειρά τους οι υπηρεσίες πληροφοριών, η οποία όμως παράλληλα εγκυμονεί τον κίνδυνο επιθέσεων από άλλους φορείς·

ΟΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εταιρείες που παρέχουν τέτοιες νέες υπηρεσίες και εφαρμογές πρέπει απαραίτητα να σέβονται τους κανόνες προστασίας των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής των ατόμων των οποίων τα δεδομένα συλλέγονται, υπόκεινται σε επεξεργασία και αναλύονται, προκειμένου να διατηρηθεί ένα υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών·

Δημοκρατική εποπτεία υπηρεσιών πληροφοριών

ΟΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών στις δημοκρατικές κοινωνίες έχουν ως αποστολή την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, των δικαιωμάτων των πολιτών και του κράτους από εσωτερικές και εξωτερικές σοβαρές απειλές, και υποκείμενες σε δημοκρατική λογοδοσία και δικαστική εποπτεία· λαμβάνοντας υπόψη ότι στις υπηρεσίες πληροφοριών ανατίθενται, μόνο για αυτόν τον σκοπό, ειδικές εξουσίες και δυνατότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εξουσίες αυτές πρέπει να χρησιμοποιούνται εντός των νομικών ορίων που επιβάλλονται από τα θεμελιώδη δικαιώματα, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου και η εφαρμογή τους πρέπει να ελέγχεται αυστηρά γιατί, διαφορετικά, χάνουν τη νομιμότητά τους και ενέχουν κινδύνους υπονόμευσης της δημοκρατίας·

ΟΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι επιτρέπεται κάποιο επίπεδο μυστικότητας στις υπηρεσίες πληροφοριών, προκειμένου να μην διακυβευθούν οι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, να μην αποκαλυφθούν οι μέθοδοι λειτουργίας τους και να μην απειληθεί η ζωή των πρακτόρων, η μυστικότητα αυτή δεν μπορεί να παρακάμπτει κανόνες ή να αποκλείει την εφαρμογή κανόνων σχετικά με τον δημοκρατικό και δικαστικό έλεγχο και τη διερεύνηση των δραστηριοτήτων τους, καθώς και σχετικά με τη διαφάνεια, ιδίως όσον αφορά τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου, που αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους μιας δημοκρατικής κοινωνίας·

ΟΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότεροι υφιστάμενοι εθνικοί εποπτικοί μηχανισμοί και φορείς συστάθηκαν ή μετασχηματίστηκαν τη δεκαετία του 1990 και δεν έχουν απαραίτητα προσαρμοστεί στις ταχείες τεχνολογικές εξελίξεις την τελευταία δεκαετία, ότι οδήγησαν στην ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας στον τομέα των πληροφοριών, στην οποία περιλαμβάνεται και η μεγάλης κλίμακας ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με αποτέλεσμα να συγχέονται συχνά τα όρια μεταξύ των δραστηριοτήτων συλλογής πληροφοριών και των δραστηριοτήτων επιβολής του νόμου·

ΟΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοκρατική εποπτεία των δραστηριοτήτων συλλογής πληροφοριών συνεχίζει να διενεργείται μόνο σε εθνικό επίπεδο, παρά την αύξηση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει ολοένα και μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ, αφενός, του επιπέδου διεθνούς συνεργασίας και, αφετέρου, των ικανοτήτων εποπτείας που περιορίζονται σε εθνικό επίπεδο, γεγονός που συνεπάγεται ανεπαρκή και αναποτελεσματικό δημοκρατικό έλεγχο·

ΟΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εθνικοί εποπτικοί φορείς δεν έχουν συχνά πλήρη πρόσβαση στις πληροφορίες που λαμβάνονται από αλλοδαπές υπηρεσίες πληροφοριών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία «γκρίζων ζωνών», εντός των οποίων μπορεί να πραγματοποιηθεί ανταλλαγή πληροφοριών σε διεθνές επίπεδο χωρίς δέοντα έλεγχο· λαμβάνοντας υπόψη ότι το πρόβλημα αυτό οξύνεται ακόμα περισσότερο από τον επονομαζόμενο «κανόνα της τρίτης υπηρεσίας» ή αρχή του «ελέγχου της πηγής προέλευσης» που έχει σχεδιαστεί με σκοπό να επιτρέπει στην υπηρεσία προέλευσης των πληροφοριών να διατηρεί τον έλεγχο επί της περαιτέρω διάδοσης των πληροφοριών ευαίσθητου χαρακτήρα που έχει στη διάθεσή της, αλλά δυστυχώς ερμηνεύεται συχνά ως ισχύων και για την εποπτεία των υπηρεσιών που λαμβάνουν τις πληροφορίες·

Π.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ιδιωτικές και δημόσιες πρωτοβουλίες μεταρρύθμισης της διαφάνειας είναι σημαντικές για τη διασφάλιση της εμπιστοσύνης του κοινού στις δραστηριότητες των υπηρεσιών πληροφοριών· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νομικά συστήματα δεν θα πρέπει να αποτρέπουν τις εταιρείες από το να δημοσιεύουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο χειρίζονται όλα τα είδη των κυβερνητικών αιτημάτων και των δικαστικών αποφάσεων σχετικά με την πρόσβαση σε δεδομένα χρηστών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας αποκάλυψης συγκεντρωτικών πληροφοριών σχετικά με τον αριθμό των αιτημάτων και των αποφάσεων που έχουν εγκριθεί ή απορριφθεί·

Κύρια συμπεράσματα

1.

θεωρεί ότι οι πρόσφατες αποκαλύψεις στον τύπο από πληροφοριοδότες και δημοσιογράφους, σε συνδυασμό με τις μαρτυρίες εμπειρογνωμόνων που κατατέθηκαν κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας, τις παραδοχές των αρχών και την ανεπαρκή απάντηση στις καταγγελίες αυτές, οδήγησαν σε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις για την ύπαρξη εκτεταμένων, πολύπλοκων και ιδιαίτερα τεχνολογικά εξελιγμένων συστημάτων που έχουν σχεδιαστεί από υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και ορισμένων κρατών μελών για τη συλλογή, την αποθήκευση και την ανάλυση δεδομένων επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων περιεχομένου, θέσης και μεταδεδομένων όλων των πολιτών σε ολόκληρο τον κόσμο σε άνευ προηγουμένου κλίμακα κατά τρόπο χωρίς διακρίσεις και μη βασιζόμενο σε υποψίες·

2.

επισημαίνει συγκεκριμένα προγράμματα συλλογής πληροφοριών της υπηρεσίας εθνικής ασφάλειας (NSA) των ΗΠΑ που επιτρέπουν τη μαζική παρακολούθηση των πολιτών της ΕΕ μέσω άμεσης πρόσβασης στους κεντρικούς εξυπηρετητές κορυφαίων εταιρειών διαδικτύου των ΗΠΑ (πρόγραμμα PRISM), την ανάλυση περιεχομένου και μεταδεδομένων (πρόγραμμα Xkeyscore), την παράκαμψη των μεθόδων διαδικτυακής κρυπτογράφησης (BULLRUN), την πρόσβαση σε υπολογιστές, τηλεφωνικά δίκτυα και δεδομένα θέσης, καθώς και την πρόσβαση σε συστήματα της υπηρεσίας πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου GCHQ, όπως η δραστηριότητα παρακολούθησης (πρόγραμμα Tempora) και το πρόγραμμα αποκρυπτογράφησης (Edgehill), οι στοχευμένες επιθέσεις «man-in-the-middle» κατά των συστημάτων πληροφοριών (προγράμματα Quantumtheory και Foxacid) και η συλλογή και διατήρηση 200 εκατομμυρίων γραπτών μηνυμάτων ανά ημέρα (πρόγραμμα Dishfire)·

3.

επισημαίνει τους ισχυρισμούς «υποκλοπής» ή παγίδευσης των συστημάτων της Belgacom από την υπηρεσία πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου GCHQ· λαμβάνει υπό σημείωση τις δηλώσεις της Belgacom ότι δεν μπορεί ούτε να επιβεβαιώσει ούτε να αρνηθεί ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ στοχοποιήθηκαν ή επλήγησαν, και ότι το κακόβουλο λογισμικό που χρησιμοποιήθηκε ήταν εξαιρετικά σύνθετο και η ανάπτυξη και χρήση του απαιτούσε εκτενείς χρηματοοικονομικούς πόρους και πόρους σε προσωπικό, οι οποίοι δεν είναι διαθέσιμοι σε ιδιωτικούς φορείς ή ηλεκτρονικούς πειρατές·

4.

τονίζει ότι η εμπιστοσύνη έχει κλονιστεί βαθιά: η εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο διατλαντικών εταίρων, η εμπιστοσύνη μεταξύ των πολιτών και των κυβερνήσεών τους, η εμπιστοσύνη στη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού, η εμπιστοσύνη στον σεβασμό του κράτους δικαίου, και η εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των υπηρεσιών και επικοινωνίας ΤΠ· θεωρεί ότι προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη σε όλες αυτές τις διαστάσεις, απαιτείται επειγόντως ένα άμεσο και ολοκληρωμένο σχέδιο απόκρισης το οποίο θα περιέχει μια σειρά δράσεων οι οποίες υπόκεινται σε δημόσιο έλεγχο·

5.

επισημαίνει ότι αρκετές κυβερνήσεις ισχυρίζονται ότι τα εν λόγω προγράμματα μαζικής παρακολούθησης είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας· αποδοκιμάζει έντονα την τρομοκρατία, αλλά πιστεύει ακράδαντα ότι ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας δεν μπορεί ποτέ να αποτελεί δικαιολογία για προγράμματα μη στοχευμένης, μυστικής ή ακόμη και παράνομης μαζικής παρακολούθησης· υποστηρίζει ότι τέτοιου είδους προγράμματα είναι μη συμβατά με τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας σε μια δημοκρατική κοινωνία·

6.

διακηρύσσει εκ νέου την αταλάντευτη πεποίθησή της ΕΕ ότι είναι ανάγκη να εξευρεθεί η αρμόζουσα ισορροπία μεταξύ των μέτρων ασφαλείας και της προστασίας των πολιτικών ελευθεριών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να διασφαλίζεται ο απόλυτος σεβασμός της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων·

7.

θεωρεί ότι τέτοιας κλίμακας συλλογή δεδομένων αφήνει να πλανώνται σημαντικές αμφιβολίες εάν αυτές οι δράσεις καθοδηγούνται μόνο από την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, δεδομένου ότι συνεπάγεται τη συλλογή όλων των δυνατών δεδομένων κάθε πολίτη· αναφέρει, ως εκ τούτου, την πιθανή ύπαρξη άλλων σκοπών, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής και οικονομικής κατασκοπείας, που πρέπει να διαλυθούν πλήρως·

8.

αμφισβητεί τη συμβατότητα των δραστηριοτήτων μαζικής οικονομικής κατασκοπείας ορισμένων κρατών μελών με τη νομοθεσία περί εσωτερικής αγοράς και ανταγωνισμού της ΕΕ όπως προβλέπεται στον τίτλο I και τον τίτλο VII της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης· επαναβεβαιώνει την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και την αρχή ότι τα κράτη μέλη «απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της Ένωσης»·

9.

επισημαίνει ότι οι διεθνείς συνθήκες και η νομοθεσία της ΕΕ και των ΗΠΑ, καθώς και οι εθνικοί εποπτικοί μηχανισμοί, δεν έχουν κατορθώσει να εξασφαλίσουν τους απαραίτητους ελέγχους και ισορροπίες και την απαραίτητη δημοκρατική λογοδοσία·

10.

καταδικάζει τη μεγάλη, συστημική και γενικευμένη συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αθώων ανθρώπων, περιλαμβανομένων πολύ συχνά οικείων προσωπικών πληροφοριών· υπογραμμίζει ότι τα συστήματα μαζικής και χωρίς διακρίσεις παρακολούθησης από υπηρεσίες πληροφοριών συνιστούν σοβαρή παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών· υπογραμμίζει ότι η ιδιωτική ζωή δεν είναι δικαίωμα πολυτελείας, αλλά ο θεμέλιος λίθος μιας ελεύθερης και δημοκρατικής κοινωνίας· επισημαίνει, επιπλέον, ότι η μαζική παρακολούθηση έχει πιθανώς σοβαρές επιπτώσεις στην ελευθερία του τύπου, της σκέψης και του λόγου, και στην ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, καθώς και σημαντικές δυνατότητες για αθέμιτη χρήση πληροφοριών που συλλέγονται εις βάρος πολιτικών αντιπάλων· υπογραμμίζει ότι οι εν λόγω δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης περιλαμβάνουν και παράνομες δράσεις υπηρεσιών πληροφοριών και ότι εγείρουν ερωτήματα σχετικά με την εξωεδαφική ισχύ των εθνικών νόμων·

11.

θεωρεί ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να διασφαλιστεί το επαγγελματικό απόρρητο για τους δικηγόρους, τους δημοσιογράφους, τους γιατρούς και άλλα ρυθμιζόμενα επαγγέλματα κατά των δραστηριοτήτων μαζικής παρακολούθησης· επισημαίνει ειδικότερα ότι οιαδήποτε αβεβαιότητα όσον αφορά την εμπιστευτικότητα των επικοινωνιών μεταξύ δικηγόρων και των εντολέων τους θα μπορούσε να πλήξει σημαντικά το δικαίωμα της πρόσβασης των πολιτών της ΕΕ στην παροχή νομικών συμβουλών και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, καθώς και το δικαίωμα για μια δίκαιη δίκη·

12.

θεωρεί τα προγράμματα παρακολούθησης ως ένα ακόμη βήμα προς τη δημιουργία ενός πλήρως ολοκληρωμένου προληπτικού κράτους, την αλλαγή του καθιερωμένου μοντέλου του ποινικού δικαίου στις δημοκρατικές κοινωνίες μέσω της οποίας πρέπει να εξουσιοδοτείται οποιαδήποτε παρεμβολή στα θεμελιώδη δικαιώματα των υπόπτων από δικαστή ή εισαγγελέα βάσει εύλογης υποψίας και να ρυθμίζεται δια του νόμου, την προώθηση ενός μίγματος δραστηριοτήτων επιβολής του νόμου και συλλογής πληροφοριών με ασαφείς και αποδυναμωμένες νομικές διασφαλίσεις, που συχνά δεν ευθυγραμμίζονται με τους δημοκρατικούς ελέγχους, τις ισορροπίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα, και ιδίως με το τεκμήριο της αθωότητας· υπενθυμίζει, εν προκειμένω, την απόφαση του γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου (40) σχετικά με την απαγόρευση χρήσης της προληπτικής αναζήτησης βάσει προφίλ («präventive Rasterfahndung») εκτός εάν υπάρχει απόδειξη συγκεκριμένου κινδύνου για άλλα υψηλής προτεραιότητας και νομικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, καθόσον μια κατάσταση γενικής απειλής ή διεθνείς εντάσεις δεν επαρκούν για την αιτιολόγηση τέτοιων μέτρων·

13.

πιστεύει ακράδαντα ότι οι μυστικοί νόμοι και τα μυστικά δικαστήρια παραβιάζουν το κράτος δικαίου· εμμένει στο γεγονός ότι οποιαδήποτε απόφαση δικαστηρίου και οποιαδήποτε απόφαση διοικητικής αρχής ενός κράτους μη μέλους της ΕΕ που εξουσιοδοτεί, άμεσα ή έμμεσα, τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται να αναγνωρίζεται ή να εκτελείται κατά οποιονδήποτε τρόπο, με την επιφύλαξη σύμβασης αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής ή διεθνούς συμφωνίας σε ισχύ μεταξύ της αιτούμενης τρίτης χώρας και της Ένωσης ή του κράτους μέλους, καθώς και προηγούμενης έγκρισης από την αρμόδια εποπτική αρχή· επισημαίνει ότι οποιαδήποτε απόφαση μυστικού δικαστηρίου και οποιαδήποτε απόφαση διοικητικής αρχής ενός κράτους μη μέλους της ΕΕ που εξουσιοδοτεί μυστικά, άμεσα ή έμμεσα, δραστηριότητες παρακολούθησης δεν αναγνωρίζεται ή εκτελείται·

14.

επισημαίνει ότι οι προαναφερθείσες ανησυχίες οξύνονται εξαιτίας των ραγδαίων τεχνολογικών και κοινωνικών εξελίξεων, από τη στιγμή που το διαδίκτυο και οι κινητές συσκευές βρίσκονται παντού στη σύγχρονη καθημερινή ζωή («πανταχού παρούσα υπολογιστική τεχνολογία») και το επιχειρηματικό μοντέλο των περισσότερων εταιρειών διαδικτύου βασίζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· θεωρεί ότι η κλίμακα αυτού του προβλήματος είναι άνευ προηγουμένου· σημειώνει ότι αυτό ενδέχεται να δημιουργήσει μια κατάσταση όπου η υποδομή για την μαζική συλλογή και επεξεργασία δεδομένων θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο κατάχρησης σε περιπτώσεις μεταβολής του πολιτικού καθεστώτος·

15.

επισημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση, είτε για τους δημόσιους οργανισμούς είτε για τους πολίτες της ΕΕ, ότι η ασφάλεια ΤΠ ή η ιδιωτική τους ζωή μπορεί να προστατευθεί από τη διείσδυση άρτια εξοπλισμένων υπηρεσιών πληροφοριών («καμία 100 % ασφάλεια ΤΠ»)· σημειώνει ότι, προκειμένου να επιτευχθεί μέγιστη ασφάλεια ΤΠ, οι Ευρωπαίοι πρέπει να είναι πρόθυμοι να διαθέσουν επαρκείς πόρους, τόσο ανθρώπινους όσο και χρηματοοικονομικούς, με σκοπό να διατηρηθεί η ανεξαρτησία και η αυτονομία της Ευρώπης στον τομέα ΤΠ·

16.

απορρίπτει κατηγορηματικά το σκεπτικό ότι όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τα προγράμματα μαζικής παρακολούθησης αποτελούν καθαρά θέμα εθνικής ασφάλειας και, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών· καλεί τα κράτη μέλη να σέβονται πλήρως το δίκαιο της ΕΕ και την ΕΣΔΑ κατά τις προσπάθειες διασφάλισης της εθνικής τους ασφάλειας· υπενθυμίζει μια πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία «παρόλο που απόκειται στα κράτη μέλη να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζουν την εσωτερική και εξωτερική τους ασφάλεια, το γεγονός και μόνον ότι μια απόφαση αφορά την ασφάλεια του κράτους δεν μπορεί να συνεπάγεται ότι το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ανεφάρμοστο» (41)· υπενθυμίζει περαιτέρω ότι διακυβεύεται η προστασία της ιδιωτικής ζωής όλων των πολιτών της ΕΕ, όπως και η ασφάλεια και η αξιοπιστία όλων των δικτύων επικοινωνιών της ΕΕ· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι η συζήτηση και η δράση σε επίπεδο ΕΕ δεν είναι μόνο θεμιτές, αλλά και θέμα αυτονομίας της ΕΕ·

17.

επαινεί τους οργανισμούς και τους εμπειρογνώμονες που συνέβαλαν στην παρούσα έρευνα· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι αρχές αρκετών κρατών μελών αρνήθηκαν να συνεργαστούν στο πλαίσιο της έρευνας που διενεργεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκ μέρους των πολιτών· επικροτεί το ανοικτό πνεύμα αρκετών μελών του Κογκρέσου και των εθνικών κοινοβουλίων·

18.

γνωρίζει ότι σε ένα τόσο περιορισμένο χρονικό πλαίσιο ήταν δυνατό να διενεργηθεί μόνο προκαταρκτική έρευνα για όλα τα θέματα που διακυβεύονται από τον Ιούλιο του 2013· αναγνωρίζει τόσο την κλίμακα των ενεχόμενων αποκαλύψεων όσο και τον διαρκή χαρακτήρα τους· εφαρμόζει, ως εκ τούτου, μια προσέγγιση μακροπρόθεσμου σχεδιασμού η οποία συνίσταται σε μια δέσμη συγκεκριμένων προτάσεων και σε έναν μηχανισμό για ενέργειες παρακολούθησης κατά την επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα ευρήματα παραμένουν προτεραιότητα στην πολιτική ατζέντα της ΕΕ·

19.

προτίθεται να ζητήσει ισχυρές πολιτικές δεσμεύσεις από τη νέα Επιτροπή που θα διοριστεί μετά τις ευρωπαϊκές εκλογές τον Μάιο του 2014 προκειμένου να εφαρμοστούν οι προτάσεις και οι συστάσεις της παρούσας έρευνας·

Συστάσεις

20.

καλεί τις αρχές των ΗΠΑ και τα κράτη μέλη, να απαγορεύσουν τις γενικευμένες δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης, όπου αυτό δεν συμβαίνει ακόμη·

21.

καλεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, και ιδίως τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στα λεγόμενα προγράμματα «9-eyes» και «14-eyes» (42), να αξιολογήσουν πλήρως και να επανεξετάσουν, όπου αυτό είναι απαραίτητο, την εθνική νομοθεσία και τις πρακτικές που διέπουν τις δραστηριότητες των υπηρεσιών πληροφοριών ούτως ώστε να διασφαλίσουν ότι υπόκεινται στον κοινοβουλευτικό και δικαστικό έλεγχο και τον δημόσιο έλεγχο, σέβονται πλήρως τις αρχές της νομιμότητας, της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας, της δέουσας διαδικασίας, της ενημέρωσης του χρήστη και της διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων και της αναφοράς ορθών πρακτικών των Ηνωμένων Εθνών και των συστάσεων της Επιτροπής της Βενετίας, και ότι συνάδουν με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ότι συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα θεμελιώδη δικαιώματα όσον αφορά την προστασία δεδομένων, την ιδιωτική ζωή, και το τεκμήριο της αθωότητας·

22.

καλεί όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και ιδίως, όσον αφορά το ψήφισμά του της 4ης Ιουλίου 2013 και τις εξεταστικές ακροάσεις, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Σουηδία, τις Κάτω Χώρες και την Πολωνία να διασφαλίσουν ότι στο υφιστάμενο και το μελλοντικό νομοθετικό πλαίσιο θα υπάρχουν μηχανισμοί εποπτείας που θα διέπουν τις δραστηριότητες των μυστικών υπηρεσιών, που θα συνάδουν με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τη νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με την προστασία των δεδομένων· καλεί τα εν λόγω κράτη μέλη να αποσαφηνίσουν τις κατηγορίες σχετικά με μαζικές δραστηριότητες παρακολούθησης, όπου περιλαμβάνεται και η μαζική παρακολούθηση διασυνοριακών τηλεπικοινωνιών μη στοχοποιημένη παρακολούθηση των καλωδιακών επικοινωνιών, πιθανές συμφωνίες μεταξύ υπηρεσιών πληροφοριών και εταιρειών τηλεπικοινωνιών όσον αφορά την πρόσβαση σε και ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και την πρόσβαση σε διατλαντικά καλώδια, το προσωπικό και τον εξοπλισμό των μυστικών υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών στην επικράτεια της ΕΕ, χωρίς δράσεις εποπτείας ή παρακολούθησης και τη συμβατότητά τους με τη νομοθεσία της ΕΕ· καλεί τα εθνικά κοινοβούλια των χωρών αυτών να εντείνουν τη συνεργασία με τα όργανα εποπτείας των μυστικών υπηρεσιών τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

23.

καλεί το Ηνωμένο Βασίλειο, ιδίως, λόγω δεδομένων αναφορών στα μέσα μαζικής ενημέρωσης σχετικά με παρακολουθήσεις εκ μέρους της μυστικής υπηρεσίας GCHQ, να επανεξετάσει το ισχύον νομικό πλαίσιο που αποτελείται από «σύνθετες αλληλεπιδράσεις» μεταξύ των τριών νομοθετικών πράξεων — τον νόμο για τα ανθρώπινα δικαιώματα του 1998, τον νόμο για τις μυστικές υπηρεσίες του 1994 και τον κανονισμό του νόμου περί ανακριτικών εξουσιών του 2000·

24.

λαμβάνει υπό σημείωση την αναθεώρηση του νόμου περί πληροφοριών και ασφάλειας των Κάτω Χωρών του 2002 (έκθεση της «Επιτροπής Dessens» της 2ας Δεκεμβρίου 2013)· υποστηρίζει τις συστάσεις της επιτροπής αναθεώρησης που αποσκοπούν στην ενίσχυση της διαφάνειας καθώς και του ελέγχου και της εποπτείας των ολλανδικών υπηρεσιών πληροφοριών· καλεί τις Κάτω Χώρες να μην διευρύνουν τις εξουσίες των υπηρεσιών πληροφοριών ώστε να είναι δυνατή η μη στοχευμένη και μεγάλης κλίμακας παρακολούθηση επικοινωνιών αθώων πολιτών μέσω καλωδίων, ιδίως δεδομένου ότι ένα από τα μεγαλύτερα σημεία ανταλλαγής δεδομένων στον κόσμο βρίσκεται στο Άμστερνταμ (AMS-IX)· ζητεί να δοθεί προσοχή στον προσδιορισμό της εντολής και των δυνατοτήτων της νέας Κοινής Μονάδας Κυβερνοχώρου Sigint, καθώς και όσον αφορά την παρουσία και δραστηριοποίηση προσωπικού πληροφοριών των ΗΠΑ στην ολλανδική επικράτεια·

25.

καλεί τα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων και όταν εκπροσωπούνται από τις υπηρεσίες πληροφοριών τους, να μην αποδέχονται δεδομένα από τρίτα κράτη που έχουν συλλεχθεί παράνομα και να μην επιτρέπουν δραστηριότητες παρακολούθησης στην επικράτειά τους από κυβερνήσεις ή υπηρεσίες τρίτων κρατών που κρίνονται παράνομες δυνάμει της εθνικής τους νομοθεσίας ή δεν πληρούν τις νομικές διασφαλίσεις που προβλέπονται σε διεθνείς πράξεις ή πράξεις της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σύμφωνα με τη ΣΕΕ, την ΕΣΔΑ και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ·

26.

ζητεί τον τερματισμό της μαζικής υποκλοπής και επεξεργασίας εικόνων διαδικτυακών καμερών από κάθε μυστική υπηρεσία· καλεί τα κράτη μέλη να ερευνήσουν κατά πόσον, με ποιο τρόπο και σε ποιο βαθμό, οι αντίστοιχες μυστικές υπηρεσίες τους έχουν εμπλακεί σε συλλογή και επεξεργασία εικόνων από διαδικτυακές κάμερες, και να εξαλείψουν όλες τις αποθηκευμένες εικόνες που έχουν συλλεγεί μέσω τέτοιου είδους προγραμμάτων μαζικής παρακολούθησης·

27.

καλεί τα κράτη μέλη να εκπληρώσουν αμέσως τη θετική υποχρέωση που υπέχουν βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να προστατεύουν τους πολίτες από παρακολούθηση που αντιβαίνει στις απαιτήσεις της Σύμβασης και διενεργείται από τρίτα κράτη ή από τις υπηρεσίες πληροφοριών αυτών, ακόμα και όταν ο σκοπός της παρακολούθησης είναι να διασφαλιστεί η εθνική ασφάλεια, και να διασφαλίσουν ότι το κράτος δικαίου δεν αποδυναμώνεται λόγω της εξωεδαφικής εφαρμογής του δικαίου μιας τρίτης χώρας·

28.

καλεί τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 52 σύμφωνα με την οποία «μετά την παραλαβή του αιτήματος από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης οποιοδήποτε Υψηλό Συμβαλλόμενο Μέρος παρέχει αιτιολόγηση για τον τρόπο με τον οποίο το εσωτερικό του δίκαιο διασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης»·

29.

καλεί τα κράτη μέλη να προβούν σε όλες τις ενδεδειγμένες ενέργειες, συμπεριλαμβανόμενης και της άσκησης ενδίκων βοηθημάτων, κατά της παραβίασης της κυριαρχίας τους, και συνεπώς της παραβίασης του γενικού και δημοσίου διεθνούς δικαίου, που διαπράττεται από προγράμματα μαζικής παρακολούθησης· καλεί επιπλέον τα κράτη μέλη της ΕΕ να αξιοποιήσουν όλα τα διαθέσιμα διεθνή μέτρα προκειμένου να προασπιστούν τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, και ιδίως κινώντας τη διακρατική διαδικασία υποβολής καταγγελιών σύμφωνα με το άρθρο 41 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Πολιτικά Δικαιώματα και τα Δικαιώματα του Πολίτη (ICCPR)·

30.

καλεί τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς στο πλαίσιο των οποίων, οι υπεύθυνοι για προγράμματα (μαζικής) παρακολούθησης που παραβιάζουν το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών θα καλούνται να λογοδοτήσουν για την εν λόγω κατάχρηση εξουσίας·

31.

καλεί τις ΗΠΑ να επανεξετάσουν τη νομοθεσία τους χωρίς καθυστέρηση προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με το διεθνές δίκαιο, να αναγνωρίσουν το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και άλλα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, να εξασφαλίσουν δικαστική προσφυγή για τους πολίτες της ΕΕ, να παραχωρήσουν στους πολίτες της ΕΕ ισοδύναμα δικαιώματα με τα δικαιώματα των αμερικανών πολιτών και να υπογράψουν το πρόσθετο πρωτόκολλο που επιτρέπει την υποβολή καταγγελιών εκ μέρους ατόμων σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Πολιτικά Δικαιώματα και τα Δικαιώματα του Πολίτη·

32.

χαιρετίζει εν προκειμένω τις παρατηρήσεις και την προεδρική οδηγία πολιτικής που εκδόθηκε από τον αμερικανό πρόεδρο Obama στις 17 Ιανουαρίου 2014, ως ένα περαιτέρω βήμα για τον περιορισμό της παροχής εγκρίσεων για τη διεξαγωγή παρακολούθησης και την επεξεργασία δεδομένων για λόγους εθνικής ασφάλειας και ως ένα περαιτέρω βήμα για την ίση μεταχείριση των προσωπικών πληροφοριών όλων των προσώπων, ανεξαρτήτως εθνικότητας ή κατοικίας, από τις υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ· αναμένει, ωστόσο, στο πλαίσιο της σχέσης μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, περαιτέρω συγκεκριμένα βήματα τα οποία θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη στις διατλαντικές μεταφορές δεδομένων και θα προβλέπουν δεσμευτικές εγγυήσεις για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ στην ιδιωτική ζωή, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στην παρούσα έκθεση·

33.

τονίζει τις σοβαρές ανησυχίες του για το έργο της Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με το έγκλημα στον κυβερνοχώρο σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 32 της Σύμβασης σχετικά με τον κυβερνοχώρο της 23ης Νοεμβρίου 2001 (Σύμβαση Βουδαπέστης) για τη διασυνοριακή πρόσβαση σε αποθηκευμένα υπολογιστικά δεδομένα, είτε με την παροχή πρόσβασης είτε σε περίπτωση που είναι δημοσιοποιημένα, και αντιτίθεται στη σύναψη πρόσθετου πρωτόκολλου ή κατευθυντήριας γραμμής με στόχο τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της διάταξης πέραν του ισχύοντος καθεστώτος που καθιερώνει η Σύμβαση, που αποτελεί ήδη σημαντική εξαίρεση στην αρχή της εδαφικότητας, καθώς αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτη πρόσβαση εξ αποστάσεως, εκ μέρους αρχών επιβολής του νόμου, σε διακομιστές και υπολογιστές που βρίσκονται σε άλλες περιοχές δικαιοδοσίας χωρίς την προσφυγή σε συμφωνίες αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής και άλλα μέσα δικαστικής συνεργασίας που έχουν θεσπιστεί προκειμένου να διασφαλίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα του ατόμου, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των δεδομένων και της δέουσας διαδικασίας, ήτοι τη Σύμβαση 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης·

34.

καλεί την Επιτροπή να διενεργήσει, πριν τον Ιούλιο του 2014, αξιολόγηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2271/96 σε περιπτώσεις σύγκρουσης νόμων για τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

35.

καλεί τον Οργανισμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων να διενεργήσει ενδελεχή έρευνα σχετικά με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της παρακολούθησης, και ιδιαίτερα στην υφιστάμενη νομική κατάσταση των πολιτών της ΕΕ όσον αφορά τις νομικές επανορθώσεις που είναι διαθέσιμες σε σχέση με τις πρακτικές αυτές·

Διεθνείς διαβιβάσεις δεδομένων

Νομικό πλαίσιο των ΗΠΑ για την προστασία των δεδομένων και ασφαλής λιμένας των ΗΠΑ

36.

επισημαίνει ότι οι εταιρείες που προσδιορίστηκαν στις αποκαλύψεις των μέσων ενημέρωσης ότι συμμετέχουν στη μεγάλης κλίμακας μαζική παρακολούθηση υποκειμένων δεδομένων της ΕΕ από την NSA των Ηνωμένων Πολιτειών είναι εταιρείες που έχουν δηλώσει την προσχώρησή τους στις αρχές ασφαλούς λιμένα, και ότι ο ασφαλής λιμένας είναι το νομικό μέσο που χρησιμοποιείται για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της ΕΕ στις ΗΠΑ (Google, Microsoft, Yahoo!, Facebook, Apple, LinkedIn)· εκφράζει τις ανησυχίες του σχετικά με το γεγονός ότι οι εν λόγω οργανισμοί παραδέχτηκαν ότι δεν κρυπτογραφούν τις πληροφορίες και επικοινωνίες που ανταλλάσσονται μεταξύ των κέντρων δεδομένων τους, επιτρέποντας κατά τον τρόπο αυτόν στις υπηρεσίες πληροφοριών να υποκλέπτουν πληροφορίες· χαιρετίζει τις μεταγενέστερες δηλώσεις ορισμένων αμερικανικών εταιρειών ότι προτίθενται να επιταχύνουν τα σχέδια για την εφαρμογή κρυπτογράφησης των ροών δεδομένων μεταξύ των παγκόσμιων κέντρων δεδομένων τους·

37.

θεωρεί ότι η μεγάλης κλίμακας πρόσβαση από υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα της ΕΕ τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο του ασφαλούς λιμένα δεν πληροί τα κριτήρια για παρέκκλιση βάσει της «εθνικής ασφάλειας»·

38.

θεωρεί ότι εφόσον υπό τις παρούσες συνθήκες οι αρχές του ασφαλούς λιμένα δεν παρέχουν επαρκή προστασία για τους πολίτες της ΕΕ, οι διαβιβάσεις αυτές πρέπει να διενεργούνται δυνάμει άλλων μέσων, όπως βάσει συμβατικών ρητρών ή δεσμευτικών εταιρικών κανόνων (BCRs) υπό τον όρο ότι αυτά καθορίζουν ειδικούς μηχανισμούς διασφάλισης και προστασίας·

39.

θεωρεί ότι η Επιτροπή δεν ανέλαβε δράση για την επανόρθωση των πασίγνωστων ανεπαρκειών όσον αφορά την τρέχουσα εφαρμογή του ασφαλούς λιμένα·

40.

καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει μέτρα που προβλέπουν την άμεση αναστολή της απόφασης 2000/520/ΕΚ της Επιτροπής, η οποία αναγνωρίζει την επάρκεια προστασίας που παρέχεται από τις αρχές ασφαλούς λιμένα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και τις συναφείς συχνές ερωτήσεις (FAQ) που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ· καλεί, ως εκ τούτου, τις αμερικανικές αρχές να υποβάλουν πρόταση για νέο πλαίσιο διαβίβασης προσωπικών δεδομένων από την ΕΕ στις ΗΠΑ που να πληροί τις απαιτήσεις περί προστασίας δεδομένων της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και να προβλέπει το απαιτούμενο αναγκαίο επίπεδο προστασίας·

41.

καλεί τα τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, και ιδίως τις αρχές προστασίας δεδομένων, να χρησιμοποιήσουν τις υφιστάμενες εξουσίες τους και να αναστείλουν αμέσως τη ροή δεδομένων προς οποιονδήποτε οργανισμό που έχει δηλώσει την προσχώρησή του στις αμερικανικές βασικές αρχές περί ασφαλούς λιμένα και να ζητούν αυτές οι ροές δεδομένων να πραγματοποιούνται μόνο δυνάμει άλλων μέσων και υπό την προϋπόθεση ότι περιέχουν τους απαραίτητους μηχανισμούς διασφάλισης και προστασίας όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών·

42.

καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει έως τον Ιούνιο του 2014 μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση του νομικού πλαισίου των ΗΠΑ για την προστασία της ιδιωτικής ζωής η οποία θα καλύπτει εμπορικές δραστηριότητες, δραστηριότητες επιβολής του νόμου και δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών, καθώς και συγκεκριμένες συστάσεις και επιπτώσεις βάσει της έλλειψης γενικής νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων στις ΗΠΑ· παροτρύνει την Επιτροπή να συνεργαστεί με τη διοίκηση των ΗΠΑ για να δημιουργηθεί νομικό πλαίσιο που θα εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας των ατόμων όσον αφορά την προστασία των προσωπικών τους δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους στις ΗΠΑ και να εξασφαλιστεί η ισοδυναμία του ενωσιακού και του αμερικανικού πλαισίου για την προστασία της ιδιωτικής ζωής·

Διαβιβάσεις σε άλλες τρίτες χώρες με βάση την απόφαση περί επάρκειας

43.

υπενθυμίζει ότι η οδηγία 95/46/EΚ ορίζει ότι οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς μια τρίτη χώρα επιτρέπονται μόνον εάν, τηρουμένων των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με τις λοιπές διατάξεις της παρούσας οδηγίας, η εν λόγω τρίτη χώρα εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας, και ότι ο σκοπός της εν λόγω διάταξης είναι να διασφαλιστεί η συνέχεια της προστασίας που παρέχεται από τη νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων της ΕΕ, στις περιπτώσεις που τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται εκτός της ΕΕ·

44.

υπενθυμίζει ότι η οδηγία 95/46/ΕΚ προβλέπει επίσης ότι το ικανοποιητικό επίπεδο της προστασίας που παρέχεται από τρίτη χώρα πρέπει να κρίνεται λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων που επηρεάζουν μια διαβίβαση ή κατηγορία διαβιβάσεων δεδομένων· υπενθυμίζει επίσης, ότι η εν λόγω οδηγία αναθέτει στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες προκειμένου να αποφαίνεται ότι μια τρίτη χώρα διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων που καθορίζονται στην οδηγία 95/46/EΚ· λαμβάνοντας υπόψη ότι με την οδηγία 95/46/ΕΚ η Επιτροπή εξουσιοδοτείται επίσης να αποφαίνεται ότι μια τρίτη χώρα δεν διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας·

45.

υπενθυμίζει ότι στην τελευταία περίπτωση τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε διαβίβαση τέτοιου είδους δεδομένων προς την εν λόγω τρίτη χώρα, και ότι η Επιτροπή πρέπει να αρχίσει διαπραγματεύσεις ώστε να επανορθωθεί η κατάσταση·

46.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν, χωρίς καθυστέρηση, κατά πόσον το επαρκές επίπεδο προστασίας του νόμου περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ηλεκτρονικών εγγράφων του Καναδά και της Νέας Ζηλανδίας, όπως ορίζεται στις αποφάσεις 2013/65/ΕΕ και 2002/2/ΕΚ της Επιτροπής, έχει επηρεαστεί από τη συμμετοχή των οικείων εθνικών υπηρεσιών πληροφοριών στη μαζική παρακολούθηση των πολιτών της ΕΕ και, εφόσον απαιτείται, να λάβουν κατάλληλα μέτρα για να αναστείλουν ή να ανακαλέσουν τις αποφάσεις περί επάρκειας· καλεί επίσης την Επιτροπή να αξιολογήσει την κατάσταση για τις υπόλοιπες χώρες που έχουν λάβει αξιολόγηση επάρκειας· αναμένει ότι η Επιτροπή θα υποβάλλει έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με τα ευρήματά της για τις προαναφερθείσες χώρες το αργότερο έως τον Δεκέμβριο του 2014·

Διαβιβάσεις με βάση συμβατικές ρήτρες και άλλα μέσα

47.

υπενθυμίζει ότι οι εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων έχουν επισημάνει ότι οι τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες και οι δεσμευτικοί εταιρικοί κανόνες (BCRs) δεν συντάχθηκαν έχοντας υπόψη τις περιπτώσεις πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα για σκοπούς μαζικής παρακολούθησης, και ότι μια τέτοια πρόσβαση δεν ευθυγραμμίζεται με τις ρήτρες παρέκκλισης των συμβατικών ρητρών ή των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων, οι οποίες αναφέρονται σε εξαιρετικές παρεκκλίσεις για ένα έννομο συμφέρον σε μια δημοκρατική κοινωνία, εφόσον είναι αναγκαίες και αναλογικές·

48.

καλεί τα κράτη μέλη να απαγορεύσουν ή να αναστείλουν τη ροή δεδομένων προς τρίτες χώρες βάσει τυποποιημένων συμβατικών ρητρών, συμβατικών ρητρών ή δεσμευτικών εταιρικών κανόνων που εξουσιοδοτείται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, όταν είναι πιθανόν η νομοθεσία στην οποία υπόκειται ο εισαγωγέας δεδομένων να του επιβάλλει υποχρεώσεις πέραν των αναγκαίων σε μια δημοκρατική κοινωνία ορίων, οι οποίες ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις εγγυήσεις που παρέχονται από το εφαρμοστέο δίκαιο περί προστασίας των δεδομένων και τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες, ή επειδή η συνέχιση της διαβίβασης θα δημιουργήσει άμεσο κίνδυνο πρόκλησης ζημίας στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα·

49.

καλεί την ομάδα εργασίας του άρθρου 29 να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις για τους μηχανισμούς διασφάλισης και προστασίας που πρέπει να περιλαμβάνουν τα συμβατικά μέσα για τις διεθνείς διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα της ΕΕ προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία της ιδιωτικής ζωής, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους νόμους των τρίτων χωρών σχετικά με τη συλλογή πληροφοριών, την εθνική ασφάλεια και τη συμμετοχή των εταιρειών που λαμβάνουν τα δεδομένα σε μια τρίτη χώρα σε δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης, οι οποίες διενεργούνται από υπηρεσίες πληροφοριών τρίτης χώρας·

50.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει αμελλητί τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες που έχει θεσπίσει προκειμένου να αξιολογήσει εάν παρέχουν την αναγκαία προστασία όσον αφορά την πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται δυνάμει των ρητρών για σκοπούς συλλογής πληροφοριών και, ενδεχομένως, να τις επανεξετάσει·

Διαβιβάσεις με βάση τη συμφωνία αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής

51.

καλεί την Επιτροπή να διενεργήσει πριν το τέλος του 2014 εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της υφιστάμενης συμφωνίας αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, δυνάμει του άρθρου 17 αυτής, προκειμένου να ελέγξει την πρακτική της εφαρμογή και, ιδίως, κατά πόσον οι ΗΠΑ την έχουν αξιοποιήσει αποτελεσματικά για τη συλλογή πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων στην ΕΕ και κατά πόσον η συμφωνία έχει καταστρατηγηθεί για την άμεση απόκτηση των πληροφοριών στην ΕΕ, και να αξιολογήσει τον αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα των ατόμων· αυτή η αξιολόγηση δεν πρέπει μόνο να χρησιμοποιεί επίσημες δηλώσεις των ΗΠΑ ως επαρκή βάση για την ανάλυση αλλά πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες εκτιμήσεις της ΕΕ· η εν λόγω ενδελεχής επανεξέταση πρέπει επίσης να αντιμετωπίζει τις συνέπειες της εφαρμογής της συνταγματικής αρχιτεκτονικής της Ένωσης στην εν λόγω πράξη προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με το ενωσιακό δίκαιο, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη το πρωτόκολλο 36, το άρθρο 10 και τη δήλωση 50 σχετικά με αυτό το πρωτόκολλο· καλεί επίσης το Συμβούλιο και την Επιτροπή να αξιολογήσουν τις διμερείς συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των ΗΠΑ ώστε να εξασφαλίσουν ότι οι εν λόγω συμφωνίες συνάδουν με τις συμφωνίες που έχει συνάψει ή προτίθεται να συνάψει η ΕΕ με τις ΗΠΑ·

Αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις της ΕΕ

52.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να ενημερώσουν το Κοινοβούλιο για την πραγματική χρήση από τα κράτη μέλη της σύμβασης σχετικά με την αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών, και ιδίως του τίτλου III σχετικά με την παρακολούθηση των επικοινωνιών· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση, σύμφωνα με τη δήλωση 50, σχετικά με το πρωτόκολλο 36, όπως ζητήθηκε, πριν από το τέλος του 2014 προκειμένου να προσαρμοστεί στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λισαβόνας·

Διαβιβάσεις με βάση τις συμφωνίες TFTP και PNR

53.

θεωρεί ότι οι πληροφορίες που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ δεν αποσαφηνίζουν κατά πόσον οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ έχουν πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικά μηνύματα SWIFT στην ΕΕ δια της παρακολούθησης των δικτύων SWIFT ή των λειτουργικών συστημάτων τραπεζών ή των δικτύων επικοινωνιών, μεμονωμένα ή σε συνεργασία με τις εθνικές υπηρεσίες πληροφοριών της ΕΕ και χωρίς να παρίσταται ανάγκη προσφυγής σε υφιστάμενους διμερείς διαύλους αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής και δικαστικής συνεργασίας·

54.

υπενθυμίζει το ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 και ζητεί από την Επιτροπή να αναστείλει τη συμφωνία TFTP·

55.

καλεί την Επιτροπή να αντιδράσει στις ανησυχίες ότι τρία από τα μεγαλύτερα ηλεκτρονικά συστήματα κράτησης θέσεων που χρησιμοποιούνται από αεροπορικές εταιρείες παγκοσμίως έχουν τη βάση τους στις ΗΠΑ και ότι τα δεδομένα PNR αποθηκεύονται σε συστήματα υπολογιστικού νέφους που λειτουργούν σε έδαφος των ΗΠΑ σύμφωνα με το δίκαιο των ΗΠΑ, το οποίο δεν παρέχει επαρκή προστασία δεδομένων·

Συμφωνία πλαίσιο για την προστασία των δεδομένων στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας («σφαιρική συμφωνία»)

56.

εκτιμά ότι μια ικανοποιητική λύση στο πλαίσιο της «σφαιρικής συμφωνίας» είναι η προϋπόθεση για την πλήρη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των διατλαντικών εταίρων·

57.

ζητεί την άμεση επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ σχετικά με τη «σφαιρική συμφωνία» η οποία πρέπει να προβλέπει σαφή δικαιώματα για τους πολίτες της ΕΕ ισότιμα με αυτά αμερικανών πολιτών· τονίζει επιπλέον ότι η συμφωνία αυτή πρέπει να προβλέπει αποτελεσματικά και εφικτά διοικητικά και ένδικα μέσα όλους τους πολίτες της ΕΕ στις ΗΠΑ, χωρίς διακρίσεις·

58.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να μην προβούν σε νέες τομεακές συμφωνίες ή ρυθμίσεις για τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου με τις ΗΠΑ μέχρι να τεθεί σε ισχύ η «σφαιρική συμφωνία»·

59.

προτρέπει την Επιτροπή να υποβάλει λεπτομερή έκθεση σχετικά με διάφορα ζητήματα της διαπραγματευτικής εντολής και την τρέχουσα κατάσταση έως τον Απρίλιο 2014·

Μεταρρύθμιση της προστασίας των δεδομένων

60.

καλεί την Προεδρία του Συμβουλίου και τα κράτη μέλη να επιταχύνουν τις εργασίες τους όσον αφορά το σύνολο της δέσμης μέτρων για την προστασία των δεδομένων για να καταστεί εφικτή η έγκρισή της το 2014, ώστε οι πολίτες της ΕΕ να είναι σε θέση να απολαμβάνουν υψηλού επιπέδου προστασία δεδομένων στο εγγύς μέλλον· τονίζει ότι η ισχυρή δέσμευση και η πλήρης στήριξη εκ μέρους του Συμβουλίου συνιστούν αναγκαία προϋπόθεση για την επίδειξη αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας έναντι τρίτων χωρών·

61.

υπογραμμίζει ότι τόσο ο κανονισμός για την προστασία των δεδομένων όσο και η οδηγία για την προστασία των δεδομένων είναι απαραίτητα για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων και ως εκ τούτου, αμφότερα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μια δέσμη μέτρων που πρέπει να εγκριθεί ταυτόχρονα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλες οι δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων στην ΕΕ παρέχουν υψηλό επίπεδο προστασίας σε όλες τις περιστάσεις· υπογραμμίζει ότι θα εγκρίνει περαιτέρω μέτρα συνεργασίας για την επιβολή του νόμου μόλις το Συμβούλιο αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τη δέσμη μέτρων για την προστασία των δεδομένων·

62.

υπενθυμίζει ότι οι έννοιες «προστασία της ιδιωτικής ζωής εκ κατασκευής» και «εξ ορισμού προστασία της ιδιωτικής ζωής» ενισχύουν την προστασία των δεδομένων και θα πρέπει να αποτελούν τις κατευθυντήριες γραμμές για όλα τα προϊόντα, τις υπηρεσίες και τα συστήματα που παρέχονται στο διαδίκτυο·

63.

θεωρεί τα υψηλότερα πρότυπα διαφάνειας και ασφάλειας για τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες και τηλεπικοινωνίες απαραίτητα στοιχεία για ένα καλύτερο καθεστώς προστασίας των δεδομένων και, ως εκ τούτου, καλεί την Επιτροπή να υποβάλει νομοθετική πρόταση σχετικά με τυποποιημένους γενικούς όρους και προϋποθέσεις για τις επιγραμμικές και τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες και να αναθέσει σε μια εποπτική αρχή την παρακολούθηση της τήρησης των γενικών όρων και προϋποθέσεων·

Υπολογιστικό νέφος

64.

σημειώνει ότι η εμπιστοσύνη στο υπολογιστικό νέφος και σε παρόχους υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους των ΗΠΑ έχει επηρεαστεί αρνητικά λόγω των προαναφερθεισών πρακτικών· κατά συνέπεια, δίνει έμφαση στην ανάπτυξη ευρωπαϊκών υπολογιστικών νεφών και λύσεων ΤΠ ως βασικό στοιχείο ανάπτυξης και απασχόλησης και εμπιστοσύνης στις υπηρεσίες και παρόχους υπολογιστικού νέφους, καθώς και για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

65.

καλεί όλους τους δημόσιους οργανισμούς της Ένωσης να μην χρησιμοποιούν υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους σε περίπτωση που ενδέχεται να εφαρμόζεται νομοθεσία άλλη και όχι η νομοθεσία της Ένωσης·

66.

επαναλαμβάνει τις σοβαρές του ανησυχίες σχετικά με την υποχρεωτική άμεση κοινοποίηση δεδομένων και πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που προέρχονται από την ΕΕ και υποβάλλονται σε επεξεργασία δυνάμει συμφωνιών για υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους, σε αρχές τρίτων χωρών από παρόχους υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους οι οποίοι υπόκεινται σε νομοθετικές διατάξεις τρίτων χωρών ή χρησιμοποιούν διακομιστές αποθήκευσης που βρίσκονται σε τρίτες χώρες, καθώς και σχετικά με την άμεση πρόσβαση εξ αποστάσεως σε προσωπικά δεδομένα και πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία από αρχές επιβολής του νόμου και υπηρεσίες πληροφοριών τρίτων χωρών·

67.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η πρόσβαση αυτή πραγματοποιείται συνήθως μέσω της εφαρμογής ίδιων νομικών κανόνων απευθείας από αρχές τρίτων χωρών χωρίς να αξιοποιούνται διεθνή μέσα τα οποία έχουν καθιερωθεί για τη νομική συνεργασία, όπως η αμοιβαία δικαστική συνδρομή ή η δικαστική συνεργασία·

68.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επιταχύνουν τις εργασίες για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής σύμπραξης για το υπολογιστικό νέφος, περιλαμβάνοντας πλήρως την κοινωνία των πολιτών και την τεχνολογική κοινότητα, όπως η Μονάδα Μελέτης του Internet (IETF), και ενσωματώνοντας τις πτυχές προστασίας των δεδομένων·

69.

καλεί την Επιτροπή, κατά τη διαπραγμάτευση διεθνών συμφωνιών που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τους κινδύνους και τις προκλήσεις που συνεπάγεται το υπολογιστικό νέφος για τα θεμελιώδη δικαιώματα, και ιδίως — αλλά όχι αποκλειστικά — για το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζονται στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, της Ευρωπαϊκής Ένωσης· καλεί επιπλέον την Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη τις εσωτερικές ρυθμίσεις του εταίρου στις διαπραγματεύσεις όσον αφορά την πρόσβαση αυτή μόνο σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία μέσω υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους, ιδίως απαιτώντας να μην επιτρέπεται η πρόσβαση των αρχών επιβολής του νόμου και των υπηρεσιών πληροφοριών παρά μόνο έπειτα από δέουσα νομική διαδικασία και αναμφίσημη νομική βάση, καθώς και με την απαίτηση να διευκρινίζονται οι ακριβείς όροι πρόσβασης, ο σκοπός της απόκτησης πρόσβασης, τα μέτρα ασφάλειας που ισχύουν κατά την παράδοση των δεδομένων, τα δικαιώματα των ατόμων, καθώς και οι κανόνες που αφορούν την εποπτεία και την ύπαρξη ενός αποτελεσματικού μηχανισμού προσφυγής·

70.

υπενθυμίζει ότι όλες οι εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες στην ΕΕ πρέπει να συμμορφώνονται με το δίκαιο της ΕΕ χωρίς εξαίρεση και ότι είναι υπεύθυνες για οποιεσδήποτε παραβιάσεις και υπογραμμίζει τη σημασία ύπαρξης αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών διοικητικών κυρώσεων που μπορούν να επιβάλλονται σε παρόχους υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους οι οποίοι δεν συμμορφώνονται με τα πρότυπα προστασίας δεδομένων της ΕΕ·

71.

καλεί την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να αξιολογήσουν σε ποιον βαθμό οι κανόνες της ΕΕ σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων έχουν παραβιαστεί με τη συνεργασία νομικών προσώπων της ΕΕ με μυστικές υπηρεσίες ή με την αποδοχή δικαστικών ενταλμάτων από αρχές τρίτων χωρών που αιτούνταν δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πολιτών της ΕΕ, κατά παράβαση της νομοθεσίας περί προστασίας δεδομένων της ΕΕ·

72.

καλεί τις επιχειρήσεις παροχής νέων υπηρεσιών που χρησιμοποιούν μαζικά δεδομένα και νέων εφαρμογών, όπως το «Διαδίκτυο των πραγμάτων», να ενσωματώσουν μέτρα για την προστασία των δεδομένων που βρίσκονται ήδη στο στάδιο της ανάπτυξης προκειμένου να διατηρηθεί σε υψηλό επίπεδο η εμπιστοσύνη των πολιτών·

Συμφωνία διατλαντικής εμπορικής και επενδυτικής εταιρικής σχέσης

73.

αναγνωρίζει ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ επιδιώκουν διαπραγματεύσεις για μια διατλαντική εμπορική και επενδυτική εταιρική σχέση, η οποία είναι υψίστης στρατηγικής σημασίας για την επίτευξη περαιτέρω οικονομικής ανάπτυξης·

74.

τονίζει εντόνως ότι, δεδομένης της σημασίας της ψηφιακής οικονομίας για τη σχέση και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα συναινέσει μόνο στην τελική συμφωνία διατλαντικής εμπορικής και επενδυτικής εταιρικής σχέσης υπό την προϋπόθεση ότι έως ότου διακοπούν πλήρως οι δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης και η μαζική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και να εγκαταλειφθεί πλήρως η παρακολούθηση συνδιαλέξεων θεσμικών οργάνων και διπλωματικών αντιπροσωπειών της ΕΕ για να εξευρεθεί η δέουσα λύση για τα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ στον τομέα της προστασίας των δεδομένων, όπου περιλαμβάνεται και η δυνατότητα διοικητικής και δικαστικής προσφυγής· υπογραμμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα συναινέσει στην τελική συμφωνία διατλαντικής εμπορικής και επενδυτικής εταιρικής σχέσης μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η συμφωνία θα σέβεται πλήρως τα θεμελιώδη δικαιώματα που αναγνωρίζονται στον Χάρτη της ΕΕ, και ότι η προστασία της ιδιωτικής ζωής ατόμων σε σχέση με την επεξεργασία και τη διάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να συνεχίσει να διέπεται από το άρθρο XIV της GATS· υπογραμμίζει ότι η νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων της ΕΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί «αυθαίρετη ή αδικαιολόγητη διάκριση» όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου XIV της GATS·

Δημοκρατική εποπτεία υπηρεσιών πληροφοριών

75.

τονίζει ότι παρά το γεγονός ότι οι δραστηριότητες εποπτείας των υπηρεσιών πληροφοριών πρέπει να βασίζονται τόσο στη δημοκρατική νομιμότητα (ισχυρό νομικό πλαίσιο, εκ των προτέρων έγκριση και εκ των υστέρων επαλήθευση) όσο και στην επαρκή ανάπτυξη τεχνικών ικανοτήτων και εμπειρογνωμοσύνης, η πλειοψηφία των υφιστάμενων εποπτικών αρχών της ΕΕ και των ΗΠΑ πάσχουν από αισθητή έλλειψη και των δύο, ιδίως όσον αφορά τις τεχνικές ικανότητες·

76.

καλεί, όπως και στην περίπτωση του Echelon, όλα τα εθνικά κοινοβούλια τα οποία δεν έχουν προβεί ακόμα σε κάτι τέτοιο, να εγκαταστήσουν ουσιαστικούς μηχανισμούς εποπτείας των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με υπηρεσίες πληροφοριών από βουλευτές ή εξειδικευμένα όργανα με νομικές εξουσίες για τη διεξαγωγή έρευνας· καλεί τα εθνικά κοινοβούλια να διασφαλίσουν ότι οι εν λόγω εποπτικές επιτροπές/αρχές θα διαθέτουν επαρκείς πόρους, τεχνική εμπειρογνωμοσύνη και νομικά μέσα, περιλαμβανομένου του δικαιώματος διενέργειας επιτόπιων επισκέψεων, ώστε να είναι σε θέση να ελέγχουν τις υπηρεσίες πληροφοριών·

77.

ζητεί τη συγκρότηση μιας ομάδας Μελών και εμπειρογνωμόνων προκειμένου να προτείνει, με διαφανή τρόπο και σε συνεργασία με τα κοινοβούλια, συστάσεις για την ενίσχυση της δημοκρατικής εποπτείας, όπου περιλαμβάνεται και η κοινοβουλευτική εποπτεία, των υπηρεσιών πληροφοριών και την αυξημένη και εποπτική συνεργασία στην ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τη διασυνοριακή της διάσταση· πιστεύει ότι η ομάδα αυτή πρέπει να εξετάσει, ειδικότερα, τη δυνατότητα θέσπισης ελάχιστων ευρωπαϊκών προδιαγραφών ή κατευθυντήριων γραμμών (για εκ των προτέρων και εκ των υστέρων) εποπτεία των υπηρεσιών πληροφοριών, με βάση τις υφιστάμενες βέλτιστες πρακτικές και τις συστάσεις διεθνών οργάνων (ΗΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης), όπου περιλαμβάνεται και το ζήτημα των εποπτικών οργάνων που θα εξεταστούν ως τρίτο μέρος στο πλαίσιο του «κανόνα του τρίτου μέρους», ή της αρχής «της τρίτης υπηρεσίας» για την εποπτεία και τον δημοκρατικό έλεγχο των υπηρεσιών πληροφοριών από ξένες χώρες, κριτήρια για την ενισχυμένη διαφάνεια, με βάση την γενική αρχή της πρόσβασης στις πληροφορίες και τις αποκαλούμενες «αρχές Tshwane» (43), καθώς και αρχές όσον αφορά τα όρια της διάρκειας και του πεδίου αναφοράς οιασδήποτε μορφής εποπτείας διασφαλίζει την αναλογικότητα και τον περιορισμένο χαρακτήρα τους·

78.

καλεί την Ομάδα αυτή να εκπονήσει έκθεση και να συμβάλει στην προετοιμασία διάσκεψης που θα πραγματοποιηθεί από το Κοινοβούλιο σε συνεργασία με τα εθνικά εποπτικά όργανα, είτε κοινοβουλευτικά είτε ανεξάρτητα, μέχρι τις αρχές του 2015·

79.

καλεί τα κράτη μέλη να βασιστούν στις βέλτιστες πρακτικές ώστε να βελτιωθεί η πρόσβαση των εποπτικών οργάνων τους σε πληροφορίες σχετικά με δραστηριότητες υπηρεσιών πληροφοριών (περιλαμβανομένων των εμπιστευτικών πληροφοριών και των πληροφοριών από άλλες υπηρεσίες) και να καθιερώσουν την εξουσία διενέργειας επιτόπιων επισκέψεων, μια ισχυρή σειρά ανακριτικών αρμοδιοτήτων, κατάλληλους πόρους και επαρκή τεχνική εμπειρογνωμοσύνη, αυστηρή ανεξαρτησία από τις οικείες κυβερνήσεις τους και μια υποχρέωση υποβολής εκθέσεων στα αρμόδια κοινοβούλιά τους·

80.

καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν τη συνεργασία μεταξύ των εποπτικών οργάνων, ιδίως εντός του Ευρωπαϊκού Δικτύου Εθνικών Φορέων Ελέγχου των Υπηρεσιών Πληροφοριών (European Network of National Intelligence Reviewers — ENNIR)·

81.

προτρέπει την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής να προβαίνει σε τακτικό απολογισμό για τις δραστηριότητες του Κέντρου Ανάλυσης Πληροφοριών της ΕΕ(IntCen), που αποτελεί τμήμα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, στα αρμόδια όργανα του Κοινοβουλίου, περιλαμβανομένης της πλήρους συμμόρφωσης με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και τους ισχύοντες κανόνες της ΕΕ περί προστασίας του απορρήτου των δεδομένων, παρέχοντας δυνατότητα βελτιωμένης εποπτείας εκ μέρους του Κοινοβουλίου της εξωτερικής διάστασης των πολιτικών της ΕΕ· προτρέπει την Επιτροπή και την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής να παρουσιάσουν μια πρόταση νομικής βάσης για τις δραστηριότητες του Κέντρου Ανάλυσης Πληροφοριών της ΕΕ (IntCen), σε περίπτωση που οι οιεσδήποτε δράσεις, οι μελλοντικές αρμοδιότητες στον τομέα των πληροφοριών ή την καθαυτή διευκόλυνση συλλογής πληροφοριών, ενδέχεται να έχουν επίπτωση στην στρατηγική της ΕΕ στον τομέα της εσωτερικής ασφάλειας··

82.

καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει έως το Δεκέμβριο 2014 μια πρόταση για μια διαδικασία ελέγχου ασφαλείας της ΕΕ για όλους τους αξιωματούχους της ΕΕ, δεδομένου ότι το τρέχον σύστημα, το οποίο βασίζεται στον έλεγχο ασφαλείας που αναλαμβάνει το κράτος μέλος ιθαγένειας, προβλέπει διαφορετικές απαιτήσεις και διάρκεια διαδικασιών εντός των εθνικών συστημάτων, οδηγώντας έτσι σε διαφορετική αντιμετώπιση Μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και υπαλλήλων ανάλογα με την εθνικότητά τους·

83.

υπενθυμίζει τις διατάξεις της διοργανικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση προς το Κοινοβούλιο και τον χειρισμό από αυτό διαβαθμισμένων πληροφοριών του Συμβουλίου πλην εκείνων του τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας, οι οποίες θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση της εποπτείας σε επίπεδο ΕΕ·

Οργανισμοί της ΕΕ

84.

καλεί την Κοινή Εποπτική Αρχή της Europol να διενεργήσει, σε συνεργασία με εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων, κοινή επιθεώρηση πριν το τέλος του 2014 προκειμένου να διαπιστώσει εάν οι πληροφορίες και τα προσωπικά δεδομένα που ανταλλάσσονται με την Europol έχουν αποκτηθεί από τις εθνικές αρχές με σύννομες διαδικασίες, και ειδικότερα εάν οι πληροφορίες ή τα στοιχεία αποκτήθηκαν αρχικά από υπηρεσίες πληροφοριών στην ΕΕ ή σε τρίτες χώρες, και εάν εφαρμόζονται κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή της χρήσης και της περαιτέρω διάδοσης των εν λόγω πληροφοριών ή δεδομένων· θεωρεί ότι η Europol δεν θα πρέπει να επεξεργάζεται πληροφορίες ή δεδομένα που αποκτήθηκαν κατά παράβαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που προστατεύονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

85.

καλεί τη Europol να αξιοποιήσει πλήρως την εντολή της και να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να κινήσουν ποινική διερεύνηση όσον αφορά τις σοβαρές κυβερνοεπιθέσεις και τις παραβιάσεις των τομέα της ΤΠ που ενδεχομένως έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις· πιστεύει ότι η εντολή της Europol πρέπει να ενισχυθεί προκειμένου να δοθεί σε αυτήν η δυνατότητα να ξεκινάει δική της έρευνα εφόσον υπάρχουν υποψίες για κακόβουλη επίθεση σε δίκτυο πληροφοριακών συστημάτων δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών ή οργάνων της Ένωσης (44)· καλεί την Επιτροπή να επανεξετάσει τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και να υποβάλει, εάν είναι απαραίτητο, πρόταση για ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του·

Ελευθερία έκφρασης

86.

εκφράζει βαθειά ανησυχία σχετικά με τις απειλές που εμφανίζονται για την ελευθερία του Τύπου και το κλίμα φόβου μεταξύ των δημοσιογράφων από εκφοβιστικές τακτικές κρατικών αρχών, ιδίως όσον αφορά την προστασία της εμπιστευτικότητας δημοσιογραφικών πηγών· επαναλαμβάνει τις εκκλήσεις που απηύθυνε στο ψήφισμα της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τον «Χάρτη της ΕΕ: πρότυπες ρυθμίσεις για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την ΕΕ·

87.

λαμβάνει υπό σημείωση την κράτηση του κ. David Miranda και την κατάσχεση του υλικού που είχε στην κατοχή του από τα τις αρχές του ΗΒ, σύμφωνα με το παράρτημα 7 του αντιτρομοκρατικού νόμου 2000 (και επίσης το αίτημα στην εφημερίδα The Guardian να καταστρέψει ή να παραδώσει το υλικό) και εκφράζει την ανησυχία του ότι αυτό συνιστά μια πιθανή σοβαρή παρέμβαση στο δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ECHR) και στο άρθρο 11 του Χάρτη της ΕΕ και ότι η νομοθεσία που αποσκοπεί στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας σε τέτοιου είδους περιπτώσεις μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κατάχρησης·

88.

εφιστά την προσοχή στη δεινή θέση στην οποία έχουν περιέλθει άλλοι πληροφοριοδότες και οι υποστηρικτές τους, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δημοσιογράφων μετά από αποκαλύψεις τους· καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει κατά πόσο μια μελλοντική νομοθετική πρόταση που θα θεσπίζει ένα αποτελεσματικό και συνολικό ευρωπαϊκό πρόγραμμα προστασίας των πληροφοριοδοτών, όπως έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013, πρέπει επίσης να περιλαμβάνει και άλλους τομείς της αρμοδιότητας της Ένωσης, με ιδιαίτερη έμφαση στην πολυπλοκότητα της παροχής πληροφοριών στον τομέα των μυστικών υπηρεσιών· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να εξετάσουν ενδελεχώς τη δυνατότητα να χορηγούν στους πληροφοριοδότες διεθνή προστασία έναντι δίωξης·

89.

καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η νομοθεσία τους, ιδίως στον τομέα της εθνικής ασφάλειας, παρέχει ασφαλή εναλλακτική λύση έναντι της αποσιώπησης, για τη δημοσιοποίηση ή την παροχή πληροφοριών σχετικά με αδικήματα στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η διαφθορά, ποινικά αδικήματα, παραβιάσεις νομικής υποχρέωσης, δικαστική πλάνη και κατάχρηση εξουσίας, που επίσης ευθυγραμμίζονται με τις διατάξεις διαφόρων διεθνών μέσων (των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης) για την καταπολέμηση της διαφθοράς, τις αρχές που θεσπίζονται στο ψήφισμα PACE 1729 (2010), και τις αρχές Tshwane κλπ.·

Ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων στην ΕΕ

90.

επισημαίνει ότι πρόσφατα περιστατικά καταδεικνύουν με σαφήνεια πόσο πολύ ευάλωτες είναι η ΕΕ, και ιδίως τα θεσμικά όργανά της, οι εθνικές κυβερνήσεις και τα εθνικά κοινοβούλια, οι μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, οι ευρωπαϊκές υποδομές και τα δίκτυα πληροφοριακών συστημάτων, απέναντι σε σύνθετες επιθέσεις που χρησιμοποιούν περίπλοκο λογισμικό και κακόβουλο λογισμικό· σημειώνει ότι οι εν λόγω επιθέσεις απαιτούν οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους οι οποίοι είναι πιθανό να προέρχονται από κρατικούς φορείς που ενεργούν για λογαριασμό ξένων κυβερνήσεων· στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι η υπόθεση των υποκλοπών ή παγίδευσης της εταιρείας τηλεπικοινωνιών Belgacom συνιστά ένα ανησυχητικό παράδειγμα επίθεσης κατά των ικανοτήτων ΤΠ της ΕΕ· επισημαίνει ότι η ενίσχυση της ικανότητας και της ασφάλειας της ΕΕ στον τομέα της ΤΠ περιορίζει επίσης την τρωτότητα της ΕΕ σε σοβαρές κυβερνοεπιθέσεις που προέρχονται από μεγάλες εγκληματικές οργανώσεις ή τρομοκρατικές ομάδες·

91.

εκτιμά ότι οι αποκαλύψεις μαζικής παρακολούθησης που υπέδειξαν την εν λόγω κρίση μπορούν να αξιοποιηθούν ως ευκαιρία ώστε η Ευρώπη να αναλάβει πρωτοβουλία και να δημιουργήσει μια αυτόνομη επάρκεια βασικών πόρων ΤΠ ως στρατηγική προτεραιότητα το συντομότερο δυνατό· υπογραμμίζει ότι, προκειμένου να κερδηθεί η εμπιστοσύνη, η ευρωπαϊκή επάρκεια ΤΠ πρέπει να βασίζεται σε ανοικτά πρότυπα και σε ελεύθερο και ανοικτό λογισμικό και, αν είναι δυνατόν, υλισμικό καθιστώντας δυνατή την εξέταση ολόκληρης της αλυσίδας τροφοδοσίας, από το σχεδιασμό του επεξεργαστή έως το επίπεδο εφαρμογών, από κάθε ενδιαφερόμενο φορέα· επισημαίνει ότι, προκειμένου να επέλθει εκ νέου η ανταγωνιστικότητα στον στρατηγικό τομέα των υπηρεσιών ΤΠ, απαιτείται μια νέα ψηφιακή συμφωνία με από κοινού και μεγάλης κλίμακας προσπάθειες από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, τα κράτη μέλη, τα ερευνητικά ιδρύματα, τη βιομηχανία και την κοινωνία των πολιτών· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τις δημόσιες συμβάσεις ως μοχλό για την υποστήριξη της εν λόγω επάρκειας πόρων στην ΕΕ καθιστώντας τα πρότυπα ασφάλειας και ιδιωτικής ζωής της ΕΕ βασική απαίτηση στις δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών ΤΠ· προτρέπει, κατά συνέπεια, την Επιτροπή να αναθεωρήσει τις ισχύουσες πρακτικές σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις αναφορικά με την επεξεργασία δεδομένων προκειμένου να εξετάσει τον περιορισμό των διαδικασιών διαγωνισμών σε πιστοποιημένες εταιρείες, και ενδεχομένως εταιρείες της ΕΕ, εφόσον εμπλέκονται ζητήματα ασφάλειας ή αλλά ζωτικής σημασίας θέματα·

92.

καταδικάζει απερίφραστα το γεγονός ότι υπηρεσίες πληροφοριών επιδίωξαν να χαμηλώσουν τα πρότυπα ασφαλείας των πληροφοριακών συστημάτων και να εγκαταστήσουν ιούς κερκόπορτας (backdoors) σε ένα ευρύ φάσμα πληροφοριακών συστημάτων· ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει ένα σχέδιο νόμου για την απαγόρευση της χρήσης ιών κερκόπορτας (backdoors) από τις αρχές επιβολής του νόμου· κατά συνέπεια, εισηγείται τη χρήση λογισμικού ανοικτού κώδικα σε όλα τα περιβάλλοντα στα οποία υπάρχει ανησυχία για την ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων·

93.

καλεί τα κράτη μέλη, την Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να παράσχουν την πληρέστερη δυνατή στήριξή τους ακόμη και μέσω χρηματοδότησης στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης, για την ανάπτυξη καινοτόμων και τεχνολογικών ικανοτήτων της ΕΕ στα εργαλεία, τις εταιρείες και τους παρόχους ΤΠ (υλισμικού, λογισμικού, υπηρεσιών και δικτύου) για τους σκοπούς, μεταξύ άλλων, της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο, της κωδικοποίησης και των ικανοτήτων κρυπτογράφησης· καλεί όλα τα αρμόδια όργανα της ΕΕ και των κρατών μελών να επενδύσουν σε τοπικές και ανεξάρτητες τεχνολογίες της ΕΕ και να αναπτύξουν μαζικά αυξημένες ικανότητες ανίχνευσης·

94.

καλεί την Επιτροπή, φορείς τυποποίησης και τον ENISA να αναπτύξουν έως τον Σεπτέμβριο 2014, ελάχιστα πρότυπα για την ασφάλεια και την ιδιωτική ζωή και κατευθυντήριες γραμμές για πληροφοριακά συστήματα, δίκτυα και υπηρεσίες, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους προκειμένου να προστατεύονται καλύτερα τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών της ΕΕ και η ακεραιότητα όλων των πληροφοριακών συστημάτων· θεωρεί ότι τα εν λόγω πρότυπα θα μπορούσαν να αποτελέσουν ορόσημο για νέα παγκόσμια πρότυπα και πρέπει να καθοριστούν σε μια ανοικτή και δημοκρατική διαδικασία, αντί να κατευθύνεται από μία και μόνο χώρα, οντότητα ή πολυεθνική εταιρεία· εκτιμά ότι, ενώ η έννομη επιβολή του νόμου και οι προβληματισμοί για τις υπηρεσίες πληροφοριών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως βοήθημα στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, δεν πρέπει να καταλήγουν σε γενική υπονόμευση της αξιοπιστίας όλων των πληροφοριακών συστημάτων· εκφράζει τη στήριξή του στις πρόσφατες αποφάσεις της Μονάδας Μελέτης του Internet (IETF) να συμπεριλάβει κυβερνήσεις στο μοντέλο απειλών για την ασφάλεια στο διαδίκτυο·

95.

επισημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές και εθνικές κανονιστικές αρχές στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, και σε ορισμένες περιπτώσεις και οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών, παραμέλησαν σαφώς την ασφάλεια των χρηστών και πελατών τους όσον αφορά τα πληροφοριακά συστήματα· καλεί την Επιτροπή να αξιοποιήσει πλήρως τις υφιστάμενες εξουσίες στο πλαίσιο της οδηγίας σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της οδηγίας πλαίσιο για τις τηλεπικοινωνίες ώστε να ενισχύσει την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών θεσπίζοντας μέτρα που διασφαλίζουν ότι ο τερματικός εξοπλισμός συμμορφώνεται με το δικαίωμα των χρηστών να ελέγχουν και να προστατεύουν τα προσωπικά τους δεδομένα, και να διασφαλίζει ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας των δικτύων και υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, απαιτώντας μεταξύ άλλων σύγχρονη και διατερματική κρυπτογράφηση των επικοινωνιών·

96.

υποστηρίζει την στρατηγική της ΕΕ για τον κυβερνοχώρο αλλά θεωρεί ότι δεν καλύπτει όλες τις πιθανές απειλές και πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύψει κακόβουλες κρατικές συμπεριφορές· υπογραμμίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη ασφάλεια και ανθεκτικότητα των πληροφοριακών συστημάτων·

97.

καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει, το αργότερο έως τον Ιανουάριο 2015, ένα σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη μεγαλύτερης ανεξαρτησίας της ΕΕ στον τομέα των πληροφοριακών συστημάτων, περιλαμβανομένης μιας πιο συνεκτικής προσέγγισης για την ενίσχυση των τεχνολογικών ικανοτήτων της ΕΕ στον τομέα των πληροφοριακών συστημάτων (περιλαμβανομένων των πληροφοριακών συστημάτων, του εξοπλισμού, των υπηρεσιών, του υπολογιστικού νέφους, της κρυπτογράφησης και της ανωνυμοποίησης) και για την προστασία της κρίσιμης υποδομής πληροφοριακών συστημάτων (περιλαμβανομένων των όρων ιδιοκτησίας και ευπάθειας)·

98.

καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο του επόμενου προγράμματος εργασίας του προγράμματος Ορίζων 2020, να διοχετεύσει περισσότερους πόρους στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής έρευνας, ανάπτυξης, καινοτομίας και κατάρτισης στον τομέα των τεχνολογιών πληροφοριών, ιδίως των τεχνολογιών και υποδομών ενίσχυσης της ιδιωτικής ζωής, της ασφάλειας των υπολογιστικών συστημάτων, των λύσεων ασφαλείας ανοικτού κώδικα και της κοινωνίας των πληροφοριών, να προωθήσουν επίσης την εσωτερική αγορά στον τομέα του ευρωπαϊκού λογισμικού, υλισμικού, και των μέσων κρυπτογράφησης των επικοινωνιών και των επικοινωνιακών υποδομών, όπου περιλαμβάνεται και η ανάπτυξη μιας συνολικής βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ στον τομέα της βιομηχανίας ΤΠ· θεωρεί ότι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στον τομέα της έρευνας· επισημαίνει ότι δεν μπορεί να χορηγηθεί ενωσιακή χρηματοδότηση σε έργα που ο αποκλειστικός σκοπός τους είναι η ανάπτυξη εργαλείων για την απόκτηση παράνομης πρόσβασης σε συστήματα ΤΠ·

99.

ζητεί από την Επιτροπή να καταγράψει σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις τρέχουσες αρμοδιότητες και να αναθεωρήσει, έως τον Ιούνιο 2014, την ανάγκη μιας διευρυμένης εντολής, καλύτερου συντονισμού ή/και πρόσθετων πόρων και τεχνικών ικανοτήτων για το Κέντρο Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Europol και άλλα κέντρα εμπειρογνωσίας στην Ένωση, τον ENISA, την ομάδα αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική της ΕΕ (CERT-EU) και τον ΕΕΠΔ προκειμένου να τους παρέχεται η δυνατότητα να είναι αποτελεσματικότεροι στη διερεύνηση σημαντικών παραβιάσεων πληροφοριακών συστημάτων στην ΕΕ και στην εκτέλεση (ή στην παροχή συνδρομής σε κράτη μέλη και όργανα της ΕΕ ώστε να εκτελούν) επιτόπιων τεχνικών ερευνών σε σχέση με σημαντικές παραβιάσεις πληροφοριακών συστημάτων· καλεί ιδίως την Επιτροπή να ενισχύσει το ρόλο του ENISA στην υπεράσπιση των εσωτερικών συστημάτων στα θεσμικά όργανα της ΕΕ και να συστήσει στη δομή του ENISA μια ομάδα αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) για την ΕΕ και τα κράτη μέλη της·

100.

ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει την ανάγκη για μια ακαδημία πληροφοριακών συστημάτων της ΕΕ η οποία να συγκεντρώνει τους καλύτερους ευρωπαίους εμπειρογνώμονες σε όλους τους οικείους τομείς, με καθήκον να παρέχουν σε όλα τα σχετικά θεσμικά όργανα και φορείς της ΕΕ επιστημονικές συμβουλές σχετικά με τις τεχνολογίες πληροφοριακών συστημάτων περιλαμβανομένων των στρατηγικών που σχετίζονται με την ασφάλεια·

101.

καλεί τις αρμόδιες υπηρεσίες της Γραμματείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με ευθύνη του Προέδρου του Κοινοβουλίου να πραγματοποιήσουν, το αργότερο μέχρι τον Ιούνιο του 2015, με ενδιάμεση έκθεση το αργότερο έως τον Δεκέμβριο 2014, έναν ενδελεχή έλεγχο και αξιολόγηση της αξιοπιστίας της ασφάλειας πληροφοριακών συστημάτων του Κοινοβουλίου με έμφαση: στα δημοσιονομικά μέσα, στο προσωπικό, σε τεχνικές ικανότητες, στην εσωτερική οργάνωση και σε όλα τα σχετικά στοιχεία, προκειμένου να επιτευχθεί ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας για τα πληροφοριακά συστήματα του ΕΚ θεωρεί ότι μια τέτοια αξιολόγηση πρέπει να παρέχει τουλάχιστον ανάλυση πληροφοριών και συστάσεις σχετικά με:

την ανάγκη τακτικών, αυστηρών, ανεξάρτητων ελέγχων ασφάλειας και δοκιμών διείσδυσης με την επιλογή εξωτερικών εμπειρογνωμόνων ασφάλειας διασφαλίζοντας διαφάνεια και εγγυήσεις των διαπιστευτηρίων τους έναντι τρίτων χωρών ή άλλων μορφών αναγνωρισμένων συμφερόντων·

τη συμπερίληψη σε δημόσιους διαγωνισμούς για νέα πληροφοριακά συστήματα ειδικών απαιτήσεων πληροφοριακών συστημάτων για την ασφάλεια και την ιδιωτική ζωή, περιλαμβανομένης της πιθανότητας μιας απαίτησης για λογισμικό ανοικτού κώδικα ως όρου αγοράς ή της απαίτησης αξιόπιστων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων να λάβουν μέρος σε διαγωνισμό σε περίπτωση ευαίσθητων τομέων που συνδέονται με την ασφάλεια·

τον κατάλογο εταιρειών των ΗΠΑ που εμπλέκονται σε συμβάσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στον τομέα των πληροφοριακών συστημάτων και των τηλεπικοινωνιών (όπως οι αποκαλύψεις σχετικά με συμβάσεις της NSA με κάποια εταιρεία όπως η RSA, τα προϊόντα της οποίας χρησιμοποιεί το Κοινοβούλιο για να προστατεύει υποτίθεται την εξ αποστάσεως πρόσβαση ευρωβουλευτών και υπαλλήλων στα δεδομένα του), περιλαμβανομένης της δυνατότητας παροχής των ίδιων υπηρεσιών από άλλες, κατά προτίμηση, ευρωπαϊκές εταιρείες·

την αξιοπιστία και την αντοχή του λογισμικού, και ιδίως τα προϊόντα εμπορίου λογισμικού, που χρησιμοποιούν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ στα πληροφοριακά τους συστήματα όσον αφορά τη διείσδυση και η παρείσφρηση από πλευράς υπηρεσιών επιβολής του νόμου και πληροφοριών της ΕΕ ή τρίτων χωρών, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα σχετικά διεθνή πρότυπα, τις αρχές βέλτιστων πρακτικών για τη διαχείριση κινδύνων ασφαλείας και την τήρηση των προτύπων ασφαλείας δικτύων και πληροφοριών της ΕΕ, περιλαμβανομένων των παραβιάσεων ασφαλείας·

τη χρήση περισσότερων συστημάτων ελεύθερου και ανοικτού κώδικα·

τα βήματα και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν προκειμένου να αντιμετωπιστεί η αυξημένη χρήση εργαλείων κινητής τηλεφωνίας (smartphones, ταμπλέτες, επαγγελματικά ή προσωπικά) και οι συνέπειές της στην ασφάλεια ΤΠ του συστήματος·

την ασφάλεια των επικοινωνιών μεταξύ διαφόρων χώρων εργασίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των πληροφοριακών συστημάτων που χρησιμοποιούνται στο Κοινοβούλιο·

τη χρήση και την τοποθεσία των διακομιστών και των κέντρων πληροφορικής για τα πληροφοριακά συστήματα του Κοινοβουλίου και τις επιπτώσεις για την ασφάλεια και την ακεραιότητα των συστημάτων·

την εφαρμογή στην πραγματικότητα των υφιστάμενων κανόνων σχετικά με τις παραβιάσεις ασφαλείας και την έγκαιρη ειδοποίηση των αρμόδιων αρχών από τους παρόχους δημοσίων δικτύων τηλεπικοινωνιών·

τη χρήση υπολογιστικού νέφους και υπηρεσιών αποθήκευσης από το Κοινοβούλιο, όπου περιλαμβάνεται και η φύση των αποθηκευμένων δεδομένων στο νέφος, ο τρόπος με τον οποίον προστατεύεται το περιεχόμενο και η πρόσβασή τους σε αυτό και τον τόπο στον οποίο βρίσκονται οι εξυπηρετητές του νέφους, αποσαφηνίζοντας το εφαρμοζόμενο νομικό πλαίσιο προστασίας των δεδομένων και των πληροφοριών, καθώς και την αξιολόγηση των δυνατοτήτων αποκλειστικής χρήσης των εξυπηρετητών νέφους που βρίσκονται εντός της επικράτειας της ΕΕ·

ένα σχέδιο που θα προβλέπει τη χρήση πιο κρυπτογραφικών τεχνολογιών, ιδίως της διατερματικής πιστοποιημένης κρυπτογράφησης για όλες τις υπηρεσίες πληροφοριακών συστημάτων και επικοινωνιών όπως το υπολογιστικό νέφος, η ηλεκτρονική αλληλογραφία, η άμεση ανταλλαγή μηνυμάτων και η τηλεφωνία·

τη χρήση ηλεκτρονικής υπογραφής σε μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου·

ένα σχέδιο για τη χρήση του φρουρού απορρήτου όπως το GNU Privacy Guard ως εξ ορισμού προτύπου κρυπτογράφησης για μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το οποίο ταυτόχρονα θα επιτρέπει τη χρήση ψηφιακών υπογραφών·

την πιθανότητα δημιουργίας μιας ασφαλούς υπηρεσίας άμεσης ανταλλαγής μηνυμάτων εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που θα επιτρέπει την ασφαλή επικοινωνία, ενώ ο διακομιστής θα βλέπει μόνο κρυπτογραφημένο περιεχόμενο·

102.

καλεί όλα τα θεσμικά όργανα και τις υπηρεσίες της ΕΕ, και ιδίως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (περιλαμβανομένων των αντιπροσωπειών της ΕΕ), την Επιτροπή, το Δικαστήριο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, να πραγματοποιήσουν έναν παρόμοιο έλεγχο σε συνεργασία με τον ENISA, την Europol και τις ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT), το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2015, με ενδιάμεση έκθεση τον Δεκέμβριο 2014· καλεί τα κράτη μέλη να διενεργήσουν παρόμοιες αξιολογήσεις·

103.

τονίζει ότι όσον αφορά την εξωτερική δράση της ΕΕ, πρέπει να πραγματοποιηθούν αξιολογήσεις των σχετικών δημοσιονομικών αναγκών και να ληφθούν μέτρα χωρίς καθυστέρηση στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) και ότι πρέπει να κατανεμηθούν κατάλληλα κονδύλια στο σχέδιο προϋπολογισμού 2015·

104.

φρονεί ότι τα πληροφοριακά συστήματα μεγάλης κλίμακας που χρησιμοποιούνται στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, όπως το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν ΙΙ, το σύστημα πληροφοριών για τις θεωρήσεις, το Eurodac και πιθανά μελλοντικά συστήματα, πρέπει να αναπτυχθούν και να λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν διακυβεύονται δεδομένα ως αποτέλεσμα των απαιτήσεων αρχών τρίτων χωρών· καλεί τον οργανισμό eu-LISA να υποβάλει έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με την αξιοπιστία των συστημάτων που χρησιμοποιούνται έως το τέλος του 2014·

105.

καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να λάβουν μέτρα σε διεθνές επίπεδο, ιδίως με τα Ηνωμένα Έθνη, και σε συνεργασία με τους ενδιαφερόμενους εταίρους να εφαρμόσουν μια ευρωπαϊκή στρατηγική για τη δημοκρατική διακυβέρνηση του διαδικτύου προκειμένου να αποτραπεί η αθέμιτη επιρροή στις δραστηριότητες του ICANN και της IANA από κάθε μεμονωμένη οντότητα, εταιρεία ή χώρα διασφαλίζοντας κατάλληλη εκπροσώπηση όλων των ενδιαφερόμενων φορέων στα εν λόγω όργανα, αποφεύγοντας παράλληλα να διευκολύνουν τον κρατικό έλεγχο, τη λογοκρισία, τη «βαλκανιοποίηση» και τον κατακερματισμό του διαδικτύου·

106.

ζητεί από την ΕΕ να αναλάβει ηγετικό ρόλο στη αναδιαμόρφωση της αρχιτεκτονικής και διακυβέρνησης του διαδικτύου για την αντιμετώπιση των κινδύνων που σχετίζονται με τις εισροές και την αποθήκευση δεδομένων, επιδιώκοντας μεγαλύτερη ελαχιστοποίηση των δεδομένων και διαφάνεια και λιγότερο κεντρική μαζική αποθήκευση μη επεξεργασμένων δεδομένων, καθώς και την αναδρομολόγηση της διαδικτυακής κυκλοφορίας ή την πλήρη διατερματική κρυπτογράφηση όλης της διαδικτυακής κίνησης ώστε η δρομολόγηση κυκλοφορίας από την επικράτεια χωρών οι οποίες δεν πληρούν βασικά πρότυπα θεμελιωδών δικαιωμάτων, προστασίας των δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής, να μην ενέχει κινδύνους·

107.

ζητεί την προώθηση

μηχανών αναζήτησης της ΕΕ και κοινωνικών δικτύων της ΕΕ ως πολύτιμο βήμα προς την κατεύθυνση της πληροφορικής ανεξαρτησίας της ΕΕ·

ευρωπαίου παρόχου υπηρεσιών ΤΠ·

κρυπτογράφησης των επικοινωνιών εν γένει, περιλαμβανομένων των επικοινωνιών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και γραπτών μηνυμάτων·

ευρωπαϊκών βασικών στοιχείων ΤΠ, π.χ. λύσεις για πελάτη-διακομιστή-λειτουργικό σύστημα, χρήση προτύπων ανοικτού κώδικα, ανάπτυξη ευρωπαϊκών στοιχείων για σύζευξη δικτύου, π.χ. δρομολογητής·

108.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει νομική πρόταση για ένα ενωσιακό σύστημα δρομολόγησης όπου θα περιλαμβάνεται και η επεξεργασία της καταγραφής λεπτομερειών κλήσης (CDR) σε επίπεδο ΕΕ και θα αποτελεί υποδομή του υφιστάμενου διαδικτύου και δεν θα επεκτείνεται πέραν των συνόρων της ΕΕ· σημειώνει ότι όλα τα δεδομένα δρομολόγησης και τα CDR πρέπει να αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας σύμφωνα με τα νομικά πλαίσια της ΕΕ·

109.

καλεί τα κράτη μέλη, σε συνεργασία με τον ENISA, το Κέντρο Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Europol, τις ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική και τις εθνικές αρχές προστασίας των δεδομένων και μονάδες ηλεκτρονικού εγκλήματος, να αναπτύξουν κλίμα ασφάλειας και να εκκινήσουν μια εκστρατεία εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης προκειμένου να δώσουν την ευκαιρία στους πολίτες να προβαίνουν σε πιο ενημερωμένη επιλογή όσον αφορά τα προσωπικά δεδομένα που θα διαθέσουν ηλεκτρονικά και τον τρόπο βέλτιστης προστασίας τους, περιλαμβανομένης της «ψηφιακής υγιεινής», της κρυπτογράφησης και των ασφαλών υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους, αξιοποιώντας πλήρως την πλατφόρμα πληροφοριών δημόσιου συμφέροντος που προβλέπεται στην οδηγία για την καθολική υπηρεσία·

110.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει, έως τον Δεκέμβριο του 2014, νομοθετικές προτάσεις για την ενθάρρυνση των κατασκευαστών λογισμικού και υλισμικού να εισάγουν μεγαλύτερη ασφάλεια και προστασία της ιδιωτικής ζωής εκ κατασκευής και με προκαθορισμένα χαρακτηριστικά στα προϊόντα τους, θεσπίζοντας νομική ευθύνη εκ μέρους των κατασκευαστών για μη διορθωμένα γνωστά τρωτά σημεία, για ελαττωματικό ή επισφαλές λογισμικό ή για την εγκατάσταση μυστικών ιών κερκόπορτας, και αντικινήτρων για την περιττή και δυσανάλογη συλλογή μαζικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· στο πλαίσιο αυτό, καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την πιθανότητα θέσπισης ενός συστήματος πιστοποίησης ή επικύρωσης υλισμικού ΤΠ, περιλαμβανομένων των διαδικασιών δοκιμών σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα και η ασφάλεια των προϊόντων·

Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης

111.

εκτιμά ότι η έρευνα κατέδειξε, πέραν της ανάγκης για νομοθετικές αλλαγές, την ανάγκη των ΗΠΑ να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των ενωσιακών εταίρων τους προς αυτές, καθώς οι δραστηριότητες των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ είναι πρωτίστως εκείνες που καταγγέλλονται·

112.

επισημαίνει ότι η κρίση εμπιστοσύνης που προκλήθηκε επεκτείνεται:

στο πνεύμα εμπιστοσύνης εντός της ΕΕ, καθώς ορισμένες εθνικές δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων της Ένωσης·

σε πολίτες, οι οποίοι διαπιστώνουν ότι ενδέχεται να αποτελούν αντικείμενο κατασκοπίας όχι μόνον από τρίτες χώρες ή πολυεθνικές εταιρείες, αλλά επίσης από την ίδια την κυβέρνησή τους·

στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και στην αξιοπιστία των δημοκρατικών, δικαστικών και κοινοβουλευτικών εγγυήσεων και εποπτείας σε μια ολοένα και πιο ψηφιακή κοινωνία·

Μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ

113.

υπενθυμίζει τη σημαντική ιστορική και στρατηγική εταιρική σχέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και των ΗΠΑ, βάσει μιας κοινής πίστης στη δημοκρατία, στο κράτος δικαίου και στα θεμελιώδη δικαιώματα·

114.

θεωρεί ότι η μαζική παρακολούθηση πολιτών και η κατασκοπία πολιτικών ηγετών από τις ΗΠΑ προκάλεσαν σοβαρή ζημιά στις σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ και επηρέασαν αρνητικά την εμπιστοσύνη σε οργανισμούς των ΗΠΑ που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ· αυτό επιδεινώνεται περαιτέρω από την έλλειψη δικαστικών και διοικητικών ένδικων μέσων προσφυγής στο δίκαιο των ΗΠΑ για τους πολίτες της ΕΕ, ιδίως στις περιπτώσεις δραστηριοτήτων παρακολούθησης για σκοπούς συλλογής πληροφοριών·

115.

αναγνωρίζει, ενόψει των παγκόσμιων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν η ΕΕ και οι ΗΠΑ ότι η διατλαντική εταιρική σχέση πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω και ότι είναι ζωτικής σημασίας να συνεχιστεί η διατλαντική συνεργασία στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας σε νέα βάση εμπιστοσύνης που στηρίζεται στον πραγματικό κοινό σεβασμό του κράτους δικαίου και στην απόρριψη όλων των χωρίς διακρίσεις πρακτικών μαζικής παρακολούθησης· κατά συνέπεια, εμμένει στην άποψη ότι οι ΗΠΑ πρέπει να λάβουν σαφή μέτρα ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και να εδραιωθούν εκ νέου οι κοινές βασικές αξίες στις οποίες βασίζεται η εταιρική σχέση·

116.

είναι πρόθυμο να συμμετέχει ενεργά σε διάλογο με τους Αμερικανούς εταίρους, στο πλαίσιο του συνεχούς αμερικάνικου δημόσιου διαλόγου και της συζήτησης στο Κογκρέσο σχετικά με τη μεταρρύθμιση των υπηρεσιών παρακολούθησης και την αναθεώρηση της εποπτείας των υπηρεσιών πληροφοριών, το δικαίωμα στο ιδιωτικό απόρρητο και άλλα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, κατοίκων ή άλλων προσώπων που προστατεύονται από το ενωσιακό δίκαιο και ισότιμα δικαιώματα ενημέρωσης και προστασίας της ιδιωτικής ζωής σε δικαστήρια των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της έννομης προστασίας, προστατεύονται μέσω, επί παραδείγματι της αναθεώρησης του νόμου περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής και του νόμου περί προστασίας των ιδιωτικών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και με την κύρωση του πρώτου προαιρετικού πρωτοκόλλου και του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ICCPR), ούτως ώστε να μην διατηρηθούν οι τρέχουσες διακρίσεις·

117.

εμμένει στην άποψη ότι πρέπει να αναληφθούν απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και να παραχωρηθούν στους ευρωπαίους πραγματικές εγγυήσεις ώστε να διασφαλιστεί ότι η χρήση της παρακολούθησης και της επεξεργασίας δεδομένων για σκοπούς ξένων υπηρεσιών πληροφοριών είναι αναλογική, περιορίζεται από σαφώς προσδιορισμένους όρους και σχετίζεται με την εύλογη υπόνοια ή τη βάσιμη υποψία τρομοκρατικής δραστηριότητας· επισημαίνει ότι ο εν λόγω σκοπός πρέπει να υπόκειται σε διαφανή δικαστική εποπτεία·

118.

θεωρεί ότι απαιτούνται σαφείς πολιτικές ενδείξεις από τους Αμερικάνους εταίρους μας που να αποδεικνύουν ότι οι ΗΠΑ διαχωρίζουν τους συμμάχους από τους αντιπάλους·

119.

καλεί επιτακτικά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Κυβέρνηση των ΗΠΑ, στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων για μια σφαιρική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ σχετικά με τη διαβίβαση δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου, να λάβουν υπόψη τα δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών για ενημέρωση και δικαστικά μέσα, καθώς και να ολοκληρώσουν τις εν λόγω διαπραγματεύσεις σύμφωνα με τη δέσμευση που ανέλαβαν στη διάσκεψη υπουργών δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων ΕΕ και ΗΠΑ της 18ης Νοεμβρίου 2013, πριν το καλοκαίρι του 2014·

120.

προτρέπει τις ΗΠΑ να προσχωρήσουν στη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Σύμβαση 108), όπως προσχώρησαν στη σύμβαση του 2001 για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο, ενισχύοντας έτσι την κοινή νομική βάση μεταξύ των διατλαντικών εταίρων·

121.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να διερευνήσουν τις δυνατότητες θέσπισης ενός κώδικα δεοντολογίας, από κοινού με τις ΗΠΑ, ο οποίος θα εγγυάται ότι δεν επιδιώκεται κατασκοπία των ΗΠΑ έναντι θεσμικών οργάνων και εγκαταστάσεων της ΕΕ·

Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης

122.

πιστεύει επίσης, ότι η συμμετοχή και οι δραστηριότητες κρατών μελών της ΕΕ έχουν οδηγήσει στην απώλεια της εμπιστοσύνης, περιλαμβανομένης της εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ των πολιτών και των εθνικών αρχών· πρεσβεύει την άποψη ότι η χαμένη εμπιστοσύνη θα μπορεί να αποκατασταθεί μόνο με πλήρη διαφάνεια όσον αφορά τους σκοπούς και τα μέσα παρακολούθησης, με δημόσιο διάλογο και, τέλος, με την αναθεώρηση της νομοθεσίας, όπου περιλαμβάνεται και ο τερματισμός των δραστηριοτήτων μαζικής παρακολούθησης και την ενίσχυση του συστήματος δικαστικής και κοινοβουλευτικής εποπτείας· επισημαίνει τις δυσκολίες που ενέχει η ανάπτυξη μιας συνολικής πολιτικής ασφάλειας της ΕΕ όταν βρίσκονται σε λειτουργία τέτοιου είδους δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης και επισημαίνει ότι η ενωσιακή αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας προϋποθέτει ότι τα κράτη μέλη θα απέχουν από δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών στην επικράτεια άλλων κρατών μελών·

123.

γνωρίζει ότι ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ επιδιώκουν τη διμερή επικοινωνία με τις αρχές των ΗΠΑ όσον αφορά ισχυρισμούς για κατασκοπία, και ότι ορισμένα εξ αυτών έχουν συνάψει (ΗΒ) ή σχεδιάζουν να συνάψουν (Γερμανία, Γαλλία) τις επονομαζόμενες συμφωνίες «αντικατασκοπίας»· επισημαίνει ότι τα εν λόγω κράτη μέλη πρέπει να σεβαστούν πλήρως τα συμφέροντα και το νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ συνολικά· λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να υπάρξει ευρωπαϊκή προσέγγιση στο εν λόγω πρόβλημα, θεωρεί ότι τέτοιου είδους διμερείς ρυθμίσεις είναι αντιπαραγωγικές και άσχετες· καλεί το Συμβούλιο να ενημερώσει το Κοινοβούλιο σχετικά με τις εξελίξεις που σημειώνονται στα κράτη μέλη για την επίτευξη αμοιβαίας συμφωνίας κατά της κατασκοπίας σε επίπεδο ΕΕ·

124.

θεωρεί ότι οι εν λόγω συμφωνίες δεν πρέπει να παραβιάζουν τις ενωσιακές Συνθήκες, και ιδίως την αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας (σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΣΕΕ), ούτε να υπονομεύουν τις πολιτικές της ΕΕ γενικά, και ειδικότερα την εσωτερική αγορά, τον θεμιτό ανταγωνισμό και την οικονομική, βιομηχανική και κοινωνική ανάπτυξη· αποφασίζει να επανεξετάσει όλες τις συμφωνίες αυτές ως προς τη συμβατότητά τους με το δίκαιο της Ένωσης και διατηρεί το δικαίωμά του να ενεργοποιήσει διαδικασίες που προβλέπονται στις Συνθήκες στην περίπτωση που αποδειχθεί ότι οι εν λόγω συμφωνίες έρχονται σε αντίθεση με τη συνοχή της Ένωσης ή τις θεμελιώδεις αξίες στις οποίες βασίζεται·

125.

καλεί τα κράτη μέλη να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλίσουν καλύτερη συνεργασία με σκοπό την παροχή εγγυήσεων κατά της κατασκοπείας, σε συνεργασία με τα αρμόδια όργανα και τις υπηρεσίες της ΕΕ, για την προστασία των πολιτών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, των ευρωπαϊκών εταιρειών, των βιομηχανιών της ΕΕ και των πληροφοριακών υποδομών και δικτύων· θεωρεί ότι η ενεργός συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών της ΕΕ αποτελεί προϋπόθεση για μια αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών· επισημαίνει ότι οι απειλές για την ασφάλεια έχουν καταστεί πιο διεθνείς, έιναι πιο διαδεδομένες και πιο πολύπλοκες και, συνεπώς, απαιτούν ενισχυμένη ευρωπαϊκή συνεργασία· πιστεύει ότι η εξέλιξη αυτή πρέπει να αποτυπωθεί καλύτερα στις Συνθήκες και, ως εκ τούτου, ζητεί την αναθεώρηση των Συνθηκών προκειμένου να ενισχυθεί η έννοια της ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και της Ένωσης όσον αφορά τον στόχο της επίτευξης χώρου ασφάλειας και την αποτροπή της αμοιβαίας κατασκοπείας μεταξύ κρατών μελών εντός της Ένωσης·

126.

θεωρεί απολύτως απαραίτητη την προστασία από παγίδευση των επικοινωνιακών δομών (ηλεκτρονική αλληλογραφία και τηλεπικοινωνίες, περιλαμβανομένων των σταθερών και κινητών τηλεφώνων) και των αιθουσών συσκέψεων σε όλα τα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ και τις αντιπροσωπείες της ΕΕ· κατά συνέπεια, ζητεί τη δημιουργία ενός κρυπτογραφημένου εσωτερικού συστήματος ηλεκτρονικής αλληλογραφίας στην ΕΕ·

127.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συναινέσουν χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση για την πρόταση που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Μαΐου 2012 για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις λεπτομερείς διατάξεις που διέπουν την άσκηση του δικαιώματος εξέτασης των πραγμάτων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την κατάργηση της απόφασης 95/167/ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 226 ΣΛΕΕ· ζητεί αναθεώρηση της Συνθήκης για τη διεύρυνση των εξουσιών ερευνών ούτως ώστε να καλύψει, χωρίς περιορισμούς ή εξαιρέσεις, όλους τους τομείς αρμοδιοτήτων ή δραστηριοτήτων της Ένωσης και να συμπεριλάβει τη δυνατότητα να εξετάζει ενόρκως·

Σε διεθνές επίπεδο

128.

καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει μια στρατηγική της ΕΕ για τη δημοκρατική διακυβέρνηση του διαδικτύου, το αργότερο τον Ιανουάριο 2015·

129.

καλεί τα κράτη μέλη να τηρήσουν την έκκληση που απευθύνθηκε στη 35η Διεθνή Διάσκεψη των Επιτρόπων για την προστασία των δεδομένων και την ιδιωτική ζωή «να συνηγορήσουν υπέρ της έγκρισης ενός συμπληρωματικού πρωτοκόλλου του άρθρου 17 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ICCPR), το οποίο πρέπει να βασίζεται στα πρότυπα που αναπτύχθηκαν και εγκρίθηκαν από τη Διεθνή Διάσκεψη και στις διατάξεις του Γενικού Σχολίου αριθ. 16 του Συμφώνου της Επιτροπής των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προκειμένου να δημιουργηθούν πρότυπα παγκόσμιας ισχύος για την προστασία των δεδομένων και την προάσπιση της ιδιωτικής ζωής σύμφωνα με το κράτος δικαίου»· καλεί τα κράτη μέλη να συνηγορήσουν υπέρ ενός διεθνούς οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών που θα είναι επιφορτισμένος ιδίως με την παρακολούθηση και τη ρύθμιση των νέων εργαλείων παρακολούθησης και με τη διερεύνηση της χρήσης τους· καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης να υιοθετήσει μια προορατική θέση·

130.

καλεί τα κράτη μέλη να αναπτύξουν μια συνεκτική και ισχυρή στρατηγική εντός των Ηνωμένων Εθνών, υποστηρίζοντας ιδίως το ψήφισμα με τίτλο «Το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής στην ψηφιακή εποχή» με πρωτοβουλία της Βραζιλίας και της Γερμανίας, όπως εγκρίθηκε από την Τρίτη Επιτροπή της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών (Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) στις 27 Νοεμβρίου 2013, καθώς και την ανάληψη περαιτέρω δράσης για την προάσπιση του θεμελιώδους δικαιώματος της προστασίας της ιδιωτικής ζωής των δεδομένων, σε διεθνές επίπεδο αποφεύγοντας παράλληλα κάθε διευκόλυνση του κρατικού ελέγχου, ή της λογοκρισίας, ή του κατακερματισμού του δικτύου, που περιλαμβάνεται και πρωτοβουλία για τη σύναψη διεθνούς συνθήκης που θα απαγορεύει τις δραστηριότητες μαζικής παρακολούθησης, καθώς και τη σύσταση υπηρεσίας για την εποπτεία της·

Σχέδιο προτεραιότητας: Ένα ευρωπαϊκό ψηφιακό habeas corpus — προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε μια ψηφιακή εποχή

131.

αποφασίζει να υποβάλει στους Ευρωπαίους πολίτες, τα θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη τις προαναφερθείσες συστάσεις ως σχέδιο προτεραιότητας για την επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο· καλεί την Επιτροπή και τα άλλα θεσμικά όργανα, τους οργανισμούς, τα γραφεία και τις υπηρεσίες της ΕΕ που αναφέρονται στο παρόν ψήφισμα, σύμφωνα με το άρθρο 265 της ΣΛΕΕ, να ενεργήσουν με βάση τις συστάσεις και τις εκκλήσεις που διατυπώνονται στο παρόν ψήφισμα·

132.

αποφασίζει να θεσπίσει ένα ευρωπαϊκό ψηφιακό habeas corpus προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε μια ψηφιακή εποχή με τις ακόλουθες 8 δράσεις, την εφαρμογή της οποίας θα εποπτεύει:

Δράση 1: έγκριση της δέσμης μέτρων για την προστασία των δεδομένων το 2014·

Δράση 2: σύναψη της σφαιρικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ διασφαλίζοντας το θεμελιώδες δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων των πολιτών και κατάλληλους μηχανισμούς έννομης προστασίας για πολίτες της ΕΕ, περιλαμβανομένης της περίπτωσης διαβίβασης δεδομένων από την ΕΕ στις ΗΠΑ για σκοπούς επιβολής του νόμου·

Δράση 3: αναστολή της συμφωνίας «ασφαλούς λιμένα» μέχρι να πραγματοποιηθεί πλήρης αναθεώρηση και να καλυφθούν τα υφιστάμενα κενά, διασφαλίζοντας ότι οι διαβιβάσεις των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για εμπορικούς σκοπούς από την Ένωση στις ΗΠΑ μπορούν να πραγματοποιούνται μόνον σύμφωνα με τα υψηλότερα πρότυπα της ΕΕ·

Δράση 4: Αναστολή της σύμβασης TFTP έως ότου: (i) ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για τη σφαιρική συμφωνία· (ii) διενεργηθεί διεξοδική έρευνα βάσει ανάλυσης της ΕΕ και αντιμετωπιστούν δεόντως όλοι οι προβληματισμοί που εξέφρασε το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013·

Δράση 5: αξιολόγηση κάθε συμφωνίας, μηχανισμού ή ανταλλαγής πληροφοριών με τρίτες χώρες που αφορούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν παραβιάζεται από τις δραστηριότητες παρακολούθησης, και ανάληψη των απαραίτητων ενεργειών παρακολούθησης·

Δράση 6: Προστασία του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ, (συμπεριλαμβανομένων των απειλών κατά της ελευθερίας του Τύπου), το δικαίωμα του κοινού σε μια αντικειμενική πληροφόρηση και στο επαγγελματικό απόρρητο (περιλαμβανομένων των σχέσεων μεταξύ δικηγόρων και πελατών) καθώς και στην ενισχυμένη προστασία των εκ των έσω καταγγελλόντων·

Δράση 7: ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ανεξαρτησία των πληροφοριακών συστημάτων («νέα ψηφιακή συμφωνία», περιλαμβανομένης της διάθεσης επαρκών πόρων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο) για να δοθεί ώθηση στον κλάδο ΤΠ και να δοθεί δυνατότητα στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να εκμεταλλευτούν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ΕΕ στον τομέα της προστασίας της ιδιωτικής ζωής·

Δράση 8: ανάδειξη της ΕΕ σε παράγοντα αναφοράς για μια δημοκρατική και αμερόληπτη διακυβέρνηση του διαδικτύου·

133.

καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να προωθήσουν το ευρωπαϊκό ψηφιακό habeas corpus για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε μια ψηφιακή εποχή· αναλαμβάνει να λειτουργεί ως ελεγκτής των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών, με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα για την παρακολούθηση της εφαρμογής:

Απρίλιος 2014 — Μάρτιος 2015 ομάδα παρακολούθησης βάσει της εξεταστικής ομάδας LIBE, αρμόδια για την παρακολούθηση κάθε νέας αποκάλυψης στα μέσα ενημέρωσης σε σχέση με την εντολή της έρευνας και για την εξέταση της εφαρμογής του παρόντος ψηφίσματος·

Ιούλιος 2014 και εφεξής: ένας μόνιμος εποπτικός μηχανισμός για τις διαβιβάσεις δεδομένων και δικαστικά μέσα στο πλαίσιο της αρμόδιας επιτροπής·

Άνοιξη του 2014: επίσημη έκκληση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να συμπεριλάβει το «ευρωπαϊκό ψηφιακό habeas corpus — προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε μια ψηφιακή εποχή»- στις κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να εγκριθούν σύμφωνα με το άρθρο 68 της ΣΛΕΕ·

Φθινόπωρο 2014: δέσμευση ότι το «ευρωπαϊκό ψηφιακό habeas corpus — προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε μια ψηφιακή εποχή»- και οι σχετικές συστάσεις θα λειτουργούν ως βασικά κριτήρια για την έγκριση της επόμενης Επιτροπής·

2014: διάσκεψη με τη συμμετοχή ευρωπαίων εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου στους διάφορους τομείς που συμβάλλουν στην ασφάλεια των πληροφοριακών συστημάτων (περιλαμβανομένων των μαθηματικών, της κρυπτογραφίας και των τεχνολογιών προστασίας ιδιωτικού απορρήτου) ώστε να συνεισφέρουν στην ενίσχυση μιας στρατηγικής της ΕΕ για τα πληροφοριακά συστήματα κατά την επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο·

2014-2015: ομάδα εμπιστοσύνης/δεδομένων/δικαιωμάτων των πολιτών που θα συγκαλείται τακτικά μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Κογκρέσου των ΗΠΑ, καθώς και με άλλα κοινοβούλια τρίτων χωρών που έχουν αναλάβει δεσμεύσεις, περιλαμβανομένου και αυτού της Βραζιλίας·

2014-2015: διάσκεψη με τους εποπτικούς φορείς συλλογής πληροφοριών των ευρωπαϊκών εθνικών κοινοβουλίων·

ο

ο ο

134.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στις εθνικές αρχές προστασίας των δεδομένων, στον ΕΕΠΔ, στον οργανισμό eu-LISA, στον ENISA, στην Υπηρεσία Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, στην ομάδα εργασίας του άρθρου 29, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, στη κυβέρνηση των ΗΠΑ, στον Πρόεδρο, στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας, και στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών·

135.

αναθέτει στην Επιτροπή Δημοσίων Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων να παρουσιάσει ενώπιον της ολομέλειας του Κοινοβουλίου έκθεση σχετικά με το θέμα αυτό, ένα χρόνο μετά την έγκριση του παρόντος ψηφίσματος· θεωρεί ότι έχει ζωτική σημασία να αξιολογηθεί ο βαθμός στον οποίο υιοθετήθηκαν οι συστάσεις που ενέκρινε το Κοινοβούλιο και να αναλυθούν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση που δεν υιοθετήθηκαν οι συστάσεις αυτές.


(1)  http://www.un.org/en/documents/udhr/

(2)  http://daccess-dds-ny.un.org/doc/UNDOC/GEN/G10/134/10/PDF/G1013410.pdf?OpenElement

(3)  http://www.ohchr.org/Documents/HRBodies/HRCouncil/RegularSession/Session23/A.HRC.23.40_EN.pdf

(4)  http://www.venice.coe.int/webforms/documents/CDL-AD(2007)016.aspx

(5)  Διεθνής Ομοσπονδία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και Γαλλική Ένωση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη v. X· Πρωτοδικείο Παρισιού.

(6)  Προσφυγές των Privacy International και Liberty στο Investigatory Powers Tribunal.

(7)  Κοινή αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 34 των Big Brother Watch, Open Rights Group, English Pen Dr Constanze Kurz (αιτούντες) κατά του Ηνωμένου Βασιλείου (εναγόμενος).

(8)  ΕΕ C 197 της 12.7.2000, σ. 1.

(9)  ΕΕ C 121 της 24.4.2001, σ. 152.

(10)  http://ec.europa.eu/justice/policies/privacy/docs/wpdocs/2000/wp32en.pdf

(11)  ΕΕ L 204 της 4.8.2007, σ. 18.

(12)  ΕΕ L 215 της 11.8.2012, σ. 5.

(13)  SEC(2013)0630, 27.11.2013.

(14)  Προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα Cruz Villalón, 12 Δεκεμβρίου 2013, Υπόθεση C-293/12.

(15)  ΕΕ L 195 της 27.7.2010, σ. 3.

(16)  ΕΕ L 181 της 19.7.2003, σ. 34.

(17)  ΕΕ L 309 της 29.11.1996, σ. 1.

(18)  Έγγραφο του Συμβουλίου 16987/2013.

(19)  ΕΕ C 72 Ε της 21.3.2002, σ. 221.

(20)  ΕΕ C 16 Ε της 22.1.2004, σ. 88.

(21)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0203.

(22)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0322.

(23)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0444.

(24)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0449.

(25)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0535.

(26)  ΕΕ C 353 E της 3.12.2013, σ. 156.

(27)  Klayman κ.ά. κατά Obama κ.ά., αστική αγωγή 13-0851, 16 Δεκεμβρίου 2013

(28)  ACLU κατά NSA αριθ. 06-CV-10204, 17 Αυγούστου 2006.

(29)  http://consortiumnews.com/2014/01/07/nsa-insiders-reveal-what-went-wrong.

(30)  Απόφαση της 18ης Μαΐου 1982 στην υπόθεση C-155/79, AM & S Europe Limited κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(31)  Βλ. ιδίως συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-6/90 και C-9/90, Francovich και άλλοι κατά Ιταλίας, απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 1991.

(32)  ΕΕ L 28 της 30.1.2013, σ. 12.

(33)  ΕΕ L 2 της 4.1.2002, σ. 13.

(34)  Η επιστολή αναφέρει ότι «η κυβέρνηση των ΗΠΑ αναζητεί και αποκτά οικονομικές πληροφορίες […] (οι οποίες) συλλέγονται μέσω της κανονιστικής οδού, της επιβολής του νόμου, της διπλωματικής οδού και της συλλογής πληροφοριών, καθώς και μέσω ανταλλαγών με ξένους εταίρους, η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρησιμοποιεί την TFTP για την απόκτηση δεδομένων SWIFT που δεν λαμβάνουμε από άλλες πηγές»·

(35)  http://www.privacycommission.be/fr/news/les-instances-europ%C3%A9ennes-charg%C3%A9es-de-contr%C3%B4ler-le-respect-de-la-vie-priv%C3%A9e-examinent-la

(36)  ΕΕ L 181 της 19.7.2003, σ. 25.

(37)  COM(2012)0011, 25.1.2012.

(38)  COM(2012)0010, 25.1.2012.

(39)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/en/ec/139197.pdf

(40)  Αριθ. 1 BvR 518/02 της 4ης Απριλίου 2006.

(41)  Απόφαση στην υπόθεση C-300/11, ZZ κατά Secretary of State for the Home Department της 4ης Ιουνίου 2013.

(42)  Το Πρόγραμμα «9-eyes» περιλαμβάνει τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, τον Καναδά, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Δανία, τη Γαλλία, τη Νορβηγία και τις Κάτω Χώρες· το πρόγραμμα «14-eyes» περιλαμβάνει τις χώρες αυτές καθώς επίσης και τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ιταλία, την Ισπανία και τη Σουηδία.

(43)  The Global Principles on National Security and the Right to Information (Παγκόσμιες αρχές σχετικά με την εθνική ασφάλεια και το δικαίωμα στην πληροφόρηση), Ιούνιος 2013.

(44)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) (P7_TA(2014)0121).


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/136


P7_TA(2014)0231

Αξιολόγηση της δικαιοσύνης σε συνάρτηση με το ποινικό δίκαιο και το κράτος δικαίου

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την αξιολόγηση του συστήματος δικαιοσύνης όσον αφορά την ποινική δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου (2014/2006(INI))

(2017/C 378/15)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τα άρθρα 2, 6 και 7 αυτής,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 70, 85, 258, 259 και 260 αυτής,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2013, με τίτλο «Πίνακας αποτελεσμάτων της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης — Ένα εργαλείο για την προώθηση αποτελεσματικής δικαιοσύνης και ανάπτυξης» (COM(2013)0160),

έχοντας υπόψη την επιστολή της 6ης Μαρτίου 2013 που απέστειλαν οι υπουργοί Εξωτερικών της Γερμανίας, της Δανίας, της Φινλανδίας και των Κάτω Χωρών στον Πρόεδρο της Επιτροπής, κ. José Barroso, ζητώντας τη θέσπιση μηχανισμού για την ενίσχυση της συμμόρφωσης προς τις θεμελιώδεις αξίες στα κράτη μέλη,

έχοντας υπόψη την απόφαση πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (COM(2013)0534), με την οποία αντιμετωπίζεται η ανάγκη δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης,

έχοντας υπόψη τις δραστηριότητες, τις ετήσιες εκθέσεις και τις μελέτες του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις δραστηριότητες και τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου (Επιτροπή της Βενετίας), ιδίως την έκθεσή της σχετικά με το κράτος δικαίου (CDL-AD(2011)003rev), την έκθεσή της σχετικά με την ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος — Μέρος I: Η ανεξαρτησία των δικαστών (CDL-AD (2010) 004), και την έκθεσή της σχετικά με τα ευρωπαϊκά πρότυπα όσον αφορά την ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος — Μέρος II: Η εισαγγελική αρχή (CDL-AD (2010)040),

έχοντας υπόψη το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το αναθεωρημένο καταστατικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2013, με τίτλο «Ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2014» (COM(2013)0800),

έχοντας υπόψη τις δραστηριότητες και τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης (CEPEJ), ιδίως την τελευταία έκθεση αξιολόγησής της σχετικά με τα ευρωπαϊκά δικαστικά συστήματα (2012),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του σχετικά με την κατάσταση, τα πρότυπα και τις πρακτικές όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και όλα τα σχετικά ψηφίσματα στον τομέα του κράτους δικαίου και της δικαιοσύνης, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν τη διαφθορά και το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0122/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης η αξιολόγηση ενισχύει την αμοιβαία εμπιστοσύνη και ότι η αμοιβαία εμπιστοσύνη έχει καίρια σημασία για την αποδοτική εφαρμογή των μέσων αμοιβαίας αναγνώρισης· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο του προγράμματος της Στοκχόλμης, η αξιολόγηση αναφέρεται ως ένα από τα βασικά μέσα για την επίτευξη ολοκλήρωσης στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Συνθήκες παρέχουν την αναγκαία βάση για την αξιολόγηση των πολιτικών στον τομέα της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, καθώς και όσον αφορά τον σεβασμό των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του κράτους δικαίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ποιότητα, η ανεξαρτησία και η αποδοτικότητα των δικαστικών συστημάτων αποτελούν επίσης προτεραιότητες που αναφέρονται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου, του νέου ετήσιου κύκλου της ΕΕ για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πίνακας αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης προσεγγίζεται σήμερα στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού οικονομικού εξαμήνου και συνεπώς υπερτονίζεται η οικονομική αξία της δικαιοσύνης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαιοσύνη συνιστά αξία καθαυτή και ότι πρέπει όλοι να έχουν πρόσβαση σε αυτή ανεξαρτήτως οικονομικών συμφερόντων·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών καθώς και κοινή αντίληψη όσον αφορά τη νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα του ποινικού δικαίου·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πίνακας αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης για το 2013 αφορά αποκλειστικά την αστική, εμπορική και διοικητική δικαιοσύνη, ενώ πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνει την ποινική δικαιοσύνη, καθώς η λειτουργία και η ακεραιότητα της ποινικής δικαιοσύνης έχουν επίσης σημαντικές επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα και επιπλέον συνδέονται στενά με το κράτος δικαίου·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο κεφάλαιο για την πρόσβαση σε αποδοτική και ανεξάρτητη δικαιοσύνη της ετήσιας έκθεσης (2012) του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκφράζονται προβληματισμοί σχετικά με την κατάσταση του κράτους δικαίου και ιδίως της δικαστικής ανεξαρτησίας σε ορισμένα κράτη μέλη και, εν προκειμένω, σχετικά με το θεμελιώδες δικαίωμα της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, το οποίο επλήγη σοβαρά από τη χρηματοπιστωτική κρίση·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κύριος λόγος για τον οποίον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδικάζει τα κράτη μέλη της ΕΕ εξακολουθεί να είναι η υπερβολική διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, από τη δημιουργία της το 2002, η CEPEJ έχει αποκτήσει εμπειρογνωμοσύνη «από πρώτο χέρι» όσον αφορά την ανάλυση των διαφόρων εθνικών δικαστικών συστημάτων και έχει δημιουργήσει μια άνευ προηγουμένου βάση γνώσεων με πραγματική προστιθέμενη αξία, η οποία βοηθά τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την αξιολόγηση και τη λειτουργία των δικαστικών τους συστημάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι το σύστημα αξιολογήσεών της, το οποίο βρίσκεται τώρα στον πέμπτο κύκλο του, καλύπτει όλους τους τομείς της δικαιοσύνης και περιλαμβάνει διαφορετικές κατηγορίες ανάλυσης, όπως για παράδειγμα τα δημογραφικά και οικονομικά δεδομένα, τη δίκαιη δίκη, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, καθώς και τη σταδιοδρομία δικαστών, εισαγγελέων και δικηγόρων, κτλ.·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή της Βενετίας, στην πιο πρόσφατη έκθεσή της σχετικά με το κράτος δικαίου, αναφέρθηκε σε έξι στοιχεία ως προς τα οποία υπάρχει συναίνεση και τα οποία συνιστούν τους βασικούς πυλώνες του κράτους δικαίου: τη νομιμότητα, συμπεριλαμβανομένης μιας διαφανούς, υπεύθυνης και δημοκρατικής διαδικασίας θέσπισης νόμων· την ασφάλεια δικαίου· την απαγόρευση των αυθαιρεσιών· την πρόσβαση στη δικαιοσύνη ενώπιον ανεξάρτητων και αμερόληπτων δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένου του δικαστικού ελέγχου των διοικητικών πράξεων· τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την απαγόρευση των διακρίσεων και την ισότητα ενώπιον του νόμου·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το έργο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ πρέπει να βασίζεται στη στενή συνεργασία και αλληλεπίδραση, καθώς και στις βέλτιστες πρακτικές και την εμπειρογνωμοσύνη διάφορων άλλων διεθνών οργανισμών, μεταξύ άλλων των εξειδικευμένων οργάνων του Συμβουλίου της Ευρώπης, ούτως ώστε να αποφεύγεται η αλληλεπικάλυψη των δραστηριοτήτων και να διασφαλίζεται η αποτελεσματική χρήση των πόρων·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους να ενισχύσουν τη συνεργασία τους σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος, ιδίως στην προώθηση και την προστασία της πλουραλιστικής δημοκρατίας και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, καθώς και του κράτους δικαίου, να κάνουν πλήρη χρήση των εξειδικευμένων οργάνων όπως είναι η Επιτροπή της Βενετίας και να αναπτύξουν κατάλληλες μορφές συνεργασίας για να ανταποκριθούν στις νέες προκλήσεις·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει επανειλημμένα ζητήσει την ενίσχυση των υφιστάμενων μηχανισμών ώστε να εξασφαλίζονται η τήρηση, η προστασία και η προώθηση των αξιών της Ένωσης που προβλέπονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ, καθώς και την ταχεία και αποτελεσματική αντιμετώπιση των καταστάσεων κρίσης στην Ένωση και τα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι βρίσκεται σε εξέλιξη διάλογος μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη δημιουργία ενός «νέου μηχανισμού»·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος, καθώς και των δικαστών και των εισαγγελέων στα κράτη μέλη, πρέπει να διαφυλάσσεται από τυχόν πολιτικές παρεμβάσεις·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε σχετική απόφαση πρέπει να εγγυάται, το συντομότερο δυνατό, την ορθή εφαρμογή του άρθρου 2 της ΣΕΕ και να εξασφαλίζει ότι κάθε απόφαση που λαμβάνεται βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και σε αντικειμενική αξιολόγηση, ώστε να αντιμετωπισθούν οι επικρίσεις για την εφαρμογή διπλών μέτρων και σταθμών, τη διαφοροποιημένη μεταχείριση και τις πολιτικές προκαταλήψεις·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή των μέσων της Ένωσης στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης, συμπεριλαμβανομένου, εν προκειμένω, του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων, καθώς και η δημιουργία ενός χώρου ποινικής δικαιοσύνης εξαρτώνται από την αποτελεσματική λειτουργία των εθνικών συστημάτων ποινικής δικαιοσύνης·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει ανάγκη για συνεκτική και συνολική απονομή της δικαιοσύνης, καθώς δεν πρέπει να μπορούν οι εγκληματίες να εκμεταλλεύονται, σε διασυνοριακό επίπεδο, τις διαφορές που υφίστανται μεταξύ των εθνικών συστημάτων ποινικής δικαιοσύνης·

Ανάπτυξη του πίνακα αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης σε ζητήματα ποινικού δικαίου

1.

επικροτεί τον πίνακα αποτελεσμάτων της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης που καταρτίσθηκε από την Επιτροπή· εκφράζει, ωστόσο τη λύπη του, για το γεγονός ότι εστιάζει μόνο στην αστική, εμπορική και διοικητική δικαιοσύνη·

2.

τονίζει ότι η δημιουργία ενός πίνακα αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης σε ποινικά ζητήματα θα συμβάλει αποφασιστικά στη δημιουργία κοινής αντίληψης για τη νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα του ποινικού δικαίου μεταξύ των δικαστών και των εισαγγελέων, ενισχύοντας συνεπώς την αμοιβαία εμπιστοσύνη·

3.

ζητεί από την Επιτροπή, συνεπώς, να επεκτείνει σταδιακά το πεδίο εφαρμογής του πίνακα αποτελεσμάτων, ώστε να καταστεί ένας χωριστός και πλήρης πίνακας αποτελεσμάτων στον τομέα της δικαιοσύνης που αξιολογεί, μέσω της χρήσης αντικειμενικών δεικτών, όλους τους τομείς δικαιοσύνης, περιλαμβανομένων της ποινικής δικαιοσύνης και όλων των οριζόντιων θεμάτων που συνδέονται με τη δικαιοσύνη, όπως είναι η ανεξαρτησία, η αποδοτικότητα και η ακεραιότητα του δικαστικού συστήματος, η σταδιοδρομία των δικαστών και ο σεβασμός των δικονομικών δικαιωμάτων· καλεί την Επιτροπή να εμπλέξει όλους τους σχετικούς φορείς και να βασισθεί στην πείρα τους και τα διδάγματα που έχουν αντλήσει, καθώς και στο έργο που έχουν ήδη επιτελέσει τα όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά την αξιολόγηση του κράτους δικαίου και των δικαστικών συστημάτων, καθώς και ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

4.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να διασφαλίσουν ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια συμμετέχουν στη διαδικασία, όπως προβλέπεται στις Συνθήκες, και ότι ενημερώνονται σε τακτική βάση για τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων·

Συμμετοχή των κρατών μελών

5.

εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη διαθέσιμων στοιχείων σχετικά με τα εθνικά συστήματα δικαιοσύνης και καλεί, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη να συνεργάζονται πλήρως με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και να συλλέγουν και να παρέχουν σε τακτική βάση αντικειμενικά, αξιόπιστα και συγκρίσιμα στοιχεία για τα συστήματα δικαιοσύνης τους·

Κράτος δικαίου και θεμελιώδη δικαιώματα

6.

καλεί την Επιτροπή να ανταποκριθεί στο επανειλημμένο αίτημα του Κοινοβουλίου και να προτείνει:

έναν αποτελεσματικό μηχανισμό τακτικής αξιολόγησης της συμμόρφωσης των κρατών μελών προς τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ, ο οποίος θα αποτελέσει τη βάση για ένα μέσο έγκαιρης προειδοποίησης· και

ένα μηχανισμό για καταστάσεις κρίσης με κατάλληλες μορφές παρέμβασης, πιο αποτελεσματικές διαδικασίες επί παραβάσει και τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση που σημειώνονται συστηματικές παραβιάσεις των αρχών της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και σε περίπτωση που οι κατάλληλοι έλεγχοι και οι ισορροπίες δεν λειτουργούν σε ένα κράτος μέλος·

7.

επαναλαμβάνει ότι οποιοσδήποτε τέτοιος μηχανισμός πρέπει να εφαρμόζεται για όλα τα κράτη μέλη με διαφανή, ομοιόμορφο και ισότιμο τρόπο, και πρέπει να επιδιώκει την επίτευξη συμπληρωματικότητας με το έργο άλλων διεθνών οργανισμών, όπως του Συμβουλίου της Ευρώπης και, ιδίως, της Επιτροπής της Βενετίας· ζητεί τη συμμετοχή του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αξιολόγηση·

8.

ζητεί την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής της Βενετίας· καλεί το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρώπης να αναπτύξουν κατάλληλο μηχανισμό για την υποβολή αιτήσεων γνωμοδότησης για θέματα που αφορούν ιδιαίτερα την Επιτροπή της Βενετίας και να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου στο έργο της Επιτροπής της Βενετίας ως παρατηρητή·

9.

θεωρεί απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων επιτροπών του Κοινοβουλίου και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΚΣΣΕ), σύμφωνα με το άρθρο 199, ιδίως με τη μορφή τακτικών και ad hoc συνεδριάσεων, καθώς και να ορισθούν σημεία επαφής και στις δύο πλευρές· απευθύνει πάγια πρόσκληση στους εκπροσώπους του Συμβουλίου της Ευρώπης (τις αρμόδιες επιτροπές της ΚΣΣΕ, την Επιτροπή της Βενετίας, την CEPEJ, τον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) να παρίστανται στις σχετικές συνεδριάσεις των επιτροπών του ΕΚ·

10.

ζητεί την επικαιροποίηση της συμφωνίας του 2007 για την ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προκειμένου να ληφθούν υπόψη με το βέλτιστο τρόπο οι εξελίξεις από τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας· καλεί τη Διάσκεψη των Προέδρων, βάσει του άρθρου 199 του Κανονισμού του Κοινοβουλίου, να καλέσει την ΚΣΣΕ σε έναρξη συνομιλιών με στόχο να ενσωματωθούν σε αυτό το γενικό πλαίσιο πρακτικά μέτρα συνεργασίας μεταξύ των αντίστοιχων οργάνων·

11.

σημειώνει ότι το μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει επίσης να υπόκειται σε τακτικές αξιολογήσεις·

12.

καλεί το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να αναλάβουν πλήρως τις ευθύνες τους όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη και στα σχετικά άρθρα των Συνθηκών, ιδίως τα άρθρα 2, 6 και 7 της ΣΕΕ· φρονεί ότι αυτό συνιστά προϋπόθεση για να μπορέσει η ΕΕ να χειριστεί με αποτελεσματικό τρόπο καταστάσεις στις οποίες τα κράτη μέλη περιορίζουν τις αρχές της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, καθώς και τα θεμελιώδη δικαιώματα·

13.

τονίζει ότι η Επιτροπή είναι αρμόδια να προσφεύγει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά κράτους μέλους το οποίο δεν εκπληρώνει μια υποχρέωση που απορρέει από τις Συνθήκες·

ο

ο ο

14.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0500, P7_TA(2013)0315, P7_TA(2011)0388, P7_TA(2013)0444, P7_TA(2014)0173 και P7_TA(2014)0174.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/140


P7_TA(2014)0232

Προετοιμασία για την πλήρη σύγκλιση στον οπτικοακουστικό κόσμο

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την προετοιμασία για την πλήρη σύγκλιση στον οπτικοακουστικό κόσμο (2013/2180(INI))

(2017/C 378/16)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 167 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/13/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (1),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (2),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (3), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2009/140/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009 (4),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (5),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) (6), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2009/140/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009 (7),

έχοντας υπόψη την οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τον ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (8),

έχοντας υπόψη την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012, για τη συλλογική διαχείριση δικαιωμάτων και την πολυεδαφική αδειοδότηση δικαιωμάτων χρήσης μουσικών έργων στο διαδίκτυο,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2001/29/ΕΚ για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας («οδηγία για τα δικαιώματα του δημιουργού») (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με την υβριδική τηλεόραση («συνδεδεμένη τηλεόραση — Connected TV») (10),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0057/2014),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με τον όρο οπτικοακουστική σύγκλιση νοείται η συγχώνευση των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, οι οποίες μέχρι σήμερα αναπτύσσονταν ως επί το πλείστον χωριστά, καθώς και η διασύνδεση σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας ή η ομαδοποίηση διαφόρων οπτικοακουστικών υπηρεσιών·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύγκλιση συνεπάγεται καινοτομία και ότι τούτο καθιστά αναγκαίες νέες μορφές συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων και κλάδων, ούτως ώστε οι χρήστες να μπορούν να κάνουν χρήση των οπτικοακουστικών περιεχομένων και των ηλεκτρονικών υπηρεσιών παντού, πάντα και με κάθε συσκευή·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύγκλιση σε οριζόντιο (σύγκλιση τομέων), κάθετο (σύγκλιση αλυσίδων αξίας) και λειτουργικό (σύγκλιση εφαρμογών/υπηρεσιών) επίπεδο έχει αντίκτυπο στον οπτικοακουστικό τομέα·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε σχέση με την τεχνολογική σύγκλιση παρατηρείται ολοένα μεγαλύτερη επικάλυψη διαφόρων ζητημάτων που άπτονται του δικαίου των μέσων επικοινωνίας και της πολιτικής για τα δίκτυα·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δυνατότητα ανίχνευσης και η πρόσβαση σε οπτικοακουστικά περιεχόμενα εξελίσσονται σε βασικούς παράγοντες ενός κόσμου που συγκλίνει ολοένα και περισσότερο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική δε θα έπρεπε να παρεμποδίσει τη δημιουργία ενός αυτορρυθμιζόμενου συστήματος επισήμανσης των περιεχομένων που να πληροί τα ελάχιστα ποιοτικά πρότυπα και ότι το ζήτημα της ουδετερότητας του δικτύου αποκτά ολοένα και πιο επείγοντα χαρακτήρα όσον αφορά τις συνδέσεις ενσύρματης και κινητής τηλεφωνίας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο μεταξύ έχει υλοποιηθεί η τεχνολογική σύγκλιση των μέσων επικοινωνίας, ιδίως για τη ραδιοτηλεόραση, τον Τύπο και το διαδίκτυο, και ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές για τα μέσα επικοινωνίας, τον πολιτισμό και τα δίκτυα πρέπει να προσαρμόσουν το ρυθμιστικό πλαίσιο στη νέα πραγματικότητα και να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα δημιουργίας και επιβολής ενός ενιαίου επιπέδου ρύθμισης μεταξύ άλλων και σε σχέση με τους νέους συμμετέχοντες στην αγορά που προέρχονται τόσο από την ΕΕ όσο και από τρίτες χώρες·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι παρά την πρόοδο της τεχνολογικής σύγκλισης, οι εμπειρίες με τη χρήση διασυνδεδεμένων συσκευών καθώς και με τις προσδοκίες και το προφίλ των χρηστών παραμένουν περιορισμένες·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ψηφιοποίηση και η τεχνολογική σύγκλιση από μόνες τους έχουν περιορισμένη αξία για τους πολίτες, και λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι η παροχή στήριξης για την πραγματοποίηση μεγάλου αριθμού βιώσιμων επενδύσεων σε πρωτότυπο ευρωπαϊκό περιεχόμενο παραμένει βασική προτεραιότητα σε ένα περιβάλλον σύγκλισης των μέσων·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω της αυξανόμενης σύγκλισης, πρέπει να αναπτυχθεί μια νέα αντίληψη της αλληλεπίδρασης μεταξύ των οπτικοακουστικών μέσων και των ηλεκτρονικών υπηρεσιών και εφαρμογών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με τον όρο «πύλη περιεχομένου» νοείται κάθε οντότητα που ενεργεί ως μεσάζων μεταξύ των παρόχων οπτικοακουστικού περιεχομένου και των τελικών χρηστών, η οποία κατά κανόνα συγκεντρώνει, επιλέγει και οργανώνει διάφορους παρόχους περιεχομένου και παρέχει μια διεπαφή μέσω της οποίας οι χρήστες μπορούν να ανακαλύπτουν το εν λόγω περιεχόμενο και να αποκτούν πρόσβαση σε αυτό· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πύλες αυτές είναι δυνατό να περιλαμβάνουν τηλεοπτικές πλατφόρμες (όπως η δορυφορική, η καλωδιακή και η διαδικτυακή τηλεόραση (IPTV)), συσκευές (όπως η συνδεδεμένη τηλεόραση και οι κονσόλες παιχνιδιών) ή υπηρεσίες over-the-top·

Συγκλίνουσες αγορές

1.

διαπιστώνει ότι οι αυξανόμενες τάσεις οριζόντιας συγκέντρωσης των τομέων και η κάθετη ολοκλήρωση σε όλο το μήκος της αλυσίδας αξίας δημιουργούν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, αλλά ενδέχεται επίσης να οδηγήσουν και στη διαμόρφωση δεσποζουσών θέσεων αγοράς·

2.

επισημαίνει ότι υφίσταται ανάγκη ρυθμιστικού χειρισμού σε περίπτωση που πύλες περιεχομένου ελέγχουν την πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης και έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στη διαμόρφωση απόψεων· καλεί ως εκ τούτου την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παρακολουθούν τις σχετικές εξελίξεις και να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις δυνατότητες που προσφέρει η ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού και μονοπωλίων και, εφόσον χρειάζεται, να θεσπίσουν μέτρα προστασίας της ποικιλομορφίας και να καταρτίσουν επίσης ρυθμιστικό πλαίσιο για τη σύγκλιση, προσαρμοσμένο σε αυτές τις εξελίξεις·

3.

διαπιστώνει ότι, όπως συνάγεται από τις εξελίξεις της αγοράς, οι επιχειρήσεις θα συνδέουν στο μέλλον σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό τις υπηρεσίες δικτύου με τη διάθεση οπτικοακουστικού περιεχομένου και ότι το διαδίκτυο στη σημερινή του μορφή η οποία βασίζεται στη βέλτιστη δυνατή πρόσβαση ενδέχεται, ως αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων, να παραχωρήσει σταδιακά τη θέση του σε ένα φάσμα περιεχομένων επικεντρωμένων σε μονομερή επιχειρηματικά συμφέροντα·

4.

είναι της άποψης ότι όλα τα πακέτα δεδομένων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να τυγχάνουν, για λόγους αρχής, ισότιμης μεταχείρισης ανεξαρτήτως περιεχομένου, εφαρμογής, προέλευσης και σκοπού (αρχή της βέλτιστης προσπάθειας) και ζητεί, ως εκ τούτου, ιδίως σε σχέση με την ανάπτυξη εξειδικευμένων υπηρεσιών, την διατήρηση και την προστασία του δωρεάν και ανοιχτού διαδικτύου·

5.

τονίζει ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις άλλων συμμετεχόντων στην αγορά με τη βοήθεια ενός οριζόντιου νομικού πλαισίου πολλαπλών μέσων·

Πρόσβαση και δυνατότητα ανίχνευσης

6.

τονίζει ότι η ουδετερότητα του δικτύου, κατά την έννοια του διαδικτύου της βέλτιστης προσπάθειας και της χωρίς διακρίσεις πρόσβασης σε όλα τα οπτικοακουστικά περιεχόμενα και της μετάδοσής τους, εγγυάται την πλουραλιστική προσφορά πληροφοριών και την ποικιλομορφία απόψεων και νοοτροπιών και, ως εκ τούτου, αποτελεί υποχρεωτικό στοιχείο, ανάλογο με την υποχρεωτική αρχή του συγκλίνοντος οπτικοακουστικού κόσμου· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να διασφαλίσει, κατά τρόπο νομικά δεσμευτικό, την τήρηση των αρχών της διαδικτυακής ουδετερότητας, η οποία είναι απολύτως απαραίτητη στο πλαίσιο της σύγκλισης των μέσων·

7.

ζητεί μια απαλλαγμένη από διακρίσεις, διαφανή και ανοιχτή πρόσβαση στο διαδίκτυο για όλους τους χρήστες και τους παρόχους οπτικοακουστικών υπηρεσιών και αντιτίθεται σε οποιονδήποτε περιορισμό της αρχής της βέλτιστης προσπάθειας μέσω πλατφορμών ή υπηρεσιών που θα ανήκουν στους παρόχους·

8.

επαναλαμβάνει ότι οι κανόνες για την ουδετερότητα του δικτύου δεν αναιρούν την ανάγκη εφαρμογής των κανόνων μεταφοράς σήματος (must-carry) στα διαχειριζόμενα δίκτυα ή τις εξειδικευμένες υπηρεσίες όπως η καλωδιακή και η διαδικτυακή τηλεόραση·

9.

ζητεί να αναπτυχθούν από τον τομέα πρότυπα που θα διασφαλίσουν τη διαλειτουργικότητα της συνδεδεμένης τηλεόρασης ώστε να μην παρεμποδίζεται η καινοτομία·

10.

ζητεί να καταστεί προσιτή και ανιχνεύσιμη η πολυμορφία της πολιτιστικής και οπτικοακουστικής δημιουργίας σε έναν συγκλίνοντα κόσμο για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, ιδίως όταν παρέχεται στον χρήστη διαλογή των προσφερόμενων περιεχομένων από κατασκευαστές εξοπλισμού, φορείς εκμετάλλευσης του δικτύου, παρόχους περιεχομένου ή άλλους συλλογείς·

11.

θεωρεί ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ποικιλομορφία προϊόντων και απόψεων, η αναζήτηση και εύρεση οπτικοακουστικών περιεχομένων δεν πρέπει να καθορίζεται από οικονομικά συμφέροντα και ότι ρυθμιστικά μέτρα πρέπει να λαμβάνονται μόνον όταν πάροχος πλατφόρμας εκμεταλλεύεται δεσπόζουσα θέση στην αγορά ή λειτουργία ρυθμιστή της αγοράς για την προώθηση ή την υποβάθμιση συγκεκριμένων περιεχομένων·

12.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει κατά πόσο οι φορείς εκμετάλλευσης πυλών περιεχομένου έχουν την τάση να κάνουν κατάχρηση της θέσης τους ώστε να δίνουν προτεραιότητα στα δικά τους περιεχόμενα και να αναπτύξει μέτρα για την αποφυγή ενδεχόμενης κατάχρησης στο μέλλον·

13.

καλεί την Επιτροπή να ορίσει την έννοια της πλατφόρμας και να θεσπίσει, εφόσον χρειάζεται, ρυθμίσεις που να καλύπτουν και τεχνολογικά δίκτυα για τις μεταβιβάσεις οπτικοακουστικού περιεχομένου·

14.

θεωρεί ότι οι πλατφόρμες σε ανοικτά δίκτυα πρέπει να εξαιρεθούν από το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις πλατφόρμες, εφόσον δεν κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην αγορά και δεν διαταράσσουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό·

15.

πιστεύει ότι η δημιουργία εφαρμογών («apps») θα πρέπει να ενθαρρύνεται δεδομένου ότι πρόκειται για μια αναπτυσσόμενη αγορά· τονίζει, ωστόσο, ότι η φρενίτιδα της χρήσης εφαρμογών ενδέχεται να προκαλέσει προβλήματα πρόσβασης στην αγορά για τους κατασκευαστές οπτικοακουστικών περιεχομένων· καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει, πού απαιτούνται μέτρα για την εξασφάλιση της πρόσβασης και της δυνατότητας ανίχνευσης των οπτικοακουστικών μέσων και πώς αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα ότι ρυθμιστικά μέτρα πρέπει να λαμβάνονται μόνον όταν πάροχος πλατφόρμας εκμεταλλεύεται, με χρήση εφαρμογών, δεσπόζουσα θέση στην αγορά ή λειτουργία ρυθμιστή της αγοράς για την προώθηση ή την υποβάθμιση συγκεκριμένων περιεχομένων·

16.

θεωρεί ότι τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν ειδικά μέτρα για την εξασφάλιση επαρκούς δυνατότητας ανίχνευσης και προβολής οπτικοακουστικών περιεχομένων δημοσίου συμφέροντος, για να διασφαλιστεί η πολυφωνία των απόψεων, ενώ οι χρήστες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν οι ίδιοι σε διαλογή των προσφορών με απλό τρόπο·

Εξασφάλιση της πολυμορφίας και πρότυπα χρηματοδότησης

17.

καλεί την Επιτροπή να ορίσει στο πλαίσιο της σύγκλισης των μέσων επικοινωνίας με ποιον τρόπο μπορεί να διασφαλισθεί στο μέλλον με ισόρροπο τρόπο η αναχρηματόδοτηση, η χρηματοδότηση και η παραγωγή ποιοτικών ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών περιεχομένων·

18.

καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει κατά πόσο η ρυθμιστική διάκριση γραμμικών και μη γραμμικών υπηρεσιών που θεσπίζει η οδηγία 2010/13/ΕΕ προκαλεί στρεβλώσεις στην αγορά στις περιπτώσεις ποσοτικών και ποιοτικών απαγορεύσεων των διαφημίσεων·

19.

υπογραμμίζει ότι οι νέες στρατηγικές διαφήμισης που για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητάς τους βασίζονται στις νέες τεχνολογίες (καταγραφή στιγμιότυπου οθόνης, κατάρτιση προφίλ των καταναλωτών, στρατηγικές πολλαπλών οθονών) θέτουν το ζήτημα της προστασίας των καταναλωτών, της ιδιωτικής τους ζωής και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· εμμένει, ως εκ τούτου, στο γεγονός ότι είναι απαραίτητο να εξεταστεί το ενδεχόμενο θέσπισης ενός συνόλου συνεκτικών κανόνων που θα πλαισιώσουν αυτές τις στρατηγικές·

20.

καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει την επιτυχέστερη υλοποίηση των ρυθμιστικών στόχων της οδηγίας 2010/13/ΕΕ με την κατάργηση των ρυθμίσεων σε περιπτώσεις ποσοτικών διατάξεων των διαφημίσεων για γραμμικά οπτικοακουστικά περιεχόμενα με μεγαλύτερη ευελιξία και ενίσχυση της από κοινού ρύθμισης και της αυτορρύθμισης·

21.

θεωρεί ότι τα νέα επιχειρηματικά πρότυπα που συνίστανται στην εμπορία απαγορευμένου οπτικοακουστικού περιεχομένου απειλούν την ποιοτική δημοσιογραφία, τα δημόσια μέσα ενημέρωσης και τη ραδιοτηλεόραση που χρηματοδοτείται από διαφημίσεις·

22.

είναι της άποψης ότι οι γραμμικές και οι μη γραμμικές προσφορές από ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς ή άλλους παρόχους περιεχομένου δεν πρέπει να μεταβάλλονται από άποψη περιεχομένου ή από τεχνολογική άποψη και ότι τα επιμέρους περιεχόμενα ή τμήματα αυτών δεν πρέπει να περιλαμβάνονται σε πακέτα προγραμμάτων ή να χρησιμοποιούνται με άλλον τρόπο επί πληρωμή ή δωρεάν χωρίς τη συγκατάθεση του ραδιοτηλεοπτικού σταθμού ή του παρόχου·

23.

θεωρεί ότι λόγω της σύγκλισης, οι διαδικασίες αδειοδότησης της συνδρομητικής προσφοράς τηλεπικοινωνιακών μέσων, εφόσον πρόκειται για δημόσιες οπτικοακουστικές προσφορές, πρέπει επίσης να προσαρμοστούν στην ψηφιακή πραγματικότητα του δημοσιογραφικού ανταγωνισμού·

24.

υπογραμμίζει ότι ο δημόσιος τομέας πρέπει να παραμείνει απαλλαγμένος από τις υποχρεώσεις χρηματοδότησης μέσω της διαφήμισης ώστε να διατηρήσει την ανεξαρτησία του, και ζητεί από τα κράτη μέλη να στηρίξουν τις προσπάθειες για τη χρηματοδότηση του εν λόγω τομέα·

Υποδομές και συχνότητες

25.

διαπιστώνει ότι η ευρεία κάλυψη των ισχυρότερων ευρυζωνικών συνδέσεων στο διαδίκτυο συνιστά βασική προϋπόθεση για τη σύγκλιση και την καινοτομία των μέσων ενημέρωσης· τονίζει ότι αυτού του είδους τα ευρυζωνικά δίκτυα πρέπει να αναπτυχθούν περαιτέρω, ιδίως στην ύπαιθρο, και καλεί τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα με εκστρατείες βραχυπρόθεσμων επενδύσεων·

26.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι εξακολουθούν να υπάρχουν τεράστιες εκτάσεις στην Ευρώπη με περιορισμένες διαδικτυακές υποδομές και υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι, προκειμένου να απελευθερωθεί το δυναμικό της πλήρους σύγκλισης του οπτικοακουστικού κόσμου, έχει ζωτική σημασία να έχουν οι καταναλωτές πρόσβαση στο διαδίκτυο υψηλής ταχύτητας·

27.

παροτρύνει τους παράγοντες του τομέα να συνεργαστούν σε εθελοντική βάση, ενόψει μιας μεγαλύτερης σύγκλισης στο μέλλον, για να εξασφαλίσουν τη δημιουργία ενός κοινού πλαισίου για τα πρότυπα των μέσων επικοινωνίας, προκειμένου να υιοθετηθεί μια περισσότερο συνεκτική προσέγγιση ως προς τα διάφορα μέσα, και για να διασφαλιστεί επίσης ότι οι καταναλωτές θα συνεχίσουν να γνωρίζουν ποιο περιεχόμενο υπόκειται σε ρύθμιση και σε ποιο βαθμό·

28.

τονίζει ότι τα ανοιχτά και διαλειτουργικά πρότυπα αποτελούν εγγύηση της ελεύθερης και απρόσκοπτης πρόσβασης σε οπτικοακουστικά περιεχόμενα·

29.

διαπιστώνει ότι οι αναδυόμενες πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη θέσπιση ενιαίων προτύπων για τις τεχνολογίες χρηστών, καθώς και για τους δημιουργούς και τους παραγωγούς·

30.

επισημαίνει ότι το πρότυπο DVB-T/T2 προσφέρει μακροπρόθεσμα μεγάλες ευκαιρίες για την κοινή χρήση της ζώνης 700 MHz από τη ραδιοτηλεόραση και την κινητή τηλεφωνία, ιδίως με πολλά υποσχόμενες υβριδικές κινητές συσκευές και την ενσωμάτωση τσιπ τηλεοπτικών δεκτών σε φορητές συσκευές·

31.

τάσσεται υπέρ της ανάπτυξης ενός μείγματος τεχνολογιών που θα αξιοποιεί αποτελεσματικά τόσο τις ραδιοτηλεοπτικές όσο και τις ευρυζωνικές τεχνολογίες και θα συνδυάζει έξυπνα τη ραδιοτηλεόραση με την κινητή τηλεφωνία («έξυπνες ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές»)·

32.

θεωρεί ότι απαιτείται ένας χάρτης πορείας για την ψηφιακή επίγεια ραδιοτηλεόραση με σκοπό να παρασχεθεί στους επενδυτές, τόσο εκείνους που προέρχονται από τον ραδιοτηλεοπτικό τομέα όσο και εκείνους που προέρχονται από τον τομέα της κινητής τηλεφωνίας, η απαιτούμενη ασφάλεια προγραμματισμού·

Αξίες

33.

θεωρεί παράλειψη στην Πράσινη Βίβλο την απουσία ρητής αναφοράς στον διττό χαρακτήρα των οπτικοακουστικών μέσων ως πολιτιστικού και οικονομικού αγαθού·

34.

υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι η ΕΕ έχει αναλάβει δεσμεύσεις στο πλαίσιο της σύμβασης της UNESCO σχετικά με την προστασία και την προαγωγή της πολύμορφης πολιτιστικής έκφρασης·

35.

τονίζει ότι η προστασία της ελευθερίας των μέσων επικοινωνίας, η προαγωγή της πολυφωνίας των μέσων επικοινωνίας και της πολιτιστικής πολυμορφίας, καθώς και η προστασία των ανηλίκων εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές αξίες στην εποχή της σύγκλισης·

36.

ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει τις προσπάθειές της για σεβασμό της ελευθερίας του Τύπου σε περίπτωση αναθεώρησης της οδηγίας 2010/13/ΕΕ·

37.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την εφαρμογή του άρθρου 13 της οδηγίας ΥΟΑΜ σχετικά με την προώθηση της παραγωγής ευρωπαϊκών έργων και της πρόσβασης στα εν λόγω έργα μέσω των κατ’ αίτηση υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων·

38.

επισημαίνει στην Επιτροπή ότι η ενσωμάτωση του οπτικοακουστικού πολιτιστικού περιεχομένου και των μέσων ενημέρωσης στις διεθνείς συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών αντίκειται στη δέσμευση που ανέλαβε η ΕΕ για προαγωγή της πολιτιστικής πολυμορφίας και ταυτότητας και για σεβασμό της πολιτιστικής κυριαρχίας των κρατών μελών·

39.

ενθαρρύνει τον ευρωπαϊκό οπτικοακουστικό τομέα να συνεχίσει να αναπτύσσει συνεκτικές και ελκυστικές υπηρεσίες, κυρίως διαδικτυακές, ώστε να εμπλουτιστεί το φάσμα των ευρωπαϊκών προσφερόμενων υπηρεσιών οπτικοακουστικού περιεχομένου· τονίζει ότι το ζήτημα του περιεχομένου πρέπει να παραμείνει πρωταρχικό μέλημα· υπογραμμίζει ότι η ποικιλία πλατφορμών δεν εγγυάται κατ’ ανάγκην την πολυμορφία του περιεχομένου·

40.

τονίζει ότι η προστασία των νέων, των καταναλωτών και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα συνιστούν απόλυτους ρυθμιστικούς στόχους, οι οποίοι πρέπει να εφαρμόζονται στον ίδιο βαθμό για όλους τους παρόχους στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και της επικοινωνίας στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

41.

καλεί την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της για την επιβολή των νομοθετικών διατάξεων που αφορούν την προστασία των νέων και των καταναλωτών· ζητεί να εφαρμόζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον ίδιο βαθμό για όλους τους παρόχους στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και της επικοινωνίας στο έδαφος της ΕΕ· τονίζει ότι οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να πραγματοποιούν ανά πάσα στιγμή και με απλό τρόπο αλλαγές στις ρυθμίσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής·

42.

τονίζει ότι στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού σε συγκλίνουσες αγορές είναι απολύτως αναγκαίο να αναπτυχθούν κατάλληλα πρότυπα από κοινού ρύθμισης και αυτορρύθμισης σε διεθνές επίπεδο όσον αφορά την προστασία των νέων και των καταναλωτών·

43.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν και να επεκτείνουν τις υφιστάμενες δραστηριότητες παροχής ψηφιακού γραμματισμού στα μέσα επικοινωνίας και να εκπονήσουν μεθοδολογία για την αξιολόγηση της παροχής γραμματισμού στα μέσα επικοινωνίας·

Κανονιστικό πλαίσιο

44.

θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή πολιτική για τα μέσα ενημέρωσης και το διαδίκτυο πρέπει να αποσκοπεί στην άρση των εμποδίων για την καινοτομία των μέσων και ταυτόχρονα, να μην παραβλέπει την κανονιστική διάσταση μιας δημοκρατικής και πολιτιστικά ποικίλης πολιτικής για τα μέσα ενημέρωσης·

45.

τονίζει ότι για ομοειδή περιεχόμενα στην ίδια συσκευή απαιτείται ένα ενιαίο, ευέλικτο, φιλικό προς τον χρήστη και ευπρόσιτο νομικό πλαίσιο, το οποίο θα είναι ουδέτερο τεχνολογικά, διαφανές και εύκολο να επιβληθεί·

46.

καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι, κατά τη χρήση των πλατφορμών, θα λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες της αγοράς σε πλαίσιο θεμιτού ανταγωνισμού·

47.

καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη επιπτώσεων για να εκτιμήσει εάν το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων εξακολουθεί να είναι κατάλληλο, δεδομένων των εξελίξεων του συνόλου των προσιτών στους ευρωπαίους πολίτες υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων·

48.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει κατά πόσο το κριτήριο της γραμμικής κατανομής έχει ως αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνονται πλέον οι ρυθμιστικοί στόχοι της οδηγίας 2010/13/ΕΕ σε πολλούς τομείς στον συγκλίνοντα κόσμο·

49.

προτείνει να καταργηθούν οι ρυθμίσεις για τους τομείς της οδηγίας 2010/13/ΕΕ στους οποίους δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι της νομοθεσίας· πιστεύει ότι, αντ’ αυτού, πρέπει να θεσπιστούν κοινά ελάχιστα πρότυπα για όλες τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

50.

τονίζει τη σημασία των τεχνολογικά ουδέτερων συστημάτων εκκαθάρισης δικαιωμάτων για τη διευκόλυνση της διάθεσης των υπηρεσιών των παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας σε πλατφόρμες τρίτων·

51.

τονίζει ότι η αρχή της χώρας προέλευσης και της χώρας διαύλου που περιέχεται στην οδηγία για τα οπτικοακουστικά μέσα εξακολουθεί να συνιστά σημαντική προϋπόθεση για τη διασυνοριακή παροχή οπτικοακουστικών περιεχομένων και ορόσημο στην πορεία προς την κοινή αγορά υπηρεσιών· επισημαίνει, ωστόσο, την ανάγκη προσαρμογής της νομοθεσίας της ΕΕ στην πραγματικότητα του διαδικτύου και του ψηφιακού περιβάλλοντος και την ανάγκη απόδοσης ιδιαίτερης προσοχής στις εταιρείες παροχής διαδικτυακών υπηρεσιών οπτικοακουστικού περιεχομένου, οι οποίες προσπαθούν να αποφύγουν τη φορολόγηση σε ορισμένα κράτη μέλη, εγκαθιστώντας την έδρα τους σε χώρες με πολύ χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές·

52.

καλεί την Επιτροπή να ελέγξει κατά πόσον απαιτείται προσαρμογή του δικαιώματος του δημιουργού προκειμένου να διευκολυνθεί η δέουσα αξιολόγηση των γραμμικών και μη γραμμικών περιεχομένων στις διάφορες πλατφόρμες καθώς και η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτά σε διασυνοριακό επίπεδο·

53.

καλεί την Επιτροπή να εφαρμόσει με συνέπεια την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και, εφόσον ενδείκνυται, να προβεί σε αντίστοιχη επανεξέταση του ευρωπαϊκού δικαιώματος του δημιουργού·

ο

ο ο

54.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33.

(4)  ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 37.

(5)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 7.

(6)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 37.

(8)  ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10.

(9)  ΕΕ L 167 της 22.6.2001, σ. 10.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0329.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/146


P7_TA(2014)0233

Έκθεση 2013 για την ιθαγένεια της ΕΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση 2013 για την ιθαγένεια της ΕΕ. Πολίτες της ΕΕ: τα δικαιώματά σας, το μέλλον σας (2013/2186(INI))

(2017/C 378/17)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2010 με τίτλο «Έκθεση 2010 για την ιθαγένεια της ΕΕ: άρση των εμποδίων στα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ» (COM(2010)0603),

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης της Επιτροπής για την ιθαγένεια της ΕΕ, η οποία πραγματοποιήθηκε από τις 9 Μαΐου έως τις 27 Σεπτεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 29ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την έκθεση 2010 για την ιθαγένεια της ΕΕ: άρση των εμποδίων στα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ (1),

έχοντας υπόψη τις ακροάσεις που διοργανώθηκαν από κοινού από την Επιτροπή Αναφορών, την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 19 Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «Αξιοποιώντας στο έπακρο την ιθαγένεια της ΕΕ» και στις 24 Σεπτεμβρίου 2013, με τίτλο «Ο αντίκτυπος της κρίσης στους πολίτες της Ευρώπης και η ενίσχυση της δημοκρατικής συμμετοχής στη διακυβέρνηση της Ένωσης»,

έχοντας υπόψη την Έκθεση της Επιτροπής της 8ης Μαΐου 2013 με τίτλο «Έκθεση 2013 για την ιθαγένεια της ΕΕ: Πολίτες της ΕΕ: τα δικαιώματά σας, το μέλλον σας» (COM(2013)0269),

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τις διαβουλεύσεις της Επιτροπής Αναφορών,

έχοντας υπόψη το δικαίωμα υποβολής αναφοράς που προβλέπεται στο άρθρο 227 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το Δεύτερο Μέρος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Απαγόρευση των διακρίσεων και ιθαγένεια της Ένωσης» και τον Τίτλο V του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 9, 10 και 11 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αναφορών και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (A7-0107/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ενίσχυσε την έννοια της ιθαγένειας της ΕΕ και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το δικαίωμα υποβολής αναφορών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί έναν από τους πυλώνες της ευρωπαϊκής ιθαγένειας, ο οποίος δημιουργεί τη δυνατότητα αλληλεπίδρασης μεταξύ των πολιτών και των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, με στόχο να φέρει την ΕΕ πιο κοντά στους πολίτες της, και μετατρέπει την ΕΕ σε μια έννοια με ολοένα περισσότερο νόημα και αξιοπιστία για αυτούς·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δικαιώματα που συνδέονται με την ιθαγένεια της Ένωσης ενσωματώθηκαν στις συνθήκες και στον Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί να τηρούν τους από κοινού συμφωνηθέντες κανόνες της ΕΕ για το δικαίωμα κάθε πολίτη της Ένωσης να κυκλοφορεί και να διαμένει ελεύθερα στο έδαφός της, στην απαγόρευση των διακρίσεων και τις κοινές αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, με ιδιαίτερη έμφαση στα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες· ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εθνική ιθαγένεια και τα δικαιώματα των μειονοτήτων που απορρέουν από αυτήν· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να εξαλειφθούν οι παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων που διαπράττονται από οιοδήποτε κράτος μέλος όσον αφορά ζητήματα ιθαγένειας προκειμένου να αποφεύγονται φαινόμενα μεροληπτικής συμπεριφοράς και/ή διακρίσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η μειονότητα των Ρομά εξακολουθεί να υφίσταται εκτεταμένες διακρίσεις και ότι η πρόοδος στην εφαρμογή των εθνικών στρατηγικών ένταξης των Ρομά εξακολουθεί να είναι περιορισμένη·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία της ιθαγένειας της ΕΕ και μπορεί να συμβάλει στη μείωση της αναντιστοιχίας μεταξύ θέσεων εργασίας και δεξιοτήτων στην εσωτερική αγορά· ότι, σύμφωνα με έκτακτο Ευρωβαρόμετρο (Flash Eurobarometer) του Φεβρουαρίου 2013, άνω των δύο τρίτων των ερωτηθέντων δικαίως συμφωνούν ότι η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων εντός της ΕΕ συνεπάγεται γενικά οφέλη για την οικονομία της χώρας τους· ότι τα κριτήρια Σένγκεν πρέπει να έχουν τεχνικό χαρακτήρα και να μην χρησιμοποιούνται για να περιορίσουν την πρόσβαση στην ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάκριση λόγω ιθαγένειας εξακολουθεί να υφίσταται σε ορισμένες χώρες της ΕΕ·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο πλαίσιο αναφορών έχει τεθεί το ζήτημα της απόκτησης και απώλειας της ιθαγένειας ενός κράτους, ιδίως από την άποψη των επιπτώσεών της στην ευρωπαϊκή ιθαγένεια· ότι πολλοί αναφέροντες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ανήκουν σε μειονότητες κράτους μέλους, έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να υπάρξουν πιο συντονισμένοι νόμοι για την ιθαγένεια στην Ευρώπη·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν ληφθεί πολλές καταγγελίες σε σχέση με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος στις ευρωπαϊκές και τις δημοτικές εκλογές, καθώς και σε σχέση με τη στέρηση της δυνατότητας άσκησης του εκλογικού δικαιώματος στις εθνικές εκλογές κατόπιν διαστήματος παραμονής στο εξωτερικό·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει χάσει την εμπιστοσύνη των πολιτών της και οι Ευρωπαίοι πολίτες περνούν μια δύσκολη περίοδο εξαιτίας μιας σοβαρής οικονομικής και κοινωνικής κρίσης·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εκλογές του 2014 θα είναι οι πρώτες που θα διεξαχθούν μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία διευρύνει σημαντικά τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ευρωπαϊκές εκλογές αποτελούν μια ευκαιρία για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο πολιτικό σύστημα, για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πολιτικής σφαίρας και για την ενίσχυση της φωνής και του ρόλου των πολιτών, μια από τις σημαντικότερες προϋποθέσεις για την ενίσχυση της δημοκρατίας στα κράτη μέλη και την ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοκρατική και διαφανής λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι ένα από τα βασικά μέσα προώθησης των ευρωπαϊκών αξιών και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τις Συνθήκες και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, υπερασπίζεται μια Ευρώπη των δικαιωμάτων και των δημοκρατικών αξιών, της ελευθερίας, της αλληλεγγύης και της ασφάλειας και εγγυάται την καλύτερη προστασία των πολιτών της ΕΕ·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολίτες εκπροσωπούνται άμεσα σε επίπεδο Ένωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και διαθέτουν το δημοκρατικό δικαίωμα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ακόμα και όταν κατοικούν σε κράτος μέλος εκτός του δικού τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η άσκηση του δικαιώματος των πολιτών της ΕΕ που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος να ψηφίζουν στις ευρωπαϊκές και τοπικές εκλογές ούτε διευκολύνεται, ούτε προωθείται επαρκώς σε όλα τα κράτη μέλη·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε ένα νέο δικαίωμα για τους ευρωπαίους πολίτες που τους επιτρέπει να οργανώνουν και να στηρίζουν μια Πρωτοβουλία Ευρωπαίων πολιτών με την υποβολή των πολιτικών τους προτάσεων στα ευρωπαϊκά όργανα, δικαίωμα που ασκήθηκε από εκατομμύρια ευρωπαίους πολίτες από την 1η Απριλίου 2012·

1.

επικροτεί την έκθεση της Επιτροπής για την ιθαγένεια της ΕΕ του 2013 (COM(2013)0269), στην οποία εξαγγέλλονται δώδεκα νέες δράσεις σε έξι τομείς με στόχο την ενίσχυση των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ·

2.

επικροτεί το γεγονός ότι, στη μεγάλη τους πλειονότητα, τα 25 μέτρα που ανακοίνωσε η Επιτροπή στην έκθεση του 2010 για την ιθαγένεια της ΕΕ, έχουν στο μεταξύ ολοκληρωθεί από την Επιτροπή και άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ·

3.

τονίζει ότι οι πολίτες πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν αποφάσεις μετά λόγου γνώσεως σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από τις Συνθήκες και ότι, ως εκ τούτου, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε όλες οι αναγκαίες πληροφορίες, εστιάζοντας όχι μόνο σε αφηρημένα δικαιώματα, αλλά και σε πρακτικής φύσεως, άμεσα προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με ζητήματα οικονομικού, κοινωνικού, διοικητικού, νομικού και πολιτιστικού χαρακτήρα· καλεί τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές να προωθήσουν την καλύτερη κατανόηση της ιθαγένειας της ΕΕ και να εξηγήσουν τα πρακτικά της οφέλη για τα άτομα·

4.

επικροτεί τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής με στόχο να συνειδητοποιήσουν καλύτερα οι πολίτες τα δικαιώματά τους μέσω των διαδικτυακών πυλών Europe Direct και «Η Ευρώπη σου» (Your Europe) και παροτρύνει τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την ευρύτερη ενημέρωση των πολιτών και των επιχειρήσεων σχετικά με το δίκτυο SOLVIT· προτείνει, εν προκειμένω, να παρασχεθούν περισσότερες πληροφορίες για την ευρωπαϊκή ιθαγένεια με την ευκαιρία του εορτασμού της Ημέρας της Ευρώπης στις 9 Μαΐου·

5.

παροτρύνει την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε οι δημόσιες διαβουλεύσεις της να είναι διαθέσιμες σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ ώστε να μην γίνονται διακρίσεις λόγω γλώσσας· επισημαίνει τις δραστηριότητες του Κοινοβουλίου, και ιδιαίτερα της Επιτροπής Αναφορών, σχετικά με τις πλατφόρμες των κοινωνικών μέσων επικοινωνίας ως εξαιρετικό μέσο για την ανάπτυξη διάδρασης και διαλόγου με τους πολίτες·

6.

ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να δώσουν περισσότερο χώρο στην πολιτική εκπαίδευση σε θέματα της ΕΕ στα προγράμματα διδασκαλίας τους, να προσαρμόσουν ανάλογα την κατάρτιση των καθηγητών και, να παράσχουν, εν προκειμένω, την απαραίτητη τεχνογνωσία και πόρους· τονίζει ότι η προσιτή εκπαίδευση διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην διαμόρφωση των μελλοντικών πολιτών παρέχοντας σε αυτούς τη δυνατότητα να αποκτήσουν σταθερές βάσεις γενικών γνώσεων, προάγοντας την ενδυνάμωση των ατομικών ικανοτήτων, την αλληλεγγύη και την αμοιβαία κατανόηση καθώς και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής· επισημαίνει επ' αυτού ότι η εκπαίδευση έχει θεμελιώδη σημασία ως μέσο που θα δώσει τη δυνατότητα στα άτομα να συμμετέχουν πλήρως στην δημοκρατική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή και θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι δεν πρέπει να επιβληθούν σημαντικές περικοπές στα κεφάλαια που διατίθενται στην εκπαίδευση·

7.

πιστεύει ότι είναι σημαντικό να ενθαρρυνθεί η αναγνώριση της αξίας του εθελοντισμού, να αξιοποιηθούν οι γνώσεις και οι δεξιότητες που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο αυτό και να αρθούν τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία·

8.

υπογραμμίζει τη σημασία της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών για την ενίσχυση της ενεργού συμμετοχής του Ευρωπαίου πολίτη στα κοινά· θεωρεί επομένως ουσιώδες να διευκολυνθεί περαιτέρω το διασυνοριακό έργο αυτών των οργανώσεων με τη μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων και την παροχή επαρκούς χρηματοδότησης· επαναλαμβάνει την έκκλησή (2) του για την θέσπιση του καταστατικού του ευρωπαϊκού σωματείου διότι μπορεί να διευκολύνει την δημιουργία έργων από πολίτες διαφορετικών κρατών μελών της ΕΕ στα πλαίσια διακρατικής οργάνωσης· τονίζει την ανάγκη να δημιουργηθεί διαρθρωμένο πλαίσιο για ευρωπαϊκό διάλογο με τους πολίτες που θα αποδίδει πρακτική σημασία στην συμμετοχή του πολίτη στα κοινά·

9.

εκφράζει τη λύπη του για την επιλογή ορισμένων κρατών μελών να εξαιρεθούν από τμήματα των Συνθηκών της ΕΕ, γεγονός το οποίο υπονομεύει και δημιουργεί εκ των πραγμάτων διαφορές στα δικαιώματα των πολιτών, οι οποίοι προορίζονται να είναι ίσοι βάσει των Συνθηκών της ΕΕ·

10.

τονίζει τον ζωτικό ρόλο που διαδραματίζουν τα κράτη μέλη ως προς την ορθή εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας· θεωρεί ότι απομένουν ακόμη πολλά να γίνουν και ότι η ενισχυμένη συνεργασία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ με τις τοπικές και τις εθνικές αρχές είναι απαραίτητη· εκτιμά ότι μια αυξημένη συνεργασία θα μπορούσε να αποτελέσει έναν αποτελεσματικό τρόπο ανεπίσημης επίλυσης των προβλημάτων, ιδίως αν πρόκειται για εμπόδια διοικητικής φύσης· επιδοκιμάζει εν προκειμένω την πρόθεση της Επιτροπής να στηρίξει, από το 2013 και εφεξής, και μέσω του συστήματος της αδελφοποίησης πόλεων στο πλαίσιο του προγράμματος «Ευρώπη για τους πολίτες», την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των δήμων, καθώς και προγράμματα που αποσκοπούν στη βελτίωση των γνώσεων σχετικά με τα δικαιώματα των πολιτών αλλά και στην ορθότερη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων· φρονεί ότι ένα σύνολο εργαλείων πρακτικής εφαρμογής σχετικά με τα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ, ειδικά διαμορφωμένο για τις περιφερειακές και τοπικές αρχές, μπορεί να βελτιώσει ακόμη περαιτέρω την ορθή εφαρμογή·

11.

εκφράζει τη λύπη του διότι γονείς και παιδιά δεν διαθέτουν σε κάθε κράτος μέλος τις ίδιες δυνατότητες άσκησης ένδικων μέσων σε περίπτωση χωρισμού ή διαζυγίου, γεγονός που έχει ωθήσει εκατοντάδες γονείς στην Ευρώπη να απευθυνθούν στην Επιτροπή Αναφορών για να την παροτρύνουν να δραστηριοποιηθεί περισσότερο σε αυτόν τον τομέα παρά τις περιορισμένες αρμοδιότητες που διαθέτει·

12.

αναμένει ότι η νέα δικτυακή πύλη για την υποβολή αναφορών, η οποία θα είναι διαθέσιμη στις αρχές του 2014, θα μετατρέψει τη διαδικασία υποβολής αναφορών σε ένα ελκυστικό, διαφανές και φιλικό προς τον χρήστη μέσο, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρίες· καλεί την Επιτροπή και τα άλλα θεσμικά όργανα να αναγνωρίσουν με τον δέοντα τρόπο τη διαδικασία υποβολής αναφορών στους δικτυακούς τόπους τους·

13.

επικροτεί το γεγονός ότι, έως τον Νοέμβριο του 2013, τρεις πολύ διαφορετικές ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες πολιτών (ΕΠΠ) είχαν ανταποκριθεί στις σχετικές απαιτήσεις· επιδοκιμάζει τις προγραμματισμένες ακροάσεις με τους διοργανωτές επιτυχημένων Πρωτοβουλιών των Ευρωπαίων Πολιτών πριν από τις Ευρωπαϊκές εκλογές· καλεί τα κράτη μέλη να προωθήσουν το δικαίωμα διοργάνωσης και στήριξης πρωτοβουλιών ευρωπαίων πολιτών και να εφαρμόσουν τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 211/2011 σχετικά με την πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών χωρίς αποκλεισμούς και να προβούν στα απαραίτητα προκειμένου να είναι σε θέση να βεβαιώνουν το γνήσιο της υπογραφής τόσο των δικών τους υπηκόων που διαμένουν στο εξωτερικό όσο και των υπηκόων άλλων κρατών που διαμένουν στη δική τους επικράτεια·

14.

καλεί όλα τα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν ακόμη Εθνικό Διαμεσολαβητή, επί του παρόντος η Ιταλία και η Γερμανία, να αποκτήσουν προκειμένου να μπορούν να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις όλων των ευρωπαίων πολιτών·

15.

καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί τακτικά τον τρόπο με τον οποίο υπόκεινται σε επεξεργασία στα κράτη μέλη οι διοικητικές διατυπώσεις που συνδέονται με την είσοδο και τη διαμονή πολιτών της ΕΕ και συγγενών τους· καλεί την Επιτροπή να διαδραματίσει ενεργό ρόλο προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι διαδικασίες που έχουν θέσει σε εφαρμογή τα κράτη μέλη συμμορφώνονται πλήρως με τις αξίες και τα δικαιώματα του ανθρώπου που αναγνωρίζονται στις ευρωπαϊκές Συνθήκες· επισημαίνει ότι ένας από τους κύριους πυλώνες της ενιαίας αγοράς είναι η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού· επισημαίνει τα πολύ θετικά οφέλη που προσφέρει το μετακινούμενο εργατικό δυναμικό της ΕΕ στην οικονομία των κρατών μελών· καλεί εν προκειμένω την Επιτροπή να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την κατάσταση και να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την εξάλειψη πιθανών εμποδίων, όπως η υπερβολική γραφειοκρατία, που επιβάλλονται σε εθνικό επίπεδο σε βάρος αυτής της θεμελιώδους ελευθερίας·

16.

αναγνωρίζει ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (3), οι προϋποθέσεις απόκτησης και απώλειας της ιθαγένειας των κρατών μελών ρυθμίζονται κατ’ αποκλειστικότητα από την εθνική νομοθεσία εκάστου κράτους μέλους· ζητεί, ωστόσο, καλύτερο συντονισμό και περισσότερο διαρθρωμένη ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών σε σχέση με τη νομοθεσία τους περί ιθαγένειας προκειμένου να διαφυλάσσονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και κυρίως η ασφάλεια δικαίου για τους πολίτες· ζητεί να υπάρξουν ολοκληρωμένες κοινές κατευθυντήριες γραμμές για την αποσαφήνιση της σχέσης μεταξύ εθνικής και ευρωπαϊκής ιθαγένειας·

17.

καλεί τα κράτη μέλη που στερούν τα εκλογικά δικαιώματα από τους υπηκόους τους, οι οποίοι επιλέγουν να ζουν σε άλλο κράτος μέλος για μεγάλο χρονικό διάστημα, να θέσουν τέλος σε αυτή την πρακτική και να αναθεωρήσουν ανάλογα τη νομοθεσία τους ούτως ώστε να εξασφαλίζονται πλήρη δικαιώματα του πολίτη καθόλη τη διαδικασία· συνιστά να λάβουν τα κράτη μέλη όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να παράσχουν ουσιαστική βοήθεια στους πολίτες που επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμα του εκλέγειν ή του εκλέγεσθαι σε κράτη εκτός του δικού τους· επισημαίνει ότι είναι ανάγκη να ασκούν οι πολίτες της ΕΕ το δικαίωμα ψήφου στις εθνικές εκλογές της χώρας προέλευσής τους από το κράτος μέλος στο οποίο διαμένουν·

18.

καλεί τα κράτη μέλη να διαφυλάσσουν και να ενισχύουν το νόημα της ιθαγένειας της ΕΕ μέσω της αποφυγής οποιασδήποτε μορφής διακρίσεων λόγω εθνικότητας· αποδοκιμάζει οποιαδήποτε λαϊκιστική ρητορική επιχειρεί να εισαγάγει πρακτικές διακρίσεων με αποκλειστικό γνώμονα την εθνικότητα·

19.

καλεί τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα εθνικά αδελφά τους κόμματα να διοργανώσουν διαφανείς προεκλογικές εκστρατείες ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών του 2014 και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα προβλήματα του φθίνοντος ποσοστού συμμετοχής στις εκλογές και του ολοένα και μεγαλύτερου χάσματος που χωρίζει τους πολίτες από τα όργανα της ΕΕ· εκτιμά ότι ο ορισμός σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υποψηφίων για τη θέση του Προέδρου της Επιτροπής από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα συνιστά σημαντικό βήμα στην προσπάθεια οικοδόμησης ενός γνήσιου ευρωπαϊκού δημόσιου χώρου και είναι πεπεισμένο ότι η προοπτική μιας πραγματικά ευρωπαϊκής προεκλογικής εκστρατείας μπορεί να υλοποιηθεί μόνο μέσω πανευρωπαϊκών δραστηριοτήτων και δικτύων τοπικών και εθνικών μέσων ενημέρωσης, και δη δημόσιων μέσων ενημέρωσης στο χώρο του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης και του διαδικτύου·

20.

τονίζει τη σημασία της ενημέρωσης των πολιτών σχετικά με το δικαίωμά τους να συμμετέχουν στις δημοτικές και τις ευρωπαϊκές εκλογές ακόμη κι αν κατοικούν εκτός της χώρας προέλευσής τους και της προώθησης αυτού του δικαιώματος με διάφορα μέσα· παροτρύνει την Επιτροπή να μην περιμένει μέχρι το Μάιο του 2014 για να εκδώσει το εγχειρίδιο που παρουσιάζει αυτά τα δικαιώματα της ΕΕ σε «σαφή και απλή γλώσσα»·

21.

καλεί όλα τα θεσμικά και άλλα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης να βελτιώσουν περαιτέρω τη διαφάνεια και να διευκολύνουν την πρόσβαση σε έγγραφα, καθιστώντας την φιλική προς τον χρήστη, διότι αυτό επιτρέπει στους πολίτες να συμμετέχουν περισσότερο ενεργά στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων· καλεί τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και κυρίως την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών τους ώστε να ικανοποιούνται τα δίκαια αιτήματα των ευρωπαίων πολιτών το ταχύτερο δυνατό· καλεί όλα τα όργανα της Ένωσης, και κυρίως το Κοινοβούλιο, να διασφαλίσουν ισομερώς διαφάνεια και λογοδοσία·

22.

επικροτεί την πρόσφατη έγκριση των δύο κύριων προγραμμάτων της ΕΕ για τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων στον τομέα της ιθαγένειας της ΕΕ από το 2014 έως το 2020: το πρόγραμμα για τα «Δικαιώματα και την Ιθαγένεια» και το πρόγραμμα «η Ευρώπη των πολιτών»· θεωρεί ιδιαιτέρως λυπηρό το γεγονός ότι το χρηματοδοτικό κονδύλιο ιδίως του δεύτερου, το οποίο στηρίζει προγράμματα προώθησης της ενεργού συμμετοχής του ευρωπαίου πολίτη στα κοινά, υπέστη δραστικές περικοπές από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών σε σύγκριση με την περίοδο 2007-2013·

23.

εκφράζει την έντονη ανησυχία του σχετικά με τις αναφορές που αποκαλύπτουν την ευάλωτη κατάσταση ορισμένων κατοίκων που, λόγω του καθεστώτος τους, δεν απολαμβάνουν στο έπακρο τα δικαιώματά τους στην ελεύθερη κυκλοφορία ή δεν είναι σε θέση να ασκούν τα εκλογικά τους δικαιώματα στις τοπικές εκλογές· καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη να διευκολύνουν τη νομιμοποίηση του καθεστώτος τους στις περιπτώσεις αυτές·

24.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τα εμπόδια που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι πολίτες κατά την άσκηση των ατομικών τους δικαιωμάτων στην εσωτερική αγορά και φρονεί ότι η σημερινή οικονομική ανασφάλεια στην Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπιστεί και μέσω της εξάλειψης των εμποδίων αυτών· εκφράζει συνεπώς την ικανοποίησή του για τις νέες πρωτοβουλίες που ανήγγειλε η Επιτροπή προκειμένου να ενισχυθούν οι πολίτες όταν λειτουργούν ως καταναλωτές και εργαζόμενοι σε ολόκληρη την Ευρώπη·

25.

επισημαίνει τη σημασία της βελτίωσης της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με δυνατότητες πρακτικής άσκησης και μαθητείας σε άλλες χώρες της ΕΕ μέσω του δικτύου EURES· ανησυχεί ιδιαίτερα για το ποσοστό ανεργίας, ιδιαίτερα στο βαθμό που το φαινόμενο αυτό πλήττει τους νέους· επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής για σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με ένα πλαίσιο ποιότητας για τις περιόδους άσκησης (4) και καλεί τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις αρχές που τίθενται στις κατευθυντήριες γραμμές·

26.

καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την ενημέρωση που παρέχουν στους ευρωπαίους πολίτες σχετικά με τα δικαιώματα και τα καθήκοντά τους και να καταβάλουν προσπάθειες προκειμένου να είναι εξίσου εύκολη η διαφύλαξη των δικαιωμάτων των πολιτών τόσο στο κράτος καταγωγής τους όσο και σε ένα άλλο κράτος μέλος·

27.

εφιστά την προσοχή στα προβλήματα που εκφράζουν ορισμένοι αναφέροντες, ιδίως εκπατρισμένοι πολίτες της ΕΕ, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι αντιμετώπισαν προβλήματα σε σχέση με την απόκτηση, τη μεταβίβαση και την ιδιοκτησία ακίνητης περιουσίας σε ορισμένες χώρες·

28.

αναγνωρίζει τα προβλήματα με τα οποία έρχονται αντιμέτωπα τα άτομα με αναπηρίες που ασκούν το δικαίωμά τους στην ελεύθερη κυκλοφορία και ζητεί την καθιέρωση κάρτας αναπηρίας ΕΕ που θα ισχύει σε ολόκληρη την Ευρώπη για τα άτομα με αναπηρία·

29.

καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν μέτρα για τον συντονισμό και τη συνεργασία με σκοπό την αποτελεσματική αντιμετώπιση ζητημάτων, όπως τα διπλά τέλη ταξινόμησης, οι φορολογικές διακρίσεις και η διπλή φορολογία σε διασυνοριακό πλαίσιο και να λάβουν περισσότερο υπόψη την πραγματικότητα της διασυνοριακής κινητικότητας των εργαζομένων· εκτιμά ότι ζητήματα διπλής φορολογίας αντιμετωπίζονται ανεπαρκώς μέσω των υφιστάμενων διμερών φορολογικών συμβάσεων ή της μονομερούς ανάληψης δράσης από ένα κράτος μέλος και ότι απαιτούν συντονισμένη, έγκαιρη δράση σε επίπεδο Ένωσης·

30.

θεωρεί λυπηρό το γεγονός της ύπαρξης διασυνοριακών εμποδίων σε ζητήματα αστικής ή κοινωνικής φύσης, όπως είναι οι υποθέσεις οικογενειακού δικαίου ή οι συντάξεις, τα οποία στερούν από πολλούς πολίτες την δυνατότητα πλήρους άσκησης όλων των δικαιωμάτων που απορρέουν από την ιθαγένεια της ΕΕ·

31.

υπενθυμίζει ότι πολίτες της ΕΕ που βρίσκονται στο έδαφος τρίτης χώρας στην οποία δεν έχει διπλωματική αντιπροσωπεία το κράτος μέλος του οποίου είναι υπήκοοι, δικαιούνται προστασίας από διπλωματικές ή προξενικές αρχές οποιουδήποτε κράτους μέλους, υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του εν λόγω κράτους μέλους, και επισημαίνει την σημασία που έχει η διάταξη αυτή για λόγους αρχής·

32.

απευθύνει έκκληση στα κράτη μέλη να συστήσουν το συντομότερο δυνατό σε κάθε κράτος μέλος υπηρεσία «μίας στάσης» προκειμένου να συντονίζει έργα με διασυνοριακό αντίκτυπο, π.χ. εκείνα με κοινωνικό αντίκτυπο όπως υπηρεσίες επείγουσας ανάγκης, με ιδιαίτερη μνεία στα έργα που έχουν περιβαλλοντικό αντίκτυπο όπως είναι τα έργα αιολικής ενέργειας που υλοποιούνται ορισμένες φορές χωρίς να έχει προηγηθεί ούτε διαβούλευση με τους κατοίκους εκατέρωθεν της μεθορίου ούτε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων·

33.

καλεί την Επιτροπή να προβεί σε ενδελεχή αξιολόγηση των οφελών και των προκλήσεων του Ευρωπαϊκού Έτους των Πολιτών 2013(ΕΕΠ)· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, λόγω ελλιπούς χρηματοδότησης και έλλειψης πολιτικής φιλοδοξίας, το Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτών έτυχε περιορισμένης κάλυψης από τα μέσα ενημέρωσης και δεν επέτυχε να δημιουργήσει έναν ευρύτερο, ανοικτό στο κοινό διάλογο σχετικά με την ευρωπαϊκή ιθαγένεια που θα μπορούσε να συμβάλει στην βελτίωση των υφισταμένων μέσων ή στον καθορισμό νέων·

34.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις προκειμένου να αναγνωριστεί ο εθελοντισμός ως στοιχείο ενισχυτικό της ιδιότητας του πολίτη·

35.

καλεί την Επιτροπή να δημοσιεύσει και να κυκλοφορήσει επεξηγηματική περιγραφή των δικαιωμάτων των πολιτών προ και μετά Συνθήκης Λισαβόνας προκειμένου να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών·

36.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  EE C 257 E της 6.9.2013, σ. 74.

(2)  Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2011, σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού καταστατικού για τα αλληλασφαλιστικά ταμεία, τις ενώσεις και τα ιδρύματα (ΕΕ C 199 Ε της 7.7.2012, σ. 187).

(3)  Πιο πρόσφατα, στην απόφασή του της 2ας Μαρτίου 2010, υπόθεση C-135/08, Rottmann.

(4)  COM(2013)0857.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/151


P7_TA(2014)0234

Ευρωπαϊκή Εισαγγελία

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (COM(2013)0534 — 2013/0255(APP))

(2017/C 378/18)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου (COM(2013)0534),

έχοντας υπόψη την πρόταση κανονισμού σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) (COM(2013)0535),

έχοντας υπόψη την οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (COM(2012)0363),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 σχετικά με έναν οδικό χάρτη για την ενίσχυση των δικονομικών δικαιωμάτων των υπόπτων ή κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 23ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με το οργανωμένο έγκλημα, τη διαφθορά και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες: συστάσεις για δράσεις και πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν (1),

έχοντας υπόψη τα άλλα μέσα στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης που έχουν εγκριθεί με συναπόφαση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όπως η οδηγία 2013/48/EΕ σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο κατά την ποινική διαδικασία και το δικαίωμα επικοινωνίας μετά τη σύλληψη, η οδηγία σχετικά με την Ευρωπαϊκή Εντολή Έρευνας επί ποινικών υποθέσεων κλπ.,

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 2, 6 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 86, 218, 263, 265, 267, 268 και 340,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την γνώμη της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής και Οικονομικής Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2013 ,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών, της 30ής Ιανουαρίου 2014,

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την προσωρινή έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0141/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κύριοι στόχοι της σύστασης της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας είναι η συμβολή στην ενίσχυση της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων της ΕΕ και των πολιτών στα θεσμικά όργανα της Ένωσης και στην εξασφάλιση περισσότερο αποτελεσματικής έρευνας και δίωξης των αδικημάτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ, σε πλαίσιο σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕE έθεσε ως καθήκον της την ανάπτυξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εγκληματικότητα προσλαμβάνει όλο και περισσότερο διασυνοριακό χαρακτήρα και ότι, στην περίπτωση αδικημάτων σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης που προκαλούν σημαντική οικονομική ζημία σε ετήσια βάση, η ΕΕ οφείλει να αντιδράσει αποτελεσματικά προσδίδοντας προσθετική αξία στις κοινές προσπάθειες όλων των κρατών μελών, δεδομένου ότι η προστασία του προϋπολογισμού της ΕΕ από την απάτη μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο ΕΕ·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε σχέση με τον προϋπολογισμό της ΕΕ, η αρχή της μηδενικής ανοχής θα πρέπει να εφαρμόζεται προκειμένου να αντιμετωπιστεί η απάτη σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ κατά τρόπο ενιαίο και αποτελεσματικό·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη είναι πρωτίστως αρμόδια για την εκτέλεση του 80 % περίπου του προϋπολογισμού της Ένωσης, καθώς και για την είσπραξη των ιδίων πόρων όπως ορίζεται στην απόφαση 2007/436/EΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (2), η οποία σύντομα θα αντικατασταθεί από απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COM(2011)0739)·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι εξίσου σημαντικό να εξασφαλιστεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης τόσο σε επίπεδο είσπραξης των πόρων της ΕΕ όσο και σε επίπεδο δαπανών·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 10 % των ερευνών που διεξήγαγε η OLAF αφορούν υποθέσεις διασυνοριακού οργανωμένου εγκλήματος, αλλά ότι οι υποθέσεις αυτές αντιπροσωπεύουν το 40 % των συνολικών οικονομικών επιπτώσεων σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας αποτελεί το μοναδικό μέσο στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης για το οποίο δεν εφαρμόζεται η συνήθης νομοθετική διαδικασία·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόταση κανονισμού για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας συνδέεται στενά με την πρόταση οδηγίας σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης και με την πρόταση κανονισμού σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust), που υπόκεινται στην συνήθη νομοθετική διαδικασία·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός της αρχής του κράτους δικαίου πρέπει να αποτελεί κατευθυντήρια αρχή για το σύνολο της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ιδίως όσον αφορά τη δικαιοσύνη και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι 14 εθνικά κοινοβουλευτικά σώματα από 11 κράτη μέλη κίνησαν τον μηχανισμό της «κίτρινης κάρτας» σε σχέση με την πρόταση της Επιτροπής και ότι, στις 27 Νοεμβρίου 2013, η Επιτροπή αποφάσισε να διατηρήσει την πρόταση, δηλώνοντας ωστόσο ότι θα λάβει δεόντως υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες των εθνικών κοινοβουλευτικών σωμάτων κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 86 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ απαιτεί ομοφωνία στο πλαίσιο του Συμβουλίου προκειμένου να συσταθεί η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν αναμένεται να επιτευχθεί η ομοφωνία αυτή και, ως εκ τούτου, φαίνεται πιθανότερο να συστήσουν ορισμένα κράτη μέλη, με ενισχυμένη συνεργασία, μια Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, γεγονός που θα καθιστούσε απαραίτητη την υποβολή νέας πρότασης της Επιτροπής·

1.

πιστεύει ότι ο στόχος της πρότασης της Επιτροπής συνιστά ένα περαιτέρω βήμα για την εγκαθίδρυση ενός ευρωπαϊκού χώρου ποινικής δικαιοσύνης και την ενίσχυση των μέσων για την καταπολέμηση της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, και, με τον τρόπο αυτό ενισχύει την εμπιστοσύνη των φορολογουμένων προς την ΕΕ·

2.

πιστεύει ότι η σύσταση μιας Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας θα μπορούσε να προσδώσει προσθετική αξία στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, υπό την προϋπόθεση ότι συμμετέχουν όλα τα κράτη μέλη, δεδομένου ότι τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και κατά συνέπεια τα συμφέροντα των ευρωπαίων φορολογουμένων πρέπει να προστατεύονται σε όλα τα κράτη μέλη·

3.

καλεί το Συμβούλιο να εξασφαλίσει σε μεγάλο βαθμό τη σύμπραξη του Κοινοβουλίου στις νομοθετικές του εργασίες μέσω μιας σταθερής ροής πληροφοριών και μιας αδιάλειπτης διαβούλευσης με το Κοινοβούλιο που θα επιτρέψει την επίτευξη ενός κατά βάση αμοιβαία αποδεκτού αποτελέσματος, συμβατού με τις τροποποιήσεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά τη διαδικασία της Λισαβόνας·

4.

καλεί τον ευρωπαίο νομοθέτη, θεωρώντας ότι η συνοχή της συνολικής δράσης της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης έχει ζωτική σημασία για την αποτελεσματικότητά της, να επιληφθεί της πρότασης αυτής, λαμβάνοντας υπόψη και άλλες προτάσεις άμεσα συνδεόμενες με αυτήν, όπως την πρόταση οδηγίας για την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, την πρόταση κανονισμού σχετικά με τον οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης (Eurojust) και άλλα σχετικά μέσα στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης και των δικονομικών δικαιωμάτων, με σκοπό να εξασφαλιστεί η πλήρης συμβατότητα με τα ανωτέρω και η συνεπής εφαρμογή της·

5.

τονίζει ότι οι αρμοδιότητες και οι ενέργειες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει να είναι συμβατές με τα Θεμελιώδη Δικαιώματα, όπως αυτά κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τις συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών· ζητεί, ως εκ τούτου, από το Συμβούλιο να λάβει δεόντως υπόψη τις ακόλουθες συστάσεις:

i)

η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα πρέπει να λειτουργήσει σεβόμενη απολύτως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη σε συνδυασμό με την αρχή του φυσικού δικαστή που επιβάλλει τον εκ των προτέρων καθορισμό των κριτηρίων που προσδιορίζουν τη δικαιοδοσία του αρμόδιου δικαστηρίου· δεδομένου ότι η τρέχουσα διατύπωση του άρθρου 27 παράγραφος 4 παρέχει στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ευρύτατη διακριτική ευχέρεια κατά την εφαρμογή των διαφόρων κριτηρίων δικαιοδοσίας, τα κριτήρια αυτά θα πρέπει είναι δεσμευτικά και ιεραρχημένα προκειμένου να εξασφαλίζεται η προβλεψιμότητα· στο πλαίσιο αυτό, τα δικαιώματα του υπόπτου πρέπει να λαμβάνονται υπόψη· επιπλέον, ο προσδιορισμός της αρμοδιότητας σύμφωνα με τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο·

ii)

η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα πρέπει να είναι πλήρως ανεξάρτητη τόσο από τις εθνικές κυβερνήσεις όσο και από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και θα πρέπει να προστατεύεται έναντι πολιτικών πιέσεων·

iii)

το πλαίσιο αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει να προσδιορίζεται επακριβώς ώστε να είναι δυνατός ο εκ των προτέρων προσδιορισμό των εγκληματικών πράξεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα αυτή· το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητεί μια προσεκτική επανεξέταση των ορισμών του άρθρου 13 της πρότασης της Επιτροπής σχετικά με την παρεπόμενη αρμοδιότητα, δεδομένου ότι, υπό την παρούσα διατύπωσή τους, υπερβαίνουν τα όρια του πεδίου εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 86 παράγραφοι 1 έως 3 ΣΛΕΕ· τούτο θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί εις τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας εκτείνονται σε αδικήματα διαφορετικά από εκείνα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης μόνον στις περιπτώσεις όπου πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

μια συγκεκριμένη πράξη στοιχειοθετεί ταυτόχρονα αδίκημα που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και άλλα αδικήματα· και

β)

τα αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης έχουν εξέχοντα χαρακτήρα και τα άλλα είναι απλώς υποδεέστερα· και

γ)

τα άλλα αδικήματα θα έπρεπε να παραγραφούν στην περίπτωση που δεν ασκείτο δίωξη και δεν εκδικάζοντο από κοινού με τα αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης·

επιπλέον, ο προσδιορισμός του αρμόδιου δικαστηρίου σύμφωνα με τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο·

iv)

λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η οδηγία που αναφέρεται στο άρθρο 12 της πρότασης, στην οποία καθορίζονται τα αδικήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, δεν έχει ακόμη εκδοθεί, το κείμενο της πρότασης πρέπει να διευκρινίζει ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεν μπορεί να διώκει αδικήματα τα οποία, κατά το χρόνο τέλεσης του αδικήματος, δεν προβλέπονται ήδη στις σχετικές νομοθεσίες των κρατών μελών· επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεν θα πρέπει να ασκεί τις αρμοδιότητές της επί αδικημάτων που έχουν διαπραχθεί προτού αυτή τεθεί σε πλήρη λειτουργία· στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 71 της πρότασης θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως·

v)

τα μέσα διεξαγωγής έρευνας και τα σχετικά μέτρα που έχει στη διάθεση της η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα πρέπει να είναι ενιαία, επακριβώς προσδιορισμένα και συμβατά με όλα τα δικαστικά συστήματα των κρατών μελών στα οποία εφαρμόζονται· επιπλέον, τα κριτήρια για την εφαρμογή ερευνητικών μέτρων θα πρέπει να διατυπωθούν λεπτομερέστερα προκειμένου να αποκλείεται η αναζήτηση της ευνοϊκότερης δικαιοδοσίας (forum shopping)·

vi)

το παραδεκτό των αποδείξεων και η αξιολόγησή τους σύμφωνα με το άρθρο 30 αποτελούν βασικά στοιχεία για την ποινική έρευνα· ως εκ τούτου, οι σχετικές ρυθμίσεις πρέπει να είναι σαφείς και ενιαίες σε ολόκληρο τον τομέα αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και να είναι πλήρως συμβατές με τις διαδικαστικές εγγυήσεις· προκειμένου να εξασφαλίζεται η συμβατότητα αυτή, οι όροι για το παραδεκτό των αποδεικτικών μέσων πρέπει να είναι τέτοιοι ώστε να γίνονται σεβαστά όλα τα δικαιώματα που διασφαλίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

vii)

το δικαίωμα σε αποτελεσματικά ένδικα μέσα όσον αφορά τη δραστηριότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει να διασφαλίζεται κατά πάντα χρόνο σε όλη την Ένωση· ως εκ τούτου, όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τον Ευρωπαίο Εισαγγελέα πρέπει να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο από το αρμόδιο δικαστήριο· υπό αυτό το πρίσμα, οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία πριν ή ανεξάρτητα από τη δίκη, όπως εκείνες που περιγράφονται στα άρθρα 27, 28 και 29 σχετικά με την αρμοδιότητα, τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο ή τον συμβιβασμό, θα πρέπει να μπορούν να προσβληθούν ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης.

Το άρθρο 36 της πρότασης θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ώστε να μην παρακάμπτονται οι διατάξεις της Συνθήκης σχετικά με τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων της Ένωσης και να αποφεύγεται ένας δυσανάλογος περιορισμός του δικαιώματος σε ένα ουσιαστικό ένδικο μέσο βάσει του άρθρου 47 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

viii)

οι διατάξεις του άρθρου 28 της πρότασης πρέπει να ορίζουν σαφώς ότι, μετά την παύση από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία μιας διαδικασίας που αφορά ήσσονος σημασίας αδικήματα, οι εθνικές διωκτικές αρχές δεν κωλύονται να συνεχίσουν τις έρευνες και την ποινική δίωξη εφόσον αυτό επιτρέπεται με βάση το εθνικό τους δίκαιο· στη δε περίπτωση κατά την οποία η έλλειψη σχετικών αποδείξεων δεν αναμένεται να αντιμετωπιστεί με ανάλογες περαιτέρω έρευνες, η απόρριψη της υπόθεσης καθίσταται υποχρεωτική· επιπλέον, η ύπαρξη λόγων υποχρεωτικής απόρριψης της υπόθεσης θα πρέπει να ελέγχεται το ενωρίτερο δυνατό κατά τη διάρκεια της έρευνας και η υπόθεση να απορρίπτεται αμελλητί στην περίπτωση που διαπιστωθεί ότι υφίσταται ένας επιτακτικός λόγος απόρριψης της υπόθεσης·

ix)

η αυθαίρετη απονομή δικαιοσύνης πρέπει να αποφεύγεται σε κάθε περίπτωση· ως εκ τούτου, η προϋπόθεση της «ορθής απονομής δικαιοσύνης» ως λόγος συμβιβασμού όπως προβλέπεται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 της πρότασης θα πρέπει να αντικατασταθεί με περισσότερο συγκεκριμένα κριτήρια· ο συμβιβασμός θα πρέπει ιδιαίτερα να αποκλείεται κατά το χρόνο της απαγγελίας της κατηγορίας και σε κάθε περίπτωση σε υποθέσεις που μπορεί να απορριφθούν βάσει του άρθρου 28 της πρότασης, καθώς και σε σοβαρές υποθέσεις·

x)

δεδομένου ότι οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας απαιτούν όχι μόνο δικαστικό έλεγχο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αλλά και εποπτεία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια, πρέπει να συμπεριληφθούν σχετικές διατάξεις ιδίως προκειμένου να εξασφαλίζεται η άσκηση ουσιαστικών και συνεπών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών και συμβατότητα με την αρχή του κράτους δικαίου·

6.

ζητεί επίσης από το Συμβούλιο, επικαλούμενο την ανάγκη απόλυτου σεβασμού των θεμελιωδών αρχών, όπως η αρχή της δίκαιης δίκης, με τις οποίες συνδέονται άμεσα οι εγγυήσεις υπεράσπισης στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, να λάβει υπόψη τις ακόλουθες συστάσεις και να ενεργήσει αναλόγως:

i)

όλες οι δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλό βαθμό προστασίας των δικαιωμάτων υπεράσπισης, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι η Ένωση θα ήταν δυνατόν να αποτελέσει ένα χώρο στον οποίο η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορούσε να ασκήσει δραστηριότητα, στο πλαίσιο της διεκπεραίωσης των εργασιών της, χωρίς ανάγκη προσφυγής σε μέσα αμοιβαίας νομικής συνδρομής· στο πλαίσιο αυτό, η τήρηση των ελάχιστων προτύπων της ΕΕ όσον αφορά τα δικαιώματα των ατόμων στην ποινική διαδικασία σε όλα τα κράτη μέλη, αποτελεί βασικό στοιχείο για την ορθή λειτουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

Επισημαίνεται, εν προκειμένω, ότι ο χάρτης πορείας για την ενίσχυση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των υπόπτων ή κατηγορουμένων σε ποινικές διαδικασίες που ενέκρινε το Συμβούλιο στις 30 Νοεμβρίου 2009 δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και ότι η πρόταση παραπέμπει απλώς σε ό,τι προβλέπουν τα εθνικά νομικά συστήματα όσον αφορά ζητήματα που συνδέονται με το δικαίωμα άρνησης κατάθεσης, το τεκμήριο αθωότητας, το δικαίωμα δικαστικής αρωγής και τις έρευνες χάριν της υπεράσπισης· συνεπώς, προκειμένου να τηρηθεί η αρχή της ισότητας των όπλων, το δίκαιο που ισχύει για τους συμμετέχοντες σε μία διαδικασία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ύποπτους ή κατηγορουμένους, να διέπει και τις διαδικαστικές εγγυήσεις κατά των ερευνητικών και διωκτικών ενεργειών της τελευταίας, με την επιφύλαξη τυχόν πρόσθετων ή υψηλότερων προτύπων όσον αφορά τις διαδικαστικές εγγυήσεις που παρέχει το ενωσιακό δίκαιο·

ii)

μετά την εκπνοή της σχετικής περιόδου μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, η μη μεταφορά ή η λανθασμένη μεταφορά μιας εκ των πράξεων της Ένωσης για τα διαδικαστικά δικαιώματα ουδέποτε πρέπει να ερμηνεύεται σε βάρος προσώπου που υπόκειται σε έρευνα ή δίωξη και η εφαρμογή τους πρέπει πάντοτε να πραγματοποιείται σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

iii)

πρέπει να διασφαλίζεται ο σεβασμός της αρχής ne bis in idem, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται νέα δίωξη για το ίδιο αδίκημα·

iv)

η άσκηση της ποινικής δίωξης πρέπει να συμμορφούται με το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το άρθρο 16 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ισχύον ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων· πρέπει να δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων όταν τα προσωπικά δεδομένα διαβιβάζονται σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·

7.

ζητεί από το Συμβούλιο να λάβει υπόψη τις ακόλουθες συστάσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία βασίζεται σε μία δομή ευέλικτη, σαφή και αποτελεσματική και ότι είναι σε θέση να επιτυγχάνει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα:

i)

προκειμένου να εξασφαλίζεται η αίσια και δίκαιη έκβαση των ερευνών και ο συντονισμός τους, πρέπει εκείνοι που καλούνται να διεξάγουν τις έρευνες αυτές να έχουν μια σε βάθος γνώση των νομικών συστημάτων των εμπλεκομένων χωρών· για το σκοπό αυτό, το οργανωτικό μοντέλο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πρέπει να εξασφαλίζει σε κεντρικό επίπεδο τις δέουσες δεξιότητες, εμπειρίες και γνώσεις των νομικών συστημάτων των κρατών μελών·

ii)

προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται άμεσα και με αποτελεσματικότητα, πρέπει η διαδικασία λήψης αποφάσεων να μπορεί, με τη βοήθεια των εντεταλμένων εθνικών εισαγγελέων οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τις συγκεκριμένες υποθέσεις, να διευρύνεται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία·

iii)

προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα μπορεί να εγγυάται υψηλά πρότυπα ανεξαρτησίας, αποτελεσματικότητας, εμπειρίας και επαγγελματισμού, το προσωπικό της πρέπει να είναι αρτιότατα εκπαιδευμένο και να διασφαλίζει την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στο παρόν ψήφισμα· συγκεκριμένα, το εν λόγω προσωπικό μπορεί να προέρχεται από τη Δικαιοσύνη και τους ασκούντες νομικά επαγγέλματα ή από άλλους κλάδους στους οποίους θα έχει αποκτήσει την εμπειρία και τον επαγγελματισμό που προαναφέρθηκαν καθώς και τη δέουσα γνώση των νομικών συστημάτων των κρατών μελών· υπό αυτήν την έννοια, οι αναφερόμενες στην παράγραφο 4 της αιτιολογικής έκθεσης δηλώσεις της Επιτροπής όσον αφορά το συνολικό κόστος, πρέπει να ανταποκρίνονται στις ουσιαστικές απαιτήσεις αποτελεσματικότητας και λειτουργικότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας·

iv)

πρέπει να θεσπιστεί μηχανισμός ελέγχου και να υποβάλλεται ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας·

8.

σημειώνει την ιδέα να βασιστεί η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στις υφιστάμενες δομές, λύση που, κατά την Επιτροπή, δεν αναμένεται να επιφέρει νέες σοβαρές δαπάνες για την Ένωση ή τα κράτη μέλη, καθώς τις διοικητικές υπηρεσίες της Εισαγγελίας θα τις αναλάβει η Eurojust και τα στελέχη της θα προέλθουν από υφιστάμενες υπηρεσίες όπως η OLAF·

9.

εκφράζει αμφιβολίες όσον αφορά το επιχείρημα περί αποδοτικότητας-κόστους που προβάλλεται στην πρόταση, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία πρέπει να ιδρύσει ειδικευμένα τμήματα για κάθε κράτος μέλος, τα οποία πρέπει να έχουν πλήρη γνώση του εθνικού νομικού πλαισίου για να μπορούν να διενεργούν αποτελεσματικές έρευνες και διώξεις· ζητεί να διεξαχθεί έλεγχος προκειμένου να εκτιμηθεί το κόστος που θα προκύψει από τη θέσπιση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας τόσο για τον προϋπολογισμό της ΕΕ όσο και για τους εθνικούς προϋπολογισμούς· ζητεί να διεξαχθεί ένας τέτοιος έλεγχος προκειμένου να εκτιμηθούν και τα πλεονεκτήματα·

10.

εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι η πρόταση βασίζεται στην παραδοχή ότι οι διοικητικές υπηρεσίες που παρέχονται από την Eurojust δεν θα έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό ή το προσωπικό του αποκεντρωμένου οργανισμού· για το λόγο αυτό, θεωρεί ότι το δημοσιονομικό δελτίο είναι παραπλανητικό· υπενθυμίζει, εν προκειμένω, το αίτημά του να υποβάλει η Επιτροπή επικαιροποιημένο δημοσιονομικό δελτίο που θα λαμβάνει υπόψη τις πιθανές τροποποιήσεις του νομοθέτη πριν λήξει η νομοθετική διαδικασία·

11.

συνιστά η Επιτροπή να προβλέψει, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 86 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ βάσει των οποίων το Συμβούλιο μπορεί να συστήσει Ευρωπαϊκή Εισαγγελία «εκ της Eurojust», μια απλή μεταφορά χρηματοοικονομικών πόρων από την OLAF στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία να αξιοποιήσει την εμπειρογνωμοσύνη και την προσθετική αξία που θα συνεισφέρει το προσωπικό της Eurojust·

12.

επισημαίνει ότι δεν προκύπτει σαφώς αν θα ισχύσουν για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, ως νεοσυσταθείσα υπηρεσία, οι μειώσεις προσωπικού που έχουν προγραμματισθεί για όλα τα θεσμικά όργανα και τις υπηρεσίες της Ένωσης· διευκρινίζει ότι δεν θα στηρίξει μια τέτοια προσέγγιση·

13.

καλεί το Συμβούλιο να καταστήσει σαφές το πεδίο αρμοδιότητας των οργανισμών που ήδη επιφορτισμένοι με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης· τονίζει ότι είναι ύψιστης σημασίας να προσδιορισθεί ακριβέστερα και να οριοθετηθεί σαφώς η σχέση ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και άλλους υφιστάμενους οργανισμούς, όπως η Eurojust και η OLAF· τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία πρέπει να αξιοποιήσει την μακρόχρονη τεχνογνωσία της OLAF, όσον αφορά τη διεξαγωγή ερευνών τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο Ένωσης, σε τομείς που σχετίζονται με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, περιλαμβανομένης της διαφθοράς· τονίζει, ιδίως, ότι το Συμβούλιο πρέπει να αποσαφηνίσει τη συμπληρωματικότητα των δράσεων της OLAF και της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας όσον αφορά τις «εσωτερικές» και «εξωτερικές» έρευνες· τονίζει ότι στην τρέχουσα πρόταση της Επιτροπής δεν αποσαφηνίζεται ούτε η σχέση της OLAF με την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ούτε ο τρόπος με τον οποίο θα διεξάγονται οι εσωτερικές έρευνες εντός των θεσμικών οργάνων της ΕΕ·

14.

θεωρεί ότι πρέπει να αναλυθεί διεξοδικά η ταυτόχρονη λειτουργία της OLAF, της Eurojust και της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας προκειμένου να περιορισθεί ο κίνδυνος σύγκρουσης αρμοδιοτήτων· καλεί το Συμβούλιο να αποσαφηνίσει τις αντίστοιχες αρμοδιότητες αυτών των οργανισμών, να προσδιορίσει ενδεχόμενες συντρέχουσες αρμοδιότητες και ανεπάρκειες και να προτείνει, κατά περίπτωση, τρόπους αντιμετώπισης·

15.

ζητεί, δεδομένου ότι ορισμένα κράτη μέλη αναμένεται να μην συμμετάσχουν στην υπό ίδρυση Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, να διεξαχθεί μια ανάλυση ώστε να αποσαφηνισθεί ποιες μονάδες της OLAF, και ποια μέλη του προσωπικού της, θα μεταφερθούν στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, και ποια θα παραμείνουν στην OLAF· ζητεί να διατεθούν στην OLAF οι απαραίτητοι πόροι για να λαμβάνει μέτρα καταπολέμησης της απάτης, τα οποία δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας·

16.

τονίζει ότι η OLAF θα εξακολουθήσει να είναι αρμόδια για εκείνα τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και ότι θα πρέπει να τους παρασχεθούν ισοδύναμες διαδικαστικές εγγυήσεις·

17.

καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να θεσπίσει, στο πλαίσιο των τροποποιήσεων του κανονισμού για την OLAF που θα προκύψουν από τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, επαρκείς διαδικαστικές εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας ενός δικαστικού ελέγχου των μέτρων έρευνας που διενεργεί η OLAF·

18.

πιστεύει ότι η υποχρέωση που επιβάλλεται στις εθνικές αρχές να ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για κάθε συμπεριφορά η οποία ενδέχεται να συνιστά αδίκημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητά της, πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τις υποχρεώσεις που υφίστανται σε επίπεδο κρατών μελών και να μην τις υπερβαίνει, τηρουμένης της ανεξαρτησίας αυτών των αρχών·

19.

ζητεί τη δημιουργία ειδικής δέσμης κανόνων σε ενωσιακό επίπεδο ώστε να διασφαλίζεται μία εναρμονισμένη προστασία για τους καταγγέλλτες·

20.

ζητεί από το Συμβούλιο να βελτιώσει περαιτέρω την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα των αντίστοιχων δικαστηρίων στα κράτη μέλη, πράγμα απαραίτητο για την επιτυχία του θεσμού της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας·

21.

χαιρετίζει την ιδέα να ενσωματωθεί η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στις υφιστάμενες αποκεντρωμένες δομές μέσω της συμμετοχής εντεταλμένων εισαγγελέων από τα κράτη μέλη ως «ειδικών συμβούλων»· διαπιστώνει την ανάγκη να εξεταστούν περαιτέρω τόσο η ανεξαρτησία των εντεταλμένων εισαγγελέων έναντι της εθνικής δικαστικής εξουσίας, όσο και διαφανείς διαδικασίες επιλογής τους, προκειμένου να αποφευχθεί κάθε υπόνοια ευνοϊκότερης μεταχείρισης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας·

22.

θεωρεί ότι θα πρέπει να παρασχεθεί στους εντεταλμένους ευρωπαίους εισαγγελείς κατάλληλη κατάρτιση στο ποινικό δίκαιο της ΕΕ κατά τρόπο ομοιόμορφο και αποτελεσματικό·

23.

υπενθυμίζει στο Συμβούλιο και την Επιτροπή ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να συμμετάσχει στενά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ως συννομοθέτης επί θεμάτων ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου, στη διαδικασία σύστασης της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και η θέση του να λαμβάνεται δεόντως υπόψη σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας· για το σκοπό αυτό προτίθεται να διατηρήσει συχνές επαφές με την Επιτροπή και το Συμβούλιο με στόχο μια καρποφόρα συνεργασία υπό την έννοια αυτή· έχει πλήρη επίγνωση της πολυπλοκότητας του εγχειρήματος και της ανάγκης ευλόγου χρόνου για την υλοποίησή του και δεσμεύεται να διατυπώσει τις απόψεις του, εάν απαιτηθεί με περαιτέρω προσωρινές εκθέσεις, σχετικά με τις μελλοντικές εξελίξεις όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία·

24.

καλεί το Συμβούλιο να αφιερώσει όλον τον χρόνο που απαιτείται για μια εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της πρότασης της Επιτροπής, και να μην ολοκληρώσει βεβιασμένα τις διαπραγματεύσεις του· τονίζει ότι πρέπει να αποφευχθεί μια πρόωρη μετάβαση στη διαδικασία ενισχυμένης συνεργασίας·

25.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να ζητήσει μία περαιτέρω ενδελεχή εξέταση της πρότασης με το Συμβούλιο·

26.

επισημαίνει στο Συμβούλιο ότι οι προεκτεθείσες πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές θα συμπληρωθούν με το τεχνικό παράρτημα του παρόντος ψηφίσματος·

27.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0444.

(2)  ΕΕ L 163 της 23.6.2007, σ. 17.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

Αιτιολογική σκέψη 22

Τροποποίηση 1

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

(22)

Τα αδικήματα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης συνδέονται συνήθως στενά με άλλες αξιόποινες πράξεις. Με γνώμονα την αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών και την αποφυγή ενδεχόμενης παραβίασης της αρχής ne bis in idem, στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας θα πρέπει να εμπίπτουν και αξιόποινες πράξεις οι οποίες δεν καθορίζονται μεν από τεχνικής πλευράς στα εθνικά δίκαια ως αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, αλλά τα πραγματικά περιστατικά τους είναι πανομοιότυπα και άρρηκτα συνδεδεμένα με τα πραγματικά περιστατικά αδικημάτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης. Σε τέτοιες μεικτές υποθέσεις, όπου υπερισχύει το αδίκημα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, η αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας θα πρέπει να ασκείται κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους. Ο καθορισμός της εξέχουσας αξιόποινης πράξης θα πρέπει να βασίζεται σε κριτήρια όπως ο οικονομικός αντίκτυπος των αδικημάτων στην Ένωση και στους εθνικούς προϋπολογισμούς, ο αριθμός των θυμάτων ή άλλες περιστάσεις που άπτονται της βαρύτητας των αξιόποινων πράξεων, οι επιβαλλόμενες κυρώσεις, κ.λπ.

(22)

Τα αδικήματα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης συνδέονται συνήθως στενά με άλλες αξιόποινες πράξεις. Προς αποφυγήν ενδεχόμενης παραβίασης της αρχής ne bis in idem, στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας θα πρέπει να εμπίπτουν και αξιόποινες πράξεις οι οποίες δεν καθορίζονται μεν από τεχνικής πλευράς στα εθνικά δίκαια ως αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, αλλά τα πραγματικά περιστατικά τους είναι πανομοιότυπα και συνδεδεμένα με τα πραγματικά περιστατικά αδικημάτων που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης. Σε τέτοιες μεικτές υποθέσεις, όπου το αδίκημα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης είναι κυρίαρχο , η αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας θα πρέπει να ασκείται κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους. Ο καθορισμός του κυρίαρχου χαρακτήρα της αξιόποινης πράξης θα πρέπει να βασίζεται σε κριτήρια όπως ο οικονομικός αντίκτυπος των αδικημάτων στην Ένωση και στους εθνικούς προϋπολογισμούς, ο αριθμός των θυμάτων ή άλλες περιστάσεις που άπτονται της βαρύτητας των αξιόποινων πράξεων, οι επιβαλλόμενες κυρώσεις, κ.λπ.

Αιτιολογική σκέψη 46

Τροποποίηση 3

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

(46)

Οι γενικοί κανόνες διαφάνειας που ισχύουν για τους οργανισμούς της Ένωσης θα πρέπει να ισχύουν και για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία , μόνο όμως όσον αφορά τα διοικητικά της καθήκοντα, ώστε να μην διακυβεύεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η απαίτηση της εμπιστευτικότητας που διέπει το επιχειρησιακό της έργο. Ομοίως, οι διοικητικές έρευνες που διεξάγει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής θα πρέπει να σέβονται την απαίτηση της εμπιστευτικότητας που διέπει τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

(46)

Οι γενικοί κανόνες διαφάνειας που ισχύουν για τους οργανισμούς της Ένωσης θα πρέπει να ισχύουν και για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία· οι διοικητικές έρευνες που διεξάγει ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής θα πρέπει να σέβονται την απαίτηση της εμπιστευτικότητας που διέπει τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

Άρθρο 13

Τροποποίηση 2

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.   Εφόσον τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 12 συνδέονται άρρηκτα με άλλα ποινικά αδικήματα πέραν αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 12, και εφόσον η κοινή διερεύνηση και δίωξή τους εξυπηρετεί την ορθή απονομή της δικαιοσύνης, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει επίσης αρμοδιότητα και επί των εν λόγω άλλων ποινικών αδικημάτων, υπό τις προϋποθέσεις πρώτον , ότι υπερισχύουν τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 12 και, δεύτερον, ότι τα πραγματικά περιστατικά των άλλων ποινικών αδικημάτων είναι πανομοιότυπα με τα περιστατικά των αδικημάτων του άρθρου 12 .

1.   Εφόσον τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 12 συνδέονται με άλλα ποινικά αδικήματα πέραν αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 12, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει επίσης αρμοδιότητα και επί των εν λόγω άλλων ποινικών αδικημάτων , υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται σωρευτικά οι ακόλουθοι όροι:

 

μία ιδιαίτερη σειρά γεγονότων συνιστά ταυτόχρονα τόσο αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης όσο και άλλα αδικήματα· και

 

όταν υπερισχύουν τα αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και τα άλλα είναι απλώς δευτερεύοντα· και

 

η περαιτέρω δίωξη και κολασμός των άλλων αδικημάτων δεν είναι πλέον δυνατά στην περίπτωση που δεν έχει ασκηθεί δίωξη και δεν έχουν προσαχθεί στη δικαιοσύνη από κοινού με τα αδικήματα που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις, το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για τα άλλα αδικήματα φέρει αρμοδιότητα και για τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 12.

Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις, το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο για τα άλλα αδικήματα φέρει αρμοδιότητα και για τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 12.

2.   Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και οι εθνικές διωκτικές αρχές διαβουλεύονται μεταξύ τους προκειμένου να καθορίζουν ποια αρχή έχει αρμοδιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1. Για λόγους διευκόλυνσης του καθορισμού της εν λόγω αρμοδιότητας, είναι δυνατή, όπου αυτό απαιτείται, η συμμετοχή της Eurojust σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 57.

2.   Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και οι εθνικές διωκτικές αρχές διαβουλεύονται μεταξύ τους προκειμένου να καθορίζουν ποια αρχή έχει αρμοδιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1. Για λόγους διευκόλυνσης του καθορισμού της εν λόγω αρμοδιότητας, είναι δυνατή, όπου αυτό απαιτείται, η συμμετοχή της Eurojust σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 57.

3.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των εθνικών διωκτικών αρχών σχετικά με τον καθορισμό της αρμοδιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1, για την παρεπόμενη αρμοδιότητα αποφασίζει η εθνική δικαστική αρχή που είναι αρμόδια για την κατανομή των αρμοδιοτήτων δίωξης σε εθνικό επίπεδο.

3.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των εθνικών διωκτικών αρχών σχετικά με τον καθορισμό της αρμοδιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1, για την παρεπόμενη αρμοδιότητα αποφασίζει η εθνική δικαστική αρχή που είναι αρμόδια για την κατανομή των αρμοδιοτήτων δίωξης σε εθνικό επίπεδο.

4.   Ο καθορισμός της αρμοδιότητας δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν υπόκειται σε επανεξέταση.

4.   Ο καθορισμός της αρμοδιότητας δυνάμει του παρόντος άρθρου ενδέχεται να υπόκειται σε επανεξέταση αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 4 της πρότασης .

Άρθρο 27

Τροποποίηση 4

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.   Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας και οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες δίωξης και παραπομπής υποθέσεων στη δικαιοσύνη με τους εθνικούς εισαγγελείς, και συγκεκριμένα τις αρμοδιότητες να υποστηρίζουν το κατηγορητήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, να συμμετέχουν στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων και να ασκούν τα διαθέσιμα μέσα προσφυγής.

1.   Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας και οι Εντεταλμένοι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς έχουν τις ίδιες αρμοδιότητες δίωξης και παραπομπής υποθέσεων στη δικαιοσύνη με τους εθνικούς εισαγγελείς, και συγκεκριμένα τις αρμοδιότητες να υποστηρίζουν το κατηγορητήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, να συμμετέχουν στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων και να ασκούν τα διαθέσιμα μέσα προσφυγής.

2.   Όταν κρίνει ότι η έρευνα έχει ολοκληρωθεί, ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας υποβάλλει, προς επανέλεγχο, στον Ευρωπαίο Εισαγγελέα συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης συνοδευόμενη από σχέδιο του κατηγορητηρίου και από τον κατάλογο αποδεικτικών στοιχείων. Εφόσον ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας δεν προτείνει την απόρριψη της υπόθεσης σύμφωνα με το άρθρο 28, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας τον συμβουλεύει είτε να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο υποβάλλοντας κατηγορητήριο είτε να την επιστρέψει για περαιτέρω έρευνες. Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας δύναται επίσης να παραπέμψει ο ίδιος την υπόθεση στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο.

2.   Όταν κρίνει ότι η έρευνα έχει ολοκληρωθεί, ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας υποβάλλει, προς επανέλεγχο, στον Ευρωπαίο Εισαγγελέα συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης συνοδευόμενη από σχέδιο του κατηγορητηρίου και από τον κατάλογο αποδεικτικών στοιχείων. Εφόσον ο Εντεταλμένος Ευρωπαίος Εισαγγελέας δεν προτείνει την απόρριψη της υπόθεσης σύμφωνα με το άρθρο 28 ή όταν προτείνεται συμβιβασμός βάσει του άρθρου 29 που δεν γίνεται αποδεκτός, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας τον συμβουλεύει είτε να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο υποβάλλοντας κατηγορητήριο είτε να την επιστρέψει για περαιτέρω έρευνες. Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας δύναται επίσης να παραπέμψει ο ίδιος την υπόθεση στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο.

3.   Το κατηγορητήριο που υποβάλλεται στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο περιλαμβάνει αναλυτικό κατάλογο των αποδεικτικών στοιχείων που θα προσκομιστούν στη δίκη.

3.   Το κατηγορητήριο που υποβάλλεται στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο περιλαμβάνει αναλυτικό κατάλογο των αποδεικτικών στοιχείων που θα προσκομιστούν στη δίκη.

4.    Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας επιλέγει, σε στενή διαβούλευση με τον Εντεταλμένο Ευρωπαίο Εισαγγελέα που παραπέμπει την υπόθεση στη δικαιοσύνη, και με γνώμονα πάντοτε την ορθή απονομή της τελευταίας, τη δικαστική δικαιοδοσία και καθορίζει το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια :

4.   Το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο καθορίζει, βάσει των ακόλουθων κριτηρίων και κατά σειρά προτεραιότητας :

α)

τον τόπο όπου διαπράχθηκε το αδίκημα ή, σε περίπτωση περισσότερων του ενός αδικημάτων, τον τόπο όπου διαπράχθηκε η πλειονότητα των αδικημάτων·

α)

τον τόπο όπου διαπράχθηκε το αδίκημα ή, σε περίπτωση περισσότερων του ενός αδικημάτων, τον τόπο όπου διαπράχθηκε η πλειονότητα των αδικημάτων·

β)

τον τόπο όπου έχει τη συνήθη διαμονή του ο κατηγορούμενος·

β)

τον τόπο όπου έχει τη συνήθη διαμονή του ο κατηγορούμενος·

γ)

τον τόπο όπου βρίσκονται τα αποδεικτικά στοιχεία·

γ)

τον τόπο όπου βρίσκονται τα αποδεικτικά στοιχεία·

δ)

τον τόπο όπου έχουν τη συνήθη διαμονή τους οι άμεσα ζημιωθέντες.

δ)

τον τόπο όπου έχουν τη συνήθη διαμονή τους οι άμεσα ζημιωθέντες.

5.   Όπου απαιτείται για τους σκοπούς της ανάκτησης χρηματικών ποσών και της διοικητικής συνέχειας ή παρακολούθησης της υπόθεσης, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας γνωστοποιεί το κατηγορητήριο στις αρμόδιες εθνικές αρχές, στους ενδιαφερόμενους και στα συναφή θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

5.   Όπου απαιτείται για τους σκοπούς της ανάκτησης χρηματικών ποσών και της διοικητικής συνέχειας ή παρακολούθησης της υπόθεσης, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας γνωστοποιεί το κατηγορητήριο στις αρμόδιες εθνικές αρχές, στους ενδιαφερόμενους και στα συναφή θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

Άρθρο 28

Τροποποίηση 5

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.   Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας απορρίπτει την υπόθεση εφόσον καθίσταται αδύνατη η άσκηση δίωξης για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

1.   Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας απορρίπτει την υπόθεση εφόσον καθίσταται αδύνατη η άσκηση δίωξης για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

α)

ο ύποπτος απεβίωσε·

α)

ο ύποπτος απεβίωσε·

β)

η υπό έρευνα συμπεριφορά δεν στοιχειοθετεί ποινικό αδίκημα·

β)

η υπό έρευνα συμπεριφορά δεν στοιχειοθετεί ποινικό αδίκημα·

γ)

ο ύποπτος απολαμβάνει αμνηστίας ή ασυλίας·

γ)

ο ύποπτος απολαμβάνει αμνηστίας ή ασυλίας·

δ)

έχει λήξει η προθεσμία άσκησης δίωξης που προβλέπεται στο εκάστοτε εθνικό δίκαιο·

δ)

έχει λήξει η προθεσμία άσκησης δίωξης που προβλέπεται στο εκάστοτε εθνικό δίκαιο·

ε)

ο ύποπτος έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικασθεί εντός της Ένωσης με οριστική απόφαση για τα ίδια πραγματικά περιστατικά ή η υπόθεση έχει διευθετηθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 29.

ε)

ο ύποπτος έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικασθεί εντός της Ένωσης με οριστική απόφαση για τα ίδια πραγματικά περιστατικά ή η υπόθεση έχει διευθετηθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 29.

 

στ)

κατόπιν πλήρους συνεκτικής και αναλογικής έρευνας από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαπιστωθεί έλλειψη συναφών αποδεικτικών στοιχείων .

2.   Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας δύναται να απορρίψει την υπόθεση για οποιονδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

2.   Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας δύναται να απορρίψει την υπόθεση εάν το αδίκημα είναι ελάσσονος σημασίας δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας με την οποία εφαρμόστηκε η οδηγία 2013/XX/ΕΕ σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης·

α)

το αδίκημα είναι ελάσσονος σημασίας δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας με την οποία εφαρμόστηκε η οδηγία 2013/XX/ΕΕ σχετικά με την καταπολέμηση, μέσω του ποινικού δικαίου, της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης·

 

β)

δεν υπάρχουν συναφή αποδεικτικά στοιχεία.

 

3.   Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία μπορεί να παραπέμψει απορριφθείσες από την ίδια υποθέσεις στην OLAF ή στις αρμόδιες εθνικές διοικητικές ή δικαστικές αρχές για σκοπούς ανάκτησης χρηματικών ποσών και διοικητικής συνέχειας ή παρακολούθησης της υπόθεσης.

3.   Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία μπορεί να παραπέμψει απορριφθείσες από την ίδια υποθέσεις στην OLAF ή στις αρμόδιες εθνικές διοικητικές ή δικαστικές αρχές για σκοπούς ανάκτησης χρηματικών ποσών και διοικητικής συνέχειας ή παρακολούθησης της υπόθεσης.

4.   Σε περίπτωση που η κίνηση της έρευνας βασίστηκε σε πληροφορίες οι οποίες παρασχέθηκαν από τον ίδιο τον ζημιωθέντα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία τον ενημερώνει σχετικά.

4.   Σε περίπτωση που η κίνηση της έρευνας βασίστηκε σε πληροφορίες οι οποίες παρασχέθηκαν από τον ίδιο τον ζημιωθέντα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία τον ενημερώνει σχετικά.

Άρθρο 29

Τροποποίηση 6

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.   Σε περίπτωση μη απόρριψης της υπόθεσης , και εφόσον εξυπηρετείται ο σκοπός της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται, αφού πρώτα καταβληθεί αποζημίωση για τις προκληθείσες ζημίες, να προτείνει στον ύποπτο την καταβολή κατ’ αποκοπή προστίμου το οποίο, εφόσον πληρωθεί, επισύρει την απόρριψη της υπόθεσης σε τελικό βαθμό (συμβιβασμός). Εφόσον ο ύποπτος αποδεχθεί τον συμβιβασμό, καταβάλλει το κατ’ αποκοπή πρόστιμο στην Ένωση.

1.   Σε περίπτωση μη απόρριψης της υπόθεσης βάσει του άρθρου 28, και εφόσον στερητική της ελευθερίας ποινή θα ήταν δυσανάλογη ακόμη και εάν η πράξη αποδειχθεί πλήρως στο δικαστήριο, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται, αφού πρώτα καταβληθεί αποζημίωση για τις προκληθείσες ζημίες, να προτείνει στον ύποπτο την καταβολή κατ’ αποκοπή προστίμου το οποίο, εφόσον πληρωθεί, επισύρει την απόρριψη της υπόθεσης σε τελικό βαθμό (συμβιβασμός). Εφόσον ο ύποπτος αποδεχθεί τον συμβιβασμό, καταβάλλει το κατ’ αποκοπή πρόστιμο στην Ένωση.

2.   Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία εποπτεύει την είσπραξη του προστίμου που καθορίζεται στο πλαίσιο του συμβιβασμού.

2.   Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία εποπτεύει την είσπραξη του προστίμου που καθορίζεται στο πλαίσιο του συμβιβασμού.

3.   Εφόσον ο ύποπτος αποδεχθεί τον συμβιβασμό και καταβάλει το σχετικό πρόστιμο, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας απορρίπτει σε τελικό βαθμό την υπόθεση, κοινοποιεί επισήμως την απόφασή του στις αρμόδιες εθνικές αρχές επιβολής του νόμου και στις δικαστικές αρχές των κρατών μελών, και ενημερώνει σχετικά τα συναφή θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

3.   Εφόσον ο ύποπτος αποδεχθεί τον συμβιβασμό και καταβάλει το σχετικό πρόστιμο, ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας απορρίπτει σε τελικό βαθμό την υπόθεση, κοινοποιεί επισήμως την απόφασή του στις αρμόδιες εθνικές αρχές επιβολής του νόμου και στις δικαστικές αρχές των κρατών μελών, και ενημερώνει σχετικά τα συναφή θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

4.     Η απόρριψη που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο.

 

Άρθρο 30

Τροποποίηση 7

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.   Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στο δικαστήριο το οποίο εκδικάζει την υπόθεση, εφόσον το τελευταίο κρίνει ότι η αποδοχή τους δεν υπονομεύει τη δίκαιη διεξαγωγή της διαδικασίας ούτε έχει δυσμενή αντίκτυπο στα δικαιώματα υπεράσπισης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στα άρθρα 47 και 48 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης , γίνονται δεκτά στη δίκη χωρίς επικύρωση ή παρόμοια νομική διαδικασία, ακόμη και αν η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους όπου εδρεύει το δικαστήριο προβλέπει διαφορετικές διατάξεις για τη συλλογή ή την προσκόμιση παρόμοιων αποδεικτικών στοιχείων .

1.   Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία στο δικαστήριο το οποίο εκδικάζει την υπόθεση γίνονται δεκτά, εφόσον το τελευταίο κρίνει ότι η αποδοχή τους δεν υπονομεύει τη δίκαιη διεξαγωγή της διαδικασίας ούτε έχει δυσμενή αντίκτυπο στα δικαιώματα υπεράσπισης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις υποχρεώσεις των κρατών μελών δυνάμει του άρθρου 6 ΣΕΕ .

2.   Από τη στιγμή που κάνουν δεκτά τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, τα εθνικά δικαστήρια ασκούν πλέον ελεύθερα κάθε αρμοδιότητά τους σχετικά με την αξιολόγηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων κατά την εκδίκαση της εκάστοτε υπόθεσης.

2.   Από τη στιγμή που κάνουν δεκτά τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, τα εθνικά δικαστήρια ασκούν πλέον ελεύθερα κάθε αρμοδιότητά τους σχετικά με την αξιολόγηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων κατά την εκδίκαση της εκάστοτε υπόθεσης.

Άρθρο 33

Τροποποίηση 8

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.   Ο ύποπτος και ο κατηγορούμενος που εμπλέκονται στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας έχουν , δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, το δικαίωμα να παραμένουν σιωπηλοί κατά την εξέταση στην οποία υποβάλλονται όσον αφορά τα αδικήματα για τη διάπραξη των οποίων είναι ύποπτοι, και να ενημερώνονται ότι δεν υποχρεούνται να αυτοενοχοποιηθούν.

1.   Ο ύποπτος και ο κατηγορούμενος που εμπλέκονται στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας έχουν το δικαίωμα να παραμένουν σιωπηλοί κατά την εξέταση στην οποία υποβάλλονται όσον αφορά τα αδικήματα για τη διάπραξη των οποίων είναι ύποπτοι, και να ενημερώνονται ότι δεν υποχρεούνται να αυτοενοχοποιηθούν.

2.   Ο ύποπτος και ο κατηγορούμενος τεκμαίρονται ότι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους , σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία .

2.   Ο ύποπτος και ο κατηγορούμενος τεκμαίρονται ότι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους.

Άρθρο 34

Τροποποίηση 9

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

Κάθε ύποπτος ή κατηγορούμενος για αδίκημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας έχει, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, το δικαίωμα να λάβει εν όλω ή εν μέρει δωρεάν νομική συνδρομή από τις εθνικές αρχές, εφόσον δεν διαθέτει επαρκή μέσα για να πληρώσει ο ίδιος την υπεράσπισή του.

Κάθε ύποπτος ή κατηγορούμενος για αδίκημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας έχει το δικαίωμα να λάβει εν όλω ή εν μέρει δωρεάν νομική συνδρομή από τις εθνικές αρχές, εφόσον δεν διαθέτει επαρκή μέσα για να πληρώσει ο ίδιος την υπεράσπισή του.

Άρθρο 36

Τροποποίηση 10

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

1.    Όταν θεσπίζει διαδικαστικές πράξεις κατά την άσκηση των καθηκόντων της, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θεωρείται ως εθνική αρχή για τον σκοπό του δικαστικού ελέγχου.

Για τους σκοπούς του δικαστικού ελέγχου η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θεωρείται ως εθνική αρχή σε σχέση με όλα τα διαδικαστικά μέτρα που εγκρίνει κατά τη διάρκεια της άσκησης των καθηκόντων της ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου. Για όλες τις άλλες πράξεις ή παραλήψεις της, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θεωρείται ως οργανισμός της Ένωσης.

2.     Οι διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας που καθίστανται ενδεχομένως εφαρμοστέες δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θεωρούνται ως διατάξεις του δικαίου της Ένωσης για τον σκοπό του άρθρου 267 της Συνθήκης.

 

Άρθρο 68

Τροποποίηση 11

Πρόταση κανονισμού

Τροπολογία

Οι διοικητικές δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας υπόκεινται στις έρευνες του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σύμφωνα με το άρθρο 228 της Συνθήκης.

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία υπόκειται στις έρευνες του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή σε σχέση με περιπτώσεις κακοδιαχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 228 της Συνθήκης.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/165


P7_TA(2014)0235

Έκθεση προόδου του 2013 για την Τουρκία

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2013 για την Τουρκία (2013/2945(RSP))

(2017/C 378/19)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την έκθεση προόδου της Επιτροπής σχετικά με την Τουρκία για το 2013 (SWD(2013)0417),

έχοντας υπόψη την από 16 Οκτωβρίου 2013 ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Στρατηγική διεύρυνσης και κυριότερες προκλήσεις για την περίοδο 2013-2014» (COM(2013)0700),

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του, και συγκεκριμένα της 10ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την έκθεση προόδου της Τουρκίας για το 2009 (1), της 9ης Μαρτίου 2011 σχετικά με την έκθεση προόδου της Τουρκίας για το 2010 (2), της 29ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την έκθεση προόδου της Τουρκίας για το 2011 (3), της 18ης Απριλίου 2013 σχετικά με την έκθεση προόδου της Τουρκίας για το 2012 (4) και της 13ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την κατάσταση στην Τουρκία (5),

έχοντας υπόψη το διαπραγματευτικό πλαίσιο για την Τουρκία της 3ης Οκτωβρίου 2005,

έχοντας υπόψη την απόφαση 2008/157/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 2008 για τις αρχές, τις προτεραιότητες και τις προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στην εταιρική σχέση για την προσχώρηση της Τουρκικής Δημοκρατίας (6) («εταιρική σχέση για την προσχώρηση»), καθώς και τις προηγούμενες αποφάσεις του Συμβουλίου του 2001, του 2003 και του 2006 σχετικά με την εταιρική σχέση για την προσχώρηση,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2010, της 5ης Δεκεμβρίου 2011, της 11ης Δεκεμβρίου 2012 και της 25ης Ιουνίου 2013,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της έκθεσης του Επιτρόπου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης της 26ης Νοεμβρίου 2013, όπου επισημαίνεται η ανάρμοστη συμπεριφορά που επέδειξαν οι δυνάμεις της τάξεως κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στο Πάρκο Gezi,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία άρχισαν στις 3 Οκτωβρίου 2005 και ότι η έναρξη των διαπραγματεύσεων αυτών αποτελεί την αφετηρία μιας μακρόχρονης και χωρίς προδιαγεγραμμένη λήξη διαδικασίας, η οποία βασίζεται σε δίκαιες και αυστηρές προϋποθέσεις και στη δέσμευση για την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία έχει δεσμευθεί ως προς την τήρηση των κριτηρίων της Κοπεγχάγης, την υλοποίηση κατάλληλων και ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, τη διατήρηση σχέσεων καλής γειτονίας και τη σταδιακή ευθυγράμμιση με την ΕΕ· ότι οι προσπάθειες αυτές πρέπει να θεωρούνται ως ευκαιρία προκειμένου η Τουρκία να συνεχίσει τη διεργασία εκσυγχρονισμού της·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να παραμείνει το σημείο αναφοράς για τις μεταρρυθμίσεις στην Τουρκία·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλήρης συμμόρφωση με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης καθώς και η ικανότητα ενσωμάτωσης της ΕΕ, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2006, εξακολουθούν να αποτελούν τη βάση για την προσχώρηση στην ΕΕ·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 11ης Δεκεμβρίου 2012, υιοθέτησε τη νέα προσέγγιση της Επιτροπής σχετικά με το διαπραγματευτικό πλαίσιο για τα νέα υποψήφια κράτη, να τεθεί το κράτος δικαίου στο επίκεντρο της πολιτικής για τη διεύρυνση, και επιβεβαίωσε τον κεντρικό ρόλο που έχουν στη διαδικασία διαπραγματεύσεων το κεφάλαιο 23 (δικαστικός τομέας και θεμελιώδη δικαιώματα) και το κεφάλαιο 24 (δικαιοσύνη, ελευθερία και ασφάλεια), τα οποία πρέπει να εξετασθούν σε αρχική φάση των διαπραγματεύσεων προκειμένου να δοθούν σαφή σημεία αναφοράς και επαρκής χρόνος για τη θέσπιση των απαραίτητων αλλαγών στη νομοθεσία και τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις, και έτσι να επιτευχθεί μεστό ιστορικό υλοποίησης·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της στρατηγικής για τη διεύρυνση του 2013, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, λόγω της οικονομίας, της στρατηγικής θέσης και του σημαντικού ρόλου της σε περιφερειακό επίπεδο, η Τουρκία είναι στρατηγικός εταίρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολύτιμη συνιστώσα της οικονομικής ανταγωνιστικότητας της ΕΕ και ότι υλοποιήθηκε σημαντική πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις το τελευταίο δωδεκάμηνο· ότι η Επιτροπή ζήτησε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις και την προαγωγή του διαλόγου σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα στην Τουρκία και στην τουρκική κοινωνία στο σύνολό της·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία δεν έχει εφαρμόσει ακόμη, για όγδοη συνεχή χρονιά, τις διατάξεις που απορρέουν από τη συμφωνία σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας και το πρόσθετο πρωτόκολλό της·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία, προς το δικό της συμφέρον και με στόχο την ενίσχυση της σταθερότητας και την προώθηση σχέσεων καλής γειτονίας, πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές της για την επίλυση των ανοικτών διμερών προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένων των εκκρεμών νομικών υποχρεώσεων και των διενέξεων, σχετικά με τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα καθώς και τον εναέριο χώρο με τους άμεσους γείτονές της, σύμφωνα με τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και του διεθνούς δικαίου·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τουρκία διαθέτει το δυναμικό ώστε να διαδραματίσει καίριο ρόλο στη διαφοροποίηση των ενεργειακών πηγών και των διαύλων για τη διαμετακόμιση πετρελαίου, αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας από τις γειτονικές χώρες προς την ΕΕ και ότι υπάρχουν οι δυνατότητες προκειμένου από τις πλούσιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να επωφεληθούν τόσο η Τουρκία όσο και η ΕΕ, για τη δημιουργία μιας βιώσιμης οικονομίας με χαμηλές εκπομπές άνθρακα·

Ι.

έχοντας υπόψη ότι η αντιμετώπιση της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα αποτελεί σημαντικό στοιχείο ενός λειτουργικού κράτους δικαίου·

ΙΑ.

έχοντας υπόψη ότι η Τουρκία εξακολουθεί να εμπλέκεται ενεργά στα θέματα της ευρύτερης περιοχής της και αποτελεί σημαντικό περιφερειακό παράγοντα·

Αξιόπιστη δέσμευση και ισχυρά δημοκρατικά θεμέλια

1.

χαιρετίζει την έκθεση προόδου του 2013 για την Τουρκία και συντάσσεται με το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η Τουρκία αποτελεί στρατηγικό εταίρο για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι το τελευταίο δωδεκάμηνο υλοποιήθηκε σημαντική πρόοδος ως προς τις μεταρρυθμίσεις· τονίζει τη σημασία και την επείγουσα ανάγκη για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, για μεγαλύτερη λογοδοσία και διαφάνεια στη δημόσια διοίκηση και την προώθηση του διαλόγου σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα και στη κοινωνία ευρύτερα, ιδίως μέσω της κατάλληλης συμμετοχής και μιας διαδικασίας ενδυνάμωσης της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και για τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου στην πράξη· υπενθυμίζει την κεντρική αξία που έχουν για κάθε δημοκρατία η αρχή του διαχωρισμού των εξουσιών και το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα και τονίζει τη σημασία ενός αμερόληπτου και ανεξάρτητου δικαστικού συστήματος για ένα πραγματικά δημοκρατικό κράτος·

2.

σημειώνει τη μετασχηματιστική δυναμική των διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ένωσης και της Τουρκίας και τονίζει τη σημασία ενός εκ του σύνεγγυς διαλόγου και συνεργασίας μεταξύ της Τουρκίας και της ΕΕ σχετικά με τη διαδικασία μεταρρύθμισης, έτσι ώστε οι διαπραγματεύσεις να συνεχίσουν να προσφέρουν στην Τουρκία σαφή σημεία αναφοράς και αξιόπιστα συγκριτικά κριτήρια· τονίζει, ως εκ τούτου, τη σημασία που έχουν οι αξιόπιστες διαπραγματεύσεις, εφόσον διεξάγονται με καλή πίστη και με βάση την αμοιβαία δέσμευση Τουρκίας και Ένωσης υπέρ ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες θα ενισχύσουν τα δημοκρατικά θεμέλια της τουρκικής κοινωνίας, θα προαγάγουν τις δημοκρατικές αξίες και θα οδηγήσουν σε θετικές αλλαγές στους θεσμούς, τη νομοθεσία και τη νοοτροπία της κοινωνίας· εκφράζει, συνεπώς, την ικανοποίησή του για το άνοιγμα του κεφαλαίου 22·

3.

χαιρετίζει την υπογραφή της συμφωνίας επανεισδοχής μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Τουρκίας και την έναρξη, στις 16 Δεκεμβρίου 2013, του διαλόγου ΕΕ-Τουρκίας σχετικά με την ελευθέρωση του καθεστώτος των θεωρήσεων· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να επιτευχθεί κοινή κατανόηση μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ σχετικά με τη σημασία, τόσο για την ΕΕ όσο και για την Τουρκία, της συμφωνίας επανεισδοχής και του χάρτη πορείας που θα οδηγήσει στην ελευθέρωση του καθεστώτος των θεωρήσεων· καλεί, στο πλαίσιο αυτό, την ΕΕ να παράσχει πλήρη τεχνική και χρηματοοικονομική υποστήριξη στην Τουρκία για την εφαρμογή της συμφωνίας επανεισδοχής και την Τουρκία να θεσπίσει επαρκείς πολιτικές που αποβλέπουν στο να προσφέρουν αποτελεσματική διεθνή προστασία σε αιτούντες άσυλο και να εξασφαλίσουν τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μεταναστών· εκτιμά ότι η ίδρυση της Γενικής Διεύθυνσης για τη Διαχείριση της Μετανάστευσης και η εφαρμογή του νόμου για τους αλλοδαπούς και τη διεθνή προστασία αποτελούν ένα πρώτο καλό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση· υπενθυμίζει ότι η Τουρκία είναι μία από τις κύριες χώρες διέλευσης της παράνομης μετανάστευσης που κατευθύνεται στην ΕΕ και τονίζει τη σημασία της ταχείας κύρωσης της συμφωνίας επανεισδοχής και της αποτελεσματικής εφαρμογής της έναντι όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης· καλεί την Τουρκία να εφαρμόσει πλήρως και αποτελεσματικά τις υφιστάμενες διμερείς συμφωνίες επανεισδοχής· τονίζει τα προφανή οφέλη που θα προκύψουν από τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην ΕΕ για επιχειρηματίες, πανεπιστημιακούς, σπουδαστές και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, και καλεί την Τουρκία και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προχωρήσουν στο θέμα του διαλόγου ώστε να σημειωθεί γρήγορα ουσιαστική πρόοδος στο ζήτημα της ελευθέρωσης του καθεστώτος των θεωρήσεων·

Τήρηση των κριτηρίων της Κοπεγχάγης

4.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις πρόσφατες εξελίξεις στην Τουρκία σε σχέση με τις κατηγορίες για διαφθορά σε υψηλό επίπεδο· αποδοκιμάζει την αντικατάσταση εισαγγελέων και αξιωματούχων της αστυνομίας που είχαν αναλάβει τις αρχικές έρευνες, δεδομένου ότι τούτο αντιβαίνει στη θεμελιώδη αρχή της ανεξαρτησίας της δικαστικής αρχής και επηρεάζει ριζικά τις προοπτικές για αξιόπιστη διερεύνηση· εκφράζει τη λύπη του για τη σοβαρή ρήξη εμπιστοσύνης μεταξύ της κυβέρνησης, του δικαστικού σώματος, της αστυνομίας και των μέσων ενημέρωσης· κατά συνέπεια, ζητεί επιμόνως από την κυβέρνηση της Τουρκίας να επιδείξει απόλυτη δέσμευση στις δημοκρατικές αρχές και να απέχει από οποιαδήποτε περαιτέρω παρέμβαση στην έρευνα και την άσκηση διώξεων σχετικά με υποθέσεις διαφθοράς·

5.

υπενθυμίζει στην κυβέρνηση της Τουρκίας τη δέσμευσή της για την εξάλειψη της διαφθοράς, ειδικότερα μέσω της εφαρμογής της πλειονότητας των συστάσεων που διατύπωσε το 2005 στις εκθέσεις αξιολόγησης η ομάδα κρατών του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της διαφθοράς (GRECO)· καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να εξασφαλίσει την καλή λειτουργία του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με τα ισχύοντα διεθνή πρότυπα και να διασφαλίσει την πλήρη πρόσβαση του κοινού και των εμπλεκόμενων θεσμικών οργάνων, και ιδίως της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, στις εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν τις ένοπλες δυνάμεις· καλεί την Τουρκία να εξασφαλίσει τη συνεργασία όλων των υπουργείων με το Ελεγκτικό Συνέδριο· τονίζει για μία ακόμη φορά την ανάγκη να συγκροτηθεί δικαστική αστυνομία, η οποία θα λειτουργεί υπό την εξουσία της δικαστικής αρχής·

6.

εφιστά την προσοχή στον κρίσιμο ρόλο ενός συστήματος ελέγχων και ισορροπιών για κάθε σύγχρονο δημοκρατικό κράτος και στον θεμελιώδη ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση στην καρδιά του τουρκικού πολιτικού συστήματος, παρέχοντας ένα πλαίσιο για διάλογο και επίτευξη συναίνεσης σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα· εκφράζει την ανησυχία του για την πόλωση του πολιτικού κλίματος και την απροθυμία κυβέρνησης και αντιπολίτευσης να εργασθούν για την επίτευξη συναίνεσης ως προς βασικές μεταρρυθμίσεις και την κατάρτιση νέου συντάγματος· παροτρύνει όλους τους πολιτικούς παράγοντες, την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση να εργαστούν από κοινού για να προαγάγουν μια πλουραλιστική θεώρηση στο πλαίσιο των κρατικών θεσμών και να προωθήσουν τον εκσυγχρονισμό και τον εκδημοκρατισμό του κράτους και της κοινωνίας· επισημαίνει τον καίριο ρόλο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών καθώς και την ανάγκη επαρκούς επικοινωνίας με το κοινό για την υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων· καλεί την πολιτική πλειοψηφία να μεριμνήσει για την ενεργό συμμετοχή των άλλων πολιτικών δυνάμεων και της κοινωνίας των πολιτών στη διαδικασία συζήτησης των σχετικών μεταρρυθμίσεων και να λαμβάνει υπόψη, όπου είναι εφικτό, τα συμφέροντα και τις απόψεις τους χωρίς αποκλεισμούς· τονίζει ότι η συνταγματική μεταρρύθμιση πρέπει να παραμείνει ύψιστη προτεραιότητα για τη διαδικασία εκσυγχρονισμού και εκδημοκρατισμού της Τουρκίας·

7.

εκφράζει την ανησυχία του λόγω των κατηγοριών για συστηματική ανάλυση χαρακτηριστικών, εκ μέρους των αρχών, για δημοσίους υπαλλήλους και προσωπικό της αστυνομίας και των δυνάμεων ασφαλείας, με βάση τη θρησκευτική, εθνοτική και πολιτική τους ταυτότητα·

8.

τονίζει την επείγουσα ανάγκη να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος στην εφαρμογή των συνταγματικών τροποποιήσεων του 2010, και συγκεκριμένα στην έγκριση νόμων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και τη στρατιωτική δικαιοσύνη καθώς και νόμων για τη θέσπιση μέτρων θετικής δράσης με στόχο την προώθηση της ισότητας των φύλων· υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η αυστηρή εφαρμογή αυτών των νομοθετικών αλλαγών όταν εγκριθούν·

9.

επαινεί την Επιτροπή Συνδιαλλαγής για την επίτευξη συναίνεσης όσον αφορά 60 συνταγματικές τροποποιήσεις, αλλά εκφράζει την ανησυχία του για την αναστολή των εργασιών της και την τρέχουσα έλλειψη προόδου· πιστεύει ακράδαντα ότι οι εργασίες για ένα νέο σύνταγμα για τη χώρα πρέπει να συνεχιστούν, δεδομένου ότι έχουν ζωτική σημασία για τη μεταρρυθμιστική διαδικασία στην Τουρκία· τονίζει τη σημασία που έχει η επίτευξη συναίνεσης στο πλαίσιο της διαδικασίας συνταγματικής μεταρρύθμισης για ένα αποτελεσματικό σύστημα διαχωρισμού των εξουσιών και έναν περιεκτικό ορισμό της ιδιότητας του πολίτη, με στόχο την επίτευξη ενός πλήρως δημοκρατικού συντάγματος το οποίο θα διασφαλίζει ίσα δικαιώματα για όλο τον λαό της Τουρκίας· υπογραμμίζει ότι η Τουρκία, ως κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα μπορούσε να επωφεληθεί από τον ενεργητικό διάλογο με την Επιτροπή της Βενετίας σχετικά με τη διαδικασία συνταγματικής μεταρρύθμισης· υπογραμμίζει ότι η διαδικασία συνταγματικής μεταρρύθμισης πρέπει να πραγματοποιηθεί με διαφανή τρόπο και χωρίς αποκλεισμούς, με την πλήρη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών σε όλα τα στάδια·

10.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το νέο νόμο περί του Ανώτατου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων και επισημαίνει τον σημαντικό, κεντρικό ρόλο που αναγνωρίζεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, κάτι που δεν συνάδει με την αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης ως απαραίτητη προϋπόθεση για ένα πλήρως λειτουργικό δημοκρατικό σύστημα ελέγχων και ισορροπιών· τονίζει ότι οι κανόνες που διέπουν την εκλογή, τη σύνθεση και τη λειτουργία του Ανώτατου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων πρέπει να είναι πλήρως εναρμονισμένοι με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να διαβουλευτεί εκ του σύνεγγυς με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Επιτροπή της Βενετίας και να αναθεωρήσει τον νέο νόμο για το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων με βάση τις συστάσεις τους·

11.

χαιρετίζει τη δέσμη μέτρων για τον εκδημοκρατισμό που υποβλήθηκε από την κυβέρνηση στις 30 Σεπτεμβρίου 2013 και καλεί την κυβέρνηση να την εφαρμόσει ταχέως και πλήρως, να διαβουλεύεται δεόντως με την αντιπολίτευση και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στην προπαρασκευή της νομοθεσίας εφαρμογής και να συνεχίσει τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες προς την κατεύθυνση της αναθεώρησης του εκλογικού συστήματος (μεταξύ άλλων μέσω της μείωσης του ορίου του 10 %) και της κατάλληλης συμμετοχής όλων των συνιστωσών της τουρκικής κοινωνίας, προκειμένου να ενισχυθεί η δημοκρατία και να αντανακλάται καλύτερα η υφιστάμενη πολυφωνία στη χώρα· τονίζει την επείγουσα ανάγκη για συνολική νομοθεσία κατά των διακρίσεων και για τη συγκρότηση επιτροπής κατά των διακρίσεων και συμβουλίου ισότητας· καλεί συνεπώς την κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι η νομοθεσία σχετικά με τα εγκλήματα μίσους παρέχει προστασία σε όλους τους πολίτες και τις κοινότητες, περιλαμβανομένων των μειονοτήτων και των ατόμων ΛΟΑΔΜ· προτρέπει την κυβέρνηση να λάβει μέτρα για τη βελτίωση των δικαιωμάτων της κοινότητας των Αλεβιτών· ζητεί να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για την αντιμετώπιση των διακρίσεων που υφίσταται η κοινότητα των Ρομά, καθώς και για την αύξηση της απασχολησιμότητας και τη μείωση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου·

12.

χαιρετίζει τη συγκρότηση νέων θεσμικών οργάνων, συγκεκριμένα του θεσμού του Διαμεσολαβητή και του τουρκικού εθνικού ιδρύματος ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία τέθηκαν σε λειτουργία το 2013, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πρόσθετοι μηχανισμοί που δίνουν τη δυνατότητα στα άτομα να αιτούνται την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών τους·

13.

εκφράζει τη βαθιά λύπη του για την απώλεια ανθρώπινων ζωών μεταξύ των διαδηλωτών και των δυνάμεων της αστυνομίας, για την υπερβολική χρήση βίας από την αστυνομία και τις βιαιοπραγίες ορισμένων διαδηλωτών· εκτιμά ότι οι διαμαρτυρίες στο Πάρκο Gezi μαρτυρούν τόσο την ύπαρξη μιας δυναμικής κοινωνίας των πολιτών στην Τουρκία όσο και την ανάγκη να συνεχιστεί ο ζωτικός διάλογος και να πραγματοποιηθούν επειγόντως μεταρρυθμίσεις για την προώθηση των θεμελιωδών αξιών· εκφράζει τη λύπη του διότι κατά τα φαινόμενα τα δικαστήρια δεν κατόρθωσαν να τιμωρήσουν όλους εκείνους τους κρατικούς λειτουργούς και τους αστυνομικούς που ευθύνονται για τη βία, την απώλεια ζωών και τους σοβαρούς τραυματισμούς διαδηλωτών στο Πάρκο Gezi και κατά συνέπεια εκφράζει την ικανοποίησή του για τις εν εξελίξει διοικητικές έρευνες που ξεκίνησε το Υπουργείο Εσωτερικών, τις δικαστικές έρευνες και τη διερεύνηση από τον Διαμεσολαβητή καταγγελιών σχετικά με τα γεγονότα στο Πάρκο Gezi, θεωρώντας ότι αποτελούν μια νέα ευκαιρία να επιδείξει η χώρα πλήρη δέσμευση στο κράτος δικαίου και να προσαχθούν οι υπεύθυνοι ενώπιον της δικαιοσύνης· αναμένει έρευνες και ανακρίσεις ώστε να αντιμετωπιστούν πλήρως και χωρίς καθυστέρηση οι ανησυχίες· καλεί την Τουρκία να θεσπίσει κατάλληλες διαδικασίες εσωτερικής έρευνας και να συγκροτήσει ανεξάρτητη εποπτική αρχή για τις αξιόποινες πράξεις της αστυνομίας· εκτιμά ότι τα γεγονότα στο Πάρκο Gezi υπογραμμίζουν την ανάγκη για φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται ο σεβασμός της ελευθερίας του συνέρχεσθαι· προτρέπει το Υπουργείο Εσωτερικών και την αστυνομία να καθιερώσουν μεθόδους για την αντιμετώπιση των δημόσιων διαμαρτυριών με λιγότερο συγκρουσιακό τρόπο και, ειδικότερα, να μην συλλαμβάνουν το ιατρικό προσωπικό, τους δικηγόρους και άλλους επαγγελματίες που εκτελούν τα καθήκοντά τους ούτε να παρεμποδίζουν το έργο τους· εκφράζει την ανησυχία του για τις ενέργειες κατά επαγγελματιών του τομέα υγείας, δικηγόρων, πανεπιστημιακών, σπουδαστών και επαγγελματικών ενώσεων, σε σχέση με μη βίαιες ενέργειές τους κατά τη διάρκεια των γεγονότων στο Πάρκο Gezi·

14.

παρατηρεί ότι το πρωτοφανές κύμα διαμαρτυριών αντανακλά επίσης τις θεμιτές προσδοκίες πολλών Τούρκων πολιτών για εμβάθυνση της δημοκρατίας· επαναλαμβάνει ότι, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, οι κυβερνήσεις πρέπει να προάγουν την ανεκτικότητα και να εξασφαλίζουν την ελευθερία του θρησκεύματος και των πεποιθήσεων όλων των πολιτών· καλεί την κυβέρνηση να σεβαστεί την πολυφωνία και την πολυμορφία της τουρκικής κοινωνίας·

15.

εκφράζει την ανησυχία του για την πολύ περιορισμένη κάλυψη των γεγονότων του Πάρκου Gezi από τουρκικά μέσα μαζικής ενημέρωσης και για την απόλυση δημοσιογράφων που επέκριναν την αντίδραση της κυβέρνησης στα γεγονότα αυτά· υπενθυμίζει ότι η ελευθερία της έκφρασης και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών μέσων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, είναι στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών αξιών και ότι ο ανεξάρτητος Τύπος είναι ζωτικής σημασίας για μία δημοκρατική κοινωνία δεδομένου ότι επιτρέπει στους πολίτες να παίρνουν ενεργό μέρος στις συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων ενημερωμένοι, και επομένως ενισχύει τη δημοκρατία· εκφράζει βαθιά ανησυχία για τον νέο νόμο για το Διαδίκτυο, ο οποίος εισάγει υπέρμετρους ελέγχους της πρόσβασης στο Διαδίκτυο, και παρακολούθησή της, και έχει το δυναμικό να θίξει καίρια την ελευθερία έκφρασης, την ερευνητική δημοσιογραφία, τον δημοκρατικό έλεγχο και την πρόσβαση σε πολιτικά πολύμορφη πληροφόρηση μέσω του Διαδικτύου· επισημαίνει τις σοβαρές ανησυχίες που έχουν εκφραστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, και ζητεί από την κυβέρνηση της Τουρκίας να αναθεωρήσει τον νόμο σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και της ελευθερίας της έκφρασης· επαναλαμβάνει και πάλι την ανησυχία του για το γεγονός ότι τα περισσότερα μέσα μαζικής ενημέρωσης ανήκουν και είναι συγκεντρωμένα σε μεγάλα συγκροτήματα επιχειρηματικών συμφερόντων και επισημαίνει το ανησυχητικό και διαδεδομένο φαινόμενο της αυτολογοκρισίας από πλευράς ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης και δημοσιογράφων· εκφράζει την ανησυχία του για την απόλυση δημοσιογράφων από μέσα ενημέρωσης λόγω της κριτικής που άσκησαν στην κυβέρνηση· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να τιμωρηθούν οι ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης που ασκούν κριτική· εκφράζει ανησυχία για τις συνέπειες της διαπίστευσης από κρατικά θεσμικά όργανα, που έχει στόχο κυρίως τα μέσα ενημέρωσης της αντιπολίτευσης· εκφράζει βαθιά ανησυχία για τον ιδιαίτερα υψηλό αριθμό δημοσιογράφων που τελούν επί του παρόντος υπό προσωρινή κράτηση, γεγονός που υπονομεύει την ελευθερία της έκφρασης και των μέσων ενημέρωσης, και καλεί τις δικαστικές αρχές της Τουρκίας να επανεξετάσουν και να αντιμετωπίσουν τις υποθέσεις αυτές το ταχύτερο δυνατόν· τονίζει τον ιδιαίτερο ρόλο των δημόσιων μέσων ενημέρωσης στην ενίσχυση της δημοκρατίας και καλεί τις αρχές να εξασφαλίσουν την ανεξαρτησία και τη βιωσιμότητα των μέσων αυτών σε συμμόρφωση με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

16.

εκφράζει βαθιά ανησυχία και δυσαρέσκεια για την έλλειψη πραγματικού διαλόγου και διαβούλευσης σχετικά με το νομοσχέδιο για το Διαδίκτυο και το νομοσχέδιο για το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων και παρατηρεί ότι αυτά τα περιστατικά έρχονται σε έντονη αντίθεση με προηγούμενα περιστατικά καλής συνεργασίας· εκφράζει την έντονη ανησυχία ότι ο νόμος για το Διαδίκτυο και ο νόμος για το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων απομακρύνουν την Τουρκία από την οδό της εκπλήρωσης των κριτηρίων της Κοπεγχάγης και καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να επιδοθεί σε πραγματικό, εποικοδομητικό διάλογο για τους δύο αυτούς νόμους και τη μελλοντική νομοθεσία, ιδίως σε σχέση με τα μέσα ενημέρωσης και το δικαστικό σώμα, καθώς και να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να αναζωπυρώσει τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων και να δείξει πραγματική δέσμευση στην ευρωπαϊκή προοπτική της, μεταξύ άλλων με μεταρρύθμιση των νόμων για το Διαδίκτυο και το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων·

17.

εκφράζει την ανησυχία του για τις πρόσφατες δηλώσεις του τούρκου πρωθυπουργού, σύμφωνα με τις οποίες ενδέχεται να υπερβεί την ισχύουσα νομοθεσία για το Διαδίκτυο και να απαγορεύσει το Facebook και το YouTube·

18.

σημειώνει ότι η ειδική αντιπροσωπεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την παρακολούθηση των δικών σε βάρος δημοσιογράφων στην Τουρκία, που συστάθηκε το 2012 και στην οποία γίνεται αναφορά στα ψήφισματά του σχετικά με τις εκθέσεις προόδου του 2011 και του 2012 για την Τουρκία, υπέβαλε το 2013 την ενδιάμεση έκθεση δραστηριοτήτων, η οποία βασίζεται σε παρατηρήσεις σχετικά με γεγονότα, και θα υποβάλει την τελική έκθεση δραστηριοτήτων της την 1η Απριλίου 2014·

19.

σημειώνει τις ανησυχίες της τουρκικής κοινωνίας σχετικά με το υπερβολικά εκτεταμένο πεδίο της υπόθεσης Ergenekon, τις αδυναμίες της δικαστικής διαδικασίας, τις καταγγελίες για χρήση ανακόλουθων στοιχείων σε βάρος των κατηγορουμένων, στοιχεία τα οποία, όπως και στην υπόθεση «Βαριοπούλα», υπονόμευσαν την αποδοχή της απόφασης του δικαστηρίου· τονίζει, και πάλι, υπό το πρίσμα των ανωτέρω, ότι η υπόθεση KCK πρέπει να καταδείξει τη δύναμη και την ορθή, ανεξάρτητη, αμερόληπτη και διαφανή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών και του δικαστικού συστήματος της Τουρκίας, καθώς και την αταλάντευτη και άνευ όρων δέσμευση στο θέμα του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων· καλεί την αντιπροσωπεία της ΕΕ στην Άγκυρα να παρακολουθεί στενά τις περαιτέρω εξελίξεις στις εν λόγω υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων πιθανών διαδικασιών έφεσης, καθώς και των συνθηκών κράτησης, και να υποβάλει σχετική έκθεση στην Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

20.

επισημαίνει ιδιαίτερα τις δίκες των Füsun Erdoğan και Pinar Selek· υποστηρίζει ότι οι δίκες αυτές αποτελούν παράδειγμα των αδυναμιών του δικαστικού συστήματος της Τουρκίας και εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι οι διαδικασίες της δίκης της Pinar Selek έχουν διαρκέσει 16 χρόνια· επιμένει ότι όλες οι δίκες πρέπει να διεξάγονται με διαφάνεια, σεβασμό του κράτους δικαίου και με εξασφάλιση των κατάλληλων συνθηκών·

21.

εκφράζει την ανησυχία του για την επιδείνωση του πολιτισμικού «σχίσματος» στην Τουρκία όσον αφορά τα καλούμενα «ζητήματα τρόπου ζωής», το οποίο εγκυμονεί τον κίνδυνο παρέμβασης των αρχών στην ιδιωτική ζωή των πολιτών, όπως καταδεικνύουν πρόσφατες δηλώσεις σχετικά με τον αριθμό των παιδιών που θα πρέπει να κάνουν οι γυναίκες, τις μικτές φοιτητικές εστίες και την πώληση αλκοόλ·

22.

σημειώνει ότι η εφαρμογή της τρίτης δέσμης για τη δικαστική μεταρρύθμιση οδήγησε στην αποφυλάκιση μεγάλου αριθμού κρατουμένων και χαιρετίζει την τέταρτη δέσμη μέτρων για τη δικαστική μεταρρύθμιση ως ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση ενός δικαστικού τομέα στην Τουρκία σύμφωνου με τα πρότυπα και τις αξίες της ΕΕ· επισημαίνει, ειδικότερα, (i) τη νέα, σημαντική διάκριση μεταξύ της ελευθερίας της έκφρασης, του Τύπου και του συνέρχεσθαι και της υποκίνησης σε βία ή σε τέλεση τρομοκρατικών πράξεων, (ii) τον περιορισμό του αδικήματος του εγκωμιασμού εγκλήματος ή εγκληματία στις περιπτώσεις που συντρέχει πρόδηλος και επικείμενος κίνδυνος για τη δημόσια τάξη και (iii) τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της αξιόποινης πράξης για τη διάπραξη εγκλήματος στο όνομα μιας οργάνωσης, χωρίς την ιδιότητα του μέλους, μόνο στις ένοπλες οργανώσεις·

23.

χαιρετίζει τις πρωτοβουλίες που ανελήφθησαν από το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων για την προώθηση της κατάρτισης ενός μεγάλου αριθμού δικαστών και εισαγγελέων στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την προαγωγή της εις βάθος, κατανόησης της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η πρακτική εφαρμογή της· επισημαίνει την έγκριση του σχεδίου δράσης για την πρόληψη παραβιάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου και καλεί την κυβέρνηση να μεριμνήσει για την ταχεία και αποτελεσματική εφαρμογή του, ώστε να αντιμετωπιστούν οριστικά όλα τα ζητήματα που εγείρουν αποφάσεις του Δικαστηρίου όπου διαπιστώνεται ότι η Τουρκία έχει παραβιάσει διατάξεις της ΕΣΔΑ· προτρέπει την κυβέρνηση να συνεχίσει τις φιλόδοξες δικαστικές μεταρρυθμίσεις που θα βασίζονται στην ανάγκη να υπάρξει πρόοδος στην προάσπιση και την προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων· τονίζει, εν προκειμένω, την ανάγκη μεταρρύθμισης του αντιτρομοκρατικού νόμου κατά προτεραιότητα·

24.

καλεί την Τουρκία να δεσμευθεί για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και να καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να διευθετηθεί οριστικά και με επιτυχία το ζήτημα της προσχώρησης στο Καταστατικό της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ)·

25.

επαναλαμβάνει τη σημασία του ανοίγματος των κεφαλαίων 23 (δικαστικός τομέας και θεμελιώδη δικαιώματα) και 24 (δικαιοσύνη και εσωτερικές υποθέσεις) σε αρχική φάση των διαπραγματεύσεων και κλεισίματός τους σε τελική φάση· τονίζει ότι αυτό θα ήταν συνεπές με τη νέα προσέγγιση της Επιτροπής για τις νέες υποψήφιες χώρες· υπενθυμίζει ότι το άνοιγμα των εν λόγω κεφαλαίων βασίζεται στην εκπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στα επίσημα συγκριτικά κριτήρια και τονίζει κατά συνέπεια ότι αν προσφερθούν στην Τουρκία τα επίσημα συγκριτικά κριτήρια για το άνοιγμα των κεφαλαίων 23 και 24 θα της δοθεί ένας σαφής χάρτης πορείας και ιδίως θα εξασφαλιστεί ένα σαφές σημείο αγκύρωσης της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας στην Τουρκία, με βάση ευρωπαϊκά πρότυπα, με ιδιαίτερη αναφορά στον δικαστικό τομέα· καλεί, κατά συνέπεια, το Συμβούλιο να καταβάλει νέες προσπάθειες για την παρουσίαση των επίσημων συγκριτικών κριτηρίων και τελικά, με την εκπλήρωση των κριτηρίων που έχουν τεθεί, για το άνοιγμα των κεφαλαίων 23 και 24· καλεί την Τουρκία να συνεργαστεί όσο το δυνατόν περισσότερο στο θέμα αυτό· καλεί την Επιτροπή να προτείνει χωρίς καθυστέρηση περαιτέρω διάλογο και συνεργασία με την Τουρκία στους τομείς της δικαστικής εξουσίας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων, στο πλαίσιο της Θετικής Ατζέντας·

26.

εξαίρει την απόφαση της Συνέλευσης Βακουφίων να επιστρέψει τις εκτάσεις της ιστορικής Μονής Μορ Γκάμπριελ στη συριακή κοινότητα της Τουρκίας, συμμορφούμενη προς τη δέσμευση που ανέλαβε η κυβέρνηση στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων για τον εκδημοκρατισμό· τονίζει ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί να προσφέρεται ένα επαρκές νομικό πλαίσιο για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων· τονίζει τη σημασία που έχει η συνέχιση της μεταρρύθμισης στον τομέα της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας, με την εξασφάλιση στις θρησκευτικές κοινότητες της δυνατότητας να αποκτήσουν νομική προσωπικότητα, την κατάργηση όλων των περιορισμών στην κατάρτιση, τον διορισμό και τη διαδοχή του κλήρου, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τις συστάσεις της Επιτροπής της Βενετίας, καθώς και με την κατάργηση των πάσης φύσεως διακρίσεων ή εμποδίων με βάση το θρήσκευμα· καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να εξετάσει το αίτημα της κοινότητας των Αλεβιτών για αναγνώριση των Cemevi ως ισότιμων τόπων λατρείας· υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι να αρθούν τα εμπόδια για την ταχεία επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και τη δημόσια χρήση του εκκλησιαστικού τίτλου του Οικουμενικού Πατριάρχη· καλεί το ανώτατο δικαστήριο (Yargitay) να ανακαλέσει την απόφασή του σχετικά με την μετατροπή της ιστορικής εκκλησίας της Αγίας Σοφίας της Τραπεζούντας σε τζαμί και να προωθήσει την άμεση επαναλειτουργία της ως μουσείο·

27.

εκφράζει την υποστήριξή του για τη βάση δεδομένων σχετικά με τη βία κατά των γυναικών, την οποία καταρτίζει επί του παρόντος το Υπουργείο Οικογένειας και Κοινωνικών Πολιτικών· ζητεί να συμπληρωθεί η υφιστάμενη νομοθεσία για τη δημιουργία κέντρων υποδοχής των γυναικών που είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας με κατάλληλους μηχανισμούς παρακολούθησης, στις περιπτώσεις που οι δήμοι αδυνατούν να δημιουργήσουν τα καταφύγια αυτά· υποστηρίζει τις προσπάθειες του Υπουργείου Οικογένειας και Κοινωνικών Πολιτικών να αυξήσει τις ποινές για τους εξαναγκασμένους πρόωρους γάμους, που πρέπει να εξαλειφθούν, και το ενθαρρύνει να προχωρήσει σε αυτό το δρόμο· ζητεί να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για την εξάλειψη των λεγόμενων «εγκλημάτων τιμής»· επαναλαμβάνει την ανησυχία του για το χαμηλό επίπεδο κοινωνικής και οικονομικής ένταξης των γυναικών και συμμετοχής τους στο εργατικό δυναμικό, στην πολιτική και στο ανώτατο επίπεδο της δημόσιας διοίκησης και ενθαρρύνει την κυβέρνηση να εγκρίνει κατάλληλα μέτρα για να προωθήσει έναν πιο κεντρικό ρόλο των γυναικών στον οικονομικό και πολιτικό ιστό της Τουρκίας· καλεί τα πολιτικά κόμματα να αναλάβουν συγκεκριμένη δράση για να ενθαρρύνουν περαιτέρω την ενδυνάμωση των γυναικών όσον αφορά την ενεργό συμμετοχή τους στην πολιτική· υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης για την προώθηση της κοινωνικής και της οικονομικής ένταξης των γυναικών, και τη σημασία της συνεκτίμησης της διάστασης της ισότητας των φύλων στη νομοθετική διαδικασία και την εφαρμογή των νόμων·

28.

υποστηρίζει ένθερμα την πρωτοβουλία της κυβέρνησης να επιδιώξει επίλυση του κουρδικού ζητήματος βάσει διαπραγματεύσεων με το PKK, με στόχο τον οριστικό τερματισμό των τρομοκρατικών δραστηριοτήτων του PKK· επιδοκιμάζει το γεγονός ότι τώρα επιτρέπεται η εκπαίδευση στην κουρδική γλώσσα στα ιδιωτικά σχολεία και ενθαρρύνει την κυβέρνηση να εφαρμόσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις με σκοπό την προώθηση των κοινωνικών, πολιτιστικών και οικονομικών δικαιωμάτων της κουρδικής κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης στην κουρδική γλώσσα στα δημόσια σχολεία, με βάση κατάλληλες διαβουλεύσεις με τους αρμόδιους φορείς και την αντιπολίτευση, και με τον γενικό στόχο να διευκολυνθεί ένα πραγματικό άνοιγμα στις διεκδικήσεις βασικών δικαιωμάτων για όλους τους πολίτες στην Τουρκία· καλεί την Τουρκία να υπογράψει τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για τις περιφερειακές ή μειονοτικές γλώσσες, του Συμβουλίου της Ευρώπης· εκφράζει την ανησυχία του για την πληθώρα ποινικών υποθέσεων κατά συγγραφέων και δημοσιογράφων που αρθρογραφούσαν σχετικά με το κουρδικό ζήτημα και τη σύλληψη πολλών Κούρδων πολιτικών, δημάρχων και μελών δημοτικών συμβουλίων, συνδικαλιστών, δικηγόρων, διαδηλωτών και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε σχέση με τη δίκη της Ένωσης Κοινοτήτων του Ελεύθερου Κουρδιστάν (KCK)· καλεί την αντιπολίτευση να υποστηρίξει ενεργά τις διαπραγματεύσεις και τις μεταρρυθμίσεις, που αποτελούν σημαντικό βήμα προς όφελος της τουρκικής κοινωνίας ευρύτερα· καλεί τις τουρκικές αρχές και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συνεργάζονται στενά για την αξιολόγηση των προγραμμάτων στο πλαίσιο του Μηχανισμού Προενταξιακής Βοήθειας (ΜΠΒ) που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για το κεφάλαιο 22·

29.

καλωσορίζει και αναμένει την ταχεία υλοποίηση της δήλωσης της τουρκικής κυβέρνησης σχετικά με την επαναλειτουργία του σχολείου της ελληνικής μειονότητας στη νήσο Gökceada (Ίμβρο), ενέργεια που αποτελεί θετικό βήμα για τη διατήρηση του διπολιτισμικού χαρακτήρα των νησιών Gökceada (Ίμβρου) και Bozcaada (Τενέδου), σύμφωνα με το ψήφισμα αριθ. 1625(2008) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης· επισημαίνει, ωστόσο, ότι χρειάζονται περαιτέρω βήματα για να βρεθεί λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μέλη της ελληνικής μειονότητας, ιδίως σε σχέση με τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους· στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένο τον φθίνοντα αριθμό των μελών της μειονότητας, καλεί τις τουρκικές αρχές να ενθαρρύνουν και να διευκολύνουν τις εκπατρισμένες οικογένειες της μειονότητας που επιθυμούν να επιστρέψουν στο νησί·

30.

είναι της γνώμης ότι ο κοινωνικός διάλογος και η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων έχουν ζωτική σημασία για την ανάπτυξη μιας ευημερούσας και πολυφωνικής κοινωνίας ως τρόπου για την προώθηση της κοινωνικής και οικονομικής ενσωμάτωσης στην κοινωνία συνολικά· τονίζει ότι είναι σημαντικό να επιτευχθεί περαιτέρω πρόοδος στους τομείς της κοινωνικής πολιτικής και της απασχόλησης, ιδίως προκειμένου να αρθούν όλα τα εμπόδια στην αποτελεσματική και απρόσκοπτη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων, ιδίως στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, να θεσπιστεί εθνική στρατηγική για την απασχόληση, να αντιμετωπισθεί η αδήλωτη εργασία, να διευρυνθεί η κάλυψη που παρέχουν οι μηχανισμοί κοινωνικής προστασίας και να αυξηθούν τα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών και των ατόμων με αναπηρία· λαμβάνει υπό σημείωση την εφαρμογή νέας νομοθεσίας για τα συνδικαλιστικά δικαιώματα τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και καλεί την Τουρκία να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να εναρμονίσει πλήρως τη νομοθεσία με τα πρότυπα της ΔΟΕ, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα της απεργίας και το δικαίωμα της συλλογικής διαπραγμάτευσης· τονίζει πόσο σημαντικό είναι το άνοιγμα του κεφαλαίου 19 για την κοινωνική πολιτική και την απασχόληση·

Οικοδόμηση σχέσεων καλής γειτονίας

31.

σημειώνει τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Τουρκίας και της Ελλάδας για τη βελτίωση των διμερών σχέσεών τους, μεταξύ άλλων μέσω διμερών συναντήσεων· θεωρεί, ωστόσο λυπηρό το γεγονός ότι η Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση δεν έχει ανακαλέσει την απειλή casus belli κατά της Ελλάδας· καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να θέσει τέρμα στις συνεχιζόμενες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και των ελληνικών χωρικών υδάτων, καθώς και στις πτήσεις τουρκικών στρατιωτικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά·

32.

καλεί την κυβέρνηση της Τουρκίας να υπογράψει και να κυρώσει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας (UNCLOS), η οποία αποτελεί τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου, χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση και υπενθυμίζει ότι η αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι απολύτως νόμιμη· καλεί την Τουρκία να σέβεται τα κυρίαρχα δικαιώματα όλων των κρατών μελών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της εξερεύνησης και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων σε εδάφη ή ύδατα που βρίσκονται υπό την κυριαρχία τους·

33.

επαναλαμβάνει την έντονη στήριξή του στην επανένωση της Κύπρου, με βάση έναν δίκαιο και βιώσιμο διακανονισμό και για τις δύο κοινότητες και χαιρετίζει, από αυτή την άποψη, την Κοινή Διακήρυξη των ηγετών των δύο κοινοτήτων για επανέναρξη των συνομιλιών για την επανένωση της Κύπρου και τη δέσμευση και των δύο πλευρών σε έναν διακανονισμό με βάση μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, νοουμένου ότι η ενωμένη Κύπρος, ως μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ, θα έχει ενιαία διεθνή νομική προσωπικότητα, ενιαία κυριαρχία και ενιαία ιθαγένεια της ενωμένης Κύπρου· επαινεί τη δέσμευση και των δύο πλευρών για τη δημιουργία θετικής ατμόσφαιρας ώστε να εξασφαλιστεί η επιτυχία των συνομιλιών και σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης για την υποστήριξη της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων· ζητεί από την Τουρκία να υποστηρίξει ενεργά τις διαπραγματεύσεις που έχουν ως στόχο μια δίκαιη, σφαιρική και βιώσιμη λύση υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και σύμφωνα με τα συναφή ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών· καλεί την Τουρκία να αρχίσει να αποσύρει τις δυνάμεις της από την Κύπρο και να μεταβιβάσει την περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου στη διοίκηση των Ηνωμένων Εθνών σύμφωνα με το ψήφισμα 550 (1984) του ΣΑΗΕ· καλεί την Κυπριακή Δημοκρατία να ανοίξει το λιμάνι της Αμμοχώστου υπό την εποπτεία των τελωνειακών αρχών της ΕΕ, προκειμένου να προωθηθεί ένα θετικό κλίμα για την επιτυχή περάτωση των τρεχουσών διαπραγματεύσεων για την επανένωση και να επιτραπεί στους Τουρκοκυπρίους να εμπορεύονται απευθείας με νόμιμο και αποδεκτό από όλους τρόπο· σημειώνει τις προτάσεις της κυπριακής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση των προαναφερθέντων θεμάτων·

34.

επικροτεί την κοινή δήλωση των δημάρχων Αλέξη Γαλανού και Oktay Kayalp στις 10 Δεκεμβρίου 2013, με την οποία εκφράζουν την ισχυρή υποστήριξή τους για μια επανενωμένη Αμμόχωστο·

35.

χαιρετίζει την απόφαση της Τουρκίας να παράσχει πρόσβαση στην Επιτροπή Αγνοουμένων σε περιφραγμένη στρατιωτική περιοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου και ενθαρρύνει την Τουρκία να επιτρέψει στην επιτροπή να έχει πρόσβαση στα συναφή αρχεία και σε στρατιωτικές ζώνες για την εκταφή· ζητεί να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο έργο της Επιτροπής Αγνοουμένων·

36.

τονίζει τη σημασία που έχει μια συνεκτική και συνολική προσέγγιση για την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και ζητεί από την Τουρκία να επιτρέψει τον πολιτικό διάλογο μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αίροντας το βέτο της στη συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ με τη συμμετοχή της Κύπρου, ενώ καλεί, παράλληλα, την Κυπριακή Δημοκρατία να άρει το βέτο στη συμμετοχή της Τουρκίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας·

37.

παροτρύνει την Τουρκία και την Αρμενία να προχωρήσουν σε εξομάλυνση των σχέσεών τους με την κύρωση, χωρίς προϋποθέσεις, των πρωτοκόλλων για τη σύναψη διπλωματικών σχέσεων, με το άνοιγμα των συνόρων και με τη δυναμική βελτίωση των σχέσεών τους, με ιδιαίτερη αναφορά στη διασυνοριακή συνεργασία και την οικονομική ολοκλήρωση·

Προώθηση της συνεργασίας ΕΕ-Τουρκίας

38.

εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την άρνηση της Τουρκίας να εκπληρώσει την υποχρέωσή της για πλήρη και χωρίς διακρίσεις εφαρμογή του πρόσθετου πρωτοκόλλου της συμφωνίας σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας έναντι όλων των κρατών μελών· υπενθυμίζει ότι η άρνηση αυτή εξακολουθεί να έχει σοβαρό αντίκτυπο στη διαδικασία διαπραγμάτευσης·

39.

σημειώνει ότι η Τουρκία παραμένει ο έκτος κατά σειρά μεγέθους εμπορικός εταίρος της ΕΕ και ότι η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εταίρος της Τουρκίας, με το 38 % του εμπορίου της Τουρκίας να κατευθύνεται στην ΕΕ και με το 71 % σχεδόν των άμεσων ξένων επενδύσεων να προέρχονται από την ΕΕ· χαιρετίζει την εν εξελίξει αξιολόγηση της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας από την Επιτροπή, που έχει ως στόχο να αποτιμήσει τον αντίκτυπό της στις δύο πλευρές, καθώς και τρόπους επικαιροποίησής της· καλεί την Τουρκία να άρει τους εναπομένοντες περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων·

40.

εκτιμά ότι, λόγω του στρατηγικού ρόλου της Τουρκίας ως ενεργειακού κόμβου και ως πηγής πλούσιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, πρέπει να εξεταστεί η στενή συνεργασία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας σε θέματα ενέργειας και η σκοπιμότητα της έναρξης διαπραγματεύσεων για το Κεφάλαιο 15 σχετικά με την ενέργεια ώστε να παρασχεθεί ένα επαρκές ρυθμιστικό πλαίσιο· τονίζει περαιτέρω ότι είναι σημαντικό να συμμετέχει η Τουρκία στη διαδικασία διαμόρφωσης της ενεργειακής πολιτικής της Ευρώπης· υπογραμμίζει ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν οι προτεραιότητες για την κλιματική αλλαγή, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση, και τονίζει, από την άποψη αυτή, το δυναμικό της συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας σε θέματα πράσινης ενέργειας· ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να δώσει προτεραιότητα στη χρηματοδότηση υπέρ έργων ανανεώσιμης ενέργειας, καθώς και στο ενεργειακό πλέγμα και τη διασυνδεσιμότητα στην Τουρκία· ζητεί από την Τουρκία να εφαρμόσει πλήρως τη νομοθεσία για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, χωρίς καμιά εξαίρεση για μεγάλα έργα·

41.

επισημαίνει την αυξημένη δραστηριοποίηση της Τουρκίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ιδίως στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, και ενθαρρύνει τις τουρκικές αρχές να εναρμονίσουν τις θέσεις της Τουρκίας με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ, να συντονίσουν διπλωματικές δραστηριότητες με την ΑΠ/ΥΕ και να ενισχύσουν περαιτέρω τη συνεργασία με κράτη μέλη της ΕΕ·

42.

χαιρετίζει τη δέσμευση της Τουρκίας για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε σχεδόν ένα εκατομμύριο Σύρους πρόσφυγες· ζητεί από την Τουρκία να ελέγχει τα σύνορά της ώστε να εμποδίζει την είσοδο μαχητών και την εισροή όπλων προς ομάδες για τις οποίες έχει διαπιστωθεί με αξιόπιστο τρόπο ότι ενέχονται σε συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή που δεν είναι ταγμένες στην υπόθεση της δημοκρατικής μετάβασης της Συρίας· πιστεύει ότι η ΕΕ, η Τουρκία και άλλοι ενδιαφερόμενοι σε διεθνές επίπεδο πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να αναπτύξουν ένα κοινό στρατηγικό όραμα για την προώθηση πολιτικής και δημοκρατικής λύσης στη Συρία χωρίς καθυστέρηση και για την υποστήριξη της πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας της περιοχής, με ιδιαίτερη αναφορά στην Ιορδανία, τον Λίβανο, το Ιράν και το Ιράκ· επισημαίνει ιδίως τις δύσκολες συνθήκες της κοινότητας των Σύρων Αλεβιτών προσφύγων, οι οποίοι έχουν αναζητήσει καταφύγιο στις παρυφές μεγάλων πόλεων, και ζητεί από την Τουρκία να εξασφαλίσει ότι η βοήθεια μπορεί όντως να φτάσει έως αυτούς· τονίζει ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί πρόσβαση του πληθυσμού των προσφύγων στην εκπαίδευση και την απασχόληση, ενώ ταυτόχρονα εκφράζει ανησυχία για τον κοινωνικοοικονομικό αντίκτυπο που έχουν οι κοινότητες των προσφύγων στις πόλεις και τα χωριά που γειτονεύουν με καταυλισμούς προσφύγων· ζητεί από την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τη διεθνή κοινότητα να συνεργαστούν στενά με την Τουρκία για την παροχή βοήθειας στους πρόσφυγες·

ο

ο ο

43.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την ΑΠ/ΥΕ, τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Τουρκικής Δημοκρατίας.


(1)  ΕΕ C 341 Ε της 16.12.2010, σ. 59.

(2)  ΕΕ C 199 Ε της 7.7.2012, σ. 98.

(3)  ΕΕ C 257 Ε της 6.9.2013, σ. 38.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0184.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0277.

(6)  ΕΕ L 51 της 26.2.2008, σ. 4.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/174


P7_TA(2014)0236

Η στρατηγική της ΕΕ για την Αρκτική

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την στρατηγική της ΕΕ για την Αρκτική (2013/2595(RSP))

(2017/C 378/20)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τις προηγούμενες εκθέσεις και ψηφίσματά του σχετικά με την Αρκτική, εκ των οποίων το πιο πρόσφατο εγκρίθηκε τον Ιανουάριο 2011,

έχοντας υπόψη την κοινή ανακοίνωση της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, της 26ης Ιουνίου 2012, με τίτλο «Ανάπτυξη μιας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αρκτική Περιοχή: πρόοδος από το 2008 και επόμενα βήματα» (JOIN(2012)0019), και την ανακοίνωση της Επιτροπής της 20ής Νοεμβρίου 2008 με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η περιοχή της Αρκτικής» (COM(2008)0763),

έχοντας υπόψη την Προπαρασκευαστική Δράση «Στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ανάπτυξης της Αρκτικής»,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής και Οικονομικής Επιτροπής του 2013 σχετικά με την πολιτική της ΕΕ για την Αρκτική,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση του ΟΗΕ για το δίκαιο της θάλασσας (UNCLOS),

έχοντας υπόψη το πρόγραμμα του Αρκτικού Συμβουλίου υπό Καναδική προεδρία για το διάστημα 2013 έως 2015,

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Αρκτικού Συμβουλίου της Kiruna, της 15ης Μαΐου 2013,

έχοντας υπόψη την εταιρική σχέση ΕΕ-Γροιλανδίας 2007-2013 και τη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της ΕΕ και της Γροιλανδίας,

έχοντας υπόψη τη θέση του της 5η Φεβρουαρίου 2014 για το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφενός και της Γροιλανδίας και του Βασιλείου της Δανίας αφετέρου (1),

έχοντας υπόψη το πρόγραμμα έρευνας και καινοτομίας «Ορίζοντας 2020» της ΕΕ για την περίοδο 2014 έως 2020,

έχοντας υπόψη την δήλωση για την 20ή επέτειο της ευρω-αρκτικής συνεργασίας στη Θάλασσα του Μπάρεντς, η οποία δημοσιοποιήθηκε στο Kirkenes, στις 3-4 Ιουνίου 2013,

έχοντας υπόψη τις εθνικές στρατηγικές και τα σχετικά έγγραφα πολιτικής που αφορούν θέματα της Αρκτικής και που εκδόθηκαν από τη Φινλανδία, τη Σουηδία, τη Δανία και Γροιλανδία, τη Νορβηγία, τη Ρωσία, τις ΗΠΑ, τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο αντίστοιχα,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις που εγκρίθηκαν στο Κοινοβουλευτικό Φόρουμ της Βόρειας Διάστασης τον Σεπτέμβριο του 2009 στις Βρυξέλλες και τον Φεβρουάριο του 2011 στο Tromsø, και στο Archangelsk τον Νοέμβριο του 2013,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της τρίτης συνόδου υπουργών της ανανεωμένης Βόρειας Διάστασης, η οποία έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες, στις 18 Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη τις προτεραιότητες του Ευρω-Αρκτικού Συμβουλίου του Μπάρεντς υπό Φινλανδική προεδρία για το διάστημα 2013 έως 2015,

έχοντας υπόψη τις αντίστοιχες δηλώσεις της 9ης Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης της Αρκτικής Περιοχής, η οποία έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες από τις 13 έως τις 15 Σεπτεμβρίου 2010, και της 10ης Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης της Αρκτικής Περιοχής, η οποία έλαβε χώρα στο Akureyri από τις 5 έως τις 7 Σεπτεμβρίου 2012, και τη δήλωση στην οποία προέβη η μόνιμη κοινοβουλευτική επιτροπή της περιοχής της Αρκτικής (SCPAR) στις 19 Σεπτεμβρίου 2013 στο Μουρμάνσκ σχετικά με το καθεστώς παρατηρητή της ΕΕ στο Αρκτικό Συμβούλιο,

έχοντας υπόψη τις συστάσεις του Σκανδιναβικού Συμβουλίου, του 2012,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, για την ασφάλεια των υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερίου (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Απριλίου 2012, σχετικά με την ασφάλεια ζωής μας, το φυσικό μας κεφάλαιο: στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020 (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 5ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με ένα πλαίσιο για τις πολιτικές που αφορούν το κλίμα και την ενέργεια (4) με χρονικό ορίζοντα το έτος 2030 ,

έχοντας υπόψη την από 28 Οκτωβρίου 2013 έκθεση της μικτής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο σχετικά με την πολιτική στο θέμα της Αρκτικής,

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 3ης Οκτωβρίου 2013 στην υπόθεση C-583/11P, και της 25ης Απριλίου 2013 στην υπόθεση T-526/10 σχετικά με την προσφυγή για την ακύρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 737/2010 της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2010, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1007/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί εμπορίου προϊόντων φώκιας (5),

έχοντας υπόψη την έκθεση της ειδικής ομάδας του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), της 25ης Νοεμβρίου 2013, σχετικά με τα μέτρα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την απαγόρευση της εισαγωγής και κυκλοφορίας στην αγορά προϊόντων φώκιας, κεφάλαιο 1.3.5 (στο οποίο περιγράφεται η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως της 29ης Ιανουαρίου 2013) και η κοινοποίηση προσφυγής της ΕΕ στο όργανο εκδίκασης ενστάσεων του ΠΟΕ, της 29ης Ιανουαρίου 2014,

έχοντας υπόψη την έκθεση Nordregio του 2009 με τίτλο «Strong, Specific and Promising — Towards a Vision for the Northern Sparsely Populated Areas in 2020» («Ισχυρό, συγκεκριμένο και ελπιδοφόρο — Προς ένα όραμα για τις βόρειες αραιοκατοικημένες περιοχές το 2020»),

έχοντας υπόψη το άρθρο 110, παράγραφοι 2 και 4, του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει έννομο συμφέρον λόγω των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών της που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, της δέσμευσής της υπέρ των περιβαλλοντικών, κλιματικών και λοιπών πολιτικών και υπέρ της χρηματοδότησής τους, λόγω των ερευνητικών της δραστηριοτήτων και των οικονομικών της συμφερόντων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη την κοινή ανακοίνωση της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, με τίτλο «Ανάπτυξη μιας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αρκτική Περιοχή: συντελεσθείσα πρόοδος από το 2008 και επόμενα βήματα», του Ιουνίου 2012·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο ακόμη δεν έχει δημοσιοποιήσει τα συμπεράσματά του σχετικά με την κοινή ανακοίνωση Επιτροπής/ΕΥΕΔ από το καλοκαίρι του 2012·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο συμμετείχε ενεργά στις εργασίες της SCPAR μέσω της αντιπροσωπείας του για τις σχέσεις με την Ελβετία, την Ισλανδία και τη Νορβηγία και στη Διάσκεψη των Κοινοβουλίων της Αρκτικής·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Δανία, η Φινλανδία και η Σουηδία είναι Αρκτικές χώρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μόνος αυτόχθων λαός της ΕΕ, ο λαός των Σάμι, ζει στις αρκτικές περιοχές της Φινλανδίας και της Σουηδίας, καθώς και στη Νορβηγία και τη Ρωσία·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Γαλλία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ολλανδία, η Πολωνία, η Ισπανία και η Ιταλία -με ιδιότητα παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο- δείχνουν μεγάλη ανάμειξη στην Αρκτική και έντονο ενδιαφέρον για ένα μελλοντικό διάλογο και συνεργασία με το Αρκτικό Συμβούλιο·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ισλανδία και η Νορβηγία είναι συνδεδεμένες με την ΕΕ μέσω του ΕΟΧ και της Συμφωνίας του Σένγκεν, ως υπεύθυνοι και αξιόπιστοι εταίροι·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αρκτική είναι κατοικημένη περιοχή με κυρίαρχα κράτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή αρκτική περιοχή περιλαμβάνει εκβιομηχανισμένες σύγχρονες κοινωνίες, αγροτικές περιοχές και αυτόχθονες κοινότητες λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενεργή παρέμβαση των περιοχών αυτών στην διαμόρφωση της ευρωαρκτικής πολιτικής είναι ουσιαστικής σημασίας στην προσπάθεια εξασφάλισης νομιμοποίησης, αμοιβαίας κατανόησης και τοπικής υποστήριξης για την δράση της ΕΕ στην Αρκτική·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη την μακροχρόνια δέσμευση της ΕΕ στην Αρκτική, μέσω της συμμετοχής της στην πολιτική για τη Βόρεια Διάσταση με τη Ρωσία, τη Νορβηγία και την Ισλανδία, στη συνεργασία στην περιοχή της Θάλασσας του Μπάρεντς, και ιδιαίτερα στο Ευρω-Αρκτικό Συμβούλιο της Θάλασσας του Μπάρεντς, στο πλαίσιο των στρατηγικών εταιρικών σχέσεων με τον Καναδά, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ρωσία και μέσω της συμμετοχής της τα τελευταία χρόνια ως ενεργού ad hoc παρατηρητή στο Αρκτικό Συμβούλιο·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση που έλαβε στο Kiruna το Αρκτικό Συμβούλιο, στις 15 Μαΐου 2013, να «υποδεχτεί ευνοϊκά» την αίτηση της ΕΕ για αναγνώριση καθεστώτος μόνιμου παρατηρητή· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω ευνοϊκή απόφαση περιλαμβάνει την προϋπόθεση να επιλυθεί το ζήτημα της απαγόρευσης προϊόντων φώκιας που έχει ανακύψει μεταξύ ΕΕ και Καναδά· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και ο Καναδάς έχουν ξεκινήσει τις διαδικασίες επίλυσης αυτού του ζητήματος λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ ήδη εργάζεται υπό το προαναφερθέν καθεστώς του μονίμου παρατηρητή στο Αρκτικό Συνέδριο·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη συνεισφέρουν ήδη σημαντικά στην έρευνα που υλοποιείται στην Αρκτική· λαμβάνοντας υπόψη ότι προγράμματα της ΕΕ, όπως είναι το νέο πρόγραμμα- πλαίσιο «Ορίζων 2020» και τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία, ενισχύουν μείζονα ερευνητικά προγράμματα στην περιοχή προς σημαντικό όφελος τόσο των λαών όσο και των οικονομιών των χωρών της Αρκτικής·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να διατηρηθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας κάτω από τους δύο βαθμούς Κελσίου, θα πρέπει να γίνει εκμετάλλευση μόνο του 20 % των παγκόσμιων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων έως το 2050·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι εκτιμάται πως κάπου το εν πέμπτον των μη ανακαλυφθέντων παγκοσμίων αποθεμάτων υδρογονανθράκων βρίσκεται στην περιοχή της Αρκτικής, αν και απαιτείται εκτενέστερη έρευνα σχετικώς·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το αυξανόμενο ενδιαφέρον για την Αρκτική που παρατηρείται μεταξύ μη αρκτικών παραγόντων όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, η Ινδία και άλλες χώρες, η εκ μέρους τους χρηματοδότηση της πολικής έρευνας και, κυρίως, η επιβεβαίωση της συμμετοχής της Νότιας Κορέας, της Κίνας, της Ιαπωνίας, της Ινδίας και της Σιγκαπούρης ως παρατηρητών στο Αρκτικό Συμβούλιο, αποτελούν ένδειξη της αυξανόμενης γεωπολιτικής σημασίας της Αρκτικής σε παγκόσμιο επίπεδο·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έρευνα και η ανάπτυξη, οι αξιολογήσεις αντικτύπου και η προστασία του οικοσυστήματος πρέπει να πλαισιώνουν τις οικονομικές επενδύσεις και την ανάπτυξη προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής της Αρκτικής·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμφιλίωση των διαφαινόμενων οικονομικών ευκαιριών και συμφερόντων με τις κοινωνικοπολιτισμικές, οικολογικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις μέσω της βιώσιμης ανάπτυξης παραμένει κορυφαία προτεραιότητα η οποία αντανακλάται επίσης στις εθνικές αρκτικές στρατηγικές των κρατών της Αρκτικής·

1.

υποδέχεται θετικά την κοινή ανακοίνωση της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, της 26ης Ιουνίου 2012, ως ένα σημαντικό στοιχείο για τη διασφάλιση της διαρκούς ανάπτυξης της ευρωπαϊκής πολιτικής για την Αρκτική·

2.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του για μια ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική για την Αρκτική, και για μια συνεκτική στρατηγική και ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης σε ό,τι αφορά την ανάμειξη της ΕΕ στην Αρκτική, με έμφαση στα κοινωνικοοικονομικά και τα περιβαλλοντικά ζητήματα· εκτιμά πως αυτή η στρατηγική επιλογή είναι συνολική κατά το ότι εξασφαλίζει τη νομιμότητα αλλά και την τοπική υποστήριξη για την αρκτική δέσμευση της ΕΕ·

3.

τονίζει ότι η αυξανόμενη χρήση των φυσικών πόρων των αρκτικών περιφερειών πρέπει να γίνει κατά τρόπο που να σέβεται και να ωφελεί τον τοπικό πληθυσμό, τόσο τους αυτόχθονες όσο και τους μη αυτόχθονες, και να αντιμετωπίζει με περιβαλλοντική ευαισθησία το εύθραυστο αρκτικό περιβάλλον·

4.

τονίζει τις οικονομικές ευκαιρίες και την ποικιλία των κλάδων που μπορούν να αναπτυχθούν στις αρκτικές και υποαρκτικές περιφέρειες, όπως ο τουρισμός, οι βιομηχανίες της θάλασσας και οι θαλάσσιες μεταφορές, η ανανεώσιμη ενέργεια, η περιβαλλοντική τεχνολογία και οι καθαρές τεχνολογίες, το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, οι υπεράκτιες δραστηριότητες, η δασοκομία και η βιομηχανία του ξύλου, ο εξορυκτικός κλάδος, οι υπηρεσίες μεταφορών και επικοινωνιών, η τεχνολογία της πληροφορίας και οι ηλεκτρονικές λύσεις, η αλιεία και η υδατοκαλλιέργεια, η γεωργία και οι παραδοσιακοί βιοτικοί πόροι όπως η εκτροφή ταράνδων· αναγνωρίζει την επίδραση και σημασία τους τόσο για την περιοχή όσο και για την Ευρώπη συνολικά, τονίζοντας το ενδιαφέρον ευρωπαϊκών φορέων από το επιχειρηματικό πεδίο, και από τον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης·

5.

λαμβάνει υπόψη του τη δήλωση της Kiruna του Αρκτικού Συμβουλίου, του Μαΐου 2013, καθώς και την απόφασή του όσον αφορά το καθεστώς μονίμου παρατηρητή για την ΕΕ και για άλλες κρατικές οντότητες· παροτρύνει την Επιτροπή να συνεχίσει να εργάζεται για την επίλυση του εκκρεμούς ζητήματος της απαγόρευσης προϊόντων φώκιας με τον Καναδά και να τηρεί δεόντως ενήμερο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε σχέση με την εν λόγω διαδικασία· θεωρεί λυπηρές τις επιπτώσεις που ο ευρωπαϊκός κανονισμός για την απαγόρευση των προϊόντων φώκιας είχε επί συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων και ειδικά επί της κουλτούρας των αυτοχθόνων και των βιοποριστικών τους δυνατοτήτων·

6.

υπενθυμίζει την ιδιότητα της ΕΕ και των κρατών μελών της ως ενεργών μελών άλλων φορέων που έχουν σχέση με την Αρκτική, όπως είναι ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός (ΔΝΟ) και η Σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία (CBD)· τονίζει την ανάγκη να επικεντρωθούν εκ νέου οι δραστηριότητες των θεσμικών οργάνων της ΕΕ σε εκείνους τους τομείς που άπτονται των πολιτικών, περιβαλλοντικών ή οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ και των κρατών μελών της επισημαίνει ιδίως την ανάγκη να βρίσκονται τα συμφέροντα της ΕΕ και των ευρωπαϊκών αρκτικών περιοχών και κρατών στο επίκεντρο οποιασδήποτε προσπάθειας εφαρμογής, τροποποίησης ή διαμόρφωσης προγραμμάτων ή πολιτικών της ΕΕ που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν την Αρκτική, ούτως ώστε να υπηρετούν την περιοχή της Αρκτικής στο σύνολό της·

7.

θεωρεί ότι το Ευρωαρκτικό Συμβούλιο της Θάλασσας του Μπάρεντς (BΕΑC) αποτελεί σημαντικό κόμβο για τη συνεργασία μεταξύ της Δανίας, της Φινλανδίας, της Νορβηγίας, της Ρωσίας, της Σουηδίας και της Επιτροπής· επισημαίνει το έργο του BΕΑC στους τομείς της υγείας και των κοινωνικών ζητημάτων, της εκπαίδευσης και της έρευνας, της ενέργειας, του πολιτισμού και του τουρισμού· επισημαίνει τον συμβουλευτικό ρόλο της Ομάδας Εργασίας Αυτοχθόνων Λαών (WGIP) στο πλαίσιο του BΕΑC·

8.

συνηγορεί θερμά υπέρ της ελευθερίας της επιστημονικής έρευνας στην Αρκτική και ενθαρρύνει την ευρεία συνεργασία μεταξύ των κρατών που είναι ενεργά στον τομέα της διεπιστημονικής έρευνας στην Αρκτική και στην εγκατάσταση υποδομών έρευνας·

9.

υπενθυμίζει τη συμβολή της ΕΕ στην έρευνα και την ανάπτυξη και το ενδιαφέρον ευρωπαϊκών οικονομικών φορέων για την περιοχή της Αρκτικής·

10.

τονίζει ότι τα αξιόπιστα, υψηλής χωρητικότητας δίκτυα πληροφορικής και οι ψηφιακές υπηρεσίες έχει ζωτικό ρόλο για την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και για την ευημερία των πληθυσμών της Αρκτικής·

11.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να αναπτυχθεί το πρόγραμμα Galileo ή άλλα προγράμματα, όπως το πρόγραμμα «Παγκόσμια Παρακολούθηση για το Περιβάλλον και την Ασφάλεια», που θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο στην Αρκτική, ούτως ώστε να καταστεί ασφαλέστερη και ταχύτερη η ναυτιλία στα ύδατα της Αρκτικής, επενδύοντας με αυτόν τον τρόπο ιδίως στην ασφάλεια και την προσβασιμότητα της διόδου Βορρά-Ανατολής, να βελτιωθεί η προβλεψιμότητα των μετακινήσεων πάγου, η καλύτερη χαρτογράφηση του θαλάσσιου πυθμένα της Αρκτικής και η κατανόηση των κύριων γεωδυναμικών διαδικασιών στην περιοχή·

12.

τονίζει την ανάγκη αξιόπιστων συστημάτων εποπτείας και παρατήρησης που να παρακολουθούν τις μεταβαλλόμενες συνθήκες στην Αρκτική·

13.

επισημαίνει την ανάγκη δημιουργίας ειδικευμένων κέντρων με αντικείμενο την ασφάλεια, την ετοιμότητα αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων και τα συστήματα διάσωσης· συνιστά να συνεισφέρει ενεργά η ΕΕ στη διαμόρφωση αυτών των ειδικευμένων κέντρων·

14.

χαιρετίζει τον προσδιορισμό οικολογικά και βιολογικά σημαντικών περιοχών στην Αρκτική δυνάμει της Σύμβασης για τη βιοποικιλότητα (CBD) ως σημαντική διαδικασία για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής διατήρησης της αρκτικής βιοποικιλότητας, και τονίζει τη σημασία του να εφαρμοστεί στο παράκτιο, θαλάσσιο και χερσαίο περιβάλλον της Αρκτικής μια διαχείριση που θα έχει ως γνώμονα το οικοσύστημα (EBM), όπως επισημαίνεται από την ομάδα εμπειρογνωμόνων του Αρκτικού Συμβουλίου σε θέματα EBM·

15.

επαναλαμβάνει ότι οι σοβαρές περιβαλλοντικές ανησυχίες που αφορούν τα ύδατα της Αρκτικής χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής προκειμένου να διασφαλιστεί η περιβαλλοντική προστασία της Αρκτικής σε σχέση με τις υπεράκτιες δραστηριότητες εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, συνυπολογίζοντας τον κίνδυνο σοβαρών ατυχημάτων και την ανάγκη αποτελεσματικής αντιμετώπισής τους, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην οδηγία 2013/30/ΕΕ· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ και του ΕΟΧ, κατά την αξιολόγηση της χρηματοπιστωτικής επάρκειας των φορέων υπεράκτιας εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, δυνάμει του άρθρου 4 της οδηγίας 2013/30/ΕΕ, να αξιολογούν και τη χρηματοπιστωτική επάρκεια των υποψηφίων ως προς την κάλυψη κάθε ευθύνης που ενδέχεται να προκύψει από δραστηριότητες υπεράκτιας εξορυκτικής δραστηριότητας για πετρέλαιο ή φυσικό αέριο στην Αρκτική, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης για περιβαλλοντικές ζημιές στο βαθμό που προβλέπει η οδηγία περί περιβαλλοντικής ευθύνης (2004/35/ΕK)·

16.

καλεί την Επιτροπή, την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν και να προάγουν ενεργά τις υψηλότερες δυνατές προδιαγραφές σε θέματα περιβαλλοντικής ασφαλείας στα αρκτικά ύδατα·

17.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την εφαρμογή της συμφωνίας έρευνας και διάσωσης και της συμφωνίας για την αντιμετώπιση πετρελαιοκηλίδων από τα μέλη του Αρκτικού Συμβουλίου· θεωρεί εντούτοις λυπηρό το ότι η συμφωνία δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένα δεσμευτικά κοινά πρότυπα·

18.

επισημαίνει ότι είναι ανάγκη να θεσπιστεί μια δεσμευτική πράξη για την πρόληψη της ρύπανσης·

19.

τονίζει την ανάγκη ενεργού συμμετοχής της ΕΕ σε όλες τις αρμόδιες ομάδες εργασίας του Αρκτικού Συμβουλίου·

20.

λαμβάνει γνώση της απόφασης της Ισλανδικής Κυβέρνησης να δώσει τέλος στις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της χώρας στην ΕΕ· καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να διατηρήσουν καλές σχέσεις με την Ισλανδία και να αναπτύξουν μια στενότερη συνεργασία σε τομείς κοινού ενδιαφέροντος όπως είναι η ανάπτυξη των θαλασσίων μεταφορών, η αλιεία, η γεωθερμική ενέργεια και το περιβάλλον, αξιοποιώντας πλήρως τους υφιστάμενους μηχανισμούς και ενθαρρύνοντας την αρκτική συνεργασία μεταξύ φορέων που εδρεύουν στην ΕΕ και ισλανδικών φορέων και μεριμνώντας ώστε τα ευρωπαϊκά συμφέροντα να μην πληγούν σε αυτή τη στρατηγικά σημαντική περιοχή·

21.

χαιρετίζει τις προπαρασκευές για ένα Αρκτικό Οικονομικό Συμβούλιο, που θα υπαχθεί στο Αρκτικό Συμβούλιο ως γνωμοδοτικό όργανο, και υπογραμμίζει την αναλογία των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και ιδρυμάτων που συνεισφέρουν και επενδύουν στην Αρκτική, η οποία καταδεικνύει την ουσιαστική συμμετοχή επιχειρηματικών φορέων, όχι μόνο από τα τρία αρκτικά κράτη μέλη της ΕΕ, αλλά και από άλλα κράτη (με καθεστώς παρατηρητή), λαμβανομένου υπόψη του παγκόσμιου χαρακτήρα των επιχειρήσεων σήμερα·

22.

τονίζει την ανάγκη πραγματοποίησης επενδύσεων με περιβαλλοντικά και κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο·

23.

επικροτεί τις προσπάθειες στο πλαίσιο πρωτοβουλιών «από τη βάση προς την κορυφή» που μπορούν να διασφαλίσουν μιαν ισορροπημένη και μακροπρόθεσμη συμμετοχή των ευρωπαϊκών και μη ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, και ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις σχετικά με τον τρόπο ένταξης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στη βιώσιμη και μακροπρόθεσμα ισορροπημένη κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη στην Αρκτική·

24.

επισημαίνει ότι η ΕΕ οφείλει να λάβει υπόψη της την ανάγκη να προσφέρουν οι σχετικές με πρώτες ύλες δραστηριότητες επιτόπια οφέλη και να τυγχάνουν τοπικής αποδοχής· αντιλαμβάνεται το χάσμα που υφίσταται σήμερα μεταξύ των σχετικών δυνατοτήτων εξόρυξης και μεταποίησης μεταλλευμάτων και των προβλεπόμενων μελλοντικών αναγκών καθώς θα αναπτύσσεται περαιτέρω η περιοχή· εκτιμά ότι, μέσω της συμμετοχής τους σε κοινά προγράμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως είναι η σύμπραξη καινοτομίας για τις πρώτες ύλες, οι αρκτικοί φορείς θα μπορέσουν να ανταλλάξουν πληροφορίες και γνώσεις σχετικά με διάφορα θέματα·

25.

καλεί την Επιτροπή, έχοντας υπόψη τον τεράστιο αριθμό επιστημονικών, οικονομικών και μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων, ειδικότερα στο ευρωπαϊκό τμήμα της Αρκτικής, την θάλασσα του Μπάρεντς και πέραν αυτής, να αναπτύξει πρακτικές με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση της υφιστάμενης ευρωπαϊκής χρηματοδότησης και την εξασφάλιση σωστής ισορροπίας μεταξύ προστασίας και ανάπτυξης της Αρκτικής όποτε διατίθενται πιστώσεις της ΕΕ υπέρ της Αρκτικής·

26.

τονίζει τη ζωτική σημασία που η ευρωπαϊκή περιφερειακή πολιτική και η ευρωπαϊκή πολιτική επί θεμάτων συνοχής έχουν για την περιφερειακή και τη διασυνοριακή συνεργασία·

27.

ζητεί επίσης την ανάπτυξη αποδοτικότερων συνεργιών ανάμεσα στα υφιστάμενα προγράμματα, π.χ. το πρόγραμμα Interreg IV, το πρόγραμμα για τη Βόρεια Περιφέρεια (ΝΡΡ), το πρόγραμμα Kolartic, το πρόγραμμα για τη Βαλτική Θάλασσα και η στρατηγική για την γαλάζια ανάπτυξη, καθώς και την ανάγκη συμβολής στην χρηματοδότηση των συμπράξεων της Βόρειας Διάστασης, όπως εκείνων για το περιβάλλον (NDEP) και τις μεταφορές και την υλικοτεχνική υποστήριξη (NDPTL), ή των προγραμμάτων του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (ENI), προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική διοχέτευση της χρηματοδότησης και να καθοριστούν με σαφήνεια οι επενδυτικές προτεραιότητες για την δραστηριοποίηση στην περιοχή της Αρκτικής· καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να συνεργαστούν για μια συνεκτική διοχέτευση των πιστώσεων που προορίζονται για την Αρκτική και έτσι να μεγιστοποιήσουν την αποδοτική αλληλενέργεια των ευρωπαϊκών εσωτερικών και εξωτερικών προγραμμάτων και έργων που έχουν σχέση με τις αρκτικές και υποαρκτικές περιφέρειες·

28.

επισημαίνει ότι μια στρατηγική της ΕΕ για την Αρκτική προϋποθέτει την κατάλληλη δημοσιονομική στήριξη για να καταστεί επιχειρησιακή·

29.

εκτιμά ότι η πολιτική της βόρειας διάστασης που θεμελιώνεται στην περιφερειακή συνεργασία και στις ρεαλιστικές συμπράξεις, χρησιμεύει σαν ένα επιτυχημένο μοντέλο σταθερότητας, συνυπευθυνότητας και δέσμευσης, στο πλαίσιο της συνολικής πολιτικής ΕΕ-Ρωσίας·

30.

υπογραμμίζει επ' αυτού την σημασία που έχουν ορισμένες προτεραιότητες για την Αρκτική, όπως είναι οι καλά λειτουργούσες υποδομές και η υλικοτεχνική υποστήριξη, η ανάπτυξη στην περιοχή της Αρκτικής, η ενθάρρυνση των επενδύσεων σε τεχνολογίες ψυχρού κλίματος και ο αντίστοιχες φιλοπεριβαλλοντικές τεχνολογίες, η ενίσχυση της περιφερειακής και τοπικής επιχειρηματικότητας και ιδίως για τις ΜΜΕ· καλεί την ΕΕ να καταβάλει μεγαλύτερες προσπάθειες προκειμένου να ενσωματώσει αυτού του είδους τις αρκτικές προτεραιότητες στην στρατηγική της «Ευρώπη 2020» για την ανάπτυξη και σε προγράμματα όπως το «Ορίζων 2020» και «Ένωση καινοτομίας», καθώς και σε λοιπά ερευνητικά προγράμματα της Ένωσης·

31.

επανεπιβεβαιώνει την υποστήριξή του και καλεί την Επιτροπή να υλοποιήσει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πληροφόρησης για την Αρκτική σαν ένα δικτυωμένο οργανισμό με μόνιμα γραφεία στο Rovaniemi, βάσει της προπαρασκευαστικής δράσης «Στρατηγική αξιολόγηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ανάπτυξης της Αρκτικής», έτσι όπως αυτή έλαβε την υποστήριξη της Επιτροπής και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας στην κοινή τους ανακοίνωση του 2012 και έτσι όπως υλοποιήθηκε από το Αρκτικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Lapland, μαζί με ένα δίκτυο ευρωπαϊκών κέντρων αριστείας που αφορούν την Αρκτική, με σκοπό την παροχή επαρκούς πρόσβασης σε πληροφορίες για την Αρκτική, την διεξαγωγή διαλόγων σε όλα τα επίπεδα και την επικοινωνία, ώστε να αξιοποιηθούν οι πληροφορίες και οι γνώσεις, για τη βιωσιμότητα της Αρκτικής·

32.

προσβλέπει από αυτήν την άποψη στα αποτελέσματα της δεκαοκτάμηνης προπαρασκευαστικής δράσης σχετικά με την στρατηγική αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ανάπτυξης της Αρκτικής, τα οποία αναμένεται να δημοσιευτούν φέτος την άνοιξη· καλεί την ΕΕ να προχωρήσει εν συνεχεία χωρίς χρονοτριβή στην δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πληροφόρησης για την Αρκτική·

33.

τονίζει την ανάγκη διατήρησης μιας ειδικής διεπαφής για την Αρκτική, με σκοπό την προσφορά μιας ανοικτής, διακομματικής και διακλαδικής πλατφόρμας στις Βρυξέλλες, που θα προωθεί την κατανόηση στο ευρύ φάσμα των αρμόδιων φορέων τόσο της Αρκτικής όσο και της ΕΕ, συνδυάζοντας τα πεδία του πολιτικού σχεδιασμού, της επιστήμης, της κοινωνίας των πολιτών και του επιχειρηματικού κόσμου·

34.

συνιστά να ενισχυθούν οι τακτικές επαφές και διαβουλεύσεις επί θεμάτων αρκτικού ενδιαφέροντος με τους περιφερειακούς, τοπικούς και αυτόχθονες παράγοντες της ευρωπαϊκής Αρκτικής προκειμένου να διευκολυνθεί η αμοιβαία κατανόηση, ιδιαίτερα στο πλαίσιο του πολιτικού σχεδιασμού ΕΕ-Αρκτικής· τονίζει την ανάγκη τέτοιων διαβουλεύσεων προκειμένου να αξιοποιηθούν η εμπειρία και οι γνώσεις της περιοχής και των κατοίκων της και να διασφαλιστεί η βασική νομιμότητα της περαιτέρω δραστηριοποίησης της ΕΕ ως αρκτικού παράγοντα·

35.

συνιστά να υπάρξει καλύτερος συντονισμός σε επίπεδο θεσμικών οργάνων της ΕΕ μεταξύ της Επιτροπής και της ΕΥΕΔ, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ο διατομεακός χαρακτήρας των θεμάτων που άπτονται της Αρκτικής·

36.

αναγνωρίζει ότι τα ύδατα που βρέχουν τον Βόρειο Πόλο είναι ως επί το πλείστον διεθνή·

37.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η ενεργειακή ασφάλεια είναι στενά συνδεδεμένη με την αλλαγή του κλίματος· εκτιμά ότι η ενεργειακή ασφάλεια πρέπει να βελτιωθεί μέσω της μείωσης της εξάρτησης της ΕΕ από τα ορυκτά καύσιμα· τονίζει ότι η μεταμόρφωση της Αρκτικής αντιπροσωπεύει μια μείζονα συνέπεια της κλιματικής αλλαγής επί της ασφαλείας της ΕΕ· υπογραμμίζει την ανάγκη να αντιμετωπιστεί αυτός ο πολλαπλασιαστής κινδύνου με μια κατάλληλη στρατηγική της ΕΕ για την Αρκτική, και μέσω μιας ενισχυμένης πολιτικής υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας της ΕΕ και της ενεργειακής απόδοσης, με την οποία θα περιορίζεται σημαντικά η εξάρτηση της Ένωσης από εξωτερικές πηγές και έτσι θα βελτιώνεται η θέση της από άποψη ασφάλειας·

38.

υποστηρίζει την πρωτοβουλία πέντε αρκτικών παράκτιων κρατών να συμφωνήσουν για προσωρινά μέτρα προφύλαξης με σκοπό την πρόληψη κάθε μελλοντικής αλιευτικής δραστηριότητας στις ανοικτές θάλασσες της Αρκτικής χωρίς συγκρότηση των κατάλληλων ρυθμιστικών μηχανισμών προηγουμένως, και υποστηρίζει την ανάπτυξη ενός δικτύου για τη διατήρηση των αρκτικών περιοχών και ειδικότερα για την προστασία της διεθνούς θαλάσσιας περιοχής στον βόρειο πολικό κύκλο που είναι έξω από τις οικονομικές ζώνες των παράκτιων κρατών·

39.

καλεί τα κράτη μέλη και τα κράτη του ΕΟΧ να στηρίξουν τη διεθνή δέσμευση που έχει αναληφθεί στο πλαίσιο της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα (CBD) να προστατευθεί το 10 % της κάθε παράκτιας και θαλάσσιας περιοχής·

40.

καλεί την ΕΕ να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξασφαλίσει μια μόνιμη αρμονική συνύπαρξη μεταξύ οικονομικών δραστηριοτήτων και βιώσιμης κοινωνικής, οικολογικής και περιβαλλοντικής προστασίας και ανάπτυξης, προκειμένου να διασφαλιστεί η ευημερία στην Αρκτική·

41.

επισημαίνει ότι η διατήρηση ανεπτυγμένων και βιώσιμων κοινοτήτων στην Αρκτική με υψηλή ποιότητα ζωής είναι υψίστης σημασίας και τονίζει ότι η ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στην προσπάθεια αυτή· ζητεί επ' αυτού να εντείνει η ΕΕ τις προσπάθειές της στους τομείς της διαχείρισης που έχει ως γνώμονα το οικοσύστημα, της πολυμερούς συνεργασίας, της διαδικασίας λήψης αποφάσεων θεμελιωμένων στη γνώση, και της στενής επιτόπιας συνεργασίας με τους κατοίκους και τους αυτόχθονες·

42.

αναγνωρίζει την επιθυμία των κατοίκων και των κυβερνήσεων της περιοχής της Αρκτικής με κυριαρχικά δικαιώματα και αρμοδιότητες να συνεχίσουν να επιδιώκουν βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη προστατεύοντας ταυτόχρονα τις παραδοσιακές πηγές βιοπορισμού των αυτοχθόνων πληθυσμών και τον πολύ ευαίσθητο χαρακτήρα των οικοσυστημάτων της Αρκτικής·

43.

αναγνωρίζει την καίρια σημασία των κατευθυντήριων γραμμών για τις περιφερειακές ενισχύσεις (RAG), οι οποίες δίνουν την δυνατότητα σε περιοχές του Απώτατου Βορρά με ειδικά χαρακτηριστικά και προβλήματα να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τους κατάλληλους μηχανισμούς για την προώθηση της καινοτομίας και της βιώσιμης ανάπτυξης·

44.

επιβεβαιώνει τη θέση του σχετικά με τα δικαιώματα των αυτοχθόνων πληθυσμών εν γένει και των Σάμι ειδικότερα, που είναι ο μόνος αυτόχθων πληθυσμός της ΕΕ·

45.

εκφράζει την εκτίμησή του για τις συνεδριάσεις που έκανε η Επιτροπή με τις έξι ενώσεις αυτοχθόνων λαών του πολικού κύκλου που έχουν αναγνωρισθεί ως μόνιμοι συμμετέχοντες του Αρκτικού Συμβουλίου· ζητεί από την Επιτροπή να διερευνήσει τη δυνατότητα να λαμβάνεται υπόψη η φωνή τους στις συζητήσεις σε επίπεδο ΕΕ, να χρηματοδοτηθούν αυτές οι ενώσεις·

46.

αναγνωρίζει ότι οι πολιτικές της ΕΕ που ενισχύουν τα ανώτατα εκπαιδευτικά και ερευνητικά ιδρύματα στην περιοχή είναι θεμελιώδους σημασίας για την ενίσχυση των περιβαλλόντων καινοτομίας και τους μηχανισμούς μεταφοράς τεχνολογίας· υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η υποστήριξη της ανάπτυξης δικτύων συνεργασίας μεταξύ ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων εντός και εκτός περιοχής και η παροχή ευκαιριών χρηματοδότησης της έρευνας, ιδίως σε τομείς στους οποίους η περιοχή έχει αποδεδειγμένα καλές επιδόσεις, προκειμένου να γίνει πραγματικότητα η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη στις περιοχές της Αρκτικής·

47.

υπογραμμίζει τη μείζονα σημασία της ασφάλειας των νέων παγκόσμιων θαλασσίων εμπορικών οδών της Αρκτικής, ιδίως για την ΕΕ και τις οικονομίες των κρατών μελών της, τα οποία ελέγχουν το 40 % της παγκόσμιας εμπορικής ναυτιλίας·

48.

επικροτεί το έργο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ) για την οριστικοποίηση ενός υποχρεωτικού Κώδικα Πολικής Ναυτιλίας· ενθαρρύνει τη συνεργασία και στην έρευνα και στις επενδύσεις με σκοπό την ανάπτυξη μιας στέρεης και ασφαλούς υποδομής για τις αρκτικές θαλάσσιες οδούς, και τονίζει ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να τηρούν έμπρακτα τις αρχές της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και της αβλαβούς διέλευσης·

49.

επισημαίνει ότι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (EMSA) πρέπει να διαθέτει τα απαραίτητα μέσα για την εποπτεία και την πρόληψη της ρύπανσης από τη ναυσιπλοΐα, καθώς και από τις εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Αρκτική·

50.

καλεί τα κράτη της περιοχής να διασφαλίσουν ότι όλοι οι σημερινές οδοί μεταφοράς –και εκείνες που μπορεί να δημιουργηθούν στο μέλλον– θα είναι ανοικτές στη διεθνή ναυσιπλοΐα, και να αποφύγουν τη θέσπιση τυχόν μονομερών αυθαίρετων επιβαρύνσεων, είτε οικονομικών είτε διοικητικών, οι οποίες θα μπορούσαν να εμποδίσουν τη ναυσιπλοΐα στην Αρκτική, εκτός από τα μέτρα τα οποία αποφασίζονται διεθνώς με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας ή την προστασία του περιβάλλοντος·

51.

επισημαίνει τη σημασία της ανάπτυξης συνδετικών υποδομών που θα συνδέσουν την Αρκτική με την υπόλοιπη Ευρώπη·

52.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εστιασθούν στους συγκοινωνιακούς «διαδρόμους» όπως π.χ. δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές και θαλάσσιες μεταφορές, με σκοπό τη διατήρηση και προαγωγή των διασυνοριακών δεσμών στην ευρωπαϊκή Αρκτική και τη μεταφορά αγαθών από την Αρκτική στις ευρωπαϊκές αγορές· εκτιμά πως στο πλαίσιο της περαιτέρω ανάπτυξης της μεταφορικής υποδομής της ΕΕ (διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη», ΤΕΝ-Τ), η σύνδεση με την ευρωπαϊκή Αρκτική και οι συνδέσεις εντός αυτής χρειάζονται βελτίωση·

53.

επαναλαμβάνει το δικαίωμα των λαών της Αρκτικής να καθορίσουν οι ίδιοι τον τρόπο βιοπορισμού τους και αναγνωρίζει την επιθυμία τους για βιώσιμη ανάπτυξη στην περιοχή· ζητεί δε από την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα προγράμματα της ΕΕ που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την υποστήριξη μιας μακροπρόθεσμης, ισόρροπης βιώσιμης ανάπτυξης και να προβεί σε εκείνες τις προπαρασκευαστικές ενέργειες που θα επιτρέψουν μια πολύ πιο απτή συμβολή στην υλοποίηση αυτής της επιθυμίας·

54.

λαμβάνει υπό σημείωση τις πρόσφατες δραστηριότητες εξερεύνησης στην ευρωπαϊκή Αρκτική και στη Θάλασσα του Μπάρεντς και τονίζει τη διμερή συνεργασία ανάμεσα στη Νορβηγία και τη Ρωσία, η οποία στοχεύει στην εφαρμογή των υψηλότερων διαθέσιμων τεχνικών προτύπων στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας κατά τις έρευνες για κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Θάλασσα του Μπάρεντς· επισημαίνει ιδίως το σημαντικό ζήτημα της διαμφισβητούμενης ανάπτυξης νέων τεχνολογιών, ιδίως εκείνων που σχεδιάστηκαν για το αρκτικό περιβάλλον, όπως είναι η τεχνολογία εγκαταστάσεων κάτω από τον θαλάσσιο πυθμένα·

55.

υπενθυμίζει την θέση της ΕΕ ως του κυρίου προορισμού κατανάλωσης αρκτικού φυσικού αερίου και επισημαίνει ότι η αξιοποίηση φυσικού αερίου προερχόμενου από σίγουρες και ασφαλείς πηγές και παραχθέντος σύμφωνα με τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα αποτελεί σημαντικό εργαλείο στην προσπάθεια μετάβασης σε μια οικονομία με χαμηλές εκπομπές άνθρακα στο μέλλον· στηρίζει τη βήμα-βήμα προσεκτική τακτική στην ανάπτυξη ενεργειακών πόρων στην Αρκτική, αναγνωρίζοντας ότι οι περιοχές της Αρκτικής διαφέρουν σημαντικά·

56.

τονίζει τους ισχυρούς δεσμούς της ΕΕ με τη Γροιλανδία, και τη γεωστρατηγική σημασία του εδάφους αυτού· λαμβάνει γνώση των προτεραιοτήτων της Γροιλανδικής Κυβέρνησης, με ανανεωμένη έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη και στην εκμετάλλευση των πρώτων υλών· καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να διερευνήσουν με ποιόν τρόπο η ΕΕ και οι εδρεύοντες στην ΕΕ φορείς μπορούν να συνεισφέρουν και να βοηθήσουν στη βιώσιμη ανάπτυξη της Γροιλανδίας ώστε να καλυφθούν και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και η ανάγκη οικονομικής ανάπτυξης· εκφράζει σε αυτό το πλαίσιο την ανησυχία του για τα περιορισμένα αποτελέσματα της Επιστολής Προθέσεων που υπέγραψε ένας Αντιπρόεδρος της Επιτροπής με τη Γροιλανδία·

57.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Αντιπρόεδρο/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών της περιοχής της Αρκτικής.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0075.

(2)  ΕΕ L 178 της 28.6.2013, σ. 66.

(3)  ΕΕ C 258 E της 7.9.2013, σ. 99.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0094.

(5)  ΕΕ L 216 της 17.8.2010, σ. 1.


Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/182


P7_TA(2014)0239

Ρόλος και εργασίες της Τρόικας όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη διερευνητική έκθεση για τον ρόλο και τις εργασίες της Τρόικας (ΕΚΤ, Επιτροπή και ΔΝΤ) όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής (2013/2277(INI))

(2017/C 378/21)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 7, το άρθρο 136 σε συνδυασμό με το άρθρο 121, και το άρθρο 174,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 3,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, σχετικά με την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα (1),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιουνίου 2010 σχετικά με τη στρατηγική ΕΕ 2020 (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 23ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών: εφαρμογή των προτεραιοτήτων του 2013 (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με τις προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως προς το Πρόγραμμα Εργασίας της Επιτροπής για το 2014 (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την ενίσχυση της ευρωπαϊκής δημοκρατίας στη μελλοντική Οικονομική και Νομισματική Ένωση (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2012, που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την έκθεση των προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωομάδας «Προς μια ουσιαστική Οικονομική και Νομισματική Ένωση» (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 6ης Ιουλίου 2011, σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση: συστάσεις για τα ενδεικνυόμενα μέτρα και πρωτοβουλίες (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με τη χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση: συστάσεις για τα ενδεικνυόμενα μέτρα και πρωτοβουλίες (ενδιάμεση έκθεση) (8),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού και της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0149/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα, η οποία περιλαμβάνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), αποτελεί απόρροια της απόφασης της 25ης Μαρτίου 2010 των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των χωρών της ζώνης του ευρώ προκειμένου να καταρτιστεί ένα κοινό πρόγραμμα και να χορηγηθούν διμερή δάνεια υπό όρους στην Ελλάδα, αξιοποιώντας έτσι και τις συστάσεις του Συμβουλίου Ecofin, και έχει έκτοτε αναπτύξει τη δράση της και στην Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο· λαμβάνοντας υπόψη ότι υφίσταται σημαντική συμμετοχή των υπουργών οικονομικών της ζώνης του ευρώ στις αποφάσεις σχετικά με τις λεπτομέρειες των διμερών δανείων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα και ο ρόλος της προσδιορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 και αναφέρονται στη Συνθήκη για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ)·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) επιβεβαίωσε, στην απόφασή του για την υπόθεση Pringle κατά Ιρλανδίας (υπόθεση C-370/12), ότι η Επιτροπή και η ΕΚΤ μπορούν να επιφορτιστούν με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται στη Συνθήκη ΕΜΣ·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της Τρόικας, η Επιτροπή, ενεργώντας ως αντιπρόσωπος της Ευρωομάδας, είναι αρμόδια για τη διαπραγμάτευση των όρων για τη χρηματοδοτική συνδρομή προς κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ «σε συνεργασία με την ΕΚΤ» και «εφόσον είναι δυνατόν, με το ΔΝΤ», χρηματοδοτική συνδρομή που αναφέρεται εφεξής ως «συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ», αλλά το Συμβούλιο είναι πολιτικά αρμόδιο για την έγκριση των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής· λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε μέλος της Τρόικας ακολουθεί τους δικούς του διαδικαστικούς κανόνες·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα ήταν μέχρι στιγμής η βασική δομή για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των επίσημων δανειστών και των κυβερνήσεων των δικαιούχων χωρών, καθώς και για την επανεξέταση της εφαρμογής των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής· λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την ευρωπαϊκή πλευρά, εάν παρέχεται στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), οι τελικές αποφάσεις όσον αφορά τη χρηματοδοτική συνδρομή και τους όρους υπό τους οποίους αυτή χορηγείται λαμβάνονται από την Ευρωομάδα, η οποία, ως εκ τούτου, φέρει την πολιτική ευθύνη για τα προγράμματα·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπήρξε ευρεία πολιτική συναίνεση για την αποφυγή μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας κρατών μελών στην ΕΕ, και δη στη ζώνη του ευρώ, προκειμένου να αποφευχθεί το οικονομικό και κοινωνικό χάος το οποίο θα είχε ως αποτέλεσμα την αδυναμία καταβολής συντάξεων και πληρωμής των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και ολέθριες επιπτώσεις στην οικονομία, στο τραπεζικό σύστημα και στην κοινωνική προστασία, πέραν της ολοκληρωτικής αποκοπής του δημοσίου από τις κεφαλαιαγορές για παρατεταμένη χρονική περίοδο·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Τρόικα, μαζί με το οικείο κράτος μέλος, είναι επίσης υπεύθυνη για την προπαρασκευή των επίσημων αποφάσεων της Ευρωομάδας·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετά κράτη μέλη εκτός της ζώνης του ευρώ έχουν ήδη λάβει ή λαμβάνουν συνδρομή από την ΕΕ δυνάμει του άρθρου 143 της ΣΛΕΕ, η οποία παρέχεται από την ΕΕ σε συνδυασμό με το ΔΝΤ·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της δημιούργησαν διάφορους ad hoc μηχανισμούς για την παροχή χρηματοδοτικής συνδρομής σε χώρες της ζώνης του ευρώ, αρχικά μέσω της χορήγησης διμερών δανείων, μεταξύ άλλων και από ορισμένες χώρες εκτός της ζώνης του ευρώ, στη συνέχεια μέσω προσωρινών ταμείων έκτακτης ανάγκης, συγκεκριμένα του ΕΤΧΣ και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοοικονομικής Σταθεροποίησης (ΕΜΧΣ), που δημιουργήθηκαν για τα κράτη μέλη της ΕΕ που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες, και τέλος μέσω του ΕΜΣ, ο οποίος αποσκοπούσε στην αντικατάσταση όλων των άλλων μηχανισμών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΕΕ, παραπέμποντας στο άρθρο 13 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΜΣ, επιβεβαίωσε πρόσφατα (υπόθεση Pringle) ότι η Επιτροπή, με τη συμμετοχή της στη Συνθήκη ΕΜΣ, οφείλει να «προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης» και να «μεριμνά για τη συμβατότητα με το δίκαιο της Ένωσης των μνημονίων κατανόησης που συνάπτονται από τον ΕΜΣ»·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην υπόθεση Pringle, το ΔΕΕ αποφάνθηκε επίσης ότι ο ΕΜΣ είναι συμβατός με τη ΣΛΕΕ και άνοιξε την πόρτα για την ενδεχόμενη ενσωμάτωση του μηχανισμού αυτού στο κοινοτικό κεκτημένο εντός των σημερινών ορίων των Συνθηκών·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το μνημόνιο συνεννόησης (ΜΣ) είναι εξ ορισμού μια συμφωνία μεταξύ του οικείου κράτους μέλους και της Τρόικας, η οποία είναι αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων και με την οποία το κράτος μέλος αναλαμβάνει την υποχρέωση να φέρει εις πέρας μια σειρά συγκεκριμένων ενεργειών ως αντάλλαγμα χρηματοδοτικής συνδρομής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή υπογράφει το ΜΣ για λογαριασμό των υπουργών οικονομικών της ζώνης του ευρώ· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι η κοινή γνώμη δεν γνωρίζει πώς διεξήχθησαν στην πράξη οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Τρόικας και του εκάστοτε κράτους μέλους και ότι, επιπλέον, δεν επικρατεί διαφάνεια σχετικά με το κατά πόσον το κράτος μέλος που ζήτησε συνδρομή είχε τη δυνατότητα να επηρεάσει το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι στη συνθήκη για τον ΕΜΣ προβλέπεται ότι ένα κράτος μέλος που ζητεί συνδρομή από τον ΕΜΣ αναμένεται να απευθύνει, ει δυνατόν, αίτημα παροχής συνδρομής στο ΔΝΤ·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το συνολικό ποσό των πακέτων χρηματοδοτικής συνδρομής για τα τέσσερα προγράμματα είναι πρωτοφανές, όπως είναι και η διάρκεια, η δομή και το πλαίσιο των προγραμμάτων, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται μια ανεπιθύμητη κατάσταση στην οποία η παροχή συνδρομής έχει αντικαταστήσει σχεδόν αποκλειστικά τη συνήθη χρηματοδότηση από τις αγορές· λαμβάνοντας υπόψη ότι έτσι προστατεύεται ο τραπεζικός τομέας από ζημίες, μέσω της μεταφοράς μεγάλων ποσών χρέους των χωρών του προγράμματος από τους ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα στον ισολογισμό του δημόσιου τομέα·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το ΔΕΕ έχει δηλώσει, στην απόφαση για την υπόθεση Pringle, ότι η επιβαλλόμενη με το άρθρο 125 ΣΛΕΕ απαγόρευση διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη δανείζονται υπακούοντας στη λογική της αγοράς, η οποία πρέπει να τα ωθεί στην τήρηση δημοσιονομικής πειθαρχίας, και ότι η τήρηση μιας τέτοιας πειθαρχίας συμβάλλει, σε επίπεδο Ένωσης, στην επίτευξη ενός υπέρτερου σκοπού, ήτοι στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της νομισματικής ένωσης· λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη ότι το ΔΕΕ τονίζει πως το άρθρο 125 ΣΛΕΕ δεν απαγορεύει την παροχή, εκ μέρους ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών, χρηματοδοτικής συνδρομής σε κράτος μέλος, το οποίο παραμένει υπεύθυνο για τις υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, εφόσον οι όροι που συνδέονται με τη συνδρομή αυτή είναι τέτοιας φύσης ώστε να ωθούν το εν λόγω κράτος μέλος να εφαρμόσει υγιή δημοσιονομική πολιτική·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοπιστωτική κρίση έχει επιφέρει οικονομική και κοινωνική κρίση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κατάσταση και οι πρόσφατες εξελίξεις σε ορισμένα κράτη μέλη είχαν σοβαρές και πρωτοφανείς αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την ποσότητα και ποιότητα της απασχόλησης, την πρόσβαση στην πίστη, τα επίπεδα εισοδήματος, την κοινωνική προστασία και τα πρότυπα υγείας και ασφάλειας, και ότι συνεπώς υπάρχει αναμφισβήτητη οικονομική και κοινωνική δυσπραγία· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι σαφώς χειρότερες χωρίς τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ και ότι η δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει συμβάλει ώστε να αποσοβηθεί μια περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ προβλέπεται ότι τυχόν δράση που αναλαμβάνεται από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να συνάδει με τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα που ορίζονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 και στον Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων των Εργαζόμενων του 1989, με σκοπό τη βελτίωση, μεταξύ άλλων, του κοινωνικού διαλόγου·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 152 ΣΛΕΕ, «η Ένωση αναγνωρίζει και προάγει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στο επίπεδό της, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των εθνικών συστημάτων» και «διευκολύνει τον μεταξύ τους διάλογο, σεβόμενη την αυτονομία τους»·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το κόστος των υπηρεσιών για τους χρήστες υπηρεσιών αυξάνεται σε ορισμένα κράτη μέλη, πράγμα που σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι δεν έχουν πλέον την οικονομική δυνατότητα να απολαμβάνουν επαρκές επίπεδο υπηρεσιών που να ανταποκρίνεται στις βασικές τους ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε ζωτικής σημασίας θεραπείες·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ομάδα δράσης για την Ελλάδα συστάθηκε για να ενισχύσει την ικανότητα της ελληνικής διοίκησης να σχεδιάζει, να εφαρμόζει και να επιβάλλει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της λειτουργίας της οικονομίας, της κοινωνίας και της διοίκησης, και για να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάκαμψη και δημιουργία θέσεων εργασίας, καθώς και για να επιταχύνει την απορρόφηση των κονδυλίων των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής της ΕΕ στην Ελλάδα και να αξιοποιήσει κρίσιμους πόρους για τη χρηματοδότηση επενδύσεων·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2012, το Κοινοβούλιο ζήτησε να εφαρμοστούν στα θεσμικά όργανα της ΕΕ που αποτελούν μέλη της Τρόικας υψηλά πρότυπα δημοκρατικής λογοδοσίας σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η λογοδοσία είναι επιτακτικής σημασίας για την αξιοπιστία των προγραμμάτων συνδρομής και, ιδίως, απαιτεί μεγαλύτερη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων, καθώς και ότι είναι αναγκαίο τα μέλη της Τρόικας που ανήκουν στην ΕΕ να απευθύνονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βάσει σαφούς εντολής πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους και να υπόκεινται στην υποχρέωση τακτικής αναφοράς προς το Κοινοβούλιο καθώς και σε δημοκρατικό έλεγχο εκ μέρους του·

KΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, βραχυπρόθεσμα, πρώτιστος στόχος των προγραμμάτων ήταν να αποφευχθεί μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και να τεθεί τέρμα στην κερδοσκοπία σχετικά με το δημόσιο χρέος· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο μεσοπρόθεσμος στόχος ήταν να διασφαλιστεί η επιστροφή των χρημάτων που είχαν χορηγηθεί μέσω δανείων, αποφεύγοντας κατ' αυτόν τον τρόπο μια οικονομική ζημία μεγάλης έκτασης την οποία θα επωμίζονταν οι φορολογούμενοι των χωρών οι οποίες παρέχουν τη συνδρομή και εγγυώνται τα κεφάλαια· λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο αυτό, το πρόγραμμα πρέπει επίσης να επιτύχει βιώσιμη ανάπτυξη και αποτελεσματική μείωση του χρέους τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προγράμματα δεν ήταν κατάλληλα για να διορθώσουν πλήρως τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που είχαν συσσωρευτεί σε ορισμένες περιπτώσεις επί δεκαετίες·

Οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκονταν στην αρχή της κρίσης οι χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα

1.

θεωρεί ότι οι συγκεκριμένες συνθήκες που πυροδότησαν την κρίση διέφεραν σε καθένα από τα τέσσερα κράτη μέλη, παρότι παρατηρούνται κοινά μοτίβα όπως η ταχεία αύξηση των εισροών κεφαλαίου και η σώρευση μακροοικονομικών ανισορροπιών κατά τη διάρκεια των ετών που προηγήθηκαν της κρίσης· επισημαίνει ότι κρίσιμο ρόλο έπαιξαν το υπερβολικό ιδιωτικό και/ή δημόσιο χρέος, που είχε αυξηθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα, και η υπερβολική αντίδραση των χρηματοπιστωτικών αγορών σε συνδυασμό με την κερδοσκοπία και την απώλεια ανταγωνιστικότητας, και ότι κανένα από αυτά δεν θα μπορούσε να έχει αποτραπεί από το υπάρχον πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ· επισημαίνει περαιτέρω ότι η κρίση του δημόσιου χρέους εμφάνιζε σε όλες τις περιπτώσεις ισχυρή συσχέτιση με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία προκλήθηκε από τη ρυθμιστική χαλαρότητα και από τις παρεκτροπές του χρηματοπιστωτικού τομέα·

2.

σημειώνει ότι τα δημόσια οικονομικά της Ευρώπης ήταν ήδη σε κακή κατάσταση πριν από την κρίση: πράγματι, από την δεκαετία του 1970 και έπειτα, το δημόσιο χρέος των κρατών μελών αυξανόταν σταδιακά υπό την επίδραση των διάφορων περιόδων οικονομικής επιβράδυνσης που σημειώθηκαν στην ΕΕ· επισημαίνει ότι το κόστος των σχεδίων ανάκαμψης, η μείωση των φορολογικών εσόδων και οι υψηλές δαπάνες κοινωνικής προστασίας έγιναν αιτία να διογκωθεί το δημόσιο χρέος και να αυξηθεί ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ σε όλα τα κράτη μέλη, αν και σε διαφορετικό βαθμό στο καθένα·

3.

υπενθυμίζει το τρίγωνο των διασυνδεδεμένων αδυναμιών, όπου η μη ισορροπημένη δημοσιονομική πολιτική ορισμένων κρατών μελών οδήγησε σε διεύρυνση των δημόσιων ελλειμμάτων σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την κρίση και η χρηματοπιστωτική κρίση συνέβαλε σημαντικά στην εκτόξευση των ελλειμμάτων αυτών, με επακόλουθες εντάσεις στις αγορές τίτλων δημόσιου χρέους σε ορισμένα κράτη μέλη·

4.

επισημαίνει ότι η πρόσφατη χρηματοπιστωτική, οικονομική και τραπεζική κρίση είναι η σοβαρότερη κρίση που παρατηρήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο· αναγνωρίζει ότι, εάν δεν είχε αναληφθεί δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κρίση θα μπορούσε να είχε ακόμα σοβαρότερες επιπτώσεις· σημειώνει εν προκειμένω ότι ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ Jean-Claude Trichet επισήμανε σε μια δημόσια ακρόαση τον φόβο του πως, εάν δεν αναλαμβανόταν άμεση και αποφασιστική δράση, η κρίση δημόσιου χρέους μπορεί να είχε πυροδοτήσει μια κρίση ανάλογη της Μεγάλης Κρίσης του 1929·

5.

επισημαίνει ότι, πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ, το οποίο δρομολογήθηκε την άνοιξη του 2010, υπήρχε ένας διττός φόβος που αφορούσε την «αφερεγγυότητα» και τη «μη βιωσιμότητα» των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας ως αποτέλεσμα της συνεχώς μειούμενης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και του μακροχρόνιου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, λόγω της χαμηλής πραγματικής είσπραξης φόρου εταιρειών, με το δημόσιο έλλειμμα να αγγίζει το 15,7 % του ΑΕγχΠ το 2009, έναντι -6,5 % το 2007, και τον λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕγχΠ να συνεχίζει την ανοδική πορεία του από το 2003, όταν είχε διαμορφωθεί στο 97,4 %, αγγίζοντας το 129,7 % το 2009 και το 156,9 % το 2012· είναι της γνώμης ότι η προβληματική κατάσταση της Ελλάδας οφειλόταν και στη στατιστική λαθροχειρία κατά τα έτη που προηγήθηκαν της κατάρτισης του προγράμματος· χαιρετίζει την αποφασιστική δράση της ελληνικής κυβέρνησης για επείγουσα και αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης της ανεξάρτητης Ελληνικής Στατιστικής Αρχής τον Μάρτιο του 2010· σημειώνει ότι η βαθμιαία αποκάλυψη της στατιστικής λαθροχειρίας στην Ελλάδα είχε αντίκτυπο στην ανάγκη αναπροσαρμογής των πολλαπλασιαστών, των προγνώσεων και των προτεινόμενων μέτρων· υπενθυμίζει ότι, λόγω της επιμονής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Eurostat (η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) είναι πλέον επιφορτισμένη με τις εξουσίες και τα μέσα για την παροχή ενός στέρεου συνόλου αξιόπιστων και αντικειμενικών στατιστικών στοιχείων·

6.

επισημαίνει ότι η Ελλάδα εισήλθε σε περίοδο ύφεσης το τέταρτο τρίμηνο του 2008· σημειώνει ότι συνέπεια των έξι τριμήνων αρνητικού ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕγχΠ που βίωσε η χώρα ήταν η ενεργοποίηση, κατά το έβδομο, του προγράμματος συνδρομής· σημειώνει ότι υπάρχει στενή συσχέτιση μεταξύ, αφενός, των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της αύξησης του δημόσιου χρέους και, αφετέρου, της αύξησης του εθνικού χρέους και της οικονομικής κάμψης, δεδομένου ότι το δημόσιο χρέος είχε αυξηθεί από 254,7 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2008 σε 314,1 δισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2010·

7.

σημειώνει ότι, ύστερα από την αίτηση της ελληνικής κυβέρνησης για χρηματοδοτική συνδρομή τον Απρίλιο του 2010, οι αγορές άρχισαν να επανεκτιμούν τα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα και τη φερεγγυότητα άλλων κρατών μελών της ζώνης του ευρώ και, στη συνέχεια, οι εντάσεις σχετικά με τα πορτογαλικά κρατικά ομόλογα οδήγησε γρήγορα το κόστος αναχρηματοδότησης της Πορτογαλίας σε μη βιώσιμα επίπεδα·

8.

επισημαίνει ότι τα οικονομικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν αρχικά από την κυβέρνηση κατά τις διαπραγματεύσεις χρειάστηκε να αναθεωρηθούν·

9.

επισημαίνει ότι, πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ, η πορτογαλική οικονομία έπασχε από χαμηλή αύξηση του ΑΕγχΠ και της παραγωγικότητας επί σειρά ετών, καθώς και από υψηλές εισροές κεφαλαίου, και ότι τα φαινόμενα αυτά, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των δαπανών, και ιδίως όσων υπόκεινται σε διακριτική ευχέρεια, σε ρυθμούς σταθερά μεγαλύτερους από την αύξηση του ΑΕγχΠ, καθώς και με τις επιπτώσεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, προκάλεσαν μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα και υψηλά επίπεδα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, με παράλληλη μετάδοση επιπτώσεων της ελληνικής κρίσης, αυξάνοντας το κόστος αναχρηματοδότησης της Πορτογαλίας στις κεφαλαιαγορές σε μη βιώσιμα επίπεδα και αποκόπτοντας ουσιαστικά τον δημόσιο τομέα από τις εν λόγω αγορές· τονίζει ότι το 2010, πριν υποβληθεί αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 7 Απριλίου 2011, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της Πορτογαλίας είχε μειωθεί στο 1,9 % και το δημοσιονομικό της έλλειμμα είχε ανέλθει στο 9,8 % (2010), το επίπεδο του δημόσιου χρέους της στο 94 % (2010) και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 10,6 % του ΑΕγχΠ, ενώ το ποσοστό ανεργίας ανερχόταν σε 12 %· επισημαίνει στο πλαίσιο αυτό ότι τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη επιδεινώθηκαν τάχιστα σε σχέση με τα αρκετά καλά επίπεδα το 2007 πριν από την κρίση — όταν ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της Πορτογαλίας ανερχόταν στο 2,4 %, το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο 3,1 %, το επίπεδο του δημόσιου χρέους της στο 62,7 % και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών στο 10,2 % του ΑΕγχΠ, ενώ το ποσοστό ανεργίας ανερχόταν στο 8,1 % — με αποτέλεσμα μια βαθιά και πρωτοφανή ύφεση·

10.

επισημαίνει ότι, πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ, η ιρλανδική οικονομία είχε μόλις υποστεί τραπεζική και οικονομική κρίση πρωτοφανών διαστάσεων, που οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην έκθεση του ιρλανδικού χρηματοπιστωτικού τομέα στην «κρίση των επισφαλών ενυπόθηκων πιστώσεων» στις ΗΠΑ, στην ανεύθυνη ανάληψη κινδύνων από τις ιρλανδικές τράπεζες και στην ευρεία χρήση τίτλων προερχόμενων από τιτλοποίηση, μια κρίση που, ύστερα από την παροχή καθολικής εγγύησης και την επακόλουθη διάσωση, είχε αποτέλεσμα να αποκοπεί ο δημόσιος τομέας από τις κεφαλαιαγορές, πράγμα που οδήγησε στη μείωση του ιρλανδικού ΑΕγχΠ κατά 6,4 % το 2009 (1,1 % το 2010) έναντι θετικής οικονομικής ανάπτυξης της τάξης του 5 % του ΑΕγχΠ το 2007, σε αύξηση της ανεργίας από 4,7 % το 2007 σε 13,9 % το 2010, και σε έλλειμμα της «γενικής κυβέρνησης», με κορύφωση στο 30,6 % το 2010 ως αποτέλεσμα της στήριξης της ιρλανδικής κυβέρνησης στον τραπεζικό τομέα, έναντι πλεονάσματος 0,2 % το 2007· επισημαίνει ότι η τραπεζική κρίση επήλθε εν μέρει λόγω ανεπαρκούς ρυθμιστικού πλαισίου, πολύ χαμηλών φορολογικών συντελεστών και ενός υπερβολικά διογκωμένου τραπεζικού κλάδου· αναγνωρίζει ότι οι ιδιωτικές ζημίες των ιρλανδικών τραπεζών μεταφέρθηκαν το ισοζύγιο του ιρλανδικού δημόσιου, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάρρευση του ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος καθώς και να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι διάχυσης στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, και ότι η κυβέρνηση της Ιρλανδίας ενήργησε προς το ευρύτερο συμφέρον της Ένωσης κατά την αντιμετώπιση της τραπεζικής κρίσης· σημειώνει περαιτέρω ότι, κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε του προγράμματος συνδρομής, η ιρλανδική οικονομία βίωσε μια παρατεταμένη περίοδο αρνητικών πραγματικών επιτοκίων·

11.

επισημαίνει την ανυπαρξία δημοσιονομικών ανισορροπιών πριν από την κρίση στην Ιρλανδία και το εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο του δημόσιου χρέους· επισημαίνει επίσης το εκτεταμένο επίπεδο ευελιξίας της αγοράς εργασίας πριν από την κρίση· σημειώνει ότι η τρόικα ζήτησε αρχικά τη μείωση των μισθών· εφιστά την προσοχή στο μη βιώσιμο τραπεζικό μοντέλο και σε ένα φορολογικό σύστημα βασισμένο υπερβολικά στα έσοδα από τη φορολόγηση της φούσκας των ακινήτων και των στοιχείων ενεργητικού, με αποτέλεσμα να βρεθεί το κράτος χωρίς έσοδα όταν έσκασαν αυτές οι φούσκες·

12.

επισημαίνει ότι γύρω στο 40 % του ιρλανδικού ΑΕγχΠ διοχετεύτηκε στον τραπεζικό τομέα από τους φορολογούμενους σε μια στιγμή κατά την οποία η διάσωση με ίδια μέσα (ή εσωτερική διάσωση, bail-in) δεν ήταν διαθέσιμη, καθώς είχε προκαλέσει μεγάλες διχογνωμίες στο πλαίσιο της Τρόικας·

13.

ζητεί την πλήρη εφαρμογή της δέσμευσης που ανέλαβαν οι ηγέτες της ΕΕ τον Ιούνιο του 2012, προκειμένου να διαρραγεί αποτελεσματικά ο φαύλος κύκλος μεταξύ τραπεζών και κρατών, και να εξεταστεί περαιτέρω η κατάσταση του ιρλανδικού χρηματοπιστωτικού τομέα, κατά τρόπο που θα μειώσει σημαντικά το μεγάλο βάρος του τραπεζικού χρέους της Ιρλανδίας·

14.

σημειώνει ότι, όταν τέθηκε ζήτημα συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα (PSI) στην Ελλάδα, δεν εξετάστηκαν επαρκώς οι επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου, το οποίο βρισκόταν ήδη στα πρόθυρα της κατάρρευσης λόγω ενός χρεοκοπημένου τραπεζικού μοντέλου, ενώ υποστηρίζεται επίσης ότι για μια ακόμη φορά προστατεύτηκαν περιουσιακά στοιχεία που συνδέονταν με ορισμένα μεγαλύτερα κράτη μέλη·

15.

επισημαίνει ότι, τον Μάιο του 2011, η Κύπρος έχασε την πρόσβασή στις διεθνείς αγορές λόγω της σημαντικής επιδείνωσης των δημόσιων οικονομικών της, καθώς και της μεγάλης έκθεσης του κυπριακού τραπεζικού τομέα στην ελληνική οικονομία και στην αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, η οποία προκάλεσε σημαντικές απώλειες στην Κύπρο· υπενθυμίζει ότι, αρκετά χρόνια πριν από την έναρξη του προγράμματος συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ το 2013, είχαν ανακύψει σοβαροί προβληματισμοί σχετικά με τη συστημική αστάθεια της κυπριακής οικονομίας, οι οποίοι βασίζονταν, μεταξύ άλλων, σε έναν τραπεζικό τομέα με υπερβολικό δείκτη μόχλευσης και επιζήτηση κινδύνων και με έκθεση σε υπερχρεωμένες τοπικές κτηματικές εταιρείες, στην ελληνική κρίση χρέους, στην υποβάθμιση των κρατικών κυπριακών ομολόγων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, στην αδυναμία αναχρηματοδότησης των δημόσιων δαπανών από τις διεθνείς αγορές και στην απροθυμία των κυπριακών δημόσιων αρχών για αναδιάρθρωση του προβληματικού χρηματοπιστωτικού τομέα, ενώ αντίθετα επέλεγαν να στηριχτούν στη μαζική εισροή κεφαλαίων από τη Ρωσία· υπενθυμίζει επίσης ότι η κατάσταση αυτή περιεπλάκη ακόμη περισσότερο λόγω της υπέρμετρης στήριξης στις αποταμιεύσεις από ρώσους πολίτες και της προσφυγή για δάνειο στις ρωσικές αρχές· επισημαίνει περαιτέρω ότι το 2007 ο λόγος δημόσιου χρέους προς ΑΕγχΠ στην Κύπρο βρισκόταν στο 58,8 %, αλλά αυξήθηκε σε 86,6 % το 2012, ενώ το 2007 η γενική κυβέρνηση εμφάνιζε πλεόνασμα 3,5 % του ΑΕγχΠ, το οποίο όμως το 2012 είχε μετατραπεί σε έλλειμμα - 6,4 %·

Χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ, περιεχόμενο των μνημονίων συνεννόησης (ΜΣ) και εφαρμοζόμενες πολιτικές

16.

επισημαίνει ότι η Ελλάδα υπέβαλε την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 23 Απριλίου 2010 και ότι η συμφωνία μεταξύ των ελληνικών αρχών, αφενός, και της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφετέρου, εγκρίθηκε στις 2 Μαΐου 2010, στα σχετικά μνημόνια συνεννόησης που περιέχουν τις προϋποθέσεις πολιτικής για τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ· επισημαίνει ακόμη ότι, έπειτα από πέντε επανεξετάσεις και την ανεπαρκή επιτυχία του πρώτου προγράμματος, κρίθηκε απαραίτητη η έγκριση δεύτερου προγράμματος τον Μάρτιο του 2012, το οποίο έχει επανεξετασθεί έκτοτε τρεις φορές· επισημαίνει ότι το ΔΝΤ δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τις αντιρρήσεις του ενός τρίτου των μελών του συμβουλίου του ως προς την κατανομή του οφέλους και του βάρους της εφαρμογής του πρώτου ελληνικού προγράμματος·

17.

επισημαίνει ότι η πρώτη συμφωνία του Μαΐου 2010 δεν περιλάμβανε διατάξεις για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αν και είχε προταθεί από το ΔΝΤ, το οποίο, σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική του, θα προτιμούσε μια έγκαιρη αναδιάρθρωση του χρέους· υπενθυμίζει την απροθυμία της ΕΚΤ να εξετάσει οιαδήποτε μορφή αναδιάρθρωσης του χρέους το 2010 και το 2011 με το σκεπτικό ότι αυτό θα προκαλούσε μετάδοση των επιπτώσεων της κρίσης σε άλλα κράτη μέλη, καθώς και την άρνησή της να συμμετάσχει στην αναδιάρθρωση που συμφωνήθηκε τον Φεβρουάριο του 2012· επισημαίνει ότι, τον Νοέμβριο του 2010, η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας συνέβαλε στην εντατικοποίηση της αναταραχής στην αγορά, προειδοποιώντας δημόσια τους επενδυτές ότι οι πράξεις στήριξης ρευστότητας της ΕΚΤ δεν μπορούσαν πλέον να θεωρούνται δεδομένες στην περίπτωση του ελληνικού δημόσιου χρέους· επισημαίνει ακόμη ότι η δέσμευση των κρατών μελών ότι οι τράπεζές τους θα διατηρούσαν τα ανοίγματά τους στις ελληνικές αγορές ομολόγων δεν τηρήθηκε·

18.

επισημαίνει ότι η Πορτογαλία υπέβαλε την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 7 Απριλίου 2011 και ότι η συμφωνία μεταξύ των πορτογαλικών αρχών, αφενός, και της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφετέρου, εγκρίθηκε στις 17 Μαΐου 2011, στα σχετικά μνημόνια συνεννόησης που περιέχουν τις προϋποθέσεις πολιτικής για τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ· σημειώνει περαιτέρω ότι το πορτογαλικό πρόγραμμα έκτοτε επανεξετάστηκε τακτικά προκειμένου να προσαρμοσθούν οι στόχοι και οι σκοποί, λόγω των ανέφικτων αρχικών στόχων, και ότι αυτό οδήγησε στην επιτυχή δέκατη επανεξέταση του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Πορτογαλίας, με ευοίωνη προοπτική για σύντομη ολοκλήρωσή του·

19.

υπενθυμίζει ότι έχει αναφερθεί η άσκηση διμερούς πίεσης από την ΕΚΤ στις ιρλανδικές αρχές πριν εγκριθεί η αρχική συμφωνία μεταξύ των ιρλανδικών αρχών, αφενός, και της ΕΕ και του ΔΝΤ, αφετέρου, στις 7 Δεκεμβρίου 2010 και στις 16 Δεκεμβρίου 2010, αντίστοιχα, στα σχετικά μνημόνια συνεννόησης που περιέχουν τις προϋποθέσεις πολιτικής για τη χρηματοδοτική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ· επισημαίνει ότι το πρόγραμμα βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στο εθνικό σχέδιο ανάκαμψης της οικονομίας για την περίοδο 2011-2014 της ιρλανδικής κυβέρνησης, το οποίο δημοσιεύθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2010· σημειώνει ακόμη ότι το ιρλανδικό πρόγραμμα έχει έκτοτε επανεξετασθεί σε τακτικά διαστήματα, με τη δωδέκατη και τελική επανεξέταση στις 9 Δεκεμβρίου 2013, και ότι το ιρλανδικό πρόγραμμα ολοκληρώθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2013·

20.

επισημαίνει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε, στις 29 Ιουνίου 2012, να παράσχει στον ΕΜΣ τη δυνατότητα άμεσης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, μετά από επίσημη απόφαση και υπό τον όρο της θέσπισης ενός αποτελεσματικού ενιαίου εποπτικού μηχανισμού· επισημαίνει ακόμη ότι το λειτουργικό πλαίσιο για έναν μηχανισμό άμεσης ανακεφαλαιοποίησης, που θα υπόκειται σε όρους, καθορίστηκε από την Ευρωομάδα στις 20 Ιουνίου 2013·

21.

επισημαίνει ότι με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε η αντίληψη για τη διάσωση με ίδια μέσα (bail-in)· στην περίπτωση της Ιρλανδίας το 2010, οι ιρλανδικές αρχές δεν είχαν την επιλογή της διάσωσης με ίδια μέσα για τους κατόχους ομολόγων με εξοφλητική προτεραιότητα, ενώ το 2013 στην Κύπρο αυτό προτάθηκε ως μέτρο πολιτικής, γεγονός το οποίο αύξησε το χάσμα μεταξύ των μέσων που χρησιμοποιούνται με σκοπό να περιοριστεί η τραπεζική κρίση και η κρίση του δημόσιου χρέους·

22.

επισημαίνει ότι η Κύπρος υπέβαλε μεν την αρχική αίτηση παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής στις 25 Ιουνίου 2012, αλλά ότι οι διαφορετικές θέσεις των μερών όσον αφορά τις προϋποθέσεις, καθώς και η απόρριψη από το κυπριακό κοινοβούλιο, στις 19 Μαρτίου 2013, ενός αρχικού σχεδίου προγράμματος που περιλάμβανε τη διάσωση με ίδια μέσα για τις εγγυημένες καταθέσεις, με το σκεπτικό ότι ήταν αντίθετο προς το πνεύμα του ευρωπαϊκού δικαίου καθώς προέβλεπε «κούρεμα» των μικρών καταθέσεων κάτω των 100 000 ευρώ, καθυστέρησαν τη σύναψη της τελικής συμφωνίας για το πρόγραμμα συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ μέχρι τις 24 Απριλίου 2013 (ΕΕ) και τις 15 Μαΐου 2013 (ΔΝΤ), αντίστοιχα, και η κυπριακή Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε τελικά τη συμφωνία στις 30 Απριλίου 2013· επισημαίνει την ύπαρξη αρχικών ανταγωνιστικών προτάσεων ως προς το πρόγραμμα της Κύπρου μεταξύ των μελών της Τρόικας και τονίζει την έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης ως προς το πώς έγινε δεκτό από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ να συμπεριληφθούν οι εγγυημένες καταθέσεις· επιπροσθέτως, εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, όπως ανέφεραν οι κυπριακές αρχές, δυσκολεύτηκαν να πείσουν τους εκπροσώπους της Τρόικας για τις ανησυχίες τους κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, καθώς και για το γεγονός ότι η κυπριακή κυβέρνηση φέρεται να υποχρεώθηκε να δεχτεί το μέσο εσωτερικής διάσωσης για τις τραπεζικές καταθέσεις εξαιτίας του υπερβολικά υψηλού επιπέδου του ιδιωτικού χρέους σε σχέση με το ΑΕγχΠ· επισημαίνει ότι, ενώ η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ) και μια υπουργική επιτροπή συμμετείχαν ενεργά στη διαπραγμάτευση και στον σχεδιασμό του προγράμματος χρηματοδοτικής συνδρομής, και τελικά ο Διοικητής της ΚΤΚ και ο υπουργός Οικονομικών συνυπέγραψαν το μνημόνιο συνεννόησης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπήρξε εξαιρετικά περιορισμένος χρόνος για περαιτέρω λεπτομερή διαπραγμάτευση πτυχών του μνημονίου·

23.

σημειώνει τις σοβαρές παρενέργειες της εφαρμογής του εργαλείου εσωτερικής διάσωσης, στις οποίες περιλαμβάνεται η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων· τονίζει ότι η πραγματική οικονομία της Κύπρου εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μείζονες προκλήσεις, δεδομένου ότι η περικοπή των πιστωτικών ορίων έχει σημαντικές επιπτώσεις στους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας·

24.

επισημαίνει ότι το ΔΝΤ είναι ο παγκόσμιος οργανισμός που είναι επιφορτισμένος να παρέχει στα κράτη που αντιμετωπίζουν προβλήματα ισοζυγίου πληρωμών χρηματοδοτική συνδρομή υπό όρους· επισημαίνει το γεγονός ότι όλα τα κράτη μέλη είναι μέλη του ΔΝΤ και έχουν, ως εκ τούτου, το δικαίωμα να ζητούν τη συνδρομή του, σε πλαίσιο συνεργασίας με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και υπό το πρίσμα της αξιολόγησης των συμφερόντων της ΕΕ και του εν λόγω κράτους μέλους· επισημαίνει ότι, λόγω του μεγέθους της κρίσης, η αποκλειστική εξάρτηση από τα χρηματοδοτικά μέσα του ΔΝΤ δεν θα ήταν επαρκής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των χωρών που έχουν ανάγκη χρηματοδοτικής συνδρομής·

25.

τονίζει ότι το ΔΝΤ επεσήμανε σαφώς τους κινδύνους που ενέχει το ελληνικό πρόγραμμα, ιδίως όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους· παρατηρεί ότι το ΔΝΤ, πέραν του ότι δέχθηκε την εκπόνηση και τη διαπραγμάτευση του προγράμματος από την Τρόικα, αποφάσισε να τροποποιήσει το κριτήριο για την πολιτική του έκτακτης πρόσβασης όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους, ώστε να καταστεί δυνατός ο δανεισμός προς την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία·

26.

εφιστά την προσοχή στους προβληματισμούς που εκφράστηκαν όσον αφορά την επίβλεψη από την ΕΚΤ του μηχανισμού επείγουσας ενίσχυσης υπό μορφή ρευστότητας· θεωρεί ότι η έννοια της φερεγγυότητας που χρησιμοποιείται από την ΕΚΤ υστερεί ως προς τη διαφάνεια και την προβλεψιμότητα·

27.

διαπιστώνει ότι η ΕΕ και οι διεθνείς οργανισμοί βρέθηκαν απροετοίμαστοι για μια μεγάλης εμβέλειας κρίση δημόσιου χρέους καθώς και για τις ποικίλες εστίες και επιπτώσεις της εντός της ζώνης του ευρώ, που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική κρίση από το 1929· εκφράζει την απογοήτευσή του για την απουσία κατάλληλης νομικής βάσης για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κρίσης· αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για ταχεία και αποφασιστική αντίδραση, αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Συμβούλιο αρνήθηκε συστηματικά να επεξεργαστεί μια μακροπρόθεσμη, ολοκληρωμένη και συστημική προσέγγιση· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ και οι ενωσιακές πολιτικές που αποσκοπούν στη μακροπρόθεσμη οικονομική σύγκλιση εντός της Ένωσης δεν έχουν αποφέρει απτά αποτελέσματα·

28.

επισημαίνει ότι τα ποσοστά συγχρηματοδότησης για τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ έχουν αυξηθεί έως και στο 95 % για ορισμένα από τα κράτη μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση και έχουν λάβει χρηματοδοτική ενίσχυση στο πλαίσιο προγράμματος προσαρμογής· τονίζει ότι οι τοπικές και εθνικές διοικήσεις πρέπει να ενισχυθούν προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εφαρμογής της νομοθεσίας και των προγραμμάτων της ΕΕ, έτσι ώστε να επιταχυνθεί η απορρόφηση των κονδυλίων των διαρθρωτικών ταμείων·

29.

αναγνωρίζει, παρ’ όλα τα ανωτέρω, ότι η τεράστια πρόκληση την οποία αντιμετώπισε η Τρόικα καθώς εντεινόταν η κρίση ήταν πρωτοφανής, κάτι που οφείλεται μεταξύ άλλων στην κακή κατάσταση των δημόσιων οικονομικών, στην ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε ορισμένα κράτη μέλη, στην ανεπάρκεια του ρυθμιστικού πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, στις μεγάλες μακροοικονομικές ανισορροπίες που σωρεύονταν επί πολλά χρόνια, καθώς επίσης στις αποτυχίες σε επίπεδο πολιτικής και σε θεσμικό επίπεδο και στο γεγονός ότι τα περισσότερα παραδοσιακά μακροοικονομικά εργαλεία, όπως η δημοσιονομική πολιτική ή η εξωτερική υποτίμηση, δεν ήταν διαθέσιμα εξαιτίας των περιορισμών της νομισματικής ένωσης και του ανολοκλήρωτου χαρακτήρα της ζώνης του ευρώ· επισημαίνει ακόμη τη σημαντική πίεση χρόνου που οφειλόταν εν μέρει στο ότι οι αιτήσεις χρηματοδοτικής συνδρομής υποβλήθηκαν κατά κανόνα σε μια στιγμή κατά την οποία οι χώρες βρίσκονταν ήδη κοντά στη χρεοκοπία και είχαν χάσει την πρόσβαση στις αγορές, ενώ επίσης χρειαζόταν να ξεπεραστούν νομικά εμπόδια, ο φόβος αποσύνθεσης της ζώνης του ευρώ ήταν υπαρκτός, υπήρχε εξόφθαλμη ανάγκη να επιτευχθούν πολιτικές συμφωνίες και να ληφθούν αποφάσεις για μεταρρυθμίσεις, η παγκόσμια οικονομία βρισκόταν σε σοβαρή κάμψη και ορισμένες χώρες που θα συνεισέφεραν στη χρηματοδοτική συνδρομή γνώριζαν ανησυχητική αύξηση του δικού τους δημόσιου και ιδιωτικού χρέους·

30.

καταγγέλλει την έλλειψη διαφάνειας στις διαπραγματεύσεις για τα μνημόνια συνεννόησης· διαπιστώνει την ανάγκη να αξιολογηθεί κατά πόσον τα επίσημα έγγραφα κοινοποιούνταν με σαφήνεια και εξετάζονταν εγκαίρως από τα εθνικά κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε ποιο βαθμό συζητούνταν επαρκώς με τους κοινωνικούς εταίρους· επισημαίνει περαιτέρω ότι οι πρακτικές αυτές, που σημαίνουν ότι οι πληροφορίες παραμένουν πίσω από κλειστές πόρτες, ενδέχεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στα δικαιώματα των πολιτών, στη σταθερότητα της πολιτικής κατάστασης των εμπλεκόμενων χωρών και στην εμπιστοσύνη των πολιτών στη δημοκρατία και στο ευρωπαϊκό εγχείρημα·

31.

παρατηρεί ότι οι συστάσεις που περιλαμβάνονται στα μνημόνια συνεννόησης είναι αντίθετες προς την πολιτική εκσυγχρονισμού που εκπονήθηκε με τη στρατηγική της Λισαβόνας και τη στρατηγική «Ευρώπη 2020»· επισημαίνει περαιτέρω ότι τα κράτη μέλη που έχουν συνάψει μνημόνια συνεννόησης εξαιρούνται από όλες τις διαδικασίες υποβολής εκθέσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, περιλαμβανομένης της υποβολής εκθέσεων για τους στόχους καταπολέμησης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, και δεν λαμβάνουν ειδικές κατά χώρα συστάσεις, εκτός αυτών που σχετίζονται με την εφαρμογή των μνημονίων συνεννόησής τους· υπενθυμίζει ότι χρειάζεται αναπροσαρμογή των μνημονίων συνεννόησης προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τις πρακτικές και τους θεσμικούς μηχανισμούς διαμόρφωσης των μισθών και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του οικείου κράτους μέλους στο πλαίσιο της στρατηγικής της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 (άρθρο 7 παράγραφος 1)· ζητεί αυτό να γίνει όπου δεν έχει ήδη γίνει· επισημαίνει, ωστόσο, ότι αυτό μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί, έστω κι αν δεν μπορεί να δικαιολογηθεί πλήρως, από το γεγονός ότι τα προγράμματα χρειάστηκε να εφαρμοστούν υπό σημαντική πίεση χρόνου μέσα σε δύσκολο πολιτικό, οικονομικό και χρηματοπιστωτικό περιβάλλον·

32.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα προγράμματα για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία περιλαμβάνουν μια σειρά από αναλυτικές οδηγίες για τη μεταρρύθμιση των συστημάτων υγείας και περικοπές συναφών δαπανών· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα προγράμματα αυτά δεν δεσμεύονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τις διατάξεις των Συνθηκών, και ιδίως το άρθρο 168 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ·

33.

επισημαίνει ότι οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ ενέκριναν τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής·

Η τρέχουσα οικονομική και κοινωνική κατάσταση

34.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα μέτρα που εφαρμόστηκαν προκάλεσαν βραχυπρόθεσμα αύξηση των ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος· επισημαίνει ότι η αύξηση των ανισοτήτων αυτών στις τέσσερις χώρες ξεπέρασε τον μέσο όρο· επισημαίνει ότι οι περικοπές στις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες και η αύξηση της ανεργίας η οποία προέκυψε λόγω των μέτρων που περιέχουν τα προγράμματα για την αντιμετώπιση της μακροοικονομικής κατάστασης, καθώς και οι μειώσεις στους μισθούς, οδηγούν στην αύξηση των επιπέδων της φτώχειας·

35.

επισημαίνει το απαράδεκτο επίπεδο της ανεργίας, της μακροχρόνιας ανεργίας και της ανεργίας των νέων, ιδίως στα τέσσερα κράτη μέλη που υπάγονται σε προγράμματα συνδρομής· τονίζει ότι η υψηλή ανεργία των νέων θέτει σε κίνδυνο τις ευκαιρίες για μελλοντική οικονομική ανάπτυξη, όπως δείχνουν οι μεταναστευτικές ροές νέων από τη Νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε διαρροή εγκεφάλων· υπενθυμίζει ότι η εκπαίδευση, η κατάρτιση και η ύπαρξη ισχυρού επιστημονικού και τεχνολογικού υποβάθρου έχουν αναγνωριστεί συστηματικά ως η κρίσιμη διαδρομή για τη διαρθρωτική κάλυψη της υστέρησης των εν λόγω οικονομιών· ως εκ τούτου, χαιρετίζει τις πρόσφατες πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά την εκπαίδευση και την απασχόληση των νέων, το πρόγραμμα Erasmus+, την πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων και τα 6 δισ. ευρώ για το σύστημα εγγύησης της ΕΕ για τους νέους, αλλά ζητεί ακόμη μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική εστίαση στην αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών· τονίζει ότι οι αρμοδιότητες που αφορούν την απασχόληση παραμένουν κατά κύριο λόγο στα κράτη μέλη· συνεπώς, ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εκσυγχρονίσουν περαιτέρω τα εθνικά εκπαιδευτικά τους συστήματα και να αντιμετωπίσουν την ανεργία των νέων·

36.

χαιρετίζει το τέλος του προγράμματος στην Ιρλανδία, στον βαθμό που σταμάτησαν οι αποστολές της Τρόικας και η χώρα προσέφυγε επιτυχώς στις αγορές ομολόγων στις 7 Ιανουαρίου 2014, καθώς και το αναμενόμενο τέλος του αντίστοιχου προγράμματος στην Πορτογαλία· αναγνωρίζει την άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα αλλά εκφράζει τη λύπη του για τα ανομοιογενή αποτελέσματα που παρουσιάζει η Ελλάδα, παρά τις πρωτοφανείς μεταρρυθμίσεις που έχουν αναληφθεί· αναγνωρίζει τις πολύ απαιτητικές προσπάθειες που έχει ζητηθεί να καταβληθούν από άτομα, οικογένειες, επιχειρήσεις και άλλα ιδρύματα της κοινωνίας των πολιτών στις χώρες που υπάγονται σε προγράμματα προσαρμογής· λαμβάνει υπόψη του τα πρώτα σημάδια μιας περιορισμένης οικονομικής βελτίωσης σε ορισμένες χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα· επισημαίνει ωστόσο ότι τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν υψηλά επιβαρύνοντας την οικονομική ανάκαμψη, και ότι είναι ακόμη αναγκαίες συνεχείς και φιλόδοξες προσπάθειες τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο·

Η Τρόικα: οικονομική διάσταση, θεωρητική βάση, αντίκτυπος των αποφάσεων

37.

υπογραμμίζει ότι κατάλληλα οικονομικά μοντέλα τα οποία θα είναι ειδικά για κάθε χώρα καθώς και για ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ και θα βασίζονται σε συνετές παραδοχές, σε ανεξάρτητα στοιχεία, στη συμμετοχή των ενδιαφερομένων και στη διαφάνεια, είναι αναγκαία για την κατάρτιση αξιόπιστων και αποτελεσματικών προγραμμάτων προσαρμογής, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι οι οικονομικές προβλέψεις περιέχουν συνήθως ένα βαθμό αβεβαιότητας και αστάθειας· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι δεν ήταν πάντοτε διαθέσιμα επαρκή στατιστικά στοιχεία και πληροφορίες·

38.

εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι η χρηματοδοτική συνδρομή πέτυχε βραχυπρόθεσμα τον στόχο της αποφυγής μιας ανεξέλεγκτης αδυναμίας εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους που θα επέφερε εξαιρετικά σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, οι οποίες πιθανώς θα ήταν χειρότερες από τις σημερινές, καθώς και δευτερογενείς συνέπειες ανυπολόγιστου μεγέθους για άλλες χώρες, και, ενδεχομένως, την αναγκαστική έξοδο χωρών από τη ζώνη του ευρώ· επισημαίνει, ωστόσο, ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί μακροπρόθεσμα· σημειώνει επίσης ότι η χρηματοδοτική συνδρομή και το πρόγραμμα προσαρμογής στην Ελλάδα δεν απέτρεψε ούτε μια εύτακτη χρεοκοπία ούτε τη μετάδοση επιπτώσεων της κρίσης σε άλλα κράτη μέλη, και ότι η εμπιστοσύνη της αγοράς αποκαταστάθηκε και η προσαύξηση επιτοκίων (σπρεντ) του δημόσιου χρέους άρχισε να μειώνεται μόνο όταν η ΕΚΤ συμπλήρωσε τις δράσεις που είχαν ήδη αναληφθεί με το πρόγραμμα των οριστικών νομισματικών συναλλαγών (Outright Monetary Transactions, OMT) τον Αύγουστο του 2012· εκφράζει τη λύπη του για την οικονομική και κοινωνική κάμψη που έγινε εμφανής όταν τέθηκαν σε εφαρμογή οι δημοσιονομικές και μακροοικονομικές διορθώσεις· σημειώνει ότι οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις θα ήταν χειρότερες χωρίς τη χρηματοδοτική και τεχνική συνδρομή ΕΕ-ΔΝΤ·

39.

επισημαίνει ότι από την αρχή η Τρόικα δημοσίευε αναλυτικά έγγραφα σχετικά με τη διάγνωση, τη στρατηγική για την αντιμετώπιση των πρωτοφανών προβλημάτων, ένα σύνολο μέτρων πολιτικής τα οποία εκπονήθηκαν σε συνεργασία με την οικεία εθνική κυβέρνηση και οικονομικές προβλέψεις, και ότι όλα αυτά επικαιροποιούνται σε τακτική βάση· επισημαίνει ότι τα έγγραφα αυτά δεν έδωσαν στην κοινή γνώμη τη δυνατότητα να σχηματίσει μια συνολική εικόνα για τις διαπραγματεύσεις και ότι, για τον λόγο αυτό, δεν συνιστούν επαρκή μέσα λογοδοσίας·

40.

εκφράζει τη λύπη του για τις ενίοτε υπερβολικά αισιόδοξες παραδοχές της Τρόικας, ιδίως σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη και την ανεργία, που οφείλονται, μεταξύ άλλων, στην ανεπαρκή αναγνώριση των διασυνοριακών δευτερογενών επιπτώσεων — όπως αναγνωρίζει και η Επιτροπή στην έκθεσή της με τίτλο «Fiscal consolidations and spillovers in the Euro area periphery and core» (Δημοσιονομικές εξυγιάνσεις και οι δευτερογενείς επιπτώσεις τους στην περιφέρεια και στον πυρήνα της ζώνης του ευρώ) –, της πολιτικής αντίστασης ορισμένων κρατών μελών απέναντι στην αλλαγή και του οικονομικού και κοινωνικού αντικτύπου της προσαρμογής· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι αυτό έχει επηρεάσει επίσης την ανάλυση από την Τρόικα της αλληλεπίδρασης μεταξύ δημοσιονομικής εξυγίανσης και οικονομικής ανάπτυξης· επισημαίνει ότι, ως αποτέλεσμα, δεν μπόρεσαν να εκπληρωθούν όλοι οι δημοσιονομικοί στόχοι εντός του προβλεπόμενου χρονικού πλαισίου·

41.

αντιλαμβάνεται από τις ακροάσεις ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της διάρκειας του προγράμματος προσαρμογής και της βοήθειας που παρέχεται μέσω των ειδικών ταμείων, όπως ο ΕΜΣ, το οποίο σημαίνει ότι μια αύξηση της περιόδου προσαρμογής θα σήμαινε αναπόφευκτα τη διάθεση και την παροχή εγγυήσεων για πολύ μεγαλύτερα ποσά από τις άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ και το ΔΝΤ, κάτι που δεν θεωρήθηκε πολιτικά εφικτό λόγω των ήδη πολύ υψηλών σχετικών ποσών· επισημαίνει ότι η διάρκεια των προγραμμάτων προσαρμογής και των περιόδων αποπληρωμής είναι σαφώς μεγαλύτερη απ’ ό,τι στα συνήθη προγράμματα χρηματοδοτικής συνδρομής του ΔΝΤ·

42.

επικροτεί τη μείωση των διαρθρωτικών ελλειμμάτων σε όλες τις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα από την έναρξη των αντίστοιχων προγραμμάτων παροχής συνδρομής· εκφράζει τη λύπη του διότι κάτι τέτοιο δεν έχει ακόμη οδηγήσει σε μείωση των λόγων του δημόσιου χρέους προς το ΑΕγχΠ· επισημαίνει ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕγχΠ έχει αυξηθεί απότομα σε όλες τις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα επειδή η λήψη δανείων υπό όρους οδηγεί φυσιολογικά σε αύξηση του δημόσιου χρέους και επειδή η πολιτική που εφαρμόζεται έχει βραχυπρόθεσμες υφεσιακές επιπτώσεις· πιστεύει περαιτέρω ότι η ακριβής εκτίμηση των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών έχει κρίσιμη σημασία προκειμένου η δημοσιονομική προσαρμογή να κατορθώσει να μειώσει τον λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕγχΠ· σημειώνει ότι η πρόοδος προς πιο βιώσιμα επίπεδα ιδιωτικού χρέους είναι επίσης απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα· αναγνωρίζει ότι συνήθως πρέπει να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις να συνεισφέρουν σημαντικά στην αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης·

43.

θεωρεί ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές με βεβαιότητα· υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι το ΔΝΤ παραδέχτηκε ότι προέβη σε υποτίμηση του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή στις προβλέψεις του σχετικά με την ανάπτυξη πριν από τον Οκτώβριο του 2012· σημειώνει ότι η περίοδος αυτή περιλαμβάνει τα συμπεράσματα όλων, πλην ενός, των αρχικών μνημονίων συνεννόησης που εξετάζονται στην παρούσα έκθεση· υπενθυμίζει ότι τον Νοέμβριο του 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι οι εσφαλμένες προβλέψεις δεν οφείλονταν στην υποτίμηση των δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών· επισημαίνει, ωστόσο, ότι, στην απάντησή της στο ερωτηματολόγιο, η Επιτροπή δήλωσε ότι «οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές τείνουν να είναι μεγαλύτεροι κατά την τρέχουσα συγκυρία απ» ό,τι σε ομαλούς καιρούς»· κατανοεί ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές είναι εν μέρει ενδογενείς και εξελίσσονται μέσα σε μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές συνθήκες· επισημαίνει ότι δεν δόθηκε συνέχεια, με κοινή στάση της Τρόικας, στη δημόσια αυτή διαφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ σχετικά με το μέγεθος του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή·

44.

επισημαίνει ότι, ενώ δεδηλωμένος στόχος του ΔΝΤ στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων συνδρομής του ως μέλους της Τρόικας είναι η εσωτερική υποτίμηση μέσω, μεταξύ άλλων, της περικοπής μισθών και συντάξεων, η Επιτροπή ουδέποτε αποδέχθηκε ρητά τον στόχο αυτό· επισημαίνει ότι, αντ’ αυτού, ο στόχος στον οποίο εστίασε η Επιτροπή και στις τέσσερις υπό έρευνα χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα είναι η δημοσιονομική εξυγίανση· αναγνωρίζει αυτές τις διαφορές προτεραιότητας μεταξύ του ΔΝΤ και της Επιτροπής και λαμβάνει υπόψη αυτή την αρχική ασυνέπεια ως προς τους στόχους μεταξύ των δύο οργάνων· σημειώνει ότι αποφασίστηκε από κοινού η στήριξη σε συνδυασμό των δύο μέσων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με άλλα μέτρα που συμπληρώνουν την εν λόγω προσέγγιση· επισημαίνει ότι ο συνδυασμός δημοσιονομικής εξυγίανσης και περιοριστικής μισθολογικής πολιτικής συμπίεσε τόσο τη δημόσια όσο και την ιδιωτική ζήτηση· επισημαίνει ότι ο στόχος της μεταρρύθμισης τόσο της βιομηχανικής βάσης όσο και των θεσμικών δομών στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα, ώστε να καταστούν πιο βιώσιμες και αποτελεσματικές, έχει λάβει μικρότερη προσοχή σε σχέση με τους προαναφερόμενους στόχους·

45.

θεωρεί ότι έχει δοθεί υπερβολικά μικρή προσοχή στην άμβλυνση των αρνητικών οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων των στρατηγικών προσαρμογής στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα· υπενθυμίζει τις πηγές προέλευσης των κρίσεων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι πολύ συχνά η αδιαφοροποίητη προσέγγιση που τηρήθηκε για τη διαχείριση κρίσεων δεν εξέταζε πλήρως την ισορροπία στις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των συνιστώμενων μέτρων πολιτικής·

46.

τονίζει ότι ο ενστερνισμός σε εθνικό επίπεδο έχει κρίσιμη σημασία και ότι η μη εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων επιφέρει συνέπειες όσον αφορά τα αναμενόμενα αποτελέσματα, δημιουργώντας πρόσθετες δυσκολίες επί ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για τη συγκεκριμένη χώρα· λαμβάνει υπόψη την εμπειρία του ΔΝΤ σύμφωνα με την οποία ο ενστερνισμός σε επίπεδο χώρας θα μπορούσε να θεωρηθεί ο σημαντικότερος παράγοντας για την επιτυχία οποιουδήποτε προγράμματος χρηματοδοτικής συνδρομής· ωστόσο, τονίζει ότι ο ενστερνισμός σε εθνικό επίπεδο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς κατάλληλη δημοκρατική νομιμοποίηση και λογοδοσία τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ· τονίζει, εν προκειμένω, το γεγονός ότι η εξέταση από τα εθνικά κοινοβούλια των προϋπολογισμών και των νόμων για την υλοποίηση προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής έχει κρίσιμη σημασία για την εξασφάλιση λογοδοσίας και διαφάνειας σε εθνικό επίπεδο·

47.

τονίζει ότι η ενίσχυση της ισότητας των φύλων παίζει καθοριστικό ρόλο στην οικοδόμηση ισχυρότερων οικονομιών και ότι ο παράγοντας αυτός δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ποτέ στις οικονομικές αναλύσεις ή συστάσεις·

Η Τρόικα: θεσμική διάσταση και δημοκρατική νομιμοποίηση

48.

επισημαίνει ότι, λόγω του εξελισσόμενου χαρακτήρα της απόκρισης της ΕΕ στην κρίση, του ασαφούς ρόλου της ΕΚΤ στην Τρόικα και της φύσης της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της Τρόικας, η αποστολή της Τρόικας έχει γίνει αντιληπτή ως ασαφής και στερούμενη διαφάνειας και δημοκρατικής επίβλεψης·

49.

τονίζει, ωστόσο, ότι η έγκριση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013 της 21ης Μαΐου 2013 συνιστά το πρώτο –αν και ανεπαρκές– βήμα για την κωδικοποίηση των διαδικασιών εποπτείας που πρόκειται να χρησιμοποιούνται στη ζώνη του ευρώ για χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, και ότι ο κανονισμός αυτός αναθέτει εντολή στην Τρόικα· εκφράζει ικανοποίηση, μεταξύ άλλων, για: τις διατάξεις που αφορούν την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους· τις αυξημένης διαφάνειας διαδικασίες που αφορούν την έγκριση προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης για ενσωμάτωση των δυσμενών δευτερογενών επιπτώσεων καθώς επίσης των μακροοικονομικών και χρηματοπιστωτικών κραδασμών και των δικαιωμάτων ελέγχου που αναγνωρίζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· τις διατάξεις που αφορούν τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων· τις απαιτήσεις να λαμβάνονται ρητά υπόψη οι εθνικές πρακτικές και θεσμικοί μηχανισμοί για τη διαμόρφωση των μισθών· την ανάγκη να διασφαλίζονται επαρκή μέσα για θεμελιώδεις πολιτικές, όπως στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας· και τις εξαιρέσεις που παραχωρούνται στα κράτη μέλη που λαμβάνουν συνδρομή από τις σχετικές απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης·

50.

σημειώνει τη δήλωση του προέδρου της Ευρωομάδας, σύμφωνα με την οποία η Ευρωομάδα αναθέτει εντολή στην Επιτροπή να διαπραγματευτεί εξ ονόματός της τις λεπτομέρειες των όρων που συνοδεύουν τη συνδρομή, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τις απόψεις των κρατών μελών για τα βασικά στοιχεία των όρων και, βάσει των δικών τους χρηματοδοτικών περιορισμών, για το μέγεθος της χρηματοδοτικής συνδρομής· επισημαίνει ότι η προαναφερθείσα διαδικασία με την οποία η Ευρωομάδα αναθέτει εντολή στην Επιτροπή δεν καθορίζεται στην ενωσιακή νομοθεσία, καθότι η Ευρωομάδα δεν αποτελεί επίσημο θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει ότι, παρ’ όλο που η Επιτροπή δρα εξ ονόματος των κρατών μελών, την τελική πολιτική ευθύνη για τον σχεδιασμό και την έγκριση των προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής φέρουν οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ και οι κυβερνήσεις τους· αποδοκιμάζει την απουσία δημοκρατικής νομιμότητας και λογοδοσίας της Ευρωομάδας σε επίπεδο ΕΕ όταν αναλαμβάνει εκτελεστικές εξουσίες σε επίπεδο ΕΕ·

51.

επισημαίνει ότι οι μηχανισμοί διάσωσης και η Τρόικα είχαν χαρακτήρα και αποδοκιμάζει το γεγονός ότι δεν υπήρχε κατάλληλη νομική βάση για τη συγκρότηση της Τρόικας στο πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης, κάτι που οδήγησε στη δημιουργία διακυβερνητικών μηχανισμών με τη μορφή του ΕΤΧΣ και τελικά του ΕΜΣ· ζητεί κάθε μελλοντική λύση να βασίζεται στο πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ· αναγνωρίζει ότι αυτό ενδεχομένως να οδηγήσει στην ανάγκη τροποποίησης της Συνθήκης·

52.

εκφράζει την ανησυχία του για την παραδοχή του πρώην πρόεδρου της Ευρωομάδας ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι η Ευρωομάδα ενέκρινε τις συστάσεις της Τρόικας χωρίς να εξετάσει εκτενώς τις συγκεκριμένες συνέπειές τους σε επίπεδο πολιτικής· τονίζει ότι αυτό, εάν είναι ακριβές, δεν απαλλάσσει τους υπουργούς Οικονομικών της ζώνης του ευρώ από την πολιτική τους ευθύνη για τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής και τα μνημόνια συνεννόησης· επισημαίνει ότι η παραδοχή αυτή προκαλεί ανησυχίες όσον αφορά το θολό πεδίο εφαρμογής των ρόλων της «παροχής τεχνικών συμβουλών» και της «εκπροσώπησης της Ευρωομάδας» που έχουν ανατεθεί τόσο στην Επιτροπή όσο και στην ΕΚΤ στο πλαίσιο του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης των προγραμμάτων συνδρομής· αποδοκιμάζει, από την άποψη αυτή, την έλλειψη σαφών και συνοδευόμενων από λογοδοσία ειδικών κατά περίπτωση εντολών που να παρέχονται από το Συμβούλιο και την Ευρωομάδα στην Επιτροπή·

53.

αμφισβητεί τον διπλό ρόλο της Επιτροπής στην Τρόικα τόσο ως εκπροσώπου των κρατών μελών όσο και ως θεσμικού οργάνου της ΕΕ· θεωρεί ότι υπάρχει δυνητική σύγκρουση συμφερόντων στην Επιτροπή ανάμεσα στον ρόλο της στην Τρόικα και την ευθύνη της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών και του κοινοτικού κεκτημένου, ιδίως σε τομείς όπως η πολιτική ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων και η πολιτική για την κοινωνική συνοχή, καθώς και όσον αφορά τη μισθολογική και κοινωνική πολιτική των κρατών μελών, έναν τομέα στον οποίο η Επιτροπή δεν διαθέτει καμία αρμοδιότητα, και την τήρηση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· τονίζει ότι αυτή η κατάσταση έρχεται σε αντίθεση με τον κανονικό ρόλο της Επιτροπής, σύμφωνα με τον οποίο η Επιτροπή ενεργεί ως ανεξάρτητος εντολέας που προστατεύει το συμφέρον της ΕΕ και εξασφαλίζει την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ εντός των ορίων που θεσπίζονται από τις Συνθήκες·

54.

επισημαίνει περαιτέρω την πιθανή σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του τρέχοντος ρόλου της ΕΚΤ στην Τρόικα ως «τεχνικού συμβούλου» και της θέσης της ως πιστωτή των τεσσάρων κρατών μελών, καθώς και της εντολής της βάσει της Συνθήκης, επειδή έχει συναρτήσει τις δράσεις της με αποφάσεις στις οποίες συμμετέχει και η ίδια· χαιρετίζει, ωστόσο, τη συνεισφορά της στην αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά ζητεί προσεκτικό έλεγχο των πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων της ΕΚΤ, ιδίως όσον αφορά την κρίσιμη πολιτική ρευστότητας· σημειώνει ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης, η ΕΚΤ διέθετε κρίσιμες πληροφορίες σχετικά με την εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού τομέα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εν γένει, και ότι, με αυτό κατά νου, άσκησε στη συνέχεια επιρροή σε φορείς λήψης αποφάσεων, τουλάχιστον όσον αφορά την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, όταν η ΕΚΤ επέμενε να αποσυρθούν οι ρήτρες συλλογικής δράσης (CAC) από τα κρατικά ομόλογα που είχε στην κατοχή της, τις ενέργειες επείγουσας ενίσχυσης της Κύπρου υπό μορφή ρευστότητας, καθώς και, στην περίπτωση της Ιρλανδίας, τη μη συμμετοχή των ομολογιούχων αυξημένης εξοφλητικής προτεραιότητας στην εσωτερική διάσωση· καλεί την ΕΚΤ να δημοσιοποιήσει, όπως ζήτησε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, την επιστολή που απηύθυνε στις 19 Νοεμβρίου 2010 ο Jean-Claude Trichet στον τότε υπουργό Οικονομικών της Ιρλανδίας·

55.

σημειώνει ότι ο ρόλος της ΕΚΤ δεν είναι επαρκώς καθορισμένος, εφόσον στη Συνθήκη για τον ΕΜΣ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 αναφέρεται ότι η Επιτροπή θα πρέπει να ενεργεί «σε συνεργασία με την ΕΚΤ», περιορίζοντας έτσι την ΕΚΤ σε συμβουλευτικό ρόλο· επισημαίνει ότι η Ευρωομάδα ζήτησε τη συμμετοχή της ΕΚΤ ως παρόχου εμπειρογνωμοσύνης για τη συμπλήρωση των απόψεων των άλλων συνιστωσών της Τρόικας, και ότι το ΔΕΕ αποφάνθηκε στην υπόθεση Pringle ότι τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ από τη Συνθήκη του ΕΜΣ είναι συμβατά με τα διάφορα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ από τη ΣΛΕΕ και το καταστατικό του ΕΣΚΤ (και της ΕΚΤ) υπό τον όρο ότι θα πληρούνται μονίμως ορισμένες προϋποθέσεις· επισημαίνει την ευθύνη της Ευρωομάδας που επέτρεψε στην ΕΚΤ να ενεργεί στο πλαίσιο της Τρόικας, ενώ υπενθυμίζει ότι η αποστολή της ΕΚΤ οριοθετείται από τη ΣΛΕΕ στους τομείς της νομισματικής πολιτικής και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και ότι η συμμετοχή της ΕΚΤ στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη δημοσιονομική, φορολογική και διαρθρωτική πολιτική δεν προβλέπεται στις Συνθήκες· υπενθυμίζει ότι το άρθρο 127 ΣΛΕΕ ορίζει ότι, με την επιφύλαξη του στόχου της σταθερότητας των τιμών, το ΕΣΚΤ στηρίζει τις γενικές οικονομικές πολιτικές στην Ένωση, προκειμένου να συμβάλει στην υλοποίηση των στόχων της Ένωσης, που ορίζονται στο άρθρο 3 της ΣΕΕ·

56.

επισημαίνει τη γενικά ανεπαρκή δημοκρατική λογοδοσία της Τρόικας σε εθνικό επίπεδο στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα· σημειώνει, ωστόσο, ότι αυτή η δημοκρατική λογοδοσία διαφέρει από χώρα σε χώρα, ανάλογα με τη βούληση της εθνικής εκτελεστικής εξουσίας και τη δυνατότητα άσκησης αποτελεσματικού ελέγχου εκ μέρους των εθνικών κοινοβουλίων, όπως αποδείχτηκε στην περίπτωση της απόρριψης του αρχικού μνημονίου συνεννόησης από το κυπριακό κοινοβούλιο· επισημαίνει ωστόσο ότι, όποτε ζητήθηκε η γνώμη τους, τα εθνικά κοινοβούλια είχαν τελικά δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στην παύση της αποπληρωμής του δημόσιου χρέους και την αποδοχή μνημονίων συνεννόησης που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ της Τρόικας και των εθνικών αρχών· επισημαίνει ότι το εθνικό κοινοβούλιο της Πορτογαλίας δεν επικύρωσε το μνημόνιο συνεννόησης· σημειώνει με ανησυχία ότι η Τρόικα απαρτίζεται από τρία ανεξάρτητα θεσμικά όργανα που έχουν άνιση κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ τους, σε συνδυασμό με διαφορετική αποστολή, καθώς και δομές διαπραγμάτευσης και λήψης αποφάσεων με διαφορετικά επίπεδα λογοδοσίας, και ότι το γεγονός αυτό οδήγησε σε έλλειψη κατάλληλου ελέγχου και δημοκρατικής λογοδοσίας της Τρόικας στο σύνολό της·

57.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το ΔΝΤ, εξαιτίας του καταστατικού του, δεν μπορεί να εμφανισθεί επισήμως ενώπιον των εθνικών κοινοβουλίων ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ούτε να τους απευθύνει επισήμως έκθεση· επισημαίνει ότι η δομή διακυβέρνησης του ΔΝΤ προβλέπει λογοδοσία έναντι των 188 χωρών μελών μέσω του Συμβουλίου του ΔΝΤ· υπογραμμίζει ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ ως έσχατου δανειστή, ο οποίος χορηγεί έως το ένα τρίτο της χρηματοδότησης, προσδίδει στον οργανισμό μειοψηφικό ρόλο·

58.

επισημαίνει ότι, μετά τις προπαρασκευαστικές εργασίες που επιτελεί η Τρόικα, οι επίσημες αποφάσεις λαμβάνονται ξεχωριστά, σύμφωνα με το αντίστοιχο νομικό καθεστώς και τον ρόλο τους, από την Ευρωομάδα και από το ΔΝΤ, που έτσι αναλαμβάνουν πολιτική ευθύνη για τις ενέργειες της Τρόικας· επισημαίνει περαιτέρω ότι ο ΕΜΣ διαδραματίζει πλέον κρίσιμο ρόλο, καθώς είναι ο υπεύθυνος οργανισμός για τη λήψη αποφάσεων όσον αφορά τη χρηματοδοτική συνδρομή που χορηγείται από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, με αποτέλεσμα η εθνική εκτελεστική εξουσία των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων των άμεσα ενδιαφερομένων κρατών μελών, να τίθεται στο επίκεντρο των αποφάσεων που λαμβάνονται·

59.

επισημαίνει ότι η δημοκρατική νομιμοποίηση της Τρόικας σε εθνικό επίπεδο πηγάζει από την πολιτική ευθύνη των μελών της Ευρωομάδας και του ECOFIN έναντι των εθνικών κοινοβουλίων τους· αποδοκιμάζει το γεγονός ότι η Τρόικα, εξαιτίας της δομής της, δεν διαθέτει μέσα δημοκρατικής νομιμοποίησης σε επίπεδο ΕΕ·

60.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ παρουσιάζονται ως ο αποδιοπομπαίος τράγος για τις αρνητικές επιπτώσεις στο πλαίσιο της μακροοικονομικής προσαρμογής των κρατών μελών, ενώ οι υπουργοί Οικονομικών των κρατών μελών είναι εκείνοι που φέρουν την πολιτική ευθύνη για την Τρόικα και τις εργασίες της· τονίζει ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του ευρωσκεπτικισμού, αν και η ευθύνη εντοπίζεται σε εθνικό και όχι σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

61.

καλεί την Ευρωομάδα, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για τις δραστηριότητες της Τρόικας·

62.

επισημαίνει ότι ο ΕΜΣ είναι διακυβερνητικό όργανο που δεν αποτελεί μέρος της θεσμοθετημένης δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και που δεσμεύεται από τον κανόνα της ομοφωνίας στη συνήθη διαδικασία· πιστεύει ότι, για αυτόν τον λόγο, απαιτείται πνεύμα αμοιβαίας δέσμευσης και αλληλεγγύης· σημειώνει ότι στη Συνθήκη για τον ΕΜΣ προβλέπεται η αρχή του δανεισμού υπό όρους, με τη μορφή προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής· επισημαίνει ότι στη Συνθήκη για τον ΕΜΣ δεν ορίζεται περαιτέρω το περιεχόμενο των όρων ή του προγράμματος προσαρμογής, με αποτέλεσμα να αφήνεται μεγάλη ευχέρεια χειρισμών όταν προτείνονται οι όροι αυτοί·

63.

προσδοκά από τα εθνικά ελεγκτικά συνέδρια να αναλάβουν πλήρως τις νόμιμες ευθύνες τους όσον αφορά την πιστοποίηση της νομιμότητας και κανονικότητας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων εποπτείας και ελέγχου· καλεί, εν προκειμένω, τα ανώτατα ελεγκτικά όργανα να ενισχύσουν τη συνεργασία τους, ιδίως με την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών·

Προτάσεις και συστάσεις

64.

χαιρετίζει την προθυμία της Επιτροπής, της ΕΚΤ, του προέδρου της Ευρωομάδας, του ΔΝΤ, των εθνικών κυβερνήσεων και των κεντρικών τραπεζών της Κύπρου, της Ιρλανδίας, της Ελλάδας και της Πορτογαλίας, καθώς και των κοινωνικών εταίρων και των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, να συνεργαστούν και να συμμετάσχουν στην εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αξιολόγηση του ρόλου και των δραστηριοτήτων της Τρόικας, μεταξύ άλλων απαντώντας στο λεπτομερές ερωτηματολόγιο και/ή συμμετέχοντας σε επίσημες και ανεπίσημες ακροάσεις·

65.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι προτάσεις που περιέχει το ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2011 σχετικά με την χρηματοπιστωτική, οικονομική και κοινωνική κρίση δεν ελήφθησαν επαρκώς υπόψη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο· υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή τους θα είχε συμβάλει θετικά στην οικονομική και κοινωνική σύγκλιση εντός της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, εξασφαλίζοντας παράλληλα πλήρη δημοκρατική νομιμοποίηση στα μέτρα συντονισμού των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών·

Βραχυμεσοπρόθεσμη προοπτική

66.

ζητεί, σαν πρώτο βήμα, τη θέσπιση σαφούς, διαφανούς και δεσμευτικού εσωτερικού κανονισμού για τη συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων εντός της Τρόικας και τον καταμερισμό καθηκόντων και ευθυνών στο πλαίσιο αυτό· πιστεύει ένθερμα ότι απαιτείται σαφής καθορισμός και καταμερισμός καθηκόντων προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια, να καταστεί δυνατός ένας αποτελεσματικότερος δημοκρατικός έλεγχος των δραστηριοτήτων της Τρόικας και να στηριχθεί η αξιοπιστία του έργου της·

67.

ζητεί την ανάπτυξη μιας βελτιωμένης επικοινωνιακής στρατηγικής για τα τρέχοντα και μελλοντικά προγράμματα χρηματοδοτικής συνδρομής· κάνει έκκληση να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα σε αυτόν τον προβληματισμό, καθώς η αδράνεια σε αυτό το μέτωπο θα αποβεί τελικά επιζήμια για την εικόνα της Ένωσης·

68.

ζητεί τη διενέργεια μιας διαφανούς αξιολόγησης σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων σε εξωτερικούς συμβούλους, την έλλειψη δημόσιων διαγωνισμών, τις εξαιρετικά υψηλές αμοιβές που καταβάλλονται και τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων·

Οικονομικός και κοινωνικός αντίκτυπος

69.

υπενθυμίζει ότι η θέση του Κοινοβουλίου σχετικά με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 προέβλεπε την ενσωμάτωση διατάξεων ώστε τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής να περιλαμβάνουν σχέδια αντιμετώπισης απρόβλεπτων καταστάσεων σε περίπτωση που δεν επαληθεύονται τα βασικά σενάρια προβλέψεων και σε περίπτωση αποκλίσεων οφειλόμενων σε περιστάσεις εκτός του ελέγχου των κρατών μελών που λαμβάνουν συνδρομή, όπως σε αναπάντεχους διεθνείς οικονομικούς κλυδωνισμούς· υπογραμμίζει ότι τα εν λόγω σχέδια αποτελούν προϋπόθεση για τη χάραξη συνετής πολιτικής, δεδομένου του ευάλωτου χαρακτήρα και του χαμηλού βαθμού αξιοπιστίας των οικονομικών μοντέλων στα οποία βασίζονται οι προβλέψεις των προγραμμάτων, όπως φάνηκε σε όλα τα κράτη μέλη που υπάγονται σε προγράμματα συνδρομής·

70.

παροτρύνει την ΕΕ να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις χρηματοοικονομικές, δημοσιονομικές και οικονομικές εξελίξεις στα κράτη μέλη και να δημιουργήσει θεσμοθετημένο σύστημα θετικών κινήτρων, ώστε να ανταμείβονται δεόντως όσοι εφαρμόζουν βέλτιστες πρακτικές σε αυτόν τον τομέα και όσοι συμμορφώνονται πλήρως με τα προγράμματα προσαρμογής τους·

71.

ζητεί να λάβει η Τρόικα υπόψη την τρέχουσα συζήτηση σχετικά με τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές και να εξετάσει την αναθεώρηση των μνημονίων συνεννόησης, με βάση τα τελευταία εμπειρικά αποτελέσματα·

72.

ζητεί από την Τρόικα να εκπονήσει νέες εκτιμήσεις βιωσιμότητας του χρέους και, επειγόντως, να αντιμετωπίσει την ανάγκη μείωσης του βάρους του ελληνικού δημόσιου χρέους, καθώς και τις σημαντικότατες εκροές κεφαλαίων από την Ελλάδα, οι οποίες συμβάλλουν σημαντικά στον φαύλο κύκλο της τρέχουσας οικονομικής ύφεσης στη χώρα· υπενθυμίζει ότι υφίστανται διάφορες δυνατότητες για μια αναδιάρθρωση του χρέους του είδους, πέρα από το «κούρεμα» του κεφαλαίου των ομολόγων, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η ανταλλαγή ομολόγων, η επέκταση της λήξης των ομολόγων και η μείωση των τοκομεριδίων· πιστεύει ότι θα πρέπει να σταθμιστούν προσεκτικά οι διάφορες δυνατότητες αναδιάρθρωσης του χρέους·

73.

επιμένει ότι τα μνημόνια συνεννόησης πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να σέβονται, εάν αυτό δεν συμβαίνει ήδη, τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι η προώθηση της απασχόλησης, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας ώστε να καταστεί δυνατή η εναρμόνισή τους με παράλληλη διατήρηση της προόδου, η κατάλληλη κοινωνική προστασία, ο κοινωνικός διάλογος και η ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων που θα επιτρέψουν ένα υψηλό και διαρκές επίπεδο απασχόλησης και την καταπολέμηση του αποκλεισμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ· υποστηρίζει μια επιφυλακτική παράταση των χρονοδιαγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής που έχουν ήδη υλοποιηθεί στο πλαίσιο των μνημονίων συνεννόησης, καθώς έχουν υποχωρήσει οι φόβοι μιας γενικής κατάρρευσης· υποστηρίζει την εξέταση πρόσθετων προσαρμογών υπό το φως των περαιτέρω μακροοικονομικών εξελίξεων·

74.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα βάρη δεν επιμερίστηκαν σε όλους όσοι ενήργησαν ανεύθυνα και ότι η προστασία των κατόχων ομολόγων αντιμετωπίστηκε ως ανάγκη της ΕΕ προς όφελος της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας· ζητεί από το Συμβούλιο να ενεργοποιήσει το πλαίσιο το οποίο αποφάσισε σχετικά με την αντιμετώπιση των «κληροδοτημένων» περιουσιακών στοιχείων (legacy assets), ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ κρατών και τραπεζών και να ελαφρυνθεί το βάρος του δημόσιου χρέους στην Ιρλανδία, στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία και στην Κύπρο· παροτρύνει την Ευρωομάδα να ανταποκριθεί στη δέσμευσή της να εξετάσει την κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ιρλανδίας με σκοπό την περαιτέρω βελτίωση της βιωσιμότητας της προσαρμογής στην Ιρλανδία και, έχοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, παροτρύνει την Ευρωομάδα να εκπληρώσει τη δέσμευσή της προς την Ιρλανδία για την αντιμετώπιση του βάρους του τραπεζικού χρέους· πιστεύει ότι πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για το σχετικό κληροδοτηθέν χρέος, καθώς αυτό γίνεται αντιληπτό στην Ιρλανδία ως άδικο, σύμφωνα με τις διατάξεις περί ευελιξίας του αναθεωρημένου Συμφώνου· θεωρεί ότι, μακροπρόθεσμα, ο επιμερισμός του κόστους πρέπει να αντικατοπτρίζει την κατανομή των προστατευόμενων ομολογιούχων· σημειώνει το αίτημα των ιρλανδικών αρχών να μεταφερθεί στον ΕΜΣ ένα μέρος του δημόσιου χρέους αντίστοιχο προς το κόστος της διάσωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα·

75.

συνιστά να εξεταστεί περαιτέρω από την Επιτροπή, την Ευρωομάδα και το ΔΝΤ η έννοια των «υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολόγων», βάσει της οποίας η απόδοση των νεοεκδιδόμενων τίτλων δημόσιου χρέους στα κράτη μέλη που λαμβάνουν συνδρομή συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη·

76.

υπενθυμίζει την ανάγκη για μέτρα με στόχο την εξασφάλιση φορολογικών εσόδων, ιδίως για τις χώρες που υπάγονται σε πρόγραμμα προσαρμογής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών στη ζώνη του ευρώ τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα (έκθεση Gauzès), με τη λήψη μέτρων «σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και σε συνεννόηση με την ΕΚΤ και, όπου είναι σκόπιμο, με το ΔΝΤ, για την ενίσχυση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας των εισπρακτικών μηχανισμών και την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, προκειμένου να αυξήσουν τα φορολογικά τους έσοδα»· υπενθυμίζει ότι πρέπει να ληφθούν ταχέως αποτελεσματικά μέτρα για την καταπολέμηση και την πρόληψη της φορολογικής απάτης, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ· συνιστά τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων με στόχο τη δίκαιη συνεισφορά όλων των μερών στα φορολογικά έσοδα·

77.

ζητεί να δημοσιοποιηθεί ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι χρηματοδοτικοί πόροι της διάσωσης· τονίζει ότι θα πρέπει να διευκρινίζεται η ποσότητα των πόρων που διοχετεύθηκαν στη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων, στη χρηματοδότηση της δημόσιας διοίκησης και στην αποπληρωμή των ιδιωτών πιστωτών·

78.

ζητεί την ουσιαστική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων προσαρμογής, τόσο των τρεχόντων όσο και των μελλοντικών· πιστεύει ότι οι συμφωνίες που επιτεύχθηκαν από τους κοινωνικούς εταίρους στο πλαίσιο των προγραμμάτων πρέπει να τηρηθούν, στον βαθμό που είναι συμβατές με τα προγράμματα· υπογραμμίζει ότι ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 472/2013 προβλέπει πως τα προγράμματα συνδρομής σέβονται τις εθνικές πρακτικές και τους εθνικούς θεσμικούς μηχανισμούς διαμόρφωσης των μισθών·

79.

ζητεί τη συμμετοχή της ΕΚΤ στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των σχετικών με τις επενδύσεις μέτρων, ώστε να προωθηθεί η οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη·

80.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα προγράμματα δεν δεσμεύονται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, επειδή τα προγράμματα αυτά δεν βασίζονται στο πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης·

81.

τονίζει ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να τηρούν υπό οιεσδήποτε περιστάσεις το δίκαιο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

82.

τονίζει ότι η επιδίωξη οικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στα κράτη μέλη και την Ένωση στο σύνολό της δεν πρέπει να υπονομεύει την κοινωνική σταθερότητα, το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο και τα κοινωνικά δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ· τονίζει ότι η προβλεπόμενη από τις Συνθήκες συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον οικονομικό διάλογο σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να περιλαμβάνεται στην πολιτική ημερήσια διάταξη· ζητεί την αναγκαία συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των τρεχόντων και μελλοντικών προγραμμάτων προσαρμογής·

Η Επιτροπή

83.

ζητεί πλήρη εφαρμογή και πλήρη ενστερνισμό του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει διοργανικές διαπραγματεύσεις με το Κοινοβούλιο προκειμένου να καθοριστεί κοινή διαδικασία ενημέρωσης της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου σχετικά με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την παρακολούθηση του προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής, καθώς και σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την κατάρτιση του σχεδίου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· υπενθυμίζει στην Επιτροπή να διενεργεί και να δημοσιεύει εσωτερικές εκ των υστέρων αξιολογήσεις των συστάσεών της και της συμμετοχής της στην Τρόικα· ζητεί από την Επιτροπή να περιλαμβάνει τις εν λόγω αξιολογήσεις στην έκθεση επανεξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· υπενθυμίζει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή ότι στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013 προβλέπεται ότι για τα κράτη μέλη που λαμβάνουν χρηματοδοτική συνδρομή στις 30 Μαΐου 2013 ο εν λόγω κανονισμός εφαρμόζεται από την ημερομηνία αυτή· ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 265 της ΣΛΕΕ, να αναλάβουν δράση με σκοπό να εξορθολογίσουν και να ευθυγραμμίσουν τα προγράμματα ad hoc χρηματοδοτικής συνδρομής με τις διαδικασίες και πράξεις που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013· καλεί την Επιτροπή και τους συννομοθέτες να αντλήσουν διδάγματα από την εμπειρία της Τρόικας κατά τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των επόμενων ενεργειών της ΟΝΕ, μεταξύ άλλων και κατά την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013·

84.

υπενθυμίζει στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο τη θέση του που εγκρίθηκε σε σύνοδο Ολομέλειας σχετικά με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 472/2013· τονίζει ειδικότερα ότι, στη θέση αυτή, το Κοινοβούλιο προέβλεπε διατάξεις οι οποίες αυξάνουν περαιτέρω τη διαφάνεια και τη λογοδοσία όσον αφορά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων που οδηγεί στην έγκριση προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια και ακριβέστερη οριοθέτηση της εντολής και του συνολικού ρόλου της Επιτροπής· ζητεί από την Επιτροπή να επανεξετάσει τις εν λόγω διατάξεις και να τις ενσωματώσει στο πλαίσιο, σε περίπτωση μελλοντικής πρότασης για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013· υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι η κατάρτιση μελλοντικών προγραμμάτων συνδρομής θα τεθεί υπό την ευθύνη της Επιτροπής, η οποία θα πρέπει, κατά περίπτωση, να συμβουλεύεται τρίτους, όπως την ΕΚΤ, το ΔΝΤ ή άλλα όργανα·

85.

ζητεί πλήρη λογοδοσία της Επιτροπής, η οποία να καλύπτει και να υπερβαίνει τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013, όταν ενεργεί υπό την ιδιότητα μέλους του μηχανισμού συνδρομής της ΕΕ· ζητεί να εμφανίζονται ενώπιον του Κοινοβουλίου οι εκπρόσωποι της Επιτροπής στον μηχανισμό αυτό πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους· ζητεί επίσης να υπόκεινται σε υποχρέωση τακτικής αναφοράς προς το Κοινοβούλιο·

86.

προτείνει να συγκροτηθεί από την Επιτροπή μια «ομάδα δράσης για την ανάπτυξη» για κάθε χώρα που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία θα περιλαμβάνει και εμπειρογνώμονες προερχόμενους, μεταξύ άλλων, από τα κράτη μέλη και την ΕΤΕπ, σε συνεργασία με εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών ώστε να καθίσταται δυνατός ο ενστερνισμός, και θα έχει σκοπό να προτείνει επιλογές για την προώθηση της ανάπτυξης οι οποίες θα συμπληρώνουν τη δημοσιονομική εξυγίανση και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις· η εν λόγω ομάδα δράσης θα έχει στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και, κατά συνέπεια, τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για επενδύσεις· η Επιτροπή θα πρέπει να αξιοποιήσει την πείρα που αποκτήθηκε από το μέσο της «αδελφοποίησης» για τη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων διοικήσεων των κρατών μελών της ΕΕ και των δικαιούχων χωρών·

87.

είναι της άποψης ότι πρέπει να λαμβάνεται πληρέστερα υπόψη η κατάσταση της ζώνης του ευρώ συνολικά (περιλαμβανομένων των δευτερογενών επιπτώσεων σε άλλα κράτη μέλη οι οποίες προκύπτουν από εθνικές πολιτικές) όταν εξετάζεται η διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών ή όταν η Επιτροπή εκπονεί την ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης·

88.

πιστεύει ότι η διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών πρέπει επίσης να αξιολογεί με σαφή τρόπο την υπέρμετρη στήριξη οποιουδήποτε κράτους μέλους σε έναν συγκεκριμένο τομέα δραστηριοτήτων·

89.

ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει διεξοδικά, υπό το πρίσμα των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, την παροχή ρευστότητας από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ)·

90.

αναθέτει στην Επιτροπή, υπό την ιδιότητά της ως «θεματοφύλακα των Συνθηκών», να υποβάλει έως το τέλος του 2015 λεπτομερή μελέτη των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών των προγραμμάτων προσαρμογής στις τέσσερις χώρες, με σκοπό την πλήρη κατανόηση τόσο του βραχυπρόθεσμου όσο και του μακροπρόθεσμου αντικτύπου των προγραμμάτων, ώστε οι προκύπτουσες πληροφορίες να χρησιμοποιηθούν για τα μελλοντικά μέτρα συνδρομής· καλεί την Επιτροπή να απευθυνθεί, κατά την εκπόνηση της μελέτης αυτής, σε όλα τα σχετικά συμβουλευτικά όργανα, συμπεριλαμβανομένης της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, της Επιτροπής Απασχόλησης και της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας, και να συνεργαστεί στενά με το Κοινοβούλιο· πιστεύει ότι η έκθεση της Επιτροπής θα πρέπει επίσης να αντανακλά τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

91.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να μεριμνήσουν για τη συμμετοχή όλων των σχετικών γενικών διευθύνσεων (ΓΔ) της Επιτροπής και των εθνικών υπουργείων στις συζητήσεις και τις αποφάσεις για τα μνημόνια συνεννόησης· υπογραμμίζει ειδικότερα τον ρόλο που αναλογεί στη ΓΔ Απασχόλησης, δίπλα στη ΓΔ Οικονομικών Υποθέσεων και τη ΓΔ Εσωτερικής Αγοράς, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η κοινωνική διάσταση θα αποτελεί βασικό στοιχείο στις διαπραγματεύσεις και ότι θα συνεκτιμάται ο κοινωνικός αντίκτυπος·

Η ΕΚΤ

92.

ζητεί να αναλύεται επιμελώς ο ρόλος της ΕΚΤ σε κάθε μεταρρύθμιση του πλαισίου της Τρόικας, προκειμένου να ευθυγραμμίζεται με την αποστολή της ΕΚΤ· ζητεί ιδίως να δοθεί στην ΕΚΤ ιδιότητα σιωπηλού παρατηρητή με διαφανή και σαφώς καθορισμένο συμβουλευτικό ρόλο, χωρίς να της επιτρέπεται να καταστεί πλήρης διαπραγματευτικός εταίρος και με διακοπή της πρακτικής σύμφωνα με την οποία η ΕΚΤ συνυπογράφει τις δηλώσεις καθηκόντων·

93.

ζητεί από την ΕΚΤ να διενεργεί και να δημοσιεύει εκ των υστέρων αξιολογήσεις του αντικτύπου των συστάσεών της και της συμμετοχής της στην Τρόικα·

94.

συνιστά να επικαιροποιήσει η ΕΚΤ τις κατευθυντήριες γραμμές της για την επείγουσα ενίσχυση υπό μορφή ρευστότητας (ELA) και τους κανόνες της για τις εξασφαλίσεις, ώστε να ενισχυθεί η διαφάνεια της παροχής ρευστότητας στα κράτη μέλη που λαμβάνουν συνδρομή και να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου όσον αφορά την έννοια της φερεγγυότητας που χρησιμοποιεί το ΕΣΚΤ·

95.

καλεί την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες να δημοσιοποιούν εγκαίρως αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τα προγράμματα επείγουσας βοήθειας υπό μορφή ρευστότητας, περιλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με τους όρους της στήριξης όπως η φερεγγυότητα, τον τρόπο χρηματοδότησης των εν λόγω προγραμμάτων επείγουσας βοήθειας από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, το νομικό πλαίσιο και την πρακτική λειτουργία τους·

Το ΔΝΤ

96.

πιστεύει ότι, ύστερα από χρόνια πείρας στον σχεδιασμό και την εφαρμογή χρηματοδοτικών προγραμμάτων, τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα έχουν αποκτήσει την απαραίτητη τεχνογνωσία ώστε να τα σχεδιάζουν και να τα εφαρμόζουν μόνα τους, ενώ η συμμετοχή του ΔΝΤ θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που προτείνονται στην παρούσα έκθεση·

97.

ζητεί οποιαδήποτε μελλοντική συμμετοχή του ΔΝΤ στη ζώνη του ευρώ να είναι προαιρετική·

98.

καλεί το ΔΝΤ να επαναπροσδιορίσει το πεδίο τυχόν μελλοντικής συμμετοχής του σε προγράμματα συνδρομής που αφορούν την ΕΕ, κατά τρόπο ώστε να γίνει ένας δανειστής που δίνει το έναυσμα παρέχοντας ένα ελάχιστο όριο χρηματοδότησης και εμπειρογνωμοσύνης στη δανειζόμενη χώρα και στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, ενώ διατηρεί την ευχέρεια αποχώρησης σε περίπτωση διαφωνίας·

99.

καλεί την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 138 της ΣΛΕΕ, να προτείνει κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ενιαία εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών και διασκέψεων, και ιδίως στο ΔΝΤ, και να αντικατασταθεί το ισχύον σύστημα της μεμονωμένης εκπροσώπησης των κρατών μελών σε διεθνές επίπεδο· σημειώνει ότι αυτό απαιτεί τροποποίηση του καταστατικού του ΔΝΤ·

100.

ζητεί διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την ανάμιξη του ΔΝΤ στην ζώνη του ευρώ σε βάση ad hoc·

Το Συμβούλιο και η Ευρωομάδα

101.

ζητεί επαναξιολόγηση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της Ευρωομάδας, ώστε να συμπεριληφθεί η υποχρέωση δέουσας δημοκρατικής λογοδοσίας τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο· ζητεί να καταρτιστούν ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές για κατάλληλο δημοκρατικό έλεγχο της εφαρμογής των μέτρων σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες να λαμβάνουν υπόψη την ποιότητα της απασχόλησης, την κοινωνική προστασία, την υγεία και την εκπαίδευση και να εξασφαλίζουν την πρόσβαση όλων στα κοινωνικοπρονοιακά συστήματα· προτείνει να θεωρηθεί ότι η ιδιότητα του μόνιμου προέδρου της Ευρωομάδας αντιπροσωπεύει καθήκοντα πλήρους απασχόλησης· προτείνει να είναι πρόεδρος της Ευρωομάδας ένας από τους αντιπροέδρους της Επιτροπής, ο οποίος να λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο· ζητεί για το άμεσο μέλλον την εγκαθίδρυση τακτικού διαλόγου ανάμεσα στην Τρόικα και το Κοινοβούλιο·

102.

καλεί την Ευρωομάδα, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να αναλάβουν πλήρη ευθύνη για τις δραστηριότητες της Τρόικας· εκφράζει ιδιαίτερα τη θέλησή του να βελτιωθεί η λογοδοσία για τις αποφάσεις της Ευρωομάδας σε σχέση με τη χρηματοδοτική συνδρομή, δεδομένου ότι οι υπουργοί Οικονομικών φέρουν την τελική πολιτική ευθύνη για τα προγράμματα μακροοικονομικής προσαρμογής και την εφαρμογή τους, ενώ συχνά δεν λογοδοτούν ούτε άμεσα στα εθνικά τους κοινοβούλια ούτε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις συγκεκριμένες αποφάσεις τους· θεωρεί ότι, προτού χορηγηθεί η χρηματοδοτική συνδρομή, ο Πρόεδρος της Ευρωομάδας πρέπει να εμφανίζεται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ στο αντίστοιχο κοινοβούλιό τους· τονίζει ότι τόσο ο Πρόεδρος της Ευρωομάδας όσο και οι υπουργοί Οικονομικών πρέπει να υπόκεινται σε υποχρέωση τακτικής αναφοράς προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια·

103.

παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη να αυξήσουν τη συμμετοχή των εθνικών αρχών στις εργασίες και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και να εφαρμόζουν όλα τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνήσει στο πλαίσιο των ειδικών συστάσεων ανά χώρα· υπενθυμίζει ότι μόνο στο 15 % των 400 περίπου ειδικών ανά χώρα συστάσεων η Επιτροπή έχει εντοπίσει αξιόλογη πρόοδο συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη·

Ο ΕΜΣ

104.

τονίζει ότι, με τη σταδιακή κατάργηση της Τρόικας, κάποιο θεσμικό όργανο θα πρέπει να αναλάβει τον έλεγχο των συνεχιζόμενων μεταρρυθμίσεων·

105.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι η σύσταση του ΕΤΧΣ και του ΕΜΣ εκτός του πλαισίου των θεσμικών οργάνων της Ένωσης αποτελεί οπισθοδρόμηση στην εξέλιξη της Ένωσης, ιδίως εις βάρος του Κοινοβουλίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Δικαστηρίου·

106.

ζητεί να ενσωματωθεί ο ΕΜΣ στο νομικό πλαίσιο της Ένωσης και να εξελιχθεί σε μηχανισμό ενωσιακής βάσης, όπως προβλέπει η Συνθήκη ΕΜΣ· ζητεί να λογοδοτεί ο ΕΜΣ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, μεταξύ άλλων σχετικά με αποφάσεις χορήγησης χρηματοδοτικής συνδρομής καθώς και αποφάσεις καταβολής νέων δόσεων δανείων· τονίζει ότι, όσο τα κράτη μέλη συνεισφέρουν άμεσα από τον εθνικό προϋπολογισμό τους στον ΕΜΣ, θα πρέπει και να εγκρίνουν τη χρηματοδοτική συνδρομή· ζητεί την περαιτέρω ανάπτυξη του ΕΜΣ με επαρκή ικανότητα δανειοδοσίας και δανειοληψίας, την καθιέρωση διαλόγου ανάμεσα στο διευθυντικό όργανο του ΕΜΣ και τους ευρωπαίους κοινωνικούς εταίρους και την ενσωμάτωση του ΕΜΣ στον προϋπολογισμό της ΕΕ· καλεί τα μέλη του ΕΜΣ, έως ότου υλοποιηθούν τα προαναφερθέντα, να απόσχουν βραχυπρόθεσμα από την απαίτηση ομοφωνίας, ώστε οι συνήθεις αποφάσεις να μπορούν να λαμβάνονται με ειδική πλειοψηφία αντί της ομοφωνίας, και να καταστήσουν δυνατή τη χορήγηση προληπτικής συνδρομής·

107.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Ευρωομάδα να τηρήσουν τη δέσμευση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για διαπραγμάτευση μιας διοργανικής συμφωνίας με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με σκοπό τη θέσπιση κατάλληλου ενδιάμεσου μηχανισμού για την αύξηση της λογοδοσίας του ΕΜΣ· ζητεί επίσης, σε αυτό το πλαίσιο, μεγαλύτερη διαφάνεια των συζητήσεων του διοικητικού συμβουλίου του ΕΜΣ·

108.

υπογραμμίζει ότι η απόφαση «Pringle» του ΔΕΕ και η νομολογία του παρέχουν τη δυνατότητα να ενταχθεί ο ΕΜΣ στο ενωσιακό πλαίσιο με σταθερή Συνθήκη βάσει του άρθρου 352 της ΣΛΕΕ· καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να υποβάλει έως το τέλος του 2014 νομοθετική πρόταση με αυτόν τον στόχο·

Μεσομακροπρόθεσμη προοπτική

109.

ζητεί να ενταχθούν τα μνημόνια στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας με σκοπό να προωθηθεί μια αξιόπιστη και βιώσιμη στρατηγική εξυγίανσης, η οποία θα υπηρετεί επίσης τους στόχους της αναπτυξιακής στρατηγικής της Ένωσης και τους δεδηλωμένους στόχους για την κοινωνική συνοχή και την απασχόληση· συνιστά να υποβάλλονται σε ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οι διαπραγματευτικές εντολές και να ζητείται η γνώμη του Κοινοβουλίου για τα προκύπτοντα μνημόνια συνεννόησης, προκειμένου τα προγράμματα παροχής συνδρομής να διαθέτουν επαρκή δημοκρατική νομιμοποίηση·

110.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του να λαμβάνονται σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση οι αποφάσεις που σχετίζονται με την ενίσχυση της ΟΝΕ· θεωρεί ότι οποιαδήποτε παρέκκλιση από την κοινοτική μέθοδο με αυξημένη χρήση διακυβερνητικών συμφωνιών (όπως, για παράδειγμα, συμβατικών δεσμεύσεων) διαιρεί, αποδυναμώνει και θέτει υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της ζώνης του ευρώ· γνωρίζει ότι η πλήρης τήρηση της κοινοτικής μεθόδου σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις του μηχανισμού χρηματοδοτικής συνδρομής της Ένωσης ενδέχεται να απαιτήσει τροποποίηση της Συνθήκης και τονίζει ότι το ΕΚ πρέπει να συμμετέχει πλήρως σε οιεσδήποτε τέτοιου είδους αλλαγές, οι οποίες θα πρέπει να εξετάζονται στο πλαίσιο συνέλευσης·

111.

πιστεύει ότι θα πρέπει να διερευνηθεί το ενδεχόμενο τροποποίησης της Συνθήκης, με την οποία θα επεκτείνεται το πεδίο εφαρμογής του ισχύοντος άρθρου 143 της ΣΛΕΕ σε όλα τα κράτη μέλη αντί να περιορίζεται στα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ·

112.

ζητεί την ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου (ΕΝΤ) βάσει του δικαίου της Ένωσης, το οποίο θα λειτουργεί σύμφωνα με την κοινοτική μέθοδο· πιστεύει ότι ένα ΕΝΤ αυτού του είδους θα πρέπει να συνδυάζει τα χρηματοδοτικά μέσα του ΕΜΣ, που είναι στραμμένα στη στήριξη χωρών με προβλήματα ισοζυγίου πληρωμών ή ζήτημα αφερεγγυότητας του κράτους, με τους πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη που έχει αποκτήσει η Επιτροπή τα τελευταία χρόνια στον εν λόγω τομέα· επισημαίνει ότι το εν λόγω πλαίσιο θα αποτρέπει τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων που είναι εγγενείς στον τρέχοντα ρόλο της Επιτροπής ως παράγοντα της Ευρωομάδας και στον πολύ πιο συνολικό της ρόλο ως «θεματοφύλακα των Συνθηκών»· πιστεύει ότι το ΕΝΤ θα πρέπει να υπόκειται στα υψηλότερα δημοκρατικά πρότυπα λογοδοσίας και νομιμοποίησης· θεωρεί ότι με το εν λόγω πλαίσιο θα εξασφαλίζεται η διαφάνεια κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και ότι όλα τα εμπλεκόμενα θεσμικά όργανα θα είναι απολύτως υπεύθυνα και θα λογοδοτούν για τις πράξεις τους·

113.

είναι της άποψης ότι απαιτείται αναθεώρηση της Συνθήκης προκειμένου να στηριχθεί πλήρως το πλαίσιο της ΕΕ για την πρόληψη και την επίλυση κρίσεων σε μια νομικά ασφαλή και οικονομικά βιώσιμη βάση·

114.

είναι της άποψης ότι πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο ανάπτυξης ενός μηχανισμού με σαφή διαδικαστικά βήματα για τις χώρες οι οποίες διατρέχουν κίνδυνο αφερεγγυότητας, σύμφωνα με τους κανόνες της «δέσμης έξι μέτρων» και της «δέσμης δύο μέτρων»· στο πλαίσιο αυτό, ενθαρρύνει το ΔΝΤ και ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να υποβάλουν στο ΔΝΤ κοινή θέση ώστε να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για έναν διεθνή μηχανισμό αναδιάρθρωσης δημόσιου χρέους (SDRM), με σκοπό να εγκριθεί μια δίκαιη και βιώσιμη πολυμερής προσέγγιση σε αυτόν τον τομέα·

115.

συνοψίζει τη σύστασή του υποδεικνύοντας ότι οι αντίστοιχοι ρόλοι και καθήκοντα κάθε συμμετέχοντος στην Τρόικα θα έπρεπε να αποσαφηνιστούν ως εξής:

α)

ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα συνδυάζει τα χρηματοδοτικά μέσα του ΕΜΣ και τους ανθρώπινους πόρους που απέκτησε η Επιτροπή κατά τα τελευταία χρόνια, θα αναλάβει τον ρόλο της Επιτροπής, επιτρέποντας σε αυτήν να ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 17 της ΣΕΕ και, ειδικότερα, να είναι ο θεματοφύλακας των Συνθηκών·

β)

η ΕΚΤ θα συμμετέχει ως σιωπηλός παρατηρητής κατά τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, προκειμένου να είναι σε θέση να εκφράζει σοβαρές ανησυχίες προς την Επιτροπή, στο πλαίσιο του συμβουλευτικού της ρόλου, και μετέπειτα προς το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, κατά περίπτωση·

γ)

το ΔΝΤ, εφόσον χρειάζεται οπωσδήποτε να εμπλακεί, θα είναι οριακός δανειστής και, ως εκ τούτου, θα μπορεί να αποχωρήσει από το πρόγραμμα εάν διαφωνεί·

116.

θεωρεί ότι το έργο που ξεκίνησε με την παρούσα έκθεση θα πρέπει να συνεχιστεί· ζητεί από το επόμενο Κοινοβούλιο να συνεχίσει το έργο της παρούσας έκθεσης, να αναπτύξει περαιτέρω τα βασικά της ευρήματα καθώς και να προβεί σε περαιτέρω διερεύνηση·

ο

ο ο

117.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωομάδα, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στο ΔΝΤ.


(1)  ΕΕ L 140 της 27.5.2013, σ. 1

(2)  ΕΕ C 236 E της 12.8.2011, σ. 57.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0447.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0332.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0269.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0430.

(7)  ΕΕ C 33 E της 5.2.2013, σ. 140.

(8)  ΕΕ C 70 E της 8.3.2012, σ. 19.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/200


P7_TA(2014)0240

Πτυχές συνδεόμενες με την απασχόληση και την κοινωνική διάσταση του ρόλου και των δραστηριοτήτων της Τρόικας

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις πτυχές της απασχόλησης και τις κοινωνικές πτυχές του ρόλου και των εργασιών της Τρόικας (ΕΚΤ, Επιτροπή και ΔΝΤ) όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής (2014/2007(INI))

(2017/C 378/22)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και ιδίως τα άρθρα 9, 151, 152 και 153,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και ιδίως τον τίτλο ΙV (Αλληλεγγύη),

έχοντας υπόψη τον αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, κυρίως το άρθρο 30 για το δικαίωμα προστασίας από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό,

έχοντας υπόψη τη δημόσια ακρόαση που διοργανώθηκε από την Επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων στις 9 Ιανουαρίου 2014 με θέμα «Πτυχές απασχόλησης και κοινωνικές πτυχές του ρόλου και των εργασιών της Τρόικας όσον αφορά τις χώρες της ζώνης του ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής»,

έχοντας υπόψη τα τέσσερα σχέδια σημειωμάτων πολιτικής που περιλαμβάνουν αξιολογήσεις των κοινωνικών πτυχών, των πτυχών απασχόλησης και των προκλήσεων στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο αντίστοιχα, τα οποία συντάχθηκαν από τη Μονάδα στήριξης της οικονομικής διακυβέρνησης στη Διεύθυνση οικονομικής και επιστημονικής πολιτικής της ΓΔ IPOL τον Ιανουάριο του 2014,

έχοντας υπόψη τον οικονομικό διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων με τον έλληνα υπουργό Οικονομικών και τον έλληνα υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας που διοργανώθηκαν από κοινού από τις επιτροπές EMPL και ECON στις 13 Νοεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη τις πέντε αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 22ας Απριλίου 2013, σχετικά με τα συνταξιοδοτικά συστήματα στην Ελλάδα (1),

έχοντας υπόψη την 365η έκθεση της επιτροπής για την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 8ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τις συνέπειες των δημοσιονομικών περιορισμών για τις περιφερειακές και τοπικές αρχές, όσον αφορά τις δαπάνες των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ στα κράτη μέλη (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με τον αντίκτυπο της κρίσης στην πρόσβαση των ευάλωτων ομάδων στην περίθαλψη (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 11ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την κοινωνική στέγαση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 15ης Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με την απασχόληση και τις κοινωνικές πτυχές στην ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2012 (5),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Νοεμβρίου 2013, με τίτλο «Ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2014» (COM(2013)0800) και το προσαρτώμενο σε αυτήν σχέδιο κοινής έκθεσης για την απασχόληση,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 23ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο για τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών: εφαρμογή των προτεραιοτήτων του 2013 (6),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 2ας Οκτωβρίου 2013, με τίτλο «Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης» (COM(2013)0690),

έχοντας υπόψη την ερώτηση O-000122/2013 — Β7-0524/2013 προς την Επιτροπή, και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2013, σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ)» (7),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής EMPL ενόψει του ψηφίσματός του της 20ής Νοεμβρίου 2012, σχετικά με την έκθεση των προέδρων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωομάδας με τίτλο «Προς μια ουσιαστική Οικονομική και Νομισματική Ένωση» (8),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2010, με τίτλο «Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού»: ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για κοινωνική και εδαφική συνοχή» (COM(2010)0758), και το σχετικό ψήφισμά του της 15ης Νοεμβρίου 2011 (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Νοεμβρίου 2012, σχετικά με το Σύμφωνο Κοινωνικών Επενδύσεων — ως αντίδραση στην κρίση (10),

έχοντας υπόψη την έκθεση του Eurofound, της 12ης Δεκεμβρίου 2013, με τίτλο «Industrial relations and working conditions developments in Europe 2012» (Εργασιακές σχέσεις και συνθήκες εργασίας στην Ευρώπη το 2012),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 20ής Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «Στοχεύοντας στις κοινωνικές επενδύσεις για την ανάπτυξη και τη συνοχή — συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (2014-2020)» (COM(2013)0083),

έχοντας υπόψη την ερώτηση O-000057/2013 — Β7-0207/2013 προς την Επιτροπή, και το σχετικό ψήφισμα του Κοινοβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Στοχεύοντας στις κοινωνικές επενδύσεις για την ανάπτυξη και τη συνοχή — συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (2014-2020)» (11),

έχοντας υπόψη την τέταρτη έκθεση παρακολούθησης της Επιτροπής των Περιφερειών, του Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020»,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 49 της ΔΟΕ, της 30ής Απριλίου 2013, με τίτλο «The impact of the eurozone crisis on Irish social partnership: A political economy analysis» (Ο αντίκτυπος της κρίσης της ζώνης του ευρώ στην ιρλανδική κοινωνική εταιρική σχέση: μια ανάλυση τον πτυχών της πολιτικής οικονομίας),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας αριθ. 38 της ΔΟΕ, της 8ης Μαρτίου 2012, με τίτλο «Social dialogue and collective bargaining in times of crisis: The case of Greece» (Κοινωνικός διάλογος και συλλογικές διαπραγματεύσεις σε περιόδους κρίσης: Η περίπτωση της Ελλάδας),

έχοντας υπόψη την έκθεση της ΔΟΕ της 30ής Οκτωβρίου 2013 με τίτλο «Tackling the job crisis in Portugal» (Αντιμετώπιση της κρίσης στον τομέα της απασχόλησης στην Πορτογαλία),

έχοντας υπόψη την έκθεση Bruegel, της 17ης Ιουνίου 2013, με τίτλο «EU-IMF assistance to euro-area countries: an early assessment» (Παροχή συνδρομής ΕΕ-ΔΝΤ προς χώρες της ζώνης του ευρώ: Μια πρώιμη αξιολόγηση) (σειρά «Bruegel Blueprint», τεύχος 19),

έχοντας υπόψη τα δελτία τύπου της Eurostat σχετικά με τους ευρωδείκτες, της 12ης Φεβρουαρίου 2010 (22/2010) και της 29ης Νοεμβρίου 2013 (179/2013),

έχοντας υπόψη το έγγραφο οικονομικής πολιτικής αριθ. 1 του ΟΟΣΑ, της 12ης Απριλίου 2012, με τίτλο «Fiscal consolidation: How much, how fast and by what means? — An Economic Outlook Report» (Δημοσιονομική εξυγίανση: Σε ποιο βαθμό, με ποια ταχύτητα και με ποια μέσα; — Μια έκθεση σχετικά με την οικονομική προοπτική),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 3ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Ευρώπη 2020: Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου (ETUI) του Μαΐου 2013 με τίτλο «The Euro crisis and its impact on national and European social policies» (Η κρίση του ευρώ και ο αντίκτυπός της στις εθνικές και ευρωπαϊκές κοινωνικές πολιτικές),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής, του Ιουνίου 2013, με τίτλο «Labour Market Developments in Europe, 2013» (Εξελίξεις στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη, 2013) (σειρά «Ευρωπαϊκή Οικονομία», τεύχος 6/2013),

έχοντας υπόψη το έγγραφο της οργάνωσης Caritas Europa, του Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «The impact of the European Crisis: a study of the impact of the crisis and austerity on the people, with a special focus on Greece, Ireland, Italy, Portugal and Spain» (Ο αντίκτυπος της ευρωπαϊκής κρίσης: μια μελέτη του αντικτύπου της κρίσης και της λιτότητας στον πληθυσμό, με ιδιαίτερη εστίαση στην Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία),

έχοντας υπόψη το έγγραφο πολιτικής της Oxfam, του Σεπτεμβρίου 2013, με τίτλο «A cautionary tale: the true cost of austerity and inequality in Europe» (Μια διδακτική ιστορία: το αληθινό κόστος της λιτότητας και της ανισότητας στην Ευρώπη),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0135/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άνευ προηγουμένου οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση που επεσήμανε την ευπάθεια των δημόσιων οικονομικών σε ορισμένα κράτη μέλη και ότι τα μέτρα του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής στην Ελλάδα (Μάιος 2010 και Μάρτιος 2012), την Ιρλανδία (Δεκέμβριος 2010), την Πορτογαλία (Μάιος 2011) και την Κύπρο (Ιούνιος 2013) είχαν άμεσο και έμμεσο αντίκτυπο στα επίπεδα απασχόλησης και στις συνθήκες διαβίωσης πολλών ανθρώπων· λαμβάνοντας υπόψη ότι όλα τα προγράμματα, παρά το γεγονός ότι υπεγράφησαν επισήμως από την Επιτροπή, σχεδιάστηκαν και οι όροι τους προσδιορίστηκαν από κοινού από το ΔΝΤ, την Ευρωομάδα, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την Επιτροπή και τα προς διάσωση κράτη μέλη·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όταν διασφαλιστεί η οικονομική και δημοσιονομική βιωσιμότητα των τεσσάρων χωρών, οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν σε κοινωνικά ζητήματα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη δημιουργία θέσεων εργασίας·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 9 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι: «Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και των δράσεών της, η Ένωση συνεκτιμά τις απαιτήσεις που συνδέονται με την προαγωγή υψηλού επιπέδου απασχόλησης, με τη διασφάλιση της κατάλληλης κοινωνικής προστασίας, με την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού καθώς και με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, κατάρτισης και προστασίας της ανθρώπινης υγείας»·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 151 της ΣΛΕΕ προβλέπεται πως τυχόν δράση που αναλαμβάνεται από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να συνάδει με τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα που ορίζονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 και στον Κοινοτικό Χάρτη των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζόμενων, του 1989, με σκοπό τη βελτίωση, μεταξύ άλλων, του κοινωνικού διαλόγου· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 152 της ΣΛΕΕ ορίζεται ότι: «Η Ένωση αναγνωρίζει και προάγει τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στο επίπεδό της, λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των εθνικών συστημάτων. Διευκολύνει τον μεταξύ τους διάλογο, σεβόμενη την αυτονομία τους»·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 36 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεσμεύει την Ένωση «να αναγνωρίζει και να σέβεται την πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος, όπως αυτό προβλέπεται στις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές, σύμφωνα με τις Συνθήκες, προκειμένου να προαχθεί η κοινωνική και εδαφική συνοχή της Ένωσης»· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι «ενόψει της θέσης που κατέχουν οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος στα πλαίσια των κοινών αξιών της Ένωσης, καθώς και της συμβολής τους στην προώθηση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, η Ένωση και τα κράτη μέλη, εντός των πλαισίων των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων τους, και εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών, μεριμνούν ούτως ώστε οι υπηρεσίες αυτές να λειτουργούν βάσει αρχών και προϋποθέσεων, ιδίως οικονομικών και δημοσιονομικών, οι οποίες επιτρέπουν την εκπλήρωση του σκοπού τους»· λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι «οι Συνθήκες δεν προδικάζουν με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη» και ότι το Πρωτόκολλο αριθ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος διευκρινίζει τις κοινές αξίες της Ένωσης όσον αφορά τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζεται ότι: «Η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 7ης Δεκεμβρίου 2000, (…), ο οποίος έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες», και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι παράγραφοι 2 και 3 του εν λόγω άρθρου προβλέπουν προσχώρηση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και ορίζουν ότι τα εν λόγω δικαιώματα αποτελούν μέρος των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης και συλλογικών δράσεων (άρθρο 28), την προστασία σε περίπτωση αδικαιολόγητης απόλυσης (άρθρο 30), τις δίκαιες και πρόσφορες συνθήκες εργασίας (άρθρο 31), την αναγνώριση και τον σεβασμό του δικαιώματος πρόσβασης σε παροχές κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικές υπηρεσίες και, προκειμένου «να καταπολεμηθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φτώχεια», το δικαίωμα «αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλους όσους δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους» (άρθρο 34), το δικαίωμα πρόσβασης στην πρόληψη σε θέματα υγείας και στην ιατρική περίθαλψη (άρθρο 35) και την αναγνώριση και τον σεβασμό του δικαιώματος πρόσβασης στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος (άρθρο 36)·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατηγική «Ευρώπη 2020», που προτάθηκε από την Επιτροπή στις 3 Μαρτίου 2010 και εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης Ιουνίου 2010, περιλαμβάνει μεταξύ των πέντε πρωταρχικών στόχων της που πρέπει να επιτευχθούν έως το 2020 τα ακόλουθα: απασχόληση για ποσοστό 75 % των ανδρών και των γυναικών ηλικίας 20-64 ετών· μείωση του ποσοστού πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου σε λιγότερο του 10 % και ολοκλήρωση των σπουδών στην τριτοβάθμια ή αντίστοιχη εκπαίδευση για τουλάχιστον το 40 % των ενηλίκων ηλικίας 30-34 ετών, καθώς και μείωση της φτώχειας μέσω της απομάκρυνσης του κινδύνου της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού για τουλάχιστον 20 εκατομμύρια άτομα·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την τριμηνιαία επισκόπηση της Επιτροπής, του Οκτωβρίου 2013, με τίτλο «Εργασιακή και κοινωνική κατάσταση στην ΕΕ», η σημαντική πτώση του ΑΕγχΠ της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας οδήγησε κυρίως σε μείωση της απασχόλησης·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο ψήφισμά του της 21ης Νοεμβρίου 2013, το Κοινοβούλιο επιδοκίμασε την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 2ας Οκτωβρίου 2013, με τίτλο «Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης» και την πρότασή της για κατάρτιση πίνακα αποτελεσμάτων για βασικούς δείκτες απασχόλησης και κοινωνικούς δείκτες, ο οποίος θα είναι συμπληρωματικός στη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (ΔΜΑ) και στην κοινή έκθεση για την απασχόληση (ΚΕΑ), ως ένα βήμα προς τη διαμόρφωση μιας κοινωνικής διάστασης της ΟΝΕ· τονίζει ότι οι εν λόγω δείκτες πρέπει να επαρκούν για την εξασφάλιση ολοκληρωμένης και διαφανούς κάλυψης της κατάστασης απασχόλησης και της κοινωνικής κατάστασης στα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι το ψήφισμα του Κοινοβουλίου τόνιζε την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι η εν λόγω παρακολούθηση θα αποσκοπεί στη μείωση των κοινωνικών αποκλίσεων μεταξύ των κρατών μελών και στην προώθηση της κοινωνικής σύγκλισης προς τα πάνω και της κοινωνικής προόδου·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα διαθέσιμα δεδομένα καταδεικνύουν ότι, στις τέσσερις αυτές χώρες, σημειώνεται οπισθοδρόμηση ως προς την επίτευξη των κοινωνικών στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» (βλέπε παράρτημα 1), με εξαίρεση τους στόχους που συνδέονται με άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση και τα επίπεδα ολοκλήρωσης των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές στις χώρες αυτές βελτιώνονται· λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτό θα πρέπει να αρχίσει να συμβάλλει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε αυτές τις οικονομίες και να αναστρέψει την τάση συρρίκνωσης της αγοράς εργασίας·

1.

διαπιστώνει ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ (η ΕΚΤ, η Επιτροπή και η Ευρωομάδα) είναι συνυπεύθυνα για τους όρους που επιβάλλονται στο πλαίσιο των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής· τονίζει επίσης ότι είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών καθώς και η κατάλληλη κοινωνική προστασία για τους πολίτες·

2.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο τέθηκε πλήρως στο περιθώριο σε όλα τα στάδια των προγραμμάτων: στο προπαρασκευαστικό στάδιο, στο στάδιο ανάπτυξης των εντολών καθώς και κατά την παρακολούθηση του αντικτύπου των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται από τα προγράμματα και τα συναφή μέτρα· υπενθυμίζει ότι, παρόλο που η συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν ήταν υποχρεωτική λόγω της έλλειψης νομικής βάσης, η απουσία ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών μηχανισμών οδήγησε στην ανάγκη εξεύρεσης αυτοσχέδιων λύσεων όσον αφορά τα προγράμματα, με αποτέλεσμα να συναφθούν χρηματοοικονομικές και θεσμικές συμφωνίες εκτός της κοινοτικής μεθόδου· επισημαίνει στο ίδιο πνεύμα ότι η ΕΚΤ έχει λάβει αποφάσεις εκτός του πεδίου αρμοδιοτήτων της· υπενθυμίζει τον ρόλο της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών καθώς και ότι ο ρόλος αυτός πρέπει πάντοτε να τηρείται· θεωρεί ότι μόνο θεσμικά όργανα με γνήσια δημοκρατική λογοδοσία πρέπει να καθοδηγούν την πολιτική διαδικασία σχεδιασμού και εφαρμογής των προγραμμάτων προσαρμογής για χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές δυσκολίες·

3.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα εν λόγω προγράμματα σχεδιάστηκαν χωρίς επαρκή μέσα για την εκτίμηση των συνεπειών μέσω μελετών αντίκτυπου ή συντονισμού με την Επιτροπή Απασχόλησης, την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας, το Συμβούλιο Απασχόλησης, Κοινωνικής Πολιτικής, Θεμάτων Υγείας και Προστασίας του Καταναλωτή (EPSCO) ή τον Επίτροπο που είναι αρμόδιος για θέματα απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων· εκφράζει, επίσης, τη λύπη του για το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η γνώμη της ΔΟΕ, και ότι, παρά τις σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις, δεν ζητήθηκε η γνώμη των συμβουλευτικών φορέων που έχουν θεσπιστεί από τη Συνθήκη, και ιδίως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) και της Επιτροπής των Περιφερειών (ΕτΠ)·

4.

εκφράζει δυσαρέσκεια για το γεγονός ότι οι όροι που επιβλήθηκαν για τη χρηματοδοτική συνδρομή έθεσαν σε κίνδυνο τους κοινωνικούς στόχους της ΕΕ για πολλούς λόγους:

η ΕΕ δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένη και δεν διέθετε τα μέσα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προέκυψαν, μεταξύ των οποίων ήταν η τεράστια κρίση δημόσιου χρέους, η οποία απαιτούσε άμεση αντίδραση προκειμένου να αποφευχθεί η χρεωκοπία·

παρόλο που τα προγράμματα έχουν συγκεκριμένη διάρκεια, ορισμένα μέτρα που προβλέπονται σε αυτά έχουν, ενώ δεν θα έπρεπε, μακροπρόθεσμο χαρακτήρα·

τα μέτρα είναι ιδιαίτερα επαχθή, ιδίως επειδή η επιδείνωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης δεν διαγνώστηκε εγκαίρως, διότι έπρεπε να υλοποιηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και διότι δεν διενεργήθηκαν κατάλληλες αξιολογήσεις του αντικτύπου όσον αφορά τον διανεμητικό αντίκτυπο σε διάφορες ομάδες της κοινωνίας·

παρά τις εκκλήσεις της Επιτροπής τα εναπομείναντα κεφάλαια της ΕΕ από το δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013 δεν χρησιμοποιήθηκαν άμεσα·

τα μέτρα θα μπορούσαν να έχουν συνοδευτεί από μεγαλύτερες προσπάθειες να προστατευτούν οι ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όπως μέτρα για την πρόληψη υψηλών επιπέδων φτώχειας, στέρησης και ανισοτήτων στον τομέα της υγείας, τα οποία οφείλονται στην ιδιαίτερη εξάρτηση των ομάδων χαμηλού εισοδήματος από τα δημόσια συστήματα υγείας·

Απασχόληση

5.

επισημαίνει ότι η εξαιρετικά σοβαρή οικονομική και δημοσιονομική κρίση και οι πολιτικές προσαρμογής στις τέσσερις χώρες είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση των ποσοστών ανεργίας και απώλειας θέσεων εργασίας, καθώς και του αριθμού των μακροχρόνια ανέργων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις οδήγησαν στην υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας· επισημαίνει ότι τα ποσοστά απασχόλησης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά τη βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και συνταξιοδότησης, καθώς και για την επίτευξη των κοινωνικών στόχων και των στόχων για την απασχόληση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

6.

επισημαίνει ότι οι προσδοκίες για επιστροφή στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω της εσωτερικής υποτίμησης για ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας δεν έχουν εκπληρωθεί· υπογραμμίζει ότι αυτές οι μη εκπληρωθείσες προσδοκίες οφείλονται στην τάση υποτίμησης του διαρθρωτικού χαρακτήρα της κρίσης καθώς και της σημασίας της διατήρησης της εγχώριας ζήτησης, των επενδύσεων και της πιστωτικής στήριξης της πραγματικής οικονομίας· τονίζει τον φιλοκυκλικό χαρακτήρα των μέτρων λιτότητας, καθώς και το γεγονός ότι τα μέτρα αυτά δεν συνοδεύονται από διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις κατά περίπτωση, οι οποίες αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες με στόχο να επιτευχθεί ανάπτυξη, συνοδευόμενη από κοινωνική συνοχή και απασχόληση·

7.

διαπιστώνει ότι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και υποαπασχόλησης, σε συνδυασμό με τις μειώσεις των αμοιβών τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, η έλλειψη αποτελεσματικής δράσης για την πάταξη της φοροδιαφυγής και η ταυτόχρονη μείωση των ποσοστών των εισφορών, υπονομεύουν τη βιωσιμότητα αλλά και την επάρκεια των δημόσιων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, καθώς συνεπάγονται κενά στη χρηματοδότηση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης·

8.

τονίζει ότι η υποβάθμιση των συνθηκών λειτουργίας και το κλείσιμο ΜΜΕ συνιστούν μια από τις κύριες αιτίες απώλειας θέσεων απασχόλησης και τη μεγαλύτερη απειλή για τη μελλοντική ανάκαμψη· σημειώνει ότι οι πολιτικές προσαρμογής δεν έλαβαν υπόψη στρατηγικούς τομείς που θα έπρεπε να έχουν εξεταστεί με στόχο την διατήρηση της μελλοντικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής· επισημαίνει ότι αυτό οδήγησε σε σημαντική απώλεια θέσεων εργασίας σε στρατηγικούς τομείς όπως είναι η βιομηχανία και ο τομέας της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας· επισημαίνει ότι οι τέσσερις χώρες πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να δημιουργήσουν τους αναγκαίους ευνοϊκούς όρους ώστε οι επιχειρήσεις, και ιδίως οι ΜΜΕ, να μπορέσουν να αναπτύξουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους· επισημαίνει ότι πολλές θέσεις εργασίας του δημοσίου τομέα έχουν απολεσθεί σε βασικούς δημόσιους τομείς όπως η υγεία, η εκπαίδευση και οι δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες·

9.

εκφράζει την αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι οι νέοι είναι εκείνοι που πλήττονται από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, διότι η κατάσταση που επικρατεί σε χώρες όπως η Ελλάδα (όπου το σχετικό ποσοστό υπερβαίνει το 50 %), η Πορτογαλία και η Ιρλανδία (όπου το ποσοστό ξεπέρασε το 2012 το 30 %) και η Κύπρος (όπου το ποσοστό κυμαίνεται περίπου στο 26,4 %) είναι ιδιαίτερα σοβαρή· επισημαίνει ότι τα ποσοστά αυτά είναι σταθερά στα πέντε έτη της κρίσης· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ακόμα και όταν οι νέοι κατορθώνουν να βρουν κάποια θέση εργασίας, πολλοί από αυτούς — 43 % κατά μέσο όρο σε σύγκριση με το 13 % των ενηλίκων εργαζομένων — καταλήγουν συχνά να εργάζονται υπό επισφαλείς συνθήκες ή με συμβάσεις μερικής απασχόλησης που καθιστούν δυσχερή την ανεξάρτητη διαβίωσή τους και έχουν ως αποτέλεσμα να χάνεται η καινοτομία και η εμπειρογνωμοσύνη, με αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή και στην ανάπτυξη·

10.

διαπιστώνει ότι οι πλέον ευπαθείς ομάδες στην αγορά εργασίας –οι μακροχρόνια άνεργοι, οι γυναίκες, οι διακινούμενοι εργαζόμενοι και τα άτομα με αναπηρία– έχουν πληγεί περισσότερο και παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο· επισημαίνει τη σημαντική αύξηση του ποσοστού μακροχρόνιας ανεργίας στις γυναίκες και τους εργαζομένους μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και τις πρόσθετες δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν αυτοί οι εργαζόμενοι για να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας όταν τελικά ανακάμψει η οικονομία· τονίζει ότι για αυτούς τους εργαζόμενους απαιτείται η λήψη στοχευμένων μέτρων·

11.

προειδοποιεί ότι οι τεράστιες αυτές αποκλίσεις, εάν δεν αντιμετωπιστούν, ιδίως στην περίπτωση της νεότερης γενιάς, είναι δυνατόν να προκαλέσουν μακροπρόθεσμα διαρθρωτικές ζημίες στην αγορά εργασίας των τεσσάρων χωρών, να περιορίσουν την ικανότητα των εν λόγω χωρών για ανάκαμψη, να προκαλέσουν αναγκαστική μετανάστευση με περαιτέρω επιδείνωση των συνεπειών της συνεχιζόμενης φυγής εγκεφάλων και να αυξήσουν τις επίμονες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών που παρέχουν απασχόληση και εκείνων που παρέχουν φθηνό εργατικό δυναμικό· εκφράζει τη λύπη του διότι οι αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις αποτελούν για τους νέους ένα από τα βασικά κίνητρα για μετανάστευση και για να ασκήσουν το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας·

12.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις και τομείς, παρατηρείται, εκτός από την απώλεια θέσεων εργασίας, μείωση στην ποιότητά τους, αύξηση των επισφαλών μορφών απασχόλησης και επιδείνωση των βασικών εργασιακών προτύπων· τονίζει ότι είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να καταβάλουν ειδικές προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν την αύξηση της μη εθελοντικής μερικής απασχόλησης και της προσωρινής εργασίας, των μη αμειβόμενων περιόδων πρακτικής άσκησης και μαθητείας, της εικονικής αυτοαπασχόλησης και των δραστηριοτήτων της παραοικονομίας· επισημαίνει επίσης ότι, παρόλο που ο καθορισμός των μισθών δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της ΕΕ, τα προγράμματα επηρέασαν τους κατώτατους μισθούς: στην Ιρλανδία κρίθηκε αναγκαίο να μειωθεί ο κατώτατος μισθός κατά σχεδόν 12 % (μια απόφαση που ωστόσο τροποποιήθηκε αργότερα), και στην Ελλάδα αποφασίστηκε σημαντική περικοπή του της τάξης του 22 %·

13.

υπενθυμίζει ότι η στρατηγική «Ευρώπη 2020» αναφέρει ορθώς ότι το αριθμητικό στοιχείο το οποίο πρέπει να παρακολουθείται με προσοχή είναι το ποσοστό απασχόλησης, που υποδεικνύει τους διαθέσιμους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που συνεπάγονται τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου μας· ζητεί η επιβράδυνση της επιδείνωσης του ποσοστού ανεργίας να μην συγχέεται με την ανάκτηση θέσεων εργασίας που έχουν απολεσθεί, καθώς δε λαμβάνεται υπόψη η αύξηση της μετανάστευσης· παρατηρεί ότι η μείωση της απασχόλησης στον βιομηχανικό τομέα αποτελούσε ήδη πρόβλημα πριν ξεκινήσουν τα προγράμματα· τονίζει την ανάγκη δημιουργίας περισσότερων και καλύτερων θέσεων απασχόλησης· υπενθυμίζει ότι την τελευταία τετραετία οι απώλειες θέσεων εργασίας ανήλθαν σε 2 εκατομμύρια στις τέσσερις χώρες, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό 15 % των θέσεων εργασίας που υπήρχαν το 2009· εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, έχει σημειωθεί μικρή άνοδος των θέσεων εργασίας στην Ιρλανδία, την Κύπρο και την Πορτογαλία·

Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός

14.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι, μεταξύ των προϋποθέσεων για τη χορήγηση χρηματοδοτικής συνδρομής, περιλαμβάνονται στα προγράμματα συστάσεις για συγκεκριμένες περικοπές στις πραγματικές κοινωνικές δαπάνες σε βασικούς τομείς, όπως είναι οι συντάξεις, οι βασικές υπηρεσίες, η υγειονομική περίθαλψη και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα φαρμακευτικά προϊόντα για τη βασική προστασία των πλέον ευάλωτων ομάδων, καθώς και στην προστασία του περιβάλλοντος, αντί για συστάσεις που να παραχωρούν στις εθνικές κυβερνήσεις μεγαλύτερη ευελιξία ώστε να αποφασίζουν πού θα μπορούσαν να γίνουν εξοικονομήσεις· εκφράζει το φόβο ότι ο κύριος αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων θίγει τον αγώνα για την καταπολέμηση της φτώχειας και, ειδικότερα, της φτώχειας των παιδιών· υπενθυμίζει ότι η καταπολέμηση της φτώχειας, και ιδίως της φτώχειας των παιδιών, πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί στόχο των κρατών μελών και ότι οι πολιτικές φορολογικής και δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν πρέπει να τον υπονομεύουν·

15.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι κατά την κατάρτιση και υλοποίηση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής αφενός δεν δόθηκε η δέουσα σημασία στον αντίκτυπο των δημοσιονομικών πολιτικών στην απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση και αφετέρου –στην περίπτωση της Ελλάδας– όπως αποδείχθηκε, η υπόθεση εργασίας βασίστηκε σε εσφαλμένο δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή, με αποτέλεσμα να μη ληφθούν εγκαίρως μέτρα προστασίας των πλέον ευάλωτων ομάδων έναντι της φτώχειας, της φτώχειας στην εργασία και του κοινωνικού αποκλεισμού· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει επίσης τους κοινωνικούς δείκτες στα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για την επαναδιαπραγμάτευση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και την αντικατάσταση των μέτρων που συνιστώνται για κάθε κράτος μέλος, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αλλά και η πλήρης τήρηση των βασικών κοινωνικών αξιών και αρχών της ΕΕ·

16.

επισημαίνει ότι, παρά το γεγονός ότι η Επιτροπή, στην τριμηνιαία επισκόπησή της του Οκτωβρίου 2013 («Εργασιακή και κοινωνική κατάσταση στην ΕΕ»), τονίζει τη σημασία των δαπανών κοινωνικής προστασίας ως ασφαλιστικής δικλείδας έναντι κοινωνικών κινδύνων, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία είχαν, από το 2010 και μετά, τη μεγαλύτερη μείωση κοινωνικών δαπανών στην ΕΕ·

17.

επισημαίνει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, εμφανίζονται νέες μορφές φτώχειας που αγγίζουν τη μεσαία και την εργατική τάξη, καθώς τα προβλήματα αποπληρωμής στεγαστικών δανείων και οι υψηλές τιμές ενέργειας προκαλούν ενεργειακή φτώχεια και αυξάνουν τις εξώσεις και τις κατασχέσεις· εκφράζει ανησυχία για τα στοιχεία που δείχνουν ότι αυξάνονται οι άστεγοι και τα επίπεδα αποκλεισμού από την κατοικία· υπενθυμίζει ότι αυτό αποτελεί παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων· συνιστά στα κράτη μέλη και στις τοπικές τους αρχές να καθιερώσουν ουδέτερες πολιτικές στέγασης που να ευνοούν την κοινωνική και οικονομικά προσιτή στέγαση, να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των κατοικιών που παραμένουν κενές και να εφαρμόσουν αποτελεσματικές αποτρεπτικές πολιτικές για τη μείωση των εξώσεων·

18.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη κοινωνική και οικονομική κατάσταση στις εν λόγω χώρες εντείνει τις περιφερειακές και εδαφικές ανισότητες, υπονομεύοντας έτσι τον δεδηλωμένο στόχο της ΕΕ για την ενδυνάμωση της περιφερειακής συνοχής στο εσωτερικό της·

19.

σημειώνει ότι οι διεθνείς και κοινωνικοί οργανισμοί έχουν προειδοποιήσει ότι το νέο σύστημα μισθολογικής κλίμακας, βαθμοδοσίας και απολύσεων στον δημόσιο τομέα θα επιφέρει χάσμα ανάμεσα στα δύο φύλα· επισημαίνει ότι η ΔΟΕ έχει εκφράσει ανησυχίες σχετικά με τον δυσανάλογο αντίκτυπο που έχουν οι νέες ευέλικτες μορφές απασχόλησης στις αμοιβές των γυναικών· σημειώνει επίσης ότι η ΔΟΕ έχει ζητήσει από τις κυβερνήσεις να παρακολουθούν τον αντίκτυπο της λιτότητας στις αμοιβές ανδρών και γυναικών στον ιδιωτικό τομέα· παρατηρεί με ανησυχία ότι το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών δεν μειώνεται πλέον στις χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, και στις οποίες οι ανισότητες ξεπερνούν τον μέσο όρο της ΕΕ· υπογραμμίζει ότι οι μισθολογικές ανισότητες και η μείωση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών απαιτούν μεγαλύτερη προσοχή από τα κράτη μέλη που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής·

20.

σημειώνει ότι αριθμητικά στοιχεία της Eurostat και της Επιτροπής, καθώς και διάφορες άλλες μελέτες, καταδεικνύουν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η ανισότητα της κατανομής του εισοδήματος αυξήθηκε ανάμεσα στο 2008 και το 2012, και ότι οι περικοπές στα κοινωνικά επιδόματα και τα επιδόματα ανεργίας, καθώς και οι μειώσεις των μισθών λόγω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αυξάνουν τα επίπεδα της φτώχειας· σημειώνει, επίσης, ότι στην έκθεση της Επιτροπής διαπιστώνονται σχετικά υψηλά επίπεδα φτώχειας εργαζομένων, λόγω των χαμηλών κατώτατων μισθών που περικόπτονται ή παγώνουν·

21.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις έχει αυξηθεί ο αριθμός των ατόμων που απειλούνται από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό· σημειώνει, επιπλέον, ότι τα στατιστικά αυτά στοιχεία κρύβουν μια πολύ πιο σκληρή πραγματικότητα, που συνίσταται στο ότι το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ συνεπάγεται επίσης χαμηλότερο όριο της φτώχειας, το οποίο σημαίνει ότι άνθρωποι που μέχρι προσφάτως χαρακτηρίζονταν φτωχοί σήμερα θεωρείται ότι δεν ζουν πλέον σε συνθήκες φτώχειας· υπενθυμίζει ότι στις χώρες υπό δημοσιονομική προσαρμογή που αντιμετωπίζουν δημοσιονομική κρίση, η πτώση του ΑΕγχΠ, η δραστικότατη μείωση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων και η μείωση των επενδύσεων στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης συντελούν στη μείωση του δυνητικού ΑΕγχΠ και δημιουργούν μακροπρόθεσμη φτώχεια·

22.

επικροτεί το γεγονός ότι, στις προαναφερθείσες μελέτες, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι μόνο η σημαντική αντιστροφή των σημερινών τάσεων θα καταστήσει εφικτή για ολόκληρη την ΕΕ την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

23.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, τουλάχιστον για την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, τα προγράμματα περιελάμβαναν σειρά λεπτομερών όρων σχετικά με τη μεταρρύθμιση του συστήματος υγείας και τις περικοπές των δαπανών, οι οποίες είχαν σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα και τη γενική δυνατότητα πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες, ιδίως στον τομέα της υγείας και της κοινωνικής πρόνοιας, παρά το γεγονός ότι το άρθρο 168 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι η ΕΕ πρέπει να σέβεται τις αρμοδιότητες των κρατών μελών· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι τούτο οδήγησε σε ορισμένες περιπτώσεις στην άρνηση υγειονομικής ασφαλιστικής κάλυψης ή πρόσβασης στην κοινωνική προστασία, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο ακραίας φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, όπως δείχνει και ο αυξανόμενος αριθμός άπορων και άστεγων ανθρώπων και η έλλειψη πρόσβασής τους σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες·

24.

εκφράζει τη λύπη του διότι δεν έχουν καταβληθεί στοχευμένες προσπάθειες για τον εντοπισμό των ελλείψεων στα συστήματα υγείας και στη λήψη αποφάσεων για οριζόντιες περικοπές στους προϋπολογισμούς για την υγεία· προειδοποιεί ότι η εφαρμογή της συμμετοχής στις ιατρικές δαπάνες θα μπορούσε να οδηγήσει τους ασθενείς στην καθυστερημένη αναζήτηση περίθαλψης, μεταθέτοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την οικονομική επιβάρυνση στα νοικοκυριά· προειδοποιεί ότι οι μειώσεις μισθών για τους επαγγελματίες στον τομέα της υγείας θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ασφάλεια των ασθενών και να προκαλέσουν τη μετανάστευση των εν λόγω επαγγελματιών·

25.

επαναλαμβάνει ότι το άρθρο 12 του Διεθνούς Συμφώνου για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα (ICESCR) προβλέπει ότι κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο σωματικής και διανοητικής υγείας· σημειώνει ότι και οι τέσσερεις χώρες έχουν υπογράψει το Σύμφωνο και, επομένως, έχουν αναγνωρίσει το δικαίωμα στην υγεία για όλους·

26.

υπενθυμίζει ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει ήδη καταδικάσει τις περικοπές στο δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας, θεωρώντας ότι συνιστούν παράβαση του άρθρου 12 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη του 1961 και του άρθρου 4 του Πρωτοκόλλου του, θεωρώντας ότι το γεγονός ότι οι επίμαχες διατάξεις της εγχώριας νομοθεσίας αποσκοπούν στην εκπλήρωση των απαιτήσεων άλλων νομικών υποχρεώσεων δεν τις εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του Χάρτη (12)· διαπιστώνει ότι αυτό το δόγμα της διατήρησης του συνταξιοδοτικού συστήματος σε ικανοποιητικό επίπεδο προκειμένου να εξασφαλίζεται η αξιοπρεπής διαβίωση των συνταξιούχων ισχύει εν γένει και για τις τέσσερις χώρες και θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη·

27.

εκφράζει τη λύπη του για τις περικοπές των πόρων που προορίζονται για την ανεξάρτητη διαβίωση των ανθρώπων με αναπηρία·

28.

επισημαίνει ότι, κατά την αξιολόγηση από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων της ΔΟΕ της εφαρμογής της σύμβασης αριθ. 102 στην περίπτωση των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, η ΔΟΕ άσκησε έντονη κριτική στις ριζικές μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος, και ότι η ίδια επικριτική παρατήρηση συμπεριελήφθη στην 29η ετήσια έκθεσή της το 2011· υπενθυμίζει ότι η σύμβαση αριθ. 102 ισχύει εν γένει και για τις τέσσερις χώρες και θα έπρεπε να έχει ληφθεί υπόψη·

29.

τονίζει ότι η αυξημένη κοινωνική φτώχεια στις τέσσερις χώρες έχει επίσης ως αποτέλεσμα αύξηση της αλληλεγγύης μεταξύ των πιο ευάλωτων ομάδων χάρις σε προσπάθειες ιδιωτών, οικογενειακών δικτύων και οργανώσεων παροχής βοήθειας· τονίζει ότι αυτός ο τύπος παρέμβασης δεν πρέπει να καταστεί διαρθρωτική λύση του προβλήματος, ακόμη κι αν ανακουφίζει την κατάσταση των πιο στερημένων και αναδεικνύει την αξία της ιδιότητας του Ευρωπαίου πολίτη·

30.

διαπιστώνει με ανησυχία την προοδευτική αύξηση του συντελεστή Gini, σε αντίθεση με τη γενική τάση μείωσής του στην ευρωζώνη, το οποίο σημαίνει σημαντική αύξηση των ανισοτήτων στην κατανομή του εισοδήματος στις χώρες υπό δημοσιονομική προσαρμογή·

Πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου

31.

επικροτεί το γεγονός ότι τα ποσοστά των ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο βαίνουν μειούμενα και στις τέσσερις χώρες· διαπιστώνει, ωστόσο, ότι αυτό μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι ως προς την εξεύρεση θέσης εργασίας· υπενθυμίζει την επείγουσα ανάγκη να ανακτηθούν ποιοτικά συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης, καθώς τούτο αποτελεί έναν από τους καλύτερους τρόπους να βελτιωθεί η απασχολησιμότητα των νέων·

32.

επικροτεί το γεγονός ότι τα επίπεδα ολοκλήρωσης των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σημειώνουν άνοδο και στις τέσσερις χώρες· διαπιστώνει ότι αυτό μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει από την ανάγκη των νέων να βελτιώσουν τις μελλοντικές ευκαιρίες τους στην αγορά εργασίας·

33.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, κυρίως λόγω των περικοπών στη δημόσια χρηματοδότηση, η ποιότητα των συστημάτων εκπαίδευσης δεν συμβαδίζει με αυτό το θετικό στοιχείο, με αποτέλεσμα να εντείνονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι που βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης, απασχόλησης ή κατάρτισης (ΕΕΑΚ) και τα παιδιά με ειδικές ανάγκες· επισημαίνει ότι τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να έχουν ουσιαστικές επιπτώσεις στην ποιότητα της εκπαίδευσης καθώς και στους διαθέσιμους υλικούς και ανθρώπινους πόρους στα σχολεία, στον αριθμό μαθητών στις τάξεις, στη συρρίκνωση των αναλυτικών προγραμμάτων και στη συγκέντρωση των σχολείων·

Κοινωνικός διάλογος

34.

τονίζει ότι θα έπρεπε να είχε ζητηθεί η γνώμη των κοινωνικών εταίρων σε εθνικό επίπεδο ή να είχε επιτραπεί η συμμετοχή τους στον αρχικό σχεδιασμό των προγραμμάτων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα προγράμματα που σχεδιάστηκαν για τις τέσσερις χώρες επιτρέπουν ενίοτε σε εταιρείες να απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συλλογικές συμβάσεις και να επανεξετάζουν τις κλαδικές συμβάσεις, με άμεσες επιπτώσεις για τη δομή και τις αξίες των συλλογικών διαπραγματεύσεων που προβλέπονται στα αντίστοιχα εθνικά συντάγματα· επισημαίνει ότι γ Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων της ΔΟΕ ζήτησε την επανέναρξη του κοινωνικού διαλόγου· καταδικάζει την υπονόμευση της αρχής της συλλογικής εκπροσώπησης, η οποία θέτει υπό αμφισβήτηση την αυτόματη ανανέωση των συμφωνιών επί συλλογικών συμβάσεων, η οποία σε ορισμένες χώρες είναι πολύ σημαντική, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του αριθμού των ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων· καταδικάζει τη μείωση των κατώτατων μισθών και το πάγωμα των ονομαστικών κατώτατων μισθών· τονίζει ότι η κατάσταση αυτή ήταν το αποτέλεσμα του περιορισμού των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο πεδίο της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της περικοπής των μισθών, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση προςτους γενικούς σκοπούς της ΕΕ και προς τις πολιτικές της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

35.

υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει μία και μοναδική λύση που να μπορεί να εφαρμοστεί σε όλα τα κράτη μέλη·

Συστάσεις

36.

καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει λεπτομερή μελέτη των κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, και των προγραμμάτων προσαρμογής που εφαρμόζονται για την αντιμετώπισή της στις τέσσερις χώρες, με σκοπό να γίνουν πλήρως κατανοητές τόσο οι βραχυπρόθεσμες όσο και οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στα συστήματα απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας, και όσον αφορά το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της φτώχειας, τη διατήρηση δέοντος κοινωνικού διαλόγου και την ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας στις εργασιακές σχέσεις· καλεί την Επιτροπή να αξιοποιήσει τους συμβουλευτικούς φορείς της κατά την κατάρτιση της εν λόγω μελέτης, καθώς και την Επιτροπή Απασχόλησης και την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας· προτείνει να ζητηθεί από την ΕΟΚΕ η κατάρτιση ειδικής έκθεσης·

37.

καλεί την Επιτροπή να ζητήσει από τη ΔΟΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης να καταρτίσουν εκθέσεις σχετικά με πιθανά διορθωτικά μέτρα και κίνητρα τα οποία είναι αναγκαία για τη βελτίωση της κοινωνικής κατάστασης σε αυτές τις χώρες, για τη χρηματοδότησή τους και τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών τους, και να διασφαλίσει την πλήρη συμμόρφωση με τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη και το Πρωτόκολλό του, καθώς και με τις βασικές συμβάσεις της ΔΟΕ και το Πρωτόκολλο 94, δεδομένου ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τα μέσα αυτά θίγονται από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση και από τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ζητεί η Τρόικα·

38.

καλεί την ΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις θυσίες στις οποίες έχουν προβεί αυτές οι χώρες, να παράσχει στήριξη μετά από τη διενέργεια της αξιολόγησης και με κατάλληλους χρηματοδοτικούς πόρους όπου αυτό ενδείκνυται, με στόχο την ανάκτηση των προτύπων κοινωνικής προστασίας, τον αγώνα για τη μείωση της φτώχειας, τη στήριξη των εκπαιδευτικών υπηρεσιών, ιδίως εκείνων που έχουν ως ομάδα στόχο τα παιδιά με ειδικές ανάγκες και τα πρόσωπα με αναπηρία, και την ανανέωση του κοινωνικού διαλόγου μέσω ενός σχεδίου κοινωνικής ανάκαμψης· καλεί την Επιτροπή, την ΕΚΤ και την Ευρωομάδα να επανεξετάσουν και να αναθεωρήσουν, όπου είναι απαραίτητο και μάλιστα το ταχύτερο δυνατόν, τα έκτακτα μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή·

39.

ζητεί συμμόρφωση με τις προαναφερθείσες νομικές υποχρεώσεις που ορίζονται στις Συνθήκες και στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, καθώς η έλλειψη συμμόρφωσης συνιστά παραβίαση του πρωτογενούς δικαίου της ΕΕ· καλεί τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εξετάσει αναλυτικά τον αντίκτυπο των μέτρων επί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να εκδώσει συστάσεις σε περίπτωση παραβίασης του Χάρτη·

40.

ζητεί από την Τρόικα και τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη να τερματίσουν το συντομότερο δυνατόν τα προγράμματα και να θεσπίσουν μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων καθιστώντας δυνατό για όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του Κοινοβουλίου, να πετυχαίνουν τους κοινωνικούς στόχους και τις υπηρεσίες –περιλαμβανομένων και εκείνων που σχετίζονται με τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα όσων διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού– που ορίζονται στις Συνθήκες, στις συμφωνίες ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων και στο πλαίσιο άλλων διεθνών υποχρεώσεων (συμβάσεις της ΔΟΕ, στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων)· ζητεί την αύξηση της διαφάνειας και της πολιτικής συμμετοχής κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των προγραμμάτων προσαρμογής·

41.

ζητεί από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να εξετάζουν τις κοινωνικές ανισορροπίες και τη διόρθωσή τους με την ίδια προσοχή με την οποία εξετάζουν τις μακροοικονομικές ανισορροπίες, και να μεριμνούν ώστε τα μέτρα προσαρμογής να εξασφαλίζουν την κοινωνική δικαιοσύνη και την ισορροπία ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση, την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη δημοσιονομική εξυγίανση· καλεί, περαιτέρω, και τα δύο θεσμικά όργανα να δώσουν προτεραιότητα στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και στη στήριξη της επιχειρηματικότητας και, προς τον σκοπό αυτόν, να αποδώσουν τη μέγιστη προσοχή τόσο στο EPSCO και τις προτεραιότητές του όσο και στο ECOFIN και την Ευρωομάδα και, κατά περίπτωση, να πραγματοποιούν συνεδριάσεις των υπουργών απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων των χωρών που ανήκουν στην Ευρωομάδα πριν από τις συνόδους κορυφής για την ευρωζώνη·

42.

συνιστά στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη να θεωρούν τις δαπάνες για την υγεία και την εκπαίδευση όχι ως δαπάνες που μπορεί να υποβληθούν σε περικοπές αλλά ως δημόσια επένδυση για το μέλλον της κάθε χώρας, που πρέπει να γίνεται σεβαστή και να αυξάνεται, έτσι ώστε να οδηγήσει στην οικονομική και κοινωνική ανάκαμψή της·

43.

συνιστά, μετά την υπέρβαση της χειρότερης στιγμής της οικονομικής κρίσης, οι χώρες που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, από κοινού με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να εφαρμόσουν σχέδια ανάκαμψης της απασχόλησης με σκοπό την επαρκή αποκατάσταση των οικονομιών τους ώστε να ανακτηθεί η κοινωνική κατάσταση της περιόδου προ των προγραμμάτων, καθώς αυτός είναι ό μόνος τρόπος για να εδραιωθεί η μακροοικονομική προσαρμογή και να διορθωθούν οι ανισορροπίες του δημόσιου τομέα τους, όπως το χρέος και το έλλειμμα· τονίζει ότι στα σχέδια ανάκαμψης της απασχόλησης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη:

η ανάγκη ταχείας διόρθωσης του δανειοδοτικού συστήματος, ιδίως για τις ΜΜΕ,

η ανάγκη δημιουργίας ευνοϊκών όρων για τις επιχειρήσεις, ώστε να μπορούν να αναπτύσσουν μακροπρόθεσμα και με βιώσιμο τρόπο τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, καθώς και η ενίσχυση ιδίως των ΜΜΕ, δεδομένου ότι αυτές διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης,

η βέλτιστη χρήση των ευκαιριών που προσφέρουν τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, ιδίως το ΕΚΤ,

μια πραγματική πολιτική απασχόλησης με ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας,

ποιοτικές και ευρωπαϊκές δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης, καθώς και μια πολιτική αύξησης των μισθών,

μια ευρωπαϊκή εγγύηση απασχόλησης για τους νέους,

η ανάγκη να εξασφαλιστεί ένας δίκαιος διανεμητικός αντίκτυπος, και

πρόγραμμα για τις οικογένειες χωρίς εργαζόμενα μέλη και, τέλος, μια προσεκτικότερη δημοσιονομική διαχείριση·

44.

καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει έκθεση σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε προς την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», με ιδιαίτερη έμφαση στην έλλειψη προόδου των χωρών υποβλήθηκαν σε πρόγραμμα, και να υποβάλει προτάσεις για να μπουν οι χώρες αυτές σε αξιόπιστη πορεία προς επίτευξη όλων των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»·

45.

συνιστά οι μελλοντικές μεταρρυθμίσεις των κρατών μελών στον τομέα της εργασίας να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια της ευελιξίας με ασφάλεια, που στοχεύουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και τα οποία διατυπώνονται στην στρατηγική «Ευρώπη 2020», λαμβάνοντας υπόψη και άλλα στοιχεία, όπως είναι το κόστος της ενέργειας, ο αθέμιτος ανταγωνισμός, το κοινωνικό ντάμπινγκ, ένα δίκαιο και αποτελεσματικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, δημοσιονομικές πολιτικές που ευνοούν την ανάπτυξη και την απασχόληση και, εν γένει, ο, τιδήποτε συμβάλλει στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και της επιχειρηματικότητας· καλεί την Επιτροπή να διεξαγάγει αξιολογήσεις κοινωνικού αντίκτυπου πριν από την επιβολή μειζόνων μεταρρυθμίσεων στις χώρες που έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα, καθώς και να εξετάσει τα φαινόμενα διάχυσης των συνεπειών αυτών των μέτρων, όπως επί της φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού, της αύξησης της εγκληματικότητας και της ξενοφοβίας·

46.

ζητεί την επείγουσα λήψη μέτρων για να αποτραπεί η αύξηση του αριθμού των αστέγων σε χώρες που έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα και καλεί την Επιτροπή να στηρίξει τις ενέργειες αυτές μέσω ανάλυσης της πολιτικής και προώθησης βέλτιστων πρακτικών·

47.

επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 472/2013, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση προς το Κοινοβούλιο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014 σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού· καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει αυτή την έκθεση χωρίς καθυστέρηση και να συμπεριλάβει σε αυτήν τις επιπτώσεις του εν λόγω κανονισμού στα ενεργά προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής·

48.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν σε διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών, οργανώσεις ασθενών και επαγγελματικούς φορείς για τη μελλοντική λήψη μέτρων σχετικά με την υγεία στα προγράμματα προσαρμογής και να κάνουν χρήση της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας, για να διασφαλίσουν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα αυξήσουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων και των πόρων, χωρίς να τίθενται σε κίνδυνο οι πιο ευάλωτες ομάδες και τα πιο σημαντικά στοιχεία κοινωνικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης και χρήσης φαρμάκων, της κάλυψης των βασικότερων αναγκών και της συνεκτίμησης των απόψεων των εργαζομένων στον χώρο της υγείας·

ο

ο ο

49.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  http://www.coe.int/T/DGHL/Monitoring/SocialCharter/NewsCOEPortal/CC76-80Merits_en.asp

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0401.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0328.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0246.

(5)  ΕΕ C 249 Ε της 30.8.2013, σ. 4.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0447.

(7)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0515.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0430.

(9)  EE C 153 E της 31.5.2013, σ. 57.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0419.

(11)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0266.

(12)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων, Απόφαση επί του παραδεκτού, 7 Δεκεμβρίου 2012, καταγγελία αριθ. 78/2012, σ. 10.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/210


P7_TA(2014)0247

Γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό 2015 — Τμήμα ΙΙΙ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2015, τμήμα III — Επιτροπή (2014/2004(BUD))

(2017/C 378/23)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 312 και 314 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 106α της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (1),

έχοντας υπόψη το σχέδιο διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (2),

έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2014 (3) και τις τέσσερις συναφείς κοινές δηλώσεις που συμφωνήθηκαν μεταξύ του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καθώς επίσης και την κοινή δήλωση του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής για τις πιστώσεις πληρωμών,

έχοντας υπόψη τον τίτλο ΙΙ, κεφάλαιο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (Α7-0159/2014),

Ο προϋπολογισμός της ΕΕ — Παροχή εργαλείων στους πολίτες για να βγουν από την κρίση

1.

πιστεύει ότι ενώ εξακολουθούν να πνέουν αντίθετοι άνεμοι, η ευρωπαϊκή οικονομία δείχνει κάποια σημάδια ανάκαμψης, και θεωρεί ότι, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα τις χρονίζουσες οικονομικές και δημοσιονομικές δυσχέρειες σε εθνικό επίπεδο και τις προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης που καταβάλλουν τα κράτη μέλη, ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ενθαρρύνει την τάση αυτή με το να αυξήσει τις στρατηγικές επενδύσεις σε ενέργειες με ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία με σκοπό να ξαναμπεί σε τροχιά η ευρωπαϊκή οικονομία, δημιουργώντας βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση ενώ παράλληλα θα στοχεύει στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας και στην αύξηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής σε όλη την ΕΕ·

2.

τονίζει συγκεκριμένα την σπουδαιότητα των διαρθρωτικών ταμείων και των ταμείων επενδύσεων, τα οποία αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα σύνολα δαπανών στον προϋπολογισμό της ΕΕ· υπογραμμίζει το γεγονός ότι η πολιτική συνοχής της ΕΕ έχει συμβάλει καθοριστικά στη διατήρηση των δημόσιων επενδύσεων σε οικονομικούς τομείς ζωτικής σημασίας και έχει επιτύχει απτά αποτελέσματα επί τόπου με τα οποία μπορούν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες να ξεπεράσουν τη σημερινή κρίση και να επιτύχουν τους στόχους της Ευρώπης 2020· τονίζει την ανάγκη να δοθούν στους πολίτες τα εργαλεία για να βγουν από την κρίση· τονίζει επ' αυτού την ειδική ανάγκη να γίνουν επενδύσεις σε τομείς όπως η παιδεία και η κινητικότητα, η έρευνα και η καινοτομία, οι ΜΜΕ και η επιχειρηματικότητα, με σκοπό να δοθεί ώθηση στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ και να δημιουργηθεί απασχόληση — ιδιαίτερα απασχόληση για τους νέους και για άτομα 50 ετών και άνω·

3.

θεωρεί επίσης σημαντικό να γίνουν επενδύσεις και σε άλλους τομείς όπως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ψηφιακό θεματολόγιο, υποδομές, τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών και διασυνοριακή συνδεσιμότητα, και εντονότερη και ενισχυμένη χρήση καινοτόμων χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδιαίτερα όσον αφορά μακροπρόθεσμες επενδύσεις· επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης της βιομηχανίας της ΕΕ ως κύριας κινητήριας δύναμης για την δημιουργία θέσεων απασχόλησης και για την ανάπτυξη· επιμένει ότι, προκειμένου να καταστεί η βιομηχανία της ΕΕ ισχυρή, ανταγωνιστική και ανεξάρτητη, πρέπει η κύρια έμφαση να δοθεί σε επενδύσεις στην καινοτομία·

4.

υπογραμμίζει ότι έχει σημασία να εξασφαλισθεί ότι παρέχονται επαρκείς πόροι για τις εξωτερικές δράσεις της ΕΕ· υπενθυμίζει τη δέσμευση που ανέλαβαν διεθνώς η ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αυξήσουν τις δαπάνες τους για την επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια (ΕΑΒ) στο 0,7 % του ΑΕΠ και να υλοποιήσουν τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας έως το 2015·

5.

επισημαίνει πόση σημασία έχει να εξασφαλιστεί ο καλύτερος δυνατός συντονισμός μεταξύ των διαφόρων ταμείων της ΕΕ αφενός και μεταξύ των ταμείων της ΕΕ και των εθνικών δαπανών αφετέρου, προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η χρήση των δημοσίων πόρων·

6.

υπενθυμίζει την πρόσφατη συμφωνία για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2014-2020 (ΠΔΠ), στο οποίο καθορίζονται οι βασικές παράμετροι για τους ετήσιους προϋπολογισμούς μέχρι το 2020· υπογραμμίζει το γεγονός ότι κάθε ετήσιος προϋπολογισμός πρέπει να είναι σύμφωνος με τον κανονισμό για το ΠΔΠ και τη διοργανική συμφωνία και δεν θα πρέπει να θεωρείται δικαιολογία για εκ νέου διαπραγμάτευση του ΠΔΠ· αναμένει ότι το Συμβούλιο δεν θα επιχειρήσει να επιβάλει περιορισμένες ερμηνείες των ειδικών διατάξεων, ιδιαίτερα σε σχέση με τη φύση και το πεδίο των ειδικών μέσων· επαναλαμβάνει την πρόθεσή του να κάνει πλήρη χρήση όλων των μέσων που διατίθενται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός του πλαισίου της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού με σκοπό να προσδώσει στον προϋπολογισμό της ΕΕ την απαραίτητη ευελιξία·

7.

υπογραμμίζει ότι το 2015, ως το δεύτερο έτος του νέου ΠΔΠ, θα είναι σημαντικό για την επιτυχή εφαρμογή των νέων πολυετών προγραμμάτων 2014-2020· υπογραμμίζει το γεγονός ότι, για να μην παρεμποδισθεί η εκτέλεση των βασικών πολιτικών της ΕΕ, όλα τα προγράμματα πρέπει να είναι έτοιμα και να τεθούν σε λειτουργία το συντομότερο δυνατό· σημειώνει ότι ο προϋπολογισμός του 2015 θα είναι χαμηλότερος σε πραγματικές τιμές από τον προϋπολογισμό του 2013· καλεί επειγόντως, στο πλαίσιο αυτό, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την ταχεία έγκριση όλων των συμφωνιών εταιρικής σχέσης και των επιχειρησιακών προγραμμάτων το 2014, ούτως ώστε να μην χαθεί κι άλλος χρόνος για την εφαρμογή των νέων επενδυτικών προγραμμάτων· τονίζει ότι έχει σημασία να παράσχει η Επιτροπή πλήρη υποστήριξη στις εθνικές διοικήσεις σε όλα τα στάδια της διεργασίας αυτής·

8.

υπενθυμίζει τη συμφωνία εντός του ΠΔΠ, που εκτελείται για πρώτη φορά στον προϋπολογισμό του 2014, να προβλεφθούν πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων για σαφώς προσδιορισμένους στόχους πολιτικής που αφορούν την απασχόληση των νέων, την έρευνα, το ERASMUS+ (ειδικότερα για μαθητείες) και τις ΜΜΕ· τονίζει ότι, ως μέρος της συμφωνίας για το ΠΔΠ, παρόμοια προσέγγιση πρέπει να ακολουθηθεί και για τον προϋπολογισμό του 2015 μέσω προκαταβολικής κάλυψης της Πρωτοβουλίας για την Απασχόληση των Νέων (871,4 εκατομμύρια EUR σε τιμές 2011) καθώς και των Erasmus+ και COSME (20 εκατομμύρια EUR για το καθένα σε τιμές 2011)· ανησυχεί ιδιαίτερα για τη χρηματοδότηση της Πρωτοβουλίας για την Απασχόληση των Νέων μετά το 2015 και ζητεί να εξετασθούν για το σκοπό αυτό όλες οι χρηματοδοτικές δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένου και του συνολικού περιθωρίου του ΠΔΠ για πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων·

9.

εκφράζει εντούτοις την ανησυχία του όσον αφορά τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες μιας πρόσθετης μετάθεσης σε μεταγενέστερο χρόνο του ενεργειακού προγράμματος για τη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» το 2015 και ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με την επίδραση μιας τέτοιας απόφασης στην επιτυχή εκκίνηση αυτού του νέου προγράμματος·

10.

δίνει έμφαση στην προστιθέμενη αξία της επίσπευσης των επενδύσεων στα προγράμματα αυτά, με σκοπό να βοηθηθούν οι πολίτες της ΕΕ να βγουν από την κρίση· καλεί ακόμη την Επιτροπή να προσδιορίσει άλλα πιθανά προγράμματα, στα οποία θα μπορούσε να εφαρμοσθεί η πρακτική της προκαταβολικής κάλυψης, τα οποία μπορούν να συμβάλουν στο σκοπό αυτό και θα είναι επίσης σε θέση να απορροφήσουν πλήρως αυτήν την προκαταβολική κάλυψη·

11.

τονίζει ότι, για άλλη μια φορά, τα τελευταία συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (19 και 20 Δεκεμβρίου 2013) σχετικά με την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας και τα μεταναστευτικά ρεύματα θα έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ· επαναλαμβάνει τη θέση του σύμφωνα με την οποία οιαδήποτε πρόσθετα έργα συμφωνήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν με πρόσθετους πόρους και όχι με περικοπές στα υπάρχοντα προγράμματα και μηχανισμούς, ούτε με την ανάθεση πρόσθετων καθηκόντων σε ιδρύματα ή άλλους οργανισμούς της ΕΕ που βρίσκονται ήδη στο όριο των δυνατοτήτων τους·

12.

υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των αποκεντρωμένων οργανισμών, που έχουν ζωτική σημασία για την εκτέλεση των πολιτικών και των προγραμμάτων της ΕΕ· παρατηρεί ότι οι οργανισμοί καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση οικονομιών κλίμακας μέσω της συνένωσης εκείνων των δαπανών στις οποίες θα προέβαιναν ειδάλλως χωριστά τα κράτη μέλη επιτυγχάνοντας το ίδιο αποτέλεσμα· υπογραμμίζει την ανάγκη να αξιολογηθούν όλοι οι οργανισμοί χωριστά από άποψη προϋπολογισμού και ανθρωπίνων πόρων και να τους παρασχεθούν στον προϋπολογισμό του 2015 και στα επόμενα έτη τα κατάλληλα χρηματοοικονομικά μέσα και το προσωπικό ούτως ώστε να είναι σε θέση να επιτελούν σωστά τα καθήκοντα που τους έχει αναθέσει η νομοθετική αρχή· τονίζει συνεπώς ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Προγραμματισμός των ανθρώπινων και χρηματοδοτικών πόρων για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς την περίοδο 2014-2020» (COM(2013)0519) δεν πρέπει να αποτελέσει τη βάση του σχεδίου προϋπολογισμού όσον αφορά τους οργανισμούς· τονίζει ακόμη τον σημαντικό ρόλο της νέας διοργανικής ομάδας εργασίας για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς, η οποία αναμένεται ότι θα αναλάβει στενότερο και μονιμότερο έλεγχο της ανάπτυξης των αποκεντρωμένων οργανισμών με σκοπό να εξασφαλισθεί συνεκτική προσέγγιση· ευελπιστεί ότι αυτή η ομάδα εργασίας θα δώσει τα πρώτα αποτελέσματα των εργασιών της εγκαίρως για την ανάγνωση του προϋπολογισμού στο Κοινοβούλιο·

13.

υπενθυμίζει την κοινή δήλωση για τους ειδικούς εντεταλμένους της ΕΕ, με την οποία το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφώνησαν να εξετάσουν τη μεταφορά των πιστώσεων για τους ειδικούς εντεταλμένους της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον προϋπολογισμό της Επιτροπής (Τμήμα ΙΙΙ) στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (Τμήμα Χ) στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού του 2015·

Πιστώσεις πληρωμών — η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εκπληρώσει τις νομικές και πολιτικές δεσμεύσεις της

14.

υπενθυμίζει ότι το συνολικό επίπεδο των πιστώσεων πληρωμών που συμφωνήθηκαν για τον προϋπολογισμό του 2014 παραμένει χαμηλότερο από το επίπεδο που θεωρήθηκε απαραίτητο και προτάθηκε από την Επιτροπή στο αρχικό σχέδιο προϋπολογισμού· παρατηρεί ότι, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον νέο κανονισμό ΠΔΠ και στο νέο συνολικό περιθώριο πληρωμών, η Επιτροπή θα πρέπει να προσαρμόσει το ανώτατο όριο πληρωμών για το έτος 2015 προς τα άνω κατά ποσό ίσο με τη διαφορά μεταξύ των πληρωμών του 2014 που έχουν εκτελεσθεί και του ανώτατου ορίου πληρωμών του ΠΔΠ για το έτος 2014· ανησυχεί πολύ σοβαρά για το γεγονός ότι το άνευ προηγουμένου υψηλό επίπεδο εκκρεμών λογαριασμών στο τέλος του 2013, που ανερχόταν σε 23,4 δισεκατομμύρια EUR μόνο στον τομέα 1β, δεν μπορεί να καλυφθεί εντός των ανώτατων ορίων του 2014· ζητεί την κινητοποίηση των κατάλληλων μηχανισμών ευελιξίας για πληρωμές το 2014 και τονίζει ότι ακόμη κι αυτό δεν αναμένεται να είναι αρκετό για να αποφευχθεί το μεγάλο έλλειμμα εκτέλεσης στο τέλος του 2014· υπογραμμίζει ότι οι περιοδικώς επαναλαμβανόμενες ελλείψεις πιστώσεων πληρωμών είναι η κύρια αιτία του άνευ προηγουμένου υψηλού επιπέδου των εκκρεμών αναλήψεων υποχρεώσεων (RAL) ειδικά κατά τα τελευταία έτη·

15.

υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με τη Συνθήκη (4)«το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή μεριμνούν ώστε να είναι διαθέσιμα τα αναγκαία δημοσιονομικά μέσα που επιτρέπουν στην Ένωση να πληροί τις νομικές της υποχρεώσεις έναντι τρίτων»· αναμένει από την Επιτροπή να προτείνει στο σχέδιο προϋπολογισμού της κατάλληλο επίπεδο πιστώσεων πληρωμών, βάσει πραγματικών προβλέψεων και όχι βάσει πολιτικών σκοπιμοτήτων·

16.

επιμένει να χρησιμοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα μέσα δυνάμει του κανονισμού ΠΔΠ, μεταξύ άλλων το περιθώριο για απρόβλεπτες ανάγκες και, εάν εξακολουθεί να είναι απαραίτητο και μόνον σε ύστατη ανάγκη, η αναθεώρηση του ανώτατου ορίου πληρωμών, με σκοπό να εκπληρωθούν οι νομικές υποχρεώσεις της Ένωσης και να μην τεθούν σε κίνδυνο ή να μην καθυστερήσουν οι πληρωμές προς όλους τους ενδιαφερόμενους, όπως ερευνητές, πανεπιστήμια, οργανισμοί παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, τοπικές αρχές και ΜΜΕ, και ταυτόχρονα να μειωθεί το ποσό των εκκρεμών στο τέλος του έτους πληρωμών·

17.

επιμένει ότι η χρήση όλων των ειδικών μέσων πληρωμών (μηχανισμός ευελιξίας, περιθώριο για απρόβλεπτες ανάγκες, Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ, Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση και Αποθεματικό Επείγουσας Βοήθειας) πρέπει να εγγραφεί στον προϋπολογισμό επί πλέον του ανώτατου ορίου πληρωμών ΠΔΠ·

18.

ζητεί από την Επιτροπή, έχοντας υπόψη την ανησυχητική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι πιστώσεις πληρωμών στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας μόλις στις αρχές του 2014, ειδικότερα τις καθυστερημένες πιστώσεις πληρωμών ύψους 160 εκατομμυρίων EUR για ανθρωπιστική βοήθεια που μεταφέρθηκαν από το 2013 στο 2014, να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα και να ενεργήσει όσο το δυνατόν ταχύτερα προκειμένου να διασφαλίσει την δέουσα διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας της ΕΕ για το 2014· τονίζει ότι το ύψος των πιστώσεων πληρωμών για ανθρωπιστική βοήθεια θα πρέπει να προσαρμοσθεί στην πιθανή αύξηση των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, πράγμα που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στο σχέδιο προϋπολογισμού για το 2015·

19.

υπενθυμίζει την κοινή δήλωση για τις πιστώσεις πληρωμών και τη διμερή δήλωση του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής στο πλαίσιο της συμφωνίας για τον προϋπολογισμό του 2014· καλεί την Επιτροπή να τηρεί πλήρως ενήμερη την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις εξελίξεις των πληρωμών και των RAL σε όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους και επιμένει ότι θα πρέπει να διεξάγονται τακτικές διοργανικές συνεδριάσεις προς παρακολούθηση της κατάστασης των πληρωμών·

ο

ο ο

20.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο.


(1)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884.

(2)  ΕΕ C 373 της 20.12.2013, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 51 της 20.2.2014.

(4)  Άρθρο 323 της ΣΛΕΕ.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/213


P7_TA(2014)0248

Εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (2014/2627(RSP))

(2017/C 378/24)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με την ευρωπαϊκή πολιτική γειτονίας, την ανατολική εταιρική σχέση και την Ουκρανία, και ιδίως το ψήφισμά του της 27ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την έκβαση της συνόδου κορυφής στο Βίλνιους και το μέλλον της ανατολικής εταιρικής σχέσης, ιδίως σε ό,τι αφορά την Ουκρανία (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τη σύνοδο κορυφής ΕΕ-Ρωσίας (3),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της έκτακτης συνεδρίασης του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της 3ης Μαρτίου 2014 για την Ουκρανία,

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου της 4ης Μαρτίου 2014,

έχοντας υπόψη τη δήλωση των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων για την Ουκρανία σε συνέχεια της έκτακτης συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Ουκρανία στις 6 Μαρτίου 2014,

έχοντας υπόψη το άρθρο 2 παράγραφος 4 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφοι 2 και 4 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιθετική ενέργεια στην οποία προέβη η Ρωσία εισβάλλοντας στην Κριμαία συνιστά παραβίαση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και αντίκειται στο διεθνές δίκαιο και στις υποχρεώσεις της Ρωσίας ως συνυπογράφουσας το Μνημόνιο της Βουδαπέστης σχετικά με εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία, όπου δεσμευόταν να σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Ουκρανίας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι φιλορώσοι ένοπλοι και ρώσοι στρατιώτες έχουν καταλάβει κτίρια-κλειδιά στην πρωτεύουσα της Κριμαίας, τη Συμφερόπολη, καθώς και σημαντικές ουκρανικές εγκαταστάσεις και στρατηγικούς στόχους στην Κριμαία, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον τριών αεροδρομίων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες ουκρανικές στρατιωτικές μονάδες στη χερσόνησο περικυκλώθηκαν αλλά αρνήθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την έναρξη της κρίσης και μετά, έχει αναπτυχθεί στην Ουκρανία σημαντικός αριθμός πρόσθετων ρώσων στρατιωτών·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ισχυρισμοί της ρωσικής ηγεσίας για τη δικαιολόγηση της επίθεσης αυτής είναι εντελώς αβάσιμοι και χωρίς καμία σχέση με την επιτόπια πραγματικότητα, καθώς δεν έχει αναφερθεί απολύτως κανένα κρούσμα επίθεσης ή εκφοβισμού κατά Ρώσων ή ρωσικής καταγωγής πολιτών στην Κριμαία·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αυτοανακηρυχθείσες και παράνομες αρχές της Κριμαίας αποφάσισαν στις 6 Μαρτίου 2014 να ζητήσουν από τη Ρωσία να ενσωματώσει την Κριμαία στη Ρωσική Ομοσπονδία και προκήρυξαν δημοψήφισμα, για τις 16 Μαρτίου 2014, σχετικά με την απόσχιση της Κριμαίας από την Ουκρανία, παραβιάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τα Συντάγματα τόσο της Ουκρανίας όσο και της Κριμαίας·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρώσος πρωθυπουργός έχει ανακοινώσει σχέδια για την εφαρμογή ταχύρρυθμων διαδικασιών απόκτησης της ρωσικής ιθαγένειας από ρωσόφωνους ξένων χωρών·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι την 1η Μαρτίου 2014 το Ανώτατο Συμβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας ενέκρινε τη χρησιμοποίηση ενόπλων δυνάμεων της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ουκρανία, προκειμένου να προστατευθούν τα συμφέροντα της Ρωσίας και των ρωσοφώνων στην Κριμαία και σε ολόκληρη τη χώρα·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται έντονη διεθνής διπλωματική δράση σε όλα τα επίπεδα και μια διαδικασία διαπραγμάτευσης προκειμένου να αποκλιμακωθεί η κατάσταση, να αμβλυνθούν οι εντάσεις, να μην τεθεί η κρίση εκτός ελέγχου και να εξασφαλιστεί μια ειρηνική έκβαση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να αντιδράσει αποτελεσματικά προκειμένου να είναι η Ουκρανία σε θέση να ασκήσει πλήρως την κυριαρχία της και να διατηρήσει την εδαφική της ακεραιότητα χωρίς εξωτερικές πιέσεις·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι 28 πρωθυπουργοί της ΕΕ απηύθυναν αυστηρή προειδοποίηση για τις συνέπειες των ρωσικών ενεργειών και αποφάσισαν να αναστείλουν τις διμερείς συνομιλίες με τη Ρωσία για θέματα θεωρήσεων και τις διαπραγματεύσεις για μια νέα συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας, και επίσης να αναστείλουν τη συμμετοχή των οργάνων της ΕΕ στις προπαρασκευαστικές εργασίες για τη Σύνοδο της G8 που έχει προγραμματιστεί να διεξαχθεί στο Σότσι τον Ιούνιο του 2014·

1.

καταδικάζει απερίφραστα την επιθετική ενέργεια στην οποία προέβη η Ρωσία εισβάλλοντας στην Κριμαία, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Ουκρανίας και αναγνωρίζεται ως τέτοιο από τη Ρωσική Ομοσπονδία και τη διεθνή κοινότητα· ζητεί την άμεση αποκλιμάκωση της κρίσης, με άμεση αποχώρηση όλων των στρατιωτικών δυνάμεων που βρίσκονται παράνομα σε ουκρανικό έδαφος, και απαιτεί να τηρηθούν στο ακέραιο το διεθνές δίκαιο και οι υπάρχουσες συμβατικές υποχρεώσεις·

2.

υπενθυμίζει ότι οι ενέργειες αυτές αποτελούν σαφή παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι του ΟΑΣΕ, του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Μνημονίου της Βουδαπέστης του 1994 για τις Εγγυήσεις Ασφάλειας, της Διμερούς Συνθήκης Φιλίας, Συνεργασίας και Εταιρικής Σχέσης του 1997, της Συμφωνίας του 1997 περί του Καθεστώτος και των Όρων Στάθμευσης του Ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας εντός της Ουκρανικής Επικράτειας και των διεθνών υποχρεώσεων της Ρωσίας· θεωρεί ότι οι ενέργειες της Ρωσίας συνιστούν απειλή για την ασφάλεια της ΕΕ· αποδοκιμάζει, συνεπώς, την απόφαση της Ρωσικής Ομοσπονδίας να μην συμμετάσχει στη σύνοδο των συμβαλλομένων μερών του Μνημονίου με θέμα την ασφάλεια της Ουκρανίας, που συγκλήθηκε για τις 5 Μαρτίου 2014 στο Παρίσι·

3.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν εγγυηθεί την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας μέσω του Μνημονίου της Βουδαπέστης που υπογράφηκε με την Ουκρανία, και επισημαίνει ότι, σύμφωνα με το ουκρανικό Σύνταγμα, η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας μπορεί να διοργανώνει δημοψηφίσματα μόνο για θέματα τοπικού ενδιαφέροντος και όχι για την τροποποίηση των διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων της Ουκρανίας· τονίζει, ως εκ τούτου, ότι ένα δημοψήφισμα για το θέμα της προσχώρησης στη Ρωσική Ομοσπονδία θα θεωρηθεί στερούμενο νομιμοποίησης και παράνομο, όπως και οποιοδήποτε άλλο δημοψήφισμα που καταστρατηγεί το ουκρανικό Σύνταγμα και το διεθνές δίκαιο· είναι της ίδιας άποψης όσον αφορά την απόφαση των παράνομων και αυτοανακηρυγμένων αρχών της Κριμαίας να κηρύξουν ανεξαρτησία στις 11 Μαρτίου 2014·

4.

τονίζει ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει απαραιτήτως να μιλήσουν στη Ρωσία με ενιαία φωνή και να υποστηρίξουν το δικαίωμα της ενωμένης Ουκρανίας να αποφασίσει ελεύθερα για το μέλλον της· επικροτεί συνεπώς και υποστηρίζει ένθερμα την κοινή δήλωση του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 6ης Μαρτίου 2014, που καταδίκασε τις ρωσικές επιθετικές ενέργειες και υποστήριξε την εδαφική ακεραιότητα, την ενότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας· ζητεί στενή διατλαντική συνεργασία όσον αφορά τα βήματα στην κατεύθυνση μιας επίλυσης της κρίσης·

5.

καταδικάζει ως αντίθετο προς το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς κώδικες συμπεριφοράς το επίσημο ρωσικό δόγμα βάσει του οποίου το Κρεμλίνο αξιώνει δικαίωμα βίαιης επέμβασης στα γειτονικά κυρίαρχα κράτη για να «προστατεύσει» την ασφάλεια των ρώσων συμπατριωτών που ζουν εκεί· επισημαίνει ότι το δόγμα αυτό ισοδυναμεί με μονομερή σφετερισμό της θέσης υπέρτατου κριτή του διεθνούς δικαίου και έχει χρησιμοποιηθεί σαν δικαιολογία για ποικίλες ενέργειες πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής επέμβασης·

6.

υπενθυμίζει ότι στο πανεθνικό δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία, που διεξήχθη στην Ουκρανία το 1991, η πλειοψηφία του πληθυσμού της Κριμαίας ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας·

7.

υπογραμμίζει την πεποίθησή του ότι η εγκαθίδρυση εποικοδομητικού διαλόγου είναι ο προσφορότερος δρόμος προς τα εμπρός, προκειμένου να διευθετηθεί κάθε σύγκρουση και να υπάρξει μακροπρόθεσμη σταθερότητα στην Ουκρανία· επιδοκιμάζει τον υπεύθυνο, μετρημένο και συγκρατημένο τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση της Ουκρανίας χειρίστηκε αυτήν τη σοβαρή κρίση, στην οποία διακυβεύονται η εδαφική ακεραιότητα και η κυριαρχία της χώρας· καλεί την διεθνή κοινότητα να σταθεί αταλάντευτα στο πλευρό της Ουκρανίας και να την υποστηρίξει·

8.

απορρίπτει τον δεδηλωμένο στόχο της Ρωσίας για προστασία του ρωσόφωνου πληθυσμού της Κριμαίας ως εντελώς αβάσιμο, δεδομένου ότι ο πληθυσμός αυτός δεν έχει υποστεί ούτε υφίσταται οιασδήποτε μορφής διακρίσεις· απορρίπτει κατηγορηματικά τη δυσφήμηση των διαμαρτυρόμενων κατά της πολιτικής του Γιανουκόβιτς από τη ρωσική προπαγάνδα ως φασιστών·

9.

απευθύνει έκκληση για ειρηνική επίλυση της τρέχουσας κρίσης, με πλήρη σεβασμό των αρχών και των υποχρεώσεων που προβλέπονται από το διεθνές δίκαιο· υποστηρίζει ότι η κατάσταση πρέπει να συγκρατηθεί και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω για να αποφευχθεί η στρατιωτική σύγκρουση στην Κριμαία·

10.

υπογραμμίζει την ύψιστη σημασία της διεθνούς παρακολούθησης και μεσολάβησης· καλεί τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη να είναι έτοιμα να εξαντλήσουν όλες τις δυνατές διπλωματικές και πολιτικές οδούς και να καταβάλουν άοκνες προσπάθειες μαζί με όλους τους σχετικούς διεθνείς οργανισμούς, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, ο ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, για να εξασφαλίσουν μια ειρηνική λύση που πρέπει να στηρίζεται στην κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας· ζητεί κατά συνέπεια να υπάρξει μια πλήρως στελεχωμένη αποστολή παρακολούθησης του ΟΑΣΕ στην Κριμαία·

11.

επικροτεί την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση ομάδας επαφής υπό την αιγίδα του ΟΑΣΕ, αλλά αποδοκιμάζει το γεγονός ότι η αποστολή παρατηρητών του ΟΑΣΕ εμποδίστηκε από ένοπλες ομάδες να μπει στην Κριμαία στις 6 Μαρτίου 2014· επικρίνει τις ρωσικές αρχές και τις αυτοανακηρυχθείσες αρχές της Κριμαίας επειδή δεν συνεργάστηκαν με την αποστολή παρατηρητών του ΟΑΣΕ ούτε παραχώρησαν στα μέλη της πλήρη και ασφαλή πρόσβαση στην περιοχή·

12.

αποδοκιμάζει το γεγονός ότι ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ υποχρεώθηκε να διακόψει την αποστολή του λόγω βίαιων απειλών εναντίον του·

13.

φρονεί ότι ορισμένες πτυχές της συμφωνίας της 21ης Φεβρουαρίου 2014, η οποία συμφωνήθηκε από τρεις υπουργούς Εξωτερικών εξ ονόματος της ΕΕ αλλά παραβιάστηκε από τον Γιανουκόβιτς που δεν την τήρησε υπογράφοντας τον νέο συνταγματικό νόμο, θα μπορούσαν ακόμα να φανούν χρήσιμες για μια έξοδο από το σημερινό αδιέξοδο· θεωρεί, ωστόσο, ότι κανένα μέρος δεν μπορεί να διαπραγματευθεί και/ή να δεχθεί λύσεις που υπονομεύουν την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και επιβεβαιώνει το θεμελιώδες δικαίωμα του ουκρανικού λαού να καθορίζει ελεύθερα το μέλλον της χώρας του·

14.

επισημαίνει με έντονη ανησυχία τις πληροφορίες ότι ένοπλοι σημαδεύουν τα σπίτια Ουκρανών Τατάρων σε ορισμένες περιοχές της Κριμαίας όπου συμβιώνουν Τάταροι και Ρώσοι· επισημαίνει ότι οι Τάταροι της Κριμαίας, που είχαν εκτοπισθεί από τον Στάλιν και επέστρεψαν στην πατρίδα τους μετά την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, έχουν απευθύνει και εξακολουθούν να απευθύνουν εκκλήσεις στη διεθνή κοινότητα να υποστηρίξει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και μια ολοκληρωμένη νομική και πολιτική συμφωνία για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους ως αυτοχθόνων της Κριμαίας· ζητεί από τη διεθνή κοινότητα, την Επιτροπή, το Συμβούλιο, τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τον Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα να προστατεύσουν τα δικαιώματα αυτής και οιασδήποτε άλλης μειονοτικής κοινότητας της Κριμαϊκής χερσονήσου· ζητεί την πλήρη διερεύνηση των κρουσμάτων εκφοβισμού Εβραίων και επιθέσεων κατά ιουδαϊκών θρησκευτικών κτισμάτων ύστερα από την εισβολή στην Κριμαία·

15.

επιδοκιμάζει τη δέσμευση της ουκρανικής κυβέρνησης για ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές· επιδοκιμάζει, ως εκ τούτου, την απόφαση της Επιτροπής να χορηγήσει στην Ουκρανία, βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, χρηματοδοτική βοήθεια και δέσμη στήριξης ύψους 11 δισεκατομμυρίων ευρώ για να βοηθήσει στη σταθεροποίηση της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης της χώρας· προσδοκά ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα υποβάλουν το ταχύτερο δυνατόν, από κοινού με το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλες χώρες, μια εύρωστη δέσμη μακροπρόθεσμης χρηματοπιστωτικής στήριξης προκειμένου να βοηθήσουν την Ουκρανία να αντιμετωπίσει την επιδεινούμενη οικονομική και κοινωνική της κατάσταση και να της χορηγήσουν οικονομική στήριξη για την πραγματοποίηση των αναγκαίων σε βάθος και σφαιρικών μεταρρυθμίσεων της ουκρανικής οικονομίας· υπενθυμίζει ότι χρειάζεται να οργανωθεί και να συντονιστεί μια διεθνή διάσκεψη δωρητών, η οποία θα πρέπει να συγκληθεί από την Επιτροπή και να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατόν· καλεί το ΔΝΤ να αποφύγει την επιβολή δυσβάσταχτων μέτρων λιτότητας, όπως η περικοπή των επιδοτήσεων της ενέργειας, τα οποία θα επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο την ήδη κακή κοινωνικοοικονομική κατάσταση της χώρας·

16.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, μαζί με το Συμβούλιο της Ευρώπης και την Επιτροπή της Βενετίας, να παράσχουν, εκτός από την χρηματοδοτική ενίσχυση, τεχνική βοήθεια όσον αφορά τη συνταγματική μεταρρύθμιση, την ενίσχυση του κράτους δικαίου και την καταπολέμηση της διαφθοράς στην Ουκρανία· προσβλέπει σε έναν θετικό απολογισμό σχετικά με το θέμα αυτό και επισημαίνει ότι η Μαϊντάν και όλοι οι Ουκρανοί αναμένουν ριζικές αλλαγές και ένα εύρυθμο σύστημα διακυβέρνησης·

17.

ζητεί να διεξαχθούν ελεύθερες, αδιάβλητες, διαφανείς εθνικές εκλογές υπό την επίβλεψη του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ και επαναλαμβάνει ότι είναι έτοιμο να συστήσει τη δική του αποστολή για τον ίδιο σκοπό· καλεί τις ουκρανικές αρχές να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να επιτευχθούν υψηλά ποσοστά συμμετοχής των ψηφοφόρων στις προεδρικές εκλογές, περιλαμβανομένου και του ανατολικού και νότιου τμήματος της χώρας· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς τις ουκρανικές αρχές να διεξαγάγουν κοινοβουλευτικές εκλογές σύμφωνα με τις συστάσεις της Επιτροπής της Βενετίας και υποστηρίζει τη θέσπιση ενός αναλογικού εκλογικού συστήματος που θα διευκόλυνε την προσήκουσα εκπροσώπηση των τοπικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα· επισημαίνει πόσο σημαντικός είναι ο σεβασμός του κράτους δικαίου από το κοινοβούλιο και τους βουλευτές, τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο·

18.

καλεί την Ουκρανία να μην ενδώσει στην πίεση για αναβολή των προεδρικών εκλογών που έχουν προγραμματιστεί για τις 25 Μαΐου 2014·

19.

ζητεί μια όσο το δυνατόν ευρύτερη και χωρίς αποκλεισμούς κυβέρνηση της Ουκρανίας, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της βίας και εδαφικού κατακερματισμού· προειδοποιεί με έμφαση τη Ρωσία να μην προβαίνει σε ενέργειες που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην όξυνση μιας πόλωσης με εθνοτική ή γλωσσική διάσταση· τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, τα δικαιώματα των ατόμων που ανήκουν σε εθνικές μειονότητες, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων του ρωσόφωνου πληθυσμού της Ουκρανίας, θα γίνονται απολύτως σεβαστά και θα προστατεύονται, σε στενή συνεργασία με τον ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για ένα νέο και ευρύ γλωσσικό καθεστώς που θα στηρίζει όλες τις μειονοτικές γλώσσες·

20.

εκφράζει ικανοποίηση για την απόφαση του υπηρεσιακού Προέδρου να αρνηθεί να υπογράψει το διάταγμα για την κατάργηση του νόμου περί γλωσσικής πολιτικής, της 3ης Ιουλίου 2012· υπενθυμίζει ότι ούτως ή άλλως ο νόμος αυτός δεν θα ίσχυε για την Κριμαία· ζητεί από την ουκρανική Βουλή να μεταρρυθμίσει τελικά την ισχύουσα νομοθεσία, προκειμένου η Ουκρανία να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες·

21.

χαιρετίζει την ετοιμότητα των 28 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων να υπογράψουν τα πολιτικά κεφάλαια της Συμφωνίας Σύνδεσης (ΣΣ) το συντομότερο δυνατόν και πριν από τις προεδρικές εκλογές της 25ης Μαΐου 2014, και να εγκρίνουν μονομερή μέτρα, όπως μειώσεις δασμών για τις ουκρανικές εξαγωγές προς την ΕΕ, τα οποία θα επιτρέψουν στην Ουκρανία να επωφεληθεί από τις ρυθμίσεις της Σφαιρικής και Σε Βάθος Συμφωνίας Ελεύθερων Συναλλαγών (DCFTA), όπως πρότεινε η Επιτροπή στις 11 Μαρτίου 2014· επισημαίνει ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να υπογράψει την πλήρη ΣΣ/συμφωνία DCFTA όσο το δυνατόν συντομότερα και μόλις η ουκρανική κυβέρνηση θα είναι έτοιμη να προχωρήσει σε αυτό το βήμα· επιμένει να υπάρξουν σαφή μηνύματα που θα δείχνουν στη Ρωσία ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο στην εν λόγω συμφωνία που να θέτει σε κίνδυνο ή να βλάπτει τις μελλοντικές διμερείς πολιτικές και οικονομικές σχέσεις συνεργασίας μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας· τονίζει επίσης ότι, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ουκρανία — όπως και κάθε άλλο ευρωπαϊκό κράτος — έχει ευρωπαϊκή προοπτική και μπορεί να υποβάλει αίτηση προσχώρησης στην Ένωση, υπό τον όρο ότι τηρεί τις αρχές της δημοκρατίας, σέβεται τις θεμελιώδεις ελευθερίες, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων και εγγυάται το κράτος δικαίου·

22.

υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η εξαγωγή όπλων και στρατιωτικής τεχνολογίας μπορεί να υπονομεύσει τη σταθερότητα και την ειρήνη σε ολόκληρη την περιοχή και πρέπει να σταματήσει αμέσως· εκφράζει την έντονη αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν κάνει μεγάλης κλίμακας εξαγωγές όπλων και στρατιωτικής τεχνολογίας στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων συμβατικών οπλικών συστημάτων·

23.

επικροτεί την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 6ης Μαρτίου 2014, για ένα πρώτο κύμα στοχευμένων μέτρων έναντι της Ρωσίας, όπως η αναστολή των διμερών συνομιλιών για θέματα θεωρήσεων και τη Νέα Συμφωνία, καθώς και η απόφαση των κρατών μελών και των οργάνων της ΕΕ να αναστείλουν τη συμμετοχή τους στη διάσκεψη κορυφής της G8 στο Σότσι· προειδοποιεί ωστόσο ότι, αν δεν υπάρξει αποκλιμάκωση ή αν σημειωθεί περαιτέρω κλιμάκωση με την προσάρτηση της Κριμαίας, η ΕΕ πρέπει να είναι σε θέση να λάβει γρήγορα τα ενδεικνυόμενα μέτρα, στα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνονται ένα εμπάργκο όπλων και εμπάργκο στις τεχνολογίες διπλής χρήσης, περιορισμοί στις θεωρήσεις, πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατά ατόμων που συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων όσον αφορά την εισβολή στην Ουκρανία, καθώς και μέτρα κατά ρωσικών εταιρειών και θυγατρικών τους, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, ώστε να συμμορφωθούν πλήρως με τη νομοθεσία της ΕΕ, και τα οποία θα έχουν ευρύτερες συνέπειες στις υπό εξέλιξη συζητήσεις για τους πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία·

24.

τονίζει ότι η κοινοβουλευτική συνεργασία ανάμεσα, αφενός, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και, αφετέρου, την Κρατική Δούμα και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της Ρωσίας δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί αδιατάρακτη·

25.

επικροτεί την απόφαση του Συμβουλίου να εγκρίνει κυρώσεις κατά 18 ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του Γιανουκόβιτς, επικεντρωμένες στη δέσμευση και ανάκτηση υπεξαιρεθέντων ουκρανικών χρηματικών πόρων·

26.

καλεί, στο πλαίσιο αυτό, την Επιτροπή, να υποστηρίξει έργα στον Νότιο Διάδρομο τα οποία διαφοροποιούν ουσιαστικά τον ενεργειακό εφοδιασμό, ζητεί δε από τα κράτη μέλη να μην εμπλέκουν τις δημόσιες επιχειρήσεις τους σε έργα με ρωσικές επιχειρήσεις, τα οποία αυξάνουν την ευρωπαϊκή ευπάθεια·

27.

τονίζει τη σημασία ενός ασφαλούς, διαφοροποιημένου και οικονομικά προσιτού ενεργειακού εφοδιασμού για την Ουκρανία· υπογραμμίζει σε αυτό το πλαίσιο τον στρατηγικό ρόλο της Ενεργειακής Κοινότητας, της οποίας η Ουκρανία ασκεί την προεδρία το 2014, και την ανάγκη οικοδόμησης της ουκρανικής αντίστασης κατά των απειλών που εκτοξεύει η Ρωσία στο θέμα της ενέργειας· υπενθυμίζει την ανάγκη να αυξηθούν οι ικανότητες αποθήκευσης της ΕΕ και να προβλεφθεί ανάστροφη ροή φυσικού αερίου από τα κράτη μέλη της ΕΕ προς την Ουκρανία· επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής για εκσυγχρονισμό του ουκρανικού συστήματος διαμετακόμισης φυσικού αερίου και για βοήθεια στην Ουκρανία προκειμένου να εξοφλήσει τα χρέη της στην Gazprom· τονίζει την επείγουσα ανάγκη να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος στην κατεύθυνση της επίτευξης μιας κοινής πολιτικής ενεργειακής ασφάλειας, με εύρωστη εσωτερική αγορά και διαφοροποιημένο ενεργειακό εφοδιασμό, και να επιδιωχθεί η πλήρης εφαρμογή της «τρίτης ενεργειακής δέσμης», ώστε να μειωθεί η εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο·

28.

καλεί το Συμβούλιο να εξουσιοδοτήσει άμεσα την Επιτροπή να επιταχύνει την ελευθέρωση των θεωρήσεων με την Ουκρανία, ώστε να επιτευχθεί πρόοδος στην καθιέρωση καθεστώτος χωρίς υποχρέωση θεώρησης, κατά το παράδειγμα της Μολδαβίας· ζητεί, στο μεταξύ, να θεσπιστούν άμεσα προσωρινές, πολύ απλές και χαμηλού κόστους διαδικασίες θεώρησης διαβατηρίων σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών·

29.

είναι βαθιά πεπεισμένο ότι τα γεγονότα στην Ουκρανία υπογραμμίζουν την ανάγκη να εντείνει η ΕΕ τη δέσμευση και την υποστήριξή της στην ευρωπαϊκή επιλογή και την εδαφική ακεραιότητα της Μολδαβίας και της Γεωργίας, καθώς οι χώρες αυτές ετοιμάζονται να υπογράψουν φέτος με την ΕΕ Συμφωνία Σύνδεσης και συμφωνία DCFTA·

30.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις των κρατών μελών, στον υπηρεσιακό Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ουκρανίας, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, καθώς και στον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0170.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0595.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0101.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/218


P7_TA(2014)0249

Εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας σε ό,τι αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2013/2130(INI))

(2017/C 378/25)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την απόφασή του, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με την αναθεώρηση της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 22ας Νοεμβρίου 2012, σχετικά με τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2014 (2) και το ψήφισμά του, της 4ης Ιουλίου 2013, σχετικά με τη βελτίωση της οργάνωσης των εκλογών για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2014 (3),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία-πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (4),

έχοντας υπόψη τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση της διοργανικής συμφωνίας της 20ής Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις νέες αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο της εφαρμογής της Συνθήκης της Λισαβόνας (6),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0120/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αυξάνει τη δημοκρατική νομιμοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της ενίσχυσης του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία που οδηγεί στην εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στη διαδικασία ανάληψης καθηκόντων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη νέα διαδικασία για την εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο εκλέγει τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ορίζει ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρέπει να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και να προβαίνει σε διαβουλεύσεις με το νέο Κοινοβούλιο, πριν προτείνει έναν υποψήφιο για το αξίωμα του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι καθένα από τα μεγάλα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα βρίσκεται σε διαδικασία παρουσίασης του υποψηφίου του για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος της νέας Επιτροπής θα πρέπει να κάνει πλήρη χρήση των προνομίων που του ανατίθενται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας και να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική λειτουργία της επόμενης Επιτροπής παρά το μέγεθός της, το οποίο, λόγω των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, δεν πρόκειται να μειωθεί, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ενισχυθεί η υποχρέωση λογοδοσίας της Επιτροπής στο Κοινοβούλιο μέσω του ετήσιου και του πολυετούς προγραμματισμού της Ένωσης, καθώς και μέσα από τη δημιουργία συμμετρίας μεταξύ των πλειοψηφιών που απαιτούνται για την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής και για την πρόταση μομφής·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος του Κοινοβουλίου ως ρυθμιστή του θεματολογίου για νομοθετικά θέματα και ότι πρέπει να εφαρμοστεί πλήρως η αρχή σύμφωνα με την οποία το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν ισότιμο ρόλο σε νομοθετικά θέματα, η οποία κατοχυρώνεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, με την ευκαιρία της ανάληψης των καθηκόντων της νέας Επιτροπής, οι ισχύουσες διοργανικές συμφωνίες πρέπει να αναθεωρηθούν και να βελτιωθούν·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 36 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζει ότι ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας θα πρέπει να ζητεί τακτικά τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά τις κύριες πτυχές και τις βασικές επιλογές της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας και της κοινής πολιτικής ασφαλείας και άμυνας, και να το ενημερώνει για την εξέλιξη των πολιτικών αυτών· επιπλέον, ο Ύπατος Εκπρόσωπος θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι απόψεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να λαμβάνονται δεόντως υπόψη·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη δήλωση της Ύπατης Εκπροσώπου για την πολιτική λογοδοσία (7), την οποία υπέβαλε κατόπιν της έκδοσης απόφασης του Συμβουλίου για την ΕΥΕΔ, ορίζεται ότι η Ύπατη Εκπρόσωπος θα αναθεωρήσει και, εάν χρειάζεται, θα προτείνει προσαρμογή των ισχυουσών διατάξεων (8) περί της πρόσβασης των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα διαβαθμισμένα έγγραφα και τις πληροφορίες στον τομέα της πολιτικής ασφαλείας και άμυνας·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 218 παράγραφος 10 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται αμέσως και πλήρως σε όλα τα στάδια της διαδικασίας διαπραγμάτευσης και σύναψης διεθνών συμφωνιών, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η εν λόγω διάταξη ισχύει επίσης για συμφωνίες που αφορούν την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας·

Νομιμοποίηση και πολιτική λογοδοσία της Επιτροπής

(Ανάληψη καθηκόντων και απομάκρυνση της Επιτροπής)

1.

τονίζει την ανάγκη να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμοποίηση, η ανεξαρτησία και ο πολιτικός ρόλος της Επιτροπής· αναφέρει ότι η νέα διαδικασία σύμφωνα με την οποία ο Πρόεδρος της Επιτροπής εκλέγεται από το Κοινοβούλιο θα ενισχύσει τη νομιμοποίηση και τον πολιτικό ρόλο της Επιτροπής και θα καταστήσει πιο σημαντικές τις ευρωπαϊκές εκλογές, μέσα από την αμεσότερη σύνδεση της επιλογής των ψηφοφόρων στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής·

2.

τονίζει ότι θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες για ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προβλέπει η Συνθήκη της Λισαβόνας, μεταξύ άλλων μέσω της ανάδειξης υποψηφίων για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, προσδίδοντας με τον τρόπο αυτό μια νέα πολιτική διάσταση στις ευρωπαϊκές εκλογές και συνδέοντας περαιτέρω την ψήφο των πολιτών με την εκλογή του Προέδρου της Επιτροπής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο·

3.

ζητεί επιτακτικά από την επόμενη Συνέλευση να εξετάσει τον τρόπο συγκρότησης της Επιτροπής με στόχο να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμοποίηση της Επιτροπής· ζητεί επιτακτικά από τον επόμενο Πρόεδρο της Επιτροπής να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίον η σύνθεση, η δομή και οι πολιτικές προτεραιότητες της Επιτροπής θα ενισχύσουν μια πολιτική εγγύτητας προς τους πολίτες·

4.

επαναβεβαιώνει ότι όλα τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα πρέπει να ορίσουν τους υποψηφίους τους για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής εντός εύλογης προθεσμίας πριν από την προγραμματισμένη ημερομηνία των ευρωπαϊκών εκλογών·

5.

αναμένει από τους υποψηφίους για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην εκστρατεία για τις ευρωπαϊκές εκλογές, διανέμοντας και προωθώντας σε όλα τα κράτη μέλη το πολιτικό πρόγραμμα του ευρωπαϊκού πολιτικού τους κόμματος·

6.

επαναλαμβάνει την πρόσκλησή του προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να διασαφηνίσει, εγκαίρως και πριν από τις εκλογές, με ποιο τρόπο θα λάβει υπόψη τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα τιμήσει την επιλογή των πολιτών στην πρότασή του για υποψήφιο για το αξίωμα του Προέδρου της Επιτροπής, στο πλαίσιο διαβουλεύσεων που θα διεξαχθούν μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σύμφωνα με τη δήλωση 11 που προσαρτάται στη Συνθήκη της Λισαβόνας· επαναλαμβάνει, σε αυτό το πλαίσιο, την έκκλησή του προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να καθορίσει από κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις λεπτομέρειες των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 7 της ΣΕΕ και να μεριμνήσει για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας που θα οδηγήσει στην εκλογή Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως προβλέπεται στη δήλωση 11 όσον αφορά το άρθρο 17 παράγραφοι 6 και 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση·

7.

ζητεί όσο το δυνατόν περισσότερα από τα μέλη της επόμενης Επιτροπής να επιλεγούν μεταξύ των εκλεγμένων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

8.

κρίνει ότι ο εκλεγμένος Πρόεδρος της Επιτροπής θα πρέπει να ενεργεί με μεγαλύτερη αυτονομία κατά τη διαδικασία επιλογής των υπόλοιπων μελών της Επιτροπής· καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να διατυπώσουν ισορροπημένες στο θέμα του φύλου προτάσεις για υποψηφίους· ζητεί από τον εκλεγμένο Πρόεδρο της Επιτροπής να τονίσει στις κυβερνήσεις των κρατών μελών ότι οι υποψήφιοι για το αξίωμα του Επιτρόπου πρέπει να του/της δίνει τη δυνατότητα να προβεί σε μια ισορροπημένη από άποψη φύλου σύνθεση του Σώματος και να απορρίπτει κάθε προτεινόμενο υποψήφιο που δεν διαθέτει γενικές ικανότητες, ευρωπαϊκή προσήλωση ή αδιαμφισβήτητη ανεξαρτησία·

9.

κρίνει ότι, σε συνέχεια της πολιτικής συμφωνίας που επιτεύχθηκε κατά τη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 2008 και μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της, 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με τον αριθμό των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα πρέπει να προβλεφθούν πρόσθετα μέτρα για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Επιτροπής, όπως ο διορισμός Επιτρόπων άνευ χαρτοφυλακίου ή η καθιέρωση ενός συστήματος Αντιπροέδρων της Επιτροπής με καθήκοντα πάνω σε μείζονες θεματικές δέσμες και με αρμοδιότητες συντονισμού του έργου της Επιτροπής στους αντίστοιχους τομείς, με την επιφύλαξη του δικαιώματος διορισμού ενός Επιτρόπου ανά κράτος μέλος και του δικαιώματος ψηφοφορίας για όλους τους Επιτρόπους·

10.

ζητεί από την προσεχή Συνέλευση να επανεξετάσει το ζήτημα του μεγέθους της Επιτροπής, καθώς και της οργάνωσης και λειτουργίας της·

11.

θεωρεί ότι η σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πρέπει να εξασφαλίζει σταθερότητα στον αριθμό και στο περιεχόμενο των χαρτοφυλακίων και να κατοχυρώνει ταυτόχρονα μια ισορροπημένη διαδικασία λήψης αποφάσεων·

12.

τονίζει ότι, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, ο υποψήφιος για την Προεδρία της Επιτροπής πρέπει να κληθεί να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από τον διορισμό του/της από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη θητεία του/της, συνοδευόμενες από μια διεξοδική ανταλλαγή απόψεων, προτού το Κοινοβούλιο εκλέξει τον προτεινόμενο υποψήφιο για την Προεδρία της Επιτροπής·

13.

προτρέπει τον μελλοντικό προτεινόμενο Πρόεδρο της Επιτροπής να λάβει δεόντως υπόψη του τις προτάσεις και τις συστάσεις για τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν γίνει ήδη από το Κοινοβούλιο βάσει εκθέσεων ιδίας πρωτοβουλίας ή ψηφισμάτων που έλαβαν την υποστήριξη μιας ευρείας πλειοψηφίας των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στα οποία δεν έδωσε ικανοποιητική συνέχεια η προηγούμενη Επιτροπή έως τη λήξη της θητείας της·

14.

θεωρεί ότι, σε μια μελλοντική αναθεώρηση των Συνθηκών, η πλειοψηφία που απαιτείται επί του παρόντος για πρόταση μομφής κατά της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 234 της ΣΛΕΕ, πρέπει να μειωθεί, ώστε να απαιτείται μόνον πλειοψηφία των βουλευτών που απαρτίζουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η λειτουργία των θεσμικών οργάνων·

15.

θεωρεί ότι, ανεξάρτητα από τη συλλογική ευθύνη του σώματος των Επιτρόπων για τις πράξεις της Επιτροπής, Επίτροποι σε ατομικό επίπεδο μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνοι για τις πράξεις των Γενικών Διευθύνσεών τους·

Νομοθετική πρωτοβουλία και δραστηριότητα

(Κοινοβουλευτική αρμοδιότητα και έλεγχος)

16.

τονίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας επιδίωκε να αποτελέσει ένα βήμα προόδου για τη διασφάλιση πιο διαφανών και δημοκρατικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων, που θα αντικατοπτρίζουν τη δέσμευση της Συνθήκης για μια στενότερη ένωση των λαών της Ευρώπης, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατό πιο ανοικτά και όσο το δυνατό πιο κοντά στους πολίτες, ενισχύοντας το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, και παρέχοντας με τον τρόπο αυτό πιο δημοκρατικές και διαφανείς διαδικασίες για την έγκριση των πράξεων της Ένωσης, οι οποίες είναι ουσιαστικής σημασίας δεδομένου του αντικτύπου των πράξεων αυτών στους πολίτες και στις επιχειρήσεις· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η επίτευξη του δημοκρατικού αυτού στόχου υπονομεύεται εάν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ δεν σέβονται τις αρμοδιότητες των άλλων θεσμικών οργάνων, τις διαδικασίες που καθορίζονται στις Συνθήκες και την αρχή της έντιμης συνεργασίας·

17.

υπογραμμίζει την ανάγκη ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων που συμμετέχουν στη νομοθετική διαδικασία όσον αφορά την ανταλλαγή εγγράφων, όπως νομικών γνωμοδοτήσεων, ώστε να καταστεί δυνατός ένας εποικοδομητικός, ειλικρινής και νομικά έγκυρος διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων·

18.

σημειώνει ότι, αφότου η ΣΛΕΕ τέθηκε σε ισχύ, το Κοινοβούλιο έχει αποδείξει την προσήλωση και την ευθύνη του ως συν-νομοθέτης και ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ Κοινοβουλίου και Επιτροπής ήταν σε γενικές γραμμές θετική και βασίζεται σε απρόσκοπτη επικοινωνία και μια προσέγγιση με πνεύμα συνεργασίας·

19.

είναι της γνώμης ότι, ενώ η συνολική αξιολόγηση των διοργανικών σχέσεων μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής είναι θετική, υπάρχει ακόμα μια σειρά από ζητήματα και ελλείψεις που απαιτούν μεγαλύτερη προσοχή και δράση·

20.

τονίζει ότι η επιδίωξη για αποτελεσματικότητα δεν πρέπει να συνεπάγεται χειρότερη ποιότητα της νομοθεσίας ή ακύρωση των στόχων του Κοινοβουλίου· θεωρεί ότι, παράλληλα με αυτή την επιδίωξη για αποτελεσματικότητα, το Κοινοβούλιο πρέπει να διατηρήσει τα κατάλληλα νομοθετικά πρότυπα και να εξακολουθήσει να επιδιώκει τους δικούς του στόχους, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι η νομοθεσία σχεδιάζεται σωστά, ανταποκρίνεται σε σαφώς εντοπισμένες ανάγκες και συμμορφώνεται με την αρχή της επικουρικότητας·

21.

τονίζει ότι η πρόκληση για διαφάνεια είναι διαρκώς παρούσα και κοινή για όλα τα θεσμικά όργανα, και ειδικότερα στις συμφωνίες σε πρώτη ανάγνωση· σημειώνει ότι το Κοινοβούλιο ανταποκρίθηκε καταλλήλως στην πρόκληση αυτή εγκρίνοντας τα νέα άρθρα 70 και 70α του Κανονισμού του·

22.

εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τα προβλήματα που εξακολουθούν να υφίστανται όσον αφορά την εφαρμογή της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, ιδίως στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και του Χώρου Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης («Πρόγραμμα της Στοκχόλμης»), καθώς και όσον αφορά την ευθυγράμμιση των πράξεων του πρώην τρίτου πυλώνα με την ιεραρχία των κανόνων δικαίου της Συνθήκης της Λισαβόνας, και γενικά όσον αφορά τη συνεχιζόμενη «ασυμμετρία» ως προς τη διαφάνεια της συμμετοχής της Επιτροπής στις προπαρασκευαστικές εργασίες των δύο κλάδων της νομοθετικής εξουσίας· στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζει τη σημασία προσαρμογής των μεθόδων εργασίας του Συμβουλίου, ώστε οι εκπρόσωποι του Κοινοβουλίου να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε ορισμένες από τις συνεδριάσεις του, όταν κάτι τέτοιο δικαιολογείται δεόντως σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαίως ειλικρινούς συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων·

23.

επισημαίνει ότι η επιλογή της ορθής νομικής βάσης, όπως έχει επιβεβαιώσει το Δικαστήριο, είναι θέμα συνταγματικής φύσεως, καθώς καθορίζει την ύπαρξη και την έκταση της αρμοδιότητας της ΕΕ, τις ακολουθητέες διαδικασίες και τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των θεσμικών φορέων που εμπλέκονται στην έκδοση μιας πράξης· εκφράζει, συνεπώς, τη λύπη του για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο υποχρεώθηκε επανειλημμένα να προσφύγει στο Δικαστήριο για την ακύρωση πράξεων που είχε εγκρίνει το Συμβούλιο λόγω της επιλεγείσας νομικής βάσης, συμπεριλαμβανομένων δύο πράξεων που είχαν εγκριθεί στο πλαίσιο του παρωχημένου «τρίτου πυλώνα» πολύ μετά θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας (9)·

24.

προειδοποιεί για το ενδεχόμενο να καταστρατηγηθεί το δικαίωμα του Κοινοβουλίου να νομοθετεί, με την προσθήκη διατάξεων σε προτάσεις πράξεων του Συμβουλίου που θα πρέπει να υπόκεινται στη συνήθη νομοθετική διαδικασία, με τη χρησιμοποίηση απλών κατευθυντηρίων γραμμών της Επιτροπής ή μη εφαρμοστέων εκτελεστικών ή κατ' εξουσιοδότηση πράξεων ή με την μη υποβολή πρότασης για τις ν ομοθετικές διατάξεις που απαιτούνται για την εφαρμογή της Κοινής Εμπορικής Πολιτικής (ΚΕΠ) ή διεθνών εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών·

25.

ζητεί από την Επιτροπή να κάνει καλύτερη χρήση του προνομοθετικού σταδίου, ιδίως των πολύτιμων συνεισφορών που έχουν γίνει βάσει της Πράσινης και Λευκής Βίβλου, και να ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τις προπαρασκευαστικές εργασίες που επιτελούνται από τις υπηρεσίες της, επί ίσοις όροις με το Συμβούλιο·

26.

είναι της άποψης ότι το Κοινοβούλιο οφείλει να αναπτύξει περαιτέρω και να αξιοποιήσει πλήρως την αυτόνομη δομή του για εκτίμηση των επιπτώσεων οιωνδήποτε ουσιαστικών αλλαγών ή τροποποιήσεων επί της αρχικής πρότασης που υποβάλλει η Επιτροπή·

27.

τονίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει επίσης να ενισχύσει την αυτόνομη εκ μέρους του αξιολόγηση των επιπτώσεων που έχουν στα θεμελιώδη δικαιώματα οι νομοθετικές προτάσεις και οι τροπολογίες που εξετάζονται ως μέρος της νομοθετικής διαδικασίας και να καθιερώσει μηχανισμούς παρακολούθησης των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

28.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, ενώ η Επιτροπή επισήμως εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της απαντώντας εντός τριών μηνών στα αιτήματα του Κοινοβουλίου για νομοθετικές πρωτοβουλίες, δεν προτείνει πάντοτε πραγματική και ουσιαστική συνέχεια για αυτές·

29.

ζητεί, κατά την επόμενη αναθεώρηση των Συνθηκών, να αναγνωριστεί πλήρως το δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας του Κοινοβουλίου, καθιστώντας υποχρεωτική για την Επιτροπή την παρακολούθηση όλων των αιτημάτων που υποβάλλονται από το Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 225 της ΣΛΕΕ μέσω της υποβολής νομοθετικής πρότασης εντός κατάλληλης προθεσμίας·

30.

θεωρεί ότι, κατά την επόμενη αναθεώρηση των Συνθηκών, η εξουσία της Επιτροπής να αποσύρει νομοθετικές προτάσεις θα πρέπει να περιοριστεί στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες, μετά την έγκριση τη θέσης του Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση, το Κοινοβούλιο συμφωνεί ότι η πρόταση δεν είναι πλέον αιτιολογημένη λόγω αλλαγής των συνθηκών·

31.

επισημαίνει ότι το Κοινοβούλιο χαιρέτισε, κατ' αρχήν, τη θέσπιση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων στο άρθρο 290 της ΣΛΕΕ επειδή διευρύνουν το εποπτικό πεδίο, τονίζει όμως ότι η ανάθεση τέτοιων κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων ή εκτελεστικών αρμοδιοτήτων δυνάμει του άρθρου 291 δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση υποχρέωση· αναγνωρίζει ότι η χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πρέπει να εξετάζεται όταν απαιτούνται ευελιξία και αποτελεσματικότητα που δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, με την προϋπόθεση ότι ο σκοπός, το περιεχόμενο, το πεδίο εφαρμογής και η διάρκεια αυτής της εξουσιοδότησης ορίζονται ρητά και ότι οι προϋποθέσεις στις οποίες υπόκειται η εξουσιοδότηση περιγράφονται σαφώς στη βασική πράξη· εκφράζει ανησυχία για την τάση του Συμβουλίου να επιμένει στη χρήση εκτελεστικών πράξεων για διατάξεις στην περίπτωση των οποίων θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν μόνο η βασική πράξη ή κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις· τονίζει ότι ο νομοθέτης μπορεί να αποφασίσει να επιτρέψει τη χρήση εκτελεστικών πράξεων μόνο για την έγκριση στοιχείων που δεν ισοδυναμούν με περαιτέρω πολιτικό προσανατολισμό· αναγνωρίζει ότι το άρθρο 290 περιορίζει ρητά το πεδίο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων στα μη ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης και ότι, ως εκ τούτου, οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται σε σχέση με κανόνες που είναι ουσιώδεις για το ρυθμιζόμενο ζήτημα της σχετικής νομοθεσίας·

32.

εφιστά την προσοχή στην ανάγκη κατάλληλης διάκρισης ανάμεσα στα ουσιώδη στοιχεία μιας νομοθετικής πράξης, σχετικά με τα οποία μπορεί να αποφασίζει μόνο η νομοθετική αρχή στην ίδια τη νομοθετική πράξη, και στα μη ουσιώδη στοιχεία, τα οποία μπορούν να συμπληρώνονται ή να τροποποιούνται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις·

33.

κατανοεί ότι οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις μπορούν να αποτελέσουν ένα ευέλικτο και αποτελεσματικό εργαλείο· τονίζει τη σημασία της επιλογής ανάμεσα σε κατ’ εξουσιοδότηση και σε εκτελεστικές πράξεις, από την άποψη της τήρησης των απαιτήσεων της Συνθήκης, με παράλληλη διασφάλιση των προνομίων του Κοινοβουλίου σε σχέση με τη θέσπιση κανόνων, και επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο να συμφωνήσουν με το Κοινοβούλιο στην εφαρμογή των κριτηρίων χρήσης των άρθρων 290 και 291 της ΣΛΕΕ, ούτως ώστε οι εκτελεστικές πράξεις να μην χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων·

34.

ζητεί επιτακτικά από την Επιτροπή να συμπεριλαμβάνει επαρκώς το Κοινοβούλιο στο προπαρασκευαστικό στάδιο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και να παρέχει στους βουλευτές του όλες τις σχετικές πληροφορίες, σύμφωνα με την παράγραφο 15 της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής·

35.

ζητεί από την Επιτροπή να συμμορφωθεί με τη συμφωνία-πλαίσιο που αφορά την πρόσβαση των εμπειρογνωμόνων του Κοινοβουλίου στις συνεδριάσεις των εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, αποτρέποντας την αντιμετώπισή τους ως επιτροπών «επιτροπολογίας», υπό τον όρο ότι εξετάζουν άλλα θέματα εκτός των εκτελεστικών μέτρων κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011·

36.

τονίζει την ιδιαίτερη σημασία και τις συνέπειες της ενσωμάτωσης του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στη Συνθήκη της Λισαβόνας· επισημαίνει ότι ο Χάρτης έχει καταστεί νομικά δεσμευτικός για τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και για τα κράτη μέλη όταν αυτά εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης, μετατρέποντας με τον τρόπο αυτό τις βασικές αξίες σε συγκεκριμένα δικαιώματα·

37.

υπενθυμίζει ότι με τη Συνθήκη της Λισαβόνας εισάγεται το νέο δικαίωμα ανάληψης μιας Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Πολιτών (ECI)· τονίζει την ανάγκη άρσης όλων των τεχνικών και γραφειοκρατικών εμποδίων που εξακολουθούν να παρεμποδίζουν την αποτελεσματική χρήση της Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Πολιτών, και ενθαρρύνει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ·

38.

υπογραμμίζει τον σημαντικότερο ρόλο που ανατίθεται στα εθνικά κοινοβούλια στη Συνθήκη της Λισαβόνας και τονίζει ότι, παράλληλα με το ρόλο που διαδραματίζουν όσον αφορά την παρακολούθηση της τήρησης των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, μπορούν να συμβάλουν και συμβάλλουν θετικά στο πλαίσιο του Πολιτικού Διαλόγου· φρονεί ότι ο ενεργός ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν τα εθνικά κοινοβούλια όσον αφορά τη καθοδήγηση των μελών του Συμβουλίου Υπουργών, από κοινού με την αγαστή συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία υγιούς κοινοβουλευτικού αντίβαρου στην άσκηση εκτελεστικών εξουσιών κατά τη λειτουργία της ΕΕ· παραπέμπει επίσης στις αιτιολογημένες γνώμες που έχουν υποβάλει εθνικά κοινοβούλια δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 2, στις οποίες αναφέρεται ότι το ευρύ πεδίο της εξουσιοδότησης δυνάμει του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ σε προτεινόμενες πράξεις δεν καθιστά δυνατόν να αξιολογηθεί εάν η συγκεκριμένη νομοθετική πραγματικότητα συνάδει ή όχι με την αρχή της επικουρικότητας·

Διεθνείς σχέσεις

(Κοινοβουλευτική αρμοδιότητα και έλεγχος)

39.

υπενθυμίζει ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας αύξησε το ρόλο και τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στον τομέα των διεθνών συμφωνιών, και επισημαίνει ότι οι διεθνείς συμφωνίες καλύπτουν τώρα όλο και περισσότερο τομείς που αφορούν τη καθημερινή ζωή των πολιτών και που κατά παράδοση, και σύμφωνα με το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, εμπίπτουν στο πεδίο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας· θεωρεί ότι αποτελεί επιτακτική ανάγκη η διάταξη του άρθρου 218 παράγραφος 10 της ΣΛΕΕ, η οποία ορίζει ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται αμέσως και πλήρως σε όλα τα στάδια της διαδικασίας σύναψης διεθνών συμφωνιών, να εφαρμόζεται κατά τρόπο συνάδοντα με το άρθρο 10 της ΣΕΕ, σύμφωνα με το οποίο η λειτουργία της Ένωσης θεμελιώνεται στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, η οποία απαιτεί την ύπαρξη διαφάνειας και τη δημοκρατικής συζήτησης για τα θέματα για τα οποία πρόκειται να ληφθεί απόφαση·

40.

σημειώνει ότι, με την απόρριψη των συμφωνιών SWIFT και ACTA, το Κοινοβούλιο έκανε χρήση των νεοαποκτηθέντων προνομίων του·

41.

υπογραμμίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 18 της ΣΕΕ, ο ΥΕ/ΑΠ είναι επιφορτισμένος να μεριμνά για τη συνοχή της εξωτερικής δράσης της ΕΕ· υπογραμμίζει, περαιτέρω, ότι, σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 36 της ΣΕΕ, ο ΥΕ/ΑΠ υποχρεούται να λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του έναντι του Κοινοβουλίου όπως αυτές απορρέουν από τη Συνθήκη·

42.

υπενθυμίζει, όσον αφορά τις διεθνείς συμφωνίες, το προνόμιο του Κοινοβουλίου να ζητεί από το Συμβούλιο να μην εγκρίνει την έναρξη διαπραγματεύσεων προτού το Κοινοβούλιο εκφράσει τη θέση του επί της προτεινόμενης διαπραγματευτικής εντολής, και πιστεύει ότι θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας πλαισίου με το Συμβούλιο·

43.

τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι η Επιτροπή προβαίνει στην εκ των προτέρων ενημέρωση του Κοινοβουλίου όσον αφορά την πρόθεσή της να ξεκινήσει διεθνείς διαπραγματεύσεις, ότι το Κοινοβούλιο έχει πραγματικά τη δυνατότητα να εκφέρει εμπεριστατωμένη γνώμη σχετικά με τις διαπραγματευτικές εντολές, καθώς και ότι η γνώμη του λαμβάνεται υπόψη· επιμένει ότι οι διεθνείς συμφωνίες πρέπει να περιέχουν τους δέοντες όρους ώστε να συμμορφώνονται με το άρθρο 21 της ΣΕΕ·

44.

αποδίδει μεγάλη σημασία στην ένταξη ρητρών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις διεθνείς συμφωνίες, καθώς και κεφαλαίων περί αειφόρου ανάπτυξης στις εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες, και εκφράζει την ικανοποίησή του για τις πρωτοβουλίες του Κοινοβουλίου σχετικά με την έγκριση χαρτών πορείας αναφορικά με βασικές προϋποθέσεις· υπενθυμίζει στην Επιτροπή την ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις και τα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου και να παρέχονται πληροφορίες για το αν αυτά έχουν ενσωματωθεί στις διαπραγματεύσεις διεθνών συμφωνιών και στα σχέδια νομοθετικών διατάξεων· ευελπιστεί ότι τα μέσα που είναι αναγκαία για την ανάπτυξη της επενδυτικής πολιτικής της ΕΕ θα καταστούν εγκαίρως λειτουργικά·

45.

ζητεί επιτακτικά, σύμφωνα με το άρθρο 218 παράγραφος 10 της ΣΛΕΕ, να υπάρχει άμεση, πλήρης και ακριβής ενημέρωση του Κοινοβουλίου σε όλα τα στάδια των διαδικασιών για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών που συνάπτονται στον τομέα της ΚΕΠΠΑ, και να του δίδεται πρόσβαση στα κείμενα διαπραγμάτευσης της Ένωσης με βάση τις κατάλληλες διαδικασίες και προϋποθέσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι το Κοινοβούλιο είναι σε θέση να λαμβάνει την τελική του απόφαση με πλήρη γνώση του θέματος· τονίζει ότι για να έχει η συγκεκριμένη διάταξη ουσιαστικό νόημα, τα ενδιαφερόμενα μέλη των επιτροπών πρέπει να έχουν πρόσβαση στις διαπραγματευτικές εντολές καθώς και σε άλλα συναφή με τις διαπραγματεύσεις έγγραφα·

46.

επισημαίνει ότι, παράλληλα με την τήρηση της αρχής σύμφωνα με την οποία η σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου για τις διεθνείς συμφωνίες δεν μπορεί να υπόκειται σε όρους, το Κοινοβούλιο δικαιούται να διατυπώνει συστάσεις για την εφαρμογή των συμφωνιών στην πράξη· ζητεί, για τον σκοπό αυτόν, από την Επιτροπή να υποβάλλει τακτικά εκθέσεις στο Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένων των ρητρών περί ανθρώπινων δικαιωμάτων και άλλων όρων των συμφωνιών·

47.

υπενθυμίζει την ανάγκη αποφυγής της προσωρινής εφαρμογής διεθνών συμφωνιών προτού το Κοινοβούλιο δώσει την έγκρισή του, εκτός εάν το Κοινοβούλιο συμφωνήσει να χορηγήσει εξαίρεση· υπογραμμίζει ότι οι κανόνες που απαιτούνται για την εσωτερική εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών δεν μπορούν να εγκρίνονται μόνον από το Συμβούλιο στο πλαίσιο της απόφασής του για τη σύναψη της συμφωνίας, και ότι πρέπει να τηρούνται πλήρως οι δέουσες νομοθετικές διαδικασίες που προβλέπονται από τις Συνθήκες·

48.

επιβεβαιώνει εκ νέου ότι απαιτείται από το Κοινοβούλιο να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να παρακολουθεί την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών·

49.

επιμένει ότι το Κοινοβούλιο πρέπει να έχει λόγο στις αποφάσεις περί αναστολής ή καταγγελίας των διεθνών συμφωνιών, για τη σύναψη των οποίων απαιτείται η έγκριση του Κοινοβουλίου·

50.

καλεί την ΥΕ/ΑΠ να ενισχύσει, σύμφωνα και με τη δήλωση για την πολιτική λογοδοσία, τη συστηματική εκ των προτέρων διαβούλευση με το Κοινοβούλιο σχετικά με νέα στρατηγικά έγγραφα, έγγραφα πολιτικής και εντολές·

51.

ζητεί, σύμφωνα με τη δέσμευση που ανέλαβε η ΥΕ/ΑΠ στο πλαίσιο της δήλωσης για την πολιτική λογοδοσία, την άμεση ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη διοργανικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις διαβαθμισμένες πληροφορίες του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης στον τομέα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας·

52.

επαναλαμβάνει το αίτημά του για υποβολή πολιτικών εκθέσεων από τις αντιπροσωπείες της Ένωσης προς κατόχους νευραλγικών θέσεων στο Κοινοβούλιο υπό καθεστώς ρυθμιζόμενης πρόσβασης·

53.

ζητεί τη θέσπιση ενός τετραμερούς μνημονίου συνεννόησης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής και της ΕΥΕΔ για την εξασφάλιση συνεκτικής και αποτελεσματικής ενημέρωσης όσον αφορά τις εξωτερικές σχέσεις·

54.

υπενθυμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι πλέον ένας πλήρως αναπτυγμένος θεσμικός παράγοντας στον τομέα των πολιτικών ασφάλειας και ότι, κατά συνέπεια, έχει το δικαίωμα να συμμετέχει ενεργά στον καθορισμό των χαρακτηριστικών και των προτεραιοτήτων των πολιτικών αυτών και στην αξιολόγηση των μέσων σε αυτό τον τομέα, διαδικασία που πρέπει να διεξάγεται από κοινού από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα εθνικά κοινοβούλια και το Συμβούλιο· πιστεύει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αξιολόγηση και τη χάραξη πολιτικών εσωτερικής ασφάλειας, καθώς αυτές οι πολιτικές έχουν βαθύ αντίκτυπο στα θεμελιώδη δικαιώματα όλων όσοι ζουν στην ΕΕ· επισημαίνει, ως εκ τούτου, την ανάγκη να εξασφαλισθεί ότι οι πολιτικές αυτές εμπίπτουν στον τομέα αρμοδιότητας του μοναδικού άμεσα εκλεγμένου ευρωπαϊκού θεσμικού οργάνου όσον αφορά τον έλεγχο και τη δημοκρατική εποπτεία·

55.

επισημαίνει ότι η ΣΛΕΕ έχει επεκτείνει το πεδίο των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων της Ένωσης στον τομέα της ΚΕΠ, η οποία περιλαμβάνει πλέον όχι μόνο όλες τις πτυχές του εμπορίου, αλλά και τις άμεσες ξένες επενδύσεις· υπογραμμίζει το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο είναι πλέον πλήρως αρμόδιο να αποφασίζει από κοινού με το Συμβούλιο σχετικά τη νομοθεσία και την έγκριση των συμφωνιών εμπορίου και επενδύσεων·

56.

υπογραμμίζει τη σημασία που έχει, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, η συνεργασία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ με ειλικρίνεια και αποτελεσματικότητα κατά την εξέταση της νομοθεσίας και των διεθνών συμφωνιών, με σκοπό την πρόβλεψη των εμπορικών και οικονομικών τάσεων, τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων και επιλογών, τη θέσπιση μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στρατηγικών, τον καθορισμό των εντολών για διεθνείς συμφωνίες, την εξέταση/σύνταξη και έγκριση νομοθετικών διατάξεων και την παρακολούθηση της εφαρμογής εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών, καθώς και των μακροπρόθεσμων πρωτοβουλιών στον τομέα της ΚΕΠ·

57.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να συνεχιστεί η διαδικασία ανάπτυξης αποτελεσματικών ικανοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης του απαραίτητου προσωπικού και των αναγκαίων οικονομικών πόρων, προκειμένου να τεθούν ενεργά και να επιτευχθούν οι πολιτικοί στόχοι στον τομέα του εμπορίου και των επενδύσεων και συγχρόνως να εξασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, η αποτελεσματικότητα της εξωτερικής δράσης της ΕΕ και η τήρηση των αρχών και των στόχων που κατοχυρώνονται στις Συνθήκες·

58.

τονίζει ότι πρέπει να διατίθενται σε συνεχή βάση έγκαιρες, ακριβείς, διεξοδικές και αμερόληπτες πληροφορίες προκειμένου να καθίσταται δυνατή μια υψηλής ποιότητας ανάλυση, η οποία απαιτείται για τη βελτίωση των ικανοτήτων και του αισθήματος ευθύνης των φορέων διαμόρφωσης πολιτικής στο Κοινοβούλιο, πράγμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες διοργανικές συνέργειες στον τομέα της ΚΕΠ, συγχρόνως δε πρέπει να διασφαλιστεί ότι το Κοινοβούλιο τηρείται πλήρως και επακριβώς ενήμερο σε όλα τα στάδια, συμπεριλαμβανομένης, στο πλαίσιο κατάλληλων διαδικασιών και προϋποθέσεων, της πρόσβασης στα διαπραγματευτικά κείμενα της Ένωσης, η δε Επιτροπή θα πρέπει να ενεργεί κατά τρόπο προορατικό καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσει τη ροή των πληροφοριών· τονίζει, επιπλέον, τη σημασία της παροχής ενημέρωσης στο Κοινοβούλιο με στόχο την αποτροπή ανεπιθύμητων καταστάσεων, οι οποίες οδηγούν ενδεχομένως σε πιθανές παρανοήσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων, και επικροτεί, στο πλαίσιο αυτό, τις τακτικές ενημερωτικές συναντήσεις τεχνικού χαρακτήρα που διοργανώνει η Επιτροπή για σειρά θεμάτων· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι σε αρκετές περιπτώσεις σημαντικές πληροφορίες διαβιβάζονται στο Κοινοβούλιο μέσω εναλλακτικών διαύλων και όχι από την Επιτροπή·

59.

επαναλαμβάνει την ανάγκη να συνεργάζονται τα θεσμικά όργανα για την εφαρμογή των Συνθηκών, του παραγώγου δικαίου και της συμφωνίας πλαισίου, καθώς και την ανάγκη να εργάζεται η Επιτροπή με ανεξάρτητο και διαφανή τρόπο κατά την προετοιμασία, την έγκριση και την εφαρμογή των νομοθεσίας στον τομέα της ΚΕΠ, και θεωρεί ότι ο ρόλος της είναι κομβικός σε όλη τη διαδικασία·

Συνταγματική δυναμική

(Διοργανικές σχέσεις και διοργανικές συμφωνίες)

60.

τονίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, η Επιτροπή αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την επίτευξη διοργανικών συμφωνιών σχετικά με τον ετήσιο και πολυετή προγραμματισμό της Ένωσης· εφιστά την προσοχή στην ανάγκη συμμετοχής σε πρώιμο στάδιο, όχι μόνο του Κοινοβουλίου αλλά και του Συμβουλίου, στην κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος εργασίας της Επιτροπής, και τονίζει τη σημασία της διασφάλισης ενός ρεαλιστικού και αξιόπιστου προγραμματισμού ο οποίος να μπορεί να εφαρμοστεί αποτελεσματικά και να αποτελεί τη βάση για διοργανικό προγραμματισμό· εκτιμά ότι, για την ενίσχυση της πολιτικής ευθύνης της Επιτροπής έναντι του Κοινοβουλίου, θα μπορούσε να εξεταστεί το ενδεχόμενο διενέργειας ενδιάμεσης αξιολόγησης της συνολικής εκπλήρωσης της αναγγελθείσας εντολής από την Επιτροπή·

61.

τονίζει ότι το άρθρο 17 παράγραφος 8 της ΣΕΕ καθιερώνει ρητά την αρχή της πολιτικής ευθύνης της Επιτροπής έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία έχει κρίσιμη σημασία για την ορθή λειτουργία του πολιτικού συστήματος της ΕΕ·

62.

τονίζει ότι, με βάση το άρθρο 48 παράγραφος 2 της ΣΕΕ, το Κοινοβούλιο έχει αρμοδιότητα να δρομολογεί τροποποιήσεις στη Συνθήκη, και θα κάνει χρήση του εν λόγω δικαιώματος για να εισαγάγει νέες ιδέες σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης και το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ·

63.

θεωρεί ότι η συμφωνία-πλαίσιο που συνήφθη μεταξύ του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, καθώς και οι τακτικές ενημερώσεις της, είναι ουσιαστικής σημασίας για την ενίσχυση και την ανάπτυξη διαρθρωμένης συνεργασίας μεταξύ των δύο θεσμικών οργάνων·

64.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η συμφωνία-πλαίσιο που εγκρίθηκε το 2010 ενίσχυσε σημαντικά την πολιτική ευθύνη της Επιτροπής έναντι του Κοινοβουλίου·

65.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι κανόνες για τον διάλογο και την πρόσβαση στις πληροφορίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για πιο διεξοδικό κοινοβουλευτικό έλεγχο των δραστηριοτήτων της Επιτροπής, συμβάλλοντας κατ’ αυτό τον τρόπο στην επί ίσοις όροις αντιμετώπιση του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου από την Επιτροπή·

66.

σημειώνει ότι συγκεκριμένες διατάξεις της ισχύουσας συμφωνίας πλαισίου είναι ανάγκη να συνεχίσουν να εφαρμόζονται και να αναπτύσσονται· εισηγείται την έγκριση, από το απερχόμενο Κοινοβούλιο, των γενικών γραμμών της βελτίωσης αυτής, ώστε οι δέουσες προτάσεις να μπορούν να εξεταστούν από το επόμενο Κοινοβούλιο·

67.

καλεί την Επιτροπή να προβληματιστεί εποικοδομητικά με το Κοινοβούλιο σχετικά με την ισχύουσα συμφωνία πλαίσιο και την εφαρμογή της, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στη διαπραγμάτευση, την έγκριση και την εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών·

68.

είναι της άποψης ότι η εντολή αυτή πρέπει να διερευνήσει πλήρως τις δυνατότητες που παρέχουν οι ισχύουσες Συνθήκες, ώστε να ενισχυθεί η πολιτική ευθύνη της εκτελεστικής εξουσίας και να εξορθολογιστούν οι ισχύουσες διατάξεις περί νομοθετικής και πολιτικής συνεργασίας·

69.

υπενθυμίζει ότι μια σειρά από ζητήματα, όπως οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, τα εκτελεστικά μέτρα, οι εκτιμήσεις επιπτώσεων, η επεξεργασία των νομοθετικών πρωτοβουλιών, και οι κοινοβουλευτικές ερωτήσεις, χρειάζονται ενημέρωση βάσει της εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου·

70.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι παραμένουν αναπάντητες οι επανειλημμένες εκκλήσεις του για επαναδιαπραγμάτευση της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας του 2003, προκειμένου να ληφθεί υπόψη το νέο νομοθετικό περιβάλλον που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, να ενοποιηθούν οι τρέχουσες βέλτιστες πρακτικές και να επικαιροποιηθεί η συμφωνία βάσει του θεματολογίου για έξυπνη νομοθεσία·

71.

καλεί το Συμβούλιο Υπουργών να εκφράσει τη θέση του όσον αφορά τη δυνατότητα συμμετοχής σε μια τριμερή συμφωνία με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, με στόχο την επίτευξη περαιτέρω προόδου στα ζητήματα που εκτίθενται μέχρι σήμερα στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση της νομοθεσίας·

72.

θεωρεί ότι τα ζητήματα που συνδέονται αποκλειστικά με τις σχέσεις ανάμεσα στο Κοινοβούλιο και την Επιτροπή πρέπει να εξακολουθήσουν να αποτελούν αντικείμενο διμερούς συμφωνίας πλαισίου· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο δεν θα συμβιβαστεί με τίποτα λιγότερο από όσα έχουν επιτευχθεί στο πλαίσιο της ισχύουσας συμφωνίας πλαισίου·

73.

θεωρεί ότι μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις έναντι του συνταγματικού πλαισίου της Συνθήκης της Λισαβόνας είναι ότι η διακυβερνητική προσέγγιση μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την «κοινοτική μέθοδο», με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του ρόλου του Κοινοβουλίου και της Επιτροπής προς όφελος των θεσμικών οργάνων που εκπροσωπούν τις κυβερνήσεις των κρατών μελών·

74.

υπογραμμίζει ότι το άρθρο 2 της ΣΕΕ απαριθμεί τις κοινές αξίες στις οποίες βασίζεται η Ένωση· φρονεί ότι ο σεβασμός των αξιών αυτών θα πρέπει να διασφαλίζεται με τον προσήκοντα τρόπο τόσο από την Ένωση όσο και από τα κράτη μέλη· τονίζει ότι πρέπει να καθιερωθεί το κατάλληλο νομοθετικό και θεσμικό σύστημα για την προστασία των αξιών της Ένωσης·

75.

καλεί όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών να βασισθούν στο νέο θεσμικό και νομικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, έτσι ώστε να σχεδιάσουν μια ολοκληρωμένη εσωτερική πολιτική της Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που να διασφαλίζει αποτελεσματικούς μηχανισμούς λογοδοσίας τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ, με τους οποίους θα αντιμετωπίζονται οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

ο

ο ο

76.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 70 Ε της 8.3.2012, σ. 98.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2012)0462.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0323.

(4)  ΕΕ L 304 της 20.11.2010, σ. 47.

(5)  ΕΕ C 298 της 30.11.2002, σ. 1.

(6)  ΕΕ C 212 E της 5.8.2010, σ. 37.

(7)  ΕΕ C 210 της 3.8.2010, σ. 1.

(8)  Διοργανική συμφωνία της 20ής Νοεμβρίου 2002 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόσβαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ευαίσθητες πληροφορίες του Συμβουλίου στον τομέα της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας (ΕΕ C 298 της 30.11.2002, σ. 1).

(9)  Βλ. απόφαση του Συμβουλίου 2013/129/ΕΕ της 7ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την υπαγωγή της ουσίας 4-μεθυλαμφεταμίνης σε μέτρα ελέγχου, και την εκτελεστική απόφαση του Συμβουλίου 2013/496/ΕΕ της 7ης Οκτωβρίου 2013 σχετικά με την υπαγωγή του 5-(2-αμινοπροπυλο) ινδολίου σε μέτρα ελέγχου.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/227


P7_TA(2014)0250

Ο ρόλος της ιδιοκτησίας και της παραγωγής πλούτου για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον ρόλο της ιδιοκτησίας, των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και της παραγωγής πλούτου για την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης στις αναπτυσσόμενες χώρες (2013/2026(INI))

(2017/C 378/26)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, ιδίως δε το άρθρο 17 σχετικά με το δικαίωμα στην ιδιοκτησία,

έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη της Χιλιετίας, της 8ης Σεπτεμβρίου 2000, που καθορίζει τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας (ΑΣΧ), ιδίως δε τους στόχους 1, 3 και 7,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνερχομένων στο πλαίσιο του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής, σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης: «Η ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη», η οποία υπεγράφη στις 20 Δεκεμβρίου 2005, ιδίως δε τις παραγράφους 11 και 92 αυτής,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 2004, με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τη στήριξη του σχεδιασμού της πολιτικής γης και των διαδικασιών μεταρρύθμισης αυτής της πολιτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες» (COM(2004)0686),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 31ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Πολιτικό πλαίσιο της ΕΕ για την παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες προς αντιμετώπιση της πρόκλησης της επισιτιστικής ασφάλειας» (COM(2010)0127),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Οκτωβρίου 2011, με τίτλο «Αύξηση του αντίκτυπου της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ: ένα πρόγραμμα δράσης για αλλαγή» (COM(2011)0637),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 27ης Φεβρουαρίου 2013, με τίτλο «Αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους: εξάλειψη της φτώχειας και εξασφάλιση βιώσιμου μέλλοντος για τον κόσμο» (COM(2013)0092),

έχοντας υπόψη τις «Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την πολιτική γης: Κατευθυντήριες γραμμές για τη στήριξη του σχεδιασμού της πολιτικής γης και των διαδικασιών μεταρρύθμισης αυτής της πολιτικής στις αναπτυσσόμενες χώρες», που εγκρίθηκε από την Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2004,

έχοντας υπόψη τη μελέτη του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για τους ανθρώπινους οικισμούς (UN-Habitat), του 2008, με τίτλο «Secure Land Rights for All» (Κατοχύρωση δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για όλους) καθώς και τον Οδηγό του Προγράμματος με τίτλο «How to Develop a Pro-Poor Land Policy: Process, Guide and Lessons» (Πως θα διαμορφώσουμε μια πολιτική γης υπέρ των φτωχών: διαδικασία, καθοδήγηση και διδάγματα),

έχοντας υπόψη την από 11 Ιουνίου 2009 έκθεση του ειδικού εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών για το δικαίωμα στη σίτιση, Olivier De Schutter, με τίτλο «Large-scale land acquisitions and leases: a set of core principles and measures to address the human rights challenge» (Μεγάλης κλίμακας αγορές και μισθώσεις γαιών: μια δέσμη βασικών αρχών και μέτρων για την αντιμετώπιση της πρόκλησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων),

έχοντας υπόψη τη δήλωση με τίτλο «Urbanization challenges and poverty reduction in African, Caribbean and Pacific countries» (Οι προκλήσεις της αστικοποίησης και της μείωσης της φτώχειας στα κράτη της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού), η οποία εγκρίθηκε το 2009 στο Ναϊρόμπι της Κένυας,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για την Επισιτιστική Ασφάλεια, η οποία εγκρίθηκε στη Ρώμη το 2010,

έχοντας υπόψη τη δήλωση με τίτλο «Making slums history: A worldwide challenge for 2020» (Για να γίνουν οι παραγκουπόλεις παρελθόν: μια παγκόσμια πρόκληση για το 2020), που εγκρίθηκε κατά τη Διεθνή Διάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Ραμπάτ του Μαρόκου από τις 26 έως τις 28 Νοεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη τη δήλωση με τίτλο «Sustainable Urbanisation as Response to Urban Poverty Eradication» (Βιώσιμη αστικοποίηση με στόχο την εξάλειψη της φτώχειας), η οποία εγκρίθηκε κατά τη 2η τριμερή διάσκεψη ΑΚΕ- Ευρωπαϊκής Επιτροπής-Προγράμματος Habitat του ΟΗΕ που πραγματοποιήθηκε στο Κιγκάλι της Ρουάντα από τις 3 έως τις 6 Σεπτεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών (UNDRIP) και τη σύμβαση για τους αυτόχθονες και νομαδικούς πληθυσμούς (αριθ. 169) του 1989, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO),

έχοντας υπόψη τις αρχές για υπεύθυνες γεωργικές επενδύσεις που σέβονται τα δικαιώματα, τα μέσα διαβίωσης και τους πόρους (PRAI), τις προαιρετικές κατευθυντήριες γραμμές για την υπεύθυνη διαχείριση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος γης, αλιευμάτων και δασών στο πλαίσιο της εθνικής επισιτιστικής ασφάλειας του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας (FAO) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, καθώς και το πλαίσιο και τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική γης στην Αφρική (ALPFG), όπως εκπονήθηκαν από την Αφρικανική Ένωση,

έχοντας υπόψη τις συστάσεις της ειδικής ομάδας υψηλού επιπέδου για την αναπτυξιακή ατζέντα μετά το 2015 περί προσθήκης ενός στόχου σχετικά με τη διαχείριση της εγγείου ιδιοκτησίας για τις γυναίκες και τους άνδρες και περί αναγνώρισης του δικαιώματος των γυναικών και των κοριτσιών να έχουν, μεταξύ άλλων, «ίσα δικαιώματα σε σχέση με την ιδιοκτησία γης και άλλων περιουσιακών στοιχείων»,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 27ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με ένα πλαίσιο πολιτικής της ΕΕ για την παροχή βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες προς αντιμετώπιση της πρόκλησης της επισιτιστικής ασφάλειας (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0118/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ως δικαιώματα ιδιοκτησίας δύνανται να οριστούν οι κανόνες που ρυθμίζουν τους όρους βάσει των οποίων μεμονωμένοι ενδιαφερόμενοι, κοινότητες, δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς αποκτούν και διατηρούν πρόσβαση σε υλικά και άυλα περιουσιακά στοιχεία μέσω της επίσημης νομοθεσίας ή εθιμικών διατάξεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το UN-Habitat, η έγγειος ιδιοκτησία μπορεί να βασίζεται σε επίσημους (απόλυτη κυριότητα, μίσθωση, ιδιωτική ή δημόσια ενοικίαση), εθιμικούς ή θρησκευτικούς κανόνες· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την πολιτική γης, τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας δεν περιορίζονται πάντα στην ιδιωτική ιδιοκτησία υπό την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά μπορούν να ισορροπούν ποικιλοτρόπως μεταξύ ιδιωτικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και συλλογικών κανονισμών σε διάφορα επίπεδα·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι 1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο το κόσμο διαμένουν σε ιδιοκτησίες για τις οποίες δεν κατέχουν επίσημα δικαιώματα και ζουν χωρίς μόνιμη κατοικία ή πρόσβαση σε γη· λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη ότι ποσοστό μεγαλύτερο του 90 % του αγροτικού πληθυσμού της υποσαχάριας Αφρικής (όπου 370 εκατομμύρια άνθρωποι θεωρούνται φτωχοί) έχουν πρόσβαση σε γη και σε φυσικούς πόρους μέσω νομικά επισφαλών εθιμικών και άτυπων συστημάτων εγγείου ιδιοκτησίας·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συνολικός μη ρυθμιζόμενος από τον νόμο και μη καταχωρισμένος πλούτος εκτιμάται ότι υπερβαίνει τα 9,3 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, ποσό 93 φορές μεγαλύτερο από το συνολικό ύψος της εξωτερικής βοήθειας που χορηγήθηκε προς τις αναπτυσσόμενες χώρες τα τελευταία 30 χρόνια·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, αν και ο ΑΣΧ 7 (Στόχος 11) για τη βελτίωση της ζωής 100 εκατομμυρίων κατοίκων παραγκουπόλεων έως το 2020 έχει επιτευχθεί, ο αριθμός των κατοίκων των παραγκουπόλεων (υπολογιζόμενος σε 863 εκατομμύρια το 2012) σε απόλυτες τιμές συνεχίζει να αυξάνεται· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το UN-Habitat, οι άνθρωποι που διαμένουν σε παραγκουπόλεις ανέρχονται τουλάχιστον σε ένα δισεκατομμύριο και ότι αναμένεται να αυξηθούν σε τρία δισεκατομμύρια έως το 2050· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 11 του Διεθνούς Συμφώνου για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα αναγνωρίζεται οικουμενικό δικαίωμα στη στέγαση και στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις αγροτικές περιοχές, περίπου 200 εκατομμύρια άτομα (σχεδόν το 20 % των φτωχών του πλανήτη) δεν έχουν πρόσβαση σε επαρκή έκταση γης ώστε να εξασφαλίζουν τα προς το ζην· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγροτική γη δέχεται πολλαπλές πιέσεις, όπως είναι η αύξηση του πληθυσμού, οι αλλαγές της χρήσης γης, οι εμπορικές επενδύσεις, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος εξαιτίας της ξηρασίας, της διάβρωσης του εδάφους και της εξάντλησης των θρεπτικών συστατικών καθώς και οι φυσικές καταστροφές και οι συγκρούσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι αναγκαίο να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας προκειμένου να ενισχυθεί η κοινωνική σταθερότητα μέσω της μείωσης της αβεβαιότητας και των εδαφικών διενέξεων·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ιδιώτες επενδυτές και κυβερνήσεις δείχνουν αυξανόμενο ενδιαφέρον για την αγορά ή τη μακροχρόνια εκμίσθωση μεγάλων εκτάσεων καλλιεργήσιμης γης κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυθαίρετη κατανομή γαιών από τις πολιτικές αρχές ευνοεί τη διαφθορά, την ανασφάλεια, τη φτώχεια και τη βία·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ζητήματα διαχείρισης της γης συνδέονται στενά με τις κύριες προκλήσεις του 21ου αιώνα, δηλαδή την επισιτιστική ασφάλεια, την ανεπάρκεια ενεργειακών πόρων, την αστική ανάπτυξη και την αύξηση του πληθυσμού, την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, την κλιματική αλλαγή, τις φυσικές καταστροφές και την επίλυση των συγκρούσεων, καθιστώντας ακόμη μεγαλύτερη την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα σε μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 1,4 δισεκατομμύρια εκτάρια σε ολόκληρο το κόσμο διέπονται από εθιμικούς κανόνες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δομές εγγείου ιδιοκτησίας στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους και ότι οι τοπικές, εθιμικές ρυθμίσεις που έχουν θεσπισθεί, είτε πρόκειται για απόλυτη κυριότητα είτε για κοινή ιδιοκτησία, δεν μπορούν να αγνοηθούν όταν επιχειρείται η τυπική αναγνώριση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας γης·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW) ορίζει ότι οι γυναίκες και οι σύζυγοι έχουν ίσα δικαιώματα όσον αφορά την ιδιοκτησία και την απόκτηση ιδιοκτησίας, λαμβάνοντας εντούτοις υπόψη ότι, σε πολλά συστήματα εγγείου ιδιοκτησίας και δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, ασκούνται διακρίσεις σε βάρος των γυναικών είτε σε τυπικό, είτε σε πρακτικό επίπεδο·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών, η ασφαλής τους πρόσβαση σε γη και η πρόσβασή τους σε αποταμιεύσεις και πιστώσεις δεν αναγνωρίζονται κοινωνικά· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ξεκινώντας από τέτοια μειονεκτική θέση, είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τις γυναίκες να διεκδικήσουν νομικά τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους, και ιδίως τα δικαιώματα στην κληρονομιά·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ιδίως τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών στις αναπτυσσόμενες χώρες παραβιάζονται με τις ολοένα και πιο συχνές αγορές γης σε μεγάλη κλίμακα από ανεπτυγμένες χώρες σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών για εμπορικούς ή για στρατηγικούς λόγους, όπως είναι η γεωργική παραγωγή, η επισιτιστική ασφάλεια και η παραγωγή ενέργειας και βιοκαυσίμων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες στερούνται συχνά τη δυνατότητα νομικής αρωγής και εκπροσώπησης που θα τους επέτρεπε να προσφεύγουν επιτυχώς κατά παραβιάσεων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας σε αναπτυσσόμενες χώρες·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, για να μειωθεί η φτώχεια, είναι σημαντικό να εξασφαλιστούν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας των γυναικών, δεδομένου του ρόλου τους ως παραγωγών τροφίμων στις αγροτικές και στις περιαστικές περιοχές και της ευθύνης τους για τη σίτιση των μελών της οικογένειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες, οι οποίες αποτελούν το 70 % του αγροτικού πληθυσμού της Αφρικής, κατέχουν επίσημα μόλις το 2 % της γης· λαμβάνοντας υπόψη ότι από πρόσφατα προγράμματα στην Ινδία, την Κένυα, την Ονδούρα, την Γκάνα, τη Νικαράγουα και το Νεπάλ έχει προκύψει το συμπέρασμα ότι τα νοικοκυριά με αρχηγό γυναίκα έχουν μεγαλύτερη επισιτιστική ασφάλεια, καλύτερη υγειονομική περίθαλψη και δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην εκπαίδευση σε σύγκριση με τα νοικοκυριά που έχουν αρχηγό άνδρα·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πάνω από το 60 % των ανθρώπων που βρίσκονται σε χρόνια κατάσταση πείνας είναι γυναίκες και κορίτσια και ότι, στις αναπτυσσόμενες χώρες, το 60-80 % της τροφής παράγεται από γυναίκες (2)·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 370 εκατομμύρια αυτόχθονες παγκοσμίως διατηρούν ισχυρές πνευματικές, πολιτιστικές, κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις με τα παραδοσιακά τους εδάφη, τα οποία τελούν συνήθως υπό τη διαχείριση της κοινότητας·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 17 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αναγνωρίζει σε κάθε άτομο, μόνο του ή μαζί με άλλους, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και ορίζει ότι από κανέναν δεν μπορεί να αφαιρείται αυθαιρέτως η ιδιοκτησία του·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όσον αφορά την πρόσβαση των αυτόχθονων πληθυσμών σε γη, έχουν θεσπιστεί ειδικές μορφές προστασίας σύμφωνα με τη Σύμβαση αριθ. 169 της ΔΟΕ και σύμφωνα με τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 10 της διακήρυξης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών εγγυάται το δικαίωμα των αυτόχθονων πληθυσμών να μην εκδιώκονται με τη βία από την ιδιοκτησία ή τα εδάφη τους και να μην μετακινούνται χωρίς την ελεύθερη, προηγούμενη και συνειδητή συναίνεσή τους και μόνο αφού έχει προηγηθεί συμφωνία για μια ορθή και δίκαιη αποζημίωση, ενώ, όπου είναι δυνατό, τους αναγνωρίζει το δικαίωμα επιστροφής·

Δικαιώματα επί της γης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιώματων ιδιοκτησίας, και παραγωγή πλούτου

1.

εκτιμά ότι η καταχώριση δικαιωμάτων επί της γης και η εξασφάλιση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας λειτουργεί καταλυτικά για την οικονομική ανάπτυξη, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως παράγοντας κοινωνικής συνοχής και προώθησης της ειρήνης·

2.

τονίζει ότι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας και η μεγαλύτερη ισότητα κατά την πρόσβαση σε γη δημιουργεί μια ασφαλή βάση για τα μέσα διαβίωσης, για οικονομικές ευκαιρίες και, στις αγροτικές περιοχές, για την οικιακή παραγωγή τροφίμων·

3.

υπογραμμίζει ότι, πέραν της χορήγησης μεμονωμένων τίτλων ιδιοκτησίας, πρέπει να αναγνωρισθούν και διάφορες εναλλακτικές δυνατότητες εγγείου ιδιοκτησίας, όπως π.χ. η έγγειος ιδιοκτησία που βασίζεται σε εθιμικά συστήματα, ώστε να κατοχυρωθούν νομικά τα δικαιώματα πρόσβασης σε οικοδομήσιμες εκτάσεις, γεωργικές εκτάσεις και φυσικούς πόρους, όπως υποστηρίζει και το UN-Habitat·

4.

τονίζει ότι η ασφάλεια των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για τους ιδιοκτήτες μικρών εκτάσεων, οι οποίοι αποτελούν το 95 % των δυνητικών ιδιοκτητών γης στις αναπτυσσόμενες χώρες, τονώνει τις τοπικές οικονομίες, αυξάνει την επισιτιστική ασφάλεια, μειώνει τη μετανάστευση και λειτουργεί ανασχετικά στην αστικοποίηση μέσω παραγκουπόλεων· επισημαίνει ότι στην Αιθιοπία, για παράδειγμα, όπου έχουν θεσπιστεί δικαιώματα ιδιοκτησίας, η παραγωγικότητα αυξήθηκε έως και κατά 40 % ανά ακρ σε μία τριετία, λόγω μόνον αυτής της αλλαγής (3)·

5.

σημειώνει με ανησυχία ότι οι πολιτιστικές παραδόσεις θέλουν συχνά τις γυναίκες να εξαρτώνται από τους άνδρες συγγενείς τους για την κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας και να μην έχουν νομική προστασία· τονίζει τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών να διασφαλίσουν ελάχιστα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, μεταξύ άλλων την υποχρέωση των κυβερνήσεων να μεριμνούν ώστε η διαχείριση της γης να μην δημιουργεί διακρίσεις, σε βάρος κυρίως των γυναικών και των φτωχών, και να μην παραβιάζει άλλα ανθρώπινα δικαιώματα·

6.

υπογραμμίζει ότι η παροχή της δυνατότητας στους πολίτες να αποφασίζουν οι ίδιοι για τους πόρους τους, σε συνδυασμό με τη θέσπιση επίσημων κληρονομικών διατάξεων, παροτρύνει εμφατικά τους ιδιοκτήτες μικρών εκτάσεων να επενδύουν με βιώσιμο τρόπο στη γη τους, να εφαρμόζουν πρακτικές άρδευσης και καλλιέργειας σε αναβαθμίδες και να προσπαθούν να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής· παρατηρεί σχετικά ότι, σύμφωνα με μελέτες, ένα νοικοκυριό με πλήρως κατοχυρωμένη και μεταβιβάσιμη γη, εκτιμάται ότι έχει 59,8 % περισσότερες πιθανότητες να επενδύσει σε αναβαθμίδες καλλιέργειας έναντι ενός άλλου νοικοκυριού που αναμένει αναδιανομή της γης στο χωριό την ερχόμενη πενταετία·

7.

τονίζει ότι όταν ένα πρόσωπο κατέχει τίτλους ιδιοκτησίας γης μπορεί να δανειστεί χρήματα με λογικό επιτόκιο, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ίδρυση και την ανάπτυξη μιας επιχείρησης· τονίζει ότι η προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας μπορεί να προαγάγει ένα ανταγωνιστικό επιχειρηματικό περιβάλλον στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί το πνεύμα επιχειρηματικότητας και καινοτομίας·

8.

αναγνωρίζει ότι η πρόκληση είναι να υπερκεραστεί η δυσαρμονία μεταξύ του νόμιμου, του θεμιτού και των παραδοσιακών πρακτικών, μέσω της θέσπισης μηχανισμών εγγείου ιδιοκτησίας που θα βασίζονται σε κοινούς κανόνες ξεκινώντας από την αναγνώριση των υφιστάμενων δικαιωμάτων και διασφαλίζοντας παράλληλα ότι άνδρες και γυναίκες, καθώς και εύθραυστες κοινότητες σε αναπτυσσόμενες χώρες, έχουν κατοχυρωμένα δικαιώματα σε εκτάσεις γης και σε περιουσιακά στοιχεία και προστατεύονται πλήρως από κατεστημένα συμφέροντα που θα μπορούσαν να κατασχέσουν την ιδιοκτησία τους·

9.

καταδικάζει απερίφραστα την πρακτική της αρπαγής γαιών, η οποία αφαιρεί γη παρανόμως, κυρίως από τον φτωχό αγροτικό και από τον παραδοσιακά νομαδικό πληθυσμό, χωρίς την παροχή της αρμόζουσας αποζημίωσης· επισημαίνει ότι τουλάχιστον 32 εκατομμύρια εκτάρια γης ανά τον κόσμο αποτέλεσαν αντικείμενο τουλάχιστον 886 διεθνικών συμφωνιών απόκτησης γαιών μεγάλης κλίμακας την περίοδο 2000-2013 (4)· επισημαίνει ότι ο αριθμός αυτός ενδέχεται να είναι σημαντικά μικρότερος από τον πραγματικό αριθμό των συμφωνιών απόκτησης γαιών μεγάλης κλίμακας που έχουν συναφθεί·

10.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο των πολιτικών τους για την βοήθεια για την ανάπτυξη, να λαμβάνουν υπόψη τις διαδικασίες αγορών μεγάλων αγροτεμαχίων από επενδυτές ανεπτυγμένων χωρών σε αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως της αφρικανικής ηπείρου, οι οποίες πλήττουν τους τοπικούς αγρότες και έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στις γυναίκες και τα παιδιά, με στόχο την προστασία τους από τη φτώχεια, την πείνα και την αναγκαστική απομάκρυνση από τον τόπο και τη γη τους·

11.

επισημαίνει ότι η κατάργηση των δημόσιων κινήτρων για την παραγωγή βιοκαυσίμων που βασίζονται σε εδώδιμες καλλιέργειες, καθώς και των επιδοτήσεων, συνιστά ένα τρόπο καταπολέμησης της αρπαγής γαιών·

12.

υπενθυμίζει ότι όταν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας δεν είναι κατοχυρωμένα και η διαχείριση της γης είναι ανεπαρκής, προκύπτουν σημαντικοί κίνδυνοι για τις τοπικές κοινότητες όσον αφορά τη διατροφική ασφάλεια, καθώς και κίνδυνος εκτοπισμού και έξωσης γεωργών και βοσκών· παροτρύνει συνεπώς τα κράτη μέλη της ΕΕ να στηρίξουν τις εθνικές δυνατότητες των αναπτυσσόμενων χωρών για την ενίσχυση του συστήματος διακυβέρνησής τους·

13.

υπογραμμίζει ότι τόσο στο διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, όσο και στο διεθνές σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, το οποίο ορίζεται ως το δικαίωμα όλων των λαών να χρησιμοποιούν ελεύθερα τον φυσικό πλούτο και τους πόρους τους και ότι, σε αμφότερα τα σύμφωνα, δηλώνεται ότι κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να στερείται τα μέσα διαβίωσής του· επισημαίνει, ως εκ τούτου, ότι η διαπραγμάτευση για την εκμίσθωση ή την αγορά γαιών σε μεγάλη κλίμακα πρέπει να προϋποθέτει διαφάνεια, ενημέρωση και επαρκή συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων τις οποίες αφορούν απόπειρες εκμίσθωσης ή αγοράς γαιών, καθώς επίσης και λογοδοσία για τη χρήση των εσόδων, από τα οποία πρέπει να επωφεληθεί ο τοπικός πληθυσμός·

14.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ελέγξουν, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, τις επιπτώσεις των αγορών αυτών στην απερήμωση γεωργικών εκτάσεων, στην απώλεια του δικαιώματος κατοικίας και ιδιοκτησίας για τις γυναίκες, ιδίως για όσες δεν έχουν σύντροφο ή είναι αρχηγοί οικογενειών, στην επισιτιστική ασφάλεια και στη συντήρηση των ιδίων, των παιδιών τους και των ατόμων που εξαρτώνται από αυτές·

15.

τονίζει ότι οι επενδυτικές συμφωνίες εκμίσθωσης ή αγοράς γης μεγάλης κλίμακας πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη το δικαίωμα των τωρινών χρηστών γης, καθώς και τα δικαιώματα των εργαζομένων που απασχολούνται στα αγροκτήματα· είναι της άποψης ότι οι υποχρεώσεις των επενδυτών πρέπει να καθορίζονται με σαφείς όρους και να είναι εφαρμοστέες, π.χ. με βάση τη θέσπιση μηχανισμών επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· θεωρεί ότι όλες οι συμφωνίες αγοράς γης πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης μια νομική υποχρέωση που προβλέπει ότι ένα ελάχιστο ποσοστό της καλλιέργειας θα διατίθεται στην τοπική αγορά·

Χάρτης πορείας για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων επί της γης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και της βιώσιμης διαχείρισης της γης στις αναπτυσσόμενες χώρες

16.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο αναδασμός απαιτεί ευελιξία, προσαρμογή στις τοπικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες, όπως είναι οι παραδοσιακές μορφές κοινοτικής ιδιοκτησίας, και πρέπει να εστιάζονται στην ενίσχυση της θέσης των πλέον ευάλωτων ομάδων·

17.

υπογραμμίζει ότι η συνύπαρξη εθιμικών καθεστώτων εγγείου ιδιοκτησίας και έξωθεν επιβεβλημένων αποικιοκρατικών προτύπων αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες της ενδημικής ανασφάλειας που χαρακτηρίζει την έγγειο ιδιοκτησία στις αναπτυσσόμενες χώρες· τονίζει, ως εκ τούτου, την επιτακτική ανάγκη να αναγνωρισθεί η νομιμότητα των εθιμικών ρυθμίσεων εγγείου ιδιοκτησίας οι οποίες εκχωρούν θεσμοθετημένα δικαιώματα σε πρόσωπα και κοινότητες και εμποδίζουν την αφαίρεση ιδιοκτησίας και την παραβίαση των δικαιωμάτων επί της γης, πρακτικές ευρέως διαδεδομένες κυρίως στις αφρικανικές κοινότητες και στους πολυάριθμους αυτόχθονες πληθυσμούς της Λατινικής Αμερικής·

18.

τονίζει ότι η νομική ρύθμιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των καταληψιών στέγης έχει σημαντικό αντίκτυπο στις επενδύσεις κατοικίας, καθώς μελέτες δείχνουν ότι το ποσοστό ανακαίνισης κατοικιών αυξάνεται τουλάχιστον κατά 66 %·

19.

συγχαίρει τη Ρουάντα για την πρόοδο που έχει σημειώσει στον τομέα της διαχείρισης της γης με αποτέλεσμα να καταστεί δυνατή η κτηματογράφηση ολόκληρης της χώρας σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα·

20.

τάσσεται κατά της εφαρμογής μιας ενιαίας προσέγγισης για την κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας· υπογραμμίζει ότι οι επίσημες υπηρεσίες διαχείρισης γης είναι πιο αποτελεσματικές όταν παρέχονται σε τοπικό επίπεδο· θεωρεί ότι η αποτελεσματική κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας μπορεί, συνεπώς, να εξαρτάται από τη μεταρρύθμιση των κεντρικών κρατικών οργανισμών κτηματολογίου με στόχο την εκχώρηση αρμοδιοτήτων σε τοπικά και παραδοσιακά θεσμικά όργανα· εκτιμά ότι η αναγνώριση τίτλων ιδιοκτησίας μπορεί να βελτιωθεί με τη μηχανοργάνωση των αρχείων ιδιοκτησίας και των κτηματολογικών συστημάτων·

21.

υπενθυμίζει ότι η γεωργία εξακολουθεί να αποτελεί τη βασική πηγή βιοπορισμού, συντήρησης και επισιτιστικής ασφάλειας του κοινοτήτων της υπαίθρου· επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι αγροτικές εκτάσεις δέχονται πολλαπλές πιέσεις από την αύξηση του πληθυσμού, την αλλαγή των χρήσεων της γης, τις εμπορικές επενδύσεις και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος εξαιτίας της ξηρασίας, της διάβρωσης του εδάφους και της εξάντλησης των θρεπτικών συστατικών καθώς και εξαιτίας των φυσικών καταστροφών και των συγκρούσεων· φρονει επ`αυτού ότι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας του αγροτικού πληθυσμού κρίνεται απαραίτητη για την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας (ΑΣΧ)· είναι της άποψης ότι διάφορα μέσα πολιτικής μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων και ότι τα μέσα αυτά πρέπει να προσαρμοστούν στις τοπικές συνθήκες·

22.

πιστεύει ότι οι κρατικοί αξιωματούχοι πρέπει αρχικά να εντοπίσουν τα ήδη υπάρχοντα συστήματα εγγείου ιδιοκτησίας και διαχείρισης της γης και στη συνέχεια να βασιστούν σε αυτά τα συστήματα προς όφελος των φτωχών και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων·

23.

πιστεύει ότι η αποκέντρωση της διαχείρισης της γης ενισχύει τη θέση των κατά τόπους κοινοτήτων και ατόμων και εφιστά προσοχή στην ανάγκη να εκλείψουν οι πρακτικές διαφθοράς που επιβάλλουν τοπικοί αρχηγοί μέσω συμφωνιών με ξένους επενδυτές και οι διεκδικήσεων μη καταχωρισμένων αγροτεμαχίων·

24.

τονίζει ότι οποιαδήποτε αλλαγή στη χρήση της γης πρέπει να πραγματοποιείται αποκλειστικά και μόνο με την ελεύθερη συναίνεση των ενδιαφερόμενων τοπικών κοινοτήτων εφόσον προηγουμένως έχουν ενημερωθεί για το θέμα αυτό· υπενθυμίζει ότι έχουν θεσπιστεί ειδικές μορφές προστασίας των δικαιωμάτων των αυτόχθονων πληθυσμών σχετικά με την έγγειο ιδιοκτησία βάσει του διεθνούς δικαίου· επιμένει ότι, σύμφωνα με τη διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτόχθονων πληθυσμών, τα κράτη πρέπει να παρέχουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς και ένδικα μέσα για την πρόληψη οποιασδήποτε ενέργειας έχει ως σκοπό ή ως αποτέλεσμα την αφαίρεση ιδιοκτησίας από τους αυτόχθονες πληθυσμούς και την απομάκρυνσή τους από τη γη τους, τα εδάφη τους και τους πόρους τους·

25.

σημειώνει ότι το περιορισμένο ποσοστό καταχωρισμένων γαιών στην Αφρική (10 %) έχει καταγραφεί μέσω απηρχαιωμένων συστημάτων που είναι επιρρεπή στο σφάλμα· υπογραμμίζει το γεγονός ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας (5), οι 27 οικονομίες που εκσυγχρόνισαν τα κτηματολόγιά τους την τελευταία επταετία πέτυχαν μείωση του μέσου χρόνου μεταβίβασης ιδιοκτησίας κατά το ήμισυ, αυξάνοντας με αυτό το τρόπο τη διαφάνεια, περιορίζοντας τη διαφθορά και απλουστεύοντας την είσπραξη προσόδων· τονίζει ότι σημαντική προτεραιότητα της αναπτυξιακής πολιτικής πρέπει να είναι η θέσπιση και η βελτίωση των κτηματολογίων στις αναπτυσσόμενες χώρες·

26.

υπενθυμίζει ότι η κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας μπορεί να διαφυλαχθεί με διάφορες μορφές, υπό την προϋπόθεση ότι τα δικαιώματα των χρηστών γης και των ιδιοκτητών καθίστανται σαφή: υπενθυμίζει ότι, πέραν της χορήγησης επίσημων τίτλων, η κατοχύρωση της εγγείου ιδιοκτησίας μπορεί να επιτευχθεί μέσω σαφών, μακροπρόθεσμων συμβάσεων εκμίσθωσης ή μέσω της επίσημης αναγνώρισης των εθιμικών δικαιωμάτων και των άτυπων οικισμών καθώς και μέσω προσβάσιμων και αποτελεσματικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών· ζητεί από την ΕΕ να στηρίξει την ανάπτυξη ικανοτήτων και τα προγράμματα κατάρτισης στη διαχείριση της γης με στόχο την κατοχύρωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για τις φτωχές και ευάλωτες ομάδες μέσω της τοπογραφικής αποτύπωσης για κτηματολόγιο, της καταχώρισης τίτλων, καθώς και μέσω προσπαθειών εξοπλισμού των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες·

27.

ζητεί από την ΕΕ να ενισχύσει την ικανότητα των δικαστηρίων στις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να εφαρμόζεται αποτελεσματικά ο νόμος περί ιδιοκτησίας με σκοπό την επίλυση κτηματικών διαφορών και τη διαχείριση των απαλλοτριώσεων στο πλαίσιο μιας ολιστικής προσέγγισης που επιδιώκει την εδραίωση των δικαστικών συστημάτων και του κράτους δικαίου·

28.

ζητεί από την ΕΕ να στηρίξει τις αναπτυσσόμενες χώρες στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας με στόχο ιδίως την προώθηση της συμμετοχής όλων των ενδιαφερόμενων και σε συνδυασμό με την εφαρμογή προγραμμάτων ευαισθητοποίησης, διασφαλίζοντας τον πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των πλευρών, ιδίως δε των φτωχών και των ευάλωτων· αναφέρει το παράδειγμα της Μαδαγασκάρης και των τοπικών υπηρεσιών κτηματολογίου, όπου απλές, τοπικές πρωτοβουλίες διευκόλυναν σε μεγάλο βαθμό την καταχώριση των τίτλων εγγείου ιδιοκτησίας·

29.

τονίζει ότι η χάραξη υγιών δημοσιονομικών πολιτικών στις αναπτυσσόμενες χώρες μέσω της προώθησης της καταχώρισης γαιών και της θέσπισης διαδικασιών αποτίμησης αυξάνει σημαντικά τα ετήσια έσοδα από κτηματικές συναλλαγές, όπως στην περίπτωση της Ταϊλάνδης, όπου τα εν λόγω έσοδα εξαπλασιάστηκαν σε διάστημα δεκαετίας·

30.

επισημαίνει ότι η επίσημη αναγνώριση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας των γυναικών δεν συνεπάγεται αυτόματα την αποτελεσματική ενεργοποίηση των δικαιωμάτων αυτών· καλεί την ΕΕ, στο πλαίσιο των προγραμμάτων της για την αγροτική μεταρρύθμιση, να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο γεγονός ότι οι γυναίκες είναι ευάλωτες στις αλλαγές των οικογενειακών δομών, να εξετάσει κατά πόσον οι γυναίκες είναι σε θέση να επιβάλουν τα δικαιώματά τους και να διασφαλίσει ότι, στην πράξη, αναγράφονται τα ονόματα και των δύο συζύγων στους τίτλους ιδιοκτησίας κάθε νοικοκυριού·

31.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν, στις αναπτυξιακές και ανθρωπιστικές τους πολιτικές, ότι οι εν λόγω αναπτυσσόμενες χώρες θα θεσπίσουν νομοθετικά μέτρα για να προωθήσουν την ισότητα των φύλων και την πρόληψη των διακρίσεων όσον αφορά τα δικαιώματα ιδιοκτησίας λόγω εθνοτικής καταγωγής, φυλής και οικογενειακής κατάστασης, και να εξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο θα εξαλειφθούν οι σημαντικοί κοινωνικοί, πολιτικοί και πολιτιστικοί περιορισμοί κατά την απόκτηση δικαιωμάτων γης·

32.

ζητεί από τις αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις αναπτυσσόμενες χώρες να παρακολουθούν την κατάσταση που επικρατεί ώστε να μην παραβιάζονται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών και να προστατεύονται αυτές από τους σχετικούς κινδύνους·

33.

ζητεί από την ΕΕ να στηρίξει τις προσπάθειες των αναπτυσσόμενων χωρών όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των αγορών εκμίσθωσης γης προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση των φτωχών ομάδων στη γη και να προωθηθεί η ανάπτυξη, αποφεύγοντας παράλληλα τις υπερβολικές απαγορεύσεις στις αγορές χρηματοδοτικής μίσθωσης·

Τα δικαιώματα επί της γης, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, στο επίκεντρο της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ

34.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι μεγάλης κλίμακας αγορές γαιών στις αναπτυσσόμενες χώρες αποτελούν άμεση συνέπεια της αναποτελεσματικής διαχείρισης της γης στις εν λόγω χώρες· τονίζει ότι η βοήθεια της ΕΕ πρέπει να συμβάλει στην οικοδόμηση των θεσμικών δυνατοτήτων που απαιτούνται για την ασφαλή κατοχύρωση δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η προσοδοθηρία, η γραφειοκρατική αδράνεια καθώς και οι πρακτικές που οφείλονται στη διαφθορά και στην έλλειψη λογοδοσίας·

35.

επιδοκιμάζει τη συμμετοχή της ΕΕ σε παγκόσμιες πρωτοβουλίες στον τομέα της διαχείρισης της γης· υπογραμμίζει ότι, όντας πρωταγωνιστής παγκόσμιας κλίμακας σε θέματα ανάπτυξης, η ΕΕ έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει την σημερινή, περιορισμένη προσέγγισή της τόσο από άποψη εμβέλειας όσο και από άποψη προβολής, προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα στου τομέα της εγγείου ιδιοκτησίας·

36.

επισημαίνει ότι, παράλληλα με τη βελτίωση των συστημάτων ιδιοκτησίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι οι πολίτες έχουν πρόσβαση στα συστήματα κοινωνικής προστασίας και ασφάλισης προκειμένου να μπορούν να προστατεύσουν τα μέσα διαβίωσής τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία σε περίπτωση καταστροφής ή αιφνιδιαστικής αλλαγής·

37.

ζητεί την εφαρμογή των προαιρετικών κατευθυντήριων γραμμών για την υπεύθυνη διαχείριση της εγγείου ιδιοκτησίας, αλιευμάτων και δασών·

38.

παροτρύνει την Επιτροπή να θεσπίσει μια σαφώς προδιορισμένη γραμμή προϋπολογισμού για τη μετάβαση από μια προοπτική μικρής κλίμακας σε μια μεταρρύθμιση της διαχείρισης της γης μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, με στόχο τον εκσυγχρονισμό του καθεστώτος εγγείου ιδιοκτησίας·

39.

τονίζει ότι η πρόκληση της κατοχύρωσης δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας για τους εκτοπισθέντες και τους πρόσφυγες αναμένεται να ενταθεί στο πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής· παροτρύνει επ’αυτού την ΕΕ να ενισχύσει τη στήριξη που παρέχει σε σχέση με τη ενσωμάτωση των δικαιωμάτων εγγείου ιδιοκτησίας στην ανθρωπιστική και αναπτυξιακή αντιμετώπιση των καταστροφών ή των εμφύλιων διενέξεων, στο πλαίσιο των οποίων οι πολιτικές γης πρέπει να διασφαλίζουν τα δικαιώματα εγγείου ιδιοκτησίας διαφόρων εθνοτικών, κοινωνικών και γενεαλογικών ομάδων με ισότιμο τρόπο·

40.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τις γυναίκες όσον αφορά τα δικαιώματά τους και την πρόσβαση σε γη, κληρονομιά, πρόσβαση σε πιστώσεις και αποταμιεύσεις σε μεταπολεμικές συνθήκες, ιδίως σε χώρες όπου τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των γυναικών δεν κατοχυρώνονται νομικά και δεν αναγνωρίζονται κοινωνικά και όπου νόμοι μεροληπτικοί ως προς το φύλο, παραδοσιακές συμπεριφορές έναντι των γυναικών και ανδροκρατούμενες κοινωνικές ιεραρχίες δημιουργούν εμπόδια στις γυναίκες ως προς την επίτευξη ίσων και δίκαιων δικαιωμάτων· καλεί την ΕΕ να προωθήσει τη συμμετοχή της προσφάτως ιδρυθείσας Οργάνωσης Γυναικών του ΟΗΕ στο θέμα αυτό·

41.

επικροτεί την πρωτοβουλία για τη διαφάνεια στη γη που δρομολόγησε η Ομάδα G8 τον Ιούνιο του 2013 με βάση την πρωτοβουλία για τη διαφάνεια στις εξορυκτικές βιομηχανίες (EITI) και τη διαπίστωση ότι η διαφάνεια σε σχέση με το καθεστώς ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων και της γης, σε συνδυασμό με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και με ισχυρά θεσμικά όργανα, έχουν καίρια σημασία για την εξάλειψη της φτώχειας· τονίζει, ωστόσο, ότι πρέπει να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να πραγματοποιηθεί μια αποτελεσματική μεταρρύθμιση στον τομέα της εγγείου ιδιοκτησίας·

42.

επαναβεβαιώνει τις δεσμεύσεις της ΕΕ να μειώσει τη φτώχεια παγκοσμίως στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης και επαναλαμβάνει ότι η ΕΕ οφείλει να συμπεριλάβει μια σθεναρή συνιστώσα του φύλου σε όλες τις πολιτικές της και στις πρακτικές της όσον αφορά τις σχέσεις της με τις αναπτυσσόμενες χώρες (6)·

43.

τονίζει ότι είναι απαραίτητη η ενίσχυση των πολιτικών για εξίσωση της πρόσβασης των γυναικών στην ιδιοκτησία στις αναπτυσσόμενες χώρες με αυτήν των ανδρών· θεωρεί ότι τούτο πρέπει να ληφθεί υπόψη στα ανά χώρα προγράμματα και να συνοδευτεί από τους απαιτούμενους μηχανισμούς χρηματοδοτικής στήριξης (όπως είναι οι αποταμιεύσεις, η πίστωση, οι επιχορηγήσεις, οι μικροπιστώσεις και η ασφάλιση)· πιστεύει ότι αυτές οι ενισχυμένες πολιτικές θα έχουν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της θέσης των γυναικών και των ΜΚΟ και θα προωθήσουν τη γυναικεία επιχειρηματικότητα· θεωρεί ότι αυτές θα βελτιώσουν την ενημέρωση των γυναικών για νομικά και χρηματοπιστωτικά θέματα, θα στηρίξουν την εκπαίδευση των κοριτσιών, θα αυξήσουν τη διάδοση και την πρόσβαση στην ενημέρωση και θα θεσπίσουν υπηρεσίες νομικής συνδρομής και προγράμματα ευαισθητοποίησης σε θέματα φύλου για παρόχους οικονομικών υπηρεσιών·

44.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο του αναπτυξιακού τους έργου, να προωθήσουν ενεργά τη γυναικεία επιχειρηματικότητα και τα γυναικεία ιδιοκτησιακά δικαιώματα, στο πλαίσιο της διαδικασίας εδραίωσης της ανεξαρτησίας των γυναικών από τους συζύγους τους και ενδυνάμωσης των οικονομιών των χωρών τους·

45.

επισημαίνει ότι η 15η Οκτωβρίου έχει κηρυχθεί Παγκόσμια Ημέρα της Αγρότισσας και καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη να προωθήσουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης στις αναπτυσσόμενες χώρες·

ο

ο ο

46.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, τον Πρόεδρο της Παγκόσμιας Τράπεζας, την ASEAN, την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ευρώπης-Λατινικής Αμερικής και την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ.


(1)  ΕΕ C 56 E της 26.2.2013, σ. 75.

(2)  Οργανισμός Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), Σημείωμα πολιτικής αριθ. 5, Οικονομικές και Κοινωνικές Προοπτικές, Αύγουστος 2009.

(3)  USAID Αιθιοπία, http://ethiopia.usaid.gov/programs/feed-future-initiative/projects/land-administration-nurture-development-land

(4)  http://www.landmatrix.org/get-the-idea/global-map-investments/

(5)  2012b. Doing Business 2012: Doing Business in a More Transparent World. Ουάσινγκτον, Παγκόσμια Τράπεζα.

(6)  ΕΕ C 46 της 24.2.2006.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/235


P7_TA(2014)0251

Συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έκθεση της ΕΕ του 2013 για τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής (2013/2058(ΙΝΙ))

(2017/C 378/27)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα σημεία 9 και 35 της κοινής δήλωσης του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών συνερχομένων στα πλαίσια του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με την αναπτυξιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τίτλο «Η ευρωπαϊκή κοινή αντίληψη» (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 208 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ορίζει ότι η Ένωση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους στόχους της συνεργασίας για την ανάπτυξη κατά την εφαρμογή πολιτικών που ενδέχεται να επηρεάσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες,

έχοντας υπόψη τα διαδοχικά συμπεράσματα του Συμβουλίου, τις εκθέσεις που υποβάλλει η Επιτροπή ανά διετία και τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής (ΣΑΠ), και ιδίως το ψήφισμά του της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με την έκθεση της ΕΕ του 2011 για τη Συνοχή της Αναπτυξιακής Πολιτικής (2),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τον ρόλο της ισότητας των φύλων και της χειραφέτησης των γυναικών στην ανάπτυξη για το 2010-2015 (SEC(2010)0265) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2010 σχετικά με τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας στα οποία υιοθετείται το σχέδιο δράσης της ΕΕ,

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής σχετικά με τη συνοχή της αναπτυξιακής πολιτικής το 2013 (SWD(2013)0456),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0161/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το στρατηγικό πλαίσιο και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, το οποίο εγκρίθηκε το 2012, ορίζει ότι η ΕΕ θα εργαστεί για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλους ανεξαιρέτως τους τομείς εξωτερικής δράσης της·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα ευρωπαϊκό όραμα με γνώμονα την αλληλεγγύη, το οποίο θα αντιμετωπίζει το ζήτημα της φτώχειας εντός και εκτός της Ένωσης με ισότιμους όρους, αποτελεί τον μοναδικό τρόπο να αντιμετωπιστούν οι συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ των διαφόρων πολιτικών της Ένωσης και να συμφιλιωθούν οι πολιτικές αυτές με τις επιταγές της ανάπτυξης·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΑΠ αναγνωρίζεται πλέον ως υποχρέωση και θεωρείται εργαλείο συνολικής πολιτικής και διαδικασία που αποσκοπεί στην ενσωμάτωση των πολλαπλών διαστάσεων της ανάπτυξης σε όλα τα στάδια χάραξης πολιτικής·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολιτικές της Ένωσης, δεδομένου ότι όλες έχουν εξωτερικό αντίκτυπο, πρέπει να εκπονούνται κατά τρόπο που να καλύπτουν τις βιώσιμες ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών όσον αφορά την καταπολέμηση της φτώχειας, την εξασφάλιση κοινωνικής κάλυψης και αξιοπρεπούς εισοδήματος και τη διασφάλιση του σεβασμού των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και των δικαιωμάτων στον τομέα της οικονομίας και του περιβάλλοντος·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΣΑΠ πρέπει να βασίζεται στην αναγνώριση του δικαιώματος μιας χώρας ή μιας περιοχής να καθορίζει με δημοκρατικές διαδικασίες τις πολιτικές, τις προτεραιότητες και τις στρατηγικές της, ώστε να εξασφαλίζει τα μέσα διαβίωσης του πληθυσμού της·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ένωση πρέπει να αναλάβει πραγματικό ηγετικό ρόλο όσον αφορά την προώθηση της ΣΑΠ·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το υφιστάμενο ευρωπαϊκό πλαίσιο ανάπτυξης στερείται αποτελεσματικών μηχανισμών για την πρόληψη των ασυνεπειών που προκύπτουν από τις πολιτικές που εφαρμόζει η Ένωση ή για την αποκατάστασή τους·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, παρότι έχει σημειώσει πρόοδο ως προς την παρακολούθηση των πολιτικών που έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ανάπτυξη, έχει ακόμα να διανύσει αρκετό δρόμο μέχρις ότου εξασφαλίσει τη βέλτιστη δυνατή συνοχή και να αποτρέψει ορισμένες ασυνέπειες, προκειμένου να ασκήσει πλήρως τον θεσμικό ρόλο που του έχει ανατεθεί·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο για την «περίοδο μετά το 2015», η ΣΑΠ θα πρέπει να βασίζεται σε δράσεις οι οποίες θα έχουν ως άξονα κοινές αλλά διαφοροποιημένες ευθύνες και οι οποίες θα ευνοούν την ανάπτυξη πολιτικού διαλόγου χωρίς αποκλεισμούς·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την πείρα των χωρών του ΟΟΣΑ, και ιδίως από τις εργασίες της μονάδας για τη ΣΑΠ που ανήκει στη γενική γραμματεία του εν λόγω οργανισμού·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συντονισμός των αναπτυξιακών πολιτικών και των προγραμμάτων παροχής βοήθειας των κρατών μελών της ΕΕ αποτελεί σημαντικό μέρος του προγράμματος της ΣΑΠ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ότι θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν έως και 800 εκατομμύρια ευρώ ετησίως από τη μείωση του κόστους των συναλλαγών εάν η ΕΕ και τα κράτη μέλη της επικέντρωναν τις προσπάθειές τους όσον αφορά την παροχή βοήθειας, σε λιγότερες χώρες και δραστηριότητες·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα της αναπτυξιακής πολιτικής της ΕΕ παρεμποδίζεται από τον κατακερματισμό και τις αλληλεπικαλύψεις των πολιτικών και των προγραμμάτων παροχής βοήθειας στα διάφορα κράτη μέλη· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια περισσότερο συντονισμένη προσέγγιση σε επίπεδο ΕΕ θα μείωνε τη διοικητική επιβάρυνση και το σχετικό κόστος·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δημοσιευθείσα στις 12 Φεβρουαρίου 2014 έκθεση του UNFPA (Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον πληθυσμό) με θέμα «Παγκόσμια έκθεση της Διεθνούς διάσκεψης για τον πληθυσμό και την ανάπτυξη (ΔΔΠΑ) μετά το 2014» επισημαίνει ότι η προστασία των γυναικών και των εφήβων που υφίστανται βία θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της διεθνούς αναπτυξιακής ατζέντας·

Υλοποίηση της ΣΑΠ

1.

προτείνει να θεσπιστεί ένας μηχανισμός διαιτησίας, για τον οποίο θα είναι αρμόδιος ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με στόχο τη διασφάλιση της ΣΑΠ και, σε περίπτωση αποκλίσεων μεταξύ των διαφόρων πολιτικών της Ένωσης, η τελική απόφαση θα ανήκει στον Πρόεδρο της Επιτροπής, βάσει των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Ένωση στον τομέα της ΣΑΠ· κρίνει ότι, μετά από ένα στάδιο εντοπισμού των προβλημάτων, θα μπορούσε να προβλεφθεί μια μεταρρύθμιση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων στις υπηρεσίες της Επιτροπής και στο πλαίσιο της διϋπηρεσιακής συνεργασίας·

2.

καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα κράτη μέλη και τους θεσμικούς οργανισμούς με τους οποίους συνεργάζονται να μεριμνήσουν ώστε το νέο πλαίσιο για την περίοδο «μετά το 2015» να περιλαμβάνει έναν στόχο για τη ΣΑΠ, βάσει του οποίου θα καταστεί δυνατή η κατάρτιση αξιόπιστων δεικτών για τη μέτρηση της προόδου των χορηγών και των χωρών εταίρων και η αξιολόγηση του αντίκτυπου των διαφόρων πολιτικών στην ανάπτυξη, εξετάζοντας τα καίριας σημασίας ζητήματα, όπως η δημογραφική αύξηση, η παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια, οι παράνομες χρηματοοικονομικές ροές, η μετανάστευση, το κλίμα και η πράσινη ανάπτυξη, υπό το πρίσμα της ΣΑΠ·

3.

υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης στην εφαρμογή της ΣΑΠ, και ιδίως τον ρόλο των αντιπροσωπειών της ΕΕ όσον αφορά την παρακολούθηση, την παρατήρηση και τη διευκόλυνση της διαβούλευσης και του διαλόγου με τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις χώρες εταίρους σχετικά με τον αντίκτυπο των πολιτικών της ΕΕ στις αναπτυσσόμενες χώρες· τονίζει ότι απαιτείται μια ευρύτερη συζήτηση με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, όπως είναι οι ΜΚΟ και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (ΟΚΠ)·

4.

εκφράζει τη λύπη του για το καθεστώς του εγγράφου SWD(2013)0456 που υπέβαλε η Επιτροπή — το οποίο συνιστά απλώς ένα έγγραφο εργασίας– για το οποίο, σε αντίθεση με την ανακοίνωση που είχε προβλεφθεί αρχικά μετά το έγγραφο εργασίας του 2011, δεν απαιτείται έγκριση από το σώμα των επιτρόπων, γεγονός παράδοξο δεδομένου ότι το κείμενο άπτεται ενός τομέα με βαρύνουσα πολιτική σημασία όπως είναι η ΣΑΠ·

5.

ζητεί από την Επιτροπή να τηρήσει τη δέσμευσή της στον τομέα της ανάπτυξης και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και υπενθυμίζει τον ρόλο αυτών όσον αφορά την προώθηση και τον συντονισμό των πολιτικών της Ένωσης· θεωρεί ότι η Επιτροπή πρέπει να προωθήσει ενεργά ένα συνεκτικό και σύγχρονο όραμα για την ανθρώπινη ανάπτυξη προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της χιλιετίας (ΑΣΧ) και να τηρηθούν οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί·

6.

καλεί την Επιτροπή να αναθέτει τη διενέργεια τακτικών, ανεξάρτητων και εκ των υστέρων αξιολογήσεων του αντίκτυπου των βασικών πολιτικών στην ανάπτυξη, όπως ζητήθηκε από το Συμβούλιο· τονίζει με έμφαση την ανάγκη βελτίωσης του συστήματος αξιολόγησης αντικτύπου της Επιτροπής, προσθέτοντας μια σαφή αναφορά στη ΣΑΠ και διασφαλίζοντας ότι η ανάπτυξη θα καταστεί το τέταρτο κεντρικό στοιχείο της ανάλυσης, μαζί με τον οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο·

7.

υπογραμμίζει την ανάγκη να θεσπισθεί μια πραγματική διδακτική σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης της ΣΑΠ στους διάφορους τομείς πολιτικής δράσης, δεδομένου ότι η διδακτική αυτή συνιστά καίριας σημασίας στοιχείο για την ευαισθητοποίηση των ευρωπαίων πολιτών στο πλαίσιο της ανακήρυξης του 2015 ως ευρωπαϊκού έτους ανάπτυξης· καλεί την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να παράσχουν στο προσωπικό που απασχολείται στις μη σχετικές με την ανάπτυξη υπηρεσίες, ειδική κατάρτιση όσον αφορά τη ΣΑΠ και τον αναπτυξιακό αντίκτυπο·

8.

επιβεβαιώνει την ανάγκη διορισμού ενός μόνιμου εισηγητή για την αναπτυξιακή ατζέντα για την περίοδο μετά το 2015, ο οποίος θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να διασφαλίζει ότι η ΣΑΠ λαμβάνεται δεόντως υπόψη·

9.

υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στη διαδικασία προώθησης της ΣΑΠ δίδοντάς της προτεραιότητα στις ημερήσιες διατάξεις των κοινοβουλευτικών εργασιών, αυξάνοντας τον αριθμό των συνεδριάσεων στις οποίες συμμετέχουν πλέον της μίας επιτροπές και των διακοινοβουλευτικών συνεδριάσεων για το ζήτημα της ΣΑΠ, προωθώντας τον διάλογο για την ΣΑΠ με τις χώρες εταίρους και ευνοώντας την ανταλλαγή απόψεων με την κοινωνία των πολιτών· υπενθυμίζει ότι οι διαρθρωμένες ετήσιες συνεδριάσεις μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων των κρατών μελών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποτελούν έναν αποτελεσματικό τρόπο ενίσχυσης της ΣΑΠ και του συντονισμού·

10.

υπογραμμίζει την ανάγκη δημιουργίας ενός ανεξάρτητου μηχανισμού στο εσωτερικό της Ένωσης που θα δέχεται και θα διαχειρίζεται επισήμως τις καταγγελίες που υποβάλλουν πολίτες ή κοινότητες που επηρεάζονται από τις πολιτικές της Ένωσης·

11.

τονίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί στο πλαίσιο της ΣΑΠ η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων γυναικών, η ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, καθώς και η πλήρης συμμετοχή εμπειρογνωμόνων σε θέματα ισότητας των φύλων·

Τομείς δράσης κατά προτεραιότητα

12.

ζητεί να εξασφαλισθεί ότι η διαχείριση των μεταναστευτικών ροών θα είναι συνεκτική με τις αναπτυξιακές πολιτικές της ΕΕ και των χωρών εταίρων· κρίνει ότι, προς τούτο, απαιτείται μια στρατηγική για την αντιμετώπιση των πολιτικών, κοινωνικοοικονομικών και πολιτιστικών προβλημάτων, η οποία να αποσκοπεί στην αναζωογόνηση των γενικών σχέσεων της Ένωσης με τους άμεσους γείτονές της· τονίζει παράλληλα την ανάγκη αντιμετώπισης των προκλήσεων που αφορούν την κοινωνικο-επαγγελματική ένταξη των μεταναστών και την ιθαγένεια, σε στενό συντονισμό με τη χώρα καταγωγής και διέλευσης·

13.

υπογραμμίζει ότι το εμπόριο και η ανάπτυξη δεν συμβαδίζουν πάντοτε αρμονικά· θεωρεί ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες θα πρέπει να προχωρήσουν σε επιλεκτικό άνοιγμα των αγορών τους· υπογραμμίζει τη σημασία της κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης του ιδιωτικού τομέα και θεωρεί ότι στο πλαίσιο της ελευθέρωσης του εμπορίου δεν πρέπει να παραβλέπονται οι κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί όροι, όπως τα πρότυπα της ΔΟΕ· υπενθυμίζει την ανάγκη να συμπεριλαμβάνονται αναφορές στα θέματα αυτά στις συμφωνίες του ΠΟΕ, ώστε να αποφευχθεί το κοινωνικό και περιβαλλοντικό ντάμπινγκ·

14.

υπενθυμίζει, εν προκειμένω, ότι το κόστος της ενσωμάτωσης τέτοιων προτύπων είναι μακράν χαμηλότερο του κόστους των επιπτώσεων στην κοινωνική προστασία, στην ανθρώπινη υγεία και στο προσδόκιμο ζωής σε περίπτωση μη τήρησης των εν λόγω προτύπων·

15.

χαιρετίζει ότι αναγνωρίζεται από την ΕΕ η σημασία της γεωργίας μικρής κλίμακας για την καταπολέμηση της πείνας και ζητεί τη συστηματική αξιολόγηση του αντίκτυπου της ευρωπαϊκής γεωργικής, εμπορικής και ενεργειακής πολιτικής, συμπεριλαμβανόμενης της πολιτικής της ΕΕ για τα βιοκαύσιμα, που είναι πιθανό να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες·

16.

επαναλαμβάνει ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη μεγιστοποίηση των συνεργειών μεταξύ των πολιτικών της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή και των αναπτυξιακών στόχων της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τα εργαλεία και τα μέσα που χρησιμοποιούνται, καθώς και όσον αφορά τα παράπλευρα οφέλη της ανάπτυξης ή/και της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή·

17.

θεωρεί ότι η πρόκληση της αλλαγής του κλίματος πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ζητεί συστηματική αξιολόγηση των κινδύνων που συνεπάγεται η αλλαγή του κλίματος σε όλες τις πτυχές του πολιτικού προγραμματισμού και της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των τομέων που αφορούν το εμπόριο, τη γεωργία και την επισιτιστική ασφάλεια· ζητεί τα αποτελέσματα της εν λόγω αξιολόγησης να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο του μηχανισμού για την αναπτυξιακή συνεργασία 2014-2020 με στόχο την κατάρτιση σαφών και συνεκτικών εγγράφων εθνικής και περιφερειακής στρατηγικής·

18.

αναγνωρίζει την προσοχή που δίδεται σε ορισμένες πτυχές της ΣΑΠ, αλλά κρίνει ότι η ΕΕ οφείλει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την αντιμετώπιση του προβλήματος των φορολογικών παραδείσων· καλεί την Επιτροπή να περιλάβει επίσης στην ετήσια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της πρωτοβουλίας για τις πρώτες ύλες, πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο νέων συμφωνιών, προγραμμάτων και πρωτοβουλιών στις πλούσιες σε πόρους αναπτυσσόμενες χώρες·

19.

αναγνωρίζει το υψηλό επίπεδο ευθύνης της ΕΕ, η οποία καλείται να εξασφαλίσει ότι η αλιεία της βασίζεται στα ίδια πρότυπα οικολογικής και κοινωνικής βιωσιμότητας και διαφάνειας, τόσο εντός όσο και εκτός των υδάτων της Ένωσης· επισημαίνει ότι η συνοχή αυτή απαιτεί συντονισμό τόσο εντός της ίδιας της Επιτροπής όσο και μεταξύ της Επιτροπής και των κυβερνήσεων των μεμονωμένων κρατών μελών·

20.

υπενθυμίζει ιδίως τη δέσμευσή του να αποφευχθεί η χρηματοδότηση ενεργειακών υποδομών μεγάλης κλίμακας που έχουν αρνητικό κοινωνικό και περιβαλλοντικό αντίκτυπο·

ο

ο ο

21.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  EE C 46 της 24.2.2006, σ. 1.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0399.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/239


P7_TA(2014)0252

Προτεραιότητες της ΕΕ για την 25η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τις προτεραιότητες της ΕΕ για την 25η σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (2014/2612(RSP))

(2017/C 378/28)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τις συμβάσεις του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα προαιρετικά πρωτόκολλά τους,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών 60/251 για την ίδρυση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΣΑΔΗΕ),

έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών της 8ης Σεπτεμβρίου 2000 και τα συναφή ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ,

έχοντας υπόψη την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ,

έχοντας υπόψη το στρατηγικό πλαίσιο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, όπως εγκρίθηκαν κατά την 3179η συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων στις 25 Ιουνίου 2012,

έχοντας υπόψη τη σύστασή του στο Συμβούλιο της 13ης Ιουνίου 2012 σχετικά με τον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα (1),

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (ΣΑΔΗΕ), συμπεριλαμβανομένων των προτεραιοτήτων του Κοινοβουλίου στο πλαίσιο αυτό, και ειδικότερα το ψήφισμα της 7ης Φεβρουαρίου 2013 (2),

έχοντας υπόψη τα επείγοντα ψηφίσματά του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία στον κόσμο το 2012 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτό τον τομέα (3),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ σχετικά με τις προτεραιότητες της ΕΕ στα φόρουμ των ΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία εγκρίθηκαν στις 10 Φεβρουαρίου 2014,

έχοντας υπόψη το άρθρο 2, το άρθρο 3 παράγραφος 5, τα άρθρα 18, 21, 27 και 47 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

έχοντας υπόψη τις προσεχείς συνόδους του ΣΑΔΗΕ το 2014, ιδίως δε την 25η τακτική σύνοδο που θα πραγματοποιηθεί από τις 3 έως τις 28 Μαρτίου 2014,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 και παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός και η προαγωγή και προστασία της οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί τμήμα του ηθικού και νομικού κεκτημένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της ευρωπαϊκής ενότητας και ακεραιότητας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αξιοπιστία της ΕΕ στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ θα ενισχυθεί μέσω της αύξησης της συνεκτικότητας μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών πολιτικών της στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της πρέπει να προσπαθούν να εκφράζονται με μία φωνή κατά των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έτσι ώστε να επιτυγχάνουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, και ότι στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εξακολουθήσουν να ενισχύουν τη συνεργασία και να βελτιώνουν τις οργανωτικές διευθετήσεις και τον συντονισμό μεταξύ των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ στις 10 Φεβρουαρίου 2014 καθόρισε τις προτεραιότητες ενόψει της 25ης τακτικής συνόδου του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των ΗΕ και της επικείμενης Τρίτης Επιτροπής της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στις οποίες περιλαμβάνονται η κατάσταση στη Συρία, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας, το Ιράν, τη Σρι Λάνκα, τη Μιανμάρ/Βιρμανία, τη Λευκορωσία, τη Δημοκρατία της Κεντρικής Αφρικής, το Νότιο Σουδάν, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Ερυθραία, το Μαλί και το Σουδάν· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι θεματικές προτεραιότητες που ορίστηκαν από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων περιλαμβάνουν τη θανατική ποινή, την ελευθερία θρησκείας ή πίστης, τα δικαιώματα του παιδιού, τα δικαιώματα των γυναικών, την παγκόσμια ατζέντα μετά το 2015, την ελευθερία γνώμης και έκφρασης, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι, τη συνεργασία ΜΚΟ με όργανα του ΟΗΕ αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα βασανιστήρια, τα άτομα ΛΟΑΔΜ, τον ρατσισμό, τους αυτόχθονες πληθυσμούς, τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και τη στήριξη των οργάνων και μηχανισμών του ΟΗΕ που είναι αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 25 Ιουλίου 2012 ορίστηκε Ειδικός Εντεταλμένος της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ρόλος του οποίου είναι να ενισχύει την αποτελεσματικότητα και την προβολή της πολιτικής ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΕΕ και να συμβάλλει στην υλοποίηση του στρατηγικού πλαισίου και του Προγράμματος Δράσης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Οκτώβριο του 2013 εξελέγησαν 14 νέα μέλη στο ΣΑΔΗΕ τα οποία ανέλαβαν καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου 2014, και συγκεκριμένα, η Αλγερία, η Κίνα, η Κούβα, η Γαλλία, οι Μαλδίβες, το Μεξικό, το Μαρόκο, η Ναμίμπια, η Σαουδική Αραβία, η Νότια Αφρική, η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, το Βιετνάμ, η Ρωσία και το Ηνωμένο Βασίλειο· λαμβάνοντας υπόψη ότι εννέα κράτη μέλη της ΕΕ είναι σήμερα μέλη του ΣΑΔΗΕ·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το θέμα προτεραιότητας της 58ης συνόδου της Επιτροπής για τη Θέση της Γυναίκας θα είναι οι προκλήσεις και τα επιτεύγματα κατά την υλοποίηση των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας για τις γυναίκες και τα κορίτσια·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφθορά στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα παράγει και επιδεινώνει τις ανισότητες και τις διακρίσεις όσον αφορά την ισότιμη ενάσκηση των ατομικών, πολιτικών, οικονομικών ή κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων και ότι είναι αποδεδειγμένο ότι οι πράξεις διαφθοράς και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενέχουν κατάχρηση εξουσίας, έλλειψη λογοδοσίας και διάφορες μορφές διακρίσεων·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κύρωση των τροποποιήσεων της Καμπάλα επί του Καταστατικού της Ρώμης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ) από τα κράτη και η ενεργοποίηση της δικαιοδοσίας του ΔΠΔ για το έγκλημα της επίθεσης θα συμβάλουν περαιτέρω στον τερματισμό της ατιμωρησίας των δραστών του εγκλήματος αυτού·

1.

χαιρετίζει τις προτεραιότητες που καθόρισε το Συμβούλιο ενόψει της 25ης τακτικής συνόδου του ΣΑΔΗΕ· παροτρύνει την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (EΥΕΔ) και τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη τις συστάσεις του στο πλαίσιο της προώθησης των προτεραιοτήτων της ΕΕ στο ΣΑΔΗΕ·

Οι εργασίες του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ

2.

επαναλαμβάνει την πεποίθησή του ότι οι εκλογές για το ΣΑΔΗΕ πρέπει να έχουν ανταγωνιστικό χαρακτήρα και εκφράζει την αντίθεσή του στο να συμφωνούνται από τις περιφερειακές ομάδες εκλογές χωρίς ανταγωνιστικό χαρακτήρα· επαναλαμβάνει πόσο σημαντικά είναι τα πρότυπα για την ιδιότητα του μέλους του ΣΑΔΗΕ όσον αφορά τη δέσμευση και τις επιδόσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και καλεί τα κράτη μέλη να επιμείνουν στα πρότυπα αυτά κατά τον καθορισμό των υποψηφίων υπέρ των οποίων θα ψηφίσουν· τονίζει ότι τα μέλη του ΣΑΔΗΕ υποχρεούνται να τηρούν τα πλέον υψηλά πρότυπα προαγωγής και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επαναλαμβάνει τη σημασία ισχυρών και διαφανών κριτηρίων για την άρση της αναστολής της ιδιότητας του μέλους·

3.

εκφράζει την ανησυχία για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αρκετά από τα νεοεκλεγέντα μέλη του ΣΑΔΗΕ, μεταξύ των οποίων η Αλγερία, η Κίνα, η Κούβα, το Μαρόκο, η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία και το Βιετνάμ·

4.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Καζακστάν είναι επί του παρόντος ένα από τα 47 μέλη του ΣΑΔ, ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει περαιτέρω επιδεινωθεί στη χώρα μετά τις άγριες κατασταλτικές ενέργειες των δυνάμεων της τάξης σε βάρος των ειρηνικών διαδηλωτών και των εργατών του πετρελαίου, των οικογενειών τους και των υποστηρικτών τους στο Zhanaozen στις 16 Δεκεμβρίου 2011 όπου, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, σκοτώθηκαν 15 άτομα και τραυματίσθηκαν πάνω από 100· ζητεί από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να ανταποκριθεί αμέσως στην έκκληση της Υπάτης Αρμόστριας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα κ. Navi Pillay, προχωρώντας σε μια ανεξάρτητη διεθνή έρευνα για τις δολοφονίες των εργατών πετρελαίου· ζητεί από το Καζακστάν, ως μέλος του ΣΑΔ, να εγγυηθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, να καταργήσει το άρθρο 164 του ποινικού του κώδικα περί «υποκίνησης σε κοινωνική διχόνοια» και να θέσει τέλος στην καταστολή και στις διοικητικές διώξεις σε βάρος των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης, να ελευθερώσει τους πολιτικούς κρατουμένους, συμπεριλαμβανομένων του δικηγόρου των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Vadim Kuramshin, της συνδικαλίστριας Roza Tuletaeva, του αντιφρονούντος Vladimir Kozlow, και να διακόψει κάθε αίτηση απέλασης για τους πολιτικούς αντιφρονούντες·

5.

εξακολουθεί να αντιτίθεται στην «ψηφοφορία κατά ομάδες κρατών» στο ΣΑΔΗΕ· καλεί τις χώρες που είναι μέλη του ΣΑΔΗΕ να διατηρήσουν τη διαφάνεια της ψήφου τους·

6.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το περιθώριο αλληλεπίδρασης μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και του ΣΑΔΗΕ συρρικνώνεται και οι ΜΚΟ έχουν λιγότερες ευκαιρίες να λαμβάνουν τον λόγο στις συνόδους αυτές· παροτρύνει την ΕΕ και το ΣΑΔΗΕ να διασφαλίσουν ότι η κοινωνία των πολιτών θα έχει την ευκαιρία να συμβάλει στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό στην 25η σύνοδο του ΣΑΔΗΕ, καθώς και στη διαδικασία της Καθολικής Περιοδικής Εξέτασης και σε άλλους μηχανισμούς των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, χωρίς τον φόβο αντιποίνων μετά την επιστροφή στη χώρα καταγωγής τους· καταδικάζει τα καταγγελλόμενα αντίποινα αυτού του είδους και παροτρύνει την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν τη συστηματική παρακολούθηση των υποθέσεων αυτών·

7.

συγχαίρει την Ύπατη Αρμόστρια των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Navi Pillay, για τις διαρκείς προσπάθειές της στο πλαίσιο των διαδικασιών ενίσχυσης των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών· διατρανώνει τον πολυμερή χαρακτήρα των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών και τονίζει ότι η κοινωνία των πολιτών πρέπει να περιλαμβάνεται σε μόνιμη βάση σε αυτές τις διαδικασίες· τονίζει επιπλέον ότι πρέπει να διαφυλάσσονται και να ενισχύονται η ανεξαρτησία και η αποτελεσματικότητα των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών·

Ειδικά θέματα ανά χώρα

Συρία

8.

επαναλαμβάνει ότι καταδικάζει σθεναρά τις εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου που διαπράττει το καθεστώς της Συρίας, καθώς και όλες τις πράξεις βίας, τα συστηματικά βασανιστήρια και την εκτέλεση κρατουμένων· καταδικάζει κάθε καταπάτηση και παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου από ένοπλες ομάδες αντικαθεστωτικών· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις σοβαρές επιπτώσεις που έχει η τριετής σύγκρουση στον άμαχο πληθυσμό και για τη συνεχιζόμενη επιδείνωση της ανθρωπιστικής κατάστασης στη χώρα και την ευρύτερη περιοχή· καλεί όλους τους ένοπλους παράγοντες να τερματίσουν αμέσως τη βία στη Συρία· υποστηρίζει πλήρως τον πρόσφατο γύρο συνομιλιών που ξεκίνησε με βάση το ανακοινωθέν της Γενεύης, ο οποίος θα πρέπει να αποτελέσει το πρώτο βήμα σε μία διαδικασία που θα οδηγήσει σε πολιτική και δημοκρατική λύση της σύγκρουσης, προκειμένου να διευκολυνθεί μια δημοκρατική μετάβαση υπό την ηγεσία των Σύρων, η οποία θα ικανοποιεί τις θεμιτές προσδοκίες του συριακού λαού·

9.

καλεί όλα τα μέρη της σύγκρουσης, και κυρίως το καθεστώς της Συρίας, να εξασφαλίσουν πλήρη και ασφαλή διασυνοριακή πρόσβαση στη διεθνή ανθρωπιστική βοήθεια και να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους δίνοντας στις γυναίκες και τα παιδιά τη δυνατότητα να εγκαταλείψουν τις πολιορκούμενες πόλεις, όπως τη Χομς και το στρατόπεδο Yarmouk· χαιρετίζει το ψήφισμα 2139 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών της 22ας Φεβρουαρίου 2014, το οποίο ζητεί να επιτραπεί η πρόσβαση ανθρωπιστικών εφοδιοπομπών σε ολόκληρη την χώρα, με στόχο την ανακούφιση του άμαχου πληθυσμού, και ζητεί την ταχεία εφαρμογή του· ζητεί την αποφυλάκιση των ειρηνικών ακτιβιστών τους οποίους έχει θέσει υπό κράτηση η κυβέρνηση και των αμάχων που κρατούνται όμηροι από ένοπλες ομάδες·

10.

τονίζει ότι, δεδομένου του πρωτοφανούς χαρακτήρα της κρίσης, η ελάφρυνση των δεινών που υφίστανται εκατομμύρια Σύροι που χρειάζονται βασικά αγαθά και υπηρεσίες, πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για την ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα γενικότερα· υπενθυμίζει στα κράτη μέλη της ΕΕ την ανθρωπιστική ευθύνη που φέρουν έναντι των Σύρων προσφύγων και τονίζει ότι δεν πρέπει να επαναληφθούν τραγωδίες σαν αυτή της Λαμπεντούζα· προτρέπει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να παράσχουν βοήθεια στους πρόσφυγες που εγκαταλείπουν εσπευσμένα την εμπόλεμη ζώνη· επισημαίνει ότι, στο ψήφισμά του της 9ης Οκτωβρίου 2013, το Κοινοβούλιο ενθάρρυνε τα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν τις επιτακτικές ανάγκες παρέχοντας ασφαλή είσοδο στην ΕΕ με σκοπό να γίνονται προσωρινά δεκτοί οι Σύροι και επιτρέποντας την επανεγκατάσταση ατόμων πέραν των υφισταμένων εθνικών ποσοστώσεων, καθώς και την είσοδο στη χώρα για ανθρωπιστικούς λόγους·

11.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι η κατάσταση στη Συρία θα εξακολουθήσει να αντιμετωπίζεται ως θέμα ύψιστης προτεραιότητας στο πλαίσιο του ΟΗΕ, και ιδίως στο ΣΑΔΗΕ·

12.

υπογραμμίζει ότι το να οδηγούνται εσκεμμένα άμαχοι σε λιμοκτονία, όπως και οι επιθέσεις σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης απαγορεύονται βάσει του διεθνούς δικαίου και θα θεωρηθούν εγκλήματα πολέμου· επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα· επιδοκιμάζει, στο πλαίσιο αυτό, το έργο της Ανεξάρτητης Εξεταστικής Επιτροπής για τη Συρία, περιλαμβανομένης της τελευταίας έκθεσής της, η οποία θα συζητηθεί στο ΣΑΔΗΕ, και καλεί την εξεταστική επιτροπή να διερευνήσει την πρόσφατη καταγγελία η οποία περιλαμβάνει χιλιάδες φωτογραφίες για περιπτώσεις βασανιστηρίων που καταγγέλλεται ότι διέπραξε ο στρατός της Συρίας· επαναλαμβάνει τις εκκλήσεις του προς το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΣΑΗΕ) για προσφυγή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την κατάσταση στη Συρία, με σκοπό τη διενέργεια επίσημης έρευνας· ζητεί από την Αντιπρόεδρο/Ύπατη Εκπρόσωπο να αναλάβει ευαπόδεικτη δράση προς την κατεύθυνση αυτή·

Αίγυπτος

13.

καταδικάζει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττονται στην Αίγυπτο, συμπεριλαμβανομένων της παρενόχλησης και της κράτησης δημοσιογράφων, ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών και της αντιπολίτευσης, και την υπέρμετρη χρήση βίας που έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο μεγάλου αριθμού πολιτών, για παράδειγμα, όπως συνέβη στην τρίτη επέτειο της επανάστασης και τις ημέρες γύρω από το δημοψήφισμα του Ιανουαρίου 2013· καλεί τις αιγυπτιακές αρχές να διασφαλίσουν τη διεξαγωγή πλήρων, διαφανών και ανεξάρτητων ερευνών για τους θανάτους αμάχων, προκειμένου να λογοδοτήσουν οι δράστες· καταδικάζει το γεγονός ότι δεκάδες χιλιάδες Αιγύπτιοι κρατούνται στη φυλακή και υφίστανται διώξεις, περιλαμβανομένης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η οποία χαρακτηρίζεται τρομοκρατική οργάνωση, με αποτέλεσμα να υπονομεύεται η δυνατότητα για μια διαδικασία συμφιλίωσης χωρίς αποκλεισμούς, που είναι απαραίτητη για τη σταθερότητα και την ανάπτυξη της χώρας· καλεί το ΣΑΔΗΕ να καταδικάσει τις παραβιάσεις αυτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να παρακολουθεί τις τυχόν έρευνες που διεξάγονται και να μελετήσει το ενδεχόμενο να δρομολογήσει δική του έρευνα εφόσον δεν υπάρξει πρόοδος από πλευράς των αιγυπτιακών αρχών· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να ανοίξει σύντομα περιφερειακό γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Κάιρο, όπως έχουν συμφωνήσει οι αιγυπτιακές αρχές·

14.

λαμβάνει υπό σημείωση το νέο σύνταγμα της Αιγύπτου· επισημαίνει την αναφορά στην ανεξαρτησία των θρησκευτικών υποθέσεων Χριστιανών και Εβραίων και αναγνωρίζει την πρόοδο που σημειώνεται ως προς την ελευθερία θρησκείας· χαιρετίζει την αναφορά που περιέχει το σύνταγμα σε μια πολιτική κυβέρνηση και στην ισότητα όλων των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων της βελτίωσης των δικαιωμάτων των γυναικών, της διάταξης για τα δικαιώματα του παιδιού, της απαγόρευσης των βασανιστηρίων σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις τους, της απαγόρευσης και της ποινικοποίησης κάθε μορφής δουλείας, και της δέσμευσης να τηρούνται οι διεθνείς συνθήκες ανθρωπίνων δικαιωμάτων τις οποίες έχει υπογράψει η Αίγυπτος· καταδικάζει έντονα την υπερβολική εξουσία που εκχωρεί το σύνταγμα στον στρατό και τα στρατοδικεία·

15.

εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως πρόσφυγες από την Ερυθραία και τη Σομαλία, στους οποίους περιλαμβάνονται πολλές γυναίκες και παιδιά, χάνουν τη ζωή τους, εξαφανίζονται ή απάγονται και κρατούνται όμηροι για λύτρα, βασανίζονται, αποτελούν αντικείμενο σεξουαλικής εκμετάλλευσης ή θανατώνονται για εμπόριο οργάνων από κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων στο Σινά· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι το άρθρο 89 του νέου συντάγματος ορίζει ότι όλες οι μορφές δουλείας, καταπίεσης, καταναγκαστικής εκμετάλλευσης ανθρώπων, σεξουαλικού εμπορίου και κάθε μορφή εμπορίας ανθρώπων απαγορεύονται και επισύρουν ποινή βάσει της αιγυπτιακής νομοθεσίας·

Λιβύη

16.

ζητεί την έγκριση ψηφίσματος στην επικείμενη σύνοδο του ΣΑΔΗΕ με βάση την έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο θα ενισχύει την εντολή της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να παρακολουθεί και να αναφέρεται στο ΣΑΔΗΕ σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Λιβύη· εκφράζει την ανησυχία του για τις παράνομες κρατήσεις που συνδέονται με τις συγκρούσεις και την πρακτική των βασανιστηρίων και των εκτελέσεων χωρίς δίκη και χαιρετίζει, στο πλαίσιο αυτό, τις συστάσεις της έκθεσης της αποστολής στήριξης του ΟΗΕ σχετικά με τα βασανιστήρια· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται στο στόχαστρο και ζητεί την προστασία του πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης και της ελευθερίας έκφρασης· ζητεί να παρασχεθεί στήριξη για την επίλυση της σύγκρουσης και την εθνική συμφιλίωση·

Τυνησία

17.

επικροτεί την έγκριση νέου συντάγματος από την Τυνησία στις 26 Ιανουαρίου 2014, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πηγή έμπνευσης για τις χώρες της περιοχής και πέραν αυτής· παροτρύνει τις αρχές της Τυνησίας να διεξαγάγουν εντός του τρέχοντος έτους διαφανείς και αξιόπιστες εκλογές χωρίς αποκλεισμούς·

Μαρόκο

18.

προτρέπει το Μαρόκο, ως νέο μέλος του ΣΑΔΗΕ, να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για μια ειρηνική και μακρόχρονη διευθέτηση της διαμάχης στη Δυτική Σαχάρα και επαναβεβαιώνει τα δικαιώματα των Σαχράουι στην αυτοδιάθεση, η οποία πρέπει να αποφασιστεί με δημοκρατικό δημοψήφισμα, σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών·

Παλαιστίνη

19.

χαιρετίζει τη συμμετοχή της Παλαιστίνης με το καθεστώς του κράτους παρατηρητή μη μέλους του ΟΗΕ από τον Νοέμβριο του 2012· επαναλαμβάνει την υποστήριξή του σε αυτό το εγχείρημα· παρατηρεί την υποστήριξη που εκφράστηκε από την ΕΕ προκειμένου η Παλαιστίνη να καταστεί πλήρες μέλος του ΟΗΕ στο πλαίσιο πολιτικής λύσης στην ισραηλοπαλαιστινιακή σύγκρουση· επαναβεβαιώνει ότι η ΕΕ δεν πρόκειται να αποδεχθεί αλλαγές των προ του 1967 συνόρων, ούτε και σε ό, τι αφορά την Ιερουσαλήμ, πλην όσων συμφωνηθούν από τα εμπλεκόμενα μέρη· συμφωνεί, επ' αυτού, με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ της 16ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή, στα οποία αποδοκιμάστηκε η συνεχιζόμενη επέκταση του εποικισμού από το Ισραήλ, ο οποίος είναι αντίθετος προς το διεθνές δίκαιο και αποτελεί εμπόδιο για την ειρήνη· εκφράζει τη λύπη του για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις παλαιστιανιακές αρχές καθώς και τη συνεχή ρίψη βομβών από την Γάζα στο Ισραήλ·

Ισραήλ

20.

χαιρετίζει την επανασύνδεση του Ισραήλ με το ΣΑΔΗΕ και την επικείμενη έγκριση της έκθεσης του δεύτερου κύκλου καθολικής περιοδικής εξέτασης (UPR) για τη χώρα αυτή· καλεί τις ισραηλινές αρχές να συνεργαστούν σε όλες τις ειδικές διαδικασίες, μεταξύ άλλων με τον Ειδικό Εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα κατεχόμενα εδάφη· υποστηρίζει τα συμπεράσματα των εκθέσεων του Γενικού Γραμματέα των ΗΕ και της Ύπατης Αρμόστριας των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σε σχέση με το Ισραήλ και τα κατεχόμενα εδάφη, και καλεί το Ισραήλ να εφαρμόσει τις συστάσεις της αποστολής ανεξάρτητης διεθνούς έρευνας για τις συνέπειες του ισραηλινού εποικισμού στα ανθρώπινα δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τις καταγγελλόμενες υποθέσεις πολιτικής κράτησης παιδιών σε ισραηλινά κέντρα κράτησης·

Μπαχρέιν

21.

εκφράζει ανησυχία για την κατάσταση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ακτιβιστών της πολιτικής αντιπολίτευσης στο Μπαχρέιν· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δήλωση του Σεπτεμβρίου 2013 σχετικά με το Μπαχρέιν στο ΣΑΔΗΕ, που υπεγράφη από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ· ζητεί την άμεση και άνευ όρων απελευθέρωση όλων των κρατουμένων συνείδησης, των πολιτικών ακτιβιστών, των δημοσιογράφων, των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ειρηνικών διαδηλωτών· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να εργαστούν με σκοπό την έγκριση, στην επόμενη σύνοδο του ΣΑΔΗΕ, ψηφίσματος για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Μπαχρέιν, που θα επικεντρώνεται στην τήρηση των δεσμεύσεων στις οποίες προέβη το Μπαχρέιν στο πλαίσιο της διαδικασίας UPR, καθώς και των συστάσεων — συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων — της ανεξάρτητης εξεταστικής επιτροπής για το Μπαχρέιν, για τις οποίες ο βασιλιάς του Μπαχρέιν εξέφρασε την ικανοποίησή του·

Σαουδική Αραβία

22.

καλεί τη Σαουδική Αραβία, ως νεοεκλεγέν μέλος του ΣΑΔΗΕ, να λάβει υπόψη τις συστάσεις της 17ης συνόδου της Ομάδας Εργασίας της καθολικής περιοδικής εξέτασης να θέσει τέλος σε όλες τις μορφές διακρίσεων κατά των γυναικών στη νομοθεσία και στην πράξη και να δώσει τη δυνατότητα στις γυναίκες να συμμετέχουν πλήρως και ισότιμα στην κοινωνία· να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας και να εξασφαλίσει ότι τα θύματα έχουν πρόσβαση σε μηχανισμούς προστασίας και αποκατάστασης· να εκδώσει νόμο για την απαγόρευση όλων των πρόωρων και καταναγκαστικών γάμων παιδιών και να ορίσει ως ελάχιστη ηλικία γάμου τα 18 έτη· να εγκρίνει νομοθεσία για την προστασία της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, της έκφρασης, της ειρηνικής συνάθροισης και της θρησκείας· να επιβάλει μορατόριουμ στη θανατική ποινή με στόχο τη μεταγενέστερη κατάργησή της· να επιτρέψει την καταχώριση των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να κυρώσει τις βασικές πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Ιράν

23.

χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε από το ΣΑΔΗΕ τον Μάρτιο του 2013 σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν και την παράταση της εντολής του ειδικού εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν· επαναβεβαιώνει τη στήριξή του για τη συνέχιση της εντολής και καλεί το Ιράν να επιτρέψει την είσοδο του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ στη χώρα, ως σημαντικό βήμα για τη δρομολόγηση διαλόγου σχετικά με την αξιολόγηση της κατάστασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν· επαναλαμβάνει ότι καταδικάζει τη θανατική ποινή στο Ιράν και τη σημαντική αύξηση των εκτελέσεων, που είχε ως αποτέλεσμα τον απαγχονισμό 40 ατόμων το πρώτο δεκαπενθήμερο του 2014, καθώς και τη συνεχιζόμενη παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία πίστης· διαπιστώνει τα πρώτα σημάδια προόδου που έχει επιδείξει η ιρανική κυβέρνηση στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου περιλαμβάνεται η αποφυλάκιση πολιτικών κρατουμένων· καλεί την ΕΕ και το ΣΑΔΗΕ να συνεχίσουν να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την κατάσταση στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να διασφαλίσουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα εξακολουθούν να αποτελούν βασική προτεραιότητα σε όλες τις συμφωνίες με την ιρανική κυβέρνηση·

Ρωσία

24.

καταδικάζει δριμύτατα τους νόμους για τους «ξένους πράκτορες» στη Ρωσία, που χρησιμοποιούνται για την παρενόχληση των ΜΚΟ με επιθέσεις στα γραφεία τους, επιβολή προστίμων και άλλες μεθόδους εκφοβισμού· καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να διατηρήσουν την πίεση προς τη Ρωσία, τόσο στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ όσο και εκτός αυτού, με στόχο τον τερματισμό των καταφανών αυτών παραβιάσεων της ελευθερίας έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για άλλες συνεχιζόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία, όπως η καταπίεση των μέσων ενημέρωσης, οι μεροληπτικοί νόμοι εις βάρος των σεξουαλικών μειονοτήτων, η παραβίαση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι και η έλλειψη ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης·

Λευκορωσία

25.

επαναλαμβάνει τη στήριξή του προς τον ειδικό εισηγητή του ΣΑΔΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λευκορωσία· ζητεί την παράταση της εντολής του ειδικού εισηγητή για ένα ακόμη έτος, όταν λήξει τον Ιούνιο του 2014· χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2013 για τη Λευκορωσία και τη συνεχιζόμενη αναγνώριση των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή, όπως και την προσοχή που αποδίδεται στο θέμα αυτό· καλεί την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να διατηρήσουν την πίεση προς τη Λευκορωσία όσον αφορά το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Ουζμπεκιστάν

26.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την έκβαση της Καθολικής Περιοδικής Εξέτασης (UPR) του Ουζμπεκιστάν· θεωρεί λυπηρή τη συνεχιζόμενη άρνηση της κυβέρνησης του Ουζμπεκιστάν να ανταποκριθεί θετικά στα αιτήματα επίσκεψης στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών του ΣΑΔΗΕ· καλεί τα κράτη μέλη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για τη δημιουργία ειδικού μηχανισμού παρακολούθησης στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ουζμπεκιστάν·

Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

27.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για την κατάσταση της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας· καλεί τη διεθνή κοινότητα να υποστηρίξει επειγόντως την ανθρωπιστική έκκληση του ΟΗΕ, που αντιμετωπίζει οξύτατη υποχρηματοδότηση, και απευθύνει έκκληση για τη βελτίωση της κατάστασης στον τομέα της ασφάλειας, προκειμένου να διασφαλιστεί η πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας στον πληθυσμό· ευελπιστεί ότι η ταχεία ανάπτυξη της αποστολής της ΕΕ/ΚΠΑΑ θα συμβάλει στη βελτίωση της κατάστασης επιτόπου· επικροτεί την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ 2136 (2014), το ψήφισμα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, την ειδική σύνοδό του για την κατάσταση στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία στις 20 Ιανουαρίου 2014, καθώς και τον διορισμό ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα για την κατάσταση ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα· καλεί τη νέα προσωρινή Πρόεδρο κ. Samba-Panza να καταβάλει κάθε προσπάθεια για τον τερματισμό της βίας και για την αποκλιμάκωση των θρησκευτικών εντάσεων στην χώρα·

Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

28.

υπογραμμίζει την έκκληση των Ηνωμένων Εθνών για συνεχή υποστήριξη στο σπαρασσόμενο από συγκρούσεις ανατολικό τμήμα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν θα λησμονηθεί η κρίση· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για τον πρόσφατο μαζικό εκτοπισμό πληθυσμού στην περιοχή Κατάνγκα· καταδικάζει έντονα τις επιθέσεις από δυνάμεις ανταρτών στα ανατολικά της χώρας κατά του άμαχου πληθυσμού, περιλαμβανομένων γυναικών και παιδιών· καταδικάζει έντονα τη συστηματική χρήση του βιασμού ως πολεμικού όπλου· εκφράζει βαθιά ανησυχία για τη συνεχιζόμενη χρήση παιδιών ως στρατιωτών και ζητεί τον αφοπλισμό, την αποκατάσταση και την επανένταξή τους· θεωρεί ότι το πλαίσιο του ΟΗΕ για την ειρήνη, την ασφάλεια και το πλαίσιο συνεργασίας για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και την ευρύτερη περιοχή εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό πλαίσιο για την επίτευξη βιώσιμης ειρήνης· χαιρετίζει το ψήφισμα 2136 του ΣΑΗΕ της 30ής Ιανουαρίου 2014, με το οποίο ανανεώνεται το εμπάργκο όπλων που έχει επιβληθεί στη ΛΔΚ·

Ερυθραία

29.

απευθύνει έκκληση για περαιτέρω προσοχή και επαγρύπνηση εκ μέρους της ΕΕ και του ΣΑΔΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία, δεδομένου ότι σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δημιουργούν μεγάλους αριθμούς προσφύγων και μεταναστών· χαιρετίζει το ψήφισμα του ΣΑΔΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία, το οποίο εγκρίθηκε ομόφωνα τον Ιούνιο του 2013· εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρώτη έκθεση του ειδικού εισηγητή σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα· ζητεί την ανανέωση της εντολής του ειδικού αυτού εισηγητή στο πλαίσιο της 26ης συνόδου του UNSC·

Μαλί

30.

χαιρετίζει τον διορισμό ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Μαλί, τη συνεχιζόμενη παρακολούθηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μετά τη σύγκρουση και τον ισχυρό ηγετικό ρόλο που διαδραματίζουν άλλα αφρικανικά κράτη στη βελτίωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα· ζητεί την ανανέωση της εντολής του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα·

Νότιο Σουδάν

31.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για την κατάσταση στο Νότιο Σουδάν, περιλαμβανομένης της πολιτικής διαμάχης για την ηγεσία της χώρας, η οποία έχει προκαλέσει εντεινόμενες εθνοτικές συγκρούσεις και τον εκτοπισμό περισσότερων από 650 000 ατόμων· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να θέσουν το θέμα στο ΣΑΔΗΕ, προκειμένου να παραμείνει το ζήτημα της κατάστασης στο Νότιο Σουδάν ψηλά στη διεθνή ημερήσια διάταξη· χαιρετίζει τη συμφωνία για την παύση των εχθροπραξιών, που υπεγράφη στις 23 Ιανουαρίου 2014, αλλά υπογραμμίζει το γεγονός ότι πρόκειται για ένα μόνο πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της ειρήνης και της συμφιλίωσης· καταδικάζει τις εκτεταμένες παραβιάσεις και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υπογραμμίζει ότι οι υπαίτιοι θα πρέπει να λογοδοτήσουν· χαιρετίζει τη δέσμευση της Αφρικανικής Ένωσης για τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής που θα αποτελέσει τη βάση για δικαιοσύνη και λογοδοσία και για τη μελλοντική συμφιλίωση·

Σρι Λάνκα

32.

καταδικάζει τις συνεχιζόμενες επιθέσεις εις βάρος θρησκευτικών μειονοτήτων και την παρενόχληση και τον εκφοβισμό υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικηγόρων και δημοσιογράφων· σημειώνει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο θέμα της ανοικοδόμησης και της εφαρμογής ορισμένων από τις συστάσεις της Επιτροπής για την Άντληση Διδαγμάτων και τη Συμφιλίωση, αλλά εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να εξασφαλίσει ανεξάρτητες και αξιόπιστες έρευνες για προηγούμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ανθρωπιστικού δικαίου· υποστηρίζει σθεναρά τη σύσταση της Ύπατης Αρμόστριας των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για τη δημιουργία ανεξάρτητου εξεταστικού μηχανισμού ο οποίος αναμένεται ότι θα συμβάλει στην αποκατάσταση της αλήθειας στις περιπτώσεις εάν οι εγχώριοι μηχανισμοί έρευνας αποτύχουν·

Βιρμανία/Μιανμάρ

33.

χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε από το ΣΑΔΗΕ για τη Βιρμανία/Μιανμάρ και το συνεχιζόμενο έργο του ειδικού εισηγητή· καλεί το ΣΑΔΗΕ να μη διακόψει ούτε να τροποποιήσει την εντολή του ειδικού εισηγητή για όσο διάστημα δεν δημιουργείται γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο εσωτερικό της χώρας και καλεί τη Βιρμανία/Μιανμάρ να διασφαλίσει ότι η επιτροπή για την επανεξέταση του θέματος των κρατουμένων συνεχίζει να εργάζεται για την επίλυση όλων των εκκρεμών υποθέσεων και την κατάργηση του αμφισβητούμενου νόμου που πλήττει την ελευθερία έκφρασης και του συνεταιρίζεσθαι (ειδικότερα του νόμου του 2011 για την ειρηνική συνάθροιση και τις πορείες)· καταδικάζει τη συνεχιζόμενη βία και τις καταχρήσεις εις βάρος της μειονότητας Rohingya στην πολιτεία Rakhine και τις επιθέσεις κατά των Μουσουλμάνων και άλλων θρησκευτικών μειονοτήτων, και ζητεί πλήρη, διαφανή και ανεξάρτητη διερεύνηση των εν λόγω παραβιάσεων·

Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας

34.

χαιρετίζει τη σχεδιαζόμενη παράταση της εντολής του ειδικού εισηγητή για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαϊκή Δημοκρατίας της Κορέας (ΛΔΚρ), το ψήφισμα που εγκρίθηκε με κοινή συναίνεση τον Μάρτιο του 2013 και την υποβολή της έκθεσης της εξεταστικής επιτροπής για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα· επιβεβαιώνει το αίτημά του προς την κυβέρνηση της ΛΔΚρ να συνεργαστεί πλήρως με τον Ειδικό Εισηγητή και να διευκολύνει την επίσκεψή του στη χώρα· παροτρύνει το ΣΑΔΗΕ να λάβει υπόψη τις συστάσεις της εξεταστικής επιτροπής, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη να καταδικαστούν τα διεθνή εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί στην ΛΔΚρ, να ενισχυθεί η ικανότητα των Ηνωμένων Εθνών να τεκμηριώνουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα και να αναπτυχθούν οι κατάλληλοι διεθνείς μηχανισμοί που θα εξασφαλίσουν τη λογοδοσία για διεθνή εγκλήματα που διαπράττονται στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας·

Καμπότζη, Ακτή Ελεφαντοστού, Αϊτή, Σομαλία και Σουδάν

35.

χαιρετίζει την παράταση των εντολών των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για την Καμπότζη, την Ακτή Ελεφαντοστού, την Αϊτή, τη Σομαλία και το Σουδάν· ζητεί επιμόνως από τις αρχές των εν λόγω χωρών να συνεργάζονται πλήρως με τους εντεταλμένους·

Θεματικά ζητήματα

Δικαιώματα του παιδιού

36.

χαιρετίζει το έργο του ΣΑΔΗΕ σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού, όπως το ψήφισμα του Σεπτεμβρίου 2013 για την αποτρέψιμη θνησιμότητα και νοσηρότητα των παιδιών ηλικίας κάτω των πέντε ετών ως ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και το έργο της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Παιδιού· καλεί τα κράτη να κυρώσουν το 3ο Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού, το οποίο θα επιτρέπει στα παιδιά να υποβάλλουν καταγγελίες στην επιτροπή· επικροτεί το επικείμενο ψήφισμα του ΣΑΔΗΕ σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού ως εξαιρετικό παράδειγμα συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και της Ομάδας των Χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών (GRULAC)· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις περιπτώσεις βασανιστηρίων και κράτησης παιδιών οι οποίες καταγγέλλονται από οργανώσεις όπως η UNICEF και η Διεθνής Αμνηστία· καλεί τον ΟΗΕ να διερευνήσει περαιτέρω τις υποθέσεις αυτές και να διατυπώσει συστάσεις για δράσεις·

Γυναίκες και κορίτσια

37.

ζητεί από την ΕΕ να συμμετάσχει ενεργά στην 58η σύνοδο της Επιτροπής για τη θέση της γυναίκας προκειμένου να μην υπονομευθεί το κεκτημένο του προγράμματος δράσης του Πεκίνου του ΟΗΕ, όπως, για παράδειγμα, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την υγεία ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, συμπεριλαμβανομένων των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων· καταδικάζει έντονα τη χρήση σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών ως πολεμικής τακτικής, συμπεριλαμβανομένων εγκλημάτων όπως είναι οι μαζικοί βιασμοί, η σεξουαλική δουλεία, η εξαναγκαστική πορνεία, οι μορφές δίωξης με βάση το φύλο όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, η εμπορία ανθρώπων, οι πρόωροι και καταναγκαστικοί γάμοι, τα εγκλήματα τιμής και όλες οι άλλες μορφές σεξουαλικής βίας συγκρίσιμης σοβαρότητας· καλεί και πάλι την ΕΕ και όλα τα κράτη μέλη της να υπογράψουν και να κυρώσουν τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας·

Βασανιστήρια

38.

επαναλαμβάνει πόση σημασία έχει η καταπολέμηση των βασανιστηρίων και των άλλων μορφών κακοποίησης καθώς και την προτεραιότητα που αποδίδει η ΕΕ στο θέμα αυτό, ιδίως σε σχέση με τα παιδιά· καλεί το ΣΑΔΗΕ να αξιοποιήσει το ετήσιο ψήφισμα για τα βασανιστήρια προκειμένου να ανανεώσει για τρία ακόμη έτη την εντολή του ειδικού εισηγητή, και να διασφαλίσει μια αποτελεσματική συνέχεια σε προηγούμενα ψηφίσματα για τα βασανιστήρια· καλεί την ΕΥΕΔ, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ να επιδείξουν την από κοινού δέσμευσή τους για την εξάλειψη των βασανιστηρίων και την υποστήριξη των θυμάτων, συνεχίζοντας ή, ενδεχομένως αρχίζοντας να συμβάλουν στο Εθελοντικό Ταμείο του ΟΗΕ για τα θύματα βασανιστηρίων και στο Ειδικό Ταμείο που θεσπίστηκε με το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων·

Θανατική ποινή

39.

επαναλαμβάνει ότι καταδικάζει δριμύτατα τη χρήση της θανατικής ποινής και υποστηρίζει σθεναρά το μορατόριουμ ως ένα βήμα προς την κατάργησή της· καλεί την ΕΕ, τα κράτη μέλη της και το ΣΑΔΗΕ να συνεχίσουν να ασκούν πιέσεις για την κατάργησή της σε παγκόσμιο επίπεδο· ζητεί επίμονα από τις χώρες που εκτελούν θανατικές ποινές να δημοσιεύσουν σαφή και ακριβή στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των ποινών και των εκτελέσεων·

Ελευθερία θρησκείας ή πίστης

40.

καταδικάζει τις συνεχιζόμενες παραβιάσεις του δικαιώματος στην ελευθερία θρησκείας ή πίστης ανά τον κόσμο· επαναλαμβάνει τη σημασία που αποδίδει η ΕΕ στο θέμα αυτό· καλεί τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να εργάζονται για το θέμα αυτό· επικροτεί την ανανέωση της εντολής του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για την ελευθερία της θρησκείας ή πίστης· επαναλαμβάνει για μία ακόμη φορά ότι η ελευθερία της σκέψης, της συνείδησης και της θρησκείας, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας αλλαγής ή εγκατάλειψης μιας θρησκείας ή πίστης, συνιστά θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα· τονίζει, ως εκ τούτου, την ανάγκη ουσιαστικής καταπολέμησης των πάσης φύσεως διακρίσεων εις βάρος των θρησκευτικών μειονοτήτων ανά τον κόσμο·

Δικαιώματα ΛΟΑΔΜ

41.

εκφράζει την ανησυχία του για την πρόσφατη αύξηση των μεροληπτικών νόμων και πρακτικών καθώς και των βιαιοπραγιών εις βάρος ατόμων με βάση τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου τους· ζητεί τη στενή παρακολούθηση της κατάστασης στη Νιγηρία και την Ουγκάντα, χώρες όπου νέοι νόμοι συνιστούν σοβαρή απειλή για την ελευθερία των σεξουαλικών μειονοτήτων· καταδικάζει την καθιέρωση μεροληπτικών νόμων και την καταστολή της ελευθερίας έκφρασης στη Ρωσία· επαναβεβαιώνει την υποστήριξή του στο συνεχιζόμενο έργο της Ύπατης Αρμόστριας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα με στόχο την καταπολέμηση των μεροληπτικών αυτών νόμων και πρακτικών, καθώς και στο έργο του ΟΗΕ γενικότερα για το θέμα αυτό· συνιστά την ενεργό συμμετοχή των κρατών μελών της ΕΕ, του Συμβουλίου και της ΕΥΕΔ στην καταπολέμηση των προσπαθειών αυτών υπονόμευσης των συγκεκριμένων δικαιωμάτων·

Διακρίσεις λόγω κάστας

42.

καταδικάζει τις διακρίσεις λόγω κάστας· εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις συνεχιζόμενες και εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με βάση την κάστα και τις πράξεις βίας και σεξουαλικής βίας κατά γυναικών που ανήκουν στις εν λόγω κοινότητες· χαιρετίζει το έργο της Ύπατης Αρμοστείας των ΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και των εντεταλμένων του ΟΗΕ στο πλαίσιο ειδικών διαδικασιών για την καταπολέμηση αυτής της μορφής διακρίσεων· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να προωθήσουν την έγκριση του σχεδίου αρχών και κατευθυντήριων γραμμών του ΟΗΕ για την αποτελεσματική εξάλειψη των διακρίσεων που βασίζονται στην εργασία και ζητεί από το ΣΑΔΗΕ να υιοθετήσει το πλαίσιο αυτό·

Το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση

43.

καλεί την ΕΕ να υποστηρίξει την επακολούθηση της έκθεσης της Ύπατης Αρμοστείας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για την προώθηση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο ειρηνικών διαδηλώσεων, κυρίως με τη στήριξη των προσπαθειών για την ανάπτυξη διεθνούς νομικού πλαισίου όσον αφορά το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση·

Στέγαση

44.

επαναλαμβάνει την ικανοποίησή του για τη σημασία που αποδίδει το ΣΑΔΗΕ στο δικαίωμα στη στέγαση· επαναλαμβάνει επίσης την έκκλησή του προς την Ένωση και τα κράτη μέλη να προωθήσουν την πρόσβαση σε κατάλληλη στέγαση ως θεμελιώδες δικαίωμα·

Ύδρευση και αποχέτευση

45.

χαιρετίζει το ψήφισμα που ενέκρινε το ΣΑΔΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2013 σχετικά με το δικαίωμα σε ασφαλές πόσιμο νερό και αποχέτευση, και το έργο του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για το θέμα αυτό, ιδίως μέσω της εκπόνησης εγχειριδίου σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του δικαιώματος για ασφαλές πόσιμο νερό και αποχέτευση· καλεί την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη της ΕΕ και το ΣΑΔΗΕ να εξακολουθήσουν να εστιάζουν στο δικαίωμα στο νερό και την αποχέτευση, ένα συχνά παραμελημένο, ζωτικής ωστόσο σημασίας, ανθρώπινο δικαίωμα·

Επιχειρηματικότητα και ανθρώπινα δικαιώματα

46.

υποστηρίζει ένθερμα την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΗΕ για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα· ζητεί από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην 7η σύνοδο της Ομάδας του ΟΗΕ για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διεθνικών εταιρειών και άλλων επιχειρήσεων και να στηρίξει τις προσπάθειες να εναρμονίσουν τις πολιτικές τους με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και με τις κατευθυντήριες αρχές των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση έως το τέλος του 2014 σχετικά με την υλοποίηση των κατευθυντήριων αρχών των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα από τα κράτη μέλη της ΕΕ· επισημαίνει την αναδυόμενη πρωτοβουλία για μια νομικά δεσμευτική διεθνή πράξη για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα που θα συναφθεί στο πλαίσιο του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών·

Διαφθορά και ανθρώπινα δικαιώματα

47.

καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη να υποστηρίξουν τη θέσπιση του θεσμού του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ για το οικονομικό έγκλημα, τη διαφθορά και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Αθλητισμός

48.

χαιρετίζει το ψήφισμα που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2013 σχετικά με την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω του αθλητισμού και του ολυμπιακού ιδεώδους· εκφράζει την ανησυχία του για την κατάσταση των διακινούμενων εργαζομένων στο Κατάρ, ιδίως ενόψει του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 2022· σημειώνει την πρωτοβουλία του Κατάρ να επιληφθεί του προβλήματος· καλεί τις αρχές του Κατάρ να αναθεωρήσουν το εργατικό τους δίκαιο, να καταργήσουν τον νόμο περί χορηγίας («το σύστημα kafala») που ισχύει σε ολόκληρη την περιοχή και να κυρώσουν τις συναφείς διεθνείς συμβάσεις· προτρέπει την ΕΕ να διασφαλίσει ότι οι εταιρείες της ΕΕ που εργάζονται σε κατασκευαστικά έργα στο Κατάρ δεν συμβάλλουν σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις βάρος των διακινούμενων εργαζομένων· τονίζει τη σημασία που έχει η λεπτομερής εξέταση όλων των αθλητικών εκδηλώσεων και της αλληλεπίδρασής τους με τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Σότσι τον Φεβρουάριο του 2014 στη Ρωσία και της συνεχιζόμενης καταστολής της ελευθερίας του συνέρχεσθαι και των δικαιωμάτων των σεξουαλικών μειονοτήτων, καθώς και του επικείμενου παγκόσμιου κυπέλλου ποδοσφαίρου στη Βραζιλία, όπου υπάρχουν καταγγελίες για εξώσεις και μετακινήσεις πληθυσμού σε ολόκληρη την χώρα·

Χρήση οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών

49.

εκφράζει την ανησυχία του για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου λόγω των παράνομων στοχευμένων δολοφονιών από οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, που έχουν προκαλέσει τον θάνατο άγνωστου αριθμού αμάχων, σοβαρούς τραυματισμούς ή ψυχικά τραύματα έξω από περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί ζώνες συγκρούσεων· υποστηρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλονται στο πλαίσιο των συναφών ειδικών διαδικασιών του ΟΗΕ για την προώθηση της διαφανούς και υπεύθυνης χρήσης οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών από τα κράτη, σύμφωνα με τον καθορισμένο διεθνές νομικό πλαίσιο· καλεί την ΕΕ, τα κράτη μέλη της και την ΣΑΔΗΕ να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις έρευνες σχετικά με τις παράνομες στοχευμένες δολοφονίες και να δώσουν συνέχεια στις συστάσεις των ειδικών εισηγητών του ΟΗΕ για τις εξωδικαστικές, συνοπτικές ή αυθαίρετες εκτελέσεις και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο

50.

επαναλαμβάνει την πλήρη υποστήριξή του στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και συνεχίζει να επαγρυπνεί για τυχόν απόπειρες να υπονομευθεί η νομιμοποίησή του· καλεί την ΕΕ να διαμορφώσει με ενεργό τρόπο τη θέση της όσον αφορά το έγκλημα της επίθεσης και τις τροποποιήσεις της Καμπάλα·

Καθολική περιοδική εξέταση

51.

επαναβεβαιώνει τη σημασία που έχει η οικουμενικότητα της Καθολικής Περιοδικής Εξέτασης (UPR) με στόχο την πλήρη κατανόηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ, και επαναλαμβάνει τη διαρκή σημασία του δεύτερου αυτού κύκλου εξέτασης, ο οποίος εστιάζει στην εφαρμογή των συστάσεων που έγιναν δεκτές στον πρώτο κύκλο· ωστόσο, ζητεί και πάλι όσες συστάσεις δεν έγιναν δεκτές από τα κράτη στον πρώτο κύκλο, να επανεξεταστούν στο πλαίσιο της συνέχισης της διαδικασίας UPR·

52.

καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ που συμμετέχουν στους διαδραστικούς διαλόγους UPR να διατυπώνουν συγκεκριμένες και περισσότερο μετρήσιμες συστάσεις, έτσι ώστε να βελτιώνεται η ποιότητα της παρακολούθησης και της εφαρμογής των συστάσεων που γίνονται δεκτές· υπογραμμίζει τη σημασία που έχει να παράσχουν η Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ τεχνική βοήθεια προκειμένου να συνδράμουν τα υπό εξέταση κράτη στην εφαρμογή των συστάσεων για την υποβολή ενδιάμεσων επικυρωμένων στοιχείων με στόχο της βελτίωση της εφαρμογής·

53.

τονίζει την ανάγκη να συμπεριλαμβάνονται συστηματικά οι συστάσεις της UPR στους διαλόγους και τις διαβουλεύσεις της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στις ειδικές ανά χώρα στρατηγικές της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επαναλαμβάνει τη σύστασή του να θέτει το Κοινοβούλιο το θέμα των συστάσεων αυτών στις επισκέψεις αντιπροσωπειών του σε τρίτες χώρες·

54.

επικροτεί όλα τα μέτρα που επιτρέπουν σε ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων, περιλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών, να συμμετέχουν πλήρως στη διαδικασία UPR· τονίζει τη σημασία που έχει για την ΕΥΕΔ και τα κράτη μέλη να επισημαίνουν στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ το ανησυχητικό ζήτημα του συρρικνούμενου ρόλου των ΜΚΟ σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο·

Ειδικές διαδικασίες

55.

επαναλαμβάνει την ένθερμη υποστήριξή του στις ειδικές διαδικασίες· τονίζει τη θεμελιώδη σημασία της ανεξαρτησίας των εντολών αυτών και προτρέπει όλα τα κράτη του ΟΗΕ να συνεργαστούν πλήρως στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων δεχόμενα εντεταλμένους σε επισκέψεις στην χώρα τους, απαντώντας στα επείγοντα αιτήματά τους για δράση και σε σχέση με καταγγελίες για παραβιάσεις και διασφαλίζοντας κατάλληλη συνέχεια στις συστάσεις που διατυπώνουν οι εντεταλμένοι· στηρίζει τη δήλωση που εκδόθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2013 από τους 72 εμπειρογνώμονες ειδικών διαδικασιών και εκφράζει την ανησυχία του διότι η έλλειψη συνεργασίας των κρατών με τους εντεταλμένους ειδικών διαδικασιών παρεμποδίζει την ικανότητα των εμπειρογνωμόνων να εφαρμόσουν την εντολή τους·

56.

καταδικάζει δριμύτατα όλες τις μορφές αντιποίνων εναντίον των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ακτιβιστών που συνεργάζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας UPR και των ειδικών διαδικασιών, ιδίως στην περίπτωση της Κίνας· καλεί το ΣΑΔΗΕ να διερευνήσει τις καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες Κινέζος ακτιβιστής, ο Cao Shunli, ο οποίος υπεραμύνθηκε της συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στην UPR, τελεί υπό κράτηση από τις 14 Σεπτεμβρίου 2013· προτρέπει τον Πρόεδρο του ΣΑΔΗΕ να παρακολουθεί ενεργά το θέμα αυτό και άλλες παρόμοιες υποθέσεις και όλα τα κράτη μέλη να παράσχουν κατάλληλη προστασία έναντι παρόμοιων πράξεων εκφοβισμού· τονίζει ότι τέτοιου είδους ενέργειες υπονομεύουν όλο το σύστημα του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα·

Συμμετοχή της ΕΕ

57.

επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό για την ΕΕ να συμμετέχει ενεργά σε όλους τους μηχανισμούς του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, περιλαμβανομένου του ΣΑΔΗΕ· προτρέπει τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμμετέχουν στους μηχανισμούς αυτούς υποστηρίζοντας από κοινού με άλλους και αναλαμβάνοντας ηγετικό ρόλο σε ψηφίσματα, συμμετέχοντας ενεργά σε συζητήσεις και διαδραστικούς διαλόγους και εκδίδοντας δηλώσεις· υποστηρίζει ένθερμα την εντεινόμενη πρακτική της ΕΕ για διαπεριφερειακές πρωτοβουλίες·

58.

επαναβεβαιώνει τη σημασία της ενσωμάτωσης του έργου που επιτελείται στη Γενεύη στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ στις αντίστοιχες εσωτερικές και εξωτερικές δραστηριότητες της ΕΕ, περιλαμβανομένων των δραστηριοτήτων του Κοινοβουλίου, όπως των αντιπροσωπειών επιτροπών και των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, καθώς και των συνεισφορών των ειδικών εισηγητών του ΟΗΕ στις συνεδριάσεις επιτροπών·

59.

ενθαρρύνει τον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ να συνεχίσει να ενισχύει την αποτελεσματικότητα, τη συνοχή και την προβολή της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο πλαίσιο του ΣΑΔΗΕ και να αναπτύξει περαιτέρω στενότερη συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στο πλαίσιο των ειδικών διαδικασιών, και εκφράζει τη λύπη του για την απουσία της ΑΠ/ΎΕ από τις συνεδριάσεις υψηλού επιπέδου του ΣΑΔΗΕ·

60.

τονίζει και πάλι τη σημασία που έχει ο ουσιαστικός συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ της ΕΥΕΔ, της Επιτροπής και των κρατών μελών της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· ενθαρρύνει την ΕΥΕΔ, κυρίως μέσω των αντιπροσωπειών της ΕΕ στη Γενεύη και τη Νέα Υόρκη, να μεριμνήσει για την ενίσχυση της συνοχής της ΕΕ με έγκαιρες και ουσιαστικές διαβουλεύσεις και να εκφράζει ενιαία άποψη·

61.

τονίζει πόσο σημαντικό είναι να υποστηρίξουν τα κράτη μέλη της ΕΕ το ΣΑΔΗΕ, εργαζόμενα από κοινού για την υλοποίηση του αδιαίρετου και της οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, πιο συγκεκριμένα, κυρώνοντας όλες τις διεθνείς πράξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχει θεσπίσει το όργανο αυτό· επαναλαμβάνει ότι λυπάται διότι κανένα κράτος μέλος της ΕΕ δεν έχει κυρώσει τη Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων όλων των εργαζόμενων μεταναστών και των μελών των οικογενειών τους· επισημαίνει εκ νέου το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη εγκρίνει και/ή κυρώσει τη Σύμβαση για την Προστασία Όλων των Ατόμων από Βίαιη Εξαφάνιση, το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης κατά των Βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή το Προαιρετικό Πρωτόκολλο του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς όλα τα κράτη μέλη να κυρώσουν αυτές τις συμβάσεις και τα πρωτόκολλα· τονίζει ότι είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να υποβάλλουν εγκαίρως τις περιοδικές εκθέσεις τους στα όργανα παρακολούθησης των ΗΕ· καλεί την ΕΕ να διαμορφώσει με ενεργό τρόπο τη θέση της ΕΕ όσον αφορά το έγκλημα της επίθεσης και τις τροποποιήσεις της Καμπάλα·

62.

επαναλαμβάνει πόσο σημαντική είναι η συνέχιση της στήριξης της ΕΕ στην υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της Ύπατης Αρμοστείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι θα μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά της με αποτελεσματικό και αμερόληπτο τρόπο· τονίζει ότι είναι σημαντικό για την αμεροληψία και τη λειτουργία της Ύπατης Αρμοστείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα να διασφαλίζεται επαρκής χρηματοδότηση, ιδίως απέναντι στις σημερινές ανάγκες δημιουργίας νέων περιφερειακών γραφείων της Ύπατης Αρμοστείας λόγω των καταστάσεων που ανακύπτουν· υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης για την κάλυψη του αυξανόμενου φόρτου εργασίας των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών· ζητεί από την ΕΕ να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην εξασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος των οργάνων που έχουν συσταθεί βάσει Συνθηκών, μεταξύ άλλων και ως προς την επαρκή χρηματοδότηση·

63.

επαναβεβαιώνει ότι η προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί κεφαλαιώδη προτεραιότητα της πολιτικής ανθρωπίνων δικαιωμάτων της ΕΕ· εκφράζει, κατά συνέπεια, την ικανοποίησή του για την πρακτική και οικονομική στήριξη που διατέθηκε για την επείγουσα προστασία και υποστήριξη των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (EIDHR)·

ο

ο ο

64.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, στον Ειδικό Εντεταλμένο της ΕΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, στον πρόεδρο της 68ης Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ, στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των ΗΕ, στην Ύπατη Αρμόστρια των ΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, και στην Ομάδα Εργασίας ΕΕ-ΟΗΕ που έχει συγκροτηθεί από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων.


(1)  ΕΕ C 332 Ε της 15.11.2013, σ. 114.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0055.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0575.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/250


P7_TA(2014)0253

Ρωσία: καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στα συμβάντα στην πλατεία Μπολότναγια

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη Ρωσία: καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στα γεγονότα της πλατείας Μπολότναγια (2014/2628(RSP))

(2017/C 378/29)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με τη Ρωσία, ιδίως το ψήφισμά του της 13ης Ιουνίου 2013 σχετικά με το κράτος δικαίου στη Ρωσία (1),

έχοντας υπόψη τη δήλωση του εκπροσώπου της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΑΠ/ΥΕ) της 24ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την καταδίκη των διαδηλωτών που συμμετείχαν στις εκδηλώσεις στην πλατεία Μπολότναγια,

έχοντας υπόψη το Σύνταγμα της Ρωσίας, ιδίως το άρθρο 118, το οποίο ορίζει ότι η δικαιοσύνη στη Ρωσική Ομοσπονδία πρέπει να απονέμεται μόνον από δικαστήρια, καθώς και το άρθρο 120 το οποίο ορίζει ότι οι δικαστές είναι ανεξάρτητοι και υπόκεινται μόνο στο Ρωσικό Σύνταγμα και στους ομοσπονδιακούς νόμους,

έχοντας υπόψη τις διαβουλεύσεις ΕΕ-Ρωσίας για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων της 28ης Νοεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη την έκθεση της επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CPT), της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με την περιοδική επίσκεψή της στη Ρωσική Ομοσπονδία,

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Διαμεσολαβητή της Ρωσικής Ομοσπονδίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα Βλαντιμίρ Λούκιν, της 4ης Μαρτίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες διαδηλώσεις στη Μόσχα και τα μέτρα που έλαβαν οι φορείς επιβολής του νόμου,

έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ρωσική Ομοσπονδία, ως πλήρες μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, έχει δεσμευτεί να τηρεί τις αρχές της δημοκρατίας και το κράτος δικαίου και να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω πολλών σοβαρών παραβιάσεων του κράτους δικαίου και της έγκρισης περιοριστικών νόμων τους τελευταίους μήνες, υπάρχουν εντεινόμενες ανησυχίες για το κατά πόσον η Ρωσία ανταποκρίνεται στις διεθνείς και εθνικές υποχρεώσεις της·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 6 Μαΐου 2012, την ημέρα πριν από την ορκωμοσία του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, πολλές δεκάδες από τις, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, δεκάδες χιλιάδες των διαδηλωτών συγκρούστηκαν σποραδικά με την αστυνομία με αποτέλεσμα να προκληθούν μικροί τραυματισμοί στην πλατεία Μπολότναγια·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 600 ακτιβιστές κρατήθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα και ότι κινήθηκαν ποινικές διαδικασίες εις βάρος 28 μεμονωμένων ατόμων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές ξεκίνησαν έρευνα σχετικά με τις ενέργειες των διαδηλωτών, αποδίδοντάς τους τον χαρακτηρισμό των «μαζικών εξεγέρσεων», οι οποίες σύμφωνα με το ρωσικό δίκαιο νοούνται ως μαζικές ενέργειες που περιλαμβάνουν «βία, πογκρόμ, καταστροφή περιουσίας, χρήση πυροβόλων όπλων ή ένοπλη αντίσταση προς τις αρχές»· λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των αρχών η βία ήταν προγραμματισμένη και ήταν μέρος μιας συνωμοσίας με στόχο να αποσταθεροποιηθεί η χώρα και να ανατραπεί η κυβέρνηση·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τα τελευταία έτη διάφορες δίκες και δικαστικές διαδικασίες έθεσαν υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία και την αμεροληψία των δικαστικών οργάνων της Ρωσικής Ομοσπονδίας·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές ρωσικές και διεθνείς οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανέφεραν ότι τα δυσανάλογα μέτρα που έλαβαν οι δυνάμεις ασφαλείας, καθώς και οι επιθετικές ενέργειές τους και η υπερβολική χρήση βίας οδήγησαν σε ξέσπασμα της βίας το οποίο ακολούθησε η αυθαίρετη σύλληψη διαδηλωτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Διαμεσολαβητής της Ρωσικής Ομοσπονδίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα επιβεβαίωσε στην αξιολόγησή του ότι οι κατηγορίες για «μαζικές εξεγέρσεις» ήταν αβάσιμες·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 24 Φεβρουαρίου 2014 ένα ρωσικό δικαστήριο εξέδωσε καταδικαστική απόφαση εις βάρος οκτώ διαδηλωτών, σύμφωνα με την οποία επιβάλλονται από ποινή με αναστολή έως και φυλάκιση τεσσάρων ετών στους καταδικασθέντες, και ότι το 2013 είχαν εκδοθεί επίσης τρεις αυστηρότερες ποινές φυλάκισης και είχε επιβληθεί αναγκαστική ψυχιατρική θεραπεία στον ακτιβιστή Μικαίλ Κοσένκο·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μεγάλο μέρος των κρατήσεων πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια ειρηνικών διαδηλώσεων υπέρ των κατηγορουμένων της υπόθεσης της πλατείας Μπολότναγια στις 21 και 24 Φεβρουαρίου 2014· λαμβάνοντας υπόψη ότι πάνω από 200 άτομα που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το πρωτοδικείο του Ζαμοσκβορέτσκι στις 24 Φεβρουαρίου 2014 για να ακούσουν την ετυμηγορία κρατήθηκαν επί αρκετές ώρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ηγέτες της αντιπολίτευσης Μπόρις Νεμτσόφ και Αλεξέι Ναβάλνι καταδικάστηκαν στη συνέχεια σε κράτηση 10 ημερών· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αλεξέι Ναβάλνι έχει τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό για τους προσεχείς δύο μήνες, και ότι από τις 5 Μαρτίου 2014 φέρει ηλεκτρονικό βραχιόλι μέσω του οποίου παρακολουθούνται οι κινήσεις του·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ρωσικές αρχές επεκτείνουν τα προγράμματά τους για τη μαζική παρακολούθηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προγράμματα αυτά, σε συνδυασμό με τους νόμους κατά των ατόμων ΛΟΑΔ και τους νόμους που περιορίζουν την ελευθερία των ΜΚΟ, παρέχουν στις ρωσικές αρχές ένα πολύ ισχυρό εργαλείο για να παρακολουθούν και να φιμώνουν τις φωνές της αντιπολίτευσης·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία έχει επιδεινωθεί κατά τα τελευταία έτη και ότι οι ρωσικές αρχές ενέκριναν σειρά νομοθετημάτων που περιλαμβάνουν αμφιλεγόμενες διατάξεις και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την επιβολή περαιτέρω περιορισμών στους παράγοντες της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας των πολιτών και την παρεμπόδιση των ελευθεριών της έκφρασης και του συνέρχεσθαι· λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταστολή περιλαμβάνει ενέργειες, όπως επιδρομές της αστυνομίας, δήμευση περιουσιακών στοιχείων, διοικητικά πρόστιμα και άλλα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη και την αποτροπή της επιτέλεσης του έργου των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ηγέτες των κομμάτων και των κινημάτων της αντιπολίτευσης υφίστανται παρενοχλήσεις από τις ρωσικές αρχές, ενώ ορισμένοι από αυτούς κρατούνται υπό διάφορες κατηγορίες, όπως για παράδειγμα ο ηγέτης του κινήματος της Αλληλεγγύης Ιλία Γιασίν, ο συμπρόεδρος της Συμμαχίας Πρασίνων και Σοσιαλδημοκρατών Γκλεμπ Φετίσοφ και ο οικολόγος ακτιβιστής και εξέχον μέλος του κόμματος Γιαμπλόκο Γιεβγκένι Βιτίσκο·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή κατά των βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης κατέγραψε τον Δεκέμβριο του 2013 πολυάριθμες μαρτυρίες για κακομεταχείριση και βασανιστήρια φυλακισμένων από μέλη των φορέων επιβολής του νόμου και την αστυνομία·

1.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για τις διαδικασίες που έχουν κινηθεί εις βάρος των διαδηλωτών στην πλατεία Μπολότναγια, οι οποίες κρίθηκαν εσφαλμένες από την αρχή και βασίζονται σε κατηγορίες που έχουν πολιτικά κίνητρα·

2.

πιστεύει ότι οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν εις βάρος των διαδηλωτών και οι ποινές που τους επιβλήθηκαν είναι προφανώς δυσανάλογες σε σχέση με τον χαρακτήρα των γεγονότων και τα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται· θεωρεί ότι η έκβαση της δίκης, λαμβάνοντας υπόψη τις δικονομικές ελλείψεις και τη μακρά προφυλάκιση, εγείρει για άλλη μια φορά ερωτήματα σχετικά με την κατάσταση του κράτους δικαίου·

3.

ζητεί από τις ρωσικές δικαστικές αρχές να επανεξετάσουν τις ποινές στο πλαίσιο της διαδικασίας προσφυγής και να απελευθερώσουν τους οκτώ διαδηλωτές, καθώς και τον κρατούμενο της πλατείας Μπολότναγια Μικαίλ Κοσένκο, ο οποίος καταδικάστηκε σε αναγκαστική ψυχιατρική θεραπεία·

4.

εκφράζει, επίσης, τη βαθιά του ανησυχία για την κράτηση μεγάλου αριθμού ειρηνικών διαδηλωτών μετά τις ετυμηγορίες της υπόθεσης Μπολότναγια και ζητεί να παύσει κάθε δικαστική δίωξη εναντίον των διαδηλωτών· ζητεί επιπλέον από τη ρωσική κυβέρνηση να σεβαστεί το δικαίωμα όλων των πολιτών να ασκούν τις θεμελιώδεις ελευθερίες τους και τα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματά τους·

5.

υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό η Ρωσία, ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, να συμμορφωθεί πλήρως προς τις διεθνείς νομικές υποχρεώσεις της καθώς και προς τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου που κατοχυρώνονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ICCPR)· επισημαίνει ότι οι πρόσφατες εξελίξεις κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των δημοκρατικών προτύπων, του κράτους δικαίου και της ανεξαρτησίας του δικαστικού σώματος στη Ρωσία·

6.

εκφράζει την ανησυχία του για τις εξελίξεις στη Ρωσική Ομοσπονδία όσον αφορά το σεβασμό και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον σεβασμό των κοινά συμφωνημένων δημοκρατικών αρχών, κανόνων και διαδικασιών, ιδίως όσον αφορά τον νόμο για τους ξένους πράκτορες, τη νομοθεσία κατά των ατόμων ΛΟΑΔ, την επαναποινικοποίηση της συκοφαντικής δυσφήμησης, τον νόμο περί προδοσίας και τη νομοθεσία σχετικά με τις δημόσιες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας· παροτρύνει τη Ρωσία να τηρήσει τις διεθνείς δεσμεύσεις της ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης·

7.

ζητεί από τη ρωσική κυβέρνηση να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση της υποβάθμισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως τερματίζοντας την εκστρατεία παρενόχλησης των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των ακτιβιστών· ζητεί από τη ρωσική εκτελεστική και νομοθετική εξουσία να επανεξετάσουν και τελικά να καταργήσουν τις πρόσφατα εγκριθείσες νομοθετικές πράξεις και τα μέτρα που έρχονται σε αντίθεση προς τις δεδηλωμένες δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, και να λάβουν υπόψη τις προτάσεις του Διαμεσολαβητή για τα ανθρώπινα δικαιώματα και του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προς τον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας·

8.

καλεί τις ρωσικές δικαστικές αρχές και τις αρχές επιβολής του νόμου να εκτελούν τα καθήκοντά τους κατά τρόπο αμερόληπτο και ανεξάρτητο·

9.

τονίζει ότι η ελευθερία του συνέρχεσθαι στη Ρωσική Ομοσπονδία εκχωρείται σύμφωνα με το άρθρο 31 του Ρωσικού Συντάγματος και βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, την οποία η Ρωσία έχει υπογράψει, γεγονός που υποχρεώνει τις ρωσικές αρχές να τη σεβαστούν·

10.

καλεί τη Ρωσική Ομοσπονδία να ευθυγραμμίσει τα προγράμματα επιτήρησής της με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου·

11.

εκφράζει τη λύπη του για τη συνεχή καταστολή εις βάρος πολιτών που ασκούν κριτική κατά του καθεστώτος και εις βάρος των ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης που έχουν απομείνει, συμπεριλαμβανομένων του τηλεοπτικού σταθμού Dozhd (Βροχή) και του ραδιοφωνικού σταθμού Ekho Moskvy·

12.

ζητεί από την Ύπατη Εκπρόσωπο και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) να εξασφαλίσουν ότι θα συζητηθούν οι υποθέσεις όλων των προσώπων που διώκονται για πολιτικούς λόγους στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων ΕΕ-Ρωσίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι οι εκπρόσωποι της Ρωσίας στις εν λόγω διαβουλεύσεις θα κληθούν επισήμως να απαντήσουν σε σχέση με κάθε υπόθεση·

13.

καλεί τους Προέδρους του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καθώς και την ΥΕ/ΑΠ να συνεχίσουν να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς αυτές τις υποθέσεις, να θέτουν τα ζητήματα αυτά υπό διάφορες μορφές και σε διάφορες συνεδριάσεις με τη Ρωσία, και να υποβάλλουν έκθεση στο Κοινοβούλιο σχετικά με τις επαφές τους με τις ρωσικές αρχές·

14.

ζητεί από το Συμβούλιο να αναπτύξει ενιαία πολιτική σχετικά με τη Ρωσία, η οποία να δεσμεύσει τα 28 κράτη μέλη και τα όργανα της ΕΕ να υιοθετήσουν ισχυρό κοινό μήνυμα σχετικά με το ρόλο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας και σχετικά με την ανάγκη να τερματιστεί η καταστολή της ελευθερίας της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι στη Ρωσία· ζητεί το κοινό αυτό μήνυμα να διατυπωθεί στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ·

15.

καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο και την ΕΥΕΔ να εξασφαλίσουν ότι η Ένωση αξιοποιεί κάθε ευκαιρία, εντός των ορίων του ρωσικού εσωτερικού δικαίου, ώστε να συνεχίσει να συμμετέχει και να υποστηρίζει τις ρωσικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εργάζονται για να προάγουν τις αξίες της δημοκρατίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου·

16.

ζητεί από την Επιτροπή και την ΕΥΕΔ να αυξήσουν, στο πλαίσιο της τρέχουσας φάσης του προγραμματισμού των χρηματοδοτικών μέσων της ΕΕ, την οικονομική συνδρομή προς τη ρωσική κοινωνία των πολιτών μέσω του Ευρωπαϊκού Μέσου για τη Δημοκρατία και τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και μέσω των ταμείων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των τοπικών αρχών, καθώς και να συμπεριλάβουν το φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών ΕΕ-Ρωσίας στον Μηχανισμό Εταιρικής Σχέσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η βιώσιμη και αξιόπιστη στήριξη·

17.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη και στον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ρωσικής Ομοσπονδίας.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0284.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/253


P7_TA(2014)0254

Έναρξη διαβουλεύσεων για αναστολή της συμμετοχής της Ουγκάντα και της Νιγηρίας στη Συμφωνία του Κοτονού λόγω της πρόσφατης νομοθεσίας για την περαιτέρω ποινικοποοίηση της ομοφυλοφιλίας

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την έναρξη διαβουλεύσεων για να ανασταλεί η συμμετοχή της Ουγκάντα και της Νιγηρίας στη συμφωνία του Κοτονού λόγω των πρόσφατων νόμων που ποινικοποιούν περαιτέρω την ομοφυλοφιλία (2014/2634(RSP))

(2017/C 378/30)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τις διεθνείς υποχρεώσεις και μέσα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στις συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, που εγγυώνται τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες και απαγορεύουν τις διακρίσεις,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, τη Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων εις βάρος των γυναικών, και τον Αφρικανικό Χάρτη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Δικαιωμάτων των Λαών,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα 17/19 του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών της 17 Ιουνίου 2011 σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον γενετήσιο προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου,

έχοντας υπόψη τη δεύτερη αναθεώρηση της Συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού αφενός, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της αφετέρου (συμφωνία του Κοτονού), και τις ρήτρες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημόσιας υγείας και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται σε αυτήν, ιδίως δε στα άρθρα 8 παράγραφος 4, 9, 31α στοιχείο ε) και 96,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 2, 3 παράγραφος 5, 21, 24, 29 και 31 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα άρθρα 10 και 215 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που υποχρεώνουν την ΕΕ και τα κράτη μέλη της, στο πλαίσιο των σχέσεών τους με τον ευρύτερο κόσμο, να μεριμνούν για την προάσπιση και προαγωγή των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για την προστασία των ατόμων, και να λαμβάνουν περιοριστικά μέτρα σε περιπτώσεις σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές για την προαγωγή και προστασία της άσκησης όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις λεσβίες, τους ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, διεμφυλικούς και μεσόφυλους (LGBTI), που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 24 Ιουνίου 2013,

έχοντας υπόψη την από 15 Ιανουαρίου 2014 δήλωση της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας κ. Catherine Ashton που εκφράζει την ανησυχία της για την έγκριση στη Νιγηρία του νόμου περί (απαγόρευσης) γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου,

έχοντας υπόψη την από 20 Δεκεμβρίου 2013 δήλωση της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας σχετικά με την έγκριση του Νόμου κατά της ομοφυλοφιλίας στην Ουγκάντα,

έχοντας υπόψη τη δήλωση του Προέδρου Ομπάμα, της 16ης Φεβρουαρίου 2014, για την έγκριση του νομοσχεδίου κατά της ομοφυλοφιλίας στην Ουγκάντα και το αίτημά του να μην υπογράψει ο Πρόεδρος κ. Museveni το νόμο,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της 18 Φεβρουαρίου 2014 της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας κυρίας Catherine Ashton σχετικά με τη νομοθεσία κατά της ομοφυλοφιλίας στην Ουγκάντα,

έχοντας υπόψη την από 25 Φεβρουαρίου 2014 δήλωση του ΓΓ, του ΟΗΕ κ. Ban Ki-Moon που καλεί τις αρχές της Ουγκάντα να αναθεωρήσουν ή να ακυρώσουν το νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της 4 Μαρτίου 2014 της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας σχετικά με το νόμο της Ουγκάντα κατά της ομοφυλοφιλίας,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5 Ιουλίου 2012 σχετικά με τη βία σε βάρος των λεσβιών και τα δικαιώματα των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, διεμφυλικών και μεσόφυλων (LGBTI) στην Αφρική (1), για τη θέση του της 13 Ιουνίου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη συμφωνίας για την τροποποίηση για δεύτερη φορά της συμφωνίας εταιρικής σχέσης μεταξύ των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, που υπογράφηκε στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000, όπως τροποποιήθηκε για πρώτη φορά στο Λουξεμβούργο στις 25 Ιουνίου 2005 (2), και το ψήφισμά του της 11 Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία ανά τον κόσμο το 2012 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα αυτό (3),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 17 Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με την Ουγκάντα: σχέδιο νόμου κατά της ομοφυλοφιλίας (4), της 16 Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την Ουγκάντα: ο λεγόμενος «νόμος Bahati» και οι διακρίσεις σε βάρος του πληθυσμού LGBT (5), και της 17 Φεβρουαρίου 2011 σχετικά με την Ουγκάντα: δολοφονία του David Kato (6),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 15 Μαρτίου 2012 (7) και της 4 Ιουλίου 2013 (8) σχετικά με την κατάσταση στη Νιγηρία,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16 Ιανουαρίου 2014 σχετικά με τις πρόσφατες κινήσεις για την ποινικοποίηση των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων, διεμφυλικών και μεσόφυλων (των LGBTI) (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28 Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον γενετήσιο προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου στα Ηνωμένα Έθνη (10),

έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5, και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα· ότι όλα τα κράτη έχουν υποχρέωση να εμποδίζουν τη βία, την υποκίνηση μίσους και το στιγματισμό με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων του γενετήσιου προσανατολισμού, της ταυτότητας φύλου και της έκφρασης φύλου·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποσκοπεί στην ανάπτυξη και εδραίωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι 76 χώρες συνεχίζουν να θεωρούν ότι η ομοφυλοφιλία είναι έγκλημα, με πέντε από τις χώρες αυτές να προβλέπουν τη θανατική ποινή για τα εγκλήματα αυτά·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συναινετική πράξη μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου τιμωρούνταν ήδη με φυλάκιση 14 ετών στην Ουγκάντα βάσει του άρθρου 145 του Ποινικού Κώδικα της Ουγκάντα, με 7 έτη φυλάκισης στη Νιγηρία βάσει του άρθρου 214 του Ποινικού Κώδικα της Νιγηρίας (ή με θανατική ποινή στα 12 κράτη που εφαρμόζουν τη Σαρία)·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 20 Δεκεμβρίου 2013, το Κοινοβούλιο της Ουγκάντα ενέκρινε το νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας, που τιμωρεί όποιον στηρίζει τα δικαιώματα των LGBTI με ποινή φυλάκισης έως 7 έτη, τα άτομα που διατηρούν σπίτι, δωμάτιο ή δωμάτια ή κάθε είδους χώρο για «σκοπούς ομοφυλοφιλίας» με φυλάκιση 7 ετών, και τους «κατ’ επανάληψη παραβάτες» ή τους οροθετικούς παραβάτες σε ισόβια κάθειρξη· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο νόμος υπεγράφη από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Ουγκάντα Yoweri Museveni Κaguta στις 24 Φεβρουαρίου 2014·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχές της Ουγκάντα ενέκριναν τον νόμο κατά της πορνογραφίας και το νόμο για τη διαχείριση της δημόσιας τάξης, που αποτελούν περαιτέρω επίθεση κατά των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των ΜΚΟ που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα· ότι αυτό είναι ενδεικτικό της συρρίκνωσης και επιδείνωσης του πολιτικού χώρου την οποία βιώνει η κοινωνία των πολιτών·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις 17 Δεκεμβρίου 2013, η νιγηριανή Γερουσία ενέκρινε το νόμο περί (απαγόρευσης) γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, που τιμωρεί τα άτομα που έχουν σχέση με άλλο άτομο του ιδίου φύλου με ποινή φυλάκισης έως 14 έτη, και τα άτομα που παρίστανται ως μάρτυρες σε γάμους μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου ή που λειτουργούν ή συμμετέχουν σε μπαρ, οργανώσεις ή εταιρίες LGBTI με φυλάκιση μέχρι 10 έτη· ότι ο νόμος υπεγράφη από τον Πρόεδρο Goodluck Jonathan τον Ιανουάριο 2014·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια σειρά από μέσα μαζικής ενημέρωσης, από μέλη του κοινού, και από πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες σε αυτές τις χώρες επιδιώκουν όλο και περισσότερο τον εκφοβισμό των LGBTI, τον περιορισμό των δικαιωμάτων τους και των δικαιωμάτων των ΜΚΟ και των ομάδων που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, και τη νομιμοποίηση της βίας κατά αυτών· ότι λίγο μετά που ο Πρόεδρος Museveni υπέγραψε το νόμο, μία σκανδαλοθηρική εφημερίδα της Ουγκάντα δημοσίευσε κατάλογο με τα ονόματα και τις φωτογραφίες 200 Ουγκαντέζων ομοφυλόφιλων ανδρών και γυναικών, με πολύ αρνητικές συνέπειες για την ασφάλειά τους· ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναφέρουν αυξανόμενο αριθμό συλλήψεων και περιστατικά βίας κατά των LGBTI στη Νιγηρία·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλοί αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, οι ηγέτες των Ηνωμένων Εθνών, εκπρόσωποι κυβερνήσεων και κοινοβουλίων, η ΕΕ (με το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και την ΥΕ/ΑΕ), και πολλές διεθνείς προσωπικότητες έχουν καταδικάσει με αυστηρότητα τους νόμους που ποινικοποιούν τους LGBTI·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή συνεργασία θα πρέπει να υποστηρίξει τις προσπάθειες των κρατών ΑΚΕ για την ανάπτυξη υποστηρικτικών νομικών και πολιτικών πλαισίων και για την εξάλειψη των κατασταλτικών νόμων, μέτρων και πρακτικών, του στιγματισμού και των διακρίσεων που υπονομεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, αφήνουν τα άτομα ακόμη πιο εκτεθειμένα στο HIV/AIDS και εμποδίζουν την πρόσβαση σε αποτελεσματική πρόληψη του HIV/AIDS, θεραπεία, περίθαλψη και υποστήριξη, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε φάρμακα, στα βασικά προϊόντα και στις υπηρεσίες, για τα άτομα που ζουν με HIV/AIDS και για τις ομάδες υψηλότερου κινδύνου·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η UN Aids και το Παγκόσμιο Ταμείο για την καταπολέμηση του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας, φοβούνται ότι στους LGBTI και σε 3,4 εκατομμύρια πολίτες της Νιγηρίας και της Ουγκάντα που έχουν μολυνθεί με HIV/AIDS, θα απαγορευθεί η πρόσβαση σε ζωτικής σημασίας υπηρεσίες υγείας, και ζητούν να επανεξετασθεί επειγόντως η συνταγματικότητα των νόμων λόγω των σοβαρών επιπτώσεών τους στη δημόσια υγεία και στα ανθρώπινα δικαιώματα·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η περαιτέρω ποινικοποίηση των συναινετικών πράξεων μεταξύ ενήλικων ατόμων του ιδίου φύλου θα καταστήσει ακόμη πιο δύσκολη τόσο την επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας, ιδίως όσον αφορά την ισότητα των φύλων και την καταπολέμηση των νόσων, όσο οποιαδήποτε επιτυχία ως προς το αναπτυξιακό πλαίσιο για μετά το 2015·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και οι Κάτω Χώρες, η Δανία και η Σουηδία, όπως και άλλες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και η Νορβηγία, έχουν αποφασίσει είτε να αρνηθούν τη βοήθεια προς την κυβέρνηση της Ουγκάντας είτε να προσανατολίσουν τη βοήθεια στη στήριξη της κοινωνίας των πολιτών και όχι στη στήριξη της κυβέρνησης·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, δυνάμει του άρθρου 96 παράγραφος 1α της συμφωνίας του Κοτονού, μπορεί να κινηθεί διαδικασία διαβούλευσης με σκοπό την αναστολή της συμμετοχής των μελών που παραβιάζουν τις περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τα άρθρα 8 παράγραφος 4, και 9·

1.

θεωρεί λυπηρή την έγκριση των νέων νόμων που συνιστούν σοβαρή απειλή για τα οικουμενικά δικαιώματα στη ζωή, την ελευθερία της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του συνέρχεσθαι, καθώς και για το δικαίωμα μη υποβολής σε βασανιστήρια, σε βάναυση, απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση· επαναλαμβάνει ότι ο γενετήσιος προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου είναι θέματα που υπάγονται στο ατομικό δικαίωμα σεβασμού του ιδιωτικού απορρήτου, όπως αυτό κατοχυρώνονται από το διεθνές δίκαιο και από τα εθνικά συντάγματα· τονίζει ότι η ισότητα των LGBTI αποτελεί αδιαμφισβήτητο στοιχείο των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

2.

υπενθυμίζει τις δηλώσεις της Αφρικανικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ότι ένα κράτος δεν μπορεί με το εθνικό του δίκαιο να αρνείται τις διεθνείς υποχρεώσεις του στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

3.

καλεί τον Πρόεδρο της Ουγκάντα να ακυρώσει το νόμο κατά της ομοφυλοφιλίας, καθώς και το άρθρο 145 του Ποινικού Κώδικα της Ουγκάντα· καλεί τον Πρόεδρο της Νιγηρίας να ακυρώσει το νόμο (απαγόρευσης) του γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου», καθώς και τα άρθρα 214 και 217 του Ποινικού Κώδικα της Νιγηρίας, δεδομένου ότι παραβιάζουν διεθνείς υποχρεώσεις σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

4.

επισημαίνει ότι με την υπογραφή των νόμων αυτών, οι κυβερνήσεις της Ουγκάντα και της Νιγηρίας παρέλειψαν να εκπληρώσουν μια υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 9, παράγραφος 2 της συμφωνίας του Κοτονού περί σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών και του κράτους δικαίου·

5.

επαναλαμβάνει ότι οι νόμοι αυτοί εμπίπτουν στο πεδίο του άρθρου 96 παράγραφος 1α στοιχείο β) της συμφωνίας του Κοτονού ως καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ήτοι εξαιρετικές περιπτώσεις ιδιαίτερα σοβαρής και κατάφωρης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρο 9, καταστάσεις οι οποίες κατά συνέπεια απαιτούν άμεση αντίδραση·

6.

καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να ξεκινήσει έναν ενισχυμένο και επείγοντα πολιτικό διάλογο βάσει του άρθρου 8 σε τοπικό και σε υπουργικό επίπεδο, με το αίτημα να αρχίσει η συζήτηση το αργότερο ταυτόχρονα με τη διάσκεψη κορυφής ΕΕ-Αφρικής·

7.

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν την στρατηγική τους στο θέμα της βοήθειας για την αναπτυξιακή συνεργασία με την Ουγκάντα και τη Νιγηρία και να δώσουν προτεραιότητα στον αναπροσανατολισμό της βοήθειας υπέρ της κοινωνίας των πολιτών και άλλων οργανώσεων αντί για την αναστολή της, έστω και σε τομεακή βάση·

8.

προτείνει στην Αφρικανική Ένωση να αναλάβει ηγετικό ρόλο και να συγκροτήσει μια εσωτερική επιτροπή για να εξετάσει αυτούς τους νόμους και αυτά τα θέματα·

9.

καλεί τους ηγέτες της Αφρικανικής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εξετάσουν τους νόμους αυτούς στη διάρκεια των συζητήσεων της 4ης συνόδου κορυφής ΕΕ-Αφρικής που θα πραγματοποιηθεί στις 2-3 Απριλίου 2014·

10.

καλεί τα κράτη μέλη, ή την ΥΕ/ΑΕ με την υποστήριξη της Επιτροπής, να εξετάσουν το ενδεχόμενο επιβολής στοχοθετημένων κυρώσεων, όπως απαγόρευση ταξιδίου και θεώρησης, για τα βασικά άτομα που είναι υπεύθυνα για την εκπόνηση και έγκριση αυτών των δύο νόμων·

11.

υπενθυμίζει την απόφαση του ΔΕΕ της 7 Νοεμβρίου 2013 στην υπόθεση x, y, z κατά Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (υποθέσεις C-199-201/12), που υπογραμμίζει ότι τα άτομα με ένα συγκεκριμένο γενετήσιο προσανατολισμό που αποτελούν το στόχο νόμων που ποινικοποιούν τη συμπεριφορά τους ή την ταυτότητά τους δύνανται να θεωρηθούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα υποψήφια για τη χορήγηση ασύλου·

12.

θεωρεί λυπηρή την εν γένει αυξανόμενη κοινωνική, οικονομική και πολιτική αδυναμία των αφρικανικών εθνών που απειλούνται από ένα θρησκευτικό φονταμενταλισμό που γίνεται όλο και πιο διάχυτος, με οδυνηρές συνέπειες για την αξιοπρέπεια, την ανάπτυξης και την ελευθερία των ατόμων·

13.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να συμπεριλάβουν ρητή μνεία περί μη εφαρμογής διακρίσεων για λόγους γενετήσιου προσανατολισμού σε οποιαδήποτε μελλοντική συμφωνία αντικαταστήσει τη συμφωνία του Κοτονού, όπως επανειλημμένα έχει ζητήσει το Κοινοβούλιο·

14.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, στα κράτη μέλη, στις εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια της Ουγκάντα, της Νιγηρίας, της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και της Ινδίας, και στους Προέδρους της Ουγκάντα και της Νιγηρίας.


(1)  ΕΕ C 349 Ε της 29.11.2013, σ. 88.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0273.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0575.

(4)  ΕΕ C 286 Ε της 22.10.2010, σ. 25.

(5)  ΕΕ C 169 Ε της 15.6.2012, σ. 134.

(6)  ΕΕ C 188 Ε της 28.6.2012, σ. 62.

(7)  EE C 251 E της 31.8.2013, σ. 97.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0335.

(9)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0046.

(10)  EE C 56 E της 26.2.2013, σ. 100.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/257


P7_TA(2014)0255

Ασφάλεια και εμπορία ανθρώπων στο Σινά

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την ασφάλεια και την εμπορία ανθρώπων στο Σινά (2014/2630(RSP))

(2017/C 378/31)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 15ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την εμπορία ανθρώπων στο Σινά, ιδίως την υπόθεση του Solomon W. (1), της 16ης Δεκεμβρίου 2010 για τους Ερυθραίους πρόσφυγες που κρατούνται όμηροι στο Σινά (2) και της 6ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την κατάσταση στην Αίγυπτο (3),

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Αντιπροέδρου/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας Catherine Ashton σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στο Σινά στις 11 Σεπτεμβρίου 2013, στις 3 και 8 Οκτωβρίου 2013, στις 24 Δεκεμβρίου 2013, στις 24 Ιανουαρίου 2014 και στις 17 Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Σινά,

έχοντας υπόψη τη δημοσίευση της Europol στις 3 Μαρτίου 2014 με τίτλο «Παράνομοι μετανάστες από το Κέρας της Αφρικής με ευρωπαίους χρηματοδότες που απάγονται για λύτρα και κρατούνται στο Σινά»,

έχοντας υπόψη το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1950,

έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης ΑΚΕ-ΕΕ του Κοτονού,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Καθεστώς του Πρόσφυγα του 1951 και το σχετικό Πρωτόκολλο του 1967, καθώς και το μνημόνιο συννενόησης της UNHCR με την αιγυπτιακή κυβέρνηση του 1954,

έχοντας υπόψη την Οργάνωση Αφρικανικής Ενότητας (ΟΑΕ) που διέπει τις Ειδικές Πτυχές των Προβλημάτων των Προσφύγων στην Αφρική,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των ΗΕ κατά των Βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας του 1984, και τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων του 2005,

έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο του ΟΗΕ του 2000 για την Πρόληψη, Εξάλειψη και Τιμωρία της Παράνομης Διακίνησης Προσώπων και Ειδικά Γυναικών και Παιδιών, ως συμπλήρωμα της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Διεθνικό Οργανωμένο Έγκλημα, και ειδικά τα άρθρα 6 και 9 αυτού,

έχοντας υπόψη τη δήλωση των Βρυξελλών σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία εγκρίθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2002,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με την άδεια διαμονής μικρής διαρκείας για τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων και την οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της,

έχοντας υπόψη το άρθρο 2, το άρθρο 6.1, το άρθρο 7, και το άρθρο 17 («κάθε άτομο έχει δικαίωμα προστασίας από το νόμο έναντι τέτοιων παρενοχλήσεων ή προσβολών») του Διεθνούς Συμφώνου Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Σύνδεσης ΕΕ-Αιγύπτου και ιδίως το προοίμιο και το άρθρο 2 αυτής·

έχοντας υπόψη το άρθρο 89 του Συντάγματος της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, και το Νόμο αριθ. 64 του 2010 για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων στην Αίγυπτο,

έχοντας υπόψη τον νόμο του Ισραήλ σχετικά με την αντιμετώπιση της διείσδυσης,

έχοντας υπόψη κατευθυντήριες γραμμές της UNHCR για την Ερυθραία,

έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις, η διάδοση των όπλων, η διείσδυση αλλοδαπών και αιγυπτίων μαχητών της Τζιχάντ, καθώς και η ριζοσπαστικοποίηση τμήματος του τοπικού πληθυσμού στο Σινά έχουν δημιουργήσει αυξημένες προκλήσεις στον τομέα της ασφάλειας για την Αίγυπτο, το Ισραήλ και άλλες χώρες της περιοχής· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση στο Σινά όσον αφορά την ασφάλεια έχει επιδεινωθεί ραγδαία — με διάφορες εξτρεμιστικές ομάδες να αποσταθεροποιούν τις συνθήκες ασφάλειας και περισσότερες από 250 τρομοκρατικές επιθέσεις κυρίως εναντίον των αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας και των εγκαταστάσεών τους, που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο περισσότερων από εκατό άτομα, η πλειονότητα των οποίων ήταν αστυνομικοί και στρατιωτικοί — από την αποκαθήλωση του τέως προέδρου Mohamed Morsi τον Ιούλιο του 2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι σοβαρή πηγή ανησυχίας αποτελούν επίσης και οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη ζώνη της Διώρυγας του Σουέζ και κατά των αγωγών φυσικού αερίου·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διείσδυση εξτρεμιστών υπονομεύει τις προσπάθειες που αποσκοπούν στην αποκατάσταση της ασφάλειας στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι στην περιοχή συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται διαφορές συνδεόμενες ή εμπνεόμενες από την Αλ Κάιντα τρομοκρατικές ομάδες· λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες από τις ομάδες αυτές έχουν διευρύνει το πεδίο τρομοκρατικής δράσης τους και πέρα από το Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι άλλοι τοπικοί μαχητές που δραστηριοποιούνται στο Σινά δεν ανήκουν με καμία εξτρεμιστική ομάδα, αλλά είναι ένοπλοι Βεδουίνοι που εμπλέκονται σε παράνομη διακίνηση και εμπορία ανθρώπων·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις έχουν πρόσφατα ξεκινήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Σινά προκειμένου να αντιμετωπίσουν τρομοκρατικές και εξτρεμιστικές ομάδες και να αποκαταστήσουν την ασφάλεια· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιγυπτιακή κυβέρνηση και οι δυνάμεις ασφαλείας φαίνεται ότι αδυνατούν να θέσουν υπό έλεγχο την κρίση ασφάλειας στην περιοχή του Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκνομη κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή παρέχει τη δυνατότητα σε εγκληματικά δίκτυα, διακινητές ανθρώπων και άλλες εγκληματικές ομάδες, να δραστηριοποιούνται ανεξέλεγκτα και σε καθεστώς ατιμωρησίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία ανθρώπων φαίνεται ότι συνεχίζεται ασταμάτητα παρά την εν εξελίξει ανάπτυξη των αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Σινά έχει από μακρόν λειτουργήσει ως διαδρομή παράνομης διακίνησης από και προς τη Λωρίδα της Γάζας· λαμβάνοντας υπόψη ότι εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τη σιγή που επικρατεί στα μέσα ενημέρωσης όσον αφορά τις εξελίξεις στο Σινά·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινωνική και οικονομική περιθωριοποίηση του τοπικού πληθυσμού των Βεδουίνων αποτελεί τον βασικό λόγο των προκλήσεων ασφαλείας στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κάτοικοι του Σινά πλήττονται επί μακρόν από τη φτώχεια, τις διακρίσεις, την περιορισμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης, και αυτό τους έχει αποξενώσει από τις επίσημες αρχές οι οποίες αδιαφορούν για την κατάστασή τους και αγνοούν τα αιτήματά τους·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χιλιάδες αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες από το Κέρας της Αφρικής εγκαταλείπουν τις χώρες τους κάθε μήνα λόγω των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρωπιστικής κρίσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι, μόνο από την Ερυθραία, περίπου τρεις χιλιάδες άτομα εγκαταλείπουν τη χώρα κάθε μήνα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ειδικού εισηγητή των ΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία· λαμβάνοντας υπόψη ότι εκτιμάται ότι χιλιάδες άτομα έχουν απαχθεί από το Ανατολικό Σουδάν, έχουν μεταφερθεί στην Αίγυπτο και βασανίζονται στο Σινά, εκ των οποίων περισσότερα από 4 000 έχουν χάσει τη ζωή τους από τις αρχές του 2008 και πιστεύεται ότι περίπου 1 000 αφρικανοί πρόσφυγες κρατούνται επί του παρόντος σε κατάσταση αιχμαλωσίας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χιλιάδες άτομα χάνουν τη ζωή τους και εξαφανίζονται στο Σινά κάθε χρόνο ενώ άλλοι, μεταξύ των οποίων πολλές γυναίκες και παιδιά, απάγονται σε στρατόπεδα προσφύγων ή τις γύρω περιοχές, ιδίως στο στρατόπεδο προσφύγων Shagarab στο Σουδάν, ή στην προσπάθειά τους να επανενωθούν με τις οικογένειές τους στο Σουδάν ή την Αιθιοπία, και κρατούνται όμηροι για λύτρα από διακινητές ανθρώπων· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θύματα των διακινητών ανθρώπων κακοποιούνται με τον πλέον απάνθρωπο και άγριο τρόπο και υπόκεινται σε συστηματική άσκηση βίας και βασανιστηρίων, βιασμών και σεξουαλικής κακοποίησης και καταναγκαστικής εργασίας, ή θανατώνονται για εμπόριο οργάνων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τα θύματα, γείτονες και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό έχουν δημιουργηθεί στρατόπεδα βασανιστηρίων·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες για συνεργασία ορισμένων σουδανικών και αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας με διακινητές αιτούντων άσυλο και μεταναστών, και για σχεδόν πλήρη αδυναμία τόσο από πλευράς Σουδάν όσο και από πλευράς Αιγύπτου να διερευνήσουν και να προσαγάγουν ενώπιον της δικαιοσύνης τους υπεύθυνους υπαλλήλους, αδυνατώντας έτσι να συμμορφωθούν στις υποχρεώσεις αμφοτέρων των χωρών που απορρέουν από τη σύμβαση των ΗΕ για την κατάργηση των βασανιστηρίων· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αιγυπτιακές αρχές αρνούνται την ύπαρξη τέτοιων υποθέσεων·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη διακίνηση προσώπων είναι μια άκρως επικερδής επιχείρηση για το οργανωμένο έγκλημα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την UNHCR, έχουν δημιουργηθεί πολύπλοκα δίκτυα διακίνησης ανθρώπων, στα οποία εμπλέκονται διακινητές ανθρώπων, απαγωγείς, όπως ομάδες φυλάρχων Rashaida από την Ερυθραία και το βορειοανατολικό Σουδάν, μεσάζοντες που κινούνται εντός των στρατοπέδων προσφύγων, διεφθαρμένοι στρατιωτικοί, αστυνομικοί και συνοριοφύλακες, καθώς και εγκληματικά στοιχεία από τις κοινότητες των Αιγυπτίων Βεδουίνων·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτοί που δεν κατορθώνουν να συγκεντρώσουν τα λύτρα συχνά θανατώνονται αλλά ακόμη και στην περίπτωση που τα ζητούμενα λύτρα καταβληθούν δεν υπάρχει εγγύηση ότι οι όμηροι θα απελευθερωθούν· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει εμφανισθεί μια νέα πρακτική στην αλυσίδα αξίας της εμπορίας ανθρώπων που αφορά τους ομήρους που δεν έχουν δυνατότητα να συγκεντρώσουν τα λύτρα·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι άτομα που διεσώθησαν στο Σινά χρειάζονται φυσική και ψυχολογική υποστήριξη· λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι οι περισσότεροι διασωθέντες στο Σινά κρατούνται, στερούνται την παροχή ιατρικής βοήθειας και κοινωνικών υπηρεσιών, καλούνται να υπογράψουν έγγραφα που δεν κατανοούν και δεν λαμβάνουν νομική υποστήριξη στη χώρα προορισμού, ενώ πολλοί από αυτούς επαναπατρίζονται στη χώρα καταγωγής τους, κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, οι αιγυπτιακές αρχές δεν επιτρέπουν στην Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) να έχει πρόσβαση στους αιτούντες άσυλο και τους μετανάστες που συλλαμβάνονται στο Σινά και δεν προσπαθούν να εντοπίσουν πιθανά θύματα εμπορίας ατόμων μεταξύ αυτών· λαμβάνοντας υπόψη τις επιφυλάξεις που διατύπωσε η Αίγυπτος σχετικά με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τον περιορισμό των δικαιωμάτων των προσφύγων στην εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλιση και τα εργασιακά δικαιώματα·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές οικογένειες θυμάτων ζουν σε κράτη μέλη της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες δημοσιεύσεις της Europol, διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ είχαν στοιχεία σχετικά με εκβιασμούς εντός της ΕΕ εκ μέρους οργανωμένων εγκληματικών ομάδων Βεδουίνων στο Σινά· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι προς το συμφέρον της ΕΕ να γνωρίζει τις εγκληματικές οργανώσεις που εμπλέκονται στην διαδικασία εκβιασμών·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με στοιχεία της UNHCR, από το 2005 στο Ισραήλ έχουν καταφύγει 53 000 αφρικανοί αιτούντες άσυλο, οι οποίοι εισήλθαν στη χώρα μέσω της Αιγύπτου· λαμβάνοντας υπόψη ότι, πριν από τον Ιούλιο του 2012, κατά μέσο όρο 1 500 αιτούντες άσυλο εισέρχονταν κάθε μήνα στο Ισραήλ μέσω του Σινά ενώ, σύμφωνα με τις ισραηλινές αρχές, ο αριθμός αυτός μειώθηκε σημαντικά το 2013 λόγω της ολοκλήρωσης του φράχτη καθ' όλο το μήκος της ισραηλινοαιγυπτιακής μεθορίου· λαμβάνοντας υπόψη ότι της UNHCR έχει διατυπώσει ανησυχίες σχετικά με την πρόσφατη τροποποίηση της νομοθεσίας του Ισραήλ για την αντιμετώπιση της διείσδυσης, η οποία περιορίζει ακόμη περισσότερο τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει επανειλημμένα καλέσει την Αίγυπτο και το Ισραήλ να αναπτύξουν και να βελτιώσουν τη βοήθεια και προστασία που παρέχουν στους αιτούντες άσυλο και στους πρόσφυγες που διαμένουν στο έδαφός τους ή διέρχονται από αυτό· λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 7 Νοεμβρίου 2013 σουδανοί αξιωματούχοι ζήτησαν από την ΕΕ να συμβάλει στην αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων·

1.

καταδικάζει τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων ασφαλείας και πολιτών στο Σινά· είναι βαθύτατα απογοητευμένο σχετικά με την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης ασφάλειας στο Σινά και ζητεί να καταβληθούν εντατικές προσπάθειες από την προσωρινή κυβέρνηση της Αιγύπτου και τις δυνάμεις ασφαλείας για την αποκατάσταση της ασφάλειας, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τα διεθνή πρότυπα όσον αφορά τη χρήση ισχύος και την αστυνόμευση, με την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας· εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι η συνεχιζόμενη κοινωνική αναταραχή ενδέχεται να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά στην Αίγυπτο συνολικά, στην εν εξελίξει μεταβατική περίοδο·

2.

εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία του σχετικά με τις καταγγελλόμενες υποθέσεις εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και καταδικάζει κατηγορηματικά τις φοβερές κακοποιήσεις στις οποίες υπόκεινται τα θύματα των διακινητών ανθρώπων· εκφράζει τη βαθύτατη αλληλεγγύη του στα θύματα της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και τις οικογένειές τους και επισημαίνει ακόμη μια φορά την ευθύνη της αιγυπτιακής και της ισραηλινής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων στην περιοχή· σημειώνει τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι αρχές και επισημαίνει ότι οιαδήποτε στρατιωτική επιχείρηση και επιχείρηση επιβολής του νόμου εκ μέρους των αιγυπτιακών δυνάμεων ασφαλείας στο Σινά πρέπει να περιλαμβάνουν και δράσεις που θα αποσκοπούν στη διάσωση των θυμάτων των διακινητών ανθρώπων, την προστασία και την παροχή βοήθειας στα θύματα αυτά, ιδίως τις γυναίκες και τα παιδιά από το να καταστούν και πάλι θύματα, καθώς και τη σύλληψη και προσαγωγή ενώπιον της δικαιοσύνης των διακινητών ανθρώπων και όλων των αξιωματικών ασφάλειας που συνεργάζονται με αυτούς, προκειμένου να λογοδοτήσουν·

3.

υπενθυμίζει ότι μία από τις βασικές αιτίες της κρίσης είναι η περιθωριοποίηση των Βεδουίνων στο Σινά· υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε πιθανή επίλυση της κρίσης θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα συνολικό αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα αποσκοπεί στη βελτίωση της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης και των συνθηκών του τοπικού πληθυσμού των Βεδουίνων, όπου περιλαμβάνεται και η πρόσβασή τους στην αστυνομία και το στρατό, καθώς και η συμμετοχή τους στην πολιτική διαδικασία·

4.

καλεί τις αιγυπτιακές αρχές να σεβαστούν τη νομοθεσία που έχουν θεσπίσει για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία διασφαλίζει την ασυλία των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων από την άσκηση δίωξης καθώς και την πρόσβαση στην παροχή βοήθειας και την παροχή προστασίας, όπως επίσης και το άρθρο 89 του νέου Συντάγματος που απαγορεύει τη δουλεία και κάθε μορφή καταπίεσης και καταναγκαστικής εκμετάλλευσης σε βάρος ανθρώπων και την πλήρη εφαρμογή, μέσω της εθνικής της νομοθεσίας, των αρχών των συμβάσεων στις οποίες έχει προσχωρήσει η Αίγυπτος· επισημαίνει το διάταγμα για τη σύσταση εθνικής συντονιστικής επιτροπής για την αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, που εξέδωσε στις 9 Μαρτίου 2014 ο αιγύπτιος πρωθυπουργός· καλεί τις αιγυπτιακές αρχές να συλλέξουν και να δημοσιοποιήσουν στατιστικά στοιχεία σχετικά με τα θύματα της εμπορίας ανθρώπων·

5.

επισημαίνει τη σημασία της προστασίας και της παροχής βοήθειας στους επιζήσαντες του Σινά, με ιδιαίτερη έμφαση στην ιατρική, ψυχολογική και νομική υποστήριξη· καλεί όλες τις εμπλεκόμενες χώρες προορισμού να αποτρέψουν την κράτηση επιζώντων του Σινά, να θεσπίσουν βελτιωμένα συστήματα εντοπισμού των θυμάτων, να εξασφαλίσουν σε αυτά πρόσβαση σε δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες χορήγησης ασύλου και ζητεί από την UNHCR να αξιολογήσει όλες τις υποθέσεις σε ατομική βάση και να αποτρέψει την απέλαση επιζώντων του Σινά κατά παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης· ζητεί να υπάρξει πλήρης πρόσβαση των υπηρεσιών των ΗΕ καθώς και των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις περιοχές που πλήττονται από την εμπορία ανθρώπων στο Σινά και για να παράσχουν πλήρη και ανεμπόδιστη πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κράτησης που χρησιμοποιούνται για την υποδοχή αιτούντων άσυλο και προσφύγων·

6.

χαιρετίζει την απόφαση του ανωτάτου ισραηλινού δικαστηρίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2013, που ακυρώνει τη διάταξη του νόμου περί πρόληψης της διείσδυσης που επέβαλε την αυτόματη κράτηση, αλλά καλεί το Ισραήλ να ανακαλέσει τον νόμο της 10ης Δεκεμβρίου 2013 που παρέχει τη δυνατότητα επ’ αόριστον κράτησης των αιτούντων άσυλο· καλεί τις αρχές των χωρών προορισμού να αντιμετωπίζουν τους αιτούντες άσυλο σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο για τους πρόσφυγες και τα ανθρώπινα δικαιώματα·

7.

υπενθυμίζει ότι οι συστηματικές και ευρείες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ερυθραία έχουν ως αποτέλεσμα χιλιάδες κάτοικοι της Ερυθραίας να εγκαταλείπουν κάθε μήνα τη χώρα τους· υπενθυμίζει στις αρχές του Σουδάν την υποχρέωσή τους να εγγυώνται την ασφάλεια των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο και να δώσουν προτεραιότητα στην άμεση επεξεργασία και εφαρμογή βιώσιμων και επαρκών μέτρων ασφαλείας στο στρατόπεδο προσφύγων Shagarab·

8.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να υπάρξει συντονισμένη περιφερειακή δράση για την αποκατάσταση της ασφάλειας και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και ζητεί να υπάρξει αυξημένη διεθνής στήριξη και περισσότερη συνεργασία στον τομέα αυτό, μεταξύ των κυβερνήσεων της Αιγύπτου, του Ισραήλ, της Λιβύης, της Αιθιοπίας, της Ερυθραίας και του Σουδάν, καθώς και όλων των συναφών οργανισμών, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πολυεθνική δύναμη και οι παρατηρητές των ΗΕ·

9.

παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να στηρίξουν όλες τις προσπάθειες που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του κύκλου της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά, σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις τους για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων· καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επισημάνει το ζήτημα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις σχέσεις της με την κυβέρνηση της Ερυθραίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει επανειλημμένα καλέσει την Αίγυπτο και το Ισραήλ να αναπτύξουν και να βελτιώσουν την βοήθεια και προστασία που παρέχουν στους αιτούντες άσυλο και στους πρόσφυγες που διαμένουν στο έδαφός τους ή διέρχονται από αυτό· χαιρετίζει την έκκληση της κυβέρνησης του Σουδάν για την παροχή στήριξης από την ΕΕ·

10.

καλεί την ΑΕ/ΥΕ και την Επιτροπή να δώσουν στο θέμα αυτό ύψιστη προτεραιότητα στην ατζέντα του πολιτικού διαλόγου με την Αίγυπτο, το Ισραήλ και το Σουδάν, καθώς και να συνεργαστούν ενεργά με την UNHCR για τη δημιουργία ομάδας δράσης με τις χώρες που εμπλέκονται στις διάφορες φάσεις της αλυσίδας εμπορίας ανθρώπων, όπου περιλαμβάνονται οι πηγές, η διαμετακόμιση και ο προορισμός·

11.

εκφράζει τη βαθύτατη ανησυχία του σχετικά με τις πληροφορίες για την άσκηση εκβιασμών εντός της ΕΕ· υπενθυμίζει την ευθύνη των αρχών της ΕΕ να αναλάβουν δράση και καλεί τους υπουργούς εξωτερικών και δικαιοσύνης της ΕΕ να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα· καλεί τα ενωσιακά θεσμικά όργανα να ασκήσουν πιέσεις στο Ισραήλ και την Αίγυπτο προκειμένου να λάβουν μέτρα για την αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων στο Σινά και να προχωρήσουν στην υλοποίηση των επικείμενων συστάσεων της Europol·

12.

επιδοκιμάζει τις προσπάθειες ορισμένων ηγετών της κοινότητας των Βεδουίνων και των δραστηριοτήτων των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αίγυπτο και το Ισραήλ που παρέχουν βοήθεια, αρωγή και ιατρική περίθαλψη στα θύματα των διακινητών ανθρώπων στο Σινά και καλεί τη διεθνή κοινότητα και την ΕΕ να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση έργων που εκτελούνται υπό την αιγίδα ΜΚΟ στην περιοχή·

13.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης σε Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στις κυβερνήσεις της Αιγύπτου, του Ισραήλ, της Ερυθραίας και του Σουδάν, στο Κοινοβούλιο της Αιγύπτου, την Ισραηλινή Κνεσέτ, την Εθνική Συνέλευση του Σουδάν, και την Εθνική Συνέλευση της Ερυθραίας, στον Γενικό Γραμματέα των ΗΕ και στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.


(1)  ΕΕ C 251 Ε της 31.8.2013, σ. 106.

(2)  ΕΕ C 169 E της 15.6.2012, σ. 136.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2014)0100.


ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/262


P7_TA(2014)0216

Ανθρωπιστική δέσμευση ενόπλων μη κρατικών δυνάμεων για την προστασία των παιδιών

Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς το Συμβούλιο αναφορικά με την ανθρωπιστική δέσμευση ενόπλων μη κρατικών δυνάμεων για την προστασία των παιδιών (2014/2012(INI))

(2017/C 378/32)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση σύστασης προς το Συμβούλιο, την οποία υπέβαλαν οι βουλευτές Catherine Grèze, Eva Joly, Isabella Lövin, Judith Sargentini, Bart Staes και Keith Taylor, εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE, σχετικά με την ανθρωπιστική δέσμευση ενόπλων μη κρατικών δυνάμεων για την προστασία των παιδιών (B7-0585/2013),

έχοντας υπόψη την έκθεση του 2013 του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις καθώς και άλλες εκθέσεις από σχετικούς φορείς,

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του 2008 της ΕΕ σχετικά με τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις, τη στρατηγική του 2010 για την εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών της ΕΕ σχετικά με τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις και τον κατάλογο ελέγχου του 2008 για την ενσωμάτωση της προστασίας παιδιών θυμάτων ενόπλων συγκρούσεων στις επιχειρήσεις ΕΠΑΑ,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου του 2008 σχετικά με την «Προαγωγή και προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών στην εξωτερική δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Ανάπτυξη και ανθρωπιστικές διαστάσεις»,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 19ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά με μια ξεχωριστή θέση για τα παιδιά στην εξωτερική δράση της ΕΕ (1), της 16ης Ιανουαρίου 2008 με τίτλο «Προς μια ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δικαιώματα του παιδιού» (2), της 3ης Ιουλίου 2003 για την εμπορία παιδιών και τα παιδιά-στρατιώτες (3), της 6ης Ιουλίου 2000 όσον αφορά την απαγωγή παιδιών από τον Στρατό Αντίστασης του Κυρίου (LRA) (4) και της 17ης Δεκεμβρίου 1998 για τα παιδιά-στρατιώτες (5),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τα δικαιώματα του παιδιού, και ιδίως το ψήφισμα αριθ. 1612 (2005) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών,

έχοντας υπόψη το Προαιρετικό Πρωτόκολλο του 2002 στη Σύμβαση για τα δικαιώματα του παιδιού που αφορά τη συμμετοχή παιδιών σε ένοπλες συγκρούσεις,

έχοντας υπόψη τις δεσμεύσεις του Παρισιού για την προστασία των παιδιών έναντι της παράνομης επιστράτευσης ή χρησιμοποίησής τους από ένοπλες δυνάμεις ή ομάδες και τις αρχές και κατευθυντήριες γραμμές του Παρισιού για τα παιδιά που έχουν σχέση με ένοπλες δυνάμεις ή ένοπλες ομάδες που εγκρίθηκαν στις 6 Φεβρουαρίου 2007,

έχοντας υπόψη το άρθρο 121 παράγραφος 3 και το άρθρο 97 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0160/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότερες σύγχρονες ένοπλες συγκρούσεις περιλαμβάνουν μια ή περισσότερες ένοπλες μη κρατικές ομάδες που πολεμούν κυβερνήσεις ή άλλες ένοπλες ομάδες, όπου οι πολίτες και ειδικότερα τα παιδιά φέρουν το βάρος των εν λόγω πολέμων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το φάσμα των εν λόγω μη κρατικών δυνάμεων είναι πολύ εκτεταμένο και περιλαμβάνει ένα μεγάλο εύρος ταυτοτήτων και κινήτρων καθώς και διαφορετικών βαθμών βούλησης και ικανότητας για συμμόρφωση με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και άλλα πρότυπα του διεθνούς δικαίου, απαιτείται δε για όλες τους ο σχετικός έλεγχος·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι προκειμένου να βελτιωθεί η προστασία των αμάχων και ιδιαίτερα των παιδιών, θα πρέπει να ληφθούν ιδιαίτερα υπόψη όλα τα ενεχόμενα στη σύγκρουση μέρη·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα διεθνή ανθρωπιστικά πρότυπα εφαρμόζονται και είναι δεσμευτικά για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη σε μια ένοπλη σύγκρουση·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ένοπλες συγκρούσεις έχουν ιδιαίτερα ολέθριες συνέπειες στη σωματική και νοητική ανάπτυξη των παιδιών, με μακροχρόνιες επιπτώσεις στην ασφάλεια του ανθρώπου και τη βιώσιμη ανάπτυξη·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου ποινικοποιεί την επιστράτευση ή στρατολόγηση παιδιών κάτω από την ηλικία των 15 ετών σε ένοπλες δυνάμεις ή ομάδες, ή τη χρησιμοποίηση τους για ενεργό συμμετοχή σε εχθροπραξίες·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το διεθνές δίκαιο απαγορεύει κάθε μορφή σεξουαλικής βίας, συμπεριλαμβανομένης της βίας κατά των παιδιών, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πράξεις σεξουαλικής βίας μπορεί να χαρακτηριστούν εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ή γενοκτονία·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση ναρκών κατά του προσωπικού έχει μειωθεί μετά την έγκριση της σύμβασης για την απαγόρευση των ναρκών το 1997, αλλά εξακολουθεί να αποτελεί απειλή για τα παιδιά, ιδιαίτερα σε ένοπλες συγκρούσεις μη διεθνούς χαρακτήρα·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διεθνής κοινότητα έχει ηθική υποχρέωση να επιδιώξει τη δέσμευση όλων των εμπλεκομένων σε συγκρούσεις μερών, συμπεριλαμβανομένων τόσο των κρατών όσο και των ενόπλων μη κρατικών δυνάμεων, προκειμένου να προστατευθούν τα παιδιά·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποστράτευση, η αποκατάσταση και η επανένταξη των παιδιών-στρατιωτών πρέπει να συμπεριλαμβάνονται σε οποιαδήποτε διαδικασία διαπραγμάτευσης και συμφωνία ειρήνης προκύπτει, και ότι πρέπει επίσης να αντιμετωπίζονται κατά τη διάρκεια της ίδιας της σύγκρουσης·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτυχής αποστράτευση και επανένταξη των παιδιών-στρατιωτών μπορεί να συμβάλει στον τερματισμό του αδιάλειπτου κύκλου της βίας·

1.

απευθύνει τις ακόλουθες συστάσεις στον Επίτροπο αρμόδιο για θέματα Ανάπτυξης καθώς και στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας:

α)

να ενθαρρυνθεί η υπογραφή σχεδίων δράσης για την προστασία των παιδιών σε ένοπλες συγκρούσεις, από κοινού με το γραφείο της ειδικής εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τα παιδιά και τις ένοπλες συγκρούσεις, από τα εμπλεκόμενα κράτη και τις ένοπλες μη κρατικές δυνάμεις, ενώ παράλληλα να υπενθυμίζεται ότι η δέσμευση αυτή με μη κρατικές ένοπλες δυνάμεις δεν συνεπάγεται τη στήριξη, ή αναγνώριση της νομιμότητας αυτών των ομάδων ή των δραστηριοτήτων τους·

β)

να αναγνωρισθούν οι προσπάθειες που έχουν καταβάλει τα Ηνωμένα Έθνη και διεθνείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις προκειμένου να πείσουν τις ένοπλες μη κρατικές δυνάμεις να προστατεύουν τα παιδιά, ενώ παράλληλα να επαναλαμβάνεται ότι το γεγονός αυτό δεν συνεπάγεται τη στήριξη ή αναγνώριση της νομιμότητας των δραστηριοτήτων των εν λόγω δυνάμεων·

γ)

να συμπεριληφθεί στους πολιτικούς διαλόγους με τις τρίτες χώρες, π.χ. στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Κοτονού, ο στόχος της πρόληψης και παρεμπόδισης της στρατολόγησης και της καταναγκαστικής συμμετοχής των παιδιών ηλικίας κάτω των 18 ετών, και να διασφαλισθεί η απελευθέρωσή τους και η επανένταξή τους στην κοινωνία·

δ)

να υπενθυμίζεται ότι κράτη και ένοπλες μη κρατικές ομάδες θα πρέπει να συμμορφώνονται με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και το διεθνές ανθρωπιστικό εθιμικό δίκαιο, και να στηρίζονται στην προσπάθειά τους να λαμβάνουν ειδικά μέτρα για την προστασία των αμάχων και ειδικότερα των παιδιών, ενώ παράλληλα να υπενθυμίζεται ότι αυτή η δραστηριότητα με ένοπλους μη κρατικούς παράγοντες δεν συνεπάγεται τη στήριξη ή αναγνώριση της νομιμότητας των ομάδων αυτών ή των δραστηριοτήτων τους·

ε)

να υπενθυμίζεται ότι το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο είναι ένα νομικό πλαίσιο που δεσμεύει τις ένοπλες μη κρατικές ομάδες και ότι το κοινό άρθρο 3 των Συμβάσεων της Γενεύης και το δεύτερο πρόσθετο πρωτόκολλο του 1977 έχουν αμφότερα συμβάλει στην επίτευξη αυτού του σκοπού, όπως και μεγάλος αριθμός εθιμικών κανόνων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου· να εξετάζεται, ως ιδιαίτερα σημαντικό, το κατά πόσον οι ισχύοντες κανόνες του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου επαρκούν για την αντιμετώπιση των μη κρατικών δυνάμεων ή χρειάζονται περαιτέρω ρυθμίσεις·

στ)

να αποκατασταθεί η άμεση, ή έμμεση μέσω εξειδικευμένων ΜΚΟ και ανθρωπιστικών οργανώσεων, επαφή με ένοπλες μη κρατικές δυνάμεις σχετικά με το θέμα της προστασίας κοριτσιών και αγοριών, προκειμένου να ανακουφισθεί η ταλαιπωρία των παιδιών στο πλαίσιο των ενόπλων συγκρούσεων και να παρακινηθούν οι ένοπλες μη κρατικές δυνάμεις να υπογράψουν την πράξη δέσμευσης για την τήρηση της έκκλησης της Γενεύης όσον αφορά την προστασία των παιδιών από τις επιπτώσεις των ενόπλων συγκρούσεων·

ζ)

να υποστηριχθούν οι ανθρωπιστικές οργανώσεις που πραγματοποιούν διάλογο με τις ένοπλες μη κρατικές δυνάμεις προκειμένου να προωθήσουν τον σεβασμό των διεθνών ανθρωπιστικών προτύπων σε ένοπλες συγκρούσεις, και ειδικότερα την προστασία των παιδιών, με τη βοήθεια πολιτικών, διπλωματικών και οικονομικών μέσων·

η)

να ζητηθεί από τα κράτη μέλη να συμμετάσχουν στις προσπάθειες που καταβάλλει η διεθνής κοινότητα για να δώσει τέλος στις επιθέσεις σε σχολεία και στη χρησιμοποίηση των σχολείων από ένοπλες δυνάμεις για στρατιωτικούς σκοπούς, προσυπογράφοντας το σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών του Lucens για την προστασία σχολείων και πανεπιστημίων από στρατιωτική χρήση κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα σύσταση στον Επίτροπο για Θέματα Ανάπτυξης, την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, την Επιτροπή, το Συμβούλιο καθώς και στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.


(1)  ΕΕ C 76 E της 25.3.2010, σ. 3.

(2)  ΕΕ C 41 E της 19.2.2009, σ. 24.

(3)  ΕΕ C 74 E της 24.3.2004, σ. 854.

(4)  ΕΕ C 121 της 24.4.2001, σ. 401.

(5)  ΕΕ C 98 της 9.4.1999, σ. 297.


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/265


P7_TA(2014)0217

Αριθμός των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών στις μικτές κοινοβουλευτικές επιτροπές, των αντιπροσωπειών στις επιτροπές κοινοβουλευτικής συνεργασίας και στις πολυμερείς κοινοβουλευτικές συνελεύσεις

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τον αριθμό των διακοινοβουλευτικών αντιπροσωπειών, των αντιπροσωπειών σε μικτές διακοινοβουλευτικές επιτροπές και των αντιπροσωπειών σε κοινοβουλευτικές επιτροπές συνεργασίας, και των πολυμερών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων (2014/2632(RSO))

(2017/C 378/33)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Διάσκεψης των Προέδρων,

έχοντας υπόψη τις συμφωνίες σύνδεσης και συνεργασίας, καθώς και τις άλλες συμφωνίες που έχει συνάψει η Ευρωπαϊκή Ένωση με τρίτες χώρες,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 198 και 200 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι επιθυμεί διακαώς να ενισχύσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία με τη διεξαγωγή ενός συνεχούς διακοινοβουλευτικού διαλόγου,

1.

αποφασίζει ότι ο αριθμός των αντιπροσωπειών και των περιφερειακών ομάδων τους έχει ως εξής:

α)

Ευρώπη, Δυτικά Βαλκάνια και Τουρκία

Αντιπροσωπείες στην

Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας

Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Τουρκίας

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με την Ελβετία, τη Νορβηγία, στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Ισλανδίας και στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ)

Αντιπροσωπεία στην ΚΕΣΣ EΕ-Σερβίας

Αντιπροσωπεία στην ΚΕΣΣ EΕ-Αλβανίας

Αντιπροσωπεία στην ΚΕΣΣ EΕ-Μαυροβουνίου

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο

β)

Ρωσία, χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συνεργασίας ΕΕ-Ρωσίας

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συνεργασίας ΕΕ-Ουκρανίας

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συνεργασίας ΕΕ-Μολδαβίας

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με τη Λευκορωσία

Αντιπροσωπεία στις Κοινοβουλευτικές Επιτροπές Συνεργασίας ΕΕ-Αρμενίας, ΕΕ-Αζερμπαϊτζάν και ΕΕ-Γεωργίας

γ)

Μαγκρέμπ, Μασρέκ, Ισραήλ, Παλαιστίνη

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

το Ισραήλ

το Παλαιστινιακό Νομοθετικό Συμβούλιο

τις χώρες του Μαγκρέμπ και την Ένωση του Αραβικού Μαγκρέμπ

τις χώρες του Μασρέκ

δ)

Αραβική Χερσόνησος, Ιράκ, Ιράν

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

την Αραβική Χερσόνησο

το Ιράκ

το Ιράν

ε)

Αμερικανική ήπειρος

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής

τον Καναδά

την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας

τις χώρες της Κεντρικής Αμερικής,

τις χώρες της Κοινότητας των Άνδεων,

την Κοινή Αγορά του Νότου (Mercosur)

Αντιπροσωπεία στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Μεξικού

Αντιπροσωπεία στη Μικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή ΕΕ-Χιλής

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Cariforum — ΕΕ

στ)

Ασία/Ειρηνικός

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

την Ιαπωνία

τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας,

την Ινδία

το Αφγανιστάν

τις χώρες της Νότιας Ασίας

τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας και την Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN),

την Κορεατική Χερσόνησο,

την Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία

Αντιπροσωπεία στις Επιτροπές Κοινοβουλευτικής Συνεργασίας ΕΕ-Καζακστάν, ΕΕ-Κιργιζιστάν, ΕΕ-Ουζμπεκιστάν και ΕΕ-Τατζικιστάν και για τις σχέσεις με το Τουρκμενιστάν και τη Μογγολία

ζ)

Αφρική

Αντιπροσωπείες για τις σχέσεις με

τη Νότια Αφρική

το Παναφρικανικό Κοινοβούλιο

η)

Πολυμερείς συνελεύσεις

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Ένωσης για τη Μεσόγειο

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ευρώπης-Λατινικής Αμερικής (Eurolat)

Αντιπροσωπεία στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Euronest

Αντιπροσωπεία για τις σχέσεις με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του NATO·

2.

αποφασίζει τα μέλη των κοινοβουλευτικών επιτροπών που δημιουργούνται με βάση τη Συμφωνία Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης (ΣΟΕΣ) να προέρχονται αποκλειστικά από την Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου και την Επιτροπή Ανάπτυξης — διασφαλίζοντας τη διατήρηση του ηγετικού ρόλου της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου ως αρμόδιας επιτροπής — και να συντονίζουν ενεργά τις εργασίες τους με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ·

3.

αποφασίζει τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ένωσης για τη Μεσόγειο, της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ευρώπης-Λατινικής Αμερικής και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Euronest να προέρχονται αποκλειστικά από τις διμερείς ή υποπεριφερειακές αντιπροσωπείες που καλύπτονται από κάθε συνέλευση·

4.

αποφασίζει τα μέλη της Αντιπροσωπείας για τις σχέσεις με την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του NATO να προέρχονται αποκλειστικά από την Υποεπιτροπή Ασφάλειας και Άμυνας·

5.

αποφασίζει ότι η Διάσκεψη των Προέδρων Αντιπροσωπειών πρέπει να καταρτίσει σχέδιο εξάμηνου χρονοδιαγράμματος, το οποίο θα εγκριθεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων ύστερα από διαβούλευση με την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων και την Επιτροπή Ανάπτυξης, νοουμένου ωστόσο ότι η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί να τροποποιήσει το χρονοδιάγραμμα, έτσι ώστε να υπάρξει ανταπόκριση σε πολιτικά γεγονότα·

6.

αποφασίζει ότι οι πολιτικές ομάδες και οι μη εγγεγραμμένοι βουλευτές δύνανται να ορίζουν μόνιμα αναπληρωματικά μέλη τα οποία θα συμμετέχουν σε κάθε τύπο αντιπροσωπείας και ότι ο αριθμός αυτών των αναπληρωματικών μελών δεν δύναται να υπερβαίνει τον αριθμό των τακτικών μελών που εκπροσωπούν τις ομάδες ή τους μη εγγεγραμμένους βουλευτές·

7.

αποφασίζει να εντείνει τη συνεργασία και τη διαβούλευση με τις επιτροπές που ενδιαφέρονται για το αντικείμενο εργασίας των αντιπροσωπειών, διοργανώνοντας κοινές συνεδριάσεις μεταξύ των οργάνων αυτών στους συνήθεις τόπους εργασίας του·

8.

θα καταβάλει προσπάθειες προκειμένου να εξασφαλίσει στην πράξη ότι ένας ή περισσότεροι εισηγητές επιτροπών ή πρόεδροι θα έχουν παρομοίως τη δυνατότητα να συμμετέχουν στις εργασίες των αντιπροσωπειών, των μικτών διακοινοβουλευτικών επιτροπών, των κοινοβουλευτικών επιτροπών συνεργασίας και των πολυμερών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων· αποφασίζει ότι ο Πρόεδρος, κατόπιν κοινού αιτήματος των προέδρων της οικείας αντιπροσωπείας και μεικτής κοινοβουλευτικής επιτροπής, θα εξουσιοδοτεί αποστολές του τύπου αυτού·

9.

αποφασίζει ότι η απόφαση αυτή θα τεθεί σε ισχύ κατά την πρώτη περίοδο συνόδου της όγδοης κοινοβουλευτικής περιόδου·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης.


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/269


P7_TA(2014)0180

Στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών (αρμοδιότητες κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές αρμοδιότητες) ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 για στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών όσον αφορά την ανάθεση αρμοδιοτήτων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων (COM(2013)0484 — C7-0205/2013 — 2013/0226(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/34)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0484),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 338 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0205/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0003/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


P7_TC1-COD(2013)0226

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 για στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών όσον αφορά την ανάθεση αρμοδιοτήτων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 338 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), οι εξουσίες που ανατέθηκαν στην Επιτροπή πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ.

(2)

Όσον αφορά την έγκριση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), η Επιτροπή έχει δεσμευτεί (3) να αναθεωρήσει, βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται στη Συνθήκη, τις νομοθετικές πράξεις οι οποίες δεν είχαν προσαρμοστεί στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο πριν από τη θέση σε ισχύ της συνθήκης της Λισαβόνας.

(3)

Βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) ανατίθενται στην Επιτροπή αρμοδιότητες για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του εν λόγω κανονισμού.

(4)

Στο πλαίσιο της ευθυγράμμισης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 με τους νέους κανόνες λήψης αποφάσεων της ΣΛΕΕ, οι αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή δυνάμει του εν λόγω κανονισμού έχουν μετατραπεί σε πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις.

(5)

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1365/2006, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές και τεχνικές τάσεις, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης σχετικά με για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την αναπροσαρμογή του κατώτατου ορίου για τη στατιστική κάλυψη των μεταφορών μέσω εσωτερικών πλωτών οδών, την προσαρμογή των ορισμών και την έγκριση πρόσθετων ορισμών,. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για καθώς και την προσαρμογή του πεδίου συλλογής στοιχείων και του περιεχομένου των παραρτημάτων. [Τροπολογία 1]

(6)

Η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μη συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση για τα κράτη μέλη ή τους συμμετέχοντες στην έρευνα ερωτώμενους . [Τροπολογία 2]

(7)

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(8)

Με σκοπό να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1365/2006, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή για την έγκριση ρυθμίσεων όσον αφορά τη διαβίβαση στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων ανταλλαγής στοιχείων, τη διάδοση των αποτελεσμάτων από την Επιτροπή (Eurostat), καθώς, επίσης, και σχετικά με την ανάπτυξη και τη δημοσίευση μεθοδολογικών προδιαγραφών και κριτηρίων για την εξασφάλιση της ποιότητας των παραγόμενων στοιχείων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Για την έγκριση αυτών των πράξεων, λόγω του γενικού πεδίου εφαρμογής τους, πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία εξέτασης. [Τροπολογία 3]

(9)

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), είναι αναγκαίο και σκόπιμο για την επίτευξη του βασικού στόχου της ευθυγράμμισης των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να καθοριστούν κοινοί κανόνες για την ευθυγράμμιση αυτή στον τομέα των στατιστικών για τις μεταφορές. Ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του εν λόγω στόχου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. [Τροπολογία 4]

(10)

Για να εξασφαλιστεί ασφάλεια δικαίου, είναι απαραίτητο να μην επηρεαστούν από τον παρόντα κανονισμό οι διαδικασίες θέσπισης μέτρων οι οποίες έχουν αρχίσει, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(11)

Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 τροποποιείται ως εξής:

-1a)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 4, το στοιχείο β) διαγράφεται· [Τροπολογία 5]

-1β)

Στο άρθρο 2 παράγραφος 4, το στοιχείο γ) διαγράφεται· [Τροπολογία 6]

1)

Στο άρθρο 2 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις , εφόσον είναι αναγκαίο, σύμφωνα με το άρθρο 9, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και τεχνικών τάσεων, σχετικά με την αναπροσαρμογή του κατώτατου ορίου για τη στατιστική κάλυψη των μεταφορών μέσω εσωτερικών πλωτών οδών.»[Τροπολογία 7]

2)

Στο άρθρο 3 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις , εφόσον είναι αναγκαίο, σύμφωνα με το άρθρο 9, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και τεχνικών τάσεων, για την αναπροσαρμογή των ορισμών και την έκδοση πρόσθετων ορισμών.»[Τροπολογία 8]

3)

Στο άρθρο 4 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις , εφόσον είναι αναγκαίο, σύμφωνα με το άρθρο 9, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και τεχνικών τάσεων, για την αναπροσαρμογή του πεδίου συλλογής στοιχείων και του περιεχομένου των παραρτημάτων.»[Τροπολογία 9]

4)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι ρυθμίσεις για τη διαβίβαση στοιχείων στην Επιτροπή (Eurostat), συμπεριλαμβανομένων των προτύπων για την ανταλλαγή στοιχείων, εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.»

5)

Στο άρθρο 6 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι ρυθμίσεις για τη διάδοση των αποτελεσμάτων εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.»

6)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή εγκρίνει τις μεθοδολογικές προδιαγραφές και κριτήρια που στοχεύουν στην εξασφάλιση της ποιότητας των παραγόμενων στοιχείων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.»

6a)

Στο άρθρο 7 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α.     Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, στα στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζονται εφαρμόζονται τα κριτήρια ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (*1).

3β.     Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, προσδιορίζει τους τρόπους, τη δομή, την περιοδικότητα και τα στοιχεία συγκρισιμότητας για τις εκθέσεις ποιότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2.

(*1)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).» [Τροπολογία 10]"

6β)

Στο άρθρο 8, η εισαγωγική φράση της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Μέχρι τις …  (*2) και εν συνεχεία ανά τριετία, και ύστερα από διαβούλευση με την επιτροπή στατιστικού προγράμματος, η Επιτροπή υποβάλει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Συγκεκριμένα, η έκθεση αυτή:» [Τροπολογία 11]

(*2)   Τρία έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. "

7)

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Άσκηση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων της εξουσιοδότησης [Τροπολογία 12]

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου. [Τροπολογία 13]

2.   Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 5, του άρθρου 3 και του άρθρου 4 παράγραφος 4, η Επιτροπή μεριμνά ούτως ώστε οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μην συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση για τα κράτη μέλη και τους συμμετέχοντες στην έρευνα.

3.   Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5, στο άρθρο 3 και στο άρθρο 4 παράγραφος 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα περίοδο πέντε ετών από την … (*3). Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την ανάθεση αρμοδιότητας το αργότερο εννέα μήνες πριν από την εκπνοή της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 14]

4.   Η ανάθεση της αρμοδιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5, το άρθρο 3 και στο άρθρο 4 παράγραφος 4 είναι δυνατόν να ανακληθεί οποιαδήποτε στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο.

Η απόφαση για την ανάκληση θέτει τέρμα στην ανάθεση της αρμοδιότητας που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία, η οποία καθορίζεται σ» αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

5.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 5, του άρθρου 3 και του άρθρου 4 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εάν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα κοινοποίησης της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

(*3)   Ημερομηνία έναρξης ισχύος του τροποποιητικού κανονισμού. "

8)

Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 10

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4). Η επιτροπή αυτή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2a.     Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. [Τροπολογία 15]

(*4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164)."

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»"

8a)

Στο παράρτημα B, ο Πίνακας Β1 αντικαθίσταται ως εξής:

Πίνακας B1. Μεταφορά επιβατών και εμπορευμάτων ανά εθνικότητα του σκάφους και ανά τύπο σκάφους (ετήσια στοιχεία)

Στοιχεία

Κωδικοί

Ονοματολογία

Μονάδα

Πίνακας

2-αλφαρ.

«B1»

 

Δηλούσα χώρα

2-γράμματα

NUTSO (εθνικός κωδικός)

 

Έτος

4-ψηφία

«yyyy»

 

Χώρα/περιφέρεια φόρτωσης

4-αλφαρ.

NUTS2  (*6)

 

Χώρα/περιφέρεια εκφόρτωσης

4-αλφαρ.

NUTS2  (*6)

 

Είδος μεταφοράς

1-ψηφία

1= εθνική

 

 

 

2 = διεθνής (εκτός της διαμετακόμισης)

 

 

 

3= διαμετακομιστική

 

Τύπος σκάφους

1-ψηφία

1= αυτοκινούμενη φορτηγίδα

 

 

 

2= μη αυτοκινούμενη φορτηγίδα

 

 

 

3= αυτοκινούμενη δεξαμενοφορτηγίδα

 

 

 

4= μη αυτοκινούμενη δεξαμενοφορτηγίδα

 

 

 

5= άλλα σκάφη μεταφοράς εμπορευμάτων

 

 

 

6= σκάφος θαλάσσιας ναυσιπλοΐας

 

 

 

7= κρουαζιερόπλοια που μεταφέρουν πάνω από 100 επιβάτες

 

 

 

8= οχηματαγωγά που μεταφέρουν επιβάτες σε απόσταση μεγαλύτερη των 300 μέτρων

 

Εθνικότητα του σκάφους

2-γράμματα

NUTS0 (εθνικός κωδικός)  (*7)

 

Μεταφερθέντες τόνοι

 

 

Τόνος

Τονοχιλιόμετρα

 

 

Τονοχιλιόμετρα

Μεταφερθέντες επιβάτες

12-ψηφία

 

Επιβάτης

Επιβατοχιλιόμετρα

12-ψηφία

 

Επιβάτης

Διαθέσιμα καθίσματα επιβατών

12-ψηφία

 

Κάθισμα επιβάτη

[Τροπολογία 16]

9)

Το παράρτημα Ζ απαλείφεται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τις διαδικασίες θέσπισης μέτρων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1365/2006, οι οποίες έχουν ξεκινήσει, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί, πριν από τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(3)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 19.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1365/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για στατιστικές σχετικά με μεταφορές εμπορευμάτων μέσω εσωτερικών πλωτών οδών και για την κατάργηση της οδηγίας 80/1119/ΕΟΚ (ΕΕ L 264 της 25.9.2006, σ. 1).

(*6)   Όταν ο κωδικός της περιφέρειας είναι άγνωστος ή δεν υπάρχει, χρησιμοποιείται η ακόλουθη κωδικοποίηση:

«NUTS0 + ZZ» όταν υπάρχει κωδικός NUTS για τη χώρα-εταίρο,

«κωδικός ISO + ZZ» όταν δεν υπάρχει κωδικός NUTS για τη χώρα-εταίρο,

«ZZZZ» όταν η χώρα-εταίρος είναι τελείως άγνωστη.

(*7)   Όταν δεν υπάρχει κωδικός NUTS για το κράτος νηολόγησης του σκάφους, υποβάλλεται ο εθνικός κωδικός ISO. Όταν η εθνικότητα του σκάφους είναι άγνωστη, ο κωδικός που χρησιμοποιείται είναι «ZZ».


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/276


P7_TA(2014)0181

Στατιστικές σχετικά με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών ***I

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την παροχή και την ποιότητα των στατιστικών σχετικά με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (COM(2013)0342 — C7-0162/2013 — 2013/0181(COD)) (1)

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/35)

Τροπολογία 1

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (2) θεσπίζει μηχανισμό επαγρύπνησης ώστε να διευκολύνεται ο έγκαιρος εντοπισμός και η παρακολούθηση των ανισορροπιών. Με βάση τον μηχανισμό αυτόν, η Επιτροπή υποχρεούται να εκπονεί ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ποιοτική οικονομική και χρηματοπιστωτική αξιολόγηση και προσδιορίζει τα κράτη μέλη τα οποία η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορεί να πλήττονται ή κινδυνεύουν να πληγούν από ανισορροπίες.

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) (ΔΜΑ) θεσπίζει μηχανισμό επαγρύπνησης ώστε να διευκολύνεται ο έγκαιρος εντοπισμός και η παρακολούθηση των ανισορροπιών. Με βάση τον μηχανισμό αυτόν, η Επιτροπή υποχρεούται να εκπονεί ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ποιοτική οικονομική και χρηματοπιστωτική αξιολόγηση και προσδιορίζει τα κράτη μέλη τα οποία η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορεί να πλήττονται ή κινδυνεύουν να πληγούν από ανισορροπίες.

Τροπολογία 2

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(3)

Η ύπαρξη αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων αποτελεί τη βάση για την αποτελεσματική εποπτεία των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Για την εξασφάλιση ορθών και ανεξάρτητων στατιστικών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την επαγγελματική ανεξαρτησία των εθνικών στατιστικών αρχών, σύμφωνα με τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές  (3) .

(3)

Η ύπαρξη αξιόπιστων , ακριβών και χρήσιμων στατιστικών στοιχείων είναι ουσιώδης προϋπόθεση για την αποτελεσματική εποπτεία των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Για την εξασφάλιση ορθών και ανεξάρτητων στατιστικών, θα πρέπει να ενισχυθεί η ανεξαρτησία της Eurostat σύμφωνα με τις προτάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  () και τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την επαγγελματική ανεξαρτησία των εθνικών στατιστικών αρχών, σύμφωνα με τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, όπως ορίζεται στον εν λόγω κανονισμό.

Τροπολογία 3

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(3α)

Είναι απαραίτητο η Επιτροπή να εξακολουθήσει να ανταποκρίνεται στην ανάγκη για αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία, τα οποία επιτρέπουν στις πολιτικές της Ένωσης να ανταποκρίνονται πληρέστερα στις περιφερειακές οικονομικές, κοινωνικές και εδαφικές συνθήκες.

Τροπολογία 4

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(4)

Η ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης βασίζεται σε πίνακα αποτελεσμάτων με μια σειρά από δείκτες οι τιμές των οποίων συγκρίνονται με τα ενδεικτικά κατώτατα όριά τους. Η έκθεση αποτελεί το αρχικό εργαλείο ελέγχου που διαθέτει η Επιτροπή για να προσδιορίζει τα κράτη μέλη, στα οποία κρίνει ότι οι εξελίξεις απαιτούν περαιτέρω διεξοδική ανάλυση, ώστε να εξακριβωθεί αν σε αυτά υφίστανται ανισορροπίες ή ελλοχεύει ο κίνδυνος ανισορροπιών. Η ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης θα πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ. Στις εμπεριστατωμένες επισκοπήσεις που ακολουθούν αναλύονται όμως σε βάθος οι κινητήριες δυνάμεις στις οποίες οφείλονται οι παρατηρούμενες εξελίξεις, έτσι ώστε να καθοριστεί η φύση των ανισορροπιών. Ο πίνακας αποτελεσμάτων και τα κατώτατα όρια δεν ερμηνεύονται μηχανικά, αλλά αποτελούν αντικείμενο οικονομικής ανάγνωσης. Η Επιτροπή, όταν διενεργεί εμπεριστατωμένες επισκοπήσεις, εξετάζει ευρύ φάσμα οικονομικών μεταβλητών και πρόσθετες πληροφορίες λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ειδικές ανά χώρα περιστάσεις. Για τους λόγους αυτούς, δεν είναι δυνατόν να απαριθμηθούν διεξοδικά όλα τα δεδομένα που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, αλλά θα πρέπει να οριστούν με βάση τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 σχετικά με τον εντοπισμό των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών καθώς και την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης. Κατά την εφαρμογή της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα πρέπει να προτιμούν τις στατιστικές που συγκεντρώνουν και διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) τα κράτη μέλη. Άλλες στατιστικές, οι οποίες δεν συγκεντρώνονται ούτε και διαβιβάζονται με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο όταν οι προαναφερθείσες στατιστικές δεν παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ποιότητας αυτών των άλλων στατιστικών.

(4)

Η ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης βασίζεται σε πίνακα αποτελεσμάτων με μια σειρά από δείκτες οι τιμές των οποίων συγκρίνονται με τα ενδεικτικά κατώτατα όριά τους. Η έκθεση αποτελεί το αρχικό εργαλείο ελέγχου που διαθέτει η Επιτροπή για να προσδιορίζει τα κράτη μέλη, στα οποία κρίνει ότι οι εξελίξεις απαιτούν περαιτέρω διεξοδική ανάλυση, ώστε να εξακριβωθεί αν σε αυτά υφίστανται ανισορροπίες ή ελλοχεύει ο κίνδυνος ανισορροπιών. Η ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης θα πρέπει να περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ. Στις εμπεριστατωμένες επισκοπήσεις που ακολουθούν αναλύονται όμως σε βάθος οι κινητήριες δυνάμεις στις οποίες οφείλονται οι παρατηρούμενες εξελίξεις, έτσι ώστε να καθοριστεί η φύση των ανισορροπιών. Ο πίνακας αποτελεσμάτων και τα κατώτατα όρια δεν θα πρέπει να ερμηνεύονται μηχανικά, αλλά να αποτελούν αντικείμενο οικονομικής ανάγνωσης. Η Επιτροπή, όταν διενεργεί εμπεριστατωμένες επισκοπήσεις, εξετάζει ευρύ φάσμα οικονομικών μεταβλητών και πρόσθετες πληροφορίες λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ειδικές ανά χώρα περιστάσεις. Για τους λόγους αυτούς, δεν είναι δυνατόν να απαριθμηθούν διεξοδικά όλα τα δεδομένα που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, αλλά θα πρέπει να οριστούν με βάση τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 σχετικά με τον εντοπισμό των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών καθώς και την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης. Κατά την εφαρμογή , την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να προτιμούν τις στατιστικές που συγκεντρώνουν και διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) τα κράτη μέλη. Άλλες στατιστικές, οι οποίες δεν συγκεντρώνονται ούτε και διαβιβάζονται με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο όταν οι προαναφερθείσες στατιστικές δεν παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες, λαμβανομένης δεόντως υπόψη της ποιότητας αυτών των άλλων στατιστικών.

Τροπολογία 5

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(5)

Θα πρέπει να θεσπιστεί μια αξιόπιστη διαδικασία για τη συγκέντρωση, την παρακολούθηση και τη δημοσιοποίηση των στοιχείων που σχετίζονται με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (τα οποία στο εξής αναφέρονται ως «στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ») καθώς και για τη συνεχή βελτίωση των υποκείμενων στατιστικών πληροφοριών εντός των πλαισίων που έχει θεσπίσει η Επιτροπή για τη διαχείριση της ποιότητας των ευρωπαϊκών στατιστικών (4). Η ομάδα των διευθυντών μακροοικονομικών στατιστικών, που συγκρότησε η Επιτροπή, αποτελεί την κατάλληλη ομάδα εμπειρογνωμόνων για να παράσχει στην Επιτροπή (Eurostat) την απαιτούμενη βοήθεια με σκοπό την εφαρμογή μιας στιβαρής διαδικασίας παρακολούθησης της ποιότητας για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ.

(5)

Θα πρέπει να θεσπιστεί μια αξιόπιστη διαδικασία για τη συλλογή, τη συγκέντρωση, την παρακολούθηση και τη δημοσιοποίηση των στοιχείων που σχετίζονται με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών (τα οποία στο εξής αναφέρονται ως «στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ») καθώς και για τη συνεχή βελτίωση των υποκείμενων στατιστικών πληροφοριών εντός των πλαισίων που έχει θεσπίσει η Επιτροπή για τη διαχείριση της ποιότητας των ευρωπαϊκών στατιστικών (4). Η ομάδα των διευθυντών μακροοικονομικών στατιστικών, που συγκρότησε η Επιτροπή, η οποία περιλαμβάνει εμπειρογνώμονες από την Επιτροπή Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών , αποτελεί την κατάλληλη ομάδα εμπειρογνωμόνων για να παράσχει στην Επιτροπή (Eurostat) την απαιτούμενη βοήθεια με σκοπό την εφαρμογή μιας στιβαρής διαδικασίας παρακολούθησης της ποιότητας για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ.

Τροπολογία 6

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(6)

Είναι ζωτικής σημασίας η εκπόνηση των απαιτούμενων στατιστικών για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της Ένωσης να εδράζεται μόνο σε αξιόπιστα στοιχεία. Κατά την εκπόνηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, τα οποία αποτελούν ζωτική εισροή για τον εντοπισμό μακροοικονομικών ισορροπιών καθώς και για την πρόληψη και τη διόρθωση υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης, μη αξιόπιστα στοιχεία μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στα συμφέροντα της Ένωσης . Είναι αναγκαίο να ληφθούν πρόσθετα μέτρα, έτσι ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη η εκπόνηση, η παροχή και η ποιοτική παρακολούθηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, τα οποία είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών. Τα μέτρα αυτά αναμένεται να βελτιώσουν την αξιοπιστία των υποκείμενων στατιστικών πληροφοριών καθώς και την παροχή και την ποιοτική παρακολούθηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ. Για να αποφευχθεί η υποβολή ανακριβών στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, είτε από πρόθεση είτε από σοβαρή αμέλεια, θα πρέπει να θεσπιστεί ένας μηχανισμός επιβολής χρηματικών κυρώσεων που να διασφαλίζει τη δέουσα επιμέλεια στην εκπόνηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ.

(6)

Είναι ζωτικής σημασίας η εκπόνηση των απαιτούμενων στατιστικών για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της Ένωσης να εδράζεται σε αξιόπιστα στοιχεία. Κρίνεται σκόπιμο οι διαδικασίες που ορίζονται με τους κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 και (ΕΕ) αριθ. 1174/2011 να συμπληρωθούν με αντίστοιχο επίσημο πλαίσιο για τη συγκέντρωση, την παρακολούθηση ποιότητας και τη δημοσιοποίηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, σύμφωνα με τα κοινά κριτήρια ποιότητας που ορίζονται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ . 223/2009. Είναι αναγκαίο να ληφθούν πρόσθετα μέτρα, έτσι ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη η εκπόνηση, η παροχή και η ποιοτική παρακολούθηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, τα οποία είναι απαραίτητα για τη λειτουργία της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών. Τα μέτρα αυτά αναμένεται να βελτιώσουν την αξιοπιστία των υποκείμενων στατιστικών πληροφοριών καθώς και την παροχή και την ποιοτική παρακολούθηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ.

Τροπολογία 7

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 6 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(6α)

Για να αποφευχθεί η υποβολή ανακριβών στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, είτε από πρόθεση είτε από σοβαρή αμέλεια, θα πρέπει να θεσπιστεί ένας διορθωτικός μηχανισμός που να διασφαλίζει τη δέουσα επιμέλεια στην εκπόνηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ.

Τροπολογία 8

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 7

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(7)

Για να συμπληρωθούν οι κανόνες υπολογισμού των προστίμων για παραποίηση στατιστικών καθώς και οι κανόνες για τη διαδικασία που θα ακολουθεί η Επιτροπή για τη διερεύνηση τέτοιων πράξεων , θα πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («η Συνθήκη») βάσει λεπτομερών κριτηρίων που θα ορίζουν το ύψος του προστίμου και τον τρόπο με τον οποίο θα διεξάγει τις έρευνες η Επιτροπή. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(7)

Για να συμπληρωθούν οι κανόνες υπολογισμού των τοκοφόρων καταθέσεων και των προστίμων για παραποίηση στατιστικών καθώς και οι κανόνες για τη διαδικασία που θα ακολουθεί η Επιτροπή για τις έρευνες σχετικά με την παραποίηση στατιστικών , θα πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («η Συνθήκη») βάσει λεπτομερών κριτηρίων που θα ορίζουν το ύψος του προστίμου και τον τρόπο με τον οποίο θα διεξάγει τις έρευνες η Επιτροπή. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Τροπολογία 9

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 8

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(8)

Θα πρέπει να καθιερωθούν η στενή συνεργασία και αδιάλειπτος διάλογος μεταξύ της Επιτροπής και των στατιστικών αρχών των κρατών μελών, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητα των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ που υποβάλλουν τα κράτη μέλη καθώς των υποκείμενων στατιστικών πληροφοριών .

(8)

Η αδιάλειπτη συνεργασία και ο διαρκής συντονισμός μεταξύ της Επιτροπής (Eurostat) και των στατιστικών υπηρεσιών των κρατών μελών αποτελεί σημαντικό μέρος του αποτελεσματικού συντονισμού των στατιστικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος (ΕΣΣ). Η συνεργασία αυτή χρειάζεται να ενισχυθεί έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ποιότητα των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ που υποβάλλουν τα κράτη μέλη καθώς των υποκείμενων στατιστικών πληροφοριών· ο θεσμικός διαχωρισμός του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών θα πρέπει να γίνονται σεβαστά κατά την ανάπτυξη, παραγωγή και διάδοση στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ στο πλαίσιο της αντίστοιχης δομής διακυβέρνησης και των στατιστικών προγραμμάτων εργασίας του ΕΣΣ και του ΕΣΚΤ .

Τροπολογία 10

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(9)

Θα πρέπει να διασφαλιστεί η στενή συνεργασία μεταξύ του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009, έτσι ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο η επιβάρυνση ανταπόκρισης, να εξασφαλιστεί η αναγκαία συνεκτικότητα, να βελτιωθούν οι υποκείμενες στατιστικές και να εξασφαλιστεί η συγκρισιμότητα.

(9)

Δεδομένου ότι τόσο το ΕΣΣ όσο και το ΕΣΚΤ είναι υπεύθυνα για την κατάρτιση διαφόρων στατιστικών στις οποίες βασίζονται τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ, θα πρέπει να διασφαλιστεί η στενή συνεργασία μεταξύ των δύο συστημάτων όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ, σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009, έτσι ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο η επιβάρυνση ανταπόκρισης, να εξασφαλιστεί η αναγκαία συνεκτικότητα, να βελτιωθούν οι υποκείμενες στατιστικές και να εξασφαλιστεί η συγκρισιμότητα. Οι πρακτικές λειτουργικές ρυθμίσεις όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ του ΕΣΣ και του ΕΣΚΤ στον τομέα της διασφάλισης ποιότητας για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ θα μπορούσαν να καθορίζονται στο πλαίσιο ενός μνημονίου συνεννόησης. Η επιτροπή στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών (ΕΣΝΧΙ), η οποία συστάθηκε με την απόφαση 2006/856/ΕΚ  () του Συμβουλίου, θα μπορούσε, δεδομένης της μακροχρόνιας εμπειρίας της στους τομείς στατιστικής που καλύπτονται από τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ, να παράσχει συμβουλές όσον αφορά τις πρακτικές λειτουργικές ρυθμίσεις για τη συνεργασία, οι οποίες θα μπορούσαν να συνοψίζονται στο εν λόγω μνημόνιο συνεννόησης.

Τροπολογία 11

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(9α)

Οι διατάξεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εντάσσονται στο πλαίσιο ενίσχυσης της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης, το οποίο απαιτεί ενίσχυση της δημοκρατικής λογοδοσίας σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο. Το βελτιωμένο σύστημα στατιστικής παρακολούθησης της ΔΜΑ θα πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων. Ενώ αναγνωρίζεται ότι συνομιλητές με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο του διαλόγου είναι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και οι εκπρόσωποί τους, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλεί εκπροσώπους των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών (ΕΣΥ) να συμμετέχουν εθελοντικά σε ακροάσεις.

Τροπολογία 12

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 9 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(9β)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης μέσω ενός βελτιωμένου συστήματος στατιστικής παρακολούθησης δεδομένων σχετικά με τη ΔΜΑ θα πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Τροπολογία 13

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 12 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(12α)

Ωστόσο, η αναστολή των πόρων που προκαλείται λόγω της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως έσχατο μέσο και θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη μία σε βάθος ανάλυση των δεικτών ανεργίας, φτώχειας και συρρίκνωσης του ΑΕγχΠ.

Τροπολογία 14

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 1 — παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.     Οι διαδικασίες διασφάλισης ποιότητας που θεσπίζονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού βασίζονται και λαμβάνουν υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές υφιστάμενων διαδικασιών διασφάλισης ποιότητας. Δεν οδηγούν σε αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών διασφάλισης ποιότητας ούτε σε παράλληλες σειρές δεδομένων.

Τροπολογία 15

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Οι προθεσμίες για τη διαβίβαση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ καθορίζονται με βάση τις συναφείς βασικές πράξεις ή ανακοινώνονται από την Επιτροπή σε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες της Ένωσης.

2.   Οι προθεσμίες για τη διαβίβαση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ καθορίζονται με βάση τις συναφείς βασικές πράξεις ή ανακοινώνονται από την Επιτροπή σε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα που λαμβάνουν υπόψη το πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και τις ανάγκες της Ένωσης.

Τροπολογία 16

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Η Επιτροπή κοινοποιεί κάθε χρόνο στα κράτη μέλη τον χρονικό προγραμματισμό για την ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης, ο οποίος θεσπίστηκε με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011. Με βάση αυτόν τον χρονικό προγραμματισμό, τις προθεσμίες και τα χρονοδιαγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή αποφασίζει και κοινοποιεί στα κράτη μέλη μια καταληκτική ημερομηνία για την αποστολή όλων των πιο επικαιροποιημένων στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ.

3.   Η Επιτροπή κοινοποιεί κάθε χρόνο στα κράτη μέλη τον χρονικό προγραμματισμό για την ετήσια έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης, ο οποίος θεσπίστηκε με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011. Με βάση αυτόν τον χρονικό προγραμματισμό, τις προθεσμίες και τα χρονοδιαγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή αποφασίζει και κοινοποιεί στα κράτη μέλη μια καταληκτική ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή (Eurostat) εξάγει τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ, βάσει των οποίων υπολογίζονται για κάθε κράτος μέλος οι δείκτες του πίνακα αποτελεσμάτων της ΔΜΑ, και καταρτίζει βάση δεδομένων αναφοράς με στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ.

Τροπολογία 17

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 — παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.     Η Επιτροπή (Eurostat) παρέχει σε κάθε κράτος μέλος πρόσβαση στη βάση δεδομένων αναφοράς με τα εξαχθέντα στοιχεία για τη ΔΜΑ, το αργότερο πέντε εργάσιμες ημέρες μετά την καταληκτική ημερομηνία, για σκοπούς επαλήθευσης. Τα κράτη μέλη ελέγχουν τα στοιχεία και τα επιβεβαιώνουν ή προτείνουν τροποποιήσεις, εντός των επτά ημερών που έπονται αυτής της πενθήμερης περιόδου.

Τροπολογία 18

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Τα κράτη μέλη, όταν διαβιβάζουν τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ που αναφέρονται στο άρθρο 1, αποστέλλουν επίσης στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού των στοιχείων αυτών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αλλαγών στις πηγές και στις μεθόδους που εφαρμόζουν, υπό τη μορφή έκθεσης ποιότητας.

1.   Τα κράτη μέλη, όταν διαβιβάζουν τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ που αναφέρονται στο άρθρο 1, υποβάλλουν επίσης στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού των στοιχείων αυτών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αλλαγών στις πηγές και στις μεθόδους που εφαρμόζουν, υπό τη μορφή έκθεσης ποιότητας.

Τροπολογία 19

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 — παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.     Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν την έκθεση ποιότητας εντός επτά ημερών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3α.

Τροπολογία 20

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με σκοπό να καθορίσει τις λεπτομέρειες, τη δομή και την περιοδικότητα των εκθέσεων ποιότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14 παράγραφος 2 .

3.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις με σκοπό να καθορίσει τις λεπτομέρειες, τη δομή και την περιοδικότητα των εκθέσεων ποιότητας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 . Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 12 .

Τροπολογία 21

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 6 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Τα κράτη μέλη εκπονούν και αποστέλλουν τους καταλόγους τους στην Επιτροπή (Eurostat) το αργότερο έως την […][nine months after the adoption of this Regulation] . Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να ορίσει τη δομή και τις λεπτομέρειες για την επικαιροποίηση των καταλόγων αυτών έως την […][within six months after the adoption of this Regulation] . Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 14 παράγραφος 2 .

2.   Τα κράτη μέλη εκπονούν και αποστέλλουν τους καταλόγους τους στην Επιτροπή (Eurostat) το αργότερο έως την […][εννέα μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] . Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις προκειμένου να ορίσει τη δομή και τις λεπτομέρειες για την επικαιροποίηση των καταλόγων αυτών έως την […][εντός έξι μηνών μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] . Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 12 .

Τροπολογία 22

Πρόταση κανονισμού

Κεφάλαιο VI — τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Τροπολογία 23

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Όταν η Επιτροπή (Eurostat) εντοπίζει προβλήματα , ιδίως κατά την αξιολόγηση της ποιότητας βάσει του άρθρου 5, μπορεί να αποφασίζει τη διεξαγωγή αποστολών στο οικείο κράτος μέλος.

1.   Όταν η Επιτροπή (Eurostat) διαπιστώνει ότι απαιτείται εμβάθυνση της αξιολόγησης ποιότητας των στατιστικών , ιδίως κατά την αξιολόγηση της ποιότητας βάσει του άρθρου 5, μπορεί να αποφασίζει τη διεξαγωγή αποστολών διαλόγου στο οικείο κράτος μέλος.

Τροπολογία 24

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Ο σκοπός των αποστολών αυτών είναι να διερευνηθεί σε βάθος η ποιότητα των οικείων στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ. Οι αποστολές επικεντρώνουν τις εργασίες τους σε μεθοδολογικά θέματα, τις πηγές και τις μεθόδους που περιγράφονται στους καταλόγους, τα στοιχεία και τις υποκείμενες στατιστικές διαδικασίες με σκοπό να αξιολογηθεί η συμμόρφωσή τους με τους συναφείς λογιστικούς και στατιστικούς κανόνες.

2.   Ο σκοπός των αποστολών διαλόγου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι να διερευνηθεί σε βάθος η ποιότητα των οικείων στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ. Οι αποστολές διαλόγου επικεντρώνουν τις εργασίες τους σε μεθοδολογικά θέματα, τις πηγές και τις μεθόδους που περιγράφονται στους καταλόγους, τα στοιχεία και τις υποκείμενες στατιστικές διαδικασίες με σκοπό να αξιολογηθεί η συμμόρφωσή τους με τους συναφείς λογιστικούς και στατιστικούς κανόνες.

Τροπολογία 25

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.     Κατά τη διοργάνωση των αποστολών διαλόγου και εποπτείας, η Επιτροπή (Eurostat) διαβιβάζει τα προσωρινά πορίσματά της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ώστε να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

Τροπολογία 26

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Η Επιτροπή (Eurostat) υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής, που συστάθηκε με την απόφαση 74/122/EΟΚ (7) του Συμβουλίου, σχετικά με τα πορίσματα των αποστολών αυτών , συμπεριλαμβανομένων των σχολίων που διατυπώνει το οικείο κράτος μέλος επί των πορισμάτων. Ύστερα από τη διαβίβασή τους στην Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής οι εκθέσεις αυτές, σε συνδυασμό με τα σχόλια του οικείου κράτους μέλους, δημοσιοποιούνται, με την επιφύλαξη των διατάξεων για το στατιστικό απόρρητο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009.

3.   Η Επιτροπή (Eurostat) υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής, που συστάθηκε με την απόφαση 74/122/EΟΚ (7) του Συμβουλίου, σχετικά με τα πορίσματα των αποστολών διαλόγου , συμπεριλαμβανομένων των σχολίων που διατυπώνει το οικείο κράτος μέλος επί των πορισμάτων. Ύστερα από τη διαβίβασή τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής οι εκθέσεις αυτές, σε συνδυασμό με τα σχόλια του οικείου κράτους μέλους, δημοσιοποιούνται, με την επιφύλαξη των διατάξεων για το στατιστικό απόρρητο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009.

Τροπολογία 27

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.   Τα κράτη μέλη, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής (Eurostat), παρέχουν τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων σε στατιστικά θέματα που σχετίζονται με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας και της διενέργειας των αποστολών. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι εν λόγω εμπειρογνώμονες παρέχουν ανεξάρτητη πραγματογνωμοσύνη. Κατάλογος των εμπειρογνωμόνων καταρτίζεται έως την (date to be fixed) με βάση τις προτάσεις που υποβάλλουν στην Επιτροπή (Eurostat) οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ.

4.   Τα κράτη μέλη, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής (Eurostat), παρέχουν τη βοήθεια εμπειρογνωμόνων σε στατιστικά θέματα που σχετίζονται με τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας και της διενέργειας των αποστολών διαλόγου . Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι εν λόγω εμπειρογνώμονες παρέχουν ανεξάρτητη πραγματογνωμοσύνη. Κατάλογος των εμπειρογνωμόνων καταρτίζεται έως την [Έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] με βάση τις προτάσεις που υποβάλλουν στην Επιτροπή (Eurostat) οι εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ.

Τροπολογία 28

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.   Η Επιτροπή (Eurostat) καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες επιλογής των εμπειρογνωμόνων, λαμβάνοντας μέριμνα ώστε οι εμπειρογνώμονες να κατανέμονται και να εναλλάσσονται κατάλληλα μεταξύ των κρατών μελών, και προσδιορίζει τους όρους εργασίας και τις οικονομικές λεπτομέρειες. Η Επιτροπή (Eurostat) μοιράζεται με τα κράτη μέλη όλα τα έξοδα που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη για τη συνδρομή που παρέχουν οι εθνικοί εμπειρογνώμονές τους.

5.   Η Επιτροπή (Eurostat) καθορίζει τους κανόνες και τις διαδικασίες επιλογής των εμπειρογνωμόνων, λαμβάνοντας μέριμνα ώστε οι εμπειρογνώμονες να κατανέμονται και να εναλλάσσονται κατάλληλα και έγκαιρα μεταξύ των κρατών μελών, και προσδιορίζει τους όρους εργασίας και τις οικονομικές λεπτομέρειες. Η Επιτροπή (Eurostat) μοιράζεται με τα κράτη μέλη όλα τα έξοδα που αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη για τη συνδρομή που παρέχουν οι εθνικοί εμπειρογνώμονές τους.

Τροπολογία 29

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — παράγραφος 6 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

6α.     Το παρόν άρθρο δεν ισχύει στις περιπτώσεις στις οποίες προβλέπεται ήδη βάσει τομεακής νομοθεσίας η διενέργεια επισκέψεων της Επιτροπής στα κράτη μέλη.

Τροπολογία 30

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Η Επιτροπή (Eurostat) παρέχει τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, μεταξύ άλλων, με την έκδοση δελτίων τύπου και/ή άλλους διαύλους, όπως αυτή κρίνει σκόπιμο.

1.   Η Επιτροπή (Eurostat) δημοσιοποιεί τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών, μεταξύ άλλων, με την έκδοση δελτίων τύπου και/ή άλλους διαύλους, όπως αυτή κρίνει σκόπιμο.

Τροπολογία 31

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Η Επιτροπή (Eurostat) δεν καθυστερεί την παροχή των στοιχείων των κρατών μελών σχετικά με τη ΔΜΑ, σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος δεν έχει διαβιβάσει τα στοιχεία του.

2.   Η Επιτροπή (Eurostat) καθορίζει την ημερομηνία δημοσίευσης του δελτίου τύπου και την κοινοποιεί στα κράτη μέλη εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την καταληκτική ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 2. Δεν καθυστερεί την παροχή των στοιχείων των κρατών μελών σχετικά με τη ΔΜΑ, σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος δεν έχει διαβιβάσει τα στοιχεία του.

Τροπολογία 32

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να εκφράσει επιφύλαξη όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων ενός κράτους μέλους σχετικά με τη ΔΜΑ. Εντός τριών εργάσιμων ημερών κατ’ ανώτατο όριο πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία δημοσίευσης, η Επιτροπή (Eurostat) ανακοινώνει στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και στον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής την επιφύλαξη που προτίθεται να εκφράσει και να δημοσιεύσει. Στην περίπτωση κατά την οποία το θέμα επιλύεται μετά τη δημοσίευση των στοιχείων και της επιφύλαξης, η άρση της επιφύλαξης δημοσιεύεται αμέσως μετά.

3.   Η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να εκφράσει επιφύλαξη όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων ενός κράτους μέλους σχετικά με τη ΔΜΑ. Στο εν λόγω κράτος μέλος δίνεται η δυνατότητα να υπερασπιστεί τη θέση του. Εντός δέκα εργάσιμων ημερών κατ’ ανώτατο όριο πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία δημοσίευσης, η Επιτροπή (Eurostat) ανακοινώνει στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και στον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής την επιφύλαξη που προτίθεται να εκφράσει και να δημοσιεύσει. Στην περίπτωση κατά την οποία το θέμα επιλύεται μετά τη δημοσίευση των στοιχείων και της επιφύλαξης, η άρση της επιφύλαξης δημοσιεύεται αμέσως μετά.

Τροπολογία 33

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.   Η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να τροποποιήσει τα στοιχεία που έχουν διαβιβάσει τα κράτη μέλη και να παράσχει τα τροποποιημένα στοιχεία αιτιολογώντας την τροποποίηση, εφόσον υπάρχουν αποδείξεις ότι τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν από τα κράτη μέλη δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 2. Εντός τριών το πολύ εργάσιμων ημερών πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία δημοσίευσης, η Επιτροπή (Eurostat) ανακοινώνει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και στον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής τα τροποποιημένα στοιχεία και την αιτιολόγηση της τροποποίησης.

4.   Η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να τροποποιήσει τα στοιχεία που έχουν διαβιβάσει τα κράτη μέλη και να δημοσιοποιήσει τα τροποποιημένα στοιχεία αιτιολογώντας την τροποποίηση, εφόσον υπάρχουν αποδείξεις ότι τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν από τα κράτη μέλη δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 2 ούτε τα ισχύοντα μεθοδολογικά πρότυπα και τις απαιτήσεις πληρότητας, αξιοπιστίας, επικαιρότητας και συνέπειας των στατιστικών στοιχείων . Εντός τριών το πολύ εργάσιμων ημερών πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία δημοσίευσης, η Επιτροπή (Eurostat) ανακοινώνει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και στον πρόεδρο της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής τα τροποποιημένα στοιχεία και την αιτιολόγηση της τροποποίησης.

Τροπολογία 34

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Το Συμβούλιο, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίσει την επιβολή προστίμου σε κράτος μέλος το οποίο από πρόθεση ή από σοβαρή αμέλεια παραποιεί τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ.

1.   Το Συμβούλιο, κατόπιν συστάσεων της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίζει μέσω διαδικασίας δύο σταδίων την επιβολή τοκοφόρου κατάθεσης και στη συνέχεια εάν η Επιτροπή κρίνει ότι το κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί προς τα διορθωτικά μέτρα που εμφαίνονται στην παράγραφο 1α και ως έσχατο μέσο την επιβολή προστίμου σε κράτος μέλος το οποίο ενεργεί με πρόθεση να παραποιήσει τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ , ή με σοβαρή αμέλεια η οποία οδηγεί σε παραποίηση των στοιχείων σχετικά με τη ΔΜΑ, γεγονός το οποίο στη συνέχεια επηρεάζει τη δυνατότητα της Επιτροπής να προβεί σε ορθή και δίκαιη αξιολόγηση .

Τροπολογία 35

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.     Το κράτος μέλος υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή εντός προσδιορισμένης προθεσμίας σχετικά με τα διορθωτικά μέτρα που απαιτούνται για να εξεταστεί και να αρθεί η παραποίηση ή η σοβαρή αμέλεια που εμφαίνονται στην παράγραφο 1 και να προληφθεί η εμφάνιση παρόμοιων περιστάσεων στο μέλλον. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται.

Τροπολογία 36

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.    Το πρόστιμο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι αποτελεσματικό, αποτρεπτικό και ανάλογο με τη φύση, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παραποίησης. Το ύψος του προστίμου δεν υπερβαίνει το 0,05  % του ΑΕγχΠ του οικείου κράτους μέλους.

2.    Η τοκοφόρος κατάθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι αποτελεσματικό, αποτρεπτικό και ανάλογο με τη φύση, τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παραποίησης. Το ύψος της τοκοφόρου κατάθεσης δεν υπερβαίνει το 0,05  % του ΑΕγχΠ του οικείου κράτους μέλους που καταγράφηκε το προηγούμενο έτος .

Τροπολογία 37

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 3 — εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Για να εντοπισθεί η παραποίηση κατά την παράγραφο 1 η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει κάθε αναγκαία έρευνα. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να κινήσει έρευνα, όταν κρίνει ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων που ενδέχεται να στοιχειοθετούν παραποίηση. Κατά τη διεξαγωγή έρευνας σχετικά με την υποτιθέμενη παραποίηση η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της τυχόν σχόλια του οικείου κράτους μέλους. Προκειμένου να φέρεις εις πέρας τα καθήκοντά της, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από το κράτος μέλος την παροχή πληροφοριών, να διεξάγει επιτόπιους ελέγχους και να ζητήσει να της κοινοποιούνται οι υποκείμενες στατιστικές πληροφορίες καθώς και τα έγγραφα για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ. Εάν η εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους απαιτεί προηγουμένη δικαστική έγκριση των επιτόπιων ελέγχων, η Επιτροπή υποβάλλει τις σχετικές αιτήσεις .

3.   Για να εντοπισθεί η παραποίηση κατά την παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να κινεί και να διεξάγει κάθε αναγκαία έρευνα , σύμφωνα με τις Συνθήκες και την ειδική τομεακή νομοθεσία . Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να κινήσει έρευνα, όταν κρίνει ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ως προς την ύπαρξη γεγονότων που ενδέχεται να στοιχειοθετούν παραποίηση. Κατά τη διεξαγωγή έρευνας σχετικά με την υποτιθέμενη παραποίηση η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της τυχόν σχόλια του οικείου κράτους μέλους. Προκειμένου να φέρεις εις πέρας τα καθήκοντά της, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από το υπό έρευνα κράτος μέλος την παροχή πληροφοριών, να διεξάγει επιτόπιους ελέγχους και να ζητήσει να της κοινοποιούνται οι υποκείμενες στατιστικές πληροφορίες καθώς και τα έγγραφα για τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ. Εάν το απαιτεί η εθνική νομοθεσία του υπό έρευνα κράτους μέλους , πριν από οποιουσδήποτε επιτόπιους ελέγχους εκδίδεται ειδική άδεια από δικαστική αρχή .

Τροπολογία 38

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 3 — εδάφιο 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Μόλις ολοκληρώσει την έρευνά της, και πριν υποβάλει οποιαδήποτε πρόταση στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δίνει στο οικείο κράτος μέλος την ευκαιρία να τοποθετηθεί επί των υπό έρευνα ζητημάτων. Η Επιτροπή βασίζει την πρότασή της στο Συμβούλιο μόνο σε γεγονότα επί των οποίων το εν λόγω κράτος μέλος είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί.

Μόλις ολοκληρώσει την έρευνά της, και πριν υποβάλει οποιαδήποτε σύσταση στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δίνει στο υπό έρευνα κράτος μέλος την ευκαιρία να τοποθετηθεί επί των υπό έρευνα ζητημάτων. Η Επιτροπή βασίζει οποιαδήποτε σύσταση προς το Συμβούλιο μόνο σε γεγονότα επί των οποίων το εν λόγω κράτος μέλος είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί.

Τροπολογία 39

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 3 — εδάφιο 2 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με κάθε έρευνα ή σύσταση η οποία πραγματοποιείται δυνάμει της παρούσας παραγράφου. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να δώσει σε κράτος μέλος το οποίο αποτελεί αντικείμενο σύστασης της Επιτροπής την ευκαιρία να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

Τροπολογία 40

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 4 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

4α.     Η Επιτροπή μπορεί, έπειτα από αιτιολογημένο αίτημα που της απευθύνει το οικείο κράτος μέλος, να προτείνει στο Συμβούλιο να μειώσει ή να ακυρώσεσι την τοκοφόρο κατάθεση.

Το επιτόκιο της τοκοφόρου κατάθεσης αντικατοπτρίζει τον πιστωτικό κίνδυνο της Επιτροπής και τη σχετική επενδυτική περίοδο.

Τροπολογία 41

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέτει πλήρη δικαιοδοσία για τον έλεγχο των αποφάσεων διά των οποίων το Συμβούλιο επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με την παράγραφο 1. Το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να αυξήσει το επιβληθέν πρόστιμο .

5.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαθέτει πλήρη δικαιοδοσία για τον έλεγχο των αποφάσεων διά των οποίων το Συμβούλιο επιβάλλει τοκοφόρους καταθέσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1. Το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να αυξήσει την επιβληθείσα τοκοφόρο κατάθεση .

Τροπολογία 42

Πρόταση κανονισμού

Κεφάλαιο IX — Τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ

ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ

Τροπολογία 43

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 12 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 για περίοδο τριών ετών η οποία αρχίζει ένα μήνα από την έκδοση του παρόντος κανονισμού. Το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της τριετίας , η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση . Η ανάθεση εξουσιών παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιτεθεί στην εν λόγω παράταση κατά τους 3 τελευταίους μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και στο άρθρο 9 παράγραφος 4 για περίοδο δύο ετών η οποία αρχίζει ένα μήνα από την έκδοση του παρόντος κανονισμού. H Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με τους σχετικούς φορείς περιλαμβανομένης της ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 127 ΣΛΕΕ, υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της τριετίας. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

Τροπολογία 44

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 12 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Η ανάθεση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση για την ανάκληση θέτει τέρμα στην ανάθεση της αρμοδιότητας που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία , η οποία καθορίζεται σ’ αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ .

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και στο άρθρο 9 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

Τροπολογία 45

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 12 — παράγραφος 5

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή, πριν λήξει αυτή η περίοδος, αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν , πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Τροπολογία 46

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Όσον αφορά τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 9, το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος.

Όσον αφορά τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 9, το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος. Οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 θεωρείται ότι έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο, εκτός αν αυτό αποφασίσει, με ειδική πλειοψηφία, να απορρίψει τη σύσταση εντός 10 ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή.

Τροπολογία 47

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 — παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Η ειδική πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 238 παράγραφος 3 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ.

Τροπολογία 48

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 15

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009, οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες (ΕΣΥ) των κρατών μελών εξασφαλίζουν τον απαιτούμενο συντονισμό όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ σε εθνικό επίπεδο. Όλες οι άλλες εθνικές αρχές είναι υπόλογες στην ΕΣΥ για τον σκοπό αυτό. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009, οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες (ΕΣΥ) των κρατών μελών εξασφαλίζουν τον απαιτούμενο συντονισμό όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ σε εθνικό επίπεδο. Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες, υπό την ιδιότητά τους ως μέλη του ΕΣΚΤ που καταρτίζουν στοιχεία σχετικά με τη ΔΜΑ, καθώς και, κατά περίπτωση, άλλες οικείες εθνικές αρχές συνεργάζονται με τις ΕΣΥ για τον σκοπό αυτό. Οι εθνικές αρχές που καταρτίζουν στοιχεία θεωρούνται υπεύθυνες για τα στοιχεία αυτά. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

Τροπολογία 49

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 17

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Η Επιτροπή (Eurostat) υποβάλλει τακτικές εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις δραστηριότητες που διεξάγει για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή (Eurostat) υποβάλλει έκθεση τουλάχιστον μία φορά ανά έτος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις δραστηριότητες που διεξάγει για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ . 1175/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  () .

Τροπολογία 50

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Έως τις 14 Δεκεμβρίου 2014 και κάθε πέντε έτη στη συνέχεια, η Επιτροπή πραγματοποιεί επισκόπηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα πορίσματά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

1.   Έως τις 14 Δεκεμβρίου 2014 και κάθε πέντε έτη στη συνέχεια, η Επιτροπή πραγματοποιεί επισκόπηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Εφόσον ενδείκνυται, η έκθεση αυτή συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση.

Τροπολογία 51

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 — παράγραφος 2 — εδάφιο 1 — στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)

η αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού και της εφαρμοζόμενης διαδικασίας παρακολούθησης.

β)

η αποτελεσματικότητα και η αναλογικότητα του παρόντος κανονισμού και της εφαρμοζόμενης διαδικασίας παρακολούθησης.


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0143/2014).

(2)  ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 25.

(3)   Κανονισμός (EE) αριθ. 1176/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών ( ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 25).

(3)  ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164.

()   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009 , σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).

(4)  COM(2005)0217 τελικό και COM(2011)0211 τελικό.

(4)  COM(2005)0217 τελικό και COM(2011)0211 τελικό.

()   ΕΕ L 332 της 30.11.2006, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 63 της 5.3.1974, σ. 21

(7)  EE L 63 της 5.3.1974, σ. 21.

()   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1175/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2011 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (ΕΕ L 306 της 23.11.2011, σ. 12).


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/297


P7_TA(2014)0182

Eπέκταση της συμφωνίας επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας ΕΚ-ΗΠΑ ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά την επέκταση της συμφωνίας επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (15854/2013 — C7-0462/2013 — 2013/0351(NLE))

(Έγκριση)

(2017/C 378/36)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (15854/2013),

έχοντας υπόψη την απόφαση 98/591/ΕΚ του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1998, για τη σύναψη συμφωνίας επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής,

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 186 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) σημείο ν) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0462/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 πρώτο και τρίτο εδάφιο και τα άρθρα 81 παράγραφος 2, 90 παράγραφος 7 και 46 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A7-0126/2014),

1.

εγκρίνει την επέκταση της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/298


P7_TA(2014)0183

Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους, το οποίο επισυνάπτεται στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλομορφία (06852/2013 — C7-0005/2014 — 2012/0279(NLE))

(Έγκριση)

(2017/C 378/37)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (06852/2013),

έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους, το οποίο επισυνάπτεται στο προαναφερθέν σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου,

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφος 1 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0005/2014),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 81 και 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A7-0061/2014),

1.

εγκρίνει τη σύναψη του Πρωτοκόλλου

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/299


P7_TA(2014)0184

Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση — αίτηση EGF/2013/008 ES/Comunidad Valenciana Textiles

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 13 της διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (αίτηση EGF/2013/008, ES/Comunidad Valenciana — Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα από την Ισπανία) (COM(2014)0045 — C7-0019/2014 — 2014/2013(BUD))

(2017/C 378/38)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2014)0045 — C7-0019/2014),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (1) (κανονισμός για το ΕΤΠ),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ, Euratom) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, που αφορά τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (2) και ιδίως το άρθρο 12,

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 2ας Δεκεμβρίου 2013 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (3) (διοργανική συμφωνία της 2ας Δεκεμβρίου 2013), και ιδίως το σημείο 13,

έχοντας υπόψη τη διαδικασία τριμερούς διαλόγου που προβλέπεται στο σημείο 13 της διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη την επιστολή της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0158/2014),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει νομοθετικά και δημοσιονομικά μέσα για να παράσχει πρόσθετη στήριξη στους εργαζομένους που πλήττονται από τις συνέπειες των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών στη μορφή του παγκόσμιου εμπορίου και για να διευκολύνει την επανένταξή τους στην αγορά εργασίας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική βοήθεια της Ένωσης προς τους εργαζομένους που απολύονται θα πρέπει να έχει δυναμικό χαρακτήρα και να διατίθεται όσο το δυνατόν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα, σύμφωνα με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής που εγκρίθηκε στη συνεδρίαση συνεννόησης της 17ης Ιουλίου 2008 και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη όσα ορίζει η διοργανική συμφωνία της 2ας Δεκεμβρίου 2013 σε σχέση με τη λήψη αποφάσεων για την κινητοποίηση του ΕΤΠ,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ισπανία υπέβαλε την αίτηση ΕΤΠ/2013/008 ES/Comunidad Valenciana — Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα για χρηματοδοτική ενίσχυση από το ΕΤΠ, σε συνέχεια της απόλυσης 560 ατόμων σε 198 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο 13 της NACE αναθ. 2 (Παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών υλών) (4), στην περιφέρεια NUTS II Comunidad Valenciana (ES52) και η οποία αφορά 300 εργαζομένους για μέτρα που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΤΠ κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς από την 1η Νοεμβρίου 2012 έως την 1η Αυγούστου 2013,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στον κανονισμό για το ΕΤΠ,

1.

συμφωνεί με την Επιτροπή ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) του κανονισμού ΕΤΠ και ότι, ως εκ τούτου, η Ισπανία δικαιούται να λάβει χρηματοδοτική συνεισφορά δυνάμει του κανονισμού αυτού·

2.

επισημαίνει ότι οι ισπανικές αρχές υπέβαλαν την αίτηση για χρηματοδοτική συνεισφορά από το ΕΤΠ στις 8 Οκτωβρίου 2013 και ότι η Επιτροπή γνωστοποίησε την αξιολόγησή της στις 28 Ιανουαρίου 2014· χαιρετίζει την ταχεία αξιολόγηση εντός τεσσάρων μηνών·

3.

θεωρεί ότι οι απολύσεις στις επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας της Comunidad Valenciana συνδέονται με σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές στη μορφή του παγκόσμιου εμπορίου λόγω της παγκοσμιοποίησης, κυρίως μετά τη λήξη, στο τέλος του 2004, της μεταβατικής συμφωνίας για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα ενδύματα του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) και με το μεγαλύτερο άνοιγμα στον διεθνή ανταγωνισμό, ειδικότερα από την Κίνα και άλλες χώρες της Άπω Ανατολής, πράγμα το οποίο οδήγησε σε έντονη αύξηση των εισαγωγών κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων στην Ένωση και σε μείωση του τμήματος της αγοράς της Ένωσης στις παγκόσμιες αγορές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων·

4.

σημειώνει ότι η Comunidad Valenciana έχει πληγεί σημαντικά από την παγκοσμιοποίηση, με το ποσοστό ανεργίας να φθάνει το 29,19 % το πρώτο τρίμηνο 2013· χαιρετίζει το ότι η περιφέρεια επωφελείται και πάλι από τη βοήθεια του ΕΤΠ προς μετριασμό της υψηλής ανεργίας μεριμνώντας για δεύτερη φορά για τις απολύσεις στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας·

5.

συγχαίρει την Communidad Valenciana για την ικανότητα που έχει επιδείξει στην υποβολή αιτήσεων για ενίσχυση και στην αξιοποίηση του ΕΤΠ για την αντιμετώπιση προβλημάτων στην αγορά εργασίας της, η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλό ποσοστό ΜΜΕ· στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζει ότι η περιφέρεια της Comunidad Valenciana έχει ήδη υποβάλει αίτηση για στήριξη από το ΕΤΠ, για τους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, των κεραμικών και του φυσικού λίθου, καθώς και για τον κατασκευαστικό τομέα·

6.

υπογραμμίζει την ικανότητα του ΕΤΠ να βοηθεί στην αντιμετώπιση επισφάλειας στην απασχόληση στις περιφέρειες που εξαρτώνται από παραδοσιακούς τομείς, όπως είναι η κλωστοϋφαντουργία ή ο τομέας των κατασκευών· τονίζει ότι αυτή η ικανότητα εξαρτάται από το πόσο έτοιμες και αποτελεσματικές είναι οι εθνικές και τοπικές αρχές να υποβάλουν αίτηση για στήριξη από το ΕΤΠ·

7.

σημειώνει ότι μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί στο ΕΤΠ 11 αιτήσεις με θέμα τον τομέα των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων (5), και ότι όλες βασίζονται στην παγκοσμιοποίηση του εμπορίου, ενώ η περιφέρεια Comunidad Valenciana έχει ήδη υποβάλει έξι αιτήσεις στο ΕΤΠ: τον Σεπτέμβριο 2009 (6) (κεραμικά προϊόντα), τον Μάρτιο 2010 (7) (φυσική πέτρα), τον Μάρτιο 2010 (8) (κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα), τον Ιούλιο (9) και τον Δεκέμβριο 2011 (10) (κατασκευές κτιρίων και υπόδηση αντίστοιχα) και το 2013 (11) (οικοδομικά υλικά)·

8.

επιδοκιμάζει το γεγονός ότι, για να δοθεί στους εργαζόμενους πάραυτα βοήθεια, οι ισπανικές αρχές αποφάσισαν να αρχίσουν την εφαρμογή των εξατομικευμένων υπηρεσιών προς τους πληγέντες εργαζόμενους την 1η Ιανουαρίου 2014, αρκετά πριν από την τελική απόφαση σχετικά με τη χορήγηση στήριξης από το ΕΤΠ για την προτεινόμενη συντονισμένη δέσμη μέτρων·

9.

σημειώνει ότι η συγχρηματοδοτούμενη συντονισμένη δέσμη εξατομικευμένων υπηρεσιών περιέχει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα μέτρα για την επανένταξη των 300 εργαζομένων που απολύθηκαν όπως: καταγραφή προσόντων, επαγγελματικός προσανατολισμός, παροχή συμβουλών, επιμορφώσεις (κατάρτιση σε εγκάρσιες δεξιότητες, επαγγελματική εκπαίδευση, εκπαίδευση στον τόπο εργασίας, εκπαίδευση με σκοπό την ανάληψη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων), υποστήριξη προς τον σκοπό ανάληψης επαγγελματικών δραστηριοτήτων, εντατική βοήθεια στην αναζήτηση θέσεων εργασίας, κίνητρα (κίνητρα για την αναζήτηση εργασίας, υποστήριξη για την δημιουργία επιχείρησης, κίνητρα ανακατάταξης, συνεισφορά στα έξοδα μετακίνησης καθώς και βοήθεια για απασχολούμενους στη φροντίδα εξαρτώμενων ατόμων)·

10.

χαιρετίζει το γεγονός ότι οι κοινωνικοί εταίροι, συμπεριλαμβανομένων των συνδικάτων (UGT-PV, CCOO-PV), κλήθηκαν να εκφράσουν την άποψή τους κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της αίτησης ΕΤΠ και συμφώνησαν να συμβάλουν σε ποσοστό 10 % της εθνικής συγχρηματοδότησης του συνόλου των δαπανών των μέτρων που προαναφέρονται, και ότι οι αρχές ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών καθώς και η αρχή περί μη διακρίσεων θα εφαρμοστούν κατά τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων εφαρμογής του ΕΤΠ και της πρόσβασης σε αυτό·

11.

υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό να βελτιωθεί η απασχολησιμότητα όλων των εργαζομένων μέσω της παροχής προσαρμοσμένης κατάρτισης και της αναγνώρισης δεξιοτήτων και ικανοτήτων που έχουν αποκτηθεί σε όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας ενός εργαζόμενου· προσδοκά ότι η κατάρτιση που προσφέρεται στο πλαίσιο της συντονισμένης δέσμης μέτρων θα είναι προσαρμοσμένη όχι μόνον στο επίπεδο και στις ανάγκες των απολυθέντων εργαζομένων αλλά και στο πραγματικό επιχειρηματικό περιβάλλον·

12.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η συντονισμένη δέσμη μέτρων περιλαμβάνει επαγγελματική κατάρτιση που εστιάζεται σε τομείς όπου υπάρχουν ή είναι πιθανόν να προκύψουν ευκαιρίες, ενώ παράλληλα περιλαμβάνει εκπαίδευση στον τόπο εργασίας που θα ανταποκρίνεται στις προσδιορισμένες ανάγκες των τοπικών επιχειρήσεων·

13.

εκφράζει τη λύπη του διότι η πρόταση της Επιτροπής δεν σκιαγραφεί την ως προς την εκπαίδευση διάρθρωση του εργατικού δυναμικού που απολύθηκε·

14.

σημειώνει ότι η συντονισμένη δέσμη προβλέπει χρηματοοικονομικά κίνητρα προς αναζήτηση εργασίας (κατ’ αποκοπή ποσό 300 EUR), αποζημίωση κινητικότητας, κίνητρα ανακατάταξης (έως 350 EUR) καθώς και συνεισφορά για απασχολούμενους στη φροντίδα εξαρτώμενων ατόμων· εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι το συνολικό ποσό οικονομικών κινήτρων είναι σχετικά περιορισμένο, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος της συνεισφοράς να δαπανηθεί για την κατάρτιση, την παροχή συμβουλών, τη βοήθεια κατά την αναζήτηση εργασίας και τη στήριξη προς την επιχειρηματικότητα·

15.

σημειώνει ότι η παρούσα περίπτωση αντικατοπτρίζει πλήρως το κοινωνικό και οικονομικό τοπίο μιας περιφέρειας η τοπική οικονομία της οποίας χαρακτηρίζεται από υψηλό ποσοστό μικράν και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων·

16.

επισημαίνει ότι οι πληροφορίες που παρέχονται σχετικά με τη συντονισμένη δέσμη εξατομικευμένων υπηρεσιών που θα χρηματοδοτηθεί από το ΕΤΠ περιλαμβάνουν στοιχεία για τη συμπληρωματικότητά τους με ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία· τονίζει ότι οι ισπανικές αρχές επιβεβαιώνουν ότι για τις επιλέξιμες δράσεις δεν χορηγείται ενίσχυση από άλλα χρηματοδοτικά μέσα της Ένωσης· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή να παρουσιάσει στις ετήσιες εκθέσεις της συγκριτική αξιολόγηση των δεδομένων αυτών ώστε να εξασφαλίζεται ότι τηρούνται απολύτως οι ισχύοντες κανονισμοί και ότι αποφεύγεται οιαδήποτε επικάλυψη υπηρεσιών που χρηματοδοτούνται από την Ένωση·

17.

ζητεί από τα αρμόδια θεσμικά όργανα να καταβάλουν τις αναγκαίες προσπάθειες για τη βελτίωση των διαδικαστικών ρυθμίσεων με στόχο την επίσπευση της κινητοποίησης του ΕΤΠ· επιδοκιμάζει τη βελτιωμένη διαδικασία που θέσπισε η Επιτροπή, σε συνέχεια του αιτήματος του Κοινοβουλίου για επίσπευση της διάθεσης των κονδυλίων, με την οποία η αξιολόγηση της Επιτροπής όσον αφορά την επιλεξιμότητα μιας αίτησης για κινητοποίηση του ΕΤΠ παρουσιάζεται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μαζί με την πρόταση κινητοποίησης του ΕΤΠ· υπογραμμίζει ότι, στο πλαίσιο του νέου κανονισμού σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (2014-2020) (12), επήλθαν περαιτέρω βελτιώσεις στη διαδικασία και θα επιτευχθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και προβολή του ΕΤΠ·

18.

τονίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού ΕΤΠ, λαμβάνεται μέριμνα ώστε το ΕΤΠ να στηρίζει την επανένταξη μεμονωμένων εργαζομένων που έχουν απολυθεί σε σταθερές θέσεις εργασίας· επισημαίνει επιπλέον ότι η ενίσχυση που χορηγεί το ΕΤΠ μπορεί να συγχρηματοδοτεί μόνο ενεργητικά μέτρα στον τομέα της αγοράς εργασίας τα οποία οδηγούν σε βιώσιμη, μακροπρόθεσμη απασχόληση· επαναλαμβάνει ότι η συνδρομή από το ΕΤΠ δεν πρέπει να αντικαθιστά ούτε ενέργειες που αποτελούν ευθύνη των επιχειρήσεων, βάσει του εθνικού δικαίου ή των συλλογικών συμβάσεων, ούτε μέτρα αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων ή τομέων·

19.

χαιρετίζει τη συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σε ό,τι αφορά τον νέο κανονισμό ΕΤΠ για την περίοδο 2014-2020, με σκοπό την επανένταξη του κριτηρίου κινητοποίησης λόγω κρίσης, την αύξηση της χρηματικής συνεισφοράς της Ένωσης στο 60 % του συνολικού εκτιμώμενου κόστους των προτεινόμενων μέτρων, την αύξηση της αποδοτικότητας για την εξέταση των αιτήσεων ΕΤΠ στην Επιτροπή καθώς και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τη μείωση των προθεσμιών που απαιτούνται για αξιολόγηση και έγκριση, την επέκταση των επιλέξιμων δράσεων και των αποδεκτών στα αυτοαπασχολούμενα άτομα και τα νεαρά άτομα και τη χρηματοδότηση κινήτρων για τη δημιουργία επιχειρήσεων·

20.

εγκρίνει την απόφαση που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

21.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την απόφαση με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου και να μεριμνήσει για τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

22.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, συμπεριλαμβανομένου του παραρτήματός του, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 406 της 30.12.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884.

(3)  ΕΕ C 373 της 20.12.2013, σ. 1.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1893/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση της στατιστικής ταξινόμησης των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE αναθ. 2 και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου και ορισμένων κανονισμών της ΕΚ σχετικών με ειδικούς στατιστικούς τομείς (ΕΕ L 393 της 30.12.2006, σ. 1).

(5)  EGF/2007/005 IT Sardegna (COM(2008)0609)· EGF/2007/006 IT Piemonte (COM(2008)0609)· EGF/2007/007 IT Lombardia (COM(2008)0609)· EGF/2008/001 IT Toscana (COM(2008)0609)· EGF/2008/003 LT Alytaus Textile (COM(2008)0547)· EGF/2008/005 ES Cataluña (COM(2009)0371)· EGF/2009/001 PT Norte-Centro (COM(2009)0371)· EGF/2009/004 BE Oost en West Vlaanderen Textiel (COM(2009)0515)· EGF/2009/005 BE Limburg Textiel (COM(2009)0515)· EGF/2010/009 ES Comunidad Valenciana (COM(2010)0613) και EGF/2013/008 Comunidad Valenciana (η παρούσα περίπτωση).

(6)  EGF/2009/014 ES Comunidad Valenciana κεραμικά (COM(2010)0216).

(7)  EGF/2010/005 ES Comunidad Valenciana — Κοπή, μορφοποίηση και τελική επεξεργασία λίθων (COM(2010)0617).

(8)  EGF/2010/009 ES Comunidad Valenciana (COM(2010)0613).

(9)  EGF/2011/006 ES Comunidad Valenciana — κατασκευές κτιρίων (COM(2012)0053).

(10)  EGF/2011/020 ES Comunidad Valenciana υπόδηση (COM(2012)0204).

(11)  EGF/2013/004 ES Comunidad Valenciana — Οικοδομικά υλικά (COM(2013)0635).

(12)  Κανονισμός (ΕE) αριθ. 1309/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (2014-2020) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 855).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 13 της διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013 για δημοσιονομική πειθαρχία, συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (αίτηση ΕΤΠ/2013/008 ES/Comunidad Valenciana — Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα από την Ισπανία)

(Το κείμενο αυτού του παραρτήματος δεν επαναλαμβάνεται εδώ, εφόσον αντιστοιχεί στην τελική πράξη, απόφαση 2014/167/EE.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/303


P7_TA(2014)0185

Παραγωγή και διαθεσιμότητα φυτικού αναπαραγωγικού υλικού στην αγορά (κανονισμός για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό) ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παραγωγή και τη διαθεσιμότητα φυτικού αναπαραγωγικού υλικού στην αγορά (κανονισμός για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό) (COM(2013)0262 — C7-0121/2013 — 2013/0137(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/39)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0262),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 43 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0121/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο της Δημοκρατίας της Αυστρίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου των Κάτω Χωρών στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0112/2014),

1.

απορρίπτει την πρόταση της Επιτροπής·

2.

καλεί την Επιτροπή να αποσύρει την πρότασή της και να υποβάλει νέα πρόταση·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/304


P7_TA(2014)0186

Προσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2011, των αποδοχών και συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2011, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις (COM(2013)0895 — C7-0459/2013 — 2013/0438(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/40)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0895),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 10 του παραρτήματος XI, και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία η Επιτροπή υπέβαλε την πρόταση στο Κοινοβούλιο (C7-0459/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τη 4ης Μαρτίου 2014 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου της 3ης Μαρτίου 2014 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου, με επιστολή της 7ης Μαρτίου 2014, για την έγκριση της θέσης του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0165/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


P7_TC1-COD(2013)0438

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2011, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 422/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/305


P7_TA(2014)0187

Προσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2012, των αποδοχών και συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2012, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις (COM(2013)0896 — C7-0460/2013 — 2013/0439(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/41)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0896),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 10 του παραρτήματος XI, και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία η Επιτροπή υπέβαλε την πρόταση στο Κοινοβούλιο (C7-0460/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 4ης Μαρτίου 2014 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου της 3ης Μαρτίου 2014 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου, με επιστολή της 7ης Μαρτίου 2014, για την έγκριση της θέσης του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0164/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


P7_TC1-COD(2013)0439

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αναπροσαρμογή, από 1ης Ιουλίου 2012, των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των διορθωτικών συντελεστών που εφαρμόζονται στις εν λόγω αποδοχές και συντάξεις

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 423/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/306


P7_TA(2014)0188

Συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης ΕΚ/Σερβίας ***II

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση ενόψει της έγκρισης του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένες διαδικασίες εφαρμογής της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Σερβίας, αφετέρου (17930/1/2013 — C7-0028/2014 — 2011/0465(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: δεύτερη ανάγνωση)

(2017/C 378/42)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση (17930/1/2013 — C7–0028/2014),

έχοντας υπόψη τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση (1) σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0938),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 7 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 72 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0116/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση·

2.

διαπιστώνει ότι η πράξη εκδόθηκε σύμφωνα με τη θέση του Συμβουλίου·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την πράξη, μαζί με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 297 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

4.

αναθέτει στον Γενικό Γραμματέα του να υπογράψει την πράξη, αφού προηγουμένως ελεγχθεί ότι όλες οι διαδικασίες έχουν δεόντως ολοκληρωθεί, και να προβεί, σε συμφωνία με τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, στη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν στις 25.10.2012, P7_TA(2012)0389.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/307


P7_TA(2014)0189

Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (COM(2011)0008 — C7-0027/2011 — 2011/0006(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/43)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0008),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 50, 53, 62 και 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0027/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 4ης Μαΐου 2011 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 5ης Μαΐου 2011 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 27ης Νοεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0077/2012),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 159, 18.5.2011, σ. 10.

(2)  ΕΕ C 218, 23.7.2011, σ. 82.


P7_TC1-COD(2011)0006

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ, και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/51/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/308


P7_TA(2014)0190

Πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τις πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών (COM(2013)0044 — C7-0034/2013 — 2013/0024(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/44)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0044),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0034/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 17ης Μαΐου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Νοεμβρίου 2013 (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τις κοινές συζητήσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 51 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0140/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 166 της 12.6.2013, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 31.


P7_TC1-COD(2013)0024

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των πληροφοριών που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ροή χρήματος από παράνομες δραστηριότητες με μεταφορές χρηματικών ποσών μπορεί να βλάψει βλάπτουν τη σταθερότητα και το κύρος του χρηματοπιστωτικού τομέα και να απειλήσει απειλούν την εσωτερική αγορά και τη διεθνή ανάπτυξη, ενώ υπονομεύουν άμεσα ή έμμεσα την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος δικαίου . Η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος παραμένει σημαντικό πρόβλημα το οποίο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε επίπεδο Ένωσης. Η τρομοκρατία κλονίζει και το οργανωμένο έγκλημα βλάπτουν τους δημοκρατικούς θεσμούς και κλονίζουν τα ίδια τα θεμέλια της κοινωνίας μας. Παράγοντες που διευκολύνουν σημαντικά τη ροή παράνομου χρήματος είναι μυστικές εταιρικές δομές που λειτουργούν σε περιοχές δικαιοδοσίας όπου επικρατεί το απόρρητο, οι οποίες συχνά αναφέρονται και ως φορολογικοί παράδεισοι, και μέσω αυτών. Η υγεία, ακεραιότητα και σταθερότητα του συστήματος μεταφοράς χρηματικών ποσών και η εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα εν γένει θα μπορούσαν να απειληθούν απειλούνται σοβαρά από τις προσπάθειες των εγκληματιών και των συνεργατών τους είτε να συγκαλύψουν την προέλευση των εσόδων εγκληματικών δραστηριοτήτων, είτε να μεταφέρουν χρηματικά ποσά για εγκληματικές δραστηριότητες ή για τρομοκρατικούς σκοπούς. [Τροπολογία 1]

(2)

Προκειμένου να διευκολύνουν τις εγκληματικές δραστηριότητές τους, όσοι νομιμοποιούν έσοδα από παράνομες δραστηριότητες και οι χρηματοδότες της τρομοκρατίας θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να επωφεληθούν επωφελούνται από την ελευθερία κίνησης κεφαλαίων την οποία συνεπάγεται ο ενοποιημένος χρηματοπιστωτικός χώρος, αν δεν εγκριθούν ορισμένα συντονιστικά μέτρα σε επίπεδο Ένωσης και σε διεθνές επίπεδο . Η διεθνής συνεργασία στο πλαίσιο της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF) και η παγκόσμια υλοποίηση των συστάσεών της αποβλέπουν στην πρόληψη του ρυθμιστικού αρμπιτράζ και της στρέβλωσης του ανταγωνισμού. Χάρη στην κλίμακά της, η δράση της Ένωσης θα πρέπει να διασφαλίζει την ομοιόμορφη μεταφορά σε ολόκληρη την Ένωση της σύστασης FATF 16 για τις ηλεκτρονικές μεταφορές χρηματικών ποσών της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (στο εξής: FATF), η οποία εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2012, και ειδικότερα ότι δεν θα γίνεται διάκριση και δεν θα υπάρχει διαφορά μεταξύ εθνικών πληρωμών στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους και διασυνοριακών πληρωμών μεταξύ κρατών μελών. Η ασυντόνιστη δράση εκ μέρους των επιμέρους κρατών μελών στον τομέα των διασυνοριακών μεταφορών χρηματικών ποσών θα μπορούσε να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων πληρωμών σε επίπεδο Ένωσης, και κατά συνέπεια να βλάψει την εσωτερική αγορά στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. [Τροπολογία 2]

(2a)

Η εφαρμογή και επιβολή του παρόντος κανονισμού, περιλαμβανομένης της σύστασης 16 για τη FATF, δεν θα έπρεπε να συνεπάγεται αδικαιολόγητο και δυσανάλογο κόστος για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ή τους πολίτες που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες τους, ενώ η ελευθερία διακίνησης των νομίμων κεφαλαίων πρέπει να διασφαλίζεται πλήρως σε ολόκληρη την Ένωση. [Τροπολογία 3]

(3)

Στην αναθεωρημένη στρατηγική της Ένωσης για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας της 17ης Ιουλίου 2008 έχει επισημανθεί ότι πρέπει να συνεχισθούν οι προσπάθειες για να εμποδίζεται η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και η χρήση από τους φερόμενους ως τρομοκράτες των δικών τους χρηματοδοτικών πόρων. Αναγνωρίζεται ότι η FATF επιδιώκει διαρκώς τη βελτίωση των συστάσεών της και τον από κοινού καθορισμό των τρόπων εφαρμογής τους. Στην αναθεωρημένη στρατηγική της Ένωσης σημειώνεται ότι η εφαρμογή αυτών των συστάσεων από όλα τα μέλη της FATF και τα μέλη των παρεμφερούς τύπου περιφερειακών φορέων αξιολογείται τακτικά και ότι από την άποψη αυτή έχει σημασία μια κοινή προσέγγιση όσον αφορά την εφαρμογή από τα κράτη μέλη.

(4)

Προκειμένου να προληφθεί η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας λήφθηκαν μέτρα για το πάγωμα των κεφαλαίων και των οικονομικών πόρων ορισμένων προσώπων, ομάδων και οντοτήτων, περιλαμβανομένων των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2580/2001 του Συμβουλίου (4) και (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου (5). Για τον ίδιο σκοπό ελήφθησαν μέτρα που αποβλέπουν στην προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τη διακίνηση κεφαλαίων και οικονομικών πόρων για τρομοκρατικούς σκοπούς. Η οδηγία …/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)  (*1) περιλαμβάνει διάφορα μέτρα τέτοιου είδους. Ωστόσο, τα προαναφερθέντα μέτρα δεν αποκλείουν εντελώς την πρόσβαση τρομοκρατών και άλλων εγκληματιών σε συστήματα πληρωμών για τη διακίνηση των κεφαλαίων τους.

(5)

Προκειμένου να αναπτυχθεί συνεκτική προσέγγιση σε διεθνή βάση στον τομέα και να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οποιαδήποτε περαιτέρω δράση της Ένωσης θα πρέπει να λάβει υπόψη τις εξελίξεις σε αυτό το επίπεδο, ιδίως τα διεθνή πρότυπα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής που εγκρίθηκαν το 2012 από την FATF και συγκεκριμένα τη σύσταση 16 και το ερμηνευτικό σημείωμα εφαρμογής της. [Τροπολογία 4]

(5α)

Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις υποχρεώσεις της Ένωσης που ορίζονται στο άρθρο 208 ΣΛΕΕ ούτως ώστε να αναχαιτιστεί η αυξανόμενη τάση για μετατόπιση των δραστηριοτήτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες από ανεπτυγμένες χώρες με αυστηρή νομοθεσία σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες προς αναπτυσσόμενες χώρες. [Τροπολογία 5]

(6)

Η πλήρης ιχνηλασιμότητα των μεταφορών χρηματικών ποσών μπορεί να αποτελέσει ιδιαίτερα σημαντικό και πολύτιμο εργαλείο για την πρόληψη, τη διερεύνηση και τον εντοπισμό της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ως εκ τούτου, προκειμένου να διασφαλισθεί η διαβίβαση πληροφοριών σε όλο το μήκος της αλυσίδας πληρωμών, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ένα σύστημα με το οποίο θα επιβάλλεται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών με πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο , το οποίο θα πρέπει να είναι ακριβές και επικαιροποιημένο. Από την άποψη αυτή, επιβάλλεται οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να αναφέρουν επαρκείς, ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σε σχέση με τις μεταφορές χρηματικών ποσών που πραγματοποιούν για τους πελάτες τους, έτσι ώστε να δίνουν τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να αποτρέπουν αποτελεσματικότερα τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας . [Τροπολογία 6]

(7)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού ισχύουν με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας που ενσωματώνει την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών  (7). Επί παραδείγματι, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγονται με σκοπό τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία κατά τρόπο που να αντιβαίνει στην οδηγία 95/46/ΕΚ. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να απαγορεύεται αυστηρώς η περαιτέρω επεξεργασία για εμπορικούς σκοπούς. Η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας αναγνωρίζεται από όλα τα κράτη μέλη ως λόγος σημαντικού δημοσίου συμφέροντος. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα, η οποία δεν εξασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 25 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, θα πρέπει να επιτρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 26 στοιχείο δ) της εν λόγω οδηγίας. Είναι σημαντικό, στην περίπτωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε περισσότερες της μίας έννομες τάξεις και διαθέτουν υποκαταστήματα ή θυγατρικές εκτός της Ένωσης, να μην παρεμποδίζεται χωρίς εύλογη αιτία η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ύποπτες συναλλαγές εντός του ίδιου οργανισμού. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται με την επιφύλαξη διεθνών συμφωνιών που αποσκοπούν στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και οι οποίες συνάπτονται μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών και περιλαμβάνουν κατάλληλες εγγυήσεις για τους πολίτες με τις οποίες εξασφαλίζεται ισοδύναμο ή επαρκές επίπεδο προστασίας. [Τροπολογία 7]

(8)

Τα άτομα που απλώς μετατρέπουν έντυπα έγγραφα σε ηλεκτρονικά δεδομένα και ενεργούν στο πλαίσιο σύμβασης με πάροχο υπηρεσιών πληρωμών δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Το ίδιο ισχύει για κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο που προσφέρει στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών απλώς συστήματα διαβίβασης μηνυμάτων ή άλλα συστήματα υποστήριξης για τη διαβίβαση κεφαλαίων ή συστήματα συμψηφισμού και διακανονισμού.

(9)

Όταν οι μεταφορές κεφαλαίων ενέχουν χαμηλό κίνδυνο νομιμοποίησης παρανόμων εσόδων ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι εν λόγω μεταφορές είναι σκόπιμο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Οι εξαιρέσεις αυτές θα πρέπει να καλύπτουν πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες, κινητά τηλέφωνα ή οποιεσδήποτε ψηφιακές ή άλλες συσκευές που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ), αναλήψεις από αυτόματες ταμειακές μηχανές, πληρωμές φόρων, προστίμων ή άλλες επιβαρύνσεις και μεταφορές κεφαλαίων όπου τόσο ο πληρωτής, όσο και ο δικαιούχος είναι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που ενεργούν για ίδιο λογαριασμό. Επιπλέον, προκειμένου να αντικατοπτρίζονται τα χαρακτηριστικά των εθνικών συστημάτων πληρωμών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εξαιρέσουν τις ηλεκτρονικές πληρωμές, υπό τον όρο ότι ανά πάσα στιγμή θα είναι δυνατός ο εντοπισμός του πληρωτή , καθώς και τις μεταφορές κεφαλαίων που πραγματοποιούνται με επιταγές με ηλεκτρονική επεξεργασία ή με συναλλαγματικές . Ωστόσο, δεν θα πρέπει να προβλέπεται καμία εξαίρεση όταν μια χρεωστική ή πιστωτική κάρτα, ένα κινητό τηλέφωνο ή οποιαδήποτε ψηφιακή ή άλλη συσκευή που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της ΤΠ με προπληρωμή ή εκ των υστέρων πληρωμή χρησιμοποιείται για την πραγματοποίηση μεταφοράς κεφαλαίων μεταξύ προσώπων. Λαμβανομένης υπόψη της δυναμικά εξελισσόμενης τεχνολογικής προόδου, πρέπει να εξεταστεί η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού ώστε να καλύψει το ηλεκτρονικό χρήμα καθώς και άλλα νέα μέσα πληρωμής. [Τροπολογία 8]

(10)

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο δεν απουσιάζουν ούτε είναι ελλιπείς. Προκειμένου να μη μειωθεί η αποδοτικότητα των συστημάτων πληρωμών, οι απαιτήσεις επαλήθευσης για μεταφορές χρηματικών ποσών βάσει λογαριασμών θα πρέπει να διαχωρίζονται από τις μεταφορές που δεν γίνονται από λογαριασμό. Προκειμένου να υπάρχει ισορροπία μεταξύ του κινδύνου εξώθησης των συναλλαγών στον χώρο της μυστικότητας και αφάνειας εξαιτίας υπερβολικά αυστηρών υποχρεώσεων αναγνώρισης και της τρομοκρατικής απειλής που ενδεχομένως να συνιστούν οι μεταφορές μικρών χρηματικών ποσών, σε περίπτωση που οι μεταφορές δεν γίνονται από λογαριασμό, η υποχρέωση της επαλήθευσης της ακρίβειας των πληροφοριών σχετικά με τον πληρωτή θα πρέπει να εφαρμόζεται περιορίζεται σε στο όνομα του πληρωτή για μεμονωμένες μεταφορές που υπερβαίνουν τα έως 1 000 EUR. Για τις μεταφορές από λογαριασμό, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωμένοι να ελέγχουν τις πληροφορίες για τον πληρωτή για κάθε μεταφορά ποσών εάν έχουν πληρωθεί οι υποχρεώσεις βάσει της οδηγίας …/…/EE (*2). [Τροπολογία 9]

(11)

Λαμβάνοντας υπόψη τις νομοθετικές πράξεις της Ένωσης για τις πληρωμές –κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 924/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και οδηγία 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) — για τις μεταφορές χρηματικών ποσών εντός της Ένωσης αρκεί να προβλέπεται απλουστευμένη πληροφόρηση σχετικά με τον πληρωτή.

(12)

Προκειμένου οι αρχές τρίτων χωρών που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, να μπορούν να εντοπίζουν την πηγή των χρηματικών ποσών που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς αυτούς, οι μεταφορές ποσών από την Ένωση εκτός Ένωσης θα πρέπει να φέρουν πλήρεις πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο. Πρόσβαση σε πλήρεις πληροφορίες για τον πληρωτή θα πρέπει να χορηγείται στις εν λόγω αρχές μόνον για λόγους πρόληψης, διερεύνησης και εντοπισμού της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

(12α)

Οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και οι συναφείς δικαστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες επιβολής του νόμου στα κράτη μέλη θα πρέπει να εντείνουν τη μεταξύ τους συνεργασία και τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, περιλαμβανομένων των αναπτυσσόμενων χωρών, για την περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας και της ανταλλαγής πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών. Η Ένωση θα πρέπει να στηρίξει προγράμματα για τη δημιουργία ικανοτήτων σε αναπτυσσόμενες χώρες για τη διευκόλυνση της εν λόγω συνεργασίας. Θα πρέπει να βελτιωθούν τα συστήματα για τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων και τη διάθεση δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με τη διερεύνηση των εγκλημάτων χωρίς να θίγονται με κανένα τρόπο οι αρχές της επικουρικότητας ή της αναλογικότητας ή τα θεμελιώδη δικαιώματα στην Ένωση. [Τροπολογία 10]

(12β)

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, ο δικαιούχος και οι μεσάζοντες παροχής υπηρεσιών θα πρέπει να εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία απώλεια, αλλοίωση, μη εξουσιοδοτημένη κοινοποίηση ή πρόσβαση. [Τροπολογία 11]

(13)

Όσον αφορά τις μεταφορές χρηματικών ποσών από τον ίδιο πληρωτή προς διάφορους δικαιούχους που αποστέλλονται φθηνά με ομαδικούς φακέλους που περιλαμβάνουν μεμονωμένες μεταφορές ποσών από την Ένωση εκτός Ένωσης, κάθε μεμονωμένη μεταφορά θα πρέπει να μπορεί να φέρει μόνον τον αριθμό λογαριασμού του πληρωτή ή τον αποκλειστικό αναγνωριστικό κωδικό της συναλλαγής του πληρωτή, υπό τον όρο ότι ο ομαδικός φάκελος περιλαμβάνει πλήρεις πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο.

(14)

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου και ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να διαθέτουν αποτελεσματικές διαδικασίες ώστε να διαπιστώνουν κατά πόσον υπάρχουν απουσιάζουν ή παρουσιάζουν ελλείψεις στις οι πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο, ιδίως εάν εμπλέκονται αριθμητικές υπηρεσίες πληρωμών για τη βελτίωση της ιχνηλασιμότητας των μεταφορών χρηματικών ποσών, προκειμένου να ελέγχουν αν οι μεταφορές χρηματικών ποσών συνοδεύονται από όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο και να συμβάλλουν στον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών. Η διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων για την εξακρίβωση της ύπαρξης και πληρότητας των πληροφοριών, ιδίως όταν εμπλέκονται περισσότεροι του ενός πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών, μπορούν να συμβάλουν ώστε να γίνουν λιγότερο χρονοβόρες και πιο αποτελεσματικές οι διαδικασίες διερεύνησης, κάτι το οποίο έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της ιχνηλασιμότητας των μεταφορών χρηματικών ποσών. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει συνεπώς να εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε οι ηλεκτρονικές μεταφορές χρηματικών ποσών ή τα σχετικά μηνύματα να συνοδεύονται από τις απαιτούμενες πληροφορίες συναλλαγής σε όλο το μήκος της αλυσίδας πληρωμών. [Τροπολογία 12]

(15)

Δεδομένου ότι οι ανώνυμες μεταφορές χρηματικών ποσών συνιστούν δυνητική απειλή από άποψη χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, είναι σκόπιμο να απαιτείται από τους πάροχους υπηρεσιών πληρωμών να ζητούν πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο. Σύμφωνα με την προσέγγιση βάσει κινδύνου που ανέπτυξε η FATF, κρίνεται σκόπιμο να καθοριστούν τομείς υψηλότερου και χαμηλότερου κινδύνου με σκοπό την καλύτερη στόχευση στους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Αντίστοιχα, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου και ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να θεσπίσουν αποτελεσματικές διαδικασίες βάσει κινδύνου και να εκτιμούν και να σταθμίζουν τους κινδύνους έτσι ώστε οι πόροι να μπορούν να διοχετεύονται αποφασιστικά σε τομείς υψηλού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Τέτοιες αποτελεσματικές διαδικασίες βάσει κινδύνου για τις περιπτώσεις όπου κατά τη μεταφορά των χρηματικών ποσών δεν παρέχονται οι απαιτούμενες πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο, ώστε να αποφασίσουν θα βοηθούν τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να αποφασίζουν με αποτελεσματικότερο τρόπο αν θα εκτελέσουν, θα απορρίψουν ή θα αναστείλουν την εν λόγω μεταφορά και να καθορίσουν τα ενδεδειγμένα μέτρα παρακολούθησης. Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμής του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός του εδάφους της Ένωσης, θα πρέπει να εφαρμόζονται ενισχυμένα μέτρα επιμελείας ως προς τον πελάτη, σύμφωνα με την οδηγία …/…/EE (*3), όσον αφορά τις διασυνοριακές σχέσεις τραπεζικής ανταπόκρισης με τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών. [Τροπολογία 13]

(16)

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου και ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να προσέχουν ιδιαιτέρως, αναλόγως του εκτιμώμενου βαθμού κινδύνου, όταν διαπιστώνουν ότι οι πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο είτε δεν παρέχονται ή είναι ελλιπείς και να αναφέρουν ύποπτες συναλλαγές στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις υποχρεώσεις αναφοράς που περιλαμβάνονται στην οδηγία …/…/EE (*4) και τα εθνικά μέτρα μεταφοράς.

(17)

Οι διατάξεις που αφορούν μεταφορές χρηματικών ποσών χωρίς πληροφορίες για τον πληρωτή ή τον δικαιούχο, ή με ελλιπείς πληροφορίες, εφαρμόζονται χωρίς να θίγονται οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις των παρόχων υπηρεσιών πληρωμής και των ενδιάμεσων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών να αναστέλλουν ή να απορρίπτουν μεταφορές ποσών που παραβιάζουν διατάξεις του αστικού, διοικητικού ή ποινικού δικαίου. Η απαίτηση για τα στοιχεία ταυτότητας του πληρωτή και του δικαιούχου από φυσικά και νομικά πρόσωπα, καταπιστεύματα, ιδρύματα, αλληλασφαλιστικές ενώσεις, εταιρείες χαρτοφυλακίου και παρόμοιες υφιστάμενες ή μελλοντικές νομικές οντότητες αποτελεί βασικό παράγοντα για τον εντοπισμό εγκληματιών που, διαφορετικά, θα μπορούσαν να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους πίσω από μια εταιρική δομή. [Τροπολογία 14]

(18)

Έως ότου αρθούν οι τεχνικοί περιορισμοί που ενδέχεται να εμποδίζουν τους ενδιάμεσους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τη διαβίβαση όλων των πληροφοριών που λαμβάνουν σχετικά με τον πληρωτή, οι εν λόγω ενδιάμεσοι πάροχοι θα πρέπει να τηρούν αρχεία με τις πληροφορίες αυτές. Οι τεχνικοί περιορισμοί αναμένεται να αρθούν με την αναβάθμιση των συστημάτων πληρωμών. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τεχνικοί περιορισμοί, θα πρέπει να προωθηθεί η χρησιμοποίηση του καθεστώτος μεταφοράς πιστώσεων του SEPA στις διατραπεζικές μεταφορές μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. [Τροπολογία 15]

(19)

Δεδομένου ότι σε ποινικές υποθέσεις ενδεχομένως να μην είναι δυνατόν να εντοπισθούν τα απαιτούμενα δεδομένα ή τα ενεχόμενα άτομα πριν περάσουν μήνες ή και χρόνια μετά την αρχική μεταφορά χρηματικών ποσών και προκειμένου να είναι δυνατή η πρόσβαση σε ουσιώδη αποδεικτικά στοιχεία στο πλαίσιο των ερευνών, είναι σκόπιμο οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών να τηρούν αρχεία με τις πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο για λόγους πρόληψης, διερεύνησης και εντοπισμού της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η εν λόγω περίοδος θα πρέπει να είναι περιορισμένη στα πέντε έτη, περίοδο μετά την οποία όλα τα προσωπικά δεδομένα πρέπει να διαγράφονται, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο εθνικό δίκαιο . Αυτή η περαιτέρω διατήρηση δεδομένων πρέπει να επιτρέπεται μόνο εάν τούτο είναι απαραίτητο για την πρόληψη, τον εντοπισμό ή τη διερεύνηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και δεν πρέπει να υπερβαίνει τα δέκα έτη. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που διατηρούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που ορίζονται σε αυτόν. [Τροπολογία 16]

(20)

Προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα ταχείας δράσης στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να ανταποκρίνονται γρήγορα σε αιτήσεις παροχής πληροφοριών για τον πληρωτή εκ μέρους των αρχών που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι.

(21)

Ο αριθμός των εργασίμων ημερών στο κράτος μέλος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή καθορίζει τον αριθμό των ημερών για την απάντηση σε αίτηση πληροφοριών για τον πληρωτή.

(22)

Προκειμένου να βελτιωθεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Δεκεμβρίου 2010 με τίτλο «Ενίσχυση των καθεστώτων επιβολής κυρώσεων στον τομέα χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών», η εξουσία έγκρισης μέτρων εποπτείας και οι εξουσίες επιβολής κυρώσεων των αρμόδιων αρχών θα πρέπει να ενισχυθούν. Θα πρέπει να προβλεφθούν διοικητικές κυρώσεις και, δεδομένης της σπουδαιότητας της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή καθώς και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) («ΕΑΤ»), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) («ΕΑΑΕΣ»), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) («ΕΑΚΑΑ»), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

(23)

Για να εξασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής των άρθρων ΧΧΧ κεφαλαίου V του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή  (14). [Τροπολογία 17]

(24)

Ορισμένες χώρες και εδάφη που δεν αποτελούν μέρος του εδάφους της Ένωσης τελούν υπό καθεστώς νομισματικής ένωσης, αποτελούν μέρος της νομισματικής ζώνης κράτους μέλους, ή έχουν υπογράψει νομισματική συμφωνία με την Ένωση εκπροσωπούμενες από κράτος μέλος, και διαθέτουν παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που συμμετέχουν αμέσως ή εμμέσως στα συστήματα πληρωμών και συμψηφισμού του εν λόγω κράτους μέλους. Προκειμένου να αποτραπεί η εμφάνιση σημαντικών αρνητικών συνεπειών στις οικονομίες των χωρών και εδαφών αυτών εξαιτίας της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στις μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ των συγκεκριμένων κρατών μελών και των εν λόγω χωρών και εδαφών, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η δυνατότητα μεταχείρισης των μεταφορών αυτών ως πραγματοποιούμενων στο εσωτερικό του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

(25)

Εν όψει των τροποποιήσεων που θα πρέπει να επέλθουν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), ο εν λόγω κανονισμός θα πρέπει να καταργηθεί για λόγους σαφήνειας.

(26)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων του κανονισμού, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως προβλέπεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν βαίνει πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων του.

(27)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7), το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8), το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου (άρθρο 47) και την αρχή «ne bis in idem».

(28)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ομαλή καθιέρωση του νέου πλαισίου για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κρίνεται σκόπιμο να συμπίπτει η ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού με τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς της οδηγίας …/…/EE (*5),

(28α)

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων εξέφρασε την γνώμη του στις 4 Ιουλίου 2013 (16),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών, για λόγους πρόληψης, εντοπισμού και διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κατά τη μεταφορά χρηματικών ποσών.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται, ως:

(1)

«χρηματοδότηση της τρομοκρατίας»: η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 της οδηγίας …/…/EE (*6).

(2)

«νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες»: οι ενέργειες νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή 3 της οδηγίας …/…/EE (*6).

(3)

«πληρωτής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είτε προβαίνει στη μεταφορά χρηματικών ποσών από το λογαριασμό του είτε δίνει εντολή για μεταφορά χρηματικών ποσών πληρωτής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 7 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ · [Τροπολογία 18]

(4)

«δικαιούχος πληρωμής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αποτελεί τον δικαιούχο των μεταφερόμενων χρηματικών ποσών δικαιούχος κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 8 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ · [Τροπολογία 19]

(5)

«πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο παρέχει την υπηρεσία μεταφοράς χρηματικών ποσών υπό την επαγγελματική του ιδιότητα πάροχος υπηρεσιών πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 9 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ · [Τροπολογία 20]

(6)

«ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος δεν υπηρετεί ούτε τον πληρωτή ούτε τον δικαιούχο της πληρωμής και ο οποίος λαμβάνει και διαβιβάζει μεταφορές χρηματικών ποσών για λογαριασμό του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή ή του δικαιούχου ή άλλου ενδιάμεσου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών·

(7)

«μεταφορά χρηματικών ποσών»: οποιαδήποτε συναλλαγή εκτελούμενη ηλεκτρονικά για λογαριασμό ενός πληρωτή μέσω ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό να τεθεί χρηματικό ποσό στη διάθεση κάποιου δικαιούχου μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, και ιδίως η «υπηρεσία εμβασμάτων» και η «άμεση χρέωση» κατά την έννοια της οδηγίας 2007/64/ΕΚ, ανεξάρτητα από το εάν πληρωτής και δικαιούχος είναι ένα και το αυτό πρόσωπο· [Τροπολογία 21]

(8)

«ομαδοποιημένη μεταφορά χρηματικών ποσών»: δέσμη περισσοτέρων μεμονωμένων μεταφορών χρηματικών ποσών που ομαδοποιούνται με σκοπό τη μεταφορά τους·

(9)

«αποκλειστικός αναγνωριστικός κωδικός συναλλαγής»: ο συνδυασμός γραμμάτων ή συμβόλων που καθορίζεται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού ή των συστημάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά χρηματικών ποσών, και ο οποίος καθιστά δυνατή την παρακολούθηση των ιχνών της συναλλαγής έως τον πληρωτή και τον δικαιούχο·

(10)

«μεταφορά χρηματικών ποσών «από πρόσωπο σε πρόσωπο»: συναλλαγή που πραγματοποιείται μεταξύ δύο φυσικών προσώπων τα οποία, ως καταναλωτές, ενεργούν για άλλους σκοπούς εκτός της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας . [Τροπολογία 22]

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός ισχύει για τις μεταφορές χρηματικών ποσών σε οποιοδήποτε νόμισμα, οι οποίες αποστέλλονται ή παραλαμβάνονται από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εγκατεστημένο στην Ένωση.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για τις μεταφορές χρηματικών ποσών που εκτελούνται μέσω πιστωτικής, ή χρεωστικής ή προπληρωμένης κάρτας, κουπονιού, κινητού τηλεφώνου , ηλεκτρονικού χρήματος ή άλλης ψηφιακής ή άλλης συσκευής της τεχνολογίας των πληροφοριών (ΤΠ) που ορίζεται στην οδηγία 2014/…/EU [PSD] , εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις: [Τροπολογία 23]

α)

η κάρτα ή η συσκευή χρησιμοποιείται για την πληρωμή αγαθών και υπηρεσιών σε εταιρεία στο πλαίσιο επαγγελματικής συναλλαγής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας · [Τροπολογία 24]

β)

όλες οι μεταφορές που απορρέουν από τη συναλλαγή συνοδεύονται από τον αριθμό της εν λόγω κάρτας ή συσκευής.

Ωστόσο, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται για τη χρήση πιστωτικής ή χρεωστικής ή προπληρωμένης κάρτας, κινητού τηλεφώνου , ηλεκτρονικού χρήματος ή άλλης ψηφιακής ή άλλης συσκευής που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της ΤΠ με σκοπό την πραγματοποίηση μεταφοράς χρηματικών ποσών από πρόσωπο σε πρόσωπο. [Τροπολογία 25]

3.    Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν άλλη δραστηριότητα πέρα από την μετατροπή έντυπων εγγράφων σε ηλεκτρονικά δεδομένα και που ενεργούν στο πλαίσιο σύμβασης με πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ούτε σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν άλλη δραστηριότητα εκτός από την παροχή, σε παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, συστημάτων αποστολής μηνυμάτων ή άλλων συστημάτων υποστήριξης για τη μεταφορά χρηματικών ποσών ή συστημάτων συμψηφισμού και διακανονισμού. [Τροπολογία 26]

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε μεταφορές χρηματικών ποσών:

α)

όταν η μεταφορά χρηματικών ποσών συνεπάγεται ότι ο πληρωτής προβαίνει σε ανάληψη μετρητών από τον δικό του λογαριασμό·

β)

όταν τα χρηματικά ποσά μεταφέρονται προς δημόσιες αρχές για πληρωμή φόρων, προστίμων ή άλλων επιβαρύνσεων στο εσωτερικό κράτους μέλους·

γ)

όταν τόσο ο πληρωτής όσο και ο δικαιούχος πληρωμής είναι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που ενεργούν για ίδιο λογαριασμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ 1

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΧΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΤΟΥ ΠΛΗΡΩΤΗ

Άρθρο 4

Πληροφορίες που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών

1.   Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή εξασφαλίζει ότι η μεταφορά χρηματικών ποσών συνοδεύεται από τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή:

α)

το όνομα του πληρωτή·

β)

τον αριθμό λογαριασμού του πληρωτή, εφόσον ο εν λόγω λογαριασμός χρησιμοποιείται για την επεξεργασία της μεταφοράς χρηματικών ποσών, ή έναν αποκλειστικό αναγνωριστικό κωδικό συναλλαγής όταν για τον σκοπό αυτό δεν χρησιμοποιείται λογαριασμός·

γ)

τη διεύθυνση, ή τον εθνικό αριθμό ταυτότητας του πληρωτή τον αναγνωριστικό αριθμό πελάτη ή την ημερομηνία και τον τόπο γέννησής του. [Τροπολογία 27]

2.   Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή εξασφαλίζει ότι οι μεταφορές χρηματικών ποσών συνοδεύονται από τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τον δικαιούχο της πληρωμής:

α)

το όνομα του δικαιούχου, και

β)

τον αριθμό λογαριασμού του δικαιούχου, εφόσον ο εν λόγω λογαριασμός χρησιμοποιείται για την επεξεργασία της συναλλαγής, ή έναν αποκλειστικό αναγνωριστικό κωδικό συναλλαγής όταν για τον σκοπό αυτό δεν χρησιμοποιείται λογαριασμός·

3.   Πριν μεταφέρει τα χρηματικά ποσά, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή εφαρμόζει μέτρα δέουσας επιμελείας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με την οδηγία …/…/EE  (*7) και επαληθεύει την ακρίβεια και την πληρότητα των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών προερχόμενων από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή. [Τροπολογία 28]

4.   Όταν τα χρηματικά ποσά μεταφέρονται από τον λογαριασμό του πληρωτή, η επαλήθευση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν η ταυτότητα του πληρωτή έχει επαληθευθεί κατά το άνοιγμα του λογαριασμού σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας …/…/EE (*8) και οι πληροφορίες που προέκυψαν από την επαλήθευση αυτή έχουν αποθηκευθεί σύμφωνα με το άρθρο 39 της εν λόγω οδηγίας· ή

β)

όταν το άρθρο 12 παράγραφος 5 της οδηγίας …/…/EE (*8) ισχύει για τον πληρωτή.

5.   Ωστόσο, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3, σε περίπτωση που οι μεταφορές χρηματικών ποσών δεν γίνονται από λογαριασμό, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή δεν υποχρεούται να επαληθεύει τουλάχιστον το όνομα του πληρωτή για μεταφορές που δεν υπερβαίνουν τα 1 000 EUR, και επαληθεύει τις πλήρεις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εάν η μεταφορά δεν υπερβαίνει τα 1 000 ευρώ και δεν όταν η συναλλαγή διεξάγεται σε περισσότερες από μία πράξεις που φαίνεται να είναι αλληλένδετη με άλλες μεταφορές χρηματικών ποσών οι οποίες, μαζί με την εν λόγω μεταφορά, συνδεδεμένες ή υπερβαίνουν συνολικά τα 1 000 EUR. [Τροπολογία 29]

Άρθρο 5

Μεταφορές χρηματικών ποσών εντός της Ένωσης

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, σε περίπτωση που ο πάροχος/οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών τόσο του πληρωτή όσο και του δικαιούχου της πληρωμής είναι εγκατεστημένος/εγκατεστημένοι εντός της Ένωσης, παρέχεται απαιτείται η παροχή μόνον ο αριθμός του πλήρους ονόματος και του αριθμού λογαριασμού του πληρωτή και του δικαιούχου της πληρωμής ή ο αποκλειστικός αναγνωριστικός κωδικός συναλλαγής του πληρωτή κατά τη χρονική στιγμή μεταφοράς χρηματικών ποσών με την επιφύλαξη των απαιτήσεων πληροφόρησης που ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) και παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ . 260/2012 . [Τροπολογία 30]

2.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου 1, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή , σε περίπτωση εντοπισμένων υψηλότερων κινδύνων όπως αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 2 ή 3 ή στο παράρτημα III της οδηγίας …/…/EE  (*9) , απαιτεί τις πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο της πληρωμής ή, διαβιβάζει, κατόπιν αιτήματος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου ή του ενδιάμεσου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, τις πληροφορίες για τον πληρωτή ή τον δικαιούχο σύμφωνα με το άρθρο 4, εντός τριών εργάσιμων ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος. [Τροπολογία 31]

Άρθρο 6

Μεταφορές χρηματικών ποσών εκτός της Ένωσης

1.   Στην περίπτωση ομαδοποιημένων μεταφορών χρηματικών ποσών από τον ίδιο πληρωτή όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών των δικαιούχων είναι εγκατεστημένοι εκτός Ένωσης, το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζεται στις μεμονωμένες μεταφορές που έχουν ομαδοποιηθεί, υπό τον όρο ότι ο ομαδικός φάκελος περιλαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο και ότι οι μεμονωμένες μεταφορές φέρουν τον αριθμό λογαριασμού ή τον αποκλειστικό αναγνωριστικό κωδικό συναλλαγής του πληρωτή.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, οι μεταφορές χρηματικών ποσών ύψους ίσου ή μικρότερου των 1 000 EUR συνοδεύονται μόνον από τις εξής πληροφορίες: [Τροπολογία 32]

α)

το όνομα του πληρωτή·

β)

το όνομα του δικαιούχου πληρωμής·

γ)

τον αριθμό λογαριασμού τόσο του πληρωτή όσο και του δικαιούχου ή τον αποκλειστικό αναγνωριστικό κωδικό συναλλαγής.

Δεν απαιτείται επαλήθευση της ακρίβειας των ανωτέρω πληροφοριών, εκτός εάν υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

ΤΜΗΜΑ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΡΟΧΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ

Άρθρο 7

Διαπίστωση της έλλειψης στοιχείων σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο

1.   Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου οφείλει να διαπιστώνει εάν τα πεδία του χρησιμοποιούμενου για την πραγματοποίηση της μεταφοράς συστήματος αποστολής μηνυμάτων ή συστήματος πληρωμών και διακανονισμού, τα οποία περιέχουν πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο, έχουν συμπληρωθεί σύμφωνα με τους χαρακτήρες ή τα εισαγόμενα δεδομένα που τα οποία γίνονται δεκτά από τις εσωτερικές διαδικασίες κατά της κατάχρησης που έχουν θεσπιστεί βάσει κινδύνου στο πλαίσιο των συμβάσεων του εν λόγω συστήματος αποστολής μηνυμάτων ή συστήματος πληρωμών και διακανονισμού . [Τροπολογία 33]

2.   Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου εφαρμόζει αποτελεσματικές διαδικασίες προκειμένου να διαπιστώσει εάν λείπουν οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή ή τον δικαιούχο:

α)

για μεταφορές χρηματικών ποσών στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εντός Ένωσης, οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 5·

β)

για μεταφορές χρηματικών ποσών στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, οι πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2 και, κατά περίπτωση, οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 14· και

γ)

για τις ομαδοποιημένες μεταφορές χρηματικών ποσών, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, σε σχέση με την ομαδοποιημένη μεταφορά.

3.   Για τις μεταφορές χρηματικών ποσών άνω των 1 000 ευρώ, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου επαληθεύει την ταυτότητα του δικαιούχου σε περίπτωση που η ταυτότητά του δεν έχει ήδη επαληθευθεί.

4.   Για τις μεταφορές χρηματικών ποσών ύψους ίσου ή μικρότερου των 1 000 ευρώ, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου δεν χρειάζεται να επαληθεύσει τις πληροφορίες που αφορούν τον δικαιούχο, εκτός εάν υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

Τα κράτη μέλη μπορούν να μειώνουν ή να αίρουν το κατώτατο όριο όταν η εθνική αξιολόγηση των κινδύνων συνηγορεί υπέρ της εντατικοποίησης των ελέγχων στις μεταβιβάσεις κεφαλαίων που δεν γίνονται μέσω τραπεζικού λογαριασμού. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση αυτής της παρέκκλισης ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή. [Τροπολογία 34]

4α.     Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα η οποία παρουσιάζει αυξημένο επίπεδο κινδύνου, θα πρέπει να εφαρμόζεται ενισχυμένη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, σύμφωνα με την οδηγία …/…/EE  (*10) , όσον αφορά τις διασυνοριακές σχέσεις τραπεζικής ανταπόκρισης με τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. [Τροπολογία 35]

Άρθρο 8

Μεταφορές χρηματικών ποσών χωρίς ή με ελλιπείς πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο

1.   Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου θεσπίζει αποτελεσματικές διαδικασίες βάσει κινδύνου, με βάση τους κινδύνους που εντοπίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 και στο παράρτημα III της οδηγίας …/…/EE  (*11), με τις οποίες προσδιορίζεται πότε εκτελείται, απορρίπτεται ή αναστέλλεται η μεταφορά χρηματικών ποσών που δεν συνοδεύεται από τις απαιτούμενες πλήρεις πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο, και αποφασίζει για τα ενδεδειγμένα μέτρα παρακολούθησης. [Τροπολογία 36]

Σε κάθε περίπτωση, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου της πληρωμής συμμορφώνονται με την ισχύουσα νομοθεσία ή τις διοικητικές διατάξεις σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και ειδικότερα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2580/2001 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002 και την οδηγία …/…/EE (*11). [Τροπολογία 37]

Όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου διαπιστώνει, τη στιγμή που παραλαμβάνει τα μεταφερθέντα χρηματικά ποσά, ότι λείπουν εν μέρει ή εντελώς οι πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο που απαιτούνται βάσει του άρθρου 4 παράγραφοι 1 και 2, του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 6, είτε ή δεν έχουν συμπληρωθεί με χρήση των χαρακτήρων ή των εισαγόμενων δεδομένων που είναι αποδεκτά στο πλαίσιο των συμβάσεων του συστήματος αποστολής μηνυμάτων ή του συστήματος πληρωμής και διακανονισμού, απορρίπτει ή αναβάλλει τη μεταφορά είτε και ζητεί πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο πριν από την εκτέλεση της πράξης πληρωμής . [Τροπολογία 38]

2.   Όταν πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παραλείπει συστηματικά να παράσχει τις απαιτούμενες πλήρεις πληροφορίες για τον πληρωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου λαμβάνει μέτρα τα οποία μπορεί αρχικά να περιλαμβάνουν την έκδοση προειδοποιήσεων και τον καθορισμό προθεσμίας, πριν απορριφθούν οιεσδήποτε μεταφορές χρηματικών ποσών στο μέλλον από τον συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή πριν αποφασισθεί ο περιορισμός ή ο τερματισμός των επιχειρηματικών σχέσεων με αυτόν τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. [Τροπολογία 39]

Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου αναφέρει το περιστατικό στις αρχές που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 9

Αξιολόγηση και υποβολή αναφορών

Σύμφωνα με τις διαδικασίες βάσει κινδύνου των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου λαμβάνει υπόψη την πλήρη ή μερική απουσία πληροφοριών για τον πληρωτή και τον δικαιούχο ως έναν από τους παράγοντες όταν αξιολογεί αν η μεταφορά χρημάτων ή οποιαδήποτε άλλη σχετική συναλλαγή είναι ύποπτη και αν πρέπει να την αναφέρει στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών. Στο πλαίσιο των αποτελεσματικών διαδικασιών βάσει κινδύνου που εφαρμόζει, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, εστιάζει επίσης την προσοχή τους στους άλλους παράγοντες κινδύνου που εντοπίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 και στο παράρτημα III της οδηγίας …/…/EE  (*12) και λαμβάνει τα σχετικά δέοντα μέτρα. [Τροπολογία 40]

ΤΜΗΜΑ 3

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

Άρθρο 10

Φύλαξη πληροφοριών σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο μαζί με τη μεταφορά

Οι ενδιάμεσοι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μεριμνούν ώστε μαζί με τη μεταφορά χρημάτων να φυλάσσονται και όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο.

Άρθρο 11

Διαπίστωση της έλλειψης στοιχείων σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο

1.   Ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών οφείλει να διαπιστώνει εάν τα πεδία του χρησιμοποιούμενου για την πραγματοποίηση της μεταφοράς συστήματος αποστολής μηνυμάτων ή συστήματος πληρωμών και διακανονισμού, τα οποία περιέχουν πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο, έχουν συμπληρωθεί σύμφωνα με τους χαρακτήρες ή τα εισαγόμενα δεδομένα που γίνονται δεκτά στο πλαίσιο των συμβάσεων του εν λόγω συστήματος.

2.   Ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εφαρμόζει αποτελεσματικές διαδικασίες προκειμένου να διαπιστώσει εάν λείπουν ή δεν είναι πλήρεις οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή ή τον δικαιούχο: [Τροπολογία 41]

α)

για μεταφορές χρηματικών ποσών στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εντός Ένωσης, οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 5·

β)

για μεταφορές χρηματικών ποσών στις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, οι πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2 ή, κατά περίπτωση, οι πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του άρθρου 14· και

γ)

για τις ομαδοποιημένες μεταφορές χρηματικών ποσών, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, σε σχέση με την ομαδοποιημένη μεταφορά.

Άρθρο 12

Μεταφορές χρηματικών ποσών χωρίς ή με ελλιπείς πληροφορίες για τον πληρωτή και τον δικαιούχο

1.   Ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θεσπίζει αποτελεσματικές διαδικασίες βάσει κινδύνου, με τις οποίες προσδιορίζεται πότε εκτελείται, απορρίπτεται ή αναστέλλεται η μεταφορά χρηματικών ποσών που δεν συνοδεύεται από τις απαιτούμενες πληροφορίες για κατά πόσον οι πληροφορίες που έχουν ληφθεί σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο, και αποφασίζει για απουσιάζουν εντελώς ή εν μέρει και εφαρμόζει τα ενδεδειγμένα μέτρα παρακολούθησης. [Τροπολογία 42]

Όταν ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαπιστώνει, τη στιγμή που παραλαμβάνει τα μεταφερθέντα χρηματικά ποσά, ότι λείπουν εν μέρει ή εντελώς οι πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο που απαιτούνται βάσει του άρθρου 4 παράγραφοι 1 και 2, του άρθρου 5 παράγραφος 1 και του άρθρου 6, είτε ή δεν έχουν συμπληρωθεί με χρήση των χαρακτήρων ή των εισαγόμενων δεδομένων που είναι αποδεκτά σύμφωνα με τις συμβάσεις του συστήματος αποστολής μηνυμάτων ή του συστήματος πληρωμής και διακανονισμού, απορρίπτει ή αναβάλλει τη μεταφορά είτε και ζητεί πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο πριν από την εκτέλεση της πράξης πληρωμής . [Τροπολογία 43]

2.   Όταν πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παραλείπει συστηματικά να παράσχει τις απαιτούμενες πληροφορίες για τον πληρωτή, ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει μέτρα τα οποία μπορεί αρχικά να περιλαμβάνουν την έκδοση προειδοποιήσεων και τον καθορισμό προθεσμίας, πριν απορριφθούν οιεσδήποτε μεταφορές χρηματικών ποσών στο μέλλον από τον συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ή πριν αποφασισθεί ο περιορισμός ή ο τερματισμός των επιχειρηματικών σχέσεων με αυτόν τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

Ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών αναφέρει το περιστατικό στις αρχές που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 13

Αξιολόγηση και υποβολή αναφορών

Ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει υπόψη την πλήρη ή μερική απουσία πληροφοριών για τον πληρωτή και τον δικαιούχο όταν αξιολογεί αν η μεταφορά χρημάτων ή οποιαδήποτε άλλη σχετική συναλλαγή είναι ύποπτη και αν πρέπει να την αναφέρει στη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

Άρθρο 14

Τεχνικοί περιορισμοί

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή είναι εγκατεστημένος εκτός Ένωσης και ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είναι εγκατεστημένος εντός Ένωσης.

2.   Όταν ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαπιστώνει, κατά την παραλαβή μεταφοράς χρηματικού ποσού, ότι λείπουν εν μέρει ή εντελώς οι πληροφορίες για τον πληρωτή που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, δύναται, προκειμένου να πραγματοποιήσει τις μεταφορές χρηματικών ποσών στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, να χρησιμοποιήσει σύστημα με τεχνικούς περιορισμούς το οποίο εμποδίζει την παροχή πληροφοριών για τον πληρωτή μαζί με τη μεταφορά χρηματικών ποσών.

3.   Όταν ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαπιστώσει κατά την παραλαβή μεταφοράς χρηματικού ποσού ότι λείπουν εν μέρει ή εντελώς οι πληροφορίες για τον πληρωτή που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, δύναται να χρησιμοποιήσει σύστημα πληρωμών με τεχνικούς περιορισμούς μόνον εάν υπάρχει δυνατότητα να ενημερωθεί ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου για το γεγονός αυτό, είτε μέσω συστήματος πληρωμών ή αποστολής μηνυμάτων που προβλέπει τη γνωστοποίηση αυτού του γεγονότος ή μέσω άλλης διαδικασίας, υπό την προϋπόθεση ότι ο τρόπος επικοινωνίας είναι αποδεκτός ή έχει συμφωνηθεί και από τους δύο παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

4.   Όταν ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών χρησιμοποιεί σύστημα με τεχνικούς περιορισμούς, ο πάροχος αυτός, κατόπιν αιτήσεως του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου, θέτει στη διάθεση του τελευταίου, εντός τριών εργάσιμων ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος, όλες τις πληροφορίες που έχει λάβει σχετικά με τον πληρωτή, ανεξαρτήτως του αν οι πληροφορίες αυτές είναι πλήρεις ή όχι.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΡΗΣΗ ΑΡΧΕΙΩΝ

Άρθρο 15

Υποχρεώσεις συνεργασίας και ισοδυναμία [Τροπολογία 44]

1.    Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι ενδιάμεσοι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ανταποκρίνονται πλήρως και χωρίς καθυστέρηση, σύμφωνα με τις διαδικαστικές απαιτήσεις που θεσπίζει η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένοι, στις έρευνες που διεξάγουν αποκλειστικά οι αρχές που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στο κράτος μέλος αυτό, όσον αφορά τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού. Θεσπίζονται ειδικές εγγυήσεις, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι εν λόγω ανταλλαγές πληροφοριών συνάδουν με τις απαιτήσεις προστασίας δεδομένων. Καμία άλλη εξωτερική αρχή ή τρίτος δεν έχει πρόσβαση στα δεδομένα που αποθηκεύονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. [Τροπολογία 45]

1α.     Δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος της ροής του παράνομου χρήματος καταλήγει σε φορολογικούς παραδείσους, η Ένωση οφείλει να αυξήσει την πίεση που ασκεί στις χώρες αυτές προκειμένου να συνεργαστούν με σκοπό την καταπολέμηση αυτών των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών και να βελτιώσουν τη διαφάνεια. [Τροπολογία 46]

1β.     Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση εφαρμόζουν τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τις θυγατρικές εταιρείες και τα υποκαταστήματά τους που λειτουργούν σε τρίτες χώρες οι οποίες δεν θεωρούνται ισοδύναμες.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 22α σχετικά με την αναγνώριση του νομικού και εποπτικού πλαισίου δικαιοδοσιών εκτός της Ένωσης, ως ισοδύναμου με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 47]

Άρθρο 15α

Προστασία δεδομένων

1.     Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εκτελούν τα καθήκοντά τους για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία μεταφοράς της οδηγίας 95/46/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο.

2.     Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα που διατηρούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς που ορίζονται σε αυτόν και σε καμία περίπτωση για εμπορικούς σκοπούς.

3.     Οι αρχές προστασίας δεδομένων πρέπει να έχουν την εξουσία, συμπεριλαμβανομένων των εξουσιών έμμεσης πρόσβασης, να ερευνούν, είτε αυτεπαγγέλτως είτε έπειτα από καταγγελία, τυχόν αξιώσεις που αφορούν προβλήματα με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τούτο πρέπει να περιλαμβάνει ειδικότερα την πρόσβαση στο αρχείο δεδομένων του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και των αρμόδιων εθνικών αρχών. [Τροπολογία 48]

Άρθρο 15β

Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς

Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, η οποία δεν διασφαλίζει ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 25 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον:

α)

έχουν θεσπιστεί κατάλληλα μέτρα για την προστασία των δεδομένων και εγγυήσεις· και

β)

η εποπτική αρχή, έπειτα από αξιολόγηση των εν λόγω μέτρων και εγγυήσεων, έχει εκχωρήσει προηγούμενη έγκριση για τη μεταφορά. [Τροπολογία 49]

Άρθρο 16

Τήρηση αρχείων

Οι πληροφορίες σχετικά με τον πληρωτή και τον δικαιούχο δεν πρέπει να διατηρούνται πέραν του απολύτως αναγκαίου χρονικού διαστήματος. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του δικαιούχου τηρούν σε αρχείο επί μία πενταετία για μέγιστο χρονικό διάστημα πέντε ετών τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 4, 5, 6 και 7. Στις περιπτώσεις του άρθρου 14 παράγραφοι 2 και 3, ο ενδιάμεσος πάροχος υπηρεσιών πληρωμών πρέπει να τηρεί επί μία πενταετία σε αρχείο όλες τις πληροφορίες που λαμβάνει. Μετά την εκπνοή αυτής της προθεσμίας, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να διαγράφονται, εκτός και αν ορίζεται διαφορετικά στην εθνική νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία καθορίζονται οι συνθήκες υπό τις οποίες οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν ή πρέπει να διατηρούν τα δεδομένα για επιπλέον χρονικό διάστημα. Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν ή να απαιτούν την περαιτέρω διατήρηση των δεδομένων για περαιτέρω χρονικό διάστημα μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν υπάρχουν λόγοι, όταν οι λόγοι αυτοί έχουν γνωστοποιηθεί και μόνον εφόσον είναι αναγκαίο για λόγους πρόληψης, εντοπισμού ή διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η μέγιστη περίοδος διατήρησης δεδομένων μετά την πραγματοποίηση μεταφοράς χρηματικών ποσών δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη και η αποθήκευση προσωπικών δεδομένων συμμορφώνεται με την εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ . [Τροπολογία 50]

Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, ο δικαιούχος και οι μεσάζοντες παροχής υπηρεσιών εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή ή τυχαία απώλεια, αλλοίωση, μη εξουσιοδοτημένη κοινοποίηση ή πρόσβαση. [Τροπολογία 51]

Οι πληροφορίες που συλλέγονται σχετικά με τον πληρωτή ή τον δικαιούχο από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών του πληρωτή, από τον δικαιούχο και τους ενδιάμεσους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, διαγράφονται μετά τη λήξη της περιόδου διατήρησης δεδομένων. [Τροπολογία 52]

Άρθρο 16α

Πρόσβαση στις πληροφορίες και εμπιστευτικότητα

1.     Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξασφαλίζουν ότι στις πληροφορίες που συλλέγονται για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού έχουν δυνατότητα πρόσβασης μόνο συγκεκριμένα πρόσωπα ή μόνο τα πρόσωπα που είναι απολύτως απαραίτητα για την ολοκλήρωση του αναληφθέντος κινδύνου.

2.     Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εξασφαλίζουν την τήρηση της εμπιστευτικότητας των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία.

3.     Τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του πληρωτή ή του δικαιούχου και που επεξεργάζονται τα δεδομένα αυτά, σέβονται τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των διαδικασιών των δεδομένων, καθώς και τις απαιτήσεις για την προστασία των δεδομένων.

4.     Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε να παρέχεται ειδική κατάρτιση για την προστασία των δεδομένων σε πρόσωπα που συλλέγουν ή επεξεργάζονται τακτικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 53]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ

Άρθρο 17

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες σχετικά με τα διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να εξασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου ισχύουν υποχρεώσεις για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, σε περίπτωση παράβασης είναι δυνατόν να επιβάλλονται κυρώσεις στα μέλη του διοικητικού οργάνου και σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά πρόσωπα φέρουν ευθύνη για την παράβαση βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

3.   Έως … (*13) τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στη Μικτή Επιτροπή της ΕΑΤ, της ΕΑΑΕΣ και της ΕΑΚΑΑ τους κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Κοινοποιούν επίσης αμέσως οιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίησή τους στην Επιτροπή και στη Μικτή Επιτροπή της ΕΑΤ, της ΕΑΑΕΣ και της ΕΑΚΑΑ.

4.   Στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι ανακριτικές εξουσίες που είναι αναγκαίες για την επιτέλεση των καθηκόντων τους. Κατά την άσκηση των εξουσιών τους για την επιβολή κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά, ώστε να διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις ή τα μέτρα παράγουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, και συντονίζουν τη δράση τους όταν ασχολούνται με διασυνοριακές υποθέσεις.

Άρθρο 18

Ειδικές διατάξεις

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις εξής περιπτώσεις παραβάσεων:

α)

επανειλημμένη παράλειψη διαβίβασης των απαιτούμενων πληροφοριών για τον πληρωτή και τον δικαιούχο από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών , κατά παράβαση των άρθρων 4, 5 και 6· [Τροπολογία 54]

β)

σοβαρή παράβαση της υποχρέωσης των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών να τηρούν αρχεία σύμφωνα με το άρθρο 16·

γ)

παράλειψη του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών να θεσπίσει αποτελεσματικές πολιτικές και διαδικασίες βάσει κινδύνου όπως απαιτείται σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 12·

γα)

σοβαρή αδυναμία των ενδιάμεσων παρόχων υπηρεσιών πληρωμών να συμμορφωθούν με τα άρθρα 11 και 12· [Τροπολογία 55]

2.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα διοικητικά μέτρα και οι κυρώσεις που μπορούν να εφαρμοστούν περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·

β)

έκδοση διαταγής προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της επίμαχης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της·

γ)

στην περίπτωση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, ανάκληση της άδειας του παρόχου·

δ)

επιβολή προσωρινής απαγόρευσης κατά οιουδήποτε μέλους του διοικητικού οργάνου του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή κάθε άλλου φυσικού προσώπου, που θεωρείται υπαίτιο, να ασκεί καθήκοντα στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

ε)

σε περίπτωση νομικού προσώπου, επιβολή διοικητικών χρηματικών προστίμων ύψους έως 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του εν λόγω νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση· όταν το νομικό πρόσωπο είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση·

στ)

σε περίπτωση φυσικού προσώπου, επιβολή διοικητικών χρηματικών προστίμων ύψους έως 5 000 000 EUR ή, στα κράτη μέλη όπου το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ, της αντίστοιχης αξίας στο εθνικό νόμισμα κατά … (*14)·

ζ)

επιβολή διοικητικών χρηματικών προστίμων έως και το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου αυτά είναι δυνατόν να προσδιοριστούν.

Άρθρο 19

Δημοσιοποίηση κυρώσεων

Οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν τις διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 και στο άρθρο 18 παράγραφος 1 δημοσιοποιούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα των προσώπων που ευθύνονται για αυτήν, εκτός εάν η εν λόγω δημοσιοποίηση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών εάν κριθεί αναγκαίο και ανάλογο μετά από κατά περίπτωση αξιολόγηση . [Τροπολογία 56]

Σε περίπτωση που η δημοσιοποίηση θα προξενούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν τις κυρώσεις ανώνυμα.

Όταν αρμόδια αρχή κράτους μέλους επιβάλλει ή εφαρμόζει διοικητική κύρωση ή άλλο μέτρο σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 18, ενημερώνει την ΕΑΤ για τη σχετική κύρωση ή μέτρο και για τις περιστάσεις υπό τις οποίες επιβλήθηκε ή εφαρμόστηκε. Η ΕΑΤ εντάσσει την κοινοποίηση αυτή στην κεντρική βάση δεδομένων διοικητικών κυρώσεων που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 69 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (17) και εφαρμόζει σε αυτήν τις ίδιες διαδικασίες όπως και για τις άλλες δημοσιοποιημένες κυρώσεις. [Τροπολογία 57]

Άρθρο 20

Επιβολή κυρώσεων από τις αρμόδιες αρχές

Κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων και του ύψους των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται:

α)

η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·

β)

ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·

γ)

η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του υπαίτιου νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου·

δ)

η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·

ε)

οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·

στ)

ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή·

ζ)

προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου.

Άρθρο 21

Καταγγελία παραβάσεων

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών όσον αφορά παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στις αρμόδιες αρχές. Πρέπει να εφαρμοστούν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια, αλλοίωση ή μη εξουσιοδοτημένη δημοσιοποίηση. [Τροπολογία 58]

2.   Οι μηχανισμοί της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για παραβάσεις και την επακόλουθη συνέχεια·

β)

κατάλληλη προστασία για καταγγέλλοντες δυσλειτουργίες και πρόσωπα που καταγγέλλουν πιθανές ή πραγματικές παραβάσεις· [Τροπολογία 59]

γ)

προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών , σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, καθιερώνουν εσωτερικές κατάλληλες διαδικασίες για να μπορούν οι εργαζόμενοί τους να καταγγέλλουν παραβάσεις εσωτερικά, μέσω ειδικού ασφαλούς, ανεξάρτητου και ανώνυμου διαύλου. [Τροπολογία 60]

Άρθρο 22

Παρακολούθηση

1.    Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να παρακολουθούν αποτελεσματικά και να λαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. H ΕTA μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σχετικά με τις διαδικασίες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές των κρατών μελών. [Τροπολογία 61]

1α.     Η Επιτροπή συντονίζει και παρακολουθεί προσεκτικά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών εκτός Ένωσης και ενισχύει τη συνεργασία, όπου αρμόζει, με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών που είναι υπεύθυνες για την διερεύνηση και επιβολή κυρώσεων για παραβιάσεις βάσει του άρθρου 18. [Τροπολογία 62]

1β.     Έως την 1η Ιανουαρίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του κεφαλαίου IV με ιδιαίτερη έμφαση στις διασυνοριακές υποθέσεις, στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών τρίτων χωρών και στην άσκηση των εξουσιών διερεύνησης και επιβολής κυρώσεων από τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος παράβασης όσον αφορά την αποθήκευση των δεδομένων, η Επιτροπή αναλαμβάνει κατάλληλη και ουσιαστική δράση, συμπεριλαμβανομένης της υποβολής πρότασης για τροποποίηση του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 63]

Άρθρο 22α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.     Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.     Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1α ανατίθενται στην Επιτροπή για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα από …  (*15).

3.     Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1α είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της εν λόγω απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.     Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.     Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 1α τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. [Τροπολογία 64]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Άρθρο 23

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται στο έργο της από την επιτροπή για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας («επιτροπή»). Η τελευταία αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 , υπό τον όρο ότι οι εκτελεστικές διατάξεις που εγκρίνονται βάσει της διαδικασίας που ορίζεται σε αυτό δεν τροποποιούν τις βασικές διατάξεις του εν λόγω κανονισμού . [Τροπολογία 65]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ

Άρθρο 24

Συμφωνίες με εδάφη ή χώρες που δεν αναφέρονται στο άρθρο 355 της Συνθήκης [Τροπολογία 66]

1.    Με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 1α, η Επιτροπή δύναται , σε περίπτωση που η ισοδυναμία έχει αιτιολογηθεί, να επιτρέψει σε κράτος μέλος να συνάψει συμφωνίες με χώρες ή εδάφη τα οποία δεν αποτελούν μέρος της επικράτειας της Ένωσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 355 της Συνθήκης, οι οποίες προβλέπουν παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού προκειμένου να καταστεί δυνατή η μεταχείριση των μεταφορών χρηματικών ποσών μεταξύ των χωρών ή των εδαφών αυτών και του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ως μεταφορών χρηματικών ποσών πραγματοποιούμενων στο εσωτερικό του εν λόγω κράτους μέλους. [Τροπολογία 67]

Οι συμφωνίες αυτές αναγνωρίζονται μόνον εφόσον πληρούνται όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:

α)

η εν λόγω χώρα ή έδαφος τελεί υπό καθεστώς νομισματικής ένωσης με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, αποτελεί μέρος της νομισματικής επικράτειας αυτού του κράτους μέλους, ή έχει υπογράψει νομισματική σύμβαση με την Ευρωπαϊκή Ένωση εκπροσωπούμενο από κράτος μέλος·

β)

οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών στην εν λόγω χώρα ή έδαφος συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στα συστήματα πληρωμών και διακανονισμού του συγκεκριμένου κράτους μέλους· και

γ)

η εν λόγω χώρα ή έδαφος υποχρεώνει τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που υπάγονται στη δικαιοδοσία της να εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες με αυτούς που θεσπίζονται βάσει του παρόντος κανονισμού.

2.   Κάθε κράτος μέλος που επιθυμεί να συνάψει συμφωνία κατά την έννοια της παραγράφου 1, υποβάλλει σχετική αίτηση στην Επιτροπή και της παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες.

Από τη στιγμή που η Επιτροπή λάβει σχετική αίτηση από κράτος μέλος, οι μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και των υπόψη χωρών και εδαφών θεωρούνται προσωρινά ως μεταφορές χρηματικών ποσών πραγματοποιούμενες στο εσωτερικό του κράτους μέλους αυτού έως ότου εκδοθεί απόφαση βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο παρόν άρθρο.

Εάν η Επιτροπή θεωρήσει ότι δεν διαθέτει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, επικοινωνεί με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εντός δύο μηνών από τη λήψη της αίτησης και προσδιορίζει τις απαιτούμενες πρόσθετες πληροφορίες.

Μόλις η Επιτροπή αποκτήσει όλες τις πληροφορίες τις οποίες θεωρεί απαραίτητες για την αξιολόγηση της αίτησης, ενημερώνει σχετικά το αιτούν κράτος μέλος εντός ενός μηνός και διαβιβάζει την αίτηση στα λοιπά κράτη μέλη.

3.   Εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση κατά το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2, η Επιτροπή αποφασίζει, βάσει της διαδικασίας του άρθρου 23 παράγραφος 2, αν θα επιτρέψει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να συνάψει τη συμφωνία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Σε κάθε περίπτωση, η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο απόφαση εκδίδεται εντός 18 μηνών από τη λήψη της σχετικής αίτησης από την Επιτροπή.

3α.     Όσον αφορά ήδη υφιστάμενες εξουσιοδοτημένες αποφάσεις που αφορούν εξαρτώμενα ή συνδεδεμένα εδάφη, εξασφαλίζεται η αδιάλειπτη συνέχεια, ιδίως σε σχέση με την εκτελεστική απόφαση 2012/43/ΕΕ της Επιτροπής  (18) , την απόφαση 2010/259/ΕΕ της Επιτροπής  (19) και την απόφαση 2008/982/ΕΚ της Επιτροπής  (20) . [Τροπολογία 68]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 25

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την … (*16) .

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 166 της 12.6.2013, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 31.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2580/2001 του Συμβουλίου, της 27ης Δεκεμβρίου 2001, για τη λήψη ειδικών περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 344 της 28.12.2001, σ. 70).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με το δίκτυο της Αλ Κάιντα (ΕΕ L 139 της 29.5.2002, σ. 9).

(6)  Οδηγία …/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L, σ.).

(*1)  Αριθμός, ημερομηνία και αναφορά ΕΕ για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(7)   Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(*2)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 924/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για τις διασυνοριακές πληρωμές στην Κοινότητα και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2560/2001 (ΕΕ L 266 της 9.10.2009, σ. 11).

(9)  Κανονισμός (EE) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 (ΕΕ L 94 της 30.3.2012, σ. 22).

(10)  Οδηγία 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ (ΕΕ L 319 της 5.12.2007, σ. 1).

(*3)  ΕΕ: παρακαλούμε εισάγετε τον αριθμό για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*4)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006, περί των πληροφοριών για τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών (ΕΕ L 345 της 8.12.2006, σ. 1).

(*5)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(16)   EE C 32 της 4.2.2014, σ. 9.

(*6)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*7)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*8)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*9)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*10)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*11)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*12)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

(*13)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(*14)  Ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(17)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(*15)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(18)  Εκτελεστική απόφαση 2012/43/ΕΕ της Επιτροπής, της 25ης Ιανουαρίου 2012, με την οποία επιτρέπεται στο Βασίλειο της Δανίας να συνάψει συμφωνίες με την Γροιλανδία και τις Νήσους Φερόε ώστε ο μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ της Δανίας και των εν λόγω εδαφών να θεωρούνται μεταφορές χρηματικών ποσών εντός της Δανίας, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 24 της 27.1.2012, σ. 12).

(19)  Απόφαση 2010/259/ΕΕ της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2010, περί εξουσιοδοτήσεως της Γαλλικής Δημοκρατίας να συνάψει συμφωνία με το Πριγκιπάτο του Μονακό ώστε οι μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ της Γαλλικής Δημοκρατίας και του Πριγκιπάτου του Μονακό να θεωρούνται μεταφορές χρηματικών ποσών εντός της Γαλλικής Δημοκρατίας, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 112 της 5.5.2010, σ. 23).

(20)  Απόφαση 2008/982/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, περί εξουσιοδοτήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου να συνάψει συμφωνία με το Bailiwick του Jersey, το Bailiwick του Guernsey και τη Νήσο του Μαν ώστε οι μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των εν λόγω εδαφών να θεωρούνται ως μεταφορές χρηματικών ποσών εντός του Ηνωμένου Βασιλείου δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 352 της 31.12.2008, σ. 34).

(*16)  Αριθμός για την οδηγία που εκδίδεται επί τη βάσει του COD 2013/0025.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας αντιστοιχίας που αναφέρεται στο άρθρο 25.

Κανονισμός (EΚ) αριθ. 1781/2006

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 5

Άρθρο 4

Άρθρο 6

Άρθρο 5

Άρθρο 7

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 7

Άρθρο 9

Άρθρο 8

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 16

Άρθρο 12

Άρθρο 10

 

Άρθρο 11

 

Άρθρο 12

 

Άρθρο 13

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 15

Άρθρα 17 έως 22

Άρθρο 16

Άρθρο 23

Άρθρο 17

Άρθρο 24

Άρθρο 18

Άρθρο 19

 

Άρθρο 25

Άρθρο 20

Άρθρο 26


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/330


P7_TA(2014)0191

Πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (COM(2013)0045 — C7-0032/2013 — 2013/0025(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/45)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0045),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0032/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 17ης Μαΐου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 23ης Μαΐου 2013 (2),

έχοντας υπόψη τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στη σύνοδο κορυφής της G8 του Ιουνίου 2013 στη Βόρεια Ιρλανδία,

έχοντας υπόψη τις συστάσεις της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό,

έχοντας υπόψη την έκθεση προόδου του Γενικού Γραμματέα του ΟΟΣΑ προς τη G20, της 5ης Σεπτεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη το σχέδιο γνωμοδότησης της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής της 9ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με την πρόταση οδηγίας που τροποποιεί την οδηγία 78/660/ΕΟΚ και την οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών και πληροφοριών για την πολυμορφία από ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις και ομίλους,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τις κοινές συνεδριάσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0150/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 166 της 12.6.2013, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 31.


P7_TC1-COD(2013)0025

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η μαζική ροή χρημάτων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες δύναται να επιφέρει ζημία στη σταθερότητα και τη φήμη του χρηματοπιστωτικού τομέα και συνιστά απειλή για την εσωτερική αγορά, και τη διεθνή ανάπτυξη. Η δε τρομοκρατία κλονίζει τα ίδια τα θεμέλια της κοινωνίας μας. Αποτελέσματα μπορούν να επιφέρουν, Παράγοντες που διευκολύνουν σημαντικά τη ροή παράνομου χρήματος είναι μυστικές εταιρικές δομές που λειτουργούν εντός και μέσω περιοχών δικαιοδοσίας όπου επικρατεί το απόρρητο, οι οποίες συχνά αναφέρονται ως φορολογικοί παράδεισοι. Απαραίτητη και συμπληρωματική, εκτός από την προσέγγιση περαιτέρω ανάπτυξη της προσέγγισης του ποινικού δικαίου, και οι προσπάθειες πρόληψης σε επίπεδο ΕΕ, είναι και η πρόληψη μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όμως η προληπτική προσέγγιση θα πρέπει να είναι στοχοθετημένη και αναλογική και δεν θα πρέπει να καταλήξει στη συγκρότηση ενός ολοκληρωμένου συστήματος ελέγχου όλου του πληθυσμού. [Τροπολογία 1]

(2)

Η φερεγγυότητα, η ακεραιότητα και η σταθερότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, όπως και η αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο σύνολό του, μπορούν να κλονιστούν σοβαρά από τις προσπάθειες των εγκληματιών και των συνεργών τους είτε να συγκαλύψουν την προέλευση των προϊόντων των εγκληματικών δραστηριοτήτων είτε να διοχετεύσουν νόμιμο ή παράνομο χρήμα με σκοπό την τρομοκρατία. Εάν δεν θεσπιστούν ορισμένα μέτρα συντονισμού σε επίπεδο Ένωσης, Οι μετερχόμενοι τη νομιμοποίηση των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και οι χρηματοδοτούντες την τρομοκρατία ενδέχεται να προσπαθήσουν να επωφεληθούν από την ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων και την ελεύθερη παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που συνεπάγεται ο ενιαίος χρηματοπιστωτικός χώρος, για να διευκολύνουν τις παράνομες δραστηριότητές τους. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία ορισμένα μέτρα συντονισμού σε επίπεδο Ένωσης. Παράλληλα, οι στόχοι της προστασίας της κοινωνίας από τους εγκληματίες και της προστασίας της σταθερότητας και ακεραιότητας του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος πρέπει να σταθμίζονται έναντι της ανάγκης για δημιουργία ενός ρυθμιστικού περιβάλλοντος που θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αναπτύσσονται χωρίς να υφίστανται δυσανάλογο κόστος συμμόρφωσης. Κατά συνέπεια, κάθε απαίτηση που επιβάλλεται σε υπόχρεη οντότητα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας πρέπει να είναι τεκμηριωμένη και αναλογική. [Τροπολογία 2]

(3)

Η παρούσα πρόταση είναι η τέταρτη οδηγία με σκοπό να αντιμετωπιστεί η απειλή της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η οδηγία 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4) όριζε τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ως αδικήματα σχετικά με τα ναρκωτικά και επέβαλλε υποχρεώσεις μόνον στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Με την οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) επεκτάθηκε το πεδίο εφαρμογής, τόσο από την άποψη των καλυπτόμενων εγκλημάτων όσο και ως προς το φάσμα των καλυπτόμενων επαγγελμάτων και δραστηριοτήτων. Τον Ιούνιο του 2003, η Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (Financial Action Task Force) («FATF») αναθεώρησε τις συστάσεις της προκειμένου να καλύψει τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και προέβλεψε λεπτομερέστερες απαιτήσεις όσον αφορά την εξακρίβωση και τον έλεγχο της ταυτότητας των πελατών, τις καταστάσεις όπου ο υψηλότερος κίνδυνος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μπορεί να δικαιολογεί τη λήψη ενισχυμένων μέτρων, καθώς και τις καταστάσεις όπου ο μειωμένος κίνδυνος ενδέχεται να δικαιολογεί λιγότερο αυστηρούς ελέγχους.

Οι αλλαγές αυτές αντικατοπτρίζονται στην οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), καθώς και στην οδηγία 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (7). Κατά την εφαρμογή των συστάσεων της FATF, η Ένωση οφείλει να τηρεί πλήρως τη νομοθεσία της σχετικά με την προστασία των δεδομένων, καθώς και τις διατάξεις του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. [Τροπολογία 3]

(4)

Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας διενεργούνται συχνά σε διεθνές επίπεδο. Τα μέτρα που λαμβάνονται αποκλειστικά σε εθνικό ή ακόμα και σε ενωσιακό επίπεδο, χωρίς να ληφθούν υπόψη ο διεθνής συντονισμός και η διεθνής συνεργασία, έχουν πολύ περιορισμένα αποτελέσματα. Τα μέτρα που θεσπίζονται από την Ένωση στον τομέα αυτόν θα πρέπει να μην αντιβαίνουν προς είναι συμβατά και τουλάχιστον εξίσου αυστηρά με τις άλλες δράσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο άλλων διεθνών φόρουμ. Η αποφυγή της φορολογίας και οι μηχανισμοί μη δημοσιοποίησης και απόκρυψης μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως στρατηγικές που εφαρμόζονται στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και στη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας προκειμένου να αποφεύγεται ο εντοπισμός. Η δράση της Ένωσης θα πρέπει να συνεχίσει να λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τις συστάσεις της FATF, η οποία αποτελεί τον κυριότερο διεθνή φορέα που ενεργοποιείται και άλλων διεθνών φορέων που ενεργοποιούνται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι οδηγίες 2005/60/ΕΚ και 2006/70/ΕΚ θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν , κατά περίπτωση, με τις νέες συστάσεις που εκδόθηκαν από την FATF και επεκτάθηκαν τον Φεβρουάριο του 2012. Ωστόσο, είναι ουσιώδους σημασίας μια τέτοια ευθυγράμμιση με τις μη δεσμευτικές συστάσεις της FATF να πραγματοποιηθεί με πλήρη σεβασμό της νομοθεσίας της Ένωσης, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη νομοθεσία της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αυτά κατοχυρώνονται στον Χάρτη. [Τροπολογία 4]

(4a)

Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 208 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), που επιβάλλει συνοχή στην πολιτική αναπτυξιακής συνεργασίας, ούτως ώστε να αναχαιτιστεί η αυξανόμενη τάση για μετατόπιση των δραστηριοτήτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες από ανεπτυγμένες χώρες με αυστηρή νομοθεσία προς αναπτυσσόμενες χώρες με λιγότερο αυστηρή νομοθεσία κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. [Τροπολογία 5]

(4β)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ροές χρημάτων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες, και ειδικότερα η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αντιπροσωπεύουν στις αναπτυσσόμενες χώρες μεταξύ 6 και 8,7 % του ΑΕΠ τους  (8) , ποσό 10 φορές υψηλότερο από τη βοήθεια που προσφέρουν η Ένωση και τα κράτη μέλη της στις αναπτυσσόμενες χώρες, τα μέτρα που λαμβάνονται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας πρέπει να είναι συντονισμένα και να λαμβάνονται υπόψη οι αναπτυξιακές στρατηγικές και πολιτικές των κρατών μελών και της Ένωσης που αποσκοπούν στην καταπολέμηση της φυγής κεφαλαίων. [Τροπολογία 6]

(5)

Περαιτέρω, η εκμετάλλευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη διοχέτευση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, ή ακόμη και νομιμοποιημένων εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με σκοπό την τρομοκρατία δημιουργεί σαφείς κινδύνους για την ακεραιότητα, την ορθή λειτουργία, τη φήμη και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Συνεπώς, τα προληπτικά μέτρα της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να επεκταθούν, ώστε να διέπουν όχι μόνον καλύπτουν τη διαχείριση εσόδων που προέρχονται από σοβαρές εγκληματικές δραστηριότητες, αλλά και τη συγκέντρωση χρημάτων ή περιουσιακών στοιχείων με σκοπό την τρομοκρατία. [Τροπολογία 7]

(5a)

Ανεξάρτητα από τις ποινές που προβλέπονται στα κράτη μέλη, βασικός στόχος όλων των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας πρέπει να είναι η καταπολέμηση κάθε πρακτικής που οδηγεί στη συσσώρευση σημαντικών παράνομων κερδών. Αυτό πρέπει να επιτευχθεί λαμβάνοντας όλα τα δυνατά μέτρα για την πρόληψη της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση των κερδών αυτών. [Τροπολογία 8]

(6)

Οι συναλλαγές μεγάλων ποσών σε μετρητά προσφέρονται για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Προκειμένου να αυξηθεί η επαγρύπνηση και να μετριαστούν οι κίνδυνοι τους οποίους εγκυμονούν οι πληρωμές σε μετρητά, τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, στον βαθμό που καταβάλλουν ή λαμβάνουν πληρωμές σε μετρητά ύψους 7 500 EUR ή περισσότερο. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να αποφασίσουν να θεσπίσουν αυστηρότερες διατάξεις, όπως και να καθορίσουν χαμηλότερο κατώφλι. [Τροπολογία 9]

(6a)

Τα προϊόντα ηλεκτρονικού χρήματος χρησιμοποιούνται διαρκώς περισσότερο ως υποκατάστατα τραπεζικών λογαριασμών. Οι εκδότες των προϊόντων αυτών πρέπει να είναι αυστηρά υποχρεωμένοι να αποτρέπουν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Ωστόσο, τα προϊόντα ηλεκτρονικού χρήματος θα πρέπει να μπορούν να εξαιρεθούν από τη διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, εφόσον πληρούνται ορισμένες σωρευτικές προϋποθέσεις. Η χρήση ηλεκτρονικού χρήματος το οποίο εκδίδεται χωρίς να διεξαχθεί διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών από εμπόρους και παρόχους η ταυτότητα των οποίων εξακριβώνεται και ελέγχεται από τον εκδότη ηλεκτρονικού χρήματος. Για μεταβιβάσεις μεταξύ προσώπων, δεν πρέπει να επιτρέπεται η χρήση ηλεκτρονικού χρήματος χωρίς να διεξαχθεί διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Το ποσό που αποθηκεύεται ηλεκτρονικά πρέπει να είναι επαρκώς μικρό ώστε να αποφεύγονται τυχόν κενά και να διασφαλίζεται ότι ένα πρόσωπο δεν είναι δυνατό να αποκτήσει απεριόριστη ποσότητα ανώνυμων προϊόντων ηλεκτρονικού χρήματος. [Τροπολογία 10]

(6β)

Στα κράτη μέλη, οι κτηματομεσίτες δραστηριοποιούνται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους στο πεδίο των συναλλαγών ακινήτων. Για να περιοριστούν οι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στο πεδίο των συναλλαγών ακινήτων, οι κτηματομεσίτες θα πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, όπου εμπλέκονται σε χρηματικές συναλλαγές σχετικές με ακίνητα στο πλαίσιο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων τους. [Τροπολογία 11]

(7)

Οι επαγγελματίες νομικοί, όπως ορίζονται από τα κράτη μέλη, θα πρέπει να υπόκεινται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, όταν συμμετέχουν σε χρηματοοικονομικές ή εταιρικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της παροχής φορολογικών συμβουλών, όπου υπάρχει ο μεγαλύτερος κίνδυνος κατάχρησης των υπηρεσιών αυτών των επαγγελματιών νομικών με σκοπό τη νομιμοποίηση των εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή για σκοπούς χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Θα πρέπει, ωστόσο, να προβλεφθούν εξαιρέσεις από οποιαδήποτε υποχρέωση αναφοράς πληροφοριών που αποκτήθηκαν πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά από νομικές διαδικασίες ή κατά τη διάρκεια της διαπίστωσης της νομικής θέσης του πελάτη. Συνεπώς, η παροχή νομικών συμβουλών θα πρέπει να εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, εκτός εάν ο ίδιος ο νομικός σύμβουλος συμμετέχει σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή σε χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εάν οι νομικές συμβουλές παρέχονται με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή εάν ο δικηγόρος γνωρίζει ότι ο πελάτης ζητά νομικές συμβουλές με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

(8)

Υπηρεσίες άμεσα συγκρίσιμες θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ομοίως, όταν παρέχονται από επαγγελματία που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Προκειμένου να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, όσον αφορά τους ελεγκτές, τους εξωτερικούς λογιστές και τους φορολογικούς συμβούλους, οι οποίοι, σε ορισμένα κράτη μέλη, δικαιούνται να υπερασπίζονται ή να εκπροσωπούν έναν πελάτη στα πλαίσια δικαστικών διαδικασιών ή να διαπιστώνουν τη νομική του θέση, οι πληροφορίες τις οποίες αποκτούν κατά την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων δεν θα πρέπει να υπόκεινται στις υποχρεώσεις αναφοράς σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(9)

Είναι σημαντικό να επισημανθεί ρητά ότι τα «φορολογικά εγκλήματα» τα σχετικά με άμεσους και έμμεσους φόρους περιλαμβάνονται στον ευρύ ορισμό της «εγκληματικής δραστηριότητας» δυνάμει της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες συστάσεις της FATF. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 23ης Μαΐου 2013 επεσήμανε την ανάγκη να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, η φορολογική απάτη και η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατά τρόπο ολοκληρωμένο, τόσο εντός της εσωτερικής αγοράς όσο και έναντι μη συνεργάσιμων τρίτων χωρών και εδαφών. Μια συμφωνία όσον αφορά τον ορισμό των φορολογικών εγκλημάτων αποτελεί σημαντικό βήμα για τον εντοπισμό των εγκλημάτων αυτών, όπως και η δημοσιοποίηση ορισμένων χρηματοοικονομικών πληροφοριών από μεγάλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ένωση ανά χώρα. Είναι επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οι υπόχρεες οντότητες και οι επαγγελματίες νομικοί, όπως ορίζονται από τα κράτη μέλη, δεν επιδιώκουν να παρεμποδίσουν τη συμμόρφωση με τον σκοπό της παρούσας οδηγίας, ούτε διευκολύνουν ή συμμετέχουν σε επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό. [Τροπολογία 12]

(9a)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθιερώσουν γενικούς κανόνες κατά της φοροαποφυγής (General Anti-Avoidance Rules (GAAR)) όσον αφορά φορολογικά ζητήματα, προκειμένου να μειωθεί ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός και η φοροαποφυγή, σύμφωνα με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, και την έκθεση προόδου του ΟΟΣΑ προς τους ηγέτες της ομάδας G20, της 5ης Σεπτεμβρίου 2013. [Τροπολογία 13]

(9β)

Όταν διενεργούν ή διευκολύνουν εμπορικές ή ιδιωτικές συναλλαγές, οι οντότητες που διαδραματίζουν συγκεκριμένο0 ρόλο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ETAA), οι κεντρικές τράπεζες των κρατών μελών και τα κεντρικά συστήματα διακανονισμού θα πρέπει, να τηρούν, κατά το δυνατόν, τους κανόνες που ισχύουν για άλλες υπόχρεες οντότητες και που εγκρίθηκαν βάσει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 14]

(10)

Είναι αναγκαίο να προσδιορίζεται η ταυτότητα κάθε φυσικού προσώπου το οποίο κατέχει νομική οντότητα ή ασκεί έλεγχο επ’ αυτής. Μολονότι ο εντοπισμός ενός συγκεκριμένου ποσοστού συμμετοχής δεν οδηγεί αυτομάτως στην εξεύρεση του πραγματικού δικαιούχου, αποτελεί ωστόσο αποδεικτικό παράγοντα που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη έναν από τους παράγοντες για τον εντοπισμό του . Η εξακρίβωση και ο έλεγχος της ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει, κατά περίπτωση, να επεκτείνεται σε νομικές οντότητες που κατέχουν άλλες νομικές οντότητες, και θα πρέπει να ακολουθεί την αλυσίδα ιδιοκτησίας μέχρις ότου βρεθεί το φυσικό πρόσωπο που έχει την κυριότητα ή τον έλεγχο του νομικού προσώπου που είναι ο πελάτης. [Τροπολογία 15]

(11)

Είναι σημαντικό να διασφαλίζεται και να ενισχύεται η ιχνηλασιμότητα των πληρωμών. Η ανάγκη για ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες ύπαρξη ακριβών και επικαιροποιημένων πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο κάθε είδους νομικών οντοτήτων, όπως νομικών προσώπων, εταιρειών καταπιστευματικής διαχείρισης, ιδρυμάτων, εταιρειών χαρτοφυλακίου και όλων των παρόμοιων υφιστάμενων ή μελλοντικών νομικών οντοτήτων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον εντοπισμό των εγκληματιών, οι οποίοι αλλιώς θα μπορούσαν να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους πίσω από μια εταιρική δομή. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες διατηρούν πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο τους και θέτουν αυτές τις πληροφορίες στη διάθεση των αρμοδίων αρχών και των υπόχρεων οντοτήτων δημοσιοποιούν επαρκείς, ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες, μέσω κεντρικών δημόσιων μητρώων, κατά τρόπο επιγραμμικά προσβάσιμο και σε ανοικτό και ασφαλή μορφότυπο δεδομένων, σύμφωνα με τους κανόνες της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων και με σεβασμό του δικαιώματος στην προστασία της ιδιωτικότητας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στον Χάρτη. Οι αρμόδιες αρχές, και ιδίως οι ΜΧΠ, και οι υπόχρεες οντότητες πρέπει να έχουν πρόσβαση στα μητρώα αυτά, όπως επίσης και οι πολίτες, αφού προηγουμένως δηλώσει την ταυτότητά του το πρόσωπο που επιθυμεί να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές και, ενδεχομένως, μετά την καταβολή ενός τέλους. Επιπλέον, οι εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης θα πρέπει να δηλώνουν το καθεστώς τους στις υπόχρεες οντότητες. [Τροπολογία 16]

(11a)

Η καθιέρωση μητρώων πραγματικών δικαιούχων από τα κράτη μέλη θα βελτιώσει αισθητά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, της διαφθοράς, των φορολογικών εγκλημάτων, της απάτης και άλλων χρηματοοικονομικών εγκλημάτων. Τούτο θα μπορούσε να επιτευχθεί με βελτίωση των λειτουργιών των υφιστάμενων επιχειρηματικών μητρώων στα κράτη μέλη. Η διασυνδεσιμότητα των μητρώων έχει ζωτική σημασία για να αξιοποιηθούν οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτά, λόγω του διασυνοριακού χαρακτήρα των επιχειρηματικών συναλλαγών. Η διασυνδεσιμότητα των μητρώων των επιχειρήσεων σε ολόκληρη την Ένωση ορίζεται ήδη στην οδηγία 2012/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (9) και θα πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω. [Τροπολογία 17]

(11β)

Η τεχνολογική πρόοδος έχει παράσχει εργαλεία με τα οποία οι υπόχρεες οντότητες μπορούν να επαληθεύουν την ταυτότητα των πελατών τους όταν λαμβάνουν χώρα ορισμένες συναλλαγές. Αυτές οι τεχνολογικές βελτιώσεις παρέχουν χρονικά και οικονομικά αποδοτικές λύσεις στις επιχειρήσεις και τους πελάτες και κατά συνέπεια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση του κινδύνου. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και οι υπόχρεες οντότητες πρέπει να επιδεικνύουν προορατικότητα στην καταπολέμηση νέων και καινοτόμων τρόπων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σεβόμενες παράλληλα τα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της προστασίας της ιδιωτικότητας και των δεδομένων. [Τροπολογία 18]

(12)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να ισχύει και για τις δραστηριότητες των υπόχρεων οντοτήτων, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, οι οποίες ασκούνται στο Διαδίκτυο.

(12α)

Οι εκπρόσωποι της Ένωσης στα διοικητικά όργανα της ΕΤΑΑ θα πρέπει να προτρέπουν την ΕΤΑΑ να εφαρμόζει τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και να δημοσιεύσει στην ιστοσελίδα της μια πολιτική για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η οποία να περιέχει αναλυτικές διαδικασίες για την υλοποίηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 19]

(13)

Η χρήση του τομέα των τυχερών παιχνιδιών για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αποτελεί πηγή ανησυχίας. Προκειμένου Για να μετριαστούν οι κίνδυνοι που συνδέονται με τον τομέα και να προβλεφθεί ισότιμη μεταχείριση μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, θα πρέπει να καθιερωθεί υποχρέωση όλων των παρόχων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών να λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη για μεμονωμένες συναλλαγές ύψους 2 000 EUR ή περισσότερο. Κατά την εφαρμογή αυτής της δέουσας επιμέλειας θα πρέπει να ακολουθείται μια προσέγγιση στη βάση των κινδύνων, που θα λαμβάνει υπόψη τους διαφορετικούς κινδύνους για τα διαφορετικά είδη τυχερών παιχνιδιών, καθώς και το κατά πόσο αυτά ενέχουν υψηλό ή χαμηλό κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Τα ειδικά χαρακτηριστικά των διαφόρων τυχερών παιχνιδιών θα πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη με σκοπό, για παράδειγμα, τη διαφοροποίηση μεταξύ καζίνων, επιγραμμικών τυχερών παιχνιδιών ή άλλων παρόχων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν τη δυνατότητα εφαρμογής του ορίου αυτού στην είσπραξη των κερδών, καθώς και στα στοιχήματα. Οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών που διαθέτουν συγκεκριμένους χώρους (π.χ. καζίνα και αίθουσες τυχερών παιχνιδιών) θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, εάν ασκείται στο σημείο εισόδου στους χώρους, μπορεί να συνδεθεί με τις συναλλαγές που διενεργούνται από τον πελάτη στους εν λόγω χώρους. [Τροπολογία 20]

(13α)

Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες λαμβάνει ολοένα και πιο περίπλοκη μορφή και περιλαμβάνει επίσης τα παράνομα, ενίοτε δε και τα νόμιμα, στοιχήματα, ιδίως σε σχέση με αθλητικούς αγώνες. Έχουν αναπτυχθεί νέες μορφές κερδοφόρου οργανωμένου εγκλήματος, όπως το στήσιμο αγώνων, και λειτουργούν ως μια επικερδής μορφή εγκληματικής δραστηριότητας που συνδέεται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. [Τροπολογία 21]

(14)

Ο κίνδυνος της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας δεν είναι ο ίδιος σε όλες τις περιπτώσεις. Συνεπώς, θα πρέπει να χρησιμοποιείται ολιστική προσέγγιση με βάση τον κίνδυνο και στη βάση ελάχιστων προτύπων . Η προσέγγιση αυτή δεν είναι αδικαιολόγητα ανεκτική επιλογή για τα κράτη μέλη και τις υπόχρεες οντότητες. Προϋποθέτει τη λήψη αποφάσεων βάσει τεκμηρίων, ούτως ώστε να υπάρχει καλύτερη εστίαση στους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με τους οποίους βρίσκεται αντιμέτωπη η Ένωση, και σε εκείνους που δρουν στο πλαίσιο αυτό. [Τροπολογία 22]

(15)

Η προσέγγιση βάσει κινδύνου στηρίζεται στην ανάγκη των κρατών μελών και της Ένωσης να εντοπίζουν, να κατανοούν και να μετριάζουν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η σημασία μιας υπερεθνικής προσέγγισης για την επισήμανση των κινδύνων έχει αναγνωριστεί σε διεθνές επίπεδο, και η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) («ΕΑΤ»), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10)· η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) («ΕΑΑΕΣ»), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11)· και η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) («ΕΑΚΑΑ»), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), θα πρέπει να επιφορτιστούν με την έκδοση γνώμης σχετικά με τους κινδύνους που έχουν επιπτώσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα και, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, να αναπτύξουν ελάχιστα πρότυπα για την αξιολόγηση κινδύνων που θα διενεργείται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές . Στη διαδικασία αυτή θα πρέπει να συμμετάσχουν, κατά το δυνατό, όλοι οι ενδιαφερόμενοι, μέσω δημόσιων ακροάσεων . [Τροπολογία 23]

(16)

Τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου σε επίπεδο κράτους μέλους θα πρέπει, όπου ενδείκνυται, να τίθενται εγκαίρως στη διάθεση των υπόχρεων οντοτήτων, ούτως ώστε αυτές να είναι σε θέση να προσδιορίσουν, να κατανοήσουν και να μετριάσουν τους δικούς τους κινδύνους. [Τροπολογία 24]

(17)

Για την καλύτερη κατανόηση και τον μετριασμό των κινδύνων σε επίπεδο Ένωσης, θα πρέπει να διενεργηθεί υπερεθνική ανάλυση των κινδύνων με στόχο τον αποτελεσματικό εντοπισμό των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στους οποίους εκτίθεται η εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή θα πρέπει να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να εξετάσουν με αποτελεσματικό τρόπο τα σενάρια που θεωρούνται υψηλού κινδύνου. Επίσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν τα αποτελέσματα των οικείων εκτιμήσεων κινδύνου μεταξύ τους και με την Επιτροπή, την ΕΑΤ, την ΕΑΑΕΣ, και την ΕΑΚΑΑ (αναφέρονται και ως ΕΕΑ) και την Ευρωπόλ , κατά περίπτωση. [Τροπολογία 25]

(18)

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, είναι σκόπιμο να λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά και οι ανάγκες των μικρών υπόχρεων οντοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της, και να διασφαλιστεί μεταχείριση προσαρμοσμένη στις ειδικές ανάγκες των μικρών υπόχρεων οντοτήτων και στη φύση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων.

(19)

Ο κίνδυνος ο ίδιος έχει μεταβλητό χαρακτήρα, και οι μεταβλητές, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό, ενδέχεται να αυξήσουν ή να μειώσουν τον δυνητικό κίνδυνο που προκύπτει, επηρεάζοντας με τον τρόπο αυτόν τα ενδεδειγμένα επίπεδα προληπτικών μέτρων, όπως τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Επομένως, υπάρχουν περιστάσεις στις οποίες θα πρέπει να εφαρμόζονται αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας και άλλες, στις οποίες μπορεί να ενδείκνυνται απλουστευμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας.

(20)

Θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι ορισμένες καταστάσεις ενέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Μολονότι θα πρέπει να διαπιστώνονται η ταυτότητα και η επιχειρηματική εικόνα όλων των πελατών, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες απαιτούνται ιδιαίτερα αυστηρές διαδικασίες εξακρίβωσης και ελέγχου της ταυτότητας του πελάτη.

(21)

Αυτό ισχύει ιδίως στις επιχειρηματικές σχέσεις με πρόσωπα που κατέχουν ή κατείχαν σημαντικές δημόσιες θέσεις, ιδίως πρόσωπα που προέρχονται από χώρες όπου η δωροδοκία διαφθορά είναι ευρέως διαδεδομένη , στο εσωτερικό της Ένωσης και σε διεθνές επίπεδο . Οι σχέσεις αυτές μπορούν να εκθέσουν ιδίως τον χρηματοπιστωτικό τομέα σε σημαντικούς νομικούς κινδύνους και σε κινδύνους για τη φήμη του. Οι διεθνείς προσπάθειες για την καταπολέμηση της δωροδοκίας δικαιολογεί επίσης την ανάγκη να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις περιπτώσεις αυτές και να εφαρμοστούν κατάλληλα αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη όσον αφορά πρόσωπα που ασκούν ή ασκούσαν σημαντικό δημόσιο λειτούργημα στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, καθώς και υψηλόβαθμα πρόσωπα διεθνών οργανισμών. [Τροπολογία 26]

(21α)

Η ανάγκη για αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όσον αφορά πρόσωπα που ασκούν ή ασκούσαν σημαντικό δημόσιο λειτούργημα στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, καθώς και υψηλόβαθμα πρόσωπα διεθνών οργανισμών, δεν πρέπει, ωστόσο, να οδηγήσει σε κατάσταση στην οποία θα διατίθενται για εμπορικούς σκοπούς κατάλογοι με πληροφορίες σχετικά με τα εν λόγω πρόσωπα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν κατάλληλα μέτρα ώστε να απαγορεύσουν μια τέτοια δραστηριότητα. [Τροπολογία 27]

(22)

Η λήψη έγκρισης από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη για τη σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων δεν είναι ανάγκη, σε όλες τις περιπτώσεις, να συνεπάγεται τη λήψη έγκρισης από το διοικητικό συμβούλιο. Η εν λόγω έγκριση θα πρέπει να είναι δυνατόν να χορηγείται από άτομο με επαρκείς γνώσεις της έκθεσης του ιδρύματος ή του οργανισμού στον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και με επαρκή αρχαιότητα για τη λήψη αποφάσεων που επηρεάζουν την έκθεση σε κίνδυνο.

(22α)

Είναι ουσιώδους σημασίας να αναπτύξει η Ευρωπαϊκή Ένωση μια κοινή προσέγγιση και μια κοινή πολιτική για τις μη συνεργάσιμες δικαιοδοσίες που παρουσιάζουν ανεπαρκή αποτελέσματα στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Γι' αυτόν τον σκοπό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενεργήσουν και να θέσουν σε ισχύ άμεσα όλες τις λίστες χωρών που έχει δημοσιεύσει η FATF, στο πλαίσιο του εθνικού τους συστήματος για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Επίσης, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να εντοπίσουν τις υπόλοιπες μη συνεργάσιμες δικαστικές αρχές βάσει όλων των διαθέσιμων πληροφοριών. Η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει μια κοινή προσέγγιση στα μέτρα που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την προστασία της ακεραιότητας της εσωτερικής αγοράς από αυτές τις μη συνεργαζόμενες δικαιοδοσίες. [Τροπολογία 28]

(23)

Για να αποφεύγεται η επανάληψη των διαδικασιών εξακρίβωσης της ταυτότητας του πελάτη, που οδηγούν σε καθυστερήσεις και έλλειψη αποτελεσματικότητας στις συναλλαγές, είναι σκόπιμο, υπό την προϋπόθεση παροχής καταλλήλων εγγυήσεων, να επιτρέπεται η εισαγωγή στις υπόχρεες οντότητες πελατών των οποίων η εξακρίβωση της ταυτότητας έχει ήδη πραγματοποιηθεί σε άλλο πλαίσιο. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μια υπόχρεη οντότητα βασίζεται σε τρίτο μέρος, η τελική ευθύνη για τη διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη απόκειται στην υπόχρεη οντότητα στην οποία είναι εισηγμένος ο πελάτης. Το τρίτο μέρος, ή το πρόσωπο που εισήγαγε τον πελάτη, θα πρέπει επίσης να εξακολουθεί να υπέχει επίσης ιδία ευθύνη για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης να αναφέρει ύποπτες συναλλαγές και να τηρεί αρχεία, εφόσον η σχέση του με τον πελάτη εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(24)

Στις περιπτώσεις σχέσεων πρακτόρευσης ή εξωτερικής ανάθεσης βάσει συμβάσεως μεταξύ υπόχρεων οντοτήτων και εξωτερικών φυσικών ή νομικών προσώπων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, κάθε υποχρέωση που αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, την οποία υπέχουν οι εν λόγω πράκτορες ή εξωτερικοί συνεργάτες ως μέρη των υπόχρεων οντοτήτων, μπορεί μόνον να συσταθεί συμβατικά και δεν απορρέει από την παρούσα οδηγία. Η ευθύνη για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία θα πρέπει να εξακολουθεί να βαρύνει πρωτίστως την υπόχρεη οντότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω τρίτοι μπορούν να φέρουν την ευθύνη για παραβιάσεις εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 29]

(25)

Όλα τα κράτη μέλη έχουν συγκροτήσει, ή θα πρέπει να συγκροτήσουν, μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών με ανεξάρτητη και αυτόνομη λειτουργία («ΜΧΠ»), με αποστολή να συγκεντρώνουν και να αναλύουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν, προκειμένου να διαπιστώνουν σχέσεις μεταξύ ύποπτων συναλλαγών και συναφών εγκληματικών δραστηριοτήτων, ώστε να προλαμβάνεται και να καταπολεμάται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Οι ύποπτες συναλλαγές θα πρέπει να γνωστοποιούνται στις ΜΧΠ, οι οποίες θα πρέπει να αποτελούν το εθνικό κέντρο παραλαβής, ανάλυσης και διαβίβασης προς τις αρμόδιες αρχές των αναφορών για τις ύποπτες συναλλαγές, καθώς και άλλων πληροφοριών σχετικά με την ενδεχόμενη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Αυτό δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να τροποποιήσουν τα συστήματα αναφοράς που διαθέτουν, στο πλαίσιο των οποίων η αναφορά υποβάλλεται μέσω εισαγγελικής αρχής ή άλλης αρχής επιβολής του νόμου, εφόσον οι πληροφορίες διαβιβάζονται άμεσα και χωρίς αλλοιώσεις στις ΜΧΠ, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να ασκούν κανονικά τα καθήκοντά τους, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς συνεργασίας με άλλες ΜΧΠ. Είναι σημαντικό να παρέχουν τα κράτη μέλη στις ΜΧΠ τους απαραίτητους πόρους για να εξασφαλίζεται η πλήρης λειτουργική τους ικανότητα για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που συνεπάγονται σήμερα η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, με παράλληλο σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος της προστασίας της ιδιωτικότητας και των δεδομένων. [Τροπολογία 30]

(26)

Κατά παρέκκλιση από τη γενική απαγόρευση της διενέργειας υπόπτων συναλλαγών, οι υπόχρεες οντότητες δύνανται να εκτελούν ύποπτες συναλλαγές προτού ενημερώσουν τις αρμόδιες αρχές, όταν η αποφυγή της διενέργειας της συναλλαγής είναι αδύνατη ή ενδέχεται να εμποδίσει τη δίωξη των προσώπων υπέρ των οποίων διενεργείται η εικαζόμενη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν θίγει τις διεθνείς υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη να δεσμεύουν αμελλητί κεφάλαια ή άλλα περιουσιακά στοιχεία των τρομοκρατών, των τρομοκρατικών οργανώσεων και όσων χρηματοδοτούν την τρομοκρατία, βάσει των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

(26α)

Λόγω του γεγονότος ότι ένα τεράστιο ποσοστό των ροών χρημάτων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες καταλήγει σε φορολογικούς παραδείσους, η Ένωση πρέπει να αυξήσει τις πιέσεις που ασκεί στις χώρες αυτές ώστε να συνεργαστούν για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. [Τροπολογία 31]

(27)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ορίζουν προσήκοντα αυτορρυθμιζόμενο φορέα των επαγγελμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχεία α), β) και δ) ως αρχή που πρέπει να ενημερώνεται κατά πρώτον αντί της ΜΧΠ. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ένα σύστημα πρωτοβάθμιας αναφοράς σε αυτορρυθμιζόμενο φορέα αποτελεί σημαντική διασφάλιση που κατοχυρώνει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων όσον αφορά τις υποχρεώσεις αναφοράς που ισχύουν για τους νομικούς.

(28)

Εφόσον κράτος μέλος αποφασίζει να κάνει χρήση των εξαιρέσεων του άρθρου 33 παράγραφος 2, μπορεί να επιτρέψει ή να ζητήσει από τον αυτορρυθμιζόμενο φορέα που εκπροσωπεί τα πρόσωπα τα οποία μνημονεύονται σε αυτό το άρθρο να μην διαβιβάσει στη ΜΧΠ οποιαδήποτε πληροφορία αποκτά από αυτά τα πρόσωπα υπό τις περιστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο αυτό.

(29)

Υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι ιδιώτες, συμπεριλαμβανομένων εργαζομένων και εκπροσώπων, που ανέφεραν τις υποψίες τους για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες απειλήθηκαν ή εκτέθηκαν σε εχθρικές ενέργειες. Καίτοι η παρούσα οδηγία δεν μπορεί να επέμβει στις δικαστικές διαδικασίες των κρατών μελών, αυτό το ζήτημα είναι καίριο για την αποτελεσματικότητα του συστήματος για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν επίγνωση του εν λόγω προβλήματος και να πράττουν ότι μπορούν για να προστατεύσουν τους εργαζομένους ιδιώτες, συμπεριλαμβανομένων εργαζομένων και εκπροσώπων, από απειλές και εχθρικές ενέργειες αυτού του είδους , καθώς και από άλλες μορφές δυσμενούς μεταχείρισης ή δυσμενών συνεπειών, ώστε να είναι ευκολότερη γι' αυτούς η αναφορά υποψιών, ενισχύοντας έτσι τον αγώνα κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες . [Τροπολογία 32]

(30)

Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζεται η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), όπως έχει μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία.

(30α)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (14) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και τους οργανισμούς για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 33]

(31)

Ορισμένες πτυχές της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας περιλαμβάνουν τη συλλογή, την ανάλυση, την αποθήκευση και την ανταλλαγή δεδομένων. Θα πρέπει να επιτρέπεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για λόγους συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η άσκηση δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, η συνεχής εποπτεία, η διερεύνηση και η αναφορά ασυνήθιστων και ύποπτων συναλλαγών, η εξακρίβωση της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου ενός νομικού προσώπου ή νομικού μηχανισμού, ο εντοπισμός ενός πολιτικώς εκτεθειμένου προσώπου, η ανταλλαγή πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές και η ανταλλαγή πληροφοριών από χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και υπόχρεες οντότητες . Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται θα πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και δεν τυγχάνουν περαιτέρω επεξεργασίας κατά τρόπο που δεν συνάδει με την οδηγία 95/46/ΕΚ. Ειδικότερα, θα πρέπει να απαγορεύεται αυστηρά η περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για εμπορικούς σκοπούς. [Τροπολογία 34]

(32)

Η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας αναγνωρίζεται ως σημαντικός λόγος δημοσίου συμφέροντος από όλα τα κράτη μέλη. Η εξάλειψη τέτοιων φαινομένων απαιτεί στιβαρή πολιτική βούληση και συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. [Τροπολογία 35]

(32α)

Είναι εξαιρετικά σημαντικό οι επενδύσεις που συγχρηματοδοτούνται από τον ενωσιακό προϋπολογισμό να πληρούν τα υψηλότερα πρότυπα για την αποτροπή χρηματοοικονομικών εγκλημάτων, περιλαμβανομένης της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής. Για τον λόγο αυτόν, το 2008 η ΕΤΕπ θέσπισε εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές με τίτλο «Policy on preventing and deterring prohibited conduct in European Investment Bank activities» (Πολιτική για την πρόληψη και την καταπολέμηση απαγορευμένων πρακτικών στις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων) με νομική βάση το άρθρο 325 της ΣΛΕΕ, το άρθρο 18 του καταστατικού της ΕΤΕπ και τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου  (15) . Μετά την έγκριση της πολιτικής, η ΕΤΕπ πρέπει να αναφέρει στη ΜΧΠ του Λουξεμβούργου υποψίες ή εικαζόμενες υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που επηρεάζουν έργα, επιχειρήσεις και συναλλαγές που πραγματοποιούνται με την υποστήριξη της ΕΤΕπ. [Τροπολογία 36]

(33)

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων της απόφασης-πλαισίου 2008/977/ΔΕΥ. [Τροπολογία 37]

(34)

Τα δικαιώματα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων ισχύουν για τα προσωπικά δεδομένα που τυγχάνουν επεξεργασίας για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η πρόσβαση του υποκειμένου των δεδομένων σε πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αναφορά ύποπτης συναλλαγής θα υπονόμευε σοβαρά την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Επομένως, μπορεί να δικαιολογούνται περιορισμοί του δικαιώματος αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Όμως, οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να αντισταθμίζονται από ουσιαστικές εξουσίες των αρχών προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας έμμεσης πρόσβασης, όπως καθορίζεται στην οδηγία 95/46/ΕΚ, που τους επιτρέπει τη διεξαγωγή ερευνών, είτε αυτεπάγγελτα είτε σε συνέχεια καταγγελίας, για κάθε ισχυρισμό που αφορά προβλήματα με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Στις εξουσίες αυτές θα πρέπει ιδίως να περιλαμβάνεται το δικαίωμα πρόσβασης στα ηλεκτρονικά αρχεία στην υπόχρεη οντότητα. [Τροπολογία 38]

(35)

Τα πρόσωπα που απλώς μετατρέπουν έντυπα έγγραφα σε ηλεκτρονικά δεδομένα και ενεργούν στο πλαίσιο συμβολαίου με πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, το ίδιο ισχύει δε και για κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο που παρέχει σε πιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς απλώς συστήματα μηνυμάτων ή άλλα συστήματα υποστήριξης για τη μεταφορά χρηματικών ποσών ή συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού.

(36)

Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελούν διεθνή προβλήματα και η προσπάθεια καταπολέμησής τους θα πρέπει να είναι παγκόσμια. Όταν τα ενωσιακά πιστωτικά ιδρύματα ή οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί έχουν υποκαταστήματα ή θυγατρικές που βρίσκονται σε τρίτες χώρες των οποίων η νομοθεσία στον τομέα αυτόν είναι ελλιπής, προκειμένου να αποφευχθεί η εφαρμογή πολύ διαφορετικών προτύπων εντός του ιδρύματος ή του οργανισμού ή του ομίλου ιδρυμάτων ή οργανισμών, θα πρέπει τα εν λόγω υποκαταστήματα ή οι θυγατρικές να εφαρμόζουν τα ενωσιακά πρότυπα ή να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τους ότι η εφαρμογή των προτύπων αυτών δεν είναι δυνατή.

(37)

Όπου είναι εφικτό δυνατό , θα πρέπει να παρέχεται ανάδραση στις υπόχρεες οντότητες σχετικά με τη χρησιμότητα των αναφορών ύποπτων συναλλαγών που υποβάλλουν, και τη συνέχεια που δόθηκε. Προς τούτο, και για να είναι δυνατή η επανεξέταση των συστημάτων τους για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν και να βελτιώνουν τις σχετικές στατιστικές. Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η ποιότητα και η συνεκτικότητα των στατιστικών δεδομένων που συλλέγονται σε επίπεδο Ένωσης, η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί την κατάσταση σε κλίμακα Ένωσης όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και να δημοσιεύει τακτικές επισκοπήσεις , συμπεριλαμβάνοντας της αξιολόγησης των εθνικών εκτιμήσεων κινδύνου. Η πρώτη επισκόπηση εκ μέρους της Επιτροπής θα πρέπει να διενεργηθεί εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 39]

(37α)

Τα κράτη μέλη πρέπει όχι μόνο να εξασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες συμμορφώνονται με τις σχετικές διατάξεις και κατευθυντήριες γραμμές, αλλά πρέπει επίσης να έχουν δημιουργήσει συστήματα τα οποία ελαχιστοποιούν πράγματι τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες εντός των εν λόγω οντοτήτων. [Τροπολογία 40]

(37β)

Προκειμένου να είναι δυνατή η επανεξέταση της αποτελεσματικότητας των συστημάτων τους για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν και να βελτιώνουν τις σχετικές στατιστικές. Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η ποιότητα και η συνεκτικότητα των στατιστικών δεδομένων που συλλέγονται σε επίπεδο Ένωσης, η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί την κατάσταση σε ενωσιακή κλίμακα, όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και να δημοσιεύει τακτικές επισκοπήσεις. [Τροπολογία 41]

(38)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν, όσον αφορά τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος, τους παρόχους υπηρεσιών προς εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης και επιχειρήσεις ή τους παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών σε εθνικό επίπεδο, ότι τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες αυτών των οντοτήτων, καθώς και οι πραγματικοί δικαιούχοι τους, είναι ικανά και έντιμα άτομα. Τα κριτήρια για την εκτίμηση της ικανότητας και του ήθους ενός προσώπου θα πρέπει, τουλάχιστον, να αντανακλούν την ανάγκη προστασίας των εν λόγω οντοτήτων από καταχρήσεις για εγκληματικούς σκοπούς από πλευράς των διοικητικών στελεχών ή των πραγματικών δικαιούχων τους.

(39)

Λαμβάνοντας υπόψη τον διεθνικό χαρακτήρα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, είναι εξαιρετικά σημαντικός ο συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ της ΕΕ. Μέχρι στιγμής, η εν λόγω συνεργασία έχει αποτελέσει αντικείμενο μόνον της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου (16). Προκειμένου να διασφαλιστεί καλύτερος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ, και ιδίως για να διασφαλιστεί ότι οι αναφορές ύποπτων συναλλαγών περιέρχονται στη ΜΧΠ του κράτους μέλους όπου θα είναι πλέον χρήσιμη η αναφορά, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στην παρούσα οδηγία λεπτομερέστεροι, εκτενέστεροι και επικαιροποιημένοι κανόνες.

(40)

Η βελτίωση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ εντός της Ένωσης έχει ιδιαίτερη σημασία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο διεθνικός χαρακτήρας της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Θα πρέπει να ενθαρρύνεται από τα κράτη μέλη η χρήση ασφαλών συστημάτων για την ανταλλαγή πληροφοριών, και ιδίως του αποκεντρωμένου δικτύου υπολογιστών FIU.net και των τεχνικών που προσφέρει το δίκτυο αυτό προσφέρουν τα συστήματα αυτού του είδους . [Τροπολογία 42]

(41)

Η σημασία της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θα πρέπει να οδηγήσει τα κράτη μέλη στη θέσπιση αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων στην εθνική νομοθεσία για τις περιπτώσεις αδυναμίας τήρησης των εθνικών διατάξεων που θα εκδοθούν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη έχουν σήμερα στη διάθεσή τους ένα ευρύ φάσμα διοικητικών μέτρων και κυρώσεων για τις παραβιάσεις των βασικών προληπτικών μέτρων. Η ποικιλομορφία αυτή ενδέχεται να είναι επιζήμια στις προσπάθειες που καταβάλλονται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και υπάρχει κίνδυνος η απάντηση της Ένωσης να είναι κατακερματισμένη. Επομένως, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει μια σειρά διοικητικών μέτρων και κυρώσεων που θα έχουν στη διάθεσή τους τα κράτη μέλη σε περίπτωση συστηματικών παραβάσεων των απαιτήσεων που αφορούν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, τη φύλαξη αρχείων, την αναφορά ύποπτων συναλλαγών και τους εσωτερικούς ελέγχους των υπόχρεων οντοτήτων. Το φάσμα αυτό θα πρέπει να είναι αρκούντως ευρύ, ώστε τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ των υπόχρεων οντοτήτων, ιδίως μεταξύ των χρηματοπιστωτικών οργανισμών και άλλων υπόχρεων οντοτήτων, όσον αφορά το μέγεθος, τα χαρακτηριστικά , τον βαθμό κινδύνου και τους τομείς δραστηριότητάς τους. Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η επιβολή διοικητικών μέτρων και κυρώσεων, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, και ποινικών κυρώσεων, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, δεν παραβιάζει την αρχή ne bis in idem. [Τροπολογία 43]

(42)

Τα τεχνικά πρότυπα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν συνεπή εναρμόνιση και επαρκή προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένου ότι οι ΕΕΑ είναι όργανα με υψηλό βαθμό εξειδικευμένης πείρας, θα ήταν συμφέρον και σκόπιμο να τους ανατεθεί η εκπόνηση σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που δεν ενέχουν επιλογές πολιτικής, προς υποβολή στην Επιτροπή.

(42α)

Για να επιτρέπεται στις αρμόδιες αρχές και σε υπόχρεες οντότητες να αξιολογούν καλύτερα τους κινδύνους που προκύπτουν από συγκεκριμένες συναλλαγές, η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει έναν κατάλογο των δικαιοδοσιών εκτός Ένωσης οι οποίες έχουν εφαρμόσει κανόνες και κανονισμούς παρόμοιους με αυτούς που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 44]

(43)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, που καταρτίζονται από τις ΕΕΑ δυνάμει του άρθρου 42 της παρούσας οδηγίας, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων δυνάμει του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

(44)

Ενόψει των πολύ σημαντικών τροποποιήσεων που θα πρέπει να επέλθουν στις οδηγίες 2005/60/ΕΚ και 2006/70/ΕΚ, αυτές θα πρέπει να συγχωνευθούν και να αντικατασταθούν για λόγους σαφήνειας και συνέπειας.

(45)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσω της πρόληψης, της διερεύνησης και της ανίχνευσης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, επειδή μεμονωμένα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη για την προστασία των χρηματοπιστωτικών τους συστημάτων μπορεί να μη συνάδουν με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και με τους κανόνες του κράτους δικαίου και της δημόσιας τάξης της Ένωσης, και δύνανται συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(46)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και ακολουθεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη, και ιδίως τον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το τεκμήριο της αθωότητας, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την επιχειρηματική ελευθερία, την απαγόρευση διακρίσεων, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου, και το δικαίωμα της υπεράσπισης. [Τροπολογία 45]

(47)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του Χάρτη, που απαγορεύει κάθε διάκριση, για οποιονδήποτε λόγο, τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, όσον αφορά τις εκτιμήσεις κινδύνου στο πλαίσιο της δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, χωρίς διακρίσεις.

(48)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(48α)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή της εθνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά της, τα κράτη μέλη και οι υπόχρεες οντότητες δεσμεύονται από την οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου  (17) . [Τροπολογία 46]

( 48b )

Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων εξέδωσε τη γνωμοδότησή του στις 4 Ιουλίου 2013 (18),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΜΉΜΑ 1

ΑΝΤΙΚΕΊΜΕΝΟ, ΠΕΔΊΟ ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΊ

Άρθρο 1

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας απαγορεύονται.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η ακόλουθη συμπεριφορά, όταν τελείται εκ προθέσεως, θεωρείται ως νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες:

α)

η μετατροπή ή η μεταβίβαση περιουσίας, εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε εγκληματική δραστηριότητα, με σκοπό την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της ή την αποφυγή της έκδοσης διαταγών δέσμευσης ή κατάσχεσής της , ή την παροχή συνδρομής σε οποιονδήποτε ενέχεται στη δραστηριότητα αυτή, προκειμένου να αποφύγει τις έννομες συνέπειες της δραστηριότητάς του· [Τροπολογία 47]

β)

η απόκρυψη ή η συγκάλυψη της αλήθειας όσον αφορά τη φύση, προέλευση, διάθεση ή διακίνηση περιουσίας ή τον τόπο στον οποίο αυτή ευρίσκεται, ή την κυριότητα επί περιουσίας ή εκ σχετικών με αυτή δικαιωμάτων, εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε εγκληματική δραστηριότητα·

γ)

η απόκτηση, η κατοχή ή η χρήση περιουσίας εν γνώσει, κατά τον χρόνο της κτήσης, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε εγκληματική δραστηριότητα·

δ)

η συμμετοχή σε μια από τις πράξεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ), η σύσταση οργανώσεως για τη διάπραξή της, η απόπειρα διάπραξης, η υποβοήθηση, η υποκίνηση, η διευκόλυνση ή η παροχή συμβουλών σε τρίτο για τη διάπραξή της.

3.   Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες υπάρχει ακόμη και αν οι δραστηριότητες από τις οποίες προέρχεται η προς νομιμοποίηση περιουσία διεξήχθησαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή στο έδαφος τρίτης χώρας.

4.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «χρηματοδότηση της τρομοκρατίας» νοείται η παροχή ή συγκέντρωση κεφαλαίων, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, με την πρόθεση να χρησιμοποιηθούν ή εν γνώσει του γεγονότος ότι θα χρησιμοποιηθούν, στο σύνολό τους ή εν μέρει, για τη διάπραξη εγκλήματος κατά την έννοια των άρθρων 1 έως 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου (19), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2008/919/ΔΕΥ του Συμβουλίου (20).

5.   Η γνώση, η πρόθεση ή ο σκοπός που απαιτούνται ως στοιχεία του πραγματικού των πράξεων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 4 μπορεί να συνάγονται από τα πραγματικά περιστατικά.

Άρθρο 2

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις ακόλουθες υπόχρεες οντότητες:

1)

στα πιστωτικά ιδρύματα·

2)

στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς·

3)

στα ακόλουθα φυσικά ή νομικά πρόσωπα κατά την άσκηση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων:

α)

ελεγκτές, εξωτερικούς λογιστές και φορολογικούς συμβούλους·

β)

συμβολαιογράφους και άλλους ανεξάρτητους επαγγελματίες νομικούς, όταν συμμετέχουν, είτε ενεργώντας εξ ονόματος και για λογαριασμό των πελατών τους στο πλαίσιο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών ή συναλλαγών επί ακινήτων είτε βοηθώντας στον σχεδιασμό ή στην υλοποίηση συναλλαγών για τους πελάτες τους σχετικά με:

i)

την αγορά και πώληση ακινήτων ή επιχειρήσεων·

ii)

τη διαχείριση χρημάτων, τίτλων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των πελατών τους·

iii)

το άνοιγμα ή τη διαχείριση τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών ταμιευτηρίου ή λογαριασμών τίτλων·

iv)

την οργάνωση των εισφορών των αναγκαίων για τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση εταιρειών·

v)

τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση εταιρειών καταπιστευματικής διαχείρισης (trusts), ιδρυμάτων, αλληλασφαλιστικών εταιρειών, επιχειρήσεων ή ανάλογων μονάδων· [Τροπολογία 48]

γ)

φορείς παροχής υπηρεσιών σε εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης ή επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν ήδη στο πεδίο εφαρμογής των στοιχείων α) ή β)·

δ)

κτηματομεσίτες, συμπεριλαμβανομένων πρακτόρων εκμίσθωσης ακινήτων , στο βαθμό που αυτοί εμπλέκονται σε χρηματοοικονομικές συναλλαγές · [Τροπολογία 49]

ε)

άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά ή υπηρεσίες , μόνον εφόσον η πληρωμή καταβάλλεται ή εισπράττεται σε μετρητά και αφορά ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από 7 500 ευρώ, ανεξαρτήτως του αν η συναλλαγή διενεργείται με μία και μόνη πράξη ή με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους· [Τροπολογία 50]

στ)

παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών.

Με εξαίρεση τα καζίνα, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν τη συνολική ή μερική εξαίρεση ορισμένων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο 3) στοιχείο στ), από τις εθνικές διατάξεις που μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, βάσει του χαμηλού κινδύνου που ενέχει η φύση των υπηρεσιών σύμφωνα με εκτιμήσεις κινδύνου. Πριν από την εφαρμογή οποιασδήποτε τέτοιας εξαίρεσης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ζητεί την έγκριση της Επιτροπής. [Τροπολογία 153]

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασκούν χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες περιστασιακά ή σε πολύ περιορισμένη κλίμακα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο κίνδυνος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι χαμηλός, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφόσον το φυσικό ή νομικό πρόσωπο πληροί όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

η χρηματοπιστωτική δραστηριότητα είναι περιορισμένη σε απόλυτους όρους·

β)

η χρηματοπιστωτική δραστηριότητα είναι περιορισμένη με βάση τις διενεργούμενες συναλλαγές·

γ)

η χρηματοπιστωτική δραστηριότητα δεν αποτελεί την κύρια δραστηριότητα·

δ)

η χρηματοπιστωτική δραστηριότητα είναι δευτερεύουσα και συνδέεται άμεσα με την κύρια δραστηριότητα·

ε)

η κύρια δραστηριότητα δεν είναι δραστηριότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, με εξαίρεση τη δραστηριότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο 3 στοιχείο ε)·

στ)

η χρηματοπιστωτική δραστηριότητα ασκείται μόνον για τους πελάτες της κύριας δραστηριότητας και, κατά κανόνα, δεν αφορά το ευρύτερο κοινό.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασκούν τη δραστηριότητα υπηρεσίας εμβασμάτων, κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 13) της οδηγίας 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21).

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο α), τα κράτη μέλη απαιτούν να μην υπερβαίνει ο συνολικός κύκλος εργασιών από τη χρηματοπιστωτική δραστηριότητα ένα αρκούντως χαμηλό όριο. Το όριο αυτό καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο, σε συνάρτηση με το είδος της χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο β), τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ανώτατο όριο ανά πελάτη και μεμονωμένη συναλλαγή, είτε η συναλλαγή διενεργείται με μία και μόνη πράξη ή με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους. Το όριο αυτό καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο, σε συνάρτηση με το είδος της χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας, είναι αρκούντως χαμηλό ώστε να διασφαλίζει ότι τα είδη των εν λόγω συναλλαγών συνιστούν μη πρακτική και μη αποτελεσματική μέθοδο για τη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και το σχετικό ποσό δεν υπερβαίνει τα 1 000 EUR.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο γ), τα κράτη μέλη επιβάλλουν ανώτατο όριο στον κύκλο εργασιών της χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας, το οποίο δεν υπερβαίνει το 5 % του συνολικού κύκλου εργασιών του φυσικού ή νομικού προσώπου.

6.   Κατά την εκτίμηση του κινδύνου νομιμοποίησης παράνομων εσόδων ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δίδουν ιδιαίτερη προσοχή σε οποιαδήποτε χρηματοπιστωτική δραστηριότητα που θεωρείται, λόγω της φύσεώς της, ιδιαίτερα επιδεκτική να χρησιμοποιηθεί ή να αποτελέσει αντικείμενο κατάχρησης για σκοπούς νομιμοποίησης παράνομων εσόδων ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

7.   Κάθε απόφαση που λαμβάνεται βάσει του παρόντος άρθρου αιτιολογείται. Σε περίπτωση που μεταβληθούν οι συνθήκες που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης αυτής, τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα ανάκλησής της.

8.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διαδικασίες ελέγχου ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου ή λαμβάνουν οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο μέτρο που διασφαλίζει ότι εξαίρεση που παρέχεται με αποφάσεις δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν γίνεται αντικείμενο καταχρήσεων.

Άρθρο 3

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

ως «πιστωτικό ίδρυμα» νοείται κάθε πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22), συμπεριλαμβανομένου υποκαταστημάτων κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 17) του εν λόγω κανονισμού, τα οποία βρίσκονται στην Ένωση, η έδρα των οποίων βρίσκεται εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα.

2)

ως «χρηματοπιστωτικός οργανισμός» νοείται:

α)

κάθε επιχείρηση εκτός από πιστωτικό ίδρυμα, η κύρια δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στη διενέργεια μιας ή περισσοτέρων από τις πράξεις που περιλαμβάνονται στα σημεία 2) έως 12) και στα σημεία 14) και 15) του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23), συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων των ανταλλακτηρίων συναλλάγματος (bureaux de change)·

β)

οι ασφαλιστικές εταιρείες οι οποίες έχουν λάβει τη δέουσα άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24), εφόσον ασκούν δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής·

γ)

οι επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25)·

δ)

οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων που διαθέτουν στο κοινό μέσω της αγοράς μερίδια ή μετοχές τους·

ε)

οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 5) της οδηγίας 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26), εκτός των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών κατά το άρθρο 2 σημείο 7) της ως άνω οδηγίας, όταν δραστηριοποιούνται στον τομέα της ασφάλειας ζωής και άλλων ασφαλειών με επενδυτικό σκοπό·

στ)

τα υποκαταστήματα χρηματοπιστωτικών οργανισμών κατά την έννοια των στοιχείων α) έως ε), τα οποία βρίσκονται στην Ένωση, η έδρα των οποίων βρίσκεται εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα·

3)

ως «περιουσία» νοούνται περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, ενσώματα ή ασώματα, κινητά ή ακίνητα, υλικά ή άυλα, καθώς και τα νομικά έγγραφα ή στοιχεία με οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανόμενης της ηλεκτρονικής ή ψηφιακής, που αποδεικνύουν τίτλο ιδιοκτησίας ή δικαιώματα προς απόκτηση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων·

4)

ως «εγκληματική δραστηριότητα» νοείται κάθε είδους εγκληματική ανάμειξη στη διάπραξη των ακόλουθων σοβαρών εγκλημάτων:

α)

πράξεων που ορίζονται στα άρθρα 1 έως 4 της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2008/919/ΔΕΥ·

β)

οποιουδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) της σύμβασης του 1988 των Ηνωμένων Εθνών κατά της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών φαρμάκων και ψυχοτρόπων ουσιών·

γ)

δραστηριοτήτων εγκληματικών οργανώσεων, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 της κοινής δράσης 98/733/ΔΕΥ του Συμβουλίου (27)·

δ)

απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, τουλάχιστον βαρείας, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και στο άρθρο 2 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (28)·

ε)

δωροδοκίας·

στ)

όλων των αδικημάτων, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών εγκλημάτων αδικημάτων σχετικών με άμεσους φόρους και έμμεσους φόρους, που τιμωρούνται με ποινή στερητική της ελευθερίας ή ένταλμα προσωρινής κράτησης μέγιστης διάρκειας άνω του έτους ή, όσον αφορά τα κράτη εκείνα που έχουν ελάχιστο κατώτατο όριο για τα αδικήματα στην έννομη τάξη τους, όλων των αδικημάτων που τιμωρούνται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή ένταλμα προσωρινής κράτησης ελάχιστης διάρκειας τουλάχιστον έξι μηνών· [Τροπολογία 52, η τροπολογία αυτή δεν αφορά όλες τις γλώσσες]

4a)

«αυτορρυθμιζόμενος φορέας»: φορέας που έχει την εξουσία, αναγνωρισμένη από το εθνικό δίκαιο, να θεσπίζει τις υποχρεώσεις και τους κανόνες που διέπουν ένα ορισμένο επάγγελμα ή ένα ορισμένο πεδίο οικονομικής δραστηριότητας, με τους οποίους οφείλουν να συμμορφώνονται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σε αυτό το επάγγελμα ή πεδίο· [Τροπολογία 53]

5)

ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο τελικά κατέχει ή ελέγχει τον πελάτη και/ή το φυσικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου διεξάγεται συναλλαγή ή δραστηριότητα και περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

όσον αφορά τις εταιρείες:

i)

το φυσικό πρόσωπο, το οποίο τελικά κατέχει ή ελέγχει νομική οντότητα, κατέχοντας, αμέσως ή εμμέσως, ή ελέγχοντας επαρκές ποσοστό των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου της εν λόγω νομικής οντότητας, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών στον κομιστή, εκτός από εισηγμένη εταιρεία σε ρυθμιζόμενη αγορά η οποία υπόκειται σε απαιτήσεις γνωστοποίησης κατά την ενωσιακή νομοθεσία ή υπόκειται σε ισοδύναμα διεθνή πρότυπα.

Ποσοστό ύψους Σε κάθε περίπτωση, συμμετοχή 25 % συν μία μετοχή ενός φυσικού προσώπου αποτελεί τεκμήριο άμεσης ιδιοκτησίας· ή ελέγχου μέσω συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο, και ισχύει για κάθε επίπεδο άμεσης και συμμετοχή 25 % συν μία μετοχή στον πελάτη, που κατέχεται από εταιρική οντότητα η οποία υπόκειται στον έλεγχο φυσικού προσώπου ή προσώπων, ή από πολλές εταιρικές οντότητες οι οποίες υπόκεινται στον έλεγχο του ιδίου φυσικού προσώπου, αποτελούν ένδειξη έμμεσης ιδιοκτησίας· η έννοια του ελέγχου προσδιορίζεται, μεταξύ άλλων, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 έως 5 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (29) · αυτό, ωστόσο, ισχύει με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να αποφασίζουν ότι ένα μικρότερο ποσοστό μπορεί να αποτελεί τεκμήριο ιδιοκτησίας ή ελέγχου·

ii)

εάν υπάρχει αμφιβολία ως προς το ή τα πρόσωπα που προσδιορίζονται στο σημείο i), αν είναι ή όχι ο ή οι πραγματικοί δικαιούχοι ή εάν αφού έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα δεν μπορεί να εντοπιστεί κανένα πρόσωπο στο πλαίσιο του σημείου i) , το φυσικό πρόσωπο το οποίο ασκεί έλεγχο στη διαχείριση νομικής οντότητας με άλλα μέσα , στο οποίο μπορεί να περιλαμβάνεται ανώτατο διοικητικό στέλεχος ·

iia)

όταν δεν προσδιορίζεται κανένα φυσικό πρόσωπο στη βάση των σημείων i) ή ii), το φυσικό πρόσωπο που κατέχει θέση ανώτατου διοικητικού στελέχους και, στην περίπτωση αυτήν, οι υπόχρεες οντότητες τηρούν αρχεία σχετικά με τις ενέργειες που έγιναν για τον προσδιορισμό του πραγματικού δικαιούχου στη βάση των σημείων i) και ii), ώστε να αποδεικνύεται η αδυναμία προσδιορισμού των προσώπων αυτών·

β)

στην περίπτωση νομικών οντοτήτων, όπως τα ιδρύματα, και νομικών μηχανισμών, όπως οι εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης ή αλληλασφαλιστικές εταιρείες , που διοικούν ή διανέμουν κεφάλαια:

i)

το φυσικό πρόσωπο που ασκεί έλεγχο στο 25 % ή περισσότερο των περιουσιακών στοιχείων νομικού μηχανισμού ή νομικής οντότητας· και

ii)

όταν οι μελλοντικοί δικαιούχοι έχουν προσδιοριστεί ήδη, το φυσικό πρόσωπο που δικαιούται το 25 % ή περισσότερο των περιουσιακών στοιχείων νομικού μηχανισμού ή νομικής οντότητας· ή

iii)

όταν τα άτομα που αποτελούν δικαιούχους του νομικού μηχανισμού ή της νομικής οντότητας δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμη, η κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον της οποίας έχει κυρίως συσταθεί ή λειτουργεί ο νομικός μηχανισμός ή η νομική οντότητα. Για τους δικαιούχους εταιρειών καταπιστευματικής διαχείρισης (trust) οι οποίοι προσδιορίζονται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά ή ανά κατηγορία, οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τον δικαιούχο ώστε να βεβαιωθούν ότι θα είναι σε θέση να προσδιορίσουν την ταυτότητα του δικαιούχου, κατά τον χρόνο της πληρωμής ή όταν ο δικαιούχος σκοπεύει να ασκήσει κεκτημένα δικαιώματα·

iiia)

όσον αφορά εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης, η ταυτότητα του ιδρυτή, του ή των καταπιστευματοδόχων, του προστάτη (εφόσον υπάρχει), του δικαιούχου ή της κατηγορίας δικαιούχων, καθώς και οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου ασκεί τελικό ουσιαστικό έλεγχο του καταπιστεύματος (μεταξύ άλλων, μέσω αλυσίδας ελέγχου ή ιδιοκτησίας)· [Τροπολογία 54]

6)

ως «φορείς παροχής υπηρεσιών καταπιστευματικής διαχείρισης ή εταιρικών υπηρεσιών» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία ως επιχειρηματική δραστηριότητα παρέχουν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες υπηρεσίες σε τρίτα μέρη:

α)

συστήνουν εταιρείες ή άλλα νομικά πρόσωπα·

β)

ασκούν καθήκοντα διευθυντή ή γραμματέα εταιρείας, εταίρου προσωπικής εταιρείας ή κατόχου ανάλογης θέσης σε σχέση με άλλα νομικά πρόσωπα, ή μεριμνούν ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει ανάλογα καθήκοντα·

γ)

παρέχουν καταστατική έδρα, επιχειρηματική διεύθυνση, ταχυδρομική ή διοικητική διεύθυνση και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές υπηρεσίες για εταιρεία, προσωπική εταιρεία ή κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή μηχανισμό·

δ)

ασκούν καθήκοντα καταπιστευματοδόχου σε εταιρεία ρητής καταπιστευματικής διαχείρισης (express trust) ή ανάλογο νομικό μηχανισμό, ή μεριμνούν ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει ανάλογα καθήκοντα·

ε)

ασκούν καθήκοντα μετόχου εξ ονόματος άλλου προσώπου, εκτός εταιρείας εισηγμένης σε ρυθμιζόμενη αγορά η οποία υπόκειται σε απαιτήσεις γνωστοποίησης κατά την ενωσιακή νομοθεσία ή υπόκειται σε ισοδύναμα διεθνή πρότυπα, ή μεριμνούν ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει ανάλογα καθήκοντα·

7)

α)

ως «πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα της αλλοδαπής» νοούνται τα φυσικά πρόσωπα στα οποία έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα από τρίτη χώρα·

β)

ως «πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα της ημεδαπής» νοούνται τα φυσικά πρόσωπα στα οποία έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα από το κράτος μέλος· [Τροπολογία 55· η τροπολογία δεν αφορά όλες τις γλώσσες]

γ)

ως «πρόσωπα στα οποία έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα από διεθνή οργανισμό» νοούνται διευθυντές, αναπληρωτές διευθυντές και μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή ισοδύναμο λειτούργημα σε διεθνή οργανισμό·

δ)

στα «φυσικά πρόσωπα στα οποία έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα» περιλαμβάνονται:

i)

οι αρχηγοί κρατών, οι αρχηγοί κυβερνήσεων, οι υπουργοί και οι υφυπουργοί·

ii)

τα μέλη κοινοβουλίων ή παρόμοιων νομοθετικών σωμάτων · [Τροπολογία 56]

iii)

τα μέλη ανωτάτων δικαστηρίων, συνταγματικών δικαστηρίων και άλλων υψηλού επιπέδου δικαιοδοτικών οργάνων των οποίων οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε περαιτέρω ένδικα μέσα, πλην εξαιρετικών περιστάσεων·

iv)

τα μέλη ελεγκτικών συνεδρίων και διοικητικών συμβουλίων κεντρικών τραπεζών·

v)

οι πρέσβεις, οι επιτετραμμένοι και οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί ενόπλων δυνάμεων·

vi)

ανώτερα μέλη διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων κρατικών επιχειρήσεων. [Τροπολογία 57]

Καμία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στα σημεία i) έως vi) δεν αφορά πρόσωπα κατέχοντα ενδιάμεσες ή χαμηλές θέσεις της υπαλληλικής ιεραρχίας·

ε)

στους «στενούς συγγενείς» περιλαμβάνονται:

i)

ο/η σύζυγος·

ii)

κάθε σύντροφος εξομοιούμενος με σύζυγο·

iii)

τα παιδιά και οι σύζυγοι ή σύντροφοί τους· [Τροπολογία 58]

iv)

οι γονείς· [Τροπολογία 59]

στ)

στα «πρόσωπα που είναι γνωστά«ως στενοί συνεργάτες» νοούνται: [Τροπολογία 87]

i)

οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο για το οποίο είναι γνωστό ότι είναι από κοινού πραγματικός δικαιούχος νομικής οντότητας ή νομικών μηχανισμών με πρόσωπο αναφερόμενο στο ανωτέρω σημείο 7 στοιχεία α) έως δ), ή είναι γνωστό ότι συνδέεται με το πρόσωπο αυτό με οποιαδήποτε άλλη στενή επιχειρηματική σχέση·

ii)

οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο είναι μόνος πραγματικός δικαιούχος νομικής οντότητας ή νομικών μηχανισμών που είναι γνωστό ότι συστάθηκαν προς όφελος de facto του προσώπου που αναφέρεται στο ανωτέρω σημείο 7 στοιχεία α) έως δ)· [Τροπολογία 60]

8)

ως «ανώτερο διοικητικό στέλεχος» νοείται το στέλεχος ή ο υπάλληλος με επαρκείς γνώσεις της έκθεσης του ιδρύματος ή του οργανισμού στον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και με επαρκή αρχαιότητα για τη λήψη αποφάσεων που επηρεάζουν την έκθεση σε κίνδυνο. Δεν χρειάζεται, σε όλες τις περιπτώσεις, να πρόκειται για μέλος του διοικητικού συμβουλίου·

9)

ως «επιχειρηματική σχέση» νοείται η επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική σχέση η οποία συνδέεται με τις επαγγελματικές δραστηριότητες των υπόχρεων οντοτήτων και η οποία αναμένεται, κατά τον χρόνο σύναψης της επαφής, ότι θα έχει κάποια διάρκεια·

10)

ως «υπηρεσίες τυχερών παιχνιδιών» νοούνται οι υπηρεσίες χρηματικού στοιχήματος σε τυχερά παιχνίδια, συμπεριλαμβανομένων εκείνων με κάποιο στοιχείο δεξιότητας, όπως λαχεία, παιχνίδια καζίνο, παιχνίδια πόκερ και πράξεις στοιχηματισμού, που προσφέρονται σε συγκεκριμένο χώρο ή με οποιοδήποτε μέσο εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονικά μέσα ή με κάθε άλλη τεχνολογία διευκόλυνσης της επικοινωνίας, και μετά από ατομικό αίτημα του αποδέκτη των υπηρεσιών·

10a)

ως «πράξεις στοιχηματισμού» κατά την έννοια του άρθρου 12 της παρούσας οδηγίας, νοούνται όλα τα στάδια της εμπορικής σχέσης ανάμεσα στον πάροχο υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, αφενός, και στον πελάτη και τον δικαιούχο της καταχώρισης των στοιχημάτων αφετέρου, έως την πληρωμή τυχόν κερδών· [Τροπολογία 61]

11)

ως «όμιλος» νοείται ο όμιλος κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 12) της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (30)·

11α)

ως «επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές “εξ αποστάσεως”» νοείται η εκτέλεση σύμβασης ή συναλλαγής χωρίς την ταυτόχρονη φυσική παρουσία του συμβαλλόμενου ή του διαμεσολαβητή και του πελάτη, κάνοντας αποκλειστική χρήση ενός ή περισσότερων από τα εξής: διαδίκτυο, τηλεαγορές ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, έως και την ώρα κατά την οποία συνήφθη η σύμβαση. [Τροπολογία 62]

Άρθρο 4

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν , σύμφωνα με την προσέγγιση στη βάση του κινδύνου, ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας επεκτείνονται στο σύνολό τους ή εν μέρει σε επαγγελματικούς κλάδους και κατηγορίες επιχειρήσεων, εκτός των υπόχρεων οντοτήτων του άρθρου 2 παράγραφος 1, που ασχολούνται με δραστηριότητες ιδιαίτερα επιδεκτικές σε χρήσεις για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. [Τροπολογία 63]

2.   Εφόσον κράτος μέλος αποφασίζει να επεκτείνει τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας σε επαγγελματικούς κλάδους ή κατηγορίες επιχειρήσεων εκτός των αναφερομένων στο άρθρο 2 παράγραφος 1, ενημερώνει την Επιτροπή συναφώς.

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ αυστηρότερες διατάξεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία , με την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές συμμορφώνονται πλήρως προς την νομική τάξη της Ένωσης, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους ενωσιακούς κανόνες προστασίας των δεδομένων και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως κατοχυρώνονται από τον Χάρτη . Οι εν λόγω διατάξεις δεν αποτρέπουν αδικαιολόγητα τους καταναλωτές από την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και δεν συνιστούν εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς . [Τροπολογία 64]

ΤΜΗΜΑ 2

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Άρθρο 6

1.   Η Ευρωπαϊκή Αρχή Η Επιτροπή εκπονεί εκτίμηση των κινδύνων τους οποίους συνεπάγεται για την εσωτερική αγορά η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, με ιδιαίτερη αναφορά στις διασυνοριακές δραστηριότητες. Για την εκπόνηση της εκτίμησης αυτής, η Επιτροπή ζητεί τη γνώμη των κρατών μελών, τις ΕΕΑ εκδίδουν κοινή γνώμη σχετικά με τους κινδύνους τους οποίους συνεπάγεται για την εσωτερική αγορά η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, της Ομάδας Εργασίας του άρθρου 29, της Ευρωπόλ και άλλων σχετικών αρχών .

Η εκτίμηση κινδύνων στην οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο καλύπτει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τη συνολική έκταση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τις περιοχές της εσωτερικής αγοράς που βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο,

β)

τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε σχετικό τομέα, και ιδίως με τους μη χρηματοπιστωτικούς τομείς και τον τομέα των τυχερών παιχνιδιών,

γ)

τα πιο συνηθισμένα μέσα που χρησιμοποιούν οι κακοποιοί για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες,

δ)

τις συστάσεις προς τις αρμόδιες αρχές για την αποτελεσματική χρήση των πόρων,

ε)

τον ρόλο των τραπεζογραμματίων του ευρώ στις εγκληματικές δραστηριότητες και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Η εκτίμηση κινδύνων περιλαμβάνει επίσης προτάσεις για ελάχιστα πρότυπα όσον αφορά τις εκτιμήσεις κίνδυνων που πρέπει να διενεργούν οι αρμόδιες εθνικές αρχές. Τα εν λόγω ελάχιστα πρότυπα αναπτύσσονται σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και εξασφαλίζουν τη συμμετοχή της βιομηχανίας και άλλων σχετικών ενδιαφερόμενων φορέων, με δημόσιες διαβουλεύσεις και ιδιωτικές συνεδριάσεις με ενδιαφερόμενους φορείς, κατά περίπτωση.

Η Επιτροπή δημοσιεύει γνώμη την εκτίμηση των κινδύνων εντός 2 ετών (*1) και την επικαιροποιεί ανά διετία, ή συχνότερα αν είναι σκόπιμο .

2.   Η Επιτροπή θέτει τη γνώμη την εκτίμηση των κινδύνων στη διάθεση των κρατών μελών και των υπόχρεων οντοτήτων, προκειμένου να τα/τις βοηθήσει στον εντοπισμό, τη διαχείριση και τον μετριασμό του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας , και για να επιτρέψει σε άλλους ενδιαφερόμενους παράγοντες, περιλαμβανομένων των εθνικών νομοθετικών φορέων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τις ΕΕΑ, της Ευρωπόλ και της Επιτροπής Ενωσιακών ΜΧΠ να κατανοήσουν καλύτερα τους κινδύνους . Δημοσιοποιείται περίληψη της εκτίμησης. Η περίληψη αυτή δεν περιέχει διαβαθμισμένες πληροφορίες .

2a.     Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ετήσια έκθεση σχετικά με τα πορίσματα που προκύπτουν από τις τακτικές εκτιμήσεις κινδύνων και τα μέτρα που λήφθηκαν βάσει των εν λόγω πορισμάτων. [Τροπολογία 65]

Άρθρο 6α

1.     Με την επιφύλαξη των διαδικασιών επί παραβάσει που προβλέπονται στη ΣΛΕΕ, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι οι εθνικές νομοθεσίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τις οποίες εγκρίνουν τα κράτη μέλη βάσει της παρούσας οδηγίας, μεταφέρονται κατά τρόπο αποτελεσματικό και συνάδουν με το ευρωπαϊκό πλαίσιο.

2.     Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, η Επιτροπή επικουρείται, κατά περίπτωση, από τις ΕΕΑ, την Ευρωπόλ, την Επιτροπή Ενωσιακών ΜΧΠ και από κάθε άλλη αρμόδια ευρωπαϊκή αρχή.

3.     Οι αξιολογήσεις των εθνικών νομοθεσιών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που προβλέπονται στην παράγραφο 1, διενεργούνται με την επιφύλαξη των αξιολογήσεων που διενεργούνται από την Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης ή τη Moneyval. [Τροπολογία 66]

Άρθρο 7

1.   Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για τον εντοπισμό, την εκτίμηση, την κατανόηση και τον μετριασμό των κινδύνων που αντιμετωπίζει όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και των κινδύνων σχετικά με την προστασία των δεδομένων στο πλαίσιο αυτό, και επικαιροποιεί την εν λόγω εκτίμηση.

2.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια αρχή, η οποία αναλαμβάνει τον συντονισμό της αντιμετώπισης των κινδύνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε εθνικό επίπεδο. Τα στοιχεία της εν λόγω αρχής κοινοποιούνται στην Επιτροπή, την ΕEΑ, και την Ευρωπόλ, καθώς και στα άλλα κράτη μέλη.

3.   Κατά την πραγματοποίηση των εκτιμήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη δύνανται να κάνουν χρήση της γνώμης εκτίμησης κινδύνων που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1.

4.   Κάθε κράτος μέλος διενεργεί την εκτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και:

α)

χρησιμοποιεί την ή τις εκτιμήσεις με σκοπό να βελτιώσει το σύστημά του για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ιδίως με τον εντοπισμό των τομέων όπου οι υπόχρεες οντότητες εφαρμόζουν ενισχυμένα μέτρα και, κατά περίπτωση, διευκρινίζοντας τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν·

αα)

εντοπίζει, κατά περίπτωση, τομείς ή πεδία που διατρέχουν αμελητέο, χαμηλότερο ή μεγαλύτερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

β)

υποβοηθείται από την ή τις εκτιμήσεις στην κατανομή και την ιεράρχηση των προτεραιοτήτων όσον αφορά τους πόρους για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας·

βα)

χρησιμοποιεί την εκτίμηση ή τις εκτιμήσεις για να διασφαλίσει ότι καταρτίζονται κατάλληλοι κανόνες για κάθε τομέα ή πεδίο, ανάλογα με τον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες·

γ)

θέτει εγκαίρως στη διάθεση των υπόχρεων οντοτήτων κατάλληλες πληροφορίες, ώστε αυτές να είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν τις δικές τους εκτιμήσεις κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

5.   Τα κράτη μέλη θέτουν τα αποτελέσματα των εκτιμήσεών τους κινδύνου στη διάθεση των άλλων κρατών μελών, της Επιτροπής και της ΕEΑ, κατόπιν αιτήματός τους. Δημοσιοποιείται περίληψη της εκτίμησης. Η περίληψη αυτή δεν περιέχει διαβαθμισμένες πληροφορίες. [Τροπολογία 67]

Άρθρο 8

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εντοπίζουν και να εκτιμούν τους οικείους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες κινδύνου, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται πελάτες, χώρες ή γεωγραφικές περιοχές, προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή δίαυλοι παράδοσης. Τα μέτρα αυτά είναι ανάλογα προς τη φύση και το μέγεθος των υπόχρεων οντοτήτων.

2.   Οι εκτιμήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τεκμηριώνονται, επικαιροποιούνται και , μετά από σχετικό αίτημα, τίθενται στη διάθεση των αρμοδίων αρχών και των αυτορρυθμιζόμενων φορέων. [Τροπολογία 68]

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες διαθέτουν πολιτικές, ελέγχους και διαδικασίες ώστε να μετριάζουν και να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που εντοπίζονται σε επίπεδο Ένωσης, σε επίπεδο κρατών μελών, όσο και στο επίπεδο των υπόχρεων οντοτήτων. Οι πολιτικές, οι έλεγχοι και οι διαδικασίες θα πρέπει να είναι ανάλογες προς τη φύση και το μέγεθος των εν λόγω υπόχρεων οντοτήτων και των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και να σέβονται τους κανόνες σχετικά με την προστασία των δεδομένων . [Τροπολογία 69]

4.   Οι πολιτικές και οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

τη διαμόρφωση εσωτερικών πολιτικών, διαδικασιών και ελέγχων, που περιλαμβάνουν υποδειγματικές πρακτικές διαχείρισης κινδύνων, τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, την υποβολή εκθέσεων, την τήρηση αρχείων, τον εσωτερικό έλεγχο, τη διαχείριση της συμμόρφωσης (συμπεριλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, του μεγέθους και της φύσης της επιχείρησης, του διορισμού υπευθύνου συμμόρφωσης σε επίπεδο διοίκησης) και τον έλεγχο ασφαλείας των εργαζομένων. Τα μέτρα αυτά δεν δίνουν στις υπόχρεες οντότητες το δικαίωμα να ζητούν από τους καταναλωτές να δηλώσουν περισσότερα προσωπικά δεδομένα από όσα είναι απαραίτητα · [Τροπολογία 70]

β)

όταν ενδείκνυται λόγω του μεγέθους και της φύσης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, μια ανεξάρτητη υπηρεσία ελέγχου για την εξακρίβωση των εσωτερικών πολιτικών, των διαδικασιών και των ελέγχων που αναφέρονται στο στοιχείο α).

5.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να λαμβάνουν έγκριση από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη για τις πολιτικές και τις διαδικασίες που εφαρμόζουν, παρακολουθούν δε και, όπου ενδείκνυται, ενισχύουν τα μέτρα που έχουν ληφθεί.

Άρθρο 8α

1.     Προκειμένου να αναπτύξουν μια κοινή προσέγγιση και κοινές πολιτικές κατά των μη συνεργαζόμενων χωρών με ανεπάρκειες στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα κράτη μέλη εγκρίνουν κατά περιόδους και υιοθετούν τους καταλόγους χωρών που δημοσιεύει η FATF.

2.     Η Επιτροπή συντονίζει προπαρασκευαστικές εργασίες σε ενωσιακό επίπεδο σχετικά με τον εντοπισμό τρίτων χωρών με σοβαρές στρατηγικές ανεπάρκειες στα εθνικά καθεστώτα καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες οι οποίες ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για το χρηματοοικονομικό σύστημα της Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στο σημείο 3) του παραρτήματος III.

3.     Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις με σκοπό την κατάρτιση ενός καταλόγου χωρών όπως περιγράφεται στην παράγραφο 2.

4.     Η Επιτροπή παρακολουθεί σε τακτική βάση την εξέλιξη της κατάστασης στις χώρες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στο σημείο 3 του παραρτήματος ΙΙΙ και αναθεωρεί, κατά περίπτωση, τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. [Τροπολογία 71]

ΚΕΦΑΛΑIΟ II

ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ

ΤΜΗΜΑ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 9

Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στα πιστωτικά ιδρύματα και τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να τηρούν ανώνυμους λογαριασμούς ή ανώνυμα βιβλιάρια καταθέσεων ή να εκδίδουν ανώνυμες κάρτες ηλεκτρονικών πληρωμών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 10α . Τα κράτη μέλη απαιτούν σε κάθε περίπτωση οι κάτοχοι και οι δικαιούχοι υφιστάμενων ανώνυμων λογαριασμών, ή ανώνυμων βιβλιαρίων καταθέσεων ή ανώνυμων καρτών πληρωμής να υπόκεινται σε μέτρα δέουσας επιμέλειας, το συντομότερο δυνατόν και οπωσδήποτε πριν χρησιμοποιηθούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο οι λογαριασμοί ή τα βιβλιάρια καταθέσεων. [Τροπολογία 72]

Άρθρο 10

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη στις εξής περιπτώσεις:

α)

όταν συνάπτουν επιχειρηματικές σχέσεις·

β)

όταν διενεργούν περιστασιακές συναλλαγές που ανέρχονται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από 15 000 EUR, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία και μόνη πράξη ή με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους·

γ)

για φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά, όταν διενεργούν περιστασιακές συναλλαγές που ανέρχονται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από 7 500 EUR, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία και μόνη πράξη ή με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους·

δ)

για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών τα καζίνα , όταν διενεργούν περιστασιακές συναλλαγές που ανέρχονται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο από 2 000 EUR, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία και μόνη πράξη ή με περισσότερες της μιας πράξεις που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους·

δα)

για παρόχους υπηρεσιών επιγραμμικών τυχερών παιχνιδιών, όταν συνάπτουν την επιχειρηματική σχέση·

δβ)

για παρόχους λοιπών υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, όταν καταβάλλουν κέρδη ύψους τουλάχιστον 2 000 EUR· [Τροπολογία 73]

ε)

όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο·

στ)

όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια ή την καταλληλότητα των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη·

στα)

όταν ιδρύεται εταιρεία. [Τροπολογία 74]

Άρθρο 10α

1.     Τα κράτη μέλη δύνανται, βάσει τεκμηριωμένου χαμηλού κινδύνου, να εξαιρούν υπόχρεες οντότητες από τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη όσον αφορά το ηλεκτρονικό χρήμα όπως ορίζεται στο σημείο 2 του άρθρου 2 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (31) , εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το μέσο πληρωμής δεν διαθέτει δυνατότητα επαναφόρτισης·

β)

το ανώτατο ποσό που μπορεί να αποθηκευτεί ηλεκτρονικά δεν υπερβαίνει τα 250 EUR· τα κράτη μέλη μπορούν να αυξάνουν αυτό το ανώτατο όριο στα 500 EUR για μέσα πληρωμών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο στο συγκεκριμένο κράτος μέλος·

γ)

το μέσο πληρωμής χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών·

δ)

το μέσο πληρωμής δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί με ηλεκτρονικό χρήμα·

ε)

απαγορεύεται η εξόφληση σε μετρητά και η ανάληψη μετρητών, εκτός εάν πραγματοποιηθούν εξακρίβωση και έλεγχος της ταυτότητας του κατόχου, επαρκείς και κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες σχετικά με την εξόφληση σε μετρητά και την ανάληψη μετρητών, και υποχρεώσεις τήρησης αρχείου.

2.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη εφαρμόζονται πάντα πριν την εξόφληση της νομισματικής αξίας του ηλεκτρονικού χρήματος όταν αυτή υπερβαίνει τα 250 EUR.

3.     Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιτρέπουν στις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν απλοποιημένα μέτρα δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη σε σχέση με το ηλεκτρονικό χρήμα, σύμφωνα με το άρθρο 13 της παρούσας οδηγίας, αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο. [Τροπολογία 75]

Άρθρο 11

1.   Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη περιλαμβάνουν:

α)

την εξακρίβωση και τον έλεγχο της ταυτότητας του πελάτη βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή·

β)

πέρα από την εξακρίβωση της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου και που είναι καταγεγραμμένος σε μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 29, τη λήψη ευλόγων μέτρων για τον έλεγχο της ταυτότητάς του, ώστε να διασφαλίζεται ότι το ίδρυμα, ο οργανισμός ή το πρόσωπο που διέπεται από την παρούσα οδηγία είναι βέβαιο ότι γνωρίζει τον πραγματικό δικαιούχο· όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, τις εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης , τα ιδρύματα, τις αλληλασφαλιστικές εταιρείες, τις εταιρείες χαρτοφυλακίου και όλους τους ανάλογους υπάρχοντες ή μελλοντικούς νομικούς μηχανισμούς, τη λήψη ευλόγων όλων των αναγκαίων μέτρων για να γίνει κατανοητή η διάρθρωση της κυριότητας και του ελέγχου του πελάτη·

γ)

την αξιολόγηση και, ανάλογα με την περίπτωση, τη συλλογή πληροφοριών για τον σκοπό και τον σχεδιαζόμενο χαρακτήρα της επιχειρηματικής σχέσης·

δ)

την άσκηση συνεχούς εποπτείας όσον αφορά την επιχειρηματική σχέση, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής της σχέσης, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές που διενεργούνται συνάδουν με τις γνώσεις του ιδρύματος, του οργανισμού ή του προσώπου σχετικά με τον πελάτη, την επιχείρηση και το προφίλ του κινδύνου, και, εφόσον απαιτείται, σχετικά με την προέλευση των χρηματικών ποσών, καθώς και τη διασφάλιση της τήρησης ενημερωμένων εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών. [Τροπολογία 76]

1α.     Κατά την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1, οι υπόχρεες οντότητες υποχρεώνονται επίσης να επαληθεύουν ότι κάθε πρόσωπο που σκοπεύει να ενεργήσει εκ μέρους του πελάτη είναι πράγματι εξουσιοδοτημένος να το πράξει, καθώς και να εξακριβώνουν και να ελέγχουν την ταυτότητα του προσώπου αυτού. [Τροπολογία 77]

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν καθεμία από τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, κατά την παράγραφο 1, αλλά να μπορούν να καθορίζουν την έκταση των μέτρων αυτών ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου.

3.   Κατά την εκτίμηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τις μεταβλητές που παρατίθενται στο παράρτημα Ι.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές ή τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς ότι τα μέτρα είναι ενδεδειγμένα για την αντιμετώπιση των εντοπισθέντων κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

5.   Στην περίπτωση ασφάλειας ζωής ή άλλων ασφαλειών με επενδυτικό σκοπό, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, επιπλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, που απαιτούνται για τον πελάτη και τον πραγματικό δικαιούχο, λαμβάνουν τα ακόλουθα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη για τους δικαιούχους ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής ή άλλου ασφαλιστηρίου συμβολαίου με επενδυτικό σκοπό, μόλις ταυτοποιούνται ή προσδιορίζονται οι δικαιούχοι:

α)

για δικαιούχους που ταυτοποιούνται ως ιδιαιτέρως κατονομαζόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικοί μηχανισμοί, λαμβάνουν το όνομα του ατόμου·

β)

για δικαιούχους που προσδιορίζονται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά ή ανά κατηγορία ή με άλλα μέσα, λαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τους εν λόγω δικαιούχους ώστε ο χρηματοπιστωτικός οργανισμός να βεβαιωθεί ότι θα είναι σε θέση να προσδιορίσει την ταυτότητα του δικαιούχου, κατά τον χρόνο της πληρωμής.

Και για τις δύο περιπτώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου, η εξακρίβωση της ταυτότητας των δικαιούχων πραγματοποιείται κατά τον χρόνο της πληρωμής. Σε περίπτωση εκχώρησης σε τρίτον, εν όλω ή εν μέρει, της ασφάλειας ζωής ή άλλης ασφάλειας με επενδυτικό σκοπό, οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που έχουν γνώση της εκχώρησης ταυτοποιούν τον πραγματικό δικαιούχο κατά τον χρόνο της εκχώρησης στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή τον νομικό μηχανισμό που λαμβάνει για ίδιο όφελος την αξία του εκχωρούμενου ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Άρθρο 12

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν να πραγματοποιείται η εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου πριν από τη σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων ή τη διενέργεια της συναλλαγής.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μπορούν πρέπει να επιτρέπουν να ολοκληρώνεται η εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη και του πραγματικού δικαιούχου κατά τη σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων ή κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης συναλλαγής για οντότητες που υπόκεινται στις υποχρεώσεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 και, σε κάθε περίπτωση, κατά τη στιγμή της πληρωμής ενδεχόμενων κερδών , εφόσον αυτό απαιτείται ώστε να μην διακοπεί η ομαλή διεξαγωγή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και εφόσον ο κίνδυνος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι μικρός. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εν λόγω διαδικασίες περατώνονται το συντομότερο δυνατόν μετά την αρχική επαφή. [Τροπολογία 78]

3.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού, υπό τον όρο ότι υπάρχουν οι κατάλληλες εγγυήσεις που διασφαλίζουν ότι οι συναλλαγές δεν θα γίνονται από τον πελάτη ή για λογαριασμό του, προτού διευκρινιστεί η πλήρης συμμόρφωση προς τις παραγράφους 1 και 2.

4.   Τα κράτη μέλη απαιτούν, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το ίδρυμα, ο οργανισμός ή το πρόσωπο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν μπορεί να συμμορφωθεί προς το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), να μην μπορεί να εκτελέσει συναλλαγή μέσω τραπεζικού λογαριασμού, να συνάψει επιχειρηματική σχέση ή να εκτελέσει τη συναλλαγή, και εξετάζουν τη δυνατότητα περάτωσης της επιχειρηματικής σχέσης και υποβολής έκθεσης για ύποπτη συναλλαγή στη ΜΧΠ σε σχέση με τον πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 32.

Τα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν το προηγούμενο εδάφιο σε συμβολαιογράφους, άλλους ανεξάρτητους επαγγελματίες νομικούς, ελεγκτές, εξωτερικούς λογιστές και φορολογικούς συμβούλους, αποκλειστικά και μόνον στον βαθμό που η εν λόγω εξαίρεση αφορά ενέργειες στο πλαίσιο της αξιολόγησης της νομικής κατάστασης των εντολέων τους ή δραστηριότητες ως υπερασπιστές ή εκπρόσωποι των εντολοδοτών τους σε ή σχετικά με δίκη, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών σχετικά με την κίνηση ή την αποφυγή κίνησης δίκης.

5.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν τις διαδικασίες δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όχι μόνον σε όλους τους νέους πελάτες, αλλά και στους υπάρχοντες πελάτες την κατάλληλη χρονική στιγμή, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, μεταξύ άλλων και όταν μεταβάλλονται οι σχετικές περιστάσεις του πελάτη.

ΤΜΗΜΑ 2

ΑΠΛΟΥΣΤΕΥΜΕΝΗ ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ

Άρθρο 13

1.   Όταν ένα κράτος μέλος ή μια υπόχρεη οντότητα εντοπίζει τομείς χαμηλότερου κινδύνου, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να επιτρέπει στις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν απλουστευμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη.

2.   Πριν εφαρμόσουν απλουστευμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, οι υπόχρεες οντότητες βεβαιώνονται ότι η σχέση με τον πελάτη ή η συναλλαγή παρουσιάζει χαμηλότερο βαθμό κινδύνου.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες διενεργούν επαρκή παρακολούθηση της συναλλαγής ή της επιχειρηματικής σχέσης των συναλλαγών ή των επιχειρηματικών σχέσεων , ώστε να είναι δυνατή η ανίχνευση ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών. [Τροπολογία 79]

Άρθρο 14

Κατά την εκτίμηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που σχετίζονται με κατηγορίες πελατών, χώρες ή γεωγραφικές περιοχές, και με συγκεκριμένα προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παράδοσης, τα κράτη μέλη και οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τους παράγοντες καταστάσεων σχετικά με τον πελάτη και τα προϊόντα, τις υπηρεσίες, τις συναλλαγές ή τους δίαυλους διανομής ως δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου, οι οποίοι παρατίθενται στο παράρτημα II. [Τροπολογία 80]

Άρθρο 15

Οι ΕΕΑ εντός … (*2) εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές και στις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2), σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και/ή τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περιπτώσεις όπου ενδείκνυνται απλουστευμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας. Θα πρέπει να συνεκτιμώνται ιδίως η φύση και το μέγεθος της επιχείρησης και, εφόσον είναι ενδεδειγμένο και ανάλογο, θα πρέπει να προβλέπονται ειδικά μέτρα. [Τροπολογία 81]

ΤΜΗΜΑ 3

ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΔΕΟΥΣΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ

Άρθρο 16

1.   Στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στα άρθρα 17 έως 23 της παρούσας οδηγίας και σε άλλες περιπτώσεις υψηλότερων κινδύνων που προσδιορίζονται από τα κράτη μέλη ή τις υπόχρεες οντότητες, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εφαρμόζουν αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, ώστε να διαχειρίζονται και να μετριάζουν κατάλληλα τους κινδύνους αυτούς.

2.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να εξετάζουν, στο μέτρο του ευλόγως δυνατού, το ιστορικό και τον σκοπό όλων των πολύπλοκων, ασυνήθιστα μεγάλων συναλλαγών, και όλα τα ασυνήθιστα είδη συναλλαγών, που πραγματοποιούνται χωρίς προφανή οικονομικό ή νόμιμο λόγο , ή που συνιστούν φορολογικά αδικήματα υπό την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο στ) . Συγκεκριμένα, αυξάνουν τον βαθμό και τη φύση της παρακολούθησης της επιχειρηματικής σχέσης, προκειμένου να προσδιοριστεί αν οι εν λόγω συναλλαγές ή δραστηριότητες φαίνονται ασυνήθιστες ή ύποπτες. Σε περίπτωση που μία υπόχρεη οντότητα εντοπίσει ασυνήθιστη ή ύποπτη συναλλαγή ή δραστηριότητα, ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τις ΜΧΠ όλων των κρατών μελών τις οποίες μπορεί να αφορά το γεγονός αυτό. [Τροπολογία 82]

3.   Κατά την εκτίμηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη και οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν υπόψη τουλάχιστον τους παράγοντες καταστάσεων που συνδέονται με τον πελάτη και το προϊόν, τις υπηρεσίες, τις συναλλαγές ή τους διαύλους διανομής ως καταστάσεις δυνητικά υψηλότερου κινδύνου, οι οποίοι παρατίθενται στο παράρτημα IIΙ. [Τροπολογία 83]

4.   Οι ΕΕΑ εντός … (*3) εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές και στις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2), σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και/ή τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περιπτώσεις όπου χρειάζεται να εφαρμόζονται αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας. [Τροπολογία 84]

Άρθρο 17

Όσον αφορά τις διασυνοριακές σχέσεις τραπεζικής ανταπόκρισης με τα ιδρύματα-πελάτες από τρίτες χώρες, τα κράτη μέλη, επιπλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, που προβλέπονται στο άρθρο 11, απαιτούν από τα πιστωτικά τους ιδρύματα:

α)

να συγκεντρώνουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το ίδρυμα-πελάτη για να καταλάβουν πλήρως το είδος της επιχείρησης του πελάτη και να εκτιμήσουν, από τις δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες, τη φήμη του ιδρύματος ή του οργανισμού και την ποιότητα της εποπτείας·

β)

να αξιολογούν τους ελέγχους του ιδρύματος-πελάτη κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

γ)

να λαμβάνουν έγκριση από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη, πριν από τη σύναψη νέων σχέσεων ανταπόκρισης·

δ)

να τεκμηριώνουν τις αντίστοιχες αρμοδιότητες κάθε ιδρύματος·

ε)

όσον αφορά τους λογαριασμούς πλάγιας πρόσβασης (payable-through accounts), να βεβαιώνονται ότι το πιστωτικό ίδρυμα-πελάτης έχει ελέγξει την ταυτότητα των πελατών και έχει ασκήσει συνεχή δέουσα επιμέλεια των πελατών που έχουν άμεση πρόσβαση στους λογαριασμούς του ανταποκριτή και ότι αυτό μπορεί να παράσχει δεδομένα σχετικά με τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, κατόπιν αιτήματος του ιδρύματος-ανταποκριτή.

Άρθρο 18

Όσον αφορά τις συναλλαγές ή τις επιχειρηματικές σχέσεις με πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα της αλλοδαπής, τα κράτη μέλη, επιπλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, που προβλέπονται στο άρθρο 11, απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες:

α)

να διαθέτουν τις κατάλληλες διαδικασίες ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, για να καθορίζουν αν ο πελάτης ή ο πραγματικός δικαιούχος του πελάτη είναι τέτοιου είδους πρόσωπο·

β)

να λαμβάνουν έγκριση από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη για τη σύναψη ή τη διατήρηση επιχειρηματικών σχέσεων με παρόμοιους πελάτες·

γ)

να λαμβάνουν επαρκή μέτρα για να καθορίσουν την πηγή του πλούτου και την προέλευση των κεφαλαίων τα οποία αφορά η επιχειρηματική σχέση ή η συναλλαγή·

δ)

να διενεργούν ενισχυμένη και συνεχή παρακολούθηση της επιχειρηματικής σχέσης.

Άρθρο 19

Όσον αφορά τις συναλλαγές ή τις επιχειρηματικές σχέσεις με πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα της ημεδαπής ή με πρόσωπο στο οποίο έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα από διεθνή οργανισμό, τα κράτη μέλη, επιπλέον των μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, που προβλέπονται στο άρθρο 11, απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες:

α)

να διαθέτουν τις κατάλληλες διαδικασίες ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, για να καθορίζουν αν ο πελάτης ή ο πραγματικός δικαιούχος του πελάτη είναι τέτοιου είδους πρόσωπο·

β)

σε περιπτώσεις υψηλότερου κινδύνου στις επιχειρηματικές σχέσεις τους με τα εν λόγω άτομα, να εφαρμόζουν τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 18 στοιχεία β), γ) και δ).

Άρθρο 19α

Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και τους διεθνείς οργανισμούς, καταρτίζει κατάλογο των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων σε εθνικό επίπεδο καθώς και των μονίμων κατοίκων των κρατών μελών, στους οποίους έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο αξίωμα από διεθνή οργανισμό. Ο κατάλογος είναι προσβάσιμος από τις δημόσιες αρχές και από τις υπόχρεες οντότητες.

Η Επιτροπή ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ότι έχουν εγγραφεί ή διαγραφεί από τον κατάλογο αυτόν.

Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δεν απαλλάσσουν τις υπόχρεες οντότητες από τις υποχρεώσεις τους για δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, οι δε υπόχρεες οντότητες δεν αρκούνται στις πληροφορίες αυτές για την τήρηση των εν λόγω υποχρεώσεων.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να αποτρέψουν την ανταλλαγή πληροφοριών για εμπορικούς σκοπούς που αφορούν πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα της αλλοδαπής, πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα της ημεδαπής, ή πρόσωπα στα οποία έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο αξίωμα από διεθνή οργανισμό. [Τροπολογία 85]

Άρθρο 20

Οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν εύλογα μέτρα , σύμφωνα με την προσέγγιση στη βάση του κινδύνου, προκειμένου να καθορίσουν κατά πόσον οι δικαιούχοι ασφαλιστηρίου συμβολαίου ζωής ή άλλου ασφαλιστηρίου συμβολαίου με επενδυτικό σκοπό και/ή, όπου απαιτείται, ο πραγματικός δικαιούχος του δικαιούχου είναι πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται το αργότερο κατά τον χρόνο της πληρωμής ή κατά τον χρόνο της εκχώρησης, εν όλω ή εν μέρει, του ασφαλιστηρίου συμβολαίου. Όταν εντοπίζονται υψηλότεροι κίνδυνοι, επιπλέον της λήψης κανονικών μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες: [Τροπολογία 86]

α)

να ενημερώνουν τα ανώτερα διοικητικά στελέχη πριν από την πληρωμή του προϊόντος του ασφαλιστηρίου συμβολαίου·

β)

να διενεργούν ενισχυμένο έλεγχο ολόκληρης της επιχειρηματικής σχέσης με τον αντισυμβαλλόμενο.

Άρθρο 21

Τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 18, 19 και 20 , με την εξαίρεση του άρθρου 19α, εφαρμόζονται επίσης στους στενούς συγγενείς ή τα πρόσωπα που τα οποία, σύμφωνα με τα στοιχεία, είναι γνωστά ως στενοί συνεργάτες αυτών αλλοδαπών ή ημεδαπών πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων. [Τροπολογία 87]

Άρθρο 22

Όταν ένα πρόσωπο που αναφέρεται στα άρθρα 18, 19 και 20 έχει παύσει να είναι πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο της αλλοδαπής, πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο της ημεδαπής, ή πρόσωπο στο οποίο έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο αξίωμα από διεθνή οργανισμό, οι υπόχρεες οντότητες απαιτείται να εξετάζουν τον συνεχή κίνδυνο που παρουσιάζει το εν λόγω πρόσωπο και να εφαρμόζουν τα κατάλληλα μέτρα, ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου, έως ότου το πρόσωπο αυτό να θεωρηθεί ότι δεν συνιστά πλέον κίνδυνο. Το αναγκαίο χρονικό διάστημα είναι τουλάχιστον 18μηνο δωδεκάμηνο . [Τροπολογία 88]

Άρθρο 23

1.   Τα κράτη μέλη απαγορεύουν στα πιστωτικά ιδρύματα να συνάπτουν ή να συνεχίζουν σχέση τραπεζικής ανταπόκρισης με εικονική τράπεζα και απαιτούν από τα πιστωτικά ιδρύματα να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι δεν συνάπτουν ή δεν συνεχίζουν σχέσεις τραπεζικής ανταπόκρισης με τράπεζα η οποία είναι γνωστό ότι επιτρέπει να χρησιμοποιούνται οι λογαριασμοί της από εικονική τράπεζα.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως «εικονική τράπεζα» νοείται πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα ασχολούμενο με ανάλογες δραστηριότητες, που έχει συσταθεί εντός ζώνης δικαιοδοσίας στην οποία δεν έχει φυσική παρουσία, συμπεριλαμβανομένης πραγματικής διεύθυνσης και διοίκησης, και το οποίο δεν συνδέεται με ρυθμιζόμενο χρηματοπιστωτικό όμιλο.

ΤΜΗΜΑ 4

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΑΠΟ ΤΡΙΤΑ ΜΕΡΗ

Άρθρο 24

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις υπόχρεες οντότητες να βασίζονται σε τρίτους για την εκπλήρωση των απαιτήσεων του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ). Ωστόσο, η τελική ευθύνη για την εκπλήρωση των εν λόγω απαιτήσεων εξακολουθεί να βαρύνει την υπόχρεη οντότητα η οποία βασίζεται στο τρίτο μέρος. Επίσης, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε και τα εν λόγω τρίτα μέρη να μπορούν να καθίστανται υπεύθυνα για παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 89]

Άρθρο 25

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, ως «τρίτα μέρη» νοούνται:

α)

οι υπόχρεες οντότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 2· ή

β)

άλλα ιδρύματα, οργανισμοί και πρόσωπα που ευρίσκονται στα κράτη μέλη ή σε τρίτη χώρα, τα οποία εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και μέτρα τήρησης αρχείων ισοδύναμα με αυτά που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία και υπόκεινται σε εποπτεία, σύμφωνα με το τμήμα 2 του κεφαλαίου VI, όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη εξετάζουν Η Επιτροπή εξετάζει τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο γεωγραφικού κινδύνου, όταν πρόκειται να αποφασίσουν αποφασίσει αν μια τρίτη χώρα πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, και στις περιπτώσεις όπου κρίνουν κρίνει ότι μια τρίτη χώρα πληροί τις εν λόγω προϋποθέσεις, ενημερώνουν ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή τις υπόχρεες οντότητες και τις ΕΕΑ, στον βαθμό που ενδείκνυται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

2a.     Η Επιτροπή παρέχει κατάλογο με τις ζώνες δικαιοδοσίας στις οποίες εφαρμόζονται μέτρα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που είναι ισοδύναμα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και με άλλους σχετικούς κανόνες και κανονισμούς της Ένωσης.

2β.     Ο κατάλογος που αναφέρεται στην παράγραφο 2α επανεξετάζεται και επικαιροποιείται τακτικά, βάσει των πληροφοριών που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 2. [Τροπολογία 90]

Άρθρο 26

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν από το τρίτο μέρος, στο οποίο βασίζονται, τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις απαιτήσεις του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ).

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπόχρεες οντότητες στις οποίες απευθύνεται ο πελάτης λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι τα αντίστοιχα αντίγραφα των δεδομένων εξακρίβωσης και ελέγχου της ταυτότητας, καθώς και άλλα συναφή έγγραφα για την ταυτότητα του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου, διαβιβάζονται αμελλητί, κατόπιν αιτήσεως, από το τρίτο μέρος.

Άρθρο 27

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή της χώρας καταγωγής (για πολιτικές και ελέγχους σε επίπεδο ομίλου) και η αρμόδια αρχή της χώρας υποδοχής (για υποκαταστήματα και θυγατρικές) μπορούν να θεωρήσουν ότι μια υπόχρεη οντότητα εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 25 παράγραφος 1 και στο άρθρο 26 μέσω του προγράμματος του ομίλου της, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η υπόχρεη οντότητα βασίζεται σε πληροφορίες που παρέχονται από τρίτο μέρος το οποίο είναι μέρος του ιδίου ομίλου·

β)

ο εν λόγω όμιλος εφαρμόζει μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, κανόνες για την τήρηση αρχείων και προγράμματα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή με ισοδύναμους κανόνες·

γ)

η αποτελεσματική εφαρμογή των απαιτήσεων που αναφέρονται στο στοιχείο β) υπόκειται σε εποπτεία σε επίπεδο ομίλου από οικεία αρμόδια αρχή σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής . [Τροπολογία 91]

1a.     Οι ΕΕΑ εντός …  (*4) εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή του καθεστώτος εποπτείας από τις αρμόδιες αρχές των σχετικών κρατών μελών σε οντότητες ομίλων, προκειμένου να εξασφαλίζεται συνεκτική και αποτελεσματική εποπτεία σε επίπεδο ομίλου. [Τροπολογία 92]

Άρθρο 28

Το παρόν τμήμα δεν εφαρμόζεται σε σχέσεις εξωτερικής ανάθεσης ή σχέσεις αντιπροσώπευσης στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, δυνάμει συμβατικής ρύθμισης, ο πάροχος της εξωτερικής υπηρεσίας ή ο αντιπρόσωπος πρέπει να θεωρείται μέρος της υπόχρεης οντότητας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟ

Άρθρο 29

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρικές ή νομικές εταιρείες και άλλες οντότητες με νομική προσωπικότητα, περιλαμβανομένων των καταπιστευμάτων ή οντοτήτων με δομή ή λειτουργία παρόμοια με εκείνην των καταπιστευμάτων, των ιδρυμάτων, των εταιρειών χαρτοφυλακίου ή κάθε άλλου παρόμοιου από την άποψη της δομής ή της λειτουργίας νομικού μηχανισμού, υπάρχοντος ή μελλοντικού, που είναι εγκατεστημένες εγκατεστημένος στο έδαφός τους ή διέπεται από τη νομοθεσία τους αποκτούν, και διατηρούν και διαβιβάζουν σε δημόσιο κεντρικό μητρώο, σε εμπορικό μητρώο ή σε μητρώο εταιρειών εντός του εδάφους τους επαρκείς, ακριβείς, και επίκαιρες και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις ίδιες και με τους πραγματικούς δικαιούχους τους κατά τη στιγμή της ίδρυσής τους, καθώς και όσον αφορά κάθε σχετική αλλαγή .

1a.     Το μητρώο αυτό περιέχει τις ελάχιστες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για να προσδιορίζεται σαφώς η επιχείρηση και ο πραγματικός δικαιούχος της, δηλαδή επωνυμία, αριθμός, νομική μορφή και καθεστώς της οντότητας, απόδειξη σύστασης της εταιρείας, διεύθυνση της επίσημης έδρας (και του κύριου τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητας, εάν διαφέρει από την επίσημη έδρα), βασικές ρυθμιστικές εξουσίες (λ.χ. μνημόνιο και καταστατικό), κατάλογος των διευθυντών (περιλαμβανομένης της ιθαγένειας και της ημερομηνίας γεννήσεώς τους) και πληροφορίες σχετικά με τους μετόχους/πραγματικούς δικαιούχους όπως ονόματα, ημερομηνίες γεννήσεως, εθνικότητα ή δικαιοδοσία σύστασης της εταιρείας, στοιχεία επαφής, αριθμός μετοχών, κατηγορίες μετοχών (περιλαμβανομένης της φύσης των σχετικών δικαιωμάτων ψήφου) και ποσοστό κατεχόμενων μετοχών ή ελέγχου, κατά περίπτωση.

Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δεν απαλλάσσουν τις υπόχρεες οντότητες από τις υποχρεώσεις τους για δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, οι δε υπόχρεες οντότητες δεν αρκούνται στις πληροφορίες αυτές για την τήρηση των εν λόγω υποχρεώσεων.

1β.     Όσον αφορά τις εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης ή άλλους τύπους νομικών οντοτήτων και μηχανισμών, υπάρχοντες ή μελλοντικούς, με παρεμφερή δομή ή λειτουργία, οι πληροφορίες περιλαμβάνουν επίσης την ταυτότητα του ιδρυτή, του καταπιστευματοδόχου ή των καταπιστευματοδόχων, του προστάτη (ενδεχομένως), των δικαιούχων ή της κατηγορίας δικαιούχων, καθώς και οιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου που ασκεί ουσιαστικό έλεγχο επί του καταπιστεύματος. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης γνωστοποιούν το καθεστώς τους στις υπόχρεες οντότητες, όταν, ως καταπιστευματοδόχοι, συνάπτουν μια επιχειρηματική σχέση ή πραγματοποιούν μια περιστασιακή συναλλαγή που υπερβαίνει το κατώφλι που προβλέπεται στο άρθρο 10 στοιχεία β), γ) και δ) . Οι πληροφορίες που διατηρούνται πρέπει να περιλαμβάνουν την ημερομηνία γέννησης και την εθνικότητα όλων των προσώπων. Τα κράτη μέλη ακολουθούν την προσέγγιση στη βάση των κινδύνων όταν δημοσιεύουν τη σύμβαση καταπιστεύματος και την επιστολή επιθυμιών και εξασφαλίζουν, κατά περίπτωση και με σεβασμό των κανόνων προστασίας των προσωπικών πληροφοριών, ότι οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται σε αρμόδιες αρχές, ιδίως σε ΜΧΠ, και σε υπόχρεες οντότητες.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 1α και 1β του παρόντος άρθρου διατίθενται για πρόσβαση εγκαίρως από τις αρμόδιες αρχές και οι υπόχρεες οντότητες. μπορούν να έχουν πρόσβαση εγκαίρως στις πληροφορίες Τα κράτη μέλη κάνουν τα μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δημόσια διαθέσιμα, αφού προηγουμένως το πρόσωπο που επιθυμεί την πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές δηλώσει την ταυτότητά του μέσω μιας βασικής επιγραμμικής εγγραφής. Οι πληροφορίες διατίθενται επιγραμμικές σε όλους, σε έναν ανοικτό και ασφαλή μορφότυπο δεδομένων ο οποίος σέβεται τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, ιδίως όσον αφορά την ουσιαστική προστασία των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων αυτών σε σχέση με την πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα, τη διόρθωση ή τη διαγραφή ανακριβών δεδομένων. Τα τέλη που χρεώνονται για την απόκτηση των πληροφοριών δεν υπερβαίνουν το σχετικό διοικητικό κόστος. Κάθε αλλαγή στις διατιθέμενες πληροφορίες αναφέρεται με σαφή τρόπο στο μητρώο, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός 30 ημερών.

Τα μητρώα εταιρειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου διασυνδέονται μέσω της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας, της δικτυακής πύλης καθώς και των προαιρετικών σημείων πρόσβασης που έχουν δημιουργήσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με την οδηγία 2012/17/ΕΕ. Τα κράτη μέλη, με την υποστήριξη της Επιτροπής, εξασφαλίζει ότι τα μητρώα είναι διαλειτουργικά εντός του συστήματος δικτύωσης των μητρώων μέσω της Ευρωπαϊκής Πλατφόρμας.

2α.     Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, επιδιώκει γρήγορα, εποικοδομητικά και αποτελεσματικά τη συνεργασία με τρίτες χώρες, προτρέποντάς τις να συγκροτήσουν αντίστοιχα κεντρικά μητρώα που θα περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους και να κάνουν δημόσια διαθέσιμες τις πληροφορίες στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 1α του παρόντος άρθρου, όσον αφορά τις χώρες τους.

Δίδεται προτεραιότητα στις τρίτες χώρες που φιλοξενούν σημαντικό αριθμό εταιρικών ή νομικών οντοτήτων, περιλαμβανομένων των καταπιστευμάτων, των ιδρυμάτων, των εταιρειών χαρτοφυλακίου ή κάθε άλλου παρόμοιου από την άποψη της δομής ή της λειτουργίας φορέα, που κατέχουν μετοχές που αποτελούν τεκμήριο άμεσης ιδιοκτησίας, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5, σε εταιρικές ή νομικές οντότητες που είναι εγκατεστημένες στην Ένωση.

2β.     Τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες σχετικά με ουσιαστικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για φυσικά ή νομικά πρόσωπα, οι οποίες θα ισχύουν για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή των κυρώσεων αυτών. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τα κράτη μέλη θεσπίζουν αποτελεσματικά μέτρα κατά της εξαπάτησης με σκοπό την πρόληψη της κατάχρησης που βασίζεται στις μετοχές στον κομιστή (ανώνυμες) και τα δικαιώματα αγοράς μετοχών στον κομιστή.

2γ.     Η Επιτροπή εντός …  (*5) , υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τον τρόπο λειτουργίας των απαιτήσεων που ορίζονται στο παρόν άρθρο η οποία συνοδεύεται, ενδεχομένως, από νομοθετική πρόταση. [Τροπολογία 93]

Άρθρο 30

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι καταπιστευματοδόχοι σε εταιρεία ρητής καταπιστευματικής διαχείρισης (express trust) που διέπεται από την εθνική τους νομοθεσία αποκτούν και διατηρούν επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους του καταπιστεύματος. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν την ταυτότητα του ιδρυτή, του ή των καταπιστευματοδόχων, του προστάτη (ενδεχομένως), των δικαιούχων ή της κατηγορίας δικαιούχων, καθώς και οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο του καταπιστεύματος.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης γνωστοποιούν το καθεστώς τους στις υπόχρεες οντότητες, όταν, ως καταπιστευματοδόχοι, συνάπτουν μια επιχειρηματική σχέση ή πραγματοποιούν μια περιστασιακή συναλλαγή που υπερβαίνει το κατώφλι που προβλέπεται στο άρθρο 10 στοιχεία β), γ) και δ) .

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι υπόχρεες οντότητες μπορούν να έχουν πρόσβαση εγκαίρως στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εφαρμογή μέτρων, αντίστοιχων με εκείνα των παραγράφων 1, 2 και 3, και σε άλλους τύπους νομικών οντοτήτων και μηχανισμών με παρεμφερή δομή και λειτουργία όπως τα καταπιστεύματα. [Τροπολογία 94]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

ΤΜΗΜΑ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 31

1.   Κάθε κράτος μέλος δημιουργεί μια ΜΧΠ για την πρόληψη, την ανίχνευση και τη διερεύνηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

1a.     Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχεία α), β) και δ) ενημερώνουν τη ΜΧΠ και ή τον κατάλληλο αυτορρυθμιζόμενο επαγγελματικό φορέα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1, αν υποψιάζονται ή έχουν σοβαρούς λόγους να υποψιάζονται ότι γίνεται κατάχρηση των υπηρεσιών τους για σκοπούς εγκληματικών δραστηριοτήτων. [Τροπολογία 95]

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν εγγράφως στην Επιτροπή την ονομασία και τη διεύθυνση των αντίστοιχων ΜΧΠ.

3.   Η ΜΧΠ δημιουργείται σε επίπεδο κεντρικής εθνικής μονάδας ως λειτουργικά ανεξάρτητη και αυτόνομη κεντρική εθνική μονάδα . Είναι υπεύθυνη να παραλαμβάνει — και στον βαθμό που επιτρέπεται, να ζητά –, να αναλύει και να διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές τις γνωστοποιήσεις πληροφοριών οι οποίες αφορούν αναφορές για ύποπτες συναλλαγές και άλλες πληροφορίες για ενδεχόμενη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή που συνδέονται με συναφή βασικά αδικήματα ή ενδεχόμενη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή οι οποίες επιβάλλονται από εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις. Η ΜΧΠ είναι υπεύθυνη να διαβιβάζει τα αποτελέσματα των αναλύσεών της σε όλες τις αρμόδιες αρχές όταν υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που συνδέονται με συναφή βασικά αδικήματα ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η ΜΧΠ μπορεί να αποκτά τις σχετικές πρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες για τους σκοπούς αυτούς. Η ΜΧΠ διαθέτει επαρκείς οικονομικούς και τεχνικούς πόρους και ανθρώπινο δυναμικό προκειμένου να είναι σε θέση να φέρει εις πέρας τα καθήκοντά της. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την προστασία της ΜΧΠ έναντι αθέμιτων παρεμβάσεων. [Τροπολογία 96]

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ΜΧΠ έχει εγκαίρως πρόσβαση, αμέσως ή εμμέσως, στις πληροφορίες χρηματοοικονομικής και διοικητικής φύσεως και στις πληροφορίες που αφορούν την επιβολή του νόμου, τις οποίες ζητεί προκειμένου να επιτελέσει σωστά τα καθήκοντά της. Επιπλέον, οι ΜΧΠ ανταποκρίνονται σε αιτήματα για πληροφορίες, τα οποία υποβάλλονται από τις αρχές επιβολής του νόμου στο οικείο κράτος μέλος, εκτός εάν υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι να υποτεθεί ότι η παροχή αυτών των πληροφοριών θα μπορούσε να έχει αρνητική επίπτωση στις διεξαγόμενες έρευνες ή αναλύσεις ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις, στην περίπτωση που η γνωστοποίηση των πληροφοριών θα ήταν σαφώς δυσανάλογη προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή άσχετη με τους σκοπούς για τους οποίους ζητήθηκαν. Όταν η ΜΧΠ λαμβάνει τέτοιο αίτημα, εναπόκειται στην ίδια να αποφασίσει αν θα αναλύσει ή θα διαβιβάσει τις πληροφορίες στην αιτούσα αρχή επιβολής του νόμου. Τα κράτη μέλη ζητούν από τις αρχές επιβολής του νόμου να παρέχουν ανάδραση στη ΜΧΠ σχετικά με την πραγματοποιηθείσα χρήση των παρεχόμενων πληροφοριών. [Τροπολογία 97]

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ΜΧΠ είναι εξουσιοδοτημένη να αναλάβει επείγουσα δράση, είτε άμεσα είτε έμμεσα, όταν υπάρχει υπόνοια ότι η συναλλαγή σχετίζεται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ώστε να αναστείλει την εκτέλεση μιας συναλλαγής ή να μην συγκατατεθεί στην εκτέλεσή της, προκειμένου να αναλυθεί η συναλλαγή και να επιβεβαιωθεί η υπόνοια.

6.   Τα καθήκοντα ανάλυσης, που επιτελεί η ΜΧΠ, συνίστανται σε επιχειρησιακή ανάλυση, η οποία εστιάζεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και ειδικούς στόχους, και σε στρατηγική ανάλυση, όπου εξετάζονται οι τάσεις και οι μορφές της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 32

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες και, εφόσον απαιτείται, από τους διευθυντές και τους υπαλλήλους τους, να συνεργάζονται πλήρως:

α)

ενημερώνοντας αμελλητί τη ΜΧΠ, με δική τους πρωτοβουλία, όταν το ίδρυμα, ο οργανισμός ή το πρόσωπο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας γνωρίζει, έχει υποψίες ή έχει εύλογους λόγους να υποπτεύεται ότι τα χρηματικά ποσά είναι τα έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες ή σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και ανταποκρινόμενοι αμέσως σε αιτήματα από τη ΜΧΠ για συμπληρωματικές πληροφορίες στις περιπτώσεις αυτές·

β)

παρέχοντας αμελλητί στη ΜΧΠ, κατόπιν αιτήματός της, όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην εφαρμοστέα νομοθεσία.

2.   Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου διαβιβάζονται στη ΜΧΠ του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το ίδρυμα, ο οργανισμός ή το πρόσωπο το οποίο τις διαβιβάζει και στη ΜΧΠ του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα της η υπόχρεη οντότητα . Η διαβίβαση αυτή πραγματοποιείται από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που έχουν ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4. [Τροπολογία 98]

Άρθρο 33

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 32 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη μπορούν, στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχεία α), β), και δ) και ε) και των επαγγελματικών κλάδων και κατηγοριών επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 , να ορίσουν, ως αρχή που πρέπει να λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1, προσήκοντα αυτορρυθμιζόμενο φορέα του οικείου επαγγελματικού κλάδου.

Σε κάθε περίπτωση, τα κράτη μέλη παρέχουν τα μέσα και τον τρόπο για την επίτευξη της προστασίας του επαγγελματικού απορρήτου, της εμπιστευτικότητας και της ιδιωτικής ζωής. [Τροπολογία 99]

Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2, ο οριζόμενος αυτορρυθμιζόμενος φορέας, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, διαβιβάζει αμέσως αυτούσιες τις πληροφορίες στη ΜΧΠ.

2.   Τα κράτη μέλη δεν τηρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 32 παράγραφος 1 έναντι των συμβολαιογράφων, των άλλων ανεξάρτητων επαγγελματιών νομικών, των ελεγκτών, των εξωτερικών λογιστών και των φορολογικών συμβούλων, αποκλειστικά και μόνον στον βαθμό που η εν λόγω εξαίρεση αφορά τις πληροφορίες που λαμβάνουν από ή σχετικά με πελάτη τους, κατά τη διαπίστωση της νομικής θέσης του πελάτη ή όταν τον υπερασπίζονται ή τον εκπροσωπούν στο πλαίσιο ή σχετικά με δίκη, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών για την κίνηση ή την αποφυγή κίνησης δίκης, ανεξαρτήτως αν οι πληροφορίες λαμβάνονται πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά τη δίκη.

Άρθρο 34

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να αποφεύγουν την διενέργεια συναλλαγών για τις οποίες γνωρίζουν ή υποπτεύονται ότι συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, προτού ολοκληρώσουν τις απαραίτητες ενέργειες κατά το άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, είναι δυνατόν να δοθεί εντολή να μην εκτελεστεί η συναλλαγή.

2.   Αν υπάρχει υπόνοια ότι η συναλλαγή συνιστά νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και εφόσον η αποφυγή της είναι αδύνατη ή ενδέχεται να εμποδίσει τη δίωξη των προσώπων υπέρ των οποίων διενεργείται η εικαζόμενη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι εμπλεκόμενες υπόχρεες οντότητες ενημερώνουν τη ΜΧΠ αμέσως μετά τη συναλλαγή.

Άρθρο 35

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, εάν, κατά τη διάρκεια των ελέγχων που πραγματοποιούνται στις υπόχρεες οντότητες από τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 45, ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, οι αρχές αυτές ανακαλύψουν γεγονότα που θα μπορούσαν να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, αυτές ενημερώνουν αμελλητί τη ΜΧΠ.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αρχές, οι οποίες είναι επιφορτισμένες, βάσει νομοθετικής ή κανονιστικής διάταξης, με την εποπτεία των αγορών μετοχών, συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών παραγώγων, ενημερώνουν τη ΜΧΠ, εάν ανακαλύψουν γεγονότα που θα μπορούσαν να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

Άρθρο 36

Η καλόπιστη γνωστοποίηση από υπόχρεη οντότητα ή από υπάλληλο ή από διευθυντή τέτοιας υπόχρεης οντότητας, των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 32 και 33 δεν αποτελεί παράβαση τυχόν συμβατικής ή νομοθετικής, κανονιστικής ή διοικητικής απαγόρευσης της γνωστοποίησης πληροφοριών, ούτε συνεπάγεται οποιουδήποτε είδους ευθύνη για την υπόχρεη οντότητα, τους διευθυντές ή τους υπαλλήλους της.

Άρθρο 37

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να προστατεύσουν τους υπαλλήλους εξασφαλίζουν επαρκή προστασία για τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των εκπροσώπων, της υπόχρεης οντότητας, οι οποίοι αναφέρουν τις υπόνοιές τους για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας είτε εσωτερικά είτε στη ΜΧΠ, από την έκθεσή τους σε απειλές ή εχθρικές ενέργειες , από κάθε μορφή δυσμενούς μεταχείρισης, δυσμενών συνεπειών ή εργασιακών ενεργειών που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις . Τα κράτη μέλη εγγυώνται τη δωρεάν νομική συνδρομή για αυτά τα πρόσωπα και παρέχουν ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας που τους επιτρέπουν να αναφέρουν υποψίες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Οι εν λόγω δίαυλοι επικοινωνίας διασφαλίζουν ότι τα στοιχεία ταυτότητας των προσώπων που παρέχουν τις πληροφορίες περιέρχονται μόνο σε γνώση των ΕΕΑ ή της ΜΧΠ. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι υπάρχουν κατάλληλα προγράμματα προστασίας μαρτύρων . [Τροπολογία 100]

ΤΜΗΜΑ 2

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 38

1.   Οι υπόχρεες οντότητες και οι διευθυντές και οι υπάλληλοί τους δεν γνωστοποιούν στον εμπλεκόμενο πελάτη ή σε τρίτους το γεγονός ότι διαβιβάστηκαν πληροφορίες σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 ή ότι διεξάγεται ή μπορεί να διεξαχθεί έρευνα για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

2.   Η απαγόρευση της παραγράφου 1 δεν περιλαμβάνει τη γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των αυτορρυθμιζόμενων φορέων, αρχών προστασίας των δεδομένων ή τη γνωστοποίηση προς τον σκοπό της ποινικής δίωξης. [Τροπολογία 101]

3.   Η απαγόρευση της παραγράφου 1 δεν εμποδίζει τη διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ ιδρυμάτων ή οργανισμών από τα κράτη μέλη ή από τρίτες χώρες οι οποίες επιβάλλουν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες της παρούσας οδηγίας, εφόσον τα εν λόγω ιδρύματα ή οργανισμοί ανήκουν στον ίδιο όμιλο.

4.   Η απαγόρευση της παραγράφου 1 δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχεία α) και β), από τα κράτη μέλη, ή από τρίτες χώρες που επιβάλλουν απαιτήσεις ισοδύναμες με εκείνες της παρούσας οδηγίας, τα οποία ασκούν τις επαγγελματικές δραστηριότητές τους, είτε σε σχέση εξαρτημένης εργασίας είτε όχι, στο πλαίσιο του ιδίου νομικού προσώπου ή δικτύου.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, ως «δίκτυο» νοείται η ευρύτερη δομή στην οποία υπάγεται το πρόσωπο και η οποία διαθέτει κοινή κυριότητα, διοίκηση , πρότυπα, μεθόδους ή έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις σχετικές διατάξεις. [Τροπολογία 102]

5.   Όσον αφορά οντότητες ή πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1), 2) και σημείο 3) στοιχεία α) και β), σε περιπτώσεις που αφορούν τον ίδιο πελάτη και την ίδια συναλλαγή, στην οποία εμπλέκονται δύο ή περισσότερα ιδρύματα, οργανισμοί ή πρόσωπα, η απαγόρευση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει τη γνωστοποίηση μεταξύ των σχετικών ιδρυμάτων, οργανισμών ή προσώπων, με την προϋπόθεση ότι αυτοί ευρίσκονται σε κράτος μέλος, ή σε τρίτη χώρα που επιβάλλει υποχρεώσεις ισοδύναμες με εκείνες της παρούσας οδηγίας, και ότι ανήκουν στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο και υπόκεινται σε υποχρεώσεις όσον αφορά το επαγγελματικό απόρρητο και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

5a.     Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι απαιτήσεις τρίτων χωρών που είναι ισοδύναμες εκείνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία περιλαμβάνουν κανόνες προστασίας των δεδομένων. [Τροπολογία 103]

6.   Όταν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3) στοιχεία α) και β) επιχειρούν να αποτρέψουν πελάτη να εμπλακεί σε παράνομη δραστηριότητα, αυτό δεν αποτελεί γνωστοποίηση κατά την έννοια της παραγράφου 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ, ΦΥΛΑΞΗ ΑΡΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ [Τροπολογία 104]

Άρθρο 39

1.    Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να φυλάσσουν τα ακόλουθα έγγραφα και πληροφορίες, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, για σκοπούς πρόληψης, ανίχνευσης και διερεύνησης της ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας από τη ΜΧΠ ή κάθε άλλη αρμόδια αρχή:

α)

στην περίπτωση της διαδικασίας δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, αντίγραφο ή τα στοιχεία αναφοράς των απαιτούμενων αποδεικτικών στοιχείων, για χρονικό διάστημα πέντε ετών μετά το τέλος της επιχειρηματικής τους σχέσης με τον πελάτη ή μετά την ημερομηνία της περιστασιακής συναλλαγής . Κατά τη λήξη του εν λόγω χρονικού διαστήματος, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται, εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει άλλως, η οποία προσδιορίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες δύνανται ή οφείλουν να διατηρούν περαιτέρω τα δεδομένα οι υπόχρεες οντότητες. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ή να απαιτούν περαιτέρω φύλαξη, μόνον εάν κρίνεται αναγκαίο για την πρόληψη, την ανίχνευση ή τη διερεύνηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το μέγιστο χρονικό διάστημα διατήρησης μετά τη λήξη της επιχειρηματικής σχέσης δεν υπερβαίνει τα δέκα και εάν η παράταση του χρονικού διαστήματος διατήρησης δεδομένων δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση χωριστά . Η μέγιστη παράταση του χρονικού διαστήματος διατήρησης είναι πέντε επιπλέον έτη·

β)

στην περίπτωση επιχειρηματικών σχέσεων και συναλλαγών, τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και αρχεία, που συνίστανται στα πρωτότυπα έγγραφα ή σε αντίγραφα τα οποία γίνονται δεκτά σε δικαστικές διαδικασίες σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, για χρονικό διάστημα πέντε ετών είτε μετά την εκτέλεση των συναλλαγών είτε μετά την περάτωση της επιχειρηματικής σχέσης, αναλόγως ποιο χρονικό διάστημα είναι μικρότερο. Κατά τη λήξη του εν λόγω χρονικού διαστήματος, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται, εκτός εάν η εθνική νομοθεσία προβλέπει άλλως, η οποία προσδιορίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες δύνανται ή οφείλουν να διατηρούν περαιτέρω τα δεδομένα οι υπόχρεες οντότητες. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ή να απαιτούν περαιτέρω φύλαξη, μόνον εάν κρίνεται αναγκαίο για την πρόληψη, την ανίχνευση ή τη διερεύνηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το μέγιστο χρονικό διάστημα διατήρησης είτε μετά την εκτέλεση των συναλλαγών είτε μετά την περάτωση της επιχειρηματικής σχέσης, αναλόγως ποιο χρονικό διάστημα λήγει πρώτο, δεν υπερβαίνει τα δέκα και εάν η παράταση του χρονικού διαστήματος διατήρησης δεδομένων δικαιολογείται σε κάθε περίπτωση χωριστά . Η μέγιστη παράταση του χρονικού διαστήματος διατήρησης είναι πέντε επιπλέον έτη.

2.     Τα διατηρούμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς άλλους από τον σκοπό για τον οποίο συλλέχτηκαν και σε καμία περίπτωση δεν χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς. [Τροπολογία 105]

Άρθρο 39α

1.     Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις ΕΕΑ, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Η συλλογή, επεξεργασία και μεταβίβαση πληροφοριών για σκοπούς καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θεωρούνται δημόσιο συμφέρον δυνάμει των ανωτέρω νομοθετικών πράξεων.

2.     Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τυγχάνουν επεξεργασίας βάσει της παρούσας οδηγίας αποκλειστικά για τον σκοπό της πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Πριν από τη σύναψη μιας επαγγελματικής σχέσης, οι υπόχρεες οντότητες ενημερώνουν τους νέους πελάτες σχετικά με την πιθανή χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς πρόληψης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η επεξεργασία ευαίσθητων κατηγοριών δεδομένων πραγματοποιείται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ.

3.     Απαγορεύεται η επεξεργασία δεδομένων που έχουν συλλεχθεί βάσει της παρούσας οδηγίας για εμπορικούς σκοπούς.

4.     Το θιγόμενο πρόσωπο στο οποίο μια υπόχρεη οντότητα ή αρμόδια αρχή αρνείται να χορηγήσει πληροφορίες σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων του έχει το δικαίωμα να ζητήσει, μέσω της οικείας αρχής προστασίας δεδομένων, εξακρίβωση, πρόσβαση και διόρθωση ή διαγραφή των προσωπικών δεδομένων του, καθώς και το δικαίωμα να θέσει σε κίνηση μια δικαστική διαδικασία.

5.     Απαγορεύεται η πρόσβαση του υποκειμένου των δεδομένων σε πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αναφορά ύποπτης συναλλαγής. Η απαγόρευση που ορίζεται στην παρούσα παράγραφο δεν περιλαμβάνει τη διαβίβαση στις αρχές προστασίας των δεδομένων.

6.     Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες και τις αρμόδιες αρχές να αναγνωρίσουν τις αρχές προστασίας των δεδομένων και να συμμορφώνονται με τις ουσιαστικές εξουσίες τους, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ όσον αφορά την ασφάλεια της επεξεργασίας και την ορθότητα των προσωπικών δεδομένων, είτε αυτεπάγγελτα είτε μετά από καταγγελία του ενδιαφερομένου προσώπου. [Τροπολογία 106]

Άρθρο 40

-1.     Τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέτουν εθνικούς και κεντρικούς μηχανισμούς που να τους παρέχουν τη δυνατότητα να προσδιορίζουν εγκαίρως εάν υπάρχουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα που διατηρούν ή διαχειρίζονται τραπεζικούς λογαριασμούς σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην επικράτειά τους.

-1α.     Τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να διαθέτουν μηχανισμούς που να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να χρησιμοποιούν έναν τρόπο εξακρίβωσης των περιουσιακών στοιχείων χωρίς να απαιτείται προηγούμενη ενημέρωση του κατόχου.

1.    Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητές τους να διαθέτουν συστήματα που τους παρέχουν τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται πλήρως και ταχέως σε ερωτήματα της ΜΧΠ ή άλλων αρχών, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, ως προς το αν διατηρούν ή είχαν διατηρήσει, κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών, επιχειρηματική σχέση με συγκεκριμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, καθώς και ως προς το είδος αυτής της επιχειρηματικής σχέσης μέσα από ασφαλείς διαύλους και με τρόπο που να εξασφαλίζει πλήρως το απόρρητο των ερωτημάτων . [Τροπολογία 107]

Άρθρο 40α

Η συλλογή, επεξεργασία και μεταβίβαση πληροφοριών για σκοπούς καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες θεωρούνται ζήτημα δημόσιου συμφέροντος δυνάμει της οδηγίας 95/46/ΕΚ. [Τροπολογία 108]

Άρθρο 41

1.   Για τους σκοπούς της προετοιμασίας των εθνικών εκτιμήσεων των κινδύνων, σύμφωνα με το άρθρο 7, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι είναι σε θέση να αναθεωρήσουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων τους όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, με την τήρηση ολοκληρωμένων στατιστικών για θέματα που αφορούν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων αυτών.

2.   Οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν:

α)

δεδομένα με αριθμητικά στοιχεία σχετικά με το μέγεθος και τη σημασία των διαφόρων τομέων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των οντοτήτων και των προσώπων, καθώς και της οικονομικής σημασίας εκάστου τομέα·

β)

δεδομένα με αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τις φάσεις αναφοράς, διερεύνησης και δικαστικής διαδικασίας του εθνικού συστήματος για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπου συμπεριλαμβάνονται ο αριθμός αναφορών για ύποπτες συναλλαγές που υποβλήθηκαν στη ΜΧΠ, η συνέχεια που δόθηκε σε αυτές τις αναφορές και, σε ετήσια βάση, ο αριθμός των υποθέσεων που διερευνήθηκαν, ο αριθμός των ατόμων που διώχθηκαν, ο αριθμός των ατόμων που καταδικάστηκαν για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και η αξία, σε ευρώ, των περιουσιακών στοιχείων που δεσμεύθηκαν, κατασχέθηκαν ή δημεύθηκαν·

βa)

δεδομένα που προσδιορίζουν τον αριθμό και το ποσοστό αναφορών οι οποίες οδήγησαν σε περαιτέρω έρευνα, με ετήσια έκθεση προς τα υπόχρεα ιδρύματα, η οποία να παρέχει λεπτομέρειες σχετικά με τη χρησιμότητα των αναφορών που υπέβαλαν και τη συνέχεια που τους δόθηκε· [Τροπολογία 109]

ββ)

δεδομένα σχετικά με τον αριθμό διασυνοριακών αιτημάτων για πληροφορίες που υποβλήθηκαν, ελήφθησαν, απορρίφθηκαν από τη ΜΧΠ και αιτημάτων στα οποία η ΜΧΠ ανταποκρίθηκε πλήρως ή εν μέρει. [Τροπολογία 110]

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημοσίευση ενοποιημένης επισκόπησης των στατιστικών εκθέσεών τους και διαβιβάζουν στην Επιτροπή τις στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ, ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ

ΤΜΗΜΑ 1

ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ, ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΔΡΑΣΗ

Άρθρο 42

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες που ανήκουν σε όμιλο να εφαρμόζουν πολιτικές και διαδικασίες σε επίπεδο ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών για την προστασία των δεδομένων, καθώς και των πολιτικών και των διαδικασιών για την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο του ομίλου, με σκοπό την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι εν λόγω πολιτικές και διαδικασίες εφαρμόζονται αποτελεσματικά σε επίπεδο υποκαταστημάτων και θυγατρικών, των οποίων την κυριότητα έχουν οι υπόχρεες οντότητες κατά πλειοψηφία, που ευρίσκονται σε κράτη μέλη και τρίτες χώρες.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σε περίπτωση που οι υπόχρεες οντότητες διαθέτουν υποκαταστήματα ή θυγατρικές, των οποίων την κυριότητα έχουν κατά πλειοψηφία, που ευρίσκονται σε τρίτες χώρες όπου οι ελάχιστες απαιτήσεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι λιγότερο αυστηρές από εκείνες του κράτους μέλους, τα υποκαταστήματά τους και οι θυγατρικές τους, των οποίων την κυριότητα έχουν κατά πλειοψηφία, που ευρίσκονται στις τρίτες χώρες εφαρμόζουν τις απαιτήσεις του κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των δεδομένων, στον βαθμό που το επιτρέπουν οι νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις των τρίτων χωρών.

3.   Τα κράτη μέλη και οι ΕΕΑ ενημερώνονται αμοιβαία σχετικά με τις περιπτώσεις στις οποίες η νομοθεσία της τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται κατά την παράγραφο 1, και είναι δυνατόν να αναληφθεί συντονισμένη δράση προκειμένου να επιτευχθεί λύση.

4.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες, σε περίπτωση που η νομοθεσία της τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται κατά την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, να λαμβάνουν επιπρόσθετα μέτρα ώστε να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τον κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και να ενημερώνουν τις εποπτικές αρχές της χώρας καταγωγής τους. Εάν τα επιπρόσθετα μέτρα δεν επαρκούν, οι αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής εξετάζουν τη δυνατότητα να αναλάβουν συμπληρωματικές εποπτικές δράσεις, μεταξύ άλλων, ανάλογα με την περίπτωση, να ζητήσουν από τον χρηματοπιστωτικό όμιλο να παύσει τις δραστηριότητές του στη χώρα υποδοχής.

5.   Οι ΕΕΑ καταρτίζουν σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, όπου εξειδικεύεται το είδος των επιπρόσθετων μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, καθώς και οι ελάχιστες ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβαίνουν οι υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1) και 2), σε περίπτωση που η νομοθεσία της τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται κατά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Οι ΕΕΑ υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή, εντός … (*6). [Τροπολογία 111]

6.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 5, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

7.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιτρέπεται η ανταλλαγή πληροφοριών εντός του ομίλου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν επηρεάζει τη διερεύνηση ή την ανάλυση ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που πραγματοποιείται από τη ΜΧΠ ή από άλλες αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους εκδότες ηλεκτρονικού χρήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ, και από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 9 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ, που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους και των οποίων η έδρα ευρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος ή εκτός της Ένωσης, να ορίζουν ένα κεντρικό σημείο επαφής στο έδαφός τους, προκειμένου να εποπτεύει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

9.   Οι ΕΕΑ καταρτίζουν σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των περιστάσεων όπου ενδείκνυται ο καθορισμός ενός κεντρικού σημείου επαφής, σύμφωνα με την παράγραφο 8 ανωτέρω, καθώς και σχετικά με τα καθήκοντα που θα πρέπει να αναλάβουν τα κεντρικά σημεία επαφής.

Οι ΕΕΑ υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή, εντός … (*7).

10.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 9, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 43

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να λαμβάνουν μέτρα ανάλογα προς τους κινδύνους, τη φύση και το μέγεθός τους, ώστε οι υπάλληλοί τους να λάβουν γνώση των διατάξεων που έχουν θεσπιστεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών απαιτήσεων για την προστασία των δεδομένων.

Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη συμμετοχή των αρμοδίων υπαλλήλων σε ειδικά τρέχοντα προγράμματα κατάρτισης, τα οποία τους εκπαιδεύουν να εντοπίζουν τις δραστηριότητες που τυχόν συνδέονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και τους διδάσκουν να ενεργούν σωστά σε παρόμοιες περιπτώσεις.

Όταν φυσικό πρόσωπο, εμπίπτον σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3), αναλαμβάνει επαγγελματική δραστηριότητα ως υπάλληλος νομικού προσώπου, οι δυνάμει του παρόντος τμήματος υποχρεώσεις βαρύνουν το νομικό πρόσωπο και όχι το φυσικό.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες έχουν πρόσβαση σε ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις πρακτικές των μετερχομένων τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και τις ενδείξεις για τον εντοπισμό υπόπτων συναλλαγών.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν είναι δυνατόν, προβλέπεται έγκαιρη ανάδραση προς τις υπόχρεες οντότητες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των αναφορών για εικαζόμενη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και τη συνέχεια που δόθηκε στις αναφορές αυτές. [Τροπολογία 112]

3a.     Τα κράτη μέλη ζητούν από τις υπόχρεες οντότητες να ορίσουν το μέλος/τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που φέρει/φέρουν την ευθύνη για την εφαρμογή των νόμων, κανονισμών και διοικητικών διατάξεων που απαιτούνται για τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 113]

ΤΜΗΜΑ 2

ΕΠΟΠΤΕΙΑ

Άρθρο 44

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος και οι φορείς παροχής υπηρεσιών σε εταιρείες καταπιστευματικής διαχείρισης και σε επιχειρήσεις έχουν λάβει άδεια ή έχουν εγγραφεί σε μητρώο, ενώ οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών έχουν λάβει άδεια.

2.   Όσον αφορά τις οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν ή θα διευθύνουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες αυτών των οντοτήτων ή οι πραγματικοί δικαιούχοι των εν λόγω οντοτήτων είναι ικανά και έντιμα άτομα.

3.   Όσον αφορά τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3 στοιχεία α), β), δ) και ε), τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εμποδίσουν τους εγκληματίες τα πρόσωπα που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα στα πεδία αυτά ή τους συνεργούς τους να κατέχουν σημαντική ή ελέγχουσα συμμετοχή ή να είναι ο πραγματικός δικαιούχος της ή να κατέχουν διοικητική θέση στις εν λόγω υπόχρεες οντότητες. [Τροπολογία 114]

Άρθρο 45

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να παρακολουθούν αποτελεσματικά και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, ώστε να εξασφαλίζεται συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν επαρκή εξουσία, συμπεριλαμβανόμενης της εξουσίας να απαιτούν την προσκόμιση οποιωνδήποτε πληροφοριών σχετικών με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και να διενεργούν ελέγχους, και διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εν λόγω αρχών διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα.

3.   Στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοπιστωτικών οργανισμών και παρόχων υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών, οι αρμόδιες αρχές έχουν ενισχυμένες εποπτικές εξουσίες, ιδίως δε τη δυνατότητα να διενεργούν επιτόπιες επιθεωρήσεις. Οι επιφορτισμένες με την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών οργανισμών αρμόδιες αρχές παρακολουθούν την επάρκεια των νομικών συμβουλών που λαμβάνουν με σκοπό τη μείωση του νομικού και κανονιστικού αρμπιτράζ στην περίπτωση επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και φοροαποφυγής. [Τροπολογία 115]

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες που λειτουργούν υποκαταστήματα ή θυγατρικές σε άλλα κράτη μέλη να τηρούν τις εθνικές διατάξεις αυτών των άλλων κρατών μελών οι οποίες αφορούν την παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 116]

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα ή η θυγατρική συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η υπόχρεη οντότητα, προκειμένου να διασφαλίζεται αποτελεσματική εποπτεία της τήρησης των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας.

6.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, οι αρμόδιες αρχές που ακολουθούν όταν εφαρμόζεται προσέγγιση εποπτείας ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου που βασίζεται στους κινδύνους, οι αρμόδιες αρχές : [Τροπολογία 117]

α)

να έχουν σαφή κατανόηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι οποίοι υπάρχουν στη χώρα τους·

β)

να έχουν πρόσβαση επιτόπου και εκτός τόπου σε όλες τις πληροφορίες τις σχετικές με τους συγκεκριμένους εγχώριους και διεθνείς κινδύνους που συνδέονται με τους πελάτες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των υπόχρεων οντοτήτων· και

γ)

να βασίζουν τη συχνότητα και την ένταση της εποπτείας επιτόπου και εκτός τόπου στο προφίλ κινδύνου της υπόχρεης οντότητας, και στους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι οποίοι υπάρχουν στη χώρα.

7.   Η αξιολόγηση του προφίλ κινδύνου των υπόχρεων οντοτήτων όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων μη συμμόρφωσης, επανεξετάζεται τόσο σε τακτά χρονικά διαστήματα όσο και όταν συμβαίνουν σημαντικά γεγονότα ή εξελίξεις στη διαχείριση και τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της υπόχρεης οντότητας.

8.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη τον βαθμό διακριτικής ευχέρειας που παραχωρείται στην υπόχρεη οντότητα, και να εξετάζουν δεόντως τις αξιολογήσεις ως προς τους κινδύνους, που αποτελούν τη βάση αυτής της ευχέρειας, καθώς και την επάρκεια και την εφαρμογή των πολιτικών, των εσωτερικών ελέγχων και των διαδικασιών της υπόχρεης οντότητας.

9.   Στην περίπτωση των υπόχρεων οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3 στοιχεία α), β) και δ), τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν την εκτέλεση των καθηκόντων της παραγράφου 1 από αυτορρυθμιζόμενους φορείς, αρκεί αυτοί να συμμορφώνονται με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

10.   Οι ΕΕΑ εντός … (*8) εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σχετικά με τους παράγοντες που πρέπει να εφαρμόζονται, όταν ασκείται εποπτεία ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου. Θα πρέπει να συνεκτιμώνται ιδίως η φύση και το μέγεθος της επιχείρησης και, εφόσον είναι ενδεδειγμένο και ανάλογο, θα πρέπει να προβλέπονται ειδικά μέτρα.

ΤΜΗΜΑ 3

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

ΥΠΟΤΜΗΜΑ Ι

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 46

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ιθύνοντες, οι ΜΧΠ, οι αρχές επιβολής του νόμου, οι εποπτικές αρχές , οι αρχές προστασίας των δεδομένων και άλλες αρμόδιες αρχές, που συμμετέχουν στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, να διαθέτουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς που να τους επιτρέπουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή πολιτικών και δραστηριοτήτων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. [Τροπολογία 118]

ΥΠΟΤΜΗΜΑ II

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΕΑ

Άρθρο 47

Με την επιφύλαξη των κανόνων προστασίας των δεδομένων, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στις ΕΕΑ όλες τις πληροφορίες που τους είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 119]

ΥΠΟΤΜΗΜΑ III

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΧΠ

Άρθρο 48

Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει τη συνδρομή που απαιτείται ενδεχομένως για τη διευκόλυνση του συντονισμού, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των ΜΧΠ των κρατών μελών εντός της Ένωσης. Μπορεί να Συγκαλεί τακτικά συνεδριάσεις με της πλατφόρμας των ΜΧΠ της ΕΕ που απαρτίζεται από εκπροσώπους από τις ΜΧΠ των κρατών μελών και , ανάλογα με την περίπτωση, συνεδριάσεις της πλατφόρμας των ΜΧΠ της ΕΕ με την ΕΑΤ, την ΕΑΑΕΣ ή την ΕΑΚΑΑ. Η πλατφόρμα των ΜΧΠ της ΕΕ θεσπίζεται προκειμένου να διατυπώνει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με ζητήματα εφαρμογής που αφορούν τις ΜΧΠ και τους φορείς υποβολής εκθέσεων, να διευκολύνει τις δραστηριότητες των ΜΧΠ, ιδίως όσον αφορά τη διεθνή συνεργασία και την ανταλλαγή απόψεων επί θεμάτων σχετικών με τη συνεργασία κοινή ανάλυση, να ανταλλάσει πληροφορίες για τάσεις και παράγοντες κινδύνου στην εσωτερική αγορά και να διασφαλίζει τη συμμετοχή των ΜΧΠ στη διακυβέρνηση του συστήματος FIU.net . [Τροπολογία 120]

Άρθρο 49

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ τους συνεργάζονται μεταξύ τους και με ΜΧΠ τρίτων χωρών στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξαρτήτως του αν αυτές είναι διοικητικές, αστυνομικές ή δικαστικές ή υβριδικές αρχές , με την επιφύλαξη των κανόνων της Ένωσης όσον αφορά την προστασία των δεδομένων . [Τροπολογία 121]

Άρθρο 50

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ανταλλάσσουν, αυτοβούλως με ΜΧΠ τόσο των κρατών μελών όσο και τρίτων χωρών, αυτομάτως ή κατόπιν αιτήματος, κάθε πληροφορία που μπορεί να είναι χρήσιμη για την επεξεργασία ή την ανάλυση πληροφοριών ή την έρευνα από τη ΜΧΠ όσον αφορά χρηματοοικονομικές συναλλαγές που σχετίζονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και το εμπλεκόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Το αίτημα περιλαμβάνει τα πραγματικά περιστατικά και το σχετικό πλαίσιο, τους λόγους υποβολής του αιτήματος και τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιηθούν οι ζητούμενες πληροφορίες. [Τροπολογία 122]

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ΜΧΠ στην οποία απευθύνεται το αίτημα οφείλει να χρησιμοποιεί όλες τις εξουσίες που διαθέτει σε εθνικό επίπεδο για τη λήψη και την ανάλυση πληροφοριών, όταν απαντά σε αίτημα για πληροφορίες, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, από άλλη ΜΧΠ που έχει βάση στην Ένωση. Η ΜΧΠ στην οποία απευθύνεται το αίτημα απαντά εγκαίρως, και τόσο η αιτούσα και η ερωτώμενη ΜΧΠ χρησιμοποιούν, στο μέτρο του δυνατού, ασφαλή ψηφιακά μέσα για την ανταλλαγή πληροφοριών. [Τροπολογία 123]

Συγκεκριμένα, όταν μια ΜΧΠ κρατών μελών με έδρα την Ένωση θέλει να λάβει επιπρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεη οντότητα άλλου κράτους μέλους που δραστηριοποιείται στο έδαφός της, το αίτημα απευθύνεται στη ΜΧΠ του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται η υπόχρεη οντότητα. Η εν λόγω ΜΧΠ μεταβιβάζει αιτήματα και απαντήσεις άμεσα και χωρίς φιλτράρισμα. [Τροπολογία 124]

3.   Η ΜΧΠ μπορεί να αρνηθεί να αποκαλύψει πληροφορίες οι οποίες θα μπορούσαν να παρακωλύσουν τη διενέργεια ποινικής έρευνας στο κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις, στην περίπτωση που η γνωστοποίηση των πληροφοριών θα ήταν σαφώς δυσανάλογη προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή του κράτους μέλους ή άσχετη με τους σκοπούς για τους οποίους έχουν συγκεντρωθεί οι πληροφορίες. Κάθε τέτοια άρνηση δικαιολογείται δεόντως στη ΜΧΠ που ζητεί τις πληροφορίες.

Άρθρο 51

Πληροφορίες και έγγραφα που λαμβάνονται δυνάμει των άρθρων 49 και 50 χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων των ΜΧΠ, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Κατά τη διαβίβαση πληροφοριών και εγγράφων σύμφωνα με τα άρθρα 49 και 50, η ΜΧΠ που τα διαβιβάζει μπορεί να επιβάλλει περιορισμούς και προϋποθέσεις ως προς τη χρήση των πληροφοριών αυτών. Η παραλήπτρια ΜΧΠ συμμορφώνεται με τους εν λόγω περιορισμούς και προϋποθέσεις. Αυτό δεν επηρεάζει τη χρησιμοποίηση για ποινικές έρευνες και διώξεις που συνδέονται με τα καθήκοντα των ΜΧΠ, που συνίστανται στην πρόληψη, την ανίχνευση και τη διερεύνηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Άρθρο 52

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ΜΧΠ να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων ασφαλείας, ώστε να διασφαλίζεται ότι στις πληροφορίες που υποβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 49 και 50 δεν έχει πρόσβαση καμία άλλη αρχή, οργανισμός ή υπηρεσία, εκτός εάν έχει δοθεί προηγούμενη έγκριση από τη ΜΧΠ που παρέχει τις πληροφορίες.

Άρθρο 53

1.   Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν απαιτούν από τις οικείες ΜΧΠ να χρησιμοποιούν προστατευμένους διαύλους επικοινωνίας μεταξύ των ΜΧΠ και να χρησιμοποιούν το αποκεντρωμένο δίκτυο υπολογιστών FIU.NET τους. [Τροπολογία 125]

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι οικείες ΜΧΠ, προς εκπλήρωση των καθηκόντων τους που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, να συνεργάζονται μεταξύ τους και, στο πλαίσιο της εντολής της, με την Ευρωπόλ, για την εφαρμογή εξελιγμένων τεχνολογιών. Οι τεχνολογίες αυτές επιτρέπουν στις ΜΧΠ να συγκρίνουν τα δεδομένα τους με άλλες ΜΧΠ ανώνυμα, με διασφάλιση πλήρους προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, προκειμένου να εντοπίζονται πρόσωπα που ενδιαφέρουν τις ΜΧΠ σε άλλα κράτη μέλη και να προσδιορίζονται τα έσοδά τους και τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά. [Τροπολογία 126]

Άρθρο 54

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ενθαρρύνουν τις οικείες ΜΧΠ να συνεργάζονται με την Ευρωπόλ σχετικά με τις αναλύσεις που πραγματοποιούνται για εν εξελίξει υποθέσεις με διασυνοριακή διάσταση και αφορούν τουλάχιστον δύο κράτη μέλη. [Τροπολογία 127]

Άρθρο 54α

Η Επιτροπή πρέπει να εντείνει τις πιέσεις της προς τους φορολογικούς παραδείσους για να βελτιωθεί η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μαζί τους, ούτως ώστε να καταπολεμηθεί η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. [Τροπολογία 128]

ΤΜΗΜΑ 4

ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 55

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες μπορούν να υπέχουν ευθύνη για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που εκδίδονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. [Τροπολογία 129]

2.   Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να λαμβάνουν κατάλληλα διοικητικά μέτρα και να επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις κατά των υπόχρεων οντοτήτων που παραβιάζουν τις εθνικές διατάξεις, οι οποίες θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, και διασφαλίζουν την εκτέλεσή τους. Τα εν λόγω μέτρα και κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου ισχύουν υποχρεώσεις των νομικών προσώπων, μπορούν να επιβάλλονται κυρώσεις στα μέλη του διοικητικού οργάνου ή σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, ευθύνονται για την παράβαση.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν όλες τις εξουσίες έρευνας που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Κατά την άσκηση των εξουσιών τους για την επιβολή κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά, προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα διοικητικά μέτρα ή κυρώσεις θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, και συντονίζουν τις ενέργειές τους όταν ασχολούνται με διασυνοριακές υποθέσεις.

Άρθρο 56

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται τουλάχιστον σε καταστάσεις όπου οι υπόχρεες οντότητες επιδεικνύουν συστηματικές ελλείψεις ως προς τις απαιτήσεις των ακόλουθων:

α)

άρθρα 9 έως 23 (δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη)·

β)

άρθρα 32, 33 και 34 (αναφορά υπόπτων συναλλαγών)·

γ)

άρθρο 39 (τήρηση αρχείων)· και

δ)

άρθρα 42 και 43 (εσωτερικοί έλεγχοι).

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις της παραγράφου 1, τα διοικητικά μέτρα και κυρώσεις που μπορούν να εφαρμοστούν περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης , εάν αυτό κριθεί αναγκαίο και αναλογικό μετά από αξιολόγηση ανά περίπτωση · [Τροπολογία 130]

β)

διαταγή προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της επίμαχης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της στο μέλλον·

γ)

σε περίπτωση υπόχρεης οντότητας που υπόκειται σε χορήγηση άδειας λειτουργίας, ανάκληση της άδειας·

δ)

προσωρινή απαγόρευση κατά οποιουδήποτε μέλους του διοικητικού οργάνου της υπόχρεης οντότητας, το οποίο κρίνεται υπαίτιο, να ασκεί καθήκοντα σε ιδρύματα ή οργανισμούς·

ε)

σε περίπτωση νομικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του εν λόγω νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη χρήση·

στ)

σε περίπτωση φυσικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και 5 000 000 EUR ή, στα κράτη μέλη όπου το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ, η αντίστοιχη αξία στο εθνικό νόμισμα κατά την … (*9)·

ζ)

διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν.

Για τους σκοπούς του στοιχείου ε) του πρώτου εδαφίου, σε περίπτωση νομικού προσώπου που είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επικεφαλής μητρικής θυγατρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη χρήση. [Τροπολογία 131]

Άρθρο 57

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, οποιεσδήποτε κυρώσεις ή μέτρα επιβάλλονται λόγω παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο και αναλογικό μετά από αξιολόγηση ανά περίπτωση, συμπεριλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα των προσώπων που ευθύνονται για αυτήν, εκτός εάν η εν λόγω δημοσιοποίηση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοοικονομικών αγορών. Σε περίπτωση που η δημοσιοποίηση θα προξενούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να δημοσιοποιούν τις κυρώσεις ανώνυμα. [Τροπολογία 132]

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων και του ύψους των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται:

α)

η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·

β)

ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·

γ)

η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του εν λόγω προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του προσώπου αυτού·

δ)

η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·

ε)

οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·

στ)

ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή·

ζ)

προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου.

3.    Για να εξασφαλίζεται η συνεπής εφαρμογή τους και το αποτρεπτικό αποτέλεσμά τους σε ολόκληρη την Ένωση, οι ΕΕΑ εντός …  (*10) εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, σχετικά με τα είδη διοικητικών μέτρων και κυρώσεων και το επίπεδο διοικητικών χρηματικών προστίμων που επιβάλλονται σε υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 1 και 2. [Τροπολογία 133]

4.   Στην περίπτωση των νομικών προσώπων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι αυτά δύνανται να υπέχουν ευθύνη για παραβάσεις κατά το άρθρο 56 παράγραφος 1, οι οποίες διαπράττονται προς όφελός τους από οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί είτε ατομικώς είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου και το οποίο κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτού, βάσει οποιουδήποτε από τα εξής:

α)

εξουσιοδότησης για την εκπροσώπηση του νομικού προσώπου·

β)

εξουσίας λήψης αποφάσεων για λογαριασμό του νομικού προσώπου· ή

γ)

εξουσίας άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

5.   Επιπλέον των περιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα νομικά πρόσωπα δύνανται να υπέχουν ευθύνη, όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από πρόσωπο που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο κατέστησε εφικτή τη διάπραξη των παραβάσεων του άρθρου 56 παράγραφος 1 προς όφελος του νομικού προσώπου από πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του.

Άρθρο 58

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθιερώνουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών προς τις αρμόδιες αρχές όσον αφορά παραβάσεις των εθνικών διατάξεων εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι μηχανισμοί της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για παραβάσεις, και την επακόλουθη συνέχεια·

β)

κατάλληλη προστασία για εργαζομένους ιδρυμάτων ή οργανισμών, οι οποίοι καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράττονται εντός του ιδρύματος ή του οργανισμού·

βα)

κατάλληλη προστασία του κατηγορουμένου προσώπου· [Τροπολογία 134]

γ)

προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

3.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις υπόχρεες οντότητες να καθιερώνουν κατάλληλες διαδικασίες για να μπορούν οι εργαζόμενοί τους να καταγγέλλουν παραβάσεις εσωτερικά, μέσω ειδικού, ανεξάρτητου και ανώνυμου διαύλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 59

Εντός … (*11), η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και την υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, εντός …  (*12) , έκθεση με αντικείμενο τις διατάξεις σχετικά με τα βαριά φορολογικά εγκλήματα και τις ποινές στα κράτη μέλη, σχετικά με τη διασυνοριακή σημασία των φορολογικών εγκλημάτων και σχετικά με την πιθανή ανάγκη για συντονισμένη προσέγγιση στην Ένωση, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από νομοθετική πρόταση. [Τροπολογία 135]

Άρθρο 60

Οι οδηγίες 2005/60/ΕΚ και 2006/70/ΕΚ καταργούνται με ισχύ από … (*13).

Οι αναφορές στις καταργούμενες οδηγίες θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 61

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο … (*13). Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 62

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 63

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 166 της 12.6.2013, σ. 2.

(2)  ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 31.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014.

(4)  Οδηγία 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Ιουνίου 1991 για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΕΕ L 166 της 28.6.1991, σ. 77).

(5)  Οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγία 91/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ΕΕ L 344 της 28.12.2001, σ. 76).

(6)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).

(7)  Οδηγία 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Αυγούστου 2006, για τη θέσπιση μέτρων εφαρμογής της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον ορισμό του πολιτικώς εκτεθειμένου προσώπου και τα τεχνικά κριτήρια για την εφαρμογή της απλουστευμένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και την εφαρμογή της εξαίρεσης σε περιπτώσεις άσκησης χρηματοπιστωτικής δραστηριότητας σε περιστασιακή ή πολύ περιορισμένη βάση (ΕΕ L 214 της 4.8.2006, σ. 29).

(8)   Πηγές: «Φορολογικοί παράδεισοι και ανάπτυξη. Κατάσταση, αναλύσεις και μέτρα», NOU, Επίσημες Νορβηγικές Εκθέσεις, 2009.

(9)   Οδηγία 2012/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγίας 89/666/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 2005/56/ΕΚ και 2009/101/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά τη διασύνδεση των κεντρικών και των εμπορικών μητρώων καθώς και των μητρώων εταιρειών (ΕΕ L 156 της 16.6.2012, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(13)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(14)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(15)   Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1).

(16)  Απόφαση 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 17ης Οκτωβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση ρυθμίσεων για τη συνεργασία μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών των κρατών μελών όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών (ΕΕ L 271 της 24.10.2000, σ. 4).

(17)   Οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σ. 22).

(18)  ΕΕ C 32 της 4.2.2014, σ. 9.

(19)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3).

(20)  Απόφαση πλαίσιο 2008/919/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με την τροποποίηση της απόφασης-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 330 της 9.12.2008, σ. 21).

(21)  Οδηγία 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ (ΕΕ L 319 της 5.12.2007, σ. 1).

(22)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(23)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(24)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(25)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

(26)  Οδηγία 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (ΕΕ L 9 της 15.1.2003, σ. 3).

(27)  Κοινή δράση 98/733/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1998, σχετικά με το αξιόποινο της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 351 της 29.12.1998, σ. 1).

(28)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 49.

(29)   Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).

(30)  Οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων και για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 73/239/ΕΟΚ, 79/267/ΕΟΚ, 92/49/ΕΟΚ, 92/96/ΕΟΚ 93/6/ΕΟΚ και 93/22/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 98/78/ΕΚ και 2000/12/ΕΚ (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1).

(*1)   12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(31)   Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7).

(*2)   12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*3)   12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*4)   12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*5)   Τρία έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*6)   18 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*7)   Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*8)   Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*9)  Ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*10)   12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*11)  Τέσσερα έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*12)   Ένα έτος από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*13)   Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Παρατίθεται κατωτέρω μη διεξοδικός κατάλογος των μεταβλητών κινδύνου τις οποίες λαμβάνουν υπόψη οι υπόχρεες οντότητες, όταν πρόκειται να προσδιορίσουν σε ποιον βαθμό θα εφαρμόσουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3:

i)

Ο σκοπός ενός λογαριασμού ή μιας σχέσης·

ii)

Το επίπεδο των περιουσιακών στοιχείων που θα κατατεθούν από τον πελάτη ή το μέγεθος των πραγματοποιούμενων συναλλαγών·

iii)

Η κανονικότητα ή η διάρκεια της επιχειρηματικής σχέσης.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Παρατίθεται κατωτέρω μη διεξοδικός κατάλογος των παραγόντων και των τύπων αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά χαμηλότερου κινδύνου, που αναφέρονται στο άρθρο 14:

1.

Παράγοντες κινδύνου ως προς τον πελάτη:

α)

ανώνυμες εταιρείες εισηγμένες στο χρηματιστήριο που υπόκεινται στις απαιτήσεις γνωστοποίησης (είτε βάσει των κανόνων του χρηματιστηρίου είτε βάσει του νόμου ή εκτελεστών μέσων), οι οποίες συνεπάγονται απαιτήσεις για να διασφαλιστεί επαρκής διαφάνεια του πραγματικού δικαιούχου·

β)

δημόσιες υπηρεσίες ή επιχειρήσεις·

γ)

πελάτες κάτοικοι γεωγραφικών περιοχών χαμηλότερου κινδύνου, όπως καθορίζονται στο σημείο 3·

γα)

τους πραγματικούς δικαιούχους ομαδοποιημένων λογαριασμών που τηρούν συμβολαιογράφοι και άλλοι ανεξάρτητοι επαγγελματίες νομικοί από τα κράτη μέλη, ή από τρίτες χώρες υπό τον όρο ότι υπόκεινται σε απαιτήσεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που συνάδουν με τα διεθνή πρότυπα και τελούν υπό εποπτεία όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους προς αυτές τις απαιτήσεις, και επίσης υπό τον όρο ότι οι πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου διατίθενται, κατόπιν αιτήσεως, στα ιδρύματα που ενεργούν ως ιδρύματα κατάθεσης των ομαδοποιημένων λογαριασμών· [Τροπολογία 136]

γβ)

υπόχρεες οντότητες όταν υπάγονται σε απαιτήσεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας δυνάμει της παρούσας οδηγίας και έχουν εφαρμόσει αποτελεσματικά τις εν λόγω απαιτήσεις. [Τροπολογία 137]

2.

Παράγοντες κινδύνου ως προς προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παράδοσης:

α)

ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής, όπου τα ασφάλιστρα είναι χαμηλά·

β)

συμβόλαια συνταξιοδοτικής ασφάλισης, εάν δεν περιέχουν επιλογή πρόωρης εξαγοράς και το συμβόλαιο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εγγύηση·

γ)

τα συνταξιοδοτικά ή ανάλογα καθεστώτα που προσφέρουν συνταξιοδοτικές παροχές στους εργαζομένους, στα οποία οι εισφορές καταβάλλονται μέσω αφαίρεσης από τον μισθό και των οποίων οι κανόνες δεν επιτρέπουν τη μεταφορά των δικαιωμάτων των μελών·

δ)

χρηματοοικονομικά προϊόντα ή υπηρεσίες που παρέχουν κατάλληλα καθορισμένες και περιορισμένες υπηρεσίες σε ορισμένες κατηγορίες πελατών, ούτως ώστε να αυξηθεί η πρόσβαση για σκοπούς χρηματοοικονομικής ένταξης·

ε)

προϊόντα όπου ο κίνδυνος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας περιορίζεται από άλλους παράγοντες, όπως τα όρια χρηματικών ποσών ή η διαφάνεια της ιδιοκτησίας (π.χ. ορισμένα είδη ηλεκτρονικού χρήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ)·

εα)

μακροπρόθεσμες συμφωνίες προσανατολισμένες στον σκοπό, οι οποίες λειτουργούν, για παράδειγμα, ως διασφάλιση συνταξιοδοτικών παροχών ή για την αγορά ακίνητης περιουσίας για ίδια χρήση και εφόσον οι εισερχόμενες πληρωμές προέρχονται από λογαριασμό πληρωμών που έχει ταυτοποιηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12 της παρούσας οδηγίας· [Τροπολογία 138]

εβ)

χρηματοπιστωτικά προϊόντα χαμηλής αξίας, εφόσον η αποπληρωμή διενεργείται μέσω τραπεζικού λογαριασμού στο όνομα του πελάτη· [Τροπολογία 139]

εγ)

χρηματοπιστωτικά προϊόντα τα οποία σχετίζονται με χρηματοπιστωτικά πάγια περιουσιακά στοιχεία με τη μορφή συμφωνιών μίσθωσης ή καταναλωτικής πίστης μικρής αξίας, υπό την προϋπόθεση ότι οι συναλλαγές εκτελούνται μέσω τραπεζικών λογαριασμών· [Τροπολογία 140]

εδ)

επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές εξ αποστάσεως (χωρίς φυσική παρουσία των μερών) όπου η ταυτότητα είναι δυνατό να επαληθεύεται ηλεκτρονικά· [Τροπολογία 141]

εε)

τα εν λόγω προϊόντα, υπηρεσίες και συναλλαγές που χαρακτηρίζονται χαμηλού κινδύνου από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους της έδρας των υπόχρεων οντοτήτων. [Τροπολογία 142]

3.

Γεωγραφικοί παράγοντες κινδύνου:

α)

άλλα κράτη μέλη της ΕΕ· [Τροπολογία 143]

β)

τρίτες χώρες που για τις οποίες έχει αναγνωριστεί από αξιόπιστες πηγές, όπως οι δημόσιες δηλώσεις της FATF, οι εκθέσεις αμοιβαίας αξιολόγησης, οι λεπτομερείς εκθέσεις αξιολόγησης ή οι δημοσιευμένες εκθέσεις παρακολούθησης, ότι διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας· [Τροπολογία 144]

γ)

τρίτες χώρες που έχουν αναγνωριστεί από αξιόπιστες πηγές ως χαμηλού επιπέδου δωροδοκίας ή άλλων εγκληματικών δραστηριοτήτων·

δ)

τρίτες χώρες που υπόκεινται σε απαιτήσεις για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σύμφωνες με τις συστάσεις της FATF, που έχουν εφαρμόσει αποτελεσματικά τις απαιτήσεις αυτές, και που υπόκεινται αποτελεσματικά σε εποπτεία ή παρακολούθηση σύμφωνα με τις συστάσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί συμμόρφωση με τις εν λόγω απαιτήσεις·

δα)

δικαιοδοσίες για τις οποίες η Επιτροπή έχει εξακριβώσει ότι διαθέτουν μέτρα κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ισοδύναμες με τα μέτρα που θεσπίζονται από την παρούσα οδηγία και άλλους σχετικούς κανόνες και κανονισμούς της Ένωσης· [Τροπολογία 145]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Παρατίθεται κατωτέρω μη διεξοδικός κατάλογος των παραγόντων και των τύπων αποδεικτικών στοιχείων ως προς την ύπαρξη δυνητικά υψηλότερου κινδύνου, που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 3:

1.

Παράγοντες κινδύνου ως προς τον πελάτη:

α)

η επιχειρηματική σχέση αναπτύσσεται σε ασυνήθιστες περιστάσεις·

β)

πελάτες κάτοικοι των χωρών που καθορίζονται στο σημείο 3·

γ)

νομικά πρόσωπα ή μηχανισμοί που είναι φορείς κατοχής προσωπικών περιουσιακών στοιχείων·

δ)

εταιρείες που έχουν μετόχους ασκούντες καθήκοντα εξ ονόματος άλλου προσώπου ή μετοχές στον κομιστή (ανώνυμες)·

ε)

επιχειρήσεις έντασης μετρητών·

στ)

η ιδιοκτησιακή δομή της εταιρείας φαίνεται ασυνήθιστη ή υπερβολικά πολύπλοκη, δεδομένης της φύσης των δραστηριοτήτων της εταιρείας.

2.

Παράγοντες κινδύνου ως προς προϊόντα, υπηρεσίες, συναλλαγές ή διαύλους παράδοσης:

α)

ιδιωτική τραπεζική·

β)

προϊόντα ή συναλλαγές που ενδέχεται να ευνοούν ή να επιτρέπουν την ανωνυμία· [Τροπολογία 146]

γ)

επιχειρηματικές σχέσεις ή συναλλαγές εξ αποστάσεως (χωρίς φυσική παρουσία των μερών) , χωρίς ορισμένες διασφαλίσεις όπως π.χ. ηλεκτρονικές υπογραφές · [Τροπολογία 147]

δ)

πληρωμές που λαμβάνονται από άγνωστους ή άσχετους τρίτους.

ε)

νέα προϊόντα και νέες επιχειρηματικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένων νέων μηχανισμών παράδοσης, καθώς και χρήση νέων ή αναπτυσσόμενων τεχνολογιών τόσο για νέα όσο και για προϋπάρχοντα προϊόντα. [Τροπολογία 148]

3.

Γεωγραφικοί παράγοντες κινδύνου:

α)

χώρες που έχει αναγνωριστεί από αξιόπιστες πηγές, όπως οι δημόσιες δηλώσεις της FATF, οι εκθέσεις αμοιβαίας αξιολόγησης ή οι λεπτομερείς εκθέσεις αξιολόγησης ή οι δημοσιευμένες εκθέσεις παρακολούθησης, ότι δεν διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

β)

χώρες που έχει αναγνωριστεί από αξιόπιστες πηγές ότι παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα δωροδοκίας ή άλλων εγκληματικών δραστηριοτήτων·

γ)

χώρες που υπόκεινται σε κυρώσεις, εμπορικό αποκλεισμό ή παρεμφερή μέτρα που έχουν επιβληθεί, για παράδειγμα, από την Ένωση ή τα Ηνωμένα Έθνη· [Τροπολογία 149]

δ)

χώρες που παρέχουν χρηματοδότηση ή στήριξη σε τρομοκρατικές δραστηριότητες ή που στο έδαφός τους δρουν οργανώσεις χαρακτηρισμένες ως τρομοκρατικές.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙΑ

Τύποι ενισχυμένων μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που κατ' ελάχιστο πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη προς εφαρμογή του άρθρου 16:

Συλλογή πρόσθετων πληροφοριών σχετικά με τον πελάτη (π.χ. επαγγελματική ασχολία, όγκος περιουσιακών στοιχείων, πληροφορίες που διατίθενται μέσω των δημοσίων βάσεων δεδομένων, του διαδικτύου κ.λπ.) και επικαιροποίηση σε τακτικότερη βάση των δεδομένων ταυτοποίησης πελάτη και πραγματικού δικαιούχου.

Συλλογή πρόσθετων πληροφοριών σχετικά με τον σχεδιαζόμενο χαρακτήρα της επιχειρηματικής σχέσης.

Συλλογή πληροφοριών σχετικά με την πηγή των πόρων ή την πηγή του πλούτου του πελάτη.

Συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με τους λόγους για τις σχεδιαζόμενες ή πραγματοποιηθείσες πράξεις.

Λήψη έγκρισης από τα ανώτερα διοικητικά στελέχη για τη σύναψη ή τη συνέχιση επιχειρηματικής σχέσης.

Στενότερη παρακολούθηση της επιχειρηματικής σχέσης, με την αύξηση του αριθμού και του χρόνου διενέργειας των ελέγχων και την επιλογή μορφών συναλλαγών που χρειάζονται περαιτέρω εξέταση.

Απαίτηση να διενεργείται η πρώτη πληρωμή μέσω λογαριασμού στο όνομα του πελάτη σε τράπεζα που υπόκειται σε παρόμοια πρότυπα αυξημένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. [Τροπολογία 150]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Πίνακας αντιστοιχίας που αναφέρεται στο άρθρο 60

Οδηγία 2005/60/ΕΚ

Παρούσα Οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

 

Άρθρα 6 έως 8

Άρθρο 6

Άρθρο 9

Άρθρο 7

Άρθρο 10

Άρθρο 8

Άρθρο 11

Άρθρο 9

Άρθρο 12

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 στοιχείο δ)

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 11

Άρθρα 13, 14 και 15

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρα 16 έως 23

Άρθρο 14

Άρθρο 24

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 25

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 26

 

Άρθρο 27

Άρθρο 19

Άρθρο 28

 

Άρθρο 29

 

Άρθρο 30

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 31

Άρθρο 22

Άρθρο 32

Άρθρο 23

Άρθρο 33

Άρθρο 24

Άρθρο 34

Άρθρο 25

Άρθρο 35

Άρθρο 26

Άρθρο 36

Άρθρο 27

Άρθρο 37

Άρθρο 28

Άρθρο 38

Άρθρο 29

Άρθρο 30

Άρθρο 39

Άρθρο 31

Άρθρο 42

Άρθρο 32

Άρθρο 40

Άρθρο 33

Άρθρο 41

Άρθρο 34

Άρθρο 42

Άρθρο 35

Άρθρο 43

Άρθρο 36

Άρθρο 44

Άρθρο 37

Άρθρο 45

 

Άρθρο 46

Άρθρο 37α

Άρθρο 47

Άρθρο 38

Άρθρο 48

 

Άρθρα 49 έως 54

Άρθρο 39

Άρθρα 55 έως 58

Άρθρο 40

Άρθρο 41

Άρθρο 41α

Άρθρο 41β

Άρθρο 42

Άρθρο 59

Άρθρο 43

Άρθρο 44

Άρθρο 60

Άρθρο 45

Άρθρο 61

Άρθρο 46

Άρθρο 62

Άρθρο 47

Άρθρο 63


Οδηγία 2006/70/ΕΚ

Παρούσα Οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 2 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 3 σημείο 7 στοιχεία δ), ε) και στ)

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 2 παράγραφοι 2 έως 8

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/380


P7_TA(2014)0192

Χορήγηση εγγύησης της EE στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την κάλυψη ζημιών από χρηματοδοτικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν επενδυτικά έργα εκτός της Ένωσης ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη χορήγηση εγγύησης της EE στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την κάλυψη ζημιών από χρηματοδοτικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν επενδυτικά έργα εκτός της Ένωσης (COM(2013)0293 — C7-0145/2013 — 2013/0152(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/46)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0293),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 209 και 212 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0145/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και η σχετική δήλωση που επισυνάπτεται στα πρακτικά της Επιτροπής Μονίμων Αντιπροσώπων, που κοινοποιήθηκε στο Κοινοβούλιο με επιστολής της ως άνω ημερομηνίας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7-0392/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


P7_TC1-COD(2013)0152

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης απόφασης αριθ. …/2014/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με την οποία χορηγείται εγγύηση της EE στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την κάλυψη ζημιών από χρηματοδοτικές δραστηριότητες που υποστηρίζουν επενδυτικά έργα εκτός της Ένωσης

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, απόφαση αριθ. 466/2014/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/381


P7_TA(2014)0193

Γενετικοί πόροι ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στην Ένωση (COM(2012)0576 — C7-0322/2012 — 2012/0278(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/47)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0576),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0322/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από τη Γερουσία της Γαλλικής Δημοκρατίας, τη Γερουσία της Ιταλικής Δημοκρατίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 20ης Μαρτίου 2013 (1),

αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και της Επιτροπής Αλιείας (Α7-0263/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω (2)·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 161 της 6.6.2013, σ. 73.

(2)  Η παρούσα θέση αντικαθιστά τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν στις 12 Σεπτεμβρίου 2013 (Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0373).


P7_TC1-COD(2012)0278

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα μέτρα συμμόρφωσης των χρηστών βάσει του πρωτοκόλλου της Ναγκόγια για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους και τον δίκαιο και ισότιμο καταμερισμό των οφελών που απορρέουν από τη χρησιμοποίησή τους στην Ένωση

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 511/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/382


P7_TA(2014)0194

Περιοδικός τεχνικός έλεγχος των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/ΕΚ (COM(2012)0380 — C7-0186/2012 — 2012/0184(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/48)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0380),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0186/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από τη Γερουσία της Γαλλικής Δημοκρατίας, την Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, τη Γερουσία του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2012 (1),

αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0210/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση, όπως παρατίθεται κατωτέρω (2)·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  EE C 44 της 15.2.2013, σ. 128.

(2)  Η παρούσα θέση αντικαθιστά τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν στις 2 Ιουλίου 2013 (Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0297).


P7_TC1-COD(2012)0184

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον περιοδικό τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/40/EΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/45/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/383


P7_TA(2014)0195

Έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων (COM(2012)0381 — C7-0187/2012 — 2012/0185(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/49)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0381),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0187/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, από την Άνω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και την η Κάτω Βουλή του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, σύμφωνα με την οποία το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2012 (1),

κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0199/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω (2)·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 44, 15.2.2013, σ. 128.

(2)  Η παρούσα θέση αντικαθιστά τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν στις 2 Ιουλίου 2013 (Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0295).


P7_TC1-COD(2012)0185

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11ης Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/46/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/384


P7_TA(2014)0196

Κατάσταση των οχημάτων επαγγελματικής χρήσεως ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον οδικό τεχνικό έλεγχο της κατάστασης των οχημάτων επαγγελματικής χρήσεως που κυκλοφορούν στην Ένωση και την κατάργηση της οδηγίας 2000/30/ΕΚ (COM(2012)0382 — C7-0188/2012 — 2012/0186(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/50)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0382),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 91 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0188/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από την Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και τη Γερουσία του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει με την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 12ης Δεκεμβρίου 2012 (1),

αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας (A7-0207/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω (2)·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 44 της 15.2.2012, σ. 128.

(2)  Η παρούσα θέση αντικαθιστά τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν στις 2 Ιουλίου 2013 (Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0296).


P7_TC1-COD(2012)0186

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τεχνική οδική επιθεώρηση της καλής τεχνικής κατάστασης των οχημάτων επαγγελματικής χρήσεως που κυκλοφορούν στην Ένωση και την κατάργηση της οδηγίας 2000/30/EΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/47/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/385


P7_TA(2014)0197

Στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003 για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές, όσον αφορά τη συλλογή στοιχείων για εμπορεύματα, επιβάτες και ατυχήματα (COM(2013)0611 — C7-0249/2013 — 2013/0297(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/51)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0611),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 338 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0249/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0002/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


P7_TC1-COD(2013)0297

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003 για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές, όσον αφορά τη συλλογή στοιχείων για εμπορεύματα, επιβάτες και ατυχήματα

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 338 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) θεσπίζει ενιαίο πλαίσιο για την παραγωγή, τη διαβίβαση, την αξιολόγηση και τη διάδοση συγκρίσιμων στατιστικών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές στην Ένωση.

(2)

Οι στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές εμπορευμάτων και επιβατών είναι απαραίτητες για να μπορεί η Επιτροπή να παρακολουθεί και να αναπτύσσει την κοινή πολιτική μεταφορών, καθώς και τα στοιχεία των πολιτικών για τις περιφέρειες και τα διευρωπαϊκά δίκτυα που αφορούν τις μεταφορές.

(3)

Οι στατιστικές σχετικά με την ασφάλεια των σιδηροδρόμων είναι, επίσης, απαραίτητες για να μπορεί η Επιτροπή να προετοιμάζει και να παρακολουθεί τις δράσεις της Ένωσης στον τομέα της ασφάλειας των μεταφορών. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων συλλέγει στοιχεία σχετικά με τα ατυχήματα, στο πλαίσιο του στατιστικού παραρτήματος της οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) όσον αφορά τους κοινούς δείκτες ασφάλειας και τις κοινές μεθόδους υπολογισμού του κόστους ατυχημάτων.

(3α)

Η Eurostat θα πρέπει να συνεργαστεί στενά με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων στη συλλογή στοιχείων για τα σιδηροδρομικά ατυχήματα, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνέπεια και την πλήρη συγκρισιμότητα των συλλεγόμενων στοιχείων. Ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων στον τομέα της σιδηροδρομικής ασφάλειας θα πρέπει να ενισχύεται συνεχώς. [Τροπολογία 1]

(4)

Τα περισσότερα κράτη μέλη που διαβιβάζουν τα στοιχεία για τους επιβάτες στην Επιτροπή (Eurostat) βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003 υπέβαλλαν τακτικά τα ίδια στοιχεία τόσο για τα προσωρινά όσο και για τελικά σύνολα στοιχείων.

(5)

Θα πρέπει να υπάρχει ισορροπία μεταξύ των αναγκών των χρηστών και της επιβάρυνσης αυτών που παρέχουν στοιχεία κατά την παραγωγή ευρωπαϊκών στατιστικών.

(6)

Η Eurostat διενήργησε τεχνική ανάλυση των υφιστάμενων στοιχείων για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές που συλλέγονται σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, καθώς και της πολιτικής διάδοσης, στο πλαίσιο της ομάδας εργασίας και της ομάδας ειδικού έργου σχετικά με τις στατιστικές σιδηροδρομικών μεταφορών, για να απλουστευτούν κατά το δυνατόν περισσότερο οι διάφορες δραστηριότητες που είναι απαραίτητες για την παραγωγή στατιστικών, με παράλληλη διατήρηση της τελικής παραγωγής σύμφωνα με τις σημερινές και τις μελλοντικές ανάγκες των χρηστών.

(7)

Στην έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πείρα που αποκομίστηκε από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003, η Επιτροπή αναφέρει ότι μακροπρόθεσμες εξελίξεις θα οδηγήσουν κατά πάσα πιθανότητα στην κατάργηση ή την απλούστευση των στοιχείων που έχουν ήδη συλλεχθεί δυνάμει του κανονισμού και ότι πρόθεση είναι η μείωση του χρόνου διαβίβασης των στοιχείων για τα ετήσια στοιχεία όσον αφορά τους επιβάτες τρένων. Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να υποβάλλει εκθέσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 2]

(8)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 αναθέτει αρμοδιότητες στην Επιτροπή για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («η Συνθήκη»), απαιτείται να ευθυγραμμιστούν οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή δυνάμει του παρόντος κανονισμού με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης.

(9)

Με σκοπό να ληφθούν υπόψη οι νέες εξελίξεις στα κράτη μέλη και συγχρόνως να διατηρηθεί η εναρμονισμένη συλλογή στοιχείων για τις σιδηροδρομικές μεταφορές σε ολόκληρη την Ένωση, και με σκοπό τη διατήρηση της υψηλής ποιότητας των στοιχείων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή, με σκοπό την προσαρμογή των ορισμών και των κατώτατων ορίων για την υποβολή στοιχείων και το περιεχόμενο των παραρτημάτων και για τον ορισμό των πληροφοριών που θα πρέπει να παρέχονται.

(10)

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων , και να λάβει υπόψη τη θέση του σιδηροδρομικού τομέα . Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και δέουσα διαβίβαση των συναφών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 3]

(11)

Η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μη συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση για τα κράτη μέλη και τους ερωτώμενους.

(12)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 91/2003, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά τον προσδιορισμό των πληροφοριών που θα πρέπει να παρέχονται για τις εκθέσεις σχετικά με την ποιότητα και τη συγκρισιμότητα των αποτελεσμάτων , όπως και σχετικά με τις ρυθμίσεις για τη διάδοση των αποτελεσμάτων από την Επιτροπή (Eurostat) . Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4). Για την έγκριση αυτών των πράξεων θα πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία εξέτασης, λόγω του γενικού χαρακτήρα τους. [Τροπολογία 4]

(13)

Ζητήθηκε η γνώμη της επιτροπής του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος.

(14)

Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1 διαγράφονται τα σημεία 24-30. [Τροπολογία 5]

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 10, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για την προσαρμογή των τεχνικών ορισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και για τη θέσπιση πρόσθετων ορισμών εφόσον χρειαστεί, για να λαμβάνονται υπόψη οι νέες εξελίξεις που απαιτούν να οριστεί κάποιο ορισμένο επίπεδο τεχνικής λεπτομέρειας για να εξασφαλίζεται η εναρμόνιση των στατιστικών.».

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, τα στοιχεία β) και δ) και η) απαλείφονται· [Τροπολογία 6]

αα)

στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ζα)

στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές υποδομές (παράρτημα Ζα)·»· [Τροπολογία 7]

αβ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.     Η Eurostat συνεργάζεται στενά με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων (ΕΟΣ) στη συλλογή στοιχείων που αφορούν ατυχήματα, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις προδιαγραφές των στοιχείων, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι τα στοιχεία που συλλέγονται σχετικά με τα σιδηροδρομικά ατυχήματα από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων βάσει του στατιστικού παραρτήματος στην οδηγία 2009/149/ΕΚ της Επιτροπής (*1) σχετικά με τη σιδηροδρομική ασφάλεια είναι απολύτως συγκρίσιμα με τα στοιχεία ατυχημάτων που συλλέγονται από τη Eurostat για τους άλλους τρόπους μεταφοράς.

(*1)   Οδηγία 2009/149/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 2009 , για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κοινούς δείκτες ασφάλειας και τις κοινές μεθόδους υπολογισμού του κόστους ατυχήματος (ΕΕ L 313 της 28.11.2009, σ. 65).»· [Τροπολογία 8]"

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Βάσει των παραρτημάτων Α και Γ, τα κράτη μέλη αναφέρουν στοιχεία για τις επιχειρήσεις:

α)

των οποίων ο συνολικός όγκος μεταφοράς εμπορευμάτων είναι τουλάχιστον 200 εκατομμύρια τονοχιλιόμετρα ή τουλάχιστον 500 000 τόνους·

β)

των οποίων ο συνολικός όγκος μεταφοράς επιβατών είναι τουλάχιστον 100 εκατομμύρια επιβατοχιλιόμετρα·

γ)

η υποβολή εκθέσεων στα παραρτήματα A και Γ είναι προαιρετική κάτω από αυτά τα όρια.»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Στο παράρτημα ΙΒ, τα κράτη μέλη υποβάλλουν τα συνολικά στοιχεία για επιχειρήσεις κάτω από το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2, εάν τα στοιχεία αυτά δεν αναφέρονται στα παραρτήματα Α και Γ, όπως ορίζεται στο παράρτημα ΙΒ.»·

δ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 10, όσον αφορά την προσαρμογή του περιεχομένου των παραρτημάτων και των κατώτατων ορίων για την υποβολή εκθέσεων, όπως αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 3, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι οικονομικές και τεχνικές εξελίξεις.»· [Τροπολογία 9]

ε)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.   Κατά την άσκηση των εξουσιών της σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δεν επιβάλλουν σημαντικές πρόσθετες επιβαρύνσεις διοικητικού χαρακτήρα στα κράτη μέλη και στους ερωτώμενους.».

3)

Στο άρθρο 5 παράγραφος 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

διοικητικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και των στοιχείων που συλλέγονται από τις κανονιστικές αρχές, ιδίως σιδηροδρομικές εμπορευματικές φορτωτικές, εάν υπάρχουν».

4)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 7

Διάδοση

Οι στατιστικές με βάση τα δεδομένα που καθορίζονται στα παραρτήματα Α, Γ, Ε, ΣΤ, Ζ , Ζα, Η και ΙΒ, διαδίδονται από την Επιτροπή (Eurostat) το αργότερο 12 μήνες μετά το τέλος της περιόδου στην οποία αναφέρονται τα αποτελέσματα .

Οι ρυθμίσεις για τη διάδοση των αποτελεσμάτων εγκρίνονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11 παράγραφος 2. ». [Τροπολογία 10]

4α)

Στο άρθρο 8, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1a.     Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της ποιότητας των διαβιβαζόμενων στοιχείων.». [Τροπολογία 11]

5)

Στο άρθρο 8, προστίθενται οι ακόλουθοι παράγραφοι:

«3.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, στα στοιχεία που πρέπει να διαβιβάζονται εφαρμόζονται τα κριτήρια ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2).

4.   Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, προσδιορίζει τους τρόπους, τη δομή, την περιοδικότητα και τα στοιχεία συγκρισιμότητας για τις τυποποιημένες εκθέσεις ποιότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 11.

(*2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009 , σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).»."

6)

Το άρθρο 9 απαλείφεται. αντικαθίσταται ως εξής :

«Άρθρο 9

Έκθεση

Έως τις …  (*3) και εν συνεχεία ανά τριετία, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την επιτροπή στατιστικού προγράμματος, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ειδικότερα, η έκθεση αυτή:

α)

αξιολογεί τα οφέλη που προκύπτουν για την Ένωση, τα κράτη μέλη και τους παρόχους και χρήστες στατιστικών πληροφοριών, από τις παραγόμενες στατιστικές, σε σχέση με το κόστος τους·

β)

αξιολογεί την ποιότητα των παραγόμενων στατιστικών, ιδίως όσον αφορά τις απώλειες στοιχείων, που προκύπτουν από τη διαγραφή απλουστευμένων εκθέσεων·

γ)

εντοπίζει τομείς στους οποίους θα μπορούσαν να επέλθουν βελτιώσεις και ενδεχόμενες τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες υπό το πρίσμα των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων.». [Τροπολογία 12]

(*3)   Τρία έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. "

7)

Το άρθρο 10 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 10

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και στο άρθρο 4 παράγραφος 5 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για το χρονικό διάστημα περίοδο πέντε ετών από … (*4). Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 13]

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 και στο άρθρο 4 παράγραφος 5 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 2 και του άρθρου 4 παράγραφος 5 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

(*4)  Ημερομηνία έναρξης ισχύος του τροποποιητικού κανονισμού."

8)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 11

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5).

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

9)

Το άρθρο 12 απαλείφεται.

10)

Τα παραρτήματα Β, Δ, Η και Θ απαλείφονται. [Τροπολογία 15]

11)

Το παράρτημα Γ αντικαθίσταται από το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

11α)

Το παράρτημα ΣΤ τροποποιείται ως εξής:

α)

στη στήλη 2, σειρά 1, παράγραφος 1, προστίθεται το εξής:

«—

τονοχιλιόμετρα»·

β)

στη στήλη 2, σειρά 1, παράγραφος 2, προστίθεται το εξής:

«—

επιβατοχιλιόμετρα»· [Τροπολογία 16]

γ)

στη στήλη 2, σειρά 1 προστίθεται το εξής:

«—

μερίδια των εμπορευματικών σιδηροδρομικών μεταφορών με βάση το τονοχιλιόμετρο σύμφωνα με την ακόλουθη κατάταξη ανά απόσταση:

d ≤ 50 km

50 km < d ≤ 150 km

150 km < d ≤ 300 km

300 km < d ≤ 500 km

500 km < d ≤ 750 km

750 km < d ≤ 1000 km

d > 1000 km·»· [Τροπολογία 17]

δ)

στη στήλη 2, η σειρά 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

για “τόνους” και “τονοχιλιόμετρα”: Κάθε έτος»·

για «αριθμό επιβατών» και «επιβατοχιλιόμετρα»: Κάθε πέντε έτη». [Τροπολογία 18]

11β)

Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:

«Παράρτημα Ζα

Δεδομένα σχετικά με τις σιδηροδρομικές υποδομές

1.

Αριθμός χιλιομέτρων σιδηροδρομικών υποδομών, εξοπλισμένων με ERTMS·

2.

Μήκος σε χιλιόμετρα του σιδηροδρομικού δικτύου που διαθέτει συνεχή εξοπλισμό με ERTMS (στο κράτος μέλος)·

3.

Αριθμός των σημείων διασυνοριακών σιδηροδρομικών υποδομών που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά επιβατών με συχνότητα μεγαλύτερη της μιας ώρας, των δύο ωρών και συχνότητα μικρότερη των δύο ωρών·

4.

Αριθμός των σημείων διασυνοριακών σιδηροδρομικών τα οποία έχουν εγκαταλειφθεί όσον αφορά τη μεταφορά επιβατών ή φορτίου ή παροπλισμένων σιδηροδρομικών υποδομών·

5.

Αριθμός σταθμών, χωρίς εμπόδια, που είναι προσβάσιμοι για άτομα με μειωμένη κινητικότητα καθώς και για άτομα με αναπηρία.». [Τροπολογία 23]

11γ)

Το παράρτημα Η τροποποιείται ως εξής:

α)

στη στήλη 2, σειρά 1, προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:

«—

αριθμός συμβάντων (Πίνακας Η2)»·

β)

στη στήλη 2, σειρά 4, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Πίνακας Η2: Αριθμός ατυχημάτων και συμβάντων που σχετίζονται με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων»·

γ)

στη στήλη 2, σειρά 7, πρώτο εδάφιο, η τρίτη περίπτωση αντικαθίσταται ως εξής:

«—

ατυχήματα σε ισόπεδες διαβάσεις καθώς και ατυχήματα που δεν προκαλούνται από σιδηροδρόμους»·

δ)

στη στήλη 2, σειρά 7, δεύτερο εδάφιο, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται ως εξής:

«—

συνολικός αριθμός ατυχημάτων και συμβάντων που σχετίζονται με τουλάχιστον ένα σιδηροδρομικό όχημα που μεταφέρει επικίνδυνα εμπορεύματα, όπως ορίζονται από τον κατάλογο εμπορευμάτων που καλύπτει το παράρτημα Κ»·

ε)

στη στήλη 2, σειρά 7, δεύτερο εδάφιο, η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται ως εξής:

«—

αριθμός τέτοιων ατυχημάτων και συμβάντων στα οποία ελευθερώνονται επικίνδυνα εμπορεύματα». [Τροπολογία 19]

12)

Προστίθεται το παράρτημα ΙΒ, ως έχει στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ενοποιείται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 91/2003 εντός τριών μηνών από τη δημοσίευσή του. [Τροπολογία 21]

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 91/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τις στατιστικές σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές (ΕΕ L 14 της 21.1.2003, σ. 1).

(3)  Οδηγία 2004/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την ασφάλεια των κοινοτικών σιδηροδρόμων, η οποία τροποποιεί την οδηγία 95/18/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις άδειες σε σιδηροδρομικές επιχειρήσεις και την οδηγία 2001/14/ΕΚ σχετικά με την κατανομή της χωρητικότητας των σιδηροδρομικών υποδομών και τις χρεώσεις για τη χρήση σιδηροδρομικής υποδομής καθώς και με την πιστοποίηση ασφάλειας (oδηγία για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) (ΕΕ L 164 της 30.4.2004, σ. 44).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ

ΕΤΗΣΙΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤIΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΕΠΙΒΑΤΩΝ — ΥΠΟΒΟΛΗ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ

Κατάλογος μεταβλητών και μονάδων μέτρησης

Μεταφερόμενοι επιβάτες κατά:

αριθμό επιβατών

επιβατοχιλιόμετρα

Μετακινήσεις επιβατικών τρένων σε:

συρμοχιλιόμετρα

Μηχανές εξοπλισμένες με ERTMS σε:

αριθμό [Τροπολογία 22]

Περίοδος αναφοράς

Έτος

Συχνότητα

Κάθε έτος

Κατάλογος πινάκων με την κατανομή για κάθε πίνακα

Πίνακας Γ3: μεταφερόμενοι επιβάτες, κατά είδος μεταφοράς

Πίνακας Γ4: διεθνείς μεταφερόμενοι επιβάτες, ανά χώρα επιβίβασης και ανά χώρα αποβίβασης

Πίνακας Γ5: μετακινήσεις επιβατικών τρένων

Προθεσμία για τη διαβίβαση στοιχείων

Οκτώ μήνες μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς.

Πρώτη περίοδος αναφοράς

2012

Σημειώσεις

1.

Το είδος μεταφοράς κατανέμεται ως εξής:

εθνικό

διεθνές

2.

Για τους πίνακες Γ3 και Γ4, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών από τις πωλήσεις εισιτηρίων εκτός του δηλούντος κράτους. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να λαμβάνονται είτε απευθείας από τις εθνικές αρχές άλλων χωρών ή μέσω διεθνών ρυθμίσεων για την αποζημίωση των εισιτηρίων.»

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΒ

Πίνακας ΙΒ.1

ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Κατάλογος μεταβλητών και μονάδων μέτρησης

Μεταφερόμενα εμπορεύματα κατά:

σύνολο τόνων

σύνολο τονοχιλιομέτρων

Μετακινήσεις εμπορικών τρένων σε:

σύνολο συρμοχιλιομέτρων

Περίοδος αναφοράς

Ένα έτος

Συχνότητα

Κάθε έτος

Προθεσμία για τη διαβίβαση στοιχείων

Πέντε μήνες μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς.

Πρώτη περίοδος αναφοράς

201X

Σημειώσεις

Μόνο για επιχειρήσεις με συνολικό όγκο μεταφοράς εμπορευμάτων λιγότερο από 200 εκατομμύρια τονοχιλιόμετρα και λιγότερο από 500 000 τόνους που δεν υποβάλλουν έκθεση στο πλαίσιο του παραρτήματος A (υποβολή αναλυτικών εκθέσεων)


Πίνακας IΒ.2

ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΕΠΙΒΑΤΩΝ

Κατάλογος μεταβλητών και μονάδων μέτρησης

Μεταφερόμενοι επιβάτες κατά:

σύνολο επιβατών

σύνολο επιβατοχιλιομέτρων

Μετακινήσεις επιβατικών τρένων σε:

σύνολο συρμοχιλιομέτρων

Περίοδος αναφοράς

Ένα έτος

Συχνότητα

Κάθε έτος

Προθεσμία για τη διαβίβαση στοιχείων

Οκτώ μήνες μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς

Πρώτη περίοδος αναφοράς

201X

Σημειώσεις

Μόνο για επιχειρήσεις με συνολικό όγκο μεταφοράς επιβατών λιγότερο από 100 εκατομμύρια επιβατοχιλιόμετρα που δεν υποβάλλουν έκθεση στο πλαίσιο του παραρτήματος Γ (υποβολή αναλυτικών εκθέσεων)»


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/395


P7_TA(2014)0198

Ηλεκτρονική τιμολόγηση στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ηλεκτρονική τιμολόγηση στο πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων (COM(2013)0449 — C7-0208/2013 — 2013/0213(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/52)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0449),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0208/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 28ης Νοεμβρίου 2013 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 24ης Ιανουαρίου 2014 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0004/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 79 της 6.3.2014, σ. 67.

(2)  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα.


P7_TC1-COD(2013)0213

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11ης Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την έκδοση ηλεκτρονικών τιμολογίων στο πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/55/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/396


P7_TA(2014)0199

Έρευνες για τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και την έρευνα για τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1166/2008 σχετικά με τις έρευνες για τη διάρθρωση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και την έρευνα για τις μεθόδους γεωργικής παραγωγής, όσον αφορά το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2018 (COM(2013)0757 — C7-0390/2013 — 2013/0367(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/53)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0757),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 338 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0390/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A7-0111/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


P7_TC1-COD(2013)0367

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1166/2008 όσον αφορά το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2018

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 378/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/397


P7_TA(2014)0200

Εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό του καθεστώτος συναλλαγών που εφαρμόζεται σε ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων (COM(2013)0106 — C7-0048/2013 — 2013/0063(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/54)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0106),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2, το άρθρο 43 παράγραφος 2 και το άρθρο 207 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0048/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 10ης Ιουλίου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 4ης Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0260/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 90.


P7_TC1-COD(2013)0063

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 11 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον καθορισμό του καθεστώτος συναλλαγών που εφαρμόζεται σε ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1216/2009 και (ΕΚ) αριθ. 614/2009

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 510/2014.)


Παράρτημα στο νομοθετικό ψήφισμα

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υπενθυμίζει τη δέσμευση που ανέλαβε στην παράγραφο 15 της συμφωνίας πλαίσιο για τις σχέσεις Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής να παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πλήρη ενημέρωση και τεκμηρίωση για τις συναντήσεις που πραγματοποιεί με εθνικούς εμπειρογνώμονες στο πλαίσιο των εργασιών της για την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.


Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/399


P7_TA(2014)0212

Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων) (COM(2012)0011 — C7-0025/2012 — 2012/0011(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/55)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2, το άρθρο 16 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0025/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από τη Βουλή των Αντιπροσώπων του Βασιλείου του Βελγίου, το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, τη Γερουσία της Γαλλικής Δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο της Ιταλικής Δημοκρατίας και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 23 Μαΐου 2012 (1),

αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, που εκδόθηκε στις 7 Μαρτίου 2012 (2),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 1ης Οκτωβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, καθώς και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0402/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 229 της 31.7.2012, σ. 90.

(2)  ΕΕ C 192 της 30.6.2012, σ. 7.


P7_TC1-COD(2012)0011

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι θεμελιώδες δικαίωμα. Το άρθρο 8 παράγραφος 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») και το άρθρο 16 παράγραφος 1 της Συνθήκης ορίζουν ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.

(2)

Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προορίζεται να εξυπηρετεί τον άνθρωπο. Οι αρχές και οι κανόνες για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν θα πρέπει, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής των φυσικών προσώπων, να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες τους, και συγκεκριμένα το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν. Η επεξεργασία θα πρέπει να συμβάλει στην επίτευξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και οικονομικής ένωσης, στην οικονομική και κοινωνική πρόοδο, στην ενίσχυση και στη σύγκλιση των οικονομιών στην εσωτερική αγορά και στην ευημερία των φυσικών προσώπων.

(3)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) επιδιώκει την εναρμόνιση της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων όσον αφορά τις δραστηριότητες επεξεργασίας και τη διασφάλιση της ελεύθερης ροής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών μελών.

(4)

Η οικονομική και κοινωνική ολοκλήρωση, η οποία προέκυψε από τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, έχει ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση των διασυνοριακών ροών. Η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ οικονομικών και κοινωνικών, δημόσιων και ιδιωτικών, παραγόντων σε ολόκληρη την Ένωση αυξήθηκε. Οι εθνικές αρχές των κρατών μελών καλούνται από το δίκαιο της Ένωσης να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προκειμένου να μπορούν να εκτελούν τις υποχρεώσεις τους ή να ασκούν καθήκοντα για λογαριασμό αρχής άλλου κράτους μέλους.

(5)

Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και η παγκοσμιοποίηση δημιούργησαν νέες προκλήσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η κλίμακα της ανταλλαγής και της συλλογής δεδομένων αυξήθηκε εντυπωσιακά. Η τεχνολογία επιτρέπει τόσο σε ιδιωτικές επιχειρήσεις όσο και σε δημόσιες αρχές να κάνουν χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε πρωτόγνωρη κλίμακα για την επιδίωξη των δραστηριοτήτων τους. Τα φυσικά πρόσωπα καθιστούν ολοένα και περισσότερο δημόσια διαθέσιμες προσωπικές πληροφορίες παγκοσμίως. Η τεχνολογία έχει αλλάξει τόσο την οικονομία όσο και την κοινωνική ζωή και απαιτεί την περαιτέρω διευκόλυνση της ελεύθερης ροής δεδομένων εντός της Ένωσης και της διαβίβασης σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, διασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(6)

Οι εξελίξεις αυτές απαιτούν την οικοδόμηση ενός ισχυρού και πιο συνεκτικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων στην Ένωση, υποστηριζόμενου από αυστηρή εφαρμογή της νομοθεσίας, δεδομένης της σημασίας να δημιουργηθεί η αναγκαία εμπιστοσύνη που θα επιτρέψει στην ψηφιακή οικονομία να αναπτυχθεί στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς. Τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να έχουν τον έλεγχο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, ενώ θα πρέπει να ενισχυθούν η ασφάλεια δικαίου και η πρακτική ασφάλεια για τα φυσικά πρόσωπα, τους οικονομικούς παράγοντες και τις δημόσιες αρχές.

(7)

Ενώ οι στόχοι και οι αρχές της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν έγκυροι, η οδηγία δεν κατάφερε να αποτρέψει τον κατακερματισμό στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται η προστασία των δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση, την ανασφάλεια δικαίου και τη διαδεδομένη στο κοινό αντίληψη ότι υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι για την προστασία των φυσικών προσώπων, οι οποίοι συνδέονται ειδικότερα με την επιγραμμική δραστηριότητα. Αν το επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων -και ειδικότερα του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα — που αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι διαφορετικό, αυτό ενδέχεται να εμποδίζει την ελεύθερη ροή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση. Επομένως, οι διαφορές αυτές μπορεί να συνιστούν εμπόδιο για την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων στο επίπεδο της Ένωσης, να στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό και να εμποδίζουν τις αρχές στην εκτέλεση των υποχρεώσεών τους, όπως αυτές απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης. Αυτή η διαφορά ως προς τα επίπεδα προστασίας οφείλεται στην ύπαρξη αποκλίσεων κατά την εκτέλεση και εφαρμογή της οδηγίας 95/46/ΕΚ.

(8)

Για τη διασφάλιση συνεκτικής και υψηλού επιπέδου προστασίας των φυσικών προσώπων και την άρση των εμποδίων στις ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο σε όλα τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να διασφαλίζεται συνεκτική και ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση.

(9)

Η ουσιαστική προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση απαιτεί την ενίσχυση και τη λεπτομερή περιγραφή των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, καθώς και των υποχρεώσεων εκείνων που επεξεργάζονται και καθορίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά επίσης αντίστοιχες εξουσίες παρακολούθησης και διασφάλισης της συμμόρφωσης προς τους κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και αντίστοιχες κυρώσεις για τους παραβάτες στα κράτη μέλη.

(10)

Το άρθρο 16 παράγραφος 2 της Συνθήκης αναθέτει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο να θεσπίσουν τους κανόνες σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τους κανόνες σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών.

(11)

Για τη διασφάλιση συνεκτικού επιπέδου προστασίας για τα φυσικά πρόσωπα σε ολόκληρη την Ένωση και την αποφυγή αποκλίσεων που εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων στην εσωτερική αγορά, απαιτείται κανονισμός ο οποίος θα κατοχυρώνει την ασφάλεια δικαίου και τη διαφάνεια για τους οικονομικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, και θα προβλέπει το ίδιο επίπεδο δικαστικά απαιτητών δικαιωμάτων για τα φυσικά πρόσωπα σε όλα τα κράτη μέλη και το ίδιο επίπεδο υποχρεώσεων και ευθυνών για τους υπευθύνους επεξεργασίας και τους εκτελούντες την επεξεργασία, ώστε να διασφαλίζεται συνεκτική παρακολούθηση της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και ισοδύναμες κυρώσεις σε όλα τα κράτη μέλη και αποτελεσματική συνεργασία των αρχών ελέγχου των διάφορων κρατών μελών. Για να ληφθεί υπόψη η ειδική κατάσταση των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων, ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει διάφορες παρεκκλίσεις. Επιπλέον, τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης, τα κράτη μέλη και οι αρχές ελέγχου των κρατών μελών παροτρύνονται να λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές ανάγκες των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έννοια των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων θα πρέπει να βασίζεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (5).

(12)

Η προστασία που παρέχει ο παρών κανονισμός αφορά τα φυσικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως ιθαγένειας ή τόπου διαμονής, σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων που αφορούν νομικά πρόσωπα, και ιδίως επιχειρήσεις συσταθείσες ως νομικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένης της επωνυμίας, του τύπου και των στοιχείων επικοινωνίας του νομικού προσώπου, η παρεχόμενη από τον παρόντα κανονισμό προστασία δεν θα πρέπει να τυγχάνει επίκλησης. Αυτό θα πρέπει να ισχύει επίσης όταν η επωνυμία του νομικού προσώπου περιέχει τα ονόματα ενός ή περισσότερων φυσικών προσώπων.

(13)

Η προστασία των φυσικών προσώπων θα πρέπει να είναι τεχνολογικά ουδέτερη και να μην εξαρτάται από τις χρησιμοποιούμενες τεχνικές διότι, διαφορετικά, δημιουργείται σοβαρός κίνδυνος καταστρατήγησης. Η προστασία των φυσικών προσώπων θα πρέπει να εφαρμόζεται τόσο στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με αυτοματοποιημένα μέσα όσο και στη χειροκίνητη επεξεργασία, εάν τα δεδομένα περιέχονται ή προορίζονται να περιληφθούν σε αρχείο. Τα αρχεία ή τα σύνολα αρχείων καθώς και οι συνοδευτικές σελίδες τους, τα οποία δεν είναι διαρθρωμένα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια, δεν θα πρέπει να υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(14)

Ο παρών κανονισμός δεν εξετάζει ζητήματα προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών ή την ελεύθερη ροή δεδομένων που σχετίζονται με δραστηριότητες που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης και δεν καλύπτει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, που υπάγονται στον κανονισμό . Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (6) , ούτε την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση δραστηριοτήτων σε σχέση με την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας της Ένωσης. θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τον παρόντα κανονισμό και να εφαρμόζεται σύμφωνα με αυτόν. [Τροπολογία 1]

(15)

Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από φυσικό πρόσωπο, τα οποία δεδομένα είναι αποκλειστικά προσωπικά ή, οικιακά ή έχουν σχέση με την οικογένεια , όπως η αλληλογραφία και η τήρηση διευθύνσεων ή μια ιδιωτική πώληση , και χωρίς κανένα κερδοσκοπικό συμφέρον και, επομένως, χωρίς καμία σύνδεση με επαγγελματική ή εμπορική δραστηριότητα. Η εξαίρεση δεν Ωστόσο, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται ούτε σε υπευθύνους επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία οι οποίοι παρέχουν τα μέσα για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τέτοιες προσωπικές ή οικιακές δραστηριότητες. [Τροπολογία 2]

(16)

Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, αποτελεί αντικείμενο συγκεκριμένης νομικής πράξης σε επίπεδο Ένωσης. Επομένως, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε δραστηριότητες επεξεργασίας για τους σκοπούς αυτούς. Ωστόσο, τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία από δημόσιες αρχές βάσει του παρόντος κανονισμού, όταν χρησιμοποιούνται για τον σκοπό της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, θα πρέπει να ρυθμίζονται από την ειδικότερη νομική πράξη σε επίπεδο Ένωσης (οδηγία 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών).

(17)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της οδηγίας 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), και ιδίως των κανόνων για τη ευθύνη των μεσαζόντων παροχής υπηρεσιών που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 15 της εν λόγω οδηγίας.

(18)

Ο παρών κανονισμός επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχή της πρόσβασης του κοινού στα επίσημα έγγραφα κατά την εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται σε έγγραφα τα οποία βρίσκονται στην κατοχή δημόσιας αρχής ή δημόσιου φορέα μπορούν να γνωστοποιούνται από την εν λόγω αρχή ή φορέα σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της Ένωσης ή του κράτους μέλους σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε επίσημα έγγραφα, οι οποίες ευθυγραμμίζουν το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων με το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού σε επίσημα έγγραφα και εξισορροπούνται με δίκαιο τρόπο τα ποικίλα εμπλεκόμενα συμφέροντα. [Τροπολογία 3]

(19)

Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων ενός υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση εντός μιας εγκατάστασης θα πρέπει να διεξάγεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ανεξάρτητα από το κατά πόσον η ίδια η επεξεργασία πραγματοποιείται εντός ή εκτός της Ένωσης. Η εγκατάσταση προϋποθέτει την ουσιαστική και πραγματική άσκηση δραστηριότητας μέσω σταθερής ρύθμισης. Ο νομικός τύπος της ρύθμισης αυτής, είτε πρόκειται για παράρτημα είτε για θυγατρική με νομική προσωπικότητα, δεν είναι καθοριστικής σημασίας σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα.

(20)

Για τη διασφάλιση του ότι τα φυσικά πρόσωπα δεν στερούνται την προστασία που δικαιούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα τα οποία διαμένουν στην Ένωση από υπεύθυνο επεξεργασίας μη εγκαταστημένο στην Ένωση θα πρέπει να υπάγεται στον παρόντα κανονισμό, εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας σχετίζονται με την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών , ανεξαρτήτως του εάν παρέχονται επί πληρωμή ή δωρεάν, στα εν λόγω πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή με την παρακολούθηση της συμπεριφοράς των εν λόγω προσώπων. Για να κριθεί εάν ένας τέτοιος υπεύθυνος επεξεργασίας προσφέρει αγαθά ή υπηρεσίες σε αυτού του τύπου πρόσωπα στην Ένωση, θα πρέπει να εξακριβωθεί αν ο υπεύθυνος επεξεργασίας προδήλως αποσκοπεί να παράσχει υπηρεσίες σε πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη της Ένωσης. [Τροπολογία 4]

(21)

Για τον καθορισμό του κατά πόσον μια διαδικασία επεξεργασίας μπορεί να θεωρηθεί ότι «παρακολουθεί τη συμπεριφορά»πρόσωπου στο οποίο τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, θα πρέπει να εξακριβωθεί το κατά πόσον τα φυσικά πρόσωπα παρακολουθούνται στο Διαδίκτυο ανεξάρτητα από την προέλευση των δεδομένων, ή εάν συλλέγονται άλλα δεδομένα για τα πρόσωπα αυτά, συμπεριλαμβανομένων δεδομένων από δημόσια μητρώα και δημόσιες αναγγελίες εντός Ένωσης, τα οποία είναι προσβάσιμα και εκτός Ένωσης, με σκοπό, μεταξύ άλλων, τη χρήση τους ή ενδεχόμενη μεταγενέστερη χρήση τους με τεχνικές επεξεργασίας δεδομένων οι οποίες συνίστανται στη διαμόρφωση του «προφίλ»ενός φυσικού προσώπου, ιδίως με σκοπό να ληφθούν αποφάσεις που το αφορούν ή να αναλυθούν ή να προβλεφθούν οι προσωπικές προτιμήσεις, οι συμπεριφορές και οι στάσεις του. [Τροπολογία 5]

(22)

Εάν το εθνικό δίκαιο ενός κράτους μέλους εφαρμόζεται δυνάμει του δημόσιου διεθνούς δικαίου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται επίσης και σε υπεύθυνο επεξεργασίας μη εγκαταστημένο στην Ένωση, όπως, για παράδειγμα, στη διπλωματική αποστολή ή στην προξενική αρχή ενός κράτους μέλους.

(23)

Οι αρχές της προστασίας δεδομένων θα πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε πληροφορία η οποία αφορά φυσικό πρόσωπο κατονομαζόμενο το οποίο κατονομάζεται ή του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί. Για τον καθορισμό του κατά πόσον η ταυτότητα ενός προσώπου μπορεί να εξακριβωθεί, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα μέσα τα οποία είναι εύλογα πιθανό να χρησιμοποιηθούν είτε από τον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για την άμεση ή έμμεση εξακρίβωση της ταυτότητας του φυσικού προσώπου. ή τον εντοπισμού του ατόμου. Για να διαπιστωθεί κατά πόσον κάποια μέσα κρίνεται ευλόγως πιθανό να χρησιμοποιηθούν για εξακρίβωση της ταυτότητας του ατόμου, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι αντικειμενικοί παράγοντες, όπως τα έξοδα και η διάρκεια του χρόνου που απαιτούνται για την ταυτοποίηση, και να λαμβάνεται υπόψη τόσο η τεχνολογία που είναι διαθέσιμη κατά το χρόνο της επεξεργασίας όσο και η τεχνολογική εξέλιξη. Ως εκ τούτου, οι αρχές της προστασίας των δεδομένων δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε ανώνυμα δεδομένα που ανωνυμοποιήθηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να μην μπορεί πλέον να εξακριβωθεί , τα οποία συνιστούν πληροφορίες που δεν αφορούν φυσικό πρόσωπο κατονομαζόμενο ή του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί . Για το λόγο αυτό, ο παρών κανονισμός δεν αφορά την επεξεργασία τέτοιων ανώνυμωνδεδομένων, ούτε για στατιστικούς και για ερευνητικούς σκοπούς . [Τροπολογία 6]

(24)

Όταν χρησιμοποιούν επιγραμμικές υπηρεσίες, τα φυσικά πρόσωπα μπορεί να συνδέονται με επιγραμμικά Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε επεξεργασίες που αφορούν αναγνωριστικά ταυτότητας, τα οποία παρέχονται από τις συσκευές, τις εφαρμογές, τα εργαλεία και τα πρωτόκολλά τους, όπως διευθύνσεις πρωτοκόλλου Ίντερνετ ή αναγνωριστικά cookies και ετικέτες αναγνώρισης μέσω ραδιοσυχνοτήτων, εκτός εάν τα εν λόγω αναγνωριστικά ταυτότητας δεν αφορούν φυσικό πρόσωπο κατονομαζόμενο ή του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί . Αυτά μπορεί να αφήνουν ίχνη τα οποία, σε συνδυασμό με μοναδικά αναγνωριστικά ταυτότητας και άλλες πληροφορίες που λαμβάνουν οι εξυπηρετητές, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία προφίλ των φυσικών προσώπων και την αναγνώριση της ταυτότητάς τους. Επομένως, αναγνωριστικοί αριθμοί, δεδομένα θέσης, επιγραμμικά αναγνωριστικά ταυτότητας ή άλλοι ειδικοί τέτοιοι παράγοντες δεν είναι υποχρεωτικό να θεωρούνται σε κάθε περίπτωση δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 47]

(25)

Η συγκατάθεση θα πρέπει να παρέχεται ρητώς με κάθε προσήκουσα μέθοδο η οποία παρέχει ελεύθερη, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει δήλωση της βούλησης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, μέσω δήλωσης ή σαφούς θετικής ενέργειας από το συγκεκριμένο πρόσωπο ως αποτέλεσμα της επιλογής του συγκεκριμένου προσώπο , διασφαλίζοντας ότι τα φυσικά πρόσωπα γνωρίζουν ότι παρέχουν τη συγκατάθεσή τους στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων σημειώνοντας ένα πλαίσιο . Η σαφής θετική αυτή ενέργεια είναι δυνατόν να περιλαμβάνει τη συμπλήρωση ενός τετραγωνιδίου όταν επισκέπτονται έναν δικτυακό τόπο ή με κάθε άλλη δήλωση ή συμπεριφορά η οποία υποδεικνύει σαφώς στο πλαίσιο αυτό την αποδοχή από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα της προτεινόμενης επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Επομένως, η σιωπή , η απλή χρήση μιας υπηρεσίας ή η παράλειψη ενέργειας δε θα πρέπει να συνιστά συνιστούν συγκατάθεση. Η συγκατάθεση θα πρέπει να καλύπτει το σύνολο των δραστηριοτήτων επεξεργασίας που διενεργείται για τον ίδιο ή τους ίδιους σκοπούς. Εάν η συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα πρόκειται να δοθεί σε συνέχεια ηλεκτρονικού αιτήματος, το αίτημα πρέπει να είναι σαφές, περιεκτικό και να μην διαταράσσει αδικαιολόγητα τη χρήση της υπηρεσίας για την οποία παρέχεται η συγκατάθεση. [Τροπολογία 8]

(26)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία θα πρέπει να περιλαμβάνουν ειδικότερα όλα τα δεδομένα που αφορούν την κατάσταση της υγείας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· πληροφορίες σχετικά με την εγγραφή του φυσικού προσώπου για την παροχή υπηρεσιών υγείας· πληροφορίες σχετικά με πληρωμές ή με την επιλεξιμότητα του συγκεκριμένου φυσικού προσώπου για υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης· έναν αριθμό, ένα σύμβολο ή ένα χαρακτηριστικό ταυτότητας το οποίο αποδίδεται σε ένα φυσικό πρόσωπο με σκοπό την πλήρη ταυτοποίησή του για σκοπούς υγείας· κάθε σχετική με το φυσικό πρόσωπο πληροφορία που συλλέχθηκε κατά την παροχή υγειονομικής περίθαλψης στο εν λόγω πρόσωπο· πληροφορίες οι οποίες προκύπτουν από εξετάσεις ή αναλύσεις σε μέρος ή ουσία του σώματος, συμπεριλαμβανομένων βιολογικών δειγμάτων· την ταυτοποίηση ενός προσώπου ως παρόχου υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης στο φυσικό πρόσωπο· ή κάθε πληροφορία π.χ. σχετικά με ασθένεια, αναπηρία, κίνδυνο ασθένειας, ιατρικό ιστορικό, κλινική θεραπεία ή την πραγματική φυσιολογική ή βιοϊατρική κατάσταση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ανεξαρτήτως πηγής, όπως π.χ. από ιατρό ή άλλο επαγγελματία του τομέα της υγείας, νοσοκομείο, ιατρική συσκευή ή διαγνωστική δοκιμή in vitro.

(27)

Η κύρια εγκατάσταση ενός υπευθύνου επεξεργασίας στην Ένωση θα πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, και θα πρέπει να σημαίνει την ουσιαστική και πραγματική άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης οι οποίες καθορίζουν τις κύριες αποφάσεις ως προς τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα της επεξεργασίας μέσω σταθερής ρύθμισης. Το κριτήριο αυτό δεν θα πρέπει να εξαρτάται από το κατά πόσον η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται πράγματι στον συγκεκριμένο τόπο· η ύπαρξη και η χρήση τεχνικών μέσων και τεχνολογιών για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεν αποτελούν αφ’ εαυτές τέτοια κύρια εγκατάσταση και, επομένως, δεν είναι καθοριστικά κριτήρια της κύριας εγκατάστασης. Η κύρια εγκατάσταση του εκτελούντος την επεξεργασία θαπρέπει να είναι ο τόπος της κεντρικής διοίκησής του στην Ένωση.

(28)

Ο όμιλος επιχειρήσεων θα πρέπει να καλύπτει την ελέγχουσα επιχείρηση και τις ελεγχόμενες επιχειρήσεις της, όπου η ελέγχουσα επιχείρηση θα πρέπει να είναι η επιχείρηση η οποία μπορεί να ασκεί κυρίαρχη επιρροή στις άλλες επιχειρήσεις δυνάμει, για παράδειγμα, κυριότητας, οικονομικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν ή της εξουσίας εφαρμογής κανόνων προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(29)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα παιδιών απαιτούν ειδική προστασία, καθώς τα παιδιά μπορεί να έχουν μικρότερη επίγνωση των κινδύνων, των συνεπειών, των εγγυήσεων και των δικαιωμάτων τους σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για τον καθορισμό του πότε ένα φυσικό πρόσωπο είναι παιδί, ο παρών κανονισμός πρέπει να υιοθετήσει τον ορισμό που προβλέπεται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού. Εάν η επεξεργασία δεδομένων βασίζεται στη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σε σχέση με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών απευθείας σε παιδί, η συγκατάθεση θα πρέπει να παρέχεται ή εγκρίνεται από τον γονέα του παιδιού ή τον νόμιμο αντιπρόσωπό του εφόσον πρόκειται για παιδί ηλικίας κάτω των 13 ετών. Όταν οι αποδέκτες είναι παιδιά, θα πρέπει να χρησιμοποιείται γλώσσα κατάλληλη για την ηλικία τους. Άλλοι λόγοι νόμιμης επεξεργασίας, όπως λόγοι που αφορούν το δημόσιο συμφέρον θα πρέπει να συνεχίσουν να ισχύουν, όπως η επεξεργασία σε συνάρτηση με υπηρεσίες πρόληψης ή παροχής συμβουλών που προσφέρονται άμεσα σε ένα παιδί. [Τροπολογία 9]

(30)

Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να είναι σύννομη, θεμιτή και διαφανής σε σχέση με τα φυσικά πρόσωπα τα οποία αφορά. Ειδικότερα, οι συγκεκριμένοι σκοποί για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία θα πρέπει να είναι σαφείς και νόμιμοι και να καθορίζονται κατά τον χρόνο συλλογής των δεδομένων. Τα δεδομένα θα πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή και να περιορίζονται στα ελάχιστα αναγκαία για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία· αυτό απαιτεί ειδικότερα να διασφαλίζεται ότι τα δεδομένα που συλλέγονται δεν είναι υπερβολικά και ότι το διάστημα αποθήκευσης των δεδομένων περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατόν. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εάν ο σκοπός της επεξεργασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα μέσα. Θα πρέπει να λαμβάνεται κάθε εύλογο μέτρο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν είναι ορθά διορθώνονται ή διαγράφονται. Για τη διασφάλιση του ότι τα δεδομένα δεν διατηρούνται περισσότερο από όσο είναι αναγκαίο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να ορίζει προθεσμίες για τη διαγραφή τους ή για την περιοδική επανεξέτασή τους.

(31)

Για να είναι η επεξεργασία σύννομη, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία βάσει της συγκατάθεσης του ενδιαφερόμενου προσώπου ή κάποιας άλλης θεμιτής βάσης, η οποία προβλέπεται διά νόμου είτε στον παρόντα κανονισμό είτε σε άλλη νομοθεσία της Ένωσης ή κράτους μέλους η οποία αναφέρεται στον παρόντα κανονισμό. Σε περίπτωση που ένα παιδί ή ένας ενήλικας δεν διαθέτει δικαιοπρακτική ικανότητα, η σχετική ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία θα πρέπει να καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους η συγκατάθεση παρέχεται ή εγκρίνεται από το πρόσωπο αυτό. [Τροπολογία 10]

(32)

Όταν η επεξεργασία βασίζεται στη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να φέρει το βάρος απόδειξης ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τη συγκατάθεσή του στην πράξη επεξεργασίας. Ειδικότερα, στο πλαίσιο έγγραφης δήλωσης για άλλο θέμα, εγγυήσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα γνωρίζει ότι και σε ποιο βαθμό παρέχει τη συγκατάθεσή του. Για λόγους συμμόρφωσης με την αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων, το βάρος απόδειξης δεν θα πρέπει να νοείται ως απαίτηση θετικής ταυτοποίησης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εκτός εάν η ταυτοποίηση είναι απαραίτητη. Όπως και οι διατάξεις του αστικού δικαίου (π.χ. οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου  (8) ), οι πολιτικές για την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο σαφείς και διαφανείς. Δεν θα πρέπει να περιέχουν κρυμμένες ή επιζήμιες ρήτρες. Η συγκατάθεση δεν μπορεί να παρέχεται για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων. [Τροπολογία 11]

(33)

Για τη διασφάλιση της ελεύθερης συγκατάθεσης, θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι η συγκατάθεση δεν συνιστά έγκυρο νομικό λόγο όταν το φυσικό πρόσωπο δεν έχει γνήσια και ελεύθερη επιλογή και δεν είναι ακολούθως σε θέση να αρνηθεί ή να αποσύρει τη συγκατάθεση χωρίς αυτό να αποβεί εις βάρος του. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι δημόσια αρχή η οποία μπορεί να επιβάλει μια υποχρέωση δυνάμει των σχετικών κυριαρχικών εξουσιών της και η συγκατάθεση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέχεται ελεύθερα. Η χρήση προκαθορισμένων επιλογών τις οποίες το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα καλείται να τροποποιήσει για να δηλώσει την αντίθεσή του στην επεξεργασία, όπως είναι τα προσυμπληρωμένα τετραγωνίδια, δεν εκφράζει ελεύθερη συγκατάθεση. Η συγκατάθεση για την επεξεργασία πρόσθετων προσωπικών δεδομένων που δεν είναι αναγκαία για την παροχή μιας υπηρεσίας δεν θα πρέπει να απαιτείται για τη χρήση της υπηρεσίας. Σε περίπτωση ανάκλησης της συγκατάθεσης, αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον τερματισμό ή τη μη παροχή μιας υπηρεσίας που εξαρτάται από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Όταν δεν είναι σαφές εάν ο επιδιωκόμενος σκοπός συνεχίζει να υφίσταται, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να ενημερώνει τακτικά το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με την επεξεργασία και να ζητεί εκ νέου επιβεβαίωση της συγκατάθεσής του. [Τροπολογία 12]

(34)

Η συγκατάθεση δεν πρέπει να παρέχει έγκυρο νομικό λόγο για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν υπάρχει σαφής ανισορροπία μεταξύ του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του υπευθύνου επεξεργασίας. Αυτό ισχύει ιδίως εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα τελεί σε σχέση εξάρτησης από τον υπεύθυνο επεξεργασία, μεταξύ άλλων, εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία από τον εργοδότη στο πλαίσιο της εργασιακής τους σχέσης. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι δημόσια αρχή, ανισορροπία στις συγκεκριμένες πράξεις επεξεργασίας δεδομένων υπάρχει μόνον εάν η δημόσια αρχή μπορεί να επιβάλει μια υποχρέωση δυνάμει των σχετικών δημόσιων εξουσιών της και η συγκατάθεση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέχεται ελεύθερα, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 13]

(35)

Η επεξεργασία θα πρέπει επίσης να είναι σύννομη εφόσον είναι αναγκαία στο πλαίσιο σύμβασης ή πρόθεσης σύναψης σύμβασης.

(36)

Εάν η επεξεργασία διενεργείται για σκοπούς συμμόρφωσης προς νομική υποχρέωση την οποία υπέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή εάν η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση καθήκοντος που ασκείται για το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας, η νομική βάση της επεξεργασίας θα πρέπει να ερείδεται στο δίκαιο της Ένωσης ή στο δίκαιο κράτους μέλους, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις του Χάρτη σχετικά με οιονδήποτε περιορισμό των δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσης συλλογικές συμφωνίες των οποίων η γενική ισχύς μπορεί να αναγνωρίζεται από το εθνικό δίκαιο. Επίσης, το δίκαιο της Ένωσης ή το εθνικό δίκαιο καθορίζουν κατά πόσον ο υπεύθυνος επεξεργασίας ο οποίος εκτελεί καθήκον που ασκείται για το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας θα πρέπει να είναι δημόσια διοίκηση ή άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο του δημοσίου δικαίου ή του ιδιωτικού δικαίου, όπως επαγγελματική οργάνωση. [Τροπολογία 14]

(37)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει επίσης να θεωρείται σύννομη όταν είναι απαραίτητη για την προστασία ζωτικού συμφέροντος για τη ζωή του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

(38)

Τα έννομα συμφέροντα του υπευθύνου επεξεργασίας , ή, σε περίπτωση κοινοποίησης των δεδομένων, τρίτων στους οποίους διαβιβάζονται αυτά, μπορεί να παρέχουν τη νομική βάση για την επεξεργασία, υπό τον όρο ότι ανταποκρίνονται στις θεμιτές προσδοκίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει της σχέσης του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας και ότι δεν υπερισχύουν τα συμφέροντα ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Κάτι τέτοιο απαιτεί προσεκτική αξιολόγηση ιδίως εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα είναι παιδί, δεδομένου ότι τα παιδιά χρήζουν ειδικής προστασίας. Υπό τον όρο ότι δεν υπερισχύουν τα συμφέροντα ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η επεξεργασία που περιορίζεται σε ψευδώνυμα δεδομένα θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι ανταποκρίνεται στις θεμιτές προσδοκίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει της σχέσης του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αντιταχθεί στην επεξεργασία για λόγους που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη κατάστασή του και χωρίς οικονομική επιβάρυνση. Για τη διασφάλιση της διαφάνειας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να υποχρεούται να ενημερώνει ρητώς το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για τα έννομα συμφέροντα που επιδιώκονται και για το δικαίωμα αντίταξης, καθώς και να υποχρεούται να τεκμηριώνει τα εν λόγω έννομα συμφέροντα. Ειδικότερα, τα συμφέροντα και τα θεμελιώδη δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορούν να υπερισχύουν των συμφερόντων του υπευθύνου επεξεργασίας όταν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν αναμένει ευλόγως περαιτέρω επεξεργασία των δεδομένων του. Δεδομένου ότι ο νομοθέτης πρέπει να παρέχει διά νόμου τη νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων από τις δημόσιες αρχές, ο συγκεκριμένος νομικός λόγος δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται για την επεξεργασία από τις δημόσιες αρχές κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. [Τροπολογία 15]

(39)

Η επεξεργασία δεδομένων, στο βαθμό που είναι αυστηρά απαραίτητη και αναλογική για τη διασφάλιση της ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών, δηλαδή της ικανότητας ενός δικτύου ή ενός συστήματος πληροφοριών να αντέχει, έως ένα δεδομένο επίπεδο εμπιστοσύνης, σε τυχαία γεγονότα ή παράνομες ή κακόβουλες ενέργειες οι οποίες διακυβεύουν τη διαθεσιμότητα, τη γνησιότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα αποθηκευμένων ή διαβιβαζόμενων δεδομένων, καθώς και της ασφάλειας των σχετικών υπηρεσιών που προσφέρουν παρέχονται από τα εν λόγω δίκτυα και συστήματα ή που είναι προσπελάσιμες μέσω των εν λόγω δικτύων και συστημάτων, από δημόσιες αρχές, ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT), ομάδες παρέμβασης συμβάντων που αφορούν την ασφάλεια των υπολογιστών (CSIRT), παρόχους δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και παρόχους τεχνολογιών και υπηρεσιών ασφάλειας, αποτελεί έννομο συμφέρον του ενδιαφερόμενου υπευθύνου επεξεργασίας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει, για παράδειγμα, την πρόληψη μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και διανομής κακόβουλων προγραμμάτων και την παύση επιθέσεων «άρνησης υπηρεσίας» και ζημιών σε συστήματα πληροφορικής και ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τον περιορισμό της καταχρηστικής πρόσβασης και χρήσης συστημάτων δικτύου ή πληροφόρησης που είναι διαθέσιμα στο κοινό, όπως η κατάρτιση μαύρης λίστας ηλεκτρονικών συσκευών αναγνώρισης. [Τροπολογία 16]

(39α)

Υπό τον όρο ότι δεν υπερισχύουν τα συμφέροντα ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η πρόληψη ή ο περιορισμός των ζημιών για τον υπεύθυνο επεξεργασίας θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι πραγματοποιείται χάριν του εννόμου συμφέροντος του υπεύθυνου επεξεργασίας ή, σε περίπτωση κοινοποίησης των δεδομένων, του τρίτου στον οποίο διαβιβάζονται αυτά, και ότι εκπληρούνται οι θεμιτές προσδοκίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει της σχέσης του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας. Η ίδια αρχή ισχύει και για την επιβολή των νομίμων αξιώσεων κατά του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, όπως, για παράδειγμα, η είσπραξη οφειλών ή αστικών αποζημιώσεων και τα ένδικα βοηθήματα. [Τροπολογία 17]

(39β)

Υπό τον όρο ότι δεν υπερισχύουν τα συμφέρονται ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για το σκοπό της άμεσης διάθεσης στην αγορά των ιδίων ή παρομοίων προϊόντων και υπηρεσιών ή για το σκοπό της άμεσης διάθεσης μέσω του ταχυδρομείου στην αγορά θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι πραγματοποιείται χάριν των ευλόγων συμφερόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας, ή σε περίπτωση κοινοποίησης των δεδομένων, του τρίτου στον οποίο διαβιβάζονται αυτά και ότι εκπληρούνται οι θεμιτές προσδοκίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει της σχέσης του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, εφόσον παρέχονται σαφείς πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα αντίταξης και την πηγή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η επεξεργασία δεδομένων σχετικά με επαγγελματικές επαφές θα πρέπει γενικώς να θεωρείται ότι πραγματοποιείται χάριν των ευλόγων συμφερόντων του υπεύθυνου επεξεργασίας, ή σε περίπτωση κοινοποίησης των δεδομένων, του τρίτου στον οποίο αυτά διαβιβάζονται και ότι εκπληρούνται οι θεμιτές προσδοκίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει της σχέσης του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας. Αυτό θα πρέπει επίσης να ισχύει και για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία το πρόσωπο αυτό έχει προδήλως καταστήσει δημοσίως γνωστά. [Τροπολογία 18]

(40)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς πρέπει να επιτρέπεται μόνον εάν η επεξεργασία είναι συμβατή με τους σκοπούς εκείνους για τους οποίους συλλέχθηκαν αρχικά τα δεδομένα, ιδίως εάν η επεξεργασία είναι αναγκαία για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς ή σκοπούς επιστημονικής έρευνας. Εάν ο άλλος σκοπός δεν είναι συμβατός με τον αρχικό σκοπό για τον οποίο συλλέχθηκαν τα δεδομένα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να εξασφαλίζει τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για τον συγκεκριμένο άλλο σκοπό ή πρέπει να βασίζει την επεξεργασία σε άλλον θεμιτό λόγο σύννομης επεξεργασίας, ιδίως εάν προβλέπεται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο του κράτους μέλος στο οποίο υπάγεται ο υπεύθυνος επεξεργασίας. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εξασφαλίζεται η εφαρμογή των αρχών που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, η ενημέρωση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με τους άλλους αυτούς σκοπούς. [Τροπολογία 19]

(41)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι εκ φύσεως ιδιαίτερα ευαίσθητα σε σχέση με τα θεμελιώδη δικαιώματα ή με την ιδιωτική ζωή χρήζουν ειδικής προστασίας. Τέτοια δικαιώματα δεν πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία, παρά μόνον με τη ρητή συγκατάθεση του προσώπου το οποίο αφορούν. Ωστόσο, πρέπει να προβλέπονται ρητώς παρεκκλίσεις από τη συγκεκριμένη απαγόρευση σε σχέση με ειδικές ανάγκες, ιδίως όταν η επεξεργασία διενεργείται στο πλαίσιο θεμιτών δραστηριοτήτων από ορισμένες οργανώσεις ή ιδρύματα σκοπός των οποίων είναι να επιτρέπουν την άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών. [Τροπολογία 20]

(42)

Η παρέκκλιση από την απαγόρευση επεξεργασίας ευαίσθητων κατηγοριών δεδομένων θα πρέπει να επιτρέπεται επίσης όταν θεσπίζεται διά νόμου, και με την επιφύλαξη κατάλληλων εγγυήσεων, ώστε να προστατεύονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, εφόσον κάτι τέτοιο δικαιολογείται από λόγους δημόσιου συμφέροντος και κυρίως για σκοπούς υγείας, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας υγείας, της κοινωνικής προστασίας και της διαχείρισης υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης, προκειμένου ιδίως να διασφαλίζεται η ποιότητα και η αποδοτικότητα ως προς το κόστος των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για τον διακανονισμό απαιτήσεων για παροχές και υπηρεσίες στο σύστημα ασφάλισης υγείας ή για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς και για σκοπούς επιστημονικής έρευνας ή για υπηρεσίες αρχείων . [Τροπολογία 21]

(43)

Επιπλέον, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιες αρχές για την επίτευξη στόχων, προβλεπόμενων στο συνταγματικό ή στο δημόσιο διεθνές δίκαιο, επίσημα αναγνωρισμένων θρησκευτικών οργανισμών διενεργείται για λόγους δημόσιου συμφέροντος.

(44)

Εάν στο πλαίσιο εκλογικών δραστηριοτήτων, η λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος απαιτεί σε ένα κράτος μέλος τη συγκέντρωση από τα πολιτικά κόμματα δεδομένων σχετικά με τα πολιτικά φρονήματα των πολιτών, η επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων μπορεί να επιτρέπεται για λόγους δημόσιου συμφέροντος, υπό τον όρο ότι θεσπίζονται κατάλληλες εγγυήσεις.

(45)

Εάν τα δεδομένα τα οποία επεξεργάζεται ένας υπεύθυνος επεξεργασίας δεν επιτρέπουν στον υπεύθυνο επεξεργασίας να αναγνωρίσει την ταυτότητα ενός φυσικού προσώπου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν θα πρέπει να υποχρεούται να εξασφαλίζει πρόσθετες πληροφορίες προκειμένου να αναγνωρίσει την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα με μοναδικό σκοπό τη συμμόρφωσή του προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση αιτήματος πρόσβασης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να δικαιούται να ζητεί από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα περισσότερες πληροφορίες οι οποίες θα του επιτρέψουν να εντοπίσει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που ζητεί το εν λόγω πρόσωπο. Εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δύναται να παράσχει τα εν λόγω δεδομένα, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεν θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επικαλούνται έλλειψη πληροφοριών για να απορρίπτουν αιτήματα πρόσβασης. [Τροπολογία 22]

(46)

Η αρχή της διαφάνειας απαιτεί κάθε ενημέρωση η οποία απευθύνεται στο κοινό ή στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να είναι εύκολα προσιτή και εύκολα κατανοητή και να χρησιμοποιείται απλή διατύπωση. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όταν σε περιπτώσεις, όπως η επιγραμμική διαφήμιση, η πληθώρα των συμμετεχόντων και η πολυπλοκότητα των χρησιμοποιούμενων τεχνολογιών καθιστούν δύσκολο για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να γνωρίζει και να κατανοεί εάν συλλέγονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν, από ποιον και για ποιον σκοπό. Δεδομένου ότι τα παιδιά χρήζουν ειδικής προστασίας, κάθε ενημέρωση και ανακοίνωση, εάν η επεξεργασία αφορά ειδικά παιδί, θα πρέπει να διατυπώνεται σε σαφή και απλή γλώσσα ώστε το παιδί να μπορεί να την κατανοεί εύκολα.

(47)

Θα πρέπει να προβλέπονται τρόποι για τη διευκόλυνση της άσκησης από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα των δικαιωμάτων του που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων ειδικότερα μηχανισμών υποβολής αιτημάτων εξασφάλισης -χωρίς οικονομική επιβάρυνση- πρόσβασης σε δεδομένα, διόρθωσης, διαγραφής και άσκησης του δικαιώματος αντίταξης. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να υποχρεούται να απαντά σε αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εντός καθορισμένης εύλογης προθεσμίας και να παρέχει αιτιολογία στην περίπτωση που δεν συμμορφώνεται προς το αίτημα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 23]

(48)

Οι αρχές της θεμιτής και διαφανούς επεξεργασίας απαιτούν να ενημερώνεται το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ειδικότερα για την ύπαρξη της πράξης επεξεργασίας και τους σκοπούς της, για την ενδεχόμενη διάρκεια αποθήκευσης των δεδομένων, για κάθε περίπτωση, εάν τα δεδομένα διαβιβάζονται σε τρίτους ή σε τρίτες χώρες, για την ύπαρξη δυνατότητας αντίταξης και την ύπαρξη δικαιώματος πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής και για το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας. Εάν τα δεδομένα συλλέγονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, το εν λόγω πρόσωπο θα πρέπει να ενημερώνεται επίσης για το κατά πόσον υποχρεούται να παράσχει τα δεδομένα και για τις συνέπειες της μη παροχής των εν λόγω δεδομένων. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να δίδονται στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μετά την παροχή απλουστευμένων πληροφοριών υπό μορφήν τυποποιημένων εικονιδίων, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμες. Αυτό θα πρέπει επίσης να σημαίνει ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τυγχάνουν επεξεργασίας κατά τρόπο που επιτρέπει στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να ασκεί αποτελεσματικά τα δικαιώματά του. [Τροπολογία 24]

(49)

Η ενημέρωση σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να παρέχεται κατά τη συλλογή ή, εάν τα δεδομένα δεν συλλέγονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, εντός εύλογης προθεσμίας, ανάλογα με τις συνθήκες κάθε περίπτωσης. Εάν τα δεδομένα επιτρέπεται να κοινοποιηθούν σε άλλον αποδέκτη, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να ενημερώνεται όταν τα δεδομένα κοινοποιούνται για πρώτη φορά στον εν λόγω αποδέκτη.

(50)

Ωστόσο, δεν είναι αναγκαίο να επιβάλλεται η υποχρέωση αυτή εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα διαθέτει ήδη την ενημέρωση αυτή γνωρίζει ήδη τις πληροφορίες αυτές ή εάν η καταχώριση ή η κοινοποίηση των δεδομένων προβλέπεται ρητώς από τον νόμο ή εάν η παροχή ενημέρωσης στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αποδεικνύεται ανέφικτη ή απαιτεί δυσανάλογες προσπάθειες. Η τελευταία αυτή περίπτωση μπορεί να συμβεί ειδικότερα εάν η επεξεργασία προορίζεται για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς ή σκοπούς επιστημονικής έρευνας· συναφώς, μπορούν να λαμβάνονται υπόψη ο αριθμός των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, η ηλικία των δεδομένων και τυχόν ληφθέντα αντισταθμιστικά μέτρα. [Τροπολογία 25]

(51)

Κάθε πρόσωπο θα πρέπει να έχει δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα τα οποία συλλέχθηκαν και το αφορούν και να μπορεί να ασκεί το δικαίωμα αυτό ευχερώς, προκειμένου να γνωρίζει και να ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας. Επομένως, κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να γνωρίζει και να εξασφαλίζει ενημέρωση, ιδίως όσον αφορά τους σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία, το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα της επεξεργασίας, τους αποδέκτες που λαμβάνουν τα δεδομένα, τη γενική συλλογιστική για τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τις δυνητικές συνέπειες της εν λόγω επεξεργασίας, τουλάχιστον όταν αυτή βασίζεται σε κατάρτιση προφίλ. Το δικαίωμα αυτό δεν θα πρέπει να επηρεάζει αρνητικά τα δικαιώματα και τις ελευθερίες άλλων, όπως το επαγγελματικό απόρρητο ή το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και, ειδικότερα, για παράδειγμα όσον αφορά το δικαίωμα δημιουργού που προστατεύει το λογισμικό. Ωστόσο, οι παράγοντες αυτοί δεν θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την άρνηση παροχής κάθε ενημέρωσης στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 26]

(52)

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να χρησιμοποιεί κάθε εύλογο μέτρο για να επαληθεύει την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα το οποίο ζητεί πρόσβαση, ιδίως στο πλαίσιο επιγραμμικών υπηρεσιών και επιγραμμικών αναγνωριστικών ταυτότητας. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν θα πρέπει να διατηρεί δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με μοναδικό σκοπό να μπορεί να αποκρίνεται σε δυνητικά αιτήματα.

(53)

Κάθε πρόσωπο θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ζητεί τη διόρθωση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν καθώς και το «δικαίωμα να λησμονηθεί διαγραφής » εάν η διατήρηση των εν λόγω δεδομένων δεν είναι σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ζητούν τη διαγραφή και την παύση της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, εάν τα δεδομένα δεν είναι πλέον απαραίτητα σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέγονται ή υποβάλλονται άλλως πως σε επεξεργασία, εάν τα πρόσωπα στα οποία αναφέροντα τα δεδομένα αποσύρουν τη συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία ή εάν αντιτάσσονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν ή εάν η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν δεν είναι σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό για οποιονδήποτε άλλο λόγο. Το δικαίωμα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όταν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τη συγκατάθεσή του στην παιδική του ηλικία, όταν δεν είχε πλήρη επίγνωση των κινδύνων που ενέχει η επεξεργασία, και θέλει αργότερα να αφαιρέσει τα συγκεκριμένα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, κυρίως από το Διαδίκτυο. Ωστόσο, η περαιτέρω διατήρηση των δεδομένων θα πρέπει να επιτρέπεται όταν είναι αναγκαία για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς και σκοπούς επιστημονικής έρευνας, για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, για την άσκηση του δικαιώματος ελευθερίας έκφρασης, όταν απαιτείται από τον νόμο ή εάν υπάρχει λόγος περιορισμού της επεξεργασίας των δεδομένων αντί της διαγραφής τους. Το δικαίωμα διαγραφής δεν θα πρέπει επίσης να ισχύει όταν η διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή όταν αυτή επιβάλλεται από το νόμο. [Τροπολογία 27]

(54)

Για να ενισχυθεί το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα «να λησμονηθεί διαγραφεί », το δικαίωμα διαγραφής θα πρέπει επίσης να επεκταθεί με τέτοιο τρόπο ώστε ο υπεύθυνος επεξεργασίας ο οποίος δημοσιοποίησε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς νόμιμη αιτία θα πρέπει να υποχρεούται να ενημερώνει τους τρίτους που επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα ότι ένα πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα του ζήτησε να διαγραφεί κάθε σύνδεσμος ή αντίγραφο ή αναπαραγωγή των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για τη διασφάλιση της εν λόγω ενημέρωσης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, συμπεριλαμβανομένων τεχνικών μέτρων, σε σχέση με τα δεδομένα για τη δημοσίευση των οποίων είναι αρμόδιος. Σε σχέση με τη δημοσίευση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τρίτο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να θεωρείται υπεύθυνος για τη δημοσίευση, εάν αυτός ο ίδιος ενέκρινε τη δημοσίευση από τον τρίτο προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για τη διαγραφή των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων και από τρίτους, με την επιφύλαξη ωστόσο του δικαιώματος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να ζητήσει αποζημίωση . [Τροπολογία 28]

(54α)

Μέχρι να υπάρξει σχετική διευκρίνιση, θα πρέπει να φράσσονται τα δεδομένα που αμφισβητούνται από τα πρόσωπα στα οποία αυτά αναφέρονται και των οποίων δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί η ακρίβεια. [Τροπολογία 29]

(55)

Για να ενισχυθεί περαιτέρω ο έλεγχος επί των δεδομένων τους και το δικαίωμα πρόσβασής τους, τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα, εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας με ηλεκτρονικά μέσα και με δομημένο και συνήθως χρησιμοποιούμενο μορφότυπο, να λαμβάνουν αντίγραφο των δεδομένων που τα αφορούν εξίσου σε συνήθως χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό μορφότυπο. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να δικαιούται επίσης να μεταφέρει τα εν λόγω δεδομένα, τα οποία παρέσχε, από μια αυτοματοποιημένη εφαρμογή, όπως ένα κοινωνικό δίκτυο, σε μια άλλη. Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων θα πρέπει να ενθαρρύνονται να αναπτύσσουν διαλειτουργικούς μορφότυπους που επιτρέπουν τη φορητότητα των δεδομένων. Αυτό θα πρέπει να εφαρμόζεται όταν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τα δεδομένα στο αυτοματοποιημένο σύστημα επεξεργασίας, με τη συγκατάθεσή του ή στο πλαίσιο της εκτέλεσης σύμβασης. Οι φορείς παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας δεν θα πρέπει να καθιστούν τη μεταφορά των εν λόγω δεδομένων υποχρεωτική για την παροχή των υπηρεσιών τους . [Τροπολογία 30]

(56)

Σε περιπτώσεις στις οποίες δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβληθούν νόμιμα σε επεξεργασία για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται ή για λόγους δημόσιου συμφέροντος, άσκησης δημόσιας εξουσίας, ή εξυπηρέτησης εννόμων συμφερόντων του υπευθύνου της επεξεργασίας, κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να δικαιούται παρ’ όλα αυτά να αντιταχθεί στην επεξεργασία τυχόν δεδομένων που το αφορούν , ατελώς και με απλό και αποτελεσματικό τρόπο . Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να φέρει το βάρος απόδειξης ότι τα έννομα συμφέροντά του υπερισχύουν ενδεχομένως των συμφερόντων ή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 31]

(57)

Εάν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία για σκοπούς ενεργητικής εμπορικής προώθησης, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα πρέπει να έχει το δικαίωμα να αντιταχθεί στην εν λόγω επεξεργασία ατελώς και με ευχερή και αποτελεσματικό τρόπο , ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να παρέχει ρητώς το δικαίωμα αυτό στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, με κατανοητό τρόπο και σε κατανοητή μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση και θα πρέπει να το διαχωρίζει σαφώς από άλλες πληροφορίες . [Τροπολογία 32]

(58)

Με την επιφύλαξη της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, κάθε φυσικό πρόσωπο θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να μην υπάγεται σε μέτρο το οποίο βασίζεται να αντιταχθεί σε κατάρτιση προφίλ μέσω αυτοματοποιημένης επεξεργασίας. Ωστόσο, ένα τέτοιο μέτρο . Η κατάρτιση προφίλ, η οποία οδηγεί σε μέτρα που έχουν έννομες συνέπειες για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή τα οποία επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό κατά τον ίδιο τρόπο τα συμφέροντα, τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο όταν εγκρίνεται ρητώς διά νόμου, εκτελείται κατά τη σύναψη ή την εκτέλεση σύμβασης ή όταν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τη συγκατάθεσή του. Σε κάθε περίπτωση, η επεξεργασία θα πρέπει να υπόκειται σε κατάλληλες εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ειδικής ενημέρωσης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, του δικαιώματος εξασφάλισης ανθρώπινης παρέμβασης εκτίμησης και της προϋπόθεσης το εν λόγω μέτρο δεν θα πρέπει να αφορά παιδί. Τα μέτρα αυτά δεν θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την εισαγωγή διακρίσεων έναντι ατόμων βάσει φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, πολιτικών φρονημάτων, θρησκείας ή πεποιθήσεων, συμμετοχής σε συνδικαλιστική οργάνωση, γενετήσιου προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου. [Τροπολογία 33]

(58α)

Η κατάρτιση προφίλ που στηρίζεται αποκλειστικά στην επεξεργασία ψευδώνυμου δεδομένων θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα συμφέροντα, τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Όταν η κατάρτιση προφίλ, είτε βάσει μιας μοναδικής πηγής ψευδώνυμων δεδομένων είτε μιας συλλογής ψευδώνυμων δεδομένων από διάφορες πηγές, επιτρέπει στον υπεύθυνο επεξεργασίας να αποδώσει ψευδώνυμα δεδομένα σε ένα συγκεκριμένο υποκείμενο δεδομένων, τα δεδομένα που έτυχαν επεξεργασίας δεν θα πρέπει πλέον να θεωρούνται ψευδώνυμα. [Τροπολογία 34]

(59)

Περιορισμοί σε συγκεκριμένες βασικές αρχές και στα δικαιώματα ενημέρωσης, πρόσβασης, διόρθωσης και διαγραφής ή στο δικαίωμα φορητότητας πρόσβασης στα δεδομένα και λήψης των δεδομένων, στο δικαίωμα αντίταξης, στα μέτρα που βασίζονται σε κατάρτιση κατάρτισης προφίλ καθώς και στη γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και σε ορισμένες σχετικές υποχρεώσεις των υπευθύνων επεξεργασίας μπορούν να επιβληθούν από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, στον βαθμό που είναι αναγκαίοι και αναλογικοί σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας της ανθρώπινης ζωής σε περίπτωση ιδίως φυσικών ή ανθρωπογενών καταστροφών, της πρόληψης, της διερεύνησης και της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή παραβάσεων δεοντολογίας σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα, άλλων ειδικών και σαφώς καθορισμένων δημόσιων συμφερόντων της Ένωσης ή κράτους μέλους, ιδίως σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικονομικού συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους, ή της προστασίας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων. Οι εν λόγω περιορισμοί θα πρέπει να είναι σύμφωνοι προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον Χάρτη και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών. [Τροπολογία 35]

(60)

Θα πρέπει να θεσπισθεί συνολική ευθύνη και υποχρέωση αποζημίωσης εκ μέρους του υπευθύνου επεξεργασίας για κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας , ιδίως όσον αφορά την τεκμηρίωση, την ασφάλεια των δεδομένων, τις εκτιμήσεις επιπτώσεων, τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων και την εποπτεία από τις αρχές προστασίας δεδομένων . Ειδικότερα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να διασφαλίζει και να υποχρεούται είναι σε θέση να αποδείξει τη συμμόρφωση κάθε πράξης επεξεργασίας προς τον παρόντα κανονισμό. Αυτό θα πρέπει να ελέγχεται από ανεξάρτητους εσωτερικούς ή εξωτερικούς ελεγκτές. [Τροπολογία 36]

(61)

Η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προϋποθέτει τη λήψη κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων, τόσο κατά τον σχεδιασμό της επεξεργασίας όσο και κατά την ίδια την επεξεργασία, ώστε να διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Για τη διασφάλιση και την απόδειξη της συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να θεσπίζει εσωτερικές πολιτικές και να εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα, τα οποία ανταποκρίνονται ειδικότερα στις αρχές της προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και της προστασίας των δεδομένων εξ ορισμού. Η αρχή της προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό απαιτεί η προστασία των δεδομένων να εντάσσεται σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής της τεχνολογίας, από το αρχικό στάδιο του σχεδιασμού, μέχρι την τελική εφαρμογή, χρήση και διάθεση. Αυτό θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει την ευθύνη για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρησιμοποιεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία. Η αρχή της προστασίας των δεδομένων εξ ορισμού απαιτεί οι ρυθμίσεις ιδιωτικότητας των υπηρεσιών και προϊόντων θα πρέπει να συμμορφώνονται εξ ορισμού με τις γενικές αρχές προστασίας δεδομένων, όπως η ελαχιστοποίηση των δεδομένων και ο περιορισμός του σκοπού. [Τροπολογία 37]

(62)

Η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, καθώς και η ευθύνη και η υποχρέωση αποζημίωσης των υπευθύνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία, επίσης σε σχέση με την παρακολούθηση από τις αρχές ελέγχου και τα μέτρα αρχών ελέγχου, προϋποθέτει σαφή κατανομή των αρμοδιοτήτων βάσει του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία ένας υπεύθυνος επεξεργασίας καθορίζει τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα της επεξεργασίας από κοινού με άλλους υπευθύνους επεξεργασίας ή όταν μια πράξη επεξεργασίας διενεργείται για λογαριασμό ενός υπευθύνου επεξεργασίας. Η συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ των από κοινού υπευθύνων επεξεργασίας θα πρέπει να ανταποκρίνεται στους αντίστοιχους αποτελεσματικούς ρόλους και τις σχέσεις των από κοινού υπευθύνων επεξεργασίας. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δυνατότητα του υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων να διαβιβάζει τα δεδομένα σε ένα από κοινού υπεύθυνο επεξεργασίας ή σε ένα εκτελούντα την επεξεργασία με σκοπό την επεξεργασία των δεδομένων εξ ονόματός τους. [Τροπολογία 38]

(63)

Εάν ένας υπεύθυνος επεξεργασίας μη εγκαταστημένος στην Ένωση επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα τα οποία διαμένουν στην Ένωση, του οποίου οι δραστηριότητες επεξεργασίας σχετίζονται με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στα εν λόγω πρόσωπα ή με την παρακολούθηση της συμπεριφοράς τους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να ορίσει εκπρόσωπο, εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι εγκαταστημένος σε τρίτη χώρα η οποία διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας ή ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι μικρή ή μεσαία επιχείρηση ή η επεξεργασία αφορά λιγότερα από 5 000 πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε χρονικό διάστημα 12 συναπτών μηνών και δεν εκτελείται επί ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ή είναι δημόσια αρχή ή φορέας ή εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας προσφέρει μόνον περιστασιακά αγαθά ή υπηρεσίες στα εν λόγω πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Ο εκπρόσωπος θα πρέπει να ενεργεί για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας και σε αυτόν μπορεί να απευθύνεται κάθε αρχή ελέγχου. [Τροπολογία 39]

(64)

Για τον καθορισμό του κατά πόσον ένας υπεύθυνος επεξεργασίας προσφέρει μόνον περιστασιακά αγαθά και υπηρεσίες σε πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα τα οποία διαμένουν στην Ένωση, θα πρέπει να εξακριβώνεται κατά πόσον είναι εμφανές από τις συνολικές δραστηριότητες του υπευθύνου επεξεργασίας ότι η προσφορά αγαθών και υπηρεσιών στα εν λόγω πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα είναι παρεπόμενη δραστηριότητα στις βασικές αυτές δραστηριότητες. [Τροπολογία 40]

(65)

Για την να καταστεί δυνατή η απόδειξη της συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να τεκμηριώνουν κάθε πράξη επεξεργασίας διατηρεί την αναγκαία τεκμηρίωση ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός . Κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας και κάθε εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να υποχρεούται να συνεργάζεται με την αρχή ελέγχου και να θέτει στη διάθεσή της, κατόπιν αιτήματός της, την εν λόγω τεκμηρίωση ώστε να μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για την παρακολούθηση των συγκεκριμένων πράξεων επεξεργασίας αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό . Ωστόσο, θα πρέπει να τονίζεται και να επισημαίνεται εξίσου η χρήση ορθών πρακτικών και η συμμόρφωση, και όχι μόνο η ολοκλήρωση της τεκμηρίωσης . [Τροπολογία 41]

(66)

Για τη διατήρηση της ασφάλειας και την αποφυγή της επεξεργασίας κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να αξιολογούν τους εγγενείς κινδύνους της επεξεργασίας και εφαρμόζουν μέτρα για τον μετριασμό των εν λόγω κινδύνων. Τα μέτρα θα πρέπει να διασφαλίζουν κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος της εφαρμογής τους σε σχέση με τους κινδύνους και τη φύση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πρέπει να προστατευθούν. Κατά τη θέσπιση τεχνικών προτύπων και οργανωτικών μέτρων για τη διασφάλιση της ασφάλειας της επεξεργασίας, η Επιτροπή πρέπει να προωθεί την θα πρέπει να προωθούνται η τεχνολογική ουδετερότητα, τη η διαλειτουργικότητα και την η καινοτομία και, όπου συντρέχει περίπτωση, να συνεργάζεται θα πρέπει να ενθαρρύνεται η συνεργασία με τρίτες χώρες. [Τροπολογία 42]

(67)

Η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί, εάν δεν αντιμετωπισθεί κατάλληλα και έγκαιρα, να έχει ως αποτέλεσμα σημαντική οικονομική ζημία και κοινωνική βλάβη, συμπεριλαμβανομένης της υποκλοπής ταυτότητας, για το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο. Επομένως, μόλις ο υπεύθυνος επεξεργασίας αντιληφθεί μια τέτοια παραβίαση, θα πρέπει να γνωστοποιήσει την παραβίαση στην αρχή ελέγχου αμελλητί και, ει δυνατόν, εντός 24 ωρών. Εάν αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί εντός 24 ωρών κατά τεκμήριο, το αργότερο εντός 72 ωρών . Κατά περίπτωση , η γνωστοποίηση θα πρέπει να συνοδεύεται από αιτιολογία η οποία αναφέρει τους λόγους της καθυστέρησης. Τα φυσικά πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να επηρεασθούν αρνητικά από την παραβίαση πρέπει να ενημερώνονται αμελλητί προκειμένου να μπορούν να λάβουν τις αναγκαίες προφυλάξεις. Η παραβίαση θα πρέπει να θεωρείται ότι επηρεάζει αρνητικά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή την ιδιωτική ζωή του προσώπου στο οποίο αναφέρονται εάν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, κατάχρηση ή υποκλοπή ταυτότητας, σωματική βλάβη, σημαντική προσβολή ή βλάβη της φήμης του. Η γνωστοποίηση θα πρέπει να περιγράφει τη φύση της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να περιέχει συστάσεις προς το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο για τον μετριασμό δυνητικών δυσμενών συνεπειών. Οι γνωστοποιήσεις στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να πραγματοποιούνται το συντομότερο δυνατόν, σε στενή συνεργασία με την αρχή ελέγχου και τηρώντας την καθοδήγηση που παρέχεται από αυτήν ή άλλες σχετικές αρχές (π.χ. αρχές επιβολής του νόμου). Για παράδειγμα, η δυνατότητα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να μετριάσουν έναν άμεσο κίνδυνο βλάβης απαιτεί την άμεση ενημέρωση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ενώ η αναγκαιότητα εφαρμογής κατάλληλων μέτρων κατά της συνέχισης της παραβίασης ή άλλων παρόμοιων παραβιάσεων δεδομένων μπορεί να δικαιολογεί μεγαλύτερη καθυστέρηση. [Τροπολογία 43]

(68)

Για να καθορισθεί κατά πόσον μια παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα γνωστοποιείται αμελλητί στην αρχή ελέγχου και στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, θα πρέπει να εξακριβώνεται κατά πόσον ο υπεύθυνος επεξεργασίας θέσπισε και εφάρμοσε κατάλληλα τεχνολογικά μέτρα προστασίας και οργανωτικά μέτρα ώστε να διαπιστώνεται αμέσως κατά πόσον έλαβε χώρα παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να ενημερώνονται αμέσως η αρχή ελέγχου και το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, προτού επέλθει ζημία σε προσωπικά και οικονομικά συμφέροντα, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα τη φύση και τη σοβαρότητα της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και τις συνέπειες και τα δυσμενή αποτελέσματά της για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

(69)

Κατά τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τον μορφότυπο και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στην γνωστοποίηση παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι συνθήκες της παραβίασης, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προστατεύονταν από κατάλληλα τεχνικά μέτρα προστασίας, περιορίζοντας ουσιαστικά το ενδεχόμενο υποκλοπής ταυτότητας ή άλλων μορφών κατάχρησης. Επιπλέον, οι εν λόγω κανόνες και οι διαδικασίες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα έννομα συμφέροντα των αρχών επιβολής του νόμου σε περιπτώσεις στις οποίες η πρόωρη γνωστοποίηση μπορεί να εμποδίσει χωρίς λόγο τη διερεύνηση των συνθηκών μιας παραβίασης.

(70)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ προέβλεπε γενική υποχρέωση γνωστοποίησης της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις αρχές ελέγχου. Παρότι η υποχρέωση αυτή συνεπάγεται διοικητικό και οικονομικό φόρτο, δεν συνέβαλε σε όλες τις περιπτώσεις στη βελτίωση της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Επομένως, μια τέτοια γενική υποχρέωση κοινοποίησης χωρίς διαφοροποιήσεις θα πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί με αποτελεσματικές διαδικασίες και μηχανισμούς που επικεντρώνονται σε εκείνες τις πράξεις επεξεργασίας που ενδέχεται να ενέχουν συγκεκριμένους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα λόγω της φύσης, της έκτασης ή του σκοπού τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να διενεργείται εκτίμηση επιπτώσεων όσον αφορά την προστασία των δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, πριν από την επεξεργασία, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικότερα τα προβλεπόμενα μέτρα, τις εγγυήσεις και τους μηχανισμούς που διασφαλίζουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και αποδεικνύουν τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό.

(71)

Αυτό θα πρέπει να ισχύει ειδικότερα για νεοσυσταθέντα αρχεία μεγάλης κλίμακας, στόχος των οποίων είναι η επεξεργασία σημαντικής ποσότητας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε περιφερειακό, εθνικό ή υπερεθνικό επίπεδο, τα οποία μπορεί να επηρεάζουν μεγάλο αριθμό προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

(71α)

Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων συνιστούν την ουσία κάθε αειφόρου πλαισίου προστασίας δεδομένων, διασφαλίζοντας ότι οι επιχειρήσεις γνωρίζουν εξαρχής όλες τις πιθανές συνέπειες των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων που εκτελούν. Μια διεξοδική εκτίμηση των επιπτώσεων μπορεί να μειώσει ουσιαστικά τις πιθανότητες παραβίασης δεδομένων ή πράξεων επεξεργασίας που παραβιάζουν την ιδιωτική ζωή. Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων ως προς την προστασία των δεδομένων θα πρέπει ως εκ τούτου να λαμβάνουν υπόψη τη συνολική διαχείριση κύκλου ζωής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη συλλογή έως την επεξεργασία και τη διαγραφή, περιγράφοντας αναλυτικά τις προβλεπόμενες πράξεις επεξεργασίας, τους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, τα προβλεπόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων, τις εγγυήσεις, τα μέτρα ασφαλείας και τους μηχανισμούς διασφάλισης συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 44]

(71β)

Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας θα πρέπει να εστιάζουν στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά το σύνολο του κύκλου ζωής των δεδομένων, από τη συλλογή έως τη διαγραφή, επενδύοντας εξαρχής σε ένα αειφόρο πλαίσιο διαχείρισης δεδομένων και συμπληρώνοντάς το με έναν μηχανισμό συνολικής συμμόρφωσης. [Τροπολογία 45]

(72)

Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ενδέχεται να είναι λογικό και οικονομικό το αντικείμενο μιας εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να υπερβαίνει ένα μεμονωμένο σχέδιο, για παράδειγμα εάν δημόσιες αρχές ή φορείς σκοπεύουν να εγκαθιδρύσουν μια κοινή εφαρμογή ή πλατφόρμα επεξεργασίας ή εάν περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας σχεδιάζουν να θεσπίσουν μια κοινή εφαρμογή ή ένα περιβάλλον επεξεργασίας σε έναν τομέα ή ένα τμήμα κλάδου ή για μια ευρέως χρησιμοποιούμενη οριζόντια δραστηριότητα.

(73)

Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων πρέπει να διενεργούνται από δημόσια αρχή ή δημόσιο φορέα, εάν μια τέτοια εκτίμηση δεν έχει ήδη διενεργηθεί στο πλαίσιο της θέσπισης της εθνικής νομοθεσίας στην οποία βασίζεται η άσκηση των καθηκόντων της δημόσιας αρχής ή του δημόσιου φορέα και η οποία ρυθμίζει τη συγκεκριμένη πράξη επεξεργασίας ή σειρά πράξεων επεξεργασίας. [Τροπολογία 46]

(74)

Εάν η εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων υποδεικνύει ότι οι πράξεις επεξεργασίας συνεπάγονται υψηλό βαθμό συγκεκριμένων κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, όπως τον αποκλεισμό φυσικών προσώπων από το δικαίωμά τους, ή λόγω της χρήσης συγκεκριμένων νέων τεχνολογιών, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη του υπευθύνου προστασίας δεδομένων ή της αρχής ελέγχου, πριν από την έναρξη των πράξεων, για μια ριψοκίνδυνη επεξεργασία η οποία ενδέχεται να μην είναι σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό, η δε αρχή ελέγχου θα πρέπει να μπορεί να διατυπώσει προτάσεις για την επανόρθωση της κατάστασης αυτής. Μια τέτοια διαβούλευση με την αρχή ελέγχου θα πρέπει επίσης να λάβει χώρα κατά την προετοιμασία ενός μέτρου από το εθνικό κοινοβούλιο ή ενός μέτρου που βασίζεται σε τέτοιο νομοθετικό μέτρο το οποίο καθορίζει τη φύση της επεξεργασίας και θεσπίζει κατάλληλες εγγυήσεις. [Τροπολογία 47]

(74α)

Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων μπορούν να αποβούν χρήσιμες μόνο εάν οι επιχειρήσεις μεριμνούν για την τήρηση των αρχικών υποσχέσεων που διατυπώνουν σε αυτές. Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεδομένων θα πρέπει επομένως να διενεργούν τακτικούς ελέγχους τήρησης των διατάξεων περί προστασίας δεδομένων που θα αποδεικνύουν ότι οι μηχανισμοί επεξεργασίας δεδομένων που χρησιμοποιούνται συμμορφώνονται προς τις εγγυήσεις που παρέχονται στην εκτίμηση επιπτώσεων για την προστασία δεδομένων. Θα πρέπει επίσης να αποδεικνύει την ικανότητα του υπευθύνου επεξεργασίας να συμμορφώνεται προς τις αυτόνομες επιλογές των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Επιπροσθέτως, σε περίπτωση που κατά τον επανέλεγχο εντοπιστεί πλημμελής συμμόρφωση, θα πρέπει να αναδειχθεί και να διατυπωθούν συστάσεις για την επίτευξη πλήρους συμμόρφωσης. [Τροπολογία 48]

(75)

Εάν η επεξεργασία διενεργείται στον δημόσιο τομέα ή εάν, στον ιδιωτικό τομέα, η επεξεργασία διενεργείται από μεγάλη επιχείρηση αφορά περισσότερα από 5 000 πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε 12 συναπτούς μήνες, ή εάν οι βασικές δραστηριότητες της επιχείρησης , ανεξάρτητα από το μέγεθος της επιχείρησης, περιλαμβάνουν πράξεις επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων ή πράξεις επεξεργασίας οι οποίες απαιτούν τακτική και συστηματική παρακολούθηση, θα πρέπει να ορίζεται ένα πρόσωπο το οποίο συνδράμει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία στην παρακολούθηση της συμμόρφωσης, σε εσωτερικό επίπεδο, προς τον παρόντα κανονισμό. Όταν αποφασίζεται εάν θα υποβληθούν σε επεξεργασία δεδομένα που αναφέρονται σε μεγάλο αριθμό προσώπων, δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αρχειοθετημένα δεδομένα που υπάγονται σε περιορισμό τέτοιον ώστε να μην εμπίπτουν στις κανονικές διαδικασίες πρόσβασης και επεξεργασίας δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και να μην μπορούν πλέον να τροποποιηθούν. Οι εν λόγω υπεύθυνοι προστασίας δεδομένων, ανεξάρτητα από το κατά πόσον είναι υπάλληλοι του υπευθύνου επεξεργασίας και κατά πόσον ασκούν τα καθήκοντά τους σε πλήρες ωράριο ή όχι , θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελούν τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία και να χαίρουν ιδιαίτερης προστασίας έναντι απόλυσης . Η τελική ευθύνη θα πρέπει να εξακολουθεί να βαρύνει τη διοίκηση του οργανισμού. Η γνώμη του υπευθύνου προστασίας δεδομένων θα πρέπει να ζητείται ιδίως πριν από τον σχεδιασμό, την προμήθεια, την ανάπτυξη και την εγκατάσταση συστημάτων αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ώστε να διασφαλίζονται οι αρχές προστασίας της ιδιωτικής ζωής τόσο εξ ορισμού όσο και από τον σχεδιασμό . [Τροπολογία 49]

(75α)

Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων θα πρέπει να διαθέτει τουλάχιστον τα ακόλουθα προσόντα: ευρεία γνώση του αντικειμένου και της εφαρμογής του νόμου περί προστασίας δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων και διαδικασιών· τεχνογνωσία όσον αφορά τις τεχνικές απαιτήσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής τόσο εξ ορισμού όσο και από τον σχεδιασμό καθώς και για την ασφάλεια των δεδομένων· εξειδικευμένες γνώσεις σχετικά με τον τομέα ανάλογες προς το μέγεθος του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία καθώς και προς τον βαθμό ευαισθησίας των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία· ικανότητα διενέργειας επιθεωρήσεων, παροχής συμβουλών, τεκμηρίωσης και ανάλυσης αρχείων καταγραφής· και ικανότητα συνεργασίας με τους εκπροσώπους των εργαζομένων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να παρέχει στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων τη δυνατότητα να συμμετέχει σε ανώτερου επιπέδου κατάρτιση ώστε να διαθέτει συνεχώς τις εξειδικευμένες γνώσεις που απαιτούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του. Ο ορισμός ως υπευθύνου προστασίας δεδομένων δεν προϋποθέτει αναγκαστικά την πλήρη απασχόληση του αντίστοιχου υπαλλήλου. [Τροπολογία 50]

(76)

Οι ενώσεις ή άλλοι φορείς που εκπροσωπούν κατηγορίες υπευθύνων επεξεργασίας θα πρέπει να παροτρύνονται να καταρτίζουν κώδικες δεοντολογίας, μετά από διαβούλευση με τον φορέα εκπροσώπησης των εργαζομένων, εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να διευκολύνεται η ουσιαστική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της επεξεργασίας που διενεργείται σε ορισμένους τομείς. Οι εν λόγω κώδικες θα πρέπει να διευκολύνουν τη συμμόρφωση του κλάδου προς τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 51]

(77)

Για τη βελτίωση της διαφάνειας και της συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να παροτρύνεται η θέσπιση μηχανισμών πιστοποίησης, σφραγίδων και τυποποιημένων σημάτων προστασίας των δεδομένων, επιτρέποντας στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να αξιολογούν ταχέως , αξιόπιστα και επαληθεύσιμα το επίπεδο προστασίας των δεδομένων των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών. Η «Ευρωπαϊκή σφραγίδα προστασίας δεδομένων» θα πρέπει να καθιερωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να εμπνέει εμπιστοσύνη μεταξύ των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, να δημιουργεί ασφάλεια δικαίου για τους υπευθύνους επεξεργασίας και παράλληλα να παράγει ευρωπαϊκά πρότυπα προστασίας δεδομένων επιτρέποντας σε μη ευρωπαϊκές εταιρείες να εισέρχονται ευκολότερα στις ευρωπαϊκές αγορές μέσω πιστοποίησης. [Τροπολογία 52]

(78)

Οι διασυνοριακές ροές δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαίες για την επέκταση του διεθνούς εμπορίου και της διεθνούς συνεργασίας. Η αύξηση των ροών αυτών δημιούργησε νέες προκλήσεις και ανησυχίες όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ωστόσο, όταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται από την Ένωση σε τρίτες χώρες ή σε διεθνείς οργανισμούς, το επίπεδο προστασίας των φυσικών προσώπων το οποίο εγγυάται στην Ένωση ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να υπονομεύεται. Σε κάθε περίπτωση, οι διαβιβάσεις προς τρίτες χώρες μπορούν να διενεργούνται μόνον σε πλήρη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό.

(79)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις διεθνείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών οι οποίες ρυθμίζουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιλαμβάνουν κατάλληλες εγγυήσεις για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα διασφαλίζοντας επαρκές επίπεδο προστασίας για τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών . [Τροπολογία 53]

(80)

Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει, με ισχύ σε ολόκληρη την Ένωση, ότι ορισμένες τρίτες χώρες, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας σε μια τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων, εξασφαλίζοντας έτσι ασφάλεια δικαίου και ομοιομορφία σε ολόκληρη την Ένωση όσον αφορά τις τρίτες χώρες ή τους διεθνείς οργανισμούς που θεωρούνται ότι εξασφαλίζουν τέτοιο επίπεδο προστασίας. Στις περιπτώσεις αυτές, οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στις εν λόγω χώρες μπορούν να πραγματοποιούνται χωρίς να απαιτείται η εξασφάλιση οποιασδήποτε περαιτέρω έγκρισης. Η Επιτροπή δύναται επίσης να αποφασίσει την ανάκληση της εν λόγω απόφασης, κατόπιν ειδοποίησης και πλήρους αιτιολόγησης προς την τρίτη χώρα. [Τροπολογία 54]

(81)

Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης, και ειδικότερα την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Επιτροπή θα πρέπει, κατά την αξιολόγηση της τρίτης χώρας, να λαμβάνει υπόψη με ποιον τρόπο μια δεδομένη τρίτη χώρα σέβεται το κράτος δικαίου, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, καθώς και τους διεθνείς κανόνες και τα πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

(82)

Η Επιτροπή μπορεί επίσης να αναγνωρίσει ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας σε μια τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός δεν παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων. Κάθε νομοθετική ρύθμιση, η οποία παρέχει εξωεδαφική πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στην Ένωση χωρίς άδεια δυνάμει της ενωσιακής ή της εθνικής νομοθεσίας, θα πρέπει να θεωρείται ότι συνιστά έλλειψη επαρκούς προστασίας των δεδομένων. Ως εκ τούτου, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα θα πρέπει να απαγορεύεται. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να προβλέπονται διαβουλεύσεις μεταξύ της Επιτροπής και των εν λόγω τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών. [Τροπολογία 55]

(83)

Απουσία απόφασης περί επάρκειας της προστασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να λάβουν μέτρα για να αντισταθμίσουν την έλλειψη προστασίας των δεδομένων σε μια τρίτη χώρα μέσω κατάλληλων εγγυήσεων για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Οι κατάλληλες εγγυήσεις μπορεί να συνίστανται στη χρήση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων, τυποποιημένων ρητρών προστασίας των δεδομένων που θεσπίζονται από την Επιτροπή, τυποποιημένων ρητρών προστασίας των δεδομένων που θεσπίζονται από αρχή ελέγχου ή συμβατικών ρητρών που εγκρίνονται από αρχή ελέγχου ή άλλων κατάλληλων και αναλογικών μέτρων τα οποία δικαιολογούνται υπό το πρίσμα όλων των συνθηκών που περιβάλλουν την πράξη διαβίβασης δεδομένων ή σειρά πράξεων διαβίβασης δεδομένων και εγκρίνονται από αρχή ελέγχου. Αυτές οι κατάλληλες εγγυήσεις θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα τυγχάνουν εξίσου σεβασμού όπως και κατά την επεξεργασία εντός της ΕΕ, ιδιαίτερα όσον αφορά τον περιορισμό του σκοπού, το δικαίωμα στην πρόσβαση, τη διόρθωση, τη διαγραφή και την αξίωση αποζημίωσης. Οι εγγυήσεις αυτές θα πρέπει να εξασφαλίζουν ειδικότερα την τήρηση των αρχών επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και προβλέπουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς προσφυγής, εξασφαλίζουν την τήρηση των αρχών προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού, και εξασφαλίζουν την ύπαρξη ενός υπεύθυνου προστασίας δεδομένων. [Τροπολογία 56]

(84)

Η δυνατότητα του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία να χρησιμοποιεί τυποποιημένες ρήτρες προστασίας των δεδομένων, οι οποίες εγκρίνονται από την Επιτροπή ή από αρχή ελέγχου, δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των υπευθύνων επεξεργασίας ή των εκτελούντων την επεξεργασία να περιλαμβάνουν τις τυποποιημένες ρήτρες προστασίας των δεδομένων σε μια ευρύτερη σύμβαση ούτε να προσθέτουν άλλες ρήτρες ή επιπλέον εγγυήσεις εφόσον δεν αντιφάσκουν, άμεσα ή έμμεσα, προς τις τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες που εγκρίνονται από την Επιτροπή ή από αρχή ελέγχου, ούτε θίγουν τα θεμελιώδη δικαιώματα ή τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Οι τυποποιημένες ρήτρες προστασίας δεδομένων που ενέκρινε η Επιτροπή μπορούν να καλύπτουν διαφορετικές καταστάσεις, συγκεκριμένα τη διαβίβαση των δεδομένων από υπεύθυνους επεξεργασίας που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση προς υπεύθυνους επεξεργασίας εκτός Ένωσης και από υπεύθυνους επεξεργασίας που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση προς εκτελούντες την επεξεργασία, περιλαμβανομένων και των υπεργολάβων επεξεργασίας, εκτός της Ένωσης. Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και οι εκτελούντες την επεξεργασία θα πρέπει να ενθαρρύνονται να παράσχουν ακόμα πιο αυστηρές εγγυήσεις μέσω πρόσθετων συμβατικών δεσμεύσεων που δρουν συμπληρωματικά ως προς τις υφιστάμενες ρήτρες προστασίας δεδομένων. [Τροπολογία 57]

(85)

Ένας όμιλος εταιρειών θα πρέπει να μπορεί να κάνει χρήση εγκεκριμένων δεσμευτικών εταιρικών κανόνων για τις διεθνείς διαβιβάσεις του από την Ένωση σε οργανισμούς εντός του ίδιου εταιρικού ομίλου επιχειρήσεων, εφόσον οι εν λόγω εταιρικοί κανόνες περιλαμβάνουν όλες τις βασικές αρχές και δικαιώματα τα οποία μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας ώστε να διασφαλίζονται κατάλληλες εγγυήσεις για διαβιβάσεις ή κατηγορίες διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 58]

(86)

Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα διαβιβάσεων σε ορισμένες περιπτώσεις στις οποίες το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τη συγκατάθεσή του, στις οποίες η διαβίβαση είναι αναγκαία σε σχέση με σύμβαση ή δικαστική διαδικασία, στις οποίες σημαντικοί λόγοι δημόσιου συμφέροντος που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης ή των κρατών μελών απαιτούν κάτι τέτοιο, ή στις οποίες η διαβίβαση πραγματοποιείται από μητρώο το οποίο συστάθηκε διά νόμου και προορίζεται για άντληση πληροφοριών από το κοινό ή πρόσωπα τα οποία έχουν έννομο συμφέρον. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η εν λόγω διαβίβαση δεν θα πρέπει να αφορά το σύνολο των δεδομένων ή ολόκληρες κατηγορίες δεδομένων που περιέχονται στο μητρώο και όταν το μητρώο προορίζεται για άντληση πληροφοριών από πρόσωπα τα οποία έχουν έννομο συμφέρον, η διαβίβαση θα πρέπει να πραγματοποιείται μόνον κατόπιν αιτήματος των εν λόγω προσώπων ή μόνον εάν μπορούν να είναι αποδέκτες της διαβίβασης , λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τα συμφέροντα και τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα . [Τροπολογία 59]

(87)

Οι παρεκκλίσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται ειδικότερα σε αιτηθείσες διαβιβάσεις δεδομένων που είναι αναγκαίες για την προστασία σημαντικών λόγων δημόσιου συμφέροντος, για παράδειγμα σε περιπτώσεις διεθνών διαβιβάσεων δεδομένων μεταξύ αρχών ανταγωνισμού, φορολογικών ή τελωνειακών αρχών, αρχών χρηματοοικονομικής εποπτείας, μεταξύ υπηρεσιών αρμόδιων για θέματα κοινωνικής ασφάλισης ή για τη δημόσια υγεία , ή σε αρμόδιες δημόσιες αρχές για την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση και τη δίωξη ποινικών αδικημάτων , μεταξύ αυτών και για την πρόληψη του ξεπλύματος χρημάτων και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας . Η διαβίβαση προσωπικών δεδομένων θα πρέπει επίσης να θεωρείται σύννομη όταν είναι αναγκαία για την προστασία συμφέροντος που είναι ουσιώδες για τη ζωή του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου, εάν το υποκείμενο των δεδομένων δεν είναι σε θέση να δώσει συγκατάθεση. Η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τέτοιους σημαντικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος θα πρέπει να γίνεται μόνο περιστασιακά. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αξιολογούνται προσεκτικά όλες οι περιστάσεις της διαβίβασης . [Τροπολογία 60]

(88)

Διαβιβάσεις οι οποίες δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθούν συχνές ή μαζικές ενδέχεται να επιτρέπονται επίσης για τον σκοπό των έννομων συμφερόντων που επιδιώκουν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, όταν αυτοί έχουν αξιολογήσει όλες τις συνθήκες που περιβάλλουν τη διαβίβαση των δεδομένων. Όταν η επεξεργασία αφορά ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς και σκοπούς επιστημονικής έρευνας, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι θεμιτές προσδοκίες της κοινωνίας όσον αφορά την αύξηση της γνώσης. [Τροπολογία 61]

(89)

Σε κάθε περίπτωση, εάν η Επιτροπή δεν έλαβε καμία απόφαση σχετικά με το επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων σε μια τρίτη χώρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να κάνουν χρήση λύσεων οι οποίες παρέχουν στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα την νομικά δεσμευτική εγγύηση ότι θα συνεχίσουν να επωφελούνται των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων τους στην Ένωση μετά τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων , στον βαθμό που η επεξεργασία δεν είναι μαζική, επαναλαμβανόμενη και διαρθρωτική . Η εν λόγω εγγύηση θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει χρηματική αποζημίωση σε περίπτωση απώλειας ή μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης ή επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και την υποχρέωση, ανεξαρτήτως της εθνικής νομοθεσίας, να παρέχονται από τις δημόσιες αρχές της τρίτης χώρας πλήρη στοιχεία σχετικά με κάθε πρόσβαση στα δεδομένα . [Τροπολογία 62]

(90)

Μερικές τρίτες χώρες θεσπίζουν νόμους, κανονισμούς και άλλες νομοθετικές πράξεις που φιλοδοξούν να ρυθμίσουν άμεσα τις διαδικασίες επεξεργασίας δεδομένων φυσικών και νομικών προσώπων που τελούν υπό τη δικαιοδοσία των κρατών μελών. Η εξωεδαφική εφαρμογή των εν λόγω νόμων, κανονισμών και άλλων νομικών πράξεων μπορεί να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και να εμποδίζει την επίτευξη της προστασίας των φυσικών προσώπων που διασφαλίζει στην Ένωση ο παρών κανονισμός. Διαβιβάσεις θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού για διαβίβαση προς τρίτες χώρες. Αυτό μπορεί να συμβαίνει μεταξύ άλλων εάν η γνωστοποίηση είναι απαραίτητη για σημαντικό λόγο δημόσιου συμφέροντος ο οποίος αναγνωρίζεται στο δίκαιο της Ένωσης ή στο δίκαιο κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται ο υπεύθυνος επεξεργασίας. Οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες συντρέχει σημαντικός λόγος δημόσιου συμφέροντος θα πρέπει να διευκρινισθούν περαιτέρω από την Επιτροπή σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη. Σε περιπτώσεις όπου οι υπεύθυνοι επεξεργασίας ή οι εκτελούντες την επεξεργασία έρχονται αντιμέτωποι με αντικρουόμενες απαιτήσεις συμμόρφωσης μεταξύ της δικαιοδοσίας της Ένωσης αφενός και της δικαιοδοσίας τρίτης χώρας αφετέρου, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι πάντοτε υπερισχύει το δίκαιο της Ένωσης. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει καθοδήγηση και συνδρομή προς τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία και θα πρέπει να επιδιώκει την επίλυση της σύγκρουσης δικαιοδοσιών με την εν λόγω τρίτη χώρα. [Τροπολογία 63]

(91)

Η διασυνοριακή διακίνηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυξάνει ενδεχομένως τον κίνδυνο όσον αφορά την ικανότητα των φυσικών προσώπων να ασκούν δικαιώματα προστασίας των δεδομένων ιδίως για να προστατεύονται έναντι της παράνομης χρήσης ή οινοποίησης των συγκεκριμένων πληροφοριών. Ταυτόχρονα, οι αρχές ελέγχου μπορεί να διαπιστώσουν ότι αδυνατούν να δώσουν συνέχεια σε καταγγελίες ή να διενεργήσουν έρευνες σχετικά με δραστηριότητες εκτός των συνόρων τους. Οι προσπάθειές τους να συνεργασθούν στο διασυνοριακό πλαίσιο μπορεί επίσης να παρεμποδίζονται από ανεπαρκείς προληπτικές ή διορθωτικές εξουσίες, μη συνεκτικά νομικά καθεστώτα και πρακτικά εμπόδια, όπως η απουσία πόρων. Επομένως, πρέπει να προωθηθεί στενότερη συνεργασία μεταξύ των αρχών ελέγχου της προστασίας των δεδομένων ώστε να βοηθηθούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες και να διενεργούν έρευνες με τους διεθνείς ομολόγους τους.

(92)

Η σύσταση αρχών ελέγχου στα κράτη μέλη οι οποίες ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν. Τα κράτη μέλη μπορούν να συστήσουν περισσότερες αρχές ελέγχου, ανάλογα με τη συνταγματική, οργανωτική και διοικητική δομή τους. Κάθε αρχή διαθέτει επαρκείς χρηματοοικονομικούς και ίδιους πόρους ώστε να εκπληρώνει πλήρως τα καθήκοντά της, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος του πληθυσμού και τον όγκο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία. [Τροπολογία 64]

(93)

Εάν ένα κράτος μέλος συστήνει περισσότερες αρχές ελέγχου, θα πρέπει να θεσπίζει διά νόμου μηχανισμούς ώστε να διασφαλίζεται η ουσιαστική συμμετοχή των εν λόγω αρχών ελέγχου στον μηχανισμό συνεκτικότητας. Το συγκεκριμένο κράτος μέλος θα πρέπει να ορίζει, ειδικότερα, την αρχή ελέγχου η οποία αποτελεί το ενιαίο σημείο επικοινωνίας για την ουσιαστική συμμετοχή των εν λόγω αρχών στον μηχανισμό, ώστε να διασφαλίζεται ταχεία και εύρυθμη συνεργασία με άλλες αρχές ελέγχου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και την Επιτροπή.

(94)

Κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους, αποδίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στη διασφάλιση επάρκειας όσον αφορά τις τεχνικές και νομικές ικανότητες του προσωπικού, εγκαταστάσεις και υποδομές, οι οποίες είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων της, συμπεριλαμβανομένων των καθηκόντων που σχετίζονται με την αμοιβαία συνδρομή και τη συνεργασία με άλλες αρχές ελέγχου σε ολόκληρη την Ένωση. [Τροπολογία 65]

(95)

Οι γενικές προϋποθέσεις για τα μέλη της αρχής ελέγχου θα πρέπει να θεσπίζονται διά νόμου σε κάθε κράτος μέλος και θα πρέπει να προβλέπουν, ειδικότερα, ότι τα εν λόγω μέλη διορίζονται είτε από το κοινοβούλιο είτε ή από την κυβέρνηση του κράτους μέλους με μέριμνα για την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας πολιτικής παρέμβασης , και να περιλαμβάνουν κανόνες για τα προσωπικά προσόντα των μελών , την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων και τη θέση τους των μελών . [Τροπολογία 66]

(96)

Οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να παρακολουθούν την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να συμβάλλουν στη συνεκτική εφαρμογή του σε ολόκληρη την Ένωση προκειμένου να προστατεύονται τα φυσικά πρόσωπα έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και να διευκολύνεται η ελεύθερη ροή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην εσωτερική αγορά. Για τον σκοπό αυτό, οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή.

(97)

Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων ενός υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία σε μια εγκατάσταση στην Ένωση πραγματοποιείται σε περισσότερα κράτη μέλη, μία και μόνη αρχή ελέγχου θα πρέπει να είναι αρμόδια τόσο για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του υπευθύνου λειτουργεί ως μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή του εκτελούντος τον εκτελούντα την επεξεργασία σε ολόκληρη την Ένωση όσο καθώς και ως προϊσταμένη αρχή επιφορτισμένη για τον έλεγχό τους και για τη λήψη των σχετικών αποφάσεων, προκειμένου να αυξάνεται η συνεκτικότητα της εφαρμογής, να παρέχεται ασφάλεια δικαίου και να μειώνεται ο διοικητικός φόρτος για τους εν λόγω υπευθύνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία. [Τροπολογία 67]

(98)

Η αρμόδια προϊσταμένη αρχή, η οποία παρέχει αυτή την υπηρεσία μιας στάσης, θα πρέπει να είναι η αρχή ελέγχου του κράτους μέλους στο οποίο ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ή ο εκπρόσωπός του έχουν την κύρια εγκατάστασή τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κατόπιν αιτήματος από αρμόδια αρχή, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων δύναται να ορίζει την προϊσταμένη αρχή μέσω του μηχανισμού συνεκτικότητας. [Τροπολογία 68]

(98α)

Τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και των οποίων τα προσωπικά δεδομένα υφίστανται επεξεργασία από υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία σε άλλο κράτος μέλος θα πρέπει να μπορούν να υποβάλουν την καταγγελία τους στην αρχή προστασίας δεδομένων της επιλογής τους. Η προϊσταμένη αρχή προστασίας των δεδομένων θα πρέπει να συντονίζει τις εργασίες της με αυτές των άλλων εμπλεκόμενων αρχών. [Τροπολογία 69]

(99)

Παρότι ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται επίσης στις δραστηριότητες των εθνικών δικαστηρίων, η αρμοδιότητα των αρχών ελέγχου δεν θα πρέπει να καλύπτει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν τα δικαστήρια ενεργούν υπό τη δικαιοδοτική τους ιδιότητα, προκειμένου να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των δικαστών κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών καθηκόντων τους. Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή θα πρέπει να περιορίζεται αυστηρά σε αμιγώς δικαιοδοτικές δραστηριότητες στο πλαίσιο δικαστικών υποθέσεων και δεν εφαρμόζεται σε άλλες δραστηριότητες στις οποίες ενδέχεται να συμμετέχουν οι δικαστές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

(100)

Για τη διασφάλιση της συνεκτικής παρακολούθησης και επιβολής του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση, οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να έχουν σε κάθε κράτος μέλος τα ίδια καθήκοντα και τις ίδιες πραγματικές εξουσίες, συμπεριλαμβανομένων εξουσιών διερεύνησης, νομικά δεσμευτικής παρέμβασης, λήψης αποφάσεων και επιβολής κυρώσεων, ιδίως σε περιπτώσεις καταγγελιών από φυσικά πρόσωπα, και συμμετοχής σε νομικές διαδικασίες. Οι εξουσίες διερεύνησης των αρχών ελέγχου όσον αφορά την πρόσβαση σε εγκαταστάσεις θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και το εθνικό δίκαιο. Αυτό αφορά ειδικότερα την απαίτηση εξασφάλισης προηγούμενης δικαστικής έγκρισης.

(101)

Κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να εξετάζει τις καταγγελίες που υποβάλλονται από οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή από ένωση που ενεργεί υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, και θα πρέπει να διερευνά την υπόθεση. Η διερεύνηση σε συνέχεια καταγγελίας θα πρέπει να διενεργείται, με την επιφύλαξη δικαστικού ελέγχου, στον βαθμό που ενδείκνυται για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Η αρχή ελέγχου οφείλει να ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή την οργάνωση για την πρόοδο και την έκβαση της καταγγελίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Εάν η υπόθεση απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση ή συντονισμό με άλλη αρχή ελέγχου, θα πρέπει να παρέχεται ενδιάμεση ενημέρωση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 70]

(102)

Οι δραστηριότητες ευαισθητοποίησης από τις αρχές ελέγχου οι οποίες απευθύνονται στο κοινό θα πρέπει να περιλαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για τους υπευθύνους επεξεργασίας και τους εκτελούντες την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένων πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

(103)

Οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να αλληλοϋποστηρίζονται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεκτική εφαρμογή και επιβολή του παρόντος κανονισμού στην εσωτερική αγορά.

(104)

Κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να έχει δικαίωμα συμμετοχής σε κοινές πράξεις μεταξύ αρχών ελέγχου. Η αρχή ελέγχου στην οποία υποβάλλεται το αίτημα θα πρέπει να υποχρεούται να απαντά στο αίτημα εντός καθορισμένης προθεσμίας.

(105)

Για τη διασφάλιση της συνεκτικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση, θα πρέπει να θεσπισθεί ένας μηχανισμός συνεκτικότητας για τη συνεργασία μεταξύ των αρχών ελέγχου και με την Επιτροπή. Ο μηχανισμός αυτός θα πρέπει να εφαρμόζεται ειδικότερα εάν μια αρχή ελέγχου προτίθεται να θεσπίσει ένα μέτρο όσον αφορά πράξεις επεξεργασίας οι οποίες σχετίζονται με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε περισσότερα κράτη μέλη ή σχετίζονται με την παρακολούθηση των εν λόγω προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή οι οποίες μπορεί να επηρεάζουν ουσιαστικά την ελεύθερη ροή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θα πρέπει να εφαρμόζεται επίσης εάν οποιαδήποτε αρχή ελέγχου ή η Επιτροπή ζητήσουν την εξέταση της υπόθεσης στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας. Επιπλέον, τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να εξασφαλίζουν συνεκτικότητα εάν κρίνουν ότι ένα μέτρο μιας αρχής προστασίας δεδομένων κάποιου κράτους μέλους δεν πληροί το εν λόγω κριτήριο. Ο εν λόγω μηχανισμός δεν θα πρέπει να θίγει τυχόν μέτρα τα οποία ενδέχεται να λάβει η Επιτροπή κατά την άσκηση των εξουσιών της βάσει των Συνθηκών. [Τροπολογία 71]

(106)

Κατά την εφαρμογή του μηχανισμού συνεκτικότητας, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να εκδίδει γνώμη, εντός καθορισμένης προθεσμίας, εφόσον αποφασίσει κάτι τέτοιο η απλή πλειοψηφία των μελών της ή εφόσον της ζητηθεί κάτι τέτοιο από οποιαδήποτε αρχή ελέγχου ή από την Επιτροπή.

(106α)

Για να διασφαλιστεί η συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων μπορεί, σε μεμονωμένες περιπτώσεις, να λάβει απόφαση που είναι δεσμευτική για τις αρμόδιες αρχές ελέγχου. [Τροπολογία 72]

(107)

Για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει γνώμη επί της υπόθεσης αυτής ή απόφαση, με την οποία αξιώνει από την αρχή ελέγχου την αναστολή του σχεδίου μέτρου. [Τροπολογία 73]

(108)

Ενδέχεται να υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για την προστασία των συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος να παρεμποδισθεί σημαντικά η άσκηση δικαιώματος του συγκεκριμένου προσώπου. Επομένως, μια αρχή ελέγχου θα πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίζει προσωρινά μέτρα, με προσδιορισμένη διάρκεια ισχύος, κατά την εφαρμογή του μηχανισμού συνεκτικότητας.

(109)

Η εφαρμογή του εν λόγω μηχανισμού θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για τη νομική ισχύ και την επιβολή της αντίστοιχης απόφασης από αρχή ελέγχου. Σε άλλες περιπτώσεις διασυνοριακού ενδιαφέροντος, ενδέχεται να παρασχεθεί αμοιβαία συνδρομή και να διεξαχθούν από κοινού έρευνες από τις ενδιαφερόμενες αρχές ελέγχου, σε διμερή ή πολυμερή βάση, χωρίς να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός συνεκτικότητας.

(110)

Θα πρέπει να συσταθεί Ευρωπαϊκή Επιτροπή Προστασίας Δεδομένων στο επίπεδο της Ένωσης, η οποία θα πρέπει να αντικαταστήσει την ομάδα εργασίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συστάθηκε με την οδηγία 95/46/ΕΚ. Θα πρέπει να απαρτίζεται από τον προϊστάμενο αρχής ελέγχου κάθε κράτους μέλους και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. Η Επιτροπή πρέπει να συμμετέχει στις δραστηριότητές της. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να συμβάλλει στη συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σε ολόκληρη την Ένωση, μεταξύ άλλων παρέχοντας συμβουλές στην Επιτροπή στα θεσμικά όργανα της Ένωσης και προωθώντας τη συνεργασία των αρχών ελέγχου σε ολόκληρη την Ένωση , συμπεριλαμβανομένου του συντονισμού των κοινών πράξεων . Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να ενισχύσει τον διάλογο με τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως ενώσεις προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, οργανώσεις καταναλωτών, υπεύθυνοι επεξεργασίας και άλλοι σχετικοί ενδιαφερόμενοι και εμπειρογνώμονες. [Τροπολογία 74]

(111)

Κάθε πρόσωπο στο οποίο Τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχει έχουν δικαίωμα υποβολής καταγγελίας σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους και δικαίωμα άσκησης αποτελεσματικής δικαστικής προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη, εάν θεωρεί θεωρούν ότι παραβιάζονται τα δικαιώματά του τους που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό ή εάν η αρχή ελέγχου δεν απαντά σε μια καταγγελία ή δεν ενεργεί όταν μια ενέργεια είναι απαραίτητη για την προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 75]

(112)

Κάθε φορέας, οργανισμός ή οργάνωση που στοχεύει στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων προσώπων στα οποία αναφέρονται δεδομένα σε σχέση με την προστασία των δεδομένων τους ενεργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και έχει συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους θα πρέπει να δικαιούται να υποβάλλει καταγγελία σε αρχή ελέγχου για λογαριασμό και με τη συγκατάθεση των προσώπων στα οποία αναφέρονται δεδομένα ή να ασκεί το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής για λογαριασμό προσώπων στα οποία αναφέρονται δεδομένα εάν έχει εξουσιοδοτηθεί από τα πρόσωπα αυτά ή να υποβάλλει ίδια καταγγελία, ανεξάρτητα από την καταγγελία προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εάν θεωρεί ότι υπάρχει παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των διατάξεων του παρόντος κανονισμού . [Τροπολογία 76]

(113)

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο θα πρέπει να έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά αποφάσεων αρχής ελέγχου που τα αφορά. Η διαδικασία κατά αρχής ελέγχου θα πρέπει να κινείται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκαταστημένη η αρχή ελέγχου.

(114)

Για την ενίσχυση της δικαστικής προστασίας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, σε περιπτώσεις στις οποίες η αρμόδια αρχή ελέγχου είναι εγκαταστημένη σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο στο οποίο διαμένει το συγκεκριμένο πρόσωπο, το πρόσωπο αυτό το τελευταίο μπορεί να ζητήσει από εξουσιοδοτήσει οποιονδήποτε φορέα, οργανισμό ή οργάνωση που αποσκοπεί στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ενεργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος , να κινήσει, για λογαριασμό του, διαδικασία κατά της εν λόγω αρχής ελέγχου στο αρμόδιο δικαστήριο του άλλου κράτους μέλους. [Τροπολογία 77]

(115)

Σε περιπτώσεις στις οποίες η αρμόδια αρχή ελέγχου που είναι εγκαταστημένη σε άλλο κράτος μέλος δεν ενεργεί ή λαμβάνει ανεπαρκή μέτρα σε σχέση με μια καταγγελία, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να ζητεί από την αρχή ελέγχου του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του να κινήσει διαδικασία κατά της εν λόγω αρχής ελέγχου στο αρμόδιο δικαστήριο του άλλου κράτους μέλους. Αυτό δεν ισχύει για πολίτες που διαμένουν εκτός ΕΕ. Η αρχή ελέγχου στην οποία υποβάλλεται το αίτημα μπορεί να αποφασίζει, με την επιφύλαξη δικαστικού ελέγχου, κατά πόσον ενδείκνυται να δώσει συνέχεια στο αίτημα. [Τροπολογία 78]

(116)

Για διαδικασίες κατά υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία, ο ενάγων θα πρέπει να μπορεί να επιλέγει εάν θα ασκήσει την αγωγή ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διαθέτει εγκατάσταση ή , στην περίπτωση συνήθους διαμονής στην ΕΕ, στο κράτος μέλος στο οποίο διαμένει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι δημόσια αρχή της Ένωσης ή κράτους μέλους η οποία ενεργεί στο πλαίσιο της άσκησης των δημόσιων εξουσιών της. [Τροπολογία 79]

(117)

Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι εκκρεμεί παράλληλη διαδικασία ενώπιον των δικαστηρίων διαφορετικών κρατών μελών, τα δικαστήρια θα πρέπει να υποχρεούνται να ειδοποιούν το ένα το άλλο. Τα δικαστήρια θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα αναστολής της εξέτασης μιας υπόθεσης εάν εκκρεμεί παράλληλη υπόθεση σε άλλο κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι προσφυγές ενώπιον δικαστηρίων, προκειμένου να είναι ουσιαστικές, θα πρέπει να επιτρέπουν την ταχεία λήψη μέτρων για την επανόρθωση ή την αποφυγή παράβασης του παρόντος κανονισμού.

(118)

Κάθε ζημία , είτε χρηματική είτε όχι την οποία υφίσταται ένα πρόσωπο ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αποζημίωσης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, οι οποίοι μπορεί να απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποζημίωσης μόνο εάν αποδεικνύουν ότι δεν ευθύνονται για τη ζημία, ιδίως δε εάν αποδεικνύουν υπαιτιότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή σε περίπτωση ανωτέρας βίας. [Τροπολογία 80]

(119)

Θα πρέπει να επιβάλλονται ποινές σε κάθε πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου το οποίο δεν συμμορφώνεται προς τον παρόντα κανονισμό. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι ποινές θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές και θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε μέτρο για την επιβολή των ποινών. Οι κανόνες για την επιβολή κυρώσεων θα πρέπει να υπόκεινται στις δέουσες δικονομικές εγγυήσεις σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης και του Χάρτη, συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων που αφορούν το δικαίωμα στην αποτελεσματική άσκηση ενδίκων μέσων, την τήρηση ορθής διαδικασίας και την τήρηση της αρχής «ne bis in idem». [Τροπολογία 81]

(119α)

Κατά την εφαρμογή των κυρώσεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να σέβονται απόλυτα τις δέουσες δικονομικές εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν το δικαίωμα στην αποτελεσματική άσκηση ενδίκων μέσων, την τήρηση ορθής διαδικασίας και την τήρηση της αρχής «ne bis in idem». [Τροπολογία 82]

(120)

Για την ενίσχυση και την εναρμόνιση των διοικητικών κυρώσεων κατά παραβάσεων του παρόντος κανονισμού, κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να έχει την εξουσία να επιβάλλει κυρώσεις για διοικητικά παραπτώματα. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να υποδεικνύει τα παραπτώματα αυτά καθώς και το ανώτατο όριο για τα σχετικά διοικητικά πρόστιμα, τα οποία θα πρέπει να καθορίζονται σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση αναλογικά προς τη συγκεκριμένη κατάσταση, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη ειδικότερα τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης. Ο μηχανισμός συνεκτικότητας μπορεί να χρησιμοποιείται επίσης για την αντιμετώπιση αποκλίσεων στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων.

(121)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αποκλειστικά για δημοσιογραφικούς σκοπούς, ή για σκοπούς καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις της εξαίρεσης Όπου κρίνεται αναγκαίο, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα εξαιρέσεων ή παρεκκλίσεων από τις απαιτήσεις ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, για να συμβιβασθεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και, ειδικότερα, με το δικαίωμα λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών, όπως διασφαλίζεται ειδικότερα στο άρθρο 11 του Χάρτη. Αυτό πρέπει να ισχύει ειδικότερα στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον οπτικοακουστικό τομέα και στα αρχεία ειδήσεων και στις βιβλιοθήκες Τύπου. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν νομοθετικά μέτρα τα οποία θα πρέπει να προβλέπουν εξαιρέσεις και παρεκκλίσεις οι οποίες είναι αναγκαίες για την εξισορρόπηση των εν λόγω θεμελιωδών δικαιωμάτων. Οι εν λόγω εξαιρέσεις και παρεκκλίσεις θα πρέπει να θεσπίζονται από τα κράτη μέλη σχετικά με τα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία, τη διαβίβαση δεδομένων σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, τις ανεξάρτητες αρχές ελέγχου, και τη συνεργασία και τη συνεκτικότητα και σχετικά με τις συγκεκριμένες καταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων . Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να οδηγήσει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν εξαιρέσεις από τις λοιπές διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Για να ληφθεί υπόψη η σημασία του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης σε κάθε δημοκρατική κοινωνία, είναι απαραίτητο να ερμηνεύονται ευρέως οι έννοιες που σχετίζονται με την εν λόγω ελευθερία, όπως η δημοσιογραφία. Επομένως, τα κράτη μέλη πρέπει να ταξινομούν δραστηριότητες ως «δημοσιογραφικές» για τον σκοπό των εξαιρέσεων και των παρεκκλίσεων που πρόκειται να θεσπισθούν βάσει του παρόντος κανονισμού, εάν αντικείμενο των εν λόγω δραστηριοτήτων είναι η ώστε να καλύπτουν όλες τις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην γνωστοποίηση στο κοινό πληροφοριών, γνωμών ή ιδεών, ανεξάρτητα από το μέσο που χρησιμοποιείται για τη μετάδοσή τους , λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τις τεχνολογικές εξελίξεις . Οι δραστηριότητες δεν θα πρέπει να περιορίζονται στις επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης και μπορούν να πραγματοποιούνται για κερδοσκοπικούς ή μη κερδοσκοπικούς σκοπούς. [Τροπολογία 83]

(122)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία, ως ειδική κατηγορία δεδομένων που χρήζει υψηλότερης προστασίας, μπορεί να δικαιολογείται συχνά μέσω ποικίλλων θεμιτών λόγων προς όφελος των φυσικών προσώπων και της κοινωνίας στο σύνολό της, ιδίως στο πλαίσιο της εξασφάλισης της συνέχειας της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης. Επομένως, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει εναρμονισμένες προϋποθέσεις για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού που αφορούν την υγεία, με την επιφύλαξη ειδικών και κατάλληλων εγγυήσεων, ώστε να προστατεύονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των φυσικών προσώπων. Αυτό περιλαμβάνει το δικαίωμα των φυσικών προσώπων να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία τους, για παράδειγμα τα δεδομένα των ιατρικών αρχείων τους τα οποία περιέχουν πληροφορίες όπως διαγνώσεις, αποτελέσματα εξετάσεων, αξιολογήσεις από θεράποντες ιατρούς και κάθε παρασχεθείσα θεραπεία ή επέμβαση.

(122α)

Ένα πρόσωπο το οποίο επεξεργάζεται κατ’ επάγγελμα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία θα πρέπει να λαμβάνει, ει δυνατόν, ανωνυμοποιημένα δεδομένα ή ψευδωνυμοποιημένα δεδομένα, ούτως ώστε μόνο ο γενικός ιατρός ή ο ειδικός που έχει ζητήσει την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων να γνωρίζει την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 84]

(123)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία μπορεί να είναι απαραίτητη για λόγους δημόσιου συμφέροντος στους τομείς της δημόσιας υγείας, χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Στο πλαίσιο αυτό, η «δημόσια υγεία» θα πρέπει να ερμηνεύεται όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1338/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία, δηλαδή ως όλα τα στοιχεία που συνδέονται με την υγεία, συγκεκριμένα η κατάσταση της υγείας, συμπεριλαμβανομένης της νοσηρότητας και αναπηρίας, οι καθοριστικοί παράγοντες που επιδρούν στην κατάσταση της υγείας, οι ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης, οι πόροι που διατίθενται στην υγειονομική περίθαλψη, η παροχή υγειονομικής περίθαλψης και η πρόσβαση από όλους σε αυτήν καθώς και οι δαπάνες και η χρηματοδότηση της υγειονομικής περίθαλψης και οι αιτίες θνησιμότητας. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σχετικών με την υγεία για λόγους δημόσιου συμφέροντος δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς από τρίτους, όπως εργοδότες, ασφαλιστικές εταιρείες και τράπεζες. [Τροπολογία 85]

(123α)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία, ως ειδική κατηγορία δεδομένων, ενδέχεται να είναι απαραίτητη για λόγους ιστορικής, στατιστικής ή επιστημονικής έρευνας. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός προβλέπει εξαιρέσεις όσον αφορά την απαίτηση παροχής συγκατάθεσης στις περιπτώσεις όπου η έρευνα εξυπηρετεί υψηλά δημόσια συμφέροντα. [Τροπολογία 86]

(124)

Οι γενικές αρχές για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης στο πλαίσιο της απασχόλησης. Επομένως, για τη και της κοινωνικής ασφάλισης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβαίνουν σε ρύθμιση της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εργαζομένων στο πλαίσιο της απασχόλησης, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν, εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού, να θεσπίζουν διά νόμου ειδικούς κανόνες για την επεξεργασία και της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τομέα της απασχόλησης στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης, σύμφωνα με τους κανόνες και τα ελάχιστα πρότυπα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό . Εφόσον σε ένα κράτος μέλος υπάρχει νομική βάση που ρυθμίζει υποθέσεις εργασιακών σχέσεων μέσω συμφωνίας μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και της διοικήσεως της επιχείρησης ή της ελέγχουσας επιχείρησης ενός ομίλου επιχειρήσεων (συλλογική σύμβαση), ή με βάση την οδηγία 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (10) , η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τομέα της απασχόλησης μπορεί να ρυθμίζεται και μέσω μιας τέτοιας συμφωνίας . [Τροπολογία 87]

(125)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς ή σκοπούς επιστημονικής έρευνας θα πρέπει, προκειμένου να είναι σύννομη, να σέβεται επίσης άλλες σχετικές νομοθεσίες, όπως αυτή για τις κλινικές δοκιμές.

(125α)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν επίσης να υποβληθούν σε περαιτέρω επεξεργασία από τις υπηρεσίες αρχείων, οι οποίες έχουν ως κύριο καθήκον ή νομική υποχρέωση τη συλλογή, την αποθήκευση, την ταξινόμηση, την κοινοποίηση, την αξιοποίηση και τη διάδοση αρχείων για το δημόσιο συμφέρον. Η νομοθεσία των κρατών μελών θα πρέπει να ευθυγραμμίζει το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις για τα αρχεία και για την πρόσβαση των πολιτών σε διοικητικές πληροφορίες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν την κατάρτιση, ιδίως από την Ευρωπαϊκή Ομάδα Αρχείων, σχεδίου κανόνων που θα εξασφαλίζουν το απόρρητο των δεδομένων έναντι τρίτων καθώς και τη γνησιότητα, την αρτιότητα και την καλή διατήρηση των δεδομένων. [Τροπολογία 88]

(126)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η επιστημονική έρευνα θα πρέπει να περιλαμβάνει βασική έρευνα, εφαρμοσμένη έρευνα και ιδιωτικά χρηματοδοτούμενη έρευνα και, επιπλέον, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον στόχο της Ένωσης βάσει του άρθρου 179 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επίτευξη ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για ιστορικούς ή επιστημονικούς σκοπούς καθώς και για σκοπούς επιστημονικής έρευνας δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για διαφορετικούς σκοπούς, εκτός εάν το υποκείμενο των δεδομένων παρέχει τη συγκατάθεσή του ή η επεξεργασία διενεργείται βάσει του ενωσιακού δικαίου ή του δικαίου ενός κράτους μέλους. [Τροπολογία 89]

(127)

Όσον αφορά τις εξουσίες των αρχών ελέγχου να εξασφαλίζουν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν διά νόμου, εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού, ειδικούς κανόνες προκειμένου να διαφυλάσσονται οι υποχρεώσεις επαγγελματικού απορρήτου ή άλλες αντίστοιχες υποχρεώσεις απορρήτου, στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για τον συμβιβασμό του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου.

(128)

Ο παρών κανονισμός σέβεται και δεν θίγει το καθεστώς που έχουν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές ενώσεις ή κοινότητες στα κράτη μέλη, όπως αναγνωρίζεται στο άρθρο 17 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, εάν μια εκκλησία σε ένα κράτος μέλος εφαρμόζει, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ολοκληρωμένο σύστημα κανόνων κατάλληλους κανόνες σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι συγκεκριμένοι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται εφόσον εναρμονισθούν με τον παρόντα κανονισμό και αναγνωριστεί η συμβατότητά τους με αυτόν . Οι εν λόγω εκκλησίες και οι θρησκευτικές ενώσεις πρέπει να υποχρεούνται να προβλέπουν την ίδρυση μιας πλήρως ανεξάρτητης αρχής ελέγχου. [Τροπολογία 90]

(129)

Για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού, και ειδικότερα της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων και, ιδίως, του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και της διασφάλισης της ελεύθερης κυκλοφορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις θα πρέπει να εκδοθούν σε σχέση με τη νομιμότητα της επεξεργασίας· τον προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων σε σχέση με τη συγκατάθεση παιδιού· την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων· τον προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων για τα προδήλως υπερβολικά αιτήματα και τις αμοιβές για την άσκηση των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για τις πληροφορίες που παρέχονται στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και σε σχέση με το δικαίωμα πρόσβασης· για την παροχή πληροφοριών με τη μορφή εικονιδίων· το δικαίωμα διαγραφής των φυσικών προσώπων· «να λησμονηθούν» και το δικαίωμα διαγραφής· τα μέτρα που βασίζονται στην κατάρτιση προφίλ· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις σε σχέση με την ευθύνη του υπευθύνου επεξεργασίας και με την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού· τον εκτελούντα την επεξεργασία· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για την τεκμηρίωση και την ασφάλεια της επεξεργασίας· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για τη διαπίστωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την κοινοποίησή της στην αρχή ελέγχου και των περιπτώσεων στις οποίες παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι πιθανό να έχει δυσμενείς συνέπειες για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για τις πράξεις που απαιτούν εκτίμηση των επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για τον καθορισμό υψηλού βαθμού συγκεκριμένων κινδύνων οι οποίοι απαιτούν προηγούμενη διαβούλευση· τον ορισμό και τα καθήκοντα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων· τους · τη δήλωση ότι οι κώδικες δεοντολογίας είναι συμβατοί με τον παρόντα κανονισμό· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για τους μηχανισμούς πιστοποίησης· το κατάλληλο επίπεδο προστασίας που παρέχει μια τρίτη χώρα ή ένας διεθνής οργανισμός· τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για τις διαβιβάσεις μέσω δεσμευτικών εταιρικών κανόνων· τις παρεκκλίσεις όσον αφορά τις διαβιβάσεις· τις διοικητικές κυρώσεις· την επεξεργασία για σκοπούς υγείας και την επεξεργασία στο πλαίσιο της απασχόλησης και την επεξεργασία για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς και σκοπούς επιστημονικής έρευνας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να πραγματοποιήσει κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά το προπαρασκευαστικό της έργο, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων , και ειδικότερα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων . Κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει ταυτόχρονη, έγκαιρη και δέουσα διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 91]

(130)

Για τη διασφάλιση ομοιόμορφων προϋποθέσεων στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή όσον αφορά τον προσδιορισμό τυποποιημένων εντύπων για ειδικές μεθόδους για την εξασφάλιση επαληθεύσιμης συγκατάθεσης σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παιδιού· τυποποιημένων διαδικασιών και εντύπων για την άσκηση των δικαιωμάτων για την ενημέρωση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων τους · τυποποιημένων εντύπων για την ενημέρωση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· τυποποιημένων εντύπων και διαδικασιών σε σχέση με το δικαίωμα πρόσβασης και το δικαίωμα φορητότητας των δεδομένων καθώς και με το δικαίωμα γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα · τυποποιημένων εντύπων σε σχέση με την ευθύνη του υπευθύνου επεξεργασίας για την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού και την τεκμηρίωση · των ειδικών απαιτήσεων για την ασφάλεια της επεξεργασίας που διατηρεί ο υπευθύνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία · του τυποποιημένου μορφοτύπου και των διαδικασιών εντύπου για τη γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην αρχή ελέγχου και τη γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· των πρότυπων και των διαδικασιών για την εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων· των και την τεκμηρίωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· εντύπων και των διαδικασιών για την προηγούμενη έγκριση και την προηγούμενη διαβούλευση· των τεχνικών προτύπων και των μηχανισμών για την πιστοποίηση· του επαρκούς επιπέδου προστασίας που παρέχει μια τρίτη χώρα, ή έδαφος ή τομέας επεξεργασίας εντός της τρίτης χώρας, ή ένας διεθνής οργανισμός· των κοινοποιήσεων που δεν επιτρέπονται από το δίκαιο της Ένωσης· της αμοιβαίας συνδρομής· των κοινών πράξων· των αποφάσεων στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας και ενημέρωση της αρχής ελέγχου . Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή  (11). Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει ειδικά μέτρα για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις. [Τροπολογία 92]

(131)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό τυποποιημένων εντύπων : όσον αφορά τον προσδιορισμό τυποποιημένων εντύπων για ειδικές μεθόδους για την εξασφάλιση επαληθεύσιμης συγκατάθεσης σε σχέση με τη συγκατάθεση την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παιδιού· τυποποιημένων διαδικασιών και εντύπων για την ενημέρωση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα τους · τυποποιημένων εντύπων για την ενημέρωση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· τυποποιημένων εντύπων και διαδικασιών σε σχέση με το δικαίωμα πρόσβασης και το δικαίωμα φορητότητας των δεδομένων καθώς και με το δικαίωμα γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα · τυποποιημένων εντύπων σε σχέση με την ευθύνη του υπευθύνου επεξεργασίας για την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού και την τεκμηρίωση· των ειδικών απαιτήσεων για την ασφάλεια της επεξεργασίας που διατηρεί ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία · του τυποποιημένου μορφοτύπου και των διαδικασιών εντύπου για την γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην αρχή ελέγχου και την γνωστοποίηση τεκμηρίωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· των προτύπων και των διαδικασιών για την εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων· των προτύπων και των διαδικασιών για την προηγούμενη έγκριση και των εντύπωση για την προηγούμενη διαβούλευση· των τεχνικών προτύπων και των μηχανισμών για την πιστοποίηση· του επαρκούς επίπεδου προστασίας που παρέχει μια τρίτη χώρα, ή έδαφος ή τομέας επεξεργασίας εντός της τρίτης χώρας, ή ένας διεθνής οργανισμός· των κοινολογήσεων που δεν επιτρέπονται από το δίκαιο της Ένωσης· της αμοιβαίας συνδρομής· των κοινών πράξεων· των αποφάσεων στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας και την ενημέρωση της αρχής , δεδομένου ότι οι πράξεις αυτές έχουν γενικό πεδίο εφαρμογής. [Τροπολογία 93]

(132)

Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει αμέσως εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που σχετίζονται με τρίτη χώρα, ή έδαφος ή τομέα επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που δεν διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας και αφορούν θέματα που κοινοποιούνται από αρχές ελέγχου στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγοντος. [Τροπολογία 94]

(133)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, και ειδικότερα η διασφάλιση ισοδύναμου επιπέδου προστασίας των φυσικών προσώπων και ελεύθερης ροής δεδομένων σε ολόκληρη την Ένωση, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(134)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί με τον παρόντα κανονισμό. Ωστόσο, οι αποφάσεις της Επιτροπής και οι εγκρίσεις αρχών ελέγχου που εκδόθηκαν βάσει της οδηγίας 95/46/ΕΚ θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ. Οι αποφάσεις της Επιτροπής και οι άδειες των αρχών ελέγχου που αφορούν διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 8 θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ για μια μεταβατική περίοδο πέντε ετών μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν από την Επιτροπή πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου. [Τροπολογία 95]

(135)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα θέματα που αφορούν την προστασία θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν υπάγονται στις ειδικές υποχρεώσεις που έχουν τον ίδιο στόχο, όπως αυτές περιγράφονται στην οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων του υπευθύνου επεξεργασίας και των δικαιωμάτων των φυσικών προσώπων. Για την αποσαφήνιση της σχέσης μεταξύ του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, η οδηγία θα πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(136)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στον βαθμό που εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρχές που συμμετέχουν στην εφαρμογή του εν λόγω κεκτημένου, κατά την έννοια της συμφωνίας που συνήφθη μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (13).

(137)

Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στον βαθμό που εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρχές που συμμετέχουν στην εφαρμογή του εν λόγω κεκτημένου. κατά την έννοια της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (14).

(138)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, ο παρών κανονισμός αποτελεί ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, στον βαθμό που εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρχές που συμμετέχουν στην εφαρμογή του εν λόγω κεκτημένου, κατά την έννοια του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετική Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεντημένου του Σένγκεν (15).

(139)

Εν όψει του γεγονότος ότι, όπως υπογράμμισε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο δικαίωμα, αλλά πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία και να εξισορροπείται με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, ο παρών κανονισμός σέβεται όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη, όπως κατοχυρώνονται στις Συνθήκες, και ειδικότερα το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, της κατοικίας και των επικοινωνιών, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, την επιχειρηματική ελευθερία, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου καθώς και την πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολυμορφία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και στόχοι

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες που αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κανόνες που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία αυτών των δεδομένων.

2.   Ο παρών κανονισμός προστατεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων και ειδικότερα το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εντός της Ένωσης δεν περιορίζεται ούτε απαγορεύεται για λόγους που σχετίζονται με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 2

Καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ανεξαρτήτως της μεθόδου επεξεργασίας, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:

α)

στο πλαίσιο δραστηριότητας η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την εθνική ασφάλεια·

β)

από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης·

γ)

από τα κράτη μέλη κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου 2 του τίτλου V της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση·

δ)

από φυσικό πρόσωπο χωρίς οποιοδήποτε κερδοσκοπικό συμφέρον στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων. Η εξαίρεση αυτή ισχύει επίσης για τη δημοσίευση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι η δυνατότητα πρόσβασης παρέχεται μόνο σε έναν περιορισμένο αριθμό προσώπων ·

ε)

από αρμόδιες δημόσιες αρχές για τον σκοπό της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων.

3.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, ιδίως δε τους κανόνες για την ευθύνη των μεσαζόντων παροχής υπηρεσιών που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 15 της εν λόγω οδηγίας. [Τροπολογία 96]

Άρθρο 3

Γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων μιας εγκατάστασης ενός υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία στην Ένωση , είτε η επεξεργασία λαμβάνει χώρα στην Ένωση είτε όχι .

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προσώπων που διαμένουν στην Ένωση από υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία μη εγκαταστημένο στην Ένωση, εάν οι δραστηριότητες επεξεργασίας σχετίζονται με

α)

την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στα εν λόγω πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα στην Ένωση , ασχέτως αν απαιτείται πληρωμή από τα πρόσωπα αυτά, ή

β)

την παρακολούθηση της συμπεριφοράς τους των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα .

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από υπεύθυνο επεξεργασίας μη εγκαταστημένο στην Ένωση, αλλά σε τόπο όπου εφαρμόζεται το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους δυνάμει του δημόσιου διεθνούς δικαίου. [Τροπολογία 97]

Άρθρο 4

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

1)

«πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα»: φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, με μέσα τα οποία είναι εύλογα πιθανό να χρησιμοποιηθούν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή από οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας, δεδομένων θέσης, επιγραμμικού αναγνωριστικού ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του συγκεκριμένου προσώπου από φυσική, βιολογική, γενετική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη·

2)

«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία η οποία αναφέρεται σε συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί («πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα») · ως πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί θεωρείται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε προσδιοριστικό στοιχείο όπως όνομα, αριθμός ταυτότητας, δεδομένα χώρου, μοναδικό αναγνωριστικό ή βάσει ενός ή περισσοτέρων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την ταυτότητα του προσώπου αυτού από άποψη φυσική, βιολογική, γενετική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ή από την άποψη του φύλου·

2α)

«ψευδώνυμα δεδομένα»: τα προσωπικά δεδομένα τα οποία δεν μπορούν να αποδοθούν σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα χωρίς τη χρήση πρόσθετων πληροφοριών, εφόσον οι πρόσθετες αυτές πληροφορίες διατηρούνται χωριστά και υπόκεινται σε τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την να διασφαλιστεί ότι δεν μπορούν να αποδοθούν·

2β)

«κρυπτογραφημένα δεδομένα»: προσωπικά δεδομένα που, μέσω τεχνολογικών μέτρων προστασίας, καθίστανται ακατανόητα σε οποιοδήποτε πρόσωπο δεν διαθέτει εξουσία πρόσβασης σε αυτά·

3)

«επεξεργασία»: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μέσων σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η εναρμόνιση ή ο συνδυασμός, η διαγραφή ή η καταστροφή·

3α)

«κατάρτιση προφίλ»: οποιαδήποτε μορφή αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποσκοπεί στην αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών σχετικά με ένα φυσικό πρόσωπο ή στην ανάλυση ή πρόβλεψη, ιδίως των εργασιακών επιδόσεων, της οικονομικής κατάστασης, του τόπου διαμονής, της υγείας, των προσωπικών προτιμήσεων, της αξιοπιστίας ή της συμπεριφοράς του εν λόγω φυσικού προσώπου·

4)

«σύστημα αρχειοθέτησης»: κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι προσπελάσιμα με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση·

5)

«υπεύθυνος επεξεργασίας»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας που μόνος ή από κοινού με άλλους καθορίζει τους στόχους, τις προϋποθέσεις και τον τρόπο της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· όταν οι στόχοι, οι προϋποθέσεις και ο τρόπος της επεξεργασίας καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, ο υπεύθυνος της επεξεργασίας ή τα ειδικά κριτήρια για τον διορισμό του μπορούν να καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους·

6)

«εκτελών την επεξεργασία»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας που επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό του υπευθύνου της επεξεργασίας·

7)

«αποδέκτης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η δημόσια αρχή, η υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας στον οποίο κοινολογούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

7α)

«τρίτος»: οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή, υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας, με εξαίρεση το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ο υπεύθυνος της επεξεργασίας, ο εκτελών την επεξεργασία και τα πρόσωπα τα οποία, υπό την άμεση εποπτεία του υπευθύνου της επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία, είναι εξουσιοδοτημένα να επεξεργάζονται τα δεδομένα·

8)

«συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα»: κάθε δήλωση βουλήσεως, ελεύθερη, ειδική, ρητή και εν πλήρει επιγνώσει, με την οποία το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δέχεται, με δήλωση ή με σαφή θετική ενέργεια, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν·

9)

«παραβίαση προσωπικών δεδομένων»: η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, μεταβολή, άνευ αδείας κοινολόγηση ή προσπέλαση προσωπικών δεδομένων που διαβιβάσθηκαν, αποθηκεύτηκαν ή υποβλήθηκαν κατ’ άλλο τρόπο σε επεξεργασία·

10)

«γενετικά δεδομένα»: όλα τα προσωπικά δεδομένα , οποιουδήποτε τύπου, τα οποία αφορούν που σχετίζονται με τα γενετικά τα χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου που κληρονομούνται ή αποκτώνται κατά την αρχική προγεννητική ανάπτυξη τα οποία κληρονομήθηκαν ή αποκτήθηκαν, όπως προκύπτουν από ανάλυση βιολογικού δείγματος του εν λόγω προσώπου, ιδίως μέσω χρωμοσωμικής ανάλυσης, ανάλυσης δεσοξυριβοζονουκλεϊνικού οξέος (DNA) ή ριβονουκλεϊκού οξέος (RNA) ή ανάλυσης οποιουδήποτε άλλου στοιχείου που επιτρέπει την απόκτηση ισοδύναμων πληροφοριών ·

11)

«βιομετρικά δεδομένα»: οποιαδήποτε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετίζονται με φυσικά, βιολογικά ή συμπεριφορικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου, τα οποία επιτρέπουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίησή του, όπως εικόνες προσώπου ή δακτυλοσκοπικά δεδομένα·

12)

«δεδομένα που αφορούν την υγεία»: κάθε πληροφορία που σχετίζεται οιαδήποτε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με τη σωματική ή ψυχική υγεία ενός προσώπου ή με την παροχή υγειονομικής περίθαλψης στο φυσικό πρόσωπο·

13)

«κύρια εγκατάσταση»: όσον αφορά τον υπεύθυνο επεξεργασίας, ο τόπος της εγκατάστασής του ο τόπος της εγκατάστασης της επιχείρησης ή του ομίλου επιχειρήσεων στην Ένωση , είτε πρόκειται για υπεύθυνο επεξεργασίας είτε για εκτελούντα την επεξεργασία, όπου λαμβάνονται οι βασικές αποφάσεις όσον αφορά τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· εάν δεν λαμβάνονται αποφάσεις όσον αφορά τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, κύρια εγκατάσταση είναι ο τόπος στον οποίο εκτελούνται οι κύριες δραστηριότητες επεξεργασίας στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων υπευθύνου επεξεργασίας σε εγκατάσταση στην Ένωση. Όσον αφορά τον εκτελούντα την επεξεργασία, «κύρια εγκατάσταση» είναι ο τόπος της κεντρικής διοίκησής του στην Ένωση· Μεταξύ άλλων μπορούν να λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα αντικειμενικά κριτήρια: η έδρα του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία· ο τόπος της οντότητας του ομίλου επιχειρήσεων η οποία βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση από άποψη διοικητικών καθηκόντων και διαχειριστικών αρμοδιοτήτων για να ασχοληθεί και να επιβάλει τους κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό· ο τόπος όπου ασκούνται ουσιαστικές και πραγματικές διοικητικές δραστηριότητες οι οποίες καθορίζουν την επεξεργασία δεδομένων μέσω σταθερών ρυθμίσεων.

14)

«εκπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκαταστημένο στην Ένωση, το οποίο ορίζεται ρητώς από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και ενεργεί αντί του υπευθύνου επεξεργασίας, και στο οποίο μπορούν να απευθυνθούν κάθε αρχή ελέγχου και άλλοι φορείς στην Ένωση αντί του υπευθύνου εκπροσωπεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας, σε σχέση με τις υποχρεώσεις του υπευθύνου επεξεργασίας οι οποίες απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό·

15)

«επιχείρηση»: κάθε οντότητα η οποία ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον νομικό της τύπο, συμπεριλαμβανομένων, κυρίως, των φυσικών και νομικών προσώπων, των προσωπικών εταιρειών ή των ενώσεων που ασκούν τακτικά οικονομική δραστηριότητα·

16)

«όμιλος επιχειρήσεων»: μια ελέγχουσα επιχείρηση και οι ελεγχόμενες από αυτήν επιχειρήσεις·

17)

«δεσμευτικοί εταιρικοί κανόνες»: εσωτερικοί κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τους οποίους εφαρμόζει ένας υπεύθυνος επεξεργασίας ή ένας εκτελών την επεξεργασία εγκαταστημένος στο έδαφος κράτους μέλους της Ένωσης για διαβιβάσεις ή σύνολο διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε υπεύθυνο επεξεργασίας ή εκτελούντα την επεξεργασία σε μία ή περισσότερες τρίτες χώρες εντός του ομίλου επιχειρήσεων·

18)

«παιδί»: οποιοδήποτε πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών·

19)

«αρχή ελέγχου»: δημόσια αρχή την οποία συστήνει ένα κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 46. [Τροπολογία 98]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 5

Αρχές σχετικές με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει:

α)

να υποβάλλονται σε σύννομη και θεμιτή επεξεργασία με διαφανή τρόπο σε σχέση με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα (νομιμότητα, αντικειμενικότητα και διαφάνεια) ·

β)

να συλλέγονται για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς και να μην δεν υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία κατά τρόπο μη συμβατό προς τους σκοπούς αυτούς (περιορισμός σκοπού) ·

γ)

να είναι κατάλληλα, συναφή και να περιορίζονται στα ελάχιστα αναγκαία σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία· υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εάν και εφόσον οι σκοποί δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω επεξεργασίας πληροφοριών οι οποίες δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (ελαχιστοποίηση δεδομένων) ·

δ)

να είναι ακριβή και , όταν είναι αναγκαίο, ενημερώνονται· πρέπει να λαμβάνονται όλα τα εύλογα μέτρα ώστε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι ανακριβή, σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία, να διαγράφονται ή να διορθώνονται χωρίς καθυστέρηση (ακρίβεια) ·

ε)

να διατηρούνται υπό μορφή που επιτρέπει τον άμεσο ή έμμεσο προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από αυτό που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους τα δεδομένα αυτά υποβάλλονται σε επεξεργασία· τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να αποθηκεύονται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εφόσον θα υποβληθούν σε επεξεργασία μόνον για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς ή για σκοπούς επιστημονικής έρευνας ή για σκοπούς αρχειοθέτησης σύμφωνα με τους κανόνες και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο στα άρθρα 83 και 83α και εφόσον διενεργείται περιοδική επανεξέταση για να αξιολογηθεί η αναγκαιότητα συνέχισης της αποθήκευσης , και, κατά περίπτωση, εφαρμόζονται τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τον περιορισμό της πρόσβασης στα δεδομένα μόνο για τους σκοπούς αυτούς (ελαχιστοποίηση της αποθήκευσης) ·

εα)

υποβάλλονται σε τέτοιου είδους επεξεργασία ώστε να δίνεται ουσιαστικά στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα η δυνατότητα να ασκεί τα δικαιώματά του (αποτελεσματικότητα)·

εβ)

υποβάλλονται σε τέτοιου είδους επεξεργασία ώστε να προστατεύονται από μη εξουσιοδοτημένη ή παράνομη επεξεργασία και τυχαία απώλεια, καταστροφή ή φθορά, με τη χρησιμοποίηση κατάλληλων τεχνικών ή οργανωτικών μέτρων (ακεραιότητα)·

στ)

να υποβάλλονται σε επεξεργασία υπό την ευθύνη και την υποχρέωση αποζημίωσης του υπευθύνου επεξεργασίας, ο οποίος διασφαλίζει και είναι σε θέση να αποδεικνύει για κάθε πράξη επεξεργασίας τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού (λογοδοσία) . [Τροπολογία 99]

Άρθρο 6

Νομιμότητα της επεξεργασίας

1.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη μόνον εάν και εφόσον ισχύει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε συγκατάθεση στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν για έναν ή περισσότερους ειδικούς σκοπούς·

β)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης της οποίας το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα είναι συμβαλλόμενο μέρος ή για την εκτέλεση προσυμβατικών μέτρων ληφθέντων αιτήσει του·

γ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την τήρηση εκ του νόμου υποχρεώσεως του υπευθύνου της επεξεργασίας·

δ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα·

ε)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση καθήκοντος δημόσιου συμφέροντος ή για την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο της επεξεργασίας·

στ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την επίτευξη του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος της επεξεργασίας, ή, σε περίπτωση κοινοποίησης των δεδομένων, ο τρίτος στον οποίο διαβιβάζονται αυτά, και ο οποίος ανταποκρίνεται στις θεμιτές προσδοκίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα βάσει της σχέσης του με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, υπό τον όρο ότι δεν προέχουν το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα που χρήζουν προστασίας, ιδίως εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα είναι παιδί. Αυτό δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία που διενεργείται από δημόσιες αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

2.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία είναι απαραίτητη για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς ή σκοπούς επιστημονικής έρευνας είναι σύννομη με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και των εγγυήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 83.

3.   Η βάση της επεξεργασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) και ε) πρέπει να προβλέπεται:

α)

στο δίκαιο της Ένωσης, ή

β)

στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται ο υπεύθυνος επεξεργασίας.

Η νομοθεσία του κράτους μέλους πρέπει να ανταποκρίνεται σε σκοπό δημόσιου συμφέροντος ή να είναι αναγκαία για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων, να σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό στόχο. Εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού, η νομοθεσία των κρατών μελλών πρέπει να παρέχει στοιχεία που θα προσδιορίζουν τη νομιμότητα της επεξεργασίας, ιδίως σε σχέση με τους υπεύθυνους επεξεργασίας, τον σκοπό της επεξεργασίας και τον περιορισμό του σκοπού, τη φύση των δεδομένων και τα πρόσωπα στα οποία αυτά αναφέρονται, τα μέτρα και τις διαδικασίες επεξεργασίας, τους αποδέκτες, καθώς και τη διάρκεια της αποθήκευσης.

4.   Εάν ο σκοπός της περαιτέρω επεξεργασίας δεν είναι συμβατός με εκείνον για τον οποίο συλλέχθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, η επεξεργασία πρέπει να βασίζεται τουλάχιστον σε έναν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως ε). Αυτό ισχύει ειδικότερα σε οποιαδήποτε αλλαγή όρων και γενικών προϋποθέσεων μιας σύμβασης.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ) σε διάφορους τομείς και καταστάσεις επεξεργασίας, μεταξύ άλλων σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν παιδιά. [Τροπολογία 100]

Άρθρο 7

Προϋποθέσεις συγκατάθεσης

1.    Εάν η επεξεργασία διενεργείται κατόπιν συγκατάθεσης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει το βάρος της απόδειξης όσον αφορά την παροχή της συγκατάθεσης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν για συγκεκριμένους σκοπούς.

2.   Εάν η συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέχεται στο πλαίσιο έγγραφης δήλωσης η οποία αφορά και άλλο θέμα, η απαίτηση παροχής συγκατάθεσης πρέπει να είναι σαφώς διακριτή σε σχέση με το εν λόγω άλλο θέμα. Διατάξεις σχετικά με τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα οι οποίες συνιστούν μερική παραβίαση του παρόντος κανονισμού είναι πλήρως άκυρες.

3.    Με την επιφύλαξη άλλων νομικών λόγων για την επεξεργασία των δεδομένων, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να αποσύρει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή. Η απόσυρση της συγκατάθεσης δεν θίγει τη νομιμότητα της επεξεργασίας που βασίσθηκε στη συγκατάθεση προ της απόσυρσής της. Η απόσυρση της συγκατάθεσης πρέπει να είναι εξίσου απλή με τη χορήγησή της. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ενημερώνεται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας εάν η απόσυρση της συγκατάθεσης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μη συνέχιση των παρεχόμενων υπηρεσιών ή τη λήξη της σχέσης με τον υπεύθυνο επεξεργασίας.

4.   Η συγκατάθεση δεν παρέχει νομική βάση για την επεξεργασία, εάν υπάρχει σημαντική ανισορροπία μεταξύ της θέσης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του υπευθύνου επεξεργασίας έχει ειδικό σκοπό και παύει να ισχύει όταν δεν υφίσταται πλέον ο σκοπός ή όταν η επεξεργασία των δεδομένω προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι πλέον απαραίτητη για την επιδίωξη του σκοπού για τον οποίον συνελέγησαν αρχικά τα δεδομένα. Η εκτέλεση μιας σύμβασης ή η παροχή μιας υπηρεσίας δεν εξαρτάται από τη συγκατάθεση στην επεξεργασία ή τη χρήση δεδομένων τα οποία, δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο β), δεν είναι αναγκαία για την εκτέλεση της σύμβασης ή την παροχή της υπηρεσίας . [Τροπολογία 101]

Άρθρο 8

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παιδιού

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, σε σχέση με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας απευθείας σε παιδί, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παιδιού ηλικίας κάτω των 13 ετών είναι σύννομη μόνον εάν και εφόσον η συγκατάθεση παρέχεται ή εγκρίνεται από τον γονέα ή τον νόμιμο κηδεμόνα του παιδιού. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας καταβάλλει εύλογες προσπάθειες για να εξασφαλίσει επαληθεύσιμη επαληθεύσει τη συγκατάθεση αυτή , λαμβάνοντας υπόψη τη διαθέσιμη τεχνολογία , χωρίς να προκληθεί μια περιττή κατά τα λοιπά επεξεργασία προσωπικών δεδομένων .

1α.     Οι πληροφορίες που παρέχονται σε παιδιά, γονείς και νόμιμους κηδεμόνες προκειμένου να δοθεί συγκατάθεση συμπεριλαμβανομένων και των πληροφοριών σχετικά με τη συλλογή και χρήση προσωπικών δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας, θα πρέπει να παρέχονται σε γλώσσα σαφή και κατάλληλη για εκείνον προς τον οποίον απευθύνεται.

2.   Η παράγραφος 1 δεν επηρεάζει το γενικό ενοχικό δίκαιο των κρατών μελών, όπως τους κανόνες περί κύρους, κατάρτισης ή συνεπειών μιας σύμβασης σε σχέση με παιδί.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων για Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά τις μεθόδους εξασφάλισης της επαληθεύσιμης επαλήθευσης της συγκατάθεσης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 , σύμφωνα με το άρθρο 66 . Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή εξετάζει ειδικά μέτρα για πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει πρότυπα έντυπα για ειδικές μεθόδους για την εξασφάλιση της επαληθεύσιμης συγκατάθεσης η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 102]

Άρθρο 9

Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών Ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Απαγορεύεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αποκαλύπτουν φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, πολιτικά φρονήματα, θρησκεία ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, σεξουαλικό προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση και συνδικαλιστικές δραστηριότητες , καθώς και η επεξεργασία γενετικών ή βιομετρικών δεδομένων ή δεδομένων που αφορούν την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή ή , διοικητικές κυρώσεις, δικαστικές αποφάσεις, ποινικά αδικήματα ή εικαζόμενα αδικήματα, ποινικές καταδίκες ή σχετικά μέτρα ασφάλειας.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν αν εφαρμόζεται μία από τις ακόλουθες διαδικασίες :

α)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τη συγκατάθεσή του στην επεξεργασία των συγκεκριμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για έναν ή περισσότερους ειδικούς σκοπούς , σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 7 και 8, εκτός εάν το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους προβλέπει ότι η απαγόρευση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν μπορεί να αρθεί από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· ή

αα)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εφαρμογή ή εκτέλεση σύμβασης της οποίας το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι συμβαλλόμενο μέρος ή για την εκτέλεση προσυμβατικών μέτρων έπειτα από αίτημα του εν λόγω προσώπου· ή

β)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των υποχρεώσεων και την άσκηση ειδικών δικαιωμάτων του υπευθύνου επεξεργασίας στον τομέα του εργατικού δικαίου, εφόσον επιτρέπεται από το δίκαιο της Ένωσης ή από το δίκαιο κράτους μέλους ή από συλλογικές συμβάσεις προβλέποντας κατάλληλες εγγυήσεις για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, όπως του δικαιώματος στη μη διακριτική μεταχείριση, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και εγγυήσεων του άρθρου 82 · ή

γ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου, εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αδυνατεί, για φυσικούς ή νομικούς λόγους, να παράσχει τη συγκατάθεσή του· ή

δ)

η επεξεργασία διεξάγεται στο πλαίσιο των νόμιμων δραστηριοτήτων, με κατάλληλες εγγυήσεις, ιδρύματος, οργάνωσης ή άλλου μη κερδοσκοπικού φορέα με πολιτικό, φιλοσοφικό, θρησκευτικό ή συνδικαλιστικό στόχο, και υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία αφορά αποκλειστικά τα μέλη ή τα πρώην μέλη του φορέα ή πρόσωπα τα οποία έχουν τακτική επικοινωνία μαζί του σε σχέση με τους σκοπούς του και ότι τα δεδομένα δεν κοινοποιούνται εκτός του συγκεκριμένου φορέα χωρίς τη συγκατάθεση των προσώπων στα οποία αναφέρονται· ή

ε)

η επεξεργασία αφορά προσωπικά δεδομένα τα οποία έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται· ή

στ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την απόδειξη, την άσκηση ή την υπεράσπιση νομικών απαιτήσεων· ή

ζ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την άσκηση καθήκοντος που ασκείται για λόγους υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, βάσει του δικαίου της Ένωσης ή του δικαίου κράτους μέλους, το οποίο είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο στόχο, σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων και προβλέπει κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· ή

η)

η επεξεργασία δεδομένων που αφορούν την υγεία είναι απαραίτητη για σκοπούς υγείας και με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και των εγγυήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 81· ή

θ)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς ή για σκοπούς επιστημονικής έρευνας, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και των εγγυήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 83· ή

θα)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τις υπηρεσίες αρχείων, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και των εγγυήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 83α· ή

ι)

η επεξεργασία δεδομένων που αφορούν διοικητικές κυρώσεις, δικαστικές αποφάσεις, ποινικά αδικήματα, ποινικές καταδίκες ή σχετικά μέτρα ασφάλειας διενεργείται υπό τον έλεγχο επίσημης αρχής ή εάν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση προς νομική ή κανονιστική υποχρέωση την οποία υπέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή για την εκτέλεση καθήκοντος που ασκείται για σημαντικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, και στον βαθμό που επιτρέπεται από το δίκαιο της Ένωσης ή δίκαιο κράτους μέλους το οποίο προβλέπει επαρκείς εγγυήσεις. Πλήρες μητρώο για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Μητρώα ποινικών καταδικών τηρείται τηρούνται μόνον υπό τον έλεγχο επίσημης αρχής.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων, των προϋποθέσεων και των κατάλληλων εγγυήσεων Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές για την επεξεργασία των ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και των εξαιρέσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 , σύμφωνα με το άρθρο 66 . [Τροπολογία 103]

Άρθρο 10

Επεξεργασία η οποία δεν επιτρέπει την εξακρίβωση της ταυτότητας

1.    Εάν τα δεδομένα που υποβάλλονται σε επεξεργασία από υπεύθυνο επεξεργασίας δεν επιτρέπουν στον υπεύθυνο επεξεργασίας να εξακριβώσει ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να εξακριβώσουν άμεσα ή έμμεσα την ταυτότητα ενός φυσικού προσώπου ή αφορούν αποκλειστικά δεδομένα που σχετίζονται με ψευδώνυμα , ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα ή δεν υποχρεούται να λαμβάνει πρόσθετες πληροφορίες προκειμένου να προσδιορίζει την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για τον αποκλειστικό σκοπό της συμμόρφωσης προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος κανονισμού.

2.     Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας των δεδομένων δεν μπορεί να τηρήσει μια διάταξη του παρόντος κανονισμού λόγω της παραγράφου 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν υποχρεούται να τηρήσει τη συγκεκριμένη αυτή διάταξη του παρόντος κανονισμού. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας των δεδομένων δεν μπορεί ανταποκριθεί προς ένα αίτημα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ενημερώνει σχετικά το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 104]

Άρθρο 10α

Γενικές αρχές που διέπουν τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα

1.     Τη βάση της προστασίας δεδομένων αποτελούν σαφή και συγκεκριμένα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, τα οποία πρέπει να γίνονται σεβαστά από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας των δεδομένων. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού αποσκοπούν στην ενίσχυση, στην αποσαφήνιση, στη διασφάλιση και, ενδεχομένως, στην κωδικοποίηση των εν λόγω δικαιωμάτων.

2.     Στα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η παροχή σαφών και εύληπτων πληροφοριών όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης και διαγραφής των δεδομένων, το δικαίωμα λήψης δεδομένων, το δικαίωμα αντίταξης στην κατάρτιση προφίλ, το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην αρμόδια αρχή προστασίας δεδομένων και το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής καθώς και το δικαίωμα σε αποζημίωση για ζημία που προκλήθηκε από παράνομη επεξεργασία. Τα εν λόγω δικαιώματα ασκούνται κατά βάση ατελώς. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας απαντά σε αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εντός εύλογης προθεσμίας. [Τροπολογία 105]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

ΤΜΗΜΑ 1

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Άρθρο 11

Διαφανής ενημέρωση και κοινοποίηση

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας διαθέτει συνεκτικές, διαφανείς , σαφείς και εύκολα προσπελάσιμες πολιτικές όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θέτει στη διάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα κάθε πληροφορία και γνωστοποίηση σχετική με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε κατανοητή μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση, προσαρμοσμένη στο συγκεκριμένο πρόσωπο, ιδίως όταν πρόκειται για πληροφορία απευθυνόμενη ειδικά σε παιδιά. [Τροπολογία 106]

Άρθρο 12

Διαδικασίες και μηχανισμοί για την άσκηση των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θεσπίζει διαδικασίες για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 14 και για την άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα που προβλέπονται στο άρθρο 13 και στα άρθρα 15 έως 19. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβλέπει ειδικότερα μηχανισμούς για τη διευκόλυνση υποβολής του αιτήματος για τις ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 13 και στα άρθρα 15 έως 19. Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία με αυτοματοποιημένα μέσα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβλέπει επίσης μέσα για την , κατά το δυνατόν, υποβολή των αιτημάτων με ηλεκτρονικό τρόπο.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα χωρίς καθυστέρηση αμελλητί , και το αργότερο εντός ενός μηνός 40 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή του αιτήματος, για το κατά πόσον έχει αναληφθεί οποιαδήποτε ενέργεια σύμφωνα με το άρθρο 13 και τα άρθρα 15 έως 19 και παρέχει τις πληροφορίες που ζητήθηκαν. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για έναν ακόμη μήνα, εάν περισσότερα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ασκήσουν τα δικαιώματά τους και η συνεργασία τους είναι απαραίτητη σε εύλογο βαθμό για την αποφυγή αδικαιολόγητων και δυσανάλογων προσπαθειών εκ μέρους του υπευθύνου επεξεργασίας. Η ενημέρωση παρέχεται εγγράφως και ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί, κατά το δυνατόν, να παρέχει πρόσβαση εξ αποστάσεως σε ασφαλές σύστημα μέσω του οποίου το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αποκτά άμεση πρόσβαση στα δεδομένα που το αφορούν . Εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα υποβάλλει το αίτημα σε ηλεκτρονική μορφή, η ενημέρωση παρέχεται σε ηλεκτρονική μορφή, οσάκις αυτό είναι εφικτό εκτός εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ζητήσει κάτι διαφορετικό.

3.   Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας αρνείται παραλείπει να ενεργήσει επί του αιτήματος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για την άρνηση παράλειψη αυτή καθώς και για τις δυνατότητες υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και άσκησης δικαστικής προσφυγής.

4.   Η ενημέρωση και οι ενέργειες που εκτελούνται επί των αιτημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται και εκτελούνται ατελώς. Εάν τα αιτήματα είναι προδήλως υπερβολικά, ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να επιβάλει την καταβολή κάποιου ευλόγου τέλους λαμβάνοντας υπόψη τις διοικητικές δαπάνες για την παροχή της ενημέρωσης ή για την εκτέλεση της ζητούμενης ενέργειας, ή ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να μην εκτελέσει τη ζητούμενη ενέργεια. Στην περίπτωση αυτή, ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει το βάρος της απόδειξης του προδήλως υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων για τα προδήλως υπερβολικά αιτήματα και τα τέλη που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να καταρτίσει τυποποιημένα έντυπα και να προσδιορίσει τυποποιημένες διαδικασίες για την ενημέρωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού μορφοτύπου. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 107]

Άρθρο 13

Δικαιώματα σε σχέση με αποδέκτες Υποχρέωση γνωστοποίησης σε περίπτωση διόρθωσης και διαγραφής

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας κοινοποιεί κάθε διόρθωση ή διαγραφή η οποία διενεργείται σύμφωνα με τα άρθρα 16 και 17 σε κάθε αποδέκτη στον οποίο γνωστοποιήθηκαν διαβιβάστηκαν τα δεδομένα, εκτός εάν αυτό αποδεικνύεται ανέφικτο ή εάν συνεπάγεται δυσανάλογη προσπάθεια. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με τους εν λόγω αποδέκτες, εφόσον αυτό ζητηθεί από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 108]

Άρθρο 13α

Τυποποιημένες πολιτικές πληροφόρησης

1.     Σε περίπτωση συλλογής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ένα πρόσωπο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο αυτό, πριν από την παροχή των πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 14, για τα εξής:

α)

εάν συλλέγονται περισσότερα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απ' ό,τι απαιτεί ο συγκεκριμένος σκοπός της επεξεργασίας·

β)

εάν διατηρούνται περισσότερα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα απ' ό,τι απαιτεί ο συγκεκριμένος σκοπός της επεξεργασίας·

γ)

εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία για σκοπούς άλλους από αυτούς για τους οποίους συλλέχθηκαν·

δ)

εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα γνωστοποιούνται σε τρίτους για εμπορικούς σκοπούς·

ε)

εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πωλούνται ή εκμισθώνονται·

στ)

εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται σε κρυπτογραφημένη μορφή.

2.     Τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρουσιάζονται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού σε μορφή πίνακα, με τη χρήση κειμένου και συμβόλων, η οποία περιλαμβάνει τις ακόλουθες τρεις στήλες:

α)

στην πρώτη στήλη απεικονίζονται γραφήματα που συμβολίζουν τα στοιχεία αυτά·

β)

στη δεύτερη στήλη παρέχονται σημαντικές πληροφορίες που περιγράφουν τα στοιχεία·

γ)

στην τρίτη στήλη απεικονίζονται γραφήματα που υποδεικνύουν εάν το συγκεκριμένο στοιχείο είναι ακριβές.

3.     Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 παρουσιάζονται με ευδιάκριτο και ευανάγνωστο τρόπο και διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές στα κράτη μέλη στους οποίους απευθύνονται οι πληροφορίες. Εάν τα στοιχεία διατίθενται ηλεκτρονικά, πρέπει να είναι μηχαναγνώσιμα.

4.     Πρόσθετα στοιχεία δεν παρέχονται. Λεπτομερείς επεξηγήσεις ή περαιτέρω παρατηρήσεις σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να διατεθούν μαζί με άλλες απαιτήσεις πληροφόρησης σύμφωνα με το άρθρο 14.

5.     Η Επιτροπή, αφού προηγουμένως ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον ακριβέστερο προσδιορισμό των στοιχείων της παραγράφου 1 και του τρόπου παρουσίασής τους σύμφωνα με την παράγραφο 2 και το παράρτημα του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 109]

ΤΜΗΜΑ 2

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Άρθρο 14

Ενημέρωση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Εάν συλλέγονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν ένα πρόσωπο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει μετά τη διάθεση των στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 13α στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου επεξεργασίας και, ενδεχομένως, του εκπροσώπου του υπευθύνου επεξεργασίας και του υπευθύνου προστασίας δεδομένων·

β)

τους σκοπούς της επεξεργασίας για την οποία προορίζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των συμβατικών όρων και των γενικών προϋποθέσεων, εάν η επεξεργασία βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β), και των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας, εάν η επεξεργασία βασίζεται στο άρθρο , κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής και τήρησης των απαιτήσεων του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

γ)

το χρονικό διάστημα για το οποίο θα αποθηκευθούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή, όταν αυτό είναι αδύνατο, τα κριτήρια που καθορίζουν το εν λόγω διάστημα ·

δ)

την ύπαρξη δικαιώματος υποβολής αιτήματος στον υπεύθυνο επεξεργασίας για πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και διόρθωση ή διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο ή αντίταξης στην επεξεργασία ή την απόκτηση των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ε)

το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και τα στοιχεία επικοινωνίας με την αρχή ελέγχου·

στ)

τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ζ)

όπου συντρέχει περίπτωση, ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας προτίθεται να διαβιβάσει τα δεδομένα σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό και το επίπεδο προστασίας που παρέχει η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός διά παραπομπής σε απόφαση την ύπαρξη ή την απουσία απόφασης περί επάρκειας της Επιτροπής , ή, όταν πρόκειται για τις διαβιβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 42 ή 43, την παραπομπή στις κατάλληλες εγγυήσεις και στα μέσα για να αποκτηθεί αντίγραφό τους ·

ζα)

κατά περίπτωση, ενημέρωση για την κατάρτιση προφίλ, για τα μέτρα που βασίζονται στην κατάρτιση προφίλ, και για τις προβλεπόμενες συνέπειες της κατάρτισης προφίλ για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα·

ζβ)

χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τη λογική που διέπει κάθε αυτοματοποιημένη επεξεργασία·

η)

κάθε περαιτέρω απαραίτητη πληροφορία που είναι απαραίτητη προκειμένου να διασφαλίζεται θεμιτή επεξεργασία έναντι του προσώπου που αφορούν τα δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες συλλέγονται ή υποβάλλονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα , συγκεκριμένα την ύπαρξη ορισμένων πράξεων και δραστηριοτήτων επεξεργασίας των δεδομένων για τις οποίες, στο πλαίσιο μίας εκτίμησης επιπτώσεων από την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, έχει διαπιστωθεί ότι μπορεί να ενέχουν υψηλό κίνδυνο·

ηα)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με το αν τους τελευταίους δώδεκα μήνες διαβιβάστηκαν δεδομένα σε δημόσιες αρχές .

2.   Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χορηγούνται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το συγκεκριμένο πρόσωπο, πέραν των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για το κατά πόσον η χορήγηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι υποχρεωτική ή εθελοντική προαιρετική , καθώς και για τις ενδεχόμενες συνέπειες της μη χορήγησης τέτοιων δεδομένων.

2α.     Κατά την απόφασή τους σχετικά με την κοινοποίηση περαιτέρω πληροφοριών που είναι αναγκαίες για να είναι θεμιτή η επεξεργασία βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο η), οι υπεύθυνοι επεξεργασίας λαμβάνουν υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές του άρθρου 34.

3.   Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν χορηγούνται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το συγκεκριμένο πρόσωπο, πέραν των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σχετικά με την πηγή από την οποία προέρχονται τα εν λόγω συγκεκριμένα δεδομένα. Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προέρχονται από πηγή διαθέσιμη στο κοινό, μπορεί να γίνει μια γενική αναφορά.

4.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3:

α)

κατά τη λήψη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή , εάν αυτό δεν είναι εφικτό, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση· ή

αα)

κατόπιν αιτήματος ενός φορέα, ενός οργανισμού ή μιας οργάνωσης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 73·

β)

εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν χορηγούνται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, κατά την καταχώριση ή εντός εύλογης προθεσμίας από τη συλλογή, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες τα δεδομένα συλλέγονται ή υποβάλλονται άλλως πως σε επεξεργασία, ή, εάν προβλέπεται γνωστοποίηση διαβίβαση σε άλλον αποδέκτη, το αργότερο όταν τα δεδομένα γνωστοποιούνται για πρώτη φορά το αργότερο όταν τα δεδομένα διαβιβάζονται για πρώτη φορά, ή, εάν τα δεδομένα πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για επικοινωνία με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, το αργότερο κατά την πρώτη επικοινωνία με το πρόσωπο αυτό· ή

βα)

μόνο μετά από αίτημα, εάν τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία από μικρή ή πολύ μικρή επιχείρηση, η οποία επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνο ως παρεπόμενη δραστηριότητα .

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν εφαρμόζονται εάν:

α)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα διαθέτει ήδη τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3· ή

β)

τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία για ιστορικούς ή στατιστικούς σκοπούς ή για σκοπούς επιστημονικής έρευνας με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων και εγγυήσεων των άρθρων 81 και 83, δεν χορηγούνται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται και η παροχή των εν λόγω πληροφοριών αποδεικνύεται ανέφικτη ή συνεπάγεται δυσανάλογη προσπάθεια και ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει δημοσιοποιήσει τις πληροφορίες ώστε να είναι διαθέσιμες προς όλους · ή

γ)

τα δεδομένα δεν χορηγούνται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται και η καταχώριση ή η γνωστοποίηση προβλέπονται ρητώς διά νόμου στον οποίον υπάγεται ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο οποίος προβλέπει κατάλληλα μέτρα για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που εγκυμονεί η επεξεργασία και η φύση των προσωπικών δεδομένων · ή

δ)

τα δεδομένα δεν χορηγούνται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται και η παροχή των εν λόγω πληροφοριών θίγει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τρίτων άλλων φυσικών προσώπων , όπως ορίζονται στο δίκαιο της Ένωσης ή στο δίκαιο κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 21· ή

δα)

τα δεδομένα έτυχαν επεξεργασίας κατά την άσκηση του επαγγέλματός του ή έχουν κοινοποιηθεί εμπιστευτικά σε πρόσωπο που υπόκειται σε καθεστώς εμπορικού απορρήτου που ρυθμίζεται από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο ή από νομικά προβλεπόμενη υποχρέωση εχεμύθειας, εκτός εάν τα δεδομένα χορηγούνται από το ίδιο το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται .

6.   Για την περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχείο β), ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβλέπει κατάλληλα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων ή των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

7.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων σχετικά με τις κατηγορίες αποδεκτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ), της υποχρέωσης ενημέρωσης σχετικά με τις δυνατότητες πρόσβασης που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ), των κριτηρίων για τις περαιτέρω απαραίτητες πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο η) για συγκεκριμένους τομείς και καταστάσεις, και των προϋποθέσεων και κατάλληλων εγγυήσεων για τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5 στοιχείο β). Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις.

8.   Η Επιτροπή μπορεί να καταρτίσει τυποποιημένα έντυπα για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 3, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των διάφορων τομέων και καταστάσεων επεξεργασίας δεδομένων, εφόσον απαιτείται. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 110]

Άρθρο 15

Δικαίωμα πρόσβασης του προσώπου και απόκτησης δεδομένων από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.    Με την επιφύλαξη του άρθρου 12 παράγραφος 4, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να εξασφαλίζει, ανά πάσα στιγμή, κατόπιν αιτήματος, από τον υπεύθυνο επεξεργασίας επιβεβαίωση σχετικά με το κατά πόσον διενεργείται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Εάν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να παρέχει , καθώς και τις ακόλουθες πληροφορίες σε σαφή και κατανοητή γλώσσα :

α)

τους σκοπούς της επεξεργασίας κάθε κατηγορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ·

β)

τις σχετικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

γ)

τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους πρόκειται να γνωστοποιηθούν ή γνωστοποιήθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως σε αποδέκτες συμπεριλαμβανομένων των αποδεκτών σε τρίτες χώρες·

δ)

το χρονικό διάστημα αποθήκευσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή, όταν αυτό είναι αδύνατο, τα κριτήρια που καθορίζουν το εν λόγω διάστημα ·

ε)

την ύπαρξη δικαιώματος υποβολής αιτήματος στον υπεύθυνο επεξεργασίας για τη διόρθωση ή τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο ή αντίταξης στην επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

στ)

το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και τα στοιχεία επικοινωνίας με την αρχή ελέγχου·

ζ)

τη γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία και κάθε διαθέσιμης πληροφορίας όσον αφορά την προέλευσή τους·

η)

τη σημασία και τις προβλεπόμενες συνέπειες της εν λόγω επεξεργασίας, τουλάχιστον στην περίπτωση των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 20·

ηα)

χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τη λογική που διέπει κάθε αυτοματοποιημένη επεξεργασία·

ηβ)

τηρουμένου του άρθρου 21, σε περίπτωση διαβίβασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε δημόσια αρχή συνεπεία αιτήματος της δημόσιας αρχής, επιβεβαίωση του γεγονότος ότι το αίτημα έχει υποβληθεί .

2.   Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να εξασφαλίζει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα υποβάλλει το αίτημα σε ηλεκτρονική μορφή ηλεκτρονικό και δομημένο μορφότυπο , οι πληροφορίες παρέχονται σε ηλεκτρονική μορφή, εκτός εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ζητήσει κάτι διαφορετικό. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να διαπιστώσει ότι το πρόσωπο που ζητεί πρόσβαση στα δεδομένα είναι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

2α.     Όταν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα έχει παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και εάν αυτά υποβάλλονται σε επεξεργασία με ηλεκτρονικά μέσα, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να εξασφαλίσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας αντίγραφο των παρασχεθέντων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ηλεκτρονικό και διαλειτουργικό μορφότυπο συνήθους χρήσης, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιεί, χωρίς αντίρρηση από τον υπεύθυνο επεξεργασίας από τον οποίο αφαιρέθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Όπου είναι τεχνικά εφικτό και εφόσον διατίθενται, τα δεδομένα, κατόπιν αιτήματος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, διαβιβάζονται απευθείας από υπεύθυνο επεξεργασίας σε υπεύθυνο επεξεργασίας.

2β.     Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της υποχρέωσης διαγραφής των δεδομένων που δεν είναι πλέον απαραίτητα σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

2γ.     Δεν προβλέπεται δικαίωμα πρόσβασης σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 όσον αφορά τα δεδομένα κατά την έννοια του άρθρου 14 παράγραφος 5 στοιχείο δα), εκτός εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα έχει εξουσιοδότηση να άρει το εν λόγω απόρρητο και ενεργεί αναλόγως.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τη γνωστοποίηση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα του περιεχομένου των δεδομένων αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ).

4.   Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει τυποποιημένα έντυπα και διαδικασίες για την υποβολή αιτήματος πρόσβασης και τη χορήγηση πρόσβασης στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μεταξύ άλλων για την επαλήθευση της ταυτότητας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και για τη γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο συγκεκριμένο πρόσωπο, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των διάφορων τομέων και καταστάσεων επεξεργασίας δεδομένων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 111]

ΤΜΗΜΑ 3

ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΓΡΑΦΗ

Άρθρο 16

Δικαίωμα διόρθωσης

Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να απαιτήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη διόρθωση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν τα οποία είναι ανακριβή. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να απαιτήσει τη συμπλήρωση ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων παρέχοντας πρόσθετη διορθωτική δήλωση.

Άρθρο 17

Δικαίωμα διαγραφής των φυσικών προσώπων «να λησμονηθούν» και δικαίωμα διαγραφής

1.   Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να απαιτήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και τη μη περαιτέρω διάδοση των εν λόγω δεδομένων, ιδίως σε σχέση με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία διατέθηκαν από το συγκεκριμένο πρόσωπο κατά την παιδική του ηλικία και να ζητήσει από τρίτους τη διαγραφή τυχόν παραπομπών στα συγκεκριμένα δεδομένα ή αντιγράφων ή αναπαραγωγής τους , εάν συντρέχει ένας από τους ακόλουθους λόγους:

α)

τα δεδομένα δεν είναι πλέον απαραίτητα σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν ή υποβλήθηκαν άλλως πως σε επεξεργασία·

β)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αποσύρει τη συγκατάθεση επί της οποίας βασίζεται η επεξεργασία σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α), ή εάν το χρονικό διάστημα αποθήκευσης για το οποίο παρασχέθηκε συγκατάθεση έληξε, και εάν δεν υπάρχει άλλος νομικός λόγος για την επεξεργασία των δεδομένων·

γ)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αντιτάσσεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 19·

γα)

δικαστήριο ή ρυθμιστική αρχή που εδρεύει στην Ένωση έχει αποφανθεί τελεσίδικα ότι τα σχετικά δεδομένα πρέπει να διαγραφούν·

δ)

η επεξεργασία των δεδομένων δεν είναι σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό για άλλους λόγους τα δεδομένα υπέστησαν παράνομη επεξεργασία .

1α.     Η εφαρμογή της παραγράφου 1 εξαρτάται από την ικανότητα του υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων να εξακριβώσει ότι το πρόσωπο που ζητεί τη διαγραφή είναι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 , διαβίβασε ή δημοσιοποίησε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, οφείλει να λάβει χωρίς αιτιολόγηση βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1, λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο, συμπεριλαμβανομένων τεχνικών μέτρων, σε σχέση με τα δεδομένα για τη δημοσίευση των οποίων αρμόδιος είναι ο υπεύθυνος επεξεργασίας για να ενημερώσει τρίτους οι οποίοι επεξεργάζονται τα εν λόγω δεδομένα ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ζητεί να διαγραφούν τυχόν σύνδεσμοι ή αντίγραφα ή αναπαραγωγές των συγκεκριμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας επέτρεψε τη δημοσίευση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τρίτο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θεωρείται υπεύθυνος για τη συγκεκριμένη δημοσίευση για τη διαγραφή των δεδομένων, με την επιφύλαξη του άρθρου 77 και σε σχέση με τρίτους. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων ενημερώνει, κατά το δυνατόν, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για τη συνέχεια που δόθηκε από τους εν λόγω τρίτους .

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και, κατά περίπτωση, ο τρίτος, εκτελεί τη διαγραφή χωρίς καθυστέρηση, εκτός εάν η διατήρηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη:

α)

για την άσκηση του δικαιώματος ελευθερίας της έκφρασης σύμφωνα με το άρθρο 80·

β)

για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας σύμφωνα με το άρθρο 81·

γ)

για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς ή για σκοπούς ιστορικής έρευνας σύμφωνα με το άρθρο 83·

δ)

για την τήρηση εκ του νόμου υποχρεώσεως διατήρησης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα την οποία υπέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας από το δίκαιο της Ένωσης ή από τη νομοθεσία κράτους μέλους στην οποία υπάγεται· η νομοθεσία του κράτους μέλους πρέπει να ανταποκρίνεται σε σκοπό δημόσιου συμφέροντος, να σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό στόχο·

ε)

στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

4.   Αντί της διαγραφής, ο υπεύθυνος επεξεργασίας περιορίζει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τέτοιον τρόπο ώστε να μην εμπίπτει στις κανονικές διαδικασίες πρόσβασης και επεξεργασίας δεδομένων και να μην μπορεί πλέον να τροποποιηθεί , εάν:

α)

η ακρίβειά τους αμφισβητείται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, για χρονικό διάστημα το οποίο επιτρέπει στον υπεύθυνο επεξεργασίας να επαληθεύσει την ακρίβεια των δεδομένων·

β)

ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν χρειάζεται πλέον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για την εκπλήρωση του καθήκοντός του, αλλά πρέπει να διατηρηθούν για αποδεικτικούς σκοπούς·

γ)

η επεξεργασία είναι παράνομη και το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αντιτάσσεται στη διαγραφή τους και ζητεί, αντ’ αυτής, τον περιορισμό της χρήσης τους·

γα)

δικαστήριο ή ρυθμιστική αρχή που εδρεύει στην Ένωση έχει αποφανθεί τελεσίδικα ότι η σχετική επεξεργασία πρέπει να περιοριστεί·

δ)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ζητεί τη μεταφορά των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλο αυτοματοποιημένο σύστημα επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 15 παράγραφος 2 2α·

δα)

το συγκεκριμένο είδος της τεχνολογίας αποθήκευσης, δεν επιτρέπει τη διαγραφή και έχει εγκατασταθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού .

5.   Με εξαίρεση την αποθήκευση, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία μόνον για αποδεικτικούς σκοπούς ή με τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή για την προστασία των δικαιωμάτων άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου ή για σκοπό δημόσιου συμφέροντος.

6.   Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται δυνάμει της παραγράφου 4, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα πριν από την άρση του περιορισμού της επεξεργασίας.

7.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μηχανισμούς ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι προθεσμίες που θεσπίζονται για τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή/και για την περιοδική επανεξέταση της αναγκαιότητας αποθήκευσης των δεδομένων.

8.   Εάν η διαγραφή πραγματοποιηθεί, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν επεξεργάζεται τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με κανέναν άλλον τρόπο.

8α.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μηχανισμούς ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι προθεσμίες που θεσπίζονται για τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και/ή για την περιοδική επανεξέταση της αναγκαιότητας αποθήκευσης των δεδομένων.

9.   Η Επιτροπή , αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό:

α)

των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 1 για συγκεκριμένους τομείς και σε συγκεκριμένες καταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων·

β)

των προϋποθέσεων για τη διαγραφή συνδέσμων, αντιγράφων ή αναπαραγωγών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από υπηρεσίες επικοινωνιών διαθέσιμες στο κοινό, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2·

γ)

των κριτηρίων και των προϋποθέσεων για τον περιορισμό της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4. [Τροπολογία 112]

Άρθρο 18

Δικαίωμα στη φορητότητα των δεδομένων

1.   Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται, εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία με ηλεκτρονικά μέσα και με δομημένο και συνήθως χρησιμοποιούμενο μορφότυπο, να εξασφαλίσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας αντίγραφο των δεδομένων που υποβάλλονται σε επεξεργασία, σε ηλεκτρονικό και δομημένο μορφότυπο συνήθους χρήσης ο οποίος επιτρέπει την περαιτέρω χρήση από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και η επεξεργασία βασίζεται σε συγκατάθεση ή σε σύμβαση, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να μεταφέρει τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και κάθε άλλη πληροφορία που παρέσχε το εν λόγω πρόσωπο -και που διατηρείται από αυτοματοποιημένο σύστημα επεξεργασίας- σε άλλο αυτοματοποιημένο σύστημα επεξεργασίας, σε ηλεκτρονικό μορφότυπο συνήθους χρήσης, χωρίς αντίρρηση από τον υπεύθυνο επεξεργασίας από τον οποίο αποσύρονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει τον ηλεκτρονικό μορφότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τα τεχνικά πρότυπα, τους τρόπους και τις διαδικασίες για τη μεταφορά δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει της παραγράφου 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 113]

ΤΜΗΜΑ 4

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΝΤΙΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΠΡΟΦΙΛ

Άρθρο 19

Δικαίωμα αντίταξης

1.   Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να αντιτάσσεται, για λόγους που σχετίζονται με την ιδιαίτερη κατάστασή του, ανά πάσα στιγμή στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η οποία βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία δ), και ε) και στ), εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας καταδεικνύει επιτακτικούς και νόμιμους λόγους για την επεξεργασία οι οποίοι υπερισχύουν των συμφερόντων ή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Εάν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία για σκοπούς ενεργητικής εμπορικής προώθησης Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο στ) , το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται , ανά πάσα στιγμή και χωρίς περαιτέρω αιτιολόγηση, να αντιταχθεί ατελώς , γενικά ή για κάθε συγκεκριμένο σκοπό στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν για την εν λόγω εμπορική προώθηση. Το δικαίωμα αυτό πρέπει να παρέχεται ρητώς στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα με κατανοητό τρόπο και πρέπει να διακρίνεται σαφώς από άλλες πληροφορίες.

2α.     Το δικαίωμα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 επισημαίνεται ρητώς στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα με κατανοητό τρόπο και σε κατανοητή μορφή, με τη χρησιμοποίηση σαφούς και απλής διατύπωσης, ιδίως όταν πρόκειται για πληροφορία απευθυνόμενη ειδικά σε παιδιά, και διακρίνεται σαφώς από άλλες πληροφορίες.

2β.     Σε συνάρτηση με τη χρησιμοποίηση υπηρεσιών της κοινωνίας των πληροφοριών και με την επιφύλαξη της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, το δικαίωμα αντίταξης μπορεί να ασκηθεί με αυτοματοποιημένα μέσα τα οποία χρησιμοποιούν ένα τεχνικό πρότυπο που επιτρέπει στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να εκφράσει σαφώς τις επιθυμίες του.

3.   Εάν η αντίταξη γίνει δεκτή δυνάμει των παραγράφων 1 και 2, ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν χρησιμοποιεί πλέον ούτε επεξεργάζεται άλλως πως τα σχετικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς που ορίζονται στην αντίταξη . [Τροπολογία 114]

Άρθρο 20

Μέτρα βασισμένα σε Κατάρτιση προφίλ

1.    Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, κάθε φυσικό πρόσωπο δικαιούται να μην υπάγεται σε μέτρο το οποίο παράγει έννομες συνέπειες για το συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο ή που το επηρεάζει σημαντικά, και το οποίο μέτρο βασίζεται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία με σκοπό την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών που σχετίζονται με το εν λόγω φυσικό πρόσωπο ή την ανάλυση ή την πρόβλεψη ειδικότερα των επιδόσεων στην εργασία, της οικονομικής κατάστασης, της θέσης, της υγείας, των προσωπικών προτιμήσεων, της αξιοπιστίας ή της συμπεριφοράς του αντιταχθεί στην κατάρτιση προφίλ σύμφωνα με το άρθρο 19 . Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ενημερώνεται με απολύτως ευδιάκριτο τρόπο σχετικά με το δικαίωμα αντίταξης στην κατάρτιση προφίλ .

2.   Με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του παρόντος κανονισμού, ένα πρόσωπο μπορεί να υπάγεται σε μέτρο του είδους που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατάρτιση προφίλ, η οποία οδηγεί σε μέτρα που παράγουν έννομες συνέπειες για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή τα οποία επηρεάζουν εξίσου σε μεγάλο βαθμό τα συμφέροντα, τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, μόνον εάν η επεξεργασία:

α)

πραγματοποιείται στο πλαίσιο της σύναψης ή της εκτέλεσης είναι απαραίτητη για τη σύναψη ή την εκτέλεση σύμβασης, εφόσον το αίτημα για τη σύναψη ή την εκτέλεσης της σύμβασης το οποίο υποβλήθηκε από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα έγινε δεκτό ή εάν , υπό τον όρο ότι παρασχέθηκαν κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση των έννομων συμφερόντων του συγκεκριμένου προσώπου, όπως το δικαίωμα εξασφάλισης ανθρώπινης παρέμβασης· ή

β)

επιτρέπεται ρητώς από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, το οποίο προβλέπει επίσης κατάλληλα μέτρα για την προστασία των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· ή

γ)

βασίζεται στη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 7 και κατάλληλων εγγυήσεων.

3.   Η αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών που αφορούν ένα φυσικό πρόσωπο Απαγορεύεται η κατάρτιση προφίλ όταν έχει ως αποτέλεσμα την εισαγωγή διακρίσεων έναντι ατόμων βάσει φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, πολιτικών φρονημάτων, θρησκείας ή πεποιθήσεων, συμμετοχής σε συνδικαλιστική οργάνωση, γενετήσιου προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου, ή όταν συνεπάγεται μέτρα που επιφέρουν τα εν λόγω αποτελέσματα. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μέτρα αποτελεσματικής προστασίας έναντι πιθανών διακρίσεων που απορρέουν από την κατάρτιση προφίλ. Η κατάρτιση προφίλ δεν βασίζεται μόνον στις ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 9.

4.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η ενημέρωση που πρέπει να παρέχεται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας βάσει του άρθρου 14 περιλαμβάνει πληροφορίες όσον αφορά την ύπαρξη επεξεργασίας για ένα μέτρο του είδους που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και τις προβλεπόμενες συνέπειες της εν λόγω επεξεργασίας για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων σχετικά με Η κατάρτιση προφίλ, η οποία οδηγεί σε μέτρα που παράγουν έννομες συνέπειες για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή επηρεάζει εξίσου σε μεγάλο βαθμό τα συμφέροντα, τα δικαιώματα ή τις ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, δεν πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά ή πρωτίστως σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία και πρέπει να περιλαμβάνει μια προσωπική αξιολόγηση, συμπεριλαμβανομένης μιας αιτιολόγησης της απόφασης που ελήφθη στο πλαίσιο της αξιολόγησης αυτής. Τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνουν το δικαίωμα σε προσωπική αξιολόγηση και αιτιολόγηση της απόφασης που ελήφθη στο πλαίσιο της εν λόγω αξιολόγησης .

5α.     Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων το καθήκον να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές βάσει του άρθρου 66 παράγραφος 1 στοιχείο β) για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων για την κατάρτιση προφίλ, σύμφωνα με το άρθρο 2. [Τροπολογία 115]

ΤΜΗΜΑ 5

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 21

Περιορισμοί

1.   Το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους μπορεί να περιορίζει μέσω νομοθετικού μέτρου το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων και των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 5 στοιχεία α) έως ε) και στα άρθρα 11 έως 20 19 και στο άρθρο 32, όταν ένας τέτοιος περιορισμός συνιστά επιδιώκει ένα σαφώς προσδιορισμένο σκοπό δημόσιου συμφέροντος, σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι ανάλογος προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό στόχο και σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και αποτελεί αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διασφάλιση:

α)

της δημόσιας ασφάλειας·

β)

της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης και της δίωξης ποινικών αδικημάτων·

γ)

άλλων δημόσιων συμφερόντων της Ένωσης ή κράτους μέλους, ιδίως σημαντικού οικονομικού ή χρηματοοικονομικού συμφέροντος της Ένωσης ή κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων και της προστασίας της σταθερότητας και της ακεραιότητας της αγοράς·

δ)

της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης και της δίωξης παραβάσεων δεοντολογίας σε νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα·

ε)

της παρακολούθησης, του ελέγχου ή κανονιστικού καθήκοντος το οποίο συνδέεται, έστω περιστασιακά, με την άσκηση στο πλαίσιο της δραστηριότητας μιας αρμόδιας δημόσιας εξουσίας στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ) και δ)·

στ)

της προστασίας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

2.   Ειδικότερα, κάθε νομοθετικό μέτρο το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει να είναι αναγκαίο και αναλογικό στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας, και να περιέχει συγκεκριμένες διατάξεις όσον αφορά τουλάχιστον τους στόχους που επιδιώκονται με την επεξεργασία και τον καθορισμό του υπευθύνου επεξεργασίας.:

α)

τους στόχους που επιδιώκονται με την επεξεργασία·

β)

τον καθορισμό του υπευθύνου επεξεργασίας·

γ)

τους ειδικούς σκοπούς και τα μέσα επεξεργασίας·

δ)

τις διασφαλίσεις για την ανατροπή καταχρήσεων ή παράνομης πρόσβασης ή διαβίβασης·

ε)

το δικαίωμα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να ενημερώνονται σχετικά με την ύπαρξη περιορισμού.

2a.     Τα νομοθετικά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν επιτρέπουν ούτε επιβάλλουν σε ιδιώτες υπευθύνους επεξεργασίας την υποχρέωση να διατηρούν δεδομένα πέραν εκείνων που είναι απολύτως απαραίτητα για τον αρχικό σκοπό. [Τροπολογία 116]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΩΝ ΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 22

Ευθύνη και υποχρέωση λογοδοσίας του υπευθύνου επεξεργασίας

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θεσπίζει κατάλληλες πολιτικές και εφαρμόζει κατάλληλα και αποδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίζει και να μπορεί να αποδείξει με διαφανή τρόπο ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εκτελείται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό , λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της τεχνολογίας, τον χαρακτήρα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την εμβέλεια και το σκοπό της επεξεργασίας, τους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα καθώς και το είδος της οργάνωσης τόσο κατά το χρόνο του καθορισμού των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά το χρόνο της επεξεργασίας καθαυτήν .

1α.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, έχοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος της εφαρμογής, λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα για την εφαρμογή πολιτικών και διαδικασιών συμμόρφωσης για τον αδιάλειπτο σεβασμό των αυτόνομων επιλογών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Οι εν λόγω πολιτικές συμμόρφωσης επανεξετάζονται τουλάχιστον ανά διετία και επικαιροποιούνται όταν κρίνεται απαραίτητο.

2.   Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν ειδικότερα τα ακόλουθα:

α)

τήρηση της τεκμηρίωσης σύμφωνα με το άρθρο 28·

β)

εφαρμογή των απαιτήσεων ασφάλειας δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 30·

γ)

διενέργεια εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 33·

δ)

συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις περί προηγούμενης έγκρισης από την αρχή ελέγχου ή προηγούμενης διαβούλευσης με την αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφοι 1 και 2·

ε)

ορισμό υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 1.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μηχανισμούς οι οποίοι διασφαλίζουν τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2. Ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται από ανεξάρτητους εσωτερικούς ή εξωτερικούς ελεγκτές, εφόσον κάτι τέτοιο συνιστά αναλογικό μέτρο. Οι τακτικές γενικές εκθέσεις των δραστηριοτήτων του υπευθύνου επεξεργασίας, όπως είναι οι υποχρεωτικές εκθέσεις των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών, περιέχουν συνοπτική περιγραφή των πολιτικών και των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3α.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει το δικαίωμα να διαβιβάζει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εντός ενός ομίλου εταιρειών στην ΕΕ στον οποίο συμμετέχει ο υπεύθυνος επεξεργασίας όταν η επεξεργασία αυτή είναι απαραίτητη για θεμιτούς εσωτερικούς διοικητικούς σκοπούς των συνδεδεμένων επιχειρηματικών τομέων του ομίλου επιχειρήσεων και ένα κατάλληλο επίπεδο προστασίας δεδομένων, καθώς και τα συμφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα διασφαλίζονται δυνάμει εσωτερικών διατάξεων περί προστασίας δεδομένων ή αντίστοιχων κωδίκων δεοντολογίας κατά την έννοια του άρθρου 38.

4.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον προσδιορισμό τυχόν περαιτέρω κριτηρίων και απαιτήσεων σχετικά με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 κατάλληλα μέτρα, πέραν των ήδη προβλεπομένων στην παράγραφο 2, των προβλεπόμενων στην παράγραφο 3 προϋποθέσεων και μηχανισμών ελέγχου και των προβλεπόμενων στην παράγραφο 3 κριτηρίων αναλογικότητας, καθώς επίσης για την εξέταση ειδικών μέτρων για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις. [Τροπολογία 117]

Άρθρο 23

Προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού

1.   Έχοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος εφαρμογής , το τρέχον επίπεδο τεχνικών γνώσεων, τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές και τους κινδύνους που ενέχει η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα , ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει και ενδεχομένως ο εκτελών την επεξεργασία, οφείλουν , τόσο κατά τον καθορισμό των σκοπών και των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά την ίδια την επεξεργασία, να εφαρμόζει εφαρμόζουν κατάλληλα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και διαδικασίες κατά τρόπο ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα , ειδικότερα όσον αφορά τις αρχές που θεσπίζονται στο άρθρο 5 . Η προστασία δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τον πλήρη κύκλο ζωής της διαχείρισης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη συλλογή έως την επεξεργασία και τη διαγραφή, εστιάζοντας συστηματικά στις συνολικές διαδικαστικές εγγυήσεις ως προς την ακρίβεια, την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα, την υλική ασφάλεια και τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει διενεργήσει εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 33, τα αποτελέσματα λαμβάνονται υπόψη κατά την εκπόνηση των εν λόγω μέτρων και διαδικασιών .

1α.     Προκειμένου να προωθηθεί μία ευρεία εφαρμογή σε διαφόρους κλάδους της οικονομίας, η προστασία δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση κατά τις δημόσιες προσκλήσεις υποβολής προσφορών, σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (16) καθώς και σύμφωνα με την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (17) (οδηγία για τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας).

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μηχανισμούς ώστε να διασφαλίζεται διασφαλίζει ότι, εξ ορισμού, υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι αναγκαία για κάθε συγκεκριμένο σκοπό επεξεργασίας και ότι τα εν λόγω δεδομένα δεν συλλέγονται ούτε , δεν διατηρούνται ούτε διαδίδονται πέραν του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για τους σκοπούς αυτούς, από την άποψη τόσο της ποσότητας των δεδομένων όσο και του χρόνου της αποθήκευσής τους. Ειδικότερα, οι εν λόγω μηχανισμοί διασφαλίζουν ότι, εξ ορισμού, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν καθίστανται προσπελάσιμα σε αόριστο αριθμό φυσικών προσώπων και ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τη διάδοση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν .

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον προσδιορισμό τυχόν περαιτέρω κριτηρίων και απαιτήσεων σχετικά με τα κατάλληλα μέτρα και τους μηχανισμούς που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, ιδίως για τις απαιτήσεις προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό οι οποίες εφαρμόζονται σε όλους τους τομείς, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τεχνικά πρότυπα για τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 118]

Άρθρο 24

Από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας

Εάν ο υπεύθυνος περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζει καθορίζουν από κοινού τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από κοινού με άλλους, οι από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζουν τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους για τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς για την άσκηση των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, μέσω μεταξύ τους συμφωνίας. Η συμφωνία αντανακλά δεόντως τους αντίστοιχους πραγματικούς ρόλους των από κοινού υπευθύνων επεξεργασίας και τις σχέσεις έναντι των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και η ουσία της συμφωνίας τίθεται στη διάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Σε περίπτωση ασάφειας ως προς την ευθύνη, οι υπεύθυνοι επεξεργασίας ευθύνονται από κοινού και εις ολόκληρον. [Τροπολογία 119]

Άρθρο 25

Εκπρόσωποι υπευθύνων επεξεργασίας μη εγκαταστημένων στην Ένωση

1.   Στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ορίζει εκπρόσωπο στην Ένωση.

2.   Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για:

α)

υπεύθυνο επεξεργασίας εγκαταστημένο σε τρίτη χώρα, εάν η Επιτροπή αποφάσισε ότι η τρίτη χώρα διασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 41· ή

β)

επιχείρηση η οποία απασχολεί λιγότερα από 250 άτομα υπεύθυνο επεξεργασίας που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορούν λιγότερα από 5 000 πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα εντός χρονικού διαστήματος 12 συναπτών μηνών, η δε επεξεργασία δεν διενεργείται σε σχέση με ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, δεδομένα εγκατάστασης ή δεδομένα για παιδιά ή εργαζόμενους σε εκτεταμένα συστήματα αρχειοθέτησης · ή

γ)

δημόσια αρχή ή φορέα· ή

δ)

υπεύθυνο επεξεργασίας ο οποίος προσφέρει μόνον περιστασιακά αγαθά ή υπηρεσίες σε πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα τα οποία διαμένουν στην Ένωση , εκτός εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αφορά τις ειδικές κατηγορίες προσωπικών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, δεδομένα εγκατάστασης ή δεδομένα για παιδιά ή εργαζόμενους σε μεγάλα συστήματα αρχειοθέτησης .

3.   Ο εκπρόσωπος είναι εγκαταστημένος σε ένα από τα κράτη μέλη στο οποίο διαμένουν τα συγκεκριμένα πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία σε σχέση με την πραγματοποιείται η προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε αυτά, ή των οποίων η συμπεριφορά παρακολουθείται στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή παρακολουθείται η συμπεριφορά τους .

4.   Ο ορισμός εκπροσώπου από τον υπεύθυνο επεξεργασίας δεν θίγει τις αγωγές οι οποίες μπορούν να ασκηθούν κατά του ίδιου του υπευθύνου επεξεργασίας. [Τροπολογία 120]

Άρθρο 26

Εκτελών την επεξεργασία

1.   Εάν μια πράξη επεξεργασίας η επεξεργασία πρόκειται να εκτελεσθεί για λογαριασμό υπευθύνου επεξεργασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας επιλέγει έναν εκτελούντα την επεξεργασία ο οποίος παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την εφαρμογή κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων και διαδικασιών, κατά τρόπο ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σε σχέση με τα τεχνικά μέτρα ασφάλειας και τα οργανωτικά μέτρα τα οποία διέπουν την επεξεργασία που πρόκειται να εκτελεσθεί, και διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τα εν λόγω μέτρα.

2.   Η εκτέλεση της επεξεργασίας από εκτελούντα την επεξεργασία διέπεται από σύμβαση ή άλλη δικαιοπραξία η οποία συνδέει τον εκτελούντα την επεξεργασία με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, προβλέπει δε ειδικότερα . Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία είναι ελεύθεροι να καθορίζουν τους αντίστοιχους ρόλους και τα αντίστοιχα καθήκοντα όσον αφορά τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, και προβλέπουν ότι ο εκτελών την επεξεργασία:

α)

ενεργεί επεξεργάζεται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνον κατ’ εντολή του υπευθύνου επεξεργασίας, ιδίως εάν η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που χρησιμοποιούνται απαγορεύεται εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από το δίκαιο της Ένωσης ή τη νομοθεσία κράτους μέλους ·

β)

απασχολεί μόνον υπαλλήλους οι οποίοι έχουν αναλάβει δέσμευση τήρησης εμπιστευτικότητας ή τελούν υπό νόμιμη υποχρέωση τήρησης εμπιστευτικότητας·

γ)

λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα δυνάμει του άρθρου 30·

δ)

προσλαμβάνει άλλον εκτελούντα καθορίζει τους όρους για την πρόσληψη άλλου εκτελούντος την επεξεργασία μόνον με την προηγούμενη άδεια του υπευθύνου επεξεργασίας , εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά ·

ε)

στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, λαμβανομένης υπόψη της φύσης της επεξεργασίας, δημιουργεί, σε συμφωνία με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, τις αναγκαίες κατάλληλες και λυσιτελείς τεχνικές και οργανωτικές συνθήκες για την εκπλήρωση της υποχρέωσης του υπευθύνου επεξεργασίας να απαντά σε αιτήματα που υποβάλλονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα με στόχο την άσκηση των προβλεπόμενων στο κεφάλαιο III δικαιωμάτων του·

στ)

συνδράμει τον υπεύθυνο επεξεργασίας στη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 30 έως 34 , λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της επεξεργασίας και τις πληροφορίες που διαθέτει ο εκτελών την επεξεργασία ·

ζ)

παραδίδει επιστρέφει όλα τα αποτελέσματα στον υπεύθυνο επεξεργασίας μετά το πέρας της επεξεργασίας και, δεν επεξεργάζεται άλλως πως τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και διαγράφει τα υφιστάμενα αντίγραφα, εκτός εάν το δίκαιο της Ένωσης ή η νομοθεσία κράτους μέλους απαιτούν την αποθήκευση των δεδομένων ·

η)

θέτει στη διάθεση του υπευθύνου επεξεργασίας και της αρχής ελέγχου κάθε απαραίτητη πληροφορία για τον έλεγχο προς απόδειξη της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στο παρόν άρθρο και επιτρέπει τις επιτόπιες επιθεωρήσεις .

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία τεκμηριώνουν εγγράφως τις εντολές του υπευθύνου επεξεργασίας και τις υποχρεώσεις του εκτελούντος την επεξεργασία οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2.

3α.     Οι επαρκείς εγγυήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να αποδεικνύονται με την τήρηση των κωδίκων δεοντολογίας ή των διαδικασιών πιστοποίησης βάσει των άρθρων 38· η 39 του παρόντος κανονισμού.

4.   Εάν ο εκτελών την επεξεργασία επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πέραν των οδηγιών του υπευθύνου επεξεργασίας, ή καθίσταται καθοριστικό μέρος σε σχέση με τους σκοπούς και τα μέσα επεξεργασίας των δεδομένων, ο εκτελών την επεξεργασία θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας σε σχέση με τη συγκεκριμένη επεξεργασία και υπάγεται στους κανόνες για τους από κοινού υπευθύνους επεξεργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 24.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τις αρμοδιότητες, τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα που αφορούν τον εκτελούντα την επεξεργασία σύμφωνα με την παράγραφο 1, και των προϋποθέσεων που επιτρέπουν τη διευκόλυνση της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο εσωτερικό ομίλου επιχειρήσεων, ιδίως για τους σκοπούς του ελέγχου και της υποβολής εκθέσεων. [Τροπολογία 121]

Άρθρο 27

Επεξεργασία υπό την εποπτεία του υπευθύνου της επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία

Ο εκτελών την επεξεργασία και κάθε πρόσωπο που ενεργεί υπό την εποπτεία του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία το οποίο έχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα επεξεργάζεται μόνον κατ’ εντολή του υπευθύνου επεξεργασίας, εκτός εάν υποχρεούται προς τούτο από το δίκαιο της Ένωσης ή τη νομοθεσία κράτους μέλους.

Άρθρο 28

Τεκμηρίωση

1.   Κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας και κάθε εκτελών την επεξεργασία και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο εκπρόσωπος του υπευθύνου επεξεργασίας διατηρεί τεκμηρίωση όλων των πράξεων επεξεργασίας για τις οποίες είναι υπεύθυνος που είναι αναγκαία για την τήρηση των απαιτήσεων που θεσπίζει ο παρών κανονισμός και την επικαιροποιείται τακτικά .

2.   Η Επιπλέον, κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας και κάθε εκτελών την επεξεργασία διατηρούν τεκμηρίωση περιέχει τουλάχιστον όσον αφορά τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου επεξεργασίας, ή οποιουδήποτε από κοινού υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία, και του εκπροσώπου, εφόσον συντρέχει περίπτωση·

β)

το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας των δεδομένων, εφόσον συντρέχει περίπτωση·

γ)

τους σκοπούς της επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένων των έννομων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας, εάν η επεξεργασία βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο στ)·

δ)

περιγραφή των κατηγοριών προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν·

ε)

τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας των υπευθύνων επεξεργασίας στους οποίους κοινοποιούνται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για τα έννομα συμφέροντα τα οποία επιδιώκουν , εφόσον συντρέχει περίπτωση.

στ)

όπου συντρέχει περίπτωση, τις διαβιβάσεις δεδομένων σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων του προσδιορισμού της εν λόγω τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού και, σε περίπτωση διαβιβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχείο η), της τεκμηρίωσης για τις κατάλληλες εγγυήσεις·

ζ)

γενική αναφορά στις προθεσμίες για τη διαγραφή των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων·

η)

την περιγραφή των μηχανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο εκπρόσωπος του υπευθύνου επεξεργασίας, θέτουν την τεκμηρίωση στη διάθεση της αρχής ελέγχου, κατόπιν αιτήματός της.

4.   Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στους ακόλουθους υπευθύνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία:

α)

ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς εμπορικό συμφέρον· ή

β)

μια επιχείρηση ή έναν οργανισμό που απασχολεί λιγότερα από 250 άτομα και επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνον ως δραστηριότητα παρεπόμενη στις κύριες δραστηριότητές της.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με την τεκμηρίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ώστε να λαμβάνονται ειδικότερα υπόψη οι αρμοδιότητες του υπευθύνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του εκπροσώπου του υπευθύνου επεξεργασίας.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τυποποιημένα έντυπα για την τεκμηρίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 122]

Άρθρο 29

Συνεργασία με την αρχή ελέγχου

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και , εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο εκτελών την επεξεργασία και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο εκπρόσωπος του υπευθύνου επεξεργασίας συνεργάζονται, κατόπιν αιτήματος, με την αρχή ελέγχου στην άσκηση των καθηκόντων της, ιδίως παρέχοντας τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 53 παράγραφος 2 στοιχείο α) και παρέχοντας πρόσβαση όπως προβλέπεται στο στοιχείο β) της ίδιας παραγράφου.

2.   Ως απόκριση στην άσκηση των εξουσιών της αρχής ελέγχου βάσει του άρθρου 53 παράγραφος 2, ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία απαντούν στην αρχή ελέγχου εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία προσδιορίζεται από αυτήν. Η απάντηση περιλαμβάνει περιγραφή των ληφθέντων μέτρων και των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων, ως απόκριση στις παρατηρήσεις της αρχής ελέγχου. [Τροπολογία 123]

ΤΜΗΜΑ 2

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 30

Ασφάλεια επεξεργασίας

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ώστε να διασφαλίσουν επίπεδο προστασίας κατάλληλο προς τους κινδύνους που αντιπροσωπεύει η επεξεργασία και η φύση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πρέπει να προστατευθούν, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος της εφαρμογής τους , βάσει των αποτελεσμάτων της εκτίμησης επιπτώσεων όσον αφορά την προστασία δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 33 .

1α.     Λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος της εφαρμογής, η εν λόγω πολιτική ασφαλείας περιλαμβάνει:

α)

τη δυνατότητα διασφάλισης της επαλήθευσης της ακεραιότητας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

β)

τη δυνατότητα διασφάλισης απορρήτου, ακεραιότητας, διαθεσιμότητας και αξιοπιστίας των συστημάτων και των υπηρεσιών που επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε συνεχή βάση·

γ)

τη δυνατότητα έγκαιρης αποκατάστασης της διαθεσιμότητας και της πρόσβασης στα δεδομένα σε περίπτωση φυσικής ή τεχνικής βλάβης με αντίκτυπο στη διαθεσιμότητα, την ακεραιότητα και το απόρρητο των πληροφοριακών συστημάτων και υπηρεσιών·

δ)

στην περίπτωση της επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 9, επιπρόσθετα μέτρα ασφαλείας για τη διασφάλιση της επίγνωσης της κατάστασης των κινδύνων και τη δυνατότητα λήψης προληπτικών, διορθωτικών και ανακουφιστικών μέτρων σε σχεδόν πραγματικό χρόνο για την αντιμετώπιση των τρωτών σημείων ή των βλαβών που εντοπίζονται και θα μπορούσαν να συνεπάγονται κίνδυνο για τα δεδομένα·

ε)

μια διαδικασία για τον τακτικό έλεγχο, εκτίμηση και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των εφαρμοζόμενων πολιτικών, διαδικασιών και σχεδίων ασφαλείας για τη διασφάλιση διαρκούς αποτελεσματικότητας.

2.   Κατόπιν αξιολόγησης των κινδύνων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία λαμβάνουν ·Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά της τυχαίας ή παράνομης καταστροφής ή της τυχαίας απώλειας, καθώς και για την αποφυγή κάθε παράνομης μορφής επεξεργασίας, ιδίως δε κάθε μη εξουσιοδοτημένης κοινοποίησης, διάδοσης ή πρόσβασης ή αλλοίωσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. πρέπει τουλάχιστον να:

α)

εξασφαλίζουν ότι πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα μπορεί να έχει μόνον εξουσιοδοτημένο προσωπικό για αυστηρά νομίμως εγκεκριμένους σκοπούς·

β)

προστατεύουν τα αποθηκευμένα ή διαβιβασθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια ή αλλοίωση, και από μη εγκεκριμένη ή παράνομη αποθήκευση, επεξεργασία, πρόσβαση ή αποκάλυψη· και

γ)

διασφαλίζουν την εφαρμογή πολιτικής ασφάλειας σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων το καθήκον να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο β) σχετικά με τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, συμπεριλαμβανομένου του ορισμού της κατάστασης της τεχνολογίας, για συγκεκριμένους τομείς και σε συγκεκριμένες καταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις εξελίξεις στην τεχνολογία και τις λύσεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής ήδη από τον σχεδιασμό και την προστασία των δεδομένων εξ ορισμού, εκτός εάν τυγχάνει εφαρμογής η παράγραφος 4.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει, εάν απαιτείται, εκτελεστικές πράξεις για τον προσδιορισμό των απαιτήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 σε διάφορες καταστάσεις, και ιδίως για:

α)

την αποφυγή κάθε μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

β)

την αποφυγή κάθε μη εξουσιοδοτημένης κοινοποίησης, ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης, διαγραφής ή αφαίρεσης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

γ)

τη διασφάλιση του ελέγχου της νομιμότητας των πράξεων επεξεργασίας.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 124]

Άρθρο 31

Κοινοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην αρχή ελέγχου

1.   Σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας κοινοποιεί στην αρχή ελέγχου την παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αμελλητί και, ει δυνατόν, το αργότερο εντός 24 ωρών από τη στιγμή που την πληροφορείται. Η κοινοποίηση στην αρχή ελέγχου συνοδεύεται από αιτιολογία στις περιπτώσεις στις οποίες δεν πραγματοποιείται εντός 24 ωρών.

2.   Δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 2 στοιχείο στ), Ο εκτελών την επεξεργασία ειδοποιεί και ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας αμέσως αμελλητί μετά τη διαπίστωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει, κατ’ ελάχιστο:

α)

να περιγράφει τη φύση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών και του αριθμού των ενδιαφερόμενων προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, των κατηγοριών και του πλήθους των σχετικών αρχείων δεδομένων·

β)

να γνωστοποιεί την ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων ή άλλου σημείου επικοινωνίας από το οποίο μπορούν να εξασφαλισθούν περισσότερες πληροφορίες·

γ)

να συνιστά μέτρα για τον μετριασμό των ενδεχόμενων δυσμενών συνεπειών της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

να περιγράφει τις συνέπειες της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ε)

να περιγράφει τα μέτρα που προτείνονται ή που λήφθηκαν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την αντιμετώπιση της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να μετριάζει τις συνέπειές της .

Εάν είναι αναγκαίο, οι πληροφορίες μπορούν να παρέχονται σταδιακά.

4.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει κάθε παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αναφέροντας τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν την παραβίαση, τις συνέπειες και τα ληφθέντα διορθωτικά μέτρα. Η εν λόγω τεκμηρίωση πρέπει να είναι επαρκής ώστε να επιτρέπει στην αρχή ελέγχου να ελέγχει τη συμμόρφωση προς το παρόν άρθρο και το άρθρο 30 . Η τεκμηρίωση περιέχει μόνον τις απαραίτητες πληροφορίες για τον συγκεκριμένο σκοπό.

4α.     Η αρχή ελέγχου διατηρεί δημόσιο μητρώο των τύπων παραβιάσεων που κοινοποιούνται.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων το καθήκον να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο β) σχετικά με τη διαπίστωση της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τον καθορισμό της αμελλητί δράσης που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 και τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία υποχρεούνται να κοινοποιήσουν την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τον τυποποιημένο μορφότυπο για την εν λόγω γνωστοποίηση στην αρχή ελέγχου, τις εφαρμοστέες διαδικασίες στην απαίτηση κοινοποίησης, καθώς και τη μορφή και τους τρόπους της τεκμηρίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών για τη διαγραφή των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 125]

Άρθρο 32

Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Όταν η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι πιθανόν να επηρεάσει δυσμενώς την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή, την ιδιωτική ζωή , τα δικαιώματα ή τα έννομα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, μετά την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 31, να γνωστοποιεί την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αμελλητί.

2.   Η γνωστοποίηση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι ολοκληρωμένη και χρησιμοποιεί σαφή και απλή διατύπωση. , Περιγράφει τη φύση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες και τις συστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 31 παράγραφος 3 στοιχεία β) και ,γ) και δ) καθώς και πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος αποζημίωσης .

3.   Η γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν απαιτείται εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας αποδεικνύει με τρόπο ικανοποιητικό για την αρχή ελέγχου ότι εφάρμοσε κατάλληλα τεχνολογικά μέτρα προστασίας και ότι τα εν λόγω μέτρα εφαρμόσθηκαν στα δεδομένα τα οποία αφορά η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα εν λόγω τεχνολογικά μέτρα προστασίας καθιστούν τα δεδομένα ακατανόητα σε οποιοδήποτε πρόσωπο δεν διαθέτει εξουσία πρόσβασης σε αυτά.

4.   Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του υπευθύνου επεξεργασίας να γνωστοποιεί την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει ακόμη ειδοποιήσει το συγκεκριμένο πρόσωπο για την παραβίαση των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα, η αρχή ελέγχου δύναται, αφού εξετάσει τις ενδεχόμενες δυσμενείς συνέπειες της παραβίασης, να απαιτήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας να το πράξει.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων το καθήκον να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο β) όσον αφορά τις συνθήκες υπό τις οποίες η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενδέχεται να έχει δυσμενής συνέπειες στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα , στην ιδιωτική ζωή, στα δικαιώματα ή τα έννομα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τον μορφότυπο της κοινοποίησης στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, και τις εφαρμοστέες διαδικασίες στην εν λόγω κοινοποίηση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 126]

Άρθρο 32α

Ανάλυση κινδύνου

1.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή, ενδεχομένως, ο εκτελών την επεξεργασία πραγματοποιεί ανάλυση κινδύνου όσον αφορά τις δυνητικές επιπτώσεις της σκοπούμενης επεξεργασίας δεδομένων στα δικαιώματα και τις ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, προκειμένου να αξιολογήσει εάν οι επεξεργασίες στις οποίες προβαίνει εγκυμονούν κινδύνους.

2.     Οι επεξεργασίες που ενδέχεται να παρουσιάσουν τέτοιους κινδύνους είναι οι ακόλουθες:

α)

επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν πάνω από 5 000 πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε χρονικό διάστημα 12 συναπτών μηνών·

β)

επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, δεδομένων θέσης ή δεδομένων για παιδιά ή για εργαζομένους σε συστήματα αρχειοθέτησης μεγάλης κλίμακας·

γ)

κατάρτιση προφίλ, βάσει του οποίου λαμβάνονται μέτρα τα οποία παράγουν έννομες συνέπειες που αφορούν ή επηρεάζουν κατά παρόμοιο τρόπο σημαντικά το φυσικό πρόσωπο·

δ)

επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά την παροχή υγειονομικής περίθαλψης, επιδημιολογικές έρευνες ή μελέτες για ψυχικές ή λοιμώδεις νόσους, εάν τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία για τη λήψη μέτρων ή αποφάσεων σε μεγάλη κλίμακα σε σχέση με συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα·

ε)

αυτοματοποιημένη παρακολούθηση δημόσια προσπελάσιμων χώρων σε μεγάλη κλίμακα·

στ)

άλλες πράξεις επεξεργασίας για τις οποίες απαιτείται διαβούλευση με τον υπεύθυνο προστασίας των δεδομένων ή με την αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 2 στοιχείο β)·

ζ)

η πιθανότητα ότι η παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ιδιωτική ζωή, τα δικαιώματα ή τα έννομα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα·

η)

οι βασικές δραστηριότητες του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία αφορούν πράξεις επεξεργασίας οι οποίες, λόγω της φύσης, της έκτασης ή/και των σκοπών τους, απαιτούν τακτική και συστηματική παρακολούθηση προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα·

θ)

τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα καθίστανται προσιτά σε ένα μεγάλο αριθμό προσώπων, ο οποίος λογικά δεν αναμένεται να είναι περιορισμένος.

3.     Σύμφωνα με το αποτέλεσμα της ανάλυσης κινδύνου:

α)

εάν υφίσταται κάποια από τις πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) ή β), οι υπεύθυνοι επεξεργασίας που δεν είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση ορίζουν έναν εκπρόσωπο στην Ένωση σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις εξαιρέσεις του άρθρου 25·

β)

εάν υφίσταται κάποια από τις πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), β) ή η), ο υπεύθυνος επεξεργασίας ορίζει έναν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις εξαιρέσεις του άρθρου 35·

γ)

εάν υφίσταται κάποια από τις πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), β), γ), δ), ε), στ), ζ) ή η), ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, ενεργώντας για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, διενεργούν εκτίμηση των επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων δυνάμει του άρθρου 33·

δ)

εάν υφίστανται οι πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο στ), ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί τη γνώμη του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων ή, σε περίπτωση που δεν έχει διοριστεί υπεύθυνος προστασίας δεδομένων, της αρχής ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 34.

4.     Η ανάλυση κινδύνων επανεξετάζεται μετά από ένα έτος το αργότερο, ή αμελλητί, εάν μεταβληθούν ουσιωδώς η φύση, η έκταση ή οι στόχοι των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων. Σε περίπτωση που, σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο γ), ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν υποχρεούται να διενεργήσει εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων, η ανάλυση κινδύνου τεκμηριώνεται. [Τροπολογία 127]

ΤΜΗΜΑ 3

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΕΓΚΡΙΣΗ [Τροπολογία 128]

Άρθρο 33

Εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων

1.   Εάν οι πράξεις επεξεργασίας ενέχουν συγκεκριμένους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα λόγω της φύσης, της έκτασης ή των σκοπών τους απαιτείται δυνάμει του άρθρου 32α παράγραφος 3 στοιχείο γ) , ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, ενεργώντας για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, διενεργούν εκτίμηση των επιπτώσεων των προβλεπόμενων πράξεων επεξεργασίας σχετικά με την τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ειδικότερα δε σχετικά με το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Μία μόνο εκτίμηση αρκεί για την κάλυψη δέσμης παρόμοιων πράξεων επεξεργασίας οι οποίες παρουσιάζουν παρόμοιους κινδύνους.

2.   Οι ακόλουθες πράξεις επεξεργασίας ειδικότερα ενέχουν τους συγκεκριμένους κινδύνους που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

α)

συστηματική και εκτενής αξιολόγηση προσωπικών πτυχών ενός φυσικού προσώπου, για παράδειγμα με στόχο την ανάλυση ή την πρόβλεψη ειδικότερα της οικονομικής κατάστασης, της θέσης, της υγείας, των προσωπικών προτιμήσεων, της αξιοπιστίας ή της συμπεριφοράς του φυσικού προσώπου, η οποία βασίζεται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία και βάσει της οποίας λαμβάνονται μέτρα τα οποία παράγουν έννομες συνέπειες που αφορούν ή επηρεάζουν σημαντικά το φυσικό πρόσωπο·

β)

πληροφορίες σχετικά με τη σεξουαλική ζωή, την υγεία, τη φυλή και την εθνοτική καταγωγή ή την παροχή υγειονομικής περίθαλψης, επιδημιολογικές έρευνες ή μελέτες για ψυχικές ή λοιμώδεις νόσους, εάν τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία για τη λήψη μέτρων ή αποφάσεων σε μεγάλη κλίμακα σε σχέση με συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα·

γ)

παρακολούθηση δημόσια προσπελάσιμων χώρων, ιδίως με τη χρήση οπτικοηλεκτρονικών συσκευών (επιτήρηση με βίντεο) σε μεγάλη κλίμακα·

δ)

επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε συστήματα αρχειοθέτησης μεγάλης κλίμακας, τα οποία περιέχουν δεδομένα για παιδιά, γενετικά δεδομένα ή βιομετρικά δεδομένα·

ε)

άλλες πράξεις επεξεργασίας για τις οποίες απαιτείται διαβούλευση με την αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 2 στοιχείο β).

3.   Η εκτίμηση αναφέρεται στη διαχείριση ολόκληρου του κύκλου ζωής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη συλλογή τους έως την επεξεργασία και τη διαγραφή τους . Η εκτίμηση αυτή περιέχει τουλάχιστον: γενική περιγραφή των προβλεπόμενων πράξεων επεξεργασίας, εκτίμηση των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, τα μέτρα που προβλέπονται για την αντιμετώπιση των κινδύνων, εγγυήσεις, μέτρα ασφαλείας και μηχανισμούς, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και άλλων ενδιαφερόμενων προσώπων.

α)

συστηματική περιγραφή των προβλεπόμενων πράξεων επεξεργασίας, των σκοπών της επεξεργασίας και, ενδεχομένως, των εννόμων συμφερόντων που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας·

β)

αξιολόγηση της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας των πράξεων επεξεργασίας σε συνάρτηση με τους σκοπούς·

γ)

εκτίμηση των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου η πράξη να ενέχει ή να ενισχύει διακρίσεις·

δ)

περιγραφή των μέτρων που προβλέπονται για την αντιμετώπιση των κινδύνων και τη μείωση του όγκου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπόκειται σε επεξεργασία·

ε)

κατάλογο των εγγυήσεων, των μέτρων ασφαλείας και των μηχανισμών, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η χρήση ψευδωνύμου, και να αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και άλλων ενδιαφερόμενων προσώπων·

στ)

γενική αναφορά στις προθεσμίες για τη διαγραφή των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων·

ζ)

επεξήγηση των πρακτικών που εφαρμόστηκαν για την προστασία δεδομένων από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού δυνάμει του άρθρου 23·

η)

κατάλογο των αποδεκτών ή των κατηγοριών αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

θ)

κατά περίπτωση, κατάλογο των προβλεπόμενων διαβιβάσεων δεδομένων σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό συμπεριλαμβανομένων του προσδιορισμού της εν λόγω τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού·

ι)

εκτίμηση του πλαισίου της επεξεργασίας δεδομένων.

3α.     Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχουν ορίσει έναν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τότε ο εν λόγω υπεύθυνος πρέπει να συμμετέχει στη διαδικασία εκτίμησης των επιπτώσεων.

3β.     Η εκτίμηση τεκμηριώνεται και θεσπίζεται ένα χρονοδιάγραμμα τακτικών περιοδικών ελέγχων της συμμόρφωσης σχετικά με την προστασία δεδομένων δυνάμει του άρθρου 33α παράγραφος 1. Η εκτίμηση επικαιροποιείται αμελλητί, εάν τα πορίσματα του ελέγχου της συμμόρφωσης σχετικά με την προστασία δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 33α εντοπίσουν πλημμελή συμμόρφωση. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία καθώς και ο εκπρόσωπος του υπεύθυνου επεξεργασίας, εάν υπάρχει, θέτουν την εκτίμηση στη διάθεση της αρχής ελέγχου, κατόπιν αιτήματός της.

4.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ζητεί τη γνώμη των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή των εκπροσώπων τους για τη σχεδιαζόμενη επεξεργασία, με την επιφύλαξη της προστασίας εμπορικών ή δημόσιων συμφερόντων ή της ασφάλειας των πράξεων επεξεργασίας.

5.   Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι δημόσια αρχή ή δημόσιος φορέας και εάν η επεξεργασία απορρέει από νομική υποχρέωση δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) η οποία προβλέπει κανόνες και διαδικασίες για τις πράξεις επεξεργασίας και ρυθμίζεται από το δίκαιο της Ένωσης, οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν εφαρμόζονται, εκτός εάν τα κράτη μέλη θεωρούν απαραίτητη τη διενέργεια της εν λόγω εκτίμησης πριν από τις δραστηριότητες επεξεργασίας.

6.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας που μπορεί να ενέχουν τους συγκεκριμένους κινδύνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και των απαιτήσεων για την εκτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων για επεκτασιμότητα, επαλήθευση και δυνατότητα ελέγχου. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή εξετάζει ειδικά μέτρα για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις.

7.   Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίζει πρότυπα και διαδικασίες για την εκτέλεση, την επαλήθευση και τον έλεγχο της εκτίμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 129]

Άρθρο 33α

Έλεγχος της τήρησης της συμμόρφωσης για την προστασία δεδομένων

1.     Το αργότερο δύο χρόνια μετά από την διενέργεια εκτίμησης επιπτώσεων δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, ενεργώντας για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, διενεργούν έλεγχο της συμμόρφωσης. Ο εν λόγω έλεγχος της συμμόρφωσης θα αποδεικνύει ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εκτελείται σύμφωνα με την εκτίμηση των επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων.

2.     Ο έλεγχος της συμμόρφωσης θα διενεργείται τακτικά τουλάχιστον μία φορά ανά δύο έτη, ή αμέσως μόλις επέλθει μεταβολή όσον αφορά τους ειδικούς κινδύνους που σχετίζονται κατά τις πράξεις επεξεργασίας.

3.     Όταν τα πορίσματα του ελέγχου της συμμόρφωσης εντοπίζουν πλημμελή συμμόρφωση, η αναθεώρηση της συμμόρφωσης θα περιέχει συστάσεις σχετικά με τον τρόπο επίτευξης πλήρους συμμόρφωσης.

4.     Ο έλεγχος της συμμόρφωσης και οι συστάσεις που περιέχει, τεκμηριώνονται. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία καθώς και ο εκπρόσωπος του υπευθύνου επεξεργασίας, εάν υπάρχει, θέτουν τον έλεγχο της συμμόρφωσης στη διάθεση της αρχής ελέγχου, κατόπιν αιτήματός της.

5.     Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχουν ορίσει έναν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τότε ο εν λόγω υπεύθυνος πρέπει να συμμετέχει στη διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης. [Τροπολογία 130]

Άρθρο 34

Προηγούμενη έγκριση και προηγούμενη διαβούλευση

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, ανάλογα με την περίπτωση, εξασφαλίζουν έγκριση από την αρχή ελέγχου πριν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας προς τον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, να μετριάζονται οι σχετικοί κίνδυνοι για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, όταν ένας υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία θεσπίζει συμβατικές ρήτρες, όπως προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο δ), ή δεν παρέχει κατάλληλες εγγυήσεις σε νομικά δεσμευτική πράξη, όπως προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 5, για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, ενεργώντας για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, ζητούν τη γνώμη του υπευθύνου προστασίας δεδομένων ή, σε περίπτωση που δεν έχει διοριστεί υπεύθυνος προστασίας δεδομένων, της αρχής ελέγχου πριν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας προς τον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, να μετριάζονται οι σχετικοί κίνδυνοι για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, όταν:

α)

η εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 33, υποδεικνύει ότι οι πράξεις επεξεργασίας ενδέχεται, λόγω της φύσης, της έκτασης ή του σκοπού τους, να ενέχουν υψηλό βαθμό συγκεκριμένων κινδύνων· ή

β)

ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων ή η αρχή ελέγχου θεωρεί απαραίτητη τη διενέργεια προηγούμενης διαβούλευσης για πράξεις επεξεργασίας οι οποίες ενδέχεται να ενέχουν συγκεκριμένους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες λόγω της φύσης, της έκτασης ή/και των σκοπών τους και προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 4.

3.   Εάν φρονεί η αρμόδια αρχή ελέγχου καθορίσει στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της ότι η σχεδιαζόμενη επεξεργασία δεν είναι σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό, και ιδίως εάν οι κίνδυνοι δεν προσδιορίζονται ούτε μετριάζονται επαρκώς, η αρχή ελέγχου απαγορεύει τη σχεδιαζόμενη επεξεργασία και διατυπώνει κατάλληλες προτάσεις για την επανόρθωση της μη συμμόρφωσης.

4.   Η αρχή ελέγχου Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων καταρτίζει και δημοσιοποιεί κατάλογο των πράξεων επεξεργασίας οι οποίες υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση δυνάμει της παραγράφου 2 στοιχείο β). Η αρχή ελέγχου κοινοποιεί τους εν λόγω καταλόγους στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

5.   Εάν ο κατάλογος που προβλέπεται στην παράγραφο 4 περιλαμβάνει δραστηριότητες επεξεργασίας οι οποίες σχετίζονται με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε περισσότερα κράτη μέλη ή με την παρακολούθηση της συμπεριφοράς τους ή οι οποίες ενδέχεται να επηρεάζουν σημαντικά την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, τότε η αρχή ελέγχου εφαρμόζει τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57 πριν από την έκδοση του καταλόγου.

6.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία παρέχουν στην αρχή ελέγχου , κατόπιν αιτήματος, την εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων η οποία προβλέπεται στο άρθρο 33 δυνάμει του άρθρου 33 και, κατόπιν αιτήματος, οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία επιτρέπει στην αρχή ελέγχου να αξιολογήσει τη συμμόρφωση της επεξεργασίας και, ιδίως, τους κινδύνους για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του προσώπου στο οποίο αυτά αναφέρονται και τις σχετικές εγγυήσεις.

7.   Τα κράτη μέλη ζητούν τη γνώμη της αρχής ελέγχου κατά την επεξεργασία νομοθετικού μέτρου το οποίο πρόκειται να θεσπισθεί από το εθνικό κοινοβούλιο ή μέτρου βασισμένου σε ένα τέτοιο νομοθετικό μέτρο, το οποίο ορίζει τη φύση της διαδικασίας, προκειμένου να διασφαλίζεται συμμόρφωση της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας προς τον κανονισμό και, ιδίως, να μετριάζονται οι σχετικοί κίνδυνοι για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

8.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τον καθορισμό του υψηλού βαθμού συγκεκριμένου κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

9.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τυποποιημένα έντυπα και διαδικασίες για τις προηγούμενες εγκρίσεις και διαβουλεύσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και τυποποιημένα έντυπα και διαδικασίες για την ενημέρωση των αρχών ελέγχου δυνάμει της παραγράφου 6. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 131]

ΤΜΗΜΑ 4

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 35

Ορισμός του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία ορίζουν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων σε κάθε περίπτωση στην οποία:

α)

η επεξεργασία διενεργείται από δημόσια αρχή ή φορέα· ή

β)

η επεξεργασία διενεργείται από επιχείρηση η οποία απασχολεί τουλάχιστον 250 άτομα νομικό πρόσωπο και αφορά πάνω από 5 000 πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε χρονικό διάστημα 12 συναπτών μηνών · ή

γ)

οι βασικές δραστηριότητες του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία αφορούν πράξεις επεξεργασίας οι οποίες, λόγω της φύσης, της έκτασης και/ή των σκοπών τους, απαιτούν τακτική και συστηματική παρακολούθηση προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα · ή

δ)

οι βασικές δραστηριότητες του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία συνίστανται στην επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1, δεδομένων θέσης ή δεδομένων για παιδιά ή για άτομα που εργάζονται σε συστήματα αρχειοθέτησης μεγάλης κλίμακας .

2.   Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), Ένας όμιλος επιχειρήσεων μπορεί να διορίσει έναν μοναδικό κύριο υπεύθυνο προστασίας δεδομένων , εφόσον διασφαλίζεται ότι από κάθε εγκατάσταση υπάρχει εύκολη πρόσβαση σε έναν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων .

3.   Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι δημόσια αρχή ή δημόσιος φορέας, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να ορίζεται για περισσότερες από τις οντότητές της (του), λαμβάνοντας υπόψη την οργανωτική δομή της δημόσιας αρχής ή του δημόσιου φορέα.

4.   Σε άλλες περιπτώσεις εκτός από τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ή ενώσεις και άλλοι φορείς που εκπροσωπούν κατηγορίες υπευθύνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία μπορούν να ορίζουν υπεύθυνο προστασίας δεδομένων.

5.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ορίζουν τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων βάσει επαγγελματικών προσόντων και ιδίως πείρας στο δίκαιο και στις πρακτικές προστασίας των δεδομένων και ικανότητας εκπλήρωσης των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 37. Το αναγκαίο επίπεδο πείρας καθορίζεται ειδικότερα ανάλογα με την επεξεργασία δεδομένων που διενεργείται και από την προστασία την οποία απαιτούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζονται ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία.

6.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζουν ότι κάθε άλλο επαγγελματικό καθήκον του υπευθύνου προστασίας δεδομένων είναι συμβατό προς τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του προσώπου ως υπευθύνου προστασίας δεδομένων και δεν συνεπάγονται σύγκρουση συμφερόντων.

7.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ορίζουν υπεύθυνο προστασίας των δεδομένων για διάστημα τουλάχιστον δύο τεσσάρων ετών εάν πρόκειται για εργαζόμενο ή δύο ετών εάν πρόκειται για εξωτερικό πάροχος υπηρεσιών . Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να διορισθεί εκ νέου για περαιτέρω θητείες. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να απομακρυνθεί από τη θέση του μόνον εάν δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του.

8.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να είναι υπάλληλος του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία ή να ασκεί τα καθήκοντά του βάσει σύμβασης παροχής υπηρεσιών.

9.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία κοινοποιούν το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων στην αρχή ελέγχου και στο κοινό.

10.   Τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούνται να επικοινωνούν με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων για κάθε ζήτημα σχετικό με την επεξεργασία των δεδομένων που τα αφορούν και να ζητούν να ασκήσουν τα δικαιώματα που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

11.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τις βασικές δραστηριότητες του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), καθώς και των κριτηρίων σχετικά με τα επαγγελματικά προσόντα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 5. [Τροπολογία 132]

Άρθρο 36

Θέση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζουν ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων συμμετέχει δεόντως και εγκαίρως σε όλα τα ζητήματα τα οποία σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζουν ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων ασκεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά του ανεξάρτητα και δεν λαμβάνει εντολές όσον αφορά την άσκηση των καθηκόντων του. Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων λογοδοτεί απευθείας στην εκτελεστική διοίκηση του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία. Για το σκοπό αυτό, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ορίζουν ένα εκτελεστικό διοικητικό στέλεχος το οποίο είναι υπεύθυνο για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία στηρίζουν τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στην άσκηση των καθηκόντων του και παρέχουν όλα τα μέσα, που συμπεριλαμβάνουν υπαλλήλους, εγκαταστάσεις, εξοπλισμό και κάθε άλλο πόρο απαραίτητο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 37 , και για τη διατήρηση των επαγγελματικών γνώσεών του .

4.     Οι υπεύθυνοι προστασίας δεδομένων δεσμεύονται από απόρρητο σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και σχετικά με τις συνθήκες που επιτρέπουν την αναγνώριση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, εκτός εάν απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 133]

Άρθρο 37

Καθήκοντα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία αναθέτουν στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων τουλάχιστον τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

να ευαισθητοποιεί, να ενημερώνει και να πληροφορεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό , ιδίως όσον αφορά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και διαδικασίες, και να τεκμηριώνει την εν λόγω δραστηριότητα και τις απαντήσεις που λαμβάνει·

β)

να παρακολουθεί τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή των πολιτικών του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της ανάθεσης αρμοδιοτήτων, της κατάρτισης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις πράξεις επεξεργασίας και των σχετικών ελέγχων·

γ)

να παρακολουθεί τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τις απαιτήσεις που σχετίζονται με την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό, την προστασία των δεδομένων εξ ορισμού, την ασφάλεια των δεδομένων και την ενημέρωση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και τα αιτήματά τους κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό·

δ)

να διασφαλίζει ότι τηρείται η τεκμηρίωση που προβλέπεται στο άρθρο 28·

ε)

να παρακολουθεί την τεκμηρίωση και τις κοινοποιήσεις των παραβιάσεων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει των άρθρων 31 και 32·

στ)

να παρακολουθεί τη διενέργεια της εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία και την αίτηση περί προηγούμενης έγκρισης ή προηγούμενης διαβούλευσης, εφόσον απαιτείται δυνάμει των άρθρων 32α, 33 και 34·

ζ)

να παρακολουθεί την απάντηση της αρχής ελέγχου σε αιτήματα και, στο πλαίσιο της αρμοδιότητας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων, να συνεργάζεται με την αρχή ελέγχου κατόπιν αιτήματός της ή με πρωτοβουλία του υπευθύνου προστασίας δεδομένων·

η)

να ενεργεί ως σημείο επικοινωνίας για την αρχή ελέγχου σε ζητήματα που σχετίζονται με την επεξεργασία και να διαβουλεύεται με την αρχή ελέγχου, εφόσον απαιτείται, με δική του πρωτοβουλία·

θ)

να επαληθεύει τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό στο πλαίσιο του μηχανισμού προηγούμενης διαβούλευσης που ορίζεται στο άρθρο 34·

ι)

να ενημερώνει τους εκπροσώπους των εργαζομένων σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων των εργαζομένων .

2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τα καθήκοντα, την πιστοποίηση, το καθεστώς, τις αρμοδιότητες και τους πόρους του υπευθύνου προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. [Τροπολογία 134]

ΤΜΗΜΑ 5

ΚΩΔΙΚΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ

Άρθρο 38

Κώδικες δεοντολογίας

1.   Τα κράτη μέλη, οι αρχές ελέγχου και η Επιτροπή παροτρύνουν την εκπόνηση κωδίκων δεοντολογίας που αποσκοπούν ή την έγκριση κωδίκων δεοντολογίας που εκπονούνται από μία αρχή ελέγχου προκειμένου να συμβάλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των διάφορων τομέων επεξεργασίας δεδομένων, ιδίως όσον αφορά:

α)

τη θεμιτή και διαφανή επεξεργασία των δεδομένων·

αα)

τον σεβασμό των δικαιωμάτων του καταναλωτή·

β)

τη συλλογή δεδομένων·

γ)

την ενημέρωση του κοινού και των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα·

δ)

τα αιτήματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους·

ε)

την ενημέρωση και την προστασία των παιδιών·

στ)

τη διαβίβαση δεδομένων σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·

ζ)

τους μηχανισμούς παρακολούθησης και διασφάλισης της συμμόρφωσης προς τον κώδικα από τους υπευθύνους επεξεργασίας που τον εφαρμόζουν·

η)

εξωδικαστικές διαδικασίες και άλλες διαδικασίες επίλυσης διαφορών για την επίλυση διαφορών μεταξύ υπευθύνων επεξεργασίας και προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα δυνάμει των άρθρων 73 και 75.

2.   Ενώσεις και άλλοι φορείς που εκπροσωπούν κατηγορίες υπευθύνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία σε ένα κράτος μέλος, οι οποίοι προτίθενται να εκπονήσουν κώδικες δεοντολογίας ή να τροποποιήσουν ή να επεκτείνουν υφιστάμενους κώδικες δεοντολογίας, μπορούν να τους υποβάλουν για γνωμοδότηση στην αρχή ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Η αρχή ελέγχου μπορεί να γνωμοδοτήσει γνωμοδοτεί αμελλητί σχετικά με το κατά πόσον το σχέδιο η επεξεργασία στο πλαίσιο του σχεδίου κώδικα δεοντολογίας είναι σύμφωνο σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό. Η αρχή ελέγχου ζητεί τη γνώμη των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή των εκπροσώπων τους για τα εν λόγω σχέδια.

3.   Ενώσεις και άλλοι φορείς που εκπροσωπούν κατηγορίες υπευθύνων επεξεργασίας ή εκτελούντων την επεξεργασία σε περισσότερα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλουν σχέδια κωδίκων δεοντολογίας και τροποποιήσεις ή επεκτάσεις υφιστάμενων κωδίκων δεοντολογίας στην Επιτροπή.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις , αφού ζητήσει γνωμοδότηση από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86, με τις οποίες αποφασίζει ότι οι κώδικες δεοντολογίας και οι τροποποιήσεις ή οι επεκτάσεις υφιστάμενων κωδίκων δεοντολογίας της Ένωσης που της υποβλήθηκαν δυνάμει της παραγράφου 3 συνάδουν με τον παρόντα κανονισμό και έχουν γενική ισχύ εντός της Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις παρέχουν στα πρόσωπα, στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, δικαιώματα τα οποία μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας.

5.   Η Επιτροπή διασφαλίζει κατάλληλη δημοσιότητα για τους κώδικες για τους οποίους αποφάσισε ότι έχουν γενική ισχύ σύμφωνα με την παράγραφο 4. [Τροπολογία 135]

Άρθρο 39

Πιστοποίηση

1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή παροτρύνουν, ιδίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τη θέσπιση μηχανισμών πιστοποίησης προστασίας δεδομένων, σφραγίδων και σημάτων προστασίας δεδομένων, επιτρέποντας στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να αξιολογούν ταχέως το επίπεδο προστασίας των δεδομένων που παρέχουν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας και οι εκτελούντες την επεξεργασία. Οι μηχανισμοί πιστοποίησης προστασίας δεδομένων συμβάλλουν στην ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των διάφορων τομέων και πράξεων επεξεργασίας.

1α.     Κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία μπορεί να ζητήσει από κάθε αρχή ελέγχου στην Ένωση ένα εύλογο τέλος, λαμβάνοντας υπόψη το διοικητικό κόστος μιας πιστοποίησης ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διεξάγεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ειδικότερα με τις αρχές που θεσπίζονται στα άρθρα 5, 23 και 30, τις υποχρεώσεις του υπεύθυνου επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία καθώς και τα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

1β.     Η πιστοποίηση είναι εθελοντική, προσιτή οικονομικά και διαθέσιμη μέσω διαφανούς και μη περίπλοκης διαδικασίας.

1γ.     Οι αρχές ελέγχου και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων συνεργάζονται στο πλαίσιο του μηχανισμού συνοχής, σύμφωνα με το άρθρο 57, προκειμένου να διασφαλίσουν μια εναρμονισμένη διαδικασία πιστοποίησης όσον αφορά την προστασία δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της εναρμόνισης των τελών εντός της Ένωσης.

1δ.     Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας πιστοποίησης, η αρχή ελέγχου μπορεί να παράσχει διαπίστευση σε εξειδικευμένους τρίτους ελεγκτές να διεξαγάγουν έλεγχο επί του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντα την επεξεργασία. Οι τρίτοι ελεγκτές διαθέτουν επαρκώς εκπαιδευμένο προσωπικό, είναι αμερόληπτοι και δεν εμπλέκονται σε συγκρούσεις συμφερόντων όσον αφορά τα καθήκοντά τους. Οι αρχές ελέγχου ανακαλούν τη διαπίστευση όταν πιθανολογείται ότι ο ελεγκτής δεν εκπληρώνει ορθά τα καθήκοντα του. Η τελική πιστοποίηση χορηγείται από την αρχή ελέγχου.

1ε.     Οι αρχές ελέγχου χορηγούν στους υπευθύνους επεξεργασίας και στους εκτελούντες την επεξεργασία για τους οποίους ο έλεγχος πιστοποιεί ότι η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων συμμορφούται προς τον παρόντα κανονισμό, το τυποποιημένο σήμα προστασίας δεδομένων με την ονομασία «ευρωπαϊκή σφραγίδα προστασίας δεδομένων».

1στ.     Η «ευρωπαϊκή σφραγίδα προστασίας δεδομένων» ισχύει για όσο διάστημα οι πράξεις επεξεργασίας των δεδομένων που εξασφαλίζει ο πιστοποιημένος υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία εξακολουθούν να συνάδουν πλήρως με τον παρόντα κανονισμό.

1ζ.     Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1στ, η πιστοποίηση έχει μέγιστη ισχύ πέντε ετών.

1η.     Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων καταρτίζει δημόσιο ηλεκτρονικό μητρώο στο οποίο το κοινό μπορεί να λάβει γνώση του συνόλου των πιστοποιητικών που έχουν εκδοθεί στο εκάστοτε κράτος μέλος, είτε είναι σε ισχύ είτε όχι.

1θ.     Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προστασίας δεδομένων μπορεί με δική του πρωτοβουλία να πιστοποιήσει ότι ένα τεχνικό πρότυπο για τη βελτίωση της προστασίας δεδομένων είναι συμβατό με τον παρόντα κανονισμό.

2.    Αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, και μετά από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως τη βιομηχανία και μη κυβερνητικές οργανώσεις, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τους μηχανισμούς πιστοποίησης προστασίας των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στις παραγράφους 1α έως 1η , συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων διαπίστευσης ελεγκτών, των προϋποθέσεων σχετικά με τη χορήγηση και την απόσυρση, και των απαιτήσεων για την αναγνώριση στην Ένωση και σε τρίτες χώρες. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις παρέχουν στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα δικαιώματα τα οποία μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τεχνικά πρότυπα για μηχανισμούς πιστοποίησης, σφραγίδες και σήματα προστασίας δεδομένων καθώς και μηχανισμούς για την προώθηση και την αναγνώριση μηχανισμών πιστοποίησης, σφραγίδων και σημάτων προστασίας δεδομένων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 136]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΣΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ Ή ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ

Άρθρο 40

Γενικές αρχές για διαβιβάσεις

Κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία ή προορίζονται να υποβληθούν σε επεξεργασία μετά τη διαβίβασή τους σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον εάν, με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του παρόντος κανονισμού, οι προϋποθέσεις που θεσπίζονται στο παρόν κεφάλαιο τηρούνται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία, μεταξύ άλλων για περαιτέρω διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την τρίτη χώρα ή έναν διεθνή οργανισμό σε άλλη τρίτη χώρα ή άλλον διεθνή οργανισμό.

Άρθρο 41

Διαβιβάσεις με απόφαση περί επάρκειας

1.   Μια διαβίβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον η Επιτροπή αποφασίσει ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας. Μια τέτοια διαβίβαση δεν απαιτεί καμία περαιτέρω ειδική έγκριση.

2.   Κατά την εξέταση της επάρκειας του επιπέδου προστασίας, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το κράτος δικαίου, τη σχετική ισχύουσα νομοθεσία, τόσο γενική όσο και τομεακή, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια, την άμυνα, την εθνική ασφάλεια και το ποινικό δίκαιο, καθώς επίσης και την εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας, τους επαγγελματικούς κανόνες και τα μέτρα ασφάλειας τα οποία τηρούνται στη συγκεκριμένη χώρα ή από τον συγκεκριμένο διεθνή οργανισμό, τα νομολογιακά προηγούμενα, τα ουσιαστικά δικαιώματα τα οποία μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένων ουσιαστικών διοικητικών και δικαστικών μέσων προσφυγής για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως για εκείνα τα πρόσωπα που διαμένουν στην Ένωση των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται·

β)

την ύπαρξη και την αποτελεσματική λειτουργία μίας ή περισσότερων ανεξάρτητων αρχών ελέγχου στην εν λόγω τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό, η οποία είναι υπεύθυνη να διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων επαρκών εξουσιών επιβολής κυρώσεων, για την παροχή συνδρομής και ενημέρωσης στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους και για τη συνεργασία με τις αρχές ελέγχου της Ένωσης και των κρατών μελών· και

γ)

τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός , ειδικότερα κάθε νομικά δεσμευτική σύμβαση ή νομικό μέσο όσον αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα .

3.   Η Επιτροπή μπορεί εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 προκειμένου να αποφασίσει ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός διασφαλίζουν κατάλληλο επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις προβλέπουν μια ρήτρα λήξης ισχύος εφόσον αφορούν ένα τομέα επεξεργασίας και ανακαλούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 5, εφόσον δεν διασφαλίζεται πλέον ένα επαρκές επίπεδο προστασίας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

4.   Η εκτελεστική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη προσδιορίζει τη γεωγραφική εδαφική και τομεακή εφαρμογή της καθώς και, όπου συντρέχει περίπτωση, την αρχή ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β).

4α.     Η Επιτροπή παρακολουθεί, σε συνεχή βάση, τις εξελίξεις που μπορούν να επηρεάσουν τις παραμέτρους που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, για τις οποίες έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει της παραγράφου 3.

5.   Η Επιτροπή μπορεί εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 προκειμένου να αποφασίσει ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός δεν διασφαλίζουν ή δεν διασφαλίζουν πλέον επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ιδίως σε περιπτώσεις στις οποίες η σχετική νομοθεσία, τόσο γενική όσο και τομεακή, η οποία ισχύει στην τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό δεν διασφαλίζει ουσιαστικά δικαιώματα τα οποία μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας, συμπεριλαμβανομένων ουσιαστικών διοικητικών και δικαστικών μέσων προσφυγής για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως για εκείνα τα πρόσωπα που διαμένουν στην Ένωση των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2, ή, σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις για φυσικά πρόσωπα όσον αφορά το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3.

6.   Εάν η Επιτροπή λάβει απόφαση δυνάμει της παραγράφου 5, κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή σε έδαφος ή σε τομέα επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή στον διεθνή οργανισμό απαγορεύεται, με την επιφύλαξη των άρθρων 42 έως 44. Σε εύθετο χρόνο, η Επιτροπή ξεκινά διαβουλεύσεις με την τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό με σκοπό την επανόρθωση της κατάστασης που προκύπτει από την απόφαση που λήφθηκε δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

6α.     Πριν από την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 5, η Επιτροπή ζητεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων να γνωμοδοτήσει σχετικά με την επάρκεια του επιπέδου προστασίας. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή παρέχει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων όλη την απαραίτητη τεκμηρίωση, συμπεριλαμβανομένης της αλληλογραφίας με την κυβέρνηση της τρίτης χώρας, του εδάφους ή του τομέα επεξεργασίας εντός της τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού.

7.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον ιστότοπό της κατάλογο των τρίτων χωρών, εδαφών και τομέων επεξεργασίας σε μια τρίτη χώρα, και διεθνών οργανισμών όπου αποφασίζει ότι διασφαλίζεται ή δεν διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας.

8.   Οι αποφάσεις που εκδόθηκαν από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 ή του άρθρου 26 παράγραφος 4 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ έως ότου πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν από την Επιτροπή. [Τροπολογία 137]

Άρθρο 42

Διαβιβάσεις μέσω κατάλληλων εγγυήσεων

1.   Εάν η Επιτροπή δεν λάβει καμία απόφαση δυνάμει του άρθρου 41, ή αποφασίσει ότι μια τρίτη χώρα, ή μια περιοχή ή ένας τομέας επεξεργασίας εντός αυτής της τρίτης χώρας, ή ένας διεθνής οργανισμός δεν εξασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 5, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία μπορούν να διαβιβάσουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα , σε έδαφος ή σε διεθνή οργανισμό μόνον εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία παρέχει κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε νομικά δεσμευτική πράξη.

2.   Οι κατάλληλες εγγυήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται, ειδικότερα, μέσω:

α)

δεσμευτικών εταιρικών κανόνων σύμφωνα με το άρθρο 43· ή

αα)

μιας ισχύουσας «ευρωπαϊκής σφραγίδας προστασίας δεδομένων» για τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον αποδέκτη σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1ε· ή

β)

τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που εκδίδονται από την Επιτροπή. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2· ή

γ)

τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που εκδίδονται από αρχή ελέγχου σύμφωνα με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57 όταν κηρύσσονται γενικά ισχυρές από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 62 παράγραφος 1 στοιχείο β)· ή

δ)

συμβατικών ρητρών που συνάπτονται μεταξύ του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και του αποδέκτη των δεδομένων, οι οποίες εγκρίνονται από αρχή ελέγχου σύμφωνα με την παράγραφο 4.

3.   Διαβίβαση η οποία βασίζεται σε τυποποιημένες ρήτρες προστασίας δεδομένων , στην «ευρωπαϊκή σφραγίδα προστασίας δεδομένων» ή δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), αα), β) ή γ), δεν απαιτεί περαιτέρω ειδική έγκριση.

4.   Εάν η διαβίβαση βασίζεται σε συμβατικές ρήτρες, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία εξασφαλίζουν προηγούμενη έγκριση των συμβατικών ρητρών από την αρχή ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1 στοιχείο α). Εάν η διαβίβαση σχετίζεται με δραστηριότητες επεξεργασίας οι οποίες αφορούν πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε άλλο κράτος μέλος ή άλλα κράτη μέλη, ή επηρεάζουν σημαντικά την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, η αρχή ελέγχου εφαρμόζει τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57.

5.   Εάν οι κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν προβλέπονται σε νομικά δεσμευτική πράξη, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία εξασφαλίζουν προηγούμενη έγκριση για τη διαβίβαση, ή για μια σειρά διαβιβάσεων, ή για τη συμπερίληψη διατάξεων σε διοικητικές συμφωνίες οι οποίες παρέχουν τη βάση για την εν λόγω διαβίβαση. Η εν λόγω έγκριση της αρχής ελέγχου πρέπει να είναι σύμφωνη προς το άρθρο 34 παράγραφος 1 στοιχείο α). Εάν η διαβίβαση σχετίζεται με δραστηριότητες επεξεργασίας οι οποίες αφορούν πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε άλλο κράτος μέλος ή σε άλλα κράτη μέλη ή επηρεάζουν σημαντικά την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, η αρχή ελέγχου εφαρμόζει τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57. Οι εγκρίσεις αρχής ελέγχου βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 2 της οδηγίας 95/46/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ, έως ότου για δύο χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν τροποποιηθούν, αντικατασταθούν ή καταργηθούν από την εν λόγω αρχή ελέγχου πριν από το τέλος της περιόδου αυτής . [Τροπολογία 138]

Άρθρο 43

Διαβιβάσεις μέσω δεσμευτικών εταιρικών κανόνων

1.   Η αρχή ελέγχου εγκρίνει, σύμφωνα με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 58, δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες, υπό τον όρο ότι

α)

είναι νομικά δεσμευτικοί και εφαρμόζονται σε κάθε μέλος και επιβάλλονται από κάθε μέλος στον όμιλο επιχειρήσεων του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία ή των εξωτερικών υπεργολάβων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων , περιλαμβανομένων των υπαλλήλων τους·

β)

απονέμουν ρητώς δικαιώματα τα οποία μπορούν να τύχουν δικαστικής προστασίας στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα·

γ)

πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

1α.     Σε σχέση με δεδομένα στον τομέα της απασχόλησης, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ενημερώνονται και, σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις και πρακτικές της Ένωσης ή των κρατών μελών, συμμετέχουν στην εκπόνηση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων, σύμφωνα με το άρθρο 43.

2.   Οι δεσμευτικοί εταιρικοί κανόνες προσδιορίζουν κατ’ ελάχιστο:

α)

τη δομή και τα στοιχεία επικοινωνίας του ομίλου επιχειρήσεων και των μελών του και των εξωτερικών υπεργολάβων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων ·

β)

τις διαβιβάσεις ή τις σειρές διαβιβάσεων δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, των τύπων επεξεργασίας και των σκοπών της, του τύπου προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα που επηρεάζονται, και την εν λόγω τρίτη χώρα ή τις τρίτες χώρες·

γ)

τη νομικά δεσμευτική φύση τους, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά·

δ)

τις γενικές αρχές προστασίας δεδομένων, ιδίως τον περιορισμό του σκοπού, την ελαχιστοποίηση των δεδομένων, τις περιορισμένες περιόδους διατήρησης, την ποιότητα των δεδομένων, την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού, τη νομική βάση για την επεξεργασία, την επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια των δεδομένων, καθώς και τις απαιτήσεις σχετικά με περαιτέρω διαβιβάσεις σε οργανισμούς οι οποίοι δεν δεσμεύονται από τις πολιτικές·

ε)

τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και τα μέσα για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να μην υπάγονται σε μέτρο βασισμένο στην κατάρτιση προφίλ σύμφωνα με το άρθρο 20, του δικαιώματος υποβολής καταγγελίας ενώπιον της αρμόδιας αρχής ελέγχου και ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 75, της εξασφάλισης επανόρθωσης και, ανάλογα με την περίπτωση, της αποζημίωσης για παραβίαση των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων·

στ)

την αποδοχή ευθύνης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία που είναι εγκαταστημένος στο έδαφος κράτους μέλους για τυχόν παραβιάσεις των δεσμευτικών εταιρικών κανόνων από οποιοδήποτε μέλος του ομίλου επιχειρήσεων το οποίο δεν είναι εγκαταστημένο στην Ένωση· ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία μπορούν να εξαιρεθούν μπορεί να εξαιρεθεί από την ευθύνη αυτή, εν όλω ή εν μέρει, μόνον εάν αποδείξουν αποδείξει ότι το συγκεκριμένο μέλος δεν ευθύνεται για το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας·

ζ)

τον τρόπο παροχής της ενημέρωσης σχετικά με τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες, και ιδίως τις διατάξεις που αναφέρονται στα σημεία δ), ε) και στ) της παρούσας παραγράφου, προς τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 11·

η)

τα καθήκοντα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 35, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης της συμμόρφωσης προς τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες στον όμιλο επιχειρήσεων, καθώς και της παρακολούθησης της κατάρτισης και του χειρισμού των καταγγελιών·

θ)

τους μηχανισμούς στον όμιλο επιχειρήσεων οι οποίοι στοχεύουν στη διασφάλιση του ελέγχου της συμμόρφωσης προς τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες·

ι)

τους μηχανισμούς για την αναφορά και την καταχώριση αλλαγών στις πολιτικές και την αναφορά των εν λόγω αλλαγών στην αρχή ελέγχου·

ια)

τον μηχανισμό συνεργασίας με την αρχή ελέγχου ώστε να διασφαλίζεται συμμόρφωση από κάθε μέλος του ομίλου επιχειρήσεων, ιδίως θέτοντας στη διάθεση της αρχής ελέγχου τα αποτελέσματα των ελέγχων των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο θ) της παρούσας παραγράφου.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό του μορφότυπου, των διαδικασιών, των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τα κριτήρια για την έγκρισή τους, συμπεριλαμβανομένης της διαφάνειας για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, την εφαρμογή της παραγράφου 2 στοιχεία β), δ), ε) και στ) στους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες που τηρούν οι υπεύθυνοι επεξεργασίας, και των περαιτέρω απαραίτητων απαιτήσεων ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των ενδιαφερόμενων προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει τον μορφότυπο και τις διαδικασίες για την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ υπευθύνων επεξεργασίας, εκτελούντων την επεξεργασία και αρχών ελέγχου για τους δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες κατά την έννοια του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 139]

Άρθρο 43α

Διαβιβάσεις ή κοινοποιήσεις που δεν επιτρέπονται από το δίκαιο της Ένωσης

1.     Με την επιφύλαξη μιας συμφωνίας περί αμοιβαίας νομικής συνδρομής ή μιας διεθνούς συμφωνίας μεταξύ της αιτούσης τρίτης χώρας και της Ένωσης ή κράτους μέλους, δεν αναγνωρίζεται ούτε εκτελείται, σε καμία περίπτωση, απόφαση δικαστηρίου ή διαιτητικής αρχής τρίτης χώρας βάσει της οποίας απαιτείται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία να κοινοποιήσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

2.     Σε περίπτωση που βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικής αρχής τρίτης χώρας ζητείται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία να κοινοποιήσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, ο εκπρόσωπος του υπευθύνου επεξεργασίας, κοινοποιεί αμελλητί στην αρχή ελέγχου το αίτημα και λαμβάνει προηγούμενη έγκριση από την αρχή ελέγχου για τη διαβίβαση ή τη γνωστοποίηση.

3.     Η αρχή ελέγχου εκτιμά τη συμβατότητα της αιτούμενης κοινοποίησης προς τον παρόντα κανονισμό και ιδίως κατά πόσον η κοινοποίηση είναι αναγκαία και σύννομη με βάση το άρθρο 44 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε) και άρθρο 44 παράγραφος 5. Εάν θίγονται πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα από άλλα κράτη μέλη, η αρχή ελέγχου εφαρμόζει τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57.

4.     Η αρχή ελέγχου ενημερώνει την αρμόδια εθνική αρχή για το αίτημα. Με την επιφύλαξη του άρθρου 21, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ενημερώνει επίσης τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με το αίτημα και σχετικά με τη χορήγηση άδειας από την αρχή ελέγχου και, κατά περίπτωση, ενημερώνει τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάστηκαν σε δημόσιες αρχές κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 συναπτών μηνών, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο ηα). [Τροπολογία 140]

Άρθρο 44

Παρεκκλίσεις

1.   Απουσία απόφασης περί επάρκειας δυνάμει του άρθρου 41 ή κατάλληλων εγγυήσεων δυνάμει του άρθρου 42, μια διαβίβαση ή μια σειρά διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον:

α)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα συγκατατέθηκε στη σχεδιαζόμενη διαβίβαση, αφού ενημερώθηκε για τους κινδύνους των εν λόγω διαβιβάσεων λόγω της απουσίας απόφασης περί επάρκειας και κατάλληλων εγγυήσεων· ή

β)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για την εκτέλεση σύμβασης μεταξύ του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του υπευθύνου επεξεργασίας ή για την εφαρμογή προσυμβατικών μέτρων τα οποία λαμβάνονται κατόπιν αιτήματος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· ή

γ)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για τη σύναψη ή την εκτέλεση σύμβασης, η οποία συνάφθηκε προς όφελος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μεταξύ του υπευθύνου επεξεργασίας και άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου· ή

δ)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για σημαντικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος· ή

ε)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για την απόδειξη, την άσκηση ή την υπεράσπιση νομικών απαιτήσεων· ή

στ)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου, εφόσον το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν είναι φυσικά ή νομικά ικανό να παράσχει τη συγκατάθεσή του· ή

ζ)

η διαβίβαση πραγματοποιείται από μητρώο το οποίο σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης ή δίκαιο κράτους μέλους προορίζεται για την παροχή πληροφοριών στο κοινό και είναι ανοικτό για αναζήτηση πληροφοριών είτε γενικά από το ευρύ κοινό είτε από οποιοδήποτε πρόσωπο που μπορεί να αποδείξει έννομο συμφέρον, εφόσον πληρούνται στη συγκεκριμένη περίπτωση οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης ή στο δίκαιο του κράτους μέλους για την αναζήτηση πληροφοριών. · ή

η)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για τους σκοπούς των έννομων συμφερόντων που επιδιώκουν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία, και δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί συχνή ή μαζική, και ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία αξιολόγησαν όλες τις συνθήκες που περιβάλλουν την πράξη διαβίβασης δεδομένων ή τη σειρά πράξεων διαβίβασης δεδομένων και βάσει της αξιολόγησης αυτής παρέχουν κατάλληλες εγγυήσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον απαιτείται.

2.   Διαβίβαση η οποία πραγματοποιείται δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο ζ) δεν περιλαμβάνει το σύνολο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ούτε ολόκληρες κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στο μητρώο. Όταν το μητρώο προορίζεται για αναζήτηση πληροφοριών από πρόσωπα τα οποία έχουν έννομο συμφέρον, η διαβίβαση πραγματοποιείται μόνον κατόπιν αιτήματος των εν λόγω προσώπων ή μόνον εάν πρόκειται να είναι οι αποδέκτες.

3.   Εάν η επεξεργασία βασίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο η), ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία λαμβάνουν ιδιαίτερα υπόψη τη φύση των δεδομένων, τον σκοπό και τη διάρκεια της σχεδιαζόμενης πράξης (ή των πράξεων) επεξεργασίας, καθώς και την κατάσταση στη χώρα προέλευσης, στην τρίτη χώρα και στη χώρα τελικού προορισμού, καθώς και τις παρεχόμενες κατάλληλες εγγυήσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εφόσον απαιτείται.

4.   Η παράγραφος 1 στοιχεία β), και γ) και η) δεν εφαρμόζεται σε δραστηριότητες οι οποίες εκτελούνται από δημόσιες αρχές κατά την άσκηση των δημόσιων εξουσιών τους.

5.   Το δημόσιο συμφέρον που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) πρέπει να αναγνωρίζεται στο δίκαιο της Ένωσης ή στο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται ο υπεύθυνος επεξεργασίας.

6.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία τεκμηριώνουν την αξιολόγηση καθώς και τις παρεχόμενες κατάλληλες εγγυήσεις, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο η) του παρόντος άρθρου, στην τεκμηρίωση που αναφέρεται στο άρθρο 28, και ενημερώνουν την αρχή ελέγχου για τη διαβίβαση.

7.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο β) για τον περαιτέρω προσδιορισμό των «σημαντικών λόγων δημόσιου συμφέροντος» κατά την έννοια της παραγράφου 1 στοιχείο δ) καθώς και των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τις κατάλληλες εγγυήσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο η) σχετικά με τη διαβίβαση των δεδομένων βάσει της παραγράφου 1 . [Τροπολογία 141]

Άρθρο 45

Διεθνής συνεργασία για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Σε σχέση με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, η Επιτροπή και οι αρχές ελέγχου λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για:

α)

την ανάπτυξη αποτελεσματικών μηχανισμών διεθνούς συνεργασίας για τη διευκόλυνση διασφάλιση της επιβολής της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· [Τροπολογία 142]

β)

την παροχή διεθνούς αμοιβαίας συνδρομής στην επιβολή της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων μέσω κοινοποίησης, διαβίβασης καταγγελιών, συνδρομής σε έρευνες και ανταλλαγής πληροφοριών, με την επιφύλαξη κατάλληλων εγγυήσεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών·

γ)

τη συμμετοχή των οικείων ενδιαφερομένων σε συζητήσεις και δραστηριότητες με στόχο την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας για την επιβολή της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

την προώθηση της ανταλλαγής και της τεκμηρίωσης της νομοθεσίας και της πρακτικής για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δα)

την παροχή διευκρινίσεων και συμβουλών σχετικά με συγκρούσεις αρμοδιοτήτων με τρίτες χώρες . [Τροπολογία 143]

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να προαγάγει τη σχέση με τρίτες χώρες και διεθνούς οργανισμούς, και ιδίως τις αρχές ελέγχου τους, εφόσον η Επιτροπή αποφασίσει ότι παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 41 παράγραφος 3.

Άρθρο 45α

Έκθεση της Επιτροπής

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ανά τακτά χρονικά διαστήματα, το αργότερο τέσσερα χρόνια μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 91 παράγραφος 1, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 40 έως 45. Για τον σκοπό αυτό η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από τα κράτη μέλη και από τις αρχές ελέγχου πληροφορίες, οι οποίες παρέχονται αμελλητί. Η έκθεση δημοσιεύεται. [Τροπολογία 144]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΤΜΗΜΑ 1

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Άρθρο 46

Αρχή ελέγχου

1.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι μία ή περισσότερες δημόσιες αρχές επιφορτίζονται με την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και συμβάλλουν στη συνεκτική εφαρμογή του σε ολόκληρη την Ένωση, με σκοπό την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και τη διευκόλυνση της ελεύθερης ροής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση. Για τους σκοπούς αυτούς, οι αρχές ελέγχου συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή.

2.   Εάν σε ένα κράτος μέλος ιδρυθούν περισσότερες αρχές ελέγχου, το συγκεκριμένο κράτος μέλος ορίζει την αρχή ελέγχου η οποία λειτουργεί ως ενιαίο σημείο επικοινωνίας για την ουσιαστική συμμετοχή των εν λόγω αρχών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και καθορίζει τον μηχανισμό που διασφαλίζει τη συμμόρφωση των λοιπών αρχών προς τους κανόνες που αφορούν τον μηχανισμό συνεκτικότητας ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 57.

3.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους.

Άρθρο 47

Ανεξαρτησία

1.   Η αρχή ελέγχου ασκεί τα καθήκοντα και τις εξουσίες που της ανατίθενται με πλήρη ανεξαρτησία και αμεροληψία, με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων περί συνεργασίας και συνοχής σύμφωνα με το κεφάλαιο VII του παρόντος κανονισμού . [Τροπολογία 145]

2.   Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα μέλη της αρχής ελέγχου δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιονδήποτε.

3.   Τα μέλη της αρχής ελέγχου απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη προς τα καθήκοντά τους και, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, δεν ασκούν κανένα ασυμβίβαστο επάγγελμα, επικερδές ή μη.

4.   Τα μέλη της αρχής ελέγχου συμπεριφέρονται, μετά το πέρας της θητείας τους, με ακεραιότητα και διακριτικότητα όσον αφορά την αποδοχή διορισμών και παροχών.

5.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η αρχή ελέγχου διαθέτει επαρκείς ανθρώπινους, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους, τις αναγκαίες εγκαταστάσεις και υποδομές για την ουσιαστική άσκηση των καθηκόντων και των εξουσιών της, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούνται στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνδρομής, της συνεργασίας και της συμμετοχής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

6.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η αρχή ελέγχου διαθέτει δικούς της υπαλλήλους οι οποίοι διορίζονται και διοικούνται από τον προϊστάμενο της αρχής ελέγχου.

7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή ελέγχου υπόκειται σε οικονομικό έλεγχο ο οποίος δεν επηρεάζει την ανεξαρτησία της. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή ελέγχου διαθέτει χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται.

7α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή ελέγχου λογοδοτεί στο εθνικό κοινοβούλιο για λόγους δημοσιονομικού ελέγχου. [Τροπολογία 146]

Άρθρο 48

Γενικές προϋποθέσεις για τα μέλη της αρχής ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη της αρχής ελέγχου διορίζονται από το κοινοβούλιο ή από την κυβέρνηση του οικείου κράτους μέλους.

2.   Τα μέλη επιλέγονται μεταξύ προσώπων των οποίων η ανεξαρτησία είναι πέραν πάσης αμφιβολίας και των οποίων η πείρα και οι δεξιότητες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους, ιδίως στον τομέα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι αποδεδειγμένες.

3.   Τα καθήκοντα κάθε μέλους παύουν σε περίπτωση λήξης της θητείας, παραίτησης ή υποχρεωτικής συνταξιοδότησης σύμφωνα με την παράγραφο 5.

4.   Ένα μέλος μπορεί να απομακρυνθεί ή να στερηθεί το δικαίωμα στη σύνταξη ή άλλες υποκατάστατες παροχές από αρμόδιο εθνικό δικαστήριο, εάν το μέλος δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του ή κριθεί ένοχο για σοβαρό παράπτωμα.

5.   Εάν η θητεία του λήξει ή το μέλος παραιτηθεί, το μέλος συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του έως ότου διορισθεί νέο μέλος.

Άρθρο 49

Κανόνες για τη σύσταση της αρχής ελέγχου

Κάθε κράτος μέλος προβλέπει διά νόμου, εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού:

α)

τη σύσταση και το καθεστώς της αρχής ελέγχου·

β)

τα προσόντα, την πείρα και τις δεξιότητες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων των μελών της αρχής ελέγχου·

γ)

τους κανόνες και τις διαδικασίες για τον διορισμό των μελών της αρχής ελέγχου, καθώς και τους κανόνες σχετικά με πράξεις ή επαγγέλματα που δεν συμβιβάζονται με τα καθήκοντα της θέσης·

δ)

τη διάρκεια της θητείας των μελών της αρχής ελέγχου, η οποία δεν είναι μικρότερη των τεσσάρων ετών, με εξαίρεση τον πρώτο διορισμό μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, μέρος του οποίου μπορεί να αφορά συντομότερο διάστημα εάν αυτό είναι απαραίτητο για την προστασία της ανεξαρτησίας της αρχής ελέγχου μέσω διαδικασίας τμηματικών διορισμών·

ε)

κατά πόσον τα μέρη της αρχής ελέγχου είναι επιλέξιμα για επαναδιορισμό·

στ)

τους κανονισμούς και τις κοινές προϋποθέσεις που ρυθμίζουν τα καθήκοντα των μελών και των υπαλλήλων της αρχής ελέγχου·

ζ)

τους κανόνες και τις διαδικασίες για την παύση των καθηκόντων των μελών της αρχής ελέγχου, μεταξύ άλλων στην περίπτωση που δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους ή εάν κριθούν ένοχοι για σοβαρό παράπτωμα.

Άρθρο 50

Επαγγελματικό απόρρητο

Τα μέλη και οι υπάλληλοι της αρχής ελέγχου δεσμεύονται, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη λήξη της θητείας τους, από να τηρούν το επαγγελματικό απόρρητο όσον αφορά τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των επίσημων καθηκόντων τους , καθώς και να επιτελούν τα καθήκοντα τους με ανεξάρτητο και διαφανή τρόπο, όπως ορίζει ο παρών κανονισμός . [Τροπολογία 147]

ΤΜΗΜΑ 2

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ

Άρθρο 51

Αρμοδιότητα

1.   Κάθε αρχή ελέγχου ασκεί, με την επιφύλαξη των άρθρων 73 και 74, τα καθήκοντα που της ανατίθενται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και ασκεί, στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται, τις εξουσίες που της απονέμονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Η επεξεργασία δεδομένων εκ μέρους δημόσιας αρχής εποπτεύεται μόνο από την αρχή ελέγχου του οικείου κράτους μέλους. [Τροπολογία 148]

2.   Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων ενός υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία σε μια εγκατάσταση στην Ένωση, και ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκαταστημένος σε περισσότερα κράτη μέλη, η αρχή ελέγχου της κύριας εγκατάστασης του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία είναι αρμόδια για τον έλεγχο των δραστηριοτήτων επεξεργασίας του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία σε όλα τα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κεφαλαίου VII του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 149]

3.   Η αρχή ελέγχου δεν είναι αρμόδια να εποπτεύει πράξεις επεξεργασίας δικαστηρίων τα οποία ενεργούν στο πλαίσιο της δικαιοδοτικής τους ιδιότητας.

Άρθρο 52

Καθήκοντα

1.   Η αρχή ελέγχου:

α)

παρακολουθεί και διασφαλίζει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

β)

εξετάζει τις καταγγελίες που υποβάλλονται από κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή από ένωση που εκπροσωπεί το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 73, ερευνά, στο μέτρο που ενδείκνυται, την υπόθεση και ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή την ένωση για την πρόοδο και για την έκβαση της καταγγελίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ιδίως εάν απαιτείται περαιτέρω έρευνα ή συντονισμός με άλλη αρχή ελέγχου· [Τροπολογία 150]

γ)

ανταλλάσσει πληροφορίες με άλλες αρχές ελέγχου και παρέχει αμοιβαία συνδρομή σε άλλες αρχές ελέγχου και διασφαλίζει τη συνεκτικότητα της εφαρμογής και της επιβολής του παρόντος κανονισμού·

δ)

διενεργεί έρευνες ιδία πρωτοβουλία ή βάσει καταγγελίας ή συγκεκριμένης και τεκμηριωμένης πληροφορίας περί παράνομης επεξεργασίας ή κατόπιν αιτήματος άλλης αρχής ελέγχου και ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εφόσον το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα υπέβαλε καταγγελία στη συγκεκριμένη αρχή ελέγχου, για την έκβαση των διερευνήσεων εντός εύλογου χρονικού διαστήματος· [Τροπολογία 151]

ε)

παρακολουθεί τις σχετικές εξελίξεις, στον βαθμό που έχουν αντίκτυπο στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως δε τις εξελίξεις των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών και των εμπορικών πρακτικών·

στ)

παρέχει τη γνώμη της, κατόπιν αιτήματος οργάνων και φορέων των κρατών μελών, για νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που σχετίζονται με την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ζ)

εγκρίνει και συμμετέχει σε διαβουλεύσεις σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 34·

η)

εκδίδει γνώμη σχετικά με τα σχέδια κωδίκων δεοντολογίας δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 2·

θ)

εγκρίνει δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες δυνάμει του άρθρου 43·

ι)

συμμετέχει στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων·

ια)

πιστοποιεί υπευθύνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία δυνάμει του άρθρου 39 . [Τροπολογία 152]

2.   Κάθε αρχή ελέγχου προωθεί την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τους κινδύνους, τους κανόνες, τις εγγυήσεις και τα δικαιώματα που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα καθώς και με τα κατάλληλα μέτρα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα . Ειδική προσοχή αποδίδεται σε δραστηριότητες που απευθύνονται ειδικά σε παιδιά. [Τροπολογία 153]

2α.     Οι αρχές ελέγχου από κοινού με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων προωθούν την ενημέρωση των υπευθύνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία σχετικά με τους κινδύνους, τους κανόνες, τις εγγυήσεις και τα δικαιώματα που άπτονται της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η διαδικασία περιλαμβάνει την τήρηση μητρώου κυρώσεων και παραβιάσεων. Στο εν λόγω μητρώο θα πρέπει να καταγράφονται εξίσου όλες οι προειδοποιήσεις και κυρώσεις με τον πλέον αναλυτικό τρόπο καθώς και η διευθέτηση των παραβιάσεων. Κάθε αρχή ελέγχου παρέχει στους υπεύθυνους επεξεργασίας και τους εκτελούντες την επεξεργασία σε πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κατόπιν αιτήματος, γενικές πληροφορίες σχετικά με τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 154]

3.   Κατόπιν αιτήματος, η αρχή ελέγχου συμβουλεύει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, συνεργάζεται με τις αρχές ελέγχου σε άλλα κράτη μέλη για τον σκοπό αυτό.

4.   Για τις καταγγελίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), η αρχή ελέγχου παρέχει ένα έντυπο υποβολής καταγγελίας, το οποίο μπορεί να συμπληρωθεί ηλεκτρονικά, χωρίς να αποκλείονται άλλοι τρόποι επικοινωνίας.

5.   Η αρχή ελέγχου ασκεί τα καθήκοντά της χωρίς επιβάρυνση για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

6.   Εάν τα αιτήματα είναι προδήλως υπερβολικά, ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, η αρχή ελέγχου μπορεί να επιβάλλει την καταβολή κάποιου εύλογου τέλους ή να μην προβεί στην ενέργεια που ζητεί το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Το ύψος του εν λόγω τέλους δεν υπερβαίνει το κόστος εκτέλεσης της απαιτούμενης ενέργειας. Η αρχή ελέγχου φέρει το βάρος απόδειξης του προδήλως υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος. [Τροπολογία 155]

Άρθρο 53

Εξουσίες

1.    Σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, κάθε αρχή ελέγχου έχει την εξουσία:

α)

να ειδοποιεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα τον επεξεργασία για εικαζόμενη παραβίαση των διατάξεων που ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να επανορθώσει την εν λόγω παραβίαση, με συγκεκριμένο τρόπο, με σκοπό τη βελτίωση της προστασίας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα , ή να επιβάλλει στον υπεύθυνο επεξεργασίας την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα την παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ·

β)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να συμμορφώνονται προς τα αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για την άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό·

γ)

να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας και στον εκτελούντα την επεξεργασία και, όπου συντρέχει περίπτωση στον εκπρόσωπο, να παράσχουν κάθε πληροφορία η οποία έχει σημασία για την εκτέλεση των καθηκόντων της·

δ)

να διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τις προηγούμενες εγκρίσεις και τις προηγούμενες διαβουλεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34·

ε)

να προειδοποιεί ή να εφιστά την προσοχή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία·

στ)

να δίνει εντολή διόρθωσης, διαγραφής ή καταστροφής όλων των δεδομένων όταν υποβλήθηκαν σε επεξεργασία κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και εντολή κοινοποίησης των ενεργειών αυτών σε τρίτους των οποίων τα δεδομένα γνωστοποιήθηκαν·

ζ)

να επιβάλλει προσωρινή ή οριστική απαγόρευση της επεξεργασίας·

η)

να αναστέλλει τις ροές δεδομένων σε αποδέκτη σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό·

θ)

να εκδίδει γνώμες για κάθε ζήτημα το οποίο σχετίζεται με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

θα)

να πιστοποιεί υπευθύνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία δυνάμει του άρθρου 39·

ι)

να ενημερώνει το εθνικό κοινοβούλιο, την κυβέρνηση ή άλλους πολιτικούς οργανισμούς, καθώς και το κοινό για κάθε θέμα το οποίο σχετίζεται με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ια)

να θεσπίζει αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνει την εμπιστευτική αναφορά παραβιάσεων του παρόντος κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 4β.

2.   Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει εξουσία διεξαγωγής έρευνας ώστε να εξασφαλίζει , χωρίς προηγούμενη ανακοίνωση, από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία:

α)

πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε όλα τα έγγραφα και όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων της·

β)

πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του, συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού και των μέσων επεξεργασίας δεδομένων, εάν υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι διεξάγεται σε αυτές δραστηριότητα κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

Οι εξουσίες που αναφέρονται στο στοιχείο β) ασκούνται σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και το δίκαιο των κρατών μελών.

3.   Κάθε αρχή ελέγχου έχει την εξουσία να γνωστοποιεί στις δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού και να συμμετέχει σε νομικές διαδικασίες, ιδίως δυνάμει του άρθρου 74 παράγραφος 4 και του άρθρου 75 παράγραφος 2.

4.   Κάθε αρχή ελέγχου έχει την εξουσία να επιβάλλει κυρώσεις για διοικητικά παραπτώματα, και ιδίως εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 79 παράγραφοι 4, 5 και 6 σύμφωνα με το άρθρο 79 . Η εξουσία αυτή ασκείται κατά τρόπο αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό . [Τροπολογία 156]

Άρθρο 54

Έκθεση δραστηριοτήτων

Κάθε αρχή ελέγχου οφείλει να εκπονεί ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές της τουλάχιστον ανά διετία . Η έκθεση υποβάλλεται στο εθνικό αντίστοιχο κοινοβούλιο και καθίσταται διαθέσιμη στο κοινό, στην Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων. [Τροπολογία 157]

Άρθρο 54α

Επικεφαλής αρχή

1.     Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πραγματοποιείται στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων ενός υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία σε μια εγκατάσταση στην Ένωση, και ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκαταστημένος σε περισσότερα κράτη μέλη, ή σε περίπτωση που υποβάλλονται σε επεξεργασία δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των κατοίκων διαφόρων κρατών μελών, η αρχή ελέγχου της κύριας εγκατάστασης του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία λειτουργεί ως προϊσταμένη αρχή υπεύθυνη για την εποπτεία των πράξεων επεξεργασίας του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία σε όλα τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου VII του παρόντος κανονισμού.

2.     Η προϊσταμένη αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την εποπτεία των πράξεων επεξεργασίας του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία για τους οποίους είναι υπεύθυνη μόνο μετά από διαβούλευση με όλες τις αρμόδιες αρχές ελέγχου, κατά την έννοια του άρθρου 51 παράγραφος 1, με σκοπό να επιτύχει συναίνεση. Για τον σκοπό αυτόν υποβάλλει ειδικότερα οποιαδήποτε σχετική πληροφορία και πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με τις λοιπές αρχές προτού εγκρίνει κάποιο μέτρο που πρόκειται να έχει νομικές συνέπειες για τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία κατά την έννοια του άρθρου 51 παράγραφος 1. Η προϊσταμένη αρχή λαμβάνει κυρίως υπόψη τις γνωμοδοτήσεις των εμπλεκομένων αρχών. Η προϊσταμένη αρχή είναι η μόνη αρχή που είναι αρμόδια να αποφασίσει για μέτρα που αναπτύσσουν έννομα αποτελέσματα όσον αφορά τις δραστηριότητες επεξεργασίας του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία για τους οποίους είναι υπεύθυνη.

3.     Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκδίδει, μετά από αίτηση μιας αρμόδιας αρχής ελέγχου, μια γνώμη σχετικά με τον προσδιορισμό της προϊσταμένης αρχής που είναι αρμόδια για τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, στις περιπτώσεις στις οποίες:

α)

δεν προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης που βρίσκεται η κύρια εγκατάσταση του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία· ή

β)

οι αρμόδιες αρχές δεν συμφωνούν για το ποια αρχή ελέγχου θα λειτουργήσει ως προϊσταμένη αρχή· ή

γ)

ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν είναι εγκατεστημένος στην Ένωση, και από τις πράξεις επεξεργασίας στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θίγονται κάτοικοι διαφόρων κρατών μελών.

4.     Όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δρα και ως εκτελών την επεξεργασία, η αρχή ελέγχου της κύριας εγκατάστασης του υπεύθυνου επεξεργασίας λειτουργεί ως προϊσταμένη αρχή όσον αφορά την εποπτεία των δραστηριοτήτων επεξεργασίας.

5.     Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων μπορεί να ορίσει την προϊσταμένη αρχή. [Τροπολογία 158]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΤΜΗΜΑ 1

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 55

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Οι αρχές ελέγχου παρέχουν η μια στην άλλη σχετικές πληροφορίες και αμοιβαία συνδρομή για τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού με συνεκτικό τρόπο, θεσπίζουν δε μέτρα για την αποτελεσματική συνεργασία τους. Η αμοιβαία συνδρομή καλύπτει, ειδικότερα, αιτήματα παροχής πληροφοριών και μέτρα ελέγχου και διεξαγωγής ερευνών , όπως αιτήματα περί προηγούμενης έγκρισης και προηγούμενης διαβούλευσης, ελέγχου και άμεσης ενημέρωσης για την κίνηση υποθέσεων και τις επακόλουθες εξελίξεις στις περιπτώσεις όπου ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκατεστημένοι σε πολλά κράτη μέλη ή εάν πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε περισσότερα κράτη μέλη ενδέχεται να επηρεάζονται από πράξεις επεξεργασίας. Η προϊσταμένη αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 54α διασφαλίζει τον συντονισμό με τις εμπλεκόμενες αρχές ελέγχου και λειτουργεί ως ενιαίο σημείο επικοινωνίας για τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία. [Τροπολογία 161]

2.   Κάθε αρχή ελέγχου λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για να απαντήσει στο αίτημα άλλης αρχής ελέγχου χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο έναν μήνα μετά την παραλαβή του αιτήματος. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν, ειδικότερα, τη διαβίβαση σχετικών πληροφοριών σχετικά με την πορεία μιας έρευνας ή τα μέτρα επιβολής για την παύση ή την απαγόρευση πράξεων επεξεργασίας που αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

3.   Το αίτημα παροχής συνδρομής περιέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων του σκοπού του αιτήματος και των λόγων υποβολής του αιτήματος. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνον σε σχέση με το θέμα για το οποίο ζητήθηκαν.

4.   Αρχή ελέγχου στην οποία υποβάλλεται αίτημα παροχής συνδρομής δεν μπορεί να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς αυτό, παρά μόνον εάν:

α)

δεν είναι αρμόδια για τον χειρισμό του αιτήματος· ή

β)

η συμμόρφωση προς το αίτημα δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

5.   Η αρχή ελέγχου στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα ενημερώνει την αρχή ελέγχου που υπέβαλε το αίτημα για τα αποτελέσματα ή, ανάλογα με την περίπτωση, για την πρόοδο ή για τα μέτρα που λήφθηκαν για την ικανοποίηση του αιτήματος της αρχής που υπέβαλε το αίτημα.

6.   Οι αρχές ελέγχου παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται από άλλες αρχές ελέγχου με ηλεκτρονικά μέσα και εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας, χρησιμοποιώντας έναν τυποποιημένο μορφότυπο.

7.   Κανένα τέλος δεν επιβάλλεται στην αιτούσα αρχή ελέγχου για οποιαδήποτε ενέργεια λαμβάνεται σε συνέχεια αιτήματος αμοιβαίας συνδρομής. [Τροπολογία 160]

8.   Εάν η αρχή ελέγχου δεν ενεργήσει εντός προθεσμίας ενός μηνός στο αίτημα άλλης αρχής ελέγχου, η αρχή ελέγχου που υπέβαλε το αίτημα είναι αρμόδια να λάβει προσωρινά μέτρα στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1, και υποβάλλει το θέμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 57. Εάν δεν είναι δυνατόν να ληφθεί οριστικό μέτρο επειδή δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η παροχή συνδρομής, η αιτούσα αρχή ελέγχου μπορεί να λάβει προσωρινά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 53 στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο ανήκει. [Τροπολογία 161]

9.   Η αρχή ελέγχου προσδιορίζει την περίοδο ισχύος του εν λόγω προσωρινού μέτρου, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Η αρχή ελέγχου κοινοποιεί αμελλητί τα εν λόγω μέτρα, παρέχοντας πλήρη αιτιολογία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και στην Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 57 . [Τροπολογία 162]

10.   Η Επιτροπή Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων μπορεί να προσδιορίσει τον μορφότυπο και τις διαδικασίες της εγκατάστασης την αμοιβαία συνδρομή που αναφέρεται στο παρόν άρθρο και τις ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ αρχών ελέγχου και μεταξύ αρχών ελέγχου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ιδίως δε τον τυποποιημένο μορφότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 6. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 163]

Άρθρο 56

Κοινές πράξεις αρχών ελέγχου

1.   Για να εντείνουν τη συνεργασία και την αμοιβαία συνδρομή, οι αρχές ελέγχου εκτελούν κοινά καθήκοντα έρευνας, κοινά μέτρα επιβολής και άλλες κοινές πράξεις στις οποίες συμμετέχουν ορισμένα μέλη ή υπάλληλοι από αρχές ελέγχου άλλων κρατών μελών.

2.   Σε περιπτώσεις στις οποίες ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία είναι εγκατεστημένος σε πολλά κράτη μέλη ή σε περιπτώσεις στις οποίες πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε περισσότερα κράτη μέλη ενδέχεται να επηρεάζονται από πράξεις επεξεργασίας, μια αρχή ελέγχου από καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη δικαιούται να συμμετέχει στα κοινά καθήκοντα έρευνας ή στις κοινές πράξεις, ανάλογα με την περίπτωση. Η αρμόδια αρχή ελέγχου καλεί Η προϊσταμένη αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 54α εμπλέκει τις αρχές ελέγχου των εν λόγω κρατών μελών να λάβουν μέρος στα αντίστοιχα καθήκοντα έρευνας ή στις αντίστοιχες κοινές πράξεις και απαντά αμελλητί στο αίτημα αρχής ελέγχου να συμμετάσχει στις πράξεις. Η προϊσταμένη αρχή λειτουργεί ως ενιαίο σημείο επικοινωνίας για τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία. [Τροπολογία 164]

3.   Κάθε αρχή ελέγχου μπορεί, ως αρχή ελέγχου υποδοχής, σε συμφωνία με το εθνικό της δίκαιο, και με την έγκριση της αρχής ελέγχου απόσπασης, να απονέμει εκτελεστικές εξουσίες, συμπεριλαμβανομένων καθηκόντων έρευνας, στα μέλη ή στους υπαλλήλους της αρχής ελέγχου απόσπασης που συμμετέχουν σε κοινές πράξεις ή, εφόσον το επιτρέπει το δίκαιο της αρχής ελέγχου υποδοχής, να επιτρέπει στα μέλη ή στους υπαλλήλους της αρχής ελέγχου απόσπασης να ασκούν τις εκτελεστικές εξουσίες τους σύμφωνα με το δίκαιο της αρχής ελέγχου απόσπασης. Οι εν λόγω εκτελεστικές εξουσίες μπορούν να ασκούνται μόνον υπό την καθοδήγηση και, κατά κανόνα, παρουσία μελών ή υπαλλήλων της αρχής ελέγχου υποδοχής. Τα μέλη ή οι υπάλληλοι της αρχής ελέγχου απόσπασης υπάγονται στο εθνικό δίκαιο της αρχής ελέγχου υποδοχής. Η αρχή ελέγχου υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη για τις πράξεις τους.

4.   Οι αρχές ελέγχου θεσπίζουν τις πρακτικές πτυχές συγκεκριμένων δράσεων συνεργασίας.

5.   Εάν μια αρχή ελέγχου δεν συμμορφώνεται εντός προθεσμίας ενός μηνός προς την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2, οι λοιπές αρχές ελέγχου είναι αρμόδιες να θεσπίσουν προσωρινό μέτρο στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1.

6.   Η αρχή ελέγχου προσδιορίζει την περίοδο ισχύος του προσωρινού μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 5, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Η αρχή ελέγχου κοινοποιεί αμελλητί τα εν λόγω μέτρα, παρέχοντας πλήρη αιτιολογία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και στην Επιτροπή και υποβάλλει το θέμα στον μηχανισμό που αναφέρεται στο άρθρο 57.

ΤΜΗΜΑ 2

ΣΥΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ

Άρθρο 57

Μηχανισμός συνεκτικότητας

Για τους σκοπούς που περιγράφονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1, οι αρχές ελέγχου συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή μέσω του μηχανισμού συνεκτικότητας ο οποίος προβλέπεται στο παρόν τμήμα τόσο επί θεμάτων γενικής εφαρμογής όσο και σε μεμονωμένες περιπτώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τμήματος . [Τροπολογία 165]

Άρθρο 58

Γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων Συνέπεια επί θεμάτων γενικής εφαρμογής

1.   Προτού μια αρχή ελέγχου θεσπίσει ένα μέτρο το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2, η εν λόγω αρχή ελέγχου κοινοποιεί το σχέδιο μέτρου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και στην Επιτροπή.

2.   Η υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 εφαρμόζεται σε μέτρο το οποίο προορίζεται να έχει έννομες συνέπειες και το οποίο:

α)

σχετίζεται με δραστηριότητες επεξεργασίας οι οποίες σχετίζονται με την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε περισσότερα κράτη μέλη ή με την παρακολούθηση της συμπεριφοράς τους· ή

β)

μπορεί να επηρεάζει σημαντικά την ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση· ή

γ)

αποσκοπεί στην έγκριση καταλόγου πράξεων επεξεργασίας που υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 5· ή

δ)

αποσκοπεί στον καθορισμό των τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο γ)· ή

ε)

αποσκοπεί στην έγκριση των συμβατικών ρητρών που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 2 στοιχείο δ)· ή

στ)

αποσκοπεί στην έγκριση δεσμευτικών εταιρικών κανόνων κατά την έννοια του άρθρου 43.

3.   Κάθε αρχή ελέγχου ή το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων μπορεί να ζητήσει την εξέταση οποιουδήποτε θέματος γενικής εφαρμογής στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας, ιδίως εάν μια αρχή ελέγχου δεν υποβάλλει ένα σχέδιο μέτρου το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις αμοιβαίας συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 55 ή κοινών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 56.

4.   Για τη διασφάλιση της ορθής και συνεκτικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει την εξέταση οποιουδήποτε θέματος γενικής εφαρμογής στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας.

5.   Οι αρχές ελέγχου και η Επιτροπή κοινοποιούν αμελλητί ηλεκτρονικά κάθε σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση, της σύνοψης των πραγματικών περιστατικών, του σχεδίου μέτρου και των λόγων για τους οποίους η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου είναι αναγκαία, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

6.   Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ενημερώνει πάραυτα αμελλητί με ηλεκτρονικό τρόπο τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και την Επιτροπή για κάθε σχετική πληροφορία που του κοινοποιείται, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο. Ο πρόεδρος γραμματέας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων παρέχει μεταφράσεις των σχετικών πληροφοριών, εφόσον απαιτείται.

6α.     Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εγκρίνει γνώμη σχετικά με τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

7.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκδίδει γνώμη επί του θέματος, εφόσον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων αποφασίσει κάτι τέτοιο με απλή πλειοψηφία των μελών της ή εάν οποιαδήποτε αρχή ελέγχου ή η Επιτροπή ζητήσουν κάτι τέτοιο εντός μίας εβδομάδας από την παροχή των σχετικών πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 5. Η γνώμη εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός μηνός με απλή πλειοψηφία των μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ενημερώνει, αμελλητί, την αρχή ελέγχου που αναφέρεται, ανάλογα με την περίπτωση, στις παραγράφους 1 και 3, την Επιτροπή και την αρμόδια αρχή ελέγχου βάσει του άρθρου 51 για τη γνώμη, και τη δημοσιοποιεί μπορεί να αποφασίσει με απλή πλειοψηφία εάν θα εγκρίνει γνώμη επί οιουδήποτε θέματος που του υπεβλήθη δυνάμει των παραγράφων 3 και 4 λαμβάνοντας υπόψη τα εξής:

α)

κατά πόσον το θέμα παρουσιάζει νέα στοιχεία, λαμβανομένων υπόψη των νομικών ή αντικειμενικών εξελίξεων, ιδίως στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών και υπό το πρίσμα της προόδου στην κοινωνία της πληροφορίας· και

β)

κατά πόσον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων έχει εκδώσει γνώμη επί του ιδίου θέματος .

8.   Η αρχή ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και η αρμόδια αρχή ελέγχου βάσει του άρθρου 51 λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και, εντός δύο εβδομάδων από την ενημέρωσή τους σχετικά με τη γνώμη από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ανακοινώνουν ηλεκτρονικά σε αυτόν και στην Επιτροπή κατά πόσον διατηρούν ή τροποποιούν το σχέδιο μέτρου και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εγκρίνει γνωμοδοτήσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 6α και 7 με απλή πλειοψηφία των μελών του. Οι γνωμοδοτήσεις αυτές δημοσιεύονται. [Τροπολογία 166]

Άρθρο 58α

Συνοχή σε μενομωμένες περιπτώσεις

1.     Πριν από τη λήψη μέτρων τα οποία αναπτύσσουν έννομες συνέπειες κατά την έννοια του άρθρου 54α, η προϊσταμένη αρχή κοινοποιεί όλες τις συναφείς πληροφορίες και υποβάλλει το σχέδιο μέτρων σε όλες τις άλλες αρμόδιες αρχές. Η προϊσταμένη αρχή δεν εγκρίνει το μέτρο εάν μία αρμόδια αρχή διαμηνύσει εντός τριών εβδομάδων ότι διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις για το μέτρο.

2.     Όταν μία αρμόδια αρχή έχει διατυπώσει σοβαρές επιφυλάξεις για ένα σχέδιο μέτρου της προϊσταμένης αρχής ή όταν η προϊσταμένη αρχή δεν υποβάλει σχέδιο μέτρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις αμοιβαίας συνδρομής σύμφωνα με το άρθρο 55 ή κοινών δράσεων σύμφωνα με το άρθρο 56, το ζήτημα εξετάζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

3.     Η προϊσταμένη αρχή και/ή άλλες εμπλεκόμενες δημόσιες αρχές και η Επιτροπή διαβιβάζουν αμελλητί με ηλεκτρονικό τρόπο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και χρησιμοποιώντας ένα τυποποιημένο μορφότυπο όλες τις συναφείς πληροφορίες στις οποίες συμπεριλαμβάνονται, κατά περίπτωση, μια συνοπτική παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών, το σχέδιο μέτρου, οι λόγοι που επιτάσσουν τη λήψη του μέτρου αυτού, οι επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν κατά του μέτρου αυτού και οι απόψεις άλλων ενδιαφερόμενων αρχών ελέγχου.

4.     Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εξετάζει το ζήτημα, λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες του σχεδίου μέτρου της προϊσταμένης αρχής για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των μελών του εάν θα εκδώσει μια γνώμη επί του θέματος εντός δύο εβδομάδων από τη λήψη των συναφών πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 3.

5.     Σε περίπτωση που το· Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων αποφασίσει να εκδώσει γνωμοδότηση, η γνωμοδότηση αυτή εκδίδεται και δημοσιεύεται εντός δύο εβδομάδων.

6.     Η προϊσταμένη αρχή λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και, εντός δύο εβδομάδων από την ενημέρωσή της σχετικά με τη γνώμη από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ανακοινώνει ηλεκτρονικά σε αυτόν και στην Επιτροπή κατά πόσον διατηρεί ή τροποποιεί το σχέδιο μέτρου και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, το τροποποιημένο σχέδιο μέτρου, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο. Όταν η προϊσταμένη αρχή δεν προτίθεται να ακολουθήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων παρέχει σχετική αιτιολόγηση.

7.     Σε περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εξακολουθεί να αντιτίθεται στο μέτρο της αρχής ελέγχου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 5, δύναται, εντός μηνός, να εγκρίνει με πλειοψηφία δύο τρίτων ένα μέτρο το οποίο είναι δεσμευτικό για την αρχή ελέγχου. [Τροπολογία 167]

Άρθρο 59

Γνώμη της Επιτροπής

1.   Εντός δέκα εβδομάδων από την έγερση θέματος βάσει του άρθρου 58, ή το αργότερο εντός έξι εβδομάδων στην περίπτωση του άρθρου 61, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει γνώμη προκειμένου να διασφαλίζεται η ορθή και συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, σε σχέση με θέματα που εγέρθηκαν δυνάμει του άρθρου 58 ή του άρθρου 61.

2.   Εάν η Επιτροπή εκδώσει γνώμη σύμφωνα με την παράγραφο 1, η ενδιαφερόμενη αρχή ελέγχου οφείλει να λάβει στον μέγιστο βαθμό υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής και να ενημερώσει την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων κατά πόσον προτίθεται να διατηρήσει ή να τροποποιήσει το σχέδιο μέτρου.

3.   Κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η αρχή ελέγχου δεν μπορεί να εγκρίνει το σχέδιο μέτρου.

4.   Εάν η ενδιαφερόμενη αρχή ελέγχου προτίθεται να μην εφαρμόσει τη γνώμη της Επιτροπής, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρέχοντας αιτιολόγηση. Στην περίπτωση αυτή, το σχέδιο μέτρου δεν εγκρίνεται για έναν ακόμη μήνα. [Τροπολογία 168]

Άρθρο 60

Αναστολή σχεδίου μέτρου

1.   Εντός προθεσμίας ενός μηνός από την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 4, και εφόσον η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσον το σχέδιο μέτρου θα διασφαλίσει την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή θα έχει, αντιθέτως, ως αποτέλεσμα τη μη συνεκτική εφαρμογή του, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση με την οποία απαιτεί από την αρχή ελέγχου να αναστείλει την έγκριση του σχεδίου μέτρου, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη που εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων δυνάμει του άρθρου 58 παράγραφος 7 ή του άρθρου 61 παράγραφος 2, εάν αυτό κρίνεται απαραίτητο προκειμένου:

α)

να επιτευχθεί συμβιβασμός των αποκλινουσών θέσεων της αρχής ελέγχου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εάν αυτό φαίνεται ακόμη εφικτό· ή

β)

να θεσπισθεί ένα μέτρο δυνάμει του άρθρου 62 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2.   Η Επιτροπή προσδιορίζει τη διάρκεια της αναστολής η οποία δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες.

3.   Κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η αρχή ελέγχου δεν μπορεί να εγκρίνει το σχέδιο μέτρου. [Τροπολογία 169]

Άρθρο 60α

Ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τουλάχιστον ανά εξάμηνο, με βάση μια έκθεση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων για τις υποθέσεις που εξετάστηκαν στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας και εκθέτει σε αυτή τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την εξασφάλιση της ενιαίας εκτέλεσης και εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 170]

Άρθρο 61

Επείγουσα διαδικασία

1.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν μια αρχή ελέγχου θεωρεί ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για να προστατευθούν τα συμφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως όταν υπάρχει κίνδυνος να παρεμποδισθεί σοβαρά η άσκηση δικαιώματος των προσώπων αυτών μέσω της μεταβολής της υφιστάμενης κατάστασης, για να αποφευχθούν σημαντικά προβλήματα ή για άλλους λόγους, δύναται, κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 58 58α , να εγκρίνει χωρίς καθυστέρηση προσωρινά μέτρα με ορισμένη διάρκεια ισχύος. Η αρχή ελέγχου οφείλει να κοινοποιήσει τα εν λόγω μέτρα πάραυτα με πλήρη αιτιολογία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων και στην Επιτροπή. [Τροπολογία 171]

2.   Εάν μια αρχή ελέγχου λάβει ένα μέτρο δυνάμει της παραγράφου 1 και θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν επειγόντως οριστικά μέτρα, μπορεί να ζητήσει επείγουσα γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, παρέχοντας τους λόγους για το αίτημα έκδοσης γνώμης, καθώς και για την επείγουσα ανάγκη λήψης οριστικών μέτρων.

3.   Κάθε αρχή ελέγχου μπορεί να ζητήσει επείγουσα γνώμη, όταν η αρμόδια αρχή ελέγχου δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα σε μια κατάσταση στην οποία υπάρχει επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για να προστατευθούν τα συμφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, παρέχοντας τους λόγους για το αίτημα έκδοσης γνώμης, καθώς και για την επείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων.

4.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 58 παράγραφος 7, Η επείγουσα γνώμη που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδεται εντός δύο εβδομάδων με απλή πλειοψηφία των μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. [Τροπολογία 172]

Άρθρο 62

Εκτελεστικές πράξεις

1.   Η Επιτροπή , αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις γενικής εφαρμογής, προκειμένου:

α)

να αποφασίζει για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με τους στόχους και τις απαιτήσεις του σε σχέση με θέματα που κοινοποιούνται από τις αρχές ελέγχου δυνάμει του άρθρου 58 ή του άρθρου 61, σε σχέση με θέμα για το οποίο εκδόθηκε αιτιολογημένη απόφαση δυνάμει του άρθρου 60 παράγραφος 1, ή σε σχέση με θέμα για το οποίο μια αρχή ελέγχου δεν υποβάλει σχέδιο μέτρου και η εν λόγω αρχή ελέγχου δήλωσε ότι δεν προτίθεται να εφαρμόσει τη γνώμη της Επιτροπής η οποία εγκρίθηκε δυνάμει του άρθρου 59·

β)

να αποφασίζει, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1, κατά πόσον αποδίδει γενική ισχύ σε σχέδια τυποποιημένων ρητρών προστασίας δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 58 42 παράγραφος 2 στοιχείο δ)·

γ)

να προσδιορίζει τον μορφότυπο και τις διαδικασίες για την εφαρμογή του μηχανισμού συνεκτικότητας που αναφέρεται στο παρόν τμήμα·

δ)

να προσδιορίζει τις ρυθμίσεις για την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ αρχών ελέγχου και μεταξύ αρχών ελέγχου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, και ιδίως τον τυποποιημένο μορφότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφοι 5, 6 και 8.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2.

2.   Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς και επείγοντες λόγους που σχετίζονται με τα συμφέροντα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), η Επιτροπή εκδίδει αμέσως εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 3. Οι πράξεις αυτές παραμένουν σε ισχύ για μέγιστο διάστημα 12 μηνών.

3.   Η απουσία μέτρου ή η έκδοση μέτρου στο πλαίσιο του παρόντος τμήματος δεν θίγει κανένα άλλο μέτρο που μπορεί να λάβει η Επιτροπή βάσει των Συνθηκών. [Τροπολογία 173]

Άρθρο 63

Εκτέλεση

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εκτελεστό μέτρο της αρχής ελέγχου ενός κράτους μέλους εκτελείται σε όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

2.   Εάν μια αρχή ελέγχου δεν υποβάλει σχέδιο μέτρου στον μηχανισμό συνεκτικότητας κατά παράβαση του άρθρου 58 παράγραφοι 1 έως 5 και 2, ή λαμβάνει ένα μέτρο παρά τη διατύπωση σοβαρών επιφυλάξεων σύμφωνα με το άρθρο 58α παράγραφος 1 , το μέτρο της αρχής ελέγχου δεν είναι νομικά ισχυρό ούτε εκτελεστό. [Τροπολογία 174]

ΤΜΗΜΑ 3

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 64

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων

1.   Με τον παρόντα κανονισμό συστήνεται Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

2.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων απαρτίζεται από τον προϊστάμενο μίας αρχής ελέγχου κάθε κράτους μέλους και από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

3.   Εάν σε ένα κράτος μέλος υπάρχουν περισσότερες αρχές ελέγχου επιφορτισμένες με την παρακολούθηση της εφαρμογής των διατάξεων βάσει του παρόντος κανονισμού, οι αρχές ελέγχου ορίζουν τον προϊστάμενο μίας εκ των εν λόγω αρχών ως κοινό εκπρόσωπο.

4.   Η Επιτροπή δικαιούται να συμμετέχει στις δραστηριότητες και στις συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και ορίζει έναν εκπρόσωπο. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, την Επιτροπή για όλες τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων.

Άρθρο 65

Ανεξαρτησία

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων ενεργεί ανεξάρτητα κατά την άσκηση των καθηκόντων του δυνάμει των άρθρων 66 και 67.

2.   Με την επιφύλαξη των αιτημάτων της Επιτροπής που αναφέρονται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 66 παράγραφος 2, κατά την άσκηση των καθηκόντων του το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων δεν ζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από οποιονδήποτε.

Άρθρο 66

Καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διασφαλίζει τη συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Για τον σκοπό αυτό, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, ειδικότερα:

α)

συμβουλεύει την Επιτροπή τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα για κάθε ζήτημα σχετικό με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένης κάθε προτεινόμενης τροποποίησης του παρόντος κανονισμού·

β)

εξετάζει, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μελών του ή κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, κάθε ζήτημα το οποίο αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και εκδίδει κατευθυντήρες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές οι οποίες απευθύνονται στις αρχές ελέγχου, με σκοπό να παροτρύνει τη συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού , μεταξύ άλλων και όσον αφορά την άσκηση των εξουσιών επιβολής ·

γ)

εξετάζει την πρακτική εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που αναφέρονται στο στοιχείο β) και υποβάλλει τακτικά έκθεση στην Επιτροπή επ’ αυτών·

δ)

εκδίδει γνώμες για σχέδια αποφάσεων των αρχών ελέγχου δυνάμει του μηχανισμού συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57·

δα)

γνωμοδοτεί για το ποια αρχή θα πρέπει να είναι η προϊσταμένη δυνάμει του άρθρου 54α παράγραφος 3·

ε)

προωθεί τη συνεργασία και την αποτελεσματική διμερή και πολυμερή ανταλλαγή πληροφοριών και πρακτικών μεταξύ των αρχών ελέγχου , συμπεριλαμβανομένου του συντονισμού των κοινών επιχειρήσεων και άλλων κοινών δραστηριοτήτων, όταν αποφασίζει κατόπιν αιτήματος μίας ή περισσότερων αρχών ελέγχου ·

στ)

προωθεί κοινά προγράμματα κατάρτισης και διευκολύνει τις ανταλλαγές υπαλλήλων μεταξύ αρχών ελέγχου και, κατά περίπτωση, με τις αρχές ελέγχου τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών·

ζ)

προωθεί την ανταλλαγή γνώσεων και τεκμηρίωσης σχετικά με τη νομοθεσία και την πρακτική στον τομέα της προστασίας των δεδομένων με τις αρχές ελέγχου της προστασίας των δεδομένων ανά τον κόσμο·

ζα)

διατυπώνει τη γνώμη του προς την Επιτροπή κατά την προετοιμασία των εκτελεστικών και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων βάσει του παρόντος κανονισμού·

ζβ)

γνωμοδοτεί επί των κωδίκων δεοντολογίας που εκπονούνται σε επίπεδο Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 4·

ζγ)

γνωμοδοτεί επί των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τους μηχανισμούς πιστοποίησης της προστασίας των δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 2·

ζδ)

διατηρεί δημόσιο ηλεκτρονικό μητρώο για τα έγκυρα και μη πιστοποιητικά σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1η·

ζε)

παρέχει συνδρομή στις εθνικές αρχές ελέγχου εφόσον το ζητήσουν·

ζστ)

εγκρίνει και δημοσιεύει κατάλογο πράξεων επεξεργασίας που υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση δυνάμει του άρθρου 34·

ζζ)

τηρεί μητρώο των κυρώσεων που επέβαλε η αρμόδια αρχή ελέγχου στους υπεύθυνους επεξεργασίας ή στους εκτελούντες την επεξεργασία .

2.   Όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή η Επιτροπή ζητεί τη συμβουλή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, μπορεί να τάσσει μπορούν να τάσσουν προθεσμία εντός της οποίας το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων πρέπει να παράσχει την εν λόγω συμβουλή, λαμβάνοντας υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος.

3.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαβιβάζει τις γνώμες, τις κατευθυντήρες γραμμές, τις συστάσεις και τις βέλτιστες πρακτικές που εκδίδει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή καθώς και στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 87, και τις δημοσιοποιεί.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων για τα μέτρα που λαμβάνει σε συνέχεια των γνωμών, των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που εκδίδει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

4α.     Όπου είναι σκόπιμο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων ζητεί τη γνώμη των ενδιαφερομένων μέρων και τους δίνει την ευκαιρία να υποβάλουν παρατηρήσεις μέσα σε εύλογη προθεσμία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, με την επιφύλαξη του άρθρου 72, κοινοποιεί τα αποτελέσματα της διαβούλευσης.

4β.     Ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) προκειμένου να θεσπιστούν κοινές διαδικασίες για τη λήψη και τη διερεύνηση πληροφοριών περί εικαζόμενης παράνομης επεξεργασίας και για τη διαφύλαξη του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών και την προστασία των πηγών των πληροφοριών που ελήφθησαν. [Τροπολογία 175]

Άρθρο 67

Εκθέσεις

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων ενημερώνει τακτικά και εγκαίρως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για την έκβαση των δραστηριοτήτων της. Εκπονεί ετήσια έκθεση τουλάχιστον ανά διετία για την κατάσταση όσον αφορά την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση και σε τρίτες χώρες.

Η έκθεση περιλαμβάνει εξέταση της πρακτικής εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που αναφέρονται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 στοιχείο γ). [Τροπολογία 176]

2.   Η έκθεση δημοσιοποιείται και διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

Άρθρο 68

Διαδικασία

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των μελών του , εκτός εάν ορίζεται άλλως στον εσωτερικό κανονισμό του . [Τροπολογία 177]

2.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του και οργανώνει τις λειτουργικές ρυθμίσεις του. Ειδικότερα, προβλέπει τη συνέχιση της άσκησης των καθηκόντων όταν η θητεία ενός μέλους λήγει ή ένα μέλος παραιτείται, τη σύσταση υποομάδων για συγκεκριμένα ζητήματα ή τομείς, και τις διαδικασίες του σε σχέση με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57.

Άρθρο 69

Πρόεδρος

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων εκλέγει έναν πρόεδρο και τουλάχιστον δύο αναπληρωτές προέδρους μεταξύ των μελών του. Ένας αναπληρωτής πρόεδρος είναι ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, εκτός εάν έχει εκλεγεί πρόεδρος. [Τροπολογία 178]

2.   Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και των αναπληρωτών προέδρων είναι πέντε έτη και είναι ανανεώσιμη.

2α.     Η θέση του προέδρου είναι θέση πλήρους απασχόλησης. [Τροπολογία 179]

Άρθρο 70

Καθήκοντα του προέδρου

1.   Τα καθήκοντα του προέδρου είναι τα ακόλουθα:

α)

να συγκαλεί τις συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων και να καταρτίζει την ημερήσια διάταξή τους·

β)

να διασφαλίζει την έγκαιρη άσκηση των καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, ιδίως σε σχέση με τον μηχανισμό συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 57.

2.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων καθορίζει τον καταμερισμό των καθηκόντων μεταξύ του προέδρου και των αναπληρωτών προέδρων στον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 71

Γραμματεία

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαθέτει γραμματεία. Τη γραμματεία παρέχει ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων.

2.   Η γραμματεία παρέχει αναλυτική, νομική, διοικητική και υλικοτεχνική στήριξη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων υπό τη διεύθυνση του προέδρου. [Τροπολογία 180]

3.   Η γραμματεία είναι ειδικότερα υπεύθυνη για τα ακόλουθα:

α)

τις καθημερινές εργασίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων·

β)

την επικοινωνία μεταξύ των μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, του προέδρου του και της Επιτροπής, καθώς και την επικοινωνία με άλλα όργανα και με το κοινό·

γ)

τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων για την εσωτερική και την εξωτερική επικοινωνία·

δ)

τη μετάφραση σχετικών πληροφοριών·

ε)

την προετοιμασία και τη συνέχεια που δίνεται στις συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων·

στ)

την προετοιμασία, την κατάρτιση και τη δημοσίευση γνωμών και άλλων κειμένων που εκδίδει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

Άρθρο 72

Εμπιστευτικότητα

1.   Οι εργασίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων μπορούν, εφόσον είναι απαραίτητο, να είναι εμπιστευτικές εκτός εάν προβλέπεται κάτι διαφορετικό στον κανονισμό του . Οι ημερήσιες διατάξεις των συνεδριάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων δημοσιεύονται . [Τροπολογία 181]

2.   Τα έγγραφα που υποβάλλονται σε μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εμπειρογνώμονες και εκπροσώπους τρίτων είναι εμπιστευτικά, εκτός εάν παρασχεθεί πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18) ή εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων τα δημοσιοποιήσει άλλως πως.

3.   Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, καθώς και οι εμπειρογνώμονες και οι εκπρόσωποι τρίτων, υποχρεούνται να σέβονται τις υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας που προβλέπονται στο παρόν άρθρο. Ο πρόεδρος διασφαλίζει ότι οι εμπειρογνώμονες και οι εκπρόσωποι τρίτων ενημερώνονται για τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας που τους επιβάλλονται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ, ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 73

Δικαίωμα υποβολής καταγγελίας σε αρχή ελέγχου

1.   Με την επιφύλαξη τυχόν άλλων διοικητικών ή δικαστικών προσφυγών και του μηχανισμού συνεκτικότητας , κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να υποβάλει καταγγελία σε αρχή ελέγχου σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, εάν θεωρεί ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν δεν είναι σύμφωνη προς τον παρόντα κανονισμό.

2.   Κάθε φορέας, οργανισμός ή οργάνωση που στοχεύει στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα όσον αφορά την προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα ενεργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και έχει συσταθεί δεόντως σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους δικαιούται να υποβάλει καταγγελία σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους για λογαριασμό ενός ή περισσότερων εκ των εν λόγω προσώπων, εφόσον θεωρεί ότι τα δικαιώματά του/τους τα οποία απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό παραβιάσθηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Ανεξάρτητα από την καταγγελία του ενδιαφερομένου προσώπου, κάθε φορέας, οργανισμός ή οργάνωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δικαιούται να υποβάλει καταγγελία σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους, εάν θεωρεί ότι υπήρξε παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του παρόντος κανονισμού . [Τροπολογία 182]

Άρθρο 74

Δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά αρχής ελέγχου

1.    Με την επιφύλαξη κάθε άλλης διοικητικής ή εξωδικαστικής προσφυγής, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά αποφάσεων αρχής ελέγχου που το αφορούν.

2.    Με την επιφύλαξη κάθε άλλης διοικητικής ή μη εξωδικαστικής προσφυγής, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής, υποχρεώνοντας την αρχή ελέγχου να ενεργήσει επί καταγγελίας, απουσία απόφασης απαραίτητης για την προστασία των δικαιωμάτων του ή εάν η αρχή ελέγχου δεν το ενημερώσει εντός τριών μηνών για την πρόοδο ή την έκβαση της καταγγελίας δυνάμει του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β).

3.   Η διαδικασία κατά αρχής ελέγχου κινείται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκαταστημένη η αρχή ελέγχου.

4.    Με την επιφύλαξη του μηχανισμού συνεκτικότητας, το πρόσωπο στο οποίο αναφέροντα τα δεδομένα, το οποίο επηρεάζεται από απόφαση αρχής ελέγχου κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του, μπορεί να ζητήσει από την αρχή ελέγχου του κράτους μέλους στο οποίο έχει τη συνήθη διαμονή του να κινήσει διαδικασία για λογαριασμό του κατά της αρμόδιας αρχής ελέγχου του άλλου κράτους μέλους.

5.   Τα κράτη μέλη εκτελούν τις οριστικές αποφάσεις των δικαστηρίων οι οποίες αναφέρονται στο παρόν άρθρο. [Τροπολογία 183]

Άρθρο 75

Δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία

1.   Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε διαθέσιμης διοικητικής προσφυγής, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος υποβολής καταγγελίας σε αρχή ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 73, κάθε φυσικό πρόσωπο έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής εάν θεωρεί ότι τα δικαιώματά του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό παραβιάσθηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν κατά παράβαση του παρόντος κανονισμού.

2.   Η διαδικασία κατά υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία κινείται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχουν εγκατάσταση. Εναλλακτικά, η εν λόγω διαδικασία μπορεί να κινηθεί ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα έχει τη συνήθη διαμονή του, εκτός εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι δημόσια αρχή της Ένωσης ή κράτους μέλους η οποία ενεργεί κατά την άσκηση των δημόσιων εξουσιών της. [Τροπολογία 184]

3.   Εάν εκκρεμεί διαδικασία στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας που αναφέρεται στο άρθρο 58, η οποία αφορά το ίδιο μέτρο, την ίδια απόφαση ή την ίδια πρακτική, το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία που κινήθηκε ενώπιόν του, εκτός εάν ο επείγων χαρακτήρας της υπόθεσης για την προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν επιτρέπει την αναμονή της έκβασης της διαδικασίας στο πλαίσιο του μηχανισμού συνεκτικότητας.

4.   Τα κράτη μέλη εκτελούν τις οριστικές αποφάσεις των δικαστηρίων οι οποίες αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 76

Κοινοί κανόνες για τις δικαστικές διαδικασίες

1.   Κάθε φορέας, οργανισμός ή οργάνωση που αναφέρεται στο άρθρο 73 παράγραφος 2 έχει δικαίωμα να ασκεί τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 74 και, 75 και 77 εάν έχει εξουσιοδοτηθεί από ένα ή περισσότερα πρόσωπα για λογαριασμό ενός ή περισσότερων προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 185]

2.   Κάθε αρχή ελέγχου έχει δικαίωμα να παρίσταται και να ασκεί αγωγή ενώπιον δικαστηρίου, προκειμένου να επιβάλει την τήρηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού ή να διασφαλίσει τη συνεκτικότητα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση.

3.   Εάν αρμόδιο δικαστήριο σε ένα κράτος μέλος έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι διεξάγεται παράλληλη διαδικασία σε άλλο κράτος μέλος, επικοινωνεί με το αρμόδιο δικαστήριο του άλλου κράτους μέλους για να επιβεβαιώσει την ύπαρξη μιας τέτοιας παράλληλης διαδικασίας.

4.   Εάν η εν λόγω παράλληλη διαδικασία σε άλλο κράτος μέλος αφορά το ίδιο μέτρο, την ίδια απόφαση ή την ίδια πρακτική, το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία.

5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι προσφυγές ενώπιον δικαστηρίων, οι οποίες είναι διαθέσιμες βάσει του εθνικού δικαίου, επιτρέπουν την ταχεία λήψη μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών, με σκοπό την παύση κάθε εικαζόμενης παραβίασης και την αποφυγή περαιτέρω βλάβης των σχετικών συμφερόντων.

Άρθρο 77

Δικαίωμα αποζημίωσης και ευθύνη

1.   Κάθε πρόσωπο το οποίο υπέστη ζημία , συμπεριλαμβανομένης της μη χρηματικής βλάβης, ως αποτέλεσμα παράνομης πράξης επεξεργασίας ή πράξης ασυμβίβαστης προς τον παρόντα κανονισμό δικαιούται αποζημίωσης να ζητήσει αποζημίωση από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για τη ζημία που υπέστη. [Τροπολογία 186]

2.   Εάν στην επεξεργασία εμπλέκονται περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία, κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία κάθε ένας από τους εν λόγω υπεύθυνους επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για το συνολικό ποσό της ζημίας , εκτός εάν έχουν προβεί στη σύναψη κατάλληλης γραπτής συμφωνίας για τον προσδιορισμό των ευθυνών, σύμφωνα με το άρθρο 24 . [Τροπολογία 187]

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία μπορούν να απαλλαγούν από την ευθύνη αυτή, εν όλω ή εν μέρει, εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία αποδείξουν ότι δεν ευθύνονται για το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας.

Άρθρο 78

Ποινικές κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις ποινικές κυρώσεις που εφαρμόζονται στις παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή τους, μεταξύ άλλων σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν συμμορφώθηκε προς την υποχρέωσή του να ορίσει εκπρόσωπο. Οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει ορίσει εκπρόσωπο, οι ενδεχόμενες ποινικές κυρώσεις εφαρμόζονται στον εκπρόσωπο, με την επιφύλαξη τυχόν κυρώσεων οι οποίες μπορεί να επιβληθούν κατά του υπευθύνου επεξεργασίας.

3.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 1, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους.

Άρθρο 79

Διοικητικές κυρώσεις

1.   Κάθε αρχή ελέγχου εξουσιοδοτείται να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Οι αρχές ελέγχου συνεργάζονται μεταξύ τους σύμφωνα με τα άρθρα 46 και 57 προκειμένου να διασφαλισθεί ένα εναρμονισμένο επίπεδο κυρώσεων εντός της Ένωσης.

2.   Η διοικητική κύρωση είναι σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση αποτελεσματική, αναλογική και αποτρεπτική. Το ύψος του διοικητικού προστίμου καθορίζεται λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, τον δόλο ή την αμέλεια που προκάλεσε την παράβαση, τον βαθμό ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου και τις προηγούμενες παραβάσεις του εν λόγω προσώπου, τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 23 και τον βαθμό συνεργασίας με την αρχή ελέγχου για την επανόρθωση της παραβίασης.

2α.     Σε όποιον δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, η αρχή ελέγχου επιβάλλει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες κυρώσεις:

α)

έγγραφη προειδοποίηση σε περίπτωση πρώτης και άνευ δόλου παράβασης·

β)

τακτικούς περιοδικούς ελέγχους για την προστασία των δεδομένων·

γ)

πρόστιμο ύψους έως 100 000 000 EUR, ή, σε περίπτωση επιχείρησης, έως 5 % του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών της, αναλόγως του ποιο ποσό είναι υψηλότερο.

2β.     Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχουν στην κατοχή τους έγκυρη «ευρωπαϊκή σφραγίδα προστασίας δεδομένων» δυνάμει του άρθρου 39, επιβάλλεται πρόστιμο, σύμφωνα με την παράγραφο 2α στοιχείο γ) μόνο σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εκ δόλου ή εξ αμελείας.

2γ.     Κατά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθοι παράγοντες:

α)

η φύση, η βαρύτητα και η διάρκεια της μη συμμόρφωσης,

β)

η εκ δόλου ή εξ αμελείας πρόκληση της παράβασης,

γ)

ο βαθμός ευθύνης του φυσικού ή νομικού προσώπου και οι προηγούμενες παραβάσεις εκ μέρους του,

δ)

ο επαναλαμβανόμενος χαρακτήρας της παράβασης,

ε)

ο βαθμός συνεργασίας με την αρχή ελέγχου για την επανόρθωση της παράβασης και τον περιορισμό των πιθανών δυσμενών επιπτώσεών της,

στ)

οι ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που επηρεάζει η παράβαση,

ζ)

το ύψος της ζημίας, συμπεριλαμβανομένης της μη χρηματικής βλάβης, την οποία υπέστησαν τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα,

η)

οι ενέργειες στις οποίες προέβη ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία για να περιορίσει τη ζημία που υπέστησαν τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα,

θ)

τα άμεσα ή έμμεσα σκοπούμενα ή αποκτηθέντα οικονομικά πλεονεκτήματα ή οι αποφευχθείσες απώλειες λόγω της παράβασης,

ι)

ο βαθμός στον οποίο εφαρμόζονται τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και οι διαδικασίες δυνάμει των κάτωθι άρθρων:

i)

Άρθρο 23 — Προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού

ii)

Άρθρο 30 — Ασφάλεια επεξεργασίας

iii)

Άρθρο 33 — Εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων

iv)

Άρθρο 33α — Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων περί προστασίας δεδομένων

v)

Άρθρο 35 — Ορισμός του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

ια)

η άρνηση συνεργασίας με την αρχή ελέγχου ή η παρακώλυση των επιθεωρήσεων, ελέγχων και επαληθεύσεων που αυτή διεξάγει σύμφωνα με το άρθρο 53,

ιβ)

κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης.

3.   Σε περίπτωση πρώτης και άνευ δόλου παράβασης του παρόντος κανονισμού, μπορεί να παρασχεθεί έγγραφη προειδοποίηση και να μην επιβληθεί καμία κύρωση, εάν:

α)

ένα φυσικό πρόσωπο επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς εμπορικό συμφέρον· ή

β)

μια επιχείρηση ή ένας οργανισμός που απασχολεί λιγότερα από 250 άτομα επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνον ως δραστηριότητα παρεπόμενη στις κύριες δραστηριότητές της.

4.   Η αρχή ελέγχου επιβάλλει πρόστιμο ύψους έως 250 000 ευρώ, ή σε περίπτωση επιχείρησης, έως 0,5 % του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών της, σε οποιονδήποτε που από δόλο ή από αμέλεια:

α)

δεν προβλέπει τους μηχανισμούς για την υποβολή αιτημάτων από τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή δεν απαντά αμέσως ή δεν απαντά σύμφωνα με τον απαιτούμενο μορφότυπο στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφοι 1 και 2·

β)

επιβάλλει τέλος για την παροχή ενημέρωσης ή απαντήσεων στα αιτήματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα κατά παράβαση του άρθρου 12 παράγραφος 4.

5.   Η αρχή ελέγχου επιβάλλει πρόστιμο ύψους έως 500 000 ευρώ, ή σε περίπτωση επιχείρησης, έως 1 % του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών της, σε οποιονδήποτε που από δόλο ή αμέλεια:

α)

δεν παρέχει ενημέρωση ή παρέχει ελλιπή ενημέρωση ή δεν παρέχει ενημέρωση με επαρκώς διαφανή τρόπο στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δυνάμει του άρθρου 11, του άρθρου 12 παράγραφος 3 και του άρθρου 14·

β)

δεν παρέχει πρόσβαση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή δεν διορθώνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει των άρθρων 15 και 16 ή δεν κοινοποιεί τις σχετικές πληροφορίες στον αποδέκτη δυνάμει του άρθρου 13·

γ)

δεν συμμορφώνεται προς το δικαίωμα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να λησμονηθούν ή το δικαίωμα διαγραφής ή δεν θεσπίζει μηχανισμούς ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση προθεσμιών ή δεν λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να ενημερώσει τρίτους ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ζητεί να διαγραφεί κάθε σύνδεσμος, ή αντίγραφο ή αναπαραγωγή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 17·

δ)

δεν παρέχει αντίγραφο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ηλεκτρονικό μορφότυπο ή εμποδίζει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να μεταφέρει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε άλλη εφαρμογή κατά παράβαση του άρθρου 18·

ε)

δεν καθορίζει ή δεν καθορίζει επαρκώς τις αντίστοιχες αρμοδιότητες με τους από κοινού υπευθύνους επεξεργασίας δυνάμει του άρθρου 24·

στ)

δεν τηρεί ή δεν τηρεί επαρκώς την τεκμηρίωση δυνάμει του άρθρου 28, του άρθρου 31 παράγραφος 4 και του άρθρου 44 παράγραφος 3·

ζ)

δεν συμμορφώνεται, στις περιπτώσεις στις οποίες δεν πρόκειται για ειδικές κατηγορίες δεδομένων, δυνάμει των άρθρων 80, 82 και 83 προς τους κανόνες που αφορούν την ελευθερία της έκφρασης ή προς τους κανόνες σχετικά με την επεξεργασία στο πλαίσιο της απασχόλησης ή προς τις προϋποθέσεις σχετικά με την επεξεργασία για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς και σκοπούς επιστημονικής έρευνας.

6.   Η αρχή ελέγχου επιβάλλει πρόστιμο ύψους έως 1 000 000 ευρώ ή σε περίπτωση επιχείρησης, έως 2 % του ετήσιου παγκόσμιου κύκλου εργασιών της, σε οποιονδήποτε που από δόλο ή αμέλεια:

α)

επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς ή με ανεπαρκή νομική βάση για την επεξεργασία ή δεν συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις της συγκατάθεσης δυνάμει των άρθρων 6, 7 και 8·

β)

επεξεργάζεται ειδικές κατηγορίες δεδομένων κατά παράβαση των άρθρων 9 και 81·

γ)

δεν σέβεται το δικαίωμα αντίταξης ή τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 19·

δ)

δεν συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις που αφορούν τα μέτρα που βασίζονται σε κατάρτιση προφίλ δυνάμει του άρθρου 20·

ε)

δεν θεσπίζει εσωτερικές πολιτικές ή δεν εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση και την απόδειξη συμμόρφωσης δυνάμει των άρθρων 22, 23 και 30·

στ)

δεν ορίζει εκπρόσωπο δυνάμει του άρθρου 25·

ζ)

επεξεργάζεται ή δίνει εντολή για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά παράβαση των υποχρεώσεων που αφορούν την επεξεργασία για λογαριασμό υπευθύνου επεξεργασίας δυνάμει των άρθρων 26 και 27·

η)

δεν ειδοποιεί ούτε ενημερώνει για παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή δεν ενημερώνει εμπρόθεσμα ή πλήρως για παραβίαση δεδομένων την αρχή ελέγχου ή το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δυνάμει των άρθρων 31 και 32·

θ)

δεν διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων ή επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα χωρίς προηγούμενη έγκριση της αρχής ελέγχου ή προηγούμενη διαβούλευση με την αρχή ελέγχου δυνάμει των άρθρων 33 και 34·

ι)

δεν ορίζει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων ούτε διασφαλίζει τις προϋποθέσεις για την άσκηση των καθηκόντων δυνάμει των άρθρων 35, 36 και 37·

ια)

κάνει κατάχρηση σφραγίδας ή σήματος προστασίας δεδομένων κατά την έννοια του άρθρου 39·

ιβ)

διενεργεί ή δίνει εντολή για τη διενέργεια διαβίβασης δεδομένων σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό, η οποία δεν επιτρέπεται βάσει απόφασης περί επάρκειας ή με κατάλληλες εγγυήσεις ή μέσω παρέκκλισης δυνάμει των άρθρων 40 έως 44·

ιγ)

δεν συμμορφώνεται προς εντολή ή προς προσωρινή ή οριστική απαγόρευση της επεξεργασίας ή προς αναστολή της ροής δεδομένων που επιβάλλει η αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 53 παράγραφος 1·

ιδ)

δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις παροχής συνδρομής ή απάντησης ή παροχής σχετικών πληροφοριών ή πρόσβασης σε εγκαταστάσεις στην αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 28 παράγραφος 3, του άρθρου 29, του άρθρου 34 παράγραφος 6 και του άρθρου 53 παράγραφος 2·

ιε)

δεν συμμορφώνεται προς τους κανόνες για την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου δυνάμει του άρθρου 84.

7.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για την επικαιροποίηση των απόλυτων ποσών των διοικητικών προστίμων που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και 6 στην παράγραφο 2α , λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια και τους παράγοντες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στις παραγράφους 2 και 2γ . [Τροπολογία 188]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 80

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ελευθερία έκφρασης

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν, για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται αποκλειστικά για δημοσιογραφικούς σκοπούς ή για σκοπούς καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, εξαιρέσεις ή παρεκκλίσεις από τις διατάξεις σχετικά με τις γενικές αρχές που περιέχονται στο κεφάλαιο II, με τα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα που περιέχονται στο κεφάλαιο III, με τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία που περιέχονται στο κεφάλαιο IV, με τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς που περιέχονται στο κεφάλαιο V, με τις ανεξάρτητες αρχές ελέγχου που περιέχονται στο κεφάλαιο VI, και με τη συνεργασία και τη συνεκτικότητα που περιέχονται στο κεφάλαιο VII, και με τις συγκεκριμένες καταστάσεις επεξεργασίας δεδομένων που προβλέπονται στο παρόν κεφάλαιο, όποτε αυτό είναι απαραίτητο, για να συμβιβασθεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία έκφρασης , σύμφωνα με τον Χάρτη . [Τροπολογία 189]

2.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 1, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθο τροποποιητικό νόμο ή τροποποίησή τους.

Άρθρο 80α

Πρόσβαση σε έγγραφα

1.     Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε έγγραφα που κατέχει δημόσια αρχή ή δημόσιος φορέας μπορούν να κοινοποιούνται από αυτήν την αρχή ή αυτόν τον φορέα, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης ή του κράτους μέλους για την πρόσβαση του κοινού στα επίσημα έγγραφα, η οποία συμβιβάζει το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την αρχή της πρόσβασης του κοινού στα επίσημα έγγραφα.

2.     Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2, τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 1, και την ενημερώνει αμελλητί για κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους. [Τροπολογία 190]

Άρθρο 81

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία

1.   Εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα Σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και, ιδίως, με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο η), η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία πρέπει να βασίζεται στο δίκαιο της Ένωσης ή σε δίκαιο κράτους μέλους το οποίο προβλέπει κατάλληλα , συνεκτικά και συγκεκριμένα μέτρα για την προστασία των έννομων συμφερόντων και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και να είναι απαραίτητη , στο βαθμό που αυτά είναι απαραίτητα και αναλογικά και των οποίων το αποτέλεσμα είναι προβλέψιμο από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, για:

α)

σκοπούς προληπτικής ή επαγγελματικής ιατρικής, ιατρικής διάγνωσης, παροχής περίθαλψης ή θεραπείας ή διαχείρισης υγειονομικών υπηρεσιών και εφόσον τα εν λόγω δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία από επαγγελματία του τομέα της υγείας, με την επιφύλαξη της υποχρέωσης τήρησης επαγγελματικού απορρήτου, ή άλλο πρόσωπο το οποίο υπέχει επίσης αντίστοιχη υποχρέωση εμπιστευτικότητας βάσει του δικαίου κράτους μέλους ή των κανόνων που θεσπίζονται από αρμόδιους εθνικούς φορείς· ή

β)

λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας, όπως η προστασία κατά σοβαρών διασυνοριακών απειλών της υγείας ή η διασφάλιση υψηλών προτύπων ποιότητας και ασφάλειας, μεταξύ άλλων, για φαρμακευτικά προϊόντα ή ιατρικές συσκευές , και εφόσον την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων αναλαμβάνει ένα άτομο που τηρεί πλήρη εμπιστευτικότητα · ή

γ)

άλλους λόγους δημόσιου συμφέροντος σε τομείς όπως η κοινωνική προστασία, ιδίως με σκοπό να διασφαλίζεται η ποιότητα και η αποδοτικότητα ως προς το κόστος των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για τον διακανονισμό απαιτήσεων σχετικά με παροχές και υπηρεσίες στο σύστημα ασφάλισης υγείας και της παροχής υπηρεσιών υγείας . Η εν λόγω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορά την υγεία για λόγους δημόσιου συμφέροντος δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για διαφορετικούς σκοπούς, εκτός εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέχει τη συγκατάθεσή του ή η επεξεργασία διενεργείται βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου .

1α.     Όταν οι σκοποί που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως γ) της παραγράφου 1 μπορούν να επιτευχθούν χωρίς τη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα δεδομένα αυτά δεν χρησιμοποιούνται για τους εν λόγω σκοπούς, εκτός εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα συγκατατίθεται στη χρησιμοποίηση αυτή ή η επεξεργασία διενεργείται βάσει του δικαίου ενός κράτους μέλους.

1β.     Στις περιπτώσεις στις οποίες ζητείται η συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για την επεξεργασία ιατρικών δεδομένων που προορίζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας στον τομέα της δημόσιας υγείας, η συγκατάθεση μπορεί να παρέχεται για μία ή περισσότερες παρόμοιες ειδικές έρευνες. Ωστόσο, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να αποσύρει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή.

1γ.     Για τη συγκατάθεση στη συμμετοχή σε επιστημονικές έρευνες στο πλαίσιο κλινικών μελετών, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2001/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (19).

2.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία η οποία είναι απαραίτητη για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς ή για σκοπούς επιστημονικής έρευνας, όπως τα μητρώα ασθενών που συστήνονται για τη βελτίωση των διαγνώσεων και τη διαφοροποίηση μεταξύ παρόμοιων τύπων ασθενειών και την εκπόνηση μελετών για θεραπείες, επιτρέπεται μόνο με τη συγκατάθεση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και υπόκειται στις προϋποθέσεις και στις εγγυήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 83.

2α.     Η νομοθεσία των κρατών μελών μπορεί να προβλέπει εξαιρέσεις όσον αφορά την απαίτηση να παρέχεται συγκατάθεσης για τη διεξαγωγή έρευνας, σύμφωνα με την παράγραφο 2, η οποία εξυπηρετεί υπέρτερα δημόσια συμφέροντα, εάν η εν λόγω έρευνα δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί με άλλο τρόπο. Τα σχετικά δεδομένα ανωνυμοποιούνται ή, εάν αυτό δεν είναι εφικτό για τους σκοπούς της έρευνας, ψευδωνυμοποιούνται βάσει των υψηλότερων τεχνικών προτύπων, και λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη μιας αδικαιολόγητης επανασύνδεσης με την ταυτότητα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Ωστόσο, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται ανά πάσα στιγμή να αποσύρει τη συγκατάθεσή του, σύμφωνα με το άρθρο 19.

3.   Η Επιτροπή , αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό άλλων λόγων του δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) καθώς και των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της έρευνας, κατά την έννοια της παραγράφου 2α .

3α.     Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2, τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 1 και την ενημερώνει αμελλητί για κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους. [Τροπολογία 191]

Άρθρο 82

Ελάχιστα πρότυπα για την επεξεργασία δεδομένων στο πλαίσιο της απασχόλησης

1.   Εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού, Τα κράτη μέλη , σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, και λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, μπορούν να θεσπίζουν διά νόμου με νομοθετικές διατάξεις ειδικούς κανόνες που ρυθμίζουν την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εργαζομένων στο πλαίσιο της απασχόλησης, ιδίως , και μεταξύ άλλων, για σκοπούς πρόσληψης, και αίτησης για εργασία εντός του ομίλου επιχειρήσεων, εκτέλεσης της σύμβασης απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον νόμο ή και από συλλογικές συμβάσεις, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και πρακτική, διαχείρισης, προγραμματισμού και οργάνωσης της εργασίας, υγείας και ασφάλειας στην εργασία, και για σκοπούς άσκησης και απόλαυσης, σε ατομική ή συλλογική βάση, δικαιωμάτων και παροχών που σχετίζονται με την απασχόληση, και για σκοπούς καταγγελίας της σχέσης απασχόλησης. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν συλλογικές συμφωνίες για την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των διατάξεων του άρθρου αυτού.

1α.     Ο σκοπός της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων πρέπει να συνδέεται με τον λόγο για τον οποίο συγκεντρώθηκαν και να περιορίζεται στο πλαίσιο της απασχόλησης. Δεν επιτρέπονται η κατάρτιση προφίλ ή η χρήση για δευτερεύοντες σκοπούς.

1β.     Η συγκατάθεση ενός εργαζομένου δεν παρέχει νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων από τον εργοδότη, αν αυτή δεν έχει δοθεί ελεύθερα.

1γ.     Με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεων του παρόντος κανονισμού, οι διατάξεις των κρατών μελών, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1, περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα ελάχιστα πρότυπα:

α)

η επεξεργασία δεδομένων εργαζομένου εν αγνοία του εργαζομένου δεν επιτρέπεται. Κατά παρέκκλιση από την πρώτη πρόταση, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν διά νόμου, ο οποίος ορίζει τις δέουσες προθεσμίες με τη λήξη των οποίων διαγράφονται τα δεδομένα, το ενδεχόμενο αυτό να επιτρέπεται, εφόσον τεκμηριώνεται η υποψία ότι ο εργαζόμενος έχει διαπράξει αξιόποινη πράξη ή άλλη βαριά παράβαση καθήκοντος στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης, η διερεύνηση είναι αναγκαία για να διαλευκανθεί το ζήτημα και ο τρόπος και η έκταση της έρευνας είναι απαραίτητοι και ανάλογοι σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Η ιδιωτική σφαίρα και ο ιδιωτικός βίος των εργαζομένων διαφυλάσσονται ανά πάσα στιγμή. Η διενέργεια της έρευνας εναπόκειται στις αρμόδιες αρχές·

β)

απαγορεύεται η ανοικτή οπτικο-ηλεκτρονική και/ή ακουστικο-ηλεκτρονική παρακολούθηση των τμημάτων της επιχείρησης στα οποία δεν έχει πρόσβαση το κοινό και τα οποία εξυπηρετούν κατ’ εξοχήν τους υπαλλήλους για προσωπικές ανάγκες, ιδίως σε τουαλέτες, αποδυτήρια, εντευκτήρια και κοιτώνες. Η κρυφή παρακολούθηση απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση·

γ)

αν επιχειρήσεις ή αρχές στο πλαίσιο ιατρικών εξετάσεων ή/και δοκιμών καταλληλότητας διερευνούν ή επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, εξηγούν εκ των προτέρων στον υποψήφιο ή στον υπάλληλο για ποιο σκοπό χρησιμοποιούνται αυτά τα δεδομένα και διασφαλίζουν ότι εν συνεχεία θα τους κοινοποιηθούν μαζί με τα αποτελέσματα και επιπλέον θα τους δοθεί σχετική εξήγηση, αν το ζητήσουν. Απαγορεύεται για λόγους αρχής η συλλογή δεδομένων με σκοπό γενετικές δοκιμές και αναλύσεις·

δ)

το αν και σε ποιο βαθμό η χρήση τηλεφώνων, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, Διαδικτύου και άλλων τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών επιτρέπεται και για ιδιωτικούς σκοπούς μπορεί να ρυθμίζεται μέσω συλλογικής συμβάσεως. Αν δεν υφίσταται ρύθμιση μέσω συλλογικής συμβάσεως, ο εργοδότης συνάπτει επ’ αυτού με τον εργαζόμενο σχετική συμφωνία. Εφόσον επιτρέπεται ιδιωτική χρήση, επιτρέπεται η επεξεργασία των αντίστοιχων δεδομένων κίνησης ιδίως για την ασφάλεια των δεδομένων, τη διασφάλιση της νόμιμης χρήσης τηλεπικοινωνιακών δικτύων και τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και την κατάρτιση λογαριασμών.

Κατά παρέκκλιση από την τρίτη πρόταση, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν διά νόμου, ο οποίος ορίζει τις δέουσες προθεσμίες με τη λήξη των οποίων διαγράφονται τα δεδομένα, το ενδεχόμενο αυτό να επιτρέπεται, εφόσον τεκμηριώνεται η υποψία ότι ο εργαζόμενος έχει διαπράξει αξιόποινη πράξη ή άλλη βαριά παράβαση καθήκοντος στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης, η διερεύνηση είναι αναγκαία για να διαλευκανθεί το ζήτημα και ο τρόπος και η έκταση της έρευνας δεν είναι περιττοί και δυσανάλογοι σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Η ιδιωτική σφαίρα και ο ιδιωτικός βίος των εργαζομένων διαφυλάσσονται ανά πάσα στιγμή. Η διενέργεια της έρευνας εναπόκειται στις αρμόδιες αρχές·

ε)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων, ιδίως ευαίσθητα δεδομένα όπως οι πολιτικές πεποιθήσεις, η συμμετοχή και δραστηριότητες σε σωματεία, δεν επιτρέπεται επ’ ουδενί να χρησιμοποιούνται για να καταγράφονται εργαζόμενοι σε «μαύρες λίστες», να υποβάλλονται σε έλεγχο ή να αποκλείονται από μελλοντική απασχόληση. Απαγορεύεται η επεξεργασία, η χρήση σε επαγγελματικό πλαίσιο, η κατάρτιση και η διαβίβαση μαύρων λιστών εργαζομένων ή άλλες μορφές διακρίσεων. Τα κράτη μέλη διεξάγουν ελέγχους και επιβάλλουν ανάλογες κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 6 προκειμένου να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική εφαρμογή του στοιχείου ε).

1δ.     Επιτρέπεται η ανταλλαγή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων εργαζομένου μεταξύ νομικά ανεξάρτητων επιχειρήσεων εντός ομίλου επιχειρήσεων, και με επαγγελματίες που παρέχουν νομικές και φορολογικές συμβουλές, εφόσον έχει απτή σχέση με τη λειτουργία της επιχείρησης, χρησιμοποιείται για τη διεκπεραίωση ειδικών εργασιακών ή διοικητικών διαδικασιών και δεν αντιστρατεύεται τα προστατευτέα συμφέροντα και τα θεμελιώδη δικαιώματα του προσώπου το οποίο αφορούν. Σε περίπτωση που τα δεδομένα του εργαζομένου διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα και/ή σε διεθνή οργανισμό, εφαρμόζεται το κεφάλαιο V.

2.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 1 των παραγράφων 1 και 1β , το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει , αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τις εγγυήσεις σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1. [Τροπολογία 192]

Άρθρο 82α

Επεξεργασία στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης

1.     Τα κράτη μέλη δύνανται να εγκρίνουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ειδικούς νομοθετικούς κανόνες που καθορίζουν τις προϋποθέσεις της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τους δημόσιους οργανισμούς και τις υπηρεσίες κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον διεξάγονται για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

2.     Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2, τις διατάξεις που θεσπίζει δυνάμει της παραγράφου 1 και την ενημερώνει αμελλητί για κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους. [Τροπολογία 193]

Άρθρο 83

Επεξεργασία για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς και για σκοπούς επιστημονικής έρευνας

1.   Εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού Σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζει ο παρών κανονισμός , δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία για ιστορικούς και στατιστικούς σκοπούς και για σκοπούς επιστημονικής έρευνας μόνον εάν:

α)

οι σκοποί αυτοί δεν μπορούν να εκπληρωθούν άλλως πως μέσω της επεξεργασίας δεδομένων τα οποία δεν επιτρέπουν ή δεν επιτρέπουν πλέον την ταυτοποίηση του προσώπου στα οποία αναφέρονται·

β)

τα δεδομένα που επιτρέπουν την απόδοση πληροφοριών σε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, κατονομαζόμενο ή του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί, τηρούνται χωριστά από τις λοιπές πληροφορίες εφόσον οι σκοποί αυτοί μπορούν να εκπληρωθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο σύμφωνα με τα υψηλότερα τεχνικά πρότυπα και λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να αποφευχθεί μία παράνομη επανασύνδεση με την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα .

2.   Φορείς οι οποίοι διεξάγουν ιστορική, στατιστική ή επιστημονική έρευνα μπορούν να δημοσιεύουν ή να δημοσιοποιούν άλλως πως δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνον εάν:

α)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παρέσχε τη συγκατάθεσή του, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7·

β)

η δημοσίευση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για την παρουσίαση πορισμάτων έρευνας ή για τη διευκόλυνση έρευνας στον βαθμό που τα συμφέροντα ή τα θεμελιώδη δικαιώματα ή οι ελευθερίες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν υπερισχύουν των εν λόγω συμφερόντων·

γ)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δημοσιοποίησε τα δεδομένα.

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 86 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και τυχόν απαραίτητων περιορισμών στα δικαιώματα ενημέρωσης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και πρόσβασης από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, αναφέροντας λεπτομερώς τις προϋποθέσεις και τις εγγυήσεις για τα δικαιώματα του εν λόγω προσώπου υπό τις συνθήκες αυτές. [Τροπολογία 194]

Άρθρο 83α

Επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις υπηρεσίες αρχείων

1.     Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν, και πέραν της απαιτούμενης για την εκπλήρωση των σκοπών της αρχικής επεξεργασίας για τους οποίους έχουν συλλεχθεί χρονικής διάρκειας, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από τις υπηρεσίες αρχείων, οι οποίες έχουν ως κύριο καθήκον ή νομική υποχρέωση τη συλλογή, την αποθήκευση, την ταξινόμηση, την κοινοποίηση, την αξιοποίηση και τη διάδοση αρχείων χάριν του δημοσίου συμφέροντος, ιδίως ενόψει της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων των ατόμων ή για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς. Τα καθήκοντα αυτά ασκούνται σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζουν τα κράτη μέλη στον τομέα της πρόσβασης, της γνωστοποίησης και της διάδοσης διοικητικών εγγράφων ή εγγράφων αρχείου, καθώς και σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού που αφορούν ιδίως τη συγκατάθεση και το δικαίωμα αντίταξης.

2.     Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2, τις διατάξεις που θεσπίζει στο δίκαιό του δυνάμει της παραγράφου 1, και την ενημερώνει αμελλητί για κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους. [Τροπολογία 195]

Άρθρο 84

Υποχρεώσεις τήρησης απορρήτου

1.   Εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού Σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό , τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ειδικούς κανόνες εξασφαλίζουν ότι ισχύουν ειδικοί κανόνες για τον καθορισμό των εξουσιών έρευνας των αρχών ελέγχου, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 53 παράγραφος 2, σε σχέση με υπευθύνους επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία οι οποίοι υπέχουν, βάσει του εθνικού δικαίου ή των κανόνων που θεσπίζονται από αρμόδιους εθνικούς φορείς, υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου ή άλλες αντίστοιχες υποχρεώσεις τήρησης απορρήτου, εάν αυτό είναι αναγκαίο και αναλογικό για τον συμβιβασμό του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με την υποχρέωση απορρήτου. Οι εν λόγω κανόνες εφαρμόζονται μόνον σε σχέση με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έλαβαν από ή εξασφάλισαν στο πλαίσιο δραστηριότητας η οποία καλύπτεται από την εν λόγω υποχρέωση απορρήτου. [Τροπολογία 196]

2.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τους κανόνες που θεσπίζει δυνάμει της παραγράφου 1, το αργότερο έως την ημερομηνία που καθορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 και, χωρίς καθυστέρηση, κάθε επακόλουθη τροποποίησή τους.

Άρθρο 85

Υφιστάμενοι κανόνες προστασίας των δεδομένων εκκλησιών και θρησκευτικών ενώσεων

1.   Εάν σε ένα κράτος μέλος εκκλησίες και θρησκευτικές ενώσεις ή κοινότητες εφαρμόζουν, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, πλήρες σύνολο κανόνων κατάλληλους κανόνες οι οποίοι αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι εν λόγω κανόνες μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζονται, εφόσον εναρμονισθούν με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές ενώσεις οι οποίες εφαρμόζουν πλήρες σύνολο κανόνων κατάλληλους κανόνες σύμφωνα με την παράγραφο 1 προβλέπουν την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής ελέγχου σύμφωνα με το κεφάλαιο VI του παρόντος κανονισμού εξασφαλίζουν πιστοποιητικό συμβατότητας σύμφωνα με το άρθρο 38 . [Τροπολογία 197]

Άρθρο 85α

Σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων

Με τον παρόντα κανονισμό δεν μεταβάλλεται η υποχρέωση σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και θεμελιωδών νομικών αρχών, όπως κατοχυρώνονται με το άρθρο 6 της ΣΕΕ. [Τροπολογία 198]

Άρθρο 85β

Τυποποιημένα έντυπα

1.     Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ανάγκες των διάφορων τομέων και καταστάσεων επεξεργασίας δεδομένων, θεσπίζει τυποποιημένα έντυπα για:

α)

τις ειδικές μεθόδους εξασφάλισης της επαληθεύσιμης συγκατάθεσης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1,

β)

την ενημέρωση που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού μορφοτύπου,

γ)

την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφοι 1 έως 3,

δ)

την υποβολή αιτήματος πρόσβασης και τη χορήγηση πρόσβασης στις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, μεταξύ άλλων για τη γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα,

ε)

την τεκμηρίωση που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1,

στ)

τις κοινοποιήσεις παραβιάσεων σύμφωνα με το άρθρο 31 προς την αρχή ελέγχου και την τεκμηρίωση που αναφέρεται το άρθρο 31 παράγραφος 4,

ζ)

τις προηγούμενες διαβουλεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 34, καθώς και για την ενημέρωση των αρχών ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 6.

2.     Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τις πολύ μικρές, τις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις.

3.     Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2. [Τροπολογία 199]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 86

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσιοδότηση εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5, στο άρθρο 8 παράγραφος 3, στο άρθρο 9 παράγραφος 3, στο άρθρο 12 παράγραφος 5, στο άρθρο 14 παράγραφος 7, στο άρθρο 15 παράγραφος 3 στο άρθρο 13α παράγραφος 5 , στο άρθρο 17 παράγραφος 9, στο άρθρο 20 παράγραφος 6, στο άρθρο 22 παράγραφος 4, στο άρθρο 23 παράγραφος 3, στο άρθρο 26 παράγραφος 5, στο άρθρο 28 παράγραφος 5, στο άρθρο στο άρθρο 30 παράγραφος 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 5, στο άρθρο 32 παράγραφος 5, στο άρθρο 33 παράγραφος 6, στο άρθρο 34 παράγραφος 8, στο άρθρο 35 παράγραφος 11, στο άρθρο 37 παράγραφος 2 στο άρθρο 38α παράγραφος 4 , στο άρθρο 39 παράγραφος 2, στο άρθρο 41 παράγραφος 3, στο άρθρο 41 παράγραφος 5, στο άρθρο 43 παράγραφος 3, στο άρθρο 44 παράγραφος 7, στο άρθρο 79 παράγραφος 6, στο άρθρο 81 παράγραφος 3, και στο άρθρο 82 παράγραφος 3 και στο άρθρο 83 παράγραφος 3 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 200]

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5, στο άρθρο 8 παράγραφος 3, στο άρθρο 9 παράγραφος 3, στο άρθρο 12 παράγραφος 5, στο άρθρο 14 παράγραφος 7, στο άρθρο 15 παράγραφος 3, στο άρθρο 13α παράγραφος 5, στο άρθρο 17 παράγραφος 9, στο άρθρο 20 παράγραφος 6, στο άρθρο 22 παράγραφος 4, στο άρθρο 23 παράγραφος 3, στο άρθρο 26 παράγραφος 5, στο άρθρο 28 παράγραφος 5, στο άρθρο 30 παράγραφος 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 5, στο άρθρο 32 παράγραφος 5, στο άρθρο 33 παράγραφος 6, στο άρθρο 34 παράγραφος 8, στο άρθρο 35 παράγραφος 11, στο άρθρο 37 παράγραφος 2, στο άρθρο 38 παράγραφος 4, στο άρθρο 39 παράγραφος 2, στο άρθρο 41 παράγραφος 3, στο άρθρο 41 παράγραφος 5, στο άρθρο 43 παράγραφος 3, στο άρθρο 44 παράγραφος 7, στο άρθρο 79 παράγραφος 6 7 , στο άρθρο 81 παράγραφος 3, και στο άρθρο 82 παράγραφος 3 και στο άρθρο 83 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. [Τροπολογία 201]

4.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 5, του άρθρου 8 παράγραφος 3, του άρθρου 9 παράγραφος 3, του άρθρου 12 παράγραφος 5, του άρθρου 14 παράγραφος 7, του άρθρου 15 παράγραφος 3, του άρθρου 13α παράγραφος 5, του άρθρου 17 παράγραφος 9, του άρθρου 20 παράγραφος 6, του άρθρου 22 παράγραφος 4, του άρθρου 23 παράγραφος 3, του άρθρου 26 παράγραφος 5, του άρθρου 28 παράγραφος 5, του άρθρου 30 παράγραφος 3, του άρθρου 31 παράγραφος 5, του άρθρου 32 παράγραφος 5, του άρθρου 33 παράγραφος 6, του άρθρου 34 παράγραφος 8, του άρθρου 35 παράγραφος 11, του άρθρου 37 παράγραφος 2, του άρθρου 38 παράγραφος 4, του άρθρου 39 παράγραφος 2, του άρθρου 41 παράγραφος 3, του άρθρου 41 παράγραφος 5, του άρθρου 43 παράγραφος 3, του άρθρου 44 παράγραφος 7, του άρθρου 79 παράγραφος 6 7 , του άρθρου 81 παράγραφος 3, και του άρθρου 82 παράγραφος 3 και του άρθρου 83 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο έξι μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο έξι μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. [Τροπολογία 202]

Άρθρο 87

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5. [Τροπολογία 203]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 88

Κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ

1.   Η οδηγία 95/46/ΕΚ καταργείται.

2.   Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται παραπομπές στον παρόντα κανονισμό. Οι παραπομπές στην ομάδα εργασίας για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συστάθηκε με το άρθρο 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ θεωρούνται παραπομπές στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων που συστήνεται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 89

Σχέση με την οδηγία 2002/58/ΕΚ και τροποποίησή της

1.   Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει πρόσθετες υποχρεώσεις σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό σε δημόσια δίκτυα επικοινωνίας στην Ένωση σε σχέση με θέματα τα οποία υπόκεινται στις ειδικές υποχρεώσεις με τον ίδιο στόχο που ορίζεται στην οδηγία 2002/58/ΕΚ.

2.   Το άρθρο 1 παράγραφος 2 , καθώς και τα άρθρα 4 και 15 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ διαγράφεται διαγράφονται . [Τροπολογία 204]

2α.     Η Επιτροπή υποβάλλει αμελλητί και έως την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 το αργότερο, πρόταση αναθεώρησης του νομικού πλαισίου που διέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες προκειμένου να προσαρμοστεί η νομοθεσία με τον παρόντα κανονισμό και να εξασφαλισθούν συνεκτικές και ενιαίες νομοθετικές διατάξεις σχετικά με το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. [Τροπολογία 205]

Άρθρο 89α

Σχέση με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και τροποποίησή του

1.     Οι διατάξεις που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης σε συνάρτηση με θέματα που δεν υπόκεινται στους συμπληρωματικούς κανόνες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

2.     Η Επιτροπή υποβάλλει αμελλητί και το αργότερο έως την ημερομηνία που ορίζεται στο άρθρο 91 παράγραφος 2, πρόταση αναθεώρησης του νομικού πλαισίου που διέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης. [Τροπολογία 206]

Άρθρο 90

Αξιολόγηση

Η Επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με την αξιολόγηση και την αναθεώρηση του παρόντος κανονισμού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται το αργότερο τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Οι επακόλουθες εκθέσεις υποβάλλονται στη συνέχεια κάθε τέσσερα έτη. Η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον απαιτείται, κατάλληλες προτάσεις με σκοπό την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού και την εναρμόνιση άλλων νομικών πράξεων, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στην τεχνολογία των πληροφοριών και υπό το πρίσμα της προόδου στην κοινωνία της πληροφορίας. Οι εκθέσεις δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 91

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Τίθεται σε εφαρμογή από… (*1).

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 229 της 31.7.2012, σ. 90.

(2)  ΕΕ C 192 της 30.6.2012, σ. 7.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014.

(4)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(5)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(6)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2000 για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(8)   Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).

(9)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1338/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές στους τομείς της δημόσιας υγείας και της υγείας και ασφάλειας στην εργασία (ΕΕ L 354 της 31.12.2008, σ. 70).

(10)   Οδηγία 2009/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ή διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους (ΕΕ L 122 της 16.5.2009, σ. 28).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(13)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(14)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52 .

(15)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.

(16)   Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

(17)   Οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).

(19)   Οδηγία 2001/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Απριλίου 2001, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά την εφαρμογή ορθής κλινικής πρακτικής κατά τις κλινικές δοκιμές φαρμάκων προοριζομένων για τον άνθρωπο (ΕΕ L 121 της 1.5.2001, σ. 34)

(*1)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Παράρτημα 1 — Παρουσίαση των στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 13 α (νέο)

1)

Έχοντας υπόψη τις διαστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 6, θα πρέπει να προβλέπονται τα εξής στοιχεία:

ICON

ESSENTIAL INFORMATION

FULFILLED

Image

Δεν συλλέγονται περισσότερα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από όσα απαιτούνται για κάθε συγκεκριμένο σκοπό επεξεργασίας

 

Image

Δεν συλλέγονται περισσότερα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από όσα απαιτούνται για κάθε συγκεκριμένο σκοπό επεξεργασίας

 

Image

δεν διενεργείται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς για τους οποίους συλλέχθηκαν

 

Image

Δεν διανέμονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτους για εμπορικούς σκοπούς

 

Image

Δεν πωλούνται ούτε εκμισθώνονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα

 

Image

Δεν διατηρούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε μη κρυπτογραφημένη μορφή

 

COMPLIANCE WITH ROWS 1-3 IS REQUIRED BY EU LAW

2)

Οι ακόλουθες λέξεις στις γραμμές στη δεύτερη στήλη του πίνακα στο σημείο 1 με τίτλο «ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ» θα πρέπει να αναγράφονται με έντονους χαρακτήρες:

α)

η λέξη «συλλέγονται» στην πρώτη γραμμή της δεύτερης στήλης·

β)

η λέξη «διατηρούνται» στη δεύτερη γραμμή της δεύτερης στήλης·

γ)

η λέξη «υποβάλλονται σε επεξεργασία» στην τρίτη γραμμή της δεύτερης στήλης·

δ)

η λέξη «γνωστοποιούνται» στην τέταρτη γραμμή της δεύτερης στήλης·

ε)

η λέξη «πωλούνται και εκμισθώνονται» στην πέμπτη γραμμή της δεύτερης στήλης·

στ)

οι λέξεις «μη κρυπτογραφημένη» στην έκτη γραμμή της δεύτερης στήλης·

3)

Έχοντας υπόψη τις διαστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 6, οι γραμμές στην τρίτη στήλη του πίνακα στο σημείο 1 με τίτλο «ΠΛΗΡΟΥΤΑΙ», θα πρέπει να συμπληρωθούν με ένα από τα κάτωθι δύο γραφήματα σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται δυνάμει του σημείου 4:

α)

Image

β)

Image

4)

α)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα δεν συλλέγονται πέρα του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για κάθε ειδικό σκοπό της επεξεργασίας, η πρώτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3α.

β)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα συλλέγονται πέρα του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για κάθε ειδικό σκοπό της επεξεργασίας, η πρώτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

γ)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα δεν διατηρούνται πέρα του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για κάθε ειδικό σκοπό της επεξεργασίας, η δεύτερη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3α.

δ)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα διατηρούνται πέρα του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για κάθε ειδικό σκοπό της επεξεργασίας, η δεύτερη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

ε)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία πέρα του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για κάθε ειδικό σκοπό της επεξεργασίας, η τρίτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

στ)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία πέρα του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για κάθε ειδικό σκοπό της επεξεργασίας, η τρίτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

ζ)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα δεν γνωστοποιούνται σε τρίτους για εμπορικούς σκοπούς, η τέταρτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3α.

η)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα γνωστοποιούνται σε τρίτους για εμπορικούς σκοπούς, η τέταρτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

θ)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα πωλούνται ή εκμισθώνονται, η πέμπτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3α.

ι)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα πωλούνται ή εκμισθώνονται, η πέμπτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

ια)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα δεν διατηρούνται σε μη κρυπτογραφημένη μορφή, η έκτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

ιβ)

Εάν τα προσωπικά δεδομένα διατηρούνται σε μη κρυπτογραφημένη μορφή, η έκτη γραμμή της τρίτης στήλης του πίνακα στο σημείο 1 περιέχει το γράφημα που αναφέρεται στο σημείο 3β.

5)

Τα χρώματα αναφοράς των γραφημάτων στο σημείο 1 σε Pantone είναι Black Pantone No 7547 και Red Pantone No 485. Το χρώμα αναφοράς του γραφήματος στο σημείο 3α σε Pantone είναι Green Pantone No 370. Το χρώμα αναφοράς του γραφήματος στο σημείο 3β σε Pantone είναι Green Pantone No 485.

6)

Οι διαστάσεις που παρατίθενται στο κάτωθι βαθμονομημένο σχέδιο θα πρέπει να τηρούνται, ακόμη και εάν ο πίνακας υπόκειται σε σμίκρυνση ή σε μεγέθυνση.

Image

[Τροπολογία 207]


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/493


P7_TA(2014)0213

Προστασία του ευρώ από την παραχάραξη (Pericles 2020) ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την επέκταση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2012 για τη θέσπιση προγράμματος ανταλλαγών, συνδρομής και κατάρτισης για την προστασία του ευρώ από την παραχάραξη και την κιβδηλεία (πρόγραμμα «Pericles 2020») στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη (16616/2013 — C7-0463/2013 — 2011/0446(APP))

(Ειδική νομοθετική διαδικασία — έγκριση)

(2017/C 378/56)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου (16616/2013),

έχοντας υπόψη την αίτηση για έγκριση που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 352 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0463/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 πρώτο και τρίτο εδάφιο του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0152/2014),

1.

εγκρίνει το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου,

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/494


P7_TA(2014)0214

Συμφωνία ΕΕ-Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων (17846/2013 — C7-0078/2014 — 2013/0356(NLE))

(Έγκριση)

(2017/C 378/57)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (17846/2013),

έχοντας υπόψη το σχέδιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την απλούστευση της έκδοσης θεωρήσεων (15554/2013),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχείο α) και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α), της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0078/2014),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 πρώτο και τρίτο εδάφιο, το άρθρο 81 παράγραφος 2 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0155/2014),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/495


P7_TA(2014)0215

Συμφωνία ΕΕ-Αζερμπαϊτζάν για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την επανεισδοχή ατόμων που διαμένουν χωρίς άδεια (15596/2013 — C7-0079/2014 — 2013/0358(NLE))

(Έγκριση)

(2017/C 378/58)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (15596/2013),

έχοντας υπόψη το σχέδιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν σχετικά με την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια (15594/2013),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 3 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0079/2014),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 πρώτο και τρίτο εδάφιο, το άρθρο 81 παράγραφος 2 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0154/2014),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/496


P7_TA(2014)0219

Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για το σκοπό της πρόληψης του εγκλήματος ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (COM(2012)0010 — C7-0024/2012 — 2012/0010(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/59)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0010),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 16 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0024/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογημένες γνώμες που υποβλήθηκαν από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με τις οποίες υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων της 7ης Μαρτίου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 1ης Οκτωβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0403/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 192 της 30.6.2012, σ. 7.


P7_TC1-COD(2012)0010

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα. Το άρθρο 8 παράγραφος 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») και το άρθρο 16 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζουν ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Το άρθρο 8 παράγραφος 2 του Χάρτη ορίζει ότι η επεξεργασία αυτών των δεδομένων πρέπει να γίνεται νομίμως, για καθορισμένους σκοπούς και με βάση τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου ή για άλλους θεμιτούς λόγους που προβλέπονται από το νόμο. [Τροπολογία 1]

(2)

Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προορίζεται να εξυπηρετεί τον άνθρωπο· οι αρχές και οι κανόνες που διέπουν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν θα πρέπει, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή τον τόπο διαμονής των φυσικών προσώπων, να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες τους, ιδίως δε το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν. Η επεξεργασία θα πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

(3)

Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και η παγκοσμιοποίηση δημιούργησαν νέες προκλήσεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η κλίμακα της συλλογής και της ανταλλαγής δεδομένων αυξήθηκε εντυπωσιακά. Η τεχνολογία επιτρέπει σε αρμόδιες αρχές να κάνουν χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε πρωτόγνωρη κλίμακα για την επιδίωξη των δραστηριοτήτων τους.

(4)

Αυτό απαιτεί τη διευκόλυνση της ελεύθερης ροής δεδομένων , όπου είναι αναγκαίο και αναλογικό, μεταξύ αρμόδιων αρχών εντός της Ένωσης και της διαβίβασης δεδομένων προς τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, διασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι εξελίξεις αυτές απαιτούν την οικοδόμηση ενός ισχυρού και πιο συνεκτικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων στην Ένωση, υποστηριζόμενου από ισχυρή επιβολή της νομοθεσίας. [Τροπολογία 2]

(5)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) εφαρμόζεται σε όλες τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα κράτη μέλη, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, π.χ. δραστηριοτήτων στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας.

(6)

Η απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (4) εφαρμόζεται στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας. Το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω απόφασης πλαισίου περιορίζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται ή καθίστανται διαθέσιμα μεταξύ κρατών μελών.

(7)

Η διασφάλιση συνεκτικής και υψηλού επιπέδου προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των φυσικών προσώπων και η διευκόλυνση της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών είναι καθοριστικής σημασίας προκειμένου να διασφαλίζεται αποτελεσματική δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και αστυνομική συνεργασία. Για τον σκοπό αυτό, το επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης και της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων πρέπει να είναι ισοδύναμο σε όλα τα κράτη μέλη. Θα πρέπει να διασφαλίζεται συνεκτική και ομοιόμορφη εφαρμογή των κανόνων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση. Η ουσιαστική προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε ολόκληρη την Ένωση απαιτεί την ενίσχυση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και των υποχρεώσεων εκείνων που επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και αντίστοιχες εξουσίες παρακολούθησης και διασφάλισης της συμμόρφωσης προς τους κανόνες που διέπουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα κράτη μέλη. [Τροπολογία 3]

(8)

Το άρθρο 16 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να θεσπίσουν τους κανόνες σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τους κανόνες σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 4]

(9)

Στη βάση αυτή, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (γενικός κανονισμός για την προστασία των δεδομένων) θεσπίζει γενικούς κανόνες για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για τη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση.

(10)

Στη δήλωση αριθ. 21 σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας, η οποία προσαρτάται στην Τελική Πράξη της Διακυβερνητικής Διάσκεψης η οποία υιοθέτησε τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η Διάσκεψη αναγνωρίζει ότι, λόγω της ιδιαίτερης φύσης των τομέων αυτών, ενδέχεται να απαιτηθούν ειδικοί κανόνες σχετικά με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την ελεύθερη κυκλοφορία τους στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας βάσει του άρθρου 16 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(11)

Επομένως, μια ειδική επί μέρους οδηγία θα πρέπει να καλύπτει τα ειδικά χαρακτηριστικά των εν λόγω τομέων και να θεσπίσει τους κανόνες για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων. [Τροπολογία 5]

(12)

Για τη διασφάλιση του ίδιου επιπέδου προστασίας για τα φυσικά πρόσωπα μέσω νομικώς εκτελεστών δικαιωμάτων σε ολόκληρη την Ένωση και την αποφυγή αποκλίσεων που εμποδίζουν την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ αρμόδιων αρχών, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει εναρμονισμένους κανόνες για την προστασία και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας.

(13)

Η παρούσα οδηγία επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχή της πρόσβασης του κοινού σε επίσημα έγγραφα κατά την εφαρμογή των διατάξεών της.

(14)

Η προστασία που παρέχει η παρούσα οδηγία θα πρέπει να αφορά τα φυσικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως ιθαγένειας ή τόπου διαμονής, σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(15)

Η προστασία των φυσικών προσώπων θα πρέπει να είναι τεχνολογικά ουδέτερη και να μην εξαρτάται από τις χρησιμοποιούμενες τεχνικές· διαφορετικά, δημιουργείται σοβαρός κίνδυνος καταστρατήγησης. Η προστασία των φυσικών προσώπων θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με αυτοματοποιημένα μέσα καθώς και στη χειροκίνητη επεξεργασία, εφόσον τα δεδομένα περιέχονται ή προορίζονται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης. Τα αρχεία ή τα σύνολα αρχείων καθώς και τα εξώφυλλά τους, τα οποία δεν είναι διαρθρωμένα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια, δεν θα πρέπει να υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο δραστηριότητας η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την εθνική ασφάλεια, ή σε δεδομένα που τυγχάνουν επεξεργασίας από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, όπως η Ευρωπόλ ή η Eurojust . Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (5) και οι ειδικές νομικές πράξεις που εφαρμόζονται στους οργανισμούς, τα όργανα ή τις υπηρεσίες της Ένωσης θα πρέπει να ευθυγραμμισθούν με την παρούσα οδηγία και να εφαρμόζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 6]

(16)

Οι αρχές της προστασίας θα πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε πληροφορία η οποία αφορά πρόσωπο κατονομαζόμενο ή του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί. Για να διαπιστωθεί κατά πόσον η ταυτότητα ενός φυσικού προσώπου μπορεί να εξακριβωθεί, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα μέσα τα οποία είναι εύλογα πιθανό να χρησιμοποιηθούν είτε από τον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για την εξακρίβωση ή τον προσδιορισμό της ταυτότητας του φυσικού προσώπου. Οι αρχές της προστασίας των δεδομένων δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε δεδομένα που ανωνυμοποιήθηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να μην μπορεί πλέον να εξακριβωθεί. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ανώνυμα δεδομένα, ήτοι οιαδήποτε δεδομένα δεν μπορούν να σχετισθούν άμεσα ή έμμεσα, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με συναφή δεδομένα, με ένα φυσικό πρόσωπο. Με δεδομένη τη σημασία των εξελίξεων που σημειώνονται στο πλαίσιο της κοινωνίας της πληροφορίας, των τεχνικών που χρησιμοποιούνται για τον εντοπισμό, τη μετάδοση, το χειρισμό, την καταγραφή, την αποθήκευση ή την κοινοποίηση των δεδομένων θέσης που αφορούν φυσικά πρόσωπα, τα οποία ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν για διαφορετικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης ή της κατάρτισης προφίλ, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται στην επεξεργασία που αφορά τέτοιου είδους δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 7]

(16α)

Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να είναι σύννομη, θεμιτή και διαφανής σε σχέση με τα πρόσωπα τα οποία αφορά. Ειδικότερα, οι συγκεκριμένοι σκοποί για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία θα πρέπει να είναι σαφείς και νόμιμοι και να καθορίζονται κατά τον χρόνο συλλογής των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή και να περιορίζονται στα ελάχιστα αναγκαία για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία. Αυτό απαιτεί ειδικότερα περιορισμό των συλλεχθέντων δεδομένων και της χρονικής περιόδου αποθήκευσής τους στο ελάχιστο δυνατόν. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εάν ο σκοπός της επεξεργασίας δεν μπορεί να επιτευχθεί με άλλα μέσα. Θα πρέπει να λαμβάνεται κάθε εύλογο μέτρο για να διασφαλίζεται ότι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι ανακριβή διορθώνονται ή διαγράφονται. Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι τα δεδομένα δεν διατηρούνται περισσότερο από όσο είναι αναγκαίο, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να ορίζει προθεσμίες για τη διαγραφή ή την περιοδική επανεξέτασή τους. [Τροπολογία 8]

(17)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία θα πρέπει να περιλαμβάνουν, ειδικότερα, όλα τα δεδομένα που σχετίζονται με την κατάσταση της υγείας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα· πληροφορίες σχετικά με την εγγραφή του φυσικού προσώπου για την παροχή υπηρεσιών υγείας· πληροφορίες σχετικά με πληρωμές ή με την επιλεξιμότητα του συγκεκριμένου φυσικού προσώπου για υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης· έναν αριθμό, ένα σύμβολο ή ένα χαρακτηριστικό ταυτότητας το οποίο αποδίδεται σε ένα φυσικό πρόσωπο με σκοπό τη μοναδική ταυτοποίησή του για σκοπούς υγείας· κάθε σχετική με το φυσικό πρόσωπο πληροφορία που συλλέχθηκε κατά την παροχή υπηρεσιών υγείας στο φυσικό πρόσωπο· πληροφορίες οι οποίες προκύπτουν από εξετάσεις ή αναλύσεις σε μέρος ή ουσία του σώματος, συμπεριλαμβανομένων βιολογικών δειγμάτων· την ταυτοποίηση ενός προσώπου ως παρόχου υπηρεσιών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στο φυσικό πρόσωπο· ή κάθε πληροφορία π.χ. σχετικά με ασθένεια, αναπηρία, κίνδυνο ασθένειας, ιατρικό ιστορικό, κλινική θεραπεία ή την πραγματική βιολογική ή βιοϊατρική κατάσταση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ανεξαρτήτως πηγής, όπως π.χ. από ιατρό ή άλλον επαγγελματία του τομέα της υγείας, νοσοκομείο, ιατρική συσκευή ή διαγνωστική δοκιμή in vitro.

(18)

Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να είναι θεμιτή και σύννομη σε σχέση με τα φυσικά πρόσωπα τα οποία αφορά. Ειδικότερα, οι συγκεκριμένοι σκοποί για τους οποίους τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία πρέπει να είναι σαφείς. [Τροπολογία 9]

(19)

Για την πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να διατηρούν και να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία συλλέγονται στο πλαίσιο της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης συγκεκριμένων ποινικών αδικημάτων, πέραν του πλαισίου αυτού με στόχο την καλύτερη κατανόηση των εγκληματικών φαινομένων και τάσεων, τη συγκέντρωση απόρρητων πληροφοριών για δίκτυα οργανωμένης εγκληματικότητας και τη διαπίστωση συσχετισμών μεταξύ διαφορετικών αδικημάτων που ανιχνεύονται. [Τροπολογία 10]

(20)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία για σκοπούς μη συμβατούς με τον σκοπό της συλλογής τους. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να είναι κατάλληλα, συναφή και να μην είναι υπερβολικά σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία. Πρέπει να λαμβάνεται κάθε εύλογο μέτρο ώστε να διασφαλίζεται ότι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν είναι ορθά διορθώνονται ή διαγράφονται. [Τροπολογία 11]

(20α)

Το απλό γεγονός ότι δύο σκοποί άπτονται αμφότεροι της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι συμβατοί μεταξύ τους. Εντούτοις, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες περαιτέρω επεξεργασία για σκοπούς μη συμβατούς θα πρέπει να είναι δυνατή εάν κρίνεται αναγκαία για τη συμμόρφωση προς υποχρέωση την οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας υπέχει εκ του νόμου, για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου ή για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει συνεπώς να είναι σε θέση να εγκρίνουν εθνικούς νόμους που προβλέπουν παρόμοιες παρεκκλίσεις στον βαθμό που κάτι τέτοιο είναι απολύτως αναγκαίο. Αυτοί οι εθνικοί νόμοι θα πρέπει να περιέχουν επαρκείς εγγυήσεις. [Τροπολογία 12]

(21)

Η αρχή της ακρίβειας των δεδομένων θα πρέπει να εφαρμόζεται με γνώμονα τη φύση και τον σκοπό της εκάστοτε επεξεργασίας. Σε δικαστικές διαδικασίες, ειδικότερα, δηλώσεις οι οποίες περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα βασίζονται στην υποκειμενική αντίληψη φυσικών προσώπων και, σε μερικές περιπτώσεις, δεν είναι πάντοτε επαληθεύσιμες. Ως εκ τούτου, η απαίτηση της ακρίβειας δεν θα πρέπει να αφορά την ορθότητα της δήλωσης, αλλά απλώς το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε μια συγκεκριμένη δήλωση.

(22)

Κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή των γενικών αρχών που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες του τομέα, συμπεριλαμβανομένων των συγκεκριμένων στόχων που επιδιώκονται. [Τροπολογία 13]

(23)

Αναπόσπαστο στοιχείο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στους τομείς της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας είναι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορούν διαφορετικές κατηγορίες προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Επομένως, στον βαθμό του εφικτού, θα πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διαφορετικών κατηγοριών προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, όπως ύποπτοι, πρόσωπα που έχουν καταδικασθεί για ποινικό αδίκημα, θύματα και τρίτοι, π.χ. μάρτυρες, πρόσωπα που κατέχουν σχετικές πληροφορίες ή πρόσωπα επικοινωνίας και συνεργούς υπόπτων και καταδικασθέντων εγκληματιών. Ειδικοί κανόνες σχετικά με τις συνέπειες αυτής της κατηγοριοποίησης θα πρέπει να προβλέπονται από τα κράτη μέλη, οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τους διαφορετικούς σκοπούς για τους οποίους συγκεντρώνονται δεδομένα και προβλέπουν ειδικές εγγυήσεις για πρόσωπα τα οποία δεν είναι ύποπτα για διάπραξη ποινικού αδικήματος, ή δεν έχουν καταδικαστεί για ποινικό αδίκημα . [Τροπολογία 14]

(24)

Στον βαθμό του εφικτού, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να διακρίνονται ανάλογα με τον βαθμό ακρίβειας και αξιοπιστίας τους. Τα πραγματικά περιστατικά θα πρέπει να διακρίνονται από τις προσωπικές εκτιμήσεις προκειμένου να διασφαλίζεται τόσο η προστασία των φυσικών προσώπων όσο και η ποιότητα και η αξιοπιστία των πληροφοριών που επεξεργάζονται οι αρμόδιες αρχές.

(25)

Για να είναι σύννομη, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον όταν είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση προς υποχρέωση την οποία υπέχει εκ του νόμου ο υπεύθυνος επεξεργασίας, για την εκτέλεση καθήκοντος που ασκείται για το δημόσιο συμφέρον από αρμόδια αρχή βάσει του νόμου ή για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου, ή για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας της νομοθεσίας της Ένωσης ή των κρατών μελών που θα πρέπει να περιλαμβάνει ρητές και λεπτομερείς διατάξεις τουλάχιστον όσον αφορά τους στόχους, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τους ειδικούς σκοπούς και τα μέσα, να ορίζει ή να επιτρέπει τον ορισμό του υπευθύνου επεξεργασίας, τις διαδικασίες που πρέπει να τηρούνται, τη χρήση και τους περιορισμούς του πεδίου εφαρμογής τυχόν διακριτικής ευχέρειας που παραχωρείται στις αρμόδιες αρχές σε σχέση με τις δραστηριότητες επεξεργασίας . [Τροπολογία 15]

(25α)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία για σκοπούς μη συμβατούς με τον σκοπό της συλλογής τους. Περαιτέρω επεξεργασία από τις αρμόδιες αρχές για σκοπό που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και δεν είναι συμβατός με τον αρχικό σκοπό θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε ειδικές περιπτώσεις όπου αυτού του είδους η επεξεργασία είναι απαραίτητη για τη συμμόρφωση με μια νομική υποχρέωση, βάσει της νομοθεσίας της Ένωσης ή κράτους μέλους, στην οποία υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας, ή για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου προσώπου ή για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας. Το γεγονός ότι τα δεδομένα υπόκεινται σε επεξεργασία για σκοπό επιβολής του νόμου δεν συνεπάγεται απαραιτήτως ότι ο σκοπός αυτός είναι συμβατός με τον αρχικό σκοπό. Η έννοια της συμβατής χρήσης πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά. [Τροπολογία 16]

(25β)

Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται σε επεξεργασία κατά παράβαση των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε περαιτέρω επεξεργασία. [Τροπολογία 17]

(26)

Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι εκ φύσεως ιδιαίτερα ευαίσθητα και ευάλωτα σε σχέση με τα θεμελιώδη δικαιώματα ή με την ιδιωτική ζωή, συμπεριλαμβανομένων των γενετικών δεδομένων, χρήζουν ειδικής προστασίας. Τέτοια δεδομένα δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία παρά μόνον εάν η επεξεργασία επιτρέπεται είναι ρητώς απαραίτητη για την άσκηση καθήκοντος που εκτελείται υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, βάσει νόμου νομοθεσίας της Ένωσης ή κράτους μέλους ο οποίος προβλέπει κατάλληλα μέτρα για τη διαφύλαξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ή εάν η επεξεργασία είναι αναγκαία για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου, ή εάν η επεξεργασία αφορά δεδομένα τα οποία έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται. Ευαίσθητα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εάν συμπληρώνουν άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν ήδη υποστεί επεξεργασία για σκοπούς επιβολής. Οιαδήποτε παρέκκλιση από την απαγόρευση επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων θα πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά και να μην οδηγεί σε συχνή, μαζική ή διαρθρωτική επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 18]

(26α)

Η επεξεργασία γενετικών δεδομένων θα πρέπει να επιτρέπεται μόνον αν υπάρχει γενετική σύνδεση που προκύπτει κατά τη διάρκεια ποινικής έρευνας ή δικαστικής διαδικασίας. Τα γενετικά δεδομένα θα πρέπει να αποθηκεύονται μόνο για όσο διάστημα είναι απολύτως αναγκαίο για τους σκοπούς τέτοιου είδους ερευνών και διαδικασιών, ενώ τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν μεγαλύτερο χρόνο αποθήκευσης υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 19]

(27)

Κάθε φυσικό πρόσωπο θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να μην υπάγεται σε μέτρο το οποίο βασίζεται αποκλειστικά σε αυτοματοποιημένη εν μέρει ή πλήρως σε κατάρτιση προφίλ μέσω αυτοματοποιημένης επεξεργασίας. Αυτού του είδους η επεξεργασία, εάν το μέτρο η οποία παράγει δυσμενείς έννομες συνέπειες για το εν λόγω πρόσωπο, ή το επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό, θα πρέπει να απαγορεύεται, εκτός εάν αυτές επιτρέπονται επιτρέπεται διά νόμου και με την επιφύλαξη κατάλληλων μέτρων για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα , περιλαμβανομένου του δικαιώματος ουσιαστικής ενημέρωσης σχετικά με τη συλλογιστική που χρησιμοποιήθηκε στην κατάρτιση προφίλ . Αυτού του είδους η επεξεργασία δεν θα πρέπει σε καμιά περίπτωση να περιλαμβάνει ή να δημιουργεί ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή να εισάγει διακρίσεις βάσει τέτοιων δεδομένων . [Τροπολογία 20]

(28)

Για να είναι δυνατή η άσκηση των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, κάθε ενημέρωση που του παρέχεται θα πρέπει να είναι εύκολα προσπελάσιμη και ευνόητη, μεταξύ άλλων, μέσω της χρήσης σαφούς και απλής διατύπωσης. Η ενημέρωση αυτή θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στις ανάγκες του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως όταν απευθύνεται ειδικά σε παιδιά. [Τροπολογία 21]

(29)

Θα πρέπει να προβλέπονται ρυθμίσεις για τη διευκόλυνση της άσκησης από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα των δικαιωμάτων του βάσει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων μηχανισμών υποβολής αιτημάτων, χωρίς οικονομική επιβάρυνση, για πρόσβαση σε δεδομένα, διόρθωση και διαγραφή τους. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να υποχρεούται να απαντά αμελλητί χωρίς καθυστέρηση σε αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και εντός ενός μηνός από τη λήψη του αιτήματος . Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία με αυτοματοποιημένα μέσα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να προβλέπει μέσα για την υποβολή των αιτημάτων με ηλεκτρονικό τρόπο. [Τροπολογία 22]

(30)

Η αρχή της θεμιτής και διαφανούς επεξεργασίας απαιτεί να ενημερώνεται το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ειδικότερα για την ύπαρξη της πράξης επεξεργασίας και τους σκοπούς της, τη νομική βάση της, για τη διάρκεια αποθήκευσης των δεδομένων, για την ύπαρξη δικαιώματος πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής και για το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας. Επιπλέον, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να ενημερώνεται για το αν υπάρχει κατάρτιση προφίλ και τι επιδιώκει αυτό. Εάν τα δεδομένα παρέχονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, το εν λόγω πρόσωπο θα πρέπει να ενημερώνεται επίσης για το κατά πόσον υποχρεούται να παράσχει τα δεδομένα και για τις συνέπειες σε περίπτωση μη παροχής των εν λόγω δεδομένων. [Τροπολογία 23]

(31)

Η ενημέρωση σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να του παρέχεται κατά τη συλλογή ή, εάν τα δεδομένα δεν παρέχονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, κατά την καταχώριση ή εντός εύλογης προθεσμίας από τη συλλογή, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία.

(32)

Κάθε πρόσωπο θα πρέπει να έχει δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα τα οποία συλλέχθηκαν και το αφορούν και πρέπει να μπορεί να ασκεί το δικαίωμα αυτό ευχερώς προκειμένου να γνωρίζει και να ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας. Επομένως, κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να γνωρίζει και να εξασφαλίζει ενημέρωση ιδίως όσον αφορά τους σκοπούς για τους οποίους τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία, τη νομική βάση, το χρονικό διάστημα της επεξεργασίας και τους αποδέκτες που λαμβάνουν τα δεδομένα, μεταξύ άλλων σε τρίτες χώρες , τις κατανοητές πληροφορίες σχετικά με τη συλλογιστική που εφαρμόστηκε σε οιαδήποτε αυτοματοποιημένη επεξεργασία και τη σημασία και τις προβλεπόμενες συνέπειές της, και το δικαίωμα να υποβάλει καταγγελία προς την αρχή ελέγχου, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας αυτής . Τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να δικαιούνται να λάβουν αντίγραφο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία. [Τροπολογία 24]

(33)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα θέσπισης νομοθετικών μέτρων τα οποία καθυστερούν, ή περιορίζουν ή παραλείπουν την ενημέρωση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα ή την πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, στον βαθμό που και εφόσον ένας τέτοιος μερικός ή πλήρης περιορισμός συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα του ενδιαφερομένου, για την αποφυγή της παρακώλυσης επίσημων ή νομικών ερευνών, διερευνήσεων ή διαδικασιών, την αποφυγή παρεμπόδισης της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης και δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, την προστασία της δημόσιας ασφάλειας ή της εθνικής ασφάλειας ή την προστασία του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να εκτιμά βάσει συγκεκριμένης και μεμονωμένης εξέτασης κάθε περίπτωσης χωριστά εάν θα πρέπει να ισχύσει μερικός ή πλήρης περιορισμός του δικαιώματος πρόσβασης. [Τροπολογία 25]

(34)

Κάθε άρνηση ή περιορισμός πρόσβασης θα πρέπει να γνωστοποιείται εγγράφως στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των πραγματικών ή νομικών λόγων στους οποίους βασίζεται η απόφαση.

(34α)

Τυχόν περιορισμός των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα πρέπει να συμμορφώνεται με τον Χάρτη και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, όπως διευκρινίζεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και ιδίως να σέβεται την ουσία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών. [Τροπολογία 26]

(35)

Εάν τα κράτη μέλη θεσπίσουν νομοθετικά μέτρα τα οποία περιορίζουν εν όλω ή εν μέρει το δικαίωμα πρόσβασης, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ζητήσει από την αρμόδια εθνική αρχή ελέγχου να ελέγξει τη νομιμότητα της επεξεργασίας. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να ενημερώνεται για το δικαίωμα αυτό. Όταν το δικαίωμα πρόσβασης ασκείται από την αρχή ελέγχου για λογαριασμό του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να ενημερώνεται από την αρχή ελέγχου οπωσδήποτε για την πραγματοποίηση όλων των αναγκαίων επαληθεύσεων από την αρχή ελέγχου και για το αποτέλεσμα όσον αφορά τη νομιμότητα της σχετικής επεξεργασίας. Η αρχή ελέγχου θα πρέπει επίσης να ενημερώσει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για το δικαίωμά του να ασκήσει δικαστική προσφυγή. [Τροπολογία 27]

(36)

Κάθε πρόσωπο θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ζητεί τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή δεδομένων που έχουν υποστεί παράνομη επεξεργασία και το αφορούν καθώς και το δικαίωμα να ζητεί τη διαγραφή δεδομένων, εάν η επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων δεν είναι σύμφωνη προς τις βασικές αρχές διατάξεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Η διόρθωση αυτή, η συμπλήρωση ή διαγραφή θα πρέπει να κοινοποιείται στους αποδέκτες στους οποίους έχουν γνωστοποιηθεί τα δεδομένα και στους τρίτους από τους οποίους προήλθαν τα ανακριβή δεδομένα. Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας δεν θα πρέπει να διαδίδουν περαιτέρω τα δεδομένα αυτά. Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και διαδικασίας, η διόρθωση, τα δικαιώματα ενημέρωσης, πρόσβασης, διαγραφής και περιορισμού της επεξεργασίας μπορούν να εκτελούνται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες για τις δικαστικές διαδικασίες. [Τροπολογία 28]

(37)

Θα πρέπει να θεσπισθεί συνολική ευθύνη και υποχρέωση αποζημίωσης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας για κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται είτε από τον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε για λογαριασμό του. Ειδικότερα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να διασφαλίζει και να είναι υποχρεωμένος να μπορεί να αποδεικνύει τη συμμόρφωση των πράξεων κάθε πράξης επεξεργασίας προς τους κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 29]

(38)

Η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα απαιτεί τη λήψη κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να θεσπίζει πολιτικές και να εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα τα οποία να ικανοποιούν ειδικότερα τις αρχές της προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και της προστασίας των δεδομένων εξ ορισμού.

(39)

Η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα καθώς και η ευθύνη και η υποχρέωση αποζημίωσης των υπευθύνων επεξεργασίας και των εκτελούντων την επεξεργασία απαιτούν σαφή ανάθεση των αρμοδιοτήτων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία ένας υπεύθυνος επεξεργασίας καθορίζει τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα της επεξεργασίας από κοινού με άλλους υπευθύνους επεξεργασίας ή μια πράξη επεξεργασίας διενεργείται για λογαριασμό ενός υπευθύνου επεξεργασίας. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να έχει δικαίωμα να ασκεί τα δικαιώματά του δυνάμει της παρούσας οδηγίας σε σχέση και έναντι καθενός από τους από κοινού υπεύθυνους επεξεργασίας. [Τροπολογία 30]

(40)

Οι δραστηριότητες επεξεργασίας θα πρέπει να τεκμηριώνονται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία προκειμένου να παρακολουθείται η συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία. Κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας και κάθε εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να υποχρεούται να συνεργάζεται με την αρχή ελέγχου και να θέτει στη διάθεσή της, κατόπιν αιτήματός της, την εν λόγω τεκμηρίωση ώστε αυτή να μπορεί να χρησιμεύσει για την παρακολούθηση των πράξεων επεξεργασίας.

(40α)

Κάθε πράξη επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να καταγράφεται ούτως ώστε να καταστεί δυνατός ο έλεγχος της νομιμότητας της επεξεργασίας των δεδομένων, η αυτοπαρακολούθηση και η διασφάλιση της ακεραιότητας και της δέουσας ασφάλειας των δεδομένων. Το εν λόγω αρχείο θα πρέπει να διατίθεται κατόπιν αιτήματος στην αρχή ελέγχου με σκοπό την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τους κανόνες που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 31]

(40β)

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων, όταν οι πράξεις επεξεργασίας είναι πιθανό να ενέχουν ειδικούς κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα λόγω του χαρακτήρα, της έκτασης ή των σκοπών τους, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικότερα τα προβλεπόμενα μέτρα, τις εγγυήσεις και τους μηχανισμούς που διασφαλίζουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και αποδεικνύουν τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία. Οι εκτιμήσεις επιπτώσεων θα πρέπει να αφορούν τα σχετικά συστήματα και διεργασίες των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά όχι μεμονωμένες περιπτώσεις. [Τροπολογία 32]

(41)

Για τη διασφάλιση της ουσιαστικής προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα μέσω προληπτικών ενεργειών, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να διαβουλεύεται με την αρχή ελέγχου σε ορισμένες περιπτώσεις πριν από την επεξεργασία. Επιπλέον, όταν εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων καταδεικνύει ότι πράξεις επεξεργασίας ενδέχεται να ενέχουν υψηλό βαθμό ειδικών κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, η αρχή ελέγχου θα πρέπει να είναι σε θέση να αποτρέπει, πριν από την έναρξη των πράξεων, μια πράξη που ενέχει κινδύνους, η οποία δεν συνάδει με την παρούσα οδηγία, και να υποβάλει προτάσεις για την επανόρθωση της κατάστασης αυτής. Μια τέτοια διαβούλευση μπορεί επίσης να λάβει χώρα κατά την εκπόνηση μέτρου από το εθνικό κοινοβούλιο ή μέτρου που βασίζεται σε νομοθετικό μέτρο το οποίο καθορίζει τη φύση της επεξεργασίας και θεσπίζει κατάλληλες εγγυήσεις. [Τροπολογία 33]

(41α)

Για τη διατήρηση της ασφάλειας και την αποφυγή της επεξεργασίας κατά παράβαση της παρούσας οδηγίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να αξιολογεί τους εγγενείς κινδύνους της επεξεργασίας και να εφαρμόζει μέτρα για τον μετριασμό των εν λόγω κινδύνων. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να διασφαλίζουν κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος της εφαρμογής τους σε σχέση με τους κινδύνους και τη φύση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πρέπει να προστατευθούν. Κατά τη θέσπιση τεχνικών προτύπων και οργανωτικών μέτρων με σκοπό τη διασφάλιση της ασφάλειας της επεξεργασίας, θα πρέπει να προωθείται η τεχνολογική ουδετερότητα. [Τροπολογία 34]

(42)

Η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί, εάν δεν αντιμετωπισθεί κατάλληλα και έγκαιρα, να έχει ως αποτέλεσμα σημαντική οικονομική ζημία και κοινωνική βλάβη, συμπεριλαμβανομένης ζημίας στη φήμη του ενδιαφερόμενου φυσικού προσώπου της υποκλοπής ταυτότητας, για το ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο . Επομένως, μόλις ο υπεύθυνος της επεξεργασίας αντιληφθεί μια τέτοια παραβίαση, οφείλει να γνωστοποιήσει την παραβίαση στην αρμόδια εθνική αρχή. Τα φυσικά πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή η ιδιωτική ζωή μπορεί να επηρεασθούν αρνητικά από την παραβίαση θα πρέπει να ενημερώνονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση προκειμένου να μπορούν να λάβουν τις αναγκαίες προφυλάξεις. Μια παραβίαση θα πρέπει να θεωρείται ότι επηρεάζει αρνητικά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή την ιδιωτική ζωή ενός φυσικού προσώπου όταν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, κατάχρηση ή υποκλοπή ταυτότητας, σωματική βλάβη, σημαντική προσβολή ή βλάβη της φήμης σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η κοινοποίηση θα πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν από τον πάροχο για την αντιμετώπιση της παραβίασης, καθώς και συστάσεις προς τους θιγόμενους συνδρομητές ή ιδιώτες. Οι κοινοποιήσεις προς τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα θα πρέπει να γίνονται όσο το δυνατόν ταχύτερα και σε στενή συνεργασία με την αρχή ελέγχου, τηρώντας παράλληλα τις οδηγίες αυτής. [Τροπολογία 35]

(43)

Κατά τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τον μορφότυπο και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στη γνωστοποίηση παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι περιστάσεις της παραβίασης, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προστατεύονταν από κατάλληλα τεχνικά μέτρα προστασίας, περιορίζοντας ουσιαστικά το ενδεχόμενο κατάχρησης. Επιπλέον, οι εν λόγω κανόνες και οι διαδικασίες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα έννομα συμφέροντα των αρμόδιων αρχών σε περιπτώσεις στις οποίες η πρόωρη γνωστοποίηση μπορεί να εμποδίσει αδικαιολόγητα τη διερεύνηση των περιστάσεων μιας παραβίασης.

(44)

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία θα πρέπει να ορίσει ένα πρόσωπο το οποίο θα συνδράμει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία στην παρακολούθηση και την κατάδειξη της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Εάν περισσότερες οντότητες της αρμόδιας αρμόδιες αρχές ενεργούν υπό την εποπτεία μιας κεντρικής αρχής μπορούν να διορίσουν από κοινού τουλάχιστον η εν λόγω κεντρική αρχή θα πρέπει να ορίσει έναν τέτοιο υπεύθυνο προστασίας δεδομένων. Οι υπεύθυνοι προστασίας δεδομένων πρέπει να είναι σε θέση να εκτελούν τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντά τους ανεξάρτητα και αποτελεσματικά , ιδίως μέσω της θέσπισης κανόνων για την αποφυγή της σύγκρουσης συμφερόντων με άλλα καθήκοντα που εκτελεί ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων . [Τροπολογία 36]

(45)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι μια διαβίβαση προς τρίτη χώρα πραγματοποιείται μόνον εάν η συγκεκριμένη διαβίβαση είναι αναγκαία για την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων, ο δε υπεύθυνος επεξεργασίας στην τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό είναι αρμόδια δημόσια αρχή κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Διαβίβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει αποφανθεί ότι η εκάστοτε τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας ή εάν παρέχονται κατάλληλες εγγυήσεις , ή όταν παρέχονται κατάλληλες εγγυήσεις με τη μορφή νομικά δεσμευτικής πράξης . Δεδομένα που έχουν διαβιβαστεί σε αρμόδιες δημόσιες αρχές σε τρίτες χώρες δεν θα πρέπει να τυγχάνουν περαιτέρω επεξεργασίας για λόγους άλλους από εκείνους για τους οποίους διαβιβάστηκαν . [Τροπολογία 37]

(45α)

Περαιτέρω διαβιβάσεις από αρμόδιες αρχές σε τρίτες χώρες ή από διεθνείς οργανισμούς στους οποίους έχουν διαβιβαστεί δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εφόσον η περαιτέρω διαβίβαση είναι απαραίτητη για τον ίδιο ειδικό σκοπό με την αρχική διαβίβαση και εφόσον ο δεύτερος αποδέκτης είναι επίσης αρμόδια δημόσια αρχή. Περαιτέρω διαβιβάσεις δεν θα πρέπει να επιτρέπονται για σκοπούς εν γένει επιβολής του νόμου. Η αρμόδια αρχή που διενήργησε την αρχική διαβίβαση θα πρέπει να έχει συμφωνήσει για την περαιτέρω διαβίβαση. [Τροπολογία 38]

(46)

Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει με ισχύ για ολόκληρη την Ένωση ότι ορισμένες τρίτες χώρες, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας εντός τρίτης χώρας, ή ένας διεθνής οργανισμός παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας δεδομένων, εξασφαλίζοντας έτσι ασφάλεια δικαίου και ομοιομορφία σε ολόκληρη την Ένωση όσον αφορά τις τρίτες χώρες ή τους διεθνείς οργανισμούς που γίνεται δεκτό ότι παρέχουν ένα τέτοιο επίπεδο προστασίας. Στις περιπτώσεις αυτές, οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τις εν λόγω χώρες μπορούν να πραγματοποιούνται χωρίς να χρειάζεται να εξασφαλισθεί καμία περαιτέρω έγκριση.

(47)

Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές στις οποίες βασίζεται η Ένωση, και ειδικότερα την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Επιτροπή οφείλει να λαμβάνει υπόψη με ποιον τρόπο μια δεδομένη τρίτη χώρα σέβεται το κράτος δικαίου, την πρόσβαση στη δικαιοσύνη και τους διεθνείς κανόνες και τα πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

(48)

Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να μπορεί να αναγνωρίσει ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας εντός τρίτης χώρας, ή ένας διεθνής οργανισμός δεν παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας δεδομένων. Ως εκ τούτου, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα θα πρέπει να απαγορεύεται εκτός εάν βασίζεται σε διεθνή συμφωνία, σε κατάλληλες εγγυήσεις ή σε παρέκκλιση. Θα πρέπει να προβλέπονται διαδικασίες για διαβουλεύσεις μεταξύ της Επιτροπής και των εν λόγω τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών. Ωστόσο, μια τέτοια απόφαση της Επιτροπής δεν θίγει τη δυνατότητα πραγματοποίησης διαβιβάσεων βάσει κατάλληλων εγγυήσεων που εξασφαλίζονται μέσω νομικά δεσμευτικών πράξεων ή βάσει παρέκκλισης η οποία προβλέπεται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 39]

(49)

Διαβιβάσεις που δεν βασίζονται σε τέτοια απόφαση περί επάρκειας θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον εφόσον έχουν παρασχεθεί κατάλληλες εγγυήσεις με νομικά δεσμευτική πράξη, οι οποίες διασφαλίζουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ή εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία αξιολόγησε όλες τις περιστάσεις που περιβάλλουν την πράξη διαβίβασης δεδομένων ή τη σειρά πράξεων διαβίβασης δεδομένων και, βάσει της εν λόγω αξιολόγησης, θεωρεί ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε περιπτώσεις στις οποίες δεν υπάρχουν λόγοι που να επιτρέπουν μια διαβίβαση, παρεκκλίσεις πρέπει να επιτρέπονται εάν είναι αναγκαίες για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου ή για τη διασφάλιση έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εάν το δίκαιο του κράτους μέλους που διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προβλέπει κάτι τέτοιο, ή εάν είναι απαραίτητες για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις για την απόδειξη, την άσκηση ή την υπεράσπιση νομικών απαιτήσεων. [Τροπολογία 40]

(49α)

Σε περιπτώσεις στις οποίες δεν δικαιολογείται διαβίβαση, θα πρέπει να επιτρέπονται παρεκκλίσεις εάν είναι αναγκαίες για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου ή για τη διασφάλιση έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εάν το δίκαιο του κράτους μέλους που διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προβλέπει κάτι τέτοιο, ή εάν είναι απαραίτητες για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις για την απόδειξη, την άσκηση ή την υπεράσπιση νομικών απαιτήσεων. Οι εν λόγω παρεκκλίσεις θα πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά και να μην επιτρέπουν τακτικές, μαζικές και διαρθρωτικές διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ούτε και τη διαβίβαση μεγάλου όγκου δεδομένων που θα πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα. Επιπλέον, η απόφαση διαβίβασης θα πρέπει να λαμβάνεται από δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο και η εν λόγω διαβίβαση θα πρέπει να τεκμηριώνεται και να διατίθεται στην αρχή ελέγχου κατόπιν αιτήματος προκειμένου να διαπιστωθεί ο σύννομος χαρακτήρας της διαβίβασης. [Τροπολογία 41]

(50)

Η διασυνοριακή διακίνηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να επαυξάνει τον κίνδυνο όσον αφορά την ικανότητα των φυσικών προσώπων να ασκούν δικαιώματα προστασίας των δεδομένων για να προστατεύονται έναντι της παράνομης χρήσης ή κοινολόγησης τέτοιων δεδομένων. Ταυτόχρονα, οι αρχές ελέγχου μπορεί να διαπιστώσουν ότι δεν μπορούν να δώσουν συνέχεια σε καταγγελίες ούτε να διενεργήσουν έρευνες σχετικά με δραστηριότητες εκτός των συνόρων τους. Οι προσπάθειές τους να συνεργασθούν σε διασυνοριακό πλαίσιο μπορεί επίσης να παρεμποδίζονται από ανεπαρκείς προληπτικές ή κατασταλτικές εξουσίες ή μη συνεκτικά νομικά καθεστώτα. Επομένως, πρέπει να προωθηθεί στενότερη συνεργασία μεταξύ αρχών ελέγχου της προστασίας δεδομένων, ώστε να βοηθηθούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες με τους διεθνείς ομολόγους τους.

(51)

Η ίδρυση αρχών ελέγχου στα κράτη μέλη, οι οποίες ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της προστασίας των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν. Οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να παρακολουθούν την εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να συμβάλλουν στη συνεκτική εφαρμογή της σε ολόκληρη την Ένωση, με σκοπό την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν. Για τον σκοπό αυτό, οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή. [Τροπολογία 42]

(52)

Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν σε αρχή ελέγχου που έχει ήδη συσταθεί στα κράτη μέλη βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 την ευθύνη για τα καθήκοντα τα οποία πρέπει να ασκούνται από τις εθνικές αρχές ελέγχου που πρέπει να συσταθούν βάσει της παρούσας οδηγίας.

(53)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να συστήσουν περισσότερες της μίας αρχές ελέγχου, ανάλογα με τη συνταγματική, οργανωτική και διοικητική δομή τους. Κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους, εγκαταστάσεις και υποδομές, συμπεριλαμβανομένων τεχνικών δυνατοτήτων, εμπειρίας και δεξιοτήτων, ούτως ώστε να είναι σε θέση να ασκήσει αποτελεσματικά τα καθήκοντά της, συμπεριλαμβανομένων των καθηκόντων που σχετίζονται με την αμοιβαία συνδρομή και τη συνεργασία με άλλες αρχές ελέγχου σε ολόκληρη την Ένωση. [Τροπολογία 43]

(54)

Οι γενικές προϋποθέσεις για τα μέλη της αρχής ελέγχου θα πρέπει να θεσπίζονται διά νόμου σε κάθε κράτος μέλος και θα πρέπει να προβλέπουν, ειδικότερα, ότι τα εν λόγω μέλη διορίζονται είτε από το κοινοβούλιο είτε από την κυβέρνηση του κράτους μέλους, κατόπιν διαβούλευσης με το κοινοβούλιο, και να περιλαμβάνουν κανόνες για τα ατομικά προσόντα των μελών και τη θέση τους. [Τροπολογία 44]

(55)

Παρότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στις δραστηριότητες των εθνικών δικαστηρίων, η αρμοδιότητα των αρχών ελέγχου δεν θα πρέπει να καλύπτει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όταν αυτά ενεργούν υπό τη δικαιοδοτική τους ιδιότητα, προκειμένου να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των δικαστών κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών καθηκόντων τους. Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή θα πρέπει να περιορίζεται σε πραγματικές δικαιοδοτικές δραστηριότητες σε δικαστικές υποθέσεις και να μην εφαρμόζεται σε άλλες δραστηριότητες στις οποίες ενδέχεται να συμμετέχουν δικαστές σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

(56)

Για τη διασφάλιση της συνεκτικής παρακολούθησης και επιβολής της παρούσας οδηγίας σε ολόκληρη την Ένωση, οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να έχουν σε κάθε κράτος μέλος τα ίδια καθήκοντα και τις ίδιες πραγματικές εξουσίες, συμπεριλαμβανομένων πραγματικών εξουσιών διερεύνησης, εξουσίας πρόσβασης σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση κάθε εποπτικής λειτουργίας, εξουσίας πρόσβασης σε κάθε εγκατάσταση του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντα την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένου τον εξοπλισμό και το μέσο επεξεργασίας δεδομένων, και νομικά δεσμευτικής παρέμβασης, λήψης αποφάσεων και επιβολής κυρώσεων, ιδίως σε περιπτώσεις καταγγελιών από φυσικά πρόσωπα, και συμμετοχής σε νομικές διαδικασίες. [Τροπολογία 45]

(57)

Κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να εξετάζει τις καταγγελίες που υποβάλλονται από οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται δεδομένα και θα πρέπει να διερευνά την υπόθεση. Η διερεύνηση σε συνέχεια καταγγελίας θα πρέπει να διενεργείται, με την επιφύλαξη δικαστικού ελέγχου, στον βαθμό που ενδείκνυται στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η αρχή ελέγχου θα πρέπει να ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για την πρόοδο και την έκβαση της καταγγελίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Εάν η υπόθεση απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση ή συντονισμό με άλλη αρχή ελέγχου, θα πρέπει να παρέχεται ενδιάμεση ενημέρωση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

(58)

Οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να συνδράμουν η μια την άλλη στην άσκηση των καθηκόντων τους και να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεκτική εφαρμογή και επιβολή των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Κάθε αρχή ελέγχου θα πρέπει να είναι έτοιμη να συμμετάσχει σε κοινές ενέργειες. Η αρχή ελέγχου στην οποία υποβάλλεται το αίτημα θα πρέπει να υποχρεούται να απαντά εντός καθορισμένης προθεσμίας στο αίτημα. [Τροπολογία 46]

(59)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, το οποίο συστήνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/2014 , θα πρέπει να συμβάλλει στη συνεκτική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε ολόκληρη την Ένωση, μεταξύ άλλων συμβουλεύοντας την Επιτροπή και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, προωθώντας τη συνεργασία των αρχών ελέγχου σε ολόκληρη την Ένωση , και να γνωμοδοτεί στην Επιτροπή κατά την εκπόνηση των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων βάσει της παρούσας οδηγίας . [Τροπολογία 47]

(60)

Κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται δεδομένα θα πρέπει να έχει δικαίωμα υποβολής καταγγελίας σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους και δικαίωμα άσκησης δικαστικής προσφυγής, εάν θεωρεί ότι παραβιάζονται τα δικαιώματά του που απορρέουν από την παρούσα οδηγία ή εάν η αρχή ελέγχου δεν δίδει συνέχεια σε μια καταγγελία ή δεν ενεργεί όταν μια ενέργεια είναι απαραίτητη για την προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

(61)

Κάθε φορέας, οργανισμός ή οργάνωση που στοχεύει στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων προσώπων στα οποία αναφέρονται δεδομένα, σε σχέση με την προστασία των δεδομένων τους, ενεργεί υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και έχει συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους θα πρέπει να δικαιούται να υποβάλλει καταγγελία ή να ασκεί το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής για λογαριασμό προσώπων στα οποία αναφέρονται δεδομένα, εφόσον εξουσιοδοτηθεί δεόντως από αυτά, ή να υποβάλλει ίδια καταγγελία, ανεξάρτητα από τυχόν καταγγελία προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εάν θεωρεί ότι υπάρχει παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 48]

(62)

Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο θα πρέπει να έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά αποφάσεων αρχής ελέγχου που το αφορά. Η διαδικασία κατά αρχής ελέγχου θα πρέπει να κινείται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκαταστημένη η αρχή ελέγχου.

(63)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι προσφυγές ενώπιον δικαστηρίων, προκειμένου να είναι ουσιαστικές, επιτρέπουν την ταχεία λήψη μέτρων για την επανόρθωση ή την αποφυγή παράβασης της παρούσας οδηγίας.

(64)

Κάθε ζημία, περιλαμβανομένης της ηθικής βλάβης, την οποία υφίσταται ένα πρόσωπο ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αποζημίωσης από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία, οι οποίοι μπορεί να απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποζημίωσης μόνο εάν αποδεικνύουν ότι δεν ευθύνονται για τη ζημία, ιδίως εάν αποδεικνύουν υπαιτιότητα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή σε περίπτωση ανωτέρας βίας. [Τροπολογία 49]

(65)

Θα πρέπει να επιβάλλονται κυρώσεις σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου, το οποίο δεν συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές και πρέπει να λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για την εφαρμογή τους.

(65α)

Απαγορεύεται η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς άλλες αρχές ή ιδιώτες στην Ένωση εκτός εάν η διαβίβαση είναι σύμφωνη με τον νόμο, ο αποδέκτης είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος, δεν υπάρχουν έννομα ειδικά συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα που να αποτρέπουν τη διαβίβαση και η διαβίβαση είναι αναγκαία σε μια συγκεκριμένη περίπτωση για τον υπεύθυνο επεξεργασίας που διαβιβάζει τα δεδομένα είτε για την εκτέλεση καθήκοντος που του έχει ανατεθεί από τον νόμο είτε για την αποτροπή άμεσου και σοβαρού κινδύνου κατά της δημόσιας ασφάλειας, ή την πρόληψη σοβαρής βλάβης σε σχέση με τα δικαιώματα των φυσικών προσώπων. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα πρέπει να ενημερώνει τον αποδέκτη σχετικά με τον σκοπό της επεξεργασίας και την αρχή ελέγχου σχετικά με τη διαβίβαση. Ο αποδέκτης θα πρέπει επίσης να ενημερώνεται σχετικά με τους περιορισμούς της επεξεργασίας και να εξασφαλίζει ότι τηρούνται. [Τροπολογία 50]

(66)

Για την εκπλήρωση των στόχων της παρούσας οδηγίας, και ειδικότερα της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και της διασφάλισης της ελεύθερης ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές στην Ένωση, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, θα πρέπει να εκδοθούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις με σκοπό τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και προϋποθέσεων για πράξεις επεξεργασίας που απαιτούν εκτίμηση επιπτώσεων σε σχέση με γνωστοποιήσεις παραβίασης την προστασία των δεδομένων, προσωπικού χαρακτήρα στην αρχή ελέγχου των κριτηρίων και απαιτήσεων για παραβίαση δεδομένων και όσον αφορά το επαρκές επίπεδο προστασίας που παρέχει μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός . Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να πραγματοποιεί κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά το προπαρασκευαστικό της έργο, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων , ιδίως με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων . Κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 51]

(67)

Για τη διασφάλιση ομοιόμορφων προϋποθέσεων εφαρμογής της παρούσας οδηγίας όσον αφορά την τεκμηρίωση από υπευθύνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία, την ασφάλεια της επεξεργασίας, ιδίως σε σχέση με τα πρότυπα κρυπτογράφησης, και τη γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αρχή ελέγχου, και το επαρκές επίπεδο προστασίας που παρέχουν μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή  (6). [Τροπολογία 52]

(68)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη θέσπιση μέτρων όσον αφορά την τεκμηρίωση από υπευθύνους επεξεργασίας και εκτελούντες την επεξεργασία, την ασφάλεια της επεξεργασίας, και τη γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αρχή ελέγχου και το επαρκές επίπεδο προστασίας που παρέχουν μια τρίτη χώρα ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός, δεδομένου ότι οι πράξεις αυτές έχουν γενικό πεδίο εφαρμογής. [Τροπολογία 53]

(69)

Η Επιτροπή πρέπει να εκδίδει αμέσως εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που σχετίζονται με τρίτη χώρα, ή έδαφος ή τομέα επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή διεθνή οργανισμό που δεν διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγοντος. [Τροπολογία 54]

(70)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, και ειδικότερα η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων, και ιδίως του δικαιώματός τους στην προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα, όπως και η διασφάλιση της ελεύθερης ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές στην Ένωση, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, αλλά μάλλον μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των ανωτέρω εν λόγω στόχων. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν αυστηρότερα πρότυπα από αυτά που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 55]

(71)

Η απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ θα πρέπει να καταργηθεί με την παρούσα οδηγία.

(72)

Δεν θα πρέπει να θιγεί η ισχύς των ειδικών διατάξεων όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων που περιέχονται σε πράξεις της Ένωσης οι οποίες εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας και ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών μελών ή την πρόσβαση συγκεκριμένων αρχών των κρατών μελών σε συστήματα πληροφοριών που θεσπίζονται δυνάμει των Συνθηκών. Δεδομένου ότι το άρθρο 8 του Χάρτη και το άρθρο 16 ΣΛΕΕ συνεπάγονται ότι το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να διασφαλίζεται με συνεκτικό και ομοιόμορφο τρόπο σε ολόκληρη την Ένωση, η Επιτροπή θα πρέπει , εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, να αξιολογήσει την κατάσταση όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των πράξεων που εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας οι οποίες ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών μελών ή την πρόσβαση συγκεκριμένων αρχών των κρατών μελών σε συστήματα πληροφοριών που θεσπίζονται δυνάμει των Συνθηκών, προκειμένου να εκτιμηθεί η αναγκαιότητα εναρμόνισης των εν λόγω ειδικών διατάξεων με την παρούσα οδηγία και θα πρέπει να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις με σκοπό τη διασφάλιση συνεκτικών και ομοιόμορφων νομικών κανόνων που θα σχετίζονται με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές ή την πρόσβαση καθορισμένων αρχών των κρατών μελών σε συστήματα πληροφοριών που θεσπίζονται δυνάμει των Συνθηκών, καθώς και με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας . [Τροπολογία 56]

(73)

Για τη διασφάλιση της συνολικής και συνεκτικής προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, διεθνείς συμφωνίες συναφθείσες από την Ένωση ή από τα κράτη μέλη πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να τροποποιηθούν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 57]

(74)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τους κανόνες για την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας, οι οποίοι προβλέπονται στην οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

(75)

Σύμφωνα με το άρθρο 6α του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν δεσμεύονται από τους κανόνες που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία, εφόσον το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν δεσμεύονται από τους κανόνες οι οποίοι διέπουν μορφές δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις ή αστυνομικής συνεργασίας στο πλαίσιο των οποίων πρέπει να τηρούνται οι διατάξεις οι οποίες θεσπίζονται βάσει του άρθρου 16 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(76)

Σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 2α του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία δεν δεσμεύεται από την παρούσα οδηγία ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της. Δεδομένου ότι η παρούσα οδηγία αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν, βάσει του τρίτου μέρους του τίτλου V της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Δανία αποφασίζει, σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου, εντός εξαμήνου μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας, εάν θα την εφαρμόσει στο εθνικό της δίκαιο. [Τροπολογία 58]

(77)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, η παρούσα οδηγία αποτελεί ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, όπως προβλέπεται στη συμφωνία που συνάφθηκε μεταξύ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφενός, και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας, αφετέρου, σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω δύο χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (8).

(78)

Όσον αφορά την Ελβετία, η παρούσα οδηγία αποτελεί ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, όπως προβλέπεται στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (9).

(79)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, η παρούσα οδηγία αποτελεί ανάπτυξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, όπως προβλέπεται στο πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετική Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεντημένου του Σένγκεν (10).

(80)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη, όπως κατοχυρώνονται στη Συνθήκη, και ειδικότερα το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου. Οι περιορισμοί που τίθενται στα ως άνω δικαιώματα είναι σύμφωνοι προς το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη, καθώς είναι αναγκαίοι για την εκπλήρωση σκοπών γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

(81)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (11), τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι δικαιολογείται η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων.

(82)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τις διατάξεις για την άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με την ενημέρωση, την πρόσβαση, τη διόρθωση, τη διαγραφή και τον περιορισμό της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, και τους ενδεχόμενους περιορισμούς στα εν λόγω δικαιώματα, σε εθνικούς κανόνες ποινικής δικονομίας,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και στόχοι

1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει τους κανόνες που αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και τις προϋποθέσεις για την ελεύθερη κυκλοφορία των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα .

2.   Σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη:

α)

προστατεύουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων και, ειδικότερα, το δικαίωμά τους στην προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής τους · και

β)

διασφαλίζουν την απουσία περιορισμού ή απαγόρευσης της ανταλλαγής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές εντός της Ένωσης για λόγους που σχετίζονται με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2α.     Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέπουν αυστηρότερα πρότυπα από εκείνα που θεσπίζει η παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 59]

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:

α)

στο πλαίσιο δραστηριότητας η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την εθνική ασφάλεια·

β)

από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης. [Τροπολογία 60]

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:

1)

«πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα»: φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, άμεσα ή έμμεσα, με μέσα τα οποία είναι εύλογα πιθανό να χρησιμοποιηθούν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή από οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας, δεδομένων θέσης, επιγραμμικού αναγνωριστικού ή βάσει ενός ή περισσοτέρων παραμέτρων που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του συγκεκριμένου προσώπου από σωματική, βιολογική, γενετική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη·

2)

«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα»: κάθε πληροφορία η οποία αναφέρεται σε συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο η ταυτότητα του οποίου είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί («πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα»)· πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί είναι εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως μέσω αναφοράς σε προσδιοριστικό στοιχείο όπως όνομα, αριθμός ταυτότητας, δεδομένα θέσης, μοναδικό αναγνωριστικό ή σε έναν ή περισσότερους παράγοντες που προσιδιάζουν στη σωματική, φυσιολογική, γενετική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική ή σε σχέση με το φύλο ταυτότητα του προσώπου αυτού ·

2α)

«ψευδώνυμα δεδομένα»: τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που δεν μπορούν να αποδοθούν σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα χωρίς τη χρήση πρόσθετων πληροφοριών, εφόσον οι πρόσθετες αυτές πληροφορίες διατηρούνται χωριστά και υπόκεινται σε τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να εξασφαλισθεί ότι δεν μπορούν να αποδοθούν·

3)

«επεξεργασία»: κάθε πράξη ή σειρά πράξεων που πραγματοποιείται, με ή χωρίς τη χρήση αυτοματοποιημένων μέσων, σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή σύνολα δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διάρθρωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η μεταβολή, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η κοινολόγηση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η εναρμόνιση ή ο συνδυασμός, ο περιορισμός, η διαγραφή ή η καταστροφή·

3α)

«κατάρτιση προφίλ»: οποιαδήποτε μορφή αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποσκοπεί στην αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών που αφορούν ένα φυσικό πρόσωπο ή στην ανάλυση ή πρόβλεψη, ιδίως, των εργασιακών επιδόσεων, της οικονομικής κατάστασης, της θέσης, της υγείας, των προσωπικών προτιμήσεων, της αξιοπιστίας ή της συμπεριφοράς του εν λόγω φυσικού προσώπου·

4)

«περιορισμός της επεξεργασίας»: η επισήμανση αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με στόχο τον περιορισμό της επεξεργασίας τους στο μέλλον·

5)

«σύστημα αρχειοθέτησης»: κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι προσπελάσιμα με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια, είτε το σύνολο αυτό είναι συγκεντρωμένο είτε αποκεντρωμένο είτε κατανεμημένο σε λειτουργική ή γεωγραφική βάση·

6)

«υπεύθυνος επεξεργασίας»: η αρμόδια δημόσια αρχή η οποία, μόνη ή από κοινού με άλλους, καθορίζει τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τον τρόπο της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· όταν οι σκοποί, οι προϋποθέσεις και ο τρόπος της επεξεργασίας καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, ο υπεύθυνος της επεξεργασίας ή τα ειδικά κριτήρια για τον διορισμό του μπορούν να καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους·

7)

«εκτελών την επεξεργασία»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή, υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας που επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για λογαριασμό του υπευθύνου της επεξεργασίας·

8)

«αποδέκτης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή, υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας στον οποίο κοινολογούνται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

9)

«παραβίαση προσωπικών δεδομένων»: η παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, μεταβολή, άνευ αδείας κοινολόγηση ή προσπέλαση προσωπικών δεδομένων που διαβιβάσθηκαν, αποθηκεύτηκαν ή υποβλήθηκαν κατ’ άλλο τρόπο σε επεξεργασία·

10)

«γενετικά δεδομένα»: όλα τα δεδομένα, οποιουδήποτε τύπου, τα οποία αφορούν τα χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου που κληρονομούνται ή αποκτώνται κατά την αρχική προγεννητική ανάπτυξη·

11)

«βιομετρικά δεδομένα»: οποιαδήποτε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σχετίζονται με σωματικά, βιολογικά ή συμπεριφορικά χαρακτηριστικά φυσικού προσώπου, τα οποία επιτρέπουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίησή του, όπως εικόνες προσώπου ή δακτυλοσκοπικά δεδομένα·

12)

«δεδομένα που αφορούν την υγεία»: κάθε πληροφορία οποιαδήποτε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζεται με τη σωματική ή ψυχική υγεία ενός ατόμου ή με την παροχή υπηρεσιών υγείας σε αυτό·

13)

«παιδί»: οποιοδήποτε πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18 ετών·

14)

«αρμόδιες αρχές»: κάθε δημόσια αρχή αρμόδια για την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων·

15)

«αρχή ελέγχου»: δημόσια αρχή την οποία συγκροτεί ένα κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 39. [Τροπολογία 61]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 4

Αρχές σχετικές με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει:

α)

να υποβάλλονται σε θεμιτή και σύννομη και θεμιτή επεξεργασία με διαφανή τρόπο σε σχέση με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ·

β)

να συλλέγονται για καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς και να μην υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία κατά τρόπο μη συμβατό προς τους σκοπούς αυτούς·

γ)

να είναι κατάλληλα, και συναφή καθώς και όχι υπερβολικά να περιορίζονται στα ελάχιστα αναγκαία σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία· υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εάν και εφόσον οι σκοποί δεν μπορούν να επιτευχθούν μέσω επεξεργασίας πληροφοριών οι οποίες δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

να είναι ακριβή και, όταν απαιτείται, να επικαιροποιούνται· πρέπει να λαμβάνονται όλα τα εύλογα μέτρα ώστε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι ανακριβή, σε σχέση με τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία, να διαγράφονται ή να διορθώνονται χωρίς καθυστέρηση·

ε)

να διατηρούνται υπό μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από αυτό που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών για τους οποίους τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία·

στ)

να υποβάλλονται σε επεξεργασία υπό την ευθύνη και την υποχρέωση αποζημίωσης του υπευθύνου επεξεργασίας, ο οποίος διασφαλίζει και είναι σε θέση να καταδεικνύει τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας·

στα)

να υποβάλλονται σε τέτοιου είδους επεξεργασία ώστε να δίνεται, ουσιαστικά, στο άτομο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα η δυνατότητα να ασκεί τα δικαιώματά του όπως περιγράφονται στα άρθρα 10 έως 17·

στβ)

να υποβάλλονται σε επεξεργασία κατά τρόπον ώστε να προστατεύονται από μη εξουσιοδοτημένη ή παράνομη επεξεργασία και τυχαία απώλεια, καταστροφή ή φθορά, χρησιμοποιώντας κατάλληλα τεχνικά ή οργανωτικά μέτρα·

στγ)

να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον από δεόντως εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού των αρμόδιων αρχών που τα χρειάζονται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. [Τροπολογία 62]

Άρθρο 4α

Πρόσβαση σε δεδομένα που έτυχαν αρχικής επεξεργασίας για σκοπούς άλλους από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1

1.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έτυχαν αρχικής επεξεργασίας για σκοπούς άλλους από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 μόνον εάν αυτό επιτρέπεται συγκεκριμένα από το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους που πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 7 παράγραφος 1α) και να προβλέπει ότι:

α)

η πρόσβαση επιτρέπεται μόνο σε δεόντως εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού των αρμόδιων αρχών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους όταν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα συμβάλει σε ουσιαστικά στην πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή στην εκτέλεση ποινικών κυρώσεων·

β)

οι αιτήσεις παροχής πρόσβασης πρέπει να είναι γραπτές και να αναφέρουν τους νομικούς λόγους στους οποίους στηρίζονται·

γ)

η γραπτή αίτηση πρέπει να είναι τεκμηριωμένη· και

δ)

εφαρμόζονται κατάλληλες εγγυήσεις για να διασφαλισθεί η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι εγγυήσεις αυτές δεν θίγουν και είναι συμπληρωματικές προς τις ειδικές προϋποθέσεις πρόσβασης σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η δικαστική άδεια, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους.

2.     Πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που βρίσκονται στην κατοχή ιδιωτών ή άλλων δημόσιων αρχών επιτρέπεται μόνον για τη διερεύνηση ή δίωξη ποινικών αδικημάτων σύμφωνα με απαιτήσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας που θα καθορίζεται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους, με πλήρη συμμόρφωση προς το άρθρο 7α. [Τροπολογία 63]

Άρθρο 4β

Χρονικά όρια αποθήκευσης και επανεξέτασης

1.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται σε επεξεργασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διαγράφονται από τις αρμόδιες αρχές όταν δεν είναι πλέον αναγκαία για τους σκοπούς για τους οποίους έτυχαν επεξεργασίας.

2.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν μηχανισμούς που διασφαλίζουν τον ορισμό χρονικών ορίων, σύμφωνα με το άρθρο 4, για τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την περιοδική επανεξέταση της ανάγκης αποθήκευσης των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού περιόδων αποθήκευσης για τις διάφορες κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θεσπίζονται διαδικαστικά μέτρα που διασφαλίζουν την τήρηση των εν λόγω χρονικών ορίων ή των διαστημάτων περιοδικής επανεξέτασης. [Τροπολογία 64]

Άρθρο 5

Διάκριση μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών Διαφορετικές κατηγορίες προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, στον βαθμό του εφικτού, οι αρμόδιες αρχές μπορούν, για τους σκοπούς του άρθρου 1 παράγραφος 1 , να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των ακόλουθων διαφορετικών κατηγοριών υποκειμένων και ο υπεύθυνος επεξεργασίας διακρίνει σαφώς κάνει σαφή διάκριση μεταξύ δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα διαφορετικών αυτών των κατηγοριών υποκειμένων, π.χ.:

α)

προσώπων σε σχέση με τα οποία υπάρχουν σοβαροί εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι διέπραξαν ή πρόκειται να διαπράξουν ποινικό αδίκημα·

β)

προσώπων τα οποία καταδικάσθηκαν για ποινικό αδίκημα έγκλημα ·

γ)

θυμάτων ποινικού αδικήματος ή προσώπων για τα οποία ορισμένα πραγματικά περιστατικά δημιουργούν την πεποίθηση ότι μπορεί να πέσουν θύματα ποινικού αδικήματος· και

δ)

τρίτων ως προς ποινικό αδίκημα, όπως προσώπων που ενδέχεται να κληθούν να καταθέσουν σε ανακρίσεις σχετικά με ποινικά αδικήματα ή σε επακόλουθη ποινική διαδικασία ή προσώπων που μπορούν να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με ποινικά αδικήματα, ή προσώπων επικοινωνίας ή συνεργών των προσώπων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β). και

ε)

προσώπων που δεν υπάγονται σε καμία από τις ως άνω αναφερόμενες κατηγορίες.

2.     Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα άλλων υποκειμένων των δεδομένων από εκείνους οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνο:

α)

εφόσον κρίνεται απαραίτητο για την διερεύνηση ή τη δίωξη συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος προκειμένου να αξιολογηθεί κατά πόσο τα δεδομένα έχουν ενδιαφέρον για μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1· ή

β)

όταν η εν λόγω επεξεργασία είναι απαραίτητη για στοχοθετημένους, προληπτικούς λόγους ή για τους σκοπούς ποινικής διερεύνησης, υπό την αποκλειστική προϋπόθεση ότι ο εν λόγω σκοπός είναι νόμιμος, καλά διατυπωμένος και συγκεκριμένος και η επεξεργασία περιορίζεται αυστηρά στην αξιολόγηση του ενδιαφέροντος που έχουν τα δεδομένα για μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η επεξεργασία αυτή υπόκειται σε τακτικό έλεγχο ανά έξι μήνες τουλάχιστον και οιαδήποτε περαιτέρω χρήση απαγορεύεται.

3.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι επιπρόσθετοι περιορισμοί και εγγυήσεις, σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους, εφαρμόζονται στην περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στα πρόσωπα που καλύπτονται από την παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ). [Τροπολογία 65]

Άρθρο 6

Διαφορετικοί βαθμοί ακρίβειας και αξιοπιστίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στον βαθμό του εφικτού, οι διαφορετικές κατηγορίες προβλέπουν ότι η ακρίβεια και η αξιοπιστία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία διακρίνονται ανάλογα με τον βαθμό ακρίβειας και αξιοπιστίας τους είναι εξασφαλισμένες .

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, στον βαθμό του εφικτού, ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία βασίζονται σε πραγματικά περιστατικά διακρίνονται από τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία βασίζονται σε προσωπικές εκτιμήσεις , σύμφωνα με τον βαθμό ακρίβειας και αξιοπιστίας τους .

2α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία δεν είναι ακριβή, πλήρη ή επικαιροποιημένα δεν διαβιβάζονται ούτε τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων. Προς το σκοπό αυτό, οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν την ποιότητα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πριν από τη διαβίβαση ή τη διάθεση των δεδομένων αυτών. Σε κάθε διαβίβαση δεδομένων επισυνάπτονται στο μέτρο του δυνατού πληροφορίες που επιτρέπουν στο κράτος μέλος που παραλαμβάνει τα δεδομένα να αξιολογήσει την ακρίβεια, την πληρότητα, τον επίκαιρο χαρακτήρα και την αξιοπιστία των δεδομένων. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν διαβιβάζονται αν δεν ζητηθεί από αρμόδια αρχή, πράγμα που ισχύει ιδίως για δεδομένα που ήταν αρχικά στην κατοχή ιδιωτών.

2β.     Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι έχουν διαβιβασθεί ανακριβή δεδομένα, ή ότι τα δεδομένα διαβιβάσθηκαν παρανόμως, ο αποδέκτης τους πρέπει να ενημερωθεί πάραυτα. Ο αποδέκτης υποχρεούται να διορθώσει αμελλητί τα δεδομένα σύμφωνα με την παράγραφο 1 και το άρθρο 15 ή να τα διαγράψει σύμφωνα με το άρθρο 16. [Τροπολογία 66]

Άρθρο 7

Νομιμότητα επεξεργασίας

1.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι σύννομη μόνον εάν και στο μέτρο που αυτή βασίζεται στο δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και είναι απαραίτητη:

α)

για την εκτέλεση καθήκοντος που ασκείται από αρμόδια αρχή βάσει νόμου για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1· ή

β)

για τη συμμόρφωση προς υποχρέωση την οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας υπέχει εκ του νόμου· ή

γ)

για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου· ή

δ)

για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας.

1α.     Το δίκαιο κράτους μέλους που διέπει την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας περιέχει ρητές και λεπτομερείς διατάξεις που προσδιορίζουν τουλάχιστον:

α)

τους σκοπούς της επεξεργασίας·

β)

τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που θα υποβληθούν σε επεξεργασία·

γ)

τους συγκεκριμένους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας·

δ)

τον διορισμό του υπευθύνου επεξεργασίας ή τα συγκεκριμένα κριτήρια για τον διορισμό του·

ε)

τις κατηγορίες των δεόντως εξουσιοδοτημένων μελών του προσωπικού των αρχών που είναι αρμόδιες για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

στ)

τη διαδικασία που πρέπει να τηρείται για την επεξεργασία·

ζ)

τη χρήση που μπορεί να γίνει στα ληφθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

η)

τους περιορισμούς της έκτασης τυχόν διακριτικής ευχέρειας που παραχωρείται στις αρμόδιες αρχές σε σχέση με τις δραστηριότητες επεξεργασίας. [Τροπολογία 67]

Άρθρο 7α

Περαιτέρω επεξεργασία για ασυμβίβαστους σκοπούς

1.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να υποβάλλονται σε περαιτέρω επεξεργασία για σκοπό άλλον από εκείνον που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, ο οποίος δεν είναι συμβατός με τους σκοπούς για τους οποίους συνελέγησαν αρχικά τα δεδομένα, εάν και στον βαθμό που:

α)

ο σκοπός είναι αυστηρά απαραίτητος και αναλογικός σε μια δημοκρατική κοινωνία και απαιτείται από το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους για νόμιμο, καλά καθορισμένο και συγκεκριμένο σκοπό·

β)

η επεξεργασία περιορίζεται αυστηρά σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τον απαραίτητο για την συγκεκριμένη πράξη επεξεργασίας χρόνο·

γ)

οιαδήποτε περαιτέρω χρήση για άλλους σκοπούς απαγορεύεται.

Πριν από οιαδήποτε επεξεργασία, το κράτος μέλος προβαίνει σε διαβούλευση με την αρμόδια εθνική αρχή ελέγχου και διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων.

2.     Πέραν των προϋποθέσεων του άρθρου 7 παράγραφος 1α, το δίκαιο κράτους μέλους που επιτρέπει την περαιτέρω επεξεργασία, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1, περιέχει ρητές και λεπτομερείς διατάξεις που προσδιορίζουν τουλάχιστον:

α)

τους συγκεκριμένους σκοπούς και τα μέσα της εν λόγω επεξεργασίας·

β)

ότι η πρόσβαση επιτρέπεται μόνο σε δεόντως εξουσιοδοτημένα μέλη του προσωπικού των αρμόδιων αρχών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους όταν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα συμβάλλει ουσιαστικά στην πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή στην εκτέλεση ποινικών κυρώσεων· και

γ)

ότι θεσπίζονται κατάλληλες εγγυήσεις προκειμένου να διασφαλισθεί η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν να υπόκειται η πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε πρόσθετες προϋποθέσεις, όπως η δικαστική άδεια, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

3.     Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιτρέπουν την περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για ιστορικούς, στατιστικούς ή επιστημονικούς σκοπούς υπό την προϋπόθεση ότι θεσπίζουν κατάλληλες εγγυήσεις, όπως η ανωνυμία των δεδομένων. [Τροπολογία 68]

Άρθρο 8

Επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Τα κράτη μέλη απαγορεύουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αποκαλύπτουν φυλή ή εθνοτική καταγωγή, πολιτικά φρονήματα, θρησκεία ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις , γενετήσιο προσανατολισμό ή φύλο, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς και γενετικών και συνδικαλιστικές δραστηριότητες , και την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων ή δεδομένων που αφορούν την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή.

2.   Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν:

α)

η επεξεργασία επιτρέπεται από νόμο, ο οποίος προβλέπει κατάλληλες εγγυήσεις είναι απολύτως αναγκαία και αναλογική για την εκτέλεση καθήκοντος από τις αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, βάσει νομοθεσίας της Ένωσης ή κράτους μέλους που προβλέπει ειδικά και κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένης ειδικής άδειας από δικαστική αρχή, εάν απαιτείται από το εθνικό δίκαιο · ή

β)

η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου· ή

γ)

η επεξεργασία αφορά δεδομένα τα οποία έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται , υπό την προϋπόθεση ότι είναι σημαντικά και απολύτως απαραίτητα για τον σκοπό που επιδιώκεται σε συγκεκριμένη περίπτωση . [Τροπολογία 69]

Άρθρο 8α

Επεξεργασία γενετικών δεδομένων για τον σκοπό ποινικής έρευνας ή δικαστικής διαδικασίας

1.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα γενετικά δεδομένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την εξακρίβωση γενετικής σύνδεσης στο πλαίσιο της παροχής αποδεικτικών στοιχείων, της πρόληψης απειλής κατά της δημόσιας ασφάλειας ή της αποτροπής της διάπραξης συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος. Τα γενετικά δεδομένα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διαπίστωση άλλων χαρακτηριστικών, τα οποία μπορεί να συνδέονται γενετικά.

2.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι γενετικά δεδομένα ή πληροφορίες που απορρέουν από την ανάλυση των δεδομένων αυτών μπορούν να διατηρούνται μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαίο για τους σκοπούς για τους οποίους υπόκεινται σε επεξεργασία τα δεδομένα και, όταν το εμπλεκόμενο πρόσωπο έχει καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα στρεφόμενα κατά της ζωής, της ακεραιότητας ή της ασφάλειας προσώπων, υπόκεινται σε αυστηρές περιόδους αποθήκευσης που πρέπει να καθορίζονται από το δίκαιο κράτους μέλους.

3.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα γενετικά δεδομένα ή οι πληροφορίες που απορρέουν από την ανάλυσή τους αποθηκεύονται για μεγαλύτερες περιόδους μόνον όταν τα γενετικά δεδομένα δεν μπορούν να αποδοθούν σε φυσικό πρόσωπο, ιδίως όταν ανακαλύπτονται σε τόπο εγκλήματος. [Τροπολογία 70]

Άρθρο 9

Μέτρα βασισμένα σε κατάρτιση προφίλ και αυτοματοποιημένη επεξεργασία

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν την απαγόρευση μέτρων που παράγουν δυσμενείς έννομες συνέπειες για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή θίγουν σε μεγάλο βαθμό το εν λόγω πρόσωπο, τα οποία μέτρα βασίζονται αποκλειστικά εν μέρει ή πλήρως σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών που σχετίζονται με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, εκτός εάν επιτρέπονται από νόμο ο οποίος θεσπίζει επίσης μέτρα για την κατοχύρωση των έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Η αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό την αξιολόγηση ορισμένων προσωπικών πτυχών που σχετίζονται με το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά στις ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 8.

2α.     Η αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό τον προσδιορισμό της ταυτότητας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα χωρίς αρχική υποψία ότι αυτό έχει διαπράξει ή πρόκειται να διαπράξει ποινικό αδίκημα, θεωρείται νόμιμη μόνο στον βαθμό που αυτό είναι αυστηρά αναγκαίο για τη διερεύνηση σοβαρού ποινικού αδικήματος ή για την πρόληψη σαφούς και επικείμενου κινδύνου, με βάση αντικειμενικές ενδείξεις, κατά της δημόσιας ασφάλειας, της ύπαρξης του κράτους ή της ανθρώπινης ζωής.

2β.     Απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση η κατάρτιση προφίλ το οποίο, είτε εκ προθέσεως είτε όχι, έχει ως αποτέλεσμα την εισαγωγή διακρίσεων έναντι ατόμων βάσει φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, πολιτικών φρονημάτων, θρησκείας ή πεποιθήσεων, συμμετοχής σε συνδικαλιστική οργάνωση, γενετήσιου προσανατολισμού, ή το οποίο, είτε εκ προθέσεως είτε όχι, οδηγεί σε μέτρα που επιφέρουν ανάλογο αποτέλεσμα. [Τροπολογία 71]

Άρθρο 9α

Γενικές αρχές για τα δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα θεμέλια της προστασίας δεδομένων είναι σαφή και εμπεριέχουν αδιαφιλονίκητα δικαιώματα για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα τα οποία γίνονται σεβαστά από τον υπεύθυνο της επεξεργασίας των δεδομένων. Οι διατάξεις του παρούσας οδηγίας αποσκοπούν στην ενίσχυση, στην αποσαφήνιση, στη διασφάλιση και, κατά περίπτωση, στην κωδικοποίηση των εν λόγω δικαιωμάτων.

2.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την παροχή σαφών και εύληπτων πληροφοριών όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης και διαγραφής των δεδομένων, το δικαίωμα λήψης δεδομένων, το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην αρμόδια αρχή προστασίας δεδομένων και το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής καθώς και το δικαίωμα σε αποζημίωση για ζημία που προκλήθηκε από παράνομη επεξεργασία. Τα εν λόγω δικαιώματα γενικά ασκούνται ατελώς. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας απαντά σε αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εντός εύλογης προθεσμίας. [Τροπολογία 72]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Άρθρο 10

Τρόπος άσκησης των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο ώστε να διαθέτει περιεκτικές, διαφανείς , σαφείς και εύκολα προσπελάσιμες πολιτικές όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε ενημέρωση και κάθε κοινοποίηση σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα παρέχεται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σε κατανοητή μορφή, με τη χρήση σαφούς και απλής διατύπωσης , ιδίως όταν πρόκειται για ενημέρωση που απευθύνεται ειδικά σε παιδιά .

3.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο ώστε να θεσπίζει διαδικασίες για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 11 και για την άσκηση των δικαιωμάτων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 17. Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία με αυτοματοποιημένα μέσα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβλέπει μέσα για την υποβολή των αιτημάτων με ηλεκτρονικό τρόπο.

4.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για τη συνέχεια που δίδεται στο αίτημά του αμελλητί χωρίς καθυστέρηση, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός ενός μηνός από τη λήψη του αιτήματος . Η ενημέρωση παρέχεται γραπτώς. Όταν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα υποβάλλει το αίτημα σε ηλεκτρονική μορφή, η ενημέρωση παρέχεται σε ηλεκτρονική μορφή .

5.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η ενημέρωση και οι ενέργειες που εκτελούνται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας σε συνέχεια των αιτημάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 παρέχονται και εκτελούνται ατελώς. Εάν τα αιτήματα είναι κακόβουλα προδήλως υπερβολικά , ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους ή του μεγέθους ή του όγκου του αιτήματος, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να επιβάλει την καταβολή κάποιου εύλογου τέλους λαμβάνοντας υπόψη τις διοικητικές δαπάνες για την παροχή της ενημέρωσης ή για την εκτέλεση της ζητούμενης ενέργειας, ή ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να μην εκτελέσει τη ζητούμενη ενέργεια. Στην περίπτωση αυτή, ο υπεύθυνος επεξεργασίας φέρει το βάρος της απόδειξης του κακόβουλου προδήλως υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος.

5α.     Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να ασκήσει άμεσα το δικαίωμά του κατά του υπεύθυνου επεξεργασίας ή μέσω της αρμόδιας αρχής ελέγχου. Όταν η αρχή ελέγχου ενεργεί κατόπιν αιτήματος του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η αρχή ελέγχου ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για τις διενεργηθείσες εξακριβώσεις. [Τροπολογία 73]

Άρθρο 11

Ενημέρωση του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Εάν συλλέγονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορούν συγκεκριμένο υποκείμενο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να παρέχει στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα οπωσδήποτε τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου επεξεργασίας και του υπευθύνου προστασίας δεδομένων·

β)

τη νομική βάση και τους σκοπούς της επεξεργασίας για την οποία προορίζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα·

γ)

το χρονικό διάστημα για το οποίο θα αποθηκευθούν τα δεδομένα αποθήκευσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

την ύπαρξη δικαιώματος υποβολής αιτήματος στον υπεύθυνο επεξεργασίας για πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και διόρθωση, διαγραφή ή περιορισμό της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο·

ε)

το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 39 και τα στοιχεία επικοινωνίας της εν λόγω αρχής·

στ)

τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς και πληροφορίες σχετικά με το ποιος επιτρέπεται να έχει πρόσβαση στα δεδομένα αυτά δυνάμει της νομοθεσίας της εν λόγω τρίτης χώρας ή των κανόνων του εν λόγω διεθνούς οργανισμού, την ύπαρξη ή την απουσία απόφασης περί επάρκειας από την Επιτροπή ή όταν πρόκειται για τις διαβιβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 35 ή 36, τα μέσα για να αποκτηθεί αντίγραφο των κατάλληλων εγγυήσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διαβίβαση ·

στα)

όταν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1, πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη επεξεργασίας για μέτρο του είδους που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 και τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα της εν λόγω επεξεργασίας για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, πληροφορίες σχετικά με τη συλλογιστική που χρησιμοποιήθηκε στην κατάρτιση προφίλ και το δικαίωμα να διενεργηθεί αξιολόγηση από άνθρωπο·

στβ)

πληροφορίες σχετικά με μέτρα ασφάλειας που λαμβάνονται για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ζ)

κάθε περαιτέρω πληροφορία η οποία είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της θεμιτής επεξεργασίας έναντι του προσώπου που αφορούν τα δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες υποβάλλονται σε επεξεργασία τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα παρέχονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο αυτό, επιπλέον των πληροφοριών της παραγράφου 1, σχετικά με το κατά πόσον η παροχή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι υποχρεωτική ή εθελοντική, καθώς και για τις ενδεχόμενες συνέπειες της μη παροχής τέτοιων δεδομένων.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

α)

κατά τη λήψη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται· ή

β)

εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν παρέχονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται, κατά την καταχώριση ή εντός εύλογης προθεσμίας από τη συλλογή, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν νομοθετικά μέτρα τα οποία καθυστερούν, ή περιορίζουν ή παραλείπουν την παροχή των πληροφοριών στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα , σε συγκεκριμένη περίπτωση, στον βαθμό που και εφόσον ένας τέτοιος μερικός ή πλήρης περιορισμός συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία λαμβανομένων δεόντως υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου, με σκοπό:

α)

την αποφυγή της παρακώλυσης επίσημων ή νομικών ερευνών, διερευνήσεων ή διαδικασιών·

β)

την αποφυγή της παρεμπόδισης της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης και της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων·

γ)

την προστασία της δημόσιας ασφάλειας·

δ)

την προστασία της εθνικής ασφάλειας·

ε)

την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

5.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας εκτιμά, σε κάθε επί μέρους περίπτωση, μέσω συγκεκριμένης και ατομικής εξέτασης, κατά πόσον ισχύει μερικός ή πλήρης περιορισμός για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 4. Τα κράτη μέλη μπορούν διά νόμου να καθορίζουν επίσης κατηγορίες επεξεργασίας δεδομένων οι οποίες ενδέχεται να υπάγονται εν όλω ή εν μέρει στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 στοιχεία α), β), γ) και δ) . [Τροπολογία 74]

Άρθρο 12

Δικαίωμα πρόσβασης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να εξασφαλίζει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας επιβεβαίωση σχετικά με το κατά πόσον διενεργείται επεξεργασία τη διόρθωση ή συμπλήρωση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Εάν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται όντως σε επεξεργασία, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να παρέχει τις ακόλουθες πληροφορίες , εάν δεν έχουν ήδη παρασχεθεί :

-α)

κοινοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία και κάθε διαθέσιμης πληροφορίας όσον αφορά την προέλευσή τους και, κατά περίπτωση, εύληπτων πληροφοριών σχετικά με την συλλογιστική που εφαρμόστηκε σε οποιαδήποτε αυτοματοποιημένη επεξεργασία·

-αα)

τη σημασία και τις προβλεπόμενες συνέπειες της εν λόγω επεξεργασίας, τουλάχιστον στην περίπτωση των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 9·

α)

τους σκοπούς της επεξεργασίας καθώς και τη νομική βάση για την επεξεργασία ·

β)

τις σχετικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

γ)

τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών στους οποίους γνωστοποιήθηκαν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως τους αποδέκτες σε τρίτες χώρες·

δ)

το χρονικό διάστημα αποθήκευσης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ε)

την ύπαρξη δικαιώματος υποβολής αιτήματος στον υπεύθυνο επεξεργασίας για τη διόρθωση, τη διαγραφή ή τον περιορισμό της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν το εν λόγω πρόσωπο·

στ)

το δικαίωμα υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και τα στοιχεία επικοινωνίας της εν λόγω αρχής.

ζ)

κοινοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία και κάθε διαθέσιμης πληροφορίας όσον αφορά την προέλευσή τους.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να λαμβάνει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας αντίγραφο των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα υποβάλλει το αίτημα σε ηλεκτρονική μορφή, οι πληροφορίες παρέχονται σε ηλεκτρονική μορφή, εκτός εάν το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ζητήσει κάτι διαφορετικό. [Τροπολογία 75]

Άρθρο 13

Περιορισμοί του δικαιώματος πρόσβασης

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν νομοθετικά μέτρα τα οποία περιορίζουν, εν όλω ή εν μέρει, ανάλογα με την περίπτωση, το δικαίωμα πρόσβασης του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα στον βαθμό που και για όσο διάστημα ένας τέτοιος μερικός ή πλήρης περιορισμός συνιστά απολύτως αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία λαμβανομένων δεόντως υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου, με σκοπό:

α)

την αποφυγή της παρακώλυσης επίσημων ή νομικών ερευνών, διερευνήσεων ή διαδικασιών·

β)

την αποφυγή της παρεμπόδισης της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης και της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων·

γ)

την προστασία της δημόσιας ασφάλειας·

δ)

την προστασία της εθνικής ασφάλειας·

ε)

την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

2.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας εκτιμά, σε κάθε επί μέρους περίπτωση, μέσω συγκεκριμένης και ατομικής εξέτασης, κατά πόσον ισχύει μερικός ή πλήρης περιορισμός για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να καθορίζουν διά νόμου κατηγορίες επεξεργασίας δεδομένων οι οποίες ενδέχεται να υπάγονται εν όλω ή εν μέρει στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ) .

3.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει εγγράφως το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για κάθε άρνηση ή περιορισμό πρόσβασης, για τους λόγους την εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση της άρνησης και για τις δυνατότητες υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και επιδίωξης δικαστικής προσφυγής. Οι πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφαση μπορεί να παραλείπονται εάν η παροχή τέτοιων πληροφοριών υπονομεύει έναν από τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει την εκτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2, καθώς και τους λόγους για τους οποίους παραλείπεται περιορίζεται η κοινοποίηση των πραγματικών ή νομικών λόγων επί των οποίων βασίζεται η απόφαση. Οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση των εθνικών αρχών ελέγχου. [Τροπολογία 76]

Άρθρο 14

Τρόπος άσκησης του δικαιώματος πρόσβασης

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να ζητεί, ανά πάσα στιγμή, ειδικότερα στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο στα άρθρα 12 και 13, από την αρχή ελέγχου να ελέγξει τη νομιμότητα της επεξεργασίας.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για το δικαίωμα να ζητήσει την παρέμβαση της αρχής ελέγχου δυνάμει της παραγράφου 1.

3.   Όταν ασκείται το δικαίωμα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η αρχή ελέγχου ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα οπωσδήποτε για το ότι η αρχή ελέγχου διενήργησε όλες τις αναγκαίες επαληθεύσεις, καθώς και σχετικά με το αποτέλεσμα του ελέγχου της νομιμότητας της σχετικής επεξεργασίας. Η αρχή ελέγχου ενημερώνει επίσης το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για το δικαίωμά του να ασκήσει δικαστική προσφυγή.

3α.     Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να ασκεί άμεσα το δικαίωμα αυτό κατά του υπεύθυνου επεξεργασίας ή μέσω της αρμόδιας εθνικής αρχής ελέγχου.

3β.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρέχεται εύλογη προθεσμία στον υπεύθυνο επεξεργασίας για να απαντά σε αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 77]

Άρθρο 15

Δικαίωμα διόρθωσης και συμπλήρωσης

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να εξασφαλίζει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη διόρθωση ή τη συμπλήρωση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και τα οποία είναι ανακριβή. Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δικαιούται να εξασφαλίσει τη συμπλήρωση ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή ελλιπή , μεταξύ άλλων υπό τη μορφή συμπληρωματικής ή διορθωτικής δήλωσης.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει εγγράφως το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εγγράφως, με εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση για κάθε άρνηση διόρθωσης ή συμπλήρωσης της επεξεργασίας , για τους λόγους της άρνησης και για τις δυνατότητες υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και επιδίωξης δικαστικής προσφυγής.

2α.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας κοινοποιεί οιαδήποτε διόρθωση σε κάθε αποδέκτη στον οποίο έχουν κοινολογηθεί τα δεδομένα, εκτός εάν αυτό αποδειχθεί αδύνατο ή περιλαμβάνει δυσανάλογη προσπάθεια.

2β.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας κοινοποιεί τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τρίτο από τον οποίο προέρχονται τα ανακριβή δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

2γ.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να ασκεί το δικαίωμα αυτό και μέσω της αρμόδιας εθνικής αρχής ελέγχου. [Τροπολογία 78]

Άρθρο 16

Δικαίωμα διαγραφής

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να εξασφαλίζει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν εάν η επεξεργασία δεν είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 στοιχεία α) έως ε), του άρθρου 7 και του άρθρου 8 σύμφωνα με τα άρθρα 4, 6 και 7 έως 8 της παρούσας οδηγίας.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβαίνει στη διαγραφή αμελλητί. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν διαδίδει περαιτέρω τα δεδομένα αυτά.

3.   Αντί της διαγραφής, ο υπεύθυνος επεξεργασίας επισημαίνει τα δεδομένα περιορίζει την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, εάν:

α)

η ακρίβειά τους αμφισβητείται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, για διάστημα το οποίο επιτρέπει στον υπεύθυνο επεξεργασίας να επαληθεύσει την ακρίβεια των δεδομένων·

β)

τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να διατηρηθούν για αποδεικτικούς σκοπούς προσκόμισης αποδείξεων ή για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου ατόμου .

γ)

το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα αντιτάσσεται στη διαγραφή τους και ζητεί, αντ’ αυτής, τον περιορισμό της χρήσης τους.

3α.     Εάν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα πριν από την άρση του περιορισμού της επεξεργασίας.

4.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εγγράφως , με εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση, για κάθε άρνηση διαγραφής ή επισήμανσης περιορισμού της επεξεργασίας, για τους λόγους της άρνησης και για τις δυνατότητες υποβολής καταγγελίας στην αρχή ελέγχου και επιδίωξης δικαστικής προσφυγής.

4α.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας κοινοποιεί στους αποδέκτες στους οποίους έχουν σταλεί τα δεδομένα αυτά οιαδήποτε διαγραφή ή περιορισμό διενεργήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1, εκτός εάν αυτό αποδειχθεί αδύνατο ή περιλαμβάνει δυσανάλογη προσπάθεια. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σχετικά με τους εν λόγω τρίτους.

4β.     Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να ασκεί άμεσα το δικαίωμα αυτό κατά του υπεύθυνου επεξεργασίας ή μέσω της αρμόδιας εθνικής αρχής ελέγχου. [Τροπολογία 79]

Άρθρο 17

Δικαιώματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα σε ποινικές έρευνες και διαδικασίες

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι τα δικαιώματα ενημέρωσης, πρόσβασης, διόρθωσης, διαγραφής και περιορισμού της επεξεργασίας, τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 11 έως 16, ασκούνται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες περί δικαστικής διαδικασίας εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα περιέχονται σε δικαστική απόφαση ή αρχείο το οποίο υποβάλλεται σε επεξεργασία στο πλαίσιο ποινικής έρευνας ή διαδικασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΩΝ ΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ

Άρθρο 18

Ευθύνη του υπευθύνου επεξεργασίας

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας θεσπίζει πολιτικές και εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίζει και να είναι σε θέση να καταδεικνύει, με διαφάνεια, για κάθε πράξη επεξεργασίας, ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας , τόσο κατά τον καθορισμό των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά την ίδια την επεξεργασία .

2.   Τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν, ειδικότερα, τα ακόλουθα:

α)

τήρηση της τεκμηρίωσης δυνάμει του άρθρου 23·

αα)

διενέργεια εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 25α·

β)

συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις προηγούμενης διαβούλευσης δυνάμει του άρθρου 26·

γ)

εφαρμογή των απαιτήσεων για την ασφάλεια των δεδομένων οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 27·

δ)

διορισμό υπευθύνου επεξεργασίας δεδομένων δυνάμει του άρθρου 30·

δα)

κατάρτιση και εφαρμογή ειδικών εγγυήσεων όσον αφορά την διαχείριση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν παιδιά, όποτε αυτό αποδεικνύεται σκόπιμο.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μηχανισμούς οι οποίοι διασφαλίζουν τον έλεγχο της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται από ανεξάρτητους εσωτερικούς ή εξωτερικούς ελεγκτές, εφόσον κάτι τέτοιο συνιστά αναλογικό μέτρο. [Τροπολογία 80]

Άρθρο 19

Προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, έχοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας, και το κόστος εφαρμογής το τρέχον επίπεδο τεχνικών γνώσεων, τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές και τους κινδύνους που συνεπάγεται η επεξεργασία δεδομένων , ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει και ο εκτελών την επεξεργασία εάν υπάρχει εφαρμόζουν, τόσο κατά τον καθορισμό των σκοπών και των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά την ίδια την επεξεργασία, κατάλληλα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και διαδικασίες κατά τρόπον ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα , ιδιαίτερα σε σχέση με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 4. Η προστασία δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τον πλήρη κύκλο ζωής της διαχείρισης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη συλλογή έως την επεξεργασία και τη διαγραφή, εστιάζοντας συστηματικά σε εκτεταμένες διαδικαστικές εγγυήσεις ως προς την ακρίβεια, την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα, την υλική ασφάλεια και τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας έχει διενεργήσει εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων δυνάμει του άρθρου 25α, τα αποτελέσματα λαμβάνονται υπόψη κατά την εκπόνηση των εν λόγω μέτρων και διαδικασιών .

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφαρμόζει μηχανισμούς ώστε να διασφαλίζεται διασφαλίζει ότι, εξ ορισμού, υποβάλλονται σε επεξεργασία μόνον εκείνα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία είναι αναγκαία για κάθε επί μέρους σκοπό της επεξεργασίας και ότι τα εν λόγω δεδομένα δεν συλλέγονται ούτε διατηρούνται ή διαδίδονται πέραν του ελάχιστου απαραίτητου ορίου για τους σκοπούς της επεξεργασίας αυτούς, τόσο από την άποψη της ποσότητας των δεδομένων όσο και του χρόνου αποθήκευσής τους . Ειδικότερα, οι εν λόγω μηχανισμοί διασφαλίζουν ότι, εξ ορισμού, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν καθίστανται προσπελάσιμα σε αόριστο αριθμό φυσικών προσώπων και ότι τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν τη διανομή των δικών τους δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα . [Τροπολογία 81]

Άρθρο 20

Από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας

1.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας καθορίζει τους σκοπούς, τις προϋποθέσεις και τα μέσα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από κοινού με άλλους, οι από κοινού υπεύθυνοι επεξεργασίας πρέπει να καθορίζουν , με γραπτή συμφωνία δεσμευτικού χαρακτήρα, τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους για τη συμμόρφωση προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς άσκησης των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, μέσω νομικά δεσμευτικής μεταξύ τους συμφωνίας.

2.     Το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να ασκεί τα δικαιώματά του δυνάμει της παρούσας οδηγίας σε σχέση και έναντι καθενός από οιουσδήποτε δύο ή περισσότερους από κοινού υπεύθυνους επεξεργασίας, εκτός εάν έχει ενημερωθεί ποιος από τους δύο από κοινού υπεύθυνους επεξεργασίας είναι αρμόδιος σύμφωνα με την παράγραφο 1. [Τροπολογία 82]

Άρθρο 21

Εκτελών την επεξεργασία

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, εάν μια πράξη επεξεργασίας πρόκειται να εκτελεσθεί για λογαριασμό υπευθύνου επεξεργασίας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να επιλέγει έναν εκτελούντα την επεξεργασία ο οποίος παρέχει επαρκείς εγγυήσεις για την εφαρμογή κατάλληλων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων και διαδικασιών, κατά τρόπον ώστε η επεξεργασία να πληροί τις απαιτήσεις των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να διασφαλίζεται η προστασία των δικαιωμάτων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα , ιδίως σε σχέση με τα τεχνικά μέτρα ασφάλειας και τα οργανωτικά μέτρα που διέπουν την επεξεργασία που πρέπει να πραγματοποιηθεί και για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα εν λόγω μέτρα .

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η εκτέλεση της επεξεργασίας από εκτελούντα μέσω εκτελούντος την επεξεργασία διέπεται υποχρεωτικά από σύμβαση ή δικαιοπραξία η οποία συνδέει τον εκτελούντα την επεξεργασία με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, προβλέπει δε ειδικότερα ότι ο εκτελών την επεξεργασία:

α)

ενεργεί μόνον κατ’ εντολή του υπευθύνου επεξεργασίας ιδίως εάν η διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που χρησιμοποιούνται απαγορεύεται·

β)

απασχολεί μόνο προσωπικό που έχει συμφωνήσει να δεσμεύεται από υποχρέωση εμπιστευτικότητας ή υπόκειται σε νομικά κατοχυρωμένη υποχρέωση εμπιστευτικότητας·

γ)

λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα δυνάμει του άρθρου 27·

δ)

χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες άλλου εκτελούντος την επεξεργασία μόνο με την άδεια του υπευθύνου επεξεργασίας και, ως εκ τούτου, ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας σχετικά με την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες άλλου εκτελούντος την επεξεργασία εγκαίρως ώστε ο υπεύθυνος επεξεργασίας να έχει τη δυνατότητα να διατυπώσει αντιρρήσεις·

ε)

στον βαθμό που είναι εφικτό, λαμβανομένης υπόψη της φύσης της επεξεργασίας, εγκρίνει, σε συμφωνία με τον υπεύθυνο επεξεργασίας, τις αναγκαίες τεχνικές και οργανωτικές προϋποθέσεις για την εκπλήρωση της υποχρέωσης του υπευθύνου επεξεργασίας να απαντά σε αιτήματα που υποβάλλονται από το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα με στόχο την άσκηση των προβλεπόμενων στο κεφάλαιο III δικαιωμάτων του·

στ)

επικουρεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας στη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 25α έως 29·

ζ)

επιστρέφει όλα τα αποτελέσματα στον υπεύθυνο επεξεργασίας μετά το πέρας της επεξεργασίας και δεν επεξεργάζεται άλλως πως τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και διαγράφει τα υπάρχοντα αντίγραφα εκτός εάν το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους απαιτεί την αποθήκευσή τους·

η)

θέτει στη διάθεση του υπευθύνου επεξεργασίας και της αρχής ελέγχου κάθε απαραίτητη πληροφορία για την επαλήθευση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στο παρόν άρθρο·

θ)

λαμβάνει υπόψη την αρχή της προστασίας των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού.

2α.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία τεκμηριώνουν εγγράφως τις εντολές του υπευθύνου επεξεργασίας και την υποχρέωση του εκτελούντος την επεξεργασία οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2.

3.   Εάν ο εκτελών την επεξεργασία επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πέραν των εντολών του υπευθύνου επεξεργασίας, ο εκτελών την επεξεργασία θεωρείται υπεύθυνος επεξεργασίας σε σχέση με τη συγκεκριμένη επεξεργασία και υπάγεται στους κανόνες για τους από κοινού υπευθύνους επεξεργασίας οι οποίοι προβλέπονται στο άρθρο 20. [Τροπολογία 83]

Άρθρο 22

Επεξεργασία υπό την εποπτεία του υπευθύνου της επεξεργασίας και του εκτελούντος την επεξεργασία

1.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο εκτελών την επεξεργασία και κάθε πρόσωπο που ενεργεί υπό την εποπτεία του υπευθύνου επεξεργασίας ή του εκτελούντος την επεξεργασία και το οποίο έχει πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να τα επεξεργάζεται μόνον κατ’ εντολή του υπευθύνου επεξεργασίας ή εφόσον υπέχει τέτοια υποχρέωση με βάση το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο κράτους μέλους.

1α.     Όταν ο εκτελών την επεξεργασία είναι ή καθίσταται καθοριστικό μέρος σε σχέση με τους σκοπούς, τα μέσα ή τις μεθόδους επεξεργασίας των δεδομένων ή δεν ενεργεί αποκλειστικά βάσει των οδηγιών του υπευθύνου επεξεργασίας, θεωρείται από κοινού υπεύθυνος επεξεργασίας δυνάμει του άρθρου 20. [Τροπολογία 84]

Άρθρο 23

Τεκμηρίωση

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας και κάθε εκτελών την επεξεργασία διατηρεί τεκμηρίωση όλων των συστημάτων και διαδικασιών επεξεργασίας που τελούν υπό την ευθύνη του.

2.   Η τεκμηρίωση περιέχει οπωσδήποτε τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου επεξεργασίας, ή οποιουδήποτε από κοινού υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία·

αα)

νομικά δεσμευτική συμφωνία, στην περίπτωση από κοινού υπευθύνων για την επεξεργασία· κατάσταση των εκτελούντων την επεξεργασία και των δραστηριοτήτων που επιτελούνται από τους εκτελούντες την επεξεργασία·

β)

τους σκοπούς της επεξεργασίας·

βα)

αναφορά των μερών του οργανισμού στον οποίο ανήκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία και στον οποίο έχει ανατεθεί η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για συγκεκριμένο σκοπό·

ββ)

περιγραφή της κατηγορίας ή των κατηγοριών των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και των δεδομένων ή κατηγοριών δεδομένων που αναφέρονται σε αυτά·

γ)

τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

γα)

κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με την ύπαρξη κατάρτισης προφίλ, μέτρων που βασίζονται σε κατάρτιση προφίλ και μηχανισμών διατύπωσης αντιρρήσεων στην κατάρτιση προφίλ·

γβ)

κατανοητές πληροφορίες σχετικά με τη συλλογιστική κάθε αυτοματοποιημένης επεξεργασίας·

δ)

τις διαβιβάσεις δεδομένων προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, συμπεριλαμβανομένου προσδιορισμού της εν λόγω τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού και τους νομικούς λόγους βάσει των οποίων διαβιβάζονται τα δεδομένα · όταν η διαβίβαση βασίζεται στα άρθρα 35 ή 36 της παρούσας οδηγίας, παρέχεται ουσιαστική εξήγηση ·

δα)

τις προθεσμίες για τη διαγραφή των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων·

δβ)

τα αποτελέσματα των ελέγχων των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1·

δγ)

αναφορά της νομικής βάσης της πράξης επεξεργασίας για την οποία προορίζονται τα δεδομένα.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία καθιστούν θέτουν την τεκμηρίωση διαθέσιμη στο σύνολό της στη διάθεση της αρχής ελέγχου , κατόπιν αιτήματος, στην αρχή ελέγχου. [Τροπολογία 85]

Άρθρο 24

Τήρηση αρχείων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τηρούνται αρχεία τουλάχιστον για τις ακόλουθες πράξεις επεξεργασίας: συλλογή, μεταβολή, αναζήτηση πληροφοριών, κοινολόγηση, συνδυασμός ή διαγραφή. Τα αρχεία αναζήτησης πληροφοριών και κοινολόγησης καταδεικνύουν ειδικότερα τον σκοπό, την ημερομηνία και την ώρα των εν λόγω πράξεων και, στον βαθμό του εφικτού, την ταυτότητα του προσώπου που αναζήτησε πληροφορίες ή κοινολόγησε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα , και την ταυτότητα των αποδεκτών των εν λόγω δεδομένων .

2.   Τα αρχεία χρησιμοποιούνται μόνον για σκοπούς επαλήθευσης της νομιμότητας της επεξεργασίας δεδομένων, αυτοπαρακολούθησης και διασφάλισης της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δεδομένων ή για σκοπούς ελέγχου, είτε από τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων είτε από την αρχή προστασίας δεδομένων .

2α.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία θέτουν τα αρχεία στη διάθεση της αρχής ελέγχου, κατόπιν αιτήματος. [Τροπολογία 86]

Άρθρο 25

Συνεργασία με την αρχή ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία συνεργάζονται, κατόπιν αιτήματος, με την αρχή ελέγχου για την άσκηση των καθηκόντων της, ιδίως παρέχοντας όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων της αρχής ελέγχου αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) και παρέχοντας πρόσβαση όπως προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο β) .

2.   Ως απόκριση στην άσκηση των εξουσιών της αρχής ελέγχου βάσει του άρθρου 46 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία απαντούν στην αρχή ελέγχου εντός εύλογης προθεσμίας η οποία προσδιορίζεται από την αρχή ελέγχου . Η απάντηση περιλαμβάνει περιγραφή των ληφθέντων μέτρων και των επιτευχθέντων αποτελεσμάτων, ως απόκριση στις παρατηρήσεις της αρχής ελέγχου. [Τροπολογία 87]

Άρθρο 25α

Εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία δεδομένων

1.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία ενεργώντας για λογαριασμό του υπευθύνου επεξεργασίας, διενεργεί εκτίμηση επιπτώσεων των συστημάτων και διαδικασιών επεξεργασίας στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όταν οι πράξεις επεξεργασίας ενέχουν πιθανώς συγκεκριμένους κινδύνους για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα λόγω της φύσης τους, της έκτασης ή των σκοπών τους, πριν από νέες πράξεις επεξεργασίας ή το νωρίτερο δυνατόν στην περίπτωση υφισταμένων πράξεων επεξεργασίας.

2.     Ειδικότερα, οι ακόλουθες πράξεις επεξεργασίας είναι πιθανό να ενέχουν συγκεκριμένους κινδύνους όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1:

α)

επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε συστήματα αρχειοθέτησης μεγάλης κλίμακας για τους σκοπούς της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων και εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων·

β)

επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως εμφαίνεται στο άρθρο 8, δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν παιδιά και βιομετρικών δεδομένων και δεδομένων θέσης για τους σκοπούς της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων και της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων·

γ)

αξιολόγηση των πτυχών προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν φυσικό πρόσωπο ή προορίζονται για την ανάλυση ή την πρόληψη ειδικότερα της συμπεριφοράς του φυσικού προσώπου, που βασίζεται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία και ενδέχεται να οδηγήσει σε μέτρα που θα έχουν νομικές επιπτώσεις για το εν λόγω φυσικό πρόσωπο ή να το επηρεάσουν σημαντικά·

δ)

παρακολούθηση δημόσια προσπελάσιμων χώρων, ιδίως με τη χρήση οπτικοηλεκτρονικών συσκευών (επιτήρηση με βίντεο)· ή

ε)

άλλες πράξεις επεξεργασίας για τις οποίες απαιτείται διαβούλευση με την αρχή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 1.

3.     Η εκτίμηση περιέχει τουλάχιστον:

α)

συστηματική περιγραφή των προβλεπόμενων πράξεων επεξεργασίας·

β)

εκτίμηση της αναγκαιότητας και αναλογικότητας των πράξεων επεξεργασίας σε σχέση με τους σκοπούς·

γ)

εκτίμηση των κινδύνων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και τα προβλεπόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση των κινδύνων αυτών και την ελαχιστοποίηση του όγκου των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία·

δ)

μέτρα ασφαλείας και μηχανισμούς για να διασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να καταδεικνύεται η συμμόρφωση προς τις διατάξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα έννομα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων και άλλων ενδιαφερόμενων προσώπων·

ε)

γενική αναφορά στις προθεσμίες για τη διαγραφή των διαφόρων κατηγοριών δεδομένων·

στ)

κατά περίπτωση, κατάλογο των σχεδιαζόμενων διαβιβάσεων δεδομένων σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, περιλαμβανομένων του προσδιορισμού της εν λόγω τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού και, σε περίπτωση διαβιβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 2, την τεκμηρίωση για τις κατάλληλες εγγυήσεις.

4.     Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία έχει ορίσει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων, αυτός συμμετέχει στη διεργασία της εκτίμησης των επιπτώσεων.

5.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας διαβουλεύεται με το κοινό σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επεξεργασία, με την επιφύλαξη της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος ή της ασφάλειας των πράξεων επεξεργασίας.

6.     Με την επιφύλαξη της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος ή της ασφάλειας των πράξεων επεξεργασίας, η εκτίμηση καθίσταται εύκολα προσπελάσιμη από το κοινό.

7.     Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει, αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 56 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των προϋποθέσεων σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας που πιθανώς ενέχουν τους συγκεκριμένους κινδύνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, καθώς και των απαιτήσεων για την εκτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων για επεκτασιμότητα, επαλήθευση και δυνατότητα ελέγχου. [Τροπολογία 88]

Άρθρο 26

Προηγούμενη διαβούλευση με την αρχή ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διαβουλεύεται με την αρχή ελέγχου πριν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τα οποία θα περιληφθούν σε νέο σύστημα αρχειοθέτησης που πρόκειται να δημιουργηθεί, εφόσον προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και, ιδίως, να μετριάζονται οι σχετικοί κίνδυνοι για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, όταν :

α)

πρόκειται να υποβληθούν σε επεξεργασία ειδικές κατηγορίες δεδομένων οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 8 η εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 25α, υποδεικνύει ότι οι πράξεις επεξεργασίας ενδέχεται, λόγω της φύσης, της έκτασης ή/και των σκοπών τους, να ενέχουν υψηλό βαθμό συγκεκριμένων κινδύνων· ή

β)

ο τύπος επεξεργασίας, ιδίως με τη χρήση νέων τεχνολογιών, μηχανισμών ή διαδικασιών, ενέχει άλλους ειδικούς η αρχή ελέγχου θεωρεί απαραίτητη τη διενέργεια προηγούμενης διαβούλευσης για συγκεκριμένες πράξεις επεξεργασίας, οι οποίες πιθανώς ενέχουν συγκεκριμένους κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες, ιδίως για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα λόγω της φύσης, της έκτασης ή των σκοπών τους .

1α.     Εάν η αρχή ελέγχου εκτιμά σύμφωνα με την αρμοδιότητά της ότι η σχεδιαζόμενη επεξεργασία δεν συμμορφώνεται προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και ιδίως εάν οι κίνδυνοι δεν προσδιορίζονται ούτε μετριάζονται επαρκώς, η αρχή ελέγχου απαγορεύει τη σχεδιαζόμενη επεξεργασία και διατυπώνει κατάλληλες προτάσεις για την επανόρθωση αυτής της έλλειψης συμμόρφωσης.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η αρχή ελέγχου , μετά από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, καταρτίζει κατάλογο των πράξεων επεξεργασίας οι οποίες υπόκεινται σε προηγούμενη διαβούλευση δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β) .

2α.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία παρέχουν στην αρχή ελέγχου την εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 25α, και, κατόπιν αιτήματος, οποιαδήποτε άλλη πληροφορία, η οποία επιτρέπει στην αρχή ελέγχου να αξιολογήσει τη συμμόρφωση της επεξεργασίας και, ιδίως, τους κινδύνους για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του προσώπου στο οποίο αυτά αναφέρονται και τις σχετικές εγγυήσεις.

2β.     Εάν η αρχή ελέγχου φρονεί ότι η σχεδιαζόμενη επεξεργασία δεν είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ή ότι οι κίνδυνοι δεν προσδιορίζονται ούτε μετριάζονται επαρκώς, η αρχή αυτή διατυπώνει κατάλληλες προτάσεις για την επανόρθωση αυτής της έλλειψης συμμόρφωσης.

2γ.     Τα κράτη μέλη μπορούν να διαβουλεύονται με την αρχή ελέγχου κατά την εκπόνηση νομοθετικού μέτρου, το οποίο πρόκειται να εγκριθεί από το εθνικό κοινοβούλιο ή μέτρου βασισμένου σε ένα τέτοιο νομοθετικό μέτρο, το οποίο ορίζει τη φύση της διαδικασίας, προκειμένου να διασφαλίζεται συμμόρφωση της σχεδιαζόμενης επεξεργασίας προς την παρούσα οδηγία και, ιδίως, να μετριάζονται οι σχετικοί κίνδυνοι για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 89]

ΤΜΗΜΑ 2

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 27

Ασφάλεια επεξεργασίας

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και διαδικασίες ώστε να διασφαλίζουν επίπεδο προστασίας κατάλληλο προς τους κινδύνους που αντιπροσωπεύει η επεξεργασία και τη φύση των δεδομένων που πρέπει να προστατευθούν, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της τεχνολογίας και το κόστος της εφαρμογής τους.

2.   Σε σχέση με την αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων, κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι ο υπεύθυνος της επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία εφαρμόζει, κατόπιν αξιολόγησης των κινδύνων, μέτρα με σκοπό:

α)

την απαγόρευση της πρόσβασης μη εξουσιοδοτημένων προσώπων σε εξοπλισμό επεξεργασίας δεδομένων που χρησιμοποιείται για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος πρόσβασης σε εξοπλισμό)·

β)

την αποφυγή της μη επιτρεπόμενης ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή αφαίρεσης υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος υποθεμάτων δεδομένων)·

γ)

την αποφυγή της μη επιτρεπόμενης εισαγωγής δεδομένων και του μη επιτρεπόμενου ελέγχου, τροποποίησης ή διαγραφής αποθηκευμένων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (έλεγχος αποθήκευσης)·

δ)

την αποφυγή της χρήσης συστημάτων αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα που χρησιμοποιούν εξοπλισμό επικοινωνίας δεδομένων (έλεγχος χρηστών)·

ε)

την εξασφάλιση ότι πρόσωπα εξουσιοδοτημένα να χρησιμοποιούν ένα σύστημα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων έχουν πρόσβαση μόνον σε δεδομένα που καλύπτει η εξουσιοδότηση πρόσβασής τους (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα)·

στ)

την εξασφάλιση ότι είναι δυνατό να επαληθευθεί και να εξακριβωθεί σε ποιους φορείς διαβιβάσθηκαν ή διατέθηκαν ή ενδέχεται να διαβιβασθούν ή να διατεθούν δεδομένα με τη χρήση εξοπλισμού επικοινωνίας δεδομένων (έλεγχος επικοινωνίας)·

ζ)

την εξασφάλιση ότι μπορεί να επαληθευθεί και να εξακριβωθεί εκ των υστέρων ποια δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα εισήχθησαν σε συστήματα αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων, καθώς και πότε και από ποιον εισήχθησαν τα δεδομένα (έλεγχος εισαγωγής)·

η)

την αποφυγή μη επιτρεπόμενης ανάγνωσης, αντιγραφής, τροποποίησης ή διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων δεδομένων (έλεγχος μεταφοράς)·

θ)

την εξασφάλιση ότι τα εγκαταστημένα συστήματα μπορούν να αποκατασταθούν σε περίπτωση διακοπής της λειτουργίας τους (αποκατάσταση)·

ι)

την εξασφάλιση ότι οι λειτουργίες του συστήματος εκτελούνται, ότι η εμφάνιση σφαλμάτων στις λειτουργίες αναφέρεται (αξιοπιστία) και ότι τα αποθηκευμένα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν μπορούν να αλλοιωθούν λόγω δυσλειτουργίας του συστήματος (ακεραιότητα)·

ια)

την εξασφάλιση ότι στην περίπτωση της επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 8, πρέπει να λαμβάνονται πρόσθετα μέτρα ασφαλείας για να διασφαλίζεται η αντίληψη των καταστάσεων κινδύνου και η δυνατότητα λήψης προληπτικών, διορθωτικών και ελαφρυντικών μέτρων σε σχεδόν πραγματικό χρόνο για την αντιμετώπιση των τρωτών σημείων ή των βλαβών που ανιχνεύονται και θα μπορούσαν να συνεπάγονται κίνδυνο για τα δεδομένα.

2α.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο εκτελών την επεξεργασία μπορεί να διορίζεται μόνον εφόσον παρέχει εχέγγυα ότι λαμβάνει τα απαιτούμενα δυνάμει της παραγράφου 1 τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και τηρεί τις οδηγίες που προβλέπει το άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο α). Η αρμόδια αρχή ελέγχει τον εκτελούντα την επεξεργασία εν προκειμένω.

3.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει, εάν απαιτείται, εκτελεστικές πράξεις για την εξειδίκευση των απαιτήσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 σε διάφορες καταστάσεις, ιδίως σε σχέση με τα πρότυπα κρυπτογράφησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 2. [Τροπολογία 90]

Άρθρο 28

Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην αρχή ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί στην αρχή ελέγχου την παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αμελλητί και, ει δυνατόν, το αργότερο εντός 24 ωρών από τη στιγμή που την αντελήφθη. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρέχει, κατόπιν αιτήματος, στην αρχή ελέγχου εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση στις σε περιπτώσεις στις οποίες η γνωστοποίηση δεν πραγματοποιείται εντός 24 ωρών οιασδήποτε καθυστέρησης .

2.   Ο εκτελών την επεξεργασία ειδοποιεί και ενημερώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας αμέσως μόλις αντιληφθεί παραβίαση μετά τη διαπίστωση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρέπει, κατ’ ελάχιστο:

α)

να περιγράφει τη φύση της παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών και του αριθμού των ενδιαφερόμενων προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, και των κατηγοριών και του αριθμού των σχετικών αρχείων δεδομένων·

β)

να διευκρινίζει την ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 30 ή άλλου σημείου επικοινωνίας από το οποίο μπορούν να εξασφαλισθούν περισσότερες πληροφορίες·

γ)

να συνιστά μέτρα για τον μετριασμό των ενδεχόμενων δυσμενών συνεπειών της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

να περιγράφει τις ενδεχόμενες συνέπειες της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ε)

να περιγράφει τα μέτρα που προτείνονται ή που λήφθηκαν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την αντιμετώπιση της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να μετριάζει τις συνέπειές της .

Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να παρασχεθούν όλες οι πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να συμπληρώσει την κοινοποίηση σε δεύτερη φάση.

4.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας τεκμηριώνει κάθε παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αναφέροντας τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν την παραβίαση, τις συνέπειές της και τα ληφθέντα μέτρα επανόρθωσης. Η εν λόγω τεκμηρίωση πρέπει να είναι επαρκής ώστε να επιτρέπει στην αρχή ελέγχου να ελέγχει τη συμμόρφωση προς το παρόν άρθρο. Η τεκμηρίωση περιέχει μόνον τις απαραίτητες πληροφορίες για τον συγκεκριμένο σκοπό.

4α.     Η αρχή ελέγχου τηρεί δημόσιο μητρώο των τύπων παραβιάσεων που γνωστοποιήθηκαν.

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει , αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 56 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων και των απαιτήσεων σχετικά με τη διαπίστωση της παραβίασης δεδομένων που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 και σχετικά με τις ειδικές συνθήκες υπό τις οποίες ο υπεύθυνος επεξεργασίας και ο εκτελών την επεξεργασία υποχρεούνται να γνωστοποιούν την παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

6.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τυποποιημένο μορφότυπο για την εν λόγω γνωστοποίηση στην αρχή ελέγχου, τις εφαρμοστέες διαδικασίες στην απαίτηση γνωστοποίησης, καθώς και τη μορφή και τον τρόπο της τεκμηρίωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών που ισχύουν για τη διαγραφή των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 2. [Τροπολογία 91]

Άρθρο 29

Γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, όταν η παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι πιθανό να επηρεάσει δυσμενώς την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ή την ιδιωτική ζωή , τα δικαιώματα ή τα έννομα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ο υπεύθυνος επεξεργασίας γνωστοποιεί αμελλητί, μετά τη γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 28, την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

2.   Η γνωστοποίηση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι περιεκτική και χρησιμοποιεί σαφή και απλή διατύπωση. Περιγράφει τη φύση της παραβίασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιέχει οπωσδήποτε τις πληροφορίες και τις συστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφος 3 στοιχεία β), και γ) και δ) και πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος αποζημίωσης .

3.   Η γνωστοποίηση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα δεν απαιτείται εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας αποδεικνύει με τρόπο που πείθει την αρχή ελέγχου ότι εφάρμοσε κατάλληλα τεχνολογικά μέτρα προστασίας και ότι τα εν λόγω μέτρα εφαρμόσθηκαν στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία αφορά η συγκεκριμένη παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα εν λόγω τεχνολογικά μέτρα προστασίας πρέπει να καθιστούν τα δεδομένα ακατανόητα σε οποιοδήποτε πρόσωπο δεν διαθέτει εξουσία πρόσβασης σε αυτά.

3α.     Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης του υπευθύνου επεξεργασίας να γνωστοποιεί την παραβίαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν έχει ακόμη ειδοποιήσει το συγκεκριμένο πρόσωπο για την παραβίαση των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα, η αρχή ελέγχου δύναται, αφού εξετάσει τις ενδεχόμενες δυσμενείς συνέπειες της παραβίασης, να απαιτήσει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας να το πράξει.

4.   Η γνωστοποίηση στο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να καθυστερήσει, ή να περιορισθεί ή να παραλειφθεί για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 4. [Τροπολογία 92]

ΤΜΗΜΑ 3

ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 30

Διορισμός του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διορίζει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων.

2.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων διορίζεται βάσει επαγγελματικών προσόντων και, ιδίως, με βάση την εμπειρογνωσία που διαθέτει στον τομέα του δικαίου και των πρακτικών προστασίας των δεδομένων και την ικανότητα άσκησης των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 32. Το αναγκαίο επίπεδο εμπειρογνωσίας καθορίζεται ειδικότερα ανάλογα με την επεξεργασία δεδομένων που διενεργείται και από την προστασία την οποία απαιτούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζονται ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία.

2α.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζει ότι κάθε άλλο επαγγελματικό καθήκον του υπευθύνου προστασίας δεδομένων είναι συμβατό προς τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του προσώπου αυτού ως υπευθύνου προστασίας δεδομένων και δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων.

2β.     Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων διορίζεται για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων ετών και μπορεί να διορισθεί εκ νέου για περαιτέρω θητείες. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να απομακρυνθεί από τη θέση του μόνον εάν δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του.

2γ.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα να επικοινωνεί με τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων σχετικά με όλα τα ζητήματα που συνδέονται με την επεξεργασία των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα.

3.   Ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων μπορεί να διορισθεί για περισσότερες οντότητες, λαμβανομένης υπόψη της οργανωτικής δομής της αρμόδιας αρχής.

3α.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία κοινοποιούν το όνομα και τα στοιχεία επικοινωνίας του υπευθύνου προστασίας δεδομένων στην αρχή ελέγχου και στο κοινό. [Τροπολογία 93]

Άρθρο 31

Θέση του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων συμμετέχει δεόντως και εγκαίρως σε όλα τα ζητήματα τα οποία σχετίζονται με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία διασφαλίζει ότι ο υπεύθυνος προστασίας δεδομένων διαθέτει τα μέσα για να εκτελεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 32 αποτελεσματικά και ανεξάρτητα, και ότι δεν λαμβάνει εντολές όσον αφορά την άσκηση των καθηκόντων του.

2α.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία στηρίζουν τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων στην άσκηση των καθηκόντων του και παρέχουν όλα τα μέσα, μεταξύ άλλων προσωπικό, εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, συνεχή επαγγελματική κατάρτιση και κάθε άλλο πόρο που είναι απαραίτητος για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 32, αλλά και για τη διατήρηση των επαγγελματικών του γνώσεων. [Τροπολογία 94]

Άρθρο 32

Καθήκοντα του υπευθύνου προστασίας δεδομένων

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία αναθέτει στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων οπωσδήποτε τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

να εντείνει την ευαισθητοποίηση, να ενημερώνει και να διαφωτίζει τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για τις υποχρεώσεις τους οι οποίες απορρέουν από τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας , ιδίως σε σχέση με τεχνικά και οργανωτικά μέτρα και διαδικασίες, και να τεκμηριώνει την εν λόγω δραστηριότητα και τις απαντήσεις που λαμβάνει·

β)

να παρακολουθεί τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή των πολιτικών σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων της ανάθεσης ευθυνών, της κατάρτισης των υπαλλήλων που συμμετέχουν στις πράξεις επεξεργασίας και των σχετικών ελέγχων·

γ)

να παρακολουθεί τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τις απαιτήσεις που σχετίζονται με την προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό, την προστασία των δεδομένων εξ ορισμού, την ασφάλεια των δεδομένων και την ενημέρωση των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και τα αιτήματά τους κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους που απορρέουν από τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας·

δ)

να διασφαλίζει ότι τηρείται η τεκμηρίωση που αναφέρεται στο άρθρο 23·

ε)

να παρακολουθεί την τεκμηρίωση, τη γνωστοποίηση και την κοινοποίηση παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει των άρθρων 28 και 29·

στ)

να παρακολουθεί την εφαρμογή της εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με την προστασία των δεδομένων από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία και την αίτηση περί προηγούμενης διαβούλευσης προς την αρχή ελέγχου, εφόσον απαιτείται δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 1 ·

ζ)

να παρακολουθεί την απάντηση σε αιτήματα της αρχής ελέγχου και, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του υπευθύνου προστασίας δεδομένων, να συνεργάζεται με την αρχή ελέγχου κατόπιν αιτήματός της ή με δική του πρωτοβουλία·

η)

να ενεργεί ως σημείο επικοινωνίας για την αρχή ελέγχου σε σχέση με ζητήματα που σχετίζονται με την επεξεργασία και να διαβουλεύεται με την αρχή ελέγχου, εφόσον απαιτείται, με πρωτοβουλία του υπευθύνου προστασίας δεδομένων. [Τροπολογία 95]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΑΒΙΒΑΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΠΡΟΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ Ή ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ

Άρθρο 33

Γενικές αρχές που διέπουν τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία ή προορίζονται να υποβληθούν σε επεξεργασία μετά τη διαβίβασή τους προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, συμπεριλαμβανομένης της περαιτέρω διαβίβασης προς άλλη τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον:

α)

η συγκεκριμένη διαβίβαση είναι αναγκαία για την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων ή την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων· και

αα)

τα δεδομένα διαβιβάζονται σε υπεύθυνο επεξεργασίας σε τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό που είναι δημόσια αρχή αρμόδια για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1· και

αβ)

οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν κεφάλαιο τηρούνται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία, μεταξύ άλλων για περαιτέρω διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό προς άλλη τρίτη χώρα ή άλλο διεθνή οργανισμό· και

β)

οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν κεφάλαιο άλλες διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας τηρούνται από τον υπεύθυνο επεξεργασίας και τον εκτελούντα την επεξεργασία· και

βα)

το επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των φυσικών προσώπων που εγγυάται η παρούσα οδηγία στην Ένωση δεν υπονομεύεται· και

ββ)

η Επιτροπή έχει αποφασίσει βάσει των προϋποθέσεων και της διαδικασίας που αναφέρονται στο άρθρο 34 ότι η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός διασφαλίζει κατάλληλο επίπεδο προστασίας· ή

βγ)

παρατίθενται κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε νομικά δεσμευτική πράξη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 35.

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι περαιτέρω διαβιβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να πραγματοποιούνται μόνον εφόσον, εκτός από τους όρους που προβλέπει η εν λόγω παράγραφος:

α)

η περαιτέρω διαβίβαση απαιτείται για τον ίδιο ειδικό σκοπό που ίσχυε για την αρχική διαβίβαση· και

β)

η αρμόδια αρχή που πραγματοποίησε την αρχική διαβίβαση εγκρίνει την περαιτέρω διαβίβαση. [Τροπολογία 96]

Άρθρο 34

Διαβιβάσεις με απόφαση περί επάρκειας

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι μια διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί εάν η Επιτροπή έχει αποφανθεί, σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) …./2012 ή σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ότι η τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ο διεθνής οργανισμός διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας. Μια τέτοια διαβίβαση δεν απαιτεί καμία περαιτέρω ειδική έγκριση.

2.   Εάν δεν υπάρχει απόφαση εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) …./2012, η Επιτροπή αξιολογεί την επάρκεια Κατά την εξέταση της επάρκειας του επιπέδου προστασίας, εξετάζοντας η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το κράτος δικαίου, τη σχετική ισχύουσα νομοθεσία, τόσο γενική όσο και τομεακή, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια, την άμυνα, την εθνική ασφάλεια και το ποινικό δίκαιο, καθώς και την εκτέλεση αυτής της νομοθεσίας και τα μέτρα ασφαλείας τα οποία τηρούνται στη συγκεκριμένη χώρα ή από τον συγκεκριμένο διεθνή οργανισμό, τα νομολογιακά προηγούμενα καθώς και τα ουσιαστικά και εκτελεστά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων ουσιαστικών διοικητικών και δικαστικών μέσων προσφυγής για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως για εκείνα τα πρόσωπα που διαμένουν στην Ένωση και των οποίων δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται·

β)

την ύπαρξη και την αποτελεσματική λειτουργία μίας ή περισσότερων ανεξάρτητων αρχών ελέγχου στην εν λόγω τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό, υπεύθυνων για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τους κανόνες προστασίας των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων επαρκών εξουσιών επιβολής κυρώσεων, για την παροχή συνδρομής και ενημέρωσης στα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους και για τη συνεργασία με τις αρχές ελέγχου της Ένωσης και των κρατών μελών· και

γ)

τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός , ειδικότερα κάθε νομικά δεσμευτική σύμβαση ή νομικό μέσο σε σχέση με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα .

3.   Η Επιτροπή μπορεί εξουσιοδοτείται να εκδίδει, αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 56 για να αποφασίσει, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 2.

4.   Η εκτελεστική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη προσδιορίζει τη γεωγραφική και τομεακή εφαρμογή της και, όπου συντρέχει περίπτωση, την αρχή ελέγχου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β).

4α.     Η Επιτροπή παρακολουθεί διαρκώς τις εξελίξεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την εκπλήρωση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς σε σχέση με τους οποίους έχει εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση πράξη δυνάμει της παραγράφου 3.

5.   Η Επιτροπή μπορεί εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 56 για να αποφασίσει, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ότι μια τρίτη χώρα, ή ένα έδαφος ή ένας τομέας επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή ένας διεθνής οργανισμός, δεν διασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια της παραγράφου 2, ιδίως σε περιπτώσεις στις οποίες η σχετική νομοθεσία, τόσο γενική όσο και τομεακή, η οποία ισχύει στην τρίτη χώρα ή στον διεθνή οργανισμό δεν διασφαλίζει ουσιαστικά και εκτελεστά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων ουσιαστικών διοικητικών και δικαστικών μέσων προσφυγής για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, ιδίως δε για εκείνα τα πρόσωπα των οποίων δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαβιβάζονται. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 2 ή, σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις όσον αφορά το δικαίωμα των φυσικών προσώπων στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 3.

6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, εάν όταν η Επιτροπή λάβει απόφαση δυνάμει της παραγράφου 5, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς την εν λόγω τρίτη χώρα, ή προς έδαφος ή τομέα επεξεργασίας στην εν λόγω τρίτη χώρα, ή προς τον διεθνή οργανισμό, η εν λόγω απόφαση δεν θίγει τις διαβιβάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 ή πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 36. Σε εύθετο χρόνο, η Επιτροπή ξεκινά διαβουλεύσεις με την τρίτη χώρα ή τον διεθνή οργανισμό με σκοπό την επανόρθωση της κατάστασης που προκύπτει από την απόφαση που λήφθηκε δυνάμει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

7.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατάλογο των τρίτων χωρών, εδαφών και τομέων επεξεργασίας σε μια τρίτη χώρα, και των διεθνών οργανισμών για τα οποία έχει αποφανθεί ότι διασφαλίζεται ή δεν διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας.

8.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή των εκτελεστικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 5. [Τροπολογία 97]

Άρθρο 35

Διαβιβάσεις βάσει κατάλληλων εγγυήσεων

1.   Εάν η Επιτροπή δεν έχει λάβει καμία απόφαση δυνάμει του άρθρου 34 ή αποφασίσει ότι μια τρίτη χώρα , τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι διαβίβαση δεδομένων ή ένα έδαφος εντός της εν λόγω τρίτης χώρας ή ένας διεθνής οργανισμός δεν εξασφαλίζει επαρκές επίπεδο προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 5, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία μπορούν να διαβιβάσουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προς αποδέκτη σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό μπορεί να πραγματοποιηθεί εφόσον: μόνον εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία παρέχει κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε νομικά δεσμευτική πράξη.

α)

παρασχέθηκαν κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε νομικά δεσμευτική πράξη· ή

β)

ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία αξιολόγησε όλες τις περιστάσεις που περιβάλλουν τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και συνεπέρανε ότι υπάρχουν κατάλληλες εγγυήσεις σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

2.   Η απόφαση για διαβιβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) πρέπει να λαμβάνεται από δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους. Οι εν λόγω διαβιβάσεις πρέπει να τεκμηριώνονται, η δε τεκμηρίωση πρέπει να διατίθεται στην αρχή ελέγχου, κατόπιν αιτήματος εγκρίνονται από την αρχή ελέγχου πριν από τη διαβίβαση . [Τροπολογία 98]

Άρθρο 36

Παρεκκλίσεις

1.     Σε περίπτωση που η Επιτροπή λάβει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 5 ότι δεν υφίσταται επαρκές επίπεδο προστασίας, η διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα ή στον ενδιαφερόμενο διεθνή οργανισμό δεν πραγματοποιείται, εφόσον, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα έννομα συμφέροντα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για την πρόληψη της διαβίβασης υπερτερούν έναντι του δημοσίου συμφέροντος που συνίσταται στη διαβίβαση των δεδομένων.

2.    Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 34 και 35, τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι μια διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί μόνον εφόσον:

α)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή άλλου προσώπου· ή

β)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη για την προστασία έννομων συμφερόντων του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εφόσον το δίκαιο του κράτους μέλους που διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα προβλέπει κάτι τέτοιο· ή

γ)

η διαβίβαση των δεδομένων είναι απαραίτητη για την πρόληψη άμεσης και σοβαρής απειλής στη δημόσια ασφάλεια κράτους μέλους ή τρίτης χώρας· ή

δ)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη σε μεμονωμένες περιπτώσεις για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων· ή

ε)

η διαβίβαση είναι απαραίτητη σε μεμονωμένες περιπτώσεις για την απόδειξη, την άσκηση ή την υπεράσπιση νομικών απαιτήσεων οι οποίες σχετίζονται με την πρόληψη, τη διερεύνηση, την ανίχνευση ή τη δίωξη συγκεκριμένου ποινικού αδικήματος ή την εκτέλεση συγκεκριμένης ποινικής κύρωσης.

2α.     Η επεξεργασία βάσει της παραγράφου 2 πρέπει να διαθέτει νομική βάση που στηρίζεται σε νομοθεσία της Ένωσης ή του κράτους μέλους στην οποία υπόκειται ο υπεύθυνος επεξεργασίας· η νομοθεσία αυτή πρέπει να ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος ή να είναι αναγκαία για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων, να σέβεται την ουσία του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και να είναι ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό στόχο.

2β.     Όλες οι διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αποφασίζονται κατά παρέκκλιση πρέπει να αιτιολογούνται δεόντως και να περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα, και δεν επιτρέπονται συχνές μαζικές διαβιβάσεις δεδομένων.

2γ.     Η απόφαση για διαβιβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2 πρέπει να λαμβάνεται από δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό. Οι διαβιβάσεις αυτές πρέπει να τεκμηριώνονται και η τεκμηρίωση πρέπει να τίθεται στη διάθεση της αρχής ελέγχου κατόπιν αιτήματος, συμπεριλαμβάνοντας την ημερομηνία και τον χρόνο της διαβίβασης, πληροφορίες σχετικά με την αποδέκτρια αρχή, την αιτιολόγηση της διαβίβασης και τα διαβιβαζόμενα δεδομένα. [Τροπολογία 99]

Άρθρο 37

Ειδικές προϋποθέσεις για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τον αποδέκτη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τυχόν περιορισμούς της επεξεργασίας και λαμβάνει κάθε εύλογο μέτρο ώστε να διασφαλίζει ότι οι εν λόγω περιορισμοί γίνονται σεβαστοί. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας κοινοποιεί στον αποδέκτη των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οιαδήποτε επικαιροποίηση, διόρθωση ή διαγραφή δεδομένων, ο δε αποδέκτης με τη σειρά του προβαίνει στην αντίστοιχη κοινοποίηση σε περίπτωση κατά την οποία τα δεδομένα έχουν διαβιβασθεί περαιτέρω. [Τροπολογία 100]

Άρθρο 38

Διεθνής συνεργασία για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Σε σχέση με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα με σκοπό:

α)

την ανάπτυξη αποτελεσματικών μηχανισμών διεθνούς συνεργασίας για τη διευκόλυνση διασφάλιση της επιβολής της νομοθεσίας που αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· [Τροπολογία 101]

β)

την παροχή διεθνούς αμοιβαίας συνδρομής στον τομέα της επιβολής της νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων μέσω κοινοποίησης, παραπομπής καταγγελιών, συνδρομής σε έρευνες και ανταλλαγής πληροφοριών, με την επιφύλαξη κατάλληλων εγγυήσεων για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών·

γ)

τη συμμετοχή των οικείων ενδιαφερομένων σε συζητήσεις και δραστηριότητες με στόχο την προώθηση της διεθνούς συνεργασίας για την επιβολή της νομοθεσίας που αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δ)

την προώθηση της ανταλλαγής και της τεκμηρίωσης της νομοθεσίας και της πρακτικής που σχετίζονται με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

δα)

την αποσαφήνιση και διενέργεια διαβουλεύσεων για θέματα συγκρούσεων δικαιοδοσίας με τρίτες χώρες. [Τροπολογία 102]

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα ώστε να προαγάγει τη σχέση με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, και ιδίως με τις αρχές ελέγχου τους, εφόσον η Επιτροπή έχει αποφανθεί ότι παρέχουν επαρκές επίπεδο προστασίας κατά την έννοια του άρθρου 34 παράγραφος 3.

Άρθρο 38α

Έκθεση της Επιτροπής

Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση για την εφαρμογή των άρθρων 33 έως 38 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται το αργότερο τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από τα κράτη μέλη και από τις αρχές ελέγχου πληροφορίες, οι οποίες παρέχονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Οι εκθέσεις δημοσιοποιούνται. [Τροπολογία 103]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΤΜΗΜΑ 1

ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Άρθρο 39

Αρχή ελέγχου

1.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι μία ή περισσότερες δημόσιες αρχές επιφορτίζονται με την παρακολούθηση της εφαρμογής των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και συμβάλλουν στη συνεκτική εφαρμογή της σε ολόκληρη την Ένωση, με σκοπό την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν και τη διευκόλυνση της ελεύθερης ροής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση. Για τον σκοπό αυτό, οι αρχές ελέγχου συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η αρχή ελέγχου που ιδρύεται στα κράτη μέλη δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 αναλαμβάνει την ευθύνη για τα καθήκοντα της αρχής ελέγχου που ιδρύεται δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Εάν σε ένα κράτος μέλος συσταθούν περισσότερες της μίας αρχές ελέγχου, το εν λόγω κράτος μέλος ορίζει την αρχή ελέγχου η οποία ενεργεί ως ενιαίο σημείο επικοινωνίας για την αποτελεσματική συμμετοχή των εν λόγω αρχών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

Άρθρο 40

Ανεξαρτησία

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή ελέγχου ασκεί τα καθήκοντα και τις εξουσίες που της ανατίθενται με πλήρη ανεξαρτησία , με την επιφύλαξη των συμφωνιών συνεργασίας δυνάμει του Κεφαλαίου VII της παρούσας οδηγίας . [Τροπολογία 104]

2.   Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι τα μέλη της αρχής ελέγχου, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν εντολές από οποιονδήποτε , και διατηρούν απόλυτη ανεξαρτησία και αμεροληψία . [Τροπολογία 105]

3.   Τα μέλη της αρχής ελέγχου απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη προς τα καθήκοντά τους και, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, δεν ασκούν ασυμβίβαστο επάγγελμα, επικερδές ή μη.

4.   Τα μέλη της αρχής ελέγχου συμπεριφέρονται, μετά το πέρας της θητείας τους, με ακεραιότητα και διακριτικότητα όσον αφορά την αποδοχή διορισμών και παροχών.

5.   Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η αρχή ελέγχου διαθέτει επαρκείς ανθρώπινους, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους και τις αναγκαίες εγκαταστάσεις και υποδομές για την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων και των εξουσιών της, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούνται στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνδρομής, της συνεργασίας και της ενεργού συμμετοχής στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων.

6.

Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η αρχή ελέγχου διαθέτει δικούς της υπαλλήλους οι οποίοι διορίζονται και διοικούνται από τον προϊστάμενο της αρχής ελέγχου.

7.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή ελέγχου υπόκειται σε οικονομικό έλεγχο ο οποίος δεν επηρεάζει την ανεξαρτησία της. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή ελέγχου διαθέτει χωριστούς ετήσιους προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 41

Γενικές προϋποθέσεις για τα μέλη της αρχής ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη της αρχής ελέγχου πρέπει να διορίζονται από το κοινοβούλιο ή από την κυβέρνηση του οικείου κράτους μέλους.

2.   Τα μέλη επιλέγονται μεταξύ προσώπων των οποίων η ανεξαρτησία είναι πέραν πάσης αμφιβολίας και των οποίων η πείρα και οι δεξιότητες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους είναι αποδεδειγμένες.

3.   Τα καθήκοντα κάθε μέλους παύουν σε περίπτωση λήξης της θητείας, παραίτησης ή υποχρεωτικής συνταξιοδότησης σύμφωνα με την παράγραφο 5.

4.   Ένα μέλος μπορεί να αποπεμφθεί ή να στερηθεί το δικαίωμα σε σύνταξη ή σε άλλες υποκατάστατες παροχές με απόφαση του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου, εάν το μέλος δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του ή κριθεί ένοχο για σοβαρό παράπτωμα.

5.   Σε περίπτωση λήξης της θητείας ή παραίτησης μέλους, το μέλος εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του έως τον διορισμό νέου μέλους.

Άρθρο 42

Κανόνες σχετικά με την ίδρυση της αρχής ελέγχου

Κάθε κράτος μέλος προβλέπει διά νόμου:

α)

την ίδρυση και το καθεστώς της αρχής ελέγχου σύμφωνα με τα άρθρα 39 και 40·

β)

τα προσόντα, την πείρα και τις δεξιότητες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων των μελών της αρχής ελέγχου·

γ)

τους κανόνες και τις διαδικασίες για τον διορισμό των μελών της αρχής ελέγχου, καθώς και τους κανόνες σχετικά με πράξεις ή επαγγέλματα που δεν συμβιβάζονται με τα καθήκοντα της θέσης·

δ)

τη διάρκεια της θητείας των μελών της αρχής ελέγχου, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τεσσάρων ετών, με εξαίρεση τον πρώτο διορισμό μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, μέρος του οποίου μπορεί να αφορά συντομότερο διάστημα·

ε)

κατά πόσον τα μέρη της αρχής ελέγχου είναι επιλέξιμα για επαναδιορισμό·

στ)

τους κανονισμούς και τις κοινές προϋποθέσεις που διέπουν τα καθήκοντα των μελών και των υπαλλήλων της αρχής ελέγχου·

ζ)

τους κανόνες και τις διαδικασίες για την παύση των καθηκόντων των μελών της αρχής ελέγχου, μεταξύ άλλων, όταν τα μέλη δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων τους ή έχουν κριθεί ένοχα για σοβαρό παράπτωμα.

Άρθρο 43

Επαγγελματικό απόρρητο

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη και οι υπάλληλοι της αρχής ελέγχου δεσμεύονται, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη λήξη της θητείας τους και σε συμμόρφωση με την εθνική νομοθεσία και πρακτική , από το επαγγελματικό απόρρητο όσον αφορά τυχόν εμπιστευτικές πληροφορίες οι οποίες περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των επίσημων καθηκόντων τους , ενόσω επιτελούσαν τα καθήκοντά τους με ανεξάρτητο και διαφανή τρόπο, όπως ορίζει η παρούσα οδηγία . [Τροπολογία 106]

ΤΜΗΜΑ 2

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ

Άρθρο 44

Αρμοδιότητα

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε αρχή ελέγχου είναι αρμόδια να εκτελεί τα καθήκοντά της και να ασκεί, στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται, τις εξουσίες που της απονέμονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 107]

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρχή ελέγχου δεν είναι αρμόδια να εποπτεύει πράξεις επεξεργασίας δικαστηρίων τα οποία ενεργούν στο πλαίσιο της δικαιοδοτικής τους ιδιότητας.

Άρθρο 45

Καθήκοντα

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρχή ελέγχου:

α)

παρακολουθεί και διασφαλίζει την εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και των εκτελεστικών μέτρων της·

β)

εξετάζει τις καταγγελίες που υποβάλλονται από κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, ή από ένωση που εκπροσωπεί το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, η οποία έχει εξουσιοδοτηθεί δεόντως από αυτό σύμφωνα με το άρθρο 50, ερευνά, στο μέτρο που ενδείκνυται, την υπόθεση και ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ή την ένωση για την πρόοδο και για την έκβαση της καταγγελίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ιδίως εάν απαιτείται περαιτέρω έρευνα ή συντονισμός με άλλη αρχή ελέγχου·

γ)

ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων δυνάμει του άρθρου 14, και ενημερώνει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εντός εύλογου χρονικού διαστήματος για την έκβαση του ελέγχου ή για τους λόγους για τους οποίους ο έλεγχος δεν διενεργήθηκε·

δ)

παρέχει αμοιβαία συνδρομή σε άλλες αρχές ελέγχου και διασφαλίζει τη συνεκτικότητα της εφαρμογής και της επιβολής των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας·

ε)

διενεργεί έρευνες , επιθεωρήσεις και ελέγχους ιδία πρωτοβουλία ή βάσει καταγγελίας ή κατόπιν αιτήματος άλλης αρχής ελέγχου και ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, εφόσον το εν λόγω πρόσωπο έχει υποβάλει καταγγελία, για την έκβαση των ερευνών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος·

στ)

παρακολουθεί τις σχετικές εξελίξεις, στον βαθμό που έχουν αντίκτυπο στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως δε τις εξελίξεις των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών·

ζ)

παρέχει τη γνώμη της, κατόπιν αιτήματος οργάνων και φορέων των κρατών μελών, για νομοθετικά και διοικητικά μέτρα που σχετίζονται με την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

η)

παρέχει τη γνώμη της σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 26·

θ)

συμμετέχει στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων.

2.   Κάθε αρχή ελέγχου προωθεί την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τους κινδύνους, τους κανόνες, τις εγγυήσεις και τα δικαιώματα που σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ειδική προσοχή αποδίδεται σε δραστηριότητες που αφορούν ειδικά παιδιά.

3.   Κατόπιν αιτήματος, η αρχή ελέγχου συμβουλεύει κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται δεδομένα κατά την άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται σε διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, συνεργάζεται με τις αρχές ελέγχου άλλων κρατών μελών για τον σκοπό αυτό.

4.   Για τις καταγγελίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), η αρχή ελέγχου παρέχει ένα έντυπο υποβολής καταγγελίας, το οποίο μπορεί να συμπληρωθεί ηλεκτρονικά, χωρίς να αποκλείονται άλλοι τρόποι επικοινωνίας.

5.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρχή ελέγχου ασκεί τα καθήκοντά της χωρίς επιβάρυνση για το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα.

6.   Εάν τα αιτήματα είναι κακόβουλα προδήλως υπερβολικά , ιδίως λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους, η αρχή ελέγχου μπορεί να επιβάλει ένα εύλογο τέλος ή να μην προβεί στην ενέργεια που ζητεί το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Το εν λόγω τέλος δεν υπερβαίνει το κόστος εκτέλεσης της απαιτούμενης ενέργειας. Η αρχή ελέγχου φέρει το βάρος απόδειξης του κακόβουλου προδήλως υπερβολικού χαρακτήρα του αιτήματος. [Τροπολογία 108]

Άρθρο 46

Εξουσίες

1.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε αρχή ελέγχου πρέπει να διαθέτει ειδικότερα έχει την εξουσία:

α)

εξουσίες έρευνας, π.χ. εξουσίες πρόσβασης σε δεδομένα τα οποία αποτελούν αντικείμενο πράξεων επεξεργασίας και εξουσίες συλλογής όλων των πληροφοριών που απαιτούνται για την άσκηση των ελεγκτικών της καθηκόντων να ειδοποιεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα τον επεξεργασία για εικαζόμενη παραβίαση των διατάξεων που ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να επανορθώσει την εν λόγω παραβίαση, με συγκεκριμένο τρόπο, με σκοπό τη βελτίωση της προστασίας του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα ·

β)

ουσιαστικές εξουσίες παρέμβασης, π.χ. έκδοση γνωμών πριν από τη διενέργεια επεξεργασίας και διασφάλιση της κατάλληλης δημοσίευσης των εν λόγω γνωμών, έκδοση εντολής περιορισμού, διαγραφής ή καταστροφής δεδομένων, επιβολή προσωρινής ή οριστικής απαγόρευσης της επεξεργασίας, παροχή προειδοποίησης ή επίπληξης προς τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή παραπομπή του θέματος στα εθνικά κοινοβούλια ή άλλους πολιτικούς θεσμούς να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας να συμμορφώνεται με τα αιτήματα του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα για την άσκηση των δικαιωμάτων του βάσει της παρούσας οδηγίας, περιλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στα άρθρα 12 έως 17, όταν τα αιτήματα αυτά έχουν απορριφθεί κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων ·

γ)

την εξουσία κίνησης νομικής διαδικασίας εάν παραβιάσθηκαν οι διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή γνωστοποίησης της παραβίασης στις δικαστικές αρχές να δίνει εντολή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία να παρέχει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 2 και τα άρθρα 11, 28 και 29 ·

δ)

να διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τις γνωμοδοτήσεις σε σχέση με τις προηγούμενες διαβουλεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 26·

ε)

να προειδοποιεί ή να εφιστά την προσοχή στον υπεύθυνο επεξεργασίας ή στον εκτελούντα την επεξεργασία·

στ)

να δίνει εντολή διόρθωσης, διαγραφής ή καταστροφής όλων των δεδομένων όταν υποβλήθηκαν σε επεξεργασία κατά παράβαση των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και εντολή κοινοποίησης των ενεργειών αυτών σε τρίτους στους οποίους γνωστοποιήθηκαν τα δεδομένα·

ζ)

να επιβάλλει προσωρινή ή οριστική απαγόρευση της επεξεργασίας·

η)

να αναστέλλει τις ροές δεδομένων προς αποδέκτη σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό·

θ)

να ενημερώνει τα εθνικά κοινοβούλια, την κυβέρνηση ή άλλους δημόσιους φορείς καθώς και το κοινό εν προκειμένω.

2.     Κάθε αρχή ελέγχου διαθέτει εξουσία διεξαγωγής έρευνας ώστε να εξασφαλίζει από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία:

α)

πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων ελέγχου της·

β)

πρόσβαση σε οποιαδήποτε εγκατάστασή του, συμπεριλαμβανομένου κάθε εξοπλισμό και μέσο επεξεργασίας δεδομένων, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, όταν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι εκεί πραγματοποιείται δραστηριότητα κατά παράβαση των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, με την επιφύλαξη δικαστικής άδειας εφόσον απαιτείται από το εθνικό δίκαιο.

3.     Με την επιφύλαξη του άρθρου 43, τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι δεν εκδίδονται πρόσθετες απαιτήσεις απορρήτου κατόπιν αιτήματος των αρχών ελέγχου.

4.     Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι απαιτείται πρόσθετος έλεγχος ασφαλείας σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για την πρόσβαση σε πληροφορίες με διαβάθμιση σε επίπεδο ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ ΕΕ ή ανώτερο. Εάν δεν απαιτείται πρόσθετος έλεγχος ασφαλείας σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους της σχετικής αρχής ελέγχου, αυτό πρέπει να αναγνωρίζεται από όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

5.     Κάθε αρχή ελέγχου έχει την εξουσία να εφιστά την προσοχή των δικαστικών αρχών σε παραβιάσεις των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να συμμετέχει σε νομικές διαδικασίες, καθώς και να ασκεί αγωγές υπόψη του αρμόδιου δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 53 παράγραφος 2.

6.     Κάθε αρχή ελέγχου έχει την εξουσία να επιβάλλει ποινές σε σχέση με διοικητικά παραπτώματα. [Τροπολογία 109]

Άρθρο 46α

Αναφορά παραβάσεων

1.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρχές ελέγχου λαμβάνουν υπόψη τις οδηγίες που εκδίδει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 4β του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 και καθιερώνουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την εμπιστευτική αναφορά παραβιάσεων της παρούσας οδηγίας.

2.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθιερώνουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την εμπιστευτική αναφορά παραβάσεων της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 110]

Άρθρο 47

Έκθεση δραστηριοτήτων

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε αρχή ελέγχου εκπονεί ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές της τουλάχιστον ανά διετία . Η έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τίθεται στη διάθεση του κοινού, του αντίστοιχου κοινοβουλίου, της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τον βαθμό στον οποίο οι αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους έχουν αξιολογήσει δεδομένα που κατέχουν ιδιώτες για τη διερεύνηση ή δίωξη ποινικών αδικημάτων. [Τροπολογία 111]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 48

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρχές ελέγχου παρέχουν η μια στην άλλη αμοιβαία συνδρομή για τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή με συνεκτικό τρόπο των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και θεσπίζουν μέτρα για την αποτελεσματική συνεργασία τους. Η αμοιβαία συνδρομή καλύπτει, ειδικότερα, αιτήματα παροχής πληροφοριών και μέτρα ελέγχου, π.χ. αιτήματα περί προηγούμενης διαβούλευσης, ελέγχου και έρευνας.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρχή ελέγχου λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που απαιτούνται για να απαντήσει στο αίτημα άλλης αρχής ελέγχου. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν ειδικότερα τη διαβίβαση σχετικών πληροφοριών ή μέτρα επιβολής με σκοπό τη διακοπή ή την απαγόρευση πράξεων επεξεργασίας που είναι αντίθετες προς την παρούσα οδηγία χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός ενός μήνα από τη λήψη του αιτήματος.

2α.     Το αίτημα παροχής συνδρομής περιέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου του σκοπού του αιτήματος και των λόγων υποβολής του. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται χρησιμοποιούνται μόνο σε σχέση με το θέμα για το οποίο ζητήθηκαν.

2β.     Αρχή ελέγχου στην οποία υποβάλλεται αίτημα παροχής συνδρομής δεν μπορεί να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς αυτό, παρά μόνον εάν:

α)

δεν είναι αρμόδια να ασχοληθεί με το αίτημα· ή

β)

η συμμόρφωση προς το αίτημα δεν συμβιβάζεται με τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

3.   Η αρχή ελέγχου στην οποία υποβλήθηκε το αίτημα ενημερώνει την αρχή ελέγχου που υπέβαλε το αίτημα για τα αποτελέσματα ή, ανάλογα με την περίπτωση, για την πρόοδο ή για τα μέτρα που λήφθηκαν προς ικανοποίηση του αιτήματος της αρχής που υπέβαλε το αίτημα.

3α.     Οι αρχές ελέγχου παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται από άλλες αρχές ελέγχου με ηλεκτρονικά μέσα και εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας, χρησιμοποιώντας τυποποιημένο μορφότυπο.

3β.     Κανένα τέλος δεν επιβάλλεται για οιαδήποτε ενέργεια πραγματοποιείται σε συνέχεια αιτήματος αμοιβαίας συνδρομής. [Τροπολογία 112]

Άρθρο 48α

Κοινές ενέργειες

1.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι, προκειμένου να ενισχυθεί η συνεργασία και η παροχή αμοιβαίας συνδρομής, οι αρχές ελέγχου μπορούν να λαμβάνουν από κοινού μέτρα επιβολής και να εκτελούν άλλες κοινές ενέργειες στο πλαίσιο των οποίων συγκεκριμένα μέλη του προσωπικού των αρχών ελέγχου άλλων κρατών μελών συμμετέχουν σε ενέργειες εντός της επικράτειας ενός κράτους μέλους.

2.     Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι σε περιπτώσεις στις οποίες τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα σε άλλο κράτος μέλος ή άλλα κράτη μέλη ενδέχεται να επηρεαστούν από ενέργειες επεξεργασίας, η αρμόδια αρχή ελέγχου μπορεί να κληθεί να συμμετέχει στις κοινές ενέργειες. Η αρμόδια αρχή ελέγχου μπορεί να καλέσει την αρχή ελέγχου σε καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη να λάβει μέρος στην αντίστοιχη ενέργεια και, σε περίπτωση που κληθεί, απαντά αμελλητί στο αίτημα αρχής ελέγχου να συμμετάσχει στις ενέργειες.

3.     Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις πρακτικές πτυχές συγκεκριμένων δράσεων συνεργασίας. [Τροπολογία 113]

Άρθρο 49

Καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων

1.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων, το οποίο ιδρύεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/2012 2014 , ασκεί, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, τα ακόλουθα καθήκοντα σε σχέση με την επεξεργασία:

α)

συμβουλεύει την Επιτροπή τα θεσμικά όργανα της Ένωσης για κάθε ζήτημα σχετικό με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένης κάθε προτεινόμενης τροποποίησης της παρούσας οδηγίας·

β)

εξετάζει, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής , του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου ή με ίδια πρωτοβουλία ή με πρωτοβουλία ενός εκ των μελών της, κάθε ζήτημα το οποίο αφορά την εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και εκδίδει κατευθυντήρες γραμμές, συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές οι οποίες απευθύνονται στις αρχές ελέγχου, με σκοπό να παροτρύνει τη συνεκτική εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων , μεταξύ άλλων σχετικά με τη χρήση των εξουσιών επιβολής ·

γ)

εξετάζει την πρακτική εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που αναφέρονται στο στοιχείο β) και υποβάλλει τακτικά έκθεση στην Επιτροπή επ’ αυτών·

δ)

γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με το επίπεδο προστασίας σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς·

ε)

προωθεί τη συνεργασία και την αποτελεσματική διμερή και πολυμερή ανταλλαγή πληροφοριών και πρακτικών μεταξύ των αρχών ελέγχου , συμπεριλαμβανομένου του συντονισμού των κοινών ενεργειών και άλλων κοινών δραστηριοτήτων όταν λάβει σχετική απόφαση κατόπιν αιτήματος μίας ή περισσότερων αρχών ελέγχου ·

στ)

προωθεί κοινά προγράμματα κατάρτισης και διευκολύνει τις ανταλλαγές προσωπικού μεταξύ αρχών ελέγχου, καθώς και, κατά περίπτωση, με τις αρχές ελέγχου τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών·

ζ)

προωθεί την ανταλλαγή γνώσεων και τεκμηρίωσης με τις αρχές ελέγχου της προστασίας δεδομένων ανά τον κόσμο, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη νομοθεσία και την πρακτική στον τομέα της προστασίας των δεδομένων·

ζα)

γνωμοδοτεί στην Επιτροπή κατά την εκπόνηση των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

2.   Σε περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή η Επιτροπή ζητεί τη συμβουλή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, μπορεί να τάξει προθεσμία εντός της οποίας αυτό το τελευταίο πρέπει να παράσχει την εν λόγω συμβουλή, λαμβάνοντας υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος.

3.   Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διαβιβάζει τις γνώμες, τις κατευθυντήρες γραμμές, τις συστάσεις και τις βέλτιστες πρακτικές που εκδίδει στην Επιτροπή και στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 1, και τις δημοσιοποιεί.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων για τα μέτρα που λαμβάνει σε συνέχεια των γνωμών, των κατευθυντήριων γραμμών, των συστάσεων και των βέλτιστων πρακτικών που εκδίδει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων. [Τροπολογία 114]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΜΕΣΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΝΝΟΜΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ, ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 50

Δικαίωμα υποβολής καταγγελίας σε αρχή ελέγχου

1.   Με την επιφύλαξη τυχόν άλλων διοικητικών ή δικαστικών μέσων παροχής έννομης προστασίας, τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα κάθε προσώπου στο οποίο αναφέρονται δεδομένα να υποβάλει καταγγελία σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους, εάν θεωρεί ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν δεν είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα κάθε φορέα, οργανισμού ή οργάνωσης που στοχεύει στην προστασία των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των προσώπων σε σχέση με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν ενεργεί υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και που έχει συσταθεί δεόντως σύμφωνα με το δίκαιο κράτους μέλους να υποβάλει καταγγελία σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους για λογαριασμό ενός ή περισσότερων προσώπων στα οποία αναφέρονται δεδομένα, εάν θεωρεί ότι τα βάσει της παρούσας οδηγίας δικαιώματα προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα παραβιάσθηκαν ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο οργανισμός ή η οργάνωση πρέπει να εξουσιοδοτούνται δεόντως από το πρόσωπο ή τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. [Τροπολογία 115]

3.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα κάθε φορέα, οργανισμού ή οργάνωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 να υποβάλει, ανεξάρτητα από τυχόν καταγγελία προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, καταγγελία σε αρχή ελέγχου οποιουδήποτε κράτους μέλους, εάν θεωρεί ότι έχει σημειωθεί παραβίαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 51

Δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά αρχής ελέγχου

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου κατά αποφάσεων αρχής ελέγχου που το αφορούν .

2.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται δεδομένα έχει δικαίωμα δικαστικής προσφυγής με αίτημα να υποχρεωθεί η αρχή ελέγχου να ενεργήσει επί καταγγελίας, ελλείψει απόφασης απαραίτητης για την προστασία των δικαιωμάτων του ή εάν η αρχή ελέγχου δεν ενημερώσει το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα εντός τριών μηνών για την πρόοδο ή την έκβαση της καταγγελίας δυνάμει του άρθρου 45 παράγραφος 1 στοιχείο β).

3.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η διαδικασία κατά αρχής ελέγχου κινείται ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκαταστημένη η αρχή ελέγχου.

3α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικές αποφάσεις του δικαστηρίου που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θα εκτελεσθούν. [Τροπολογία 116]

Άρθρο 52

Δικαίωμα δικαστικής προσφυγής κατά υπευθύνου επεξεργασίας ή εκτελούντος την επεξεργασία

1.    Με την επιφύλαξη τυχόν διαθέσιμης διοικητικής προσφυγής, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος υποβολής καταγγελίας σε αρχή ελέγχου, τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα κάθε φυσικού προσώπου να ασκήσει δικαστική προσφυγή εάν θεωρεί ότι τα δικαιώματά του τα οποία προβλέπονται σε διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας παραβιάσθηκαν συνεπεία της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων.

1α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι τελικές αποφάσεις του δικαστηρίου που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θα εκτελεσθούν. [Τροπολογία 117]

Άρθρο 53

Κοινοί κανόνες για δικαστικές διαδικασίες

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν το δικαίωμα κάθε φορέα, οργανισμού ή οργάνωσης που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 2 να ασκεί τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 51, και 52 για λογαριασμό ενός ή περισσότερων προσώπων και 54 όταν εξουσιοδοτείται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται δεδομένα. [Τροπολογία 118]

2.    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε αρχή ελέγχου έχει δικαίωμα να κινεί νομική διαδικασία και να ασκεί προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου προκειμένου να επιβάλλει τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή να διασφαλίζει τη συνεκτικότητα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση. [Τροπολογία 119]

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι προσφυγές ενώπιον δικαστηρίων οι οποίες είναι διαθέσιμες βάσει του εθνικού δικαίου επιτρέπουν την ταχεία λήψη μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών μέτρων, με σκοπό την παύση κάθε εικαζόμενης παραβίασης και την αποφυγή περαιτέρω βλάβης των σχετικών συμφερόντων.

Άρθρο 54

Ευθύνη και δικαίωμα αποζημίωσης

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε πρόσωπο το οποίο υπέστη ζημία , συμπεριλαμβανομένης της ηθικής βλάβης, ως αποτέλεσμα παράνομης πράξης επεξεργασίας ή πράξης ασυμβίβαστης προς τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τον εκτελούντα την επεξεργασία για τη ζημία που υπέστη. [Τροπολογία 120]

2.   Εάν στην επεξεργασία εμπλέκονται περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας ή εκτελούντες την επεξεργασία, κάθε υπεύθυνος επεξεργασίας ή εκτελών την επεξεργασία ευθύνεται από κοινού και εις ολόκληρον για ολόκληρο το ποσό της ζημίας.

3.   Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο εκτελών την επεξεργασία μπορεί να απαλλαγεί από την ευθύνη αυτή, εν όλω ή εν μέρει, εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας.

Άρθρο 55

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που εφαρμόζονται στις παραβάσεις των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Κεφαλαιο VIIIα

Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτουσ

Άρθρο 55α

Διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλες αρχές ή ιδιώτες στην Ένωση

1.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν διαβιβάζει ούτε αναθέτει στον εκτελούντα την επεξεργασία να διαβιβάσει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν υπόκειται στις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν:

α)

η διαβίβαση συμμορφώνεται προς το δίκαιο της Ένωσης ή κράτους μέλους· και

β)

ο αποδέκτης είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης· και

γ)

η διαβίβαση δεν εμποδίζεται από ειδικά έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων· και

δ)

η διαβίβαση είναι αναγκαία σε μια συγκεκριμένη περίπτωση για τον υπεύθυνο επεξεργασίας που διαβιβάζει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με σκοπό:

i)

την εκπλήρωση καθήκοντος που του έχει νομίμως ανατεθεί· ή

ii)

την αποτροπή άμεσου και σοβαρού κινδύνου για τη δημόσια ασφάλεια· ή

iii)

την πρόληψη σοβαρής προσβολής των δικαιωμάτων μεμονωμένων προσώπων.

2.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τον αποδέκτη για τον αποκλειστικό σκοπό για τον οποίο μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

3.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει την αρχή ελέγχου για τις διαβιβάσεις αυτές.

4.     Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνει τον αποδέκτη για τυχόν περιορισμούς της επεξεργασίας και διασφαλίζει την τήρηση των εν λόγω περιορισμών. [Τροπολογία 121]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 56

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο τους όρους του παρόντος άρθρου .

2.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο προβλεπόμενη στα άρθρα 25α παράγραφος 7, 28 παράγραφος 5 , 34 παράγραφος 3 και 34 παράγραφος 5 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστη χρονική περίοδο αόριστο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο προβλέπεται στα άρθρα 25α παράγραφος 7, 28 παράγραφος 5 , 34 παράγραφος 3 και 34 παράγραφος 5 μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κάθε Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου των άρθρων 25α παράγραφος 7, 28 παράγραφος 5 , 34 παράγραφος 3 και 34 παράγραφος 5 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο έξι μηνών από την κοινοποίηση της πράξης ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο έξι μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. [Τροπολογία 122]

Άρθρο 56α

Προθεσμίες για την έγκριση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων

Η Επιτροπή εγκρίνει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει των άρθρων 25α παράγραφος 7 και 28 παράγραφος 5 [έξι μήνες πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 62 παράγραφος 1]. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει το διάστημα που αναφέρεται σε αυτήν την παράγραφο κατά έξι μήνες. [Τροπολογία 123]

Άρθρο 57

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 5. [Τροπολογία 124]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 58

Καταργήσεις

1.   Η απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ καταργείται.

2.   Οι παραπομπές στην καταργούμενη απόφαση πλαίσιο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 59

Σχέση με προηγουμένως εκδοθείσες πράξεις της Ένωσης για τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την αστυνομική συνεργασία

Δεν θίγονται οι ειδικές διατάξεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, οι οποίες περιέχονται σε πράξεις της Ένωσης που εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας οδηγίας και ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μεταξύ κρατών μελών και την πρόσβαση συγκεκριμένων αρχών των κρατών μελών σε συστήματα πληροφοριών θεσπισθέντα δυνάμει των Συνθηκών εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 60

Σχέση με προηγουμένως συναφθείσες διεθνείς συμφωνίες στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και της αστυνομικής συνεργασίας

Διεθνείς συμφωνίες οι οποίες συνήφθησαν από τα κράτη μέλη της πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας τροποποιούνται, όπου απαιτείται, εντός πέντε ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 61

Αξιολόγηση

1.   Η Επιτροπή , αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων, αξιολογεί την εφαρμογή και την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας. Συντονίζει σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη και περιλαμβάνει επισκέψεις κατόπιν προειδοποιήσεως αλλά και αιφνιδιαστικές. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρέπει να ενημερώνονται καθ’ όλη την διαδικασία και να έχουν πρόσβαση σε όλα τα σχετικά έγγραφα.

2.   Η Επιτροπή επανεξετάζει εντός τριών δύο ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας άλλες πράξεις που εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση οι οποίες ρυθμίζουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, και ιδίως τις πράξεις που εκδίδονται από την Ένωση και αναφέρονται στο άρθρο 59, προκειμένου να αξιολογήσει την αναγκαιότητα ευθυγράμμισής τους με την παρούσα οδηγία και διατυπώνει, εφόσον απαιτείται, τις αναγκαίες προτάσεις για την τροποποίηση των εν λόγω πράξεων ώστε να διασφαλίζεται συνεκτική προσέγγιση της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και διατυπώνει κατάλληλες προτάσεις με σκοπό να διασφαλίσει συνεκτικούς και ομοιόμορφους νομικούς κανόνες σε σχέση με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

2α.     Η Επιτροπή υποβάλει εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας κατάλληλες προτάσεις αναθεώρησης του εφαρμοστέου νομικού πλαισίου για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων με σκοπό τη διασφάλιση συνεκτικών και ομοιόμορφων νομικών κανόνων σχετικά με το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην Ένωση.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις σχετικά με την αξιολόγηση και την επανεξέταση της παρούσας οδηγίας δυνάμει της παραγράφου 1 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σε τακτά χρονικά διαστήματα. Οι πρώτες εκθέσεις υποβάλλονται το αργότερο τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας. Οι επακόλουθες εκθέσεις υποβάλλονται στη συνέχεια κάθε τέσσερα έτη. Η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον απαιτείται, κατάλληλες προτάσεις με σκοπό την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας και την εναρμόνιση άλλων νομικών πράξεων. Οι εκθέσεις δημοσιοποιούνται. [Τροπολογία 125]

Άρθρο 62

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως … (*1), τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από … (*1).

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 63

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 64

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 192 της 30.6.2012, σ. 7.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014.

(3)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(4)  Απόφαση πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008, για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις (ΕΕ L 350 της 30.12.2008, σ. 60).

(5)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (EE L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(6)   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή ( ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(7)  Οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1).

(8)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(9)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(10)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.

(11)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(*1)  Δύο έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/546


P7_TA(2014)0220

Υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (αναδιατύπωση) (COM(2013)0410 — C7-0171/2013 — 2013/0186(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία — αναδιατύπωση)

(2017/C 378/60)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0410),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 100 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7–0171/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε από το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Μάλτας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και αναλογικότητας, με την οποία υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη την από 11 Δεκεμβρίου 2013 γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία της 28ης Νοεμβρίου 2001 για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (2),

έχοντας υπόψη την από 28 Νοεμβρίου 2013 επιστολή της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0095/2014),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τη συμβουλευτική ομάδα εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τέτοιες στην πρόταση αυτή και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους·

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  ΕΕ C 77 της 28.3.2002, σ. 1.


P7_TC1-COD(2013)0186

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 100 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 549/2004, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (3), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 550/2004, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για την παροχή υπηρεσιών») (4), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 551/2004, της 10ης Μαρτίου 2004, για την οργάνωση και τη χρήση του εναέριου χώρου στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για τον εναέριο χώρο») (5) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 552/2004, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας («κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα») (6) έχουν τροποποιηθεί κατά τρόπο ουσιαστικό. Ενόψει νέων τροποποιήσεων, θα πρέπει, για λόγους σαφήνειας, να αναδιατυπωθούν.

(2)

Η υλοποίηση της κοινής πολιτικής μεταφορών απαιτεί αποτελεσματικό σύστημα αερομεταφορών, το οποίο να επιτρέπει την ασφαλή και τακτική λειτουργία των υπηρεσιών αερομεταφορών, διευκολύνοντας την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων και υπηρεσιών. [Τροπολογία 1]

(3)

Η έκδοση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της πρώτης νομοθετικής δέσμης για τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό, δηλαδή του κανονισμού (EΚ) αριθ. 549/2004, του κανονισμού (EΚ) αριθ. 550/2004, του κανονισμού (EΚ) αριθ. 551/2004 και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 552/2004, διαμόρφωσαν σταθερή νομική βάση για ένα συνεχές, διαλειτουργικό και ασφαλές σύστημα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ΑΤΜ). Η έκδοση της δεύτερης νομοθετικής δέσμης, δηλαδή του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1070/2009, ενίσχυσε περαιτέρω την πρωτοβουλία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού με την καθιέρωση του μηχανισμού επιδόσεων και του διαχειριστικού οργάνου του δικτύου για να βελτιωθούν περισσότερο οι επιδόσεις του ευρωπαϊκού συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας.

(4)

Στο άρθρο 1 της σύμβασης του Σικάγου του 1944 για την πολιτική αεροπορία, τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν ότι «έκαστο κράτος έχει την πλήρη και αποκλειστική κυριαρχία επί της υπεράνω του εδάφους του ατμοσφαιρικής εκτάσεως». Στο πλαίσιο ακριβώς της εν λόγω κυριαρχίας, με επιφύλαξη της τήρησης των επιταγών των εφαρμοστέων διεθνών συμβάσεων, τα κράτη μέλη της Ένωσης ασκούν εξουσίες δημόσιας αρχής κατά τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας.

(5)

Η υλοποίηση της κοινής πολιτικής μεταφορών απαιτεί αποτελεσματικό σύστημα αερομεταφορών, το οποίο επιτρέπει ασφαλή και βιώσιμη λειτουργία των αερομεταφορών, βελτιστοποιεί τη μεταφορική ικανότητα και διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων και υπηρεσιών.

(5α)

Προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο, εξαιτίας της αναμενόμενης αύξησης της εναέριας κυκλοφορίας, να δημιουργηθεί ή να αυξηθεί η συμφόρηση στον ευρωπαϊκό εναέριο χώρο, με όλες τις επιπτώσεις που αυτό συνεπάγεται για την οικονομία, το περιβάλλον και την ασφάλεια, θα πρέπει να τεθεί τέλος στον κατακερματισμό του εν λόγω χώρου και θα πρέπει να εφαρμοστεί το ταχύτερο δυνατόν ο παρών κανονισμός. [Τροπολογία 2]

(5β)

Η εφαρμογή του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού θα πρέπει να διαδραματίσει θετικό ρόλο στην ανάπτυξη, την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα στην Ευρώπη, κυρίως τονώνοντας τη ζήτηση για θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. [Τροπολογία 3]

(6)

Η ταυτόχρονη επιδίωξη των στόχων της βελτίωσης των προτύπων ασφάλειας της εναέριας κυκλοφορίας και των συνολικών επιδόσεων της ATM και των ANS για τη γενική εναέρια κυκλοφορία στην Ευρώπη απαιτεί συνεκτίμηση του ανθρώπινου παράγοντα. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο πέραν της καθιέρωσης αρχών «πνεύματος δικαιοσύνης» , θα πρέπει να ενσωματωθούν καίριοι δείκτες επιδόσεων στον μηχανισμό επιδόσεων του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού . [Τροπολογία 4]

(7)

Τα κράτη μέλη έχουν προβεί σε μία γενική δήλωση για τα στρατιωτικά θέματα που σχετίζονται με τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό (7). Σύμφωνα με την εν λόγω δήλωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν ιδίως τη συνεργασία τους τόσο σε μη στρατιωτικά όσο και σε στρατιωτικά ζητήματα και, εφόσον και στο βαθμό που θεωρείται αναγκαίο από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, να διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ των ενόπλων δυνάμεών τους σε όλα τα ζητήματα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας , ώστε να διευκολυνθεί και η ευέλικτη χρήση του εναερίου χώρου . [Τροπολογία 5]

(8)

Οι αποφάσεις που άπτονται του περιεχομένου, της εμβέλειας ή των όρων εκτέλεσης στρατιωτικών επιχειρήσεων και στρατιωτικής εκπαίδευσης δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ένωσης βάσει του άρθρου 100 παράγραφος 2 της Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(9)

Τα κράτη μέλη προέβησαν σε αναδιάρθρωση, σε διάφορους βαθμούς, των εθνικών παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας αυξάνοντας το επίπεδο αυτονομίας και ελευθερίας τους για την παροχή υπηρεσιών. Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι υφίσταται κοινή αγορά για τις υπηρεσίες που είναι δυνατόν να παρέχονται η οποία να λειτουργεί ομαλά και η τήρηση στοιχειωδών απαιτήσεων δημόσιου συμφέροντος για τις υπηρεσίες που θεωρούνται φυσικά μονοπώλια υπό τις παρούσες τεχνολογικές συνθήκες.

(10)

Για να εξασφαλισθεί συνεπής, και σταθερή και ανεξάρτητη εποπτεία της παροχής υπηρεσιών ανά την Ευρώπη, οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή ανεξαρτησία επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους. Η ανεξαρτησία αυτή δεν θα πρέπει να εμποδίζει τις εν λόγω αρχές να ασκούν τα καθήκοντά τους εντός διοικητικού πλαισίου. [Τροπολογία 6]

(11)

Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές έχουν καίριο ρόλο στην υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού. και Η Επιτροπή και ο Αεροπορικός Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EAA) θα πρέπει, επομένως, να διευκολύνει διευκολύνουν τη συνεργασία μεταξύ τους προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και να αναπτυχθεί κοινή προσέγγιση, μεταξύ άλλων μέσω της ενισχυμένης συνεργασίας σε περιφερειακό επίπεδο , προσφέροντας έναν δίαυλο για τις ανταλλαγές αυτές . Η συνεργασία αυτή θα πρέπει να έχει τακτικό χαρακτήρα. [Τροπολογία 7]

(12)

Για την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να ενημερώνονται καλύτερα και να γνωμοδοτούν για όλα τα μέτρα που έχουν σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις. Σε επίπεδο Ένωσης, θα πρέπει να γνωμοδοτεί επίσης η επιτροπή κλαδικού διαλόγου που έχει συσταθεί βάσει της απόφασης 98/500/ΕΚ (8) της Επιτροπής. [Τροπολογία 8]

(13)

Η παροχή υπηρεσιών επικοινωνιών, αεροναυτιλίας και επιτήρησης, καθώς και των μετεωρολογικών υπηρεσιών , των υπηρεσιών σχεδιασμού εναέριου χώρου και των υπηρεσιών αεροναυτικών πληροφοριών θα πρέπει , όπως και των υπηρεσιών διαμόρφωσης και παράδοσης δεδομένων στη γενική εναέρια κυκλοφορία, μπορεί να οργανωθεί βάσει των όρων της αγοράς, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των υπηρεσιών αυτών και τηρουμένου υψηλού επιπέδου ασφαλείας , εξασφαλίζοντας υψηλό επίπεδο ασφαλείας και μειώνοντας τον αντίκτυπο στο κλίμα . [Τροπολογία 9]

(14)

Δεν θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ χρηστών του εναέριου χώρου όσον αφορά την παροχή ισοδύναμων υπηρεσιών αεροναυτιλίας.

(15)

Ο σχεδιασμός κοινών έργων τα οποία προορίζονται για την υποστήριξη χρηστών του εναέριου χώρου και/ή παρόχων αεροναυτιλιακών υπηρεσιών για τη συλλογική βελτίωση των υποδομών αεροναυτιλιακών υπηρεσιών, την παροχή αεροναυτιλιακών υπηρεσιών και τη χρήση του εναέριου χώρου, ιδίως εκείνα που ενδεχομένως απαιτούνται για την εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM το οποίο εγκρίθηκε με την απόφαση 2009/320/EΚ (9), σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 219/2007 του Συμβουλίου δεν θα πρέπει να θίγει προϋπάρχοντα έργα, που έχουν αποφασιστεί από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, με παρόμοιους στόχους. Οι διατάξεις για τη χρηματοδότηση της εφαρμογής κοινών έργων δεν θα πρέπει να προδικάζουν τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται αυτά τα κοινά έργα. Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει να χρησιμοποιηθεί ενδεχομένως χρηματοδότηση από δημοσιονομικά μέσα όπως το διευρωπαϊκό δίκτυο η χρηματοδοτική διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη», το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020» ή η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για να υποστηριχθούν κοινά έργα, κυρίως προκειμένου να επιταχυνθεί η εγκατάσταση του προγράμματος SESAR, εντός του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Με την επιφύλαξη της πρόσβασης στην ως άνω χρηματοδότηση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να αποφασίσουν με ποιον τρόπο θα χρησιμοποιούνται τα έσοδα που αποφέρει η δημοπράτηση των δικαιωμάτων του τομέα των αερομεταφορών στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών και να εξετάσουν, στο πλαίσιο αυτό, εάν μέρος αυτών των εσόδων θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση κοινών έργων για τα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου. Όπου είναι αυτό εφικτό, τα κοινά έργα θα πρέπει να αποσκοπούν στη σύσταση μιας δέσμης βασικών διαλειτουργικών ικανοτήτων για όλα τα κράτη μέλη. [Τροπολογία 10]

(15α)

Εάν δεν τεθούν σε εφαρμογή συγκεκριμένοι μηχανισμοί, τα επενδυτικά εναέρια έργα και έργα εδάφους τα οποία σχετίζονται με το γενικό πρόγραμμα ATM, ενδέχεται να πραγματοποιηθούν χωρίς συντονισμό, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να καθυστερήσει την αποτελεσματική ανάπτυξη των τεχνολογιών SESAR. [Τροπολογία 11]

(16)

Η ιδέα του διαχειριστικού οργάνου του δικτύου είναι κεντρικής σημασίας για τη βελτίωση των επιδόσεων της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας σε επίπεδο δικτύου, διότι συγκεντρώνει σε κεντρικό επίπεδο την παροχή ορισμένων υπηρεσιών, οι οποίες εκτελούνται σε επίπεδο δικτύου. Για να διευκολυνθεί η αντιμετώπιση αεροπορικών κρίσεων, το διαχειριστικό όργανο δικτύου θα πρέπει να εξασφαλίζει τον συντονισμό των μέτρων που πρέπει να ληφθούν για την πρόληψη και την αντίδραση σε περίπτωση τέτοιων κρίσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι αρμόδια προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν προκύπτει τυχόν σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της παροχής κεντρικών υπηρεσιών και του ρόλου του φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων. [Τροπολογία 12]

(17)

Η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι η ασφαλής και αποτελεσματική χρήση του εναερίου χώρου είναι δυνατή μόνον με τη στενή συνεργασία μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών χρηστών του εναερίου χώρου, βάσει κυρίως της ιδέας της ευέλικτης χρήσης του εναερίου χώρου και του γόνιμου πολιτικο-στρατιωτικού συντονισμού όπως ορίζει ο ΔΟΠΑ, και· τονίζει δε τη σημασία βελτίωσης της συνεργασίας πολιτικών και στρατιωτικών χρηστών του εναερίου χώρου με σκοπό να διευκολυνθεί η ευέλικτη χρήση του εναερίου χώρου . [Τροπολογία 13]

(18)

Η ακρίβεια των πληροφοριών σχετικά με την επιχειρησιακή κατάσταση του εναερίου χώρου και τις ιδιαίτερες συνθήκες εναέριας κυκλοφορίας και η έγκαιρη διανομή των πληροφοριών αυτών στους πολιτικούς και στρατιωτικούς ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας έχουν άμεσο αντίκτυπο στην ασφάλεια πτήσεων και την απόδοση των πτητικών λειτουργιών και θα πρέπει να βελτιώσει την προβλεψιμότητά τους . Η έγκαιρη πρόσβαση σε επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με την επιχειρησιακή κατάσταση του εναερίου χώρου είναι ουσιώδης για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που επιθυμούν να ωφεληθούν από τις δομές του εναερίου χώρου που τίθενται στη διάθεσή τους κατά τη συμπλήρωση ή την αναπροσαρμογή των οικείων σχεδίων πτήσης. [Τροπολογία 14]

(19)

Η παροχή σύγχρονων, πλήρων, υψηλής ποιότητας και έγκαιρων αεροναυτικών πληροφοριών έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ασφάλεια πτήσεων και στη διευκόλυνση της πρόσβασης και ελευθερίας κίνησης στον εναέριο χώρο της ’Ενωσης. Λαμβάνοντας υπόψη το γενικό πρόγραμμα ΑΤΜ, η Ένωση θα πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία να εκσυγχρονίσει τον τομέα αυτό σε συνεργασία με το διαχειριστικό όργανο δικτύου και να εξασφαλίσει ότι οι χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα από ένα και μόνο δημόσιο σημείο πρόσβασης, το οποίο θα παρέχει σύγχρονη, εύχρηστη, επικυρωμένη και ολοκληρωμένη ενημέρωση.

(20)

Για να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις που έχουν επέλθει στους κανονισμούς (EΚ) αριθ. 1108/2009 και (EΚ) αριθ. 1070/2009, είναι αναγκαίο, σύμφωνα με το άρθρο 65α του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (10), να ευθυγραμμισθεί το περιεχόμενο του παρόντος κανονισμού με εκείνο του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008.

(21)

Επίσης, τα τεχνικά στοιχεία των κανονισμών (EΚ) αριθ. 549/2004, (EΚ) αριθ. 550/2004, (EΚ) αριθ. 551/2004 και (EΚ) αριθ. 552/2004, τα οποία συμφωνήθηκαν το 2004 και το 2009, θα πρέπει να επικαιροποιηθούν, όπως και οι τεχνικές διορθώσεις που έγιναν για να ληφθεί υπόψη η σημειωθείσα πρόοδος.

(22)

Tο γεωγραφικό πεδίο της περιοχής του Βορείου Ατλαντικού του ΔΟΠΑ που καλύπτει ο παρών κανονισμός πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να συνεκτιμηθούν οι κείμενες και προγραμματιζόμενες ρυθμίσεις παροχής υπηρεσιών και η ανάγκη να εξασφαλισθεί συνοχή στην εφαρμογή κανόνων από τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας και τους χρήστες του εναερίου χώρου που δραστηριοποιούνται στην περιοχή αυτή. [Τροπολογία 15]

(23)

Σύμφωνα με τον ρόλο του Eurocontrol ως επιχειρησιακού οργανισμού και με βάση τη συνεχιζόμενη μεταρρύθμισή του, η αποστολή του διαχειριστικού οργάνου του δικτύου θα πρέπει να αναπτυχθεί περαιτέρω προς την κατεύθυνση συμπράξεων από τον κλάδο.

(24)

Η ιδέα των λειτουργικών τμημάτων εναέριου χώρου, τα οποία σχεδιάσθηκαν με σκοπό να βελτιωθεί η συνεργασία μεταξύ παρόχων υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, είναι σημαντικό εργαλείο για τη βελτίωση των επιδόσεων του ευρωπαϊκού συστήματος ATM. Για να ενισχυθεί συμπληρωθεί το εργαλείο αυτό περαιτέρω, τα λειτουργικά τμήματα του εναέριου χώρου πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στις επιδόσεις με βάση οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας θα πρέπει να συνάπτουν ελεύθερα κλαδικές συμπράξεις και ο κλάδος πρέπει να έχει μεγαλύτερη ευχέρεια να τα τροποποιεί για να επιτυγχάνει και, ει δυνατόν, να υπερβαίνει, τους στόχους επιδόσεων βάσει επιδόσεων οι οποίες ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται με καθορισμένα λειτουργικά τμήματα του εναέριου χώρου . [Τροπολογία 16]

(25)

Tα λειτουργικά τμήματα του εναέριου χώρου θα πρέπει να είναι ευέλικτα στη λειτουργία τους, συγκεντρώνοντας παρόχους από όλη την Ευρώπη, ώστε να κεφαλαιοποιούνται τα ισχυρά σημεία κάθε παρόχου. Η εν λόγω ευελιξία θα πρέπιε να επιτρέψει την επιδίωξη συνέργειας μεταξύ παρόχων, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική θέση ή την εθνικότητά τους, και την εμφάνιση παροχής υπηρεσιών διαφόρων μορφών στο πλαίσιο της προσπάθειας βελτίωσης των επιδόσεων.

(26)

Για να επικεντρωθούν οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας περισσότερο στις ανάγκες των πελατών τους και για να αυξηθεί η δυνατότητα επιρροής των χρηστών του εναερίου χώρου στη λήψη αποφάσεων που τους αφορούν, θα πρέπει να είναι αποτελεσματικότερη η διαβούλευση και η συμμετοχή των ενδιαφερομένων σε μείζονες επιχειρησιακές αποφάσεις των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας. [Τροπολογία 17]

(27)

Ο μηχανισμός επιδόσεων είναι καίριο εργαλείο για την οικονομική ρύθμιση της ATM και η ποιότητα και η ανεξαρτησία των αποφάσεών του θα πρέπει να διατηρηθούν και, όπου είναι δυνατόν, να βελτιωθούν.

(28)

Για να ληφθούν υπόψη τεχνικές και επιχειρησιακές εξελίξεις, με την τροποποίηση ιδίως των παραρτημάτων, ή με τη συμπλήρωση των διατάξεων για το διαχειριστικό όργανο του δικτύου, και τον μηχανισμό επιδόσεων, την επιλογή του φορέα που θα έχει την ευθύνη για την εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM (διαχειριστή ανάπτυξης) και τον προσδιορισμό των καθηκόντων του, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το περιεχόμενο και ο σκοπός κάθε εξουσιοδότησης καθορίζονται λεπτομερώς στα σχετικά άρθρα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξαγάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. [Τροπολογία 18]

(29)

Όταν προσθέτει υπηρεσίες στον κατάλογο του διαχειριστικού οργάνου του δικτύου, η Επιτροπή θα πρέπει να συμβουλεύεται δεόντως τους ενδιαφερόμενους του κλάδου και τους κοινωνικούς εταίρους . [Τροπολογία 19]

(30)

Για να εξασφαλισθούν ομοιόμορφοι όροι εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την άσκηση των αρμοδιοτήτων των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών, την αποκλειστική παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών από ένα πάροχο υπηρεσιών ή ενώσεις παρόχων, τα διορθωτικά μέτρα για τη συμμόρφωση με τους αντίστοιχους στόχους επιδόσεων σε ενωσιακό ή τοπικό επίπεδο, την εξέταση της συμμόρφωσης προς το σύστημα χρέωσης, τη διαχείριση και την έγκριση κοινών έργων για τις λειτουργίες δικτύου, τα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου, τους τρόπους συμμετοχής των ενδιαφερομένων σε μείζονες επιχειρησιακές αποφάσεις των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, την πρόσβαση σε δεδομένα και την προστασία τους, τις ηλεκτρονικές αεροναυτικές πληροφορίες και την τεχνολογική εξέλιξη και τη διαλειτουργικότητα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή οι εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (11). [Τροπολογία 20]

(31)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. 182/2011, για τις εκτελεστικές πράξεις που εγκρίνονται με βάση τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία εξέτασης για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων εν γένει.

(32)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να ακολουθείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μεμονωμένου περιεχομένου.

(33)

Οι ποινές που προβλέπονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές χωρίς να θίγουν την ασφάλεια πτήσεων.

(34)

Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η παροχή των υποστηρικτικών υπηρεσιών θα πρέπει να πραγματοποιείται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με την οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (12), και με την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (13). Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι κατευθυντήριες γραμμές που χαράχθηκαν στην ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με το κοινοτικό δίκαιο που εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων οι οποίες δεν καλύπτονται ή καλύπτονται εν μέρει από τις οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις (14), κατά περίπτωση. [Τροπολογία 21]

(35)

Η υπουργική δήλωση για τον αερολιμένα του Γιβραλτάρ, η οποία συμφωνήθηκε στην Κόρδοβα στις 18 Σεπτεμβρίου 2006 («η υπουργική δήλωση») κατά την πρώτη υπουργική συνάντηση του φόρουμ Διαλόγου για το Γιβραλτάρ, θα αντικαταστήσει την κοινή δήλωση σχετικά με τον αερολιμένα του Γιβραλτάρ που έγινε στο Λονδίνο στις 2 Δεκεμβρίου 1987, και η πλήρης συμμόρφωση προς την εν λόγω υπουργική δήλωση θα θεωρείται ότι συνιστά συμμόρφωση προς τη δήλωση του 1987. Στο Λονδίνο, στις 2 Δεκεμβρίου 1987, συμφωνήθηκαν διακανονισμοί για στενότερη συνεργασία ως προς τη χρήση του αερολιμένα του Γιβραλτάρ από το Βασίλειο της Ισπανίας και το Ηνωμένο Βασίλειο σε κοινή δήλωση των υπουργών Εξωτερικών των εν λόγω δύο χωρών . Οι ρυθμίσεις αυτές δεν έχουν ακόμη τεθεί σε εφαρμογή. [Τροπολογία 22]

(36)

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται πλήρως στον αερολιμένα του Γιβραλτάρ, στο πλαίσιο και δυνάμει της υπουργικής δήλωσης. Υπό την επιφύλαξη της εν λόγω υπουργικής δήλωσης, η εφαρμογή στον αερολιμένα του Γιβραλτάρ και όλα τα μέτρα που σχετίζονται με την υλοποίησή της πρέπει να συνάδουν πλήρως με την εν λόγω δήλωση και όλες τις ρυθμίσεις που περιέχονται σε αυτήν. [Τροπολογία 23]

(37)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω της διακρατικής διάστασης της εν λόγω δράσης, και συνεπώς, μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού όρια,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕNΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για τη δημιουργία και την ομαλή λειτουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού ώστε να εξασφαλισθούν τα ισχύοντα πρότυπα ασφάλειας της εναέριας κυκλοφορίας, η βιώσιμη ανάπτυξη του συστήματος αεροπορικών μεταφορών , όπως η μείωση του αντικτύπου στο κλίμα, και να βελτιωθούν οι συνολικές επιδόσεις της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ATM) και του συστήματος υπηρεσιών αεροναυτιλίας (ANS) για τη γενική εναέρια κυκλοφορία στην Ευρώπη, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις όλων των χρηστών του εναέριου χώρου. Ο Ενιαίος Ευρωπαϊκός Ουρανός περιλαμβάνει ένα συνεκτικό πανευρωπαϊκό και, με την επιφύλαξη σχετικών ρυθμίσεων με τις γειτονικές χώρες, ανοικτό και σε τρίτες χώρες δίκτυο αεροδιαδρόμων, πλήρως λειτουργικό εναέριο χώρο, συστήματα διαχείρισης δικτύου και διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας που βασίζονται αποκλειστικά σε κριτήρια ασφάλειας πτήσεων, απόδοσης και διαλειτουργικότητας, προς όφελος όλων των χρηστών του εναέριου χώρου. [Τροπολογία 24]

2.   Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού δεν θίγει την κυριαρχία των κρατών μελών επί του εναέριου χώρου τους και τις απαιτήσεις των κρατών μελών που αφορούν θέματα δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας και άμυνας, όπως ορίζεται στο άρθρο 38. Ο παρών κανονισμός δεν καλύπτει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη στρατιωτική εκπαίδευση.

3.   Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των κρατών μελών που απορρέουν από τη σύμβαση του Σικάγου του 1944 για τη διεθνή πολιτική αεροπορία («σύμβαση του Σικάγου»). Στο πλαίσιο αυτό, με τον παρόντα κανονισμό επιδιώκεται να υποστηριχθούν τα κράτη μέλη, στους τομείς τους οποίους καλύπτει, στην εκπλήρωση των δυνάμει της σύμβασης του Σικάγου υποχρεώσεών τους, με την παροχή βάσης για κοινή ερμηνεία και ενιαία εφαρμογή των διατάξεών της, και με την εξασφάλιση της δέουσας συνεκτίμησής τους στον παρόντα κανονισμό και στους κανόνες για την εφαρμογή του.

4.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στον εναέριο χώρο εντός των περιοχών ΔΟΠΑ EUR ΑFI και ΝΑΤ, στον οποίο τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν τον παρόντα κανονισμό στον υπό την ευθύνη τους εναέριο χώρο ο οποίος ανήκει σε άλλες περιοχές ΔΟΠΑ, με την προϋπόθεση ότι ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη. [Τροπολογία 25]

5.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στον αερολιμένα του Γιβραλτάρ με την επιφύλαξη των αντίστοιχων νομικών θέσεων του Βασιλείου της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας όσον αφορά τη διαφορά περί κυριαρχίας επί του εδάφους στο οποίο ευρίσκεται ο αερολιμένας. [Τροπολογία 26]

5α.     Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στον αερολιμένα του Γιβραλτάρ αναστέλλεται μέχρις ότου τεθούν σε εφαρμογή οι ρυθμίσεις που θεσπίζονται στην κοινή δήλωση των υπουργών Εξωτερικών του Βασιλείου της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου της 2ας Δεκεμβρίου 1987. Οι κυβερνήσεις του Βασιλείου της Ισπανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου ενημερώνουν το Συμβούλιο σχετικά με την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή των εν λόγω ρυθμίσεων. [Τροπολογία 27]

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

«υπηρεσία ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας (ATC)»: υπηρεσία η οποία παρέχεται με στόχο:

α)

την πρόληψη των συγκρούσεων·

μεταξύ αεροσκαφών· και

στην περιοχή ελιγμών, μεταξύ αεροσκαφών και εμποδίων· και

β)

τη διεκπεραίωση και τη διατήρηση τακτικής ροής της εναέριας κυκλοφορίας.

2)

«υπηρεσία ελέγχου αεροδρομίου»: υπηρεσία ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας για την κυκλοφορία αεροδρομίου.

3)

«υπηρεσία αεροναυτικών πληροφοριών»: υπηρεσία εγκατεστημένη εντός της καθορισμένης περιοχής κάλυψης, υπεύθυνη για την παροχή αεροναυτικών πληροφοριών και δεδομένων αναγκαίων για την ασφάλεια, την κανονικότητα και την αποτελεσματικότητα της αεροναυτιλίας.

4)

«υπηρεσίες αεροναυτιλίας»: υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, επικοινωνιών, πλοήγησης και επιτήρησης, μετεωρολογικές υπηρεσίες που προορίζονται για την αεροναυτιλία. και υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών.

5)

«πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας»: οιαδήποτε δημόσια η ιδιωτική οντότητα που παρέχει υπηρεσίες αεροναυτιλίας για τη γενική εναέρια κυκλοφορία.

6)

«τμήμα εναέριου χώρου»: εναέριος χώρος καθορισμένων διαστάσεων στο χώρο και το χρόνο, εντός του οποίου παρέχονται υπηρεσίες αεροναυτιλίας.

7)

«διαχείριση του εναέριου χώρου»: υπηρεσία προγραμματισμού με κύριο στόχο τη μεγιστοποίηση της χρήσης του διαθέσιμου εναέριου χώρου με δυναμική χρονοκατανομή και, ενίοτε, κατάτμηση του εναέριου χώρου στις διάφορες κατηγορίες των χρηστών του με βάση τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες , καθώς και στρατηγική λειτουργία συνδεδεμένη με τον σχεδιασμό του εναέριου χώρου . [Τροπολογία 28]

8)

«χρήστες του εναέριου χώρου»: οι φορείς εκμετάλλευσης των αεροσκαφών που λειτουργούν ως γενική εναέρια κυκλοφορία.

9)

«διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας»: υπηρεσία που καθιερώθηκε με σκοπό τη συμβολή στην ασφαλή, μεθοδική και ταχεία ροή της εναέριας κυκλοφορίας με την οποία διασφαλίζεται ότι οι δυνατότητες ελέγχου της εναέριας κυκλοφορίας (ATC) χρησιμοποιούνται στο μέγιστο δυνατό βαθμό και ότι ο όγκος της κυκλοφορίας συμβιβάζεται με τις χωρητικότητες που δηλώνονται από τους ενδεδειγμένους παρόχους υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας.

10)

«διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (ΑΤΜ)»: το σύνολο των εναέριων υπηρεσιών και των υπηρεσιών εδάφους (υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, διαχείριση του εναέριου χώρου και διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας) που απαιτούνται για την ασφαλή και αποτελεσματική κίνηση των αεροσκαφών σε όλες τις φάσεις των πτητικών υπηρεσιών.

11)

«υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας»: διάφορες υπηρεσίες πληροφοριών πτήσης, υπηρεσίες συναγερμού, συμβουλευτικές υπηρεσίες στον τομέα της εναέριας κυκλοφορίας και υπηρεσίες ATC (υπηρεσίες ελέγχου περιοχής, προσέγγισης και αεροδρομίου).

12)

«υπηρεσία ελέγχου περιοχής»: υπηρεσία ATC για ελεγχόμενες πτήσεις σε τμήμα του εναέριου χώρου σε περιοχή ελέγχου . [Τροπολογία 29]

13)

«υπηρεσία ελέγχου προσέγγισης»: υπηρεσία ΕΕΚ ATC για τις αφίξεις ή τις αναχωρήσεις ελεγχόμενων πτήσεων.

14)

«γενικό πρόγραμμα ATM»: το πρόγραμμα που εγκρίθηκε με την απόφαση 2009/320/ΕΚ (15) του Συμβουλίου, της 30ής Μαρτίου 2009, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 219/2007, της 27ης Φεβρουαρίου 2007, για τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR) (16).

15)

«αεροπορική κρίση»: περιστάσεις κατά τις οποίες είναι ασυνήθως μειωμένη η χωρητικότητα του εναερίου χώρου λόγω μειζόνων δυσχερών καιρικών συνθηκών ή κλεισίματος μεγάλου μέρους του εναερίου χώρου για φυσικούς , ιατρικούς, σχετικούς με την ασφάλεια, στρατιωτικούς ή πολιτικούς λόγους. [Τροπολογία 30]

16)

«δέσμη υπηρεσιών»: δύο ή περισσότερες υπηρεσίες αεροναυτιλίας που προσφέρονται από τον ίδιο φορέα . [Τροπολογία 31]

17)

«πιστοποιητικό»: έγγραφο που εκδίδεται από τον Αεροπορικό Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΑΑ) ή από εθνική εποπτική αεροπορική αρχή σε οποιαδήποτε μορφή συμβατή με το εθνικό σχετικό δίκαιο, με το οποίο πιστοποιείται ότι συγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας πληροί τις προϋποθέσεις προκειμένου να παρέχει μια συγκεκριμένη υπηρεσία δραστηριότητα . [Τροπολογία 32]

18)

«υπηρεσίες επικοινωνίας»: σταθερές και κινητές αεροναυτικές υπηρεσίες που καθιστούν δυνατή την επικοινωνία εδάφους/εδάφους, αέρα/εδάφους και αέρα/αέρα για σκοπούς ATC.

18α)

«Ευρωπαϊκό Δίκτυο Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας» (EATMN): πανευρωπαϊκό δίκτυο συστημάτων και συστατικών στοιχείων, καθώς και οι χάρτες πορείας για τις βασικές επιχειρησιακές και τεχνολογικές αλλαγές που περιγράφονται στο γενικό πρόγραμμα ATM, που επιτρέπουν την προσφορά πλήρως διαλειτουργικών υπηρεσιών αεροναυτιλίας στην Ένωση, περιλαμβανομένων των διεπαφών στα σύνορα με τρίτες χώρες, με σκοπό την επίτευξη των στόχων απόδοσης που τίθενται με τον παρόντα κανονισμό. [Τροπολογία 33]

19)

«συστατικά στοιχεία»: τόσο τα υλικά αντικείμενα, όπως το υλικό, όσο και τα άυλα στοιχεία, όπως το λογισμικό, στα οποία βασίζεται η διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (EATMN). [Τροπολογία 34]

19α)

«διαχειριστής ανάπτυξης»: μια ομάδα επιχειρησιακών ενδιαφερομένων που επιλέγεται από την Επιτροπή μέσω πρόσκλησης υποβολής προτάσεων και η οποία είναι αρμόδια για το διαχειριστικό επίπεδο της διοίκησης της ανάπτυξης του γενικού προγράμματος ΑΤΜ. [Τροπολογία 35]

20)

«δήλωση»: για υπηρεσίες ATM/ANS, κάθε γραπτή δήλωση:

σχετική με τη συμμόρφωση ή καταλληλότητα χρήσης συστημάτων και συστατικών στοιχείων που εκδίδει οργανισμός εμπλεκόμενος στο σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση των σημαντικών για την ασφάλεια συστημάτων ATM/ANS, και των συστατικών στοιχείων τους·

σχετική με τη συμμόρφωση προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις για υπηρεσία ή σύστημα που πρόκειται να τεθεί σε λειτουργία, την οποία εκδίδει πάροχος υπηρεσιών»·

σχετική με την ικανότητα και τα μέσα εκτέλεσης των καθηκόντων που συνδέονται με ορισμένες υπηρεσίες πληροφοριών πτήσης.

21)

«ευέλικτη χρήση του εναέριου χώρου»: αντίληψη διαχείρισης του εναέριου χώρου, η οποία εφαρμόζεται στην Ευρωπαϊκή Διάσκεψη Πολιτικής Αεροπορίας με βάση το «Εγχειρίδιο διαχείρισης εναέριου χώρου για την εφαρμογή της έννοιας της ευέλικτης χρήσης του εναέριου χώρου» που έχει εκδώσει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας (Εurocontrol) (17).

22)

«υπηρεσία πληροφοριών πτήσης»: σημαίνει υπηρεσία παροχής συμβουλών και χρήσιμων πληροφοριών για την ασφαλή και αποτελεσματική διενέργεια των πτήσεων.

23)

«υπηρεσία συνέγερσης»: υπηρεσία ενημέρωσης των ενδεδειγμένων οργανισμών σχετικά με τα αεροσκάφη που χρήζουν αρωγής έρευνας και διάσωσης και, κατά περίπτωση, συνδρομής των οργανισμών αυτών.

24)

«λειτουργικό τμήμα εναέριου χώρου»: τμήμα του εναέριου χώρου που βασίζεται σε επιχειρησιακές απαιτήσεις και έχει καθορισθεί ανεξαρτήτως κρατικών συνόρων, εντός του οποίου η παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας και συναφών υπηρεσιών βασίζεται στις επιδόσεις και βελτιστοποιείται με στόχο την καθιέρωση, σε κάθε λειτουργικό τμήμα εναέριου χώρου, μέσω της αυξημένης συνεργασίας μεταξύ παρόχων αεροναυτιλιακών υπηρεσιών ή, κατά περίπτωση, ολοκληρωμένου παρόχου. [Τροπολογία 36]

25)

«γενική εναέρια κυκλοφορία»: το σύνολο των κινήσεων των πολιτικών αεροσκαφών καθώς και το σύνολο των κινήσεων των κρατικών (συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών, τελωνειακών και αστυνομικών) αεροσκαφών, όταν οι κινήσεις αυτές διεξάγονται σύμφωνα με τις διαδικασίες του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, ο οποίος συστάθηκε με τη σύμβαση του Σικάγου περί διεθνούς πολιτικής αεροπορίας του 1944.

25α)

«ανθρώπινος παράγοντας»: κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες, καθώς και συνθήκες στελέχωσης στον τομέα ΑΤΜ. [Τροπολογία 37]

26)

«διαλειτουργικότητα»: σύνολο λειτουργικών, τεχνικών και επιχειρησιακών ιδιοτήτων που απαιτείται να έχουν τα συστήματα και τα συστατικά στοιχεία του EATMN και οι διαδικασίες λειτουργίας του ώστε να μπορεί να λειτουργεί με ασφάλεια, ομοιογενώς και αποτελεσματικά. Η διαλειτουργικότητα επιτυγχάνεται με τη συμμόρφωση των συστημάτων και των συστατικών στοιχείων με τις βασικές απαιτήσεις.

27)

«μετεωρολογικές υπηρεσίες»: εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που παρέχουν στα αεροσκάφη μετεωρολογικές προγνώσεις, δελτία και παρατηρήσεις καθώς και οποιεσδήποτε άλλες μετεωρολογικές πληροφορίες και στοιχεία παρέχουν τα κράτη προς αεροναυτική χρήση.

28)

«υπηρεσίες πλοήγησης»: εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που παρέχουν πληροφορίες θέσης και χρονισμού στα αεροσκάφη.

29)

«επιχειρησιακά δεδομένα»: πληροφορίες σχετικά με όλες τις φάσεις μιας πτήσης, οι οποίες απαιτούνται για τη λήψη επιχειρησιακών αποφάσεων από τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τους χρήστες του εναέριου χώρου, τους φορείς εκμετάλλευσης ν αερολιμένων και άλλους ενεχόμενους φορείς.

30)

«θέση σε λειτουργία»: η πρώτη επιχειρησιακή χρήση μετά την αρχική εγκατάσταση ή την αναβάθμιση συστήματος.

31)

«δίκτυο αεροδιαδρόμων»: δίκτυο συγκεκριμένων αεροδιαδρόμων για τη διοχέτευση της ροής της γενικής εναέριας κυκλοφορίας ανάλογα με τις ανάγκες για την παροχή πλέον αποτελεσματική υπηρεσιών ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας. [Τροπολογία 38]

32)

«υπηρεσίες επιτήρησης»: σεγκαταστάσεις και υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται για να προσδιορίζονται οι αντίστοιχες θέσεις των αεροσκαφών, ώστε να εξασφαλίζεται ο ασφαλής διαχωρισμός τους.

33)

«σύστημα»: το σύνολο συστατικών στοιχείων εδάφους και αερομεταφερόμενων συστατικών στοιχείων, καθώς και διαστημικού εξοπλισμού, το οποίο παρέχει υποστήριξη για υπηρεσίες αεροναυτιλίας σε όλες τις φάσεις της πτήσης. [Τροπολογία 39]

34)

«αναβάθμιση»: κάθε τροποποίηση η οποία αλλάζει τα χαρακτηριστικά λειτουργίας ενός συστήματος.

35)

«διασυνοριακές υπηρεσίες»: οιαδήποτε κατάσταση κατά την οποία οι αεροναυτιλιακές υπηρεσίες σε ένα κράτος μέλος παρέχονται από πάροχο πιστοποιημένο σε άλλο κράτος μέλος.

36)

«εθνική εποπτική αεροπορική αρχή»: ο εθνικός φορέας ή φορείς στους οποίους , διαπιστευμένος από τον ΕΕΑ, στον οποίο κράτος μέλος έχει αναθέσει καθήκοντα εποπτείας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και οι εθνικές αρμόδιες αρχές που έχουν επιφορτισθεί με τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 8β του κανονισμού στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό (EΚ) αριθ. 216/2008. [Τροπολογία 40]

37)

«υποστηρικτικές υπηρεσίες» υπηρεσίες CNS (επικοινωνιών, αεροναυτιλίας διαφορετικές από τις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας και εποπτείας), MET (μετεωρολογίας) και ΑΙS (αεροναυτικών πληροφοριών) , καθώς και άλλες υπηρεσίες και δραστηριότητες συνδεόμενες με αυτές που υποστηρίζουν την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας. [Τροπολογία 41]

38)

«τοπικοί στόχοι επιδόσεων»: στόχοι επιδόσεων που καθορίζονται από τα κράτη μέλη σε τοπικό επίπεδο, ήτοι σε επίπεδο λειτουργικού τμήματος του εναερίου χώρου, εθνικό, ζώνης χρέωσης ή αερολιμένα.

38α)

«κλαδική σύμπραξη»: ρυθμίσεις συνεργασίας στο πλαίσιο σύμβασης, με σκοπό τη βελτίωση της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, μεταξύ διαφόρων παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, περιλαμβανομένων του διαχειριστή δικτύου, των χρηστών εναέριου χώρου, των αερολιμένων ή άλλων παρόμοιων οικονομικών παραγόντων. [Τροπολογία 42]

38β)

«ενοποιημένος επιχειρησιακός εναέριος χώρος»: ο ελεγχόμενος εναέριος χώρος προσδιορισμένων διαστάσεων που περιλαμβάνει τους εναέριους χώρους των ευρωπαϊκών και, με την επιφύλαξη κατάλληλων ρυθμίσεων, τρίτων χωρών, όπου χρησιμοποιούνται μια δομή δυναμικού καταμερισμού και χρονοκατανομής, αναβαθμισμένοι ως προς την απόδοση ελεγκτικοί πόροι, πλήρως διαλειτουργικές υπηρεσίες αεροναυτιλίας και συνδυασμένες λύσεις για την επίτευξη της βέλτιστης, προβλέψιμης και ασφαλούς χρήσης του εναέριου χώρου, με στόχο την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού. [Τροπολογία 43]

38γ)

«τοπικά σχέδια επιδόσεων»: σχέδια που διαμορφώνονται από μία ή περισσότερες εθνικές αεροπορικές αρχές σε τοπικό επίπεδο και συγκεκριμένα σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο λειτουργικού τμήματος του εναερίου χώρου. [Τροπολογία 44]

38 δ )

«ειδικευμένος φορέας»: φορέας στον οποίον είναι δυνατόν να ανατίθενται συγκεκριμένα καθήκοντα πιστοποίησης ή επιτήρησης από και υπό τον έλεγχο και υπ’ ευθύνη του Οργανισμού ή εθνικής αεροπορικής αρχής. [Τροπολογία 45]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 3

Εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές [Τροπολογία 46]

1.   Τα κράτη μέλη διορίζουν ή ιδρύουν από κοινού ή μεμονωμένα, έναν ή περισσότερους φορείς φορέα ως εθνική εποπτική αεροπορική αρχή τους, για να εκτελεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 . [Τροπολογία 47]

2.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές είναι νομικά διακριτές και ανεξάρτητες ιδίως από άποψη οργανωτική, ιεραρχική και λήψης αποφάσεων, από παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή κάθε ιδιωτική ή δημόσια οντότητα συμπεριλαμβανομένων και των ξεχωριστών ετήσιων γραμμών προϋπολογισμού, από κάθε εταιρεία, οργανισμό, δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα ή προσωπικό που εμπίπτει στο πεδίο της δραστηριότητας της αρχής, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, ή που έχει συμφέρον από τις δραστηριότητες αυτών των παρόχων. [Τροπολογία 48]

3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές επιτρέπεται να συνδέονται από οργανωτική άποψη με άλλους ρυθμιστικούς φορείς ή/και αρχές ασφάλειας πτήσεων. [Τροπολογία 49]

4.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές που δεν είναι νομικά διακριτές από οιονδήποτε πάροχο υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή άλλη ιδιωτική ή δημόσια οντότητα που έχει συμφέρον από τις δραστηριότητες αυτών των παρόχων, σύμφωνα με την παράγραφο 2, συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού πληρούν την παρούσα απαίτηση ή το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2020 2017 . [Τροπολογία 50]

5.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές ασκούν τις εξουσίες τους κατά τρόπο αμερόληπτο, ανεξάρτητο και διαφανή. Συγκεκριμένα, η οργάνωση, το προσωπικό, η διαχείριση και η χρηματοδότησή τους καθιστούν δυνατή την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους κατ’ αυτόν τον τρόπο. [Τροπολογία 51]

6.   Το προσωπικό των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών [Τροπολογία 52]

α)

προσλαμβάνεται με βάση σαφείς και διαφανείς κανόνες οι οποίοι και κριτήρια που εγγυώνται την ανεξαρτησία του και, όσον αφορά πρόσωπα που λαμβάνουν στρατηγικές αποφάσεις, διορίζονται από εθνικά συμβούλια υπουργών ή άλλη δημόσια αρχή η οποία δεν ελέγχει απευθείας τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή δεν έχει οφέλη από αυτούς· [Τροπολογία 53]

β)

επιλέγεται με διαφανή διαδικασία με βάση τα προσόντα του, καθώς και με βάση την ενδεδειγμένη επάρκεια και τη σχετική πείρα του· μεταξύ άλλων στον τομέα του λογιστικού ελέγχου και των υπηρεσιών και των συστημάτων αεροναυτιλίας· [Τροπολογία 54]

βα)

δεν υποστηρίζεται από παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας (ANSP) ή εταιρείες που βρίσκονται υπό τον έλεγχο παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας (ANSP)· [Τροπολογία 55]

γ)

ενεργεί ανεξάρτητα και ιδίως από κάθε συμφέρον συνδεόμενο με παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας και δεν επιζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από κρατικό ή άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της εθνικής εποπτικής αεροπορικής αρχής , με την επιφύλαξη της στενής συνεργασίας με άλλες σχετικές εθνικές αρχές· [Τροπολογία 56]

δ)

όσον αφορά τα πρόσωπα που λαμβάνουν στρατηγικές αποφάσεις, προβαίνουν ετησίως σε δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων όπου δηλώνουν τυχόν άμεσα ή έμμεσα συμφέροντα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι θίγουν την ανεξαρτησία τους και ότι επηρεάζουν την άσκηση των καθηκόντων τους· και

ε)

όσον αφορά τα πρόσωπα που λαμβάνουν έχουν λάβει στρατηγικές αποφάσεις, διενεργούν έχουν διενεργήσει λογιστικούς ελέγχους ή είχαν άλλα καθήκοντα άμεσα συνδεόμενα με την εποπτεία ή τους στόχους επιδόσεων των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας για περισσότερο από έξι μήνες , δεν λαμβάνουν καμία επαγγελματική θέση ή αρμοδιότητα σε πάροχο υπηρεσιών αεροναυτιλίας μετά τη λήξη της θητείας τους στην εθνική εποπτική αεροπορική αρχή, για περίοδο τουλάχιστον ενός έτους. : [Τροπολογία 57]

i)

τουλάχιστον 12 μηνών, για προσωπικό σε διευθυντικές θέσεις· [Τροπολογία 58]

ii)

τουλάχιστον έξι μηνών, για προσωπικό σε μη διευθυντικές θέσεις· [Τροπολογία 59]

εα)

η ανώτερη διοίκηση της αρχής διορίζεται για θητεία ορισμένης διάρκειας από τρία έως επτά έτη, η οποία ανανεώνεται άπαξ, και είναι δυνατόν να απαλλαγεί από τα καθήκοντά της διαρκούσης της θητείας της, μόνον εάν δεν πληροί πλέον τους όρους που ορίζονται στο παρόν άρθρο ή εάν κριθεί ένοχη για παράπτωμα βάσει του εθνικού δικαίου. [Τροπολογία 60]

7.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές διαθέτουν τους απαιτούμενους πόρους και ικανότητες για να φέρουν σε πέρας αποτελεσματικά και έγκαιρα τα καθήκοντα που τους ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές έχουν πλήρη αρμοδιότητα στην πρόσληψη και τη διαχείριση του προσωπικού τους με βάση τις πιστώσεις τους, οι οποίες προκύπτουν μεταξύ άλλων από τα τέλη διαδρομής που διαμορφώνονται κατ’ αναλογία των καθηκόντων που εκπληρώνει η αρχή σύμφωνα με το άρθρο 4. [Τροπολογία 61]

8.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών, καθώς και τυχόν μεταβολές τους, και την ενημερώνουν για τα μέτρα που έλαβαν για να συμμορφωθούν προς το παρόν άρθρο. [Τροπολογία 62]

9.   Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για τους τρόπους πρόσληψης και τις διαδικασίες επιλογής κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 6 στοιχεία α) και β). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3. και προσδιορίζουν: [Τροπολογία 63]

α)

το επίπεδο διαχωρισμού που απαιτεί η αρχή διορισμού σε σχέση με κάθε εταιρεία, οργανισμό, δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα ή προσωπικό που εμπίπτει στο πεδίο της δραστηριότητας της αρχής, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, ή που έχει συμφέρον από τις δραστηριότητες αυτών των φορέων, με σκοπό τη διατήρηση μιας ισορροπίας μεταξύ της αποφυγής συγκρούσεων συμφερόντων και της διοικητικής αποδοτικότητας· [Τροπολογία 64]

β)

τα αναγκαία τεχνικά προσόντα του προσωπικού που συμμετέχει σε λογιστικούς ελέγχους. [Τροπολογία 65]

Άρθρο 4

Καθήκοντα των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών [Τροπολογία 66]

1.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 3 αναλαμβάνουν ιδίως τα κάτωθι καθήκοντα: [Τροπολογία 67]

α)

να εξασφαλίζουν την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 , ιδίως όσον αφορά την ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες που σχετίζονται με τον εναέριο χώρο που τελεί υπό την ευθύνη του κράτους μέλους το οποίο όρισε ή συγκρότησε τη σχετική αρχή· [Τροπολογία 68]

β)

να χορηγούν πιστοποιητικά στους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας σύμφωνα με το άρθρο 8β να ασκούν ή να αναθέτουν, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, τα καθήκοντα που απαριθμούνται στα άρθρα 8β, 8γ και 10 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008 και να εποπτεύουν την εφαρμογή των όρων με βάση τους οποίους τα χορήγησαν εξασφαλίζουν την εποπτεία στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας που σχετίζονται με τον εναέριο χώρο ο οποίος τελεί υπό την ευθύνη των κρατών μελών · [Τροπολογία 69]

γ)

να εκδίδουν άδειες, ειδικότητες, καταχωρίσεις και πιστοποιητικά στους παρόχους υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας σύμφωνα με το άρθρο 8γ του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008 και να εποπτεύουν την εφαρμογή των όρων με βάση τους οποίους τα εξέδωσαν· [Τροπολογία 70]

δ)

να καταρτίζουν σχέδια επιδόσεων και να παρακολουθούν την υλοποίησή τους σύμφωνα με το άρθρο 11·

ε)

να παρακολουθούν την εφαρμογή των συστημάτων χρέωσης σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 , συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων σχετικά με την αλληλεπιδότηση για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 13 παράγραφος 7 · [Τροπολογία 71]

στ)

να εγκρίνουν τους όρους πρόσβασης σε επιχειρησιακά δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 22· και

ζ)

να επιτηρούν τις δηλώσεις και την έναρξη λειτουργίας συστημάτων·

ζα)

να υποβάλλει ετησίως στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους, τον ΕΑΑ και την Επιτροπή έκθεση σχετικά με τη δραστηριότητά τους και την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Οι εκθέσεις αυτές αφορούν όλα τα μέτρα που ελήφθησαν και τα αποτελέσματα που επετεύχθησαν για κάθε ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο. [Τροπολογία 72]

2.   Κάθε εθνική εποπτική αεροπορική αρχή διοργανώνει κατάλληλες επιθεωρήσεις και μελέτες προκειμένου να ελέγχει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ο ενδιαφερόμενος πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διευκολύνει το έργο αυτό και το οικείο κράτος μέλος προσφέρει όλη την απαραίτητη βοήθεια ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της παρακολούθησης της συμμόρφωσης . [Τροπολογία 73]

Άρθρο 5

Συνεργασία εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών [Τροπολογία 74]

1.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες για το έργο τους και τις οικείες αρχές λήψης αποφάσεων, πρακτικές και διαδικασίες, καθώς και για την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης. Συνεργάζονται προκειμένου να συντονίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνουν σε ολόκληρη την Ένωση. Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές συμμετέχουν και εργάζονται από κοινού σε δίκτυο που συγκαλείται σε τακτά χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον μία φορά ετησίως . Η Επιτροπή και ο Αεροπορικός Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «EAA») είναι μέλη, συντονίζουν και υποστηρίζουν το έργο του δικτύου και προβαίνουν σε συστάσεις προς το δίκτυο, αναλόγως. Η Επιτροπή και ο EAA διευκολύνουν την ενεργό συνεργασία των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών και την ανταλλαγή και την αξιοποίηση προσωπικού μεταξύ των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών με βάση ομάδα εμπειρογνωμόνων που θα συστήσει ο EAA σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008.

Το εν λόγω δίκτυο μπορεί, μεταξύ άλλων:

α)

να παράγει και να διαδίδει εναρμονισμένες μεθοδολογίες και κατευθυντήριες γραμμές για την εκτέλεση των καθηκόντων της αρχής που αναφέρονται στο άρθρο 4·

β)

να παρέχει βοήθεια σε μεμονωμένες εθνικές αεροπορικές αρχές σε κανονιστικά θέματα·

γ)

να παρέχει γνωμοδοτήσεις στην Επιτροπή και στον ΕΑΑ σχετικά με την κατάρτιση κανόνων και την πιστοποίηση·

δ)

να παρέχει γνωμοδοτήσεις, κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών·

ε)

να προτείνει την εφαρμογή κοινών λύσεων σε δύο ή περισσότερα κράτη ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του γενικού προγράμματος ΑΤΜ ή της σύμβασης του Σικάγου. [Τροπολογία 75]

Με βάση τους κανόνες για την προστασία δεδομένων κατά το άρθρο 22 του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (EΚ) αριθ. 45/2001, η Επιτροπή υποστηρίζει παρέχει έναν δίαυλο για την ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μεταξύ των μελών του δικτύου, κατά το δυνατόν με ηλεκτρονικά μέσα, με τήρηση πάντοτε της εμπιστευτικότητας του επιχειρηματικού απορρήτου των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας εμπλεκομένων εταιρειών, οργανισμών ή φορέων . [Τροπολογία 76]

2.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές συνεργάζονται στενά, και μέσω ρυθμίσεων εργασίας, για τους σκοπούς αμοιβαίας συνδρομής στα οικεία καθήκοντα παρακολούθησης και χειρισμού διερευνήσεων και ερευνών. [Τροπολογία 77]

3.   Όσον αφορά τα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου που εκτείνονται σε εναέριο χώρο υπό τη δικαιοδοσία περισσότερων του ενός κρατών μελών, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη συνάπτουν συμφωνία για την εποπτεία που προβλέπεται στο παρόν άρθρο  4 όσον αφορά τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες σχετιζόμενες με τα τμήματα αυτά. Οι ενδιαφερόμενες εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές καταρτίζουν σχέδιο όπου διευκρινίζονται οι τρόποι συνεργασίας τους ενόψει της εφαρμογής τέτοιας συμφωνίας. [Τροπολογία 78]

4.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές συνεργάζονται στενά προκειμένου να διασφαλίζουν κατάλληλη εποπτεία των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι διαθέτουν έγκυρο πιστοποιητικό από κράτος μέλος και παρέχουν επίσης υπηρεσίες που αφορούν τον εναέριο χώρο που εμπίπτει στην ευθύνη άλλου κράτους μέλους. Η συνεργασία αυτή περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τον χειρισμό περιπτώσεων μη συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό και τις εφαρμοζόμενες κοινές απαιτήσεις που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 8β παράγραφος 1 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008. [Τροπολογία 79]

5.   Στην περίπτωση της παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε εναέριο χώρο υπό την αρμοδιότητα άλλου κράτους μέλους, οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 , 3 και 4 περιλαμβάνουν συμφωνία σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των εποπτικών καθηκόντων που περιγράφονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2 και των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την εκτέλεση των καθηκόντων αυτών. Η εν λόγω αμοιβαία αναγνώριση ισχύει και όταν θεσπίζονται ρυθμίσεις αναγνώρισης μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών για τη διαδικασία πιστοποίησης των παρόχων υπηρεσιών. [Τροπολογία 80]

6.   Εφόσον το επιτρέπει η εθνική νομοθεσία και στην προοπτική της περιφερειακής συνεργασίας, οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές μπορούν επίσης να συνάπτουν συμφωνίες σχετικά με την κατανομή αρμοδιοτήτων όσον αφορά τα εποπτικά καθήκοντα. [Τροπολογία 81]

Άρθρο 6

Ειδικευμένοι φορείς

1.    Ο ΕΕΑ και οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές μπορούν να αποφασίζουν να αναθέτουν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει σε ειδικευμένους φορείς οι οποίοι πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα Ι τις επιθεωρήσεις και , τις μελέτες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και άλλα καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό . [Τροπολογία 82]

2.   Η ανάθεση αυτή, η οποία πραγματοποιείται από εθνική εποπτική αρχή, ισχύει εντός της Ένωσης για ανανεώσιμη περίοδο τριών ετών. Ο ΕΑΑ και οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές δύνανται να αναθέτουν σε οποιονδήποτε ειδικευμένο φορέα που βρίσκεται στην Ένωση την εκτέλεση των εν λόγω επιθεωρήσεων και μελετών. [Τροπολογία 83]

3.   Τα κράτη μέλη Ο ΕΑΑ και οι εθνικές αεροπορικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή, τον EAA και στα άλλα κράτη μέλη και, κατά περίπτωση, στον ΕΑΑ, τους ειδικευμένους φορείς στους οποίους έχουν αναθέσει καθήκοντα σύμφωνα με την παράγραφο 1 αναφέροντας τον τομέα αρμοδιότητας κάθε φορέα και τον αναγνωριστικό αριθμό καθώς και τυχόν και σχετικές αλλαγές. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον κατάλογο των ειδικευμένων φορέων με τον αναγνωριστικό αριθμό και τους τομείς αρμοδιότητάς τους και διασφαλίζει την επικαιροποίησή του. [Τροπολογία 84]

4.   Τα κράτη μέλη Ο ΕΑΑ και οι εθνικές αεροπορικές αρχές αποσύρουν την ανάθεση καθηκόντων σε ειδικευμένο οργανισμό εφόσον αυτός δεν πληροί πλέον τα κριτήρια Ι. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή, τον EAA και τα άλλα κράτη μέλη. [Τροπολογία 85]

5.   Φορείς που έχουν ορισθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού ως κοινοποιημένοι οργανισμοί κατά το άρθρο 8 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 552/2004, θεωρούνται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ειδικευμένοι φορείς.

Άρθρο 7

Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη

1.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές, ενεργώντας σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία καθιερώνουν μηχανισμούς διαβούλευσης, ώστε οι ενδιαφερόμενοι φορείς, περιλαμβανομένων των οργάνων εκπροσώπησης των εργαζομένων, για την άσκηση των καθηκόντων τους να συμμετέχουν κατάλληλα στην υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού. [Τροπολογία 86]

2.   Στους ενδιαφερόμενους φορείς είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται:

πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας,

φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων,

σχετικοί χρήστες του εναέριου χώρου ή σχετικές ομάδες που εκπροσωπούν χρήστες του εναέριου χώρου,

στρατιωτικές αρχές,

κατασκευαστική βιομηχανία,

επαγγελματικές οργανώσεις εκπροσώπησης των εργαζομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Άρθρο 8

Πιστοποίηση παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας

1.   Η παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας εντός της Ένωσης υπόκειται την πιστοποίηση των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών ή του EAA ή στην υποβολή σχετικής δήλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 8β του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008. [Τροπολογία 87]

2.   Η διαδικασία πιστοποίησης διασφαλίζει επίσης ότι οι υποψήφιοι μπορούν να αποδείξουν επαρκή οικονομική ευρωστία και ότι έχουν κάλυψη ευθύνης και ασφάλιση, εφόσον δεν έχουν την εγγύηση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

3.   Τα πιστοποιητικά παρέχουν άνευ διακρίσεων πρόσβαση των χρηστών του εναερίου χώρου στις υπηρεσίες, σε ό,τι αφορά ιδίως την ασφάλεια πτήσεων. Η πιστοποίηση υπόκειται στους όρους του παραρτήματος II.

4.   Η έκδοση πιστοποιητικών παρέχει στους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας τη δυνατότητα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε κράτη μέλη οποιοδήποτε κράτος μέλος , άλλους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, χρήστες εναέριου χώρου και αερολιμένες εντός της Ένωσης. Όσον αφορά τις υποστηρικτικές υπηρεσίες, η δυνατότητα αυτή υπόκειται στη συμμόρφωση προς το άρθρο 10 παράγραφος 2 και σε γειτονικές τρίτες χώρες, ακόμη και, αν κριθεί σκόπιμο, εντός λειτουργικών τμημάτων εναέριου χώρου, εφόσον υπάρχει σχετική συμφωνία μεταξύ των εμπλεκομένων μερών . [Τροπολογία 88]

Άρθρο 9

Ορισμός παρόχων υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την αποκλειστική παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας εντός συγκεκριμένων τμημάτων εναέριου χώρου στον εναέριο χώρο της δικαιοδοσίας τους. Προς τούτο, τα κράτη μέλη ορίζουν πάροχο υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας που κατέχει έγκυρο πιστοποιητικό ή δήλωση εντός της Ένωσης.

2.   Για την παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και του άρθρου 18 παράγραφος 3 δεν παρεμποδίζεται από την απαίτηση των εθνικών νομικών συστημάτων τους οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας στον εναέριο χώρο υπό τη δικαιοδοσία αυτού του κράτους μέλους να πληρούν τους κάτωθι όρους:

α)

να είναι υπό την άμεση ή κατά πλειοψηφία κυριότητα αυτού του κράτους μέλους ή υπηκόων του·

β)

να έχουν τον κύριο τόπο δραστηριότητάς τους ή την καταστατική έδρα τους στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους·

γ)

να χρησιμοποιούν μόνον εγκαταστάσεις σε αυτό το κράτος μέλος.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούν οι οριζόμενοι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας. Στις υποχρεώσεις αυτές επιτρέπεται να συμπεριλαμβάνονται όροι για την έγκαιρη παροχή κατάλληλων πληροφοριών για τον εντοπισμό όλων των κινήσεων αεροσκαφών στον υπό την ευθύνη τους εναέριο χώρο.

4.   Τα κράτη μέλη έχουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν πάροχο υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, υπό τον όρο ότι αυτός έχει πιστοποιηθεί ή δηλωθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 216/2008.

5.   Όσον αφορά λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου που έχουν καθορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 16 και εκτείνονται σε εναέριο χώρο υπό τη δικαιοδοσία περισσότερων του ενός κρατών μελών, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ορίζουν από κοινού, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, έναν ή περισσότερους παρόχους υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την εφαρμογή του τμήματος εναέριου χώρου. [Τροπολογία 89]

6.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τυχόν αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου και αφορούν τον ορισμό παρόχων υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας σε συγκεκριμένα τμήματα εναέριου χώρου όσον αφορά τον εναέριο χώρο που τελεί υπό την ευθύνη τους.·

Άρθρο 10

Παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για να διασφαλίσουν ότι, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, οι πάροχοι δεν υφίστανται κανονιστικά κωλύματα για τους παρόχους υποστηρικτικών υπηρεσιών τα οποία θα παρεμπόδιζαν την ικανότητά τους να ανταγωνίζονται εντός της Ένωσης με δίκαιους, ισότιμους και διαφανείς όρους στην παροχή αυτών των υπηρεσιών.

Η απαίτηση του παρόντος άρθρου πληρούται το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2020.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τον διαχωρισμό της παροχής υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας από την παροχή ότι οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, κατά την εκπόνηση των επιχειρηματικών τους σχεδίων, ζητούν προσφορές από διαφορετικούς προμηθευτές υποστηρικτικών υπηρεσιών. Ο εν λόγω διαχωρισμός περιλαμβάνει την απαίτηση οι υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας και οι υποστηρικτικές υπηρεσίες να παρέχονται από ανεξάρτητες μεταξύ τους επιχειρήσεις , με στόχο την επιλογή του οικονομικώς και ποιοτικώς επωφελέστερου παρόχου . Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων, στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 11 παράγραφος 2, ελέγχει, κατά την αξιολόγηση των σχεδίων επιδόσεων, τον βαθμό συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου .

3.   Για την επιλογή παρόχου υποστηρικτικών υπηρεσιών, οι διατάξεις της οδηγίας 2004/18/ΕΚ τηρούνται. Ειδικότερα, ο αναθέτων φορέας λαμβάνει ιδίως υπόψη θεωρεί δεσμευτικά κριτήρια επιλογής την οικονομική και ενεργειακή απόδοση, τη γενική ποιότητα εξυπηρέτησης , τη διαλειτουργικότητα και την ασφάλεια των υπηρεσιών , καθώς και τη διαφάνεια της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης .

4.   Πάροχος μπορεί να επιλεγεί για την παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών στον εναέριο χώρο κράτους μέλους, εφόσον:

α)

έχει πιστοποιηθεί σύμφωνα με άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008·

β)

ο κύριος τόπος δραστηριότητάς του βρίσκεται στο έδαφος κράτους μέλους·

γ)

τα κράτη μέλη ή/και υπήκοοι κρατών μελών κατέχουν άνω του 50 % του παρόχου και έχουν τον ουσιαστικό έλεγχό του, είτε απευθείας είτε έμμεσα μέσω ενός ή περισσοτέρων ενδιάμεσων επιχειρήσεων, με εξαίρεση τα προβλεπόμενα σε συμφωνία με τρίτη χώρα, της οποίας η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος· και

δ)

ο πάροχος πληροί τις απαιτήσεις εθνικής ασφάλειας και άμυνας.

5.   Οι υποστηρικτικές υπηρεσίες που συνδέονται με λειτουργίες του EATMN επιτρέπεται να παρέχονται κεντρικά από τον διαχειριστή δικτύου με την προσθήκη τους στις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, σύμφωνα με την παράγραφο 3. Επιτρέπεται επίσης να παρέχονται κατ’ αποκλειστικότητα από πάροχο υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή ένωση τέτοιων παρόχων, ιδίως εκείνες που συνδέονται με την παροχή υποδομών ATM. Η Επιτροπή προσδιορίζει τους τρόπους επιλογής των παρόχων ή ενώσεών τους, με βάση την επαγγελματική τους επάρκεια και την ικανότητά τους να παρέχουν υπηρεσίες με αμερόληπτο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο, και αξιολογεί εν γένει το εκτιμώμενο κόστος και όφελος της παροχής υποστηρικτικών υπηρεσιών με κεντροποιημένο τρόπο. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3. Η Επιτροπή ορίζει παρόχους ή ενώσεις τους σύμφωνα με αυτές τις εκτελεστικές πράξεις.

5α.     Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τους τρόπους επιλογής των υπηρεσιών που καλύπτονται από το παρόν άρθρο. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3.

5β.     Η Επιτροπή διεξάγει ολοκληρωμένη μελέτη σχετικά με τον επιχειρησιακό, οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο, καθώς και σχετικά με τον αντίκτυπο στην ασφάλεια της εισαγωγής των αρχών της αγοράς στην παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών και υποβάλει τη μελέτη αυτή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως την 1η Ιανουαρίου 2016. Η μελέτη λαμβάνει υπόψη την υλοποίηση του γενικού προγράμματος ATM και τον αντίκτυπο των τεχνολογιών SESAR στον τομέα των υποστηρικτικών υπηρεσιών. [Τροπολογία 90]

Άρθρο 11

Μηχανισμός επιδόσεων

1.   Για να βελτιωθούν οι επιδόσεις της αεροναυτιλιακής εξυπηρέτησης και των υπηρεσιών δικτύου στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό, καταρτίζεται μηχανισμός επιδόσεων της αεροναυτιλιακής εξυπηρέτησης και των υπηρεσιών του δικτύου. Πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής:

α)

στόχους σε επίπεδο Ένωσης και αντίστοιχους στόχους σε τοπικό επίπεδο επιδόσεων στα καίρια πεδία επιδόσεων της ασφάλειας πτήσεων, του περιβάλλοντος, της χωρητικότητας και της οικονομικής απόδοσης , σύμφωνα με τους στόχους υψηλού επιπέδου του γενικού προγράμματος ΑΤΜ που έχει καθοριστεί για όλη την περίοδο αναφοράς · [Τροπολογία 91]

β)

εθνικά τοπικά σχέδια ή σχέδια για τα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου, επιδόσεων που περιλαμβάνουν στόχους επιδόσεων, οι οποίοι εξασφαλίζουν συμμόρφωση προς τους στόχους επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης· και [Τροπολογία 92]

γ)

περιοδική επανεξέταση, παρακολούθηση και συγκριτική αξιολόγηση των επιδόσεων της αεροναυτιλιακής εξυπηρέτησης και των υπηρεσιών του δικτύου.

2.   Η Επιτροπή ορίζει αμερόληπτο και αρμόδιο δημόσιο φορέα για να ενεργεί ως «φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων». Ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων (ΦΕΕ). Ο ΦΕΕ συγκροτείται, από την 1η Ιουλίου 2015, ως ευρωπαϊκή οικονομική ρυθμιστική αρχή υπό την εποπτεία της Επιτροπής. Ο ΦΕΕ έχει ως ρόλο να επικουρεί την Επιτροπή, σε συντονισμό με τις εποπτικές εθνικές αεροπορικές αρχές, και να επικουρεί και να ελέγχει τις εποπτικές εθνικές αεροπορικές αρχές, εφόσον του ζητηθεί, στην εφαρμογή του μηχανισμού επιδόσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Ο ΦΕΕ είναι λειτουργικά και νομικά ξεχωριστός από οιονδήποτε πάροχο υπηρεσιών, είτε σε εθνικό είτε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ο EAA και , ο διαχειριστής δικτύου, ο Eurocontrol ή άλλος αρμόδιος φορέας μπορεί να παρέχει τεχνική συνδρομή στον φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων ΦΕΕ . [Τροπολογία 93]

3.   Τα εθνικά τοπικά σχέδια ή τα σχέδια λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου κατά την παράγραφο επιδόσεων στα οποία αναφέρεται η παράγραφος  1 στοιχείο β) καταρτίζονται από τις εποπτικές εθνικές αεροπορικές αρχές και εγκρίνονται από τα κράτη μέλη. Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν δεσμευτικούς στόχους σε τοπικό επίπεδο και κατάλληλο καθεστώς παροχής κινήτρων υπό τη μορφή που εγκρίνεται από το/τα κράτος/η μέλος/η. Η κατάρτιση των σχεδίων υπόκειται σε διαβούλευση με την Επιτροπή, τον ΦΕΕ, τους παρόχους αεροναυτιλιακών υπηρεσιών, τους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, με τους φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων και τους συντονιστές αερολιμένων. [Τροπολογία 94]

4.   Η συμμόρφωση των σχεδίων και των εθνικών στόχων ή των στόχων λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου με τους στόχους επιδόσεων σε τοπικό επίπεδο Ένωσης και τους αντίστοιχους με τους στόχους επιδόσεων σε τοπικό επίπεδο Ένωσης αξιολογείται από την Επιτροπή σε συνεργασία με τον φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων ΦΕΕ . [Τροπολογία 95]

Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι εθνικό σχέδιο ή σχέδιο λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου ορίσει ότι τα τοπικά σχέδια επιδόσεων ή οι τοπικοί στόχοι δεν ανταποκρίνονται στους στόχους σε επίπεδο Ένωσης, μπορεί να ζητήσει από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2. [Τροπολογία 96]

5.   Η περίοδος αναφοράς για τον μηχανισμό των επιδόσεων κατά την παράγραφο 1 καλύπτει τρία έτη τουλάχιστον χωρίς να υπερβαίνει το όριο των πέντε ετών. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, εφόσον οι εθνικοί στόχοι ή οι στόχοι λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου δεν επιτευχθούν, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη καθορίζουν και εφαρμόζουν μέτρα με σκοπό τη διόρθωση της κατάστασης. Εφόσον η Επιτροπή κρίνει ότι τα εν λόγω μέτρα δεν αρκούν για τη διόρθωση της κατάστασης, μπορεί να αποφασίσει να λάβουν τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα ή κυρώσεις. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη συμβουλευτική διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2.

6.   Η Επιτροπή και ο ΕΑΑ, από κοινού με τον ΦΕΕ, διενεργεί διενεργούν τακτικές αξιολογήσεις της επίτευξης των στόχων επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης και των αντίστοιχων σε τοπικό επίπεδο. [Τροπολογία 97]

7.   Ο μηχανισμός επιδόσεων κατά την παράγραφο 1 βασίζεται στα εξής:

α)

συλλογή, επικύρωση, εξέταση, αξιολόγηση και διάδοση δεδομένων που σχετίζονται με τις επιδόσεις της αεροναυτιλιακής εξυπηρέτησης και των υπηρεσιών του δικτύου από όλα τα σχετικά μέρη, στα οποία περιλαμβάνονται πάροχοι υπηρεσίας αεροναυτιλίας, χρήστες του εναέριου χώρου, φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων, ο ΕΑΑ, εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές, τα κράτη μέλη και ο Eurocontrol· [Τροπολογία 98]

β)

επιλογή ενδεδειγμένων καίριων πεδίων επιδόσεων με βάση το έγγραφο του ΔΟΠΑ αριθ. 9854 με τίτλο «Γενική επιχειρησιακή ιδέα διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας» (Global Air Traffic Management Operational Concept) και συνεπών προς αυτά που προσδιορίζονται στο πλαίσιο επιδόσεων του γενικού προγράμματος ATM, όπου περιλαμβάνονται τομείς ασφαλείας, περιβάλλοντος, χωρητικότητας και οικονομικής απόδοσης και ανθρώπινου παράγοντα , προσαρμοσμένων, εάν απαιτείται, για να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού και οι σχετικοί στόχοι για αυτούς τους τομείς και ορισμός περιορισμένου αριθμού καίριων δεικτών επιδόσεων για τη μέτρηση των επιδόσεων . Ιδιαίτερη προσοχή δίδεται στους δείκτες επιδόσεων στο πεδίο της ασφάλειας · [Τροπολογία 99]

γ)

καθορισμό και αναθεώρηση στόχων επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης, και των αντίστοιχων σε τοπικό επίπεδο οι οποίοι ορίζονται με βάση εισροές που προσδιορίζονται στο επίπεδο των κρατών μελών ή λειτουργικών τμημάτων του εναέριου χώρου . Ορίζονται στόχοι επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης προκειμένου να διασφαλιστεί ότι κάθε λειτουργικό τμήμα του εναερίου χώρου διαθέτει επαρκή ευελιξία για την επίτευξη βέλτιστων αποτελεσμάτων · [Τροπολογία 100]

δ)

κριτήρια για τον καθορισμό των εθνικών τοπικών σχεδίων επιδόσεων ή των σχεδίων επιδόσεων λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου από τις εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές, όπου περιέχονται οι τοπικοί στόχοι επιδόσεων και το καθεστώς παροχής κινήτρων. Τα σχέδια επιδόσεων: [Τροπολογία 101]

i)

βασίζονται στα επιχειρηματικά σχέδια των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας τα οποία, με τη σειρά τους, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM · [Τροπολογία 102]

ii)

πραγματεύονται όλα τα στοιχεία κόστους της εθνικής βάσης κόστους ή της βάσης κόστους λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου·

iii)

περιλαμβάνουν δεσμευτικούς τοπικούς στόχους επιδόσεων σύμφωνους με τους στόχους επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης·

ε)

αξιολόγηση των τοπικών στόχων επιδόσεων με βάση εθνικό τοπικό σχέδιο ή σχέδιο λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου επιδόσεων· [Τροπολογία 103]

στ)

παρακολούθηση των εθνικών τοπικών σχεδίων επιδόσεων ή των σχεδίων επιδόσεων λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου, περιλαμβανομένων των ενδεδειγμένων μηχανισμών συναγερμού· [Τροπολογία 104]

ζ)

κριτήρια για την επιβολή κυρώσεων και για μηχανισμούς αποζημίωσης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τους στόχους επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης και τους αντίστοιχους σε τοπικό επίπεδο που τίθενται κατά την περίοδο αναφοράς και για την υποστήριξη των μηχανισμών συναγερμού· [Τροπολογία 105]

η)

γενικές αρχές για τον καθορισμό από τα κράτη μέλη του καθεστώτος παροχής κινήτρων·

θ)

αρχές για την εφαρμογή μεταβατικού μηχανισμού που απαιτείται για την προσαρμογή στη λειτουργία του συστήματος επιδόσεων, για διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες μετά την έγκριση της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο·

ι)

ενδεδειγμένες περιόδους αναφοράς και τα διαστήματα για την αποτίμηση της επίτευξης των στόχων επιδόσεων και τον ορισμό νέων στόχων·

ια)

τα σχετικά αναγκαία χρονοδιαγράμματα.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις κατά το άρθρο 26 ώστε να εγκρίνονται οι στόχοι επιδόσεων σε επίπεδο Ένωσης και να θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες για την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού επιδόσεων σύμφωνα με τα σημεία της παρούσας παραγράφου. [Τροπολογία 106]

8.   Κατά τον καθορισμό του μηχανισμού επιδόσεων λαμβάνεται υπόψη ότι οι υπηρεσίες κατά τη διαδρομή, οι τερματικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες δικτύου είναι διαφορετικές και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ανάλογα, εάν είναι απαραίτητο και για τους σκοπούς μέτρησης των επιδόσεων.

8α.     Η Επιτροπή διεξάγει μελέτη σχετικά με τον αντίκτυπο που ενδέχεται να έχει η συμπεριφορά παραγόντων που δεν είναι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο πλαίσιο του συστήματος ΑΤΜ, για παράδειγμα φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων, συντονιστές αερολιμένων και φορείς εκμετάλλευσης αεροπορικών μεταφορών, στην αποτελεσματική λειτουργία του ευρωπαϊκού δικτύου ΑΤΜ.

Το πεδίο εφαρμογής της μελέτης καλύπτει, ενδεικτικά, τα εξής:

α)

τον προσδιορισμό παραγόντων που δεν είναι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο σύστημα ΑΤΜ και οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν το δίκτυο επιδόσεων·

β)

τον αντίκτυπο που έχει η συμπεριφορά των εν λόγω παραγόντων στις επιδόσεις των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε σχέση με τα καίρια πεδία επιδόσεων της ασφάλειας, του περιβάλλοντος και της χωρητικότητας·

γ)

τη δυνατότητα ανάπτυξης δεικτών επιδόσεων και καίριων δεικτών επιδόσεων για τους εν λόγω παράγοντες·

δ)

τα τυχόν πλεονεκτήματα του ευρωπαϊκού δικτύου ΑΤΜ που ενδέχεται να προκύψουν από την εφαρμογή συμπληρωματικών δεικτών επιδόσεων και καίριων δεικτών επιδόσεων· και τα τυχόν κωλύματα για την επίτευξη των βέλτιστων επιδόσεων.

Η μελέτη θα πρέπει να ξεκινήσει το αργότερο 12 μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος κανονισμού και να ολοκληρωθεί το αργότερο εντός 12 μηνών· τα αποτελέσματά της πρέπει στη συνέχεια να εξεταστούν από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη με στόχο να διευρύνουν το πεδίο του μηχανισμού επιδόσεων ώστε να συμπεριληφθούν τυχόν συμπληρωματικοί δείκτες επιδόσεων και καίριοι δείκτες επιδόσεων για μελλοντικές περιόδους αναφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. [Τροπολογία 107]

Άρθρο 12

Γενικές διατάξεις για το σύστημα χρέωσης

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 13 και 14, το σύστημα χρέωσης των αεροναυτιλιακών υπηρεσιών συμβάλλει στην επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας στον καθορισμό, την επιβολή και την εφαρμογή των τελών στους χρήστες του εναερίου χώρου και στην οικονομική απόδοση της παροχής αεροναυτιλιακών υπηρεσιών και την αποτελεσματικότητα των πτήσεων, τηρουμένου ταυτόχρονα βέλτιστου επιπέδου ασφαλείας. Το σύστημα πρέπει επίσης να είναι σύμφωνο με το άρθρο 15 της σύμβασης του Σικάγου του 1944 περί της διεθνούς πολιτικής αεροπορίας και με το σύστημα χρέωσης των τελών διαδρομής του Εurocontrol.

Άρθρο 13

Αρχές για το σύστημα χρέωσης

1.   Το σύστημα τελών βασίζεται στο λογαριασμό κόστους των υπηρεσιών αεροναυτιλίας ο οποίος βαρύνει τους παρόχους υπηρεσιών υπέρ των χρηστών του εναέριου χώρου. Το σύστημα κατανέμει το κόστος αυτό μεταξύ των κατηγοριών χρηστών.

2.   Κατά τον καθορισμό της βάσης κόστους των τελών, εφαρμόζονται οι αρχές που καθορίζονται στις παραγράφους 3 έως 8.

3.   Το κόστος που επιμερίζονται οι χρήστες του εναέριου χώρου είναι το πλήρες κόστος της παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας, συμπεριλαμβανομένων των προβλεπόμενων τόκων για τις επενδύσεις κεφαλαίου και τις αποσβέσεις περιουσιακών στοιχείων, καθώς και των δαπανών συντήρησης, εκμετάλλευσης, διαχείρισης και διοίκησης, συμπεριλαμβανομένου του κόστους με το οποίο επιβαρύνεται ο EAA για τα σχετικά διοικητικά καθήκοντά του. Καθορισμένο κόστος είναι το κόστος που καθορίζεται από το κράτος μέλος είτε σε εθνικό επίπεδο είτε σε επίπεδο λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου, είτε κατά την έναρξη της περιόδου αναφοράς για κάθε ημερολογιακό έτος της περιόδου αναφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 5, είτε κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, μετά από κατάλληλες προσαρμογές για την εφαρμογή των μηχανισμών συναγερμού κατά το άρθρο 11.

4.   Το κόστος που λαμβάνεται υπόψη εν προκειμένω είναι αυτό που υπολογίζεται με βάση τις διευκολύνσεις και υπηρεσίες που προβλέπονται και εφαρμόζονται δυνάμει του περιφερειακού σχεδίου αεροναυτιλίας του ΔΟΠΑ, Ευρωπαϊκή Περιφέρεια. Στο κόστος αυτό περιλαμβάνονται δαπάνες των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών ή/και ειδικευμένων φορέων, καθώς και άλλες δαπάνες του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και παρόχου υπηρεσιών για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας. Δεν περιλαμβάνονται δαπάνες λόγω κυρώσεων επιβαλλόμενων από κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 33 και οι δαπάνες τυχόν διορθωτικών μέτρων ή κυρώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 11. [Τροπολογία 108]

5.   Όσον αφορά τα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου και στο πλαίσιο των οικείων συμφωνιών-πλαίσιο, τα κράτη μέλη καταβάλλουν εύλογες προσπάθειες για να συμφωνήσουν σε κοινές αρχές για την πολιτική χρέωσης , με σκοπό να καταλήξουν σε μια ενιαία χρέωση, σύμφωνα με τα αντίστοιχα σχέδια επιδόσεών τους . [Τροπολογία 109]

6.   Το κόστος των διαφόρων υπηρεσιών αεροναυτιλίας προσδιορίζεται χωριστά όπως προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3.

7.   Δεν επιτρέπεται η αλληλεπιδότηση υπηρεσιών διαδρομής και τερματικών υπηρεσιών. Το κόστος που συνδέεται τόσο με τις τερματικές υπηρεσίες όσο και τις υπηρεσίες διαδρομών κατανέμεται αναλογικά μεταξύ των υπηρεσιών διαδρομών και των τερματικών υπηρεσιών με βάση διαφανή μεθοδολογία. Η αλληλεπιδότηση επιτρέπεται μεταξύ διαφορετικών υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας μιας των δύο αυτών κατηγοριών μόνον εφόσον αιτιολογηθεί αντικειμενικά και περιγραφεί με σαφήνεια. Δεν επιτρέπεται η αλληλεπιδότηση υπηρεσιών διαδρομής και τερματικών υπηρεσιών.

8.   Διασφαλίζεται η διαφάνεια της βάσης κόστους για τα τέλη. Θεσπίζονται εκτελεστικοί κανόνες για την παροχή πληροφοριών από τους παρόχους υπηρεσιών ώστε να είναι δυνατόν να ελέγχονται οι προβλέψεις, οι πραγματικές δαπάνες και τα έσοδα του παρόχου. Ανταλλάσσονται τακτικά πληροφορίες μεταξύ εθνικών εποπτικών αρχών, παρόχων υπηρεσιών, χρηστών του εναέριου χώρου, της Επιτροπής και του Εurocontrol.

9.   Τα κράτη μέλη συμμορφώνονται προς τις εξής αρχές όταν καθορίζουν τέλη σύμφωνα με την παράγραφο 3 έως 8:

α)

τα τέλη για τη διάθεση υπηρεσιών αεροναυτιλίας καθορίζονται χωρίς διακρίσεις κατά την επιβολή τελών σε διαφόρους χρήστες του εναέριου χώρου για τη χρήση της ίδιας υπηρεσίας, δεν γίνεται διάκριση λόγω ιθαγένειας ή κατηγορίας του χρήστη·

β)

μπορεί να επιτρέπεται απαλλαγή ορισμένων χρηστών, και ιδίως χειριστών ελαφρών αεροσκαφών και κρατικών αεροσκαφών, υπό τον όρο ότι το κόστος αυτής της απαλλαγής δεν μετακυλύεται σε άλλους χρήστες·

γ)

τα τέλη καθορίζονται ανά ημερολογιακό έτος με βάση το καθορισμένο·

δ)

οι αεροναυτιλιακές υπηρεσίες είναι δυνατόν να παράγουν επαρκή έσοδα για εύλογη απόδοση του ενεργητικού για την απαραίτητη βελτίωση της διάρθρωσης του κεφαλαίου·

ε)

τα τέλη αντικατοπτρίζουν το κόστος των υπηρεσιών και διευκολύνσεων αεροναυτιλίας που διατίθενται στους χρήστες του εναέριου χώρου, καθώς και το κόστος με το οποίο επιβαρύνεται ο ΕΑΑ για την εκτέλεση των σχετικών καθηκόντων, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών παραγωγικών ικανοτήτων των συγκεκριμένων διαφόρων τύπων αεροσκαφών·

στ)

με τα τέλη ενθαρρύνεται η ασφαλής, αποτελεσματική και αποδοτική και βιώσιμη παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας με στόχο την επίτευξη υψηλού επιπέδου ασφαλείας και την οικονομική απόδοση και οι οποίες πληρούν τους στόχους και οικονομικής αποδοτικότητας και την επίτευξη των στόχων επιδόσεων και προάγουν την προάγεται η παροχή ολοκληρωμένων υπηρεσιών, μειώνοντας, παράλληλα, τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις με παράλληλη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αεροπορίας. Για τον σκοπό του παρόντος στοιχείου στ) και σε σχέση με τα εθνικά τοπικά σχέδια επιδόσεων ή τα σχέδια επιδόσεων των λειτουργικών τμημάτων εναέριου χώρου, οι εθνικές εποπτικές αρχές μπορούν να δημιουργούν , η εθνική αεροπορική αρχή μπορεί να δημιουργεί μηχανισμούς, καθώς και κίνητρα που συνίστανται σε οικονομικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, για να ενθαρρύνουν ενθαρρύνει τους παρόχους αεροναυτιλιακών υπηρεσιών ή/και τους χρήστες του εναερίου χώρου να προβαίνουν σε βελτιώσεις της παροχής αεροναυτιλιακών υπηρεσιών, όπως αύξηση της χωρητικότητας, μείωση των καθυστερήσεων και βιώσιμη ανάπτυξη, διατηρώντας ταυτόχρονα βέλτιστο επίπεδο ασφάλειας. [Τροπολογία 110]

10.   Η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα με τα οποία καθορίζονται οι λεπτομέρειες της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθείται για την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 9. Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει οικονομικούς μηχανισμούς για τη βελτίωση του συγχρονισμού των δαπανών κεφαλαίου εναέριου εξοπλισμού και εξοπλισμού εδάφους σε σχέση με την ανάπτυξη των τεχνολογιών SESAR. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 3. [Τροπολογία 111]

Άρθρο 14

Εξέταση της συμμόρφωσης προς τα άρθρα 12 και 13

1.   Η Επιτροπή μεριμνά για τον συνεχή έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις αρχές και τους κανόνες που αναφέρονται στα άρθρα 12 και 13, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή επιδιώκει τη δημιουργία αναγκαίων μηχανισμών χρήσης της εμπειρογνωμοσύνης του Eurocontrol και γνωστοποιεί τα αποτελέσματα του ελέγχου στα κράτη μέλη, στον Eurocontrol και στους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου.

2.   Η Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος ενός ή περισσότερων κρατών μελών, ή με δική της πρωτοβουλία, εξετάζει τα ειδικά μέτρα που λαμβάνουν οι εθνικές αρχές σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 12 και 13 για τον καθορισμό του κόστους και των τελών. Με την επιφύλαξη του άρθρου 32 παράγραφος 1, η Επιτροπή γνωστοποιεί τα αποτελέσματα της έρευνάς της στα κράτη μέλη, στον Eurocontrol και στους εκπροσώπους των χρηστών του εναέριου χώρου. Η Επιτροπή, εντός δύο μηνών από την παραλαβή αιτήματος, αφού συμβουλευθεί τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, αποφασίζει εάν αποκαταστάθηκε η συμμόρφωση προς τα άρθρα 12 και 13 και επομένως εάν πρέπει να συνεχισθεί η εφαρμογή του μέτρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 2.

Άρθρο 14α

Εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM

Η εφαρμογή του γενικού προγράμματος ΑΤΜ συντονίζεται από την Επιτροπή. Ο διαχειριστής δικτύου, ο ΦΕΕ και ο διαχειριστής ανάπτυξης συμβάλλουν στην εφαρμογή του γενικού προγράμματος ΑΤΜ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. [Τροπολογία 112]

Άρθρο 14β

Η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα για την καθιέρωση της διαχείρισης της εφαρμογής του γενικού προγράμματος ΑΤΜ, μεταξύ άλλων, για τον καθορισμό και την επιλογή του υπευθύνου για το επίπεδο της διοίκησης φορέα (διαχειριστής ανάπτυξης). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3. [Τροπολογία 113]

Άρθρο 14γ

Ο διαχειριστής ανάπτυξης συστήνει στην Επιτροπή δεσμευτικές προθεσμίες για την ανάπτυξη και τις κατάλληλες διορθωτικές δράσεις που αφορούν την καθυστερημένη εφαρμογή. [Τροπολογία 114]

Άρθρο 15

Κοινά έργα

1.   Η εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM είναι δυνατόν να υποστηριχθεί με κοινά έργα. Τα έργα αυτά υποστηρίζουν τους στόχους του παρόντος κανονισμού για τη βελτίωση των επιδόσεων του ευρωπαϊκού συστήματος πολιτικής αεροπορίας σε καίρια πεδία όπως η χωρητικότητα, η αποτελεσματικότητα των πτήσεων και η οικονομική τους απόδοση, καθώς και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, στο πλαίσιο των πρωταρχικών στόχων για την ασφάλεια πτήσεων. Σκοπός των κοινών έργων είναι η έγκαιρη, συντονισμένη και συγχρονισμένη ανάπτυξη των λειτουργικών δυνατοτήτων ATM ώστε να επιτευχθούν οι βασικές επιχειρησιακές αλλαγές που περιέχει το γενικό πρόγραμμα ATM , περιλαμβανομένου του προσδιορισμού της πιο κατάλληλης γεωγραφικής διάστασης, μιας βασισμένης στις επιδόσεις αρχιτεκτονικής έργου και μιας προσέγγισης για την προσφορά των υπηρεσιών που θα πρέπει να εφαρμοστούν από τον διαχειριστή ανάπτυξης . Όπου είναι αυτό εφικτό, ο σχεδιασμός και η εκτέλεση των κοινών έργων θα αποσκοπούν στη σύσταση μιας δέσμης βασικών διαλειτουργικών ικανοτήτων για όλα τα κράτη μέλη . [Τροπολογία 115]

2.   Η Επιτροπή μπορεί να λάβει μέτρα για τη διαχείριση των κοινών έργων και την παροχή κινήτρων για την ανάπτυξή τους. Ο φορέας που αναλαμβάνει την ανάπτυξη των κοινών έργων είναι ο ίδιος με εκείνον που έχει την ευθύνη για την αρχική εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3. Tα μέτρα αυτά δεν επηρεάζουν συμπληρώνουν τους μηχανισμούς για την ανάπτυξη των έργων που αφορούν λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου, όπως έχει συμφωνηθεί από τα μέρη των εν λόγω τμημάτων. [Τροπολογία 116]

3.   Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει κοινά έργα για τις σχετικές με το δίκτυο λειτουργίες που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη βελτίωση των συνολικών επιδόσεων των υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας και των υπηρεσιών αεροναυτιλίας στην Ευρώπη, στα οποία να προσδιορίζονται οι λειτουργικές δυνατότητες ΑΤΜ που είναι πλέον έτοιμες προς εγκατάσταση, καθώς και το χρονοδιάγραμμα και η σχετική γεωγραφική κάλυψη. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 3 Τα κοινά έργα μπορούν να θεωρηθούν επιλέξιμα για ενωσιακή χρηματοδότηση στο πλαίσιο του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Για τον σκοπό αυτό, και με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των κρατών μελών να αποφασίσουν για τη χρησιμοποίηση των οικονομικών τους πόρων, η Επιτροπή διεξάγει ανεξάρτητη ανάλυση κόστους-οφέλους και κατάλληλες διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τους άμεσα ενδιαφερομένους, σύμφωνα με το άρθρο 28, για τη διερεύνηση όλων των κατάλληλων μέσων για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξής τους. Το επιλέξιμο κόστος της ανάπτυξης κοινών έργων ανακτάται σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας και της αμεροληψίας.

3α.     Τα κοινά έργα αποτελούν το μέσο για την εφαρμογή, με συντονισμένο και έγκαιρο τρόπο, των επιχειρησιακών βελτιώσεων που προέκυψαν μέσω του έργου SESAR. Έτσι, συμβάλλουν με αποφασιστικό τρόπο στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης. [Τροπολογία 117]

Άρθρο 16

Λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν τον καθορισμό και την εφαρμογή των λειτουργικών τμημάτων εναέριου χώρου με βάση την ενοποιημένη παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας αεροναυτιλίας , προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη χωρητικότητα και απόδοση του δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας μέσα στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό, να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας, να βελτιωθούν οι επιδόσεις του συστήματος αεροπορικών μεταφορών συνολικά και να μειωθούν οι επιπτώσεις στο περιβάλλον. [Τροπολογία 118]

2.   Τα λειτουργικά τμήματα του εναερίου χώρου καθορίζονται, κατά το δυνατόν, με βάση συμπράξεις κλαδικής συνεργασίας με τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, ιδίως για την παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών κατά το άρθρο 10. Οι συμπράξεις κλαδικής συνεργασίας μπορούν να υποστηρίζουν ένα ή περισσότερα τμήματα του εναερίου χώρου ή μέρος αυτών, ώστε να μεγιστοποιηθούν οι επιδόσεις. [Τροπολογία 119]

3.   Τα κράτη μέλη, καθώς οι εθνικές αεροπορικές αρχές και οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας αεροναυτιλίας συνεργάζονται μεταξύ τους το μέγιστο δυνατόν για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωσή τους προς το παρόν άρθρο. Στη συνεργασία αυτή μπορούν επίσης να περιλαμβάνονται οι εθνικές αεροπορικές αρχές και πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας αεροναυτιλίας από τρίτες χώρες, εφόσον λαμβάνουν μέρος σε λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου. [Τροπολογία 120]

4.   Συγκεκριμένα, τα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου:

α)

υποστηρίζονται από μηχανισμούς ασφαλείας·

β)

σχεδιάζονται κατά τρόπο που να επιδιώκεται μέγιστη συνέργεια από τις συμπράξεις κλαδικής συνεργασίας, ώστε να επιτευχθούν και, ει δυνατόν, να υπερκαλυφθούν οι στόχοι επιδόσεων του άρθρου 11· [Τροπολογία 121]

γ)

καθιστούν δυνατή τη βέλτιστη και ευέλικτη χρήση του εναέριου χώρου, λαμβανομένων υπόψη των ροών της εναέριας κυκλοφορίας· [Τροπολογία 122]

δ)

εξασφαλίζουν τη συμβατότητα με το ευρωπαϊκό δίκτυο αεροδιαδρόμων, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 17·

ε)

δικαιολογούνται από τη συνολική προστιθέμενή τους αξία, συμπεριλαμβανομένης της βέλτιστης χρήσης των τεχνικών και ανθρώπινων πόρων, βάσει αναλύσεων κόστους-οφέλους·

στ)

εφόσον είναι δυνατόν διασφαλίζουν ομαλή και ευέλικτη μεταβίβαση της ευθύνης του ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας μεταξύ των μονάδων υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας·

ζ)

διασφαλίζουν συμβατότητα μεταξύ των διαφόρων διαμορφώσεων του εναέριου χώρου·

η)

συμμορφώνονται με τους όρους που απορρέουν από περιφερειακές συμφωνίες που συνάπτονται στο πλαίσιο του ΔΟΠΑ·

θ)

είναι σε συμφωνία με τις περιφερειακές συμφωνίες που ισχύουν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ιδίως τις συμφωνίες όπου συμμετέχουν τρίτες ευρωπαϊκές χώρες·

θα)

ενοποιούν την προμήθεια των υποδομών ΑΤΜ και στοχεύουν στην αύξηση της διαλειτουργικότητας του υφιστάμενου εξοπλισμού· [Τροπολογία 123]

θβ)

εξασφαλίζουν τη συνέπεια προς τους ενωσιακούς στόχους επιδόσεων . [Τροπολογία 124]

Οι απαιτήσεις της παραγράφου 4 στοιχεία γ), δ) και ζ) εκπληρώνονται σύμφωνα με τον βέλτιστο σχεδιασμό του εναερίου χώρου από τον διαχειριστή δικτύου, όπως ορίζει το άρθρο 17.

5.   Οι απαιτήσεις του παρόντος άρθρου είναι δυνατόν να εκπληρωθούν με τη συμμετοχή των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας σε ένα ή περισσότερα λειτουργικά τμήματα του εναερίου χώρου.

6.   Λειτουργικό Επιχειρησιακό τμήμα εναέριου χώρου το οποίο καταλαμβάνει εναέριο χώρο υπό την αρμοδιότητα περισσότερων του ενός κρατών μελών καθορίζεται με κοινή υπόδειξη όλων μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και, κατά περίπτωση, των τρίτων χωρών, με αρμοδιότητα για οποιοδήποτε μέρος του εναέριου χώρου που περιλαμβάνεται στο εν λόγω τμήμα. [Τροπολογία 126]

Η κοινή υπόδειξη με την οποία καθορίζεται το λειτουργικό τμήμα εναερίου χώρου περιέχει τις αναγκαίες διατάξεις για τον τρόπο τροποποίησης του λειτουργικού τμήματος και για τον τρόπο με τον οποίο κράτος μέλος ή, κατά περίπτωση, τρίτη χώρα μπορεί να αποσυρθεί από το λειτουργικό τμήμα, όπως επίσης περιέχει μεταβατικές διατάξεις.

7.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τον καθορισμό των λειτουργικών τμημάτων εναερίου χώρου στην Επιτροπή. Το(τα) ενδιαφερόμενο(α) κράτος(η) μέλος(η), πριν κοινοποιήσει(ουν) στην Επιτροπή την καθιέρωση λειτουργικού τμήματος εναέριου χώρου, παρέχει(ουν) στην Επιτροπή, τα άλλα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη κατάλληλες πληροφορίες και τους δίνει(ουν) τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

8.   Εφόσον ανακύψουν δυσκολίες μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών όσον αφορά διασυνοριακό λειτουργικό τμήμα εναέριου χώρου, το οποίο αφορά εναέριο χώρο υπό τη δικαιοδοσία τους, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν από κοινού το θέμα στην επιτροπή ενιαίου ουρανού για γνωμοδότηση. Η γνωμοδότηση απευθύνεται στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την εν λόγω γνωμοδότηση προκειμένου να εξευρεθεί λύση.

9.   Αφού λάβει τις κοινοποιήσεις εκ μέρους των κρατών μελών στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 6 και 7, η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσο κάθε λειτουργικό τμήμα εναέριου χώρου πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 και παρουσιάζει τα συμπεράσματα στα κράτη μέλη, προς συζήτηση. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα ή περισσότερα λειτουργικά τμήματα εναέριου χώρου δεν πληρούν τις προϋποθέσεις, αρχίζει διάλογο με τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη με στόχο την επίτευξη συναίνεσης όσον αφορά τα αναγκαία μέτρα για τη διόρθωση της κατάστασης.

10.   Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει λεπτομερή μέτρα σχετικά με την κοινή υπόδειξη του(των) παρόχου(ων) υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας κατά την παράγραφο 6, στα οποία να προσδιορίζονται οι τρόποι επιλογής του(των) παρόχου(ων) υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, η περίοδος ορισμού τους, ρυθμίσεις εποπτείας, η δυνατότητα διάθεσης των παρεχόμενων υπηρεσιών και οι ρυθμίσεις κάλυψης ευθύνης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με την διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3.

11.   Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει μέτρα σχετικά με τις κατά την παράγραφο 6 πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν το(τα) κράτος(η) μέλος(η). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με την διαδικασία του άρθρου που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη τυχόν ρυθμίσεων για τις FAB που ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, στο βαθμό που οι ρυθμίσεις αυτές ικανοποιούν ή, στο μέτρο του δυνατού, υπερβαίνουν τους στόχους επιδόσεων που τίθενται σύμφωνα με το άρθρο 11. [Τροπολογία 127]

Άρθρο 16α

Συμπράξεις κλαδικής συνεργασίας

1.     Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας μπορούν να συνεργάζονται προκειμένου να ιδρύσουν συμπράξεις κλαδικής συνεργασίας, ιδίως σε σχέση με την παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 10. Οι συμπράξεις κλαδικής συνεργασίας μπορούν να υποστηρίζουν ένα ή περισσότερα τμήματα του εναερίου χώρου ή μέρος αυτών, ώστε να μεγιστοποιηθούν οι επιδόσεις.

2.     Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη καταβάλλουν κάθε προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσουν ότι θα εξαλειφθούν τυχόν εμπόδια στις συμπράξεις μεταξύ παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ζητήματα κάλυψης ευθύνης, μοντέλων χρεώσεων και εμποδίων διαλειτουργικότητας. [Τροπολογία 128]

Άρθρο 17

Διαχείριση και σχεδιασμός του δικτύου

1.   Οι υπηρεσίες του δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ATM) επιτρέπουν βέλτιστη και ευέλικτη χρήση του εναερίου χώρου και εξασφαλίζουν στους χρήστες του εναερίου χώρου τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τις διαδρομές που προτιμούν και ταυτόχρονα να έχουν μέγιστη πρόσβαση στον εναέριο χώρο και τις αεροναυτιλιακές υπηρεσίες. Αυτές οι υπηρεσίες του δικτύου αποσκοπούν στη στήριξη πρωτοβουλιών σε εθνικό επίπεδο και στο επίπεδο των λειτουργικών τμημάτων του εναέριου χώρου και εκτελούνται με ταυτόχρονη τήρηση της αρχής του διαχωρισμού μεταξύ ρυθμιστικών και επιχειρησιακών καθηκόντων. [Τροπολογία 129]

2.   Για να επιτευχθούν οι στόχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών όσον αφορά τους εθνικούς αεροδιαδρόμους και τις δομές του εναέριου χώρου, η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι αναλαμβάνονται οι κάτωθι λειτουργίες και υπηρεσίες υπό την ευθύνη του συντονίζονται από διαχειριστή δικτύου: [Τροπολογία 130]

α)

σχεδιασμός του ευρωπαϊκού δικτύου αεροδιαδρόμων·

β)

συντονισμός των εν ανεπαρκεία πόρων, εντός των συχνοτήτων που χρησιμοποιεί κατά κανόνα η εναέρια κυκλοφορία, ιδίως των ραδιοσυχνοτήτων, καθώς και συντονισμός των κωδικών αναμεταδοτών ραντάρ·

γ)

κεντρική λειτουργία για τη διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας·

δ)

διάθεση πύλης παροχής αεροναυτικών πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 23·

ε)

βελτιστοποίηση του σχεδιασμού του εναερίου χώρου , συμπεριλαμβανομένων των τομέων εναερίου χώρου και των δομών εναερίου χώρου κατά τη διαδρομή και σε τερματικές περιοχές, σε συνεργασία με τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας και τα λειτουργικά τμήματα εναερίου χώρου κατά το άρθρο 16· [Τροπολογία 131]

στ)

κεντρική λειτουργία συντονισμού αεροπορικών κρίσεων.

Οι λειτουργίες και υπηρεσίες της παραγράφου 1 δεν συνεπάγονται τη λήψη δεσμευτικών μέτρων γενικού χαρακτήρα ούτε διακριτική ευχέρεια πολιτικής φύσεως. Λαμβάνουν υπόψη προτάσεις που έχουν αναπτυχθεί σε εθνικό επίπεδο και στο επίπεδο των λειτουργικών τμημάτων του εναέριου χώρου. Εκτελούνται σε συντονισμό με τις στρατιωτικές αρχές βάσει συμπεφωνημένων διαδικασιών για την ευέλικτη χρήση του εναέριου χώρου. [Τροπολογία 132]

Η Επιτροπή μπορεί, και σύμφωνα με τους εκτελεστικούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4, να ορίσει τον Eurocontrol, ή άλλον αμερόληπτο και αρμόδιο φορέα, να εκτελεί καθήκοντα διαχειριστή δικτύου. Τα καθήκοντα αυτά εκτελούνται με αμερόληπτο και οικονομικά αποδοτικό τρόπο και πραγματοποιούνται εξ ονόματος της Ένωσης, των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων φορέων. Υπόκεινται σε κατάλληλη διαχείριση η οποία αναγνωρίζει τον διαχωρισμό των ευθυνών για την παροχή υπηρεσιών και τη ρύθμιση, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών του δικτύου ATM συνολικά και με την πλήρη συμμετοχή των χρηστών του εναέριου χώρου και των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας. Έως την 1η Ιανουαρίου 2020 2016 , η Επιτροπή ορίζει τον διαχειριστή δικτύου ως αυτόνομο πάροχο υπηρεσιών με τη σύσταση ει δυνατόν κλαδικής σύμπραξης. [Τροπολογία 133]

3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 26 προκειμένου να προσθέτει στον κατάλογο υπηρεσιών που καθορίζονται στην παράγραφο 2 νέες υπηρεσίες, ώστε να τον προσαρμόζει στην τεχνική και επιχειρησιακή πρόοδο για την παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών με κεντρικό τρόπο

4.   Η Επιτροπή εκδίδει λεπτομερείς κανόνες για:

α)

τον συντονισμό και την εναρμόνιση μεθόδων και διαδικασιών για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης των αεροναυτικών συχνοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης αρχών και κριτηρίων·

β)

την κεντρική λειτουργία συντονισμού για τον έγκαιρο εντοπισμό και την κάλυψη των αναγκών σε συχνότητες στις ζώνες συχνοτήτων που διατίθενται στη γενική εναέρια κυκλοφορία στην Ευρώπη με στόχο την υποστήριξη του σχεδιασμού και της λειτουργίας του ευρωπαϊκού δικτύου αερομεταφορών·

γ)

πρόσθετες υπηρεσίες του δικτύου όπως ορίζονται στο γενικό πρόγραμμα ATM·

δ)

τις λεπτομέρειες μιας διαδικασίας λήψεως αποφάσεων που βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, των φορέων παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας και της λειτουργίας διαχείρισης του δικτύου για τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 2·

ε)

λεπτομερείς ρυθμίσεις για τη διοικητική δομή του διαχειριστή δικτύου με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων επιχειρησιακών παραγόντων·

στ)

ρυθμίσεις για τη διαβούλευση των ενδιαφερομένων φορέων στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδος· και

ζ)

εντός του ραδιοφάσματος που διατίθεται στη γενική εναέρια κυκλοφορία από τη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών, την κατανομή των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ της λειτουργίας διαχείρισης του δικτύου και των εθνικών διαχειριστών συχνοτήτων, με την οποία εξασφαλίζεται ότι οι υπηρεσίες εθνικής διαχείρισης συχνοτήτων εξακολουθούν να προβαίνουν στις εκχωρήσεις συχνοτήτων που δεν έχουν αντίκτυπο στο δίκτυο. Στις περιπτώσεις που έχουν αντίκτυπο στο δίκτυο, οι εθνικοί διαχειριστές συχνοτήτων συνεργάζονται με τους υπεύθυνους για τη λειτουργία διαχείρισης του δικτύου, ώστε να βελτιστοποιείται η χρήση των συχνοτήτων.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3.

5.   Πτυχές του σχεδιασμού του εναέριου χώρου, άλλες από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και στην παράγραφο 4 στοιχείο γ), αντιμετωπίζονται σε εθνικό επίπεδο ή στο επίπεδο των λειτουργικών τμημάτων του εναέριου χώρου. Σε αυτήν τη διαδικασία σχεδιασμού λαμβάνονται υπόψη η ζήτηση και η πολυπλοκότητα της εναέριας κυκλοφορίας, και τα τοπικά σχέδια επιδόσεων σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο λειτουργικών τμημάτων του εναέριου χώρου και περιλαμβάνεται πλήρης διαβούλευση με τους σχετικούς χρήστες του εναέριου χώρου ή με σχετικές ομάδες που εκπροσωπούν χρήστες του εναερίου χώρου και, κατά περίπτωση, με τις στρατιωτικές αρχές. [Τροπολογία 134]

Άρθρο 18

Σχέσεις μεταξύ παρόχων υπηρεσιών

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας μπορούν να κάνουν χρήση των υπηρεσιών άλλων παρόχων υπηρεσιών που έχουν πιστοποιηθεί ή δηλωθεί στην Ένωση.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας επισημοποιούν τις σχέσεις συνεργασίας τους με γραπτές συμφωνίες ή ισοδύναμες νομικές ρυθμίσεις με τις οποίες καθορίζονται τα συγκεκριμένα καθήκοντα και λειτουργίες που αναλαμβάνει κάθε πάροχος και επιτρέπεται η ανταλλαγή επιχειρησιακών δεδομένων μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών σε ό,τι αφορά τη γενική εναέρια κυκλοφορία. Οι ρυθμίσεις αυτές κοινοποιούνται στην οικεία εθνική εποπτική αρχή.

3.   Σε περιπτώσεις που συνεπάγονται την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας, απαιτείται η έγκριση των οικείων κρατών μελών.

Άρθρο 19

Σχέσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Οι πάροχοι υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας καθιερώνουν μηχανισμούς διαβούλευσης για να συμβουλεύονται τις σχετικές ομάδες χρηστών του εναερίου χώρου και τους φορείς εκμετάλλευσης για όλα τα μείζονα θέματα που σχετίζονται με τις παρεχόμενες υπηρεσίες, τα στρατηγικά επενδυτικά σχέδια, ιδίως σε ό,τι αφορά πτυχές που απαιτούν συγχρονισμό μεταξύ της ανάπτυξης εναέριου εξοπλισμού και εξοπλισμού εδάφους, ή για τις αλλαγές διαμορφώσεων του εναερίου χώρου. Οι χρήστες του εναερίου χώρου συμμετέχουν επίσης στη διαδικασία έγκρισης στρατηγικών επενδυτικών σχεδίων. Η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα για τον τρόπο διαβούλευσης και συμμετοχής των χρηστών του εναερίου χώρου στη διαδικασία έγκρισης εκπόνησης στρατηγικών επενδυτικών σχεδίων προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή τους με το γενικό πρόγραμμα ΑΤΜ και τα κοινά έργα για τα οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 15 . Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3. [Τροπολογία 135]

Με την επιφύλαξη του ρόλου της επιτροπής ενιαίου ουρανού, η Επιτροπή θα συστήσει μια συμβουλευτική ομάδα εμπειρογνωμόνων σχετικά με τον ανθρώπινο παράγοντα, στην οποία θα συμμετάσχουν ευρωπαϊκοί κοινωνικοί εταίροι του ΑΤΜ και άλλοι εμπειρογνώμονες από όργανα εκπροσώπησης του επαγγελματικού προσωπικού. Ο ρόλος της ομάδας αυτής είναι να παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ επιχειρήσεων και του ανθρώπινου παράγοντα στον τομέα ΑΤΜ. [Τροπολογία 136]

Άρθρο 20

Σχέσεις με τις στρατιωτικές αρχές

Τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής μεταφορών, λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι θεσπίζονται ή ανανεώνονται γραπτές συμφωνίες μεταξύ των αρμοδίων πολιτικών και στρατιωτικών αρχών ή ισότιμες νομικές ρυθμίσεις όσον αφορά στη διαχείριση συγκεκριμένων τμημάτων εναέριου χώρου.

Άρθρο 21

Διαφάνεια των λογαριασμών

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, ανεξαρτήτως του καθεστώτος ιδιοκτησίας ή της νομικής μορφής τους, συντάσσουν, υποβάλλουν σε ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο και δημοσιεύουν τους οικονομικούς λογαριασμούς τους. Οι λογαριασμοί αυτοί συμμορφώνονται με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που υιοθετεί η Ένωση. Όταν, λόγω του νομικού καθεστώτος του παρόχου υπηρεσιών, είναι αδύνατη η πλήρης συμμόρφωση με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, ο πάροχος επιδιώκει να επιτύχει τη συμμόρφωση αυτή στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας με το παρόν άρθρο το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2017. [Τροπολογία 137]

2.   Σε κάθε περίπτωση, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας δημοσιεύουν ετήσια έκθεση και υπόκεινται τακτικά σε ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο.

3.   Σε περίπτωση παροχής δέσμης υπηρεσιών, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας προσδιορίζουν και δημοσιοποιούν τις δαπάνες και τα έσοδα που απορρέουν από τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας, κατανεμημένα σύμφωνα με το σύστημα χρέωσης των αεροναυτιλιακών υπηρεσιών που αναφέρεται στο άρθρο 12 και, αναλόγως, τηρούν ενοποιημένους λογαριασμούς για άλλες μη αεροναυτιλιακές υπηρεσίες, όπως θα ήταν υποχρεωμένοι να τηρούν εάν τις υπηρεσίες αυτές παρείχαν ανεξάρτητες επιχειρήσεις.

4.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές οι οποίες έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους λογαριασμούς των παρόχων υπηρεσιών οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες στον υπό την ευθύνη τους εναέριο χώρο.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων  (18) σε παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ανωτέρω κανονισμού. [Τροπολογία 138]

Άρθρο 22

Πρόσβαση στα δεδομένα και προστασία τους

1.   Όσον αφορά τη γενική εναέρια κυκλοφορία, τα σχετικά επιχειρησιακά δεδομένα ανταλλάσσονται σε πραγματικό χρόνο μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, χρηστών του εναέριου χώρου και αερολιμένων, ώστε να διευκολύνονται οι επιχειρησιακές τους ανάγκες. Τα δεδομένα χρησιμοποιούνται μόνον για επιχειρησιακούς σκοπούς.

2.   Πρόσβαση στα σχετικά επιχειρησιακά δεδομένα παρέχεται στις κατάλληλες αρχές, τους πιστοποιημένους ή δηλωμένους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, στους χρήστες εναέριου χώρου και στους αερολιμένες, χωρίς διακρίσεις.

3.   Οι πιστοποιημένοι ή δηλωμένοι πάροχοι υπηρεσιών, οι χρήστες εναέριου χώρου και οι αερολιμένες θεσπίζουν τυποποιημένους όρους για την πρόσβαση στα σχετικά επιχειρησιακά δεδομένα τους, εκτός εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι εθνικές εποπτικές αρχές εγκρίνουν τους τυποποιημένους όρους. Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει μέτρα σχετικά με τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την ανταλλαγή δεδομένων και τον τύπο των σχετικών δεδομένων όσον αφορά τους όρους αυτούς και την έγκρισή τους. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΝΑΕΡΙΟΣ ΧΩΡΟΣ

Άρθρο 23

Ηλεκτρονικές αεροναυτικές πληροφορίες

1.   Με την επιφύλαξη δημοσίευσης αεροναυτικών πληροφοριών από τα κράτη μέλη και με συνέπεια προς τη δημοσίευση αυτή, η Επιτροπή, εργαζόμενη σε συνεργασία με τον διαχειριστή δικτύου, εξασφαλίζει τη διάθεση ηλεκτρονικών αεροναυτικών πληροφοριών υψηλής ποιότητας, οι οποίες είναι εναρμονισμένες ως προς τη μορφή τους και εξυπηρετούν τις απαιτήσεις όλων των ενδιαφερόμενων χρηστών ως προς την ποιότητα και την επικαιρότητα των δεδομένων.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η Επιτροπή εξασφαλίζει την ανάπτυξη υποδομής αεροναυτικών πληροφοριών σε επίπεδο Ένωσης υπό μορφή ηλεκτρονικής και ολοκληρωμένης πύλης ενημέρωσης απεριόριστης πρόσβασης από τους ενδιαφερόμενους φορείς. Η υποδομή αυτή περιλαμβάνει την πρόσβαση στα ζητούμενα στοιχεία δεδομένων και την παροχή τους, τα οποία αφορούν όχι μόνον αεροναυτικές πληροφορίες αλλά και, π.χ., πληροφορίες του γραφείου αναφορών εξυπηρετήσεων εναέριας κυκλοφορίας (ARO), μετεωρολογικές πληροφορίες και πληροφορίες διαχείρισης της ροής.

3.   Η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα για τη δημιουργία και την εφαρμογή ηλεκτρονικής και ολοκληρωμένης πύλης ενημέρωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3.

Άρθρο 24

Τεχνολογική ανάπτυξη και διαλειτουργικότητα της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για την προώθηση της τεχνολογικής ανάπτυξης και της διαλειτουργικότητας της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας που συνδέεται με την ανάπτυξη και την εγκατάσταση του γενικού προγράμματος ATM. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3.

2.   Όσον αφορά τους κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζεται το άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (EΚ) αριθ. 216/2008. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή ζητεί από τον EAA να συμπεριλάβει τους κανόνες αυτούς στο ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του κατά το άρθρο 56 του εν λόγω κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 25

Προσαρμογή των παραρτημάτων

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 6 προκειμένου να συμπληρώνει ή να τροποποιεί τις απαιτήσεις του παραρτήματος I για τους ειδικευμένους φορείς και τους όρους που πρέπει να συνοδεύουν τα πιστοποιητικά που χορηγούνται στους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας του παραρτήματος II, ώστε να λαμβάνονται υπόψη η πείρα που αποκτούν οι εθνικές εποπτικές αρχές από την εφαρμογή των απαιτήσεων αυτών και οι όροι ή η εξέλιξη του συστήματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας από άποψη διαλειτουργικότητας και ενοποιημένης παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας.

Άρθρο 26

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 7, στο άρθρο 17 παράγραφος 3 και στο άρθρο 25 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον για περίοδο επτά ετών .

Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για την ανατεθείσα αρμοδιότητα το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της επταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου. [Τροπολογία 139]

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 7, στο άρθρο 17 παράγραφος 3 και στο άρθρο 25 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που προσδιορίζονται στην απόφαση αυτή. Τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 7, του άρθρου 17 παράγραφος 3 και του άρθρου 25, τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν προβάλλουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 27

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Ενιαίου Ουρανού, αποκαλούμενη εφεξής «επιτροπή». Η επιτροπή νοείται κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 28

Διαβούλευση της Επιτροπής με τα ενδιαφερόμενα μέρη

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει μηχανισμό διαβούλευσης σε επίπεδο Ένωσης για να διαβουλεύεται σε θέματα που αφορούν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εφόσον χρειάζεται. Η ειδική επιτροπή κλαδικού διαλόγου που έχει συσταθεί από την Επιτροπή βάσει της απόφασης 98/500/ΕΚ συμμετέχει στη διαβούλευση.

2.   Στους ενδιαφερόμενους φορείς μπορεί να περιλαμβάνονται:

πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας,

φορείς εκμετάλλευσης αερολιμένων,

σχετικοί χρήστες του εναερίου χώρου ή σχετικές ομάδες που εκπροσωπούν τους χρήστες του εναερίου χώρου,

στρατιωτικές αρχές,

αεροναυπηγική βιομηχανία, και

επαγγελματικές οργανώσεις εκπροσώπησης του προσωπικού.

Άρθρο 29

Συμβουλευτικό όργανο του κλάδου

Με την επιφύλαξη του ρόλου της επιτροπής και του Εurocontrol, η Επιτροπή συνιστά «συμβουλευτικό όργανο του κλάδου», στο οποίο συμμετέχουν οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι ενώσεις των χρηστών του εναέριου χώρου, οι αερολιμένες, οι φορείς εκμετάλλευσης των αεροδρομίων, η αεροναυπηγική βιομηχανία και τα όργανα εκπροσώπησης των εργαζομένων. Ο ρόλος του οργάνου αυτού είναι να συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού.

Άρθρο 30

Σχέσεις με τρίτες χώρες

Η Ένωση και τα κράτη μέλη της έχουν ως στόχο και υποστηρίζουν την επέκταση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού σε χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τον σκοπό αυτό, επιδιώκουν, είτε στα πλαίσια συμφωνιών που συνάπτονται με όμορες τρίτες χώρες είτε στα πλαίσια κοινών υποδείξεων λειτουργικών τμημάτων του εναερίου χώρου ή συμφωνιών λειτουργιών δικτύου, περαιτέρω στόχων του παρόντος κανονισμού στις χώρες αυτές.

Άρθρο 31

Υποστήριξη από εξωτερικούς φορείς

Η Επιτροπή μπορεί να ζητεί υποστήριξη από εξωτερικό οργανισμό για να φέρει σε πέρας τα καθήκοντά της βάσει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 32

Εμπιστευτικότητα

1.   Οι εθνικές εποπτικές αεροπορικές αρχές, ενεργώντας σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, και η Επιτροπή δεν δημοσιοποιούν πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα, ιδίως πληροφορίες σχετικά με τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, τις επιχειρηματικές τους σχέσεις ή τις πτυχές που αφορούν τις δαπάνες τους. [Τροπολογία 140]

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του δικαιώματος των εθνικών εποπτικών αεροπορικών αρχών ή της Επιτροπής να δημοσιοποιούν πληροφορίες όταν αυτό κρίνεται ουσιαστικό για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Στην περίπτωση αυτή, η δημοσιοποίηση χαρακτηρίζεται από αναλογικότητα και συνεκτιμώνται τα θεμιτά συμφέροντα των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας όσον αφορά στην προστασία των επιχειρηματικών απορρήτων τους. [Τροπολογία 141]

3.   Οι πληροφορίες και τα στοιχεία που παρέχονται σύμφωνα με το σύστημα χρέωσης κατά το άρθρο 12 δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 33

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για την επιβολή κυρώσεων και μηχανισμούς αποζημίωσης σε περίπτωση παραβιάσεων του παρόντος κανονισμού, ιδίως από τους χρήστες του εναερίου χώρου και τους παρόχους υπηρεσιών, και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την επιβολή τους. Οι κυρώσεις που προβλέπονται είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. [Τροπολογία 142]

Άρθρο 34

Επανεξέταση και μέθοδοι εκτίμησης των επιπτώσεων

1.   Η Επιτροπή επανεξετάζει κατά περιόδους την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στο τέλος κάθε περιόδου αναφοράς που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 5 στοιχείο δ). Όταν αιτιολογείται για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να ζητεί από τα κράτη μέλη πληροφορίες σχετικές με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται με δράσεις που αναλαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, καθώς και κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις στον τομέα, ιδίως όσον αφορά τις οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές, εργασιακές και τεχνολογικές πτυχές, όπως και σχετικά με την ποιότητα εξυπηρέτησης, με βάση τους αρχικούς στόχους και τις μελλοντικές ανάγκες.

Άρθρο 35

Διασφαλίσεις

Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει την εφαρμογή μέτρων από κράτος μέλος, εφόσον αυτά είναι απαραίτητα για τη διασφάλιση ζωτικών συμφερόντων της πολιτικής ασφάλειας ή άμυνας. Τα μέτρα αυτά είναι ιδίως μέτρα τα οποία είναι επιτακτικά:

α)

για την επιτήρηση του εναέριου χώρου που τελεί υπό την ευθύνη του, σύμφωνα με τις συμφωνίες για το περιφερειακό σχέδιο αεροναυτιλίας του ΙCAO, που περιλαμβάνουν την ικανότητα ανίχνευσης, αναγνώρισης και αξιολόγησης όλων των αεροσκαφών που χρησιμοποιούν τον εναέριο αυτό χώρο, προκειμένου να επιτυγχάνεται η κατοχύρωση της ασφάλειας των πτήσεων και να αναλαμβάνεται δράση για την κατοχύρωση της ασφάλειας και των αμυντικών αναγκών,

β)

σε περίπτωση σοβαρών εσωτερικών διαταραχών που θίγουν την τήρηση της έννομης τάξης,

γ)

σε περίπτωση πολέμου ή σοβαρής διεθνούς έντασης που αποτελεί απειλή πολέμου,

δ)

για την εκπλήρωση υποχρεώσεων των κρατών μελών που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο με σκοπό τη διατήρηση της ειρήνης και της διεθνούς ασφάλειας,

ε)

για τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων και στρατιωτικής εκπαίδευσης, καθώς και των αναγκαίων δυνατοτήτων διεξαγωγής ασκήσεων.

Άρθρο 36

Αεροπορικός Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EAA)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή, σύμφωνα με τους αντίστοιχους ρόλους τους όπως προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, συντονίζουν τη δράση τους, κατά περίπτωση, με τον EAA.

Άρθρο 37

Κατάργηση

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 549/2004, 550/2004, 551/2004 και 552/2004 καταργούνται.

Οι αναφορές στους καταργούμενους κανονισμούς νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙΙ.

Άρθρο 38

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Ο Πρόεδρος


(1)  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014.

(3)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 10.

(5)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 20.

(6)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

(7)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 9.

(8)  ΕΕ L 225 της 12.8.1998, σ. 27.

(9)  EE L 95 της 9.4.2009, σ. 41.

(10)  ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

(12)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114.

(13)  EE L 134 της 30.4.2004, σ. 1.

(14)  ΕΕ C 179 της 1.8.2006, σ. 2.

(15)  ΕΕ L 95 της 9.4.2009, σ. 41.

(16)  ΕΕ L 64 της 2.3.2007, σ. 1.

(17)  Το Eurocontrol έχει συσταθεί με τη διεθνή σύμβαση, της 13ης Δεκεμβρίου 1960, περί συνεργασίας για την ασφάλεια της αεροναυτιλίας, όπως τροποποιήθηκε με το Πρωτόκολλο της 12ης Φεβρουαρίου 1981 και αναθεωρήθηκε με το πρωτόκολλο της 27ης Ιουνίου 1997.

(18)   ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ

1.

Οι ειδικευμένοι φορείς πρέπει:

να μπορούν να επιδείξουν εκτεταμένη πείρα στην αξιολόγηση δημόσιων και ιδιωτικών φορέων στους κλάδους των αερομεταφορών, ιδίως δε των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, και σε άλλους συναφείς κλάδους, σε έναν ή περισσότερους από τους τομείς που καλύπτει ο παρών κανονισμός·

να διαθέτουν πλήρεις κανόνες και κανονισμούς για την περιοδική επιθεώρηση των προαναφερόμενων φορέων, οι οποίοι δημοσιεύονται, αναβαθμίζονται και βελτιώνονται διαρκώς μέσω ερευνητικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων·

να μην ελέγχονται από παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας, αρχές διαχείρισης αερολιμένων ή άλλους φορείς που δραστηριοποιούνται εμπορικά στην παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή στις υπηρεσίες αερομεταφορών·

να διαθέτουν σημαντικό τεχνικό, διευθυντικό, βοηθητικό και ερευνητικό προσωπικό ανάλογο των καθηκόντων που πρέπει να εκτελούν·

να συνάπτουν σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης, εκτός εάν η ευθύνη αυτή καλύπτεται από το κράτος μέλος βάσει του εθνικού δικαίου, ή εάν οι έλεγχοι διενεργούνται απευθείας από το κράτος μέλος.

Ο ειδικευμένος φορέας, ο διευθυντής του και το προσωπικό που είναι επιφορτισμένο με την εκτέλεση των διαδικασιών ελέγχου δεν μπορούν να παρεμβαίνουν ούτε άμεσα, ούτε ως εντολοδόχοι, στο σχεδιασμό, την κατασκευή, την εμπορία ή τη συντήρηση των συστατικών στοιχείων ή των συστημάτων, ούτε στην χρησιμοποίησή τους. Αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανταλλαγής τεχνικών πληροφοριών μεταξύ του κατασκευαστή ή του παραγωγού.

Ο ειδικευμένος φορέας οφείλει να εκτελεί τις εργασίες ελέγχου με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και τη μεγαλύτερη τεχνική επάρκεια και οφείλει να μην εξαρτά τη στάση του από πιέσεις και προτροπές, ιδίως οικονομικής φύσεως, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσουν την κρίση του ή τα αποτελέσματα του ελέγχου του, ιδιαίτερα εάν προέρχονται από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που θίγονται από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

2.

Το προσωπικό του ειδικευμένου φορέα πρέπει να διαθέτει:

άρτια τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση,

ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων σχετικά με τους ελέγχους που διεξάγει και επαρκή πρακτική εμπειρία των ελέγχων αυτών,

την απαιτούμενη ικανότητα σύνταξης των βεβαιώσεων, πρακτικών και εκθέσεων που αποδεικνύουν ότι οι έλεγχοι έχουν πράγματι διεξαχθεί,

εγγυημένη ανεξαρτησία. Η αμοιβή κάθε υπαλλήλου δεν πρέπει να εξαρτάται ούτε από τον αριθμό των ελέγχων που διενεργεί, ούτε από τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΑ

1.

Τα πιστοποιητικά αναφέρουν:

α)

την εθνική εποπτική αεροπορική αρχή που εκδίδει το πιστοποιητικό· [Τροπολογία 143]

β)

το όνομα και τη διεύθυνση του αιτούντος·

γ)

τις πιστοποιούμενες υπηρεσίες·

δ)

δήλωση συμμόρφωσης του αιτούντος προς τις κοινές απαιτήσεις, όπως ορίζεται στο άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008·

ε)

την ημερομηνία έκδοσης και την περίοδο ισχύος του πιστοποιητικού.

2.

Οι πρόσθετοι όροι που συνοδεύουν τα πιστοποιητικά μπορούν, ανάλογα με την περίπτωση, να αφορούν:

α)

την άνευ διακρίσεων πρόσβαση των χρηστών του εναερίου χώρου στις υπηρεσίες και το απαιτούμενο επίπεδο των υπηρεσιών αυτών, συμπεριλαμβανομένων των επιπέδων ασφάλειας και διαλειτουργικότητας·

β)

τις λειτουργικές προδιαγραφές της ή των συγκεκριμένων υπηρεσιών·

γ)

το χρόνο κατά τον οποίο θα πρέπει να παρέχονται οι υπηρεσίες·

δ)

το λειτουργικό εξοπλισμό που θα χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της ή των συγκεκριμένων υπηρεσιών·

ε)

την οριοθέτηση ή τον περιορισμό άσκησης υπηρεσίας ή υπηρεσιών διαφορετικών από εκείνες που σχετίζονται με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας·

στ)

συμβάσεις, συμφωνίες ή άλλες διευθετήσεις μεταξύ του παρόχου υπηρεσίας ή υπηρεσιών και τρίτου, τα οποία αφορούν την ή τις υπηρεσίες·

ζ)

την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται ευλόγως για τον έλεγχο της συμμόρφωσης της ή των υπηρεσιών προς τις κοινές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων και των οικονομικών και επιχειρησιακών δεδομένων, καθώς και τις μείζονες μεταβολές του τύπου ή/και της εμβέλειας των παρεχόμενων υπηρεσιών αεροναυτιλίας·

η)

κάθε άλλο νομικό όρο ο οποίος δεν αφορά συγκεκριμένα τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας, όπως όρους που σχετίζονται με την αναστολή ή την ανάκληση του πιστοποιητικού.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 549/2004

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 550/2004

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 551/2004

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 552/2004

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 έως 3

 

 

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 έως 3

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 3

 

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 1 παράγραφος 4

 

 

 

Άρθρο 1 παράγραφος 5

 

Άρθρο 1

 

 

 

 

Άρθρο 1 παράγραφοι 1, 2 και 4

 

 

 

 

Άρθρο 1

Άρθρο 2 σημεία 1 έως 35

 

 

 

Άρθρο 2 σημεία 1 έως 35

 

 

 

 

Άρθρο 2 σημεία 36 έως 38

Άρθρο 2 σημεία 17, 18, 23, 24, 32, 35, 36

 

 

 

Άρθρο 3

 

 

 

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 4 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφος 5

 

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 3 παράγραφοι 4 και 5

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφοι 7 και 8

 

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφος 9

 

Άρθρο 2 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α)

 

 

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ζ)

 

Άρθρο 2 παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 4 παράγραφος 2

 

 

 

 

Άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2

 

Άρθρο 2 παράγραφοι 3 έως 6

 

 

Άρθρο 5 παράγραφοι 3 έως 6

 

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

 

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 3

Άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 4

 

 

 

 

Άρθρο 6 παράγραφος 5

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 4

 

Άρθρο 6

 

 

Άρθρο 10 παράγραφος 1

 

 

 

Άρθρο 7 παράγραφος 1

 

 

 

 

Άρθρο 7 παράγραφος 2

 

Άρθρο 7 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 1

 

 

 

 

Άρθρο 8 παράγραφος 2

 

Άρθρο 7 παράγραφος 4 και 6

 

 

Άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4

 

Άρθρο 7 παράγραφοι 2, 3, 5, 7 έως 9

 

 

 

Άρθρο 8

 

 

Άρθρο 9

 

 

 

 

Άρθρο 10

 

Άρθρο 9

 

 

Άρθρο 11

 

 

 

Άρθρο 11

 

Άρθρο 14

 

 

Άρθρο 12

 

Άρθρο 15

 

 

Άρθρο 13

 

Άρθρο 16

 

 

Άρθρο 14

 

Άρθρο 15α

 

 

Άρθρο 15

 

Άρθρο 19α παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 3

 

 

 

 

Άρθρο 16 παράγραφος 2

 

Άρθρο 9α παράγραφος 2 σημείο i)

 

 

 

Άρθρο 9α παράγραφος 2

 

 

Άρθρο 16 παράγραφος 4

 

 

 

 

Άρθρο 16 παράγραφος 5

 

Άρθρο 9α παράγραφοι 3 έως 9

 

 

Άρθρο 16 παράγραφος 6 έως 12

 

Άρθρο 9β

 

 

 

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 2β

 

Άρθρο 17 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο β)

 

 

 

 

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως ε)

 

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 3 έως 4 στοιχείο δ)

 

Άρθρο 17 παράγραφοι 3 έως 4 στοιχείο δ)

 

 

 

 

Άρθρο 17 παράγραφος 4 στοιχείο ε)

 

 

Άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχεία ε) έως στ)

 

Άρθρο 17 παράγραφος 4 στοιχεία στ) και ζ)

 

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 5 και 7

 

Άρθρο 17 παράγραφοι 5 και 6

 

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 8 και 9

 

 

Άρθρο 10

 

 

Άρθρο 18

 

 

 

 

Άρθρο 19

 

Άρθρο 11

 

 

Άρθρο 20

 

Άρθρο 12

 

 

Άρθρο 21

 

Άρθρο 13

 

 

Άρθρο 22

 

 

Άρθρο 3

 

 

 

Άρθρο 3α

 

Άρθρο 23

 

 

Άρθρο 4

 

 

 

Άρθρο 7

 

 

 

Άρθρο 8

 

 

 

 

 

Άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφος 3

 

 

 

Άρθρα 2 έως 3 παράγραφος 2

 

 

 

Άρθρο 3 παράγραφος 4 έως άρθρο 7

 

Άρθρο 17 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 25

 

 

 

 

Άρθρο 26

Άρθρο 5 παράγραφοι 1 έως 3

 

 

 

Άρθρο 27 παράγραφοι 1 έως 3

Άρθρο 5 παράγραφοι 4 και 5

 

 

 

Άρθρο 10 παράγραφοι 2 και 3

 

 

 

Άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 6

 

 

 

Άρθρο 29

Άρθρο 7

 

 

 

Άρθρο 30

Άρθρο 8

 

 

 

Άρθρο 31

 

Άρθρο 4

 

 

 

 

 

Άρθρο 9

 

Άρθρο 18

 

 

Άρθρο 32

Άρθρο 9

 

 

 

Άρθρο 33

Άρθρο 12 παράγραφοι 2 έως 4

 

 

 

Άρθρο 34 παράγραφοι 1 έως 3

Άρθρο 12 παράγραφος 1

 

 

 

 

Άρθρο 18α

 

 

 

 

Άρθρο 10

 

Άρθρο 13

 

 

 

Άρθρο 35

Άρθρο 13α

 

 

 

Άρθρο 36

 

 

 

Άρθρο 10

 

 

 

Άρθρο 11

Άρθρο 37

 

Άρθρο 19 παράγραφος 1

 

 

Άρθρο 38

 

Άρθρο 19 παράγραφος 2

 

 

 

Παράρτημα I

 

Παράρτημα V

Παράρτημα I

 

 

 

Παράρτημα I

 

Παράρτημα II

 

 

Παράρτημα II

 

 

 

Παράρτημα II

 

 

 

 

Παράρτημα III

 

 

 

Παράρτημα III

 

 

 

Παράρτημα IV


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/584


P7_TA(2014)0221

Αεροδρόμια, διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και υπηρεσίες αεροναυτιλίας ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 όσον αφορά τα αεροδρόμια, τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας (COM(2013)0409 — C7-0169/2013 — 2013/0187(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/61)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0409),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 100 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0169/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε από το Κοινοβούλιο της Δημοκρατίας της Μάλτας στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με την οποία υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 2013 (1),

μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0098/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 170 της 5.6.2014, σ. 116.


P7_TC1-COD(2013)0187

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 όσον αφορά τα αεροδρόμια, τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 100 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι αλλαγές που έγιναν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1108/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1070/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), είναι αναγκαίο να ευθυγραμμιστεί το περιεχόμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

(2)

Η ανάπτυξη και η εφαρμογή του γενικού προγράμματος ATM απαιτεί κανονιστικές ενέργειες οι οποίες θα καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων των αεροπορικών μεταφορών. Ο Οργανισμός, στηρίζοντας την Επιτροπή στη σύνταξη τεχνικών κανόνων, οφείλει να υιοθετήσει μια ισορροπημένη προσέγγιση αποφεύγοντας συγκρούσεις συμφερόντων, ως προς τη ρύθμιση διαφόρων δραστηριοτήτων με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα αποδεκτά επίπεδα ασφάλειας , το κλίμα και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, καθώς και μια ιεραρχία προσδιορισθέντων κινδύνων για τους χρήστες, ώστε να διασφαλιστεί μια ολοκληρωμένη και συντονισμένη ανάπτυξη της αεροπορίας. [Τροπολογία 1]

(3)

Πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να ληφθούν υπόψη τεχνικές, επιστημονικές, λειτουργικές ανάγκες ή ανάγκες ασφάλειας, μέσω της τροποποίησης ή της συμπλήρωσης των διατάξεων σχετικά με την αξιοπλοΐα, την προστασία του περιβάλλοντος, τους χειριστές, τις πτητικές λειτουργίες, τα αεροδρόμια, την ATM/ANS, τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, τους αερομεταφορείς τρίτων χωρών, την επιτήρηση και την εφαρμογή, τις διατάξεις ευελιξίας, τα πρόστιμα και τις περιοδικές χρηματικές ποινές, τέλη και χρεώσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να πραγματοποιεί η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή οφείλει να διασφαλίζει, κατά την προετοιμασία και σύνταξη των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, την ταυτόχρονη, έγκαιρη και απαραίτητη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(3α)

Πριν από την έγκριση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή πρέπει να προβαίνει σε διαβούλευση με τον Οργανισμό και τους εμπειρογνώμονες από τα κράτη τα οποία έχουν δικαίωμα ψήφου και εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο. Πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη γνώμη που διατυπώνουν αυτοί οι συμβουλευτικοί φορείς και να μην εγκρίνει πράξη κατ’ εξουσιοδότηση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες εκφράζουν αντίρρηση η πλειοψηφία των εμπειρογνωμόνων και ο Οργανισμός. [Τροπολογία 2]

(3β)

Με σκοπό να διευκολυνθεί περαιτέρω η δημιουργία ενός αναλογικού και βιώσιμου κανονιστικού πλαισίου το οποίο βασίζεται στην εκτίμηση των κινδύνων, η Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιήσει μία νέα ανάλυση της ανάγκης προσαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 στις νέες απαιτήσεις. [Τροπολογία 3]

(3γ)

Ο Οργανισμός, ως το κεντρικό στοιχείο του συστήματος των εναέριων μεταφορών της Ένωσης, πρέπει να διαδραματίζει επίσης ηγετικό ρόλο στο πλαίσιο της εξωτερικής στρατηγικής αερομεταφορών της Ένωσης. Ειδικότερα, στην προοπτική της υλοποίησης ενός εκ των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, ο Οργανισμός, σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, θα πρέπει να συμβάλει τα μέγιστα στον στόχο της εξαγωγής των προτύπων της αεροπορίας της Ένωσης και της προαγωγής της κυκλοφορίας αεροναυτικών προϊόντων, επαγγελματιών και υπηρεσιών της Ένωσης σε ολόκληρο τον κόσμο, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβασή τους στις νέες αναπτυσσόμενες αγορές. [Τροπολογία 4]

(3δ)

Η χορήγηση πιστοποιητικών και εγκρίσεων και η παροχή άλλων υπηρεσιών διαδραματίζουν βασικό ρόλο στις υπηρεσίες που παρέχει ο Οργανισμός στη βιομηχανία και, στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα του αεροναυτικού τομέα της Ένωσης. Ο Οργανισμός πρέπει να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στη ζήτηση της αγοράς, η οποία ενδέχεται να υπόκειται σε διακυμάνσεις. Κατά συνέπεια, ο αριθμός των μελών του προσωπικού το κόστος των οποίων χρηματοδοτείται από έσοδα προερχόμενα από τέλη ή επιβαρύνσεις πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται στις εκάστοτε συνθήκες και να μην παραμένει σταθερός στο οργανόγραμμα. [Τροπολογία 5]

(3ε)

Ο παρών κανονισμός θέτει ως στόχο να πληρούται η απαίτηση που καθορίζεται στο άρθρο 65α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 μέσω της άρσης των αλληλοεπικαλύψεων μεταξύ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, προσαρμόζοντας τον πρώτο στον δεύτερο και εξασφαλίζοντας σαφή κατανομή των καθηκόντων ανάμεσα στην Επιτροπή, τον Οργανισμό και το Eurocontrol, ούτως ώστε η Επιτροπή να επικεντρώνεται στην οικονομική και τεχνική ρύθμιση, ο Οργανισμός να δρα ως φορέας της για τον σχεδιασμό και την εποπτεία της τεχνικής ρύθμισης, και το Eurocontrol να επικεντρώνεται στα επιχειρησιακά καθήκοντα τα οποία οργανώνονται κυρίως βάσει της έννοιας του διαχειριστή δικτύου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004, με τον οποίον θεσπίστηκε κοινό σύστημα τιμολόγησης τελών διαδρομής για τις υπηρεσίες αερομεταφορών, περιλαμβανομένης της επιτήρησης, για την επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας και οικονομικής απόδοσης προς όφελος των χρηστών του εναέριου χώρου. Στο πλαίσιο αυτό, και με στόχο τη μείωση της συνολικής δαπάνης των δραστηριοτήτων επιτήρησης της ATM/ANS, κρίνεται επίσης απαραίτητο να τροποποιηθεί το ισχύον σύστημα τιμολόγησης τελών διαδρομής ώστε να καλύπτονται καταλλήλως οι αρμοδιότητες του Οργανισμού όσον αφορά την επιτήρηση της ATM/ANS. Μία τέτοιας μορφής τροποποίηση θα παράσχει την εγγύηση ότι ο Οργανισμός διαθέτει τους πόρους που χρειάζεται για τη διεκπεραίωση των καθηκόντων επιτήρησης της ασφαλείας τα οποία του έχουν ανατεθεί από τη συνολική προσέγγιση του συστήματος της Ένωσης όσον αφορά την ασφάλεια της αεροπορίας, θα συμβάλει σε μία πιο διαφανή, οικονομικά αποδοτική και αποτελεσματική παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας προς τους χρήστες του εναέριου χώρου οι οποίοι χρηματοδοτούν το σύστημα, και θα τονώσει την παροχή μίας ολοκληρωμένης υπηρεσίας. [Τροπολογία 6]

(4)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

(5)

Η Επιτροπή οφείλει να εκδίδει άμεσα εφαρμοστέες εκτελεστικές πράξεις όπου συντρέχουν λόγοι κατεπείγουσας ανάγκης, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που αφορούν εξαιρέσεις αεροδρομίων και αποφάσεις μη εφαρμογής των διατάξεων ευελιξίας.

(5α)

Για να διασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα των τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται σε ολόκληρο τον κόσμο, η Επιτροπή και ο Οργανισμός πρέπει να ενθαρρύνουν συντονισμένη προσέγγιση σε διεθνές επίπεδο των προσπαθειών τυποποίησης του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας. [Τροπολογία 7]

(6)

Επί τη βάσει μίας κατά περίπτωση ανάλυσης, και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη φύση του Οργανισμού, ορισμένες αρχές όσον αφορά τη διακυβέρνηση και τη λειτουργία του Οργανισμού θα πρέπει να προσαρμοστούν στην κοινή προσέγγιση για τους αποκεντρωμένους Οργανισμούς της ΕΕ, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, τον Ιούλιο του 2012. Συγκεκριμένα, στη σύνθεση της εκτελεστικής επιτροπής θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σημασία της αεροπορίας στα διάφορα κράτη μέλη και να εξασφαλίζεται επαρκής εκπροσώπηση της απαιτούμενης εμπειρογνωμοσύνης. [Τροπολογία 8]

(7)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 216/2008 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 216/2008 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

σε αεροδρόμια ή μέρος αυτών, καθώς και στον εξοπλισμό, το προσωπικό και τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) και δ) που λειτουργούν και ελέγχονται από το στρατό, όπου η κυκλοφορία που εξυπηρετείται είναι κυρίως κυκλοφορία διαφορετική από τη γενική εναέρια κυκλοφορία·»

ii)

στο στοιχείο γ), η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

στις ATM/ANS, καθώς και στα συστήματα και τα συστατικά στοιχεία, το προσωπικό και τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία ε) και στ), που παρέχονται ή διατίθενται από το στρατό, κυρίως στις κινήσεις αεροσκαφών εκτός της γενικής εναέριας κυκλοφορίας.»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, ανοιχτές στη γενική εναέρια κυκλοφορία και τις υπηρεσίες που παρέχει το στρατιωτικό προσωπικό στη γενική εναέρια κυκλοφορία, οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1, προσφέρουν ένα επίπεδο ασφάλειας κατ’ ελάχιστον αποτελεσματικό, όπως εκείνο που προβλέπεται από τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στα παραρτήματα Vα και Vβ.»

(2)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ζ)

η στήριξη της ανάπτυξης και της εφαρμογής του γενικού προγράμματος ATM·

η)

η ρύθμιση της πολιτικής αεροπορίας κατά τρόπο που να προάγει τη βέλτιστη ασφάλεια, βιώσιμη ανάπτυξη, τις επιδόσεις, τη διαλειτουργικότητα , την προστασία του κλίματος και τη φιλοπεριβαλλοντική προσέγγιση, καθώς και την ασφάλεια κατά τρόπο ανάλογο προς εξοικονόμηση ενέργειας ανάλογα με τη φύση κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.»[Τροπολογία 9]

β)

Στην παράγραφο 3, το σημείο γ) αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«γ)

η ίδρυση Αεροπορικού Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής “ο Οργανισμός”·)»

3)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

“συνεχής επιτήρηση” είναι τα καθήκοντα που πρέπει να επιτελούνται ώστε να επαληθεύεται ότι οι προϋποθέσεις υπό της οποίες έχει χορηγηθεί ένα πιστοποιητικό ή της οποίες καλύπτει μια δήλωση εξακολουθούν να πληρούνται ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της ισχύος του πιστοποιητικού ή της δήλωσης, καθώς και η λήψη όλων των μέτρων διασφάλισης·»

β)

Το στοιχείο δα) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δα)

“συστατικά στοιχεία” όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. … (*1) για την εφαρμογή του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού·»

γ)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«εα)

“δήλωση”, για τους σκοπούς των ATM/ANS, είναι κάθε γραπτή δήλωση:

σχετικά με τη συμμόρφωση ή την καταλληλότητα της χρήσης συστημάτων και συστατικών στοιχείων που εκδίδονται από έναν Οργανισμό που ασχολείται με τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση συστημάτων και συστατικών στοιχείων ATM/ANS·

σχετικά με τη συμμόρφωση προς τις ισχύουσες απαιτήσεις μιας υπηρεσίας ή ενός συστήματος που θα τεθεί σε λειτουργία, οι οποίες εκδίδονται από κάποιον πάροχο υπηρεσιών·

σχετικά με την ικανότητα και τα μέσα εκτέλεσης των καθηκόντων που συνδέονται με συγκεκριμένες υπηρεσίες πληροφοριών πτήσης.»

δ)

Το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

ως “ειδικευμένος φορέας” ορίζεται ένας φορέας στον οποίον είναι δυνατόν να ανατίθενται συγκεκριμένα καθήκοντα πιστοποίησης ή επιτήρησης από και υπό τον έλεγχο και υπ’ ευθύνη του Οργανισμού ή εθνικής αεροπορικής αρχής·»

ε)

Τα στοιχεία ιζ) και ιη) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιζ)

“ATM/ANS” είναι οι υπηρεσίες διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. … (*2), οι υπηρεσίες αεροναυτιλίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών διαχείρισης δικτύου που αναφέρονται στο άρθρο 17 του κανονισμού, και οι υπηρεσίες που συνίστανται στην παροχή και επεξεργασία δεδομένων και στη μορφοποίηση και διαβίβαση δεδομένων στη γενική εναέρια κυκλοφορία για τους σκοπούς της σημαντικής για την ασφάλεια αεροναυτιλίας·

ιη)

“σύστημα ATM/ANS” είναι κάθε συνδυασμός εξοπλισμού και συστημάτων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 33 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. … (*2)·»

στ)

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«κ)

ως “γενική εναέρια κυκλοφορία” νοείται κάθε κίνηση πολιτικού αεροσκάφους καθώς και κάθε κίνηση κρατικού αεροσκάφους (συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών, τελωνειακών και αστυνομικών) αεροσκαφών, όταν η κίνηση αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διαδικασίες του ΙCAO·

κα)

“γενικό πρόγραμμα ATM” είναι το πρόγραμμα που εγκρίθηκε βάσει της απόφασης 2009/320/ΕΚ του Συμβουλίου (*3), σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 219/2007 του Συμβουλίου (*4)».

(*3)  Απόφαση 2009/320/ΕΚ του Συμβουλίου, της 30ής Μαρτίου 2009, σχετικά με την έγκριση του Ευρωπαϊκού Γενικού Προγράμματος διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας του ερευνητικού σχεδίου ΑΤΜ του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (SESAR) (ΕΕ L 95 της 9.4.2009, σ. 41)."

(*4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 219/2007 του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2007, για τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού συστήματος νέας γενιάς για τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (SESAR) (ΕΕ L 64 της 2.3.2007, σ. 1)."

στa)

Προστίθεται τo ακόλουθο στοιχείo:

«καα)

ως “διαπίστευση” νοείται η διαδικασία χαρακτηρισμού μιας εθνικής αεροπορικής αρχής ή νομιμοποιούμενου φορέα για την εκπλήρωση καθηκόντων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό (EΕ) αριθ. …  (*5) .» [Τροπολογίες 30 και 32]

4)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3β αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3β.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3α, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εξαιρέσουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού αεροδρόμιο το οποίο:

χειρίζεται 10 000 επιβάτες το ανώτερο το χρόνο, και

χειρίζεται 850 κινήσεις σχετικές με δραστηριότητες μεταφοράς φορτίου το ανώτερο το χρόνο,

με την προϋπόθεση ότι η εξαίρεση συνάδει με τους γενικούς στόχους περί ασφάλειας του παρόντος κανονισμού ή οιουδήποτε άλλου κανόνα της ενωσιακής νομοθεσίας.

Η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσο τηρείται ο όρος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο και, εφόσον κρίνει ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, εκδίδει ανάλογη απόφαση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2. Όταν συντρέχουν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι κατεπείγουσας ανάγκης σχετικά με την ασφάλεια, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 65 παράγραφος 4.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ανακαλεί την εξαίρεση έπειτα από κοινοποίηση της απόφασης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.»

β)

Στην παράγραφο 3γ, η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3γ.   «Οι ATM/ANS που παρέχονται στον εναέριο χώρο του εδάφους στο οποίο εφαρμόζεται η συνθήκη, καθώς και σε κάθε άλλο εναέριο χώρο όπου τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. … (*6) σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφο 4 του κανονισμού αυτού, θα είναι σύμφωνες προς τον εν λόγω κανονισμό.»

5)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2 στοιχείο δ), η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

οι φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη συντήρηση και τη διαχείριση της διαρκούς αξιοπλοΐας προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού πρέπει να αποδεικνύουν τις ικανότητές τους καθώς και τα μέσα εκτέλεσης των καθηκόντων που συνδέονται με τα προνόμιά τους.»

β)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Όσον αφορά την αξιοπλοΐα των αεροσκαφών που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:

α)

τις προϋποθέσεις για τη σύσταση και την κοινοποίηση στον αιτούντα της βάσης της πιστοποίησης τύπου που εφαρμόζεται σε ένα προϊόν·

β)

τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό και την κοινοποίηση στον αιτούντα των λεπτομερών προδιαγραφών αξιοπλοΐας που εφαρμόζονται στα εξαρτήματα και τον εξοπλισμό·

γ)

τις προϋποθέσεις για τον καθορισμό και την κοινοποίηση στον αιτούντα των λεπτομερών προδιαγραφών αξιοπλοΐας που εφαρμόζονται σε αεροσκάφος το οποίο μπορεί να καλύπτεται από περιορισμένο πιστοποιητικό αξιοπλοΐας·

δ)

τις προϋποθέσεις για την έκδοση και τη διάδοση υποχρεωτικών πληροφοριών για τη διασφάλιση της διαρκούς αξιοπλοΐας των προϊόντων και τις προϋποθέσεις για την έγκριση εναλλακτικών μέσων συμμόρφωσης προς τις εν λόγω υποχρεωτικές πληροφορίες·

ε)

τις προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση πιστοποιητικών τύπου, περιορισμένων πιστοποιητικών τύπου, την έγκριση των μεταβολών στα πιστοποιητικά τύπου, στα συμπληρωματικά πιστοποιητικά τύπου, την έγκριση σχεδιασμών επισκευής, των ατομικών πιστοποιητικών αξιοπλοΐας, των περιορισμένων πιστοποιητικών αξιοπλοΐας, των πτητικών αδειών και των πιστοποιητικών για προϊόντα, εξαρτήματα ή εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

i)

προϋποθέσεις για τη διάρκεια των πιστοποιητικών αυτών και προϋποθέσεις ανανέωσης των πιστοποιητικών, όταν καθορίζεται περιορισμένη διάρκεια·

ii)

περιορισμοί που εφαρμόζονται για την έκδοση πτητικών αδειών. Οι περιορισμοί αυτοί θα πρέπει να αφορούν ιδίως τα εξής:

σκοπό της πτήσης,

εναέριο χώρο που χρησιμοποιείται για την πτήση,

προσόντα του ιπταμένου πληρώματος,

μεταφορά ατόμων εκτός του ιπταμένου πληρώματος·

iii)

αεροσκάφη τα οποία είναι επιλέξιμα για περιορισμένα πιστοποιητικά αξιοπλοΐας και συναφείς περιορισμοί·

iv)

τα δεδομένα επιχειρησιακής καταλληλότητας, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

το στοιχειώδες πρόγραμμα συντήρησης που πιστοποιεί την εκπαίδευση ικανότητας τύπου του προσωπικού με στόχο τη συμμόρφωση προς την παράγραφο 2 στοιχείο στ)·

το στοιχειώδες πρόγραμμα για την απόκτηση ικανότητας τύπου χειριστού και των προσόντων σε σχετικούς προσομοιωτές με στόχο τη συμμόρφωση προς το άρθρο 7·

τον κύριο πίνακα στοιχειώδους εξοπλισμού

ανάλογα με τα δεδομένα του τύπου αεροσκάφους που αφορούν το πλήρωμα θαλάμου επιβατών·

και πρόσθετες προδιαγραφές αξιοπλοΐας για συγκεκριμένο τύπο δραστηριότητας, με στόχο τη στήριξη της διαρκούς αξιοπλοΐας και της βελτίωσης των συνθηκών ασφαλείας του αεροσκάφους·

στ)

τις προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση των εγκρίσεων φορέων που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχεία δ), ε) και ζ), και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες δεν χρειάζεται να ζητούνται οι εγκρίσεις αυτές·

ζ)

τις προϋποθέσεις για την έκδοση, διατήρηση, τροποποίηση, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών προσωπικού που απαιτούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο στ)·

η)

τις ευθύνες των κατόχων πιστοποιητικών·

θ)

τη συμμόρφωση των αεροσκαφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία δεν καλύπτονται από τις παραγράφους 2 ή 4, καθώς και των αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ), προς τις απαραίτητες απαιτήσεις·

ι)

τις προϋποθέσεις για τη συντήρηση και τη διαχείριση της διαρκούς αξιοπλοΐας προϊόντων, εξαρτημάτων και εξοπλισμού.

Όσον αφορά την αξιοπλοΐα των αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, να τροποποιεί ή να συμπληρώνει το παράρτημα I, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για λόγους τεχνικών, λειτουργικών ή επιστημονικών εξελίξεων ή για στοιχεία ασφάλειας στον τομέα της αξιοπλοΐας προκειμένου να επιτευχθούν, και στην αναγκαία έκταση, οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 2.»[Τροπολογία 33]

(6)

Στο άρθρο 6, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να τροποποιεί, μέσω της έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 65β, τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προκειμένου να τις ευθυγραμμίσει με τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις της σύμβασης του Σικάγο και των παραρτημάτων της που τίθενται σε ισχύ αφού πρώτα τεθεί σε ισχύ ο εν λόγω κανονισμός και εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη.

3.   Όπου κρίνεται απαραίτητο για τη διασφάλιση υψηλού και ομοιόμορφου επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας, και με βάση το περιεχόμενο των προσαρτημάτων του παραρτήματος 16 που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει, μέσω κατ' εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 65β, λεπτομερείς κανόνες προς εκπλήρωση των απαιτήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.»

7)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Παρά την ύπαρξη του τρίτου εδαφίου, σε περίπτωση άδειας χειριστή αναψυχής, ένας γενικός ιατρός με επαρκή λεπτομερή γνώση του ιατρικού ιστορικού του αιτούμενου, εάν επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία, ενεργεί ως αεροϊατρικός εξεταστής. Η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες για τη χρήση ιατρού γενικής ιατρικής, αντί για τη χρήση ιατρικού εξεταστή αεροπορίας, διασφαλίζοντας κυρίως τη διατήρηση του επιπέδου ασφάλειας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 3.»

β)

Στην παράγραφο 2, το έκτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι απαιτήσεις του δεύτερου και του τρίτου εδαφίου μπορούν να πληρούνται με την αποδοχή αδειών και ιατρικών πιστοποιητικών που εκδίδονται από ή εξ ονόματος τρίτης χώρας όσον αφορά χειριστές που ενέχονται στη λειτουργία αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή γ).»[Τροπολογία 41]

γ)

Στην παράγραφο 6, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Όσον αφορά τους χειριστές που ενέχονται στις δραστηριότητες αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), καθώς και τις προσομοιωτικές συσκευές πτητικής εκπαίδευσης, τα πρόσωπα και τους φορείς που εμπλέκονται στην εκπαίδευση, τη δοκιμή, τον έλεγχο και την ιατρική αξιολόγηση των εν λόγω χειριστών, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:»

δ)

Στην παράγραφο 6 το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«δ)

οι όροι για την μετατροπή των υφιστάμενων εθνικών αδειών χειριστών αεροσκαφών και των εθνικών αδειών μηχανικών αεροσκαφών σε άδειες χειριστών αεροσκαφών καθώς και οι όροι για την μετατροπή των εθνικών ιατρικών πιστοποιητικών·»

ε)

Στην παράγραφο 6, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

τη συμμόρφωση των χειριστών αεροσκαφών που αναφέρονται στο στοιχείο α) σημείο ii), και στα στοιχεία δ) και η) του παραρτήματος II, όταν αυτά χρησιμοποιούνται για εμπορικές αεροπορικές μεταφορές, προς τις σχετικές βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙΙ.»

στ)

Στο τέλος της παραγράφου 6, προστίθεται το ακόλουθο νέο εδάφιο:

«Όσον αφορά τους χειριστές που εμπλέκονται στη λειτουργία αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), καθώς και τις προσομοιωτικές συσκευές πτητικής εκπαίδευσης, τα πρόσωπα και τους φορείς που εμπλέκονται στην εκπαίδευση, τη δοκιμή, τον έλεγχο και την ιατρική αξιολόγηση των εν λόγω χειριστών, η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, να τροποποιεί ή να συμπληρώνει το παράρτημα IΙΙ, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για λόγους τεχνικών, λειτουργικών ή επιστημονικών εξελίξεων ή για στοιχεία ασφάλειας στον τομέα της αδειοδότησης των χειριστών, προκειμένου να επιτευχθούν, και στην αναγκαία έκταση, οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 2.»[Τροπολογία 34]

στα)

Στην παράγραφο 7, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.     Κατά την θέσπιση των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 6, η Επιτροπή μεριμνά ιδιαίτερα ώστε να αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη της τεχνολογίας, περιλαμβανομένων των βέλτιστων πρακτικών και της επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου στον τομέα της εκπαίδευσης των χειριστών, μιας προωθημένης αντίληψης περί ασφάλειας και συστημάτων διαχείρισης της κόπωσης.» [Τροπολογία 42]

8)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 5, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Όσον αφορά τη λειτουργία των αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:»

β)

Στην παράγραφο 5, το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

τη συμμόρφωση των δραστηριοτήτων αεροσκαφών που αναφέρονται στο στοιχείο α) σημείο ii), και στα στοιχεία δ) και η) του παραρτήματος II, όταν αυτά χρησιμοποιούνται για εμπορικές αεροπορικές μεταφορές, προς τις σχετικές βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα IV και, κατά περίπτωση, στο παράρτημα Vβ.»

γ)

Στην παράγραφο 5, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«η)

τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για την αδειοδότηση ειδικών δραστηριοτήτων·

θ)

τις προϋποθέσεις για την απαγόρευση ή τον περιορισμό των δραστηριοτήτων ή την υπαγωγή τους σε ορισμένους όρους, προς το συμφέρον της ασφάλειας, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1.»

δ)

Στο τέλος της παραγράφου 5, προστίθεται το ακόλουθο νέο εδάφιο:

«Όσον αφορά τη δραστηριότητα των αεροσκαφών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, να τροποποιεί ή να συμπληρώνει το παράρτημα IV και, εάν έχει εφαρμογή, το παράρτημα Vβ, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για λόγους τεχνικών, λειτουργικών ή επιστημονικών εξελίξεων ή για στοιχεία ασφάλειας στον τομέα των πτητικών λειτουργιών, προκειμένου να επιτευχθούν, και στην αναγκαία έκταση, οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 2.». [Τροπολογία 35]

9)

Το άρθρο 8α τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 5, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Όσον αφορά τα αεροδρόμια και τον εξοπλισμό τους, καθώς και τις δραστηριότητές τους, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β προκειμένου να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:»

β)

Στην παράγραφο 5, μετά το στοιχείο ι) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«ια)

οι προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση των πιστοποιητικών των παρόχων υπηρεσιών διαχείρισης της πίστας ελιγμών·

ιβ)

οι προϋποθέσεις για την έκδοση και τη διάχυση υποχρεωτικών πληροφοριών για τη διασφάλιση της ασφάλειας των δραστηριοτήτων και του εξοπλισμού των αεροδρομίων·

ιγ)

οι ευθύνες των παρόχων υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ε)·

ιδ)

οι προϋποθέσεις για την έκδοση, τη διατήρηση, την τροποποίηση, την αναστολή ή την ανάκληση των εγκρίσεων φορέων και των προϋποθέσεων για την επιτήρηση των φορέων που εμπλέκονται στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση σημαντικού εξοπλισμού για την ασφάλεια του αεροδρομίου·

ιε)

οι αρμοδιότητες των φορέων που εμπλέκονται στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση σημαντικού εξοπλισμού για την ασφάλεια του αεροδρομίου.»

γ)

Στο τέλος της παραγράφου 5, προστίθεται το ακόλουθο νέο εδάφιο:

«Όσον αφορά τα αεροδρόμια και τον εξοπλισμό τους, καθώς και τις δραστηριότητές τους, η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, να τροποποιεί ή να συμπληρώνει το παράρτημα Vα και, κατά περίπτωση, το παράρτημα Vβ, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για λόγους τεχνικών, λειτουργικών ή επιστημονικών εξελίξεων ή για στοιχεία ασφάλειας στον τομέα των αεροδρομίων προκειμένου να επιτευχθούν, και στην αναγκαία έκταση, οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 2.»[Τροπολογία 36]

10)

Το άρθρο 8β τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   «Στα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 6 είναι δυνατό να καθορισθεί απαίτηση πιστοποίησης ή δήλωσης για φορείς που εμπλέκονται στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση συστημάτων ATM/ANS και των συστατικών στοιχείων τους, από τα οποία εξαρτάται η ασφάλεια ή η διαλειτουργικότητα. Το πιστοποιητικό για τους φορείς αυτούς εκδίδεται εφόσον αποδείξουν ότι διαθέτουν την ικανότητα και τα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων που συνδέονται με τα προνόμιά τους. Τα προνόμια που παρέχονται προσδιορίζονται στο πιστοποιητικό.

5.   Στα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 6 είναι δυνατό να προβλεφθεί απαίτηση πιστοποίησης ή, εναλλακτικά, έγκρισης ή δήλωσης από τον πάροχο ATM/ANS ή τον φορέα που εμπλέκεται στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση των συστημάτων ATM/ANS και των συστατικών στοιχείων τους, αναφορικά με τα συστήματα και τα συστατικά στοιχεία ATM/ANS από τα οποία εξαρτάται η ασφάλεια ή η διαλειτουργικότητα. Εκδίδεται το πιστοποιητικό ή η δήλωση για τα εν λόγω συστήματα και συστατικά στοιχεία ή χορηγείται έγκριση, εφόσον ο αιτών αποδείξει ότι τα συστήματα και τα συστατικά στοιχεία ανταποκρίνονται στις λεπτομερείς προδιαγραφές που έχουν τεθεί προκειμένου να εξασφαλισθεί συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.»

β)

Η παράγραφος 6 τροποποιείται ως εξής:

i)

η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Όσον αφορά την παροχή ATM/ANS, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β προκειμένου να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:»

ii)

το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες για τη δήλωση και την επιτήρηση των παρόχων υπηρεσιών και των φορέων που εμπλέκονται στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση συστημάτων και συστατικών στοιχείων ATM/ANS, όπως ορίζουν οι παράγραφοι 3 έως 5·»

iii)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ζ)

οι προϋποθέσεις για την έκδοση και τη διάχυση υποχρεωτικών πληροφοριών για τη διασφάλιση της ασφαλούς παροχής ATM/ANS·

η)

οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες για την έγκριση και τη δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 και για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τις εν λόγω προϋποθέσεις και διαδικασίες·

θ)

επιχειρησιακοί κανόνες και συστατικά στοιχεία ATM/ANS που απαιτούνται για τη χρήση του εναέριου χώρου.»

iv)

στο τέλος της παραγράφου, προστίθεται το ακόλουθο νέο εδάφιο:

«Όσον αφορά την παροχή ATM/ANS, η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, να τροποποιεί ή να συμπληρώνει το παράρτημα Vα, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για λόγους τεχνικών, λειτουργικών ή επιστημονικών εξελίξεων ή για στοιχεία ασφάλειας που σχετίζονται με την ATM/ANS, προκειμένου να επιτευχθούν, και στην αναγκαία έκταση, οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 2.»[Τροπολογία 37]

γ)

Στην παράγραφο 7, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη της τεχνολογίας και τις βέλτιστες πρακτικές στον τομέα των ATM/ANS, ιδίως σύμφωνα με το γενικό πρόγραμμα ATM και σε στενή συνεργασία με τον ICAO.»

11)

Το άρθρο 8γ τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 10, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Όσον αφορά τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, καθώς και τα πρόσωπα και τους φορείς που εμπλέκονται στην εκπαίδευση, τη δοκιμή, τον έλεγχο ή την ιατρική εξέταση ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:»

β)

Στην παράγραφο 10, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ε)

οι προϋποθέσεις αποδοχής αδειών τρίτων χωρών, με την επιφύλαξη των διατάξεων διμερών συμφωνιών που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 12·

στ)

οι προϋποθέσεις απαγόρευσης ή περιορισμού της δυνατότητας πρακτικής άσκησης ή υπαγωγής της σε συγκεκριμένους όρους για λόγους ασφάλειας·

ζ)

τις προϋποθέσεις για την έκδοση και τη διάχυση υποχρεωτικών πληροφοριών για τη διασφάλιση της ασφαλούς παροχής πρακτικής εξάσκησης.»

γ)

Στο τέλος της παραγράφου 10, προστίθεται το ακόλουθο νέο εδάφιο:

«Όσον αφορά τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, καθώς και τα πρόσωπα και τους φορείς που εμπλέκονται στην εκπαίδευση, τη δοκιμή, τον έλεγχο ή την ιατρική εξέταση ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας, η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, να τροποποιεί ή να συμπληρώνει το παράρτημα Vβ, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για λόγους τεχνικών, λειτουργικών ή επιστημονικών εξελίξεων ή για στοιχεία ασφάλειας σχετικά με τους φορείς εκπαίδευσης και τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας, προκειμένου να επιτευχθούν, και στην αναγκαία έκταση, οι στόχοι που ορίζονται στο άρθρο 2.»[Τροπολογία 38]

12)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 4, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όσον αφορά τα αεροσκάφη που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ), καθώς και τα πληρώματα και τις δραστηριότητές τους, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά:»

β)

Στην παράγραφο 4, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

τη χορήγηση άδειας στα αεροσκάφη ή στο πλήρωμα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ), τα οποία δεν διαθέτουν τυποποιημένο πιστοποιητικό αξιοπλοΐας του ICAO ή άδεια, να λειτουργούν προς, από και εντός της Κοινότητας·»

γ)

Στην παράγραφο 4, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

τις προϋποθέσεις για τη δήλωση και την επιτήρηση των φορέων εκμετάλλευσης που αναφέρονται στην παράγραφο 3·»

δ)

Στην παράγραφο 4, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ζ)

τις εναλλακτικές προϋποθέσεις για περιπτώσεις στις οποίες η συμμόρφωση προς τα πρότυπα και τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν είναι εφικτή ή συνεπάγεται δυσανάλογη προσπάθεια, διασφαλίζοντας την πλήρωση των εν λόγω προτύπων και απαιτήσεων.»

ε)

Στην παράγραφο 5 στοιχείο ε), διαγράφεται η λέξη «ασφάλεια».

(13)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   «Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη, εκτός από τα πιστοποιητικά επιτήρησης που έχουν εκδώσει ή τις δηλώσεις που έχουν παραλάβει, διενεργούν έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιθεωρήσεων στους χώρους στάθμευσης, και λαμβάνουν κάθε μέτρο, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης απογείωσης αεροσκαφών, για να αποτρέψουν τη συνέχιση παράβασης.»

β)

Στην παράγραφο 5, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες που διέπουν τις προϋποθέσεις συνεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και ειδικότερα:»

γ)

Στην παράγραφο 5, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«δ)

τις προϋποθέσεις για τα προσόντα των επιθεωρητών που διενεργούν επιθεωρήσεις στους χώρους στάθμευσης και για την οργάνωση της εκπαίδευσης των εν λόγω επιθεωρητών·

ε)

τις προϋποθέσεις για τη διαχείριση και την εφαρμογή επιτήρησης και επιβολής των κανόνων, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων διαχείρισης ασφάλειας.»

14)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   «Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν, χωρίς περαιτέρω τεχνικές απαιτήσεις ή αξιολόγηση, τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό καθώς επίσης τις κατ’ εξουσιοδότηση και τις εκτελεστικές πράξεις που εγκρίνονται βάσει αυτού. Εφόσον η αρχική αναγνώριση αφορά συγκεκριμένο σκοπό ή σκοπούς, κάθε μεταγενέστερη αναγνώριση καλύπτει μόνο τον ίδιο σκοπό ή σκοπούς.

2.   Η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή του Οργανισμού, να αποφασίζει κατά πόσον ένα πιστοποιητικό, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, είναι σύμφωνο προς τον κανονισμό καθώς και προς τις κατ’ εξουσιοδότηση και τις εκτελεστικές πράξεις που εγκρίνονται βάσει αυτού. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2. Όταν συντρέχουν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι κατεπείγουσας ανάγκης σχετικά με την ασφάλεια, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το άρθρο 65 παράγραφος 4».

15)

Στο άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο β), το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«μπορεί να απαιτήσει από το οικείο κράτος μέλος να τροποποιήσει τη συμφωνία, να αναστείλει την εφαρμογή της ή να την καταγγείλει, σύμφωνα με το άρθρο 351 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2.»

16)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Ειδικευμένοι φορείς

«Όταν αναθέτουν συγκεκριμένο καθήκον πιστοποίησης ή επιτήρησης σε ειδικευμένο φορέα, ο Οργανισμός ή η σχετική εθνική αεροπορική αρχή μεριμνούν ώστε ο φορέας αυτός να πληροί τα κριτήρια του παραρτήματος V.

Οι ειδικευμένοι φορείς δεν εκδίδουν πιστοποιητικά ή άδειες, ούτε παραλαμβάνουν δηλώσεις.»

17)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   «Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού και των κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων που εγκρίνονται βάσει αυτού δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να αντιδρούν άμεσα σε ένα πρόβλημα ασφάλειας το οποίο αφορά κάποιο προϊόν, σύστημα, άτομο ή φορέα, με την προϋπόθεση ότι η άμεση δράση απαιτείται για τη διασφάλιση της ασφάλειας και ότι δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί επαρκώς το πρόβλημα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ’ εξουσιοδότηση και τις εκτελεστικές πράξεις που εγκρίνονται βάσει αυτού».

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσο έχουν τηρηθεί οι όροι που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο και, εφόσον κρίνει ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, εκδίδει σχετική απόφαση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2. Όταν συντρέχουν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι κατεπείγουσας ανάγκης σχετικά με την ασφάλεια, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 65 παράγραφος 4.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ανακαλεί το μέτρο που λαμβάνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, έπειτα από κοινοποίηση της απόφασης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου.

Όπου κρίνεται αναγκαίο, ως συνέπεια της αναγνώρισης άμεσου προβλήματος ασφάλειας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, η ανατίθεται στην Επιτροπή εξουσιοδοτείται, μέσω της έκδοσης η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65γ προκειμένου να τροποποιήσει ή να συμπληρώσει τον παρόντα κανονισμό αντιμετωπίσει τα προβλήματα ασφάλειας που έχουν διαπιστωθεί ». [Τροπολογία 39]

γ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   «Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν εξαιρέσεις από τις ουσιαστικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και στις κατ’ εξουσιοδότηση και τις εκτελεστικές πράξεις του, σε περίπτωση απρόβλεπτων επειγουσών λειτουργικών περιστάσεων ή λειτουργικών αναγκών περιορισμένης διάρκειας, υπό την προϋπόθεση ότι το επίπεδο ασφαλείας δεν επηρεάζεται αρνητικά. Ο Οργανισμός, η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη ενημερώνονται γι’ αυτές τις εξαιρέσεις μόλις αυτές καταστούν επαναληπτικές ή όταν χορηγούνται για διάστημα άνω των δύο μηνών.»

δ)

Στην παράγραφο 5, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή αξιολογεί κατά πόσο η εξαίρεση συνάδει με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 και, εφόσον κρίνει ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, εκδίδει σχετική απόφαση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2. Όταν συντρέχουν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι κατεπείγουσας ανάγκης σχετικά με την ασφάλεια, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 65 παράγραφος 4.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ανακαλεί την εξαίρεση έπειτα από κοινοποίηση της απόφασης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.»

ε)

Στην παράγραφο 6, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   «Εάν, με άλλα μέσα, είναι δυνατόν να επιτευχθεί επίπεδο προστασίας ισοδύναμο με αυτό που επιτυγχάνεται μέσω της εφαρμογής των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν, χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας, να χορηγούν έγκριση που να παρεκκλίνει από τους εν λόγω εκτελεστικούς κανόνες, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο και στην παράγραφο 7.»

στ)

Στην παράγραφο 7, προστίθεται στο τέλος το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο εδάφιο κείμενο : [Τροπολογία 10]

«Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει, αφού λάβει υπόψη της τη σύσταση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 6, χορηγεί την παρέκκλιση χωρίς καθυστέρηση, τροποποιώντας αναλόγως τη σχετική κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικές πράξεις που εγκρίνονται βάσει του παρόντος κανονισμού.»

18)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την επιφύλαξη του δικαιώματος πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα της Επιτροπής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001, η Επιτροπή θεσπίζει, με δική της πρωτοβουλία, λεπτομερείς κανόνες για τη, διάδοση προς τα ενδιαφερόμενα μέρη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 3. Τα μέτρα αυτά λαμβάνουν υπόψη τους την ανάγκη:»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι εθνικές αεροπορικές αρχές λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και την εθνική τους νομοθεσία, ώστε να κατοχυρώνεται η πρέπουσα εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που τους διαβιβάζονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1.»[Τροπολογία 11]

19)

Ο τίτλος του Κεφαλαίου ΙΙΙ αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Ο ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ»

20)

Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδρύεται Αεροπορικός Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

β)

στην παράγραφο 2, η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«Για τους σκοπούς της διασφάλισης της κατάλληλης λειτουργίας και ανάπτυξης της πολιτικής αεροπορίας, ιδίως του ζητήματος της ασφάλειας, ο Οργανισμός θα:»[Τροπολογία 12]

γ)

στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

στηρίζει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στην άσκηση των καθηκόντων τους, παρέχοντας βήμα για ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειρογνωμόνων.»

γα)

στην παράγραφο 2, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ζ)

σύμφωνα με το άρθρο 2, προαγωγή σε διεθνές επίπεδο των προτύπων και κανόνων της Ένωσης στον τομέα της αεροπορίας καθιερώνοντας την κατάλληλη συνεργασία με τρίτες χώρες και με διεθνείς φορείς και, με τον τρόπο αυτό, την προώθηση της κυκλοφορίας αεροναυτικών προϊόντων, επαγγελματιών και υπηρεσιών της Ένωσης με στόχο τη διευκόλυνση της πρόσβασής τους σε νέες αναπτυσσόμενες αγορές σε ολόκληρο τον κόσμο.»

«η)

πραγματοποιεί τη διαπίστευση των εθνικών αεροπορικών αρχών. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες που διέπουν τις προϋποθέσεις για την τήρηση της διάταξης της παραγράφου αυτής.» [Τροπολογίες 13, 31 και 40]

21)

Στο άρθρο 19 παράγραφος 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα εν λόγω έγγραφα αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη της τεχνολογίας και τις βέλτιστες πρακτικές στους συγκεκριμένους τομείς και επικαιροποιούνται, λαμβάνοντας υπόψη την πείρα από την αεροπορία παγκοσμίως, και την επιστημονική και τεχνική πρόοδο και το γενικό πρόγραμμα ATM [Τροπολογία 14]

22)

Στο άρθρο 21 παράγραφος 2 στοιχείο β), το σημείο i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

των προσομοιωτικών συσκευών πτητικής εκπαίδευσης, τη λειτουργία των οποίων έχουν αναλάβει οι εκπαιδευτικοί φορείς που πιστοποιούνται από τον Οργανισμό·»

23)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), οι λέξεις «ενός μηνός» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριών μηνών»

β)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

εάν ένα κράτος μέλος διαφωνεί με τα συμπεράσματα του Οργανισμού σχετικά με ένα ατομικό σύστημα, παραπέμπει το ζήτημα στην Επιτροπή. Η Επιτροπή αποφασίζει εάν το συγκεκριμένο σύστημα είναι σύμφωνο προς τους στόχους ασφαλείας του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2·»

24)

Στο άρθρο 22α προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γα)

εκδίδει και ανανεώνει πιστοποιητικά ή παραλαμβάνει δηλώσεις πιστότητας ή καταλληλότητας προς χρήση, και συμμόρφωσης, σύμφωνα με το άρθρο 8β παράγραφοι 4 και 5, για Οργανισμούς που παρέχουν πανευρωπαϊκές υπηρεσίες ή συστήματα, και, εφόσον ζητηθεί από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, και για άλλους παρόχους υπηρεσιών καθώς επίσης φορείς που εμπλέκονται στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση συστημάτων και συστατικών στοιχείων ATM/ANS·»

25)

Στο άρθρο 24, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές που ορίζονται στα άρθρα 52 και 53, η Επιτροπή θεσπίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις μεθόδους εργασίας του Οργανισμού για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 3 και 4. Αυτές οι εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2.»

26)

Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 3, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Βάσει των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή θεσπίζει, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 65β:»

β)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

λεπτομερείς κανόνες και διαδικασίες για έρευνες, συνδεδεμένα μέτρα και σύνταξη εκθέσεων, καθώς και τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα δικαιώματα υπεράσπισης, την πρόσβαση σε φακέλους, τη νομική εκπροσώπηση, την εμπιστευτικότητα και προσωρινές διατάξεις, καθώς και τον ποσοτικό προσδιορισμό και την είσπραξη των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών.»

27)

Στο άρθρο 29, η παράγραφος 2 απαλείφεται.

28)

Το άρθρο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 30

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται στον Οργανισμό και στο προσωπικό του.»

29)

Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή και τους αναπληρωτές εκτελεστικούς διευθυντές σύμφωνα με τα άρθρα 39α και 39β·»

β)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

πριν από τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους, και αφού λάβει τη γνωμοδότηση της Επιτροπής, εγκρίνει το ετήσιο και το πολυετές πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το/τα επόμενο/α έτος/η· τα εν λόγω προγράμματα εργασιών εγκρίνονται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού της Κοινότητας Ένωσης και του νομοθετικού προγράμματος της Κοινότητας Ένωσης σε συναφείς τομείς ασφαλείας της αεροπορίας· η γνωμοδότηση της Επιτροπής επισυνάπτεται στα προγράμματα εργασιών·»[Τροπολογία 15]

γ)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«η)

ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή καθώς και επί των αναπληρωτών εκτελεστικών διευθυντών, κατόπιν συμφωνίας με τον εκτελεστικό διευθυντή·»

δ)

Στην παράγραφο 2, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιδ)

σύμφωνα με την παράγραφο 6, ασκεί, σε σχέση με το προσωπικό του Οργανισμού, τις εξουσίες που ο κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων αναθέτει στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και που το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων απονέμει στην αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως (κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (*7)) (“εξουσίες ως αρμόδια για τους διορισμούς αρχή”)·

ιε)

διασφαλίζει την επαρκή παρακολούθηση των αποτελεσμάτων και των συστάσεων που προκύπτουν από έρευνες της ευρωπαϊκής υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης (OLAF) και από διάφορες εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις·

ιστ)

θεσπίζει κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες για τον κανονισμό υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων·

ιζ)

θεσπίζει κανόνες για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων όσον αφορά τα μέλη του, καθώς και τα μέλη του (των) συμβουλίου (ων) προσφυγών».

(*7)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου της 29ης Φεβρουαρίου 1968 περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1)."

ε)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.   Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, απόφαση, με βάση το άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το άρθρο 6 του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για τη μεταβίβαση των σχετικών εξουσιών της αρμόδιας επί των διορισμών αρχής στον εκτελεστικό διευθυντή, καθώς και για τον προσδιορισμό των προϋποθέσεων με βάση τις οποίες μπορεί να ανασταλεί η εν λόγω μεταβίβαση. Ο εκτελεστικός διευθυντής εξουσιοδοτείται να μεταβιβάζει περαιτέρω τις εξουσίες αυτές.

Όταν το επιβάλλουν εξαιρετικές περιστάσεις, το διοικητικό συμβούλιο δύναται, με απόφασή του με την έκδοση απόφασης που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του , να αναστείλει προσωρινά την ανάθεση στον εκτελεστικό διευθυντή των αρμοδιοτήτων που ανήκουν στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, και των αρμοδιοτήτων που ο τελευταίος μεταβίβασε περαιτέρω, και να τις ασκήσει το ίδιο ή να τις μεταβιβάσει αναθέσει σε κάποιο από τα μέλη του ή σε άλλο μέλος του προσωπικού πλην του εκτελεστικού διευθυντή.»[Τροπολογία 16]

30)

Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, η φράση «έναν αντιπρόσωπο της Επιτροπής» αντικαθίσταται από τη φράση «δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής με δικαίωμα ψήφου».

β)

Στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, η φράση «τον αντιπρόσωπο και τον αναπληρωτή της» αντικαθίσταται από τις λέξεις «τους αντιπροσώπους και τους αναπληρωτές τους».

γ)

Στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, η λέξη «πέντε» αντικαθίσταται από τη λέξη «τέσσερα»

δ)

Στην παράγραφο 1 προστίθεται στο τέλος η ακόλουθη νέα υποπαράγραφος:

«Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου και οι αναπληρωτές τους διορίζονται με βάση τα γνωστικά προσόντα τους στον τομέα της αεροπορίας, συνεκτιμώντας τις σχετικές με αυτόν δεξιότητές τους στους τομείς της διαχείρισης, της διοίκησης και του προϋπολογισμού. Όλα τα μέρη που εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο καταβάλλουν προσπάθειες εναλλαγής των αντιπροσώπων τους, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ομαλή συνέχεια των εργασιών του συμβουλίου. Όλα τα μέρη αποβλέπουν στην ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών/γυναικών στο διοικητικό συμβούλιο.»

31)

Στο άρθρο 37, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

οι λέξεις «πλειοψηφία δύο τρίτων» αντικαθίστανται από τις λέξεις «απλή απόλυτη πλειοψηφία». [Τροπολογία 17]

προστίθεται η ακόλουθη δεύτερη πρόταση:

«Απαιτείται, ωστόσο, πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του διοικητικού συμβουλίου για τη λήψη αποφάσεων που σχετίζονται με την έγκριση προγραμμάτων εργασιών, τον ετήσιο προϋπολογισμό, τον διορισμό και την παράταση της θητείας ή την απαλλαγή του εκτελεστικού διευθυντή από τα καθήκοντά του».

32)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 37α

Εκτελεστικό συμβούλιο

1.   Το διοικητικό συμβούλιο επικουρείται από ένα εκτελεστικό συμβούλιο.

2.   Το εκτελεστικό συμβούλιο:

α)

προετοιμάζει αποφάσεις προς έκδοση από το διοικητικό συμβούλιο·

β)

διασφαλίζει, από κοινού με το διοικητικό συμβούλιο, την επαρκή· παρακολούθηση των πορισμάτων και των συστάσεων που προκύπτουν από έρευνες της ευρωπαϊκής υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης (OLAF) και τις διάφορες εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις·

γ)

με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του εκτελεστικού διευθυντή, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 38, τον επικουρεί και τον συμβουλεύει στην εφαρμογή των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου, ώστε να ενισχύεται η εποπτεία της διοικητικής και της δημοσιονομικής διαχείρισης.

3.   Όταν καθίσταται απαραίτητο, λόγω έκτακτης ανάγκης, το εκτελεστικό συμβούλιο μπορεί να λάβει ορισμένες προσωρινές προσωρινά αποφάσεις εξ ονόματος του διοικητικού συμβουλίου, ιδίως όσον αφορά ζητήματα διοικητικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης περί της αναστολής της μεταβίβασης εξουσιών της αρμόδιας επί των διορισμών αρχής καθώς και περί των ζητημάτων προϋπολογισμού. Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται με πλειοψηφία των πέντε εκ των επτά μελών του εκτελεστικού συμβουλίου. Παραπέμπονται χωρίς καθυστέρηση στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να τις ανακαλέσει με ψηφοφορία στην οποία απαιτείται η απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων.

4.   Το εκτελεστικό συμβούλιο απαρτίζεται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου, έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής στο διοικητικό συμβούλιο και τρία πέντε άλλα μέλη που ορίζονται για διετή θητεία από το διοικητικό συμβούλιο μεταξύ των μελών του με δικαίωμα ψήφου. Η θητεία των πέντε ορισθέντων από το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να ανανεώνεται απεριόριστα. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου είναι επίσης και πρόεδρος του εκτελεστικού συμβουλίου. Ο εκτελεστικός διευθυντής συμμετέχει στις συνεδριάσεις του εκτελεστικού συμβουλίου χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου.

5.   Η θητεία των μελών του προέδρου του εκτελεστικού συμβουλίου είναι η ίδια με τη θητεία των μελών του ως προέδρου του διοικητικού συμβουλίου. Η θητεία του εκπροσώπου της Επιτροπής είναι η ίδια με τη θητεία του στο διοικητικό συμβούλιο. Η θητεία των μελών του εκτελεστικού συμβουλίου λήγει όταν παύουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

6.   Το εκτελεστικό συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Επιπλέον, συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του ή κατόπιν αιτήματος των μελών του ή του εκτελεστικού διευθυντή .

7.   Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του εκτελεστικού συμβουλίου.»[Τροπολογία 18]

33)

Το άρθρο 38 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   «Ο Οργανισμός διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του, ο οποίος είναι απολύτως ανεξάρτητος κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής, του διοικητικού συμβουλίου και του εκτελεστικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής δεν επιζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από κυβέρνηση ή από άλλο φορέα.»

β)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο ζ) απαλείφεται.

γ)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«θ)

μεταβιβάζει τις εξουσίες του/της σε άλλα μέλη του προσωπικού του Οργανισμού. Η Επιτροπή θα καθορίσει τις λεπτομέρειες τέτοιου είδους μεταβιβάσεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2·»

δ)

Στην παράγραφο 3, το στοιχείο ια) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ια)

καταρτίζει το ετήσιο και το πολυετές πρόγραμμα εργασιών· και να τα υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο αφού συμβουλευθεί σχετικά την Επιτροπή·»

ε)

στην παράγραφο 3, προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«ιγ)

να εφαρμόζει το ετήσιο και το πολυετές πρόγραμμα εργασίας και να υποβάλλει αναφορά στο διοικητικό συμβούλιο για την εφαρμογή τους·

ιδ)

να καταρτίζει σχέδιο δράσης με βάση τα συμπεράσματα εσωτερικών ή εξωτερικών ανεξάρτητων εκθέσεων και εκτιμήσεων, καθώς και ελέγχους της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης (OLAF) και να υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή δις ετησίως και ανά τακτά χρονικά διαστήματα στο εκτελεστικό και στο διοικητικό συμβούλιο·

ιε)

να προστατεύει τα χρηματοοικονομικά συμφέροντα της Επιτροπής εφαρμόζοντας προληπτικά μέτρα κατά της απάτης, της διαφθοράς και άλλων τυχόν έκνομων δραστηριοτήτων μέσω αποτελεσματικών ελέγχων και, εφόσον διαπιστώνονται ανωμαλίες, να ανακτώνται τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά και, κατά περίπτωση, να ενισχύεται ο αποτελεσματικός, αναλογικός και αποτρεπτικός χαρακτήρας των διοικητικών και χρηματικών κυρώσεων·

ιστ)

να χαράσσει μία στρατηγική του Οργανισμού κατά της απάτης και να την υποβάλλει στο συμβούλιο προς έγκριση.»

34)

Το άρθρο 39 απαλείφεται.

35)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 39α

Διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται ως έκτακτος υπάλληλος του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται στους λοιπούς υπαλλήλους.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με βάση την αξία του και την τεκμηριωμένη του επάρκεια και πείρα σε θέματα που έχουν σημασία για την πολιτική αεροπορία, από μια λίστα υποψηφίων που προτείνει η Επιτροπή, έπειτα από ανοιχτή και διαφανή διαδικασία επιλογής.

Για τον σκοπό της σύναψης της σύμβασης με τον εκτελεστικό διευθυντή, ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου.

Προτού διορισθεί, ο επιλεγόμενος από το διοικητικό συμβούλιο υποψήφιος είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί προβαίνει σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει απαντά σε ερωτήσεις των μελών της. [Τροπολογία 19]

3.   Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής. Στο τέλος μέσον της περιόδου αυτής, η Επιτροπή πραγματοποιεί αξιολόγηση, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη οι επιδόσεις καταρτίζει έκθεση αξιολόγησης των επιδόσεων του εκτελεστικού διευθυντή καθώς και τα μελλοντικά καθήκοντα και προκλήσεις των μελλοντικών καθηκόντων και προκλήσεων του Οργανισμού. Η Επιτροπή παρουσιάζει την εν λόγω έκθεση αξιολόγησης στην αντίστοιχη επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. [Τροπολογία 20]

4.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής που λαμβάνει υπόψη την αναφερόμενη στην παράγραφο 3 αξιολόγηση, δύναται να παρατείνει άπαξ τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή για μέγιστη περίοδο πέντε ετών.

5.   Το διοικητικό συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή. Κατά τη διάρκεια του μήνα πριν από την εν λόγω παράταση, είναι δυνατόν να κληθεί ο εκτελεστικός διευθυντής να προβεί προβαίνει σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου και να απαντήσει απαντά σε ερωτήσεις των μελών της. [Τροπολογία 21]

6.   Ένας εκτελεστικός διευθυντής του οποίου η θητεία έχει παραταθεί δεν δύναται, στο τέλος της συνολικής περιόδου, να συμμετάσχει σε άλλη διαδικασία επιλογής για την ίδια θέση.

7.   Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να απαλλαχθεί των καθηκόντων του μόνο με απόφαση του διοικητικού συμβούλιου κατόπιν πρότασης της Επιτροπής.

8.   Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει αποφάσεις για τον διορισμό, την παράταση της θητείας και την απαλλαγή του εκτελεστικού διευθυντή και/ή των αναπληρωτών εκτελεστικών διευθυντών από τα καθήκοντα τους, βάσει της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 39β

Διορισμός αναπληρωτών εκτελεστικών διευθυντών

1.   Ένας ή περισσότεροι αναπληρωτές εκτελεστικοί διευθυντές δύνανται να επικουρούν αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής επικουρεί τον εκτελεστικό διευθυντή. [Τροπολογία 22]

2.   Ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ή οι αναπληρωτές εκτελεστικοί διευθυντές διορίζονται, παρατείνουν τη θητεία τους ή απαλλάσσονται των καθηκόντων τους, όπως ορίζει το άρθρο 39α, έπειτα από διαβούλευση με τον εκτελεστικό διευθυντή και, κατά περίπτωση, με τον επιλεγέντα εκτελεστικό διευθυντή.»

36)

Στο άρθρο 40, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Το ή τα τμήματα προσφυγών συνέρχονται οσάκις είναι απαραίτητο. Η Επιτροπή καθορίζει τον αριθμό των Τμημάτων Προσφυγών και την κατανομή της εργασίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 2.»

37)

Στο άρθρο 41, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η Επιτροπή καθορίζει τα απαιτούμενα προσόντα των μελών κάθε Τμήματος Προσφυγών, τις εξουσίες των επιμέρους μελών κατά τη φάση προετοιμασίας των αποφάσεων και τους όρους ψηφοφορίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 3.»

38)

Στο άρθρο 52 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

συμμετέχουν, οσάκις απαιτείται, εμπειρογνώμονες από τα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη ή αντλείται τεχνογνωσία από τους σχετικούς ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, το Eurocontrol και άλλα ειδικευμένα όργανα·»

39)

Το άρθρο 56 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 56

Ετήσιο και πολυετές πρόγραμμα εργασιών

1.   Έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο γ), το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει έγγραφο που περιέχει τον ετήσιο και πολυετή προγραμματισμό, βάσει σχεδίου που υποβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής, λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής. Το διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Το έγγραφο προγραμματισμού οριστικοποιείται έπειτα από τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού και, εάν χρειαστεί, προσαρμόζεται ανάλογα.

Στόχος των ετήσιων και πολυετών προγραμμάτων εργασιών είναι η προαγωγή της διαρκούς βελτίωσης της ασφάλειας της ευρωπαϊκής αεροπορίας και η συμμόρφωση με τους στόχους, τις εντολές και τα καθήκοντα του Οργανισμού, όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

2.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών περιλαμβάνει λεπτομερείς στόχους και αναμενόμενα αποτελέσματα, συμπεριλαμβανομένων των δεικτών απόδοσης. Περιλαμβάνει επίσης περιγραφή των δραστηριοτήτων προς χρηματοδότηση, καθώς και ένα δείγμα των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων που διατίθενται για κάθε δραστηριότητα, σύμφωνα με τις αρχές του προϋπολογισμού και της διαχείρισης βάσει δραστηριοτήτων. Το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών συμβαδίζει με το πολυετές πρόγραμμα εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 4. Καταδεικνύει με σαφήνεια τα έργα που έχουν προστεθεί, αλλάξει ή απαλειφθεί σε σύγκριση με το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Περιλαμβάνει τη στρατηγική για τις σχέσεις με τρίτες χώρες ή με διεθνείς Οργανισμούς, όπως προβλέπει το άρθρο 27 παράγραφος 2, καθώς και τις δραστηριότητες που συνδέονται με την εν λόγω στρατηγική.

3.   Όταν ανατίθεται στον Οργανισμό νέο καθήκον, το διοικητικό συμβούλιο τροποποιεί, το εγκεκριμένο ετήσιο πρόγραμμα εργασιών.

Κάθε ουσιαστική τροποποίηση στο ετήσιο πρόγραμμα εργασιών εγκρίνεται με την ίδια διαδικασία με την οποία εγκρίθηκε και το αρχικό ετήσιο πρόγραμμα εργασιών. Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να μεταβιβάζει στον εκτελεστικό διευθυντή την εξουσία να επιφέρει μη ουσιαστικές τροποποιήσεις στο ετήσιο πρόγραμμα εργασιών.

4.   Το πολυετές πρόγραμμα εργασιών καθορίζει τον συνολικό στρατηγικό προγραμματισμό, συμπεριλαμβανομένων των στόχων, των αναμενόμενων αποτελεσμάτων και των δεικτών απόδοσης. Καθορίζει επίσης τον προγραμματισμό των πόρων, συμπεριλαμβανομένου του πολυετούς προϋπολογισμού και του προγραμματισμού ανθρώπινων πόρων.

Ο προγραμματισμός των πόρων ενημερώνεται σε ετήσια βάση. Ο στρατηγικός προγραμματισμός ενημερώνεται κατά περίπτωση και κυρίως για την αντιμετώπιση ζητημάτων που προκύπτουν από τα πορίσματα της αξιολόγησης, σύμφωνα με το άρθρο 62.»

40)

Στο άρθρο 57, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ετήσια γενική έκθεση περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ο Οργανισμός εξετέλεσε το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών του. Αναφέρει σαφώς τις εντολές και τα καθήκοντα του Οργανισμού που έχουν προστεθεί, μεταβληθεί ή διαγραφεί σε σχέση με το προηγούμενο έτος.»

41)

Στο άρθρο 59 παράγραφος 1, προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«στ)

επιβαρύνσεις που καταβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. [κανονισμός SES] για τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 391/2013 της Επιτροπής  (*8) σχετικά με καθήκοντα επιτήρησης της ATM/ANS που διεκπεραιώνει ο Οργανισμός · [Τροπολογία 23]

στα)

επιχορηγήσεις.[Τροπολογία 24]

(*8)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 391/2013 της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2013, για τον καθορισμό κοινού συστήματος χρέωσης των αεροναυτιλιακών υπηρεσιών (ΕΕ L 128 της 9.5.2013, σ. 31).»"

41α)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 61α

Σύγκρουση συμφερόντων

1.     Ο εκτελεστικός διευθυντής και οι υπάλληλοι που αποσπώνται προσωρινά από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή υποβάλλουν δήλωση δεσμεύσεων και δήλωση συμφερόντων, στην οποία αναφέρεται ότι δεν εξυπηρετούν κανένα άμεσο ή έμμεσο συμφέρον που θα μπορούσε ενδεχομένως να επηρεάσει την ανεξαρτησία τους. Οι δηλώσεις αυτές υποβάλλονται εγγράφως κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους και ανανεώνονται σε περίπτωση μεταβολής της προσωπικής τους κατάστασης. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, του εκτελεστικού συμβουλίου και του τμήματος προσφυγών υποβάλλουν επίσης τέτοιες δηλώσεις οι οποίες δημοσιεύονται μαζί με τα βιογραφικά τους σημειώματα. Ο Οργανισμός δημοσιεύει στον ιστότοπό του κατάλογο των μελών των οργάνων που περιγράφονται στο άρθρο 42, και των εξωτερικών και των εσωτερικών εμπειρογνωμόνων.

2.     Το διοικητικό συμβούλιο εφαρμόζει πολιτική για τη διαχείριση και αποφυγή των συγκρούσεων συμφερόντων στην οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

αρχές για τη διαχείριση και την επαλήθευση των δηλώσεων συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για τη δημοσιοποίηση αυτών λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 77·

β)

υποχρεωτικές απαιτήσεις κατάρτισης σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων για το προσωπικό του Οργανισμού και τους αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες·

γ)

κανόνες σχετικά με τα δώρα και τις προσκλήσεις·

δ)

λεπτομερείς κανόνες σχετικά με το ασυμβίβαστο για το προσωπικό και τα μέλη του Οργανισμού μετά τον τερματισμό της σχέσης εργασίας τους με τον Οργανισμό·

ε)

τους κανόνες που αφορούν τη διαφάνεια σε σχέση με τις αποφάσεις του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των πρακτικών των συμβουλίων του Οργανισμού που δημοσιοποιούνται λαμβάνοντας υπόψη τυχόν πληροφορίες ευαίσθητου, απόρρητου και εμπορικού χαρακτήρα· και

στ)

κυρώσεις και λοιπούς μηχανισμούς για την περιφρούρηση της αυτονομίας και ανεξαρτησίας του Οργανισμού.

Ο Οργανισμός λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να διατηρείται ισορροπία μεταξύ των κινδύνων και των πλεονεκτημάτων, ιδίως όσον αφορά τον στόχο πρόσβασης σε βέλτιστες τεχνικές συμβουλές και εμπειρογνωμοσύνη, καθώς και όσον αφορά τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων. Ο εκτελεστικός διευθυντής συμπεριλαμβάνει τις πληροφορίες που σχετίζονται με την εφαρμογή αυτής της πολιτικής στις εκθέσεις που υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.» [Τροπολογία 25]

42)

Το άρθρο 62 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, οι λέξεις «διοικητικό συμβούλιο» αντικαθίστανται από τη λέξη «Επιτροπή»

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Σε κάθε δεύτερη αξιολόγηση, διενεργείται επίσης εκτίμηση των αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν από τον Οργανισμό υπό το πρίσμα των στόχων του, της εντολής του και της αποστολής του. Εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι η συνέχιση της ύπαρξης του Οργανισμού δεν δικαιολογείται πλέον υπό το πρίσμα τους τεθέντες στόχους του, της εντολής του και της αποστολής του, δύναται να προτείνει την ανάλογη τροποποίηση του συγκεκριμένου κανονισμού ή την κατάργησή του.»

43)

Το άρθρο 64 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η λέξη «Κανονισμός» στον τίτλο απαλείφεται

β)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 65β, προκειμένου να καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τέλη και επιβαρύνσεις, βάσει των παραγράφων 3, 4 και 5».

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα μέτρα της παραγράφου 1 καθορίζουν ιδίως τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη και επιβαρύνσεις σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), το ύψος των τελών και επιβαρύνσεων και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να καταβάλλονται.»

δ)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«5.   Το ύψος των αμοιβών και επιβαρύνσεων καθορίζονται σε επίπεδα που εξασφαλίζουν ότι τα περί ων ο λόγος έσοδα αρκούν κατά τεκμήριο για την κάλυψη του πλήρους κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών. Όλες οι δαπάνες του Οργανισμού που προκύπτουν από το προσωπικό που εμπλέκεται σε δραστηριότητες που ορίζονται στην παράγραφο 3, συμπεριλαμβανομένης της αναλογικής εισφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα, πρέπει να αντανακλάται με σαφήνεια στο εν λόγω κόστος. Οι αμοιβές και επιβαρύνσεις, συμπεριλαμβανομένων των όσων εισπράχθηκαν το 2007, θα συνιστούν έσοδα ειδικού προορισμού για τον Οργανισμό.»

δα)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.     Ο αριθμός των μελών του προσωπικού το κόστος των οποίων χρηματοδοτείται από έσοδα προερχόμενα από τέλη και επιβαρύνσεις μπορεί να κυμαίνεται ανάλογα με τη ζήτηση της αγοράς για πιστοποιητικά, εγκρίσεις και άλλες υπηρεσίες.» [Τροπολογία 26]

44)

Το άρθρο 65 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 65

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*9).

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 4.

(*9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»"

45)

Το άρθρο 65α απαλείφεται.

46)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 65β

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η μεταβίβαση εξουσίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5, στο άρθρο 6 παράγραφος 2, στο άρθρο 6 παράγραφος 3, στο άρθρο 7 παράγραφος 6, στο άρθρο 8 παράγραφος 5, στο άρθρο 8α παράγραφος 5, στο άρθρο 8β παράγραφος 6, στο άρθρο 8γ παράγραφος 10, στο άρθρο 9 παράγραφος 4, στο άρθρο 10 παράγραφος 5, στο άρθρο 14 παράγραφος 3, στο άρθρο 14 παράγραφος 7, στο άρθρο 25 παράγραφος 3 και στο άρθρο 64 παράγραφος 1 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού . Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την αρμοδιότητα που της έχει ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου . [Τροπολογία 27]

3.   Η μεταβίβαση εξουσίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 5, στο άρθρο 6 παράγραφος 2, στο άρθρο 6 παράγραφος 3, στο άρθρο 7 παράγραφος 6, στο άρθρο 8 παράγραφος 5, στο άρθρο 8α παράγραφος 5, στο άρθρο 8β παράγραφος 6, στο άρθρο 8γ παράγραφος 10, στο άρθρο 9 παράγραφος 4, στο άρθρο 10 παράγραφος 5, στο άρθρο 14 παράγραφος 3, στο άρθρο 14 παράγραφος 7, στο άρθρο 25 παράγραφος 3 και στο άρθρο 64 παράγραφος 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση της εξουσίας που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιωνδήποτε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ.

4.   Μόλις η Επιτροπή εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 5, το άρθρο 6 παράγραφος 2, το άρθρο 6 παράγραφος 3, το άρθρο 7 παράγραφος 6, το άρθρο 8 παράγραφος 5, το άρθρο 8α παράγραφος 5, το άρθρο 8β παράγραφος 6, το άρθρο 8γ παράγραφος 10, το άρθρο 9 παράγραφος 4, το άρθρο 10 παράγραφος 5, το άρθρο 14 παράγραφος 3, το άρθρο 14 παράγραφος 7, το άρθρο 25 παράγραφος 3 και το άρθρο 64 παράγραφος 1 τίθενται σε ισχύ μόνο εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν έχει υποβάλει ένσταση, εντός προθεσμίας δύο μηνών, από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να υποβάλουν ενστάσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά 2 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 65γ

Διαδικασία κατεπείγοντος

1.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου τίθενται αμέσως σε ισχύ και εφαρμόζονται, εφόσον δεν υποβληθεί καμία ένσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο αναφέρει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας του επείγοντος.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να διατυπώσουν ένσταση για κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 65β παράγραφος 5. Σε αυτήν την περίπτωση, η Επιτροπή καταργεί αμελλητί την πράξη μετά την κοινοποίηση στην οποία προβαίνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο όσον αφορά την απόφασή του να προβάλει αντίρρηση.»

46α)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 65δ

Έκθεση της Επιτροπής

Σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή επανεξετάζει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει, το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο με σκοπό την καλύτερη ανάπτυξη του παρόντος κανονισμού ώστε να παρέχει ένα αναλογικό και βιώσιμο πλαίσιο ασφάλειας βασιζόμενο στην εκτίμηση των κινδύνων.» [Τροπολογία 28]

47)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 66α

Συμφωνία για την έδρα και συνθήκες λειτουργίας

1.   Οι απαραίτητοι διακανονισμοί για την εγκατάσταση του Οργανισμού στο κράτος μέλος υποδοχής και τα μέσα που πρέπει να τίθενται στη διάθεσή του από το εν λόγω κράτος μέλος παράλληλα με τους ειδικούς κανόνες που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος υποδοχής όσον αφορά τον εκτελεστικό διευθυντή, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, το προσωπικό του Οργανισμού και τα μέλη των οικογενειών τους, ορίζονται σε συμφωνία για την έδρα του Οργανισμού η οποία συνάπτεται μεταξύ του Οργανισμού και του κράτους μέλους υποδοχής, μόλις ληφθεί η έγκριση του διοικητικού συμβουλίου και σε κάθε περίπτωση έως και δύο έτη αφού τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. …

2.   Το κράτος μέλος υποδοχής εξασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την εύρυθμη λειτουργία του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης και της παροχής πολύγλωσσης και ευρωπαϊκού πνεύματος και των κατάλληλων συγκοινωνιακών συνδέσεων.»

48)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 66β

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία διαβαθμισμένων και ευαίσθητων μη-διαβαθμισμένων πληροφοριών

Ο Οργανισμός θα εφαρμόσει τις αρχές ασφαλείας που περιλαμβάνονται στις αρχές ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUCI) και ευαίσθητων μη-διαβαθμισμένων πληροφοριών, όπως καθορίζονται στο παράρτημα της απόφασης 2001/844/EΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ. Η εφαρμογή των αρχών ασφαλείας θα καλύπτει, μεταξύ άλλων, διατάξεις για την ανταλλαγή, επεξεργασία και αποθήκευση τέτοιων πληροφοριών.»

49)

Στο παράρτημα V, τα στοιχεία 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο φορέας και το προσωπικό που είναι επιφορτισμένο με καθήκοντα πιστοποίησης και επιτήρησης οφείλει να εκτελεί τα καθήκοντά του με τη μεγαλύτερη δυνατή επαγγελματική ακεραιότητα και τη μεγαλύτερη δυνατή τεχνική επάρκεια και να είναι απαλλαγμένο από πιέσεις και προτροπές, ιδίως οικονομικής φύσεως, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσουν την κρίση τις αποφάσεις του ή τα αποτελέσματα των ερευνών του, ιδιαίτερα εάν προέρχονται από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των καθηκόντων πιστοποίησης ή επιτήρησης. [Τροπολογία 29]

3.   Ο φορέας πρέπει να διαθέτει το απαιτούμενο προσωπικό και τα μέσα για να επιτελεί με ικανοποιητικό τρόπο τα τεχνικά και διοικητικά καθήκοντα που συνδέονται με τη διαδικασία πιστοποίησης· πρέπει, ομοίως, να έχει πρόσβαση στο υλικό που είναι αναγκαίο για τους έκτακτους ελέγχους.»

50)

Το παράρτημα Vβ τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο γ) σημείο iv) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι υπηρεσίες ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας και οι σχετιζόμενες με αυτές διαδικασίες παρέχουν επαρκή απόσταση μεταξύ αεροσκαφών και προλαμβάνουν τις συγκρούσεις μεταξύ εμποδίων και αεροσκαφών στην περιοχή ελιγμών του αεροδρομίου και, όπου είναι σκόπιμο και εφικτό, συμβάλλουν στην προστασία από άλλους εναέριους κινδύνους και διασφαλίζουν άμεσο και έγκαιρο συντονισμό με όλους τους σχετικούς χρήστες και τους παρακείμενους όγκους εναέριου χώρου.»

β)

Στην παράγραφο 2 στοιχείο ζ), στο τέλος της πρότασης προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Η διαχείριση ροής γίνεται με σκοπό τη βελτιστοποίηση της διαθέσιμης χωρητικότητας στη χρήση του εναέριου χώρου και την ενίσχυση των διαδικασιών διαχείρισης της ροής της εναέριας κυκλοφορίας. Οι κανόνες αυτοί βασίζονται στη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα, ώστε να διασφαλίζεται ότι η χωρητικότητα παρέχεται έγκαιρα, με ευελιξία και σύμφωνα με τις συστάσεις του περιφερειακού σχεδίου αεροναυτιλίας, ευρωπαϊκή περιοχή, του ICAO.

Τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 8β παράγραφος 6 σχετικά με τη διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας υποστηρίζουν τις επιχειρησιακές αποφάσεις των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας, των φορέων εκμετάλλευσης των αερολιμένων και των χρηστών του εναέριου χώρου και καλύπτουν τους ακόλουθους τομείς:

α)

τον σχεδιασμό πτήσεων·

β)

τη χρήση της διαθέσιμης χωρητικότητας του εναέριου χώρου κατά τη διάρκεια όλων των φάσεων της πτήσης, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής των χρονοθυρίδων· και

γ)

τη χρήση διαδρομών από τη γενική αεροπορία, συμπεριλαμβανομένων:

της δημιουργίας ενιαίας έκδοσης για την καθοδήγηση των διαδρομών και της εναέριας κυκλοφορίας,

εναλλακτικών λύσεων για την εκτροπή της γενικής αεροπορίας από περιοχές συμφόρησης, και

κανόνων προτεραιότητας όσον αφορά την πρόσβαση στον εναέριο χώρο της γενικής αεροπορίας, ιδίως σε περιόδους συμφόρησης και κρίσης·

δ)

συμπερίληψης της συνοχής μεταξύ σχεδιασμού πτήσεων και χρονοθυρίδων καθώς και του απαραίτητου συντονισμού με παρακείμενες περιοχές.»

γ)

Στην παράγραφο 2 στοιχείο η), στο τέλος της πρότασης προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Λαμβανομένης υπόψη της οργάνωσης των στρατιωτικών πτυχών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, η διαχείριση του εναέριου χώρου στηρίζει επίσης την ομοιόμορφη εφαρμογή της έννοιας της ευέλικτης χρήσης του εναέριου χώρου, όπως περιγράφεται από τον ICAO και όπως εφαρμόζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004, ώστε να διευκολύνονται η διαχείριση του εναέριου χώρου και η διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής μεταφορών.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετησίως έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή, στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής μεταφορών, της έννοιας της ευέλικτης χρήσης του εναέριου χώρου όσον αφορά τον εναέριο χώρο που τελεί υπό την ευθύνη τους.»

δ)

Στην παράγραφο 3 στοιχείο α), στο τέλος της πρότασης προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Τα συστήματα αυτά περιλαμβάνουν ιδίως:

1.

Συστήματα και διαδικασίες διαχείρισης του εναέριου χώρου.

2.

Συστήματα και διαδικασίες για τη διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας.

3.

Συστήματα και διαδικασίες για υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας, ιδίως συστήματα επεξεργασίας δεδομένων πτήσης, συστήματα επεξεργασίας δεδομένων επιτήρησης και συστήματα διεπαφής ανθρώπου-μηχανής.

4.

Συστήματα και διαδικασίες επικοινωνίας για επικοινωνία εδάφους-εδάφους, αέρα-εδάφους και αέρος-αέρος.

5.

Συστήματα και διαδικασίες πλοήγησης.

6.

Συστήματα και διαδικασίες επιτήρησης.

7.

Συστήματα και διαδικασίες για υπηρεσίες αεροναυτικών πληροφοριών.

8.

Συστήματα και διαδικασίες για τη χρήση μετεωρολογικών πληροφοριών.»

ε)

Στην παράγραφο 3 στοιχείο β), στο τέλος της πρότασης προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ο σχεδιασμός, η κατασκευή, η συντήρηση και η εκμετάλλευση των συστημάτων ATM/ANS και των συστατικών τους στοιχείων πρέπει να γίνονται με χρήση κατάλληλων και επικυρωμένων διαδικασιών, ώστε να εξασφαλίζεται η ομοιογενής λειτουργία του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας ανά πάσα στιγμή και σε όλα τα στάδια της πτήσης. Η ομοιογενής λειτουργία εκφράζεται κυρίως με ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών πληροφοριών για την επιχειρησιακή κατάσταση, την κοινή αντίληψη των πληροφοριών, τις συγκρίσιμες επιδόσεις επεξεργασίας και τις σχετικές διαδικασίες, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα για κοινές επιχειρησιακές επιδόσεις που έχουν συμφωνηθεί για το σύνολο ή τμήματα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ΕΔΔΕΚ).

Το ΕΔΔΕΚ, τα συστήματα και τα συστατικά στοιχεία τους πρέπει να υποστηρίζουν συντονισμένα τις νέες συμφωνημένες και επικυρωμένες αντιλήψεις περί εκμετάλλευσης που συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των υπηρεσιών αεροναυτιλίας, ιδίως από πλευράς ασφάλειας και μεταφορικής ικανότητας.

Το ΕΔΔΕΚ, τα συστήματά του και τα συστατικά τους στοιχεία πρέπει να υποστηρίζουν τη σταδιακή εγκαθίδρυση πολιτικοστρατιωτικού συντονισμού, στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την αποτελεσματική διαχείριση του εναέριου χώρου και της εναέριας κυκλοφορίας και την ασφαλή και αποτελεσματική χρήση του εναέριου χώρου από όλους τους χρήστες, με την εφαρμογή της έννοιας της ευέλικτης χρήσης του εναέριου χώρου.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων, το ΕΔΔΕΚ, τα συστήματά του και τα συστατικά τους στοιχεία πρέπει να υποστηρίζουν την έγκαιρη ανταλλαγή, μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών μερών, ακριβών και συνεπών πληροφοριών που να καλύπτουν όλες τις φάσεις της πτήσης.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 170 της 5.6.2014, σ. 116.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1108/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, όσον αφορά τα αεροδρόμια, τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας, και για την κατάργηση της οδηγίας 2006/23/ΕΚ (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 51).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1070/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της, 21ης Οκτωβρίου 2009, για τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 549/2004, (ΕΚ) αριθ. 550/2004, (ΕΚ) αριθ. 551/2004 και (ΕΚ) αριθ. 552/2004 για να βελτιωθούν οι επιδόσεις και η βιωσιμότητα του ευρωπαϊκού συστήματος πολιτικής αεροπορίας (ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 34).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 216/2008 Του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφαλείας της Αεροπορίας, καθώς και για την κατάργηση της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 και της οδηγίας 2004/36/ΕΚ (ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 550/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για την παροχή υπηρεσιών») (ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 10).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 551/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για την οργάνωση και τη χρήση του εναέριου χώρου στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός για τον εναέριο χώρο») (ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 20).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας («κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα») (ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(*1)  Ο αριθμός της αναδιατύπωσης του κανονισμού SES.

(*2)  Ο αριθμός της αναδιατύπωσης του κανονισμού SES.

(*5)   Ο αριθμός του κανονισμού που αναφέρεται στη διαδικασία COD 2013/0186.

(*6)  Ο αριθμός της αναδιατύπωσης του κανονισμού SES.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/610


P7_TA(2014)0222

Οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα) και εξατομικευμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα) και τους εξατομικευμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου (COM(2013)0512 — C7-0215/2013 — 2013/0246(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/62)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0512),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0215/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2013 (1),

κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0124/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  EE C 170 της 5.6.2014, σ. 73.


P7_TC1-COD(2013)0246

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα), τις οργανωμένες διακοπές, τις οργανωμένες περιηγήσεις και τους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου [Τροπολογία 1]

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3) θεσπίζει ορισμένα σημαντικά δικαιώματα των καταναλωτών όσον αφορά τα οργανωμένα ταξίδια, ιδίως σχετικά με τις απαιτήσεις πληροφόρησης, την ευθύνη των παρόχων ταξιδιωτικών υπηρεσιών όσον αφορά την εκτέλεση του οργανωμένου ταξιδιού και την προστασία κατά της αφερεγγυότητας ενός διοργανωτή ή λιανοπωλητή. Ωστόσο, είναι απαραίτητη η προσαρμογή του νομοθετικού πλαισίου στις εξελίξεις της αγοράς, ούτως ώστε να είναι καταλληλότερο για την εσωτερική αγορά, να αρθούν οι ασάφειες και να καλυφθούν τα νομοθετικά κενά.

(2)

Ο τουρισμός παίζει σημαντικό ρόλο στις οικονομίες της Ένωσης και τα οργανωμένα ταξίδια, οι οργανωμένες διακοπές και οι οργανωμένες περιηγήσεις (« πακέτα») αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό της εν λόγω αγοράς. Η ταξιδιωτική αγορά έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές μετά την έκδοση της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ. Πέραν των παραδοσιακών αλυσίδων διανομής, το διαδίκτυο καθίσταται ολοένα και πιο σημαντικό μέσο για την παροχή ταξιδιωτικών υπηρεσιών. Οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες δεν συνδυάζονται μόνον ως παραδοσιακά προκαθορισμένα πακέτα, αλλά συχνά συνδυάζονται με εξατομικευμένο τρόπο. Πολλά από τα εν λόγω ταξιδιωτικά προϊόντα βρίσκονται σε νομική γκρίζα ζώνη ή σαφώς δεν καλύπτονται από την οδηγία 90/314/ΕΟΚ. Η παρούσα οδηγία έχει ως στόχο την προσαρμογή του πεδίου προστασίας στις εν λόγω εξελίξεις, την αύξηση της διαφάνειας και την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου για τους ταξιδιώτες και τους παρόχους. [Τροπολογία 2]

(3)

Το άρθρο 169 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προβλέπει ότι η Ένωση πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, με μέτρα που θεσπίζει σύμφωνα με το άρθρο 114 ΣΛΕΕ.

(4)

Η οδηγία 90/314/ΕΟΚ παρέχει ευρεία διακριτική ευχέρεια στα κράτη μέλη όσον αφορά τη μεταφορά της και ως εκ τούτου, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών. Ο νομικός κατακερματισμός οδηγεί σε υψηλότερο κόστος για τις επιχειρήσεις και δημιουργεί εμπόδια σε όσους επιθυμούν να λειτουργούν διασυνοριακά, περιορίζοντας με αυτόν τον τρόπο τις επιλογές των καταναλωτών.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών, καθώς και η ελευθερία εγκατάστασης. Η εναρμόνιση ορισμένων πτυχών των συμβάσεων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις συμβάσεις οργανωμένων ταξιδιών και των εξατομικευμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς είναι αναγκαία για τη δημιουργία μιας πραγματικής εσωτερικής αγοράς των καταναλωτών στον εν λόγω τομέα, και για να επιτευχθεί η σωστή ισορροπία μεταξύ μιας υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. [Τροπολογία 3]

(6)

Αυτή τη στιγμή, το διασυνοριακό δυναμικό της αγοράς οργανωμένων ταξιδιών στην Ένωση δεν αξιοποιείται πλήρως. Οι διαφορές στους κανόνες προστασίας των ταξιδιωτών στα διάφορα κράτη μέλη αποτελούν αντικίνητρο για τους ταξιδιώτες σε ένα κράτος μέλος για την αγορά οργανωμένων ταξιδιών και εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών σε άλλο κράτος μέλος και, ομοίως, αντικίνητρο για τους διοργανωτές και τους λιανοπωλητές σε ένα κράτος μέλος για την πώληση αυτών των υπηρεσιών σε άλλο κράτος μέλος. Για να δοθεί η δυνατότητα σε καταναλωτές και επιχειρήσεις να επωφεληθούν πλήρως από την εσωτερική αγορά, εξασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση, είναι αναγκαία η περαιτέρω προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς.

(7)

Η πλειονότητα των ταξιδιωτών που αγοράζουν οργανωμένα ταξίδια είναι καταναλωτές κατά την έννοια του δικαίου καταναλωτών της Ένωσης. Ταυτόχρονα, δεν είναι πάντα εύκολη η διάκριση μεταξύ καταναλωτών και αντιπροσώπων μικρών επιχειρήσεων ή ελεύθερων επαγγελματιών οι οποίοι κάνουν κρατήσεις θέσεων για ταξίδια που σχετίζονται με την επιχειρηματική τους δραστηριότητα ή επάγγελμα με τους ίδιους τρόπους κράτησης θέσεων που χρησιμοποιούν οι καταναλωτές. Οι συγκεκριμένοι ταξιδιώτες συχνά απαιτούν παρόμοιο επίπεδο προστασίας. Αντίθετα, οι μεγαλύτερες εταιρείες ή οι οργανισμοί συχνά προβαίνουν σε ταξιδιωτικούς διακανονισμούς για τους εργαζομένους , τα μέλη και τους αντιπροσώπους τους βάσει σύμβασης πλαισίου για επαγγελματικά ταξίδια που ειδικεύονται στη διοργάνωση επαγγελματικών ταξιδιών. Η τελευταία κατηγορία ταξιδιωτικών διακανονισμών δεν απαιτεί το επίπεδο προστασίας που προορίζεται για τους καταναλωτές. Ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται σε επιχειρηματίες ταξιδιώτες μόνον εφόσον δεν κάνουν ταξιδιωτικούς διακανονισμούς βάσει σύμβασης πλαισίου. Για να αποφευχθεί η σύγχυση με τον ορισμό του όρου «καταναλωτής» που χρησιμοποιείται σε άλλες οδηγίες ενωσιακές νομοθετικές ρυθμίσεις για την προστασία των καταναλωτών, τα πρόσωπα που προστατεύονται βάσει της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να αναφέρονται ως «ταξιδιώτες». [Τροπολογία 4]

(8)

Εφόσον οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες μπορούν να συνδυάζονται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους, είναι σκόπιμο να θεωρούνται ως πακέτα όλοι οι συνδυασμοί των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που παρουσιάζουν χαρακτηριστικά τα οποία οι ταξιδιώτες συνδέουν κατά κανόνα με πακέτα, ιδίως όταν ειδικές ταξιδιωτικές υπηρεσίες συνδυάζονται σε ενιαίο ταξιδιωτικό προϊόν, για την ορθή εκτέλεση του οποίου ο διοργανωτής αναλαμβάνει την ευθύνη. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4), δεν θα πρέπει να υπάρχει διαφορά αν οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες συνδυάζονται πριν από κάθε επαφή με τον ταξιδιώτη ή κατόπιν αιτήματός του ή βάσει επιλογής του ταξιδιώτη. Οι ίδιες αρχές θα πρέπει να εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το κατά πόσον η κράτηση γίνεται μέσω ταξιδιωτικού πράκτορα ή μέσω διαδικτύου.

(9)

Για λόγους διαφάνειας, τα πακέτα θα πρέπει να διακρίνονται από τους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, στις περιπτώσεις που πράκτορες (είτε μέσω διαδικτύου είτε μέσω γραφείου ταξιδιών) βοηθούν ταξιδιώτες στον συνδυασμό ταξιδιωτικών υπηρεσιών που οδηγούν στη σύναψη συμβάσεων με διαφορετικούς παρόχους ταξιδιωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων επιγραμμικών διαδικασιών κράτησης με στοχοθετημένο τρόπο, επειδή οι εξατομικευμένοι συνδεδεμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί δεν παρουσιάζουν αυτά τα χαρακτηριστικά και δεν υπάρχει λόγος να υποβάλλονται οι υπηρεσίες αυτές στο σύνολο των υποχρεώσεων που εφαρμόζονται στα πακέτα. [Τροπολογία 5]

(10)

Ενόψει των εξελίξεων της αγοράς, είναι σκόπιμο να καθοριστούν περαιτέρω τα πακέτα με βάση εναλλακτικά αντικειμενικά κριτήρια, τα οποία αφορούν κυρίως τον τρόπο με τον οποίο οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες παρουσιάζονται ή αγοράζονται και όπου οι ταξιδιώτες μπορούν ευλόγως να αναμένουν προστασία από την οδηγία. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, στις περιπτώσεις που διαφορετικές ταξιδιωτικές υπηρεσίες αγοράζονται για το ίδιο ταξίδι ή διακοπές στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας κράτησης από ένα μόνο σημείο πώλησης ή όταν οι υπηρεσίες αυτές προσφέρονται ή χρεώνονται σε μια συνολική τιμή. Θα πρέπει να θεωρηθεί ότι παρέχονται ταξιδιωτικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας κράτησης, εάν έχουν επιλεγεί προτού ο ταξιδιώτης επιβεβαιώσει την πληρωμή.

(11)

Ταυτόχρονα, οι εξατομικευμένοι συνδεδεμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί θα πρέπει να διακρίνονται από τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες για τις οποίες οι ταξιδιώτες προβαίνουν σε ανεξάρτητες κρατήσεις, συχνά σε διαφορετική χρονική στιγμή, ακόμη και στο πλαίσιο του ιδίου ταξιδιού ή διακοπών. Οι εξατομικευμένοι συνδεδεμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί μέσω διαδικτύου θα πρέπει επίσης να διακρίνονται συνδεδεμένους δικτυακούς τόπους που δεν στοχεύουν στη σύναψη σύμβασης με τον ταξιδιώτη και από συνδέσεις μέσω των οποίων οι ταξιδιώτες απλώς ενημερώνονται σχετικά με περαιτέρω ταξιδιωτικές υπηρεσίες κατά τρόπο γενικό και όχι στοχοθετημένο , για παράδειγμα, όταν ξενοδοχείο ή διοργανωτής μιας εκδήλωσης περιλαμβάνει στον ιστότοπό του κατάλογο όλων των εταιρειών μεταφορών που παρέχουν υπηρεσίες στην περιοχή του, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε κράτηση ή αν χρησιμοποιούνται «cookies» ή μεταδεδομένα για την ένταξη διαφημίσεων σε δικτυακούς τόπους που σχετίζονται με τον ταξιδιωτικό προορισμό ή την περίοδο του ταξιδιού που έχουν οριστεί για την πρώτη ταξιδιωτική υπηρεσία που έχει επιλεγεί . [Τροπολογία 6]

(12)

Η αγορά αεροπορικής ταξιδιωτικής υπηρεσίας σε ανεξάρτητη βάση ως ενιαία ταξιδιωτική υπηρεσία δεν αποτελεί ούτε οργανωμένο ταξίδι ούτε εξατομικευμένο συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό.

(13)

Θα πρέπει να οριστούν στην παρούσα οδηγία ειδικοί κανόνες, αφενός, για τους πράκτορες (μέσω διαδικτύου και μέσω γραφείου ταξιδιών) οι οποίοι βοηθούν τους ταξιδιώτες, με την ευκαιρία επίσκεψης ή επαφής με το σημείο πώλησής τους, κατά τη σύναψη χωριστών συμβάσεων με μεμονωμένους παρόχους υπηρεσιών και, αφετέρου, όταν ο ταξιδιώτης επιλέγει και συμφωνεί να πληρώσει για κάθε ταξιδιωτική υπηρεσία χωριστά. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει επίσης να ισχύουν για τους επιγραμμικούς λιανοπωλητές οι οποίοι, μέσω συνδεδεμένων επιγραμμικών διαδικασιών κρατήσεων, διευκολύνουν την παροχή επιπλέον ταξιδιωτικών υπηρεσιών από άλλον πάροχο ταξιδιωτικών υπηρεσιών, με στοχοθετημένο τρόπο, σε περιπτώσεις στις οποίες διαβιβάζονται στον άλλο πάροχο τουλάχιστον το όνομα ή τα στοιχεία επικοινωνίας του ταξιδιώτη και οι εν λόγω πρόσθετες υπηρεσίες παρέχονται το αργότερο με 24 ώρες μετά την επιβεβαίωση της κράτησης της πρώτης υπηρεσίας. Οι κανόνες αυτοί θα εφαρμόζονται για παράδειγμα, όταν, ταυτόχρονα με την επιβεβαίωση της κράτησης μιας πρώτης ταξιδιωτικής υπηρεσίας, όπως μια πτήση ή ένα σιδηροδρομικό ταξίδι, ο καταναλωτής λαμβάνει πρόσκληση για αγορά πρόσθετης ταξιδιωτικής υπηρεσίας διαθέσιμης στον επιλεγέντα ταξιδιωτικό προορισμό, για παράδειγμα, κράτηση ξενοδοχείου, με σύνδεσμο προς τον ιστότοπο κρατήσεων άλλου παρόχου υπηρεσιών ή του μεσάζοντα. Ενώ οι εν λόγω διακανονισμοί δεν συνιστούν πακέτα κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, εφόσον δεν μπορεί να υπάρξει σύγχυση για το ότι ένας μόνον διοργανωτής έχει αναλάβει την ευθύνη για τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες, οι εν λόγω εξατομικευμένοι συνδεδεμένοι διακανονισμοί αποτελούν εναλλακτικό επιχειρηματικό μοντέλο που συχνά ανταγωνίζεται εκ του σύνεγγυς τα πακέτα. [Τροπολογία 7]

(14)

Για την εξασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού και προστασίας των καταναλωτών, η υποχρέωση να παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις για την επιστροφή των προκαταβολών και τον επαναπατρισμό των ταξιδιωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας θα πρέπει να εφαρμόζεται επίσης στους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς.

(14α)

Έχουν εντοπιστεί στο διαδίκτυο πρακτικές κατά τις οποίες οι πάροχοι που διευκολύνουν την παροχή συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών δεν προσφέρουν με σαφή και μη διφορούμενο τρόπο τη δυνατότητα να πραγματοποιηθεί κράτηση μόνο της κύριας υπηρεσίας και να μην επιλεγούν πρόσθετες υπηρεσίες. Οι πρακτικές αυτού του είδους θα πρέπει να θεωρούνται παραπλανητικές για τους ταξιδιώτες. Δεδομένου ότι δεν έχει ακόμη καταστεί δυνατή η εξάλειψη των εν λόγω πρακτικών με το ισχύον νομικό πλαίσιο, και λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτές αφορούν συγκεκριμένα τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, θα πρέπει να απαγορεύονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 8]

(15)

Για να αυξηθεί η σαφήνεια για τους ταξιδιώτες και να τους παρασχεθεί η δυνατότητα να προβαίνουν σε συνειδητές επιλογές ως προς τα διαφορετικά είδη προσφερόμενων ταξιδιωτικών υπηρεσιών, είναι σκόπιμο να ζητείται από τους παρόχους να αναφέρουν με σαφήνεια τη φύση του διακανονισμού και να ενημερώνουν τους ταξιδιώτες για τα δικαιώματά τους. Η δήλωση ενός παρόχου όσον αφορά τη νομική φύση του ταξιδιωτικού προϊόντος που εμπορεύεται θα πρέπει να αντιστοιχεί στην πραγματική νομική φύση του εν λόγω προϊόντος. Οι αρχές ελέγχου θα πρέπει να παρεμβαίνουν στις περιπτώσεις που οι πάροχοι δεν παρέχουν ακριβείς πληροφορίες στους ταξιδιώτες.

(15α)

Πριν από την πραγματοποίηση της πληρωμής, οι ταξιδιώτες θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με το αν επιλέγουν ένα οργανωμένο ταξίδι ή έναν συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό, καθώς και σχετικά με το αντίστοιχο επίπεδο προστασίας. [Τροπολογία 9]

(15β)

Oι πάροχοι που διευκολύνουν την παροχή συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών θα πρέπει να ενημερώνουν με σαφήνεια έναν ταξιδιώτη προτού δεσμευτεί με οποιαδήποτε σύμβαση ή αντίστοιχη προσφορά συνδεδεμένου ταξιδιωτικού διακανονισμού, ότι, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα οφέλη της οδηγίας που εφαρμόζεται στους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, όλες οι λοιπές συμβάσεις που συναποτελούν τον συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό, πρέπει να επιβεβαιωθούν εντός του επόμενου εικοσιτετραώρου. Σε περίπτωση που δεν παρασχεθεί ενημέρωση στους καταναλωτές ή που αυτή η πληροφορία είναι ανακριβής, παραπλανητική ή έχει παραλειφθεί, υφίσταται ενδεχομένως αθέμιτη εμπορική πρακτική. [Τροπολογία 141]

(16)

Μόνον Ο συνδυασμός διαφορετικών ταξιδιωτικών υπηρεσιών, όπως είναι η παροχή καταλύματος, η μεταφορά επιβατών με λεωφορείο, σιδηρόδρομο, πλοίο ή αεροπλάνο, καθώς και η ενοικίαση αυτοκινήτων, άλλων οχημάτων ή άλλων μέσων μεταφοράς, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της αναγνώρισης ενός οργανωμένου ταξιδιού ή εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών. Οι διανυκτερεύσεις σε ξενοδοχείο με πρόσθετα πακέτα, όπως εισιτήρια για μουσικές παραστάσεις ή θεραπείες σπα, θα πρέπει να εξαιρούνται όταν το πακέτο αυτό δεν διατίθεται στον ταξιδιώτη ρητά ως σημαντικό τμήμα του ταξιδιού ή όταν είναι σαφές ότι η βοηθητική υπηρεσία δεν αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του ταξιδιού. Η παροχή στέγης ως κατοικίας, μεταξύ άλλων και για σαφώς μη τουριστικό σκοπό, όπως τα μακροχρόνια μαθήματα γλωσσών, δεν θα πρέπει να θεωρείται ως κατάλυμα κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 11]

(16α)

Οι μεταφορές επιβατών με λεωφορείο, σιδηρόδρομο, πλοίο ή αεροπλάνο, οι οποίες περιλαμβάνουν παροχή καταλύματος, π.χ. μετακινήσεις με διανυκτέρευση σε επιβατηγό πλοίο ή σε κλινάμαξα αμαξοστοιχίας, θα πρέπει να θεωρούνται μεμονωμένη ταξιδιωτική υπηρεσία, αν είναι σαφές ότι το κύριο στοιχείο είναι μεταφορά η οποία δεν συνδυάζεται με άλλη ταξιδιωτική υπηρεσία. [Τροπολογία 12]

(17)

Άλλες τουριστικές υπηρεσίες, όπως το δικαίωμα εισόδου σε συναυλίες, αθλητικές εκδηλώσεις, εκδρομές ή θεματικά πάρκα είναι υπηρεσίες που, σε συνδυασμό ενδεχομένως με τη μεταφορά επιβατών, την παροχή καταλύματος και/ή/την ενοικίαση αυτοκινήτων, άλλων οχημάτων ή άλλων μέσων μεταφοράς, θα πρέπει να θεωρείται ότι μπορούν να συνιστούν οργανωμένο ταξίδι ή εξατομικευμένο συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό. Ωστόσο, τέτοια πακέτα θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εάν η σχετική παροχή τουριστικών υπηρεσιών αντιπροσωπεύει σημαντικό τμήμα του οργανωμένου ταξιδιού. Γενικά, η τουριστική υπηρεσία θα πρέπει να θεωρείται ως σημαντικό τμήμα του οργανωμένου ταξιδιού, εάν διατίθεται στους ταξιδιώτες ρητά ως τέτοιο, αποτελεί εμφανώς το πραγματικό κίνητρο του ταξιδιού, αντιπροσωπεύει πάνω από το 20 % 25 % της συνολικής τιμής ή διαφορετικά αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του ταξιδιού ή διακοπών. Βοηθητικές υπηρεσίες, όπως η ταξιδιωτική ασφάλιση, η μεταφορά των αποσκευών, τα γεύματα και ο καθαρισμός, οι υπηρεσίες καθαρισμού που παρέχονται ως μέρος του καταλύματος, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως καθαυτές τουριστικές υπηρεσίες. [Τροπολογία 13]

(18)

Θα πρέπει επίσης να διευκρινισθεί ότι οι συμβάσεις με τις οποίες ένας πάροχος παρέχει το δικαίωμα στον ταξιδιώτη μετά τη σύναψη της σύμβασης να επιλέγει μεταξύ διαφόρων ειδών ταξιδιωτικών υπηρεσιών, όπως στην περίπτωση δώρων για ταξιδιωτικά πακέτα, θα πρέπει να αποτελούν οργανωμένα ταξιδιωτικά πακέτα. Επιπλέον, ο συνδυασμός ταξιδιωτικών υπηρεσιών θα πρέπει να θεωρείται ως οργανωμένο ταξίδι όταν το όνομα ή και τα λοιπά προσωπικά στοιχεία του ταξιδιώτη που απαιτούνται για τη σύναψη της συναλλαγής κράτησης , όπως τα στοιχεία επικοινωνίας, τα στοιχεία πιστωτικής κάρτας ή τα στοιχεία διαβατηρίου, διαβιβάζονται από έναν πάροχο σε άλλον το αργότερο όταν 24 ώρες αφότου επιβεβαιωθεί η κράτηση της πρώτης υπηρεσίας. Τα προσωπικά στοιχεία που είναι αναγκαία για τη σύναψη συναλλαγής κράτησης αφορούν στοιχεία πιστωτικής κάρτας ή άλλες πληροφορίες που απαιτούνται για την πληρωμή. Εν τούτοις, δεν θα πρέπει να αρκεί η απλή διαβίβαση στοιχείων, όπως ο ταξιδιωτικός προορισμός ή οι ημερομηνίες ταξιδιού. Θα πρέπει επίσης να θεωρούνται οργανωμένα ταξίδια οι κρουαζιέρες και τα πολυήμερα ταξίδια με τρένο που περιλαμβάνουν παροχή καταλύματος, καθότι συνδυάζουν μεταφορά, διαμονή και διατροφή. [Τροπολογία 14]

(19)

Δεδομένου ότι υπάρχει μικρότερη ανάγκη προστασίας των ταξιδιωτών στην περίπτωση βραχυχρόνιων ταξιδιών, και προκειμένου να αποφευχθεί η περιττή επιβάρυνση για τους παρόχους, τα ταξίδια που διαρκούν λιγότερο από 24 ώρες και δεν περιλαμβάνουν κατάλυμα, καθώς και τα περιστασιακά οργανωμένα πακέτα, θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Τα οργανωμένα ταξίδια και οι συνδεδεμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί που προσφέρονται ή οργανώνονται περιστασιακά από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, όπως μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων φιλανθρωπικών οργανώσεων, ποδοσφαιρικών σωματείων και σχολείων, τα οποία δεν αποκομίζουν άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος από την πώληση των εν λόγω οργανωμένων ταξιδιών ή τη διευκόλυνση αυτών των συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών, θα πρέπει επίσης να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 15]

(19α)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παραμένουν αρμόδια, δυνάμει της νομοθεσίας της Ένωσης, να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας σε τομείς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Τα κράτη μέλη μπορούν κατά συνέπεια να διατηρούν ή να θεσπίζουν εθνικές νομοθετικές διατάξεις οι οποίες αντιστοιχούν στο σύνολο ή σε μέρος των διατάξεων της παρούσας οδηγίας όσον αφορά συμβάσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Για παράδειγμα, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίες σε οργανωμένα ταξίδια και συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που προσφέρονται ή οργανώνονται περιστασιακά από φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία δεν αποκομίζουν άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος από την πώληση των εν λόγω οργανωμένων ταξιδιών ή τη διευκόλυνση αυτών των συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών, καθώς και σε οργανωμένα ταξίδια και συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που καλύπτουν περίοδο μικρότερη των 24 ωρών και δεν περιλαμβάνουν κατάλυμα. [Τροπολογία 16]

(20)

Το κύριο χαρακτηριστικό του «οργανωμένου ταξιδιού» είναι ότι τουλάχιστον ένας πάροχος ευθύνεται ως διοργανωτής για την ορθή εκτέλεση του οργανωμένου ταξιδιού στο σύνολό του. Συνεπώς, μόνον σε περιπτώσεις όπου ένας άλλος πάροχος είναι ο διοργανωτής ενός οργανωμένου ταξιδιού θα πρέπει ένας πάροχος, συνήθως πράκτορας γραφείου ταξιδιών ή ταξιδιωτικός πράκτορας μέσω διαδικτύου, να είναι σε θέση να ενεργεί ως απλός λιανοπωλητής ή ως μεσάζων και να μην ευθύνεται ως διοργανωτής. Το κατά πόσον ένας πάροχος ενεργεί ως διοργανωτής για ένα συγκεκριμένο οργανωμένο ταξίδι θα πρέπει να εξαρτάται από τη συμμετοχή του στην οργάνωση του ταξιδιού, όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία, και όχι από την ονομασία με την οποία ασκεί τις δραστηριότητές του. Όταν δύο ή περισσότεροι πάροχοι πληρούν το κριτήριο με βάση το οποίο ο συνδυασμός ταξιδιωτικών υπηρεσιών αποτελεί οργανωμένο ταξίδι και όταν οι εν λόγω πάροχοι δεν έχουν ενημερώσει τον ταξιδιώτη ποιος εξ αυτών είναι ο διοργανωτής του οργανωμένου ταξιδιού, όλοι οι εμπλεκόμενοι πάροχοι θα πρέπει να θεωρούνται ως διοργανωτές.

(20α)

Η οδηγία 90/314/ΕΟΚ έχει παράσχει στα κράτη μέλη τη διακριτική ευχέρεια να ορίζουν αν η ευθύνη για την ορθή εκτέλεση του οργανωμένου ταξιδιού θα πρέπει να ανήκει στους λιανοπωλητές ή τους διοργανωτές, ή από κοινού στους λιανοπωλητές και τους διοργανωτές. Η ευελιξία αυτή έχει οδηγήσει σε ασάφεια σε ορισμένα κράτη μέλη ως προς το αν οι πάροχοι που συμμετέχουν σε ένα οργανωμένο ταξίδι είναι υπεύθυνοι για την εκτέλεση των σχετικών υπηρεσιών, ιδίως στην περίπτωση των ηλεκτρονικών διαδικασιών κράτησης. Για τον λόγο αυτόν είναι σκόπιμο να αποσαφηνίζεται στην παρούσα οδηγία ότι οι διοργανωτές είναι υπεύθυνοι για την εκτέλεση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση, εκτός αν η εθνική νομοθεσία προβλέπει επίσης ρητά τη δυνατότητα να θεωρείται υπεύθυνος είτε ο διοργανωτής είτε ο λιανοπωλητής. [Τροπολογία 17]

(21)

Όσον αφορά τα οργανωμένα ταξίδια, οι λιανοπωλητές θα πρέπει να είναι υπεύθυνοι από κοινού με τον διοργανωτή για την παροχή πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι αυτοί οι λιανοπωλητές έχουν την ευθύνη για σφάλματα κρατήσεων , όταν τους διαφεύγουν σφάλματα στη διαδικασία κράτησης . Για να διευκολυνθεί η επικοινωνία, ιδίως σε διασυνοριακές υποθέσεις, οι ταξιδιώτες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να έρχονται σε επαφή με τον διοργανωτή μέσω του λιανοπωλητή από τον οποίο αγόρασαν το οργανωμένο ταξίδι. [Τροπολογία 18]

(22)

Ο ταξιδιώτης θα πρέπει να λαμβάνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες πριν από την αγορά ενός οργανωμένου ταξιδιού, είτε αυτό πωλείται επιγραμμικά, είτε σε πρακτορείο ταξιδιών είτε με άλλες μορφές διανομής. Όταν παρέχει τις πληροφορίες αυτές, ο πάροχος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις συγκεκριμένες ανάγκες των ταξιδιωτών που είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι λόγω ηλικίας ή φυσικής αναπηρίας, τις οποίες ο πάροχος θα μπορούσε ευλόγως να προβλέψει.

(23)

Οι βασικές πληροφορίες, για παράδειγμα σχετικά με τα κύρια χαρακτηριστικά των ταξιδιωτικών υπηρεσιών ή τις τιμές, που περιέχονται σε διαφημίσεις, στον δικτυακό τόπο του διοργανωτή ή σε φυλλάδια ως μέρος της προσυμβατικής πληροφόρησης, θα πρέπει να είναι δεσμευτικές, εκτός αν ο διοργανωτής διατηρεί το δικαίωμα να τροποποιήσει τα εν λόγω στοιχεία και εκτός εάν οι εν λόγω αλλαγές κοινοποιούνται ευδιάκριτα και με σαφήνεια στον ταξιδιώτη πριν από τη σύναψη της σύμβασης. Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας, δεν είναι πλέον αναγκαίο να καθοριστούν ειδικοί κανόνες στα φυλλάδια, ενώ είναι σκόπιμο να εξασφαλιστεί ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι αλλαγές που επηρεάζουν την εκτέλεση της σύμβασης κοινοποιούνται μεταξύ των μερών σε σταθερό μέσο, προσπελάσιμο για μελλοντική αναφορά. Θα πρέπει να είναι πάντοτε δυνατό να γίνονται αλλαγές στις εν λόγω πληροφορίες, εφόσον και τα δύο συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ρητά σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα. [Τροπολογία 19]

(23α)

Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις νέες τεχνολογίες επικοινωνίας, οι οποίες μπορούν να διασφαλίζουν ότι οι ταξιδιώτες έχουν πρόσβαση σε επικαιροποιημένες πληροφορίες κατά τη στιγμή της κράτησης, όσο και την αυξανόμενη τάση της πραγματοποίησης κρατήσεων οργανωμένων ταξιδιών μέσω του διαδικτύου, δεν υπάρχει πλέον ανάγκη για ειδικούς κανόνες που θα απαιτούν έντυπα φυλλάδια. [Τροπολογία 20]

(23β)

Οι ώρες των πτήσεων θα πρέπει να συνιστούν αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης και ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά μιας ταξιδιωτικής υπηρεσίας. Δεν θα πρέπει να αποκλίνουν σημαντικά από τις ώρες που υποδεικνύονται στους ταξιδιώτες στο πλαίσιο της προσυμβατικής πληροφόρησης. [Τροπολογία 21]

(24)

Οι οριζόμενες στην παρούσα οδηγία υποχρεώσεις ενημέρωσης είναι εξαντλητικές, αλλά θα πρέπει να ισχύει η επιφύλαξη των απαιτήσεων παροχής πληροφοριών που προβλέπονται σε άλλη εφαρμοστέα νομοθεσία της Ένωσης (5).

(25)

Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των συμβάσεων για τα οργανωμένα ταξίδια, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών θα πρέπει να καθορισθούν, για το χρόνο πριν και μετά την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, και ιδίως εάν το οργανωμένο ταξίδι δεν εκτελείται σωστά, ή εάν αλλάζουν ορισμένες συνθήκες.

(26)

Δεδομένου ότι τα πακέτα αγοράζονται συχνά πολύν καιρό πριν από την εκτέλεσή τους, ενδέχεται να συμβούν απρόβλεπτα γεγονότα. Ως εκ τούτου, ο ταξιδιώτης θα πρέπει, υπό ορισμένους όρους, να έχει το δικαίωμα να εκχωρεί ένα οργανωμένο ταξίδι σε άλλον ταξιδιώτη. Στις περιπτώσεις αυτές, ο διοργανωτής θα πρέπει να είναι σε θέση να ανακτήσει τις δαπάνες του, π.χ. αν ένας υπεργολάβος απαιτεί την καταβολή ποσού δικαιωμάτων για την αλλαγή του ονόματος του ταξιδιώτη ή την ακύρωση εισιτηρίου μεταφοράς και την έκδοση νέου. Οι ταξιδιώτες θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να καταγγείλουν τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, καταβάλλοντας τη σχετική αποζημίωση, καθώς και το δικαίωμα να καταγγείλουν τη σύμβαση, χωρίς καταβολή αποζημίωσης, όταν αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις, όπως π.χ. πόλεμος , συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας, ή θεομηνία, συμπεριλαμβανομένων των τυφώνων και των σεισμών, ή πολιτική αστάθεια η οποία θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των ταξιδιωτών, έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο οργανωμένο ταξίδιι , εφόσον τα γεγονότα αυτά έχουν συμβεί μετά τη σύναψη της σύμβασης ταξιδιού . Αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις θα πρέπει ιδίως να θεωρείται ότι υπάρχουν όταν αξιόπιστες και διαθέσιμες στο κοινό επίσημες πληροφορίες, όπως είναι οι συστάσεις που εκδίδονται από τις αρχές των κρατών μελών, συμβουλεύουν την αποφυγή ταξιδιών στον τόπο προορισμού. [Τροπολογία 22]

(27)

Σε συγκεκριμένες καταστάσεις, ο διοργανωτής θα πρέπει επίσης να δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, χωρίς να καταβάλει αποζημίωση, για παράδειγμα, εάν ο ελάχιστος αριθμός συμμετεχόντων δεν καλυφθεί και εφόσον η δυνατότητα αυτή έχει προβλεφθεί στη σύμβαση. Σε αυτήν την περίπτωση, ο διοργανωτής θα πρέπει να ενημερώνει επαρκώς τους ταξιδιώτες που ενδέχεται να θίγονται από αυτή τη συμβατική ρήτρα. [Τροπολογία 23]

(28)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι διοργανωτές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν μονομερείς αλλαγές στη σύμβαση του οργανωμένου ταξιδιού. Ωστόσο, οι ταξιδιώτες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να λύσουν τη σύμβαση, εάν οι προτεινόμενες αλλαγές τροποποιούν σε σημαντικό βαθμό οποιοδήποτε από τα κύρια χαρακτηριστικά των ταξιδιωτικών υπηρεσιών. Αυξήσεις των τιμών θα πρέπει να είναι δυνατές μόνον όταν υπάρχει αλλαγή στην τιμή των υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών που προκύπτουν από το κόστος των καυσίμων για τη μεταφορά επιβατών, στους φόρους ή τα τέλη που επιβάλλονται από ένα τρίτο μέρος που δεν εμπλέκεται άμεσα στην εκτέλεση των περιλαμβανόμενων ταξιδιωτικών υπηρεσιών ή στις συναλλαγματικές ισοτιμίες που αφορούν το οργανωμένο ταξίδι και εφόσον η δυνατότητα αναθεώρησης της τιμής τόσο προς τα πάνω όσο και προς τα κάτω προβλέπεται ρητά στη σύμβαση. Οι ταξιδιώτες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να καταγγείλουν τη σύμβαση χωρίς καταβολή αποζημίωσης ή να αποδεχτούν μια εναλλακτική, ισοδύναμη προσφορά οργανωμένου ταξιδιού από τον διοργανωτή, όταν οι αυξήσεις των τιμών πρέπει να περιορίζονται στο 10 % υπερβαίνουν το 8 % της αρχικής τιμής του οργανωμένου ταξιδιού. [Τροπολογία 24]

(28α)

Οι αυξήσεις τιμών θα πρέπει πάντα να αιτιολογούνται σε σταθερό μέσο. Εφόσον επιβάλλεται αύξηση τιμής άνω του 8 %, θα πρέπει να παρέχεται σε σταθερό μέσο στον ταξιδιώτη η δυνατότητα καταγγελίας της σύμβασης ή μια εναλλακτική, ισοδύναμη προσφορά οργανωμένου ταξιδιού στην τιμή η οποία ίσχυε για το αρχικό ταξίδι. Όταν ο ταξιδιώτης δεν χρησιμοποιεί τη δυνατότητα αυτή, θα πρέπει να θεωρείται ότι αποδέχεται την αυξημένη τιμή του ταξιδιού. Το βάρος της απόδειξης όσον αφορά την παραλαβή της κοινοποίησης σε σταθερό μέσο θα πρέπει να το φέρει ο διοργανωτής. [Τροπολογία 25]

(29)

Είναι σκόπιμο να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για διορθωτικά μέτρα όσον αφορά την έλλειψη συμμόρφωσης προς τους όρους εκτέλεσης της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού. Ο ταξιδιώτης θα πρέπει να δύναται να απαιτήσει την επίλυση των προβλημάτων και όταν σημαντικό μέρος των προβλεπόμενων στη σύμβαση υπηρεσιών δεν μπορεί να παρασχεθεί, θα πρέπει να προσφέρονται στον ταξιδιώτη εναλλακτικές ρυθμίσεις. Ο ταξιδιώτης θα πρέπει επίσης να δικαιούται μείωσης των τιμών και/ή αποζημίωσης για τις ζημίες που προέκυψαν. Η αντιστάθμιση θα πρέπει να καλύπτει επίσης τυχόν ηθική βλάβη, ιδίως σε περίπτωση αποτυχίας των διακοπών και, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν από τον ταξιδιώτη όταν προέβη μόνος στην επίλυση ενός προβλήματος.

(30)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή, είναι σκόπιμο να ευθυγραμμιστούν οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας με τις διεθνείς συμβάσεις που καλύπτουν ταξιδιωτικές υπηρεσίες και με τη νομοθεσία της Ένωσης για τα δικαιώματα των επιβατών. Σε περίπτωση που ο διοργανωτής είναι υπεύθυνος για τη μη εκτέλεση ή την πλημμελή εκτέλεση των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στην ταξιδιωτική σύμβαση, ο διοργανωτής θα πρέπει να μπορεί να επικαλεσθεί τους περιορισμούς της ευθύνης των φορέων παροχής υπηρεσιών που θεσπίζονται σε διεθνείς συμβάσεις, όπως η σύμβαση του Μόντρεαλ του 1999 για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (6), η σύμβαση του 1980 για τις διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές (COTIF) (7) και η σύμβαση των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους δια θαλάσσης (8). Όταν είναι αδύνατον, λόγω αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων, να εξασφαλιστεί η επιστροφή του ταξιδιώτη στον τόπο αναχώρησης, η υποχρέωση του διοργανωτή να επωμισθεί το κόστος της συνεχούς παραμονής του ταξιδιώτη στον τόπο προορισμού θα πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9)  (*1).

(31)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει τα δικαιώματα των ταξιδιωτών να υποβάλλουν αξιώσεις τόσο δυνάμει της παρούσας οδηγίας όσο και σύμφωνα με οποιαδήποτε άλλη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, ούτως ώστε οι ταξιδιώτες να εξακολουθήσουν να έχουν τη δυνατότητα να υποβάλλουν αξιώσεις στον διοργανωτή, τον μεταφορέα ή άλλο υπεύθυνο μέρος, ή, ανάλογα με την περίπτωση, σε διάφορα μέρη. Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι δεν μπορεί να γίνει σωρευτικός υπολογισμός των δικαιωμάτων στο πλαίσιο διαφόρων νομικών βάσεων εάν τα δικαιώματα διασφαλίζουν τα ίδια συμφέροντα ή έχουν τον ίδιο στόχο. Ωστόσο, το γεγονός ότι οι ταξιδιώτες πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλη και έγκαιρη αποζημίωση σε περιπτώσεις μη πλήρους εκτέλεσης της σύμβασης από κάποιο από τα μέρη δεν θα πρέπει να οδηγεί στην επιβολή αδικαιολόγητων και δυσανάλογων επιβαρύνσεων στους διοργανωτές και τους λιανοπωλητές. Εκτός από την υποχρέωσή τους να αποκαθιστούν την όποια έλλειψη συμμόρφωσης ή να αποζημιώνουν τους ταξιδιώτες, οι διοργανωτές και οι λιανοπωλητές θα πρέπει επίσης να έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν αποζημίωση από τυχόν τρίτους οι οποίοι συνέβαλαν στο συμβάν από το οποίο προέκυψε η απαίτηση αποζημίωσης ή άλλες υποχρεώσεις. Ως εκ τούτου, η ευθύνη του διοργανωτή και του λιανοπωλητή δεν θίγει το εν λόγω δικαίωμα να ζητηθεί αποζημίωση από τρίτα μέρη, περιλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών. [Τροπολογία 27]

(32)

Αν ο ταξιδιώτης αντιμετωπίσει προβλήματα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ή των διακοπών, ο διοργανωτής θα πρέπει να υποχρεούται να παρέχει άμεση κατάλληλη βοήθεια χωρίς χρονοτριβή . Η βοήθεια αυτή θα πρέπει να συνίσταται κυρίως στην παροχή, κατά περίπτωση, πληροφοριών σχετικά με θέματα όπως οι υπηρεσίες υγείας, οι τοπικές αρχές και η προξενική βοήθεια, καθώς και στην παροχή πρακτικής βοήθειας, για παράδειγμα, όσον αφορά τις επικοινωνίες εξ αποστάσεως και τους εναλλακτικούς ταξιδιωτικούς διακανονισμούς την παροχή εναλλακτικών ταξιδιωτικών διακανονισμών . [Τροπολογία 28]

(33)

Στην ανακοίνωσή της, της 18ης Μαρτίου 2013, με τίτλο «Προστασία των επιβατών σε περίπτωση πτώχευσης αεροπορικής εταιρείας», η Επιτροπή καθόρισε μέτρα για τη βελτίωση της προστασίας των επιβατών σε περίπτωση πτώχευσης αεροπορικής εταιρείας, καθώς και για την καλύτερη εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), καθώς και τη θέσπιση διαλόγου με ενδιαφερόμενους φορείς του κλάδου, διαφορετικά θα μπορούσε να προβλεφθεί νομοθετικό μέτρο. Η εν λόγω ανακοίνωση αφορά την αγορά ενός μεμονωμένου στοιχείου ενδεχόμενου ταξιδιωτικού πακέτου, και συγκεκριμένα τις αεροπορικές υπηρεσίες, και, ως εκ τούτου, δεν θίγει τους υφιστάμενους κανόνες στα πακέτα και δεν εμποδίζει τους νομοθέτες να παρέχουν προστασία κατά της αφερεγγυότητας επίσης στους αγοραστές άλλων σύγχρονων συνδυασμών ταξιδιωτικών υπηρεσιών.

(34)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι ταξιδιώτες που αγοράζουν ένα οργανωμένο ταξίδι ή εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς προστατεύονται πλήρως κατά της αφερεγγυότητας του διοργανωτή, του λιανοπωλητή που έχει διευκολύνει τον εξατομικευμένο συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό ή οποιουδήποτε από τους παρόχους υπηρεσιών μιας από τις εταιρείες που συμμετέχουν στον συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό . Τα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένοι οι διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών και οι λιανοπωλητές που διευκολύνουν τους εξατομικευμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι που προσφέρουν τους εν λόγω συνδυασμούς ταξιδιωτικών υπηρεσιών παρέχουν εγγύηση για την επιστροφή του συνόλου των πληρωμών που καταβάλλουν οι ταξιδιώτες και για τον επαναπατρισμό τους σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Ενώ διατηρούν διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο με τον οποίο χορηγείται προστασία κατά της αφερεγγυότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα εθνικά τους συστήματα προστασίας τους κατά της αφερεγγυότητας είναι αποτελεσματικά και δύνανται να εξασφαλίζουν τον έγκαιρο επαναπατρισμό και την άμεση αποζημίωση όλων των ταξιδιωτών που ζημιώθηκαν από την αφερεγγυότητα. Σε περίπτωση που ο ταξιδιώτης προτιμά να ολοκληρώσει το οργανωμένο ταξίδι ή τον συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό αντί να λάβει πλήρη αποζημίωση, η προστασία κατά της αφερεγγυότητας μπορεί, κατά περίπτωση, να προβλέπει την εκτέλεση των υφιστάμενων συμβάσεων, προκειμένου να καταστεί δυνατή η συνέχιση του οργανωμένου ταξιδιού ή του συνδεδεμένου ταξιδιωτικού διακανονισμού χωρίς επιπλέον κόστος για τον ταξιδιώτη. Η απαιτούμενη προστασία κατά της αφερεγγυότητας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό χρηματοοικονομικό κίνδυνο των δραστηριοτήτων του διοργανωτή, του οικείου λιανοπωλητή ή του παρόχου υπηρεσιών των εταιρειών που συμμετέχουν στον συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό , συμπεριλαμβανομένων του είδους του συνδυασμού ταξιδιωτικών υπηρεσιών που πωλούν, των προβλέψιμων εποχιακών διακυμάνσεων, καθώς και του ύψους των προκαταβολών και του τρόπου με τον οποίο οι προκαταβολές αυτές εξασφαλίζονται. Σύμφωνα με την οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά, στις περιπτώσεις που η προστασία κατά της αφερεγγυότητας μπορεί να παρέχεται με τη μορφή εγγύησης ή ασφάλισης, η εν λόγω εγγύηση μπορεί να μην περιορίζεται σε βεβαιώσεις που εκδίδουν χρηματοπιστωτικοί φορείς που είναι εγκατεστημένοι σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος. [Τροπολογία 29]

(35)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να αναγνωρίζουν την προστασία κατά της αφερεγγυότητας σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους εγκατάστασης. Για τη διευκόλυνση της διοικητικής συνεργασίας και της εποπτείας των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε διάφορα κράτη μέλη όσον αφορά την προστασία κατά της αφερεγγυότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να ορίσουν κεντρικά σημεία επαφής.

(36)

Όσον αφορά τους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, πέρα από την υποχρέωση παροχής προστασίας κατά της αφερεγγυότητας και ενημέρωσης των ταξιδιωτών για το γεγονός ότι οι μεμονωμένοι πάροχοι υπηρεσιών είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για την εκτέλεση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, οι σχετικές συμβάσεις υπόκεινται στη γενική νομοθεσία της Ένωσης που διέπει την προστασία των καταναλωτών και σε τομεακές νομοθετικές ρυθμίσεις της Ένωσης.

(37)

Είναι σκόπιμο να προστατεύονται οι ταξιδιώτες σε καταστάσεις όπου ένας λιανοπωλητής οργανώνει την κράτηση οργανωμένου ταξιδιού ή εξατομικευμένου συνδεδεμένου ταξιδιωτικού διακανονισμού και όταν ο λιανοπωλητής κάνει λάθη στη διαδικασία κράτησης θέσεων.

(38)

Είναι επίσης σκόπιμο να επιβεβαιωθεί ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν να παραιτηθούν από τα δικαιώματα που απορρέουν από την παρούσα οδηγία και οι διοργανωτές ή πάροχοι που διευκολύνουν εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς δεν μπορούν να απαλλαγούν από τις υποχρεώσεις τους με τη δικαιολογία ότι ενεργούν απλώς ως πάροχοι ταξιδιωτικών υπηρεσιών, μεσάζοντες ή υπό οιαδήποτε άλλη ιδιότητα.

(39)

Είναι ανάγκη τα κράτη μέλη να θεσπίσουν κυρώσεις για τις παραβάσεις των εθνικών διατάξεων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίσουν την εφαρμογή της. Οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(40)

Η έκδοση της παρούσας οδηγίας καθιστά αναγκαία την προσαρμογή ορισμένων νομοθετικών πράξεων για την προστασία των καταναλωτών. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών  (11) στην τρέχουσα μορφή της δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που καλύπτονται από την οδηγία 90/314/ΕΟΚ, είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί η οδηγία 2011/83/ΕΕ ώστε να εξασφαλιστεί ότι εξακολουθεί να εφαρμόζεται στους εξατομικευμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς στις μεμονωμένες υπηρεσίες που αποτελούν μέρος συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών, εφόσον αυτές οι μεμονωμένες υπηρεσίες δεν εξαιρούνται άλλως από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2011/83/ΕΕ, και ότι ορισμένα δικαιώματα των καταναλωτών που καθορίζονται στην εν λόγω οδηγία ισχύουν επίσης για τα πακέτα. [Τροπολογία 30]

(41)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) και του εθνικού δικαίου περί συμβάσεων, για εκείνες τις πτυχές που δεν ρυθμίζονται από αυτήν. Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να συμβάλει στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και στην επίτευξη όσο το δυνατόν πιο ενιαίας προστασίας υψηλού επιπέδου των καταναλωτών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατύπωνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(42)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο Χάρτης). Η παρούσα οδηγία, ειδικότερα, συνάδει με την επιχειρηματική ελευθερία που αναφέρεται στο άρθρο 16 του Χάρτη, εξασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με το άρθρο 38 του Χάρτη.

(43)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (13) τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει να συνοδεύουν, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς της οδηγίας με ένα ή περισσότερα έγγραφα που εξηγούν τη σχέση μεταξύ των διατάξεων της οδηγίας και των αντίστοιχων διατάξεων των εθνικών πράξεων μεταφοράς. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης κρίνει ότι η διαβίβαση των εγγράφων αυτών είναι αιτιολογημένη,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Κεφάλαιο I

Αντικείμενο, επίπεδο εναρμόνισης, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι να συμβάλει στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και στην επίτευξη όσο το δυνατόν πιο ενιαίας προστασίας υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών με την προσέγγιση ορισμένων πτυχών από την άποψη των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά στις συμβάσεις για τα οργανωμένα ταξίδια και στους εξατομικευμένους τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που έχουν συναφθεί μεταξύ των ταξιδιωτών και των παρόχων ταξιδιωτικών υπηρεσιών. [Τροπολογία 31]

Άρθρο 1α

Επίπεδο εναρμόνισης

Τα κράτη μέλη δεν διατηρούν ούτε εισάγουν στο εθνικό τους δίκαιο διατάξεις που παρεκκλίνουν από αυτές που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένων περισσότερο ή λιγότερο αυστηρών διατάξεων για την εξασφάλιση διαφορετικού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή, εκτός εάν άλλως προβλέπεται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 32]

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα οργανωμένα ταξίδια που προσφέρονται προς πώληση ή πωλούνται από τους παρόχους ταξιδιωτικών υπηρεσιών στους ταξιδιώτες, με εξαίρεση τα άρθρα 17, 17α και 17β, και στους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, με εξαίρεση τα άρθρα 4 έως 14, το άρθρο 18 και το άρθρο 21 παράγραφος 1.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στα οργανωμένα ταξίδια (ταξιδιωτικά πακέτα) και στους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που καλύπτουν περίοδο μικρότερη των 24 ωρών, εκτός εάν περιλαμβάνεται διανυκτέρευση·

αα)

σε οργανωμένα ταξίδια και συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που προσφέρονται ή οργανώνονται περιστασιακά από φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία δεν αποκομίζουν άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος από την πώληση των εν λόγω οργανωμένων ταξιδιών ή τη διευκόλυνση αυτών των συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών, με την προϋπόθεση ότι ο ταξιδιώτης έχει ενημερωθεί δεόντως από τον υπεύθυνο πάροχο ότι η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για το συγκεκριμένο οργανωμένο ταξίδι ή τον συγκεκριμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό· [Τροπολογία 33]

β)

σε δευτερεύουσες συμβάσεις που καλύπτουν ταξιδιωτικές υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται συμπληρωματικά προς το οργανωμένο ταξίδι και των οποίων η κράτηση πραγματοποιείται χωρίς μεσολάβηση του διοργανωτή, ή σε δευτερεύουσες συμβάσεις που καλύπτουν τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες· [Τροπολογία 34]

γ)

στα οργανωμένα ταξίδια και στους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς που αγοράζονται βάσει σύμβασης πλαισίου για επαγγελματικό ταξίδι μεταξύ του εργοδότη του ταξιδιώτη και του επιχείρησης για λογαριασμό της οποίας ταξιδεύει ο ταξιδιώτης και παρόχου ταξιδιωτικών υπηρεσιών που ειδικεύεται στην οργάνωση επαγγελματικών ταξιδιών· ή· [Τροπολογία 35]

δ)

στα οργανωμένα ταξίδια που συνδυάζουν μια ταξιδιωτική υπηρεσία από τις αναφερόμενες στο άρθρο 3 σημείο 1 στοιχεία α), β), και γ) με μια ταξιδιωτική υπηρεσία, από τις αναφερόμενες στο άρθρο 3 σημείο 1 στοιχείο δ), εφόσον αυτή η τελευταία δεν αντιπροσωπεύει σημαντικό τμήμα του οργανωμένου ταξιδιού ή εμφανώς δεν αποτελεί το κίνητρο του ταξιδιού ή σαφώς δεν διατίθεται στην αγορά ως κύριο στοιχείο του ταξιδιού· ή [Τροπολογία 36]

ε)

στις μεμονωμένες συμβάσεις που αφορούν μία μόνον ταξιδιωτική υπηρεσία·

εα)

στις μεταφορές επιβατών με λεωφορείο, σιδηρόδρομο, πλοίο ή αεροπλάνο, οι οποίες περιλαμβάνουν παροχή καταλύματος, όταν υπερισχύει σαφώς ο μεταφορικός χαρακτήρας και όταν η εν λόγω μεταφορά επιβατών δεν συνδυάζεται με άλλη ταξιδιωτική υπηρεσία από τις αναφερόμενες στο άρθρο 3 σημείο 1 στοιχεία β), γ) ή δ). [Τροπολογία 37]

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

ως «ταξιδιωτική υπηρεσία» νοείται:

α)

η μεταφορά επιβατών,

β)

η στέγαση πλην για σκοπούς κατοικίας, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω στέγαση εξυπηρετεί σαφώς τουριστικό σκοπό, [Τροπολογία 38]

γ)

η ενοικίαση αυτοκινήτου αυτοκινήτων, άλλων οχημάτων ή μεταφορικών μέσων, ή [Τροπολογία 39]

δ)

τυχόν άλλες τουριστικές υπηρεσίες μη συμπληρωματικές της μεταφοράς επιβατών, της στέγασης ή της ενοικίασης αυτοκινήτου αυτοκινήτων, άλλων οχημάτων ή μεταφορικών μέσων · [Τροπολογία 40]

2)

ως «οργανωμένο ταξίδι» (ταξιδιωτικό πακέτο) νοείται ο συνδυασμός τουλάχιστον δύο διαφορετικών ειδών ταξιδιωτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο του ιδίου ταξιδιού ή διακοπών, εάν:

α)

οι εν λόγω υπηρεσίες έχουν συνενωθεί από έναν πάροχο, ακόμη και κατόπιν αιτήματος ή σύμφωνα με την επιλογή του ταξιδιώτη, πριν από τη σύναψη σύμβασης που περιλαμβάνει όλες τις εν λόγω υπηρεσίες· ή

β)

ανεξάρτητα από το αν συνάφθηκαν χωριστές συμβάσεις με μεμονωμένους παρόχους, οι υπηρεσίες αυτές:

i)

αγοράζονται από ένα μόνο σημείο πώλησης στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας κράτησης θέσεων, και όλες οι εν λόγω υπηρεσίες έχουν επιλεγεί από τον ταξιδιώτη προτού αυτός συμφωνήσει να πληρώσει, ή [Τροπολογία 41]

ii)

προσφέρονται ή χρεώνονται σε τιμή όπου συνυπολογίζονται όλες οι εν λόγω υπηρεσίες ή σε μια συνολική τιμή, ή [Τροπολογία 42]

iii)

διαφημίζονται ή πωλούνται με τον όρο «οργανωμένο ταξίδι» (ταξιδιωτικό πακέτο) ή με παρεμφερή όρο, ή [Τροπολογία 43]

iv)

συνδυάζονται μετά τη σύναψη σύμβασης με την οποία ένας πάροχος προσφέρει το δικαίωμα στον ταξιδιώτη να επιλέξει μεταξύ των διαφόρων τύπων ταξιδιωτικών υπηρεσιών, ή

v)

αγοράζονται από χωριστούς παρόχους μέσω επιγραμμικών διαδικασιών κράτησης όπου το όνομα ή και τα λοιπά προσωπικά στοιχεία που απαιτούνται για τη σύναψη συναλλαγής κράτησης μεταφέρονται μεταξύ των παρόχων , όπως τα στοιχεία επικοινωνίας, τα στοιχεία πιστωτικής κάρτας ή τα στοιχεία διαβατηρίου, διαβιβάζονται από έναν πάροχο σε άλλον το αργότερο κατά την επιβεβαίωση της κράτησης 24 ώρες αφότου επιβεβαιωθεί η κράτηση της πρώτης υπηρεσίας. [Τροπολογία 44]

3)

ως «σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού» (ταξιδιωτικού πακέτου) νοείται η σύμβαση για το σύνολο του οργανωμένου ταξιδιού ή, εάν το οργανωμένο ταξίδι παρέχεται βάσει διαφορετικών συμβάσεων, όλες οι συμβάσεις που καλύπτουν υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο οργανωμένο ταξίδι·

4)

ως «έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού» νοείται η αρχή της εκτέλεσης των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο οργανωμένο ταξίδι·

5)

ως «εξατομικευμένος συνδεδεμένος ταξιδιωτικός διακανονισμός» νοείται ο συνδυασμός τουλάχιστον δύο διαφορετικών ειδών ταξιδιωτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο του ίδιου ταξιδιού ή διακοπών, που δεν αποτελεί οργανωμένο ταξίδι, με αποτέλεσμα τη σύναψη χωριστών συμβάσεων με τους μεμονωμένους παρόχους, αν ένας συμμετέχων πάροχος ή ένας λιανοπωλητής διευκολύνει τον συνδυασμό: [Τροπολογία 45. Η τροπολογία αυτή ισχύει σε όλο το κείμενο.]

α)

βάσει χωριστών κρατήσεων που γίνονται όταν ο ταξιδιώτης επιλέγει και συμφωνεί να πληρώσει για κάθε ταξιδιωτική υπηρεσία χωριστά στο πλαίσιο μίας και μόνον επίσκεψης ή επαφής με το σημείο πώλησης· ή [Τροπολογία 46]

β)

μέσω της παροχής συμπληρωματικών ταξιδιωτικών υπηρεσιών από άλλον πάροχο, με στοχοθετημένο τρόπο, μέσω συνδεδεμένων ηλεκτρονικών διαδικασιών κράτησης, σε περιπτώσεις στις οποίες διαβιβάζονται στον άλλο πάροχο τουλάχιστον το όνομα ή τα στοιχεία επικοινωνίας του ταξιδιώτη και οι εν λόγω πρόσθετες υπηρεσίες παρέχονται το αργότερο κατά 24 ώρες μετά την επιβεβαίωση της κράτησης της πρώτης υπηρεσίας· [Τροπολογία 47]

6)

ως «ταξιδιώτης» νοείται κάθε πρόσωπο που προσπαθεί να συνάψει σύμβαση που εμπίπτει στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή έχει δικαίωμα να ταξιδέψει βάσει μιας τέτοιας σύμβασης, περιλαμβανομένων των επιβατών που ταξιδεύουν για επαγγελματικούς λόγους, εφόσον δεν ταξιδεύουν βάσει σύμβασης πλαισίου για επαγγελματικό ταξίδι μεταξύ επιχείρησης για λογαριασμό της οποίας ταξιδεύει ο ταξιδίωτης και παρόχου ταξιδιοτικών υπηρεσιών·

7)

ως «πάροχος» νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο ενεργεί για σκοπούς που αφορούν την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα·

8)

ως «διοργανωτής» νοείται ένας πάροχος που συνδυάζει και πωλεί ή προσφέρει προς πώληση οργανωμένα ταξίδια, είτε απευθείας είτε μέσω άλλου παρόχου είτε από κοινού με άλλον πάροχο ή ο οποίος διευκολύνει τον συνδυασμό και την παροχή τέτοιων οργανωμένων ταξιδιών. Στις περιπτώσεις που περισσότεροι από έναν πάροχο πληρούν κάποιο από τα κριτήρια που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο β), όλοι οι εν λόγω πάροχοι θεωρούνται ως διοργανωτές, εκτός εάν ένας από αυτούς έχει οριστεί ως διοργανωτής και ο ταξιδιώτης έχει ενημερωθεί αναλόγως· [Τροπολογία 48]

9)

ως «λιανοπωλητής» νοείται ένας πάροχος εκτός από τον διοργανωτή ο οποίος:

α)

πωλεί ή προσφέρει προς πώληση οργανωμένα ταξίδια που οργανώνονται από τον διοργανωτή· ή [Τροπολογία 49]

β)

διευκολύνει την παροχή των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που αποτελούν μέρος ενός εξατομικευμένου συνδεδεμένου ταξιδιωτικού διακανονισμού, βοηθώντας τους ταξιδιώτες στη σύναψη χωριστών συμβάσεων ταξιδιωτικών υπηρεσιών με μεμονωμένους παρόχους υπηρεσιών , ένας εκ των οποίων μπορεί να είναι και ο ίδιος ο λιανοπωλητής · [Τροπολογία 50]

10)

ως «σταθερό μέσο» νοείται κάθε μέσο που επιτρέπει στον ταξιδιώτη ή στον πάροχο να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά σε αυτόν, κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική αναφορά επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και που επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών·

11)

ως «αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις» νοείται μια απρόβλεπτη κατάσταση που εκφεύγει από τον έλεγχο του παρόχου, της οποίας οι συνέπειες δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα είχε επιδειχθεί κάθε δέουσα επιμέλεια· [Τροπολογία 51]

12)

ως «έλλειψη συμμόρφωσης» νοείται η μη εκτέλεση και ή η πλημμελής εκτέλεση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε ένα οργανωμένο ταξίδι· [Τροπολογία 52]

(12α)

ως «βοηθητική υπηρεσία» νοείται μη αυτόνομη τουριστική υπηρεσία στο πλαίσιο της εκτέλεσης ή συμπλήρωσης ταξιδιωτικών υπηρεσιών, ιδίως όπως η ταξιδιωτική ασφάλιση, η μεταφορά μεταξύ σταθμού και καταλύματος ή η μεταφορά στο αεροδρόμιο αναχώρησης, καθώς και στο πλαίσιο εκδρομών, η μεταφορά των αποσκευών, τα γεύματα και οι υπηρεσίες καθαρισμού που παρέχονται ως μέρος του καταλύματος· [Τροπολογία 53]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΥ ΤΑΞΙΔΙΟΥ

Άρθρο 4

Πληροφορίες πριν από τη σύναψη της σύμβασης

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, πριν δεσμευθεί ο ταξιδιώτης με σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού ή με οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά, ο διοργανωτής και, όταν το οργανωμένο ταξίδι πωλείται μέσω λιανοπωλητή, επίσης ο λιανοπωλητής παρέχουν παρέχει στον ταξιδιώτη τις ακόλουθες πληροφορίες, εφόσον αφορούν το οργανωμένο ταξίδι: [Τροπολογία 54]

α)

τα κύρια χαρακτηριστικά των ταξιδιωτικών υπηρεσιών:

i)

τον ταξιδιωτικό προορισμό(-ούς), το δρομολόγιο καθώς και τις περιόδους παραμονής, με ημερομηνίες , και τον αριθμό των διανυκτερεύσεων που περιλαμβάνονται · [Τροπολογία 55]

ii)

τα μέσα μεταφοράς, τα χαρακτηριστικά και τις κατηγορίες των μέσων μεταφοράς, τους τόπους, τις ημερομηνίες και τις ώρες αναχώρησης και επιστροφής ή, όταν η ακριβής ώρα δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί, την κατά προσέγγιση ώρα αναχώρησης και επιστροφής, τη διάρκεια και τις ενδιάμεσες στάσεις και ανταποκρίσεις.

Αν δεν έχει οριστεί ακόμη η ακριβής ώρα, ο πάροχος ενημερώνει τον ταξιδιώτη σχετικά με την κατά προσέγγιση ώρα αναχώρησης και επιστροφής. Όταν δεν μπορεί να προσδιοριστεί μια ενδεικτική ώρα, ο λιανοπωλητής ενημερώνει σχετικά τον ταξιδιώτη· [Τροπολογία 56]

iii)

τον τόπο, τα κύρια χαρακτηριστικά και την τουριστική επίσημη κατηγορία του καταλύματος η οποία καθορίζεται από την αρμόδια υπηρεσία του τόπου στον οποίο βρίσκεται το κατάλυμα· [Τροπολογία 57]

iv)

κατά πόσον περιλαμβάνονται γεύματα και, εάν ναι, τα παρεχόμενα γεύματα·

v)

τις επισκέψεις, εκδρομές ή άλλες υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στη συμφωνηθείσα συνολική τιμή του οργανωμένου ταξιδιού·

vα)

κατά πόσον οποιαδήποτε ταξιδιωτική υπηρεσία παρέχεται στον ταξιδιώτη στο πλαίσιο ομάδας και, στην περίπτωση αυτή, ποιος είναι ο αναμενόμενος αριθμός συμμετεχόντων· [Τροπολογία 58]

vi)

τη γλώσσα (-ες) στην οποία θα πραγματοποιηθούν οι δραστηριότητες και [Τροπολογία 59]

vii)

κατόπιν αιτήματος του ταξιδιώτη, εάν η πρόσβαση για άτομα με μειωμένη κινητικότητα συγκεκριμένο βαθμό μειωμένης κινητικότητας είναι εξασφαλισμένη καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού ή των διακοπών· [Τροπολογία 60]

β)

την εμπορική επωνυμία και τη γεωγραφική διεύθυνση του διοργανωτή και, ανάλογα με την περίπτωση, του λιανοπωλητή, καθώς και τους αντίστοιχους αριθμούς τηλεφώνου και διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου·

γ)

τη συνολική τιμή του οργανωμένου ταξιδιού, συμπεριλαμβανομένων των φόρων και, ανάλογα με την περίπτωση, όλα τα πρόσθετα τέλη, επιβαρύνσεις και άλλες δαπάνες ή, σε περίπτωση που οι δαπάνες αυτές δεν είναι δυνατόν να υπολογιστούν εκ των προτέρων, το γεγονός ότι ο ταξιδιώτης μπορεί να υποχρεωθεί να καταβάλει τέτοιου είδους πρόσθετες δαπάνες και τη φύση των εν λόγω δαπανών · η συνολική τιμή πρέπει να παρέχεται υπό μορφή πλήρους τιμολογίου, το οποίο περιλαμβάνει όλες τις δαπάνες της ταξιδιωτικής υπηρεσίας με διαφανή τρόπο· [Τροπολογία 61]

δ)

τους τρόπους πληρωμής και, κατά περίπτωση, την ύπαρξη και τους όρους κατάθεσης χρημάτων ή άλλων χρηματοοικονομικών εγγυήσεων που πρέπει να καταβληθούν ή να παρασχεθούν από τον ταξιδιώτη·

ε)

κατά περίπτωση, τον ελάχιστο αριθμό ατόμων που απαιτείται για την πραγματοποίηση του οργανωμένου ταξιδιού, καθώς και την προθεσμία τουλάχιστον 20 ημερών που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α) πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού για πιθανή ακύρωση, εάν ο αριθμός αυτός δεν έχει επιτευχθεί· [Τροπολογία 62]

στ)

γενικές πληροφορίες για τα διαβατήρια και τις θεωρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των κατά προσέγγιση περιόδων για την απόκτηση θεωρήσεων για τους υπηκόους του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή κρατών μελών και πληροφορίες σχετικά με τις υγειονομικές διατυπώσεις·

στα)

ενημέρωση για τη δυνατότητα προαιρετικής σύναψης ασφαλιστικής σύμβασης που θα καλύπτει τα έξοδα σε περίπτωση που ο ταξιδιώτης ακυρώσει το ταξίδι ή τα έξοδα επαναπατρισμού του σε περίπτωση ατυχήματος ή ασθένειας· [Τροπολογία 63]

ζ)

την επιβεβαίωση ότι οι υπηρεσίες αποτελούν οργανωμένο ταξίδι·

ζα)

ενημέρωση ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10, ο ταξιδιώτης ή ο διοργανωτής έχουν τη δυνατότητα να καταγγείλουν τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, καταβάλλοντας το ισχύον εύλογο τυποποιημένο τέλος καταγγελίας της σύμβασης, εάν προβλέπεται· [Τροπολογία 64]

ζβ)

τη δυνατότητα εκχώρησης του οργανωμένου ταξιδιού σε άλλον ταξιδιώτη, και τους πιθανούς περιορισμούς και τις συνέπειες αυτής της εκχώρησης. [Τροπολογία 65]

1α.     Εάν ένα πακέτο πωλείται από λιανοπωλητή, ο λιανοπωλητής κοινοποιεί αμελλητί στον ταξιδιώτη όλες τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1. [Τροπολογία 66]

2.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται με σαφή , κατανοητό και ευδιάκριτο τρόπο. [Τροπολογία 67]

2α.     Εάν η σύμβαση του ταξιδιού συνάπτεται με ηλεκτρονικά μέσα, ο διοργανωτής επισημαίνει στον ταξιδιώτη με σαφή και ευδιάκριτο τρόπο αμέσως πριν ο ταξιδιώτης πραγματοποιήσει την παραγγελία, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία i), ii), iii), iv), v) και στοιχεία γ) και δ). Το άρθρο 8 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/83/ΕΕ εφαρμόζεται τηρουμένων των αντιστοιχιών. [Τροπολογία 68]

2β.     Το βάρος της απόδειξης όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων πληροφόρησης που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο το φέρει ο πάροχος. [Τροπολογία 69]

Άρθρο 5

Δεσμευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης και σύναψη της σύμβασης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διοργανωτής δεν δύναται να τροποποιεί τις πληροφορίες που γνωστοποιήθηκαν στον ταξιδιώτη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ), δ), ε) , στ), και ζ) και ζα) , εκτός αν ο διοργανωτής έχει το δικαίωμα να προβεί σε αλλαγές σχετικά με αυτές τις πληροφορίες και κοινοποιεί τυχόν αλλαγές, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού και δεν τροποποιούνται, εκτός από την περίπτωση αντίθετης ρητής συμφωνίας των συμβαλλόμενων μερών. Κάθε αλλαγή των πληροφοριών πριν από τη σύναψη της σύμβασης κοινοποιείται στον ταξιδιώτη με σαφή και ευδιάκριτο τρόπο πριν από τη σύναψη της σύμβασης. [Τροπολογία 70]

2.   Αν οι πληροφορίες σχετικά με πρόσθετες επιβαρύνσεις, τέλη ή άλλες δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ) δεν παρέχονται πριν από τη σύναψη της σύμβασης, ο ταξιδιώτης δεν πρέπει να καταβάλει τα εν λόγω τέλη, επιβαρύνσεις ή άλλες δαπάνες. [Τροπολογία 71]

3.   Κατά τη σύναψη της σύμβασης ή αμέσως αμελλητί μετά, ο διοργανωτής υποβάλλει στον ταξιδιώτη αντίγραφο της σύμβασης ή επιβεβαίωση της σύμβασης σε σταθερό υπόθεμα μέσο . [Τροπολογία 72]

Άρθρο 6

Περιεχόμενο της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού και έγγραφα που πρέπει να υποβάλλονται πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι συμβάσεις για τα οργανωμένα ταξίδια συντάσσονται σε απλή και κατανοητή γλώσσα και, εάν περιέχονται σε έγγραφο, είναι ευανάγνωστες. [Τροπολογία που δεν αφορά όλες τις γλώσσες]

2.   Η σύμβαση Το κείμενο της σύμβασης ή η επιβεβαίωση της σύμβασης περιλαμβάνει όλες ορίζει ολόκληρο το περιεχόμενο της σύμβασης και ιδίως τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 4. δυνάμει του άρθρου 4 οι οποίες έχουν καταστεί αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης . Το κείμενο της σύμβασης ή η επιβεβαίωση της σύμβαση περιλαμβάνει επίσης τις ακόλουθες συμπληρωματικές πληροφορίες: [Τροπολογία 74]

α)

τις ειδικές απαιτήσεις του ταξιδιώτη που αποδέχτηκε ο διοργανωτής·

β)

πληροφορίες ότι ο διοργανωτής:

i)

είναι υπεύθυνος για την ορθή εκτέλεση του συνόλου των προβλεπόμενων ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση·

ii)

υποχρεούται να παρέχει βοήθεια, αν ο ταξιδιώτης συναντά προβλήματα, σύμφωνα με το άρθρο 14·

iii)

υποχρεούται να παρέχει προστασία κατά της αφερεγγυότητας για την επιστροφή των καταβληθέντων και τον επαναπατρισμό σύμφωνα με το άρθρο 15, καθώς και το όνομα της οντότητας που παρέχει προστασία κατά της αφερεγγυότητας και τα στοιχεία επικοινωνίας της, συμπεριλαμβανομένης της γεωγραφικής της διεύθυνσης·

γ)

τα στοιχεία ενός σημείου επαφής στο οποίο ο ταξιδιώτης μπορεί να διαμαρτυρηθεί για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης που διαπιστώνεται επί τόπου· [Τροπολογία 75]

δ)

το όνομα, τη γεωγραφική διεύθυνση, τους αριθμούς τηλεφώνου και την ηλεκτρονική διεύθυνση του τοπικού αντιπροσώπου του διοργανωτή ή του σημείου επαφής των οποίων τη βοήθεια μπορεί να ζητήσει ένας ταξιδιώτης που αντιμετωπίζει πρόβλημα ή, εάν δεν υπάρχει αντιπρόσωπος ή σημείο επαφής, έναν αριθμό τηλεφώνου επείγουσας ανάγκης, ή άλλους τρόπους επικοινωνίας με τον διοργανωτή· [Τροπολογία 76]

ε)

μνεία του ότι ο ταξιδιώτης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση ανά πάσα στιγμή πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού έναντι καταβολής εύλογης αποζημίωσης ή έναντι εύλογου τυποποιημένου ποσού καταγγελίας της σύμβασης, αν τα ποσά αυτά προσδιορίζονται στη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1· [Τροπολογία 77]

στ)

στην περίπτωση ανηλίκων ταξιδιωτών σε οργανωμένο ταξίδι που συμπεριλαμβάνει κατάλυμα, εφόσον αυτοί δεν συνοδεύονται από γονείς ή κηδεμόνες, πληροφορίες που επιτρέπουν την άμεση επαφή των γονέων ή των κηδεμόνων με τον ανήλικο ή το πρόσωπο που είναι επιτόπου υπεύθυνο για τη διαμονή του ανηλίκου· [Τροπολογία 78]

ζ)

πληροφορίες σχετικά με τους διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις τις διαθέσιμες εντός της επιχείρησης διαδικασίες αντιμετώπισης παραπόνων και τους μηχανισμούς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με την οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (14) και τους επιγραμμικούς μηχανισμούς επίλυσης διαφορών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ . 524/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (15). [Τροπολογία 79]

3.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παρέχονται με σαφή , κατανοητό και ευδιάκριτο τρόπο. [Τροπολογία 80]

4.   Σε εύθετο χρόνο πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, ο διοργανωτής υποβάλλει στον ταξιδιώτη τις απαιτούμενες αποδείξεις, κουπόνια ή εισιτήρια, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τις ακριβείς ώρες αναχώρησης, ενδιάμεσων στάσεων, ανταποκρίσεων και άφιξης. ακόλουθες πληροφορίες:

α)

τις απαιτούμενες αποδείξεις, κουπόνια ή εισιτήρια, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τις ακριβείς ώρες αναχώρησης, ενδιάμεσων στάσεων, ανταποκρίσεων και άφιξης·

β)

όλα τα σχετικά στοιχεία επικοινωνίας για την περίπτωση που ο ταξιδιώτης διαπιστώνει οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθήσει ο ταξιδιώτης·

γ)

το όνομα, τη γεωγραφική διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και την ηλεκτρονική διεύθυνση του τοπικού αντιπροσώπου του διοργανωτή ή του σημείου επαφής των οποίων τη βοήθεια μπορεί να ζητήσει ένας ταξιδιώτης που αντιμετωπίζει πρόβλημα ή, εάν δεν υπάρχει αντιπρόσωπος ή σημείο επαφής, έναν αριθμό τηλεφώνου επείγουσας ανάγκης ή άλλους τρόπους επικοινωνίας με τον διοργανωτή. [Τροπολογία 81]

Κεφάλαιο III

Αλλαγές στη σύμβαση πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού

Άρθρο 7

Εκχώρηση της σύμβασης σε άλλον ταξιδιώτη

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ένας ταξιδιώτης μπορεί, αφού προειδοποιήσει έγκαιρα τον διοργανωτή ή τον λιανοπωλητή σε σταθερό μέσο και το αργότερο εντός επτά ημερών πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, να εκχωρήσει τη σύμβαση σε πρόσωπο το οποίο πληροί όλους τους όρους που εφαρμόζονται στην εν λόγω σύμβαση. [Τροπολογία 82]

2.   Ο εκχωρητής της σύμβασης και ο εκδοχέας εξακολουθούν να ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον για την καταβολή του υπολοίπου της οφειλόμενης τιμής, καθώς και για τυχόν πρόσθετα τέλη, επιβαρύνσεις ή άλλες δαπάνες , εάν υπάρχουν, που προκύπτουν από την εκχώρηση. Οι εν λόγω δαπάνες πρέπει να είναι εύλογες και, Ο διοργανωτής ενημερώνει τον εκχωρητή και τον εκδοχέα σχετικά με το πιθανό κόστος της εκχώρησης αυτής, το οποίο είναι σε κάθε περίπτωση, δεν υπερβαίνουν εύλογο και δεν υπερβαίνει το πραγματικό κόστος που βαρύνει τον διοργανωτή. [Τροπολογία 83]

Ο διοργανωτής είναι υπεύθυνος να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία για τα πρόσθετα τέλη, επιβαρύνσεις και άλλες δαπάνες που προκύπτουν από την εκχώρηση της σύμβασης. [Τροπολογία 84]

Άρθρο 8

Αλλαγή των τιμών

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι τιμές δεν υπόκεινται σε αλλαγές, εκτός εάν η σύμβαση προβλέπει ρητά την πιθανότητα αύξησης και υποχρεώνει τον διοργανωτή να μειώσει τις τιμές στον ίδιο βαθμό ως άμεση συνέπεια των αλλαγών:

α)

στο στην τιμή των υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών που προκύπτουν από το κόστος των καυσίμων για τη μεταφορά επιβατών, [Τροπολογία 85]

β)

στο επίπεδο των φόρων ή τελών στις συμπεριλαμβανόμενες ταξιδιωτικές υπηρεσίες, που επιβάλλονται από τρίτους οι οποίοι δεν εμπλέκονται άμεσα στην εκτέλεση του οργανωμένου ταξιδιού, συμπεριλαμβανομένων των τουριστικών φόρων, των φόρων αεροδρομίου, επιβίβασης ή αποβίβασης σε λιμένες και αερολιμένες, ή

γ)

στις συναλλαγματικές ισοτιμίες που αφορούν το οργανωμένο ταξίδι.

1α.     Οι μειώσεις τιμών δυνάμει της παραγράφου 1 οι οποίες υπερβαίνουν το 3 % μετακυλίονται στον ταξιδιώτη. Οι αυξήσεις τιμών δυνάμει της παραγράφου 1 μπορούν να μετακυλίονται στον ταξιδιώτη μόνο εφόσον η τιμή μεταβάλλεται κατά τουλάχιστον 3 %. Σε περίπτωση μείωσης της τιμής κατά τουλάχιστον 3 %, ο διοργανωτής μπορεί να επιβάλει κατ’ αποκοπή χρέωση 10 ευρώ ανά ταξιδιώτη για διοικητικά έξοδα. [Τροπολογία 86]

2.    Όταν η αύξηση της τιμής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει το 10 % 8 % της τιμής του οργανωμένου ταξιδιού πακέτου, εφαρμόζεται το άρθρο 9 παράγραφος 2 . [Τροπολογία 87]

3.   Η αύξηση της τιμής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι έγκυρη μόνον εφόσον ο διοργανωτής , χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και με σαφή και κατανοητό τρόπο, την κοινοποιήσει στον ταξιδιώτη μαζί με την αιτιολόγηση και τον υπολογισμό της επί σταθερού υποθέματος σε σταθερό μέσο, το αργότερο 20 ημέρες πριν από την έναρξη του εν λόγω οργανωμένου ταξιδιού. [Τροπολογία 88]

Άρθρο 9

Τροποποίηση άλλων όρων της σύμβασης

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, ο διοργανωτής δεν μπορεί να μεταβάλει μονομερώς συμβατικούς όρους εκτός από την τιμή σύμφωνα με το άρθρο 8 , εκτός εάν: [Τροπολογία 89]

α)

ο διοργανωτής έχει διατηρήσει το δικαίωμα αυτό στη σύμβαση,

β)

η μεταβολή είναι ασήμαντη , ιδίως ως προς τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) και δ)· και [Τροπολογία 90]

γ)

ο διοργανωτής ενημερώσει τον ταξιδιώτη με σαφή και ευδιάκριτο τρόπο, σε σταθερό μέσο.

1α.     Μια αλλαγή στους όρους της σύμβασης θεωρείται ειδικότερα σημαντική κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, αν οι ώρες αναχώρησης και επιστροφής που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) αποκλίνουν κατά τουλάχιστον τρεις ώρες από την πραγματική ώρα αναχώρησης ή επιστροφής ή βρίσκονται εκτός του τμήματος της ημέρας που ορίζεται στο πλαίσιο της προσυμβατικής πληροφόρησης. [Τροπολογία 91]

2.   Εάν, πριν από την έναρξη του οργανωμένου ταξιδιού, ο διοργανωτής υποχρεωθεί να τροποποιήσει, σε σημαντικό βαθμό, οποιοδήποτε από τα κύρια χαρακτηριστικά των ταξιδιωτικών υπηρεσιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή τις ειδικές απαιτήσεις, όπως αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο α), ή να αυξήσει την τιμή του πακέτου κατά ποσοστό που υπερβαίνει το 8 % της συμβατικά συμφωνηθείσας τιμής σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2, ο διοργανωτής ενημερώνει χωρίς χρονοτριβή τον ταξιδιώτη με σαφή και ευδιάκριτο τρόπο, σε σταθερό μέσο σχετικά με: [Τροπολογία 92]

α)

τις προτεινόμενες αλλαγές τις επιπτώσεις που έχουν αυτές στην τιμή του πακέτου· και [Τροπολογία 93]

β)

το γεγονός ότι ο ταξιδιώτης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση χωρίς να υποστεί κυρώσεις εντός καθορισμένης εύλογης προθεσμίας και ότι σε διαφορετική περίπτωση η προτεινόμενη τροποποίηση θα θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή ή να αποδεχτεί μια εναλλακτική, ισοδύναμη προσφορά οργανωμένου ταξιδιού από τον διοργανωτή· [Τροπολογία 94]

βα)

το γεγονός ότι η προτεινόμενη τροποποίηση της σύμβασης θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή, αν ο ταξιδιώτης δεν ασκήσει το δικαίωμα καταγγελίας ή αν αποδεχτεί εναλλακτική ισοδύναμη προσφορά οργανωμένου ταξιδιού από τον διοργανωτή . [Τροπολογία 95]

3.   Εάν οι αλλαγές στη σύμβαση ή η εναλλακτική ισοδύναμη προσφορά οργανωμένου που αναφέρονται στην παράγραφο 2 έχουν ως αποτέλεσμα ένα οργανωμένο ταξίδι χαμηλότερης ποιότητας ή κόστους, ο επιβάτης δικαιούται να έχει κατάλληλη μείωση της τιμής. [Τροπολογία 96]

4.   Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, ο διοργανωτής υποχρεούται να καταβάλει όλα τα ποσά που έλαβε από τον ταξιδιώτη εντός των δεκατεσσάρων 14 ημερών που ακολουθούν από τη λύση της σύμβασης , συμπεριλαμβανομένων των ποσών που έχουν καταβληθεί για βοηθητικές υπηρεσίες που έχουν κρατηθεί με τη μεσολάβησή του, όπως π . χ. για ταξιδιωτική ασφάλιση ή ασφάλιση ακύρωσης ή για πρόσθετες επιτόπιες δραστηριότητες που έχουν κρατηθεί εκ των προτέρων . Ο ταξιδιώτης, ανάλογα με την περίπτωση, δικαιούται αποζημίωσης σύμφωνα με το άρθρο 12. [Τροπολογία 97]

Άρθρο 10

Καταγγελία της σύμβασης πριν από την έναρξη του ταξιδιωτικού πακέτου

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ταξιδιώτης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση πριν από την έναρξη του πακέτου έναντι καταβολής εύλογης αποζημίωσης στον διοργανωτή. Η σύμβαση μπορεί να καθορίζει εύλογη τυποποιημένη χρέωση τερματισμού με βάση την ημερομηνία της καταγγελίας, τη συνήθη εξοικονόμηση κόστους και τα συνήθη έσοδα από την εναλλακτική αξιοποίηση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών. Εάν δεν υπάρχει τυποποιημένη χρέωση τερματισμού, το ποσό της αντιστάθμισης πρέπει να αποζημίωσης αντιστοιχεί στην τιμή του πακέτου μείον τις δαπάνες που αποδεδειγμένα εξοικονομούνται από τον διοργανωτή οι οποίες δεν μπορούν να ανακτηθούν από τους παρόχους ταξιδιωτικών υπηρεσιών ή με εναλλακτική χρήση των υπηρεσιών αυτών . Οι οφειλόμενες χρεώσεις τερματισμού της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών εξόδων, δεν είναι δυσανάλογες ούτε υπερβολικές. Ο διοργανωτής παρέχει αιτιολόγηση για τον υπολογισμό του ποσού της αποζημίωσης ή της τυποποιημένης χρέωσης τερματισμού. Το βάρος της απόδειξης όσον αφορά την καταλληλότητα της αποζημίωσης το φέρει ο διοργανωτής . [Τροπολογία 98]

2.    Μετά τη σύναψη της σύμβασης ταξιδιού, ο ταξιδιώτης έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση πριν από την έναρξη του πακέτου χωρίς αποζημίωση σε περίπτωση αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων στον τόπο προορισμού , στη διαδρομή προς αυτόν ή πολύ κοντά σε αυτόν, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά το πακέτο και εξαιτίας των οποίων ο διοργανωτής πρέπει να προβεί σε μείζονες αλλαγές σε ουσιαστικά στοιχεία της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού . Σε αυτές τις αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις περιλαμβάνονται για παράδειγμα περιπτώσεις κατά τις οποίες το πακέτο επηρεάζεται σημαντικά από πόλεμο ή θεομηνία. Αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις θεωρείται ιδίως ότι υπάρχουν όταν αξιόπιστες και διαθέσιμες στο κοινό επίσημες πληροφορίες, όπως είναι οι συστάσεις που εκδίδονται από τις αρχές των κρατών μελών, συμβουλεύουν την αποφυγή ταξιδιών στον τόπο προορισμού . [Τροπολογία 99]

3.   Ο διοργανωτής μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση, χωρίς την καταβολή αποζημίωσης στον ταξιδιώτη, εάν μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις : [Τροπολογία 101]

α)

ο αριθμός των εγγεγραμμένων προσώπων για το πακέτο είναι μικρότερος από τον ελάχιστο αριθμό που καθορίζεται στη σύμβαση και ο διοργανωτής κοινοποιήσει στον ταξιδιώτη την καταγγελία, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στη σύμβαση, και , σε κάθε περίπτωση, το αργότερο:

i)

20 ημέρες πριν από την έναρξη του πακέτου· ή για ταξίδια που διαρκούν πάνω από έξι ημέρες,

ii)

επτά ημέρες πριν από την έναρξη του πακέτου για ταξίδια που διαρκούν μεταξύ δύο και έξι ημερών,

iii)

48 ώρες πριν από την έναρξη του πακέτου για ημερήσιες εκδρομές, ή [Τροπολογία 102]

β)

ο διοργανωτής δεν είναι σε θέση να μπορεί να εκτελέσει τη σύμβαση λόγω αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων και κοινοποιεί στον ταξιδιώτη την καταγγελία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση πριν από την έναρξη του εν λόγω πακέτου.

4.   Σε περίπτωση καταγγελίας δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 3, ο διοργανωτής επιστρέφει κάθε ποσό που έχει καταβληθεί αχρεωστήτως από τον ταξιδιώτη εντός 14 ημερών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΠΑΚΕΤΟΥ

Άρθρο 11

Ευθύνη για την εκτέλεση του ταξιδιωτικού πακέτου

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διοργανωτής είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση των ταξιδιωτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στη σύμβαση, ανεξάρτητα από το εάν οι υπηρεσίες αυτές πρόκειται να εκτελεστούν από τον διοργανωτή ή από άλλους παρόχους υπηρεσιών.

2.   Εάν κάποια από τις υπηρεσίες δεν εκτελεστεί σύμφωνα με τη σύμβαση, ο διοργανωτής υποχρεούται να αποκαταστήσει την έλλειψη συμμόρφωσης, εκτός αν αυτό είναι δυσανάλογο εφόσον αυτή η έλλειψη συμμόρφωσης αναφερθεί από τον ταξιδιώτη στον διοργανωτή ή διαπιστωθεί από τον διοργανωτή και η αποκατάσταση δεν είναι δυσανάλογη, εκτός αν η έλλειψη συμμόρφωσης καταλογίζεται στον ταξιδιώτη . [Τροπολογία 103]

3.   Όταν ένα μεγάλο ποσοστό των υπηρεσιών δεν μπορεί να παρασχεθεί όπως συμφωνήθηκε στη σύμβαση, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης στην οποία η επιστροφή του ταξιδιώτη στον τόπο αναχώρησης δεν πραγματοποιείται όπως έχει συμφωνηθεί, ο διοργανωτής προβαίνει στις στους κατάλληλους εναλλακτικούς διακανονισμούς, χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση του ταξιδιώτη, για τη συνέχιση του πακέτου , ενώ η ποιότητα της υπηρεσίας πρέπει να είναι τουλάχιστον αντίστοιχη με εκείνη που ορίζεται στη σύμβαση . [Τροπολογία 104]

4.   Εάν ο διοργανωτής αδυνατεί να προσφέρει κατάλληλους εναλλακτικούς διακανονισμούς ή ο ταξιδιώτης δεν δέχεται τους εναλλακτικούς διακανονισμούς που προτείνονται, διότι δεν είναι συγκρίσιμοι με αυτά που συμφωνήθηκαν στη σύμβαση, ο διοργανωτής παρέχει στον ταξιδιώτη, εάν το πακέτο περιλαμβάνει τη μεταφορά των επιβατών, χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση ισοδύναμη μεταφορά στον τόπο αναχώρησης ή σε άλλο τόπο για τον οποίο ο ταξιδιώτης έχει συμφωνήσει και, ενδεχομένως εάν δεν έχουν παρασχεθεί οι υπηρεσίες που έχουν συμφωνηθεί στη σύμβαση , αποζημιώνει τον ταξιδιώτη, σύμφωνα με το άρθρο 12. Η αποζημίωση καταβάλλεται εντός 14 ημερών. [Τροπολογία 105]

4α.     Στην περίπτωση της παραγράφου 4, ο ταξιδιώτης μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση, εφόσον υπάρχει σημαντική έλλειψη συμμόρφωσης με τους όρους της σύμβασης και η μετέπειτα εκτέλεση της υπηρεσίας δεν είναι δυνατή ή επιτυχής. [Τροπολογία 106]

5.   Εφόσον είναι αδύνατον να διασφαλιστεί η έγκαιρη επιστροφή του ταξιδιώτη λόγω αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων, ο διοργανωτής δεν φέρει το κόστος συνέχισης της παραμονής πέραν των 100 ευρώ ανά διανυκτέρευση και τριών πέντε διανυκτερεύσεων ανά ταξιδιώτη. Ο διοργανωτής εξασφαλίζει κατάλυμα ανάλογο με την κατηγορία του ξενοδοχείου που είχε αρχικά κρατηθεί. Ο ταξιδιώτης μπορεί να πραγματοποιήσει μόνος του κράτηση, μόνο σε περίπτωση που ο διοργανωτής δηλώσει ρητά ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει να αναλάβει τη διαμονή. Στην περίπτωση αυτή, ο διοργανωτής μπορεί να θέσει ως όριο τα 125 EUR ανά διανυκτέρευση και ταξιδιώτη. [Τροπολογία 107]

6.   Ο περιορισμός του κόστους που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται για τα άτομα με μειωμένη κινητικότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2006 της 5ης Ιουλίου 2006, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα όταν ταξιδεύουν αεροπορικώς, και κάθε πρόσωπο που τα συνοδεύει, τις εγκύους και τα ασυνόδευτα παιδιά, καθώς και για τα άτομα που έχουν ανάγκη από ειδική ιατρική βοήθεια, εάν ο διοργανωτής έχει ειδοποιηθεί σχετικά με τις ιδιαίτερες ανάγκες τους κατά τη σύναψη της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού ή, εάν αυτό δεν είναι εφικτό, τουλάχιστον 48 ώρες πριν από την έναρξη του πακέτου. Ο διοργανωτής μπορεί να μην επικαλεσθεί αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις για να περιορίσει το κόστος που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, αν ο σχετικός πάροχος μεταφορικών υπηρεσιών δεν μπορεί να βασιστεί σε αυτές τις περιστάσεις, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας της Ένωσης. [Τροπολογία 108]

7.   Εάν οι εναλλακτικοί διακανονισμοί έχουν ως αποτέλεσμα ένα πακέτο χαμηλότερης ποιότητας ή κόστους, ο ταξιδιώτης έχει το δικαίωμα σε μείωση των τιμών, και, ενδεχομένως, αποζημίωση σύμφωνα με το άρθρο 12.

7α.     Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ή να εισάγουν διατάξεις οι οποίες προβλέπουν ότι ο λιανοπωλητής είναι επίσης υπεύθυνος για την εκτέλεση του οργανωμένου ταξιδιού και, κατά συνέπεια, δεσμεύεται από τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το παρόν άρθρο και από το άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο β), το άρθρο 12, το άρθρο 15 παράγραφος 1 και το άρθρο 16. [Τροπολογία 109]

7β.     Τα δικαιώματα αποζημίωσης του ταξιδιώτη δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 είναι ανεξάρτητα από τα δικαιώματα αποζημίωσης του ταξιδιώτη δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Εάν ο ταξιδιώτης δικαιούται αποζημίωση τόσο βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 όσο και βάσει της παρούσας οδηγίας, έχει το δικαίωμα να εγείρει αξιώσεις δυνάμει αμφότερων των νομικών πράξεων, αλλά δεν δικαιούται για τα ίδια γεγονότα να σωρεύσει δικαιώματα βάσει αμφότερων των νομικών πράξεων εάν τα δικαιώματα προστατεύουν το ίδιο συμφέρον ή υπηρετούν τον ίδιο σκοπό. [Τροπολογία 110]

Άρθρο 12

Μείωση των τιμών και αποζημίωση για ζημίες

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ταξιδιώτης έχει δικαίωμα σε ανάλογη μείωση της τιμής για:

α)

κάθε περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας υπήρχε έλλειψη συμμόρφωσης· ή

β)

όταν οι εναλλακτικοί διακανονισμοί που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 11 έχουν ως αποτέλεσμα πακέτο χαμηλότερης ποιότητας ή κόστους.

2.   Ο ταξιδιώτης, έχει δικαίωμα να λάβει αποζημίωση από τον διοργανωτή για τις ζημία, καθώς και την ηθική βλάβη, την οποία υφίσταται λόγω τυχόν έλλειψης συμμόρφωσης.

3.   Ο ταξιδιώτης δεν έχει δικαίωμα σε μείωση της τιμής ή αποζημίωση για ζημίες, εάν:

α)

ο διοργανωτής αποδεικνύει ότι η έλλειψη συμμόρφωσης:

i)

καταλογίζεται στον ταξιδιώτη,

ii)

πρέπει να καταλογίζεται σε τρίτο πρόσωπο ξένο προς την παροχή των υπηρεσιών που προβλέπονται στη σύμβαση και έχει απρόβλεπτο ή αναπότρεπτο χαρακτήρα, ή

iii)

οφείλεται σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις ή

β)

ο ταξιδιώτης δεν ενημερώσει τον διοργανωτή, χωρίς χρονοτριβή, για οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης που ο ταξιδιώτης αντιλαμβάνεται επιτόπου, εάν η εν λόγω απαίτηση ενημέρωσης αναφερόταν σαφώς και ρητώς στη σύμβαση και είναι εύλογη, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης.

4.   Στον βαθμό που οι διεθνείς συμβάσεις που δεσμεύουν την Ένωση περιορίζουν την έκταση της αποζημίωσης ή οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες καταβάλλεται αποζημίωση από πάροχο υπηρεσιών που εκτελεί υπηρεσία στο πλαίσιο πακέτου, οι ίδιοι περιορισμοί ισχύουν για τον διοργανωτή. Στον βαθμό που οι διεθνείς συμβάσεις που δεν δεσμεύουν την Ένωση περιορίζουν την καταβολή αποζημίωσης από πάροχο υπηρεσιών, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίσουν την αποζημίωση που πρέπει να καταβληθεί από τον διοργανωτή αναλόγως. Σε άλλες περιπτώσεις, η σύμβαση μπορεί να περιορίσει την αποζημίωση που πρέπει να καταβάλει ο διοργανωτής, εφόσον ο εν λόγω περιορισμός δεν ισχύει για προσωπική βλάβη και ή ζημία που προκαλούνται εκ προθέσεως ή εκ βαρείας αμελείας και δεν ανέρχεται σε λιγότερο από το τριπλάσιο της συνολικής τιμής του πακέτου. [Τροπολογία 111]

5.   Τυχόν δικαίωμα αποζημίωσης ή μείωσης της τιμής βάσει της παρούσας οδηγίας δεν θίγει τα δικαιώματα των ταξιδιωτών βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1177/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 181/2011. Οι ταξιδιώτες δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση αποζημίωσης βάσει της παρούσας· οδηγίας και των εν λόγω κανονισμών, αλλά ιδίως αξιώσεις συμπληρωματικής αποζημίωση. Ωστόσο, δεν δικαιούνται για τα ίδια γεγονότα να σωρεύσουν δικαιώματα βάσει διαφόρων νομικών βάσεων εάν τα δικαιώματα διασφαλίζουν ταυτόσημο συμφέρον ή έχουν ταυτόσημους στόχους. [Τροπολογία 112]

6.   Η περίοδος παραγραφής για την υποβολή των αξιώσεων, δυνάμει του παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από ένα έτος τρία έτη . [Τροπολογία 113]

Άρθρο 13

Δυνατότητα επικοινωνίας με τον διοργανωτή μέσω του λιανοπωλητή

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ταξιδιώτης μπορεί να απευθύνει μηνύματα, καταγγελίες ή αξιώσεις σχετικά με την εκτέλεση του πακέτου απευθείας στον λιανοπωλητή μέσω του οποίου αγοράστηκε το ταξίδι. Ο λιανοπωλητής διαβιβάζει αυτά τα μηνύματα, τις καταγγελίες ή τις αξιώσεις στον διοργανωτή χωρίς χρονοτριβή. Για τη συμμόρφωση με τις προθεσμίες και τις περιόδους παραγραφής, η παραλαβή των κοινοποιήσεων από τον λιανοπωλητή θεωρείται παραλαβή από τον διοργανωτή.

Άρθρο 14

Υποχρέωση παροχής συνδρομής

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διοργανωτής παρέχει γρήγορα κατάλληλη συνδρομή χωρίς χρονοτριβή στον ταξιδιώτη που αντιμετωπίζει πρόβλημα, ιδίως: [Τροπολογία 114]

α)

με την παροχή κατάλληλων πληροφοριών για τις υγειονομικές υπηρεσίες, τις τοπικές αρχές και την προξενική συνδρομή, και

β)

με την παροχή συνδρομής στον ταξιδιώτη για την εξ αποστάσεως επικοινωνία και με την παροχή βοήθειας στον ταξιδιώτη ώστε να εντοπίσει εναλλακτικούς ταξιδιωτικούς διακανονισμούς. [Τροπολογία 115]

Ο διοργανωτής δύναται να επιβάλει εύλογο τέλος για τέτοιου είδους συνδρομή σε περίπτωση που η κατάσταση αυτή προκλήθηκε από αμέλεια ή πρόθεση του ταξιδιώτη. Το τέλος αυτό δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το πραγματικό κόστος που βαρύνει τον διοργανωτή. [Τροπολογία 116]

Κεφάλαιο V

Προστασία κατά της αφερεγγυότητας

Άρθρο 15

Αποτελεσματικότητα και πεδίο εφαρμογής της προστασίας κατά της αφερεγγυότητας

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι διοργανωτές οργανωμένων ταξιδιών και οι λιανοπωλητές συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών που διευκολύνουν την προμήθεια εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών και είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους να εξασφαλίζουν εγγύηση για την αποτελεσματική και άμεση επιστροφή όλων των πληρωμών που πραγματοποιούν οι ταξιδιώτες και, εφόσον περιλαμβάνεται η μεταφορά επιβατών, για τον αποτελεσματικό και άμεσο επαναπατρισμό των ταξιδιωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας. Εφόσον είναι δυνατό, προσφέρεται η συνέχιση του ταξιδιού. [Τροπολογία 117]

2.   Η προστασία κατά της αφερεγγυότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό οικονομικό κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν οι σχετικές δραστηριότητες του παρόχου. Οι ταξιδιώτες τυγχάνουν αυτής της προστασίας, ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας τους, του τόπου αναχώρησης ή του τόπου όπου πωλούνται το πακέτο ή οι εξατομικευμένοι συνδεδεμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί.

Άρθρο 16

Αμοιβαία αναγνώριση της προστασίας κατά της αφερεγγυότητας και διοικητική συνεργασία

1.   Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ότι πληροί τις απαιτήσεις των εθνικών τους κανόνων για τη μεταφορά του άρθρου 15 κάθε προστασία κατά της αφερεγγυότητας, η οποία λαμβάνεται από διοργανωτή ή λιανοπωλητή που διευκολύνει την προμήθεια εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών βάσει των κανόνων του κράτους μέλους εγκατάστασής του για τη μεταφορά του άρθρου 15.

1α.     Τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους διοργανωτές των πακέτων, στους λιανοπωλητές που διευκολύνουν την προμήθεια συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών και στους μεταφορείς επιβατών που είναι εγκατεστημένοι εκτός του εδάφους τους ή εκτός της Ένωσης να λαμβάνουν προστασία κατά της αφερεγγυότητας στο πλαίσιο των εθνικών συστημάτων τους περί προστασίας κατά της αφερεγγυότητας. [Τροπολογία 118]

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τα κεντρικά σημεία επαφής για τη διευκόλυνση της διοικητικής συνεργασίας και την εποπτεία των διοργανωτών και των λιανοπωλητών που διευκολύνουν την προμήθεια εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών και οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε διάφορα κράτη μέλη. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τα στοιχεία επικοινωνίας των εν λόγω σημείων επαφής σε όλα τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

3.   Τα κεντρικά σημεία επαφής διαθέτουν αμοιβαία μεταξύ τους όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τα εθνικά τους συστήματα προστασίας κατά της αφερεγγυότητας και την ταυτότητα του φορέα ή των φορέων που παρέχουν προστασία κατά της αφερεγγυότητας για έναν συγκεκριμένο πάροχο που είναι εγκατεστημένος στο έδαφός τους. Παρέχουν αμοιβαία πρόσβαση σε κατάλογο στον οποίο απαριθμούνται οι διοργανωτές και οι λιανοπωλητές που διευκολύνουν την προμήθεια εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών και οι οποίοι εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την προστασία κατά της αφερεγγυότητας.

4.   Εάν ένα κράτος μέλος έχει αμφιβολίες σχετικά με την προστασία κατά της αφερεγγυότητας ενός διοργανωτή ή ενός λιανοπωλητή που διευκολύνει την προμήθεια εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών και ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε διαφορετικό κράτος μέλος και δραστηριοποιείται στο έδαφός του, ζητεί διευκρινίσεις από το κράτος μέλος εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη απαντούν στα αιτήματα άλλων κρατών μελών το αργότερο εντός 15 εργάσιμων ημερών από τη λήψη τους. [Τροπολογία 119]

Κεφάλαιο VI

Συνδεδεμένοι Εξατομικευμένοι ταξιδιωτικοί διακανονισμοί

Άρθρο 17

Απαιτήσεις παροχής πληροφοριών για τους εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, πριν δεσμευθεί ο ταξιδιώτης από οποιαδήποτε σύμβαση ή με οποιαδήποτε αντίστοιχη προσφορά για εξατομικευμένους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, ο πάροχος που διευκολύνει την προμήθεια εξατομικευμένων συνδεδεμένους ταξιδιωτικών διακανονισμών αναφέρει κατά τρόπο σαφή και ευκρινή:

α)

ότι κάθε πάροχος υπηρεσιών θα είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη σωστή συμβατική παροχή των υπηρεσιών· και

β)

ότι ο ταξιδιώτης δεν θα επωφεληθεί από κανένα από τα δικαιώματα που παρέχει η παρούσα οδηγία αποκλειστικά για τους ταξιδιώτες οργανωμένων ταξιδιών, αλλά θα επωφεληθεί από το δικαίωμα επιστροφής των προκαταβολών και, εφόσον περιλαμβάνεται η μεταφορά επιβατών, επαναπατρισμού σε περίπτωση που ο λιανοπωλητής ή οποιοσδήποτε από τους παρόχους υπηρεσιών καθίσταται αφερέγγυος· και

βα)

ότι ο ταξιδιώτης επωφελείται, ωστόσο, από τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται από την οδηγία 2011/83/ΕΕ, εκτός εάν υπάρχει διαφορετική πρόβλεψη στην εν λόγω οδηγία. [Τροπολογία 120]

Στην περίπτωση που ο πάροχος ο οποίος διευκολύνει την προμήθεια συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών δεν έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), ο ταξιδιώτης απολαμβάνει όλες τις εγγυήσεις και τα δικαιώματα που παρέχει η παρούσα οδηγία όσον αφορά τα ταξίδια. [Τροπολογία 121]

Άρθρο 17α

Ενημέρωση του λιανοπωλητή όσον αφορά την κράτηση πρόσθετων ταξιδιωτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών μέσω συνδεδεμένων ηλεκτρονικών διαδικασιών κράτησης

Οι πάροχοι πρόσθετων ταξιδιωτικών υπηρεσιών στο πλαίσιο συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών εξασφαλίζουν ότι ο οικείος λιανοπωλητής ενημερώνεται δεόντως σχετικά με την επιβεβαιωθείσα κράτηση των πρόσθετων ταξιδιωτικών υπηρεσιών, οι οποίες συνιστούν μαζί με την πρώτη ταξιδιωτική υπηρεσία που έχει κρατηθεί έναν συνδεδεμένο ταξιδιωτικό διακανονισμό, από τον οποίον προκύπτει η ευθύνη και οι υποχρεώσεις που υπέχει ο λιανοπωλητής βάσει της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 122]

Άρθρο 17β

Πάροχοι που διευκολύνουν την παροχή συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών στο διαδίκτυο

Οι πάροχοι που διευκολύνουν την παροχή συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών στο διαδίκτυο δεν αποκρύπτουν ούτε προσφέρουν με ασαφή, ακατάληπτο ή διφορούμενο τρόπο την επιλογή της μη κράτησης τυχόν πρόσθετων ή βοηθητικών υπηρεσιών. Η επιλογή αυτή προσφέρεται πάντα ως προεπιλεγμένη. [Τροπολογία 123]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙI

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 18

Ειδικές υποχρεώσεις του λιανοπωλητή σε περίπτωση που ο διοργανωτής είναι εγκατεστημένος εκτός του ΕΟΧ

Εφόσον ο διοργανωτής είναι εγκατεστημένος εκτός του ΕΟΧ, ο λιανοπωλητής που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος υπόκειται στις υποχρεώσεις που ορίζονται για τους διοργανωτές στα κεφάλαια IV και V, εκτός εάν ο λιανοπωλητή παράσχει αποδεικτικά στοιχεία ότι ο διοργανωτής πληροί τους όρους των κεφαλαίων IV και V. Όταν διοργανωτής ο οποίος είναι εγκατεστημένος εκτός του ΕΟΧ ενεργεί ως λιανοπωλητής, εφαρμόζονται οι υφιστάμενες διατάξεις περί ευθύνης για αποζημίωση λόγω παράλειψης εκτέλεσης συμβατικών καθηκόντων δέουσας επιμέλειας. Οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν τις λοιπές εθνικές ρυθμίσεις περί ευθύνης του λιανοπωλητή. [Τροπολογία 124]

Άρθρο 18α

Υποχρεώσεις των διοργανωτών ή των λιανοπωλητών που είναι εγκατεστημένοι εκτός ΕΟΧ

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι διοργανωτής οργανωμένων ταξιδιών ή λιανοπωλητής που διευκολύνει την προμήθεια συνδεδεμένων ταξιδιωτικών διακανονισμών, ο οποίος είναι εγκατεστημένος εκτός ΕΟΧ και πωλεί απευθείας στην επικράτεια κράτους μέλους, υπόκειται στις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 125]

Άρθρο 18β

Τυπικές υποχρεώσεις για συμβάσεις

1.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι συμβάσεις που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία συντάσσονται σε απλή και κατανοητή γλώσσα και, εάν περιέχονται σε έγγραφο, είναι ευανάγνωστες. Η γλώσσα της σύμβασης είναι ίδια με τη γλώσσα των προσυμβατικών πληροφοριών.

2.     Η σύμβαση παρέχεται σε σταθερό μέσο. Όσον αφορά τις συμβάσεις εκτός εμπορικού καταστήματος, αυτές παρέχονται επίσης σε έντυπη μορφή.

3.     Εάν η σύμβαση συνάπτεται τηλεφωνικώς, ο πάροχος ταξιδιωτικών υπηρεσιών επιβεβαιώνει την προσφορά στον ταξιδιώτη σε σταθερό μέσο και ο ταξιδιώτης δεσμεύεται μόνο όταν υπογράψει τη σύμβαση ή αποστείλει τη γραπτή συμφωνία του σε σταθερό μέσο. [Τροπολογία 126]

Άρθρο 19

Ευθύνη για σφάλματα κρατήσεων

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένας λιανοπωλητής ο οποίος έχει συμφωνήσει να μεριμνήσει για την κράτηση πακέτου ή εξατομικευμένων συνδεδεμένων ταξιδιωτικών υπηρεσιών διακανονισμών ή ο οποίος διευκολύνει την κράτηση των εν λόγω υπηρεσιών, ευθύνεται για τυχόν παράλειψη διαβίβασης των πληροφοριών που διατίθενται από τον διοργανωτή σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, για τυχόν διαβίβαση με τρόπο ελλιπή ή για σφάλματα που παρουσιάζονται στη κατά τη διαδικασία κράτησης, εκτός εάν τα εν λόγω σφάλματα σε περίπτωση που αυτά όντως πραγματοποιούνται κατά τη διαδικασία κράτησης. Ένας λιανοπωλητής δεν ευθύνεται όταν τα σφάλματα κράτησης καταλογίζονται στον ταξιδιώτη ή σε αναπόφευκτες και έκτακτες περιστάσεις. Στο πλαίσιο συνδεδεμένου ταξιδιωτικού διακανονισμού που βασίζεται στην παροχή πρόσθετων ταξιδιωτικών υπηρεσιών από άλλο πάροχο, με στοχοθετημένο τρόπο, μέσω συνδεδεμένων ηλεκτρονικών διαδικασιών κράτησης όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 5 στοιχείο β), ο λιανοπωλητής δεν φέρει καμία ευθύνη για τυχόν σφάλματα στην κράτηση τα οποία προκύπτουν από σφάλματα που διαπράχθηκαν από τον εν λόγω πάροχο. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο πάροχος που παρέχει τις πρόσθετες ταξιδιωτικές υπηρεσίες ευθύνεται για τα σφάλματα που προκύπτουν κατά τη διαδικασία κράτησης των εν λόγω υπηρεσιών. [Τροπολογία 127]

Άρθρο 20

Δικαίωμα αποζημίωσης

1.    Σε περίπτωση που ο διοργανωτής ή, σύμφωνα με τα άρθρα 15 ή 18, ο λιανοπωλητής καταβάλει αποζημίωση, παράσχει μείωση των τιμών ή εκπληρώσει τις υπόλοιπες υποχρεώσεις του βάσει της παρούσας οδηγίας, καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας ή της εθνικής νομοθεσίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιορίζουσα το δικαίωμά του τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο διοργανωτής ή ο λιανοπωλητής έχει δικαίωμα να απαιτήσει αποζημίωση από τυχόν τρίτους οι οποίοι συνέβαλαν στο συμβάν που προκάλεσε την αποζημίωση, τη μείωση των τιμών ή τις υπόλοιπες υποχρεώσεις άλλη υποχρέωση .

2.     Το δικαίωμα να ζητηθεί αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει επίσης το δικαίωμα των διοργανωτών και των λιανοπωλητών να ζητήσουν αποζημίωση από παρόχους ταξιδιωτικών υπηρεσιών, σε περίπτωση που διοργανωτής ή λιανοπωλητής είναι υποχρεωμένος να καταβάλει αποζημίωση στον ταξιδιώτη βάσει της παρούσας οδηγίας και ταυτόχρονα ο ταξιδιώτης έχει δικαίωμα αποζημίωσης σύμφωνα με άλλη ισχύουσα νομοθεσία της Ένωσης, περιλαμβανομένων ενδεικτικά του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1371/2007. Το συγκεκριμένο δικαίωμα να ζητηθεί αποζημίωση δεν μπορεί να περιορίζεται στο πλαίσιο σύμβασης.

3.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τυχόν περιορισμοί του δικαιώματος να ζητηθεί αποζημίωση της παραγράφου 1 είναι εύλογοι και αναλογικοί, σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο. [Τροπολογία 128]

Άρθρο 21

Επιτακτικός χαρακτήρας της οδηγίας

1.   Δήλωση του διοργανωτή ότι ενεργεί αποκλειστικά ως πάροχος ταξιδιωτικής υπηρεσίας, ως μεσάζων ή υπό οιαδήποτε άλλη ιδιότητα, ή ότι ένα πακέτο κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας δεν συνιστά πακέτο, δεν απαλλάσσει τον διοργανωτή από τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους διοργανωτές βάσει της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι ταξιδιώτες δεν μπορούν να παραιτηθούν των δικαιωμάτων που τους αναγνωρίζουν τα εθνικά μέτρα για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

3.   Οποιαδήποτε συμβατική ρύθμιση ή δήλωση του ταξιδιώτη με την οποία, άμεσα ή έμμεσα, παραιτείται των δικαιωμάτων που αναγνωρίζει στους ταξιδιώτες η παρούσα οδηγία ή περιορίζονται τα δικαιώματα που τους παρέχονται, ή η οποία έχει ως στόχο την καταστρατήγηση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν είναι δεσμευτική για τον ταξιδιώτη.

Άρθρο 22

Εφαρμογή

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ύπαρξη κατάλληλων και αποτελεσματικών μέσων για την τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν περαιτέρω ότι έχουν τεθεί σε εφαρμογή κατάλληλοι μηχανισμοί προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν εφαρμόζονται παραπλανητικές πρακτικές από παρόχους ή διοργανωτές, και ιδίως πρακτικές οι οποίες δημιουργούν προσδοκίες στον καταναλωτή ότι έχει δικαιώματα και εγγυήσεις τα οποία ωστόσο δεν προβλέπονται από την οικεία σύμβαση. [Τροπολογία 129]

Άρθρο 23

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλουν οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου στους παρόχους για παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί βάσει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις που προβλέπονται πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 24

Υποβολή εκθέσεων από την Επιτροπή και αναθεώρηση

Έως … (*2), η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, εάν απαιτηθεί, από νομοθετικές προτάσεις για την προσαρμογή της παρούσας οδηγίας βάσει των εξελίξεων στον τομέα των δικαιωμάτων των ταξιδιωτών.

Άρθρο 25

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2011/83/ΕΕ

1.   Το σημείο 5 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.

Οδηγία …/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3).

2.   Το στοιχείο ζ) του άρθρου 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2011/83/EΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

για τα οργανωμένα ταξίδια όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 2 της οδηγίας …/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*4), με εξαίρεση το άρθρο 8 παράγραφος 2, το άρθρο 19, το άρθρο 21 και το άρθρο 22.

Κεφάλαιο VΙII

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 26

Καταργήσεις

Η οδηγία 90/314/ΕΟΚ καταργείται από … (*5). [Τροπολογία 130]

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 27

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις … (*5), τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων μέτρων . [Τροπολογία 131 και τροπολογία που δεν αφορά όλες τις γλώσσες]

2.   Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές τα μέτρα αυτά από τις … (*6).[Τροπολογία 133]

3.   Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η αναφορά αυτή.

4.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 28

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την [εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης].

Άρθρο 29

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Ο Πρόεδρος


(1)  EE C 170 της 5.6.2014, σ. 73.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014.

(3)  Οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις (ΕΕ L 158 της 23.06.1990, σ. 59).

(4)  Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 30ής Απριλίου 2012 στην υπόθεση C-400/00 Club Tour, Viagens e Turismo SA κατά Alberto Carlos Lobo Gonçalves Garrido και Club Med Viagens Ld, Συλλογή 2002, I-04051.

(5)  Βλέπε, οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1) και οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36), καθώς και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2111/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2005, για τη σύσταση κοινοτικού καταλόγου αερομεταφορέων των οποίων απαγορεύεται η λειτουργία στην Κοινότητα και την ενημέρωση των επιβατών αεροπορικών μεταφορών σχετικά με την ταυτότητα του πραγματικού αερομεταφορέα, καθώς και για την κατάργηση του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/36/ΕΚ (ΕΕ L 344 της 27.12.2005, σ. 15), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα όταν ταξιδεύουν αεροπορικώς (ΕΕ L 204 της 26.7.2006, σ. 1), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1177/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 1) και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 181/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 1) .

(6)  Απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2001, για τη σύναψη από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα της σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές (σύμβαση του Μόντρεαλ) (ΕΕ L 194 της 18.7.2001, σ. 38).

(7)  Απόφαση 2013/103/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2011, για την υπογραφή και τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Διακυβερνητικής Οργάνωσης περί των διεθνών σιδηροδρομικών μεταφορών σχετικά με την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη σύμβαση περί των διεθνών σιδηροδρομικών μεταφορών (COTIF), της 9ης Μαΐου 1980, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του Βίλνιους στις 3 Ιουνίου 1999 (ΕΕ L 51 της 23.2.2013, σ. 1).

(8)  Απόφαση 2012/22/ΕΕ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2011, για την προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Πρωτόκολλο του 2002 της Σύμβασης των Αθηνών του 1974 σχετικά με τη θαλάσσια μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους, εκτός των άρθρων 10 και 11 του εν λόγω πρωτοκόλλου (ΕΕ L 8 της 12.1.2012, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 261/2004 για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2027/97 για την ευθύνη του αερομεταφορέα όσον αφορά την αεροπορική μεταφορά επιβατών και των αποσκευών τους (ΕΕ L …).

(*1)  Ο αριθμός του κανονισμού (2013/0072(COD)) στην αιτιολογική σκέψη και στην υποσημείωση 4 ο αριθμός, η ημερομηνία και τα στοιχεία δημοσίευσης του κανονισμού.

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46 της 17.2.2004, σ. 1).

(11)   Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ L 177 της 4.7.2008, σ. 6).

(13)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(14)   Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία για την ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63).

(15)   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 524/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (κανονισμός για την ΗΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 1).

(*2)  Πέντε έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών («κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών») (ΕΕ L 364 της 9.12.2004, σ. 1).

(+)  Ο αριθμός, η ημερομηνία και τα στοιχεία έκδοσης της παρούσας οδηγίας.

(++)  Ο αριθμός, η ημερομηνία και τα στοιχεία έκδοσης της παρούσας οδηγίας.

(*5)  18 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(*6)  18 24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 90/314/ΕΟΚ

H παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 3 σημείο 2 και άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 3 σημείο 8

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 3 σημείο 9

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 3 σημείο 6

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 3 σημείο 3

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρα 4 και 5

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1, άρθρο 6 παράγραφος 2 και άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο iv)

Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 5 παράγραφος 3 και άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 3

Άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 7

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 8

Άρθρο 4 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 6

Άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4 και άρθρο 10 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 4 παράγραφος 7

Άρθρο 11 παράγραφοι 3, 4 και 7

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφοι 2, 3 και 4 άρθρο 14

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 21 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και άρθρο 12 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 6

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 7

Άρθρο 15 και άρθρο 16

Άρθρο 8

Απαλείφθηκε

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 27 παράγραφοι 1, 2 και 3

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 27 παράγραφος 4

Άρθρο 10

Άρθρο 29


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/638


P7_TA(2014)0223

Φθοριούχα αέρια που επιδεινώνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα φθοριούχα αέρια που επιδεινώνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου (COM(2012)0643 — C7-0370/2012 — 2012/0305(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/63)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0643),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0370/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 23ης Μαΐου 2013 (1),

μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 18ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0240/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 271, 19.9.2013, σ. 138.


P7_TC1-COD(2012)0305

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα φθοριούχα αέρια του θερμοκηπίου και για την κατάργηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 842/2006

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 517/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/639


P7_TA(2014)0224

Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 για την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχονται στους εργαζόμενους στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (COM(2013)0236 — C7-0114/2013 — 2013/0124(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/64)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0236),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 46 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0114/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 19ης Σεπτεμβρίου 2013 (1),

μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0386/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 341, 21.11.2013, σ. 54.


P7_TC1-COD(2013)0124

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/54/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/640


P7_TA(2014)0225

Εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/92/ΕΕ σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (COM(2012)0628 — C7-0367/2012 — 2012/0297(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/65)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0628),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0367/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 13ης Φεβρουαρίου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 30ής Μαΐου 2013 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού και της Επιτροπής Αναφορών (A7-0277/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω (3)·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 133 της 9.5.2013, σ. 33.

(2)  ΕΕ C 218 της 30.7.2013, σ. 42.

(3)  Η παρούσα θέση αντικαθιστά τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν στις 9 Οκτωβρίου 2013 (Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0413).


P7_TC1-COD(2012)0297

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/../ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/92/ΕΕ σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/52/ΕΕ.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/641


P7_TA(2014)0226

Στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τρίτες χώρες (ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων) ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων (COM(2013)0579 — C7-0243/2013 — 2013/0279(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/66)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0579),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 338 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0243/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0042/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


P7_TC1-COD(2013)0279

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή για την έγκριση ορισμένων μέτρων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 338 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), οι εξουσίες που έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ.

(2)

Στο πλαίσιο της έκδοσης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), η Επιτροπή δεσμεύθηκε (3) να επανεξετάσει, βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στη ΣΛΕΕ, τις νομοθετικές πράξεις οι οποίες επί του παρόντος περιέχουν παραπομπές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) αναθέτει εξουσίες στην Επιτροπή προκειμένου να εφαρμόσει ορισμένες από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού.

(4)

Στο πλαίσιο της ευθυγράμμισης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 με τους νέους κανόνες της ΣΛΕΕ, οι εκτελεστικές αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζονται με την ανάθεση εξουσιών στην Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις.

(5)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις του τελωνειακού κώδικα ή οι διατάξεις που απορρέουν από διεθνείς συνθήκες, οι αλλαγές που απαιτούνται για μεθοδολογικούς λόγους και η ανάγκη σύστασης ενός αποτελεσματικού συστήματος συλλογής δεδομένων και κατάρτισης στατιστικών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ για την προσαρμογή του καταλόγου των τελωνειακών διαδικασιών ή των τελωνειακών προορισμών ή χρήσεων, για ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις και διαφορετικές ή ειδικές διατάξεις που ισχύουν για αυτά, για την εξαίρεση αγαθών ή μετακινήσεων από τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου, για τη συλλογή δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009, για περαιτέρω προδιαγραφές για τα δεδομένα, για την απαίτηση περιορισμένων συνόλων δεδομένων για ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις και δεδομένων που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, για τα χαρακτηριστικά του δείγματος, την περίοδο αναφοράς και το επίπεδο ομαδοποίησης για τις χώρες-εταίρους, τα αγαθά και τα εθνικά νομίσματα για τις στατιστικές εμπορικών συναλλαγών κατά λογιστική ομάδα, για την προσαρμογή της προθεσμίας διαβίβασης των στατιστικών, του περιεχομένου, της κάλυψης και των όρων αναθεώρησης των στατιστικών που έχουν ήδη διαβιβαστεί, για την προθεσμία διαβίβασης των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά και των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά λογιστική μονάδα.

(6)

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διενεργεί κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά το προπαρασκευαστικό έργο της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και εκπόνηση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(7)

Η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά ώστε οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μη συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση για τα κράτη μέλη και τους συμμετέχοντες στην έρευνα.

(8)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες που θα της επιτρέπουν να εγκρίνει μέτρα σχετικά με τους κωδικούς που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού και μέτρα σχετικά με τη σύνδεση των δεδομένων για τα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά με δεδομένα που έχουν καταγραφεί σύμφωνα με το ίδιο άρθρο. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011. [Τροπολογία 1]

(9)

Η επιτροπή στατιστικών των συναλλαγών αγαθών με τρίτες χώρες (επιτροπή Extrastat) που αναφέρεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 471/2009 παρέχει συμβουλές στην Επιτροπή και την επικουρεί κατά την άσκηση των εκτελεστικών της αρμοδιοτήτων. [Τροπολογία 2]

(10)

Στο πλαίσιο της στρατηγικής για μια νέα δομή του Ευρωπαϊκού Στατιστικού Συστήματος (εφεξής «ΕΣΣ») με στόχο τη βελτίωση του συντονισμού και της σύμπραξης σε μια σαφή πυραμιδική δομή εντός του ΕΣΣ, η επιτροπή του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος (εφεξής «ΕΕΣΣ»), που συγκροτήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές  (5) , θα πρέπει να έχει συμβουλευτικό ρόλο και να επικουρεί την Επιτροπή κατά την άσκηση των εκτελεστικών της αρμοδιοτήτων. [Τροπολογία 3]

(11)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 471/2009 θα πρέπει να τροποποιηθεί με την αντικατάσταση της αναφοράς στην επιτροπή Extrastat από αναφορά στην επιτροπή ΕΣΣ. [Τροπολογία 4]

(12)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, διαδικασίες θέσπισης μέτρων που έχουν ξεκινήσει αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού δεν επηρεάζονται από τον παρόντα κανονισμό.

(13)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 471/2009 θα πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 471/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις του τελωνειακού κώδικα ή οι διατάξεις που απορρέουν από διεθνείς συνθήκες, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, για την προσαρμογή του καταλόγου των τελωνειακών διαδικασιών ή των τελωνειακών προορισμών ή χρήσεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1.»

β)

Στην παράγραφο 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με ειδικά αγαθά ή μετακινήσεις και διαφορετικές ή ειδικές διατάξεις που ισχύουν για αυτά.»

γ)

Στην παράγραφο 4, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με την εξαίρεση αγαθών ή μετακινήσεων από τις στατιστικές εξωτερικού εμπορίου.»

2)

Στο άρθρο 4, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με τη συλλογή δεδομένων σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου.»

3)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με την έγκριση κανόνων όσον αφορά περαιτέρω προδιαγραφές για τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και σχετικά με τα μέτρα που αφορούν τους κωδικούς οι οποίοι πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα εν λόγω δεδομένα .

Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, μέτρα σχετικά με τους κωδικούς που πρέπει να χρησιμοποιούνται για τα εν λόγω δεδομένα.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.»[Τροπολογία 5]

β)

Στην παράγραφο 4, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με το εν λόγω περιορισμένο σύνολο δεδομένων.»

4)

Το άρθρο 6 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, μέτρα Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 10α σχετικά με τη θέσπιση κανόνων για τη σύνδεση των δεδομένων και αυτών των στατιστικών που πρέπει να καταρτιστούν.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.»[Τροπολογία 6]

β)

Στην παράγραφο 3, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με τα χαρακτηριστικά του δείγματος, την περίοδο αναφοράς και το επίπεδο ομαδοποίησης για τις χώρες-εταίρους, τα αγαθά και τα εθνικά νομίσματα.»

5)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, για την προσαρμογή της προθεσμίας διαβίβασης των στατιστικών, του περιεχομένου, της κάλυψης και των όρων αναθεώρησης των στατιστικών που έχουν ήδη διαβιβαστεί.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 10α, σχετικά με την προθεσμία διαβίβασης των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά επιχειρηματικά χαρακτηριστικά όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και των στατιστικών των εμπορικών συναλλαγών ταξινομημένων κατά λογιστική μονάδα όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3.»

6)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Κατά την άσκηση των εξουσιών που ανατίθενται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2, 3 και 4, στο άρθρο 4 παράγραφος 5, στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 4, στο άρθρο 6 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2, η Επιτροπή μεριμνά ώστε οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μην συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση για τα κράτη μέλη και τους συμμετέχοντες στην έρευνα.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφοι 2, 3 και 4, στο άρθρο 4 παράγραφος 5, στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 4, στο άρθρο 6 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2, εξουσία έκδοσης κατ’εξουσιοδότηση πράξεων απονέμεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από για περίοδο πέντε ετών από…  (*1). Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των 5 ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου . [Τροπολογία 7]

4.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2, 3 και 4, στο άρθρο 4 παράγραφος 5, στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 4, στο άρθρο 6 παράγραφος 3 και στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

5.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφοι 2, 3 και 4, του άρθρου 4 παράγραφος 5, του άρθρου 5 παράγραφοι 2 και 4, του άρθρου 6 παράγραφος 3 και του άρθρου 8 παράγραφοι 1 και 2, τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

(*1)   Hμερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. "

7)

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: διαγράφεται.

«Άρθρο 11

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές  (*2) . Η εν λόγω επιτροπή νοείται ως επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή  (*3) .

2.   Όπου γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(*2)   ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164."

(*3)   ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13 [Τροπολογία 8]"

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τις διαδικασίες θέσπισης μέτρων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 471/2009, οι οποίες έχουν ξεκινήσει αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενοποιείται με τον κανονισμό τον οποίο τροποποιεί εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος της . [Τροπολογία 9]

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(3)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 19.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 471/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1172/95 του Συμβουλίου (ΕΕ L 152 της 16.6.2009, σ. 23).

(5)   ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/646


P7_TA(2014)0227

Πρόγραμμα Copernicus ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος Copernicus και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 911/2010 (COM(2013)0312 — C7-0195/2013 — 2013/0164(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/67)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0312),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 189 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0195/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 16ης Οκτωβρίου 2013 (1),

μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0027/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 67, 6.3.2014, σ. 88.


P7_TC1-COD(2013)0164

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος Copernicus και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 911/2010

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 377/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/647


P7_TA(2014)0228

Οργανισμός του ευρωπαϊκού GNSS ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EE) αριθ. 912/2010, για τη σύσταση Οργανισμού του ευρωπαϊκού GNSS (COM(2013)0040 — C7-0031/2013 — 2013/0022(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/68)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0040),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 172 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0031/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 17ης Απριλίου 2013 (1),

κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 13ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A7-0364/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση, όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

υπογραμμίζει ότι οιαδήποτε απόφαση της νομοθετικής αρχής υπέρ μιας πολυετούς χρηματοδότησης για τον Οργανισμό του Ευρωπαϊκού GNSS («ο Οργανισμός») λαμβάνεται υπό την επιφύλαξη των αποφάσεων της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού·

3.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει δημοσιονομικό δελτίο στο οποίο θα λαμβάνονται πλήρως υπόψη τα αποτελέσματα της νομοθετικής συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ικανοποίηση των δημοσιονομικών απαιτήσεων και των απαιτήσεων προσωπικού όσον αφορά τις υπηρεσίες του Οργανισμού και ενδεχομένως της Επιτροπής·

4.

ζητεί από την Επιτροπή να εξεύρει εφικτή λύση στα προβλήματα που ενδέχεται να αντιμετωπίζει ο Οργανισμός όσον αφορά τη χρηματοδότηση για τα Ευρωπαϊκά Σχολεία Τύπου II, καθόσον τούτο έχει άμεσο αντίκτυπο στη δυνατότητα του Οργανισμού να προσελκύει προσωπικό με τα απαραίτητα προσόντα·

5.

ζητεί κατά τον προσδιορισμό του διορθωτικού συντελεστή για τις αμοιβές του προσωπικού του Οργανισμού να μην λαμβάνει η Επιτροπή τη μέση τιμή για την Τσεχική Δημοκρατία, αλλά να προβαίνει σε προσαρμογή για το κόστος ζωής στην μητροπολιτική περιοχή της Πράγας·

6.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

7.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 198 της 10.7.2013, σ. 67.


P7_TC1-COD(2013)0022

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 12 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (EΕ) αριθ. 912/2010 σχετικά με τη σύσταση Οργανισμού του Ευρωπαϊκού GNSS

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 512/2014.)


Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/649


P7_TA(2014)0237

Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί δημιουργίας του Ταμείου Ασύλου και Μετανάστευσης (COM(2011)0751 — C7-0443/2011 — 2011/0366(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/69)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0751),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 καθώς επίσης το άρθρο 78 παράγραφος 2 και το άρθρο79 παράγραφοι 2 και 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0443/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών, της 18ης Ιουλίου 2012 (2),

έχοντας υπόψη την απόφασή του, της 17ης Ιανουαρίου 2013, σχετικά με την έναρξη διοργανικών διαπραγματεύσεων και τη σχετική εντολή όσον αφορά την πρόταση (3),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση που ανέλαβε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου, με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013, για την έγκριση της θέσης του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0022/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

εγκρίνει τις δηλώσεις του Κοινοβουλίου που επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα·

3.

λαμβάνει υπόψη τη δήλωση του Συμβουλίου και τις δηλώσεις της Επιτροπής που επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα·

4.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 108.

(2)  ΕΕ C 277 της 13.9.2012, σ. 23.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0020.


P7_TC1-COD(2011)0366

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη δημιουργία του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης, την τροποποίηση της απόφασης 2008/381/ΕΚ του Συμβουλίου και την κατάργηση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αριθ. 573/2007/ΕΚ και αριθ. 575/2007/ΕΚ και της απόφασης 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 516/2014.)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

Δηλώσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 80 ΣΛΕΕ:

«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη έγκαιρης έγκρισης του παρόντος κανονισμού ώστε η υλοποίηση του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (“το Ταμείο”) να ξεκινήσει από τις αρχές του 2014, επιδιώκοντας μια συμφωνία στην κατεύθυνση αυτήν και με δεδομένη την αδιάλλακτη στάση του Συμβουλίου, αποδέχθηκε το κείμενο του κανονισμού όπως αυτό εγκρίθηκε ανωτέρω. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επαναλαμβάνει την άποψή του, την οποία διατήρησε σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων σχετικά με τον εν λόγω κανονισμό, ότι η ορθή νομική βάση για το Ταμείο περιλαμβάνει το άρθρο 80, δεύτερη φράση, της ΣΛΕΕ, ως κοινή νομική βάση. Αυτή η νομική βάση είναι σχεδιασμένη ώστε να ενεργοποιεί την αρχή της αλληλεγγύης, όπως αυτή εκφράζεται στο άρθρο 80, πρώτη φράση, της ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, το Ταμείο εφαρμόζει την αρχή της αλληλεγγύης στις διατάξεις του όσον αφορά τη μεταφορά αιτούντων και δικαιούχων διεθνούς προστασίας (άρθρα 7 και 18) και όσον αφορά την επανεγκατάσταση (άρθρο 17). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπογραμμίζει πως η έγκριση του παρόντος κανονισμού πραγματοποιείται με την αυστηρή επιφύλαξη της δέσμης νομικών βάσεων που θα είναι διαθέσιμες στους συννομοθέτες στο μέλλον, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 80 της ΣΛΕΕ».

Μετεγκατάσταση:

«Αποσκοπώντας στην προώθηση της μετεγκατάστασης, ως μέσου έκφρασης αλληλεγγύης, και στη βελτίωση των συνθηκών όσον αφορά τη μετεγκατάσταση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) να αναπτύξει, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ένα εγχειρίδιο και μια μεθοδολογία σχετικά με τη μετεγκατάσταση, αφού καταγράψει τις βέλτιστες πρακτικές στα κράτη μέλη σε σχέση με τη μετεγκατάσταση, περιλαμβανομένων των συστημάτων εσωτερικής οργάνωσης και των συνθηκών υποδοχής και ένταξης. Για να δημιουργηθεί ένα κίνητρο μετεγκατάστασης και να διευκολυνθούν οι επιχειρήσεις μετεγκατάστασης για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί επίσης την EASO να προσφέρει εμπειρογνωμοσύνη σχετικά με τη μετεγκατάσταση και να συντονίζει, σε συνεργασία με την Επιτροπή, ένα δίκτυο ειδικών στη μετεγκατάσταση, οι οποίοι θα μπορούν να συνέρχονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα για τεχνικές συνεδριάσεις σχετικά με συγκεκριμένα πρακτικά και νομοθετικά ζητήματα, καθώς και να προσφέρουν υποστήριξη όσον αφορά τη χρήση του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης για μετεγκαταστάσεις. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί την εξέλιξη και τη βελτίωση του συστήματος χορήγησης ασύλου στα κράτη μέλη που επωφελούνται από τη μετεγκατάσταση, και να υποβάλλει τακτικές εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης αυτής.»

Δήλωση του Συμβουλίου

Άρθρο 80 ΣΛΕΕ:

«Το Συμβούλιο υπογραμμίζει τη σημασία της αρχής της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των ευθυνών, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 80 της ΣΛΕΕ, πρέπει να εφαρμόζεται στις πράξεις της Ένωσης που εκδίδονται σύμφωνα με το κεφάλαιο της ΣΛΕΕ για τις πολιτικές σχετικά με τους ελέγχους στα σύνορα, το άσυλο και τη μετανάστευση. Ο κανονισμός περί δημιουργίας του Ταμείου Ασύλου και Μετανάστευσης περιλαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή της ανωτέρω αρχής. Ωστόσο, το Συμβούλιο επαναλαμβάνει την άποψή του ότι το άρθρο 80 της ΣΛΕΕ δεν συνιστά νομική βάση κατά την έννοια του δικαίου της ΕΕ. Εντός του κεφαλαίου αυτού, μόνο τα άρθρα 77 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 78 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 79 παράγραφοι 2, 3 και 4 περιέχουν νομικές βάσεις που επιτρέπουν στα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ να εκδίδουν νομικές πράξεις της ΕΕ.»

Δηλώσεις της Επιτροπής

Άρθρο 80 ΣΛΕΕ:

«Η Επιτροπή, επιδεικνύοντας πνεύμα συμβιβασμού και για να εξασφαλίσει την άμεση έγκριση της πρότασης, υποστηρίζει το τελικό κείμενο· επισημαίνει ωστόσο ότι τούτο δεν θίγει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της σχετικά με την επιλογή των νομικών βάσεων, ειδικότερα όσον αφορά την μελλοντική χρήση του άρθρου 80 της ΣΛΕΕ.»

Ευρωπαϊκό Δίκτυο Μετανάστευσης (ΕΔΜ):

«Η Επιτροπή, επιδεικνύοντας πνεύμα συμβιβασμού, υποστηρίζει το τελικό κείμενο σχετικά με το άρθρο 23 το οποίο εξασφαλίζει συνεχή χρηματοδοτική στήριξη των δραστηριοτήτων του Ευρωπαϊκού Δικτύου Μετανάστευσης, διατηρώντας παράλληλα την παρούσα δομή, τους στόχους και τη διακυβέρνηση του ΕΔΜ, όπως προβλέπεται στην απόφαση 2008/381/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14 Μαΐου 2008. Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι τούτο δεν θίγει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της σχετικά με μια μελλοντική πιο εκτεταμένη αναθεώρηση της σύστασης και λειτουργίας του δικτύου αυτού, όπως προβλεπόταν στην αρχική πρόταση της Επιτροπής για το άρθρο 23.»


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/652


P7_TA(2014)0238

Διεθνής Σύμβαση του Χονγκ Κονγκ για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για την επικύρωση από τα κράτη μέλη της Διεθνούς Σύμβασης του Χονγκ Κονγκ του 2009 για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων ή την προσχώρησή τους στη Σύμβαση αυτή προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης (15902/2013 — C7-0485/2013 — 2012/0056(NLE))

(Έγκριση)

(2017/C 378/70)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (15902/2013),

έχοντας υπόψη τη Διεθνή Σύμβαση του Χονγκ Κονγκ του 2009 για την ασφαλή και φιλική προς το περιβάλλον ανακύκλωση πλοίων,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1257/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, για την ανακύκλωση πλοίων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006 και της οδηγίας 2009/16/ΕΚ (1),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 192 παράγραφος 1 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) σημείο v), και παράγραφος 8, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0485/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 πρώτο και τρίτο εδάφιο, το άρθρο 81 παράγραφος 2 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0166/2014),

1.

εγκρίνει το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 330 της 10.12.2013, σ. 1.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/653


P7_TA(2014)0241

Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (γενικές διατάξεις)***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου και Μετανάστευσης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων (COM(2011)0752 — C7-0444/2011 — 2011/0367(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/71)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0752),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 78 παράγραφος 2, το άρθρο 79 παράγραφοι 2 και 4, το άρθρο 82 παράγραφος 1, το άρθρο 84 και το άρθρο 87 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0444/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 18ης Ιουλίου 2012 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 20ής Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0021/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

λαμβάνει υπόψη τις δηλώσεις της Επιτροπής που επισυνάπτονται στο παρόν ψήφισμα·

3.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 108.

(2)  ΕΕ C 277 της 13.9.2012, σ. 23.


P7_TC1-COD(2011)0367

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό γενικών διατάξεων όσον αφορά το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και το μέσο για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης κρίσεων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 514/2014.)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την έγκριση των εθνικών προγραμμάτων

«Η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από την έγκριση των εθνικών προγραμμάτων».

Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 5 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011

«Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η επίκληση του άρθρου 5 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) κατά συστηματικό τρόπο είναι αντίθετη με το γράμμα και το πνεύμα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13). Η προσφυγή στην εν λόγω διάταξη πρέπει να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένη ανάγκη παρέκκλισης από την αρχή, σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει σχέδιο εκτελεστικής πράξης όταν δεν υποβάλλεται γνώμη. Με δεδομένο ότι πρόκειται για εξαίρεση από τον γενικό κανόνα του άρθρου 5 παράγραφος 4, η προσφυγή στο δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως «διακριτική ευχέρεια» του νομοθέτη, αλλά πρέπει να ερμηνεύεται με περιοριστικό τρόπο και άρα να αιτιολογείται.


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/656


P7_TA(2014)0242

Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας — αστυνομική συνεργασία, πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος και διαχείριση των κρίσεων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων (COM(2011)0753 — C7-0445/2011 — 2011/0368(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/72)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0753),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 82 παράγραφος 1, 84 και 87 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0445/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 11ης Ιουλίου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 18ης Ιουλίου 2012 (2),

έχοντας υπόψη την απόφασή του της 17ης Ιανουαρίου 2013, όσον αφορά την έναρξη και την εντολή διοργανικών διαπραγματεύσεων σχετικά με την πρόταση (3),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0026/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 108.

(2)  ΕΕ C 277 της 13.9.2012, σ. 23.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0021.


P7_TC1-COD(2011)0368

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη της αστυνομικής συνεργασίας, της πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας και της διαχείρισης των κρίσεων, και για την κατάργηση της απόφασης 2007/125/ΔΕΥ του Συμβουλίου

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 513/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/657


P7_TA(2014)0243

Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (Εξωτερικά σύνορα και θεωρήσεις) ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου για τη χρηματοδοτική στήριξη των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων (COM(2011)0750 — C7-0441/2011 — 2011/0365(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/73)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0750),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 77 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0441/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την από 11 Ιουλίου 2012 (1) γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

έχοντας υπόψη την από 18 Ιουλίου 2012 γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

έχοντας υπόψη την απόφασή του της 17ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με την έναρξη διοργανικών διαπραγματεύσεων και τη σχετική εντολή όσον αφορά την πρόταση (3),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 4ης Δεκεμβρίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0025/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 108.

(2)  ΕΕ C 277 της 13.9.2012, σ. 23.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0019.


P7_TC1-COD(2011)0365

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση, στο πλαίσιο του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, του μέσου χρηματοδοτικής στήριξης στον τομέα των εξωτερικών συνόρων και των θεωρήσεων και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 574/2007/ΕΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 515/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/658


P7_TA(2014)0244

Εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση (COM(2013)0048 — C7-0035/2013 — 2013/0027(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/74)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0048),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0035/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την αιτιολογημένη γνώμη που υποβλήθηκε από το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας, στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με την οποία υποστηρίζεται ότι το σχέδιο νομοθετικής πράξης δεν συνάδει προς την αρχή της επικουρικότητας,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 22ας Μαΐου 2013 (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με μια στρατηγική για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Για έναν ανοικτό, ασφαλή και προστατευμένο κυβερνοχώρο (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0103/2014),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 133.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν P7_TA(2013)0376.


P7_TC1-COD(2013)0027

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με μέτρα για την εξασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών σε ολόκληρη την Ένωση

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα συστήματα και οι υπηρεσίες δικτύων και πληροφοριών διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην κοινωνία. Η αξιοπιστία και η ασφάλειά τους είναι ουσιαστικής σημασίας για την ελευθερία και τη συνολική ασφάλεια των πολιτών της Ένωσης, καθώς και για τις οικονομικές δραστηριότητες και την κοινωνική ευημερία, και ιδίως για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. [Τροπολογία 1]

(2)

Το μέγεθος, και η συχνότητα σκόπιμων ή τυχαίων και ο αντίκτυπος συμβάντων ασφάλειας αυξάνεται και συνιστά μείζονα απειλή για τη λειτουργία των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών. Τα συστήματα αυτά μπορούν επίσης να αποτελέσουν εύκολο στόχο σκόπιμων επιζήμιων ενεργειών που έχουν σκοπό να προκαλέσουν βλάβες στα συστήματα ή να διακόψουν τη λειτουργία τους. Τέτοια συμβάντα μπορούν να παρεμποδίσουν την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων, να προκαλέσουν σημαντικές οικονομικές ζημίες, να υπονομεύσουν την εμπιστοσύνη των χρηστών και των επενδυτών, και να προκαλέσουν σημαντική ζημία στην οικονομία της Ένωσης και, τελικά, να απειλήσουν την ευημερία των πολιτών της Ένωσης και την ικανότητα των κρατών μελών της να προστατεύονται και να προστατεύουν την ασφάλεια κρίσιμων υποδομών . [Τροπολογία 2]

(3)

Ως μέσο επικοινωνίας χωρίς σύνορα, τα ψηφιακά συστήματα πληροφοριών, και κυρίως το διαδίκτυο, διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διευκόλυνση της διασυνοριακής κυκλοφορίας εμπορευμάτων, υπηρεσιών και προσώπων. Λόγω του διακρατικού χαρακτήρα, ενδεχόμενη σημαντική διαταραχή των συστημάτων αυτών σε ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να επηρεάσει και άλλα κράτη μέλη και την Ένωση στο σύνολό της. Η ανθεκτικότητα και η σταθερότητα των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών είναι επομένως ουσιώδης για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(3α)

Δεδομένου ότι οι κοινές αιτίες συστημικής αστοχίας παραμένουν ακούσιες, όπως φυσικοί παράγοντες ή ανθρώπινο λάθος, οι υποδομές θα πρέπει να είναι ανθεκτικές τόσο σε σκόπιμες όσο και σε ακούσιες διαταραχές, και οι φορείς εκμετάλλευσης κρίσιμης υποδομής θα πρέπει να σχεδιάζουν τα συστήματα με γνώμονα την ανθεκτικότητα. [Τροπολογία 3]

(4)

Ένας μηχανισμός συνεργασίας θα πρέπει να δημιουργηθεί σε επίπεδο Ένωσης ώστε να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή πληροφοριών και η συντονισμένη πρόληψη, ανίχνευση και αντιμετώπιση όσον αφορά την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών («NIS»). Για να είναι αποτελεσματικός και χωρίς αποκλεισμούς ο εν λόγω μηχανισμός, είναι σημαντικό όλα τα κράτη μέλη να διαθέτουν ένα ελάχιστο επίπεδο ικανοτήτων καθώς και μια στρατηγική που θα εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών στην επικράτειά τους. Θα πρέπει επίσης να ισχύουν ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας και για τη δημόσια διοίκηση και τους τουλάχιστον για ορισμένους φορείς εκμετάλλευσης των υποδομών πληροφοριών ζωτικής σημασίας για την προαγωγή πνεύματος διαχείρισης κινδύνων και για να διασφαλιστεί η αναφορά των σοβαρότερων συμβάντων. Οι επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε χρηματιστήρια θα πρέπει να παροτρυνθούν να δημοσιεύουν τα περιστατικά στις οικονομικές εκθέσεις τους, σε εθελοντική βάση. Το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να βασίζεται στην ανάγκη για προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας των πολιτών. Το δίκτυο προειδοποίησης σχετικά με τις υποδομές ζωτικής σημασίας (CIWIN) θα πρέπει να επεκταθεί στους φορείς εκμετάλλευσης που καλύπτει η παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 4]

(4α)

Ενώ οι δημόσιες διοικήσεις, λόγω της δημόσιας αποστολής τους, θα πρέπει να εφαρμόζουν διαδικασίες δέουσας επιμέλειας κατά τη διαχείριση και την προστασία των δικών τους συστημάτων δικτύων και πληροφοριών, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εστιάζεται σε υποδομές ζωτικής σημασίας που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση καίριων οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της τραπεζικής, των υποδομών χρηματοπιστωτικών αγορών και της υγείας. Οι προγραμματιστές λογισμικού και οι κατασκευαστές υλικού θα πρέπει να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 5]

(4β)

Θα πρέπει να διασφαλίζονται η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ των σχετικών ενωσιακών αρχών με την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο αρμόδια για την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλεια και την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας, καθώς και με τον Συντονιστή Αντιτρομοκρατικής Δράσης της ΕΕ, σε όλες τις περιπτώσεις που γίνονται ενδεχομένως αντιληπτοί κίνδυνοι εξωτερικής και τρομοκρατικής φύσης. [Τροπολογία 6]

(5)

Για να καλυφθούν όλα τα σχετικά συμβάντα και οι σχετικοί κίνδυνοι, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ισχύσει για όλα τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών. Οι υποχρεώσεις των δημόσιων διοικήσεων και των φορέων της αγοράς δεν θα πρέπει, ωστόσο, να ισχύσουν για τις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), οι οποίες υπόκεινται στις ειδικές απαιτήσεις ακεραιότητας και ασφάλειας που ορίζονται στο άρθρο 13α της εν λόγω οδηγίας ούτε θα πρέπει να ισχύσουν για παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

(6)

Οι υφιστάμενες ικανότητες δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) εντός της Ένωσης. Τα κράτη μέλη έχουν πολύ διαφορετικά επίπεδα ετοιμότητας, με αποτέλεσμα κατακερματισμένες προσεγγίσεις σε ολόκληρη την Ένωση. Αυτό οδηγεί σε άνισο επίπεδο προστασίας καταναλωτών και επιχειρήσεων, ενώ υπονομεύει το συνολικό επίπεδο ΑΔΠ εντός της Ένωσης. Η απουσία κοινών ελάχιστων απαιτήσεων για τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς, καθιστά εξάλλου αδύνατο να συσταθεί ένας σφαιρικός και αποτελεσματικός μηχανισμός για συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης. Τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην προαγωγή της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας στους συγκεκριμένους τομείς, και θα πρέπει να τους διατίθεται επαρκής χρηματοδότηση. [Τροπολογία 7]

(7)

Η αποτελεσματική απόκριση στα προβλήματα ασφάλειας των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών απαιτεί, συνεπώς, σφαιρική προσέγγιση σε επίπεδο Ένωσης που να καλύπτει κοινές ελάχιστες απαιτήσεις δημιουργίας ικανοτήτων και σχεδιασμού, ανάπτυξης επαρκών δεξιοτήτων κυβερνοασφάλειας, ανταλλαγής πληροφοριών και συντονισμού ενεργειών, καθώς και κοινές ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας για όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς της αγοράς και για τη δημόσια διοίκηση. Θα πρέπει να εφαρμοστούν ελάχιστα κοινά πρότυπα με βάση κατάλληλες συστάσεις των ομάδων συντονισμού για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο (CSGC). [Τροπολογία 8]

(8)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγουν τη δυνατότητα κάθε κράτους μέλους να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των ουσιαστικών συμφερόντων του στον τομέα της ασφάλειας και για την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, καθώς και να διευκολύνει τη διερεύνηση, εξιχνίαση και δίωξη ποινικών αδικημάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 346 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), κανένα κράτος μέλος δεν πρέπει να υποχρεώνεται να παρέχει πληροφορίες, τη διάδοση των οποίων θεωρεί αντίθετη προς τα ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειάς του. Κανένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να αποκαλύπτει διαβαθμισμένες πληροφορίες της ΕΕ όπως ορίζονται στην απόφαση 2011/292/ΕΕ του Συμβουλίου  (4) , πληροφορίες που περιέχονται σε συμφωνίες εμπιστευτικότητας ή ανεπίσημες συμφωνίες εμπιστευτικότητας, όπως το πρωτόκολλο για την ανταλλαγή πληροφοριών «Traffic Light Protocol». [Τροπολογία 9]

(9)

Για την επίτευξη και τη διατήρηση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διαθέτει εθνική στρατηγική ΑΔΠ που να καθορίζει τους στρατηγικούς στόχους και τις συγκεκριμένες δράσεις πολιτικής που πρέπει να εφαρμοστούν. Πρέπει να εκπονηθούν σε εθνικό επίπεδο σχέδια συνεργασίας ΑΔΠ που να συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις , με βάση τις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, προκειμένου να επιτευχθούν επίπεδα ικανότητας απόκρισης που να επιτρέπουν αποτελεσματική και αποδοτική συνεργασία σε εθνικό και σε ενωσιακό επίπεδο σε περίπτωση συμβάντων , τα οποία να σέβονται και να προστατεύουν την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα . Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει, ως εκ τούτου, να υποχρεούται να πληροί κοινά πρότυπα όσον αφορά το μορφότυπο των δεδομένων και την ανταλλαξιμότητα των δεδομένων που θα πρέπει να ανταλλάσσονται και να αξιολογούνται. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να ζητούν τη συνδρομή του ενωσιακού Οργανισμού Ασφάλειας Δικτύων και Πληροφοριών («ENISA») για την ανάπτυξη των εθνικών τους στρατηγικών ΑΔΠ, βάσει ενός ελάχιστου κοινού προτύπου στρατηγικής ΑΔΠ . [Τροπολογία 10]

(10)

Για να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική υλοποίηση των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να συσταθεί ή να οριστεί σε κάθε κράτος μέλος ένας φορέας υπεύθυνος για τον συντονισμό θεμάτων ΑΔΠ και για να ενεργεί ως εστιακό σημείο για διασυνοριακή συνεργασία σε επίπεδο Ένωσης . Στους εν λόγω φορείς θα πρέπει να δοθούν επαρκείς τεχνικοί, οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι ώστε να εξασφαλιστεί ότι θα μπορούν να εκτελούν αποτελεσματικά και αποδοτικά τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί επιτυγχάνοντας, συνεπώς, τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

(10α)

Με δεδομένες τις διαφορές των εθνικών δομών διακυβέρνησης και για τη διασφάλιση των υφιστάμενων τομεακών ρυθμίσεων ή των εποπτικών και ρυθμιστικών φορέων της Ένωσης, καθώς και προς αποφυγή αλληλεπικαλύψεων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίζουν περισσότερες από μία αρμόδιες εθνικές αρχές για την εκτέλεση των καθηκόντων που συνδέονται με την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών των φορέων της αγοράς δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή διασυνοριακή συνεργασία και επικοινωνία, είναι ανάγκη κάθε κράτος μέλος να ορίζει, με την επιφύλαξη των επιμέρους τομεακών κανονιστικών ρυθμίσεων, μία μόνο εθνική ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που θα είναι αρμόδια για τη διασυνοριακή συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ. Εφόσον απαιτείται από τη συνταγματική τους δομή ή άλλες ρυθμίσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να ορίσουν μία μόνον αρχή για την εκτέλεση των καθηκόντων της αρμόδιας αρχής και του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης. Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να είναι πολιτικοί φορείς υποκείμενοι σε πλήρη δημοκρατική εποπτεία, και θα πρέπει να μην επιτελούν καθήκοντα στους τομείς της συλλογής πληροφοριών, της επιβολής του νόμου ή της άμυνας, ούτε να συνδέονται οργανωτικά με οποιονδήποτε τρόπο με φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς αυτούς. [Τροπολογία 11]

(11)

Όλα τα κράτη μέλη και οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να διαθέτουν τον κατάλληλο εξοπλισμό, τόσο σε τεχνικές όσο και σε οργανωτικές ικανότητες, για την πρόληψη, τον εντοπισμό, την αντιμετώπιση και τον μετριασμό των συμβάντων και κινδύνων σε συστήματα δικτύων και πληροφοριών ανά πάσα στιγμή . Τα συστήματα ασφάλειας των δημόσιων διοικήσεων θα πρέπει να είναι ασφαλή και να υπόκεινται σε δημοκρατικό έλεγχο. Ο εξοπλισμός και οι ικανότητες που απαιτούνται συνήθως θα πρέπει να συμμορφώνονται με κοινώς συμφωνημένα τεχνικά πρότυπα, καθώς και με πρότυπες επιχειρησιακές διαδικασίες (SPO). Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ιδρυθούν σε όλα τα κράτη μέλη εύρυθμα λειτουργούσες ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) που να συμμορφώνονται με τις βασικές απαιτήσεις, ώστε να διασφαλίζονται αποτελεσματικές και συμβατές ικανότητες για την αντιμετώπιση συμβάντων και κινδύνων και να εξασφαλίζεται αποτελεσματική συνεργασία σε ενωσιακό επίπεδο. Οι εν λόγω CERT θα πρέπει να μπορούν να αλληλεπιδρούν βάσει κοινών τεχνικών προτύπων και πρότυπων επιχειρησιακών διαδικασιών. Δεδομένων των διαφορετικών χαρακτηριστικών των υφιστάμενων CERT, οι οποίες ανταποκρίνονται σε διαφορετικές ανάγκες και φορείς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εγγυώνται την παροχή υπηρεσιών από τουλάχιστον μία CERT σε κάθε τομέα που περιλαμβάνεται στην κατάσταση φορέων της αγοράς η οποία καθορίζεται στην παρούσα οδηγία. Όσον αφορά τη διασυνοριακή συνεργασία των CERT, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε οι CERT να διαθέτουν επαρκή μέσα για να συμμετέχουν στα αντίστοιχα διεθνή και ενωσιακά δίκτυα συνεργασίας που ήδη υπάρχουν. [Τροπολογία 12]

(12)

Αξιοποιώντας τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού φόρουμ των κρατών μελών (EFMS) στην προώθηση συζητήσεων και ανταλλαγών όσον αφορά ορθές πολιτικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας αρχών για την ευρωπαϊκή συνεργασία για την αντιμετώπιση της κρίσης στον κυβερνοχώρο, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να συγκροτήσουν δίκτυο μόνιμης επικοινωνίας και υποστήριξης της συνεργασίας μεταξύ τους. Αυτός ο ασφαλής και αποτελεσματικός μηχανισμός συνεργασίας , με τη συμμετοχή και των φορέων της αγοράς, όπου είναι σκόπιμο, θα πρέπει να καταστήσει δυνατή τη δομημένη και συντονισμένη ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και τον εντοπισμό και την απόκριση σε ενωσιακό επίπεδο. [Τροπολογία 13]

(13)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) θα πρέπει να συνδράμει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη και τις συμβουλές του, καθώς και διευκολύνοντας την ανταλλαγή βέλτιστης πρακτικής. Ειδικότερα, κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμβουλευτεί συμβουλευτούν τον ENISA. Προκειμένου να διασφαλίζεται αποτελεσματική και έγκαιρη ενημέρωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, θα πρέπει να κοινοποιούνται εντός του δικτύου συνεργασίας έγκαιρες προειδοποιήσεις για συμβάντα και κινδύνους. Για την ανάπτυξη ικανοτήτων και γνώσεων μεταξύ των κρατών μελών, θα πρέπει το δίκτυο συνεργασίας να χρησιμεύει επίσης ως μέσο για την ανταλλαγή ορθής πρακτικής, να επικουρεί τα μέλη του όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων, να κατευθύνει τη διοργάνωση αξιολογήσεων από ομοτίμους και ασκήσεωνε σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 14]

(13α)

Όπου είναι σκόπιμο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν ή να προσαρμόζουν τις υφιστάμενες οργανωτικές δομές ή στρατηγικές κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. [Τροπολογία 15]

(14)

Θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή μια υποδομή για ασφαλή ανταλλαγή πληροφοριών προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως οι δομές που υπάρχουν στο εσωτερικό της Ένωσης. Με την επιφύλαξη της υποχρέωσής τους για κοινοποίηση στο δίκτυο συνεργασίας συμβάντων και κινδύνων ενωσιακής διάστασης, η πρόσβαση σε πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα από άλλα κράτη μέλη θα πρέπει να χορηγείται στα κράτη μέλη μόνον εφόσον έχει καταδειχθεί ότι οι τεχνικοί, οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι και οι διαδικασίες τους, καθώς και η επικοινωνιακή υποδομή τους, εγγυώνται την αποτελεσματική, αποδοτική και ασφαλή συμμετοχή τους στο δίκτυο με τη χρήση διαφανών μεθόδων . [Τροπολογία 16]

(15)

Δεδομένου ότι τα περισσότερα συστήματα δικτύων και πληροφοριών είναι ιδιωτικά, η συνεργασία μεταξύ του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα έχει ουσιώδη σημασία. Οι παράγοντες της αγοράς θα πρέπει να παροτρύνονται να διατηρούν τους δικούς τους άτυπους μηχανισμούς συνεργασίας για την εξασφάλιση της ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Θα πρέπει επίσης να συνεργάζονται με τον δημόσιο τομέα και να ανταλλάσσουν μοιράζονται σε βάση αμοιβαιότητας πληροφορίες και βέλτιστη πρακτική έναντι συμπεριλαμβανομένης της αμοιβαίας ανταλλαγής σχετικών πληροφοριών και επιχειρησιακής στήριξης και πληροφοριών που έχουν υποστεί στρατηγική ανάλυση σε περίπτωση συμβάντων. Προκειμένου να ενθαρρυνθεί αποτελεσματικά η ανταλλαγή πληροφοριών και βέλτιστης πρακτικής, είναι ουσιαστικό να εξασφαλιστεί ότι οι φορείς της αγοράς οι οποίοι συμμετέχουν σε τέτοιες ανταλλαγές δεν θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση λόγω της συνεργασίας τους. Απαιτούνται επαρκείς εγγυήσεις για να εξασφαλιστεί ότι η συνεργασία αυτή δεν θα εκθέσει τους εν λόγω φορείς εκμετάλλευσης σε υψηλότερο κίνδυνο όσον αφορά τη συμμόρφωση ή σε νέες ευθύνες στο πλαίσιο, μεταξύ άλλων, της νομοθεσίας στους τομείς του ανταγωνισμού, της πνευματικής ιδιοκτησίας, της νομοθεσίας περί προστασίας δεδομένων ή του κυβερνοεγκλήματος, ή σε αυξημένους επιχειρησιακούς κινδύνους ή κινδύνους ασφάλειας. [Τροπολογία 17]

(16)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η καλή ενημέρωση των πολιτών της Ένωσης και των φορέων της αγοράς, θα πρέπει οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης να συγκροτήσουν κοινό ιστότοπο σε ενωσιακή κλίμακα για τη δημοσίευση μη εμπιστευτικών πληροφοριών σχετικά με συμβάντα και, κινδύνους και τρόπους μετριασμού των κινδύνων, και, όπου απαιτείται, για την παροχή συμβουλών σχετικά με κατάλληλα μέτρα διατήρησης . Οι πληροφορίες στον ιστότοπο θα πρέπει να είναι προσβάσιμες ανεξάρτητα από τη χρησιμοποιούμενη συσκευή. Τυχόν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που θα δημοσιεύονται στον εν λόγω ιστότοπο θα πρέπει να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία και θα πρέπει να παρέχονται σε όσο το δυνατόν πιο ανώνυμη μορφή . [Τροπολογία 18]

(17)

Εάν οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές σύμφωνα με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, πρέπει η εμπιστευτικότητα αυτή να εξασφαλίζεται κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων και την εκπλήρωση των στόχων της παρούσας οδηγίας.

(18)

Ιδίως με βάση τις εθνικές εμπειρίες διαχείρισης κρίσεων και σε συνεργασία με τον ENISA, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκπονήσουν ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ όπου θα καθορίζονται μηχανισμοί συνεργασίας για , βέλτιστες πρακτικές και πρότυπα λειτουργίας για την πρόληψη, τον εντοπισμό, την αναφορά και την αντιμετώπιση κινδύνων και συμβάντων. Το εν λόγω σχέδιο θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη για τον χειρισμό έγκαιρων προειδοποιήσεων εντός του δικτύου συνεργασίας. [Τροπολογία 19]

(19)

Κοινοποίηση έγκαιρης προειδοποίησης στο πλαίσιο του δικτύου θα πρέπει να απαιτείται μόνον όταν η κλίμακα και η σοβαρότητα του σχετικού συμβάντος ή κινδύνου είναι ή μπορούν να καταστούν τόσο σημαντικές ώστε να είναι απαραίτητες πληροφορίες ή συντονισμός της απόκρισης σε ενωσιακό επίπεδο. Οι έγκαιρες προειδοποιήσεις θα πρέπει, επομένως, να περιορίζονται σε πραγματικά ή δυνητικά συμβάντα ή σε κινδύνους που αναπτύσσονται ταχέως, υπερβαίνουν τις εθνικές ικανότητες απόκρισης ή πλήττουν περισσότερα του ενός κράτη μέλη. Για να καταστεί δυνατή η ορθή αξιολόγηση, θα πρέπει όλες οι σχετικές πληροφορίες για την αξιολόγηση του κινδύνου ή του συμβάντος να κοινοποιούνται στο δίκτυο συνεργασίας. [Τροπολογία 20]

(20)

Με την παραλαβή μιας έγκαιρης προειδοποίησης και την αξιολόγησή της, θα πρέπει οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης να συμφωνήσουν σχετικά με συντονισμένη απόκριση, σύμφωνα με το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ. Οι αρμόδιες αρχές Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, ο ENISA και η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο ως αποτέλεσμα της συντονισμένης απόκρισης. [Τροπολογία 21]

(21)

Δεδομένου του παγκόσμιου χαρακτήρα των προβλημάτων ΑΔΠ, υπάρχει ανάγκη στενότερης διεθνούς συνεργασίας για τη βελτίωση των προτύπων ασφάλειας και της ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και για την προώθηση κοινής σφαιρικής προσέγγισης των θεμάτων ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Κάθε πλαίσιο που χρησιμοποιείται για τέτοιου είδους διεθνή συνεργασία θα πρέπει να υπόκειται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (5) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (6) . [Τροπολογία 22]

(22)

Αρμοδιότητες για την εξασφάλιση ΑΔΠ υπέχουν σε μεγάλο βαθμό η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς. Με κατάλληλες κανονιστικές απαιτήσεις και εθελοντικές κλαδικές πρακτικές θα πρέπει να προωθηθεί και να αναπτυχθεί πνεύμα διαχείρισης κινδύνων, στενή συνεργασία, και κλίμα εμπιστοσύνης, περιλαμβάνοντας εκτίμηση των κινδύνων και εφαρμογή ενδεδειγμένων μέτρων ασφάλειας για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις ενδεδειγμένων για τους κινδύνους και τα περιστατικά, εκούσια και μη . Η εξασφάλιση ίσων όρων αξιόπιστου ανταγωνισμού με ίσους όρους είναι επίσης απαραίτητη για την αποτελεσματική λειτουργία του δικτύου συνεργασίας ώστε να εξασφαλίζεται αποτελεσματική συνεργασία από όλα τα κράτη μέλη. [Τροπολογία 23]

(23)

Στην οδηγία 2002/21/ΕΚ ορίζεται ότι οι επιχειρήσεις παροχής δημοσίων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και ασφάλειάς τους, ενώ εισάγονται απαιτήσεις κοινοποίησης παραβιάσεων της ασφάλειας και απώλειας της ακεραιότητας. Στην οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) απαιτείται από τον πάροχο διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να λαμβάνει κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διαφυλάσσεται η ασφάλεια των υπηρεσιών του.

(24)

Οι εν λόγω υποχρεώσεις θα πρέπει να επεκταθούν πέρα από τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών στους φορείς εκμετάλλευσης υποδομών οι οποίες στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό σε τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών και είναι απαραίτητες για τη διατήρηση ζωτικών οικονομικών ή κοινωνικών λειτουργιών όπως η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, οι μεταφορές, τα πιστωτικά ιδρύματα, οι υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών και η υγεία. Ενδεχόμενη διαταραχή των εν λόγω συστημάτων δικτύων και πληροφοριών θα πλήξει την εσωτερική αγορά. Μολονότι οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επεκταθούν πέρα από τον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε βασικούς παρόχους υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως ορίζεται στην οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), που ενισχύουν κατάντη υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας ή επιγραμμικές δραστηριότητες όπως οι πλατφόρμες ηλ-εμπορίου, πύλες πληρωμών μέσω διαδικτύου, κοινωνικά δίκτυα, μηχανές αναζήτησης, υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους, γενικά ή καταστήματα ηλεκτρονικών εφαρμογών μπορούν, σε εθελοντική βάση, να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης για τα συμβάντα ασφάλειας των δικτύων που κρίνουν σκόπιμο . Η αρμόδια αρχή ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης θα πρέπει να παρουσιάζουν, ει δυνατόν, στους φορείς της αγοράς που ενημερώθηκαν για το συμβάν πληροφορίες που έχουν αναλυθεί στρατηγικά και οι οποίες θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της απειλής για την ασφάλεια . Ενδεχόμενη διαταραχή αυτών των υπηρεσιών γενικής εφαρμογής της κοινωνίας της πληροφορίας αποκλείει την παροχή άλλων υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που βασίζονται σε αυτές ως παραμέτρων βασικής σημασίας. Οι σχεδιαστές λογισμικού και κατασκευαστές υλισμικού δεν είναι πάροχοι υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και, ως εκ τούτου, εξαιρούνται. Οι υποχρεώσεις αυτές πρέπει επίσης να επεκταθούν στη δημόσια διοίκηση και στους φορείς εκμετάλλευσης υποδομών ζωτικής σημασίας, που στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών και που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση ζωτικών οικονομικών ή κοινωνικών λειτουργιών όπως η ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, οι μεταφορές, τα πιστωτικά ιδρύματα, το χρηματιστήριο και η υγεία. Ενδεχόμενη διαταραχή των εν λόγω συστημάτων δικτύων και πληροφοριών θα πλήξει την εσωτερική αγορά. [Τροπολογία 24]

(24α)

Μολονότι οι πάροχοι υλικού και λογισμικού δεν είναι φορείς της αγοράς συγκρίσιμοι με εκείνους που καλύπτει η παρούσα οδηγία, τα προϊόντα τους διευκολύνουν την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών. Συνεπώς, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την ικανότητα των φορέων της αγοράς να καθιστούν ασφαλή την υποδομή δικτύων και πληροφοριών τους. Δεδομένου ότι τα προϊόντα υλικού και λογισμικού υπόκεινται ήδη σε ισχύοντες κανόνες σχετικά με την ευθύνη για προϊόντα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την επιβολή των κανόνων αυτών. [Τροπολογία 25]

(25)

Τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που έχουν επιβληθεί στη δημόσια διοίκηση και στους φορείς της αγοράς δεν θα πρέπει να συνεπάγονται ότι συγκεκριμένα εμπορικά προϊόντα τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών θα σχεδιάζονται, θα αναπτύσσονται ή θα παράγονται με συγκεκριμένο τρόπο. [Τροπολογία 26]

(26)

Η δημόσια διοίκηση και Οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να εγγυώνται την ασφάλεια των δικτύων και συστημάτων που υπάγονται στον έλεγχό τους. Κατά κύριο λόγο θα πρόκειται για ιδιωτικά δίκτυα και συστήματα τα οποία είτε τελούν υπό τη διαχείριση του εσωτερικού τους προσωπικού μηχανογράφησης είτε η ασφάλεια των οποίων έχει ανατεθεί σε εξωτερικούς συνεργάτες. Οι υποχρεώσεις κοινοποίησης και ασφάλειας θα πρέπει να ισχύουν για τους αρμόδιους φορείς της αγοράς και για τη δημόσια διοίκηση, ανεξάρτητα από το αν εκτελούν τη συντήρηση των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών τους στο εσωτερικό ή αν την αναθέτουν σε τρίτους. [Τροπολογία 27]

(27)

Προκειμένου να μην επιβληθεί δυσανάλογο οικονομικό και διοικητικό βάρος στις μικρές επιχειρήσεις και στους χρήστες, οι απαιτήσεις θα πρέπει να είναι ανάλογες προς τον κίνδυνο που συνιστά το σχετικό δίκτυο ή το σύστημα πληροφοριών, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο της τεχνολογίας των μέτρων αυτών. Οι απαιτήσεις αυτές δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε πολύ μικρές επιχειρήσεις.

(28)

Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να δώσουν τη δέουσα προσοχή στη διατήρηση άτυπων και αξιόπιστων δικτύων ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων φορέων της αγοράς και μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία σημεία εξυπηρέτησης θα πρέπει να ενημερώνουν τους κατασκευαστές και τους παρόχους υπηρεσιών των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών ΤΠΕ σχετικά με συμβάντα που τους αναφέρονται, τα οποία έχουν σημαντικό αντίκτυπο. Κατά τη δημοσίευση των συμβάντων που κοινοποιούνται στις αρμόδιες αρχές και στα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να αντισταθμίζονται δεόντως το συμφέρον του κοινού για ενημέρωση σχετικά με απειλές αφενός με τους πιθανούς κινδύνους για την υπόληψη και εμπορικές ζημίες για τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς που κοινοποιούν συμβάντα αφετέρου. Κατά την εφαρμογή των υποχρεώσεων κοινοποίησης, οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να λάβουν ιδιαιτέρως υπόψη την ανάγκη να διατηρηθεί ο αυστηρά εμπιστευτικός χαρακτήρας των πληροφοριών ως προς τα τρωτά σημεία των προϊόντων πριν από την έκδοση ανάπτυξη των αντίστοιχων διορθωτικών ρυθμίσεων ασφάλειας. Γενικά, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης δεν θα πρέπει να αποκαλύπτουν τα προσωπικά δεδομένα των προσώπων που εμπλέκονται στα συμβάντα. Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης θα πρέπει να αποκαλύπτουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η κοινοποίηση των δεδομένων αυτών είναι απαραίτητη και ανάλογη με τον επιδιωκόμενο στόχο. [Τροπολογία 28]

(29)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τα απαραίτητα μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων και εξουσιών επαρκούς πληροφόρησης από τους φορείς της αγοράς και τη δημόσια διοίκηση ώστε να αξιολογήσουν το επίπεδο ασφάλειας των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών, να μετρήσουν τον αριθμό, την κλίμακα και την έκταση των συμβάντων, καθώς και αξιόπιστων και περιεκτικών δεδομένων σχετικά με τα πραγματικά συμβάντα που είχαν αντίκτυπο στην λειτουργία των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 29]

(30)

Συχνά, τα συμβάντα ανάγονται σε αξιόποινες δραστηριότητες. Υπόνοιες ως προς τον ποινικό χαρακτήρα των συμβάντων μπορεί να υπάρχουν ακόμη και αν τα αποδεικτικά στοιχεία για την τεκμηρίωσή του μπορεί να μην είναι εξαρχής αρκετά σαφή. Στο πλαίσιο αυτό, η κατάλληλη συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων αρχών , των ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης και των αρχών επιβολής του νόμου , καθώς και η συνεργασία με το EC3 (Κέντρο για τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο) και τον ENISA θα πρέπει να συνιστά μέρος μιας αποτελεσματικής και ολοκληρωμένης απόκρισης σε απειλές συμβάντων που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια. Ειδικότερα, η προαγωγή ασφαλούς, προστατευμένου και ανθεκτικότερου περιβάλλοντος απαιτεί συστηματική αναφορά στις αρχές επιβολής του νόμου των ύποπτων συμβάντων σοβαρού ποινικού χαρακτήρα. Ο σοβαρός ποινικός χαρακτήρας των συμβάντων θα πρέπει να αξιολογείται υπό το πρίσμα της ενωσιακής νομοθεσίας για το ηλεκτρονικό έγκλημα. [Τροπολογία 30]

(31)

Ως αποτέλεσμα συμβάντων, σε πολλές περιπτώσεις διακυβεύονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Τα κράτη μέλη και οι φορείς της αγοράς θα πρέπει να προστατεύουν τα αποθηκευμένα, επεξεργασμένα ή διαβιβασθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια ή αλλοίωση και από μη εγκεκριμένη ή παράνομη αποθήκευση, πρόσβαση, αποκάλυψη ή διάδοση και να διασφαλίζουν την εφαρμογή πολιτικής ασφάλειας σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες αρχές , τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και οι αρχές προστασίας δεδομένων θα πρέπει να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε όλα τα συναφή θέματα , μεταξύ άλλων, όπου είναι σκόπιμο, με τους φορείς της αγοράς, για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων σε προσωπικά δεδομένα που οφείλονται σε συμβάντα. Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή την , σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για την προστασία των δεδομένων. Η υποχρέωση κοινοποίησης συμβάντων ασφάλειας θα πρέπει να καλύπτεται κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί τον διοικητικό φόρτο σε περίπτωση που το συμβάν ασφάλειας είναι επίσης παραβίαση προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών  (9) . Σε συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές και τις αρχές προστασίας δεδομένων, για την οποία απαιτείται κοινοποίηση σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων. Ο ENISA θα μπορούσε πρέπει να βοηθήσει με την ανάπτυξη μηχανισμών και προτύπων ανταλλαγής πληροφοριών, αποφεύγοντας την ανάγκη ύπαρξης δύο προτύπων και ενός ενιαίου προτύπου κοινοποίησης. Το ενιαίο αυτό πρότυπο κοινοποίησης που θα διευκόλυνε την αναφορά των συμβάντων όπου διακυβεύονται παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων, συμβάλλοντας έτσι σε ελάφρυνση του διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις και τη δημόσια διοίκηση. [Τροπολογία 31]

(32)

Η τυποποίηση των απαιτήσεων ασφάλειας είναι εθελοντικού χαρακτήρα διαδικασία καθοδηγούμενη από την αγορά που θα πρέπει να επιτρέπει στους φορείς της αγοράς να χρησιμοποιούν εναλλακτικά μέσα για την επίτευξη τουλάχιστον παρόμοιων αποτελεσμάτων . Προκειμένου να εξασφαλιστεί συγκλίνουσα εφαρμογή των προτύπων ασφάλειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση με καθορισμένα διαλειτουργικά πρότυπα, ώστε να κατοχυρωθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας σε ενωσιακό επίπεδο. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να εξεταστεί η εφαρμογή ανοιχτών διεθνών προτύπων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών ή ο σχεδιασμός τέτοιων μέσων. Άλλο ένα αναγκαίο βήμα προόδου μπορεί να είναι αναγκαία η κατάρτιση εναρμονισμένων προτύπων, που θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Ειδικότερα, θα πρέπει να ανατεθεί στο ETSI, στην CEN και CENELEC να προτείνουν αποτελεσματικά και αποδοτικά ανοιχτά ενωσιακά πρότυπα ασφάλειας, όπου οι τεχνολογικές προτιμήσεις αποφεύγονται όσο το δυνατόν περισσότερο, τα οποία θα πρέπει να καταστούν εύκολα διαχειρίσιμα από μικρούς και μεσαίους φορείς της αγοράς. Τα διεθνή πρότυπα σχετικά με την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο θα πρέπει να ελέγχονται προσεκτικά προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν καθίστανται αναποτελεσματικά και ότι παρέχουν επαρκή επίπεδα ασφάλειας, και συνεπώς να εξασφαλίζεται ότι η επιβαλλόμενη συμμόρφωση με τα πρότυπα ασφάλειας στον κυβερνοχώρο βελτιώνει το συνολικό επίπεδο ασφάλειας στον κυβερνοχώρο της Ένωσης και όχι το αντίθετο. [Τροπολογία 32]

(33)

Η Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρεί περιοδικά την παρούσα οδηγία, σε διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερομένους, ιδίως προκειμένου να καθορίζεται η ανάγκη τροποποίησης υπό το πρίσμα των μεταβαλλόμενων συνθηκών στην κοινωνία, την πολιτική, στην τεχνολογία ή τις αγορές. [Τροπολογία 33]

(34)

Προκειμένου να καταστεί δυνατή η εύρυθμη λειτουργία του δικτύου συνεργασίας, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά τον καθορισμό των κριτηρίων που πρέπει να πληροί ένα κράτος μέλος ώστε να του επιτραπεί να συμμετάσχει στο ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, μια κοινή δέσμη προτύπων διασύνδεσης και ασφάλειας για την ασφάλεια της υποδομής ανταλλαγής πληροφοριών και την περαιτέρω εξειδίκευση των συμβάντων ενεργοποίησης της έγκαιρης προειδοποίησης, καθώς και όσον αφορά τον καθορισμό των περιστάσεων υπό τις οποίες οι φορείς της αγοράς και η δημόσια διοίκηση υποχρεούνται να κοινοποιούν τα συμβάντα. [Τροπολογία 34]

(35)

Έχει ιδιαίτερη σημασία η Επιτροπή να προβαίνει σε κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, μεταξύ άλλων, σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(36)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφοι όροι για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές εξουσίες στην Επιτροπή όσον αφορά τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης και της Επιτροπής εντός του δικτύου συνεργασίας, την πρόσβαση στην υποδομή ασφαλούς ανταλλαγής πληροφοριών χωρίς να θίγονται οι υφιστάμενοι μηχανισμοί συνεργασίας σε εθνικό επίπεδο , το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ, και τους μορφότυπους και τις διαδικασίες που ισχύουν για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με συμβάντα, καθώς και τα πρότυπα ή/και τις τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) κοινοποίηση συμβάντων με σημαντικό αντίκτυπο . Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11). [Τροπολογία 35]

(37)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιεί τις κατάλληλες επαφές με τις σχετικές τομεακές επιτροπές και φορείς σε επίπεδο ΕΕ, ιδίως στους τομείς ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, της ενέργειας, των μεταφορών και, της υγείας και της άμυνας . [Τροπολογία 36]

(38)

Πληροφορίες που κρίνονται εμπιστευτικές από μια αρμόδια αρχή ή ένα ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης , σύμφωνα με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου, θα πρέπει να ανταλλάσσονται με την Επιτροπή , τους αρμόδιους οργανισμούς της, άλλα ενιαία σημεία εξυπηρέτησης και/ή άλλες εθνικές αρμόδιες αρχές μόνον εφόσον η ανταλλαγή αυτή είναι απολύτως αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι κοινοποιούμενες πληροφορίες θα πρέπει να περιορίζονται σε ό,τι είναι συναφές , αναγκαίο και αναλογικό προς τους σκοπούς της εν λόγω κοινοποίησης , και θα πρέπει να ανταποκρίνονται στα προκαθορισμένα κριτήρια εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, σύμφωνα με την απόφαση 2011/292/ΕΕ, πληροφορίες που περιέχονται σε συμφωνίες εμπιστευτικότητας ή ανεπίσημες συμφωνίες εμπιστευτικότητας, όπως το πρωτόκολλο για την ανταλλαγή πληροφοριών «Traffic Light Protocol» . [Τροπολογία 37]

(39)

Για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με κινδύνους και συμβάντα εντός του δικτύου συνεργασίας και για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις για την κοινοποίηση συμβάντων στις εθνικές αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ενδέχεται να απαιτηθεί επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι αναγκαία για την επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία και, κατά συνέπεια, είναι δικαιολογημένη σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Δεν αποτελεί — σε σχέση με τους εν λόγω θεμιτούς σκοπούς — υπέρμετρη και απαράδεκτη παρέμβαση που θίγει αυτή καθεαυτήν την ουσία του δικαιώματος για προστασία των προσωπικών δεδομένων που διασφαλίζεται με το άρθρο 8 του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) θα πρέπει να εφαρμόζεται ανάλογα με την περίπτωση. Όταν τα δεδομένα υποβάλλονται σε επεξεργασία από τα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, η επεξεργασία αυτή προς τον σκοπό εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. [Τροπολογία 38]

(40)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, ήτοι η διασφάλιση υψηλού επιπέδου ΑΔΠ στην Ένωση, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς αποκλειστικά από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(41)

Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το δικαίωμα στο σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και των επικοινωνιών, την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ελευθερία του επιχειρείν, το δικαίωμα ιδιοκτησίας, το δικαίωμα αποτελεσματικής ένδικης προστασίας ενώπιον δικαστηρίου και το δικαίωμα ακρόασης. Η οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(41α)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει την υποχρέωση να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα που επεξηγούν τη σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο . Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης κρίνει ότι είναι αιτιολογημένη η διαβίβαση των εγγράφων αυτών. [Τροπολογία 39]

(41β)

Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 14 Ιουνίου 2013 (13),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕNΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει μέτρα για τη διασφάλιση κοινού υψηλού επιπέδου ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών («NIS») εντός της Ένωσης.

2.   Για τον σκοπό αυτό, η οδηγία:

α)

καθορίζει υποχρεώσεις για όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά την πρόληψη, τον χειρισμό και την απόκριση σε κινδύνους και συμβάντα που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών·

β)

δημιουργεί ένα μηχανισμό συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλιστεί ενιαία εφαρμογή της παρούσας οδηγίας εντός της Ένωσης και, εφόσον απαιτηθεί, συντονισμένος και, αποτελεσματικός και ουσιαστικός χειρισμός και απόκριση σε κινδύνους και συμβάντα που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών , με τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων· [Τροπολογία 40]

γ)

θεσπίζει απαιτήσεις ασφάλειας για τους φορείς της αγοράς και για τη δημόσια διοίκηση. [Τροπολογία 41]

3.   Οι απαιτήσεις ασφάλειας που προβλέπονται στο άρθρο 14 της παρούσας οδηγίας δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, οι οποίες πληρούν τις ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας και ακεραιότητας που καθορίζονται στα άρθρα 13α και 13β της εν λόγω οδηγίας, ούτε σε παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη νομοθεσία της Ένωσης για το ηλεκτρονικό έγκλημα και την οδηγία 2008/114/EΚ του Συμβουλίου (14).

5.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης την οδηγία 95/46/ΕΚ, την οδηγία 2002/58/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 . Κάθε χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα δε δεδομένα αυτά πρέπει να είναι σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό, αν όχι εντελώς, ανώνυμα. [Τροπολογία 42]

6.   Για την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙ, καθώς και οι ανακοινώσεις συμβάντων ΑΔΠ βάσει του άρθρου 14, ενδέχεται να απαιτηθεί επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω επεξεργασία, απαραίτητη για την επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκονται με την παρούσα οδηγία, εγκρίνεται από το κράτος μέλος κατ’εφαρμογή του άρθρου 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, όπως έχουν μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 1α

Προστασία και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.     Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στα κράτη μέλη δυνάμει της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και την οδηγία 2002/58/ΕΚ.

2.     Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή και τον ENISA δυνάμει της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

3.     Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Ευρωπαϊκό Κέντρο για το Κυβερνοέγκλημα, στους κόλπους της Ευρωπόλ, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται σύμφωνα με την απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου  (15).

4.     Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι θεμιτή και νόμιμη και αυστηρά περιορισμένη στα ελάχιστα δεδομένα που χρειάζονται για τους σκοπούς για τους οποίους υποβάλλονται σε επεξεργασία. Τα δεδομένα τηρούνται σε μορφή που επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων στα οποία αναφέρονται, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το διάστημα που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε επεξεργασία.

5.     Οι κοινοποιήσεις συμβάντων που αναφέρονται στο άρθρο 14 της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τις διατάξεις και τις υποχρεώσεις που αφορούν τις κοινοποιήσεις παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι οποίες ορίζονται στο άρθρο 4 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ και στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 611/2013 της Επιτροπής  (16) . [Τροπολογία 43]

Άρθρο 2

Ελάχιστη εναρμόνιση

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζονται να θεσπίζουν ή να διατηρούν διατάξεις με τις οποίες εξασφαλίζεται υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που υπέχουν βάσει του ενωσιακού δικαίου.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τον σκοπό της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«σύστημα δικτύων και πληροφοριών»:

α)

δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών κατά την έννοια της οδηγίας 2002/21/ΕΚ, και

β)

κάθε συσκευή ή ομάδα διασυνδεδεμένων ή σχετικών συσκευών, μία ή περισσότερες από τις οποίες, σύμφωνα με πρόγραμμα λογισμικού, εκτελούν αυτόματη επεξεργασία ηλεκτρονικών ψηφιακών δεδομένων, καθώς και [Τροπολογία 44]

γ)

ηλεκτρονικά ψηφιακά δεδομένα αποθηκευμένα, επεξεργασμένα, ανακτημένα ή μεταδιδόμενα μέσω των στοιχείων του στοιχείου α) και β) παραπάνω για τους σκοπούς της λειτουργία, χρήσης, προστασίας και συντήρησής τους. [Τροπολογία 45]

2)

«ασφάλεια»: η ικανότητα ενός συστήματος δικτύων και πληροφοριών να ανθίσταται, με δεδομένο επίπεδο εμπιστοσύνης, σε ατυχήματα ή κακόβουλες ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο τη διαθεσιμότητα, την αυθεντικότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα αποθηκευμένων ή μεταδιδόμενων δεδομένων ή και τις συναφείς υπηρεσίες που προσφέρονται ή είναι προσβάσιμες μέσω του εν λόγω συστήματος δικτύων και πληροφοριών· η «ασφάλεια» περιλαμβάνει κατάλληλα τεχνικά μέσα, λύσεις και επιχειρησιακές διαδικασίες που διασφαλίζουν τις απαιτήσεις ασφάλειας οι οποίες ορίζονται στην παρούσα οδηγία· [Τροπολογία 46]

3)

«κίνδυνος»: κάθε περίσταση ή συμβάν που είναι δυνατόν εύλογο να διαπιστωθεί και μπορεί να έχει δυσμενή επίπτωση στην ασφάλεια· [Τροπολογία 47]

4)

«συμβάν»: οποιαδήποτε οποιοδήποτε περίσταση ή γεγονός με συγκεκριμένη δυσμενή επίδραση στην ασφάλεια· [Τροπολογία 48]

5)

«υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας»: υπηρεσία κατά την έννοια του σημείου 2 του άρθρου 1 της οδηγίας 98/34/ΕΚ · [Τροπολογία 49]

6)

«σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (NIS)»: σχέδιο στο οποίο καθορίζεται το πλαίσιο των οργανωτικών ρόλων, αρμοδιοτήτων και διαδικασιών για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της λειτουργίας δικτύων και συστημάτων πληροφοριών, σε περίπτωση κινδύνου ή συμβάντος που τα επηρεάζουν

7)

«χειρισμός συμβάντων»: το σύνολο των διαδικασιών που υποστηρίζουν τη διαπίστωση, την πρόληψη, την ανάλυση, τη συγκράτηση και την απόκριση σε συμβάν· [Τροπολογία 50]

8)

«φορέας της αγοράς»:

α)

φορέας παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που καθιστά εφικτή την παροχή άλλων υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, μη εξαντλητικός κατάλογος των οποίων παρατίθεται στο παράρτημα II· [Τροπολογία 51]

β)

φορέας εκμετάλλευσης υποδομών ζωτικής σημασίας, απαραίτητων για τη διατήρηση ζωτικών οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων στα πεδία της ενέργειας, των μεταφορών, των τραπεζών, των χρηματιστηρίων των υποδομών χρηματοπιστωτικών αγορών, των διαδικτυακών σημείων ανταλλαγής, της αλυσίδας εφοδιασμού με τρόφιμα και της υγείας, η διακοπή ή καταστροφή των οποίων θα είχε σημαντικό αντίκτυπο σε κάποιο κράτος μέλος λόγω της αδυναμίας διατήρησης των εν λόγω λειτουργιών, μη εξαντλητικός κατάλογος των οποίων παρατίθεται στο παράρτημα II , στον βαθμό που τα αντίστοιχα συστήματα δικτύων και πληροφοριών σχετίζονται με τις βασικές υπηρεσίες του . [Τροπολογία 52]

8α)

«συμβάν με σημαντικό αντίκτυπο»: συμβάν που επηρεάζει την ασφάλεια και τη συνέχεια ενός δικτύου ή συστήματος πληροφοριών, το οποίο οδηγεί σε σημαντική διαταραχή των ζωτικών οικονομικών ή κοινωνιακών λειτουργιών· [Τροπολογία 53]

9)

«πρότυπο»: το πρότυπο που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

10)

«προδιαγραφή»: η προδιαγραφή που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

11)

«πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που παρέχει κάθε ηλεκτρονική υπηρεσία που συνίσταται στη δημιουργία, επαλήθευση, επικύρωση, διαχείριση και διαφύλαξη ηλεκτρονικών υπογραφών, ηλεκτρονικών σφραγίδων, ηλεκτρονικών χρονοσημάνσεων, ηλεκτρονικών εγγράφων, υπηρεσιών ηλεκτρονικής παράδοσης, του ελέγχου γνησιότητας ιστοτόπων και ηλεκτρονικών πιστοποιητικών, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών για ηλεκτρονικές υπογραφές και ηλεκτρονικές σφραγίδες·

11α)

«ρυθμιζόμενη αγορά»: ρυθμιζόμενη αγορά κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 14 της οδηγίας 2004/39/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (17) · [Τροπολογία 54]

11β)

«πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ)»: ο πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 15 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ· [Τροπολογία 55]

11γ)

«μηχανισμός οργανωμένης διαπραγμάτευσης»: κάθε πολυμερές σύστημα ή μηχανισμός, άλλος από ρυθμιζόμενη αγορά, πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης ή κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, που τον εκμεταλλεύεται επιχείρηση επενδύσεων ή διαχειριστής αγοράς, όπου μπορούν να αλληλεπιδρούν στο εσωτερικό του συστήματος διάφορα συμφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση ομολογιών, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δικαιωμάτων εκπομπής ή παραγώγων, με τρόπο που καταλήγει στη σύναψη σύμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του Τίτλου II της οδηγίας 2004/39/ΕΚ· [Τροπολογία 56]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΘΝΙΚΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Άρθρο 4

Αρχή

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο ασφάλειας των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών στην επικράτειά τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) και εθνικό σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών

1)   Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει εθνική στρατηγική ΑΔΠ που καθορίζει τους στρατηγικούς στόχους και συγκεκριμένα μέτρα, πολιτικής και ρυθμιστικά, για να επιτευχθεί και να διατηρηθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών. Η εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών αφορά ιδίως τα ακόλουθα θέματα:

α)

τον ορισμό των στόχων και των προτεραιοτήτων της στρατηγικής, με βάση επικαιροποιημένη ανάλυση κινδύνου και συμβάντων·

β)

το πλαίσιο διακυβέρνησης για την επίτευξη των στόχων και των προτεραιοτήτων της στρατηγικής, συμπεριλαμβανομένου σαφούς ορισμού των ρόλων και αρμοδιοτήτων των κυβερνητικών φορέων και των λοιπών σχετικών φορέων·

γ)

προσδιορισμό των γενικών μέτρων ετοιμότητας, απόκρισης και αποκατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών συνεργασίας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα·

δ)

ενδεικτική αναφορά στα προγράμματα εκπαίδευσης, ευαισθητοποίησης και κατάρτισης·

ε)

ερευνητικά και αναπτυξιακά σχέδια και περιγραφή του τρόπου με τον οποίο τα σχέδια αυτά αντανακλούν τις προτεραιότητες που έχουν καθοριστεί;

εα)

τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν τη συνδρομή του ENISA για την ανάπτυξη των εθνικών τους στρατηγικών ΑΔΠ και των εθνικών τους σχεδίων συνεργασίας ΑΔΠ, βάσει ενός ελάχιστου κοινού προτύπου στρατηγικής και συνεργασίας ΑΔΠ. [Τροπολογία 57]

2)   Η εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών περιλαμβάνει ένα εθνικό σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών που συμμορφώνεται τουλάχιστον με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

σχέδιο εκτίμησης του κινδύνου για να προσδιοριστούν κίνδυνοι και να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος ενδεχόμενων συμβάντων πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου για τη θέσπιση μεθοδολογίας όσον αφορά τον εντοπισμό, την ιεράρχηση, την αξιολόγηση και την αντιμετώπιση των κινδύνων, την εκτίμηση του αντίκτυπου ενδεχόμενων συμβάντων, επιλογές πρόληψης και ελέγχου, καθώς και τον ορισμό κριτηρίων για την επιλογή πιθανών αντίμετρων · [Τροπολογία 58]

β)

με τον καθορισμό των ρόλων και αρμοδιοτήτων των διαφόρων αρχών και λοιπών συντελεστών που εμπλέκονται στην υλοποίηση του σχεδίου πλαισίου · [Τροπολογία 59]

γ)

με τον καθορισμό των διαδικασιών συνεργασίας και επικοινωνίας για την εξασφάλιση πρόληψης, ανίχνευσης, απόκρισης, αποκατάστασης και ανάκτησης, προσαρμοσμένων ανάλογα με το επίπεδο συναγερμού·

δ)

με την πρόβλεψη για χάρτη πορείας για ασκήσεις και κατάρτιση σε ΑΔΠ με σκοπό να ενισχυθεί, να επικυρωθεί και να δοκιμαστεί το σχέδιο. τυχόν διδάγματα πρέπει να τεκμηριώνονται και να εντάσσονται σε επικαιροποιήσεις του σχεδίου.

3)   Η εθνική στρατηγική για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών και το εθνικό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ κοινοποιούνται στην Επιτροπή εντός ενός μηνός τριών μηνών από την έγκρισή τους. [Τροπολογία 60]

Άρθρο 6

Αρμόδια εθνική αρχή Αρμόδιες εθνικές αρχές και ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών [Τροπολογία 61]

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει μια εθνική αρμόδια αρχή μία ή περισσότερες εθνικές μη στρατιωτικές αρμόδιες αρχές σχετικά με την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών («η αρμόδια αρχή /αρμόδιες αρχές »). [Τροπολογία 62]

2.   Οι αρμόδιες αρχές παρακολουθούν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε εθνικό επίπεδο και συμβάλλουν στη συνεκτική εφαρμογή της σε όλη την Ένωση.

2α.     Σε περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος ορίσει περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές, ορίζει μια εθνική μη στρατιωτική αρχή, για παράδειγμα μια αρμόδια αρχή, ως εθνικό ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών («ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης»). Σε περίπτωση που κάποιο κράτος μέλος ορίσει μόνο μία αρμόδια αρχή, η εν λόγω αρμόδια αρχή συνιστά και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης. [Τροπολογία 63]

2β.     Οι αρμόδιες αρχές και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του ίδιου κράτους μέλους συνεργάζονται στενά όσον αφορά τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. [Τροπολογία 64]

2γ.     Το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης εξασφαλίζει τη διασυνοριακή συνεργασία με τα άλλα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης. [Τροπολογία 65]

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης διαθέτουν επαρκείς τεχνικούς, οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για να επιτελούν αποτελεσματικά και αποδοτικά τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί και, με τον τρόπο αυτό, ότι επιτυγχάνουν τους στόχους της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αποτελεσματική, αποδοτική και ασφαλή συνεργασία των αρμόδιων αρχών ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης μέσω του δικτύου που αναφέρεται στο άρθρο 8. [Τροπολογία 66]

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης λαμβάνουν , όπου έχει εφαρμογή περίπτωση σύμφωνα με την παράγραφο 2α του παρόντος άρθρου, τις κοινοποιήσεις των συμβάντων από τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς όπως ορίζεται από το άρθρο 14 παράγραφος 2 και ότι τους ανατίθενται οι αρμοδιότητες εφαρμογής και επιβολής που αναφέρονται στο άρθρο 15. [Τροπολογία 67]

4α.     Σε περίπτωση που το ενωσιακό δίκαιο προβλέπει ειδικό ανά τομέα εποπτικό ή ρυθμιστικό ενωσιακό φορέα, αρμόδιο μεταξύ άλλων για την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών, ο φορέας αυτός λαμβάνει τις κοινοποιήσεις των συμβάντων σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 από τους οικείους φορείς της αγοράς στον συγκεκριμένο τομέα και του ανατίθενται οι εξουσίες εφαρμογής και επιβολής που αναφέρονται στο άρθρο 15. Ο εν λόγω φορέας της Ένωσης συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες αρχές και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του κράτους μέλους υποδοχής σε σχέση με τις υποχρεώσεις αυτές. Το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του κράτους μέλους υποδοχής εκπροσωπεί τον φορέα της Ένωσης σε σχέση με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο κεφάλαιο III. [Τροπολογία 68]

5.   Οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης πραγματοποιούν διαβουλεύσεις και συνεργάζονται, κατά περίπτωση, με τις σχετικές εθνικές αρχές επιβολής του νόμου και με τις αρχές προστασίας των δεδομένων. [Τροπολογία 69]

6.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, χωρίς καθυστέρηση, τον διορισμό της αρμόδιας αρχής των αρμόδιων αρχών και του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης και τα καθήκοντά της τους , καθώς και κάθε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση. Κάθε κράτος μέλος δημοσιεύει τον διορισμό της αρμόδιας αρχής των αρμοδίων αρχών . [Τροπολογία 70]

Άρθρο 7

Ομάδες αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική

1.   Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει κατάσταση συγκροτεί τουλάχιστον μία Ομάδα αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική («CERT») για κάθε φορέα που ορίζεται στο παράρτημα ΙΙ, που είναι υπεύθυνη για τον χειρισμό συμβάντων και κινδύνων σύμφωνα με επακριβώς καθορισμένη διαδικασία, η οποία πρέπει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 1 του παραρτήματος Ι. Η CERT μπορεί να ιδρυθεί εντός της αρμόδιας αρχής. [Τροπολογία 71]

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ομάδες CERT διαθέτουν επαρκείς τεχνικούς, οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για την αποτελεσματική εκτέλεση των εργασιών που περιγράφονται στο σημείο 2 του παραρτήματος Ι.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ομάδες CERT βασίζονται σε ασφαλή και ανθεκτική υποδομή επικοινωνιών και πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο, συμβατή και διαλειτουργική με το ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 9.

4.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τους πόρους και την εντολή, καθώς και με τη διαδικασία αντιμετώπισης συμβάντων των ομάδων CERT.

5.   Η Οι CERT ενεργεί ενεργούν υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής ή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης , η οποία που επανεξετάζει σε τακτά διαστήματα την επάρκεια των πόρων που διαθέτει διαθέτουν , την αποστολή τις αποστολές τους και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας τους χειρισμού για τον χειρισμό συμβάντων. [Τροπολογία 72]

5α.     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι CERT να διαθέτουν επαρκείς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για να συμμετέχουν ενεργά στα διεθνή, και ιδίως στα ενωσιακά, δίκτυα συνεργασίας [Τροπολογία 73]

5β.     Οι CERT έχουν τη δυνατότητα και ενθαρρύνονται να διενεργούν και να συμμετέχουν σε κοινές ασκήσεις με άλλες CERT, με όλες τις CERT των κρατών μελών, και με αρμόδια θεσμικά όργανα τρίτων χωρών, καθώς και με CERT πολυεθνικών και διεθνών οργανισμών όπως το NATO και ο ΟΗΕ. [Τροπολογία 74]

5γ.     Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν τη βοήθεια του ENISA ή άλλων κρατών μελών κατά την ανάπτυξη των εθνικών τους CERT. [Τροπολογία 75]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

Άρθρο 8

Δίκτυο συνεργασίας

1.   Οι αρμόδιες αρχές και Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, η Επιτροπή και ο ΕΝΙSA συγκροτούν δίκτυο ( εφεξής αποκαλούμενο «δίκτυο συνεργασίας») που συνεργάζεται για την αντιμετώπιση κινδύνων και συμβάντων που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 76]

2.   Στο πλαίσιο του δικτύου συνεργασίας βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία η Επιτροπή με τις αρμόδιες αρχές. Εφόσον ζητηθεί, ο ευρωπαϊκός οργανισμός ασφάλειας δικτύων και πληροφοριών («ENISA») επικουρεί το δίκτυο συνεργασίας παρέχοντας την εμπειρογνωμοσύνη και τις συμβουλές του. Όπου είναι σκόπιμο, οι φορείς της αγοράς και οι πάροχοι λύσεων κυβερνοασφάλειας μπορούν να καλούνται επίσης να συμμετέχουν στις δραστηριότητες του δικτύου συνεργασίας που αναφέρονται στα στοιχεία ζ) και θ) της παραγράφου 3.

Κατά περίπτωση, το δίκτυο συνεργασίας συνεργάζεται με τις αρχές προστασίας δεδομένων.

Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το δίκτυο συνεργασίας για προγράμματα έρευνας στον τομέα της ασφάλειας και άλλα σχετικά προγράμματα του Ορίζων 2020. [Τροπολογία 77]

3.   Εντός του δικτύου συνεργασίας οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης :

α)

διαβιβάζουν έγκαιρες προειδοποιήσεις σχετικά με κινδύνους και συμβάντα σύμφωνα με το άρθρο 10·

β)

εξασφαλίζουν συντονισμένη απόκριση σύμφωνα με το άρθρο 11·

γ)

δημοσιεύουν σε τακτική βάση σε κοινό ιστότοπο τις μη εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τις εν εξελίξει έγκαιρες προειδοποιήσεις και τη συντονισμένη απόκριση·

δ)

εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, κατόπιν αιτήματος ενός κράτους μέλους ή της Επιτροπής, μία ή περισσότερες εθνικές στρατηγικές ΑΔΠ και εθνικά σχέδια συνεργασίας ΑΔΠ που αναφέρονται στο άρθρο 5, εντός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·

ε)

εξετάζουν και αξιολογούν από κοινού, έπειτα από αίτηση κράτους μέλους ή της Επιτροπής, την αποτελεσματικότητα των CERT, ιδίως όταν πραγματοποιούνται ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (ΑΔΠ) σε επίπεδο Ένωσης·

στ)

συνεργάζονται και ανταλλάσσουν πληροφορίες για όλα τα συναφή θέματα με το ευρωπαϊκό κέντρο ηλεκτρονικού εγκλήματος της Ευρωπόλ, καθώς και με άλλους συναφείς ευρωπαϊκούς οργανισμούς εμπειρογνωμοσύνη για θέματα συναφή με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών , ιδίως στα πεδία της προστασίας των δεδομένων, της ενέργειας, των μεταφορών, των τραπεζών, των χρηματιστηρίων χρηματοπιστωτικών αγορών και της υγείας με το ευρωπαϊκό κέντρο κυβερνοεγκλήματος της Ευρωπόλ, καθώς και με άλλους συναφείς ευρωπαϊκούς οργανισμούς ·

στα)

όπου είναι σκόπιμο, ενημερώνουν, με την υποβολή έκθεσης, τον συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης της ΕΕ, και μπορούν να ζητήσουν βοήθεια για την ανάλυση, το προπαρασκευαστικό έργο και τη δράση του δικτύου συνεργασίας·

ζ)

ανταλλάσσουν πληροφορίες και βέλτιστη πρακτική μεταξύ των ιδίων και της Επιτροπής, και αλληλοβοηθούνται στην ανάπτυξη ικανοτήτων σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

η)

διοργανώνουν τακτικές αξιολογήσεις από ομοτίμους σχετικά με τις ικανότητες και την ετοιμότητά τους·

θ)

διοργανώνουν σε ενωσιακό επίπεδο ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών και, κατά περίπτωση, συμμετέχουν σε διεθνείς ασκήσεις σχετικά με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών·

θα)

μεριμνούν, όπου είναι σκόπιμο, για τη συμμετοχή των φορέων της αγοράς, όπως επίσης για τη διαβούλευση και την ανταλλαγή πληροφοριών με αυτούς, σε σχέση με τους κινδύνους και τα συμβάντα που επηρεάζουν τα συστήματα δικτύων και πληροφοριών τους·

θβ)

αναπτύσσουν, σε συνεργασία με τον ENISA, κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με ειδικά ανά τομέα κριτήρια για την κοινοποίηση σημαντικών συμβάντων, επιπλέον των παραμέτρων που ορίζονται στο άρθρο 14 παράγραφος 2, για την κοινή ερμηνεία, τη συνεκτική εφαρμογή και την συνεκτική υλοποίηση στο εσωτερικό της Ένωσης. [Τροπολογία 78]

3α.     Το δίκτυο συνεργασίας δημοσιεύει μία φορά κατ’ έτος έκθεση βασισμένη στις δραστηριότητες του δικτύου και στη συνοπτική έκθεση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 4 της παρούσας οδηγίας για τους 12 προηγούμενους μήνες. [Τροπολογία 79]

4.   Η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις αναγκαίες λεπτομέρειες για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ αρμόδιων αρχών και των ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης, της Επιτροπής και του ENISA, που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία διαβούλευσης του άρθρου 19 παράγραφος 2. [Τροπολογία 80]

Άρθρο 9

Ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών

1.   Η ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας εκτελείται μέσω ασφαλούς υποδομής.

1α.     Οι συμμετέχοντες στην ασφαλή υποδομή συμμορφώνονται, μεταξύ άλλων, προς κατάλληλα μέτρα εμπιστευτικότητας και ασφάλειας σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. [Τροπολογία 81]

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η έκδοση κατ’εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 18 σχετικά με τον ορισμό των κριτηρίων που πρέπει να πληρούνται από ένα κράτος μέλος ώστε να επιτρέπεται η συμμετοχή του στο ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών, όσον αφορά:

α)

τη διαθεσιμότητα ασφαλούς και ανθεκτικής υποδομής επικοινωνιών και πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο, συμβατής και διαλειτουργικής με την ασφαλή υποδομή του δικτύου συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, και

β)

την ύπαρξη επαρκών τεχνικών, χρηματοδοτικών και ανθρώπινων πόρων και διαδικασιών ώστε η αρμόδια αρχή τους και η CERT να έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής, αποδοτικής και ασφαλούς συμμετοχής στο ασφαλές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 3, του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 7 παράγραφος 3. [Τροπολογία 82]

3.   Μέσω εκτελεστικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 18 , η Επιτροπή θεσπίζει αποφάσεις σχετικά με την πρόσβαση των κρατών μελών στην εν λόγω υποδομή, σύμφωνα με τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και 3. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 19 παράγραφος 3 κοινή σειρά προτύπων όσον αφορά τη διασύνδεση και την ασφάλεια, τα οποία πρέπει να πληρούν τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης πριν από την ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών σε ολόκληρο το δίκτυο συνεργασίας . [Τροπολογία 83]

Άρθρο 10

Έγκαιρες προειδοποιήσεις

1.   Οι αρμόδιες αρχές Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ή η Επιτροπή παρέχουν έγκαιρες προειδοποιήσεις εντός του δικτύου συνεργασίας σχετικά με εκείνους τους κινδύνους και τα συμβάντα που πληρούν τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

αυξάνονται ταχέως ή μπορεί να αυξάνονται ταχέως σε κλίμακα·

β)

υπερβαίνουν ή μπορούν να υπερβούν το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης εκτιμά ότι ο κίνδυνος ή το συμβάν ενδέχεται να υπερβαίνει την εθνική ικανότητα απόκρισης·

γ)

επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ή η Επιτροπή εκτιμούν ότι ο κίνδυνος ή το συμβάν επηρεάζει περισσότερα από ένα κράτη μέλη. [Τροπολογία 84]

2.   Στην έγκαιρη προειδοποίηση, οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και η Επιτροπή γνωστοποιούν αμελλητί κάθε σχετική πληροφορία που έχουν στη διάθεσή τους, που μπορεί να είναι χρήσιμη για την αξιολόγηση του κινδύνου ή του συμβάντος. [Τροπολογία 85]

3.   Έπειτα από αίτηση κράτους μέλους, ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το κράτος μέλος να υποβάλει κάθε σχετική πληροφορία σχετικά με συγκεκριμένο κίνδυνο ή συμβάν. [Τροπολογία 86]

4.   Σε περίπτωση που για κίνδυνο ή συμβάν που είναι αντικείμενο έγκαιρης προειδοποίησης υφίσταται υποψία ποινικού χαρακτήρα, οι αρμόδιες αρχές ή η Επιτροπή ενημερώνουν και ο οικείος φορέας της αγοράς έχει αναφέρει συμβάντα για τα οποία υφίσταται υποψία σοβαρού ποινικού χαρακτήρα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 4, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το ευρωπαϊκό κέντρο ηλεκτρονικού εγκλήματος της Ευρωπόλ ενημερώνεται, όπου κρίνεται σκόπιμο . [Τροπολογία 87]

4α.     Τα μέλη του δικτύου συνεργασίας δεν δημοσιοποιούν πληροφορίες που έλαβαν σχετικά με κινδύνους και συμβάντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χωρίς προηγούμενη έγκριση από το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που κοινοποίησε τις πληροφορίες.

Επιπλέον, πριν από την ανταλλαγή πληροφοριών εντός του δικτύου συνεργασίας, το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που έκανε την κοινοποίηση ενημερώνει σχετικά με την πρόθεσή του τον φορέα της αγοράς τον οποίο αφορούν οι πληροφορίες, και σε περίπτωση που το θεωρεί απαραίτητο, καθιστά τις σχετικές πληροφορίες ανώνυμες. [Τροπολογία 88]

4β.     Σε περίπτωση που για κίνδυνο ή συμβάν που αποτελεί αντικείμενο έγκαιρης προειδοποίησης υφίσταται υποψία σοβαρού διασυνοριακού τεχνικού χαρακτήρα, τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης ή η Επιτροπή ενημερώνουν τον ENISA. [Τροπολογία 89]

5.   Παρέχεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 18, το οποίο αφορά τον περαιτέρω προσδιορισμό των κινδύνων και συμβάντων που ενεργοποιούν έκδοση έγκαιρης προειδοποίησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 11

Συντονισμένη απόκριση

1.   Έπειτα από έγκαιρη προειδοποίηση του άρθρου 10, οι αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης , αφού αξιολογήσουν τις σχετικές πληροφορίες, συμφωνούν αμελλητί για μια συντονισμένη απόκριση σύμφωνα με το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ που αναφέρεται στο άρθρο 12. [Τροπολογία 90]

2.   Τα διάφορα μέτρα που θεσπίζονται σε εθνικό επίπεδο ως αποτέλεσμα της συντονισμένης απόκρισης ανακοινώνεται στο δίκτυο συνεργασίας.

Άρθρο 12

Ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών

1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει, με εκτελεστικές πράξεις, ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 19 παράγραφος 3.

2.   Το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ προβλέπει:

α)

για τους σκοπούς του άρθρου 10:

καθορισμό του μορφότυπου και των διαδικασιών για τη συλλογή και την ανταλλαγή, από τις αρμόδιες αρχές τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης , συμβατών και συγκρίσιμων πληροφοριών σχετικά με κινδύνους και συμβάντα, [Τροπολογία 91]

καθορισμό των διαδικασιών και των κριτηρίων για την αξιολόγηση, από το δίκτυο συνεργασίας, των κινδύνων και συμβάντων·

β)

τις ακολουθητέες διαδικασίες για τις συντονισμένες απαντήσεις βάσει του άρθρου 11, συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού ρόλων και αρμοδιοτήτων, καθώς και διαδικασιών συνεργασίας·

γ)

χάρτη πορείας για ασκήσεις και κατάρτιση σε ΑΔΠ με σκοπό να ενισχυθεί, επικυρωθεί και δοκιμαστεί το σχέδιο·

δ)

πρόγραμμα για μεταφορά γνώσεων μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά την ανάπτυξη ικανοτήτων και τη μάθηση μέσω ομοτίμων·

ε)

πρόγραμμα ευαισθητοποίησης και κατάρτισης μεταξύ των κρατών μελών.

3.   Το ενωσιακό σχέδιο συνεργασίας για την ΑΔΠ εγκρίνεται το αργότερο ένα έτος ύστερα την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας και αναθεωρείται τακτικά. Τα αποτελέσματα κάθε αναθεώρησης υποβάλλονται με έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. [Τροπολογία 92]

3α.     Εξασφαλίζεται συνοχή μεταξύ του ενωσιακού σχεδίου συνεργασίας και των εθνικών στρατηγικών και σχεδίων συνεργασίας για την ΑΔΠ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5. [Τροπολογία 93]

Άρθρο 13

Διεθνής συνεργασία

Με την επιφύλαξη της δυνατότητας για το δίκτυο συνεργασίας να έχει άτυπη διεθνή συνεργασία, η Ένωση μπορεί να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς που επιτρέπει και οργανώνει τη συμμετοχή τους σε ορισμένες δραστηριότητες του δικτύου συνεργασίας. Η εν λόγω συμφωνία λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί επαρκής προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που κυκλοφορούν στο δίκτυο συνεργασίας και προσδιορίζει τη διαδικασία ελέγχου που πρέπει να ακολουθείται ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερώνεται για τη διαπραγμάτευση των συμφωνιών . Κάθε διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε αποδέκτες οι οποίοι βρίσκονται σε χώρες εκτός Ένωσης διενεργείται σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 . [Τροπολογία 94]

Άρθρο 13α

Επίπεδο ζωτικής σημασίας των φορέων της αγοράς

Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίσουν το επίπεδο ζωτικής σημασίας των φορέων της αγοράς λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων τομέων, παραμέτρους που περιλαμβάνουν τη σημασία του συγκεκριμένου φορέα της αγοράς για τη διατήρηση επαρκούς επιπέδου της παρεχόμενης υπηρεσίας στον συγκεκριμένο τομέα, τον αριθμό των μερών που εφοδιάζονται μέσω του φορέα της αγοράς, και το χρονικό διάστημα έως ότου η διακοπή παροχής των βασικών υπηρεσιών του φορέα της αγοράς προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στη διατήρηση ζωτικών οικονομικών και κοινωνιακών δραστηριοτήτων. [Τροπολογία 95]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Άρθρο 14

Απαιτήσεις ασφάλειας και κοινοποίηση συμβάντων

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς λαμβάνουν κατάλληλα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τον εντοπισμό και την αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών που ελέγχουν και χρησιμοποιούν στην επιχειρησιακή λειτουργία τους. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων, τα μέτρα αυτά εγγυώνται πρέπει να εξασφαλίζουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τους παρουσιαζόμενους κινδύνους τον υπάρχοντα κίνδυνο . Ιδιαιτέρως, λαμβάνονται μέτρα για την αποτροπή συμβάντων που επηρεάζουν την ασφάλεια των συστημάτων δικτύων και πληροφοριών τους και για την ελαχιστοποίηση του αντικτύπου τους από συμβάντα που επηρεάζουν το οικείο δίκτυο και σύστημα πληροφοριών ως προς τις βασικές υπηρεσίες που παρέχουν, εξασφαλίζοντας επομένως τη συνέχεια της παροχής υπηρεσιών που στηρίζονται σε αυτά τα δίκτυα και τα συστήματα πληροφοριών. [Τροπολογία 96]

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι δημόσιες διοικήσεις και οι φορείς της αγοράς κοινοποιούν αμελλητί στην αρμόδια αρχή ή στο ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης συμβάντα με σημαντικό αντίκτυπο στην ασφάλεια συνέχεια των βασικών υπηρεσιών που παρέχουν. Η κοινοποίηση δεν εκθέτει σε αυξημένη ευθύνη τον κοινοποιούντα.

Για να προσδιοριστεί η σπουδαιότητα του αντίκτυπου ενός συμβάντος, λαμβάνονται υπόψη, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες παράμετροι: [Τροπολογία 97]

α)

ο αριθμός χρηστών η βασική υπηρεσία των οποίων επηρεάζεται· [Τροπολογία 98]

β)

η διάρκεια του συμβάντος· [Τροπολογία 99]

γ)

η γεωγραφική κατανομή όσον αφορά την περιοχή που επλήγη από το συμβάν. [Τροπολογία 100]

Οι παράμετροι αυτές προσδιορίζονται περαιτέρω σύμφωνα με το στοιχείο θβ) της παραγράφου 3 του άρθρου 8. [Τροπολογία 101]

2α.     Οι φορείς της αγοράς κοινοποιούν τα συμβάντα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 στην αρμόδια αρχή ή στο ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης του κράτους μέλους όπου πλήττεται η βασική υπηρεσία. Εάν πλήττονται οι βασικές υπηρεσίες περισσότερων κρατών μελών, το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης που έλαβε την κοινοποίηση ειδοποιεί τα άλλα ενδιαφερόμενα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, βάσει των πληροφοριών που της παρείχε ο φορέας της αγοράς. Ο φορέας της αγοράς ενημερώνεται, το συντομότερο δυνατόν, σχετικά με τα άλλα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης που έχουν ενημερωθεί για το συμβάν, καθώς και για τα ληφθέντα μέτρα, τα αποτελέσματα και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες αφορούν το συμβάν. [Τροπολογία 102]

2β.     Όταν η κοινοποίηση περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, απευθύνεται μόνο σε αποδέκτες μέσα στην αρμόδια αρχή στην οποία γίνεται η κοινοποίηση ή στο ενιαία κέντρο εξυπηρέτησης που χρειάζεται να επεξεργαστούν τα δεδομένα αυτά στο πλαίσιο της εκτέλεσης του καθηκόντων τους, σύμφωνα με τους κανόνες για την προστασία των δεδομένων. Τα κοινοποιούμενα δεδομένα περιορίζονται σε εκείνα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. [Τροπολογία 103]

2γ.     Οι φορείς της αγοράς που δεν καλύπτονται από το παράρτημα II μπορούν να αναφέρουν συμβάντα όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 σε εθελοντική βάση. [Τροπολογία 104]

3.   Οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για όλους τους φορείς της αγοράς που παρέχουν υπηρεσίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.   Η Μετά από διαβούλευση με την οικεία αρμόδια αρχή στην οποία γίνεται η κοινοποίηση και τον οικείο φορέα της αγοράς , το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης μπορεί να ενημερώσει το κοινό ή να απαιτήσει από τη δημόσια διοίκηση και τους φορείς της αγοράς να το πράξουν, εφόσον κρίνει ότι η αποκάλυψη του συμβάντος είναι προς το δημόσιο συμφέρον σχετικά με μεμονωμένα συμβάντα, σε περιπτώσεις όπου κρίνει ότι απαιτείται ευαισθητοποίηση του κοινού για την πρόληψη συμβάντων ή την αντιμετώπιση ενός συμβάντος που βρίσκεται σε εξέλιξη ή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο φορέας της αγοράς έχει αρνηθεί, κατόπιν κάποιου συμβάντος, να αντιμετωπίσει αμελλητί μια σοβαρή δομική τρωτότητα που σχετίζεται με το εν λόγω συμβάν.

Πριν από κάθε δημοσιοποίηση, η αρμόδια αρχή στην οποία έγινε η κοινοποίηση εξασφαλίζει ότι ο οικείος φορέας της αγοράς διαθέτει δυνατότητα ακρόασης και ότι η απόφαση για τη δημοσιοποίηση είναι πλήρως συμβατή με το δημόσιο συμφέρον.

Κατά τη δημοσιοποίηση μεμονωμένων συμβάντων, η αρμόδια αρχή στην οποία γίνεται η κοινοποίηση ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης εξασφαλίζει στο πλαίσιο αυτό τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό ανωνυμίας.

Η αρμόδια αρχή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης παρέχει, αν αυτό είναι ευλόγως δυνατό, στον ενδιαφερόμενο φορέα της αγοράς πληροφορίες για την υποστήριξη του αποτελεσματικού χειρισμού του κοινοποιούμενου συμβάντος.

Η εθνική ρυθμιστική αρχή Το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης υποβάλλει μία φορά ετησίως στο δίκτυο συνεργασίας συνοπτική έκθεση σχετικά με τις κοινοποιήσεις που έχει παραλάβει , συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των κοινοποιήσεων και σε σχέση με τις παραμέτρους του συμβάντος όπως απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, και την δράση που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. [Τροπολογία 105]

4α.     Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τους φορείς της αγοράς να δημοσιοποιούν, σε εθελοντική βάση, στις οικονομικές εκθέσεις τους τα συμβάντα στα οποία εμπλέκονται επιχειρήσεις τους. [Τροπολογία 106]

5.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει κατ’εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 18 για τον ορισμό των περιστάσεων κατά τις οποίες η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν συμβάντα. [Τροπολογία 107]

6.   Με την επιφύλαξη τυχόν κατ’εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την παράγραφο 5, Οι αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης μπορούν να εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές και, εφόσον είναι αναγκαίο, να δίδουν οδηγίες σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες η δημόσια διοίκηση και οι φορείς της αγοράς είναι υποχρεωμένοι να κοινοποιούν συμβάντα. [Τροπολογία 108]

7.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τους μορφότυπους και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τους σκοπούς της παραγράφου 2. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 19 παράγραφος 3.

8.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (18) , εκτός αν η πολύ μικρή επιχείρηση ενεργεί ως θυγατρική φορέα της αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στοιχείο β) . [Τροπολογία 109]

8α.     Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν το παρόν άρθρο και το άρθρο 15 στις δημόσιες διοικήσεις, τηρουμένων των αναλογιών. [Τροπολογία 110]

Άρθρο 15

Εφαρμογή και επιβολή

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης να διαθέτουν όλες τις απαραίτητες εξουσίες για τη διερεύνηση περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, της δημόσιας διοίκησης ή φορέων της αγοράς, να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του άρθρου 14 και των επιπτώσεών τους στην ασφάλεια των δικτύων και των συστημάτων πληροφοριών. [Τροπολογία 111]

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης έχουν την εξουσία να ζητούν από τους φορείς της αγοράς και τη δημόσια διοίκηση: [Τροπολογία 112]

α)

να παρέχουν πληροφορίες απαραίτητες για την εκτίμηση της ασφάλειας των δικτύων και των υπηρεσιών πληροφοριών τους, συμπεριλαμβανομένων τεκμηριωμένων πολιτικών ασφάλειας·

β)

να υποβάλλονται σε έλεγχο να παρέχουν αποδεικτικά στοιχεία της αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών ασφάλειας, όπως αποτελέσματα ελέγχου ασφάλειας που διενεργείται από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή εθνική αρχή και να θέτουν τα σχετικά πορίσματα αποδεικτικά στοιχεία στη διάθεση της αρμόδιας αρχής ή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης . [Τροπολογία 113]

Κατά την αποστολή του εν λόγω αιτήματος, οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης δηλώνουν τον σκοπό του αιτήματος και προσδιορίζουν επαρκώς τι πληροφορίες ζητούνται. [Τροπολογία 114]

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης διαθέτουν την εξουσία έκδοσης δεσμευτικών οδηγιών προς τους φορείς της αγοράς και τη δημόσια διοίκηση. [Τροπολογία 115]

3α.     Κατά παρέκκλιση από το στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι οι αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, κατά περίπτωση, θα ακολουθούν διαφορετική διαδικασία για συγκεκριμένους φορείς της αγοράς, βάσει του επιπέδου ζωτικής σημασίας τους, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13α. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίσουν να το πράξουν:

α)

οι αρμόδιες αρχές ή τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης, κατά περίπτωση, έχουν την εξουσία να υποβάλουν επαρκώς συγκεκριμένο αίτημα στους φορείς της αγοράς ζητώντας τους να παρουσιάσουν αποδεικτικά στοιχεία αποτελεσματικής εφαρμογής των πολιτικών ασφάλειας, όπως τα αποτελέσματα ελέγχου ασφάλειας που διενεργήθηκε από ειδικευμένο εσωτερικό ελεγκτή, και να τα θέσουν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής ή του ενιαίου κέντρου εξυπηρέτησης·

β)

όπου απαιτείται, μετά την υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στο στοιχείο α) από τον φορέα της αγοράς, η αρμόδια αρχή ή το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης μπορεί να ζητήσει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία ή τη διεξαγωγή πρόσθετου ελέγχου από ειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα ή εθνική αρχή.

3β.     Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μειώσουν τον αριθμό και την ένταση των ελέγχων για έναν φορέα της αγοράς ή μια δημόσια διοίκηση, αν από τον έλεγχο ασφάλειας τους αποδειχτεί η συνεπής συμμόρφωση προς το κεφάλαιο IV. [Τροπολογία 116]

4.   Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στις αρχές επιβολής του νόμου συμβάντα και το ενιαίο κέντρο εξυπηρέτησης ενημερώνουν τους οικείους φορείς της αγοράς για το ενδεχόμενο αναφοράς συμβάντων στις αρχές επιβολής του νόμου, όπου υπάρχει υπόνοια σοβαρού ποινικού χαρακτήρα. [Τροπολογία 117]

5.    Με την επιφύλαξη των ισχυόντων κανόνων προστασίας των δεδομένων, κατά την αντιμετώπιση συμβάντων παραβίασης προσωπικών δεδομένων οι αρμόδιες αρχές και τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης συνεργάζονται στενά με τις αρχές προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Τα ενιαία κέντρα εξυπηρέτησης και οι αρχές προστασίας των δεδομένων καταρτίζουν, σε συνεργασία με τον ENISA, μηχανισμούς ανταλλαγής πληροφοριών και ένα ενιαίο υπόδειγμα που θα χρησιμοποιείται για τις κοινοποιήσεις τόσο δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας όσο και δυνάμει άλλης νομοθεσίας της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων. [Τροπολογία 118]

6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τυχόν υποχρεώσεις που επιβάλλονται στη δημόσια διοίκηση και τους στους φορείς της αγοράς δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου μπορεί να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο. [Τροπολογία 119]

6α.     Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν το άρθρο 14 και το παρόν άρθρο στις δημόσιες διοικήσεις, τηρουμένων των αναλογιών. [Τροπολογία 120]

Άρθρο 16

Τυποποίηση

1.   Για να εξασφαλιστεί συγκλίνουσα εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 1, χωρίς να επιβάλλουν τη χρήση συγκεκριμένης τεχνολογίας, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση των ευρωπαϊκών ή διεθνών διαλειτουργικών προτύπων και/ή προδιαγραφών σχετικών με την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών. [Τροπολογία 121]

2.   Η Επιτροπή καταρτίζει, με εκτελεστικές πράξεις αναθέτει σε σχετικό ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, να καταρτίσει, σε διαβούλευση με τους ενδιαφερόμενους , κατάλογο των προτύπων και/ή των προδιαγραφών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Ο κατάλογος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [Τροπολογία 122]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ.

Άρθρο 17

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες για τις επιβλητέες κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την επιβολή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι ουσιαστικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή, το αργότερο κατά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας, κοινοποιούν δε χωρίς καθυστέρηση κάθε επακόλουθη τροποποίηση που τις επηρεάζει.

1α.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο στις περιπτώσεις που ο φορέας της αγοράς δεν πληροί τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από το κεφάλαιο IV σκοπίμως ή λόγω σοβαρής αμέλειας. [Τροπολογία 123]

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εφόσον ένα συμβάν ασφάλειας περιλαμβάνει προσωπικά δεδομένα, οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι σύμφωνες με τις κυρώσεις που προβλέπονται από τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (19)

Άρθρο 18

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή με την επιφύλαξη των όρων που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και το άρθρο 10 παράγραφος 5 ανατίθεται στην Επιτροπή. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από την εκπνοή της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται σιωπηρά για χρονικές περιόδους της ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιτεθούν σε αυτή την παράταση, το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 και, στο άρθρο 10 παράγραφος 5 και στο άρθρο 14 παράγραφος 5, μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Η απόφαση δεν θίγει την εγκυρότητα καμίας από τις ήδη ισχύουσες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. [Τροπολογία 124]

4.   Μόλις εκδώσει πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 9 του άρθρου 9 παράγραφος 3 και του άρθρου 10 παράγραφος 5 και 14 παράγραφος 5, τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. [Τροπολογία 125]

Άρθρο 19

Διαδικασία Επιτροπής

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή (την επιτροπή για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών). Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 20

Επανεξέταση

Η Επιτροπή προβαίνει σε περιοδική επανεξέταση της λειτουργίας της παρούσας οδηγίας , ιδιαίτερα όσον αφορά τον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΙΙ, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η πρώτη έκθεση θα υποβληθεί το αργότερο τρία έτη έπειτα από την ημερομηνία μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 21. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τα κράτη μέλη να παράσχουν πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. [Τροπολογία 126]

Άρθρο 21

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν το αργότερο έως τις [18 μήνες έπειτα από την έκδοση της οδηγίας] τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις [18 μήνες από την έκδοση της οδηγίας].

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 22

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την [εικοστή] ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 23

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 133.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014.

(3)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.04.2002, σ. 33).

(4)   Aπόφαση 2011/292/ΕΕ του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2011, σχετικά με τους κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ (EE L 141 της 27.5.2011, σ. 17).

(5)   Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(6)   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.07.2002, σ. 37).

(8)  Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37).

(9)  SEC(2012) 72 τελικό

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, που τροποποιεί τις οδηγίες του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και τις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και καταργεί την απόφαση 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την απόφαση αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.05.2001, σ. 43).

(13)  ΕΕ C 32 της 4.2.2014, σ. 19.

(14)  Οδηγία 2008/114/EΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τον προσδιορισμό και τον χαρακτηρισμό των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας και σχετικά με την αξιολόγηση της ανάγκης για βελτίωση της προστασίας τους (ΕΕ L 345 της 23.12.2008, σ. 75).

(15)   Απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) (ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 37).

(16)   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 611/2013 της Επιτροπής, της 24ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τα εφαρμοστέα μέτρα για την κοινοποίηση παραβιάσεων προσωπικών δεδομένων βάσει της οδηγίας 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (ΕΕ L 173 της 26.6.2013, σ. 2).

(17)   Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (ΕΕ L 45 της 16.2.2005, σ. 18).

(18)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.05.2003, σ. 36).

(19)  SEC(2012) 72 τελικό

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Απαιτήσεις και καθήκοντα της ομάδας των ομάδων αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών στην πληροφορική (CERT) [Τροπολογία 127]

Οι απαιτήσεις και τα καθήκοντα της CERT είναι επαρκώς και σαφώς καθορισμένα και στηρίζονται από εθνική πολιτική και/ή κανονιστική ρύθμιση. Περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

1)

Απαιτήσεις για τη CERT

α)

Η Οι CERT εξασφαλίζει εξασφαλίζουν ευρεία διαθεσιμότητα των υπηρεσιών επικοινωνιών της αποφεύγοντας μονοσημειακές αστοχίες και προσφέρει προσφέρουν διάφορους τρόπους για εισερχόμενη και εξερχόμενη επικοινωνία με τρίτους ανά πάσα στιγμή . Επιπλέον, οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να είναι σαφώς προσδιορισμένοι και ευρύτερα γνωστοί στην κοινότητα και στους εταίρους της συνεργασίας. [Τροπολογία 128]

β)

Η CERT εφαρμόζει και διαχειρίζεται μέτρα ασφάλειας για να διασφαλίσει την εμπιστευτικότητα, την ακεραιότητα, τη διαθεσιμότητα και την αυθεντικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει και χειρίζεται.

γ)

Τα γραφεία της των CERT και τα υποστηρικτικά συστήματα πληροφοριών εγκαθίστανται σε ασφαλείς χώρους με ασφαλή συστήματα δικτύων και πληροφοριών . [Τροπολογία 129]

δ)

Συστήνεται σύστημα ποιότητας διαχείρισης υπηρεσιών για την παρακολούθηση των επιδόσεων της CERT και για την εξασφάλιση διαρκούς διαδικασίας βελτίωσης. Βασίζεται σε σαφώς καθορισμένα κριτήρια μέτρησης που περιλαμβάνουν επίσημα επίπεδα παρεχόμενων υπηρεσιών και βασικούς δείκτες επιδόσεων.

ε)

Συνέχεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας:

Η CERT είναι εφοδιασμένη με κατάλληλο σύστημα διαχείρισης και δρομολόγησης αιτημάτων, προκειμένου να διευκολύνεται η παράδοση καθηκόντων,

Η CERT είναι επαρκώς στελεχωμένη ώστε να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα ανά πάσα στιγμή,

Η CERT βασίζεται σε υποδομή, η συνέχεια της οποίας είναι διασφαλισμένη . Για το σκοπό αυτό, συστήνονται πλεονάζοντα συστήματα και εφεδρικές περιοχές εργασίας για τη CERT, ώστε να εξασφαλίζεται διαρκής πρόσβαση στους τρόπους επικοινωνίας.

2)

Καθήκοντα της CERT

α)

Στα καθήκοντα της CERT περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

Εντοπισμός και παρακολούθηση συμβάντων σε εθνικό επίπεδο, [Τροπολογία 130]

Παροχή έγκαιρης προειδοποίησης, ειδοποιήσεων επαγρύπνησης, ανακοινώσεων και διάδοσης των πληροφοριών σε ενδιαφερόμενους φορείς σχετικά με κινδύνους και συμβάντα,

Απόκριση σε συμβάντα,

Παροχή δυναμικής ανάλυσης κινδύνου και συμβάντων και επίγνωση της κατάστασης,

Ανάπτυξη ευρείας ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με δραστηριότητες στο διαδίκτυο,

Ενεργός συμμετοχή στα ενωσιακά και διεθνή δίκτυα συνεργασίας των CERT, [Τροπολογία 131]

Διοργάνωση εκστρατειών ευαισθητοποίησης για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (NIS).

β)

Η CERT εγκαθιδρύει σχέσεις συνεργασίας με τον ιδιωτικό τομέα.

γ)

Προς διευκόλυνση της συνεργασίας, η CERT προωθεί την υιοθέτηση και χρήση κοινών ή τυποποιημένων πρακτικών για:

διαδικασίες χειρισμού συμβάντων ή κινδύνου,

συστήματα ταξινόμησης συμβάντων, κινδύνου και πληροφοριών,

ταξινομήσεις για συστήματα μέτρησης,

μορφότυπους ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με κινδύνους, συμβάντα, καθώς και συμβάσεις ονοματοδοσίας συστημάτων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Κατάλογος των φορέων εκμετάλλευσης της αγοράς

που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στοιχείο α)

1.

πλατφόρμες ηλ-εμπορίου

2.

Πύλες πληρωμών μέσω διαδικτύου

3.

Κοινωνικά δίκτυα

4.

Μηχανές έρευνας

5.

Υπηρεσίες υπολογιστικού νέφους

6.

Καταστήματα ηλ-εφαρμογών

που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 8 στοιχείο β) [Τροπολογία 132]

1.

Ενέργεια

α)

Ηλεκτρική ενέργεια

προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου

φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και εταιρείες λιανικής πώλησης για τους τελικούς καταναλωτές

φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου, διαχειριστές εγκαταστάσεων αποθήκευσης και LNG (ΥΦΑ)

φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας

β)

Πετρέλαιο

αγωγοί μεταφοράς πετρελαίου και αποθήκευση πετρελαίου

φορείς εκμετάλλευσης πετρελαίου στην παραγωγή, τη διύλιση και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας, την αποθήκευση και τη μεταφορά

γ)

Αέριο

αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου

προμηθευτές

φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων διανομής και εταιρείες λιανικής πώλησης για τους τελικούς καταναλωτές

φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου, διαχειριστές εγκαταστάσεων αποθήκευσης και υγροποιημένου φυσικού αερίου

φορείς εκμετάλλευσης πετρελαίου και φυσικού αερίου στην παραγωγή, τη διύλιση και τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας , την αποθήκευση και τη μεταφορά

φορείς εκμετάλλευσης αγοράς φυσικού αερίου. [Τροπολογία 133]

2.

Μεταφορές

αερομεταφορείς (εμπορεύματα και επιβάτες αεροπορικών μεταφορών).

θαλάσσιοι μεταφορείς (θαλάσσιες και ακτοπλοϊκές εταιρείες μεταφοράς επιβατών και εταιρείες θαλάσσιων και ακτοπλοϊκών μεταφορών εμπορευμάτων)

σιδηρόδρομοι (διαχειριστές υποδομής, καθετοποιημένες εταιρείες και φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών)

αερολιμένες

λιμένες

φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας

βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής (α) αποθήκευση και αποθεματοποίηση, β) διακίνηση φορτίων και γ) λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές)

α)

Οδικές μεταφορές

i)

φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας,

ii)

βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής:

αποθήκευση και φύλαξη ,

διακίνηση φορτίων, και

λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές

β)

Σιδηροδρομικές μεταφορές

i)

σιδηρόδρομοι (διαχειριστές υποδομής, καθετοποιημένες εταιρείες και φορείς εκμετάλλευσης σιδηροδρομικών μεταφορών)

ii)

φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας

iii)

βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής:

αποθήκευση και φύλαξη,

διακίνηση φορτίων, και

λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές

γ)

Αεροπορικές μεταφορές

i)

αερομεταφορείς (εμπορεύματα και επιβάτες αεροπορικών μεταφορών)

ii)

αερολιμένες

iii)

φορείς εκμετάλλευσης ελέγχου διαχείρισης κυκλοφορίας

iv)

βοηθητικές υπηρεσίες εφοδιαστικής:

αποθήκευση και φύλαξη,

διακίνηση φορτίων, και

λοιπές υποστηρικτικές δραστηριότητες στις μεταφορές

δ)

Θαλάσσιες μεταφορές

i)

θαλάσσιοι μεταφορείς (εσωτερικές πλωτές, θαλάσσιες και ακτοπλοϊκές εταιρείες μεταφοράς επιβατών και εταιρείες εσωτερικών πλωτών, θαλάσσιων και ακτοπλοϊκών μεταφορών εμπορευμάτων) [Τροπολογία 134]

3.

Τράπεζες: πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1).

4.

υποδομές χρηματοπιστωτικών αγορών: χρηματιστήρια ρυθμιζόμενες αγορές, πολυμερείς μηχανισμοί διαπραγμάτευσης, μηχανισμοί οργανωμένης διαπραγμάτευσης και γραφεία συμψηφισμού κεντρικού αντισυμβαλλομένου [Τροπολογία 135]

5.

Τομέας της υγείας: περιβάλλοντα υγειονομικής περίθαλψης (όπως νοσοκομεία και ιδιωτικές κλινικές) και άλλες οντότητες που εμπλέκονται σε διατάξεις υγειονομικής περίθαλψης

5α.

Παραγωγή και παροχή νερού [Τροπολογία 136]

5β.

Αλυσίδα εφοδιασμού με τρόφιμα [Τροπολογία 137]

5γ.

Διαδικτυακά σημεία ανταλλαγής [Τροπολογία 138]


(1)  Οδηγία 2006/48/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006 , σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1).


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/685


P7_TA(2014)0245

Πρόγραμμα της Ένωσης στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση προγράμματος της Ένωσης για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και του λογιστικού ελέγχου κατά την περίοδο 2014-2020 (COM(2012)0782 — C7-0417/2012 — 2012/0364(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/75)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0782),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0417/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 20 Μαρτίου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 11ης Δεκεμβρίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και την γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0315/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 161 της 6.6.2013, σ. 64.


P7_TC1-COD(2012)0364

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί θεσπίσεως προγράμματος της Ένωσης για την υποστήριξη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων στον τομέα της χρηματοοικονομικής αναφοράς και της ελεγκτικής κατά την περίοδο 2014-2020, και για την κατάργηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 258/2014.)


9.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 378/686


P7_TA(2014)0246

Ραδιοεξοπλισμός ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά (COM(2012)0584 — C7-0333/2012 — 2012/0283(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2017/C 378/76)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0584),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0333/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής που εκδόθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 17ης Ιανουαρίου 2014 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0316/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

εγκρίνει την επισυναπτόμενη δήλωσή του, η οποία θα δημοσιευθεί στη σειρά L της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με την τελική νομοθετική πράξη·

3.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 133 της 9.5.2013, σ. 58.


P7_TC1-COD(2012)0283

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 13 Μαρτίου 2014 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2014/…/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα ραδιοεξοπλισμού στην αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/5/ΕΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2014/53/ΕΕ.)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι μια επιτροπή μπορεί να θεωρηθεί «επιτροπή επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνον όταν και εφόσον συζητούνται σε αυτήν εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Συνεπώς, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της συμφωνίας πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητούνται άλλα θέματα.