ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

59ο έτος
16 Ιουνίου 2016


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

2016/C 216/01

Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 6ης Απριλίου 2016, σχετικά με πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη θέσπιση μέτρων με σκοπό τη σταδιακή καθιέρωση ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (CON/2016/22)

1


 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2016/C 216/02

Ισοτιμίες του ευρώ

5

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

2016/C 216/03

Κοινοποίηση εξ ονόματος της Ιρλανδικής κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (οδηγία για το φυσικό αέριο) σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου όσον αφορά τον ορισμό της εταιρείας Gas Networks Ireland ως διαχειριστή συστήματος μεταφοράς — Διαχειριστής συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου

6


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

ΕΖΕΣ-Δικαστήριο

2016/C 216/04

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας (Υπόθεση E-25/15)

7

2016/C 216/05

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας (Υπόθεση E-30/15)

8

2016/C 216/06

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας (Υπόθεση E-31/15)

9

2016/C 216/07

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν (Υπόθεση E-32/15)

10

2016/C 216/08

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας (Υπόθεση E-33/15)

11

2016/C 216/09

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας (Υπόθεση E-34/15)

12

2016/C 216/10

Προσφυγή που ασκήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Βασιλείου της Νορβηγίας (Υπόθεση E-35/15)

13

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2016/C 216/11

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση M.8070 — Bancopopular-e / Assets of Barclays Bank) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

14


 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/1


ΓΝΏΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΚΕΝΤΡΙΚΉΣ ΤΡΆΠΕΖΑΣ

της 6ης Απριλίου 2016

σχετικά με πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη θέσπιση μέτρων με σκοπό τη σταδιακή καθιέρωση ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

(CON/2016/22)

(2016/C 216/01)

Εισαγωγή και νομική βάση

Στις 30 Οκτωβρίου 2015 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε αίτημα του Συμβουλίου για τη διατύπωση γνώμης σχετικά με πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για τη θέσπιση μέτρων με σκοπό τη σταδιακή καθιέρωση ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο («ΔΝΤ» ή «Ταμείο») (εφεξής η «προτεινόμενη απόφαση») (1).

Η αρμοδιότητα της ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης βασίζεται στο άρθρο 138 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με το οποίο, για να διασφαλισθεί η θέση του ευρώ στο διεθνές νομισματικό σύστημα, το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής και διαβούλευση με την ΕΚΤ, μπορεί να εγκρίνει τα μέτρα που ενδείκνυνται για την εξασφάλιση ενιαίας εκπροσώπησης στο πλαίσιο των αρμόδιων διεθνών οικονομικών οργανισμών και διασκέψεων. Το διοικητικό συμβούλιο εξέδωσε την παρούσα γνώμη σύμφωνα με το άρθρο 17.5 πρώτη πρόταση του εσωτερικού κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

1.   Γενικές παρατηρήσεις

1.1

Η προτεινόμενη απόφαση βασίζεται στην έκθεση των Πέντε Προέδρων (2), η οποία επισήμανε την ανάγκη σταδιακής καθιέρωσης ενιαίας εξωτερικής εκπροσώπησης της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ), καθώς αυτή εξελίσσεται σε μία οικονομική, χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική ένωση. Η ΕΚΤ συμμερίζεται την επιδιωκόμενη βαθμιαία ενίσχυση της εξωτερικής εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ με απώτερο σκοπό τη συγκρότηση μιας ή περισσότερων εκπροσωπούμενων ομάδων χωρών (constituencies) της ζώνης του ευρώ και τη διασφάλιση της έκφρασης της ζώνης του ευρώ με μία κοινή θέση.

1.2

Η ΕΚΤ στηρίζει πλήρως την ενίσχυση του συντονισμού των πολιτικών της ζώνης του ευρώ κατά τα άρθρα 4 και 9 της προτεινόμενης απόφασης, ο οποίος έχει καίρια σημασία για την επίτευξη του στόχου της ενιαίας και αποτελεσματικής εκπροσώπησης. Παρά το γεγονός ότι ο συντονισμός έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να χρήζει περαιτέρω ενίσχυσης και βελτίωσης, έτσι ώστε να συμβαδίζει με την οικονομική διακυβέρνηση της ζώνης του ευρώ, η οποία έχει ήδη ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, και με την αναμενόμενη περαιτέρω ολοκλήρωση που περιγράφεται στην έκθεση των Πέντε Προέδρων.

1.3

Για τους σκοπούς της επίτευξης ενιαίας και αποτελεσματικής εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ η ΕΚΤ επιθυμεί να τονίσει ότι είναι σημαντικό όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να ενεργούν με πλήρη σεβασμό στην αρχή της καλόπιστης συνεργασίας. Εν προκειμένω το άρθρο 4 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) υποχρεώνει την Ένωση και τα κράτη μέλη να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους που απορρέουν από τη ΣΕΕ και την ΣΛΕΕ (εφεξής καλούμενες από κοινού «Συνθήκες») βάσει αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας συνεργασίας. Η αρχή αυτή με τη σειρά της απαιτεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν κάθε μέτρο ικανό να διασφαλίσει την εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις Συνθήκες ή προκύπτουν από πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ένωσης και να απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της Ένωσης. Το άρθρο 13 παράγραφος 2 ΣΕΕ απαιτεί από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να συνεργάζονται μεταξύ τους καλή την πίστει.

1.4

Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι η προτεινόμενη απόφαση επιδιώκει να καθιερώσει ενιαία εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, χωρίς να αλλοιώνεται η δομή συμμετοχής των χωρών στο ΔΝΤ με βάση το καταστατικό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (3) (εφεξής το «καταστατικό του ΔΝΤ»). Εκ πρώτης όψεως η απόλυτη επίτευξη ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ θα απαιτούσε τροποποίηση του καταστατικού του ΔΝΤ, προκειμένου να επιτραπεί η συμμετοχή υπερεθνικών οργανισμών, όπως η Ένωση/ζώνη του ευρώ. Η ΕΚΤ σημειώνει ότι δεν προβλέπεται τέτοια μεταρρύθμιση στο πλαίσιο της προτεινόμενης απόφασης. Ως εκ τούτου, η ενιαία εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ περιορίζεται στους τομείς πολιτικής που έχουν μεταφερθεί στην Ένωση.

1.5

Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι οι εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) του Ευρωσυστήματος και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εκπροσώπηση των οικείων χωρών στο ΔΝΤ στο πλαίσιο της δομής συμμετοχής των χωρών στο ΔΝΤ. Σύμφωνα με τα άρθρο V παράγραφος 1 του καταστατικού του ΔΝΤ (4), κάθε χώρα μέλος πρέπει να ορίσει τους φορείς μέσω των οποίων θα συναλλάσσεται με το ΔΝΤ. Η πλειονότητα των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ έχει ορίσει τις ΕθνΚΤ ως τέτοιους φορείς (5). Επιπλέον, οι ΕνθΚΤ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εκπροσώπηση των οικείων κρατών μελών στα όργανα λήψης αποφάσεων του ΔΝΤ. Στα περισσότερα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ (6) ο διοικητής της ΕθνΚΤ ορίζεται ως διοικητής στο Συμβούλιο Διοικητών του ΔΝΤ, ενώ σε άλλα κράτη μέλη ως αναπληρωτής διοικητής. Σε ορισμένες περιπτώσεις συμμετέχει ως αναπληρωματικό μέλος στη Διεθνή Νομισματική και Χρηματοπιστωτική Επιτροπή (ΔΝΧΕ). Επιπλέον, πολλές ΕθνΚΤ συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία επιλογής των (αναπληρωτών) εκτελεστικών διευθυντών των χωρών τους και σε ορισμένες περιπτώσεις τους επιλέγουν οι ίδιες.

Σύμφωνα με το καταστατικό του ΔΝΤ (7), κάθε κράτος μέλος της ζώνης του ευρώ ορίζει την κεντρική του τράπεζα ως θεματοφύλακα όλων των διαθεσίμων του στο ΔΝΤ που είναι εκφρασμένα στο νόμισμά του. Επίσης, οι ΕθνΚΤ του Ευρωσυστήματος κατέχουν και διαχειρίζονται ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα (ΕΤΔ), τα οποία διατίθενται στις χώρες τους δυνάμει της συμμετοχής τους στο τμήμα ΕΤΔ του ΔΝΤ (8), και συμμετέχουν σε εμπορικές συναλλαγές ΕΤΔ σε εθελοντική βάση. Επιπλέον, συμμετέχουν στο σχέδιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών του ΔΝΤ, καταβάλλουν υποχρεωτικές εισφορές που αντιστοιχούν στο μερίδιο συμμετοχής των χωρών τους στο ΔΝΤ και, εφόσον απαιτείται και ενδείκνυται κατά περίπτωση, παρέχουν στο ΔΝΤ πιστωτικές γραμμές σε διμερή και εθελοντική βάση στο πλαίσιο τόσο των γενικών συμφωνιών δανειοδότησης όσο και των νέων συμφωνιών δανειοδότησης του ΔΝΤ.

1.6

Από άποψη ενωσιακού δικαίου οι Συνθήκες αναγνωρίζουν τον ρόλο των ΕθνΚΤ και της ΕΚΤ ως προς το ΔΝΤ. Σύμφωνα με το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»), η ΕΚΤ και οι ΕθνΚΤ μπορούν να συνάπτουν σχέσεις, όπου ενδείκνυται, με διεθνείς οργανισμούς και να διεξάγουν παντός τύπου τραπεζικές συναλλαγές μαζί τους, συμπεριλαμβανομένων δανειοληπτικών και δανειοδοτικών πράξεων (9). Οι ΕθνΚΤ επιτρέπεται να πραγματοποιούν συναλλαγές σε εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους προς τους διεθνείς οργανισμούς (10). Η ΕΚΤ δικαιούται να κατέχει και να διαχειρίζεται αποθεματικές θέσεις του ΔΝΤ και ΕΤΔ και να φροντίζει για τη συγκέντρωση αυτών των στοιχείων (11). Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΚΤ έχει οριστεί από το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ ως νόμιμος κάτοχος ΕΤΔ σύμφωνα με το καταστατικό του ΔΝΤ (12).

1.7

Η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται ότι η προτεινόμενη απόφαση δεν έχει σκοπό να τροποποιήσει τις ρυθμίσεις που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ για να διασφαλίσουν την άσκηση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή τους στο ΔΝΤ. Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΚΤ παραμένει πρόθυμη να συμβάλει στις προσπάθειες του Συμβουλίου να διασφαλιστεί η ενιαία εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ σε όλα τα όργανα του ΔΝΤ και να ανταποκριθεί στον ρόλο της στην ενιαία αυτή εκπροσώπηση, όπως αποφασίστηκε από το Συμβούλιο. Οποιοδήποτε μέτρο βασίζεται στο άρθρο 138 ΣΛΕΕ θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη το γεγονός ότι το πεδίο εφαρμογής του συγκεκριμένου άρθρου περιορίζεται στους τομείς πολιτικής που έχουν μεταφερθεί στην Ένωση και όπου η ΕΚΤ, σε σχέση με τους οποίους οι ΕθνΚΤ ασκούν ανεξάρτητα τις ειδικές αρμοδιότητες που τους έχουν ανατεθεί δυνάμει της ΣΛΕΕ και του καταστατικού του ΕΣΚΤ (13).

2.   Ειδικές παρατηρήσεις

2.1   Ανεξαρτησία του Ευρωσυστήματος

2.1.1

Όπως προαναφέρθηκε, ο σκοπός της καθιέρωσης ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ θα πρέπει να επιτευχθεί με σεβασμό στις αρμοδιότητες του Ευρωσυστήματος, ιδίως σύμφωνα με το άρθρο 127 ΣΛΕΕ, και την ανεξαρτησία του, ιδίως σύμφωνα με το άρθρο 130 ΣΛΕΕ και το άρθρο 7 του καταστατικού του ΕΣΚΤ. Η αρχή της ανεξαρτησίας κατά το ενωσιακό δίκαιο σκοπεί να προστατεύσει το Ευρωσύστημα από κάθε πολιτική πίεση προκειμένου να του δώσει τη δυνατότητα να επιδιώξει αποτελεσματικά τους στόχους και να ασκήσει τα καθήκοντα που του ανατίθενται χάρη στην ανεξάρτητη άσκηση των ειδικών εξουσιών που έχει προς τούτο δυνάμει του δικαίου της Ένωσης (14).

2.1.2

Το άρθρο 138 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ δεν μπορεί να περιορίσει την ανεξαρτησία του Ευρωσυστήματος. Επομένως, προκειμένου τα μέτρα να «ενδείκνυνται» κατά την έννοια του άρθρου 138 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, η προτεινόμενη απόφαση θα πρέπει να διασφαλίζει την προστασία της ανεξάρτητης άσκησης των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του Ευρωσυστήματος σε όλο το φάσμα της διαδικασίας εξεύρεσης του βέλτιστου μοντέλου οργάνωσης της ενιαίας εξωτερικής εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ. Καθώς οι στόχοι, τα καθήκοντα και οι ειδικές αρμοδιότητες που προστατεύονται από την ανεξαρτησία του Ευρωσυστήματος συνεχίζουν να εξελίσσονται, στη συνέχεια γίνεται περιγραφή των σημαντικότερων εξ αυτών.

2.1.3

Πρωταρχικός στόχος του Ευρωσυστήματος είναι η διατήρηση της σταθερότητας των τιμών (πρώτη πρόταση του άρθρου 127 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ και, του άρθρου 2 του καταστατικού του ΕΣΚΤ και δεύτερη πρόταση του άρθρου 282 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ). Η ανάθεση αυτού του στόχου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παροχή υψηλού επιπέδου ανεξαρτησίας στο Ευρωσύστημα, καθώς η απαίτηση της ΣΛΕΕ για ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών αντανακλά τη γενικώς ισχύουσα άποψη ότι ο πρωταρχικός στόχος της σταθερότητας των τιμών εξυπηρετείται καλύτερα από ένα πλήρως ανεξάρτητο σύστημα κεντρικών τραπεζών με επακριβώς καθορισμένη εντολή (15). Σύμφωνα με τη δεύτερη πρόταση του άρθρου 282 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, η νομισματική πολιτική της Ένωσης ασκείται από το Ευρωσύστημα. Στο πλαίσιο του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και της δεύτερης πρότασης του άρθρου 282 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, ο όρος «νομισματική πολιτική» νοείται με τη στενή και τεχνική έννοια αποκλειστικά σε σχέση με το βασικό καθήκον του Ευρωσυστήματος κατά το πρώτο εδάφιο του άρθρου 127 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ. Μια τέτοια στενή θεώρηση ούτε δικαιολογείται ούτε επιδιώκεται. Η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται τον όρο «νομισματική πολιτική» ως όρο που απηχεί τον τίτλο του κεφαλαίου 2 του τίτλου VIII του τρίτου μέρους της ΣΛΕΕ, και ως εκ τούτου θεωρεί ότι περιλαμβάνει όλες τις ειδικές αρμοδιότητες που σχετίζονται με το ευρώ, όπως περιγράφονται στις σχετικές διατάξεις της ΣΛΕΕ, ιδίως στα άρθρα 127 και 128 (16).

2.1.4

Στο Ευρωσύστημα έχουν επίσης ανατεθεί δευτερεύοντες στόχοι: με την επιφύλαξη του στόχου της σταθερότητας των τιμών, το Ευρωσύστημα στηρίζει τις γενικές οικονομικές πολιτικές της Ένωσης, προκειμένου να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων της Ένωσης που καθορίζονται στο άρθρο 3 ΣΕΕ (βλέπε επίσης δεύτερη πρόταση του άρθρου 127 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, τρίτη πρόταση του άρθρου 282 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ και άρθρο 2 του καταστατικού του ΕΣΚΤ). Οι στόχοι που καθορίζονται στο άρθρο 3 ΣΕΕ εξειδικεύονται περαιτέρω στα άρθρα 119 έως 127 ΣΛΕΕ.

2.1.5

Τέλος, πέραν των στόχων που καθορίζονται στη ΣΛΕΕ, το Ευρωσύστημα συμβάλλει στην ομαλή άσκηση των πολιτικών που επιδιώκουν οι αρμόδιες αρχές όσον αφορά την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 5 ΣΛΕΕ. Στοχεύει στην επίτευξη ασφάλειας και ευρωστίας σε σχέση με τα ειδικά καθήκοντα που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ από το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ. Από τον Νοέμβριο του 2014 η ΕΚΤ ασκεί τα καθήκοντα αυτά εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ), που αποτελείται από την ΕΚΤ και τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΚΤ δεσμεύεται επίσης από υποχρεώσεις επαγγελματικού απορρήτου (17) και υποχρεούται να ενεργεί ανεξάρτητα, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

2.2   Καθεστώς παρατηρητή της ΕΚΤ στο ΔΝΤ

2.2.1

Η ΕΚΤ είναι το μόνο θεσμικό όργανο της Ένωσης με διεθνή νομική προσωπικότητα από τα απαριθμούμενα στο άρθρο 13 παράγραφος 1 ΣΕΕ (18). Σύμφωνα με τα άρθρα 6.1 και 6.2 του καταστατικού του ΕΣΚΤ και σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στο ΕΣΚΤ στον τομέα της διεθνούς συνεργασίας, η ΕΚΤ αποφασίζει για τον τρόπο εκπροσώπησης του ΕΣΚΤ και για το αν η ίδια και, με την έγκρισή της, οι ΕθνΚΤ μπορούν να συμμετέχουν σε διεθνείς νομισματικούς οργανισμούς. Το άρθρο 6.3 του καταστατικού του ΕΣΚΤ ορίζει ότι οι διατάξεις αυτές ισχύουν με την επιφύλαξη των μέτρων που ενδείκνυνται και θεσπίζονται από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ για τη διασφάλιση της ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο διεθνών οικονομικών οργανισμών και διασκέψεων.

Η ΕΚΤ θα πρέπει να εξακολουθήσει να έχει εξέχοντα ρόλο στην εκπροσώπηση της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ, δηλαδή έναν ρόλο που θα λαμβάνει πλήρως υπόψη το γεγονός ότι το Ευρωσύστημα ασκεί ανεξάρτητα τις ειδικές αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί από τη ΣΛΕΕ και το καταστατικό του ΕΣΚΤ, όπως άλλωστε ισχύει και στην περίπτωση της ΕΚΤ σε σχέση με τις αρμοδιότητες που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Ως εκ τούτου, ο ρόλος αυτός πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα δικαιώματα παρατηρητή που έχει σήμερα η ΕΚΤ ως εκπρόσωπος του Ευρωσυστήματος στο ΔΝΤ, δηλαδή το δικαίωμα αναφοράς και υποβολής γραπτών δηλώσεων στα όργανα του ΔΝΤ. Ο ρόλος αυτός ενδέχεται να πρέπει να διευρυνθεί, εάν η οργάνωση της ενιαίας εξωτερικής εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ οδηγήσει σε αύξηση των δικαιωμάτων στο ΔΝΤ. Εν όψει τούτου η ΕΚΤ θεωρεί ότι ο στόχος της καθιέρωσης ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο ΔΝΤ μπορεί να επιτευχθεί μόνο υπό την προϋπόθεση της πλήρους αναγνώρισης του αντίκτυπου που έχει η ανεξάρτητη άσκηση των ειδικών αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ στον τομέα της διεθνούς εκπροσώπησης. Οι απόψεις και οι διαμορφούμενες θέσεις της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να συντονίζονται προσεκτικά και να εκφράζονται ως μία φωνή. Αυτό, όμως, προϋποθέτει ότι η οργάνωση της ενιαίας εκπροσώπησης πρέπει να λάβει πλήρως υπόψη την εσωτερική κατανομή των αρμοδιοτήτων και των εντολών των διαφόρων θεσμικών οργάνων της Ένωσης, καθώς και τα εχέγγυα ανεξαρτησίας βάσει της Συνθήκης, τα οποία σκοπούν να προστατεύσουν το Ευρωσύστημα από κάθε πολιτική πίεση, προκειμένου να του δώσουν τη δυνατότητα να επιδιώξει αποτελεσματικά τους στόχους που εξυπηρετούν τα καθήκοντά του.

2.2.2

Επιπλέον, όπως προαναφέρθηκε, η ενιαία εκπροσώπηση θα πρέπει να οργανωθεί με πλήρη σεβασμό της αρχής της καλόπιστης συνεργασίας μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης (άρθρο 13 παράγραφος 2 ΣΕΕ). Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ αναμένει ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα συμβάλουν στην επίτευξη του στόχου της ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ σύμφωνα με την εντολή και τις αρμοδιότητες του Ευρωσυστήματος. Προσδοκάται ότι η ενιαία εκπροσώπηση θα τιμήσει την από καιρό παγιωμένη πρακτική της ενεργούς συμμετοχής των κεντρικών τραπεζών στην προετοιμασία κοινών θέσεων της ζώνης του ευρώ σε σχέση με τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων του ΔΝΤ και της συμμετοχής των ΕθνΚΤ του Ευρωσυστήματος στις διαδικασίες αυτές λόγω του υψηλού βαθμού ειδίκευσής τους στους τομείς δραστηριότητας του ΔΝΤ.

2.2.3

Σήμερα η ΕΚΤ εκπροσωπείται σε δύο όργανα του ΔΝΤ σε μόνιμη βάση. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ συμμετέχει ως παρατηρητής στην ΔΝΧΕ. Επιπλέον, η ΕΚΤ έχει καθεστώς παρατηρητή στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ όταν συζητούνται θέματα που σχετίζονται με την εντολή της (19). Ειδικότερα, η ΕΚΤ προσκαλείται να αποστέλλει εκπρόσωπο στις συνεδριάσεις του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ όταν συζητούνται τα εξής θέματα: α) οι πολιτικές της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων του άρθρου IV με χώρες μέλη· β) η επιτήρηση των πολιτικών των μεμονωμένων μελών της ζώνης του ευρώ από το Ταμείο σύμφωνα με το άρθρο IV· γ) ο ρόλος της ζώνης του ευρώ στο διεθνές νομισματικό σύστημα· δ) οι παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές· ε) οι εκθέσεις για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα· στ) οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και αγορά. Επιπλέον, η ΕΚΤ προσκαλείται να αποστέλλει εκπρόσωπο στις συνεδριάσεις του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ για θέματα της ημερήσιας διάταξης που αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ και το Ταμείο ως αμοιβαίου ενδιαφέροντος για την εκτέλεση των αντίστοιχων εντολών τους. Το καθεστώς παρατηρητή της ΕΚΤ έχει την έννοια ότι, με την άδεια του προέδρου, ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ μπορεί να αναφέρεται προφορικώς ή εγγράφως στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ σχετικά με τα θέματα για τα οποία έχει προσκληθεί η ΕΚΤ, ενώ το δικαίωμα τοποθέτησης και λήψης αποφάσεων για το πλήρες φάσμα θεμάτων στα όργανα του ΔΝΤ προορίζεται για τα κράτη μέλη.

2.3   Τεχνικές παρατηρήσεις και προτάσεις διατύπωσης

Για τις περιπτώσεις στις οποίες η ΕΚΤ υποδεικνύει τροποποίηση της προτεινόμενης απόφασης παρατίθενται συγκεκριμένες προτάσεις διατύπωσης σε ξεχωριστό τεχνικό έγγραφο εργασίας συνοδευόμενο από τη σχετική αιτιολογία. Το τεχνικό έγγραφο εργασίας είναι διαθέσιμο στην αγγλική γλώσσα στον δικτυακό τόπο της ΕΚΤ.

Φρανκφούρτη, 6 Απριλίου 2016.

Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ

Mario DRAGHI


(1)  COM(2015) 603 final.

(2)  Βλέπε την έκθεση των Πέντε Προέδρων για την ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης της Ευρώπης, 22 Ιουνίου 2015, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο www.ec.europa.eu

(3)  Άρθρα II και III του καταστατικού του ΔΝΤ.

(4)  Βλέπε παράγραφο 1 του άρθρου V του καταστατικού του ΔΝΤ, σύμφωνα με την οποία κάθε χώρα μέλος συναλλάσσεται με το Ταμείο μόνο μέσω του Υπουργείου Οικονομικών, της κεντρικής τράπεζας, του ταμείου σταθεροποίησης ή άλλου παρόμοιου φορέα και το Ταμείο συναλλάσσεται μόνο με αυτούς τους φορείς ή μέσω αυτών.

(5)  Βλέπε, ενδεικτικά, για την Αυστρία: παραγράφους 1 και 2 του ομοσπονδιακού νόμου της 23ης Ιουνίου 1971 σχετικά με την αύξηση του μεριδίου συμμετοχής της Αυστρίας στο ΔΝΤ και τη μεταφορά του συνόλου του ποσοστού συμμετοχής από την Oesterreichische Nationalbank, BGBl αριθ. 309/1971· για τη Γερμανία: άρθρο 3 παράγραφος 2 του νόμου της 9ης Ιανουαρίου 1978 σχετικά με το καταστατικό του ΔΝΤ (BGBl. 1978 II σ. 13), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 298 του κανονισμού της 31ης Αυγούστου 2015 (BGBl. I σ. 1474)· για τη Φινλανδία: άρθρο 2 του νόμου αριθ. 68/1977 σχετικά με την έγκριση ορισμένων τροποποιήσεων της Συνθήκης για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο· για τη Σλοβενία: άρθρο 4 του νόμου για τη συμμετοχή της Δημοκρατίας της Σλοβενίας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο· για την Πορτογαλία: άρθρο 1 παράγραφος 1 του διατάγματος-νόμου αριθ. 245/89, της 5ης Αυγούστου 1989.

(6)  Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, στην περίπτωση του Βελγίου, της Εσθονίας, της Γερμανίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, της Μάλτας, της Ολλανδίας, της Αυστρίας, της Σλοβακίας, της Σλοβενίας, της Φινλανδίας και της Πορτογαλίας.

(7)  Βλέπε παράγραφο 2 στοιχείο α) του άρθρου XIII του καταστατικού του ΔΝΤ.

(8)  Βλέπε άρθρο XVII του καταστατικού του ΔΝΤ.

(9)  Βλέπε πρώτη και τέταρτη περίπτωση του άρθρου 23 του καταστατικού του ΕΣΚΤ.

(10)  Βλέπε άρθρο 31.1 του καταστατικού του ΕΣΚΤ.

(11)  Βλέπε άρθρο 30.5 του καταστατικού του ΕΣΚΤ.

(12)  Βλέπε παράγραφο 3 του άρθρου XVII του καταστατικού του ΔΝΤ.

(13)  Σε σχέση με την ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη τα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).

(14)  Βλέπε απόφαση του Δικαστηρίου, της 10ης Ιουλίου 2003, στην υπόθεση C-11/00, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ECLI:EU:C:2003:395, σκέψη 134.

(15)  Βλέπε πρώτη παράγραφο της ενότητας «Λειτουργική ανεξαρτησία» στο κεφάλαιο 2.2.3 της έκθεσης της ΕΚΤ για τη σύγκλιση του 2014.

(16)  Βλέπε παράγραφο 9 της γνώμης CON/2003/20 σχετικά με τον όρο «νομισματική πολιτική» στο άρθρο 3 παράγραφο 1 στοιχείο γ) ΣΛΕΕ. Δεδομένου ότι το καταστατικό του ΕΣΚΤ αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των Συνθηκών (άρθρο 51 ΣΕΕ), ο όρος «νομισματική πολιτική» αναφέρεται και στις διατάξεις του καταστατικού του ΕΣΚΤ σχετικά με τη νομισματική πολιτική.

(17)  Βλέπε άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

(18)  Βλέπε άρθρο 282 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ, άρθρο 9.1 του καταστατικού του ΕΣΚΤ και άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Η διεθνής νομική προσωπικότητα της ΕΚΤ περιορίζεται στις λειτουργίες της και τις εφαρμοστέες διατάξεις των Συνθηκών. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα άρθρα 6.1 και 6.2 του καταστατικού του ΕΣΚΤ και σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στο ΕΣΚΤ στον τομέα της διεθνούς συνεργασίας, η ΕΚΤ αποφασίζει για τον τρόπο εκπροσώπησης του ΕΣΚΤ και για το αν η ίδια και, με την έγκρισή της, οι εθνικές κεντρικές τράπεζες μπορούν να συμμετέχουν σε διεθνείς νομισματικούς οργανισμούς. Το άρθρο 6.3 του καταστατικού του ΕΣΚΤ ορίζει ότι οι διατάξεις αυτές ισχύουν με την επιφύλαξη των μέτρων που ενδείκνυνται και θεσπίζονται από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 2 ΣΛΕΕ για τη διασφάλιση της ενιαίας εκπροσώπησης της ζώνης του ευρώ στο πλαίσιο των διεθνών οικονομικών οργανισμών και διασκέψεων.

(19)  Απόφαση αριθ. 12925-(03/1) της 27ης Δεκεμβρίου 2002, όπως τροποποιήθηκε από τις αποφάσεις αριθ. 13414-(05/01) της 23ης Δεκεμβρίου 2004, αριθ. 13612-(05/108) της 22ας Δεκεμβρίου 2005 και αριθ. 14517-(10/1) της 5ης Ιανουαρίου 2010.


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/5


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

15 Ιουνίου 2016

(2016/C 216/02)

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,1230

JPY

ιαπωνικό γιεν

119,29

DKK

δανική κορόνα

7,4356

GBP

λίρα στερλίνα

0,79158

SEK

σουηδική κορόνα

9,3540

CHF

ελβετικό φράγκο

1,0817

ISK

ισλανδική κορόνα

 

NOK

νορβηγική κορόνα

9,3415

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

27,073

HUF

ουγγρικό φιορίνι

313,86

PLN

πολωνικό ζλότι

4,4119

RON

ρουμανικό λέου

4,5358

TRY

τουρκική λίρα

3,2905

AUD

δολάριο Αυστραλίας

1,5188

CAD

δολάριο Καναδά

1,4438

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

8,7162

NZD

δολάριο Νέας Ζηλανδίας

1,5974

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,5215

KRW

ουόν Νότιας Κορέας

1 316,08

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

17,1016

CNY

κινεζικό ρενμινπί γιουάν

7,3905

HRK

κροατική κούνα

7,5278

IDR

ρουπία Ινδονησίας

15 010,63

MYR

μαλαισιανό ρινγκίτ

4,6054

PHP

πέσο Φιλιππινών

52,032

RUB

ρωσικό ρούβλι

73,7390

THB

ταϊλανδικό μπατ

39,602

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

3,8945

MXN

πέσο Μεξικού

21,1993

INR

ινδική ρουπία

75,3670


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/6


Κοινοποίηση εξ ονόματος της Ιρλανδικής κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («οδηγία για το φυσικό αέριο») σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου όσον αφορά τον ορισμό της εταιρείας Gas Networks Ireland ως διαχειριστή συστήματος μεταφοράς — Διαχειριστής συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου

(2016/C 216/03)

Μετά την πιστοποίηση της εταιρείας Gas Networks Ireland ως διαχειριστή συστήματος μεταφοράς με ιδιοκτησιακό διαχωρισμό (άρθρο 9 της οδηγίας για το φυσικό αέριο), η Commission for Energy Regulation (CER), ως ιρλανδική εθνική ρυθμιστική αρχή, κοινοποίησε στην Επιτροπή την επίσημη έγκριση και τον ορισμό αυτής της εταιρείας ως διαχειριστή συστήματος μεταφοράς που λειτουργεί σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας για το φυσικό αέριο.

Τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες παρέχονται στην ακόλουθη διεύθυνση:

http://www.cer.ie/ (σχετ: CER/16/113)


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

ΕΖΕΣ-Δικαστήριο

16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/7


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας

(Υπόθεση E-25/15)

(2016/C 216/04)

Στις 23 Οκτωβρίου 2015, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Markus Schneider και Clémence Perrin, υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Belgium, άσκησε προσφυγή κατά της Ισλανδίας ενώπιον του Δικαστηρίου ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

να αναγνωρίσει ότι παραλείποντας να λάβει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλα τα αναγκαία μέτρα για να ανακτήσει από τους αποδέκτες τις κρατικές ενισχύσεις που κηρύχθηκαν ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο από τα άρθρα 2, 3, 4 και 5 της απόφασης της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ αριθ. 404/14/COL, της 8ης Οκτωβρίου 2014, σχετικά με το καθεστώς παροχής επενδυτικών κινήτρων στην Ισλανδία, παραλείποντας να ακυρώσει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις ενδεχόμενες εκκρεμείς πληρωμές που αναφέρονται στο άρθρο 7 τρίτη περίοδος της εν λόγω απόφασης και παραλείποντας να παράσχει στην Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλες τις πληροφορίες που περιγράφονται στο άρθρο 8 της εν λόγω απόφασης, η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 3 του μέρους II του πρωτοκόλλου 3 της συμφωνίας μεταξύ των κρατών της ΕΖΕΣ για τη σύσταση Εποπτεύουσας Αρχής και Δικαστηρίου και των άρθρων 6, 7 και 8 της απόφασης αριθ. 404/14/COL·

2.

να διατάξει την Ισλανδία να καταβάλει τα έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην απόφαση αριθ. 404/14/COL της Αρχής της 8ης Οκτωβρίου 2014για το καθεστώς παροχής επενδυτικών κινήτρων της Ισλανδίας («απόφαση ανάκτησης» ή «απόφαση»).

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι στην απόφαση ανάκτησης, η Αρχή έκρινε μεταξύ άλλων ότι πέντε επενδυτικές συμφωνίες τις οποίες είχε συνάψει η Ισλανδία με εταιρείες, περιελάμβαναν νέες κρατικές ενισχύσεις ασυμβίβαστες με τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι το άρθρο 6 της απόφασης ανάκτησης υποχρεώνει την Ισλανδία να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση από τους δικαιούχους των παράνομων κρατικών ενισχύσεων που αναφέρονται στα άρθρα 2, 3, 4 και 5 της απόφασης.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι το άρθρο 7 τρίτη περίοδος της απόφασης ανάκτησης επιβάλλει την υποχρέωση στην Ισλανδία να ακυρώσει όλες τις εκκρεμείς πληρωμές των ενισχύσεων από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης, δηλαδή από τις 8 Οκτωβρίου 2014.

Εξάλλου, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει περαιτέρω ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 της απόφασης ανάκτησης, η Ισλανδία είχε την υποχρέωση να παρέχει στην Αρχή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο έως τις 9 Δεκεμβρίου 2014.


16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/8


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας

(Υπόθεση E-30/15)

(2016/C 216/05)

Στις 16 Δεκεμβρίου 2015 η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Clémence Perrin και Marlene Lie Hakkebo, υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Belgium, άσκησε προσφυγή κατά της Ισλανδίας ενώπιον του Δικαστηρίου ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

να αναγνωρίσει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 15ιζ του κεφαλαίου XIII του παραρτήματος II της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, (οδηγία 2011/62/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση, όσον αφορά την πρόληψη της εισόδου ψευδεπίγραφων φαρμάκων στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού), όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής, και βάσει του άρθρου 7 της συμφωνίας, παραλείποντας να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της πράξης εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ σχετικά·

2.

να διατάξει την Ισλανδία να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η προσφυγή αφορά την παράλειψη της Ισλανδίας να συμμορφωθεί, το αργότερο έως τις 14 Μαρτίου 2015, με αιτιολογημένη γνώμη που εξέδωσε η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 14 Ιανουαρίου 2015 σχετικά με τη μη εφαρμογή, από το εν λόγω κράτος, στην εσωτερική έννομη τάξη του, της οδηγίας 2011/62/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση, όσον αφορά την πρόληψη της εισόδου ψευδεπίγραφων φαρμάκων στη νόμιμη αλυσίδα εφοδιασμού, όπως αναφέρεται στο σημείο 15ιζ του κεφαλαίου ΧΙΙΙ του παραρτήματος II της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και όπως προσαρμόστηκε στην εν λόγω συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής (εφεξής «η πράξη»).

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης και του άρθρου 7 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, δεδομένου ότι δεν θέσπισε, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της πράξης.


16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/9


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας

(Υπόθεση E-31/15)

(2016/C 216/06)

Στις 17 Δεκεμβρίου 2015 η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Øyvind Bø και Íris Ísberg, υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Belgium, άσκησε προσφυγή κατά της Ισλανδίας ενώπιον του Δικαστηρίου ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

Να αναγνωρίσει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 9στ του παραρτήματος XVII της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, (οδηγία 2011/77/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2011, για τροποποίηση της οδηγίας 2006/116/ΕΚ για τη διάρκεια προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενικών δικαιωμάτων), όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής, και βάσει του άρθρου 7 της συμφωνίας, παραλείποντας να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της πράξης εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ σχετικά.

2.

Να διατάξει την Ισλανδία να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η προσφυγή αφορά την παράλειψη της Ισλανδίας να συμμορφωθεί, το αργότερο έως τις 8 Ιουνίου 2015, με αιτιολογημένη γνώμη που εξέδωσε η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 8 Απριλίου 2015 σχετικά με τη μη εφαρμογή, από το εν λόγω κράτος στην εσωτερική έννομη τάξη του, της οδηγίας 2011/77/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 2011, για τροποποίηση της οδηγίας 2006/116/ΕΚ για τη διάρκεια προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενικών δικαιωμάτων, όπως αναφέρεται στο σημείο 9στ του παραρτήματος XVII της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και όπως προσαρμόστηκε στην εν λόγω συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής (εφεξής «η πράξη»).

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης και του άρθρου 7 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, δεδομένου ότι δεν θέσπισε, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της πράξης.


16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/10


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν

(Υπόθεση E-32/15)

(2016/C 216/07)

Στις 17 Δεκεμβρίου 2015 η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Øyvind Bø και Marlene Lie Hakkebo υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Belgium, άσκησε προσφυγή κατά του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν ενώπιον του Δικαστηρίου ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

να αναγνωρίσει ότι το Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των πράξεων που αναφέρονται στο σημείο 24στ του παραρτήματος VIII της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο:

οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την άδεια οδήγησης και

οδηγία 2011/94/ΕΕ της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2011, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης,

οδηγία 2012/36/ΕΕ της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης,

όπως προσαρμόστηκαν στη συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής και δυνάμει του άρθρου 7 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, παραλείποντας να θεσπίσει τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των πράξεων εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ σχετικά·

2.

να διατάξει το Λιχτενστάιν να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η αίτηση αφορά την παράλειψη του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν να συμμορφωθεί, το αργότερο έως τις 24 Αυγούστου 2015, με αιτιολογημένη γνώμη που εξέδωσε η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 24 Ιουνίου 2015 σχετικά με την παράλειψη του εν λόγω κράτους να εφαρμόσει στην εσωτερική του έννομη τάξη την οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την άδεια οδήγησης, καθώς και

την οδηγία 2011/94/ΕΕ της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2011, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης και

την οδηγία 2012/36/ΕΕ της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης, όπως αναφέρεται στο σημείο 24στ) του παραρτήματος VIII της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και όπως προσαρμόστηκε στην εν λόγω συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής (εφεξής «η πράξη»).

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι το Λιχτενστάιν παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 7 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, δεδομένου ότι δεν θέσπισε, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των πράξεων.


16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/11


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας

(Υπόθεση E-33/15)

(2016/C 216/08)

Στις 17 Δεκεμβρίου 2015 η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Clémence Perrin και Íris Ísberg, υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Belgium, άσκησε προσφυγή κατά της Ισλανδίας ενώπιον του Δικαστηρίου ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

Να αναγνωρίσει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 15ιζ του κεφαλαίου ΧΙΙΙ του παραρτήματος II της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, (οδηγία 2012/26/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση), όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής, και δυνάμει του άρθρου 7 της συμφωνίας, παραλείποντας να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της πράξης εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ σχετικά.

2.

Να διατάξει την Ισλανδία να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η προσφυγή αφορά την παράλειψη της Ισλανδίας να συμμορφωθεί, το αργότερο έως τις 14 Μαρτίου 2015, με αιτιολογημένη γνώμη που εξέδωσε η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 14 Ιανουαρίου 2015 σχετικά με τη μη εφαρμογή, από το εν λόγω κράτος στην εσωτερική έννομη τάξη του (οδηγία 2012/26/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση), όπως αναφέρεται στο σημείο 15ιζ του κεφαλαίου ΧΙΙΙ του παραρτήματος II της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και όπως προσαρμόστηκε στην εν λόγω συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής (εφεξής «η πράξη»).

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης και του άρθρου 7 της συμφωνίας για τον ΕΟΧ, δεδομένου ότι δεν θέσπισε, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της πράξης.


16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/12


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά της Ισλανδίας

(Υπόθεση E-34/15)

(2016/C 216/09)

Στις 17 Δεκεμβρίου 2015, η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Øyvind Bø και Íris Ísberg, υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Βέλγιο άσκησε προσφυγή κατά της Ισλανδίας ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

Να αναγνωρίσει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 1α του κεφαλαίου ΧΧIV του παραρτήματος II της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, (οδηγία 2012/46/ΕΕ της Επιτροπής, της 6ης Δεκεμβρίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγίας 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα), όπως προσαρμόστηκε στη συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής, και βάσει του άρθρου 7 της συμφωνίας, παραλείποντας να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της πράξης εντός της ταχθείσας προθεσμίας ή, εν πάση περιπτώσει, παραλείποντας να ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ σχετικά.

2.

Να διατάξει την Ισλανδία να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η προσφυγή αφορά την παράλειψη της Ισλανδίας να συμμορφωθεί, το αργότερο έως τις 13 Ιουλίου 2015, με αιτιολογημένη γνώμη που εξέδωσε η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ στις 13 Μαΐου 2015 σχετικά με τη μη εφαρμογή, από το εν λόγω κράτος, στην εσωτερική έννομη τάξη του, της οδηγίας 2012/46/ΕΕ της Επιτροπής, της 6ης Δεκεμβρίου 2012, για την τροποποίηση της οδηγίας 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα, όπως αναφέρεται στο σημείο 1α του κεφαλαίου ΧΧIV του παραρτήματος II της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και όπως προσαρμόστηκε στην εν λόγω συμφωνία με το πρωτόκολλο 1 αυτής (εφεξής «η πράξη»).

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ υποστηρίζει ότι η Ισλανδία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης και του άρθρου 7 της συμφωνίας ΕΟΧ, δεδομένου ότι δεν θέσπισε, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της πράξης.


16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/13


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 2015 από την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ κατά του Βασιλείου της Νορβηγίας

(Υπόθεση E-35/15)

(2016/C 216/10)

Στις 22 Δεκεμβρίου 2015 η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ, εκπροσωπούμενη από τους Carsten Zatschler, Markus Schneider και Øyvind Bø, υπό την ιδιότητά τους ως αντιπροσώπων της Εποπτεύουσας Αρχής της ΕΖΕΣ, 35 Rue Belliard, 1040 Brussels, Belgium, άσκησε προσφυγή κατά του Βασιλείου της Νορβηγίας ενώπιον του Δικαστηρίου της ΕΖΕΣ.

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ ζητεί από το Δικαστήριο ΕΖΕΣ:

1.

Να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Νορβηγίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει της πράξης που αναφέρεται στο σημείο 56θ του παραρτήματος XIII της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (οδηγία 2000/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, σχετικά με τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής αποβλήτων πλοίου και καταλοίπων φορτίου), εντός της ταχθείσας προθεσμίας:

α)

διότι παρέλειψε να καταρτίσει και να θέσει σε εφαρμογή κατάλληλο πρόγραμμα παραλαβής και διακίνησης αποβλήτων για κάθε λιμάνι εντός της Νορβηγίας, όπως απαιτεί το άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/59/ΕΚ·

β)

διότι παρέλειψε να αξιολογήσει και να εγκρίνει τα προγράμματα παραλαβής και διακίνησης αποβλήτων για όλους τους λιμένες της Νορβηγίας, να παρακολουθεί την εφαρμογή τους και να εξασφαλίζει την επανέγκρισή τους τουλάχιστον ανά τριετία, όπως απαιτεί το άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας 2000/59/ΕΚ· και

γ)

διότι παρέλειψε να εξασφαλίσει τη διάθεση λιμενικών εγκαταστάσεων παραλαβής σε όλους τους λιμένες της Νορβηγίας, κατάλληλων να καλύψουν τις ανάγκες των πλοίων που χρησιμοποιούν συνήθως τον εκάστοτε λιμένα, χωρίς να γίνονται αιτία αδικαιολόγητης καθυστέρησης των πλοίων, όπως απαιτεί το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/59/ΕΚ.

2.

Να διατάξει τον εναγόμενο να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.

Νομικά και πραγματικά περιστατικά και νομική θεμελίωση:

Η Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ («ΕΑΕ») ισχυρίζεται ότι το Βασίλειο της Νορβηγίας παρέλειψε να συμμορφωθεί εγκαίρως με βασικές υποχρεώσεις για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος σύμφωνα με την οδηγία 2000/59/ΕΚ (η «οδηγία» ή η «οδηγία για τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής»).

Προκειμένου να μειωθούν οι απορρίψεις αποβλήτων πλοίων και καταλοίπων φορτίου στη θάλασσα, η οδηγία υποχρεώνει τα κράτη του ΕΟΧ να διασφαλίζουν την ύπαρξη κατάλληλων εγκαταστάσεων, ικανών να δεχθούν απόβλητα πλοίου και κατάλοιπα φορτίου, διαθέσιμων σε όλους τους λιμένες τους, καθώς και να αναπτύξουν και να εφαρμόσουν προγράμματα παραλαβής και διακίνησης αποβλήτων για κάθε λιμένα.

Στις 23 Οκτωβρίου 2007, οι νορβηγικές αρχές ενημέρωσαν την ΕΑΕ ότι η οδηγία για τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής είχε μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο.

Κατόπιν αιτήματος της ΕΑΕ, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα διενήργησε ελέγχους και εξέδωσε έκθεση, στις 28 Σεπτεμβρίου 2010, προσκομίζοντας, μεταξύ άλλων, τις ελλείψεις της Νορβηγίας όσον αφορά τη συμμόρφωση προς την οδηγία.

Η ΕΑΕ εξέδωσε αιτιολογημένη γνώμη στις 10 Ιουλίου 2013, όπου υποστήριξε ότι η Νορβηγία παρέβη, μεταξύ άλλων, τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1, του άρθρου 5 παράγραφος 1 και 3 της οδηγίας. Η Νορβηγία κλήθηκε να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την αιτιολογημένη γνώμη το αργότερο έως τις 10 Σεπτεμβρίου 2013.

Η ΕΑΕ υποστηρίζει ότι η Νορβηγία, έως την ημερομηνία αυτή, παρέβη τις υποχρεώσεις της i) να αναπτύξει και να εφαρμόσει κατάλληλο πρόγραμμα παραλαβής και διακίνησης αποβλήτων για κάθε λιμένα της, όπως απαιτεί το άρθρο 5 παράγραφος 1 της οδηγίας· ii) να αξιολογεί και να εγκρίνει τα προγράμματα παραλαβής και διακίνησης αποβλήτων για όλους τους λιμένες της, να παρακολουθεί την εφαρμογή τους και να εξασφαλίζει την επανέγκρισή τους τουλάχιστον ανά τριετία, όπως απαιτεί το άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας· και iii) να διασφαλίσει τη διάθεση λιμενικών εγκαταστάσεων παραλαβής σε όλους τους λιμένες στο έδαφός της, όπως απαιτεί το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας.


ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

16.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 216/14


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση M.8070 — Bancopopular-e / Assets of Barclays Bank)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2016/C 216/11)

1.

Στις 9 Ιουνίου 2016 η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1), με την οποία η επιχείρηση Bancopopular- e SA («E-Com» ή «ο αγοραστής») αποκτά, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού συγκεντρώσεων, τον αποκλειστικό έλεγχο των δραστηριοτήτων της Barclays στον τομέα των καρτών πληρωμών στην Ισπανία και την Πορτογαλία («δραστηριότητα-στόχος») από την Barclays Bank PLC («Barclays» ή «ο πωλητής»).

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι οι εξής:

—   για την E-Com: παρέχει υπηρεσίες που σχετίζονται με την έκδοση καρτών πληρωμών στην Ισπανία· σε μικρότερο βαθμό, παρέχει επίσης υπηρεσίες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης και διανομής ασφαλιστικών προϊόντων στην ισπανική αγορά· είναι κοινή επιχείρηση, ελεγχόμενη από κοινού από την Banco Popular και ορισμένα ιδιωτικά συνδεδεμένα κεφάλαια που τελούν υπό τη διαχείριση της Värde Partners Inc. («Värde»),

—   για τη δραστηριότητα-στόχο: περιλαμβάνει τις δραστηριότητες της Barclays στον τομέα των πιστωτικών καρτών στην Πορτογαλία και την Ισπανία, οι οποίες συνίσταται στη χορήγηση, διάθεση στην αγορά και διαχείριση καταναλωτικών δανείων, καταναλωτικών πιστωτικών καρτών, προϊόντων καταναλωτικών πιστωτικών καρτών, προϊόντων πληρωμών μέσω καταναλωτικών πιστωτικών καρτών και δανείων μέσω καταναλωτικών πιστωτικών καρτών· επιπλέον, έχει οριακή παρουσία στην αγορά διανομής ασφαλιστικών υπηρεσιών στην Ισπανία και την Πορτογαλία.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία για την εξέταση ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (2), σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια να εξεταστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην εν λόγω ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να της υποβάλουν τυχόν παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την αναφορά M.8070 — Bancopopular-e / Assets of Barclays Bank. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στη διεύθυνση COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

Merger Registry

1049 Bruxelles/Brussel

ΒΕΛΓΙΟ


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 366 της 14.12.2013, σ. 5.