ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

59ο έτος
12 Φεβρουαρίου 2016


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
ΣΥΝΟΔΟΣ 2013-2014
Συνεδριάσεις από 20 έως 23 Μαΐου 2013
Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ C 246 E της 27.8.2013 .
ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

1


 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

2016/C 55/01

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/25/ΕΚ σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (2012/2262(INI))

2

2016/C 55/02

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με περιφερειακές στρατηγικές για τις βιομηχανικές περιοχές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2012/2100(INI))

6

2016/C 55/03

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις σημερινές προκλήσεις και ευκαιρίες όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά ενέργειας (2012/2259(INI))

12

2016/C 55/04

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών στις υπό ένταξη βαλκανικές χώρες (2012/2255(INI))

23

2016/C 55/05

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τον Χάρτη της ΕΕ: πρότυπες ρυθμίσεις για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την ΕΕ (2011/2246(INI))

33

2016/C 55/06

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με μια Ατζέντα για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις (2012/2234(INI))

43

2016/C 55/07

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων (2013/2060(INI))

54

2016/C 55/08

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τη φορολογία: τρόποι αποδέσμευσης των δυνατοτήτων οικονομικής μεγέθυνσης της ΕΕ (2013/2025(INI))

65

 

Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

2016/C 55/09

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (2012/2132(INI))

71

 

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

2016/C 55/10

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για μη διατύπωση αντιρρήσεων ως προς το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 όσον αφορά τη διαμετακόμιση ορισμένων ζωικών υποπροϊόντων από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (D025828/03 — 2013/2598(RPS))

79

2016/C 55/11

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ): Αντίδραση στις ανακοινώσεις της Επιτροπής (2013/2609(RSP))

79

2016/C 55/12

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την κατάσταση των σύρων προσφύγων στις γειτονικές χώρες (2013/2611(RSP))

84

2016/C 55/13

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων από τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο (2013/2612(RSP))

90

2016/C 55/14

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την έκθεση προόδου 2012 για την Βοσνία και Ερζεγοβίνη (2012/2865(RSP))

94

2016/C 55/15

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2012 για την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (2013/2866(RSP))

100

2016/C 55/16

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις εμπορικές και επενδυτικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (2013/2558(RSP))

108

2016/C 55/17

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αποκατάσταση της πρόσβασης της Mιανμάρ/Βιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (2012/2929(RSP))

112

2016/C 55/18

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με μια μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις (2013/2549(RSP))

117

2016/C 55/19

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και τα πρότυπα υγείας και ασφάλειας έπειτα από τις πρόσφατες πυρκαγιές σε εργοστάσια και την κατάρρευση κτηρίου στο Μπανγκλαντές (2013/2638(RSP))

120

2016/C 55/20

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με το Γκουαντάναμο: απεργία πείνας των κρατουμένων (2013/2654(RSP))

123

2016/C 55/21

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την Ινδία: εκτέλεση του Mohammad Afzal Guru και επιπτώσεις της (2013/2640(RSP))

125

2016/C 55/22

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τη Ρουάντα: η Υπόθεση της Victoire Ingabire (2013/2641(RSP))

127


 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

2016/C 55/23

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας και των προνομίων του Gabriele Albertini (2012/2240(IMM))

131

2016/C 55/24

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη (Ι) (2013/2014(IMM))

132

2016/C 55/25

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη (ΙΙ) (2013/2028(IMM))

133

2016/C 55/26

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις προφορικές τροπολογίες και άλλες προφορικές τροποποιήσεις (ερμηνεία του άρθρου 156 παράγραφος 6 του Κανονισμού)

135


 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

 

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

2016/C 55/27

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σρι Λάνκα σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών (15318/2012 — C7-0391/2012 — 2012/0018(NLE))

136

2016/C 55/28

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου με σκοπό την εντατική συνεργασία (05822/2013 — C7-0044/2013 — 2012/0213(NLE))

136

2016/C 55/29

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ/Ευρατόμ) αριθ. 354/83, σχετικά με την κατάθεση των ιστορικών αρχείων των θεσμικών οργάνων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας (06867/2013 — C7-0081/2013 — 2012/0221(APP))

137

2016/C 55/30

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά τον καθορισμό της χρονικής περιόδου των όγδοων εκλογών των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία (07279/2013 — C7-0068/2013 — 2013/0802(CNS))

138

2016/C 55/31

P7_TA(2013)0200
Υπεράκτιες δραστηριότητες αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαϊου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ασφάλεια των υπεράκτιων δραστηριοτήτων αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου (COM(2011)0688 — C7-0392/2011 — 2011/0309(COD))
P7_TC1-COD(2011)0309
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 21 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2013/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ασφάλεια των υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερίου και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ

138

 

Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

2016/C 55/32

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Mαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να μην συγκαλέσει Συνέλευση για την προσθήκη Πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (00091/2011 — C7-0386/2011 — 2011/0818(NLE))

140

2016/C 55/33

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τσεχική Δημοκρατία (άρθρο 48 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση) (00091/2011 — C7-0385/2011 — 2011/0817(NLE))

141

2016/C 55/34

P7_TA(2013)0210
Αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις (COM(2011)0276 — C7-0128/2011 — 2011/0130(COD))
P7_TC1-COD(2011)0130
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 22 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις

143

2016/C 55/35

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Καναδά για την τελωνειακή συνεργασία όσον αφορά θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της αλυσίδας εφοδιασμού (11362/2012 — C7-0078/2013 — 2012/0073(NLE))

144

2016/C 55/36

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (COM(2012)0512 — C7-0289/2012 — 2012/0244(COD))

145

2016/C 55/37

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 στην πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (COM(2012)0511 — C7-0314/2012 — 2012/0242(CNS))

157

2016/C 55/38

P7_TA(2013)0214
Είδη πυροτεχνίας ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ειδών πυροτεχνίας (αναδιατύπωση) (COM(2011)0764 — C7-0425/2011 — 2011/0358(COD))
P7_TC1-COD(2011)0358
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 22 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2013/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ειδών πυροτεχνίας (αναδιατύπωση)

192

 

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

2016/C 55/39

P7_TA(2013)0217
Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας και ημερομηνία της εφαρμογής του ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) όσον αφορά την ημερομηνία της εφαρμογής του (COM(2013)0193 — C7-0096/2013 — 2013/0104(COD))
P7_TC1-COD(2013)0104
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας), όσον αφορά την ημερομηνία της εφαρμογής του

194

2016/C 55/40

P7_TA(2013)0218
Αποκατάσταση της συμμετοχής της Μιανμάρ/Βιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/97 που αναστέλλει προσωρινά τη συμμετοχή της Ένωσης της Μιανμάρ/Βιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (COM(2012)0524 — C7-0297/2012 — 2012/0251(COD))
P7_TC1-COD(2012)0251
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/97, που αναστέλλει τη συμμετοχή της Mιανμάρ/Bιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων

195

2016/C 55/41

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου διαχείρισης της οικονομικής ευθύνης σε σχέση με διαιτητικά δικαστήρια επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών που προβλέπονται από διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος (COM(2012)0335 — C7-0155/2012 — 2012/0163(COD))

196

2016/C 55/42

P7_TA(2013)0220
Μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς (COM(2012)0089 — C7-0060/2012 — 2012/0039(COD))
P7_TC1-COD(2012)0039
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003

212

2016/C 55/43

P7_TA(2013)0221
Όροι υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο σκύλων, γατών και ικτίδων ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο στο εσωτερικό της Ένωσης και τις εισαγωγές στην Ένωση σκύλων, γατών και ικτίδων (COM(2012)0090 — C7-0061/2012 — 2012/0040(COD))
P7_TC1-COD(2012)0040
Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2013/…/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο στο εσωτερικό της Ένωσης και τις εισαγωγές στην Ένωση σκύλων, γατών και νυφιτσών

213


Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

*

Διαδικασία διαβούλευσης

***

Διαδικασία έγκρισης

***I

Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση

***II

Συνήθης νομοθετική διαδικασία: δεύτερη ανάγνωση

***III

Συνήθης νομοθετική διαδικασία: τρίτη ανάγνωση

(Η αναφερόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή.)

Τροπολογίες του Κοινοβουλίου:

Το νέο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες . Το κείμενο που απαλείφεται σημαίνεται είτε με το σύμβολο ▌ ή με διαγεγραμμένο κείμενο. Η αντικατάσταση καταδεικνύεται με τη σήμανση του νέου κειμένου με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και με την απαλοιφή ή τη διαγραφή του κειμένου που αντικαθίσταται.

EL

 


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/1


ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΣΥΝΟΔΟΣ 2013-2014

Συνεδριάσεις από 20 έως 23 Μαΐου 2013

Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ C 246 E της 27.8.2013.

ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/2


P7_TA(2013)0198

Δημόσιες προσφορές εξαγοράς

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/25/ΕΚ σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (2012/2262(INI))

(2016/C 055/01)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2004/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (1),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/25/ΕΚ σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (COM(2012)0347),

έχοντας υπόψη τη μελέτη σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/25/ΕΚ σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (εξωτερική μελέτη) που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Επιτροπής (2),

έχοντας υπόψη την έκθεση της 21ης Φεβρουαρίου 2007 για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (3),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0089/2013),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς (η οδηγία) παρουσιάζει τις ελάχιστες κατευθυντήριες γραμμές που διασφαλίζουν διαφάνεια και ασφάλεια δικαίου για τη διεξαγωγή μιας δημόσιας προσφοράς εξαγοράς και προβλέπει δικαιώματα ενημέρωσης για τους μετόχους, τους εργαζομένους και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη μελετούν ή έχουν ήδη εισαγάγει τροποποιήσεις στους εναρμονισμένους εθνικούς κανόνες τους για τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς με στόχο την αύξηση της διαφάνειας στις κεφαλαιαγορές και την ενίσχυση των δικαιωμάτων της υπό εξαγορά εταιρείας και των μετόχων της·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποφανθεί αρκετές φορές ότι η κατοχή ειδικών δικαιωμάτων σε ιδιωτική εταιρεία από ένα κράτος μέλος πρέπει γενικά να θεωρείται ως περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί παρά μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις (4)·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εθνικές αρμόδιες αρχές είναι υπεύθυνες για τη δημόσια εποπτεία των δημόσιων προσφορών εξαγοράς·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 1, παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (5) προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) λαμβάνει επίσης τα κατάλληλα μέτρα όσον αφορά τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΑΚΑΑ έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο αρμόδιων αρχών με σκοπό την ενίσχυση της μεταξύ τους συνεργασίας στο πλαίσιο διασυνοριακών δημόσιων προσφορών εξαγοράς·

1.

θεωρεί ότι η οδηγία αποτελεί σημαντικό μέρος του κεκτημένου του εταιρικού δικαίου της ΕΕ και ότι υπερβαίνει τον στόχο της απλής προώθησης της περαιτέρω ολοκλήρωσης και εναρμόνισης των κεφαλαιαγορών της ΕΕ·

2.

τονίζει ότι τα αποτελέσματα της οδηγίας δεν περιορίζονται στις βασικές διατάξεις για τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς αλλά πρέπει να αξιολογηθούν στο ευρύτερο πλαίσιο του εταιρικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της εταιρικής διακυβέρνησης, του δικαίου των κεφαλαιαγορών και του δικαίου για την απασχόληση·

3.

επαναλαμβάνει ότι οι στόχοι της οδηγίας, ιδίως η εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις δημόσιες προσφορές εξαγορών και παράλληλα η προστασία των συμφερόντων των μετόχων, των εργαζομένων και άλλων ενδιαφερόμενων μερών, αποτελούν σημαντικούς ακρογωνιαίους λίθους για την ομαλή λειτουργία της αγοράς εταιρικού ελέγχου·

4.

επισημαίνει το συμπέρασμα της Επιτροπής ότι η οδηγία λειτουργεί ικανοποιητικά και αναγνωρίζει τα συμπεράσματα της εξωτερικής μελέτης, σύμφωνα με τα οποία η οδηγία έχει βελτιώσει τη λειτουργία της αγοράς εταιρικού ελέγχου· με ανησυχία τη δυσαρέσκεια των εκπροσώπων των εργαζομένων που έχει καταγραφεί στην εξωτερική μελέτη όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων και καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τον διάλογο με τους εκπροσώπους των εργαζομένων για την καλύτερη αντιμετώπιση διαφόρων πιεστικών ζητημάτων·

Ισότιμοι όροι ανταγωνισμού

5.

υπογραμμίζει ότι η οδηγία εξασφαλίζει ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς στην Ευρώπη και πιστεύει ότι μακροπρόθεσμα θα μπορούσαν να προβλεφθούν περαιτέρω βελτιώσεις με στόχο την ενίσχυση των ισότιμων όρων ανταγωνισμού·

6.

σέβεται την αρμοδιότητα των κρατών μελών να θεσπίζουν πρόσθετα μέτρα που υπερβαίνουν τις απαιτήσεις της οδηγίας, εφόσον τηρούνται οι γενικοί στόχοι της οδηγίας·

7.

επισημαίνει, σε αυτό το πλαίσιο, ότι ορισμένα κράτη μέλη έλαβαν προσφάτως μέτρα κατόπιν εξελίξεων στις εγχώριες αγορές τους στο πεδίο του εταιρικού ελέγχου θεσπίζοντας πρόσθετες διατάξεις σχετικά με τη διεξαγωγή δημόσιων προσφορών εξαγοράς, όπως ο κανόνας «put up or shut up» της αρμόδιας επιτροπής εξαγορών του ΗΒ (UK Takeover Panel), ο οποίος βοηθά ώστε να καθορίζεται εάν μια δημόσια προσφορά εξαγοράς πρέπει («put up») ή δεν πρέπει («shut up») να υποβάλλεται σε περιπτώσεις όπου δεν είναι σαφές αν ο προσφέρων πράγματι σκοπεύει να υποβάλει προσφορά για την υπό εξαγορά εταιρεία·

Εποπτεία

8.

επικροτεί τις προσπάθειες της ΕΑΚΑΑ για βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών αρχών στο πλαίσιο των δημόσιων προσφορών εξαγοράς μέσω του δικτύου δημόσιων προσφορών εξαγοράς·

9.

πιστεύει, ωστόσο, ότι δεν είναι απαραίτητη η εισαγωγή ρυθμίσεων για την εποπτεία των δημόσιων προσφορών εξαγοράς σε επίπεδο ΕΕ, δεδομένου ότι το δίκαιο για τις εξαγορές δεν περιορίζεται στο δίκαιο των κεφαλαιαγορών αλλά ενσωματώνεται στο εθνικό εταιρικό δίκαιο· τονίζει ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να συνεχίσουν να έχουν την ευθύνη της δημόσιας εποπτείας των δημόσιων προσφορών εξαγοράς·

Αντιμετώπιση αναδυόμενων ζητημάτων

10.

επικροτεί τα πορίσματα και τις εργασίες της Επιτροπής σχετικά με τα ζητήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή της οδηγίας και επισημαίνει ότι εντοπίζονται πρόσθετες πτυχές από πανεπιστημιακούς και επαγγελματίες του τομέα (6)·

Η έννοια της «ενέργειας σε συνεννόηση»

11.

πιστεύει ότι η έννοια της «ενέργειας σε συνεννόηση» είναι ουσιώδους σημασίας κατά τον υπολογισμό του κατώτατου ορίου που επισείει την υποβολή υποχρεωτικής προσφοράς και κατανοεί το γεγονός ότι τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει με διαφορετικό τρόπο τον ορισμό που προβλέπεται στην οδηγία· πιστεύει, ωστόσο, ότι η εστίαση στην εισαγωγή αλλαγών στην έννοια της «ενέργειας σε συνεννόηση» μόνο στο πλαίσιο της οδηγίας δεν θα ευνοούσε την ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, δεδομένου ότι η εν λόγω έννοια σχετίζεται και με άλλους υπολογισμούς που απαιτούνται βάσει του εταιρικού δικαίου της ΕΕ· προτείνει, ως εκ τούτου, να πραγματοποιηθεί λεπτομερέστερη ανάλυση προκειμένου να εντοπιστούν πιθανά μέσα που θα βοηθούσαν στην περαιτέρω αποσαφήνιση και εναρμόνιση της έννοιας της «ενέργειας σε συνεννόηση»·

12.

αναμένει, προς αυτή την κατεύθυνση, το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για το εταιρικό δίκαιο της ΕΕ, όπου θα εξετάζεται το εν λόγω ζήτημα, και στηρίζει τη δήλωση της Επιτροπής ότι δεν θα πρέπει να περιορίζεται με κανένα τρόπο η δυνατότητα των εθνικών αρχών να υποχρεώνουν τα μέρη που εκ συνεννοήσεως επιζητούν τον έλεγχο μιας εταιρείας να αποδέχονται τις έννομες συνέπειες της εναρμονισμένης δράσης τους (7)·

Εθνικές παρεκκλίσεις από τον κανόνα της υποχρεωτικής προσφοράς

13.

τονίζει ότι ο κανόνας της υποχρεωτικής προσφοράς αποτελεί τη σημαντικότερη διάταξη για την προστασία των μειοψηφούντων μετόχων και επισημαίνει τα αποτελέσματα της εξωτερικής μελέτης, σύμφωνα με τα οποία, όλα τα κράτη προβλέπουν παρεκκλίσεις από τον εν λόγω κανόνα· κατανοεί ότι οι εν λόγω παρεκκλίσεις συχνά προβλέπονται με στόχο την προστασία των συμφερόντων της ελέγχουσας μερίδας των μετόχων (π.χ. σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει καμία πραγματική αλλαγή όσον αφορά τον έλεγχο), των πιστωτών (π.χ. στις περιπτώσεις όπου οι πιστωτές έχουν χορηγήσει δάνεια) και άλλων ενδιαφερόμενων μερών (π.χ. για την εξισορρόπηση των δικαιωμάτων των μετόχων και άλλων ενδιαφερόμενων μερών)· στηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να συλλέξει πρόσθετες πληροφορίες ώστε να διαπιστώσει αν οι ευρέως χρησιμοποιούμενες παρεκκλίσεις αντιβαίνουν στην προστασία των μειοψηφούντων μετόχων·

14.

τονίζει επίσης ότι, σε περίπτωση αλλαγής στον έλεγχο της εταιρείας, ο κανόνας της υποχρεωτικής προσφοράς παρέχει στους μειοψηφούντες μετόχους τη δυνατότητα να λαμβάνουν το υπερτίμημα που καταβάλλεται για την παραχώρηση του μεριδίου ελέγχου και επισημαίνει ότι η οδηγία ρυθμίζει μόνο την τιμή για την υποχρεωτική προσφορά (ήτοι τη δίκαιη τιμή) και όχι για την εθελούσια προσφορά· επισημαίνει ειδικότερα ότι η οδηγία απαλλάσσει από την υποχρέωση υποβολής υποχρεωτικής προσφοράς σε περιπτώσεις όπου, κατόπιν της υποβολής εθελούσιας προσφοράς, έχει καλυφθεί το κατώφλι ελέγχου, με αποτέλεσμα ο προσφέρων να μπορεί στη συνέχεια να αυξήσει τη συμμετοχή του στην υπό εξαγορά εταιρεία μέσω της σταδιακής απόκτησης μετοχικού κεφαλαίου (οι λεγόμενες μυστικές εξαγορές)· σημειώνει επίσης ότι, σε τέτοιες περιπτώσεις, ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει την υποχρέωση υποβολής δεύτερης υποχρεωτικής προσφοράς, σύμφωνα με την οποία απαιτείται η υποβολή δεύτερης προσφοράς εάν έχει επέλθει ορισμένη αύξηση (π.χ. 3 %) εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου (π.χ. 12 μήνες) μεταξύ δύο καθορισμένων κατώτατων ορίων (π.χ. μεταξύ 30 % και 50 %)·

15.

πιστεύει ότι με τα όρια κοινοποιήσεως που προβλέπονται στο άρθρο 9 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ (8) (οδηγία για τη διαφάνεια, η οποία τελεί υπό επανεξέταση) παρέχεται αυξημένη διαφάνεια όσον αφορά την ιδιοκτησία και καθίσταται δυνατός ο έγκαιρος εντοπισμός μυστικών εξαγορών· θεωρεί ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να αποθαρρύνουν τη χρήση τεχνικών που αποσκοπούν στην παράκαμψη του κανόνα της υποχρεωτικής προσφοράς και, συνακόλουθα, στην αποφυγή καταβολής στους μειοψηφούντες μετόχους του υπερτιμήματος λόγω της παραχωρήσεως του ελέγχου·

Ουδετερότητα του διοικητικού συμβουλίου

16.

επισημαίνει ότι ο κανόνας της ουδετερότητας του διοικητικού συμβουλίου όσον αφορά τους μηχανισμούς άμυνας μετά την υποβολή της προσφοράς έχει μεταφερθεί από τα περισσότερα κράτη μέλη στην εθνική τους νομοθεσία ενώ αντιθέτως είναι πολύ λίγα τα κράτη μέλη που έχουν μεταφέρει τον κανόνα εξουδετέρωσης (breakthrough rule) για την εξουδετέρωση των μέτρων άμυνας πριν από το στάδιο της προσφοράς· αντιλαμβάνεται ότι στα κράτη μέλη εξακολουθούν να εφαρμόζονται μέτρα άμυνας τόσο πριν από την προσφορά (π.χ. πυραμιδικές διαρθρώσεις ή προνομιούχες μετοχές (golden shares)) όσο και μετά την προσφορά (π.χ. λευκοί ιππότες ή αύξηση του χρέους) και ότι παράλληλα φαίνεται να υπάρχουν επαρκή μέσα για την εξουδετέρωση τέτοιων αμυντικών μηχανισμών· θεωρεί, ωστόσο, ότι πρέπει να διασαφηνιστεί ότι το συμβούλιο της υπό εξαγορά εταιρείας πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της εταιρείας και των ενδιαφερόμενων μερών και να ενεργεί προς το σκοπό αυτό·

Δικαιώματα των εργαζομένων σε περίπτωση εξαγοράς

17.

υπογραμμίζει ότι η οδηγία προβλέπει απλώς την ενημέρωση των εργαζομένων, ιδίως όσον αφορά τις προθέσεις του προσφέροντος για το μέλλον της υπό εξαγορά εταιρείας και τα μελλοντικά σχέδια σχετικά με τις θέσεις εργασίας, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε σημαντικής αλλαγής στους όρους απασχόλησης, αλλά δεν προβλέπεται δικαίωμα διαβούλευσης·

18.

επισημαίνει ότι το ζήτημα του τρόπου προστασίας των δικαιωμάτων των εργαζομένων απαιτεί επειγόντως περαιτέρω εξέταση, λαμβάνοντας επί πλέον υπόψη το κεκτημένο, όπου περιλαμβάνονται και οι οδηγίες 2001/23/EΚ (9) και 2002/14/EΚ (10)·

19.

επιμένει ότι οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας για τα δικαιώματα των εργαζομένων θα πρέπει να εφαρμόζονται αποτελεσματικά και, κατά περίπτωση, να επιβάλλεται δεόντως η εφαρμογή τους·

Δημόσιες προσφορές εξαγοράς εν μέσω οικονομικής ύφεσης

20.

υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας, οι διατάξεις της έπρεπε να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο μέχρι τις 20 Μαΐου 2006 και επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την εξωτερική μελέτη, τα περισσότερα κράτη μέλη μετέφεραν την οδηγία μεταξύ του 2006 και του 2007 (11)·

21.

τονίζει ότι η περίοδος μεταφοράς της οδηγίας συμπίπτει με την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία εξελίχθηκε σε οικονομική κρίση και κρίση χρέους, και ότι οι δραστηριότητες εξαγορών συνδέονται άμεσα με τις χρηματοπιστωτικές και οικονομικές εξελίξεις που σημειώνονται τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης·

22.

υπογραμμίζει ότι, σύμφωνα με την εξωτερική μελέτη, οι δραστηριότητες εξαγοράς παρουσιάζουν κατακόρυφη μείωση μετά την ημερομηνία μεταφοράς της οδηγίας, ως αποτέλεσμα της κρίσης, μεταξύ άλλων και στο ΗΒ, όπου παραδοσιακά παρατηρείται μεγαλύτερη συγκέντρωση των δραστηριοτήτων στην αγορά εταιρικού ελέγχου σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ένωσης·

23.

θεωρεί ότι, καθώς η αγορά εταιρικού ελέγχου συρρικνώνεται σταθερά εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης, είναι δύσκολο να αξιολογηθεί εάν και σε ποιο βαθμό απαιτείται η θέσπιση περαιτέρω μέτρων εναρμόνισης όσον αφορά τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς·

24.

ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην αγορά εταιρικού ελέγχου και να καταρτίσει νέα αξιολόγηση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας όταν οι δραστηριότητες εξαγορών επανέλθουν σε πιο φυσιολογικό επίπεδο·

o

o ο

25.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 142 της 30.4.2004, σ. 12.

(2)  Εξωτερική μελέτη για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς, την οποία εκπόνησε η εταιρεία Marccus Partners για λογαριασμό της Επιτροπής και η οποία διατίθεται στην ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/internal_market/company/docs/takeoverbids/study/study_en.pdf

(3)  Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (SEC(2007)0268).

(4)  Π.χ. υπόθεση C-171/08, Επιτροπή κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας, Συλλογή 2010, σ. I6817.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(6)  Βλέπε π.χ. την έκθεση της Freshfields Bruckhaus Deringer, «Reform of the EU Takeover Directive and of German Takeover Law» (Αναθεώρηση της οδηγίας της ΕΕ για τις εξαγορές και του γερμανικού δικαίου για τις εξαγορές), της 14ης Νοεμβρίου 2011, η οποία διατίθεται στην ιστοσελίδα http://www.freshfields.com/uploadedFiles/SiteWide/Knowledge/Reform_Eu_Takeover%20directive_31663.pdf

(7)  Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2004/25/ΕΚ σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς, σ. 9.

(8)  Οδηγία 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ (ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 38).

(9)  Οδηγία 2001/23/EΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001 περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (ΕΕ L 82 της 22.3.2001, σ. 16).

(10)  Οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 29).

(11)  Βλέπε σελίδα 284 και γενικότερα σελίδα 58 επί. της Εξωτερικής Μελέτης.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/6


P7_TA(2013)0199

Περιφερειακές στρατηγικές για τις βιομηχανικές ζώνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με περιφερειακές στρατηγικές για τις βιομηχανικές περιοχές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2012/2100(INI))

(2016/C 055/02)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 162 της ΣΛΕΕ, στο οποίο περιλαμβάνονται οι στόχοι του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ο στόχος της διευκόλυνσης της προσαρμογής στις μεταλλαγές της βιομηχανίας και στις αλλαγές των συστημάτων παραγωγής,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 174 και εξής της ΣΛΕΕ, στα οποία τίθεται ο στόχος της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής και καθορίζονται τα διαρθρωτικά χρηματοδοτικά μέσα για την επίτευξή του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 176 της ΣΛΕΕ, το οποίο αφορά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη και τη διαρθρωτική αναπροσαρμογή των περιοχών που παρουσιάζουν καθυστέρηση στην ανάπτυξή τους, καθώς και στη μετατροπή των βιομηχανικών περιοχών που βρίσκονται σε παρακμή,

έχοντας υπόψη το άρθρο 173 (τίτλος XVII) της ΣΛΕΕ, στο οποίο καλύπτεται η βιομηχανική πολιτική της ΕΕ και γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων, στο ζήτημα της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας της Ένωσης,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής, της 11ης Σεπτεμβρίου 2012, για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, τα οποία καλύπτονται από το κοινό στρατηγικό πλαίσιο περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου (COM(2012)0496),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με την υλοποίηση των συνεργειών των διαθέσιμων πόρων για την έρευνα και την καινοτομία στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και ανάπτυξη στις πόλεις και τις περιφέρειες, καθώς και στα κράτη μέλη και την Ένωση (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010, σχετικά με τη συμβολή της πολιτικής συνοχής στην επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας και της ΕΕ 2020 (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 15ης Ιουνίου 2010 σχετικά με την κοινοτική πολιτική για την καινοτομία σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιουνίου 2010 σχετικά με τη στρατηγική ΕΕ 2020 (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την πολιτική συνοχής και την περιφερειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το 2013 (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Μαρτίου 2011 σχετικά με μια βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης (6),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της 3057ης συνόδου του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας (Εσωτερική Αγορά, Βιομηχανία, Έρευνα και Διάστημα) που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 10 Δεκεμβρίου 2010 με θέμα τη βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης,

έχοντας υπόψη την έκτη έκθεση προόδου της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή — δημιουργικές και καινοτόμες περιφέρειες (COM(2009)0295),

έχοντας υπόψη το υπηρεσιακό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, της 30ής Ιουλίου 2009, με τίτλο «European Industry In A Changing World — Updated Sectoral Overview 2009» (Η ευρωπαϊκή βιομηχανία σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο — Επικαιροποιημένη τομεακή επισκόπηση για το 2009) (SEC(2009)1111),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 23ης Σεπτεμβρίου 2009, με τίτλο «Προετοιμάζοντας το μέλλον μας: Ανάπτυξη μιας κοινής στρατηγικής για τις βασικές τεχνολογίες γενικής εφαρμογής» (COM(2009)0512),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 3ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Ευρώπη 2020 — Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2010, με τίτλο «Εμβληματική πρωτοβουλία στο πλαίσιο της στρατηγικής Ευρώπη 2020 — Ένωση καινοτομίας» (COM(2010)0546),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 28ης Οκτωβρίου 2010, με τίτλο «Ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης — Η ανταγωνιστικότητα και η βιωσιμότητα τίθενται στο επίκεντρο» (COM(2010)0614),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 9ης Νοεμβρίου 2010, με τίτλο «Συμπεράσματα της πέμπτης έκθεσης για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: το μέλλον της πολιτικής για τη συνοχή» (COM(2010)0642),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 14ης Οκτωβρίου 2011, με τίτλο «Βιομηχανική πολιτική: ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας — Οι επιδόσεις και οι πολιτικές ανταγωνιστικότητας των κρατών μελών το 2011» (COM(2011)0642),

έχοντας υπόψη το υπηρεσιακό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής της 14ης Μαρτίου 2012 με τίτλο «Στοιχεία για κοινό στρατηγικό πλαίσιο 2014 έως 2020 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης, του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, του Ταμείου Συνοχής, του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας» (SWD(2012)0061),

έχοντας υπόψη το υπηρεσιακό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής της 24ης Απριλίου 2012 με τίτλο «Η αρχή της εταιρικής σχέσης στην εφαρμογή των Ταμείων του κοινού στρατηγικού πλαισίου — στοιχεία για έναν ευρωπαϊκό κώδικα δεοντολογίας σχετικά με την εταιρική σχέση» (SWD(2012)0106),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2012, με τίτλο «Μια ισχυρότερη ευρωπαϊκή βιομηχανία για την ανάπτυξη και την οικονομική ανάκαμψη. Επικαιροποίηση της ανακοίνωσης για τη βιομηχανική πολιτική» (COM(2012)0582),

έχοντας υπόψη το υπηρεσιακό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με την έκθεση για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα (SWD(2012)0299),

έχοντας υπόψη το υπηρεσιακό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής με τίτλο «Industrial Performance Scoreboard and Member States» Competitiveness Performance and Policies» (Πίνακας αποτελεσμάτων των επιδόσεων της βιομηχανίας και επιδόσεις και πολιτικές ανταγωνιστικότητας των κρατών μελών) (SWD(2012)0298),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) της 26ης Μαΐου 2010 με θέμα «Αναγκαιότητα εφαρμογής μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης στην αστική ανάπλαση» (7),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική για την εποχή της παγκοσμιοποίησης: Η ανταγωνιστικότητα και η βιωσιμότητα τίθενται στο επίκεντρο» (CCMI/083 — CESE 808/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0145/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο όρος «βιομηχανία» δεν ορίζεται με σαφήνεια και μπορεί να περιλαμβάνει ευρύ φάσμα τομέων·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιομηχανία αποτελεί αναμφισβήτητα ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που διαθέτουμε σε διεθνές επίπεδο, καθώς, χωρίς αυτήν, η ΕΕ δεν θα διαδραμάτιζε τόσο σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια ισορροπία των οικονομικών δυνάμεων·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο βιομηχανικός τομέας θα μπορούσε να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομία της ΕΕ, δεδομένου ότι η Επιτροπή εκτιμά ότι για κάθε 100 θέσεις εργασίας που δημιουργούνται στον βιομηχανικό τομέα μπορούν να δημιουργηθούν από 60 έως 200 νέες θέσεις εργασίας στους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας· λαμβάνοντας υπόψη, ωστόσο, ότι μεταξύ 2008 και 2011 η βιομηχανική παραγωγή σημείωσε πτώση από το 20 % στο 16 % του ΑΕγχΠ της ΕΕ, και ότι οι θέσεις εργασίας του συγκεκριμένου τομέα μειώθηκαν κατά 11 %·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή προσπαθεί να αναστρέψει την κάμψη της βιομηχανίας στην Ευρώπη και να επαναφέρει το ποσοστό συμβολής της βιομηχανίας στο ΑΕγχΠ από το 16 % στο 20 % έως το 2020· λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιομηχανία αποτελεί τον κύριο αποδέκτη των ιδιωτικών και των δημόσιων επενδύσεων στον τομέα της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική συνοχής μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει ο βιομηχανικός τομέας στην ΕΕ, και στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», συμπεριλαμβανομένων της μετάβασης προς μια οικονομία βιώσιμη, με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, ενεργειακά αποδοτική και χωρίς αποκλεισμούς, η οποία θα προάγει την απασχόληση και τη γνώση·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές παλιές εκβιομηχανισμένες περιοχές στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, καθώς μετά από μακρές περιόδους ανάπτυξης στο παρελθόν, βρίσκονται τα τελευταία χρόνια σε σοβαρή οικονομική ύφεση·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διασυνοριακές περιοχές — για παράδειγμα οι περιοχές με παράδοση στη μεταλλευτική δραστηριότητα, τη χαλυβουργία και την υφαντουργία- αντιμετωπίζουν συχνά παρόμοιες προκλήσεις στον βιομηχανικό τομέα, λόγω της οικονομικής τους αλληλεξάρτησης και των κοινών χαρακτηριστικών τους·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιομηχανική πολιτική τείνει να επικεντρώνεται στα συγκεκριμένα καθημερινά προβλήματα της βιομηχανίας και ότι, ως εκ τούτου, συχνά παραβλέπεται ο σημαντικός αντίκτυπός της στις περιφέρειες·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με έρευνες, η αναδιάρθρωση παλιών βιομηχανικών περιοχών απαιτεί μια ευρεία προσέγγιση, και ότι τα διοικητικά εμπόδια μπορεί να λειτουργήσουν ανασταλτικά στο πλαίσιο αυτό·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη, οι περιφέρειες και οι πόλεις της ΕΕ αντιμετωπίζουν οικονομικούς περιορισμούς· λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι οι περιοχές με παλιά βιομηχανική βάση συνήθως δεν είναι στην κατάλληλη θέση ώστε να προσελκύσουν επαρκείς πόρους για μετατροπή· λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρηματοδότηση της ΕΕ για την ενίσχυση των προσπαθειών μετατροπής και αναδιάρθρωσης είναι απαραίτητη για τη στήριξη προσεγγίσεων περιφερειακής και διασυνοριακής πολιτικής·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις είναι φορείς καινοτομίας και βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και ότι διαδραματίζουν τον σημαντικό ρόλο της αντιμετώπισης των προκλήσεων στις παλιές βιομηχανικές περιοχές·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτούνται νέες και καινοτόμες ολοκληρωμένες προσεγγίσεις, υποστηριζόμενες επίσης από κατάλληλα πλαίσια νομοθετικής πολιτικής και στρατηγικές έξυπνης εξειδίκευσης, που θα βοηθήσουν τις περιφέρειες και τις πόλεις να αξιοποιήσουν το καινοτόμο δυναμικό τους και να εστιάσουν εκ νέου τους βιομηχανικούς τους πόρους προς την κατεύθυνση των αναδυόμενων κλάδων και υπηρεσιών καθώς και των παγκοσμιοποιημένων αγορών·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το δυναμικό των κλάδων του πολιτισμού και της δημιουργικότητας δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη στις διάφορες πολιτικές για την επανεκβιομηχάνιση, παρότι οι συγκεκριμένοι κλάδοι διαθέτουν σημαντικό δυναμικό ανάπτυξης, καινοτομίας και απασχόλησης και αποτελούν παράγοντα κοινωνικής συνοχής και αποτελεσματικό μέσο για την καταπολέμηση της τρέχουσας ύφεσης·

1.

εφιστά την προσοχή στα υφιστάμενα μέσα τα οποία παρέχονται μέσω της διαρθρωτικής πολιτικής και από τα διαρθρωτικά ταμεία, με βάση τα σχέδια οικονομικής μηχανικής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και τις πολιτικές οικονομικής ανάπτυξης σε εθνικό, σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο, για τη στήριξη της μετατροπής παλιών βιομηχανικών περιοχών και την επανεκβιομηχάνιση των βιομηχανικών περιοχών που έχουν πληγεί από την κρίση, με στόχο την επίτευξη μιας εκσυγχρονισμένης και βιώσιμης επανεκβιομηχάνισης· εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι οι εν λόγω επιλογές δεν εστιάζονται πάντα στην αντιμετώπιση των πραγματικών προβλημάτων της κάθε περιοχής, καθώς και για το γεγονός ότι έχει διαπιστωθεί πως τα κράτη μέλη δεν απορροφούν πλήρως τα κονδύλια των διαρθρωτικών και των επενδυτικών ταμείων, τη στιγμή που ο βιομηχανικός τομέας πλήττεται σοβαρά από την κρίση·

2.

επισημαίνει ότι χρειάζεται να ληφθούν περαιτέρω μέτρα για την ενίσχυση των παλιών βιομηχανικών περιοχών, προκειμένου να ανοιχτούν με επιτυχία νέοι δρόμοι για την ανάπτυξή τους με έμφαση στους κλάδους της δημιουργίας και του πολιτισμού και στις δυνατότητες για προώθηση της αξιοποίησης εγκαταλειμμένων εγκαταστάσεων, που μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην αναζωογόνηση των υποβαθμισμένων βιομηχανικών εκτάσεων·

3.

ζητεί να υιοθετηθούν περισσότερο ολοκληρωμένες και συστημικές προσεγγίσεις όσον αφορά την ανανέωση της βιομηχανίας και την περιφερειακή ανάπτυξη, και να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των διάφορων πολιτικών σε ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό, διαπεριφερειακό και διασυνοριακό επίπεδο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης ανάπτυξη των δυνατοτήτων που προσφέρει ο ευρωπαϊκός βιομηχανικός τομέας· υπογραμμίζει την ανάγκη να δημιουργηθούν οικονομικές ζώνες περιφερειακής σημασίας και πάρκα υψηλής τεχνολογίας στη βάση συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, και να βελτιωθεί η χρήση των τοπικών και περιφερειακών ανθρώπινων και οικονομικών πόρων με τη χρήση της πλέον προηγμένης τεχνολογίας·

4.

τονίζει ότι η επιτυχής έκβαση μιας τέτοιας βιομηχανικής ανανέωσης συνδυασμένης με περιφερειακή ανάπτυξη θα εξαρτηθεί από την ύπαρξη αποτελεσματικών πολιτικών σε τομείς όπως η συνοχή, η οικονομική διακυβέρνηση, η ανταγωνιστικότητα, η έρευνα και η καινοτομία, η ενέργεια, το ψηφιακό θεματολόγιο, η βιώσιμη ανάπτυξη, οι κλάδοι του πολιτισμού και της δημιουργικότητας, τα νέα επαγγελματικά προσόντα και οι θέσεις εργασίας, κλπ.·

5.

θεωρεί ότι οι κύριες προκλήσεις για τις παλιές βιομηχανικές περιοχές έγκεινται:

στη φυσική ανάπλαση των εδαφικών εκτάσεων·

στην ανάπλαση της στέγασης και των κοινωνικών υποδομών·

στην ανανέωση της υποδομής, με γνώμονα τις ανάγκες των νέων βιομηχανικών κλάδων·

στην ανάπτυξη ευρυζωνικής υποδομής, η οποία ενισχύει την ελκυστικότητα μιας περιοχής·

στην ανάγκη για επαγγελματική κατάρτιση ανέργων και για μέτρα διά βίου μάθησης με στόχο τη δημιουργία απασχόλησης, εστιασμένα στην κατάρτιση του εργατικού δυναμικού, ιδίως των νέων, στην προηγμένη τεχνολογία·

στην προώθηση διασυνοριακών πολιτικών για την απασχόληση, την καινοτομία, την κατάρτιση, την αποκατάστασης του περιβάλλοντος και την ελκυστικότητα της περιφέρειας·

στην ανάγκη για προώθηση της επιχειρηματικότητας με εξειδικευμένες στρατηγικές απασχόλησης, και για προσαρμογή των κοινωνικών ικανοτήτων, των προσόντων και της επιχειρηματικότητας στις νέες απαιτήσεις που απορρέουν από τις οικονομικές, τις τεχνολογικές, τις επαγγελματικές και τις περιβαλλοντικές προκλήσεις·

στη βιώσιμη αποκατάσταση των περιοχών αυτών, με εξασφάλιση, στο μέτρο του δυνατού, της ενσωμάτωσης χώρων πρασίνου·

στον επανακαθορισμό της οικονομικής βάσης και των επενδυτικών συνθηκών·

στην αντιμετώπιση προβλημάτων οικολογικού χαρακτήρα·

στα οικονομικά εμπόδια και την έλλειψη δυνατοτήτων άμεσης χρηματοδότησης·

στην ανάπτυξη λύσεων έξυπνης εξειδίκευσης για την ανανέωση της βιομηχανίας και την οικονομική διαφοροποίηση·

6.

τονίζει ότι οι περιφερειακές στρατηγικές για τις βιομηχανικές περιοχές θα πρέπει να περιλαμβάνουν, ως κεντρικό σημείο, μέτρα για την προστασία της ποιότητας του εδάφους, των υδάτων και της ατμόσφαιρας, για την εξασφάλιση της περιφερειακής και τοπικής βιοποικιλότητας και των φυσικών πόρων, και για την εξυγίανση του εδάφους και των υδάτων, έτσι ώστε να μην συνεχίζεται η διαρροή ρυπογόνων ουσιών στο φυσικό περιβάλλον·

7.

πιστεύει ότι οι στρατηγικές για τις βιομηχανικές περιοχές επιβάλλεται να δίνουν εγγενώς έμφαση στις δυνατές μορφές βιώσιμων μεταφορών από και προς τις περιοχές αυτές, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων υλών, των εμπορευμάτων και του προσωπικού, καθώς και των αναγκαίων υποδομών, υφιστάμενων ή σχεδιαζόμενων, και ότι αυτή η έμφαση μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των βιομηχανικών περιοχών και να εξασφαλίσει την κάλυψη των συλλογικών αναγκών, με παράλληλη προστασία των φυσικών πόρων και του φυσικού κεφαλαίου και με θετική συμβολή στην ανθρώπινη υγεία·

8.

θεωρεί ότι, λόγω της διαδικασίας διεύρυνσης της ΕΕ, οι περιφερειακές ανισότητες έχουν αυξηθεί, και ως εκ τούτου η προσοχή και η ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης έχει απομακρυνθεί από τις παλιές βιομηχανικές περιοχές στις οποίες παρατηρείται έλλειψη επαρκών επενδυτικών ευκαιριών προς την υλοποίηση συγκεκριμένων στρατηγικών περιφερειακής ανάπτυξης·

9.

καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει την κατάσταση που επικρατεί στις παλιές βιομηχανικές περιοχές, να προσδιορίσει τις κυριότερες προκλήσεις, και να προσφέρει στις περιοχές αυτές πληροφορίες και καθοδήγηση, με σκοπό τη χάραξη, με δημοκρατικό τρόπο και με βάση ευρείες εταιρικές σχέσεις, περιφερειακών στρατηγικών που συμβάλλουν στη βελτίωση των προοπτικών βιώσιμης ανάπτυξής τους βάσει του ενδογενούς δυναμικού τους·

10.

τονίζει ότι η ενίσχυση της βιομηχανικής βάσης της οικονομίας είναι αναγκαία για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας, και για την επίτευξη των στόχων και των επιδιώξεων της στρατηγικής ΕΕ 2020, και ότι η βιομηχανική κληρονομιά και η εμπειρογνωσία στις παλιές βιομηχανικές περιοχές μπορούν να αποτελέσουν αναντικατάστατη βάση για τη διαδικασία αυτή και θα πρέπει επομένως να διατηρηθούν και να προσαρμοστούν τις νέες ανάγκες·

11.

επισημαίνει ότι πολλές παλιές βιομηχανικές περιοχές προσφέρουν μεγάλες δυνατότητες για αύξηση της ενεργειακής απόδοσης με την εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογικών και κατασκευαστικών πρότυπων, και ότι με τον τρόπο αυτό μπορούν να επωφεληθούν τόσο οι εμπλεκόμενες περιφερειακές οικονομίες όσο και το περιβάλλον·

12.

επαναλαμβάνει ότι οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν σε παλιές βιομηχανικές περιοχές για διερεύνηση νέων ευκαιριών περιφερειακής ανάπτυξης ήταν ιδιαιτέρως επιτυχείς στις περιπτώσεις όπου οι στρατηγικές τους βασίστηκαν στα προηγούμενα χαρακτηριστικά, στα εδαφικά πλεονεκτήματα, στη βιομηχανική κληρονομιά και στις εμπειρίες και ικανότητές τους·

13.

επισημαίνει ότι οι αστικές περιοχές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο από πλευράς καινοτομίας και βιώσιμης ανάπτυξης, και ότι οι προσπάθειες μετατροπής δεν θα αποφέρουν καρπούς αν δεν πραγματοποιηθούν επαρκείς επενδύσεις στον συγκεκριμένο τομέα, δεδομένου ότι αν δεν αναληφθεί δράση όσον αφορά τα κτήρια και τις αστικές συγκοινωνίες οι στόχοι της ΕΕ δεν θα επιτευχθούν·

14.

θεωρεί ότι η παρακμή των παλιών βιομηχανικών περιοχών οφείλεται εν μέρει στην εξάρτησή τους από μία μοναδική υποδομή· πιστεύει ότι η εξάρτηση μιας οικονομίας αποκλειστικά και μόνο από μία υποδομή είναι αντιπαραγωγική, και ότι η διαμόρφωση μιας διαφοροποιημένης οικονομίας έχει καθοριστική σημασία για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης·

15.

ζητεί από την Επιτροπή να δημιουργήσει πολιτικές έννοιες και μέσα που να συνδυάζουν το Ταμείο Συνοχής και τα Διαρθρωτικά Ταμεία με προσεγγίσεις βιομηχανικής πολιτικής, με σκοπό τη στήριξη της διαρθρωτικής αναμόρφωσης των παλιών βιομηχανικών περιοχών σε σύγχρονες·

16.

θεωρεί ότι οι περιφερειακές στρατηγικές για τις βιομηχανικές περιοχές πρέπει να βασίζονται σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα περιλαμβάνει ένα σκέλος σχετικό με την απασχόληση, την κατάρτιση και την εκπαίδευση, με στόχο την προώθηση των τομέων του μέλλοντος που μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας σε τοπικό επίπεδο, ιδιαίτερα για νέους, όπως για παράδειγμα καινοτόμων ΜΜΕ, στο πλαίσιο του προγράμματος για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και τις ΜΜΕ (COSME)· υπογραμμίζει τον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραματίζουν οι πόλεις στην ανάπτυξη περιφερειακών στρατηγικών για βιομηχανικές περιοχές· πιστεύει, στο πλαίσιο αυτό, ότι οι πόλεις είναι νευραλγικής σημασίας για την επίτευξη έξυπνης ανάπτυξης· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, το γεγονός ότι ιδίως οι πόλεις που διαθέτουν παλιά βιομηχανική βάση προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες, τις οποίες η ΕΕ θα πρέπει να αξιοποιήσει στο έπακρο· ζητεί από την Επιτροπή να διεξαγάγει εντατικότερο διάλογο με τις ενδιαφερόμενες πόλεις, προκειμένου να αναβαθμίσει το προφίλ των πόλεων ως άμεσων εταίρων της ΕΕ·

17.

Υπογραμμίζει πως ότι η στήριξη της ανακαίνισης των κτιρίων με στόχο την ενεργειακή απόδοση θα βοηθήσει τις περιφέρειες να μειώσουν τις εκπομπές άνθρακα, θα δημιουργήσει θέσεις απασχόλησης, και θα ωφελήσει τους καταναλωτές με τη μείωση των λογαριασμών θέρμανσης·

18.

καλεί την Επιτροπή να αξιοποιήσει τις συνέργειες μεταξύ της πολιτικής συνοχής και της βιομηχανικής πολιτικής με σκοπό τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης, καθώς και την παροχή βοήθειας στα κράτη μέλη, στις περιφέρειες και τις πόλεις ώστε να διαμορφωθεί μια βάση για στρατηγικές βιομηχανικής ανάπτυξης με γνώμονα τις περιφέρειες·

19.

θεωρεί ότι δεν υφίσταται συγκεκριμένο πρότυπο περιφερειακής στρατηγικής για το σύνολο των βιομηχανικών περιοχών της ΕΕ, και ότι μια τοπική και περιφερειακή προσέγγιση είναι η πλέον κατάλληλη για τη χάραξη των περιφερειακών στρατηγικών· καλεί την Επιτροπή να στηρίξει την περιφερειακή οικονομική έρευνα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Ορίζοντας 2020», η οποία καθιστά δυνατή την ανάπτυξη περιφερειακά προσαρμοσμένων στρατηγικών για πρόσθετες παλιές βιομηχανικές περιοχές·

20.

υπογραμμίζει την ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά των περιφερειών κατά τον σχεδιασμό των στρατηγικών περιφερειακής ανάπτυξης· στο πλαίσιο αυτό, και λαμβάνοντας υπόψη το πρότυπο για τις στρατηγικές αγροτικής ανάπτυξης «από τη βάση προς τα άνω» (LEADER) για τις αγροτικές περιοχές, θεωρεί ότι θα πρέπει να ενθαρρυνθούν οι πρωτοβουλίες τοπικής ανάπτυξης «από τη βάση προς τα άνω» στις αστικές περιοχές·

21.

ζητεί από την Επιτροπή να αξιοποιήσει τις προηγούμενες εμπειρίες αστικών περιοχών, όπως το Μάντσεστερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Λιλ στη Γαλλία, το Έσεν και η περιοχή του Ρουρ στη Γερμανία, καθώς και το Μπιλμπάο στην Ισπανία, όπου η χρηματοδότηση της ΕΕ έχει συμβάλει στη μετατροπή και την αναδιάρθρωση παλιών βιομηχανικών περιοχών, με σκοπό την ανάπτυξη μελλοντικών στρατηγικών για άλλες περιφέρειες της ΕΕ·

22.

επικροτεί τον θετικό αντίκτυπο της απονομής του τίτλου «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», όπως δείχνουν τα παραδείγματα της Γλασκόβης και της Λιλ, καθώς και άλλων πόλεων ή περιοχών αστικής συγκέντρωσης που είχαν πληγεί από τη βιομηχανική παρακμή, και εμμένει στη σημασία του πολιτισμού και της δημιουργικότητας ως καταλυτών αστικής ανάπλασης και ελκυστικότητας των περιοχών·

23.

επισημαίνει ότι η βιώσιμη ανάπλαση παλιών βιομηχανικών περιοχών μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες, είναι δε δαπανηρή διαδικασία που συχνά υπερβαίνει τις διοικητικές και χρηματοδοτικές ικανότητες των τοπικών δημόσιων φορέων· εμμένει, εν προκειμένω, στην ανάγκη να αναπτυχθεί τεχνική βοήθεια προς τις αρχές και τους δημόσιους φορείς σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο·

24.

τονίζει ότι το νέο μέσο της ολοκληρωμένης εδαφικής επένδυσης που προβλέπεται στο άρθρο 99 του σχεδίου κανονισμού περί καθορισμού κοινών διατάξεων για τη νέα περίοδο χρηματοδότησης 2014-2020 θα μπορούσε να αποτελέσει μια ευκαιρία για την ανάπτυξη περιφερειακών στρατηγικών που υπερβαίνουν τα διοικητικά σύνορα·

25.

ζητεί από τα κράτη μέλη να αποφεύγουν τους ιδιαίτερα πολύπλοκους κανόνες για τους δικαιούχους· επαναλαμβάνει ότι υπάρχει η δυνατότητα εξάλειψης των εθνικών κανόνων σε τομείς στους οποίους έχουν θεσπιστεί κανόνες της ΕΕ, προκειμένου να αποφεύγονται η επικάλυψη και η σύγκρουση κανόνων·

26.

καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει μια βάση δεδομένων με τα ήδη υπάρχοντα βιομηχανικά πάρκα και ζώνες περιφερειακής δραστηριότητας, ώστε να προσδιοριστούν τα βέλτιστα πρότυπα που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και σε άλλες περιοχές, και να ενταχθούν στις τοπικές και περιφερειακές στρατηγικές ανάπτυξης, και να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να αξιοποιηθούν οι πόροι στο πλαίσιο της διαδικασίας μετατροπής·

27.

θεωρεί ότι θα ήταν σκόπιμο να ενθαρρυνθεί περαιτέρω η ανάπτυξη του επιχειρηματικού πνεύματος των νέων, μέσω της πρόσβασης στους ευρωπαϊκούς πόρους και της παροχής συμβουλών στις επιχειρήσεις·

28.

καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι παλιές βιομηχανικές περιοχές μπορούν να επωφεληθούν πλήρως από τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, ώστε η ΕΕ να μπορέσει να δρομολογήσει μια νέα «βιομηχανική επανάσταση»·

29.

τονίζει την ανάγκη για περαιτέρω συγκέντρωση της στήριξης που παρέχεται στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής για τη βιομηχανική μετατροπή στις περιφέρειες, στους ακόλουθους τομείς: επιχειρηματική καινοτομία και επενδύσεις, κοινωνική ένταξη, ολοκληρωμένες προσεγγίσεις για την αστική ανάπτυξη και αστική ανάπλαση·

30.

καλεί τα κράτη μέλη να στηρίξουν τις περιφέρειές τους για τη συμμετοχή τους στην προσέγγιση της «έξυπνης εξειδίκευσης»· επαναλαμβάνει ότι οι περιφέρειες χρειάζονται εξειδικευμένες, βιώσιμες στρατηγικές ανάπτυξης για να ευδοκιμήσουν· διαπιστώνει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, οι τοπικοί δημόσιοι φορείς δεν μπορούν να αποκτήσουν την απαιτούμενη τεχνογνωσία και πείρα χωρίς τη στήριξη της Επιτροπής και των κρατών μελών·

31.

θεωρεί αναγκαίο να δημιουργηθούν βιομηχανικές περιοχές που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη των πόλεων· πιστεύει ότι θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση σε δραστηριότητες έρευνας, καινοτομίας και μάθησης, υπενθυμίζοντας τον δημιουργικό ρόλο των πανεπιστημίων στο συγκεκριμένο πλαίσιο· υποστηρίζει τη δημιουργία δικτύων καινοτομίας, ανταγωνιστικότητας και επιχειρηματικότητας σε περιφερειακό επίπεδο, με στόχο την ενθάρρυνση της ενίσχυσης των δεσμών μεταξύ πανεπιστημίων, επιχειρήσεων και κέντρων γνώσης, προκειμένου να προωθηθούν νέες βιομηχανικές δραστηριότητες για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης τομεακών στρατηγικών τομεακής εξειδίκευσης και την προαγωγή της δημιουργίας βιομηχανικών συσπειρώσεων· ζητεί από την Επιτροπή και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να απαιτούν μεγαλύτερη διαφάνεια στη διάθεση των πόρων στους εκάστοτε δικαιούχους·

32.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη.


(1)  ΕΕ C 161 Ε της 31.5.2011, σ. 104.

(2)  ΕΕ C 161 Ε της 31.5.2011, σ. 120.

(3)  ΕΕ C 236 Ε της 12.8.2011, σ. 41.

(4)  ΕΕ C 236 Ε της 12.8.2011, σ. 57.

(5)  ΕΕ C 371 Ε της 20.12.2011, σ. 39.

(6)  ΕΕ C 199 Ε της 7.7.2012, σ. 131.

(7)  ΕΕ C 21 της 21.1.2011, σ. 1.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/12


P7_TA(2013)0201

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειες στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά ενέργειας

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις σημερινές προκλήσεις και ευκαιρίες όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά ενέργειας (2012/2259(INI))

(2016/C 055/03)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής «Ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές: σημαντικός παράγοντας στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας» και τα σχετικά έγγραφα εργασίας (COM(2012)0271),

έχοντας υπόψη το άρθρο 194 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050» (COM(2011)0885),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και την τροποποίηση και τη συνακόλουθη κατάργηση των οδηγιών 2001/77/ΕΚ και 2003/30/ΕΚ (1),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (SEC(2008)0057),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (2),

σχετικά με την οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (3),

σχετικά με την οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (4),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου (A7-0135/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το ποσοστό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) επί του ευρωπαϊκού ενεργειακού μείγματος παρουσιάζει βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη αύξηση και ότι οι ΑΠΕ συμβάλλουν σε σημαντικό βαθμό στον ασφαλή, ανεξάρτητο, διαφοροποιημένο ενεργειακό εφοδιασμό στην Ευρώπη με χαμηλές ανθρακούχες εκπομπές·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πανευρωπαϊκό δυναμικό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για τον ενεργειακό εφοδιασμό δεν έχει ακόμα αξιοποιηθεί στο έπακρο·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το αυξανόμενο ποσοστό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας επί του ευρωπαϊκού ενεργειακού μείγματος καθιστά αναγκαία την επέκταση των υφιστάμενων υποδομών δικτύου και ΤΠ·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος της ΕΕ εξαρτάται από ένα ευρύ φάσμα τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (υδροηλεκτρική, γεωθερμική, ηλιακή, θαλάσσια και αιολική ενέργεια, αντλίες θερμότητας, βιομάζα, βιοκαύσιμα) βάσει των οποίων παρέχονται διάφορες υπηρεσίες σε μορφή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και ψύξης καθώς και λύσεις για τον τομέα των μεταφορών·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενεργειακή πολιτική πρέπει πάντα να εφαρμόζεται τηρώντας την ισορροπία μεταξύ των εξής στόχων: ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, ανταγωνιστικότητα, οικονομική αποδοτικότητα και οικολογική συμβατότητα·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, επί του παρόντος, η ΕΕ εξαρτάται από τις ενεργειακές εισαγωγές για να καλύψει περισσότερο από το ήμισυ της τελικής κατανάλωσης ενέργειας·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενεργειακή πολιτική της Ένωσης επιδιώκει, μεταξύ άλλων στόχων, την προώθηση της ανάπτυξης νέων και ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, σε πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών, στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη διαφύλαξης και βελτίωσης του περιβάλλοντος·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ολοκλήρωση, έως το 2014, της εσωτερικής αγοράς ενέργειας θα πρέπει να διευκολύνει την είσοδο νέων και περισσότερων συμμετεχόντων στην αγορά, μεταξύ άλλων από τις ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται ολοένα και περισσότερο στην παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απελευθέρωση και ο ανταγωνισμός έχουν διαδραματίσει καίριο ρόλο στη μείωση των τιμών της ενέργειας για όλους τους καταναλωτές της ΕΕ·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τους όρους εκμετάλλευσης των ενεργειακών τους πόρων, την επιλογή τους μεταξύ διαφόρων ενεργειακών πηγών και τη γενική διάρθρωση του ενεργειακού τους εφοδιασμού, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές συμβάσεις, εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ενεργειακός χάρτης πορείας της Επιτροπής μέχρι το 2050 καταλήγει ότι, οποιοδήποτε σενάριο για το ενεργειακό σύστημα της Ευρώπης προϋποθέτει σημαντικά υψηλότερο μερίδιο των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ΕΕ έχει δρομολογήσει επιτυχώς τον στόχο της να εξασφαλίσει έως το 2020 παραγωγή ενέργειας σε ποσοστό 20 % από ΑΠΕ·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στον τομέα παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έχει τα τελευταία χρόνια σημειωθεί τεχνολογική πρόοδος και ότι η Ευρώπη έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στον εν λόγω τομέα σε παγκόσμιο επίπεδο·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κρίση και κρίση χρέους στην Ευρώπη δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα, και ότι οι κρατικοί προϋπολογισμοί και η εμπιστοσύνη των επενδυτών αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κρίση πρέπει να αξιοποιηθεί ως ευκαιρία για την πραγματοποίηση των απαραίτητων επενδύσεων στον τομέα της καθαρής τεχνολογίας με σκοπό τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και οικονομικής ανάπτυξης·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις απελευθερωμένες ενεργειακές αγορές της Ευρώπης, η ανάπτυξη της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές εξαρτάται από τις ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες με τη σειρά τους βασίζονται στη σταθερότητα της πολιτικής για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επενδυτές χρειάζονται ασφάλεια και συνέχεια για τις μελλοντικές επενδύσεις τους και μετά το 2020·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να μειωθεί η ενεργειακή κατανάλωση και να αυξηθεί η αποδοτικότητα της ενεργειακής παραγωγής, μεταφοράς και χρήσης·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση και ψύξη θα πρέπει να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην απαλλαγή του ενεργειακού τομέα από τις ανθρακούχες εκπομπές·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ενεργειακός χάρτης πορείας αναγνωρίζει ότι το φυσικό αέριο είναι καίριας σημασίας όσον αφορά τον μετασχηματισμό του ενεργειακού συστήματος, με την παροχή μεταβλητού και βασικού φορτίου για τη στήριξη των ΑΠΕ·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει υπολογίσει ότι με το βέλτιστο επίπεδο εμπορίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές θα ήταν δυνατόν να εξοικονομούνται ετησίως έως 8 δισεκατομμύρια ευρώ·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υφιστάμενες νομικές πράξεις για τη δασική διαχείριση παρέχουν επαρκές πλαίσιο ώστε να διασφαλίζεται η απόδειξη της βιωσιμότητας όσον αφορά τη δασική βιομάζα που παράγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

Σχετικά με τη δυνατότητα αξιοποίησης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας

1.

συμφωνεί με την Επιτροπή ότι οι ΑΠΕ, σε συνδυασμό με την ενεργειακή απόδοση και την ευέλικτη και έξυπνη υποδομή αποτελούν τις ασφαλείς επιλογές που έχει εντοπίσει η Επιτροπή, και ότι μελλοντικά στην Ευρώπη θα αυξάνεται το ποσοστό των ΑΠΕ στον εφοδιασμό ενέργειας, τόσο για το ηλεκτρικό ρεύμα όσο και για τη θέρμανση (που αντιστοιχεί περίπου στο μισό της συνολικής ζήτησης ενέργειας στην ΕΕ) και την ψύξη, καθώς και για τον τομέα των μεταφορών, μειώνοντας την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από συμβατικές πηγές ενέργειας· συμπληρώνει ότι μέχρι το 2050 πρέπει να διαμορφωθούν συγκεκριμένα ορόσημα και να τεθούν στόχοι, προκειμένου να υπάρξει μια αξιόπιστη προοπτική για το μέλλον όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας· υπενθυμίζει ότι όλα τα σενάρια που εξετάζονται στον «ενεργειακό χάρτη πορείας για το 2050» της Επιτροπής υποθέτουν την αύξηση του μεριδίου ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές επί της κατανάλωσης του ενεργειακού μείγματος της ΕΕ που θα ανέρχεται σε 30 % περίπου το 2030· συνεπώς, υποστηρίζει ότι η ΕΕ πρέπει να προσπαθήσει να επιτύχει ακόμη υψηλότερο μερίδιο και καλεί την Επιτροπή να προτείνει υποχρεωτικό σε επίπεδο ΕΕ στόχο για ΑΠΕ μέχρι το 2030, λαμβάνοντας υπόψη τα αμοιβαίας αλληλεπίδρασης αποτελέσματα με τους άλλους εν δυνάμει κλιματικούς και ενεργειακούς στόχους, ιδίως όσον αφορά τον στόχο μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, καθώς και τον αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών της ΕΕ, όπου περιλαμβάνονται και οι βιομηχανικής τομείς των ΑΠΕ·

2.

υπογραμμίζει ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όχι μόνο συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και στην αύξηση της ενεργειακής ανεξαρτησίας της Ευρώπης, αλλά επίσης προσφέρουν σημαντικά πρόσθετα περιβαλλοντικά οφέλη λόγω της μείωσης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της παραγωγής αποβλήτων και της κατανάλωσης ύδατος, καθώς και των περαιτέρω κινδύνων που είναι εγγενείς σε άλλες μορφές παραγωγής ενέργειας·

3.

υπογραμμίζει ότι η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας επιτάσσει έναν ασφαλή, σίγουρο, οικονομικά προσιτό και περιβαλλοντικά βιώσιμο ενεργειακό εφοδιασμό· τονίζει ότι θα πρέπει, κατά την επόμενη δεκαετία, να αντικατασταθούν περίπου οι μισές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής στην ΕΕ και ότι, ως εκ τούτου, απαιτείται η αναμόρφωση και ευελιξία του συστήματος ενεργειακού εφοδιασμού προκειμένου να ανταποκριθεί στην αναμενόμενη αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ· επισημαίνει ότι το μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτρική ενέργεια, τη θέρμανση και ψύξη και τις μεταφορές πρέπει να αυξηθεί κατά αποδοτικό οικονομικά τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τα οφέλη και το πλήρες κόστος των ΑΠΕ, όπου περιλαμβάνεται και το κόστος του συστήματος, και χωρίς να επηρεαστεί η ασφάλεια του εφοδιασμού· αναγνωρίζει την αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα των τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας και τονίζει ότι οι ΑΠΕ και οι συναφείς βιομηχανίες καθαρής τεχνολογίας αποτελούν σημαντικούς παράγοντες αύξησης της ανάπτυξης για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, δημιουργώντας τεράστιες δυνατότητες για θέσεις εργασίας και συμβάλλοντας σημαντικά στην ανάπτυξη νέων βιομηχανιών και εξαγωγικών αγορών·

4.

διαπιστώνει ότι στο πλαίσιο της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να αναμένεται μεγαλύτερη αξιοποίηση της ενεργειακής βιομάζας, η οποία καθιστά αναγκαία την ολοκληρωμένη εκπόνηση κριτηρίων βιωσιμότητας για τη στερεή και την αέρια βιομάζα·

5.

τονίζει ότι, στον τομέα των ΑΠΕ, θα πρέπει να διασφαλιστεί μεγαλύτερη προβολή της τρέχουσας και της αναμενόμενης συνεισφοράς της βιομάζας και των άλλων ελεγχόμενων ενεργειακών πόρων στους ενδιαφερόμενους παράγοντες ώστε να ενθαρρυνθεί μια δίκαιη και ισορροπημένη διαδικασία λήψης αποφάσεων·

6.

καλεί την ΕΕ να εγγυηθεί ότι η προώθηση ανανεώσιμων πηγών στην παραγωγή και χρήση ενέργειας δεν θα θέσει σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια, τη βιώσιμη παραγωγή υψηλής ποιότητας τροφίμων ή την γεωργική ανταγωνιστικότητα·

7.

παρατηρεί ότι ορισμένα στοιχεία του επισιτιστικού συστήματος είναι επιρρεπή σε υψηλότερες ενεργειακές δαπάνες, γεγονός που θα μπορούσε να έχει ενδεχομένως αρνητικές επιπτώσεις για παραγωγούς και καταναλωτές·

8.

αναγνωρίζει ότι υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα μέσω της αύξησης της χρήσης του βιομεθάνιου από τα οχήματα που καλύπτουν μικρές και μεγάλες αποστάσεις, ιδίως στην περίπτωση των βαρέων επαγγελματικών οχημάτων, και της χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας από τα οχήματα που κινούνται εντός των πόλεων και καλύπτουν μικρές αποστάσεις·

9.

είναι πεπεισμένο ότι η αξιοποίηση των αποβλήτων είναι μια ευκαιρία για περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ και επίτευξη των στόχων του ευρωπαϊκού σχεδίου για την ενέργεια·

10.

σημειώνει ότι ορισμένες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, όπως οι γεωθερμικές, μπορούν να παράγουν θερμότητα και ηλεκτρική ενέργεια σε τοπικό επίπεδο και σε συνεχή βάση· έχει την άποψη ότι οι εν λόγω τοπικές πηγές ενέργειας αυξάνουν την ενεργειακή ανεξαρτησία, μεταξύ άλλων και για τις απομονωμένες κοινότητες·

11.

υπογραμμίζει ότι η υδροηλεκτρική αειφόρος ενέργεια στο σύνολό της συμβάλλει στη μελλοντική προοπτική της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ότι, πέραν της παραγωγής ενέργειας, εκτελεί και άλλες πολύτιμες λειτουργίες, όπως η προστασία από πλημμύρες και η συμβολή στην παροχή ασφαλών πόσιμων υδάτων· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με την πολλαπλή χρησιμότητα της υδροηλεκτρικής ενέργειας·

12.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στο αναξιοποίητο δυναμικό των ΑΠΕ στον τομέα της θέρμανσης και της ψύξης, καθώς και στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ μιας αύξησης της χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αφενός και της εφαρμογής της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση και της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων αφετέρου, καθώς και στις δυνατότητες που σχετίζονται με αυτές·

13.

επισημαίνει το δυναμικό εξοικονόμησης που θα προκύψει από την ενσωμάτωση πτυχών όπως η ηλιακή πορεία και οι διαφορετικές ζώνες ώρας της Ευρώπης, στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας·

14.

επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο που προβλέπει η οδηγία 2009/28/EΚ της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, επί του παρόντος λειτουργούν ανεξάρτητα για την προώθηση των ΑΠΕ εκτός εθνικών διοικητικών υπηρεσιών που διαφέρουν σημαντικά, και ότι αυτό επιδεινώνει την άνιση ανάπτυξη τους, ενώ οι δυνατότητες για ανάπτυξη των ΑΠΕ ποικίλλει αναλόγως των τεχνικών, μη τεχνικών και φυσικών συνθηκών, λόγω και των ποικίλων περιφερειακών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων· τονίζει ότι μια λειτουργική εσωτερική αγορά θα καθιστούσε δυνατή τη συνολική αντιστάθμιση των διαλειπουσών ΑΠΕ και της ανομοιόμορφης κατανομής του φυσικού πλούτου· πιστεύει ότι οι περισσότερες περιοχές μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην ανάπτυξη των ΑΠΕ· επισημαίνει ωστόσο την ανάγκη να δοθούν κίνητρα για επενδύσεις σε ΑΠΕ εκεί όπου διαθέτουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες, με σκοπό να διασφαλισθεί η αποδοτική χρήση της δημόσιας χρηματοδότησης·

15.

σημειώνει ότι τα επίπεδα δημόσιας και πολιτικής αποδοχής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διαφέρει, όπως συμβαίνει και με τις περισσότερες μορφές παραγωγής ενέργειας και ενεργειακών υποδομών· διαπιστώνει ότι ποικίλλει έντονα η διαθεσιμότητα δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτικών μέσων για τη στήριξη των ΑΠΕ· τονίζει ότι ποικίλλει έντονα η διαθεσιμότητα δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτικών μέσων για τη στήριξη των ΑΠΕ, ιδίως λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης που για τους επενδυτές συνεπάγεται σημαντική διάχυση κεφαλαίων· πιστεύει ότι, όταν υφίστανται δυσλειτουργίες στην αγορά ή οι παραγωγοί δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από την αγορά, θα πρέπει να διευκολύνεται η πρόσβαση σε περισσότερο προσιτά κεφάλαια για επενδύσεις σε ΑΠΕ· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει από κοινού με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και τους εθνικούς δημόσιους οργανισμούς τις δυνατότητες χορήγησης πόρων και καινοτόμων χρηματοδοτικών μέσων, στο πλαίσιο του τρέχοντος και μελλοντικού προϋπολογισμού της ΕΕ, στη χρηματοδότηση έργων ανανεώσιμης ενέργειας·

16.

επισημαίνει ότι, μέχρι σήμερα, ένα ποσοστό των ΑΠΕ στην αγορά ενέργειας είναι ήδη ανταγωνιστικό στην αγορά, ενώ άλλες τεχνολογίες προσεγγίζουν τις τιμές της αγοράς· συμφωνεί με την Επιτροπή ότι πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα, οικονομικά βιώσιμα, μέσα για την περαιτέρω προώθηση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας των ΑΠΕ στην αγορά·

17.

πιστεύει ότι είναι αναγκαίο να καταργηθούν σταδιακά τόσο οι επιβλαβείς για τον ανταγωνισμό επιδοτήσεις όσο και οι επιδοτήσεις για τα ορυκτά καύσιμα που βλάπτουν το περιβάλλον·

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας

18.

επισημαίνει ότι η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί έως το 2014 και θα είναι καίριας σημασίας για την ενσωμάτωση των ΑΠΕ και θα συμβάλει με οικονομικά αποδοτικό τρόπο στην εξισορρόπηση της μεταβαλλόμενης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας· χαιρετίζει την έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και την υλοποίηση της τρίτης δέσμης· καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της, ακόμη και την παραπομπή των κρατών μελών στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για την όσο το δυνατόν ταχύτερη ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας· καλεί την Επιτροπή να αντιμετωπίσει την ακατάλληλη συγκέντρωση της αγοράς που παρεμποδίζει τον ανταγωνισμό· καλεί τα κράτη μέλη να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για πλήρη εφαρμογή της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά ενέργειας, ανάπτυξη των διασυνδέσεων και εξάλειψη των ενεργειακών νησίδων και των εμποδίων·

19.

επισημαίνει ότι, σε αντιστοιχία με τις διάφορες εθνικές αγορές και τεχνολογίες, της διάφορες δυνατότητες και τα διαφορετικά επίπεδα τεχνολογίας και ωριμότητας, σήμερα συνυπάρχει ένα μεγάλο φάσμα διαφορετικών μηχανισμών ενισχύσεων υπέρ των ΑΠΕ εντός της Ένωσης· τονίζει ότι η ποικιλία αυτή επιδεινώνει τα προβλήματα για την εσωτερική αγορά ενέργειας, δημιουργώντας επί παραδείγματι αδυναμίες στο διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας· καλωσορίζει την καθοδήγηση της Επιτροπής σχετικά με τη μεταρρύθμιση των καθεστώτων στήριξης·

20.

επισημαίνει ότι αυτοί που θα επωφεληθούν περισσότερο από την ολοκλήρωση της αγοράς ενέργειας θα είναι οι καταναλωτές· υποστηρίζει την εκτίμηση της Επιτροπής ότι πρέπει να αξιοποιηθεί ο ανταγωνισμός και στον τομέα των ΑΠΕ σε μακροχρόνιο ορίζοντα και αφού έχουν καταστεί εμπορεύσιμες, δεδομένου ότι συνιστά το καλύτερο κίνητρο, περιορίζοντας έτσι την επέκταση της ενεργειακής φτώχειας, για την πρόοδο της καινοτομίας και τη μείωση του κόστους· υπογραμμίζει ότι το γεγονός ότι εξακολουθούν να υπάρχουν ελεγχόμενες τιμές σε επίπεδο λιανικής δεν επιτρέπει στους καταναλωτές να αξιοποιήσουν πλήρως τις επιλογές τους·

21.

σημειώνει ότι οι μηχανισμοί συνεργασίας που θεσπίστηκαν με την οδηγία 2009/28/ΕΚ για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, έχουν αξιοποιηθεί ελάχιστα μέχρι σήμερα, ωστόσο επισημαίνει ότι επί του παρόντος σχεδιάζεται μια σειρά από καθεστώτα συνεργασίας· επισημαίνει τις διαπιστώσεις της Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες η καλύτερη χρήση των υφιστάμενων δυνατοτήτων συνεργασίας θα αποφέρει σημαντικά οφέλη, όπως η ενίσχυση του εμπορίου· επικροτεί την εξαγγελία της Επιτροπής ότι θα καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές για τη συνεργασία εντός της ΕΕ, οι οποίες θα περιγράφουν την πρακτική εφαρμογή των δυνατοτήτων συνεργασίας, θα καθορίζουν και θα αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις που σχετίζονται με αυτές· καλεί την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ θα εφαρμόζονται στα κράτη μέλη· επιπλέον, καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει ερμηνεία του άρθρου 13 της οδηγίας 2009/28/ΕK για τις ΑΠΕ, προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή της οδηγίας από τα κράτη μέλη και να αποφευχθεί η χρήση των διαδικασιών πιστοποίησης και αδειοδότησης από τις δημόσιες αρχές κατά τρόπο που προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού· καλεί στη συνέχεια τα κράτη μέλη να αξιοποιούν κατά περίπτωση καλύτερα τους μηχανισμούς και να εντείνουν επίσης την επικοινωνία μεταξύ τους·

22.

επιδοκιμάζει το γεγονός ότι οι μέθοδοι πρόβλεψης για τη διάθεση παραγωγικής ικανότητας αιολικής ενέργειας στις ημερήσιες αγορές έχουν βελτιωθεί επιτρέποντας την καλύτερη ενσωμάτωση της ηλεκτρικής ενέργειας από μεταβλητές ΑΠΕ· επικροτεί επίσης τους νέους κωδικούς δικτύων που απαιτούνται βάσει της 3ης δέσμης μέτρων για την εσωτερική αγορά ενέργειας που εκπονούνται επί του παρόντος από τα ενδιαφερόμενα μέρη και οι οποίοι οδηγούν σε σταθεροποιημένη συχνότητα, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην καλύτερη ενσωμάτωση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ·

23.

υπογραμμίζει ότι πρέπει σε όλα τα κράτη μέλη να διευκολύνουν την ενσωμάτωση των ΑΠΕ όσο το δυνατόν ταχύτερα και σταδιακά στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά ενέργειας και να αναλάβουν μακροπρόθεσμα λειτουργίες και καθήκοντα σε σχέση με τη σταθερότητα του συστήματος, οι οποίες μέχρι σήμερα επιτελούνται από συμβατικές πηγές ενέργειας, σύμφωνα με τις δυνατότητες και τα εγγενή χαρακτηριστικά τους· επισημαίνει τα πολλά υποσχόμενα παραδείγματα τέτοιων αγορών στην ΕΕ· ζητεί, εν προκειμένω, να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις θετικές και αρνητικές, άμεσες και έμμεσες συνέπειες των ΑΠΕ στον προγραμματισμό και την εφαρμογή, ιδίως σε σχέση με υφιστάμενες υποδομές όπως τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής, καθώς και στη φύση, στη βιοποικιλότητα και στην προστασία των ειδών· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις θετικές και τις αρνητικές συνέπειες των διαφόρων τεχνολογιών ΑΠΕ·

24.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει, με βάση ανάλυση κόστους ωφέλειας, τις υφιστάμενες περιβαλλοντικές νομοθεσίες, όπως, για παράδειγμα, η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα ή η οδηγία για την προστασία των πτηνών, ως προς τις αλληλεπιδράσεις τους σε σχέση με την ανάπτυξη των ΑΠΕ·

Προδιαγραφές υποδομών

25.

επισημαίνει ότι η παροχή ενέργειας από ΑΠΕ, δεδομένου ότι είναι περισσότερο αποκεντρωμένη, απομακρυσμένη και εξαρτώμενη από τις καιρικές συνθήκες, απαιτεί υποδομή διαφορετική από ό,τι η υφιστάμενη, η οποία αναπτύχθηκε αποκλειστικά με βάση τις συμβατικές πηγές ενέργειας· τονίζει, την ανάγκη εκσυγχρονισμού και επέκτασης του ενεργειακού δικτύου ώστε να αφομοιώσει τις αλλαγές στις τεχνολογίες παραγωγής, μεταφοράς, διανομής και εξισορρόπησης στο πλαίσιο του συνολικού ενεργειακού συστήματος· υπογραμμίζει ότι ορισμένες ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, μπορούν να εξισορροπήσουν τις μεταβλητές πηγές ενέργειας και, ως εκ τούτου, να αντισταθμίσουν την ανάγκη για πρόσθετες υποδομές δικτύων· τονίζει ότι η ανάπτυξη της υποδομής είναι θέμα επείγον και καίριας σημασίας για την επιτυχία της ενιαίας αγοράς και την ενσωμάτωση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές· η έγκαιρη υιοθέτηση των νομοθετικών προτάσεων της δέσμης μέτρων για τις ενεργειακές υποδομές είναι καίριας σημασίας εν προκειμένω, ιδίως για την επίσπευση της κατασκευής νέας υποδομής με διασυνοριακό αντίκτυπο· υπογραμμίζει ότι πρέπει να επιταχυνθεί η διαδικασία αδειοδότησης των έργων ενεργειακών υποδομών·

26.

επισημαίνει ότι πολλές εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές δεν χρησιμοποιούνται στον βαθμό των δυνατοτήτων που προέβλεπε ο σχεδιασμός τους διότι το δίκτυο δεν μπορεί να απορροφήσει την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται κατά τον τρόπο αυτόν·

27.

επισημαίνει ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται η ασφάλεια του εφοδιασμού, η ανάπτυξη ΑΠΕ με μεταβλητή παραγωγή ενέργειας πρέπει να υποστηρίζεται με περαιτέρω ισχύ εξισορρόπησης, η οποία μπορεί να εξασφαλιστεί μέσω διασυνοριακού εμπορίου, ευέλικτων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, διαχείρισης από την πλευρά της ζήτησης και αποθήκευσης της ενέργειας· ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσο τίθεται ζήτημα ικανότητας παραγωγής στην ΕΕ και να προσδιορίσει τη σταθερή ικανότητα παραγωγής που μπορούν να παράσχουν οι μεταβλητές ΑΠΕ σε ένα ολοκληρωμένο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ, καθώς και τις δυνητικά θετικές επιπτώσεις στην επάρκεια της ηλεκτροπαραγωγής· συμφωνεί με την ανάλυση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία η δημιουργία εφεδρικής ικανότητας παραγωγής θα είχε σημαντικό κόστος και θα στρέβλωνε το μήνυμα των τιμών σε κλίμακα· επισημαίνει ότι διογκώνεται ολοένα η απαίτηση ενός σταθερού πολιτικού πλαισίου για την οικονομική διασφάλιση των εν λόγω αποθεμάτων καθώς και υπηρεσιών συστήματος και εξισορρόπησης· απορρίπτει τον έννοια του ανταγωνισμού ως προς τις επιδοτήσεις μεταξύ ενεργειακών πηγών και ζητεί να σχεδιαστεί η αγορά ενέργειας κατά τρόπο που να προσανατολίζεται σε μακροπρόθεσμους στόχους της Ένωσης στον τομέα της πολιτικής για την ενέργεια και το κλίμα, και να διευκολύνει την ενσωμάτωση των τεχνολογιών ΑΠΕ, που έχουν καταστεί εμπορεύσιμες, στην εσωτερική αγορά ενέργειας αλλά αναγνωρίζει ότι, ιστορικά, οι κρατικές ενισχύσεις ήταν αναγκαίες για την ανάπτυξη όλων των ενεργειακών πηγών·

28.

τονίζει τη σημασία της οικονομικά αποδοτικής αξιοποίησης των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας ενός υπερδικτύου και του παράκτιου δικτύου της Βορείου Θάλασσας· επισημαίνει σε αυτό το πλαίσιο τη σημασία της Πρωτοβουλίας των παράκτιων χωρών της Βόρειας Θάλασσας για Υπεράκτιο Σύστημα (NSCOGI) δεδομένου ότι έχουν ανακοινωθεί έργα ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια ισχύος άνω των 140 GW· ζητεί από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να προωθήσουν περαιτέρω την NSCOGI·

29.

υπενθυμίζει ότι οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των επενδύσεων σε νέες μορφές ηλεκτροπαραγωγής κατά την τελευταία δεκαετία και ότι θα συνεχίσουν να αυξάνονται· τονίζει ότι αν οι ΑΠΕ αποτελέσουν υψηλό ποσοστό επί του ενεργειακού μείγματος, η υφιστάμενη υποδομή δικτύου θα αντιμετωπίσει τεράστιες προκλήσεις για τις υφιστάμενες υποδομές και ότι για την αντιμετώπιση των προκλήσεων αυτών θα χρειαστούν επενδύσεις· επισημαίνει ότι σε ορισμένα κράτη μέλη, στα οποία η αυξημένη τροφοδοσία με ενέργεια από ΑΠΕ δεν συνοδεύτηκε από την ταυτόχρονη επέκταση των ενεργειακών υποδομών, περιορίζεται σημαντικά η ενεργειακή ασφάλεια· υπογραμμίζει ότι, σύμφωνα με το δίκτυο ENTSO-E, σημαντικά τμήματα της συνολικής συμφόρησης σε ευρωπαϊκά ενεργειακά δίκτυα συνδέονται με την τροφοδοσία από ΑΠΕ· τονίζει τη σημασία της εφαρμογής νέων προσεγγίσεων για την αντιμετώπιση των σημείων συμφόρησης στα δίκτυα διανομής, οι οποίες δεν συνεπάγονται πάντα την επέκταση και την ενίσχυση του δικτύου· πιστεύει ότι η αναβάθμιση των ευρωπαϊκών δικτύων έχει καταστεί αναγκαία κυρίως λόγω της δημιουργίας μιας ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και της ανάγκης για αυξημένη ασφάλεια κατά τον εφοδιασμό καθώς και ότι τα οφέλη της αναβάθμισης του ευρωπαϊκού δικτύου θα αντισταθμίσουν το κόστος καθιστώντας μακράν πιο αποτελεσματική τη λειτουργία του συστήματος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ· ζητεί από τους διαχειριστές συστημάτων διανομής να αναπροσαρμόσουν τις πολιτικές που ακολουθούν για την ανάπτυξη του συστήματος ώστε να μπορέσουν να ενσωματώσουν τις ικανότητες παραγωγής από ΑΠΕ διασφαλίζοντας παράλληλα την ασφάλεια του εφοδιασμού και να ενισχύσουν τη συνεργασία με τους φορείς εκμετάλλευσης του συστήματος διανομής·

30.

επισημαίνει ότι πολλές από τις καλύτερες και πλέον ανταγωνιστικές τοποθεσίες για ΑΠΕ στην ΕΕ βρίσκονται συχνά σε σημαντική γεωγραφική απόσταση από τα κέντρα κατανάλωσης, γεγονός που σημαίνει ότι οι εν λόγω τοποθεσίες μπορούν να αξιοποιηθούν μόνο με την επέκταση των δικτύων μεταφοράς και διανομής και την ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας· σημειώνει επίσης τα πλεονεκτήματα της αποκεντρωμένης παροχής ανανεώσιμης ενεργείας πλησίον των κέντρων κατανάλωσης· τονίζει ότι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του κόστους, σε μείωση της ανάγκης επέκτασης του δικτύου και αποφυγή των συμφορήσεων εφόσον εξασφαλιστεί επαρκής υποδομή· υπογραμμίζει ότι η Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει κατάλληλα εργαλεία μοντελοποίησης για τον προσδιορισμό του βέλτιστου συνδυασμού αποκεντρωμένων, μεγάλης κλίμακας μονάδων ηλεκτροπαραγωγής και εγκαταστάσεων σε επίπεδο διανομής· επισημαίνει την οικονομική αποδοτικότητα μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης για το σύστημα ενέργειας, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τόσο τη ζήτηση όσο και την προσφορά θέρμανσης και ηλεκτρικής ενέργειας· επισημαίνει τις δυνατότητες που προσφέρει η πολύ μικρής κλίμακας παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, όπως η γεωθερμική θέρμανση και η ηλιακή ενέργεια σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής·

31.

επισημαίνει ότι η ανεπαρκής ικανότητα των δικτύων και των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και η έλλειψη συνεργασίας μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης του συστήματος μεταφοράς μπορεί να προκαλέσουν ασυντόνιστες διασυνοριακές ροές ενέργειας σε άλλα κράτη μέλη (loop flows) και μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρές επείγουσες καταστάσεις σε άλλα κράτη μέλη, με αποτέλεσμα να απαιτηθούν αυξημένες επεμβάσεις στο φορτίο των εν λόγω κρατών ώστε να διαφυλαχθεί η ενεργειακή ασφάλεια, σε περίπτωση που η ανάπτυξη δεν έχει συνοδευτεί από την απαραίτητη επέκταση του δικτύου (π.χ έλεγχος θερμοκρασίας γραμμής) και ανάπτυξη του δικτύου στα εν λόγω κράτη μέλη· εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με την κατάσταση της ανάπτυξης και συντήρησης των υποδομών δικτύου στα κράτη μέλη· καλεί τα κράτη μέλη να πιέσουν όσο το δυνατόν περισσότερο την επέκταση των δικτύων μεταφοράς και διανομής και να προαγάγουν την ενισχυμένη συνεργασία των φορέων εκμετάλλευσης των δικτύων μεταφοράς·

32.

υπογραμμίζει τις δυνατότητες που προσφέρουν τα έξυπνα δίκτυα, τα εργαλεία διαχείρισης από την πλευρά της ζήτησης και οι τεχνολογίες αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας για την ένταξη των ΑΠΕ στον ενεργειακό εφοδιασμό αφενός για να διευκολύνει την βέλτιστη δυνατή η ενσωμάτωση των ΑΠΕ ηλεκτρικής ενέργειας όσο και για να αποκαταστήσει τις διακυμάνσεις δικτύου· υπενθυμίζει ότι απαιτείται επειγόντως περαιτέρω έρευνα και ανάπτυξη σχετικά με την αποθήκευση ενέργειας, μεταξύ άλλων μέσω της συνεργασίας με σταθμούς αποθήκευσης ενέργειας με άντληση· επισημαίνει ότι ιδίως τα μέσα αποθήκευσης με μεταβαλλόμενη ταχύτητα χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, διότι επιτρέπουν μεγαλύτερη ευελιξία κατά τη ρύθμιση της ταχύτητας αποθήκευσης και, συνεπώς, διευκολύνουν την ταχύτερη και περισσότερο στοχευμένη ενεργοποίηση· καλεί τα κράτη μέλη να αποφύγουν τη διπλή φορολόγηση των φορέων αποθήκευσης ενέργειας·

33.

θεωρεί ότι είναι αναγκαία η δημιουργία διασυνοριακών αγορών για υπηρεσίες δικτύου στον τομέα της ενέργειας εξισορρόπησης, και η ταχεία επέκταση του ευρωπαϊκού δικτύου μεταφοράς σε σχέση με τη διασυνοριακή ολοκλήρωση της αποθήκευσης υδροηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως στη Σκανδιναβία, τις Άλπεις και τα Πυρηναία·

34.

υπογραμμίζει ότι για την προβλεπόμενη ανάπτυξη των ΑΠΕ, ιδίως η υδροηλεκτρική ενέργεια πρέπει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο, κυρίως για την αντιστάθμιση της αυξανόμενης ασταθούς παραγωγής ΑΠΕ, καθώς και για την επίλυση του ζητήματος της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση αντλησιοταμιευτήρων· τονίζει ότι, ως εκ τούτου, τα δεδομένα δυναμικά ανάπτυξης της παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας και των αντλησιοταμιευτήρων στην ΕΕ, πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο·

35.

αναγνωρίζει ότι η υποδομή φυσικού αερίου θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας στην Ευρώπη· επισημαίνει ότι το βιοαέριο, ως ανανεώσιμη μορφή ενέργειας, μπορεί επί του παρόντος να διοχετευθεί με ευκολία, όπως και το βιομεθάνιο, στην υφιστάμενη υποδομή δικτύου αερίου και ότι οι νέες τεχνολογίες όπως η ενέργεια από υδρογόνο και η ενέργεια από αέριο, θα αποκομίσουν περισσότερα οφέλη στο πλαίσιο της μελλοντικής οικονομίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα, αξιοποιώντας τις υφιστάμενες και τις νέες υποδομές που πρέπει να προωθηθούν και να αναπτυχθούν·

36.

υποστηρίζει ότι οι ΑΠΕ θα συμβάλουν στο μέλλον στη διαχείριση της προσφοράς και ζήτησης ενεργείας και θα καταστήσουν τους καταναλωτές πιο ενεργούς στην αγορά αυτή· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει σύντομα προτάσεις για την ανάπτυξη, την προώθηση και την τυποποίηση ευφυών δικτύων και μετρητών ηλεκτρικής ενέργειας, ενισχύοντας τις πιθανές συνέργειες όσον αφορά την αξιοποίηση, την ανάπτυξη και τη συντήρηση στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και στα ενεργειακά δίκτυα· ζητεί από την Επιτροπή να στηρίξει ιδιαίτερα την έρευνα και ανάπτυξη στον εν λόγω τομέα· τονίζει ότι εκτός από την ασφάλεια του προγραμματισμού από πλευράς προσφοράς, σημαντικό ρόλο πρέπει να διαδραματίζουν επίσης τόσο η ασφάλεια σχεδιασμού από πλευράς παρόχου όσο και η αποδοχή από τους καταναλωτές, οι οποίοι πρέπει να είναι οι κύριοι δικαιούχοι των ευφυών μετρητών, ενώ παράλληλα πρέπει να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά τους όσον αφορά την προστασία των δεδομένων, σύμφωνα με την νέα οδηγία περί προστασίας των δεδομένων· παροτρύνει την Επιτροπή να αξιολογήσει προσεκτικά τις εθνικές αναλύσεις κόστους ωφέλειας της εξάπλωσης των ευφυών μετρητών και ιδίως την αξιολόγηση του αντικτύπου τους στις διάφορες ομάδες καταναλωτών· αναγνωρίζει ότι η επιλογή και η δέσμευση του καταναλωτή αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τη επιτυχή εξάπλωση των ευφυών μετρητών·

37.

σημειώνει ότι ο τομέας ΤΠΕ, ως σημαντικός καταναλωτής ηλεκτρικής ενέργειας με κέντρα δεδομένων στην ΕΕ που καταναλώνουν το 1,5 % της συνολικής ενέργειας και λόγω του ότι οι καταναλωτές καθίστανται ολοένα και περισσότερο ενήμεροι για το αποτύπωμα άνθρακα της ΤΠ και των υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους που χρησιμοποιούν, μπορούν να λειτουργήσουν ως πρότυπο για την ενεργειακή αποδοτικότητα και την προώθηση των ΑΠΕ·

38.

τονίζει ότι σε ορισμένες περιοχές, ιδίως σε μικρές κοινότητες και νησιά, η εγκατάσταση ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών συλλεκτών έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις των πολιτών· υπογραμμίζει ότι οι ανεμογεννήτριες και οι φωτοβολταϊκοί συλλέκτες θεωρείται ότι έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στον τουριστικό κλάδο καθώς και στο τοπίο της υπαίθρου/των νησιών·

39.

τονίζει ότι στις περιπτώσεις όπου οι ίδιοι οι πολίτες παράγουν ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια βάσει συνεταιριστικών ή κοινοτικών καθεστώτων· παρατηρείται μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή, η οποία μειώνει τον χρόνο προγραμματισμού για την εφαρμογή και την προώθηση της καλύτερης δημόσιας κατανόησης της ενεργειακής μετάβασης από τους πολίτες·

40.

τονίζει ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ και η οικοδόμηση όλων των άλλων εγκαταστάσεων και υποδομών παραγωγής ενέργειας, θα προκαλέσει αλλαγές στο φυσικό τοπίο της Ευρώπης· επιμένει ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δεν θα προκαλέσει οικολογική βλάβη, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών Natura 2000, και δεν θα μεταβάλει μόνιμα το προστατευμένο τοπίο· επισημαίνει ότι η κοινωνική αποδοχή των ΑΠΕ μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από διαφανείς και συντονισμένες διαδικασίες χωροταξίας, δημοσίων έργων και αδειοδοτήσεων στο πλαίσιο υποχρεωτικών και έγκαιρων δημόσιων διαβουλεύσεων με τη συμμετοχή όλων των φορέων εξαρχής, συμπεριλαμβανομένου και του τοπικού επιπέδου· επισημαίνει ότι η συμμετοχή των πολιτών και των ενδιαφερόμενων φορέων, όπως των συνεταιρισμών, μπορεί να συμβάλει στο να κερδηθεί η δημόσια υποστήριξη, όπως και εν δυνάμει οφέλη για τις τοπικές οικονομίες μπορεί να προκύψουν και από την επικοινωνία·

Ενδυνάμωση των καταναλωτών

41.

θεωρεί ότι υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω δράση προκειμένου να αυξηθεί η κοινωνική αποδοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· επισημαίνει ωστόσο ότι η αποτελεσματική δράση σε αυτόν τον τομέα συνίσταται στην ανάπτυξη μιας ολιστικής προσέγγισης για τον παραγωγό-καταναλωτή, ο οποίος θα είναι σε θέση να διαχειρίζεται συνειδητά τη διαδικασία κατανάλωσης ενέργειας·

42.

αναγνωρίζει τη σημασία των ΑΠΕ μικρής κλίμακας για την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· αναγνωρίζει ότι η αξιοποίηση των ΑΠΕ μικρής κλίμακας είναι μια ευκαιρία για τα μεμονωμένα νοικοκυριά, τους βιομηχανικούς κλάδους και τις κοινότητες να καταστούν παραγωγοί ενέργειας, ανακαλύπτοντας έτσι αποδοτικούς τρόπους παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας· τονίζει τη σημασία της παραγωγής πολύ μικρής κλίμακας για την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας· τονίζει ότι η αξιοποίηση των ΑΠΕ μικρής κλίμακας μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική μείωση των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας και στη δημιουργία νέων επιχειρηματικών μοντέλων και θέσεων εργασίας·

43.

επισημαίνει σε αυτό το πλαίσιο τη σημασία της παρότρυνσης των τοπικών συνεταιρισμών ανανεώσιμης ενέργειας να αυξήσουν τη συμμετοχή των πολιτών, της αύξησης της προσβασιμότητας της ανανεώσιμης ενέργειας και της πραγματοποίησης επενδύσεων·

44.

τονίζει ότι ένας έξυπνος συνδυασμός ΑΠΕ μικρής κλίμακας, αποθήκευσης, διαχείρισης από την πλευρά της ζήτησης και ενεργειακής απόδοσης μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη χρήση των τοπικών δικτύων κατά τις ώρες αιχμής, μειώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το συνολικό κόστος επένδυσης για τους διαχειριστές συστημάτων διανομής·

45.

επισημαίνει ότι προϋπόθεση της αποδοτικής τοπικής κατανάλωσης και παραγωγής ενέργειας, τόσο για τους παραγωγούς-καταναλωτές όσο και για το δίκτυο διανομής, είναι η εξάπλωση των ευφυών μετρητών και γενικότερα των έξυπνων δικτύων·

46.

επικροτεί τη δήλωση της Επιτροπής ότι θα εκδώσει ανακοίνωση για τις τεχνολογίες και την καινοτομία στον τομέα της ενέργειας με έμφαση στην παραγωγή πολύ μικρής κλίμακας·

47.

θεωρεί ότι η περιφερειακή πολιτική της ΕΕ καλείται να διαδραματίσει καίριο ρόλο στην προώθηση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και στην ενεργειακή απόδοση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς επίσης και στον τομέα των υπηρεσιών ηλεκτρικής ενέργειας και των υπηρεσιών μεταφοράς ενέργειας· χαιρετίζει το γεγονός ότι η συμβολή της πολιτικής συνοχής και της περιφερειακής πολιτικής στην προώθηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας συνεχίζει να αυξάνεται σταδιακά με στόχο οι ΑΠΕ να συμβάλλουν πλήρως στους στόχους της διασφάλισης της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ και οι ενεργειακοί στόχοι της ΕΕ να εφαρμόζονται σε ολόκληρη την ΕΕ· θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό ο προσανατολισμός της ευρωπαϊκής πολιτικής να εξασφαλίζει επαρκές ποσοστό χρηματοδότησης την προσεχή περίοδο 2014-2020·

48.

στηρίζει την πολυμερή διακυβέρνηση και την αποκεντρωμένη προσέγγιση της ενεργειακής πολιτικής και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, που πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το Σύμφωνο των Δημάρχων και η περαιτέρω ανάπτυξη της πρωτοβουλίας για τις Έξυπνες Πόλεις, καθώς και η προώθηση βέλτιστων λύσεων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο μέσω ενημερωτικών εκστρατειών·

49.

παρατηρεί ότι η γεωργία και η ύπαιθρος έχουν την δυνατότητα να παράσχουν σημαντικό ποσοστό της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας και εκτιμά, ως εκ τούτου, ότι η νέα πολιτική για τη γεωργία και την ανάπτυξη της υπαίθρου οφείλει να προάγει την παραγωγή ανανεώσιμων μορφών ενέργειας·

50.

αντιλαμβάνεται τη σημασία που έχει η προαγωγή και η ενθάρρυνση της ανάπτυξης πηγών εναλλακτικής ενέργειας εντός των αγροκτημάτων, ιδίως σε μικρή κλίμακα, καθώς και η διάδοση των σχετικών μεθόδων σε γεωργούς και καταναλωτές εξίσου·

51.

επισημαίνει τη συμβολή που θα έχει ενδεχομένως η συνεργασία μεταξύ γεωργών στην προσπάθεια να είναι θετικός ο απολογισμός της πολιτικής για την προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας·

52.

καλεί την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να συστήσει κεφάλαια ανανέωσης μέσω χρηματοπιστωτικών διαμεσολαβητών για την παροχή των αναγκαίων κεφαλαίων εκκίνησης, καθώς και τεχνικής υποστήριξης, για έργα παραγωγής ηλεκτρισμού και θέρμανσης, πολύ μικρής και μικρής κλίμακας, εντός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων αλλά κοινοτικής ιδιοκτησίας, από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα κέρδη των οποίων μπορούν να επανεπενδυθούν σε πρόσθετα έργα·

Διεθνής συνεργασία και εμπόριο

53.

υπενθυμίζει ότι το εμπορικό έλλειμμα της ΕΕ που οφείλεται σε εισαγωγές ορυκτών καυσίμων αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, και ότι η εξάρτηση από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα συνεπάγεται ολοένα αυξανόμενους πολιτικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους· υπογραμμίζει σχετικά τον ρόλο των εγχώριων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού και την επαναποκατάσταση θετικού εμπορικού ισοζυγίου με τις χώρες εξαγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου και τονίζει, ως εκ τούτου, ότι οι πηγές αυτές πρέπει να διαδραματίσουν σπουδαιότερο ρόλο στην επίτευξη της ενεργειακής ασφάλειας στην ΕΕ·

54.

γνωρίζει ότι οι παγκόσμιες αγορές ΑΠΕ αναπτύσσονται, με θετικά αποτελέσματα στην ευρωπαϊκή βιομηχανία, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, τις τιμές και την περαιτέρω ανάπτυξη των υφιστάμενων και νέων τεχνολογιών παγκοσμίως και στην ΕΕ, εφόσον το πολιτικό και κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ παρέχει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις ΑΠΕ και καθαρής τεχνολογίας που έχουν την έδρα τους στην ΕΕ να διατηρούν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα έναντι των αντίστοιχων επιχειρήσεων παγκοσμίως· αναγνωρίζει τις χώρες που δεν είναι μέλη του ΟΟΣΑ ως σημαντικούς εμπορικούς εταίρους για το μέλλον δεδομένου ότι διαθέτουν σημαντικό δυναμικό ΑΠΕ·

55.

τονίζει ότι οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην αγορά δεν είναι αποδεκτές, καθώς μόνο ο θεμιτός ανταγωνισμός εξασφαλίζει διαχρονικά στην ΕΕ ένα εύλογο επίπεδο τιμών για τις τεχνολογίες στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· καλεί την Επιτροπή να ολοκληρώσει τάχιστα τις τρέχουσες διαδικασίες για τις αθέμιτες πρακτικές· τονίζει ότι οι ελεύθερες και ανοιχτές παγκόσμιες αγορές προσφέρουν τις καλύτερες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη των ΑΠΕ· υπογραμμίζει ότι πρέπει να προχωρήσει περισσότερο η άρση των φραγμών στο εμπόριο· καλεί την Επιτροπή να μην θέσει νέους φραγμούς στο εμπόριο για έτοιμα προϊόντα ή συστατικά τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται για ΑΠΕ· καλεί την Επιτροπή να βοηθήσει τις εταιρείες της ΕΕ σε όλα τα επίπεδα της αλυσίδας εφοδιασμού να αποκτήσουν πρόσβαση στις αγορές εκτός ΕΕ καθώς και να αντιμετωπίσουν τις εικαζόμενες στρεβλώσεις στον τομέα του εμπορίου, συμπεριλαμβανομένων των παράνομων κρατικών ενισχύσεων·

56.

παροτρύνει την Επιτροπή επίσης να παρακολουθεί ενεργά τη χρήση αδικαιολόγητων μη δασμολογικών φραγμών, επιδοτήσεων και μέτρων ντάμπινγκ από τους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ στον τομέα αυτό·

57.

καλεί την Επιτροπή να λάβει υπόψη τη συμφωνία του ΠΟΕ για τις τεχνολογίες των πληροφοριών και να διερευνήσει τις δυνατότητες δρομολόγησης μιας συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών στον τομέα της περιβαλλοντικής τεχνολογίας, που θα θεσπίζει εμπόριο χωρίς δασμούς για τα προϊόντα περιβαλλοντικής τεχνολογίας·

58.

τονίζει ότι η στρατηγική αυτή θα έπρεπε επίσης να ενθαρρύνει τη διευκόλυνση του εμπορίου προκειμένου να στηρίζονται οι προσπάθειες των αναπτυσσόμενων χωρών στον συγκεκριμένο τομέα και να είναι εφικτή η χρήση των ανανεώσιμων πηγών ως εμπορικών αγαθών·

59.

τονίζει ότι το εμπόριο καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η παραγωγή και η χρηματοδότηση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές είναι βιώσιμη· υπενθυμίζει ότι η εισαγόμενη βιοενέργεια και τα αγροκαύσιμα πρέπει να πληρούν τα ενωσιακά κριτήρια βιωσιμότητας τα οποία θα πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς· ενθαρρύνει, προς τούτο, την Επιτροπή να καθιερώσει ως πρόσθετο κριτήριο την έμμεση χρήση της γης· συνιστά να περιέχουν οι εμπορικές συμφωνίες διατάξεις για την αντιμετώπιση των ζητημάτων της αποδάσωσης και της υποβάθμισης των δασών και να παρέχουν κίνητρα για τη χρηστή διαχείριση της γης και των υδάτινων πόρων· ενθαρρύνει την Επιτροπή να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για εθελοντικές συμφωνίες συνεργασίας (VPA) με τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες για την απαγόρευση της παράνομης υλοτομίας·

60.

υπογραμμίζει την ανάγκη για στενότερη συνεργασία στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, όπου περιλαμβάνεται και ο κλάδος των ανανεώσιμων πηγών ενεργείας, με τις γειτονικές χώρες, καθώς και την ανάγκη εκμετάλλευσης των εμπορικών δυνατοτήτων στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα· επισημαίνει την ανάγκη ύπαρξης της αναγκαίας υποδομής που διευκολύνει τη συνεργασία, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και με γειτονικές χώρες· επισημαίνει ότι η συνεργασία στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών πρέπει να ενσωματώνει τους αντίστοιχους στόχους πολιτικής της ΕΕ· τονίζει ότι, ειδικότερα, στην περιοχή της Μεσογείου προσφέρονται μεγάλες ευκαιρίες για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ· υπενθυμίζει τις δυνατότητες που προσφέρουν έργα όπως τα Desertec, Medgrid και Ήλιος, καθώς και η περαιτέρω ανάπτυξη της υδροηλεκτρικής ενέργειας στη Νορβηγία και την Ελβετία· επισημαίνει την ανάγκη για σημαντική τοπική προστιθέμενη αξία για αυτά τα μεγάλα έργα που αφορούν ΑΠΕ·

61.

επισημαίνει ότι η διεθνής συνεργασία πρέπει να βασίζεται σε υγιές ρυθμιστικό πλαίσιο και στο κεκτημένο της Ένωσης σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως στο υφιστάμενο πλαίσιο της Ενεργειακής Κοινότητας, προκειμένου να είναι περισσότερο σταθερή και αξιόπιστη·

62.

ζητεί συντονισμένη δράση με άλλες ηγεμονικές δυνάμεις στον τομέα της τεχνολογίας (ΗΠΑ και Ιαπωνία) προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αναδυόμενες προκλήσεις, όπως η έλλειψη πρώτων υλών και σπάνιων γαιών, που επηρεάζουν την αξιοποίηση των τεχνολογιών για ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές·

63.

τονίζει ότι η ΕΕ πρέπει να αναπτύξει στενή επιστημονική συνεργασία και σαφή πολιτική για συνεργασία στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας με διεθνείς εταίρους στον τομέα των ΑΠΕ, ιδίως με τις χώρες BRICS·

Καινοτομία, έρευνα και ανάπτυξη και βιομηχανική πολιτική

64.

επισημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να καταβάλει προσπάθειες στο πλαίσιο των βιομηχανικών της ικανοτήτων και των ικανοτήτων της στον τομέα Ε&Α εάν θέλει να διατηρήσει τον ηγετικό της ρόλο από τεχνολογική άποψη στον τομέα των ΑΠΕ· υπογραμμίζει την ανάγκη προώθησης ενός ανταγωνιστικού περιβάλλοντος για τη λειτουργία και τη διεθνοποίηση των ΜΜΕ και καταβολής προσπαθειών για μείωση των γραφειοκρατικών εμποδίων· υπογραμμίζει ότι μόνο η καινοτομία μέσω της έρευνας και της ανάπτυξης μπορεί να διασφαλίσει την ευρωπαϊκή τεχνολογική υπεροχή στις αγορές για τεχνολογίες ΑΠΕ· επισημαίνει ότι οι ιδιώτες επενδυτές έχουν ανάγκη από ασφάλεια· καλεί την Επιτροπή να χαράξει βιομηχανική στρατηγική για τις τεχνολογίες ενέργειας, όπου περιλαμβάνονται ιδιαίτερα οι τεχνολογίες για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ώστε να διασφαλίσει την ηγετική θέση της ΕΕ στις ενεργειακές τεχνολογίες και ιδίως στη διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας στον τομέα των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας·

65.

υπογραμμίζει τη βιομηχανική υπεροχή της ΕΕ όσον αφορά τις χερσαίες αιολικές τεχνολογίες και τις μεγάλες δυνατότητες της ευρωπαϊκής υπεράκτιας αιολικής βιομηχανίας για την επανεκβιομηχάνιση των κρατών μελών που συνορεύουν με τη Βαλτική και τη Βόρειο Θάλασσα·

66.

τονίζει ότι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που είναι ικανά να παράξουν ειδικευμένο εργατικό δυναμικό και την επόμενη γενιά επιστημόνων και εφευρετών στον τομέα των τεχνολογιών ΑΠΕ αποτελούν βασική προτεραιότητα· εν προκειμένω, υπενθυμίζει τον σημαντικό ρόλο του προγράμματος «Ορίζοντας 2020» και του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καινοτομίας και Τεχνολογίας στη γεφύρωση του κενού μεταξύ εκπαίδευσης, έρευνας και εφαρμογής στον τομέα ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές·

67.

αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στη συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών μηχανισμών κατοχύρωσης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στον τομέα των ΑΠΕ, προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε πολύτιμη διανοητική ιδιοκτησία που παραμένει αναξιοποίητη· επισημαίνει την ανάγκη δραστηριοποίησης του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας κατά προτεραιότητα στον τομέα των ΑΠΕ·

68.

πιστεύει ότι η στοχευμένη Ε&Α με χρήση των υφιστάμενων μέσων πρέπει να καταστεί αποτελεσματικότερη και εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η έρευνα και η ανάπτυξη παραμελήθηκαν σε ορισμένους τομείς του κλάδου των ΑΠΕ, γεγονός που προκάλεσε δυσκολίες κατά την εμπορευματοποίησή τους· τονίζει την ανάγκη επενδύσεων στην περαιτέρω ανάπτυξη αναδυόμενων και υφισταμένων τεχνολογιών καθώς και η ολοκλήρωση των συστημάτων μεταφορών και ενέργειας, με στόχο τη διατήρηση ή την επίτευξη ανταγωνιστικότητας και προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι υφιστάμενες τεχνολογίες θα παραμείνουν βιώσιμες καθ’ όλον τον κύκλο ζωής τους· επισημαίνει τις επενδύσεις σε Ε&Α στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, ιδίως στον τομέα της ικανότητας παραγωγής ενέργειας, της απόδοσης και της μείωσης του χωροταξικού αποτυπώματος·

69.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επενδύσουν στην έρευνα που βασίζεται στη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με βιομηχανικές εφαρμογές, για παράδειγμα στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας·

70.

επικροτεί την εξαγγελία της Επιτροπής ότι θα εκδώσει το 2013 ανακοίνωση σχετικά με την πολιτική για την ενεργειακή τεχνολογία· καλεί την Επιτροπή, κατά την εφαρμογή των αντίστοιχων τμημάτων του στρατηγικού σχεδίου ενεργειακής τεχνολογίας (ΣΕΤ) να εστιάσει στις τεχνολογίες που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα των ανανεώσιμων πηγών ενεργείας και την ενσωμάτωσή τους στο ενεργειακό σύστημα, όπως τη διαχείριση δικτύου, τις τεχνολογίες αποθήκευσης ή τις ανανεώσιμες πηγές στον τομέα της θέρμανσης και ψύξης, χωρίς όμως διακρίσεις σε βάρος των αποδεδειγμένα νέων τεχνολογιών ΑΠΕ που χρησιμοποιούνται επί σειρά ετών·

71.

υπογραμμίζει ότι η έρευνα έχει καίρια σημασία για την ανάπτυξη και τον οικονομικά προσιτό χαρακτήρα των νέων και καθαρών τεχνολογιών· πιστεύει ότι το σχέδιο ΣΕΤ μπορεί να συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στο να καταστούν προσιτές και ανταγωνιστικές οι τεχνολογίες που αφορούν την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές·

Ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές

72.

τονίζει ότι τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν σήμερα ένα ευρύ φάσμα συστημάτων προώθησης· υπογραμμίζει ότι η εν λόγω στήριξη έχει προκαλέσει υγιή ανάπτυξη, ιδίως όταν τα σχέδια στήριξης έχουν σχεδιαστεί επαρκώς, υπογραμμίζει ότι η εν λόγω στήριξη έχει προκαλέσει έντονη ανάπτυξη, ωστόσο ορισμένα από τα συστήματα ενίσχυσης ήταν κακοσχεδιασμένα και δεν αποδείχτηκαν αρκετά ευέλικτα, ώστε να προσαρμοστούν στο μειούμενο κόστος ορισμένων τεχνολογιών και απέκτησαν ενίοτε υπερβάλλουσες ικανότητες, οι οποίες επιβαρύνουν ενίοτε οικονομικά τους καταναλωτές σε σημαντικό βαθμό· με ικανοποίηση επισημαίνει ότι χάρη στις εν λόγω επιδοτήσεις, οι ΑΠΕ στάθηκε μέχρι σήμερα δυνατόν να καταστούν ανταγωνιστικές σε σύγκριση με τις συμβατικές πηγές παραγωγής ενέργειας μόνο σε επιμέρους τομείς, επί παραδείγματι, σε προνομιακές γεωγραφικές θέσεις, όταν υπάρχει καλή πρόσβαση σε κεφάλαιο και η χαμηλότερη δυνατή διοικητική επιβάρυνση, ή με οικονομίες κλίμακας·

73.

τονίζει ότι σε ορισμένα κράτη μέλη οι τιμές του ρεύματος για τους τελικούς καταναλωτές και τη βιομηχανία είναι συγκριτικά υψηλές λόγω παραγόντων, όπως οι αυξανόμενες τιμές των ορυκτών καυσίμων και η κρατική επιρροή· υπενθυμίζει ότι το 2010 το 22 % των νοικοκυριών της ΕΕ ανησυχούσαν ότι δεν θα μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματός τους, και θεωρεί ότι η κατάσταση θα πρέπει στο μεταξύ να έχει επιδεινωθεί· τονίζει ότι η ενεργεία πρέπει να είναι προσιτή σε όλους και δεν πρέπει να πληγεί η ικανότητα ανταγωνισμού της βιομηχανίας· καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος προστατεύονται αποτελεσματικά, αυξάνοντας τη συνειδητοποίηση του κοινού στις δυνατότητες των μέτρων για ενεργειακή οικονομία και αποδοτικότητα· συμπληρώνει επίσης ότι η μείωση των τιμών χονδρικής πρέπει να είναι προς όφελος των καταναλωτών·

74.

προειδοποιεί ότι οι υπερβολικά υψηλές επιδοτήσεις μέσω υπερβολικά υψηλών αποζημιώσεων ενδέχεται να υπονομεύσουν την τεχνολογική πρόοδο και να εμποδίσουν την ολοκλήρωση της αγοράς, δεδομένου ότι μειώνουν το κίνητρο για την ανάπτυξη καινοτόμων και οικονομικά προσιτών προϊόντων· σημειώνει ότι ο ευφυής σχεδιασμός των μηχανισμών στήριξης, που παρέχει απαντήσεις στα σημάδια της αγοράς, έχει οικονομική σημασία για την αποτροπή των υπερβολικών επιδοτήσεων· πιστεύει ότι η ταχεία μετακίνηση προς ένα σύστημα στο οποίο οι παραγωγοί θα είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο των αγοραίων τιμών, ενθαρρύνει την ανταγωνιστικότητα της τεχνολογίας και διευκολύνει την ενσωμάτωση στην αγορά·

75.

είναι πεπεισμένο ότι η Επιτροπή θα πρέπει να στηρίξει τα κράτη μέλη κατά τον εντοπισμό των πλέον οικονομικά αποδοτικών ΑΠΕ και του τρόπου βέλτιστης υλοποίησης του δυναμικού τους· υπενθυμίζει ότι οι βέλτιστες από άποψη κόστους πολιτικές διαφέρουν ανάλογα με το πρότυπο της ζήτησης, τις δυνατότητες της προσφοράς και το οικονομικό πλαίσιο σε τοπικό επίπεδο·

76.

επικροτεί τη δεδηλωμένη πρόθεση της Επιτροπής, ότι θα εργαστεί για την εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με ορθές πρακτικές και για τη μεταρρύθμιση των εθνικών συστημάτων ενίσχυσης των ΑΠΕ· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει όσο το δυνατόν ταχύτερα τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές προκειμένου να διασφαλισθεί ότι τα διάφορα εθνικά καθεστώτα δεν προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού και δεν δημιουργούν φραγμούς στο εμπόριο και τις επενδύσεις στο εσωτερικό της ΕΕ, προκειμένου να ενθαρρύνει την προβλεψιμότητα και την αποδοτικότητα από απόψεως κόστους και να αποφύγει τις υπερβολικές επιδοτήσεις· παροτρύνει σε σχέση με αυτό, την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το κεκτημένο σχετικά με την εσωτερική αγορά τηρείται στο έπακρο από τα κράτη μέλη· είναι πεπεισμένο ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τις ορθές πρακτικές συνιστούν σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση μιας λειτουργικής ενιαίας αγοράς ενέργειας και πιστεύει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές θα μπορούσαν να συμπληρωθούν σε εθνικό επίπεδο από αξιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ισχυόντων εθνικών καθεστώτων ενίσχυσης· ταυτόχρονα είναι πεπεισμένο ότι η εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών σε επίπεδο κράτους μέλους θα έχει καίρια σημασία προκειμένου τα εθνικά καθεστώτα ενίσχυσης να μην τροποποιηθούν αναδρομικά και να μην ανασταλούν, δεδομένου ότι αυτό θα έστελνε καταστροφικά μηνύματα στους επενδυτές, ενώ ταυτόχρονα θα μπορούσε να προξενήσει σημαντική οικονομικό πλήγμα στους ιδιώτες που έχουν επενδύσει σε ΑΠΕ με βάση τα καθεστώτα αυτά· υπογραμμίζει ότι οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να είναι δεσμευτικές για τα κράτη μέλη, ενώ πρέπει να επιτρέπεται στα τελευταία να επιβάλουν περαιτέρω κανονιστικές ρυθμίσεις σε σχέση με τις ενισχύσεις, που θα επιτρέπουν την ανάπτυξη και την αξιοποίηση των τοπικών και περιφερειακών πόρων·

77.

πιστεύει, με δεδομένο τον μεγάλο αριθμό των υφιστάμενων συστημάτων ενίσχυσης στα κράτη μέλη, ότι είναι αναγκαίο να προχωρήσει η συζήτηση σχετικά με την ευρύτερη σύγκλιση και ένα κατάλληλο ευρωπαϊκό σύστημα στήριξης για μετά το 2020· είναι πεπεισμένο ότι, μακροπρόθεσμα, ένα πιο ολοκληρωμένου σύστημα προώθησης των ΑΠΕ σε επίπεδο ΕΕ, που θα λαμβάνει πλήρως υπόψη τις περιφερειακές και γεωγραφικές διαφορές και τις υφιστάμενες ή εθνικές πρωτοβουλίες και το οποίο θα αποτελεί μέρος μιας συνολικής προσπάθειας για την κατάργηση των εκπομπών άνθρακα, θα μπορούσε να συμβάλει στη δημιουργία ενός πιο αποδοτικού οικονομικά πλαισίου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την επίτευξη ισότιμων συνθηκών ανταγωνισμού, στο πλαίσιο των οποίων θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν οι δυνατότητές τους· σημειώνει ότι η υφιστάμενη οδηγία για τις ανανεώσιμες ενέργειες παρέχει στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν κοινά καθεστώτα στήριξης· επισημαίνει ότι η γνώση που αποκτήθηκε σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, καταδεικνύει με επιτυχία πώς μια κοινή προσέγγιση στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας επιτρέπει αμοιβαία επωφελείς καινοτομίες μεταξύ εθνικών συστημάτων· καλεί την Επιτροπή να αξιολογήσει, εντός νομοθετικού πλαισίου για την περίοδο μετά το 2020, εάν ένα ευρωπαϊκό σύστημα ενίσχυσης θα επέτρεπε στις ΑΠΕ να αναπτύξουν το πλήρες δυναμικό τους σε ένα οικονομικά αποδοτικότερο πλαίσιο και πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει η σταδιακή σύγκλιση·

78.

επισημαίνει τα οφέλη της ανταλλαγής μεταξύ των κρατών μελών βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά τους μηχανισμούς στήριξης· τονίζει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία ανακοίνωσαν πρόσφατα αλλαγή στα καθεστώτα στήριξής τους από σύστημα ποσοστώσεων σε σύστημα τιμολογίων τροφοδότησης, διότι τα στοιχεία από παρόμοιες γεωγραφικές περιοχές υποδεικνύουν ότι τα μοντέλα στήριξης της τροφοδότησης ενέχουν μικρότερο κόστος· καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει αυτές τις πτυχές στην τρέχουσα ανάλυσή (5) της και την επικείμενη πρόταση κατευθυντήριων γραμμών της·

79.

προτείνει να δοθεί συνέχεια σε πρωτοβουλίες, όπως το κοινό καθεστώς ενίσχυσης που εφαρμόζουν η Νορβηγία και η Σουηδία, με σκοπό τη σταδιακή, κατά περίπτωση, ανάπτυξη των περιφερειακών κοινών καθεστώτων ενίσχυσης γύρω από κοινές αγορές ενέργειας, όπως η Nord Pool·

80.

καλεί την αρχή του προϋπολογισμού να παράσχει στον Οργανισμό Συνεργασίας των Εθνικών Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) τα μέσα για να υλοποιήσει τα καθήκοντά του και να επιτύχει τους στόχους που καθορίζονται στον κανονισμό σχετικά με την ακεραιότητα, τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα στην ενεργειακή αγορά χονδρικής· σημειώνει ότι αυτό είναι απαραίτητο για να περατωθεί μια ολοκληρωμένη και διαφανής εσωτερική αγορά ηλεκτρισμού και αερίου μέχρι το 2014.

ο

ο ο

81.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  EE L 140 της 5.6.2009, σ. 16.

(2)  ΕΕ L 326 της 8.12.2011, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55.

(4)  ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94.

(5)  COM(2012)0271 και συνοδευτικά έγγραφα· SEC(2008)0057· Μελέτες IEE, «Quo(ta) vadis, Europe?»


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/23


P7_TA(2013)0202

Δικαιώματα των γυναικών στις υπό ένταξη βαλκανικές χώρες

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών στις υπό ένταξη βαλκανικές χώρες (2012/2255(INI))

(2016/C 055/04)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα άρθρα 8 και 19 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση για την Εξάλειψη κάθε μορφής Διάκρισης εις βάρος των Γυναικών (CEDAW) που ενέκρινε η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 18 Δεκεμβρίου 1979,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 1325 (απόφαση ΣΑΗΕ 1325),

έχοντας υπόψη το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων (2011-2020) που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο τον Μάρτιο του 2011 (1),

έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη του Πεκίνου και την Πλατφόρμα Δράσης που εγκρίθηκαν από την Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες στις 15 Σεπτεμβρίου 1995, καθώς και τα ψηφίσματά του της 18ης Μαΐου 2000 σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στην Πλατφόρμα Δράσης του Πεκίνου (2), της 10ης Μαρτίου 2005 σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στην Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για την Πλατφόρμα Δράσης υπέρ των Γυναικών (Πεκίνο + 10) (3) και της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με το «Πεκίνο, 15 χρόνια μετά» — Πρόγραμμα δράσης του ΟΗΕ για την ισότητα των φύλων» (4),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Σεπτεμβρίου 2010 με τίτλο «Στρατηγική για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2010-2015» (CΟΜ(2010)0491),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου 2010 με τίτλο «Γνώμη της Επιτροπής σχετικά με την αίτηση προσχώρησης της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (COM(2010)0680), που αναφέρει ότι η ισότητα των φύλων δεν διασφαλίζεται πλήρως στην πράξη, ιδίως στον τομέα της απασχόλησης και της πρόσβασης στην οικονομική βοήθεια,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου 2010 με τίτλο «Γνώμη της Επιτροπής σχετικά με την αίτηση προσχώρησης του Μαυροβουνίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση» (COM(2010)0670), που αναφέρει ότι η ισότητα των φύλων δεν διασφαλίζεται πλήρως στην πράξη,

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις προόδου του 2012 που εκπόνησε η Επιτροπή για τις υποψήφιες και τις δυνάμει υποψήφιες για ένταξη χώρες που συνοδεύουν την ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2012 με τίτλο «Στρατηγική για τη διεύρυνση και κυριότερες προκλήσεις για την περίοδο 2010-2013» (COM(2012)0600),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με μελέτη σκοπιμότητας για συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Κοσσυφοπεδίου (COM(2012)0602),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Οκτωβρίου 2012 για τα κύρια πορίσματα της γενικής έκθεσης παρακολούθησης σχετικά με τον βαθμό προετοιμασίας της Κροατίας ενόψει της προσχώρησής της στην ΕΕ (COM(2012)0601),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 5ης Μαρτίου 2008 με τίτλο: «Δυτικά Βαλκάνια: ενίσχυση της ευρωπαϊκής προοπτικής» (COM(2008)0127),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Ιανουαρίου 2006 με τίτλο: «Η πορεία των Δυτικών Βαλκανίων προς την ΕΕ: εδραίωση της σταθερότητας και προώθηση της ευημερίας» (COM(2006)0027),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 2ας και 3ης Ιουνίου 2005, στα οποία τα κράτη μέλη και η Επιτροπή καλούνται να ενισχύσουν τους θεσμικούς μηχανισμούς για την προώθηση της ισότητας των φύλων και να θεσπίσουν πλαίσιο για την αξιολόγηση της εφαρμογής της Πλατφόρμας Δράσης του Πεκίνου, ώστε να εξασφαλισθεί συνεκτικότερη και συστηματικότερη παρακολούθηση της προόδου,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου και της 1ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την επισκόπηση της εφαρμογής από τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ του προγράμματος δράσης του Πεκίνου — Δείκτες σχετικά με τους θεσμοθετημένους μηχανισμούς,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 30ής Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με την επισκόπηση της εφαρμογής, από τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, της Πλατφόρμας Δράσης του Πεκίνου,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με την κατάσταση των γυναικών στα Βαλκάνια (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Μαρτίου 2011 σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την ενσωμάτωση των Ρομά (6),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων (A7-0136/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι επτά χώρες στα Δυτικά Βαλκάνια –η Αλβανία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η Κροατία, το Κοσσυφοπέδιο, η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔM), το Μαυροβούνιο και η Σερβία– βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια της διαδικασίας για την προσχώρησή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες αυτές πρέπει να εγκρίνουν και να εφαρμόσουν το κοινοτικό κεκτημένο και τις άλλες ενωσιακές υποχρεώσεις στον τομέα της ισότητας των φύλων κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή των μέτρων που αφορούν τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων απαιτεί αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με τα δικαιώματα αυτά, δικαστικούς και εξωδικαστικούς τρόπους επίκλησης αυτών των δικαιωμάτων και κυβερνητικά και ανεξάρτητα θεσμικά όργανα που θα δρομολογήσουν, θα εκτελέσουν και θα παρακολουθήσουν τη διαδικασία εφαρμογής·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στις προσπάθειες για ειρήνη, συμφιλίωση και σταθεροποίηση και ότι η συμβολή τους θα πρέπει να αναγνωρίζεται και να ενθαρρύνεται, σύμφωνα με την απόφαση 1325 του ΣΑΗΕ και μεταγενέστερες αποφάσεις·

Γενικές παρατηρήσεις

1.

διαπιστώνει ότι οι υπό ένταξη χώρες στα Δυτικά Βαλκάνια έχουν εγκρίνει μεγάλο μέρος της νομοθεσίας που απαιτείται στο πλαίσιο της διαδικασίας προσχώρησης στην ΕΕ, αλλά ότι η εν λόγω νομοθεσία σε πολλές περιπτώσεις δεν εφαρμόζεται με αποτελεσματικό τρόπο·

2.

τονίζει την ανάγκη να αναλάβουν οι γυναίκες στα Δυτικά Βαλκάνια πρωταγωνιστικό ρόλο στην κοινωνία με την ενεργό συμμετοχή και εκπροσώπησή τους στον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό βίο σε όλα τα επίπεδα· επισημαίνει ότι η προώθηση της ισότιμης συμμετοχής των γυναικών στη διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης (από το τοπικό έως το εθνικό, από την εκτελεστική έως τη νομοθετική εξουσία) έχει καίρια σημασία·

3.

διαπιστώνει με ανησυχία ότι ο πληθυσμός στις περισσότερες χώρες δεν έχει πλήρη επίγνωση της υφιστάμενης νομοθεσίας και των πολιτικών για την προώθηση της ισότητας των φύλων και των δικαιωμάτων των γυναικών και ότι η ενημέρωση αυτή σπάνια φτάνει στα ευάλωτα ή περιθωριοποιημένα μέλη της κοινωνίας, ιδιαίτερα στις γυναίκες Ρομά· καλεί την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των υπό ένταξη χωρών να προαγάγουν την ευαισθητοποίηση με τη χρήση των μέσων ενημέρωσης, δημόσιων εκστρατειών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων για την εξάλειψη των στερεοτύπων ως προς τα φύλα και την προώθηση προτύπων γυναικείων ρόλων και την ενεργό συμμετοχή των γυναικών σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της λήψης αποφάσεων· ζητεί προπαντός την προσωπική δέσμευση των μελών της κυβέρνησης και των αξιωματούχων·

4.

υπογραμμίζει τη σημασία των εκστρατειών ευαισθητοποίησης για την καταπολέμηση των στερεοτύπων, των διακρίσεων (με βάση το φύλο, το πολιτιστικό ή το θρησκευτικό υπόβαθρο) και της ενδοοικογενειακής βίας, καθώς και για την ισότητα των φύλων εν γένει· επισημαίνει ότι οι εκστρατείες αυτές θα έπρεπε να συμπληρώνονται από την προώθηση, στα μέσα ενημέρωσης και στις διαφημίσεις, στο εκπαιδευτικό υλικό και στο Διαδίκτυο, μιας θετικής εικόνας μέσω γυναικών που αποτελούν πρότυπα συμπεριφοράς· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να βελτιωθεί η κατάσταση των γυναικών στις αγροτικές περιοχές, ιδίως έναντι παραδόσεων και στερεοτύπων που διατηρούν τις διακρίσεις εις βάρος τους·

5.

σημειώνει με ανησυχία ότι οι γυναίκες εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται στην αγορά εργασίας, καθώς και στη διαδικασία λήψης οικονομικών και πολιτικών αποφάσεων· εκφράζει την ικανοποίησή του για τις ποσοστώσεις και καλεί τις χώρες που δεν το έχουν ακόμη πράξει να προωθήσουν την εκπροσώπηση των γυναικών και, όποτε κρίνεται αναγκαίο, να εφαρμόζουν ουσιαστικά τις ποσοστώσεις στα πολιτικά κόμματα και στις εθνικές συνελεύσεις· ενθαρρύνει τις χώρες που εφαρμόζουν την πρακτική αυτή να συνεχίσουν την εν λόγω διαδικασία ούτως ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των γυναικών στον πολιτικό βίο και να ξεπεραστεί η υποεκπροσώπησή τους· επισημαίνει ότι, στις περιπτώσεις όπου έχουν καθιερωθεί ποσοστώσεις για τα δύο φύλα στη διαδικασία λήψης πολιτικών αποφάσεων, πρέπει να εφαρμόζονται και να συμπληρώνονται με αποτελεσματικές νομικές κυρώσεις· επιδοκιμάζει, στο πλαίσιο αυτό, την πρόσφατη διεθνή διάσκεψη κορυφής για τις γυναίκες με θέμα «Σύμπραξη για την αλλαγή», που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2012 στην Πρίστινα υπό την αιγίδα της μόνης γυναίκας αρχηγού κράτους στην περιοχή, Atifete Jahjaga·

6.

σημειώνει με ανησυχία ότι τα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων παραμένουν πολύ χαμηλά· επισημαίνει ότι η στήριξη των πολιτικών για τις ίσες ευκαιρίες είναι σημαντική για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των υποψήφιων προς ένταξη χωρών των Βαλκανίων· καλεί τις κυβερνήσεις να θεσπίσουν μέτρα για τη μείωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων και, ως εκ τούτου, του χάσματος που παρατηρείται μεταξύ των δύο φύλων στις συντάξεις, και για την καταπολέμηση του υψηλού ποσοστού ανεργίας, ιδιαίτερα των γυναικών και, κυρίως, των γυναικών της υπαίθρου· καλεί τις κυβερνήσεις των χωρών των Βαλκανίων να θεσπίσουν ένα νομικό πλαίσιο για ίση αμοιβή για τα δύο φύλα, να βοηθήσουν τις γυναίκες στον συνδυασμό ιδιωτικής και επαγγελματικής ζωής, να διασφαλίσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, διά βίου μάθηση, ευέλικτο ωράριο εργασίας και, επιπλέον, να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον που προάγει τη γυναικεία επιχειρηματικότητα·

7.

διαπιστώνει με απογοήτευση ότι, σε ορισμένα κράτη της περιοχής, οι γυναίκες επιχειρηματίες συχνά υφίστανται διακρίσεις στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν δάνεια ή πιστώσεις για τις επιχειρήσεις τους και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εμπόδια που συχνά βασίζονται σε στερεότυπα ως προς τα φύλα· καλεί τα κράτη της περιοχής να εξετάσουν το ενδεχόμενο διαμόρφωσης προγραμμάτων καθοδήγησης και στήριξης στο πλαίσιο των οποίων θα μπορούν να αξιοποιούνται οι συμβουλές και η εμπειρία επαγγελματιών στον επιχειρηματικό τομέα· καλεί τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να αναπτύξουν συστήματα δυναμικών μέτρων για την αγορά εργασίας που θα αποσκοπούν στη συγκράτηση της ανεργίας μεταξύ των γυναικών· προτρέπει τις εν λόγω χώρες να διαμορφώσουν συστήματα δανειοδότησης και πρόσβασης σε χρηματοδότηση για νέες επιχειρήσεις στο ξεκίνημά τους·

8.

τονίζει τη σημασία που έχει η καταπολέμηση των κάθε είδους διακρίσεων στον χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των διακρίσεων λόγω φύλου στις προσλήψεις, τις προαγωγές και τις παροχές·

9.

υπογραμμίζει ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας οικοδόμησης δημοκρατικών θεσμών εύρυθμης λειτουργίας, η διασφάλιση της ενεργού συμμετοχής των γυναικών — που αποτελούν το ήμισυ και άνω του πληθυσμού στις χώρες των Βαλκανίων — είναι ζωτικής σημασίας για τη δημοκρατική διακυβέρνηση· διαπιστώνει με ανησυχία ότι, στις περισσότερες χώρες, οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι που διατίθενται για τη λειτουργία των κυβερνητικών και ανεξάρτητων θεσμικών οργάνων στα οποία έχει ανατεθεί η δρομολόγηση και η εφαρμογή μέτρων για την ισότητα των φύλων, και ιδιαίτερα πολιτικών για την ισότητα των φύλων, είναι ανεπαρκείς· καλεί τις αρχές να συνοδεύσουν τα μέτρα και τα σχέδια δράσης με επαρκείς πόρους που θα χρησιμοποιηθούν για την εφαρμογή τους, συμπεριλαμβανομένου του κατάλληλου γυναικείου προσωπικού· τονίζει ότι ο μηχανισμός προενταξιακής βοήθειας (IPA) μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί για έργα που σχετίζονται με την προώθηση των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας των φύλων, αλλά ότι οι αρχές των χωρών φέρουν την πλήρη ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία των μηχανισμών εφαρμογής των δικαιωμάτων των γυναικών και ισότητας των φύλων· καλεί την Επιτροπή να εξετάζει με τη δέουσα επιμέλεια την αποτελεσματική χρήση των δαπανών·

10.

διαπιστώνει με ανησυχία την έλλειψη τυποποιημένων στατιστικών στοιχείων σχετικά με την ισότητα των φύλων, τη βία κατά των γυναικών, την πρόσβαση στα αντισυλληπτικά και τη διαθεσιμότητά τους και τη μη κάλυψη της ανάγκης για αντισύλληψη, που είναι απαραίτητα για την υλοποίηση μιας τυποποιημένης και διαχρονικά συγκρίσιμης παρακολούθησης μεταξύ των υπό ένταξη χωρών και μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ και των υπό ένταξη χωρών· καλεί τις κυβερνήσεις των υπό ένταξη βαλκανικών χωρών να θεσπίσουν κοινή μεθοδολογία για τη συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων από κοινού με τη Eurostat, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE) και άλλα συναφή θεσμικά όργανα· τονίζει ότι πρέπει να αναπτυχθούν ειδικές στρατηγικές και να εφαρμοστούν οι υπάρχουσες στρατηγικές για τη βελτίωση της θέσης των γυναικών που αντιμετωπίζουν πολλαπλές διακρίσεις, όπως οι γυναίκες Ρομά, οι λεσβίες, οι αμφιφυλόφιλες και οι διαφυλικές γυναίκες, οι γυναίκες με αναπηρία, οι γυναίκες από εθνοτικές μειονότητες και οι ηλικιωμένες γυναίκες·

11.

θεωρεί ότι οι γυναίκες διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην επίλυση των συγκρούσεων και τη σταθεροποίηση, στοιχείο ζωτικής σημασίας για τη συμφιλίωση σε ολόκληρη την περιοχή· υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η πρόσβαση στη δικαιοσύνη των γυναικών που είναι θύματα εγκλημάτων εν καιρώ πολέμου, ιδίως βιασμού· τονίζει την ευθύνη όλων των κρατών για τον τερματισμό της ατιμωρησίας και τη δίωξη των υπαιτίων για εγκλήματα γενοκτονίας, κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των εγκλημάτων που συνεπάγονται σεξουαλική βία κατά γυναικών και κοριτσιών, και την αναγνώριση και καταδίκη των εγκλημάτων αυτών ως εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και εγκλημάτων πολέμου· τονίζει την ανάγκη να αποκλείονται τα εγκλήματα αυτά από τα μέτρα αμνηστίας· επιδοκιμάζει τις προσπάθειες δικτύων όπως του Περιφερειακού Λόμπι Γυναικών με σκοπό τη στήριξη των γυναικών στην οικοδόμηση της ειρήνης και την προώθηση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των γυναικών σε χώρες που εξέρχονται από συρράξεις· υπογραμμίζει τη συνεχιζόμενη ανάγκη να αντιμετωπιστεί το παρελθόν και να διασφαλίζεται συστηματικά η απονομή δικαιοσύνης και η αποκατάσταση των θυμάτων σεξουαλικής βίας στο πλαίσιο των συγκρούσεων· ζητεί επειγόντως την έγκριση και την εφαρμογή κατάλληλων κρατικών προγραμμάτων για την προστασία των μαρτύρων και τη δίωξη των εγκλημάτων αυτών·

12.

καταδικάζει κάθε μορφή βίας κατά των γυναικών και σημειώνει με ανησυχία ότι η βία λόγω φύλου και η λεκτική κακοποίηση συνεχίζουν να υφίστανται στις χώρες των Βαλκανίων· καλεί τις κυβερνήσεις των βαλκανικών χωρών να ενισχύσουν τα όργανα επιβολής του νόμου, προκειμένου να αντιμετωπιστούν με επιτυχία ζητήματα όπως η βία λόγω φύλου, η ενδοοικογενειακή βία, η καταναγκαστική πορνεία και η εμπορία γυναικών, να δημιουργήσουν καταφύγια για τα θύματα που υπέστησαν ή υφίστανται ενδοοικογενειακή βία και να διασφαλίσουν ότι τα όργανα επιβολής του νόμου, οι δικαστικές αρχές και οι δημόσιοι υπάλληλοι θα επιδεικνύουν μεγαλύτερη ευαισθησία σε αυτό το φαινόμενο· ενθαρρύνει τις εθνικές αρχές στην περιοχή να θεσπίσουν προγράμματα ευαισθητοποίησης για την ενδοοικογενειακή βία·

13.

σημειώνει με βαθιά ανησυχία ότι το 30 % των θυμάτων διασυνοριακής εμπορίας ανθρώπων στην ΕΕ είναι πολίτες βαλκανικών χωρών, ενώ οι γυναίκες και τα κορίτσια αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των θυμάτων που εντοπίστηκαν· τονίζει ότι η ισότητα των φύλων, οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης και τα μέτρα κατά της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος έχουν καίρια σημασία για την πρόληψη της εμπορίας και την προστασία πιθανών θυμάτων· καλεί τις εθνικές αρχές στην περιοχή να εργαστούν από κοινού για τη δημιουργία κοινού μετώπου·

14.

ζητεί από τις αρχές των υπό ένταξη χωρών των Βαλκανίων να παρέχουν σταθερή χρηματοδότηση για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, να ενισχύσουν περαιτέρω την ικανότητά τους να εντοπίζουν προληπτικά και να προστατεύουν τα θύματα μεταξύ των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, να εξασφαλίζουν διά νόμου ότι τα αναγνωρισμένα θύματα εμπορίας ανθρώπων δεν θα τιμωρούνται για τη διάπραξη εγκλήματος που είναι άμεσο αποτέλεσμα της εμπορίας τους, να συνεχίσουν τις προσπάθειες προστασίας των θυμάτων, να εκπαιδεύσουν τους υπαλλήλους επιβολής του νόμου και να αναπτύξουν περαιτέρω κέντρα υποδοχής και την ικανότητα παροχής καταφυγίων· καλεί επίσης τις αντίστοιχες κυβερνήσεις να βελτιώσουν την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα αποτρεπτικό περιβάλλον για τους δράστες εμπορίας ανθρώπων, όπου οι περιπτώσεις εμπορίας ανθρώπων θα ερευνώνται σωστά και οι δράστες θα διώκονται και θα καταδικάζονται· καλεί την Επιτροπή να προτρέψει τις υποψήφιες χώρες των Βαλκανίων να βελτιώσουν τα αρχεία τους για τη δίωξη και την επιβολή κυρώσεων και να υποστηρίξουν τις τοπικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτίων της εμπορίας ανθρώπων, όπως η ενδοοικογενειακή βία και οι περιορισμένες οικονομικές ευκαιρίες για τις γυναίκες·

15.

θεωρεί ότι η πραγματική ισότητα των φύλων βασίζεται επίσης στην ισότητα και στην απαγόρευση των διακρίσεων με βάση τον γενετήσιο προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου· ενθαρρύνει τις κυβερνήσεις των υπό ένταξη χωρών να αντιμετωπίσουν την συνεχιζόμενη ομοφοβία και τρανσφοβία στη νομοθεσία, στην πολιτική και στην πράξη, μεταξύ άλλων με νομοθεσία για τα εγκλήματα μίσους, κατάρτιση της αστυνομίας και νομοθεσία για την απαγόρευση των διακρίσεων, και ζητεί από τις εθνικές αρχές στην περιοχή να καταγγείλουν το μίσος και τη βία λόγω γενετήσιου προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή έκφρασης του φύλου·

16.

επικροτεί την αύξηση των διασυνοριακών περιφερειακών πρωτοβουλιών στον τομέα των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας των φύλων· καλεί τις κυβερνήσεις και την Επιτροπή να στηρίξουν τις εν λόγω πρωτοβουλίες και να ενθαρρύνουν την ανταλλαγή και την προβολή των ορθών πρακτικών που απορρέουν από αυτές, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας τα προενταξιακά κονδύλια και διαθέτοντας επαρκείς επιδοτήσεις για τις πρωτοβουλίες αυτές, όπως μέσω της κατάρτισης του προϋπολογισμού με γνώμονα το φύλο·

17.

καλεί τις κυβερνήσεις του Μαυροβουνίου, της Σερβίας, της πΓΔM και της Αλβανίας, όταν ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις προσχώρησης, να καταλήξουν σε συμφωνία πλαίσιο με τα κοινοβούλιά τους, τα πολιτικά κόμματα και την κοινωνία των πολιτών σχετικά με τη συμμετοχή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ άλλων στον τομέα των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας των φύλων, στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις και στην κατάρτιση των σχεδίων δράσης για τις μεταρρυθμίσεις που θα προκύψουν από τις εν λόγω διαπραγματεύσεις, καθώς και να εξασφαλίσουν την πρόσβαση αυτών στα συναφή έγγραφα που αφορούν την ενταξιακή διαδικασία·

18.

καλεί τις κυβερνήσεις των υποψήφιων προς ένταξη βαλκανικών χωρών να αναγνωρίσουν και να υποστηρίξουν τον ρόλο της κοινωνίας των πολιτών και των γυναικείων οργανώσεων σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η προώθηση των δικαιωμάτων των λεσβιών, ομοφυλοφίλων, αμφιφυλοφίλων και διαφυλικών ατόμων, η καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, η αύξηση της πολιτικής συμμετοχής και της εκπροσώπησης των γυναικών και η προώθηση των προσπαθειών οικοδόμησης της ειρήνης· υποστηρίζει ένθερμα δραστηριότητες που αποβλέπουν στη χειραφέτηση των γυναικών και στην ενίσχυση της θέσης τους στις εν λόγω κοινωνίες·

19.

σημειώνει με ανησυχία, ότι στις περισσότερες υποψήφιες για ένταξη χώρες των Βαλκανίων, η διαδικασία για την κοινωνική ένταξη των Ρομά έχει επιβραδυνθεί και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και ανακοπεί· ζητεί από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις να εντείνουν τις προσπάθειές τους προκειμένου να ενσωματώσουν περαιτέρω τους πολίτες Ρομά και να διασφαλίσουν την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων και προκαταλήψεων εις βάρος των Ρομά, ιδίως των γυναικών και των κοριτσιών που είναι θύματα πολλαπλών και διατομεακών διακρίσεων· καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τις προσπάθειές της για τη σύμπραξη, στην προσπάθεια αυτή, των χωρών της διαδικασίας διεύρυνσης, ανεξάρτητα από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία, και να κινητοποιήσει τον μηχανισμό προενταξιακής βοήθειας (ΜΠΒ) και τον μηχανισμό της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης·

20.

σημειώνει με ανησυχία ότι οι ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων των λεσβιών, ομοφυλοφίλων, αμφιφυλοφίλων και διαφυλικών ατόμων και οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που υπογραμμίζουν πόση σημασία έχει η αντιμετώπιση του παρελθόντος, είναι τακτικοί στόχοι ρητορικής μίσους, απειλών και σωματικών επιθέσεων, και καλεί τις κυβερνήσεις των υποψήφιων βαλκανικών χωρών να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των υπερασπιστριών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

21.

καλεί την Επιτροπή να αναγάγει την εφαρμογή των δικαιωμάτων των γυναικών, την ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των φύλων και τη συνεχή καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας σε προτεραιότητα στο πλαίσιο της διαδικασίας προσχώρησης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, συνεχίζοντας να αναφέρεται στα θέματα αυτά, να τα παρακολουθεί και παρέχει σχετική ενημέρωση στο πλαίσιο των εκθέσεων προόδου, και να επισημαίνει τη σημασία τους στις επαφές με τις αρχές, αλλά και αποτελώντας η ίδια παράδειγμα προς μίμηση, διασφαλίζοντας την ισότιμη εκπροσώπηση των δύο φύλων στις διαπραγματευτικές ομάδες και στους εκπρόσωπους της στις συναντήσεις και στα μέσα ενημέρωσης·

22.

καλεί τις αντιπροσωπείες της ΕΕ στις χώρες των Βαλκανίων να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την πρόοδο που σημειώνεται σε θέματα δικαιωμάτων των γυναικών και ισότητας των φύλων, ενόψει της μελλοντικής ένταξης στην ΕΕ, και καλεί κάθε αντιπροσωπεία να ορίσει ένα μέλος του προσωπικού υπεύθυνο για τις πολιτικές σε θέματα φύλου για να διευκολύνει την ανταλλαγή ορθών πρακτικών στην περιοχή των Βαλκανίων·

23.

ενθαρρύνει τις εθνικές αρχές στην περιοχή αυτή να υποστηρίξουν την ισότητα των φύλων μέσω της εκπαίδευσης στα σχολεία και τα πανεπιστήμια· σημειώνει ότι πολλά κορίτσια αποθαρρύνονται από μικρή ηλικία να ακολουθήσουν στο σχολείο και το πανεπιστήμιο κλάδους που θεωρούνται καθαυτώ «ανδρικοί», όπως οι φυσικές επιστήμες, τα μαθηματικά και η τεχνολογία· συνιστά την καθιέρωση αρχικών κύκλων μαθημάτων για τα βασικά στοιχεία της επιχειρηματικότητας και τη διεύρυνση του φάσματος πιθανών κλάδων και σταδιοδρομιών που μπορούν να ακολουθήσουν τα κορίτσια προκειμένου να μπορέσουν να αναπτύξουν τη βάση γνώσεων και το πλήρες φάσμα δεξιοτήτων που χρειάζονται για να επιτύχουν σε οιοδήποτε δρόμο αποφασίσουν να ακολουθήσουν στη ζωή τους·

24.

τονίζει ότι όλες οι γυναίκες πρέπει να έχουν τον έλεγχο των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων τους, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτές και υψηλής ποιότητας δυνατότητες αντισύλληψης· εκφράζει την ανησυχία του για τους περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση σε υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας στις υποψήφιες για ένταξη χώρες των Βαλκανίων·

25.

ζητεί από τις κυβερνήσεις των υποψήφιων για ένταξη χωρών των Βαλκανίων να υιοθετήσουν νομοθεσία και πολιτικές που εξασφαλίζουν καθολική πρόσβαση σε υπηρεσίες αναπαραγωγικής υγείας και υποστηρίζουν τα αναπαραγωγικά δικαιώματα, και να συγκεντρώνουν συστηματικά τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για τη βελτίωση της κατάστασης της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας·

Αλβανία

26.

καλεί την αλβανική κυβέρνηση να υποστηρίξει τη συμμετοχή περισσότερων γυναικών στη διαδικασία λήψης πολιτικών αποφάσεων, ιδίως ενόψει των βουλευτικών εκλογών του 2013·

27.

καλεί την αλβανική κυβέρνηση να εφαρμόσει την εθνική στρατηγική ανάπτυξης και ενσωμάτωσης και τον νόμο για την προστασία από τις διακρίσεις, με την ενίσχυση του Γραφείου του Επιτρόπου για την προστασία από τις διακρίσεις, θεσπίζοντας φορέα υποβολής προσφυγών με τη μορφή Επιτρόπου ειδικά για περιπτώσεις διακρίσεων λόγω φύλου, προκειμένου να προωθηθεί ένα περιβάλλον στο οποίο δεν θα υφίστανται διακρίσεις οι γυναίκες που φέρουν στον κόσμο κορίτσια·

28.

ζητεί από την αλβανική κυβέρνηση να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των εθνικών και των τοπικών αρχών, ιδίως όσον αφορά την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας, και σημειώνει ότι οι γυναίκες θα πρέπει να συμμετέχουν περισσότερο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε εθνικό και τοπικό επίπεδο στην Αλβανία·

29.

καλεί την αλβανική κυβέρνηση να προτείνει μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο των οποίων θα επιδεικνύεται μεγαλύτερη ευαισθησία σε θέματα φύλου στη νομοθεσία σχετικά με τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, στον ποινικό κώδικα, στον εκλογικό νόμο και στην εργατική νομοθεσία·

30.

συγχαίρει την Αλβανία για την εκπαίδευση που παρέχεται στους δικαστές σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας για την ισότητα των φύλων και τα μέτρα καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών και για τη δυνατότητα των θυμάτων διακρίσεων ή βίας να λάβουν κρατικά επιχορηγούμενη δικαστική αρωγή·

31.

συγχαίρει την Αλβανία για την απόφαση που έλαβε σχετικά με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πρόγραμμα για όλα τα βασικά υπουργεία, και προσδοκά τα αποτελέσματα της εφαρμογής της·

32.

καλεί την αλβανική κυβέρνηση να εφαρμόσει και, αν είναι αναγκαίο, να προσαρμόσει τους δείκτες επιδόσεων για την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων·

33.

καλεί το αλβανικό κοινοβούλιο να συστήσει κοινοβουλευτική επιτροπή που θα ασχολείται ειδικά με τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων·

34.

καλεί την αλβανική κυβέρνηση να επιταχύνει την εφαρμογή, ιδιαίτερα σε τοπικό επίπεδο, των εργαλείων πολιτικής που προάγουν τα δικαιώματα των γυναικών, όπως η εθνική στρατηγική για την ισότητα των φύλων, την ενδοοικογενειακή βία και τη βία κατά των γυναικών (2011-2015)·

35.

επαινεί τις αλβανικές αρχές για τη θέσπιση δεικτών απόδοσης για την παρακολούθηση της εφαρμογής των δικαιωμάτων των γυναικών και των μέτρων ισότητας των φύλων, καθώς και για τη δημοσίευση της Εθνικής Έκθεσης για την Κατάσταση των Γυναικών και την Ισότητα των Φύλων στην Αλβανία για το 2012·

Βοσνία-Ερζεγοβίνη

36.

καλεί την κυβέρνηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να ευθυγραμμίσει τη νομοθεσία που αφορά την ισότητα των φύλων, καθώς και τις νομικές πρακτικές σε διάφορα επίπεδα, με σκοπό να δημιουργηθεί μια ενιαία νομική κατάσταση στη χώρα, και να ενισχύσει το τμήμα που είναι αρμόδιο για την ισότητα των φύλων σε κεντρικό επίπεδο, ώστε να αντιμετωπιστεί η συνεχιζόμενη απουσία γυναικών στα υψηλότερα κλιμάκια διακυβέρνησης και να παρακολουθούνται τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί μέχρι τώρα λόγω της μη εφαρμογής της· καλεί την Επιτροπή να χρησιμοποιήσει όλους τους διαθέσιμους μηχανισμούς για την ενίσχυση της λογοδοσίας και της δράσης των αρχών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης προς την κατεύθυνση αυτή· καλεί την κυβέρνηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην εφαρμογή και την εναρμόνιση του νόμου για την Ισότητα των Φύλων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και του νόμου για την απαγόρευση των διακρίσεων με τους άλλους νόμους σε κρατικό επίπεδο·

37.

σημειώνει με ιδιαίτερη ανησυχία τις διακρίσεις που υφίστανται οι έγκυοι και οι λεχώνες στην αγορά εργασίας, καθώς και τις διαφορές στα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης που αφορούν τη μητρότητα μεταξύ των διαφόρων φορέων και καντονιών· καλεί τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να ευθυγραμμίσουν σε υψηλό επίπεδο τα δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης για όσους λαμβάνουν άδεια μητρότητας, πατρότητας ή γονική άδεια σε ολόκληρη τη χώρα, δημιουργώντας μια ενιαία κατάσταση για όλους τους πολίτες·

38.

διαπιστώνει με ανησυχία το χαμηλό επίπεδο ευαισθητοποίησης σχετικά με τη νομοθεσία που αφορά την ισότητα των φύλων και τη νομοθεσία κατά της βίας σε βάρος των γυναικών, όχι μόνο μεταξύ των πολιτών εν γένει, αλλά και μεταξύ όσων εργάζονται στον τομέα επιβολής του νόμου· καλεί τις αρχές να εφαρμόσουν σχέδιο δράσης για την αύξηση της ευαισθητοποίησης και να μεριμνήσουν για την κατάρτιση των εργαζομένων στον τομέα επιβολής του νόμου·

39.

σημειώνει με μεγάλη ανησυχία ότι οι νόμοι για την προστασία των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας εξακολουθούν να μην είναι εναρμονισμένοι με τη νομοθεσία των οντοτήτων, ώστε να αναγνωρίζεται η ενδοοικογενειακή βία ως ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα και των δύο οντοτήτων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, με αποτέλεσμα να μην παρέχεται η δέουσα ασφάλεια δικαίου στα θύματα αυτά· καλεί την κυβέρνηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να επιλύσει το ζήτημα το συντομότερο, προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των θυμάτων·

40.

επαινεί τις γυναίκες στο κοινοβούλιο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης για τον διακομματικό διάλογο για τη βία λόγω φύλου με τους αρμόδιους υπουργούς· καλεί τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να δώσουν συνέχεια σε αυτό τον διάλογο με συγκεκριμένα μέτρα για να προωθήσουν την καταπολέμηση της βίας λόγω φύλου·

41.

καλεί τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να παρέχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των κρουσμάτων βίας με βάση δεδομένα που έχουν συλλεχθεί από τις εκθέσεις της αστυνομίας, τα κέντρα κοινωνικής φροντίδας και τα δικαστικά όργανα και να φροντίσουν τα στατιστικά στοιχεία αυτά να είναι διαθέσιμα στο κοινό· επίσης, καλεί τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να συγκεντρώσουν και να δημοσιοποιήσουν στοιχεία σχετικά με τα μέτρα προστασίας που αποσκοπούν στη διασφάλιση της προστασίας των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας·

42.

καλεί την κυβέρνηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να εναρμονίσει τον νόμο για την ισότητα των φύλων της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης με τον εκλογικό νόμο, όσον αφορά τη σύνθεση των οργάνων του εκτελεστικού σώματος σε όλα τα επίπεδα λήψης αποφάσεων (δήμοι, καντόνια, οντότητες και κράτος)·

43.

επαινεί τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη για τη νομοθεσία της που ορίζει ελάχιστο ποσοστό εκπροσώπησης τουλάχιστον 40 % για κάθε φύλο στις διοικητικές υπηρεσίες σε κρατικούς φορείς και φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά σημειώνει ότι αυτό δεν είχε ως αποτέλεσμα την τήρηση του ποσοστού του 40 % γυναικών στην πράξη· καλεί τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη να καταρτίσει σχέδιο δράσης με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα και σαφή κατανομή αρμοδιοτήτων για την εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας·

44.

διαπιστώνει με ανησυχία την έλλειψη οικονομικών και ανθρώπινων πόρων για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης σχετικά με την απόφαση 1325 του ΣΑΗΕ, για θεσμικούς μηχανισμούς που θα διασφαλίσουν την ισότητα των φύλων, κατάλληλη πρόσβαση στη δικαιοσύνη και κέντρα υποδοχής για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας· καλεί τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης σε όλα τα επίπεδα να συμπεριλάβουν επαρκή χρηματοδότηση για τους σκοπούς αυτούς στον προϋπολογισμό τους·

45.

καταδικάζει το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, οι αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης έχουν διερευνήσει και καταδικάσει περιορισμένο μόνο αριθμό υποθέσεων σεξουαλικής βίας στο πλαίσιο εγκλημάτων πολέμου· εκφράζει την έντονη ανησυχία του για το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός δραστών εγκλημάτων αυτού του είδους έχουν ξεφύγει από το σύστημα δικαιοσύνης ατιμώρητοι· σημειώνει επίσης την αποτυχία των αρχών της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να παρέχουν επαρκή προγράμματα προστασίας μαρτύρων για τα θύματα· καλεί, ως εκ τούτου, τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να εξασφαλίσουν ότι όλα τα θύματα εγκλημάτων σεξουαλικής βίας στο πλαίσιο πολέμου θα έχουν ασφαλή και επαρκή πρόσβαση στο δικαστικό σύστημα και ότι όλες οι υποθέσεις που αφορούν εγκλήματα πολέμου θα αντιμετωπίζονται άμεσα και αποτελεσματικά·

46.

καλεί την κυβέρνηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης να βελτιώσει την παρακολούθηση της ισχύουσας νομοθεσίας στον τομέα των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας των φύλων, με τη συμπερίληψη σαφών στόχων όσον αφορά τις πολιτικές και τα σχέδια δράσης και με σαφή προσδιορισμό των κρατικών θεσμών που είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή τους· επιπλέον, καλεί τις αρχές της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης σε όλα τα επίπεδα να συνεργαστούν για τη συγκέντρωση πλήρων στατιστικών στοιχείων σχετικά με την ισότητα των φύλων για ολόκληρη τη χώρα·

Κροατία

47.

ενθαρρύνει την κυβέρνηση της Κροατίας να συνεχίσει την ευθυγράμμιση της νομοθεσίας της με το κοινοτικό κεκτημένο της ΕΕ στους τομείς που αφορούν την ισότητα των φύλων, μετά την προσχώρηση της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

48.

καλεί τις κροατικές αρχές να εφαρμόσουν πλήρως τη νομοθεσία που ορίζει ποσοστό 40 % γυναικών στα ψηφοδέλτια για τα τοπικά και περιφερειακά όργανα αυτοδιοίκησης, το κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις βουλευτικές εκλογές του 2011, τα δύο τρίτα των πολιτικών κομμάτων δεν πληρούσαν τον καθορισμένο στόχο·

49.

συγχαίρει την Κροατία για τη θέσπιση της υπηρεσίας Διαμεσολαβητή για την Ισότητα των Φύλων και την ευαισθητοποίηση σχετικά με τα μέτρα που αφορούν τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων που ήρθε ως αποτέλεσμα της προβολής της εν λόγω υπηρεσίας· συνιστά σε όλες τις χώρες στην περιοχή να εξετάσουν κατά πόσον μπορούν να ακολουθήσουν το παράδειγμα αυτό ως μορφή ορθής πρακτικής· ενθαρρύνει την κυβέρνηση της Κροατίας να συνεχίσει τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών των Διαμεσολαβητών και να δώσει συνέχεια στις συστάσεις τους·

50.

χαιρετίζει τα σχέδια δράσης για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε τοπικό επίπεδο, ειδικά στην περιοχή της Ίστρια, και καλεί την κροατική κυβέρνηση να προωθήσει την υιοθέτηση και εφαρμογή των εν λόγω σχεδίων δράσης σε όλη τη χώρα·

51.

καλεί την κυβέρνηση της Κροατίας να καθιερώσει διαρθρωτικό διάλογο με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, εστιάζοντας ειδικότερα στην κατάσταση μετά την προσχώρηση·

52.

χαιρετίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην Κροατία όσον αφορά τον κατάλληλο χειρισμό των περιστατικών βίας κατά των γυναικών και των διακρίσεων λόγω φύλου από την αστυνομία, μετά από στοχευμένη εκπαίδευση των αστυνομικών σε αυτό τον τομέα, και ενθαρρύνει τις αρχές να συνεχίσουν αυτές τις δράσεις· επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι υποθέσεις δεν τυγχάνουν πάντα σωστού χειρισμού από το δικαστικό σώμα, και ζητεί από τις αρχές να αναληφθούν δράσεις για την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση και των δικαστικών λειτουργών· επιπλέον, καλεί την κροατική κυβέρνηση να παρέχει δωρεάν δικαστική αρωγή στα θύματα βίας λόγω φύλου και διακρίσεων·

53.

καλεί τις κροατικές αρχές να διευκρινίσουν, στο πλαίσιο της Εθνικής Στρατηγικής για την Προστασίας από την ενδοοικογενειακή βία (2011-2016), ποια είναι η αρμόδια αρχή για τις εκάστοτε ενέργειες και να διαθέσουν την κατάλληλη χρηματοδότηση στις αρχές και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών για την εφαρμογή της στρατηγικής·

Κοσσυφοπέδιο

54.

επικροτεί τον ρόλο που έχει ανατεθεί στη Συνέλευση του Κοσσυφοπεδίου για την έγκριση, την αναθεώρηση και την παρακολούθηση του προγράμματος για την ισότητα των φύλων· ζητεί την εφαρμογή των συστάσεων που προκύπτουν από τις εκθέσεις παρακολούθησης·

55.

καλεί την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου να προωθήσει μια τηλεφωνική γραμμή βοήθειας σε όλη τη χώρα για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας και βίας που σχετίζεται με το φύλο και να φροντίσει να υπάρξει ενημέρωση για τις δυνατότητες καταγγελίας και χειρισμού των υποθέσεων·

56.

συγχαίρει την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου για την τοποθέτηση της υπηρεσίας για την ισότητα των φύλων στο Γραφείο του Πρωθυπουργού και καλεί την κυβέρνηση να διασφαλίσει την αποτελεσματικότερη λειτουργία της υπηρεσίας όσον αφορά την εφαρμογή και την παρακολούθηση του νόμου για την ισότητα των φύλων, χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις·

57.

καλεί την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου να ιδρύσει το προτεινόμενο Κέντρο Ίσης Μεταχείρισης όσο το δυνατόν συντομότερα·

58.

συγχαίρει το Κοσσυφοπέδιο για την κατάρτιση των αστυνομικών σχετικά με τον χειρισμό υποθέσεων βίας λόγω φύλου και τη δημιουργία ειδικών θαλάμων στα αστυνομικά τμήματα για τα θύματα και τα παιδιά τους· καλεί την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου να παράσχει κατάρτιση και στα μέλη του δικαστικού σώματος ως προς τον χειρισμό των υποθέσεων αυτών και να αυξήσει τον αριθμό των καταφυγίων για τα θύματα και τον χρόνο παραμονής τους σε αυτά·

59.

καλεί την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου να αναγνωρίσει και να εργαστεί προς την κατεύθυνση της υλοποίησης των αρχών της Πρίστινα που καθιερώθηκαν στη σύνοδο κορυφής των γυναικών του Κοσσυφοπεδίου, τον Οκτώβριο του 2012·

60.

τονίζει την ανάγκη για περαιτέρω ευαισθητοποίηση ως προς τη χρήση αντισυλληπτικών, καθώς και τον εφοδιασμό και την πρόσβαση σε αυτά, δεδομένου ότι, παρόλο που το ποσοστό των γυναικών που χρησιμοποιούν διάφορα είδη αντισύλληψης έχει αυξηθεί, η χρήση αντισυλληπτικών κάθε άλλο παρά είναι διαδεδομένη μεταξύ των γυναικών του Κοσσυφοπεδίου·

61.

καλεί την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου να αναγνωρίσει τα θύματα σεξουαλικής βίας κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων 1998-1999 και να συμπεριλάβει την ομάδα αυτή ως ειδική κατηγορία βάσει του νόμου, μέσω της τροποποίησης του νόμου αριθ. 04/L-054 για το καθεστώς και τα δικαιώματα των μαρτύρων, αναπήρων, παλαιμάχων, μελών του Απελευθερωτικού Στρατού του Κοσσυφοπεδίου, αμάχων θυμάτων πολέμου και των οικογενειών τους·

62.

καλεί την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου να προσδιορίσει με σαφήνεια δείκτες για τη συμμόρφωση ή μη με τις διοικητικές οδηγίες όσον αφορά τους νόμους για την ισότητα των φύλων και τις διακρίσεις, για να διευκολυνθεί η εφαρμογή και η παρακολούθηση· καλεί ακόμη την κυβέρνηση να συγκεντρώσει στοιχεία και να δημιουργήσει ένα εθνικό μητρώο για τις υποθέσεις διακρίσεων και βίας λόγω φύλου·

πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔM)

63.

συγχαίρει την κυβέρνηση της πΓΔM για τη νέα πρόταση νόμου κατά της σεξουαλικής και ηθικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, που συμπεριλαμβάνει πρόστιμα για τους δράστες, και ζητεί την εναρμόνιση της πρότασης νόμου με τον ποινικό κώδικα· χαιρετίζει την πρόθεση της κυβέρνησης της πΓΔM να αλλάξει τη νομοθεσία ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι και οι δύο γονείς να μπορούν να λάβουν γονική άδεια ή άδεια για οικογενειακούς λόγους, για να φροντίσουν συγγενείς τους που είναι ασθενείς, καθώς και την πρόσφατη έγκριση αλλαγών στο εργατικό δίκαιο που θα παρέχουν καλύτερη νομική προστασία στην αγορά εργασίας για τις εγκύους και τις λεχώνες·

64.

σημειώνει με ανησυχία ότι οι γυναίκες Ρομά υφίστανται διπλή διάκριση λόγω φύλου και εθνότητας· καλεί, κατά συνέπεια, την κυβέρνηση της πΓΔM να υιοθετήσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κατά των διακρίσεων που θα επιτρέψει στις γυναίκες Ρομά να διασφαλίσουν τα δικαιώματά τους·

65.

συγχαίρει τις αρχές της πΓΔM για την προσθήκη αποτρεπτικών κυρώσεων για το ενδεχόμενο μη συμμόρφωσης με τον νόμο που ορίζει εκπροσώπηση 30 % τουλάχιστον από κάθε φύλο στα όργανα λήψης πολιτικών αποφάσεων· καλεί την κυβέρνηση της πΓΔM να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς κατά πόσον αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συμμετοχή τουλάχιστον 30 % γυναικών στα όργανα λήψης αποφάσεων, ιδίως σε τοπικό επίπεδο·

66.

συγχαίρει το κοινοβούλιο της πΓΔM για την ενεργό «λέσχη γυναικών», όπου γυναίκες βουλευτές από διάφορα κόμματα συνεργάζονται για την προαγωγή των δικαιωμάτων των γυναικών και της ισότητας των φύλων, μέσω δημόσιων συζητήσεων, συνεδρίων και διεθνών και άλλων εκδηλώσεων, και σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών για την αντιμετώπιση ευαίσθητων ή περιθωριοποιημένων θεμάτων όπως η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση στα σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, η ενδοοικογενειακή βία, ο ιός HIV, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας, η ρητορική μίσους και η θέση των γυναικών στις αγροτικές περιοχές·

67.

διαπιστώνει ότι οι μηχανισμοί του Νομικού Εκπροσώπου του Τμήματος για την Ισότητα των Ευκαιριών στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Πολιτικής, που είναι αρμόδιος για την παροχή νομικών συμβουλών σε περιπτώσεις άνισης μεταχείρισης μεταξύ ανδρών και γυναικών, δεν λειτουργούν σωστά· καλεί την κυβέρνηση της πΓΔM να λάβει μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας των μηχανισμών αυτών·

68.

διαπιστώνει με ανησυχία την αποσπασματική υλοποίηση των σχεδίων δράσης και των στρατηγικών για την ισότητα των φύλων, καθώς και την έλλειψη γενικού συντονισμού των προσπαθειών· καλεί την κυβέρνηση της πΓΔM να αυξήσει τους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους που διατίθενται στο Τμήμα Ισότητας των Φύλων και να μεριμνήσει για τον διορισμό και την αποτελεσματική άσκηση των καθηκόντων των συντονιστών για τις ίσες ευκαιρίες σε εθνικό και τοπικό επίπεδο·

69.

χαιρετίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην καταπολέμηση της βίας λόγω φύλου, η οποία αντικατοπτρίζεται, μεταξύ άλλων, στην αύξηση των σχετικών καταγγελιών ως αποτέλεσμα των εκστρατειών ευαισθητοποίησης, στην κατάρτιση εξειδικευμένων αστυνομικών και στη σύναψη πρωτοκόλλων μεταξύ θεσμικών οργάνων για τον χειρισμό των καταγγελιών· σημειώνει, ωστόσο, με ανησυχία ότι τα καταφύγια για τα θύματα ενδοοικογενειακής και άλλους είδους βίας λόγω φύλου δεν επαρκούν·

70.

καλεί την κυβέρνηση της πΓΔM να άρει τα υφιστάμενα πολιτιστικά και οικονομικά εμπόδια ώστε οι γυναίκες να αποκτήσουν πρόσβαση στην αντισύλληψη·

Μαυροβούνιο

71.

διαπιστώνει με ανησυχία ότι το ποσοστό γυναικών που συμμετέχουν στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων ελάχιστα έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες· καλεί την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου να προβεί σε μεταρρύθμιση της νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα και να διασφαλίσει τη συμμόρφωση·

72.

καλεί την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου να αυξήσει τους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που διατίθενται στο Τμήμα Ισότητας των Φύλων, στην εφαρμογή του νομικού και του θεσμικού πλαισίου για την επιβολή της ισότητας των φύλων και στο Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων·

73.

συγχαίρει την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου για την κατάρτιση του νέου Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την επίτευξη της Ισότητας των Φύλων, σε συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, καθώς και για την ενσωμάτωση στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων σε αυτό το σχέδιο· καλεί την κυβέρνηση να χορηγήσει επαρκείς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για την εφαρμογή του και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο για τη συνέχιση της συνεργασίας με την κοινωνία των πολιτών στη φάση της υλοποίησης·

74.

επικροτεί την ένταξη των μέτρων που αφορούν την ισότητα των φύλων στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του Μαυροβουνίου για την προσχώρηση· καλεί την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου να δώσει προτεραιότητα στις ενέργειες για την εφαρμογή διατάξεων περί ισότητας των φύλων, στις διαπραγματεύσεις σχετικά με το κεφάλαιο 23 «Δικαστικό σώμα και θεμελιώδη δικαιώματα», καθώς και σε άλλα σχετικά κεφάλαια (κεφάλαιο 19 για την κοινωνική πολιτική και απασχόληση, κεφάλαιο 24 για τη δικαιοσύνη, την ελευθερία και την ασφάλειας και κεφάλαιο 18 για τα στατιστικά στοιχεία)·

75.

συγχαίρει την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου για την πρόοδο που επιτεύχθηκε ως προς την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας με την υιοθέτηση κώδικα δεοντολογίας σχετικά με τις διαδικασίες για συντονισμένη θεσμική απάντηση· παρατηρεί, ωστόσο, με ανησυχία ότι η ενδοοικογενειακή βία εξακολουθεί να αποτελεί μέγα πρόβλημα στο Μαυροβούνιο και καλεί την κυβέρνηση να αφιερώσει επαρκή κονδύλια και προσπάθειες για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας και του κώδικα δεοντολογίας, να δημιουργήσει εθνική τηλεφωνική γραμμή βοήθειας και να συγκεντρώνει δεδομένα·

76.

σημειώνει με ανησυχία τον χαμηλό αριθμό καταγγελιών για διακρίσεις λόγω φύλου και βία· καλεί την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου να προχωρήσει στις αναγκαίες επενδύσεις για την αύξηση της ευαισθητοποίησης όσον αφορά τα δικαιώματα των γυναικών, την ισχύουσα νομοθεσία για την καταπολέμηση της βίας, καθώς και τις δυνατότητες καταγγελίας και αντιμετώπισης των παραβιάσεων·

77.

χαιρετίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει το κοινοβούλιο του Μαυροβουνίου για τη μεθοδική διερεύνηση της εφαρμογής της νομοθεσίας για την ισότητα·

Σερβία

78.

καλεί τη σερβική κυβέρνηση να υλοποιήσει περαιτέρω το Εθνικό Πρόγραμμα Ενσωμάτωσης στην ΕΕ μέσω της ενίσχυσης μηχανισμών για την παρακολούθηση της εφαρμογής του νόμου για την απαγόρευση των διακρίσεων και της βελτίωσης των διοικητικών ικανοτήτων των υπηρεσιών που ασχολούνται με την ισότητα των φύλων, συμπεριλαμβανομένων του Επιτρόπου Προστασίας Ισότητας και του αναπληρωτή Διαμεσολαβητή για την Ισότητα των Φύλων·

79.

συγχαίρει την κυβέρνηση της Σερβίας για τον εκλογικό νόμο που ορίζει ότι τα εκλογικά ψηφοδέλτια για το κοινοβούλιο πρέπει να περιλαμβάνουν ένα μέλος από το υποεκπροσωπούμενο φύλο ανά τρεις υποψηφίους, καθώς και για την πλήρη εφαρμογή του, που είχε ως αποτέλεσμα ποσοστό 34 % των εδρών στο Κοινοβούλιο να καταλαμβάνεται από γυναίκες·

80.

καλεί τη σερβική κυβέρνηση να ενισχύσει την κατάρτιση των αστυνομικών και των μελών του δικαστικού σώματος ως προς την ευαισθητοποίηση και τον ενδεδειγμένο χειρισμό υποθέσεων διακρίσεων και βίας λόγω φύλου, να παρέχει δωρεάν δικαστική αρωγή στα θύματα και να αντιμετωπίσει το γενικότερο πρόβλημα του συσσωρευμένου όγκου δικαστικών υποθέσεων·

81.

επιδοκιμάζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας με την έγκριση γενικού πρωτοκόλλου σχετικά με τις διαδικασίες για τη συνεργασία σε καταστάσεις ενδοοικογενειακής βίας και βίας μεταξύ συντρόφων, τη δημιουργία τηλεφωνικής γραμμής βοήθειας και νέου καταφυγίου· σημειώνει, ωστόσο, ότι η ενδοοικογενειακή βία εξακολουθεί να αποτελεί μεγάλο πρόβλημα στη Σερβία· καλεί την κυβέρνηση να αφιερώσει επαρκείς πόρους και προσπάθειες για την εφαρμογή της νομοθεσίας και του πρωτοκόλλου, για την προώθηση της καταγγελίας περιπτώσεων και για τη συλλογή και την ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων μεταξύ φορέων, υπηρεσιών και γυναικείων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών·

82.

συγχαίρει την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Σερβίας για τη στενή τους συνεργασία με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών με στόχο την κατάρτιση και την παρακολούθηση σχεδίου δράσης για την εκτέλεση της απόφασης 1325 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών· καλεί την κυβέρνηση να διαθέσει επαρκείς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για την υλοποίησή του·

83.

καλεί τις σερβικές αρχές να βελτιώσουν τη συνεργασία με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών για την ισότητα των φύλων, ιδίως σε τοπικό επίπεδο μεταξύ των τοπικών κυβερνήσεων και των τοπικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, για την κατάρτιση, την εφαρμογή και την παρακολούθηση των νόμων και των πολιτικών για την ισότητα των φύλων και τη βία λόγω φύλου, και να παρέχουν διαρθρωτική χρηματοδότηση για το έργο των οργανώσεων που ασχολούνται με τη βία λόγω φύλου·

ο

ο ο

84.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις κυβερνήσεις των υπό ένταξη βαλκανικών χωρών.


(1)  Παράρτημα των συμπερασμάτων του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2011.

(2)  ΕΕ C 59 της 23.2.2001, σ. 258.

(3)  ΕΕ C 320 E της 15.12.2005, σ. 247.

(4)  ΕΕ C 348 E της 21.12.2010, σ. 11.

(5)  ΕΕ C 21 E της 28.1.2010, σ. 8.

(6)  ΕΕ C 199 E της 7.7.2012, σ. 112.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/33


P7_TA(2013)0203

Χάρτης της ΕΕ: πρότυπες ρυθμίσεις για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την ΕΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τον Χάρτη της ΕΕ: πρότυπες ρυθμίσεις για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την ΕΕ (2011/2246(INI))

(2016/C 055/05)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το άρθρο 19 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και τη σύμβαση της UNESCO για την προστασία και την προώθηση της πολυμορφίας της πολιτιστικής έκφρασης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τις δηλώσεις, τις συστάσεις και τα ψηφίσματα της Επιτροπής Υπουργών και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, και τα έγγραφα της Επιτροπής της Βενετίας και του Επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης που είναι αρμόδιος για τα ανθρώπινα δικαιώματα σχετικά με την ελευθερία της έκφρασης, της πληροφόρησης και των μέσων ενημέρωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, τα άρθρα 2, 7 και 9 έως 12 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα άρθρα της Συνθήκης που σχετίζονται με την ελευθερία εγκατάστασης, την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των αγαθών, τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις, και το άρθρο 167 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πολιτισμός),

έχοντας υπόψη το Πρωτόκολλο για το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, γνωστό ως Πρωτόκολλο του Άμστερνταμ,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/13/ΕE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (1),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (SEC(2007)0032),

έχοντας υπόψη τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για την ελευθερία του Τύπου (2),

έχοντας υπόψη τη σύσταση από την Επιτροπή μιας ομάδας υψηλού επιπέδου για την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 20ής Νοεμβρίου 2002 σχετικά με τη συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης (3), της 4ης Σεπτεμβρίου 2003 σχετικά με την κατάσταση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (2002) (4), της 4ης Σεπτεμβρίου 2003 σχετικά με την «Τηλεόραση χωρίς σύνορα» (5), της 6ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 4 και 5 της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ «Τηλεόραση χωρίς σύνορα», όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/36/ΕΚ, για την περίοδο 2001-2002 (6), της 22ας Απριλίου 2004 σχετικά με τους κινδύνους παραβίασης, στην ΕΕ και ιδιαίτερα στην Ιταλία, των δικαιωμάτων της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης (άρθρο 11, παράγραφος 2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων) (7), της 25ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με τη συγκέντρωση και την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (8), της 25ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα στην ψηφιακή εποχή: το μέλλον του διττού συστήματος (9), και της 10ης Μαρτίου 2011 σχετικά με τον νόμο της Ουγγαρίας για τα μέσα ενημέρωσης (10),

έχοντας υπόψη την τρέχουσα Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία για την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης (11), η οποία έχει καταχωρηθεί από την Επιτροπή και η οποία αποσκοπεί στην προστασία της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης μέσω της μερικής εναρμόνισης των εθνικών κανόνων για την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης και τη διαφάνεια, τις συγκρούσεις συμφερόντων σε σχέση με πολιτικά αξιώματα και την ανεξαρτησία των αρχών εποπτείας των μέσων ενημέρωσης,

έχοντας υπόψη τις αιτιολογικές σκέψεις 8 και 94 της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, με τις οποίες επισημαίνεται ότι τα κράτη μέλη πρέπει να αποτρέπουν οποιεσδήποτε πράξεις προωθούν τη δημιουργία δεσποζουσών θέσεων ή περιορίζουν την πολυφωνία, και να εξασφαλίζουν ότι οι ανεξάρτητοι ρυθμιστικοί φορείς είναι σε θέση να εκτελούν το έργο τους με διαφάνεια και αμεροληψία,

έχοντας υπόψη το έργο του ΟΑΣΕ σχετικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, και ιδίως του εκπροσώπου του για θέματα ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, τις σχετικές εκθέσεις και την ομιλία που παρουσιάστηκε μέσω βίντεο στην ακρόαση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, στις 6 Νοεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη τις εκθέσεις που δημοσιεύτηκαν από ΜΚΟ σχετικά με τα μέσα ενημέρωσης, όπως αυτές των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (δείκτες ελευθερίας του Τύπου) και της οργάνωσης Freedom House (εκθέσεις για την ελευθερία του Τύπου),

έχοντας υπόψη τις μελέτες για θέματα σχετικά με τα μέσα ενημέρωσης που δημοσίευσε το Κοινοβούλιο (12) και το κέντρο για την πολυφωνία και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου (13),

έχοντας υπόψη την ανεξάρτητη μελέτη με τίτλο «Οι δείκτες πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη — προς μια προσέγγιση στη βάση των κινδύνων», που εκπονήθηκε μετά από αίτημα της Επιτροπής το 2007 και δημοσιεύτηκε το 2009 (14) και όπου σκιαγραφείται ένα «εργαλείο παρακολούθησης των μέσων ενημέρωσης» με δείκτες για τον εντοπισμό των κινδύνων για την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας (A7-0117/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο «δημοσίου ελεγκτή» στη δημοκρατία, καθώς παρέχουν τη δυνατότητα στους πολίτες να ασκούν το δικαίωμά τους να ενημερώνονται, να ελέγχουν και να κρίνουν τις ενέργειες και τις αποφάσεις εκείνων που ασκούν ή κατέχουν εξουσία ή επιρροή, ιδίως στην περίπτωση εκλογικών διαδικασιών· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι τα μέσα ενημέρωσης έχουν σε ένα βαθμό τη δυνατότητα να καθορίζουν τη δημόσια ατζέντα, χρησιμοποιώντας την εξουσία τους ως φύλακες της πληροφορίας και ως εκ τούτου έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία έκφρασης στη δημόσια σφαίρα έχει αποδειχθεί ότι συμβάλλει στην εδραίωση της δημοκρατίας και του ίδιου του κράτους δικαίου και είναι αλληλένδετη με την ύπαρξη και την επιβίωσή του· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ελεύθερα και ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και η ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στον δημοκρατικό μετασχηματισμό που συντελείται σε μη δημοκρατικά καθεστώτα, η Επιτροπή καλείται να παρακολουθεί στενά την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης στις υπό ένταξη χώρες και να αποδίδει επαρκή προσοχή στον ρόλο των ελεύθερων μέσων για την προώθηση της δημοκρατίας ανά τον κόσμο·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο των αξιών που κατοχυρώνονται από τις Συνθήκες, όπως η δημοκρατία, η πολυφωνία και ο σεβασμός των δικαιωμάτων των μειονοτήτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία του Τύπου έχει αποτελέσει ιστορικά συστατικό στοιχείο για την πρόοδο των δημοκρατικών ιδεών και την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού ιδεώδους·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, η πολυφωνία και η ανεξάρτητη δημοσιογραφία αποτελούν ουσιώδη στοιχεία για την ίδια την παροχή των υπηρεσιών των μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την Ένωση, και ιδίως στην ενιαία αγορά· εκτιμώντας, συνεπώς, ότι κάθε περιορισμός της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, της πολυφωνίας και της ανεξαρτησίας της δημοσιογραφίας αποτελεί περιορισμό της ελευθερίας της γνώμης και της οικονομικής ελευθερίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δημοσιογράφοι δεν θα πρέπει να δέχονται την πίεση ιδιοκτητών, διευθυντών και κυβερνήσεων, ούτε και οικονομικής φύσης απειλές·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια αυτόνομη και ισχυρή δημόσια σφαίρα, βασισμένη σε ανεξάρτητα και πολυφωνικά μέσα ενημέρωσης, αποτελεί το βασικό περιβάλλον εντός του οποίου μπορούν να αναπτυχθούν οι συλλογικές ελευθερίες της κοινωνίας πολιτών, όπως το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, καθώς και οι ατομικές ελευθερίες, όπως το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και το δικαίωμα πρόσβασης στην πληροφόρηση·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών για ελευθερία έκφρασης και ενημέρωσης μπορούν να διασφαλισθούν μόνο μέσω της ελευθερίας και της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, βάσει των οποίων οι δημοσιογράφοι και τα μέσα ενημέρωσης μπορούν να ασκούν το δικαίωμα και την υποχρέωσή τους να ενημερώνουν τους πολίτες με δίκαιο και ουδέτερο τρόπο για γεγονότα και αποφάσεις δημοσίου συμφέροντος· εκτιμώντας ότι όλα τα μέλη μιας κοινωνίας έχουν το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους με δημοκρατικό και ειρηνικό τρόπο·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει ορίσει ότι υπάρχει θετική υποχρέωση των κρατών μελών να εξασφαλίζουν την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 10 της σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, η οποία περιλαμβάνει παρόμοιες διατάξεις με αυτές που εμπεριέχονται στο άρθρο 11 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη οι πληροφορίες, λόγω της φύσης τους και ιδίως χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών, υπερβαίνουν τα γεωγραφικά όρια και διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην ενημέρωση των εθνικών κοινοτήτων που ζουν στο εξωτερικό και παρέχουν εργαλεία που επιτρέπουν την αμοιβαία γνώση και κατανόηση πέρα από σύνορα και κράτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα διαδικτυακά, μεταξύ άλλων, μέσα ενημέρωσης έχουν αποκτήσει παγκόσμιο χαρακτήρα από τον οποίο εξαρτώνται πλέον οι προσδοκίες και οι ανάγκες του κοινού, και ιδίως των καταναλωτών πληροφοριών· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι οι μεταβολές στο περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης και στις τεχνολογίες επικοινωνίας έχουν επαναπροσδιορίσει το πεδίο της ανταλλαγής πληροφοριών και τον τρόπο ενημέρωσης των ανθρώπων και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια πανευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα η οποία θα βασίζεται στον συνεχή και αδιάλειπτο σεβασμό στην ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης αποτελεί ζωτικό στοιχείο για τη διαδικασία ολοκλήρωσης της Ένωσης, σύμφωνα με τις αξίες που κατοχυρώνονται από τις Συνθήκες, καθώς και για τη λογοδοσία των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής δημοκρατίας, για παράδειγμα όσον αφορά τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα δυναμικό, ανταγωνιστικό και πολυφωνικό τοπίο οπτικοακουστικών και έντυπων μέσων ενημέρωσης ενισχύει τη συμμετοχή των πολιτών στον δημόσιο διάλογο, ο οποίος είναι απαραίτητος για την εύρυθμη λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ΜΚΟ, ενώσεις παρακολούθησης της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο ΟΑΣΕ, καθώς και μελέτες και ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν καταγγείλει και προειδοποιήσει σχετικά με τις απειλές σε βάρος των ελεύθερων και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης εκ μέρους κυβερνήσεων, ακόμα και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (15)·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο ΟΑΣΕ έχουν εξετάσει την ανθρώπινη και τη δημοκρατική διάσταση της επικοινωνίας με λεπτομερείς δηλώσεις, ψηφίσματα, συστάσεις, γνωμοδοτήσεις και εκθέσεις για την ελευθερία, την πολυφωνία και τη συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης, δημιουργώντας ένα σημαντικό σώμα πανευρωπαϊκών ελάχιστων προτύπων στον τομέα αυτόν·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευθεί για την προστασία και την προώθηση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης ως σημαντικού στηρίγματος του δικαιώματος στην ενημέρωση και την ελευθερία της έκφρασης, τα οποία αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την ενεργή συμμετοχή του πολίτη στα κοινά και τη συμμετοχική δημοκρατία, όπως ορίζεται στο άρθρο 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης αποτελεί κριτήριο επιλεξιμότητας για την προσχώρηση των υποψήφιων χωρών στην ΕΕ βάσει των κριτηρίων της Κοπεγχάγης και είναι μία από τις αρχές που προωθεί η ΕΕ στην εξωτερική της πολιτική· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και τα κράτη μέλη της θα πρέπει κατά συνέπεια να ηγούνται διά του παραδείγματος στο εσωτερικό, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο αξιοπιστία και συνοχή·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει επανειλημμένως εκφράσει ανησυχίες σχετικά με την ελευθερία, την πολυφωνία και τη συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης και έχει ζητήσει από την Επιτροπή, ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, υποβάλλοντας μεταξύ άλλων πρόταση για σχετική νομοθετική πρωτοβουλία·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 16 Ιανουαρίου 2007 η Επιτροπή παρουσίασε μια «προσέγγιση τριών σταδίων», η οποία περιλάμβανε ένα έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής για την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης, μια ανεξάρτητη μελέτη σχετικά με την πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ, με δείκτες για την αξιολόγηση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ (το 2007), και μια ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τους δείκτες πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ (το 2008), συνοδευόμενη από δημόσια διαβούλευση (16)· λαμβάνοντας υπόψη ότι το εργαλείο για την αξιολόγηση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης που περιγράφηκε στην ανεξάρτητη μελέτη δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσέγγιση αυτή διεκόπη δυστυχώς από την Επιτροπή, καθώς ούτε η ανακοίνωση ούτε η δημόσια διαβούλευση πραγματοποιήθηκαν ποτέ·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη θέση της Συνθήκης της Λισαβόνας σε ισχύ, ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων έχει καταστεί δεσμευτικός· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Χάρτης αποτελεί το πρώτο διεθνές έγγραφο το οποίο αναφέρει ρητώς ότι «η ελευθερία των μέσων μαζικής ενημέρωσης και η πολυφωνία τους είναι σεβαστές» (άρθρο 11 παράγραφος 2)· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Συνθήκες παρέχουν στην ΕΕ την εντολή και την εξουσία να διασφαλίζει ότι όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα προστατεύονται εντός της Ένωσης, ιδίως βάσει των άρθρων 2 και 7 ΣΕΕ·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι καθήκον των κρατών μελών να προωθούν και να προστατεύουν συνεχώς την ελευθερία της γνώμης, της έκφρασης, της ενημέρωσης και των μέσων ενημέρωσης, καθώς οι αρχές αυτές διασφαλίζονται επίσης στο πλαίσιο των συνταγμάτων και των νομοθεσιών τους, και να παρέχουν στους πολίτες δίκαιη και ισότιμη πρόσβαση σε διαφορετικές πηγές πληροφόρησης και, κατά συνέπεια, σε διαφορετικές απόψεις και γνώμες· λαμβάνοντας υπόψη ότι επιπλέον είναι καθήκον τους να σέβονται και να προστατεύουν την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, την κατοικία και τις επικοινωνίες, καθώς και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των πολιτών, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι εάν οι ελευθερίες αυτές τεθούν σε σοβαρό κίνδυνο ή παραβιασθούν από ένα κράτος μέλος, τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να παρέμβει έγκαιρα και αποτελεσματικά βάσει των αρμοδιοτήτων της που κατοχυρώνονται από τις Συνθήκες και τον Χάρτη, ώστε να προστατεύσει την ευρωπαϊκή δημοκρατική και πολυφωνική τάξη και τα θεμελιώδη δικαιώματα·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ διαθέτει αρμοδιότητες σε τομείς που σχετίζονται με τα μέσα ενημέρωσης, όπως η εσωτερική αγορά, η οπτικοακουστική πολιτική, ο ανταγωνισμός (συμπεριλαμβανομένων των κρατικών ενισχύσεων), οι τηλεπικοινωνίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο έχει δηλώσει πως, σε αυτή τη βάση, πρέπει να οριστούν ελάχιστα απαραίτητα πρότυπα προκειμένου να διασφαλίσουν, να εγγυηθούν και να προαγάγουν την ελευθερία της πληροφόρησης και ένα ικανοποιητικό επίπεδο πολυφωνίας και ανεξάρτητης διακυβέρνησης των μέσων ενημέρωσης (17)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει αναθέσει στο Κέντρο για την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου να διεξαγάγει μία ανάλυση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής των αρμοδιοτήτων της ΕΕ στον τομέα της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες που προκύπτουν σε σχέση με τις προκλήσεις και τις πιέσεις που αντιμετωπίζουν τα μέσα ενημέρωσης, ιδίως οι δημόσιοι ραδιοτηλεοπτικοί οργανισμοί, όσον αφορά την ανεξαρτησία των συντακτών, την πρόσληψη προσωπικού, την επισφαλή απασχόληση, την αυτολογοκρισία, την πολυφωνία, την ουδετερότητα και την ποιότητα της πληροφόρησης, την πρόσβαση και τη χρηματοδότηση, και οι οποίες οφείλονται σε αθέμιτες πολιτικές και οικονομικές παρεμβάσεις, καθώς και στην οικονομική κρίση·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη τις ανησυχίες που προκύπτουν σε σχέση με το υψηλό ποσοστό ανεργίας των δημοσιογράφων στην Ευρώπη, καθώς και σε σχέση με το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες, με περιορισμένη σταθερότητα απασχόλησης και υποστήριξη, και σε κλίμα μεγάλης αβεβαιότητας·

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζουν αυξανόμενη εγχώρια, αλλά και διασυνοριακή συγκέντρωση, καθώς όμιλοι μέσων ενημέρωσης διανέμουν τα προϊόντα τους σε διάφορες χώρες, αυξάνονται οι ενδοενωσιακές επενδύσεις στα μέσα ενημέρωσης και οι μη Ευρωπαίοι επενδυτές και μέσα ενημέρωσης ασκούν ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή στην Ευρώπη, γεγονός που οδηγεί στη μονοπώληση της πληροφόρησης και υπονομεύει την πολυφωνία απόψεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν κάποιες ανησυχίες σχετικά με τις πηγές χρηματοδότησης ορισμένων ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων και μερικών εντός της ΕΕ·

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη έχει εκφράσει, μέσω πολυάριθμων μελετών, ερευνών κοινής γνώμης και δημόσιων πρωτοβουλιών, τις ανησυχίες της για την επιδείνωση της κατάστασης όσον αφορά την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, και έχει ζητήσει επανειλημμένα τη δράση της ΕΕ για τη διατήρηση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και την ανάπτυξη ενός ισχυρού, ανεξάρτητου και πολυφωνικού τοπίου μέσων ενημέρωσης·

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιτάχυνση του κύκλου ειδήσεων έχει οδηγήσει σε σοβαρές ανεπάρκειες στο δημοσιογραφικό έργο, όπως η παράλειψη του ελέγχου και της επαλήθευσης των δημοσιογραφικών πηγών·

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάπτυξη ψηφιακού περιβάλλοντος μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο για την πρόσβαση των Ευρωπαίων πολιτών στη διαδικτυακή ενημέρωση·

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το περιβάλλον των μέσων μαζικής ενημέρωσης υφίσταται θεμελιώδεις αλλαγές· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ειδικότερα στη σημερινή εποχή οικονομικής κρίσης, ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των δημοσιογράφων αναγκάζεται να εργάζεται υπό επισφαλείς συνθήκες απασχόλησης αντιμετωπίζοντας την έλλειψη κοινωνικής ασφάλισης σε σύγκριση με τα πρότυπα της αγοράς εργασίας, καθώς και συναφείς προκλήσεις που σχετίζονται με το μέλλον της δημοσιογραφίας·

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν αποσταλεί αναφορές στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που απηχούν κοινές ανησυχίες και αιτήματα των πολιτών, γεγονός που καταδεικνύει μια απαίτηση για δράση από την πλευρά των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, και συγκεκριμένα του Κοινοβουλίου·

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι τεχνολογικές αλλαγές που έχουν επιφέρει το διαδίκτυο, οι προσωπικοί υπολογιστές και, πιο πρόσφατα, οι φορητοί υπολογιστές, έχουν αλλάξει ριζικά την πληροφοριακή υποδομή με τρόπους που επηρεάζουν το επιχειρηματικό μοντέλο των πιο παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης, ιδίως όσον αφορά την εξάρτησή του από τη διαφημιστική αγορά, απειλώντας με αυτόν τον τρόπο την επιβίωση οργανισμών μέσων ενημέρωσης που επιτελούν σημαντικό πολιτικό και δημοκρατικό ρόλο· λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά συνέπεια, οι δημόσιες αρχές, σε επίπεδο κρατών μελών και σε επίπεδο Ένωσης, έχουν την υποχρέωση να δημιουργήσουν μια δέσμη μέτρων τα οποία θα είναι διαθέσιμα κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου και θα συμβάλουν στην επιβίωση των αξιών και των καθηκόντων των ανεξάρτητων μέσων, ανεξάρτητα από την τεχνολογική πλατφόρμα που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν τώρα ή στο μέλλον· στο πλαίσιο αυτό, ζητεί από την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη σχετικά με τις επιπτώσεις των τεχνολογικών αλλαγών στο επιχειρηματικό μοντέλο των μέσων ενημέρωσης, καθώς και στην ελευθερία και την πολυφωνία τους·

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσφατη οικονομική κρίση έχει εντείνει τις δυσκολίες για τους οργανισμούς μέσων ενημέρωσης και έχει καταστήσει το τοπίο των μέσων ενημέρωσης, μέσω της αυξανόμενης επισφάλειας του δημοσιογραφικού ρόλου, πιο ευάλωτο σε οικονομικές ή πολιτικές πιέσεις και πιο ασταθές καθαυτό· εκτιμώντας ότι τα φαινόμενα αυτά έχουν ιδιαίτερες συνέπειες στα πιο δαπανηρά και χρονοβόρα είδη δημοσιογραφίας, όπως η ερευνητική δημοσιογραφία, το ρεπορτάζ και η αποστολή διεθνών και ευρωπαϊκών ανταποκριτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω είδη δημοσιογραφίας είναι ουσιώδη για την εξασφάλιση της υπευθυνότητας και λογοδοσίας των δημόσιων και πολιτικών αρχών, για την αποτροπή των καταχρήσεων οικονομικής και θεσμικής εξουσίας, και για την εξασφάλιση της αποκάλυψης και δίωξης εγκληματικών δραστηριοτήτων στον κοινωνικό, περιβαλλοντικό ή ανθρωπιστικό τομέα· ζητεί από την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη σχετικά με τις επιπτώσεις της κρίσης και της επισφαλούς απασχόλησης στη δημοσιογραφική κοινότητα, με σκοπό να αναλύσει και να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των φαινομένων αυτών στην ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης·

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η τεχνολογική εξέλιξη, η ύπαρξη ενός ποικιλόμορφου συνόλου ανεξάρτητων επαγγελματιών δημοσιογράφων και η απόκτηση των ποικίλων δεξιοτήτων που απαιτούνται για τη συγκέντρωση και την παραγωγή ποιότητας σήμερα δημιουργούν επίσης ευκαιρίες για τη δημιουργία νέων, ανεξάρτητων πλατφόρμας και διεθνικών δημοσιογραφικών επιχειρήσεων οι οποίες μπορούν να στηριχθούν τόσο από δημόσιες πολιτικές όσο και από πολιτικές που βασίζονται στην αγορά·

1.

ζητεί από τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση να σέβονται, να εγγυώνται, να προστατεύουν και να προάγουν το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και της ενημέρωσης, καθώς και την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και, ως εκ τούτου, να μην θέτουν — και να αναπτύξουν μηχανισμούς με σκοπό να αποτρέψουν — κινδύνους για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, όπως η προσπάθεια αθέμιτης πολιτικής επιρροής και επιβολής κομματικού ελέγχου και λογοκρισίας στα μέσα ενημέρωσης ή παρεμπόδισης ή αθέμιτου περιορισμού της ελευθερίας και ανεξαρτησίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης με στόχο την εξυπηρέτηση ιδιωτικών ή κομματικών συμφερόντων, ή η οικονομικής φύσης απειλή εναντίον δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών φορέων·

2.

ζητεί από τα κράτη μέλη και την ΕΕ να εξασφαλίσουν τη δημιουργία νομικά δεσμευτικών διαδικασιών και μηχανισμών για την επιλογή και τον διορισμό των επικεφαλής των μέσων ενημέρωσης, των διοικητικών συμβουλίων, συμβουλίων των μέσων ενημέρωσης και ρυθμιστικών φορέων που να είναι διαφανείς, να βασίζονται στην αξία και την αδιαμφισβήτητη εμπειρία των προσώπων και να διασφαλίζουν τον επαγγελματισμό, την ακεραιότητα, την ανεξαρτησία, τη μέγιστη συναίνεση σε όλο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα και τη νομική ασφάλεια και συνέχεια, αντί να βασίζονται σε πολιτικά και κομματικά κριτήρια στο πλαίσιο ενός ευνοιοκρατικού συστήματος που συνδέεται με τα αποτελέσματα των εκλογών ή τη βούληση των εκάστοτε κυβερνώντων· επισημαίνει ότι κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καταρτίσει έναν κατάλογο κριτηρίων για τον διορισμό των επικεφαλής ή των συμβουλίων των κρατικών μέσων ενημέρωσης, σύμφωνα με τις αρχές της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας, την εμπειρία και τον επαγγελματισμό τους· ζητεί από τα κράτη μέλη να καθιερώσουν εγγυήσεις για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας των συμβουλίων και των ρυθμιστικών φορέων των μέσων ενημέρωσης από την πολιτική επιρροή της κυβέρνησης, της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ή κάποιας άλλης κοινωνικής ομάδας·

3.

τονίζει ότι η πολυφωνία και η δημοσιογραφική και συντακτική ανεξαρτησία αποτελούν στηρίγματα για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης — όσον αφορά τη διασφάλιση της ποικιλομορφίας των μέσων –, διασφαλίζει την πρόσβαση για ποικίλους κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες, γνώμες και απόψεις (συμπεριλαμβανομένων ΜΚΟ, ενώσεων πολιτών, μειονοτήτων, κ.λπ.) και προσφέρει ένα ευρύ φάσμα απόψεων·

4.

ζητεί από τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι πολιτισμικές κοινότητες που μοιράζονται σε επικράτειες περισσότερων περιφερειακών οντοτήτων ή κρατών μελών μπορούν να έχουν πρόσβαση σε μέσα ενημέρωσης στη γλώσσα τους και ότι δεν λαμβάνεται καμία πολιτική απόφαση που θα περιορίζει την πρόσβαση αυτή·

5.

υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, τα κράτη μέλη του πρέπει να εγγυώνται την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης σύμφωνα με το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου· σημειώνει ότι το άρθρο 10 της Σύμβασης αυτής περιλαμβάνει διατάξεις παρόμοιες με εκείνες του άρθρου 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος αποτελεί κεκτημένο της ΕΕ·

6.

τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να μεριμνά, ώστε τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν στην επικράτειά τους την πραγματική εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, η οποία εκδηλώνεται με την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, την ισότιμη πρόσβαση στην ενημέρωση και τον σεβασμό προς την ανεξαρτησία του Τύπου·

7.

επισημαίνει ότι, με βάση τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, οι χώρες που επιθυμούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συμμορφώνονται με το κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο περιλαμβάνει τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και, ειδικότερα, το άρθρο 11, το οποίο απαιτεί σεβασμό στην ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης· αντίθετα επισημαίνει ότι, παρότι τα υπάρχοντα κράτη μέλη επιβάλλεται επίσης να συμμορφώνονται με τον Χάρτη, δεν υφίσταται μηχανισμός που εξασφαλίζει ότι το πράττουν·

8.

τονίζει τον θεμελιώδη ρόλο που διαδραματίζει ένα πραγματικά ισορροπημένο ευρωπαϊκό διττό σύστημα, στο οποίο τα ιδιωτικά και κρατικά μέσα ενημέρωσης έχουν τους αντίστοιχους ρόλους τους και το οποίο πρέπει να διατηρηθεί, όπως έχουν ζητήσει το Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρώπης· επισημαίνει ότι σε μια κοινωνία πολυμέσων, όπου ο αριθμός των εμπορικών φορέων της παγκόσμιας αγοράς έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, η ύπαρξη κρατικών μέσων ενημέρωσης έχει καίρια σημασία· υπενθυμίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, τα οποία χρηματοδοτούνται από τους πολίτες μέσω του κράτους, καθώς και το θεσμικό τους καθήκον να παρέχουν υψηλής ποιότητας, ακριβή και αξιόπιστη ενημέρωση που να απευθύνεται σε διάφορα κοινά, να είναι ανεξάρτητα από εξωτερικές πιέσεις και από πολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα και να παρέχουν χώρο σε θέματα ειδικού ενδιαφέροντος τα οποία ενδέχεται να μην είναι κερδοφόρα για τα ιδιωτικά μέσα· τονίζει ότι τα ιδιωτικά μέσα έχουν παρόμοια καθήκοντα όσον αφορά την ενημέρωση, ιδίως την ενημέρωση θεσμικής και πολιτικής φύσης, όπως στο πλαίσιο εκλογών, δημοψηφισμάτων κ.λπ.· υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η επαγγελματική ανεξαρτησία των εθνικών ειδησεογραφικών πρακτορείων και να αποτραπεί η δημιουργία ειδησεογραφικών μονοπωλίων·

9.

αναγνωρίζει ότι η συνεχής αυτορρύθμιση και οι μη νομοθετικές πρωτοβουλίες, εφόσον είναι ανεξάρτητες, αμερόληπτες και διαφανείς, μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο για την εξασφάλιση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης· ζητεί από την Επιτροπή να λάβει μέτρα για τη στήριξη της ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης και των αντίστοιχων ρυθμιστικών φορέων, τόσο από το κράτος (μεταξύ άλλων σε ευρωπαϊκό επίπεδο) όσο και από ισχυρά εμπορικά συμφέροντα·

10.

υπενθυμίζει τον ειδικό και διακριτό ρόλο των κρατικών μέσων ενημέρωσης, όπως δηλώνεται στο Πρωτόκολλο του Άμστερνταμ σχετικά με το σύστημα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη·

11.

υπενθυμίζει ότι το πρωτόκολλο 29 που συνάπτεται στις Συνθήκες αναγνωρίζει ότι το σύστημα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις δημοκρατικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες κάθε κοινωνίας, καθώς και με την ανάγκη να διασφαλίζεται η πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης· κατά συνέπεια προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να χρηματοδοτούν τη δημόσια ραδιοτηλεοπτική υπηρεσία, εφόσον η χρηματοδότηση αυτή παρέχεται για την εκπλήρωση του στόχου της δημόσιας υπηρεσίας και δεν επηρεάζει τις συνθήκες του εμπορίου και τον ανταγωνισμό εντός της Ένωσης σε βαθμό που θα ερχόταν σε αντίθεση με κοινό συμφέρον·

12.

τονίζει τη σημασία της κατάλληλης, αναλογικής και σταθερής χρηματοδότησης στα κρατικά μέσα ενημέρωσης προκειμένου να εξασφαλίζεται η πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία τους, ώστε να είναι σε θέση να εκπληρώνουν πλήρως την αποστολή τους, συμπεριλαμβανομένου του κοινωνικού, εκπαιδευτικού, πολιτιστικού και δημοκρατικού τους ρόλου, να προσαρμόζονται στις ψηφιακές μεταβολές και να συμβάλλουν σε μια κοινωνία πληροφορίας και γνώσης χωρίς αποκλεισμούς, με αντιπροσωπευτικά μέσα ενημέρωσης υψηλής ποιότητας, που θα είναι διαθέσιμα σε όλους· εκφράζει την ανησυχία του για την τρέχουσα τάση σε ορισμένα κράτη μέλη να εφαρμόζουν περικοπές στον προϋπολογισμό των κρατικών μέσων ενημέρωσης ή να περιορίζουν τις δραστηριότητές τους, με αποτέλεσμα να περιορίζεται και η ικανότητά τους να εκπληρώσουν την αποστολή τους· ζητεί από τα κράτη μέλη να αντιστρέψουν την τάση αυτή και να εξασφαλίσουν επαρκή, βιώσιμη κατάλληλη και προβλέψιμη χρηματοδότηση για τα κρατικά μέσα ενημέρωσης·

13.

επισημαίνει ότι δεν θα πρέπει να γίνεται κατάχρηση των μέτρων για τη ρύθμιση της πρόσβασης των μέσων ενημέρωσης στην αγορά μέσω διαδικασιών αδειοδότησης και χορήγησης εγκρίσεων μετάδοσης, κανόνων σχετικά με την προστασία του κράτους, της εθνικής και στρατιωτικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης και κανόνων σχετικά με την προστασία της ηθικής και των παιδιών, για να ασκείται πολιτικός ή κομματικός έλεγχος και λογοκρισία στα μέσα ενημέρωσης και να παρεμποδίζεται το θεμελιώδες δικαίωμα των πολιτών να ενημερώνονται σχετικά με θέματα δημοσίου συμφέροντος και δημόσιας σημασίας· επισημαίνει ότι θα πρέπει στο πλαίσιο αυτό να εξασφαλιστεί η κατάλληλη ισορροπία· προειδοποιεί ότι τα μέσα ενημέρωσης δεν θα πρέπει να απειλούνται από την επιρροή ομάδων συμφερόντων και ομάδων πίεσης, οικονομικών παραγόντων ή θρησκευτικών ομάδων·

14.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τους κανόνες για τον ανταγωνισμό και για τα μέσα ενημέρωσης, να εξασφαλίσουν τον ανταγωνισμό ώστε να αντιμετωπιστεί και να προληφθεί ο κίνδυνος απόκτησης δεσπόζουσας θέσης, ίσως με τον ορισμό χαμηλότερων ορίων ανταγωνισμού στη βιομηχανία των μέσων ενημέρωσης από ό,τι σε άλλες αγορές, να εξασφαλίσουν την είσοδο νέων παραγόντων στην αγορά, να παρεμβαίνουν όταν διαπιστώνεται υπερβολικά μεγάλη συγκέντρωση στην αγορά των μέσων ενημέρωσης και όταν η πολυφωνία, η ανεξαρτησία και η ελευθερία τους βρίσκεται σε κίνδυνο, ώστε να εξασφαλίσουν ότι όλοι οι πολίτες της ΕΕ έχουν πρόσβαση σε ελεύθερα και ποικίλα μέσα ενημέρωσης σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς και να συνιστούν βελτιώσεις, όταν αυτό είναι αναγκαίο τονίζει ότι η ύπαρξη εκδοτικών ομίλων που ανήκουν σε επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις αποτελεί απειλή για την ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης· ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσο οι υφιστάμενοι κανόνες ανταγωνισμού σχετίζονται με την αυξανόμενη συγκέντρωση των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη· καλεί την Επιτροπή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για την εξασφάλιση της πολυφωνίας και την αποτροπή της υπερβολικής συγκέντρωσης στα μέσα ενημέρωσης·

15.

τονίζει ότι πρέπει να δοθεί προσοχή στο επίπεδο συγκέντρωσης της ιδιοκτησίας μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη και υπογραμμίζει ότι η έννοια της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης καλύπτει ένα ευρύτερο πεδίο θεμάτων όπως την απαγόρευση της λογοκρισίας, την προστασία των πηγών και των πληροφοριοδοτών, θέματα που αφορούν πιέσεις από πολιτικούς παράγοντες και δυνάμεις της αγοράς, τη διαφάνεια, τις συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων, τις αρχές ελέγχου των μέσων ενημέρωσης, την πολιτιστική ποικιλομορφία, την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, την απεριόριστη πρόσβαση σε πληροφορίες και επικοινωνίες, την αλογόκριτη πρόσβαση στο διαδίκτυο, καθώς και το ψηφιακό χάσμα· πιστεύει ότι η ιδιοκτησία και η διαχείριση των μέσων ενημέρωσης πρέπει να είναι διαφανής και να μην είναι συγκεντρωμένη· τονίζει ότι η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας μέσων ενημέρωσης θέτει σε κίνδυνο την πολυφωνία και την πολιτιστική ποικιλομορφία και οδηγεί στην ομοιομορφία του περιεχομένου τους·

16.

ζητεί κανόνες για να διασφαλισθεί η ορθή αντιμετώπιση και επίλυση συγκρούσεων συμφερόντων, όπως αυτών που προκύπτουν από τη συγκέντρωση πολιτικών αξιωμάτων και τον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης, ιδίως επιβάλλοντας τη δημοσιοποίηση των ονομάτων των ιδιοκτητών ομίλων μέσων ενημέρωσης· ζητεί την αποτελεσματική εφαρμογή σαφών κανόνων για την εξασφάλιση διαφανών και δίκαιων διαδικασιών για τη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης και την κατανομή της κρατικής διαφημιστικής δαπάνης και χορηγίας, ώστε να διασφαλίζεται ότι η διαφήμιση και η χορηγία δεν δημιουργούν προσκόμματα στην ελευθερία πληροφόρησης και έκφρασης ή στην πολυμορφία, ούτε παρεμβαίνουν στην εκδοτική γραμμή των μέσων ενημέρωσης, και καλεί την Επιτροπή να εποπτεύει την εφαρμογή των κανόνων αυτών·

17.

επισημαίνει ότι, παρά την εφαρμογή πολιτικής ανταγωνισμού μέσω του κανονισμού της ΕΕ περί συγχωνεύσεων, και ιδίως μέσω του άρθρου 21 (18) του κανονισμού αυτού, έχουν εκφραστεί ανησυχίες ότι τα μέσα αυτά δεν συμβάλλουν επαρκώς στον έλεγχο της συγκέντρωσης των μέσων ενημέρωσης λόγω προβλημάτων όσον αφορά την οριοθέτηση της αγοράς, καθώς σε ορισμένες περιπτώσεις μεγάλες συγχωνεύσεις μέσων ενημέρωσης διαφορετικών τύπων βρίσκονται κάτω από τα όρια κύκλου εργασιών που ορίζονται στην πολιτική ανταγωνισμού της ΕΕ·

18.

επισημαίνει ότι η ισχύς στην αγορά του κλάδου των μέσων ενημέρωσης δεν προκύπτει μόνο από τη μονοπωλιακή δύναμη τιμολόγησης, αλλά και από πολιτική επιρροή που οδηγεί σε άλωση των ρυθμιστικών αρχών, κάτι που δυσχεραίνει την άρση μιας δεσπόζουσας θέσης αφότου αυτή εδραιωθεί· ζητεί τον καθορισμό χαμηλότερων ορίων όσον αφορά τη στρέβλωση του ανταγωνισμού στον κλάδο των μέσων ενημέρωσης από ό,τι σε άλλες αγορές·

19.

υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι σε αρκετές περιπτώσεις στο παρελθόν έχει ερωτηθεί σχετικά με το ενδεχόμενο θέσπισης νομικού πλαισίου για την αποτροπή της συγκέντρωσης ιδιοκτησίας και της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης· ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για την εξασφάλιση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου νομοθετικού πλαισίου σχετικά με τους κανόνες ιδιοκτησίας μέσων ενημέρωσης το οποίο θα καθιερώνει ελάχιστα πρότυπα για τα κράτη μέλη·

20.

υπογραμμίζει τη σημασία που έχει η διασφάλιση της ανεξαρτησίας των δημοσιογράφων, τόσο από εσωτερικές πιέσεις των εκδοτών ή των ιδιοκτητών όσο και εξωτερικά, από ομάδες πολιτικών ή οικονομικών συμφερόντων ή άλλες ομάδες πίεσης, και τονίζει τη σημασία των συντακτικών χαρτών ή κωδίκων δεοντολογίας για τη συντακτική ανεξαρτησία, για την αποτροπή της παρέμβασης ιδιοκτητών, κυβερνήσεων ή εξωτερικών φορέων στο ειδησεογραφικό περιεχόμενο· τονίζει τη σημασία της άσκησης του δικαιώματος στην ελευθερία του λόγου χωρίς διακρίσεις οποιουδήποτε είδους και στη βάση της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης· υπογραμμίζει το γεγονός ότι το δικαίωμα πρόσβασης σε δημόσια έγγραφα και πληροφορίες είναι θεμελιώδες για τους δημοσιογράφους και τους πολίτες και ζητεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ένα στέρεο και εκτεταμένο νομικό πλαίσιο όσον αφορά την ελευθερία των κυβερνητικών πληροφοριών και της πρόσβασης σε έγγραφα δημοσίου ενδιαφέροντος· απευθύνει έκκληση στα κράτη μέλη να παράσχουν νομικές εγγυήσεις όσον αφορά την πλήρη προστασία της αρχής του απορρήτου των πηγών και ζητεί την αυστηρή εφαρμογή της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στον τομέα αυτόν, συμπεριλαμβανομένης εκείνης σχετικά με τους εσωτερικούς πληροφοριοδότες·

21.

ζητεί την προστασία των δημοσιογράφων από πιέσεις, εκφοβισμούς, παρενόχληση, απειλές και βία, υπενθυμίζοντας ότι οι ασκούντες ερευνητική δημοσιογραφία αντιμετωπίζουν συχνά απειλές, σωματική βία και έως απόπειρες δολοφονίας ως αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων τους· τονίζει τη σημασία που έχει να εξασφαλιστεί η απονομή δικαιοσύνης και η καταπολέμηση της ατιμωρησίας για τέτοιες πράξεις, σημειώνοντας και την άσχημη επίδρασή τους στην ελεύθερη έκφραση, που οδηγεί στην αυτολογοκρισία των μέσων ενημέρωσης· τονίζει ότι η ερευνητική δημοσιογραφία βοηθά στην εποπτεία της δημοκρατίας και της χρηστής διακυβέρνησης, καθώς και στην αποκάλυψη παρατυπιών και ποινικών αδικημάτων, υποστηρίζοντας με τον τρόπο αυτόν τις διωκτικές αρχές· προτρέπει τα κράτη μέλη και την ΕΕ να στηρίξουν και να προωθήσουν την ερευνητική δημοσιογραφία και να προαγάγουν τη δεοντολογική δημοσιογραφία στα μέσα ενημέρωσης μέσω της δημιουργίας επαγγελματικών προτύπων και κατάλληλων διαδικασιών προσφυγής, ιδίως μέσω της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της χρήσης κωδίκων δεοντολογίας διατυπωμένων από τις ενώσεις και τα συνδικάτα των μέσων ενημέρωσης·

22.

ζητεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν νομοθεσία που θα αποτρέπει τη διείσδυση στελεχών υπηρεσιών πληροφοριών στις αίθουσες σύνταξης, καθώς οι πρακτικές αυτές θέτουν σε μεγάλο κίνδυνο την ελευθερία έκφρασης, εφόσον καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση των αιθουσών σύνταξης και δημιουργούν κλίμα δυσπιστίας, παρεμποδίζουν τη συλλογή πληροφοριών και απειλούν την εμπιστευτικότητα των πηγών, οδηγώντας τελικά σε προσπάθειες παραπληροφόρησης και χειραγώγησης του κοινού και πλήττοντας την αξιοπιστία των μέσων ενημέρωσης·

23.

τονίζει ότι αυξανόμενος αριθμός δημοσιογράφων απασχολείται υπό επισφαλείς συνθήκες, χωρίς τις κοινωνικές εγγυήσεις που υπάρχουν στη συνήθη αγορά εργασίας, και ζητεί τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης· τονίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων συμβιβάζονται με τις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη· υπογραμμίζει τη σημασία των συλλογικών συμβάσεων για τους δημοσιογράφους και της εκπροσώπησης των δημοσιογραφικών συλλόγων σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, στην οποία πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι εργαζόμενοι, ακόμα και εάν είναι μέλη μικρής ομάδας, εργάζονται σε μικρές επιχειρήσεις ή έχουν συμβάσεις μη παραδοσιακής μορφής, όπως συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή προσωρινής απασχόλησης, εφόσον η ασφάλεια απασχόλησης τους παρέχει τη δυνατότητα να εκφράζονται και να αναλαμβάνουν δράση από κοινού και να υπερασπίζονται ευκολότερα και αποτελεσματικότερα τα επαγγελματικά τους πρότυπα·

24.

τονίζει την ανάγκη προώθησης της δεοντολογικής δημοσιογραφίας στα μέσα ενημέρωσης· ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει μια πράξη (π.χ. μέσω σύστασης όπως αυτή της 20ής Δεκεμβρίου 2006 για την προστασία των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και για το δικαίωμα απάντησης σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών υπηρεσιών και επιγραμμικών υπηρεσιών πληροφόρησης), προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη θα καλέσουν τον κλάδο των μέσων ενημέρωσης να αναπτύξει επαγγελματικά πρότυπα και κώδικες δεοντολογίας που θα περιλαμβάνουν την υποχρέωση να επισημαίνεται η διαφορά μεταξύ γεγονότων και απόψεων στην ειδησεογραφία, την αναγκαιότητα ακρίβειας, αμεροληψίας και σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, την υποχρέωση διόρθωσης τυχόν εσφαλμένης πληροφόρησης και το δικαίωμα απάντησης· το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να προβλέπει τη θέσπιση από την πλευρά του κλάδου των μέσων ενημέρωσης μιας ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής –η οποία θα λειτουργεί ανεξάρτητα από πολιτικές ή άλλες εξωτερικές επιρροές– με την αρμοδιότητα να διαχειρίζεται καταγγελίες σχετικά με τον Τύπο βάσει επαγγελματικών προτύπων και κωδίκων δεοντολογίας, και την εξουσία να επιβάλλει κατάλληλες κυρώσεις·

25.

καλεί τα κράτη μέλη στα οποία η δυσφήμιση αποτελεί ποινικό αδίκημα να την αποποινικοποιήσουν το συντομότερο δυνατό· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι, σε πολλά κράτη μέλη, δημοσιογράφοι και μέσα ενημέρωσης υφίστανται παρενόχληση και βιαιοπραγίες, μεταξύ άλλων και όταν καλύπτουν διαδηλώσεις και δημόσιες εκδηλώσεις, πράγμα που έχει προκαλέσει ανησυχία σε διάφορες ευρωπαϊκές και διεθνείς οργανώσεις, στην επιστημονική κοινότητα και στην κοινωνία των πολιτών· τονίζει τη σημασία που έχει να ξεκινήσει ένας διάλογος με τις αρχές, ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν απειλείται η ελευθερία και η ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, ότι δεν αποσιωπούνται οι επικριτικές απόψεις και ότι οι δυνάμεις επιβολής του νόμου σέβονται τον ρόλο των μέσων ενημέρωσης και τους επιτρέπουν να τον επιτελούν με ελευθερία και ασφάλεια·

26.

υπογραμμίζει τη σημασία που έχει να συγκροτηθούν φορείς αυτορρύθμισης των μέσων ενημέρωσης, όπως επιτροπές αναφορών και διαμεσολαβητές, και υποστηρίζει τις πρακτικές προσπάθειες από τα κάτω που έχουν ξεκινήσει από τους Ευρωπαίους δημοσιογράφους για την υπεράσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους με τη δημιουργία ενός κέντρου υποστήριξης για την καταγραφή καταγγελλόμενων παραβιάσεων των δικαιωμάτων αυτών, και ιδίως του δικαιώματος ελεύθερης έκφρασης, (σύμφωνα με το πιλοτικό πρόγραμμα το οποίο εγκρίθηκε από την ολομέλεια στο πλαίσιο της θέσης του Κοινοβουλίου σχετικά με τον προϋπολογισμό του 2013, στις 23 Οκτωβρίου 2012)·

27.

υπογραμμίζει την ανάγκη κανόνων σχετικά με την πολιτική ενημέρωση σε ολόκληρο τον κλάδο των οπτικοακουστικών μέσων ενημέρωσης, προκειμένου να διασφαλισθεί η δίκαιη πρόσβαση στους διαφορετικούς πολιτικούς σχηματισμούς, πολιτικές γνώμες και απόψεις, ιδίως στην περίπτωση εκλογών και δημοψηφισμάτων, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πολίτες μπορούν να διαμορφώνουν την άποψή τους χωρίς αθέμιτη επιρροή από μία δεσπόζουσα δύναμη η οποία διαμορφώνει την κοινή γνώμη· σημειώνει ότι οι κανόνες αυτοί πρέπει να εφαρμόζονται κατάλληλα από τους ρυθμιστικούς φορείς·

28.

τονίζει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης δεν περιορίζονται μόνο στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, αλλά καλύπτουν επίσης τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλες μορφές νέων μέσων ενημέρωσης· δηλώνει την πλήρη αντίθεσή του σε κάθε προσπάθεια των αρχών να επιβάλουν απαιτήσεις καταχώρησης ή αδειοδότησης ή να παρεμποδίσουν περιεχόμενο που διατείνονται ότι είναι επιβλαβές· αναγνωρίζει ότι η παροχή διαδικτυακών υπηρεσιών από τα δημόσια μέσα ενημέρωσης συμβάλλει στην αποστολή τους να εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες μπορούν να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες και να σχηματίζουν δική τους γνώμη από μια ποικιλία πηγών·

29.

τονίζει την αυξανόμενη σημασία των συναθροιστών ειδήσεων, των μηχανών αναζήτησης και άλλων διαμεσολαβητών στη διάδοση και την πρόσβαση σε πληροφορίες και ειδησεογραφικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο· ζητεί από την Επιτροπή να συμπεριλάβει αυτούς τους συντελεστές του διαδικτύου στο κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ κατά την αναθεώρηση της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της διάκρισης του περιεχομένου και της στρέβλωσης στην επιλογή πηγών·

30.

παροτρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο της πολιτικής της Επιτροπής για την εξοικείωση με τα μέσα ενημέρωσης, να αποδίδουν επαρκή προσοχή στη σημασία της εκπαίδευσης όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης, η οποία πρέπει να παρέχει στους πολίτες δεξιότητες κριτικής θεώρησης και επιλογής ανάμεσα στον διαρκώς αυξανόμενο όγκο πληροφοριών.

31.

ζητεί από την Επιτροπή να ελέγχει εάν τα κράτη μέλη παραχωρούν τις ραδιοτηλεοπτικές άδειες βάσει αντικειμενικών, διαφανών, μη μεροληπτικών και αναλογικών κριτηρίων·

32.

υπογραμμίζει τη σημασία και τον επείγοντα χαρακτήρα της ετήσιας παρακολούθησης της ελευθερίας και της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης σε όλα τα κράτη μέλη και της υποβολής εκθέσεων σε ετήσια βάση για το θέμα αυτό, βάσει λεπτομερών προτύπων που θα αναπτύξει το Συμβούλιο της Ευρώπης και ο ΟΑΣΕ και μιας αναλυτικής προσέγγισης που θα βασίζεται στους κινδύνους, καθώς και βάσει των δεικτών που αναπτύχθηκαν από την ανεξάρτητη μελέτη η οποία εκπονήθηκε για την Επιτροπή, σε συνεργασία με ΜΚΟ, ενδιαφερόμενους φορείς και εμπειρογνώμονες, μεταξύ άλλων με την παρακολούθηση και επίβλεψη των αλλαγών της σχετικής νομοθεσίας που εγκρίνεται στα κράτη μέλη και επηρεάζει την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, ιδίως όσον αφορά κρατικές παρεμβάσεις, καθώς και των βέλτιστων πρακτικών για τον προσδιορισμό των προτύπων για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας τόσο για δημόσια όσο και για ιδιωτικά δίκτυα· υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να καταστούν αυτά τα κοινά ευρωπαϊκά πρότυπα γνωστά στο ευρύτερο κοινό· πιστεύει ότι η Επιτροπή, ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ή/και το Κέντρο για την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης του ΕΠΙ, πρέπει να επιτελέσουν αυτό το έργο και να δημοσιεύουν μια έκθεση σε ετήσια βάση σχετικά με τα αποτελέσματα του ελέγχου· πιστεύει ότι η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει την έκθεση αυτή στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και να προτείνει ενέργειες και μέτρα που θα προκύπτουν από τα συμπεράσματά της·

33.

πιστεύει ότι η ΕΕ έχει αρμοδιότητες για τη λήψη νομοθετικών μέτρων που θα εγγυώνται, θα προστατεύουν και θα προωθούν την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, καθώς και την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό που έχει αρμοδιότητες στους τομείς της προστασίας των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της πολιτιστικής διαφορετικότητας, της πρόσβασης των πολιτών στην ενημέρωση και/ή στην κάλυψη σημαντικών γεγονότων, της προώθησης των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία, της προστασίας των καταναλωτών σε σχέση με τις εμπορικές επικοινωνίες, και του δικαιώματος απάντησης, τα οποία είναι γενικά συμφέροντα που καλύπτονται από την οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων· παράλληλα, πιστεύει ότι οποιαδήποτε ρύθμιση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί βάσει λεπτομερούς και προσεκτικής ανάλυσης της κατάστασης στην ΕΕ και τα κράτη μέλη, των προβλημάτων προς επίλυση και των βέλτιστων τρόπων για την αντιμετώπισή τους· πιστεύει ότι είναι προτιμότερες, σύμφωνα και με τα περισσότερα ενδιαφερόμενα μέρη, ορισμένες μη νομοθετικές πρωτοβουλίες, όπως η παρακολούθηση, η αυτορρύθμιση, οι κώδικες δεοντολογίας, καθώς και η ενεργοποίηση του άρθρου 7 της ΣΕΕ, όπου αυτό είναι απαραίτητο, δεδομένου ότι ορισμένες από τις μεγαλύτερες απειλές για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε ορισμένα κράτη μέλη προκύπτουν από νομοθεσία που θεσπίστηκε πρόσφατα·

34.

ζητεί εκ νέου από την Επιτροπή να αναθεωρήσει και να τροποποιήσει την οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων και να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής της, ώστε να περιλαμβάνει ελάχιστα πρότυπα για τον σεβασμό, την προστασία και την προώθηση του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και της ενημέρωσης, καθώς και της ελευθερίας και της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, και να εξασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, των αποφάσεων του ΕΔΑΔ και της σχετικής νομολογίας όσον αφορά τις θετικές υποχρεώσεις στο πεδίο των μέσων ενημέρωσης, δεδομένου ότι στόχος της οδηγίας είναι η δημιουργία ενός χώρου χωρίς εσωτερικά σύνορα για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων με ταυτόχρονη εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας για τους στόχους γενικού συμφέροντος, όπως η θέσπιση κατάλληλου νομοθετικού και διοικητικού πλαισίου για την εξασφάλιση ουσιαστικής πολυφωνίας (19)· κατά συνέπεια, καλεί την Επιτροπή να αναθεωρήσει και να τροποποιήσει της οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων ώστε να εξασφαλίσει — όπως συμβαίνει και με τις ρυθμιστικές αρχές στο πεδίο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών — ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι απολύτως ανεξάρτητες, αμερόληπτες και διαφανείς όσον αφορά τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων, την άσκηση των καθηκόντων και των εξουσιών τους και τη διαδικασία ελέγχου, ότι χρηματοδοτούνται κατάλληλα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και διαθέτουν επαρκείς εξουσίες για την επιβολή κυρώσεων ώστε να διασφαλίζεται η εφαρμογή των αποφάσεών τους·

35.

καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει στην αξιολόγηση και αναθεώρηση της ΟΥΟΑΜ διατάξεις σχετικά με τη διαφάνεια της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης, τη συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης, τους κανόνες περί σύγκρουσης συμφερόντων για την αποτροπή της αθέμιτης επιρροής στα μέσα ενημέρωσης από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, καθώς και σχετικά με την ανεξαρτησία των εποπτικών αρχών των μέσων ενημέρωσης· ζητεί από την Επιτροπή να συντάξει ανακοίνωση σχετικά με τους δείκτες για την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη της ΕΕ, ένα θέμα το οποίο έχει ήδη αναπτυχθεί στην ανεξάρτητη μελέτη «Δείκτες για την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης στα κράτη μέλη — προς μία προσέγγιση με βάση τους κινδύνους», σύμφωνα με την προτεινόμενη «προσέγγιση τριών σταδίων» που διατυπώθηκε τον Ιανουάριο του 2007· στη συνέχεια θα πρέπει να διεξαχθεί ευρεία δημόσια διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, μεταξύ άλλων σε συνέχεια της έκθεσης της ομάδας υψηλού επιπέδου για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, ιδίως με την κατάρτιση πρότασης για μια ομάδα κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕ για την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης·

36.

ζητεί από τα κράτη μέλη να προχωρήσουν άμεσα σε μεταρρυθμίσεις για την επίτευξη των στόχων αυτών· ζητεί από την Επιτροπή να καθορίσει με σαφήνεια το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων των ρυθμιστικών αρχών των μέσων ενημέρωσης, ιδίως όσον αφορά τη ρύθμιση και τον έλεγχο και να επιβλέπει τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις αναγκαιότητας και αναλογικότητας κατά την επιβολή κυρώσεων· υπενθυμίζει ότι είναι σημαντικό να προσαρμόζεται το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού στις ιδιαιτερότητες κάθε μέσου ενημέρωσης·

37.

ζητεί τη συνεργασία και τον συντονισμό των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης, για παράδειγμα με τη σύσταση ένωσης ευρωπαϊκών ρυθμιστικών φορέων για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, την εναρμόνιση του καθεστώτος των εθνικών ρυθμιστικών αρχών όπως προβλέπεται στα άρθρα 29 και 30 της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, διασφαλίζοντας την ανεξαρτησία, την αμεροληψία και τη διαφάνειά τους, τόσο όσον αφορά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και την άσκηση των εξουσιών τους, όσο και σε σχέση με τη διαδικασία ελέγχου τους, καθώς και την εξασφάλιση επαρκών εξουσιών για την επιβολή κυρώσεων ώστε να διασφαλίζεται η εφαρμογή των αποφάσεών τους·

38.

ζητεί από την Επιτροπή, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη να λάβουν κατάλληλα, έγκαιρα, αναλογικά και προοδευτικά μέτρα όπου εγείρονται ανησυχίες σχετικά με την ελευθερία της έκφρασης, της ενημέρωσης, την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης στην ΕΕ και στα κράτη μέλη·

39.

πιστεύει ότι σε περίπτωση περαιτέρω προσχωρήσεων στην ΕΕ, θα πρέπει να δίνεται περισσότερη έμφαση στην προστασία των ελευθεριών και στην ελευθερία λόγου, που θεωρούνται ευρέως στοιχεία των ρητρών περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατίας στο πλαίσιο των κριτηρίων της Κοπεγχάγης· ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί τις επιδόσεις και την πρόοδο των υποψήφιων για προσχώρηση στην ΕΕ χωρών όσον αφορά την προστασία των ελευθεριών των μέσων ενημέρωσης·

40.

ζητεί από την Επιτροπή να εξασφαλίσει τη συμπερίληψη κριτηρίων που βασίζονται στην πολυφωνία και την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης σε κάθε εκτίμηση επιπτώσεων που πραγματοποιείται για νέες πρωτοβουλίες σχετικά με νομοθετικές προτάσεις·

41.

εκφράζει την ανησυχία του για την έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη και, κατά συνέπεια, ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τη διαφάνεια στην ιδιοκτησία και τη διαχείριση των μέσων ενημέρωσης και να αναλάβουν πρωτοβουλίες στο πεδίο αυτό, ιδίως απαιτώντας από τα ραδιοτηλεοπτικά, τα έντυπα και άλλα παρόμοια μέσα ενημέρωσης να υποβάλλουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές εταιρικά μητρώα και να δημοσιοποιούν επαρκείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους, ώστε να είναι δυνατός ο προσδιορισμός των δικαιούχων και τελικών ιδιοκτητών των επιχειρήσεων Τύπου, του βιογραφικού τους και των πηγών χρηματοδότησής τους, για παράδειγμα μέσω της περαιτέρω ανάπτυξης της βάσης δεδομένων MAVISE ώστε να εξελιχθεί σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό μητρώο χάρη στο οποίο θα εντοπίζονται οι περιπτώσεις υπερβολικής συγκέντρωσης μέσων ενημέρωσης, θα εμποδίζονται οι επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης να αποκρύπτουν ιδιαίτερα συμφέροντα και θα επιτρέπεται στους πολίτες να ελέγχουν ποια συμφέρονται βρίσκονται πίσω από τα μέσα ενημέρωσής τους·· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάζουν και να παρακολουθούν κατά πόσο οι δημόσιοι πόροι που προορίζονται από τα κράτη μέλη για τα κρατικά μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούνται με διαφάνεια και σε αυστηρή συμφωνία με το πρωτόκολλο 29 των Συνθηκών· πιστεύει ότι η διαφάνεια όσον αφορά την ιδιοκτησία αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης· ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρακολουθεί και να στηρίζει την πρόοδο προς την κατεύθυνση της ενισχυμένης ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης·

42.

υπογραμμίζει ότι η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει την ελευθερία πρόσβασης σε μέσα ενημέρωσης, μέσω της εξασφάλισης αποτελεσματικής παροχής και πρόσβασης σε υπηρεσίες ευρυζωνικού διαδικτύου για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, σε εύλογο χρόνο και με εύλογο τίμημα, μέσω της περαιτέρω ανάπτυξης των ασύρματων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένων των δορυφορικών τεχνολογιών που καθιστούν δυνατή τη σύνδεση με το διαδίκτυο·

43.

τονίζει ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι αρχές έχουν θετικές υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 10 της ΕΣΑΔ όσον αφορά την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης ως μίας από τις προϋποθέσεις μιας λειτουργικής δημοκρατίας, καθώς «η πραγματικά αποτελεσματική άσκηση ορισμένων ελευθεριών δεν εξαρτάται μόνο από την υποχρέωση του κράτους να μην παρεμβαίνει, αλλά ενδέχεται να απαιτεί θετικά μέτρα προστασίας»·

44.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, στον ΟΑΣΕ, στην Επιτροπή Υπουργών και την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, την Επιτροπή της Βενετίας και τον Επίτροπο αρμόδιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα.


(1)  ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1.

(2)  http://www.pressfreedom.eu/en/index.php

(3)  ΕΕ C 25 Ε της 29.1.2004, σ. 205.

(4)  ΕΕ C 76 Ε της 25.3.2004, σ. 412.

(5)  ΕΕ C 76 E της 25.3.2004, σ. 453.

(6)  ΕΕ C 193 Ε της 17.8.2006, σ. 117.

(7)  ΕΕ C 104 Ε της 30.4.2004, σ. 1026.

(8)  ΕΕ C 8 Ε της 14.1.2010, σ. 75.

(9)  ΕΕ C 99 Ε της 3.4.2012, σ. 50.

(10)  ΕΕ C 199 Ε της 7.7.2012, σ 154.

(11)  www.mediainitiative.eu

(12)  «The Citizen’s Right to Information: Law and Policy in the EU and its Member States», Ιούνιος 2012, διαθέσιμο στο http://www.europarl.europa.eu/committees/fr/studiesdownload.html?languageDocument=EN&file=75131

(13)  http://cmpf.eui.eu/Home.aspx

(14)  Εκπονήθηκε από το Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λουβένης — ICRI, τη Διεθνή Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Jönköping — MMTC, το Πανεπιστήμιο Κεντρικής Ευρώπης — CMCS και την εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών Ernst & Young του Βελγίου.

(15)  Αυτές περιλαμβάνουν την άσκηση άμεσου ή έμμεσου κομματικού πολιτικού ελέγχου και επιρροής στα μέσα ενημέρωσης ή στους φορείς ελέγχου των μέσων ενημέρωσης, τον αποκλεισμό ή περιορισμό της πρόσβασης ορισμένων επιχειρήσεων του Τύπου στην αγορά μέσω διαδικασιών αδειοδότησης και έγκρισης μετάδοσης, την κατάχρηση και παραποίηση των κανόνων σχετικά με την εθνική ή στρατιωτική ασφάλεια και δημόσια τάξη ή της δεοντολογίας για την επιβολή λογοκρισίας και παρακώλυση της πρόσβασης σε έγγραφα και πληροφορίες, την παραβίαση της αρχής της εμπιστευτικότητας των πηγών, την απουσία νομοθεσίας για τη συγκέντρωση των μέσων ενημέρωσης και τη σύγκρουση συμφερόντων καθώς και τη χρήση διαφημίσεων για την άσκηση επιρροής στην εκδοτική γραμμή.

(16)  http://europa.eu/rapid/pressReleasesAction.do?reference=IP/07/52

(17)  Βλέπε παράγραφο 6 του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 10ης Μαρτίου 2011 σχετικά με τον νόμο της Ουγγαρίας για τα μέσα ενημέρωσης.

(18)  Το άρθρο 21 ορίζει ότι οι εθνικές αρχές μπορούν να προστατεύουν «έννομα συμφέροντα», θεσπίζοντας εθνική νομοθεσία για τη διατήρηση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης.

(19)  ECHR, Centro Europa 7, 7 Ιουνίου 2012, παράγραφος 134.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/43


P7_TA(2013)0204

Επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με μια Ατζέντα για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις (2012/2234(INI))

(2016/C 055/06)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Ιουλίου 2010, με τίτλο «Πράσινη Βίβλος για επαρκή, βιώσιμα και ασφαλή ευρωπαϊκά συνταξιοδοτικά συστήματα» (COM(2010)0365) και το σχετικό ψήφισμά του της 16ης Φεβρουαρίου 2011 (1),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 16ης Φεβρουαρίου 2012, με τίτλο «Λευκή Βίβλος — μια Ατζέντα για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις» (COM(2012)0055),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής της 16ης Φεβρουαρίου 2012, «Λευκή Βίβλος — μια Ατζέντα για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις» (2),

έχοντας υπόψη την έκθεση που εκπόνησαν από κοινού η Γενική Διεύθυνση Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Ένταξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας με τίτλο «Η επάρκεια των συντάξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2010-2050» (Έκθεση για την επάρκεια 2012),

έχοντας υπόψη την έκθεση που εκπόνησαν από κοινού η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής «Έκθεση για τη δημογραφική γήρανση το 2012: οικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις των 27 κρατών μελών της ΕΕ (2010-2060) (3),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 23ης Νοεμβρίου 2011 με τίτλο «Ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2012» (COM(2011)0815) και το σχετικό ψήφισμά του της 15ης Φεβρουαρίου 2012 (4),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2010/707/ΕΕ του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και την καταπολέμηση της φτώχειας, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής φτώχειας, στην ΕΕ (6),

έχοντας υπόψη τη διακήρυξη του Συμβουλίου για το Ευρωπαϊκό Έτος Ενεργού Γήρανσης και Αλληλεγγύης μεταξύ των Γενεών (2012): Η Πορεία το Μέλλον (SOC 992/SAN 322) της 7ης Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0137/2013),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι απόψεις του Κοινοβουλίου για την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής του 2010 «Για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις» εκφράστηκαν στο ψήφισμά του της 16ης Φεβρουαρίου 2011·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χειρότερη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση των τελευταίων δεκαετιών μεταμορφώθηκε σε μια βαθιά κοινωνική κρίση και κρίση του δημοσίου χρέους που έπληξε έντονα τα συνταξιοδοτικά εισοδήματα εκατομμυρίων πολιτών της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι η κρίση αυτή κατέδειξε ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες είναι αλληλεξαρτώμενες και ότι καμία χώρα δεν δύναται πλέον να εγγυηθεί από μόνη της την επάρκεια, την ασφάλεια και τη βιωσιμότητα των συστημάτων της κοινωνικής προστασίας·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συντάξεις αποτελούν την κύρια πηγή εισοδήματος των ηλικιωμένων Ευρωπαίων και ότι έχουν ως στόχο να τους εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο και οικονομική ανεξαρτησία· λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά ταύτα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 22 % περίπου των γυναικών άνω των 75 ετών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει τον κίνδυνο του κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς και ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού άνω των 75 ετών είναι γυναίκες·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρώτη φουρνιά της λεγόμενης γενιάς της πληθυσμιακής έκρηξης («baby boom») έφθασε στην ηλικία της συνταξιοδότησης, καθιστώντας σημερινή πραγματικότητα τη δημογραφική πρόκληση που εθεωρείτο κάποτε σενάριο του μέλλοντος, και ότι ο αριθμός των προσώπων άνω των 60 ετών θα αυξάνεται κατά περισσότερο από δύο εκατομμύρια ετησίως·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ακόμη και χωρίς να συνεκτιμάται η οικονομική κρίση, οι δημογραφικές τάσεις και η εξέλιξη της παραγωγικότητας προαναγγέλλουν ένα οικονομικό σενάριο χαμηλής ανάπτυξης για τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ, με δείκτες οικονομικής ανάπτυξης αισθητά χαμηλότερους εκείνων που καταγράφηκαν τις τελευταίες δεκαετίες·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε ήδη τον Μάρτιο του 2011 τη στρατηγική τριών αξόνων της Στοκχόλμης με στόχο: την ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους, την αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και των επιπέδων παραγωγικότητας και τη μεταρρύθμιση των συστημάτων συνταξιοδότησης, υγειονομικής περίθαλψης και μακροχρόνιας φροντίδας·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρνητικές συνέπειες της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης της Ευρώπης όσον αφορά τους μισθούς και την απασχόληση θα επιτείνουν στο μέλλον τους κινδύνους φτώχειας των ηλικιωμένων·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αύξηση της ανεργίας και οι απογοητευτικές αποδόσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών έχουν πλήξει τόσο τα διανεμητικά συστήματα όσο και τα συστήματα που βασίζονται στην κεφαλαιοποίηση·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή συνιστά να αυξηθεί το ελάχιστο ύψος των συντάξεων με σκοπό την παροχή συνταξιοδοτικών εισοδημάτων πάνω από το όριο της φτώχειας·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συνταξιοδοτικά συστήματα συνιστούν ένα ουσιαστικό στοιχείο των ευρωπαϊκών κοινωνικών προτύπων, με βασικό και αδιαπραγμάτευτο σκοπό την εγγύηση αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου στα ηλικιωμένα άτομα· ότι η παροχή συντάξεων εξακολουθεί να είναι αρμοδιότητα των κρατών μελών·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βιωσιμότητα της πολιτικής για τις συντάξεις δεν αφορά μόνο δημοσιονομικά ζητήματα· ότι οι ιδιωτικές αποταμιεύσεις, τα ποσοστά της ανεργίας και οι προβλεπόμενες δημογραφικές εξελίξεις διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στη διασφάλιση της βιωσιμότητας·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της τρέχουσας συζήτησης που πραγματοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα συνταξιοδοτικά συστήματα αντιμετωπίζονται πολύ συχνά ως απλό βάρος για τα δημόσια οικονομικά παρά ως βασικό μέσο για την καταπολέμηση της φτώχειας των ηλικιωμένων και την ανακατανομή των οικονομικών πόρων στη διάρκεια της ζωής του ατόμου και στην κοινωνία·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συνταξιούχοι συνιστούν μια ιδιαίτερα σημαντική καταναλωτική ομάδα και ότι οποιαδήποτε διακύμανση της καταναλωτικής τους συμπεριφοράς έχει σοβαρό αντίκτυπο στην πραγματική οικονομία·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολλές χώρες της ΕΕ τα ποσοστά γονιμότητας παραμένουν χαμηλά, οδηγώντας σε μελλοντική μείωση του αριθμού των ατόμων σε ηλικία εργασίας·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η κινητικότητα μεταξύ των κρατών μελών είναι περιορισμένη και μόνο το 3 % των πολιτών της ΕΕ σε ηλικία εργασίας κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ (7)·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μελέτη «Γυναίκες που ζουν μόνες: επικαιροποίηση» (8), η οποία εκπονήθηκε κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων του Κοινοβουλίου, καταδεικνύει ότι ορισμένα από τα υπάρχοντα συστήματα συνταξιοδότησης είναι πιθανό να επιδεινώνουν τις ανισότητες ανάμεσα στα φύλα, ιδίως όσον αφορά τις γυναίκες που ζουν μόνες·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το έγγραφο εργασίας του ΟΟΣΑ αριθ. 116 σχετικά με την κοινωνία, την απασχόληση και τη μετανάστευση, με τίτλο «Μαγειρική, φροντίδα και εθελοντισμός: η μη αμειβόμενη εργασία ανά τον κόσμο» (9), καταδεικνύει τη σημασία της μη αμειβόμενης εργασίας που δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί στα εθνικά συνταξιοδοτικά συστήματα·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην ΕΕ, το ποσοστό απασχόλησης των ατόμων ηλικίας μεταξύ 55 και 64 ετών είναι μόλις 47,4 % ενώ το ίδιο ποσοστό για τις γυναίκες είναι μόνο 40,2 %· λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ορισμένες χώρες της ΕΕ μόνο το 2 % του συνόλου των κενών θέσεων εργασίας καλύπτεται από άτομα ηλικίας 55 ετών και άνω· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εν λόγω χαμηλά ποσοστά απασχόλησης προκαλούν ενδογενεακό χάσμα συνταξιοδότησης μεταξύ ανδρών και γυναικών, καθώς και διαγενεακό χάσμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές διαφορές μεταξύ των γενεών όσον αφορά τους οικονομικούς πόρους·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα συνταξιοδοτικά συστήματα διαφέρουν σημαντικά τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών μελών, π.χ. όσον αφορά το εύρος της χρηματοδότησης, το επίπεδο συμμετοχής της κυβέρνησης, τη δομή της διαχείρισης, τον τύπο των αξιώσεων, τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, τον βαθμό συλλογικότητας και αλληλεγγύης και ότι, συνεπώς, δεν υφίσταται κοινή τυπολογία σε επίπεδο ΕΕ·

Εισαγωγή

1.

παρατηρεί ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί υφίστανται έντονες πιέσεις και ότι σε πολλά κράτη μέλη μειώθηκαν οι συνταξιοδοτικές παροχές λόγω της σοβαρής κλιμάκωσης της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης· λυπάται για τις σοβαρές περικοπές στις οποίες προέβησαν τα κράτη μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση, και οι οποίες ώθησαν πολλούς συνταξιούχους στη φτώχεια ή στην απειλή φτώχειας·

2.

τονίζει την ανάγκη η ΕΕ και τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν την τρέχουσα και μελλοντική βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων και να προσδιορίσουν τις βέλτιστες πρακτικές και τις στρατηγικές πολιτικής που μπορούν να οδηγήσουν στην ασφαλέστερη και πιο αποτελεσματική από άποψη κόστους παροχή συντάξεων εντός των κρατών μελών·

3.

υπογραμμίζει την πιθανότητα ενός οικονομικού σεναρίου που θα χαρακτηρίζεται μακροπρόθεσμα από χαμηλή ανάπτυξη, γεγονός που θα απαιτήσει από τα κράτη μέλη να εξυγιάνουν τους προϋπολογισμούς τους και να μεταρρυθμίσουν τα δημόσια οικονομικά τους υπό συνθήκες λιτότητας· συμφωνεί με την άποψη που εκφράζεται στη Λευκή Βίβλο της Επιτροπής ότι είναι ανάγκη να συγκροτηθούν επικουρικές επαγγελματικές συντάξεις βασιζόμενες στην κεφαλαιοποίηση, πέρα από την προτεραιότητα της διασφάλισης των οικουμενικών, δημόσιων συντάξεων που θα εξασφαλίζουν τουλάχιστον ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο σε όλους τους ηλικιωμένους·

4.

υπογραμμίζει ότι τα δημόσια συνταξιοδοτικά συστήματα του πρώτου πυλώνα παραμένουν η κύρια πηγή εισοδήματος για τους συνταξιούχους· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι στη Λευκή Βίβλο η Επιτροπή δεν τονίζει επαρκώς τη σημασία των οικουμενικών δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων του πρώτου πυλώνα που θα εξασφαλίζουν τουλάχιστον τους πάντες από τη φτώχεια· καλεί τα κράτη μέλη — σύμφωνα με τους στόχους της στρατηγικής Ευρώπη 2020 για αύξηση της απασχόλησης και καταπολέμηση της φτώχειας — να συνεχίσουν να επιδιώκουν πιο ενεργές και χωρίς αποκλεισμούς στρατηγικές για την αγορά εργασίας ώστε να μειωθεί ο λόγος της οικονομικής εξάρτησης μεταξύ μη ενεργών ατόμων και ατόμων που εργάζονται· καλεί τους κοινωνικούς εταίρους και τα κράτη μέλη να συνδυάσουν τις μεταρρυθμίσεις αυτές με τη διαρκή βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την εφαρμογή προγραμμάτων δια βίου κατάρτισης που οδηγούν σε πιο υγιείς και μακρόπνοες επαγγελματικές σταδιοδρομίες έως τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης, αυξάνοντας έτσι τον αριθμό των ατόμων που καταβάλλουν συνταξιοδοτικές εισφορές, προκειμένου επίσης να αποφευχθεί η αύξηση των δημόσιων δαπανών για συντάξεις που θα έθετε σε κίνδυνο τα βιώσιμα δημόσια οικονομικά· καλεί τα κράτη μέλη να μεταρρυθμίσουν τα συστήματά τους του πρώτου πυλώνα κατά τρόπο ώστε να λαμβάνονται επίσης υπόψη τα χρόνια καταβολής εισφορών·

5.

καλεί τα κράτη μέλη να αξιολογήσουν διεξοδικά την ανάγκη για εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στα συστήματά τους του πρώτου πυλώνα, λαμβάνοντας υπόψη τή μεταβολή στο προσδόκιμο ζωής και τη μεταβολή της σχέσης μεταξύ συνταξιούχων, ανέργων, και οικονομικά ενεργών προσώπων– έτσι ώστε να εξασφαλίζεται αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο και οικονομική ανεξαρτησία των ηλικιωμένων, ιδίως όσων ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες·

6.

διαπιστώνει ότι η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση και οι προκλήσεις που θέτει η γήρανση του πληθυσμού έχουν καταστήσει σαφή τον ευάλωτο χαρακτήρα των συνταξιοδοτικών συστημάτων, τόσο των διανεμητικών όσο και εκείνων που χρηματοδοτούνται μέσω κεφαλαιοποίησης· συνιστά μια προσέγγιση «πολλαπλών πυλώνων» στο συνταξιοδοτικό, η οποία θα συνίσταται σε συνδυασμούς των κατωτέρω:

i)

μια καθολική, διανεμητική, δημόσια σύνταξη·

ii)

μια επαγγελματική, επικουρική σύνταξη μέσω κεφαλαιοποίησης, που θα απορρέει από συλλογικές συμβάσεις σε εθνικό, κλαδικό ή εταιρικό επίπεδο και θα είναι προσιτή σε όλους τους εμπλεκόμενους εργαζόμενους·

τονίζει ότι η σύνταξη του πρώτου πυλώνα μόνη της, ή σε συνδυασμό με τη σύνταξη του δεύτερου πυλώνα (ανάλογα με τις εθνικές θεσμικές ρυθμίσεις ή τη νομοθεσία) πρέπει να στοιχειοθετεί ένα αξιοπρεπές εισόδημα υποκατάστασης με βάση τις προηγούμενες αποδοχές του εργαζόμενου, η οποία θα συμπληρώνεται, ει δυνατόν από:

iii)

μια εξατομικευμένη σύνταξη του τρίτου πυλώνα με βάση προσωπικές αποταμιεύσεις, με δίκαια κίνητρα, προσανατολισμένη σε εργαζόμενους χαμηλών εισοδημάτων, αυτοαπασχολούμενους και άτομα με ελλιπή έτη καταβολής εισφορών όσον αφορά το επαγγελματικό τους συνταξιοδοτικό σύστημα·

καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν την καθιέρωση ή τη διατήρηση παρομοίων ή αναλόγων οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμων συστημάτων όταν δεν υπάρχουν ήδη· ζητεί από την Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε κάθε ισχύουσα ή μελλοντική νομοθεσία στον συνταξιοδοτικό τομέα να ευνοεί και να σέβεται πλήρως αυτή την προσέγγιση·

7.

αναγνωρίζει το δυναμικό των φορέων που παρέχουν επαγγελματικές και ατομικές συντάξεις ως ουσιαστικών και αξιόπιστων μακροπρόθεσμων μέσων επένδυσης στην οικονομία της ΕΕ· υπογραμμίζει την προσδοκώμενη συνεισφορά τους για την υλοποίηση των μεγάλων στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» που αφορούν τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία περισσότερων και ποιοτικά καλύτερων θέσεων απασχόλησης, καθώς και τις κοινωνίες με λιγότερους αποκλεισμούς· χαιρετίζει, στο πλαίσιο αυτό, την επικείμενη πρωτοβουλία της Επιτροπής να εκπονήσει Πράσινη Βίβλο σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις· καλεί την Επιτροπή να μην υπονομεύσει το δυναμικό επένδυσης και να σέβεται τα διαφορετικά χαρακτηριστικά των συνταξιοδοτικών ταμείων και των άλλων φορέων συντάξεων όταν θεσπίζει νέους ή όταν τροποποιεί τους υφιστάμενους κανονισμούς της ΕΕ, κυρίως κατά την αναθεώρηση της οδηγίας σχετικά με τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών·

8.

καλεί την Επιτροπή να προβεί σε αποτίμηση των σωρευτικών αποτελεσμάτων της νομοθεσίας για τη χρηματοπιστωτική αγορά — π.χ. κανονισμός για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (EMIR), οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID) και αναθεωρημένη οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (CRD IV) — στα συνταξιοδοτικά ταμεία του δεύτερου πυλώνα και στην ικανότητά τους να πραγματοποιούν επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και να συμπεριλάβει σχετική αναφορά στην επικείμενη πράσινη βίβλο για τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις·

9.

υπενθυμίζει τη στρατηγική της Λισαβόνας 2000-2010, στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συζήτησαν διεξοδικά, κατά τη διάρκεια μιας δεκαετίας, το ζήτημα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων όσον αφορά την μακροοικονομική και μικροοικονομική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης, με αποτέλεσμα την έκδοση ειδικών συστάσεων ανά χώρα βάσει της Συνθήκης, πολλές από τις οποίες αφορούσαν άμεσα ή έμμεσα τη διασφάλιση επαρκών και βιώσιμων συντάξεων· εκφράζει τη λύπη του για τη μη εφαρμογή των εν λόγω συστάσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν περιορίσει σε σημαντικό βαθμό τον αντίκτυπο της κρίσης·

10.

επικροτεί τη δημοσίευση δύο διεξοδικών εκθέσεων υψηλής ποιότητας, της «Έκθεσης για τη δημογραφική γήρανση του 2012» (10) και της «Έκθεσης για την επάρκεια» (11) του 2012, που εξετάζουν τη μακροπρόθεσμη επάρκεια και βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων σε όλα τα κράτη μέλη· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι πτυχές της επάρκειας και της βιωσιμότητας των συντάξεων καλύπτονται σε χωριστές εκθέσεις ιδιαίτερα τεχνικού χαρακτήρα· καλεί επειγόντως την Επιτροπή και το Συμβούλιο να δημοσιεύσουν μια ενοποιημένη, συνοπτική και μη τεχνική περίληψη για τον πολίτη, η οποία να προσφέρει τη δυνατότητα στους πολίτες της ΕΕ να αξιολογήσουν τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το εθνικό συνταξιοδοτικό σύστημά τους σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ·

11.

υπογραμμίζει τη σημασία μιας ενιαίας μεθόδου υπολογισμού της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών και του μεριδίου σε αυτήν των υποχρεώσεων που αφορούν τις συντάξεις·

12.

πρεσβεύει την άποψη ότι είναι ουσιαστικής σημασίας να επιτευχθεί συναίνεση μεταξύ των κυβερνήσεων και των κοινωνικών εταίρων, με στόχο την εξεύρεση αποτελεσματικής λύσης στη συνταξιοδοτική πρόκληση, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να αυξηθεί στα περισσότερα κράτη μέλη ο αριθμός των ετών καταβολής εισφορών και να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας και η δια βίου μάθηση, ώστε να μπορούν οι πολίτες να εργάζονται τουλάχιστον έως τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης, αλλά και πέρα από αυτήν εάν το επιθυμούν·

13.

προτείνει να γίνεται, για οποιαδήποτε συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, η δέουσα διαβούλευση με εκπροσώπους όλων των ηλικιακών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων των νέων και των ηλικιωμένων, οι οποίοι αισθάνονται ιδιαίτερα τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται ισορροπημένα και δίκαια αποτελέσματα και να διατηρείται η μέγιστη συναίνεση μεταξύ των γενεών·

14.

χαιρετίζει την κατευθυντήρια γραμμή της Λευκής Βίβλου η οποία προτείνει να δοθεί έμφαση στην εξισορρόπηση μεταξύ των ετών εργασίας και των ετών σύνταξης, στην ανάπτυξη της επικουρικής επαγγελματικής και ιδιωτικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης και στην ενίσχυση των ενωσιακών εργαλείων παρακολούθησης των συντάξεων, ενώ παράλληλα τονίζει τη σημασία της αύξησης των γνώσεων των πολιτών σχετικά με τις συντάξεις·

Αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και εξισορρόπηση μεταξύ των ετών εργασίας και των ετών σύνταξης

15.

υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, στόχος των οποίων είναι να αυξηθεί το ποσοστό απασχόλησης και να δίνεται η δυνατότητα στους πολίτες να εργάζονται έως τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης και έτσι να μειωθεί το ποσοστό οικονομικής εξάρτησης, έχει πρωταρχική σημασία προκειμένου να δημιουργηθούν τα φορολογικά έσοδα και οι κοινωνικές και συνταξιοδοτικές εισφορές που απαιτούνται για την εξυγίανση των προϋπολογισμών των κρατών μελών και τη χρηματοδότηση επαρκών, βιώσιμων και ασφαλών συνταξιοδοτικών συστημάτων· τονίζει ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να πραγματοποιηθούν με διαφάνεια ώστε να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να προβλέψουν εγκαίρως τις συνέπειες που μπορεί να έχουν αυτές οι μεταρρυθμίσεις· τονίζει ότι υπάρχει κίνδυνος η ανεργία, και οι θέσεις εργασίας χαμηλού εισοδήματος, μερικής απασχόλησης και άτυπης απασχόλησης μπορεί να οδηγήσουν στην απόκτηση μερικών μόνο συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, ενισχύοντας τη φτώχεια στην τρίτη ηλικία·

16.

καλεί τα κράτη μέλη: να προβούν σε ολοκληρωμένα μέτρα ενεργής πολιτικής για την αγορά εργασίας· να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, επίσης με στόχο τη διασφάλιση δίκαιου ανταγωνισμού· να προβλέψουν πόρους για την αντιμετώπιση της αύξησης του δημοσίου κόστους των συνταξιοδοτούμενων πολιτών· και να προωθήσουν την ποιοτική απασχόληση, μεταξύ άλλων προσφέροντας ολοκληρωμένες συμβουλές και στήριξη σε όσους αναζητούν εργασία και επιτρέποντας σε μέλη ιδιαιτέρως ευπαθών ομάδων να βρίσκουν εργασία·

17.

παρατηρεί την τελευταία υπόδειξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο της Ετήσιας επισκόπησης της ανάπτυξης 2013, ως προς την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στα συνταξιοδοτικά συστήματα· επισημαίνει ωστόσο, ότι σε πολλά κράτη μέλη θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα στην εξίσωση της πραγματικής με τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης·

18.

εκφράζει επιδοκιμασία για τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν κατάλληλα και βιώσιμα συστήματα συνταξιοδότησης στις ειδικές για κάθε χώρα συστάσεις που εξέδωσε το Συμβούλιο το 2012 στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου·

19.

παρατηρεί ότι περισσότερο από το 17 % των ανθρώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σήμερα ηλικίας 65 ετών και άνω και ότι, σύμφωνα με τις προγνώσεις της Eurostat, ο αριθμός αυτός θα αυξηθεί σε 30 % έως το 2060·

20.

υπογραμμίζει την επιτάχυνση της πίεσης που ασκεί η δημογραφική εξέλιξη στους εθνικούς προϋπολογισμούς και τα συνταξιοδοτικά συστήματα, τώρα που συνταξιοδοτείται η πρώτη φουρνιά της λεγόμενης γενιάς της πληθυσμιακής έκρηξης («baby boom»)· διαπιστώνει τις άνισες προόδους και φιλοδοξίες των κρατών μελών όσον αφορά τη διατύπωση και την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που αποσκοπούν στην αύξηση των ποσοστών απασχόλησης, στην προοδευτική εξάλειψη των καθεστώτων πρόωρης συνταξιοδότησης και στην αξιολόγηση, σε επίπεδο κράτους μέλους και μαζί με τους κοινωνικούς εταίρους, της ανάγκης για βιώσιμη εναρμόνιση τόσο της νόμιμης όσο και της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής· επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη που δεν θέτουν σήμερα σε εφαρμογή βαθμιαίες μεταρρυθμίσεις, κινδυνεύουν να βρεθούν αργότερα σε μια θέση όπου θα αναγκασθούν να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις βίαια και με σημαντικές κοινωνικές συνέπειες·

21.

επαναλαμβάνει την έκκληση για στενή εξάρτηση των συνταξιοδοτικών παροχών από τα χρόνια εργασίας και τα ασφάλιστρα που έχουν καταβληθεί («αναλογιστική δικαιοσύνη»), προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι πολίτες που εργάζονται περισσότερο και επί μακρότερο θα απολαμβάνουν καλύτερη σύνταξη λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις περιόδους απομάκρυνσης από την αγορά εργασίας λόγω της φροντίδας σε εξαρτώμενα πρόσωπα· συνιστά στα κράτη μέλη όπως, κατόπιν διαβούλευσης με τους αρμόδιους εταίρους, να απαγορεύσουν την υποχρεωτική συνταξιοδότηση όταν ο εργαζόμενος φθάνει στη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης, δίνοντας τη δυνατότητα σε όσους μπορούν και επιθυμούν να συνεχίσουν να εργάζονται και μετά τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης, ή να συνταξιοδοτούνται σταδιακά, λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράταση της περιόδου καταβολής εισφορών σε συνδυασμό με μείωση της περιόδου προσβασιμότητας στις παροχές μπορεί να βοηθήσει τους εργαζόμενους να μειώσουν ταχέως οποιοδήποτε συνταξιοδοτικό κενό·

22.

υπογραμμίζει ότι η ιδέα που κρύβεται πίσω από τα καθεστώτα πρόωρης συνταξιοδότησης, ήτοι να επιτρέπεται στους πιο ηλικιωμένους εργαζόμενους να αποχωρούν πρόωρα ώστε να ελευθερωθούν θέσεις για τους νέους, αποδείχθηκε εμπειρικά εσφαλμένη, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη που παρουσιάζουν τα μεγαλύτερα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ των νέων είναι επίσης εκείνα που καταγράφουν τα μεγαλύτερα ποσοστά απασχόλησης μεταξύ των πιο ηλικιωμένων εργαζομένων·

23.

καλεί τους κοινωνικούς εταίρους να υιοθετήσουν μια προσέγγιση κύκλου ζωής για τη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και να προσαρμόσουν ανάλογα τους χώρους εργασίας· ζητεί από τους εργοδότες να προτείνουν προγράμματα που να προάγουν την ενεργή και υγιή γήρανση· καλεί τους εργαζομένους να επωφεληθούν ενεργητικά από παρόμοιες προσφερόμενες δυνατότητες εκπαίδευσης και να παραμείνουν κατάλληλοι για την αγορά εργασίας καθ' όλη τη διάρκεια του εργάσιμου βίου τους· τονίζει την ανάγκη βελτίωσης της ένταξης των ηλικιωμένων εργαζομένων στην αγορά εργασίας, και ζητεί κοινωνικά καινοτόμες προσεγγίσεις ώστε να διευκολυνθεί η αύξηση του εργάσιμου βίου, ειδικά στα περισσότερο κοπιαστικά επαγγέλματα, με προσαρμογή των τόπων εργασίας, δημιουργία κατάλληλων χώρων εργασίας και προσφορά μιας ευέλικτης οργάνωσης της εργασίας, με τροποποιήσεις στο ωράριο και τον τύπο της εκτελούμενης εργασίας·

24.

τονίζει την ανάγκη να λαμβάνονται περισσότερα προληπτικά μέτρα υγείας, να ενταθεί η επαγγελματική (επαν)εκπαίδευση και να καταπολεμηθούν οι διακρίσεις εναντίον νεότερων και πιο ηλικιωμένων εργαζομένων στην αγορά εργασίας· υπογραμμίζει ως προς αυτό την ανάγκη για αποτελεσματική τήρηση και εφαρμογή της νομοθεσίας για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία· τονίζει ότι τα προγράμματα καθοδήγησης μπορούν να αποδειχθούν πολύτιμο εργαλείο προκειμένου να παραταθεί η παραμονή πιο ηλικιωμένων εργαζόμενων στον εργάσιμο βίο και να αξιοποιηθεί η πείρα τους σε παροχή βοήθειας προς την ένταξη νέων στην αγορά εργασίας· καλεί τους κοινωνικούς εταίρους να αναπτύξουν ελκυστικά πρότυπα ευέλικτης μετάβασης από την απασχόληση στη συνταξιοδότηση·

25.

καλεί επιμόνως τα κράτη μέλη να δραστηριοποιηθούν για την υλοποίηση των στόχων που διατυπώνονται στο ευρωπαϊκό σύμφωνο για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών (2011-2020), που αποσκοπεί στην εξάλειψη των διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών, στην καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου και στην προώθηση μιας καλύτερης ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες· επισημαίνει ότι οι ως άνω στόχοι είναι ουσιαστικοί για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών και την καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων και ηλικιωμένων γυναικών·

26.

τονίζει ότι οι ΜΜΕ αποτελούν μια από τις βασικές πηγές απασχόλησης και μεγέθυνσης στην ΕΕ και μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στη βιωσιμότητα και την επάρκεια των συνταξιοδοτικών συστημάτων στα κράτη μέλη·

Ανάπτυξη επικουρικής ιδιωτικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης

27.

χαιρετίζει την έκκληση της Λευκής Βίβλου για την ανάπτυξη επικουρικής ιδιωτικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης μέσω κεφαλαιοποίησης, προσιτής σε όλους τους εμπλεκόμενους εργαζόμενους και, ει δυνατόν, ατομικών προγραμμάτων· υπογραμμίζει ωστόσο ότι η Επιτροπή θα ήταν προτιμότερο να συνιστά τη συλλογική, βασιζόμενη στην αλληλεγγύη, επαγγελματική συνταξιοδοτική αποταμίευση, που κατά προτίμηση θα απορρέει από συλλογικές συμβάσεις και θα θεσπίζεται σε εθνικό, κλαδικό ή εταιρικό επίπεδο, δεδομένου ότι καθιστά δυνατή την αλληλεγγύη εντός και μεταξύ των γενεών, αντίθετα προς τα ατομικά συστήματα· τονίζει την επείγουσα ανάγκη να προωθηθούν προσπάθειες για να συγκροτηθούν, στο μέτρο του δυνατού, συστήματα επικουρικής επαγγελματικής συνταξιοδότησης·

28.

σημειώνει ότι πολλά κράτη μέλη έχουν ήδη δρομολογήσει φιλόδοξα προγράμματα μεταρρύθμισης των συνταξιοδοτικών συστημάτων τα οποία έχουν στόχο τόσο τη βιωσιμότητα όσο και την επάρκεια· τονίζει ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι οποιαδήποτε μέτρα προτείνονται σε επίπεδο ΕΕ πρέπει να συμπληρώνουν και να μην έρχονται σε αντίθεση με τα εθνικά προγράμματα μεταρρύθμισης των συνταξιοδοτικών συστημάτων· υπενθυμίζει ότι οι συντάξεις εξακολουθούν να εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και εκφράζει την ανησυχία ότι η θέσπιση περαιτέρω ενωσιακής νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα ενδέχεται να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα συνταξιοδοτικά συστήματα κάποιων κρατών μελών, ειδικά όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών συστημάτων·

29.

επισημαίνει το χαμηλό κόστος διαχείρισης των (κλαδικών) συλλογικών (κατά προτίμηση μη κερδοσκοπικών) επαγγελματικών συνταξιοδοτικών μη κερδοσκοπικών συστημάτων, σε σύγκριση με τα συστήματα ατομικής συνταξιοδοτικής αποταμίευσης· τονίζει τη σημασία του χαμηλού κόστους διαχείρισης, δεδομένου ότι έστω και περιορισμένες, μειώσεις του κόστους μπορούν να επιτρέψουν τη σημαντική αύξηση των συντάξεων· τονίζει ωστόσο, ότι, δυστυχώς, τα εν λόγω συστήματα υφίστανται προς το παρόν μόνο σε ορισμένα κράτη μέλη·

30.

καλεί επιμόνως τα κράτη μέλη και τους φορείς που είναι αρμόδιοι για τα συνταξιοδοτικά συστήματα να ενημερώνουν κατάλληλα τους πολίτες σχετικά με τα σωρευμένα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα και να τους ευαισθητοποιούν και να τους εκπαιδεύουν ώστε να μπορούν να λαμβάνουν με πλήρη γνώση αποφάσεις σχετικά με κάθε μελλοντική επικουρική συνταξιοδοτική αποταμίευση· παροτρύνει τα κράτη μέλη επίσης, να ενημερώνουν εγκαίρως τους πολίτες σχετικά με τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα ούτως ώστε αυτοί να μπορούν να λαμβάνουν εμπεριστατωμένες και καλά μελετημένες αποφάσεις σχετικά με τις συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις τους· καλεί τα κράτη μέλη να καταρτίσουν και να εφαρμόσουν αυστηρούς κανόνες δημοσιοποίησης σχετικά με το κόστος της διαχείρισης, τους κινδύνους και την απόδοση των επενδύσεων των συνταξιοδοτικών ταμείων που βρίσκονται στο έδαφός τους·

31.

αναγνωρίζει τη μεγάλη ανομοιομορφία των χαρακτηριστικών και των αποτελεσμάτων των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών συστημάτων των κρατών μελών όσον αφορά την πρόσβαση, την αλληλεγγύη, την αποδοτικότητα κόστους, τους κινδύνους και την απόδοση· εκφράζει την ικανοποίηση του για την πρόθεση της Επιτροπής να εκπονήσει, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, τους κοινωνικούς εταίρους, τους συνταξιοδοτικούς φορείς και άλλους ενδιαφερόμενους, έναν κώδικα χρηστής πρακτικής για τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά καθεστώτα, όπου θα θίγονται ζητήματα όπως η καλύτερη κάλυψη των εργαζομένων, η φάση της πληρωμής, ο μερισμός και ο μετριασμός των κινδύνων, η αποδοτικότητα, και η απορρόφηση των κραδασμών σε συμφωνία με την αρχή της επικουρικότητας· τονίζει το αμοιβαίο όφελος της βελτίωσης της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών·

32.

υποστηρίζει την πρόθεση της Επιτροπής να συνεχίσει να κατευθύνει τη χρηματοδότηση από την ΕΕ — κυρίως μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) — στην υποστήριξη σχεδίων που προάγουν την ενεργό και υγιή γήρανση στον τόπο εργασίας, και, μέσω του προγράμματος για την κοινωνική αλλαγή και την καινοτομία (ΠΚΑΚ), να παρέχει χρηματοδοτική και πρακτική στήριξη στα κράτη μέλη και στους κοινωνικούς εταίρους που σκέπτονται να θεσπίσουν αποδοτικά από άποψη κόστους επικουρικά συστήματα συνταξιοδότησης, υπό την εποπτεία του Κοινοβουλίου·

Οι συντάξεις των μετακινουμένων εργαζομένων

33.

αναγνωρίζει την έντονη ετερογένεια των συνταξιοδοτικών συστημάτων εντός της ΕΕ, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι είναι σημαντικό να μπορούν οι εργαζόμενοι να αλλάζουν απασχόληση είτε εντός είτε εκτός του κράτους μέλους διαμονής τους· τονίζει την ανάγκη να διασφαλισθεί για τους μετακινούμενους εργαζόμενους η απόκτηση και η διατήρηση των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών τους δικαιωμάτων· προσυπογράφει την προσέγγιση που συνιστά η Επιτροπή, δηλαδή να δίνεται έμφαση στη διασφάλιση της απόκτησης και της διατήρησης των επαγγελματικών συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, και καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι τα αδρανοποιημένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των μετακινουμένων εργαζομένων θα έχουν την ίδια μεταχείριση με εκείνα των ενεργών ασφαλισμένων ή των συνταξιούχων· σημειώνει τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Επιτροπή στην εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία, συμπεριλαμβανομένων όσων παρακωλύουν την κινητικότητα· εκφράζει την άποψη ότι, πέρα από τους γλωσσικούς φραγμούς και τους οικογενειακούς λόγους, η κινητικότητα στην αγορά εργασίας παρεμποδίζεται από μεγάλες περιόδους άσκησης ή παράλογους ηλικιακούς περιορισμούς, και ζητεί από τα κράτη μέλη να τα χαλαρώσουν· υπογραμμίζει ότι οποιαδήποτε ενέργεια για την προώθηση της κινητικότητας πρέπει να εξισορροπείται μέσω αποτελεσματικής από άποψη κόστους παροχής επικουρικών συνταξιοδοτικών συστημάτων και πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη φύση των εθνικών συνταξιοδοτικών συστημάτων·

34.

λαμβάνει υπό σημείωση την πρόταση της Επιτροπής για αξιολόγηση της ενδεχόμενης σχέσης ανάμεσα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004 σχετικά με το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και σε «ορισμένα» επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα· υπογραμμίζει τις πρακτικές δυσκολίες στις οποίες προσκόπτει η εφαρμογή του ως άνω κανονισμού στα αισθητώς διαφορετικά συστήματα κοινωνικής ασφάλειας των 27 κρατών μελών· επισημαίνει την ποικιλομορφία των συνταξιοδοτικών συστημάτων στην ΕΕ και κατά συνέπεια την πολυπλοκότητα της εφαρμογής μιας προσέγγισης συντονισμού στα δεκάδες χιλιάδες πολύ διαφορετικά συνταξιοδοτικά συστήματα που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη· αμφισβητεί ως εκ τούτου τη δυνατότητα εφαρμογής μιας τέτοιας προσέγγισης στον τομέα των επικουρικών επαγγελματικών συντάξεων·

35.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν φιλόδοξη δράση με στόχο τη δημιουργία και τη διατήρηση αποτελεσματικών υπηρεσιών παρακολούθησης, ενδεχομένως στο Διαδίκτυο, που θα επιτρέπουν στους πολίτες να παρακολουθούν τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα, είτε συνδέονται με την απασχόλησή τους είτε όχι, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις εγκαίρως και με πλήρη γνώση της κατάστασης, όσον αφορά την ατομική επικουρική συνταξιοδοτική αποταμίευση (τρίτος πυλώνας)· επισημαίνει την ανάγκη συντονισμού σε επίπεδο ΕΕ, ώστε να εξασφαλισθεί η κατάλληλη συμβατότητα των εθνικών υπηρεσιών παρακολούθησης· χαιρετίζει το πιλοτικό σχέδιο της Επιτροπής επί του θέματος και ζητεί από την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το πιλοτικό σχέδιο θα συμπληρωθεί από μια εκτίμηση επιπτώσεων σχετικά με τα οικονομικά οφέλη της παροχής ολοκληρωμένων πληροφοριών στους πολίτες της ΕΕ σχετικά με τις συντάξεις κατά προσιτό τρόπο·

36.

σημειώνει ότι, όταν αναπτυχθούν πλήρως, οι υπηρεσίες παρακολούθησης των συντάξεων θα πρέπει στην ιδανική περίπτωση να καλύπτουν όχι μόνο τις επαγγελματικές συντάξεις, αλλά και τα συστήματα του τρίτου πυλώνα και τις εξατομικευμένες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα του πρώτου πυλώνα·

37.

προβληματίζεται σχετικά με τη σκοπιμότητα δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού συνταξιοδοτικού ταμείου για τους ερευνητές·

38.

θεωρεί ότι το γεγονός ότι οι άνθρωποι εν γένει ζουν μια μεγαλύτερη, υγιέστερη ζωή με μεγαλύτερη ευημερία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της σύγχρονης κοινωνίας· ζητεί την υιοθέτηση θετικού πνεύματος στον διάλογο σχετικά με τη γήρανση, ώστε αφενός να απαντηθεί ενεργητικά η σημαντική αλλά αντιμετωπίσιμη πρόκληση που θέτει η γήρανση και, αφετέρου, να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που συνεπάγεται η γήρανση και η οικονομία της τρίτης ηλικίας· αναγνωρίζει τον ιδιαίτερα ενεργό και πολύτιμο ρόλο που διαδραματίζουν οι ηλικιωμένοι στις κοινωνίες μας·

Επανεξέταση της οδηγίας IORP

39.

τονίζει ότι στόχος της αναθεώρησης της οδηγίας σχετικά με τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (οδηγία IORP) θα πρέπει να είναι η διατήρηση της επάρκειας, της ασφάλειας και της βιωσιμότητας των επαγγελματικών συντάξεων σε ολόκληρη την Ευρώπη, μέσω της δημιουργίας ενός περιβάλλοντος που θα ευνοεί περαιτέρω την πρόοδο της εθνικής και της εσωτερικής αγοράς σε αυτόν τον τομέα, μέσω της παροχής ενισχυμένης προστασίας στους σημερινούς και τους μελλοντικούς συνταξιούχους και μέσω της ευέλικτης προσαρμογής στη σημαντική διασυνοριακή και διατομεακή ποικιλομορφία των υπαρχόντων συστημάτων·

40.

φρονεί ότι η εξασφάλιση της συμμόρφωσης των ενωσιακών συνταξιοδοτικών συστημάτων του δεύτερου πυλώνα με εύρωστες ρυθμίσεις προληπτικής εποπτείας είναι βασικός παράγοντας για να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο προστασίας για τα μέλη και τους δικαιούχους και για να εξασφαλιστεί ο σεβασμός της εντολής της G20, σύμφωνα με την οποία όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπόκεινται σε κατάλληλες ρυθμίσεις και εποπτεία·

41.

ζητεί να σέβονται οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της ΕΕ τις επιλογές που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη όσον αφορά τους συνταξιοδοτικούς φορείς του δεύτερου πυλώνα·

42.

τονίζει ότι οποιοδήποτε περαιτέρω ρυθμιστικό έργο της ΕΕ σχετικά με τις διασφαλίσεις πρέπει να βασίζεται σε εμπεριστατωμένη ανάλυση του αντίκτυπου, η οποία θα πρέπει να προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι παρεμφερή προϊόντα πρέπει να υπόκεινται στα ίδια πρότυπα προληπτικής εποπτείας, νν εξασφαλίζει την καταβολή επαρκών εισφορών και την κινητικότητα των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης, και να έχει ως συνολικό στόχο την προστασία των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων· τονίζει ότι οποιοδήποτε περαιτέρω ρυθμιστικό έργο με αντικείμενο τις διασφαλίσεις σε επίπεδο ΕΕ πρέπει επίσης να βασίζεται σε ενεργό διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους και άλλους ενδιαφερόμενους παράγοντες και στη γνήσια κατανόηση και τον σεβασμό των εθνικών ιδιαιτεροτήτων· τονίζει ότι τα συνταξιοδοτικά συστήματα εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτισμικές, κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες κάθε κράτους μέλους· τονίζει ότι όλοι οι συνταξιοδοτικοί φορείς του δεύτερου πυλώνα, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή τους, θα πρέπει να υπόκεινται σε ανάλογες και εύρωστες ρυθμίσεις που να λαμβάνουν υπόψη τους τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεών τους, και συγκεκριμένα αυτά που είναι εστιασμένα στο μακροπρόθεσμο μέλλον·

43.

επιμένει ότι οι συντάξεις του δεύτερου πυλώνα, ανεξάρτητα από τους φορείς που τις παρέχουν, δεν πρέπει να τίθενται σε κίνδυνο από ρυθμίσεις της ΕΕ που δεν λαμβάνουν υπόψη τους τον μακροπρόθεσμο ορίζοντά τους·

44.

θεωρεί ότι οι προτάσεις της Επιτροπής όσον τις διασφαλίσεις δεν πρέπει απλώς να εντοπίζουν και να λαμβάνουν υπόψη τους τις διαφορές μεταξύ των εθνικών συστημάτων, αλλά πρέπει επίσης να εφαρμόζουν την αρχή «ίδιοι κίνδυνοι, ίδιοι κανόνες» σε κάθε εθνικό σύστημα και αντίστοιχο πυλώνα· τονίζει ότι τα μέτρα πρέπει να τηρούν πιστά την αρχή της αναλογικότητας από πλευράς στάθμισης των στόχων και των οφελών έναντι της οικονομικής, διοικητικής και τεχνικής επιβάρυνσης και να λαμβάνουν υπόψη τους την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ κόστους και οφελών·

45.

θεωρεί σκόπιμες, όσον αφορά τις ποιοτικές διασφαλίσεις, τις συστάσεις που αφορούν ζητήματα ενισχυμένης διαχείρισης επιχειρήσεων και διαχείρισης κινδύνων καθώς και την ενισχυμένη διαφάνεια και την υποχρέωση δημοσιοποίησης των πληροφοριών καθώς και τη δημοσιοποίηση του κόστους και τη διαφάνεια των επενδυτικών στρατηγικών και θεωρεί επίσης ότι οι συστάσεις αυτές θα πρέπει να προωθηθούν στο πλαίσιο οποιασδήποτε αναθεώρησης, με την επιφύλαξη των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας· σημειώνει ότι, δεδομένων των σημαντικών διαφορών μεταξύ των κρατών μελών, η σύγκλιση των ποιοτικών διασφαλίσεων σε επίπεδο ΕΕ είναι βραχυπρόθεσμα περισσότερο εφικτή από τη σύγκλιση των ποσοτικών διασφαλίσεων·

46.

δεν είναι πεπεισμένο, με δεδομένες τις πληροφορίες που υπάρχουν επί του παρόντος, ότι θα ήταν σκόπιμη η θέσπιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο απαιτήσεων σχετικά με την αποτίμηση των ιδίων κεφαλαίων και του ισολογισμού· απορρίπτει, σύμφωνα με το εν λόγω σκεπτικό, την αναθεώρηση της οδηγίας IORP, η οποία αποσκοπεί στην επίτευξη αυτού του στόχου· πιστεύει, ωστόσο, ότι η μελέτη ποσοτικού αντίκτυπου (QIS) που διενεργεί επί του παρόντος η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ), καθώς και πιθανές αναλύσεις που θα καταρτισθούν εν συνεχεία αυτής της μελέτης, θα πρέπει να ληφθούν πλήρως υπόψη σε αυτό το πλαίσιο πολιτικής· τονίζει ότι εάν πρόκειται να θεσπιστούν αργότερα αυτές οι απαιτήσεις, η άμεση εφαρμογή των απαιτήσεων της οδηγίας Φερεγγυότητα ΙΙ στα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (IORP) δεν θα είναι το κατάλληλο μέσο·

47.

τονίζει ότι η οδηγία IORP εφαρμόζεται μόνο στα εθελοντικά συνταξιοδοτικά συστήματα και δεν καλύπτει κανένα μέσο που αποτελεί τμήμα του υποχρεωτικού δημόσιου συνταξιοδοτικού συστήματος·

48.

τονίζει ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ ασφαλιστικών προϊόντων και IORP· υπογραμμίζει ότι οποιαδήποτε άμεση εφαρμογή των ποσοτικών απαιτήσεων της οδηγίας Φερεγγυότητα ΙΙ στα IORP θα ήταν ανάρμοστη και θα μπορούσε ενδεχομένως να βλάψει τα συμφέροντα τόσο των εργαζομένων όσο και των εργοδοτών· ως εκ τούτου, αντιτίθεται σε οποιαδήποτε εφαρμογή του τύπου «αντιγραφή — επικόλληση» των απαιτήσεων της οδηγίας Φερεγγυότητα ΙΙ στα IORP, ενώ ταυτόχρονα τηρεί θετική στάση έναντι μιας προσέγγισης που επιδιώκει ασφάλεια και βιωσιμότητα·

49.

τονίζει ότι οι κοινωνικοί εταίροι (δηλ. οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι) έχουν κοινή ευθύνη για το περιεχόμενο των ρυθμίσεων σχετικά με τις επαγγελματικές συντάξεις· υπογραμμίζει ότι οι συμβατικές συμφωνίες μεταξύ των κοινωνικών εταίρων πρέπει να αναγνωρίζονται πάντοτε, ειδικά όσον αφορά την ισορροπία μεταξύ των κινδύνων και των οφελών που επιδιώκει να επιτύχει ένα σύστημα επαγγελματικών συντάξεων·

50.

θεωρεί ότι η περαιτέρω ανάπτυξη σε επίπεδο ΕΕ μοντέλων φερεγγυότητας, όπως π.χ. του μοντέλου Holistic Balance Sheet-Modell (HBS), θα είναι χρήσιμη μόνο εφόσον η εφαρμογή τους, με βάση μια εμπεριστατωμένη ανάλυση του αντίκτυπου, αποδειχθεί ρεαλιστική από πρακτική άποψη και αποτελεσματική από άποψη κόστους και οφέλους, ειδικά με δεδομένη την ποικιλομορφία των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών στο εσωτερικό και μεταξύ των κρατών μελών· τονίζει ότι οποιαδήποτε περαιτέρω ανάπτυξη παραλλαγών της οδηγίας Φερεγγυότητα ΙΙ ή του μοντέλου HBS δεν πρέπει να έχει ως στόχο τη θέσπιση διατάξεων τύπου Φερεγγυότητας ΙΙ·

51.

διαπιστώνει ότι ο σχεδιασμός των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία, η οποία περιλαμβάνει από συστήματα καθορισμένων παροχών έως συστήματα καθορισμένων εισφορών ή μικτά συστήματα· διαπιστώνει επίσης μια μεταστροφή από τα συστήματα καθορισμένων παροχών στα συστήματα καθορισμένων εισφορών ή στην καθιέρωση υποχρεωτικών χρηματοδοτούμενων πυλώνων σε ορισμένα κράτη μέλη· υπογραμμίζει ότι, με αυτόν τον τρόπο, αυξάνεται η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια και καλύτερη πληροφόρηση των πολιτών όσον αφορά τις υπεσχημένες παροχές, τα επίπεδα του κόστους και τις επενδυτικές στρατηγικές·

52.

τονίζει ότι η ιδέα της εξασφάλισης ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ εταιρειών ασφάλισης ζωής και IORP στον δεύτερο πυλώνα έχει νόημα μόνο σε ένα ορισμένο βαθμό, λόγω των σημαντικών διαφορών μεταξύ ασφαλιστικών προϊόντων και IORP και ανάλογα με το προφίλ κινδύνου, τον βαθμό ένταξης στη χρηματοπιστωτική αγορά και τον κερδοσκοπικό ή μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα κάθε συγκεκριμένου παρόχου· αναγνωρίζει ότι, δεδομένου του ανταγωνισμού μεταξύ εταιρειών ασφάλισης ζωής και IORP στον 2ο πυλώνα, είναι ουσιώδες τα προϊόντα που ενέχουν τους ίδιους κινδύνους να υπόκεινται στις ίδιες ρυθμίσεις, ούτως ώστε να αποφεύγεται η παραπλάνηση των δικαιούχων και να τους παρέχεται το ίδιο επίπεδο προληπτικής προστασίας·

Προστασία των επαγγελματικών συντάξεων των εργαζομένων σε περίπτωση αφερεγγυότητας

53.

φρονεί ότι σε περίπτωση αφερεγγυότητας οι αξιώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2008/94/EΚ πρέπει να διασφαλίζονται με συνέπεια σε όλα τα κράτη μέλη·

54.

καλεί την Επιτροπή να διενεργήσει σφαιρική επισκόπηση των εθνικών συστημάτων και μέτρων διασφάλισης και, σε περίπτωση που εντοπισθούν μείζονες ανεπάρκειες στην εν λόγω αξιολόγηση, να υποβάλει ενισχυμένες νομοθετικές προτάσεις της ΕΕ, ούτως ώστε να εξασφαλίσει ότι θα θεσπιστούν σε ολόκληρη την ΕΕ απόλυτα αξιόπιστοι μηχανισμοί για την απλή, οικονομική και αναλογική προστασία των δικαιωμάτων που αφορούν τις επαγγελματικές συντάξεις·

55.

σημειώνει ότι σε ορισμένα κράτη μέλη οι εργοδότες υποστηρίζουν ήδη τα συνταξιοδοτικά συστήματά τους μέσω συστημάτων προστασίας, διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων, ανεξάρτητης διακυβέρνησης των συστημάτων και αναγνώρισης στα συνταξιοδοτικά συστήματα καθεστώτος προτιμώμενου πιστωτή με προτεραιότητα έναντι των μετόχων σε περίπτωση πτώχευσης της εταιρείας·

56.

τονίζει ότι τα ζητήματα που αφορούν την προστασία των συντάξεων σε περίπτωση αφερεγγυότητας σχετίζονται στενά με βασικές πτυχές της αναθεώρησης της οδηγίας IORP· τονίζει ότι η Επιτροπή, κατά την ανάπτυξη των δύο αυτών οδηγιών, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη συνάφεια και την πλήρη συμβατότητά τους·

Συμπληρωματική συνταξιοδοτική αποταμίευση (τρίτος πυλώνας)

57.

φρονεί ότι η σημασία, η εμβέλεια και η σύνθεση του τρίτου πυλώνα διαφέρουν στα επιμέρους κράτη μέλη·

58.

εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι τα συστήματα του τρίτου πυλώνα είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων πιο δαπανηρά, πιο επισφαλή και λιγότερο διαφανή από τα συστήματα του πρώτου πυλώνα· ζητεί σταθερότητα, αξιοπιστία και βιωσιμότητα για τον τρίτο πυλώνα·

59.

φρονεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η ιδιωτική συνταξιοδοτική αποταμίευση θα μπορούσε να είναι αναγκαία για την εξασφάλιση επαρκούς σύνταξης· ενθαρρύνει την Επιτροπή να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη στη βάση μιας προσέγγισης βέλτιστων πρακτικών και να αξιολογήσει και να βελτιστοποιήσει τα κίνητρα για ιδιωτική συνταξιοδοτική αποταμίευση, ειδικά για όσους δεν θα εξασφάλιζαν επαρκή σύνταξη διαφορετικά·

60.

κρίνει σκόπιμη την αξιολόγηση δοκιμασμένων διαδικασιών και προτάσεων για τη βελτιστοποίηση των κινήτρων·

61.

τονίζει ότι η βασική προτεραιότητα της δημόσιας πολιτικής δεν θα πρέπει να είναι η επιδότηση των συστημάτων του τρίτου πυλώνα, αλλά η εξασφάλιση επαρκούς προστασίας για όλους στο πλαίσιο ενός εύρυθμα λειτουργούντος και βιώσιμου πρώτου πυλώνα·

62.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει πόσο ευάλωτα στις κρίσεις είναι τα συστήματα του τρίτου πυλώνα και να εκδώσει συστάσεις για περιορισμό του κινδύνου·

63.

προτείνει να εξετασθούν σε εθνικό επίπεδο οι νομικοί περιορισμοί του κόστους κατά τη σύναψη, τη διαχείριση, την αλλαγή παρόχου ή την αλλαγή του τύπου της σύμβασης και να διατυπωθούν σχετικές προτάσεις·

64.

φρονεί ότι η επεξεργασία και θέσπιση κωδίκων συμπεριφοράς όσον αφορά την ποιότητα, την παροχή πληροφοριών στους καταναλωτές και την προστασία των καταναλωτών στον τρίτο πυλώνα θα μπορούσε να αυξήσει την ελκυστικότητα των συνταξιοδοτικών σχεδίων του τρίτου πυλώνα· ενθαρρύνει την Επιτροπή να διευκολύνει την ανταλλαγή των σημερινών βέλτιστων πρακτικών στα κράτη μέλη·

65.

υποστηρίζει την εκπόνηση και την καθιέρωση σε επίπεδο ΕΕ εθελοντικών κωδίκων συμπεριφοράς — καθώς και, ενδεχομένως, συστημάτων πιστοποίησης προϊόντων — όσον αφορά την ποιότητα, την ενημέρωση και την προστασία των καταναλωτών στον 3ο πυλώνα· συνιστά στα κράτη μέλη να αναλάβουν ρυθμιστική δράση σε αυτούς τους τομείς σε περίπτωση που οι εθελοντικοί κανόνες συμπεριφοράς δεν αποδειχθούν επιτυχείς·

66.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει με ποιο τρόπο μπορεί να γίνεται καλύτερη χρήση της νομοθεσίας του χρηματοπιστωτικού τομέα της ΕΕ όταν το ζητούμενο είναι να εξασφαλιστεί η παροχή στους καταναλωτές ακριβών και αμερόληπτων χρηματοοικονομικών συμβουλών για τα συνταξιοδοτικά και τα σχετικά με τις συντάξεις προϊόντα·

Άρση φορολογικών και συμβατικών διασυνοριακών εμποδίων στις συνταξιοδοτικές επενδύσεις

67.

καλεί την Επιτροπή και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να επιτύχουν συμφωνία στον τομέα των διασυνοριακών συντάξεων, ιδίως σχετικά με τον τρόπο αποφυγής της διπλής φορολόγησης και της διπλής μη φορολόγησης·

68.

θεωρεί τους μεροληπτικούς φόρους σοβαρό εμπόδιο στη διασυνοριακή κινητικότητα και ζητεί την άμεση κατάργησή τους, διαπιστώνοντας ταυτόχρονα ότι η ΕΕ έχει περιορισμένη αρμοδιότητα στον τομέα της φορολογικής πολιτικής των κρατών μελών·

69.

θεωρεί σκόπιμη την εξέταση των εμποδίων του δικαίου των συμβάσεων·

70.

ζητεί από την Επιτροπή να εξασφαλίσει την επαρκή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων μέσω των υφιστάμενων διαρθρώσεων·

Φύλο

71.

υπενθυμίζει την πρόκληση που συνεπάγεται ο παράγοντας του φύλου στο ζήτημα των συντάξεων· κρίνει ότι ο αυξανόμενος αριθμός των ηλικιωμένων, κυρίως των γυναικών, που διαβιούν κάτω από το όριο της φτώχειας αποτελεί ανησυχητικό φαινόμενο· τονίζει ότι τα συστήματα δημόσιας σύνταξης του πρώτου πυλώνα πρέπει να εγγυώνται τουλάχιστον ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής για όλους· τονίζει ότι η ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας αποτελεί στοιχείο ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των συνταξιοδοτικών συστημάτων, δεδομένου ότι τα υψηλότερα ποσοστά απασχόλησης ενισχύουν την οικονομική ανάπτυξη και οδηγούν στην καταβολή περισσότερων συνταξιοδοτικών εισφορών· θεωρεί ότι η εξίσωση της ηλικίας συνταξιοδότησης για τους άνδρες και τις γυναίκες πρέπει να συνοδεύεται από αποτελεσματικές πολιτικές για τη διασφάλιση ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας και την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ εργασίας και φροντίδας των εξαρτωμένων μελών της οικογένειας· τονίζει την ανάγκη να εξετασθεί η καθιέρωση συνταξιοδοτικών μορίων συνδεόμενων με την παροχή φροντίδας, ως αναγνώριση της φροντίδας προς εξαρτώμενα μέλη, η οποία συνήθως δεν πληρώνεται·

72.

χαιρετίζει την έκκληση της Λευκής Βίβλου προς τα κράτη μέλη για τη δημιουργία μορίων φροντίδας, ήτοι τον συνυπολογισμό των περιόδων φροντίδας εξαρτώμενων ατόμων κατά τον υπολογισμό της σύνταξης για τις γυναίκες και για τους άνδρες· υπενθυμίζει ότι η άνιση κατανομή των οικογενειακών υποχρεώσεων μεταξύ ανδρών και γυναικών –που συχνά οδηγεί τις γυναίκες στο να έχουν λιγότερο ασφαλείς, χαμηλότερα αμειβόμενες ή ακόμη και αδήλωτες θέσεις εργασίας, με αρνητικό αντίκτυπο στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα — και η έλλειψη διαθέσιμων και προσιτών υπηρεσιών και μονάδων φροντίδας, καθώς και τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας σε αυτό τον τομέα έχουν άμεση επίπτωση στις δυνατότητες των γυναικών να εργάζονται και να στοιχειοθετούν συνταξιοδοτικά δικαιώματα· κατά συνέπεια, καλεί την Επιτροπή να αναθέσει την εκπόνηση μελέτης σχετικά με αυτό το ζήτημα·

73.

υπενθυμίζει την ανάγκη να λάβουν μέτρα τα κράτη μέλη για την εξάλειψη των διαφορών στις αμοιβές και στα εισοδήματα μεταξύ ανδρών και γυναικών για την ίδια εργασία, καθώς και τις διαφορές ως προς την πρόσβαση σε θέσεις ευθύνης και τις ανισότητες στην αγορά εργασίας, οι οποίες επηρεάζουν και τις συντάξεις, με αποτέλεσμα να υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στις συντάξεις που καταβάλλονται στις γυναίκες και τις πολύ υψηλότερες συντάξεις που καταβάλλονται στους άντρες· ζητεί από την Επιτροπή να προωθήσει την αναθεώρηση της υφιστάμενης νομοθεσίας· επισημαίνει ότι, παρά τις αναρίθμητες εκστρατείες, τους στόχους και τα μέτρα των τελευταίων ετών, το χάσμα όσον αφορά τις αμοιβές εξακολουθεί να μη δείχνει σημάδια υποχώρησης·

74.

ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τη συνεπή εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης μεταξύ ανδρών και γυναικών·

75.

τονίζει ότι είναι αναγκαίο να ληφθούν επειγόντως μέτρα για την καταπολέμηση του χάσματος όσον αφορά τις αμοιβές ανάμεσα στα φύλα στον ιδιωτικό τομέα, το οποίο είναι ιδιαίτερα έντονο στα περισσότερα κράτη μέλη·

76.

τονίζει την ανάγκη να μειωθούν οι διαφορές στην αμοιβή ανδρών και γυναικών για ίδια προσόντα και ίση εργασία, δεδομένου ότι αυτό κάνει το εισόδημα των γυναικών να υστερεί ακόμη περισσότερο από των ανδρών και αυξάνει τον υψηλό αριθμό γυναικών που ζουν σε φτώχεια όταν συνταξιοδοτηθούν ή χηρέψουν·

77.

υπογραμμίζει ότι το υψηλότερο προσδόκιμο επιβίωσης των γυναικών δεν πρέπει να αποτελεί αιτία διακρίσεων κατά τον υπολογισμό των συντάξεων·

78.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να τηρούν και να επιβάλλουν την τήρηση της νομοθεσίας σχετικά με τα δικαιώματα μητρότητας, ώστε οι γυναίκες να μη ζημιώνονται όσον αφορά το επίπεδο των συντάξεων εκ του γεγονότος ότι έγιναν μητέρες κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου·

79.

εκτιμά ότι η εξατομίκευση των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων είναι απαραίτητη από τη σκοπιά της ισότητας των φύλων και ότι πρέπει επίσης να κατοχυρωθεί η εξασφάλιση πολλών ηλικιωμένων γυναικών που σήμερα βασίζονται στη σύνταξη χηρείας και σε άλλα παράγωγα δικαιώματα·

80.

τονίζει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποστηρίξουν την έρευνα σχετικά με τις επιπτώσεις που έχουν οι διαφορετικοί τύποι τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των συντάξεων όσον αφορά τον κίνδυνο φτώχειας στην τρίτη ηλικία, λαμβάνοντας υπόψη τη διάσταση του φύλου· ζητεί από τα κράτη μέλη να λάβουν ιδιαιτέρως υπόψη την εξέλιξη των αναγκών των ανθρώπων σε προχωρημένη ηλικία, όπως, π.χ., τη μακροπρόθεσμη φροντίδα, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι ηλικιωμένοι, ιδίως οι γυναίκες, θα μπορούν να λαμβάνουν επαρκή σύνταξη και να ζουν με αξιοπρέπεια·

o

o o

81.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 188 Ε της 28.6.2012, σ. 9.

(2)  ΕΕ C 299 της 4.10.2012, σ. 115.

(3)  ISBN 978-92-79-22850-6

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0047.

(5)  ΕΕ L 308 της 24.11.2010, σ. 46.

(6)  ΕΕ C 9 E της 15.1.2010, σ. 11.

(7)  ΟΟΣΑ (2012), «Mobility and migration in Europe», σελίδα 63. Από: OECD Economic Surveys: European Union 2012, Εκδόσεις ΟΟΣΑ.

(8)  http://www.europarl.europa.eu/committees/fr/studiesdownload.html?languageDocument=EN&file=79590

(9)  Miranda, V., Cooking, Caring and Volunteering: Unpaid Work Around the World, OECD Social, Employment and Migration Working Papers, No. 116, OECD Publishing (2011).

(10)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «The 2012 Ageing Report: Economic and budgetary projections for the 27 EU Member States (2010-2060)» (Έκθεση του 2012 για τη δημογραφική γήρανση: Οικονομικές και δημοσιονομικές προβολές για τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ (2010-2060)), Βρυξέλλες, Μάιος 2011. http://ec.europa.eu/economy_finance/publications/european_economy/2012/pdf/ee-2012-2_en.pdf

(11)  «Pension Adequacy in the European Union 2010-2050» (Έκθεση για την Επάρκεια των Συντάξεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση 2010-2050), έκθεση που εκπόνησαν από κοινού η Γενική Διεύθυνση Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Ένταξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας, 23 Μαΐου 2012. http://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=738&langId=en&pubId=7105&type=2&furtherPubs=yes


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/54


P7_TA(2013)0205

Καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και των φορολογικών παραδείσων (2013/2060(INI))

(2016/C 055/07)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, (COM(2012)0722),

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2012 σχετικά με τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό (C(2012)8806),

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2012 όσον αφορά μέτρα με σκοπό να ενθαρρυνθούν οι τρίτες χώρες να εφαρμόζουν ελάχιστα πρότυπα χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα (C(2012)8805),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2012 σχετικά με τους συγκεκριμένους τρόπους για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, επίσης και σε σχέση με τρίτες χώρες (COM(2012)0351),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2012 σχετικά με την ετήσια επισκόπηση στον τομέα της ανάπτυξης 2013 (COM(2012)0750),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 2013, για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (2013/0025(COD)),

έχοντας υπόψη τις συστάσεις της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF) του Φεβρουαρίου 2012 σχετικά με τα διεθνή πρότυπα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και της διάδοσης όπλων,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Απριλίου 2012 σχετικά με το αίτημα για συγκεκριμένες μεθόδους με σκοπό την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής (1),

έχοντας υπόψη την έκθεση της 10ης Φεβρουαρίου 2012 του κ. Richard Murphy FCA σχετικά με τη «Γεφύρωση του ευρωπαϊκού φορολογικού χάσματος»,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Συμβουλίου της 1ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με κώδικα δεοντολογίας όσον αφορά τη φορολογία των επιχειρήσεων και την έκθεση του Κώδικα Δεοντολογίας όσον αφορά τη Φορολογία των Επιχειρήσεων προς το Συμβούλιο της 4ης Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη την έκθεση του ΟΟΣΑ «Αντιμετώπιση της διάβρωσης της βάσης και της μεταφοράς κερδών» (2013),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα Ecofin και την έκθεση Ecofin προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για θέματα φορολογίας της 22ας Ιουνίου 2012,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8ης Μαρτίου 2011 σχετικά με τη συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες για την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα (2),

έχοντας υπόψη το νομοθετικό του ψήφισμα της 19ης Απριλίου 2012 στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ) (3),

έχοντας υπόψη το ανακοινωθέν μετά τη συνάντηση των Υπουργών Οικονομικών και των Διοικητών Κεντρικών Τραπεζών της Ομάδας G20 που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα στις 15—16 Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 10ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα (4),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού (A7-0162/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, κάθε χρόνο λόγω φορολογικής απάτης, φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής και επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού η ΕΕ χάνει κάθε χρόνο περίπου το σκανδαλώδες ποσό του ενός τρισεκατομμυρίου EUR, που αντιστοιχεί περίπου σε κόστος 2000 € για κάθε ευρωπαίο πολίτη, χωρίς να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα προς αντίδραση (5)·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η απώλεια αντιπροσωπεύει: κίνδυνο για τη διασφάλιση του μοντέλου κοινωνικής οικονομίας της αγοράς της ΕΕ που βασίζεται σε ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες· απειλή για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς· πλήγμα στην αποτελεσματικότητα και δικαιοσύνη των φορολογικών συστημάτων εντός της ΕΕ· καθώς και κίνδυνο για τον οικολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας· ότι αυτό δημιουργεί και διευκολύνει περαιτέρω την επιβλαβή για την κοινωνία αισχροκέρδεια που οδηγεί σε διεύρυνση της κοινωνικής ανισότητας, αυξάνει τη δυσπιστία των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς και καλλιεργεί περιβάλλον δημοκρατικού ελλείμματος·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σημαντική συνιστώσα της δημοσιονομικής βιωσιμότητας είναι η διασφάλιση της βάσης των εσόδων μας·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η φορολογική απάτη και η φοροδιαφυγή αποτελούν παράνομες δραστηριότητες που έχουν ως αποτέλεσμα την αποφυγή φορολογικών υποχρεώσεων, ενώ ταυτόχρονα, η φοροαποφυγή αποτελεί νόμιμη αλλά αθέμιτη αξιοποίηση του φορολογικού καθεστώτος για περιορισμό ή αποφυγή των φορολογικών υποχρεώσεων, ενώ ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός συνίσταται στην αξιοποίηση τεχνικών λεπτομερειών του φορολογικού συστήματος ή των αναντιστοιχιών μεταξύ δύο ή περισσοτέρων φορολογικών συστημάτων, με σκοπό τη μείωση της φορολογικής υποχρέωσης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρακτικές φοροαποφυγής, που διευκολύνονται από την αυξανόμενη αποϋλοποίηση της οικονομίας, οδηγούν σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που είναι ζημιογόνες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και την ανάπτυξη·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκταση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής υπονομεύει την πίστη και εμπιστοσύνη των πολιτών στη δικαιοσύνη και τη νομιμότητα της συλλογής φόρων και του φορολογικού συστήματος συνολικά·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έλλειψη συντονισμού των φορολογικών πολιτικών στην ΕΕ έχει ως αποτέλεσμα σημαντικό κόστος και διοικητική επιβάρυνση των πολιτών και των επιχειρήσεων με διασυνοριακές δραστηριότητες εντός της ΕΕ και ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα την ακούσια μη φορολόγηση ή να οδηγήσουν σε φορολογική απάτη και φοροαποφυγή·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμμονή των στρεβλώσεων που οφείλονται στις αδιαφανείς ή επιζήμιες φορολογικές πρακτικές εκ μέρους δικαιοδοσιών που λειτουργούν ως φορολογικοί παράδεισοι, μπορεί να οδηγήσει σε τεχνητή ροή κεφαλαίων και να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην εσωτερική αγορά της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ζημιογόνος φορολογικός ανταγωνισμός εντός της ΕΕ αντίκειται εμφανώς στη λογική της ενιαίας αγοράς· ότι πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για την εναρμόνιση των φορολογικών βάσεων στο πλαίσιο μιας ακόμη στενότερης οικονομικής, φορολογικής και δημοσιονομικής Ένωσης·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χώρες που είναι ενταγμένες σε προγράμματα βοήθειας διαπιστώνουν τα τελευταία χρόνια ότι, αφού ενέτειναν την είσπραξη φόρων και εξάλειψαν προνόμια, σύμφωνα με τις προτάσεις της τρόικας, πολλές από τις μεγαλύτερες εταιρείες τους εγκαταλείπουν τη χώρα προκειμένου να επωφεληθούν από φορολογικά προνόμια που προσφέρονται από άλλες χώρες·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην πράξη, αυτό έχει προκαλέσει μετατόπιση του φορολογικού βάρους προς τους εργαζομένους και τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος και έχει αναγκάσει τις κυβερνήσεις να προβούν σε βλαπτικές περικοπές των δημόσιων υπηρεσιών·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περικοπές θέσεων εργασίας που πραγματοποιήθηκαν στην πλειονότητα των εθνικών φορολογικών αρχών των κρατών μελών μέσω μέτρων λιτότητας κατά τα τελευταία χρόνια, έχουν θέσει σε μεγάλο κίνδυνο την εφαρμογή του σχεδίου δράσης της Επιτροπής·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χρήση πρακτικών φοροαποφυγής από πλευράς των πολυεθνικών εταιρειών αντιβαίνει στην αρχή του δίκαιου ανταγωνισμού και της εταιρικής ευθύνης·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απάντηση ορισμένων φορολογουμένων στα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την αντιμετώπιση της έλλειψης διαφάνειας ήταν να διοχετεύσουν επιχειρήσεις και συναλλαγές μέσω άλλων δικαιοδοσιών με χαμηλότερο επίπεδο διαφάνειας·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μονομερή εθνικά μέτρα αποδείχθηκαν σε πολλές περιπτώσεις αναποτελεσματικά, ατελέσφορα και σε μάλιστα ορισμένες περιπτώσεις απέβησαν αντιπαραγωγικά, και ότι η κατάσταση απαιτεί συντονισμένη και μακροπρόθεσμη προσέγγιση σε εθνικό, ενωσιακό και διεθνές επίπεδο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματική καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού προϋποθέτει ενεργή ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών των διαφόρων κρατών μελών, καθώς και ενισχυμένη συνεργασία των φορολογικών αρχών με άλλες αρχές επιβολής του νόμου σε ένα δεδομένο κράτος μέλος·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ «Αντιμετώπιση της διάβρωσης της βάσης και της μεταφοράς κερδών», το θεμελιώδες ζήτημα πολιτικής που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι το γεγονός ότι οι διεθνείς κοινές αρχές που έχουν εκπονηθεί με βάση εθνικές εμπειρίες για κοινή φορολογική δικαιοδοσία, δεν παρακολούθησαν τις μεταβολές του επιχειρηματικού περιβάλλοντος· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο η Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν ενεργότερο ρόλο στη διεθνή σκηνή για την καθιέρωση διεθνών προδιαγραφών με βάση τις αρχές της διαφάνειας, της ανταλλαγής πληροφοριών και της κατάργησης των ζημιογόνων φορολογικών μέτρων·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν έχουν διαπραγματευτική ισχύ για να επιβάλουν στους φορολογικούς παραδείσους συνεργασία, ανταλλαγή πληροφοριών και διαφάνεια·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ερευνητικοί δημοσιογράφοι, ο μη κυβερνητικός τομέας και η πανεπιστημιακή κοινότητα έχουν διαδραματίσει καίριο ρόλο στην ανάδειξη περιπτώσεων φορολογικής απάτης, φοροαποφυγής και φορολογικών παραδείσων, ενημερώνοντας δεόντως το κοινό περί αυτών·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ενίσχυση των μέσων για την ανίχνευση της φοροδιαφυγής πρέπει να συνοδευτεί από την ενίσχυση της υφιστάμενης νομοθεσίας στον τομέα της συνδρομής για την είσπραξη των φόρων, την ισότιμη μεταχείριση των υποκείμενων σε φόρους και την εφαρμοσιμότητα για τις επιχειρήσεις·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στη συνάντηση της ομάδας G20 στη Μόσχα τον Φεβρουάριο του 2013, υποσχέθηκαν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και επιβεβαίωσαν ότι τα εθνικά μέτρα από μόνα τους δεν αποφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταβιβαστική τιμολόγηση που έχει ως αποτέλεσμα φοροαποφυγή πλήττει τους προϋπολογισμούς των αναπτυσσόμενων χωρών, επιφέροντας εκτιμώμενη απώλεια περίπου 125 δισεκατομμυρίων EUR σε φορολογικά έσοδα ετησίως, που αντιπροσωπεύει σχεδόν το διπλάσιο του ποσού που εισπράττουν οι χώρες αυτές υπό μορφή διεθνούς βοήθειας·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθετική αρμοδιότητα σε σχέση με τη φορολογική πολιτική εναπόκειται αυτή τη στιγμή στα κράτη μέλη·

1.

χαιρετίζει το σχέδιο δράσης της Επιτροπής και τις συστάσεις της με τις οποίες τα κράτη μέλη καλούνται να αναλάβουν άμεση και συντονισμένη δράση κατά των φορολογικών παραδείσων και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού·

2.

χαιρετίζει την αποφασιστικότητα που εξέφρασαν οι υπουργοί οικονομικών της ομάδας G20 για την αντιμετώπιση της διάβρωσης της βάσης και της μεταφοράς των κερδών·

3.

καλεί τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, να υιοθετήσουν το σχέδιο δράσης της Επιτροπής, να εφαρμόσουν πλήρως τις δύο συστάσεις· επιμένει τα κράτη μέλη να αναλάβουν σοβαρές διαπραγματεύσεις, να συμπληρώσουν τις διαδικασίες για όλες τις εκκρεμείς νομοθετικές προτάσεις και να εφαρμόσουν μέτρα που αφορούν τα θέματα της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής, του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και των φορολογικών παραδείσων στα εξαρτημένα εδάφη τους·

4.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη κατορθώσει να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με κομβικές νομοθετικές προτάσεις, όπως η πρόταση που υπεβλήθη το 2008, για τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/EΚ του Συμβουλίου για τη φορολόγηση των εσόδων από τόκους ή την πρόταση του 2011 για οδηγία του Συμβουλίου σχετικά με κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών·

5.

εκφράζει τη λύπη του για τη μέχρι σήμερα έλλειψη ουσιώδους προόδου στον τομέα της φορολογίας, στο πλαίσιο των δεσμεύσεων του συμφώνου για το ευρώ+·

6.

χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής για τη δημιουργία «Πλατφόρμας χρηστής φορολογικής διακυβέρνησης»· καλεί την Επιτροπή να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς την εφαρμογή των δύο συστάσεων σε όλα τα κράτη μέλη, και να διαβουλευτεί και να εντάξει στις εργασίες της πλατφόρμας και τους εργαζόμενους στους εθνικούς φορολογικούς μηχανισμούς, τους κοινωνικούς εταίρους και τα συνδικάτα· καλεί την Επιτροπή να υποβάλλει κάθε χρόνο στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο έκθεση σχετικά με το έργο και τα επιτεύγματα της πλατφόρμας·

7.

θεωρεί ότι η έκταση και η σοβαρότητα του προβλήματος και ο επείγων χαρακτήρας των μέτρων που απαιτούνται, καταδεικνύονται από τις πληροφορίες σχετικά με μυστικούς εξωχώριους τραπεζικούς λογαριασμούς, που δημοσιεύτηκαν τον Απρίλιο του 2013 από την Διεθνή Κοινοπραξία ερευνητικής δημοσιογραφίας· ζητεί για μία ακόμη φορά, στο φως των παραπάνω, να υπάρξει ενισχυμένη ευρωπαϊκή και διεθνής δέσμευση στη διαφάνεια, που πρέπει να οδηγήσει σε μια διεθνή, δεσμευτική, πολυμερή συμφωνία σχετικά με την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα·

Ο ρόλος της ΕΕ στη διεθνή σκηνή

8.

επισημαίνει ότι η ΕΕ πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στις συζητήσεις που γίνονται σχετικά με την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροαποφυγής και των φορολογικών παραδείσων στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, του Παγκόσμιου Φόρουμ για τη διαφάνεια και την ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς, των ομάδων G20 και G8 και σε άλλα σχετικά πολυεθνικά βήματα συζήτησης· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επισημαίνουν με συνέπεια στη διεθνή σκηνή, την τεράστια σημασία της ενίσχυσης της συνεργασίας για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής, του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και των φορολογικών παραδείσων· επισημαίνει ότι η ΕΕ πρέπει, όπου αρμόζει, να πείθει τρίτες χώρες να συγκροτούν και να βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων τους συλλογής φόρων, ενστερνιζόμενες τις αρχές της διαφάνειας, της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών και της κατάργησης των επιζήμιων φορολογικών μέτρων, και να τις βοηθά να το πράττουν· ενθαρρύνει την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αναβαθμίσουν την τεχνική βοήθεια και την οικοδόμηση ικανοτήτων στις αναπτυσσόμενες χώρες·

9.

πιστεύει ότι έχει τεράστια σημασία τα κράτη μέλη να εξουσιοδοτήσουν την Επιτροπή να διαπραγματευθεί φορολογικές συμφωνίες με τρίτες χώρες εξ ονόματος της ΕΕ, αντί να συνεχίζεται η πρακτική των διμερών διαπραγματεύσεων που παράγουν χαμηλότερα αποτελέσματα από τη σκοπιά της ΕΕ συνολικά και συχνά ακόμη και για το εμπλεκόμενο κράτος μέλος·

10.

επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη που έχουν λάβει (6) ή ζητούν να λάβουν οικονομική βοήθεια, έχουν υποχρέωση να εφαρμόσουν μέτρα που αποσκοπούν στην ενίσχυση και βελτίωση της ικανότητάς τους για συλλογή φόρων και την αντιμετώπιση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής· καλεί την Επιτροπή να διευρύνει την υποχρέωση αυτή ώστε να περιλάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, της φοροαποφυγής και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού·

11.

καλεί την Επιτροπή να απέχει από τη χορήγηση ενωσιακής χρηματοδότησης και να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη δεν παρέχουν κρατική ενίσχυση ή πρόσβαση σε δημόσιες προμήθειες σε εταιρείες που παραβιάζουν τα φορολογικά πρότυπα της ΕΕ· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να απαιτούν τη γνωστοποίηση πληροφοριών σχετικά με κυρώσεις ή καταδίκες για αδικήματα φορολογικού χαρακτήρα, για όλες τις εταιρείες που υποβάλλουν προσφορά για δημόσια σύμβαση· προτείνει να έχουν τη δυνατότητα οι δημόσιες αρχές, τηρώντας τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από την οδηγία σχετικά με τις καθυστερήσεις πληρωμών, να συμπεριλαμβάνουν στις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών μια ρήτρα που θα τους επιτρέπει να λύουν τη σύμβαση εάν στη συνέχεια ένας προμηθευτής παραβιάζει υποχρεώσεις φορολογικής συμμόρφωσης·

12.

καλεί την Επιτροπή να προτείνει κοινές προδιαγραφές για σύναψη φορολογικών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και αναπτυσσομένων χωρών, με σκοπό την αποφυγή της διάβρωσης της φορολογικής βάσης για τις χώρες αυτές·

13.

καλεί την Επιτροπή να διαθέσει περισσότερους πόρους του προϋπολογισμού και προσωπικό στην ΓΔ TAXUD προκειμένου να βοηθήσει στην ανάπτυξη πολιτικών και προτάσεων της ΕΕ σχετικά με την αποφυγή της διπλής φορολόγησης, της φοροδιαφυγής και της απάτης·

14.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να επιμένουν, στις αντίστοιχες σχέσεις τους με τρίτες χώρες, στην αυστηρή εφαρμογή των ενωσιακών προδιαγραφών σε φορολογικής φύσεως θέματα, ιδίως στις περιπτώσεις μελλοντικών διμερών ή πολυμερών εμπορικών συμφωνιών·

15.

χαιρετίζει τον νόμο των ΗΠΑ περί φορολογικής συμμόρφωσης αλλοδαπών λογαριασμών (FATCA) σαν πρώτο βήμα για την ενίσχυση της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ για την καταπολέμηση της διασυνοριακής φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής· εκφράζει ωστόσο τη λύπη του διότι στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ ακολουθήθηκε μια διμερής/διακυβερνητική προσέγγιση και όχι μια κοινή ενωσιακή διαπραγματευτική θέση· εκφράζει τη λύπη του για την έλλειψη πλήρους αμοιβαιότητας στην ανταλλαγή πληροφοριών· ζητεί να γίνουν σεβαστά από αυτή την άποψη τα δικαιώματα προστασίας δεδομένων των πολιτών της ΕΕ·

16.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν προσεκτικά και να εφαρμόσουν δεόντως τις συστάσεις της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF) του Φεβρουαρίου 2012·

Κορυφαίος στόχος — Αντιμετώπιση του φορολογικού χάσματος

17.

καλεί τα κράτη μέλη να δεσμευτούν σε ένα φιλόδοξο αλλά ρεαλιστικό στόχο για τουλάχιστον μείωση του φορολογικού χάσματος μέχρι το 2020, καθόσον αυτό σταδιακά θα δημιουργήσει σαφώς αυξημένο δυναμικό για φορολογικά έσοδα, χωρίς να αυξηθούν οι φορολογικοί συντελεστές·

18.

αναγνωρίζει περαιτέρω ότι η διεύρυνση των υφιστάμενων φορολογικών βάσεων, αντί για την αύξηση των φορολογικών συντελεστών ή την επιβολή νέων φόρων, θα μπορούσε να παραγάγει περαιτέρω έσοδα για τα κράτη μέλη·

19.

καλεί την Επιτροπή να προχωρήσει τουλάχιστον στη χάραξη συνολικής στρατηγικής με βάση συγκεκριμένες νομοθετικές δράσεις εντός του πλαισίου των υπαρχουσών Συνθηκών, για την κάλυψη του φορολογικού χάσματος στην ΕΕ και να διασφαλίσει ότι όλες οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία δραστηριοποιούνται·

20.

επισημαίνει ότι τα μέτρα για μείωση του φορολογικού χάσματος και αντιμετώπιση των φορολογικών παραδείσων, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής θα οδηγήβσουν σε δίκαιες και διαφανείς συνθήκες ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, θα βοηθήσουν τη δημοσιονομική εξυγίανση με μείωση των επιπέδων δημοσίου χρέους, θα αυξήσουν τους πόρους που προορίζονται για δημόσιες επενδύσεις, θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα και τη δικαιοσύνη των εθνικών φορολογικών συστημάτων και θα αυξήσουν τα γενικά επίπεδα φορολογικής συμμόρφωσης, τόσο στην ΕΕ όσο και σε αναπτυσσόμενες χώρες·

21.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την αξιοποίηση του προγράμματος Fiscalis ενσωματώνοντας τη στρατηγική για την κάλυψη του φορολογικού χάσματος σ' αυτό·

22.

ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα καθιέρωσης ευρωπαϊκής φορολόγησης για τα διασυνοριακά επιχειρηματικά μοντέλα και το ηλεκτρονικό εμπόριο·

ΔΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΆΛΥΨΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΎ ΧΆΣΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΕ:

Σχετικά με τη φορολογική απάτη και τη φοροδιαφυγή

23.

καλεί τα κράτη μέλη να χορηγήσουν επαρκείς πόρους από πλευράς στελέχωσης, εμπειρογνωμοσύνης και προϋπολογισμού οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους στις εθνικές φορολογικές υπηρεσίες τους, καθώς και στο προσωπικό που είναι αρμόδιο για τους φορολογικούς ελέγχους, καθώς και πόρους για την επιμόρφωση του προσωπικού των φορολογικών υπηρεσιών, με εστίαση στη διασυνοριακή συνεργασία για θέματα φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, και να καθιερώσουν ισχυρά εργαλεία για την καταπολέμηση της διαφθοράς·

24.

καλεί την Επιτροπή να αναλάβει άμεση δράση όσον αφορά τη διαφάνεια της καταβολής φόρων από τις εταιρείες, υποχρεώνοντας όλες τις πολυεθνικές εταιρείες να δημοσιεύουν ένα απλό, ενιαίο αριθμητικό στοιχείο για το ποσό που καταβάλλουν ως φόρο σε κάθε κράτους μέλους στο οποίο δραστηριοποιούνται·

25.

τονίζει τη σημασία μιας κοινής ενοποιημένης βάσης φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ), και καλεί τα κράτη μέλη να συμφωνήσουν και να εφαρμόσουν την οδηγία για μια ΚΕΦΒΕ, κινούμενα σταδιακά από ένα προαιρετικό σε υποχρεωτικό καθεστώς, όπως ορίζει το νομοθετικό ψήφισμά του της 19ης Απριλίου 2012 στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ)·

26.

είναι της γνώμης ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να αναλάβουν δράση και να αναστείλουν ή να ανακαλέσουν τις τραπεζικές άδειες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε περίπτωση που αυτά συμβάλλουν σε διάπραξη φορολογικών απατών, προσφέροντας προϊόντα ή υπηρεσίες σε πελάτες που τους παρέχουν τη δυνατότητα να φοροδιαφεύγουν ή αρνούνται να συνεργαστούν με τις φορολογικές αρχές·

27.

χαιρετίζει το μέτρο που προτείνει η Επιτροπή για την καταχώριση των φορολογικών εγκλημάτων ως στοιχειοθετημένων αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στη νέα οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (2013/0025(COD)) και ζητεί την ταχεία εφαρμογή της οδηγίας· παροτρύνει την Επιτροπή να εισαγάγει προτάσεις για την εναρμόνιση της ποινικής αντιμετώπισης της φορολογικής απάτης, ιδίως όσον αφορά τις διασυνοριακές και αμοιβαίες έρευνες· προειδοποιεί την Επιτροπή ότι πρέπει να ενισχύσει τη συνεργασία της με άλλα όργανα επιβολής του νόμου στην ΕΕ, και ιδίως με τις αρχές που είναι αρμόδιες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και τις υπηρεσίες στους τομείς της δικαιοσύνης και κοινωνικής ασφάλισης·

28.

καλεί τα κράτη μέλη να άρουν όλα τα εμπόδια στην εθνική νομοθεσία που παρεμποδίζουν τη συνεργασία και τις ανταλλαγές πληροφοριών φορολογικής φύσεως μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και εντός των κρατών μελών, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την αποτελεσματική προστασία των δεδομένων των φορολογουμένων·

29.

καλεί την Επιτροπή να εντοπίσει τομείς όπου οι κανονισμοί της ΕΕ και η διοικητική συνεργασία των κρατών μελών θα μπορούσαν να βελτιωθούν προκειμένου να περιοριστεί η φορολογική απάτη, μεταξύ άλλων με την κατάλληλη αξιοποίηση των προγραμμάτων Fiscalis και Customs·

30.

χαιρετίζει την έγκριση από το Συμβούλιο του νέου πλαισίου διοικητικής συνεργασίας και ζητεί την ταχεία εφαρμογή του πλαισίου αυτού από τα κράτη μέλη·

31.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να αναζητούν δεδομένα με χαρακτηριστικά αποδεικτικής μαρτυρίας όσον αφορά τη φοροδιαφυγή, από μητρώα που διατηρούν άλλες κυβερνήσεις, όπως οι βάσεις δεδομένων για τα οχήματα, την ακίνητη περιουσία, τα πολυτελή σκάφη και άλλα περιουσιακά στοιχεία, και να τα μοιράζονται με τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή·

32.

επισημαίνει τη σημασία υιοθέτησης νέων στρατηγικών που θα αξιοποιούν καλύτερα τις υφιστάμενες δομές στην ΕΕ για τη βελτίωση της καταπολέμησης της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, ιδίως την απάτη τύπου «carousel»· παροτρύνει, στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο να εγκρίνει και να εφαρμόσει την οδηγία για τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας σε ό,τι αφορά τον μηχανισμό ταχείας αντίδρασης για την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ·

33.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να συνεχίσουν και να αναβαθμίσουν, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος Fiscalis 2020, τους ταυτόχρονους ελέγχους για τον εντοπισμό και την καταπολέμηση της διασυνοριακής φοροδιαφυγής, και να διευκολύνουν την παρουσία ξένων υπαλλήλων στα γραφεία των φορολογικών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια διοικητικών ανακρίσεων· επισημαίνει τη σημασία της ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ των φορολογικών αρχών και των λοιπών οργάνων επιβολής του νόμου, ιδίως ενόψει της ανταλλαγής των πληροφοριών που αποκτώνται από έρευνες που συνδέονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και συναφή εγκλήματα·

34.

υπενθυμίζει ότι η εξάλειψη της παραοικονομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την προσφορά κατάλληλων κινήτρων· προτείνει, επιπλέον, να υποχρεώνονται τα κράτη μέλη να αναφέρουν, μέσω ενός πίνακα αποτελεσμάτων, τον βαθμό στον οποίο έχουν καταφέρει να μειώσουν την παραοικονομία τους·

35.

υποστηρίζει τις προσπάθειες της Διεθνούς Οργάνωσης Επιτροπών Εποπτείας Χρηματιστηρίων (IOSCO) να θεσπίσει κωδικούς αναγνώρισης νομικών προσώπων, ως ένα βήμα προς τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας και της διαφάνειας των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, που αποτελεί κλειδί για τη διευκόλυνση της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής·

36.

επισημαίνει ότι η κατάργηση φορολογικών προνομίων παρέχει περιθώρια για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις προς την κατεύθυνση ενός απλού, κατανοητού και δίκαιου φορολογικού συστήματος·

37.

επισημαίνει ότι οι νομικές διαδικασίες για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης είναι περίπλοκες και χρονοβόρες και ότι όσοι βρίσκονται ένοχοι τελικά καταδικάζονται σε σχετικά ήπιες ποινές, με αποτέλεσμα η φορολογική απάτη να καθίσταται ένα είδος ακίνδυνου εγκλήματος·

38.

επισημαίνει τις δυνατότητες που προσφέρει η ηλεκτρονική διακυβέρνηση όσον αφορά την αύξηση της διαφάνειας και την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς και, συνακόλουθα, τη διαφύλαξη των δημόσιων πόρων· τονίζει ότι απαιτείται νομοθεσία που θα καθιστά δυνατή τη συνεχή καινοτομία·

39.

καλεί την Επιτροπή να αντιμετωπίσει συγκεκριμένα το πρόβλημα των υβριδικών αναντιστοιχιών μεταξύ διαφορετικών φορολογικών συστημάτων στα κράτη μέλη·

40.

σημειώνει, ωστόσο ότι, καθώς ο ΦΠΑ αποτελεί «ίδιο πόρο», η φοροδιαφυγή στον τομέα αυτόν έχει άμεσο αντίκτυπο, αφενός στις οικονομίες των κρατών μελών και αφετέρου στον προϋπολογισμό της ΕΕ· υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, «η φοροδιαφυγή στον τομέα του ΦΠΑ επηρεάζει τα οικονομικά συμφέροντα των κρατών μελών· έχει αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ, καθώς έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ιδίων πόρων βάσει του ΦΠΑ· Η απώλεια αυτή αντισταθμίζεται από τον ίδιο πόρο ΑΕΕ, με συνέπεια τη στρέβλωση των συνεισφο ρών των επιμέρους κρατών μελών στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Εκτός αυτού, η φορολογική απάτη υπονομεύει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και παρακωλύει τον θεμιτό ανταγωνισμό» (7)·

41.

σημειώνει ότι το σύστημα ΦΠΑ της ΕΕ παρέχει σημαντικό τμήμα των δημοσίων εσόδων — 21 % το 2009 (8) — αλλά, επίσης, προκαλεί υψηλό επίπεδο αφενός περιττού κόστους συμμόρφωσης και, αφετέρου, φοροδιαφυγής·

42.

επισημαίνει ότι από τότε που θεσπίστηκε ο ΦΠΑ, το μοντέλο είσπραξής του παρέμεινε αμετάβλητο· τονίζει ότι, δεδομένου ότι το μοντέλο αυτό είναι απαρχαιωμένο, αν ληφθούν υπόψη οι πολλές αλλαγές που έχουν συμβεί στο τεχνολογικό και οικονομικό περιβάλλον, η συνεχιζόμενη χρήση του οδηγεί σε εκτεταμένες απώλειες·

43.

επισημαίνει ότι η ορθή λειτουργία του τελωνειακού συστήματος έχει άμεσες επιπτώσεις στον υπολογισμό του ΦΠΑ· εκφράζει την βαθύτατη ανησυχία του για το γεγονός ότι οι τελωνειακοί έλεγχοι στην ΕΕ δεν λειτουργούν κανονικά, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται σημαντικές απώλειες στην είσπραξη ΦΠΑ (9)· θεωρεί απαράδεκτο το γεγονός ότι, στα περισσότερα κράτη μέλη, οι φορολογικές αρχές δεν έχουν άμεση πρόσβαση στα τελωνειακά δεδομένα και δεν είναι δυνατός ο αυτόματος έλεγχος διασταύρωσης με τα φορολογικά στοιχεία· επισημαίνει ότι το οργανωμένο έγκλημα έχει πολύ καλή επίγνωση των αδυναμιών του υπάρχοντος συστήματος·

44.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν τη θέσπιση μέτρων που να παρέχουν δυνατότητες κοινωνικής επαναχρησιμοποίησης των κονδυλίων που κατάσχονται μέσω ποινικών διαδικασιών σε υποθέσεις φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής· ζητεί, συνεπώς, σημαντικό μέρος των κονδυλίων που κατάσχονται να επαναχρησιμοποιούνται για κοινωνικούς σκοπούς και να επανεισάγονται στις τοπικές και περιφερειακές οικονομίες που πλήττονται άμεσα ή έμμεσα από φορολογικά εγκλήματα·

45.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να καλλιεργήσουν ένα περιβάλλον στο οποίο ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών στην ανάδειξη υποθέσεων φορολογικής απάτης και φορολογικών παραδείσων θα προστατεύεται πλήρως, δημιουργώντας μεταξύ άλλων αποτελεσματικά συστήματα προστασίας των καταγγελτών και των δημοσιογραφικών πηγών·

Για τη φοροαποφυγή και τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό

46.

καλεί τα κράτη μέλη να εγκρίνουν και να εφαρμόσουν κατά προτεραιότητα την τροποποιημένη οδηγία περί φορολόγησης αποταμιεύσεων, προκειμένου να καλυφθούν τα κενά της υφιστάμενης οδηγίας και να αποτραπεί καλύτερα η φοροδιαφυγή·

47.

χαιρετίζει τις διεθνείς συζητήσεις για την επικαιροποίηση των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για την αποκαλούμενη «μεταβιβαστική τιμολόγηση», δηλαδή τη μεταφορά κερδών σε φορολογικούς παραδείσους προκειμένου να αποφευχθεί η φορολόγηση τόσο σε ανεπτυγμένες όσο και σε αναπτυσσόμενες χώρες· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν άμεσα δράση, και να αναθεωρήσουν τους κανόνες της μεταβιβαστικής τιμολόγησης, ιδίως σε σχέση με τη μετακίνηση των κινδύνων και των άυλων περιουσιακών στοιχείων, τον τεχνητό διαχωρισμό της ιδιοκτησίας των περιουσιακών στοιχείων μεταξύ νομικών προσώπων ενός ομίλου, και τις συναλλαγές μεταξύ των εν λόγω νομικών προσώπων που σπανίως θα πραγματοποιούνταν μεταξύ ανεξάρτητων οντοτήτων· καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει ένα σύστημα τιμολογιακού προδιακανονισμού που θα εφαρμόζεται για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση, στο οποίο θα προστεθεί και νέα απαίτηση στις υφιστάμενες υποχρεώσεις με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για την τεκμηρίωση της μεταβιβαστικής τιμολόγησης· προτείνει η τεκμηρίωση καθώς και οι απαιτήσεις περί φορολογικών δηλώσεων να είναι ευρύτερες για συναλλαγές με περιοχές δικαιοδοσίας που περιλαμβάνονται στον «μαυροπίνακα»·

48.

χαιρετίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην υποβολή έκθεσης ανά χώρα σύμφωνα με τις οδηγίες περί λογιστικής και διαφάνειας· καλεί την Επιτροπή να εισαγάγει, ως προσεχές βήμα, την ανά χώρα υποβολή έκθεσης για τις διασυνοριακές εταιρείες σε όλους τους τομείς, με ενίσχυση της διαφάνειας των συναλλαγών πληρωμής και με θέσπιση απαίτησης για κοινοποίηση πληροφοριών, όπως ο χαρακτήρας των δραστηριοτήτων της επιχείρησης και η γεωγραφική της θέση, ο κύκλος εργασιών, ο αριθμός των υπαλλήλων ως ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης, το κέρδος ή οι ζημίες προ φόρων, ο φόρος στο κέρδος ή τις ζημίες, και οι δημόσιες επιδοτήσεις που έχουν ληφθεί ανά χώρα, σχετικά με την εμπορική δραστηριότητα ενός ομίλου συνολικά, προκειμένου να ελέγχεται η τήρηση των κανόνων ορθής μεταβιβαστικής τιμολόγησης·

49.

ζητεί να συμπληρωθεί η πρόταση αναθεώρησης της οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με εισαγωγή της υποχρέωσης διατήρησης δημόσιου μητρώου των δικαιούχων εταιρειών, τραστ και ιδρυμάτων και άλλων παρόμοιων νομικών δομών·

50.

καλεί τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του κώδικα δεοντολογίας για τη φορολόγηση των επιχειρήσεων, θέτοντας τα θέματα σε επίπεδο Συμβουλίου, όπου απαιτείται επειγόντως η λήψη πολιτικών αποφάσεων· καλεί την Επιτροπή να παρεμβαίνει ενεργά στις περιπτώσεις όπου ο κώδικας δεοντολογίας για τους ομίλους δεν συνάδει με τις διαδικασίες περί άρσης των αναντιστοιχιών που υπάρχουν στα εθνικά φορολογικά συστήματα·

51.

καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει και να προωθήσει κώδικα δεοντολογίας για τους ελεγκτές και τους συμβούλους· καλεί τις ελεγκτικές εταιρείες να ενημερώνουν τις εθνικές φορολογικές αρχές σε περίπτωση που υπάρξουν οποιεσδήποτε ενδείξεις επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού σε ελεγχόμενη επιχείρηση·

52.

πιστεύει ότι οι ελεγκτές δεν πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν απαγορευμένες, μη ελεγκτικές υπηρεσίες και ότι οι συμβουλευτικές υπηρεσίες επί φορολογικών θεμάτων που αφορούν τη διάρθρωση συναλλαγών και η παροχή συμβουλών επί φορολογικών θεμάτων πρέπει να θεωρούνται απαγορευμένες·

53.

σημειώνει ότι η σωστή αναγνώριση των φορολογουμένων αποτελεί κομβικό στοιχείο για την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εθνικών φορολογικών υπηρεσιών· καλεί την Επιτροπή να επιταχύνει την καθιέρωση ενωσιακού αριθμού φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ), που θα εφαρμόζεται σε όλα τα νομικά και φυσικά πρόσωπα που εμπλέκονται σε διασυνοριακές συναλλαγές· πιστεύει ότι ο ΑΦΜ πρέπει να συνδεθεί με μια διεθνή και ανοιχτή βάση δεδομένων για το σύστημα VIES, που θα συμβάλει στον εντοπισμό των μη καταβεβλημένων φόρων και άλλων υποχρεώσεων που δεν έχουν τηρηθεί·

54.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει εντός του 2013 προτάσεις για την αναθεώρηση της οδηγίας περί μητρικής και θυγατρικής εταιρείας και της οδηγίας περί τόκων και δικαιωμάτων, με στόχο να αναθεωρηθούν και να εναρμονιστούν οι ρήτρες περί αποφυγής καταχρήσεων που περιέχονται στις δυο οδηγίες και να εξαλειφθεί η διπλή μη φορολόγηση που διευκολύνεται από υβριδικές οντότητες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην ΕΕ·

55.

καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν ταχέως την πρόταση της Επιτροπής για καθιέρωση γενικού κανόνα για την αντιμετώπιση των καταχρήσεων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιθετικές πρακτικές φορολογικού σχεδιασμού και να συμπεριλάβουν ρήτρα στις συμβάσεις περί διπλής φορολόγησης, ώστε να αποτραπούν περιπτώσεις διπλής μη φορολόγησης· παροτρύνει τα κράτη μέλη να αγνοήσουν οιαδήποτε φορολογικά οφέλη απορρέουν από τεχνητές ρυθμίσεις ή από ρυθμίσεις που στερούνται εμπορικής ουσίας· προτείνει να ξεκινήσουν εργασίες σχετικά με τη θέσπιση σταθερής δέσμης κανόνων για τα κράτη μέλη της ΕΕ που θα αποτρέπει τη διπλή φορολόγηση·

56.

χαιρετίζει το έργο της Επιτροπής για τη δημιουργία ευρωπαϊκού κώδικα φορολογουμένου· πιστεύει ότι ο κώδικας αυτός θα συμβάλει στην αύξηση της νομιμότητας και της κατανοησιμότητας του δεδομένου φορολογικού συστήματος, στην ενίσχυση της συνεργασίας, της ευθύνης και της εμπιστοσύνης μεταξύ των φορολογικών υπηρεσιών και των φορολογουμένων, για να διασφαλιστεί μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των φορολογουμένων·

57.

ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να θεσπίσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς συλλογής φόρων που θα ελαχιστοποιούν την απόσταση μεταξύ φορολογουμένων και φορολογικών αρχών και θα μεγιστοποιούν την αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας· καλεί την Επιτροπή να αντιμετωπίσει τις πολυπλοκότητες της φορολόγησης του ηλεκτρονικού εμπορίου, αναπτύσσοντας τα κατάλληλα ενωσιακά πρότυπα·

58.

καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι οι δραστηριότητες των ομάδων πίεσης του χρηματοπιστωτικού τομέα, που συχνά επιτυγχάνουν νόμιμες φοροαποφυγές και καθεστώτα επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, θα καταστούν όσο το δυνατόν πιο διαφανείς·

59.

ενθαρρύνει την Επιτροπή να ρυθμίσει τις χρηματοοικονομικές ροές των κρατών μελών προς τρίτες χώρες που θα αποσκοπούν στην φοροαποφυγή, και να δημιουργήσει ένα ισορροπημένο και ανταγωνιστικό φορολογικό πλαίσιο·

60.

καλεί την Επιτροπή να αναλάβει δράση σχετικά με τις μονάδες των εταιρειών στον τομέα του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, ιδίως στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών·

61.

καλεί την Επιτροπή να διενεργήσει ενδελεχή μελέτη όσον αφορά τη διαφορά που υπάρχει, στα κράτη μέλη, μεταξύ των νομίμων και πραγματικών εταιρικών φορολογικών συντελεστών, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η συζήτηση για τη φορολογική εναρμόνιση θα βασιστεί σε αντικειμενικά δεδομένα·

62.

καλεί τα κράτη μέλη να γνωστοποιούν και να δημοσιοποιούν τις επιμέρους φορολογικές αποφάσεις των εθνικών αρχών όσον αφορά τις επιχειρήσεις που αναπτύσσουν διασυνοριακή δραστηριότητα· καλεί τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν αυστηρές προϋποθέσεις ουσίας στις διασυνοριακές εταιρείες για τη λήψη φορολογικής απόφασης·

63.

επισημαίνει ότι παρόλο που τα τραστ συχνά χρησιμοποιούνται ως μέσα φοροδιαφυγής, προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι η πλειονότητα των χωρών δεν απαιτούν καταχώριση των νομικών ρυθμίσεων· καλεί την ΕΕ να καθιερώσει ευρωπαϊκό μητρώο των τραστ και άλλων απορρήτων νομικών προσώπων, ως προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής·

Για τους φορολογικούς παραδείσους

64.

ζητεί να υπάρξει κοινή προσέγγιση της ΕΕ στο θέμα των φορολογικών παραδείσων·

65.

χαιρετίζει τη δέσμευση της Επιτροπής να προωθήσει την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, όπως το μελλοντικό ευρωπαϊκό και διεθνές πρότυπο διαφάνειας και ανταλλαγής πληροφοριών σε φορολογικά θέματα· ζητεί για μια ακόμη φορά την ανάληψη δράσης πέρα από το πλαίσιο του ΟΟΣΑ για την αντιμετώπιση των παράνομων χρηματοοικονομικών ροών, της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, ενόψει των προβλημάτων που δημιουργούν· επικρίνει το γεγονός ότι ο ΟΟΣΑ επιτρέπει στις κυβερνήσεις να αποφεύγουν την καταχώρισή τους στον μαυροπίνακά του, υποσχόμενες απλώς ότι θα προσχωρήσουν στις αρχές περί ανταλλαγής πληροφοριών, χωρίς να διασφαλίζουν την ουσιαστική εφαρμογή των αρχών αυτών· θεωρεί επιπροσθέτως ότι η απαίτηση σύναψης συμφωνιών με άλλες 12 χώρες προκειμένου να μπορούν να διαγραφούν από τη μαύρη λίστα είναι αυθαίρετη, δεδομένου ότι δεν αναφέρεται σε κανέναν ποιοτικό δείκτη που θα επέτρεπε αντικειμενική εκτίμηση της συμμόρφωσης προς τις πρακτικές της χρηστής διακυβέρνησης·

66.

καλεί την Επιτροπή να εγκρίνει σαφή ορισμό και κοινή δέσμη κριτηρίων για τον εντοπισμό των φορολογικών παραδείσων, καθώς και κατάλληλα μέτρα που ισχύουν σε εντοπισμένες δικαιοδοσίες, προς εφαρμογή έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014, και να εξασφαλίζει ότι εφαρμόζονται με συνέπεια σε όλη την έκταση της ενωσιακής νομοθεσίας· προτείνει ο ορισμός να βασίζεται στα πρότυπα διαφάνειας και ανταλλαγής πληροφοριών του ΟΟΣΑ, καθώς και στις αρχές και τα κριτήρια του Κώδικα Δεοντολογίας· πιστεύει, στο πλαίσιο αυτό, ότι μια περιοχή δικαιοδοσίας θεωρείται φορολογικός παράδεισος εάν ισχύουν αρκετοί από τους ακόλουθους δείκτες:

i)

παρέχονται πλεονεκτήματα μόνο σε μη μόνιμους κατοίκους ή για συναλλαγές που πραγματοποιούνται με μη μόνιμους κατοίκους,

ii)

τα πλεονεκτήματα είναι περιχαρακωμένα από την εγχώρια αγορά, ώστε να μην επηρεάζουν την εθνική φορολογική βάση,

iii)

τα πλεονεκτήματα παρέχονται ακόμη και χωρίς κάποια πραγματική οικονομική δραστηριότητα και ουσιαστική οικονομική παρουσία στην περιοχή δικαιοδοσίας που παρέχει τέτοια φορολογικά πλεονεκτήματα,

iv)

οι κανόνες για τον προσδιορισμό του κέρδους σε σχέση με τις δραστηριότητες στο πλαίσιο ενός πολυεθνικού ομίλου εταιρειών διαφέρουν από διεθνώς αποδεκτές αρχές, και κυρίως από τους συμφωνηθέντες κανόνες στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ,

v)

τα φορολογικά μέτρα στερούνται διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες οι νομικές διατάξεις χαλαρώνουν σε διοικητικό επίπεδο κατά τρόπο μη διαφανή,

vi)

η περιοχή δικαιοδοσίας επιβάλλει μηδενικό ή συμβολικό φόρο στο σχετικό εισόδημα·

vii)

υπάρχουν νόμοι ή διοικητικές πρακτικές που εμποδίζουν την ουσιαστική ανταλλαγή πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς με άλλες κυβερνήσεις σχετικά με φορολογούμενους που επωφελούνται από μηδενική ή συμβολική φορολογία, κατά παραβίαση των προδιαγραφών που θεσπίζει το άρθρο 26 του προτύπου σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου,

viii)

η περιοχή δικαιοδοσίας δημιουργεί μη διαφανείς και εχέμυθες δομές που καθιστούν ατελή και αδιαφανή τη σύσταση και λειτουργία των εταιρικών μητρώων και των μητρώων επιχειρηματικών ομίλων και ιδρυμάτων,

ix)

η περιοχή δικαιοδοσίας έχει καταχωριστεί από την ΟΧΟΔ ως μη συνεργάσιμη χώρα και έδαφος·

67.

καλεί την Επιτροπή να καταρτίσει και να δημιουργήσει δημόσιο ευρωπαϊκό μαυροπίνακα των φορολογικών παραδείσων έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014· καλεί, στο πλαίσιο αυτό, τις δημόσιες αρχές:

να αναστείλουν ή να ακυρώσουν τις υφιστάμενες συμβάσεις περί διπλής φορολόγησης με περιοχές δικαιοδοσίας που περιλαμβάνονται στο μαυροπίνακα, και να δρομολογήσουν συμβάσεις διπλής φορολόγησης με περιοχές δικαιοδοσίας που έπαψαν να λειτουργούν ως φορολογικοί παράδεισοι,

να απαγορεύσουν την πρόσβαση στις δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών της ΕΕ, και να αρνηθούν τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης σε εταιρείες που εδρεύουν σε περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να απαγορεύσουν την πρόσβαση σε κρατικές και ενωσιακές ενισχύσεις σε εταιρείες που συνεχίζουν να πραγματοποιούν πράξεις που εμπλέκουν νομικά πρόσωπα που ανήκουν σε περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να αναθεωρήσουν τις οδηγίες περί επαλήθευσης και λογιστικού ελέγχου, ζητώντας να υπάρξει χωριστή επαλήθευση και λογιστικός έλεγχος των κερδών και ζημιών κάθε εταιρείας χαρτοφυλακίου μιας δεδομένης νομικής οντότητας της ΕΕ που η έδρα της βρίσκεται σε περιοχή δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να απαγορεύουν στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς συμβούλους της ΕΕ να ιδρύουν ή να διατηρούν θυγατρικές και παραρτήματα σε περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα και να εξετάσουν την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και χρηματοπιστωτικών συμβούλων που διατηρούν παραρτήματα και συνεχίζουν να δραστηριοποιούνται σε περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να θεσπίσουν ειδική εισφορά σε όλες τις συναλλαγές προς ή από περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να διασφαλίσουν την κατάργηση απαλλαγών από την παρακράτηση στην πηγή για μη μόνιμους κάτοικους για φορολογικούς σκοπούς στις περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να εξετάσουν μια δέσμη επιλογών για τη μη αναγνώριση, εντός της ΕΕ, της νομικής φύσης εταιρειών που έχουν ιδρυθεί σε περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα,

να εφαρμόζουν δασμολογικούς φραγμούς σε περίπτωση συναλλαγών με τρίτες χώρες του μαυροπίνακα,

να ενισχύσουν τον διάλογο μεταξύ της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν θα πραγματοποιούνται επενδύσεις σε έργα, δικαιούχους και ενδιαμέσους από περιοχές δικαιοδοσίας του μαυροπίνακα·

Διεθνής διάσταση

68.

πιστεύει ότι οι ελάχιστες προδιαγραφές που περιλαμβάνονται στη σύσταση της Επιτροπής σχετικά με μέτρα που αποσκοπούν στο να ενθαρρύνουν τρίτες χώρες να εφαρμόσουν ελάχιστα πρότυπα χρηστής διαχείρισης, πρέπει να εφαρμόζονται ρητώς και στα ίδια τα κράτη μέλη·

69.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να προσφέρουν συνεργασία και βοήθεια στις αναπτυσσόμενες τρίτες χώρες που δεν είναι φορολογικοί παράδεισοι, βοηθώντας τες να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τη φορολογική απάτη και τη φοροδιαφυγή, ιδίως μέσω μέτρων για την οικοδόμηση ικανοτήτων· στηρίζει την έκκληση της Επιτροπής που ζητεί, για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη να αποσπάσουν φορολογικούς εμπειρογνώμονες στις χώρες αυτές για περιορισμένη χρονική περίοδο·

70.

καλεί την Επιτροπή να συμβάλει πλήρως στην περαιτέρω ανάπτυξη του σχεδίου BEPS του ΟΟΣΑ (διάβρωση βάσης και μεταφορά κερδών) ανταλλάσσοντας πληροφορίες σχετικά με τα προβληματικά φορολογικά καθεστώτα εντός και μεταξύ των κρατών μελών και σχετικά με τις αλλαγές που είναι απαραίτητες στα κράτη μέλη και σε επίπεδο ΕΕ για να αποτραπεί η φορολογική απάτη και η φοροδιαφυγή, καθώς και κάθε μορφή επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού· καλεί την Επιτροπή να υποβάλλει τακτικά εκθέσεις για τη διαδικασία αυτή στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο·

71.

τονίζει την ανάγκη να κινητοποιηθούν και να εξασφαλιστούν φορολογικοί πόροι στις αναπτυσσόμενες χώρες, προκειμένου να επιτευχθούν οι ΑΣΧ, καθώς είναι πιο προβλέψιμοι και βιώσιμοι από την ξένη βοήθεια, και συμβάλλουν στη μείωση του χρέους· σημειώνει ωστόσο ότι ο λόγος φόρων-ΑΕγχΠ είναι χαμηλός στις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες, που βρίσκονται αντιμέτωπες με κοινωνικές, πολιτικές και διοικητικές δυσκολίες για τη δημιουργία ενός υγιούς συστήματος δημοσίων οικονομικών, καθιστώντας τις ιδιαίτερα ευάλωτες σε δραστηριότητες φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής από τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις·

72.

σημειώνει με ανησυχία ότι πολλές αναπτυσσόμενες χώρες βρίσκονται σε μια πολύ αδύναμη διαπραγματευτική θέση έναντι ορισμένων ξένων άμεσων επενδυτών που κάνουν «έρευνα αγοράς», αναζητώντας φορολογικές επιδοτήσεις και απαλλαγές· θεωρεί, όσον αφορά τις σημαντικές επενδύσεις, ότι οι εταιρείες πρέπει να υποχρεούνται να αναλαμβάνουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις σχετικά με τις θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις των έργων από απόψεως τοπικής ή/και εθνικής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης·

73.

επισημαίνει ότι οι παράνομες εκροές κεφαλαίων αποτελούν μια σημαντική εξήγηση για τα χρέη των αναπτυσσόμενων χωρών, ενώ ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός είναι αντίθετος προς τις αρχές της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης·

74.

επισημαίνει ότι τα φορολογικά συστήματα σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες δεν είναι σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα (και αντιθέτως χαρακτηρίζεται από αδύναμη δημοσιονομική αρμοδιότητα και αναποτελεσματικότητα της φορολογικής διοίκησης, υψηλό επίπεδο διαφθοράς, ανεπαρκής ικανότητα να εισάγουν και να διατηρήσουν καλή λειτουργία των φορολογικών μητρώων, κλπ.)· καλεί την ΕΕ να ενισχύσει τη βοήθειά της σε αυτή την προσπάθεια στο πλαίσιο του Μέσου Αναπτυξιακής Συνεργασίας (DCI) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης (ΕΤΑ), καθώς και στην αντιμετώπιση της διεθνούς φοροδιαφυγής και της υπερβολικής βελτιστοποίησης, συμβάλλοντας στη βελτίωση της ικανότητάς των αναπτυσσομένων χωρών να εντοπίζουν και να διώκουν ακατάλληλες πρακτικές μέσω ισχυρότερης συνεργασίας για τη φορολογική διακυβέρνηση· θεωρεί ότι στήριξη πρέπει επίσης να παρέχεται για την οικονομική μετατροπή των αναπτυσσόμενων χωρών που είναι φορολογικοί παράδεισοι·

75.

χαιρετίζει τα πρώτα μέτρα που ελήφθησαν με τις αξιολογήσεις ομοτίμων του Παγκόσμιου Φόρουμ σχετικά με τη φοροδιαφυγή· πιστεύει, ωστόσο, ότι με την εστίαση στο σύστημα του ΟΟΣΑ για την ανταλλαγή πληροφοριών «κατόπιν αιτήματος», οι προδιαγραφές του Παγκόσμιου Φόρουμ θα είναι αναποτελεσματικές ως προς τον περιορισμό των αθέμιτων χρηματοοικονομικών ροών·

76.

επισημαίνει ότι, με την ενίσχυση μιας διμερούς μάλλον παρά πολυμερούς προσέγγισης στα διεθνικά φορολογικά ζητήματα, υπάρχει κίνδυνος οι συμφωνίες διπλής φορολόγησης να ενθαρρύνουν τη μεταβιβαστική τιμολόγηση και το ρυθμιστικό αρμπιτράζ· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να μην προωθεί τέτοιες συμφωνίες και να προτιμά συμφωνίες ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών (ΤΙΕΑ), διότι οι πρώτες έχουν συνήθως ως αποτέλεσμα φορολογικές απώλειες για τις αναπτυσσόμενες χώρες με χαμηλότερα ποσοστά παρακράτησης φόρου επί μερισμάτων, τόκων και δικαιωμάτων·

ο

ο ο

77.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, τον ΟΟΣΑ και στην Επιτροπή Ειδικών των Ηνωμένων Εθνών για Διεθνή Συνεργασία σε Φορολογικά Θέματα, στην Επιτροπή Εποπτείας της OLAF, καθώς και στην OLAF.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0137.

(2)  ΕΕ C 199 E της 7.7.2012, σ. 37

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0135.

(4)  ΕΕ C 341 E της 16.12.2010, σ. 29.

(5)  http://ec.europa.eu/taxation_customs/taxation/tax_fraud_evasion/index_en.htm

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 472/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών τα οποία αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρές δυσκολίες αναφορικά με τη χρηματοοικονομική τους σταθερότητα στη ζώνη του ευρώ.

(7)  Ειδική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 13/2011, σ. 11, παράγραφος 5.

(8)  Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Πολιτικών, Πολιτική Τμήμα Α (Οικονομική και Επιστημονική Πολιτική): «Simplifying and Modernising VAT in the Digital Single Market» (Απλούστευση και εκσυγχρονισμός του ΦΠΑ στην ψηφιακή ενιαία αγορά) (IP/A/IMCO/ST/2012_03), Σεπτέμβριος 2012, http://www.europarl.europa.eu/committees/en/studiesdownload.html?languageDocument=EN&file=75179

(9)  Σύμφωνα με την ειδική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 13/2011, η εφαρμογή της τελωνειακής διαδικασίας 42 αντιστοιχούσε από μόνη της, το 2009, σε κατ' εκτίμηση απώλειες σχεδόν 2,2 δισ. EUR όσον αφορά τα κράτη μέλη που ελέγχθηκαν, ποσό που αντιστοιχούσε στο 29 % του θεωρητικά εφαρμοζόμενου ΦΠΑ επί της φορολογητέας ύλης όλων των εισαγωγών που διενεργήθηκαν με βάση την τελωνειακή διαδικασία 42, το 2009, στα εν λόγω 7 κράτη μέλη της ΕΕ.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/65


P7_TA(2013)0206

Ετήσια έκθεση για τη φορολογία: τρόποι αποδέσμευσης των δυνατοτήτων οικονομικής μεγέθυνσης της ΕΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τη φορολογία: τρόποι αποδέσμευσης των δυνατοτήτων οικονομικής μεγέθυνσης της ΕΕ (2013/2025(INI))

(2016/C 055/08)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 26, τα άρθρα 110 έως 115 και το άρθρο 120 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/48/ΕΚ για την φορολόγηση των υπό μορφή τόκων εισοδημάτων από αποταμιεύσεις (COM(2008)0727),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου για ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της φορολόγησης των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (COM(2012)0631),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Συμβουλίου για την κοινή ενοποιημένη βάση φορολογίας εταιρειών (ΚΕΒΦΕ) (COM(2011)0121),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/96/ΕΚ σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (COM(2011)0169),

έχοντας υπόψη τη θέση του, της 11ης Σεπτεμβρίου 2012, σχετικά με τη φορολογία εταιρειών: κοινό σύστημα φορολόγησης των τόκων και των δικαιωμάτων (αναδιατύπωση) (1),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2012, σχετικά με τους συγκεκριμένους τρόπους για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, επίσης και σε σχέση με τρίτες χώρες (COM(2012)0351),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 6ης Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής (COM(2012)0722),

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με τον επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό (C(2012)8806),

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Δεκεμβρίου 2012, όσον αφορά μέτρα με σκοπό να ενθαρρυνθούν οι τρίτες χώρες να εφαρμόζουν ελάχιστα πρότυπα χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα (C(2012)8805),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2012, σχετικά με την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς με την κατάργηση των διασυνοριακών φορολογικών εμποδίων για τα επιβατικά αυτοκίνητα (COM(2012)0756),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για την έκδοση κανονισμού σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος δράσης για τη φορολογία στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την περίοδο 2014-2020 (Fiscalis 2020) (COM(2012)0465),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ (Ευρωπαϊκή οικονομία αριθ. 4/2012),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με τα δημόσια οικονομικά στην ΟΝΕ — 2011 και 2012 (2),

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής σχετικά με τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις στα κράτη μέλη της ΕΕ (Ευρωπαϊκή οικονομία, αριθ. 6/2012),

έχοντας υπόψη το τρέχον πρόγραμμα του ΟΟΣΑ για τη φορολογία «OECD’s Current Tax agenda 2012» (3),

έχοντας υπόψη την έκθεση του ΟΟΣΑ «Αντιμετώπιση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μεταφοράς κερδών» (4),

έχοντας υπόψη τη μελέτη της Deutsche Bank, της 5ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τον αντίκτυπο των συστημάτων φορολογίας στην οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη (5),

έχοντας υπόψη τη στρατηγική «ΕΕ 2020» (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Ecofin της 10ης Ιουλίου 2012 (6),

έχοντας υπόψη την «Ετήσια επισκόπηση της ανάπτυξης 2013» της Επιτροπής (COM(2012)0750),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2013 σχετικά με την έκθεση του μηχανισμού επαγρύπνησης 2013 (7),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων της 29ης Ιουνίου, της 19ης Οκτωβρίου και της 14ης Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη την τελική δήλωση της διάσκεψης των Υπουργών Οικονομικών και των Διοικητών κεντρικών τραπεζών της G20 στη Μόσχα στις 15—16 Φεβρουαρίου 2013 (8),

έχοντας υπόψη το πρόγραμμα εργασίας της ιρλανδικής προεδρίας του Συμβουλίου,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7 (A7-0154/2013),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης των οικονομιών της ΕΕ στο εγγύς μέλλον είναι μέτριες έως αρνητικές, σε πολλές περιπτώσεις λόγω της περιορισμένης έμφασης που δίδεται στο πλαίσιο του σημερινού μείγματος πολιτικής στις επενδύσεις, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και τη δίκαιη και αποτελεσματική φορολόγηση· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ζώνη του ευρώ αντιμετωπίζει συνολικά ύφεση διπλής καταβύθισης·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από τότε που εκδηλώθηκε η πρόσφατη κρίση του δημόσιου χρέους, η διάρθρωση των φορολογικών εσόδων έχει μεταβληθεί σε αρκετά σημαντικό βαθμό σε ορισμένα κράτη μέλη και ότι είναι δυσδιάκριτες οι συναφείς διαρθρωτικές και κυκλικές επιπτώσεις αυτής της μεταβολής· λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά την ανάπτυξη της φορολογικής πολιτικής, θα έπρεπε να λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι αρχές της επικουρικότητας και της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία των κρατών μελών·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω της κρίσης, η οποία αποκάλυψε τις διαρθρωτικές αδυναμίες ορισμένων οικονομιών της ΕΕ και η οποία συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά τις δυνατότητες για οικονομική ανάπτυξη στην ΕΕ, τα κράτη μέλη βρίσκονται αντιμέτωπα με τη μεγάλη πρόκληση της ισοσκέλισης των προϋπολογισμών τους και της ταυτόχρονης προαγωγής της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, από την αρχή της νέας χιλιετίας, παρατηρείται στην ΕΕ μια τάση για διαμόρφωση ενός φορολογικού συστήματος περισσότερο προσανατολισμένου στην ανάπτυξη·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα φορολογικά συστήματα στην ΕΕ θα πρέπει να είναι φιλικά προς τις επιχειρήσεις, ώστε να ενισχύεται η ικανότητά τους να δημιουργούν ανάπτυξη και θέσεις εργασίας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και ύφεση, η καθυστερημένη διεκπεραίωση προκαταβολικών φορολογικών πληρωμών δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα ρευστότητας για τις εταιρείες·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αντίκτυπος της κρίσης θα έπρεπε να μειωθεί μέσω μιας φορολογικής πολιτικής συμβατής με τους στόχους της στρατηγικής «ΕΕ 2020» και ότι αυτό πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάγκη αποκατάστασης της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών πολιτικών και μείωσης του δημόσιου χρέους επιβάλλει την τροποποίηση των δημοσιονομικών δαπανών, την ταχεία υλοποίηση ευνοϊκών για την ανάπτυξη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τη βελτίωση των φοροεισπρακτικών μεθόδων και την τροποποίηση ορισμένων φόρων, εξασφαλίζοντας ότι θα δίδεται προτεραιότητα, εφόσον ενδείκνυται, στους φόρους που επιβάλλονται στο κεφάλαιο, στις δραστηριότητες που βλάπτουν το περιβάλλον και σε ορισμένες μορφές κατανάλωσης και όχι στους φόρους που βαρύνουν την εργασία·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η θέσπιση μιας ευφυούς και ενεργητικής πολιτικής στον τομέα της περιβαλλοντικής φορολογίας αποτελεί κομβικό παράγοντα για την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», την ενίσχυση της ανάπτυξης και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των αναπτυξιακών προοπτικών·

Γενικές παρατηρήσεις

1.

σημειώνει ότι η φορολογική πολιτική εξακολουθεί να αποτελεί εθνική αρμοδιότητα και ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να γίνονται σεβαστά τα διαφορετικά φορολογικά συστήματα των κρατών μελών· σημειώνει ότι η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον τομέα της φορολογίας από το εθνικό στο ενωσιακό επίπεδο προϋποθέτει τροποποίηση της Συνθήκης, η οποία, με τη σειρά της, απαιτεί την ομόφωνη συγκατάθεση όλων των κρατών μελών· επισημαίνει ωστόσο, ότι αυτό δεν αποκλείει τον ουσιαστικό ευρωπαϊκό συντονισμό των φορολογικών συστημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο· υπογραμμίζει ότι, κατά την ανάπτυξη της φορολογικής πολιτικής, θα έπρεπε να λαμβάνονται πλήρως υπόψη οι αρχές της επικουρικότητας και της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία των κρατών μελών·

2.

σημειώνει ότι ο βέλτιστος σχεδιασμός των φορολογικών συστημάτων εξαρτάται από πολυάριθμους παράγοντες και διαφέρει, επομένως, από χώρα σε χώρα· τονίζει ότι απαιτούνται κατάλληλος προγραμματισμός και κατάλληλη προσαρμογή των φορολογικών πολιτικών βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα·

3.

υπογραμμίζει τις βελτιώσεις που έχουν επιτευχθεί στον τομέα του συντονισμού των φορολογικών πολιτικών, αλλά επισημαίνει ότι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις στην ΕΕ που ασκούν διασυνοριακές δραστηριότητες αντιμετωπίζουν ακόμη σημαντικές οικονομικές και διοικητικές επιβαρύνσεις και νομικά κενά τα οποία πρέπει να εξαλειφθούν το συντομότερο δυνατό, ούτως ώστε να μπορέσουν να αξιοποιήσουν όλα τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η ενιαία αγορά·

4.

σημειώνει ότι ο θεμιτός και υγιής ανταγωνισμός μεταξύ των διάφορων φορολογικών συστημάτων στην ενιαία αγορά επιδρά τονωτικά στις ευρωπαϊκές οικονομίες· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι ο επιβλαβής φορολογικός ανταγωνισμός έχει επιζήμιες οικονομικές επιπτώσεις· έχοντας υπόψη την έκθεση του ΟΟΣΑ «Αντιμετώπιση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μεταφοράς κερδών» υπογραμμίζει ότι απαιτούνται λειτουργικοί θεσμικοί μηχανισμοί υπό μορφή ενός υγιούς και δίκαιου νομικού και διοικητικού πλαισίου·

5.

σημειώνει ότι, εκτός από τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις βιώσιμες δημοσιονομικές πολιτικές, προκειμένου να επιτευχθεί η οικονομική ισορροπία απαιτείται η εφαρμογή μέτρων που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη, όπως είναι η καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, η μετατόπιση της φορολογίας προς τομείς που προωθούν περισσότερο την ανάπτυξη και η παροχή ρεαλιστικών φορολογικών κινήτρων τόσο για τους αυτοαπασχολούμενους όσο και για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), με ειδικό στόχο την προαγωγή της καινοτομίας και των δραστηριοτήτων Ε&Α·

6.

υπογραμμίζει ότι η δημιουργία ενός σαφούς, προβλέψιμου, σταθερού και διαφανούς φορολογικού περιβάλλοντος εντός της ενιαίας αγοράς είναι προς το συμφέρον των επιχειρήσεων και των πολιτών, δεδομένου ότι η έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά το φορολογικό καθεστώς αποτελεί εμπόδιο στις διασυνοριακές δραστηριότητες και στις εγχώριες και ξένες επενδύσεις στην ΕΕ· προτείνει πληρέστερη και καλύτερη ενημέρωση των ιδιωτών και των επιχειρήσεων όσον αφορά τους κανόνες, τις απαιτήσεις και τους κανονισμούς φορολογίας σε κάθε κράτος μέλος·

7.

συνιστά στα κράτη μέλη να ενεργούν με ιδιαίτερη σύνεση όταν τροποποιούν υφιστάμενους φόρους και θεσπίζουν νέους φόρους, διασφαλίζοντας ότι οι ενέργειες αυτές θα πραγματοποιούνται με τρόπο που να προωθεί την ανάπτυξη και ότι οι ιδιώτες και ο επιχειρηματικός τομέας θα έχουν επαρκή χρόνο και κατάλληλα μέσα για να προετοιμαστούν πριν τεθούν σε ισχύ τα νέα δημοσιονομικά μέτρα·

8.

εκφράζει την ανησυχία του για τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει στις κοινωνικές ανισότητες η μετατόπιση που παρατηρείται σε πολλά κράτη μέλη προς την κατεύθυνση της ενισχυμένης φορολόγησης της κατανάλωσης· καλεί τα κράτη μέλη να δώσουν προσοχή σε αυτό το δυνητικό πρόβλημα και να μελετήσουν προσεκτικά τις αρνητικές συνέπειες της διάβρωσης της προοδευτικότητας του φορολογικού συστήματος συνολικά· πιστεύει ότι θα έπρεπε να υπάρχει ένας ορισμένος βαθμός ευελιξίας στο σύστημα ΦΠΑ, όπου — σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις όπως προβλέπεται στην οδηγία σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, οι οποίες θα αφορούν για παράδειγμα τον πολιτισμό ή τις βασικές ανάγκες — ορισμένες κατηγορίες προϊόντων θα μπορούσαν να φορολογούνται με συντελεστές χαμηλότερους από τον κανονικό συντελεστή·

9.

κατανοεί ότι, για να καταστεί ο προϋπολογισμός της ΕΕ χρήσιμο μέσο για την ενίσχυση της ανάπτυξης, απαιτούνται ίδιοι πόροι ώστε η Επιτροπή να έχει μεγαλύτερη αυτονομία στις προτάσεις της·

Εντοπισμός αδρανών πόρων που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στην οικονομική ανάπτυξη μέσω της φορολογικής πολιτικής

10.

σημειώνει ότι η οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται από παράγοντες όπως η εργασία, το κεφάλαιο, η τεχνολογική πρόοδος, η αποδοτική χρήση των πόρων και η παραγωγικότητα και ότι στο πλαίσιο της φορολογικής πολιτικής θα πρέπει να δίδεται μεγάλη προσοχή σε αυτούς τους παράγοντες βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα· τονίζει, ως εκ τούτου, τη σημασία της συντονισμένης λήψης αποφάσεων για τον σκοπό αυτό·

11.

σημειώνει ότι ο σχεδιασμός της φορολογικής πολιτικής θα πρέπει να στοχεύει στην ενίσχυση της οικονομίας, δημιουργώντας, μεταξύ άλλων, φορολογικά συστήματα που να τονώνουν τη συνολική ζήτηση σε μακροπρόθεσμη προοπτική, να διευκολύνουν τις εξαγωγικές δραστηριότητες, να προωθούν τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και να προαγάγουν τη βιώσιμη ανάπτυξη·

12.

υποθέτει ότι η αύξηση της φορολογίας σε ορισμένους τομείς, όπως οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, θα μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο, διοχετεύοντας πρόσθετους πόρους και ωφελώντας με αυτόν τον τρόπο τους πολίτες και την πραγματική οικονομία·

13.

τονίζει ότι η παροχή φορολογικών κινήτρων για την έρευνα και την ανάπτυξη είναι πιθανό να αποφέρει μακροπρόθεσμα οφέλη, όπως ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων απασχόλησης στις οικονομίες που βασίζονται στη γνώση, ειδικά εάν αποτελέσει μέρος μιας ισορροπημένης συνολικής φορολογικής στρατηγικής· φρονεί ότι τούτου θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο·

14.

αναγνωρίζει ότι η διεύρυνση των υφιστάμενων φορολογικών βάσεων, αντί για την αύξηση των φορολογικών συντελεστών ή την επιβολή νέων φόρων, θα μπορούσε να δημιουργήσει περαιτέρω έσοδα για τα κράτη μέλη·

15.

υπενθυμίζει ότι οι φορολογικές μειώσεις θα έπρεπε να βασίζονται σε μια σταθερή και υπεύθυνα σχεδιασμένη δημοσιονομική πολιτική, που να μη θέτει σε καμία περίπτωση σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και η οποία να συνοδεύεται από μέτρα υπέρ της ανταγωνιστικότητας, της ανάπτυξης και της απασχόλησης·

16.

φρονεί ότι είναι ανάγκη να θεσπιστεί, βάσει διεξοδικής ανάλυσης, ένα πανενωσιακό σύστημα πληροφοριών φορολογικής φύσεως που δεν θα χρησιμεύει στην εναρμόνιση των διαφόρων εθνικών συστημάτων φορολογίας, αλλά στη διευκόλυνση του συντονισμού τους με συνεχή και διαφανή τρόπο, παρακολουθώντας τις μειώσεις και τις αυξήσεις σε κάθε επιμέρους σύστημα·

17.

σημειώνει ότι για τη λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος θεωρείται καλή βάση το πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, εφόσον –σε συνδυασμό με άλλα ειδικά μακροοικονομικά μέτρα– θα μπορούσε να καταγράφει δεόντως τις διάφορες φορολογικές πολιτικές των επιμέρους κρατών μελών, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τις γενικές οικονομικές προβλέψεις, τα θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία και τις μελλοντικές προοπτικές των οικείων κρατών μελών, καθώς και τους ευρωπαϊκούς κοινούς στόχους· σε αυτό το πλαίσιο, ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν στο ευρωπαϊκό εξάμηνο μια στρατηγική με στόχο τη μείωση του φορολογικού χάσματος·

18.

επισημαίνει την ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της φορολόγησης των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (ΦΧΣ), η οποία πρόκειται να υλοποιηθεί από 11 κράτη μέλη που, στο σύνολό τους, αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα του ΑΕγχΠ της ΕΕ·

19.

τονίζει ότι σε χώρες όπου το κόστος εργασίας είναι υψηλό σε σχέση με την παραγωγικότητα και όπου, κατά συνέπεια, παρεμποδίζεται η δημιουργία θέσεων εργασίας, θα μπορούσε, ταυτόχρονα με την καταβολή εντατικών προσπαθειών για την αύξηση της παραγωγικότητας, να εξεταστεί το ενδεχόμενο λήψης φορολογικών μέτρων ώστε να μειωθεί το κόστος εργασίας και/ή να αυξηθεί η παραγωγικότητα· υπογραμμίζει ότι οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να χρησιμεύουν στην προαγωγή της συμμετοχής στην αγορά εργασίας προκειμένου να αυξηθεί η προσφορά εργατικού δυναμικού και να καταπολεμηθεί ο αποκλεισμός· τονίζει, σε αυτό το πλαίσιο, ότι θα πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματα των εργαζομένων και οι ρόλοι των κοινωνικών εταίρων·

20.

χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής για την κατάρτιση ενός ενιαίου οδηγού για τον υπολογισμό της φορολογίας των εταιρειών· καλεί τα κράτη μέλη να συμφωνήσουν και να αρχίσουν να εφαρμόζουν την υποχρεωτική κοινή ενοποιημένη βάση φόρου εταιρειών· υπογραμμίζει ότι η θέση του Κοινοβουλίου θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί εν προκειμένω ως βασικό σημείο αναφοράς·

21.

υπογραμμίζει ότι η μείωση και εξάλειψη των εμποδίων φορολογικής φύσεως στις διασυνοριακές δραστηριότητες στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς θα ενισχύσει σημαντικά το δυναμικό της ανάπτυξης· τονίζει ότι η αναθεώρηση της οδηγίας για τον ΦΠΑ, οι εργασίες σχετικά με την ΚΕΒΦΕ και η ανάπτυξη της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας συνιστούν παράγοντες καθοριστικής σημασίας για την πλήρη αξιοποίηση αυτού του δυναμικού·

22.

καλεί την Επιτροπή να αναλάβει άμεσα δράση όσον αφορά την ενίσχυση της διαφάνειας και της κανονιστικής ρύθμισης για τα μητρώα εταιρειών, καθώς και τα μητρώα δομών καταπιστευτικής διαχείρισης (trust) και ιδρυμάτων·

23.

καλεί τα κράτη μέλη να στηρίξουν πλήρως τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής, σε συνεργασία με τις εθνικές φορολογικές αρχές, ώστε να αρθούν οι δημοσιονομικοί φραγμοί επί των διασυνοριακών δραστηριοτήτων ώστε να βελτιωθεί ο περαιτέρω συντονισμός και η συνεργασία σε αυτόν τον τομέα· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εξερευνήσουν το πλήρες δυναμικό των προγραμμάτων Fiscalis και Customs· ζητεί από την Επιτροπή να εντοπίσει πρόσθετους τομείς στους οποίους η νομοθεσία της ΕΕ και η διοικητική συνεργασία των κρατών μελών θα μπορούσαν να βελτιωθούν προκειμένου να μειωθεί η φορολογική απάτη και ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός·

24.

ζητεί από τα κράτη μέλη να είναι πολύ προσεκτικά σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και ύφεση και να αποφύγουν την καθυστερημένη διεκπεραίωση προκαταβολικών φορολογικών πληρωμών, δεδομένου ότι τούτο θα μπορούσε να προκαλέσει πρόσθετα προβλήματα ρευστότητας, ειδικά για τις ΜΜΕ·

Καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής, κατάργηση της διπλής φορολογίας, της διπλής μη φορολόγησης και των μέτρων που εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των επιχειρήσεων της ΕΕ

25.

καλεί τα κράτη μέλη να αυξήσουν σημαντικά τη φορολογική εποπτεία τους, τον έλεγχο, τη φοροεισπρακτική τους ικανότητα, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο πρόσθετους πόρους υπέρ της ανάπτυξης και της απασχόλησης, όπως ορίζεται στη στρατηγική «ΕΕ 2020»· υπογραμμίζει ότι οι εθνικές βέλτιστες πρακτικές αύξησης της αποτελεσματικότητας της φορολογικής διοίκησης θα έπρεπε να συγκεντρωθούν με διαφανή τρόπο — κατά προτίμηση σε έναν ευρωπαϊκό κώδικα βέλτιστων πρακτικών εντός του πανενωσιακού συστήματος πληροφοριών φορολογικής φύσεως — και να ληφθούν προσεκτικά υπόψη· εκφράζει την ανησυχία του για την τάση που επικρατεί σε πολλά κράτη μέλη να μειώνεται το προσωπικό και άλλοι πόροι στις φορολογικές υπηρεσίες και σε παρόμοια όργανα· τονίζει ότι αυτό θα μπορούσε να αποδυναμώσει την ικανότητα παροχής δίκαιων και αποτελεσματικών υπηρεσιών στις επιχειρήσεις και τα μεμονωμένα άτομα, καθώς και την ικανότητα καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής· σε αυτό το πλαίσιο, παροτρύνει τα κράτη μέλη να χορηγήσουν επαρκείς χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους στις εθνικές φορολογικές υπηρεσίες τους, καθώς και στο προσωπικό που είναι αρμόδιο για τους φορολογικούς ελέγχους·

26.

ζητεί από τα κράτη μέλη να βελτιώσουν την διοικητική τους συνεργασία στον τομέα της άμεσης φορολογίας·

27.

καλεί εκ νέου την Επιτροπή να χορηγήσει περισσότερους δημοσιονομικούς πόρους και προσωπικό στην ΓΔ TAXUD προκειμένου να τη βοηθήσει να αναπτύξει ενωσιακές πολιτικές και προτάσεις όσον αφορά την διπλή μη φορολόγηση, την φοροδιαφυγή και την φορολογική απάτη·

28.

επικροτεί την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της καταπολέμησης της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής», καθώς και τις συστάσεις της όσον αφορά τα «μέτρα με σκοπό να ενθαρρυνθούν οι τρίτες χώρες να εφαρμόζουν ελάχιστα πρότυπα χρηστής διακυβέρνησης στον φορολογικό τομέα» και τον «επιθετικό φορολογικό σχεδιασμό»·

29.

καλεί τα κράτη μέλη να καταβάλουν ενεργές προσπάθειες σύμφωνα με την ανακοίνωση και τις συστάσεις της Επιτροπής, αναλαμβάνοντας συντονισμένη και αποφασιστική ενωσιακή δράση κατά της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής, του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και των φορολογικών παραδείσων, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο πιο δίκαιο επιμερισμό της δημοσιονομικής προσπάθειας και αύξηση των φορολογικών εσόδων· παροτρύνει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν ταχέως, μεταξύ των πολλών ειδικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν εν προκειμένω, τις προτάσεις της Επιτροπής για καθιέρωση γενικού κανόνα για την αντιμετώπιση καταχρήσεων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιθετικές πρακτικές φορολογικού σχεδιασμού, και για την ενσωμάτωση ρήτρας στις αντίστοιχες συμβάσεις τους περί διπλής φορολόγησης, ώστε να αποτραπούν περιπτώσεις διπλής μη φορολόγησης·

30.

εκτιμάται ότι η απώλεια δημοσίων εσόδων στην ΕΕ λόγω φορολογικής απάτης και φοροαποφυγής υπολογίζεται σε ένα τρισεκατομμύριο ευρώ ετησίως· καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ούτως ώστε το φορολογικό χάσμα να μειωθεί τουλάχιστον στο ήμισυ έως το 2020·

31.

τονίζει ότι η μείωση των επιπέδων φορολογικής απάτης και φοροδιαφυγής θα ενίσχυε το δυναμικό ανάπτυξης της οικονομίας, δεδομένου ότι τα δημόσια οικονομικά θα εξυγιαίνονταν — πράγμα που θα επέφερε αύξηση των διαθέσιμων δημόσιων κεφαλαίων για την προαγωγή των επενδύσεων και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς — και ότι θα αναπτύσσονταν κατάλληλοι και ίσοι όροι ανταγωνισμού ανάμεσα στις επιχειρήσεις·

32.

παροτρύνει τα κράτη μέλη να συμμετάσχουν σε σοβαρές διαπραγματεύσεις και να ολοκληρώσουν όλες τις διαδικασίες για εκκρεμείς νομοθετικές προτάσεις όσον αφορά τα ζητήματα της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής, του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού και των φορολογικών παραδείσων· καλεί, μεταξύ άλλων, τα κράτη μέλη, να ολοκληρώσουν τη διαδικασία αναθεώρησης και διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας για τη φορολόγηση των αποταμιεύσεων και, κατόπιν της υποβολής της έκθεσης από το Κοινοβούλιο, να εγκρίνουν και να υλοποιήσουν χωρίς καθυστέρηση την πρόταση της Επιτροπής για δημιουργία ενός μηχανισμού ταχείας αντίδρασης για την καταπολέμηση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ·

33.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την πραγματοποίηση εντατικών διεθνών εργασιών στον τομέα της φορολογίας εταιριών, με στόχο την αντιμετώπιση της διάβρωσης της βάσης και της μετατόπισης των κερδών· θεωρεί ότι η σχετική με αυτό το θέμα έκθεση του ΟΟΣΑ συνιστά σημαντική συμβολή, και προσβλέπει στην παρουσίαση του επακόλουθου προγράμματος δράσης φέτος το καλοκαίρι· αναμένει από τους υπουργούς οικονομικών της ομάδας G-20, δεδομένου ότι ενέκριναν την έκθεση αυτή στην πρόσφατη συνάντησή τους στη Μόσχα, να αναλάβουν τολμηρή και συλλογική δράση με βάση το εν λόγω σχέδιο δράσης·

34.

υπογραμμίζει, σύμφωνα με βάσιμες παρατηρήσεις της Επιτροπής, ότι οι περιβαλλοντικοί φόροι συγκαταλέγονται στους πλέον ευνοϊκούς για την ανάπτυξη σε σχετικούς όρους· τονίζει ότι οι περιβαλλοντικοί φόροι, επιπροσθέτως προς τη συμβολή τους στη δημιουργία εσόδων, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με συνεπή και δυναμικό τρόπο για τη διατήρηση των οικονομικών εξελίξεων σε βιώσιμη τροχιά· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει μια διεξοδική εκτίμηση των υπαρχόντων κενών εσωτερίκευσης, η οποία να συνοδεύεται από κατάλληλες νομοθετικές προτάσεις·

ο

ο ο

35.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2012)0318.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0011.

(3)  http://www.oecd.org/ctp/OECDCurrentTaxAgenda2012.pdf

(4)  http://www.oecd.org/ctp/beps.htm

(5)  http://www.dbresearch.com/PROD/DBR_INTERNET_EN-PROD/PROD0000000000295266.pdf

(6)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_Data/docs/pressdata/en/ecofin/131662.pdf

(7)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_Data/docs/pressdata/en/ecofin/135430.pdf

(8)  http://www.g20.org/news/20130216/781212902.html


Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/71


P7_TA(2013)0215

Εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (2012/2132(INI))

(2016/C 055/09)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 167 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη σύμβαση για την προστασία και την προώθηση της πολυμορφίας της πολιτιστικής έκφρασης, που ενέκρινε η Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών για την Παιδεία, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό (UNESCO) στις 20 Οκτωβρίου 2005,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο για το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη που προσαρτήθηκε στη Συνθήκη του Άμστερνταμ που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Συνθήκες περί ιδρύσεως των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ορισμένες συναφείς πράξεις,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (1),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την παραπλανητική και συγκριτική διαφήμιση (2),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο) (3),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002 για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (4), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2009/136/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009 (5),

έχοντας υπόψη την οδηγία 2011/93/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2004/68/ΔΕΥ του Συμβουλίου (6),

έχοντας υπόψη την απόφαση αριθ. 1718/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2006, περί εφαρμογής του προγράμματος υποστήριξης του ευρωπαϊκού οπτικοακουστικού τομέα (MEDIA 2007) (7),

έχοντας υπόψη την ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής για ορισμένες πτυχές των διατάξεων σχετικά με την τηλεοπτική διαφήμιση στην οδηγία «τηλεόραση χωρίς σύνορα» (8),

έχοντας υπόψη τη σύσταση 2006/952/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, για την προστασία των ανηλίκων και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και για το δικαίωμα απάντησης σε σχέση με την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας οπτικοακουστικών υπηρεσιών και επιγραμμικών υπηρεσιών πληροφόρησης (9),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου για την προστασία των ανηλίκων στον ψηφιακό κόσμο (10),

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του προγράμματος «Δημιουργική Ευρώπη» (COM(2011)0785),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 1ης Δεκεμβρίου 2008 με τίτλο «Προς μια προσβάσιμη κοινωνία της πληροφορίας» (COM(2008)0804),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010«Ευρώπη 2020: Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 26ης Αυγούστου 2010 με τίτλο «Ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη» (COM(2010)0245/2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με τον γραμματισμό στα μέσα επικοινωνίας στον ψηφιακό κόσμο (11),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου του 2010, σχετικά με τα κρατικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα στην ψηφιακή εποχή: το μέλλον του διττού συστήματος (12),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Νοεμβρίου 2011 σχετικά με τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο στην ψηφιακή εποχή (13),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με την στρατηγική για την ενίσχυση των δικαιωμάτων των ευάλωτων καταναλωτών (14),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Σεπτεμβρίου 2012 σχετικά με τη διαδικτυακή διανομή οπτικοακουστικών έργων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (15),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ης Νοεμβρίου 2012 σχετικά με την προστασία των παιδιών στον ψηφιακό κόσμο (16),

έχοντας υπόψη τη σύσταση αριθ. 2009/625/EC της Επιτροπής της 20 Αυγούστου 2009 σχετικά με τoν γραμματισμό στα μέσα επικοινωνίας (παιδεία για τα Μέσα) στο ψηφιακό περιβάλλον για ανταγωνιστικότερο οπτικοακουστικό κλάδο και κλάδο περιεχομένου και για μια κοινωνία της γνώσης χωρίς αποκλεισμούς (17),

έχοντας υπόψη την πρώτη έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών της 24ης Σεπτεμβρίου 2012, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 13, 16 και 17 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ για την περίοδο 2009-2010, Προώθηση ευρωπαϊκών έργων σε προγραμματισμένες και κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων επικοινωνίας στην ΕΕ (COM(2012)0522),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 26ης Σεπτεμβρίου 2012«Ώθηση στους τομείς του πολιτισμού και της δημιουργίας για την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση στην ΕΕ» (COM(2012)0537),

έχοντας υπόψη την πρώτη έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών της 4ης Μαΐου 2012 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ «Οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων», Υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων και συνδεδεμένες συσκευές: εξέλιξη και μελλοντικές προοπτικές (COM(2012)0203),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7-0055/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (ΟΥΟΑΜ) αποτελεί τη βάση για τη ρύθμιση του τομέα των μέσων επικοινωνίας στην ΕΕ·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων είναι ταυτόχρονα πολιτιστικές και οικονομικές υπηρεσίες·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΟΥΟΑΜ βασίζεται στην αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και καλύπτει ως εκ τούτου όλες τις υπηρεσίες οπτικοακουστικού περιεχομένου ανεξάρτητα από την τεχνολογία που χρησιμοποιείται για την παροχή του περιεχομένου, διασφαλίζοντας ίσους όρους ανταγωνισμού για όλους τους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΟΥΟΑΜ διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων ως μέσο της εσωτερικής αγοράς, και σέβεται το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και στην πρόσβαση στην ενημέρωση, προστατεύοντας τους στόχους δημοσίου συμφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων του δημιουργού, της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, της ελευθερίας της πληροφόρησης και της ελευθερίας της έκφρασης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΟΥΟΑΜ έχει ως στόχο να λαμβάνει υπόψη τον πολιτιστικό χαρακτήρα των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, οι οποίες έχουν, ως φορείς ταυτότητας και αξιών, ιδιαίτερη σημασία για την κοινωνία και τη δημοκρατία, και να προστατεύει την ανεξάρτητη πολιτιστική ανάπτυξη στα κράτη μέλη, διασφαλίζοντας την πολιτιστική ποικιλομορφία στην Ένωση, ιδίως με την ελάχιστη εναρμόνιση και με την προώθηση ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω της τεχνολογικής σύγκλισης, οι καταναλωτές θα διαφοροποιούν στο μέλλον όλο και λιγότερο μεταξύ γραμμικών και μη γραμμικών υπηρεσιών·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να επιδιωχθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, δεδομένου ότι οι καταναλωτές δεν μπορούν πλέον να αναγνωρίζουν τα διάφορα επίπεδα ρύθμισης για τις γραμμικές και τις μη γραμμικές υπηρεσίες, γεγονός το οποίο μπορεί με τη σειρά του να οδηγήσει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αγορές των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές αλλαγές τεχνολογίας καθώς και εξελίξεις όσον αφορά τις εμπορικές πρακτικές και τα πρότυπα, που επηρεάζουν τον τρόπο παροχής του περιεχομένου και πρόσβασης των χρηστών·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προσβασιμότητα των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διασφάλιση του δικαιώματος των ατόμων με αναπηρία και των ηλικιωμένων στη συμμετοχή και ένταξη στην κοινωνική και πολιτιστική ζωή της ΕΕ, ειδικότερα με την ανάπτυξη νέων πλατφορμών παροχής περιεχομένου όπως η τηλεόραση μέσω διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IPTV) και η συνδεδεμένη με το διαδίκτυο τηλεόραση (Connected TV)·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να επικεντρωθεί η προσοχή στον γραμματισμό στα μέσα επικοινωνίας υπό το φως του αυξανόμενου ρυθμού των τεχνολογικών εξελίξεων και στη σύγκλιση των πλατφορμών των μέσων επικοινωνίας·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συνεχιζόμενες τεχνολογικές αλλαγές έχουν ως αποτέλεσμα η προστασία των ανηλίκων να έχει μετατραπεί σε θέμα ιδιαίτερα πιεστικό και δύσκολο·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν μετέφεραν εγκαίρως την ΟΥΟΑΜ στην εθνική τους νομοθεσία, ή δεν την εφάρμοσαν πλήρως ή ορθώς·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταφορά του άρθρου 13 της ΟΥΟΑΜ σχετικά με την προώθηση ευρωπαϊκών έργων μέσω των κατά παραγγελία υπηρεσιών δεν είναι επαρκώς δεσμευτική στα περισσότερα κράτη μέλη, έτσι ώστε να εγγυάται την επίτευξη του στόχου της πολιτιστικής ποικιλομορφίας που καθορίζεται στην οδηγία·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί μια πλήρης αξιολόγηση της εφαρμογής της ΟΥΟΑΜ ούτε μια λεπτομερής εκτίμηση της αποτελεσματικότητάς της·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επέκταση των αγορών των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων δημιούργησε, με την ανάπτυξη των υβριδικών υπηρεσιών, νέες προκλήσεις σχετικά με ευρύ φάσμα θεμάτων, όπως ο ανταγωνισμός, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, η εξέλιξη των υφισταμένων μορφών οπτικοακουστικών εμπορικών επικοινωνιών και η εμφάνιση νέων μορφών καθώς και οι επικαλυπτικές διαφημίσεις (overlay advertising) που συνιστούν πρόβλημα για την ακεραιότητα των προγραμμάτων και θέτουν υπό αμφισβήτηση την καταλληλότητα και αποτελεσματικότητα της ΟΥΟΑΜ, καθώς και τη σχέση της με άλλες πράξεις δικαίου της ΕΕ·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διατάξεις του άρθρου 15 της ΟΥΟΑΜ διασφαλίζουν μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων όλων των ενδιαφερομένων, καθότι διασφαλίζουν το σεβασμό του δικαιώματος του κοινού στην πρόσβαση σε πληροφορίες αφενός, και του δικαιώματος σε ιδιοκτησία καθώς και της ελευθερίας του επιχειρείν αφετέρου·

Η σημερινή κατάσταση

1.

υπενθυμίζει στην Επιτροπή τη δέσμευσή της όσον αφορά το θεματολόγιο της «έξυπνης νομοθεσίας» και τη σημασία της διενέργειας έγκαιρων και καίριων εκ των υστέρων ελέγχων της νομοθεσίας της ΕΕ με στόχο τη διαχείριση της ποιότητας των ρυθμίσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου πολιτικής·

2.

σημειώνει εν προκειμένω ότι, σύμφωνα με το άρθρο 33 της ΟΥΟΑΜ, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη να υποβάλει την έκθεση για την εφαρμογή της οδηγίας το αργότερο στις 19 Δεκεμβρίου 2011·

3.

λαμβάνει υπό σημείωση ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει την έκθεση εφαρμογής της με σημαντική καθυστέρηση, καθότι την υπέβαλε στις 4 Μαΐου 2012·

4.

λαμβάνει επίσης υπό σημείωση ότι τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει την ΟΥΟΑΜ με ιδιαίτερα ποικίλους τρόπους·

5.

τονίζει ότι η ΟΥΟΑΜ παραμένει το κατάλληλο μέσο διακυβέρνησης του συντονισμού ανά την ΕΕ της εθνικής νομοθεσίας που διέπει όλα τα οπτικοακουστικά μέσα και διαφύλαξης των αρχών της σύμβασης της Unescο για την προστασία και την προώθηση της πολυμορφίας της πολιτιστικής έκφρασης·

6.

εφιστά ειδικότερα την προσοχή στο γεγονός ότι η αρχή «της χώρας προέλευσης», εφόσον εφαρμόζεται δεόντως, παρέχει στους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς σημαντική σαφήνεια και βεβαιότητα όσον αφορά τις λειτουργικές τους ρυθμίσεις·

7.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η έκθεση εφαρμογής της Επιτροπής δεν αξιολογεί την ανάγκη ενδεχόμενης αναπροσαρμογής της ΟΥΟΑΜ υπό το φως των πορισμάτων αυτών, όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 33·

8.

καλεί την Επιτροπή να ενθαρρύνει την ομοιόμορφη και πλήρη μεταφορά της ΟΥΟΑΜ στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών και να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στην επαρκή συνεκτίμηση κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των συγκεκριμένων ορισμών που περιέχονται στις αιτιολογικές σκέψεις της παρούσας οδηγίας·

9.

στηρίζει ανεπιφύλακτα μια τεχνολογικά ουδέτερη προσέγγιση ως προς τις εξελισσόμενες συνήθειες θέασης και διανομής, προκειμένου να διευκολυνθεί η αύξηση επιλογών των καταναλωτών· ζητεί, εν προκειμένω, να εκπονηθεί πλήρης εκτίμηση αντίκτυπου της σημερινής κατάστασης προόδου της αγοράς και του ρυθμιστικού πλαισίου·

10.

λαμβάνει υπό σημείωση την πρόθεση της Επιτροπής να δημοσιεύσει προσεχώς έγγραφο για την ακολουθητέα πολιτική στον τομέα της σύγκλισης σε σχέση με τη συνδεδεμένη τηλεόραση και τις συνδεδεμένες συσκευές, που θα αποτελέσει την αφετηρία για δημόσια διαβούλευση σχετικά με όλα τα ζητήματα που ανακύπτουν με αφορμή τις προαναφερθείσες νέες εξελίξεις·

11.

παροτρύνει την Επιτροπή, σε περίπτωση αναθεώρησης της ΟΥΟΑΜ, να εξετάσει κατά πόσο οι ασάφειες ή οι ανακρίβειες που υπάρχουν στους ορισμούς οδήγησαν ενδεχομένως σε δυσκολίες κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο στα κράτη μέλη, ούτως ώστε να μπορέσουν να εξαλειφθούν οι ασάφειες αυτές στο πλαίσιο της αναθεώρησης αυτής·

12.

σημειώνει ότι, όσον αφορά τη διανομή οπτικοακουστικού περιεχομένου «over the top», είναι σκόπιμο να διευκρινισθούν οι «ενδιαφερόμενοι», οι οποίοι θα πρέπει να είναι τουλάχιστον οι δημόσιες και ιδιωτικές εταιρείες τηλεοράσεως, οι φορείς παροχής υπηρεσιών Διαδικτύου, οι καταναλωτές και οι δημιουργοί·

13.

καλεί την Επιτροπή να καταβάλει περαιτέρω προσπάθειες ώστε να εξακολουθήσουν να εξαιρούνται οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, λόγω της διπλής τους φύσης ως παρόχων πολιτιστικών και οικονομικών υπηρεσιών, από οιαδήποτε συμφωνία για ελευθέρωση που συνάπτεται στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων σχετικά με την γενική συμφωνία για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (GATS)·

Προσβασιμότητα

14.

τονίζει ότι η έκθεση εφαρμογής της Επιτροπής δεν ασχολείται σε βάθος με το ζήτημα της προσβασιμότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 της ΟΥΟΑΜ, και εκφράζει τη λύπη του ότι δεν εξετάζεται στο πλαίσιο αυτό η αποτελεσματικότητα των εκτελεστικών διατάξεων των κρατών μελών·

15.

επισημαίνει ότι σε πολλά κράτη μέλη οι υποδομές για την παροχή των υπηρεσιών αυτών δεν υφίστανται ακόμη και ότι ορισμένα κράτη μέλη θα χρειαστούν χρόνο για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αυτές· ενθαρρύνει τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να αντιμετωπίσουν όσο το δυνατόν συντομότερα το θέμα αυτό, προκειμένου να καταστεί εφικτή η έμπρακτη εφαρμογή του άρθρου 7·

16.

καλεί την Επιτροπή να αντιμετωπίσει το κενό αυτό παρέχοντας τακτική συνοπτική εικόνα των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη και μια αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς τους, προκειμένου να διασφαλίσει μια συνεχώς μεγαλύτερη προσβασιμότητα των οπτικοακουστικών μέσων·

17.

τονίζει ότι, σε ένα ολοένα και περισσότερο ψηφιακό περιβάλλον, τα δημόσια μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην προσπάθεια να διασφαλιστεί η δυνατότητα επιγραμμικής πρόσβασης των πολιτών σε πληροφορίες και αναγνωρίζει ότι, από αυτή την άποψη, η παροχή διαδικτυακών υπηρεσιών από δημόσιες υπηρεσίες ενημέρωσης συμβάλλει άμεσα στην αποστολή τους·

18.

είναι της άποψης ότι η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης ενδέχεται να υπονομεύει την ελευθερία της ενημέρωσης και δη το δικαίωμα για λήψη πληροφοριών·

19.

είναι, ως εκ τούτου, της άποψης ότι πρέπει να επιτευχθεί η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των στόχων της ΟΥΟΑΜ και της ανάγκης να διασφαλιστεί η ελευθερία της διανομής και της πρόσβασης στο περιεχόμενο, για την αποφυγή των κινδύνων της συγκέντρωσης και της απώλειας πολυμορφίας·

20.

αναγνωρίζει την ύπαρξη διαφορετικών επιχειρηματικών μοντέλων για την χρηματοδότηση περιεχομένου και τονίζει τη σημασία που έχει το να είναι προσιτές οι τιμές της πρόσβασης για τους διάφορους καταναλωτές·

21.

επισημαίνει την ανάγκη για ευρύτερη προσβασιμότητα των προγραμμάτων, ειδικότερα εκείνων που παρέχονται μέσω υπηρεσιών κατά παραγγελία, χάρη σε περαιτέρω εξελίξεις όπως, μεταξύ άλλων, η ακουστική περιγραφή, οι εκφωνούμενοι υπότιτλοι, η νοηματική γλώσσα και οι κατάλογοι επιλογών (μενού), ιδίως των ηλεκτρονικών οδηγών προγράμματος (EPG)·

22.

αναγνωρίζει περαιτέρω ότι τα κράτη μέλη πρέπει να παροτρύνουν τους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους να καταστήσουν σταδιακά τις υπηρεσίες τους περισσότερο προσιτές, ειδικότερα στους ηλικιωμένους και στα άτομα με αναπηρίες, όπως τα άτομα με προβλήματα ακοής και όρασης·

23.

επιδοκιμάζει την προσωπική δέσμευση που ανέλαβε ο Επίτροπος Barnier όσον αφορά τις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις για μια συνθήκη σχετικά με περιορισμούς και εξαιρέσεις στα δικαιώματα δημιουργού υπέρ ατόμων με προβλήματα όρασης και ανάγνωσης εντύπων·

24.

καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι θα διατίθενται ευρέως βοηθήματα για άτομα με προβλήματα όρασης προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβασή τους σε οπτικοακουστικά προϊόντα και υπηρεσίες·

25.

πιστεύει ότι, για το λόγο αυτό, το άρθρο 7 της ΟΥΟΑΜ θα πρέπει να αναδιατυπωθεί, ούτως ώστε να αποκτήσει σαφέστερη, δεσμευτική διατύπωση που να υποχρεώνει τους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων να διαθέτουν τις υπηρεσίες τους σε άτομα με αναπηρία·

26.

τονίζει, ωστόσο, ότι η αγορά των μη γραμμικών υπηρεσιών βρίσκεται ακόμα σε σχετικά πρόωρο στάδιο ανάπτυξης και ότι οποιεσδήποτε νέες υποχρεώσεις επιβάλλονται στους παρόχους πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το γεγονός αυτό·

Αποκλειστικά δικαιώματα και σύντομες ανταποκρίσεις επικαιρότητας

27.

καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην επόμενη έκθεσή της σχετικά με την εφαρμογή της ΟΥΟΑΜ, να εκτιμήσει κατά πόσο τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει την οδηγία αυτή με τρόπο ώστε να διατηρηθεί η αναγκαία και υφιστάμενη ισορροπία μεταξύ, αφενός, της διαφύλαξης της αρχής της ελευθερίας πρόσβασης στην πληροφόρηση, ιδίως σχετικά με εκδηλώσεις που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κοινωνία, και, αφετέρου της προστασίας των κατόχων δικαιωμάτων·

28.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την προσέγγιση που επέλεξαν η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 14 της ΟΥΟΑΜ· ζητεί να συνεχίσει να ερμηνεύεται με ευρύ πνεύμα η έννοια «εκδηλώσεις που θεωρούνται μείζονος σημασίας για την κοινωνία», συμπεριλαμβανομένων αθλητικών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων γενικού ενδιαφέροντος και παροτρύνει τα κράτη μέλη να συντάξουν καταλόγους τέτοιων εκδηλώσεων·

29.

καλεί την Επιτροπή να συμπεριλάβει στην επόμενη έκθεσή της αξιολόγηση των τρόπων με τους οποίους τα κράτη μέλη έθεσαν σε εφαρμογή το άρθρο 15 της ΟΥΟΑΜ, με ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο με τον οποίο διασφαλίζουν ότι εκδηλώσεις μεγάλου ενδιαφέροντος για το κοινό που μεταδίδονται σε αποκλειστική βάση από ραδιοτηλεοπτικό φορέα που υπόκειται στη δικαιοδοσία τους, χρησιμοποιούνται για σκοπούς σύντομων ανταποκρίσεων επικαιρότητας στο πλαίσιο προγραμμάτων γενικής ειδησεογραφίας·

30.

εκφράζει την ελπίδα όπως τα κράτη μέλη, κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 της Οδηγίας, προάγουν υψηλό επίπεδο ποικιλομορφίας στο σύνολο των εκδηλώσεων μεγάλου ενδιαφέροντος για το κοινό, οι οποίες παρουσιάζονται σε προγράμματα γενικής ειδησεογραφίας μέσω σύντομων ανταποκρίσεων επικαιρότητας·

Προώθηση ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων

31.

τονίζει ότι τα περισσότερα κράτη μέλη συμμορφώνονται μεν προς τους κανόνες που σχετίζονται με την προώθηση των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων, αλλά εξακολουθούν να αποδίδουν προτεραιότητα σε εθνικά έργα, ενώ το ποσοστό των ανεξάρτητων έργων στην τηλεόραση ακολουθεί πτωτική τάση·

32.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι τα δεδομένα που έχουν παρασχεθεί δεν επαρκούν για να συναχθούν συμπεράσματα σχετικά με την προώθηση ευρωπαϊκών έργων από τους παρόχους υπηρεσιών κατά παραγγελία·

33.

ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, τα ευρωπαϊκά έργα να ταξινομούνται τουλάχιστον, στο πλαίσιο των υποχρεωτικών εκθέσεων, κατά κατηγορία -κινηματογραφικές παραγωγές, τηλεοπτικές παραγωγές μυθοπλασίας και μη μυθοπλασίας, και εκπομπές θεάματος ή ψυχαγωγικές εκπομπές- και με βάση τον τρόπο διάδοσής τους και καλεί επιτακτικά τα κράτη μέλη να παράσχουν σχετικά στοιχεία για την επίτευξη του σκοπού αυτού·

34.

τονίζει την έλλειψη λεπτομερών εκθέσεων που πρέπει να υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 13 της ΟΥΟΑΜ σχετικά με τη διττή υποχρέωση της προαγωγής, στο πλαίσιο των κατά παραγγελία υπηρεσιών, της παραγωγής ευρωπαϊκών έργων και της πρόσβασης στα έργα αυτά, και ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει διευκρινίσεις σχετικά με το θέμα αυτό λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη ότι οι υπηρεσίες αυτές βρίσκονται ακόμα σε πρόωρο στάδιο της ανάπτυξής τους και ότι είναι δύσκολη η συναγωγή συμπερασμάτων ως προς την αποτελεσματικότητα των κριτηρίων που εφαρμόζονται στις κατά παραγγελία υπηρεσίες·

35.

καλεί ως εκ τούτου επιτακτικά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αναλάβουν επειγόντως δράση για να διασφαλίσουν την έμπρακτη εφαρμογή του άρθρου 13 της ΟΥΟΑΜ·

36.

καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν αποτελεσματικά μέτρα για να προωθήσουν καλύτερες συνεργίες μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών, των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και της Επιτροπής, με σκοπό τα έργα της ΕΕ να προσφέρονται σε ευρύτερο κοινό, τόσο εντός της ΕΕ όσο και εκτός, για τις γραμμικές και για τις μη γραμμικές υπηρεσίες·

37.

συνιστά την ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου του Οπτικοακουστικού Τομέα, δεδομένου ότι θα αποτελούσε κατάλληλη λύση στο πρόβλημα της συλλογής δεδομένων όσον αφορά την προώθηση των ευρωπαϊκών οπτικοακουστικών έργων·

Ανεξάρτητα έργα

38.

τονίζει τη σημασία της ικανοποιητικής εφαρμογής του άρθρου 17 της ΟΥΟΑΜ όσον αφορά το μέσο χρόνο εκπομπής ευρωπαϊκών έργων από ανεξάρτητους παραγωγούς και υπογραμμίζει, εν προκειμένω, την αυτονομία των κρατών μελών· προτρέπει τα κράτη μέλη και τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς να υπερβούν το ελάχιστο επίπεδο του 10 % που προτείνει η οδηγία·

Προστασία ανηλίκων

39.

λαμβάνει υπό σημείωση τις πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης και τους κώδικες συμπεριφοράς που έχουν εκπονηθεί για να περιοριστεί η έκθεση των παιδιών και ανηλίκων σε διαφημίσεις και μάρκετινγκ τροφίμων, όπως αυτές που ξεκίνησαν στο πλαίσιο της πλατφόρμας δράσης της Επιτροπής για τη διατροφή, τη σωματική άσκηση και την υγεία·

40.

αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν από τη βιομηχανία διαφήμισης και τα μέλη της πρωτοβουλίας «EU Pledge», για να ανταποκριθούν στην έκκληση της ΟΥΟΑΜ όσον αφορά την καθιέρωση κωδικών συμπεριφοράς σχετικά με τις εμπορικές ανακοινώσεις για τρόφιμα και ροφήματα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, αλάτι και ζάχαρη, που συνοδεύουν ή ενσωματώνονται σε προγράμματα που απευθύνονται σε παιδιά·

41.

τονίζει ότι οι πρωτοβουλίες από κοινού ρύθμισης και αυτορρύθμισης, ειδικότερα στον τομέα της διαφήμισης που απευθύνεται σε ανηλίκους, αν μη τι άλλο υπό το φως της νέας στρατηγικής της Επιτροπής για την εταιρική κοινωνική ευθύνη, η οποία ορίζεται ως «ευθύνη των επιχειρήσεων για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία», σημαίνουν πρόοδο σε σύγκριση με την προηγούμενη κατάσταση, επειδή μπορούν να εξασφαλίσουν ταχύτερη αντίδραση σε εξελίξεις που παρατηρούνται στον δυναμικά μεταβαλλόμενο κόσμο των μέσων επικοινωνίας·

42.

λαμβάνει ωστόσο υπό σημείωση ότι παρόμοιες πρωτοβουλίες ενδέχεται να μην είναι πάντοτε επαρκώς αποτελεσματικές σε όλα τα κράτη μέλη και ότι πρέπει να θεωρούνται ως συμπληρωματικές σε συνάρτηση με τις νομικές διατάξεις ως προς την υλοποίηση των στόχων της ΟΥΟΑΜ, ειδικότερα σε επιγραμμικό πλαίσιο·

43.

τονίζει ότι είναι ουσιώδες στη συνάρτηση αυτή να επιτευχθεί η κατάλληλη ισορροπία μεταξύ εθελοντικών μέτρων και υποχρεωτικής ρύθμισης·

44.

τονίζει, ως εκ τούτου, ότι παρόμοιες πρωτοβουλίες πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για να διασφαλίζεται η επιβολή τους παράλληλα με μελλοντικές νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ενδέχεται να είναι απαραίτητες για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των ανηλίκων·

45.

ζητεί από την Επιτροπή, σε περίπτωση αναθεώρησης της ΟΥΟΑΜ, να εξασφαλίσει σημαντικότερο ρόλο σε αυτά τα σχετικώς νέα μέσα ρύθμισης στον τομέα της προστασίας των ανηλίκων στα μέσα ενημέρωσης και της ρύθμισης της διαφήμισης, χωρίς όμως να καταργηθεί η κρατική ρύθμιση ή εποπτεία·

46.

καλεί τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν τους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων να εκπονήσουν κώδικες δεοντολογίας όσον αφορά ακατάλληλες οπτικοακουστικές εμπορικές ανακοινώσεις σε παιδικά προγράμματα·

47.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει με ποιόν τρόπο οι βασικές απαιτήσεις της ΟΥΟΑΜ που εφαρμόζονται σε μη γραμμικές υπηρεσίες μπορούν να επεκταθούν σε άλλο επιγραμμικό περιεχόμενο και υπηρεσίες που δεν καλύπτονται επί του παρόντος από το πεδίο εφαρμογής της, και/ή ποιες ενέργειες πρέπει να αναληφθούν, ούτως ώστε να επιτευχθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο τα αποτελέσματα της εξέτασης αυτής έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013·

48.

αναγνωρίζει τα επιτεύγματα των κρατών μελών ως προς την παροχή προστασίας από περιεχόμενο που παρακινεί σε μίσος λόγω φυλής, φύλου, ιθαγένειας και θρησκείας·

49.

επισημαίνει την ανάγκη πανευρωπαϊκής συγκριτικής μελέτης που να παρέχει περαιτέρω κατανόηση των τρόπων με τους οποίους εξελίσσεται η καταναλωτική συμπεριφορά παιδιών, εφήβων και ενηλίκων έναντι των μέσων ενημέρωσης· πιστεύει ότι παρόμοια μελέτη θα ήταν ιδιαιτέρως χρήσιμη στους αρμόδιους χάραξης πολιτικής στον τομέα των οπτικοακουστικών μέσων τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε επίπεδο κρατών μελών·

Διαφήμιση

50.

επισημαίνει ότι ο περιορισμός των διαφημιστικών μηνυμάτων σε 12 λεπτά ανά ώρα έχει παραβιαστεί επανειλημμένα σε μερικά κράτη μέλη·

51.

καλεί επιτακτικά τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να εφαρμόσουν πλήρως, ορθώς και χωρίς αναβολή τις σχετικές διατάξεις της ΟΥΟΑΜ·

52.

επαναλαμβάνει ότι τα τηλεοπτικά διαφημιστικά μηνύματα και οι εκπομπές τηλεαγορών δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 12 λεπτά την ώρα·

53.

εκφράζει ανησυχία για το γεγονός ότι το όριο των 12 λεπτών παραβιάζεται τακτικά σε ορισμένα κράτη μέλη·

54.

καλεί επιτακτικά την Επιτροπή, κατά την επιτήρηση της συμμόρφωσης με τις υφιστάμενες διατάξεις σχετικά με τους ποσοτικούς και ποιοτικούς όρους για τη διαφήμιση, να παρακολουθεί και τις μελλοντικές προκλήσεις, όπως για παράδειγμα η συνδεδεμένη με το διαδίκτυο τηλεόραση (Connected TV), υπό το πρίσμα της ανταγωνιστικότητας και της βιώσιμης χρηματοδότησης των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων·

55.

τονίζει ειδικότερα την ανάγκη παρακολούθησης των εμπορικών μορφών που επινοούνται με στόχο την παράκαμψη αυτού του περιορισμού, και ιδίως τη συγκαλυμμένη διαφήμιση, που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στους καταναλωτές·

56.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο δυνατό τις απαραίτητες διευκρινίσεις σχετικά με τα προβλήματα που έχει εντοπίσει στο πεδίο των εμπορικών ανακοινώσεων σχετικά με τη χορηγία, την αυτοδιαφήμιση και την τοποθέτηση προϊόντων·

57.

καλεί την Επιτροπή να αναλύσει την αποτελεσματικότητα των υφισταμένων ρυθμίσεων και να παρακολουθήσει τη συμμόρφωση με τους κανόνες σχετικά με τις διαφημίσεις που απευθύνονται σε παιδιά και ανηλίκους·

58.

ζητεί επιπλέον την απαγόρευση της επιζήμιας διαφήμισης, όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 9 της ΟΥΟΑΜ, κατά τη διάρκεια προγραμμάτων για παιδιά και νέους· συνιστά, ως βάση για μελλοντικές μεταρρυθμίσεις του νομοθετικού πλαισίου, την ανάλυση των βέλτιστων πρακτικών που εφαρμόζονται στο πεδίο αυτό σε ορισμένες χώρες·

59.

εκφράζει αποδοκιμασία για το γεγονός ότι η αναγκαία επικαιροποιημένη έκδοση της ερμηνευτικής ανακοίνωσης σχετικά με συγκεκριμένες πτυχές των διατάξεων περί τηλεοπτικής διαφήμισης δεν έχει ακόμη εκδοθεί·

60.

επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να επικαιροποιήσει την ερμηνευτική της ανακοίνωση για ορισμένες πτυχές των διατάξεων σχετικά με την τηλεοπτική διαφήμιση το 2013·

Γραμματισμός στα Μέσα Επικοινωνίας

61.

λαμβάνει υπό σημείωση τα πορίσματα της Επιτροπής όσον αφορά το επίπεδο γραμματισμού στα μέσα επικοινωνίας στα κράτη μέλη·

62.

επισημαίνει ότι η πρόσβαση σε κανάλια και η επιλογή οπτικοακουστικών υπηρεσιών έχει αυξηθεί σημαντικά·

63.

τονίζει ότι, προκειμένου να επιτευχθεί μια γνήσια ψηφιακή ενιαία αγορά στην Ευρώπη, απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες στον τομέα της βελτίωσης του γραμματισμού των πολιτών στα μέσα επικοινωνίας και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν τον γραμματισμό στα μέσα επικοινωνίας για όλους τους πολίτες της ΕΕ, ειδικότερα τα παιδιά και τους ανηλίκους, μέσω πρωτοβουλιών και συντονισμένων δράσεων, προκειμένου να αυξηθεί το επίπεδο κριτικής κατανόησης των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και να προαχθούν ο δημόσιος διάλογος και η συμμετοχή των πολιτών, ενθαρρύνοντας ταυτόχρονα την ενεργό συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων, ειδικότερα δε της βιομηχανίας των μέσων επικοινωνίας·

64.

ενθαρρύνει ειδικότερα τα κράτη μέλη να ενσωματώσουν τον γραμματισμό στα μέσα επικοινωνίας και τις ηλεκτρονικές δεξιότητες, ιδίως όσον αφορά τα ψηφιακά μέσα επικοινωνίας, στα σχολικά τους προγράμματα·

Μελλοντικές προκλήσεις

65.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή εκτέλεσε εν μέρει μόνο το έργο της ως προς την εκπόνηση εκθέσεων σύμφωνα με την υποχρέωσή της που απορρέει από το άρθρο 33 της ΟΥΟΑΜ, και ζητεί την υποβολή ενδιάμεσης έκθεσης πριν από την επόμενη έκθεση εφαρμογής της Επιτροπής·

66.

καλεί τα κράτη μέλη να αυξήσουν τη συνεργασία και το συντονισμό στο πλαίσιο της επιτροπής επαφών, όπως καθορίζεται στο άρθρο 29 της ΟΥΟΑΜ, ούτως ώστε να αυξηθούν η αποτελεσματικότητα και η συνοχή της εφαρμογής·

67.

καλεί την Επιτροπή να παρακολουθεί από κοντά την εξέλιξη των υβριδικών υπηρεσιών στην ΕΕ, ειδικότερα τη συνδεδεμένη με το Διαδίκτυο τηλεόραση, να προσδιορίσει στην Πράσινη Βίβλο της για τη συνδεδεμένη με το Διαδίκτυο τηλεόραση τα διάφορα ζητήματα που ανακύπτουν στο πλαίσιο αυτό και να τα επεξεργαστεί περαιτέρω με βάση δημόσια διαβούλευση·

68.

ζητεί από την Επιτροπή να λάβει υπόψη τις εξής παραμέτρους κατά την δρομολόγηση δημόσιων διαβουλεύσεων στο θέμα της συνδεδεμένης ή της υβριδικής τηλεόρασης: τυποποίηση, τεχνολογική ουδετερότητα, προσωποποιημένες υπηρεσίες και σχετικές προκλήσεις, (ιδίως για άτομα με αναπηρίες), προβλήματα ασφάλειας του πολλαπλού υπολογιστικού νέφους, προσβασιμότητα για χρήστες, προστασία των παιδιών και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας·

69.

καλεί την Επιτροπή να αντιμετωπίσει ιδίως την αβεβαιότητα που περιβάλλει την εφαρμογή της έννοιας των «κατά παραγγελία υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» και, με στόχο τόσο τη μεγαλύτερη συνοχή των νομοθετικών πράξεων της ΕΕ που αφορούν τις κατά παραγγελία οπτικοακουστικές υπηρεσίες, όσο και τις αναμενόμενες μελλοντικές εξελίξεις της σύγκλισης των μέσων, να ορίσει με μεγαλύτερη σαφήνεια την έννοια αυτή, ώστε να υλοποιηθούν με αποτελεσματικότερο τρόπο οι ρυθμιστικοί στόχοι της ΟΥΟΑΜ·

70.

εκφράζει την πεποίθηση ότι, όσον αφορά τη συμπεριφορά στην αγορά των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και των φορέων εκμετάλλευσης πλατφορμών καθώς και τις αυξανόμενες τεχνολογικές δυνατότητες, χρειάζεται βελτιωμένο και ομοιογενές επίπεδο προστασίας των δεδομένων ανά την ΕΕ, στο πλαίσιο του οποίου θα εξακολουθήσει να θεωρείται συνήθης πρακτική η ανώνυμη χρήση των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων·

o

o ο

71.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21.

(3)  ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51.

(5)  ΕΕ L 337 της 18.12.2009, σ. 11.

(6)  ΕΕ L 335 της 17.12.2011, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 327 της 24.11.2006, σ. 12.

(8)  ΕΕ C 102 της 28.4.2004, σ. 2.

(9)  ΕΕ L 378 της 27.12.2006, σ. 72.

(10)  ΕΕ C 372 της 20.12.2011, σ. 15.

(11)  ΕΕ C 45 E της 23.2.2010, σ. 9.

(12)  ΕΕ C 99 E της 3.4.2012, σ. 50.

(13)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0506.

(14)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0209.

(15)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0324.

(16)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0428.

(17)  ΕΕ L 227 της 29.8.2009, σ. 9.


Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/79


P7_TA(2013)0216

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με εκτελεστικό μέτρο: διαμετακόμιση ορισμένων ζωικών υποπροϊόντων από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για μη διατύπωση αντιρρήσεων ως προς το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 142/2011 όσον αφορά τη διαμετακόμιση ορισμένων ζωικών υποπροϊόντων από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (D025828/03 — 2013/2598(RPS))

(2016/C 055/10)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο κανονισμού της Επιτροπής (D025828/03),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1069/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, περί υγειονομικών κανόνων για ζωικά υποπροϊόντα και παράγωγα προϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (1) και ιδίως το άρθρο 41 παράγραφος 3 και το άρθρο 42 παράγραφος 2,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση που εξέδωσε στις 5 Μαρτίου 2013 η επιτροπή του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1069/2009,

έχοντας υπόψη την με ημερομηνία 16 Μαΐου 2013 επιστολή της Επιτροπής, διά της οποίας του ζητείται να δηλώσει ότι δεν θα διατυπώσει αντιρρήσεις επί του σχεδίου κανονισμού,

έχοντας υπόψη την με ημερομηνία 21 Μαΐου 2013 επιστολή της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων προς τον Πρόεδρο της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών,

έχοντας υπόψη το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 88 παράγραφος 4 στοιχείο δ) και το άρθρο 87α παράγραφος 6 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη ότι δεν διατυπώθηκαν αντιρρήσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που ορίζεται στο άρθρο 87α παράγραφος 6 τρίτη και τέταρτη περίπτωση του Κανονισμού του, η οποία έληξε στις 22 Μαΐου 2013,

1.

δηλώνει ότι δεν αντιτίθεται στο σχέδιο εκτελεστικού κανονισμού της Επιτροπής·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στην Επιτροπή και, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο.


(1)  ΕΕ L 300 της 14.11.2009, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/79


P7_TA(2013)0222

Μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις για την ΟΝΕ

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ): Αντίδραση στις ανακοινώσεις της Επιτροπής (2013/2609(RSP))

(2016/C 055/11)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τις ανακοινώσεις της Επιτροπής με τίτλο « Εκ των προτέρων συντονισμός των σχεδίων για μείζονες μεταρρυθμίσεις οικονομικής πολιτικής (COM(2013)0166) και «Θέσπιση Μέσου Σύγκλισης και Ανταγωνιστικότητας» (COM(2013)0165),

έχοντας υπόψη την ερώτηση προς την Επιτροπή, σχετικά με τις μελλοντικές νομοθετικές προτάσεις για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση ΟΝΕ (O-000060/2013 — B7-0204/2013),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Σταθερότητα, το Συντονισμό, και τη Διακυβέρνηση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση της 2ας Μαρτίου 2012, εφεξής αποκαλούμενη το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο»,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 13 και 14 Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το προσχέδιο της Επιτροπής για μια βαθειά και ουσιαστική, οικονομική και νομισματική Ένωση της 28ης Noεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη την έκθεση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με τίτλο «Προς μια ουσιαστική οικονομική και νομισματική Ένωση» της 5ης Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Νοεμβρίου 2012 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την έκθεση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωομάδας με θέμα «Προς μια ουσιαστική οικονομική και νομισματική Ένωση» (1), εφεξής αποκαλούμενη η «Έκθεση Thyssen»,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Οκτωβρίου 2010 με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τη βελτίωση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης και σταθερότητας της Ένωσης και ειδικότερα στη ζώνη του ευρώ (2), εφεξής αποκαλούμενο η «έκθεση Feio»,

έχοντας υπόψη τους κανονισμούς (EΕ) αριθ. 1176/2011 και (ΕΕ) αριθ. 1175/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2011, εφεξής αποκαλούμενοι «η δέσμη έξι μέτρων»,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με το ευρωπαϊκό εξάμηνο για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής (3),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινές διατάξεις για την παρακολούθηση και αξιολόγηση των προσχεδίων του προϋπολογισμού και τη διασφάλιση της διόρθωσης του υπερβολικού ελλείμματος των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ και έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/2013 σχετικά με την ενίσχυση της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες όσον αφορά τη δημοσιονομική τους σταθερότητα ή απειλούνται από αυτές, εφεξής αποκαλούμενοι η «δέσμη δύο μέτρων»,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση του Προέδρου Barroso και του Αντιπροέδρου Rehn επ’ ευκαιρία της συμφωνίας σε τριμερή διάλογο σχετικά με τη νομοθετική δέσμη δύο μέτρων για την οικονομική διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ της 20ής Φεβρουαρίου 2013 (ένδειξη MEMO/13/126)

έχοντας υπόψη το άρθρο 115 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 11 του δημοσιονομικού συμφώνου, τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη συμφώνησαν «να εξασφαλίσουν ότι θα συζητούν εκ των προτέρων και, κατά περίπτωση, θα συντονίζουν μεταξύ τους όλες τις μείζονες οικονομικές μεταρρυθμίσεις πολιτικής που προτίθενται να αναλάβουν» και επιπλέον ότι «στο συντονισμό θα συμμετάσχουν τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης»·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 15 του δημοσιονομικού συμφώνου, η συνθήκη θα πρέπει να ενσωματωθεί στην ενωσιακή νομοθεσία το αργότερο εντός 5 ετών «βάσει μιας αξιολόγησης της εμπειρίας από την εφαρμογή της» και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ανακοινώσεις της Επιτροπής COM(2013)0165 και COM(2013)0166, καθώς και ενδεχόμενες νομοθετικές προτάσεις που αναμένεται να ακολουθήσουν μπορεί να θεωρηθούν ως βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Κοινοβούλιο διετύπωσε ήδη στην έκθεση Feio το 2010 τη σύσταση «να θεσπιστούν ειδικές διαδικασίες και μια υποχρέωση για τα κράτη μέλη, και ιδίως για τα μέλη της ζώνης του ευρώ, να αλληλοενημερώνονται και να ενημερώνουν την Επιτροπή όποτε πρόκειται να λάβουν αποφάσεις οικονομικής πολιτικής με αναμενόμενα αισθητά φαινόμενα διασποράς, που ενδέχεται να θέτουν σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ)»·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη δήλωση που συνόδευε τη δέσμη δύο μέτρων ζητείται η δημιουργία ενός σημαντικά ενισχυμένου πλαισίου οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας και ελέγχου, μια πιο αναπτυγμένη ευρωπαϊκή δημοσιονομική ικανότητα για την ταχεία εφαρμογή μιας βιώσιμης ανάπτυξης που θα προωθεί τις διαρθρωτκές μεταρρυθμίσεις που θα υποστηρίζουν την αρχή σύμφωνα με την οποία βήματα προς την κατεύθυνση περισσότερης υπευθυνότητας και οικονομικής πειθαρχίας συνδυάζονται με μεγαλύτερη αλληλεγγύη καθώς και τη βαθύτερη ενοποίηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων σε τομείς πολιτικής όπως η φορολογία και η αγορά εργασίας ως σημαντικό μέσο αλληλεγγύης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η προαναφερθείσα δήλωση υπογραμμίζει την αρχή σύμφωνα με την οποία μέτρα ενίσχυσης του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής πρέπει να συμβαδίζουν με περισσότερη αλληλεγγύη·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην παράγραφο 11 της έκθεσης Thyssen τονίζεται ότι μια «ουσιαστική ΟΝΕ» δεν μπορεί να περιορίζεται σε ένα σύστημα κανόνων, αλλά προϋποθέτει αυξημένη δημοσιονομική ικανότητα με βάση επαρκείς ιδίους πόρους·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην έκθεση Thyssen τονίζεται ότι η ύπαρξη ευρωπαϊκών στατιστικών στοιχείων υψηλής ποιότητας και αξιοπιστίας διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στο πλαίσιο της νέας οικονομικής διακυβέρνησης και των σημαντικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων, ότι η ουσιαστική ανεξαρτησία του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να διασφαλίζεται ως προαπαιτούμενο και ότι η μετάβαση σε πρότυπα δημόσιας λογιστικής κατά τυποποιημένο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη θα αποτελέσει βασικό συμπλήρωμα των ενισχυμένων εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής στο πλαίσιο του ελέγχου της ποιότητας των εθνικών πηγών, οι οποίες χρησιμοποιούνται προκειμένου να οριστεί το ύψος του χρέους και του ελλείμματος, σε μια πλήρως ανεπτυγμένη δημοσιονομική Ένωση.

Γενική αξιολόγηση των ανακοινώσεων της Επιτροπής

1.

αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει η Επιτροπή για την επίτευξη περαιτέρω προόδου στον τομέα της μακροοικονομικής διακυβέρνησης στην Ένωση με βάση τη δέσμη των έξι μέτρων και τη δέσμη των δύο μέτρων· υπογραμμίζει ωστόσο ότι η πλήρης εφαρμογή του νέου πλαισίου πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι κάθε νέας πρότασης·

2.

τονίζει ότι η δημιουργία ενός μηχανισμού επιβολής βάσει κινήτρων με στόχο την ενίσχυση της αλληλεγγύης, της συνοχής και της ανταγωνιστικότητας πρέπει να συνδυάζεται με πρόσθετα μέτρα συντονισμού της οικονομικής πολιτικής, σύμφωνα με τη δήλωση της Επιτροπής που επισυνάπτεται στη δέσμη των δύο μέτρων, ούτως ώστε να τηρείται η αρχή σύμφωνα με την οποία «τα μέτρα προς την κατεύθυνση μιας μεγαλύτερης υπευθυνότητας και οικονομικής πειθαρχίας πρέπει να συνδυάζονται με μεγαλύτερη αλληλεγγύη»·

3.

υπογραμμίζει ότι κάθε περαιτέρω πρόταση πρέπει να έχει μια σαφή προσθετική αξία σε σχέση με τα υφιστάμενα ήδη μέσα, όπως τα μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής·

4.

τονίζει ότι οι προσπάθειες συντονισμού δεν πρέπει να θίγουν τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των διαφόρων επιπέδων λήψης αποφάσεων·

5.

επιβεβαιώνει ότι η διακυβέρνηση στην ΕΕ δεν πρέπει να θίγει τις προνομίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων, ιδίως όταν προβλέπεται μεταφορά κυριαρχικών δικαιωμάτων· τονίζει ότι η τήρηση των αρχών της νομιμότητας και της λογοδοσίας προϋποθέτει δημοκρατικές αποφάσεις, διασφαλιζόμενες σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο από τα εθνικά κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντιστοίχως· υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2012 «καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας, ο γενικός στόχος παραμένει η εξασφάλιση της δημοκρατικής νομιμότητας και λογοδοσίας στο επίπεδο στο οποίο λαμβάνονται και υλοποιούνται οι αποφάσεις»· υπογραμμίζει ότι οι μηχανισμοί εκ των προτέρων συντονισμού και μέσων σύγκλισης και ανταγωνιστικότητας (ΜΣΑ) πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη που έχουν ως νόμισμα το ευρώ, τα υπόλοιπα δε κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα προσχώρησης σε νόμιμη βάση· καλεί την Επιτροπή να προβλέψει στις επικείμενες νομοθετικές προτάσεις μια τέτοια υποχρεωτική επικύρωση από τα εθνικά κοινοβούλια καθώς και να διασφαλίσει μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στο συντονισμό της οικονομικής πολιτικής

6.

φρονεί ότι η χρονική συγκυρία των ανακοινώσεων δεν είναι ιδανική· καλεί την Επιτροπή να υποβάλει μια πρόταση προκειμένου να θεσπίσει στο πλαίσιο του εξαμήνου της ΕΕ ένα κώδικα σύγκλισης, συμπεριλαμβανομένου ενός ισχυρού κοινωνικού πυλώνα, με βάση τη στρατηγική ΕΕ 2020·

7.

επαναλαμβάνει ότι η Επιτροπή πρέπει να λάβει πλήρως υπόψη της το ρόλο του Κοινοβουλίου ως συνομοθέτη· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι πρόσφατες ανακοινώσεις για την ΟΝΕ δεν απηχούν την άποψη που διετύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την εμβάθυνση της ΟΝΕ και δεν προβλέπουν παρά μόνο ένα πολύ περιορισμένο κοινοβουλευτικό έλεγχο, προτείνοντας μια διαδικασία διαλόγου· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο αποτελεί νομοθετική και δημοσιονομική αρχή που τελεί σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο·

8.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι οι τομείς πολιτικής που καλύπτουν οι ανακοινώσεις επικεντρώνονται κυρίως στην ανταγωνιστικότητα των τιμών και δεν αναφέρονται σε ζητήματα όπως η φοροδιαφυγή, η κοινωνική προστασία και η απασχόληση·

9.

υπογραμμίζει ότι οι νομοθετικές προτάσεις αναφορικά με τις δύο ανακοινώσεις πρέπει να εξετάζονται με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία·

Εκ των προτέρων συντονισμός των σχεδίων για μείζονες μεταρρυθμίσεις στον τομέα της οικονομικής πολιτικής

10.

υποστηρίζει ότι ένας τυπικός εκ των προτέρων συντονισμός των μεταρρυθμίσεων της οικονομικής πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ είναι σημαντικός και ότι θα πρέπει να ενισχυθεί στο πλαίσιο της κοινοτικής μεθόδου και ότι θα πρέπει να αφορά τις σημαντικότερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις των κρατών μελών που προβλέπονται στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων και παρουσιάζουν αποδεδειγμένα δυνητικά φαινόμενα διάχυσης· πιστεύει ότι ο εν λόγω εκ των προτέρων συντονισμός πρέπει να ευθυγραμμίζεται με τα μέσα του εξαμήνου της ΕΕ για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1175/2011 και όταν απαιτείται, να σχεδιάζεται σε συνάρτηση με τα νέα μέσα που βασίζονται στην αλληλεγγύη και τα κίνητρα·

11.

υποστηρίζει την άποψη ότι η μεγαλύτερη ένταξη του εκ των προτέρων συντονισμού και της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σε τομείς πολιτικής σε επίπεδο Ένωσης πρέπει να βασίζεται σε αξιόπιστα επίσημα στατιστικά στοιχεία και ειδικότερα ότι η προώθηση του δημοσιονομικού συντονισμού στην Ένωση απαιτεί ενοποιημένα δεδομένα σχετικά με τους δημόσιους λογαριασμούς της Ένωσης, των κρατών μελών και των τοπικών και περιφερειακών οργανισμών· πιστεύει συνεπώς ότι η Επιτροπή θα πρέπει να συμπεριλάβει στις προσεχείς νομοθετικές προτάσεις την κατάρτιση των εν λόγω ενοποιημένων δεδομένων·

12.

εκφράζει τη λύπη του για την ασαφή διατύπωση και τους υπερβολικά χαλαρούς ορισμούς ορισμένων από τα προτεινόμενα κριτήρια για μείζονες μεταρρυθμίσεις της οικονομικής πολιτικής, όπως «παράμετροι πολιτικής οικονομίας»· ζητεί να προστεθούν ως νέα συγκεκριμένα κριτήρια με βάση τα μέσα του εξαμήνου της ΕΕ και της στρατηγικής της ΕΕ 2020 για τον προσδιορισμό των σημαντικότερων μεταρρυθμίσεων, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών ιδιαιτεροτήτων και τηρουμένης της αρχής της επικουρικότητας·

13.

υπογραμμίζει ότι οι μηχανισμοί που θα θεσπιστούν για τον εκ των προτέρων συντονισμό πρέπει να εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και να είναι ανοικτοί σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, λαμβανομένης συγχρόνως υπόψη της μεγάλης αλληλεξάρτησης των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ· πιστεύει ότι πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη που υπάγονται στο πρόγραμμα να συμμετάσχουν σε οικειοθελή βάση·

14.

ζητεί τα σχέδια μεταρρυθμίσεων να διαμορφώνονται κατά τρόπο διαφανή, να μην προβλέπουν αποκλεισμούς και να δημοσιοποιούνται ζητεί εξάλλου ένας κοινωνικός διάλογος με συμμετοχή των φορέων κοινωνικών συμφερόντων να διαδραματίσει ένα ειδικό και συγκεκριμένο ρόλο στις διαβουλεύσεις για τον εκ των προτέρων συντονισμό·

15.

ζητεί τον προσεκτικό σχεδιασμό της διαδικασίας, στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή θα ενημερώνεται και θα μπορεί να διατυπώσει παρατηρήσεις για τις σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις πριν από την οριστική έγκρισή τους·

16.

ζητεί το νέο αυτό μέσο συντονισμού να ενσωματωθεί και στη διαδικασία του ευρωπαϊκού εξαμήνου και να παρασχεθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ένας ρόλος για τη διασφάλιση της δημοκρατικής λογοδοσίας

17.

τονίζει ότι στο πλαίσιο του εκ των προτέρων συντονισμού πρέπει να καταβάλλεται προσπάθεια ώστε να μην υπονομεύονται οι εθνικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και να διασφαλίζεται ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν καθυστερούν, εκτός εάν οι επιπτώσεις τους είναι τόσο σημαντικές ώστε να επιβάλλεται η επανεκτίμησή των μεταρρυθμίσεων

Θέσπιση ενός Μέσου Σύγκλισης και Ανταγωνιστικότητας (ΜΣΑ)

18.

εκφράζει την άποψη ότι το νέο ΜΣΑ πρέπει να βασίζεται σε όρους, στην αλληλεγγύη και στη σύγκλιση· φρονεί ότι η θέσπισή του πρέπει να είναι συνέπεια της αναγνώρισης αφενός μεν της ανάγκης για μείζονες μακροπρόθεσμες και βιώσιμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούν την ανάπτυξη και αφετέρου των κοινωνικών ανισοτήτων στο πλαίσιο της εκτίμησης της συνοχής μεταξύ του κώδικα σύγκλισης και των εθνικών σχεδίων εφαρμογής, με τη δέουσα τυπική συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων·

19.

τονίζει ότι το νέο ΜΣΑ που θα θεσπιστεί πρέπει να ισχύσει σε όλα τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και να είναι ανοικτό σε όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, λαμβανομένης συγχρόνως υπόψη της μεγάλης αλληλεξάρτησης των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ· πιστεύει ότι πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη που υπάγονται σε ένα πρόγραμμα να συμμετάσχουν σε οικειοθελή βάση·

20.

φρονεί ότι είναι ύψιστης σημασίας να διασφαλιστεί ότι το νέο αυτό μέσο θα εγκριθεί σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και θα βασίζεται στη κοινοτική μέθοδο, θα προβλέπεται δε κατάλληλος έλεγχος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ώστε να καθίσταται δυνατή μια κατά περίπτωση έγκριση των σχετικών πιστώσεων του προϋπολογισμού·

21.

τονίζει ότι η υποβολή έκθεσης και η παρακολούθηση σε ετήσια βάση της εφαρμογής των εθνικών σχεδίων πρέπει να βασίζονται σε ένα ενισχυμένο ευρωπαϊκό εξάμηνο, χωρίς να θίγεται ο δημοσιονομικός έλεγχος της ΕΕ·

22.

πιστεύει ότι το ΜΣΑ πρέπει να αποτελεί μέσο ενίσχυσης της δημοσιονομικής ικανότητας και να υποστηρίζει υπό όρους τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ενισχύοντας κατ’αυτό τον τρόπο την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή, εξασφαλίζοντας στενότερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και βιώσιμη σύγκλιση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών και αντιμετωπίζοντας τις ανισορροπίες και τις διαρθρωτικές αποκλίσεις· θεωρεί ότι τα εν λόγω μέσα αποτελούν θεμέλιους λίθους μιας ουσιαστικής δημοσιονομικής ικανότητας

23.

υπογραμμίζει ότι μια τέτοια δημοσιονομική ικανότητα θα είναι ασφαλώς προς όφελος των κρατών μελών που συμβάλλουν σε αυτήν·

24.

εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι οι ανακοινώσεις, με το να προβλέπουν συμβάσεις μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών, δεν σέβονται την ενιαία ευρωπαϊκή έννομη τάξη· πιστεύει ότι η έκφραση «συμβατικές ρυθμίσεις» είναι ακατάλληλη, δεδομένου ότι ο μηχανισμός που προβλέπεται στις ανακοινώσεις δεν αποτελεί κατά κυριολεξία «σύμβαση» που διέπεται από το δημόσιο ή ιδιωτικό δίκαιο, αλλά αντιθέτως ένα, βάσει κινήτρων, μηχανισμό επιβολής του συντονισμού της οικονομικής πολιτικής·

25.

υπογραμμίζει ότι τα προγράμματα μεταρρυθμίσεων πρέπει να εκπονούνται από τα κράτη μέλη με τη δέουσα συμμετοχή των εθνικών τους κοινοβουλίων και σύμφωνα με τους εσωτερικούς συνταγματικούς τους κανόνες και σε συνεργασία με την Επιτροπή, τηρουμένης πλήρως της αρχής της επικουρικότητας και λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να διατηρούνται κατάλληλα πολιτικά περιθώρια για τη λήψη εθνικών μέτρων εφαρμογής και δημοκρατικές διαδικασίες εντός εκάστου κράτους μέλους·

26.

τονίζει ότι τυχόν βραχυπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις, και ειδικότερα κοινωνικές και πολιτικές δυσχέρειες, από την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσαν να μετριαστούν και να γίνουν ευκολότερα αποδεκτές από τους πολίτες, εάν θεσπιζόταν ένας υποστηρικτικός των μεταρρυθμίσεων μηχανισμός παροχής κινήτρων· πιστεύει εξάλλου ότι ο μηχανισμός αυτός πρέπει να χρηματοδοτείται μέσω μιας νέας πιστωτικής διευκόλυνσης που θα συσταθεί και θα διευθύνεται σύμφωνα με την κοινοτική μέθοδο ως αναπόσπαστο τμήμα του προϋπολογισμού της ΕΕ, χωρίς ωστόσο να εμπίπτει στα ανώτατα όρια του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ), ούτως ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως νομοθετική και δημοσιονομική αρχή·

27.

πιστεύει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται δεν πρέπει να επηρεάζουν αρνητικά, έστω και βραχυπρόθεσμα, την κοινωνική συνοχή, τα δικαιώματα των εργαζομένων, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καθώς και άλλους κοινωνικούς τομείς·

28.

τονίζει ότι πρέπει στο πλαίσιο του μέσου να αποφεύγονται προβλήματα ηθικού κινδύνου· πιστεύει ότι, υπό την έννοια αυτή, η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν θα αναβληθούν έως ότου καταστούν επιλέξιμες για χρηματοδοτική στήριξη και ότι το μέσο δεν θα παράσχει κίνητρα για μεταρρυθμίσεις που θα υλοποιούντο ακόμη και χωρίς υποστήριξη από την Ένωση·

29.

υπογραμμίζει ότι το μέσο και η πολιτική συνοχής δεν πρέπει να επικαλύπτονται·

ο

ο ο

30.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή και το Συμβούλιο.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0430.

(2)  ΕΕ C 70 Ε της 8.3.2012, σ. 41.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0542.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/84


P7_TA(2013)0223

Κατάσταση των σύριων προσφύγων σε γειτονικές χώρες

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την κατάσταση των σύρων προσφύγων στις γειτονικές χώρες (2013/2611(RSP))

(2016/C 055/12)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα σχετικά ψηφίσματά του για τη Συρία, ιδίως δε τα ψηφίσματά του της 16ης Φεβρουαρίου 2012 (1) και της 13ης Σεπτεμβρίου 2012 (2), και σχετικά με τους πρόσφυγες από ένοπλες συγκρούσεις,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων για τη Συρία, της 23ης Μαρτίου, της 23ης Απριλίου, της 14ης Μαΐου, της 25ης Ιουνίου, της 23ης Ιουλίου, της 15ης Οκτωβρίου, της 19ης Νοεμβρίου και 10ης Δεκεμβρίου 2012, όπως επίσης της 23ης Ιανουαρίου, της 18ης Φεβρουαρίου, της 11ης Μαρτίου και της 22ας Απριλίου 2013, έχοντας υπόψη το Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Οκτωβρίου του 2012, που ενέκρινε τη θέσπιση περιφερειακού προγράμματος προστασίας από την Επιτροπή, έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τη Συρία, της 2ας Μαρτίου, της 29ης Ιουνίου και της 14ης Δεκεμβρίου 2012, και της 8ης Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΑΠ/ΥΕ), Catherine Ashton, σχετικά με τους σύρους πρόσφυγες, ειδικότερα δε τις παρατηρήσεις της στις 13 Μαρτίου 2013, στο πλαίσιο της συζήτησης στην ολομέλεια στο Στρασβούργο, και τη δήλωσή της στις 8 Μαΐου 2013· έχοντας υπόψη τις δηλώσεις στις οποίες προέβη η Επίτροπος που είναι αρμόδια για τη διεθνή συνεργασία, την ανθρωπιστική βοήθεια και την αντιμετώπιση κρίσεων, Kristalina Georgieva, σχετικά με τους σύρους πρόσφυγες και την απόκριση της ΕΕ, ειδικότερα τη δήλωσή της στις 12 Μαΐου 2013, καθώς και τις εκθέσεις και τα ενημερωτικά δελτία της ECHO (Ανθρωπιστική Βοήθεια και Προστασία των Πολιτών) για την κατάσταση στη Συρία,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, 2059 της 20ής Ιουλίου 2012, 2043 της 21ης Απριλίου 2012, και 2042 της 14ης Απριλίου 2012, και την επικαιροποιημένη έκθεση της Ανεξάρτητης Διεθνούς Εξεταστικής Επιτροπής του ΟΗΕ για τη Συρία, της 11ης Μαρτίου 2013, έχοντας υπόψη τα ενημερωτικά δελτία του Συμβουλίου Ασφαλείας, που εξέδωσε η Αναπληρώτρια Γενική Γραμματέας Ανθρωπιστικών Υποθέσεων και Συντονίστρια βοήθειας Έκτακτης Ανάγκης, Valerie Amos, ιδίως το δελτίο της 18ης Απριλίου 2013,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και τις παρατηρήσεις του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, António Guterres, προς το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ιδίως δε εκείνες της 18ης Απριλίου 2013, έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα που εξέδωσε το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την Αραβική Δημοκρατία της Συρία, της 2ας Δεκεμβρίου 2011 και της 22ας Μαρτίου 2013,

έχοντας υπόψη τη συνεδρίαση της Ομάδας Φίλων του συριακού λαού στο Μαρακές, και τη διεθνή διάσκεψη που διεξήχθη στο Παρίσι στις 28 Ιανουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη το πλέον πρόσφατο περιφερειακό σχέδιο απόκρισης για τη Συρία (ΣΑΣ) για την περίοδο από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2013, και όλα τα ΣΑΣ που εξέδωσε η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες μετά την έκδοση του πρώτου τον Μάρτιο του 2012,

έχοντας υπόψη το Σχέδιο Ανθρωπιστικής Αντιμετώπισης και Βοήθειας για τη Συρία (SHARP) της 19ης Δεκεμβρίου 2012, που εκπόνησε η κυβέρνηση της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας σε συντονισμό με το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών,

έχοντας υπόψη το Ανθρωπιστικό Φόρουμ για τη Συρία (SHF) που ιδρύθηκε την άνοιξη του 2012, και την τελευταία συνεδρίασή του στις 19 Φεβρουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη τα ανθρωπιστικά δελτία για τη Συρία, που εκδίδει το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων των Ηνωμένων Εθνών (OCHA),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για τη Συρία, και ιδιαίτερα το ψήφισμα 46/182 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, με τίτλο «Ενίσχυση του συντονισμού της ανθρωπιστικής βοήθειας έκτακτης ανάγκης των Ηνωμένων Εθνών» και τις συνημμένες κατευθυντήριες αρχές, καθώς και το ψήφισμα 67/183 σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Συρία,

έχοντας υπόψη τη συνοπτική έκθεση της υψηλού επιπέδου Διεθνούς Ανθρωπιστικής Διάσκεψης των Χορηγών για τη Συρία, που πραγματοποιήθηκε στο Κουβέιτ στις 30 Ιανουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη το τελικό ανακοινωθέν της Ομάδας Δράσης για τη Συρία («ανακοινωθέν της Γενεύης»), της 30ής Ιουνίου 2012,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, του 1948,

έχοντας υπόψη τις συμβάσεις της Γενεύης, του 1949, και τα συνημμένα πρωτόκολλά τους,

έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, τη Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων και άλλων Τρόπων Σκληρής, Απάνθρωπης και Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας, τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού και το Προαιρετικό Πρωτόκολλο σχετικά με την Εμπλοκή Παιδιών σε Ένοπλες Συγκρούσεις, καθώς και τη Σύμβαση για την Πρόληψη και την Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας, πράξεις στις οποίες η Συρία είναι συμβαλλόμενο μέρος,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφοι 2 και 4, του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έως τις 16 Μαΐου 2013 η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) είχε καταγράψει συνολικά 1 523 626 σύρους πρόσφυγες στις γειτονικές χώρες και στη Βόρεια Αφρική· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συνολικός αριθμός προσφύγων, περιλαμβανομένων των μη καταγεγραμμένων, εκτιμάται ότι είναι πολύ υψηλότερος· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με την UNCHR, 7 εκατομμύρια Σύροι, συμπεριλαμβανομένων 3,1 εκατομμυρίων παιδιών, ζουν από τη βοήθεια, και ότι ο αριθμός των εκτοπισθέντων στο εσωτερικό της χώρας ανερχόταν σε 4,25 εκατομμύρια στις 6 Μαΐου 2013, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, στις 16 Μαΐου 2013 ο αριθμός των προσφύγων (συμπεριλαμβανομένων όσων περιμένουν να καταγραφούν) στις διάφορες χώρες είχε ως εξής: Τουρκία — 347 815· Λίβανος — 474 461· Ιορδανία — 474 405· Ιράκ — 148 028· Αίγυπτος — 68 865· Μαρόκο, Αλγερία και Λιβύη — 10 052 (καταγεγραμμένοι)· λαμβάνοντας υπόψη ότι χιλιάδες Σύροι καταφεύγουν καθημερινά σε γειτονικές χώρες, και ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις της UNHCR, έως το τέλος του 2013 ο αριθμός των προσφύγων από τη Συρία θα φτάσει τα 3,5 εκατομμύρια·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αριθμός των σύρων προσφύγων αυξάνεται ραγδαία, καθώς η πολιτική και ανθρωπιστική κατάσταση επιδεινώνεται κάθε μέρα που συνεχίζεται ο εμφύλιος πόλεμος· λαμβάνοντας υπόψη ότι όχι μόνον άμαχοι αλλά και διάφοροι πρώην πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες του καθεστώτος καθώς και πρέσβεις έχουν λιποτακτήσει σε γειτονικές χώρες και ακόμη πιο μακριά· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένοπλη σύγκρουση στη Συρία αποτελεί μείζονα απειλή στην εύθραυστη ασφάλεια και σταθερότητα σε ολόκληρη την περιοχή· λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάχυση του πολέμου υπάρχει κίνδυνος να μετατραπεί από περιστασιακή σε διαρθρωτική· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και η διεθνής κοινότητα δεν μπορούν να αντέξουν άλλη μία καταστροφή· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια καταστροφή σε πολιτικό επίπεδο, σε επίπεδο ασφαλείας και σε ανθρωπιστικό επίπεδο που θα αφορά όλη την περιοχή θα ξεπερνούσε την ικανότητα της διεθνούς κοινότητας να ανταποκριθεί·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χιλιάδες από εκείνους που έχουν συρρεύσει στη Συρία έχουν λιποτακτήσει από τις ένοπλες δυνάμεις για να ξεφύγουν από την υποχρέωση να διαπράξουν εγκλήματα πολέμου ή εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, ή αποφεύγουν τη στρατιωτική θητεία για παρόμοιους λόγους·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ τουλάχιστον 80 000 άνθρωποι, κυρίως άμαχοι, έχουν χάσει τη ζωή τους λόγω των βιαιοτήτων στη Συρία·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταστροφή βασικών υποδομών, περιλαμβανομένων σχολείων και νοσοκομείων, η υποτίμηση του νομίσματος, η άνοδος των τιμών των τροφίμων, οι ελλείψεις σε καύσιμα και ρεύμα και η έλλειψη νερού, τροφίμων και φαρμάκων πλήττουν την πλειονότητα του συριακού πληθυσμού· λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρόσβαση στους ανθρώπους που χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη και εξαρτάται από τη συνεργασία της κυβέρνησης Άσαντ·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με πληροφορίες των υπηρεσιών του ΟΗΕ, έχει σημειωθεί πρόοδος στη διϋπηρεσιακή οργάνωση αποστολών βοήθειας στις γραμμές των συγκρούσεων, τόσο στις περιοχές υπό κυβερνητικό έλεγχο, όσο και σε αυτές που ελέγχει η αντιπολίτευση, όπως στις διαφιλονικούμενες περιοχές· λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω γραφειοκρατικών εμποδίων και των σημείων ελέγχου που υπάρχουν σε ολόκληρη τη χώρα (τόσο στα τμήματα που ελέγχονται από την κυβέρνηση όσο και σε αυτά που βρίσκονται υπό τον έλεγχο της αντιπολίτευσης), παρεμποδίζεται η εξασφάλιση ουσιαστικής ανθρωπιστικής ανταπόκρισης σε όλες τις περιοχές της Συρίας·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η καταγραφή παραμένει ο βασικός μηχανισμός για την ταυτοποίηση, την προστασία και την υποστήριξη των ανθρώπων που χρειάζονται βοήθεια, ιδιαίτερα δε των νεοαφιχθέντων που έχουν ιδιαίτερες ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων με αναπηρία, των ηλικιωμένων, των ασυνόδευτων ανηλίκων και των παιδιών που έχουν χωριστεί από τις οικογένειές τους, προκειμένου να τους παρέχεται βοήθεια κατά προτεραιότητα·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες υποδοχής έχουν διατηρήσει πολιτική ανοιχτών συνόρων σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, αλλά έχουν επιλέξει διαφορετικές μεθόδους φιλοξενίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ικανότητα και η δυνατότητά τους να απορροφούν και να προσφέρουν καταφύγιο στο αυξανόμενο ρεύμα των προσφύγων φτάνουν στα όρια τους καθώς τα «περιστατικά» είναι συχνά κατά μήκος των συνόρων· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Λίβανος επέλεξε να μην δημιουργήσει καταυλισμούς, και έχει απορροφήσει σε μεγάλο βαθμό τους πρόσφυγες στις τοπικές κοινότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τρία τέταρτα περίπου των σύρων προσφύγων στις γειτονικές χώρες ζουν εκτός καταυλισμών σε αστικές περιοχές· λαμβάνοντας υπόψη ότι 350 000 Σύροι διαμένουν σε 23 καταυλισμούς προσφύγων στην Τουρκία, την Ιορδανία και το Ιράκ·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανώσεις βοήθειας ανταποκρίνονται σήμερα στην κατάσταση των σύρων προσφύγων στην Ιορδανία, τον Λίβανο και το Ιράκ, εστιάζοντας τις προσπάθειές τους κυρίως στις γυναίκες και τα παιδιά, που έχουν ιδιαίτερες ανάγκες οι οποίες δεν είναι δυνατόν να εξυπηρετηθούν στις αστικές κοινότητες προσφύγων· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο διασκορπισμός του προσφυγικού πληθυσμού ανά την ύπαιθρο προϋποθέτει ένα σύνθετο πρόγραμμα καταγραφής στα αστικά κέντρα·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες που φιλοξενούν πρόσφυγες αντιμετωπίζουν οι ίδιες τεράστια εσωτερικά προβλήματα, συμπεριλαμβανομένων της οικονομικής αστάθειας, του πληθωρισμού και της ανεργίας, και ότι ο Λίβανος και η Ιορδανία βρίσκονται σε ιδιαίτερα επισφαλή θέση·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δυνατότητα καταβολής του ενοικίου προκαλεί εντεινόμενη ανησυχία σε πολλούς πρόσφυγες από τη Συρία, δεδομένου ότι ο συνωστισμός και ο ανταγωνισμός για εξεύρεση καταλύματος προκαλούν άνοδο των τιμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πρόσφυγες είναι αντιμέτωποι με το χάσμα μεταξύ των εσόδων που διαθέτουν και των δαπανών τους, με περιορισμένες ευκαιρίες εργασίας, εξάντληση των αποταμιεύσεων και αυξανόμενα χρέη· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ανταγωνισμός για τις θέσεις εργασίας και η αύξηση των τιμών των τροφίμων είναι παράγοντες που οξύνουν τις εντάσεις μεταξύ των τοπικών πληθυσμών και των προσφύγων, ιδίως στον Λίβανο και την Ιορδανία, χώρες που φιλοξενούν συνολικά περισσότερους από 1 εκατομμύριο πρόσφυγες·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνέχιση των προσπαθειών για μεγαλύτερη στήριξη των κοινοτήτων υποδοχής είναι αναγκαία προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντάσεις και να ανακουφιστούν οι συγκεκριμένες κοινότητες·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, λόγω χρηματοδοτικών δυσχερειών, παρεμποδίζεται η έγκαιρη και αποτελεσματική διάθεση ανθρωπιστικής βοήθειας για την κάλυψη βασικών αναγκών· λαμβάνοντας υπόψη ότι το SHARP χρειάζεται συνολική χρηματοδότηση 563 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ για να καλύψει τις ανάγκες των ανθρώπων στη Συρία· λαμβάνοντας υπόψη ότι έως τις 6 Μαΐου 2013 η χρηματοδοτική κάλυψη του σχεδίου απόκρισης ανερχόταν μόλις στο 61 %·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το τρέχον περιφερειακό σχέδιο απόκρισης του ΟΗΕ (ΣΑΣ 4) έχει αναθεωρηθεί για την περίοδο έως τον Δεκέμβριο του 2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι ΟΗΕ θα απευθύνει νέα έκκληση για χρηματοδότηση, στις 7 Ιουνίου 2013, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τον αυξανόμενο αριθμό προσφύγων που εγκαταλείπουν τη Συρία και τις συνεχιζόμενες ανάγκες τους, καθώς και την ανάγκη για μεγαλύτερη στήριξη προς τις κυβερνήσεις και τις κοινότητες υποδοχής, η οποία είναι πιθανό να ανέρχεται σε 3 δισ. δολάρια ΗΠΑ·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως δηλώνουν μη κυβερνητικές ανθρωπιστικές οργανώσεις, από το ποσό που έχει υποσχεθεί ως τώρα η διεθνής κοινότητα στην πραγματικότητα έχει δοθεί μόνο το 30 έως 40 %·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το επίπεδο ανθρωπιστικής βοήθειας υπάρχει κίνδυνος να πάψει να είναι διαχειρίσιμο· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα επίπεδα χρηματοδοτικής στήριξης που χρειάζονται όλοι οι εμπλεκόμενοι ανθρωπιστικοί φορείς ξεπερνούν αναλογικά κατά πολύ τους συνήθεις προϋπολογισμούς ανθρωπιστικής βοήθειας των παραδοσιακών χορηγών βοήθειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να δημιουργηθούν έκτακτοι μηχανισμοί χρηματοδότησης για να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες που προκύπτουν από την κρίση στη Συρία·

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος χορηγός βοήθειας, λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 22 Απριλίου 2013 το συνολικό ποσό της ανθρωπιστικής βοήθειας που διέθεσε η ΕΕ αποκρινόμενη στην κρίση της Συρίας ανήλθε σε 473 εκατομμύρια ευρώ περίπου, 200 εκατομμύρια ευρώ από την ίδια την ΕΕ και περίπου 273 εκατομμύρια ευρώ από τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 12 Μαΐου 2013 η Επιτροπή ανακοίνωσε πρόσθετη χρηματοδότηση ύψους 65 εκατομμυρίων ευρώ·

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μέσα στη Συρία πλήττονται από την κρίση περίπου 400 000 παλαιστίνιοι πρόσφυγες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Παλαιστίνιοι έχουν παραμείνει γενικά ουδέτεροι στη σύγκρουση· λαμβάνοντας υπόψη ότι περίπου 50 000 παλαιστίνιοι πρόσφυγες έχουν καταγραφεί από το Γραφείο Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ (UNWRA) στον Λίβανο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ιορδανία έκλεισε τα σύνορά της στους Παλαιστίνιους που προσπαθούν να διαφύγουν από τη σύγκρουση στη Συρία, και ότι δεν επιτρέπεται σε πολλούς από αυτούς να εργαστούν στο Λίβανο· λαμβάνοντας υπόψη κίνδυνο νέου εκτοπισμού αντιμετωπίζουν επίσης οι παλαιστίνιοι, οι ιρακινοί, οι αφγανοί, οι σομαλοί και οι σουδανοί πρόσφυγες που ζουν στη Συρία·

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στον προσφυγικό καταυλισμό Ζαατάρι της Ιορδανίας η κατάσταση ως προς την ασφάλεια έχει εκτραχυνθεί και σημειώνονται κλοπές και πυρκαγιές· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο καταυλισμός Ζαατάρι αποτελεί πλέον την τέταρτη μεγαλύτερη πόλη στην Ιορδανία, στεγάζοντας περισσότερους από 170 000 πρόσφυγες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ταραχές και οι βίαιες διαμαρτυρίες που σημειώνονται στους προσφυγικούς καταυλισμούς οφείλονται στις κακές συνθήκες διαβίωσης και στην καθυστερημένη παραλαβή της βοήθειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι η γενική ανασφάλεια εξακολουθεί να θέτει σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές στους καταυλισμούς, ενώ έχει συνέπειες και για τους εργαζομένους στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι εργαζόμενοι στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας έχουν δεχθεί επιθέσεις, έχει χρειαστεί να νοσηλευθούν ή ακόμη έχουν χάσει τη ζωή τους κατά τη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας, ενώ δημοσιογράφοι έχουν πέσει θύματα ξυλοδαρμού·

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τους διεθνείς οργανισμούς οι γυναίκες και τα κορίτσια στους προσφυγικούς καταυλισμούς είναι θύματα της αυξανόμενης σεξουαλικής βίας ο δε βιασμός χρησιμοποιείται ως πολεμικό όπλο· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχουν βιώσιμες ιατρικές λύσεις για τους σύρους πρόσφυγες που επιβιώνουν από τη σεξουαλική βία· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι δυσανάλογος ο αριθμός των κοριτσιών και των γυναικών που παντρεύονται στους καταυλισμούς προσφύγων· λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με διάφορες πηγές, στους προσφυγικούς καταυλισμούς γίνονται προσωρινοί γάμοι με σύρους πρόσφυγες με στόχο την απόλαυση·

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Μάρτιο του 2013 ο ΟΗΕ ξεκίνησε ανεξάρτητη έρευνα σχετικά με τις καταγγελίες για πιθανή χρήση χημικών όπλων στη Συρία· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι καταγγελίες αυτές μπορεί να έχουν συντελέσει σε μαζικές εκτοπίσεις· λαμβάνοντας υπόψη ότι το καθεστώς της Συρίας αρνήθηκε να επιτρέψει στην ερευνητική αποστολή του ΟΗΕ την είσοδο στη χώρα·

1.

εκφράζει βαθειά ανησυχία για τη συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση στη Συρία και τις επιπτώσεις της στις γειτονικές της χώρες· εκφράζει επίσης ανησυχία για το γεγονός ότι εντείνεται διαρκώς το ρεύμα των προσφύγων από τη Συρία· υπενθυμίζει ότι η συριακή κυβέρνηση φέρει την κύρια ευθύνη της μέριμνας για την ευημερία του λαού της·

2.

καταδικάζει, για μία ακόμη φορά, απερίφραστα την ωμή βία που ασκεί το συριακό καθεστώς κατά του λαού της Συρίας· εκφράζει τη βαθύτατη του ανησυχία για τη βαρύτητα των συχνών και συστηματικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για τα πιθανά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που εγκρίνουν ή διαπράττουν οι συριακές αρχές, ο συριακός στρατός, οι δυνάμεις ασφαλείας και οι συνεργαζόμενες παραστρατιωτικές ομάδες· καταδικάζει τις συνοπτικές εξωδικαστικές εκτελέσεις και όλες τις άλλες μορφές παραβίασης των δικαιωμάτων του ανθρώπου που διαπράττονται από τις ομάδες και τις δυνάμεις που αντιτίθενται στο καθεστώς του Προέδρου Άσαντ· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς τον Πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ και το καθεστώς του να αποχωρήσουν αμέσως, έτσι ώστε να καταστήσουν δυνατή την ειρηνική μετάβαση της χώρας στη δημοκρατία, χωρίς αποκλεισμούς, με πρωτοπόρο τον ίδιο τον λαό της Συρίας·

3.

καλεί όλους τους ένοπλους εμπλεκόμενους να θέσουν αμέσως τέρμα στη βία στη Συρία· τονίζει και πάλι ότι το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, ο κύριος στόχος του οποίου είναι η προστασία των αμάχων, πρέπει να τηρείται πλήρως από όλους τους παράγοντες που εμπλέκονται στην κρίση· τονίζει ότι όσοι είναι υπεύθυνοι για τις διαδεδομένες, συστημικές και σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Συρία, οι οποίες διαπράττονται κατά τους τελευταίους 24 μήνες, πρέπει να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη· υποστηρίζει σθεναρά, στο πλαίσιο αυτό, τις εκκλήσεις του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα να παραπεμφθεί το θέμα της κατάστασης στη Συρία στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο·

4.

εκφράζει τα συλλυπητήριά του στις οικογένειες των θυμάτων· χαιρετίζει το θάρρος του συριακού λαού και επαναλαμβάνει την αλληλεγγύη του προς τον αγώνα του Συριακού λαού για ελευθερία, αξιοπρέπεια και δημοκρατία·

5.

πιστεύει ότι το κλειδί για την επίλυση της σύγκρουσης βρίσκεται σε πολιτικούς μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της πολιτικής διεργασίας υπό συριακή ευθύνη, που θα προωθήσει μια αξιόπιστη και αποτελεσματική πολιτική λύση μεταξύ εκείνων που πραγματικά δεσμεύονται για τη μετάβαση, και παράλληλα θα διασφαλίζει τον πλήρη σεβασμό των οικουμενικών αξιών της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, ιδιαίτερα όσον αφορά τα δικαιώματα των εθνοτικών, πολιτιστικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, καθώς και των γυναικών· επαναλαμβάνει ότι προτεραιότητα είναι να διατηρηθεί η διάκριση μεταξύ ανθρωπιστικών και πολιτικών καθηκόντων, για να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε όσους έχουν ανάγκη· καλεί την ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης να αναπτύξουν χάρτη πορείας για την πολιτική διακυβέρνηση στις απελευθερωμένες περιοχές, περιλαμβανομένης της δυνατότητας για άρση των οικονομικών κυρώσεων·

6.

επισημαίνει ότι όλοι οι λιποτάκτες από τη Συρία δικαιούνται μεγαλύτερη προστασία, δεδομένου ότι διατρέχουν κίνδυνο για διαφορετικούς λόγους από εκείνους που ορίζονται στην παράγραφο 26 των κατευθυντήριων γραμμών της UNHCR, συγκεκριμένα «υπερβολική ή δυσανάλογα αυστηρή» τιμωρία που μπορεί να φθάνει μέχρι βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή ακόμη και αυθαίρετη εκτέλεση·

7.

ζητεί από τις χώρες του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, και ιδιαίτερα από τη Ρωσία και την Κίνα, να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους και να θέσουν τέλος στη βία και την καταστολή εις βάρος του συριακού λαού, μεταξύ άλλων με την έκδοση ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών βασισμένου στην ανακοίνωση τύπου της 18ης Απριλίου 2013· καλεί την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης να κάνει ό,τι μπορεί για να επιτύχει την έγκριση μιας απόφασης από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ασκώντας αποτελεσματική διπλωματική πίεση τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα· καλεί την ΕΕ να συνεχίσει να διερευνά στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ όλες τις δυνατότητες στο πλαίσιο της «Ευθύνης Παροχής Προστασίας» (RtoP), σε στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ, την Τουρκία και τον Αραβικό Σύνδεσμο, προκειμένου να βοηθήσουν τον συριακό λαό και να σταματήσουν την αιματοχυσία· υποστηρίζει σθεναρά τις εργασίες της Ανεξάρτητης Επιτροπής Έρευνας για την κατάσταση στη Συρία και εκφράζει την ικανοποίησή του για την επικαιροποιημένη έκθεση·

8.

υποστηρίζει την κοινή έκκληση των Υπουργών των Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, και της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, για τη σύγκληση διεθνούς ειρηνευτικής διάσκεψης για τη Συρία το συντομότερο δυνατόν, σε συνέχεια της Διάσκεψης της Γενεύης τον Ιούνιο του 2012·

9.

εκφράζει την ανησυχία του για την περαιτέρω στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης και για τη θρησκευτική μισαλλοδοξία· επισημαίνει τον ρόλο των διαφόρων περιφερειακών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των προμηθευτών όπλων, και ανησυχεί για τις πιθανότητες επέκτασης της συριακής σύγκρουσης και στις γειτονικές χώρες με συνέπειες για την ανθρωπιστική κατάσταση, την ασφάλεια και τη σταθερότητα· καταδικάζει αυστηρά τη βομβιστική επίθεση με παγιδευμένο αυτοκίνητο στις 11 Μαΐου 2013, που προκάλεσε τον θάνατο και τον τραυματισμό δεκάδων ανθρώπων κοντά σε έναν καταυλισμό σύρων προσφύγων στην πόλη Ρεϊχανλί στην επαρχία Χατάι στη νοτιοανατολική Τουρκία, καθώς και επιθέσεις των συριακών ενόπλων δυνάμεων κατά γειτονικών χωρών με βολές πυροβολικού και πυροβολισμούς· υποστηρίζει την καταδίκη, από την Ύπατη Εκπρόσωπο, των τρομοκρατικών επιθέσεων κάθε είδους·

10.

τονίζει ότι η ΕΕ έχει ιδιαίτερη ευθύνη για τη σταθερότητα και την ασφάλεια στη γειτονιά της, και καλεί την ΑΠ/ΥΕ και τον Επίτροπο που είναι αρμόδιος για τη Διεύρυνση και την Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας να διασφαλίσουν τον ηγετικό ρόλο της ΕΕ στην πρόληψη της επέκτασης της ένοπλης σύγκρουσης της Συρίας στις γειτονικές χώρες·

11.

συγχαίρει τις κοινότητες υποδοχής και τις γειτονικές χώρες της Συρίας, ιδιαίτερα δε την Ιορδανία, τον Λίβανο, την Τουρκία και το Ιράκ, για τις αξιοσημείωτες προσπάθειές τους να εξασφαλίσουν καταλύματα και ανθρωπιστική βοήθεια για τις οικογένειες που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο στη Συρία, αλλά ανησυχεί σοβαρά για το γεγονός ότι οι χώρες αυτές προσεγγίζουν επικίνδυνα στο σημείο κορεσμού λόγω της εισροής σύρων προσφύγων, στοιχείο που θα μπορούσε να προκαλέσει πρωτοφανή αστάθεια στην περιοχή·

12.

υποστηρίζει και χαιρετίζει τη σημαντική συμβολή της Επιτροπής και των κρατών μελών στα προγράμματα διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας, και την ηγετική στάση που έχει επιδείξει σε πολιτικό επίπεδο η Επίτροπος Georgieva, που είναι αρμόδια για τη διεθνή συνεργασία, την ανθρωπιστική βοήθεια και την αντιμετώπιση κρίσεων· εκφράζει την ικανοποίησή του για τη διαφοροποίηση των εταίρων της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Συρία, εκ μέρους της Επιτροπής, προκειμένου να παρέχεται αποτελεσματικότερα και σε ευρύτερη έκταση η βοήθεια, ιδιαίτερα σε περιοχές εκτός του κυβερνητικού ελέγχου· καλεί τους ενωσιακούς παράγοντες και τα κράτη μέλη να συντονίζουν καλύτερα τη δράση και τη βοήθεια τους εντός και εκτός Συρίας·

13.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει ολοκληρωμένη δέσμη μέτρων βοήθειας -που θα αποτελέσει παράδειγμα για άλλους χορηγούς βοήθειας- για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Συρία και τις γειτονικές της χώρες, με βάση τρεις πυλώνες: i) αυξημένη ανθρωπιστική βοήθεια (μέσω της ECHO), ii) στήριξη προς τις χώρες υποδοχής στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν τις τοπικές κοινότητες και να αυξήσουν τις δυνατότητες και τις υποδομές τους (μέσω της DEVCO), και iii) ταχεία θέσπιση πακέτων μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής για τον Λίβανο και τη Συρία·

14.

υπογραμμίζει ότι έχει σημασία να διατηρηθούν ανοιχτά τα διεθνή σύνορα, και καλεί τη διεθνή κοινότητα να στηρίξει γενναιόδωρα τον Λίβανο και την Ιορδανία στην διαχείριση της αυξανόμενης εισροής προσφύγων· καλεί όλες τις περιφερειακές κυβερνήσεις υποδοχής και τους άλλους παράγοντες να τηρήσουν τις αρχές της μη επαναπροώθησης και της ίσης μεταχείρισης των προσφύγων·

15.

καλεί την ΕΕ να λάβει κατάλληλα, υπεύθυνα μέτρα στο θέμα της πιθανής συρροής προσφύγων στα κράτη μέλη της·

16.

ζητεί από τα κράτη μέλη να σταματήσουν αμέσως τις καταγγελλόμενες πρακτικές παρατεταμένης κράτησης και αναπροώθησης, που συνιστούν σαφή παραβίαση του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου·

17.

ζητεί να παρασχεθεί άμεση ανθρωπιστική βοήθεια για όλους αυτούς που βρίσκονται σε κατάσταση ανάγκης στη Συρία, με ιδιαίτερη έμφαση στους τραυματίες, τους πρόσφυγες, τους εκτοπισθέντες στο εσωτερικό της χώρας, τις γυναίκες και τα παιδιά· επικροτεί τις προσπάθειες του της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και της Υπηρεσίας Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες της Παλαιστίνης (UNRWA) στο πλαίσιο αυτό· ζητεί από τη Κυβέρνηση Άσαντ να επιτρέψει την πλήρη πρόσβαση των ανθρωπιστικών οργανώσεων στη χώρα· τονίζει την ανάγκη για ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων φορέων που δραστηριοποιούνται σε επιτόπιες επιχειρήσεις, όπως τοπικές αρχές, διεθνείς οργανώσεις και ΜΚΟ, περιλαμβανομένης της συνεργασίας στα σύνορα· εκτιμά ότι τα πρωτόκολλα βοήθειας και η παρακολούθηση στα σύνορα θα προσδώσουν προστιθέμενη αξία·

18.

καλεί την ΕΕ να υποστηρίξει τη δημιουργία ασφαλών περιοχών κατά μήκος των συνόρων Τουρκίας-Συρίας και ενδεχομένως μέσα στη Συρία, καθώς και τη δημιουργία ανθρωπιστικών διαδρόμων από τη διεθνή κοινότητα·

19.

χαιρετίζει την τεράστια επιχείρηση ανθρωπιστικής βοήθειας στην οποία συμβάλλουν διεθνείς και τοπικές οργανώσεις υπό την αιγίδα του OCHA και της UNHCR, και συγχαίρει όλους τους εργαζομένους στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας και της υγείας, σε διεθνές και τοπικό επίπεδο, για το θάρρος και την επιμονή τους· καλεί την ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα να ενισχύσουν την προστασία των αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων στον ανθρωπιστικό τομέα και του ιατρικού προσωπικού· καλεί τη διεθνή κοινότητα να βρει λύση στη συνεχιζόμενη ανασφάλεια και στα προβλήματα δημόσιας τάξης στους καταυλισμούς των προσφύγων, μεταξύ άλλων με τη δημιουργία νέας πρωτοβουλίας για την ασφάλεια εντός των καταυλισμών· καλεί όλα τα εμπλεκόμενα στη σύγκρουση μέρη να σέβονται το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και να διευκολύνουν την πρόσβαση της ανθρωπιστικής βοήθειας ώστε να μπορούν οι εργαζόμενοι στον τομέα της βοήθειας εντός και εκτός της χώρας να ικανοποιούν τις αυξανόμενες ανάγκες·

20.

καλεί όλες τις χώρες, και ιδίως τα κράτη μέλη της ΕΕ, να ανταποκριθούν αμέσως στις δεσμεύσεις που ανέλαβαν κατά τη διάσκεψη των χορηγών βοήθειας στο Κουβέιτ στις 30 Ιανουαρίου 2013· καλεί την ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα να δημιουργήσουν μηχανισμούς λογοδοσίας ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλα τα υπεσχημένα κεφάλαια θα καταλήγουν στους δικαιούχους τους·

21.

καταγγέλλει την πρακτική της σεξουαλικής βίας στην ένοπλη σύγκρουση στη Συρία, που χρησιμοποιείται μεταξύ άλλων και ως πολεμικό όπλο και συνιστά συνεπώς έγκλημα πολέμου, ζητεί από την ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα να διαθέσουν πόρους ειδικά για τον τερματισμό της σεξουαλικής βίας, και καλεί τις κοινότητες υποδοχής να παρέχουν κατάλληλη ιατρική περίθαλψη στα θύματα σεξουαλικής βίας·

22.

καλεί τους χορηγούς βοήθειας, δεδομένων των αυξανόμενων αναγκών των παλαιστίνιων προσφύγων στη Συρία και στις γειτονικές της χώρες, να χρηματοδοτήσουν κατάλληλα την UNRWA, καλεί δε την τελευταία να υποστηρίξει γενναιόδωρα τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για την ενίσχυση της αντοχής τους και την ελαχιστοποίηση των ταλαιπωριών και του εκτοπισμού που υφίστανται οι πρόσφυγες αυτοί·

23.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, τα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, και όλα τα μέρη που εμπλέκονται στη σύγκρουση στη Συρία.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0057.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0351.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/90


P7_TA(2013)0224

Ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων από τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων από τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο (2013/2612(RSP))

(2016/C 055/13)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προγενέστερα ψηφίσματά του σχετικά με τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης και με την Ένωση για τη Μεσόγειο, συγκεκριμένα το ψήφισμά του της 14ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την κατάσταση στην Αίγυπτο (1) και το ψήφισμά του της 10ης Μαΐου 2012 σχετικά με το εμπόριο στην υπηρεσία της αλλαγής: η εμπορική και επενδυτική στρατηγική της ΕΕ για τη Νότια Μεσόγειο μετά τις επαναστάσεις της Αραβικής Άνοιξης (2),

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτικών Υποθέσεων, Ασφάλειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ένωσης για τη Μεσόγειο της 12ης Απριλίου 2013,

έχοντας υπόψη τον νέο κανονισμό του Συμβουλίου της 26ης Νοεμβρίου 2012 που αφορά την έγκριση νέου νομοθετικού πλαισίου για να διευκολυνθεί η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων για την Αίγυπτο και την Τυνησία,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι συμπρόεδροι της Ειδικής Ομάδας ΕΕ-Τυνησίας και εκείνοι της Ειδικής Ομάδας ΕΕ-Αιγύπτου με ημερομηνία 28—29 Σεπτεμβρίου 2011 και 14 Νοεμβρίου 2012 αντιστοίχως, ειδικότερα τα τμήματα των συμπερασμάτων που αφορούν την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 101/2011 του Συμβουλίου της 4ης Φεβρουαρίου 2011 για περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και οργανισμών λόγω της κατάστασης στην Τυνησία και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1100/2012 του Συμβουλίου που τον τροποποιεί,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) αριθ. 270/2011 του Συμβουλίου της 21ης Μαρτίου 2011 για περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων, οντοτήτων και φορέων λόγω της κατάστασης στην Αίγυπτο και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1099/2012 του Συμβουλίου που τον τροποποιεί,

έχοντας υπόψη την απόφαση 2011/137/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 28ης Φεβρουαρίου 2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη και τις αποφάσεις 2011/625/ΚΕΠΠΑ και 2011/178/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου που την τροποποιούν, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 204/2011 του Συμβουλίου της 2ας Μαρτίου 2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 965/2011 που τον τροποποιεί καθώς και τους εκτελεστικούς κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 364/2013 και (ΕΕ) αριθ. 50/2013 του Συμβουλίου για την εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 204/2011 σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω της κατάστασης στη Λιβύη,

έχοντας υπόψη τις υφιστάμενες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ που αποσκοπούν στο να βελτιωθούν οι διαδικασίες δήμευσης και ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων δυνάμει των αποφάσεων του Συμβουλίου 2001/500/ΔΕΥ, 2003/577/ΔΕΥ, 2005/212/ΔΕΥ, 2006/783/ΔΕΥ και 2007/845/ΔΕΥ, και την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2012 σχετικά με τη δέσμευση και τη δήμευση των προϊόντων του εγκλήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση (COM(2012)0085),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (UNCAC) του 2005, συγκεκριμένα το άρθρο 43 περί διεθνούς συνεργασίας και το Κεφάλαιο V περί ανακτήσεως περιουσιακών στοιχείων, σύμβαση στην οποία η Αίγυπτος, η Λιβύη και η Τυνησία είναι συμβαλλόμενα μέρη, και η οποία εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την απόφαση 2008/801/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος (Σύμβαση του Παλέρμο) του 2000,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα 19/38 του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών της 19ης Απριλίου 2012 σχετικά με τις αρνητικές για την άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επιπτώσεις του μη επαναπατρισμού κεφαλαίων παράνομης προέλευσης στις χώρες προέλευσης καθώς και τη σημασία της βελτίωσης της διεθνούς συνεργασίας,

έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών της 17ης Σεπτεμβρίου 2007 σχετικά με την ανάκτηση κλαπέντων περιουσιακών στοιχείων,

έχοντας υπόψη την Πρωτοβουλία για την Ανάκτηση Κλαπέντων Περιουσιακών Στοιχείων (StAR), κοινό πρόγραμμα της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών κατά των Ναρκωτικών και του Εγκλήματος,

έχοντας υπόψη το σχέδιο δράσης για την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων στο πλαίσιο της Εταιρικής Σχέσης της Ντωβίλ της Ομάδας G8 με τις αραβικές χώρες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο της 21ης Μαΐου 2012, όπου η ΕΕ είναι συμβαλλόμενο μέρος,

έχοντας υπόψη την Τελική Έκθεση του Αραβικού Φόρουμ για την Ανάκτηση Περιουσιακών Στοιχείων της 13ης Σεπτεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφοι 2 και 4 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ενώ η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων συνιστά αρμοδιότητα της ΕΕ, η ανάκτηση και ο επαναπατρισμός περιουσιακών στοιχείων αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών μελών και πρέπει να εκτελείται σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις των κρατών μελών· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο στην ενθάρρυνση και διευκόλυνση αυτής της διεργασίας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων από τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο είναι μια ηθική και νομική επιταγή και ένα εξαιρετικά ευαίσθητο από πολιτική άποψη ζήτημα στις σχέσεις της ΕΕ με τους νότιους γείτονές της· λαμβάνοντας υπόψη ότι συνιστά επίσης σημαντικό οικονομικό ζήτημα για τους νότιους γείτονές μας λόγω του δυναμικού αυτών των περιουσιακών στοιχείων, εφόσον επιστραφούν και χρησιμοποιηθούν με διαφανή και αποτελεσματικό τρόπο, στη στήριξη της οικονομικής ανάκαμψης των χωρών αυτών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα κατά της ατιμωρησίας όσων ενέχονται στη διαφθορά και στο ξέπλυμα χρήματος·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει περιεκτικό διεθνές νομικό πλαίσιο που διέπει αυτόν τον τομέα, με ιδιαίτερη έμφαση στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς (UNCAC) του 2003 η οποία αναθέτει σαφείς υποχρεώσεις στα συμβαλλόμενα κράτη· λαμβάνοντας υπόψη ότι στο άρθρο 51 της UNCAC δηλώνεται ότι η επιστροφή περιουσιακών στοιχείων αποτελεί θεμελιώδη αρχή αυτής της Σύμβασης και ότι τα συμβαλλόμενα κράτη παρέχουν αμοιβαίως την ευρύτερη δυνατή συνεργασία και συνδρομή στο θέμα αυτό·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δικαστική διεργασία για ανάκτηση και επαναπατρισμό περιουσιακών στοιχείων είναι πολυσύνθετη και χρονοβόρα· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ισχύουσες νομικές απαιτήσεις των κρατών προς τα οποία απευθύνεται η αίτηση δεν είναι δυνατόν να παρακάμπτονται και δεν είναι δυνατόν να αφαιρεθούν από τους νόμιμους τρίτους τα κατά νόμον δικαιώματά τους σε αυτή τη διεργασία· λαμβάνοντας υπόψη ότι η έλλειψη επαρκούς νομικής εμπειρογνωμοσύνης και η περιορισμένη θεσμική ικανότητα στα αιτούντα κράτη αποτελούν επιπρόσθετα εμπόδια για επιτυχείς πρωτοβουλίες στον τομέα αυτό· λαμβάνοντας υπόψη ότι παρατηρείται έλλειψη αποδοτικής συνεργασίας ανάμεσα στα αιτούντα κράτη και τα κράτη προς τα οποία απευθύνεται η αίτηση·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά τις επαναστάσεις της Αραβικής Άνοιξης στην Αίγυπτο και την Τυνησία η ΕΕ έσπευσε να δεσμεύσει τα περιουσιακά στοιχεία των πρώην δικτατόρων, των οικογενειών τους και διαφόρων άλλων ατόμων που συνδέονταν με τα καθεστώτα τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι παρόμοια απόφαση ελήφθη από την ΕΕ και στην περίπτωση της Λιβύης, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 1970 (2011)·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το νέο νομοθετικό πλαίσιο που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 26 Νοεμβρίου 2012 επιτρέπει στα κράτη μέλη της ΕΕ να αποδεσμεύουν δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία προς τις αιγυπτιακές και τις τυνησιακές αρχές βάσει αναγνωρισμένων στα κράτη μέλη της ΕΕ δικαστικών αποφάσεων και διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ και τις σχετικές αρχές·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ειδικές Ομάδες ΕΕ-Αιγύπτου και ΕΕ-Τυνησίας έχουν υπογραμμίσει τη σημασία που έχει η επιστροφή παρανόμως αποκτηθέντων περιουσιακών στοιχείων που επί του παρόντος παραμένουν δεσμευμένα σε διάφορες τρίτες χώρες· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ειδικές Ομάδες συμφώνησαν να προβούν σε οριστική διατύπωση χάρτη πορείας, που θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη θέσπιση ομάδας ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) για εκάστη χώρα·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ομάδα G8 υποστηρίζει χώρες του αραβικού κόσμου που επιδίδονται στη μετάβαση προς «ελεύθερες, δημοκρατικές και ανεκτικές κοινωνίες» μέσω της Εταιρικής Σχέσης της Ντωβίλ του Μαΐου 2011· λαμβάνοντας υπόψη ότι το σχέδιο δράσης που εκδόθηκε στις 21 Μαΐου 2012 αναγνωρίζει ότι μετά την Αραβική Άνοιξη η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων συνιστά επιτακτικότερο στοιχείο εστίασης προσπαθειών τόσο για την περιοχή όσο και για τη διεθνή κοινότητα·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αίγυπτος, η Λιβύη και η Τυνησία έχουν καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για να εξασφαλισθεί ότι τα υπεξαιρεθέντα περιουσιακά στοιχεία που εκλάπησαν από πρώην δικτάτορες και τα καθεστώτα τους επαναπατρίζονται στις χώρες αυτές, μεταξύ άλλων με τη σύσταση ειδικών εθνικών διερευνητικών επιτροπών επιφορτισμένων με την ανίχνευση, τον εντοπισμό και την ανάκτηση τέτοιων περιουσιακών στοιχείων καθώς και με την προσφυγή στα δικαστήρια των κρατών μελών της ΕΕ· λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετοί βασικοί διεθνείς παράγοντες — μεταξύ άλλων η ΕΕ, τα μέλη της Ομάδας G8 και η Ελβετία — ανταποκρίθηκαν σε αυτές τις προσπάθειες· λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι τα απτά αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί σε αυτό το πλαίσιο μέχρι τούδε είναι ολίγα· λαμβάνοντας υπόψη ότι τούτο έχει προκαλέσει αυξανόμενη απογοήτευση στις κυβερνήσεις και τις κοινωνίες των πολιτών των χωρών που υποβάλλουν αίτηση·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επικοινωνία αποτελεί βασικό στοιχείο των προσπαθειών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, για να διαδίδεται η βέλτιστη πρακτική και να δημιουργούνται κίνητρα μέσω της δημοσιοποίησης επιτυχών εκβάσεων· λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτως θα αποφεύγονται παραπλανητικές δηλώσεις περί του όγκου των προς ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων μπορεί να επιτευχθεί μέσω διμερών δικαστικών μηχανισμών και πολυμερούς συνεργασίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι πράξεις ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων πρέπει να δρομολογηθούν τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Απρίλιο 2013 οι αρχές του Λιβάνου επέστρεψαν στους Τυνήσιους ομολόγους τους περίπου 30 εκατ. δολάρια ΗΠΑ που είχαν κατατεθεί παρανόμως σε τραπεζικούς λογαριασμούς του πρώην ηγέτη της Τυνησίας·

1.

τονίζει ότι η επιστροφή των υπεξαιρεθέντων περιουσιακών στοιχείων που εκλάπησαν από πρώην δικτάτορες και τα καθεστώτα τους στις χώρες της Αραβικής Άνοιξης που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, πέραν της οικονομικής σημασίας που έχει, είναι ηθική και νομική επιταγή και εξαιρετικά ευαίσθητο πολιτικό ζήτημα, διότι έχει συνεπαγωγές όσον αφορά την αποκατάσταση της δικαιοσύνης και της υποχρέωσης λογοδοσίας εντός πνεύματος δημοκρατίας και κράτους δικαίου, αλλά και όσον αφορά την πολιτική δέσμευση και αξιοπιστία της ΕΕ, και επομένως αποτελεί βασική διάσταση της εταιρικής σχέσης της Ένωσης με τους νότιους γείτονές της, με ιδιαίτερη έμφαση στην Αίγυπτο, τη Λιβύη και την Τυνησία·

2.

αναγνωρίζει ότι για τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων που εκλάπησαν έχει επίσης οικονομική και κοινωνική σημασία, διότι υπάρχει ανάγκη κεφαλαίων για να συμβάλουν στη σταθεροποίηση των οικονομιών και τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την αύξηση της οικονομίας σε όλες αυτές τις χώρες, οι οποίες αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές προκλήσεις·

3.

σημειώνει ότι, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που καταβάλλονται από τις αρχές της Αιγύπτου, της Λιβύης και της Τυνησίας και την ισχυρή πολιτική βούληση που εκδηλώνεται από όλες τις πλευρές, οι ειδικοί επαγγελματίες που έχουν αναλάβει την ανάκτηση υπεξαιρεθέντων περιουσιακών στοιχείων είχαν πολύ περιορισμένη επιτυχία, κυρίως λόγω της ποικιλίας και της πολυπλοκότητας των σχετικών διατάξεων και διαδικασιών στα διάφορα εθνικά νομικά συστήματα, των άκαμπτων νομικών κανόνων και της έλλειψης εμπειρογνωμοσύνης από την πλευρά των ενδιαφερομένων χωρών της Αραβικής Άνοιξης όσον αφορά τις νομικές, οικονομικές και διοικητικές διαδικασίες στις ευρωπαϊκές αλλά και σε άλλες περιοχές δικαιοδοσίας και λόγω της έλλειψης διαθέσιμων πόρων·

4.

παροτρύνει την ΕΕ και τα κράτη μέλη της να καταβάλουν περαιτέρω σημαντικές προσπάθειες με στόχο την διευκόλυνση της επιστροφής των υπεξαιρεθέντων περιουσιακών στοιχείων που εκλάπησαν από τα πρώην καθεστώτα από τον λαό των χωρών της Αραβικής Άνοιξης εντός εύλογου χρονικού πλαισίου· ενθαρρύνει τις εθνικές υπηρεσίες ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων όλων των κρατών μελών να συνεργασθούν στενά μεταξύ τους και να αναπτύξουν τις σχέσεις τους με τις αρμόδιες αρχές στις χώρες της Αραβικής Άνοιξης με σκοπό να τις βοηθήσουν στις πολύπλοκες νομικές διαδικασίες· καλεί την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης να αναλάβει ενεργό ηγετικό ρόλο, ιδίως προβαίνοντας στον συντονισμό των προσπαθειών των κρατών μελών, παρέχοντας δυνατότητα οικοδόμησης ικανοτήτων και ενθαρρύνοντας τη συνεργασία μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων κρατών·

5.

τονίζει ότι η ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της παροχής υποστήριξης από την Ένωση για τη μετάβαση στη δημοκρατία και ανάκαμψη της οικονομίας στις χώρες αυτές και ότι μπορεί να ενισχύσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο πλευρών εντός του πνεύματος της εταιρικής σχέσης με τις κοινωνίες, στοιχείο που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της αναθεωρημένης Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας·

6.

χαιρετίζει σε σχέση με το θέμα αυτό την πρωτοβουλία του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιαπωνίας, της Ελβετίας και των Ηνωμένων Πολιτειών να εκδώσουν οδηγό που παρέχει αναλυτική περιγραφή των εθνικών νομικών συστημάτων τους όσον αφορά την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, ώστε οι αιτούσες χώρες να κατανοήσουν καλύτερα τί είναι νομικά δυνατόν, ποίου είδους πληροφορίες είναι διαθέσιμες, ποίοι τύποι έρευνας μπορούν να διεξαχθούν και πώς να ενεργήσουν για να επιτύχουν στην πράξη ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων μέσω της παροχής αμοιβαίας νομικής συνδρομής· ενθαρρύνει όλα τα κράτη μέλη να πράξουν το ίδιο και να θεσπίσουν ένα κοινό σύνολο αρχών της ΕΕ·

7.

χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Ομάδας G8 με τη μορφή του σχεδίου δράσης για την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων εντός της Εταιρικής Σχέσης της Ντωβίλ, που προσδιορίζει συγκεκριμένα μέτρα για την προώθηση της συνεργασίας, την κατά περίπτωση παροχή συνδρομής, τις προσπάθειες ενίσχυσης των ικανοτήτων και τη χορήγηση τεχνικής συνδρομής, και προτείνει τη δημιουργία συνεργατικής περιφερειακής πρωτοβουλίας, του Αραβικού Φόρουμ για την Ανάκτηση Περιουσιακών Στοιχείων, με στόχο τη συζήτηση και τη συνεργασία για τις συνεχιζόμενες προσπάθειες·

8.

χαιρετίζει το νέο νομοθετικό πλαίσιο που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 26 Νοεμβρίου 2012, το οποίο διευκολύνει την επιστροφή υπεξαιρεθέντων περιουσιακών στοιχείων σε Αίγυπτο και Τυνησία επιτρέποντας στα κράτη μέλη να αποδεσμεύουν δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία βάσει αναγνωρισμένων δικαστικών αποφάσεων και ενθαρρύνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των σχετικών αρχών των κρατών μελών αφενός και της Αιγύπτου και της Τυνησίας αφετέρου· τονίζει, ωστόσο, την ανάγκη να επιτευχθούν απτά αποτελέσματα και να περιληφθεί πλήρως η Λιβύη στη διεργασία αυτή·

9.

χαιρετίζει τη στενή συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και άλλων βασικών διεθνών παραγόντων στην ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων από την Αίγυπτο, τη Λιβύη και την Τυνησία, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την Πρωτοβουλία για την Ανάκτηση Κλαπέντων Περιουσιακών Στοιχείων (StAR) της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Υπηρεσίας των Ηνωμένων Εθνών κατά των Ναρκωτικών και του Εγκλήματος· τονίζει τη σημασία της πλήρους αξιοποίησης των υφιστάμενων μηχανισμών, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, παράλληλα με τη θέσπιση της απαραίτητης νέας νομοθεσίας και την προσαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας στα εθνικά νομικά συστήματα στον τομέα αυτό·

10.

καλεί την Κοινοβουλευτική Συνέλευση ης Ένωσης για τη Μεσόγειο να θέσει το θέμα της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων στα κοινοβούλια των κρατών, ώστε να καταστεί δυνατό να πεισθούν οι βουλευτές και από τις δύο πλευρές της Μεσογείου να προαγάγουν ενεργά τα νομικά μέτρα προς εξασφάλιση στενότερης συνεργασίας ανάμεσα στις αστυνομικές και τις δικαστικές αρχές που εμπλέκονται στο θέμα·

11.

ζητεί τη χωρίς καθυστέρηση θέσπιση ενωσιακού μηχανισμού που θα αποτελείται από ομάδα εθνικών και σε διεθνές επίπεδο ανακριτών, εισαγγελέων, δικηγόρων και άλλων εμπειρογνωμόνων, με σκοπό την παροχή νομικών και τεχνικών συμβουλών και βοήθειας σε χώρες της Αραβικής Άνοιξης κατά τη διεργασία ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων· ζητεί ο μηχανισμός αυτός να χρηματοδοτείται δεόντως από το σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης· υπογραμμίζει, στο πλαίσιο των πολύπλοκων, ευαίσθητων και χρονοβόρων δικαστικών διαδικασιών, τη σημασία της βιωσιμότητας αυτού του μηχανισμού της ΕΕ· καλεί τα όργανα της ΕΕ να αντλήσουν διδάγματα από αυτή την εμπειρία την οποία και να αξιοποιήσουν· σημειώνει επίσης τη δυνατότητα πρόσθετης χρηματοδότησης για τον μηχανισμό αυτό, σε μεταγενέστερο στάδιο, μέσω συμφωνιών συγχρηματοδότησης με τα αιτούντα κράτη·

12.

παροτρύνει τον Αραβικό Σύνδεσμο να ορίσει, να εγκρίνει και να εφαρμόσει ταχέως μηχανισμούς συνεργασίας για την ανάκτηση περιουσιακών στοιχείων, και καλεί τις χώρες του Κόλπου ιδιαίτερα να ενισχύσουν τη συνεργασία τους και να προσφέρουν τη νομική συνδρομή τους σε χώρες της Αραβικής Άνοιξης κατά την αντιμετώπιση της διεργασίας ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων·

13.

αναγνωρίζει και υποστηρίζει πλήρως τη συμβολή των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, τόσο στα αιτούντα κράτη όσο και στα κράτη προς τα οποία απευθύνεται η αίτηση, στη διεργασία της ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων, ιδιαίτερα με την παροχή πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές, με την ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ των βασικών εθνικών και διεθνών φορέων, με την παρακολούθηση της επιστροφής των περιουσιακών στοιχείων καθώς και με το να εξασφαλίζουν ότι τα επιστρεφόμενα περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούνται κατά τρόπο διαφανή και αποτελεσματικό στα αιτούντα κράτη·

14.

επαναβεβαιώνει τη δέσμευσή του να στηρίξει τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης στη μετάβαση στη δημοκρατία, υπόσχεται δε να στηρίξει και να συνδράμει τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης στη δημιουργία εύρωστων και σταθερών δημοκρατιών εντός των οποίων το κράτος δικαίου τηρείται, τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων των γυναικών και της ελευθερίας της έκφρασης, τυγχάνουν σεβασμού και οι εκλογές διεξάγονται σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα· τονίζει ότι είναι υψίστης σημασίας για την ΕΕ να δείξει την απτή και γνήσια δέσμευσή της υπέρ αυτής της διεργασίας·

15.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής, τα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, το Κοινοβούλιο και την Κυβέρνηση της Ελβετίας, το Κογκρέσο και τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, την Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Ένωσης για τη Μεσόγειο, καθώς και στα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις της Αιγύπτου, της Λιβύης και της Τυνησίας.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0095.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0201.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/94


P7_TA(2013)0225

Έκθεση προόδου 2012 για την Βοσνία και Ερζεγοβίνη

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την έκθεση προόδου 2012 για την Βοσνία και Ερζεγοβίνη (2012/2865(RSP))

(2016/C 055/14)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 19ης και 20ής Ιουνίου 2003 για τα Δυτικά Βαλκάνια και το παράρτημα που επισυνάπτεται με τίτλο «Πρόγραμμα Δράσης της Θεσσαλονίκης για τα Δυτικά Βαλκάνια: προς την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση»,

έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΣΣΣ) μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους αφενός, και της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης αφετέρου, η οποία υπεγράφη στις 16 Ιουνίου 2008 και κυρώθηκε από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη,

έχοντας υπόψη την απόφαση 2008/211/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2008, σχετικά με τις αρχές, τις προτεραιότητες και τους όρους που περιέχει η Ευρωπαϊκή Εταιρική Σχέση με τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και με την οποία καταργείται η απόφαση 2006/55/ΕΚ (1),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2011/426/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 2011 (2) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη της 21ης Μαρτίου 2011, της 10ης Οκτωβρίου 2011, της 5ης Δεκεμβρίου 2011, της 25ης Ιουνίου 2012 και της 11ης Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Στρατηγική διεύρυνσης και κυριότερες προκλήσεις για την περίοδο 2012-2013» (COM(2012)0600) και την έκθεση προόδου 2012 σχετικά με τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, η οποία εγκρίθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2012 (SWD(2012)0335),

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της 14ης Διακοινοβουλευτικής Συνάντησης Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, που πραγματοποιήθηκε στο Σεράγεβο στις 29 και 30 Οκτωβρίου 2012,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του, και ιδίως το ψήφισμα της 14ης Μαρτίου 2012 για την έκθεση προόδου για τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη (3), καθώς και το ψήφισμα της 22ας Νοεμβρίου 2012 με θέμα τη διεύρυνση: πολιτικές, κριτήρια και στρατηγικά συμφέροντα της ΕΕ (4),

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει επανειλημμένα επιβεβαιώσει τη δέσμευσή της υπέρ της ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης (BiH)· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ εξακολουθεί να είναι έντονα προσηλωμένη στην ιδέα μιας κυρίαρχης και ενωμένης Βοσνίας και Ερζεγοβίνης με προοπτική να προσχωρήσει στην ΕΕ, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η προοπτική αυτή είναι ένας από τους πιο ενωτικούς παράγοντες μεταξύ του λαού της χώρας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, προκειμένου να επιταχυνθεί η πρόοδος της χώρας όσον αφορά την προσχώρησή της στην ΕΕ και να επιτευχθούν απτά αποτελέσματα προς όφελος όλων των πολιτών, είναι απαραίτητο η χώρα να αποκτήσει λειτουργικά θεσμικά όργανα και σαφείς μηχανισμούς συντονισμού σε όλα τα επίπεδα, καθώς και να υπάρξει αποφασιστική και συνεπής δέσμευση εκ μέρους των πολιτικών ηγετών της χώρας·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνταγματική μεταρρύθμιση παραμένει η κύρια μεταρρύθμιση για τη μετατροπή της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης σε μία αποτελεσματική και πλήρως λειτουργική δημοκρατία· λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει απτή πρόοδος σε κομβικούς τομείς της οικοδόμησης του κράτους, συμπεριλαμβανομένης της διακυβέρνησης, της δικαστικής εξουσίας, της επιβολής του κράτους δικαίου, καθώς και της καταπολέμησης της διαφθοράς και της προσέγγισης με τα πρότυπα της ΕΕ·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι απαιτείται η επείγουσα δημιουργία αποτελεσματικού μηχανισμού συντονισμού για καλύτερη δέσμευση με την ΕΕ·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η έλλειψη προοπτικών απασχόλησης, ιδίως για τη νεολαία, και η διαφθορά εξακολουθούν να αποτελούν σοβαρή πληγή για την κοινωνικοοικονομική και πολιτική ανάπτυξη της χώρας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαφθορά συνεχίζει να παρεμποδίζει σοβαρά την κοινωνικοοικονομική και πολιτική ανάπτυξη της χώρας·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η περιφερειακή συνεργασία και οι καλές σχέσεις γειτονίας αποτελούν βασικά στοιχεία της Διαδικασίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης και διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στη διαδικασία μετατροπής των Δυτικών Βαλκανίων σε έναν χώρο μακροχρόνιας σταθερότητας και αειφόρου ανάπτυξης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η συνεργασία με άλλες χώρες της περιοχής σε πνεύμα καλής γειτονίας αποτελεί προϋπόθεση για την ειρηνική συνύπαρξη και την επανασυμφιλίωση στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και τα Δυτικά Βαλκάνια·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ έχει θέσει το κράτος δικαίου στο επίκεντρο της διαδικασίας διεύρυνσής της·

Γενικές εκτιμήσεις

1.

επαναλαμβάνει με έμφαση τη στήριξή του στην ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης προς όφελος όλων των πολιτών της χώρας·

2.

εκφράζει την ανησυχία του για τη συνεχιζόμενη έλλειψη κοινής θέσης όσον αφορά τη συνολική κατεύθυνση της χώρας από τις πολιτικές ελίτ, με αποτέλεσμα η Βοσνία και Ερζεγοβίνη να κινδυνεύει να συνεχίσει να υπολείπεται των υπολοίπων χωρών της περιοχής·

3.

χαιρετίζει την ειρηνική, ελεύθερη και δίκαιη διεξαγωγή των τοπικών εκλογών· σημειώνει την έριδα που ακολούθησε τις εκλογές στη Σρεμπρένιτσα· αναγνωρίζει τις αποφάσεις της Κεντρικής Επιτροπής Εκλογών στο θέμα αυτό· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι το Μοστάρ ήταν η μόνη πόλη στην οποία δεν διενεργήθηκαν δημοτικές εκλογές· ζητεί με έμφαση από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να συμφωνήσουν επί των αλλαγών στο Καθεστώς της Πόλης του Μοστάρ, που να συνάδουν με τη σχετική απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης·

4.

χαιρετίζει την αναστολή της διεθνούς εποπτείας στην περιφέρεια Brcko· καλεί τις αρχές να εκπληρώσουν τους ανεκπλήρωτους στόχους και τις προϋποθέσεις για το κλείσιμο του Γραφείου του Ύπατου Εκπροσώπου, ούτως ώστε να υπάρξει διεύρυνση της κυριότητας και της ευθύνης από πλευράς της τοπικής κοινωνίας·

5.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό για τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη να ομιλεί με μία φωνή στο πλαίσιο της διαδικασίας ενσωμάτωσης στην ΕΕ· καλεί τους πολιτικούς ηγέτες και τους εκλεγμένους αξιωματούχους να συνεργαστούν και να εστιάσουν στην εφαρμογή του οδικού χάρτη στο πλαίσιο του διαλόγου υψηλού επιπέδου με την Επιτροπή, προκειμένου να συμμορφωθούν προς τις απαιτήσεις για να τεθεί επί τέλους σε ισχύ η Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης και να υποβληθεί αξιόπιστη αίτηση προσχώρησης· καλεί τους πολιτικούς ηγέτες και όλες τις αρχές να συνεργαστούν στενά με τον ειδικό απεσταλμένο της ΕΕ για τη διαδικασία προσχώρησης·

6.

υπενθυμίζει στην Επιτροπή ότι η διεύρυνση της ΕΕ εκτείνεται πέραν μιας απλής μεταφοράς του κεκτημένου της ΕΕ και πρέπει να βασίζεται σε μια αληθινή και ολοκληρωτική δέσμευση στις ευρωπαϊκές αξίες· σημειώνει με κάποια ανησυχία ότι η ήπια μετασχηματιστική δύναμη της ΕΕ ενδέχεται να έχει μειωθεί από την πρόσφατη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση· ενθαρρύνει, ωστόσο, την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις άλλες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να εξετάσουν καινοτόμους τρόπους εμπέδωσης μιας κουλτούρας και ενός κλίματος συμφιλίωσης στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και στην περιοχή·

7.

εκφράζει τη λύπη του για την ακύρωση της τρίτης συνάντησης του τριμερούς διαλόγου υψηλού επιπέδου ΕΕ-BiH για τη διαδικασία προσχώρησης, η οποία είχε προγραμματιστεί για τις 11 Απριλίου 2013, λόγω της έλλειψης προόδου στην υπόθεση Sejdić-Finci·

8.

σημειώνει τη σημαντική συμβολή της αποστολής αστυνομικής δύναμης της ΕΕ που ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου 2012 και χαιρετίζει την ενισχυμένη παρουσία της ΕΕ στον τομέα του κράτους δικαίου· χαιρετίζει την ανανέωση της εντολής της επιχειρησιακής μονάδας Αλθέα της ΕΕ και την επανεστίασή της στην οικοδόμηση ικανότητας και την κατάρτιση·

Πολιτικές συνθήκες

9.

υπενθυμίζει τη σημασία των λειτουργούντων θεσμικών οργάνων σε όλα τα επίπεδα για την πρόοδο της χώρας όσον αφορά τη διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης· χαιρετίζει την επιστροφή στο διάλογο και την εκλογή νέων υπουργών στο Συμβούλιο Υπουργών τον Νοέμβριο του 2012, μετά την κατάρρευση της συμμαχίας και μετά πέντε μήνες αδιεξόδου· εκφράζει την ανησυχία του σχετικά με τα αδιέξοδα που απορρέουν από την αβεβαιότητα όσον αφορά τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης στην Ομοσπονδία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης· χαιρετίζει, ωστόσο, την πρόοδο στον διορισμό υποψηφίων για τις κενές θέσεις στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας·

10.

καλεί όλες τις αρμόδιες αρχές να αναπτύξουν μια στρατηγική/ένα πρόγραμμα ολοκλήρωσης με την ΕΕ, το οποίο να διασφαλίζει τη συντονισμένη και εναρμονισμένη μεταφορά, εφαρμογή και επιβολή του δικαίου και των προτύπων της ΕΕ σε όλη τη χώρα, έτσι ώστε να καταδειχθεί ένα κοινό όραμα για τη συνολική κατεύθυνση της χώρας και η βούληση να εξασφαλιστεί συνολική ευημερία για τους πολίτες της·

11.

ζητεί αλλαγές στον Κανονισμό της Βουλής των Λαών και της Βουλής των Αντιπροσώπων, ώστε να εισαχθεί ένας μηχανισμός fast-track για τη νομοθεσία της ΕΕ·

12.

χαιρετίζει την πρόοδο που επετεύχθη στο πρώτο εξάμηνο του 2012 και από τον Οκτώβριο, ιδίως όσον αφορά τη θέσπιση σημαντικών νόμων σχετικά με την απογραφή και τις κρατικές ενισχύσεις, τους κρατικούς προϋπολογισμούς 2011, 2012 και 2013, τη δέσμη για τα φυτοϋγειονομικά προϊόντα, την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά το Συμβούλιο Κρατικών Ενισχύσεων και την Υπηρεσία Καταπολέμησης της Διαφθοράς, καθώς και την επίτευξη πολιτικής συμφωνίας όσον αφορά την κρατική και αμυντική ιδιοκτησία· ζητεί την αποτελεσματική εφαρμογή των νόμων αυτών και καλεί με έμφαση την Επιτροπή, από κοινού με τον Ειδικό Απεσταλμένο της ΕΕ, να παρακολουθεί στενά την εφαρμογή, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης της 13ης Ιουλίου 2012· καλεί τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να οικοδομήσουν και να ενισχύσουν τις ικανότητες των αρμόδιων οργάνων, όπως το Συμβούλιο Κρατικών Ενισχύσεων και η Υπηρεσία Καταπολέμησης της Διαφθοράς, ιδίως σε ό,τι αφορά τα επαρκή επίπεδα στελέχωσης·

13.

εκφράζει την ανησυχία του για την καθυστέρηση της απογραφής· υπογραμμίζει τη σημασία της διενέργειας απογραφής του πληθυσμού τον Οκτώβριο του 2013 και χαιρετίζει τις προσπάθειες για να διασφαλισθεί ότι η απογραφή αυτή θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο και θα συμμορφώνεται προς τα διεθνή πρότυπα· ζητεί με έμφαση από όλες τις αρμόδιες αρχές να άρουν όλα τα εμπόδια και να μην πολιτικοποιήσουν την απογραφή, η οποία αποβλέπει στην παροχή αντικειμενικών κοινωνικοοικονομικών στοιχείων· ζητεί τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στο πλαίσιο αυτό·

14.

καλεί τις κρατικές αρχές της BiH να συμμορφωθούν με την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου όσον αφορά την ανάγκη τροποποίησης της νομοθεσίας για τους αριθμούς ταυτότητας των πολιτών· σημειώνει ότι, μετά τις 12 Φεβρουαρίου 2013, εξαιτίας μηνών απραξίας, τα νεογέννητα παιδιά δεν μπόρεσαν να λάβουν αριθμούς ταυτότητας, και συνεπώς ούτε και βασικά έγγραφα όπως διαβατήρια ή κάρτες ιατρικής ασφάλισης· ζητεί επειγόντως τη λήψη μέτρων για τη διευθέτηση αυτής της κατάστασης·

15.

ζητεί με έμφαση από τις αρχές να εκτελέσουν την απόφαση Sejdić-Finci, ως ένα πρώτο βήμα για τη συνολική συνταγματική μεταρρύθμιση που είναι απαραίτητη προκειμένου να υπάρξει πρόοδος προς μια σύγχρονη και λειτουργική δημοκρατία, στην οποία θα έχει εξαλειφθεί κάθε είδος διάκρισης και στην οποία κάθε πολίτης, ανεξαιρέτως της εθνοτικής του καταβολής, θα απολαμβάνει τα ίδια δικαιώματα και ελευθερίες· χαιρετίζει το γεγονός ότι η Συνέλευση του Καντονιού του Σεράγεβο, πρώτη αυτή στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, τροποποίησε ήδη ομόφωνα το Σύνταγμά του, ώστε να δώσει στις εθνοτικά αδήλωτες και στις εθνοτικές μειονότητες τη δυνατότητα να σχηματίζουν τη δική τους ομάδα στη Συνέλευση, σύμφωνα με την απόφαση που ελήφθη στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΑΔ) στην υπόθεση Sejdić-Finci·

16.

σημειώνει την απόφαση του Επιτρόπου που είναι αρμόδιος για τη διεύρυνση και την πολιτική γειτονίας να μη διεξαχθεί η προγραμματισμένη τρίτη συνάντηση του διαλόγου υψηλού επιπέδου ΕΕ-BiH για τη διαδικασία προσχώρησης, δεδομένης της έλλειψης πολιτικής συμφωνίας σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης Sejdić-Finci· εκφράζει την ανησυχία ότι η μη επίτευξη συμφωνίας ενδέχεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη διαδικασία προσχώρησης συνολικά, και καλεί τους πολιτικούς ηγέτες να εξεύρουν λύση·

17.

ενθαρρύνει τον Ειδικό Απεσταλμένο και Επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της ΕΕ (EUSR/HoD) να εντείνει περαιτέρω τις προσπάθειές του για τη διευκόλυνση μιας συμφωνίας σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης Sejdić-Finci·

18.

σημειώνει την επείγουσα ανάγκη για ουσιώδεις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, τόσο σε επίπεδο κράτους όσο και σε επίπεδο οντοτήτων, προκειμένου οι θεσμικές δομές σε όλα τα επίπεδα να καταστούν πιο αποτελεσματικές, λειτουργικές και διαφανείς· επαναλαμβάνει την ανάγκη απλοποίησης της δομής της Ομοσπονδίας της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης· καλεί την ΕΥΕΔ και την Επιτροπή να δρομολογήσουν ευρείες και ανοικτές διαβουλεύσεις, καθώς και δημόσιες συζητήσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στη χώρα σχετικά με τη συνταγματική αλλαγή· τονίζει ότι όλα τα μέρη και οι κοινότητες πρέπει να συμμετάσχουν πλήρως σε αυτή τη διαδικασία, η οποία θα πρέπει να οδηγήσει σε συγκεκριμένα αποτελέσματα·

19.

καλεί όλες τις αρμόδιες αρχές να διασφαλίσουν τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου, αμερόληπτου και αποτελεσματικού δικαστικού συστήματος, στηριζόμενου από μια αμερόληπτη και ανεξάρτητη αστυνομική υπηρεσία, και να εφαρμόσουν αποτελεσματικά τη στρατηγική για τη μεταρρύθμιση του δικαστικού τομέα, καθώς και την εθνική στρατηγική για τα εγκλήματα πολέμου· ζητεί μετ’ επιτάσεως την εναρμόνιση της ποινικής και αστικής νομολογίας μεταξύ των διαφόρων δικαστικών και διωκτικών συστημάτων, καθώς και την εφαρμογή όλων των συστάσεων του Διαρθρωμένου Διαλόγου ΕΕ — Βοσνίας και Ερζεγοβίνης για τη δικαιοσύνη·

20.

καλεί τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να προχωρήσουν προς την κατεύθυνση της μεταρρύθμισης της δημόσιας διοίκησης και της ενίσχυσης των διοικητικών ικανοτήτων σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης που χειρίζονται υποθέσεις της ΕΕ· εκφράζει την ανησυχία του για την οικονομική βιωσιμότητα της δημόσιας διοίκησης και για την έλλειψη πολιτικής στήριξης για τη μεταρρύθμισή της· τονίζει την ανάγκη επικέντρωσης στη δημιουργία, με τη συνδρομή της ΕΕ, ενός αποτελεσματικού μηχανισμού συντονισμού και στη βελτίωση των προσόντων και ικανοτήτων του δημόσιου τομέα, ως σημαντικό στοιχείο για τη διασφάλιση αποδοτικής και παραγωγικής συνεργασίας με την ΕΕ·

21.

εκφράζει ανησυχία όσον αφορά το υψηλό επίπεδο διαφθοράς που παρατηρείται στη χώρα, τη σύνδεσή του με πολιτικά κόμματα και την παρουσία της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής· ενθαρρύνει τις αρμόδιες αρχές σε όλα τα επίπεδα να προτείνουν και να εφαρμόσουν στρατηγικές και σχέδια κατά της διαφθοράς· καλεί τις αρμόδιες αρχές να δείξουν πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση του ζητήματος και να παράσχουν τα μέσα προκειμένου να καταστεί απολύτως επιχειρησιακή η Υπηρεσία Καταπολέμησης της Διαφθοράς, για την κατάρτιση ιστορικού των ερευνών και των καταδικών, και ενθαρρύνει τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να ευθυγραμμίσουν τη σχετική νομοθεσία για τη διαφθορά με τις συστάσεις της GRECO· υπογραμμίζει την ανάγκη για αποτελεσματική καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων με τη δίωξη των υπαιτίων και την παροχή προστασίας και αποζημίωσης στα θύματα·

22.

ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να επισπεύσουν τις προσπάθειές τους για την εφαρμογή του οδικού χάρτη για μια επιχειρησιακή συμφωνία με την EUROPOL, ιδίως ευθυγραμμίζοντας τη σχετική νομοθεσία και τις σχετικές διαδικασίες περί προστασίας των δεδομένων·

23.

ζητεί από τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να ενδυναμώσουν τα ανεξάρτητα και διαφορετικά μέσα ενημέρωσης χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις, εθνοτικό κατακερματισμό και πόλωση· επισημαίνει τον ιδιαίτερο ρόλο των δημοσίων μέσων ενημέρωσης στην ενίσχυση της δημοκρατίας και της κοινωνικής συνοχής, και καλεί τις αρχές να διασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητα, την ανεξαρτησία και τη συμμόρφωση των μέσων αυτών προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα· εκφράζει την ανησυχία του για τις συνεχιζόμενες πολιτικές πιέσεις καθώς και τις απειλές που διατυπώνονται κατά δημοσιογράφων· εκφράζει ανησυχία για τις προσπάθειες υπονόμευσης της ανεξαρτησίας της Ρυθμιστικής Αρχής και των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών μέσων· υπενθυμίζει ότι τα ελεύθερα μέσα ενημέρωσης αποτελούν ουσιώδη συνιστώσα μιας σταθερής δημοκρατίας·

24.

καλεί όλα τα πολιτικά κόμματα να εργασθούν ενεργά για μία ανεκτική και χωρίς αποκλεισμούς κοινωνία· καλεί τις αρμόδιες αρχές να εφαρμόσουν τη νομοθεσία και την πολιτική στον τομέα της κατάργησης των διακρίσεων και να αντιμετωπίσουν τις ανεπάρκειες στη νομοθεσία και την πρακτική, συμπεριλαμβανομένων αυτών που συνδέονται με τα άτομα με αναπηρία· εκφράζει ανησυχία σχετικά με τη ρητορική μίσους, τις απειλές και παρενοχλήσεις που διατυπώνονται κατά ατόμων ΛΟΑΔ· καλεί τις αρχές να εφαρμόσουν πλήρως το Σχέδιο Δράσης για τους Ρομά, να προωθήσουν ενεργά την πραγματική ενσωμάτωση των Ρομά και όλων των άλλων μειονοτήτων, να καταδικάσουν δημόσια τα περιστατικά που έχουν ως κίνητρο το μίσος, και να διασφαλίσουν την κατάλληλη αστυνομική έρευνα και δικαστική δίωξη· καλεί τις αρχές να στηρίζουν ενεργά τις πρωτοβουλίες της κοινωνίας των πολιτών σε αυτόν τον τομέα, τόσο με οικονομική και πρακτική στήριξη όσο και με πολιτική δέσμευση·

25.

ενθαρρύνει το έργο των υπερασπιστών των ανθρωπίνων και ατομικών δικαιωμάτων στη BiH και καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει χρηματοδοτικούς μηχανισμούς που να επιτρέπουν και στις οργανώσεις βάσης να επωφελούνται από χρηματοδοτήσεις από τον Προενταξιακό Μηχανισμό Βοήθειας·

26.

ζητεί τη χειραφέτηση των γυναικών μέσω της προώθησης, προστασίας και ενίσχυσης των δικαιωμάτων τους, της βελτίωσης της κοινωνικής και οικονομικής τους κατάστασης, της αύξησης της παρουσίας τους στην αγορά εργασίας, της διασφάλισης της ίσης εκπροσώπησής τους στις διαδικασίες λήψης πολιτικών και οικονομικών αποφάσεων και της ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας των γυναικών· σημειώνει ότι οι γυναίκες εξακολουθούν να υποεκπροσωπούνται στα κοινοβούλια, τις κυβερνήσεις και τη δημόσια διοίκηση, και ότι συχνά τα εργασιακά δικαιώματά τους αγνοούνται· ζητεί από τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης την ευθυγράμμιση σε υψηλό επίπεδο των δικαιωμάτων κοινωνικής ασφάλισης για όσους λαμβάνουν άδεια μητρότητας, πατρότητας ή γονική άδεια σε ολόκληρη τη χώρα, δημιουργώντας μια ενιαία κατάσταση για όλους τους πολίτες και αποφεύγοντας τις διακρίσεις·

27.

εκφράζει ανησυχία για το υψηλό επίπεδο μη καταγγελλόμενης και ανεπαρκώς διωκόμενης ενδοοικογενειακής βίας· καλεί τις αρχές να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν μέτρα με τα οποία θα επιτευχθεί πραγματική προστασία των γυναικών· τονίζει την ανάγκη να ενισχυθούν τα όργανα επιβολής του νόμου, προκειμένου να αντιμετωπισθούν με επιτυχία ζητήματα όπως η βία που βασίζεται στο φύλο, η ενδοοικογενειακή βία, η αναγκαστική πορνεία και η εμπορία γυναικών· υπογραμμίζει τη σημασία της προστασίας των παιδιών από τη βία, την εμπορία, καθώς και από κάθε άλλο είδος κατάχρησης· ενθαρρύνει την Επιτροπή να εξετάσει τρόπους καταπολέμησης της ενδοοικογενειακής βίας·

28.

χαιρετίζει το σχέδιο προγράμματος για τα θύματα βιασμών, σεξουαλικής κακοποίησης και βασανισμού εν καιρώ πολέμου στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη· ζητεί να εξασφαλιστούν επαρκείς πόροι για την αποκατάσταση των θυμάτων συγκρούσεων που συνδέονται με συστηματική σεξουαλική βία, όπου περιλαμβάνονται και οι αποζημιώσεις, ανεξαρτήτως της κοινωνικής τους κατάστασης, η παροχή ιατρικής και ψυχολογικής περίθαλψης, καθώς και επαρκών κοινωνικών υπηρεσιών· καλεί όλες τις αρμόδιες αρχές να συμβάλουν στη δημόσια συνειδητοποίηση του ζητήματος της κατάστασης των θυμάτων·

29.

καλεί την Ομοσπονδία να εισαγάγει ρύθμιση για τα εγκλήματα μίσους στον ποινικό κώδικα, καθώς έχει ήδη γίνει στη Σερβική Δημοκρατία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και στην Περιφέρεια Brcko το 2009·

30.

επισημαίνει ότι στα τέλη του 2011 υπήρχαν ακόμη περίπου 113 000 εσωτερικώς εκτοπισμένα άτομα στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, συμπεριλαμβανομένων περίπου 8 000 που διαμένουν σε συλλογικά κέντρα και 7 000 προσφύγων· ζητεί με έμφαση από όλες τις αρμόδιες αρχές σε όλα τα επίπεδα να διευκολύνουν, και με βάση τη δέσμευση της διεθνούς κοινότητας χορηγών, όπως ανανεώθηκε στη διεθνή διάσκεψη χορηγών του Σεράγεβο τον Απρίλιο του 2012, τη βιώσιμη επιστροφή των προσφύγων και των εσωτερικά εκτοπισμένων, διασφαλίζοντας την πρόσβασή τους σε στέγαση, εκπαίδευση, κοινωνική προστασία και απασχόληση· καλεί τις αρχές να διευκολύνουν τη διαδικασία αυτή ακόμη και μέσω της χορήγησης οικονομικής βοήθειας σε όλους τους επαναπατριζόμενους πρόσφυγες, με δίκαιο και επαρκή τρόπο, όπου περιλαμβάνεται και η επιστροφή των Κροατών προσφύγων στην Posavina·

31.

σημειώνει με ανησυχία τον υψηλό αριθμό ατόμων στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη που πάσχουν από διαταραχή μετατραυματικής καταπόνησης (PTSD) λόγω του πολέμου· καλεί τις αρχές να αντιμετωπίσουν την έλλειψη κοινωνικής και ψυχολογικής μέριμνας για τα άτομα που υποφέρουν από το σύνδρομο PTSD·

32.

ζητεί την πλήρη εφαρμογή της στρατηγικής δράσης για τις νάρκες, καθώς και την έγκριση του νόμου για τις δράσεις κατά των ναρκών, προκειμένου να αποτραπούν περαιτέρω θύματα σε ατυχήματα με νάρκες ξηράς·

33.

καταδικάζει απερίφραστα κάθε προσπάθεια που καταβάλλεται, στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη ή οπουδήποτε στον κόσμο, για ελαχιστοποίηση ή άρνηση της γενοκτονίας που πραγματοποιήθηκε στην Σρεμπρένιτσα·

Κοινωνικοοικονομικά ζητήματα

34.

καλεί τις κυβερνήσεις σε όλα τα επίπεδα να υποστηρίξουν υγιείς δημοσιονομικές πολιτικές· εκφράζει ανησυχίες για το μέγεθος της παραοικονομίας και τον υψηλό δείκτη ανεργίας, ιδίως των γυναικών και των νέων· εκφράζει ανησυχία σχετικά με τον αντίκτυπο που έχει η πολιτική αστάθεια και το αδύναμο κράτος δικαίου στην οικονομική ανάπτυξη και τις επενδύσεις, καθώς και στο επιχειρηματικό περιβάλλον συνολικά· καλεί την κυβέρνηση να δημιουργήσει έναν ενιαίο οικονομικό χώρο εντός της χώρας, να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την αύξηση των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρομεσαίων, να ενισχύσει τις εγχώριες πηγές ανάπτυξης παράλληλα με τη μείωση της κυριαρχίας της κυβέρνησης στην οικονομία και των μεριδίων των μονοπωλίων, να προωθήσει τις δαπάνες που στρέφονται προς στην ανάπτυξη, καθώς και να τονώσει την ανταγωνιστικότητα·

35.

χαιρετίζει την απόφαση της ΕΕ να χορηγήσει 100 εκατομμύρια ευρώ ως μακροοικονομική βοήθεια στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, ως σαφές σημάδι της δέσμευσής της στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας και στην ευημερία του λαού της·

36.

καλεί τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, ιδίως τις αρχές των οντοτήτων που καταχωρίζουν τις περισσότερες εταιρείες της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, να αναθεωρήσουν και να εκσυγχρονίσουν την υπάρχουσα εργατική νομοθεσία και να ενισχύσουν τον κοινωνικό διάλογο και την εργασιακή επιθεώρηση·

37.

χαιρετίζει την υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και της ΕΕ για την προσχώρηση της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ)· ενθαρρύνει τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις με τους άλλους εταίρους με στόχο να καταστεί η χώρα μέλος του ΠΟΕ στο εγγύς μέλλον·

38.

μολονότι σημειώνει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο γενικό πλαίσιο της εκπαίδευσης, ζητεί μετ’ επιτάσεως από το Συμβούλιο Υπουργών, μεταξύ άλλων, να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των δώδεκα υπουργείων παιδείας και του υπουργείου παιδείας της περιφέρειας Brcko και να περιορίσει τον κατακερματισμό του εκπαιδευτικού συστήματος·

39.

επισημαίνει την ανάγκη βελτίωσης της συνολικής ποιότητας της εκπαίδευσης ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εσωτερικής και ξένης αγοράς εργασίας· ζητεί από τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να αντιμετωπίσουν τις αδυναμίες της επαγγελματικής κατάρτισης προκειμένου να προσελκυστούν άμεσες ξένες επενδύσεις, καθώς επίσης και να διασφαλιστεί, για λόγους οικονομικής αναγκαιότητας μεταξύ άλλων, ότι θα καταστεί πλήρως επιχειρησιακή η λειτουργία της πιστοποίησης των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των υπηρεσιών που είναι αρμόδιες για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών και των διπλωμάτων· χαιρετίζει τα μέτρα που λαμβάνονται για την ανάπτυξη και προώθηση καταρτίσεων και προγραμμάτων για τη νεολαία, προκειμένου να διευκολύνουν τη συμμετοχή της στην αγορά εργασίας· ζητεί περισσότερες πρωτοβουλίες στο πλαίσιο αυτό·

40.

ζητεί από όλες τις αρμόδιες αρχές να θέσουν τέρμα στον εθνοτικό διαχωρισμό των παιδιών («δύο σχολεία κάτω από μία στέγη») που εξακολουθεί να υπάρχει σε ορισμένα καντόνια της Ομοσπονδίας· ζητεί, περαιτέρω, την προώθηση της πραγματικής ενσωμάτωσης των παιδιών Ρομά, ιδίως στην εκπαίδευση, μεταξύ άλλων μέσω προγραμμάτων σχολικής ικανότητας· καλεί τις αρχές να συνεργασθούν με τις αρμόδιες ΜΚΟ, προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι οικογένειες Ρομά να στηρίξουν την πρόσβαση των παιδιών τους στην εκπαίδευση· καλεί τις αρχές να εναρμονίσουν τις ρυθμίσεις εντός της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης προκειμένου να διασφαλιστεί η ίση μεταχείριση όλων των παιδιών· ζητεί, γενικώς, να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για την πρόληψη του χωρισμού των οικογενειών και την παροχή περισσότερων υπηρεσιών υποστήριξης στις οικογένειες που βρίσκονται σε κίνδυνο· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει αν η στοχευμένη βοήθεια της ΕΕ θα μπορούσε να βοηθήσει στον τερματισμό του διαχωρισμένου εκπαιδευτικού συστήματος·

41.

χαιρετίζει τα σχέδια της Επιτροπής να ζητήσει υψηλού επιπέδου συνάντηση για την εκπαίδευση με στόχο την προώθηση του διαλόγου επί διαφόρων ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένου του εθνοτικού διαχωρισμού των παιδιών στα σχολεία, και τη συγκέντρωση εκπροσώπων αρμόδιων διεθνών οργανώσεων και των αρχών της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης που είναι αρμόδιες για την εκπαίδευση·

42.

καλεί τις αρχές να ευθυγραμμίσουν τη νομοθεσία τους με το κεκτημένο της ΕΕ όσον αφορά την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων·

43.

ζητεί από τις αρχές να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διατήρηση της εθνικής κληρονομιάς και την εξέταση του αντίστοιχου νομικού πλαισίου· ζητεί, περαιτέρω, από όλες τις αρμόδιες αρχές σε όλα τα επίπεδα να διασφαλίσουν σαφείς διαδικασίες για τη χρηματοδότηση των πολιτιστικών ιδρυμάτων, ώστε να αποτραπούν τα κλεισίματα·

44.

καλεί τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να θεσπίσουν κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή περαιτέρω καταχρήσεων όσον αφορά το καθεστώς της ελεύθερης ταξιδιωτικής βίζας και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την οργανωμένη κατάχρηση των διαδικασιών χορήγησης ασύλου στα κράτη μέλη της ΕΕ·

Περιφερειακή συνεργασία και διμερή θέματα

45.

συγχαίρει τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη για τον εποικοδομητικό ρόλο της στον τομέα της περιφερειακής συνεργασίας, και καλεί τη χώρα να εργαστεί προς την κατεύθυνση της οριοθέτησης των συνόρων σε συνεργασία με όλες τις γειτονικές χώρες·

46.

καλεί τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να επιταχύνουν τις προετοιμασίες για την προσχώρηση της Κροατίας στην ΕΕ, ευθυγραμμίζοντας την αντίστοιχη νομοθεσία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης για την ασφάλεια των τροφίμων με το κεκτημένο της ΕΕ· εκφράζει την ανησυχία του για την έλλειψη δράσης από τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και για το γεγονός ότι τούτο μπορεί δυνητικά να οδηγήσει σε απώλειες στις εξαγωγικές αγορές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης· χαιρετίζει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί μέχρι στιγμής, και ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να οικοδομήσουν ταχέως την απαραίτητη υποδομή στους μελλοντικούς Συνοριακούς Σταθμούς Ελέγχου (BIP) της ΕΕ· χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να εξεύρει λύσεις στις τριμερείς συναντήσεις της με την Κροατία και Βοσνία και Ερζεγοβίνη όσον αφορά τα τελευταία εκκρεμή ζητήματα διαχείρισης των συνόρων, υπό το φως της προσχώρησης της Κροατίας στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της συμφωνίας Neum/Ploče· ζητεί να καταβληθούν περαιτέρω εποικοδομητικές προσπάθειες στο πλαίσιο αυτό, οι οποίες να καθιστούν δυνατούς περισσότερους BIP, αν αυτό είναι αναγκαίο· συγχαίρει τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη για τη συμβολή της στην πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην διευθέτηση των εκκρεμών ζητημάτων, περιλαμβανομένης της οριστικοποίησης της συμφωνίας για την τοπική διασυνοριακή κυκλοφορία, η οποία απλουστεύει την κυκλοφορία των πολιτών στις συνοριακές περιοχές· θεωρεί αναγκαία την εξεύρεση λύσης για τη διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος δελτίων ταυτότητας μεταξύ των δύο χωρών μετά τον Ιούλιο του 2013, έτσι ώστε οι πολίτες της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να μπορούν να συνεχίσουν να ταξιδεύουν στην Κροατία·

47.

ζητεί επισταμένως να επιτραπεί η είσοδος πολιτών του Κοσόβου, καθόσον η Βοσνία και Ερζεγοβίνη εξακολουθεί να είναι η μόνη χώρα της περιοχής που δεν τους δέχεται· ζητεί ως εκ τούτου μετ’ επιτάσεως από τις αρχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης να αποδέχονται τα βασικά ταξιδιωτικά έγγραφα των πολιτών του Κοσόβου για είσοδό τους στη χώρα, όπως έχει συμβεί με τη Σερβία αλλά και άλλες χώρες·

48.

επαναλαμβάνει την ανάγκη να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται αυστηρά όλα τα απαραίτητα κριτήρια και μέτρα για μετακίνηση χωρίς βίζα στις χώρες του Σένγκεν, να τίθενται σε εφαρμογή μακροπρόθεσμες στρατηγικές και να ρυθμιστεί η πολιτική για τις μειονότητες· θεωρεί απαραίτητο οι πολίτες να ενημερώνονται δεόντως σχετικά με τους περιορισμούς του καθεστώτος χωρίς βίζα, ώστε να αποφευχθούν οιεσδήποτε καταχρήσεις της πολιτικής για την ελευθερία μετακίνησης και την ελευθέρωση των θεωρήσεων· σημειώνει τους σταθερά χαμηλούς αριθμούς των αιτούντων άσυλο που προέρχονται από τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη στα κράτη μέλη της ΕΕ· τονίζει τη σημασία της ελεύθερης ταξιδιωτικής βίζας για τους πολίτες της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης·

ο

ο ο

49.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης και Αντιπρόεδρο επί Θεμάτων Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Προεδρία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, το Συμβούλιο Υπουργών της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, την Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια της Ομοσπονδίας της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης.


(1)  ΕΕ L 80 της 19.3.2008, σ. 18.

(2)  ΕΕ L 188 της 19.7.2011, σ. 30.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0085.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0453.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/100


P7_TA(2013)0226

Έκθεση προόδου του 2012 για την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την έκθεση προόδου του 2012 για την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (2013/2866(RSP))

(2016/C 055/15)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2005, να χορηγηθεί στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας καθεστώς υποψήφιας χώρας προς ένταξη στην ΕΕ, καθώς και τα συμπεράσματα της Προεδρίας των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων που πραγματοποιήθηκαν στις 15 και 16 Ιουνίου 2006 και στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2006,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 13 Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση των επικεφαλής των αποστολών της ΕΕ και των ΗΠΑ, στις 11 Ιανουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη την Έκθεση Προόδου της Επιτροπής για το 2012 (SWD(2012)0332) και την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2012, με τίτλο «Η στρατηγική της διεύρυνσης και τα κυριότερα προβλήματά της στην περίοδο 2012-2013» (COM(2012)0600),

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας αριθ. 845 (1993) και 817 (1993), καθώς και το ψήφισμα αριθ. 47/225 (1993) της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου σχετικά με την εφαρμογή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, της 13ης Σεπτεμβρίου 1995,

έχοντας υπόψη τη Σύσταση 329 (2012) του Κογκρέσου Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης, σχετικά με τη δημοκρατία στην τοπική αυτοδιοίκηση της χώρας αυτής,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του, περιλαμβανομένου του ψηφίσματος της 22ας Νοεμβρίου 2012 σχετικά με τη διεύρυνση: πολιτικές, κριτήρια και στρατηγικά συμφέροντα της ΕΕ (1),

έχοντας υπόψη τη 10η συνεδρίαση της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, στις 7 Ιουνίου 2012,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταχείριση όλων των υποψηφίων και δυνητικά υποψηφίων χωρών στο πλαίσιο της διαδικασίας ένταξης θα πρέπει να είναι ανάλογη προς τις επιδόσεις τους·

B.

εκτιμώντας ότι ο Ενταξιακός Διάλογος Υψηλού Επιπέδου (ΕΔΥΕ) πρόσφερε δυναμισμό στις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες στη χώρα·

Γ.

εκτιμώντας ότι η προσχώρηση στην ΕΕ έχει καίρια σημασία για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα και τις καλές διεθνοτικές σχέσεις στη χώρα·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε, για τέταρτο συνεχόμενο έτος, να μην ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τη χώρα αυτή, παρά τη σχετική θετική σύσταση της Επιτροπής· εκτιμώντας ότι αυτή η νέα αναβολή εντείνει την αυξανόμενη απογοήτευση της κοινής γνώμης της ΠΓΔΜ σχετικά με το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η διαδικασία ένταξης στην ΕΕ και κινδυνεύει να οξύνει τα εσωτερικά προβλήματα και εντάσεις στη χώρα· εκτιμώντας ότι τα διμερή ζητήματα δεν θα πρέπει να αποτελούν εμπόδιο στην επίσημη έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, παρότι πρέπει να επιλύονται πριν από την ολοκλήρωση της ενταξιακής διαδικασίας·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χώρα είναι έτοιμη για το ξεκίνημα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η περιφερειακή συνεργασία και οι σχέσεις καλής γειτονίας παραμένουν ουσιώδη στοιχεία της διαδικασίας διεύρυνσης·

Ζ.

εκτιμώντας ότι τα διμερή ζητήματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με εποικοδομητικό πνεύμα, λαμβάνοντας υπόψη τα συνολικά συμφέροντα και αξίες της ΕΕ·

Γενικές παρατηρήσεις

1.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς το Συμβούλιο να ορίσει ημερομηνία για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση·

2.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι για τέταρτο κατά σειρά έτος, το Συμβούλιο, κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνεδρίασής του στις 11 Δεκεμβρίου 2012, αποφάσισε να μην ακολουθήσει τη σύσταση της Επιτροπής και δεν ξεκίνησε ακόμη τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις· πιστεύει, ωστόσο, ότι τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που ομόφωνα αποφάσισε τη χρονικά δεσμευτική λήψη απόφασης, στη βάση μιας επόμενης έκθεσης της Επιτροπής, συνιστούν πραγματικό βήμα προόδου, αναγνωρίζοντας τη σημασία της επαρκούς προόδου σε καίριους τομείς, όπως αναφερόταν στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου του 2012· συγχαίρει τον αρμόδιο για θέματα διεύρυνσης Επίτροπο για τις πρωτοβουλίες του και τον καλεί να περιλάβει στην επόμενη έκθεσή του μια αξιολόγηση του κόστους της μη διεύρυνσης, περιλαμβανομένων και των σοβαρών κινδύνων για τη χώρα σε περίπτωση παράτασης της σημερινής κατάστασης· χαιρετίζει την εαρινή έκθεση της 16ης Απριλίου 2013 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και καλεί την ιρλανδική Προεδρία να ασκήσει εντατική διπλωματία για να επιτύχει μια ικανοποιητική εξέλιξη, με στόχο μια απόφαση του Συμβουλίου για την έναρξη των διαπραγματεύσεων πριν από το τέλος Ιουνίου του 2013·

3.

υπογραμμίζει ότι οι σχέσεις καλής γειτονίας αποτελούν ουσιώδες στοιχείο της διαδικασίας προσχώρησης στην ΕΕ· χαιρετίζει τον συνολικά εποικοδομητικό ρόλο της χώρας όσον αφορά τις σχέσεις με άλλες χώρες της διεύρυνσης· ενθαρρύνει τη συνέχιση των διπλωματικών ανταλλαγών που έλαβαν χώρα μεταξύ Αθήνας, Σόφιας και Σκοπίων και τονίζει τη σημασία που έχει να δείξουν όλες οι πλευρές τη δέσμευσή τους στις «σχέσεις καλής γειτονίας», οι οποίες βασίζονται κυρίως στη φιλία, τον αμοιβαίο σεβασμό, τον εποικοδομητικό διάλογο και σε μια ειλικρινή επιθυμία για λύση των παρεξηγήσεων και υπέρβαση της εχθρότητας· ζητεί να αποφεύγονται κινήσεις, δηλώσεις και ενέργειες που θα μπορούσαν να επιδράσουν αρνητικά στις σχέσεις καλής γειτονίας· εκφράζει ικανοποίηση, στο πλαίσιο αυτό, για την πρώτη συνάντηση που είχαν πρόσφατα οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων των Σκοπίων και της Σόφιας, για τη διερεύνηση της δυνατότητας υπογραφής μιας συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών· καλεί τον αρμόδιο για τη διεύρυνση Επίτροπο να δώσει, στην έκθεσή του, ιδιαίτερη προσοχή στο ζήτημα των σχέσεων καλής γειτονίας· ζητεί επίσης μεγαλύτερη κοινωνικοπολιτιστική συνεργασία με στόχο την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των λαών της περιοχής·

4.

επαναλαμβάνει τη θέση του ότι τα διμερή ζητήματα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται όσο το δυνατό νωρίτερα κατά την ενταξιακή διαδικασία, κατά τρόπο εποικοδομητικό και με πνεύμα καλής γειτονίας και, κατά προτίμηση, πριν από την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων· επαναλαμβάνει την άποψή του ότι τα διμερή ζητήματα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται ως μέσο για την παρεμπόδιση της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ·

5.

επαναλαμβάνει ότι η μεταχείριση όλων των υποψηφίων και δυνητικά υποψηφίων χωρών στο πλαίσιο της διαδικασίας ένταξης θα πρέπει να είναι ανάλογη προς τις επιδόσεις τους·

6.

είναι πεπεισμένο ότι η ίδια η έναρξη των διαπραγματεύσεων θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης, προσφέροντας ένα αποτελεσματικό εργαλείο για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων, τη βελτίωση της εσωτερικής κατάστασης, τη διευκόλυνση του διεθνοτικού διαλόγου και τη βελτίωση των σχέσεων με τις γειτονικές χώρες·

7.

πιστεύει ότι ο Ενταξιακός Διάλογος Υψηλού Επιπέδου (ΕΔΥΕ) λειτούργησε ως σημαντικό μέσο για την αποσυμφόρηση των συνομιλιών και την ενίσχυση του δυναμισμού της ενταξιακής διαδικασίας· εκφράζει ικανοποίηση για την πρόοδο που σημειώθηκε σε περισσότερο από το 75 % των πεδίων πολιτικής που επισημάνθηκαν· επαναλαμβάνει τη σημασία της πλήρους και αμετάκλητης εφαρμογής των συμφωνηθέντων· τονίζει, ωστόσο, ότι η ΕΔΥΕ δεν αποτελεί υποκατάστατο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων· καλεί το Συμβούλιο να ζητήσει από την Επιτροπή να ξεκινήσει τη διαδικασία αξιολόγησης το ταχύτερο δυνατό, ώστε να γίνει δυνατή η πραγματοποίηση περαιτέρω προόδου·

8.

εκφράζει την ικανοποίηση και την πλήρη υποστήριξή του στην πρόσφατη συμφωνία που οδηγεί στην υπέρβαση του αδιεξόδου όσον αφορά τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στη χώρα και πιστεύει ότι η συμφωνία αυτή θα επιτρέψει την περαιτέρω πρόοδο, πριν από τις συζητήσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στην κατεύθυνση της προσχώρησης στην ΕΕ· καλεί όλα τα μέρη να συνεχίσουν τον πολιτικό διάλογο και τονίζει την ανάγκη ευρείας διακομματικής υποστήριξης και δέσμευσης όσον αφορά τα σχετικά με την ΕΕ ζητήματα· υπογραμμίζει ότι το εθνικό κοινοβούλιο είναι καίριο δημοκρατικό όργανο για τη συζήτηση και την επίλυση πολιτικών διαφορών και ζητεί από όλες τις πολιτικές δυνάμεις στη χώρα να ενεργούν σε αυτό το πνεύμα, σεβόμενες τις διαδικασίες του και τις δημοκρατικές αξίες πάνω στις οποίες είναι θεμελιωμένο· υποστηρίζει πρωτοβουλίες που οδηγούν στη βελτίωση της λειτουργίας του εθνικού κοινοβουλίου, στις οποίες περιλαμβάνεται η πρόταση για μια εξεταστική επιτροπή με στόχο να αποδοθούν ευθύνες για τα γεγονότα της 24ης Δεκεμβρίου 2012, να διατυπωθούν περαιτέρω συστάσεις για μια διεξοδική μεταρρύθμιση των κοινοβουλευτικών διαδικασιών σε μια γνήσια διακομματική βάση, να ενισχυθεί η εξουσία, η ανεξαρτησία και η νομιμοποίηση του κοινοβουλίου και να προληφθεί κάθε πιθανότητα επανάληψης τέτοιων γεγονότων· ζητεί από τις αρχές να συγκροτήσουν αμέσως μια εξεταστική των πραγμάτων επιτροπή, ώστε να ξεκινήσει το σημαντικό έργο της με στόχο την αποκατάσταση της ομαλότητας στην πολιτική ζωή της χώρας· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι και οι δημοσιογράφοι εκδιώχθηκαν από το κοινοβούλιο και ζητεί την επανάληψη του διαλόγου μεταξύ της κυβέρνησης και της ένωσης των δημοσιογράφων υπό συνθήκες τις οποίες οι δημοσιογράφοι θα μπορούν να εμπιστευτούν·

9.

εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για τις διεθνοτικές εντάσεις που προέκυψαν στη διάρκεια του έτους· πιστεύει ότι η ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου έχει καίρια σημασία για τη συνέχιση της προόδου προς μια ειρηνική, πολυεθνοτική, πολυπολιτισμική και πολυθρησκευτική κοινωνία και για την εξάλειψη των κινδύνων πόλωσης της κοινωνίας σε εθνοτικές βάσεις· καταδικάζει έντονα όλες τις πράξεις και τις ενδείξεις εθνικής μισαλλοδοξίας·

10.

εκφράζει ικανοποίηση για την έκθεση της κυβέρνησης όσον αφορά την υλοποίηση της Συμφωνίας Πλαισίου της Αχρίδας και αναμένει τη δημόσια παρουσίαση της έκθεσης, ώστε να υπάρξει ευρεία κοινωνική και πολιτική υποστήριξη του πολυεθνικού μέλλοντος της χώρας· ενθαρρύνει την κυβέρνηση να προχωρήσει γρήγορα στο επόμενο στάδιο της επισκόπησης·

11.

εκφράζει ικανοποίηση για το πρόγραμμα αποκέντρωσης 2011-2014 και ζητεί την πλήρη εφαρμογή του νόμου για την περιφερειακή ανάπτυξη· ενθαρρύνει την κυβέρνηση να συνεχίσει τη φορολογική αποκέντρωση, με μεσοπρόθεσμο στόχο το 9 % του ΑΕγχΠ να δαπανάται από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές· επιδοκιμάζει το έργο του Αναπτυξιακού Προγράμματος του ΟΗΕ (UNDP) και της ευρύτερης κοινότητας των δωρητών, που εργάζεται από κοινού με την κυβέρνηση για την ανάπτυξη της ικανότητας της τοπικής αυτοδιοίκησης να εξασφαλίζει χρηστή διακυβέρνηση και ισότιμη πρόσβαση για όλους τους πολίτες·

12.

εκφράζει ικανοποίηση για τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι αρχές για την απομάκρυνση από το κομμουνιστικό παρελθόν, τη δημοσίευση των ονομάτων πρακτόρων των μυστικών υπηρεσιών της πρώην Γιουγκοσλαβίας και την παράταση τις ισχύος του νόμου περί ελέγχου του πολιτικού παρελθόντος μέχρι την έγκριση του νόμου για την ελεύθερη πρόσβαση στις δημόσιες πληροφορίες· ταυτόχρονα, ενθαρρύνει τις αρχές να ανακτήσουν τα μυστικά αρχεία της Γιουγκοσλαβίας από τη Σερβία και να περιλάβουν στη διαδικασία ελέγχου του πολιτικού παρελθόντος το προσωπικό των υπηρεσιών πληροφοριών και αντικατασκοπείας· ενθαρρύνει την ενίσχυση της εντολής της Επιτροπής Επαλήθευσης Δεδομένων μέσω της μεταβίβασης όλων των απαραιτήτων εγγράφων από τις υπηρεσίες πληροφοριών και αντικατασκοπείας σε μόνιμη βάση στους χώρους της εν λόγω επιτροπής· τονίζει την ανάγκη μεταρρύθμισης του τομέα της ασφάλειας και ενίσχυσης της κοινοβουλευτικής εποπτείας των υπηρεσιών πληροφοριών και αντικατασκοπείας·

13.

πιστεύει ότι ο καλύτερος δρόμος για την επίτευξη μιας πολυεθνικής κοινωνίας περνάει από την ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου, από μια ηγεσία που θα δίνει το παράδειγμα και θα δείχνει διάθεση αποδοχής και ανεκτικότητα απέναντι στις διαφορετικές εθνότητες, καθώς και από ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα διδάσκει τις αξίες μιας πολυεθνικής κοινωνίας· επιδοκιμάζει, συνεπώς, το σχέδιο πολυεθνικής εκπαίδευσης που παρουσίασε η κυβέρνηση και καλεί όλα τα σχολεία να ακολουθήσουν το παράδειγμα πρωτοπόρων όπως εκείνα του Κουμάνοβο, που επιδιώκουν να θέσουν τέρμα στη χωριστή εκπαίδευση των διαφόρων εθνικών κοινοτήτων·

14.

ενθαρρύνει ένθερμα τις αρχές και την κοινωνία των πολιτών να προβούν στις κατάλληλες ενέργειες ιστορικής συμφιλίωσης για να υπερβούν τη διαίρεση μεταξύ -αλλά και εντός — των διαφόρων εθνοτικών και εθνικών ομάδων, περιλαμβανομένων των πολιτών με βουλγαρική συνείδηση· επαναλαμβάνει την έκκλησή του να υπάρξει πρόοδος όσον αφορά κοινούς εορτασμούς κοινών γεγονότων ή προσωπικοτήτων με γειτονικέ κράτη μέλη της ΕΕ· ενθαρρύνει τις προσπάθειες για σύσταση κοινών επιτροπών εμπειρογνωμόνων για την ιστορία και την εκπαίδευση, με στόχο τη συμβολή στην αντικειμενική και τεκμηριωμένη ερμηνεία της ιστορίας, την ενίσχυση της ακαδημαϊκής συνεργασίας και την προώθηση της θετικής στάσης προς τους γείτονες στις νέες γενιές· προτρέπει τις αρχές να διαμορφώσουν εκπαιδευτικό υλικό που δεν θα περιέχει ιδεολογικές ερμηνείες της ιστορίας και θα στοχεύει στη βελτίωση της αμοιβαίας κατανόησης· σημειώνει με ανησυχία το φαινόμενο της «αρχαιοποίησης»· είναι πεπεισμένο ότι ο πολιτισμός και η τέχνη πρέπει να χρησιμοποιούνται για να φέρνουν εγγύτερα τους λαούς και όχι για να τους χωρίζουν· καλεί την κυβέρνηση να στείλει σαφή μηνύματα στον λαό και στα μέσα ενημέρωσης ότι οι διακρίσεις για λόγους εθνικής συνείδησης δεν γίνονται ανεκτές στη χώρα, μεταξύ άλλων στο δικαστικό σύστημα, στα μέσα ενημέρωσης, στην απασχόληση ή στις κοινωνικές ευκαιρίες· υπογραμμίζει τη σημασία των ενεργειών αυτών για την ενσωμάτωση των διαφόρων εθνοτικών ομάδων, τη σταθερότητα και την ενσωμάτωση της χώρας στην ΕΕ·

15.

εκφράζει ικανοποίηση για την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την ενίσχυση του κανονιστικού πλαισίου στο πεδίο της δικαιοσύνης για τους ανήλικους, περιλαμβανομένων και τροποποιήσεων στη σχετική νομοθεσία, της δημιουργίας ενός συστήματος επίβλεψης και της ανάπτυξης μιας εθνικής στρατηγικής για την πρόληψη της παραβατικότητας των νέων· σημειώνει με ανησυχία τα κενά που συνεχίζουν να υπάρχουν όσον αφορά την προστασία των παιδιών που πέφτουν θύματα παράνομων ενεργειών, και ιδίως κακοποίησης, λόγω της ανεπάρκειας πόρων, των περιορισμένων ικανοτήτων του επαγγελματικού προσωπικού και της απουσίας ενός αποτελεσματικού συστήματος αντίδρασης για τα παιδιά που πέφτουν θύματα τέτοιων πράξεων· ζητεί να αναβαθμιστούν οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι για τα κέντρα κοινωνικής εργασίας, καθώς και τη δημιουργία ομάδων πολλαπλών ειδικοτήτων που θα είναι σε θέση να προσφέρουν υπηρεσίες αρωγής, αποκατάστασης και επανένταξης για παιδιά που έχουν πέσει θύματα εγκληματικών ενεργειών·

Σχέσεις καλής γειτονίας και το ζήτημα του ονόματος

16.

εκφράζει και πάλι τη λύπη του για το γεγονός ότι η αδυναμία επίλυσης της διαμάχης σχετικά με το όνομα έχει σταθεί εμπόδιο στην πορεία της χώρας προς την ένταξη στην ΕΕ· συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι το ζήτημα του ονόματος πρέπει να επιλυθεί οριστικά, χωρίς καθυστέρηση από καμία πλευρά, και ότι η απόφαση της Χάγης, που αποτελεί μέρος του διεθνούς δικαίου, πρέπει να τεθεί σε ισχύ· υποστηρίζει ένθερμα τις προσπάθειες του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ για την επίτευξη μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης· επιδοκιμάζει την πρόταση του αρμόδιου για θέματα διεύρυνσης Επιτρόπου όσον αφορά μια τριμερή συνάντηση μεταξύ Σκοπίων, Αθήνας και Βρυξελλών· πιστεύει ότι μια τέτοια συνάντηση θα μπορούσε να δώσει ώθηση στις διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ· εκφράζει ικανοποίηση για τη δυναμική που δημιουργήθηκε σε σχέση με ένα μνημόνιο συμφωνίας, και για τις πρόσφατες επαφές με τον διαμεσολαβητή του ΟΗΕ· καλεί όλες τις πλευρές να εκμεταλλευθούν κάθε ευκαιρία για την επιτυχία της δραστηριότητας αυτής, να ξεκινήσουν εποικοδομητικό διάλογο για την εξεύρεση μιας λύσης και να επιδιώξουν την απεμπλοκή της κατάστασης· είναι της γνώμης ότι η ηγεσία της χώρας και η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εξηγήσουν στην κοινή γνώμη τα οφέλη μιας λύσης, εάν αυτή συμφωνηθεί πριν από το δημοψήφισμα για το ζήτημα της ονομασίας·

17.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο να αρχίσουν την ανάπτυξη, σύμφωνα με τις Συνθήκες της ΕΕ, ενός γενικής εφαρμογής μηχανισμού διαιτησίας, ο οποίος θα αποβλέπει στην επίλυση διμερών ζητημάτων μεταξύ υποψηφίων προς ένταξη χωρών και κρατών μελών·

18.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τη χρήση του όρου «μακεδονικός» στην έκθεση προόδου του 2012, με ταυτόχρονο σεβασμό των διαφορετικών γλωσσών, ταυτοτήτων και πολιτισμών στην ίδια τη χώρα και στα γειτονικά κράτη μέλη της ΕΕ·

Πολιτικά κριτήρια

19.

συμμερίζεται την εκτίμηση της Επιτροπής ότι η χώρα συνεχίζει να πληροί τα πολιτικά κριτήρια·

20.

ζητεί την ενίσχυση του εποπτικού ρόλου του Κοινοβουλίου σε σχέση με την κυβέρνηση, τη βελτίωση του εκλογικού νόμου και την αύξηση της διαφάνειας όσον αφορά τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων· τονίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι οι συστάσεις του ΓΔΘΑΔ/ΟΑΣΕ μετά τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2011 έχουν εφαρμοστεί μόνο κατά ένα μέρος, και ζητεί από την κυβέρνηση να προβεί σε τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας με στόχο την πλήρη εφαρμογή των συστάσεων αυτών, μεταξύ άλλων και όσον αφορά την αναθεώρηση και επικαιροποίηση των εκλογικών καταλόγων·

21.

εκφράζει ικανοποίηση για τις συνεχιζόμενες προσπάθειες προώθησης του νομοθετικού πλαισίου για τις δημόσιες και κοινωφελείς υπηρεσίες και τις γενικές διοικητικές διαδικασίες, ιδίως όσον αφορά τον νόμο για τους διοικητικούς υπαλλήλους και τον νόμο για τις γενικές διοικητικές διαδικασίες· ζητεί να καταβληθούν πρόσθετες προσπάθειες ώστε να εξασφαλιστεί η διαφάνεια, η αμεροληψία και ο επαγγελματισμός στη δημόσια διοίκηση, να εξασφαλιστεί η πραγματοποίηση των προσλήψεων στη βάση των προσόντων των υποψηφίων, καθώς και να ενισχυθεί ο δημοσιονομικός έλεγχος, ο στρατηγικός σχεδιασμός και η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού·

22.

ζητεί να καταβληθούν πρόσθετες προσπάθειες ώστε να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία και η αμεροληψία του δικαστικού συστήματος· θεωρεί σημαντικό να προσδιοριστούν σαφείς προϋποθέσεις για την απόλυση δικαστών, ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι που απειλούν την δικαστική ανεξαρτησία· εκφράζει ικανοποίηση για την πρόοδο στη μείωση του όγκου των καθυστερούμενων υποθέσεων στα δικαστήρια, αλλά ζητεί να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των καθυστερήσεων στο Ανώτατο Δικαστήριο και το Διοικητικό Δικαστήριο· ζητεί επίσης να εξορθολογιστεί σταδιακά το δίκτυο των δικαστηρίων και να συνεχιστεί η στήριξη της σχολής δικαστών και εισαγγελέων, λόγω του καθοριστικού της ρόλου για τη συνεχή κατάρτιση, την εξέλιξη της σταδιοδρομίας και την πραγματοποίηση αξιοκρατικών προσλήψεων·

23.

χαιρετίζει τις προσπάθειες ενίσχυσης της αποδοτικότητας και της διαφάνειας του δικαστικού συστήματος και ειδικότερα τη δημοσίευση των αποφάσεων των δικαστηρίων όλων των επιπέδων στους αντίστοιχους ιστότοπους· τονίζει την ανάγκη να καταρτισθεί μητρώο σε σχέση με την εκτέλεση των αποφάσεων σε περιπτώσεις διώξεων και καταδικών, έτσι ώστε να είναι δυνατό να εκτιμηθεί η πρόοδος· ζητεί την ενοποίηση της νομολογίας προκειμένου να εξασφαλιστούν ένα προβλέψιμο δικαστικό σύστημα και η εμπιστοσύνη των πολιτών·

24.

υποστηρίζει την ειδική ερευνητική ομάδα της EULEX (SITF) και ενθαρρύνει τη χώρα να συνεργαστεί πλήρως και να συνδράμει την SITF στο έργο της·

25.

εκφράζει ικανοποίηση για την ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου κατά της διαφθοράς, περιλαμβανομένων και αλλαγών στο νόμο για τη σύγκρουση συμφερόντων, διαπιστώνει όμως με ανησυχία ότι η διαφθορά συνεχίζει να είναι εκτεταμένη, τόσο στην ίδια τη χώρα όσο και στην περιοχή συνολικά· ζητεί να καταβληθούν εντονότερες προσπάθειες για την εφαρμογή των νόμων που βρίσκονται ήδη σε ισχύ, καθώς και να συνεχιστούν οι προσπάθειες για τη δημιουργία ενός μητρώου σχετικά με τις καταδίκες σε υποθέσεις υψηλού επιπέδου· επιδοκιμάζει το υποστηριζόμενο από τον ΟΑΣΕ πρόγραμμα κατά της διαφθοράς, το σχέδιο PrijaviKorupcija.org, που κάνει δυνατή την καταγγελία περιπτώσεων διαφθοράς μέσω μηνυμάτων SMS, καθώς και τη δήλωση δέκα δημάρχων για μηδενική ανοχή της διαφθοράς στους Δήμους τους·

26.

σημειώνει ότι, ενώ οι ποινές για τα αδικήματα που σχετίζονται με τη διαφθορά είναι αυστηρότερες, οι εντολές κατάσχεσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων παραμένουν η εξαίρεση· θεωρεί ότι η κατάσχεση και δήμευση περιουσιακών στοιχείων αποτελεί μέσο ζωτικής σημασίας για την καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος· καλεί τις αρχές της χώρας να εφαρμόζουν πλήρως τις διατάξεις του ποινικού κώδικα σχετικά με την εκτεταμένη δήμευση, τον παράνομο πλουτισμό και την ποινική ευθύνη νομικών προσώπων·

27.

επικροτεί τις τροποποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν στον νόμο για τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων· σημειώνει συγκεκριμένα τον ηγετικό ρόλο που έχει ανατεθεί στο Κρατικό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΚΕΣ) σε σχέση με την εποπτεία της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων· καλεί τις αρχές της χώρας να παράσχουν στο ΚΕΣ επαρκή μέσα ώστε να είναι δυνατός ο προδραστικός και ενδελεχής έλεγχος της χρηματοδότησης των κομμάτων και των προεκλογικών εκστρατειών, καθώς και η σημαντική βελτίωση της διαφάνειας των δημοσίων δαπανών και της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων·

28.

σημειώνει ότι βρίσκονται σε εξέλιξη ενέργειες για τη δημιουργία εθνικής βάσης δεδομένων ασφαλείας· ενθαρρύνει τις αρχές να ολοκληρώσουν τη διαδικασία διαγωνισμού και να αποφασίσουν το συντομότερο δυνατό ποιος θα αναλάβει τη δημιουργία της εθνικής βάσης δεδομένων ασφαλείας, προκειμένου να υπάρξει πλήρης υποστήριξη της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος, της διαφθοράς, της απάτης, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλων σοβαρών αδικημάτων, μεταξύ άλλων και σε διασυνοριακό επίπεδο·

29.

επιδοκιμάζει τη νομική αποποινικοποίηση της δυσφήμησης και την εμβάθυνση του διαλόγου μεταξύ της κυβέρνησης και των δημοσιογράφων σε θέματα που σχετίζονται με την ελευθερία έκφρασης· καλεί τις αρχές να συνεχίσουν τις προσπάθειες για την ενίσχυση, την προώθηση και τον αδιατάρακτο σεβασμό της ελευθερίας πληροφόρησης και της πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης, τα οποία θα πρέπει να είναι ανεξάρτητα από κάθε είδους πολιτική ή οικονομική επιρροή· εκφράζει, ωστόσο, την ανησυχία του για τη σημαντική υποβάθμιση της χώρας στον Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου, που συντάσσει η οργάνωση «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα», και ζητεί να καταβληθούν περισσότερες προσπάθειες για να ενισχυθούν οι επαγγελματικές προδιαγραφές στη δημοσιογραφία και η ερευνητική δημοσιογραφία, να προωθηθεί η πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης και η ανεξαρτησία του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού φορέα, να ενισχυθούν τα επαγγελματικά δικαιώματα των εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης, να επιβληθεί η διαφάνεια στην ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης και να επιδιωχθεί η βιωσιμότητά τους, καθώς και η συμμόρφωσή τους προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα· σημειώνει με ανησυχία την εκτεταμένη αυτολογοκρισία ανάμεσα στους δημοσιογράφους και την απουσία οποιουδήποτε φορέα αυτορρύθμισης των μέσων ενημέρωσης· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της κρατικής διαφημιστικής δαπάνης κατευθύνεται προς φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης· υποστηρίζει τους ακτιβιστές των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που άσκησαν πιέσεις κατά της λογοκρισίας στο Διαδίκτυο·

30.

εκφράζει την ανησυχία του για την απουσία αναλυτικών και αντικειμενικών ειδήσεων από τα μέσα ενημέρωσης κατά την προεκλογική εκστρατεία για τις τοπικές εκλογές του Μαρτίου του 2013, και ιδίως όσον αφορά τις δραστηριότητες της αντιπολίτευσης, οι αναφορές στην οποία ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτες τόσο στα κρατικά όσο και στα ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης κατά την περίοδο εκείνη· τονίζει ότι η επαγρύπνηση και ο επαγγελματισμός στα μέσα ενημέρωσης αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη δημοκρατικής παιδείας και θεσμών στη χώρα, αλλά και για την εκπλήρωση των πολιτικών κριτηρίων·

31.

σημειώνει την απόφαση El-Masri της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, της 13ης Δεκεμβρίου 2012, σύμφωνα με την οποία διαπιστώθηκαν πολλαπλές παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης σε σχέση με την απαγωγή, την κατ’ εξαίρεση παράδοση και τον βασανισμό του γερμανού πολίτη Khaled El-Masri στις 31 Δεκεμβρίου 2003 και την κράτησή του για 23 ημέρες σε ξενοδοχείο στα Σκόπια πριν από τη μεταφορά του μέσω του αερολιμένα των Σκοπίων στο Αφγανιστάν· καλεί την κυβέρνηση να συμμορφωθεί χωρίς καθυστέρηση με όλα τα σημεία της απόφασης του ΕΔΑΔ, μεταξύ άλλων παρέχοντας επίσημη συγγνώμη προς τον κ. El-Masri, καταβάλλοντας την αποζημίωση που όρισε το δικαστήριο και δεσμευόμενη για τη συγκρότηση διεθνούς ερευνητικής επιτροπής·

32.

εκφράζει ικανοποίηση για τον νέο νόμο για την ισότητα ευκαιριών, για την πρώτη πενταετή στρατηγική κατανομής κονδυλίων του προϋπολογισμού με κριτήριο το φύλο, η οποία αναπτύχθηκε σε συνεργασία με την UN Women, για τη χρηματοδότηση που διατέθηκε στο σχέδιο δράσης για την κοινωνική ένταξη των Ρομά, καθώς και για το σχέδιο που αποσκοπεί να βοηθήσει τους Ρομά να νομιμοποιήσουν τις κατοικίες τους· εκφράζει ικανοποίηση για τη λειτουργία του νέου Γραφείου Υποστήριξης της κοινότητας των ΛΟΑΔ, αλλά και ανησυχία μετά την εις βάρος του πράξη βανδαλισμού· ενθαρρύνει την κυβέρνηση να συνεχίσει τις προσπάθειές της να ενισχύσει τις πολιτικές κατά των διακρίσεων, ιδίως όσες σχετίζονται με τις διακρίσεις που βασίζονται στην εθνική καταγωγή καθώς και στην εθνική ταυτότητα·

33.

καλεί τους υπουργούς και τους αξιωματούχους να καταδικάσουν επίσημα τις διακρίσεις εις βάρος των ΛΟΑΔ, να εξασφαλίσουν την ασφαλή και επιτυχή διεξαγωγή της πορείας «υπερηφάνειας ομοφυλοφίλων» και άλλων εκδηλώσεων της κοινότητας των ΛΟΑΔ και να δεσμευθούν στη μη εφαρμογή διακρίσεων για όλους τους λόγους που αναφέρονται στη Συνθήκη ΕΕ· καλεί τα μέσα ενημέρωσης να αποφεύγουν τη ρητορική κατά των ΛΑΟΔ, περιλαμβανομένης της ρητορικής μίσους και της παρότρυνσης σε μίσος·

34.

εκφράζει ανησυχία για τις περιπτώσεις κακομεταχείρισης από την αστυνομία· ζητεί τη συνεχή κατάρτιση, την επαγγελματικοποίηση και την αποπολιτικοποίηση του προσωπικού της αστυνομίας· πιστεύει ότι απαιτείται ένας ανεξάρτητος μηχανισμός εποπτείας για τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου, για την καταπολέμηση της ατιμωρησίας και την εξασφάλιση δημοκρατικών και υπεύθυνων αστυνομικών υπηρεσιών·

35.

τονίζει ότι η απαλλαγή από τις ταξιδιωτικές θεωρήσεις, που χορηγήθηκε στους πολίτες της χώρας και όλων των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, συνιστά πολύ σημαντικό όφελος στο πλαίσιο της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ και πολύ ισχυρό κίνητρο για την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων στα πεδία των εσωτερικών και της δικαιοσύνης·

36.

καλεί τις αρχές να λάβουν μέτρα και να συνεργαστούν με τα κράτη μέλη της ΕΕ για την πρόληψη αναίτιων αιτήσεων ασύλου από πολίτες της χώρας στην ΕΕ, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα το δικαίωμα όλων των πολιτών να ταξιδεύουν χωρίς θεώρηση διαβατηρίου και αποτρέποντας τις διακρίσεις ή τον στιγματισμό των Ρομά και προσώπων που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες· καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών μελών της ΕΕ να μην αμφισβητούν και να μην περιορίζουν το δικαίωμα των πολιτών της χώρας να ταξιδεύουν χωρίς θεώρηση διαβατηρίου, αλλά να παροτρύνουν τις αρχές της να εφαρμόζουν πολιτικές που θα παρέχουν σε όλους τους πολίτες ένα αξιοπρεπές μέλλον στη χώρα τους·

37.

παρότι εκφράζει ικανοποίηση για τον μεγάλο αριθμό γυναικών βουλευτών σε σύγκριση με ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ, συνεχίζει να ανησυχεί για τη χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας· καλεί τις αρχές να ενισχύσουν τις υπηρεσίες προστασίας των παιδιών με αναπηρίες, των παιδιών του δρόμου, των παιδιών που είναι χρήστες ναρκωτικών ουσιών και εκείνων που είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας, σεξουαλικής κακοποίησης ή εμπορίας·

38.

επιδοκιμάζει τη συνεχή πρόοδο που πραγματοποιεί η επιτροπή για την προστασία από τις διακρίσεις· ζητεί την πλήρη στελέχωσή της και πιστεύει ότι η αποδοχή της από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Φορέων για την Ισότητα προσφέρει ένα παράδειγμα και σε άλλες υπηρεσίες και οργανισμούς ώστε να προωθήσουν την προσχώρηση στην ΕΕ μέσω της δικής τους ενσωμάτωσης στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά δίκτυα·

Κοινωνία των πολιτών

39.

πιστεύει ότι η ανάπτυξη ενός πολιτικού πολιτισμού που επωφελείται από μια ανεξάρτητη, πολυφωνική, διεθνοτική, διαπολιτισμική και αμερόληπτη κοινωνία των πολιτών έχει καίρια σημασία για την περαιτέρω πρόοδο της δημοκρατίας στη χώρα και ότι οι διαπιστώσεις της κοινωνίας των πολιτών μπορούν να εμπλουτίσουν τις δυνατότητες τεκμηριωμένης χάραξης πολιτικής· τονίζει ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών (ΟΚΠ) πρέπει να ενισχυθούν, να καταστούν ανεξάρτητες από πολιτικά συμφέροντα και να εντατικοποιήσουν την υλοποίηση κοινών σχεδίων για αμοιβαίο όφελος με ΟΚΠ από γειτονικές χώρες και γενικότερα από ολόκληρη την ΕΕ·

40.

εκφράζει ικανοποίηση για τη διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε με ΟΚΠ σε σχέση με τις αλλαγές στη νομοθεσία για τη νομική βοήθεια και για τα ιδρύματα· ζητεί πλήρη και έγκαιρη διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών για όλες τις σημαντικές πρωτοβουλίες πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του Ενταξιακού Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου, καθώς και την συμμετοχή επιλεγμένων με διαφάνεια μελών της κοινωνίας των πολιτών ως παρατηρητών σε όλες τις σημαντικές κυβερνητικές ομάδες εργασίας·

41.

τονίζει τον σημαντικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι ΟΚΠ για να καταστήσουν τη διαδικασία ένταξης στην ΕΕ περισσότερο διαφανή, υπεύθυνη και χωρίς αποκλεισμούς·

42.

πιστεύει ότι η κοινοβουλευτική εξέταση του μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (ΜΠΒ) δείχνει την ανάγκη να δεσμευθεί η κυβέρνηση στον στόχο της εταιρικής σχέσης με την κοινωνία των πολιτών και να θεσπιστεί ένα εθνικό ταμείο που θα προσφέρει συγχρηματοδότηση ώστε να μπορούν οι ΟΚΠ να συμμετέχουν πλήρως σε χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ προγράμματα· ζητεί να συμμετέχουν πλήρως οι ΟΚΠ στις αποφάσεις προγραμματισμού για τον επόμενο ΜΠΒ·

Οικονομικά θέματα

43.

συγχαίρει τη χώρα για τη διατήρηση της μακροοικονομικής σταθερότητάς της· σημειώνει, ωστόσο, την αύξηση του δημοσίου χρέους, την επιδείνωση της ποιότητας της δημοσιονομικής διακυβέρνησης και τις αρνητικές συνέπειες που έχει η παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση στην εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα·

44.

εκφράζει ικανοποίηση για τα νομοθετικά μέτρα με στόχο την ενίσχυση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη συνεχή δράση που αποσκοπεί στην ανάπτυξη υγιών μεσοπρόθεσμων μακροοικονομικών δημοσιονομικών στρατηγικών· ενθαρρύνει τις πολιτικές δυνάμεις να συμμετάσχουν σε ένα διαφανή πολιτικό διάλογο σχετικά με τη δημοσιονομική κατάσταση και τις πιστωτικές υποχρεώσεις της χώρας·

45.

σημειώνει με ανησυχία ότι η ανεργία συνεχίζει να είναι πολύ υψηλή και η ανεργία των νέων μία από τις υψηλότερες στον κόσμο, καθώς και ότι η απασχόληση των γυναικών παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή· εκφράζει ικανοποίηση για το σχέδιο δράσης σχετικά με την απασχόληση των νέων, που εκπονήθηκε σε συνεργασία με το πρόγραμμα αξιοπρεπούς απασχόλησης του ΔΟΕ· καλεί την κυβέρνηση να βελτιώσει τον συντονισμό μεταξύ των φορέων επιβολής της εργατικής νομοθεσίας και να εκμεταλλευθεί την πείρα από το κοινό πρόγραμμα κατάρτισης που οργανώθηκε από το Συνέδριο Ευρωπαϊκών Συνδικαλιστικών Οργανώσεων για την ενίσχυση των ικανοτήτων των κοινωνικών εταίρων όσον αφορά τη διεξαγωγή αποτελεσματικού κοινωνικού διαλόγου· θεωρεί ότι απαιτούνται περαιτέρω επενδύσεις για την ενίσχυση της έρευνας, της τεχνολογικής εξέλιξης και των δυνατοτήτων καινοτομίας, προκειμένου να διευκολυνθεί η δημιουργία μιας οικονομίας που θα βασίζεται στη γνώση·

46.

χαιρετίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί στον εκσυγχρονισμό των δικτύων μεταφορών, ενέργειας και τηλεπικοινωνιών και ιδίως τις προσπάθειες για την ολοκλήρωση του Διαδρόμου Χ (2)· Με δεδομένη τη σημασία των σιδηροδρομικών συνδέσεων στο πλαίσιο ενός βιώσιμου συστήματος μεταφορών, επιδοκιμάζει την πρόθεση της κυβέρνησης να αναβαθμίσει ή να κατασκευάσει σιδηροδρομικές συνδέσεις από τα Σκόπια προς τις πρωτεύουσες των γειτονικών χωρών και ζητεί να υπάρξει περισσότερη πρόοδος, μεταξύ άλλων και όσον αφορά την ολοκλήρωση της χρηματοδότησης των σιδηροδρομικών συνδέσεων στο πλαίσιο του Διαδρόμου VIII (3)·

47.

υπογραμμίζει τη σημασία της δημιουργίας ενός μηχανισμού διαβούλευσης μεταξύ κυβέρνησης και ιδιωτικών εταιρειών για τη λήψη αποφάσεων όσον αφορά την καταπολέμηση της οικονομικής κρίσης· δηλώνει επίσης ότι ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να αποτελέσει μια λύση στην κατεύθυνση της προσαρμογής του εκπαιδευτικού συστήματος στις ανάγκες της αγοράς, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει στη μείωση της ανεργίας των νέων·

48.

σημειώνει τις προσπάθειες της κυβέρνησης για την ανακατασκευή των τοπικών οδικών υποδομών της χώρας, με στόχο τη βελτίωση του εναλλακτικού τουρισμού και της ζωής των πολιτών· στην κατεύθυνση αυτή, ενθαρρύνει τη χώρα να διαμορφώσει μια δυναμικότερη προσέγγιση στα έργα περιφερειακής ανάπτυξης στο πλαίσιο του ΜΠΒ, οδηγώντας σε στενότερη διασυνοριακή συνεργασία και στενότερους δεσμούς μεταξύ των χωρών της περιοχής·

49.

επισημαίνει ότι απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες στο πεδίο του περιβάλλοντος και ειδικότερα στους τομείς της ποιότητας των υδάτων, της προστασίας της φύσης και του ελέγχου και της διαχείρισης των κινδύνων βιομηχανικής ρύπανσης· υπογραμμίζει ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί σημαντική πρόοδος χωρίς την επαρκή ενίσχυση των διοικητικών δυνατοτήτων· καλεί την κυβέρνηση της χώρας να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για το θέμα αυτό·

50.

επαναλαμβάνει ότι υπάρχει δυναμικό ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη χώρα και εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόοδο που σημειώνεται με τις 21 νέες συμβάσεις παραχώρησης που έχουν ήδη συναφθεί για μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς, με την έναρξη λειτουργίας ενός υδροηλεκτρικού σταθμού και την υπό εξέλιξη κατασκευή ενός αιολικού πάρκου· καλεί την κυβέρνηση να ενισχύσει το επίπεδο της δημόσιας συζήτησης σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια για την ευθυγράμμιση της εθνικής νομοθεσίας με το κεκτημένο της ΕΕ στον τομέα αυτόν, καθώς και για την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας, ιδίως στους τομείς της διαχείρισης των υδάτων, του ελέγχου της βιομηχανικής ρύπανσης, της προστασίας της φύσης και της κλιματικής αλλαγής· τονίζει την ανάγκη να ενισχυθούν οι διοικητικές δυνατότητες τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο·

51.

ενθαρρύνει τις αρχές να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη θέσπιση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων της δημόσιας διοίκησης που στοχεύουν στην παροχή αποδοτικών, προσβάσιμων και διαφανών υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις·

Περιφερειακή και διεθνής συνεργασία

52.

εκφράζει ικανοποίηση για το γεγονός ότι η χώρα προεδρεύει σήμερα και συμβάλλει στη Διαδικασία Συνεργασίας της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, και ελπίζει ότι αυτό θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή ατζέντα, την καλή γειτονία και την εξάλειψη των αποκλεισμών· υπογραμμίζει τη σημασία της περιφερειακής συνεργασίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ατζέντας και των ευρωπαϊκών αρχών και ζητεί περαιτέρω πρόοδο στο θέμα αυτό· επαναλαμβάνει ότι είναι σημαντικό για την ΕΕ να επιδιώξει την προσχώρηση όλων ανεξαιρέτως των χωρών της περιοχής·

53.

πιστεύει ότι μια αλλαγή στη νοοτροπία, από τα «Δυτικά Βαλκάνια» προς τη «Νοτιοανατολική Ευρώπη» θα μπορούσε να βοηθήσει στην προσπάθεια αυτήν·

54.

εκφράζει ικανοποίηση για τη συμμετοχή της χώρας στην αποστολή EUFOR Althea και για τη συμφωνία της να λαμβάνει μέρος σε επιχειρήσεις διαχείρισης κρίσεων της ΚΠΑΑ· καλεί τη χώρα να συντονίσει τη στάση της με εκείνην της ΕΕ όσον αφορά το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο·

55.

καλεί την κυβέρνηση και όλους τους αρμόδιους φορείς να καταβάλουν προσπάθειες για την εκπλήρωση των απαραίτητων κριτηρίων και προϋποθέσεων στο πλαίσιο των ρυθμίσεων απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης στο χώρο Σένγκεν· τονίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι οι πολίτες είναι πλήρως ενημερωμένοι σχετικά με τους περιορισμούς της απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης, καθώς και ότι δεν θα υπάρξει κατάχρηση της εν λόγω απαλλαγής ή της πολιτικής για την ελευθέρωση του καθεστώτος των θεωρήσεων· τονίζει ότι η αναστολή των ρυθμίσεων απαλλαγής από την υποχρέωση θεώρησης θα είχε δυσμενείς κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες·

ο

ο ο

56.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών καθώς και στην κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της χώρας.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0453.

(2)  Ο Διάδρομος Χ είναι ένας από τους δέκα διευρωπαϊκούς διαδρόμους μεταφορών και συνδέει το Σάλτσμπουργκ (Αυστρία) με τη Θεσσαλονίκη (Ελλάδα). Ο κλάδος Δ ακολουθεί τη διαδρομή Veles — Prilep — Bitola — Φλώρινα — Ηγουμενίτσα (Εγνατία Οδός).

(3)  Ο Διάδρομος VIII είναι ένας από τους δέκα διευρωπαϊκούς διαδρόμους μεταφορών και συνδέει το Δυρράχιο (Αλβανία) με τη Βάρνα (Βουλγαρία). Διέρχεται επίσης από τα Σκόπια.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/108


P7_TA(2013)0227

Διαπραγματεύσεις ΕΕ-ΗΠΑ για τη σύναψη συμφωνίας εμπορίου και επενδύσεων

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις εμπορικές και επενδυτικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής (2013/2558(RSP))

(2016/C 055/16)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της Συνόδου Κορυφής ΕΕ-ΗΠΑ που εκδόθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2011 και την κοινή δήλωση του Διατλαντικού Οικονομικού Συμβουλίου (ΔΟΣ) ΕΕ-ΗΠΑ που εκδόθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2011,

έχοντας υπόψη την τελική έκθεση της 11ης Φεβρουαρίου 2013 της Ομάδας Εργασίας Υψηλού Επιπέδου (HLWG) σχετικά με την απασχόληση και την ανάπτυξη (1),

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της 13ης Φεβρουαρίου 2013 του Προέδρου των ΗΠΑ Barack Obama, του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής José Manuel Barroso και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Herman Van Rompuy (2),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 7—8 Φεβρουαρίου 2013 (3),

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του, και συγκεκριμένα το ψήφισμα της 23ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τις εμπορικές και οικονομικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες (4),

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της 73ης Διακοινοβουλευτικής Συνεδρίασης του Διατλαντικού Νομοθετικού Διαλόγου που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσινγκτον στις 30 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου 2012,

έχοντας υπόψη το τελικό σχέδιο έκθεσης του Κέντρου Έρευνας για την Οικονομική Πολιτική (Λονδίνο) του Μαρτίου 2013 με τίτλο «Μείωση των Διατλαντικών Φραγμών στο Εμπόριο και τις Επενδύσεις: Μια οικονομική αξιολόγηση» (Reducing Transatlantic Barriers to Trade and Investment: An Economic Assessment) (5),

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ είναι οι μεγαλύτεροι εμπορικοί και επενδυτικοί φορείς παγκοσμίως καθώς αντιπροσωπεύουν μαζί περίπου το ήμισυ του παγκόσμιου ΑΕΠ και ένα τρίτο του παγκόσμιου εμπορίου,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αγορές της ΕΕ και των ΗΠΑ είναι πλήρως ολοκληρωμένες με κατά μέσον όρο περίπου 2 δισεκατομμύρια EUR αγαθών και υπηρεσιών να συναλλάσσονται διμερώς κάθε ημέρα και έτσι να στηρίζουν εκατομμύρια θέσεων εργασίας και στις δύο οικονομίες, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επενδύσεις της ΕΕ και των ΗΠΑ είναι ο πραγματικός οδηγός της διατλαντικής σχέσης, αφού οι διμερείς επενδύσεις ανήλθαν συνολικά σε πάνω από 2,394 τρισεκατομμύρια EUR το 2011,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την έκθεση αξιολόγησης του αντίκτυπου που εκπόνησε η Επιτροπή, με βάση έκθεση του Κέντρου Έρευνας για την Οικονομική Πολιτική, μια φιλόδοξη και συνολική διατλαντική εμπορική και επενδυτική εταιρική σχέση — εφόσον εφαρμοστεί πλήρως — θα επέφερε σημαντικά οικονομικά κέρδη γενικά τόσο για την ΕΕ (119,2 δισεκατομμύρια EUR το έτος) όσο και τις ΗΠΑ (94,9 δισεκατομμύρια EUR το έτος)· λαμβάνοντας υπόψη του ότι έτσι οι εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ θα αυξάνονταν κατά 28 % και οι συνολικές εξαγωγές της ΕΕ θα επαυξάνονταν κατά 6 % προς όφελος των εξαγωγέων προϊόντων και υπηρεσιών της ΕΕ καθώς και των καταναλωτών της ΕΕ,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ διαθέτουν κοινές αξίες, παρεμφερή νομικά συστήματα και υψηλά πρότυπα προστασίας της εργασίας, των καταναλωτών και του περιβάλλοντος,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει προκλήσεις και την ανάδυση νέων παραγόντων, και ότι τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ πρέπει να εκμεταλλευτούν όλες τις δυνατότητες στενότερης οικονομικής συνεργασίας για μόχλευση των ωφελημάτων του διεθνούς εμπορίου με σκοπό τόσο το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης όσο και την επίτευξη βιώσιμης παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, μετά τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-ΗΠΑ του Νοεμβρίου 2011, ανατέθηκε στην HLWG να προσδιορίσει επιλογές για την αύξηση του εμπορίου και των επενδύσεων προκειμένου να υποστηριχθεί η δημιουργία αμοιβαίως ωφέλιμων θέσεων εργασίας, η οικονομική ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η HLWG ανέλυσε από κοινού ένα ευρύ φάσμα δυνητικών επιλογών για επέκταση του διατλαντικού εμπορίου και των επενδύσεων και στην τελική έκθεσή της κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια συνολική εμπορική και επενδυτική συμφωνία θα παράσχει τα σημαντικότερα οφέλη και στις δύο οικονομίες,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ είναι πεπεισμένη πως η ανάπτυξη και ενίσχυση του πολυμερούς συστήματος αποτελεί άκρως σημαντικό στόχο, λαμβάνοντας υπόψη όμως ότι αυτό δεν αποκλείει διμερείς συμφωνίες που υπερβαίνουν τις δεσμεύσεις του ΠΟΕ ενώ είναι συμπληρωματικό στους πολυμερείς κανόνες, καθώς τόσο οι περιφερειακές συμφωνίες όσο και οι συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών οδηγούν σε μεγαλύτερη εναρμόνιση των προτύπων και σε ευρύτερη ελευθέρωση που ευνοεί το πολυμερές εμπορικό σύστημα,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 12 Μαρτίου 2013 η Επιτροπή πρότεινε την παροχή εξουσιοδότησης για την έναρξη διαπραγματεύσεων και σχέδιο διαπραγματευτικών οδηγιών προς εξέταση από το Συμβούλιο,

Το στρατηγικό, πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο

1.

πιστεύει πως η στρατηγική σημασία των οικονομικών σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ πρέπει να καταστεί ισχυρότερη και βαθύτερη, και ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ πρέπει να σχεδιάσουν κοινές προσεγγίσεις για το παγκόσμιο εμπόριο, τα ζητήματα γύρω από τις επενδύσεις και το εμπόριο όπως πρότυπα, κανόνες και κανονισμοί, προκειμένου να αναπτυχθεί ένα ευρύτερο διατλαντικό όραμα και ένα κοινό σύνολο στρατηγικών στόχων·

2.

θεωρεί ότι είναι άκρως σημαντικό για την ΕΕ και τις ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν τις αναξιοποίητες δυνατότητες μιας πραγματικά ολοκληρωμένης διατλαντικής αγοράς προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τη δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας και να ενθαρρύνουν τις δυνατότητες ευφυούς, ισχυρής, βιώσιμης και ισορροπημένης ανάπτυξης· φρονεί πως έχει έρθει πραγματικά η ώρα ενόψει της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης, της κατάστασης των χρηματοπιστωτικών αγορών και των όρων χρηματοδότησης, του υψηλού επιπέδου του δημόσιου χρέους, των υψηλών ποσοστών ανεργίας και των μέτριων προοπτικών ανάπτυξης και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού·

3.

πιστεύει ότι η ΕΕ θα πρέπει να αντλήσει διδάγματα από την τεράστια πείρα της στη διαπραγμάτευση σοβαρών και συνολικών διμερών εμπορικών συμφωνιών προκειμένου να επιτύχει ακόμη περισσότερο φιλόδοξα αποτελέσματα με τις ΗΠΑ·

Η τελική έκθεση της HLWG

4.

χαιρετίζει την έκδοση της τελικής έκθεσης της HLWG και εγκρίνει απόλυτα τη σύσταση για την έναρξη διαπραγματεύσεων για μια συνολική εμπορική και επενδυτική συμφωνία·

5.

επικροτεί την έμφαση που δίδεται στην τελική έκθεση στα εξής: (i) φιλόδοξη βελτίωση της αμοιβαίας πρόσβασης στην αγορά για αγαθά, υπηρεσίες, επενδύσεις και δημόσιες προμήθειες σε όλα τα επίπεδα κυβέρνησης· (ii) μείωση μη δασμολογικών φραγμών (ΜΔΦ) και αύξηση της συμβατότητας των ρυθμιστικών καθεστώτων· και (iii) ανάπτυξη κοινών κανόνων για την αντιμετώπιση κοινών παγκόσμιων εμπορικών προκλήσεων και ευκαιριών·

6.

υποστηρίζει την άποψη ότι, δεδομένων των ήδη υφιστάμενων χαμηλών μέσων δασμών, το κλειδί για τη διεύρυνση των δυνατοτήτων των διατλαντικών σχέσεων έγκειται στην αντιμετώπιση των μη δασμολογικών φραγμών (ΜΔΦ), η οποία συνίστανται κατά κύριο λόγο σε τελωνειακές διαδικασίες, τεχνικά πρότυπα και κανονιστικούς περιορισμούς «πίσω από τα σύνορα»· υποστηρίζει τον στόχο που διατύπωσε η HLWG για σταδιακή μετάβαση σε μια ακόμη πιο ολοκληρωμένη διατλαντική αγορά·

7.

επικροτεί τη σύσταση για τη διερεύνηση νέων μέσων μείωσης περιττών εξόδων και διοικητικών καθυστερήσεων που προκύπτουν από τη ρύθμιση, επιτυγχάνοντας παράλληλα τα επίπεδα προστασίας όσον αφορά την υγεία, την ασφάλεια και το περιβάλλον τα οποία κάθε πλευρά θεωρεί κατάλληλα, ή διαφορετικά επιτυγχάνοντας παράλληλα νόμιμους ρυθμιστικούς στόχους·

Διαπραγματευτική εντολή

8.

επαναλαμβάνει την υποστήριξή του για μια βαθειά και σφαιρική εμπορική και επενδυτική συμφωνία με τις ΗΠΑ, η οποία θα στηρίξει τη δημιουργία υψηλής ποιότητας θέσεων απασχόλησης για ευρωπαίους εργαζόμενους, θα είναι προς άμεσο όφελος των ευρωπαίων καταναλωτών και θα ανοίγει νέες ευκαιρίες για τις εταιρείες της ΕΕ, και συγκεκριμένα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), να πωλούν τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους στις ΗΠΑ, θα εξασφαλίσει την πρόσβαση στις αγορές δημόσιων συμβάσεων στις ΗΠΑ και βελτιώσει τις ευκαιρίες για τις επενδύσεις της ΕΕ στις ΗΠΑ·

9.

καλεί το Συμβούλιο να δώσει συνέχεια στις συστάσεις που περιέχονται στην τελική έκθεση της HLWG και να εξουσιοδοτήσει την Επιτροπή να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για μια διατλαντική συμφωνία εμπορικής και επενδυτικής εταιρικής σχέσης (ΤΤΙΡ) με τις ΗΠΑ·

10.

τονίζει ότι η TTIP πρέπει να είναι φιλόδοξη και δεσμευτική σε όλα τα επίπεδα κυβέρνησης και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, συμπεριλαμβανομένων όλων των ρυθμιστικών φορέων και λοιπών αρμόδιων αρχών· τονίζει επίσης ότι η συμφωνία θα πρέπει να οδηγήσει σε ένα διαρκές άνοιγμα της αγοράς, με βάση την αμοιβαιότητα και την επιτόπια διευκόλυνση του εμπορίου, και θα πρέπει να δίδει ιδιαίτερη προσοχή στους διαρθρωτικούς τρόπους επίτευξης μεγαλύτερης διατλαντικής ρυθμιστικής σύγκλισης· θεωρεί ότι η συμφωνία δεν θα πρέπει να βλάψει την πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του οπτικοακουστικού τομέα και εκείνου των πολιτιστικών υπηρεσιών·

11.

θεωρεί ότι η Ένωση και τα κράτη μέλη πρέπει οπωσδήποτε να διαφυλάξουν τη δυνατότητα διατήρησης και ανάπτυξης των πολιτικών τους στον τομέα του πολιτισμού και της οπτικοακουστικής, στο πλαίσιο του νομοθετικού, κανονιστικού και συμβατικού κεκτημένου τους· ζητεί, ως εκ τούτου, να αναφέρεται ρητώς στη διαπραγματευτική εντολή η εξαίρεση των υπηρεσιών παροχής πολιτιστικού και οπτικοακουστικού περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτυακού περιεχομένου·

12.

τονίζει πως η πνευματική ιδιοκτησία είναι μια από τις κινητήριες δυνάμεις της καινοτομίας και της δημιουργίας και πυλώνας της βασισμένης στη γνώση οικονομίας, και ότι η συμφωνία πρέπει να προβλέπει μεγάλη προστασία σε επακριβώς και σαφώς καθορισμένους τομείς των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας (ΔΠΙ), συμπεριλαμβανομένων γεωγραφικών ενδείξεων, και πρέπει να είναι συνεπής προς τις υφιστάμενες διεθνείς συμφωνίες· πιστεύει ότι σε άλλους τομείς όπου υπάρχουν διαφορές σε σχέση με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας θα πρέπει να δοθεί λύση σύμφωνα με διεθνείς κανόνες προστασίας·

13.

φρονεί πως η συμφωνία πρέπει να εγγυάται τον πλήρη σεβασμό των προτύπων θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ· επαναλαμβάνει πως υποστηρίζει ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των προσωπικών δεδομένων προς όφελος των καταναλωτών και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού· φρονεί πως η συμφωνία πρέπει να λάβει υπόψη τις διατάξεις της γενικής συμφωνίας για τις συναλλαγές στο τομέα των υπηρεσιών (GATS) σχετικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων·

14.

υπενθυμίζει τη σημασία του τομέα των μεταφορών για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, και ιδίως στην αεροπορία, όπου οι αγορές ΕΕ και ΗΠΑ αντιστοιχούν στο 60 % της παγκόσμιας εναέριας κυκλοφορίας· τονίζει πως οι διαπραγματεύσεις πρέπει να πραγματευτούν ουσιαστικά τους σημερινούς περιορισμούς στις υπηρεσίες των θαλάσσιων και εναέριων μεταφορών που αποτελούν ιδιοκτησία ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ακόμα και σε σχέση με την ξένη ιδιοκτησία των αερογραμμών και την αμοιβαιότητα σχετικά με το καμποτάζ, καθώς και τον έλεγχο ασφαλείας των ναυτιλιακών φορτίων·

15.

υπογραμμίζει την αξία της αξιολόγησης βάσει κινδύνου και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δυο ενδιαφερομένων μερών σ’ ό, τι αφορά την εποπτεία της αγοράς και τον εντοπισμό των προϊόντων παραποίησης/απομίμησης·

16.

επικροτεί ιδίως τη σύσταση της HLWG να επιληφθούν η ΕΕ και οι ΗΠΑ των περιβαλλοντικών και εργασιακών πτυχών του εμπορίου και της βιώσιμης ανάπτυξης· φρονεί πως η εμπειρία από προηγούμενες εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ και τις μακροχρόνιες δεσμεύσεις μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ πρέπει να ληφθεί υπόψη προκειμένου να ενισχυθεί η ανάπτυξη και ενίσχυση των εργασιακών και περιβαλλοντικών νομοθεσιών και πολιτικών και να προαχθούν τα κύρια πρότυπα και σημεία αναφοράς που ορίζονται από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ILO), καθώς και αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας και βιώσιμη ανάπτυξη· ενθαρρύνει την εναρμόνιση των πρότυπων κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων (CSR)· αναγνωρίζει πως η επίτευξη κοινών πρότυπων είναι πιθανόν να παρουσιάσει τόσο τεχνολογικές όσο και πολιτικές προκλήσεις, και τονίζει πως ο κοινός στόχος πρέπει να είναι να εξασφαλισθεί πως δεν μειώνονται οι περιβαλλοντικές φιλοδοξίες·

17.

τονίζει πως ορισμένοι τομείς των διαπραγματεύσεων είναι ευαίσθητοι, όπως ο γεωργικός τομέας, όπου θέματα όπως οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί, η κλωνοποίηση και η υγεία των καταναλωτών παρουσιάζουν αποκλίσεις μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ· κρίνει ως ευκαιρία την ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα του εμπορίου γεωργικών προϊόντων και τονίζει τη σημασία ενός φιλόδοξου και ισορροπημένου αποτελέσματος στον τομέα αυτόν· τονίζει ότι η συμφωνία δεν πρέπει να θίγει τις βασικές αξίες από πλευράς αμφότερων των εμπορικών εταίρων, όπως η αρχή της προφύλαξης στην ΕΕ· ζητεί από τις ΗΠΑ να άρουν την απαγόρευση από τις εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων με βάση το βόειο κρέας, ως μέτρο για την οικοδόμηση κλίματος εμπιστοσύνης·

18.

τονίζει πως οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες πρέπει να περιληφθούν στις διαπραγματεύσεις TTIP και ζητεί στο πλαίσιο αυτό να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ισοδυναμία, στην αμοιβαία αναγνώριση, στη σύγκλιση και στην εξωεδαφικότητα, καθώς αυτά αποτελούν βασικά θέματα και για τις δυο πλευρές· υπογραμμίζει ότι η σύγκλιση με στόχο τη δημιουργία κοινού χρηματοπιστωτικού ρυθμιστικού πλαισίου μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ θα ήταν ωφέλιμη· τονίζει πως ενώ η πρόσβαση στην αγορά πρέπει να θεωρείται θετικό βήμα, οι διαδικασίες προληπτικής εποπτείας είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη σωστής σύγκλισης· τονίζει επίσης πως πρέπει να ελαχιστοποιηθεί ο αρνητικός αντίκτυπος της εξωεδαφικότητας και πως δεν επιτρέπεται η απομάκρυνση από μια συνεπή προσέγγιση για τη ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

19.

επαναβεβαιώνει την υποστήριξή του στην κατάργηση περιττών ρυθμιστικών φραγμών και ενθαρρύνει την Επιτροπή και την Κυβέρνηση των ΗΠΑ να περιλάβουν στη συμφωνία μηχανισμούς (συμπεριλαμβανομένης της έγκαιρης εκ των κάτω προς τα άνω ρυθμιστικής συνεργασίας) που θα έχουν ως στόχο την πρόληψη μελλοντικών φραγμών· φρονεί πως η καλύτερη ρύθμιση και μείωση του ρυθμιστικού και διοικητικού άχθους είναι θέματα που πρέπει να απασχολήσουν σε μεγάλο βαθμό στη διαπραγμάτευση της TTIP, και ότι μια μεγαλύτερη διατλαντική ρυθμιστική σύγκλιση θα οδηγήσει σε βαθύτερο εκσυγχρονισμό των κανονιστικών διατάξεων έτσι ώστε αυτές να είναι εύκολα κατανοητές και εφαρμόσιμες, ιδιαίτερα για τις ΜΜΕ·

20.

επαναλαμβάνει τη βεβαιότητά του ότι μια συνολική εμπορική και επενδυτική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ έχει τις δυνατότητες να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου όλοι βγαίνουν κερδισμένοι, επωφελούνται και οι δυο οικονομίες, και ότι μια βαθύτερη ολοκλήρωση θα πολλαπλασίαζε σημαντικά τα κέρδη και για τις δύο οικονομίες· είναι πεπεισμένο πως η ευθυγράμμιση των ρυθμιστικών τεχνολογικών πρότυπων της ΕΕ και των ΗΠΑ όπου αυτό είναι δυνατόν θα τους επέτρεπε να συνεχίσουν να ορίζουν αυτές τα πρότυπα ανά τον κόσμο και θα κατ' επέκταση τα διεθνή πρότυπα· είναι πεπεισμένο ότι τα οφέλη της εν λόγω συμφωνίας για το παγκόσμιο εμπόριο και τον καθορισμό προτύπων πρέπει να εξετασθούν και να διατυπωθούν με ιδιαίτερη προσοχή·

21.

υπενθυμίζει πως χρειάζεται προορατική προσέγγιση και συνεχής και διαφανής δέσμευση εκ μέρους της Επιτροπής μαζί με μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματιών και των εκπροσώπων του περιβάλλοντος, της γεωργίας, των καταναλωτών και των εργαζομένων, μέσα από διαδικασία διαπραγμάτευσης, προκειμένου να εξασφαλισθούν συζητήσεις επί αντικειμενικών δεδομένων, να οικοδομηθεί κλίμα εμπιστοσύνης στις διαπραγματεύσεις, να ληφθούν ανάλογα στοιχεία από διάφορες πλευρές, και να αναπτυχθεί η στήριξη του κοινού με το να ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες των ενδιαφερομένων μερών· ενθαρρύνει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να συμμετάσχουν ενεργά στις διαπραγματεύσεις αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες και παρέχοντας συναφή στοιχεία·

22.

προειδοποιεί ότι η ποιότητα θα πρέπει να επικρατήσει καθ’ όλο το χρονικό διάστημα και ευελπιστεί ότι οι διαπραγματεύσεις δεν θα καταλήξουν εσπευσμένα σε μια εμπορική συμφωνία που δεν θα παρέχει απτά και ουσιαστικά οφέλη στους επιχειρηματίες μας, στους εργαζομένους μας και στους πολίτες μας·

Ο ρόλος του Κοινοβουλίου

23.

αναμένει με χαρά να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, να τις παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς και να συμβάλει στην επιτυχή έκβασή τους· υπενθυμίζει στην Επιτροπή την υποχρέωσή της να τηρεί το Κοινοβούλιο άμεσα και πλήρως ενήμερο σε όλα τα στάδια των διαπραγματεύσεων (πριν και μετά τους γύρους διαπραγματεύσεων)· δεσμεύεται να επιληφθεί των νομοθετικών και ρυθμιστικών ζητημάτων τα οποία ενδεχομένως προκύψουν στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων και της μελλοντικής συμφωνίας· επαναλαμβάνει τη βασική του αρμοδιότητα εκπροσώπησης των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανυπομονεί να διευκολύνει τις χωρίς αποκλεισμούς και ανοικτές συζητήσεις κατά τη διάρκεια της διαπραγματευτικής διαδικασίας· δεσμεύεται να αναλάβει να συνεργαστεί προληπτικά με τους ομολόγους στις ΗΠΑ κατά την εισαγωγή νέων ρυθμίσεων·

24.

δεσμεύεται να συνεργασθεί στενά με το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Κογκρέσο των ΗΠΑ, την Κυβέρνηση των ΗΠΑ και τα ενδιαφερόμενα μέρη ώστε να αξιοποιηθεί το πλήρες οικονομικό δυναμικό της διατλαντικής οικονομικής σχέσης και να ενισχυθεί η ηγετική θέση της ΕΕ και των ΗΠΑ στην ελευθέρωση και στη ρύθμιση του εμπορίου και των ξένων επενδύσεων· δεσμεύεται να ενθαρρύνει μια βαθύτερη διμερή συνεργασία ΕΕ-ΗΠΑ για τη διεκδίκηση της ηγετικής τους θέσης στο διεθνές εμπόριο και στις διεθνείς επενδύσεις·

25.

υπενθυμίζει ότι το Κοινοβούλιο θα κληθεί να δώσει την έγκρισή του στη μελλοντική συμφωνία ΤΤΙΡ, όπως ορίζεται από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνεπώς οι θέσεις του θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη σε όλα τα στάδια·

26.

υπενθυμίζει ότι το Κοινοβούλιο θα επιδιώξει να παρακολουθήσει την εφαρμογή της μελλοντικής συμφωνίας·

o

o ο

27.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και στην Κυβέρνηση και στο Κογκρέσο των ΗΠΑ.


(1)  http://trade.ec.europa.eu/doclib/docs/2013/february/tradoc_150519.pdf

(2)  http://europa.eu/rapid/press-release_MEMO-13-94_en.htm

(3)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/en/ec/135324.pdf

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0388.

(5)  http://trade.ec.europa.eu/doclib/docs/2013/march/tradoc_150737.pdf.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/112


P7_TA(2013)0228

Συμμετοχή της Μιανμάρ/Βιρμανίας στις γενικευμένες δασμολογικές προτιμήσεις

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αποκατάσταση της πρόσβασης της Mιανμάρ/Βιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (2012/2929(RSP))

(2016/C 055/17)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για τη Μιανμάρ/Bιρμανία, ειδικότερα εκείνα της 20ής Απριλίου 2012 (1) και της 22ας Νοεμβρίου 2012 (2), καθώς και εκείνο της 13ης Σεπτεμβρίου 2012 σχετικά με τον διωγμό των μουσουλμάνων Rohingya στη Μιανμάρ/Bιρμανία (3),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ της 23ης Απριλίου 2012 σχετικά με την Μιανμάρ/Bιρμανία,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της Ύπατης Εκπροσώπου της ΕΕ Catherine Ashton και του Επιτρόπου Εμπορίου Karel De Gucht της 15ης Ιουνίου 2012, με την οποία ζητούν την αποκατάσταση των δασμολογικών προτιμήσεων για τη Μιανμάρ/Bιρμανία, καθώς και τη δήλωση του εκπροσώπου της Ύπατης Εκπροσώπου της ΕΕ της 6ης Φεβρουαρίου 2013, με την οποία ανακοινώνει την ενδεχόμενη σύσταση επιχειρησιακής ομάδας Μιανμάρ-ΕΕ με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/97 του Συμβουλίου που αναστέλλει προσωρινά την πρόσβαση της Μιανμάρ/Bιρμανία στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (COM(2012)0524),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 732/2008 του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2008 (4) για την εφαρμογή συστήματος γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων,

έχοντας υπόψη το «ψήφισμα για τα μέτρα τα σχετικά με το θέμα της Μιανμάρ, που εγκρίθηκαν δυνάμει του άρθρου 33 του καταστατικού της ΔΟΕ», που ενέκρινε η Διεθνής Συνδιάσκεψη Εργασίας στις 13 Ιουνίου 2012,

λαμβάνοντας υπόψη την Κοινή Στρατηγική Μιανμάρ/Βιρμανίας-ΔΟΕ για την εξάλειψη της καταναγκαστικής εργασίας έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, όπως ακριβώς την ενέκριναν οι αρχές της Μιανμάρ/Βιρμανίας στις 5 Ιουλίου 2012,

έχοντας υπόψη το έγγραφο της κυβέρνησης των ΗΠΑ της 11ης Ιουλίου 2012 με τίτλο «απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων της κυβέρνησης των ΗΠΑ σχετικά με υπεύθυνες επενδύσεις στη Βιρμανία» (5),

έχοντας υπόψη την έκθεση του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μιανμάρ/Bιρμανία στις 6 Μαρτίου 2013,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) για τις θεμελιώδεις αρχές και τα δικαιώματα στην εργασία που ψηφίστηκε το 1998 και τις συμφωνίες της για τα βασικά πρότυπα εργασίας όσον αφορά: την κατάργηση της καταναγκαστικής εργασίας (αριθ. 29 (1930) και 105 (1957))· την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης (αριθ. 87 (1948) και 98 (1949))· την κατάργηση της παιδικής εργασίας (αριθ. 138 (1973) και 182 (1999))· και τη μη εφαρμογή διακρίσεων στην απασχόληση (αριθ. 100 (1951) και 111 (1958)),

λαμβάνοντας υπόψη το σχέδιο δράσης για την πρόληψη της στρατολόγησης και χρησιμοποίησης παιδιών από τις ένοπλες δυνάμεις της Μιανμάρ/Βιρμανίας, το οποίο υπεγράφη από την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Βιρμανίας και τα Ηνωμένα Έθνη στις 27 Ιουνίου 2012,

λαμβάνοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (CRC) και ιδίως το άρθρο 38,

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες αρχές του ΟΗΕ για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα (6) και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της 8ης Δεκεμβρίου 2009 (7),

έχοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι οποίες επικαιροποιήθηκαν τον Μάιο 2011,

έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία για την υποβολή εκθέσεων απολογισμού σε παγκόσμιο επίπεδο (Global Reporting Initiative), και τις κατευθυντήριες γραμμές της για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τη βιωσιμότητα (Sustainability Reporting Guidelines) (8),

έχοντας υπόψη τις αρχές του ΟΗΕ για υπεύθυνες επενδύσεις (UNPRI),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο Δέσμη «Υπεύθυνες Επιχειρήσεις» (COM(2011)0685),

έχοντας υπόψη τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 2004/109/ΕΚ («οδηγία περί διαφάνειας») (COM(2011)0683) και την πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και τις συναφείς εκθέσεις ορισμένου τύπου επιχειρήσεων (COM(2011)0684), η οποία τροποποιεί την οδηγία 2003/51/ΕΚ («οδηγία περί λογοδοσίας»),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 25ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες (9),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 6ης Φεβρουαρίου 2013 σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη: προώθηση των συμφερόντων της κοινωνίας και οδηγός προς μια βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη (10), καθώς και για την εταιρική κοινωνική ευθύνη: υποκείμενη σε λογοδοσία, διαφανής και υπεύθυνη επιχειρηματική συμπεριφορά και βιώσιμη ανάπτυξη (11),

έχοντας υπόψη την πρώτη διακοινοβουλευτική συνεδρίαση Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου — Μιανμάρ, που διεξήχθη από 26 Φεβρουαρίου έως 2 Μαρτίου 2012, και την σχετική έκθεση (12),

έχοντας υπόψη το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού του,

Α.

έχοντας υπόψη ότι η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μιανμάρ/Bιρμανία παραμένει ευπαθής παρά τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση του Προέδρου Θέιν Σέιν·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Μιανμάρ/Bιρμανία ευρίσκεται γεωγραφικά σε μια περιοχή μεγάλου στρατηγικού και γεωπολιτικού ενδιαφέροντος για την ΕΕ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, την Ινδία και την Αυστραλία ειδικότερα·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτές οι συνεχιζόμενες αλλαγές δημιουργούν σημαντικές δυνατότητες για να αναπτυχθούν βελτιωμένες σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Μιανμάρ/Bιρμανίας, διότι συμβάλλουν στη διεργασίας μεταρρύθμισης και στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ανάπτυξη·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει προτείνει την αποκατάσταση της πρόσβασης της Μιανμάρ/Bιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων δεδομένου ότι η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας κρίνει ότι οι παραβιάσεις της Σύμβασης της ΔΟΕ για την καταναγκαστική εργασία δεν θεωρούνται πλέον σοβαρές και συστηματικές·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΔΟΕ, υπάρχουν ακόμα περίπου 5 000 παιδιά στρατιώτες στη Μιανμάρ/Bιρμανίας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι χρειάζεται προσοχή, δεδομένου ότι σύμφωνα με την έκθεση του ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ σχετικά με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μιανμάρ/Βιρμανία παραμένουν σοβαρές ανησυχίες στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις αυθαίρετες κρατήσεις, τις εκτοπίσεις πληθυσμού, την κατάσχεση γαιών, την χρήση ανήλικων στρατιωτών, τις επιθετικές δράσεις που στρέφονται κατά εθνοτικών μειονοτήτων και το ασθενές δικαστικό σύστημα·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο παρελθόν πολλοί τομείς οικονομικής δραστηριότητας στη Μιανμάρ/Bιρμανία, όπως είναι τα ορυχεία, η ξυλεία, το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και η κατασκευή φραγμάτων, έχουν συνδεθεί άμεσα με σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταστροφή του περιβάλλοντος και ταυτόχρονα αποτέλεσαν τη βασική πηγή εσόδων της στρατιωτικής κυβέρνησης·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε ευπαθή κράτη και ζώνες ασθενούς διακυβέρνησης, όπως είναι η Μιανμάρ/Bιρμανία, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο να προκαλέσουν ή να συμβάλουν σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων· λαμβάνοντας υπόψη ότι ως εκ τούτου χρειάζεται να ληφθούν ειδικά μέτρα προς αποφυγή αυτού του κινδύνου, όπως αναγνωρίζεται στις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων της κυβέρνησης των ΗΠΑ σχετικά με υπεύθυνες επενδύσεις στη Μιανμάρ/Bιρμανία·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες, οι θυγατρικές τους επιχειρήσεις και οι υπεργολάβοι τους μπορούν να διαδραματίσουν ρόλο κλειδί στην προώθηση και διάδοση κοινωνικών και εργασιακών προτύπων ανά τον κόσμο·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από κάθε επιχείρηση που δραστηριοποιείται στη Μιανμάρ/Bιρμανία πρέπει να απαιτείται να τηρεί τις υποχρεώσεις της όσον αφορά το σεβασμό των διεθνών προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ως εκ τούτου:

α)

να συμμορφώνεται προς τις εθνικές και διεθνείς νομικές υποχρεώσεις στους τομείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των κοινωνικών και εργασιακών προτύπων και των περιβαλλοντικών κανόνων,

β)

να επιδεικνύει πραγματική δέσμευση όσον αφορά τα δικαιώματα, την προστασία και την ευημερία των εργαζομένων τους και των πολιτών γενικά,

γ)

να στηρίζει την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και τα δικαιώματα συλλογικής διαπραγμάτευσης,

δ)

να μην προβαίνει σε αρπαγή εκτάσεων και αναγκαστική εκτόπιση τοπικών πληθυσμών·

ε)

να αντιμετωπίζει οιεσδήποτε παραβιάσεις ταχύτατα και αποτελεσματικά·

1.

αναγνωρίζει τα σημαντικά μέτρα που έχει λάβει ο Πρόεδρος Θέιν Σέιν και άλλοι μεταρρυθμιστές στη Μιανμάρ/Bιρμανία θεσπίζοντας δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στη διάρκεια του παρελθόντος έτους, μεταρρυθμίσεις που έχουν οδηγήσει την Επιτροπή να προτείνει την αποκατάσταση της πρόσβασης της Μιανμάρ/Bιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (ΣΓΠ)· τους ενθαρρύνει να συνεχίσουν αυτή τη διεργασία με αμείωτο ρυθμό, ώστε ο πλήρης εκδημοκρατισμός, η παγίωση της ισχύος δικαίου και του σεβασμού όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών να καταστούν μόνιμα και αμετάκλητα στοιχεία·

2.

ζητεί να συνεχισθούν οι ειρηνευτικές συνομιλίες με εθνοτικές ομάδες, ειδικότερα τους Κατσίν, και παροτρύνει τις αρχές της Μιανμάρ/Βιρμανίας να ορίσουν σχέδιο δράσης για να θέσουν τέρμα στην καταστολή που ασκείται εις βάρος των Ροΐγκια και άλλων καταπιεσμένων μειονοτήτων, μεταξύ άλλων με τη χορήγηση δικαιωμάτων ιθαγένειας, την αντιμετώπιση βαθιά ριζωμένων προκαταλήψεων και συμπεριφορών που συνιστούν διακρίσεις βάσει της εθνότητας και της θρησκείας και την ανάπτυξη πολιτικής ενσωμάτωσης και μακρόπνοης συμφιλίωσης για τις κοινότητες που έχουν εκτοπισθεί·

3.

καλεί την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να ασπαστεί τις αρχές της χρηστής διακυβέρνησης και να προβεί χωρίς χρονοτριβή στην άνευ όρων ελευθέρωση όλων των εναπομεινάντων πολιτικών κρατουμένων· καλεί περαιτέρω την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να εξασφαλίσει τον σεβασμό της ελευθερίας της γνώμης, της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι και να συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με οργανώσεις όπως η ΔΟΕ για να εξαλειφθεί η καταναγκαστική εργασία και να διασφαλίσει ότι η εφαρμογή των νόμων περί συνδικαλιστικών οργανώσεων και ειρηνικών διαδηλώσεων και συγκεντρώσεων θα είναι συνεπής προς τα διεθνή πρότυπα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

4.

παροτρύνει την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Βιρμανίας να επικυρώσει τη Σύμβαση κατά των Βασανισμών και άλλης Σκληρής, Απάνθρωπης και Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας και το Προαιρετικό Πρωτόκολλό της, να επιτρέψει στη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και σε εθνικές ομάδες παρακολούθησης πλήρη πρόσβαση στις φυλακές και να λάβει άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα που να εμποδίζουν τους βασανισμούς και την κακομεταχείριση·

5.

παροτρύνει την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Βιρμανίας να επιταχύνει τις προσπάθειες για επανεξέταση και αναμόρφωση της νομοθεσίας και των νομικών διατάξεων που παραβιάζουν διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ορίζοντας σαφείς ημερομηνίες στόχους για την ολοκλήρωση εκάστης επανεξέτασης· σημειώνει ότι στις εν λόγω αναμορφώσεις πρέπει να περιλαμβάνονται η απρόσκοπτη συμμετοχή ομάδων της κοινωνίας των πολιτών και η παροχή συνδρομής σε διεθνείς φορείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως είναι η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα· καλεί την κυβέρνηση να εξασφαλίσει στην πράξη την εφαρμογή νέων και αναθεωρημένων νόμων, μεταξύ άλλων χάρις στην παροχή κατάρτισης και την αύξηση της λειτουργικής ικανότητας των θεσμών υλοποίησης, των μελών του νομικού επαγγέλματος, των υπαλλήλων των αρχών επιβολής του νόμου και των δικαστικών λειτουργών·

6.

εκφράζει τη λύπη του, διότι παρά τις πλείονες υποσχέσεις από τον Πρόεδρο Θέιν Σέιν για την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δεν έχει ακόμη καταστεί δυνατό να έχει μόνιμη παρουσία στη χώρα

7.

υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι να εξετασθούν κατά τρόπο ανεξάρτητο όλοι οι ισχυρισμοί παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και να δοθεί στα Ηνωμένα Έθνη και σε άλλους εργαζόμενους σε οργανώσεις παροχής βοηθείας και ανθρωπιστικές οργανώσεις δυνατότητα πρόσβασης σε όλους όσους χρειάζονται ανθρωπιστική συνδρομή τόσο στις περιοχές υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης όσο και σε εκείνες που δεν ευρίσκονται υπό τον έλεγχό της·

8.

καλεί την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Βιρμανίας να εφαρμόσει πλήρως το κοινό σχέδιο δράσης της με τη ΔΟΕ για την εξάλειψη της καταναγκαστικής εργασίας έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015 και να συνεχίσει να συνεργάζεται στενά με οργανώσεις όπως η ΔΟΕ, προκειμένου να εξαλειφθεί η εν λόγω πρακτική και να διασφαλίσει ότι η εφαρμογή των νόμων σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και ειρηνικές διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις θα είναι σύμφωνη με τα διεθνή πρότυπα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

9.

σημειώνει την υλοποίηση του νόμου για τις ξένες επενδύσεις του Νοεμβρίου 2012, βάσει του οποίου θα επιτηρείται μια άνευ προηγουμένου ελευθέρωση της οικονομίας· τονίζει τη σημασία που έχει η επικύρωση του μνημονίου συνεννόησης με τη ΔΟΕ, που υπέγραψε ο Υπουργός Εργασίας της Μιανμάρ/Βιρμανίας με στόχο την κατάργηση της καταναγκαστικής εργασίας έως το 2015 καθώς και η υλοποίηση του σχεδίου για έγκριση νομοθεσίας για την καταπολέμηση της διαφθοράς και την επιβολή φόρων·

10.

αναγνωρίζει ότι λόγω της μακράς περιόδου στρατιωτικής διακυβέρνησης που διαπότισε και διάρθρωσε όλα τα στρώματα της βιρμανικής κοινωνίας και παρά τις σημαντικές πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στον εκδημοκρατισμό οι αλλαγές έρχονται με βραδύ ρυθμό και χρειάζονται διεθνή βοήθεια και στήριξη·

11.

εκφράζει τη βαθειά του ανησυχία για τις εκθέσεις σύμφωνα με τις οποίες η εξαναγκαστική στρατολόγηση παιδιών στις ένοπλες δυνάμεις της Μιανμάρ/Βιρμανίας (Tatmadaw Kyi) και στα σώματα συνοριοφυλάκων δεν έχει σταματήσει και καλεί ως εκ τούτου την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να προβεί τάχιστα στην εφαρμογή όλων των πτυχών του σχεδίου δράσης για τους ανήλικους στρατιώτες, το οποίο έχει υπογράψει με τα Ενωμένα Έθνη, και να φροντίσει ώστε η προστασία των παιδιών να καταστεί υψηλή προτεραιότητα του θεματολογίου των μεταρρυθμίσεων·

12.

καλεί την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να εξασφαλίζει την προστασία των αγροτών και κοινοτήτων από την κατάσχεση γαιών και τις αναγκαστικές εξώσεις, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα· σημειώνει με ανησυχία ότι το σύνταγμα, ο νόμος για τις γεωργικές εκτάσεις και ο νόμος για τη διαχείριση παρθένου εδάφους επιτρέπουν στην κυβέρνηση να προβαίνει σε κατάσχεση γης για οιοδήποτε έργο για το οποίο ισχυρίζεται ότι είναι «εθνικού συμφέροντος» και της επιτρέπουν να χρησιμοποιεί όλες τις «ελεύθερες» εκτάσεις, μερικές από τις οποίες είναι κατειλημμένες και παρέχουν σε κοινότητες τα προς το ζην· σημειώνει επίσης ότι καλά δικτυωμένοι επιχειρηματίες προσφεύγουν σε ένδικα μέσα με σκοπό να καταχωρισθούν εκτάσεις αυτού του είδους στο κτηματολόγιο στο όνομά τους·

13.

τονίζει πόσο σημαντικό είναι το να αρχίσει το βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα της Επιτροπής για την παροχή σχετιζόμενης με το εμπόριο βοήθειας το 2013· καλεί την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να ενισχύσει τους εμπορικούς οργανισμούς και τις εμπορικές πολιτικές της δεδομένων των θετικών τους επιπτώσεων στην οικονομία της χώρας και να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να μεγιστοποιήσει το όφελος από την σχετιζόμενη με το εμπόριο βοήθεια της ΕΕ και από την αποκατάσταση των προτιμήσεων του τύπου «Όλα εκτός από όπλα»·

14.

ζητεί να αυξηθεί η διμερής αναπτυξιακή βοήθεια από την ΕΕ προς τη Μιανμάρ/Bιρμανία δυνάμει του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2014-2020 και ζητεί από την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να προωθήσει και να υποστηρίξει δράσεις στους κύριους τομείς που καλύπτονται από το Ευρωπαϊκό Μέσο για τη Δημοκρατία και τα Δικαιώματα του Ανθρώπου: εδραίωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· σημειώνει επ’ αυτού το έργο που επιτελεί το χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ Κέντρο Ειρήνης της Μιανμάρ αναμένει από την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να δεχθεί και να διευκολύνει το άνοιγμα περιφερειακού γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα με πλήρη εντολή, καθόσον η χώρα χρειάζεται όχι μόνον τεχνική βοήθεια αλλά επίσης μηχανισμό για στενή παρακολούθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

15.

σημειώνει την απόφαση του Συνδέσμου Κρατών Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN) να δεχθεί την υποψηφιότητα της Μιανμάρ/Bιρμανίας να αναλάβει την προεδρία της οργάνωσης το 2014 ως δείγμα ανανεωμένης εμπιστοσύνης στη συγκεκριμένη χώρα·

16.

τονίζει την ανάγκη για την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας να ενισχύσει τους εμπορικούς οργανισμούς και τις εμπορικές πολιτικές της, να καταρτίσει σχέδιο για την ενίσχυση των νόμων σχετικά με την καταπολέμηση της διαφθοράς και την φορολόγηση και να θεσπίσει πλαίσιο για τις εταιρείες σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα περί εταιρικής κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης·

17.

επικροτεί τη δέσμευση της κυβέρνησης της Μιανμάρ/Bιρμανίας να συμμετάσχει στην Πρωτοβουλία για τη Διαφάνεια των Εξορυκτικών Βιομηχανιών, βάσει της οποίας θα απαιτείται από την κυβέρνηση να αποκαλύπτει τα έσοδα που λαμβάνει από εξορυκτικές βιομηχανίες και οικονομικές δραστηριότητες· καλεί πέραν τούτου την κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανία να ενεργήσει το ταχύτερο δυνατό προς πλήρη συμμόρφωση προς την Πρωτοβουλία για τη Διαφάνεια των Εξορυκτικών Βιομηχανιών ανταποκρινόμενη στις συναφείς απαιτήσεις εξασφαλίζοντας παράλληλα πλήρη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην εν λόγω διεργασία·

18.

αντιλαμβάνεται ότι οι βιώσιμες και υπεύθυνες εμπορικές συναλλαγές και επενδύσεις — μεταξύ άλλων και με την Ένωση — μπορούν να στηρίξουν τις προσπάθειες της Μιανμάρ/Bιρμανία να καταπολεμήσει την φτώχεια και να εξασφαλίσει ότι από τα μέτρα αυτά αντλούν οφέλη ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού· επισημαίνει, ωστόσο, ότι ο στόχος αυτός πρέπει να επιτευχθεί προωθώντας την υλοποίηση των υψίστων προδιαγραφών ακεραιότητας και εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, όπως καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, στις κατευθυντήριες αρχές του ΟΗΕ για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα και στην στρατηγική της ΕΕ 2011-2014 σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη (COM(2011)0681)·

19.

θεωρεί ότι η πρακτική της γνωστοποίησης προς τους επενδυτές και τους καταναλωτές αποτελεί κινητήρια δύναμη της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και πρέπει να βασίζεται σε κοινωνικές και περιβαλλοντικές αρχές που είναι αμέσου εφαρμογής και μετρήσιμες· τονίζει τη σημασία της πτυχής αυτής για να επιτυγχάνεται η μακροπρόθεσμη αξία των ευρωπαϊκών επενδύσεων· ζητεί να βασίζεται σταθερά η εν λόγω γνωστοποίηση στις Αρχές του ΟΗΕ για τις Υπεύθυνες Επενδύσεις και στην αρχή των ενοποιημένων απολογισμών (IR)·

20.

επισημαίνει την πρόοδο στις τρέχουσες μεταρρυθμίσεις της οδηγίας περί διαφάνειας και της οδηγίας περί λογοδοσίας αντιστοίχως όσον αφορά την αντιμετώπιση του θέματος της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης με παράλληλη αναζήτηση ισορροπίας μεταξύ αφενός της θεμιτής απαίτησης για διαφάνεια και ευθύνη και αφετέρου της υποχρέωσης των εταιριών να δημοσιοποιούν στοιχεία· υποστηρίζει ένθερμα τη νομοθετική πρόταση για την υποβολή εκθέσεων ανά χώρα με βάση τα πρότυπα της Πρωτοβουλίας για τη Διαφάνεια των Εξορυκτικών Βιομηχανιών (EITI), εκθέσεων για τις πωλήσεις και τα κέρδη καθώς και τους φόρους και τα έσοδα, με σκοπό την αποθάρρυνση της διαφθοράς και την πρόληψη της φοροαποφυγής· τονίζει ότι η υποβολή εκθέσεων ανά χώρα πρέπει να καλύπτει τομείς οι οποίοι στη Μιανμάρ/Bιρμανία έχουν συνδεθεί άμεσα με σοβαρές και συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταστροφή του περιβάλλοντος, όπως είναι οι τομείς των ορυχείων, της ξυλείας, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου·

21.

καλεί τις μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που αναπτύσσουν δραστηριότητες στη Μιανμάρ/Βιρμανία να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τις πολιτικές και διαδικασίες δέουσας επιμέλειας και την εφαρμογή τους εις ό, τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα των εργαζομένων και το περιβάλλον·

22.

ζητεί από την Επιτροπή να παρακολουθεί τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ως προς την τήρηση των διεθνώς αναγνωρισμένων αρχών και κατευθυντηρίων γραμμών της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, σύμφωνα με την Ανακοίνωση σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ για την εταιρική κοινωνική ευθύνη καθώς και οιεσδήποτε σε εθελοντική βάση απαιτήσεις που μπορεί να εγκριθούν μονομερώς από επιχειρήσεις από την ΕΕ και να ορίσει καθοδήγηση στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τους κλάδους του πετρελαίου και του φυσικού αερίου·

23.

καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις στη Μιανμάρ/Bιρμανία όσον αφορά την καταναγκαστική εργασία και οιεσδήποτε άλλες σοβαρές και συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και να αντιδρά στις εν λόγω εξελίξεις σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες και μηχανισμούς, μεταξύ άλλων, εν ανάγκη, και με την υποβολή νέων προτάσεων για την απόσυρση των εμπορικών προτιμήσεων·

24.

αναμένει πως η ΕΥΕΔ θα ζητήσει τη γνώμη του Κοινοβουλίου και θα το ενημερώσει ως προς τη διαδικασία καθιέρωσης διαλόγου για τα ανθρώπινα δικαιώματα με τη Μιανμάρ/Βιρμανία·

25.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, τα κοινοβούλια και τις κυβερνήσεις των κρατών μελών καθώς και στο κοινοβούλιο και στην κυβέρνηση της Μιανμάρ/Bιρμανίας.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0142.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0464.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0355.

(4)  ΕΕ L 211 της 6.8.2008, σ. 1.

(5)  http://www.humanrights.gov/wp-content/uploads/2012/07/Burma-Responsible-Investment-Reporting-Reqs.pdf

(6)  «Κατευθυντήριες Γραμμές για τις Επιχειρήσεις και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα:Υλοποίηση του Πλαισίου 'Προστασία, Σεβασμός και Επανόρθωση' των Ηνωμένων» της 16ης Ιουνίου 2011, που έχει προσυπογράψει το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών http://www.business-humanrights.org/media/documents/ruggie/ruggie-guiding-principles-21-mar-2011.pdf

(7)  http://www.business-humanrights.org/SpecialRepPortal/Home/Protect Respect-Remedy-Framework και http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/EN/foraff/111819.pdf

(8)  Έκδοση 3.1, Μάρτιος 2011:https://www.globalreporting.org/resourcelibrary/G3.1-Sustainability-Reporting-Guidelines.pdf

(9)  ΕΕ C 99 E της 3.4.2012, σ. 101.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0050.

(11)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0049.

(12)  http://www.europarl.europa.eu/meetdocs/2009_2014/documents/dase/cr/897/897838/897838en.pdf


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/117


P7_TA(2013)0229

Μια μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με μια μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις (2013/2549(RSP))

(2016/C 055/18)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 192, το άρθρο 265 παράγραφος 5, και το άρθρο 174 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

έχοντας υπόψη τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας (COM(2009)0248),

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Άλπεων, της 7ης Νοεμβρίου 1991,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 8ης Δεκεμβρίου 2010, με τίτλο «Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περιοχή του Δούναβη» (COM(2010)0715) και το ενδεικτικό σχέδιο δράσης που συνοδεύει τη στρατηγική (SEC(2009)0712),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα του, που ενέκρινε στις 17 Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με την εφαρμογή της στρατηγικής της ΕΕ για την περιοχή του Δούναβη (1),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 2011, στα οποία το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλούσε τα κράτη μέλη «να συνεχίσουν το έργο τους, σε συνεργασία με την Επιτροπή, για πιθανές μελλοντικές μακροπεριφερειακές στρατηγικές»,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2011, για τη θέσπιση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την υποστήριξη του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (COM(2011)0611),

έχοντας υπόψη το άρθρο 115 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μακροπεριφερειακές στρατηγικές αποσκοπούν στην καλύτερη αξιοποίηση των υφιστάμενων πόρων προκειμένου να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα εδαφικής ανάπτυξης, στην εξεύρεση κοινών απαντήσεων σε κοινές προκλήσεις, καθώς και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των διάφορων υποστηριζόμενων από την ΕΕ πολιτικών και των εταιρικών σχέσεων ανάμεσα σε δημόσιες διοικήσεις, τοπικές και περιφερειακές αρχές, καθώς και άλλους οργανισμούς και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή προτείνει να ενισχυθεί το διακρατικό σκέλος της πολιτικής για την εδαφική συνεργασία, και οι πρωτοβουλίες για ενδεχόμενες νέες μακροπεριφερειακές στρατηγικές να αναλαμβάνονται σε εθελοντική βάση, βασιζόμενες ωστόσο στην προηγούμενη πείρα και τις βέλτιστες πρακτικές·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εδάφη που απαρτίζουν την περιοχή των Άλπεων έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, όπως τη γεωγραφική ιδιαιτερότητα των πολύ υψηλών ορεινών περιοχών και τις στενές επαφές με τις μεγαλύτερες πόλεις του περιαλπικού τόξου·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις, που θα πρέπει να είναι συγκρίσιμη με τις στρατηγικές που έχει εγκρίνει η ΕΕ για τις περιοχές της Βαλτικής Θάλασσας και του Δούναβη, θα αποτελέσει μια ευκαιρία για να αποκτήσουν οι Άλπεις μια νέα διάσταση και μεγαλύτερη σημασία στο πλαίσιο της ΕΕ, δεδομένου ότι θα έχουν καλύτερη πρόσβαση στη χρηματοδότηση·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η περιοχή των Άλπεων ανήκει σε διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ και σε χώρες εκτός της ΕΕ, και ότι συνιστά μια διασυνδεδεμένη μακροπεριφέρεια που χαρακτηρίζεται από ανομοιογενείς οικονομικές ικανότητες και αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με περιβαλλοντικά ζητήματα, τις δημογραφικές αλλαγές, τις υποδομές των μεταφορών, τον τουρισμό και ζητήματα σχετικά με την ενέργεια, καθώς και ότι ο συντονισμός των εσωτερικών και εξωτερικών πολιτικών όλων των ενδιαφερόμενων φορέων θα μπορούσε να φέρει καλύτερα αποτελέσματα και να προσδώσει προστιθέμενη αξία·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Άλπεις είναι μια περιοχή ευρωπαϊκού και διεθνούς ενδιαφέροντος, με εύθραυστα οικοσυστήματα και μεγάλο αριθμό παγετώνων που επηρεάζονται σημαντικά από την κλιματική αλλαγή, καθώς και με μεγάλο αριθμό προστατευόμενων φυσικών περιοχών και διάφορα προστατευόμενα είδη ενδημικής χλωρίδας και πανίδας·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική συνοχής στοχεύει στην οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή σε ολόκληρη την ΕΕ·

1.

θεωρεί ότι η ανάπτυξη στρατηγικών μεγάλης κλίμακας, όπως οι μακροπεριφερειακές στρατηγικές, θα πρέπει να συμβάλει στην ενίσχυση του ρόλου του τοπικού και περιφερειακού επιπέδου διακυβέρνησης όσον αφορά την υλοποίηση της ενωσιακής πολιτικής, και πιστεύει ότι η αρχή της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης θα πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο του σχεδιασμού και της υλοποίησης της στρατηγικής για τις Άλπεις·

2.

υπενθυμίζει τα διδάγματα που έχουν αντληθεί από τη στρατηγική για τη Βαλτική Θάλασσα και τη στρατηγική για τον Δούναβη όσον αφορά τη διαφάνεια στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και τη διάθεση ενωσιακών κονδυλίων· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει, χωρίς καθυστέρηση, ειδικό σχέδιο δράσης για την εν λόγω περιοχή προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα των ορεινών περιοχών και να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική και εδαφική συνοχή της περιοχής,

3.

υπογραμμίζει τον θετικό ρόλο που διαδραματίζουν νομοθετικά μέσα της ΕΕ όπως οι ευρωπαϊκοί όμιλοι εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) όσον αφορά τις μακροπεριφέρειες, δεδομένου ότι παρέχουν διαρθρωτική στήριξη για συγκεκριμένες πτυχές συνεργασίας, για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, καθώς και για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση στρατηγικών εδαφικής ανάπτυξης που καθιστούν δυνατή τη συνεργασία των αρχών διαφόρων επιπέδων·

4.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τις τρέχουσες εξελίξεις καθώς και για την ισχυρή προσέγγιση από τη βάση προς την κορυφή, που έχουν υιοθετήσει οι περιφέρειες της περιοχής των Άλπεων, οι οποίες έχουν επανειλημμένα εκφράσει την επιθυμία τους για δημιουργία μιας στρατηγικής των Άλπεων που να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ολόκληρο το τόξο των Άλπεων, να αξιοποιεί το σημαντικό δυναμικό του με μεγαλύτερη συνέπεια, και να ανταποκρίνεται στην ανάγκη για βελτίωση της κινητικότητας, της ενεργειακής ασφάλειας, της προστασίας του περιβάλλοντος, της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, των πολιτιστικών ανταλλαγών και της προστασίας των πολιτών στην περιοχή των Άλπεων·

5.

θεωρεί ότι η βιώσιμη ανάπτυξη των Άλπεων συγκαταλέγεται στους κύριους στόχους στο πλαίσιο της μακροπεριφερειακής στρατηγικής, λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού παγετώνων που επηρεάζονται από την κλιματική αλλαγή·

6.

θεωρεί ότι η συγκεκριμένη στρατηγική θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνει και να επιδιώκει τη διευκόλυνση της συνεργασίας για τον καθορισμό των ευρωπαϊκών προστατευόμενων φυσικών περιοχών, κατά το παράδειγμα της πρόσφατης κοινής πρωτοβουλίας του Parc National du Mercantour (Γαλλία) και του Parco Naturale delle Alpi Marittime (Ιταλία)·

7.

επισημαίνει ότι είναι σημαντικό να ευθυγραμμιστεί το περιεχόμενο της στρατηγικής για τις Άλπεις με τη Σύμβαση των Άλπεων και τα συμπληρωματικά της πρωτόκολλα, όπως επίσης να ληφθεί υπόψη η υφιστάμενη συνεργασία και δικτύωση στον συγκεκριμένο τομέα·

8.

τονίζει ότι η μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη διατήρηση των παραδοσιακών — κυρίως γεωργικών — μορφών χρήσης της γης, έτσι ώστε να προάγει τη βιοποικιλότητα και τη διατήρηση των υφιστάμενων προστατευόμενων περιοχών·

9.

ζητεί τη διεξοδική αξιολόγηση της μακροπεριφερειακής στρατηγικής για τις Άλπεις από την Επιτροπή, με βάση αντικειμενικά κριτήρια και μετρήσιμους δεικτες·

10.

ζητεί από την Επιτροπή να εφαρμόσει ουσιαστικά το άρθρο 174 της ΣΛΕΕ μέσω στρατηγικού σχεδίου, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα των ορεινών περιοχών και να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για οικονομική ανάπτυξη και ουσιαστική κοινωνική και εδαφική συνοχή·

11.

θεωρεί ότι η εδαφική διάσταση της στρατηγικής θα οδηγήσει στην ανάπτυξη και υλοποίηση της ιδέας της εδαφικής συνοχής·

12.

τονίζει ότι η μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις αποτελεί αποτελεσματικό μέσο για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας στην περιοχή, καθώς εφαρμόζει μια προσέγγιση από τη βάση προς την κορυφή και επεκτείνει τη συνεργασία με την καλύτερη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, διευκολύνοντας έτσι τον διατομεακό συντονισμό των πολιτικών·

13.

τονίζει ότι η μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις θα πρέπει να εξασφαλίζει τη συμπληρωματικότητα των πρωτοβουλιών της ΕΕ για την περιοχή των Άλπεων και τις ορεινές περιοχές, και να προσφέρει πραγματική προστιθέμενη αξία σε συγκεκριμένα έργα·

14.

θεωρεί ότι μια μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις θα πρέπει να συντονίζει τα υπάρχοντα κονδύλια της ΕΕ, ιδίως στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή, έτσι ώστε να υλοποιούνται σχέδια για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, οι επενδύσεις στην ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία, η γεωργία και η δασοκομία, το νερό, η ενέργεια, το περιβάλλον και τα θέματα που σχετίζονται με το κλίμα και τις μεταφορές·

15.

τονίζει ότι μια πιθανή μακροπεριφερειακή στρατηγική για τις Άλπεις θα πρέπει να συνάδει με τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», εξασφαλίζοντας έτσι τη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις της ΕΕ για έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη·

16.

υπογραμμίζει ότι είναι σημαντικό να αυξηθεί, με μια τέτοια στρατηγική, η ικανότητα καινοτομίας της περιοχής των Άλπεων, μέσα από την αξιοποίηση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού της, τη δημιουργία εταιρικών σχέσεων και σχέσεων συνεργασίας ανάμεσα στους κύριους ενδιαφερόμενους φορείς (αγορά εργασίας, εκπαίδευση, κατάρτιση και έρευνα, εργοδότες), με τη διατήρηση των νέων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας στην περιοχή, με την υποστήριξη της δημιουργικότητας, και με την ενίσχυση των ικανοτήτων των διαφόρων περιοχών στους τομείς της εκπαίδευσης, της επιστήμης και της έρευνας·

17.

τονίζει ότι το νέο «μακροπεριφερειακό» πλαίσιο συνεργασίας πρέπει να διασφαλίζει τη μετατροπή των φυσικών μειονεκτημάτων των περιφερειακών περιοχών, όπως οι πολύ υψηλές ορεινές περιοχές, σε πλεονεκτήματα και ευκαιρίες, καθώς και την παροχή κινήτρων για τη βιώσιμη ανάπτυξη αυτών των περιοχών·

18.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Επιτροπή των Περιφερειών και στα λοιπά σχετικά θεσμικά όργανα.


(1)  ΕΕ C 188 E της 28.6.2012, σ. 30.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/120


P7_TA(2013)0230

Συνθήκες εργασίας και πρότυπα υγείας και ασφάλειας μετά τις πρόσφατες πυρκαγιές σε εργοστάσια και την κατάρρευση κτηρίου στο Μπαγκλαντές

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις συνθήκες εργασίας και τα πρότυπα υγείας και ασφάλειας έπειτα από τις πρόσφατες πυρκαγιές σε εργοστάσια και την κατάρρευση κτηρίου στο Μπανγκλαντές (2013/2638(RSP))

(2016/C 055/19)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα παλαιότερα ψηφίσματά του για το Μπαγκλαντές και ειδικότερα εκείνα της 17ης Ιανουαρίου 2013 σχετικά με τους θανάτους που προκλήθηκαν από τις πυρκαγιές σε υφαντουργικά εργοστάσια στο Μπαγκλαντές (1), και της 14ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την κατάσταση στο Μπαγκλαντές (2) και με τη βιωσιμότητα της παγκόσμιας αλυσίδας αξίας του βαμβακιού (3),

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση στις 30 Απριλίου 2013 της Αντιπροέδρου της Επιτροπής/Ύπατης Εκπροσώπου της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας Catherine Ashton και του Επιτρόπου Εμπορίου Karel De Gucht μετά την πρόσφατη κατάρρευση κτιρίου στο Μπαγκλαντές,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία για την πυρασφάλεια και την ασφάλεια των κτηρίων στο Μπανγκλαντές,

έχοντας υπόψη τη Διακήρυξη της ΔΟΕ για τις Θεμελιώδεις Αρχές και τα Δικαιώματα κατά την Εργασία, το Παγκόσμιο Σύμφωνο των Ηνωμένων Εθνών και τις κατευθυντήριες αρχές του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις,

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του, της 25ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα σε διεθνείς εμπορικές συμφωνίες (4) και την εταιρική κοινωνική ευθύνη σε διεθνείς εμπορικές συμφωνίες (5),

έχοντας υπόψη τη συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Μπανγκλαντές για την εταιρική σχέση και την ανάπτυξη (6),

έχοντας υπόψη το Πλαίσιο για την Προώθηση της Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας της ΔΟΕ (2006, C-187) και την Σύμβαση για την Επαγγελματική Ασφάλεια και Υγεία (1981, C-155), τα οποία δεν έχουν επικυρωθεί από το Μπαγκλαντές, καθώς και τις αντίστοιχες συστάσεις (R-197)· έχοντας επίσης υπόψη την Σύμβαση για την Επιθεώρηση Εργασίας (1947, C-081), την οποία το Μπαγκλαντές έχει προσυπογράψει, και τις συστάσεις της (Ε- 164),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Μια ανανεωμένη στρατηγική ΕΕ 2011-2014 για την εταιρική κοινωνική ευθύνη» (COM(2011)0681),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 6ης Φεβρουαρίου 2013 σχετικά με την εταιρική κοινωνική ευθύνη: λογοδοσία, διαφάνεια και υπευθυνότητα στην επιχειρηματική συμπεριφορά και βιώσιμη ανάπτυξη» (7) και σχετικά με την «εταιρική κοινωνική ευθύνη: προώθηση των συμφερόντων της κοινωνίας και πορεία προς μια βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάκαμψη» (8),

έχοντας υπόψη τις Κατευθυντήριες Αρχές των Ηνωμένων Εθνών για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, που καθορίζουν ένα πλαίσιο για τις κυβερνήσεις και τις εταιρείες προστασίας και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως αυτές εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τον Ιούνιο 2011,

έχοντας υπόψη την εκστρατεία Clean Clothes Campaign,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της αποστολής υψηλού επιπέδου της ΔΟΕ στο Μπανγκλαντές από 1 έως 4 Μαΐου 2013,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110, παράγραφοι 2 και 4 του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 24 Απριλίου 2013, περισσότερα από 1 100 άτομα σκοτώθηκαν και περίπου 2 500 άτομα τραυματίστηκαν κατά την κατάρρευση του κτιρίου Ράνα Πλάζα στην Ντάκα, Μπαγκλαντές, με αποτέλεσμα την χειρότερη τραγωδία στην βιομηχανία ένδυσης της παγκόσμιας ιστορίας·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τουλάχιστον 112 άτομα έχασαν τη ζωή τους στην πυρκαγιά στο εργοστάσιο Tazreen, στην περιοχή Ashulia της Ντάκα, στις 24 Νοεμβρίου 2012· ότι οκτώ άτομα έχασαν τη ζωή τους σε πυρκαγιά σε εργοστάσιο της Ντάκα στις 8 Μαΐου 2013· και ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, μόνο κατά την περίοδο μετά το 2005, έχουν χάσει τη ζωή τους σε εργοστάσια στο Μπαγκλαντές 600 εργαζόμενοι στον τομέα ένδυσης και τούτο πριν από την τραγωδία του Rana Plaza·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ιδιοκτήτης του Ράνα Πλάζα και οκτώ άλλα άτομα συνελήφθησαν και ασκήθηκαν ποινικές διώξεις σε βάρος τους, με την κατηγορία ότι το κτίριο είχε κατασκευασθεί παράνομα και είχαν προκύψει τεράστια προβλήματα στατικότητας, παρόλα αυτά ωστόσο οι εργαζόμενοι υποχρεώθηκαν να συνεχίσουν να εργάζονται παρά τους φόβους για την ασφάλειά τους·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι συνθήκες σε κλωστοϋφαντουργεία είναι συχνά επισφαλείς, με ελάχιστη σημασία να δίνεται στα εργασιακά δικαιώματα, όπως αυτά που αναγνωρίζουν οι κύριες συμβάσεις της ΔΟΕ, και συχνά με ελάχιστη ή καμία λήψη μέτρων ασφάλειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ιδιοκτήτες τέτοιων βιοτεχνιών έχουν σε πολλές περιπτώσεις παραμείνει ατιμώρητοι και ως εκ τούτου έχουν κάνει ελάχιστα για την βελτίωση των συνθηκών εργασίας·

Ε.

επισημαίνοντας ότι στην περίπτωση του εργοστασίου στη Tazreen, ενώ μία κυβερνητική εξεταστική επιτροπή η οποία συστάθηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών και την Κοινοβουλευτική Μόνιμη Επιτροπή του Υπουργείου Εργασίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να απαγγελθούν κατηγορίες για ασυγχώρητη αμέλεια σε βάρος του ιδιοκτήτη, αυτός δεν συνελήφθη ποτέ·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ευρωπαϊκή αγορά είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγικός προορισμός για ενδύματα και κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα του Μπαγκλαντές, με επιφανείς δυτικές εταιρείες να έχουν παραδεχθεί ότι είχαν συνάψει συμβόλαια με τα εργοστάσια στο Ράνα Πλάζα για την προμήθεια ειδών ένδυσης·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Μπαγκλαντές έχει γίνει ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας έτοιμων ενδυμάτων παγκοσμίως, ακριβώς μετά την Κίνα· ότι διαθέτει πάνω από 5 000 εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας, στα οποία απασχολούνται περίπου 4 εκατομμύρια άτομα, και ότι ο τομέας της ένδυσης καλύπτει τώρα το 75 % των εξαγωγών της χώρας·

Η.

εκτιμώντας ότι ο τομέας της κλωστοϋφαντουργίας θεωρείται ως ένας από τους πλέον ρυπογόνους βιομηχανικούς κλάδους· ότι η νηματοποίηση, η ύφανση και η παραγωγή βιομηχανικών ινών επιδεινώνουν την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και εκλύουν στην ατμόσφαιρα πολλές πτητικές ουσίες που είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες για τους εργαζομένους, τους καταναλωτές και το περιβάλλον·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν πληροφορίες ότι οι εργαζόμενοι στο Ράνα Πλάζα εισέπρατταν την πενιχρή αμοιβή των 29 ευρώ το μήνα· ότι, σύμφωνα με την εκστρατεία Clean Clothes Campaign, το κόστος εργασίας στον εν λόγω τομέα αντιστοιχεί στο 1 % έως 3 % της τελικής τιμής του προϊόντος, και ότι η πίεση στην τιμολόγηση εντείνεται·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μερικές μεγάλες δυτικές εταιρείες έχουν τώρα υπογράψει νομικά δεσμευτικές συμφωνίες οι οποίες συμφωνήθηκαν με τις τοπικές εργατικές ενώσεις που αποσκοπούν να εξασφαλίσουν τα βασικά πρότυπα ασφάλειας στον τόπο εργασίας στις βιομηχανίες ένδυσης στο Μπαγκλαντές, μετά από την εκτεταμένη κριτική που ασκήθηκε σε διεθνείς εταιρείες που συνεργάζονται με τοπικούς παραγωγούς ειδών ένδυσης·

1.

εκφράζει την λύπη του για την τραγικό και δυνάμενο να αποφευχθεί θάνατο περισσότερων των 1 100 ατόμων και τον τραυματισμό χιλιάδων ακόμη ατόμων λόγω της κατάρρευσης του κτιρίου Ράνα Πλάζα· απευθύνει επίσης τα συλλυπητήριά του στις οικογένειες των θυμάτων και σε εκείνους που τραυματίστηκαν, και καταδικάζει τους υπεύθυνους οι οποίοι ακόμη μια φορά δεν επέτυχαν να αποτρέψουν τις τόσο μεγάλες απώλειες ανθρώπινων ζωών·

2.

τονίζει ότι τα ατυχήματα αυτά αναδεικνύουν με τραγικό τρόπο την έλλειψη προτύπων ασφάλειας στις εγκαταστάσεις παραγωγής και αποδεικνύουν την ανάγκη για άμεση δράση για τη βελτίωση της εφαρμογής των βασικών εργασιακών προτύπων της ΔΟΕ και την ενίσχυση του σεβασμού για τις αρχές της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (ΕΚΕ) από την πλευρά των πολυεθνικών κλωστοϋφαντουργικών εταιρειών λιανικής·

3.

υπερασπίζεται το δικαίωμα των εργαζομένων στο Μπαγκλαντές να ιδρύουν, να εγγράφονται και να συμμετέχουν σε ανεξάρτητες συνδικαλιστικές οργανώσεις χωρίς το φόβο παρενόχλησης· θεωρεί ότι η ύπαρξη δημοκρατικών συνδικαλιστικών δομών αποτελεί ζωτικό εργαλείο στον αγώνα για καλύτερα πρότυπα υγείας και ασφάλειας και καλύτερες συνθήκες εργασίας, καθώς και υψηλότερα ημερομίσθια· καλεί την κυβέρνηση του Μπαγκλαντές να εξασφαλίσει αυτά τα θεμελιώδη δικαιώματα·

4.

επικροτεί τη συμφωνία για την πυρασφάλεια και την ασφάλεια των κτηρίων στο Μπαγκλαντές, η οποία συνήφθη μεταξύ των συνδικαλιστικών ενώσεων, των ΜΚΟ και περίπου 40 πολυεθνικών επιχειρήσεων λιανικής πώλησης υφαντουργικών προϊόντων, οριστικοποιήθηκε στις 15 Μαΐου 2013 και θέτει ως στόχο τη βελτίωση των προτύπων ασφάλειας στους χώρους παραγωγής (καλύπτοντας και τις ρυθμίσεις για την ανάληψη των δαπανών για τα μέτρα αυτά), ιδίως με τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου συστήματος εποπτείας, περιλαμβανομένων και δημοσίων εκθέσεων και υποχρεωτικών επισκευών και ανακαινίσεων, καθώς και με την ενεργό υποστήριξη για τη δημιουργία «επιτροπών για την υγεία και την ασφάλεια» με τη συμμετοχή εκπροσώπων των εργαζομένων σε κάθε εργοστάσιο· καλεί όλες τις άλλες εμπλεκόμενες επώνυμες εταιρείες του τομέα της υφαντουργίας να στηρίξουν αυτή την προσπάθεια, συμπεριλαμβανομένων και των εταιρειών λιανικής πώλησης κλωστοϋφαντουργικών ειδών Walmart, Gap, Metro, NKD και Ernstings, οι οποίες εξακολουθούν να απορρίπτουν οιαδήποτε δεσμευτική συμφωνία·

5.

επιδοκιμάζει το σχέδιο δράσης που εγκρίθηκε στις 4 Μαΐου 2013 από την κυβέρνηση, τους εργοδότες, τους εργαζόμενους και την ΔΟΕ, στο πλαίσιο του οποίου τα μέρη δεσμεύονται συγκεκριμένα να προβούν σε μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας ώστε να επιτρέπεται στους εργαζομένους να σχηματίζουν συνδικάτα χωρίς προηγούμενη έγκριση από τους ιδιοκτήτες των εργοστασίων και να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις, να αξιολογούν την ασφάλεια όλων των εν ενεργεία βιοτεχνιών ετοίμων ενδυμάτων που προορίζονται για εξαγωγή στο Μπαγκλαντές έως τα τέλη του 2013, να απομακρύνουν τις μη ασφαλείς μονάδες και να προσλάβουν εκατοντάδες πρόσθετων επιθεωρητών·

6.

ελπίζει ότι η Συμφωνία και το Σχέδιο Δράσης θα εφαρμοσθούν έγκαιρα και στο ακέραιο· επιδοκιμάζει, εν προκειμένω, την έγκριση από το Υπουργικό Συμβούλιο του Μπανγκλαντές στις 13 Μαΐου 2013 του (τροποποιητικού) Νόμου περί εργασίας (2013) του Μπαγκλαντές, ο οποίος περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την ασφάλιση και τις υπηρεσίες υγείας των εργοστασίων· παροτρύνει το Κοινοβούλιο του Μπανγκλαντές να εγκρίνει αμελλητί την τροποποίηση αυτή στην επόμενη σύνοδό του· επικροτεί επίσης την απόφαση της κυβέρνησης του Μπαγκλαντές να αυξήσει το ελάχιστο ημερομίσθιο τις προσεχείς εβδομάδες, και παροτρύνει την κυβέρνηση του Μπαγκλαντές να επιβάλει κυρώσεις σε εταιρείες οι οποίες παρανόμως περικόπτουν αυτά τα ημερομίσθια·

7.

υπενθυμίζει ότι το Μπανγκλαντές δικαιούται πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ χωρίς δασμούς και ποσοστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος «Όλα εκτός από όπλα» (ΟΕΟ) του Συστήματος Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ), και ότι αυτές οι προτιμήσεις μπορούν να ανακληθούν σύμφωνα με το Άρθρο 15, παράγραφος 1 του Κανονισμού ΓΔΠ στην περίπτωση σοβαρών και συστηματικών παραβιάσεων των αρχών που ορίζονται στις συμβάσεις οι οποίες παρατίθενται στο Μέρος Α, Παράρτημα ΙΙΙ, με βάση τα πορίσματα των οικείων ελεγκτικών οργάνων·

8.

καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει κατά πόσον συμμορφώνεται το Μπαγκλαντές στις συμβάσεις αυτές και αναμένει την διεξαγωγή έρευνας σύμφωνα με το άρθρο 18 του Κανονισμού ΓΔΠ σε περίπτωση που διαπιστωθεί σοβαρή και συστηματική παραβίαση των αρχών που ορίζονται σε αυτές από το Μπαγκλαντές·

9.

θεωρεί πολύ λυπηρό το γεγονός ότι η κυβέρνηση του Μπανγκλαντές απέτυχε να επιβάλει τους εθνικούς οικοδομικούς κανονισμούς· καλεί την κυβέρνηση και τις αρμόδιες δικαστικές αρχές να διερευνήσουν τις καταγγελίες ότι η αποτυχία εφαρμογής των εν λόγω κανονισμών οφειλόταν στην σύμπραξη μεταξύ διεφθαρμένων αξιωματούχων και ιδιοκτητών που επιδίωκαν να μειώσουν το κόστος τους·

10.

αναμένει ότι οι υπεύθυνοι για εγκληματική αμέλεια ή καθοιονδήποτε άλλο τρόπο ποινικά υπεύθυνοι σε σχέση με την κατάρρευση του κτιρίου Ράνα Πλάζα, την πυρκαγιά στο εργοστάσιο Tazreen ή οιαδήποτε άλλη πυρκαγιά να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης· αναμένει από τις τοπικές αρχές και τη διοίκηση του εργοστασίου να συνεργασθούν προκειμένου να εξασφαλισθεί η πλήρης πρόσβαση στο σύστημα δικαιοσύνης όλων των θυμάτων, ούτως ώστε να μπορέσουν να διεκδικήσουν αποζημιώσεις· αναμένει ότι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις λιανικής πώλησης υφαντουργικών προϊόντων που παρήγαγαν τα προϊόντα τους στα εργοστάσια αυτά θα συμμετάσχουν στην σύσταση προγράμματος οικονομικής αποζημίωσης· επιδοκιμάζει τις ενέργειες στις οποίες έχει ήδη προβεί η κυβέρνηση του Μπαγκλαντές για την στήριξη των θυμάτων και των οικογενειών τους·

11.

καλεί όλες τις επιχειρήσεις, ιδίως τις εταιρείες ειδών ένδυσης επώνυμων εμπορικών σημάτων οι οποίες συνάπτουν συμβάσεις εργολαβίας ή υπεργολαβίας με εργοστάσια στο Μπαγκλαντές και άλλες χώρες, να τηρούν πλήρως τις διεθνώς αναγνωρισμένες πρακτικές ΕΚΕ, και συγκεκριμένα τις προσφάτως επικαιροποιημένες κατευθυντήριες αρχές του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, τις δέκα αρχές του Παγκόσμιου Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών, το πρότυπο καθοδήγησης για την κοινωνική ευθύνη ISO 26000, την τριμερή δήλωση των αρχών σχετικά με τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και την κοινωνική πολιτική της ΔΟΕ, και τις κατευθυντήριες αρχές του ΟΗΕ για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, και να ελέγχουν προσεκτικά τις αλυσίδες εφοδιασμού των προϊόντων τους για να εξασφαλίζεται ότι τα προϊόντα αυτά παράγονται αποκλειστικά σε εργοστάσια που εφαρμόζουν πλήρως τα πρότυπα ασφαλείας και σέβονται τα δικαιώματα των εργαζομένων·

12.

καλεί την Επιτροπή να προωθήσει με δυναμισμό την υπεύθυνη επιχειρηματική συμπεριφορά μεταξύ των εταιριών της ΕΕ που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, με επίκεντρο την εξασφάλιση της αυστηρής συμμόρφωσης προς όλες τις νομικές τους υποχρεώσεις, ιδιαίτερα τα διεθνή πρότυπα και τους κανόνες στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της εργασίας και του περιβάλλοντος·

13.

καλεί τους εμπόρους λιανικής πώλησης, τις ΜΚΟ και όλους τους άλλους εμπλεκόμενους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης ενδεχομένως και της Επιτροπής, να συνεργασθούν προκειμένου να αναπτύξουν ένα εθελοντικό πρότυπο σήμανσης που θα πιστοποιεί ότι ένα προϊόν κατασκευάσθηκε σύμφωνα με τα βασικά εργασιακά πρότυπα της ΔΟΕ, σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού· καλεί τις εταιρείες που χρησιμοποιούν την ΕΚΕ ως εργαλείο μάρκετινγκ να λαμβάνουν μέτρα με τα οποία θα εξασφαλίζουν την ακρίβεια των τυχόν ισχυρισμών·

14.

χαιρετίζει την υποστήριξη που παρέχει η Επιτροπή στο Υπουργείο Εργασίας και Απασχόλησης του Μπανγκλαντές και στην Ένωση Κατασκευαστών και Εξαγωγέων Ενδυμάτων του Μπανγκλαντές· ζητεί να ενισχυθεί η εν λόγω συνεργασία και να επεκταθεί σε άλλες χώρες στην περιοχή, εφόσον κρίνεται σκόπιμο·

15.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στον Ειδικό Εντεταλμένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στις Κυβερνήσεις και τα Κοινοβούλια των κρατών μελών, στο Συμβούλιο του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στην Κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο του Μπανγκλαντές και στον Γενικό Διευθυντή της ΔΟΕ.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0027.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0100.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0099.

(4)  ΕΕ C 99 Ε της 3.4.2012, σ. 31.

(5)  ΕΕ C 99 E της 3.4.2012, σ. 101.

(6)  ΕΕ L 118 της 27.4.2001, σ. 48.

(7)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0049.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2013)0050.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/123


P7_TA(2013)0231

Γκουαντάναμο: απεργία πείνας κρατουμένων

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με το Γκουαντάναμο: απεργία πείνας των κρατουμένων (2013/2654(RSP))

(2016/C 055/20)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για το Γκουαντάναμο,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Απριλίου 2012 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων για τη στρατηγική πολιτική της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (1),

έχοντας υπόψη τα διεθνή, ευρωπαϊκά και εθνικά κείμενα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών και περί απαγόρευσης της αυθαίρετης κράτησης, των διά της βίας εξαφανίσεων και των βασανιστηρίων, όπως είναι το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (ICCPR) της 16ης Δεκεμβρίου 1966 και η Σύμβαση του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων και Άλλων Τρόπων Σκληρής, Απάνθρωπης ή Εξευτελιστικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας της 10ης Δεκεμβρίου 1984, και τα σχετικά πρωτόκολλά της,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της και των ΗΠΑ, της 15ης Ιουνίου 2009, σχετικά με το κλείσιμο του κέντρου κράτησης του Γκουαντάναμο και τη μελλοντική συνεργασία στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, με βάση τις κοινές αξίες, το διεθνές δίκαιο και τον σεβασμό του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

έχοντας υπόψη τη δήλωση της 5ης Απριλίου 2013 εκ μέρους του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Navi Pillay, σχετικά με το καθεστώς κράτησης στο Γκουαντάναμο, σύμφωνα με την οποία «η συνέχιση της επ» αόριστον φυλάκισης πολλών από τους κρατουμένους συνιστά αυθαίρετη κράτηση και συνιστά κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου»,

έχοντας υπόψη τις αρχές του Χάρτη του ΟΗΕ και την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

έχοντας υπόψη το άρθρο 122 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλοί από τους 166 εναπομείναντες κρατουμένους στο Γκουαντάναμο συμμετέχουν σε απεργία πείνας διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες που επικρατούν στο κέντρο κράτησής τους·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι 86 από τους εναπομείναντες κρατουμένους έχουν κριθεί αποφυλακιστέοι αλλά παραμένουν έγκλειστοι επ’ αόριστον·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κοινές θεμελιώδεις αξίες ελευθερίας, δημοκρατίας και σεβασμού του διεθνούς δικαίου, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τουλάχιστον σε 10 κρατουμένους που συμμετέχουν στην απεργία πείνας έχει δοθεί τροφή διά της βίας για να κρατηθούν στη ζωή· λαμβάνοντας υπόψη ότι διεθνείς συμφωνίες στον ιατρικό κόσμο απαιτούν σεβασμό στη συνειδητή και αυτόβουλη απόφαση κάποιου να συμμετέχει σε απεργία πείνας·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής έχουν κοινή την αξία της θρησκευτικής ελευθερίας· λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν γίνει πολυάριθμες καταγγελίες για κακομεταχείριση κορανίων τα οποία ανήκαν στους κρατουμένους από το αμερικανικό στρατιωτικό προσωπικό κατά την έρευνα στα κελιά τους·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή δήλωση ΕΕ-ΗΠΑ της 15ης Ιουνίου 2009 σηματοδοτεί τη δέσμευση του Προέδρου Ομπάμα να διατάξει το κλείσιμο του κέντρου κράτησης στο Γκουαντάναμο μέχρι τις 22 Ιανουαρίου 2010 και εξέφρασε ικανοποίηση για τις ενέργειες που μένει να γίνουν, συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης επανεξέτασης των πολιτικών κράτησης, μεταγωγής, δίκης και ανάκρισης στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας και της μεγαλύτερης διαφάνειας όσον αφορά παρελθούσες πρακτικές σε συνάρτηση με τις πολιτικές αυτές·

Z.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ΗΠΑ καταργούν τη μόνη πτήση πολιτικής αεροπορίας προς το Γκουαντάναμο και ότι η μόνη διαθέσιμη πτήση είναι στρατιωτική, με αποτέλεσμα τα μεμονωμένα άτομα να πρέπει να λαμβάνουν άδεια από το Πεντάγωνο για να επιβιβαστούν και να περιορίζεται η πρόσβαση δημοσιογράφων, δικηγόρων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

1.

επισημαίνει τη στενή διατλαντική σχέση που στηρίζεται σε κοινές βασικές αξίες και στο σεβασμό βασικών, οικουμενικών και αδιαπραγμάτευτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και η απαγόρευση της αυθαίρετης κράτησης· χαιρετίζει τη στενή διατλαντική συνεργασία σε ένα ευρύ φάσμα διεθνών ζητημάτων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα·

2.

καλεί τις αρχές των ΗΠΑ να μεταχειρίζονται τους κρατουμένους με τον οφειλόμενο σεβασμό στην εγγενή τους αξιοπρέπεια και να τηρούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις βασικές τους ελευθερίες·

3.

εκφράζει την ανησυχία του για την υγεία των κρατουμένων που κάνουν απεργία πείνας και όσων υποβάλλονται σε τροφοδοσία διά της βίας, καλεί δε τις ΗΠΑ να σέβονται τα δικαιώματα και τις αποφάσεις τους·

4.

ζητεί από τις ΗΠΑ να επανεξετάσουν την κατάργηση της μόνης πτήσης πολιτικής αεροπορίας στο Γκουαντάναμο, καθώς κάτι τέτοιο θα περιόριζε την πρόσβαση των δημοσιογράφων και των μελών της κοινωνίας των πολιτών·

5.

προτρέπει τις ΗΠΑ να μεριμνήσει ώστε να διασφαλίζεται η δέουσα φροντίδα και σεβασμός για θρησκευτικά αντικείμενα κατά τη διενέργεια υποχρεωτικών διαδικασιών έρευνας·

6.

τονίζει ότι όσοι εξακολουθούν να τελούν υπό κράτηση πρέπει να έχουν δικαίωμα σε τακτική επανεξέταση της νομιμότητας των συνθηκών κράτησής τους σύμφωνα με το άρθρο 9 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, κατά την οποία «οποιοσδήποτε στερείται της ελευθερίας του λόγω σύλληψης ή κράτησης έχει δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον δικαστηρίου, προκειμένου αυτό να αποφασίσει χωρίς καθυστέρηση για τη νομιμότητα της κράτησής του και να διατάξει την αποφυλάκισή του εάν η κράτηση είναι παράνομη»·

7.

επαναλαμβάνει την αγανάκτησή του και τον αποτροπιασμό του απέναντι σε κάθε μαζική τρομοκρατική επίθεση και την αλληλεγγύη του προς τα θύματα αυτών των επιθέσεων καθώς και τη συμπάθειά του για τον πόνο και την οδύνη των οικογενειών τους, των φίλων τους και των συγγενών τους· επαναλαμβάνει όμως ότι ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας δεν μπορεί να διεξαχθεί σε βάρος καθιερωμένων κοινών βασικών αξιών όπως είναι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου·

8.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η δέσμευση του Προέδρου των ΗΠΑ να έχει κλείσει το Γκουαντάναμο μέχρι τον Ιανουάριο του 2010 δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί· επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς τις αρχές των ΗΠΑ να αναθεωρήσουν το σύστημα των στρατιωτικών επιτροπών, για να διασφαλίσουν δίκαιες δίκες, να κλείσουν το Γκουαντάναμο και να απαγορεύσουν τη χρήση των βασανιστηρίων, της κακομεταχείρισης και της επ’ αόριστον κράτησης χωρίς δίκη σε όλες τις περιστάσεις·

9.

θεωρεί λυπηρή την από 7 Μαρτίου 2011 απόφαση του Προέδρου των ΗΠΑ να υπογράψει το εκτελεστικό διάταγμα για τις κρατήσεις και την ανάκληση της απαγόρευσης συγκρότησης στρατιωτικών δικαστηρίων· είναι πεπεισμένο ότι οι κανονικές ποινικές δίκες στα πολιτικά δικαστήρια αποτελούν τον καλύτερο τρόπο διευθέτησης του καθεστώτος των κρατουμένων του Γκουαντάναμο· επιμένει ότι σε όσους τελούν υπό την κράτηση των ΗΠΑ πρέπει να απαγγελθούν κατηγορίες σύντομα, πρέπει δε να δικαστούν σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές περί κράτους δικαίου ή αλλιώς να αφεθούν ελεύθεροι· τονίζει σε αυτό το πλαίσιο ότι για όλους άνευ εξαιρέσεων πρέπει να ισχύουν οι ίδιες προδιαγραφές περί δίκαιης δίκης·

10.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Συγκαλούσα Αρχή (Convening Authority) των Στρατιωτικών Επιτροπών, στον Υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, στον Πρόεδρο των ΗΠΑ, στο Κογκρέσο και τη Γερουσία των ΗΠΑ, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής και Ύπατη Εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών της ΕΕ, στον ΓΓ του ΟΗΕ, στον Πρόεδρο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών του ΟΗΕ.


(1)  Kείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0126.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/125


P7_TA(2013)0232

Ινδία: η εκτέλεση του Mohammed Afzal Guru και οι συνέπειές της

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την Ινδία: εκτέλεση του Mohammad Afzal Guru και επιπτώσεις της (2013/2640(RSP))

(2016/C 055/21)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών 62/149, της 18ης Δεκεμβρίου 2007, δια του οποίου ζητείται μορατόριουμ σε σχέση με τη χρήση της θανατικής ποινής και το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών 63/168 δια του οποίου ζητείται η εφαρμογή του ψηφίσματος της Γενικής Συνέλευσης του 2007 62/149 που ενέκρινε η Γενική Συνέλευση στις 18 Δεκεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη την τελική διακήρυξη της 4ης Παγκόσμιας Διάσκεψης κατά της θανατικής ποινής που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη από 24 έως 26 Φεβρουαρίου 2010, δια της οποίας ζητείται η κατάργηση της θανατικής ποινής παγκοσμίως,

έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τα μορατόριουμ σχετικά με τη χρήση της θανατικής ποινής, της 11ης Αυγούστου 2010,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την κατάργηση της θανατικής ποινής και ιδιαίτερα εκείνο που ενέκρινε στις 26 Απριλίου 2007 σχετικά με την πρωτοβουλία υπέρ οικουμενικού δικαιοστασίου στις θανατικές εκτελέσεις (1),

έχοντας υπόψη την έκκληση 14 πρώην δικαστών του Ινδικού Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Ανώτερου Δικαστηρίου, τον Ιούλιο του 2012, προς τον Πρόεδρο να μετατρέψει τις θανατικές ποινές 13 κρατουμένων γιατί είχαν λανθασμένα επιβληθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο κατά τα τελευταία εννέα χρόνια,

έχοντας υπόψη την Παγκόσμια Ημέρα κατά της Θανατικής Ποινής και την καθιέρωση μιας Ευρωπαϊκής Ημέρας κατά της Θανατικής Ποινής στις 10 Οκτωβρίου κάθε έτους,

έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Mohammad Afzal Guru καταδικάσθηκε σε θάνατο το 2002 αφού κατηγορήθηκε για συνωμοσία τον Δεκέμβριο του 2001 και επίθεση στο κοινοβούλιο της Ινδίας και εκτελέσθηκε από τις ινδικές αρχές στις 9 Φεβρουαρίου 2013,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η θανατική ποινή είναι η έσχατη σκληρή, απάνθρωπη και ταπεινωτική τιμωρία που παραβιάζει το δικαίωμα στη ζωή, όπως δηλώθηκε στην Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι 154 κράτη στον κόσμο έχουν καταργήσει τη θανατική ποινή δια νόμου ή εκ των πραγμάτων· ότι η Ινδία, υποβάλλοντας την υποψηφιότητά της για το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών πριν από τις εκλογές της 20ής Μαΐου 2011, ισχυρίσθηκε ότι τηρεί τις υψηλότερες δυνατές προδιαγραφές σε σχέση με την προώθηση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ινδία έθεσε τέρμα στο οκταετές της ανεπίσημο μορατόριουμ για τις εκτελέσεις τον Νοέμβριο του 2012, όταν εκτέλεσε τον Ajmal Kasab που είχε καταδικασθεί για τον ρόλο του στις επιθέσεις του 2008 στη Μομπάη·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι εθνικές και διεθνείς οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα έθεσαν σοβαρά ερωτήματα ως προς το κατά πόσον η δίκη του Afzal Guru ήταν δίκαιη,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι άνω των 1 455 κρατουμένων στην Ινδία είναι σήμερα καταδικασμένοι σε θάνατο,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας που επεβλήθη σε σημαντικά τμήματα του Κασμίρ που τελεί υπό ινδική διοίκηση, τον θάνατο του Afzal Guru ακολούθησαν διαμαρτυρίες,

1.

επαναλαμβάνει τη μακρόχρονη αντίθεσή του στη θανατική ποινή κάτω από κάθε συνθήκη και ζητεί για μία ακόμη φορά την άμεση επιβολή μορατόριουμ στις εκτελέσεις στις χώρες εκείνες όπου η θανατική ποινή εξακολουθεί να εφαρμόζεται·

2.

καταδικάζει την κυβέρνηση της Ινδίας για τη μυστική εκτέλεση του Afzal Guru στη φυλακή Τιχάρ του Νέου Δελχί στις 9 Φεβρουαρίου 2013 σε αντίθεση με την παγκόσμια τάση για κατάργηση της εσχάτης των ποινών και εκφράζει τη λύπη του γιατί η σύζυγος του Afzal Guru και άλλα μέλη της οικογένειας δεν ενημερώθηκαν για την άμεση εκτέλεση και ταφή του·

3.

καλεί την κυβέρνηση της Ινδίας να επιστρέψει τη σορό του Afzal Guru στην οικογένειά του·

4.

παροτρύνει τις ειδικές αρχές να διατηρήσουν την προσήλωσή τους στις υψηλότερες δυνατές εθνικές και διεθνείς δικαστικές προδιαγραφές, σε όλες τις δίκες και τις δικαστικές διαδικασίες και να παρέχουν την αναγκαία νομική αρωγή σε όλους τους κρατουμένους και τα άτομα που δικάζονται·

5.

εκφράζει τη λύπη του για το θάνατο τριών νέων από το Κασμίρ μετά τις διαμαρτυρίες για την εκτέλεση του Afzal Guru· καλεί τις δυνάμεις ασφαλείας να περιορίσουν την άσκηση βίας κατά των ειρηνικών διαδηλωτών· εκφράζει την ανησυχία του για τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στην ειρηνευτική διαδικασία στο Κασμίρ·

6.

καλεί επειγόντως την κυβέρνηση της Ινδίας να μην εγκρίνει την οποιαδήποτε άλλη διαταγή εκτέλεσης στο μέλλον·

7.

καλεί την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ινδίας να εγκρίνουν νομοθεσία δια της οποίας θα καθιερώνεται ένα διαρκές μορατόριουμ στις εκτελέσεις με στόχο την κατάργηση της θανατικής ποινής στο εγγύς μέλλον·

8.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Α/ΥΕ, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, τον Γενικό Γραμματέα της Κοινοπολιτείας, τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, τον Πρόεδρο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, τον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα καθώς και στον Πρόεδρο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο της Ινδίας.


(1)  ΕΕ C 74 Ε της 20.3.2008, σ. 775.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/127


P7_TA(2013)0233

Ρουάντα: η περίπτωση της Victoire Ingabire

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με τη Ρουάντα: η Υπόθεση της Victoire Ingabire (2013/2641(RSP))

(2016/C 055/22)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα που το επικύρωσε και η Ρουάντα το 1975,

έχοντας υπόψη τον Αφρικανικό Χάρτη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Λαών (ACHPR),

έχοντας υπόψη τον Αφρικανικό Χάρτη για τη Δημοκρατία, τις Εκλογές και τη Διακυβέρνηση,

έχοντας υπόψη τα κείμενα του ΟΗΕ και της Αφρικανικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και των Λαών, και ειδικότερα τις βασικές αρχές και κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και σε νομική συνδρομή στην Αφρική,

έχοντας υπόψη την από 4 Φεβρουαρίου 2013 απάντηση της ΥΕ/ΑΕ κυρίας Ashton στη γραπτή ερώτηση Ε-010366/2012 σχετικά με την Victoire Ingabire,

έχοντας υπόψη τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης μεταξύ της ομάδας κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφετέρου, που υπεγράφη στο Κοτονού στις 23 Ιουνίου 2000, και ειδικότερα το Παράρτημα VII περί προαγωγής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών αρχών που είναι θεμελιωμένες στο κράτος δικαίου, της διαφανούς και υπεύθυνης διαχείρισης των δημοσίων πραγμάτων,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων και άλλων τρόπων Σκληρής, Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας του 2013 με τίτλο «Justice in jeopardy: The first instance trial of Victoire Ingabire»(Η Δικαιοσύνη σε κίνδυνο: η πρωτοβάθμια δίκη της Victoire Ingabire),

έχοντας υπόψη το άρθρο 122 παράγραφος 5 και το άρθρο 110 παράγραφος 4 του Κανονισμού,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 2010, μετά από 16ετή εξορία στην Ολλανδία, η Victoire Ingabire, Πρόεδρος των Unified Democratic Forces (UDF (1)), ενός συνασπισμού των κομμάτων της αντιπολίτευσης της Ρουάντα, επέστρεψε στη Ρουάντα για να θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Victoire Ingabire αποκλείστηκε τελικά από τη δυνατότητα υποβολής υποψηφιότητας στις εκλογές και συνελήφθη στις 14 Οκτωβρίου 2010· ότι τις εκλογές κέρδισε με ποσοστό 93 % ο απερχόμενος Πρόεδρος Paul Kagame, ηγέτης του Rwanda Patriotic Front (RPF)· ότι το FDU δεν μπόρεσε να εγγραφεί ως πολιτικό κόμμα πριν από τις εκλογές του 2010· ότι κι άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης υπέστησαν παρόμοια μεταχείριση·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολιτικές δραστηριότητες της Ingabire επικεντρώνονταν μεταξύ άλλων στο κράτος δικαίου, στην ελεύθερη σύσταση πολιτικών ενώσεων, στην αυτοδιάθεση των γυναικών στη Ρουάντα·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το RPF συνεχίζει να είναι το κυρίαρχο πολιτικό κόμμα στη Ρουάντα υπό τον Πρόεδρο Paul Kagame, με έλεγχο του δημοσίου βίου στο πλαίσιο ενός μονοκομματικού συστήματος και με παρενοχλήσεις, εκφοβισμούς και φυλακίσεις για οποιονδήποτε επικριτή των Αρχών της Ρουάντα·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 30 Οκτωβρίου 2012 η Victoire Ingabire καταδικάσθηκε σε οκταετή φυλάκιση· ότι κρίθηκε ένοχη για δυο αναδιατυπωμένες κατηγορίες και απαλλάχθηκε για άλλες τέσσερις· ότι κρίθηκε ένοχη για συνωμοσία κατά των αρχών μέσω τρομοκρατίας και ελαχιστοποίησης της γενοκτονίας του 1994 λόγω των εικαζομένων σχέσεών της με τις Democratic Forces for the Liberation of Rwanda (FDLR), μιας ανταρτικής ομάδας Hutu· ότι ο Εισαγγελέας είχε ζητήσει ισόβια κάθειρξη·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 25 Μαρτίου 2013 η Victoire Ingabire πήρε το λόγο στην εκδίκαση της έφεσής της και ζήτησε επανεξέταση των αποδεικτικών στοιχείων·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δίωξη της Victoire Ingabire για «γενοκτονιακή ιδεολογία» και για «διχαστικές ενέργειες» δείχνει την απουσία ανοχής εκ μέρους της Κυβέρνησης της Ρουάντα απέναντι στον πολιτικό πλουραλισμό·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τον Απρίλιο 2013, κατά την εκδίκαση της έφεσής της ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κι ενώ είχε απαλλαγεί για έξη κατηγορίες που είχε απαγγείλει η εισαγγελική αρχή, καταδικάστηκε βάσει νέων κατηγοριών μη θεμελιωμένων σε νόμιμα τεκμήρια και τα οποία, σύμφωνα με τον Συνήγορό της, δεν παρουσιάσθηκαν κατά τη δίκη· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δυο νέες κατηγορίες περιελάμβαναν άρνηση/αναθεωρητισμό γενοκτονίας και εσχάτη προδοσία·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Μάιο 2013, μετά που κατέθεσαν σε βάρος της Victoire Ingabire στο Δικαστήριο το 2012, τέσσερις μάρτυρες κατηγορίας και ένας συγκατηγορούμενος είπαν στο Ανώτατο Δικαστήριο ότι οι μαρτυρικές τους καταθέσεις είχαν παραποιηθεί· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια έγκυρη οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξέφρασε ανησυχίες για την «παρατεινόμενη κράτησή της σε απομόνωση» και για τη χρήση βασανιστηρίων με σκοπό την απόσπαση ομολογιών·

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δίκη, που ξεκίνησε το 2011, θεωρείται από πολλούς παρατηρητές ως πολιτικής φύσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι η νομοθεσία και η Δικαιοσύνη της Ρουάντα αντιβαίνουν προς τις διεθνείς συμβάσεις στις οποίες η Ρουάντα είναι συμβαλλόμενο μέρος, και ιδιαίτερα τις Διεθνείς Συμβάσεις περί Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων που η Ρουάντα υπέγραψε στις 16 Ιουλίου 1997, και πιο συγκεκριμένα τις σχετικές με την ελευθερία της έκφρασης και των πεποιθήσεων διατάξεις της, ·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από τις 16 Απριλίου 2012 η Victoire Ingabire μποϋκοτάρει τη δίκη της διαμαρτυρόμενη για τους εκφοβισμούς και τις παράνομες μεθόδους ανάκρισης που υφίστανται κάποιοι συγκατηγορούμενοί της, πρώην μέλη των Democratic Forces for the Liberation of Rwanda (FLDR), ήτοι ο Αντισυνταγματάρχης Tharcisse Nditurende, ο Αντισυνταγματάρχης Noël Habiyaremye, ο Λοχαγός Jean Marie Vianney Karuta και ο Ταγματάρχης Vital Uwumuremyi, καθώς και για την απόφαση του Δικαστηρίου να συντομεύσει την ακρόαση ενός μάρτυρος κατηγορίας, του Michel Habimana, που κατηγορεί τις Αρχές της Ρουάντα για κατασκευασμένα αποδεικτικά στοιχεία σε βάρος του· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ανωτέρω δεν έχουν επιβεβαιωθεί από τις Αρχές της Ρουάντα·

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Bernard Ntaganda, ιδρυτής του κόμμματος PS-Imberakuri, καταδικάστηκε σε 4ετή φυλάκιση με την κατηγορία της απειλής για την εθνική ασφάλεια, των «διχαστικών» ενεργειών και της απόπειρας οργάνωσης διαδηλώσεων χωρίς άδεια·

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις 13 Σεπτεμβρίου 2012, η Victoire Ingabire, μαζί με δυο άλλες πολιτικές προσωπικότητες της Ρουάντα, τους Bernard Ntaganda και Deogratias Mushyayidi — που βρίσκονται φυλακισμένοι στο Kigali- προτάθηκε για το Βραβείο Ζαχάρωφ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ελευθερία της σκέψης·

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ρουάντα έχει υπογράψει τη Συμφωνία του Κοτονού βάσει της οποίας ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί βασικό στοιχείο της συνεργασίας ΕΕ-ΑΚΕ·

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων περιλαμβάνει τον πολιτικό πλουραλισμό, την ελευθερία της έκφρασης και συνεταιρίζεσθαι που προς το παρόν υπόκεινται σε αυστηρούς περιορισμούς στη Ρουάντα, με αποτέλεσμα να καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο για τα κόμματα της αντιπολίτευσης να λειτουργήσουν και για τους δημοσιογράφους να εκφράσουν επικριτικές απόψεις·

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παγίωση της δημοκρατίας, όπου συμπεριλαμβάνεται η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η συμμετοχή των κομμάτων της αντιπολίτευσης, έχει ζωτική σημασία, ιδίως εν όψει των βουλευτικών εκλογών του 2013 και των προεδρικών εκλογών του 2017·

ΙΖ.

εκτιμώντας ότι η γενοκτονία και ο εμφύλιος πόλεμος του 1994 στη Ρουάντα συνεχίζουν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη σταθερότητα της περιοχής·

1.

εκφράζει τη βαθιά του ανησυχία για το ότι η πρωτοβάθμια δίκη της Victoire Ingabire, που δεν πληρούσε τις διεθνείς προδιαγραφές, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματός της στο τεκμήριο της αθωότητας, και που στηρίχθηκε σε κατασκευασμένα αποδεικτικά στοιχεία και σε μαρτυρίες συγκατηγορουμένων της που ήταν υπό στρατιωτική κράτηση στο Στρατόπεδο Camp Kami, όπου υποστηρίζεται ότι χρησιμοποιήθηκαν βασανιστήρια για την απόσπαση ομολογιών·

2.

καταδικάζει έντονα την πολιτική σκοπιμότητα της δίκης, τη δίωξη πολιτικών αντιφρονούντων και την προεξόφληση του αποτελέσματος της δίκης· καλεί τη Δικαιοσύνη της Ρουάντα να εξασφαλίσει στην κ. Victoire Ingabire μια ταχεία και δίκαιη έφεση και να σεβασθεί τις προδιαγραφές του δικαίου της Ρουάντα και του διεθνούς δικαίου·

3.

ζητεί να γίνει σεβαστή η αρχή της ισότητας χάρη σε μέτρα που θα εξασφαλίσουν ότι θα έχουν και οι δυο πλευρές — εισαγγελική αρχή και υπεράσπιση — τα ίδια δικονομικά μέσα και τις ίδιες δυνατότητες παρουσίασης αποδεικτικών στοιχείων διαθέσιμων κατά τη δίκη και τις ίδιες δυνατότητες υπεράσπισης των θέσεών τους· ζητεί μια καλύτερη εξέταση των στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των μέσων που θα διασφαλίζουν ότι δεν αποσπάσθηκαν με βασανιστήρια·

4.

καλεί την ΕΕ να στείλει παρατηρητές να παρακολουθήσουν την εκδίκαση της έφεσης της Victoire Ingabire·

5.

τονίζει το σεβασμό του για την ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος της Ρουάντα, όμως θυμίζει στις Αρχές ότι η ΕΕ έχει εκφράσει ανησυχίες για το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου που έχει με τη Ρουάντα βάσει του άρθρου 8 της Συμφωνίας του Κοτονού·

6.

υπενθυμίζει ότι η ελευθερία του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και της έκφρασης αποτελούν βασικά στοιχεία οποιασδήποτε δημοκρατίας και εκτιμά πως στη Ρουάντα οι βασικές αυτές αρχές υπόκεινται σε σοβαρούς περιορισμούς·

7.

καταδικάζει κάθε μορφή καταστολής, εκφοβισμού και κράτησης πολιτικών ακτιβιστών, δημοσιογράφων και υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων· καλεί τις Αρχές της Ρουάντα να ελευθερώσουν αμέσως όσα άτομα και άλλους ακτιβιστές είναι υπό κράτηση ή έχουν καταδικασθεί για τον απλό λόγο ότι άσκησαν τα δικαιώματά τους της ελευθερίας της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και της ειρηνικής συνάθροισης· καλεί επ’ αυτού τις Αρχές της Ρουάντα να αναπροσαρμόσουν την εθνική τους νομοθεσία ώστε αυτή να εγγυάται την ελευθερία της έκφρασης·

8.

καλεί την Κυβέρνηση της Ρουάντα να συμμορφωθεί προς το διεθνές δίκαιο και να σεβαστεί την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων του 1966 και τον Αφρικανικό Χάρτη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Λαών·

9.

υπενθυμίζει ότι οι δηλώσεις που αποσπώνται με βασανιστήρια ή άλλες μορφές κακομεταχείρισης δεν γίνονται αποδεκτές σε καμία δίκη·

10.

καλεί τις δικαστικές αρχές της Ρουάντα να διερευνήσουν αποτελεσματικά τις καταγγελίες περί βασανιστηρίων και άλλων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να προσάγουν στη Δικαιοσύνη τους αυτουργούς αυτών των παραβιάσεων, δεδομένου ότι δεν μπορεί να γίνει ανεκτή η ατιμωρησία·

11.

εκφράζει την ανησυχία του που 19 χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας από το RPF και δυο χρόνια μετά την επανεκλογή του Προέδρου Kagame, η Ρουάντα ακόμη δεν διαθέτει κανένα ενεργό αντιπολιτευόμενο κόμμα·

12.

καλεί τις Αρχές της Ρουάντα να μεριμνήσουν για το διαχωρισμό της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής εξουσίας, και ιδιαίτερα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, και να προαγάγουν τη συμμετοχή των κομμάτων της αντιπολίτευσης, σε ένα κλίμα αμοιβαίου σεβασμού και συμμετοχικού διαλόγου στο πλαίσιο του εκδημοκρατισμού·

13.

εκτιμά πως ο Νόμος του 2008 περί γενοκτονικής ιδεολογίας που χρησιμοποιήθηκε για να κατηγορηθεί η Victoire Ingabire χρησίμευσε ως πολιτικό εργαλείο για να επιβληθεί σιωπή στους επικριτές της κυβέρνησης·

14.

ζητεί από την κυβέρνηση της Ρουάντα να αναθεωρήσει το Νόμο περί «γενοκτονικής ιδεολογίας» ώστε να ευθυγραμμιστεί με τις υποχρεώσεις που η Ρουάντα έχει δυνάμει του διεθνούς δικαίου, και να τροποποιήσει το Νόμο περί κολασμού των εγκλημάτων της άσκησης διακρίσεων και διχαστικών ενεργειών, ώστε αυτός να ευθυγραμμιστεί με τις υποχρεώσεις της Ρουάντα που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο το σχετικό με τα ανθρώπινα δικαιώματα·

15.

τονίζει ότι η ποινική δίκη της Victoire Ingabire, μια εκ των πλέον μακροχρόνιων στην ιστορία της Ρουάντα, είναι σημαντική και από πολιτική και από νομική άποψη, ως μια δοκιμή της ικανότητας της Δικαιοσύνης της Ρουάντα να διεκπεραιώνει με δίκαιο και ανεξάρτητο τρόπο τις υψηλού επιπέδου πολιτικές υποθέσεις·

16.

υπενθυμίζει στις Αρχές της Ρουάντα ότι η δημοκρατία θεμελιώνεται στην πλουραλιστική διακυβέρνηση, στην ενεργό αντιπολίτευση, στα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και στην ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων της έκφρασης και του συνέρχεσθαι· καλεί επ’αυτού τη Ρουάντα να ευθυγραμμιστεί με αυτά τα πρότυπα και να βελτιώσει τις επιδόσεις της στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

17.

τονίζει ότι οι διεθνείς αναπτυξιακές πρωτοβουλίες για τη Ρουάντα θα πρέπει να δίνουν μεγαλύτερη προτεραιότητα στα ανθρώπινα δικαιώματα, στο κράτος δικαίου και στη διαφανή και υπεύθυνη διακυβέρνηση· καλεί την ΕΕ να ασκήσει, σε συνεργασία με τους άλλους διεθνείς δωρητές, συνεχή πίεση, ώστε να προωθηθούν στη Ρουάντα οι μεταρρυθμίσεις σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

18.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, στα θεσμικά όργανα της Αφρικανικής Ένωσης, στην Κοινότητα Ανατολικής Αφρικής, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση Ίσης Εκπροσώπησης ΑΚΕ-ΕΕ, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, στους συνηγόρους της Victoire Ingabire, και στον Πρόεδρο της Ρουάντα.


(1)  Γαλλικά: Forces Democratiques Unifiées (FDU-Inkingi).


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/131


P7_TA(2013)0195

Αίτηση υπεράσπισης της βουλευτικής ασυλίας του Gabriele Albertini

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας και των προνομίων του Gabriele Albertini (2012/2240(IMM))

(2016/C 055/23)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την αίτηση υπεράσπισης της ασυλίας του που υπέβαλε ο Gabriele Albertini στις 19 Ιουλίου 2012, και η οποία ανακοινώθηκε στην Ολομέλεια στις 10 Σεπτεμβρίου 2012, σε συνάρτηση με διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον δικαστηρίου του Μιλάνου στην Ιταλία,

αφού άκουσε τον Gabriele Albertini, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 68 του Συντάγματος της Ιταλικής Δημοκρατίας, όπως τροποποιήθηκε από το Συνταγματικό Νόμο αριθ. 3 της 29ης Oκτωβρίου 1993,

έχοντας υπόψη το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι προσαρτημένο στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και το άρθρο 6 παράγραφος 2 της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία,

έχοντας υπόψη τις από 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 και 21 Οκτωβρίου 2008, 19 Μαρτίου 2010 και 6 Σεπτεμβρίου 2011 αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 3 και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0149/2013),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Gabriele Albertini, έχει υποβάλει αίτηση για την υπεράσπιση της κοινοβουλευτικής ασυλίας σε συνάρτηση με διαδικασία που εκκρεμεί ενώπιον ενός ιταλικού δικαστηρίου·

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση του Gabriele Albertini αφορά αγωγή που ασκήθηκε εις βάρος του ενώπιον του δικαστηρίου του Μιλάνου εξ ονόματος του Alfredo Robledo, σε συνάρτηση με δηλώσεις στις οποίες προέβη ο Gabriele Albertini στο πλαίσιο μια πρώτης συνέντευξης που δημοσιεύθηκε στην ιταλική εφημερίδα Il Sole 24 Ore στις 26 Οκτωβρίου 2011 και μιας δεύτερης συνέντευξης που δημοσιεύθηκε στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera στις 19 Φεβρουαρίου 2012·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με το δικόγραφο της αγωγής, οι δηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των συνεντεύξεων αυτών συνιστούν συκοφαντική δυσφήμιση που στοιχειοθετεί αγωγή αποζημίωσης·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των δύο αυτών συνεντεύξεων αφορούν την «δικαστική διαδικασία σχετικά με τις συμβάσεις παραγώγων» σε συνάρτηση με τη διερεύνηση πραγματικών περιστατικών που ανάγονται χρονικά στο 2005 και που εμπλέκουν το Δήμο του Μιλάνου όταν ο Gabriele Albertini ασκούσε τα καθήκοντα του δημάρχου της πόλης αυτής·

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι και οι δύο συνεντεύξεις παραχωρήθηκαν σε χρόνο κατά τον οποίο ο Gabriele Albertini ήταν βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά την εκλογή του στο αξίωμα αυτό στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2004 και το 2009·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη, ότι σύμφωνα με το άρθρο 8 του Πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη, ότι σύμφωνα με την πάγια πρακτική του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το γεγονός ότι μια δίωξη παρουσιάζει αστικό ή διοικητικό χαρακτήρα ή περιλαμβάνει ορισμένες πτυχές που εμπίπτουν στο αστικό ή διοικητικό δίκαιο, δεν παρεμποδίζει καθ' εαυτό την εφαρμογή της ασυλίας που παρέχει το εν λόγω άρθρο·

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, όπως προκύπτουν από την αγωγή και τις προφορικές δηλώσεις του Gabriele Αlbertini προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προκύπτει ότι οι επίμαχες δηλώσεις δεν συνδέονται κατά τρόπο άμεσο και προφανή με την άσκηση των καθηκόντων του Gabriele Albertini υπό την ιδιότητά του ως Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Gabriele Albertini, παραχωρώντας τις δύο επίμαχες συνεντεύξεις αναφορικά με τη «δικαστική διαδικασία σχετικά με τις συμβάσεις παραγώγων», δεν ενεργούσε συνεπώς στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων του ως βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

1.

αποφασίζει να μην υπερασπίσει την ασυλία και τα προνόμια του Gabriele Albertini·

2.

αναθέτει στον πρόεδρό του να διαβιβάσει αμελλητί την παρούσα απόφαση στον πρόεδρο και στις αρχές της Ιταλικής Δημοκρατίας και στον Gabriele Albertini.


(1)  Απόφαση της 12ης Μαΐου 1964 στην υπόθεση 101/63, Wagner/Fohrmann και Krier (Ελληνική ειδική έκδοση, σελ. 1089)· απόφαση της 10ης Ιουλίου 1986 στην υπόθεση 149/85, Wybot/Faure και άλλων (Συλλογή 1986, σελ. 2391)· απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση T-345/05, Mote/Parlement (Συλλογή 2008, σελ. II-2849)· απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2008 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07, Marra/De Gregorio και Clemente (Συλλογή 2008, σελ. I-7929)· απόφαση της 19ης Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-42/06, Gollnisch/Parlement (Συλλογή 2010, σελ. II-1135)· απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2011 στην υπόθεση C-163/10, Patriciello (Συλλογή 2011, σελ. I-7565).


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/132


P7_TA(2013)0196

Αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη (Ι)

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη (Ι) (2013/2014(IMM))

(2016/C 055/24)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την αίτηση άρσης της ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη, που διαβιβάστηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2012 από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου (σχετ. 4634/2012) σε σχέση με την απόφαση της 22ας Μαρτίου 2012 του Τριμελούς Εφετείου Κρήτης (σχετ. 584/2012) και που ανακοινώθηκε στην Ολομέλεια στις 14 Ιανουαρίου 2013,

αφού άκουσε τον Σπύρο Δανέλλη, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 6 παράγραφος 2 της πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, και το άρθρο 62 του Συντάγματος της Ελληνικής Δημοκρατίας,

έχοντας υπόψη τις από 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 και 21 Οκτωβρίου 2008, 19 Μαρτίου 2010 και 6 Σεπτεμβρίου 2011 (1) αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0159/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησε την άρση της βουλευτικής ασυλίας του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Σπύρου Δανέλλη, σε σχέση με ενδεχόμενη δικαστική διαδικασία που αφορά εικαζόμενο αδίκημα·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι βουλευτές απολαύουν, εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 62 του Συντάγματος της Ελληνικής Δημοκρατίας προβλέπει ότι, όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Σπύρος Δανέλλης κατηγορείται για παράβαση καθήκοντος, δεδομένου ότι φέρεται να παρέλειψε, ως Δήμαρχος Χερσονήσου του νομού Ηρακλείου, να λάβει μέτρα για τη διακοπή της λειτουργίας καταστήματος στον δήμο του παρά την ύπαρξη απόφασης των υγειονομικών αρχών που επέβαλε τη λήψη των εν λόγω μέτρων·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εικαζόμενες πράξεις δεν συνιστούν γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους σκοπούς του άρθρου 8 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι προδήλως η κατηγορία ουδόλως σχετίζεται με τη θέση του Σπύρου Δανέλλη ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά με την προηγούμενη θέση του ως Δημάρχου Χερσονήσου·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υφίστανται υπόνοιες ότι η δίωξη ασκείται με σκοπό να παρακωλυθεί η πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή (fumus persecutionis) και εκτιμώντας ειδικότερα το γεγονός ότι ο Σπύρος Δανέλλης δεν είναι ο μοναδικός κατηγορούμενος στην εν λόγω υπόθεση·

1.

Αποφασίζει να άρει την ασυλία του Σπύρου Δανέλλη·

2.

Αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον Σπύρο Δανέλλη.


(1)  Απόφαση της 12ης Μαΐου 1964 στην υπόθεση 101/63, Wagner/Fohrmann και Krier (Ελληνική ειδική έκδοση, σελ. 1089)· απόφαση της 10ης Ιουλίου 1986 στην υπόθεση 149/85, Wybot/Faure και άλλων (Συλλογή 1986, σελ. 2391)· απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση T-345/05, Mote/Parlement (Συλλογή 2008, σελ. II-2849)· απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2008 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07, Marra/De Gregorio και Clemente (Συλλογή 2008, σελ. I-7929)· απόφαση της 19ης Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-42/06, Gollnisch/Parlement (Συλλογή 2010, σελ. II-1135)· απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2011 στην υπόθεση C-163/10, Patriciello (Συλλογή 2011, σελ. I-7565).


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/133


P7_TA(2013)0197

Αίτηση άρσης της βουλευτικής ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη (ΙΙ)

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη (ΙΙ) (2013/2028(IMM))

(2016/C 055/25)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την αίτηση άρσης της ασυλίας του Σπύρου Δανέλλη, που διαβιβάστηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2012 από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου (σχετ. 4825/2012) σε σχέση με την απόφαση της 9ης και 16ης Οκτωβρίου 2012 του Τριμελούς Εφετείου Κρήτης (σχετ. 1382/2012) και που ανακοινώθηκε στην Ολομέλεια στις 6 Φεβρουαρίου 2013,

αφού άκουσε τον Σπύρο Δανέλλη, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 6 παράγραφος 2 της πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία, και το άρθρο 62 του Συντάγματος της Ελληνικής Δημοκρατίας,

έχοντας υπόψη τις από 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 και 21 Οκτωβρίου 2008, 19 Μαρτίου 2010 και 6 Σεπτεμβρίου 2011 (1) αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0160/2013),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησε την άρση της βουλευτικής ασυλίας του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Σπύρου Δανέλλη, σε σχέση με ενδεχόμενη δικαστική διαδικασία που αφορά εικαζόμενο αδίκημα·

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι βουλευτές απολαύουν, εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 62 του Συντάγματος της Ελληνικής Δημοκρατίας προβλέπει ότι, όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος·

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο Σπύρος Δανέλλης κατηγορείται ότι διετύπωσε ψευδείς κατηγορίες περί διαπράξεως μιας παράνομης πράξης εις βάρος ενός τρίτου προσώπου με την πρόθεση να ασκηθεί δίωξη εις βάρος του προσώπου αυτού καθώς και ότι προέβη σε αναληθείς δηλώσεις για ένα τρίτο πρόσωπο, οι οποίες μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του προσώπου αυτού, αν και γνώριζε ότι οι δηλώσεις αυτές δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εικαζόμενες αυτές ψευδείς δηλώσεις και κατηγορίες σχετίζονται με την πώληση καρπών ελιάς και άλλων εκριζωθέντων δένδρων σε απαλλοτριωθείσα γη από έναν εργολάβο που εκτελούσε δημόσια έργα στο πλαίσιο της κατασκευής ενός φράγματος στο δήμο Χερσονήσου του νομού Ηρακλείου, στον οποίο ο Σπύρος Δανέλλης διετέλεσε Δήμαρχος·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εικαζόμενες πράξεις δεν συνιστούν γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους σκοπούς του άρθρου 8 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι προδήλως η κατηγορία ουδόλως σχετίζεται με τη θέση του Σπύρου Δανέλλη ως βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά με την προηγούμενη θέση του ως Δημάρχου Χερσονήσου·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υφίστανται υπόνοιες ότι η δίωξη ασκείται με σκοπό να παρακωλυθεί η πολιτική δραστηριότητα του βουλευτή (fumus persecutionis) και εκτιμώντας ειδικότερα το γεγονός ότι ο Σπύρος Δανέλλης δεν είναι ο μοναδικός κατηγορούμενος στην εν λόγω υπόθεση·

1.

αποφασίζει να άρει την ασυλία του Σπύρου Δανέλλη·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει αμέσως την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον Σπύρο Δανέλλη.


(1)  Απόφαση της 12ης Μαΐου 1964 στην υπόθεση 101/63, Wagner/Fohrmann και Krier (Ελληνική ειδική έκδοση, σελ. 1089)· απόφαση της 10ης Ιουλίου 1986 στην υπόθεση 149/85, Wybot/Faure και άλλων (Συλλογή 1986, σελ. 2391)· απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2008 στην υπόθεση T-345/05, Mote/Parlement (Συλλογή 2008, σελ. II-2849)· απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2008 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07, Marra/De Gregorio και Clemente (Συλλογή 2008, σελ. I-7929)· απόφαση της 19ης Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-42/06, Gollnisch/Parlement (Συλλογή 2010, σελ. II-1135)· απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2011 στην υπόθεση C-163/10, Patriciello (Συλλογή 2011, σελ. I-7565).


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/135


P7_TA(2013)0207

Προφορικές τροπολογίες και άλλες προφορικές τροποποιήσεις (ερμηνεία του άρθρου 156 παράγραφος 6 του Κανονισμού)

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με τις προφορικές τροπολογίες και άλλες προφορικές τροποποιήσεις (ερμηνεία του άρθρου 156 παράγραφος 6 του Κανονισμού)

(2016/C 055/26)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την από 24 Απριλίου 2013 επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής Συνταγματικών Θεμάτων,

έχοντας υπόψη το άρθρο 211 του Κανονισμού του,

1.

αποφασίζει να προσθέσει την κατωτέρω ερμηνεία στο άρθρο 156 παράγραφος 6 στον Κανονισμό του:

«Μετά από πρόταση του Προέδρου, προφορική τροπολογία ή οποιαδήποτε άλλη προφορική τροποποίηση εξομοιώνεται με τροπολογία η οποία δεν έχει διανεμηθεί σε όλες τις επίσημες γλώσσες. Εάν ο Πρόεδρος την κρίνει παραδεκτή σύμφωνα με το άρθρο 157 παράγραφος 3 και εάν δεν εκφρασθεί αντίρρηση σύμφωνα με το άρθρο 156 παράγραφος 6, τίθεται σε ψηφοφορία με βάση την καθορισμένη σειρά ψηφοφορίας.

Σε επιτροπή, ο αριθμός των ψήφων που απαιτούνται για την διατύπωση αντίρρησης σε παρόμοια τροπολογία ή τροποποίηση καθορίζεται, με βάση το άρθρο 196 κατ' αναλογίαν των διατάξεων που εφαρμόζονται στην Ολομέλεια, με στρογγυλοποίηση, ανάλογα με την περίπτωση, στον αμέσως επόμενο ακέραιο αριθμό.»

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Τρίτη 21 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/136


P7_TA(2013)0191

Συμφωνία ΕΕ — Σρι Λάνκα σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Κυβέρνησης της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σρι Λάνκα σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών (15318/2012 — C7-0391/2012 — 2012/0018(NLE))

(Έγκριση)

(2016/C 055/27)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (15318/2012),

έχοντας υπόψη τη Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της κυβέρνησης της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σρι Λάνκα σχετικά με ορισμένες πτυχές των αεροπορικών μεταφορών (08176/2012),

έχοντας υπόψη την αίτηση για έγκριση που υποβλήθηκε από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 100 παράγραφος 2, το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) και το άρθρο 218 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0391/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0169/2013),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Λαϊκής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Σρι Λάνκα.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/136


P7_TA(2013)0192

Εντατική συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου με σκοπό την εντατική συνεργασία (05822/2013 — C7-0044/2013 — 2012/0213(NLE))

(Έγκριση)

(2016/C 055/28)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (05822/2013),

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ένωσης και την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου ενισχυμένης συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (13792/2012),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 100 παράγραφος 2 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0044/2013),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 81 και 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0157/2013),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, καθώς και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/137


P7_TA(2013)0193

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 354/83, σχετικά με την κατάθεση των ιστορικών αρχείων των θεσμικών οργάνων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ/Ευρατόμ) αριθ. 354/83, σχετικά με την κατάθεση των ιστορικών αρχείων των θεσμικών οργάνων στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας (06867/2013 — C7-0081/2013 — 2012/0221(APP))

(Ειδική νομοθετική διαδικασία — έγκριση)

(2016/C 055/29)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου (06867/2013),

έχοντας υπόψη την αίτηση για έγκριση που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 352 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0081/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (Α7-0156/2013),

1.

εγκρίνει το σχέδιο κανονισμού του Συμβουλίου·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/138


P7_TA(2013)0194

Χρονική περίοδος των όγδοων εκλογών των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία *

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου όσον αφορά τον καθορισμό της χρονικής περιόδου των όγδοων εκλογών των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση και καθολική ψηφοφορία (07279/2013 — C7-0068/2013 — 2013/0802(CNS))

(Διαβούλευση)

(2016/C 055/30)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο του Συμβουλίου (07279/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 11 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της πράξης περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία (1), σύμφωνα με το οποίο κλήθηκε από το Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7-0068/2013),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 22ας Νοεμβρίου 2012 σχετικά με τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2014 (2),

έχοντας υπόψη τα άρθρα 55 και 46 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0138/2013),

1.

εγκρίνει το σχέδιο του Συμβουλίου·

2.

καλεί το Συμβούλιο, στην περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

3.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στο κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, και προς ενημέρωση, στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας της Κροατίας.


(1)  Προσαρτημένη πράξη στην απόφαση 76/787/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου στης 20ής Σεπτεμβρίου 1976 (ΕΕ L 278 της 8.10.1976, σ. 1), που τροποποιήθηκε από την απόφαση 93/81/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 33 της 9.2.1993, σ. 15), και από την απόφαση 2002/772/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (ΕΕ L 283 της 21.10.2002, σ. 1).

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0462.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/138


P7_TA(2013)0200

Υπεράκτιες δραστηριότητες αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Μαϊου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την ασφάλεια των υπεράκτιων δραστηριοτήτων αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου (COM(2011)0688 — C7-0392/2011 — 2011/0309(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/31)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0688),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0392/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 22ας Φεβρουαρίου 2012 (1),

κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου, με επιστολή της 6ης Μαρτίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, καθώς και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0121/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 107.


P7_TC1-COD(2011)0309

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 21 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2013/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ασφάλεια των υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερίου και την τροποποίηση της οδηγίας 2004/35/ΕΚ

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2013/30/ΕΕ.)


Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/140


P7_TA(2013)0208

Σχέδιο πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τσεχική Δημοκρατία (έγκριση) ***

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Mαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να μην συγκαλέσει Συνέλευση για την προσθήκη Πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (00091/2011 — C7-0386/2011 — 2011/0818(NLE))

(Έγκριση)

(2016/C 055/32)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την επιστολή της τσεχικής κυβέρνησης, της 5ης Σεπτεμβρίου 2011, προς το Συμβούλιο σχετικά με σχέδιο πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Χάρτης») στην Τσεχική Δημοκρατία,

έχοντας υπόψη την επιστολή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που αφορά σχέδιο πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη στην Τσεχική Δημοκρατία,

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης, προκειμένου να μην συγκληθεί Συνέλευση, που υπέβαλε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (C7-0386/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Χάρτη,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της συνεδρίασης στις 29—30 Οκτωβρίου 2009 των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών, που συνήλθαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 74α και 81 παράγραφος 1 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0282/2012),

Λαμβάνοντας υπόψη ότι:

Α.

ο Χάρτης εκπονήθηκε από Συνέλευση που επιτέλεσε το έργο της από τις 17 Δεκεμβρίου 1999 έως τις 2 Οκτωβρίου 2000, με τη συμμετοχή εκπροσώπων του Κοινοβουλίου, των κρατών μελών, εθνικών κοινοβουλίων και της Επιτροπής· ο Χάρτης θεσπίστηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2000 και το κείμενό του προσαρμόστηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2007 στο Στρασβούργο·

Β.

δεύτερη Συνέλευση επιτέλεσε το έργο της από τις 22 Φεβρουαρίου 2002 έως τις 18 Ιουλίου 2003 για την εκπόνηση της Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, της οποίας το κυριότερο τμήμα ενσωματώθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας που τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2009·

Γ.

και οι δύο Συνελεύσεις είχαν συγκληθεί για την αντιμετώπιση σημαντικών θεμάτων που αφορούν τη συνταγματική τάξη της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της έγκρισης δεσμευτικού κειμένου που διέπει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζει η Ένωση·

Δ.

υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων, δεν απαιτείται η σύγκληση Συνέλευσης για να εξεταστεί η πρόταση σύμφωνα με την οποία το Πρωτόκολλο αριθ. 30 για την εφαρμογή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Πολωνία και στο Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να επεκταθεί ώστε να περιληφθεί η Τσεχική Δημοκρατία, δεδομένου ότι η τυχόν επίδραση της εν λόγω πρότασης θα ήταν περιορισμένη·

1.

εγκρίνει την πρόταση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να μην συγκαλέσει Συνέλευση·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/141


P7_TA(2013)0209

Σχέδιο πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τσεχική Δημοκρατία (διαβούλευση) *

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τσεχική Δημοκρατία (άρθρο 48 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση) (00091/2011 — C7-0385/2011 — 2011/0817(NLE))

(2016/C 055/33)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την επιστολή της Τσεχικής Κυβέρνησης της 5ης Σεπτεμβρίου 2011 προς το Συμβούλιο σχετικά με σχέδιο πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο «Χάρτης») στην Τσεχική Δημοκρατία,

έχοντας υπόψη την επιστολή του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2011 προς τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με σχέδιο πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη στην Τσεχική Δημοκρατία,

έχοντας υπόψη το πρώτο εδάφιο του άρθρου 48 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), σύμφωνα με το οποίο το Κοινοβούλιο κλήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7–0385/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 6 παράγραφος 1 της ΣΕΕ και το Χάρτη,

έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο αριθ. 30 σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Πολωνία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο προσαρτάται στην ΣΕΕ και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της συνόδου των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών, που συνήλθαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στις 29 και 30 Οκτωβρίου 2009,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις σχετικά με τον Χάρτη που έχουν προσαρτηθεί στην Τελική Πράξη της Διακυβερνητικής Διάσκεψης η οποία ενέκρινε τη Συνθήκη της Λισαβόνας, που υπογράφηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2007, και συγκεκριμένα τη δήλωση αριθ. 1 όλων των κρατών μελών, τη δήλωση αριθ. 53 της Τσεχικής Δημοκρατίας και τις δηλώσεις αριθ. 61 και αριθ. 62 της Δημοκρατίας της Πολωνίας,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα 330, που εγκρίθηκε κατά τη 12η σύνοδο της Γερουσίας της Τσεχικής Δημοκρατίας στις 6 Οκτωβρίου 2011,

έχοντας υπόψη το άρθρο 74α του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0174/2013),

Λαμβάνοντας υπόψη ότι:

Α.

Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, που συνήλθαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 29—30 Οκτωβρίου 2009, συμφώνησαν ότι, κατά τη σύναψη της προσεχούς συνθήκης προσχώρησης και σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς κανόνες τους, θα προσαρτήσουν στις Συνθήκες Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη στην Τσεχική Δημοκρατία.

Β.

Στις 5 Σεπτεμβρίου 2011, η τσεχική κυβέρνηση, με επιστολή του Μόνιμου Αντιπροσώπου της, υπέβαλε στο Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2 της ΣΕΕ, πρόταση τροποποίησης των Συνθηκών που αφορά την προσθήκη πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη στην Τσεχική Δημοκρατία.

Γ.

Στις 11 Οκτωβρίου 2011, το Συμβούλιο υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2 της ΣΕΕ, πρόταση τροποποίησης των Συνθηκών που αφορά την προσθήκη πρωτοκόλλου για την εφαρμογή του Χάρτη στην Τσεχική Δημοκρατία.

Δ.

Σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο της ΣΕΕ, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε το Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει ως προς το κατά πόσον θα πρέπει να εξετασθούν οι προτεινόμενες τροποποιήσεις.

Ε.

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει ότι τα δικαιώματα, οι ελευθερίες και οι αρχές που περιέχονται στον Χάρτη έχουν το ίδιο νομικό κύρος και την ίδια δεσμευτική ισχύ με τις Συνθήκες.

ΣΤ.

Τα πρωτόκολλα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των Συνθηκών στις οποίες προσαρτώνται και, συνεπώς, για την προσθήκη πρωτοκόλλου που θεσπίζει ειδικούς κανόνες όσον αφορά την εφαρμογή τμημάτων της νομοθεσίας της Ένωσης σε ένα κράτος μέλος απαιτείται αναθεώρηση των Συνθηκών.

Ζ.

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της ΣΕΕ, ο Χάρτης δεν επεκτείνει κατά κανένα τρόπο τις αρμοδιότητες της Ένωσης όπως αυτές ορίζονται στις Συνθήκες.

Η.

Σύμφωνα με το άρθρο 51 του Χάρτη, οι διατάξεις του απευθύνονται στα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, τηρουμένης της αρχής της επικουρικότητας, καθώς και στα κράτη μέλη, μόνον όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Κατά συνέπεια, τα εν λόγω θεσμικά όργανα, υπηρεσίες, γραφεία και οργανισμοί πρέπει να σέβονται τα δικαιώματα, να τηρούν τις αρχές και να προάγουν την εφαρμογή του Χάρτη σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που εκχωρούν στην Ένωση οι Συνθήκες. Όπως επιβεβαιώνεται στη δήλωση αριθ. 1, ο Χάρτης δεν επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης πέραν των αρμοδιοτήτων της Ένωσης και δεν δημιουργεί καμιά νέα αρμοδιότητα και κανένα νέο καθήκον για την Ένωση ούτε τροποποιεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα όπως αυτά ορίζονται στις Συνθήκες.

Θ.

Η παράγραφος 2 της δήλωσης αριθ. 53 της Τσεχικής Δημοκρατίας προβλέπει ότι ο Χάρτης «δεν μειώνει το πεδίο εφαρμογής του εθνικού δικαίου και δεν περιορίζει καμία από τις νυν αρμοδιότητες των εθνικών αρχών στον τομέα αυτό», καθορίζοντας με τον τρόπο αυτό ότι η ακεραιότητα της έννομης τάξης της Τσεχικής Δημοκρατίας διασφαλίζεται χωρίς να απαιτείται προσφυγή σε πρόσθετο μέσο.

Ι.

Σύμφωνα με επιστημονικά στοιχεία και τη νομολογία, το πρωτόκολλο αριθ. 30 δεν εξαιρεί την Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο από τις δεσμευτικές διατάξεις του Χάρτη, δεν υπάρχει δυνατότητα μη εφαρμογής, δεν τροποποιεί το Χάρτη και δεν μεταβάλλει το νομικό καθεστώς που θα υπερίσχυε εάν δεν υπήρχε (1). Συντελεί μόνο στη δημιουργία ανασφάλειας δικαίου τόσο στην Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και σε άλλα κράτη μέλη.

ΙΑ.

Σημαντική συμβολή του Χάρτη είναι η μεγαλύτερη προαγωγή και προβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων, αλλά το πρωτόκολλο αριθ. 30 προκαλεί ανασφάλεια δικαίου και πολιτική σύγχυση, υπονομεύοντας με αυτόν τον τρόπο τις προσπάθειες της Ένωσης για την επίτευξη και διατήρηση ενιαίου υψηλού και ισότιμου επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων.

ΙΒ.

Εάν υπήρχε πιθανότητα να ερμηνευθεί το πρωτόκολλο αριθ. 30 ως περιοριστικό για το πεδίο εφαρμογής ή την ισχύ των διατάξεων του Χάρτη, το αποτέλεσμα θα ήταν να μειωθεί η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών που παρέχεται στους πολίτες της Πολωνίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και σε προσεχές στάδιο της Τσεχικής Δημοκρατίας.

ΙΓ.

Η Βουλή της Τσεχικής Δημοκρατίας κύρωσε τη Συνθήκη της Λισαβόνας ακριβώς όπως αυτή είχε υπογραφεί, χωρίς καμία απολύτως επιφύλαξη ή χαρακτηρισμό σχετικά με την πλήρη προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας στο Χάρτη (2).

ΙΔ.

Η Τσεχική Γερουσία, στο προαναφερθέν ψήφισμά της 330 της 6ης Οκτωβρίου 2011, αντιτάχθηκε στην εφαρμογή του πρωτοκόλλου αριθ. 30 στην Τσεχική Δημοκρατία με το σκεπτικό ότι το πρωτόκολλο θα μείωνε το επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των Τσέχων πολιτών. Η Τσεχική Γερουσία εξέφρασε επίσης αμφιβολίες για τις — θολές — συνταγματικές περιστάσεις υπό τις οποίες εξέτασε το θέμα για πρώτη φορά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μόνο αφού είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία κύρωσης της Συνθήκης της Λισαβόνας από τη Βουλή.

ΙΕ.

Το Τσεχικό Συνταγματικό Δικαστήριο απέρριψε δυο αναφορές το 2008 και 2009 κρίνοντας ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας συμφωνεί πλήρως με το τσέχικο συνταγματικό δίκαιο, δεν μπορεί όμως να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να υποβληθεί αναφορά κατά της προταθείσας τροποποίησης των συνθηκών ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου.

ΙΣΤ.

Το Κοινοβούλιο, σε πνεύμα καλόπιστης συνεργασίας, είναι υποχρεωμένο να εκφράζει τη γνώμη του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με όλες τις προτάσεις αλλαγών στη Συνθήκη, άσχετα από τη σπουδαιότητά τους, δεν δεσμεύεται όμως επ' ουδενί να συμφωνεί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

ΙΖ.

Εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την προθυμία της Τσεχικής Βουλής να ολοκληρώσει την κύρωση του νέου πρωτοκόλλου με σκοπό την επέκταση της εφαρμογής του Πρωτοκόλλου αριθ. 30 στην Τσεχική Δημοκρατία. Σε περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίσει να εξετάσει την προταθείσα τροποποίηση, άλλα κράτη μέλη ίσως θελήσουν να κινήσουν τις δικές τους διαδικασίες κύρωσης έως ότου η Τσεχική Δημοκρατία ολοκληρώσει τη δική της.

1.

καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να μην εξετάσει την προταθείσα τροποποίηση των συνθηκών·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα ως θέση του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στην κυβέρνηση και στο Κοινοβούλιο της Τσεχικής Δημοκρατίας και στα κοινοβούλια των άλλων κρατών μελών.


(1)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Δεκεμβρίου 2011 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-411/10 και C-493/10, και συγκεκριμένα παράγραφος 120.

(2)  Η Συνθήκη της Λισαβόνας κυρώθηκε από το Κοινοβούλιο της Τσεχικής Δημοκρατίας στις 18 Φεβρουαρίου 2009 και από τη Γερουσία της Τσεχικής Δημοκρατίας στις 9 Μαΐου 2009.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/143


P7_TA(2013)0210

Αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις (COM(2011)0276 — C7-0128/2011 — 2011/0130(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/34)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0276),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 81 παράγραφος 2 στοιχεία α), ε) και στ) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία η Επιτροπή υπέβαλε την πρόταση στο Κοινοβούλιο (C7-0128/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, της 16ης Φεβρουαρίου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 8ης Μαρτίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τις κοινές συνεδριάσεις της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A7–0126/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 113 της 18.4.2012, σ. 56.


P7_TC1-COD(2011)0130

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 22 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 606/2013.)


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/144


P7_TA(2013)0211

Συμφωνία ΕΕ-Καναδά για την τελωνειακή συνεργασία όσον αφορά θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της αλυσίδας εφοδιασμού ***

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Καναδά για την τελωνειακή συνεργασία όσον αφορά θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της αλυσίδας εφοδιασμού (11362/2012 — C7-0078/2013 — 2012/0073(NLE))

(Έγκριση)

(2016/C 055/35)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (11362/2012),

έχοντας υπόψη το σχέδιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Καναδά για την τελωνειακή συνεργασία όσον αφορά θέματα που σχετίζονται με την ασφάλεια της αλυσίδας εφοδιασμού (11587/2012),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0078/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90 παράγραφος 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0152/2013),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και του Καναδά.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/145


P7_TA(2013)0212

Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων ***I

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (COM(2012)0512 — C7-0289/2012 — 2012/0244(COD)) (1)

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/36)


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0393/2012).

(*)  Τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▌.


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. …/2013 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) όσον αφορά την αλληλεπίδρασή του με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσον αφορά τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 29 Ιουνίου 2012, οι αρχηγοί κρατών ή κυβερνήσεων της ευρωζώνης κάλεσαν την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις σχετικά με ενιαίο εποπτικό μηχανισμό στον οποίο θα συμμετέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 29ης Ιουνίου 2012 κάλεσε τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αναπτύξει, σε στενή συνεργασία με τον Πρόεδρο της Επιτροπής, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας και τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συγκεκριμένο και χρονικά δεσμευτικό οδικό χάρτη για την υλοποίηση μιας ουσιαστικής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, ο οποίος περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις για τη διατήρηση της ενότητας και ακεραιότητας της ενιαίας αγοράς των χρηματοδοτικών υπηρεσιών. ▌

(2)

Η θέσπιση ενιαίου εποπτικού μηχανισμού είναι το πρώτο βήμα για τη δημιουργία Ευρωπαϊκής τραπεζικής ένωσης, που θα βασίζεται σε ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και νέα πλαίσια όσον αφορά την ασφάλιση των καταθέσεων και εξυγίανσης.

(3)

Προκειμένου να θεσπιστεί ο ενιαίος εποπτικός μηχανισμός, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου [κανονισμός του άρθρου 127 παράγραφος 6] αναθέτει ειδικά καθήκοντα στην ΕΚΤ που αφορούν πολιτικές σχετικές με την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στα κράτη μέλη που έχουν ως νόμισμα το ευρώ. Άλλα κράτη μέλη μπορούν να έχουν στενή συνεργασία με την ΕΚΤ. ▌

(4)

Η ανάθεση εποπτικών καθηκόντων στην ΕΚΤ στον τραπεζικό τομέα για μέρος των κρατών μελών της Ένωσης δεν θα πρέπει με κανένα τρόπο να παρεμποδίζει την εσωτερική αγορά στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (ΕΑΤ) πρέπει συνεπώς να διατηρήσει τον ρόλο της καθώς και όλες τις υφιστάμενες αρμοδιότητες και καθήκοντά της: θα πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσει και να συμβάλλει στη συνεπή εφαρμογή του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων που θα ισχύει σε όλα τα κράτη μέλη και να προωθεί τη σύγκλιση των πρακτικών εποπτείας σε ολόκληρη την Ένωση.

(4a)

Είναι καίριας σημασίας η τραπεζική ένωση να περιλαμβάνει μηχανισμούς απόδοσης λογαριασμού σε δημοκρατικά εκλεγμένο όργανο.

(4β)

Κατά την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται και με επιφύλαξη του στόχου για κατοχύρωση της ασφάλειας και ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, η ΕΑΤ πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την ποικιλομορφία των πιστωτικών ιδρυμάτων και το μέγεθος και τα επιχειρησιακά μοντέλα τους, καθώς και συστημικά οφέλη από την ποικιλομορφία του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου.

(4γ)

Προκειμένου να προωθηθούν οι βέλτιστες εποπτικές πρακτικές στην εσωτερική αγορά, είναι σημαντικό το ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων να συνοδεύεται από ευρωπαϊκό εποπτικό εγχειρίδιο για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, το οποίο θα συντάξει η ΕΑΤ, κατόπιν διαβουλεύσεων με τις εθνικές εποπτικές αρχές. Το εγχειρίδιο εποπτείας πρέπει να προσδιορίζει τις βέλτιστες πρακτικές σε όλη την Ένωση όσον αφορά τη μεθοδολογία και τις διαδικασίες εποπτείας για να τηρούνται οι βασικές διεθνείς αρχές και οι αρχές της Ένωσης. Το εγχειρίδιο δεν πρέπει να λάβει τη μορφή νομικά δεσμευτικών πράξεων και δεν πρέπει να περιορίζει την εποπτεία που βασίζεται σε δικαστικές αποφάσεις. Πρέπει να καλύπτει όλα τα ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΕΑΤ, μεταξύ άλλων, στο βαθμό που είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί, στους τομείς της προστασίας των καταναλωτών και τις προσπάθειες καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος. Πρέπει να καθορίζει παραμέτρους και μεθοδολογίες για την αξιολόγηση του κινδύνου, την ταυτοποίηση των έγκαιρων προειδοποιήσεων και τα κριτήρια για την εποπτική δράση. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν το εγχειρίδιο. Η χρήση του εγχειριδίου θα πρέπει να θεωρείται σημαντικό στοιχείο στην αξιολόγηση της σύγκλισης των εποπτικών πρακτικών και για την αξιολόγηση από ομοτίμους που εμφαίνεται στον παρόντα κανονισμό.

(4δ)

Τα αιτήματα της ΕΑΤ για πληροφορίες πρέπει να είναι δεόντως τεκμηριωμένα και αιτιολογημένα. Οι αντιρρήσεις ως προς το εάν ένα συγκεκριμένο αίτημα της ΕΑΤ για πληροφορίες είναι σύμφωνες με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να διατυπώνονται σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες. Η διατύπωση αντίρρησης δεν πρέπει να απαλλάσσει τον αποδέκτη του αιτήματος από την παροχή της πληροφορίας. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να είναι αρμόδιο να αποφασίζει, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στη Συνθήκη, εάν συγκεκριμένο αίτημα της ΕΑΤ για πληροφορίες είναι σύμφωνο με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(4ε)

Η δυνατότητα της ΕΑΤ να ζητεί πληροφορίες από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να έχει σχέση με κάθε πληροφορία στην οποία έχει νόμιμη πρόσβαση το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, μεταξύ άλλων πληροφορίες που κατέχουν άτομα τα οποία αμείβονται από το σχετικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα για την επιτέλεση σχετικών δραστηριοτήτων, λογιστικούς ελέγχους που παρέχονται στο σχετικό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα από εξωτερικούς ελεγκτές, αντίγραφα σχετικών εγγράφων, βιβλία και αρχεία.

(4στ)

Πρέπει να διασφαλιστεί η ενιαία αγορά και η συνοχή της Ένωσης. Εν προκειμένω, προβληματισμοί όπως η διακυβέρνηση και οι κανόνες ψηφοφορίας στην ΕΑΤ πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά και να διασφαλιστεί η ισότιμη μεταχείριση των κρατών μελών που συμμετέχουν στον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας (ΕΕΜ) και των λοιπών κρατών μελών.

(4ζ)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΑΤ, στην οποία συμμετέχουν όλα τα κράτη μέλη με ίσα δικαιώματα, συγκροτήθηκε με στόχο την κατάρτιση και συμβολή στη συνεπή εφαρμογή του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων και τη διασφάλιση της συνοχής των εποπτικών πρακτικών στην Ένωση, και δεδομένης της θέσπισης του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού με ηγετικό ρόλο για την ΕΚΤ, η ΕΑΤ θα πρέπει να εφοδιαστεί με επαρκή μέσα, τα οποία θα της δώσουν τη δυνατότητα να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί σχετικά με την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς.

(5)

Έχοντας υπόψη τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (EΕ) αριθ. …/… του Συμβουλίου [κανονισμός του άρθρου 127 παράγραφος 6], η ΕΑΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντά της σε σχέση με την ΕΚΤ κατά τον ίδιο τρόπο που τα ασκεί και σε σχέση με άλλες εποπτικές αρχές . Ειδικότερα ο ι υφιστάμενοι μηχανισμοί για τη διευθέτηση διαφωνιών και την ανάληψη δράσης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης πρέπει να προσαρμοστούν αναλόγως, ώστε να εξασφαλιστεί ότι θα εξακολουθήσουν να είναι αποτελεσματικοί. ▌

(5α)

Για τη διεκπεραίωση αυτών των καθηκόντων διευκόλυνσης και συντονισμού σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, η Αρχή θα πρέπει να ενημερώνεται πλήρως για τις σχετικές εξελίξεις και θα πρέπει να καλείται να συμμετέχει ως παρατηρητής σε κάθε σχετική συγκέντρωση των σχετικών αρμόδιων εποπτικών αρχών. Τούτο περιλαμβάνει το δικαίωμα λόγου ή οιαδήποτε άλλη συμβολή.

(6)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα όλων των κρατών μελών λαμβάνονται επαρκώς υπόψη και να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ΕΑΤ με σκοπό τη διατήρηση και την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, οι κανόνες ψηφοφορίας εντός του συμβουλίου εποπτών θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν ▌.

(7)

Οι αποφάσεις σχετικά με τις παραβάσεις της νομοθεσίας της Ένωσης και τη διευθέτηση διαφωνιών θα πρέπει να εξετάζονται από μια ανεξάρτητη ομάδα αποτελούμενη από μέλη του Συμβουλίου Εποπτών που δεν αντιμετωπίζουν συγκρούσεις συμφερόντων, οι οποίοι θα διορίζονται από το συμβούλιο εποπτών. Οι αποφάσεις που προτείνονται από την ομάδα στο συμβούλιο εποπτών θα πρέπει να ▌ εγκρίνονται με απλή πλειοψηφία ▌ των μελών του συμβουλίου εποπτών από κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ και απλή πλειοψηφία των μελών του από κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ.

(7α)

Οι αποφάσεις που αφορούν την ανάληψη δράσης σε καταστάσεις έκτακτης θα πρέπει να εγκρίνονται με απλή πλειοψηφία του συμβουλίου εποπτών, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει την απλή πλειοψηφία των μελών του από κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ και την απλή πλειοψηφία των μελών του από κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ.

(7β)

Οι αποφάσεις που αφορούν τις πράξεις οι οποίες προσδιορίζονται στα άρθρα 10 έως 16 του κανονισμού (ΕΕ) 1093/2010 και τα μέτρα και οι αποφάσεις που εγκρίνονται βάσει του τρίτου εδαφίου του άρθρου 9 παράγραφος 5 και του κεφαλαίου VI του εν λόγω κανονισμού πρέπει να εγκρίνονται με ειδική πλειοψηφία του συμβουλίου εποπτών, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει την απλή πλειοψηφία των μελών του από κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ και την απλή πλειοψηφία των μελών του από κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στον ΕΕΜ.

(8)

▌ Η ΕΑΤ θα πρέπει να αναπτύξει για την ομάδα διαδικαστικούς κανόνες που θα εξασφαλίζουν την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητά της.

(9)

Η σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης πρέπει να είναι ισόρροπη και πρέπει να εξασφαλίζεται η ορθή εκπροσώπηση των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στο ΕΕΜ.

(9α)

Κατά το διορισμό των μελών των εσωτερικών οργάνων και των επιτροπών της ΕΑΤ πρέπει να εξασφαλίζεται γεωγραφική ισορροπία μεταξύ των κρατών μελών.

(10)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της ΕΑΤ και η επαρκής εκπροσώπηση όλων των κρατών μελών, οι κανόνες ψηφοφορίας, η σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης και η σύνθεση της ανεξάρτητης ομάδας θα πρέπει να παρακολουθούνται και να επανεξεταστούν μετά από κατάλληλο χρονικό διάστημα λαμβάνοντας υπόψη τις αποκτηθείσες εμπειρίες και τις περαιτέρω εξελίξεις.

(10α)

Κανένα κράτος μέλος ή ομάδα κρατών μελών δεν πρέπει να υφίσταται δυσμενείς διακρίσεις, άμεσα ή έμμεσα, ως τόπος παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

(10β)

Στην ΕΑΤ πρέπει να παρασχεθούν οι κατάλληλοι χρηματοδοτικοί και ανθρώπινοι πόροι προκειμένου να εκπληρώνει επαρκώς τα πρόσθετα καθήκοντα που της ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει τα εν λόγω καθήκοντα να λαμβάνονται δεόντως υπόψη στη διαδικασία για την κατάρτιση, την εκτέλεση και τον έλεγχο του προϋπολογισμού της, όπως ορίζεται στα άρθρα 63 και 64 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Η ΕΑΤ πρέπει να εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι βέλτιστες προδιαγραφές αποτελεσματικότητας.

(11)

Καθώς οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η διασφάλιση υψηλού επιπέδου αποτελεσματικής και συνεπούς προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας σε όλα τα κράτη μέλη , η προστασία της ακεραιότητας, της αποτελεσματικότητας και της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και η διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και, συνεπώς, λόγω της κλίμακας της δράσης, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 τροποποιείται ως εξής:

-1.

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.     Η Αρχή ενεργεί στο πλαίσιο των εξουσιών που της εκχωρούνται από τον παρόντα κανονισμό και στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας 2006/48/ΕΚ, της οδηγίας 2006/49/ΕΚ, της οδηγίας 2002/87/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1781/2006, της οδηγίας 94/19/ΕΚ και, στον βαθμό που οι πράξεις αυτές ισχύουν για πιστωτικά και χρηματοοικονομικά ιδρύματα και στις αρμόδιες αρχές που ασκούν την εποπτεία επ’ αυτών, της οδηγίας 2005/60/ΕΚ, της οδηγίας 2002/65/ΕΚ, της οδηγίας 2007/64/ΕΚ και της οδηγίας 2009/110/ΕΚ, περιλαμβανομένων όλων των οδηγιών, των κανονισμών και των αποφάσεων που βασίζονται σε αυτές τις πράξεις, και κάθε άλλης νομικά δεσμευτικής πράξης της Ένωσης με την οποία ανατίθενται καθήκοντα στην Αρχή. Η Αρχή ενεργεί επίσης σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου … [σχετικά με την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ].»·

β)

στην παράγραφο 5, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Γι’ αυτούς τους λόγους, η Αρχή συμβάλλει στη συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή των πράξεων στις οποίες παραπέμπει η παράγραφος 2, ενισχύει την εποπτική σύγκλιση, γνωμοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή και διεξάγει οικονομικές αναλύσεις των αγορών για να προωθείται η επίτευξη των στόχων της Αρχής.»

γ)

στην παράγραφο 5, το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, η Αρχή ενεργεί ανεξάρτητα και αντικειμενικά και με αμερόληπτο τρόπο προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου.»·

-1a.

στο άρθρο 2 παράγραφος 2, το στοιχείο (στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

τις αρμόδιες ή τις εποπτικές αρχές των κρατών μελών όπως προβλέπεται στις πράξεις της Ένωσης που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, περιλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. … [σχετικά με την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ], του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

-1β.

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο3

Υποχρέωση λογοδοσίας των Αρχών

Οι αρχές που μνημονεύονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως δ) είναι υπόλογες έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Η ΕΚΤ είναι υπόλογη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της τα οποία της ανατίθενται με τον κανονισμό [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό.»·

1.

Το άρθρο 4 παράγραφος 2 σημείο (i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στις οδηγίες 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, συμπεριλαμβανόμενης της ΕΚΤ για ζητήματα σχετικά με τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… (*) του Συμβουλίου [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ], στην οδηγία 2007/64/ΕΚ, και όπως αναφέρονται στην οδηγία 2009/110/ΕΚ.

(*)  ΕΕ L … της ….., σ….»·"

1α.

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.     Η Αρχή αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

συμβάλλει στην καθιέρωση κοινών ρυθμιστικών και εποπτικών προτύπων και πρακτικών υψηλής ποιότητας, ιδίως με την παροχή γνωμοδοτήσεων προς τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και με την ανάπτυξη κατευθυντήριων γραμμών, συστάσεων και σχεδίων ρυθμιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων και άλλων αποφάσεων, που βασίζονται στις νομοθετικές πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2,

αβ)

καταρτίζει και τηρεί ενήμερο, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων τις μεταβαλλόμενες επιχειρησιακές πρακτικές και τα επιχειρησιακά μοντέλα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ευρωπαϊκό εποπτικό εγχειρίδιο για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για το σύνολο της Ένωσης. Το ευρωπαϊκό εποπτικό εγχειρίδιο ορίζει εποπτική βέλτιστη πρακτική στις μεθοδολογίες και στις διεργασίες,

β)

συμβάλλει στη συνεπή εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών ενωσιακών πράξεων, ιδίως συμβάλλοντας στη διαμόρφωση κοινής εποπτικής νοοτροπίας, διασφαλίζοντας τη συνεπή, αποδοτική και αποτελεσματική εφαρμογή των πράξεων στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, αποτρέποντας την καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας, μεσολαβώντας και επιλύοντας διαφωνίες μεταξύ αρμόδιων αρχών, διασφαλίζοντας αποτελεσματική και συνεπή εποπτεία των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων, διασφαλίζοντας τη συνεκτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών και λαμβάνοντας μέτρα, μεταξύ άλλων, σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης,

γ)

διευκολύνει την ανάθεση καθηκόντων και αρμοδιοτήτων μεταξύ αρμόδιων αρχών,

δ)

συνεργάζεται στενά με το ΕΣΣΚ, ιδίως παρέχοντας στο ΕΣΣΚ τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του και διασφαλίζοντας σωστή παρακολούθηση των προειδοποιήσεων και των συστάσεων της ΕΣΣΚ,

ε)

διοργανώνει και διενεργεί αναλύσεις ομοτίμων των αρμόδιων αρχών, όπου περιλαμβάνεται η έκδοση κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων και ο εντοπισμός βέλτιστων πρακτικών, για την ενίσχυση της συνοχής των εποπτικών αποτελεσμάτων,

στ)

παρακολουθεί και εκτιμά τις εξελίξεις της αγοράς στον τομέα αρμοδιότητάς της, περιλαμβανομένων ενδεχομένως των τάσεων της πίστης, ιδίως προς τα νοικοκυριά και τις ΜΜΕ,

ζ)

πραγματοποιεί οικονομικές αναλύσεις των αγορών με στόχο την εμπεριστατωμένη εκπλήρωση των καθηκόντων της Αρχής,

η)

ενισχύει την προστασία των καταθετών και των επενδυτών,

θ)

προωθεί τη συνεπή και συνεκτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών, την παρακολούθηση, εκτίμηση και μέτρηση του συστημικού κινδύνου, την κατάρτιση και τον συντονισμό σχεδίων διάσωσης και εξυγίανσης, παρέχοντας υψηλού επιπέδου προστασίας των καταθετών και επενδυτών σε ολόκληρη την Ένωση και εκπονώντας μεθόδους για την εξυγίανση υπό κατάρρευση χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και την εκτίμηση της ανάγκης κατάλληλων χρηματοδοτικών μέσων, με σκοπό την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ αρμοδίων αρχών που συμμετέχουν στη διαχείριση κρίσεων όσον αφορά τα διασυνοριακά ιδρύματα που μπορεί να αποτελέσουν συστημικό κίνδυνο, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 21 έως 26,

ι)

εκπληρώνει τυχόν άλλα ειδικά καθήκοντα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό ή σε άλλες νομοθετικές πράξεις,

ια)

δημοσιεύει στον ιστότοπό της και ενημερώνει σε τακτική βάση πληροφορίες σχετικά με το πεδίο δραστηριοτήτων της, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς της, σχετικά με τα καταχωρισμένα χρηματοοικονομικά ιδρύματα, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η εύκολη πρόσβαση του κοινού στην πληροφόρηση·

1α.     Κατά την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η Αρχή:

α)

κάνει χρήση όλων των εξουσιών που διαθέτει· και

β)

με επιφύλαξη του στόχου για κατοχύρωση της ασφάλειας και ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, λαμβάνει πλήρως υπόψη τους διαφόρους τύπους, τα επιχειρησιακά μοντέλα και το μέγεθος των πιστωτικών ιδρυμάτων.»·

β)

στην παράγραφο 2, προστίθεται το εξής εδάφιο:

«Κατά την ανάληψη των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και κατά την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις αρχές της βελτίωσης της νομοθεσίας, περιλαμβανομένων των αποτελεσμάτων της ανάλυσης κόστους/οφέλους που παράγονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.»·

1β.

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.     Η Αρχή προχωρεί στη σύσταση, ως αναπόσπαστο μέρος της Αρχής, επιτροπής για τη χρηματοοικονομική καινοτομία, στο πλαίσιο της οποίας συνέρχονται όλες οι σχετικές αρμόδιες […] εποπτικές αρχές, με σκοπό την υιοθέτηση συντονισμένης προσέγγισης όσον αφορά τη ρυθμιστική και εποπτική μεταχείριση των νέων ή καινοτόμων χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων και την παροχή γνωμοδοτήσεων με σκοπό να τις παρουσιάσει η Αρχή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.»·

β)

στην παράγραφο 5, το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Αρχή μπορεί επίσης να εκτιμήσει την ανάγκη απαγόρευσης ή περιορισμού ορισμένων μορφών χρηματοοικονομικής δραστηριότητας και, εφόσον χρειαστεί, να ενημερώσει σχετικώς την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να διευκολύνει τη θέσπιση οιασδήποτε απαγόρευσης ή περιορισμού.»

2.

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Σε περίπτωση αντίξοων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοοικονομικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοοικονομικού συστήματος στην Ένωση, η Αρχή διευκολύνει ενεργά και, όποτε είναι απαραίτητο, συντονίζει τις ενέργειες που αναλαμβάνουν οι σχετικές αρμόδιες εποπτικές αρχές.

Για τη διεκπεραίωση αυτών των καθηκόντων διευκόλυνσης και συντονισμού, η Αρχή ενημερώνεται πλήρως για τις σχετικές εξελίξεις και καλείται να συμμετέχει ως παρατηρητής σε κάθε σχετική συγκέντρωση των σχετικών αρμόδιων εποπτικών αρχών.»

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.     Αν το Συμβούλιο έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 2 και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον η συντονισμένη δράση από αρμόδιες αρχές είναι αναγκαία για να αντιμετωπιστούν αντίξοες εξελίξεις που ενδέχεται να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοοικονομικών αγορών ή τη σταθερότητα ολόκληρου ή μέρους του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ένωσης , η Αρχή μπορεί να εκδώσει μεμονωμένες αποφάσεις με τις οποίες ζητείται από τις αρμόδιες αρχές να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα με τη νομοθεσία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, για να αντιμετωπιστούν οι εξελίξεις αυτές, διασφαλίζοντας ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι αρμόδιες αρχές ικανοποιούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στην εν λόγω νομοθεσία

3.

Στο άρθρο 19 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο ▌:

«1.     Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ορίζονται στο άρθρο 17, αν αρμόδια αρχή διαφωνεί με τη διαδικασία ή με το περιεχόμενο πράξης ή παράλειψης μιας άλλης αρμόδιας αρχής σε περιπτώσεις που προσδιορίζουν οι πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, η Αρχή, κατόπιν αιτήματος μιας ή περισσότερων από τις οικείες αρμόδιες αρχές, μπορεί να βοηθήσει τις αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 4 του παρόντος άρθρου.»·

3α.

το ακόλουθο άρθρο παρεμβάλλεται μετά το άρθρο 20:

«Άρθρο 20a

Σύγκλιση του Πυλώνα 2

Η Αρχή προωθεί, εντός του πεδίου των εξουσιών της, τη σύγκλιση του εποπτικού ελέγχου και της διεργασίας αξιολόγησης (“Πυλώνας 2”) σύμφωνα με την οδηγία …/… ΕΕ [ΟΚΑ 4] με σκοπό τη δημιουργία ισχυρών εποπτικών προτύπων στην Ένωση.»

3β.

Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.     Η Αρχή προωθεί, εντός του πεδίου των εξουσιών της, την αποδοτική, αποτελεσματική και συνεπή λειτουργία των σωμάτων εποπτών που αναφέρονται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ και ενισχύει τη συνέπεια στην εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου στα σώματα εποπτών. Με στόχο τη σύγκλιση των βέλτιστων πρακτικών εποπτείας, η Αρχή προωθεί κοινά εποπτικά σχέδια και κοινούς ελέγχους και το προσωπικό της Αρχής δύναται να συμμετέχει σε δραστηριότητες των σωμάτων εποπτών, όπως, μεταξύ άλλων, σε επιτόπιους ελέγχους, που διενεργούνται από κοινού από δύο ή περισσότερες αρμόδιες αρχές.»·

β)

στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.     Η Αρχή αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο όσον αφορά τη διασφάλιση της συνεπούς λειτουργίας των σωμάτων εποπτών για τα διασυνοριακά ιδρύματα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, λαμβάνοντας υπόψη τον συστημικό κίνδυνο που εγκυμονούν τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα που αναφέρονται στο άρθρο 23, και, κατά περίπτωση, συγκαλεί συνεδρίαση του σώματος.»

3γ.

Στο άρθρο 22, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος μετά την παράγραφο 1:

«1α.     Τουλάχιστον μία φορά ετησίως η Αρχή εξετάζει τη σκοπιμότητα διενέργειας σε επίπεδο Ένωσης αξιολογήσεων της αντοχής των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 32 και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και το Συμβούλιο για τις εκτιμήσεις της. Όταν διενεργούνται τέτοιες αξιολογήσεις η Αρχή, εάν κρίνει ότι είναι σημαντικό ή σκόπιμο, κοινοποιεί τα αποτελέσματα καθενός από τα συμμετέχοντα χρηματοοικονομικά ιδρύματα.»

3δ.

στο άρθρο 25, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.     Η Αρχή συμβάλλει και μετέχει ενεργώς στην ανάπτυξη και τον συντονισμό αποτελεσματικών, συνεκτικών και επικαιροποιημένων σχεδίων διάσωσης και εξυγίανσης για χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η Αρχή συμβάλλει επίσης, όπου προβλέπεται στις νομοθετικές πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2, στην ανάπτυξη διαδικασιών για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και προληπτικών μέτρων για την ελαχιστοποίηση του συστημικού αντικτύπου ενδεχόμενων καταρρεύσεων.»

3ε.

στο άρθρο 27 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.     Η Αρχή αξιολογεί την ανάγκη για σύστημα συνεκτικών, εύρωστων και αξιόπιστων μηχανισμών χρηματοδότησης, με τα ενδεδειγμένα μέσα χρηματοδότησης που να συνδέονται με ένα σύνολο συντονισμένων ρυθμίσεων διαχείρισης κρίσεων.»

3στ.

στο άρθρο 29 παράγραφος 2, προστίθεται το εξής εδάφιο:

«Με σκοπό την οικοδόμηση κοινής εποπτικής νοοτροπίας η Αρχή καταρτίζει και τηρεί ενήμερο, λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων τις μεταβαλλόμενες επιχειρησιακές πρακτικές και τα επιχειρησιακά μοντέλα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ευρωπαϊκό εποπτικό εγχειρίδιο σχετικά με την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για το σύνολο της Ένωσης. Το ευρωπαϊκό εποπτικό εγχειρίδιο ορίζει εποπτική βέλτιστη πρακτική στις μεθοδολογίες και στις διεργασίες.»

3ζ.

στο άρθρο 30, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.     Βάσει αξιολόγησης ομοτίμων, η Αρχή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις σύμφωνα με το άρθρο 16. Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3, οι αρμόδιες αρχές επιδιώκουν να ακολουθούν αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις. Κατά την ανάπτυξη σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών ή εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 η Αρχή λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα της αξιολόγησης ομοτίμων παράλληλα με οιεσδήποτε άλλες πληροφορίες έχει λάβει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της προκειμένου να διασφαλίσει τη σύγκλιση προτύπων και πρακτικών ύψιστης ποιότητας.

3α.     Η Αρχή απευθύνει γνώμη προς την Επιτροπή όποτε η αξιολόγηση ομοτίμων ή οποιαδήποτε άλλη πληροφορία έχει λάβει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δείχνει ότι είναι αναγκαία κάποια νομοθετική πρωτοβουλία προκειμένου να διασφαλιστεί περαιτέρω εναρμόνιση των ορισμών και των κανόνων προληπτικής εποπτείας.»

3η.

στο άρθρο 31, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Αρχή προάγει τη συντονισμένη ενωσιακή απόκριση, μεταξύ άλλων με:

α)

τη διευκόλυνση της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών,

β)

τον καθορισμό του πεδίου και την επαλήθευση όπου κρίνεται σκόπιμο της αξιοπιστίας των πληροφοριών που πρέπει να τεθούν στη διάθεση όλων των ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών,

γ)

την ανάληψη μη δεσμευτικού ρόλου μεσολαβητή κατόπιν αιτήματος των αρμόδιων αρχών ή κατόπιν ίδιας πρωτοβουλίας, με την επιφύλαξη του άρθρου 19,

δ)

την ενημέρωση του ΕΣΣΚ, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με κάθε δυνητική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, χωρίς καθυστέρηση,

ε)

τη λήψη όλων των κατάλληλων μέτρων σε καταστάσεις που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη λειτουργία των χρηματοοικονομικών αγορών, με σκοπό το συντονισμό των αναληφθεισών ενεργειών από τις σχετικές αρμόδιες εθνικές εποπτικές αρχές,

στ)

τη συγκέντρωση των πληροφοριών που προέρχονται από τις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 35, στο πλαίσιο των κανονιστικών υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων που ισχύουν για τα όργανα. Η Αρχή μοιράζεται τις πληροφορίες αυτές με τις άλλες εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές·»

3θ.

Το άρθρο 32 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.     Σε συνεργασία με το ΕΣΣΚ, η Αρχή προωθεί και συντονίζει σε επίπεδο Ένωσης εκτιμήσεις της αντοχής των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων σε αντίξοες εξελίξεις της αγοράς. Προς τον σκοπό αυτόν αναπτύσσει:

α)

κοινές μεθοδολογίες εκτίμησης της επίπτωσης οικονομικών σεναρίων στη χρηματοοικονομική θέση ενός ιδρύματος,

β)

κοινές προσεγγίσεις για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εν λόγω εκτιμήσεων για την αντοχή των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων,

γ)

κοινές μεθοδολογίες εκτίμησης της επίπτωσης συγκεκριμένων προϊόντων ή διαδικασιών διανομής σε κάποιο ίδρυμα, και

δ)

κοινές μεθοδολογίες για την εκτίμηση της αξίας των στοιχείων ενεργητικού για τις ανάγκες των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.»

β)

μετά την παράγραφο 3, παρεμβάλλονται οι εξής παράγραφοι:

«3α.     Για τους σκοπούς της διενέργειας των σε επίπεδο Ένωσης αξιολογήσεων της αντοχής των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων όπως περιγράφεται στο παρόν άρθρο, η Αρχή μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 35 και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτό, να ζητήσει πληροφορίες απευθείας από τα ιδρύματα αυτά. Μπορεί επίσης να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές να διεξαγάγουν ειδικές ανασκοπήσεις. Μπορεί να ζητήσει να διεξαγάγουν επιτόπιες επιθεωρήσεις, με τη συμμετοχή της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 21 και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτό, για να εξασφαλιστεί η συγκρισιμότητα και αξιοπιστία των μεθόδων, πρακτικών και αποτελεσμάτων.

3β.     Η Αρχή μπορεί να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές να υποβάλουν τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα σε ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο των πληροφοριών όπως εμφαίνεται στην παράγραφο 3α.»

4.

▌ Το άρθρο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 35

Συγκέντρωση πληροφοριών

1.   Μετά από αίτημα της Αρχής, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Αρχή όλες τις αναγκαίες πληροφορίες με ειδικώς προσδιορισμένους μορφότυπους προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές διαθέτουν νόμιμη πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες ▌. Οι πληροφορίες πρέπει να είναι ακριβείς, συνεκτικές, πλήρεις και επίκαιρες.

2.   Η Αρχή μπορεί επίσης να ζητήσει να της παρέχονται πληροφορίες ανά τακτά διαστήματα και με ειδικώς προσδιορισμένους μορφοτύπους ή συγκρίσιμα πρότυπα που έχει εγκρίνει η Αρχή . Οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται, όπου είναι δυνατόν, χρησιμοποιώντας ενιαίους μορφοτύπους υποβολής στοιχείων.

3.   Σε δεόντως αιτιολογημένη αίτηση εκ μέρους αρμόδιας αρχής, η Αρχή παρέχει οιαδήποτε πληροφορία είναι απαραίτητη για να δώσει στην αρμόδια αρχή τη δυνατότητα να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις περί επαγγελματικής εχεμύθειας που ορίζει η τομεακή νομοθεσία και το άρθρο 70.

4.     Πριν ζητήσει πληροφορίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο και για να αποφύγει την επικάλυψη των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων, η Αρχή λαμβάνει υπόψη όλα τα υφιστάμενα σχετικά στατιστικά στοιχεία που παράγονται και διανέμονται από το Ευρωπαϊκό Στατιστικό Σύστημα και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών.

5.     Αν οι πληροφορίες δεν είναι διαθέσιμες ή αν δεν καταστούν διαθέσιμες από τις αρμόδιες αρχές εγκαίρως, η Αρχή μπορεί να απευθύνει δεόντως τεκμηριωμένο και αιτιολογημένο αίτημα σε άλλες εποπτικές αρχές, στο αρμόδιο για τα οικονομικά υπουργείο, αν έχει στη διάθεσή του δεδομένα προληπτικής εποπτείας, στην εθνική κεντρική τράπεζα ή στη στατιστική υπηρεσία του σχετικού κράτους μέλους.

6.     Όταν δεν διατίθενται πλήρεις ή ακριβείς πληροφορίες ή δεν τίθενται εγκαίρως στη διάθεση των ενδιαφερομένων δυνάμει των παραγράφων 1 ή 5, η Αρχή μπορεί να ζητήσει πληροφορίες, με δεόντως τεκμηριωμένο και αιτιολογημένο αίτημα, απευθείας από:

α)

οικεία χρηματοοικονομικά ιδρύματα,

β)

εταιρείες συμμετοχών και/ή καταστήματα οικείου χρηματοοικονομικού ιδρύματος,

γ)

μη ρυθμιζόμενους επιχειρησιακούς φορείς εντός ενός χρηματοοικονομικού ομίλου ή ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων που είναι σημαντικοί για τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες των οικείων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων.

Οι αποδέκτες αυτής της αίτησης χορηγούν στην Αρχή σαφείς, ακριβείς και ολοκληρωμένες πληροφορίες αμέσως και χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.

Η Αρχή ενημερώνει τις σχετικές αρμόδιες αρχές όσον αφορά τις αιτήσεις, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και την παράγραφο 5.

Κατόπιν αιτήματος της Αρχής, οι αρμόδιες αρχές βοηθούν την Αρχή στη συγκέντρωση των πληροφοριών.

7.     Η Αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβε στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου μόνο για να εκπληρώσει τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.

8.     Όταν οι αποδέκτες αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 6 δεν παρέχουν σαφείς, ακριβείς και ολοκληρωμένες πληροφορίες αμέσως, η Αρχή ενημερώνει την ΕΚΤ στις περιπτώσεις που είναι δυνατόν και ενημερώνει τις οικείες αρχές των σχετικών κρατών μελών τα οποία, με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας, συνεργάζονται με την Αρχή με σκοπό να εξασφαλισθεί πλήρης πρόσβαση στις πληροφορίες και σε οιαδήποτε έγγραφα βάσης, βιβλία ή αρχεία στα οποία έχει νόμιμη πρόσβαση ο αποδέκτης για να επαληθεύσει τις πληροφορίες.»

4α.

Το άρθρο 36 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 4, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν η Αρχή δεν δώσει συνέχεια σε σύσταση, αναφέρει στο ΕΣΣΚ και το Συμβούλιο τους σχετικούς λόγους. Το ΕΣΣΚ ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 5 του κανονισμού ΕΣΣΚ.»

β)

στην παράγραφο 5, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η αρμόδια αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψη τις απόψεις του συμβουλίου εποπτών κατά την ενημέρωση του Συμβουλίου και του ΕΣΣΚ σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010. Οσάκις η αρμόδια αρχή ενημερώνει τοιουτοτρόπως το Συμβούλιο και το ΕΣΣΚ, θα ενημερώνει και την Επιτροπή.»

4β.

Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η ομάδα τραπεζικών συμφεροντούχων συνεδριάζει ιδία πρωτοβουλία και όποτε το θεωρεί αναγκαίο, αλλά τουλάχιστον τέσσερις φορές το χρόνο.»

β)

στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.     Η Αρχή παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, υπό την αίρεση του επαγγελματικού απορρήτου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 70, και διασφαλίζει επαρκή γραμματειακή υποστήριξη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων. Καθιερώνεται επαρκής αποζημίωση για τα μέλη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που εκπροσωπούν μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, εξαιρουμένων των εκπροσώπων του κλάδου. Η αποζημίωση αυτή είναι τουλάχιστον ισοδύναμη με τα ποσοστά επιστροφής δαπανών που καταβάλλονται στους υπαλλήλους, σύμφωνα με το Παράρτημα V, Τμήμα 2 του υ Κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η ομάδα τραπεζικών συμφεροντούχων μπορεί να συγκροτήσει ομάδες εργασίας για τεχνικά θέματα. Η θητεία των μελών της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων διαρκεί δυόμιση έτη και τη λήξη της ακολουθεί νέα διαδικασία επιλογής.»

4γ.

Το άρθρο 40 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

έναν εκπρόσωπο που ορίζεται από το εποπτικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, χωρίς δικαίωμα ψήφου·»

β)

η ακόλουθη παράγραφος παρεμβάλλεται μετά την παράγραφο 4:

«4α.     Σε συζητήσεις που δεν αφορούν μεμονωμένα χρηματοοικονομικά ιδρύματα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 4, ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ μπορεί να συνοδεύεται από δεύτερο εκπρόσωπο με εμπειρογνωμοσύνη σε καθήκοντα κεντρικών τραπεζών.»

5.

Το άρθρο 41 τροποποιείται ως εξής :

α)

η ακόλουθη παράγραφος παρεμβάλλεται μετά την παράγραφο 1:

«1α.     Για τους σκοπούς του άρθρου 17, το συμβούλιο εποπτών συγκαλεί ανεξάρτητη ομάδα, η οποία αποτελείται από τον πρόεδρο του συμβουλίου εποπτών και άλλα έξι μέλη, τα οποία δεν εκπροσωπούν την αρμόδια αρχή που εικάζεται ότι παρέβη το ενωσιακό δίκαιο και δεν έχουν κανένα συμφέρον στο ζήτημα, ούτε άμεσους δεσμούς με την εμπλεκόμενη αρμόδια αρχή.

Κάθε μέλος της ομάδας διαθέτει μία ψήφο.

Οι αποφάσεις της ομάδας λαμβάνονται όταν τουλάχιστον τέσσερα μέλη της ομάδας υπερψηφίζουν την απόφαση.»·

β)

οι παράγραφοι 2, 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Για τους σκοπούς του άρθρου ▌19, το συμβούλιο εποπτών συγκαλεί ανεξάρτητη ομάδα, η οποία αποτελείται από τον πρόεδρο του συμβουλίου εποπτών και άλλα έξι μέλη , τα οποία δεν εκπροσωπούν ▌ τις διαφωνούσες αρμόδιες αρχές και δεν έχουν κανένα συμφέρον στη διένεξη, ούτε άμεσους δεσμούς με τις εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές .

Κάθε μέλος της ομάδας διαθέτει μία ψήφο.

Οι αποφάσεις της ομάδας λαμβάνονται όταν τουλάχιστον τέσσερα μέλη της ομάδας υπερψηφίζουν την απόφαση.

3.   Η ομάδα προτείνει απόφαση δυνάμει του άρθρου 17 ή του άρθρου 19 για οριστική έγκριση από το συμβούλιο εποπτών.

4.   Το Συμβούλιο Εποπτών εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της ομάδας που αναφέρεται στις παραγράφους 1α και 2 ▌ .»·

6.

Στο άρθρο 42, προστίθεται η εξής παράγραφος:

«Η πρώτη και η δεύτερη παράγραφος δεν θίγουν τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ].»

7.

Το άρθρο 44 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι αποφάσεις του συμβουλίου εποπτών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των μελών του. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο.

Όσον αφορά τις πράξεις που ορίζονται στα άρθρα 10 έως 16 και τα μέτρα και τις αποφάσεις που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο και του Κεφαλαίου VΙ και κατά παρέκκλιση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το συμβούλιο εποπτών λαμβάνει αποφάσεις με ειδική πλειοψηφία των μελών του, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου (αριθ. 36) σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον την απλή πλειοψηφία των μελών από συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] και την απλή πλειοψηφία των μελών από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη.]

Όσον αφορά αποφάσεις σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 19, η απόφαση που προτείνεται από την ομάδα εκδίδεται ▌ με απλή πλειοψηφία των μελών του συμβουλίου εποπτών από συμμετέχοντα κράτη μέλη ▌ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] και με απλή πλειοψηφία των μελών του από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη .

Κατά παρέκκλιση από το τρίτο εδάφιο, από την ημερομηνία κατά την οποία τέσσερα το πολύ κράτη μέλη δεν είναι ▌ συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ], ▌ η απόφαση που προτείνεται από την ομάδα εκδίδεται ▌ με απλή πλειοψηφία των μελών του συμβουλίου εποπτών , η οποία περιλαμβάνει μια τουλάχιστο ψήφο από μέλη των εν λόγω κρατών μελών.

Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο.

Όσον αφορά τη σύνθεση της ομάδας σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 2, το συμβούλιο εποπτών επιδιώκει την επίτευξη ομοφωνίας. Εάν δεν υπάρχει ομοφωνία, οι αποφάσεις του συμβουλίου εποπτών λαμβάνονται με πλειοψηφία τριών τετάρτων των μελών του. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο.

Όσον αφορά αποφάσεις που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 18 παράγραφοι 3 και 4 και κατά παρέκκλιση του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου, το συμβούλιο εποπτών λαμβάνει αποφάσεις με απλή πλειοψηφία των μελών του από συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/… [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ], και απλή πλειοψηφία των μελών του από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.     Τα μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου και οι παρατηρητές, εκτός από τον πρόεδρο, τον εκτελεστικό διευθυντή και τον εκπρόσωπο της ΕΚΤ που ορίζεται από το εποπτικό συμβούλιο, δεν παρίστανται σε συζητήσεις του συμβουλίου εποπτών όσον αφορά μεμονωμένα χρηματοοικονομικά ιδρύματα, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 75 παράγραφος 3 ή στις πράξεις στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 1 παράγραφος 2.»·

γ)

προστίθεται η εξής παράγραφος:

«4α.     Ο πρόεδρος της Αρχής έχει το προνόμιο να ζητεί ψηφοφορία ανά πάσα στιγμή. Με την επιφύλαξη του εν λόγω προνομίου και της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών λήψης αποφάσεων της Αρχής, το συμβούλιο εποπτών της Αρχής επιδιώκει την επίτευξη ομοφωνίας κατά τη λήψη των αποφάσεών του.»

8.

Στο άρθρο 45 παράγραφος 1, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η θητεία των μελών που εκλέγονται από το συμβούλιο εποπτών διαρκεί δυόμιση έτη. Η εν λόγω θητεία μπορεί να ανανεωθεί άπαξ. Η σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης είναι ισόρροπη και αναλογική και αντικατοπτρίζει την Ένωση στο σύνολό της. Το συμβούλιο διοίκησης περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο εκπροσώπους από κράτη μέλη που δεν είναι συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό [κανονισμός του Συμβουλίου του άρθρου 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ] ούτε είναι σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό. Οι εντολές αλληλεπικαλύπτονται και εφαρμόζεται ρύθμιση εκ περιτροπής.»

8α.

το ακόλουθο άρθρο παρεμβάλλεται μετά το άρθρο 49:

«Άρθρο 49α

Δαπάνες

Ο πρόεδρος δημοσιοποιεί τις διεξαχθείσες συνεδριάσεις και την προσφερθείσα φιλοξενία. Οι δαπάνες καταχωρούνται δημοσίως σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.»

8β.

το ακόλουθο άρθρο παρεμβάλλεται μετά το άρθρο 52:

«Άρθρο 52α

Δαπάνες

Ο εκτελεστικός διευθυντής δημοσιοποιεί τις διεξαχθείσες συνεδριάσεις και την προσφερθείσα φιλοξενία. Οι δαπάνες καταχωρούνται δημοσίως σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.»·

8γ.

στο άρθρο 63, η παράγραφος 7 διαγράφεται.

8δ.

Το άρθρο 81 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.     Όσον αφορά το ζήτημα της άμεσης εποπτείας ιδρυμάτων ή υποδομών πανευρωπαϊκής εμβέλειας και λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις της αγοράς, τη σταθερότητα της εσωτερικής αγοράς και τη συνοχή της Ένωσης συνολικά, η Επιτροπή συντάσσει ετήσια έκθεση για τη σκοπιμότητα της ανάθεσης στην Αρχή περισσότερων εποπτικών αρμοδιοτήτων στον τομέα αυτόν.»

8ε.

το ακόλουθο άρθρο παρεμβάλλεται μετά το άρθρο 81:

«Άρθρο 81α

Επανεξέταση των κανόνων ψηφοφορίας

Από την ημερομηνία κατά την οποία ο αριθμός των μη συμμετεχόντων κρατών μελών φτάνει τα τέσσερα, η Επιτροπή επανεξετάζει τους κανόνες ψηφοφορίας που περιγράφονται στα άρθρα 41 και 44 και υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία των κανόνων αυτών, λαμβάνοντας υπόψη την κτηθείσα πείρα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.»

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 81 του κανονισμού(ΕΕ) αριθ. 1093/2010, μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2016 η Επιτροπή πρέπει να δημοσιεύσει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού σχετικά με

β)

τη σύνθεση του συμβουλίου διοίκησης· και

γ)

τη σύνθεση της ανεξάρτητης ομάδας που συντάσσει αποφάσεις για τους σκοπούς των άρθρων 17 και 19.

Η έκθεση πρέπει να λάβει κυρίως υπόψη τις όποιες εξελίξεις όσον αφορά τον αριθμό των κρατών μελών που έχουν ως νόμισμα το ευρώ ή των οποίων οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 […] η Επιτροπή πρέπει να αναθεωρεί τις προτεινόμενες διατάξεις, ώστε να κρίνει κατά πόσο χρειάζονται περεταίρω προσαρμογές ενόψει αυτών των εξελίξεων, ώστε να διασφαλισθεί ότι οι αποφάσεις της ΕΑΤ λαμβάνονται με στόχο την διατήρηση και την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 11 της 15.1.2013, σ. 34.

(2)  ΕΕ C 30 της 1.2.2013, σ. 6.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/157


P7_TA(2013)0213

Ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων *

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 στην πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (COM(2012)0511 — C7-0314/2012 — 2012/0242(CNS)) (1)

(Ειδική νομοθετική διαδικασία — διαβούλευση)

(2016/C 055/37)


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0392/2012).

(*)  Το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▌.


KANONΙΣMOΣ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. …/2013 TOΥ ΣΥMBOΥΛΙOΥ

για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 127 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τις τελευταίες δεκαετίες, η Ένωση πραγματοποίησε αξιοσημείωτη πρόοδο όσον αφορά τη δημιουργία μιας εσωτερικής αγοράς για τις τραπεζικές υπηρεσίες. Κατά συνέπεια, σε πολλά κράτη μέλη σημαντικό μερίδιο της αγοράς ανήκει σε τραπεζικούς ομίλους που έχουν την έδρα τους σε άλλα κράτη μέλη, και τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν διαφοροποιήσει γεωγραφικά τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες τόσο εντός όσο και εκτός της ευρωζώνης.

(1α)

Η σημερινή χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση κατέδειξε ότι η ακεραιότητα του ενιαίου νομίσματος και της ενιαίας αγοράς μπορεί να απειληθεί από τον κατακερματισμό του χρηματοπιστωτικού τομέα. Είναι συνεπώς απαραίτητο να ενταθεί η ολοκλήρωση της εποπτείας των τραπεζών, προκειμένου να ισχυροποιηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, να αποκατασταθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να τεθούν τα θεμέλια της οικονομικής ανάκαμψης.

(2)

Η διατήρηση και η εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς τραπεζικών υπηρεσιών έχει εξαιρετική σημασία προκειμένου να προαχθεί η οικονομική ανάπτυξη στην Ένωση και να χρηματοδοτείται επαρκώς η πραγματική οικονομία . Ωστόσο, αυτό αποτελεί όλο και μεγαλύτερη πρόκληση. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η πορεία προς την ολοκλήρωση των τραπεζικών αγορών στην Ένωση ανακόπτεται.

(3)

Ταυτοχρόνως, παράλληλα με την έγκριση ενός ενισχυμένου ρυθμιστικού πλαισίου στην ΕΕ, οι εποπτικές αρχές πρέπει να κλιμακώσουν τον εποπτικό έλεγχο που ασκούν, ώστε να ληφθούν υπόψη τα διδάγματα από την χρηματοοικονομική κρίση των τελευταίων ετών, και να μπορούν οι ίδιες να επιβλέπουν εξαιρετικά πολυσύνθετες και διασυνδεδεμένες αγορές και ιδρύματα.

(4)

Η αρμοδιότητα για την εποπτεία των επί μέρους τραπεζών στην Ένωση παραμένει, κατά κύριο λόγο, εθνική υπόθεση. Ο συντονισμός των εποπτικών αρχών είναι ζωτικής σημασίας, όμως η κρίση κατέδειξε ότι ο συντονισμός και μόνο δεν αρκεί, ιδίως στο πλαίσιο ενός ενιαίου νομίσματος. Επομένως, για να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ένωση και να αυξηθούν οι θετικές συνέπειες που έχει η ολοκλήρωση της αγοράς στην ανάπτυξη και την ευημερία, θα πρέπει να ενισχυθεί η ολοκλήρωση των εποπτικών αρμοδιοτήτων. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για να διασφαλιστεί η ομαλή και υγιής εποπτεία ολόκληρων τραπεζικών ομίλων και της συνολικής τους ευρωστίας, περιορίζει δε τον κίνδυνο να διατυπώνονται διαφορετικές ερμηνείες και να λαμβάνονται αντικρουόμενες αποφάσεις για μια μεμονωμένη οντότητα.

(5)

Σε πολλές περιστάσεις, η αντοχή των πιστωτικών ιδρυμάτων συνδέεται ακόμη στενά με το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένα. Οι αμφιβολίες ως προς τη διατηρησιμότητα του δημόσιου χρέους, τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης και τη βιωσιμότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων δημιουργούν συνεχώς αρνητικές, ανατροφοδοτούμενες τάσεις της αγοράς. Η κατάσταση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε κινδύνους για τη βιωσιμότητα ορισμένων πιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και για τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος στην ευρωζώνη και στην Ένωση συνολικά και ενδέχεται να επιβαρύνει σοβαρά τα ήδη βεβαρυμένα δημόσια οικονομικά των συγκεκριμένων κρατών μελών. ▌

(6)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), που συστάθηκε το 2011 με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (3), και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοοικονομικής Εποπτείας, που συστάθηκε με το άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (ΕΑΑΕΣ) (4) και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (ΕΑΚΑΑ) (5) έχουν βελτιώσει σημαντικά τη συνεργασία μεταξύ των αρχών τραπεζικής εποπτείας στην Ένωση. Η ΕΑΤ συνεισφέρει σημαντικά στη δημιουργία ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στην Ένωση, και ανέλαβε καίριο ρόλο στην υλοποίηση, με συνέπεια, της ανακεφαλαιοποίησης σημαντικών πιστωτικών ιδρυμάτων της Ένωσης, η οποία συμφωνήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Οκτώβριο του 2011 , κατ’ εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών και προϋποθέσεων που ενέκρινε η Επιτροπή για τις κρατικές ενισχύσεις .

(7)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε επανειλημμένα να ανατεθεί σε ένα ευρωπαϊκό όργανο άμεση αρμοδιότητα για την άσκηση ορισμένων εποπτικών καθηκόντων σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αρχής γενομένης με το ψήφισμά του της 13ης Απριλίου 2000 επί της ανακοινώσεως της Επιτροπής: Εφαρμογή του πλαισίου για τις χρηματοπιστωτικές αγορές: σχέδιο δράσης (6), και με το ψήφισμα της 21ης Νοεμβρίου 2002 σχετικά με τους κανόνες προληπτικής εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (7).

(8)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 29ης Ιουνίου 2012, κάλεσε τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αναπτύξει χάρτη πορείας για την υλοποίηση μιας ουσιαστικής Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Την ίδια ημέρα, επισημάνθηκε στη Σύνοδο Κορυφής των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της ευρωζώνης ότι μόλις θεσπισθεί αποτελεσματικός ενιαίος εποπτικός μηχανισμός για τις τράπεζες στην ευρωζώνη, στον οποίον θα συμμετέχει και η ΕΚΤ, ο ΕΜΣ θα μπορούσε, μετά τη λήψη σχετικής απόφασης, να έχει τη δυνατότητα άμεσης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, η οποία θα υπόκειται στις κατάλληλες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων η συμμόρφωση προς τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις.

(8α)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 19ης Οκτωβρίου 2012 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η διαδικασία που οδηγεί σε μεγαλύτερη εμβάθυνση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης θα πρέπει να οικοδομηθεί πάνω στο θεσμικό και νομικό πλαίσιο της ΕΕ, να χαρακτηρίζεται από ειλικρίνεια και διαφάνεια προς τα κράτη μέλη που δεν χρησιμοποιούν το ενιαίο νόμισμα και να εφαρμόζεται με σεβασμό προς την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς. Το ολοκληρωμένο χρηματοπιστωτικό πλαίσιο θα διαθέτει έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό (ΕΕΜ), ο οποίος θα είναι ανοιχτός, στον βαθμό που είναι εφικτό, σε όλα τα κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν.

(9)

Θα διαμορφωθεί λοιπόν μια ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση, στηριζόμενη σε ένα περιεκτικό και λεπτομερές ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, για το σύνολο της ενιαίας αγοράς, και η οποία θα αποτελείται από τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό και νέα πλαίσια εγγύησης των καταθέσεων και εξυγίανσης. Λόγω των στενών δεσμών και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των κρατών μελών που συμμετέχουν στο κοινό νόμισμα, η τραπεζική ένωση θα πρέπει να ισχύει τουλάχιστον για όλα τα κράτη μέλη της ευρωζώνης. Με προοπτική τη διατήρηση και την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς, και στο βαθμό που αυτό είναι θεσμικά δυνατό, η τραπεζική ένωση θα πρέπει επίσης να είναι ανοικτή στη συμμετοχή άλλων κρατών μελών.

(10)

Ως πρώτο βήμα προς την τραπεζική ένωση, ένας ενιαίος εποπτικός μηχανισμός θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η πολιτική της Ένωσης σχετικά με την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων εφαρμόζεται με συνοχή και αποτελεσματικότητα, ότι το ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες εφαρμόζεται ισότιμα στα πιστωτικά ιδρύματα σε όλα τα συγκεκριμένα κράτη μέλη και ότι αυτά τα πιστωτικά ιδρύματα υπόκεινται σε εποπτεία ύψιστης ποιότητας, απερίσπαστη από άλλες εκτιμήσεις άσχετες προς την προληπτική εποπτεία. Ο ενιαίος εποπτικός μηχανισμός θα πρέπει ιδίως να συνάδει με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Η ύπαρξη ενός ενιαίου εποπτικού μηχανισμού αποτελεί τη βάση για τα επόμενα βήματα προς την τραπεζική ένωση. Εδώ αντανακλάται η βασική αρχή ότι ο ΕΜΣ θα έχει μετά τη λήψη σχετικής απόφασης, τη δυνατότητα άμεσης ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, μόλις θεσπισθεί αποτελεσματικός ενιαίος εποπτικός μηχανισμός. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επισημαίνει στα συμπεράσματά του της 13ης και 14ης Δεκεμβρίου 2012 ότι «Σε ένα πλαίσιο στο οποίο η εποπτεία των τραπεζών μεταφέρεται ουσιαστικά σε έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, θα απαιτηθεί ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης που θα διαθέτει τις εξουσίες που απαιτούνται, ώστε να εξασφαλίζεται ότι οιαδήποτε τράπεζα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη μπορεί να εξυγιανθεί με τα κατάλληλα μέσα» και ότι «ο ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης θα πρέπει να βασίζεται σε συμβολές του ίδιου του χρηματοπιστωτικού τομέα και να περιλαμβάνει κατάλληλο και αποτελεσματικό σύστημα προστασίας».

(11)

Ως κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης με ευρεία εμπειρογνωμοσύνη σε ζητήματα μακροοικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η ΕΚΤ βρίσκεται στην ιδανική θέση προκειμένου να αναλάβει σαφώς καθορισμένα εποπτικά καθήκοντα που θα εστιάζουν στην προστασία της σταθερότητας του ευρωπαϊκού χρηματοοικονομικού συστήματος. Πράγματι, σε πολλά κράτη μέλη οι Κεντρικές Τράπεζες είναι ήδη αρμόδιες για την εποπτεία των τραπεζών. Επομένως, θα πρέπει να ανατεθούν στην ΕΚΤ ειδικά καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

(11α)

Η ΕΚΤ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές των μη συμμετεχόντων κρατών μελών συνάπτουν μνημόνιο συνεννόησης στο οποίο περιγράφεται με γενικούς όρους ο τρόπος της μεταξύ τους συνεργασίας κατά την άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων κατ’ εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Το μνημόνιο συνεννόησης θα μπορούσε να περιγράφει, μεταξύ άλλων, τη διαβούλευση για τη λήψη αποφάσεων της ΕΚΤ που επηρεάζουν θυγατρικές ή υποκαταστήματα εγκατεστημένα σε μη συμμετέχον κράτος μέλος αλλά των οποίων η μητρική επιχείρηση είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος, καθώς και τη συνεργασία σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών έγκαιρης προειδοποίησης σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην οικεία νομοθεσία της Ένωσης. Το μνημόνιο θα πρέπει να επανεξετάζεται τακτικά.

(12)

Στην ΕΚΤ θα πρέπει να αναλάβει εκείνα τα ειδικά εποπτικά καθήκοντα που είναι καίριας σημασίας για να διασφαλίζεται η συνεπής και αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής της Ένωσης σχετικά με την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, ενώ άλλα καθήκοντα θα πρέπει να παραμείνουν στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών. Τα καθήκοντα της ΕΚΤ θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα που να αποσκοπούν στην επίτευξη μακροπροληπτικής σταθερότητας , τα οποία θα διέπονται από ειδικές ρυθμίσεις που θα αντανακλούν τον ρόλο των εθνικών αρχών .

(13)

Η ασφάλεια και η ευρωστία των μεγάλων τραπεζών έχει ουσιώδη σημασία για τη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος Ωστόσο, οι πρόσφατες εμπειρίες δείχνουν ότι και από τις μικρότερες τράπεζες μπορούν να προέλθουν απειλές για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να ασκεί εποπτικά καθήκοντα σε όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε συμμετέχοντα κράτη μέλη και τα υποκαταστήματα που είναι εγκατεστημένα σε αυτά .

(13α)

Κατά την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται και με την επιφύλαξη του στόχου για κατοχύρωση της ασφάλειας και ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, η ΕΚΤ θα πρέπει να λαμβάνει πλήρως υπόψη την ποικιλομορφία των πιστωτικών ιδρυμάτων, το μέγεθος και τα επιχειρησιακά μοντέλα τους καθώς και τα συστημικά οφέλη από την ποικιλομορφία του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου.

(13β)

Η άσκηση των καθηκόντων της ΕΚΤ θα πρέπει να συμβάλει ιδίως στη διασφάλιση ότι τα πιστωτικά ιδρύματα θα εσωτερικεύουν πλήρως όλο το κόστος που οφείλεται στις δραστηριότητές τους ούτως ώστε να αποφεύγεται ο ηθικός κίνδυνος και η υπερβολική διακινδύνευση που απορρέει από αυτόν. Θα πρέπει να ληφθούν απόλυτα υπόψη οι συγκεκριμένες μακροοικονομικές συνθήκες που επικρατούν στα κράτη μέλη, ιδίως η σταθερότητα της χορήγησης πιστώσεων και η διευκόλυνση παραγωγικών δραστηριοτήτων για την ευρύτερη οικονομία.

(13γ)

Κανένα στοιχείο του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να νοείται ότι μεταβάλλει το λογιστικό πλαίσιο που ισχύει βάσει άλλων νομικών πράξεων της Ένωσης και του εθνικού δικαίου.

(14)

Η χορήγηση άδειας λειτουργίας για την ανάληψη δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος αποτελεί βασική προληπτική τεχνική που διασφαλίζει ότι μόνο παράγοντες που έχουν υγιείς οικονομικές βάσεις, οργάνωση ικανή να αντιμετωπίσει τους ειδικούς κινδύνους που είναι σύμφυτοι με την αποδοχή καταθέσεων και τη χορήγηση πιστώσεων, καθώς και κατάλληλα διευθυντικά στελέχη ασκούν αυτές τις δραστηριότητες. Επομένως, η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει το καθήκον να χορηγεί άδεια λειτουργίας σε πιστωτικά ιδρύματα και να είναι αρμόδια για την ανάκληση των αδειών λειτουργίας , υπό την προϋπόθεση ειδικών ρυθμίσεων που θα αντανακλούν το ρόλο των εθνικών αρχών .

(15)

Παράλληλα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην ενωσιακή νομοθεσία για την αδειοδότηση των πιστωτικών ιδρυμάτων και τις περιπτώσεις ανάκλησης των εν λόγω αδειών, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν σήμερα περαιτέρω προϋποθέσεις για την αδειοδότηση και τις περιπτώσεις ανάκλησης αδειών. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ θα πρέπει να ασκεί το καθήκον της σχετικά με τη χορήγηση άδειας σε πιστωτικά ιδρύματα και την ανάκληση της άδειας, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την εθνική νομοθεσία, κατόπιν προτάσεως από τη οικεία εθνική αρμόδια αρχή, η οποία αξιολογεί τη συμμόρφωση με τις σχετικές προϋποθέσεις της εθνικής νομοθεσίας.

(16)

Η αξιολόγηση της καταλληλότητας κάθε νέου ιδιοκτήτη πριν από την αγορά σημαντικού μεριδίου σε πιστωτικό ίδρυμα είναι απαραίτητο εργαλείο προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεχής καταλληλότητα και η οικονομική ευρωστία των ιδιοκτητών των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η ΕΚΤ, ως θεσμικό όργανο της Ένωσης, βρίσκεται σε ιδανική θέση για να διενεργεί την αξιολόγηση αυτή, χωρίς να επιβάλλονται αδικαιολόγητοι περιορισμοί στην εσωτερική αγορά. Η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει το καθήκον να αξιολογεί την απόκτηση και τη διάθεση σημαντικών συμμετοχών σε πιστωτικά ιδρύματα , εκτός από την περίπτωση εξυγίανσης τραπεζών .

(17)

Η συμμόρφωση με τους κανόνες της Ένωσης που επιβάλλουν στα πιστωτικά ιδρύματα να κατέχουν ορισμένα επίπεδα κεφαλαίου έναντι κινδύνων σύμφυτων με την επιχειρηματική δραστηριότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων, να περιορίζουν το μέγεθος της έκθεσης σε μεμονωμένους αντισυμβαλλομένους, να δημοσιεύουν πληροφορίες σχετικά με την οικονομική κατάσταση των πιστωτικών ιδρυμάτων, να διαθέτουν επαρκή ρευστά διαθέσιμα για την αντιμετώπιση ακραίων καταστάσεων στην αγορά, και να περιορίζουν τη μόχλευση, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ευρωστία των πιστωτικών ιδρυμάτων από άποψη προληπτικής εποπτείας. Η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει το καθήκον να διασφαλίζει τη συμμόρφωση με αυτούς τους κανόνες , μεταξύ άλλων για τις εγκρίσεις, τη χορήγηση αδειών, παρεκκλίσεων ή εξαιρέσεων που προβλέπονται για τους σκοπούς αυτών των κανόνων .

(18)

Τα πρόσθετα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, μεταξύ άλλων το απόθεμα ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου, το αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα πιστωτικά ιδρύματα συσσωρεύουν επαρκή κεφαλαιακή βάση σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης ώστε να απορροφούν απώλειες σε περιόδους ακραίων καταστάσεων, τα αποθέματα ιδρυμάτων που είναι σημαντικά σε παγκόσμιο επίπεδο και από συστημική άποψη, καθώς και άλλα μέτρα που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση συστημικών ή μακροπροληπτικών κινδύνων, αποτελούν βασικά εργαλεία προληπτικής εποπτείας ▌. Κάθε φορά που οι εθνικές αρχές επιβάλλουν σχετικά μέτρα θα πρέπει να ενημερώνεται δεόντως η ΕΚΤ, για να διασφαλίζεται πλήρως ο συντονισμός. Επιπλέον, αν είναι αναγκαίο, η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλει υψηλότερες απαιτήσεις και αυστηρότερα μέτρα στο πλαίσιο του στενού συντονισμού με τις εθνικές αρχές. Η διατάξεις του παρόντος κανονισμού περί επιβολής μέτρων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση συστημικού ή μακροπροληπτικού κινδύνου δεν θίγουν τυχόν διαδικασίες συντονισμού προβλεπόμενες από άλλες νομικές πράξεις της Ένωσης. Οι εθνικές αρμόδιες ή εντεταλμένες αρχές και η ΕΚΤ ενεργούν τηρώντας τυχόν διαδικασίες συντονισμού που προβλέπονται σε αυτές τις νομικές πράξεις αφού ακολουθήσουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(19)

Η ασφάλεια και η ευρωστία ενός πιστωτικού ιδρύματος εξαρτώνται επίσης από τη διάθεση επαρκούς εσωτερικού κεφαλαίου, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων στους οποίους ενδέχεται να εκτεθεί, καθώς και από την ύπαρξη κατάλληλων δομών εσωτερικής οργάνωσης και ρυθμίσεων εταιρικής διακυβέρνησης. Συνεπώς, η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει το καθήκον να επιβάλλει απαιτήσεις που διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα διαθέτουν άρτιες ρυθμίσεις, διαδικασίες και μηχανισμούς διακυβέρνησης, μεταξύ άλλων στρατηγικές και διαδικασίες για την αξιολόγηση και τη διατήρηση της επάρκειας των εσωτερικών τους κεφαλαίων. Σε περίπτωση ελλείψεων, θα πρέπει επίσης να έχει το καθήκον να επιβάλλει ενδεδειγμένα μέτρα, μεταξύ άλλων ειδικές απαιτήσεις πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων, ειδικές απαιτήσεις δημοσιοποίησης και ειδικές απαιτήσεις ρευστότητας.

(20)

Οι κίνδυνοι για την ασφάλεια και την ευρωστία ενός πιστωτικού ιδρύματος μπορούν να προκύψουν τόσο στο επίπεδο ενός μεμονωμένου πιστωτικού ιδρύματος όσο και στο επίπεδο ενός τραπεζικού ομίλου ή ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων. Είναι σημαντικό να προβλέπονται ειδικές εποπτικές ρυθμίσεις για τον μετριασμό των εν λόγω κινδύνων, ώστε να διασφαλίζεται η ασφάλεια και η ευρωστία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Παράλληλα με την εποπτεία μεμονωμένων πιστωτικών ιδρυμάτων, στα καθήκοντα της ΕΚΤ θα πρέπει να περιλαμβάνονται η εποπτεία στο ενοποιημένο επίπεδο, η συμπληρωματική εποπτεία, η εποπτεία χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών και η εποπτεία μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών , εξαιρουμένης της εποπτείας ασφαλιστικών επιχειρήσεων .

(21)

Για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, η επιδείνωση της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κατάστασης ενός ιδρύματος θα πρέπει να επανορθώνεται σε πρώιμο στάδιο . Η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει το καθήκον να προβαίνει σε ενέργειες έγκαιρης παρέμβασης, όπως ορίζονται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης. Θα πρέπει, ωστόσο, να συντονίζει τις ενέργειές της έγκαιρης παρέμβασης με τις οικείες αρχές που είναι αρμόδιες για την εξυγίανση. Στο βαθμό που οι εθνικές αρχές παραμένουν αρμόδιες για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων, η ΕΚΤ θα πρέπει επιπλέον να εξασφαλίζει κατάλληλο συντονισμό με τις συγκεκριμένες εθνικές αρχές, ώστε να διαμορφώνεται κοινή αντίληψη ως προς τις αντίστοιχες αρμοδιότητες σε περίπτωση κρίσεων, ιδίως στο πλαίσιο των διασυνοριακών ομάδων διαχείρισης κρίσεων και στα μελλοντικά σώματα εξυγίανσης που συγκροτούνται προς το σκοπό αυτό.

(22)

Τα εποπτικά καθήκοντα που δεν ανατίθενται στην ΕΚΤ θα πρέπει να παραμείνουν στην αρμοδιότητα των εθνικών αρχών. Στα καθήκοντα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνεται η εξουσία να λαμβάνουν κοινοποιήσεις από πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά το δικαίωμα εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, να εποπτεύουν φορείς που δεν καλύπτονται από τον ορισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει του ενωσιακού δικαίου αλλά υπόκεινται σε εποπτεία ως πιστωτικά ιδρύματα βάσει του εθνικού δικαίου, να εποπτεύουν πιστωτικά ιδρύματα από τρίτες χώρες τα οποία ιδρύουν υποκατάστημα ή παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες στην Ένωση, να εποπτεύουν υπηρεσίες πληρωμών, να προβαίνουν σε καθημερινές εξακριβώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα, να ασκούν καθήκοντα αρμόδιων αρχών έναντι των πιστωτικών ιδρυμάτων όσον αφορά τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, να προλαμβάνουν την αξιοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και να αναλαμβάνουν την προστασία των καταναλωτών.

(22α)

Η ΕΚΤ συνεργάζεται, κατά περίπτωση, πλήρως με τις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης χρημάτων προερχόμενων από παράνομες δραστηριότητες.

(23)

Η ΕΚΤ θα πρέπει να ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με σκοπό την κατοχύρωση της ασφάλειας και της ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος στην Ένωση καθώς και στα μεμονωμένα συμμετέχοντα κράτη μέλη , και την ενότητα και ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς διασφαλίζοντας επίσης με τον τρόπο αυτό την προστασία των καταθετών και τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς σύμφωνα με το ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στην Ένωση. Ειδικότερα, η ΕΚΤ λαμβάνει δεόντως υπόψη τις αρχές της ισότητας και της αποφυγής διακρίσεων.

(24)

Η ανάθεση εποπτικών καθηκόντων στην ΕΚΤ ▌ θα πρέπει να είναι συνεπής με το πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοοικονομικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ) που δημιουργήθηκε το 2010 και τον υποκείμενο στόχο της κατάρτισης ενιαίου εγχειριδίου κανόνων και της ενισχυμένης σύγκλισης των εποπτικών πρακτικών σε ολόκληρη την Ένωση. Η συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών των τραπεζών και των εποπτικών αρχών του ασφαλιστικού τομέα και των αγορών κινητών αξιών είναι σημαντική, για να αντιμετωπίζονται ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος και να διασφαλιστεί κατάλληλη εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται επίσης στους τομείς των ασφαλίσεων και των κινητών αξιών. Επομένως, η ΕΚΤ θα πρέπει να κληθεί να συνεργασθεί στενά με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών , την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων στο πλαίσιο του ΕΣΧΕ. Η ΕΚΤ θα πρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων των υπολοίπων συμμετεχόντων στο πλαίσιο του ΕΣΧΕ. Θα πρέπει επίσης να απαιτείται η συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές εξυγίανσης και τις διευκολύνσεις που χρηματοδοτούν την άμεση ή έμμεση δημόσια χρηματοπιστωτική συνδρομή.

 

(26)

Η ΕΚΤ θα πρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά της υπό την επιφύλαξη κάθε σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας και σύμφωνα προς αυτήν , όπου συμπεριλαμβάνεται το σύνολο του πρωτογενούς και δευτερογενούς ενωσιακού δικαίου, οι αποφάσεις της Επιτροπής στο τομέα των κρατικών ενισχύσεων, οι κανόνες ανταγωνισμού και ελέγχου των συγχωνεύσεων και το ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων, τα οποία εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη. Η ΕΑΤ είναι επιφορτισμένη με την κατάρτιση σχεδίων τεχνικών προτύπων και κατευθυντηρίων γραμμών και συστάσεων, που να διασφαλίζουν την εποπτική σύγκλιση και τη συνοχή των εποπτικών αποτελεσμάτων εντός της Ένωσης. Η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να αντικαταστήσει την ΕΑΤ στην άσκηση αυτών των καθηκόντων και, συνεπώς, θα πρέπει να ασκεί εξουσίες για την έκδοση κανονισμών σύμφωνα με το άρθρο 132 ΣΛΕΕ και σε συμμόρφωση με τις ενωσιακές πράξεις που εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή βάσει σχεδίων που καταρτίζει η ΕΑΤ και με την επιφύλαξη του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 .

(26α)

Αν είναι αναγκαίο η ΕΚΤ συνάπτει μνημόνια συνεννόησης με τις αρχές που είναι αρμόδιες για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, όπου περιγράφεται με γενικούς όρους ο τρόπος με τον οποίο συνεργάζονται μεταξύ τους κατά την εκτέλεση των εποπτικών τους καθηκόντων δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας, όσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που ορίζονται στο άρθρο 2. Τα εν λόγω μνημόνια θα τίθενται στη διάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και των αρμόδιων αρχών όλων των κρατών μελών.

(26β)

Προς εκτέλεση των καθηκόντων της και για την άσκηση των εποπτικών εξουσιών της, η ΕΚΤ θα πρέπει να εφαρμόζει τους ουσιαστικούς κανόνες που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι εν λόγω κανόνες αποτελούνται από τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, ιδίως τους άμεσα εφαρμοστέους κανονισμούς ή οδηγίες, όπως είναι οι πράξεις σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για τις τράπεζες και σχετικά με τους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων. Σε περίπτωση που οι ουσιαστικοί κανόνες περί προληπτικής εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων θεσπίζονται με οδηγίες, η ΕΚΤ θα πρέπει να εφαρμόζει την εθνική νομοθεσία περί μεταφοράς αυτών των οδηγιών στην εσωτερική έννομη τάξη. Σε περίπτωση που η σχετική ενωσιακή νομοθεσία αποτελείται από κανονισμούς και διέπει τομείς όπου, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, αυτοί οι κανονισμοί παρέχουν ρητώς επιλογές στα κράτη μέλη, η ΕΚΤ θα πρέπει να εφαρμόζει επίσης την εθνική νομοθεσία με την οποία ασκούνται αυτές οι επιλογές. Οι εν λόγω επιλογές θα πρέπει να θεωρούνται ότι αποκλείουν επιλογές διαθέσιμες μόνον στις αρμόδιες ή εντεταλμένες αρχές. Αυτό δεν θίγει την αρχή περί υπεροχής του δικαίου της ΕΕ. Εξυπακούεται ότι η ΕΚΤ θα πρέπει κατά την έγκριση κατευθυντήριων γραμμών ή συστάσεων ή κατά τη λήψη αποφάσεων, να βασίζεται και να ενεργεί σύμφωνα με τις σχετικές δεσμευτικές διατάξεις της ενωσιακής νομοθεσίας.

(26γ)

Εντός του πεδίου εφαρμογής των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ, το εθνικό δίκαιο αναθέτει στις αρμόδιες εθνικές αρχές ορισμένες εξουσίες που προς το παρόν δεν απαιτούνται από το ενωσιακό δίκαιο, μεταξύ των οποίων και ορισμένες εξουσίες για έγκαιρη παρέμβαση και πρόληψη. Η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτεί από τις εθνικές αρχές να κάνουν χρήση των εξουσιών αυτών προκειμένου να διασφαλίζεται η άσκηση πλήρους και αποτελεσματικής εποπτείας στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού.

(27)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εποπτικοί κανόνες και αποφάσεις εφαρμόζονται από τα πιστωτικά ιδρύματα, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, σε περίπτωση παραβάσεων θα πρέπει να επιβάλλονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 132 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων (8), η ΕΚΤ δικαιούται να επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές στις επιχειρήσεις λόγω μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τους κανονισμούς και τις αποφάσεις της. Επιπλέον, προκειμένου η ΕΚΤ να είναι σε θέση να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά της όσον αφορά την επιβολή των εποπτικών κανόνων που προβλέπονται από την άμεσα εφαρμοστέα ενωσιακή νομοθεσία, η ΕΚΤ θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να επιβάλλει χρηματικά πρόστιμα σε πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρίες συμμετοχών και μικτές χρηματοοικονομικές εταιρίες συμμετοχών λόγω παράβασης των εν λόγω κανόνων. Οι εθνικές αρχές θα πρέπει να διατηρήσουν τη δυνατότητα να επιβάλουν κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά οδηγιών της Ένωσης στην εσωτερική έννομη τάξη. Εάν η ΕΚΤ κρίνει σκόπιμο προς εκπλήρωση των καθηκόντων της να επιβάλλονται κυρώσεις για τις εν λόγω παραβάσεις, θα πρέπει να είναι σε θέση να παραπέμπει το ζήτημα στις εθνικές αρχές προς το σκοπό αυτό.

(28)

Οι εθνικές εποπτικές αρχές διαθέτουν σημαντική και μακρόχρονη εμπειρογνωμοσύνη στην εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων στην επικράτειά τους, καθώς και όσον αφορά τις οικονομικές, οργανωτικές και πολιτιστικές ιδιαιτερότητές τους. Έχουν συγκροτήσει ένα μεγάλο σώμα αφοσιωμένου και εξαιρετικά εξειδικευμένου προσωπικού για τους σκοπούς αυτούς. Επομένως, για να διασφαλιστεί ευρωπαϊκή εποπτεία υψηλού επιπέδου, οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει να έχουν την ευθύνη να επικουρούν την ΕΚΤ κατά την προπαρασκευή και την εφαρμογή των σχετικών πράξεων που αφορούν την άσκηση από την ΕΚΤ των εποπτικών της καθηκόντων. Στα καθήκοντά τους θα πρέπει να περιλαμβάνεται ιδίως η συνεχής καθημερινή αξιολόγηση της κατάστασης μιας τράπεζας και οι συναφείς επιτόπιες εξακριβώσεις.

(28α)

Τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4β για τον καθορισμό του μεγέθους των ιδρυμάτων που είναι λιγότερο σημαντικά θα εφαρμόζονται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη με βάση ενοποιημένα στοιχεία. Όταν η ΕΚΤ ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό σε σχέση με όμιλο πιστωτικών ιδρυμάτων που δεν είναι λιγότερο σημαντικός σε ενοποιημένη βάση, ασκεί τα καθήκοντα αυτά σε ενοποιημένη βάση σε σχέση με τον όμιλο πιστωτικών ιδρυμάτων και σε εξατομικευμένη βάση για τις θυγατρικές τράπεζες και τα υποκαταστήματα του ομίλου που είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη.

(28β)

Τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4β για τον καθορισμό του μεγέθους των ιδρυμάτων που είναι λιγότερο σημαντικά θα διευκρινίζονται σε ένα πλαίσιο που θα εγκριθεί και θα δημοσιευθεί από την ΕΚΤ κατόπιν διαβουλεύσεων με τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Σε αυτή τη βάση η ΕΚΤ θα είναι αρμόδια για την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων και θα εξακριβώνει βάσει των δικών της υπολογισμών κατά πόσον πληρούνται αυτά τα κριτήρια. Η αίτηση της ΕΚΤ για παροχή πληροφοριών που θα της επιτρέψουν να πραγματοποιεί τους υπολογισμούς της δεν θα πρέπει να αναγκάζει τα ιδρύματα να εφαρμόζουν λογιστικά πλαίσια διαφορετικά από εκείνα που ισχύουν βάσει άλλων νομικών πράξεων της Ένωσης και του εθνικού δικαίου.

(28γ)

Σε περίπτωση που μια τράπεζα εκτιμηθεί ως σημαντική ή λιγότερο σημαντική, αυτή η εκτίμηση δεν θα πρέπει σε γενικές γραμμές να τροποποιείται συχνότερα από μια φορά κάθε δώδεκα μήνες, εκτός αν γίνουν διαρθρωτικές αλλαγές στους τραπεζικούς ομίλους, όπως συγχωνεύσεις ή εκποιήσεις.

(28δ)

Όταν αποφασίζεται κατόπιν κοινοποίησης από την αρμόδια εθνική αρχή ότι ένα ίδρυμα είναι σημαντικό για την εγχώρια οικονομία και ότι θα πρέπει ως εκ τούτου να υπαχθεί στην εποπτεία της ΕΚΤ, η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη της όλες τις σχετικές περιστάσεις, μεταξύ άλλων τους όρους ανταγωνισμού.

(29)

Όσον αφορά την εποπτεία διασυνοριακών τραπεζών που δραστηριοποιούνται τόσο εντός όσο και εκτός ευρωζώνης, η ΕΚΤ θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες αρχές των μη συμμετεχόντων κρατών μελών. Ως αρμόδια αρχή, η ΕΚΤ θα πρέπει να υπόκειται στις συναφείς υποχρεώσεις συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών που προβλέπει η ενωσιακή νομοθεσία, θα πρέπει δε να συμμετέχει πλήρως στα σώματα εποπτών. Ακόμη, εφόσον η άσκηση εποπτικών καθηκόντων από ένα ευρωπαϊκό θεσμικό όργανο αποφέρει σαφή οφέλη για την χρηματοοικονομική σταθερότητα και την ολοκλήρωση μιας βιώσιμης αγοράς, τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στο κοινό νόμισμα θα πρέπει λοιπόν να έχουν και αυτά τη δυνατότητα συμμετοχής στο νέο μηχανισμό. Ωστόσο, αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων είναι να εφαρμόζονται πλήρως και χωρίς καθυστέρηση οι εποπτικές αποφάσεις. Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν στο νέο μηχανισμό θα πρέπει επομένως να αναλάβουν να διασφαλίσουν ότι οι εθνικές αρμόδιες αρχές τους θα συμμορφώνονται και θα υιοθετούν κάθε μέτρο που αφορά πιστωτικά ιδρύματα, το οποίο ζητείται από την ΕΚΤ. Η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καθιερώνει στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους που δεν συμμετέχει στο κοινό νόμισμα. Θα πρέπει να υποχρεούται να καθιερώσει τη συνεργασία, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό. ▌

(29α)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα εκτός ευρωζώνης συμμετέχοντα κράτη μέλη δεν παρίστανται στο διοικητικό συμβούλιο καθόσον δεν έχουν προσχωρήσει στο ευρώ σύμφωνα με τη Συνθήκη και δεν μπορούν να επωφελούνται πλήρως από άλλους μηχανισμούς που παρέχονται για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης, ο παρών κανονισμός προβλέπει πρόσθετες διασφαλίσεις κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Ωστόσο, αυτές οι διασφαλίσεις, ειδικότερα το άρθρο 6 παράγραφος 5δ, θα πρέπει να εφαρμόζονται σε δεόντως αιτιολογημένες, έκτακτες περιπτώσεις. Θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνον εφόσον ισχύουν οι ειδικές αυτές περιστάσεις. Οι διασφαλίσεις οφείλονται στις ειδικές περιστάσεις στις οποίες βρίσκονται τα συμμετέχοντα, εκτός ευρωζώνης, κράτη μέλη βάσει του παρόντος κανονισμού, εφόσον αυτά δεν παρίστανται στο διοικητικό συμβούλιο και δεν μπορούν να επωφελούνται πλήρως από άλλους μηχανισμούς που παρέχονται για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης. Για τον λόγο αυτό, οι διασφαλίσεις δεν μπορούν και δεν θα πρέπει να ερμηνευθούν ως προηγούμενο για άλλους τομείς πολιτικής της ΕΕ.

(29β)

Κανένα στοιχείο στον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να μεταβάλλει κατ’ οιονδήποτε τρόπο το ισχύον ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει την μεταβολή της νομικής μορφής θυγατρικών ή υποκαταστημάτων ούτε την εφαρμογή αυτού του πλαισίου, και δεν νοείται ούτε εφαρμόζεται ως μέσον παροχής κινήτρων υπέρ της μεταβολής αυτής. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να γίνονται απολύτως σεβαστές οι αρμοδιότητες των υπεύθυνων εθνικών αρχών των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, ούτως ώστε οι εν λόγω αρχές να συνεχίσουν να διαθέτουν επαρκή εποπτικά εργαλεία και εξουσίες επί των πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην επικράτειά τους, για να είναι σε θέση να εκπληρώνουν τις αρμοδιότητές τους και να διαφυλάττουν αποτελεσματικά τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και το δημόσιο συμφέρον. Επίσης, προκειμένου να βοηθούνται οι αρμόδιες αρχές στην εκτέλεση των καθηκόντων τους, θα πρέπει οι καταθέτες και οι αρμόδιες αρχές να ενημερώνονται εγκαίρως σε περίπτωση μεταβολής της νομικής μορφής θυγατρικών ή υποκαταστημάτων.

(30)

Προκειμένου να ασκεί τα καθήκοντά της, η ΕΚΤ θα πρέπει να διαθέτει κατάλληλες εποπτικές εξουσίες. Η νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων προβλέπει την ανάθεση ορισμένων εξουσιών σε αρμόδιες αρχές που ορίζονται από τα κράτη μέλη για τους σκοπούς αυτούς. Στο βαθμό που οι εν λόγω εξουσίες εμπίπτουν στο πεδίο των εποπτικών καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ, για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη η ΕΚΤ θα πρέπει να θεωρείται η αρμόδια αρχή και θα πρέπει να διαθέτει τις εξουσίες που ανατίθενται στις αρμόδιες αρχές από την ενωσιακή νομοθεσία. Συμπεριλαμβάνονται οι εξουσίες που ανατίθενται με τις εν λόγω νομικές πράξεις στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής, καθώς και οι εξουσίες που ανατίθενται στις εντεταλμένες αρχές.

(30α)

Η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει την εποπτική εξουσία να απομακρύνει ένα μέλος ενός διαχειριστικού οργάνου κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

(31)

Προκειμένου να εκτελεί αποτελεσματικά τα καθήκοντά της, η ΕΚΤ θα πρέπει να μπορεί να απαιτεί όλες τις αναγκαίες πληροφορίες και να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις , ενδεχομένως σε συνεργασία με εθνικές αρμόδιες αρχές. Η ΕΚΤ και οι εθνικές εποπτικές αρχές θα έχουν πρόσβαση στις ίδιες πληροφορίες χωρίς τα πιστωτικά ιδρύματα να υπόκεινται σε απαιτήσεις διπλής υποβολής εκθέσεων.

(31α)

Το δικηγορικό απόρρητο αποτελεί θεμελιώδη αρχή του ενωσιακού δικαίου που προστατεύει την εμπιστευτικότητα της επικοινωνίας ανάμεσα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα και τους νομικούς συμβούλους τους, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπει η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

(31β)

Όταν η ΕΚΤ ζητεί πληροφορίες από πρόσωπο εγκατεστημένο σε μη συμμετέχον κράτος μέλος αλλά ανήκον σε πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος, ή από πρόσωπο στο οποίο ένα πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοδοτική εταιρεία έχει αναθέσει υπεργολαβικώς επιχειρησιακά καθήκοντα ή δραστηριότητες, και εφόσον οι παραπάνω απαιτήσεις δεν εφαρμόζονται και δεν μπορούν να επιβληθούν σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, η ΕΚΤ θα πρέπει να αναλάβει τον συντονισμό με την αρμόδια εθνική αρχή του οικείου μη συμμετέχοντος κράτους μέλους.

(31γ)

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει την εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζονται με τα άρθρα 34 και 42 του Πρωτοκόλλου για το καταστατικό της ΕΚΤ. Οι πράξεις τις οποίες εκδίδει η ΕΚΤ δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν δημιουργούν δικαιώματα και δεν επιβάλλουν υποχρεώσεις στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, εκτός εάν οι εν λόγω πράξεις είναι σύμφωνες προς τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, βάσει των Πρωτοκόλλων αριθ. 4 και 15.

(32)

Σε περίπτωση που τα πιστωτικά ιδρύματα ασκούν το δικαίωμά τους για εγκατάσταση ή για παροχή υπηρεσιών σε άλλο κράτος μέλος, ή σε περίπτωση που διάφορες οντότητες ενός ομίλου είναι εγκατεστημένες σε διαφορετικά κράτη μέλη, η ενωσιακή νομοθεσία προβλέπει ειδικές διαδικασίες και κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των συγκεκριμένων κρατών μελών. Εφόσον η ΕΚΤ αναλαμβάνει ορισμένα εποπτικά καθήκοντα για όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, οι εν λόγω διαδικασίες και κατανομή αρμοδιοτήτων δεν θα πρέπει να ισχύουν για την άσκηση του δικαιώματος εγκατάστασης ή παροχής υπηρεσιών σε άλλο συμμετέχον κράτος μέλος.

(32α)

Όταν ασκεί τα καθήκοντά της βάσει του παρόντος κανονισμού και ζητεί τη συνδρομή των εθνικών αρμόδιων αρχών, η ΕΚΤ οφείλει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την ορθή εξισορρόπηση της συμμετοχής όλων των σχετικών εθνικών αρχών, σύμφωνα με τις ευθύνες της μεμονωμένης, υποενοποιημένης και ενοποιημένης εποπτείας που προβλέπονται στην ισχύουσα ενωσιακή νομοθεσία.

(32β)

Κανένα στοιχείο του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να νοείται ως ότι αναθέτει στην ΕΚΤ την εξουσία να επιβάλλει κυρώσεις σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα εκτός από πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρίες συμμετοχών ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρίες συμμετοχών, με την επιφύλαξη της εξουσίας της ΕΚΤ να απαιτεί από τις εθνικές αρχές να ενεργούν για να διασφαλίσουν την επιβολή ενδεδειγμένων κυρώσεων.

(33)

Ως θεσμικό όργανο που δημιουργείται από τις Συνθήκες η ΕΚΤ είναι θεσμικό όργανο της Ένωσης συνολικά. Στο πλαίσιο των διαδικασιών της για τη λήψη αποφάσεων, η ΕΚΤ θα πρέπει να δεσμεύεται από τους ενωσιακούς κανόνες και τις γενικές αρχές για τήρηση της νομιμότητας και διαφάνεια. Το δικαίωμα ακρόασης για τους αποδέκτες των αποφάσεων της ΕΚΤ θα πρέπει να γίνεται πλήρως σεβαστό, καθώς και το δικαίωμά τους να ζητούν επανεξέταση αποφάσεων της ΕΚΤ σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό .

(34)

Η ανάθεση εποπτικών καθηκόντων συνεπάγεται τη σημαντική ευθύνη για την ΕΚΤ να διασφαλίζει τη χρηματοοικονομική σταθερότητα στην Ένωση και να χρησιμοποιεί τις εποπτικές εξουσίες της κατά τον πλέον αποτελεσματικό και αναλογικό τρόπο. Οιαδήποτε μετατόπιση των εξουσιών εποπτείας από το επίπεδο κράτους μέλους σε επίπεδο Ένωσης θα πρέπει να ισοσταθμίζεται από τις δέουσες απαιτήσεις διαφάνειας και λογοδοσίας. Συνεπώς, η ΕΚΤ θα πρέπει να λογοδοτεί για την άσκηση των εν λόγω καθηκόντων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ▌, θεσμικά όργανα δημοκρατικά νομιμοποιημένα που εκπροσωπούν τους λαούς της Ευρώπης και τα κράτη μέλη. Η λογοδοσία θα πρέπει να περιλαμβάνει τακτική υποβολή εκθέσεων και απάντηση στις ερωτήσεις που υποβάλλει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό του καθώς και η Ευρωομάδα. Οιαδήποτε υποχρέωση υποβολής εκθέσεων θα πρέπει να διέπεται από τις σχετικές απαιτήσεις τήρησης επαγγελματικού απορρήτου .

(34α)

Η ΕΚΤ θα πρέπει επίσης να διαβιβάζει τις εκθέσεις, τις οποίες υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στα εθνικά κοινοβούλιο τα συμμετεχόντων κρατών μελών. Τα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απευθύνουν παρατηρήσεις ή ερωτήματα στην ΕΚΤ σχετικά με την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, στα οποία η ΕΚΤ δύναται να απαντά. Οι εσωτερικοί κανονισμοί αυτών των εθνικών κοινοβουλίων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις λεπτομέρειες των σχετικών διαδικασιών και ρυθμίσεων για την υποβολή των παρατηρήσεων και ερωτημάτων στην ΕΚΤ. Εν προκειμένω θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις παρατηρήσεις ή τα ερωτήματα που αφορούν την ανάκληση των αδειών λειτουργίας πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει της οποίας έχουν αναληφθεί οι δράσεις που είναι απαραίτητες για την εξυγίανση ή τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας από τις εθνικές αρχές σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2α. Το κοινοβούλιο ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους θα πρέπει να είναι σε θέση να καλεί τον Πρόεδρο ή έναν εκπρόσωπο του εποπτικού συμβουλίου να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στο εν λόγω κράτος μέλος, μαζί με εκπρόσωπο της εθνικής αρμόδιας αρχής. Αυτός ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων ενδείκνυται λαμβανομένου υπόψη του δυνητικού αντίκτυπου που μπορούν να έχουν τα εποπτικά μέτρα στα δημόσια οικονομικά, στα πιστωτικά ιδρύματα, τους πελάτες και τους εργαζομένους τους καθώς και στις αγορές στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Σε περίπτωση που οι εθνικές εποπτικές αρχές προβαίνουν σε ενέργειες βάσει του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις περί λογοδοσίας που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία.

(34β)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να συγκροτήσει προσωρινή ερευνητική επιτροπή για τη διερεύνηση καταγγελλόμενων παραβάσεων ή περιπτώσεων κακοδιοίκησης κατά την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 226 ΣΛΕΕ, ή να ασκεί τα καθήκοντα πολιτικού ελέγχου όπως προβλέπονται στις Συνθήκες, καθώς και το δικαίωμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να εγκρίνει θέση ή να εκδίδει ψήφισμα για θέματα που θεωρεί ενδεδειγμένα.

(34γ)

Στο πλαίσιο της δράσης της, η ΕΚΤ θα πρέπει να συμμορφώνεται με τις αρχές της τήρησης της νομιμότητας και της διαφάνειας.

(34δ)

Ο κανονισμός που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ θα πρέπει να καθορίζει τους λεπτομερείς κανόνες για την πρόσβαση στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή της ΕΚΤ στα πλαίσια της εκτέλεσης των εποπτικών καθηκόντων της, κατ’ εφαρμογή της Συνθήκης.

(34ε)

Σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ελέγχει τη νομιμότητα των νομοθετικών πράξεων, μεταξύ άλλων της ΕΚΤ, πλην συστάσεων ή γνωμών, οι οποίες πράξεις παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων.

(34στ)

Σύμφωνα με το άρθρο 340 ΣΛΕΕ, η ΕΚΤ θα πρέπει να αποκαθιστά σύμφωνα με τις γενικές αρχές, που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημιές που προξενεί η ίδια ή οι υπάλληλοί της κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Αυτό δεν θίγει την ευθύνη που φέρουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές προς αποκατάσταση οιασδήποτε ζημίας προκλήθηκε από τις ίδιες ή τους υπαλλήλους τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους κατ’ εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας.

(34ζ)

Ο κανονισμός αριθ. 1 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας εφαρμόζεται στην ΕΚΤ δυνάμει του άρθρου 342 ΣΛΕΕ.

(34η)

Όταν καθορίζεται αν πρέπει να περιοριστεί το δικαίωμα πρόσβασης των ενδιαφερόμενων προσώπων σε έναν φάκελο, η ΕΚΤ θα πρέπει να σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και να τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής και αμερόληπτης δικαιοσύνης.

(34θ)

Η ΕΚΤ θα πρέπει να παρέχει στα φυσικά και νομικά πρόσωπα τη δυνατότητα να ζητούν την επανεξέταση των αποφάσεων που λαμβάνονται δυνάμει των εξουσιών που της ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό και των οποίων είναι αποδέκτες, ή που τα αφορούν άμεσα και ατομικά. Το πεδίο εφαρμογής της επανεξέτασης θα πρέπει να αφορά τη διαδικαστική και ουσιαστική συμμόρφωση αυτών των αποφάσεων με τον παρόντα κανονισμό στα πλαίσια του περιθωρίου διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στην ΕΚΤ να αποφασίζει σχετικά με τη σκοπιμότητα λήψης αυτών των αποφάσεων. Για το σκοπό αυτό και για λόγους διαδικαστικής οικονομίας η ΕΚΤ θα πρέπει να συγκροτήσει διοικητική υπηρεσία επανεξέτασης που θα εκτελεί αυτήν την εσωτερική επανεξέταση. Για τη συγκρότηση της υπηρεσίας, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ θα πρέπει να διορίσει πρόσωπα υψίστου κύρους. Κατά τη λήψη της απόφασής του το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να διασφαλίζει κατά το δυνατόν κατάλληλη γεωγραφική ισορροπία και την ισόρροπη συμμετοχή των φύλων από το σύνολο των κρατών μελών. Η διαδικασία επανεξέτασης θα πρέπει να παρέχει στο διοικητικό συμβούλιο τη δυνατότητα να επανεξετάζει με ενδεδειγμένο τρόπο το προηγούμενο σχέδιο απόφασής του.

(35)

Η ΕΚΤ είναι αρμόδια για την άσκηση καθηκόντων νομισματικής πολιτικής με σκοπό τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η άσκηση των εποπτικών καθηκόντων έχει ως στόχο την προστασία της ασφάλειας και της ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος. Θα πρέπει συνεπώς να ασκούνται εντελώς χωριστά, προκειμένου να αποφεύγονται συγκρούσεις συμφερόντων και να διασφαλίζεται ότι κάθε καθήκον ασκείται σε συνάρτηση με τους επιδιωκόμενους στόχους. Η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίσει ότι το διοικητικό συμβούλιο λειτουργεί με εντελώς διαφοροποιημένο τρόπο, όσον αφορά τα νομισματικά και εποπτικά καθήκοντα. Η διαφοροποίηση αυτή θα πρέπει, τουλάχιστον, να συνεπάγεται αυστηρά διαχωρισμένες συνεδριάσεις και ατζέντες.

(35α)

Ο οργανωτικός διαχωρισμός του προσωπικού θα πρέπει να αφορά όλες τις υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για το σκοπό της ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής και θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η άσκηση των καθηκόντων που ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό υπόκειται πλήρως σε δημοκρατική λογοδοσία και επίβλεψη, όπως προβλέπει ο παρών κανονισμός. Το προσωπικό που συμμετέχει στην άσκηση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να υποβάλλει εκθέσεις στον Πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου.

(36)

Συγκεκριμένα, θα πρέπει να συσταθεί στο πλαίσιο της ΕΚΤ ένα εποπτικό συμβούλιο, αρμόδιο για την προπαρασκευή αποφάσεων επί εποπτικών θεμάτων, όπου θα ενσωματώνεται η ειδική εμπειρογνωμοσύνη των εθνικών εποπτικών αρχών. Το συμβούλιο θα πρέπει συνεπώς να προεδρεύεται από έναν Πρόεδρο, να διαθέτει Αντιπρόεδρο ▌ και να απαρτίζεται ▌ από εκπροσώπους της ΕΚΤ και των εθνικών αρχών. Κατά τους διορισμούς για τη συγκρότηση του εποπτικού συμβουλίου κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι αρχές της ισόρροπης συμμετοχής των φύλων και της ενδεδειγμένης πείρας και προσόντων. Όλα τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου θα πρέπει να ενημερώνονται εγκαίρως και διεξοδικώς για τα σημεία της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεών του ώστε να διευκολύνεται η αποτελεσματικότητα των συζητήσεων και η διαδικασία σύνταξης των σχεδίων αποφάσεων.

(36α)

Κατά την άσκηση των καθηκόντων του, το εποπτικό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη όλα τα σημαντικά γεγονότα και όλες τις περιστάσεις στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και ασκεί τα καθήκοντά του προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου.

(36β)

Τηρώντας πλήρως τις θεσμικές ρυθμίσεις και τους κανόνες ψηφοφορίας που ορίζονται στις Συνθήκες το εποπτικό συμβούλιο θα πρέπει να αποτελεί βασικό όργανο για την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ, τα οποία καθήκοντα ανήκαν μέχρι σήμερα στις εθνικές αρμόδιες αρχές. Για τους λόγους αυτούς το Συμβούλιο θα πρέπει να έχει την εξουσία έκδοσης της εκτελεστικής απόφασης για το διορισμό του Προέδρου και του Αντιπροέδρου του εποπτικού συμβουλίου. Ύστερα από ακρόαση του εποπτικού συμβουλίου, η ΕΚΤ θα πρέπει να υποβάλλει πρόταση διορισμού του Προέδρου και του Αντιπροέδρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση. Μόλις εγκριθεί η πρόταση, το Συμβούλιο θα πρέπει να εκδώσει αυτήν την εκτελεστική απόφαση. Ο Πρόεδρος θα πρέπει να επιλέγεται βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής, σχετικά με την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να ενημερώνονται δεόντως.

(36γ)

Για να υπάρχει κατάλληλη εναλλαγή με ταυτόχρονη διασφάλιση της πλήρους ανεξαρτησίας του/της Προέδρου και του/της Αντιπροέδρου, η θητεία τους δεν θα πρέπει να υπερβαίνει την πενταετία ούτε να είναι ανανεώσιμη. Για να διασφαλίζεται πλήρης συντονισμός με τις δραστηριότητες της ΕΑΤ και με τις πολιτικές της Ένωσης σχετικά με την προληπτική εποπτεία, το εποπτικό συμβούλιο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλεί ως παρατηρητές την ΕΑΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αφού συσταθεί η Ευρωπαϊκή Αρχή Εξυγίανσης, ο Πρόεδρός της θα πρέπει να συμμετέχει ως παρατηρητής στις συνεδριάσεις του εποπτικού συμβουλίου.

(36δ)

Το εποπτικό συμβούλιο θα πρέπει να επικουρείται από διευθύνουσα επιτροπή με πιο περιορισμένη σύνθεση. Η διευθύνουσα επιτροπή θα πρέπει να προετοιμάζει τις συνεδριάσεις του εποπτικού συμβουλίου και θα πρέπει να ασκεί τα καθήκοντά της αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου και θα πρέπει να συνεργάζεται με το εποπτικό συμβούλιο με όρους πλήρους διαφάνειας.

(36ε)

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θα πρέπει να προσκαλεί τους εκπροσώπους των συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη κάθε φορά που σχεδιάζει να αντιταχθεί σε σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου ή όταν οι συγκεκριμένες αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν το Διοικητικό Συμβούλιο ότι διαφωνούν αιτιολογημένα με σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου, εφόσον η εν λόγω απόφαση απευθύνεται στις εθνικές αρχές και αφορά πιστωτικά ιδρύματα συμμετεχόντων κρατών μελών που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη.

(36στ)

Για να διασφαλιστεί ο διαχωρισμός μεταξύ καθηκόντων νομισματικής πολιτικής και εποπτικών καθηκόντων, η ΕΚΤ θα πρέπει να κληθεί να συγκροτήσει επιτροπή μεσολάβησης. Η συγκρότηση της επιτροπής μεσολάβησης, και ιδίως η σύνθεσή της, πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι διαφορές απόψεων θα επιλύονται με ισορροπημένο τρόπο προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου.

(37)

Το εποπτικό συμβούλιο , η διευθύνουσα επιτροπή και το προσωπικό της ΕΚΤ που ασκεί εποπτικά καθήκοντα θα πρέπει να υπόκεινται σε κατάλληλες απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου. Παρεμφερείς απαιτήσεις θα πρέπει να ισχύουν για την ανταλλαγή πληροφοριών με το προσωπικό της ΕΚΤ που δεν συμμετέχει στις εποπτικές δραστηριότητες. Αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίζει την ΕΚΤ να ανταλλάσσει πληροφορίες, εντός των ορίων και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, μεταξύ άλλων με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για τους σκοπούς των καθηκόντων της βάσει των άρθρων 107 και 108 της ΣΛΕΕ και βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας για ενισχυμένη οικονομική και δημοσιονομική επιτήρηση.

(38)

Για την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων, η ΕΚΤ θα πρέπει να εκτελεί τα εποπτικά καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί με πλήρη ανεξαρτησία, ιδίως από αδικαιολόγητη πολιτική επιρροή και από παρεμβολή του κλάδου που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την επιχειρησιακή της ανεξαρτησία.

(38α)

Η παρεμβολή περιόδων επιβολής περιορισμών στη δυνατότητα άσκησης νέας δραστηριότητας μετά την αποχώρηση από την υπηρεσία («cooling-off period») για τις εποπτικές αρχές αποτελεί σημαντικό μέσο διασφάλισης της αποτελεσματικότητας και της ανεξαρτησίας της εποπτείας που διενεργείται από αυτές τις αρχές. Προς το σκοπό αυτόν και με την επιφύλαξη της εφαρμογής αυστηρότερων εθνικών κανόνων η ΕΚΤ θα πρέπει να καθορίσει και να διατηρήσει περιεκτικές και τυπικές διαδικασίες, μεταξύ άλλων αναλογικές περιόδους επανεξέτασης, ώστε να αξιολογεί εκ των προτέρων και να προλαμβάνει πιθανές συγκρούσεις με τα έννομα συμφέροντα των ΕΕΜ/ΕΚΤ σε περίπτωση που ένα πρώην μέλος του εποπτικού συμβουλίου αρχίζει να εργάζεται στον τραπεζικό κλάδο τον οποίον κάποτε επόπτευε.

(39)

Προκειμένου να ασκεί αποτελεσματικά τα εποπτικά καθήκοντά της, η ΕΚΤ θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους. Οι εν λόγω πόροι θα πρέπει να συγκεντρώνονται κατά τρόπο που να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία της ΕΚΤ από αδικαιολόγητη επιρροή από πλευράς των εθνικών αρμόδιων αρχών και των παραγόντων της αγοράς, καθώς και ο διαχωρισμός μεταξύ των καθηκόντων νομισματικής πολιτικής και εποπτείας. Το κόστος της εποπτείας θα πρέπει ▌ να βαρύνει τις οντότητες που υπόκεινται σε αυτήν. Συνεπώς, η άσκηση των εποπτικών καθηκόντων από την ΕΚΤ θα πρέπει να χρηματοδοτείται ▌ από ετήσια τέλη τα οποία χρεώνονται στα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να επιβάλει τέλη στα υποκαταστήματα που έχουν εγκατασταθεί σε συμμετέχοντα κράτη μέλη από πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε μη συμμετέχον κράτος μέλος για την κάλυψη των δαπανών που βαρύνουν την ΕΚΤ κατά την άσκηση των καθηκόντων της ως εποπτικής αρχής υποδοχής για τα εν λόγω υποκαταστήματα. Στην περίπτωση που η εποπτεία ενός πιστωτικού ιδρύματος ή υποκαταστήματος ασκείται σε ενοποιημένη βάση, το τέλος θα πρέπει να επιβάλλεται στο υψηλότερο επίπεδο του πιστωτικού ιδρύματος στο πλαίσιο του ομίλου που είναι εγκατεστημένος στα συμμετέχοντα κράτη μέλη. Ο υπολογισμός των τελών θα πρέπει να αποκλείει τυχόν θυγατρικές εγκατεστημένες σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη.

(39α)

Όταν ένα πιστωτικό ίδρυμα υπόκειται σε εποπτεία σε ενοποιημένη βάση, το τέλος θα πρέπει να ορίζεται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης εντός των συμμετεχόντων κρατών μελών και να καταμερίζεται στα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος και υπόκεινται σε εποπτεία σε ενοποιημένη βάση, σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια που αφορούν τη σπουδαιότητα και το προφίλ κινδύνου συμπεριλαμβανομένων των σταθμισμένων βάσει κινδύνου στοιχείων ενεργητικού.

(40)

Για την αποτελεσματική εποπτεία απαιτείται προσωπικό με υψηλή επαγγελματική συνείδηση, καλή εκπαίδευση και αμεροληψία. Προκειμένου να δημιουργηθεί ένας γνήσια ολοκληρωμένος εποπτικός μηχανισμός, θα πρέπει να προβλέπεται ενδεδειγμένη απόσπαση και ανταλλαγή προσωπικού με όλες τις εθνικές εποπτικές αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών και την ΕΚΤ, καθώς και μεταξύ αυτών. Για να εξασφαλίζεται ο έλεγχος από ομοτίμους σε συνεχή βάση, ιδίως κατά την εποπτεία μεγάλων τραπεζών, η ΕΚΤ θα πρέπει να μπορεί να ζητεί να συμμετέχει στις εθνικές εποπτικές ομάδες και προσωπικό από αρμόδιες αρχές άλλων συμμετεχόντων κρατών μελών , ώστε να είναι δυνατή η συγκρότηση ομάδων εποπτείας με γεωγραφική ποικιλότητα και ειδική εμπειρογνωμοσύνη και χαρακτηριστικά. Με την ανταλλαγή και την απόσπαση προσωπικού καθιερώνεται μια κοινή αντίληψη για την εποπτεία. Η ΕΚΤ παρέχει σε τακτική βάση πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των υπαλλήλων από τις εθνικές αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών οι οποίοι έχουν αποσπασθεί στην ΕΚΤ για τους σκοπούς του ΕΕΜ .

(41)

Λόγω της παγκοσμιοποίησης των τραπεζικών υπηρεσιών και της αυξημένης σημασίας των διεθνών προτύπων, η ΕΚΤ θα πρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά της όσον αφορά τα διεθνή πρότυπα και με διάλογο και στενή συνεργασία με τις εποπτικές αρχές εκτός Ένωσης, χωρίς να επικαλύπτει το διεθνή ρόλο της ΕΑΤ. Θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να αναπτύσσει επαφές και να προβαίνει σε διοικητικές ρυθμίσεις με τις εποπτικές αρχές και τις διοικητικές υπηρεσίες τρίτων χωρών και με διεθνείς οργανισμούς, σε συντονισμό με την ΕΑΤ και με πλήρη σεβασμό των υφιστάμενων ρόλων και των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

(42)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (9) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (10), εφαρμόζονται πλήρως όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την ΕΚΤ για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(43)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (11) ισχύει για την ΕΚΤ. Η ΕΚΤ έχει εκδώσει την απόφαση EΚΤ/2004/11 της 3ης Ιουνίου 2004 σχετικά με τους όρους και τις λεπτομέρειες διεξαγωγής ερευνών από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα  (12).

(44)

Για να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα υπόκεινται σε εποπτεία ύψιστης ποιότητας, απερίσπαστη από άλλες εκτιμήσεις που δεν έχουν σχέση με την προληπτική εποπτεία, και ότι οι αρνητικές αλληλοτροφοδοτούμενες επιπτώσεις από τις εξελίξεις των αγορών που αφορούν τράπεζες και κράτη μέλη αντιμετωπίζονται εγκαίρως και αποτελεσματικά, η ΕΚΤ θα πρέπει να αρχίσει να ασκεί ειδικά εποπτικά καθήκοντα το συντομότερο δυνατόν. Ωστόσο, για τη μεταβίβαση εποπτικών καθηκόντων από τις εθνικές εποπτικές αρχές στην ΕΚΤ απαιτείται κάποια προετοιμασία. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προβλεφθεί κατάλληλη περίοδος σταδιακής εφαρμογής. ▌

(44α)

Κατά την έγκριση των λεπτομερών επιχειρησιακών ρυθμίσεων για την εκπλήρωση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ από τον παρόντα κανονισμό, η ΕΚΤ θα πρέπει να προβλέψει μεταβατικές ρυθμίσεις που θα εξασφαλίζουν ότι θα ολοκληρωθούν εποπτικές διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη, μεταξύ άλλων τυχόν αποφάσεις και/ή μέτρα που εγκρίθηκαν ή έρευνα που δρομολογήθηκε πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(45α)

Στην ανακοίνωση της 28ης Νοεμβρίου 2012 με τίτλο «Σχέδιο στρατηγικής για μια βαθιά και ουσιαστική οικονομική και νομισματική ένωση», η Επιτροπή αναφέρει τα εξής: «Θα μπορούσε να τροποποιηθεί το άρθρο 127 παράγραφος 6 ΣΛΕΕ ώστε να καταστεί εφαρμοστέα η συνήθης νομοθετική διαδικασία και να εξαλειφθούν ορισμένοι από τους νομικούς περιορισμούς που θέτει σήμερα για το σχεδιασμό του ΕΕΜ (δηλαδή να θεσπιστεί η δυνατότητα άμεσης και αμετάκλητης επιλογής για συμμετοχή στον ΕΕΜ των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στην ευρωζώνης, πέραν των ορίων του μοντέλου της “στενής συνεργασίας”, να χορηγηθούν στα εκτός ευρωζώνης κράτη μέλη που συμμετέχουν στον ΕΕΜ πλήρως ίσα δικαιώματα στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ, και να προωθηθεί ακόμη περισσότερο ο εσωτερικός διαχωρισμός της λήψης αποφάσεων σε θέματα νομισματικής πολιτικής και εποπτείας)». Αναφέρει επίσης ότι «ένα συγκεκριμένο σημείο που πρέπει να καλυφθεί θα ήταν η ενίσχυση της δημοκρατικής λογοδοσίας της ΕΚΤ, εφόσον ενεργεί ως τραπεζική εποπτική αρχή». Υπενθυμίζεται ότι η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπει ότι προτάσεις τροποποίησής της μπορούν να υποβάλλουν οι Κυβερνήσεις των κρατών μελών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και μπορούν να αφορούν οιαδήποτε πτυχή των Συνθηκών.

(46)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την επιχειρηματική ελευθερία, το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής και αμερόληπτης δικαιοσύνης, θα πρέπει δε να εφαρμόζεται κατ’ εφαρμογή των εν λόγω δικαιωμάτων και αρχών.

(47)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η δημιουργία αποδοτικού και αποτελεσματικού εποπτικού πλαισίου για την άσκηση ειδικών εποπτικών καθηκόντων σε πιστωτικά ιδρύματα από θεσμικό όργανο της Ένωσης, και η διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων στα πιστωτικά ιδρύματα, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω της πανευρωπαϊκής δομής της τραπεζικής αγοράς και του αντικτύπου των πτωχεύσεων τραπεζών σε άλλα κράτη μέλη, να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Κεφάλαιο Ι

Αντικείμενο και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Με τον παρόντα κανονισμό ανατίθενται στην ΕΚΤ ειδικά καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, με σκοπό να συμβάλει στην ασφάλεια και την ευρωστία των πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και στη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος στην ΕΕ και σε κάθε κράτος μέλος , λαμβανομένων πλήρως υπόψη και με καθήκον επιμέλειας της ενότητας και της ακεραιότητας της εσωτερικής αγοράς με γνώμονα την ίση μεταχείριση των πιστωτικών ιδρυμάτων προς αποτροπή της καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας.

Τα αναφερόμενα στο άρθρο 2 της οδηγίας 2006/48/EΚ ιδρύματα, εξαιρούνται από τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού. Η έκταση των εποπτικών καθηκόντων της ΕΚΤ περιορίζεται στην προληπτική ρύθμιση των πιστωτικών ιδρυμάτων δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Ο παρών κανονισμός δεν εκχωρεί στην ΕΚΤ άλλα εποπτικά καθήκοντα, όπως αυτά που αφορούν την προληπτική εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλόμενων.

Κατά την άσκηση των καθηκόντων της στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, που της ανατίθενται και με επιφύλαξη του στόχου για κατοχύρωση της ασφάλειας και ευρωστίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, η ΕΚΤ λαμβάνει πλήρως υπόψη τους διαφόρους τύπους καθώς και τα επιχειρησιακά μοντέλα και το μέγεθος των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Καμία πράξη, πρόταση ή πολιτική της ΕΚΤ δεν εισάγει, άμεσα ή έμμεσα, διακρίσεις κατά κράτους μέλους ή ομάδας κρατών μελών ως τόπου παροχής τραπεζικών ή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών σε οποιοδήποτε νόμισμα.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων και των συναφών εξουσιών που έχουν οι αρμόδιες αρχές από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη να ασκούν εποπτικά καθήκοντα, τα οποία δεν ανατίθενται στην ΕΚΤ από τον παρόντα κανονισμό.

Εξάλλου, ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις ευθύνες και τις σχετικές εξουσίες των εθνικών ή των εντεταλμένων αρχών των συμμετεχόντων κρατών μελών για την εφαρμογή μακροπροληπτικών εργαλείων, τα οποία δεν προβλέπονται στις σχετικές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)

«συμμετέχον κράτος μέλος»: κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα είναι το ευρώ ή κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, το οποίο όμως έχει αναπτύξει στενή συνεργασία με την ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 6,

2)

«εθνική αρμόδια αρχή»: οποιαδήποτε εθνική αρμόδια αρχή που ορίζεται από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με την οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (13) και την οδηγία 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση) (14),

3)

«πιστωτικά ιδρύματα»: πιστωτικά ιδρύματα όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/48/EK,

4)

«χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών»: χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 19 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ,

5)

«μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών»: μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 15) της οδηγίας 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων (15),

6)

«χρηματοπιστωτικός όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων»: χρηματοπιστωτικός όμιλος ετερογενών δραστηριοτήτων όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 14 της οδηγίας 2002/87/ΕΚ,

6α)

«εντεταλμένη εθνική αρχή»: εντεταλμένη αρχή κατά την έννοια των σχετικών νομοθετικών πράξεων της Ένωσης,

6β)

«ειδική συμμετοχή»: ειδική συμμετοχή όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 11 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ,

6γ)

«ενιαίος εποπτικός μηχανισμός (ΕΕΜ)»: ένα ευρωπαϊκό σύστημα χρηματοπιστωτικής εποπτείας που απαρτίζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και εθνικές αρμόδιες αρχές συμμετεχόντων κρατών μελών όπως περιγράφονται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού.

Κεφάλαιο II

Συνεργασία και καθήκοντα

Άρθρο 3

Συνεργασία

1.    Η ΕΚΤ συνεργάζεται στενά με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου και τις άλλες αρχές , που αποτελούν μέρη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοοικονομικής Εποπτείας (ΕΣΧΕ) το οποίο συστάθηκε με το άρθρο 2 των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 και εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο ρύθμισης και εποπτείας στην Ένωση.

Όταν κρίνεται αναγκαίο, η ΕΚΤ θα συνάπτει μνημόνια συμφωνίας με τις αρχές των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων. Τα εν λόγω μνημόνια τίθενται στη διάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και των αρμόδιων αρχών όλων των κρατών μελών.

1α.     Για τους σκοπούς τους παρόντος κανονισμού, η ΕΚΤ συμμετέχει στο Συμβούλιο Εποπτών της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

1β.     Η ΕΚΤ εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων των ΕΑΤ, ΕΑΚΑΑ, ΕΑΑΕΣ και ΕΣΣΚ.

1γ.     Η ΕΚΤ συνεργάζεται στενά με τις αρχές οι οποίες έχουν εξουσιοδοτηθεί για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων, περιλαμβανομένης και της εκπόνησης των σχεδίων εξυγίανσης.

1δ.     Με την επιφύλαξη των άρθρων 1, 4 και 5, η ΕΚΤ συνεργάζεται στενά με κάθε δημόσιο μηχανισμό χρηματοπιστωτικής στήριξης συμπεριλαμβανομένων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EΤΧΣ) και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (EMΣ), ειδικότερα όταν ο εν λόγω μηχανισμός έχει χορηγήσει ή ενδέχεται να χορηγήσει άμεση ή έμμεση χρηματοπιστωτική στήριξη σε πιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού.

1ε.     Η ΕΚΤ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές των μη συμμετεχόντων κρατών μελών συνάπτουν μνημόνιο συνεννόησης στο οποίο περιγράφεται με γενικούς όρους ο τρόπος με τον οποίο συνεργάζονται μεταξύ τους κατά την εκτέλεση των εποπτικών τους καθηκόντων δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας, όσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που ορίζονται στο άρθρο 2. Το μνημόνιο επανεξετάζεται τακτικά.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, η ΕΚΤ συνάπτει μνημόνιο συνεννόησης με την αρμόδια εθνική αρχή κάθε μη συμμετέχοντος κράτους μέλους που αποτελεί έδρα τουλάχιστον ενός διεθνούς ιδρύματος με συστημική σπουδαιότητα, όπως ορίζεται στην ενωσιακή νομοθεσία.

Κάθε μνημόνιο επανεξετάζεται τακτικά και δημοσιεύεται με την επιφύλαξη κατάλληλης επεξεργασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών.

Άρθρο 4

Καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ

1.    Στο πλαίσιο του άρθρου 5, η ΕΚΤ, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου , διαθέτει αποκλειστική αρμοδιότητα να εκτελεί, για σκοπούς προληπτικής εποπτείας, τα κατωτέρω καθήκοντα όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη:

α)

να χορηγεί άδεια λειτουργίας σε πιστωτικά ιδρύματα και να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας πιστωτικών ιδρυμάτων υπό την προϋπόθεση των διατάξεων του άρθρου 13 ,

αα)

όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος, τα οποία επιθυμούν να ιδρύσουν υποκατάστημα ή να παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες σε μη συμμετέχον κράτος μέλος, να εκτελεί τα καθήκοντα που θα ανατεθούν στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας,

β)

να αξιολογεί αιτήσεις για την απόκτηση και τη διάθεση ειδικών συμμετοχών σε πιστωτικά ιδρύματα , πλην της περίπτωσης της εξυγίανσης των τραπεζών, και με επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 13α ,

γ)

να διασφαλίζει συμμόρφωση με τις πράξεις που αναφέρονται στην πρώτη περίπτωση του άρθρου 4 παράγραφος 3 και επιβάλλουν στα πιστωτικά ιδρύματα απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας στους τομείς των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, της τιτλοποίησης, των ορίων μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, της ρευστότητας, της μόχλευσης, καθώς και απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και δημοσίευσης πληροφοριών σχετικά με τα εν λόγω θέματα,

στ)

να διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τις πράξεις που αναφέρονται στην πρώτη περίπτωση του άρθρου 4 παράγραφος 3, οι οποίες επιβάλλουν στα πιστωτικά ιδρύματα απαιτήσεις να διαθέτουν άρτιες ρυθμίσεις διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των ικανοτήτων και του ήθους των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση των πιστωτικών ιδρυμάτων, των διαδικασιών εκτίμησης του κινδύνου, των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου, των πολιτικών και πρακτικών αποδοχών και των αποτελεσματικών διαδικασιών για την εκτίμηση της επάρκειας ιδίων κεφαλαίων , περιλαμβανομένων των υποδειγμάτων εσωτερικής διαβάθμισης,

ζ)

να διενεργεί εποπτικούς ελέγχους, μεταξύ άλλων κατά περίπτωση σε συντονισμό με την ΕΑΤ, σε προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων και στην πιθανή δημοσίευσή τους, προκειμένου να προσδιορίζει κατά πόσον οι ρυθμίσεις, οι στρατηγικές, οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί που εφαρμόζονται από τα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και τα ίδια κεφάλαιά τους, εξασφαλίζουν υγιή διαχείριση και κάλυψη των κινδύνων τους, και, βάσει του εν λόγω εποπτικού ελέγχου, να επιβάλλει στα πιστωτικά ιδρύματα ειδικές απαιτήσεις πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων, ειδικές απαιτήσεις δημοσίευσης, ειδικές απαιτήσεις ρευστότητας και άλλα μέτρα, στις ειδικές περιπτώσεις που διατίθενται στις αρμόδιες αρχές μέσω της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας ,

θ)

να ασκεί εποπτεία σε ενοποιημένη βάση στις μητρικές των πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένες σε ένα από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων στις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και στις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, και να συμμετέχει στην εποπτεία σε ενοποιημένη βάση, μεταξύ άλλων σε σώματα εποπτών με την επιφύλαξη της συμμετοχής εθνικών αρμόδιων αρχών από συμμετέχοντα κράτη μέλη σε αυτά τα σώματα με την ιδιότητα του παρατηρητή , όσον αφορά μητρικές που δεν είναι εγκατεστημένες σε ένα από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη,

ι)

να συμμετέχει στη συμπληρωματική εποπτεία ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα τα οποία περιλαμβάνει, και να αναλαμβάνει τα καθήκοντα συντονιστή στην περίπτωση που η ΕΚΤ ορίζεται ως ο συντονιστής για έναν χρηματοπιστωτικό όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία,

ια)

να εκτελεί εποπτικά καθήκοντα όσον αφορά τα σχέδια ανάκαμψης και την έγκαιρη παρέμβαση, σε περίπτωση που ένα πιστωτικό ίδρυμα ή όμιλος σε σχέση με τα οποία η ΕΚΤ είναι η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, δεν πληρούν ή είναι πιθανό να παραβούν τις ισχύουσες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και, μόνο στις περιπτώσεις που αναφέρονται ρητώς στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία για τις αρμόδιες αρχές, να επιφέρει διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται από τα πιστωτικά ιδρύματα ώστε να προλαμβάνει τις οικονομικές πιέσεις ή τις καταρρεύσεις, εξαιρουμένων των τυχόν εξουσιών εξυγίανσης .

2.   Όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε μη συμμετέχον κράτος μέλος, τα οποία ιδρύουν υποκατάστημα ή παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες σε συμμετέχον κράτος μέλος, η ΕΚΤ ασκεί, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής του καταλόγου που προβλέπεται στην παράγραφο 1, τα καθήκοντα ▌ για τα οποία είναι αρμόδιες οι εθνικές αρμόδιες αρχές του συμμετέχοντος κράτους μέλους κατ’ εφαρμογή της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας .

3.    Για το σκοπό της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, με σκοπό τη διασφάλιση υψηλών προτύπων εποπτείας, η ΕΚΤ εφαρμόζει όλη την οικεία νομοθεσία και, στην περίπτωση που το σχετικό ενωσιακό δίκαιο αποτελείται από οδηγίες, την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των εν λόγω οδηγιών στην εσωτερική έννομη τάξη. Σε περίπτωση που η σχετική ενωσιακή νομοθεσία αποτελείται από κανονισμούς και εφόσον αυτοί οι κανονισμοί παρέχουν ρητώς επιλογές στα κράτη μέλη, η ΕΚΤ εφαρμόζει επίσης την εθνική νομοθεσία με την οποία ασκούνται αυτές οι επιλογές.

Προς το σκοπό αυτόν, η ΕΚΤ εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις και λαμβάνει αποφάσεις που υπόκεινται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία και συμμορφούνται προς αυτή, και ειδικότερα στις τυχόν νομοθετικές και μη νομοθετικές πράξεις, μεταξύ των οποίων και εκείνες που αναφέρονται στα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ. Ειδικότερα υπόκεινται σε δεσμευτικά ρυθμιστικά και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που εκπονεί η ΕΑΤ και εγκρίνει η Επιτροπή, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, το άρθρο 16 του εν λόγω κανονισμού σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις, και υπόκεινται στις διατάξεις του κανονισμού ΕΑΤ για το ευρωπαϊκό εγχειρίδιο εποπτείας που καταρτίζει η ΕΑΤ σύμφωνα με το εν λόγω κανονισμό. Η ΕΚΤ δύναται επίσης να εκδίδει κανονισμούς μόνο εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την οργάνωση ή τον προσδιορισμό των λεπτομερειών εκτέλεσης των εν λόγω καθηκόντων.

Προτού εκδώσει κανονισμό όσον αφορά ζητήματα που έχουν ουσιαστικές επιπτώσεις στα πιστωτικά ιδρύματα, η ΕΚΤ διεξάγει ανοικτές, δημόσιες διαβουλεύσεις και αναλύει το δυνητικό σχετικό κόστος και τα οφέλη, εκτός αν αυτές οι διαβουλεύσεις και αναλύσεις είναι δυσανάλογες με το πεδίο εφαρμογής και τον αντίκτυπο του συγκεκριμένου κανονισμού ή με τον ιδιαίτερα επείγοντα χαρακτήρα του θέματος, στην περίπτωση δε αυτή η ΕΚΤ αιτιολογεί τον επείγοντα χαρακτήρα.

Όπου απαιτείται, η ΕΚΤ συμβάλλει συμμετέχοντας υπό οποιοδήποτε ρόλο στην ανάπτυξη σχεδίου κανονιστικών τεχνικών προτύπων ή στην εφαρμογή τεχνικών προτύπων του ΕΕΜ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 ή εφιστά την προσοχή του ΕΕΜ στο ενδεχόμενο να χρειαστεί να υποβληθούν στην Επιτροπή σχέδια προτύπων για την τροποποίηση υφισταμένων κανονιστικών ή εκτελεστικών τεχνικών προτύπων.

Άρθρο 4α

Μακροπροληπτικά καθήκοντα και εργαλεία

1.     Όποτε απαιτείται ή κρίνεται απαραίτητο, και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 κατωτέρω, οι αρμόδιες ή οι εντεταλμένες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών θα εφαρμόζουν τις απαιτήσεις τις σχετικές με την κατοχή κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας από τα πιστωτικά ιδρύματα, στο κατάλληλο επίπεδο σύμφωνα με την οικεία ενωσιακή νομοθεσία, επιπλέον των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1γ και των τυχόν άλλων μέτρων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση συστημικών ή μακροπροληπτικών κινδύνων που υπόκεινται στις διαδικασίες και προβλέπονται στις οδηγίες 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ στις ειδικές περιπτώσεις που προβλέπονται στις σχετικές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης. Δέκα εργάσιμες ημέρες πριν από τη λήψη της απόφασης, η ενδιαφερόμενη αρχή κοινοποιεί δεόντως την πρόθεσή της στην ΕΚΤ. Σε περίπτωση που η ΕΚΤ έχει αντίρρηση, αναφέρει τους λόγους γραπτώς εντός πέντε εργάσιμων ημερών. Η ενδιαφερόμενη αρχή εξετάζει δεόντως τους λόγους της ΕΚΤ προτού συνεχίσει την εφαρμογή της απόφασης.

2.     Η ΕΚΤ δύναται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, στη θέση των εθνικών αρμόδιων ή εθνικών εντεταλμένων αρχών του συμμετέχοντος κράτους μέλους, να εφαρμόζει υψηλότερες απαιτήσεις σχετικά με την κατοχή κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας από τα πιστωτικά ιδρύματα, στο κατάλληλο επίπεδο σύμφωνα με την οικεία ενωσιακή νομοθεσία, απ’ ότι θα εφάρμοζαν οι εθνικές αρμόδιες ή οι εθνικές εντεταλμένες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών, επιπλέον των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1γ, συμπεριλαμβανομένων των ποσοστών αντικυκλικών αποθεμάτων ασφαλείας, με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4, και να εφαρμόζει αυστηρότερα μέτρα που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση συστημικών ή μακροπροληπτικών κινδύνων στο επίπεδο των πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει των διαδικασιών που προβλέπονται στις οδηγίες 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ για τις ειδικές περιπτώσεις που προβλέπονται στις σχετικές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης.

3.     Οιαδήποτε εθνική αρμόδια ή εντεταλμένη αρχή μπορεί να προτείνει στην ΕΚΤ να ενεργήσει βάσει της παραγράφου 2, ώστε να αντιμετωπίσει την ιδιαίτερη κατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της οικονομίας στο κράτος μέλος της.

4.     Σε περίπτωση που η ΕΚΤ ενεργήσει με δική της πρωτοβουλία βάσει της παραγράφου 2, όταν προτίθεται να δράσει, συνεργάζεται στενά με τις εντεταλμένες αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Κοινοποιεί ειδικότερα την πρόθεσή της στις ενδιαφερόμενες αρμόδιες ή εντεταλμένες αρχές δέκα εργάσιμες ημέρες προτού λάβει αυτή την απόφαση. Σε περίπτωση που η ΕΚΤ έχει αντίρρηση, αναφέρει τους λόγους γραπτώς εντός πέντε εργάσιμων ημερών. Η ΕΚΤ εξετάζει δεόντως τους λόγους αυτούς προτού συνεχίσει την εφαρμογή της απόφασης ανάλογα με την περίπτωση.

5.     Κατά την άσκηση των καθηκόντων που προβλέπονται στην παράγραφο 2, η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, την οικονομική κατάσταση και τον οικονομικό κύκλο σε μεμονωμένα κράτη μέλη ή μέρη αυτών.

Άρθρο 5

Συνεργασία εντός του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού

1.   Η ΕΚΤ εκτελεί τα καθήκοντά της στο πλαίσιο ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, ο οποίος αποτελείται από την ΕΚΤ και τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Η ΕΚΤ είναι υπεύθυνη για την αποτελεσματική και συνεπή λειτουργία του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού.

2.    Τόσο η ΕΚΤ όσο και οι αρμόδιες εθνικές αρχές έχουν καθήκον να συνεργάζονται με καλή πίστη καθώς και με την υποχρέωση να ανταλλάσσουν πληροφορίες.

Με την επιφύλαξη της εξουσίας της ΕΚΤ να λαμβάνει απευθείας ή να έχει απευθείας πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται σε διαρκή βάση από τα πιστωτικά ιδρύματα, οι αρμόδιες εθνικές αρχές παρέχουν ειδικότερα στην ΕΚΤ όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για το σκοπό της άσκησης των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον παρόντα κανονισμό.

4α.     Όταν είναι σκόπιμο και με την επιφύλαξη της ευθύνης και της λογοδοσίας της ΕΚΤ για τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, οι εθνικές αρμόδιες αρχές είναι υπεύθυνες να συνδράμουν την ΕΚΤ, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο πλαίσιο που αναφέρεται στην παράγραφο 4ε, κατά την προπαρασκευή και την εφαρμογή οποιωνδήποτε πράξεων που αφορούν τα καθήκοντα του άρθρου 4 σχετικά με όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, περιλαμβανομένης και της συνδρομής σε δραστηριότητες εξακρίβωσης. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του άρθρου 4, ακολουθούν τις οδηγίες που δίδονται από την ΕΚΤ.

4β.     Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του άρθρου 4, ακολουθούν τις οδηγίες που δίδονται από την ΕΚΤ. Αναφορικά με τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 4, πλην των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1, η ΕΚΤ έχει τις αρμοδιότητες που παρατίθενται στην παράγραφο 4γ, ενώ οι αρμόδιες εθνικές αρχές έχουν τις ευθύνες της παραγράφου 4δ, εντός του πλαισίου που αναφέρεται στην παράγραφο 4ε και δυνάμει των σχετικών διαδικασιών, όσον αφορά την εποπτεία των ακόλουθων πιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών, ή υποκαταστημάτων που είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη και τα οποία ανήκουν σε πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη:

Εκείνα που είναι λιγότερο σημαντικά σε ενοποιημένη βάση, το υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης των οποίων είναι στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, ή μεμονωμένα στην ειδική περίπτωση των υποκαταστημάτων, τα οποία είναι εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη, ή των πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. Η σημασία αξιολογείται βάσει των ακόλουθων κριτηρίων:

i)

μέγεθος,

ii)

σημασία για την οικονομία της ΕΕ ή ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους,

iii)

σημασία των διασυνοριακών δραστηριοτήτων.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο εδάφιο ανωτέρω, ένα πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών δεν θεωρείται λιγότερο σημαντική, εκτός εάν αυτό δικαιολογείται λόγω ειδικών περιστάσεων που πρέπει να διευκρινιστούν στη μεθοδολογία, εφόσον πληρούται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού υπερβαίνει τα 30 δισεκατομμύρια ευρώ, ή

ii)

το ποσοστό του συνόλου των στοιχείων του ενεργητικού ως προς το ΑΕΠ του συμμετέχοντος κράτους μέλους εγκατάστασης, υπερβαίνει το 20 %, εκτός εάν η συνολική αξία των στοιχείων του ενεργητικού δεν υπερβαίνει τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ, ή

iii)

εν συνεχεία κοινοποίησης από την αρμόδια εθνική αρχή, η οποία εκτιμά ότι αυτό το πιστωτικό ίδρυμα είναι ιδιαίτερης σημασίας για την εγχώρια οικονομία, η ΕΚΤ λαμβάνει απόφαση επιβεβαιώνοντας τη σημασία του μετά από συνολική αξιολόγηση στην οποία προβαίνει, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του ισολογισμού, του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος.

Η ΕΚΤ δύναται επίσης, ιδία πρωτοβουλία, να θεωρεί ένα ίδρυμα ιδιαίτερα σημαντικό όταν διαθέτει θυγατρικές τράπεζες σε περισσότερα από ένα συμμετέχοντα κράτη μέλη και τα διασυνοριακά στοιχεία ενεργητικού και παθητικού του αποτελούν σημαντικό μέρος των συνολικών στοιχείων ενεργητικού και παθητικού του, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη μεθοδολογία.

Δεν θεωρούνται λιγότερο σημαντικά εκείνα που έχουν ζητήσει ή έχουν λάβει άμεσα δημόσια χρηματοδοτική στήριξη από το EΤΧΣ ή τον ΕΜΣ.

Παρά τις διατάξεις των ανωτέρω εδαφίων, η ΕΚΤ ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τα τρία πιο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα σε κάθε συμμετέχον κράτος μέλος, εκτός εάν δικαιολογείται από ιδιαίτερες περιστάσεις.

4γ.     Σε ό,τι αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 4β, και εντός του πλαισίου που ορίζεται στην παράγραφο 4ε:

α)

Η ΕΚΤ εκδίδει κανονισμούς, κατευθυντήριες γραμμές ή γενικές οδηγίες προς τις αρμόδιες εθνικές αρχές, σύμφωνα με τις οποίες τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 4, πλην των στοιχείων α) και β), ασκούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, ενώ θεσπίζονται από αυτές οι εποπτικές αποφάσεις.

Οι οδηγίες αυτές μπορούν να αφορούν τις ειδικές εξουσίες του άρθρου 13β, παράγραφος 2 για ομίλους ή κατηγορίες πιστωτικών ιδρυμάτων, προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνοχή των εποπτικών αποτελεσμάτων εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού,

β)

Όταν απαιτείται για τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής υψηλών εποπτικών κανόνων, η ΕΚΤ δύναται, ανά πάσα στιγμή, ιδία πρωτοβουλία κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές ή κατόπιν αιτήματος αρμόδιας εθνικής αρχής, να αποφασίσει να ασκεί η ίδια άμεσα τις σχετικές εξουσίες για ένα ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 4β, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία έχει ζητηθεί ή ληφθεί έμμεσα χρηματοδοτική στήριξη από το EΤΧΣ ή τον ΕΜΣ,

γ)

Η ΕΚΤ ασκεί την εποπτεία της λειτουργίας του συστήματος, βάσει των ευθυνών και των διαδικασιών που ορίζονται στο παρόν άρθρο, και ειδικότερα στην παράγραφο 4ε στοιχείο γ),

δ)

Η ΕΚΤ μπορεί ανά πάσα στιγμή να κάνει χρήση των εξουσιών που αναφέρονται στα άρθρα 9 έως 12,

ε)

Η ΕΚΤ μπορεί επίσης σε ad hoc και διαρκή βάση να απαιτεί πληροφορίες από τις αρμόδιες εθνικές αρχές ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος άρθρου.

4δ.     Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4γ, οι αρμόδιες εθνικές αρχές εκτελούν και έχουν την ευθύνη για τα καθήκοντα του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία αα), γ), στ), ζ), θ) και ια) και για τη θέσπιση όλων των συναφών εποπτικών αποφάσεων αναφορικά με τα πιστωτικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 4β πρώτο εδάφιο, εντός του πλαισίου της παραγράφου 4ε και σύμφωνα προς τις διαδικασίες που αναφέρονται σε αυτή.

Με την επιφύλαξη των άρθρων 9 έως 12, οι αρμόδιες εθνικές και οι εντεταλμένες αρχές διατηρούν τις εξουσίες, σύμφωνα προς το εθνικό δίκαιο, να λαμβάνουν πληροφορίες από τα πιστωτικά ιδρύματα, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μικτές χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και τις επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στην ενοποιημένη χρηματοοικονομική κατάσταση του πιστωτικού ιδρύματος, και να επιτελούν επιτόπιους ελέγχους στα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ενημερώνουν την ΕΚΤ, σύμφωνα με το πλαίσιο που ορίζεται στην παράγραφο 4ε, ως προς τα μέτρα που λαμβάνουν δυνάμει της παρούσας παραγράφου και συντονίζουν στενά τα μέτρα αυτά με την ΕΚΤ.

Οι αρμόδιες εθνικές αρχές υποβάλουν έκθεση στην ΕΚΤ σε τακτική βάση ως προς την άσκηση των δραστηριοτήτων βάσει του άρθρου αυτού.

4ε.     Η ΕΚΤ, σε διαβούλευση με τις αρμόδιες εθνικές αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών, και βάσει πρότασης του εποπτικού συμβουλίου, θεσπίζει και κοινοποιεί το πλαίσιο για την οργάνωση των πρακτικών λεπτομερειών της εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Το πλαίσιο περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τη συγκεκριμένη μέθοδο για την αξιολόγηση των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 4β πρώτο έως τρίτο εδάφιο και των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία η παράγραφος 4β τέταρτο εδάφιο παύει να ισχύει για συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα και τις επακόλουθες ρυθμίσεις όσον αφορά την εφαρμογή των παραγράφων 4γ και 4δ. Οι ρυθμίσεις αυτές, καθώς και η μεθοδολογία αξιολόγησης των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 4β πρώτο έως τρίτο εδάφιο, επανεξετάζονται ώστε να περιλάβουν τις τυχόν σχετικές αλλαγές, και διασφαλίζουν ότι όταν μια τράπεζα έχει κριθεί σημαντική ή λιγότερο σημαντική η αξιολόγηση αυτή μεταβάλλεται μόνον σε περίπτωση ουσιωδών και μη μεταβατικών αλλαγών των περιστάσεων, ιδίως δε εκείνων που αφορούν την κατάσταση της τράπεζας οι οποίες είναι συναφείς με την εν λόγω αξιολόγηση.

β)

τον ορισμό των διαδικασιών, περιλαμβανομένων και των προθεσμιών, και της δυνατότητας εκπόνησης σχεδίων κανονισμών προς εξέταση από την ΕΚΤ, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της ΕΚΤ και των αρμόδιων εθνικών αρχών αναφορικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων που δεν θεωρούνται λιγότερο σημαντικά σύμφωνα με την παράγραφο 4β,

γ)

τον ορισμό των διαδικασιών, περιλαμβανομένων και των προθεσμιών, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της ΕΚΤ και των αρμόδιων εθνικών αρχών αναφορικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων που θεωρούνται λιγότερο σημαντικά σύμφωνα με την παράγραφο 4β. Για τις διαδικασίες αυτές, απαιτείται ειδικότερα από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, αναλόγως των περιπτώσεων που ορίζονται στο πλαίσιο:

i)

να κοινοποιούν στην ΕΚΤ τυχόν ουσιαστικές εποπτικές διαδικασίες,

ii)

να αξιολογούν περαιτέρω, μετά από αίτημα της ΕΚΤ, τις ειδικές πτυχές της διαδικασίας,

iii)

να διαβιβάζουν στην ΕΚΤ τα ουσιαστικά σχέδια εποπτικών αποφάσεων, επί των οποίων η ΕΚΤ μπορεί να εκφέρει γνώμη.

4στ.     Όποτε η ΕΚΤ επικουρείται από τις αρμόδιες εθνικές ή τις εντεταλμένες αρχές για την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η ΕΚΤ και οι εθνικές αρμόδιες αρχές συμμορφώνονται προς τις διατάξεις των σχετικών ενωσιακών πράξεων αναφορικά με την κατανομή των αρμοδιοτήτων και τη συνεργασία μεταξύ αρμοδίων αρχών από διαφορετικά κράτη μέλη.

Άρθρο 6

Στενή συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των ▌ συμμετεχόντων κρατών μελών , τα οποία δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ

1.   Εντός των ορίων που τίθενται στο παρόν άρθρο, η ΕΚΤ ασκεί τα καθήκοντα στους τομείς που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 4α όσον αφορά πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, εφόσον έχει καθιερωθεί στενή συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ και της εθνικής αρμόδιας αρχής του εν λόγω κράτους μέλους σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Προς το σκοπό αυτόν, η ΕΚΤ μπορεί να απευθύνει οδηγίες στην εθνική αρμόδια αρχή του ▌ συμμετέχοντος κράτους μέλους , του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ .

2.   Η στενή συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ και της εθνικής αρμόδιας αρχής ενός ▌ συμμετέχοντος κράτους μέλους , του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ , καθιερώνεται με απόφαση που εκδίδεται από την ΕΚΤ, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη, την Επιτροπή, την ΕΚΤ και την ΕΑΤ το αίτημα να καθιερωθεί στενή συνεργασία με την ΕΚΤ για την άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 4 και στο άρθρο 4α όσον αφορά όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος , σύμφωνα με το άρθρο 5 ,

β)

στην κοινοποίηση, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναλαμβάνει:

να διασφαλίσει ότι η εθνική αρμόδια αρχή του ή η εθνική εντεταλμένη αρχή θα συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδονται από την ΕΚΤ ή με τα αιτήματά της,

να παρέχει κάθε πληροφορία σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στο εν λόγω κράτος μέλος, τις οποίες μπορεί να απαιτήσει η ΕΚΤ, με σκοπό τη διενέργεια συνολικής αξιολόγησης αυτών των πιστωτικών ιδρυμάτων,

γ)

το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει θεσπίσει σχετική εθνική νομοθεσία ώστε να διασφαλίσει ότι η εθνική αρμόδια αρχή του θα υποχρεούται να λάβει κάθε μέτρο σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα το οποίο έχει ζητηθεί από την ΕΚΤ, σύμφωνα με την παράγραφο 5.

4.   Η απόφαση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση εφαρμόζεται 14 ημέρες μετά τη δημοσίευση αυτή.

5.   Εάν η ΕΚΤ κρίνει ότι θα πρέπει να ληφθεί από την εθνική αρμόδια αρχή ενός ενδιαφερόμενου κράτους μέλους μέτρο σχετικό με τα καθήκοντα που προβλέπονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, απευθύνει οδηγίες στην εν λόγω αρχή, καθορίζοντας συγκεκριμένη προθεσμία.

Η εν λόγω προθεσμία δεν είναι μικρότερη των 48 ωρών, εκτός εάν είναι απαραίτητη η έγκριση νωρίτερα προκειμένου να αποφευχθεί ανεπανόρθωτη ζημία. Η αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με την υποχρέωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ).

5α.     Η ΕΚΤ μπορεί να αποφασίσει να απευθύνει προειδοποίηση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σύμφωνα με την οποία η στενή συνεργασία θα ανασταλεί ή θα τερματιστεί εάν δεν ληφθούν αποφασιστικά διορθωτικά μέτρα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν , κατά τη γνώμη της ΕΚΤ, δεν πληρούνται πλέον από ενδιαφερόμενο κράτος μέλος οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 στοιχεία α) έως γ), ή

β)

εάν , κατά τη γνώμη της ΕΚΤ, η εθνική αρμόδια αρχή κράτους μέλους δεν ενεργεί σύμφωνα με την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ).

Αν δεν αναληφθούν αυτά τα μέτρα 15 ημέρες μετά την κοινοποίηση της εν λόγω προειδοποίησης, η ΕΚΤ μπορεί να αναστείλει ή να τερματίσει τη στενή συνεργασία με το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

Η απόφαση κοινοποιείται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση αναφέρει την ημερομηνία από την οποία εφαρμόζεται στην απόφαση λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αποτελεσματικότητα της εποπτείας και τα νόμιμα συμφέροντα των πιστωτικών ιδρυμάτων.

5β.     Το κράτος μέλος δύναται να ζητά από την ΕΚΤ τον τερματισμό της στενής συνεργασίας οποιαδήποτε στιγμή μετά την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκή Ένωσης της απόφασης που εκδόθηκε από την ΕΚΤ σχετικά με την καθιέρωση της στενής συνεργασίας. Στο αίτημα εξηγούνται οι λόγοι του τερματισμού, συμπεριλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, των δυνητικών σημαντικών αρνητικών συνεπειών όσον αφορά τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του κράτους μέλους. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΚΤ προβαίνει αμέσως στην έκδοση απόφασης για τον τερματισμό της στενής συνεργασίας και προσδιορίζει την ημερομηνία από την οποία ισχύει, εντός μέγιστης περιόδου τριών μηνών, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την αποτελεσματικότητα της εποπτείας και τα νόμιμα συμφέροντα των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5γ.     Αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ υποβάλει στην ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3, αιτιολογημένη διαφωνία σε αντίρρηση του Διοικητικού Συμβουλίου ως προς σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου, το διοικητικό συμβούλιο, μέσα σε περίοδο 30 ημερών, γνωμοδοτεί όσον αφορά την αιτιολογημένη διαφωνία που εξέφρασε το κράτος μέλος και επιβεβαιώνει ή αποσύρει την αντίρρησή του, παραθέτοντας τη σχετική αιτιολόγηση.

Αν το διοικητικό συμβούλιο επιβεβαιώσει την αντίρρησή του, το συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ μπορεί να ενημερώσει την ΕΚΤ ότι δεν δεσμεύεται από την ενδεχόμενη απόφαση σχετικά με ενδεχόμενο τροποποιημένο σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου.

Στην περίπτωση αυτή η ΕΚΤ εξετάζει την πιθανή αναστολή ή τερματισμό της στενής συνεργασίας με το εν λόγω κράτος μέλος και λαμβάνει απόφαση σχετικά.

Οι εν λόγω κανόνες λαμβάνουν ειδικότερα υπόψη τους ακόλουθους στόχους:

εάν η απουσία παρόμοιας αναστολής ή λήξης θα μπορούσε να υπονομεύσει την ακεραιότητα του ΕΕM ή να έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες όσον αφορά τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των κρατών μελών,

εάν η εν λόγω αναστολή ή λήξη θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες όσον αφορά τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του κράτους μέλους που κοινοποίησε την αντίρρηση σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 3,

εάν είναι ικανοποιημένη από τη λήψη μέτρων από την αρμόδια εθνική αρχή, τα οποία κατά την άποψη της ΕΚΤ:

α)

διασφαλίζουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα στο κράτος μέλος που κοινοποίησε την αντίρρησή του δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου, δεν υφίστανται ευνοϊκότερη μεταχείριση από τα πιστωτικά ιδρύματα στο άλλο συμμετέχον κράτος μέλος,

β)

είναι εξίσου αποτελεσματικά με την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου ως προς την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού και την διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης.

Η ΕΚΤ συμπεριλαμβάνει τους λόγους αυτούς στην απόφασή της και τους κοινοποιεί στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

5δ.     Αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ διαφωνεί με σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου, ενημερώνει το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με την αιτιολογημένη διαφωνία του εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του σχεδίου απόφασης. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει έπειτα σχετικά εντός πέντε εργάσιμων ημερών, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τους λόγους της διαφωνίας και επεξηγεί γραπτώς την απόφασή της στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Το συγκεκριμένο κράτος μέλος δύναται να ζητεί από την ΕΚΤ να λύσει τη στενή συνεργασία με άμεση ισχύ και δεν δεσμεύεται από την επακόλουθη απόφαση.

5ε.     Ένα κράτος μέλος που τερματίζει τη στενή συνεργασία με την ΕΚΤ δεν μπορεί να αρχίσει νέα στενή συνεργασία πριν από την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκή Ένωσης της απόφασης της ΕΚΤ σχετικά με τον τερματισμό της στενής συνεργασίας.

Άρθρο 7

Διεθνείς σχέσεις

Με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και των άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων της Ένωσης , συμπεριλαμβανομένης της ΕΑΤ, όσον αφορά τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΚΤ μπορεί να αναπτύσσει επαφές και να προβαίνει σε διοικητικές ρυθμίσεις με εποπτικές αρχές, διεθνείς οργανισμούς και τις διοικητικές υπηρεσίες τρίτων χωρών, υπό την προϋπόθεση κατάλληλου συντονισμού με την ΕΑΤ. Οι ρυθμίσεις αυτές δεν δημιουργούν έννομες υποχρεώσεις στην Ένωση και τα κράτη μέλη της.

Κεφάλαιο III

Εξουσίες της ΕΚΤ

Άρθρο 8

Εξουσίες εποπτείας και έρευνας

1.    Με αποκλειστικό σκοπό την εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 4α παράγραφος 2 , η ΕΚΤ θεωρείται , κατά περίπτωση, η αρμόδια αρχή ή η εντεταλμένη αρχή στα συμμετέχοντα κράτη μέλη όπως ορίζεται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο.

Για τον ίδιο αποκλειστικό σκοπό ▌, η ΕΚΤ ▌ διαθέτει όλες τις εξουσίες και αναλαμβάνει όλες τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό . Διαθέτει επίσης όλες τις εξουσίες και αναλαμβάνει όλες τις υποχρεώσεις που έχουν οι αρμόδιες και εντεταλμένες αρχές δυνάμει του οικείου ενωσιακού δικαίου, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, η ΕΚΤ διαθέτει τις εξουσίες που απαριθμούνται στα Τμήματα 1 και 2 του παρόντος κεφαλαίου.

Στον βαθμό που απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό, η ΕΚΤ μπορεί να απαιτεί από τις εν λόγω εθνικές αρχές, μέσω εντολών, να κάνουν χρήση των εξουσιών τους, δυνάμει των όρων του εθνικού δικαίου και σύμφωνα προς αυτούς εφόσον ο παρών κανονισμός δεν παρέχει τις εν λόγω εξουσίες στην ΕΚΤ. Οι εθνικές αυτές αρχές ενημερώνουν πλήρως την ΕΚΤ ως προς την άσκηση των εν λόγω εξουσιών.

2α.     Η ΕΚΤ ασκεί τις εξουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σύμφωνα προς τις πράξεις που περιλαμβάνονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4, παράγραφος 3. Κατά την άσκηση των αντίστοιχων εξουσιών εποπτείας και έρευνας η ΕΚΤ και οι εθνικές αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά.

2β.     Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, όσον αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα σε κράτη μέλη τα οποία συνεργάζονται στενά σύμφωνα προς το άρθρο 6, η ΕΚΤ ασκεί τις εξουσίες της σύμφωνα προς το άρθρο 6.

ΤΜΗΜΑ 1

Εξουσίες έρευνας

Άρθρο 9

Αιτήματα για παροχή πληροφοριών

1.    Με την επιφύλαξη των εξουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, η ΕΚΤ δύναται ▌ να απαιτεί από τα ακόλουθα νομικά ή φυσικά πρόσωπα , με την επιφύλαξη του άρθρου 4, να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου να ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται ανά τακτά διαστήματα και με ειδικώς προσδιορισμένους μορφότυπους για εποπτικούς και συναφείς στατιστικούς σκοπούς:

α)

πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη ,

β)

εταιρείες χρηματοπιστωτικών συμμετοχών εγκατεστημένες στα συμμετέχοντα κράτη μέλη ,

γ)

μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών εγκατεστημένες στα συμμετέχοντα κράτη μέλη ,

δ)

εταιρείες συμμετοχών μικτής δραστηριότητας εγκατεστημένες στα συμμετέχοντα κράτη μέλη ,

ε)

πρόσωπα που ανήκουν στις οντότητες που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) ▌ ,

στ)

τρίτους στους οποίους οι οντότητες που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) ανέθεσαν ▌ καθήκοντα ή δραστηριότητες.

2.   Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχουν τις ζητούμενες πληροφορίες. Οι διατάξεις περί επαγγελματικού απορρήτου δεν εξαιρούν τα πρόσωπα αυτά από την υποχρέωση να παράσχουν τις πληροφορίες. Η παροχή των πληροφοριών δεν θεωρείται ότι συνιστά παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου.

2α.     Όταν η ΕΚΤ λαμβάνει πληροφορίες απευθείας από τα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που προβλέπονται στην παράγραφο 1, θέτει αυτές τις πληροφορίες στη διάθεση των ενδιαφερόμενων εθνικών αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 10

Γενικές έρευνες

1.   Προς εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό , και με την επιφύλαξη άλλων προϋποθέσεων που προβλέπονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, η ΕΚΤ μπορεί να διεξάγει όλες τις αναγκαίες έρευνες για οιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) εγκατεστημένο ή ευρισκόμενο σε ένα συμμετέχον κράτος μέλος .

Για τον σκοπό αυτόν, η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα:

α)

να απαιτεί την υποβολή εγγράφων,

β)

να εξετάζει τα βιβλία και αρχεία των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα από τα εν λόγω βιβλία και αρχεία,

γ)

να λαμβάνει προφορικές ή γραπτές εξηγήσεις από κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) ή τους εκπροσώπους του ή τα μέλη του προσωπικού του,

δ)

να εξετάζει κάθε άλλο ▌ πρόσωπο που συναινεί να ερωτηθεί με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο της έρευνας.

2.   Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) υπόκεινται σε έρευνες που κινούνται βάσει απόφασης της ΕΚΤ.

Όταν ένα πρόσωπο παρεμποδίζει τη διενέργεια της έρευνας, η εθνική αρμόδια αρχή του συμμετέχοντος κράτους μέλους όπου βρίσκονται οι σχετικές εγκαταστάσεις παρέχει , σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, την αναγκαία συνδρομή , μεταξύ άλλων, στις περιπτώσεις των άρθρων 11 και 12, διευκολύνοντας την πρόσβαση της ΕΚΤ στις επιχειρηματικές εγκαταστάσεις των νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) , ούτως ώστε να καθίσταται εφικτή η άσκηση των προαναφερόμενων δικαιωμάτων.

Άρθρο 11

Επιτόπιες επιθεωρήσεις

1.   Για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό , και με την επιφύλαξη άλλων προϋποθέσεων που προβλέπονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, η ΕΚΤ μπορεί , σύμφωνα με το άρθρο 12 και υπό την προϋπόθεση ότι θα ενημερωθεί προηγουμένως η οικεία εθνική αρμόδια αρχή, να διεξάγει όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις στις επιχειρηματικές εγκαταστάσεις των νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως στ) και οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση που περιλαμβάνεται στην ενοποιημένη εποπτεία όταν η ΕΚΤ είναι η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κατά το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο θ) . Η ΕΚΤ μπορεί να διεξάγει την επιτόπια επιθεώρηση χωρίς να ειδοποιούνται προηγουμένως τα εν λόγω νομικά πρόσωπα, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή και την αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων.

2.   Οι υπάλληλοι και τα άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την ΕΚΤ για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης μπορούν να εισέρχονται σε οιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και οικόπεδα των νομικών προσώπων που υπόκεινται σε έρευνα κατόπιν απόφασης για επιθεώρηση που εκδόθηκε από την ΕΚΤ, διαθέτουν δε όλες τις εξουσίες που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1. ▌

3.   Τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως  στ) υπόκεινται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις βάσει απόφασης της ΕΚΤ.

4.   Οι υπάλληλοι και άλλα συνοδεύοντα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται ή διορίζονται από την εθνική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιθεώρηση επικουρούν , υπό την εποπτεία και το συντονισμό της ΕΚΤ, ενεργά ▌ τους υπαλλήλους και τα άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την ΕΚΤ. Για τον σκοπό αυτόν, διαθέτουν τις εξουσίες που ορίζονται στην παράγραφο 2. Οι υπάλληλοι της εθνικής αρμόδιας αρχής του ενδιαφερόμενου συμμετέχοντος κράτους μέλους έχουν επίσης το δικαίωμα να συμμετέχουν στις επιτόπιες επιθεωρήσεις.

5.   Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι και τα άλλα συνοδεύοντα πρόσωπα, που έχουν εξουσιοδοτηθεί ή διοριστεί από την ΕΚΤ, διαπιστώνουν ότι κάποιο πρόσωπο αντιτάσσεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η εθνική αρμόδια αρχή του οικείου συμμετέχοντος κράτους μέλους τούς παρέχει την αναγκαία συνδρομή κατ’ εφαρμογή του εθνικού δικαίου. Στη συνδρομή περιλαμβάνεται η δυνατότητα να σφραγίζονται οιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και βιβλία ή αρχεία, στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την επιθεώρηση. Οσάκις η οικεία εθνική αρμόδια αρχή δεν διαθέτει αυτή την εξουσία, κάνει χρήση των εξουσιών της για να ζητήσει την αναγκαία συνδρομή άλλων εθνικών αρχών.

Άρθρο 12

Άδεια δικαστικής αρχής

1.   Εάν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής για την επιτόπια επιθεώρηση που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφοι 1  και 2 ή για τη συνδρομή που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 5, ζητείται η άδεια αυτή.

2.   Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η εθνική δικαστική αρχή ελέγχει τη γνησιότητα της απόφασης της ΕΚΤ, καθώς και κατά πόσον τα σχεδιαζόμενα αναγκαστικά μέτρα δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των εν λόγω αναγκαστικών μέτρων, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει από την ΕΚΤ λεπτομερείς εξηγήσεις, ιδίως τους λόγους που έχει η ΕΚΤ να υποπτεύεται ότι έχει διαπραχθεί παράβαση των ▌ πράξεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3 , και τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης, καθώς και τη φύση της συμμετοχής του προσώπου στο οποίο επιβάλλονται τα αναγκαστικά μέτρα. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή του κράτους μέλους δεν μπορεί να επανεξετάσει την αναγκαιότητα διεξαγωγής της επιθεώρησης, ούτε να ζητήσει να της παρασχεθούν οι πληροφορίες του φακέλου της ΕΚΤ. Η νομιμότητα της απόφασης της ΕΚΤ υπόκειται σε επανεξέταση αποκλειστικά από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΤΜΗΜΑ 2

Ειδικές εποπτικές εξουσίες

Άρθρο 13

Άδεια λειτουργίας

1.   Κάθε αίτηση άδειας λειτουργίας για την ανάληψη δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος που πρόκειται να εγκατασταθεί σε συμμετέχον κράτος μέλος υποβάλλεται στις εθνικές αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου πρόκειται να εγκατασταθεί το πιστωτικό ίδρυμα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στη σχετική εθνική νομοθεσία.

1α.    Εάν ο αιτών πληροί όλες τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας οι οποίες προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους, η εθνική αρμόδια αρχή καταρτίζει σχέδιο απόφασης, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από τη σχετική εθνική νομοθεσία, με την οποία προτείνει στην ΕΚΤ να χορηγήσει την άδεια λειτουργίας. Το σχέδιο απόφασης κοινοποιείται στην ΕΚΤ και στον αιτούντα την άδεια λειτουργίας. Σε κάθε άλλη περίπτωση η εθνική αρμόδια αρχή απορρίπτει την αίτηση για χορήγηση άδειας.

1β.     Το σχέδιο απόφασης θεωρείται εκδοθέν από την ΕΚΤ εκτός αν η ΕΚΤ διατυπώσει αντίρρηση εντός περιόδου 10 εργάσιμων ημερών κατ’ ανώτατο όριο, δυνάμενης να παραταθεί μία φορά κατά την ίδια διάρκεια σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις. Η ΕΚΤ διατυπώνει αντίρρηση στο σχέδιο απόφασης μόνο όταν δεν πληρούνται οι όροι για τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης. Υποβάλλει γραπτώς τους λόγους για την απόρριψη.

1γ.     Η απόφαση που λαμβάνεται βάσει των παραγράφων 1α και 1β κοινοποιείται στον αιτούντα την άδεια από την εθνική αρμόδια αρχή.

2.    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2α, η ΕΚΤ δύναται να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας στις περιπτώσεις που προβλέπει η σχετική νομοθεσία της Ένωσης , είτε με δική της πρωτοβουλία κατόπιν διαβουλεύσεων με την εθνική αρμόδια αρχή του συμμετέχοντος κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το πιστωτικό ίδρυμα, είτε κατόπιν προτάσεως από την εθνική αρμόδια αρχή του συμμετέχοντος κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το πιστωτικό ίδρυμα. Οι εν λόγω διαβουλεύσεις εξασφαλίζουν ιδίως ότι, προτού ληφθεί απόφαση σχετικά με ανάκληση, η ΕΚΤ προβλέπει επαρκές χρονικό διάστημα ώστε οι εθνικές αρχές να αποφασίσουν σχετικά με τις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένως μέτρων εξυγίανσης, και τις λαμβάνει υπόψη.

Σε περίπτωση που η εθνική αρμόδια αρχή, η οποία έχει προτείνει τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1, κρίνει ότι η άδεια λειτουργίας πρέπει να ανακληθεί σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία, υποβάλλει εν προκειμένω σχετική πρόταση στην ΕΚΤ. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΚΤ λαμβάνει απόφαση για την προτεινόμενη ανάκληση λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την αιτιολόγηση της ανάκλησης που προέβαλε η εθνική αρμόδια αρχή .

2α.     Εφόσον οι εθνικές αρχές διατηρούν την αρμοδιότητα εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, στις περιπτώσεις που θεωρούν ότι η ανάκληση της άδειας λειτουργίας θα έθετε σε κίνδυνο την επαρκή υλοποίηση των δράσεων που είναι απαραίτητες για την εξυγίανση ή τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ενημερώνουν δεόντως την ΕΚΤ σχετικά με τις αντιρρήσεις τους, εξηγώντας αναλυτικά τις αρνητικές συνέπειες που θα είχε η ανάκληση. Στις περιπτώσεις αυτές, η ΕΚΤ δεν προχωρά στην ανάκληση για περίοδο που συμφωνείται από κοινού με τις εθνικές αρχές. Η ΕΚΤ δύναται να επιλέξει να παρατείνει την εν λόγω περίοδο αν θεωρεί ότι έχει σημειωθεί επαρκής πρόοδος. Εάν, ωστόσο, η ΕΚΤ διαπιστώσει σε αιτιολογημένη απόφαση ότι οι εθνικές αρχές δεν υλοποίησαν τις κατάλληλες δράσεις που είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ισχύει αμέσως η ανάκληση των αδειών.

Άρθρο 13α

Αξιολόγηση των αποκτήσεων των ειδικών συμμετοχών

1.     Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β), κάθε κοινοποίηση απόκτησης ειδικής συμμετοχής σε πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος ή κάθε άλλη σχετική πληροφορία υποβάλλεται στις εθνικές αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένο το πιστωτικό ίδρυμα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπει η σχετική εθνική νομοθεσία βάσει των πράξεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3.

2.     Η εθνική αρμόδια αρχή αξιολογεί την προτεινόμενη απόκτηση και διαβιβάζει στην ΕΚΤ την κοινοποίηση και μια πρόταση απόφασης για την εναντίωση ή τη μη εναντίωση στην απόκτηση, βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στις πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3, τουλάχιστον δέκα εργάσιμες ημέρες πριν από τη λήξη της σχετικής περιόδου αξιολόγησης που ορίζει η σχετική νομοθεσία της Ένωσης, και επικουρεί την ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 5.

3.     Η ΕΚΤ αποφασίζει αν θα εναντιωθεί ή όχι στην απόκτηση βάσει των κριτηρίων αξιολόγησης που προβλέπονται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, καθώς και σύμφωνα με τη διαδικασία και εντός των περιόδων αξιολόγησης που προβλέπονται στο ενωσιακό δίκαιο.

Άρθρο 13β

Εποπτικές εξουσίες

1.     Η ΕΚΤ, προκειμένου να εκπληρώσει τα καθήκοντά της που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και με την επιφύλαξη άλλων εξουσιών που της ανατίθενται, διαθέτει τις εξουσίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 2, βάσει των οποίων μπορεί να ζητά από κάθε πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών σε συμμετέχοντα κράτη μέλη να λάβει εγκαίρως τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση σχετικών προβλημάτων σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

το πιστωτικό ίδρυμα δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των πράξεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3,

β)

η ΕΚΤ διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το πιστωτικό ίδρυμα είναι πιθανό να μην τηρήσει τις απαιτήσεις των πράξεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3 μέσα στους επόμενους 12 μήνες,

γ)

αφού εξακριβώσει, στο πλαίσιο εποπτικού ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ζ), ότι οι ρυθμίσεις, στρατηγικές, διαδικασίες και μηχανισμοί που εφαρμόζει το πιστωτικό ίδρυμα, καθώς και τα ίδια κεφάλαια και η ρευστότητα που αυτό κατέχει, δεν εξασφαλίζουν υγιή διαχείριση και κάλυψη των κινδύνων του.

2.     Παρά τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 1, η ΕΚΤ διαθέτει τις ακόλουθες εξουσίες:

α)

να απαιτεί από τα ιδρύματα να διατηρούν ίδια κεφάλαια που να υπερβαίνουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις οι οποίες ορίζονται στις πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3 σχετικά με στοιχεία κινδύνων και κινδύνους που δεν καλύπτονται από τις σχετικές πράξεις της Ένωσης,

β)

να απαιτεί την ενίσχυση των ρυθμίσεων, διαδικασιών, μηχανισμών και στρατηγικών,

γ)

να απαιτεί από τα ιδρύματα να παρουσιάσουν ένα σχέδιο για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης με τις εποπτικές απαιτήσεις σύμφωνα με τις πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3, και να καθορίσουν προθεσμία για την υλοποίησή του, συμπεριλαμβανομένων βελτιώσεων στο εν λόγω σχέδιο σε ό,τι αφορά το πεδίο εφαρμογής και την προθεσμία,

δ)

να απαιτεί από τα ιδρύματα να εφαρμόζουν ειδική πολιτική προβλέψεων ή μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού από την άποψη των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων,

ε)

να θέτει περιορισμούς ή όρια στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, το επιχειρηματικό φάσμα ή το δίκτυο των ιδρυμάτων ή να ζητά την αφαίρεση δραστηριοτήτων που ενέχουν αυξημένο κίνδυνο για την αρτιότητα ενός ιδρύματος,

στ)

να απαιτεί τη μείωση του κινδύνου τον οποίον ενέχουν οι δραστηριότητες, τα προϊόντα και τα συστήματα των ιδρυμάτων,

ζ)

να απαιτεί από τα πιστωτικά ιδρύματα τον περιορισμό της μεταβλητής αμοιβής ως ποσοστού του συνόλου των καθαρών εσόδων, όταν το ύψος της δεν συνάδει με τη διατήρηση υγιούς κεφαλαιακής βάσης,

η)

να απαιτεί από τα ιδρύματα να χρησιμοποιούν τα καθαρά κέρδη για την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων,

θ)

να περιορίζει ή να απαγορεύει τη διανομή κερδών από το ίδρυμα στους μετόχους, στα μέλη ή στους κατόχους των πρόσθετων μέσων της Κατηγορίας 1, εφόσον η απαγόρευση δεν συνιστά αθέτηση υποχρέωσης του ιδρύματος,

ι)

να επιβάλλει απαιτήσεις για πρόσθετες ή συχνότερες υποβολές αναφορών, συμπεριλαμβανομένων των αναφορών σχετικά με το κεφάλαιο και την ταμειακή κατάσταση,

ια)

να επιβάλει συγκεκριμένες απαιτήσεις ρευστότητας, περιλαμβανομένων των περιορισμών στις αναντιστοιχίες ληκτότητας μεταξύ ενεργητικού και παθητικού,

ιβ)

να απαιτεί πρόσθετες πληροφορίες,

ιγ)

να απομακρύνει ανά πάσα στιγμή μέλη του διοικητικού οργάνου πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3.

Άρθρο 14

Εξουσίες των αρχών υποδοχής και συνεργασία στην ενοποιημένη εποπτεία

1.   Μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών, οι διαδικασίες που προβλέπονται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης για τα πιστωτικά ιδρύματα που επιθυμούν να ιδρύσουν υποκατάστημα ή να ασκήσουν τις δραστηριότητές τους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και οι συναφείς αρμοδιότητες του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής, εφαρμόζονται μόνον για τους σκοπούς των καθηκόντων που δεν ανατίθενται στην ΕΚΤ με το άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι διατάξεις της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης που αφορούν τη συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών από διάφορα κράτη μέλη για την άσκηση εποπτείας σε ενοποιημένη βάση δεν εφαρμόζονται στον βαθμό που η ΕΚΤ είναι η μοναδική συμμετέχουσα αρμόδια αρχή .

2α.     Η ΕΚΤ, κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων της όπως ορίζονται στα άρθρα 4 και 4α, επιδιώκει την ορθή ισορροπία μεταξύ όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 8 και, όσον αφορά τις σχέσεις της με τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, τηρεί την ισορροπία μεταξύ κράτους μέλους καταγωγής και κράτους μέλους υποδοχής που επιτυγχάνεται κατά τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης.

Άρθρο 15

Διοικητικές κυρώσεις

1.   Για τον σκοπό της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, σε περίπτωση που πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παραβούν μια απαίτηση βάσει σχετικών άμεσα εφαρμοστέων νομοθετικών πράξεων της Ένωσης, για την οποία οι αρμόδιες αρχές έχουν στη διάθεσή τους διοικητικά χρηματικά πρόστιμα βάσει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας, η ΕΚΤ δύναται να επιβάλει διοικητικά χρηματικά πρόστιμα που ανέρχονται έως και στο διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το εν λόγω ποσό μπορεί να προσδιοριστεί, ή μέχρι και 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών, όπως ορίζεται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης, ενός νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη χρήση ή άλλες χρηματικές κυρώσεις που μπορεί να προβλέπονται από τη σχετική νομοθεσία της Ένωσης .

2.   Σε περίπτωση νομικού προσώπου που είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που προκύπτει από τον ενοποιημένο λογαριασμό της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη χρήση.

3.   Οι επιβαλλόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Η ΕΚΤ, προκειμένου να κρίνει αν θα επιβάλει κύρωση και να προσδιορίσει την κατάλληλη κύρωση , ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2α .

4.   Η ΕΚΤ εφαρμόζει το παρόν άρθρο σύμφωνα με τις πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου , κατά περίπτωση .

5.   Στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από την παράγραφο 1, όταν είναι αναγκαίο για τον σκοπό της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΚΤ μπορεί να απαιτήσει από τις εθνικές αρμόδιες αρχές να αρχίσουν τις διαδικασίες με σκοπό να προβούν σε ενέργειες προκειμένου να διασφαλιστεί η επιβολή κατάλληλων κυρώσεων σύμφωνα με τις πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 3 και κάθε σχετική εθνική νομοθεσία η οποία αναθέτει ειδικές εξουσίες οι οποίες επί του παρόντος δεν απαιτούνται από τη νομοθεσία της Ένωσης . Οι κυρώσεις που επιβάλλονται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται ιδίως για χρηματικά πρόστιμα που πρόκειται να επιβάλλονται σε πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών για παραβάσεις της εθνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά σχετικών οδηγιών της ΕΕ, καθώς και για τυχόν διοικητικές κυρώσεις ή μέτρα που πρόκειται να επιβάλλονται στα μέλη του διοικητικού οργάνου πιστωτικού ιδρύματος, χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών και σε οποιαδήποτε άλλα άτομα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, φέρουν ευθύνη για την παράβαση από πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών.

6.   Η ΕΚΤ δημοσιεύει κάθε κύρωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 , είτε έχει ανακληθεί είτε όχι, στις περιπτώσεις και σύμφωνα με τους που καθορίζονται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης .

7.   Η ΕΚΤ, υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 1 έως 6, για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, σε περίπτωση παραβιάσεων των κανονισμών ή των αποφάσεων της ΕΚΤ, δύναται να επιβάλει κυρώσεις, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 του Συμβουλίου.

Κεφάλαιο IV

Οργανωτικές αρχές

Άρθρο 16

Ανεξαρτησία

1.   Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΚΤ και οι αρμόδιες εθνικές αρχές εντός του EEM ενεργούν ανεξάρτητα. Τα μέλη του τραπεζικού εποπτικού συμβουλίου και της διευθύνουσας επιτροπής ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά και δεν επιτρέπεται να ζητούν ή να δέχονται οδηγίες από τα θεσμικά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, από την κυβέρνηση οποιουδήποτε κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα.

2.   Τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμοί της Ένωσης, καθώς και οι κυβερνήσεις των κρατών μελών και κάθε άλλος φορέας , σέβονται αυτή την ανεξαρτησία.

2α.     Αφού το τραπεζικό εποπτικό συμβούλιο εξετάσει κατά πόσον απαιτείται κώδικας συμπεριφοράς, το διοικητικό συμβούλιο καταρτίζει και δημοσιεύει κώδικα συμπεριφοράς για το προσωπικό και τα διοικητικά στελέχη της ΕKT που εμπλέκονται στην τραπεζική εποπτεία όσον αφορά ιδιαιτέρως τη σύγκρουση συμφερόντων.

Άρθρο 17

Λογοδοσία και υποβολή εκθέσεων

1.    Η ΕΚΤ λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο.

1α.     Η ΕΚΤ υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Ευρωομάδα, σε ετήσια βάση, έκθεση με θέμα την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, καθώς και πληροφορίες για την προβλεπόμενη εξέλιξη της δομής και του ύψους των εποπτικών τελών που αναφέρονται στο άρθρο 24.

1β.     Ο Πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ παρουσιάζει δημοσίως την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωομάδα, παρουσία εκπροσώπων από οιοδήποτε συμμετέχον κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ.

1γ.     Ο Πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ μπορεί, εάν ζητηθεί από την Ευρωομάδα, να κληθεί σε ακρόαση ενώπιον της Ευρωομάδας σχετικά με την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων του παρουσία εκπροσώπων οιουδήποτε συμμετέχοντος κράτους μέλους, του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ.

1δ.     Ο Πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου μπορεί, εάν ζητηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να κληθεί σε ακρόαση από τις αρμόδιες επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων του.

1ε.     Η ΕΚΤ απαντά προφορικώς ή γραπτώς σε ερωτήσεις που της απευθύνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ή η Ευρωομάδα σύμφωνα με τις διαδικασίες της Ευρωομάδας και παρουσία εκπροσώπων οιουδήποτε συμμετέχοντος κράτους μέλους του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ.

1στ.     Όταν το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 2 του καταστατικού της ΕΚΤ, λαμβάνει επίσης υπόψη τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

1ζ.     Μετά από σχετικό αίτημα, ο πρόεδρος του τραπεζικού εποπτικού συμβουλίου διεξάγει εμπιστευτικές προφορικές συζητήσεις, κεκλεισμένων των θυρών, με τον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τα εποπτικά καθήκοντά του, εφόσον απαιτηθούν παρόμοιες συζητήσεις για την άσκηση των εξουσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δυνάμει της Συνθήκης. Συνάπτεται συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ΕΚΤ για τις λεπτομέρειες της διοργάνωσης παρόμοιων συζητήσεων, ώστε να διασφαλιστεί απόλυτη εμπιστευτικότητα σύμφωνα με τις υποχρεώσεις περί απορρήτου που επιβάλλονται στην ΕΚΤ ως αρμόδια αρχή δυνάμει της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης.

1η.     Η ΕΚΤ συνεργάζεται ειλικρινά για κάθε έρευνα του Κοινοβουλίου, δυνάμει της Συνθήκης. Η ΕΚΤ και το Κοινοβούλιο συμφωνούν τους κατάλληλους διακανονισμούς σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες που αφορούν την άσκηση της δημοκρατικής λογοδοσίας και επιβλέπουν την άσκηση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ δυνάμει του κανονισμού. Οι διακανονισμοί αυτοί καλύπτουν, μεταξύ άλλων, την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συνεργασία σε έρευνες και την ενημέρωση για τη διαδικασία επιλογής του προέδρου.

Άρθρο 17α

Εθνικά κοινοβούλια

1.     Η ΕΚΤ, όταν υποβάλλει την έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2, ταυτοχρόνως διαβιβάζει άμεσα την εκ λόγω έκθεση στα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να απευθύνουν στην ΕΚΤ τις αιτιολογημένες παρατηρήσεις τους όσον αφορά την εν λόγω έκθεση.

2.     Τα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών, με δικές τους διαδικασίες, δύνανται να ζητούν από την ΕΚΤ να απαντήσει γραπτώς σε τυχόν παρατηρήσεις ή ερωτήματα που υποβάλλουν στην ΕΚΤ σχετικά με τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ από τον παρόντα κανονισμό.

3.     Το εθνικό κοινοβούλιο ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους μπορεί να καλεί τον Πρόεδρο ή ένα μέλος του εποπτικού συμβουλίου να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων στο εν λόγω κράτος μέλος, μαζί με εκπρόσωπο της εθνικής αρμόδιας αρχής.

4.     Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη λογοδοσία των εθνικών αρμόδιων αρχών στα εθνικά κοινοβούλια σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία για την εκτέλεση καθηκόντων που δεν ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον παρόντα κανονισμό και για την άσκηση των δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται από αυτές σύμφωνα με το άρθρο 5.

Άρθρο 17β

Τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων για την έκδοση εποπτικών αποφάσεων

1.     Η ΕΚΤ, προτού λάβει εποπτικές αποφάσεις κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 και του Τμήματος 2, παρέχει στα πρόσωπα κατά των οποίων έχει κινηθεί η διαδικασία τη δυνατότητα ακρόασης. Η ΕΚΤ στηρίζει τις αποφάσεις της μόνο στις αιτιάσεις για τις οποίες δόθηκε στα ενδιαφερόμενα μέρη η δυνατότητα να διατυπώσουν παρατηρήσεις.

Το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει, εάν απαιτούνται επείγουσες ενέργειες προκειμένου να προληφθεί σημαντική ζημία στο χρηματοοικονομικό σύστημα. Σε αυτήν την περίπτωση, η ΕΚΤ μπορεί να εκδίδει προσωρινή απόφαση και παρέχει στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα τη δυνατότητα να παρουσιαστούν σε ακρόαση, το συντομότερο δυνατό μετά τη λήψη της απόφασής της.

2.     Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας, διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα της υπεράσπισης των ενδιαφερόμενων προσώπων. Τα πρόσωπα αυτά έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο της ΕΚΤ, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες.

Οι αποφάσεις της ΕΚΤ αναφέρουν τους λόγους στους οποίους βασίζονται.

Άρθρο 17γ

Αναφορά παραβάσεων

Η ΕΚΤ μεριμνά για την εφαρμογή αποτελεσματικών μηχανισμών καταγγελίας παραβάσεων εκ μέρους πιστωτικού ιδρύματος, χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών ή αρμοδίων αρχών των νομοθετικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3, συμπεριλαμβανομένων ειδικών διαδικασιών για τη λήψη αναφορών παραβάσεων και για τη συνέχεια που δίνεται σε αυτές. Οι διαδικασίες αυτές είναι σύμφωνες με τη σχετική νομοθεσία της ΕΕ και εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι ακόλουθες αρχές: κατάλληλη προστασία για τα πρόσωπα που καταγγέλλουν παραβάσεις, προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατάλληλη προστασία του κατηγορούμενου.

Άρθρο 17δ

Διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης

1.     Η ΕΚΤ θα συστήσει διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης με καθήκον την εσωτερική διοικητική επανεξέταση των αποφάσεων που λαμβάνονται από την ΕΚΤ κατά την άσκηση των εξουσιών οι οποίες της ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ύστερα από αίτημα επανεξέτασης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 5. Το πεδίο της εσωτερικής διοικητικής επανεξέτασης αφορά τη διαδικαστική και ουσιαστική συμμόρφωση της απόφασης προς τον παρόντα κανονισμό.

2.     Το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης είναι αποτελείται από πέντε πρόσωπα από κράτη μέλη που χαρακτηρίζονται από ύψιστη εντιμότητα και με αποδεδειγμένο ιστορικό σχετικών γνώσεων και επαγγελματικής πείρας, συμπεριλαμβανομένης της εποπτικής εμπειρίας, αρκούντως υψηλού επιπέδου στους τομείς των τραπεζικών ή άλλων χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, αποκλειόμενου του εν ενεργεία προσωπικού της ΕΚΤ, καθώς και του εν ενεργεία προσωπικού των αρμόδιων αρχών ή άλλων εθνικών ή ενωσιακών θεσμικών και μη οργάνων που σχετίζονται με τις δραστηριότητες που ασκεί η ΕΚΤ δυνάμει των εξουσιών που της ανατίθενται κατά τον παρόντα κανονισμό. Το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης έχει επαρκείς πόρους και εμπειρία για να εκτιμήσει την άσκηση των εξουσιών της ΕΚΤ δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης και δύο αναπληρωματικά μέλη διορίζονται από την ΕΚΤ για άπαξ ανανεώσιμη θητεία πέντε ετών, μετά από δημόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν δεσμεύονται από οποιεσδήποτε οδηγίες.

3.     Το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης αποφασίζει με πλειοψηφία τουλάχιστον τριών από τα πέντε μέλη του.

4.     Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης ενεργούν ανεξάρτητα και υπέρ του δημόσιου συμφέροντος. Για τον σκοπό αυτόν, υποβάλλουν δημόσια δήλωση δεσμεύσεων και δημόσια δήλωση συμφερόντων, όπου δηλώνουν κάθε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον που μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγει την ανεξαρτησία τους ή την απουσία οιουδήποτε παρόμοιου συμφέροντος.

5.     Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, να ζητήσει επανεξέταση απόφασης της ΕΚΤ δυνάμει του παρόντος κανονισμού η οποία του απευθύνεται ή το αφορά άμεσα και μεμονωμένα. Δεν γίνεται δεκτό αίτημα επανεξέτασης που αφορά απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 7.

6.     Κάθε αίτημα επανεξέτασης υποβάλλεται εγγράφως στην ΕΚΤ, μαζί με το υπόμνημα που εκθέτει τους λόγους, εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση της απόφασης στο πρόσωπο που ζητά την επανεξέταση ή, ελλείψει κοινοποίησης, από την ημέρα που ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση της εν λόγω απόφασης, ανάλογα με την περίπτωση.

7.     Αφού αποφανθεί όσον αφορά το παραδεκτό της επανεξέτασης, το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης γνωμοδοτεί εντός περιόδου ανάλογης με το επείγον του θέματος και το πολύ εντός δύο μηνών από την παραλαβή της αίτησης και την παραπέμπει στο εποπτικό συμβούλιο για προετοιμασία νέου σχεδίου απόφασης. Το εποπτικό συμβούλιο λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης και υποβάλλει τάχιστα νέο σχέδιο απόφασης στο Διοικητικό Συμβούλιο. Το νέο σχέδιο απόφασης καταργεί την αρχική απόφαση, την αντικαθιστά με απόφαση πανομοιότυπου περιεχομένου ή την αντικαθιστά με τροποποιημένη απόφαση. Το νέο σχέδιο απόφασης θεωρείται εγκριθέν εκτός αν το Διοικητικό Συμβούλιο εκφράσει αντίρρηση εντός ανώτατου χρονικού διαστήματος δέκα εργάσιμων ημερών.

8.     Το αίτημα επανεξέτασης σύμφωνα με την παράγραφο 5 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης, κατόπιν πρότασης του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης, εάν κρίνει ότι το απαιτούν οι περιστάσεις.

9.     Η γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου επανεξέτασης, το νέο σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου και η απόφαση που εκδόθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο σύμφωνα με το παρόν άρθρο αιτιολογούνται και κοινοποιούνται στα μέρη.

10.     Η ΕΚΤ εκδίδει απόφαση για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού του Διοικητικού Συμβουλίου.

11.     Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Άρθρο 18

Διαχωρισμός από τη λειτουργία νομισματικής πολιτικής

1.   Η ΕΚΤ, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, επιδιώκει μόνον την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

2.   Η ΕΚΤ ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό με την επιφύλαξη των καθηκόντων της που αφορούν τη νομισματική πολιτική και τυχόν άλλων καθηκόντων της και ανεξαρτήτως αυτών . Τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕKT δυνάμει του παρόντος κανονισμού ούτε παρεμβάλλονται στα καθήκοντά της σε σχέση με τη νομισματική πολιτική, ούτε καθορίζονται από αυτά . Τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕKT δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν παρεμβάλλονται, επίσης, στα καθήκοντά της σε σχέση με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου και οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα. Η ΕΚΤ λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο όσον αφορά την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Τα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ με τον παρόντα κανονισμό δεν μεταβάλλουν τη διαρκή παρακολούθηση της φερεγγυότητας των αντισυμβαλλόμενων μερών στη νομισματική πολιτική.

Το προσωπικό που συμβάλλει στην εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ δυνάμει του παρόντος κανονισμού είναι οργανωτικά διαχωρισμένο από το προσωπικό που συμμετέχει στη διεξαγωγή άλλων καθηκόντων της ΕΚΤ, και υπόκειται σε διαφορετικές απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων.

3.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, η ΕΚΤ θεσπίζει και δημοσιοποιεί τους αναγκαίους εσωτερικούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για το επαγγελματικό απόρρητο καθώς και για τις ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ των δύο λειτουργικών πεδίων .

3α.     Η ΕΚΤ διασφαλίζει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο λειτουργεί με εντελώς διαφοροποιημένο τρόπο, όσον αφορά τα νομισματικά και εποπτικά καθήκοντα. Η διαφοροποίηση αυτή συνεπάγεται αυστηρά διαχωρισμένες συνεδριάσεις και ατζέντες.

3β.     Προκειμένου να διασφαλισθεί ο διαχωρισμός μεταξύ νομισματικής πολιτικής και εποπτικών καθηκόντων, η ΕΚΤ δημιουργεί επιτροπή μεσολάβησης. Η επιτροπή μεσολάβησης συμβιβάζει τις διαφορές απόψεων που εκφράζουν οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων συμμετεχόντων κρατών μελών σχετικά με αντίρρηση του Διοικητικού Συμβουλίου σε σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου. Η επιτροπή απαρτίζεται από ένα μέλος ανά συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο επιλέγεται από κάθε κράτος μέλος μεταξύ των μελών του διοικητικού συμβουλίου και του εποπτικού συμβουλίου, και αποφασίζει με απλή πλειοψηφία, δηλ. κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Η ΕΚΤ εγκρίνει και δημοσιοποιεί κανονισμό για τη σύσταση της επιτροπής μεσολάβησης και τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 19

Εποπτικό συμβούλιο

1.   Τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην ΕΚΤ αναλαμβάνει πλήρως ένα εσωτερικό όργανο αποτελούμενο από τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρό του, που διορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1β, και τέσσερις εκπροσώπους της ΕΚΤ, οι οποίοι διορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1δ , καθώς και έναν εκπρόσωπο της εθνικής αρχής που είναι αρμόδια για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σε κάθε συμμετέχον κράτος μέλος (εφεξής «εποπτικό συμβούλιο»). Όλα τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου ενεργούν προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά.

Αν η αρμόδια αρχή δεν είναι κεντρική τράπεζα, το μέλος του εποπτικού συμβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο αυτή μπορεί να αποφασίσει να συνοδεύεται από εκπρόσωπο της κεντρικής τράπεζας του κράτους μέλους. Για τους σκοπούς της διαδικασίας ψηφοφορίας που ορίζεται στην παράγραφο 1ε, οι εκπρόσωποι των αρχών κράτους μέλους λογίζονται συνολικά ως ένα μέλος.

1α.     Κατά τους διορισμούς για τη συγκρότηση του εποπτικού συμβουλίου κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού λαμβάνονται υπόψη οι αρχές της ισόρροπης συμμετοχής των φύλων, και της ενδεδειγμένης πείρας και προσόντων.

1β.     Ύστερα από ακρόαση του εποπτικού συμβουλίου, η ΕΚΤ υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση την πρόταση διορισμού του Προέδρου και του Αντιπροέδρου. Μετά την έγκριση της πρότασης, το Συμβούλιο εκδίδει εκτελεστική απόφαση για το διορισμό του Προέδρου και του Αντιπροέδρου του εποπτικού συμβουλίου. Ο Πρόεδρος επιλέγεται με ανοικτή διαδικασία επιλογής, σχετικά με την οποία τηρείται δεόντως ενήμερο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μεταξύ ατόμων αναγνωρισμένου κύρους και πείρας σε τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ζητήματα και τα οποία δεν είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Ο Αντιπρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου επιλέγεται μεταξύ των μελών της εκτελεστικής επιτροπής της ΕΚΤ. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ψήφος των μελών του Συμβουλίου τα οποία δεν είναι συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Μετά τον διορισμό του, ο Πρόεδρος ασκεί τα καθήκοντά του με καθεστώς πλήρους απασχόλησης και δεν κατέχει αξιώματα στις εθνικές αρμόδιες αρχές. Η θητεία του είναι πενταετής και δεν είναι ανανεώσιμη.

1γ.     Εάν ο Πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων του ή εάν κριθεί ένοχος για σοβαρό παράπτωμα, το Συμβούλιο μπορεί, προτάσει της ΕΚΤ και με την έγκριση του Κοινοβουλίου, να εκδώσει εκτελεστική απόφαση για την απαλλαγή του Προέδρου από τα καθήκοντά του. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ψήφος των μελών του Συμβουλίου τα οποία δεν είναι συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Κατόπιν απαλλαγής του αντιπροέδρου του εποπτικού συμβουλίου από τα καθήκοντά του ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου, σύμφωνα με το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ, το Συμβούλιο δύναται, κατόπιν προτάσεως της ΕΚΤ την οποία έχει εγκρίνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εκδώσει εκτελεστική απόφαση για την απαλλαγή του αντιπροέδρου από τα καθήκοντά του. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ψήφος των μελών του Συμβουλίου τα οποία δεν είναι συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Για τους σκοπούς αυτούς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο πληροφορούν την ΕΚΤ ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την απαλλαγή του Προέδρου ή του αντιπροέδρου του εποπτικού συμβουλίου από τα καθήκοντά τους, στο οποίο ανταποκρίνεται η ΕΚΤ.

1δ.     Οι τέσσερις εκπρόσωποι της ΕΚΤ που διορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο δεν ασκούν καθήκοντα που συνδέονται άμεσα με τη νομισματική λειτουργία της ΕΚΤ. Όλοι οι εκπρόσωποι της ΕΚΤ έχουν δικαίωμα ψήφου.

1ε.     Οι αποφάσεις του εποπτικού συμβουλίου λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των μελών του. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

1στ.     Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1ε, το εποπτικό συμβούλιο λαμβάνει αποφάσεις για την έκδοση κανονισμών δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 3, με ειδική πλειοψηφία των μελών του, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου αριθ. 36 σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις για τα μέλη που εκπροσωπούν τις αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών. Καθένας από τους τέσσερις εκπροσώπους της ΕΚΤ που ορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο διαθέτει ψήφο ίση με τη διάμεσο των ψήφων των υπόλοιπων μελών.

1ζ.     Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 5, το εποπτικό συμβούλιο θα αναλάβει πλήρως τις προπαρασκευαστικές εργασίες για τα εποπτικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΚΤ και θα προτείνει στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ ολοκληρωμένα σχέδια αποφάσεων που θα εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με διαδικασία που πρόκειται να θεσπιστεί από την ΕΚΤ. Τα σχέδια αποφάσεων διαβιβάζονται ταυτόχρονα στις αρμόδιες εθνικές αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών. Ένα σχέδιο απόφασης θεωρείται εκδοθέν, εκτός εάν διατυπωθούν αντιρρήσεις από το διοικητικό συμβούλιο εντός περιόδου που θα οριστεί στην προαναφερθείσα διαδικασία, η οποία όμως δεν υπερβαίνει ανώτατο χρονικό διάστημα δέκα εργάσιμων ημερών. Ωστόσο, αν ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ διαφωνεί με σχέδιο απόφασης του εποπτικού συμβουλίου, εφαρμόζεται η διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5δ. Σε επείγουσες καταστάσεις, η εν λόγω περίοδος δεν υπερβαίνει τις 48 ώρες. Εάν το διοικητικό συμβούλιο διατυπώσει αντιρρήσεις για το σχέδιο απόφασης, εκθέτει εγγράφως τους λόγους για τους οποίους αντιτίθεται, επισημαίνοντας ιδίως ανησυχίες σχετικά με τη νομισματική πολιτική. Αν μια απόφαση αλλάξει ύστερα από αντίρρηση του διοικητικού συμβουλίου, ένα συμμετέχον κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ μπορεί να ενημερώνει την ΕΚΤ σχετικά με την αιτιολογημένη αντίθεσή του στην αντίρρηση, οπότε ισχύει η διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5γ.

1η.     Τις δραστηριότητες του εποπτικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας των συνεδριάσεων, στηρίζει γραμματεία που εργάζεται υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης.

1θ.     Το εποπτικό συμβούλιο, ψηφίζοντας σύμφωνα με τον κανόνα της παραγράφου 1ε, συγκροτεί διευθύνουσα επιτροπή, μεταξύ των μελών του, με πιο περιορισμένη σύνθεση, για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων του, συμπεριλαμβανομένης της προετοιμασίας των συνεδριάσεων.

Η διευθύνουσα επιτροπή του εποπτικού συμβουλίου δεν έχει εξουσίες λήψεως αποφάσεων. Την προεδρία της διευθύνουσας επιτροπής ασκεί ο Πρόεδρος ή, εάν εκτάκτως απουσιάζει ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου. Η σύνθεση της διευθύνουσας επιτροπής εξασφαλίζει ορθή εξισορρόπηση και περιτροπή μεταξύ των εθνικών αρμόδιων αρχών. Αποτελείται από δέκα το πολύ μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και ένας πρόσθετος εκπρόσωπος της ΕΚΤ. Η διευθύνουσα επιτροπή εκτελεί τα προπαρασκευαστικά της καθήκοντα προς το συμφέρον της Ένωσης ως συνόλου και συνεργάζεται με το εποπτικό συμβούλιο με όρους πλήρους διαφάνειας.

6.   Στις συνεδριάσεις του εποπτικού συμβουλίου δύναται να συμμετέχει ως παρατηρητής ένας αντιπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κατόπιν πρόσκλησης. Οι παρατηρητές δεν έχουν πρόσβαση στις εμπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν μεμονωμένα πιστωτικά ιδρύματα.

7.   Το διοικητικό συμβούλιο εγκρίνει εσωτερικούς κανόνες όπου ρυθμίζεται λεπτομερώς η σχέση του με το εποπτικό συμβούλιο. Το εποπτικό συμβούλιο εγκρίνει επίσης τον εσωτερικό κανονισμό του, ψηφίζοντας σύμφωνα με τον κανόνα της παραγράφου 1ε. Δημοσιοποιούνται αμφότερες οι δέσμες κανόνων. Ο εσωτερικός κανονισμός του εποπτικού συμβουλίου εξασφαλίζει ίση μεταχείριση όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Άρθρο 20

Επαγγελματικό απόρρητο και ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου, του προσωπικού της ΕΚΤ και του αποσπασμένου προσωπικού των συμμετεχόντων κρατών μελών που ασκούν εποπτικά καθήκοντα υπόκεινται, ακόμη και μετά την ολοκλήρωση των καθηκόντων τους, στις απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπονται στο άρθρο 37 του καταστατικού του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ και στις σχετικές πράξεις της νομοθεσίας της Ένωσης.

Η ΕΚΤ εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που παρέχουν οιαδήποτε υπηρεσία, αμέσως ή εμμέσως, σε μόνιμη βάση ή περιστασιακά, σχετική με την απαλλαγή από τα εποπτικά καθήκοντα, υπόκεινται στις αντίστοιχες απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου.

2.   Η ΕΚΤ, προς εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, δύναται, εντός των ορίων και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία, να ανταλλάσσει πληροφορίες με εθνικές ή ευρωπαϊκές αρχές και όργανα, στις περιπτώσεις όπου η σχετική ενωσιακή νομοθεσία επιτρέπει στις εθνικές αρμόδιες αρχές να γνωστοποιούν πληροφορίες στις εν λόγω οντότητες ή εφόσον τα κράτη μέλη παρέχουν αυτή τη γνωστοποίηση βάσει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας.

 

Άρθρο 22

Πόροι

Η ΕΚΤ αναλαμβάνει να αφιερώσει τους αναγκαίους χρηματικούς και ανθρώπινους πόρους για την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 23

Προϋπολογισμός και ετήσιοι λογαριασμοί

1.   Οι δαπάνες της ΕΚΤ για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό προσδιορίζονται χωριστά εντός του προϋπολογισμού της ΕΚΤ.

2.   Η ΕΚΤ, ως μέρος της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 17 , υποβάλλει λεπτομερή έκθεση σχετικά με τον προϋπολογισμό για τα εποπτικά της καθήκοντα . Οι ετήσιοι λογαριασμοί της ΕΚΤ που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 26.2 του καταστατικού της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ περιλαμβάνουν τα έσοδα και τις δαπάνες που αφορούν τα εποπτικά καθήκοντα .

2α.     Σύμφωνα με το άρθρο 27.1 του καταστατικού της ΕΚΤ και του ΕΣΚΤ, ελέγχεται το εποπτικό τμήμα των ετήσιων λογαριασμών.

Άρθρο 24

Εποπτικά τέλη

1.   Η ΕΚΤ επιβάλλει ετήσιο τέλος εποπτείας στα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη και στα υποκατάστημα εγκατεστημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε μη συμμετέχον κράτος μέλος. Τα τέλη καλύπτουν τις δαπάνες που βαρύνουν την ΕΚΤ βάσει των καθηκόντων τα οποία της ανατίθενται δυνάμει των άρθρων 4 και 5 του παρόντος κανονισμού. Το εν λόγω τέλος δεν υπερβαίνει τις δαπάνες που σχετίζονται με τα καθήκοντα αυτά.

2.   Το ύψος του τέλους που επιβάλλεται σε ένα πιστωτικό ίδρυμα ή υποκατάστημα υπολογίζεται σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που καθορίζει και δημοσιεύει εκ των προτέρων η ΕΚΤ.

Προτού προσδιορίσει αυτές τις λεπτομέρειες, η ΕΚΤ προβαίνει σε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις και αναλύει τα ενδεχόμενα σχετικά κόστη και οφέλη, και εν συνεχεία δημοσιεύει τα αποτελέσματα και των δύο.

2α.     Τα τέλη υπολογίζονται στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης μέσα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, και βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που αφορούν τη σπουδαιότητα και το προφίλ κινδύνου του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος , συμπεριλαμβανομένων των σταθμισμένων βάσει κινδύνου στοιχείων του ενεργητικού.

Η βάση υπολογισμού του ετήσιου τέλους εποπτείας για συγκεκριμένο ημερολογιακό έτος είναι η εκτίμηση για τις δαπάνες που αφορούν την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και υποκαταστημάτων για το εν λόγω έτος. Η ΕΚΤ δύναται να ζητά προκαταβολικές πληρωμές όσον αφορά τα τέλη εποπτείας οι οποίες θα βασίζονται σε λογικό υπολογισμό. Η ΕΚΤ επικοινωνεί με την αρμόδια εθνική αρμόδια αρχή προτού αποφασίσει σχετικά με το τελικό ύψος του τέλους, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η εποπτεία παραμένει αποδοτική ως προς το κόστος και λογική για όλα τα ενδιαφερόμενα πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα. Η ΕΚΤ κοινοποιεί στα πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα τη βάση υπολογισμού του ετήσιου τέλους εποπτείας.

2β.     Η ΕΚΤ υποβάλλει έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 17.

2γ.     Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα των αρμόδιων εθνικών αρχών να εισπράττουν τέλη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και, στον βαθμό που τα καθήκοντα εποπτείας δεν έχουν ανατεθεί στην ΕΚΤ, ή σε ό,τι αφορά το κόστος συνεργασίας με την ΕΚΤ, το κόστος συνδρομής της ΕΚΤ και το κόστος ενεργειών σύμφωνα με τις οδηγίες της, σύμφωνα με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία και με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 5 και 11.

Άρθρο 25

Προσωπικό και ανταλλαγή προσωπικού

1.   Η ΕΚΤ καθορίζει, σε συνεργασία με όλες τις αρμόδιες εθνικές αρχές, ρυθμίσεις για την ενδεδειγμένη ανταλλαγή και απόσπαση προσωπικού με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, καθώς και μεταξύ αυτών.

2.   Η ΕΚΤ δύναται να απαιτεί τη συμμετοχή προσωπικού από αρμόδιες εθνικές αρχές άλλων συμμετεχόντων κρατών μελών, ανάλογα με την περίπτωση, στις εποπτικές ομάδες αρμόδιες εθνικών αρχών που προβαίνουν σε εποπτικές ενέργειες έναντι ενός πιστωτικού ιδρύματος, μιας χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μιας μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών που βρίσκεται σε ένα συμμετέχον κράτος μέλος, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2α.     Η ΕΚΤ, αφενός, θεσπίζει και διατηρεί συνολικές και τυπικές διαδικασίες, όπου περιλαμβάνονται διαδικασίες ηθικής τάξης και κατάλληλες περίοδοι για την εκ των προτέρων αξιολόγηση και πρόληψη ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων, η οποία προκύπτει από τη μεταγενέστερη και εντός διετίας απασχόληση μελών του εποπτικού συμβουλίου και μελών του προσωπικού της ΕΚΤ που ασχολούνται με δραστηριότητες εποπτείας, και, αφετέρου, προβλέπει την κατάλληλη παροχή πληροφοριών με την επιφύλαξη των ισχυόντων κανόνων προστασίας δεδομένων.

Οι εν λόγω διαδικασίες δεν θίγουν την εφαρμογή αυστηρότερων εθνικών κανόνων. Όσον αφορά τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου που εκπροσωπούν αρμόδιες εθνικές αρχές, οι διαδικασίες αυτές θεσπίζονται και εφαρμόζονται σε συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, με την επιφύλαξη του ισχύοντος εθνικού δικαίου.

Όσον αφορά τα μέλη του προσωπικού της ΕΚΤ που ασχολούνται με δραστηριότητες εποπτείας, με τις εν λόγω διαδικασίες καθορίζονται κατηγορίες θέσεων στις οποίες εφαρμόζεται αυτή η αξιολόγηση, καθώς και περίοδοι ανάλογες προς τα καθήκοντα των εν λόγω μελών του προσωπικού στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων εποπτείας κατά τη διάρκεια απασχόλησής τους στην ΕΚΤ.

2β.     Οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2α προβλέπουν ότι η ΕΚΤ θα αξιολογεί κατά πόσον τα μέλη του εποπτικού συμβουλίου επιτρέπεται να εργαστούν επ’ αμοιβή σε ιδρύματα του ιδιωτικού τομέα για τα οποία η ΕΚΤ έχει εποπτική ευθύνη, μετά τη λήξη των καθηκόντων τους.

Οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2α εφαρμόζονται κατά κανόνα επί δύο έτη μετά τη λήξη των καθηκόντων των μελών του εποπτικού συμβουλίου και μπορούν να προσαρμοστούν, επί αιτιολογημένης βάσεως, ανάλογα με τα καθήκοντα που ασκήθηκαν κατά τη συγκεκριμένη θητεία και τη διάρκεια αυτής της θητείας.

2γ.     Η Ετήσια έκθεση της ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 17, περιλαμβάνει λεπτομερείς πληροφορίες, περιλαμβανομένων στατιστικών στοιχείων για την εφαρμογή των διαδικασιών που αναφέρονται στις παραγράφους 2α και 2β.

Κεφάλαιο V

Γενικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 26

Επανεξέταση

Η Επιτροπή δημοσιεύει, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2015 και στη συνέχεια ανά τριετία, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού , με ιδιαίτερη έμφαση στην παρακολούθηση του δυνητικού αντίκτυπου στην ομαλή λειτουργία της Ενιαίας Αγοράς . Στην έκθεση αξιολογούνται, μεταξύ άλλων:

α)

η λειτουργία του ΕΕΜ εντός του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοοικονομικής Εποπτείας και η επίπτωση των εποπτικών δραστηριοτήτων της ΕΚΤ, αφενός, στα συμφέροντα της Ένωσης συνολικά και, αφετέρου, στη συνοχή και ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου του πιθανού αντίκτυπου στις δομές των εθνικών τραπεζικών συστημάτων εντός της ΕΕ, και ως προς την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας και των ρυθμίσεων για την ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στον ΕΕΜ και τις αρμόδιες εθνικές αρχές μη συμμετεχόντων κρατών μελών ,

αα)

η κατανομή καθηκόντων μεταξύ ΕΚΤ και αρμόδιων εθνικών αρχών εντός του ΕΕΜ, η αποτελεσματικότητα των πρακτικών ρυθμίσεων οργάνωσης που έχει εγκρίνει η ΕΚΤ και ο αντίκτυπος του ΕΕΜ στη λειτουργία των λοιπών σωμάτων εποπτείας,

αβ)

η αποτελεσματικότητα των εξουσιών εποπτείας και κυρώσεων της ΕΚΤ και το κατά πόσον θα πρέπει να δοθούν στην ΕΚΤ πρόσθετες εξουσίες επιβολής κυρώσεων, όσον αφορά, μεταξύ άλλων, άτομα εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων, χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών ή μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών,

αγ)

η καταλληλότητα των ρυθμίσεων που έχουν οριστεί αντίστοιχα για μακροπροληπτικά καθήκοντα και εργαλεία σύμφωνα με το άρθρο 4α και για τη χορήγηση και ανάκληση αδειών λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 13,

β)

η αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων περί ανεξαρτησίας και λογοδοσίας,

γ)

η συνεργασία μεταξύ της ΕΚΤ και της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών,

δ)

η καταλληλότητα των ρυθμίσεων διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένης της σύνθεσης και των λεπτομερών κανόνων ψηφοφορίας του εποπτικού συμβουλίου , όπως επίσης η σχέση του με το διοικητικό συμβούλιο και η συνεργασία, στο πλαίσιο του εποπτικού συμβουλίου, μεταξύ των κρατών μελών της ευρωζώνης και των άλλων κρατών μελών που συμμετέχουν στον ΕΕM ,

δα)

η αλληλεπίδραση της ΕKT και των αρμόδιων εθνικών αρχών των μη συμμετεχόντων κρατών μελών και τα αποτελέσματα του ΕΕM στα συγκεκριμένα κράτη μέλη,

δβ)

η αποτελεσματικότητα του μηχανισμού προσφυγών εναντίον αποφάσεων της ΕΚΤ,

δγ)

η σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας του ΕΕΜ,

δδ)

οι ενδεχόμενες επιπτώσεις της εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφοι 5β, 5γ και 5δ στη λειτουργία και την ακεραιότητα του ΕΕΜ,

δε)

η αποτελεσματικότητα, αφενός, του διαχωρισμού μεταξύ εποπτικών καθηκόντων και καθηκόντων στο πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής εντός της ΕKT και, αφετέρου, του διαχωρισμού των οικονομικών πόρων για καθήκοντα εποπτείας από τον προϋπολογισμό της ΕKT, λαμβάνοντας υπόψη τις τροποποιήσεις των σχετικών νομικών διατάξεων ακόμη και σε επίπεδο πρωτογενούς δικαίου,

δστ)

οι δημοσιονομικές επιπτώσεις που έχουν στα συμμετέχοντα κράτη μέλη οι αποφάσεις που λαμβάνει ο ΕΕM στο πλαίσιο των εποπτικών καθηκόντων του, και η επίπτωση των εξελίξεων σε σχέση με τις ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης,

δζ)

οι πιθανότητες περαιτέρω ανάπτυξης του ΕΕΜ, λαμβάνοντας υπόψη τις τροποποιήσεις των σχετικών νομικών διατάξεων, ακόμη και σε επίπεδο πρωτογενούς δικαίου, και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το σκεπτικό των θεσμικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού μπορεί να μην υπάρχει πια, περιλαμβανομένης της πιθανής πλήρους ευθυγράμμισης δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των κρατών μελών της ευρωζώνης και των λοιπών συμμετεχόντων κρατών μελών.

Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η Επιτροπή υποβάλλει, ενδεχομένως, συνοδευτικές προτάσεις.

Άρθρο 27

Μεταβατικές διατάξεις

1.   ▌ Η ΕΚΤ δημοσιεύει το πλαίσιο που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 7 μέχρι τις …  (*).

2.   Η ΕΚΤ αναλαμβάνει ▌ τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό την 1η  Μαρτίου 2014 ή 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη, με την επιφύλαξη των εκτελεστικών ρυθμίσεων και μέτρων που ορίζονται στα παρακάτω εδάφια .

Μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η ΕΚΤ δημοσιεύει, με κανονισμούς και αποφάσεις, τις αναλυτικές επιχειρησιακές ρυθμίσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού.

Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, η ΕΚΤ διαβιβάζει τριμηνιαία έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με την πρόοδο της επιχειρησιακής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Σε περίπτωση που, βάσει των εκθέσεων που προβλέπονται στο τρίτο εδάφιο, και κατόπιν της συζήτησης των εκθέσεων αυτών στο πλαίσιο του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποδειχθεί ότι η ΕΚΤ δεν είναι έτοιμη να ασκήσει πλήρως τα καθήκοντά της την 1η Μαρτίου 2014 ή 12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη, η ΕΚΤ δύναται να εκδώσει απόφαση για τον καθορισμό ημερομηνίας μεταγενέστερης αυτής του πρώτου εδαφίου, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνέχεια κατά τη μεταβατική περίοδο από την εθνική εποπτική αρχή στον ΕΕΜ, και αναλόγως της διαθεσιμότητας προσωπικού, να καθοριστούν οι κατάλληλες διαδικασίες υποβολής εκθέσεων και ρυθμίσεις για τη συνεργασία με τις εθνικές εποπτικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 5.

3α.     Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 2 και με την επιφύλαξη της άσκησης των ερευνητικών εξουσιών που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, από [την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού], η ΕΚΤ μπορεί να αρχίσει να ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, πέραν της έκδοσης εποπτικών αποφάσεων, έναντι κάθε πιστωτικού ιδρύματος, χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας και κατόπιν απόφασης απευθυνόμενης στις οικείες οντότητες και στις αρμόδιες εθνικές αρχές των οικείων συμμετεχόντων κρατών μελών.

Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 2, εάν ο ΕΜΣ ζητήσει ομόφωνα από την ΕΚΤ να αναλάβει την άμεση εποπτεία πιστωτικού ιδρύματος, χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας ως προϋπόθεση της άμεσης ανακεφαλαιοποίησης, η ΕΚΤ δύναται αμέσως να αρχίσει να ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό έναντι του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας, και κατόπιν απόφασης απευθυνόμενης στις συγκεκριμένες οντότητες και στις εθνικές αρμόδιες αρχές των οικείων συμμετεχόντων κρατών μελών.

4.   Από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, ενόψει της ανάληψης των καθηκόντων της ▌, η ΕΚΤ μπορεί να απαιτήσει από τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών και από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 9 να της διαβιβάσουν όλες τις σχετικές πληροφορίες, ώστε η ΕΚΤ να είναι σε θέση να διενεργήσει συνολική αξιολόγηση , συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του ισολογισμού, των πιστωτικών ιδρυμάτων των συμμετεχόντων κρατών μελών. Η ΕΚΤ διενεργεί τέτοια αξιολόγηση τουλάχιστον σε σχέση με τα πιστωτικά ιδρύματα που δεν καλύπτονται από το άρθρο 5 παράγραφος 4. Το πιστωτικό ίδρυμα και η αρμόδια αρχή παρέχουν τις ζητούμενες πληροφορίες.

6.   Τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 28 ή, αναλόγως με την περίπτωση, κατά την ημερομηνία που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, θεωρείται ότι έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 13 και μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές ανακοινώνουν στην ΕΚΤ, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού ή, αναλόγως με την περίπτωση, πριν από τις ημερομηνίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, τα στοιχεία ταυτότητας των εν λόγω πιστωτικών ιδρυμάτων, μαζί με έκθεση που παρουσιάζει το ιστορικό εποπτείας και το προφίλ κινδύνου των σχετικών ιδρυμάτων, καθώς και όποιες περαιτέρω πληροφορίες ζητεί η ΕΚΤ. Οι πληροφορίες υποβάλλονται στον μορφότυπο που ζητείται από την ΕΚΤ.

6α.     Παρά τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγραφος 2β, έως την πρώτη ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 26, η ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και η ψηφοφορία με απλή πλειοψηφία εφαρμόζονται μαζί για την έκδοση των κανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3.

Άρθρο 28

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την πέμπτη ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Συμβούλιο

O Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C , , σ. .

(2)  ΕΕ C, , σ.

(3)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12.

(4)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 37.

(5)  ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84.

(6)  ΕΕ C 40 της 7.2.2001, σ. 453.

(7)  ΕΕ C 25 E της 29.1.2004, σ. 394.

(8)  ΕΕ L 318 της 27.11.1998, σ. 4.

(9)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(10)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

(12)   EE L 230 της 30.6.2004, σ. 56.

(13)  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 277.

(15)  ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1.

(*)   Έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/192


P7_TA(2013)0214

Είδη πυροτεχνίας ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ειδών πυροτεχνίας (αναδιατύπωση) (COM(2011)0764 — C7-0425/2011 — 2011/0358(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία — αναδιατύπωση)

(2016/C 055/38)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0764),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0425/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, που εκδόθηκε στις 28 Μαρτίου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία, της 28ης Νοεμβρίου 2001, για μια πλέον συστηματοποιημένη χρήση της τεχνικής της αναδιατύπωσης των νομικών πράξεων (2),

έχοντας υπόψη την επιστολή που απέστειλε στις 6 Νοεμβρίου 2012 η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων προς την Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 27ης Μαρτίου 2013 να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 87 και 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (Α7-0375/2012),

Α.

εκτιμώντας ότι, σύμφωνα με την Συμβουλευτική Ομάδα Εργασίας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, η εν λόγω πρόταση δεν περιέχει καμία ουσιαστική τροποποίηση πλην εκείνων που προσδιορίζονται ως τοιαύτες στην ως άνω πρόταση και ότι, όσον αφορά την κωδικοποίηση των αμετάβλητων διατάξεων των προηγούμενων πράξεων μαζί με τις τροποποιήσεις αυτές, η πρόταση περιορίζεται απλώς και μόνο σε κωδικοποίηση των υφισταμένων πράξεων, χωρίς τροποποίηση της ουσίας τους,

1.

εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις της συμβουλευτικής ομάδας των νομικών υπηρεσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής·

2.

καλεί την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  ΕΕ C 77 της 28.3.2002, σ. 1.


P7_TC1-COD(2011)0358

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 22 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2013/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ειδών πυροτεχνίας (αναδιατύπωση)

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2013/29/ΕΕ.)


Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/194


P7_TA(2013)0217

Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας και ημερομηνία της εφαρμογής του ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) όσον αφορά την ημερομηνία της εφαρμογής του (COM(2013)0193 — C7-0096/2013 — 2013/0104(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/39)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2013)0193),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 33, 114 και 207 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0096/2013),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 22ας Μαΐου 2013 (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου, με επιστολή της 26ης Απριλίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0170/2013),

Α.

εκτιμώντας ότι για λόγους επείγοντος δικαιολογείται να προχωρήσει στην ψηφοφορία πριν από τη λήξη της προθεσμίας των οκτώ εβδομάδων που ορίζει το άρθρο 6 του Πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας,

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  Δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.


P7_TC1-COD(2013)0104

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας), όσον αφορά την ημερομηνία της εφαρμογής του

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2013.)


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/195


P7_TA(2013)0218

Αποκατάσταση της συμμετοχής της Μιανμάρ/Βιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/97 που αναστέλλει προσωρινά τη συμμετοχή της Ένωσης της Μιανμάρ/Βιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων (COM(2012)0524 — C7-0297/2012 — 2012/0251(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/40)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0524),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 207 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0297/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου, με επιστολή της 27ης Μαρτίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (A7-0122/2013),

1.

εγκρίνει τη θέση του κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


P7_TC1-COD(2012)0251

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/97, που αναστέλλει τη συμμετοχή της Mιανμάρ/Bιρμανίας στο σύστημα γενικευμένων δασμολογικών προτιμήσεων

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 607/2013.)


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/196


P7_TA(2013)0219

Οικονομική ευθύνη σε σχέση με διαιτητικά δικαστήρια επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών που προβλέπονται από διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η ΕΕ είναι συμβαλλόμενο μέρος ***I

Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου διαχείρισης της οικονομικής ευθύνης σε σχέση με διαιτητικά δικαστήρια επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών που προβλέπονται από διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος (COM(2012)0335 — C7-0155/2012 — 2012/0163(COD)) (1)

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/41)

Τροπολογία 1

Πρόταση κανονισμού

Τίτλος

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου διαχείρισης της οικονομικής ευθύνης σε σχέση με διαιτητικά δικαστήρια επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών που προβλέπονται από διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου διαχείρισης της οικονομικής ευθύνης σε σχέση με διαιτητικά δικαστήρια επίλυσης διαφορών επενδυτών με κράτη που προβλέπονται από διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος

Τροπολογία 2

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(1)

Με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η Ένωση απέκτησε αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών σχετικά με την προστασία των επενδύσεων. Η Ένωση είναι ήδη συμβαλλόμενο μέρος στη Συνθήκη για τον Χάρτη Ενέργειας, η οποία προβλέπει προστασία των επενδύσεων.

(1)

Με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η Ένωση απέκτησε αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη διεθνών συμφωνιών σχετικά με την προστασία των επενδύσεων. Η Ένωση , όπως και τα κράτη μέλη, είναι ήδη συμβαλλόμενο μέρος στη Συνθήκη για τον Χάρτη Ενέργειας, η οποία προβλέπει προστασία των επενδύσεων.

Τροπολογία 3

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(2)

Οι συμφωνίες που προβλέπουν προστασία των επενδύσεων περιλαμβάνουν συνήθως μηχανισμό επίλυσης των διαφορών επενδυτή–κράτους, ο οποίος επιτρέπει στον επενδυτή τρίτης χώρας να εγείρει αξίωση κατά κράτους στο οποίο έχει πραγματοποιήσει επένδυση. Στο πλαίσιο της επίλυσης διαφορών επενδυτή–κράτους είναι δυνατό να εκδοθούν διαιτητικές αποφάσεις που να προβλέπουν την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης. Επίσης, σε μια τέτοια περίπτωση προκαλούνται αναπόφευκτα σημαντικά έξοδα διεξαγωγής της διαιτησίας, καθώς και έξοδα που συνδέονται με την υπεράσπιση της υπόθεσης.

(2)

Στις περιπτώσεις που αυτό δικαιολογείται, οι μελλοντικές συμφωνίες προστασίας των επενδύσεων που συνάπτει η Ένωση μπορούν να περιλαμβάνουν μηχανισμό επίλυσης των διαφορών επενδυτή–κράτους, ο οποίος επιτρέπει στον επενδυτή τρίτης χώρας να εγείρει αξίωση κατά κράτους στο οποίο έχει πραγματοποιήσει επένδυση. Στο πλαίσιο της επίλυσης διαφορών επενδυτή–κράτους είναι δυνατό να εκδοθούν διαιτητικές αποφάσεις που να προβλέπουν την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης. Επίσης, σε μια τέτοια περίπτωση προκαλούνται αναπόφευκτα σημαντικά έξοδα διεξαγωγής της διαιτησίας, καθώς και έξοδα που συνδέονται με την υπεράσπιση της υπόθεσης.

Τροπολογία 4

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(3α)

Η οικονομική ευθύνη δεν μπορεί να τύχει ορθής διαχείρισης εάν οι προδιαγραφές προστασίας που προβλέπονται στις επενδυτικές συμφωνίες υπερβαίνουν σημαντικά τα όρια ευθύνης που αναγνωρίζονται στην Ένωση και στην πλειονότητα των κρατών μελών. Συνεπώς, οι μελλοντικές συμφωνίες της Ένωσης πρέπει να παρέχουν στους ξένους επενδυτές το ίδιο επίπεδο προστασίας, αλλά όχι υψηλότερο, συγκριτικά με αυτό που παρέχει στους επενδυτές από το εσωτερικό της Ένωσης το δίκαιο της Ένωσης και οι γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών.

Τροπολογία 5

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 3 β (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(3β)

Ο καθορισμός της έκτασης της οικονομικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος κανονισμού συνδέεται επίσης με τη διασφάλιση των νομοθετικών εξουσιών της Ένωσης που ασκούνται δυνάμει των αρμοδιοτήτων που ορίζουν οι συνθήκες και ελέγχονται για τη νομιμότητά τους από το Δικαστήριο, και οι οποίες δεν μπορούν να περιοριστούν υπερβολικά από δυνητική ευθύνη που ορίζεται εκτός του ισορροπημένου συστήματος που ορίζουν οι συνθήκες. Ομοίως, το Δικαστήριο έχει επιβεβαιώσει σαφώς ότι η ευθύνη της Ένωσης για νομοθετικές πράξεις, ιδίως σε σχέση με το διεθνές δίκαιο, πρέπει να οριοθετείται στενά και δεν μπορεί να αποδίδεται χωρίς σαφή διαπίστωση σφάλματος  (2) . Οι μελλοντικές επενδυτικές συμφωνίες που θα συνάψει η Ένωση πρέπει να τηρούν αυτές τις διασφαλίσεις όσον αφορά τις νομοθετικές εξουσίες της Ένωσης και δεν πρέπει να καθορίζουν αυστηρότερες προδιαγραφές ευθύνης, οι οποίες θα επιτρέπουν την καταστρατήγηση των προδιαγραφών που έχει ορίσει το Δικαστήριο.

Τροπολογία 6

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(4)

Αν η Ένωση υπέχει διεθνή ευθύνη για την επίμαχη μεταχείριση, θα αναμένεται, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να καταβάλει τυχόν χρηματικά ποσά που θα επιδικαστούν και να φέρει τα έξοδα της διαφοράς. Εντούτοις, μια καταδικαστική διαιτητική απόφαση μπορεί να αφορά είτε μεταχείριση προερχόμενη από την ίδια την Ένωση είτε μεταχείριση προερχόμενη από κράτος μέλος. Κατά συνέπεια, δεν θα ήταν δίκαιο να καταβάλλονται τα επιδικασθέντα ποσά και τα έξοδα διαιτησίας από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, αν η μεταχείριση προέρχεται από κράτος μέλος. Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να επιμερίζεται η οικονομική ευθύνη, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και επιφυλασσομένης της διεθνούς ευθύνης της Ένωσης, μεταξύ της Ένωσης και του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την επίμαχη μεταχείριση βάσει των κριτηρίων που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

(4)

Αν η Ένωση , ως οντότητα με νομική προσωπικότητα, υπέχει διεθνή ευθύνη για την επίμαχη μεταχείριση, θα αναμένεται, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να καταβάλει τυχόν χρηματικά ποσά που θα επιδικαστούν και να φέρει τα έξοδα της διαφοράς. Εντούτοις, μια καταδικαστική διαιτητική απόφαση μπορεί να αφορά είτε μεταχείριση προερχόμενη από την ίδια την Ένωση είτε μεταχείριση προερχόμενη από κράτος μέλος. Κατά συνέπεια, δεν θα ήταν δίκαιο να καταβάλλονται τα επιδικασθέντα ποσά και τα έξοδα διαιτησίας από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (προϋπολογισμό της Ένωσης) , αν η μεταχείριση προέρχεται από κράτος μέλος. Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να επιμερίζεται η οικονομική ευθύνη, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης και επιφυλασσομένης της διεθνούς ευθύνης της Ένωσης, μεταξύ της ίδιας της Ένωσης και του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την επίμαχη μεταχείριση βάσει των κριτηρίων που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

Τροπολογία 7

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 6

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(6)

Την οικονομική ευθύνη πρέπει να φέρει η οντότητα που είναι υπεύθυνη για τη μεταχείριση η οποία κρίνεται ασυμβίβαστη με τις εφαρμοστέες διατάξεις της συμφωνίας. Αυτό σημαίνει ότι η Ένωση πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη αν η επίμαχη μεταχείριση προέρχεται από θεσμικό όργανο, αρχή ή οργανισμό της Ένωσης. Αν η επίμαχη μεταχείριση προέρχεται από κράτος μέλος, το οικείο κράτος μέλος πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη. Εντούτοις, αν το κράτος μέλος ενεργεί κατά τρόπο που επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης, για παράδειγμα στο πλαίσιο μεταφοράς οδηγίας που έχει εκδοθεί από την Ένωση, η Ένωση πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη καθόσον η επίμαχη μεταχείριση επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης. Ο κανονισμός πρέπει επίσης να προβλέπει την περίπτωση στην οποία μια συγκεκριμένη υπόθεση ενδέχεται να αφορά τόσο μεταχείριση που προέρχεται από κράτος μέλος όσο και μεταχείριση που επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης. Ο κανονισμός καλύπτει όλες τις πράξεις των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(6)

Την οικονομική ευθύνη πρέπει να φέρει η οντότητα που είναι υπεύθυνη για τη μεταχείριση η οποία κρίνεται ασυμβίβαστη με τις εφαρμοστέες διατάξεις της συμφωνίας. Αυτό σημαίνει ότι η ίδια η Ένωση πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη αν η επίμαχη μεταχείριση προέρχεται από οποιοδήποτε θεσμικό ή άλλο όργανο, οργανισμό ή άλλη νομική οντότητα της Ένωσης. Αν η επίμαχη μεταχείριση προέρχεται από κράτος μέλος, το οικείο κράτος μέλος πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη. Εντούτοις, αν το κράτος μέλος ενεργεί κατά τρόπο που επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης, για παράδειγμα στο πλαίσιο μεταφοράς οδηγίας που έχει εκδοθεί από την Ένωση, η ίδια η Ένωση πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη καθόσον η επίμαχη μεταχείριση επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης. Ο κανονισμός πρέπει επίσης να προβλέπει την περίπτωση στην οποία μια συγκεκριμένη υπόθεση ενδέχεται να αφορά τόσο μεταχείριση που προέρχεται από κράτος μέλος όσο και μεταχείριση που επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης. Ο κανονισμός καλύπτει όλες τις πράξεις των κρατών μελών και της Ένωσης. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη και η Ένωση πρέπει να φέρουν την οικονομική ευθύνη για την ειδική μεταχείριση που προέρχεται από καθένα από αυτά.

Τροπολογία 8

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 6 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

(6α)

Αν το κράτος μέλος ενεργεί κατά τρόπο που δεν συνάδει με όσα επιβάλλει το δίκαιο της Ένωσης, για παράδειγμα σε περίπτωση μη μεταφοράς οδηγίας που έχει εκδοθεί από την Ένωση ή υπέρβασης των όρων οδηγίας που έχει εκδοθεί από την Ένωση κατά την ενσωμάτωσή της στο εθνικό δίκαιο, το οικείο κράτος μέλος πρέπει να φέρει την οικονομική ευθύνη για τη μεταχείριση.

Τροπολογία 9

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 8

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(8)

Από την άλλη πλευρά, αν την οικονομική ευθύνη που απορρέει από τη διαφορά φέρει κράτος μέλος, είναι καταρχήν σκόπιμο να επιτρέπεται στο εν λόγω κράτος μέλος να ενεργεί ως εναγόμενος προκειμένου να υπερασπιστεί τη μεταχείριση του επενδυτή. Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό προβλέπουν αυτό το ενδεχόμενο. Δημιουργείται έτσι το σημαντικό πλεονέκτημα ότι ο προϋπολογισμός και οι πόροι της Ένωσης δεν επιβαρύνονται, έστω και προσωρινά, με τα δικαστικά έξοδα ή με ποσό που τυχόν επιδικάζεται εις βάρος του οικείου κράτους μέλους.

(8)

Από την άλλη πλευρά, αν την οικονομική ευθύνη που απορρέει από τη διαφορά φέρει κράτος μέλος, είναι καταρχήν δίκαιο και σκόπιμο να επιτρέπεται στο εν λόγω κράτος μέλος να ενεργεί ως εναγόμενος προκειμένου να υπερασπιστεί τη μεταχείριση του επενδυτή. Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στον παρόντα κανονισμό προβλέπουν αυτό το ενδεχόμενο. Δημιουργείται έτσι το σημαντικό πλεονέκτημα ότι ο προϋπολογισμός και οι μη χρηματοοικονομικοί πόροι της Ένωσης δεν επιβαρύνονται, έστω και προσωρινά, με τα δικαστικά έξοδα ή με ποσό που τυχόν επιδικάζεται εις βάρος του οικείου κράτους μέλους.

Τροπολογία 10

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 10

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(10)

Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει ζωτική σημασία, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσφορη διασφάλιση των συμφερόντων της Ένωσης, να ενεργεί η ίδια η Ένωση ως εναγόμενος σε διαφορές σχετικές με μεταχείριση προερχόμενη από κράτος μέλος. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, ιδίως, αν η διαφορά σχετίζεται και με μεταχείριση προερχόμενη από την Ένωση, αν προκύπτει ότι η προερχόμενη από κράτος μέλος μεταχείριση επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης, αν είναι πιθανό να προβληθούν παρεμφερείς αξιώσεις κατά άλλων κρατών μελών ή αν η υπόθεση αφορά αμφισβητούμενα νομικά ζητήματα, η επίλυση των οποίων μπορεί να επηρεάσει πιθανές μελλοντικές υποθέσεις κατά άλλων κρατών μελών ή κατά της Ένωσης. Αν η διαφορά απορρέει εν μέρει από μεταχείριση που προέρχεται από την Ένωση ή επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης, η Ένωση πρέπει να ενεργεί ως εναγόμενος, εκτός αν η αξίωση που απορρέει από την εν λόγω μεταχείριση είναι ήσσονος σημασίας από την άποψη της δυνητικής οικονομικής ευθύνης και των νομικών ζητημάτων που τίθενται, σε σχέση με την αξίωση που αφορά τη μεταχείριση η οποία προέρχεται από το κράτος μέλος.

(10)

Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει ζωτική σημασία, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πρόσφορη διασφάλιση των συμφερόντων της Ένωσης, να μπορεί να ενεργεί η ίδια η Ένωση ως εναγόμενος σε διαφορές σχετικές με μεταχείριση προερχόμενη από κράτος μέλος. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, ιδίως, αν η διαφορά σχετίζεται και με μεταχείριση προερχόμενη από την Ένωση, αν προκύπτει ότι η προερχόμενη από κράτος μέλος μεταχείριση επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης, αν έχουν προβληθεί παρεμφερείς αξιώσεις κατά άλλων κρατών μελών ή αν η υπόθεση αφορά νομικά ζητήματα, η επίλυση των οποίων μπορεί να επηρεάσει τρέχουσες ή πιθανές μελλοντικές υποθέσεις κατά άλλων κρατών μελών ή κατά της Ένωσης. Αν η διαφορά απορρέει εν μέρει από μεταχείριση που προέρχεται από την Ένωση ή επιβάλλεται από το δίκαιο της Ένωσης, η Ένωση πρέπει να ενεργεί ως εναγόμενος, εκτός αν η αξίωση που απορρέει από την εν λόγω μεταχείριση είναι ήσσονος σημασίας από την άποψη της δυνητικής οικονομικής ευθύνης και των νομικών ζητημάτων που τίθενται, σε σχέση με την αξίωση που αφορά τη μεταχείριση η οποία προέρχεται από το κράτος μέλος.

Τροπολογία 11

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 12

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(12)

Είναι σκόπιμο να αποφασίζει η Επιτροπή, εντός των ορίων που τάσσει ο παρών κανονισμός, αν η Ένωση θα ενεργήσει ως εναγόμενος ή αν κράτος μέλος θα ενεργήσει ως εναγόμενος.

(12)

Προκειμένου να δημιουργηθεί ένα λειτουργικό σύστημα, η Επιτροπή πρέπει να αποφασίσει εντός των ορίων που τάσσει ο παρών κανονισμός, αν η Ένωση θα ενεργήσει ως εναγόμενος ή αν κράτος μέλος θα ενεργήσει ως εναγόμενος και να ενημερώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για τη σχετική απόφαση στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσής της για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού .

Τροπολογία 12

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 14

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(14)

Κατά την ίδια έννοια, στις περιπτώσεις στις οποίες κράτος μέλος ενεργεί ως εναγόμενος, είναι σκόπιμο να ενημερώνει την Επιτροπή για τις εξελίξεις της υπόθεσης, ενώ η Επιτροπή πρέπει να μπορεί, εφόσον απαιτείται, να ζητεί από το κράτος μέλος που ενεργεί ως εναγόμενος να ακολουθεί μια συγκεκριμένη γραμμή σε θέματα που ενδιαφέρουν την Ένωση .

(14)

Κατά την ίδια έννοια, στις περιπτώσεις στις οποίες κράτος μέλος ενεργεί ως εναγόμενος, είναι σκόπιμο να ενημερώνει την Επιτροπή για τις εξελίξεις της υπόθεσης, ενώ η Επιτροπή πρέπει να μπορεί, εφόσον απαιτείται, να ζητεί από το κράτος μέλος που ενεργεί ως εναγόμενος να ακολουθεί μια συγκεκριμένη γραμμή σε θέματα που επηρεάζουν τα υπέρτερα συμφέροντα της Ένωσης .

Τροπολογία 13

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 15

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(15)

Κάθε κράτος μέλος μπορεί ανά πάσα στιγμή να δεχθεί να αναλάβει την οικονομική ευθύνη σε περίπτωση καταβολής αποζημίωσης. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος και η Επιτροπή είναι δυνατόν να συμφωνήσουν την περιοδική πληρωμή των εξόδων και την καταβολή τυχόν αποζημίωσης. Η συμφωνία αυτή δεν σημαίνει ότι το κράτος μέλος αποδέχεται το βάσιμο της επίδικης αξίωσης. Η Επιτροπή πρέπει να μπορεί να εκδίδει αποφάσεις με τις οποίες να επιβάλλει στο κράτος μέλος να προνοήσει για την κάλυψη των δαπανών αυτών. Αν το διαιτητικό δικαστήριο επιδικάσει δικαστικά έξοδα στην Ένωση, η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίσει ότι τυχόν προκαταβολές εξόδων επιστρέφονται αμέσως στο οικείο κράτος μέλος.

(15)

Με την επιφύλαξη του αποτελέσματος της διαιτητικής διαδικασίας, κάθε κράτος μέλος μπορεί ανά πάσα στιγμή να δεχθεί να αναλάβει την οικονομική ευθύνη σε περίπτωση καταβολής αποζημίωσης. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος και η Επιτροπή είναι δυνατόν να συμφωνήσουν την περιοδική πληρωμή των εξόδων και την καταβολή τυχόν αποζημίωσης. Η συμφωνία αυτή δεν σημαίνει από νομική σκοπιά ότι το κράτος μέλος αποδέχεται το βάσιμο της επίδικης αξίωσης. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει αποφάσεις με τις οποίες να επιβάλλει στο κράτος μέλος να προνοήσει για την κάλυψη των δαπανών αυτών. Αν το διαιτητικό δικαστήριο επιδικάσει δικαστικά έξοδα στην Ένωση, η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίσει ότι τυχόν προκαταβολές εξόδων επιστρέφονται αμέσως στο οικείο κράτος μέλος.

Τροπολογία 14

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 16

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(16)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, θα είναι ίσως σκόπιμο να επιτευχθεί συμβιβασμός, προκειμένου να αποφευχθεί η δαπανηρή και μη αναγκαία διαιτησία. Είναι απαραίτητο να θεσπιστεί διαδικασία για τη σύναψη αυτών των συμβιβασμών. Μια τέτοια διαδικασία, θα πρέπει να επιτρέπει στην Επιτροπή, ενεργώντας στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης, να συνάπτει συμβιβασμό, εφόσον αυτό είναι προς το συμφέρον της Ένωσης. Αν η υπόθεση αφορά μεταχείριση που προέρχεται από κράτος μέλος, είναι σκόπιμο να υπάρχει στενή συνεργασία και διαβουλεύσεις μεταξύ της Επιτροπής και του οικείου κράτους μέλους. Το κράτος μέλος πρέπει να είναι ελεύθερο να συνάψει συμβιβασμό ανά πάσα στιγμή, υπό την προϋπόθεση ότι αναλαμβάνει την πλήρη οικονομική ευθύνη και ότι τυχόν συμβιβασμός συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης και δεν είναι αντίθετος προς τα συμφέροντα της Ένωσης.

(16)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, θα είναι ίσως σκόπιμο να επιτευχθεί συμβιβασμός, προκειμένου να αποφευχθεί η δαπανηρή και μη αναγκαία διαιτησία. Είναι απαραίτητο να θεσπιστεί μια αποτελεσματική και ταχεία διαδικασία για τη σύναψη αυτών των συμβιβασμών. Μια τέτοια διαδικασία, θα πρέπει να επιτρέπει στην Επιτροπή, ενεργώντας στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης, να συνάπτει συμβιβασμό, εφόσον αυτό είναι προς το συμφέρον της Ένωσης. Αν η υπόθεση αφορά μεταχείριση που προέρχεται από κράτος μέλος, είναι σκόπιμο να υπάρχει στενή συνεργασία και διαβουλεύσεις μεταξύ της Επιτροπής και του οικείου κράτους μέλους , μεταξύ άλλων σε σχέση με τη διεξαγωγή της διαδικασίας συμβιβασμού και το ποσό της χρηματικής αποζημίωσης . Το κράτος μέλος πρέπει να είναι ελεύθερο να συνάψει συμβιβασμό ανά πάσα στιγμή, υπό την προϋπόθεση ότι αναλαμβάνει την πλήρη οικονομική ευθύνη και ότι τυχόν συμβιβασμός συνάδει με το δίκαιο της Ένωσης και δεν είναι αντίθετος προς τα συμφέροντα της Ένωσης συνολικά .

Τροπολογία 15

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 18

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(18)

Η Επιτροπή πρέπει να διεξάγει συνεχείς διαβουλεύσεις με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να καταλήξει σε συμφωνία για την κατανομή της οικονομικής ευθύνης. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι υπεύθυνο είναι κράτος μέλος και το κράτος μέλος δεν συμφωνεί με την εκτίμηση αυτή, η Επιτροπή πρέπει να καταβάλει το επιδικασθέν ποσό και να απευθύνει απόφαση προς το κράτος μέλος ζητώντας του να καταβάλει τα σχετικά ποσά νομιμοτόκως στον προϋπολογισμό της Ένωσης. Οι τόκοι πρέπει να υπολογίζονται σύμφωνα με το [άρθρο 71 παράγραφος 4 του κανονισμού ( ΕΚ , Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως τροποποιήθηκε] . Αν κράτος μέλος φρονεί ότι η απόφαση δεν πληροί τα κριτήρια που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, μπορεί να κάνει χρήση του άρθρου 263 της Συνθήκης.

(18)

Η Επιτροπή πρέπει να διεξάγει συνεχείς διαβουλεύσεις με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προκειμένου να καταλήξει σε συμφωνία για την κατανομή της οικονομικής ευθύνης. Αν η Επιτροπή κρίνει ότι υπεύθυνο είναι κράτος μέλος και το κράτος μέλος δεν συμφωνεί με την εκτίμηση αυτή, η Επιτροπή πρέπει να καταβάλει το επιδικασθέν ποσό και να απευθύνει απόφαση προς το κράτος μέλος ζητώντας του να καταβάλει τα σχετικά ποσά νομιμοτόκως στον προϋπολογισμό της Ένωσης. Οι τόκοι πρέπει να υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 4 του κανονισμού ( ΕΕ , Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης  (3). Αν κράτος μέλος φρονεί ότι η απόφαση δεν πληροί τα κριτήρια που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, μπορεί να κάνει χρήση του άρθρου 263 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Τροπολογία 16

Πρόταση κανονισμού

Αιτιολογική σκέψη 19

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

(19)

Ο προϋπολογισμός της Ένωσης θα πρέπει να προβλέπει την κάλυψη των δαπανών που απορρέουν από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης και που προβλέπουν την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους . Όταν τα κράτη μέλη έχουν οικονομική ευθύνη σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η Ένωση θα πρέπει να είναι σε θέση είτε να συγκεντρώσει πρώτα τις πληρωμές του οικείου κράτους μέλους πριν προβεί στις σχετικές δαπάνες είτε να προβεί πρώτα στις σχετικές δαπάνες και να ζητήσει μετά την επιστροφή των αντίστοιχων ποσών από τα οικεία κράτη μέλη. Πρέπει να είναι δυνατή η χρήση και των δύο μηχανισμών δημοσιονομικής αντιμετώπισης του θέματος, ανάλογα με το τι είναι εφικτό, ιδίως από πλευράς χρόνου. Και για τους δύο μηχανισμούς, οι πληρωμές ή οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από τα κράτη μέλη πρέπει να αντιμετωπίζονται ως εσωτερικά έσοδα ειδικού προορισμού του προϋπολογισμού της Ένωσης. Οι πιστώσεις που προκύπτουν από τα εν λόγω εσωτερικά έσοδα ειδικού προορισμού θα πρέπει όχι μόνο να καλύπτουν τις σχετικές δαπάνες αλλά και να είναι επιλέξιμες για την τροφοδότηση άλλων τμημάτων του προϋπολογισμού της Ένωσης που προέβλεπαν τις αρχικές πιστώσεις για την πραγματοποίηση των σχετικών δαπανών βάσει του δεύτερου μηχανισμού.

(19)

Ο προϋπολογισμός της Ένωσης θα πρέπει να προβλέπει την κάλυψη των δαπανών που απορρέουν από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης και που προβλέπουν την επίλυση διαφορών επενδυτή με κράτος . Όταν τα κράτη μέλη έχουν οικονομική ευθύνη σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η Ένωση θα πρέπει να είναι σε θέση είτε να συγκεντρώσει πρώτα τις πληρωμές του οικείου κράτους μέλους πριν προβεί στις σχετικές δαπάνες είτε να προβεί πρώτα στις σχετικές δαπάνες και να ζητήσει μετά την επιστροφή των αντίστοιχων ποσών από τα οικεία κράτη μέλη. Πρέπει να είναι δυνατή η χρήση και των δύο μηχανισμών δημοσιονομικής αντιμετώπισης του θέματος, ανάλογα με το τι είναι εφικτό, ιδίως από πλευράς χρόνου. Και για τους δύο μηχανισμούς, οι πληρωμές ή οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από τα κράτη μέλη πρέπει να αντιμετωπίζονται ως εσωτερικά έσοδα ειδικού προορισμού του προϋπολογισμού της Ένωσης. Οι πιστώσεις που προκύπτουν από τα εν λόγω εσωτερικά έσοδα ειδικού προορισμού θα πρέπει όχι μόνο να καλύπτουν τις σχετικές δαπάνες αλλά και να είναι επιλέξιμες για την τροφοδότηση άλλων τμημάτων του προϋπολογισμού της Ένωσης που προέβλεπαν τις αρχικές πιστώσεις για την πραγματοποίηση των σχετικών δαπανών βάσει του δεύτερου μηχανισμού.

Τροπολογία 17

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 — στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)

«δαπάνες που προκύπτουν από τη διαιτησία»: οι αμοιβές και οι δαπάνες του διαιτητικού δικαστηρίου και οι δαπάνες εκπροσώπησης, καθώς και τα έξοδα που επιδικάζει στον ενάγοντα το διαιτητικό δικαστήριο·

β)

«δαπάνες που προκύπτουν από τη διαιτησία»: οι αμοιβές και οι δαπάνες του διαιτητικού δικαστηρίου , του διαιτητικού οργάνου, και οι δαπάνες εκπροσώπησης, καθώς και τα έξοδα που επιδικάζει στον ενάγοντα το διαιτητικό δικαστήριο·

Τροπολογία 18

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 — στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)

«διαφορά»: αξίωση που προβάλλεται από ενάγοντα κατά της Ένωσης βάσει συμφωνίας και η οποία κρίνεται από διαιτητικό δικαστήριο·

γ)

«διαφορά»: αξίωση που προβάλλεται από ενάγοντα κατά της Ένωσης ή κατά κράτους μέλους βάσει συμφωνίας και η οποία κρίνεται από διαιτητικό δικαστήριο·

Τροπολογία 19

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 2 — στοιχείο ι α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

ια)

«υπέρτερα συμφέροντα της Ένωσης»: μία εκ των ακόλουθων καταστάσεων:

 

 

i)

υφίσταται σοβαρή απειλή για τη συνεπή ή ενιαία εφαρμογή ή εκτέλεση των διατάξεων περί επενδύσεων που περιέχει η συμφωνία που αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς μεταξύ επενδυτή και κράτους και στην οποία η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος,

 

 

ii)

μέτρο κράτους μέλους ενδέχεται να αντίκειται στην ανάπτυξη της μελλοντικής επενδυτικής πολιτικής της Ένωσης,

 

 

iii)

η διαφορά ενέχει σημαντικό δυνητικό οικονομικό αντίκτυπο επί του προϋπολογισμού της Ένωσης σε ένα δεδομένο έτος ή εντός του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Τροπολογία 20

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 3 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Όταν προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση με την οποία καθορίζει την οικονομική ευθύνη του οικείου κράτους μέλους σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 1.

2.   Όταν προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση με την οποία καθορίζει την οικονομική ευθύνη του οικείου κράτους μέλους σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώνονται σχετικά με την απόφαση αυτή.

Τροπολογία 21

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 7 — εδάφιο 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Μόλις κοινοποιηθεί στην Επιτροπή η πρόθεση ενάγοντα να υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε διαιτησία σύμφωνα με τις διατάξεις συμφωνίας , η Επιτροπή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος.

Μόλις κοινοποιηθεί στην Επιτροπή η πρόθεση ενάγοντα να υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε διαιτησία, ή μόλις η Επιτροπή ενημερωθεί σχετικά με αίτημα για διαβουλεύσεις ή αξίωση κατά κράτους μέλους, η Επιτροπή ειδοποιεί το οικείο κράτος μέλος και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός 15 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης σχετικά με τυχόν προηγούμενο αίτημα ενάγοντα για διαβουλεύσεις καθώς και σχετικά με την κοινοποίηση με την οποία ο ενάγων εκφράζει την πρόθεσή του να υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε διαιτησία κατά της Ένωσης ή κατά κράτους μέλους, αναφέροντας το όνομα του ενάγοντα, τις διατάξεις της συμφωνίας που εικάζεται ότι παραβιάστηκαν, τον σχετικό οικονομικό τομέα, τη μεταχείριση που εικάζεται ότι αντίκειται στη συμφωνία και το ποσό της ζητούμενης αποζημίωσης .

Τροπολογία 22

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 2 — στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)

είναι πιθανό να προβληθούν παρεμφερείς αξιώσεις στο πλαίσιο της ίδιας συμφωνίας για μεταχείριση προερχόμενη από άλλα κράτη μέλη και η Επιτροπή είναι σε θέση να εξασφαλίσει καλύτερα την αποτελεσματική και συνεκτική άμυνα· ή

γ)

έχουν υποβληθεί αξιώσεις ή αιτήματα για διαβουλεύσεις σχετικά με παρεμφερείς αξιώσεις στο πλαίσιο της ίδιας συμφωνίας για μεταχείριση προερχόμενη από άλλα κράτη μέλη και η Επιτροπή είναι σε θέση να εξασφαλίσει καλύτερα την αποτελεσματική και συνεκτική άμυνα· ή

Τροπολογία 23

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 2 — στοιχείο δ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

δ)

η διαφορά γεννά αμφισβητούμενα νομικά ζητήματα που είναι δυνατόν να ανακύψουν σε άλλες διαφορές στο πλαίσιο της ίδιας ή άλλων συμφωνιών της Ένωσης σχετικά με μεταχείριση προερχόμενη από την Ένωση ή από άλλα κράτη μέλη .

δ)

η διαφορά γεννά ευαίσθητα νομικά ζητήματα , η διευθέτηση των οποίων ενδέχεται να επηρεάσει τη μελλοντική ερμηνεία της συγκεκριμένης συμφωνίας ή άλλων συμφωνιών.

Τροπολογία 24

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.     Αν η Ένωση καλείται να ενεργήσει ως εναγόμενος έπειτα από απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή το βασικό κανόνα της παραγράφου 1, ο εν λόγω καθορισμός της ιδιότητας του εναγομένου είναι δεσμευτικός για τον ενάγοντα και το διαιτητικό δικαστήριο.

Τροπολογία 25

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 8 — παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει τα λοιπά κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για κάθε διαφορά στην οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο και για τον τρόπο εφαρμογής του.

4.   Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για κάθε διαφορά στην οποία εφαρμόζεται το παρόν άρθρο και για τον τρόπο εφαρμογής του.

Τροπολογία 26

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 1 — στοιχείο β

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

β)

να ενημερώνει την Επιτροπή για όλες τις σημαντικές διαδικαστικές ενέργειες και να προσέρχεται σε διαβουλεύσεις τακτικά ή, εν πάση περιπτώσει, όταν καλείται από την Επιτροπή και

β)

να ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή για όλες τις σημαντικές διαδικαστικές ενέργειες και να προσέρχεται σε διαβουλεύσεις τακτικά ή, εν πάση περιπτώσει, όταν καλείται από την Επιτροπή· και,

Τροπολογία 27

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 2

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

2.   Η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή να απαιτήσει από το οικείο κράτος μέλος να λάβει μια συγκεκριμένη θέση σε σχέση με νομικά ζητήματα που ανακύπτουν στο πλαίσιο της διαφοράς ή με οποιοδήποτε άλλο στοιχείο παρουσιάζει ενδιαφέρον για την Ένωση .

2.    Εάν το απαιτούν υπέρτερα συμφέροντα της Ένωσης, η Επιτροπή μπορεί ανά πάσα στιγμή , κατόπιν διαβουλεύσεων με το οικείο κράτος μέλος , να απαιτήσει από αυτό να λάβει μια συγκεκριμένη θέση σε σχέση με νομικά ζητήματα που ανακύπτουν στο πλαίσιο της διαφοράς ή με οποιοδήποτε άλλο νομικό ζήτημα, η διευθέτηση του οποίου ενδέχεται να επηρεάσει τη μελλοντική ερμηνεία της συγκεκριμένης συμφωνίας ή άλλων συμφωνιών .

Τροπολογία 28

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 2 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

2α.     Αν το οικείο κράτος μέλος κρίνει ότι το αίτημα της Επιτροπής θέτει σε αδικαιολόγητο κίνδυνο την αποτελεσματική άμυνά του, προσέρχεται σε διαβουλεύσεις με στόχο την εξεύρεση αποδεκτής λύσης. Εάν δεν μπορεί να βρεθεί αποδεκτή λύση, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να υποχρεώσει το οικείο κράτος μέλος να λάβει συγκεκριμένη νομική θέση.

Τροπολογία 29

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Αν μια συμφωνία, ή οι κανόνες στους οποίους παραπέμπει, προβλέπουν τη δυνατότητα ακύρωσης, άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης νομικού ζητήματος που περιέχεται σε διαιτητική απόφαση, η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει από το κράτος μέλος να υποβάλει την εν λόγω αίτηση ακύρωσης, άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης, αν κρίνει ότι αυτό επιβάλλεται για λόγους συνεκτικής ή ορθής ερμηνείας της συμφωνίας. Στην περίπτωση αυτή, εκπρόσωποι της Επιτροπής συμμετέχουν στην αντιπροσωπεία και μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις της Ένωσης όσον αφορά νομικά ζητήματα.

3.   Αν μια συμφωνία, ή οι κανόνες στους οποίους παραπέμπει, προβλέπουν τη δυνατότητα ακύρωσης, άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης νομικού ζητήματος που περιέχεται σε διαιτητική απόφαση, η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει από το οικείο κράτος μέλος , κατόπιν διαβουλεύσεων με αυτό, να υποβάλει την εν λόγω αίτηση ακύρωσης, άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης, αν κρίνει ότι αυτό επιβάλλεται για λόγους συνεκτικής ή ορθής ερμηνείας της συμφωνίας. Στην περίπτωση αυτή, εκπρόσωποι της Επιτροπής συμμετέχουν στην αντιπροσωπεία και μπορούν να εκφράζουν τις απόψεις της Ένωσης όσον αφορά νομικά ζητήματα.

Τροπολογία 30

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 9 — παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.     Εάν το οικείο κράτος μέλος αρνηθεί να υποβάλει αίτηση ακύρωσης, άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης, ενημερώνει την Επιτροπή εντός 30 ημερών. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να υποχρεώσει το οικείο κράτος μέλος να υποβάλει αίτηση ακύρωσης, άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης.

Τροπολογία 31

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 10 — στοιχείο γ

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

γ)

η Επιτροπή διαβιβάζει στο κράτος μέλος όλα τα έγγραφα της διαδικασίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη δυνατή άμυνα· και

γ)

η Επιτροπή διαβιβάζει στο κράτος μέλος όλα τα έγγραφα της διαδικασίας, ενημερώνει το κράτος μέλος για όλα τα σημαντικά στάδια της διαδικασίας και προσέρχεται σε διαβουλεύσεις με το κράτος μέλος, σε κάθε περίπτωση κατόπιν αιτήματος του κράτους μέλους, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη δυνατή άμυνα· και,

Τροπολογία 32

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 10 — εδάφιο 1 α (νέο)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις εξελίξεις στη διαδικασία διαιτησίας που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο.

Τροπολογία 33

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Αν η Ένωση ενεργεί ως εναγόμενος σε διαφορά σχετική με μεταχείριση προερχόμενη, εν όλω ή εν μέρει, από κράτος μέλος και η Επιτροπή φρονεί ότι η συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς είναι προς όφελος της Ένωσης, διεξάγει αρχικά διαβουλεύσεις με το οικείο κράτος μέλος. Διαβουλεύσεις με την Επιτροπή μπορεί να αρχίσει και το κράτος μέλος.

1.   Αν η Ένωση ενεργεί ως εναγόμενος σε διαφορά σχετική με μεταχείριση προερχόμενη, εν όλω ή εν μέρει, από κράτος μέλος και η Επιτροπή φρονεί ότι η συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς είναι προς όφελος της Ένωσης, διεξάγει αρχικά διαβουλεύσεις με το οικείο κράτος μέλος. Διαβουλεύσεις με την Επιτροπή μπορεί να αρχίσει και το κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διασφαλίζουν την κοινή κατανόηση της νομικής κατάστασης και των δυνητικών επιπτώσεων και αποφεύγουν τυχόν διαφωνίες με σκοπό τη συμβιβαστική επίλυση της υπόθεσης.

Τροπολογία 34

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 13 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Αν το οικείο κράτος μέλος δεν συναινεί στη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, η Επιτροπή μπορεί επιλύσει συμβιβαστικά τη διαφορά, αν αυτό επιβάλλεται από το υπέρτερο συμφέρον της Ένωσης.

3.   Αν το οικείο κράτος μέλος δεν συναινεί στη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, η Επιτροπή μπορεί επιλύσει συμβιβαστικά τη διαφορά, αν αυτό επιβάλλεται από το υπέρτερο συμφέρον της Ένωσης. Η Επιτροπή παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο όλες τις συναφείς πληροφορίες σχετικά με την απόφαση της Επιτροπής να επιλύσει συμβιβαστικά τη διαφορά και ειδικότερα την αιτιολόγηση της εν λόγω απόφασης.

Τροπολογία 35

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 14 — παράγραφος 3 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

3α.     Εάν ένα κράτος μέλος ενεργεί ως εναγόμενος σε διαφορά που σχετίζεται αποκλειστικά με μεταχείριση προερχόμενη από τις αρχές του και αποφασίσει να επιλύσει τη διαφορά συμβιβαστικά, κοινοποιεί στην Επιτροπή το σχέδιο συμφωνίας συμβιβασμού και την ενημερώνει σχετικά με τη διαπραγμάτευση και την επίτευξη του συμβιβασμού.

Τροπολογία 36

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 17 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Αν η Ένωση ενεργεί ως εναγόμενος σύμφωνα με το άρθρο 8 και η Επιτροπή φρονεί ότι το ποσό που επιδικάστηκε από το διαιτητικό δικαστήριο ή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού πρέπει να καταβληθεί, εν όλω ή εν μέρει, από το οικείο κράτος μέλος βάσει των κριτηρίων του άρθρου 3 παράγραφος 1, εφαρμόζεται η διαδικασία των παραγράφων 2 έως 5.

1.   Αν η Ένωση ενεργεί ως εναγόμενος σύμφωνα με το άρθρο 8 και η Επιτροπή φρονεί ότι το ποσό που επιδικάστηκε από το διαιτητικό δικαστήριο ή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού πρέπει να καταβληθεί, εν όλω ή εν μέρει, από το οικείο κράτος μέλος βάσει των κριτηρίων του άρθρου 3 παράγραφος 1, εφαρμόζεται η διαδικασία των παραγράφων 2 έως 5 του παρόντος άρθρου . Η εν λόγω διαδικασία εφαρμόζεται επίσης σε περίπτωση που η Ένωση ενεργεί ως εναγόμενος σύμφωνα με το άρθρο 8 και η διαιτησία έχει ευνοϊκή έκβαση για αυτή, αλλά η Ένωση πρέπει να αναλάβει τυχόν έξοδα που προκύπτουν από τη διαιτησία.

Τροπολογία 37

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 17 — παράγραφος 3

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

3.   Εντός τριών μηνών από τη λήψη της αίτησης πληρωμής του ποσού που επιδικάστηκε τελεσίδικα ή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση η οποία απευθύνεται προς το οικείο κράτος μέλος και με την οποία καθορίζεται το ποσό που θα καταβάλει το εν λόγω κράτος.

3.   Εντός τριών μηνών από τη λήψη της αίτησης πληρωμής του ποσού που επιδικάστηκε τελεσίδικα ή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού, η Επιτροπή εκδίδει απόφαση η οποία απευθύνεται προς το οικείο κράτος μέλος και με την οποία καθορίζεται το ποσό που θα καταβάλει το εν λόγω κράτος. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την απόφαση αυτή και την οικονομική της αιτιολόγηση.

Τροπολογία 38

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 17 — παράγραφος 4

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

4.   Αν το οικείο κράτος μέλος δεν προβάλει αντιρρήσεις σχετικά με τον καθορισμό του ποσού από την Επιτροπή εντός μηνός, αποδίδει στον προϋπολογισμό της Ένωσης το ποσό που επιδικάστηκε τελεσίδικα ή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού το αργότερο εντός τριών μηνών από την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής. Το οικείο κράτος μέλος υποχρεούται να καταβάλει τυχόν οφειλόμενους τόκους με το επιτόκιο που ισχύει για χρηματικές οφειλές προς τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

4.   Αν το οικείο κράτος μέλος δεν προβάλει αντιρρήσεις σχετικά με τον καθορισμό του ποσού από την Επιτροπή εντός μηνός, αποδίδει στον προϋπολογισμό της Ένωσης το αντίστοιχο ποσό που επιδικάστηκε τελεσίδικα ή συμφωνήθηκε στο πλαίσιο συμβιβασμού το αργότερο εντός τριών μηνών από την έκδοση της απόφασης της Επιτροπής. Το οικείο κράτος μέλος υποχρεούται να καταβάλει τυχόν οφειλόμενους τόκους με το επιτόκιο που ισχύει για χρηματικές οφειλές προς τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

Τροπολογία 39

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 18 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση με την οποία να απαιτεί από το οικείο κράτος μέλος να καταβάλει στον προϋπολογισμό της Ένωσης ποσά για την κάλυψη τυχόν εξόδων που προκύπτουν από τη διαιτησία , αν κρίνει ότι το κράτος μέλος θα κριθεί υπεύθυνο για την καταβολή τυχόν ποσού που θα επιδικάσει το διαιτητικό δικαστήριο σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 3.

1.    Όταν η Ένωση ενεργεί ως εναγόμενος σύμφωνα με το άρθρο 8 και δεν έχουν συμφωνηθεί ρυθμίσεις σύμφωνα με το άρθρο 11, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση με την οποία να απαιτεί από το οικείο κράτος μέλος να προκαταβάλει στον προϋπολογισμό της Ένωσης ποσά για την κάλυψη προβλεπόμενων ή υφιστάμενων εξόδων που προκύπτουν από τη διαιτησία . Η εν λόγω απόφαση για χρηματικές συνεισφορές είναι αναλογική και λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 3.

Τροπολογία 40

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 19

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

Οι επιστροφές ποσών ή οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από κράτος μέλος προς τον προϋπολογισμό της Ένωσης, για την πληρωμή ποσών στο πλαίσιο διαιτητικών αποφάσεων ή συμβιβασμών ή οποιωνδήποτε άλλων δαπανών, θεωρούνται εσωτερικά έσοδα ειδικού προορισμού κατά την έννοια του [άρθρου 18 του κανονισμού ( ΕΚ , Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων] . Τα εν λόγω ποσά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη δαπανών που απορρέουν από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης και που προβλέπουν την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτή και κράτους ή για την τροφοδότηση πιστώσεων που προβλέπονταν αρχικά για την πληρωμή ποσών στο πλαίσιο διαιτητικών αποφάσεων ή συμβιβασμών ή οποιωνδήποτε άλλων δαπανών.

Οι επιστροφές ποσών ή οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από κράτος μέλος προς τον προϋπολογισμό της Ένωσης, για την πληρωμή ποσών στο πλαίσιο διαιτητικών αποφάσεων ή συμβιβασμών ή οποιωνδήποτε άλλων δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, θεωρούνται εσωτερικά έσοδα ειδικού προορισμού κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 4 του κανονισμού ( ΕΕ , Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 . Τα εν λόγω ποσά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη δαπανών που απορρέουν από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης και που προβλέπουν την επίλυση διαφορών επενδυτή με κράτος ή για την τροφοδότηση πιστώσεων που προβλέπονταν αρχικά για την πληρωμή ποσών στο πλαίσιο διαιτητικών αποφάσεων ή συμβιβασμών ή οποιωνδήποτε άλλων δαπανών.

Τροπολογία 41

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 20 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από [την επιτροπή για τις συμφωνίες επενδύσεων την οποία προβλέπει ο κανονισμός [2010/197 COD]] . Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τις συμφωνίες επενδύσεων την οποία προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ . 1219/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 για τη θέσπιση μεταβατικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο διμερών επενδυτικών συμφωνιών μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών  (4) . Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Τροπολογία 42

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 21 — παράγραφος 1

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

1.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σε τακτά χρονικά διαστήματα, έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται το αργότερο τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Οι επόμενες εκθέσεις υποβάλλονται ανά τριετία.

1.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σε τακτά χρονικά διαστήματα, ενδελεχή έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένου του καταλόγου των αξιώσεων που έχουν εγερθεί σε βάρος της Ένωσης ή των κρατών μελών, των συναφών διαδικασιών, των αποφάσεων και των δημοσιονομικών επιπτώσεων στους αντίστοιχους προϋπολογισμούς. Η πρώτη έκθεση υποβάλλεται το αργότερο πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Οι επόμενες εκθέσεις υποβάλλονται ανά τριετία , εκτός εάν η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, που απαρτίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίσει διαφορετικά .

Τροπολογία 43

Πρόταση κανονισμού

Άρθρο 21 — παράγραφος 1 α (νέα)

Κείμενο που προτείνει η Επιτροπή

Τροπολογία

 

1α.     Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σε ετήσια βάση κατάλογο των αιτημάτων για διαβουλεύσεις από ενάγοντες, των αξιώσεων και των διαιτητικών αποφάσεων.


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0124/2013).

(2)   Απόφαση του Δικαστηρίου της 9ης Σεπτεμβρίου 2008 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-120/06 P και C-121/06, FIAMM και Fedon κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (Συλλογή 2008, σελ. I-6513).

(3)   ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1.

(4)   ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 40.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/212


P7_TA(2013)0220

Μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς (COM(2012)0089 — C7-0060/2012 — 2012/0039(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/42)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0089),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και τα άρθρα 43 παράγραφος 2 και 168 παράγραφος 4 στοιχείο β) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία τού υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0060/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2012 (1),

μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 13ης Μαρτίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0371/2012),

1.

εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

λαμβάνει υπόψη την επισυναπτόμενη στο παρόν ψήφισμα δήλωση της Επιτροπής·

3.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 229 της 31.7.2012, σ. 119.


P7_TC1-COD(2012)0039

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕE) αριθ. …/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 576/2013.)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ

Δήλωση της Επιτροπής

Στο πλαίσιο της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων (1), η Επιτροπή θα μελετήσει την καλή μεταχείριση των σκύλων και των γατών που αποτελούν αντικείμενο εμπορικών πρακτικών.

Αν από τη μελέτη αυτή προκύψει ότι οι εν λόγω εμπορικές πρακτικές εγκυμονούν κινδύνους για την υγεία, η Επιτροπή θα μελετήσει τις ενδεδειγμένες λύσεις για την προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων και, μεταξύ άλλων, θα προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τις δέουσες προσαρμογές στην ισχύουσα νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με το εμπόριο σκύλων και γατών, περιλαμβανομένης της θέσπισης συμβατών συστημάτων για την καταγραφή τους, προσιτών σε όλα τα κράτη μέλη.

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θα αξιολογήσει τη σκοπιμότητα και την καταλληλότητα της επέκτασης αυτών των συστημάτων καταγραφής στους σκύλους και τις γάτες που έχουν σημανθεί και ταυτοποιηθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης για τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς.


(1)  COM(2012)0006 — Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προστασία και την καλή διαβίωση των ζώων 2012-2015.


12.2.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 55/213


P7_TA(2013)0221

Όροι υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο σκύλων, γατών και ικτίδων ***I

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Μαΐου 2013 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο στο εσωτερικό της Ένωσης και τις εισαγωγές στην Ένωση σκύλων, γατών και ικτίδων (COM(2012)0090 — C7-0061/2012 — 2012/0040(COD))

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

(2016/C 055/43)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2012)0090),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 2 και το άρθρο 43 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0061/2012),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2012 (1),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 13ης Μαρτίου 2013, να εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 4 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0366/2012),

1.

εγκρίνει τη θέση κατά την πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 229 της 31.7.2012, σ. 119.


P7_TC1-COD(2012)0040

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Μαΐου 2013 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2013/…/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο στο εσωτερικό της Ένωσης και τις εισαγωγές στην Ένωση σκύλων, γατών και νυφιτσών

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2013/31/ΕΕ.)