ISSN 1977-0901

doi:10.3000/19770901.CE2012.390.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 390E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

55ό έτος
18 Δεκεμβρίου 2012


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
ΣΥΝΟΔΟΣ 2011-2012
Συνεδρίαση της 23ης Ιουνίου 2011
Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ Ψ 241 Ε της 19.8.2011.
ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

 

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

2012/C 390E/01

Υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013 στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την Έκθεση 2010 για την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013 στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής (2010/2139(INI))

1

2012/C 390E/02

Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον και το μέλλον του στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον και το μέλλον του στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής (2010/2158(INI))

10

2012/C 390E/03

Στόχος 3: μια πρόκληση για την εδαφική συνεργασία - η μελλοντική ατζέντα της διασυνοριακής, διεθνικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με το στόχο 3: μια πρόκληση για την εδαφική συνεργασία - η μελλοντική ατζέντα της διασυνοριακής, διεθνικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας (2010/2155(INI))

18

2012/C 390E/04

Αυξημένη αποτελεσματικότητα μεταξύ του ΕΤΠΑ και άλλων διαρθρωτικών ταμείων
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση και τις μελλοντικές συνέργειες για αυξημένη αποτελεσματικότητα μεταξύ του ΕΤΠΑ και άλλων διαρθρωτικών ταμείων (2010/2160(INI))

27

2012/C 390E/05

Εντολή για τον τριμερή διάλογο επί του σχεδίου προϋπολογισμού 2012
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την εντολή για τον τριμερή διάλογο επί του σχεδίου προϋπολογισμού 2012 (2011/2019(BUD))

35

2012/C 390E/06

Η ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020: η αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και το έδαφος
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020: η αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και το έδαφος (2011/2051(INI))

49

2012/C 390E/07

Εθελοντικό σύστημα ετικετοθεσίας στη συσκευασία βιομηχανικών προϊόντων σε γραφή Braille
Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με ένα εθελοντικό σύστημα ετικετοθεσίας στη συσκευασία βιομηχανικών προϊόντων σε γραφή Braille

65

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

2012/C 390E/08

Τροποποίηση του άρθρου 51 του Κανονισμού: κοινές συνεδριάσεις επιτροπών
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 51 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη διαδικασία κοινών συνεδριάσεων επιτροπών (2010/2061(REG))

66

2012/C 390E/09

Αίτηση άρσης της ασυλίας του Adrian Severin
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Adrian Severin (2011/2070(IMM))

67

2012/C 390E/10

Εκλογή αντιπροέδρου (ερμηνεία του άρθρου 13, παράγραφος 1, του Κανονισμού)
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την εκλογή αντιπροέδρου (ερμηνεία του άρθρου 13, παράγραφος 1, του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου)

69

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

 

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

2012/C 390E/11

Διορισμός του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: Mario Draghi, υποψήφιος
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με τη σύσταση του Συμβουλίου που αφορά τον διορισμό του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (10057/2011 – C7-0134/2011 – 2011/0804(NLE))

70

2012/C 390E/12

Κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση: General Motors/Βέλγιο
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 28 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (αίτηση EGF/2010/031 BE/General Motors Belgium από το Βέλγιο) (COM(2011)0212 – C7-0096/2011 – 2011/2074(BUD))

71

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

72

2012/C 390E/13

Καθορισμός των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της ΕΕ και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών ***
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη του πρωτοκόλλου περί καθορισμού των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών (17238/2010 – C7-0031/2011 – 2010/0335(NLE))

73

2012/C 390E/14

Καθορισμός των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της ΕΕ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε ***
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη νέου Πρωτοκόλλου για τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε (05371/2011 – C7-0119/2011 – 2010/0355(NLE))

74

2012/C 390E/15

Πρωτόκολλο ΕΕ/Ανδόρας για την επέκταση της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της ΕΕ και της Ανδόρας στα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας ***
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη του πρωτοκόλλου για την επέκταση της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας στα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας (17403/2010 – C7-0036/2011 – 2010/0308(NLE))

75

2012/C 390E/16

Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκης Κοινότητας και του Καναδά για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας ***
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Καναδά για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας (06645/1/2010 – C7-0100/2010 – 2009/0156(NLE))

75

2012/C 390E/17

Πρόληψη και διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών ***I
Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23ης Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (COM(2010)0527 – C7-0301/2010 – 2010/0281(COD))

76

2012/C 390E/18

Εφαρμογή της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος *
Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (COM(2010)0522 – C7-0396/2010 – 2010/0276(CNS))

88

2012/C 390E/19

Απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών *
Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (COM(2010)0523 – C7-0397/2010 – 2010/0277(NLE))

100

2012/C 390E/20

Δημοσιονομική εποπτεία στη ζώνη του ευρώ ***I
Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ (COM(2010)0524 – C7-0298/2010 – 2010/0278(COD))

111

2012/C 390E/21

Εποπτεία της δημοσιονομικής κατάστασης και εποπτεία και συντονισμός των οικονομικών πολιτικών ***I
Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (COM(2010)0526 – C7-0300/2010 – 2010/0280(COD))

121

2012/C 390E/22

Κατασταλτικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη ***I
Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κατασταλτικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη (COM(2010)0525 – C7-0299/2010 – 2010/0279(COD))

139

2012/C 390E/23

Δικαιώματα των καταναλωτών ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των καταναλωτών (COM(2008)0614 – C6-0349/2008 – 2008/0196(COD))

145

P7_TC1-COD(2008)0196Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Ιουνίου 2011 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2011/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, που τροποποιεί την οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την οδηγία 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την οδηγία 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

146

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

146

2012/C 390E/24

Ελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά στο πλαίσιο του ευέλικτου συστήματος ***I
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 2000/25/ΕΚ όσον αφορά τις διατάξεις για τους ελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά στο πλαίσιο του ευέλικτου συστήματος (COM(2010)0607 – C7-0342/2010 – 2010/0301(COD))

146

P7_TC1-COD(2010)0301Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Ιουνίου 2011 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2011/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/25/ΕΚ όσον αφορά τις διατάξεις για τους ελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά στο πλαίσιο του ευέλικτου συστήματος

147

2012/C 390E/25

Διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων *
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου όσον αφορά τη διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων (COM(2010)0618 – C7-0387/2010 – 2010/0306(NLE))

147

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

*

Διαδικασία διαβούλευσης

**I

Διαδικασία συνεργασίας, πρώτη ανάγνωση

**II

Διαδικασία συνεργασίας, δεύτερη ανάγνωση

***

Σύμφωνη γνώμη

***I

Διαδικασία συναπόφασης, πρώτη ανάγνωση

***II

Διαδικασία συναπόφασης, δεύτερη ανάγνωση

***III

Διαδικασία συναπόφασης, τρίτη ανάγνωση

(Η αναφερόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή.)

Πολιτικές τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▐.

Τεχνικές διορθώσεις και προσαρμογές εκ μέρους των υπηρεσιών: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ║.

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΥΝΟΔΟΣ 2011-2012 Συνεδρίαση της 23ης Ιουνίου 2011 Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ Ψ 241 Ε της 19.8.2011. ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/1


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013 στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής

P7_TA(2011)0283

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την Έκθεση 2010 για την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013 στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής (2010/2139(INI))

2012/C 390 E/01

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα τα άρθρα 174 έως 178,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 31ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Πολιτική συνοχής: στρατηγική έκθεση 2010 σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013» (COM(2010)0110),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, της 31ης Μαρτίου 2010, ως συνοδευτικό έγγραφο στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 31ης Μαρτίου 2010 σχετικά με την πολιτική συνοχής: Στρατηγική έκθεση 2010 σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013 (SEC(2010)0360),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, της 25ης Οκτωβρίου 2010, σχετικά με την πολιτική συνοχής: Απόκριση στην οικονομική κρίση, μια ανασκόπηση της εφαρμογής των μέτρων πολιτικής συνοχής που λήφθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Σχεδίου για την Ανάκαμψη της Οικονομίας (SEC(2010)1291),

έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, της 14ης Νοεμβρίου 2008, σχετικά με τις περιφέρειες 2020 - μια αξιολόγηση των μελλοντικών προκλήσεων για τις περιφέρειες της ΕΕ (SEC(2008)2868),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «ΕΥΡΩΠΗ 2020 - Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 26ης Ιανουαρίου 2011, με τίτλο «Συμβολή της περιφερειακής πολίτικης στη βιώσιμη ανάπτυξη στο πλαίσιο της στρατηγικής Ευρώπη 2020» (COM(2011)0017),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1828/2006 της Επιτροπής, της 8ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, και ιδίως το άρθρο 7 (2),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 397/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης σε ό,τι αφορά την επιλεξιμότητα των επενδύσεων για την ενεργειακή απόδοση και την ανανεώσιμη ενέργεια στη στέγαση (3),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 437/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 2010, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, όσον αφορά την επιλεξιμότητα παρεμβάσεων στέγασης υπέρ περιθωριοποιημένων κοινοτήτων (4),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006, για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 24ης Μαρτίου 2009, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού για τα διαρθρωτικά ταμεία 2007-2013: αποτελέσματα των διαπραγματεύσεων για τις εθνικές στρατηγικές συνοχής και τα επιχειρησιακά προγράμματα (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 20ής Μαΐου 2010, σχετικά με την υλοποίηση των συνεργιών των διαθέσιμων πόρων για την έρευνα και την καινοτομία στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και ανάπτυξη στις πόλεις και τις περιφέρειες, καθώς και στα κράτη μέλη και την Ένωση (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την επίτευξη πραγματικής εδαφικής, κοινωνικής και οικονομικής συνοχής εντός της ΕΕ - ένας εκ των ων ουκ άνευ όρος για παγκόσμια ανταγωνιστικότητα; (8),

έχοντας υπόψη το ενημερωτικό σημείωμα της Επιτροπής αριθ. 1: «Διάθεση πιστώσεων για συγκεκριμένους στόχους», της 28 Φεβρουαρίου 2007 (COCOF/2007/0012/00),

έχοντας υπόψη το ενημερωτικό σημείωμα της Επιτροπής «Ενδεικτική διάρθρωση των εθνικών στρατηγικών εκθέσεων του 2009», της 18ης Μαΐου 2009 (COCOF 09/0018/01),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με τη στρατηγική έκθεση του 2010 εκ μέρους της Επιτροπής για την εφαρμογή των προγραμμάτων της πολιτικής για τη συνοχή, που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών στις 14 Ιουνίου 2010,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών, «Στρατηγική συνοχής: στρατηγική έκθεση 2010 σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013», 1-2 Δεκεμβρίου 2010 (CdR 159/2010),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 2010: «Πώς θα προωθηθούν αποτελεσματικές εταιρικές σχέσεις κατά τη διαχείριση των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής, βάσει των ορθών πρακτικών της περιόδου 2007-2013» (ECO/258),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, και της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0111/2011),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με το άρθρο 174 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ένωση, προκειμένου να προαχθεί η αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της, αναπτύσσει και εξακολουθεί τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής της συνοχής, και αποσκοπεί ιδιαίτερα, στη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης των διαφόρων περιοχών και στη μείωση της καθυστέρησης των πλέον μειονεκτικών περιοχών, όπως των αγροτικών περιοχών, των ζωνών στις οποίες συντελείται βιομηχανική μετάβαση, και των περιοχών που πλήττονται από σοβαρά και μόνιμα φυσικά ή δημογραφικά προβλήματα, και ότι πρέπει στο πλαίσιο αυτό να ληφθεί υπόψη η στρατηγική της ΕΕ για το 2020 που θα την μετατρέψει σε μια έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική συνοχής διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην πορεία προς πλήρη επίτευξη των στόχων της ΕΕ 2020, ειδικότερα στον τομέα της απασχόλησης και των κοινωνικών υποθέσεων, σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης και σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η στρατηγική διάσταση της πολιτικής συνοχής που εγγυάται τη συνέπεια προς τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης - μετατρέποντας την Ευρώπη και τις περιφέρειές της σε ελκυστικότερα μέρη για επενδύσεις και απασχόληση, με τη βελτίωση γνώσεων και καινοτομίας για την ανάπτυξη, και τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας - προβλέπεται και τονίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου (εφεξής: Γενικός Κανονισμός), στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (εφεξής: Στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές), στο εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς (ΕΣΠΑ) και στα επιχειρησιακά προγράμματα (ΕΠ),

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία των στρατηγικών εκθέσεων αποτελεί νέο μέσο της πολιτικής συνοχής, που καθιερώθηκε στη νέα περίοδο προγραμματισμού με τον γενικό κανονισμό ως μέσο για τον έλεγχο της εφαρμογής των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών, με στόχο την αύξηση του στρατηγικού περιεχομένου και την προώθηση της διαφάνειας και της λογοδοσίας της πολιτικής συνοχής καθώς και ότι μπορούν να αντληθούν διδάγματα από τις πληροφορίες και τις εμπειρίες που έχουν αποκομισθεί για τον προγραμματισμό της προσεχούς περιόδου στήριξης·

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία διάθεσης πιστώσεων για στόχους της Λισαβόνας συνίσταται στον προσδιορισμό υποσυνόλων των 86 συμφωνηθέντων σχεδίων προτεραιότητας ως ειδικών προτεραιοτήτων του θεματολογίου ανάπτυξης και απασχόλησης της Λισαβόνας, και ότι για τις περιφέρειες στόχου στο πλαίσιο της σύγκλισης προσδιορίστηκαν 47 θεματικοί τομείς προτεραιότητας για χρηματοδότηση, ενώ από τον στόχο της περιφερειακής ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης προσδιορίστηκαν μόνο 33 θεματικοί τομείς προτεραιότητας·

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι για τις εθνικές στρατηγικές εκθέσεις του 2009, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη συμφώνησαν μόνο στις προτεραιότητες κάθε στόχου, με ημερομηνία ανάκτησης την 30ή Σεπτεμβρίου 2009, μια ημερομηνία κατά την οποία τα κράτη μέλη υπέφεραν ακόμα από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, ορισμένα δε αντιμετώπιζαν αρχικές δυσκολίες κατά την έναρξη της περιόδου προγραμματισμού και ότι, για το λόγο αυτό, αναμένεται ότι θα είναι δυνατόν να ανακτηθούν πιο έγκυρα δεδομένα από τη μελλοντική στρατηγική έκθεση για το 2013,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ευρωπαϊκές περιφέρειες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν κραυγαλέες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανισότητες, εν μέρει ως συνέπεια των δύο τελευταίων διευρύνσεων αλλά και λόγω των άμεσων συνεπειών της παγκόσμιας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης, αν και οι ανισότητες αυτές έχουν περιοριστεί την τελευταία δεκαετία με την ενεργό συνεισφορά της πολιτικής για τη συνοχή, που είναι καθοριστική για την εξασφάλιση ανταγωνιστικότητας και οικονομικής ανάπτυξης χωρίς να παραγνωρίζονται οι περιφερειακές ιδιαιτερότητες·

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική συνοχής έχει αποτελέσει βασικό στοιχείο του Ευρωπαϊκού Σχεδίου για την Ανάκαμψη της Οικονομίας (ΕΣΑΟ), γεγονός που υπογραμμίζει τη σημασία των διαρθρωτικών ταμείων ως μέσων τόνωσης της οικονομίας, ιδιαίτερα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την αειφορία και την ενεργειακή απόδοση, καθώς και ότι η Επιτροπή έχει κληθεί να υποβάλει έκθεση το 2010 σχετικά με την αποδοχή των μέτρων που λήφθηκαν στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής απόκρισης στην κρίση,

1.

επιδοκιμάζει τη στρατηγική έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων της πολιτικής για τη συνοχή που συγχρηματοδοτούνται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία· συγχαίρει τα κράτη μέλη για τις προσπάθειές τους να ετοιμάσουν τις πρώτες εθνικές στρατηγικές εκθέσεις τους, που αποδείχτηκαν πολύτιμη πηγή πληροφοριών σχετικά με την εκτέλεση·

2.

επισημαίνει ότι στις συγκριτικές αναλύσεις πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι πέντε κράτη μέλη συνέλεξαν τα στοιχεία τους πιο πρόσφατα και ένα πιο παλιά· θεωρεί πιο σκόπιμη τη σύγκριση της προόδου των επιμέρους κρατών μελών με τον μέσο όρο της ΕΕ·

3.

θεωρεί ότι η διαφάνεια στη διάθεση των κονδυλίων προάγει την ορθή εφαρμογή και συνιστά προϋπόθεση για την επίτευξη των γενικών στόχων της πολιτικής για τη συνοχή, ως εκ τούτου δε πρέπει να ενισχυθεί σε όλα τα στάδια της εκτέλεσης· πιστεύει ότι η κοινοποίηση του καταλόγου των δικαιούχων θα πρέπει να συνεχιστεί, και μάλιστα τηλεματικά, δεδομένου ότι αποτελεί αποτελεσματικό μέσο για την αύξηση της διαφάνειας· θεωρεί ότι ο καθορισμός κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών και η καθιέρωση του νέου μέσου της υποβολής στρατηγικών εκθέσεων έχουν συμβάλει στη λογοδοσία όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της πολιτικής· ζητεί, στο πλαίσιο αυτό, να διεξάγεται τακτικά πολιτικός διάλογος για τη βελτίωση της διαφάνειας, της απόδοσης ευθυνών και της αξιολόγησης των αποτελεσμάτων της πολιτικής συνοχής·

Εκτέλεση

4.

επισημαίνει ότι οι συνολικές πιστώσεις των επιλεγέντων έργων ανέρχονται σε 93,4 εκατομμύρια ευρώ, που αναλογεί στο 27,1 % των διαθέσιμων πόρων της ΕΕ την τρέχουσα περίοδο, και ότι το μέσο αυτό ποσοστό ισχύει τόσο για τους τρεις στόχους της πολιτικής συνοχής όσο και στις κατηγορίες δέσμευσης πιστώσεων της Λισαβόνας και την πρόοδο στην υλοποίηση των κοινοτικών στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι η πρόοδος διαφέρει πολύ μεταξύ κρατών και θεματικών τομέων, με συνολικά ποσοστά επιλογής μεγαλύτερα του 40 % στην περίπτωση εννέα κρατών μελών και κάτω του 20 % για τέσσερα κράτη μέλη·

5.

εκφράζει εκ νέου την εκτίμησή του για τις προσπάθειες των εθνικών αρχών να διασφαλίσουν ότι η μέση κατανομή των δαπανών για την επίτευξη της ατζέντας της Λισαβόνας συνιστά το 65 % των διαθέσιμων κονδυλίων στις περιφέρειες σύγκλισης και το 82 % στις περιφέρειες του στόχου περιφερειακής ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης, που υπερβαίνουν τα επίπεδα που ζητήθηκαν αρχικά· επισημαίνει με ικανοποίηση ότι με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία έχουν διατεθεί συνολικά για έργα σχετικά με τους στόχους της Λισαβόνας 63 εκατομμύρια ευρώ, η δε επιλογή των έργων με βάση τους στόχους της Λισαβόνας είναι στα ίδια επίπεδα ή λίγο ταχύτερη από την επιλογή στο πλαίσιο άλλων ενεργειών, και προτρέπει, συνεπώς, τα κράτη μέλη να εξακολουθήσουν στο μέλλον να δεσμεύουν πόρους για έργα που στηρίζουν τη στρατηγική ΕΕ 2020·

6.

επισημαίνει ότι τον μεγαλύτερο βαθμό προόδου μεταξύ των θεματικών τομέων των κοινοτικών στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών παρουσιάζει ο θεματικός τομέας της εδαφικής συνοχής (30 %), η «Βελτίωση των γνώσεων και της καινοτομίας με στόχο την ανάπτυξη» είναι πάνω από τον μέσο όρο αλλά οι άλλες δύο κατευθυντήριες γραμμές είναι κάτω από 27,1 %, ενώ, επιπλέον, οι ρυθμοί επιλογής είναι πάνω από τον μέσο όρο για τα έργα που χρηματοδοτούνται από πιστώσεις για στόχους της Λισαβόνας τόσο για τη σύγκλιση όσο και για την περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και απασχόληση, αλλά για την ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία είναι μόλις 20,5 %· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ελλείψει δεικτών απόδοσης και αποτελεσμάτων για όλα τα κράτη μέλη, η ανάλυση των επιδόσεων της πολιτικής όπως παρουσιάζεται στη στρατηγική έκθεση αποδείχτηκε ότι έχει σοβαρούς περιορισμούς· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να αναθεωρήσει τις διοικητικές απαιτήσεις της για υποβολή εκθέσεων, και καλεί τα κράτη μέλη να λειτουργούν με μεγαλύτερη πειθαρχία κατά την παροχή δεδομένων για την εκτέλεση προγραμμάτων·

7.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόοδο που έχει επιτευχθεί ήδη στην εφαρμογή σχεδίων που αφορούν την κατευθυντήρια γραμμή «Περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας», ενόψει της οικονομικής κρίσης και του αυξανόμενου αριθμού των ανέργων· συνιστά, ωστόσο, ένθερμα να καθιερώσει η Επιτροπή κατάλληλες μεθόδους συνεργασίας με τα κράτη μέλη, προκειμένου να διευκολυνθούν η έγκαιρη κινητοποίηση όλων των αναγκαίων κονδυλίων και η αποτελεσματική διάθεση της χρηματοδότησης, έτσι ώστε να επιτευχθεί μια οικονομία που θα αξιοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους και θα είναι ανταγωνιστική, με χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και υψηλή απασχόληση, η οποία θα συμβάλει στην κοινωνική και εδαφική συνοχή και τη μείωση της φτώχειας, που συνιστούν στόχους προτεραιότητας της στρατηγικής ΕΕ 2020, ιδίως στον τομέα της απασχόλησης και κοινωνικών υποθέσεων, προκειμένου να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη και την παραγωγικότητα, και να βελτιωθούν οι επιδόσεις στον τομέα της απασχόλησης στην Ευρώπη·

8.

επιδοκιμάζει το γεγονός ότι το ΕΚΤ υποστήριξε κατάλληλα την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και είχε ουσιαστική συμβολή στην υιοθέτηση ενεργητικής έως και προληπτικής πολιτικής στον τομέα της απασχόλησης, και την εγκατάλειψη της παθητικής· ζητεί από τα κράτη μέλη να συνεχίσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα προστατέψουν τις αγορές εργασίας από μια ενδεχόμενη μελλοντική κρίση·

9.

ζητεί από τα κράτη μέλη να σημειώσουν πρόοδο στην εφαρμογή συγχρηματοδοτούμενων μέτρων και δραστηριοτήτων με στόχο τη στήριξη, σε περιφερειακό επίπεδο, των αγορών εργασίας με τη μείωση του διαχωρισμού λόγω φύλου και τον περιορισμό των ανισοτήτων, όπως είναι το χάσμα των αμοιβών και η υποεκπροσώπηση στο επίπεδο της λήψης των αποφάσεων, τη διευκόλυνση του συμβιβασμού επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, και την ενθάρρυνση για μετατροπή της επισφαλούς εργασίας σε εργασία με δικαιώματα, δεδομένου του υψηλού ποσοστού των γυναικών που θίγονται από ρυθμίσεις επισφαλούς απασχόλησης·

10.

τονίζει ότι είναι σημαντικό να βελτιωθούν η υποδομή και οι υπηρεσίες στις μειονεκτούσες μικροπεριφέρειες με υψηλή συγκέντρωση κοινωνικά περιθωριοποιημένου πληθυσμού (π.χ. Ρομά) και να καταστούν οικονομικά προσιτές·

11.

υπογραμμίζει τη γενικότερη σημασία των μεταφορών στη διασφάλιση της εδαφικής, οικονομικής και κοινωνικής συνοχής· εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι η πρόοδος στον σιδηροδρομικό τομέα υπολείπεται του σχεδίου και υστερεί ως προς την πρόοδο στις οδικές μεταφορές, με αποτέλεσμα να μην συμβάλλει επαρκώς στην απεξάρτηση των μεταφορών από τον άνθρακα· υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η δυσαναλογία μεταξύ των διαφόρων τρόπων μεταφοράς στον σχεδιασμό των επενδύσεων είναι επιζήμια για τη δημιουργία ευρωπαϊκού δικτύου συνδυασμένων μεταφορών, και επισημαίνει ότι περαιτέρω καθυστερήσεις στην εκτέλεση ενδέχεται να επιτείνουν τις ανισορροπίες·

12.

υπενθυμίζει ότι περίπου το 23,7 % (82 δισεκατομμύρια ευρώ) των πιστώσεων του Ταμείου Συνοχής και των Διαρθρωτικών Ταμείων για την περίοδο 2007-2013 προορίζεται για τις μεταφορές, αλλά μόνο τα μισά από αυτά θα δαπανηθούν για προγράμματα ΔΕΔ-Μ (17 δισεκατομμύρια ευρώ για το δίκτυο προτεραιότητας ΔΕΔ-Μ και 27,2 δισεκατομμύρια ευρώ για το γενικό μέρος) ενώ τα άλλα μισά προορίζονται για επενδύσεις σε εθνικά, περιφερειακά και τοπικά προγράμματα που δεν αναφέρονται στους χάρτες ΔΕΔ-Μ· τονίζει ότι τα κονδύλια συνοχής και τα διαρθρωτικά κονδύλια στον τομέα των μεταφορών κατανέμονται μεταξύ των τρόπων και των δικτύων μεταφορών χωρίς να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

13.

όσον αφορά την εδαφική συνεργασία, εφιστά ιδιαίτερα την προσοχή στην τάση για καθυστέρηση στην εκκίνηση διασυνοριακών έργων και σιδηροδρομ9ικών έργων γενικότερα, και υπογραμμίζει την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία του δικτύου ΔΕΔ-Μ, η οποία είναι ιδιαίτερα προφανής στα διασυνοριακά τμήματα των προγραμμάτων και στη διασύνδεσή τους με τα εθνικά προγράμματα για τα δίκτυα οδικών, σιδηροδρομικών και εσωτερικών πλωτών οδών· προτείνει, στο πλαίσιο αυτό, τη συστηματική καθιέρωση κοινών βάσεων για βέλτιστες πρακτικές, οργανωμένη σε κοινωνικοοικονομικό, σε γεωγραφικό, σε δημογραφικό και σε πολιτιστικό επίπεδο·

14.

επιδοκιμάζει τη συμπερίληψη δαπανών για επενδύσεις στην ενεργειακή απόδοση και τις ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στα έργα κατασκευής κατοικιών και στέγασης για περιθωριοποιημένες ομάδες πληθυσμού, που εφαρμόζεται επιτυχώς σε πολλές περιφέρειες και θα πρέπει να συνεχιστεί στο μέλλον·

15.

ζητεί την αποτελεσματικότερη εκτέλεση των προγραμμάτων στον τομέα του περιβάλλοντος, ιδίως σε οριζόντια πεδία που παρέχουν προστιθέμενη ευρωπαϊκή αξία, όπως η καταπολέμηση και ο μετριασμός των αλλαγών του κλίματος και η προσαρμογή σε αυτές, οι επενδύσεις σε καθαρότερες τεχνολογίες με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, η δράση για την καταπολέμηση της μόλυνσης της ατμόσφαιρας και των υδάτων, η δράση για την προστασία της βιοποικιλότητας, η διεύρυνση των σιδηροδρομικών δικτύων, η προώθηση της ενεργειακής απόδοσης, ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα, και στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε μια προσπάθεια να επιτευχθούν οι στόχοι της ΕΕ 2020 και να προωθηθεί η δημιουργία «πράσινων» θέσεων απασχόλησης και «πράσινης» οικονομίας·

16.

ζητεί να χρησιμοποιούνται τα σχετικά κονδύλια για την πρόληψη των φυσικών καταστροφών και/ή την ταχεία αντίδραση σε τέτοιες καταστάσεις, και καλεί τα κράτη μέλη να επισπεύσουν τις επενδύσεις στον τομέα της πρόληψης και της αποκατάστασης των βιομηχανικών ζωνών και των εκτάσεων που έχουν μολυνθεί, δεδομένου του χαμηλού ποσοστού εκτέλεσης των προγραμμάτων·

17.

εκφράζει τη λύπη του για τις καθυστερήσεις στην επιλογή των έργων σε στρατηγικούς τομείς όπως οι σιδηροδρομικές μεταφορές, ορισμένες επενδύσεις στους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος, η ψηφιακή οικονομία, η κοινωνική ένταξη, η διακυβέρνηση και η ανάπτυξη ικανότητας, και ζητεί εμπεριστατωμένη ανάλυση των λόγων για τις καθυστερήσεις αυτές, καλώντας στο πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή των περιφερειών τους στον καλύτερο έλεγχο των τομέων στους οποίους πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες· υπογραμμίζει, αφετέρου, τη μεγαλύτερη απορρόφηση στα περιβαλλοντικά έργα των προγραμμάτων ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας και επισημαίνει τη σαφή προστιθέμενη αξία της συνεργασίας στο συγκεκριμένο πλαίσιο· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι τα κράτη μέλη μπορεί να έχουν καλύψει το κενό σε τομείς στους οποίους καθυστερούσε η εκτέλεση, και ότι συνεπώς οι καθυστερήσεις στο συγκεκριμένο στάδιο δεν είναι κατ’ ανάγκη ενδεικτικές της συνολικής ποιότητας κατά την περίοδο προγραμματισμού· επισημαίνει στο πλαίσιο αυτό ότι η επιτάχυνση των ικανοτήτων απορρόφησης και η δημοσιονομική εκτέλεση της πολιτικής για τη συνοχή κατά το 2010, ως αποτέλεσμα, ανακύπτει μεταξύ, των πρόσφατων νομοθετικών αλλαγών και των επιχειρησιακών προγραμμάτων που τελικά επιτυγχάνουν τον κανονικό ρυθμό τους δεδομένου ότι τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου εγκρίθηκαν τελικά από την Επιτροπή·

18.

πιστεύει ότι πρέπει να ληφθούν εγκαίρως διορθωτικά μέτρα για τη βελτίωση ανεπαρκών επιδόσεων σε ορισμένους τομείς προτεραιότητας· συνιστά τη διεξαγωγή διεξοδικής ανάλυσης των προβλημάτων εκτέλεσης σε τομείς στους οποίους σημειώνεται ιδιαίτερη καθυστέρηση στην επιλογή των έργων, και καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειες για τη βελτίωση της επιλογής έργων στους θεματικούς τομείς που παρουσιάζουν καθυστέρηση, και να επισπεύσουν την εφαρμογή όλων των επιλεγέντων έργων ούτως ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος να μην επιτευχθούν συμφωνημένοι στόχοι·

19.

πιστεύει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις είναι επιτακτική η ανάγκη για ταχεία επιλογή και εκτέλεση των έργων και για γενικότερη βελτίωση της αξιοποίησης των πόρων που προορίζονται για δραστηριότητες οι οποίες στοχεύουν στη βελτίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου, στην προαγωγή της υγείας και την προώθηση της πρόληψης των ασθενειών, στη διασφάλιση της ισότητας ευκαιριών, στη στήριξη των αγορών εργασίας και στην ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης, προκειμένου ιδιαίτερα να ξεπεραστούν οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης·

20.

τονίζει το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη επιβεβαίωσαν πως η πειθαρχία που επιβάλλει η πρακτική της δέσμευσης πόρων έχει βελτιώσει την ποιότητα και την εστίαση του προγραμματισμού· επισημαίνει επίσης ότι τα κράτη μέλη κατέληξαν ομόφωνα στο συμπέρασμα πως η διατήρηση των θεμελιωδών προτεραιοτήτων των εθνικών τους στρατηγικών πλαισίων αναφοράς και των επιχειρησιακών προγραμμάτων που σχετίζονται με τη στρατηγική της Λισσαβόνα αποτελεί το καλύτερο μέσο για την αντιμετώπιση της κρίσης, και επαναβεβαίωσαν τη σπουδαιότητα των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων που καθορίζονται στα εν λόγω έγγραφα·

Οι προκλήσεις σε σχέση με την εκτέλεση

21.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι η αποτελεσματική επιλογή και υλοποίηση των έργων σε ορισμένους τομείς παρεμποδίζεται από την έλλειψη σημαντικών προϋποθέσεων, όπως η απλούστευση των διαδικασιών εφαρμογής και ο καθορισμός σαφών προτεραιοτήτων για κάποια πεδία παρέμβασης σε εθνικό επίπεδο, η έγκαιρη μεταφορά της ενωσιακής νομοθεσίας, και η ενοποίηση των θεσμικών και διοικητικών δομών, όπως επίσης από υπέρμετρη γραφειοκρατία· καλεί, συνεπώς, τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες να διευκολύνουν την εφαρμογή της πολιτικής, αντιμετωπίζοντας τις εν λόγω προκλήσεις και ειδικότερα προσαρμόζοντας το νομικό πλαίσιο στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, των δημόσιων συμβάσεων και των περιβαλλοντικών διατάξεων, και να προωθήσουν θεσμικές μεταρρυθμίσεις·

22.

υπενθυμίζει με λύπη του ότι η σημαντική καθυστέρηση στην εφαρμογή της πολιτικής οφείλεται κυρίως στους ακόλουθους παράγοντες: καθυστερημένη περάτωση των διαπραγματεύσεων για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και τη νομοθετική δέσμη της πολιτικής, που είχε ως συνέπεια την καθυστερημένη ολοκλήρωση των στρατηγικών και των επιχειρησιακών προγραμμάτων των κρατών μελών, αλλαγές στους κανόνες οικονομικού ελέγχου και στα κριτήρια αξιολόγησης που επιβάλλονται σε εθνικό επίπεδο, επικαλύψεις με το κλείσιμο της περιόδου 2000-2006 και έλλειψη δημόσιων πόρων για τη συγχρηματοδότηση στα κράτη μέλη·

23.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μολονότι η στρατηγική έκθεση θα πρέπει να δίνει έμφαση στη συμβολή των προγραμμάτων που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία για την υλοποίηση των στόχων της πολιτικής συνοχής, δεν περιλαμβάνει πλήρη στοιχεία για την κατάσταση όσον αφορά τις περιφερειακές ανισότητες έως το 2009·

Η απόκριση στην οικονομική κρίση

24.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δημοσίευση του εγγράφου εργασίας της Επιτροπής «Πολιτική συνοχής: απόκριση στην οικονομική κρίση -μια ανασκόπηση της εφαρμογής των μέτρων πολιτικής συνοχής που λήφθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Σχεδίου για την Ανάκαμψη της Οικονομίας»· υπογραμμίζει ότι η ανασκόπηση αυτή βασίζεται κυρίως στις πληροφορίες που περιέχουν οι εθνικές στρατηγικές εκθέσεις· καλεί την Επιτροπή να λάβει τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη είναι ακριβείς·

25.

επισημαίνει ότι, στο πλαίσιο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης και της τρέχουσας οικονομικής ύφεσης, η πολιτική συνοχής της ΕΕ συμβάλλει αποφασιστικά στο ευρωπαϊκό σχέδιο για την ανάκαμψη της οικονομίας, δεδομένου ότι αποτελεί τη μεγαλύτερη κοινοτική πηγή επενδύσεων στην πραγματική οικονομία, και έχει αποδειχτεί ότι επιτρέπει την ευέλικτη και κατάλληλη απόκριση στο ραγδαία επιδεινούμενο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον· υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη έκριναν πως μπορούσαν να προσαρμόσουν τα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης στις ιδιαίτερες ανάγκες τους· ζητεί, ωστόσο, μεγαλύτερη ευελιξία και μικρότερη πολυπλοκότητα στους κανόνες για την καταπολέμηση της κρίσης, και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν χωρίς καθυστέρηση όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους για να διασφαλίσουν την κατάλληλη και έγκαιρη απόκριση σύμφωνα με τις ιδιαίτερες ανάγκες, καθώς και την επιτυχημένη έξοδο από την κρίση, προκειμένου να επιτευχθεί μακροπρόθεσμα βιώσιμη ανάπτυξη με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης και της ελκυστικότητας των Ευρωπαϊκών Περιφερειών·

26.

τονίζει ότι είναι σημαντικό να καταβληθούν συμπληρωματικές προσπάθειες ούτως ώστε να ξεπεραστούν οι δυσκολίες στην αποτίμηση του γενικού αντικτύπου των ειδικών μέτρων πολιτικής για τη συνοχή στο πλαίσιο του ΕΠΑΟ, και εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι έτσι η ανασκόπηση μπορεί να δώσει σε περιορισμένο μόνο βαθμό μια εικόνα με συγκεκριμένα παραδείγματα σε εθνικό επίπεδο· εκφράζει, πάντως, την ικανοποίησή του για την ανάλυση ορθών πρακτικών και τα πρώτα συμπεράσματα που περιλαμβάνονται στην έκθεση·

27.

θεωρεί ότι οι ενδείξεις για την έξοδο από την κρίση δεν είναι βάσιμες, και ότι στα προσεχή χρόνια η Ευρώπη θα υποχρεωθεί να αντιμετωπίσει τις διαρθρωτικές της αδυναμίες και μέσω παρεμβάσεων της πολιτικής για τη συνοχή και στοχευμένων επενδύσεων, ιδιαίτερα για έρευνα και ανάπτυξη, καινοτομία, εκπαίδευση και τεχνολογία, επωφελείς για όλους τους τομείς όσον αφορά την αύξηση της ανταγωνιστικότητας· υπογραμμίζει στο πλαίσιο αυτό την ανάγκη για διεξοδική ανάλυση του αντικτύπου των μέτρων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της κρίσης και την ανάγκη για προσιτή διαρθρωτική χρηματοδότηση, που αποτελεί ισχυρό μηχανισμό σχεδιασμένο για να βοηθήσει τις περιφέρειες στην οικονομική και κοινωνική τους αναδιάρθρωση και την προώθηση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής και αλληλεγγύης·

Δημιουργία συνεργιών και αποφυγή του κατακερματισμού κατά τομείς των πόρων της περιφερειακής πολιτικής

28.

συμμερίζεται την άποψη του Συμβουλίου που εκφράζεται στα συμπεράσματα του Συμβουλίου για τη στρατηγική έκθεση του 2010 σχετικά με την πραγματική προστιθέμενη αξία που δημιουργείται από μια στρατηγική και ολοκληρωμένη προσέγγιση για τα διαρθρωτικά ταμεία· υπενθυμίζει ότι κάθε ταμείο χρειάζεται τους δικούς του κανόνες για επιτυχείς επιτόπιες παρεμβάσεις σε ειδικές καταστάσεις· υπογραμμίζει, επίσης, την ανάγκη για εξυγίανση των εθνικών προϋπολογισμών και αύξηση των συνεργιών και του αντικτύπου όλων των πηγών χρηματοδότησης (ΕΕ, κράτη μέλη, μέσα της ΕΤΕπ) με αποτελεσματικό συντονισμό·

29.

υπογραμμίζει ότι οι συνεργίες μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων και άλλων μέσων τομεακής πολιτικής, και μεταξύ των μέσων αυτών και των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών πόρων είναι ζωτικής σημασίας και δημιουργούν πολύτιμους συνδέσμους που επιτρέπουν την αμοιβαία ενίσχυση, τη βιώσιμη εκτέλεση των προγραμμάτων και την επίτευξη εδαφικής συνοχής· αναγνωρίζει ότι, χάρη στις διατάξεις περί δέσμευσης κονδυλίων για την περίοδο 2007-2013, η πολιτική συνοχής προσανατολίζεται καλύτερα προς τη δημιουργία συνεργιών με τις πολιτικές έρευνας και καινοτομίας, υπογραμμίζει ότι τα διαρθρωτικά ταμεία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση της υποδομής έρευνας, ώστε να διασφαλιστεί το απαιτούμενο επίπεδο αριστείας για την πρόσβαση στα ερευνητικά κονδύλια· υπογραμμίζει επίσης τα πλεονεκτήματα των συνεργιών μεταξύ ΕΤΠΑ, ΕΚΤ και ΕΓΤΑΑ· επισημαίνει ότι η πείρα έχει δείξει σαφώς πως η επιτυχημένη εφαρμογή των προγραμμάτων που χρηματοδοτεί το ΕΚΤ είναι αναγκαία προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα της χρηματοδότησης οικονομικών ενεργειών από το ΕΤΠΑ· υπογραμμίζει, στο πλαίσιο αυτό, το δυναμικό της πολλαπλής χρηματοδότησης που δεν έχει ακόμη αξιοποιηθεί πλήρως· όσον αφορά την προσεχή στρατηγική έκθεση, καλεί την Επιτροπή να εισαγάγει αναφορά στην αλληλεπίδραση μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων και την αλληλεπίδραση των διαρθρωτικών ταμείων με τα άλλα χρηματοδοτικά μέσα της Ένωσης·

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

30.

υπογραμμίζει ότι η τεχνική βοήθεια, η παρακολούθηση και η αξιολόγηση τονώνουν την εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων και, σε συνδυασμό με αποτελεσματικό οικονομικό έλεγχο, θα αποτελέσουν κίνητρο για την ποιοτική βελτίωση της απόδοσης·

31.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μόνο 19 κράτη μέλη υπέβαλαν βασικούς δείκτες, και συνεπώς είναι αδύνατον στο παρόν στάδιο να αποκτηθεί μια πρώτη γενική εικόνα για τον αντίκτυπο της πολιτικής επιτόπου· παροτρύνει τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν βασικούς δείκτες στην επόμενη διαδικασία υποβολής στρατηγικών εκθέσεων το 2012-2013· καλεί την Επιτροπή να παρέμβει και να παρέχει στήριξη σε κράτη μέλη και περιφέρειες ούτως ώστε να καταρτίζουν εγκαίρως συνεκτικά και πλήρη δεδομένα·

32.

υπογραμμίζει την ανάγκη να διασφαλίζει η Επιτροπή την αποτελεσματική και συνεχή παρακολούθηση και συστήματα ελέγχου για τη βελτίωση της διακυβέρνησης και της αποτελεσματικότητας του συστήματος λειτουργίας των Διαρθρωτικών Ταμείων· ζητεί από την Επιτροπή να βελτιώσει τη συνοχή και την ποιότητα της παρακολούθησης της προόδου που σημειώνουν τα κράτη μέλη, καθιστώντας υποχρεωτική τη χρήση μιας ελάχιστης δέσμης βασικών δεικτών στις στρατηγικές εκθέσεις τους κατά την προσεχή περίοδο προγραμματισμού, ώστε να διευκολυνθεί η σύγκριση και να προωθηθεί η επικέντρωση στα αποτελέσματα, και παρέχοντας λεπτομερέστερες οδηγίες·

Ορθές πρακτικές

33.

θεωρεί ότι οι ορθές πρακτικές και η αμοιβαία άντληση διδαγμάτων στην υλοποίηση της πολιτικής πρέπει να εξαίρονται και να προωθείται η ανταλλαγή τους, προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα και να αποφευχθεί η επανάληψη σφαλμάτων του παρελθόντος·

34.

ενθαρρύνει τις ορθές πρακτικές στην υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη, όπως η χρήση βασικών δεικτών, η αναφορά αποτελεσμάτων και επιτευγμάτων, η αναφορά συνεργιών μεταξύ εθνικών πρακτικών και πρακτικών σε επίπεδο ΕΕ, η οργάνωση δημόσιων συζητήσεων και διαβουλεύσεων με τους ενδιαφερομένους, η υποβολή των εκθέσεων στα εθνικά κοινοβούλια για γνωμοδότηση και η δημοσίευσή τους σε κυβερνητικές ιστοθέσεις, ενώ σε όλες τις εκθέσεις θα χρησιμοποιείται σαφής και συνεπής ορολογία, δεδομένου ότι οι πρακτικές αυτές βελτιώνουν την ποιότητα της υποβολής εκθέσεων και αυξάνουν την αποδοχή τους από τους ενδιαφερομένους στα κράτη μέλη· υποστηρίζει επίμονα την ανάγκη να ακολουθείται η βέλτιστη πρακτική σε περιφέρειες που χαρακτηρίζονται από χαμηλότερο βαθμό απορρόφησης ή απόδοσης όσον αφορά τα προγράμματα χρηματοδότησης·

35.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι εθνικές, οι περιφερειακές και οι τοπικές αρχές μπορούν να επανευθυγραμμίσουν τα επιχειρησιακά προγράμματα με τους στόχους της ΕΕ 2020 για τη βιώσιμη ανάπτυξη, και το πώς οι πρακτικές μπορούν να επανεπικεντρωθούν στους στόχους για έξυπνη ανάπτυξη κατά τη συγκεκριμένη περίοδο προγραμματισμού· ζητεί από τα κράτη μέλη να ενεργήσουν χωρίς καθυστέρηση, να επενδύσουν περισσότερο στη βιώσιμη ανάπτυξη και την έξυπνη μεγέθυνση της οικονομίας, την κοινωνική ένταξη και την ισότητα των φύλων στην αγορά εργασίας, και να χρησιμοποιούν αποδοτικότερα τους πόρους· ζητεί ακόμα από την Επιτροπή να ξεκινήσει συζήτηση για την περαιτέρω εξειδίκευση του τρόπου με τον οποίο μπορεί η πολιτική συνοχής, κατά την τρέχουσα περίοδο 2007-2013, να συμβάλει στους στόχους της στρατηγικής της ΕΕ 2020·

Συμπεράσματα και συστάσεις

36.

υπογραμμίζει τον ρόλο των ΜΜΕ ως καινοτόμων εταίρων στην οικονομία και υπογραμμίζει την ανάγκη να αναπτυχθεί ο τομέας αυτός, μεταξύ άλλων με την υλοποίηση της Small Business Act, τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ΜΜΕ σε χρηματοδότηση και κεφάλαιο λειτουργίας και την ενθάρρυνση των ΜΜΕ να συμμετέχουν σε καινοτόμα σχέδια προκειμένου να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους και να βελτιώσουν τις δυνατότητές τους για μεγαλύτερη απασχόληση· υπογραμμίζει ότι η συνεργασία σε τοπικό και σε περιφερειακό επίπεδο μεταξύ δημόσιων αρχών, ΜΜΕ, δικτύων επιχειρήσεων, ερευνητικών ιδρυμάτων και ομίλων, καθώς επίσης η αποδοτική αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων, συμπεριλαμβανομένων των μέσων χρηματοοικονομικής τεχνικής (Jeremie) ως στοιχείων ενίσχυσης των κεφαλαίων των ΜΜΕ, μπορούν να αποφέρουν πολλά κοινωνικά και οικονομικά οφέλη· υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι όσον αφορά τη χρηματοδότηση δανείων, πρέπει να αυξηθεί η ασφάλεια δικαίου κατά τρόπο ώστε οι ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί φορείς και οι τράπεζες στήριξης να μπορούν να καθορίζουν εξ αρχής τους όρους για τα καινοτόμα χρηματοδοτικά μέσα, οι οποίοι να ισχύουν για όλη την περίοδο προγραμματισμού·

37.

πιστεύει ακράδαντα ότι η ορθή διακυβέρνηση σε ευρωπαϊκό, σε εθνικό, σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο και ο αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης είναι θεμελιώδη για τη διασφάλιση ποιότητας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, για τον στρατηγικό σχεδιασμό, τη βελτίωση της ικανότητας απορρόφησης των διαρθρωτικών ταμείων και του ταμείου συνοχής, και συνεπώς για την επιτυχημένη και αποτελεσματική υλοποίηση της πολιτικής για τη συνοχή· ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να ενισχύσουν και να κινητοποιήσουν την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση σύμφωνα με τη Συνθήκη, την αρχή της επικουρικότητας και την αρχή της εταιρικής σχέσης· υπογραμμίζει στο πλαίσιο αυτό τη σημασία μιας στρατηγικής γνήσιας εταιρικής σχέσης, κάθετα αλλά και οριζόντια, και συνιστά να αξιολογηθεί η ποιότητα της συμμετοχής στο πλαίσιο αυτής της εταιρικής σχέσης, υπενθυμίζοντας ότι η εταιρική σχέση μπορεί να οδηγήσει σε απλούστευση, ιδιαίτερα στη διαδικασία επιλογής σχεδίων· ζητεί από τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν για τη συμμετοχή των επιμέρους εθνικών επιπέδων ήδη από την αρχή στον καθορισμό των επενδυτικών προτεραιοτήτων και την ίδια τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, και να τα εντάξουν στους παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών και τους εκπροσώπους κοινοτήτων στο πλαίσιο της εκτέλεσης των προγραμμάτων· προτείνει, στο πλαίσιο αυτό, τη θέσπιση ενός «Εδαφικού Συμφώνου Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών στη Στρατηγική για την Ευρώπη 2020» σε κάθε κράτος μέλος·

38.

πιστεύει ότι η απλούστευση των διατάξεων και των διαδικασιών θα συμβάλει στην επιτάχυνση της διάθεσης κονδυλίων και της πραγματοποίησης πληρωμών, και θα πρέπει επομένως να συνεχιστεί και να επιφέρει τη βελτίωση των κανόνων για την περίοδο μετά το 2013, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο, χωρίς τούτο να προκαλέσει μεγάλες δυσκολίες στους δικαιούχους· θεωρεί ότι η περιφερειακή πολιτική θα πρέπει να είναι καλύτερα προσαρμοσμένη στις ανάγκες των χρηστών και ότι η απλούστευση θα μειώσει τα περιττά διοικητικά εμπόδια και στοιχεία κόστους, καθώς και άλλα εμπόδια στην επίτευξη των στόχων της πολιτικής, θα αποτρέψει τη σύγχυση και την εσφαλμένη ερμηνεία των τρεχουσών διοικητικών πρακτικών και, παράλληλα, θα εξασφαλίσει ευελιξία στη διαχείριση των έργων, συγχρονισμό των ελέγχων και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα της πολιτικής· εκφράζει την αποδοκιμασία του για το γεγονός ότι, λόγω της υπέρμετρης γραφειοκρατίας, των εξαιρετικά περίπλοκων κανόνων λόγω συχνών αλλαγών και της έλλειψης εναρμονισμένων διαδικασιών, πολλά κονδύλια παραμένουν αχρησιμοποίητα· πιστεύει ότι θα πρέπει να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ της απλούστευσης και της σταθερότητας των κανόνων και των διαδικασιών·

39.

ζητεί από τα κράτη μέλη και τις περιφερειακές αρχές να βελτιώσουν την ανάπτυξη ικανότητας και να μειώσουν τις διοικητικές επιβαρύνσεις, να διασφαλίσουν δε, ιδιαίτερα, τη συγχρηματοδότηση των έργων με εθνικές συνεισφορές και, αν είναι σκόπιμο, με υποστήριξη σε επίπεδο χρηματοοικονομικής τεχνικής, προκειμένου να αυξηθεί το ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων και να αποφευχθεί περαιτέρω σοβαρή καθυστέρηση των επενδύσεων·

40.

υποστηρίζει τις ιδέες που προωθεί η Επιτροπή, οι οποίες αποσκοπούν στο να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην εκτέλεση των διαρθρωτικών ταμείων με γνώμονα τα αποτελέσματα, και θεωρεί ότι τις στρατηγικές εκθέσεις πολύτιμο εργαλείο για την παρακολούθηση της προόδου στην εκτέλεση, το οποίο προσφέρει τη βάση για αξιολόγηση από ομοτίμους και στρατηγικό διάλογο σε επίπεδο ΕΕ· προκειμένου να επιτευχθεί υψηλότερη ποιότητα των στρατηγικών εκθέσεων, με βάση συγκρίσιμα και αξιόπιστα στοιχεία, ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν πιο αναλυτική και στρατηγική προσέγγιση στην εκπόνηση των εθνικών εκθέσεων και να υποβάλλουν επίκαιρες και ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τους βασικούς δείκτες και τους συμφωνημένους στόχους· υπογραμμίζει στο πλαίσιο αυτό ότι η στρατηγική έκθεση του 2013 θα πρέπει να προσανατολίζεται στα αποτελέσματα και να επικεντρώνεται περισσότερο στην ποιοτική ανάλυση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων, των αποτελεσμάτων, των εκβάσεων και του αρχικού αντικτύπου, αντί να δίνει υπέρμετρη έμφαση στα στατιστικά στοιχεία·

41.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν την ενδιάμεση αναθεώρηση των δημοσιονομικών προοπτικών 2007-2013 και την πολιτική συνοχής, προκειμένου να διασφαλίσουν την αύξηση της απορρόφησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων κατά το διάστημα 2011-2013·

42.

ζητεί από όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη, ενόψει του προσεχούς γύρου διαπραγματεύσεων για τη μελλοντική πολιτική συνοχής, να διευκολύνουν την ταχύτερη ολοκλήρωση των κύριων εγγράφων, όπως το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και οι κανονισμοί, προκειμένου να ξεπεραστούν οι αρχικές δυσκολίες που ενδέχεται να ανακύψουν κατά την έναρξη της προσεχούς περιόδου προγραμματισμού·

43.

καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει τη διάθεση επαρκούς χρηματοδότησης για τη μελλοντική πολιτική συνοχής· πιστεύει ότι η πολιτική συνοχής δεν πρέπει να θεωρείται απλώς μέσο για την επίτευξη των στόχων των τομεακών πολιτικών, δεδομένου ότι είναι κοινοτική πολιτική που παρέχει ουσιαστική προστιθέμενη αξία και έχει δικό της λόγο ύπαρξης: την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή, υπογραμμίζει στο πλαίσιο αυτό ότι η πολιτική συνοχής θα πρέπει να παραμείνει ανεξάρτητη και να μην τροποποιηθούν οι σημερινές της βάσεις και αρχές με τον κατακερματισμό των πόρων της περιφερειακής πολιτικής σε επιμέρους τομείς·

*

* *

44.

αναθέτει στον Πρόεδρο του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη.


(1)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.

(2)  ΕΕ L 371 της 27.12.2006, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 126 της 21.5.2009, σ. 3.

(4)  ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 1.

(5)  ΕΕ L 291 της 21.10.2006, σ. 11.

(6)  ΕΕ C 117 Ε της 6.5.2010, σ. 79.

(7)  ΕΕ C 161 Ε της 31.5.2011, σ. 104.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, Ρ7_ΤΑ(2010)0473.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/10


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον και το μέλλον του στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής

P7_TA(2011)0284

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον και το μέλλον του στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής (2010/2158(INI))

2012/C 390 E/02

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδιαίτερα τον Τίτλο XVIII,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (2),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006, για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (3),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 397/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης σε ό,τι αφορά την επιλεξιμότητα των επενδύσεων για την ενεργειακή απόδοση και την ανανεώσιμη ενέργεια στη στέγαση (4),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1233/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2010, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 663/2009 σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος οικονομικής ανάκαμψης με την παροχή κοινοτικής οικονομικής βοηθείας σε προγράμματα στον τομέα της ενέργειας (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη συνέχεια της Εδαφικής Ατζέντας και του Χάρτη της Λειψίας: Προς ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη χωροταξική ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τη διακυβέρνηση και την εταιρική σχέση στο εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, και μια βάση για τα σχέδια στον τομέα της περιφερειακής πολιτικής (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής στη νέα προγραμματική περίοδο (8),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για την Εδαφική Συνοχή και το στάδιο της συζήτησης σχετικά με την μελλοντική μεταρρύθμιση της πολιτικής συνοχής (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με τη συμβολή της πολιτικής συνοχής στην επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας και της ΕΕ 2020 (10),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την πολιτική συνοχής και περιφερειακή πολιτική της ΕΕ μετά το 2013 (11),

έχοντας υπόψη το ειδικό υπόμνημα που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Συνέχεια της εδαφικής ατζέντας και του Χάρτη της Λειψίας: Προς ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη χωροταξική ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή»,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Ευρώπη 2020 - στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη την πέμπτη έκθεση της Επιτροπής για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: το μέλλον της πολιτικής για τη συνοχή, της 9ης Νοεμβρίου 2010,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου 2010 με τίτλο «Συμπεράσματα της πέμπτης έκθεσης για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: το μέλλον της πολιτικής για τη συνοχή» (COM(2010)0642),

έχοντας υπόψη τη συγκεφαλαιωτική έκθεση της Επιτροπής του Απριλίου 2010 για την «εκ των υστέρων αξιολόγηση των προγραμμάτων της πολιτικής για τη συνοχή 2000-2006 που συγχρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (Στόχοι 1 και 2)»,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής του Ιουνίου 2010 για την «εκ των υστέρων αξιολόγηση των προγραμμάτων της πολιτικής για τη συνοχή 2000-2006: η κοινοτική πρωτοβουλία URBAN»,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Αναγκαιότητα εφαρμογής μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης στην αστική ανάπλαση», της 26ης Μαΐου 2010 (12),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα «Ο ρόλος της αστικής αναγέννησης στο μέλλον της αστικής ανάπτυξης στην Ευρώπη», της 9ης Ιουνίου 2010 (13),

έχοντας υπόψη την Εδαφική Ατζέντα της ΕΕ - Προς μια πιο ανταγωνιστική και βιώσιμη Ευρώπη διαφορετικών περιφερειών («Εδαφικός Χάρτης») και τον Χάρτη της Λειψίας για την αειφόρο ανάπτυξη των ευρωπαϊκών πόλεων («Χάρτης της Λειψίας»), τα οποία εγκρίθηκαν από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Χωροταξίας και Αστικής Ανάπτυξης στη Λειψία στις 24-25 Μαΐου 2007,

έχοντας υπόψη τη «δήλωση του Τολέδο» που εγκρίθηκε από το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Αστικής Ανάπτυξης στο Τολέδο στις 22 Ιουνίου 2010,

έχοντας υπόψη τη θέση των γενικών διευθυντών αρμόδιων για την αστική ανάπτυξη όσον αφορά την Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων με θέμα: «Συμπεράσματα της πέμπτης έκθεσης για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: το μέλλον της πολιτικής συνοχής» (COM(2010)0642/3),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της ευρωπαϊκής συνόδου κορυφής των τοπικών κυβερνήσεων που διεξήχθη στην Βαρκελώνη στις 22-24 Φεβρουαρίου 2010, με τίτλο «Τοπικές κυβερνήσεις, ο πρωταγωνιστής στη νέα Ευρώπη»,

έχοντας υπόψη το «Σύμφωνο των Δημάρχων», όπως ξεκίνησε και υποστηρίχθηκε από την Επιτροπή,

έχοντας υπόψη την ανεξάρτητη έκθεση που εκπονήθηκε κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής με τίτλο «Ατζέντα για τη μεταρρύθμιση της πολιτικής συνοχής» (έκθεση Fabrizio Barca) (2009),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0218/2011),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ μπορεί να χαρακτηρίζεται από πολυκεντρική ανάπτυξη και από ποικιλία αστικών περιοχών και πόλεων διαφορετικού μεγέθους οι οποίες έχουν ετερογενείς αρμοδιότητες και πόρους· εκφράζει την άποψη ότι θα ήταν προβληματικό να εγκριθεί κοινός ορισμός για τις «αστικές περιοχές» και για τον όρο «αστικός», επί καθαρά στατιστικής βάσης, δεδομένου ότι είναι δύσκολο να συστεγασθούν οι διαφορετικές καταστάσεις που επικρατούν στα κράτη μέλη και στις περιφέρειες και θεωρεί ως εκ τούτου ότι ο οποιοσδήποτε υποχρεωτικός ορισμός και χαρακτηρισμός των αστικών περιοχών θα πρέπει να αφεθεί στα κράτη μέλη, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, με βάση ευρωπαϊκούς κοινούς δείκτες· λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να εξετασθεί ο τρόπος με τον οποίο μια λειτουργική προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε έναν τυποποιημένο ορισμό του «αστικού» δημιουργώντας έτσι τη βάση για ένα σαφή θεσμικό ορισμό της αστικής διάστασης των πολιτικών της Ένωσης· και λαμβάνοντας υπόψη ότι θα ήταν χρήσιμο, ειδικά στο πλαίσιο της πολιτικής της συνοχής, να υπάρχει ένας σε λειτουργική βάση ορισμός της αστικής διάστασης,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ συμβάλλει μέσω των πολιτικών της στην αειφόρο ανάπτυξη των αστικών περιοχών και ότι θα πρέπει να υπάρχει κατά νουν ότι πέραν των εθνικών αστικών πολιτικών, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, θα πρέπει να προσδιοριστεί μια ευρωπαϊκή πολιτική για τις αστικές περιοχές,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις συμβάλλουν ενεργά στη διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επιτυχή εκτέλεση της στρατηγικής ΕΕ 2020· λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι αν δεν ληφθεί υπόψη η αστική διάσταση των πολιτικών της ΕΕ, και ιδίως της πολιτικής της συνοχής, θα μπορούσαν να τεθούν σε κίνδυνο οι στόχοι της στρατηγικής ΕΕ 2020,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πόλεις παρουσιάζουν μια μοναδική αρχιτεκτονική και πολιτιστική δυναμική, ότι διαθέτουν σημαντικές δυνατότητες κοινωνικής ένταξης και ότι επιτρέπουν την κοινωνική ισορροπία χάρις στη διατήρηση της πολιτιστικής πολυμορφίας και του μόνιμου δεσμού μεταξύ κέντρου και απόμερων περιφερειών,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με βάση την εμπειρία των πρωτοβουλιών URBAN, οι αστικές δράσεις ενσωματώθηκαν στο ρυθμιστικό πλαίσιο για τη σύγκλιση και την περιφερειακή ανταγωνιστικότητα και στους στόχους για την απασχόληση στο πλαίσιο της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένταξη στον κύριο κορμό των δραστηριοτήτων της ΕΕ έχει σαφώς αυξήσει τη χρηματοδότηση που διατίθεται για τις πόλεις· ότι καλό θα ήταν να εντοπιστούν σαφώς προσδιορισμένοι στόχοι για την αστική ανάπτυξη στο πλαίσιο των επιχειρησιακών προγραμμάτων προκειμένου να ευνοηθεί η συγκέντρωση πόρων,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επικουρικότητα, στην ενισχυμένη και διευρυμένη μορφή της, όπως προσδιορίζεται στη ΣΛΕΕ, καθώς και η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και μια καλύτερα προσδιορισμένη αρχή εταιρικής σχέσης, είναι ουσιώδη στοιχεία για την ορθή εφαρμογή όλων των πολιτικών της ΕΕ και ότι η διάθεση των πόρων και οι αρμοδιότητες των τοπικών και περιφερειακών αρχών θα πρέπει να ενισχυθούν αναλόγως,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών επιβάρυνε τις ανισότητες και τον κοινωνικό αποκλεισμό σε ευρείες περιφερειακές περιοχές των μητροπόλεων· ότι μπροστά στην κρίση, οι τοπικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να ανταποκριθούν με συγκεκριμένες ενέργειες για την καταπολέμηση της φτώχειας, τη στήριξη της κοινωνικής συνοχής και της απασχόλησης,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική των πόλων ανάπτυξης βασιζόμενη στην παροχή κινήτρων για οικονομική δραστηριότητα στις πόλεις δεν πέτυχε πολλές φορές να δώσει επαρκή ώθηση έχοντας επομένως περιορισμένη επίδραση στα περίχωρα χωρίς να συμβάλει στην ολοκληρωμένη ανάπτυξη,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σε πολύ λίγες περιοχές πόλεων, ανεξαρτήτως πλούτου ή οικονομικής ισχύος, ενδέχεται να παρουσιάζονται ειδικά προβλήματα όπως ακραία κοινωνική ανισότητα, φτώχεια, περιθωριοποίηση και υψηλή ανεργία που με τη στήριξη της πολιτικής της συνοχής είναι δυνατόν να αμβλυνθούν ή και να εξαλειφθούν,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η απλοποίηση στην εφαρμογή της πολιτικής, περιλαμβανομένων των μηχανισμών ελέγχου και εποπτείας, συμβάλλει στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας, μειώνει τα ποσοστά σφάλματος, καθιστά τη δομή της πολιτικής φιλικότερη προς το χρήστη και αυξάνει την προβολή, και λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προσπάθειες για απλοποίηση πρέπει να συνεχισθούν και να συνοδευθούν από την απλοποίηση των διαδικασιών σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο εις τρόπον ώστε οι εκπρόσωποι των αστικών περιοχών να μπορούν να κατευθύνουν και να διαχειρίζονται καλύτερα τη χρήση των ευρωπαϊκών πόρων,

Πλαίσιο της αστικής διάστασης

1.

σημειώνει ότι το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον περιλαμβάνει, αφενός, την αστική διάσταση των πολιτικών της ΕΕ, ιδίως δε της πολιτικής συνοχής και, αφετέρου, τη διακυβερνητική πτυχή των προσπαθειών σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τον συντονισμό των πολιτικών των κρατών μελών για τα αστικά κέντρα, μία πτυχή που εφαρμόζεται μέσω άτυπων υπουργικών συνεδριάσεων με τον συντονισμό των διαδοχικών προεδριών του Συμβουλίου και την ενεργό συμμετοχή της Επιτροπής· είναι της άποψης, στο πλαίσιο αυτό, ότι οι τοπικές κυβερνήσεις θα πρέπει να ενημερώνονται καλύτερα και να συμμετέχουν πιο ενεργά στις δραστηριότητες της διακυβερνητικής πτυχής· συνιστά μεγαλύτερο συντονισμό μεταξύ των δύο επιπέδων και στενότερη συμμετοχή των τοπικών φορέων· τονίζει την ανάγκη καλύτερου συντονισμού των αποφάσεων και ενεργειών των διοικητικών αρχών τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο·

2.

σημειώνει την έγκριση της Δήλωσης του Τολέδο και το Έγγραφο Αναφοράς του Τολέδο για την αστική αναζωογόνηση· συμφωνεί με την ανάγκη περισσότερης συνέχειας και συντονισμού σε σχέση με ένα κοινό πρόγραμμα εργασίας ή «ευρωπαϊκό πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον»· χαιρετίζει το γεγονός ότι οι υπουργοί υπογράμμισαν την ανάγκη να ενισχυθεί ο συντονισμός και η συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και το στόχο να ενισχυθεί η αστική διάσταση στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής και να προωθηθεί η βιώσιμη αστική ανάπτυξη και οι ολοκληρωμένες προσεγγίσεις ενισχύοντας και αναπτύσσοντας μέσα για την εφαρμογή του Χάρτη της Λειψίας σε όλα τα επίπεδα· συγχαίρει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή για τις προσπάθειές τους να συνεχισθεί η διαδικασία της Μασσαλίας και να εφαρμοσθεί ένα πλαίσιο αναφοράς για βιώσιμες ευρωπαϊκές πόλεις· παρακολουθεί με ενδιαφέρον την έναρξη της δοκιμαστικής φάσης του πλαισίου αναφοράς· εκφράζει ωστόσο λύπη για το γεγονός ότι οι πόλεις δεν συμμετέχουν επαρκώς σ’ αυτές τις διαδικασίες· ζητεί ως εκ τούτου από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν καλύτερη ροή πληροφοριών σε σχέση με τη διαδικασία αυτή στις πόλεις που δεν συμμετέχουν και να κρατούν το Κοινοβούλιο ενήμερο σχετικά με τις περαιτέρω εξελίξεις·

3.

σημειώνει το γεγονός ότι, πέρα από τη σημαντική συμβολή των παρεμβάσεων της πολιτικής συνοχής στην ανάπτυξη των αστικών περιοχών, σημαντική επίπτωση στην αστική ανάπτυξη έχει επίσης και μία ολόκληρη δέσμη άλλων πολιτικών (όπως για το περιβάλλον, τις μεταφορές και την ενέργεια) και προγραμμάτων της ΕΕ· τονίζει την ανάγκη για καλύτερη κατανόηση του εδαφικού αντίκτυπου των πολιτικών και ζητεί να ενισχυθεί το πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον στο πλαίσιο των πολιτικών της ΕΕ· επαναλαμβάνει την έκκλησή του να πραγματοποιήσει η Επιτροπή εκτίμηση του εδαφικού αντίκτυπου των τομεακών πολιτικών και να διευρύνει τους υπάρχοντες μηχανισμούς για την αξιολόγηση του αντικτύπου· χαιρετίζει στο πλαίσιο αυτό τις ιδέες που εκτίθενται στην Πέμπτη έκθεση για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή καθώς και το έργο του Δικτυακού Παρατηρητηρίου Ευρωπαϊκής Χωροταξίας (ΔΠΕΧ)·

Τοπικές ανάγκες και ευρωπαϊκές προτεραιότητες – τοπικές ανάγκες έναντι ευρωπαϊκών προτεραιοτήτων

4.

τονίζει το γεγονός ότι είναι σε μεγάλο βαθμό οι αστικές περιοχές που μετατρέπουν σε πράξη τις πολιτικές της ΕΕ με επιτόπια εκτέλεση· επισημαίνει ότι οι αστικές περιοχές, οι οποίες περιλαμβάνουν το 73 % του πληθυσμού της Ευρώπης, συμβάλλουν στη δημιουργία του 80 % του ΑΕγχΠ και καταναλώνουν έως 70 % της ενέργειας στην Ένωση και αποτελούν τα κύρια κέντρα καινοτομίας, γνώσης και πολιτισμού χάρις μεταξύ άλλων στην παρουσία των ΜΜΕ και συνεισφέρουν ως εκ τούτου σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη· επισημαίνει ότι μόνον οι πόλεις με υπηρεσίες υψηλής ποιότητας και κατάλληλες υποδομές μπορούν να προσελκύσουν και να προωθήσουν καινοτόμους δραστηριότητες με υψηλή προστιθέμενη αξία· σημειώνει ότι, από την άλλη πλευρά, οι αστικές περιοχές επωμίζονται και το κόστος της οικονομικής παραγωγικότητας (άναρχη αστική επέκταση, συγκέντρωση, κυκλοφοριακή συμφόρηση, ρύπανση, χρήση γης, κλιματική αλλαγή, ενεργειακή ανασφάλεια, στεγαστική κρίση, χωροταξικός διαχωρισμός, εγκληματικότητα, μετανάστευση, κλπ.) και χαρακτηρίζονται από έντονες κοινωνικές ανισορροπίες (υψηλή ανεργία, κοινωνική ανασφάλεια, κοινωνικός αποκλεισμός, κοινωνική πόλωση, κλπ.), πράγμα το οποίο θέτει σε κίνδυνο τον ρόλο τους ως κινητηρίων δυνάμεων της ανάπτυξης· τονίζει ότι όχι μόνον οι οικονομικές αλλά και οι κοινωνικές και οικολογικές εξελίξεις στις αστικές περιοχές έχουν σοβαρές επιπτώσεις στα περίχωρα, και είναι της άποψης ότι το πρόγραμμα για το αστικό περιβάλλον πρέπει να επιδιώκει την ανάπτυξη βιώσιμων, έξυπνων και περιεκτικών επενδύσεων προκειμένου να ενισχυθεί ο ρόλος των πόλεων· θεωρεί ως εκ τούτου ότι υπάρχουν στοιχεία που δικαιολογούν σαφώς την κοινή ανάληψη υποχρεώσεων για τις αστικές περιοχές της ΕΕ έτσι ώστε να μειωθούν οι διασυνοριακές συνέπειες της ανάπτυξης, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα ζητήματα που αφορούν την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την κοινωνική συνοχή·

5.

επισημαίνει ότι οι υπηρεσίες αστικών μεταφορών καλύπτονται από την αρχή της επικουρικότητας· τονίζει, ωστόσο, ότι η συνεργασία, ο συντονισμός και η χρηματοδότηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα επιτρέψουν στις τοπικές αρχές να ανταποκριθούν στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν, ιδιαίτερα σε σχέση με τις μεταφορές·

6.

πιστεύει ότι η μεγιστοποίηση της συμβολής των αστικών περιοχών στην οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα ή βελτιώνοντας τις παραμέτρους τους ως «τόπους που είναι καλά να ζεις», αποτελεί κοινό στόχο των ευρωπαϊκών, εθνικών, περιφερειακών και τοπικών επιπέδων διακυβέρνησης· τονίζει ότι ενώ ο στόχος αυτός τυγχάνει ευρείας συναίνεσης, τα ειδικά μέτρα για την επίτευξή του ενδέχεται να διαφέρουν από τόπο σε τόπο· σημειώνει ότι συνεπεία της ιστορικής ανάπτυξης στο δεύτερο ήμισυ του εικοστού αιώνα, ορισμένες περιφέρειες και πόλεις θα χρειαστεί να θέσουν ευρύτερο φάσμα προτεραιοτήτων, περιλαμβανομένης της σύγκλισης, και θεωρεί επομένως ότι πρέπει να εξασφαλιστεί επαρκής ελαστικότητα που θα επιτρέπει σε ορισμένες αστικές περιοχές να βρουν τις λύσεις που ανταποκρίνονται περισσότερο στις ανάγκες τους, στο περιβάλλον υπό την ευρεία και στενή έννοια και στο αναπτυξιακό πλαίσιο·

7.

συνιστά να επικεντρωθεί η αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής, με γνώμονα τη στρατηγική αντίληψη της επιδίωξης μιας έξυπνης, βιώσιμης, περιεκτικής ανάπτυξης, σε ένα τριπλό στόχο: πρώτα για την παροχή βοήθειας στις αστικές περιοχές ώστε να αναπτύξουν τις βασικές τους υλικές υποδομές ως προϋπόθεση ανάπτυξης για την πλήρη εκμετάλλευση της δυνητικής συμβολής τους στην οικονομική μεγέθυνση στην Ευρώπη, διαφοροποίηση από την οικονομική βάση και την ενεργειακή και περιβαλλοντική βιωσιμότητα, ιδίως με προοπτική τη διατήρηση και τη βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας των αστικών κέντρων χωρίς την παραμικρή παρεμπόδιση των ποταμίων ροών στις πόλεις· κατά δεύτερο λόγο, για την παροχή βοήθειας στις αστικές περιοχές ώστε να εκσυγχρονίσουν τα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά μέσω ευφυών επενδύσεων σε υποδομές και υπηρεσίες που βασίζονται στην τεχνολογική εξέλιξη σε στενό συσχετισμό με συγκεκριμένες περιφερειακές, τοπικές και εθνικές απαιτήσεις· κατά τρίτο λόγο, για την αναβάθμιση των αστικών περιοχών με την ανάκτηση βιομηχανικών εγκαταστάσεων και επιφανειών που έχουν μολυνθεί έχοντας κατά νου την ανάγκη σύνδεσης των αστικών περιοχών με την ύπαιθρο με προοπτική την προώθηση της περιεκτικής ανάπτυξης σύμφωνα με τη Στρατηγική «Ευρώπη 2020»·

8.

επισημαίνει το μεγάλο δυναμικό του εκσυγχρονισμού των επενδύσεων στις υποδομές μέσω ευφυών τεχνολογιών που μπορούν να αντιμετωπίσουν χρονίζοντα προβλήματα σε σχέση με τη διακυβέρνηση των πόλεων, την ενέργεια, την υδροδότηση και τη χρήση του ύδατος, τις μεταφορές, τον τουρισμό, τη στέγαση, την παιδεία, την υγεία και την κοινωνική πρόνοια, τη δημόσια ασφάλεια, κλπ., μέσω της έννοιας της «ευφυέστερης αστικής ανάπτυξης»· πιστεύει ότι τέτοιες επενδύσεις σε υποδομές στον τομέα των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ) μπορούν να αποτελέσουν σαφή κινητήρια δύναμη οικονομικής ανάπτυξης και βασιζόμενων στην καινοτομία οικονομικών δραστηριοτήτων, συνδυάζοντας τα στοιχεία δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων τα οποία είναι σε θέση να στοχεύουν στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, βιώσιμων θέσεων απασχόλησης και ευφυούς ανάπτυξης, σύμφωνα με τους στόχους της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και ιδιαίτερα με την εταιρική σχέση για την καινοτομία σε σχέση με τις ευφυείς πόλεις·

9.

τονίζει ότι η εφαρμογή ευφυών συστημάτων μεταφορών μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και της ασφάλειας στο δημόσιο τομέα, και καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την συντονισμένη και αποτελεσματική ανάπτυξη ευφυών συστημάτων σε όλη την Ένωση, και ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές· επισημαίνει ότι οι πόλεις ιδιαίτερα μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, επί παραδείγματι με ευφυή τοπικά συστήματα δημόσιων μεταφορών, την ενεργειακή ανακαίνιση των κτιρίων, το βιώσιμο πολεοδομικό σχεδιασμό που ελαχιστοποιεί τις αποστάσεις προς το χώρο εργασίας, τις αστικές υποδομές, κλπ· σ’ αυτό το πλαίσιο, υποστηρίζει την πρωτοβουλία Civitas και το Σύμφωνο των Δημάρχων· τονίζει τη σημασία της χρησιμοποίησης των διαθέσιμων πόρων για την εφαρμογή προγραμμάτων δράσης με σκοπό την προώθηση της εκμετάλλευσης των τοπικών δυνατοτήτων στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι και οι δύο αυτές πρωτοβουλίες θα επικαιροποιούνται στο μέλλον·

10.

τονίζει τη σημασία της πολιτικής συνοχής στην προώθηση της κοινωνικής καινοτομίας στις αστικές περιοχές και ιδιαίτερα στις αφημένες στην τύχη τους συνοικίες, προκειμένου να ευνοηθεί η εσωτερική συνοχή και το ανθρώπινο κεφάλαιο, με μια περιεκτική και συμμετοχική προσέγγιση είτε σε σχέση με την κατάρτιση και την εκπαίδευση (ιδίως για τους νέους), την πρόσβαση στις μικροπιστώσεις, είτε για να προωθηθεί η κοινωνική οικονομία·

Πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και αρχή της εταιρικής σχέσης

11.

επαναλαμβάνει την άποψή του ότι μία από τις αδυναμίες της Στρατηγικής της Λισσαβόνας ήταν η έλλειψη εύρυθμης λειτουργίας της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και η ανεπαρκής συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών καθώς και της κοινωνίας των πολιτών στα στάδια του σχεδιασμού, της εφαρμογής της προβολής και της αξιολόγησης της στρατηγικής· τονίζει την ανάγκη βελτίωσης του συστήματος διακυβέρνησης της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» με μεγαλύτερη ενσωμάτωση των ενδιαφερομένων μερών σε όλα τα στάδια·

12.

καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει στους προσεχείς κανονισμούς ότι τα κράτη μέλη επιδιώκουν την επίσημη συμμετοχή των πολιτικών ηγετών κομβικών αστικών περιοχών και ενώσεων τοπικών και περιφερειακών αρχών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων στην πολιτική συνοχής (στρατηγικός σχεδιασμός, καθορισμός των προτεινόμενων «αναπτυξιακών και επενδυτικών συμβάσεων εταιρικής σχέσης» και σχετικές με αυτές διαπραγματεύσεις), επί παραδείγματι με τη δημιουργία νέων τύπων εταιρικής σχέσης, όπως εδαφικά σύμφωνα που εκπονούνται για κάθε κράτος μέλος· καλεί την Επιτροπή να προωθήσει την επιμόρφωση των αστικών και τοπικών διοικήσεων προκειμένου να παρέχονται πληροφορίες για προγράμματα και πρωτοβουλίες σε σχέση με την πολιτική για τις πόλεις, και καλεί τις τοπικές αρχές αναλόγως να εκπονήσουν συγκεκριμένα προγράμματα δράσης στο πλαίσιο των ειδικών αναπτυξιακών στρατηγικών τους· θεωρεί ότι πρόκειται για τον μοναδικό τρόπο προκειμένου να αντικατοπτρίζονται οι τοπικές ανάγκες προλαμβάνοντας ταυτόχρονα τον κατακερματισμό των στρατηγικών στόχων και λύσεων·

13.

πιστεύει ότι ο σύνδεσμος μεταξύ τοπικών σχεδίων δράσης και περιφερειακών/εθνικών προγραμμάτων αναφοράς θα πρέπει να ενισχυθεί· υποστηρίζει την πρόταση της Επιτροπής να ενισχυθεί η θέση της προσέγγισης της τοπικής ανάπτυξης στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής μέσω ομάδων υποστήριξης και σχεδίων δράσης τύπου «Leader»·

14.

τονίζει ότι οι αστικές περιοχές δεν αποτελούν νησίδες μέσα στις περιφέρειές τους και ότι, συνεπώς, η ανάπτυξή τους πρέπει να συνδέεται στενά με τις γύρω λειτουργικές, υποαστικές ή αγροτικές περιοχές· ζητεί περισσότερες διευκρινίσεις σχετικά με ειδικές καταστάσεις όπως εκείνες στις μητροπολιτικές περιοχές, στις αστικές περιφέρειες και στους αστικούς οικισμούς, όπου υπάρχει στενή αλληλοσύνδεση λειτουργιών· θεωρεί ότι η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση, ο περιφερειακός σχεδιασμός και η αρχή της εταιρικής σχέσης συνιστούν τα αποτελεσματικότερα εργαλεία για την πρόληψη αφενός του διαχωρισμού σε τομείς και αφετέρου της κατάτμησης των αναπτυξιακών πολιτικών· υπενθυμίζει ωστόσο ότι οι εσωτερικές συνέργειες δεν διασφαλίζονται πάντοτε· προτρέπει την Επιτροπή να καλέσει τα κράτη μέλη ειδικά να προωθήσουν τις επαφές και την ανταλλαγή ορθών πρακτικών σχετικά με στρατηγικές για την ύπαιθρο και τις αστικές περιοχές και να εντάξουν τη διάσταση πόλης-υπαίθρου στα έγγραφα σχεδιασμού ώστε να εξασφαλίζονται οι δεσμοί υπαίθρου-αστικών περιοχών·

15.

τονίζει το θετικό ρόλο που διαδραματίζουν η διασυνοριακή συνεργασία, η διακρατική συνεργασία και η πρωτοβουλία URBACT στη δημιουργία δικτύων πόλεων για την κοινοποίηση των βελτίστων πρακτικών και τη δημιουργία καινοτόμων λύσεων· σημειώνει ότι η συνεργασία μεταξύ ευρωπαϊκών πόλεων ευθυγραμμίζεται πλήρως με το στόχο 3 (ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία)· θεωρεί ότι κατά την περίοδο 2014- 2020, η αστική διάσταση του στόχου της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας θα πρέπει να ενισχυθεί· ενθαρρύνει τη συμμετοχή των πόλεων στα δίκτυα διαπεριφερειακής και διασυνοριακής συνεργασίας· πιστεύει ότι τα υποστηριζόμενα δίκτυα θα πρέπει να συνδέονται με πραγματικά αναπτυξιακά προγράμματα και καλεί την Επιτροπή να ενισχύσει τις πλατφόρμες προκειμένου να επιτρέπεται μια πειραματική προσέγγιση στην αναγέννηση και ανάπτυξη των πόλεων· πιστεύει ότι ο πειραματισμός θα μπορούσε να είναι χρήσιμος, ιδίως στο πλαίσιο του ΕΚΤ, όπου μια συνολική εδαφική στρατηγική θα συμπλήρωνε την προσέγγιση που στοχεύει σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού·

16.

υπογραμμίζει ότι η διαδικασία «αστικής αναγέννησης» και «ολοκληρωμένης προσέγγισης» θα μπορούσε να καταλήξει σε μια νέα «αστική συμμαχία» που θα συνενώνει όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στη διαδικασία «οικοδόμησης της πόλης»· η συμμαχία αυτή θα συνεχίσει να βασίζεται στη συναίνεση και να νομιμοποιείται με νέες μορφές διακυβέρνησης εντός των οποίων τα κοινωνικά δίκτυα και τα δίκτυα πολιτών θα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο με κοινό στόχο την αναβάθμιση, αναγέννηση και εκ νέου ανακάλυψη της «υπάρχουσας πόλης» χρησιμοποιώντας με τον καλύτερο τρόπο τους ανθρώπινους, κοινωνικούς, υλικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς πόρους που έχουν αναπτυχθεί με την πάροδο του χρόνου διοχετεύοντάς τους στην οικοδόμηση πόλεων διαχειριζόμενων σύμφωνα με αποτελεσματικούς, καινοτόμους, ευφυείς, περισσότερο βιώσιμους και κοινωνικά ολοκληρωμένους προσανατολισμούς·

17.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την Επιτροπή να δημιουργήσει ένα πρόγραμμα ανταλλαγών «Erasmus για τους τοπικούς και περιφερειακούς αιρετούς εκπροσώπους» προκειμένου να ενθαρρύνεται η μεταφορά ορθών πρακτικών στο πλαίσιο της στρατηγικής για την τοπική και την αστική ανάπτυξη·

Εκχώρηση αρμοδιοτήτων

18.

τονίζει ότι οι τοπικές αιρετές αρχές υπόκεινται σε άμεση πολιτική λογοδοσία όσον αφορά τη λήψη στρατηγικών αποφάσεων και τις επενδύσεις με κονδύλια του δημοσίου· με αυτό κατά νουν, είναι της άποψης ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εξασφαλίζουν επαρκείς πόρους από τον προϋπολογισμό σ’ αυτές τις αρχές· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής συνοχής και της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020», πρέπει να προβλέπεται υποχρεωτική συμμετοχή των τοπικών αιρετών φορέων στη διαδικασία λήψεως στρατηγικών αποφάσεων, η στενή συμμετοχή στην κατάρτιση των επιχειρησιακών προγραμμάτων και η ευρεία χρήση της επιλογής εκχώρησης αρμοδιοτήτων κατά την εφαρμογή και αξιολόγηση της πολιτικής συνοχής, με την επιφύλαξη της δημοσιονομικής αρμοδιότητας των διαχειριστικών αρχών και των κρατών μελών· τονίζει ότι η προτεραιότητα των τοπικών αρχών είναι η ευημερία και η ποιότητα ζωής των πολιτών που, από κοινού με τα ενδιαφερόμενα μέρη, πρέπει να συμμετέχουν στις αναπτυξιακές στρατηγικές σε τοπικό επίπεδο·

19.

συνιστά, για την επόμενη περίοδο προγραμματισμού, την χρήση μίας από τις ακόλουθες επιλογές για την εφαρμογή της αστικής διάστασης σε επίπεδο κράτους μέλους: ανεξάρτητα επιχειρησιακά προγράμματα τα οποία διαχειρίζονται συγκεκριμένες αστικές περιοχές, κοινά επιχειρησιακά προγράμματα που καλύπτουν τις αστικές περιοχές συγκεκριμένου κράτους μέλους, συνολικές επιδοτήσεις ή διαχωρισμός αστικών μέτρων και πόρων στο πλαίσιο ειδικών περιφερειακών επιχειρησιακών προγραμμάτων· αναγνωρίζει τη σημασία της εκπόνησης στο μέλλον ειδικών επιχειρησιακών προγραμμάτων για ορισμένες αστικές περιοχές επιδιώκοντας την υλοποίηση του αναπτυξιακού δυναμικού τους·

20.

προειδοποιεί ότι, δεδομένου ότι η κλίμακα και η κυριαρχία του αστικού χαρακτήρα παρουσιάζει διαφορές στην ΕΕ, ιδίως όταν μια περιφέρεια είναι κυρίως αγροτική με ασθενή αστικό χαρακτήρα, το μερίδιο των πόρων που θα διοχετεύεται σε αστικές δράσεις στο πλαίσιο του γενικού περιεχομένου και προτεραιοτήτων των επιχειρησιακών προγραμμάτων, πρέπει να επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των σχεδιαστών του προγράμματος που ενεργούν εξ ονόματος της εν λόγω περιφέρειας·

Ολοκληρωμένος στρατηγικός σχεδιασμός

21.

συνηγορεί υπέρ των αρχών του ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού διότι μπορούν να βοηθήσουν τους τοπικούς φορείς να μεταπηδήσουν από τη θεώρηση των «μεμονωμένων σχεδίων» σε μία περισσότερο στρατηγική διατομεακή θεώρηση προκειμένου να χρησιμοποιούν ταυτόχρονα το ενδογενές αναπτυξιακό δυναμικό τους· τονίζει την προστιθέμενη αξία και τον καινοτόμο χαρακτήρα της προσέγγισης αυτής «από τα κάτω προς τα πάνω», ιδιαίτερα για τις αφημένες στην τύχη τους συνοικίες όπου, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή όλων των τοπικών παραγόντων, επιτρέπει την καλύτερη ανταπόκριση στις πραγματικές ανάγκες και τους εδαφικούς πόρους· ταυτόχρονα εκφράζει λύπη για τον ασαφή κοινό ορισμό που έχει ως αποτέλεσμα μόνο επίσημη εφαρμογή σε ορισμένες περιπτώσεις· προτρέπει την Επιτροπή να καλέσει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν τη στήριξη για την ανάπτυξη των τοπικών διοικητικών ικανοτήτων με σκοπό τον ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό·

22.

θεωρεί ότι οι αστικές περιοχές έχουν να διαδραματίσουν ουσιώδη ρόλο κατά την εφαρμογή μακροπεριφερειακών στρατηγικών και τη θέσπιση λειτουργικών γεωγραφικών μονάδων·

23.

καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη η οποία θα συγκρίνει τη σημερινή πρακτική επιμέρους κρατών μελών όσον αφορά τον ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό και, με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης, να συντάξει ειδικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για μία πρακτική ολοκληρωμένου σχεδιασμού της αστικής ανάπτυξης που θα διευκρινίζουν επίσης τις σχέσεις μεταξύ αυτών των σχεδίων και άλλων εγγράφων προγραμματισμού και θα προάγουν αποτελεσματικές και νομικά ρυθμισμένες εταιρικές σχέσεις, περιλαμβανομένων των διασυνοριακών αστικών εταιρικών σχέσεων· ζητεί από την Επιτροπή να καταστήσει νομικά δεσμευτικό τον ολοκληρωμένο αστικό σχεδιασμό όταν χρησιμοποιούνται κονδύλια της ΕΕ για τη συγχρηματοδότηση έργων· προτρέπει τις τοπικές αρχές των κρατών μελών να δρομολογήσουν νέες εταιρικές σχέσεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα και καινοτόμες στρατηγικές ανάπτυξης των αστικών υποδομών προκειμένου να προσελκυσθούν επενδύσεις και να τονωθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα· ζητεί τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ τοπικών και περιφερειακών διοικήσεων προκειμένου να διευκολύνονται νέες εταιρικές σχέσεις, αφενός μεταξύ αστικών περιοχών και υπαίθρου και αφετέρου μεταξύ πόλεων μικρού, μέσου και μεγάλου μεγέθους προκειμένου να εξασφαλισθεί μια ισορροπημένη περιφερειακή ανάπτυξη· καλεί ταυτόχρονα την Επιτροπή να αυξήσει την τεχνική βοήθεια προς τη βελτίωση του ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδιασμού, της συμμετοχικής εκπόνησης πολιτικής και της στρατηγικής αστικής ανάπτυξης·

24.

θεωρεί ευπρόσδεκτη την ιδέα της Επιτροπής για το μελλοντικό Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο όπως περιγράφεται στα συμπεράσματα της 5ης έκθεσης για τη συνοχή, που θα μπορούσε να αυξήσει τις συνέργειες μεταξύ των Ταμείων, προκειμένου ιδιαίτερα να επανεξεταστούν οι δεσμοί μεταξύ αστικών περιοχών και υπαίθρου και μεταξύ υπαίθρου και περιαστικών περιοχών· υπογραμμίζει την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία της οριζόντιας και ολοκληρωμένης προσέγγισης στην πολιτική συνοχής και ενθαρρύνει σχετικά περαιτέρω συνέργειες με τις πολιτικές περιβάλλοντος, ενέργειας και μεταφορών που θα βοηθούσαν ιδιαίτερα στις αστικές και περιαστικές περιοχές, όπου οι σχετικές προκλήσεις είναι σημαντικές·

25.

επαναλαμβάνει την πεποίθησή του ότι μόνο στην περίπτωση που θα είναι διαθέσιμοι επαρκείς πόροι για ειδικές αστικές δράσεις θα καταστεί δυνατή η εκπόνηση σχεδίων ολοκληρωμένης αστικής ανάπτυξης και συνιστά ως εκ τούτου τη συγκέντρωση των διαθεσίμων για συγκεκριμένες δράσεις πόρων· προτείνει τον καθορισμό ενός ελάχιστου επιπέδου έντασης βοήθειας ανά περίοδο προγραμματισμού για μειονεκτούσες γειτονιές των αστικών περιοχών·

Συνεκτικός οικονομικός σχεδιασμός

26.

τονίζει ότι τα αναπόφευκτα μέτρα λιτότητας σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση ασκούν μια άνευ προηγουμένου πίεση σε όλες τις μορφές δημοσίων δαπανών, περιλαμβανομένων των στρατηγικών επενδύσεων για την οικονομική ανάπτυξη· είναι της γνώμης ότι για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των επενδύσεων, χρειάζεται καλύτερος συντονισμός όλων των διαθεσίμων δημοσίων πόρων (ευρωπαϊκών, εθνικών, περιφερειακών, τοπικών, ιδιωτικών) και μια στρατηγικότερη κατανομή τους·

27.

συνηγορεί σχετικά υπέρ του συνεκτικού οικονομικού σχεδιασμού σε τοπικό επίπεδο ως αναπόσπαστη συνιστώσα του ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδιασμού και καλεί τον κάθε χρήστη των δημοσίων πόρων, σύμφωνα με την αρχή του αποτελέσματος, να τηρεί αυστηρά την αρχή «χρήματα για προγράμματα» και όχι «προγράμματα για χρήματα»·

28.

υπογραμμίζει την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία των διασταυρούμενων χρηματοδοτήσεων μεταξύ ΕΤΠΑ και ΕΚΤ σε σχέση με την ελαστικότητα για τα προγράμματα κοινωνικής ένταξης και τα σχέδια/στρατηγικές για την ολοκληρωμένη αστική ανάπτυξη· καλεί την Επιτροπή να δημιουργήσει πιο ευέλικτους όρους για τις χρηματοδοτήσεις αυτές έτσι ώστε να ενθαρρύνεται η χρήση τους και οι διευθετήσεις αυτές να μην δημιουργούν εμπόδια κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή αυτών των σχεδίων/στρατηγικών· εφιστά την προσοχή στο συμπληρωματικό χαρακτήρα των πόρων αυτών· σημειώνει ότι ιδιαίτερα στις αστικές περιοχές που πάσχουν από κοινωνικό αποκλεισμό ή περιβαλλοντική ρύπανση, η χρηματοδότηση από το ΕΚΤ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη στήριξη κοινών τοπικών προγραμμάτων εκ μέρους των πόλεων, του τριτογενούς τομέα και του ιδιωτικού τομέα με στόχο την πρόληψη του αποκλεισμού· επισημαίνει ότι η συγκέντρωση των υφιστάμενων ευρωπαϊκών πόρων θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά τη διαθέσιμη χρηματοδότηση·

29.

πιστεύει ότι ο δυναμισμός των αστικών περιοχών μπορεί να τονωθεί χάρις στις ουσιαστικές συνέργειες μεταξύ των διαφόρων ευρωπαϊκών μέσων χρηματοδότησης, ιδίως όσον αφορά την έρευνα και την καινοτομία·

30.

τονίζει τον πολλά υποσχόμενο ρόλο των νέων οργάνων χρηματοοικονομικής τεχνικής σύμφωνα με τις αρχές «προγράμματα για χρήματα» και «χρήματα για προγράμματα» που τέθηκαν σε λειτουργία στη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου προγραμματισμού· τονίζει την ανάγκη δημιουργίας εξελικτικών οργάνων χρηματοοικονομικής τεχνικής βιώσιμων και εφικτών για τις μικρότερες αστικές περιοχές· καλεί την Επιτροπή να αποτιμήσει την εμπειρία από την χρήση αυτών των εργαλείων και, όπου απαιτείται, να τα προσαρμόσει καταλλήλως προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστική θέση τους στη χρηματοπιστωτική αγορά σε σύγκριση με τα κοινά εμπορικά προϊόντα με στόχο να καταστούν περισσότερο «φιλικά προς το χρήστη», πρακτικά, ελκυστικά και επομένως αποτελεσματικά· πιστεύει ότι τα επιτόκια των χρηματοδοτικών μέσων της ΕΤΕ θα πρέπει να χαμηλώσουν σε σχέση με τα εμπορικά δάνεια για το σκοπό αυτό· καλεί τα κράτη μέλη, εν όψει των θετικών αποτελεσμάτων της χρήσης των υφιστάμενων οργάνων χρηματοοικονομικής τεχνικής, να εξασφαλίζουν διαρκώς την πλέον αποτελεσματική χρήση των δυνητικών ωφελημάτων από αυτά τα χρηματοπιστωτικά όργανα·

31.

πιστεύει ότι ειδικότερα η πρωτοβουλία «Jessica» μπορεί να φτάσει στο απόγειό της όταν εφαρμόζεται σε επίπεδο πόλεων, και επομένως παρατηρεί με λύπη ότι ορισμένα κράτη μέλη τείνουν να την εφαρμόζουν κατά τρόπο συγκεντρωτικό·

32.

καλεί την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι οι χρηματοδοτικές ροές σε ευρωπαϊκό, εθνικό και κατώτερο επίπεδο θα διοργανώνονται στο μέλλον κατά τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο· εκφράζει την ανησυχία του για το σημερινό χαμηλό επίπεδο προχρηματοδότησης προγραμμάτων και πιστεύει ότι θα πρέπει στο μέλλον να εξασφαλίζεται μέσω των κανονισμών ότι τα κράτη μέλη είναι σαφέστερα υποχρεωμένα να χρησιμοποιούν την προχρηματοδότηση για πληρωμές σε δημόσιους δικαιούχους όπως οι δημοτικές αρχές·

33.

καλεί την Επιτροπή να επιδιώξει την καλύτερη δυνατή εναρμόνιση των κανόνων, ιδίως σε σχέση με πόρους και προγράμματα της ΕΕ στο πλαίσιο των οποίων είναι επιλέξιμα για συγχρηματοδότηση αστικά και τοπικά αναπτυξιακά έργα, προκειμένου να ελαχιστοποιείται η γραφειοκρατία και τα ενδεχόμενα λάθη κατά την εφαρμογή·

34.

καλεί την Επιτροπή των Περιφερειών να επεξεργασθεί ιδέες σχετικά με τον καλύτερο τρόπο διαμόρφωσης της αστικής διάστασης της μελλοντικής πολιτικής συνοχής·

*

* *

35.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών.


(1)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.

(2)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 291 της 21.10.2006, σ. 11.

(4)  ΕΕ L 126 της 21.5.2009, σ. 3.

(5)  ΕΕ L 346 της 30.12.2010, σ. 5.

(6)  ΕΕ C 184 E της 6.8.2009, σ. 95.

(7)  ΕΕ C 15 E της 21.1.2010, σ. 10.

(8)  ΕΕ C 117 E της 6.5.2010, σ. 73

(9)  ΕΕ C 117 E της 6.5.2010, σ. 65.

(10)  ΕΕ C 161 E της 31.5.2011, σ. 120.

(11)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0356.

(12)  ΕΕ C 21 της 21.1.2011, σ. 1.

(13)  ΕΕ C 267 της 1.10.2010, σ. 25.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/18


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Στόχος 3: μια πρόκληση για την εδαφική συνεργασία - η μελλοντική ατζέντα της διασυνοριακής, διεθνικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας

P7_TA(2011)0285

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με το στόχο 3: μια πρόκληση για την εδαφική συνεργασία - η μελλοντική ατζέντα της διασυνοριακής, διεθνικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας (2010/2155(INI))

2012/C 390 E/03

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδιαίτερα τον τίτλο XVIII,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) (2),

έχοντας υπόψη την απόφαση 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006, για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την πολιτική συνοχής και την περιφερειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το 2013 (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 6ης Ιουλίου 2010 σχετικά με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας και τον ρόλο των μακροπεριφερειών στη μελλοντική πολιτική συνοχής (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με την υλοποίηση των συνεργειών των πόρων που προορίζονται για την έρευνα και την καινοτομία στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και ανάπτυξη στις πόλεις και τις περιφέρειες, καθώς και στα κράτη μέλη και την Ένωση (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για την εδαφική συνοχή και την πορεία της συζήτησης σχετικά με την μελλοντική αναμόρφωση της πολιτικής της συνοχής (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 19ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά με την επανεξέταση του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (8),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Φεβρουαρίου 2008 σχετικά με τη συνέχεια της Εδαφικής Ατζέντας και του Χάρτη της Λειψίας: Προς ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα δράσης για τη χωροταξική ανάπτυξη και την εδαφική συνοχή (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 1ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τον ρόλο των ευρωπεριοχών στην ανάπτυξη της περιφερειακής πολιτικής (10),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 28ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με το ρόλο της εδαφικής συνοχής στην περιφερειακή ανάπτυξη (11),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 8ης Δεκεμβρίου 2010 με θέμα «Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περιοχή του Δούναβη» (COM(2010)0715) και το ενδεικτικό σχέδιο δράσης που συνοδεύει τη στρατηγική (SEC(2010)1489),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου 2010 με τίτλο «Συμπεράσματα της πέμπτης έκθεσης για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: το μέλλον της πολιτικής για τη συνοχή» (COM(2010)0642),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την επανεξέταση του προϋπολογισμού της ΕΕ (COM(2010)0700) καθώς και τα τεχνικά του παραρτήματα (SEC(2010)7000),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2010 με θέμα «η περιφερειακή πολιτική συμβάλλει στην έξυπνη ανάπτυξη στο πλαίσιο της Ευρώπης 2020» (COM(2010)0553),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 31ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Πολιτική συνοχής: στρατηγική έκθεση 2010 σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013» (COM(2010)0110),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Ιουνίου 2009 σχετικά με τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας (COM(2009)0248), καθώς και το ενδεικτικό σχέδιο δράσης που συνοδεύει τη στρατηγική (SEC(2009)0712/2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 9ης Μαρτίου 2011 σχετικά με την ευρωπαϊκή στρατηγική για την περιοχή του Ατλαντικού, στο οποίο αναφέρεται ότι η δημοσίευση ανακοίνωσης της Επιτροπής προβλέπεται για το 2011 (12),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2008 με τίτλο «Η Ευρώπη στον κόσμο: Πράσινη Βίβλος για την εδαφική συνοχή: Μετατροπή της εδαφικής ποικιλομορφίας σε προτέρημα» (COM(2008)0616),

έχοντας υπόψη την γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της Επιτροπής των Περιφερειών της 27ης Ιανουαρίου 2011«Νέες προοπτικές για την αναθεώρηση του κανονισμού ΕΟΕΣ»,

έχοντας υπόψη την ανεξάρτητη έκθεση που εκπονήθηκε κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, με τίτλο «INTERREG III Κοινοτική Πρωτοβουλία (2000-2006): Εκ των Υστέρων Αξιολόγηση» (αριθ. 2008.CE.16.0.AT.016),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0110/2011),

Α.

έχοντας υπόψη ότι το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελείται από 27 κράτη μέλη και 271 περιοχές,

Β.

έχοντας υπόψη ότι το 37,5 % περίπου του πληθυσμού της Ευρώπης ζει σε παραμεθόριες περιοχές,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι άτυπες μορφές συνεργασίας, οι ευρωπεριφέρειες, οι ευρωπεριοχές, οι ΕΟΕΣ, οι πρωτοβουλίες του Συμβουλίου της Ευρώπης, οι διαδοχικές συνθήκες και το παράγωγο δίκαιο της ΕΕ έχουν συντελέσει στην εγκαθίδρυση σταθερότερων και διαρκέστερων δεσμών μεταξύ των εδαφών,

Δ.

εκτιμώντας ότι μπορεί μεν να έχουν τεθεί οι βάσεις της εδαφικής συνεργασίας, εξακολουθούν όμως να υπάρχουν πολλές προκλήσεις και η φύση των προκλήσεων αυτών εξαρτάται από την ιστορία και τον βαθμό ωρίμανσης των συνεργασιών,

Ε.

εκτιμώντας ότι μετά την «κατάργηση» των συνόρων στις συνθήκες, είναι σημαντικό αυτά να μειωθούν και στην καθημερινή ζωή των πολιτών μας,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η περιφερειακή πολιτική αποσκοπεί στην προώθηση της αρμονικής ανάπτυξης των περιοχών μέσω της ενίσχυσης της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην πολιτική της συνοχής ο στόχος «Εδαφική Συνεργασία» συμμετέχει στην «ολοένα στενότερη ένωση μεταξύ των λαών της Ευρώπης», καθώς επιτρέπει να περιορίζονται τα εμπόδια μεταξύ των εδαφών και των περιοχών,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στόχος της εδαφικής συνεργασίας συμβάλλει, στα εξωτερικά της σύνορα της ΕΕ, στην προενταξιακή διαδικασία καθώς και στην εφαρμογή της πολιτικής γειτονίας και ότι, για τον λόγο αυτόν, απαιτείται να ενισχυθεί ο συντονισμός μεταξύ των αντίστοιχων κοινοτικών μηχανισμών,

Θ.

θεωρώντας ότι η εδαφική συνεργασία, δηλαδή συνεργασία μεταξύ των πολιτών διαφορετικών περιοχών, αποτελεί μία συνεχή διαδικασία μάθησης που δημιουργεί ένα αίσθημα κοινής καταγωγής και κοινού μέλλοντος,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εδαφική συνεργασία πρέπει να θέτει τον πολίτη στο κέντρο των προτεραιοτήτων της, και θα πρέπει, συνεπώς, να υποστηριχθεί μια προσέγγιση με τοπική διάσταση,

ΙΑ.

θεωρώντας ότι η εμβάθυνση της εδαφικής συνεργασίας εξαρτάται από την πρόοδο της ευρωπαϊκής ενοποίησης και του συντονισμού σε όλους τους τομείς, συμβάλλοντας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την εδαφική συνοχή, και ότι η εδαφική συνεργασία, αυτή καθ’ εαυτή, αποτελεί ένα εργαστήριο πειραματισμού για την ευρωπαϊκή ενοποίηση,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ελάχιστες μόνον επενδύσεις στα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών (ΔΕΔ) πραγματοποιούνται στις παραμεθόριες περιοχές, μολονότι, ειδικά στους διασυνοριακούς κόμβους ο εκσυγχρονισμός αποτελεί κατεπείγουσα ανάγκη· εκτιμώντας ότι η άρση των διασυνοριακών εμποδίων στις υποδομές θα αποτελούσε ένα κλασικό παράδειγμα ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας,

ΙΓ.

εκτιμώντας ότι ο γενικός κανονισμός των διαρθρωτικών ταμείων καθώς και η θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας ενίσχυσαν σημαντικά τη σπουδαιότητα της εδαφικής συνεργασίας,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εκ των υστέρων αξιολόγηση των προγραμμάτων INTERREG III για την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006 καταδεικνύει με πειστικό τρόπο την προστιθεμένη αξία του στόχου αυτού για το ευρωπαϊκό πρόγραμμα,

Ενίσχυση του στόχου «εδαφική συνεργασία»

1.

υπενθυμίζει ότι η εδαφική συνεργασία έχει ως σκοπό να ενθαρρύνει τα εδάφη και τις περιοχές να συνεργάζονται για να ανταποκριθούν συλλογικά στις κοινές προκλήσεις τους που είναι η μείωση των φυσικών, πολιτιστικών, διοικητικών και ρυθμιστικών εμποδίων που αναχαιτίζουν τη συνεργασία αυτή καθώς και να μειώσουν «το αποτέλεσμα των συνόρων»·

2.

είναι πεπεισμένο για την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία της εδαφικής συνεργασίας και του βασικού της ρόλου για την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς και της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε αρκετές τομεακές πολιτικές, και ζητεί να παραμείνει η εδαφική συνεργασία ένας από τους στυλοβάτες της πολιτικής συνοχής·

3.

υπογραμμίζει ότι ο στόχος της εδαφικής συνεργασίας, που βασίζεται στην αρχή της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής, αφορά όλες τις ευρωπαϊκές περιφέρειες για την προώθηση μιας αρμονικής ανάπτυξης ολόκληρης της Ένωσης·

4.

εκτιμά ότι η εδαφική συνεργασία απέδειξε την αποτελεσματικότητά της και ότι το δυναμικό της και τα κοιτάσματα ανταγωνιστικότητας δεν έχουν ακόμα τύχει επαρκούς εκμετάλλευσης λόγω των ανεπαρκών πιστώσεων που της διατίθενται· ζητεί ο προϋπολογισμός του στόχου «εδαφική συνεργασία» να αυξηθεί από το 2,5 % της τρέχουσας περιόδου προγραμματισμού στο 7 % τουλάχιστον του συνολικού προϋπολογισμού της πολιτικής της συνοχής για την προσεχή περίοδο προγραμματισμού·

5.

συνιστά να διατηρηθεί η παρούσα αρχιτεκτονική του στόχου 3 που διαιρείται σε τρεις πτυχές –διασυνοριακή (πτυχή Α), διακρατική (πτυχή Β), διαπεριφερειακή (πτυχή Γ), και η διασυνοριακή πτυχή να διατηρήσει την υπεροχή της έναντι των δύο άλλων μέσω της χορήγησης σ’ αυτήν του 70 % τουλάχιστον του προϋπολογισμού της εδαφικής συνεργασίας· επισημαίνει ότι θα πρέπει να διασφαλισθεί στο πλαίσιο του προγράμματος ορθή και δίκαιη κατανομή των χρηματοδοτικών πόρων για όλες τις περιφέρειες·

6.

εκτιμά ότι εάν πρέπει να διατηρηθεί η διάκριση μεταξύ της διασυνοριακής πτυχής (πτυχή Α) που ανταποκρίνεται στις τοπικές ανάγκες των πληθυσμών διασυνοριακών ζωνών έλξης, και της διακρατικής πτυχής (πτυχή Β), συμπεριλαμβανόμενης της μακροπεριφερειακής κλίμακας, που επιτρέπει τη συνεργασία μεταξύ ευρύτερων στρατηγικών περιοχών, επιβάλλεται η επιδίωξη καλύτερου συντονισμού μεταξύ των δύο πτυχών·

7.

ενθαρρύνει, περαιτέρω, για την εξασφάλιση της συνοχής και της συνέχειας των μέτρων εδαφικής συνεργασίας, και δεδομένης της στρατηγικής φύσης των εν λόγω σχεδίων, μία μεγαλύτερη ευελιξία στη χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρει το άρθρο 21 του κανονισμού για το ΕΤΠΑ σχετικά με τον τόπο των δραστηριοτήτων διασυνοριακής και διακρατικής συνεργασίας, ενσωματώνοντας θαλάσσιες περιφέρειες· ζητεί, ως εκ τούτου, τη χρήση ορισμένου βαθμού ευελιξίας κατά την εφαρμογή του ορίου των 150 χλμ. για τις παράκτιες ζώνες και θαλάσσιες περιφέρειες στο πλαίσιο των προγραμμάτων διασυνοριακής συνεργασίας·

8.

θεωρεί, ωστόσο, ότι η ένταξη και το άνοιγμα των περιοχών αυτών σε γεωγραφικές περιοχές εκτός ΕΕ δεν υπολογίζεται –ούτε μπορεί να υπολογιστεί– μόνο από τη γεωγραφική απόστασή τους, εφόσον ο πλούτος των ιστορικών, γλωσσικών και πολιτιστικών δεσμών που τις συνδέουν με τις διάφορες περιοχές του κόσμου τούς δίνει μια προνομιακή θέση για την εμβάθυνση αυτών των σχέσεων προς όφελος της παρουσίας της ΕΕ στον κόσμο·

9.

υπογραμμίζει τον καίριο ρόλο που διαδραματίζει η εδαφική συνεργασία στην υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής «ΕΕ 2020»· ζητεί να προηγηθεί προβληματισμός για τον καθορισμό των στρατηγικών αναγκών κάθε παραμεθόριας περιοχής και κάθε χώρου συνεργασίας, σε σχέση με την στρατηγική αυτή, εν συνεχεία δε η ευρωπαϊκή εδαφική συνεργασία να ολοκληρωθεί και να γίνει στρατηγικός προγραμματισμός σε όλα τα επίπεδα· ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό· προτρέπει την Επιτροπή να διευκρινίσει πάραυτα τις προτάσεις της όσον αφορά τη θεματική συγκέντρωση των πόρων σε συνάρτηση με έναν «θεματικό κατάλογο» στο πλαίσιο της στρατηγικής «ΕΕ 2020»·

10.

ζητεί η διάθεση των κεφαλαίων για κάθε πρόγραμμα εδαφικής συνεργασίας να γίνεται βάσει εναρμονισμένων κριτηρίων, ώστε να ανταποκρίνονται με στρατηγικό και ολοκληρωμένο τρόπο στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής ή κάθε χώρου συνεργασίας· ζητεί, σε αυτό το πλαίσιο, από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να σκεφθούν άλλα κατάλληλα στρατηγικά και μετρήσιμα κριτήρια, τα οποία θα αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες των περιοχών χωρίς να υπονομεύεται το σημαντικότερο κριτήριο: η δημογραφική εξέλιξη·

11.

επαναλαμβάνει την σημασία της διαπεριφερειακής συνεργασίας (πτυχή Γ), αλλά εκφράζει τη λύπη του για την ανεπάρκεια των μέσων που διατίθενται σ’ αυτήν· συστήνει, εν προκειμένω, την επανεξέταση του ποσοστού ευρωπαϊκής συγχρηματοδότησης στην εν λόγω πτυχή, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στην δυνατότητά της να δράσει ως κίνητρο για τους συμμετέχοντες που προέρχονται από τις περιοχές του στόχου «ανταγωνιστικότητα και απασχόληση» προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός των σχεδίων της πτυχής Γ, και ζητεί τη διεύρυνση των θεματικών τομέων συνεργασίας ώστε να συμπεριλάβουν τα επιχειρησιακά προγράμματα της διακυβέρνησης και της εδαφικής ανάπτυξης·

12.

ενθαρρύνει, επιπλέον, τις περιοχές να χρησιμοποιήσουν καλύτερα τις δυνατότητες διαπεριφερειακών συνεργασιών που προσφέρονται στο πλαίσιο των επιχειρησιακών τους προγραμμάτων από τον βασικό κανονισμό (13)· συνιστά, ως εκ τούτου, η «διαπεριφερειακή» πτυχή του στόχου 3 να άπτεται επίσης του συντονισμού και της εμψύχωσης των προγραμμάτων αυτών, της συγκέντρωσης της τεχνογνωσίας και της ανταλλαγής των ορθών πρακτικών·

13.

επισημαίνει, για τα μελλοντικά επιχειρησιακά προγράμματα εδαφικής συνεργασίας, τη σημασία της στήριξης του INTERACT και της δυνατότητας εφαρμογής επιτυχών προγραμμάτων βοήθειας, τα οποία πρέπει να διαμορφωθούν με βάση το πρότυπο του προγράμματος RC LACΕ· ζητεί αποτελεσματικότερο συντονισμό του INTERACT με τα προγράμματα URBACT και ESPON, καθώς και με την πτυχή Γ, ούτως ώστε να διασφαλισθεί η βέλτιστη υλοποίηση του στόχου 3·

14.

ενθαρρύνει τις δραστηριότητες του ESPON, αλλά συνιστά να βελτιωθούν οι δυνατότητες ενεργού συμμετοχής των τοπικών και περιφερειακών αρχών στις έρευνές του στον τομέα της εδαφικής ανάπτυξης, ενώ θα πρέπει να διασφαλισθεί ταυτόχρονα η διευκόλυνση της αξιοποίησης των σχετικών αποτελεσμάτων του στην πράξη·

15.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την επιτυχία του προγράμματος URBACT στον τομέα της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης και ζητεί την παράτασή του, καθώς και την επέκτασή του σε μια σημαντική και ευρέως προσβάσιμη πρωτοβουλία η οποία θα παρέχει δυνατότητες κοινής απόκτησης και μεταφοράς γνώσεων σε σχέση με τις τοπικές αστικές προκλήσεις·

16.

καλεί την Επιτροπή να αναζητήσει τρόπους ούτως ώστε να εμπλακούν οι τοπικές και περιφερειακές αιρετές αρχές σ’ αυτά τα ευρωπαϊκά δίκτυα ανταλλαγής εμπειριών και ορθών πρακτικών, ως ένα πρώτο βήμα για την υλοποίηση του προγράμματος Erasmus για τους τοπικούς και περιφερειακούς εκλεγμένους αντιπροσώπους·

17.

επαναλαμβάνει ότι η συμμετοχή των υποεθνικών παραγόντων στην επίτευξη των στόχων της ΕΕ συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για την αποτελεσματική υλοποίηση της εδαφικής συνοχής·

Ενσωμάτωση του στόχου της εδαφικής συνεργασίας

18.

είναι της άποψης ότι χρειάζεται απαραίτητα η ενσωμάτωση του στόχου «εδαφική συνεργασία» στους στόχους «σύγκλιση» και «ανταγωνιστικότητα και απασχόληση»· ζητεί να γίνεται καλύτερος συντονισμός του προγραμματισμού σε σύγκριση με το παρελθόν· συνιστά να καταστεί εφικτή η δυνατότητα εκδήλωσης ενδιαφέροντος και συμμετοχής των περιφερειακών επιχειρησιακών προγραμμάτων στα διασυνοριακά, διακρατικά και διαπεριφερειακά προγράμματα που τα αφορούν, ορίζοντας μία εδαφική προσέγγιση της ταξινόμησης της χρηματοδότησης, προς όφελος των προγραμμάτων προτεραιότητας, όπως η σύνδεση με τα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών σε παραμεθόριες περιοχές, που θα έχουν ορισθεί εκ των προτέρων και σε συνεργασία με τους εταίρους τους στα προγράμματα, σύμφωνα με τις αρχές της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και της εταιρικής σχέσης, στοιχείο που θα επιτρέψει την καλύτερη αξιοποίηση των δυνατοτήτων εδαφικής συνεργασίας, χάρη στις σχέσεις που αναπτυχθούν μεταξύ των ιδιωτικών και των δημόσιων παραγόντων σε διασυνοριακό επίπεδο·

19.

ενθαρρύνει τα κράτη μέλη και τις περιοχές να εκπονήσουν πολυπεριφερειακά επιχειρησιακά προγράμματα που θα αντιστοιχούν σε κοινά εδαφικά προβλήματα· όπως η ύπαρξη μιας οροσειράς ή μιας λεκάνης απορροής ποταμού που χαρακτηρίζει τη διαμόρφωση του εδάφους·

20.

ενθαρρύνει την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προωθήσουν τον συντονισμό των πολιτικών στις διασυνοριακές περιοχές και της αγοράς εργασίας, ούτως ώστε να εξασφαλισθεί ότι δεν θα προκύπτουν θέματα στρέβλωσης του ανταγωνισμού στο πλαίσιο της οικονομικής και εδαφικής ολοκλήρωσης·

21.

θεωρεί ότι τα προγράμματα διασυνοριακής συνεργασίας είναι επίσης σημαντικά για τη διασφάλιση αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας όσον αφορά τις στρατηγικές για τη μείωση της φτώχειας και την ενσωμάτωση μειονεκτουσών ομάδων στον ευρωπαϊκό κοινωνικό ιστό· ζητεί να εξεταστεί το θέμα αυτό κατά τον σχεδιασμό του ρυθμιστικού πλαισίου και προς τούτο να εξασφαλισθεί ότι στις μειονεκτούσες περιοχές θα υπάρχουν διαθέσιμα κατάλληλα μέτρα για τη συμμετοχή στα ευρωπαϊκά προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης·

Υιοθέτηση μιας εδαφικής προσέγγισης κατά την εφαρμογή άλλων πολιτικών της ΕΕ

22.

επισημαίνει ότι προσεγγίσεις που ακολουθούν το πρότυπο της στρατηγικής για τη Βαλτική Θάλασσα μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση της διασυνοριακής συνεργασίας· θεωρεί ότι οι μακρο-στρατηγικές θα πρέπει να λαμβάνουν πλήρως υπόψη άλλα προγράμματα περιφερειακής συνεργασίας με στόχο τη δημιουργία συνεργειών· υπενθυμίζει ότι η λογική των μακροπεριφερειών, σύμφωνα με την πρωτοβουλία του Συμβουλίου, αποτελεί μία πειραματική λογική συντονισμού με άξονα κοινά προγράμματα που αφορούν ευρείες περιοχές οι οποίες χαρακτηρίζονται από κοινά εδαφικά προβλήματα και αποσκοπούν να εκμεταλλευτούν τα πλεονεκτήματα μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης, πολυτομεακής και εδαφικής, γύρω από κοινές στρατηγικές δράσεις που χρηματοδοτούνται από ήδη υπάρχοντα ταμεία·

23.

υπενθυμίζει ότι τέτοιου είδους στρατηγικές, όπως υπάρχουν επί του παρόντος ή ενδέχεται να υπάρξουν στο μέλλον, θα πρέπει να παράσχουν τη βάση για την υλοποίηση περισσότερων στρατηγικών και «κοινών» προσεγγίσεων μέσω των συναφών μέσων εδαφικής συνεργασίας, αλλά δεν δημιουργούν νέα κεφάλαια στον προϋπολογισμό της ΕΕ, ούτε προβλέπουν τη δημιουργία νέων θεσμικών οργάνων ή την εφαρμογή νέας νομοθεσίας·

24.

ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει λεπτομερώς τα αποτελέσματα των πρώτων μακροπεριφερειακών στρατηγικών που εφαρμόσθηκαν· εκτιμά ότι η διαδικασία προκάλεσε ένα ενδιαφέρον το οποίο καλό θα ήταν να αποδώσει καρπούς και να αντλήσει διδάγματα για την εφαρμογή μελλοντικών νέων μακροπεριφερειακών στρατηγικών·

25.

επισημαίνει ότι ο στόχος της εδαφικής συνεργασίας μπορεί να διευκολύνει τη συνεργασία σε μακροπεριφερειακή κλίμακα, ιδίως στο πλαίσιο του διακρατικού σκέλους της·

26.

συνιστά την αξιοποίηση των διακρατικών προγραμμάτων για τη στήριξη αυτών των εδαφικών στρατηγικών συντονίζοντας τον προβληματισμό, την χάραξη και την καθοδήγηση των μακρο-περιφερειακών στρατηγικών, μολονότι χωρίς αυτό να οδηγεί σε άσκοπο διπλασιασμό των δημοσιονομικών δομών της ΕΕ με τη δημιουργία ειδικών δημοσιονομικών κονδυλίων για διαφορετικές μακρο-περιφέρειες·

27.

τονίζει, επίσης, ότι οι στόχοι των μακροπεριφερειακών στρατηγικών συμπληρώνουν τους στόχους της μικροπεριφερειακής διασυνοριακής συνεργασίας και μπορούν να τους ενσωματώσουν, δεν μπορούν όμως να τους αντικαταστήσουν· τονίζει, για τον λόγο αυτόν, ότι η διασυνοριακή συνιστώσα της εδαφικής συνεργασίας πρέπει να διατηρηθεί ως αυτόνομο διακριτό και εύλογο στοιχείο·

28.

είναι πεπεισμένο ότι η διακρατική πτυχή του στόχου 3 δύναται να συμβάλει στην ενίσχυση της συνεργασίας στο πλαίσιο των μακροπεριφερειακών στρατηγικών μέσω της μεγαλύτερης συμμετοχής των δημόσιων περιφερειακών και τοπικών αρχών και της κοινωνίας των πολιτών στην υλοποίηση συγκεκριμένων πρωτοβουλιών·

29.

είναι της άποψης ότι κάθε διακρατική στρατηγική πρέπει να συμπεριλάβει στον προβληματισμό της το δυνατό συντονισμό με τις κατευθυντήριες γραμμές των διευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών και με τις στρατηγικές που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής·

30.

υπενθυμίζει ότι η διασυνοριακή συνεργασία αφορά όχι μόνο τα εσωτερικά αλλά και τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, μεταξύ άλλων, και όσον αφορά τις υφιστάμενες και μελλοντικές μακροπεριφερειακές στρατηγικές· υπογραμμίζει τις δυσκολίες συγχρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν οι τρίτες χώρες ως προς τις διατάξεις για τη συνεργασία στον κανονισμό εφαρμογής του ΕΤΠΑ· ζητεί από την Επιτροπή να σκεφθεί για μια καλύτερη συνέργια μεταξύ πρωτοβουλιών στα πλαίσια του ΕΤΠΑ, του προενταξιακού μέσου, του ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (ΕΜΓΕΣ) και του ευρωπαϊκού αναπτυξιακού ταμείου (ΕΤΑ), και να υποβάλει μια πρόταση, το συντομότερο δυνατό, για τη νέα πολιτική γειτονίας· απευθύνει έκκληση για απλοποίηση και εναρμόνιση των κανόνων που διέπουν την πρόσβαση στις διάφορες πηγές χρηματοδότησης, ούτως ώστε να διασφαλισθεί η συμβατότητά τους και να διευκολυνθεί η χρήση τους από τους δικαιούχους·

31.

καλεί την Επιτροπή, έχοντας υπόψη την ιδιαίτερη φύση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Γειτονίας και Εταιρικής Σχέσης, να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα για τη διαχείρισή του στη ΓΔ Περιφερειακής Ανάπτυξης της Επιτροπής, λαμβάνοντας παρά ταύτα υπόψη τις πτυχές των εξωτερικών σχέσεων· επισημαίνει ότι, στην παρούσα μορφή του, ο ΕΜΓΕΣ δεν παρέχει επαρκή βάση για τη συνεκτίμηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της διασυνοριακής συνεργασίας· πιστεύει ότι πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο διαχωρισμού του από τη διαχείριση των εξωτερικών σχέσεων, τουλάχιστον στις περιπτώσεις που τρίτες χώρες οι οποίες συμμετέχουν στη συνεργασία για τα εξωτερικά σύνορα χρηματοδοτούν επίσης τη συνεργασία·

32.

απευθύνει έκκληση για την υλοποίηση του σχεδίου δράσης για την ευρύτερη γειτνίαση στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες το οποίο αναφέρεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής (COM(2004)0343)· υπογραμμίζει εν προκειμένω την ανάγκη ανάληψης συνεκτικής πολυτομεακής δράσης στο πλαίσιο των πολιτικών της Ένωσης που αφορούν τις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες, ιδιαίτερα δε την ανάγκη καλύτερου συντονισμού μεταξύ της εξωτερικής και της εσωτερικής πτυχής μέσω μιας στρατηγικής ζωνών έλξης του πληθυσμού·

33.

υπενθυμίζει ότι μια Λευκή Βίβλος σχετικά με την εδαφική συνοχή ως συνέχεια της Πράσινης Βίβλου θα αποτελούσε καίριο μέσο για την αποσαφήνιση του τρόπου εφαρμογής της εδαφικής συνοχής μέσω της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης στη μελλοντική περιφερειακή πολιτική και θα πρόσφερε υλικό για τον διάλογο σχετικά με την επόμενη δέσμη νομοθετικών μέτρων·

34.

δηλώνει ότι οι όροι περί της διασυνοριακής συνεργασίας στο πλαίσιο του ΕΜΓΕΣ δεν είναι επαρκείς για τη δέουσα ανάπτυξή του· συνιστά ως προς τούτο, ενισχυμένο συντονισμό μεταξύ των αρμόδιων γενικών διευθύνσεων εντός της Επιτροπής· είναι πεπεισμένο για την επιτακτική ανάγκη επανενσωμάτωσης των προγραμμάτων διασυνοριακής συνεργασίας του ΕΜΓΕΣ στο στόχο της εδαφικής συνεργασίας της πολιτικής συνοχής·

Ενθάρρυνση της δημιουργίας ευρωπαϊκών ομίλων εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ)

35.

θεωρεί ότι ο ΕΟΕΣ αποτελεί μοναδικό και πολύτιμο μέσο εδαφικής διακυβέρνησης και ότι ανταποκρίνεται στις ανάγκες της διαρθρωμένης συνεργασίας, από πλευράς δημοσιονομικής, νομικών καθεστώτων και πολυεπίπεδης διακυβέρνησης· υπενθυμίζει ότι ο ΕΟΕΣ πρέπει να προωθηθεί ως μέσο για την οργάνωση συστημάτων διασυνοριακής διακυβέρνησης, διασφαλίζοντας την οικειοποίηση των διαφόρων πολιτικών σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο· τονίζει τη σημαντική συμβολή του ΕΟΕΣ για την επιτυχή ανάπτυξη και εφαρμογή ενός μοντέλου πολυεπίπεδης διακυβέρνησης·

36.

τονίζει ότι οι ΕΟΕΣ μπορούν να συμβάλουν όχι μόνο στην εδαφική συνοχή αλλά και στην κοινωνική συνοχή: επισημαίνει ότι το εν λόγω μέσο είναι το πλέον κατάλληλο για την προσέγγιση των διαφόρων πολιτιστικών και γλωσσικών κοινοτήτων, για την προώθηση της ειρηνικής συνύπαρξης στο πλαίσιο της Ευρώπης της πολυμορφίας και για την προβολή της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας προς τους πολίτες·

37.

συνιστά να διενεργηθεί μια πρώτη αξιολόγηση των ήδη συσταθέντων ΕΟΕΣ, ούτως ώστε να αντληθούν διδάγματα από αυτήν την πρώτη εμπειρία·

38.

εκτιμά, ωστόσο, ότι πρέπει να διευκολυνθεί η υλοποίησή του και ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει το ταχύτερο δυνατόν προτάσεις τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους ΕΟΕΣ, λαμβάνοντας υπόψη τα προβλήματα που εντοπίσθηκαν από τις τοπικές και περιφερειακές αρχές και τους ομίλους που έχουν συσταθεί και βάσει της εργασίας που έχει γίνει από την Επιτροπή των Περιφερειών, που αποσκοπεί να:

διασαφηνίσει το καθεστώς του ΕΟΕΣ στα δικαιοδοτικά συστήματα των κρατών μελών, ούτως ώστε να επιτευχθεί εν προκειμένω η δέουσα νομοθετική εναρμόνιση,

εγκρίνει τη δημιουργία ΕΟΕΣ μεταξύ φορέων εγκατεστημένων σε ένα κράτος μέλος και άλλων εγκατεστημένων σε τρίτο κράτος,

να αναδιατυπώσει το άρθρο 4, παράγραφος 3 ώστε να τηρείται αυστηρά η προθεσμία των τριών μηνών για τη διαδικασία ίδρυσης των ΕΟΕΣ,

να απλοποιήσει το δίκαιο που διέπει το προσωπικό,

να μεριμνήσει ώστε το φορολογικό καθεστώς των ΕΟΕΣ να μην είναι λιγότερο ευνοϊκό από ό,τι άλλα νομικά καθεστώτα όσον αφορά την υλοποίηση σχεδίων ή προγραμμάτων συνεργασίας·

39.

ενθαρρύνει τη χορήγηση συνολικών επιχορηγήσεων στους ΕΟΕΣ που παρουσιάζουν σχέδια τα οποία είναι συναφή με τους στόχους και τις στρατηγικές των οικείων προγραμμάτων συνεργασίας, με βάση κοινές διασυνοριακές αναπτυξιακές στρατηγικές, ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται άμεσα τα διαρθρωτικά ταμεία, και προγράμματα, και ζητεί όπως στους κανονισμούς που διέπουν τα άλλα ευρωπαϊκά ταμεία να λαμβάνεται καλύτερα υπόψη ο πολυεθνικός και πολυμερής χαρακτήρας των ΕΟΕΣ, προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβασή τους σε άλλες πηγές χρηματοδότησης·

40.

εκφράζει την ικανοποίησή του για τη δημιουργία της ευρωπαϊκής πλατφόρμας των ΕΟΕΣ από την Επιτροπή των Περιφερειών, η οποία αποσκοπεί στην ανταλλαγή εμπειριών, την αξιοποίηση των ορθών πρακτικών και την παροχή τεχνικής υποστήριξης στους ΕΟΕΣ·

41.

εκτιμά ότι οι διασυνοριακοί ΕΟΕΣ αποτελούν μια θαυμάσια ευκαιρία για την ανάπτυξη της Ευρώπης σε εδαφικό επίπεδο με τη συμμετοχή των ευρωπαίων πολιτών· καλεί τους διασυνοριακούς ΕΟΕΣ να δημιουργήσουν και να ενθαρρύνουν τη δράση ενός «διασυνοριακού φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών» και να στηρίξουν τις διασυνοριακές πρωτοβουλίες πολιτών·

Απλοποίηση της εφαρμογής

42.

θεωρεί ότι η εφαρμογή των προγραμμάτων εδαφικής συνεργασίας εξακολουθεί να είναι πολύ πολύπλοκη και εκτιμά ότι ο στόχος 3 χρειάζεται ξεχωριστή ρύθμιση που να αποτυπώνει τον εκ φύσεως διεθνή χαρακτήρα των δραστηριοτήτων του· θεωρεί ότι σήμερα είναι αναγκαίο να συμμετέχουν πάρα πολλές διαφορετικές διοικητικές αρχές στην εφαρμογή των προγραμμάτων και ζητεί, ως εκ τούτου, σημαντική απλούστευση στο θέμα αυτό·

43.

ζητεί από την Επιτροπή να προβλέψει ειδικά μέτρα που θα απλοποιούν τους κανόνες λογιστικών και λοιπών ελέγχων, βάσει της κατευθυντήριας αρχής «μία αρχή διαχείρισης ανά πρόγραμμα», θα επιτρέπουν πιο συστηματικά τη χρήση των κατ’ αποκοπή δαπανών και την πάγια χρηματοδότηση των μικρών έργων, θα χαράζουν ένα αυστηρότερο πλαίσιο για τους κανόνες εκλεξιμότητας των κοινοτικών δαπανών και θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ευελιξία στην εφαρμογή των αυτόματων αποδεσμεύσεων, θα αυξάνουν την τεχνική συνδρομή ώστε οι αρχές διαχείρισης να μπορούν να δίδουν έμφαση περισσότερο στην εκκίνηση και στρατηγική παρακολούθηση των προγραμμάτων και στην επίτευξη αποτελεσμάτων, παρά στο κατά πόσον οι υποψηφιότητες ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της διοίκησης·

44.

καλεί τα κράτη μέλη να απλοποιήσουν τις εθνικές τους διατάξεις, οι οποίες πολύ συχνά προσθέτουν επιπλέον διοικητικό φόρτο που δεν απαιτείται από τους κοινοτικούς κανόνες·

45.

ζητεί από την Επιτροπή να διασαφηνίσει το ταχύτερο δυνατόν τους όρους της αρχής της αιρεσιμότητας που προβλέπεται για την εδαφική συνεργασία· φρονεί ότι, εάν αυτή η αιρεσιμότητα πρέπει να επιτρέψει τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την καλύτερη χρήση και τη μεγαλύτερη απόδοση των πόρων, δεν πρέπει, εντούτοις, να περιπλέξει περαιτέρω την υλοποίηση των προγραμμάτων εις βάρος των διαχειριστών και των δικαιούχων τους·

46.

επιμένει επίσης στις προσπάθειες διεύρυνσης και απλοποίησης που πρέπει να καταβληθούν για την καλύτερη συμμετοχή των ιδιωτικών φορέων· ζητεί την εφαρμογή χρηματοοικονομικών τεχνικών, κατά το πρότυπο των JEREMIE και JESSICA, για να διευκολυνθούν διασυνοριακά προγράμματα που θα αποτελούν φορείς οικονομικής ανάπτυξης, η συμμετοχή των ιδιωτικών φορέων και η δημιουργία συμπράξεων ιδιωτικού με δημόσιο τομέα·

Μεγαλύτερη προβολή της εδαφικής συνεργασίας

47.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η εδαφική συνεργασία πάσχει από έλλειψη ορατότητας, τόσο σε επίπεδο εθνικών και τοπικών διοικήσεων όσο και σε επίπεδο πολιτών, και ενθαρρύνει προς τον σκοπό αυτόν την καλύτερη ενημέρωση σχετικά με τα προγράμματα που έχουν ήδη υλοποιηθεί·

48.

ζητεί από την Επιτροπή να σκεφθεί για λύσεις που θα οδηγήσουν σε καλύτερη ορατότητα των ΕΟΕΣ και των δραστηριοτήτων τους έναντι των φορέων εδαφικής συνεργασίας και των πολιτών·

49.

φρονεί ότι πρέπει να αναδειχθούν και να αξιοποιηθούν οι στενοί πολιτισμικοί και γλωσσικοί δεσμοί που απορρέουν από την κοινή ιστορία των παραμεθόριων περιοχών των διαφόρων κρατών μελών, ούτως ώστε να τονωθούν οι διασυνοριακές συνεργασίες·

50.

θεωρεί ότι, με τη συνδρομή της στην επίτευξη των στόχων της έξυπνης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», η αυξημένη συνεργασία στον τομέα της εκπαίδευσης και του πολιτισμού, αυξάνει το επίπεδο συμμετοχής των πολιτών και των ΜΚΟ, ενώ συμβάλλει επίσης στην ενίσχυση της προβολής της εδαφικής συνεργασίας, καθώς και στην κατάργηση των «συνόρων στις νοοτροπίες» που αποτελούν εμπόδιο στο πλησίασμα μεταξύ των πολιτών·

51.

ζητεί καλύτερο συντονισμό μεταξύ των αρχών διαχείρισης και των ήδη υφισταμένων διασυνοριακών οργάνων όπως οι Ευρωπεριφέρειες κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των διασυνοριακών προγραμμάτων προκειμένου να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο ποιότητας των έργων, διαφάνειας και εγγύτητας προς τον πολίτη

52.

ζητεί καλύτερο συντονισμό της επικοινωνίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων εταίρων στη διαδικασία εφαρμογής της εδαφικής συνεργασίας· συνιστά να καθιερώνουν όλα τα προγράμματα που ανήκουν στην ίδια πτυχή μια ενιαία αναγνωρίσιμη μορφή οπτικής αναγνώρισης (λογότυπο) (π.χ. την επαναφορά της ευρέως αναγνωρισμένης ετικέτας «INTERREG»), σε συνδυασμό με το λογότυπο κάθε προγράμματος (με τυποποιημένο, ενδεχομένως, οπτικό μέγεθος), και ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει στην αρχή της προσεχούς περιόδου προγραμματισμού μία εκτεταμένη εκστρατεία ενημέρωσης στις διασυνοριακές περιοχές σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα επιτεύγματα της εδαφικής συνεργασίας·

*

* *

53.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη.


(1)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.

(2)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 19.

(3)  ΕΕ L 291 της 21.10.2006, σ. 11.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2010)0356.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2010)0254.

(6)  ΕΕ C 161 Ε της 31.5.2011, σ. 104.

(7)  ΕΕ C 117 Ε της 6.5.2010, σ. 65.

(8)  ΕΕ C 76 Ε της 25.3.2010, σ. 83.

(9)  ΕΕ C 184 Ε της 6.8.2009, σ. 95.

(10)  ΕΕ C 285 Ε της 22.11.2006, σ. 71.

(11)  ΕΕ C 227 Ε της 21.9.2006, σ. 88.

(12)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2011)0089.

(13)  Άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχείο β).


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/27


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Αυξημένη αποτελεσματικότητα μεταξύ του ΕΤΠΑ και άλλων διαρθρωτικών ταμείων

P7_TA(2011)0286

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση και τις μελλοντικές συνέργειες για αυξημένη αποτελεσματικότητα μεταξύ του ΕΤΠΑ και άλλων διαρθρωτικών ταμείων (2010/2160(INI))

2012/C 390 E/04

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 174, παράγραφος 1, και το άρθρο 175, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου της 11ης Ιουλίου 2006 περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής (1), ιδίως το άρθρο 9, παράγραφος 4,

έχοντας υπόψη την απόφαση 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 2006 για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 21ης Οκτωβρίου 2008 σχετικά με τη διακυβέρνηση και την εταιρική σχέση στο εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, και μια βάση για τα σχέδια στον τομέα της περιφερειακής πολιτικής (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 11ης Μαρτίου 2009 για την πολιτική συνοχής: επένδυση στην πραγματική οικονομία (4),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με τη συμπληρωματικότητα και τον συντονισμό της πολιτικής συνοχής και των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης (5),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2009 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για την εδαφική συνοχή και το στάδιο της συζήτησης σχετικά με την μελλοντική μεταρρύθμιση της πολιτικής συνοχής (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με την υλοποίηση των συνεργειών των διαθέσιμων πόρων για την έρευνα και την καινοτομία στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το έβδομο πρόγραμμα πλαίσιο για την έρευνα και ανάπτυξη στις πόλεις και τις περιφέρειες, καθώς και στα κράτη μέλη και την Ένωση (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 σχετικά με τη συμβολή της πολιτικής συνοχής στην επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας και της ΕΕ 2020 (8),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Μαΐου 2010 για τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς για τους καταναλωτές και τους πολίτες (9),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 7ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την πολιτική συνοχής και περιφερειακή πολιτική της ΕΕ μετά το 2013 (10),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Δεκεμβρίου 2010 σχετικά με τη χρηστή διακυβέρνηση όσον αφορά την περιφερειακή πολιτική της ΕΕ (11),

έχοντας υπόψη την εικοστή ετήσια έκθεση της Επιτροπής της 21ης Δεκεμβρίου 2009 για την υλοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων (COM(2009)0617/2),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «ΕΥΡΩΠΗ 2020 - Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (COM(2010)2020),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 31ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Πολιτική για τη συνοχή: στρατηγική έκθεση 2010 σχετικά με την υλοποίηση των προγραμμάτων 2007-2013» (COM(2010)0110),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2010 με τίτλο «Η περιφερειακή πολιτική συμβάλλει στην έξυπνη ανάπτυξη στο πλαίσιο της Ευρώπης 2020» (COM(2010)0553),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2010 με τίτλο «Η επανεξέταση του προϋπολογισμού της ΕΕ» (COM(2010)0700),

έχοντας υπόψη την πέμπτη έκθεση της Επιτροπής του Νοεμβρίου 2010 για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή: το μέλλον της πολιτικής συνοχής (η «πέμπτη έκθεση για τη συνοχή»),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Νοεμβρίου 2010 με τίτλο «Συμπεράσματα της πέμπτης έκθεσης για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή» (COM(2010)0642),

έχοντας υπόψη την επιστολή που απηύθυναν στον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι αρμόδιοι Επίτροποι για θέματα περιφερειακής πολιτικής, ναυτιλιακών υποθέσεων και αλιείας, απασχόλησης, κοινωνικών υποθέσεων και κοινωνικής ένταξης και γεωργίας και αγροτικής ανάπτυξης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών και της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A7-0141/2011),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 174 της ΣΛΕΕ ορίζει ότι η Ένωση, προκειμένου να προαχθεί η αρμονική ανάπτυξη του συνόλου της, αναπτύσσει και εξακολουθεί τη δράση της με σκοπό την ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής της συνοχής,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αιτιολογική σκέψη 40 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου ορίζει ότι ο προγραμματισμός θα πρέπει να εξασφαλίζει το συντονισμό των Ταμείων μεταξύ τους, με τα άλλα υφιστάμενα χρηματοδοτικά μέσα, με την ΕΤΕπ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕ), και ότι ο συντονισμός αυτός θα πρέπει να καλύπτει επίσης την εκπόνηση πολύπλοκων χρηματοδοτικών συστημάτων και εταιρικών σχέσεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη στρατηγική «Ευρώπη 2020», η Επιτροπή δεσμεύθηκε να κινητοποιήσει τα χρηματοοικονομικά μέσα της ΕΕ –ήτοι, μεταξύ άλλων, τα ταμεία αγροτικής ανάπτυξης και τα διαρθρωτικά ταμεία, τα προγράμματα Ε&Α, τα διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών (ΔΕΔ), το πρόγραμμα πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (CIP) και το ΕΤΕ– ως μέρος μιας συνεκτικής στρατηγικής χρηματοδότησης που συνδυάζει τη χρηματοδότηση από την ΕΕ και από τους εθνικούς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς χρηματοδότησης, στο πλαίσιο της εμβληματικής πρωτοβουλίας με τίτλο «Μια Ευρώπη που χρησιμοποιεί αποδοτικά τους πόρους», αποτυπώνοντας, κατά τον τρόπο αυτό, την ανάγκη συνοχής μεταξύ πολιτικών και μέσων,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πέμπτη έκθεση για τη συνοχή αναγνωρίζει σαφώς ότι η επιδίωξη του στόχου της περιφερειακής ανάπτυξης απαιτεί πράγματι στενό συντονισμό μεταξύ των δημόσιων πολιτικών σε όλα τα επίπεδα,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στα συμπεράσματά του της 14ης Ιουνίου 2010 για τη στρατηγική έκθεση της Επιτροπής για το 2010 σχετικά με την εφαρμογή των προγραμμάτων της πολιτικής για τη συνοχή, το Συμβούλιο τόνισε «την ανάγκη περαιτέρω βελτίωσης του συντονισμού της πολιτικής συνοχής και άλλων ενωσιακών και εθνικών πολιτικών, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της επίτευξης κοινών στόχων με περισσότερο συντονισμένο τρόπο», καθώς και την «πραγματική προστιθέμενη αξία που παράγεται από τη στρατηγική προσέγγιση και την κοινή εφαρμογή κανόνων για το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΚΤ, στο γενικό πλαίσιο της πολιτικής συνοχής»,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην επιστολή που απηύθυναν στον Πρόεδρο της Επιτροπής κ. Μπαρόζο, οι αρμόδιοι Επίτροποι για θέματα περιφερειακής πολιτικής, για θέματα ναυτιλιακών υποθέσεων και αλιείας, απασχόλησης, κοινωνικών υποθέσεων και κοινωνικής ένταξης και γεωργίας και αγροτικής ανάπτυξης αναγνώρισαν ομόφωνα «την ανάγκη να ενισχυθεί η ενσωμάτωση των διαφόρων πολιτικών της ΕΕ για να υλοποιηθεί η βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομική ανάπτυξη που πρέπει να επιτύχει η Ένωση», προτείνοντας την «κατάρτιση ενός κοινού στρατηγικού πλαισίου σε επίπεδο ΕΕ για το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής, το ΕΓΤΑΑ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ), για την περίοδο μετά το 2013»,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταρρύθμιση της διαρθρωτικής πολιτικής για την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013 οδήγησε στο διαχωρισμό της αγροτικής ανάπτυξης από το γενικό πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο εξορθολογισμός των δαπανών προϋποθέτει αποτελεσματικότερες και αποδοτικότερες πολιτικές τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, και ότι ο στενότερος συντονισμός και η συμπληρωματικότητα συνιστούν θεμελιώδη στοιχεία για τον εκσυγχρονισμό της πολιτικής για τη συνοχή στο μέλλον,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, χωρίς ένα υποστηρικτικό πλαίσιο πολιτικής, οι υφιστάμενες συνέργειες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την οργανωτική και στρατηγική ικανότητα των αποδεκτών τους να συνδυάζουν την ενίσχυση που παρέχεται από τα διάφορα μέσα της ΕΕ,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μια προσέγγιση που βασίζεται στην τοπική ανάπτυξη μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής για τη συνοχή, και ότι η πολιτική συνοχής παραμένει το κυριότερο εργαλείο για την αντιμετώπιση των ειδικών προκλήσεων που αντιμετωπίζει κάθε επικράτεια, ενώ η έμφαση στην αστική διάσταση της πολιτικής συνοχής, η οποία αντικατοπτρίζει ευρύτερες λειτουργικές ζώνες, πρέπει να συνοδεύεται από ισορροπημένες προϋποθέσεις για την σύνεργη ανάπτυξη των αστικών, των προαστιακών και των αγροτικών περιοχών·

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι επιτακτική ανάγκη, αλλά ασκούνται και πιέσεις, για εξυγίανση των δημόσιων προϋπολογισμών, ανάγκη που επιτάσσει πιο καινοτόμες δράσεις για την ενίσχυση του αντικτύπου οιασδήποτε διαθέσιμης χρηματοδότησης και ότι ο αποτελεσματικός συντονισμός μεταξύ πολιτικών και μέσων θα συντελέσει στην εξοικονόμηση χρόνου και πόρων και θα αποφέρει πραγματικά οφέλη από πλευράς αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επιδίωξη συντονισμού και συνεργειών πρέπει να συντελεστεί τόσο σε οριζόντιο επίπεδο (με συνεκτικότητα μεταξύ των διαφόρων πολιτικών) όσο και σε κατακόρυφο επίπεδο (με συνεργασία και συντονισμό μεταξύ των ποικίλων επιπέδων διακυβέρνησης),

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μία κατακερματισμένη προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε κενά πολιτικής, σε επικαλυπτόμενες ή ακόμη και αντικρουόμενες πολιτικές, αντιφατικές δημόσιες ενέργειες και σε επικάλυψη πόρων, με συνέπειες τόσο στην περιφερειακή αποτελεσματικότητα των δημόσιων πολιτικών όσο και στον εθνικό αντίκτυπό τους, και ότι, στα τελευταία έγγραφα πολιτικής της Επιτροπής, δεν φαίνεται να δίδεται επαρκής έμφαση στην υιοθέτηση ολοκληρωμένης προσέγγισης,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η χάραξη μιας πιο ολοκληρωμένης, συνεκτικής, αποτελεσματικής και αποδοτικής πολιτικής για τη συνοχή απαιτεί περισσότερες προσπάθειες για την προσαρμογή των πολιτικών της ΕΕ στις ιδιαίτερες ανάγκες και αξίες των διαφόρων εδαφών και περιφερειών της Ένωσης,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές – στο πλαίσιο των γενικών κατευθυντήριων γραμμών για τη βελτίωση της πρόσβασης σε μέσα χρηματοδότησης– προϋποθέτουν καλύτερο συντονισμό μεταξύ των ταμείων,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές απαιτούν ρητά την ενθάρρυνση της δημιουργίας συνεργειών ανάμεσα στις διαρθρωτικές πολιτικές, τις πολιτικές για την απασχόληση και τις πολιτικές για την αγροτική ανάπτυξη, τονίζοντας ότι, στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν τη συνέργεια και τη συνεκτικότητα μεταξύ των δράσεων που θα χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής, το ΕΚΤ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ) και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) για κάποια συγκεκριμένη περιοχή και για συγκεκριμένο τομέα δραστηριότητας· λαμβάνοντας δε υπόψη ότι προβλέπουν επίσης πως οι κυριότερες κατευθυντήριες αρχές όσον αφορά τη διαχωριστική γραμμή και τους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των δράσεων που υποστηρίζονται από τα διάφορα ταμεία πρέπει να καθοριστούν στο επίπεδο των εθνικών στρατηγικών πλαισίων αναφοράς/εθνικών στρατηγικών σχεδίων,

ΙΖ.

έχοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο, στα συμπεράσματά του της 21ης Φεβρουαρίου 2011, σχετικά με την Πέμπτη έκθεση για την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα εφαρμογής προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από πλείονα ταμεία,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνορεύουν με τρίτες χώρες, οι οποίες επωφελούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης (ΕΤΑ), και ότι πρέπει να επισημανθεί συγκεκριμένα η δυνατότητα χρηματοδότησης συνεργειών ορισμένων σχεδίων, ώστε να αυξηθεί το αναπτυξιακό δυναμικό ευρωπαϊκών περιοχών που παρουσιάζουν τα χαρακτηριστικά αυτά,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στην ενδιάμεση επανεξέταση αναγνωρίζεται ο περιορισμένος βαθμός δημοσιονομικής ευελιξίας και τα προσκόμματα που υφίστανται στην πρόβλεψη νέων προτεραιοτήτων ακόμη και στο πλαίσιο υφισταμένων προγραμμάτων, ενώ επισημαίνεται εξίσου ότι η έλλειψη συνέπειας μεταξύ των προγραμμάτων και ο επαχθής διοικητικός φόρτος παρεμποδίζουν την αποτελεσματικότητα,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, στην τρέχουσα συγκυρία μετά την κρίση, καθίσταται ακόμη σημαντικότερη η κατανόηση των διαδικασιών που ακολουθούνται στις οικονομίες των κρατών μελών, καθώς και των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται μέσω της χρήσης των πόρων της ΕΕ,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι σημαντικό να διασφαλισθεί η προβολή και η «ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία» της συμβολής της ΕΕ,

Ο χρόνος και ο τόπος για μεγαλύτερο συντονισμό και συνέργειες

1.

ζητεί την υποβολή πρότασης σχετικά με ένα ενιαίο στρατηγικό πλαίσιο ήδη για την προσεχή δημοσιονομική περίοδο μετά το 2013, για τη διασφάλιση κοινής προσέγγισης και την αξιοποίηση των συνεργιών μεταξύ όλων των δράσεων που υπηρετούν, σε τοπικό επίπεδο, τους στόχους της πολιτικής της περαιτέρω συνοχής, όπως καθορίζονται από τις Συνθήκες και χρηματοδοτούνται από το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής, το ΕΚΤ, το ΕΓΤΑΑ και το ΕΤΑ·

2.

τονίζει ότι στόχος της πολιτικής συνοχής πρέπει να είναι μια βιώσιμη, ευφυής και περιεκτική οικονομική ανάπτυξη ομοιόμορφα κατανεμημένη από κοινωνικής και εδαφικής πλευράς, η μείωση των αναπτυξιακών ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών, η δημιουργία θέσεων απασχόλησης, η αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής, η κατάρτιση των εργαζομένων για τις νέες θέσεις, μεταξύ άλλων στον τομέα της βιώσιμης οικονομίας, η κοινωνική και εδαφική συνοχή και η υλοποίηση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου που αποτελεί στοιχείο συνοχής και ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας·

3.

τονίζει ότι η πολιτική συνοχής θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης στο σύνολο της ΕΕ και τη δίκαιη και ομοιόμορφα κατανεμημένη ευημερία, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και στοχεύοντας στη μείωση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ·

4.

θεωρεί ότι η πολιτική συνοχής αποτελεί έναν από τους πυλώνες της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ ευνοώντας τη μακροπρόθεσμη στρατηγική επενδύσεων και την κοινωνική ένταξη· θεωρεί ότι η πολιτική συνοχής αποτελεί εγγύηση για τη στήριξη των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών και των μειονεκτουσών ομάδων, οδηγώντας στην ισόρροπη και αρμονική ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης· διαπιστώνει ότι η ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία έγκειται στο γεγονός ότι όλοι μπορούν να επωφελούνται από τις οικονομικές επιτυχίες της ΕΕ· υποστηρίζει για το λόγο αυτό ότι η πολιτική συνοχής πρέπει να διατηρηθεί ως αυτόνομη πολιτική με σημαντική χρηματοδότηση·

5.

επικροτεί την πρόταση που περιλαμβάνεται στην Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την επανεξέταση του προϋπολογισμού για την έγκριση κοινού στρατηγικού πλαισίου από την Επιτροπή, ούτως ώστε να ενισχυθεί η ολοκλήρωση των πολιτικών της ΕΕ που αποβλέπουν στην υλοποίηση της στρατηγικής για την «Ευρώπη 2020»· στο πλαίσιο αυτό ζητεί την ανάληψη δράσης για την προώθηση συνεργειών μεταξύ των τρόπων χρηματοδότησης των εμβληματικών πρωτοβουλιών της Στρατηγικής ΕΕ 2020· επισημαίνει, εντούτοις, ότι η δημιουργία ενισχυμένων συνεργειών μεταξύ των δράσεων που χρηματοδοτούνται από τα πέντε προαναφερθέντα ταμεία εντός ενός κοινού στρατηγικού πλαισίου δεν είναι καθοριστικής σημασίας μόνο για την υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», αλλά επίσης, και πρωτίστως, για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής για τη συνοχή που καθορίζονται από τη Συνθήκη·

6.

επιδοκιμάζει την πέμπτη έκθεση για τη συνοχή, η οποία, μολονότι επικεντρώνεται κατά κύριο λόγο στην ανάδειξη της συμβολής που μπορούν να έχουν οι περιφέρειες και η πολιτική συνοχής στην υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», περιέχει μία σειρά συμπερασμάτων τα οποία καταδεικνύουν τον καίριο ρόλο που διαδραματίζει η δημιουργία ενισχυμένων συνεργειών μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων, συμπεριλαμβανομένου του Ταμείου Συνοχής·

7.

κρίνει αναγκαίο τον εξορθολογισμό των δαπανών στον τομέα της πολιτικής για τη συνοχή με τον περιορισμό του κατακερματισμού των χρηματοδοτικών μέσων και οδών και την προώθηση καλύτερης συμπληρωματικότητας μεταξύ των διαφόρων μέσων χρηματοδότησης· επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής για καλύτερη ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και θεματική συγκέντρωση των κοινοτικών και εθνικών πόρων σε ορισμένο αριθμό προτεραιοτήτων, προκειμένου να εξασφαλισθεί ενισχυμένος συντονισμός μεταξύ των ταμείων, ενόψει της βελτίωσης του στρατηγικού χαρακτήρα της συγκεκριμένης πολιτικής· τονίζει, ωστόσο, ότι τα κράτη μέλη, καθώς και οι περιφερειακές και τοπικές αρχές εξακολουθούν να χρειάζονται επαρκή βαθμό ευελιξίας για την προσαρμογή των προτεραιοτήτων στις ιδιαίτερες αναπτυξιακές ανάγκες τους·

8.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τις συμβάσεις εταιρικής σχέσης στον τομέα της ανάπτυξης και των επενδύσεων με στόχο τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των κοινοτικών πόρων και των εθνικών χρηματοδοτήσεων για τους στόχους και τα προγράμματα· υπογραμμίζει την ανάγκη συμμετοχής των τοπικών και περιφερειακών αρχών στη σύλληψη και την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών· ζητεί συντονισμό των συμβάσεων αυτών με τις εθνικές μεταρρυθμίσεις των τομεακών πολιτικών με εδαφικές επιπτώσεις (π.χ. μεταφορές και υποδομές Ε&Α)·

9.

υπογραμμίζει ότι πολλές πρωτοβουλίες οικονομικής ανάπτυξης στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής δεν δημιουργούν απλώς ευκαιρίες οι οποίες θα ήταν ευκταίο να αξιοποιηθούν, αλλά η επιτυχής τους έκβαση εξαρτάται ουσιαστικά από τη μελέτη τόσο των ανθρώπινων όσο και των φυσικών παραγόντων (οι βελτιώσεις στις υποδομές, για παράδειγμα, δεν οδηγούν αυτομάτως σε μεγαλύτερη ανάπτυξη εάν δεν συνδυάζονται με επενδύσεις στους τομείς της εκπαίδευσης, των επιχειρήσεων και της καινοτομίας)· εκτιμά, ως εκ τούτου, ότι η δημιουργία ενισχυμένων συνεργειών μεταξύ του ΕΤΠΑ, του ΕΚΤ και του Ταμείου Συνοχής θα μεγιστοποιήσει τον αναπτυξιακό αντίκτυπο των εν λόγω ταμείων·

10.

εφιστά την προσοχή στο ρόλο που διαδραματίζει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης στην αποτελεσματική χρήση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, δεδομένου ότι το ΕΤΠΑ είναι υπεύθυνο για τη δημιουργία συνθηκών όπως οι σωστές υποδομές και η δέουσα δυνατότητα πρόσβασης, χωρίς τις οποίες οι επενδύσεις για την απασχόληση δεν είναι δυνατόν να καρποφορήσουν·

11.

υπογραμμίζει ότι η οικονομική κρίση κατέστησε ακόμη πιο επείγουσες τις παρεμβάσεις στους τομείς που εμπίπτουν στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ιδιαίτερα εκείνες για τη στήριξη της απασχόλησης, του επαγγελματικού αναπροσανατολισμού, της κοινωνικής ένταξης και για τη μείωση της φτώχειας·

12.

τονίζει ότι το ΕΚΤ, ως μέσο στήριξης της διαρκούς κατάρτισης, της απόκτησης προσόντων και του επαγγελματικού αναπροσανατολισμού, πρέπει να θεωρείται απαραίτητο μέσο του οποίου οι δυνατότητες δεν έχουν χρησιμοποιηθεί πλήρως για την προώθηση μιας περιεκτικής και επαρκούς ανάπτυξης και μιας Ευρώπης που θα βασίζει την ανταγωνιστικότητά της στη γνώση·

13.

τονίζει ότι ένας στοχοθετημένος και συντονισμένος πολιτικός σχεδιασμός θα εξασφάλιζε την προτεραιότητα στις επενδύσεις με την μεγαλύτερη επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ανάπτυξη των περιοχών·

14.

εκτιμά ότι οι δράσεις για την αγροτική ανάπτυξη στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ και οι δράσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη της αλιείας στο πλαίσιο του ΕΤΑ θα πρέπει να υπαχθούν σε ένα ενιαίο πλαίσιο με τα λοιπά διαρθρωτικά ταμεία, ήτοι το ΕΤΠΑ, το Ταμείο Συνοχής και το ΕΚΤ· καλεί, συνεπώς, την Επιτροπή να αξιολογήσει κατά πόσον θα μπορούσε να διασφαλισθεί η υιοθέτηση μιας συνολικής προσέγγισης για την ανάπτυξη των αγροτικών και αλιευτικών κοινοτήτων, σύμφωνα με το στόχο της εδαφικής συνοχής, μέσω της μετατόπισης των δράσεων τοπικής ανάπτυξης από τα εν λόγω δύο ταμεία προς ένα γενικότερο πλαίσιο συνοχής ή, τουλάχιστον, μέσω σαφέστερων συνεργειών μεταξύ όλων των ταμείων· φρονεί ότι μία τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να λάβει υπόψη το πλαίσιο των καίριων πολιτικών με εδαφικό αντίκτυπο και να επιτρέψει σε όσους συμμετέχουν ενεργά στις διαδικασίες ανάπτυξης σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο να ασκούν μια πολιτική με πραγματικά τοπική διάσταση, η οποία θα ανταποκρίνεται δεόντως στις εδαφικές ανάγκες των αγροτικών και αλιευτικών περιοχών ή των μικρών νήσων·

15.

τονίζει ότι περαιτέρω ενίσχυση του συντονισμού δεν απαιτείται μόνο μεταξύ των μέσων της πολιτικής για τη συνοχή αυτών καθαυτών (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ και Ταμείο Συνοχής), αλλά και μεταξύ των δράσεων που χρηματοδοτούνται από τα εν λόγω μέσα και των δραστηριοτήτων που αναπτύσσονται στο πλαίσιο των ΔΕΔ, του 7ου προγράμματος πλαισίου και του Κοινοτικού Προγράμματος Καινοτομίας (CIP)·

16.

εκτιμά ότι οι συνέργειες μπορεί να είναι σημαντικές για το στόχο της εδαφικής συνεργασίας μεταξύ του ΕΤΠΑ και των προενταξιακών μέσων και του μέσου γειτονίας, στο πλαίσιο διασυνοριακών προγραμμάτων· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει σε ποιες περιπτώσεις θα μπορούσε επίσης να επιδιωχθεί ο συντονισμός με άλλα μέσα της εξωτερικής πτυχής των πολιτικών της ΕΕ, όπως το ΕΤΑ·

17.

πιστεύει ότι αυτή η αλληλοενίσχυση και ο συντονισμός των πολιτικών της ΕΕ μπορεί αδιαμφισβήτητα να εξασφαλίσει τα βέλτιστα δυνατά αποτελέσματα από τον προϋπολογισμό της ΕΕ· ζητεί ανάπτυξη των πρωτοβουλιών χρηματοοικονομικής τεχνικής, όπως τα μέσα που χρηματοδοτούνται από την ΕΤΕ, και μεγαλύτερη χρήση των μέσων αυτών·

18.

επισημαίνει, ωστόσο, το γεγονός, ότι πολλά κράτη μέλη αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά το συντονισμό μεταξύ των διαφόρων ταμείων και εκφράζουν καταφανώς την ανησυχία τους για την έλλειψη συνέργειας –ακόμη δε και για την επικάλυψη, σε ορισμένες περιπτώσεις– μεταξύ των ταμείων· τονίζει, εν προκειμένω, ότι οι σύνθετοι κανόνες διαχείρισης των ταμείων απαιτούν υπερβολικά υψηλό επίπεδο θεσμικών ικανοτήτων για την υπέρβαση των φραγμών και για τον ικανοποιητικό συντονισμό της υλοποίησής τους· εξαίρει τη σημασία της συγχρηματοδότησης και την απαραίτητη απλοποίηση των κανόνων της ώστε να καταστεί δυνατή η ενίσχυση των συνεργειών μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων·

19.

υπογραμμίζει ότι η απλούστευση, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για μία επιτυχή πολιτική συνοχής, πρέπει να διενεργηθεί σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, βελτιώνοντας με τον τρόπο αυτό τα αποτελέσματα· καλεί την Επιτροπή να προτείνει απλούστερη αρχιτεκτονική για την πολιτική στο μέλλον, η οποία να βασίζεται σε μεγαλύτερη ευελιξία, αναλογικότητα και προβολή όσον αφορά τη χρήση των ταμείων, ώστε να διευκολύνεται η πλήρης και ταχεία απορρόφησή τους·

20.

υπενθυμίζει ότι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους το ΕΤΠΑ και τα άλλα διαρθρωτικά ταμεία αντιμετώπισαν δυσκολίες για να διοχετεύσουν αποτελεσματικά πόρους προς σχέδια με μεγαλύτερες δυνατότητες δημιουργίας οικονομικής ανάπτυξης και θέσεων απασχόλησης είναι το γεγονός ότι δίδεται μεγαλύτερη έμφαση στη δυνατότητα απορρόφησης παρά στα αποτελέσματα·

21.

υποστηρίζει μία πολιτική συνοχής προσανατολισμένη περισσότερο προς την επίτευξη αποτελέσματος, η οποία εστιάζεται λιγότερο στην κανονικότητα των δαπανών και διαδικασιών αλλά επιτυγχάνει στην πράξη ισορροπία ανάμεσα στην ποιότητα των παρεμβάσεων και τον χρηματοοικονομικό και διοικητικό έλεγχο· συνιστά να θεσπισθούν αρμόζοντες μηχανισμοί αποτίμησης προς βελτίωση των θεσμικών και διοικητικών ικανοτήτων των φορέων που είναι επιφορτισμένοι με τη διαχείριση προγράμματος, στοιχείο που θα συμβάλει στην ποιότητα των δαπανών και τη μείωση του επιπέδου σφαλμάτων·

22.

υποστηρίζει ότι η αρχιτεκτονική της μελλοντικής πολιτικής για τη συνοχή πρέπει να είναι απλούστερη, πιο ευέλικτη και ικανή να διευκολύνει τη μεγίστη δυνατή απορρόφηση και αποτελεσματικότητα των κονδυλίων·

23.

υπογραμμίζει ότι η ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί μέσω μεγαλύτερης συνέργειας μεταξύ των χρηματοδοτικών μέσων της πολιτικής για τη συνοχή και του καλύτερου συντονισμού μεταξύ αυτών και των άλλων χρηματοδοτικών μέσων·

Ένας στόχος: Συνοχή, μία δέσμη μέσων για την επίτευξή της

24.

θεωρεί ότι οι κοινοί κανόνες διαχείρισης, επιλεξιμότητας, ελέγχου και υποβολής εκθέσεων στο πλαίσιο των χρηματοδοτούμενων έργων από το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ, το Ταμείο Συνοχής, το ΕΓΤΑΑ και το ΕΤΑ (ιδίως όσον αφορά τα μέτρα για τη στήριξη της οικονομικής διαφοροποίησης των αγροτικών και αλιευτικών περιοχών) δεν θα διαδραματίσουν μόνο καίριο ρόλο στην προώθηση και τη διευκόλυνση της αποτελεσματικότερης υλοποίησης των προγραμμάτων της πολιτικής για τη συνοχή, αλλά θα συμβάλουν επίσης καθοριστικά στις προσπάθειες απλοποίησης· θεωρεί, επιπλέον, ότι τούτο θα μπορούσε να απλοποιήσει τόσο τη χρήση των ταμείων από τους δικαιούχους όσο και τη διαχείριση των ταμείων από τις εθνικές αρχές, περιορίζοντας τον κίνδυνο σφάλματος, παρέχοντας, ταυτόχρονα, την δυνατότητα διαφοροποίησης, όπου χρειάζεται, ούτως ώστε να αποτυπώνονται οι ιδιαιτερότητες των πολιτικών, των μέσων και των δικαιούχων, και διευκολύνοντας, επιπλέον, τη συμμετοχή μικρότερων ενδιαφερόμενων φορέων στα προγράμματα της πολιτικής για τη συνοχή, καθώς και την ευκολότερη απορρόφηση της διαθέσιμης χρηματοδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι η απλοποίηση αυτή θα συνοδεύεται από επαρκή χρηματοδότηση ειδικά για την τεχνική στήριξη·

25.

εμμένει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο πρέπει να παραμείνει στο πλαίσιο του κανονισμού που αφορά τις γενικές διατάξεις για τα ταμεία της πολιτικής συνοχής· υπογραμμίζει, συνεπώς, την ανάγκη διατήρησης και ενίσχυσης του μοντέλου μίας ενιαίας γενικής ρύθμισης, που θα καλύπτει τους κανόνες διαχείρισης, επιλεξιμότητας, λογιστικού και γενικού ελέγχου και υποβολής εκθέσεων, σε συνδυασμό με σύντομους και ειδικά προσαρμοσμένους στα ταμεία κανονισμούς που θα αποτυπώνουν τους ειδικούς στόχους πολιτικής του κάθε ταμείου· τονίζει, περαιτέρω, ότι απαιτείται συντονισμός σε όλα τα επίπεδα χάραξης πολιτικής, από το στρατηγικό σχεδιασμό, μέσω της εκτέλεσης και των πληρωμών, έως την ολοκλήρωση, το λογιστικό και γενικό έλεγχο και την αξιολόγηση·

26.

καλεί την Επιτροπή να διερευνήσει τους πλέον αποτελεσματικούς τρόπους για την ενίσχυση των συνεργειών σε τοπικό επίπεδο· ζητεί, σε αυτό το πλαίσιο, να εξετασθεί ενδεχομένως η δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν την εφαρμογή ενός μόνο επιχειρησιακού προγράμματος ανά περιφέρεια, ή ενός πολυπεριφερειακού επιχειρησιακού προγράμματος στο πλαίσιο μακροπεριφερειακών στρατηγικών που θα περιλαμβάνουν διαφορετικά ταμεία (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ, Ταμείο Συνοχής, ΕΓΤΑΑ και Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας) υπό μία ενιαία αρχή διαχείρισης, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στη συμβολή των περιφερειών σε μια αποκεντρωμένη προσέγγιση και στην παραχώρηση μεγαλύτερης αυτονομίας και ευελιξίας στις περιφέρειες για συμμετοχή στις δικιές τους στρατηγικές και για την αξιοποίηση της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης· προτείνει στις εθνικές αρχές διαχείρισης των κρατών μελών να εκπονήσουν μελλοντικά επιχειρησιακά προγράμματα προσαρμοσμένα στο μέτρο του δυνατού στους τοπικούς και περιφερειακούς στόχους·

27.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα εφαρμογής προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από πλείονα ταμεία για τα κράτη μέλη και τις περιοχές που θα θελήσουν να τα χρησιμοποιήσουν· εκτιμά ότι τούτο θα συντελούσε σε ένα πιο ολοκληρωμένο και ευέλικτο τρόπο εργασίας και θα αύξανε την αποτελεσματικότητα μεταξύ των διαφόρων ταμείων (ΕΤΠΑ. ΕΚΤ, Ταμείο Συνοχής, ΕΓΤΠΕ, Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας και Έβδομο Πρόγραμμα Πλαίσιο για την έρευνα)·

28.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την αναθεώρηση των διατάξεων της διασταυρούμενης χρηματοδότησης και τον περιορισμό των φραγμών στην εφαρμογή τους, υπό το πρίσμα αξιόπιστων και περιεκτικών στοιχείων για τη χρήση και τον αντίκτυπό τους, ούτως ώστε να διασφαλισθεί περαιτέρω απλοποίηση και ασφάλεια δικαίου κατά την εφαρμογή τους, σε σύγκριση με την κατάσταση που παρατηρείται επί του παρόντος·

29.

ζητεί διευκρίνιση της γεωγραφικής εμβέλειας και εναρμόνιση των κανόνων επιλεξιμότητας μεταξύ του ΕΤΠΑ και του ΕΓΤΠΑ στις αγροτικές και προαστιακές περιοχές, προκειμένου να αποφευχθεί η ανώφελη επικάλυψη των δύο αυτών ταμείων· επιμένει στην ανάγκη στενής συνεργασίας για την επιλογή και την παρακολούθηση των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από τα δύο αυτά ταμεία σε μια συγκεκριμένη περιοχή·

30.

υπογραμμίζει την προστιθέμενη αξία των διασταυρούμενων χρηματοδοτήσεων μεταξύ ΕΤΠΑ και ΕΚΤ, από πλευράς ευελιξίας, για τα προγράμματα κοινωνικής ένταξης και τις στρατηγικές ολοκληρωμένης ανάπτυξης· ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει σύστημα ενιαίας θυρίδας με στόχο την πρακτική καθοδήγηση, την ενημέρωση και την παροχή συμβουλών στους ενδιαφερόμενους, προκειμένου να εξασφαλισθεί η επαρκής ενημέρωση των πολιτών σε σχέση τόσο με τις διασταυρούμενες χρηματοδοτήσεις όσο και τις συνέργειες μεταξύ των ταμείων γενικά· επιμένει ώστε η μέριμνα αυτή για απλοποίηση να προβληθεί στον πολίτη και να έχει ως στόχο τη μείωση των πληροφοριών που ζητούνται στο απολύτως αναγκαίο·

31.

πιστεύει ότι η ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων και η καλύτερη διάδοση των πληροφοριών αποτελούν προϋποθέσεις για την επιτυχή απορρόφηση των πόρων και για την ακριβή υλοποίηση των διαφόρων προγραμμάτων·

32.

υπογραμμίζει, παράλληλα, τη σημασία της ενίσχυσης των διοικητικών ικανοτήτων στα κράτη μέλη, σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, καθώς και μεταξύ των ενδιαφερόμενων φορέων, με στόχο την υπέρβαση των φραγμών που εγείρονται για τη δημιουργία συνεργειών ανάμεσα στα διαρθρωτικά ταμεία και άλλα ταμεία και τη στήριξη του σχεδιασμού και της εφαρμογής αποτελεσματικής πολιτικής· εμμένει στο θεμελιώδη ρόλο που καλείται να διαδραματίσει εν προκειμένω η Επιτροπή·

33.

ζητεί από την Επιτροπή να ενισχύσει τόσο την τεχνική στήριξη προς τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές διοικήσεις, όσο και την κατάρτισή τους, για την αύξηση των ικανοτήτων και των γνώσεών τους περί των κανόνων σχετικά με τα προβλήματα που συνδέονται με την εφαρμογή·

34.

ζητεί από τα κράτη μέλη να δώσουν προτεραιότητα σε επενδύσεις στις θεσμικές ικανότητες και στην απλοποίηση των εθνικών τους διατάξεων για τον περιορισμό του διοικητικού φόρτου και την αύξηση της ικανότητας απορρόφησης·

35.

υπενθυμίζει, εν προκειμένω, ότι ο σεβασμός των αρχών της επικουρικότητας και της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης συντελεί σημαντικά στην προαγωγή του συντονισμού μεταξύ των διαφόρων φορέων λήψεως αποφάσεων και στην ενίσχυση των συνεργειών μεταξύ των διαφόρων μέσων χρηματοδότησης·

36.

θεωρεί κρίσιμης σημασίας για την αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση των πόρων την ενεργό συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων με αδιάλειπτο κοινωνικό και εδαφικό διάλογο·

37.

αναγνωρίζει τις άνισες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην επικράτεια και τους πολίτες της ΕΕ· θεωρεί ότι η νέα στρατηγική για τη χρησιμοποίηση των πόρων θα είναι αποτελεσματικότερη στην περίπτωση συμμετοχής περιφερειακών και τοπικών επιπέδων διακυβέρνησης, ικανών να προσαρμόσουν τους στρατηγικούς στόχους στις εδαφικές ιδιομορφίες, μεταξύ άλλων και με έναν διαρθρωμένο διάλογο με όλους του ενδιαφερόμενους, τις οργανώσεις που προωθούν τα δικαιώματα των φύλων, τους κοινωνικούς εταίρους και μη κυβερνητικές οργανώσεις, καθώς και χρηματοπιστωτικά και τραπεζικά ιδρύματα· τονίζει την ανάγκη να αφεθούν επαρκή περιθώρια για περιφερειακές και τοπικές ανάγκες κατά τον καθορισμό των πολιτικών στόχων·

38.

καλεί την Επιτροπή να εκπονήσει ευρωπαϊκό οδηγό για την πολυεπίπεδη διακυβέρνηση και να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να τον εφαρμόσουν ανάλογα με τους ειδικούς τοπικούς και περιφερειακούς στόχους και να επεκτείνουν τους μηχανισμούς διακυβέρνησης της πολιτικής για τη συνοχή (ήτοι τον προγραμματισμό, τη χρηματοδότηση και την υλοποίηση στο πλαίσιο της σύμπραξης μεταξύ εθνικού, περιφερειακού και τοπικού επιπέδου) στα ταμεία εκείνα που καλύπτονται από το σχεδιαζόμενο κοινό στρατηγικό πλαίσιο, ούτως ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα των δημόσιων δαπανών·

39.

ζητεί από την Επιτροπή, κατά τη θέσπιση του νέου κοινού στρατηγικού πλαισίου και την υποβολή προτάσεων κανονισμού, να μεριμνήσει για την ενσωμάτωση διατάξεων οι οποίες θα επιτρέπουν σε τοπικές και περιφερειακές συμπράξεις (μεταξύ πόλεων, κωμοπόλεων, λειτουργικών περιφερειών ή ομάδων τοπικών αρχών) να ενσωματώνουν τις διάφορες χρηματοδοτικές ροές της ΕΕ σε ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο πλαίσιο στις αντίστοιχες επικράτειές τους·

*

* *

40.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή και στα κράτη μέλη.


(1)  ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 25.

(2)  ΕΕ L 291 της 21.10.2006, σ. 11.

(3)  ΕΕ C 15 E της 21.1.2010, σ. 10.

(4)  ΕΕ C 87 Ε της 1.4.2010, σ. 113.

(5)  ΕΕ C 117 E της 6.5.2010, σ. 46.

(6)  ΕΕ C 117 E της 6.5.2010, σ. 65.

(7)  ΕΕ C 161 E της 31.5.2011, σ. 104.

(8)  ΕΕ C 161 E της 31.5.2011, σ. 120.

(9)  ΕΕ C 161 E της 31.5.2011, σ. 84.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0356.

(11)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0468.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/35


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Εντολή για τον τριμερή διάλογο επί του σχεδίου προϋπολογισμού 2012

P7_TA(2011)0296

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την εντολή για τον τριμερή διάλογο επί του σχεδίου προϋπολογισμού 2012 (2011/2019(BUD))

2012/C 390 E/05

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2012, που ενέκρινε η Επιτροπή στις 20 Απριλίου 2011 (SEC(2011)0498),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (ΔΣ) (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 314 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2011 σχετικά με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για την κατάρτιση του προϋπολογισμού 2012 (2),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 15ης Φεβρουαρίου 2011 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό του 2012,

έχοντας υπόψη τον τίτλο ΙΙ, κεφάλαιο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την επιστολή της Επιτροπής Αλιείας,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού, της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου, της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων (A7-0230/2011),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διαδικασία του προϋπολογισμού 2012 είναι η δεύτερη διαδικασία που λαμβάνει χώρα με βάση τη Συνθήκη της Λισαβόνας και ότι μπορούν να αντληθούν διδάγματα από την εμπειρία του προηγούμενου έτους,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τριμερής διάλογος που θα πραγματοποιηθεί τον Ιούλιο θα πρέπει να επιτρέψει στους εκπροσώπους των δύο σκελών της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής να συζητήσουν τις προτεραιότητες που έχουν εντοπίσει όσον αφορά τον ετήσιο προϋπολογισμό 2012 και, ενδεχομένως, να βρουν κοινά σημεία που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη στις αντίστοιχες αναγνώσεις τους,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολωνική και η ουγγρική προεδρία ανέλαβαν δημοσίως δεσμεύσεις για έναρξη ανοικτού, εποικοδομητικού και πολιτικού διαλόγου με το ΕΚ σχετικά με δημοσιονομικά ζητήματα,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο ως σύνολο αναμένεται ως εκ τούτου να δράσει ως αξιόπιστος πολιτικός εταίρος καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, αποφεύγοντας την πραγματοποίηση αυθαίρετων ή βασιζόμενων σε αμιγώς αριθμητικά κριτήρια περικοπών σε όλα τα κονδύλια του προϋπολογισμού,

Σχέδιο προϋπολογισμού 2012 - γενική αξιολόγηση

1.

υπενθυμίζει ότι στο ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2011 το ΕΚ τοποθέτησε τη στρατηγική Ευρώπη 2020 για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη στο επίκεντρο της στρατηγικής για τον προϋπολογισμό 2012 της ΕΕ, με σκοπό να βοηθήσει την Ευρώπη να ανακάμψει από την οικονομική και κοινωνική κρίση και να εξέλθει από αυτήν ισχυρότερη·

2.

υπενθυμίζει ότι η προαγωγή μιας έξυπνης, βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς οικονομίας, η οποία δημιουργεί θέσεις εργασίας και υψηλής ποιότητας απασχόληση μέσω της υλοποίησης των επτά εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής Ευρώπη 2020, αποτελεί από κοινού εγκριθέντα στόχο των 27 κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ· υπενθυμίζει ότι η υλοποίηση αυτής της στρατηγικής προϋποθέτει τεράστιο όγκο προσανατολισμένων στο μέλλον επενδύσεων, τις οποίες η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο «H επανεξέταση του προϋπολογισμού της ΕΕ», εκτιμά σε τουλάχιστον 1,8 τρισεκατομμύρια ευρώ έως το 2020 (COM(2010)0700)· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν – στο επίπεδο τόσο της ΕΕ όσο και των κρατών μελών - τώρα και χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση οι αναγκαίες επενδύσεις για να επιτευχθεί βελτίωση στην εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα, να προαχθεί η ένταξη στην κοινωνία συγκεκριμένα μέσω της μείωσης της φτώχειας και της ανάπτυξης μιας βασιζόμενης στη γνώση κοινωνίας που να εδράζεται στη συνολική επιστημονική και τεχνολογική ικανότητα της ΕΕ· επ’ αυτού εμμένει στην ανάγκη να παρασχεθεί στήριξη στην έρευνα, την ανάπτυξη, την καινοτομία και τις μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις και να αναπτυχθούν τεχνολογίες για την αποδοτική χρησιμοποίηση των πόρων·

3.

με δεδομένα τα ανωτέρω εκφράζει βαθιά ανησυχία διότι η παρούσα κρίση έχει προκαλέσει μείωση των δημόσιων επενδύσεων σε ορισμένους από αυτούς τους τομείς λόγω των προσαρμογών που έχουν επιφέρει τα κράτη μέλη έκαστο στον προϋπολογισμό του· ζητεί να αναστραφεί η τάση αυτή και πιστεύει ακράδαντα ότι για να μπορέσει η ΕΕ ως σύνολο να υλοποιήσει τη στρατηγική ΕΕ 2020 πρέπει για τις επενδύσεις να υπάρχουν εχέγγυα στο επίπεδο τόσο της ΕΕ όσο και των κρατών μελών· είναι της γνώμης ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ μπορεί να διαδραματίσει ρόλο ως εργαλείο μόχλευσης των πολιτικών ανάκαμψης των κρατών μελών μέσω της ενεργοποίησης και της υποστήριξης των εθνικών επενδύσεων για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης· υπογραμμίζει επ’ αυτού ότι η ευθυγράμμιση του προϋπολογισμού της ΕΕ με τους στόχους της στρατηγικής ΕΕ 2020 είναι υψίστης σημασίας· υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι η παροχή στήριξης στην κατάρτιση των νέων, την κινητικότητα και την απασχόληση, τις μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, την έρευνα και ανάπτυξη πρέπει να αποτελεί βασική προτεραιότητα του προϋπολογισμού της ΕΕ· τονίζει ότι τούτο είναι απόλυτα συμβατό με τη δυναμική του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, το οποίο, ως νέος μηχανισμός ενισχυμένης ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης, αποσκοπεί στην αύξηση της συνέπειας, των συνεργειών και της συμπληρωματικότητας μεταξύ της ΕΕ και των εθνικών προϋπολογισμών, μέσω της υλοποίησης των από κοινού συμφωνηθέντων στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020·

4.

υπενθυμίζει ότι η στρατηγική ΕΕ 2020 και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο χρειάζονται μια ισχυρή κοινοβουλευτική διάσταση και εκφράζει την ακλόνητη πεποίθησή του ότι μεγαλύτερη κοινοβουλευτική συμμετοχή θα βελτιώσει σημαντικά το δημοκρατικό χαρακτήρα και τη διαφάνεια μιας τέτοιας διαδικασίας·

5.

παρατηρεί ότι το σχέδιο προϋπολογισμού της ΕΕ (ΣΠ) για το 2012, όπως προτείνεται από την Επιτροπή, ανέρχεται σε 147 435 εκατομμύρια ευρώ σε πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων (ΠΑΥ) (146 676 εκατομμύρια ευρώ χωρίς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση και το αποθεματικό έκτακτης βοήθειας) και σε 132 738 εκατομμύρια ευρώ σε πιστώσεις πληρωμών (ΠΠ)· σημειώνει ότι τα εν λόγω ποσά αντιπροσωπεύουν ποσοστά ύψους 1,12 % και 1,01 % αντίστοιχα επί του προβλεπόμενου ακαθάριστου εγχώριου εισοδήματος (ΑΕΕ) για το 2012 και τονίζει ότι αυτή η αναλογία παραμένει αξιοσημείωτα σταθερή μεταξύ 2011 και 2012, με αύξηση του ΑΕΕ που η Επιτροπή υπολογίζει σε τουλάχιστον + 4,7 % το 2012 (σε σημερινές τιμές)·

6.

αναγνωρίζει ότι, προκειμένου ο προϋπολογισμός της ΕΕ να συμβάλει στη συλλογική προσπάθεια των κρατών μελών σε εποχές λιτότητας, η προσπάθεια αυτή θα πρέπει να είναι ανάλογη προς το μέγεθός του, τα ειδικά χαρακτηριστικά του και τον πραγματικό του οικονομικό αντίκτυπο· πιστεύει ότι οι εν εξελίξει προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης που καταβάλλονται σε εθνικό επίπεδο λόγω της δημοσιονομικής απειθαρχίας του παρελθόντος πρέπει να ληφθούν υπόψη, αλλά υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης, ο προϋπολογισμός της ΕΕ δεν επιτρέπεται να παρουσιάζει έλλειμμα και ότι ο προϋπολογισμός της ΕΕ αντιπροσωπεύει μόλις 2 % των συνολικών δημόσιων δαπανών στην ΕΕ·

7.

παρατηρεί ότι το ετήσιο ποσοστό πληθωρισμού της ΕΕ 27 για το 2011 εκτιμάται σε 2,7 %, πράγμα που σημαίνει ότι οι προτεινόμενες ονομαστικές αυξήσεις για το 2012, οι οποίες ανέρχονται σε 3,7 % όσον αφορά τις ΠΑΥ και σε 4,9 % όσον αφορά τις ΠΠ, είναι, σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011, στην πραγματικότητα 1 % και 2,2 %· υπογραμμίζει το γεγονός ότι πολλά κράτη μέλη σχεδιάζουν μεγαλύτερες αυξήσεις στους εθνικούς προϋπολογισμούς τους από την αύξηση που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον προϋπολογισμό της ΕΕ· σημειώνει επίσης τις προσπάθειες που καταβάλλουν ορισμένα κράτη μέλη για μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και επιβράδυνση της αύξησης του δημόσιου χρέους ούτως ώστε να φθάσει σε ένα πιο ανεκτό επίπεδο·

8.

επισημαίνει το γεγονός ότι τα προτεινόμενα αριθμητικά στοιχεία στον ετήσιο προϋπολογισμό 2012 της ΕΕ είναι συμβατά με τη φυσιογνωμία των δαπανών της ΕΕ που ορίζονται στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) 2007-2013, υπό την προϋπόθεση να επιτευχθεί συμφωνία της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής για αναθεώρηση του ΠΔΠ ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι πρόσθετες ανάγκες χρηματοδότησης του ITER· τονίζει ότι οποιαδήποτε αύξηση (ή μείωση) σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011 πρέπει, ως εκ τούτου, να αξιολογηθεί έχοντας κατά νου τον αντίκτυπό της στην υλοποίηση των πολυετών προγραμμάτων· τονίζει ότι τούτο αποτελεί ζήτημα θεσμικής αξιοπιστίας και συνοχής του σχεδίου της ΕΕ στο πλαίσιο της συνεχούς αύξησης των ευθυνών και υποχρεώσεων της ΕΕ· από την άποψη αυτή, πιστεύει ότι αποτελεί προτεραιότητα η τροφοδότηση στοχευμένων τομέων πολιτικής και νέων αρμοδιοτήτων που θεσπίστηκαν σε επίπεδο ΕΕ με ουσιαστική και ορατή χρηματοδοτική ικανότητα·

9.

παρατηρεί ότι, σύμφωνα με το ΣΠ 2012, υπάρχει συνολικό περιθώριο ύψους 1 603 εκατομμύρια ευρώ σε ΠΑΥ κάτω από το ανώτατο όριο του 2012 που έχει συμφωνηθεί στο ΠΔΠ· είναι αποφασισμένο να χρησιμοποιήσει, εάν καταστεί απαραίτητο, αυτό το διαθέσιμο περιθώριο και - εφόσον είναι αναγκαίο - και τους λοιπούς μηχανισμούς ευελιξίας που προβλέπονται στην ισχύουσα διοργανική συμφωνία για την υποστήριξη και την ενίσχυση συγκεκριμένων επιδιωκόμενων πολιτικών στόχων των οποίων δεν επιλαμβάνεται επαρκώς το τρέχον ΠΔΠ· αναμένει την πλήρη συνεργασία του Συμβουλίου όσον αφορά τη χρήση αυτών των μηχανισμών·

10.

υπενθυμίζει ότι έχει ήδη ξεκινήσει ένας πρώτος γύρος συνομιλιών σχετικά με τις δημοσιονομικές προτεραιότητες στο Κοινοβούλιο με τη μορφή εκτεταμένης διαβούλευσης του γενικού εισηγητή του για τον προϋπολογισμό 2012 με τις εξειδικευμένες επιτροπές του· επισημαίνει ότι η διαδικασία πρέπει τώρα να εξειδικευτεί σε κάθε επιτροπή για το αντίστοιχο πεδίο αρμοδιότητάς της, ούτως ώστε να εντοπισθούν οι θετικές και αρνητικές προτεραιότητες για τον προϋπολογισμό 2012·

11.

σημειώνει την εκτίμηση της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία, συνολικά, το 43,5 % του ΣΠ 2012 (σε ΠΑΥ) συνεισφέρει στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής ΕΕ 2020· θεωρεί ότι ή εκτίμηση αυτή είναι θετική αλλά όχι επαρκής· αναγνωρίζει ότι οι προτεραιότητες που θέτει η Επιτροπή δείχνουν συμβατές με αυτές που ορίζει το Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του σχετικά με τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τον προϋπολογισμό 2012, αλλά ζητεί μια πιο φιλόδοξη προσέγγιση όσον αφορά τη χρηματοδότηση της στρατηγικής Ευρώπη 2020· είναι, ωστόσο, αποφασισμένο, να αναλύσει περαιτέρω αυτά τα αριθμητικά στοιχεία, σε πλήρη συνεργασία με όλες τις ειδικευμένες επιτροπές του·

12.

φρονεί ότι, εκτός από την υλοποίηση της στρατηγικής ΕΕ 2020, οι πιστώσεις του προϋπολογισμού της ΕΕ για το 2012 πρέπει να καθοριστούν σε κατάλληλο επίπεδο, προκειμένου να εξασφαλιστούν η συνέχιση των πολιτικών και η επίτευξη των στόχων της ΕΕ· υπογραμμίζει, ειδικότερα, την ανάγκη να δοθεί στην ΕΕ η δυνατότητα να επωμιστεί την παγκόσμια ευθύνη της, ιδίως υπό το φως της αραβικής άνοιξης και της αναταραχής την Μέση Ανατολή·

13.

παρατηρεί ότι η δύσκολη οικονομική κατάσταση σε ολόκληρη την ΕΕ έχει οδηγήσει την Επιτροπή να καταβάλει μια πρώτη προσπάθεια για τον εντοπισμό αρνητικών προτεραιοτήτων και εξοικονομήσεων σε ορισμένους τομείς πολιτικής σε σύγκριση με όσα προβλέπονταν αρχικά στο πλαίσιο του δημοσιονομικού προγραμματισμού και ιδιαίτερα στους τομείς πολιτικής που κατά το πρόσφατο παρελθόν χαρακτηρίζονταν από πενιχρές επιδόσεις και χαμηλά ποσοστά εκτέλεσης, όπως ζητούσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το ψήφισμά του της 24ης Μαρτίου 2011· ζητεί ωστόσο από την Επιτροπή να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες που να στηρίζουν την αποτίμησή της για να δώσει τη δυνατότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να προσδιορίσει σαφώς τις πολιτικές και δημοσιονομικές θετικές και αρνητικές προτεραιότητες καθώς και τη δυνατότητα περαιτέρω εξοικονομήσεων και ανακατανομών, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ουσιαστικής σημασίας να συνεχιστεί σε επίπεδο ΕΕ η υλοποίηση προγραμμάτων και δράσεων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης δράσεων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσεως και στην προώθηση της αύξησης της οικονομίας

14.

προειδοποιεί με έμφαση για το ενδεχόμενο να προσπαθήσει το Συμβούλιο να πραγματοποιήσει οριζόντιες περικοπές στον προϋπολογισμό αποφασίζοντας εκ των προτέρων για το συνολικό επίπεδο των πιστώσεων, χωρίς να λάβει δεόντως υπόψη μια ακριβή αξιολόγηση των πραγματικών αναγκών για την επίτευξη των συμπεφωνημένων στόχων και των πολιτικών δεσμεύσεων της Ένωσης· ζητεί, στην περίπτωση που πραγματοποιηθούν περικοπές, να εξηγήσει το Συμβούλιο δημοσίως και να προσδιορίσει με σαφήνεια ποιες πολιτικές προτεραιότητες ή ποια πολιτικά σχέδια της ΕΕ θα μπορούσαν να καθυστερήσουν ή να εγκαταλειφθούν εξ ολοκλήρου·

15.

σημειώνει την προτεινόμενη αύξηση των ΠΠ κατά 4,9 % σε σύγκριση με το 2011· είναι πεπεισμένο ότι η Επιτροπή προτείνει αυτά τα αριθμητικά στοιχεία με βάση προσεκτική και κριτική ανάλυση των προγνώσεων που παρέχουν τα κράτη μέλη, που διαχειρίζονται από κοινού το 80 % του προϋπολογισμού της ΕΕ· σημειώνει ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης συνδέεται με τις νομικές ανάγκες που προκύπτουν σε συνάρτηση με το έβδομο πρόγραμμα έρευνας και τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής· είναι πεπεισμένο ότι το προτεινόμενο επίπεδο πληρωμών αντιπροσωπεύει το απολύτως ελάχιστο επίπεδο που απαιτείται για να τηρηθούν οι νομικές δεσμεύσεις που ανέλαβε η ΕΕ κατά τα προηγούμενα έτη και ότι αποτελεί καθήκον της ΕΕ να συμμορφωθεί προς τις νομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές τις δεσμεύσεις και να διασφαλίσει ότι τα προγράμματα αποδίδουν στο έπακρο των δυνατοτήτων τους και εκτελούνται με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα· παροτρύνει, ως εκ τούτου, μετ’ επιτάσεως το Συμβούλιο να μη προχωρήσει στη μείωση του προτεινόμενου επιπέδου πληρωμών· εκφράζει την πρόθεσή του να διατηρήσει το επίπεδο των πληρωμών στο επίπεδο που προτείνει η Επιτροπή στο σχέδιο προϋπολογισμού της, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την απροθυμία που επέδειξε το Συμβούλιο στις αρχές του 2011 να τηρήσει την επίσημη δέσμευση που ανέλαβε τον Δεκέμβριο του 2010 για διάθεση νέων πιστώσεων σε περίπτωση ανάγκης·

16.

παρατηρεί, επιπλέον, ότι το συνολικό περιθώριο των ΠΠ κάτω από το ανώτατο όριο του ΠΔΠ παραμένει υψηλό με 8 815 εκατομμύρια ευρώ· επισημαίνει το γεγονός ότι οποιαδήποτε μείωση κάτω από τον αριθμό που προτείνει η Επιτροπή θα επιδείνωνε με τη σειρά της την κατάσταση όσον αφορά την επείγουσα ανάγκη μείωσης του πρωτοφανούς επιπέδου των εκκρεμουσών αναλήψεων υποχρεώσεων (RAL) και εξασφάλισης της ορθής εφαρμογής των πολιτικών και προγραμμάτων της ΕΕ·

17.

υπενθυμίζει στο πλαίσιο αυτό ότι το σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 3/2011 παρουσιάζει δημοσιονομικό πλεόνασμα ύψους 4,54 δισεκατομμυρίων ευρώ σε πληρωμές το 2010, εκ των οποίων 1,28 δισ. ευρώ προέρχονται από πρόστιμα και τόκους για καθυστερημένες πληρωμές· είναι απογοητευμένο από την πρόταση της Επιτροπής να μειωθούν οι εισφορές των κρατών μελών για όλο το ποσόν αυτό· τονίζει ότι ενώ δεν θα έχει αντίκτυπο στο συνολικό επίπεδο ελλείμματος των κρατών μελών, το μέρος του πλεονάσματος που προέρχεται από πρόστιμα και τόκους για καθυστερημένες πληρωμές μπορεί να έχει σαφή αντίκτυπο στον ετήσιο προϋπολογισμό της ΕΕ, και, συγχρόνως, να χαλαρώσει την πίεση στους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών σε περίπτωση που παραστεί ανάγκη να μεταφέρουν στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρόσθετα κονδύλια που δεν είχαν προβλεφθεί κατά την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού της ΕΕ· γι' αυτούς τους λόγους, φρονεί ότι τα έσοδα που προέρχονται από πρόστιμα και τόκους για καθυστερημένες πληρωμές δεν θα πρέπει να αφαιρούνται από τους ιδίους πόρους που βασίζονται στο ΑΕΕ αλλά θα καταχωρούνται στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα "αποθεματικό πιστώσεων" με σκοπό τη χρηματοδότηση έκτακτων χρηματικών αναγκών που θα προκύψουν, ενδεχομένως, κατά τη διάρκεια του έτους·

Τομέας 1 α

18.

σημειώνει την πρόταση της Επιτροπής στο ΣΠ 2012 για αύξηση των ΠΑΥ κατά 12,6 % (σε 15 223 εκατομμύρια ευρώ) και των ΠΠ κατά 8,1 % (σε 12 566 εκατομμύρια ευρώ) σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011, δεδομένου ότι ο τομέας 1α είναι ο βασικός τομέας του ΠΔΠ 2007 - 2013 από άποψη επίτευξης των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020, λόγω της άμεσης ή έμμεσης συμβολής του στη χρηματοδότηση των πέντε πρωταρχικών στόχων και των επτά εμβληματικών πρωτοβουλιών·

19.

εκφράζει, ωστόσο, τη λύπη του για το γεγονός ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος τους οι αυξήσεις που προβλέπονται στο πλαίσιο του εν λόγω τομέα για το 2012 δεν υπερβαίνουν την απλή ετήσια κατανομή των πολυετών συνολικών ποσών που συμφωνήθηκαν τόσο από το Κοινοβούλιο όσο και από το Συμβούλιο όταν εγκρίθηκαν αυτά το προγράμματα και αυτές οι δράσεις· υπογραμμίζει, ως εκ τούτου, ότι η Επιτροπή δεν προτείνει σε γενικές γραμμές τόνωση - πέρα από τα αρχικά σχέδια - της στήριξης των επενδύσεων που είναι επειγόντως αναγκαία για την υλοποίηση των επτά εμβληματικών πρωτοβουλιών και σημειώνει ότι, δυστυχώς, τείνει να αναβάλει το αναγκαίο μεγάλο βήμα από άποψη κοινής δημοσιονομικής προσπάθειας για το μετά το 2013 ΠΔΠ· είναι πεπεισμένο ότι η στάση αυτή θα θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη των πρωταρχικών στόχων έως το 2020·

20.

υπογραμμίζει ότι, με το ΣΠ 2012 και τον επικαιροποιημένο δημοσιονομικό προγραμματισμό για το 2013, το συνολικό ποσό των πόρων που δεσμεύονται έως το 2013 για βασικά προγράμματα που αποσκοπούν στην επίτευξη της στρατηγικής ΕΕ 2020, όπως το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο έρευνας της ΕΚ, τα μέτρα κατά της ρύπανσης και τα προγράμματα Marco Polo II, PROGRESS, Galileo και GMES, θα είναι μάλλον μικρότερο από το ποσό αναφοράς επί του οποίου συμφώνησαν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο όταν εγκρίθηκαν αυτά τα προγράμματα· σημειώνει ότι, αντίθετα, θα υπάρξει μάλλον ελαφρά υπέρβαση των εν λόγω ποσών αναφοράς στην περίπτωση των ακόλουθων βασικών προγραμμάτων της στρατηγικής Ευρώπη 2020: πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία (CIP), διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών, διευρωπαϊκό δίκτυο ενεργείας, Erasmus Mundus και πρόγραμμα για τη δια βίου μάθηση· προτίθεται να αξιοποιήσει πλήρως, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο, το ποσοστό νομοθετικής ευελιξίας της τάξης του 5 % που επιτρέπεται στο σημείο 37 της διοργανικής συμφωνίας, προκειμένου να προωθηθούν ακόμη περισσότερο βασικές και επείγουσες επενδύσεις·

21.

σημειώνει, επιπλέον, ότι ένα σημαντικό τμήμα της ονομαστικής αύξησης στον τομέα 1α στο ΣΠ 2012 σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011 συνδέεται με τους πρόσθετους πόρους των 750 εκατομμυρίων ευρώ (σε ΠΑΥ) που απαιτούνται για το ITER το 2012, 650 εκατομμύρια ευρώ από τα οποία είναι πραγματικά πρόσθετα και 100 εκατομμύρια ευρώ ανακατανέμονται από όλα τα κονδύλια του προϋπολογισμού του εβδόμου προγράμματος-πλαισίου της ΕΕ· επαναβεβαιώνει με έμφαση την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε μορφή ανακατανομής από το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο, δεδομένου ότι τούτο θα έθετε σε κίνδυνο την επιτυχή εφαρμογή του και θα μείωνε σημαντικά τη συμβολή του στην επίτευξη των πρωταρχικών στόχων και στην υλοποίηση των εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής Ευρώπη 2020·

22.

υπενθυμίζει ότι, για να χρηματοδοτηθεί το ITER, θα χρειασθεί η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή να συμφωνήσει με την παράλληλη πρόταση της Επιτροπής (COM(2011)0226) που τροποποιεί το ΠΔΠ 2007-2013, με την οποία προτείνεται η χρηματοδότηση των μη διαθέσιμων 1 300 εκατομμυρίων ευρώ για το ITER το 2012 και το 2013 μέσω της χρήσης των διαθέσιμων και μη χρησιμοποιηθέντων περιθωρίων του 2011 στους τομείς 2 και 5 του ΠΔΠ 2007-2013 για συνολικό ποσό 840 εκατομμυρίων ευρώ και της ανακατανομής, το 2012 και το 2013, 460 εκατομμυρίων ευρώ από το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο· εκφράζει την προθυμία του να αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο για την τροποποίηση της πρότασης της Επιτροπής, καταφεύγοντας στα διάφορα μέσα που προβλέπονται στη σημερινή διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006·

23.

σημειώνει με ανησυχία, επιπροσθέτως προς την προτεινόμενη ανακατανομή 100 εκατομμυρίων ευρώ για το ITER, τις πρόσθετες περικοπές ύψους 64 εκατομμυρίων ευρώ που πραγματοποιήθηκαν στο έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο, σε σύγκριση με τον δημοσιονομικό προγραμματισμό· ζητεί να προτείνει η Επιτροπή να χρησιμοποιηθούν όλες οι εξοικονομήσεις (οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε 190 εκατομμύρια ευρώ) που προβλέπεται να επιτευχθούν το 2012 χάρη στην επανεκτίμηση των αναγκών πρόσληψης υπαλλήλων και στις μειωμένες χρηματοδοτικές συνεισφορές σε ορισμένες κοινές επιχειρήσεις προς όφελος των επιχειρησιακών δαπανών στο πλαίσιο το εβδόμου προγράμματος-πλαισίου·

24.

τονίζει, εν προκειμένω, την ανάγκη βελτίωσης των όρων χρηματοδότησης για τις προτεραιότητες βιώσιμης ενέργειας, τις τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας και τις λοιπές προτεραιότητες στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο πλαίσιο του Στρατηγικού Σχεδίου Ενεργειακής Τεχνολογίας (σχέδιο ΣΕΤ), συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής απόδοσης, που έχουν ζωτική σημασία για την αντιμετώπιση των οικονομικών, ενεργειακών και κλιματικών προκλήσεων· πιστεύει ότι ο ορισμός σαφών στόχων για την πολιτική βιώσιμης ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση μπορεί να εξασφαλίσει αποτελεσματικές ως προς το κόστος λύσεις, από τις οποίες θα μπορούσε να ωφεληθεί η ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολό της· σημειώνει επίσης ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού 2012, θα μπορούσαν να διερευνηθούν πρόσθετοι καινοτόμοι τρόποι μόχλευσης των επενδύσεων και προαγωγής της έρευνας και καινοτομίας, όπως η Χρηματοδοτική διευκόλυνση καταμερισμού του κινδύνου·

25.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι με την περιορισμένη αύξηση που προβλέπεται για το πρόγραμμα PROGRESS στο ΣΠ 2012 σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011 η Επιτροπή δεν θα είναι σε θέση να επαναφέρει το ποσό των 20 εκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2011-2013 για το οποίο είχε δεσμευτεί το 2010, για να αντισταθμιστεί εν μέρει η ανακατανομή από το πρόγραμμα PROGRESS υπέρ του μηχανισμού μικροχρηματοδοτήσεων· υπενθυμίζει τη συμβολή του προγράμματος PROGRESS στις δύο εμβληματικές πρωτοβουλίες της στρατηγικής ΕΕ 2020 «Ευρωπαϊκή πλατφόρμα για την καταπολέμηση της φτώχειας» και «Νεολαία σε κίνηση»· υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη, οι τοπικές και περιφερειακές αρχές, τα εθνικά και περιφερειακά ιδρύματα λαμβάνουν χρηματοδότηση από το πρόγραμμα PROGRESS για να εφαρμόσουν πρωτοβουλίες για τη συνεκτίμηση της ισότητας των φύλων στον προϋπολογισμό·

26.

εκφράζει επιδοκιμασία για την αύξηση (+ 5,7 εκατομμύρια ευρώ) του συνολικού επιπέδου των πιστώσεων αναλήψεως υποχρεώσεων για το πρόγραμμα-πλαίσιο για την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία σε σύγκριση με αυτό που προβλεπόταν αρχικά· ελπίζει ότι η αύξηση αυτή θα συμβάλει στη βελτίωση της πρόσβασης των ΜΜΕ στο εν λόγω πρόγραμμα και στην ανάπτυξη ειδικών προγραμμάτων και καινοτόμων χρηματοδοτικών μηχανισμών· υπενθυμίζει στο πλαίσιο αυτό το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι ΜΜΕ στην τόνωση της οικονομίας της ΕΕ και υποστηρίζει συγκεκριμένα ο πρόγραμμα CIP-EIP ως απαραίτητο εργαλείο για την ανάκαμψη από την κρίση· τονίζει την ανάγκη να βελτιωθεί η πρόσβαση των μικρών και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεων στις αγορές κεφαλαίου και τις διάφορες δυνατότητες χρηματοδότησης που παρέχει η ΕΕ με το να καταστούν οι διαδικασίες χρηματοδότησης ευκολότερες, ταχύτερες και λιγότερο γραφειοκρατικές·

27.

επαναλαμβάνει τη σημασία της ενιαίας αγοράς για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της ΕΕ και για την ανάπτυξη και τη σταθερότητα των ευρωπαϊκών οικονομιών και υπενθυμίζει στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη ότι πρέπει να εξασφαλιστούν επαρκείς πόροι για τη βελτίωση της εφαρμογής των κανόνων της ενιαίας αγοράς·

28.

τονίζει την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία των επενδύσεων στις διασυνοριακές μεταφορές και ειδικότερα του προγράμματος ΔΕΔ-Μ, οι οποίες βελτιώνουν τις διασυνοριακές και διατροπικές συνδέσεις, προωθώντας με αυτόν τον τρόπο την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση· υπενθυμίζοντας την κατά παράδοση ανεπαρκή χρηματοδότηση των ΔΕΔ-Μ, παροτρύνει να διατεθούν περισσότεροι πόροι γι αυτόν το σκοπό, μεταξύ άλλων, μέσω της προσφυγής σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, όπως οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η διάθεση εσόδων και άλλες μορφές χρηματοδοτικών μέσων· υπογραμμίζει ότι οι πόροι του Ταμείου Συνοχής και του Περιφερειακού Ταμείου πρέπει να συνδέονται στενά με τα σχέδια των ΔΕΔ-Μ·

29.

φρονεί ότι, δεδομένης της υψηλής ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας του, η στήριξη του προγράμματος δια βίου μάθησης πρέπει να συνεχιστεί και να αυξηθεί το 2012, λόγω της σημαντικής συμβολής του στις εμβληματικές πρωτοβουλίες «Νεολαία σε κίνηση» και «Ένωση της Καινοτομίας»· τονίζει, ειδικότερα, ότι, δεδομένου του αυξανόμενου αριθμού των φοιτούντων ενηλίκων στην Ευρώπη, το πρόγραμμα Grundtvig, το οποίο αντιπροσωπεύει σήμερα μόνο το 4 % των πιστώσεων του προγράμματος δια βίου μάθησης, θα πρέπει να ενισχυθεί·

30.

εκφράζει την ανησυχία του για την προτεινόμενη μείωση των πιστώσεων στο Στατιστικό Πρόγραμμα της Ένωσης και για την πολύ περιορισμένη - κάτω από το ποσοστό πληθωρισμού - αύξηση των δαπανών προσωπικού στον τομέα πολιτικής «Στατιστική»· τονίζει ότι υπάρχει επιτακτική ανάγκη να εξασφαλίζεται συνεχώς η αντιστοίχιση των πόρων της Eurostat με το διευρυνόμενο φόρτο εργασίας και τις αυξανόμενες απαιτήσεις ποιότητας στους κομβικούς τομείς των οικονομικών και δημοσιονομικών στατιστικών·

31.

υπενθυμίζει ότι το μεγαλύτερο μέρος των νέων αρμοδιοτήτων της ΕΕ που θεσπίζονται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, στους τομείς της ενέργειας, του τουρισμού και του διαστήματος υπάγονται στον τομέα 1α· εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι, τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η Επιτροπή δεν προτείνει καμία επιπλέον χρηματοδότηση γι αυτές τις νέες πολιτικές· υπογραμμίζει ότι ούτε το πρόγραμμα Galileo ούτε το πρόγραμμα GMES - τα δύο σημαντικότερα διαστημικά προγράμματα της ΕΕ - δεν προβλέπεται να επωφεληθούν από την επιπλέον χρηματοδότηση μέχρι τη λήξη του σημερινού ΠΔΠ και ότι η χρηματοδότηση του προγράμματος Galileo μειώνεται μεταξύ του 2011 και του 2012· επαναλαμβάνει την ανάγκη θέσπισης ορισμένων ειδικών, ορατών μέτρων υποστήριξης του τουρισμού, λόγω της οικονομικής σπουδαιότητας αυτού του τομέα, ο οποίος αποτελεί την τρίτη κοινωνικο-οικονομική δραστηριότητα στην Ευρώπη από άποψη θέσεων απασχόλησης και δημιουργίας ΑΕγχΠ και εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν προτείνει νέα νομική βάση για την αντικατάσταση των τριών προπαρασκευαστικών δράσεων σε αυτό το πεδίο, οι οποίες δεν είναι δυνατό να παραταθούν για το έτος 2012· ζητεί να διατεθούν επαρκείς πόροι για τον τομέα του τουρισμού το 2012 και το 2013, καθώς και στο μελλοντικό πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο·

32.

επισημαίνει ότι η κρίση κατέδειξε σαφώς πόσο σημαντική είναι η ύπαρξη αποτελεσματικών και θωρακισμένων έναντι της απάτης φοροεισπρακτικών συστημάτων για την ισχύ των δημόσιων οικονομικών· τονίζει ότι πρέπει να δοθεί υψηλή προτεραιότητα στην καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής και ότι οι πιστώσεις που προτείνονται για το πρόγραμμα Fiscalis πρέπει να του επιτρέπουν να ανταποκριθεί σε αυτόν τον φιλόδοξο στόχο·

33.

εκφράζει επιδοκιμασία για την απόφαση της Επιτροπής να συμπεριλάβει για δεύτερη συναπτή χρονιά στο ΣΠ πιστώσεις πληρωμών (50 εκατομμύρια ευρώ) για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (ΕΤΠ)· υπογραμμίζει το γεγονός ότι τούτο όχι μόνο προσδίδει μεγαλύτερη ορατότητα στο ταμείο, αλλά αποτρέπει επίσης μεταφορές από άλλα κονδύλια του προϋπολογισμού που επιδιώκουν διαφορετικούς στόχους και καλύπτουν διαφορετικές ανάγκες· αναμένει με ανυπομονησία την υποβολή της επανεξέτασης στα μέσα της περιόδου του κανονισμού για το ΕΤΠ από την Επιτροπή ως μέσου εντοπισμού τρόπων επίσπευσης της διαδικασίας κινητοποίησης του ταμείου και απλούστευσης των κανόνων διαχείρισής του·

Τομέας 1 β

34.

τονίζει την καθοριστική συμβολή της πολιτικής συνοχής στην ανάπτυξη και την απασχόληση καθώς και στην οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ και των κρατών μελών· τονίζει ότι η πολιτική συνοχής διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην παροχή σε όλες τις περιφέρειες της ΕΕ δυνατοτήτων συμμετοχής στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020 και στην υποστήριξη των περιφερειακών επενδύσεων που αποσκοπούν στην υλοποίηση όλων των εμβληματικών πρωτοβουλιών· φρονεί, επομένως, ότι, ενώ πρέπει να διατηρηθούν ο αναδιανεμητικός της χαρακτήρας και ο στόχος μείωσης των περιφερειακών ανισοτήτων που επιδιώκει, η πολιτική συνοχής πρέπει να παραμείνει επενδυτική πολιτική σε ολόκληρη την ΕΕ και προσβάσιμη για όλες τις περιφέρειες και όλους τους πολίτες της ΕΕ·

35.

σημειώνει ότι οι συνολικές δαπάνες για τον τομέα 1β υπολογίζονται σε 52 739 εκατομμύρια ευρώ σε πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, αντιπροσωπεύοντας αύξηση 3,4 % σε σύγκριση με το 2011, η οποία είναι απολύτως συμβατή με τις πιστώσεις που ορίζονται στο ΠΔΠ 2007-2013, λαμβανομένης υπόψη της τελευταίας προσαρμογής του 2010 υπέρ ορισμένων κρατών μελών· σημειώνει ότι το περιθώριο που μένει διαθέσιμο (22,1 εκατομμύρια ευρώ) κάτω από το ανώτατο όριο οφείλεται ως επί το πλείστον στη διάθεση τεχνικής βοήθειας και αντιπροσωπεύει ποσοστό μόλις 0,04 % επί των συνολικών πιστώσεων αυτού το τομέα·

36.

εκφράζει επιδοκιμασία για την αύξηση των ΠΠ κατά 8,4 % σε 45 134 εκατομμύρια ευρώ που προτείνεται για το 2012 σε σύγκριση με το 2011 και πιστεύει ότι η αύξηση αυτή θα επιτρέψει την ανάκτηση του χαμένου εδάφους όσον αφορά την υλοποίηση των προγραμμάτων μετά από την ιδιαίτερα αργή έναρξη των προγραμμάτων στις αρχές της περιόδου 2007-2013· επισημαίνει ότι η αύξηση αυτή θα επιτρέψει επίσης την αντιμετώπιση των πρόσθετων αναγκών για πληρωμές που οφείλονται στις πρόσφατες μεταβολές της νομοθεσίας, στην έγκριση όλων των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και στην ολοκλήρωση των προγραμμάτων 2000-2006·

37.

τονίζει, ως εκ τούτου, ότι αυτό το επίπεδο πληρωμών είναι το ελάχιστο αναγκαίο επίπεδο και ότι είναι απόλυτα συμβατό με τη ρεαλιστική κατάρτιση του προϋπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη της γενικής φυσιογνωμίας των πληρωμών κατά τη διάρκεια της περιόδου, των διαθέσιμων προγνώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις απαιτήσεις πληρωμών που πρέπει να αποσταλούν στην Επιτροπή και της ανάγκης γεφύρωσης του χάσματος μεταξύ αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών· υπογραμμίζει το γεγονός ότι αυτές οι ταμειακές ροές θα συμβάλουν επίσης στην επίσπευση της ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας και στην στρατηγική Ευρώπη 2020 στις περιφέρειες· για το λόγο αυτό, θα αντιταχθεί σθεναρά σε οποιαδήποτε πιθανή μείωση του επιπέδου πληρωμών σε σύγκριση με αυτή που προτείνει η Επιτροπή στο σχέδιο προϋπολογισμού της·

38.

ζητεί από την Επιτροπή να συλλέξει δημογραφικά στοιχεία των δικαιούχων της πολιτικής συνοχής, ιδίως του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, προκειμένου να παρακολουθήσει τον πραγματικό αντίκτυπο των χρηματοδοτικών πόρων που παρέχονται για την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού και την ένταξη στην αγορά εργασίας, λαμβανομένου ιδιαιτέρως υπόψη του ανησυχητικού προβλήματος της ανεργίας των νέων·

39.

ζητεί από την Επιτροπή να συνεχίσει τη στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη που παρουσιάζουν χαμηλό βαθμό απορρόφησης, προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η επιτόπου απορρόφηση των κονδυλίων· ζητεί, ως εκ τούτου, να προαχθεί περαιτέρω η αμοιβαία μάθηση, η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και η βελτίωση των διοικητικών ικανοτήτων σε κράτη μέλη και επίσης στα υποψήφια προς ένταξη κράτη με την απόδοση προσοχής στην ορθή λειτουργία του μέσου προενταξιακής βοήθειας προς στήριξη των προετοιμασιών των κρατών για υλοποίηση των κοινοτικών προγραμμάτων.

40.

παροτρύνει επίσης την Επιτροπή να συνεχίσει τον προβληματισμό της σχετικά με τρόπους απλούστευσης του πολύπλοκου συστήματος κανόνων και απαιτήσεων που επιβάλλεται από τη νομοθεσία της ΕΕ και/ή από εκείνη των κρατών μελών και μείωσης της γραφειοκρατίας, προκειμένου να επικεντρωθεί ιδιαίτερα όχι μόνο στην νομιμότητα και την κανονικότητα αλλά και στην επίτευξη συγκεκριμένων στόχων, χωρίς να αποκλίνει από τις βασικές αρχές της διαφάνειας, της λογοδοσίας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης·

Τομέας 2

41.

σημειώνει ότι στο ΣΠ 2012 προτείνεται η αύξηση των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων κατά 2,6 % σε 60 158 εκατομμύρια ευρώ και των πιστώσεων πληρωμών κατά 2,8 % σε 57 948 εκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011· υπογραμμίζει ότι αυτές οι αυξήσεις εξακολουθούν να είναι χαμηλότερες από την αύξηση που προτείνει η Επιτροπή για το συνολικό προϋπολογισμό·

42.

παρατηρεί ότι οι αυξήσεις αυτές είναι προπαντός η συνέπεια της συνεχούς σταδιακής καθιέρωσης άμεσων πληρωμών στα νέα κράτη μέλη και των πρόσθετων αναγκών για ανάπτυξη της υπαίθρου· υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι παρεμβάσεις στην αγορά παραμένουν σχεδόν σταθερές σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011, ενώ η αστάθεια των τιμών και ορισμένων αγορών συνεχίζουν να πλήττουν το γεωργικό τομέα· καλεί την Επιτροπή να διαμορφώσει προτάσεις για μια πάγια προσέγγιση προς όλους τους αγροτικούς τομείς, καθώς και συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση της αστάθειας των τιμών στις αγορές τους·

43.

σημειώνει ότι η παραδοσιακή γεωργική τροποποιητική επιστολή που προβλέπεται να υποβληθεί τον Αύγουστο 2011 θα προσαρμόσει τις σημερινές εκτιμήσεις σε μια περισσότερο ακριβή αξιολόγηση των πραγματικών αναγκών· με βάση τα προαναφερθέντα, εφιστά την προσοχή στο τελικό επίπεδο των εσόδων ειδικού προορισμού που προβλέπεται να είναι διαθέσιμα το 2012 (διορθώσεις στο πλαίσιο εκκαθάρισης συμμόρφωσης, παρατυπίες και συμπληρωματική εισφορά για το γάλα), που ενδεχομένως θα ορίσει το επίπεδο των νέων πιστώσεων που προβλέπεται να εγκριθούν στο πλαίσιο του προϋπολογισμού 2012· εκτιμά ότι το σημερινό περιθώριο (651,6 εκατομμύρια ευρώ) θα πρέπει να είναι επαρκές για να καλύψει τις ανάγκες στο πλαίσιο αυτού του τομέα εάν δεν υπάρξουν απρόβλεπτες συνθήκες·

44.

τονίζει ότι, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα μπορούσε, λόγω των ειδικών συνθηκών, να χρησιμοποιήσει τους μη χρησιμοποιηθέντες πόρους (περιθώριο) που είναι διαθέσιμοι κάτω από το ανώτατο όριο αυτού του τομέα για την επίτευξη γενικής συμφωνίας σχετικά με τους ετήσιους προϋπολογισμούς, καταφεύγοντας στο σημείο 23 της διοργανικής συμφωνίας·

45.

εγκρίνει τη συνεχή στήριξη για τα προγράμματα που αφορούν τη διανομή φρούτων στα σχολεία, καθώς και για το πρόγραμμα παροχής ενίσχυσης σε ενδεή άτομα· εκφράζει, αντίθετα αποδοκιμασία για τη μείωση των πιστώσεων του προϋπολογισμού που διατίθενται για το πρόγραμμα του σχολικού γάλακτος και ανησυχία για τις περικοπές που πραγματοποιούνται στα κτηνιατρικά και φυτοϋγειονομικά μέτρα·

46.

ζητεί περαιτέρω μείωση των επιστροφών κατά την εξαγωγή και εκφράζει τη λύπη του για τη συνεχιζόμενη παροχή επιδότησης στην παραγωγή καπνού στην ΕΕ, στοιχείο το οποίο αντιστρατεύεται στους στόχους της πολιτικής της ΕΕ για την υγεία·

47.

τονίζει ότι τμήμα των δαπανών στην κατηγορία 2 έχει κεφαλαιώδη σημασία για την υλοποίηση των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020· επισημαίνει ότι οι στόχοι προτεραιότητας αυτής της στρατηγικής - ανάπτυξη και απασχόληση - επιτυγχάνονται επίσης και με τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης· θεωρεί την επισιτιστική ασφάλεια και τη βιωσιμότητα δύο από τις κύριες προκλήσεις για την ΚΓΠ· υπενθυμίζει ότι οι άμεσες ενισχύσεις πρέπει να λαμβάνουν καλύτερα υπόψη περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς στόχους και ζητεί μία περισσότερο βιώσιμη ΚΓΠ, η οποία να πρέπει να συμβάλλει περαιτέρω στην αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η ΕΕ, περιλαμβανομένης της ρύπανσης των υδάτων, χωρίς βεβαίως να διακυβεύεται η ανταγωνιστικότητα των αγροτών της ΕΕ·

48.

εν προκειμένω χαιρετίζει την αύξηση των πιστώσεων του προγράμματος LIFE+ (+ 4,3 % και + 1,9 % σε αναλήψεις υποχρεώσεων και πληρωμές αντίστοιχα) το οποίο δίδει προτεραιότητα αποκλειστικά σε έργα δράσης υπέρ του περιβάλλοντος και του κλίματος· υπενθυμίζει και πάλι ότι τα προβλήματα του περιβάλλοντος και οι λύσεις τους δεν αναγνωρίζουν σύνορα μεταξύ κρατών, άρα είναι αυτονόητο ότι αντιμετωπίζονται στο επίπεδο της ΕΕ· επισημαίνει πάντως ότι οι πιστώσεις του LIFE+ παραμένουν σε πολύ περιορισμένο επίπεδο·

49.

επισημαίνει ότι η ενεργειακή απόδοση, η καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος και η προαγωγή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι εγκάρσιες προτεραιότητες που μπορούν να χρηματοδοτηθούν στο πλαίσιο πολλών τομέων του προϋπολογισμού της ΕΕ και ότι το Κοινοβούλιο θα δώσει ειδική προσοχή στη χρηματοδότησή του, τόσο ανά κονδύλιο του προϋπολογισμού όσο και συνολικά· παροτρύνει την Επιτροπή να ενσωματώσει περαιτέρω αυτές τις προτεραιότητες, όπως και την προστασία των υδάτινων πόρων και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, σε άλλες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδοτικής στήριξης της ΕΕ προς τις αναπτυσσόμενες χώρες· φρονεί ότι η ορθή εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας όσον αφορά αυτά τα ζητήματα έχει ζωτική σημασία και καλεί, ως εκ τούτου, την Επιτροπή να αναλύσει προσεκτικά κατά πόσο χρειάζονται περισσότεροι πόροι για να εξετασθεί ενδελεχώς η εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ και να υποβληθεί σχετική έκθεση στο Κοινοβούλιο·

50.

τονίζει ότι, λόγω της πολιτικής της σπουδαιότητας, πρέπει να διατηρηθούν οι χρηματοδοτικές και υφιστάμενες δράσεις της Κοινής Πολιτικής Αλιείας και να συντηρηθούν στα προτεινόμενα στο ΣΠ επίπεδα, αν μη τι άλλο λόγω της επικείμενης μεταρρύθμισής της· φρονεί ότι η χρηματοδότηση της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής, η οποία πρέπει να ανέλθει σε αρμόζον ποσό το 2012, δεν πρέπει να είναι επιζήμια για τη χρηματοδότηση των λοιπών δράσεων και προγραμμάτων του τομέα της αλιείας στο πλαίσιο του τομέα 2· επιπλέον φρονεί ότι έχει ζωτική σημασία η συνεχής παρακολούθηση του μεγέθους του ευρωπαϊκού αλιευτικού στόλου και η παροχή της αρμόζουσας στήριξης στα κράτη μέλη επ’ αυτού, και συγκεκριμένα η καταπολέμηση της παράνομης, αδήλωτης και ανεξέλεγκτης αλιείας· θεωρεί την αποτελεσματική διαχείριση της αλιείας στοιχείο ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση των αποθεμάτων ιχθύων και την πρόληψη της υπεραλίευσης·

Τομέας 3 α

51.

σημειώνει ότι η συνολική αύξηση της χρηματοδότησης που προτείνεται στο ΣΠ 2012 σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011 για τις δράσεις που περιλαμβάνει αυτός ο τομέας (+ 17,7 % όσον αφορά τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, + 6,8 % όσον αφορά τις πιστώσεις πληρωμών) είναι συμβατή με τις αυξανόμενες φιλοδοξίες της ΕΕ στον τομέα της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, όπως περιγράφονται τόσο στη Συνθήκη της Λισαβόνας όσο και στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης (2010-2014), το οποίο ενέκρινε το ίδιο το Συμβούλιο το Δεκέμβριο 2009·

52.

σημειώνει ότι οι αυξήσεις αυτές συνδέονται κυρίως με τρία από τα τέσσερα προγράμματα αλληλεγγύης και διαχείρισης της μετανάστευσης: Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων (+ 38 %), Ευρωπαϊκό Ταμείο Επαναπατρισμού (+ 43 %) και Ευρωπαϊκό Ταμείο Ένταξης των υπηκόων τρίτων χωρών (+ 24 %)· επισημαίνει, ωστόσο, ότι οι αυξήσεις που προβλέπονται στο πλαίσιο του εν λόγω τομέα για το 2012 είναι απλώς το αποτέλεσμα της ετήσιας κατανομής των πολυετών συνολικών ποσών που συμφωνήθηκαν από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο όταν εγκρίθηκαν αυτά το προγράμματα και αυτές οι δράσεις·

53.

εκφράζει τη βαθειά λύπη του διότι η Επιτροπή αποστέλλει μήνυμα απόρριψης προς τους μετανάστες με το να προβαίνει σε ευμεγέθη αύξηση πιστώσεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επαναπατρισμού ενώ παράλληλα κρατεί τις πιστώσεις για το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες στο αυτό επίπεδο με το έτος 2011· πιστεύει ότι η ΕΕ πρέπει να υιοθετήσει περισσότερο θετική στάση προς τους πρόσφυγες, ειδικά υπό το φως του πολέμου στη Λιβύη και της συνεχιζόμενης αμείλικτης καταστολής που εφαρμόζεται κατά των διαδηλωτών σε πλείονες αραβικές χώρες·

54.

εκφράζει, ως εκ τούτου, έντονη απορία όσον αφορά το βαθμό στον οποίο το ΣΠ που υπέβαλε η Επιτροπή συνιστά κατάλληλη και επικαιροποιημένη απόκριση στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ, αν μη τι άλλο στο πλαίσιο των εν εξελίξει συμβάντων στη Νότια Μεσόγειο· υπενθυμίζει την έντονη έκκλησή του για κατάλληλη και ισόρροπη απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις, με σκοπό τη βελτίωση της διαχείρισης της νόμιμης μετανάστευσης και επιβράδυνση της παράνομης μετανάστευσης· αναγνωρίζοντας ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ υποχρεούνται να συμμορφώνονται προς το θεσπισθέν δίκαιο της ΕΕ, τονίζει την ανάγκη για επαρκή χρηματοδότηση και επαρκείς μηχανισμούς στήριξης προς αντιμετώπιση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης εντός πνεύματος πλήρους σεβασμού των κανόνων εσωτερικής προστασίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αλληλεγγύης μεταξύ όλων των κρατών μελών· επισημαίνει, ειδικότερα, το ρόλο και την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τους Πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων των έκτακτων μέτρων σε περίπτωση μαζικής εισροής προσφύγων και εκφράζει ιδιαίτερη λύπη για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν πρότεινε αύξηση για το εν λόγω ταμείο πέρα από τα επίπεδα που προβλέπονταν αρχικά στο πλαίσιο του δημοσιονομικού προγραμματισμού·

55.

λαμβάνει υπό σημείωση τις επανειλημμένες εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας και του ρόλου του FRONTEX σε περίοδο αυξανομένων μεταναστευτικών πιέσεων· ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει τις πλήρεις δημοσιονομικές επιπτώσεις για το 2012 της υπό εξέλιξη αναθεώρησης του FRONTEX και να παράσχει σαφέστερη εικόνα της χρηματοδοτικής συμμετοχής των κρατών μελών στη λειτουργία του·

56.

επισημαίνει ότι, μετά την παρουσίση των επόμενων τεχνικών βημάτων, οι πιστώσεις του 2011 για το SIS II οι οποίες έχουν τοποθετηθεί στο αποθεματικό έχουν αποδεσμευθεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή· υπογραμμίζει ότι η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις μελλοντικές εξελίξεις όσον αφορά το το SIS II και διατηρεί το δικαίωμα να αναλάβει δράση, εφόσον αυτό κριθεί απαραίτητο·

Τομέας 3 β

57.

υπενθυμίζει ότι ο τομέας 3β, αν και είναι ο μικρότερος τομέας του ΠΔΠ από άποψη χρηματοδοτικών κονδυλίων, καλύπτει θέματα που απασχολούν έντονα τους πολίτες της Ευρώπης, όπως η νεολαία, τα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά προγράμματα, η δημόσια υγεία, η προστασία των καταναλωτών, ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας και η επικοινωνιακή πολιτική·

58.

εκφράζει βαθιά λύπη για το γεγονός ότι οι συνολικές πιστώσεις στον εν λόγω τομέα παρουσιάζουν μείωση για τρίτο συναπτό έτος, με τις ΠΑΥ να μειώνονται κατά 0,1 % (σε 683,5 εκατομμύρια ευρώ) και τις ΠΠ κατά 0,3 εκατομμύρια ευρώ (σε 645,7 εκατομμύρια ευρώ) σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό του 2011 (χωρίς το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ), αφήνοντας περιθώριο 15,5 εκατομμύρια ευρώ·

59.

φρονεί ότι τα προγράμματα και οι δράσεις στο πλαίσιο αυτού του τομέα παίζουν σημαντικό ρόλο στην επίτευξη των πρωταρχικών στόχων και στην υλοποίηση των εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής Ευρώπη 2020· επαναλαμβάνει ότι η εκπαίδευση, η κατάρτιση και ο πολιτισμός ενέχουν οικονομική αξία, δεδομένου ότι συμβάλλουν σε αξιόλογο βαθμό στην οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης ποιότητας και υποστηρίζουν την ανάπτυξη της ενεργού συμμετοχής του πολίτη στα κοινά·

60.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι το πολύ μικρό διαθέσιμο περιθώριο θα αφήσει περιορισμένο περιθώριο ελιγμών όταν προτείνονται νέες δράσεις ή λαμβάνονται αποφάσεις σχετικά με την επίσπευση της χρηματοδότησης προτεραιοτήτων που αφορούν άμεσα τους πολίτες·

61.

σημειώνει δεόντως την πρόταση της Επιτροπής να αυξήσει κατά 8 εκατομμύρια ευρώ, σε σύγκριση με τον αρχικό δημοσιονομικό προγραμματισμό, τις πιστώσεις του 2012 για το πρόγραμμα «Νεολαία σε δράση» (προβλέπονται 134,6 εκατομμύρια ευρώ το 2012), πρόγραμμα που συνιστά ένα από τα κύρια εργαλεία της εμβληματικής πρωτοβουλίας «Νεολαία σε κίνηση» και παρέχει στήριξη για άτυπες εμπειρίες μάθησης και την ανάπτυξη της ενεργού συμμετοχής των νέων στα κοινά·

62.

εκφράζει τη λύπη του διότι δεν προτείνονται παρόμοιες προσπάθειες για προγράμματα όπως το MEDIA και το Πολιτισμός 2007, μολονότι συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στον πλούτο και την ποικιλομορφία του ευρωπαϊκού πολιτισμού και παρέχουν στήριξη σε δράσεις που δεν θα χρηματοδοτούνταν μόνο από τα κράτη μέλη·

63.

εκφράζει αποδοκιμασία για το ότι η Επιτροπή δεν πρότεινε στο σχέδιο προϋπολογισμού της για το 2012 κανένα ειδικό πρόγραμμα υπέρ του αθλητισμού, μολονότι ο τομέας αυτός αποτελεί πλέον πλήρη αρμοδιότητα της Ένωσης που απορρέει από τη Συνθήκης της Λισαβόνας· θεωρεί πράγματι ότι κάποια χρηματοδότηση – περιορισμένης όμως κλίμακας – θα συνεχίσει να διατίθεται στον προϋπολογισμό 2012·

64.

χαιρετίζει την αύξηση για το πρόγραμμα δημόσιας υγείας, διότι η δημόσια υγεία έχει καταστεί καθοριστικής σημασίας μοχλός για την ανταγωνιστικότητα στις γηράσκουσες ευρωπαϊκές κοινωνίες· αναγνωρίζει τις προσπάθειες που καταβάλλει η Επιτροπή για να εξεύρει λύσεις χρηματοδότησης για τη συνέχεια σημαντικών εκπαιδευτικών εκστρατειών όπως είναι η εκστρατεία ΒΟΗΘΕΙΑ – για μια ζωή χωρίς κάπνισμα·

65.

εκφράζει αποδοκιμασία για τη μείωση της χρηματοδότησης του Χρηματοδοτικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας σε σύγκριση με το δημοσιονομικό προγραμματισμό (– 1,8 εκατομμύρια ευρώ) και ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει περαιτέρω εξηγήσεις για τη μείωση αυτή, δεδομένου ότι η πολιτική προστασία αποτελεί πλέον νέα αρμοδιότητα της ΕΕ·

66.

υπενθυμίζει ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται διαφάνεια και πλήρης ανάμιξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των βουλευτών του, πρέπει να υπάρχει χωριστό κονδύλιο ειδικά για τους Ευρωπαϊκούς Δημόσιους Χώρους· εκφράζει τη λύπη του για την πρόταση της Επιτροπής να εκλείψει το κονδύλιο αυτό και να συγχωνευθούν οι πιστώσεις για τους ΕΔΧ με το κονδύλιο για την εκπροσώπηση της Επιτροπής· υπενθυμίζει ότι οι Ευρωπαϊκοί Δημόσιοι Χώροι τελούν υπό την κοινή διαχείριση Επιτροπής και Κοινοβουλίου και ότι, ως εκ τούτου, ο προϋπολογισμός τους πρέπει να είναι χωριστός από τον προϋπολογισμό για την εκπροσώπηση της Επιτροπής, όπως ήταν στους προϋπολογισμούς του 2010 και 2011· τονίζει ότι το Κοινοβούλιο δεν θα δεχθεί καμία απόπειρα αλλοίωσης της βούλησης της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής στο ζήτημα αυτό·

Τομέας 4

67.

σημειώνει ότι οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και οι πιστώσεις πληρωμών που ζητούνται στο ΣΠ 2012 έχουν αυξηθεί κατά 2,9 % και 0,8 % σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011 σε 9 009,3 και 7 293,7 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα (λαμβανομένου υπόψη του αποθεματικού έκτακτης βοήθειας)· τονίζει ότι αυτές οι αυξήσεις εξακολουθούν να είναι χαμηλότερες από την αύξηση που προτείνει η Επιτροπή για το συνολικό προϋπολογισμό·

68.

υπενθυμίζει ότι μέχρι σήμερα η Επιτροπή δεν κατόρθωσε να επιστρέψει τους πόρους (240 εκατομμύρια) που χρησιμοποιήθηκαν για την επισιτιστική διευκόλυνση στον τομέα 4 και ειδικά στο μηχανισμό σταθερότητας, όπως ζητούσε η Επιτροπή Προϋπολογισμών στην παράγραφο 28 της έκθεσής της A7-0038/2009 που εγκρίθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2009·

69.

είναι απόλυτα πεπεισμένο ότι πρέπει να καταβληθεί ιδιαίτερη και συγκεκριμένη προσπάθεια για να διασφαλιστεί η βέλτιστη δυνατή και συντονισμένη χρήση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών μέσων (όχι μόνο των χρηματοδοτικών κονδυλίων εντός του προϋπολογισμού της ΕΕ, αλλά και των μέσων που διαχειρίζονται η ΕΤΕπ, η ΕΤΑΑ κλπ.) και των δράσεων των κρατών μελών· επισημαίνει ότι η ευελιξία κατά τον προγραμματισμό και την εφαρμογή των μέσων της ΕΕ πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω, ώστε να μπορέσει να δοθεί κατάλληλη και ουσιαστική απόκριση στις πολιτικές και ανθρωπιστικές κρίσεις σε τρίτες χώρες, χωρίς, ωστόσο, να τίθενται σε κίνδυνο οι μακροπρόθεσμες πολιτικές δεσμεύσεις και προτεραιότητες· προσβλέπει, προς τούτο, στην επίτευξη συντονισμού μεταξύ Επιτροπής, Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης και Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για να διασφαλιστεί ο καλύτερος δυνατός προσανατολισμός και αποτελεσματικότητα των στόχων της Ένωσης στο πλαίσιο της εξωτερικής δράσης·

70.

πιστεύει ότι είναι καθήκον της ΕΕ να απαντήσει με κατάλληλο και σφαιρικό τρόπο στις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στις χώρες που συνορεύουν με τη Μεσόγειο και να παράσχει στήριξη και βοήθεια στα κινήματα που μάχονται υπέρ των δημοκρατικών αξιών και της εδραίωσης του κράτους δικαίου· επαναλαμβάνει ότι η ενίσχυση της χρηματοδοτικής στήριξης γι αυτές τις χώρες δεν πρέπει να αποβεί επιζήμια για τις προτεραιότητες και τα μέσα που έχουν στόχο να ωφελήσουν τις γειτονικές ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες·

71.

είναι ιδιαίτερα ανήσυχο από αυτήν την άποψη διότι το προτεινόμενο περιθώριο των 246,7 εκατομμυρίων ευρώ για τον τομέα 4, ενώ είναι κατά πολύ υψηλότερο από αυτό που προβλέφθηκε στο πλαίσιο της επικαιροποίησης του δημοσιονομικού προγραμματισμού (132,2 εκατομμύρια ευρώ) που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο 2011, ενδέχεται να είναι ανεπαρκές για την αντιμετώπιση των νέων αναγκών που προκύπτουν στον τομέα 4, καθόσον δείχνει να βασίζεται στις περικοπές στις οποίες υποβάλλονται ορισμένα μείζονα προγράμματα της ΕΕ· είναι αποφασισμένο να εξετάσει και να αναλύσει περαιτέρω τον αντίκτυπο αυτών των περικοπών·

72.

υπενθυμίζει ότι το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει επί της νομικής βάσης για τα συνοδευτικά μέτρα για τη μπανάνα και τη συνεργασία με τις εκβιομηχανισμένες χώρες και εδάφη και τις λοιπές υψηλού εισοδήματος χώρες και εδάφη (ICI +) και ότι αυτή η συμφωνία θα έχει αντίκτυπο στις πιστώσεις του προϋπολογισμού 2012· εκφράζει τη λύπη του για την πρόταση της Επιτροπής να μειώσει τη χρηματοδότηση για τη συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες στην Ασία και τη Λατινική Αμερική· ζητεί την ταχεία έγκριση της νομοθεσίας ICI+ και την έγκριση επαρκούς χρηματοδότησης για την Ασία και τη Λατινική Αμερική·

73.

ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να μην περιορίσει την επικείμενη τροποποιητική επιστολή της στις δημοσιονομικές επιπτώσεις της αναθεώρησης της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας, αλλά να θίξει επίσης, εάν είναι αναγκαίο χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που προβλέπονται στη διοργανική συμφωνία, όλα τα λοιπά ζητήματα και ανάγκες, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης της Παλαιστίνης και του UNRWA, η οποία μειώνεται κατά 100 εκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011, με σκοπό να μεγιστοποιηθεί ο αντίκτυπος της βοήθειας της ΕΕ στον κόσμο·

74.

εκφράζει αποδοκιμασία για τη μείωση της προγραμματισμένης αύξησης της χρηματοδότησης για το Μέσο Προενταξιακής Βοήθειας από 139 εκατομμύρια ευρώ σε μόλις 79 εκατομμύρια ευρώ, σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011·

75.

σημειώνει την προτεινόμενη αύξηση της χρηματοδότησης του περιβάλλοντος και της βιώσιμης διαχείρισης των φυσικών πόρων (ENRTP) στο πλαίσιο του Μηχανισμού Αναπτυξιακής Συνεργασίας κατά 51,8 εκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με το δημοσιονομικό προγραμματισμό, για να αντιμετωπισθεί η δράση ταχείας εκκίνησης για την αλλαγή του κλίματος· αντιτίθεται έντονα στις λοιπές μειώσεις, συνολικού ύψους 78 εκατομμυρίων ευρώ, που πραγματοποιούνται στα γεωγραφικά προγράμματα του Μηχανισμού Αναπτυξιακής Συνεργασίας και δε συνάδουν με την προσπάθεια της ΕΕ να συμβάλει στην επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας και να τηρήσει στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο τη δέσμευσή της να επιτύχει έως το 2015 τον στόχο της επίτευξης ποσοστού αναπτυξιακής βοήθειας ίσου με 0,7 % του ΑΕΕ·

76.

υπενθυμίζει ότι θα απορρίψει κατηγορηματικά οποιεσδήποτε συστηματικές, σχεδόν αυτόματες και ορισμένες φορές αλόγιστες περικοπές των διοικητικών δαπανών στο πλαίσιο του τομέα 4 εκ μέρους του άλλου σκέλους της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, που πραγματοποιούνται αποκλειστικά και μόνο στο όνομα της μείωσης των πιστώσεων, διότι τούτο θα στερούσε από την ΕΕ τα μέσα που διαθέτει για την ορθή και αποτελεσματική υλοποίηση των προγραμμάτων της·

Τομέας 5

77.

επισημαίνει ότι οι συνολικές διοικητικές δαπάνες για όλα τα θεσμικά όργανα εκτιμώνται σε 8 281 εκατομμύρια ευρώ, δηλ. σημειώνεται αύξηση κατά 1,3 % σε σύγκριση με το 2011 και μένει περιθώριο 472,5 εκατομμύρια ευρώ·

78.

λαμβάνει υπό σημείωση την επιστολή του αρμόδιου για τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και τον προϋπολογισμό Επιτρόπου της 3ης Φεβρουαρίου 2011, με την οποία αναλαμβάνεται δέσμευση για αύξηση των δαπανών του τομέα 5 μικρότερη από 1 % και πάγωμα των προσλήψεων σε σύγκριση με το 2011 και όλα τα θεσμικά όργανα καλούνται να εφαρμόσουν την ίδια προσέγγιση όσον αφορά την εξέλιξη των προϋπολογισμών τους·

79.

παρατηρεί ότι η Επιτροπή, το Συμβούλιο, το Ελεγκτικό Συνέδριο, ο Διαμεσολαβητής και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας των Δεδομένων ακολούθησαν το παράδειγμα αυτό· υπογραμμίζει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατόρθωσε να μειώσει τις προβλέψεις του περίπου κατά 50 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με την πρώτη πρόταση προσχεδίου προβλεπομένων εσόδων και δαπανών· τονίζει ότι θα εξετάσει σε βάθος τις προβλέψεις των άλλων θεσμικών οργάνων, μεταξύ άλλων με γνώμονα τις πρόσθετες ανάγκες και τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

80.

αναγνωρίζει τη μεγάλη προσπάθεια της Επιτροπής να παγώσει τις διοικητικές δαπάνες τις σε ονομαστικούς όρους· σημειώνει ότι τούτο κατέστη δυνατό μέσω της εξισορρόπησης των αυξήσεων που συνδέονται με τις νομικές και συμβατικές υποχρεώσεις με άλλες δραστικές περικοπές άλλων διοικητικών δαπανών· εκφράζει, ωστόσο, ανησυχία για τις δυνατές συνέπειες·

81.

τονίζει ότι οποιαδήποτε περαιτέρω περικοπή στις διοικητικές πιστώσεις του 2012 στο τμήμα ΙΙΙ, συμπεριλαμβανομένων των γραμμών που περιλαμβάνουν τις δαπάνες διοικητικής στήριξης (πρώην «γραμμές ΒΑ»), θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην υλοποίηση των προγραμμάτων, ειδικότερα λόγω των νέων καθηκόντων της ΕΕ που απορρέουν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας· επιμένει ότι οι εξοικονομήσεις που προκύπτουν από τη μείωση των δαπανών διοικητικής στήριξης παραμένουν στα χρηματοδοτικά κονδύλια των αντίστοιχων προγραμμάτων με στόχο την ενίσχυση της επιτόπιας υλοποίησης· υπογραμμίζει, επιπλέον ότι, ενώ αυξάνονται διαρκώς οι αρμοδιότητες της ΕΕ, αυτή η τάση δεν είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα και θα έχει αρνητικές συνέπειες στην ταχεία, κανονική και αποτελεσματική υλοποίηση των δράσεων και προγραμμάτων της ΕΕ·

82.

αναγνωρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να μην ζητήσει πρόσθετες θέσεις και τη δέσμευσή της να ικανοποιήσει όλες τις ανάγκες της, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν νέες προτεραιότητες και την έναρξη ισχύος της ΣΛΕΕ, μόνο με εσωτερική αναδιάταξη των υπαρχόντων ανθρώπινων πόρων· ζητεί να λάβει περαιτέρω πληροφορίες, συγκεκριμένα από πού θα προέλθει η αναδιάταξη των 230 πρόσθετων θέσεων που απαιτούνται για να διασφαλιστεί η δέουσα παρακολούθηση της οικονομικής και δημοσιονομικής κατάστασης των κρατών μελών στη ΓΔ ECFIN και ποιος θα είναι ο αντίκτυπος των 70 λιγότερων θέσεων για τη διοικητική στήριξη και τη διαχείριση των προγραμμάτων, μετά τις αναδιατάξεις στο εσωτερικό συγκεκριμένων Γενικών Διευθύνσεων· τονίζει ότι το θέμα των ανθρώπινων πόρων καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό λόγω του ότι η ΓΔ ECFIN θα πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω προκειμένου να ανταποκριθεί σε ζωτικά επιπρόσθετα καθήκοντα, μόλις εγκριθεί η δέσμη για την οικονομική διακυβέρνηση·

83.

τονίζει ότι η αύξηση που προτείνεται για την EPSO (+ 5,4 % σε ΠΥ και ΠΠ) φαίνεται να αντίκειται στις προσπάθειες της Επιτροπής να μειώσει τις δαπάνες λειτουργίας· ζητεί περαιτέρω πληροφορίες για την προτεινόμενη αύξηση των πιστώσεων της EPSO και την εξωτερική ανάθεση από την EPSO υπηρεσιών καίριας σημασίας·

84.

σημειώνει την αύξηση κατά 4 % των δαπανών για τις συντάξεις (σε σύγκριση με την αύξηση κατά 5,2 % από το 2010 μέχρι το 2011), λόγω του κύματος των συνταξιοδοτήσεων υπαλλήλων· καλεί την Επιτροπή να παράσχει μια πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση των μακροπρόθεσμων δημοσιονομικών συνεπειών αυτής της τάσης, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις δυνατές συνέπειες, άμεσες ή έμμεσες, οποιασδήποτε αλλαγής στο συνταξιοδοτικό σύστημα της ΕΕ στην ελκυστικότητα, την ποιότητα και την ανεξαρτησία της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης· τονίζει ότι οποιαδήποτε τέτοια αλλαγή θα πρέπει να επέλθει μετά τον δέοντα κοινωνικό διάλογο·

85.

φρονεί ότι τα Ευρωπαϊκά Σχολεία θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν επαρκώς προς αντιμετώπιση της ειδικής κατάστασης και των ειδικών αναγκών των παιδιών των υπαλλήλων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων· θα εξετάσει προσεκτικά την προτεινόμενη συνολική αύξηση κατά 1,7 % σε σύγκριση με το 2011, η οποία είναι χαμηλότερη από την αύξηση που προβλέπεται στο δημοσιονομικό προγραμματισμό, καθώς και καθένα από τα κονδύλια του προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Σχολείων και θα προβεί, κατά τη διάρκεια της ανάγνωσής του, σε οποιαδήποτε αλλαγή κρίνει κατάλληλη εν προκειμένω·

Δοκιμαστικά σχέδια και προπαρασκευαστικές ενέργειες

86.

τονίζει ότι τα δοκιμαστικά σχέδια και οι προπαρασκευαστικές ενέργειες αποτελούν βασικά εργαλεία για τον καθορισμό των πολιτικών προτεραιοτήτων και την προετοιμασία για νέες πρωτοβουλίες που ενδέχεται να μετεξελιχθούν σε δραστηριότητες και προγράμματα της ΕΕ που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη ζωή των πολιτών της· σκοπεύει, ως εκ τούτου, να υποστηρίξει με όλα τα δυνατά μέσα τις προτάσεις του όσον αφορά τα δοκιμαστικά σχέδια και τις προπαρασκευαστικές ενέργειες για τον προϋπολογισμό 2012, τονίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη προσεκτικής μελέτης της προκαταρκτικής αξιολόγησης της Επιτροπής που αναμένεται τον Ιούλιο 2011 για τον καθορισμό μιας γενικής και ισόρροπης τελική δέσμης μέτρων για το εν λόγω ζήτημα·

87.

σκοπεύει, για το σκοπό αυτό, να διαβιβάσει στην Επιτροπή, όπως προβλέπεται στο παράρτημα ΙΙ, τμήμα Δ της διοργανικής συμφωνίας, έναν πρώτο προσωρινό κατάλογο πιθανών δοκιμαστικών σχεδίων και προπαρασκευαστικών ενεργειών για τον προϋπολογισμό 2012· αναμένει από την Επιτροπή την υποβολή τεκμηριωμένης ανάλυσης των ενδεικτικών προτάσεων του Κοινοβουλίου· τονίζει ότι ο πρώτος αυτός προσωρινός κατάλογος δεν αποκλείει την επίσημη κατάθεση και την έγκριση τροπολογιών για δοκιμαστικά σχέδια και προπαρασκευαστικές ενέργειες κατά την ανάγνωση του προϋπολογισμού στο Κοινοβούλιο·

88.

λαμβάνει υπό σημείωση ένα νέο δοκιμαστικό σχέδιο και πέντε προπαρασκευαστικές ενέργειες - δύο από τις οποίες είναι νέες - που προτείνει η Επιτροπή στο πλαίσιο διαφόρων τομέων· δηλώνει την σταθερή πρόθεσή του να αναλύσει κατά τη διάρκεια των επικείμενων διαπραγματεύσεων το περιεχόμενο και τους στόχους των πρωτοβουλιών που προτάθηκαν πρόσφατα·

Οργανισμοί

89.

σημειώνει το συνολικό ποσό των 720,8 εκατομμυρίων ευρώ (ήτοι 0,49 % του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ) που στο ΣΠ 2012 αφιερώνεται στους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ, το οποίο αντιπροσωπεύει σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό 2011 αύξηση της συνολικής συνεισφοράς της ΕΕ κατά 34,6 εκατομμύρια ευρώ ή 4,9 %· έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η αύξηση αυτή προέρχεται από τον ένα νέο (3) και τους επτά υπό σύσταση οργανισμούς (4) με στόχο να τους παρασχεθεί επαρκής χρηματοδότηση· υπογραμμίζει πόσο σημαντική είναι η πρόσθετη χρηματοδότηση των 10 αυτών οργανισμών (5), των οποίων τα καθήκοντα έχουν αυξηθεί, ώστε να μην παρεμποδίζονται οι επιδόσεις τους· σημειώνει ότι η αύξηση της συνεισφοράς της ΕΕ στους οργανισμούς με ταχύτητα πλεύσης είναι συμβατή με τη διόρθωση λόγω πληθωρισμού (2 %), ή είναι μάλιστα χαμηλότερη από αυτήν, χωρίς πρόσθετο προσωπικό·

90.

τονίζει ότι οι πιστώσεις του προϋπολογισμού που λαμβάνουν οι οργανισμοί της ΕΕ όχι μόνο δε συνιστούν αμιγώς διοικητικές δαπάνες αλλά αντιθέτως συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής Ευρώπη 2020 και στους εν γένει σκοπούς της ΕΕ, όπως καθορίζονται αυτοί από τη νομοθετική αρχή· εγκρίνει, ως εκ τούτου, σε εποχές λιτότητας, την περιοριστική προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τον καθορισμό των επιδοτήσεων για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, όμως αποδοκιμάζει και πάλι τη χρήση των εσόδων για ειδικό προορισμό με στόχο τη μείωση της συνεισφοράς του προϋπολογισμού της ΕΕ στους οργανισμούς που εξαρτώνται από την είσπραξη τελών, που χρησιμοποιείται από την Επιτροπή για την τεχνητή αύξηση των περιθωρίων και, στο πλαίσιο αυτό, εκφράζει την ανησυχία του για το ότι η Επιτροπή αγνοεί κατ’ επανάληψη την πολιτική βούληση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

91.

τονίζει ότι οι ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές πρέπει να διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο στη διασφάλιση της σταθερότητας της αγοράς και ότι χρειάζεται να τύχουν επαρκούς χρηματοδότησης να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των κανονιστικών μεταρρυθμίσεων· επαναλαμβάνει ότι μία ενιαία εποπτική αρχή θα είναι αποδοτικότερη ως προς το κόστος· επικροτεί τις αυξήσεις του προϋπολογισμού που προτείνονται και για τις τρεις αρχές, ως σημαντικό βήμα στη διαδικασία οικοδόμησής τους, ζητεί όμως ταυτόχρονα πρόσθετους πόρους για τη μικτή επιτροπή· τονίζει ότι όλα τα συμπληρωματικά καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στις αρχές αυτές πρέπει να συνοδευτούν σύντομα από τη διάθεση αντίστοιχων συμπληρωματικών πόρων· υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, ότι οι νέες αρμοδιότητες που προγραμματίζονται για την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στον τομέα των ανοικτών πωλήσεων και των παραγώγων, πρέπει να αποτυπωθούν πάραυτα και στη διαδικασία του προϋπολογισμού του 2012 αμέσως μόλις θεσπιστούν οι νομικές βάσεις·

92.

σημειώνει ότι, από τις 213 νέες θέσεις του οργανογράμματος για τους οργανισμούς (από σύνολο 4 854 θέσεων) οι 80 θα διατεθούν σε νέους ή υπό σύσταση οργανισμούς και οι υπόλοιπες σε οργανισμούς, τα καθήκοντα των οποίων επεκτείνονται· επαναλαμβάνει την έκκλησή του για εφαρμογή ειδικής προσέγγισης όσον αφορά την πρόσληψη εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού με επαγγελματική εμπειρία, ιδίως όταν οι εν λόγω θέσεις χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από την είσπραξη διαφόρων τελών και άρα δεν έχουν επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ·

93.

αποδοκιμάζει την προσέγγιση της Επιτροπής να αλλάξει την παρουσίαση των δύο αυτοχρηματοδοτούμενων οργανισμών ΓΕΕΑ και ΚΓΦΠ στο ΣΠ 2012, δηλαδή να διαγράψει τα αντίστοιχα κονδύλια του προϋπολογισμού και να μη δημοσιεύσει τα οργανογράμματα· σημειώνει, ωστόσο, ότι οι δύο εν λόγω οργανισμοί δεν δεσμεύονται από τις αποφάσεις της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής όσον αφορά τα επίπεδα επιδότησης ή τη στελέχωση· σκοπεύει, πάντως, να περιλάβει τα στοιχεία αυτά στον προϋπολογισμό για λόγους διαφάνειας· επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά ότι θα πρέπει να βρεθεί λύση για τα υπερβολικά πλεονάσματα που δημιουργούνται από τον κανονισμό για τα τέλη του ΓΕΕΑ·

94.

θεωρεί ότι τα κάτωθι θέματα είναι ειδικού ενδιαφέροντος για τον τριμερή διάλογο που θα διεξαχθεί στις 11 Ιουλίου 2011:

διάθεση πιστώσεων στον προϋπολογισμό 2012 της ΕΕ προς στήριξη της στρατηγικής ΕΕ 2020,

συνολικό επίπεδο πληρωμών στον προϋπολογισμό 2012 και εν εκκρεμότητι αναλήψεις υποχρεώσεων προς εκκαθάριση (RAL),

πρόταση για αναθεώρηση του ισχύοντος πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2007-2013 για να αντιμετωπισθούν οι πρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες του έργου ITER,

οικονομική βιωσιμότητα και δυνατότητα διαχείρισης του τομέα 4 το 2012, συγκεκριμένα εν όψει της επικείμενης διορθωτικής επιστολής προς αντιμετώπιση της μετάβασης στη δημοκρατία στη νότιο ακτή της Μεσογείου,

θέματα που εκκρεμούν σε σχέση με τον προϋπολογισμό 2011·

*

* *

95.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στην Επιτροπή και το Συμβούλιο.


(1)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2011)0114.

(3)  Οργανισμός για την επιχειρησιακή διαχείριση των ευρείας κλίμακας συστημάτων πληροφορικής στον τομέα της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης·

(4)  Οργανισμός του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC), Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΤΑ), Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ), Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER), Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για τη Στήριξη του Δικαιώματος Παροχής Ασύλου (EASO) και Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων.

(5)  Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA) - Δραστηριότητες στον τομέα της νομοθεσίας περί βιοκτόνων, Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA) - Δραστηριότητες που απαιτούν προηγούμενη συναίνεση με βάση πληροφορίες, Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή GNSS (GSA), Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA), Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (EMSA), Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA), Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA), Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (EEA), Οργανισμός για τα θεμελιώδη δικαιώματα (FRA), Ευρωπαϊκή Αστυνομική Ακαδημία (CEPOL) και Eurojust.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/49


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Η ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020: η αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και το έδαφος

P7_TA(2011)0297

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020: η αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και το έδαφος (2011/2051(INI))

2012/C 390 E/06

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020: η αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και το έδαφος» (COM(2010)0672),

έχοντας υπόψη το άρθρο 43, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (2),

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις 2006/144/ΕΚ (3) και 2009/61/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την αγροτική ανάπτυξη (4),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών (5),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 73/2009 σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης για τους γεωργούς (6),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 8ης Ιουλίου 2010 σχετικά με το μέλλον της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής μετά το 2013 (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 16ης Ιουνίου 2010 για την ΕΕ του 2020 (8),

έχοντας υπόψη τα πορίσματα της Προεδρίας του Συμβουλίου της 17ης Μαρτίου 2011 σχετικά με την ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 18ης Μαρτίου 2010 σχετικά με «τη μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής το 2013»,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών, «Η ΚΓΠ μέχρι το 2020 – μελλοντικές προκλήσεις όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και τις αγροτικές περιοχές»,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, και της Επιτροπής Περιφερειακής Ανάπτυξης (A7-0202/2011),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας βιώσιμος, παραγωγικός και ανταγωνιστικός ευρωπαϊκός γεωργικός τομέας έχει καίριο ρόλο να διαδραματίσει στην επίτευξη των στόχων που έχουν ορισθεί από τις Συνθήκες για την ΚΓΠ και των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», ότι μπορεί επίσης να συμβάλει στην αντιμετώπιση των νέων πολιτικών προκλήσεων όπως η ασφάλεια εφοδιασμού με τρόφιμα, η ενέργεια και οι βιομηχανικές πρώτες ύλες, η αλλαγή του κλίματος, το περιβάλλον και η βιοποικιλότητα, η υγεία και η δημογραφική αλλαγή, και ότι η επικείμενη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ θα είναι η πρώτη κατά την οποία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα νομοθετήσει από κοινού με το Συμβούλιο, σύμφωνα με την Συνθήκη της Λισαβόνας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επισιτιστική ασφάλεια παραμένει η κεντρική πρόκληση για τη γεωργία όχι μόνο στην ΕΕ αλλά και παγκοσμίως, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός προβλέπεται να αυξηθεί από 7 σε 9 δισεκατομμύρια και πλέον έως το 2050, πράγμα που θα απαιτήσει μια κατά 70 % αύξηση της παγκόσμιας αγροτικής παραγωγής σύμφωνα με τον FΑΟ· ότι θα απαιτηθεί η παραγωγή περισσότερων τροφίμων σε συνθήκες υψηλότερου κόστους παραγωγής, σοβαρής αστάθειας των γεωργικών αγορών και αυξανόμενης πίεσης στους φυσικούς πόρους, γεγονός που σημαίνει ότι οι αγρότες θα πρέπει να παραγάγουν περισσότερο χρησιμοποιώντας λιγότερη γη, λιγότερους υδάτινους πόρους και μειωμένες ενεργειακές εισροές,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα τρόφιμα είναι στρατηγικής σημασίας και ότι ο πιο κατάλληλος τρόπος για να επιτευχθεί η επισιτιστική ασφάλεια είναι να διατηρηθεί σταθερός και ανταγωνιστικός ο γεωργικός τομέας· ότι μια ισχυρή ΚΓΠ έχει καίριο ρόλο σε αυτό καθώς και για την προστασία, την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την οικονομική ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών της ΕΕ έναντι της απειλής της εγκατάλειψης της γης, της συρρίκνωσης του πληθυσμού της υπαίθρου και του οικονομικού μαρασμού,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ του έτους 2003 και η διάγνωση υγείας της γεωργικής πολιτικής του 2008 επιχείρησαν να συμβάλουν σε μια νέα διάρθρωση της ΚΓΠ που θα είναι πιο αποτελεσματική και διαφανής, και θα χαρακτηρίζεται από τον μεγαλύτερο προσανατολισμό προς τις ανάγκες της αγοράς· ότι αυτή η διαδικασία πρέπει να συνεχισθεί και ότι πρέπει να απλοποιηθούν σημαντικά στην πράξη η διαχείριση των μέσων της ΚΓΠ και οι διαδικασίες τους, προκειμένου να μειωθεί το βάρος για τους γεωργούς και τις διοικήσεις,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ψήφισμά του της 8ης Ιουλίου 2010 σχετικά με το μέλλον της ΚΓΠ μετά το 2013 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έθεσε τα θεμέλια για μια βιώσιμη γεωργική πολιτική που θα επιτρέψει στους Ευρωπαίους παραγωγούς να είναι ανταγωνιστικοί σε τοπικές, περιφερειακές, εθνικές και διεθνείς αγορές, και ότι υποστήριξε την έννοια μιας πολυλειτουργικής και εκτεταμένης γεωργίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, ιδιαίτερα σε περιοχές με φυσικά μειονεκτήματα και εξόχως απόκεντρες περιφέρειες, και έλαβε επίσης υπόψη του τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μικρές εκμεταλλεύσεις,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΓΠ πρέπει να εξοπλισθεί με τα απαραίτητα μέσα ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις σοβαρές κρίσεις στην αγορά και τον εφοδιασμό προϊόντων και τις ακραίες διακυμάνσεις των τιμών στον αγροτικό τομέα· ότι πρέπει να εξασφαλισθεί ότι τα μέσα αυτά είναι όχι μόνο ενημερωμένα και αποτελεσματικά, αλλά και ευέλικτα, προκειμένου να μπορούν να χρησιμοποιούνται γρήγορα όταν χρειασθεί,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να είναι ευπρόσδεκτη η ενσωμάτωση ανανεωμένων και φιλόδοξων στόχων στην ΚΓΠ, ιδίως όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος, την καλή μεταχείριση των ζώων, καθώς και την εδαφική συνοχή, και ότι αυτές οι υψηλές προδιαγραφές θα πρέπει να υποστηριχθούν σε διεθνές επίπεδο ούτως ώστε να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα και η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαίων αγροτών, οι οποίοι αντιμετωπίζουν υψηλότερο κόστος παραγωγής· ότι η μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα και η επισιτιστική ασφάλεια, ιδιαίτερα λαμβανομένων υπόψη των απορρυθμίσεων του κλίματος, εξαρτώνται από τη δέουσα φροντίδα για τους φυσικούς πόρους, και συγκεκριμένα το έδαφος, τη χρήση του ύδατος και τη βιοποικιλότητα,

H.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο γεωργικός τομέας έχει ένα πολύ σοβαρό ρόλο να διαδραματίσει στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, και συγκεκριμένα μειώνοντας τις δικές του εκπομπές των αερίων θερμοκηπίου, αναπτύσσοντας την αποθήκευση άνθρακα και μέσω της παραγωγής βιομάζας και βιώσιμης ενέργειας, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό μια συμπληρωματική ροή εισοδήματος για τους αγρότες,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΓΠ πρέπει επίσης να υποστηρίξει την ειδική διαχείριση γεωργικών εκτάσεων που είναι πλούσιες σε βιολογική ποικιλία (όπως γεωργικές εκτάσεις υψηλής φυσικής αξίας) και αγρο-οικοσυστήματα μέσα σε περιοχές Natura 2000 και, στο πλαίσιο αυτό, τη μετάβαση σε χαμηλής εισροής πρότυπα (περιλαμβανομένης της βιολογικής καλλιέργειας), βοσκότοπους που δεν αροτριώνονται ποτέ ή υγρότοπους γεωργικής χρήσης,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το μερίδιο των δαπανών της ΚΓΠ στον προϋπολογισμό της ΕΕ μειώθηκε σταθερά από σχεδόν 75 % το 1985 σε 39,3 % όπως προβλέπεται για το 2013, ότι η ΚΓΠ, παρά το ότι είναι μία από τις παλαιότερες πολιτικές της ΕΕ, και η μόνη κοινοτικοποιημένη, αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 0,5 % του ΑΕγχΠ της ΕΕ, ενώ οι δημόσιες δαπάνες ανέρχονται σε περίπου 50 % του ΑΕγχΠ και ότι, μετά τις διαδοχικές διευρύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η έκταση της καλλιεργούμενης γης έχει αυξηθεί κατά 40 % ενώ διπλασιάσθηκε ο αριθμός των γεωργών σε σύγκριση με το 2004,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση του Ευρωβαρόμετρου, το 90 % των πολιτών της ΕΕ που ρωτήθηκαν θεωρούν τη γεωργία και τις αγροτικές περιοχές σημαντικές για το μέλλον της Ευρώπης, το 83 % των πολιτών της ΕΕ που ρωτήθηκαν τάσσονται υπέρ της οικονομικής ενίσχυσης των αγροτών και, κατά μέσο όρο, πιστεύουν ότι η γεωργική πολιτική θα πρέπει να συνεχίσει να αποφασίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει συχνά εκφρασθεί κατά μιας επανεθνικοποίησης της ΚΓΠ και της αύξησης της συγχρηματοδότησης, πράγμα που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τον θεμιτό ανταγωνισμό εντός της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ, και, κατά συνέπεια, ενόψει της επικείμενης μεταρρύθμισης, απορρίπτει άλλη μια φορά οποιαδήποτε προσπάθεια για επανεθνικοποίηση της ΚΓΠ μέσω της συγχρηματοδότησης των άμεσων ενισχύσεων ή τη μεταφορά πόρων στο δεύτερο πυλώνα,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να διατηρηθεί μια ΚΓΠ δύο πυλώνων, όπου η δομή και οι στόχοι έκαστου πυλώνα θα ορίζονται με σαφήνεια και θα σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να τους επιτρέπεται να αλληλοσυμπληρώνονται,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις στην ΕΕ έχουν σημαντική συμβολή στην επίτευξη των στόχων της ΚΓΠ και ότι τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη κατά την μεταρρυθμιστική διαδικασία,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στα νέα κράτη μέλη που εφαρμόζουν το καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης, ένα μεγάλο ποσοστό αγροτών, ιδιαίτερα στον τομέα της κτηνοτροφίας, δεν δικαιούνται άμεσων πληρωμών διότι δεν έχουν καλλιεργήσιμη γη,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γεωργοί λαμβάνουν ένα σταθερά μειούμενο μερίδιο της προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται από την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, και ότι η εύρυθμη λειτουργία της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων και τα μέτρα για την βελτίωση της διαπραγματευτικής ισχύος των παραγωγών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου να εξασφαλιστεί στους γεωργούς ένα δίκαιο αντίτιμο για την παραγωγή τους,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα των αγροτών μειώθηκε δραστικά τα τελευταία δύο χρόνια και ότι, ως αποτέλεσμα αυτής της σταθερής πτώσης, το εισόδημά τους έχει τώρα πέσει κάτω από το επίπεδο όπου βρισκόταν πριν από σχεδόν 15 χρόνια, ότι τα γεωργικά εισοδήματα είναι σημαντικά χαμηλότερα (κατά 40 %, όπως υπολογίζεται ανά λειτουργούσα μονάδα) σε σχέση με τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας και το εισόδημα ανά κάτοικο στην ύπαιθρο είναι σημαντικά κατώτερο (κατά 50 % περίπου) σε σχέση με τις αστικές περιοχές, και ότι τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι η απασχόληση στον γεωργικό τομέα μειώθηκε κατά 25 % μεταξύ 2000 και 2009,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι όλο και μεγαλύτερη η συνένωση της παγκόσμιας οικονομίας και τα εμπορικά συστήματα ελευθερώνονται περισσότερο μέσω πολυμερών και διμερών διαπραγματεύσεων και ότι οι συμφωνίες σε πολυμερές και διμερές επίπεδο πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι παραγωγής τρίτων χωρών που εξάγουν στην ΕΕ παρέχουν στους Ευρωπαίους καταναλωτές τις ίδιες εγγυήσεις σε θέματα υγείας, ασφάλειας των τροφίμων, καλής μεταχείρισης των ζώων, βιωσιμότητας και ελάχιστων κοινωνικών προτύπων με εκείνες που παρέχονται από τις μεθόδους της ΕΕ,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγροτική ανάπτυξη ενόψει των αυξανόμενων διαφορών, της απώλειας του κοινωνικού κεφαλαίου και συνοχής, των δημογραφικών ανισορροπιών και της μετανάστευσης, είναι σημαντικό μέσο της ΚΓΠ και ότι οι μελλοντικές πολιτικές για την ανάπτυξη της υπαίθρου χρειάζεται να στραφούν προς μια μεγαλύτερη εδαφική ισορροπία και να προσφέρουν μια λιγότερο γραφειοκρατική και περισσότερο συμμετοχική διακυβέρνηση των προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου, τα οποία να περιλαμβάνουν μέτρα για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του γεωργικού τομέα και να στηρίζουν αποτελεσματικά την ενίσχυση και διαφοροποίηση της αγροτικής οικονομίας, να προστατεύουν το περιβάλλον, να προωθούν την εκπαίδευση και την καινοτομία, να ενισχύουν την ποιότητα ζωής στις αγροτικές περιοχές, και να αντενεργούν κατά της εγκατάλειψης της γεωργίας από τους νέους,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, αφενός, μόνο το 6 % των ευρωπαίων αγροτών είναι ηλικίας κάτω των 35 ετών, και, αφετέρου, 4,5 εκατ. αγροτών θα συνταξιοδοτηθούν κατά τα επόμενα 10 χρόνια· ότι η ανανέωση των γενεών πρέπει να αποτελεί μια από τις πρωταρχικές προκλήσεις για τη μελλοντική ΚΓΠ,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΓΠ πρέπει να λάβει υπόψη την ανάγκη να μειωθούν οι ειδικοί περιορισμοί και τα διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τομείς της γεωργίας και δασοκομίας στις απομακρυσμένες περιφέρειες της ΕΕ ως αποτέλεσμα του νησιωτικού και απόμακρου χαρακτήρα τους και του γεγονότος ότι η αγροτική οικονομία εξαρτάται κατά πολύ από ένα μικρό αριθμό αγροτικών προϊόντων,

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική για την ποιότητα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της μελλοντικής ΚΓΠ, πράγμα που σημαίνει ότι η ανάπτυξη και η ενίσχυση της πολιτικής αυτής, και συγκεκριμένα στην περίπτωση των γεωγραφικών ενδείξεων, θα είναι αποφασιστικής σημασίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας,

1.

επικροτεί ανεπιφύλακτα την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Η ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020: η αντιμετώπιση των μελλοντικών προκλήσεων όσον αφορά τη διατροφή, τους φυσικούς πόρους και το έδαφος»· αναγνωρίζει την ανάγκη για περαιτέρω μεταρρύθμιση της ΚΓΠ σε συνάρτηση με την μεταβαλλόμενη φύση του γεωργικού κλάδου στην ΕΕ των 27 και το νέο διεθνές πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης· ζητεί τη συνέχιση μιας ισχυρής και βιώσιμης ΚΓΠ με έναν προϋπολογισμό ανάλογο των προς επίτευξη φιλόδοξων στόχων σε μια προσπάθεια να αντιμετωπισθούν οι νέες προκλήσεις· απορρίπτει ανεπιφύλακτα τυχόν κινήσεις για επανεθνικοποίηση της ΚΓΠ·

2.

ζητεί να παραμείνει η ΚΓΠ διαρθρωμένη γύρω από δυο πυλώνες· επισημαίνει ότι ο πρώτος πυλώνας πρέπει να συνεχίσει να χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και να έχει ετήσια βάση, ενώ θα πρέπει να συνεχίσουν να ισχύουν στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα ο πολυετής προγραμματισμός, η συμβασιακή προσέγγιση και η συγχρηματοδότηση· επιμένει ότι η δομή των δυο πυλώνων πρέπει να λειτουργεί με ευκρίνεια και κάθε πυλώνας πρέπει να λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον άλλο δίχως επικαλύψεις: ο πρώτος πυλώνας πρέπει να προσφέρει στόχους που απαιτούν οριζόντια δράση, ενώ ο δεύτερος πυλώνας πρέπει να είναι προσανατολισμένος προς τα αποτελέσματα και αρκετά ευέλικτος για να αντιμετωπίζει εύκολα τις εθνικές, περιφερειακές και/ή τοπικές ιδιαιτερότητες· θεωρεί, επομένως ότι, ενώ πρέπει να διατηρηθεί η τρέχουσα διάρθρωση των δύο πυλώνων, είναι επιτακτικό να πραγματοποιηθούν σε αυτούς αλλαγές, ώστε να εφαρμοστεί με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα το σύνολο των μέτρων που χρειάζεται έκαστος εκ των δύο πυλώνων και οι αντίστοιχες ρυθμίσεις για τη χρηματοδότησή τους·

3.

υπενθυμίζει ότι η επισιτιστική ασφάλεια παραμένει το θεμελιώδες διακύβευμα της γεωργίας, όχι μόνο εντός της ΕΕ αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδίως δε στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς θα χρειαστεί να αντιμετωπιστεί η πρόκληση του επισιτισμού 9 δισεκατομμυρίων ανθρώπων μέχρι το 2050 παράλληλα με τη μείωση της χρήσης των σπάνιων πόρων, κυρίως των υδάτων, της ενέργειας και της γης· ζητεί μια βιώσιμη, παραγωγική και ανταγωνιστική ευρωπαϊκή γεωργική πολιτική, η οποία θα συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων που έχουν ορισθεί από τις Συνθήκες για την ΚΓΠ και των προτεραιοτήτων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μια έξυπνη, βιώσιμη και δίχως αποκλεισμούς ανάπτυξη· πιστεύει ότι η γεωργία είναι σε θέση να συμβάλει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας μέσω της πράσινης ανάπτυξης, προσφέροντας ανανεώσιμη ενέργεια, συνεχίζοντας ταυτόχρονα να παρέχει ασφαλή, υψηλής ποιότητας τρόφιμα και ασφάλεια των τροφίμων για τους ευρωπαίους καταναλωτές·

4.

θεωρεί απαραίτητο τον καθορισμό μιας σαφούς δέσμης κανόνων με μακρόπνοη προοπτική, η οποία θα επιτρέψει στους Ευρωπαίους γεωργούς να προγραμματίσουν τις αναγκαίες επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό των γεωργικών πρακτικών και την ανάπτυξη καινοτόμων μεθόδων που θα οδηγήσουν σε ορθότερα από αγρονομική άποψη και βιώσιμα γεωργικά συστήματα, μια ζωτική διαδικασία για να εξασφαλισθεί η ανταγωνιστικότητά τους στις τοπικές, περιφερειακές και διεθνείς αγορές·

5.

πιστεύει ότι, χάριν απλούστευσης, σαφήνειας και μιας κοινής προσέγγισης, θα πρέπει να συμφωνηθεί η χρηματοδότηση για κάθε πυλώνα της ΚΓΠ ήδη από την αρχή της μεταρρύθμισης·

6.

ζητεί να διατηρηθεί ο γεωργικός προϋπολογισμός της ΕΕ κατά την επόμενη περίοδο χρηματοδότησης τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με εκείνο του γεωργικού προϋπολογισμού για το 2013· αναγνωρίζει ότι θα χρειαστούν επαρκείς δημοσιονομικοί πόροι, για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της επισιτιστικής ασφάλειας, της προστασίας του περιβάλλοντος, της κλιματικής αλλαγής και της εδαφικής ισορροπίας σε μια διευρυμένη ΕΕ, καθώς και για να επιτραπεί στην ΚΓΠ να συμβάλει στην επιτυχία της στρατηγικής «ΕΕ 2020»·

7.

είναι πεπεισμένο ότι αυτή η νέα αγροτική πολιτική, η οποία είναι προσανατολισμένη προς τα βιώσιμα συστήματα παραγωγής τροφίμων, θα πρέπει πρωτίστως να βασίζεται σε μεγαλύτερη συνολική συμπληρωματικότητα μεταξύ του πρώτου πυλώνα, ο οποίος καλύπτει τις άμεσες ενισχύσεις και του δεύτερου πυλώνα, ο οποίος διαχειρίζεται τα μέτρα στήριξης στην αγροτική ανάπτυξη· είναι της άποψης ότι στα πλαίσια της νέας ΚΓΠ οι δημόσιοι πόροι πρέπει να αναγνωρισθούν ως μια θεμιτή μορφή πληρωμής για δημόσια αγαθά που παρέχονται στην κοινωνία το κόστος των οποίων δεν αντισταθμίζεται με τις τιμές αγοράς και ότι το δημόσιο χρήμα πρέπει να χρησιμοποιείται για την παροχή κινήτρων στους αγρότες, ώστε να παρέχουν επιπλέον περιβαλλοντικές υπηρεσίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο· πιστεύει ότι αυτή η στοχοθετημένη προσέγγιση εξυπηρετεί πανενωσιακούς στόχους, εξασφαλίζοντας συγχρόνως την αναγκαία ευελιξία ώστε να καλύπτεται η γεωργική ποικιλομορφία εντός της ΕΕ· πιστεύει ότι ένα τέτοιο σύστημα θα έκανε κάθε στοιχείο των ενισχύσεων να αποδίδει σαφή δημόσια οφέλη κατά τρόπο διαφανή για τους φορολογουμένους, τους γεωργούς και την κοινωνία συνολικά·

8.

ζητεί η ανταγωνιστικότητα, η βιωσιμότητα και η δικαιοσύνη να είναι οι βασικές αρχές που θα στηρίζουν μια ΚΓΠ, η οποία θα διαφυλάσσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των επιμέρους τομέων και των τόπων παραγωγής, έχοντας την αποστολή να εφοδιάζει τον πληθυσμό με ασφαλή και υγιεινά τρόφιμα σε επαρκείς ποσότητες και σε λογικές τιμές, καθώς και να εξασφαλίζει τον εφοδιασμό με πρώτες ύλες για μια ισχυρή ευρωπαϊκή μεταποιητική βιομηχανία και βιομηχανία ειδών διατροφής καθώς και την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας· τονίζει ότι τα πρότυπα της ΕΕ σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων, προστασίας του περιβάλλοντος, καλής μεταχείρισης των ζώων και σεβασμού των ελάχιστων κοινωνικών προτύπων είναι τα υψηλότερα παγκοσμίως· ζητεί μία ΚΓΠ η οποία να διασφαλίζει αυτά τα υψηλά πρότυπα της ευρωπαϊκής γεωργίας στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού(εξωτερική προστασία της ποιότητας)·

9.

αναγνωρίζει ότι πολλές από αυτές τις νέες προκλήσεις και στόχους ενσωματώνονται σε νομικά δεσμευτικές διεθνείς αναλήψεις υποχρεώσεων και συνθήκες, τις οποίες ενέκρινε και υπέγραψε η ΕΕ, όπως το Πρωτόκολλο του Κιότο/τις Συμφωνίες της Κανκούν, τις συμβάσεις του Ραμσάρ και της Ναγκόγια·

10.

τονίζει ότι η απλούστευση είναι θεμελιώδους σημασίας και πρέπει να είναι κινητήριος στόχος της μελλοντικής ΚΓΠ, ενώ πρέπει να μειωθούν οι δαπάνες διαχείρισης της πολιτικής σε επίπεδο κράτους μέλους, και ότι απαιτούνται σαφείς κοινές νομικές βάσεις που πρέπει να κοινοποιηθούν έγκαιρα και να εξασφαλίζουν ενιαία κατανόηση ως προς την ερμηνεία τους·

11.

τονίζει ότι η ανάπτυξη της πολιτικής για την ποιότητα των τροφίμων, μεταξύ άλλων και σε ό,τι αφορά τις γεωγραφικές ενδείξεις (ΠΟΠ/ΠΓΕ/ΕΠΙΠ), πρέπει να αποτελέσει πτυχή προτεραιότητας της ΚΓΠ, να εμβαθυνθεί όπως επίσης και να ενισχυθεί κατά τρόπον ώστε η ΕΕ να μπορέσει να διατηρήσει την ηγετική της θέση στον εν λόγω τομέα· θεωρεί ότι στην περίπτωση των προϊόντων αυτών υψηλής ποιότητας, η χρήση των ιδιαίτερων μέσων διαχείρισης, προστασίας και προώθησης, θα έπρεπε να επιτρέπεται εις τρόπον ώστε να υπάρχει αρμονικός τρόπος ανάπτυξης και να εξακολουθήσουν τα προϊόντα αυτά να συμβάλλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας·

12.

ζητεί από την Επιτροπή να εντείνει τις προσπάθειές της στην έρευνα και την ανάπτυξη στον τομέα των καινοτομιών και σε ό,τι αφορά την προώθηση των πωλήσεων· ζητεί ως εκ τούτου η έρευνα στον τομέα της γεωργίας και των τροφίμων να λαμβάνεται μόνιμα υπόψη στα μελλοντικά προγράμματα της ΕΕ στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης·

Άμεσες ενισχύσεις

13.

επισημαίνει ότι οι αποσυνδεδεμένες από την παραγωγή άμεσες ενισχύσεις, εξαρτώμενες από την τήρηση των απαιτήσεων πολλαπλής συμμόρφωσης, μπορούν να συμβάλλουν στην στήριξη και τη σταθεροποίηση των αγροτικών εισοδημάτων, επιτρέποντας στους αγρότες να παρέχουν, παράλληλα με την παραγωγή ειδών διατροφής, δημόσια αγαθά ζωτικής σημασίας για το σύνολο της κοινωνίας, όπως υπηρεσίες οικοσυστημάτων, απασχόληση, διαχείριση του τοπίου και οικονομική ευρωστία στις αγροτικές περιφέρειες σε όλη την Ευρώπη· θεωρεί ότι οι άμεσες ενισχύσεις πρέπει να ανταμείβουν τους αγρότες για την παροχή αυτών των δημόσιων αγαθών, εφόσον η αγορά δεν παρέχει από μόνη της τα δημόσια αγαθά και δεν αποζημιώνει ακόμη τους αγρότες για τον εφοδιασμό της με αυτά, σε μια περίοδο κατά την οποία οι αγρότες συχνά αντιμετωπίζουν υψηλό κόστος παραγωγής για να παραγάγουν τρόφιμα υψηλής ποιότητας και χαμηλές τιμές παραγωγού για τα προϊόντα τους·

14.

ζητεί να εξακολουθήσει να υπάρχει ένας ισχυρός και καλά χρηματοδοτούμενος πρώτος πυλώνας, ο οποίος θα είναι σε θέση να ανταπεξέρχεται στις νέες προκλήσεις της ευρωπαϊκής γεωργίας·

15.

ζητεί δίκαιη κατανομή των πόρων της ΚΓΠ για τον πρώτο και τον δεύτερο πυλώνα ανάμεσα στα κράτη μέλη και ανάμεσα στους αγρότες του κάθε κράτους μέλους, όπου θεμελιώδης αρχή για αντικειμενικά κριτήρια πρέπει να είναι η ρεαλιστική προσέγγιση· απορρίπτει τις μεγάλες απότομες αλλαγές στην κατανομή αυτών των πόρων στα κράτη μέλη· είναι της άποψης ότι τούτο επιβάλλει τη σταδιακή αντικατάσταση, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, του συστήματος που βασίζεται σε παρωχημένες ιστορικές τιμές αναφοράς από ενισχύσεις δικαιότερες και συνεπώς καλύτερα κατανεμημένες μεταξύ χωρών, διαφορετικών αγροτικών τομέων και αγροτών· επισημαίνει ότι τούτο προϋποθέτει επίσης αποτελεσματικότερες ενισχύσεις, που είναι καλύτερα στοχοθετημένες και παρέχουν ισχυρότερα κίνητρα ώστε να βοηθούν την μεταστροφή της γεωργίας σε πιο βιώσιμα συστήματα αγροτικής εκμετάλλευσης· για το λόγο αυτόν, σε συμφωνία με την ανακοίνωση της Επιτροπής, απορρίπτει μια ενιαία κατ’ αποκοπήν άμεση ενίσχυση για το σύνολο της ΕΕ η οποία δεν θα αντικατοπτρίζει την ευρωπαϊκή πολυμορφία· θεωρεί κεντρικό στόχο τη διατήρηση της πολυμορφίας της γεωργίας και των τόπων παραγωγής της στην ΕΕ και, ως εκ τούτου, συνηγορεί υπέρ του να ληφθούν υπόψη όσο το δυνατόν περισσότερο οι ιδιαίτερες συνθήκες παραγωγής στα κράτη μέλη μέσω ενός πιο στοχοθετημένου συστήματος άμεσων ενισχύσεων·

16.

τάσσεται συνεπώς υπέρ ενός συστήματος ενιαίας ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση που θα επιφέρει μια κάποια αναδιανομή προς όφελος μιας δίκαιης κατανομής των πόρων άμεσων ενισχύσεων στο σύνολο της ΕΕ· προτείνει να λαμβάνει κάθε κράτος μέλος ένα ελάχιστο ποσοστό του μέσου όρου άμεσων ενισχύσεων της ΕΕ και να οριστούν ανώτατα όρια· τάσσεται υπέρ της ταχύτερης δυνατής εφαρμογής με περιορισμένη μεταβατική χρονική περίοδο·

17.

τάσσεται, στην περίπτωση των άμεσων ενισχύσεων ανά εκμετάλλευση, υπέρ της εγκατάλειψης των ιστορικών και σχετικών με την εκάστοτε εκμετάλλευση τιμών αναφοράς που χρησιμοποιούνταν για την κατανομή μεταξύ των κρατών μελών και ζητεί τη μετάβαση σε μια περιφερειακή ή εθνική πριμοδότηση των αποσυνδεδεμένων πληρωμών με βάση την έκταση εντός της επόμενης χρηματοδοτικής περιόδου· αναγνωρίζει, ωστόσο, σε αυτό το πλαίσιο ότι η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική στα επιμέρους κράτη μέλη, πράγμα που απαιτεί ειδικά μέτρα ανάλογα με την περιφέρεια·

18.

θεωρεί ότι τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν σήμερα το απλοποιημένο καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης (ΚΕΣΕ) θα πρέπει να μεταπηδήσουν, μετά από σύντομη μεταβατική περίοδο, στο καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης ανά εκμετάλλευση με δικαιώματα ενίσχυσης· ζητεί να δοθεί ενίσχυση για την αλλαγή αυτή, περιλαμβανομένης οικονομικής και τεχνικής στήριξης·

19.

χαιρετίζει την αναγνώριση του ρόλου των μικρών γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην ευρωπαϊκή γεωργία και αγροτική ανάπτυξη· τάσσεται υπέρ της καθιέρωσης ενός ειδικού, απλουστευμένου συστήματος ενίσχυσης για τις μικρές εκμεταλλεύσεις που συνεισφέρουν στη σταθεροποίηση της ανάπτυξης της υπαίθρου· καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει, χάριν της διαφάνειας και της ασφάλειας δικαίου, ευέλικτα και αντικειμενικά κριτήρια για το καθεστώς των μικρών εκμεταλλεύσεων, το οποίο θα καθορίζεται από κάθε κράτος μέλος· ζητεί να αποφασίζουν τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, ποιοι αγρότες πληρούν τις προϋποθέσεις για το καθεστώς αυτό·

20.

ζητεί την περαιτέρω απλοποίηση του καθεστώτος άμεσων ενισχύσεων, και συγκεκριμένα απλοποιημένους κανόνες μεταφοράς για δικαιώματα ενίσχυσης στην περίπτωση μη ενεργοποίησης, κανόνες σχετικά με το εθνικό απόθεμα, που θα εξαρτάται από τη μετάβαση στην περιφερειακή/εθνική ενιαία στρεμματική ενίσχυση, συγχώνευση των ελάχιστων δικαιωμάτων ενίσχυσης και ένα αποτελεσματικό και χωρίς γραφειοκρατία σύστημα ελέγχου και για τους δύο πυλώνες· θεωρεί ότι τα συστήματα διαχείρισης που αποδεδειγμένα λειτουργούν καλά θα πρέπει να ληφθούν θετικά υπόψη στο πλαίσιο του προβλεπόμενου εύρους των ελέγχων·

21.

σημειώνει ότι απαιτούνται μέτρα με στόχο την ανανέωση των γενεών στο γεωργικό τομέα, δεδομένου ότι μόνο το 6 % των ευρωπαίων αγροτών είναι ηλικίας κάτω των 35 ετών, ενώ παράλληλα 4,5 εκατομμύρια θα συνταξιοδοτηθούν εντός της επόμενης δεκαετίας· αναγνωρίζει ότι οι νέοι αγρότες συναντούν εμπόδια στο ξεκίνημα όπως το υψηλό επενδυτικό κόστος και η έλλειψη πρόσβασης σε γη και πιστώσεις· τονίζει το γεγονός ότι τα μέτρα για τους νέους αγρότες που περιλαμβάνονται στο δεύτερο πυλώνα αποδείχθηκαν ανεπαρκή για την αναχαίτιση της ταχείας γήρανσης του γεωργικού τομέα και ζητεί τη θέσπιση προτάσεων προκειμένου να αναστραφεί αυτή η μη βιώσιμη τάση, οι οποίες να περιλαμβάνουν αλλαγές στους κανόνες που διέπουν το εθνικό απόθεμα ώστε να επικεντρώνονται περισσότερο τους νέους αγρότες·

22.

τονίζει ότι η ΚΓΠ δεν πρέπει να εισάγει διακρίσεις μεταξύ των φύλων και ότι αμφότεροι οι σύζυγοι πρέπει να απολαύουν των ιδίων δικαιωμάτων όταν εργάζονται στην εκμετάλλευση· τονίζει ότι από τους 26,7 εκατομμύρια ανθρώπους που απασχολούνται κανονικά στον τομέα της γεωργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 42 % είναι γυναίκες, αλλά ότι μόλις ένα αγρόκτημα στα πέντε (περίπου 29 %) είναι υπό γυναικεία διαχείριση·

23.

θεωρεί ότι η αποσύνδεση έχει ουσιαστικά αποδείξει την αξία της, επιτρέποντας μεγαλύτερη αυτονομία στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εκ μέρους των γεωργών, διασφαλίζοντας ότι οι αγρότες ανταποκρίνονται στα μηνύματα που εκπέμπει η αγορά, και θέτοντας το μεγαλύτερο μέρος της ΚΓΠ στο πράσινο κουτί του ΠΟΕ· συντάσσεται με την πρόταση της Επιτροπής να συνεχισθούν να καταβάλλονται και στο μέλλον οι συνδεδεμένες πριμοδοτήσεις σε ορισμένες περιοχές στις οποίες δεν υπάρχει εναλλακτική λύση αντί των καθιερωμένων, πολυδάπανων μορφών παραγωγής και προϊόντων· αναγνωρίζει, ως εκ τούτου, ότι οι συνδεδεμένες με την παραγωγή πριμοδοτήσεις θα μπορούσαν να υποστηριχθούν εντός ενός στενά καθορισμένου πλαισίου ακόμη και μετά το 2013·

24.

ζητεί, ως εκ τούτου, να έχουν τα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιτρέψουν σε ένα μέρος των άμεσων ενισχύσεων να παραμείνει πλήρως ή μερικώς συνδεδεμένο εντός των ορίων του ΠΟΕ προκειμένου να χρηματοδοτηθούν δράσεις για την άμβλυνση του αντίκτυπου της αποσύνδεσης σε συγκεκριμένες περιοχές και τομείς που είναι ευαίσθητοι από οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη· πιστεύει περαιτέρω ότι οι ενισχύσεις αυτές θα μπορούσαν να προαγάγουν περιβαλλοντικά μέτρα που σχετίζονται με συγκεκριμένες εκτάσεις και την εδαφική συνοχή και να προωθήσουν, στηρίξουν και ενισχύσουν καίριους τομείς, συμπεριλαμβανόμενων μέτρων για την βελτίωση της ποιότητας, της παραγωγής γεωργικών πρώτων υλών, ορισμένων ειδικών τύπων παραγωγής ή ορισμένων τύπων εκμετάλλευσης·

25.

διαπιστώνει ότι, για ιστορικούς λόγους, οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία στη δομή όσον αφορά το μέγεθος της εκμετάλλευσης, τις εργασιακές σχέσεις, την παραγωγικότητα της εργασίας και τη νομική μορφή· έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι άμεσες ενισχύσεις κατανέμονται κατά τρόπον ώστε να αμφισβητείται η νομιμότητά τους· λαμβάνει γνώση της πρότασης της Επιτροπής για την εισαγωγή ενός ανώτατου ορίου για τις άμεσες ενισχύσεις και επιδοκιμάζει αυτήν την προσπάθεια για την αντιμετώπιση του θέματος της νομιμότητας και της δημόσιας αποδοχής της ΚΓΠ· ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο της εισαγωγής παρόμοιων μηχανισμών που θα συμβάλλουν σε αυτά, όπως ένα σύστημα σταδιακής μείωσης των άμεσων ενισχύσεων σε συνάρτηση με το μέγεθος των αγροτικών εκμεταλλεύσεων που θα λαμβάνει υπόψη τα αντικειμενικά κριτήρια απασχόλησης και βιώσιμες πρακτικές·

26.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει πρακτικές προτάσεις για να βοηθήσει μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα τους τομείς της κτηνοτροφίας να ανταπεξέλθουν στην άνοδο των τιμών των εισροών· θεωρεί ότι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει παροχή κινήτρων για την χρησιμοποίηση συστημάτων λειμώνων και πρωτεϊνούχων καλλιεργειών με εναλλαγή καλλιέργειας, πράγμα που θα μπορούσε να αποφέρει μεγαλύτερα οικονομικά πλεονεκτήματα για τους αγρότες, να συμβάλλει στην αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων και στην μείωση της εξάρτησης από τις εισαγωγές πρωτεϊνούχων προϊόντων και να έχει ευνοϊκό αντίκτυπο στο κόστος των ζωοτροφών· καλεί την Επιτροπή να προτείνει ένα στοιχείο ευελιξίας για τα κράτη μέλη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο ισχύον άρθρο 68, ώστε να αποφευχθεί ο αποκλεισμός κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων που εστιάζουν στην ποιότητα και τη βιωσιμότητα από το νέο σύστημα ενίσχυσης και να ληφθεί υπόψη ο ειδικός χαρακτήρας τους·

27.

θεωρεί ότι οι άμεσες ενισχύσεις πρέπει να προορίζονται αποκλειστικά και μόνο για τους ενεργούς αγρότες· κατανοεί σε αυτό το πλαίσιο ότι με το καθεστώς των αποσυνδεδεμένων άμεσων ενισχύσεων κάθε κάτοχος γεωργικής εκμετάλλευσης που χρησιμοποιεί γεωργικές εκτάσεις για παραγωγή και τις διατηρεί σε «καλές γεωργικές και περιβαλλοντικές συνθήκες» (ΚΓΠΣ). θα πρέπει να λαμβάνει άμεσες ενισχύσεις· ζητεί, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή να αναπτύξει έναν ορισμό του «ενεργού αγρότη», τον οποίο θα μπορούν να διαχειριστούν χωρίς πρόσθετο διοικητικό φόρτο ή κόστος τα κράτη μέλη, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι παραδοσιακές γεωργικές δραστηριότητες (εκμεταλλεύσεις πλήρους απασχόλησης και διάφορες μορφές μερικής απασχόλησης), ανεξαρτήτως νομικού καθεστώτος, θα θεωρούνται ενεργές γεωργικές δραστηριότητες και ότι θα λαμβάνονται υπόψη η έκταση της εγγείου ιδιοκτησίας και οι διάφορες ρυθμίσεις διαχείρισης της γης καθώς και η διαχείριση κοινόχρηστης γης· θεωρεί απαραίτητο να διευκρινισθεί ότι ο ορισμός ενός ενεργού αγρότη πρέπει να αποκλείει περιπτώσεις κατά τις οποίες το διοικητικό κόστος της καταβολής ενίσχυσης είναι υψηλότερο από το πραγματικό ποσό της ίδιας της ενίσχυσης·

28.

τάσσεται υπέρ της αντιστάθμισης φυσικών μειονεκτημάτων στον δεύτερο πυλώνα και απορρίπτει τη συμπληρωματική ενίσχυση του πρώτου πυλώνα εξαιτίας του πρόσθετου διοικητικού βάρους·

Προστασία των πόρων και συντελεστής περιβαλλοντικής πολιτικής

29.

θεωρεί ότι η βελτιωμένη προστασία και διαχείριση των φυσικών πόρων είναι κομβική συνιστώσα για μια βιώσιμη γεωργία, που αιτιολογεί στο πλαίσιο των νέων προκλήσεων και στόχων της στρατηγικής ΕΕ 2020, πρόσθετα κίνητρα για την ενθάρρυνση των αγροτών ώστε να υιοθετήσουν περιβαλλοντικά ορθές πρακτικές που υπερβαίνουν τις βασικές απαιτήσεις της πολλαπλής συμμόρφωσης και θα συμπληρώνουν τα ήδη υφιστάμενα αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα·

30.

πιστεύει ότι η προστασία των φυσικών πόρων θα πρέπει να συνδέεται στενότερα με την χορήγηση άμεσων ενισχύσεων και ζητεί, ως εκ τούτου, την εισαγωγή, μέσω ενός οικολογικού συντελεστή, συστήματος παροχής κινήτρων σε ολόκληρη την ΕΕ με στόχο την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των εκμεταλλεύσεων και μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια μέσω αποτελεσματικής διαχείρισης των σπάνιων πόρων (υδάτων, ενέργειας, εδάφους) μειώνοντας παράλληλα το κόστος παραγωγής μακροπρόθεσμα με τη μείωση της χρήσης εισροών· πιστεύει ότι αυτό το σύστημα θα παράσχει την μεγαλύτερη δυνατή στήριξη σε αγρότες που χρησιμοποιούν ή επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν σε μεγαλύτερο βαθμό, σταδιακά, αγροτικές πρακτικές οι οποίες αποσκοπούν να επιτύχουν πιο βιώσιμα συστήματα παραγωγής·

31.

τονίζει ότι αυτό το σύστημα θα πρέπει να συμβαδίζει με την απλοποίηση του συστήματος πολλαπλούς συμμόρφωσης για παραλήπτες άμεσων ενισχύσεων, να εφαρμοσθεί μέσω απλών μέτρων, να εξισορροπεί την περιβαλλοντική με την οικονομική απόδοση, να έχει συνάφεια από αγρονομικής σκοπιάς και να μην εισάγει διακρίσεις σε βάρος αγροτών που συμμετέχουν ήδη σε μεγάλο βαθμό σε αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα·

32.

απορρίπτει την εφαρμογή νέου συμπληρωματικού συστήματος ενισχύσεων που οδηγεί σε πρόσθετα συστήματα ελέγχου και επιβολής κυρώσεων για τον οικολογικό παράγοντα· επιμένει ότι πρέπει να αποφεύγονται τα πρακτικά εμπόδια για τους αγρότες και η διοικητική πολυπλοκότητα για τις αρχές· επιμένει, επιπλέον, για τον εξορθολογισμό των διοικητικών διαδικασιών που αφορούν τα μέτρα αυτά, στο ότι, όλοι οι αγροτικοί έλεγχοι πρέπει να διενεργούνται, στο μέτρο του δυνατού, συνοδευτικά·

33.

καλεί κατά συνέπεια την Επιτροπή να υποβάλει το συντομότερο εκτίμηση του αντικτύπου των διοικητικών πρακτικών ρυθμίσεων που αφορούν την εφαρμογή του οικολογικού συντελεστή· τονίζει ότι τα περιβαλλοντικά μέτρα έχουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν την παραγωγική αποτελεσματικότητα των αγροτών και επιμένει ότι πρέπει να καλυφθούν τυχόν δαπάνες και απώλειες εισοδήματος, οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή παρόμοιων μέτρων·

34.

είναι της άποψης ότι η ενίσχυση της οικολογικής συνιστώσας πρέπει να υλοποιείται στα κράτη μέλη βάσει ενός καταλόγου προτεραιοτήτων με μέτρα που σχετίζονται με συγκεκριμένες εκτάσεις και/ή μέτρα σε επίπεδο εκμετάλλευσης, και να χρηματοδοτείται 100 % από την ΕΕ· πιστεύει ότι κάθε παραλήπτης των συγκεκριμένων αυτών ενισχύσεων πρέπει να εφαρμόζει ορισμένα οικολογικά μέτρα τα οποία να στηρίζονται σε υφιστάμενες δομές, να επιλέγονται από ένα εθνικό ή περιφερειακό κατάλογο που καταρτίζουν τα κράτη μέλη με βάση έναν ευρύτερο κατάλογο της ΕΕ, ο οποίος θα ισχύει σε όλους τους τύπους εκμετάλλευσης· θεωρεί ότι παραδείγματα τέτοιων μέτρων μπορούν να περιλαμβάνουν:

στήριξη για χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και μέτρα για τον περιορισμό ή δέσμευση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου

στήριξη για χαμηλή κατανάλωση ενέργειας και ενεργειακή απόδοση

ζώνες ανάσχεσης, ζώνες διαχωρισμού μεταξύ καλλιεργειών, παρουσία δενδροστοιχιών, κ.λ.π.

μόνιμους βοσκότοπους

γεωργικές τεχνικές ακριβείας

εναλλαγή καλλιεργειών και αμειψισπορά

προγράμματα απόδοσης ζωοτροφής·

35.

εκτιμά ότι η ΕΕ καλείται να διαδραματίσει ρόλο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων της επισιτιστικής και της ενεργειακής ασφάλειας και ότι, ως εκ τούτου, θα πρέπει να διασφαλίσει ότι η γεωργία συμβάλλει στο ακέραιο στην αντιμετώπιση και των δύο αυτών προκλήσεων· εκτιμά, ως εκ τούτου, ότι δεν ενδείκνυται να περιληφθεί η υποχρεωτική παύση καλλιέργειας στον κατάλογο των μέτρων βιωσιμότητας, όπως προτείνει η Επιτροπή·

36.

ζητεί η ΚΓΠ να περιλάβει στόχους για την αξιοποίηση της βιώσιμης ενέργειας· πιστεύει ότι ο αγροτικός τομέας μπορεί μέχρι το 2020 να χρησιμοποιεί 40 % ανανεώσιμα καύσιμα και από το 2030 να απαλλαγεί εντελώς από τα ορυκτά καύσιμα·

37.

σημειώνει ότι η βιοτεχνολογία νέας γενιάς είναι ήδη διαθέσιμη σήμερα και παροτρύνει συνεπώς την Επιτροπή να εκπονήσει διατομεακή πολιτική βιομάζας για τη βιοτεχνολογία νέας γενεάς η οποία να περιλαμβάνει κριτήρια βιωσιμότητας για τη βιομάζα ως τμήμα της αναμόρφωσης της ΚΓΠ, ώστε να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη βιώσιμης αγοράς βιομάζας προερχόμενης από την γεωργία, τις αγροτοβιομηχανικές επιχειρήσεις και τη δασοκομία μέσω της παροχής κινήτρων για την συγκέντρωση των διαθέσιμων καταλοίπων για την παραγωγή βιοενέργειας χωρίς αύξηση εκπομπών και χωρίς απώλεια βιοποικιλότητας·

38.

υπογραμμίζει ότι μια ορθολογική ευρωπαϊκή πολιτική που θα μειώνει την τιμή του πετρελαίου εσωτερικής καύσης για γεωργικές εργασίες και θα παρέχει φοροαπαλλαγές στην ηλεκτρική ενέργεια και τα καύσιμα που παράγονται για γεωργικούς σκοπούς, ιδίως δε στην ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για την άντληση αρδευτικών υδάτων, μπορεί να ενισχύσει τους ευρωπαίους γεωργούς ώστε να παράγουν περισσότερο και να διασφαλίζουν τον απαραίτητο εφοδιασμό τόσο για την εσωτερική αγορά όσο και για τις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων· υπογραμμίζει επίσης τη σημασία καινοτόμων συστημάτων άρδευσης, τα οποία να εξασφαλίζουν το βιώσιμο της ευρωπαϊκής γεωργίας, δεδομένων των καταστροφικών επιπτώσεων από την αλλαγή του κλίματος, όπως είναι η ξηρασία, τα κύματα καύσωνα και η απερήμωση αρόσιμων γαιών που προορίζονται για τον εφοδιασμό του πληθυσμού με τρόφιμα·

39.

τονίζει την ανάγκη να αναπτυχθούν αποτελεσματικά συστήματα άρδευσης ώστε να εξασφαλίζεται η χρήση μεθόδων από τα κράτη μέλη που να εγγυώνται μια αποτελεσματική γεωργία, ικανή να καλύπτει την εγχώρια ζήτηση ειδών διατροφής και την τροφοδότηση των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων, έχοντας κατά νου ότι το νερό, και συγκεκριμένα το πόσιμο, θα καταστεί στο μέλλον πόρος σε ανεπάρκεια·

40.

εκφράζει τη λύπη του διότι εξακολουθούν να μην έχουν εκπληρωθεί οι στόχοι περί βιοποικιλότητας της ΕΕ και προσδοκά ότι η ΚΓΠ θα συμβάλλει στις προσπάθειες επίτευξης αυτών των στόχων και των στόχων βιοποικιλότητας της Ναγκόγια·

41.

ζητεί η νέα ΚΓΠ να προωθήσει την προστασία της γενετικής ποικιλομορφίας, να συμμορφώνεται προς την οδηγία 98/58/ΕΚ σχετικά με την προστασία των ζώων στα εκτροφεία και να μην χρηματοδοτεί την παραγωγή τροφίμων από ζώα-κλώνους, ή τα νεογνά ή τους απογόνους τους·

42.

πιστεύει ότι οι φιλικές προς την ευημερία των ζώων μέθοδοι παραγωγής θα έχουν επίσης θετικές επιπτώσεις στην υγεία των ζώων, την ποιότητα της τροφής και την ασφάλεια τροφίμων, ενώ συγχρόνως θα είναι φιλικές προς το περιβάλλον·

43.

επισημαίνει τη σημασία διερεύνησης όπου αυτό είναι δυνατό, πιθανών ευκαιριών συνεργασίας των κρατών μελών για την προστασία του εδάφους, με συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων·

Πολλαπλή συμμόρφωση και απλοποίηση

44.

επισημαίνει ότι το καθεστώς πολλαπλής συμμόρφωσης θέτει τη χορήγηση άμεσων ενισχύσεων υπό την προϋπόθεση της συμμόρφωσης στις καταστατικές απαιτήσεις και την διατήρηση των γεωργικών εκτάσεων σε καλή γεωργική και περιβαλλοντική κατάσταση, και παραμένει ένα από τα πλέον κατάλληλα μέσα βελτιστοποίησης της παροχής βασικών υπηρεσιών οικοσυστήματος από τους αγρότες και ανταποκρίνεται στις νέες περιβαλλοντικές προκλήσεις διασφαλίζοντας την παροχή βασικών δημόσιων αγαθών· επισημαίνει, ωστόσο, ότι η εφαρμογή της πολλαπλούς συμμόρφωσης αντιμετώπισε σειρά προβλημάτων σχετικά με τη διαχείριση και την αποδοχή από τους αγρότες·

45.

θεωρεί ότι οι άμεσες ενισχύσεις δεν δικαιολογούνται εάν δεν τίθενται προϋποθέσεις και, κατά συνέπεια, ένα σύστημα πολλαπλούς συμμόρφωσης το οποίο είναι, λόγω της οικολογικής μεταβολής της ΚΓΠ, απλοποιημένο και αποτελεσματικό στην πράξη και σε διοικητικό επίπεδο από άποψη ελέγχων, θα πρέπει να εφαρμοσθεί εξίσου σε όλους τους παραλήπτες των άμεσων ενισχύσεων· τονίζει ότι η πολλαπλή συμμόρφωση πρέπει να είναι συναρτώμενη με τον κίνδυνο και αναλογική καθώς επίσης να τηρείται και να ενισχύεται επαρκώς από τις αρμόδιες εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές·

46.

πιστεύει ότι η καλύτερη προστασία και διαχείριση των πόρων πρέπει επίσης να αποτελέσει βασικό στοιχείο του κλάδου της καλλιέργειας στο πλαίσιο της πολλαπλής συμμόρφωσης (ΠΣ), βάσει του οποίου μπορούν να επιτευχθούν μεγαλύτερα περιβαλλοντικά οφέλη· ζητεί τον εξορθολογισμό, την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των ελέγχων πολλαπλής συμμόρφωσης(ΠΣ), καθώς και στοχοθετημένη προσέγγιση του πεδίου εφαρμογής της ΠΣ· ζητεί να υπάρξει ανταλλαγή και ολοκληρωμένη προσέγγιση των καθεστώτων βέλτιστης πρακτικής μεταξύ των οργανισμών πληρωμών και των ελεγκτικών οργάνων, π.χ. διαλειτουργικότητα των βάσεων δεδομένων και βέλτιστη αξιοποίηση της κατάλληλης τεχνολογίας, προκειμένου να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η γραφειοκρατική επιβάρυνση των αγροτών και των διοικητικών υπηρεσιών· πιστεύει ότι η ΠΣ πρέπει να περιοριστεί σε προδιαγραφές που αφορούν τις καλλιέργειες, αποτελούν αντικείμενο συστηματικής, απλής παρακολούθησης και βασίζονται σε υποχρεώσεις επίτευξης αποτελεσμάτων, και ότι πρέπει να εναρμονισθούν οι κανόνες· τονίζει τη σημασία των επιπέδων ανοχής και της εφαρμογής της αναλογικότητας στα πλαίσια οιουδήποτε νέου συστήματος επιβολής κυρώσεων·

47.

θεωρεί ότι ο έλεγχος της ΠΣ πρέπει να συνδέεται περισσότερο με κριτήρια απόδοσης και με την ενθάρρυνση των αγροτών για την επίτευξη αποτελεσμάτων· πιστεύει επιπλέον ότι στους ελέγχους αυτούς πρέπει να συμμετέχουν σε μεγαλύτερο βαθμό οι ίδιοι οι αγρότες, δεδομένων των γνώσεών τους και της πρακτικής τους πείρας, και θεωρεί ότι το γεγονός αυτό θα έχει παραδειγματική και δυναμική αξία ειδικότερα για τους αγρότες με λιγότερες επιδόσεις·

48.

απορρίπτει την καθιέρωση επαχθών και ασαφών απαιτήσεων που απορρέουν από την Οδηγία Πλαίσιο για τα Ύδατα στο σύστημα πολλαπλής συμμόρφωσης, μέχρις ότου αποσαφηνιστεί η πορεία εφαρμογής της οδηγίας αυτής σε όλα τα κράτη μέλη·

49.

αναγνωρίζει τις πολύ σημαντικές προσπάθειες που έχουν ήδη καταβληθεί στον τομέα της κτηνοτροφίας, ο οποίος αντιμετωπίζει επί του παρόντος δυσκολίες, για την προσαρμογή των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού στις προδιαγραφές υγιεινής και υγείας· με την επιφύλαξη των βασικών αρχών ασφάλειας των τροφίμων και ανιχνευσιμότητας, ζητεί να γίνει κριτική εξέταση ορισμένων προδιαγραφών υγιεινής, υγείας των ζώων και αναγνώρισης των ζώων με σκοπό να τερματισθεί το δυσανάλογο βάρος που φέρουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις(ΜΜΕ)· ζητεί συγκεκριμένα από την Επιτροπή να επανεξετάσει τις προδιαγραφές υγιεινής της ΕΕ, ιδιαίτερα το τοπικό ή άμεσο εμπόριο και τη διάρκεια διατήρησης των προϊόντων, ώστε να είναι ανάλογες των κινδύνων και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να επιβαρυνθούν δυσανάλογα οι μικροί δίαυλοι παραγωγής όπως οι απευθείας σχέσεις παραγωγού-καταναλωτή καθώς και οι μικρές αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων·

Μέσα της αγοράς, δίχτυ ασφαλείας και διαχείριση του κινδύνου

50.

θεωρεί ότι έχει ιδιαίτερη σημασία η δυνατότητα αντίδρασης στις υπερβολικές διακυμάνσεις των τιμών καθώς και έγκαιρης αντιμετώπισης των κρίσεων που προκαλούνται από την αστάθεια της αγοράς στο πλαίσιο της ΚΓΠ και στις παγκόσμιες αγορές· αναγνωρίζει τον ουσιώδη ρόλο που διαδραμάτισαν τα μέτρα στήριξης της αγοράς αντιδρώντας σε κρίσεις στον αγροτικό τομέα κατά το παρελθόν, ειδικότερα το ρόλο της παρέμβασης και της ιδιωτικής αποθεματοποίησης· τονίζει ότι τα μέτρα στήριξης της αγοράς πρέπει να είναι αποτελεσματικά και να κινητοποιούνται έγκαιρα όταν χρειάζονται ώστε να αποφεύγονται τα σοβαρά προβλήματα για τους παραγωγούς, τους μεταποιητές και τους καταναλωτές και να επιτρέπεται στην ΚΓΠ να επιτυγχάνει τον πρωταρχικό στρατηγικό της στόχο: την επισιτιστική ασφάλεια·

51.

τονίζει ότι η ΚΓΠ πρέπει να ενσωματώσει ορισμένα ευέλικτα και αποτελεσματικά μέσα αγοράς τα οποία θα λειτουργούν ως δίχτυ ασφαλείας, θα καθορίζονται σε κατάλληλα επίπεδα και θα μπορούν τα κινητοποιούνται σε περίπτωση σοβαρών διαταραχών των αγορών· πιστεύει ότι τα μέσα αυτά δεν πρέπει να ενεργοποιούνται σε μόνιμη βάση και να μην χρησιμεύουν ως ένα συνεχές και χωρίς περιορισμούς μέσο διάθεσης της παραγωγής· ορισμένα από τα μέσα αυτά υπάρχουν ήδη, αλλά μπορούν να προσαρμοστούν, ενώ μπορεί να δημιουργηθούν άλλα ανάλογα με τις ανάγκες· θεωρεί ότι, υπό το πρίσμα των εντελώς διαφορετικών συνθηκών στους μεμονωμένους τομείς παραγωγής, πρέπει να προτιμώνται διαφοροποιημένες τομεακές λύσεις και όχι οριζόντιες προσεγγίσεις, εφιστά δε την προσοχή στις δυσκολίες που συναντούν οι αγρότες στην προσπάθεια εκ των προτέρων σχεδιασμού σε καιρούς εξαιρετικής αστάθειας· θεωρεί ότι δεδομένης της αυξημένης αστάθειας της αγοράς, πρέπει να επανεξεταστούν τα μέσα της αγοράς προκειμένου να ενισχυθεί η αποδοτικότητα και η ευελιξία τους, να εξασφαλισθεί η ταχύτερη ανάπτυξη, η επέκταση σε άλλους τομείς, εάν χρειάζεται, και η προσαρμογή προς τις τρέχουσες τιμές της αγοράς καθώς και η πρόβλεψη ενός αποτελεσματικού δικτύου ασφαλείας χωρίς να δημιουργούνται στρεβλώσεις·

52.

θεωρεί ότι μεταξύ αυτών των μέσων της αγοράς πρέπει να περιλαμβάνονται ειδικά μέσα διαχείρισης της προσφοράς, η δίκαιη και χωρίς διακρίσεις λειτουργία των οποίων μπορεί να διασφαλίζει την αποτελεσματική διαχείριση της αγοράς και να αποτρέπει κρίσεις υπερπαραγωγής, χωρίς αυτό να κοστίζει έστω και ένα ευρώ στον προϋπολογισμό της Ένωσης·

53.

ζητεί τνα προβλεφθεί ένα πολυεπίπεδο δίχτυ ασφαλείας εκτεταμένο ώστε να καλύπτει όλους τους τομείς, το οποίο θα περιλαμβάνει ένα συνδυασμό εργαλείων όπως η δημόσια και ιδιωτική αποθεματοποίηση, η δημόσια παρέμβαση, μέσα για την περίπτωση διαταραχής της αγοράς και μια ρήτρα έκτακτης ανάγκης· ζητεί να επιτραπεί για περιορισμένες χρονικά διαταραχές της αγοράς η ιδιωτική αποθεματοποίηση και η δημόσια παρέμβαση για συγκεκριμένους τομείς· ζητεί επιπλέον να καθιερωθεί ένα μέσο για την περίπτωση διαταραχής της αγοράς και μια ρήτρα έκτακτης ανάγκης για όλους τους τομείς, μέτρα τα οποία θα δώσουν στην Επιτροπή τη δυνατότητα να ενεργεί, υπό συγκεκριμένες συνθήκες και σε περίπτωση κρίσης, για περιορισμένο χρονικό διάστημα διάρκειας ενός έτους το ανώτερο, τα οποία θα πρέπει να είναι πιο αποτελεσματικά από ό,τι στο παρελθόν· θεωρεί ως εκ τούτου, ότι μια γραμμή του προϋπολογισμού ειδικού αποθεματικού η οποία θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί άμεσα θα πρέπει να καταστεί διαθέσιμη στους μελλοντικούς προϋπολογισμούς της ΕΕ για να παράσχει ένα μέσο ταχείας αντίδρασης σε περίπτωση σημαντικών κρίσεων στις γεωργικές αγορές·

54.

θεωρεί ότι η χρήση των μέσων παρέμβασης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της Επιτροπής· τονίζει ωστόσο ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρέπει να ενημερώνεται πάραυτα για τις προβλεπόμενες δράσεις· τονίζει εν προκειμένω ότι η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη της τις θέσεις του Κοινοβουλίου·

55.

ζητεί να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του καθεστώτος παρέμβασης μέσω ετήσιας αξιολόγησης, να εφαρμόζεται με ρεαλισμό και υπό το πρίσμα της κατάστασης στις αγορές·

56.

πιστεύει ότι, ενόψει των προβλεπόμενων περιβαλλοντικών, κλιματολογικών και επιδημιολογικών προκλήσεων καθώς και των μεγάλων διακυμάνσεων των τιμών στις γεωργικές αγορές, είναι ζωτικής σημασίας η λήψη πρόσθετων, πιο αποτελεσματικών μέτρων και μέτρων πρόληψης των κινδύνων, προσιτών σε όλους τους αγρότες των διάφορων των κρατών μελών, σε επίπεδο Ένωσης, κράτους μέλους και μεμονωμένης αγροτικής εκμετάλλευσης, προκειμένου να προστατευθούν τα εισοδήματα·

57.

επισημαίνει ότι η παραγωγή που είναι προσανατολισμένη προς την αγορά, οι άμεσες ενισχύσεις και ο ανταγωνισμός είναι στο επίκεντρο κάθε εξασφάλισης από κινδύνους και ότι η ευθύνη εκτίμησης και πρόληψης των κινδύνων αυτών εναπόκειται επίσης στους γεωργούς· υποστηρίζει σε συνάρτηση με αυτό τα κράτη μέλη ως προς τη διάθεση εθνικών μέσων εξασφάλισης από κινδύνους στους αγρότες χωρίς επανεθνικοποίηση και στρέβλωση των αγορών· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι η Επιτροπή πρέπει να αναπτύξει κοινούς κανόνες για την επιλεκτική προώθηση συστημάτων διαχείρισης κινδύνου από τα κράτη μέλη, ενδεχομένως με τη δημιουργία κοινών κανόνων συμβατών με τον ΠΟΕ στην κοινή οργάνωση αγοράς, προκειμένου να αποκλειστούν τυχόν στρεβλώσεις ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά· ζητεί, επιπλέον, να κοινοποιήσει η Επιτροπή όλα τα μέτρα για την καθιέρωση της διαχείρισης κινδύνου και να υποβάλει μαζί με τη νομοθετική πρόταση αντίστοιχη εκτίμηση των επιπτώσεων·

58.

θεωρεί ότι τα συστήματα του ιδιωτικού τομέα ασφαλίσεων, όπως ασφάλεια πολλαπλών κινδύνων (ασφάλεια έναντι κλιματικών φαινομένων, ασφάλεια έναντι απώλειας εισοδήματος κ.λπ.), προθεσμιακές αγορές και ταμεία αλληλοβοήθειας, που χρηματοδοτούνται εν μέρει από δημόσιες πιστώσεις, θα μπορούσαν να αναπτυχθούν και προωθηθούν ως μια επιλογή στα κράτη μέλη ενόψει των αυξανόμενων κινδύνων· υποστηρίζει ιδιαίτερα στο πλαίσιο αυτό κοινή δράση εκ μέρους των γεωργών για να συγκροτήσουν κοινοπραξίες και συνεταιρισμούς· χαιρετίζει την ανάπτυξη νέων καινοτόμων εργαλείων· τονίζει, ωστόσο, ότι πρέπει να είναι συμβατά με τον ΠΟΕ και να μην στρεβλώνουν τις συνθήκες ανταγωνισμού και εμπορίου εντός της ΕΕ· ζητεί ως εκ τούτου ένα πλαίσιο που θα προβλέπεται για εκείνα τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά, τα οποία θα πρέπει να περιέχονται στην Ενιαία Κοινή Οργάνωση Αγοράς·

59.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει σε ποιο βαθμό μπορεί να επεκταθεί για όλους τους τομείς παραγωγής ο ρόλος ομάδων παραγωγών, κλαδικών ή διεπαγγελματικών ενώσεων ή διακλαδικών ενώσεων στην πρόληψη του κινδύνου και την προώθηση της ποιότητας· ζητεί οι δράσεις που αναλαμβάνονται στους τομείς αυτούς να λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τα προϊόντα που καλύπτονται από σήματα ποιότητας·

60.

ζητεί από την Επιτροπή να προτείνει, στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ, συγκεκριμένα μέτρα προκειμένου να ενθαρρύνει τη σύσταση νέων οργανώσεων παραγωγών, ώστε να ενισχυθεί η θέση τους στην αγορά·

61.

τάσσεται υπέρ της παράτασης του καθεστώτος της ζάχαρης του 2006 με τη σημερινή μορφή του το λιγότερο ως το 2020 και ζητεί τη λήψη επαρκών μέτρων για την εξασφάλιση της παραγωγής ζάχαρης στην Ευρώπη καθώς και να επιτραπεί στον τομέα ζάχαρης της ΕΕ να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά του εντός ενός σταθερού πλαισίου·

62.

επιμένει στην ανάγκη να εκτιμηθεί η συγκεκριμένη κατάσταση στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, πριν από τον Μάρτιο του 2015, ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία και σταθερότητα της αγοράς γάλακτος·

63.

πιστεύει ότι η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο να προτείνει τη διατήρηση των δικαιωμάτων φύτευσης στον αμπελοοινικό τομέα πέραν του 2015, και να λάβει τούτο υπόψη της στην έκθεσή αξιολόγησης, η οποία θα υποβληθεί το 2012, σχετικά με τη μεταρρύθμιση της ΚΟΑ οίνου του 2008·

64.

υπογραμμίζει τον κεντρικό ρόλο της παραγωγής γάλακτος για την ευρωπαϊκή γεωργία και για την επιβίωση και διατήρηση των αγροτικών περιοχών, ιδίως των γαλακτοπαραγωγικών περιοχών με χορτολιβαδικές εκτάσεις και των περιοχών με φυσικά μειονεκτήματα στο εσωτερικό της ΕΕ, τονίζει δε την ανάγκη να διασφαλισθεί με βιώσιμο τρόπο ο εφοδιασμός των ευρωπαίων καταναλωτών με γαλακτοκομικά προϊόντα· είναι πεπεισμένο ότι ο εγγυημένος εφοδιασμός με γαλακτοκομικά προϊόντα διασφαλίζεται καλύτερα μέσω της σταθερότητας της αγοράς γαλακτοκομικών προϊόντων, στο πλαίσιο της οποίας οι αγρότες μπορούν να λαμβάνουν λογικές τιμές για την παραγωγή τους· καλεί συνεπώς την Επιτροπή να καθοδηγήσει και να επιτρέψει τη βιώσιμη ανάπτυξη της αγοράς γαλακτοκομικών με κατάλληλα μέσα πολιτικής τόσο για το γάλα όσο και τα γαλακτοκομικά προϊόντα για την περίοδο μετά το 2015, καθώς και σε πλαίσιο υγιούς ανταγωνισμού, εξασφαλίζοντας ισχυρότερη θέση για τους πρωτογενείς παραγωγούς και πιο ισορροπημένο καταμερισμό των αποδόσεων σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής τροφίμων (από την εκμετάλλευση έως τη διάθεση στο λιανεμπόριο)·

65.

θεωρεί ότι θα πρέπει να ενισχυθούν τα συστήματα διαχείρισης στους τομείς των οπωροκηπευτικών (εσπεριδοειδή και όλα τα σχετικά προϊόντα), οίνου και ελαιόλαδου, και ότι απαιτείται ένα πλέον αποτελεσματικό ταμείο διαχείρισης κρίσεων στον τομέα των οπωροκηπευτικών, καλύτερη διαχείριση κρίσεων στον τομέα του οίνου καθώς και ένα επικαιροποιημένο σύστημα ιδιωτικής αποθεματοποίησης για το ελαιόλαδο·

Διεθνές εμπόριο

66.

ζητεί να εξασφαλίσει η ΕΕ τη συνοχή μεταξύ της ΚΓΠ και της εμπορικής και αναπτυξιακής πολιτικής της· παροτρύνει συγκεκριμένα την ΕΕ να παρακολουθεί προσεκτικά την κατάσταση στις αναπτυσσόμενες χώρες και να μη θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα παραγωγής τροφίμων και την μακροπρόθεσμη επισιτιστική ασφάλεια στις χώρες αυτές και την ικανότητα των πληθυσμών τους να τρέφουν τους εαυτούς τους σε πλαίσιο σεβασμού της αρχής της συνοχής αναπτυξιακής πολιτικής (ΣΑΠ)· θεωρεί, κατά συνέπεια, ότι οι εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ για την γεωργία δεν πρέπει να δημιουργούν εμπόδια στις αγορές των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών·

67.

υπενθυμίζει τη δέσμευση των μελών του ΠΟΕ κατά τη διάρκεια της υπουργικής διάσκεψης στο Χονγκ Κονγκ το 2005 για την κατάργηση όλων των μορφών εξαγωγικών επιδοτήσεων παράλληλα με την επιβολή πειθαρχίας σε όλα τα εξαγωγικά μέτρα με ισοδύναμο αποτέλεσμα, κυρίως δε εξαγωγικές πιστώσεις, γεωργικές επιχειρήσεις κρατικού εμπορίου και τη ρύθμιση της επισιτιστικής βοήθειας·

68.

ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει λεπτομερή εκτίμηση των επιπτώσεων σχετικά με όλες τις εν εξελίξει εμπορικές διαπραγματεύσεις, και ειδικότερα με τη συμφωνία σύνδεσης ΕΕ-Mercosur, η οποία δεν πρέπει να επηρεάσει αρνητικά τις αναπτυσσόμενες χώρες και να παρεμποδίσει την αποτελεσματικότητα της ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020·

69.

σημειώνει ότι τα τρόφιμα δεν είναι απλώς εμπορεύματα, αλλά ότι η πρόσβαση σε αυτά αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση της ύπαρξης του ανθρώπου· καλεί την ΕΕ να χρησιμοποιήσει την εμπορική και την αναπτυξιακή πολιτική της για την προώθηση των βιώσιμων καλλιεργητικών μεθόδων και της επισιτιστικής ασφάλειας στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες και στις αναπτυσσόμενες χώρες σ’ ένα πλαίσιο αυξανόμενης ζήτησης και αυξανόμενων τιμών τροφίμων·

70.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τον ρόλο που διαδραμάτισε στην αύξηση των διακυμάνσεων των τιμών η συγκέντρωση του διεθνούς εμπορίου στον τομέα των σιτηρών·

Η αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων

71.

ζητεί να διατυπωθούν λύσεις σε παγκόσμιο επίπεδο για την καταπολέμηση της κερδοσκοπίας στα βασικά γεωργικά προϊόντα και των ακραίων διακυμάνσεων των τιμών, δεδομένου ότι οι εν λόγω παράγοντες είναι δυνατό να θέσουν σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια· αναγνωρίζει, ωστόσο, τη σημασία μιας ορθά λειτουργούσας προθεσμιακής αγοράς για τα γεωργικά προϊόντα· εκτιμά ότι μόνο μια συντονισμένη δράση σε διεθνές επίπεδο είναι σε θέση να μειώσει αποτελεσματικά την υπερβολική κερδοσκοπία· υποστηρίζει, εν προκειμένω, την πρόταση της γαλλικής προεδρίας της G20 να συμφωνήσει η ομάδα των χωρών αυτών στη λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της αυξανόμενης αστάθειας των τιμών των γεωργικών πρώτων υλών· τάσσεται υπέρ ενός παγκόσμιου συστήματος προειδοποίησης και συντονισμένης δράσης για τα γεωργικά αποθέματα που προορίζονται να παράσχουν επισιτιστική ασφάλεια· εκτιμά, επομένως, ότι θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο διατήρησης αποθεμάτων των κυριότερων γεωργικών πρώτων υλών· τονίζει ότι για την επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων πρέπει να αυξηθούν οι δυνατότητες αποθεματοποίησης και τα μέσα παρακολούθησης και παρατήρησης των αγορών· υπογραμμίζει ειδικότερα τις ανησυχητικές επιπτώσεις της αστάθειας των παγκόσμιων τιμών στις αναπτυσσόμενες χώρες·

72.

υπογραμμίζει το γεγονός ότι - σε αντίθεση με τους τομείς που προηγούνται και έπονται της πρωτογενούς αγροτικής παραγωγής - το μέσο εισόδημα των αγροτών και των νοικοκυριών της υπαίθρου έχει παρουσιάσει συνεχή μείωση τις τελευταίες δεκαετίες σε σύγκριση με την υπόλοιπη οικονομία, φθάνοντας μόνο το μισό του εισοδήματος των αστικών νοικοκυριών, ενώ οι μεσάζοντες και οι λιανοπωλητές έχουν αυξήσει σημαντικά την αγοραστική ισχύ και τα περιθώριά τους στην αλυσίδα των τροφίμων·

73.

ζητεί να ληφθούν μέτρα για την ενίσχυση του δυναμικού διαχείρισης και της διαπραγματευτικής ισχύος των παραγωγών βασικών γεωργικών προϊόντων καθώς και των οργανώσεων των παραγωγών έναντι άλλων οικονομικών φορέων της αλυσίδας τροφίμων (κυρίως τους εμπόρους λιανικής πώλησης, τους μεταποιητές και προμηθευτές εισροών), παράλληλα με την τήρηση της καλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς· θεωρεί ότι πρέπει να βελτιωθεί κατεπειγόντως η λειτουργία της αλυσίδας εφοδιασμού στον τομέα των τροφίμων, μέσω νομοθετικών πρωτοβουλιών για την επίτευξη αυξημένης διαφάνειας των τιμών των τροφίμων και την ανάληψη δράσεων που θα αποσκοπούν στην καταπολέμηση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, επιτρέποντας έτσι στους γεωργούς να επωφελούνται από την προστιθέμενη αξία που δικαιούνται· καλεί την Επιτροπή να ισχυροποιήσει τη θέση των αγροτών και να προωθήσει τον θεμιτό ανταγωνισμό· θεωρεί ότι θα πρέπει να εξεταστεί ο ορισμός διαμεσολαβητών με σκοπό την επίλυση διαφορών μεταξύ των χρηστών σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων·

74.

θεωρεί, επιπλέον, ότι για να ενισχυθεί η θέση των αγροτών στην τροφική αλυσίδα, πρέπει να αναπτυχθούν μέσα που θα βοηθήσουν τους γεωργούς να διαχειρίζονται μικρές αλυσίδες παραγωγής, διαφανείς και αποτελεσματικές, με περιορισμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, ποιότητα και ενημέρωση στους καταναλωτές, μείωση των μεσαζόντων και δίκαιους και διαφανείς μηχανισμούς διαμόρφωσης των τιμών·

75.

ζητεί να διατηρηθεί ο μηχανισμός ενίσχυσης των πλέον απόρων της κοινωνίας·

Αγροτική ανάπτυξη

76.

αναγνωρίζει τη σημασία των πολιτικών για την ανάπτυξη της υπαίθρου όπως προσδιορίζονται και χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα, ενόψει της συμβολής τους στην βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων, τον εκσυγχρονισμό, την καινοτομία, τις υποδομές και την ανταγωνιστικότητα καθώς και την ανάγκη για περαιτέρω ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, τον τομέα γεωργικών ειδών διατροφής και τον τομέα μη εδώδιμων προϊόντων καθώς και την καλύτερη ποιότητα ζωής στις αγροτικές περιοχές· τονίζει επίσης την ανάγκη να επιτευχθούν οι πολιτικοί στόχοι, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών στόχων του 2020 για μια έξυπνη, βιώσιμη και συμμετοχική ανάπτυξη, οι οποίοι θα πρέπει επίσης να ωφελήσουν τους αγρότες και τις αγροτικές κοινότητες·

77.

θεωρεί ότι τα μέτρα ανάπτυξης της υπαίθρου πρέπει να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις στον τομέα της επισιτιστικής ασφάλειας, της βιώσιμης διαχείρισης των φυσικών πόρων, της κλιματικής αλλαγής, της απώλειας βιοποικιλότητας, της εξάντλησης των υδάτινων πόρων και της υποβάθμισης του εδάφους, και πρέπει να ενισχύουν την ισόρροπη εδαφική συνοχή και την απασχόληση· θεωρεί ότι τα μέτρα αυτά πρέπει επίσης να ενθαρρύνουν την αυτάρκεια των εκμεταλλεύσεων με την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, κυρίως δε από γεωργικά απόβλητα· επιβεβαιώνει ότι τα μέτρα ανάπτυξης της υπαίθρου πρέπει να συμβάλουν στη διατήρηση αυξημένης προστιθέμενης αξίας στις αγροτικές περιοχές, στην προώθηση της ενίσχυσης των αγροτικών υποδομών και στην πρόβλεψη προσιτών υπηρεσιών για τους τοπικούς πληθυσμούς και τις επιχειρήσεις·

78.

θεωρεί, σε αυτό το πλαίσιο, ότι θα πρέπει επίσης να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προώθηση των νέων αγροτών· πιστεύει ότι, λόγω της ταχείας γήρανσης του αγροτικού πληθυσμού στην Ευρώπη, έχει ζωτική σημασία η λήψη ελκυστικών μέτρων για την ενθάρρυνση της εγκατάστασης νέων αγροτών και άλλων νεοεισερχομένων στον αγροτικό κλάδο και η επέκταση των καθεστώτων στήριξης στο δεύτερο πυλώνα, π.χ. πρόσβαση στη γη, επιδοτήσεις και ευνοϊκά δάνεια, ιδιαίτερα στους τομείς της καινοτομίας, του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης των επενδύσεων, κ.λ.π., και αναμένει ότι η εφαρμογή τέτοιων μηχανισμών θα διατίθεται σε όλα τα κράτη μέλη·

79.

προτείνει σημαντικό ποσοστό αγροτικής γης να καλύπτεται από αγροπεριβαλλοντικά προγράμματα, τα οποία πρέπει να παρέχουν οικονομικά και τεχνικά κίνητρα για τους αγρότες προκειμένου να στραφούν σε πιο βιώσιμα, χαμηλής εισροής και αποτελεσματικά ως προς την εξοικονόμηση πόρων πρότυπα αγροτικής εκμετάλλευσης·

80.

τονίζει ότι η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης πρέπει να δώσει την ευκαιρία στο φυσικό και ανθρώπινο δυναμικό των αγροτικών περιοχών να ισχυροποιηθεί επίσης δια μέσου της ποιότητας της γεωργικής παραγωγής, π.χ. μέσω των απευθείας πωλήσεων, της προώθησης προϊόντων, του εφοδιασμού των τοπικών αγορών και της διαφοροποίησης καθώς και με τη διάθεση βιομάζας, την ενεργειακή απόδοση κ.λ.π.·

81.

τονίζει την ανάγκη για κατάλληλες υποδομές για την ανάπτυξη και διάδοση των γεωργικών γνώσεων και συστημάτων καινοτομίας, συμπεριλαμβανομένων των ευκαιριών για εκπαίδευση και κατάρτιση, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών γεωργικού χαρακτήρα και ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών, προκειμένου να εκσυγχρονισθεί η γεωργία, να βοηθηθούν οι καινοτόμοι αγρότες να μεταδώσουν την εμπειρία τους και να βελτιωθούν οι αλυσίδες προστιθέμενης αξίας στις αγροτικές περιοχές· πιστεύει ότι τέτοια προγράμματα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε όλα τα κράτη μέλη·

82.

συνηγορεί, ως εκ τούτου, υπέρ της θέσπισης στοχοθετημένων μέτρων στον δεύτερο πυλώνα, που πρέπει να καθοριστούν από τα κράτη μέλη, για την υλοποίηση κοινών στόχων ανάπτυξης της υπαίθρου της ΕΕ (στρατηγική 2020)· υπογραμμίζει τη σημασία που έχει ένα γενικό, στοχοθετημένο, προσανατολισμένο προς τα αποτελέσματα, ευρωπαϊκό πλαίσιο, ενώ αναγνωρίζει ότι τα κράτη μέλη και οι περιφερειακές αρχές μπορούν καλύτερα να αποφασίζουν για τα προγράμματα που σε τοπικό επίπεδο μπορούν να συμβάλουν περισσότερο για την επίτευξη των ευρωπαϊκών στόχων· ζητεί ως εκ τούτου να ισχύσει η επικουρικότητα και η ευελιξία κατά τον σχεδιασμό των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης και την υιοθέτηση μιας ισχυρής συμμετοχικής τοπικής και υποπεριφερειακής προσέγγισης εταιρικής σχέσης, με την εφαρμογή της μεθόδου LEADER κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των μελλοντικών ευρωπαϊκών και εθνικών προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου· θεωρεί ότι μια μειωμένη εθνική συνεισφορά που θα ισχύσει στην περίπτωση πιο στοχοθετημένων μέτρων πρέπει να καθορισθεί με βάση εκτίμηση των επιπτώσεων και λεπτομερείς προσομοιώσεις·

83.

ζητεί, στο πλαίσιο της ανάπτυξης της υπαίθρου, να προβλεφθούν επίσης στοχευμένα μέτρα για την προστασία των ορεινών δασών·

84.

ζητεί από την Επιτροπή να δημιουργήσει νέα χρηματοδοτικά μέσα που θα υποστηρίζουν ιδίως τους γεωργούς οι οποίοι εισέρχονται στον αγροτικό τομέα με την πρόσβαση σε ευνοϊκά δάνεια, ή ένα νέο σύστημα αποκαλούμενο JERICHO («Κοινή Επιλογή Επενδύσεων για την Ύπαιθρο»), στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάπτυξης της Υπαίθρου, βάσει της κτηθείσας εμπειρίας από την πρωτοβουλία JEREMIE στο πλαίσιο των διαρθρωτικών ταμείων·

85.

τονίζει ότι οι μειονεκτικές περιοχές είναι συχνά υψηλής αξίας από πλευράς καλλιεργημένου τοπίου, διατήρησης της βιοποικιλότητας και παροχής περιβαλλοντικού οφέλους, καθώς και για τον δυναμισμό των αγροτικών περιοχών· τάσσεται σε αυτό το πλαίσιο υπέρ της διατήρησης της αντισταθμιστικής αποζημίωσης για τις μειονεκτικές περιοχές στον δεύτερο πυλώνα και ζητεί να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά της· πιστεύει ότι ο στοχοθετημένος χαρακτήρας της στήριξης στους γεωργούς των μειονεκτικών περιοχών είναι υψίστης σημασίας για τη συνέχιση της γεωργικής δραστηριότητας στις περιοχές αυτές, μειώνοντας ως εκ τούτου την απειλή της εγκατάλειψης της γης· τονίζει ότι ο ακριβής προσδιορισμός των κριτηρίων πρέπει να επαφίεται στα κράτη μέλη και τις περιφερειακές και τοπικές αρχές στο πλαίσιο της ΕΕ·

86.

τονίζει ότι οι δομές της υπαίθρου διαφέρουν πολύ στα κράτη μέλη και συνεπώς χρειάζονται διαφορετικά μέτρα· ζητεί για τον λόγο αυτόν μεγαλύτερη ευελιξία ώστε να επιτραπεί στα κράτη μέλη και τις περιφέρειες η υιοθέτηση προαιρετικών μέτρων, τα οποία θα πρέπει να συγχρηματοδούνται από την ΕΕ υπό την προϋπόθεση ότι θα κοινοποιούνται στην Επιτροπή και θα εγκρίνονται από αυτήν· υπενθυμίζει ότι το ποσοστό συγχρηματοδότησης πρέπει να συνεχίσει να λαμβάνει υπόψη τις ειδικές ανάγκες και συνθήκες που επικρατούν στις περιφέρειες σύγκλισης μετά το 2013·

87.

τάσσεται, στην περίπτωση δράσεων του δεύτερου πυλώνα που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τα κράτη μέλη, υπέρ της δυνατότητας να εξακολουθήσουν να ισχύουν τα τρέχοντα ποσοστά συγχρηματοδότησης μετά το 2013· τονίζει, ωστόσο, ότι τυχόν πρόσθετες εθνικές συγχρηματοδοτήσεις δεν θα έπρεπε να οδηγήσουν σε επανεθνικοποίηση του δεύτερου πυλώνα ή σε αύξηση των διαφορών σε σχέση με την ικανότητα των κρατών μελών να συγχρηματοδοτούν τις προτεραιότητές τους·

88.

υπενθυμίζει ότι η διαφοροποίηση, σε όλες τις παραλλαγές της, τόσο η υποχρεωτική όσο και η εθελοντική, ως μέσο χρηματοδότησης των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης λήγει το 2012 και υπογραμμίζει την ανάγκη εξασφάλισης των κατάλληλων χρηματοδοτικών πόρων για τον πυλώνα 2 κατά την προσεχή χρηματοδοτική περίοδο·

89.

ζητεί να αποφευχθούν οι απότομες αλλαγές στην κατανομή των πόρων στον δεύτερο πυλώνα, διότι τα κράτη μέλη, οι τοπικές αρχές και οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις χρειάζονται ασφάλεια προγραμματισμού και συνέχεια των χρηματοδοτικών πόρων· υπογραμμίζει ότι οι συζητήσεις για την κατανομή των πόρων αυτών δεν πρέπει να αποσυνδέεται από εκείνες σχετικά με την κατανομή των πόρων του πρώτου πυλώνα· καλεί κατά συνέπεια την Επιτροπή να υιοθετήσει μια ρεαλιστική προσέγγιση, ως βασική αρχή για την αναδιανομή των πόρων του δεύτερου πυλώνα· αναγνωρίζει την ανάγκη για δίκαιη κατανομή των πόρων του δεύτερου πυλώνα μεταξύ των κρατών μελών σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια που πρέπει να αντανακλούν την ποικιλία των αναγκών στις ευρωπαϊκές περιοχές· υποστηρίζει την πραγματοποίηση αυτών των αλλαγών μετά από περιορισμένη μεταβατική περίοδο παράλληλα με τις αλλαγές στην κατανομή των πόρων του πρώτου πυλώνα·

90.

τάσσεται υπέρ των κανόνων για τη συγχρηματοδότηση της αγροτικής ανάπτυξης που επιτρέπουν την συμπληρωματικότητα, σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων του εθνικά χρηματοδοτούμενου μεριδίου, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό τα διαθέσιμα μέσα για την επίτευξη των στόχων που τίθενται από τις δημόσιες πολιτικές για τις αγροτικές περιοχές·

91.

ζητεί την απλοποίηση σε όλα τα επίπεδα του σχεδιασμού και της διαχείρισης των προγραμμάτων στο δεύτερο πυλώνα για την ενίσχυση της αποδοτικότητας· ζητεί περαιτέρω απλουστευμένα, αποτελεσματικά και αποδοτικά συστήματα για την παρακολούθηση, αξιολόγηση και αναφορά μέτρων πολλαπλής συμμόρφωσης· πιστεύει ότι οι έλεγχοι και η παρακολούθηση του πρώτου και του δεύτερου πυλώνα πρέπει να εναρμονισθούν και να είναι πιο συνεκτικοί με παρεμφερείς κανόνες και διαδικασίες, προκειμένου να μειωθεί η συνολική επιβάρυνση με ελέγχους των αγροτών· ζητεί ελαστικότερη λειτουργία της πενταετούς περιόδου δέσμευσης για μέτρα αγροπεριβαλλοντικού χαρακτήρα·

92.

ζητεί να αποκλειστούν οι συνεταιρισμοί από τις διατάξεις της Σύστασης της Επιτροπής 2003/61/ΕΚ σχετικά με την μη επιλεξιμότητα επιχειρήσεων που υπερβαίνουν συγκεκριμένα όρια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις όσον αφορά την πρόσβαση σε πόρους αγροτικής ανάπτυξης και, εν γένει, ενισχύσεις μεγαλύτερες ορισμένου ορίου·

93.

θεωρεί ότι οι εξαιρετικά απομακρυσμένες περιφέρειες πρέπει να συνεχίσουν να έχουν ειδική μεταχείριση στο πλαίσιο της πολιτικής για την ανάπτυξη της υπαίθρου στο μέλλον δεδομένου ότι οι γεωγραφικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και ο μικρός αριθμός γεωργικών προϊόντων από τα οποία εξαρτάται η αγροτική οικονομία στις περιοχές αυτές αιτιολογούν τη διατήρηση ενός κοινοτικού ποσοστού συγχρηματοδότησης που θα φτάνει έως το 85 % προκειμένου να καλύπτεται το κόστος των προγραμμάτων ανάπτυξης της υπαίθρου στις περιοχές αυτές·

94.

επικροτεί την κίνηση προς την αύξηση του συντονισμού σε επίπεδο ΕΕ μεταξύ των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης και της πολιτικής συνοχής ιδιαίτερα, προκειμένου να αποφεύγονται οι αντιφατικοί στόχοι και οι επικαλύψεις· υπενθυμίζει ωστόσο, ότι η κλίμακα των προγραμμάτων στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής της ΕΕ και των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης είναι διαφορετική και, ως εκ τούτου, υποστηρίζει ότι οι πόροι πρέπει να παραμείνουν ξεχωριστοί, τα δε προγράμματα για την ανάπτυξη της υπαίθρου να συνεχίσουν να επικεντρώνονται στις αγροτικές κοινότητες και να διατηρούνται ως πολιτικά αυτόνομα μέσα·

95.

πιστεύει ότι μέσω της πολιτικής συνοχής καθώς επίσης μιας νέας και ισχυρής ΚΓΠ απελευθερώνεται το οικονομικό δυναμικό των αγροτικών περιοχών και δημιουργούνται σταθερές θέσεις εργασίας, πράγμα που διασφαλίζει τη βιώσιμη ανάπτυξη αυτών των περιοχών·

96.

επισημαίνει τη σημασία πολιτικών που ενθαρρύνουν τη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, με σκοπό την ανάπτυξη πρακτικών που προστατεύουν το περιβάλλον και εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των φυσικών πόρων, σε περιπτώσεις όπου η γεωργική δραστηριότητα, και ιδίως η χρήση νερού, έχει διασυνοριακό αντίκτυπο·

*

* *

97.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 55 της 25.2.2006, σ. 20.

(4)  ΕΕ L 30 της 31.1.2009, σ. 112.

(5)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 30 της 31.1.2009. σ 16.

(7)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0286.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2010)0223.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/65


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Εθελοντικό σύστημα ετικετοθεσίας στη συσκευασία βιομηχανικών προϊόντων σε γραφή Braille

P7_TA(2011)0299

Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με ένα εθελοντικό σύστημα ετικετοθεσίας στη συσκευασία βιομηχανικών προϊόντων σε γραφή Braille

2012/C 390 E/07

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 21 και 26 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου ορίζονται τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία,

έχοντας υπόψη το άρθρο 123 του Κανονισμού του,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ υπέγραψαν τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2004/27/ΕΚ περί κοινοτικού κώδικα για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση ορίζει στο άρθρο 56α ότι η ονομασία του φαρμάκου αναγράφεται επίσης σε γραφή Braille στη συσκευασία,

1.

επισημαίνει ότι οι άνθρωποι με προβλήματα όρασης έχουν το δικαίωμα να ζουν αυτόνομα και να συμμετέχουν πλήρως στην κοινωνική ζωή,

2.

ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβεί σε ευρεία διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους φορείς όσον αφορά το κόστος, την αποτελεσματικότητα και τη δυνατότητα καθιέρωσης ενός εθελοντικού συστήματος ετικετοθεσίας στις συσκευασίες βιομηχανικών προϊόντων σε γραφή Braille, το οποίο να περιλαμβάνει τουλάχιστον το είδος του προϊόντος και την ημερομηνία λήξης, προκειμένου να διευκολύνονται οι καταναλωτές με προβλήματα όρασης. Ωστόσο, δεδομένου ότι δεν γνωρίζουν όλοι οι τυφλοί τη γραφή Braille, θα πρέπει κατά την προτεινόμενη διαβούλευση να εξετασθούν και εναλλακτικοί τρόποι που θα καθιστούσαν δυνατή την πρόσβαση στις πληροφορίες της συσκευασίας,

3.

ζητεί από την Επιτροπή να παράσχει, σύμφωνα με τις αρχές της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, κίνητρα στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες έτσι ώστε να ευαισθητοποιηθούν αναφορικά με αυτό το θέμα,

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση, συνοδευόμενη από τα ονόματα των υπογραφόντων (1), στην Επιτροπή, τα κοινοβούλια των κρατών μελών και τα Ηνωμένα Έθνη.


(1)  Ο κατάλογος των υπογραφόντων δημοσιεύεται στο Παράρτημα 1 των Πρακτικών της 23ης Ιουνίου 2011 (P7_PV(2011)06-23(ANN1)).


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΘΕΣΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/66


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Τροποποίηση του άρθρου 51 του Κανονισμού: κοινές συνεδριάσεις επιτροπών

P7_TA(2011)0277

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την τροποποίηση του άρθρου 51 του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη διαδικασία κοινών συνεδριάσεων επιτροπών (2010/2061(REG))

2012/C 390 E/08

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την από 11ης Μαρτίου 2010 επιστολή του Προέδρου της Διάσκεψης των Προέδρων των Επιτροπών και την από 25ης Μαρτίου 2010 επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 211 και 212 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων (A7-0197/2011),

1.

αποφασίζει να επιφέρει στον Κανονισμό του την εξής τροποποίηση·

2.

υπενθυμίζει ότι η εν λόγω τροποποίηση τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα της προσεχούς περιόδου συνόδου·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.

ΙΣΧΥΟΝ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία 1

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Άρθρο 51

Εφόσον πληρούνται οι όροι των άρθρων 49, παράγραφος 1 , και 50, η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί , εφόσον διαπιστώνει ότι το ζήτημα έχει μείζονα σημασία, να αποφασίσει ότι πρέπει να εφαρμοστεί διαδικασία με κοινές συνεδριάσεις επιτροπών και κοινή ψηφοφορία. Στην περίπτωση αυτή, οι οικείοι εισηγητές συντάσσουν ενιαίο σχέδιο έκθεσης το οποίο εξετάζουν και ψηφίζουν οι ενδιαφερόμενες επιτροπές σε κοινές συνεδριάσεις υπό την κοινή προεδρία των ενδιαφερομένων προέδρων επιτροπής. Οι ενδιαφερόμενες επιτροπές δύνανται να συγκροτήσουν διεπιτροπικές ομάδες εργασίας για να προετοιμάσουν τις κοινές συνεδριάσεις και ψηφοφορίες.

1.    Εφόσον παραπέμπεται σε αυτή ζήτημα αρμοδιότητας δυνάμει του άρθρου 188, παράγραφος 2 , η Διάσκεψη των Προέδρων μπορεί να αποφασίσει ότι πρέπει να εφαρμοστεί η διαδικασία με κοινές συνεδριάσεις επιτροπών και κοινή ψηφοφορία , εάν:

το θέμα συνδέεται, βάσει του παραρτήματος VII, άρρηκτα με την αρμοδιότητα περισσοτέρων επιτροπών· και

εκτιμά ότι πρόκειται για ζήτημα μείζονος σημασίας.

2.    Στην περίπτωση αυτή, οι αντίστοιχοι εισηγητές συντάσσουν ενιαίο σχέδιο έκθεσης το οποίο εξετάζουν και ψηφίζουν οι ενδιαφερόμενες επιτροπές, υπό την κοινή προεδρία των προέδρων επιτροπής.

Σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, τα δικαιώματα που συνδέονται με την ιδιότητα της αρμόδιας επιτροπής μπορούν να ασκηθούν από τις ενδιαφερόμενες επιτροπές μόνο εάν ενεργούν από κοινού. Οι ενδιαφερόμενες επιτροπές δύνανται να συγκροτήσουν ομάδες εργασίας για να προετοιμάσουν τις συνεδριάσεις και ψηφοφορίες.

3.     Στη δεύτερη ανάγνωση της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, η θέση του Συμβουλίου εξετάζεται σε κοινή συνεδρίαση των ενδιαφερομένων επιτροπών η οποία, ελλείψει διαφορετικής συμφωνίας μεταξύ των προέδρων των εν λόγω επιτροπών, διεξάγεται την Τετάρτη της πρώτης εβδομάδας που έχει προγραμματιστεί για τη συνεδρίαση κοινοβουλευτικών οργάνων και ακολουθεί την ανακοίνωση της θέσης του Συμβουλίου στο Κοινοβούλιο. Ελλείψει συμφωνίας σχετικά με τη σύγκλιση μεταγενέστερης συνεδρίασης, αυτή συγκαλείται από τον πρόεδρο της Διάσκεψης των Προέδρων των επιτροπών. Η σύσταση για τη δεύτερη ανάγνωση ψηφίζεται σε κοινή συνεδρίαση με βάση κοινό σχέδιο που έχει εκπονηθεί από τους αντίστοιχους εισηγητές των ενδιαφερομένων επιτροπών ή, ελλείψει κοινού σχεδίου, με βάση τις τροπολογίες που έχουν υποβληθεί στις ενδιαφερόμενες επιτροπές.

Στη τρίτη ανάγνωση της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, οι πρόεδροι και οι εισηγητές των ενδιαφερομένων επιτροπών είναι αυτοδικαίως μέλη της αντιπροσωπείας στην επιτροπή συνδιαλλαγής.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/67


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Αίτηση άρσης της ασυλίας του Adrian Severin

P7_TA(2011)0278

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την αίτηση άρσης της ασυλίας του Adrian Severin (2011/2070(IMM))

2012/C 390 E/09

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την αίτηση για την άρση της βουλευτικής ασυλίας του κ. Adrian Severin, που διαβιβάστηκε στις 5 Απριλίου 2011 από την Εθνική Υπηρεσία κατά της Δωροδοκίας (Εισαγγελία του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της Ρουμανίας) και ανακοινώθηκε στην ολομέλεια στις 6 Απριλίου 2011,

αφού άκουσε τον κ. Adrian Severin, στις 23 Μαΐου 2011, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 3, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου της 8ης Απριλίου 1965 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το άρθρο 6, παράγραφος 2, της Πράξης της 20ής Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση και καθολική ψηφοφορία,

έχοντας υπόψη τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ημερομηνία 12 Μαΐου 1964, 10 Ιουλίου 1986, 15 έως 21 Οκτωβρίου 2008 και 19 Μαρτίου 2010 (1),

έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 72, παράγραφος 2, του ρουμανικού συντάγματος,

έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 4 του ρουμανικού ποινικού κώδικα, σύμφωνα με τις οποίες το ρουμανικό ποινικό δίκαιο εφαρμόζεται στα εγκλήματα που διαπράττονται εκτός των συνόρων της Ρουμανίας από ρουμάνο πολίτη, εάν η επίδικη πράξη συνιστά έγκλημα και κατά το ποινικό δίκαιο της χώρας στην οποία τελέστηκε η πράξη,

έχοντας υπόψη το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 7 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0242/2011),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Εθνική Υπηρεσία κατά της Δωροδοκίας της Ρουμανίας ζήτησε την άρση της ασυλίας του κ. Adrian Severin, βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με σκοπό να επιτραπεί στη ρουμανική εισαγγελία να προβεί στην έρευνα της υπόθεσης και στην άσκηση δίωξης κατά του κ. Adrian Severin, να ζητήσει τη διεξαγωγή έρευνας στην κατοικία ή στα γραφεία του ενδιαφερομένου και επίσης την πραγματοποίηση έρευνας στο υλικό πληροφορικής ή οποιαδήποτε άλλη ηλεκτρονική έρευνα αποδειχθεί αναγκαία, να κινήσει ποινική διαδικασία κατά του ίδιου με τις κατηγορίες της παθητικής δωροδοκίας και/ή της άσκησης επιρροής ή οποιουδήποτε άλλου νομικού χαρακτηρισμού ήθελε δοθεί στο εικαζόμενο έγκλημα/εικαζόμενα εγκλήματα ενώπιον των αρμόδιων ποινικών δικαστικών οργάνων,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η άρση της ασυλίας του κ. Adrian Severin αφορά εικαζόμενα εγκλήματα δωροδοκίας προβλεπόμενα από το άρθρο 6 του ρουμανικού νόμου 78/2000, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 254 (δωροδοκία) και 257 (άσκηση επιρροής) του ποινικού κώδικα, καθώς και το άρθρο 81(β) του νόμου 78/2000,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν ανήκει στην αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να αποφανθεί περί της ενοχής ή όχι του βουλευτή ούτε ως προς την ύπαρξη ή μη ύπαρξη σκοπιμότητας άσκησης ποινικής δίωξης για τις πράξεις που του αποδίδονται,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, συνεπώς, είναι σκόπιμο να συστήσει εν προκειμένω την άρση της βουλευτικής ασυλίας,

1.

αποφασίζει να άρει την ασυλία του κ. Adrian Severin, αποκλείοντας κάθε περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει άμεσα την παρούσα απόφαση και την έκθεση της αρμόδιας επιτροπής του στις αρμόδιες αρχές της Ρουμανίας και στον κ. Adrian Severin.


(1)  Υπόθεση 101/63, Wagner v.Fohrmann και Krier, Συλλογή 1964 [1964], 195· υπόθεση 149/85, Wybot/Faure κ.ά, Συλλογή 1986 [1986], σελ. 2391· υπόθεση T-345/05, Mote v Κοινοβουλίου, Συλλογή 2008, [2008], σελ. II-2849· συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-200/07 και C-201/07, Marra v De Gregorio και Clemente, Συλλογή 2008 [2008], σελ. I-7929 και υπόθεση T-42/06, Gollnisch v Κοινοβουλίου (EE C 134, 22.5.2010, σ. 29).


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/69


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Εκλογή αντιπροέδρου (ερμηνεία του άρθρου 13, παράγραφος 1, του Κανονισμού)

P7_TA(2011)0298

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την εκλογή αντιπροέδρου (ερμηνεία του άρθρου 13, παράγραφος 1, του Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου)

2012/C 390 E/10

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την επιστολή της 15ης Ιουνίου 2011 του Προέδρου της επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων,

έχοντας υπόψη το άρθρο 211 του Κανονισμού του,

1.

αποφασίζει να προσθέσει την κατωτέρω ερμηνεία στο άρθρο 13, παράγραφος 1, του Κανονισμού του:

«Εάν ένας μόνο αντιπρόεδρος πρέπει να αντικατασταθεί και υπάρχει ένας μόνο υποψήφιος, αυτός μπορεί να εκλεγεί δια βοής. Ο Πρόεδρος διαθέτει διακριτική ευχέρεια για να αποφασίσει εάν η εκλογή θα λάβει χώρα δια βοής ή με μυστική ψηφοφορία. Ο εκλεγείς υποψήφιος καταλαμβάνει στην τάξη της εκλογής τη θέση του αντιπροέδρου που αντικαθιστά.»

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση, προς ενημέρωση, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/70


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Διορισμός του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: Mario Draghi, υποψήφιος

P7_TA(2011)0275

Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με τη σύσταση του Συμβουλίου που αφορά τον διορισμό του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (10057/2011 – C7-0134/2011 – 2011/0804(NLE))

2012/C 390 E/11

(Διαβούλευση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη σύσταση του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 2011 (10057/2011) (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 283, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από το Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει (C7-0134/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 109 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής (A7–0229/2011),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι με επιστολή του στις 20 Μαΐου 2011 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να γνωμοδοτήσει σχετικά με το διορισμό του Mario Draghi ως Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για οκταετή θητεία αρχής γενομένης από την 1η Νοεμβρίου 2011,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Κοινοβουλίου προχώρησε τότε στην αξιολόγηση των διαπιστευτηρίων του υποψηφίου, ιδιαίτερα βάσει των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 283 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και υπό το πρίσμα της ανάγκης πλήρους ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σύμφωνα με το άρθρο 130 της ΣΛΕΕ και ότι, κατά την αξιολόγηση αυτή, η επιτροπή έλαβε βιογραφικό του υποψηφίου καθώς και τις απαντήσεις του στο γραπτό ερωτηματολόγιο που του απεστάλη,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινοβουλευτική επιτροπή πραγματοποίησε στη συνέχεια ακρόαση διάρκειας δυόμιση ωρών με τον υποψήφιο στις 14 Ιουνίου 2011, στο πλαίσιο της οποίας ο υποψήφιος προέβη σε εναρκτήρια δήλωση και στη συνέχεια απάντησε σε ερωτήσεις των μελών της επιτροπής,

1.

εκδίδει ευνοϊκή γνώμη ως προς τη σύσταση του Συμβουλίου να διοριστεί ο Mario Draghi ως Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα απόφαση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο Συμβούλιο και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.


(1)  EE L 150 της 9.6.2011, σ. 8.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/71


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση: General Motors/Βέλγιο

P7_TA(2011)0276

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 28 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (αίτηση EGF/2010/031 BE/General Motors Belgium από το Βέλγιο) (COM(2011)0212 – C7-0096/2011 – 2011/2074(BUD))

2012/C 390 E/12

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2011)0212 – C7-0096/2011),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία, της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (1) (διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006), και ιδίως το σημείο 28,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1927/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση (2) (κανονισμός για το ΕΤΠ),

έχοντας υπόψη την επιστολή της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (Α7-0191/2011),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει τα κατάλληλα νομοθετικά και δημοσιονομικά μέσα για να παράσχει πρόσθετη στήριξη στους εργαζομένους που πλήττονται από τις συνέπειες των μεγάλων διαρθρωτικών αλλαγών στη μορφή του παγκόσμιου εμπορίου και να τους ενισχύσει κατά την επανένταξή τους στην αγορά εργασίας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πεδίο εφαρμογής του ΕΤΠ διευρύνθηκε προσωρινά για τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν από 1ης Μαΐου 2009 με σκοπό να συμπεριλάβει τη στήριξη σε εργαζόμενους η απόλυση των οποίων ήταν άμεση συνέπεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης,

Γ.

εκτιμώντας ότι η οικονομική βοήθεια της Ένωσης προς τους εργαζομένους που απολύονται θα πρέπει να έχει δυναμικό χαρακτήρα και να διατίθεται όσο το δυνατόν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα, σύμφωνα με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, που εγκρίθηκε κατά τη συνεδρίαση συνεννόησης της 17ης Ιουλίου 2008, και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη όσα ορίζει η διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 σε σχέση με τη λήψη αποφάσεων για την κινητοποίηση του ΕΤΠ,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Βέλγιο ζήτησε βοήθεια για περιπτώσεις που αφορούν 2 834 απολύσεις (ενίσχυση ζητείται για όλες) στην κύρια επιχείρηση General Motors Belgium και σε τέσσερις από τους προμηθευτές της που λειτουργούν στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας στην περιφέρεια NUTS II της Αμβέρσας στο Βέλγιο,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αίτηση πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας που ορίζονται στον κανονισμό για το ΕΤΠ,

1.

ζητεί από τα αρμόδια θεσμικά όργανα να καταβάλουν τις αναγκαίες προσπάθειες για την επίσπευση της κινητοποίησης του ΕΤΠ· εκτιμά στο πλαίσιο αυτό τη βελτιωμένη διαδικασία που καθιέρωσε η Επιτροπή, σε συνέχεια του αιτήματός του για επίσπευση της διάθεσης των κονδυλίων, με την οποία η αξιολόγηση της Επιτροπής όσον αφορά την επιλεξιμότητα μιας αίτησης για κινητοποίηση του ΕΤΠ υποβάλλεται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μαζί με την πρόταση κινητοποίησης του ΕΤΠ· ελπίζει ότι στο πλαίσιο της επικείμενης αναθεώρησης του ΕΤΠ θα επέλθουν περαιτέρω βελτιώσεις στη διαδικασία·

2.

υπενθυμίζει τη δέσμευση των θεσμικών οργάνων για τη διασφάλιση ομαλής και ταχείας διαδικασίας έγκρισης των αποφάσεων σχετικά με την κινητοποίηση του ΕΤΠ, μέσω της παροχής εφάπαξ και χρονικά περιορισμένης ατομικής ενίσχυσης που αποσκοπεί στην υποστήριξη των εργαζομένων που απολύθηκαν ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης και της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης· επισημαίνει το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το ΕΤΠ όσον αφορά την επανένταξη των απολυθέντων στην αγορά εργασίας· ζητεί εντούτοις να πραγματοποιηθεί αξιολόγηση με αντικείμενο την σε βάθος χρόνου ένταξη των εν λόγω εργαζομένων στην αγορά εργασίας όταν μπορεί η ένταξη να θεωρηθεί ως άμεσο αποτέλεσμα των χρηματοδοτούμενων από το ΕΤΠ μέτρων·

3.

τονίζει ότι σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού του ΕΤΠ θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το Ταμείο στηρίζει την επανένταξη στην αγορά εργασίας των μεμονωμένων εργαζομένων οι οποίοι έχουν απολυθεί· επαναλαμβάνει ότι η συνδρομή από το ΕΤΠ δεν πρέπει να αντικαθιστά ενέργειες που αποτελούν ευθύνη των επιχειρήσεων βάσει της νομοθεσίας των κρατών μελών ή των συλλογικών συμβάσεων, ούτε μέτρα αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων ή τομέων·

4.

επισημαίνει ότι οι πληροφορίες που παρέχονται σχετικά με τη δέσμη συντονισμένων μέτρων για την παροχή υπηρεσιών σε προσωπική βάση, που θα χρηματοδοτηθεί από το ΕΤΠ, περιλαμβάνουν στοιχεία όσον αφορά τη συμπληρωματικότητά τους σε σχέση με ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία· επαναλαμβάνει το αίτημά του προς την Επιτροπή, να περιλαμβάνει συγκριτική αξιολόγηση των δεδομένων αυτών και στις ετήσιες εκθέσεις της·

5.

εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι, μετά τα επανειλημμένα αιτήματά του, στον προϋπολογισμό του 2011 εγγράφηκαν για πρώτη φορά πιστώσεις πληρωμών ύψους 47 608 950 ευρώ στη θέση για το ΕΤΠ 04 05 01· υπενθυμίζει ότι το ΕΤΠ δημιουργήθηκε ως ξεχωριστό ειδικό μέσο με δικούς του στόχους και προθεσμίες και ότι επομένως δικαιούται ιδιαίτερες πιστώσεις ώστε να αποφεύγονται οι μεταφορές από άλλες θέσεις, όπως συνέβαινε στο παρελθόν, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι εις βάρος της επίτευξης των διαφόρων πολιτικών στόχων·

6.

θεωρεί ότι το ζήτημα των πολυεθνικών εταιρειών, των οποίων η αναδιάρθρωση ή η μετεγκατάσταση προκαλεί απολύσεις και, επακόλουθα, την παρέμβαση του ΕΤΠ, πρέπει να εξετασθεί στην προσεχή αναθεώρηση του κανονισμού για το ΕΤΠ χωρίς να υπονομεύεται η πρόσβαση απολυθέντων εργαζομένων στο ΕΤΠ·

7.

εγκρίνει την απόφαση που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

8.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να υπογράψει την απόφαση με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου και να μεριμνήσει για την δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

9.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα, περιλαμβανομένου του παραρτήματος, στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 406 της 30.12.2006, σ. 1.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την κινητοποίηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση, σύμφωνα με το σημείο 28 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (αίτηση EGF/2010/031 BE/General Motors Belgium από το Βέλγιο)

(Το κείμενο αυτού του παραρτήματος δεν επαναλαμβάνεται εδώ, εφόσον αντιστοιχεί στην τελική πράξη, απόφαση αριθ. 2011/470/EE.)


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/73


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Καθορισμός των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της ΕΕ και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών ***

P7_TA(2011)0279

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη του πρωτοκόλλου περί καθορισμού των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών (17238/2010 – C7-0031/2011 – 2010/0335(NLE))

2012/C 390 E/13

(Έγκριση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (17238/2010),

έχοντας υπόψη το σχέδιο πρωτοκόλλου περί καθορισμού των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών (17237/2010),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 43 και το άρθρο 218 παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α), της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0031/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90, παράγραφος 8, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Αλιείας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0192/2011),

1.

εγκρίνει τη σύναψη του πρωτοκόλλου·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να διαβιβάσει στο Κοινοβούλιο τα πορίσματα των συνεδριάσεων και των εργασιών της μικτής επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 9 της Συμφωνίας Σύμπραξης στον τομέα της αλιείας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών (εφεξής «συμφωνία σύμπραξης»), καθώς και το πολυετές τομεακό πρόγραμμα που μνημονεύεται στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου·

3.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατά το τελευταίο έτος εφαρμογής του πρωτοκόλλου και προ της ενάρξεως διαπραγματεύσεων ενόψει της ανανέωσης της συμφωνίας σύμπραξης, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της·

4.

ζητεί από την Επιτροπή να εκπονήσει έκθεση για την εξέλιξη της πειρατείας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη των Σεϋχελλών στο διάστημα 2006-2010 και για τις συνέπειές της για την αλιευτική δραστηριότητα των Σεϋχελλών και για την ευρωπαϊκή αλιευτική δραστηριότητα·

5.

ζητεί τη συμμετοχή εκπροσώπων της Επιτροπής Αλιείας του Κοινοβουλίου ως παρατηρητών στις συνεδριάσεις της μεικτής επιτροπής που προβλέπει το άρθρο 9 της συμφωνίας σύμπραξης·

6.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Δημοκρατίας των Σεϋχελλών.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/74


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Καθορισμός των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της ΕΕ και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε ***

P7_TA(2011)0280

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη νέου Πρωτοκόλλου για τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στη συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε (05371/2011 – C7-0119/2011 – 2010/0355(NLE))

2012/C 390 E/14

(Έγκριση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (05371/2011),

έχοντας υπόψη το σχέδιο Πρωτοκόλλου σχετικά με τον καθορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων και της χρηματικής αντιπαροχής που προβλέπονται στην συμφωνία αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε (05370/2011),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 43 και το άρθρο 218 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0119/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90, παράγραφος 8, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Αλιείας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Ανάπτυξης και της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0194/2011),

1.

εγκρίνει τη σύναψη του πρωτοκόλλου·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να διαβιβάσει στο Κοινοβούλιο τα πορίσματα των συνεδριάσεων και των εργασιών της μικτής επιτροπής που προβλέπεται από το άρθρο 9 της συμφωνίας αλιευτικής σύμπραξης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε (εφεξής «συμφωνία σύμπραξης»), καθώς και το πολυετές τομεακό πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 3 του πρωτοκόλλου, όπως επίσης τα πορίσματα των αντίστοιχων ετησίων αξιολογήσεων· ζητεί από την Επιτροπή να διευκολύνει τη συμμετοχή των εκπροσώπων του Κοινοβουλίου, ως παρατηρητών, στις συνεδριάσεις της μικτής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 9 της συμφωνίας σύμπραξης· ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, κατά το τελευταίο έτος εφαρμογής του πρωτοκόλλου και πριν από την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ανανέωση της συμφωνίας, πλήρη έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της, χωρίς περιττούς περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση στο έγγραφο αυτό·

3.

ζητεί από το Συμβούλιο και την Επιτροπή να του παρέχουν, στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, άμεση και πλήρη ενημέρωση σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας των εργασιών σε σχέση με το Πρωτόκολλο και την ανανέωσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 13 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της παραγράφου 10 του άρθρου 218 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/75


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Πρωτόκολλο ΕΕ/Ανδόρας για την επέκταση της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της ΕΕ και της Ανδόρας στα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας ***

P7_TA(2011)0281

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου που αφορά τη σύναψη του πρωτοκόλλου για την επέκταση της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας στα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας (17403/2010 – C7-0036/2011 – 2010/0308(NLE))

2012/C 390 E/15

(Έγκριση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση απόφασης του Συμβουλίου (17403/2010),

έχοντας υπόψη το σχέδιο πρωτοκόλλου για την επέκταση της συμφωνίας υπό μορφή ανταλλαγής επιστολών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας στα τελωνειακά μέτρα ασφάλειας (17405/2010),

έχοντας υπόψη την αίτηση έγκρισης που υπέβαλε το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 207, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, και το άρθρο 218, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α) της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0036/2011),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90, παράγραφος 8, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0198/2011),

1.

εγκρίνει τη σύναψη του πρωτοκόλλου·

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών και του Πριγκιπάτου της Ανδόρας.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/75


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκης Κοινότητας και του Καναδά για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας ***

P7_TA(2011)0282

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου για τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Καναδά για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας (06645/1/2010 – C7-0100/2010 – 2009/0156(NLE))

2012/C 390 E/16

(Έγκριση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το σχέδιο απόφασης του Συμβουλίου (06645/1/2010),

έχοντας υπόψη το σχέδιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Καναδά σχετικά με την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας (15561/2008),

έχοντας υπόψη την αίτηση του Συμβουλίου για παροχή έγκρισης, σύμφωνα με το άρθρο 100, παράγραφος 2, το άρθρο 207, παράγραφος 4, το άρθρο 218, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α) και το άρθρο 218 παράγραφος 8, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (C7-0100/2010),

έχοντας υπόψη το άρθρο 81 και το άρθρο 90, παράγραφος 8, του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη τη σύσταση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0298/2010),

1.

εγκρίνει τη σύναψη της συμφωνίας,

2.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στις κυβερνήσεις και στα κοινοβούλια των κρατών μελών και του Καναδά.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/76


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Πρόληψη και διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών ***I

P7_TA(2011)0287

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23ης Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (COM(2010)0527 – C7-0301/2010 – 2010/0281(COD)) (1)

2012/C 390 E/17

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

[Τροπολογία 2]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0183/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες · η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  (1) ,

Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης πρέπει να αναπτύσσεται στο πλαίσιο των γενικών κατευθυντήριων γραμμών της οικονομικής πολιτικής και των κατευθυντηρίων γραμμών για την απασχόληση, και πρέπει να συνεπάγεται τη συμμόρφωση με τις κατευθυντήριες αρχές των σταθερών τιμών, των υγιών και βιώσιμων δημόσιων οικονομικών και νομισματικών συνθηκών και της βιωσιμότητας του ισοζυγίου πληρωμών.

(1α)

Η επίτευξη και η διατήρηση μιας δυναμικής ενιαίας αγοράς πρέπει να θεωρείται στοιχείο της ορθής και ομαλής λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(1β)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να εδράζεται σε πλείονες διασυνδεδεμένες και με εσωτερική συνοχή πολιτικές για βιώσιμη αύξηση της οικονομίας, ήτοι μία στρατηγική της Ένωσης για αύξηση της οικονομίας και θέσεις εργασίας, ένα ευρωπαϊκό εξάμηνο για ενίσχυση του συντονισμού οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών, ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη και διόρθωση υπερβολικών κυβερνητικών ελλειμμάτων (το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), ένα στιβαρό πλαίσιο προς πρόληψη και διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών.

(2)

Υπάρχει ανάγκη να αντληθούν διδάγματα από την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και, ειδικότερα, υπάρχει ανάγκη για βελτιωμένη οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, η οποία πρέπει να οικοδομηθεί με βάση μεγαλύτερο εθνικό ενστερνισμό .

(2α)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κοινοβουλίων των κρατών μελών. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορά η σύσταση ή η απόφαση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 8 παράγραφος 2 και το άρθρο 10 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού, να συμμετάσχει στην ανταλλαγή απόψεων.

(2β)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας όσον αφορά τις αξιολογήσεις ειδικά για κάθε κράτος μέλος, την παρακολούθηση, τις αποστολές, τις συστάσεις και τις προειδοποιήσεις.

(3)

Ειδικότερα, η εποπτεία των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών πρέπει να διευρυνθεί πέραν της δημοσιονομικής εποπτείας, προκειμένου να συμπεριλάβει ένα πιο λεπτομερές και επίσημο πλαίσιο για την πρόληψη υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών και να βοηθούνται τα κράτη μέλη που πλήττονται ώστε να καταρτίζουν διορθωτικά σχέδια προτού παγιωθούν οι αποκλίσεις. Η διεύρυνση αυτή του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας θα πρέπει να συμβαδίζει με την εμβάθυνση της δημοσιονομικής εποπτείας.

(4)

Για την αντιμετώπιση των εν λόγω ανισορροπιών, είναι απαραίτητη μια διαδικασία που καθορίζεται λεπτομερώς στη νομοθεσία.

(5)

Ενδείκνυται να συμπληρωθεί η πολυμερής εποπτεία που αναφέρεται στο άρθρο 121 παράγραφοι 3 και 4 της Συνθήκης με ειδικούς κανόνες για την ανίχνευση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, καθώς και την πρόληψη και τη διόρθωση υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης οι οποίες πρέπει να είναι ευθυγραμμισμένες με τον ετήσιο κύκλο πολυμερούς εποπτείας .

(6)

H διαδικασία αυτή πρέπει να καθιερώσει μηχανισμό επαγρύπνησης για τον έγκαιρο εντοπισμό των νεοεμφανιζόμενων μακροοικονομικών ανισορροπιών. Πρέπει να βασίζεται στη χρήση ενός ενδεικτικού και διαφανούς πίνακα αποτελεσμάτων που περιλαμβάνει ενδεικτικά κατώφλια σε συνδυασμό με οικονομικές κριτικές αναλύσεις. Η κριτική αυτή ανάλυση πρέπει να λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, την ονομαστική και πραγματική σύγκλιση εντός και εκτός της ευρωζώνης.

(6α)

Η Επιτροπή πρέπει να συνεργάζεται στενά με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά την κατάρτιση του πίνακα αποτελεσμάτων και της δέσμης μακροοικονομικών και μακροπρόθεσμων χρηματοπιστωτικών δεικτών για τα κράτη μέλη. Οι δείκτες και τα κατώτερα όρια πρέπει να καθορίζονται και να προσαρμόζονται όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο ώστε να επιτυγχάνεται προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές ανισορροπίες οι οποίες οφείλονται, μεταξύ άλλων, και στις εξελισσόμενες απειλές για τη μακροοικονομική σταθερότητα ή στη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα συναφών στατιστικών στοιχείων. Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει προτάσεις για διατύπωση παρατηρήσεων στις αρμόδιες επιτροπές του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με σχέδια για τον καθορισμό και την προσαρμογή των δεικτών και των κατωτάτων ορίων. Η Επιτροπή πρέπει να ενημερώσει το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκού Κοινοβούλιο σχετικά με αλλαγές στους δείκτες και τα κατώτερα όρια και να εξηγήσει τους λόγους της για αυτές τις τροποποιήσεις.

(7)

Για να μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ως στοιχείο του μηχανισμού επαγρύπνησης ο πίνακας αποτελεσμάτων θα πρέπει να αποτελείται από μια περιορισμένη σειρά οικονομικών, χρηματοοικονομικών και διαρθρωτικών δεικτών σχετικών με τον εντοπισμό μακροοικονομικών ανισορροπιών, με τα αντίστοιχα ενδεικτικά κατώφλια. Οι δείκτες και τα κατώτερα όρια πρέπει να προσαρμόζονται όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο ώστε να επιτυγχάνεται προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες μακροοικονομικές ανισορροπίες οι οποίες οφείλονται, μεταξύ άλλων, και στις εξελισσόμενες απειλές για τη μακροοικονομική σταθερότητα ή στη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα των σχετικών στατιστικών στοιχείων. Οι δείκτες δεν πρέπει να εξετάζονται ως στόχοι για την οικονομική πολιτική αλλά ως εργαλεία για να λαμβάνεται υπόψη ο εξελικτικός χαρακτήρας των μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(7α)

Κατά την ανάπτυξη του πίνακα αποτελεσμάτων, θα πρέπει επίσης να δίνεται η δέουσα προσοχή στην πρόβλεψη για ετερογενείς οικονομικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων κάλυψης υστέρησης.

(8)

Η υπέρβαση ενός ή περισσότερων ενδεικτικών κατωφλίων δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι εμφανίζονται μακροοικονομικές ανισορροπίες, δεδομένου ότι η χάραξη οικονομικής πολιτικής θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διασυνδέσεις μεταξύ των μακροοικονομικών μεταβλητών. Δεν πρέπει να συνάγονται συμπεράσματα από αυτόματη ανάγνωση του πίνακα αποτελεσμάτων: η οικονομική κριτική ανάλυση πρέπει να εξασφαλίζει ότι όλα τα στοιχεία πληροφοριών, είτε από τον πίνακα αποτελεσμάτων είτε όχι, τίθενται στη σωστή τους διάσταση και γίνονται μέρος μιας εμπεριστατωμένης ανάλυσης.

(9)

Με βάση τη διαδικασία πολυμερούς εποπτείας και το μηχανισμό επαγρύπνησης , ή σε περίπτωση σημαντικών και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων που απαιτούν επείγουσα ανάλυση για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού , η Επιτροπή θα πρέπει να εντοπίζει τα κράτη μέλη που θα υποβάλλονται σε εμπεριστατωμένη επισκόπηση. Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση πρέπει να αναληφθεί χωρίς την υπόθεση ότι υφίσταται ανισορροπία και πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομερή ανάλυση των πηγών των ανισορροπιών στο υπό εξέταση κράτος μέλος, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των ειδικών οικονομικών συνθηκών και περιστάσεων κάθε χώρας, καθώς και μιας ευρύτερης δέσμης εργαλείων ανάλυσης, δεικτών και ποιοτικών πληροφοριών ειδικών ανά χώρα . Κατά τη διενέργεια της εμπεριστατωμένης επισκόπησης από την Επιτροπή, το κράτος μέλος θα συνεργάζεται προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή είναι όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένες και ορθές. Επιπλέον, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία, κατά τη γνώμη των οικείων κρατών μελών, είναι σχετική και την οποία το κράτος μέλος έχει υποβάλει στην Επιτροπή και το Συμβούλιο. Για την εμπεριστατωμένη επισκόπηση θα πρέπει να γίνεται σχετική συζήτηση στο Συμβούλιο και στην Ευρωομάδα για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ. Στην εμπεριστατωμένη επισκόπηση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ενδεχομένως, συστάσεις ή προσκλήσεις του Συμβουλίου που απευθύνονται στα υπό εξέταση κράτη μέλη και εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 121, 126 και 148 της Συνθήκης και σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 10 του παρόντος κανονισμού, και οι πολιτικές προθέσεις του υπό εξέταση κράτους μέλους, όπως αντικατοπτρίζονται στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων, καθώς και οι διεθνείς βέλτιστες πρακτικές όσον αφορά δείκτες και μεθοδολογίες. Όταν η Επιτροπή αποφασίζει να διεξαγάγει εμπεριστατωμένη έρευνα σε περίπτωση σημαντικών και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων που απαιτούν επείγουσα ανάλυση, θα πρέπει να ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος.

(10)

Μια διαδικασία για την παρακολούθηση και τη διόρθωση των δυσμενών μακροοικονομικών ανισορροπιών, με προληπτικά και διορθωτικά στοιχεία, θα χρειάζεται ενισχυμένα εργαλεία εποπτείας βασισμένα σε εκείνα που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία πολυμερούς εποπτείας. Σε αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ενισχυμένες αποστολές εποπτείας στα κράτη μέλη από την Επιτροπή, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ και τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στο ΜΣΙ ΙΙ, και πρόσθετη υποβολή στοιχείων από το κράτος μέλος σε περίπτωση σοβαρών ανισορροπιών, συμπεριλαμβανομένων των ανισορροπιών που θέτουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι ενδιαφερόμενοι κύκλοι συμφερόντων του κράτους μέλους θα πρέπει, κατά περίπτωση, να συμμετάσχουν στον διάλογο.

(11)

Κατά την αξιολόγηση των ανισορροπιών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητά τους και οι πιθανές αρνητικές οικονομικές και χρηματοπιστωτικές δευτερογενείς επιπτώσεις οι οποίες επιδεινώνουν την ευπάθεια της οικονομίας της ΕΕ και αποτελούν απειλή για την ομαλή λειτουργία της νομισματικής ένωσης . Δράσεις για την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και αποκλίσεων ως προς την ανταγωνιστικότητα χρειάζονται σε όλα τα κράτη μέλη και ειδικότερα στην ευρωζώνη. Ωστόσο, η φύση, η σημασία και το επείγον των πολιτικών προκλήσεων ενδέχεται να διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με τα εκάστοτε κράτη μέλη. Με δεδομένες τις ευπάθειες και την έκταση της απαιτούμενης προσαρμογής, η ανάγκη για δράση πολιτικής είναι ιδιαίτερα πιεστική στα κράτη μέλη που παρουσιάζουν σταθερά μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών και απώλειες ανταγωνιστικότητας. Επίσης, στα κράτη μέλη που συσσωρεύουν μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών, οι πολιτικές πρέπει να στοχεύουν στον εντοπισμό και την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συμβάλλουν στην τόνωση της εγχώριας ζήτησης και του αναπτυξιακού δυναμικού τους.

(11α)

Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η ικανότητα οικονομικής προσαρμογής και το ιστορικό του οικείου κράτους μέλους όσον αφορά τη συμμόρφωση με προηγούμενες συστάσεις που είχαν εκδοθεί στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και με άλλες συστάσεις που είχαν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 121 της Συνθήκης στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας, ιδίως τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Ένωσης.

(12)

Εάν εντοπίζονται μακροοικονομικές ανισορροπίες, πρέπει να εκδίδονται , όπου κρίνεται σκόπιμο, με τη συμμετοχή σχετικών επιτροπών, συστάσεις απευθυνόμενες στο οικείο κράτος μέλος, οι οποίες θα παρέχουν καθοδήγηση σχετικά με τις κατάλληλες πολιτικές λύσεις. Η πολιτική λύση του οικείου κράτους μέλους για τις ανισορροπίες πρέπει να είναι έγκαιρη και να χρησιμοποιεί όλα τα διαθέσιμα μέσα πολιτικής τα οποία ελέγχουν οι δημόσιες αρχές. Όπου κρίνεται σκόπιμο, πρέπει επίσης να συμμετέχουν οι σχετικοί ενδιαφερόμενοι φορείς συμφερόντων, περιλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και τις νομικές και πολιτικές διατάξεις του κράτους μέλους. Η πολιτική λύση π ρέπει να είναι προσαρμοσμένη στο συγκεκριμένο περιβάλλον και τις περιστάσεις του οικείου κράτους μέλους και να καλύπτει τους κύριους τομείς της οικονομικής πολιτικής, όπου μπορεί να περιλαμβάνονται η δημοσιονομική και η μισθολογική πολιτική, οι αγορές εργασίας, οι αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και η κανονιστική ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί δυνάμει των συμφωνιών του ΜΣΙ ΙΙ.

(13)

Οι έγκαιρες προειδοποιήσεις και οι συστάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων προς τα κράτη μέλη ή την Ένωση αφορούν κινδύνους μακροχρηματοοικονομικού χαρακτήρα. Θα πρέπει επίσης η Επιτροπή, όπου κρίνεται σκόπιμο, να δίδει σε αυτές την αρμόζουσα συνέχεια στο πλαίσιο της εποπτείας των ανισορροπιών. Η ανεξαρτησία και το καθεστώς απορρήτου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου πρέπει να τηρούνται αυστηρά.

(14)

Εάν εντοπίζονται σοβαρές μακροοικονομικές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένων ανισορροπιών που θέτουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, πρέπει να κινηθεί διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών που μπορεί να περιλαμβάνει την έκδοση συστάσεων προς το κράτος μέλος, τις ενισχυμένες απαιτήσεις εποπτείας και ελέγχου και, για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, τη δυνατότητα λήψης εκτελεστικών μέτρων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. […/…] (3) σε περίπτωση συνεχιζόμενης παράλειψης να ληφθούν διορθωτικά μέτρα.

(15)

Κάθε κράτος μέλος που αποτελεί αντικείμενο διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών πρέπει να καταρτίζει σχέδιο διορθωτικής δράσης που θα καθορίζει τις λεπτομέρειες των πολιτικών του που αποσκοπούν στην εφαρμογή των συστάσεων του Συμβουλίου. Το σχέδιο διορθωτικής δράσης πρέπει να περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων. Πρέπει να εγκρίνεται από το Συμβούλιο μέσω συστάσεως . Η σύσταση πρέπει να διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

(15α)

Η αρμοδιότητα για την έγκριση μεμονωμένων αποφάσεων με τις οποίες διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση με τις συστάσεις τις οποίες ενέκρινε το Συμβούλιο στο πλαίσιο του σχεδίου διορθωτικής δράσης θα πρέπει να ανατίθεται στο Συμβούλιο. Ως μέρος του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών που διεξάγεται στο Συμβούλιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 της Συνθήκης, οι εν λόγω μεμονωμένες αποφάσεις αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της συνέχειας των σχετικών συστάσεων που θεσπίζει το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 121, παράγραφος 4 της Συνθήκης στο πλαίσιο σχεδίου διορθωτικής δράσης.

(16)

Δεδομένου ότι ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για τον εντοπισμό και την πρόληψη των μακροοικονομικών ανισορροπιών δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω των εκτεταμένων εμπορικών και χρηματοοικονομικών διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δευτερογενών επιπτώσεων των εθνικών οικονομικών πολιτικών για την Ένωση και τη ζώνη του ευρώ συνολικά, ενώ μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως καθορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη αυτών των στόχων,

(16a)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού το Συμβούλιο και η Επιτροπή πρέπει να σέβονται πλήρως το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων και των κοινωνικών εταίρων καθώς και τις διαφορές των εθνικών συστημάτων, όπως τα συστήματα διαμόρφωσης των μισθών.

(16β)

Αν το Συμβούλιο θεωρήσει ότι ένα κράτος μέλος δεν πλήττεται πλέον από υπερβολικές ανισορροπίες, η διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών θα κλείσει εφόσον το Συμβούλιο ανακαλέσει τη σύσταση που εξέδωσε δυνάμει των άρθρων 7, 8 και 10 έπειτα από σύσταση της Επιτροπής. Το ανωτέρω θα βασίζεται σε εμπεριστατωμένη ανάλυση της Επιτροπής που αποδεικνύει ότι το κράτος μέλος ενήργησε σύμφωνα με τις συστάσεις του Συμβουλίου και ότι τα βαθύτερα αίτια και οι συναφείς κίνδυνοι που εντοπίστηκαν στη σύσταση για κίνηση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών δεν υφίστανται πλέον, λαμβάνοντας μεταξύ άλλων υπόψη τις μακροοικονομικές προοπτικές εξελίξεων και τα δευτερογενή αποτελέσματα. Θα πρέπει να γίνεται δημόσια δήλωση που σηματοδοτεί την περάτωση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Αντικείμενο και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.    Ο παρών κανονισμός ορίζει λεπτομερείς κανόνες για τον εντοπισμό μακροοικονομικών ανισορροπιών, καθώς και για την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών εντός της Ένωσης.

1α.     Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου όπως καθορίζεται στον Κανονισμό ΕΕ αριθ. […/…] για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών.

1β.     Κατά την εφαρμογή του κανονισμού τηρείται πλήρως το άρθρο 152 της ΣΛΕΕ, και οι συστάσεις που εκδίδονται δυνάμει του εν λόγω κανονισμού λαμβάνουν υπόψη τις πρακτικές και τους αρμόδιους οργανισμούς για τη διαμόρφωση των μισθών των κρατών μελών. Λαμβάνεται υπόψη το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατ’ αναλογία, δεν θίγεται το δικαίωμα διαπραγμάτευσης, σύναψης και εφαρμογής συλλογικών συμβάσεων και το δικαίωμα εργατικών κινητοποιήσεων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τις εθνικές πρακτικές.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

α)

ως «ανισορροπίες» νοείται οιαδήποτε τάση προκαλεί μακροοικονομικές εξελίξεις που επηρεάζουν δυσμενώς, ή έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν δυσμενώς, την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας ενός κράτους μέλους ή της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, ή της Ένωσης συνολικά.

β)

ως »υπερβολικές ανισορροπίες» νοούνται οι σοβαρές ανισορροπίες, συμπεριλαμβανομένων των ανισορροπιών που θέτουν ή θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Εντοπισμός των ανισορροπιών

Άρθρο 3

Πίνακας αποτελεσμάτων

1.   Ο πίνακας αποτελεσμάτων που περιλαμβάνει δείκτες χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τη διευκόλυνση του έγκαιρου εντοπισμού και της παρακολούθησης των ανισορροπιών.

2.   Ο πίνακας αποτελεσμάτων αποτελείται από ένα μικρό αριθμό συναφών, πρακτικών, απλών, μετρήσιμων και διαθέσιμων μακροοικονομικών και μακροχρηματοπιστωτικών δεικτών για τα κράτη μέλη. Λαμβάνει υπόψη τον έγκαιρο εντοπισμό τόσο των μακροοικονομικών ανισορροπιών που προκύπτουν βραχυπρόθεσμα όσο και των ανισορροπιών που οφείλονται σε διαρθρωτικές και μακροπρόθεσμες τάσεις.

2α.     Ο πίνακας αποτελεσμάτων περιλαμβάνει μεταξύ άλλων δείκτες που είναι χρήσιμοι για τον έγκαιρο εντοπισμό των:

α)

εσωτερικών ανισορροπιών, περιλαμβανομένων και όσων προκύπτουν από την κατάσταση του χρέους τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα, από τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και περιουσιακών στοιχείων, περιλαμβανομένου και του τομέα της στέγασης, την εξέλιξη της ροής των πιστώσεων του ιδιωτικού τομέα και την εξέλιξη της ανεργίας,

β)

εξωτερικών ανισορροπιών, περιλαμβανομένων και όσων προκύπτουν από την εξέλιξη των θέσεων τρεχουσών συναλλαγών και καθαρών επενδύσεων των κρατών μελών, των πραγματικών συναλλαγματικών ισοτιμιών, των μεριδίων αγοράς των εξαγωγών και των αλλαγών στις εξελίξεις τιμών και κόστους καθώς και της μη τιμολογιακής ανταγωνιστικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορετικές συνιστώσες παραγωγικότητας,

2β.     Η Επιτροπή, κατά την από οικονομικής σκοπιάς ανάγνωση του πίνακα αποτελεσμάτων στον μηχανισμό επαγρύπνησης, πρέπει να λάβει δεόντως υπόψη τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία, περιλαμβανομένης της οικονομικής αύξησης, των επιδόσεων απασχόλησης και ανεργίας, της ονομαστικής και πραγματικής σύγκλισης εντός και εκτός της ευρωζώνης, των εξελίξεων της παραγωγικότητας και των σχετικών φορέων όπως είναι οι εγχώριες και εξωτερικές επενδύσεις στην Ε&Α, καθώς και των τομεακών εξελίξεων περιλαμβανομένου του τομέα της ενέργειας, που επηρεάζουν το ΑΕΠ και τις επιδόσεις των τρεχουσών συναλλαγών.

Στον πίνακα αποτελεσμάτων περιλαμβάνονται επίσης ενδεικτικά κατώτατα όρια για τους δείκτες αυτούς, τα οποία χρησιμεύουν ως όρια προειδοποίησης. Η επιλογή δεικτών και κατώτατων ορίων θα πρέπει να προάγει την ανταγωνιστικότητα στην ΕΕ.

Ο πίνακας αποτελεσμάτων βάσει δεικτών, ιδίως των κατώτατων ορίων προειδοποίησης, πρέπει, όπου κρίνεται σκόπιμο, να είναι συμμετρικός και να διαφοροποιείται για τα κράτη μέλη και τα μη κράτη μέλη της ευρωζώνης, εφόσον αυτό αιτιολογείται από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της νομισματικής ένωσης και συναφείς οικονομικές περιστάσεις. Κατά την ανάπτυξη του πίνακα αποτελεσμάτων, θα πρέπει επίσης να δίνεται η δέουσα προσοχή στην πρόβλεψη για ετερογενείς οικονομικές περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων κάλυψης υστέρησης.

2γ.     Στον σχεδιασμό των δεικτών που σχετίζονται με τη σταθερότητα της χρηματοπιστωτικής αγοράς λαμβάνεται δεόντως υπόψη το έργο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου. Η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου να διατυπώσει τις απόψεις του όσον αφορά τα σχέδια δεικτών που σχετίζονται με τη σταθερότητα της χρηματοπιστωτικής αγοράς.

3.   Ο κατάλογος δεικτών και τα κατώτατα όρια που θα περιλαμβάνονται στον πίνακα αποτελεσμάτων δημοσιοποιούνται.

4.   Η καταλληλότητα του πίνακα αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένων της σύνθεσης των δεικτών, των ορισθέντων κατώτατων ορίων και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, πρέπει να αξιολογείται ανά τακτά διαστήματα και να προσαρμόζεται ή να τροποποιείται, όπου κρίνεται απαραίτητο . Οι αλλαγές στην υποκείμενη μεθοδολογία και στη σύνθεση του πίνακα αποτελεσμάτων καθώς και τα σχετικά κατώφλια θα δημοσιοποιούνται.

4a.     Οι τιμές των δεικτών του πίνακα αποτελεσμάτων αναμένεται να επικαιροποιούνται τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

Άρθρο 4

Μηχανισμός επαγρύπνησης

1.    Ο μηχανισμός επαγρύπνησης έχει σχεδιασθεί ώστε να διευκολύνεται ο έγκαιρος εντοπισμός και η παρακολούθηση των ανισορροπιών. Η Επιτροπή εκπονεί ετήσια έκθεση που περιλαμβάνει ποιοτική οικονομική και χρηματοπιστωτική αξιολόγηση βασισμένη σε πίνακα αποτελεσμάτων με σύνολο δεικτών σε αντιπαραβολή με τα ενδεικτικά κατώτατα όρια. Η έκθεση μαζί με τις τιμές των δεικτών του πίνακα αποτελεσμάτων δημοσιοποιείται.

2.   Η έκθεση της Επιτροπής περιέχει οικονομική και χρηματοπιστωτική αξιολόγηση που θέτει τις κινήσεις των δεικτών στις σωστές τους διαστάσεις, χρησιμοποιώντας, εάν χρειάζεται, στοιχεία από άλλους συναφείς οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς δείκτες κατά την αξιολόγηση της εξέλιξης των ανισορροπιών . Δεν πρέπει να συνάγονται συμπεράσματα από μηχανική ανάγνωση των δεικτών του πίνακα αποτελεσμάτων. Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη την εξέλιξη των ανισορροπιών στην Ένωση και την ευρωζώνη. Η έκθεση αναφέρει επίσης εάν η υπέρβαση των κατώτατων ορίων σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη σημαίνει την πιθανή εμφάνιση ανισορροπιών. Η αξιολόγηση των κρατών μελών που παρουσιάζουν μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών είναι δυνατόν να διαφέρει από αυτή των κρατών μελών που συσσωρεύουν μεγάλα πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών.

3.   Η έκθεση προσδιορίζει τα κράτη μέλη τα οποία η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορεί να πλήττονται ή να διατρέχουν κίνδυνο να πληγούν από ανισορροπίες.

3a.     Η έκθεση διαβιβάζεται εγκαίρως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

4.   Στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 3 της Συνθήκης, το Συμβούλιο συζητά και πραγματοποιεί συνολική αξιολόγηση σχετικά με την έκθεση της Επιτροπής. Η Ευρωομάδα συζητά την έκθεση στο βαθμό που αυτή αφορά τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ.

Άρθρο 5

Εμπεριστατωμένη επισκόπηση

1.   Λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις συζητήσεις στο Συμβούλιο και την Ευρωομάδα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4, ή σε περίπτωση σημαντικών και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων που απαιτούν επείγουσα ανάλυση για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή προβαίνει σε εμπεριστατωμένη επισκόπηση για κάθε κράτος μέλος που θεωρεί ότι μπορεί να πλήττεται ή να διατρέχει κίνδυνο να πληγεί από ανισορροπίες. ▐.

Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση βασίζεται σε λεπτομερείς αναλύσεις των ειδικών ανά χώρα συνθηκών και τις διαφορετικές θέσεις εκκίνησης των κρατών μελών· λαμβάνει υπόψη ευρύ φάσμα οικονομικών μεταβλητών και προϋποθέτει τη χρήση εργαλείων ανάλυσης και ποιοτικών πληροφοριών ειδικών ανά χώρα. Αναγνωρίζει τις εθνικές ιδιαιτερότητες σχετικά με τις εργασιακές σχέσεις και τον κοινωνικό διάλογο.

Επιπλέον, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη οποιαδήποτε άλλη πληροφορία η οποία κατά τη γνώμη του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους είναι σχετική και την οποία έχει προωθήσει το κράτος μέλος.

Η επισκόπηση διενεργείται σε συνδυασμό με τις αποστολές επιτήρησης στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 11ε.

2.   Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση περιλαμβάνει εκτίμηση του κατά πόσον το εν λόγω κράτος μέλος πλήττεται από ανισορροπίες και κατά πόσον οι ανισορροπίες αυτές συνιστούν υπερβολικές ανισορροπίες . Λαμβάνει υπόψη την προέλευση των εντοπιζόμενων ανισορροπιών δεδομένων των οικονομικών περιστάσεων που επικρατούν, περιλαμβανομένων βαθιών εμπορικών και χρηματοοικονομικών διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δευτερογενών επιπτώσεων των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών. Η επισκόπηση αναλύει συναφείς εξελίξεις που αφορούν τη στρατηγική της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Λαμβάνει επίσης υπόψη τη σημασία των οικονομικών εξελίξεων στην Ένωση και τη ζώνη του ευρώ στο σύνολό της. Λαμβάνει υπόψη, ειδικότερα, τα εξής:

α)

οσάκις ενδείκνυται, τις συστάσεις ή τις προσκλήσεις του Συμβουλίου που απευθύνονται στα υπό εξέταση κράτη μέλη και εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 121, 126 και 148 της Συνθήκης και σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 10 του παρόντος κανονισμού·

β)

τις προθέσεις πολιτικής του υπό εξέταση κράτους μέλους, όπως αντικατοπτρίζονται στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων και, ενδεχομένως, στο πρόγραμμα σταθερότητας και σύγκλισης·

γ)

τυχόν ▐ προειδοποιήσεις ή συστάσεις εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων για συστημικούς κινδύνους που αντιμετωπίζει ή που αφορούν το υπό εξέταση κράτος μέλος. Τηρείται το καθεστώς απορρήτου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου.

2a.     Η εμπεριστατωμένη επισκόπηση δημοσιοποιείται. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα της εμπεριστατωμένη επισκόπησης.

Άρθρο 6

Προληπτική Δράση

1.   Εάν, βάσει της εμπεριστατωμένης επισκόπησής της που αναφέρεται στο άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θεωρήσει ότι ένα κράτος μέλος αντιμετωπίζει ανισορροπίες, ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο, την Ευρωομάδα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο . Το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, μπορεί να απευθύνει τις απαραίτητες συστάσεις στο οικείο κράτος μέλος, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 121 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ.

2.   Το Συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη σύσταση . Οι συστάσεις του Συμβουλίου δημοσιοποιούνται.

2a.     Στις συστάσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής τηρείται πλήρως το Άρθρο 152 της ΣΛΕΕ και λαμβάνεται υπόψη το άρθρο 28 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Το Συμβούλιο επανεξετάζει τη σύσταση ετησίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και μπορεί να την προσαρμόζει, εάν κριθεί απαραίτητο , σύμφωνα με την παράγραφο 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών

Άρθρο 7

Κίνηση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών

1.   Εάν, βάσει της εμπεριστατωμένης επισκόπησης όπως αναφέρεται στο άρθρο 5, η Επιτροπή θεωρήσει ότι το οικείο κράτος μέλος πλήττεται από υπερβολικές ανισορροπίες, ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο, την Ευρωομάδα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο .

Η Επιτροπή ενημερώνει επίσης τις σχετικές ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου που καλείται να προβεί στις ενέργειες που κρίνει απαραίτητες.

2.   Το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, μπορεί να εκδώσει σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 4 της Συνθήκης, δηλώνοντας την ύπαρξη υπερβολικής ανισορροπίας και συνιστώντας στο οικείο κράτος μέλος να λάβει διορθωτικά μέτρα.

Η σύσταση διευκρινίζει τη φύση και τις επιπτώσεις των ανισορροπιών και ορίζει μια δέσμη συστάσεων πολιτικής που πρέπει να ληφθούν υπόψη και την προθεσμία εντός της οποίας το οικείο κράτος μέλος πρέπει να υποβάλει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών. Το Συμβούλιο δύναται, όπως προβλέπεται στο άρθρο 121 παράγραφος 4 της Συνθήκης, να δημοσιοποιήσει τη σύστασή του.

Άρθρο 8

Σχέδιο διορθωτικών ενεργειών

1.   Κάθε κράτος μέλος για το οποίο κινείται διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών υποβάλλει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών στο Συμβούλιο και την Επιτροπή το οποίο βασίζεται στη σύσταση και υποβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 7, εντός προθεσμίας που καθορίζεται στη σύσταση . Το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών ορίζει συγκεκριμένες ▐ ενέργειες πολιτικής τις οποίες το οικείο κράτος μέλος έχει εφαρμόσει ή σκοπεύει να εφαρμόσει και περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή τους. Το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών λαμβάνει υπόψη τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο αυτών των ενεργειών πολιτικής και είναι συνεπές προς τις ευρείες κατευθυντήριες γραμμές των οικονομικών πολιτικών και τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση.

2.   Μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή σχεδίου διορθωτικών ενεργειών και βάσει έκθεσης της Επιτροπής, το Συμβούλιο αξιολογεί το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών. Εάν θεωρηθεί επαρκές, με βάση τη σύσταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο το εγκρίνει μέσω μιας σύστασης που απαριθμεί τις απαιτούμενες συγκεκριμένες ενέργειες και τις προθεσμίες για την ανάληψη τους και καταρτίζει χρονοδιάγραμμα για την εποπτεία, εφιστώντας ιδίως την προσοχή στους φορείς μετάδοσης και αναγνωρίζοντας ότι ενδέχεται να υπάρξουν μεγάλες καθυστερήσεις μεταξύ της έγκρισης των διορθωτικών ενεργειών και της πραγματικής επίλυσης των ανισορροπιών .

2a.     Εάν οι ενέργειες που έχουν αναληφθεί ή που προβλέπονται στο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών ή το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους θεωρούνται ανεπαρκείς, το Συμβούλιο, βάσει σύστασης της Επιτροπής, εκδίδει σύσταση με την οποία καλεί το κράτος μέλος να υποβάλει νέο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών κατά κανόνα εντός δύο μηνών. Το νέο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών εξετάζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο παρόν άρθρο.

3.   Το σχέδιο διορθωτικών ενεργειών, η έκθεση της Επιτροπής και η σύσταση του Συμβουλίου που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 2α δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 9

Παρακολούθηση των διορθωτικών ενεργειών

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή της σύστασης που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 . Για το σκοπό αυτό, το κράτος μέλος υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο και την Επιτροπή σε τακτά χρονικά διαστήματα υπό μορφή εκθέσεων προόδου των οποίων η συχνότητα ορίζεται από το Συμβούλιο στη σύσταση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 .

2.   Το Συμβούλιο δημοσιοποιεί τις εκθέσεις προόδου των κρατών μελών.

3.   Η Επιτροπή δύναται να διενεργήσει ενισχυμένες αποστολές εποπτείας στο οικείο κράτος μέλος για να παρακολουθεί την εφαρμογή του σχεδίου διορθωτικών ενεργειών, σε συνδυασμό με την ΕΚΤ όταν αυτές οι αποστολές αφορούν κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ ή κράτη μέλη που συμμετέχουν στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών ΙΙ . Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι ενδιαφερόμενοι κύκλοι συμφερόντων του κράτους μέλους θα πρέπει, κατά συνέπεια, να συμμετάσχουν, όπου κρίνεται σκόπιμο, στον διάλογο.

4.    Σε περίπτωση σχετικής σημαντικής μεταβολής των οικονομικών περιστάσεων, το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, μπορεί να τροποποιήσει τις συστάσεις που εξέδωσε δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο ίδιο άρθρο. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, το οικείο κράτος μέλος καλείται να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο διορθωτικών ενεργειών που αξιολογείται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 8.

Άρθρο 10

Αξιολόγηση των διορθωτικών ενεργειών

1.   Βάσει έκθεσης της Επιτροπής, το Συμβούλιο αξιολογεί κατά πόσον το οικείο κράτος μέλος προέβη στις συνιστώμενες διορθωτικές ενέργειες σύμφωνα με τη σύσταση που εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 .

2.   Η έκθεση της Επιτροπής δημοσιοποιείται.

3.   Το Συμβούλιο ▐ διενεργεί την αξιολόγησή του εντός της προθεσμίας που έχει θέσει το Συμβούλιο στις συστάσεις του που εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 .

4.   Όταν το Συμβούλιο εκτιμά ότι το κράτος μέλος δεν έχει προβεί στις συνιστώμενες διορθωτικές ενέργειες, εγκρίνει απόφαση με την οποία διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση και σύσταση με την οποία ορίζονται νέες προθεσμίες για την ανάληψη διορθωτικών ενεργειών . Στην περίπτωση αυτή, ενημερώνεται το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και δημοσιοποιούνται τα συμπεράσματα από τις αποστολές εποπτείας που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3.

Η σύσταση της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει τη σύγκληση συνεδρίασης του Συμβουλίου προκειμένου να τεθεί σε ψηφοφορία η εν λόγω απόφαση.

Σύμφωνα με το άρθρο 11ε, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δύναται, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, να καλέσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, εφόσον κριθεί σκόπιμο, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας, να λάβουν τον λόγο ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του με σκοπό να συζητηθεί η απόφαση με την οποία διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση.

5.   Εφόσον το Συμβούλιο κρίνει, επί τη βάσει της εκθέσεως της Επιτροπής, ότι το κράτος μέλος έχει προβεί στις συνιστώμενες διορθωτικές ενέργειες, η διαδικασία υπερβολικών ανισορροπιών θεωρείται ότι προχωρά κανονικά και τίθεται σε αναστολή ενώ η παρακολούθηση συνεχίζεται σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που εγκρίθηκε στις συστάσεις βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 . Το Συμβούλιο δημοσιοποιεί τους λόγους για τους οποίους η διαδικασία τέθηκε σε αναστολή αναγνωρίζοντας τις διορθωτικές ενέργειες πολιτικής που ανελήφθησαν από το κράτος μέλος.

Άρθρο 11

Περάτωση της διαδικασίας υπερβολικών ανισορροπιών

Το Συμβούλιο ανακαλεί τις συστάσεις που εξέδωσε δυνάμει των άρθρων 7, 8 και 10 έπειτα από σύσταση της Επιτροπής, ευθύς μόλις θεωρήσει ότι το κράτος μέλος δεν πλήττεται πλέον από υπερβολικές ανισορροπίες κατά τα οριζόμενα στη σύσταση που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, και προβαίνει σε δημόσια δήλωση σχετικά με αυτό το γεγονός .

Άρθρο 11α

Ψηφοφορία στο Συμβούλιο

Όσον αφορά τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 7 έως 11, το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 11β

Αποστολές εποπτείας

1.     Η Επιτροπή εξασφαλίζει μόνιμο διάλογο με τις αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με τους στόχους του παρόντος κανονισμού. Προς τούτο, η Επιτροπή διενεργεί συγκεκριμένα αποστολές με σκοπό την αξιολόγηση της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης στο κράτος μέλος και τον εντοπισμό τυχόν κινδύνων ή δυσχερειών σε σχέση με τη συμμόρφωση προς τους στόχους του παρόντος κανονισμού.

2.     Είναι δυνατόν να αναληφθεί ενισχυμένη εποπτεία για τα κράτη μέλη για τα οποία εκδίδεται σύσταση όπου δηλώνεται η ύπαρξη θέσης υπερβολικής ανισορροπίας σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού για τους σκοπούς της επιτόπιας παρακολούθησης.

3.     Όταν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος είναι κράτος με νόμισμα το ευρώ ή συμμετέχει στο ΜΣΙ ΙΙ, η Επιτροπή δύναται να καλέσει εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εφόσον κριθεί σκόπιμο, για να συμμετάσχουν σε επισκέψεις εποπτείας.

4.     Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με την έκβαση της αποστολής που αναφέρεται στη δεύτερη παράγραφο και, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, μπορεί να αποφασίσει να δημοσιοποιήσει τα πορίσματά της.

5.     Κατά τη διοργάνωση των αποστολών εποπτείας που αναφέρονται στη δεύτερη παράγραφο, η Επιτροπή διαβιβάζει τα προσωρινά πορίσματά της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ώστε να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

Άρθρο 11γ

Οικονομικός διάλογος

1.     Προκειμένου να ενισχυθεί ο διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ειδικότερα δε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και με στόχο να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλέσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, εφόσον κριθεί σκόπιμο, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ή τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας να λάβουν τον λόγο ενώπιον της επιτροπής αυτής για την εξέταση:

α)

στοιχείων που παρέχει το Συμβούλιο για τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών σύμφωνα με το άρθρο 121, παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ·

β)

των γενικών κατευθυντήριων γραμμών προς τα κράτη μέλη που εξέδωσε η Επιτροπή στην αρχή του ετήσιου κύκλου εποπτείας·

γ)

τυχόν συμπερασμάτων που συνέταξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για προσανατολισμούς οικονομικών πολιτικών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου·

δ)

των αποτελεσμάτων της πολυμερούς εποπτείας που διεξήχθη δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

ε)

τυχόν συμπερασμάτων που συνέταξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τους προσανατολισμούς και τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας·

στ)

οιασδήποτε επισκόπησης της πορείας της πολυμερούς εποπτείας στο τέλος του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου·

ζ)

των συστάσεων που διατυπώθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2, το άρθρο 8, παράγραφος 2 και το άρθρο 10, παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού·

2.     Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορά η σύσταση ή η απόφαση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 2, το άρθρο 8, παράγραφος 2 και το άρθρο 10, παράγραφος 4 να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

3.     Η Επιτροπή και το Συμβούλιο ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11δ

Επανεξέταση

1.     Εντός τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και εν συνεχεία ανά πενταετία η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η έκθεση αξιολογεί μεταξύ άλλων:

α)

την αποτελεσματικότητα του κανονισμού

β)

την πρόοδο ως προς την εξασφάλιση στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και συνεχούς σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη Συνθήκη.

2.     Όταν κρίνεται σκόπιμο, η έκθεση συνοδεύεται από πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.

3.     Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 11ε

Έκθεση

Για κάθε επόμενο έτος, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, στην οποία περιλαμβάνεται και η επικαιροποίηση του πίνακα αποτελεσμάτων όπως ορίζεται στο άρθρο 4, και την υποβάλλει στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 12

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)   ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1

(2)  ΕΕ C …

(3)  ΕΕ L […] της […], […].


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/88


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Εφαρμογή της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος *

P7_TA(2011)0288

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (COM(2010)0522 – C7-0396/2010 – 2010/0276(CNS)) (1)

2012/C 390 E/18

(Ειδική νομοθετική διαδικασία – διαβούλευση)

[Τροπολογία 2]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0179/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες · η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 126 παράγραφος 14, δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) , θα πρέπει να συνεπάγεται την τήρηση των κατευθυντήριων αρχών που αποτελούν η σταθερότητα των τιμών, τα υγιή δημόσια οικονομικά, οι υγιείς νομισματικές συνθήκες και το διατηρήσιμο ισοζύγιο πληρωμών.

(2)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποτελείτο αρχικά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (3), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (4) και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 1997 για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (5). Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97 τροποποιήθηκαν το 2005 με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 αντίστοιχα. Επιπλέον, το Συμβούλιο εξέδωσε στις 20 Μαρτίου 2005 έκθεση για τη «βελτίωση της εφαρμογής του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης».

(3)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης βασίζεται στον στόχο για υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά ως μέσο για τη δημιουργία ευνοϊκότερων συνθηκών σταθερότητας των τιμών και για ισχυρή και διατηρήσιμη ανάπτυξη που στηρίζεται σε χρηματοπιστωτική σταθερότητα και συμβάλλει στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.

(4)

Το κοινό πλαίσιο της οικονομικής διακυβέρνησης χρειάζεται να αναβαθμισθεί, ιδίως να βελτιωθεί η δημοσιονομική εποπτεία, ώστε να αντιστοιχεί στον υψηλό βαθμό ενοποίησης μεταξύ των οικονομιών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαίτερα στη ζώνη του ευρώ.

(4α)

Η επίτευξη και η διατήρηση μιας δυναμικής ενιαίας αγοράς πρέπει να θεωρείται στοιχείο της ορθής και ομαλής λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(4β)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να βασίζεται σε πολλές αλληλένδετες και συνεκτικές πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης και απασχόλησης, και οι οποίες βασίζονται ειδικότερα σε μια αξιόπιστη ενωσιακή στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη και την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς, την προώθηση των διεθνών εμπορικών σχέσεων και της ανταγωνιστικότητας, σε ένα ουσιαστικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση του υπερβολικού δημοσίου ελλείμματος (το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), σε ένα εύρωστο πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, στις ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, στην ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία της χρηματοπιστωτικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της προληπτικής εποπτείας σε μακροοικονομικό επίπεδο εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων.

(4γ)

Η επίτευξη και η διατήρηση μιας δυναμικής ενιαίας αγοράς πρέπει να θεωρείται στοιχείο της ορθής και ομαλής λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(4δ)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το ολοκληρωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να συμπληρώνουν και να στηρίζουν μια ενωσιακή στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης. Οι διασυνδέσεις μεταξύ των διαφόρων πτυχών δεν θα πρέπει να προβλέπουν εξαιρέσεις στις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(4ε)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να παράσχει τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος με σύσταση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 126, παράγραφος 7 της συνθήκης, προειδοποίηση, σύμφωνα με το άρθρο 126, παράγραφος 9 της συνθήκης, ή απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 126, παράγραφος 11 της συνθήκης να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

(4στ)

Η εμπειρία που αποκτήθηκε και τα σφάλματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας της λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης καταδεικνύει την ανάγκη για βελτιωμένη οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, η οποία θα πρέπει να οικοδομηθεί με βάση μεγαλύτερο εθνικό συμμερισμό των από κοινού συμφωνηθέντων κανόνων και πολιτικών και ένα πιο εύρωστο πλαίσιο εποπτείας των εθνικών οικονομικών πολιτικών σε επίπεδο Ένωσης.

(4ζ)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας. Τούτο αφορά τις αξιολογήσεις, την παρακολούθηση, καθώς και τις αποστολές και τις συστάσεις που αφορούν κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά.

(4η)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή και το Συμβούλιο πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες και την οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

(5)

Οι κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας θα πρέπει να ενισχυθούν, ιδιαίτερα προσδίδοντας μεγαλύτερη σημασία στο επίπεδο και την εξέλιξη του χρέους και στη συνολική διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Πρέπει επίσης να ενισχυθούν οι μηχανισμοί που αποβλέπουν στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τους εν λόγω κανόνες.

(5α)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, όσον αφορά τις αξιολογήσεις που αφορούν κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά, την παρακολούθηση, τις αποστολές, τις συστάσεις και τις προειδοποιήσεις.

(6)

Η εφαρμογή της ισχύουσας διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, που βασίζεται τόσο στο κριτήριο του ελλείμματος όσο και στο κριτήριο του χρέους, προϋποθέτει ▐ ένα ενδεικτικό ποσοστό που θα λαμβάνει υπόψη τον επιχειρηματικό κύκλο, με βάση το οποίο αξιολογείται κατά πόσον ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μειώνεται επαρκώς και πλησιάζει την τιμή αναφοράς με ικανοποιητικό ρυθμό. Πρέπει να καθιερωθεί μεταβατική περίοδος που θα επιτρέψει στα κράτη μέλη τα οποία υπόκεινται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος κατά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος κανονισμού, να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους στο ενδεικτικό ποσοστό για τη μείωση του χρέους. Τούτο θα πρέπει να εφαρμόζεται εξίσου στα κράτη μέλη που έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

(7)

▐ Η μη συμμόρφωση με το ενδεικτικό ποσοστό για τη μείωση του χρέους δεν θα πρέπει να αρκεί για τη διαπίστωση υπερβολικού ελλείμματος, κατά την οποία θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όλο το φάσμα των κρίσιμων παραγόντων που αναφέρει η Επιτροπή στην έκθεσή της βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ . Συγκεκριμένα, η εκτίμηση του αποτελέσματος του κύκλου και της σύνθεσης της προσαρμογής αποθεμάτων-ροών στην εξέλιξη του χρέους ενδέχεται να αρκεί ώστε να αποκλεισθεί η διαπίστωση υπερβολικού ελλείμματος με βάση το κριτήριο του χρέους.

(8)

Κατά τη διαπίστωση της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος με βάση το κριτήριο του ελλείμματος και στα στάδια που οδηγούν σε αυτήν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όλο το φάσμα των κρίσιμων παραγόντων που αναφέρονται στην έκθεση βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης, εάν ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν δεν υπερβαίνει την τιμή αναφοράς.

(8α)

Κατά την εξέταση συστημικών μεταρρυθμίσεων των συνταξιοδοτικών συστημάτων μεταξύ των κρίσιμων παραγόντων, κεντρικής σημασίας είναι να εξετάζεται αν ενισχύουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συνολικού συνταξιοδοτικού συστήματος, χωρίς να αυξάνουν παράλληλα τους κινδύνους για τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική θέση.

(9)

Στην έκθεση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 θα πρέπει να εξετάζεται δεόντως η ποιότητα του εθνικού δημοσιονομικού πλαισίου, δεδομένου ότι διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη δημοσιονομική εξυγίανση και τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Η εξέταση θα πρέπει να αφορά, μεταξύ άλλων, τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία του Συμβουλίου [σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών] καθώς και άλλες επιθυμητές απαιτήσεις που έχουν συμφωνηθεί όσον αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία.

(10)

Προκειμένου να διευκολυνθεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης με τις συστάσεις και τις ειδοποιήσεις του Συμβουλίου για διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, αυτές θα πρέπει να θέτουν ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους ανάλογους με την απαιτούμενη βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού αποτελέσματος χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα. Στο πλαίσιο αυτό, η ετήσια τιμή αναφοράς, η οποία αντιστοιχεί σε 0,5 % του ΑΕΠ, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ως ετήσια μέση τιμή.

(11)

Για να αξιολογείται καλύτερα η αποτελεσματικότητα της δράσης θα είναι χρήσιμο να λαμβάνονται ως σημείο αναφοράς οι γενικοί στόχοι των δημόσιων δαπανών, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που προβλέπονται στο σκέλος των εσόδων.

(12)

Κατά την αξιολόγηση της σκοπιμότητας παράτασης της προθεσμίας για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, θα πρέπει να λαμβάνεται ειδικότερα υπόψη η ύπαρξη σοβαρής οικονομικής επιβράδυνσης της ζώνης του ευρώ ή της Ένωσης συνολικά υπό τον όρο ότι δεν διακυβεύεται μεσοπρόθεσμα η δημοσιονομική σταθερότητα.

(13)

Είναι σκόπιμο να ενισχυθεί η εφαρμογή των οικονομικών κυρώσεων που προβλέπει το άρθρο 126 παράγραφος 11 της Συνθήκης, ώστε να αποτελούν πραγματικό κίνητρο συμμόρφωσης με τις ειδοποιήσεις βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9.

(14)

Για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση των συμμετεχόντων κρατών μελών με το πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης, θα πρέπει να θεσπισθούν κυρώσεις βασιζόμενες σε κανόνες δυνάμει του άρθρου 136 της Συνθήκης, που να εξασφαλίζουν δίκαιους, ταχείς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς συμμόρφωσης με τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(14α)

Τα πρόστιμα που εισπράττονται καταλογίζονται σε μηχανισμούς σταθερότητας για την παροχή χρηματοοικονομικής βοήθειας, οι οποίοι δημιουργούνται από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, προκειμένου να διαφυλάξουν τη σταθερότητα της ζώνης του ευρώ συνολικά.

(15)

Στις παραπομπές που περιλαμβάνει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 θα πρέπει να ληφθούν υπόψη η νέα αρίθμηση των άρθρων της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αντικατάσταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 2009 για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (6).

(16)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει διατάξεις για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος. Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος έχει ως σκοπό την αποφυγή υπερβολικών δημοσίων ελλειμμάτων και, όταν προκύπτουν παρόμοια ελλείμματα, την ταχεία διόρθωσή τους, κατά την οποία η τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας εξετάζεται με βάση τα κριτήρια του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «συμμετέχοντα κράτη μέλη» νοούνται εκείνα των οποίων το νόμισμα είναι το ευρώ.»

2.

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η υπέρβαση της τιμής αναφοράς για το δημοσιονομικό έλλειμμα θεωρείται έκτακτη, κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) της Συνθήκης, εάν οφείλεται σε ασυνήθεις περιστάσεις που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική του κατάσταση ή εάν οφείλεται σε σοβαρή οικονομική ύφεση.»

β)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος ▐:

«1α.   Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), εφόσον υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, θεωρείται ότι μειώνεται επαρκώς και πλησιάζει την τιμή αναφοράς με ικανοποιητικό ρυθμό κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο β) της Συνθήκης, εάν η διαφορά σε σχέση με την τιμή αναφοράς μειώθηκε κατά την προηγούμενη τριετία ▐ σε μέσο ποσοστό ενός εικοστού κατ’ έτος, που αποτελεί ενδεικτικό ποσοστό με βάση τις μεταβολές της προηγούμενης τριετίας για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία . Η απαίτηση βάσει του κριτηρίου του χρέους θεωρείται επίσης ότι πληρούται, εάν οι δημοσιονομικές προβλέψεις, όπως ορίζει η Επιτροπή, δείχνουν ότι η απαιτούμενη μείωση της διαφοράς θα σημειωθεί στη διάρκεια της τριετίας, η οποία περιλαμβάνει τη διετία που ακολουθεί μετά το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Για ένα κράτος μέλος το οποίο υποβάλλεται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος στις [ημερομηνία έγκρισης του παρόντος κανονισμού] και για διάστημα τριών ετών από τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, η απαίτηση βάσει του κριτηρίου του χρέους θεωρείται ότι πληρούται εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σημειώνει επαρκή πρόοδο όσον αφορά την επίτευξη συμμόρφωσης, όπως αξιολογείται στη γνωμοδότηση του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας ή σύγκλισής του .

Κατά την εφαρμογή του ενδεικτικού ποσοστού προσαρμογής του χρέους πρέπει να προσεχθεί η επιρροή του κύκλου στον ρυθμό μείωσης του χρέους.»

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή, όταν καταρτίζει την έκθεσή της σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης, λαμβάνει υπόψη όλους τους κρίσιμους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο αυτό, στο μέτρο που επηρεάζουν σημαντικά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους με τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους . Η έκθεση απεικονίζει κατάλληλα:

την εξέλιξη της μεσοπρόθεσμης οικονομικής κατάστασης (ειδικότερα τη δυνητική ανάπτυξη, όπου περιλαμβάνονται οι διάφορες εισφορές που προέρχονται από την εργασία, τη συσσώρευση κεφαλαίου και τον δείκτη παραγωγικότητας του συνόλου των συντελεστών παραγωγής, τις κυκλικές εξελίξεις, και τη καθαρή αποταμιευτική θέση του ιδιωτικού τομέα) ·

την εξέλιξη της μεσοπρόθεσμης οικονομικής κατάστασης (ειδικότερα τις επιδόσεις όσον αφορά την προσαρμογή στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, το επίπεδο του πρωτογενούς ισοζυγίου και των εξελίξεων στις πρωτογενείς δαπάνες, όσον τις τρέχουσες όσο και κεφαλαιακές, την εφαρμογή πολιτικών στο πλαίσιο της πρόληψης και διόρθωσης των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών , την εφαρμογή πολιτικών στο πλαίσιο της κοινής αναπτυξιακής στρατηγικής για την Ένωση και τη συνολική ποιότητα των δημόσιων οικονομικών, ιδίως την αποτελεσματικότητα των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων) ▐ ·

Στην έκθεση αναλύονται επίσης οι εξελίξεις της μεσοπρόθεσμης κατάστασης του δημόσιου χρέους, η δυναμική και η βιωσιμότητά του (ειδικότερα, ▐ οι παράγοντες κινδύνου, μεταξύ των οποίων η χρονολογική διάρθρωση λήξης του χρέους και το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται αυτό, η προσαρμογή αποθεμάτων-ροών και η σύνθεσή της, τα συσσωρευμένα αποθεματικά και άλλα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία οι εγγυήσεις, ιδίως οι συνδεόμενες με τον χρηματοπιστωτικό κλάδο καθώς και οιεσδήποτε έμμεσες υποχρεώσεις ▐ που σχετίζονται με τη δημογραφική γήρανση και το ιδιωτικό χρέος, στον βαθμό που δύναται να αντιπροσωπεύει έμμεσες ενδεχόμενες υποχρεώσεις για το δημόσιο τομέα).

Επιπλέον, η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως και ρητώς υπόψη οποιονδήποτε άλλο παράγοντα ο οποίος, κατά τη γνώμη του οικείου κράτους μέλους, συμβάλλει στην ολοκληρωμένη ποιοτική αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους και τον οποίον το κράτος μέλος έχει προτείνει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Εν προκειμένω, δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις δημοσιονομικές προσπάθειες για την προαγωγή της διεθνούς αλληλεγγύης και την επίτευξη των στόχων της ενωσιακής πολιτικής · στο χρέος που απορρέει από διμερή και πολυμερή στήριξη μεταξύ κρατών μελών στο πλαίσιο της διασφάλισης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας · στο χρέος που συνδέεται με ενέργειες χρηματοπιστωτικής σταθεροποίησης κατά τη διάρκεια σοβαρής χρηματοπιστωτικών αναστατώσεων.»

δ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Η Επιτροπή και το Συμβούλιο προβαίνουν σε ισόρροπη συνολική αξιολόγηση όλων των κρίσιμων παραγόντων και, ειδικότερα, του βαθμού στον οποίον επηρεάζουν, ως επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις, την εκτίμηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του ελλείμματος και/ή του χρέους. Κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με βάση το κριτήριο του ελλείμματος, εάν ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, οι παράγοντες αυτοί λαμβάνονται υπόψη κατά το στάδιο πριν από τη λήψη της απόφασης για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος που προβλέπεται στο άρθρο 126 παράγραφοι 4, 5 και 6 της Συνθήκης, μόνον εάν πληρούνται απολύτως και οι δύο προϋποθέσεις της θεμελιώδους αρχής — ότι, για να ληφθούν υπόψη οι κρίσιμοι παράγοντες, το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα παραμένει πλησίον της τιμής αναφοράς και ότι η υπέρβαση της τιμής αυτής είναι προσωρινή.

Ωστόσο, οι παράγοντες αυτοί λαμβάνονται υπόψη στο στάδιο πριν από τη λήψη απόφασης για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με βάση το κριτήριο του χρέους. »

δα)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.     Κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης στα κριτήρια ελλείμματος και χρέους και τα επόμενα στάδια σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, η Επιτροπή και το Συμβούλιο λαμβάνουν δεόντως υπόψη την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού συστήματος που εισάγει ένα σύστημα πολλαπλών πυλώνων το οποίο περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό και πλήρως κεφαλαιοποιητικό πυλώνα και το καθαρό κόστος του υπό δημόσια διαχείριση πυλώνα. Συγκεκριμένα, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία του συνολικού συνταξιοδοτικού συστήματος που δημιουργείται με τη μεταρρύθμιση, δηλαδή κατά πόσον προωθεί τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, χωρίς ταυτόχρονα να αυξάνει τους κινδύνους για τη μεσοπρόθεσμη κατάσταση του προϋπολογισμού.»

δβ)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.     Αν το Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής, έχει αποφασίσει, βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, ότι υπάρχει υπερβολικό έλλειμμα σε κράτος μέλος, το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη, στα επόμενα στάδια της διαδικασίας του άρθρου 126 της ΣΛΕΕ τους σχετικούς παράγοντες που αναφέρονται στην παράγραφο 3, καθώς επηρεάζουν την κατάσταση του οικείου κράτους μέλους, μεταξύ άλλων όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 και στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ιδίως για τον καθορισμό προθεσμίας για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος και ενδεχομένως την παράτασή της. Ωστόσο, οι σχετικοί αυτοί παράγοντες δεν λαμβάνονται υπόψη για την απόφαση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 12 της ΣΛΕΕ σχετικά με την κατάργηση ορισμένων ή όλων των αποφάσεών του δυνάμει των παραγράφων 6 έως 9 και 11 του άρθρου 126 της ΣΛΕΕ.»

ε)

Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Όσον αφορά τα κράτη μέλη στα οποία η υπέρβαση της τιμής αναφοράς για το έλλειμμα αντικατοπτρίζει την εφαρμογή μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος που εισάγει σύστημα πολλαπλών πυλώνων το οποίο περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό, πλήρως χρηματοδοτούμενο πυλώνα, η Επιτροπή και το Συμβούλιο λαμβάνουν υπόψη και το κόστος της μεταρρύθμισης ▐ όταν αξιολογούν τις εξελίξεις των στοιχείων του ελλείμματος κατά τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, εφόσον το έλλειμμα δεν υπερβαίνει κατά πολύ ένα ορισμένο επίπεδο που μπορεί να θεωρηθεί πλησίον της τιμής αναφοράς, και ο λόγος του χρέους δεν υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται γενικά η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. ▐ Το καθαρό κόστος ▐ λαμβάνεται υπόψη και για την απόφαση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 12 της Συνθήκης σχετικά με την κατάργηση ορισμένων ή όλων των αποφάσεών του που αναφέρονται στις παραγράφους 6 έως 9 και 11 του άρθρου 126 της Συνθήκης, εάν το έλλειμμα έχει μειωθεί ουσιαστικά και διαρκώς και έχει φθάσει σε ένα ορισμένο επίπεδο που προσεγγίζει την τιμή αναφοράς ▐. »

2a.

Προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:

«Τμήμα 1α

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Άρθρο 2α

1.     Προκειμένου να ενισχυθεί ο διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ειδικότερα δε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, και προκειμένου να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλέσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, της Επιτροπής και, ανάλογα με την περίπτωση, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας να εμφανιστούν ενώπιον της επιτροπής για να συζητήσουν τη σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ και της προειδοποίησης του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ καθώς και των αποφάσεων που έχουν ληφθεί δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφοι 6 και 11 της ΣΛΕΕ.

Μέσω της σύστασης αυτής, της προειδοποίησης και των αποφάσεων, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να παράσχει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη να συμμετάσχουν σε ανταλλαγή απόψεων.

2.     Το Συμβούλιο και η Επιτροπή ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.»

3.

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τη γνώμη που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και εφόσον κρίνει ότι υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα, απευθύνει στο Συμβούλιο γνώμη και πρόταση, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφοι 5 και 6 της ΣΛΕΕ και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

β)

Στην παράγραφο 3, η παραπομπή στο «άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93» αντικαθίσταται από την παραπομπή στο «άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009».

γ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Στις συστάσεις που απευθύνει δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ , το Συμβούλιο θέτει μέγιστη προθεσμία έξι μηνών, προκειμένου το συγκεκριμένο κράτος μέλος να λάβει αποτελεσματικά μέτρα. Όταν αυτό δικαιολογείται από τη σοβαρότητα της κατάστασης, η προθεσμία για ανάληψη αποτελεσματικής δράσης μπορεί να φθάσει τους τρεις μήνες. Το Συμβούλιο θέτει επίσης προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, η οποία θα πρέπει να λήγει εντός του έτους που ακολουθεί εκείνο κατά το οποίο διαπιστώθηκε το υπερβολικό έλλειμμα, εκτός εάν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις. Στην σύστασή του , καλεί το κράτος μέλος να επιτύχει ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους οι οποίοι, με βάση τις προβλέψεις στις οποίες βασίζεται η σύσταση, συνεπάγονται ελάχιστη ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού αποτελέσματός του κατά τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ, ως ενδεικτικό ποσοστό, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα, ώστε να διασφαλισθεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός της προθεσμίας που ορίζεται στη σύσταση.»

δ)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος ▐:

«4α.   Εντός της προθεσμίας ▐ που προβλέπεται στην παράγραφο 4, το συγκεκριμένο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβε ανταποκρινόμενο στη σύσταση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ . Στην έκθεση αναφέρονται οι στόχοι για τις δημόσιες δαπάνες και τα έσοδα και τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος τόσο των δαπανών όσο και των εσόδων, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ , και παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί και το είδος των μέτρων που σχεδιάζονται για την επίτευξη των στόχων. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται.»

ε)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σύμφωνα με τη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της Συνθήκης και μετά την έκδοση της σύστασης αυτής προκύψουν απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της Συνθήκης. Με την αναθεωρημένη σύσταση, λαμβανομένων υπόψη των κρίσιμων παραγόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, δύναται ιδίως να παραταθεί η προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος κατά ένα έτος κατά κανόνα. Το Συμβούλιο εκτιμά κατά πόσον έχουν προκύψει απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά σε σχέση με τις οικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στη σύστασή του. Σε περίπτωση σοβαρής οικονομικής επιβράδυνσης για τη ζώνη του ευρώ ή την ΕΕ συνολικά , το Συμβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της Συνθήκης υπό τον όρο ότι δεν διακυβεύεται μεσοπρόθεσμα η δημοσιονομική σταθερότητα

4.

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.     Η απόφαση του Συμβουλίου να ανακοινώσει δημοσία τις συστάσεις του, όταν διαπιστωθεί ότι δεν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 126, παράγραφος 8, ΣΛΕΕ, λαμβάνεται αμέσως μετά την παρέλευση της προθεσμίας του άρθρου 3 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.»

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το Συμβούλιο, προκειμένου να εκτιμήσει εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα κατ' εφαρμογή των συστάσεων δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ , βασίζεται στην έκθεση που υποβάλλει το συγκεκριμένο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4α του παρόντος κανονισμού και την εφαρμογή της καθώς και στις αποφάσεις που έχει εξαγγείλει δημοσίως η κυβέρνηση του συγκεκριμένου κράτους μέλους.»

Όταν το Συμβούλιο διαπιστώνει, σύμφωνα με το άρθρο 126, παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ, ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν έλαβε αποτελεσματικά μέτρα, υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. »

5.

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η απόφαση με την οποία το Συμβούλιο ειδοποιεί το συγκεκριμένο συμμετέχον κράτος μέλος να λάβει μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της Συνθήκης λαμβάνεται εντός δύο μηνών από την απόφαση με την οποία το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι δεν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8. Στην ειδοποίηση, το Συμβούλιο καλεί το κράτος μέλος να επιτύχει ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους οι οποίοι, με βάση τις προβλέψεις στις οποίες βασίζεται η ειδοποίηση, συνεπάγονται ελάχιστη ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού αποτελέσματός του κατά τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ, ως ενδεικτικό ποσοστό, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα, ώστε να διασφαλισθεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ειδοποίηση. Το Συμβούλιο υποδεικνύει επίσης τα μέτρα που θα συνέβαλλαν στην επίτευξη των στόχων αυτών.»

β)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος ▐:

«1α.   Μετά την ειδοποίηση στην οποία προβαίνει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ , το συγκεκριμένο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβε ανταποκρινόμενο στην ειδοποίηση του Συμβουλίου. Στην έκθεση αναφέρονται οι στόχοι για τις δημόσιες δαπάνες και τα έσοδα και για τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος τόσο των δαπανών όσο και των εσόδων, και παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις ειδικές συστάσεις του Συμβουλίου, ώστε να είναι το τελευταίο σε θέση να λάβει, εν ανάγκη, απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται.»

γ)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σε συμμόρφωση με την ειδοποίηση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της Συνθήκης και μετά την έκδοση της ειδοποίησης αυτής προκύψουν απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά, το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη ειδοποίηση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της Συνθήκης. Με την αναθεωρημένη ειδοποίηση, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών παραγόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, δύναται ιδίως να παραταθεί η προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος κατά ένα έτος κατά κανόνα. Το Συμβούλιο αξιολογεί την ύπαρξη απρόβλεπτων αντίξοων οικονομικών συμβάντων με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά σε σχέση με τις οικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στην ειδοποίησή του. Σε περίπτωση σοβαρής οικονομικής επιβράδυνσης για τη ζώνη του ευρώ ή την ΕΕ συνολικά, το Συμβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη ειδοποίηση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της Συνθήκης, υπό τον όρο ότι δεν διακυβεύεται μεσοπρόθεσμα η δημοσιονομική σταθερότητα

6.

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

1.   Το Συμβούλιο, προκειμένου να αξιολογήσει εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα κατ' εφαρμογή της ειδοποίησής του βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ , βασίζεται στην έκθεση που υποβάλλει το εκάστοτε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1α του παρόντος κανονισμού και την εφαρμογή της καθώς και στις αποφάσεις που έχει εξαγγείλει δημοσίως η κυβέρνηση του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της αποστολής εποπτείας στην οποία προβαίνει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 10α.

2.   Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ , το Συμβούλιο αποφασίζει την επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ . Η απόφαση αυτή λαμβάνεται το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από την απόφαση με την οποία το Συμβούλιο ειδοποιεί το συγκεκριμένο συμμετέχον κράτος μέλος να λάβει μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ

7.

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

«Άρθρο 7

Εάν ένα συμμετέχον κράτος μέλος δεν ενεργήσει σύμφωνα με τις διαδοχικές αποφάσεις του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 126, παράγραφοι 7 και 9 της ΣΛΕΕ, η απόφαση του Συμβουλίου για την επιβολή κυρώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 126, παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, λαμβάνεται κατά κανόνα εντός προθεσμίας δέκα μηνών από τις ημερομηνίες υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009. Σε περίπτωση εφαρμογής των άρθρων 3 παράγραφος 5 ή 5 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, η προθεσμία των δεκαέξι μηνών τροποποιείται αντίστοιχα. Σε περίπτωση εσκεμμένου ελλείμματος που κρίνεται υπερβολικό από το Συμβούλιο, εφαρμόζεται επισπευσμένη διαδικασία.»

8.

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Η απόφαση με την οποία το Συμβούλιο επιτείνει τις κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της Συνθήκης, λαμβάνεται το αργότερο εντός διμήνου από τις ημερομηνίες γνωστοποίησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009. Η απόφαση με την οποία το Συμβούλιο καταργεί μερικές ή και όλες τις αποφάσεις του σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 12 της Συνθήκης λαμβάνεται το συντομότερο και οπωσδήποτε εντός διμήνου από τις ημερομηνίες γνωστοποίησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009.»

9.

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9, η παραπομπή στο «άρθρο 6» αντικαθίσταται από παραπομπή στο άρθρο 6 παράγραφος 2.»

10.

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Στην παράγραφο 1, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή και το Συμβούλιο παρακολουθούν τακτικά την εκτέλεση των μέτρων τα οποία λαμβάνει:»

β)

Στην παράγραφο 3, η παραπομπή στον «κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3605/93» αντικαθίσταται από παραπομπή στον «κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009».

10α.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10α

1.     Η Επιτροπή εξασφαλίζει μόνιμο διάλογο με τις αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με τους στόχους του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό ειδικότερα, η Επιτροπή διενεργεί αποστολές προκειμένου να αξιολογήσει την τρέχουσα οικονομική κατάσταση στο κράτος μέλος και να εντοπίσει οιουσδήποτε κινδύνους ή δυσκολίες σε σχέση με τη συμμόρφωση προς τους στόχους του παρόντος κανονισμού.

2.     Ενισχυμένη εποπτεία μπορεί να αναληφθεί για κράτη μέλη στα οποία έχουν αποσταλεί συστάσεις και προειδοποιήσεις που εκδόθηκαν βάσει απόφασης δυνάμει του άρθρου 126, παράγραφος 8 και αποφάσεις δυνάμει του άρθρου 126, παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ με σκοπό την επί τόπου εποπτεία. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση της αποστολής.

3.     Σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει νόμισμα το ευρώ ή συμμετέχει στον ΜΣΙ ΙΙ, η Επιτροπή μπορεί να προσκαλεί ενδεχομένως εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συμμετάσχουν στις αποστολές εποπτείας.

4.     Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αποστολής που αναφέρεται στη δεύτερη παράγραφο και, εφόσον ενδείκνυται, δημοσιοποιεί τα πορίσματά της

5.     Κατά τη διοργάνωση των αποστολών εποπτείας που αναφέρονται στη δεύτερη παράγραφο, η Επιτροπή διαβιβάζει τα προσωρινά πορίσματά της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη προκειμένου να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.»

11.

Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει να επιβάλει κυρώσεις σε συμμετέχον κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ , απαιτεί κατά κανόνα την καταβολή προστίμου. Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει τη συμπλήρωση αυτού του προστίμου με άλλα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ

12.

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

1.   Το ύψος του προστίμου περιλαμβάνει μια σταθερή συνιστώσα ίση με το 0,2 % του ΑΕΠ και μια μεταβλητή. Η μεταβλητή συνιστώσα ανέρχεται στο ένα δέκατο της διαφοράς μεταξύ του εκφρασμένου σε ποσοστό του ΑΕΠ ελλείμματος του προηγούμενου έτους και είτε της τιμής αναφοράς για το δημόσιο έλλειμμα είτε, εάν η μη τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας περιλαμβάνει το κριτήριο του χρέους, του ισοζυγίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα ως ποσοστού επί του ΑΕΠ που θα έπρεπε να έχει επιτευχθεί κατά το ίδιο έτος σύμφωνα με την ειδοποίηση βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της Συνθήκης.

2.   Κάθε έτος, μέχρις ότου καταργηθεί η απόφαση σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, το Συμβούλιο εκτιμά κατά πόσον το συγκεκριμένο συμμετέχον κράτος μέλος έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα ανταποκρινόμενο στην ειδοποίηση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ . Κατά την ετήσια αυτή εκτίμηση, εάν το συγκεκριμένο συμμετέχον μέλος δεν έχει συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση του Συμβουλίου, το Συμβούλιο αποφασίζει, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ , να επιτείνει τις κυρώσεις. Εάν αποφασισθεί να επιβληθεί συμπληρωματικό πρόστιμο, αυτό υπολογίζεται κατά τον ίδιο τρόπο με τη μεταβλητή συνιστώσα του προστίμου της παραγράφου 1.

3.   Κανένα από τα πρόστιμα για τα οποία γίνεται λόγος στις παραγράφους 1 και 2 δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο του 0,5 % του ΑΕΠ.»

13.

Το άρθρο 13 καταργείται και η παραπομπή του άρθρου 15 σε αυτό αντικαθίσταται από παραπομπή στο «άρθρο 12».

14.

Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 16

Τα πρόστιμα που εισπράττονται σύμφωνα με το άρθρο 12 του παρόντος κανονισμού αποτελούν «άλλα έσοδα», όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της Συνθήκης και πιστώνονται στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας . Όταν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ άλλος μηχανισμός σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, τα πρόστιμα διατίθενται σε αυτόν τον τελευταίο μηχανισμό.»

14α.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 17α

1.     Εντός τριών ετών μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια ανά τριετία, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Στην έκθεση αυτή αξιολογούνται μεταξύ άλλων:

α)

η αποτελεσματικότητα του κανονισμού·

β)

η πρόοδος όσον αφορά τον στενότερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και τη βιώσιμη σύγκλιση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη συνθήκη.

2.     Ενδεχομένως, η έκθεση θα συνοδεύεται από πρόταση τροποποιήσεων στον κανονισμό.

3.     Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.»

15.

Όλες οι παραπομπές στο «άρθρο 104» αντικαθίστανται σε ολόκληρο τον κανονισμό από παραπομπές στο «άρθρο 126 της ΣΛΕΕ ».

16.

Στο σημείο 2 του παραρτήματος, οι παραπομπές της στήλης I στο «άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου» αντικαθίστανται από παραπομπές στο «άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C

(2)  ΕΕ C 150 της, 20.5.2011, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(5)  ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 145 της 10.6.2009, σ 1.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/100


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών *

P7_TA(2011)0289

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (COM(2010)0523 – C7-0397/2010 – 2010/0277(NLE)) (1)

2012/C 390 E/19

(Διαβούλευση)

[Τροπολογία 2]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0184/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες· η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 126 παράγραφος 14 τρίτο εδάφιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Είναι αναγκαίο να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει αποκτηθεί κατά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Οι πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις έχουν θέσει την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής σε ολόκληρη την Ένωση αντιμέτωπη με νέες προκλήσεις και έχουν καταστήσει ιδιαίτερα εμφανή την ανάγκη για ενίσχυση της εθνικής διαχείρισης και για ενιαίες απαιτήσεις όσον αφορά τους κανόνες και τις διαδικασίες που διαμορφώνουν τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών. Συγκεκριμένα, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί τι πρέπει να πράττουν οι εθνικές αρχές προκειμένου να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου (αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, που προσαρτάται στις Συνθήκες, και ιδίως με το άρθρο 3.

(2)

Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών και οι υποτομείς της κυβέρνησης διαθέτουν δημόσια λογιστικά συστήματα τα οποία περιλαμβάνουν στοιχεία όπως τήρηση λογιστικών βιβλίων, εσωτερικό έλεγχο, χρηματοοικονομική αναφορά και λογιστικό έλεγχο. Τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να διακρίνονται, αφενός, από τα στατιστικά δεδομένα, τα οποία αφορούν τα αποτελέσματα των δημοσίων οικονομικών βάσει στατιστικών μεθοδολογιών, και, αφετέρου, από τις προγνώσεις ή την κατάρτιση του προϋπολογισμού, που αφορούν τα μελλοντικά δημόσια οικονομικά.

(3)

Οι πλήρεις και αξιόπιστες πρακτικές δημόσιας λογιστικής για όλους τους τομείς της γενικής κυβέρνησης αποτελούν προϋπόθεση για την παραγωγή στατιστικών υψηλής ποιότητας, οι οποίες να είναι συγκρίσιμες μεταξύ των κρατών μελών. Ο εσωτερικός έλεγχος πρέπει να διασφαλίζει ότι οι ισχύοντες κανόνες εφαρμόζονται σε ολόκληρο τον τομέα της γενικής κυβέρνησης. Ο ανεξάρτητος λογιστικός έλεγχος που διεξάγεται από δημόσια θεσμικά όργανα όπως Ελεγκτικά Συνέδρια ή ιδιωτικούς ελεγκτικούς φορείς πρέπει να ενθαρρύνει τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.

(4)

Η διαθεσιμότητα δημοσιονομικών δεδομένων έχει καίρια σημασία για την ορθή λειτουργία του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας στην Ένωση. Η τακτική διάθεση αξιόπιστων δημοσιονομικών δεδομένων εγκαίρως αποτελεί το βασικό στοιχείο της κατάλληλης παρακολούθησης στον σωστό χρόνο, πράγμα το οποίο, στη συνέχεια, παρέχει τη δυνατότητα για άμεσες ενέργειες, σε περίπτωση μη αναμενόμενων δημοσιονομικών εξελίξεων. Στοιχείο καίριας σημασίας για τη διασφάλιση της ποιότητας των δημοσιονομικών δεδομένων είναι η διαφάνεια, η οποία πρέπει να συνεπάγεται τακτική δημοσίευση των δεδομένων αυτών.

(5)

Όσον αφορά τις στατιστικές, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές (3) θεσπίστηκε νομοθετικό πλαίσιο για την παραγωγή ευρωπαϊκών στατιστικών, με σκοπό τη διαμόρφωση, την εφαρμογή, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των πολιτικών της Ένωσης. Στον εν λόγω κανονισμό καθορίστηκαν επίσης οι αρχές που διέπουν την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διάδοση των ευρωπαϊκών στατιστικών: επαγγελματική ανεξαρτησία, αμεροληψία, αντικειμενικότητα, αξιοπιστία, στατιστικό απόρρητο και σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, με επακριβή ορισμό εκάστης αρχής. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (4), όπως τροποποιήθηκε, ενισχύθηκαν οι εξουσίες της Επιτροπής όσον αφορά την επαλήθευση των στατιστικών δεδομένων που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

(6)

Οι ορισμοί των όρων «δημόσιος και δημοσιονομικός», «έλλειμμα» και «επένδυση» προσδιορίζονται στο πρωτόκολλο σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, με παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Ολοκληρωμένων Οικονομικών Λογαριασμών (ΕΣΟΛ), το οποίο αντικαταστάθηκε από το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (όπως θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996, περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (5) στο εξής αποκαλούμενο «ΕΣΟΛ 95»).

(6α)

Η διαθεσιμότητα και ποιότητα των δεδομένων του ΕΣΟΛ 95 έχει καθοριστική σημασία για την ορθή λειτουργία του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ. Το ΕΣΟΛ 95 βασίζεται σε πληροφορίες που παρέχονται σε βάση δεδουλευμένων. Ωστόσο, αυτά τα δημοσιονομικά στατιστικά δεδομένα που υπολογίζονται σε βάση δεδουλευμένων βασίζονται στην προηγούμενη κατάρτιση ταμειακών δεδομένων ή στις ισοδύναμες τιμές τους. Αυτά μπορούν να επιτελέσουν σημαντικό ρόλο ώστε να εντατικοποιείται εγκαίρως η δημοσιονομική παρακολούθηση, προκειμένου να αποφεύγεται ο καθυστερημένος εντοπισμός σημαντικών δημοσιονομικών σφαλμάτων. Η διαθεσιμότητα χρονολογικών σειρών με ταμειακά δεδομένα που αφορούν τις δημοσιονομικές εξελίξεις μπορεί να αποκαλύψει χαρακτηριστικά που να δικαιολογούν στενότερη εποπτεία. Τα προς δημοσιοποίηση δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση (ή οι ισοδύναμες τιμές από τα δημόσια λογιστικά συστήματα αν τα δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση δεν είναι διαθέσιμα) πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον συνολικό ισοζύγιο, συνολικά έσοδα και συνολικές δαπάνες. Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, λόγου χάρη αν υπάρχει μεγάλος αριθμός τοπικών κρατικών οργανισμών, η έγκαιρη δημοσίευση δεδομένων μπορεί να στηριχθεί σε κατάλληλες τεχνικές υπολογισμού βάσει υποδείγματος οργανισμών, ενώ σε μεταγενέστερη αναθεώρηση θα χρησιμοποιούνται πλήρη δεδομένα.

(7)

Οι μεροληπτικές και μη ρεαλιστικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις είναι δυνατόν να υπονομεύσουν σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητα του δημοσιονομικού σχεδιασμού και, κατά συνέπεια, να εμποδίσουν την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενώ η διαφάνεια και η συζήτηση των μεθοδολογιών πρόγνωσης είναι σε θέση να αυξήσουν σημαντικά την ποιότητα των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό.

(8)

Στοιχείο καίριας σημασίας για την εξασφάλιση της χρησιμοποίησης ρεαλιστικών προγνώσεων κατά την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής είναι η διαφάνεια, η οποία πρέπει να συνεπάγεται τη δημοσιοποίηση όχι μόνο της επίσημης μακροοικονομικής και δημοσιονομικής πρόγνωσης που έχει προετοιμαστεί για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό , αλλά και των μεθοδολογιών, των παραδοχών και των συναφών παραμέτρων στις οποίες βασίζονται οι προγνώσεις αυτές.

(9)

Αναλύσεις ευαισθησίας και αντίστοιχες δημοσιονομικές προβλέψεις, που συμπληρώνουν το πιθανότερο μακροοικονομικό δημοσιονομικό σενάριο, επιτρέπουν να αναλυθεί το πώς θα εξελίσσονταν οι κυριότερες δημοσιονομικές μεταβλητές υπό διαφορετικές παραδοχές για τους συντελεστές ανάπτυξης και τα επιτόκια και, επομένως, μειώνουν σε μεγάλο βαθμό το ενδεχόμενο να τεθεί σε κίνδυνο η δημοσιονομική πειθαρχία από σφάλματα πρόγνωσης.

(10)

Οι προγνώσεις της Επιτροπής και οι πληροφορίες σχετικά με τα μοντέλα στα οποία βασίζονται μπορούν να αποτελέσουν για τα κράτη μέλη χρήσιμο σημείο αναφοράς για το πιθανότερο μακροοικονομικό δημοσιονομικό τους σενάριο, ενισχύοντας το κύρος των προγνώσεων που χρησιμοποιούν για το δημοσιονομικό σχεδιασμό, μολονότι αναμένεται να ποικίλλει ο βαθμός σύγκρισης από τα κράτη μέλη των προγνώσεων που χρησιμοποιούν για το δημοσιονομικό σχεδιασμό με τις προγνώσεις της Επιτροπής, ανάλογα με το χρονοδιάγραμμα της κατάρτισης των προγνώσεων και τη συγκρισιμότητα των μεθοδολογιών πρόγνωσης και των παραδοχών. Οι προγνώσεις άλλων ανεξάρτητων φορέων μπορούν να προσφέρουν χρήσιμους δείκτες επιδόσεων.

(10α)

Σημαντικές διαφορές μεταξύ του μακροοικονομικού δημοσιονομικού σεναρίου που επελέγη και των προγνώσεων της Επιτροπής πρέπει να περιγράφονται κατά τρόπο τεκμηριωμένο, ιδίως εάν το επίπεδο ή η εξέλιξη των μεταβλητών των εξωτερικών παραδοχών αποκλίνουν σημαντικά από τις τιμές που περιλαμβάνονται στις προγνώσεις της Επιτροπής.

(10β)

Δεδομένης της αλληλεξάρτησης των προϋπολογισμών των κρατών μελών κα του προϋπολογισμού της Ένωσης, η Επιτροπή, προκειμένου να υποστηρίζει τα κράτη μέλη κατά την προετοιμασία των δημοσιονομικών τους προγνώσεων, πρέπει να παρέχει προγνώσεις για τις δαπάνες της ΕΕ με βάση το επίπεδο δαπανών που έχει προγραμματιστεί στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο .

(10γ)

Προκειμένου να διευκολύνεται η παραγωγή των προγνώσεων που χρησιμοποιούνται για το δημοσιονομικό σχεδιασμό και να αποσαφηνίζονται οι διαφορές μεταξύ των προγνώσεων της Επιτροπής και των κρατών μελών, κάθε κράτος μέλος πρέπει κάθε έτος να έχει τη δυνατότητα να συζητεί με την Επιτροπή τις παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η προετοιμασία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων.

(11)

Η ποιότητα των επίσημων μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προβλέψεων ενισχύεται καθοριστικά από την τακτική, αμερόληπτη και περιεκτική αξιολόγηση βασισμένη σε αντικειμενικά κριτήρια. Η διεξοδική αξιολόγηση περιλαμβάνει ενδελεχή έλεγχο των οικονομικών παραδοχών, σύγκριση με τις προγνώσεις που έχουν καταρτίσει άλλοι οργανισμοί και αξιολόγηση των επιδόσεων προηγουμένων προγνώσεων.

(12)

Δεδομένου ότι τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών που βασίζονται σε κανόνες είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματικά για την ενίσχυση της αποδοχής από κάθε κράτος μέλος των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ και για την προώθηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, οι αυστηροί ανά χώρα αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες, συνεπείς με τους δημοσιονομικούς στόχους στο επίπεδο της Ένωσης, πρέπει να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του ενισχυμένου πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης. Οι αυστηροί αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες θα πρέπει να στηρίζονται σε σαφώς διατυπωμένο καθορισμό στόχων, μαζί με μηχανισμούς αποτελεσματικής και έγκαιρης παρακολούθησης. Εδώ είναι αναγκαία η αξιόπιστη και ανεξάρτητη ανάλυση που να διενεργείται από ανεξάρτητους φορείς ή φορείς στους οποίους εξασφαλίζεται λειτουργική αυτονομία έναντι των δημοσιονομικών αρχών των κρατών μελών. Επιπλέον, η πείρα από τις πολιτικές έχει δείξει ότι, για να λειτουργούν αποτελεσματικά οι αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες, η μη συμμόρφωση πρέπει να συνεπάγεται κυρώσεις, ακόμη και αν θίγουν μόνον την υπόληψη.

(12α)

Δεδομένου ότι, δυνάμει του πρωτοκόλλου (αριθ. 15) σχετικά με ορισμένες διατάξεις που αφορούν το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και τη Βόρεια Ιρλανδία, οι τιμές αναφοράς που αναφέρονται στο πρωτόκολλο (αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος δεν δεσμεύουν άμεσα το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν εφαρμόζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο η υποχρέωση των κρατών μελών να διαθέτουν αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες που προωθούν αποτελεσματικά τη συμμόρφωση με τις ειδικές τιμές αναφοράς για το υπερβολικό έλλειμμα ούτε η σχετική υποχρέωση να είναι σύμφωνοι προς τους κανόνες αυτούς οι πολυετείς στόχοι των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων.

(13)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφεύγουν φιλοκυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές, οι δε προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης θα πρέπει να είναι εντονότερες σε ευνοϊκές περιόδους. Η σαφής διατύπωση των αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων συντελεί στην επίτευξη αυτών των στόχων και πρέπει να αντικατοπτρίζεται στην ετήσιο νόμο περί προϋπολογισμού των κρατών μελών.

(14)

Ο εθνικός δημοσιονομικός σχεδιασμός μπορεί να είναι συνεπής τόσο με το προληπτικό όσο και με το διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης μόνον εφόσον υιοθετεί μια πολυετή προοπτική και επιδιώκει, συγκεκριμένα, την επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων. Τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια είναι απολύτως απαραίτητα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών συνάδουν με τη νομοθεσία της Ένωσης. Στο πνεύμα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (6) και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (7), τα προληπτικά και τα διορθωτικά μέρη του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν θα πρέπει να εξετάζονται μεμονωμένα.

(15)

Μολονότι η έκδοση του ετήσιου νόμου περί προϋπολογισμού αποτελεί το βασικό στάδιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού κατά το οποίο λαμβάνονται σημαντικές δημοσιονομικές αποφάσεις στα κράτη μέλη, τα περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα έχουν δημοσιονομικές συνέπειες που υπερβαίνουν κατά πολύ τον ετήσιο δημοσιονομικό κύκλο. Ως εκ τούτου, η μονοετής προοπτική δεν αποτελεί επαρκή βάση για ορθές δημοσιονομικές πολιτικές. Προκειμένου να ενσωματωθεί η πολυετής δημοσιονομική προοπτική του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης, η κατάρτιση του ετήσιου νόμου περί προϋπολογισμού θα πρέπει να βασίζεται σε πολυετή δημοσιονομικό σχεδιασμό, που να απορρέει από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο.

(15α)

Αυτό το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, προβλέψεις για κάθε σημαντικό στοιχείο δαπανών και εσόδων για το δημοσιονομικό έτος και πέραν αυτού σε βάση αμετάβλητης πολιτικής. Κάθε κράτος μέλος πρέπει να είναι σε θέση να ορίζει καταλλήλως τις αμετάβλητες πολιτικές, και ο ορισμός πρέπει να δημοσιοποιείται μαζί με τις συναφείς παραδοχές, μεθοδολογίες και σχετικές παραμέτρους.

(15β)

Η παρούσα οδηγία δεν απαγορεύει σε καμία νέα κυβέρνηση κράτους μέλους να επικαιροποιεί το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο έτσι ώστε αυτό να αντανακλά τις νέες τις προτεραιότητες όσον αφορά τις πολιτικές, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος επισημαίνει τις διαφορές με το προηγούμενο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο.

(16)

Οι διατάξεις του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας, που προβλέπεται στη Συνθήκη, και ιδίως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ισχύουν για τη γενική κυβέρνηση στο σύνολό της, η οποία περιλαμβάνει τους υποτομείς «κεντρική διοίκηση», «διοίκηση ομόσπονδων κρατιδίων», «τοπική αυτοδιοίκηση» και «οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης», όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96.

(17)

Αξιοσημείωτος αριθμός κρατών μελών έχουν προβεί σε σημαντική δημοσιονομική αποκέντρωση, με μεταβίβαση δημοσιονομικών εξουσιών σε υπο-εθνικό επίπεδο. Ο ρόλος των εν λόγω υπο-εθνικών κυβερνήσεων στη διασφάλιση της τήρησης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης έχει ήδη αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, θα πρέπει δε να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη δέουσα υπαγωγή όλων των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης στο πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων και των διαδικασιών που προβλέπονται στα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, ιδίως, αλλά όχι αποκλειστικά, στα κράτη μέλη εκείνα που χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερο βαθμό αποκέντρωσης.

(18)

Για να προωθήσουν αποτελεσματικά τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διατηρησιμότητα των δημοσίων οικονομικών, τα δημοσιονομικά πλαίσια θα πρέπει να καλύπτουν συνολικά τα δημόσια οικονομικά. Για το λόγο αυτόν, θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής οι συναλλαγές οργανισμών της γενικής κυβέρνησης και ταμείων του δημοσίου που δεν αποτελούν μέρος των τακτικών προϋπολογισμών σε επίπεδο υποτομέα και οι οποίες έχουν άμεσο ή μεσοπρόθεσμο αντίκτυπο στις δημοσιονομικές θέσεις των κρατών μελών. Ο συνδυασμένος αντίκτυπός τους στα ισοζύγια γενικής κυβέρνησης και στο χρέος πρέπει να παρουσιάζεται στο πλαίσιο των ετήσιων δημοσιονομικών διαδικασιών και των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών σχεδίων.

(18α)

Ομοίως, η ύπαρξη ενδεχόμενων υποχρεώσεων χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Ειδικότερα, οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις περιλαμβάνουν πιθανές δεσμεύσεις που εξαρτώνται από το αν θα συμβεί κάποιο αβέβαιο μελλοντικό γεγονός, ή παρούσες δεσμεύσεις όπου η πληρωμή δεν είναι πιθανή ή το ποσό δεν μπορεί να αποτιμηθεί με αξιοπιστία. Περιλαμβάνουν λόγου χάρη σχετικές πληροφορίες για κρατικές εγγυήσεις, μη εξυπηρετούμενα δάνεια και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη λειτουργία των δημόσιων επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, της πιθανότητας εκτέλεσης και της ενδεχόμενης ημερομηνίας πραγματοποίησης της δαπάνης των ενδεχόμενων υποχρεώσεων. Ευαισθησίες της αγοράς θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

(18β)

Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί τακτικά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Πρέπει να εντοπίζονται και να ανταλλάσσονται βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τις διατάξεις των πέντε κεφαλαίων που αφορούν τις διαφορετικές πτυχές των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων.

(18γ)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της Διοργανικής Συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (8), τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να καταρτίζουν προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Ένωσης, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

(19)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας , και συγκεκριμένα η ομοιόμορφη συμμόρφωση με τη δημοσιονομική πειθαρχία, όπως απαιτείται βάσει της Συνθήκης, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Αντικείμενο και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τα αναγκαία χαρακτηριστικά των δημοσιονομικών πλαισίων των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα κράτη μέλη θα συμμορφώνονται στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη Συνθήκη όσον αφορά την αποφυγή υπερβολικών κρατικών ελλειμμάτων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ορισμοί των όρων «δημόσιος και δημοσιονομικός», «έλλειμμα» και «επένδυση» που παρατίθενται στο άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου (Αριθ. 12) σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, το οποίο προσαρτάται στις Συνθήκες. Για τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης ισχύει ο ορισμός που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 (ΕΣΟΛ 95).

Επιπλέον, ισχύει ο ακόλουθος ορισμός:

ως «δημοσιονομικό πλαίσιο» νοείται ένα σύνολο ρυθμίσεων, διαδικασιών κανόνων και θεσμικών οργάνων που αποτελούν τη βάση για την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής της γενικής κυβέρνησης, και ιδίως:

α)

συστήματα δημοσιονομικής λογιστικής και στατιστικής αναφοράς·

β)

κανόνες και διαδικασίες που διέπουν την κατάρτιση προγνώσεων για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό·

γ)

ανά χώρα αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες, οι οποίοι συμβάλλουν ώστε η άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής των κρατών μελών να είναι συνεπής με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους βάσει της Συνθήκης που εκφράζονται ως συνοπτικός δείκτης δημοσιονομικών επιδόσεων, όπως είναι το δημοσιονομικό έλλειμμα, ο δημόσιος δανεισμός, το δημόσιο χρέος ή μια σημαντική συνιστώσα τους·

δ)

δημοσιονομικές διαδικασίες οι οποίες περιλαμβάνουν διαδικαστικούς κανόνες που ρυθμίζουν όλα τα στάδια της διαδικασίας του προϋπολογισμού·

ε)

μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια, ως ειδικό σύνολο εθνικών δημοσιονομικών διαδικασιών που επεκτείνουν τον ορίζοντα χάραξης της δημοσιονομικής πολιτικής πέραν του ετήσιου δημοσιονομικού κύκλου και συνεπάγονται επίσης τον καθορισμό πολιτικών προτεραιοτήτων και μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων·

στ)

ρυθμίσεις για την ανεξάρτητη παρακολούθηση και ανάλυση, ώστε να ενισχυθεί η διαφάνεια των στοιχείων της διαδικασίας του προϋπολογισμού·

ζ)

μηχανισμοί και κανόνες που ρυθμίζουν τις δημοσιονομικές σχέσεις μεταξύ των δημοσίων αρχών στους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

Λογιστική και στατιστικές

Άρθρο 3

1.   Όσον αφορά τα εθνικά δημόσια λογιστικά συστήματα, τα κράτη μέλη διαθέτουν δημόσια λογιστικά συστήματα τα οποία καλύπτουν συνολικά και συστηματικά όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης ▐ και περιέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες για τη παραγωγή δεδομένων δεδουλευμένων προκειμένου να εκπονηθούν δεδομένα βάσει του ΕΣΟΛ 95. Τα εν λόγω δημόσια λογιστικά συστήματα υπόκεινται σε εσωτερικό έλεγχο και ανεξάρτητο λογιστικό έλεγχο.

2.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την έγκαιρη και τακτική δημοσίευση δημοσιονομικών δεδομένων για όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 (ΕΣΟΛ 95) . Ειδικότερα, τα κράτη μέλη δημοσιεύουν:

α)

δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση (ή την ισοδύναμη τιμή από τα δημόσια λογιστικά συστήματα αν τα δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση δεν είναι διαθέσιμα) με την εξής συχνότητα:

ανά μήνα για την κεντρική διοίκηση, τη διοίκηση ομόσπονδων κρατιδίων, και τους υποτομείς κοινωνικής ασφάλισης, πριν από το τέλος του επόμενου μήνα, και

ανά τρίμηνο, για τον υποτομέα της τοπικής αυτοδιοίκησης, πριν το τέλος του επόμενου τριμήνου,

β)

λεπτομερή πίνακα αντιστοιχίας, όπου εμφαίνεται η μεθοδολογία μετάβασης από δεδομένα σε ταμειακή βάση (ή τις ισοδύναμες τιμές από τα δημόσια λογιστικά συστήματα αν τα δημοσιονομικά δεδομένα σε ταμειακή βάση δεν είναι διαθέσιμα) σε δεδομένα βάσει του ΕΣΟΛ 95.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

Προγνώσεις

Άρθρο 4

1.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο δημοσιονομικός σχεδιασμός να βασίζεται σε ρεαλιστικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις, χρησιμοποιώντας τις πλέον επίκαιρες πληροφορίες. Ο δημοσιονομικός σχεδιασμός βασίζεται στο πιθανότερο μακροοικονομικό δημοσιονομικό σενάριο ή σε επιφυλακτικότερο σενάριο ▐. Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις συγκρίνονται με τις πλέον επικαιροποιημένες προγνώσεις της Επιτροπής και, ενδεχομένως, τις προγνώσεις άλλων ανεξάρτητων οργανισμών. Σημαντικές διαφορές μεταξύ του μακροοικονομικού δημοσιονομικού σεναρίου που επελέγη και των προγνώσεων της Επιτροπής πρέπει να περιγράφονται κατά τρόπο τεκμηριωμένο, ιδίως εάν το επίπεδο ή η εξέλιξη των μεταβλητών των εξωτερικών παραδοχών αποκλίνουν σημαντικά από τις τιμές που περιλαμβάνονται στις προγνώσεις της Επιτροπής.

1α.     Η Επιτροπή προβαίνει σε δημοσιοποίηση των μεθοδολογιών, υποθέσεων και σχετικών παραμέτρων πάνω στις οποίες στηρίζονται οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις της.

1β.     Η Επιτροπή, προκειμένου να υποστηρίζει τα κράτη μέλη κατά την προετοιμασία των δημοσιονομικών τους προγνώσεων, παρέχει προγνώσεις για τις δαπάνες της ΕΕ με βάση το επίπεδο δαπανών που έχει προγραμματιστεί στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο .

2.    Στο πλαίσιο μιας ανάλυσης ευαισθησίας, οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις εξετάζουν την πορεία των κύριων δημοσιονομικών μεταβλητών υπό διαφορετικές παραδοχές για τους συντελεστές ανάπτυξης και τα επιτόκια. Το φάσμα των εναλλακτικών παραδοχών που χρησιμοποιούνται στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις προσδιορίζεται με γνώμονα τις επιδόσεις των προηγουμένων προγνώσεων και επιδιώκει να λαμβάνει υπόψη σχετικά σενάρια κινδύνου.

3.   Τα κράτη μέλη διευκρινίζουν ποιο όργανο είναι αρμόδιο για την κατάρτιση των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων και δημοσιεύουν τις επίσημες μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις που καταρτίζονται για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό, συμπεριλαμβανομένων των μεθοδολογιών, παραδοχών και σχετικών παραμέτρων στις οποίες στηρίζονται οι εν λόγω προγνώσεις. Τουλάχιστον κάθε έτος τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διεξάγουν τεχνικό διάλογο σχετικά με τις παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η προετοιμασία των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών προγνώσεων.

4.   Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις για το δημοσιονομικό σχεδιασμό υποβάλλονται σε τακτική, αμερόληπτη και περιεκτική αξιολόγηση βάσει αντικειμενικών κριτηρίων συμπεριλαμβανομένης της εκ των υστέρων αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα της εν λόγω αξιολόγησης δημοσιοποιούνται και λαμβάνονται δεόντως υπόψη στις μελλοντικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις. Εάν η αξιολόγηση εντοπίσει μια σημαντική μεροληπτική αντιμετώπιση που επηρεάζει τις μακροοικονομικές προγνώσεις για μια περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων συναπτών ετών, το ενεχόμενο κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα και τα δημοσιοποιεί.

4α.     Τα επίπεδα τριμήνου όσον αφορά το χρέος και το έλλειμμα των κρατών μελών δημοσιοποιούνται από την Επιτροπή (Eurostat) ανά τρίμηνο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

Αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη διαθέτουν ανά χώρα αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες που προωθούν αποτελεσματικά τη συμμόρφωση, σε ένα πολυετές πλαίσιο, της γενικής κυβέρνησης συνολικά με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις της οι οποίες απορρέουν από τη Συνθήκη στον τομέα της δημοσιονομικής πολιτικής. Οι εν λόγω κανόνες προωθούν συγκεκριμένα:

α)

τη συμμόρφωση με τις τιμές αναφοράς για το έλλειμμα και το χρέος, οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με τη Συνθήκη·

β)

την υιοθέτηση ενός ορίζοντα πολυετούς δημοσιονομικού σχεδιασμού, που συμπεριλαμβάνει την τήρηση των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων του κράτους μέλους .

Άρθρο 6

1.    Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της Συνθήκης σχετικά με το πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης, οι ανά χώρα αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες περιέχουν διευκρινίσεις για τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τον καθορισμό στόχου και πεδίου εφαρμογής των κανόνων·

β)

αποτελεσματική και έγκαιρη παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανόνες βάσει αξιόπιστης και ανεξάρτητης ανάλυσης που να διενεργείται από ανεξάρτητους φορείς ή φορείς στους οποίους εξασφαλίζεται λειτουργική αυτονομία έναντι των δημοσιονομικών αρχών του κράτους μέλους.

γ)

τις συνέπειες σε περίπτωση μη συμμόρφωσης·

2.     Σε περίπτωση που οι αριθμητικοί δημοσιονομικοί κανόνες περιέχουν ρήτρες διαφυγής, αυτές πρέπει να προβλέπουν περιορισμένο αριθμό ειδικών περιστάσεων που συνάδουν με τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους που απορρέουν από τη Συνθήκη στον τομέα της δημοσιονομικής πολιτικής και αυστηρές διαδικασίες, στις οποίες επιτρέπεται προσωρινή μη συμμόρφωση με τον κανόνα.

Άρθρο 7

Ο ετήσιος νόμος περί προϋπολογισμού των κρατών μελών αντικατοπτρίζει τους ανά χώρα ισχύοντες αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες τους.

Άρθρο 7α

Τα άρθρα 5 έως 7 δεν εφαρμόζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια

Άρθρο 8

1.   Τα κράτη μέλη διαμορφώνουν ένα αξιόπιστο, αποτελεσματικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο, το οποίο προβλέπει την υιοθέτηση δημοσιονομικού σχεδιασμού με χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον τριών ετών, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εθνικός δημοσιονομικός σχεδιασμός εντάσσεται σε μια προοπτική πολυετούς δημοσιονομικού σχεδιασμού.

2.   Τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια περιλαμβάνουν διαδικασίες προκειμένου να καθορίζονται τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

συνολικοί και διαφανείς πολυετείς δημοσιονομικοί στόχοι ως προς το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος και οιονδήποτε άλλον συνοπτικό δημοσιονομικό δείκτη, όπως οι δαπάνες, οι οποίοι διασφαλίζουν τη συνέπειά τους με τους ισχύοντες αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες, όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο IV·

β)

▐ προβλέψεις για κάθε σημαντικό στοιχείο δαπανών και εσόδων της γενικής κυβέρνησης με περισσότερες διευκρινίσεις για το επίπεδο της κεντρικής διοίκησης και της κοινωνικής ασφάλισης, για το δημοσιονομικό έτος και πέραν αυτού, σε βάση αμετάβλητων πολιτικών·

γ)

περιγραφή των μεσοπρόθεσμα προβλεπόμενων πολιτικών που έχουν αντίκτυπο στα οικονομικά της γενικής κυβέρνησης, με ανάλυση ανά σημαντικό στοιχείο εσόδων και δαπανών ▐, όπου καταδεικνύεται το πώς θα επιτευχθεί η προσαρμογή προς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, σε σύγκριση με τις προβλέψεις σε βάση αμετάβλητων πολιτικών·

γα)

αξιολόγηση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι προαναφερόμενες προβλεπόμενες πολιτικές, υπό το φως του άμεσου μακροπρόθεσμου αντικτύπου τους στα οικονομικά της γενικής κυβέρνησης, πρόκειται να επηρεάσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών.

3.   Οι προβλέψεις που εγκρίνονται εντός των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων βασίζονται σε ρεαλιστικές μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις, σύμφωνα με το κεφάλαιο III.

Άρθρο 9

Ο ετήσιος νόμος περί προϋπολογισμού συνάδει με τις διατάξεις που απορρέουν από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο. Ειδικότερα, οι προβλέψεις εσόδων και δαπανών και οι προτεραιότητες που καθορίζονται στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο, όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2, αποτελούν τη βάση για την κατάρτιση του ετήσιου προϋπολογισμού. Κάθε απόκλιση από τις εν λόγω διατάξεις δικαιολογείται δεόντως.

Άρθρο 9α

Η παρούσα οδηγία δεν απαγορεύει σε καμία νέα κυβέρνηση κράτους μέλους να επικαιροποιεί το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο έτσι ώστε αυτό να αντανακλά τις νέες τις προτεραιότητες όσον αφορά τις πολιτικές, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος επισημαίνει τις διαφορές με το προηγούμενο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πλαίσιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Διαφάνεια των οικονομικών της γενικής κυβέρνησης και συνολικό πεδίο εφαρμογής των δημοσιονομικών πλαισίων

Άρθρο 10

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλα τα μέτρα που λαμβάνουν, προκειμένου να συμμορφωθούν με τα κεφάλαια II, III και IV, να εμφανίζουν συνέπεια μεταξύ όλων των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης και να τους καλύπτουν συνολικά. Αυτό συνεπάγεται, ιδίως, συνέπεια των λογιστικών κανόνων και διαδικασιών ▐ και την ακεραιότητα των υποκείμενων συστημάτων συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων.

Άρθρο 11

1.    Τα κράτη μέλη δημιουργούν κατάλληλους μηχανισμούς συντονισμού μεταξύ των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης, ώστε να παρέχεται συνολική και συνεκτική κάλυψη όλων των υποτομέων της γενικής κυβέρνησης στον δημοσιονομικό σχεδιασμό, στους ανά χώρα αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες, και στην κατάρτιση των δημοσιονομικών προγνώσεων, καθώς και στον καθορισμό του πολυετούς σχεδιασμού, όπως προβλέπεται ιδίως στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

2.   Προκειμένου να προωθηθεί η δημοσιονομική λογοδοσία, καθορίζονται σαφώς οι δημοσιονομικές ευθύνες των δημοσίων αρχών στους διάφορους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης.

Άρθρο 13

1.    Όλοι οι οργανισμοί γενικής κυβέρνησης και τα κονδύλια που δεν αποτελούν μέρος των τακτικών προϋπολογισμών σε επίπεδο υποτομέα πρέπει να προσδιορίζονται και να παρουσιάζονται μαζί με άλλες σχετικές πληροφορίες, στο πλαίσιο των ετήσιων δημοσιονομικών διαδικασιών. Ο συνδυασμένος αντίκτυπός τους στα ισοζύγια και στο χρέη της γενικής κυβέρνησης πρέπει να παρουσιάζεται στο πλαίσιο των ετήσιων δημοσιονομικών διαδικασιών και των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών σχεδίων.

2.   Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο των φορολογικών δαπανών στα έσοδα.

3.   Για όλους τους υποτομείς της γενικής κυβέρνησης, τα κράτη μέλη δημοσιεύουν σχετικές πληροφορίες για τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις οι οποίες είναι πιθανό να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στους προϋπολογισμούς του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών εγγυήσεων, των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη λειτουργία των δημόσιων επιχειρήσεων, όπως και για την έκτασή τους ▐. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν επίσης πληροφορίες για τις συμμετοχές της γενικής κυβέρνησης στο κεφάλαιο ιδιωτικών και δημοσίων επιχειρήσεων για σημαντικά από οικονομικής απόψεως ποσά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 14

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους προς την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2013. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων . Το Συμβούλιο παροτρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση, και προς όφελος της Ένωσης, τους δικούς τους πίνακες, οι οποίοι αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία ▐ της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

1α.     Η Επιτροπή υποβάλλει ενδιάμεση έκθεση προόδου σχετικά με την εφαρμογή των κυριότερων διατάξεων της παρούσας οδηγίας βάσει των σχετικών πληροφοριών που παρέχονται από τα κράτη μέλη και που υποβάλλονται το αργότερο ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας.

1β.    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κυριοτέρων διατάξεων τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 14α

1.     Πέντε έτη από την ημερομηνία μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 14, παράγραφος 1, η Επιτροπή δημοσιεύει επισκόπηση σχετικά με την καταλληλότητα των διατάξεων της οδηγίας.

2.     Στην επισκόπηση αξιολογείται, μεταξύ άλλων η καταλληλότητα:

α)

των στατιστικών απαιτήσεων για όλους τους υποτομείς της κυβέρνησης·

β)

της σχεδίασης και της αποτελεσματικότητας των αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων στα κράτη μέλη·

γ)

του γενικού επιπέδου διαφάνειας των δημόσιων οικονομικών στα κράτη μέλη.

3.     Η Επιτροπή πρέπει να προβεί το αργότερο έως το τέλος του 2012 σε αξιολόγηση της καταλληλότητας των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων του Δημόσιου Τομέα για τα κράτη μέλη.

Άρθρο 15

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 16

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

…,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C …..

(2)  ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164.

(4)  ΕΕ L 145 της 10.6.2009, σ. 1.

(5)  EE L 310 της 30.11.1996, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(8)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/111


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Δημοσιονομική εποπτεία στη ζώνη του ευρώ ***I

P7_TA(2011)0290

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ (COM(2010)0524 – C7-0298/2010 – 2010/0278(COD)) (1)

2012/C 390 E/20

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

[Τροπολογία 2]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0180/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες · η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 136 σε συνδυασμό με το άρθρο 121 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  (1) ,

Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ έχουν ιδιαίτερο συμφέρον και ευθύνη να εφαρμόζουν οικονομικές πολιτικές που προωθούν την εύρυθμη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και να αποφεύγουν πολιτικές που την θέτουν σε κίνδυνο.

(2)

Η Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) επιτρέπει τη θέσπιση συγκεκριμένων μέτρων στη ζώνη του ευρώ που υπερβαίνουν τις διατάξεις τις εφαρμοστέες σε όλα τα κράτη μέλη, με σκοπό την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(2α)

Η πείρα που αποκτήθηκε και τα σφάλματα που διαπράχθηκαν κατά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης δείχνει την ανάγκη να βελτιωθεί η οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, με ενδεικνυόμενη βάση έναν αποφασιστικότερο εθνικό ενστερνισμό των από κοινού συμφωνηθέντων κανόνων και πολιτικών και ένα στιβαρότερο εποπτικό πλαίσιο των εθνικών οικονομικών πολιτικών σε επίπεδο Ένωσης.

(2β)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να βασίζεται σε διάφορες αλληλοσυνδεόμενες πολιτικές για βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση, οι οποίες θα στηρίζονται σε μια υγιή στρατηγική της Ένωσης για ανάπτυξη και απασχόληση, εστιάζοντας ιδιαίτερα στην ανάπτυξη και την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς, στην προώθηση των διεθνών εμπορικών συναλλαγών και της ανταγωνιστικότητας, σε ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος (Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), σε ένα ισχυρό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση μακροοικονομικών ανισορροπιών, σε ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, σε μια ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία της χρηματοπιστωτικής αγοράς (συμπεριλαμβανομένης της μακροπροληπτικής εποπτείας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου).

(2γ)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το ολοκληρωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να συμπληρώνουν και να είναι συμβατά με μια ενωσιακή στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης. Ωστόσο, αυτές οι αλληλοσυνδέσεις μεταξύ των διαφόρων πτυχών δεν θα πρέπει να προβλέπουν εξαιρέσεις στις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(2δ)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων.

(2ε)

Η επίτευξη και διατήρηση μιας δυναμικής ενιαίας αγοράς πρέπει να θεωρείται χαρακτηριστικό στοιχείο κατάλληλης και εύρυθμης λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(2στ)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο συντονιστικό ρόλο στις διαδικασίες ενισχυμένης εποπτείας, κυρίως όσον αφορά στις ειδικές αξιολογήσεις για κράτη μέλη, στην παρακολούθηση, τις επιτόπου αποστολές, τις συστάσεις και τις έγκαιρες προειδοποιήσεις.

(2ζ)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στη διαδικασία της ενισχυμένης εποπτείας, όσον αφορά τις αξιολογήσεις που αφορούν κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά, την παρακολούθηση, τις αποστολές, τις συστάσεις και τις έγκαιρες προειδοποιήσεις. Συγκεκριμένα, πρέπει να περιορισθεί ο ρόλος του Συμβουλίου στη λήψη αποφάσεων για κυρώσεις, ενώ στο Συμβούλιο πρέπει να χρησιμοποιείται η λήψη απόφασης με αντίστροφη ειδική πλειοψηφία.

(2η)

Είναι δυνατόν να καθιερωθεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διάλογος οικονομικού περιεχομένου, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στην Επιτροπή να δημοσιοποιεί τις αναλύσεις της και στον Πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, εφόσον κριθεί ενδεδειγμένο, τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή το Πρόεδρο της Ευρωομάδας να συζητούν. Μια τέτοια δημόσια συζήτηση θα μπορούσε να ασχολείται με τα δευτερογενή αποτελέσματα των εθνικών αποφάσεων και να παρέχει τη δυνατότητα για αμοιβαία πίεση μεταξύ των εταίρων. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορούν οι αποφάσεις του Συμβουλίου που ελήφθησαν σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 5 του παρόντος κανονισμού, να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

(3)

Είναι απαραίτητες πρόσθετες κυρώσεις για να καταστεί πιο αποτελεσματική η επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ. Οι εν λόγω κυρώσεις αναμένεται ότι θα ενισχύσουν την αξιοπιστία του πλαισίου δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης.

(4)

Οι κανόνες που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό αναμένεται ότι θα εξασφαλίσουν δίκαιους, έγκαιρους, κλιμακωτούς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη συμμόρφωση με το προληπτικό και το διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ιδίως δε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (3) και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, όπου η τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας εξετάζεται με βάση τα κριτήρια του δημοσίου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους  (4).

(5)

Στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, οι κυρώσεις για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, όσον αφορά το προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, αναμένεται ότι θα δώσουν κίνητρα για την προσαρμογή και τη διατήρηση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου.

(5α)

Προς αποφυγή της παραποίησης, εκ προθέσεως ή λόγω αμέλειας, των δεδομένων του δημοσίου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους, τα οποία αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία για το συντονισμό της οικονομικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να επιβάλλεται πρόστιμο στο κράτος μέλος εκείνο που προβαίνει στην εν λόγω παραποίηση.

(6)

Για να συμπληρωθούν οι κανόνες σχετικά με τον υπολογισμό των προστίμων σε περίπτωση παραποίησης των στατιστικών στοιχείων καθώς και με τη διαδικασία που θα ακολουθεί η Επιτροπή για τη διερεύνηση τέτοιων πράξεων, πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει ενδελεχών κριτηρίων που θα ορίζουν το ύψος του πρόστιμου και τον τρόπο με τον οποίο θα διεξάγει τις έρευνες η Επιτροπή. Έχει ιδιαίτερη σημασία να διεξάγει η Επιτροπή τις απαιτούμενες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, συμπεριλαμβανομένων διαβουλεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή πρέπει να μεριμνά ώστε τα σχετικά έγγραφα να διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ταυτόχρονα, έγκαιρα και με κατάλληλο τρόπο.

(7)

Στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η προσαρμογή στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και η προσήλωση σε αυτόν θα πρέπει να διασφαλίζονται μέσω της υποχρέωσης πραγματοποίησης τοκοφόρου κατάθεσης που επιβάλλεται προσωρινά σε ένα κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ, το οποίο σημειώνει ανεπαρκή πρόοδο στο πεδίο της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Αυτό θα πρέπει να ισχύει όταν ▐ ένα κράτος μέλος, ακόμη και αν το έλλειμμά του είναι κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ, αποκλίνει σημαντικά από τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την ενδεδειγμένη πορεία προσαρμογής προς αυτόν και αδυνατεί να διορθώσει την απόκλιση αυτή .

(8)

Η τοκοφόρος κατάθεση που επιβάλλεται θα πρέπει να αποδεσμεύεται και να τίθεται εκ νέου στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους με τους δεδουλευμένους τόκους μόλις το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι έχει τερματιστεί η κατάσταση από την οποία προέκυψε η υποχρέωση της κατάθεσης.

(9)

Στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι κυρώσεις για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ θα πρέπει να έχουν τη μορφή της υποχρέωσης να πραγματοποιείται άτοκη κατάθεση που θα συνδέεται με απόφαση του Συμβουλίου για τη διαπίστωση της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος εφόσον έχει ήδη επιβληθεί τοκοφόρος κατάθεση στο συγκεκριμένο κράτος μέλος στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης ή, σε περιπτώσεις ιδιαίτερα σοβαρής μη συμμόρφωσης προς τις νομικές υποχρεώσεις δημοσιονομικής πολιτικής που προβλέπονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης , και της υποχρέωσης καταβολής προστίμου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με σύσταση του Συμβουλίου για τη διόρθωση υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος. ▐

(9a)

Για να αποφευχθεί η αναδρομική εφαρμογή των κυρώσεων δυνάμει του προληπτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με τις οικείες συστάσεις τις οποίες έχει εγκρίνει το Συμβούλιο δυνάμει του τέταρτου εδαφίου του άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ομοίως, για να αποφευχθεί η αναδρομική εφαρμογή των κυρώσεων δυνάμει του διορθωτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με τις οικείες συστάσεις και αποφάσεις για τη διόρθωση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος τις οποίες έχει εγκρίνει το Συμβούλιο μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(10)

Το ύψος της τοκοφόρου κατάθεσης, της άτοκης κατάθεσης και του προστίμου που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να ορίζεται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η κλιμάκωση των κυρώσεων στο προληπτικό και στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και να παρέχει επαρκή κίνητρα για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ ώστε να συμμορφώνονται με το δημοσιονομικό πλαίσιο της Ένωσης. Το πρόστιμο που συνδέεται με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της Συνθήκης, όπως ορίζεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 (5), αποτελείται από μια σταθερή συνιστώσα που ισούται με 0,2 % του ΑΕΠ και από μια μεταβλητή συνιστώσα. Συνεπώς, η κλιμάκωση και η ισότιμη μεταχείριση μεταξύ των κρατών μελών εξασφαλίζονται εάν η τοκοφόρος κατάθεση, η άτοκη κατάθεση και το πρόστιμο που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό είναι ίσα με 0,2 % του ΑΕΠ, δηλαδή με το ύψος της σταθερής συνιστώσας του προστίμου που συνδέεται με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της Συνθήκης.

(10α)

Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να συστήνει τη μείωση του ύψους μιας κύρωσης ή να την ακυρώνει λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων.

(11)

Θα πρέπει να δοθεί στο Συμβούλιο η δυνατότητα να μειώνει ή να ακυρώνει τις κυρώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, βάσει σύστασης της Επιτροπής ύστερα από αιτιολογημένο αίτημα του οικείου κράτους μέλους. Στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να συστήνει τη μείωση του ύψους μιας κύρωσης ή να την ακυρώνει λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων.

(12)

Η άτοκη κατάθεση θα πρέπει να αποδεσμεύεται με τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, ενώ οι τόκοι των καταθέσεων και τα εισπραττόμενα πρόστιμα θα πρέπει να διατίθενται στους μηχανισμούς σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ .

(13)

Θα πρέπει να δοθεί στο Συμβούλιο η εξουσία να εκδίδει μεμονωμένες αποφάσεις για την εφαρμογή των μηχανισμών κύρωσης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Στο πλαίσιο του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών που διεξάγεται στο Συμβούλιο όπως ορίζεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ , οι εν λόγω μεμονωμένες αποφάσεις αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της συνέχειας των μέτρων που θεσπίζει το Συμβούλιο σύμφωνα με τα άρθρα 121 και 126 της ΣΛΕΕ και τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97.

(14)

Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός περιέχει γενικούς κανόνες για την αποτελεσματική επιβολή των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97, θα πρέπει να εγκριθεί σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 121 παράγραφος 6.

(15)

Δεδομένου ότι ο στόχος της δημιουργίας ενός ομοιόμορφου μηχανισμού κυρώσεων δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς στο επίπεδο των κρατών μελών, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη του στόχου αυτού όρια.

(15α)

Για να εξασφαλιστεί ένας μόνιμος διάλογος με τα κράτη μέλη με στόχο την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιεί αποστολές εποπτείας.

(15β)

Η Επιτροπή πρέπει, σε τακτά διαστήματα, να προβαίνει σε εκτεταμένη αξιολόγηση του συστήματος οικονομικής διακυβέρνησης και, ειδικότερα, της αποτελεσματικότητας και επάρκειας των κυρώσεων. Οι αξιολογήσεις αυτές πρέπει εν ανάγκη να συνοδεύονται από αντίστοιχες προτάσεις.

(15γ)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη την τρέχουσα οικονομική κατάσταση των υπό συζήτηση κρατών μελών.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Αντικείμενο

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει σύστημα κυρώσεων για την ενίσχυση της επιβολής του προληπτικού και του διορθωτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ια

Οικονομικός διάλογος

Άρθρο 1α

Για να ενισχυθεί ο διάλογος ανάμεσα στα θεσμικά όργανα της Ένωσης, και συγκεκριμένα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή, και για να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλεί τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, της Επιτροπής και, εφόσον κριθεί αναγκαίο, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας να εμφανισθούν ενώπιον της επιτροπής για συζητήσουν αποφάσεις που ελήφθησαν σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 5 του παρόντος κανονισμού.

Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορούν οι ληφθείσες αποφάσεις να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

1)

ως «προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» νοείται το σύστημα πολυμερούς εποπτείας, όπως θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 της 7ης Ιουλίου 1997·

2)

ως «διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» νοείται η διαδικασία αποφυγής υπερβολικού ελλείμματος των κρατών μελών, όπως ρυθμίζεται από το άρθρο 126 της Συνθήκης και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 της 7ης Ιουλίου 1997·

3)

ως «έκτακτες οικονομικές περιστάσεις» νοούνται περιστάσεις όπου η υπέρβαση ενός δημοσιονομικού ελλείμματος σε σχέση με την τιμή αναφοράς θεωρείται έκτακτη κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση της Συνθήκης και όπως διευκρινίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Κυρώσεις στο προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

Άρθρο 3

Τοκοφόρος κατάθεση

1.    Εάν το Συμβούλιο εγκρίνει απόφαση που ορίζει ότι κράτος μέλος δεν ανέλαβε δράση ανταποκρινόμενο στη σύσταση του Συμβουλίου για την οποία γίνεται λόγος στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97, η Επιτροπή συστήνει στο Συμβούλιο, εντός 20 ημερών από την έγκριση της σύστασης του Συμβουλίου, να επιβάλλει την πραγματοποίηση τοκοφόρου κατάθεσης ▐. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση μέσα σε δέκα ημέρες από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία.

2.   Η τοκοφόρος κατάθεση που συστήνει η Επιτροπή ανέρχεται σε 0,2 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

4.   Κατά παρέκκλιση, η Επιτροπή, μετά από αιτιολογημένο αίτημα που θα απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή μέσα σε δέκα ημέρες από την έγκριση της σύστασης του Συμβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, μπορεί να συστήσει τη μείωση του ποσού της τοκοφόρου κατάθεσης ή την ακύρωσή της.

4a.     Το επιτόκιο της κατάθεσης αντικατοπτρίζει τον πιστωτικό κίνδυνο της Επιτροπής και τη σχετική επενδυτική περίοδο.

5.   Εάν η κατάσταση που προκάλεσε τη σύσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υφίσταται πλέον, το Συμβούλιο, βάσει σύστασης της Επιτροπής, αποφασίζει ότι η κατάθεση και οι σχετικοί δεδουλευμένοι τόκοι επιστρέφονται στο οικείο κράτος μέλος. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία .

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Κυρώσεις στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης

Άρθρο 4

Άτοκη κατάθεση

1.   Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της Συνθήκης ότι υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα σε κράτος μέλος το οποίο έχει πραγματοποιήσει τοκοφόρο κατάθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, ή εφόσον διαπιστωθεί σοβαρή μη συμμόρφωση προς τις νομικές υποχρεώσεις δημοσιονομικής πολιτικής που προβλέπονται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η Επιτροπή συστήνει στο Συμβούλιο, εντός 20 ημερών από την έγκριση της απόφασης του Συμβουλίου, να επιβάλει την πραγματοποίηση άτοκης κατάθεσης ▐. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία .

2.   Η άτοκη κατάθεση που συστήνει η Επιτροπή ανέρχεται σε 0,2 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

4.   Κατά παρέκκλιση ▐, η Επιτροπή, λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων ή μετά από αιτιολογημένο αίτημα που απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή εντός 10 ημερών από την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της Συνθήκης, μπορεί να συστήσει τη μείωση του ποσού της άτοκης κατάθεσης ή την ακύρωσή της.

4a.     Η κατάθεση γίνεται στην Επιτροπή. Εάν το κράτος μέλος έχει πραγματοποιήσει τοκοφόρο κατάθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3, η τοκοφόρος κατάθεση μετατρέπεται σε άτοκη κατάθεση.

Εάν το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας τοκοφόρου κατάθεσης και των δεδουλευμένων τόκων υπερβαίνει το ύψος της απαιτούμενης άτοκης κατάθεσης, το υπόλοιπο επιστρέφεται στο κράτος μέλος.

Εάν το ύψος της απαιτούμενης άτοκης κατάθεσης υπερβαίνει το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας τοκοφόρου κατάθεσης και των σχετικών δεδουλευμένων τόκων, το κράτος μέλος συμπληρώνει το υπόλοιπο όταν πραγματοποιεί την άτοκη κατάθεση.

Άρθρο 5

Πρόστιμο

1.    Εντός 20 ημερών από την έγκριση απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ , κατά τη διάρκεια των οποίων το κράτος μέλος δεν έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα για να διορθώσει το υπερβολικό του έλλειμμα , η Επιτροπή συστήνει στο Συμβούλιο την επιβολή προστίμου. Η απόφαση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιεί τη σύσταση της Επιτροπής αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία .

2.   Το πρόστιμο που συστήνει η Επιτροπή ανέρχεται σε 0,2 % του ΑΕΠ του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

4.   Κατά παρέκκλιση ▐, η Επιτροπή, λόγω έκτακτων οικονομικών περιστάσεων ή μετά από αιτιολογημένο αίτημα που απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή εντός δέκα ημερών από την έκδοση της απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ , μπορεί να συστήσει τη μείωση του ποσού του προστίμου ή την ακύρωσή του .

4a.     Εάν το κράτος μέλος έχει πραγματοποιήσει άτοκη κατάθεση στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 4, η άτοκη κατάθεση μετατρέπεται σε πρόστιμο.

Εάν το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας άτοκης κατάθεσης υπερβαίνει το ύψος του απαιτούμενου προστίμου, το υπόλοιπο επιστρέφεται στο κράτος μέλος.

Εάν το ύψος του απαιτούμενου προστίμου υπερβαίνει το ύψος της προηγουμένως πραγματοποιηθείσας άτοκης κατάθεσης, ή εάν δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία άτοκη κατάθεση προηγουμένως, το κράτος μέλος συμπληρώνει το υπόλοιπο όταν καταβάλλει το πρόστιμο.

Άρθρο 6

Επιστροφή της άτοκης κατάθεσης

Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 12 της Συνθήκης, να καταργήσει ορισμένες ή όλες τις αποφάσεις του, οποιαδήποτε άτοκη κατάθεση που έχει πραγματοποιήσει το κράτος μέλος στην Επιτροπή επιστρέφεται στο οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 6α

Τιμωρία της παραποίησης των στατιστικών στοιχείων

1.     Το Συμβούλιο ενεργώντας βάσει σύστασης της Επιτροπής μπορεί να αποφασίσει να επιβάλει πρόστιμο σε ένα κράτος μέλος το οποίο εκ προθέσεως ή λόγω σοβαρής αμέλειας παραποιεί το έλλειμμα και το χρέος σ' ό, τι αφορά την εφαρμογή των άρθρων 121 και 126 της Συνθήκης και του πρωτοκόλλου αριθ. 12 που επισυνάπτεται σ' αυτήν.

2.     Τα πρόστιμα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικού χαρακτήρα και ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα καθώς και τη διάρκεια της παράβασης. Το ύψος του προστίμου δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,2 % του ΑΕΠ.

3.     Για να εντοπισθούν οι παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να διεξάγει κάθε αναγκαία έρευνα. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να ξεκινήσει κάποια έρευνα όταν κρίνει ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ως προς την πιθανή ύπαρξη γεγονότων που ενδέχεται να αποτελούν παράβαση κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή διερευνά τις υποτιθέμενες παραβάσεις λαμβάνοντας υπόψη οποιεσδήποτε παρατηρήσεις υποβάλλει το υποκείμενο σε έρευνα κράτος μέλος. Για να επιτελέσει το έργο της, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το υποκείμενο σε έρευνα κράτος μέλος να παράσχει στοιχεία, καθώς και να διεξαγάγει επιτόπιους ελέγχους και να έχει πρόσβαση στους λογαριασμούς όλων των δημόσιων φορέων σε επίπεδο κεντρικής, κρατικής, τοπικής διοίκησης καθώς και σε επίπεδο οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης. Εάν το απαιτεί η εθνική νομοθεσία του υποκείμενου σε έρευνα κράτους μέλους, εκδίδεται ειδική άδεια από δικαστική αρχή πριν από οποιουσδήποτε επιτόπιους ελέγχους.

Μόλις ολοκληρώσει την έρευνά της, και πριν υποβάλει οποιαδήποτε έρευνα στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δίνει στο υποκείμενο σε έρευνα κράτος μέλος την ευκαιρία να τοποθετηθεί επί των υπό έρευνα ζητημάτων. Η Επιτροπή βασίζει την πρότασή της στο Συμβούλιο μόνο επί γεγονότων επί των οποίων το εν λόγω κράτος μέλος είχε την ευκαιρία να τοποθετηθεί.

Κατά τη διεξαγωγή των ερευνών διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης του υποκείμενου σε έρευνα κράτους μέλους.

4.     Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8α σχετικά με (α) ενδελεχή κριτήρια που ορίζουν το ύψος του πρόστιμου· (β) ενδελεχείς κανόνες σχετικά με τη διαδικασία για τις έρευνες που ορίζονται στην παράγραφο 3, συνδεόμενα μέτρα και σύνταξη εκθέσεων σχετικά με τις έρευνες, καθώς και ενδελεχείς διαδικαστικούς κανόνες με σκοπό την πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων υπεράσπισης, της πρόσβασης στο φάκελο, της νομικής εκπροσώπησης, της εμπιστευτικότητας, των προσωρινών διατάξεων και της είσπραξης των προστίμων.

5.     Το Δικαστήριο διαθέτει πλήρη δικαιοδοσία για τον έλεγχο των αποφάσεων με τις οποίες η Επιτροπή επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με την παράγραφο 1. Το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να αυξήσει το επιβληθέν πρόστιμο.

Άρθρο 6β

Τα πρόστιμα που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 6α είναι διοικητικής φύσης.

Άρθρο 7

Διανομή των τόκων και των προστίμων

Οι τόκοι τους οποίους εισπράττει η Επιτροπή από καταθέσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4 και τα πρόστιμα που εισπράττονται σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6α αποτελούν «άλλα έσοδα», όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της Συνθήκης, και διατίθενται ▐ στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας . Όταν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ άλλος μηχανισμός σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, οι τόκοι και τα πρόστιμα διατίθενται σε αυτόν τον τελευταίο μηχανισμό .

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Γενικές διατάξεις

Άρθρο -8

Άσκηση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων

1.     Η εξουσία για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.     Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων του άρθρου 6α ανατίθεται στην Επιτροπή επί τρία έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της τριετίας, η Επιτροπή εκπονεί έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο αντιταχθεί σε αυτήν την ανανέωση το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.     Η κατά το άρθρο 6α εξουσιοδότηση μπορεί να ανακαλείται ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην απόφαση αυτή. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση οι οποίες ισχύουν ήδη.

4.     Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.     Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη δυνάμει του άρθρου 6α τίθεται σε ισχύ μόνο εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν έχει γνωστοποιήσει την αντίθεσή του εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν και τα δύο την Επιτροπή ότι δεν σκοπεύουν να διατυπώσουν αντιρρήσεις. Η ως άνω προθεσμία παρατείνεται κατά 2 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 8

Ψηφοφορία στο Συμβούλιο

Για τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 3, 4 και 5, ψηφίζουν μόνο τα μέλη του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύουν κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ και το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος.

Η ειδική πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 238 παράγραφος 3 στοιχείο β) της Συνθήκης.

Άρθρο 8α

Επανεξέταση

1.     Εντός τριετίας μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και εν συνεχεία ανά πενταετία, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η έκθεση αξιολογεί μεταξύ άλλων:

α)

την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχόμενου να δοθούν τα μέσα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή να δράσουν για να αντιμετωπίσουν καταστάσεις που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της νομισματικής ένωσης·

β)

την πρόοδο ως προς την εξασφάλιση στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και συνεχούς σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ.

2.     Εφόσον κριθεί σκόπιμο, η έκθεση συνοδεύεται από πρόταση με τροποποιήσεις του παρόντος κανονισμού.

3.     Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

4.     Πριν από το τέλος του 2011 η Επιτροπή υποβάλει στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκθεση σχετικά με το ενδεχόμενο καθιέρωσης «τίτλων σε ευρώ».

Άρθρο 9

Έναρξη της ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την [xx] ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.

(2)  ΕΕ C …

(3)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(5)  EE L 209 της 2.8.1997, σ. 6.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/121


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Εποπτεία της δημοσιονομικής κατάστασης και εποπτεία και συντονισμός των οικονομικών πολιτικών ***I

P7_TA(2011)0291

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (COM(2010)0526 – C7-0300/2010 – 2010/0280(COD)) (1)

2012/C 390 E/21

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

[Τροπολογία 2]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0178/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες · η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 121, παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1) ,

Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), θα πρέπει να συνεπάγεται την τήρηση των κατευθυντήριων αρχών για σταθερές τιμές, υγιή δημόσια οικονομικά, υγιείς νομισματικές συνθήκες και διατηρήσιμο ισοζύγιο πληρωμών.

(2)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποτελείτο αρχικά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (2), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου της 7ης Ιουλίου 1997 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (3) καθώς και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 1997 για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (4). Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97 τροποποιήθηκαν το 2005 από τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 αντίστοιχα. Επιπλέον, εγκρίθηκε η έκθεση του Συμβουλίου της 20ής Μαρτίου 2005 με τίτλο «Βελτίωση της εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης».

(3)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης βασίζεται στον στόχο για υγιή δημόσια οικονομικά ως μέσο για τη δημιουργία ευνοϊκότερων συνθηκών σταθερότητας των τιμών και για ισχυρή και διατηρήσιμη ανάπτυξη που στηρίζεται σε χρηματοπιστωτική σταθερότητα, υποστηρίζοντας με αυτό τον τρόπο την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για διατηρήσιμη ανάπτυξη και ▐ απασχόληση.

(4)

Το προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτύχουν και να διατηρούν ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και να υποβάλλουν για τον σκοπό αυτό προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης.

(4a)

Το προληπτικό σκέλος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα επωφεληθεί από αυστηρότερες μορφές εποπτείας, ούτως ώστε να διασφαλιστεί η συνέπεια και η συμμόρφωση των κρατών μελών με το πλαίσιο δημοσιονομικού συντονισμού της Ένωσης.

(5)

Το περιεχόμενο των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης καθώς και η διαδικασία για την εξέτασή τους θα πρέπει να αναπτύσσονται περαιτέρω τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο με βάση την πείρα που αποκτάται κατά την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(5a)

Οι δημοσιονομικοί στόχοι στα προγράμματα σταθερότητας και σύγκλισης θα πρέπει να λαμβάνουν ρητά υπόψη τα μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με τους γενικούς προσανατολισμούς οικονομικής πολιτικής, τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές των κρατών μελών και της Ένωσης για την απασχόληση και, γενικότερα, τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα.

(5β)

Η υποβολή και η αξιολόγηση των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης πρέπει να λαμβάνει χώρα πριν από τη λήψη σημαντικών αποφάσεων σχετικά με τους εθνικούς προϋπολογισμούς για τα επόμενα έτη. Πρέπει συνεπώς να καθοριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία για την υποβολή των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του οικονομικού έτους του Ηνωμένου Βασιλείου, πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις όσον αφορά την ημερομηνία υποβολής των προγραμμάτων σύγκλισης της χώρας αυτής.

(5γ)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στη διαδικασία ενισχυμένης εποπτείας σε ό, τι αφορά τις ειδικές αξιολογήσεις για κάθε κράτος μέλος, την παρακολούθηση, τις αποστολές, τις συστάσεις και τις προειδοποιήσεις.

(5δ)

Η πείρα που αποκτήθηκε και τα λάθη που διαπράχθηκαν κατά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης δείχνουν την ανάγκη να βελτιωθεί η οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, η οποία θα πρέπει να οικοδομηθεί στην περαιτέρω εθνική αποδοχή από κοινού συμπεφωνημένων διατάξεων και πολιτικών και σε ένα πιο ισχυρό πλαίσιο εποπτείας για τις εθνικές οικονομικές πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

(5ε)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να βασίζεται σε διάφορες αλληλοσυνδεόμενες πολιτικές για τη διατηρήσιμη ανάπτυξη και την απασχόληση οι οποίες χρειάζεται να έχουν συνοχή μεταξύ τους, και ειδικότερα μια στρατηγική της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη και ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς, η οποία να ευνοεί το διεθνές εμπόριο και την ανταγωνιστικότητα, ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση του υπερβολικού δημόσιου ελλείμματος (Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), ένα στιβαρό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, μια ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της μακροπροληπτικής εποπτείας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου.

(5στ)

Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το πλήρες πλαίσιο της οικονομικής διακυβέρνησης συμπληρώνουν και υποστηρίζουν τη στρατηγική της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Η αλληλοσύνδεση μεταξύ των διαφόρων πτυχών δεν θα πρέπει να επιτρέπει εξαιρέσεις από τις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(5ζ)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να δώσει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορά η σύσταση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 10, παράγραφος 2, να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

(5η)

Τα προγράμματα σταθερότητας ή σύγκλισης και τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα θα πρέπει να εκπονούνται με συνεκτικό τρόπο και θα πρέπει να υπάρχει ευθυγράμμιση ως προς την επιλογή της κατάλληλης χρονικής στιγμής για την υποβολή τους.

(5θ)

Στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου ο κύκλος εποπτείας και συντονισμού της πολιτικής αρχίζει στις αρχές του έτους με οριζόντια επανεξέταση στο πλαίσιο της οποίας το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με βάση τη συμβολή της Επιτροπής και του Συμβουλίου, προσδιορίζει τις κύριες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Ένωση και το ευρώ και παρέχει στρατηγική καθοδήγηση για τις πολιτικές. Θα πραγματοποιείται συζήτηση και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην αρχή του ετήσιου κύκλου εποπτείας, εγκαίρως πριν από τη διεξαγωγή της συζήτησης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Τα κράτη μέλη αναμένεται να λαμβάνουν υπόψη την οριζόντια καθοδήγηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην κατάρτιση των προγραμμάτων σταθερότητας ή σύγκλισης και των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων τους.

(5ι)

Προκειμένου να ενισχυθεί η εθνική αποδοχή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν πλήρως με τους στόχους της πολυμερούς εποπτείας στην Ένωση, και, ιδίως, με το ευρωπαϊκό εξάμηνο.

(5ια)

Σύμφωνα με τις νομικές και πολιτικές ρυθμίσεις κάθε κράτους μέλους, τα εθνικά κοινοβούλια συμμετέχουν δεόντως στο εξάμηνο και στην προετοιμασία των προγραμμάτων σταθερότητας, των προγραμμάτων σύγκλισης και των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων, προκειμένου να αυξάνεται η διαφάνεια, η αποδοχή και η λογοδοσία σε σχέση με τις αποφάσεις που λαμβάνονται. Στο πλαίσιο του εξαμήνου διεξάγεται, όποτε είναι αναγκαίο, διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής, την Επιτροπή Απασχόλησης και την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας. Στο πλαίσιο του εξαμήνου, υπάρχει συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών, ιδίως των κοινωνικών εταίρων, για βασικά θέματα πολιτικής, όποτε είναι αναγκαίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και τις εθνικές νομικές και πολιτικές ρυθμίσεις.

(6)

Η τήρηση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου αναφορικά με τις δημοσιονομικές θέσεις πρέπει να παρέχει στα κράτη μέλη ένα περιθώριο ασφαλείας σχετικά με την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ προκειμένου να εξασφαλίσουν βιώσιμα δημόσια οικονομικά ή ταχεία πρόοδο προς τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, αφήνοντας συγχρόνως τα αναγκαία περιθώρια δημοσιονομικών ελιγμών, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών για δημόσιες επενδύσεις. Ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος θα πρέπει να ενημερώνεται τακτικά σύμφωνα με από κοινού συμπεφωνημένη μεθοδολογία που θα εκφράζει δεόντως τους κινδύνους των άμεσων και έμμεσων υποχρεώσεων για τα δημόσια οικονομικά, όπως έχουν ενσωματωθεί στους στόχους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(7)

Η υποχρέωση επίτευξης και διατήρησης του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή με τον καθορισμό των αρχών για την πορεία προσαρμογής προς την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου. Οι αρχές αυτές θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να διασφαλίζουν ότι τα έκτακτα έσοδα, συγκεκριμένα τα πλεονάζοντα έσοδα σε σχέση με τα συνήθως αναμενόμενα από την οικονομική μεγέθυνση, διοχετεύονται στη μείωση του χρέους.

(8)

Η υποχρέωση επίτευξης και διατήρησης του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου θα πρέπει να ισχύει τόσο για τα συμμετέχοντα όσο και για τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη ▐.

(9)

Η επαρκής πρόοδος προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο πρέπει να αξιολογείται βάσει συνολικής αξιολόγησης με σημείο αναφοράς το διαρθρωτικό ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένης ανάλυσης δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων. Εν προκειμένω, και όσο δεν επιτυγχάνεται ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος, ο ρυθμός αύξησης των δημόσιων δαπανών κανονικά δεν θα πρέπει να υπερβαίνει ένα ▐ μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ, ενώ τυχόν υπερβάσεις στις δαπάνες σε σχέση με τον κανόνα αυτό εξισορροπούνται με αυξήσεις διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των δημόσιων εσόδων και τυχόν μειώσεις διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων αντισταθμίζονται με μειώσεις στις δαπάνες. Το μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ θα πρέπει να υπολογίζεται σύμφωνα με μια από κοινού συμφωνημένη μεθοδολογία. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τη μέθοδο υπολογισμού των προβολών αυτών και το συνακόλουθο μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ. Η δυνητικά πολύ μεγάλη διακύμανση των δαπανών για επενδύσεις πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, ιδίως στην περίπτωση των μικρών κρατών μελών.

(9a)

Ταχύτερη οδός προσαρμογής προς τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους πρέπει να απαιτηθεί για τα κράτη μέλη που βρίσκονται αντιμέτωπα με επίπεδο χρέους άνω του 60 % του ΑΕΠ ή με έντονους κινδύνους όσον αφορά τη γενική διατηρησιμότητα του χρέους.

(10)

Προσωρινή απόκλιση από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου πρέπει να επιτρέπεται εάν οφείλεται σε ασυνήθεις περιστάσεις που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική κατάσταση της ευρύτερης δημόσιας διοίκησής του ή σε περίπτωση σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή την Ένωση συνολικά, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα, προκειμένου να διευκολυνθεί η οικονομική ανάκαμψη . Η υλοποίηση μεγάλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη όταν επιτρέπεται προσωρινή απόκλιση από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την κατάλληλη προσαρμογή για την επίτευξή του, με την προϋπόθεση ότι διατηρείται περιθώριο ασφαλείας όσον αφορά την τιμή αναφοράς για το έλλειμμα. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί εν προκειμένω στις μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων, εάν η απόκλιση πρέπει να αντικατοπτρίζει το άμεσο επαυξητικό κόστος της εκτροπής των εισφορών από τον υπό δημόσια διαχείριση πυλώνα στον πυλώνα με πλήρη χρηματοδότηση. Μέτρα για την εκ νέου μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων του πυλώνα με πλήρη χρηματοδότηση στον υπό δημόσια διαχείριση πυλώνα πρέπει να θεωρούνται έκτακτα και προσωρινά και, ως εκ τούτου, να εξαιρούνται από το διαρθρωτικό ισοζύγιο επί του οποίου βασίζεται η αξιολόγηση της προόδου για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου.

(11)

Σε περίπτωση σημαντικής απόκλισης από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, η Επιτροπή πρέπει να απευθύνει προειδοποίηση στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, την οποία θα ακολουθήσει, εντός μηνός, εξέταση της κατάστασης από το Συμβούλιο και σύσταση ▐ για τα απαραίτητα μέτρα προσαρμογής . Η σύσταση πρέπει να ορίζει προθεσμία πέντε μηνών το πολύ για την αντιμετώπιση της απόκλισης. Το κράτος μέλος πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες προέβη. Αν το κράτος μέλος δεν αναλάβει την κατάλληλη δράση μέσα στην προθεσμία που έχει θέσει το Συμβούλιο, τότε το Συμβούλιο θα πρέπει να εκδώσει απόφαση όπου θα προσδιορίζεται ότι δεν ανελήφθη ουσιαστική δράση και να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η απόφαση πρέπει να θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να την απορρίψει εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Παράλληλα, η Επιτροπή μπορεί να συστήσει στο Συμβούλιο να εγκρίνει αναθεωρημένες συστάσεις. Η Επιτροπή μπορεί να καλέσει την ΕΚΤ για τα κράτη μέλη της ζώνης ευρώ και τα κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ, εάν είναι αναγκαίο, να συμμετάσχει σε αποστολή εποπτείας. Η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αποστολής και μπορεί να αποφασίσει, εάν είναι αναγκαίο, να ανακοινώσει δημοσίως τα πορίσματά της.

(12)

Για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με το πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη, θα πρέπει να θεσπιστεί ειδικός μηχανισμός επιβολής βάσει του άρθρου 136 της ΣΛΕΕ όταν παρατηρείται σημαντική απόκλιση από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου .

(13)

Οι παραπομπές που υπάρχουν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη νέα αρίθμηση των άρθρων της ΣΛΕΕ.

(14)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί ανάλογα.

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 τροποποιείται ως εξής:

-1.

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους κανόνες που διέπουν το περιεχόμενο, την υποβολή, την εξέταση και την παρακολούθηση των προγραμμάτων σταθερότητας και των προγραμμάτων σύγκλισης στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας από το Συμβούλιο και την Επιτροπή ώστε να αποτρέπεται εγκαίρως η εμφάνιση υπερβολικών δημόσιων ελλειμμάτων και να ενισχύεται η εποπτεία και ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών, υποστηρίζοντας με αυτόν τον τρόπο την επίτευξη των στόχων της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση.»

1.

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

α)

ως «συμμετέχοντα κράτη μέλη» νοούνται τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ·

β)

ως «μη συμμετέχοντα κράτη μέλη» νοούνται τα κράτη μέλη εκτός εκείνων των οποίων το νόμισμα είναι το ευρώ.».

1a.

Προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ 1-Α

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

Άρθρο 2-α

1.     Προκειμένου να εξασφαλιστεί στενότερος συντονισμός των οικονομικών πολιτικών και συνεχής σύγκλιση των οικονομικών επιδόσεων του κράτους μέλους, το Συμβούλιο ασκεί πολυμερή εποπτεία ως αναπόσπαστο τμήμα του Ευρωπαϊκού εξαμήνου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών, σύμφωνα με τους στόχους και τις απαιτήσεις που ορίζονται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

2.     Το εξάμηνο περιλαμβάνει:

α)

τη διατύπωση και εποπτεία της εφαρμογής των γενικών προσανατολισμών των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών και της Ένωσης (Γενικοί Προσανατολισμοί Οικονομικής Πολιτικής) σύμφωνα με το άρθρο 121, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ·

β)

τη διατύπωση και εξέταση της εφαρμογής κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 148, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ (Κατευθυντήριες Γραμμές για την Απασχόληση).

γ)

την υποβολή και την αξιολόγηση των προγραμμάτων σταθερότητας ή σύγκλισης των κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού·

δ)

την υποβολή και την αξιολόγηση των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων των κρατών μελών που υποστηρίζουν τη στρατηγική της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση και καταρτίζονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στα ανωτέρω σημεία i) και ii) και με τη γενική καθοδήγηση προς τα κράτη μέλη που εκδίδουν η Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην αρχή του ετήσιου κύκλου εποπτείας·

ε)

την εποπτεία για την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της … (5) σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών (6)

3.     Κατά τη διάρκεια του εξαμήνου, προκειμένου να παρασχεθούν εγκαίρως ολοκληρωμένες συμβουλές για τις προθέσεις της μακροδημοσιονομικής και μακροδιαρθρωτικής πολιτικής, το Συμβούλιο, μετά την αξιολόγηση των προγραμμάτων αυτών με βάση τις συστάσεις της Επιτροπής, παρέχει καθοδήγηση στα κράτη μέλη κάνοντας πλήρη χρήση των νομικών μέσων που προβλέπονται στα άρθρα 121 και 148 της ΣΛΕΕ, και με βάση τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. …/2011 (7) [σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών].

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη την καθοδήγηση που παρέχεται κατά τη διαμόρφωση των πολιτικών τους στους τομείς της οικονομίας, της απασχόλησης και του προϋπολογισμού, προτού λάβουν καίριες αποφάσεις για τους εθνικούς προϋπολογισμούς για τα επόμενα έτη. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί την πρόοδο.

Η παράλειψη κράτους μέλους να ενεργήσει με βάση τη ληφθείσα καθοδήγηση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα:

α)

περαιτέρω συστάσεις για τη λήψη ειδικών μέτρων·

β)

προειδοποίηση από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 121, παράγραφος 4, της ΣΛΕΕ·

γ)

μέτρα με βάση τον παρόντα κανονισμό, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.1467/97 και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. … …/2011 (8) [σχετικά με την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών].

Η εφαρμογή των μέτρων υπόκειται στην ενισχυμένη παρακολούθηση της Επιτροπής και ενδέχεται να περιλαμβάνει αποστολές εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο -11 του παρόντος κανονισμού.

4.     Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συμμετέχει δεόντως στο Εξάμηνο, προκειμένου να αυξάνεται η διαφάνεια, η αποδοχή και η λογοδοσία για τις αποφάσεις που λαμβάνονται, ιδίως μέσω του οικονομικού διαλόγου σύμφωνα με το άρθρο 2αβ του παρόντος κανονισμού. Στο πλαίσιο του εξαμήνου διεξάγεται, όποτε είναι αναγκαίο, διαβούλευση με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής, την Επιτροπή Απασχόλησης και την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας. Στο πλαίσιο του εξαμήνου, υπάρχει συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών, ιδίως των κοινωνικών εταίρων, για βασικά θέματα πολιτικής, όποτε είναι αναγκαίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ και τις εθνικές νομικές και πολιτικές ρυθμίσεις.

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 121, παράγραφος 5, της ΣΛΕΕ, και εάν είναι απαραίτητο ο Πρόεδρος του Eurogroup, υποβάλλουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας. Οι εκθέσεις αυτές θα πρέπει να αποτελούν στοιχείο του οικονομικού διαλόγου που αναφέρεται στο άρθρο 2-αβ του παρόντος κανονισμού.

1β.

Προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ 1-Αα

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Άρθρο 2-αβ

 

    Προκειμένου να βελτιωθεί ο διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ειδικότερα δε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, και να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλεί τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, την Επιτροπή και, όποτε είναι απαραίτητο, το Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή τον Πρόεδρο του Eurogroup ενώπιον της επιτροπής για να συζητήσουν:

α)

τις πληροφορίες που της παρέσχε το Συμβούλιο σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής σύμφωνα με το άρθρο 121, παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ·

β)

τη γενική καθοδήγηση προς τα κράτη μέλη που εκδίδει η Επιτροπή στην αρχή του ετήσιου κύκλου εποπτείας·

γ)

τυχόν συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου·

δ)

τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας που ασκείται βάσει του παρόντος κανονισμού·

ε)

τυχόν συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τις κατευθύνσεις και τα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής·

στ)

τυχόν αναθεώρηση του τρόπου άσκησης της πολυμερούς εποπτείας στο τέλος του ευρωπαϊκού εξαμήνου·

ζ)

τις συστάσεις του Συμβουλίου προς τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 121, παράγραφος 4, της ΣΛΕΕ, σε περίπτωση σημαντικής απόκλισης όπως ορίζεται στο άρθρο 6, παράγραφος 2, και στο άρθρο 10, παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

2.     Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να δώσει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορά η σύσταση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 10, παράγραφος 2, να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων.

3.     Η Επιτροπή και το Συμβούλιο ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.»

1γ.

Το άρθρο 2α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε κράτος μέλος έχει διαφοροποιημένο μεσοπρόθεσμο στόχο για τη δημοσιονομική του θέση. Αυτοί οι ειδικοί ανά χώρα μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι ενδέχεται να αποκλίνουν από την απαίτηση για σχεδόν ισοσκελισμένη ή πλεονασματική θέση, ενώ παρέχουν περιθώριο ασφαλείας αναφορικά με το όριο δημοσιονομικού ελλείμματος του 3 % του ΑΕΠ. Οι μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι εξασφαλίζουν τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών ή ταχεία πρόοδο προς τη διατηρησιμότητα, ενώ αφήνουν περιθώρια δημοσιονομικών ελιγμών, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών για δημόσιες επενδύσεις.

Λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων αυτών, για τα κράτη μέλη που έχουν υιοθετήσει το ευρώ και για τα κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ, οι ειδικοί ανά χώρα μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι ορίζονται εντός καθορισμένου φάσματος μεταξύ -1 % του ΑΕΠ και ισοσκελισμού ή πλεονάσματος, σε κυκλικώς προσαρμοσμένους όρους, και χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα.

Ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος αναθεωρείται ανά τριετία. Ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος ενός κράτους μέλους μπορεί να αναθεωρηθεί εκ νέου σε περίπτωση εφαρμογής διαρθρωτικής μεταρρύθμισης που έχει μείζονα αντίκτυπο στη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Η τήρηση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου περιλαμβάνεται στα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά πλαίσια, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας του Συμβουλίου 2011/…/ΕΕ της … (9) σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (10).

2.

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε συμμετέχον κράτος μέλος υποβάλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή τα αναγκαία στοιχεία για την άσκηση πολυμερούς εποπτείας δυνάμει του άρθρου 121 της ΣΛΕΕ, υπό μορφή προγράμματος σταθερότητας το οποίο παρέχει μια ουσιαστική βάση για τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών , η οποία συμβάλλει στη σταθερότητα των τιμών, στην επίτευξη ισχυρής διατηρήσιμης ανάπτυξης και στη δημιουργία απασχόλησης.»

β)

στην παράγραφο 2, τα στοιχεία α), β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του στόχου αυτού για το κρατικό ισοζύγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ, την προβλεπόμενη πορεία του δείκτη δημόσιου χρέους, την προβλεπόμενη πορεία εξέλιξης των δημόσιων δαπανών, συμπεριλαμβανομένης της αντίστοιχης διάθεσης πόρων για τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου, λαμβάνοντας υπόψη ιδιαίτερα τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της αύξησης των δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, την αναμενόμενη πορεία εξέλιξης των δημόσιων εσόδων με αμετάβλητες πολιτικές και έναν ποσοτικό προσδιορισμό των προβλεπόμενων μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων·

aa)

στοιχεία για τις τεκμαρτές υποχρεώσεις λόγω της δημογραφικής γήρανσης, και ενδεχόμενες υποχρεώσεις, όπως οι δημόσιες εγγυήσεις, που ενδέχεται να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στους γενικούς κρατικούς λογαριασμούς·

aβ)

στοιχεία σχετικά με τη συμβατότητα του προγράμματος σταθερότητας με τους γενικούς προσανατολισμούς της οικονομικής πολιτικής και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων·

β)

τις κυριότερες παραδοχές για τις αναμενόμενες οικονομικές εξελίξεις και τις σημαντικές οικονομικές μεταβλητές που σχετίζονται με την υλοποίηση του προγράμματος σταθερότητας, όπως είναι οι δαπάνες δημοσίων επενδύσεων, η αύξηση του ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους, η απασχόληση και ο πληθωρισμός·

γ)

ποσοτική εκτίμηση των δημοσιονομικών και άλλων μέτρων οικονομικής πολιτικής που λαμβάνονται ή προτείνονται για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος, με ανάλυση κόστους-ωφελείας των μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες θετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις, μεταξύ άλλων με την αύξηση της δυνητικής βιώσιμης ανάπτυξης·»·

βα)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.     Το πρόγραμμα σταθερότητας βασίζεται στο πιθανότερο μακροδημοσιονομικό σενάριο ή σε ένα πιο επιφυλακτικό σενάριο. Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις συγκρίνονται με τις πλέον επίκαιρες προγνώσεις της Επιτροπής και, ενδεχομένως, με τις προγνώσεις άλλων ανεξάρτητων οργάνων. Τυχόν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ του επιλεγέντος μακροδημοσιονομικού σεναρίου και των προγνώσεων της Επιτροπής περιγράφονται συνοδευόμενες από σκεπτικό, ιδίως εάν το επίπεδο ή η ανάπτυξη με βάση εξωτερικές παραδοχές αφίσταται σημαντικά από τις τιμές που προκρίνει η Επιτροπή στις προγνώσεις της.

Η ακριβής φύση αυτών των πληροφοριών που αναφέρονται στα στοιχεία α), αα), β) και γ) καθορίζεται εντός ενός εναρμονισμένου πλαισίου που θα πρέπει να καταρτισθεί από την Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.»·

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα στοιχεία για την πορεία του κρατικού ισοζυγίου και του δείκτη δημόσιου χρέους, την εξέλιξη των δημόσιων δαπανών, την προβλεπόμενη εξέλιξη των δημόσιων εσόδων με αμετάβλητες πολιτικές, τα προβλεπόμενα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων με κατάλληλη ποσοτικοποίηση , και τις βασικές οικονομικές παραδοχές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) καταρτίζονται σε ετήσια βάση και καλύπτουν το προηγούμενο έτος, το τρέχον έτος και τουλάχιστον τα τρία επόμενα έτη.

4.     Κάθε πρόγραμμα περιλαμβάνει πληροφορίες για τη νομική θέση του στο πλαίσιο εθνικών διαδικασιών, που αφορούν κυρίως το κατά πόσον το πρόγραμμα υποβλήθηκε στο εθνικό κοινοβούλιο και κατά πόσον το εθνικό κοινοβούλιο είχε την ευκαιρία να συζητήσει τη γνώμη του Συμβουλίου σχετικά με το προηγούμενο πρόγραμμα ή, κατά περίπτωση, τυχόν σύσταση ή προειδοποίηση, και κατά πόσον υπήρξε κοινοβουλευτική έγκριση του προγράμματος.»

3.

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Τα προγράμματα σταθερότητας υποβάλλονται ετησίως τον Απρίλιο, κατά προτίμηση έως τα μέσα του μήνα και όχι αργότερα από την 30ή Απριλίου. ▐

2.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν τα προγράμματα σταθερότητας που καταρτίζουν.»

4.

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

1.   Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, το Συμβούλιο εξετάζει, εντός του πλαισίου της πολυμερούς εποπτείας του άρθρου 121 της ΣΛΕΕ , το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο που παρουσιάζει το οικείο κράτος μέλος στο πρόγραμμα σταθερότητάς του , εκτιμά εάν οι οικονομικές παραδοχές στις οποίες βασίζεται το πρόγραμμα είναι ρεαλιστικές, εάν η πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου είναι κατάλληλη, εξετάζοντας επίσης την παράλληλη πορεία του δείκτη χρέους, και εάν τα μέτρα που λαμβάνονται ή προτείνονται για την τήρηση της εν λόγω πορείας προσαρμογής επαρκούν για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου σε όλη τη διάρκεια του κύκλου.

Το Συμβούλιο και η Επιτροπή , όταν εκτιμούν την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, εξετάζουν αν το οικείο κράτος μέλος προβαίνει στην απαιτούμενη για το σκοπό αυτό ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού ισοζυγίου του, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, το ενδεικτικό ύψος της οποίας ορίζεται σε 0,5 % του ΑΕΠ. Για τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν επίπεδο χρέους υψηλότερο του 60 % του ΑΕΠ ή σημαντικούς κινδύνους όσον αφορά τη γενικότερη βιωσιμότητα του χρέους, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν κατά πόσον η ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, είναι σημαντικά υψηλότερη του 0,5 % του ΑΕΠ. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη κατά πόσο καταβάλλεται μεγαλύτερη προσπάθεια προσαρμογής σε περιόδους ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας, ενώ η προσπάθεια μπορεί να είναι πιο περιορισμένη σε περιόδους δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας. Ιδιαίτερα λαμβάνονται υπόψη τα έκτακτα έσοδα και η υστέρηση εσόδων.

Η επαρκής πρόοδος προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο αξιολογείται βάσει συνολικής αξιολόγησης με σημείο αναφοράς το διαρθρωτικό ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένης ανάλυσης δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων. Προς το σκοπό αυτό, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν αν η πορεία εξέλιξης των δημόσιων δαπανών, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των μέτρων που έχουν ληφθεί ή προβλέπεται να ληφθούν στο σκέλος των εσόδων, πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις ▐:

α)

για κράτη μέλη που έχουν επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τους, η ετήσια αύξηση των δαπανών δεν υπερβαίνει ένα μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ, εκτός εάν η υπέρβαση αντισταθμίζεται με μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων·

β)

για κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τους, η ετήσια αύξηση των δαπανών δεν υπερβαίνει ένα ποσοστό χαμηλότερο από το μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ, εκτός εάν η υπέρβαση αντισταθμίζεται με μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων. Η διαφορά μεταξύ του ποσοστού αύξησης των δημόσιων δαπανών και του μεσοπρόθεσμου ποσοστού αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η κατάλληλη προσαρμογή για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου·

γ)

για τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμα επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό τους στόχο, οι μειώσεις διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των δημόσιων εσόδων αντισταθμίζονται είτε με μειώσεις των δαπανών είτε με αυξήσεις διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά άλλα στοιχεία των δημόσιων εσόδων είτε και με τις δύο μεθόδους συγχρόνως.

Στο γενικό σύνολο των δαπανών δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες για τους τόκους, οι δαπάνες για προγράμματα της ΕΕ που αναπληρώνονται στο σύνολό τους από ενωσιακά κονδύλια και αλλαγές μη διακριτικής ευχέρειας στη χρηματοδότηση των παροχών ανεργίας.

Η αύξηση των δαπανών που υπερβαίνει το μεσοπρόθεσμο σημείο αναφοράς δεν θεωρείται παράβαση του πλαισίου αναφοράς στο βαθμό που αντισταθμίζεται πλήρως με αυξήσεις των εσόδων που είναι υποχρεωτικές διά νόμου.

Το μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ υπολογίζεται βάσει μελλοντικών προβολών ή προβολών ανασκόπησης του παρελθόντος. Οι προβολές ενημερώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τη μέθοδο υπολογισμού των προβολών αυτών και το συνακόλουθο μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ.

Όταν καθορίζουν την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, για τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει τον στόχο αυτό, και όταν επιτρέπουν προσωρινή απόκλιση από αυτόν, για τα κράτη μέλη που τον έχουν ήδη επιτύχει, με την προϋπόθεση ότι διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας όσον αφορά την τιμή αναφοράς για το έλλειμμα και ότι η δημοσιονομική κατάσταση αναμένεται να επανέλθει στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο εντός της περιόδου του προγράμματος, το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη την εφαρμογή μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες θετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις – περιλαμβανομένης της αύξησης της δυνητικής βιώσιμης ανάπτυξης – και κατά συνέπεια έχουν επαληθεύσιμο αντίκτυπο στη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Ιδιαίτερη προσοχή δίδεται σε μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων οι οποίες εισάγουν ένα σύστημα πολλαπλών πυλώνων που περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό με πλήρη χρηματοδότηση. Στα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις, επιτρέπεται να αποκλίνουν από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου ή από τον ίδιο τον στόχο, εφόσον η απόκλιση αντικατοπτρίζει τις άμεσες επαυξητικές επιπτώσεις της μεταρρύθμισης στο κρατικό ισοζύγιο , υπό την προϋπόθεση ότι ▐ διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας σε σχέση με την τιμή αναφοράς του ελλείμματος.

Το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν επίσης κατά πόσον το περιεχόμενο του προγράμματος σταθερότητας διευκολύνει την επίτευξη συνεχούς και πραγματικής σύγκλισης εντός της ζώνης του ευρώ, τον στενότερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και κατά πόσον οι οικονομικές πολιτικές του οικείου κράτους μέλους είναι συνεπείς με τους γενικούς προσανατολισμούς οικονομικής πολιτικής και τις κατευθυντήριες γραμμές απασχόλησης των κρατών μελών και της Ένωσης.

Σε περίπτωση ασυνήθων περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική του κατάσταση ή σε περιόδους σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή την ΕΕ συνολικά , επιτρέπεται στα κράτη μέλη να αποκλίνουν προσωρινά από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο, με την προϋπόθεση ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.

2.   Το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν το πρόγραμμα σταθερότητας το αργότερο εντός τριών μηνών από την υποβολή του. Βάσει σύστασης της Επιτροπής και ύστερα από διαβουλεύσεις με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, το Συμβούλιο, εφόσον απαιτείται, εκδίδει γνώμη επί του προγράμματος. Όταν το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 121 της ΣΛΕΕ, θεωρεί ότι οι στόχοι και το περιεχόμενο του προγράμματος πρέπει να ενισχυθούν, ιδίως όσον αφορά την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου , το Συμβούλιο , στη γνώμη που εκδίδει, καλεί το οικείο κράτος μέλος να προσαρμόσει το πρόγραμμά του.»

5.

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

1.   Στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ , το Συμβούλιο και η Επιτροπή παρακολουθούν την εφαρμογή των προγραμμάτων σταθερότητας με βάση τα στοιχεία που γνωστοποιούν τα συμμετέχοντα κράτη μέλη και τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, προκειμένου ιδίως να εντοπίσουν τις πραγματικές ή αναμενόμενες σημαντικές αποκλίσεις της δημοσιονομικής θέσης από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή από την κατάλληλη πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του ▐.

2.   Σε περίπτωση που παρατηρείται σημαντική απόκλιση από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 5 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, και προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση υπερβολικού ελλείμματος, η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ , απευθύνει προειδοποίηση στο οικείο κράτος μέλος.

Εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έκδοσης της προειδοποίησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, το Συμβούλιο εξετάζει την κατάσταση και εγκρίνει σύσταση για τα απαραίτητα μέτρα πολιτικής, με βάση σύσταση της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4. Η σύσταση ορίζει προθεσμία πέντε μηνών το πολύ για την αντιμετώπιση της απόκλισης. Η προθεσμία μειώνεται στους τρεις μήνες αν στην προειδοποίηση της Επιτροπής κρίνεται ότι η κατάσταση είναι ιδιαίτερα σοβαρή και δικαιολογεί επείγουσα δράση. Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, δημοσιοποιεί τη σύσταση.

Μέσα στην προθεσμία που ορίζει το Συμβούλιο στη σύστασή του σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ, το οικείο κράτος μέλος υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο με θέμα τις ενέργειες στις οποίες προέβη κατόπιν της προαναφερθείσας σύστασης.

Εάν το οικείο κράτος μέλος δεν αναλάβει την ενδεδειγμένη δράση εντός της προθεσμίας που ορίζεται σε σύσταση του Συμβουλίου βάσει του δεύτερου εδαφίου, η Επιτροπή συνιστά αμέσως στο Συμβούλιο να εγκρίνει απόφαση που θα ορίζει ότι δεν ανελήφθη καμία ουσιαστική δράση. Η απόφαση πρέπει να θεωρείται ότι έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να την απορρίψει εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή μπορεί να συστήσει στο Συμβούλιο να εγκρίνει αναθεωρημένη σύσταση, δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4, για τα απαραίτητα μέτρα πολιτικής. Το Συμβούλιο απευθύνει επίσημη έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τις ληφθείσες αποφάσεις.

Η διαδικασία από τη σύσταση του Συμβουλίου που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, έως την απόφαση του Συμβουλίου και την έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που αναφέρεται στο τέταρτο εδάφιο δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

3.     Η απόκλιση από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την κατάλληλη πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του αξιολογείται βάσει μιας συνολικής εκτίμησης με σημείο αναφοράς το διαρθρωτικό ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένης μιας ανάλυσης των δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας που ορίζονται στο άρθρο 5, παράγραφος 1.

Προκειμένου να εκτιμηθεί αν η απόκλιση είναι σημαντική λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

Για κράτος μέλος που δεν έχει επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, όταν εκτιμάται η μεταβολή στο διαρθρωτικό ισοζύγιο, κατά πόσον η απόκλιση ανέρχεται σε τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ σε ένα δεδομένο έτος ή τουλάχιστον 0,25 % του ΑΕΠ κατά μέσο όρο ετησίως σε δύο συνεχόμενα έτη· όταν εκτιμώνται οι εξελίξεις των δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων, κατά πόσον ο συνολικός της αντίκτυπος της απόκλισης στο κρατικό ισοζύγιο είναι τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ μέσα σε ένα έτος ή σωρευτικά σε δύο συνεχόμενα έτη.

Η απόκλιση στην εξέλιξη των δαπανών δεν θεωρείται σημαντική εάν το οικείο κράτος μέλος έχει υπερβεί ▐ το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, λαμβανομένου υπόψη του ενδεχομένου σημαντικής υστέρησης εσόδων και εάν ο δημοσιονομικός προγραμματισμός που παρουσιάζεται στο πρόγραμμα σταθερότητας δεν θέτει σε κίνδυνο αυτό το στόχο κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτει το πρόγραμμα.

Η απόκλιση δύναται επίσης να μη ληφθεί υπόψη εάν οφείλεται σε ασυνήθεις περιστάσεις που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική του κατάσταση ή σε περίπτωση σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή την ΕΕ συνολικά, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα».

6.

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κάθε μη συμμετέχον κράτος μέλος ▐ υποβάλλει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή τα αναγκαία στοιχεία για την άσκηση πολυμερούς εποπτείας ανά τακτά χρονικά διαστήματα δυνάμει του άρθρου 121 της ΣΛΕΕ, υπό μορφή προγράμματος σύγκλισης το οποίο παρέχει μια ουσιαστική βάση για τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, η οποία συμβάλλει στη σταθερότητα των τιμών, στην επίτευξη ισχυρής διατηρήσιμης ανάπτυξης και ▐ στη δημιουργία απασχόλησης.»·

β)

στην παράγραφο 2, τα στοιχεία α), β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του στόχου αυτού για το κρατικό ισοζύγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ, την αναμενόμενη πορεία του δείκτη δημόσιου χρέους, την προβλεπόμενη πορεία εξέλιξης των δημόσιων δαπανών , συμπεριλαμβανομένης της αντίστοιχης διάθεσης πόρων για τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της αύξησης των δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, την προβλεπόμενη πορεία εξέλιξης των δημόσιων εσόδων με αμετάβλητες πολιτικές και έναν ποσοτικό προσδιορισμό των προβλεπόμενων μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων, τους μεσοπρόθεσμους στόχους νομισματικής πολιτικής, τη σχέση των στόχων αυτών με τη σταθερότητα των τιμών και της συναλλαγματικής ισοτιμίας και την επίτευξη συνεχούς σύγκλισης·»

aa)

στοιχεία για τις τεκμαρτές υποχρεώσεις λόγω της δημογραφικής γήρανσης, και ενδεχόμενες υποχρεώσεις, όπως οι δημόσιες εγγυήσεις, που ενδέχεται να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στους γενικούς κρατικούς λογαριασμούς·

aβ)

στοιχεία σχετικά με τη συμβατότητα του προγράμματος σταθερότητας με τους γενικούς προσανατολισμούς οικονομικής πολιτικής, τις κατευθυντήριες γραμμές απασχόλησης και το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων·

β)

τις κυριότερες παραδοχές για τις αναμενόμενες οικονομικές εξελίξεις και τις σημαντικότερες οικονομικές μεταβλητές που σχετίζονται με την υλοποίηση του προγράμματος σύγκλισης, όπως είναι οι δαπάνες δημοσίων επενδύσεων, η αύξηση του ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους, η απασχόληση και ο πληθωρισμός·

γ)

ποσοτική εκτίμηση των δημοσιονομικών και άλλων μέτρων οικονομικής πολιτικής που λαμβάνονται ή προτείνονται για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος, με ανάλυση κόστους-ωφελείας των μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες θετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις, μεταξύ άλλων με την αύξηση της δυνητικής βιώσιμης ανάπτυξης·» ·

βα)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.     Το πρόγραμμα σύγκλισης βασίζεται στο πιθανότερο μακροδημοσιονομικό σενάριο ή σε ένα πιο επιφυλακτικό σενάριο. Οι μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προγνώσεις συγκρίνονται με τις πλέον επίκαιρες προγνώσεις της Επιτροπής και, ενδεχομένως, με τις προγνώσεις άλλων ανεξάρτητων οργάνων. Τυχόν σημαντικές διαφορές μεταξύ του επιλεγέντος μακροοικονομικού δημοσιονομικού σεναρίου και των προγνώσεων της Επιτροπής περιγράφονται συνοδευόμενες από σκεπτικό, ιδίως εάν το επίπεδο ή η ανάπτυξη με βάση εξωτερικές παραδοχές αφίσταται σημαντικά από τις τιμές που προκρίνει η Επιτροπή στις προγνώσεις της.

Η ακριβής φύση αυτών των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, στοιχεία α), αα), β) και γ) καθορίζεται εντός ενός εναρμονισμένου πλαισίου που θα πρέπει να καταρτισθεί από την Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.»·

γ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα στοιχεία για την πορεία του ισοζυγίου και του δείκτη δημόσιου χρέους, την εξέλιξη των δημόσιων δαπανών, την προβλεπόμενη πορεία εξέλιξης των δημόσιων εσόδων με αμετάβλητες πολιτικές, τα προβλεπόμενα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων , με την κατάλληλη ποσοτικοποίηση, και τις βασικές οικονομικές παραδοχές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) θα καταρτίζονται σε ετήσια βάση και θα καλύπτουν το προηγούμενο έτος, το τρέχον έτος και τουλάχιστον τα τρία επόμενα έτη.».

4.     Κάθε πρόγραμμα περιλαμβάνει πληροφορίες για τη νομική θέση του στο πλαίσιο εθνικών διαδικασιών, που αφορούν κυρίως το κατά πόσον το πρόγραμμα υποβλήθηκε στο εθνικό κοινοβούλιο και κατά πόσον το εθνικό κοινοβούλιο είχε την ευκαιρία να συζητήσει τη γνώμη του Συμβουλίου σχετικά με το προηγούμενο πρόγραμμα ή, κατά περίπτωση, τυχόν σύσταση ή προειδοποίηση, και κατά πόσον υπήρξε κοινοβουλευτική έγκριση του προγράμματος.».

7.

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

1.   Τα προγράμματα σύγκλισης υποβάλλονται ετησίως τον Απρίλιο, κατά προτίμηση έως τα μέσα του μήνα και όχι αργότερα από την 30ή Απριλίου.

2.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν τα προγράμματα σύγκλισης που καταρτίζουν.».

8.

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

1.   Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, το Συμβούλιο εξετάζει, εντός του πλαισίου της πολυμερούς εποπτείας του άρθρου 121 της ΣΛΕΕ, τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους που παρουσιάζουν τα οικεία κράτη μέλη στο πρόγραμμα σύγκλισης , εκτιμά εάν οι οικονομικές παραδοχές στις οποίες βασίζεται το πρόγραμμα είναι εύλογες, εάν η πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου είναι κατάλληλη , εξετάζοντας επίσης την παράλληλη πορεία του δείκτη χρέους, και εάν τα μέτρα που λαμβάνονται ή προτείνονται για την τήρηση της εν λόγω πορείας προσαρμογής επαρκούν για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου σε όλη τη διάρκεια του κύκλου.

Το Συμβούλιο και η Επιτροπή , όταν εκτιμούν την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, λαμβάνουν υπόψη κατά πόσον καταβάλλεται μεγαλύτερη προσπάθεια προσαρμογής σε περιόδους ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας, ενώ η προσπάθεια μπορεί να είναι πιο περιορισμένη σε περιόδους δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας. Ιδιαίτερα λαμβάνονται υπόψη τα έκτακτα έσοδα και η υστέρηση εσόδων. Για τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν επίπεδο χρέους υψηλότερο του 60 % του ΑΕΠ ή σημαντικούς κινδύνους όσον αφορά τη γενικότερη βιωσιμότητα του χρέους , το Συμβούλιο εξετάζει εάν η ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, είναι υψηλότερη του 0,5 % του ΑΕΠ. Για τα κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν εάν το οικείο κράτος μέλος προβαίνει σε κατάλληλη ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου του, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα, η οποία απαιτείται για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού του στόχου· το ενδεικτικό ύψος της βελτίωσης ορίζεται σε 0,5 % του ΑΕΠ.

Η επαρκής πρόοδος προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο αξιολογείται βάσει συνολικής αξιολόγησης με σημείο αναφοράς το διαρθρωτικό ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένης ανάλυσης δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων. Προς το σκοπό αυτό, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν αν η πορεία εξέλιξης των δημόσιων δαπανών, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα ▐ μέτρων που έχουν ληφθεί ή σχεδιάζεται να ληφθούν στο σκέλος των εσόδων, είναι σύμφωνη με τους ακόλουθους όρους ▐:

α)

για κράτη μέλη που έχουν επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τους, η ετήσια αύξηση των δαπανών δεν υπερβαίνει ένα μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ, εκτός εάν η υπέρβαση αντισταθμίζεται με μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων·

β)

για κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τους, η ετήσια αύξηση των δαπανών δεν υπερβαίνει ένα ποσοστό χαμηλότερο από το ποσοστό αναφοράς της δυνητικής μεσοπρόθεσμης αύξησης του ΑΕΠ, εκτός εάν η υπέρβαση αντισταθμίζεται με μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων. Η διαφορά μεταξύ του ποσοστού αύξησης των δημόσιων δαπανών και του μεσοπρόθεσμου ποσοστού αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η κατάλληλη προσαρμογή για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου·

γ)

για κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τους , οι μειώσεις διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των δημόσιων εσόδων αντισταθμίζονται είτε με περικοπές των δαπανών είτε με αυξήσεις διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά άλλα στοιχεία των δημόσιων εσόδων είτε και με τις δύο μεθόδους συγχρόνως.

Στο γενικό σύνολο των δαπανών δεν περιλαμβάνονται οι δαπάνες για τους τόκους, οι δαπάνες για προγράμματα της ΕΕ που αναπληρώνονται στο σύνολό τους από ενωσιακά κονδύλια και αλλαγές μη διακριτικής ευχέρειας στη χρηματοδότηση των παροχών ανεργίας.

Η υπέρβαση της αύξησης των δαπανών άνω των μεσοπρόθεσμων τιμών αναφοράς δεν θα πρέπει να λογίζεται ως υπέρβαση της τιμής αναφοράς στο βαθμό που αντισταθμίζεται πλήρως με αυξήσεις εσόδων που είναι υποχρεωτικές διά νόμου.

Το μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ υπολογίζεται βάσει μελλοντικών προβολών ή προβολών ανασκόπησης του παρελθόντος. Οι προβολές ενημερώνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τη μέθοδο υπολογισμού των προβολών αυτών και το συνακόλουθο μεσοπρόθεσμο ποσοστό αναφοράς της δυνητικής αύξησης του ΑΕΠ.

Όταν καθορίζουν την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, για τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει τον στόχο αυτό, και όταν επιτρέπουν προσωρινή απόκλιση από αυτόν, για τα κράτη μέλη που τον έχουν ήδη επιτύχει, με την προϋπόθεση ότι διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας όσον αφορά την τιμή αναφοράς για το έλλειμμα και ότι η δημοσιονομική κατάσταση αναμένεται να επανέλθει στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο εντός της περιόδου του προγράμματος, το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη την εφαρμογή μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες θετικές δημοσιονομικές επιπτώσεις, περιλαμβανομένης της αύξησης της δυνητικής βιώσιμης ανάπτυξης, και κατά συνέπεια έχουν επαληθεύσιμο αντίκτυπο στη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Ιδιαίτερη προσοχή δίδεται σε μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων οι οποίες εισάγουν σύστημα πολλαπλών πυλώνων που περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό πυλώνα με πλήρη χρηματοδότηση. Στα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις επιτρέπεται να αποκλίνουν από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου ή από τον ίδιο τον στόχο, εφόσον η απόκλιση αντικατοπτρίζει τις άμεσες επαυξητικές επιπτώσεις της μεταρρύθμισης στο κρατικό ισοζύγιο, υπό την προϋπόθεση ότι ▐ διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας σε σχέση με την τιμή αναφοράς του ελλείμματος.

Το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν περαιτέρω αν το περιεχόμενο του προγράμματος σύγκλισης διευκολύνει την επίτευξη συνεχούς και πραγματικής σύγκλισης , το στενότερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και αν οι οικονομικές πολιτικές του οικείου κράτους μέλους είναι συνεπείς με τους γενικούς προσανατολισμούς οικονομικής πολιτικής και τις κατευθυντήριες γραμμές απασχόλησης των κρατών μελών και της Ένωσης. Επιπλέον, για τα κράτη μέλη του ΜΣΙ ΙΙ, το Συμβούλιο εξετάζει εάν το περιεχόμενο του προγράμματος σύγκλισης εξασφαλίζει την ομαλή συμμετοχή στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Σε περίπτωση ασυνήθων περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική του κατάσταση ή σε περιόδους σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή την ΕΕ συνολικά , επιτρέπεται στα κράτη μέλη να αποκλίνουν προσωρινά από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο, με την προϋπόθεση ότι δεν τίθεται σε κίνδυνο η διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.

2.   Το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξετάζουν το πρόγραμμα σύγκλισης το αργότερο εντός τριών μηνών από την υποβολή του. Βάσει σύστασης της Επιτροπής και ύστερα από διαβουλεύσεις με την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, το Συμβούλιο, εφόσον απαιτείται, εκδίδει γνώμη επί του προγράμματος. Όταν το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 121 της ΣΛΕΕ, θεωρεί ότι οι στόχοι και το περιεχόμενο του προγράμματος πρέπει να ενισχυθούν, ιδίως όσον αφορά την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου , το Συμβούλιο, στη γνώμη που εκδίδει, καλεί το οικείο κράτος μέλος να προσαρμόσει το πρόγραμμά του.»

9.

Το άρθρο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 10

1.   Στο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ , το Συμβούλιο και η Επιτροπή παρακολουθούν την εφαρμογή των προγραμμάτων σύγκλισης με βάση τα στοιχεία που γνωστοποιούν τα κράτη μέλη με παρέκκλιση και τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, προκειμένου ιδίως να εντοπίσουν τις πραγματικές ή αναμενόμενες σημαντικές αποκλίσεις της δημοσιονομικής θέσης από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή από την κατάλληλη πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του ▐.

Επιπλέον, το Συμβούλιο και η Επιτροπή παρακολουθούν τις οικονομικές πολιτικές των μη συμμετεχόντων κρατών μελών ▐, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους των προγραμμάτων σύγκλισης, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι πολιτικές τους είναι προσανατολισμένες προς τη σταθερότητα και να αποφευχθούν, κατ' αυτό τον τρόπο, οι στρεβλώσεις των πραγματικών συναλλαγματικών ισοτιμιών και οι υπερβολικές διακυμάνσεις των ονομαστικών συναλλαγματικών ισοτιμιών.

2.   Σε περίπτωση που παρατηρείται σημαντική απόκλιση από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 9 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, και προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση υπερβολικού ελλείμματος, η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ, απευθύνει προειδοποίηση στο οικείο κράτος μέλος.

Εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έκδοσης της προειδοποίησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, το Συμβούλιο εξετάζει την κατάσταση και εγκρίνει σύσταση για τα απαραίτητα μέτρα πολιτικής, με βάση σύσταση της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4. Η σύσταση ορίζει προθεσμία πέντε μηνών το πολύ για την αντιμετώπιση της απόκλισης. Η προθεσμία μειώνεται στους τρεις μήνες αν στην προειδοποίηση της Επιτροπής κρίνεται ότι η κατάσταση είναι ιδιαίτερα σοβαρή και δικαιολογεί επείγουσα δράση. Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, δημοσιοποιεί τη σύσταση.

Μέσα στην προθεσμία που ορίζει το Συμβούλιο στη σύστασή του σύμφωνα με το άρθρο 121 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ, το οικείο κράτος μέλος υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο με θέμα τις ενέργειες στις οποίες προέβη κατόπιν της προαναφερθείσας σύστασης.

Εάν το οικείο κράτος μέλος δεν αναλάβει την ενδεδειγμένη δράση εντός της προθεσμίας που ορίζεται σε σύσταση του Συμβουλίου βάσει του δεύτερου εδαφίου, η Επιτροπή συνιστά αμέσως στο Συμβούλιο να εγκρίνει απόφαση που θα ορίζει ότι δεν ανελήφθη καμία ουσιαστική δράση. Όταν λαμβάνει την απόφαση αυτή, το Συμβούλιο ενεργεί χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ψήφος του μέλους του Συμβουλίου που εκπροσωπεί το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή μπορεί να συστήσει στο Συμβούλιο να εγκρίνει αναθεωρημένη σύσταση, δυνάμει του άρθρου 121 παράγραφος 4, για τα απαραίτητα μέτρα πολιτικής. Το Συμβούλιο απευθύνει επίσημη έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με τις ληφθείσες αποφάσεις.

Η διαδικασία από τη σύσταση του Συμβουλίου που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, έως την απόφαση του Συμβουλίου και την έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που αναφέρεται στο τέταρτο εδάφιο δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

3.     Η απόκλιση από το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο ή την κατάλληλη πορεία προσαρμογής για την επίτευξή του αξιολογείται βάσει μιας συνολικής εκτίμησης με σημείο αναφοράς το διαρθρωτικό ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένης μιας ανάλυσης των δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 9, παράγραφος 1.

Προκειμένου να εκτιμηθεί αν η απόκλιση είναι σημαντική λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

Για κράτος μέλος που δεν έχει επιτύχει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, όταν εκτιμάται η μεταβολή στο διαρθρωτικό ισοζύγιο , κατά πόσον η απόκλιση είναι τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ μέσα σε ένα έτος ή τουλάχιστον 0,25 % του ΑΕΠ το έτος κατά μέσο όρο ετησίως για δύο συνεχόμενα έτη· όταν εκτιμάται η εξέλιξη των δαπανών χωρίς να υπολογίζονται τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων, κατά πόσον η απόκλιση έχει συνολικό αντίκτυπο στο ισοζύγιο της κυβέρνησης τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ σε μέσα σε ένα έτος ή σωρευτικά σε δύο συνεχόμενα έτη.

Η απόκλιση στην εξέλιξη των δαπανών δεν θεωρείται σημαντική εάν το οικείο κράτος μέλος έχει υπερβεί ▐ το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, λαμβανομένου υπόψη του ενδεχομένου σημαντικής υστέρησης εσόδων και εάν ο δημοσιονομικός προγραμματισμός που παρουσιάζεται στο πρόγραμμα σύγκλισης δεν θέτει σε κίνδυνο αυτό το στόχο κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτει το πρόγραμμα.

Η απόκλιση δύναται επίσης να μη ληφθεί υπόψη εάν οφείλεται σε ασυνήθεις περιστάσεις που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική του κατάσταση ή σε περίπτωση σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή την ΕΕ συνολικά, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.».

9a.

Προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:

«Τμήμα 3Α

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ

Άρθρο 10α

Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η πολυμερής εποπτεία βασίζεται σε σωστές και ανεξάρτητες στατιστικές, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την επαγγελματική ανεξαρτησία των εθνικών στατιστικών αρχών, οι οποία είναι συμβατή με τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές (11). Για το σκοπό αυτό, πρέπει να πληρούνται οι εξής ελάχιστες απαιτήσεις:

α)

διαφανείς διαδικασίες πρόσληψης και απόλυσης, οι οποίες πρέπει να βασίζονται σε κριτήρια αποκλειστικώς επαγγελματικά·

β)

διάθεση κονδυλίων του προϋπολογισμού, η οποία πρέπει να πραγματοποιείται σε ετήσια ή πολυετή βάση·

γ)

ημερομηνία δημοσίευσης των στατιστικών στοιχείων, η οποία πρέπει να ορίζεται πολύ νωρίτερα.

9β.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο -11

1.     1. Η Επιτροπή διεξάγει συνεχή διάλογο με αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με τους στόχους του παρόντος κανονισμού. Προς το σκοπό αυτό η Επιτροπή διεξάγει αποστολές προκειμένου να εξετάσει την εκάστοτε οικονομική κατάσταση του κράτους μέλους και να εντοπίσει τυχόν κινδύνους ή δυσκολίες ως προς τη συμμόρφωση με τους στόχους του παρόντος κανονισμού.

2.     Μπορεί να πραγματοποιείται ενισχυμένη εποπτεία για τα κράτη μέλη που αποτελούν αντικείμενο συστάσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 10, παράγραφος 2 για τους σκοπούς της επιτόπιας παρακολούθησης. Τα οικεία κράτη μέλη παρέχουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή της αποστολής.

3.     Όταν το οικείο κράτος μέλος είναι κράτος μέλος με νόμισμα το ευρώ ή συμμετέχει στο ΜΣΙ ΙΙ, η Επιτροπή μπορεί να καλέσει εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εάν είναι αναγκαίο, να συμμετάσχουν σε αποστολές εποπτείας.

4.     Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αποστολής που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, εάν είναι αναγκαίο, μπορεί να ανακοινώσει δημοσίως τα πορίσματά της.

5.     Όταν η Επιτροπή διοργανώνει αποστολές εποπτείας όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, διαβιβάζει, στα οικεία κράτη μέλη τα προσωρινά της πορίσματα προς σχολιασμό.»

9γ.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 12α

Επανεξέταση

1.     Εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η έκθεση αξιολογεί μεταξύ άλλων:

α)

την αποτελεσματικότητα του κανονισμού,

β)

την πρόοδο στην εξασφάλιση στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και συνεχούς σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ

2.     Εφόσον ενδείκνυται, η έκθεση αυτή συνοδεύεται από πρόταση για τροπολογίες στον παρόντα κανονισμό.

3.     Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.".

10.

Όλες οι παραπομπές στο «άρθρο 99» αντικαθίστανται, σε ολόκληρο τον κανονισμό, από παραπομπές στο «άρθρο 121».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(4)  ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1.

(5)  

(+)

Ο αριθμός και η ημερομηνία του κανονισμού.

(6)   ΕΕ L ….".

(7)  

(++)

Ο αριθμός του κανονισμού.

(8)  

(+)

Ο αριθμός του κανονισμού.

(9)  

(+)

Ο αριθμός και η ημερομηνία του κανονισμού.

(10)   ΕΕ L ….".

(11)   ΕΕ L 87, 31.3.2009, σ. 164


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/139


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Κατασταλτικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη ***I

P7_TA(2011)0292

Τροπολογίες που ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 23 Ιουνίου 2011 στην πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κατασταλτικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στην ευρωζώνη (COM(2010)0525 – C7-0299/2010 – 2010/0279(COD)) (1)

2012/C 390 E/22

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

[Τροπολογία 2]

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ (2)

στην πρόταση της Επιτροπής για


(1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0182/2011).

(2)  Τροπολογίες: το νέο ή τροποποιημένο κείμενο σημειώνεται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες · η διαγραφή κειμένου σημειώνεται με το σύμβολο ▐.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με κατασταλτικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στη ζώνη του ευρώ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 136 σε συνδυασμό με το άρθρο 121 παράγραφος 6,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας  (1) ,

Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(-1)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να βασίζεται σε διάφορες αλληλοσυνδεόμενες πολιτικές για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την απασχόληση που πρέπει να είναι συνεκτικές μεταξύ τους, ιδίως σε μια στρατηγική της Ένωσης για την ανάπτυξη και την απασχόληση, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη και την ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς, στην προώθηση του διεθνούς εμπορίου και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, σε ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος (Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), σε ένα ισχυρό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, σε ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια, σε μια ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία της χρηματοπιστωτικής αγοράς.

(-1α)

Η Επιτροπή πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στο πλαίσιο της διαδικασίας ενισχυμένης εποπτείας, ως προς τις αξιολογήσεις που αφορούν ειδικά κάθε κράτος μέλος, την παρακολούθηση, τις αποστολές, τις συστάσεις και τις προειδοποιήσεις.

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης πρέπει να αναπτυχθεί στο πλαίσιο των γενικών προσανατολισμών για τις οικονομικές πολιτικές και τις πολιτικές απασχόλησης , όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη, θα πρέπει να συνεπάγεται την τήρηση των κατευθυντήριων αρχών που αποτελούν η σταθερότητα των τιμών, τα υγιή και διατηρήσιμα δημόσια οικονομικά, οι υγιείς νομισματικές συνθήκες και το διατηρήσιμο ισοζύγιο πληρωμών.

(2)

Η πείρα που αποκτήθηκε κατά την πρώτη δεκαετία λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης δείχνει την ανάγκη να βελτιωθεί η οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, που πρέπει να βασίζεται σε έναν αποφασιστικότερο εθνικό ενστερνισμό των κανόνων και πολιτικών που έχουν συμφωνηθεί από κοινού και σε ένα στιβαρότερο εποπτικό πλαίσιο των εθνικών οικονομικών πολιτικών σε επίπεδο Ένωσης.

(2α)

Η επίτευξη και η διατήρηση μιας δυναμικής ενιαίας αγοράς πρέπει να θεωρείται στοιχείο της ορθής και ομαλής λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης.

(3)

Ειδικότερα, η εποπτεία των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών πρέπει να διευρυνθεί πέραν της δημοσιονομικής εποπτείας, προκειμένου να προλαμβάνονται οι υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες και να βοηθούνται τα κράτη μέλη που πλήττονται να καταρτίζουν διορθωτικά σχέδια προτού παγιωθούν οι αποκλίσεις και προτού οι οικονομικές και δημοσιονομικές εξελίξεις πάρουν μόνιμη τροπή προς μια υπέρμετρα δυσμενή κατεύθυνση . Η διεύρυνση αυτή θα πρέπει να συμβαδίζει με την εμβάθυνση της δημοσιονομικής εποπτείας.

(4)

Για την αντιμετώπιση των εν λόγω ανισορροπιών, είναι απαραίτητη διαδικασία που θα πρέπει να θεσπιστεί με νομοθεσία.

(5)

Ενδείκνυται να συμπληρωθεί η πολυμερής εποπτεία που αναφέρεται στο άρθρο 121 παράγραφοι 3 και 4 της ΣΛΕΕ με συγκεκριμένους κανόνες για την ανίχνευση, την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Έχει ουσιαστική σημασία να ενσωματωθεί η διαδικασία στον ετήσιο κύκλο πολυμερούς εποπτείας.

(5α)

Τα αξιόπιστα στατιστικά δεδομένα αποτελούν τη βάση για την εποπτεία των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Για την εξασφάλιση ορθών και ανεξάρτητων στατιστικών, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν την επαγγελματική ανεξαρτησία των εθνικών στατιστικών αρχών, σύμφωνα με τον κώδικα ορθής πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009. Επιπλέον, η διαθεσιμότητα ορθών δημοσιονομικών δεδομένων είναι επίσης σημαντική για την εποπτεία των μακροοικονομικών ανισορροπιών. Η απαίτηση αυτή πρέπει να διασφαλίζεται από τους σχετικούς κανόνες που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. […/…] σχετικά με την αποτελεσματική επιβολή της δημοσιονομικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ, ιδίως το άρθρο 6α.

(5β)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να περιλαμβάνει αυξημένη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων. Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορά μια απόφαση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού να συμμετάσχει στην ανταλλαγή απόψεων.

(6)

Η επιβολή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […/…] θα πρέπει να ενισχυθεί με τη θέσπιση τοκοφόρων καταθέσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τη σύσταση για λήψη των συνιστώμενων διορθωτικών μέτρων οι οποίες θα μετατρέπονται σε ετήσιο πρόστιμο σε περίπτωση επανειλημμένης μη συμμόρφωσης με τη σύσταση για αντιμετώπιση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας ανισορροπιών . Τα εν λόγω κατασταλτικά μέτρα πρέπει να εφαρμόζονται για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ ▐.

(8)

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τη σύσταση του Συμβουλίου η τοκοφόρος κατάθεση ή το πρόστιμο επιβάλλονται , έως ότου το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι το κράτος μέλος έχει συντάξει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών που ανταποκρίνεται επαρκώς στη σύστασή του.

(9)

Επιπλέον, η επανειλημμένη παράλειψη του κράτους μέλους να καταρτίσει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών ανταποκρινόμενο στη σύσταση του Συμβουλίου θα πρέπει επίσης να τιμωρείται κατά κανόνα με ετήσιο πρόστιμο, έως ότου το Συμβούλιο διαπιστώσει ότι το κράτος μέλος έχει συντάξει σχέδιο διορθωτικών ενεργειών που ανταποκρίνεται επαρκώς στη σύστασή του.

(10)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ισότιμη μεταχείριση μεταξύ των κρατών μελών, η τοκοφόρος κατάθεση και το πρόστιμο θα πρέπει να είναι ίδια για όλα τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ και να ισούνται με 0,1 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

(10α)

Η Επιτροπή πρέπει επίσης να μπορεί να συνιστά τη μείωση του μεγέθους της κύρωσης ή την ακύρωσή της λόγω εκτάκτων οικονομικών περιστάσεων.

(11)

Η διαδικασία για την επιβολή των κυρώσεων στα κράτη μέλη που δεν λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα για τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών θα πρέπει να διαμορφωθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η επιβολή της κύρωσης στα εν λόγω κράτη μέλη να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.

(12)

Τα πρόστιμα που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού αποτελούν «άλλα έσοδα», όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της Συνθήκης, και διατίθενται στους μηχανισμούς σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ.

(13)

Θα πρέπει να δοθεί στο Συμβούλιο η εξουσία να εκδίδει μεμονωμένες αποφάσεις για την επιβολή της κύρωσης που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Στο πλαίσιο του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών που διεξάγεται στο Συμβούλιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 121 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ , οι εν λόγω μεμονωμένες αποφάσεις αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της συνέχειας των μέτρων που θεσπίζει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 121 της ΣΛΕΕ και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. […/…].

(14)

Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός περιέχει γενικούς κανόνες για την αποτελεσματική επιβολή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […/…], θα πρέπει να εγκριθεί σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 121 παράγραφος 6 της Συνθήκης.

(15)

Δεδομένου ότι ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την ανίχνευση και την πρόληψη των μακροοικονομικών ανισορροπιών είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, λόγω των βαθιών εμπορικών και χρηματοοικονομικών διασυνδέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δευτερογενών επιπτώσεων των εθνικών οικονομικών πολιτικών για την Ένωση και την περιοχή του ευρώ συνολικά, και δύναται, συνεπώς, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών·

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει σύστημα κυρώσεων για την αποτελεσματική διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών στη ζώνη του ευρώ.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […/…].

Επιπλέον, εφαρμόζεται ο ακόλουθος ορισμός:

ως «έκτακτες οικονομικές περιστάσεις» νοούνται περιστάσεις όπου η υπέρβαση ενός δημοσιονομικού ελλείμματος σε σχέση με την τιμή αναφοράς θεωρείται έκτακτη, κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερη περίπτωση της ΣΛΕΕ και όπως διευκρινίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου (3).

Άρθρο 3

Κυρώσεις

1.   Το Συμβούλιο, έπειτα από σύσταση της Επιτροπής, επιβάλλει με απόφασή του τοκοφόρο κατάθεση εάν έχει εκδοθεί απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με διορθωτικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 του ▐ κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2011, στην οποία το Συμβούλιο ▐ καταλήγει στο συμπέρασμα ▐ ότι το οικείο κράτος μέλος δεν έχει λάβει τα συνιστώμενα διορθωτικά μέτρα, σύμφωνα με τη σύσταση .

1α.     Το Συμβούλιο, έπειτα από σύσταση της Επιτροπής, επιβάλλει με απόφασή του ετήσιο πρόστιμο, εάν:

α)

έχουν εκδοθεί δύο διαδοχικές συστάσεις του Συμβουλίου στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας ανισορροπίας σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […/…], στις οποίες το Συμβούλιο κρίνει ότι το κράτος μέλος έχει υποβάλει ανεπαρκές σχέδιο διορθωτικών ενεργειών,

β)

έχουν εκδοθεί δύο διαδοχικές αποφάσεις του Συμβουλίου στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας ανισορροπίας στις οποίες διαπιστώνεται η μη συμμόρφωση σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […/…].

Το πρόστιμο επιβάλλεται με μετατροπή της τοκοφόρου κατάθεσης που είχε επιβληθεί σε ετήσιο πρόστιμο, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

1β.     Οι αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και 1α θεωρούνται ότι έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο εκτός εάν αυτό αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία να απορρίψει τη σύσταση εντός δέκα ημερών από την έγκρισή της από την Επιτροπή. Το Συμβούλιο μπορεί να τροποποιήσει τη σύσταση αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία.

1γ.     Η σύσταση της Επιτροπής για απόφαση του Συμβουλίου εκδίδεται εντός είκοσι ημερών από την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και 1α.

2.    Η τοκοφόρος κατάθεση ή το ετήσιο πρόστιμο που συνιστά η Επιτροπή ανέρχονται σε 0,1 % του ΑΕΠ του οικείου κράτους μέλους κατά το προηγούμενο έτος.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 , η Επιτροπή μπορεί, λόγω εκτάκτων οικονομικών περιστάσεων ή έπειτα από αιτιολογημένο αίτημα που απευθύνει το οικείο κράτος μέλος στην Επιτροπή, εντός δέκα ημερών από την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και 1α , να προτείνει μείωση του ύψους της τοκοφόρου κατάθεσης ή του προστίμου ή να το ακυρώσει.

4.   Εάν ένα κράτος μέλος έχει πραγματοποιήσει τοκοφόρο κατάθεση ή έχει καταβάλει ετήσιο πρόστιμο για δεδομένο ημερολογιακό έτος και το Συμβούλιο συμπεράνει στη συνέχεια, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. […/… ], ότι το κράτος μέλος έχει λάβει τα συνιστώμενα διορθωτικά μέτρα κατά το δεδομένο έτος, η κατάθεση που έχει πραγματοποιηθεί για αυτό το δεδομένο έτος, μαζί με τους δεδουλευμένους τόκους ή το πρόστιμο που έχει καταβληθεί για το δεδομένο έτος επιστρέφεται στο κράτος μέλος κατά χρονική αναλογία.

Άρθρο 4

Διάθεση των προστίμων

Τα πρόστιμα που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού αποτελούν «άλλα έσοδα», όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της Συνθήκης, και διατίθενται στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας. Όταν δημιουργηθεί από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ άλλος μηχανισμός σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, τα πρόστιμα διατίθενται σε αυτόν τον τελευταίο μηχανισμό .

Άρθρο 5

Ψηφοφορία στο Συμβούλιο

Για τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 3, ψηφίζουν μόνο τα μέλη του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύουν κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ και το Συμβούλιο αποφασίζει χωρίς να λάβει υπόψη την ψήφο του μέλους του Συμβουλίου που αντιπροσωπεύει το οικείο κράτος μέλος.

Η ειδική πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 238 παράγραφος 3 στοιχείο β) της Συνθήκης.

Άρθρο 5α

Οικονομικός διάλογος

Προκειμένου να ενισχυθεί ο διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ειδικότερα δε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, και προκειμένου να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλέσει τον Πρόεδρο του Συμβουλίου, τον Πρόεδρο της Επιτροπής και, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τον Πρόεδρο της Ευρωομάδας να προσέλθουν ενώπιον της επιτροπής για να συζητηθούν οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία στο κράτος μέλος το οποίο αφορά μια τέτοια απόφαση να συμμετάσχει στην ανταλλαγή απόψεων.

Άρθρο 5β

Επανεξέταση

1.     Εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και εν συνεχεία ανά πενταετία, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση αυτή αξιολογεί, μεταξύ άλλων:

α)

την αποτελεσματικότητα του κανονισμού,

β)

την πρόοδο στην εξασφάλιση στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών και συνεχούς σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών, σύμφωνα με τη Συνθήκη.

2.     Εάν χρειάζεται, η έκθεση συνοδεύεται από πρόταση τροποποιήσεων του παρόντος κανονισμού.

3.     Η έκθεση και οιεσδήποτε συνοδευτικές προτάσεις διαβιβάζονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)   ΕΕ C 150, 20.5.2011, σ. 1 .

(2)  ΕΕ C …

(3)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/145


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Δικαιώματα των καταναλωτών ***I

P7_TA(2011)0293

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των καταναλωτών (COM(2008)0614 – C6-0349/2008 – 2008/0196(COD))

2012/C 390 E/23

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2008)0614),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0349/2008),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Συνέπειες της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας στις τρέχουσες διοργανικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων» (COM(2009)0665),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294, παράγραφος 3, και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2009 (1),

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών της 22ας Απριλίου 2009 (2),

έχοντας υπόψη τη δέσμευση του εκπροσώπου του Συμβουλίου με επιστολή της 15ης Ιουνίου 2011, να εγκρίνει τη θέση του Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 294, παράγραφος 4, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής και της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων (A7-0038/2011),

1.

εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω (3)·

2.

εγκρίνει τη δήλωσή του που επισυνάπτεται στο παρόν ψήφισμα·

3.

λαμβάνει υπόψη την επισυναπτόμενη στο παρόν ψήφισμα κοινή δήλωση της Ουγγρικής Προεδρίας και των επερχόμενων Προεδριών της Πολωνίας, της Δανίας και της Κύπρου·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, καθώς και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 317 της 23.12.2009, σ. 54.

(2)  ΕΕ C 200 της 25.8.2009, σ. 76.

(3)  Η παρούσα θέση αντικαθιστά τις τροπολογίες που εγκρίθηκαν στις 24 Μαρτίου 2011 (Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_ΤΑ(2011)0116).


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
P7_TC1-COD(2008)0196

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Ιουνίου 2011 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2011/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, που τροποποιεί την οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την οδηγία 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και την οδηγία 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, απόφαση 2011/83/ΕΕ.)

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τους πίνακες αντιστοιχίας

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκφράζει τη λύπη του που το Συμβούλιο δεν ήταν έτοιμο να δεχθεί την υποχρεωτική δημοσίευση πινάκων αντιστοιχίας στο πλαίσιο της πρότασης οδηγίας για τα δικαιώματα των καταναλωτών. Δια της παρούσης δηλώνεται ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου κατά τον τριμερή διάλογο της 6ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την παρούσα οδηγία δεν προδικάζει την έκβαση των διοργανικών διαπραγματεύσεων για τους πίνακες αντιστοιχίας.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να το πληροφορήσει μέσα σε δώδεκα μήνες από την έγκριση της παρούσας συμφωνίας στην ολομέλεια και να συντάξει έκθεση στο τέλος της προθεσμίας για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, σχετικά με την πρακτική των κρατών μελών να συντάσσουν και να δημοσιοποιούν, προς ίδιο όφελος και προς το συμφέρον της Ένωσης, τους δικούς τους πίνακες, στους οποίους θα παρουσιάζεται, όσο το δυνατόν λεπτομερέστερα, η αντιστοιχία μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χαιρετίζει τη συμφωνία που επιτεύχθηκε να ενσωματωθούν στην οδηγία για τα δικαιώματα των καταναλωτών απαιτήσεις για την υποχρεωτική υποβολή εκθέσεων σχετικά με αυτές τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, της οδηγίας του Συμβουλίου 93/13/ΕΟΚ και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, οι οποίες εκχωρούν στα κράτη μέλη ρυθμιστική επιλογή (άρθρα 29, 32 και 33).

Δήλωση της Προεδρίας της Ουγγαρίας και των επικείμενων Προεδριών της Πολωνίας, της Δανίας και της Κύπρου σχετικά με τους πίνακες αντιστοιχίας

Δια της παρούσης δηλώνεται ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά τον τριμερή διάλογο της 6ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τα δικαιώματα των καταναλωτών, η οποία τροποποιεί την οδηγία του Συμβουλίου 93/13/ΕΟΚ και την οδηγία 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία του Συμβουλίου 85/577/ΕΟΚ και την οδηγία 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, δεν προδικάζει την έκβαση των διοργανικών διαπραγματεύσεων για τους πίνακες αντιστοιχίας.


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/146


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Ελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά στο πλαίσιο του ευέλικτου συστήματος ***I

P7_TA(2011)0294

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 2000/25/ΕΚ όσον αφορά τις διατάξεις για τους ελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά στο πλαίσιο του ευέλικτου συστήματος (COM(2010)0607 – C7-0342/2010 – 2010/0301(COD))

2012/C 390 E/24

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2010)0607),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294, παράγραφος 2, και το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C7-0342/2010),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της 16ης Φεβρουαρίου 2011 (1),

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού (A7-0091/2011),

1.

εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


(1)  ΕΕ C 107 της 6.4.2011, σ. 26.


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
P7_TC1-COD(2010)0301

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 23 Ιουνίου 2011 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2011/…/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2000/25/ΕΚ όσον αφορά τις διατάξεις για τους ελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά στο πλαίσιο του ευέλικτου συστήματος

(Καθώς έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η θέση του Κοινοβουλίου αντιστοιχεί στην τελική νομοθετική πράξη, οδηγία 2011/72/ΕΕ.)


18.12.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 390/147


Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011
Διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων *

P7_TA(2011)0295

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2011 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου όσον αφορά τη διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων (COM(2010)0618 – C7-0387/2010 – 2010/0306(NLE))

2012/C 390 E/25

(Διαβούλευση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2010)0618),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως τα άρθρα 31 και 32, με βάση τα οποία το Συμβούλιο κάλεσε σε διαβούλευση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (C7-0387/2010),

έχοντας υπόψη το άρθρο 55 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0214/2011),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

καλεί την Επιτροπή να τροποποιήσει αναλόγως την πρότασή της, σύμφωνα με το άρθρο 293, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το άρθρο 106, εδάφιο α της Συνθήκης Ευρατόμ·

3.

καλεί το Συμβούλιο, σε περίπτωση που προτίθεται να απομακρυνθεί από το κείμενο που ενέκρινε το Κοινοβούλιο, να το ενημερώσει σχετικά·

4.

ζητεί να κληθεί εκ νέου να γνωμοδοτήσει σε περίπτωση που το Συμβούλιο προτίθεται να επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις στην πρόταση της Επιτροπής·

5.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Τροπολογία 1

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 1

(1)

Το άρθρο 2 παράγραφος β της Συνθήκης προβλέπει ότι πρέπει να θεσπιστούν ομοιόμορφοι κανόνες ασφαλείας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του ευρέος κοινού.

(1)

Το άρθρο 2 παράγραφος β της Συνθήκης Ευρατόμ προβλέπει ότι πρέπει να θεσπιστούν ομοιόμορφοι κανόνες ασφαλείας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του ευρέος κοινού.

Τροπολογία 2

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 2

(2)

Το άρθρο 30 της Συνθήκης προβλέπει τη θέσπιση βασικών προτύπων για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του ευρέος κοινού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες.

(2)

Το άρθρο 30 της Συνθήκης Ευρατόμ προβλέπει τη θέσπιση βασικών προτύπων για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του ευρέος κοινού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες.

Τροπολογία 3

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 3

(3)

Το άρθρο 37 της Συνθήκης απαιτεί από τα κράτη μέλη να υποβάλλουν στην Επιτροπή γενικά δεδομένα για κάθε πρόγραμμα διάθεσης ραδιενεργών αποβλήτων.

(3)

Το άρθρο 37 της Συνθήκης Ευρατόμ απαιτεί από τα κράτη μέλη να υποβάλλουν στην Επιτροπή γενικά δεδομένα για κάθε πρόγραμμα διάθεσης ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 4

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 3 α (νέα)

 

(3a)

Η οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989 (1) προβλέπει τη λήψη μέτρων για την προώθηση βελτιώσεων στον τομέα της ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία.

Τροπολογία 5

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 4

(4)

Η οδηγία 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 1996 για τον καθορισμό των βασικών προτύπων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του ευρέος κοινού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες  (2) εφαρμόζεται σε όλες τις πρακτικές που συνεπάγονται κίνδυνο από ιονίζουσες ακτινοβολίες εκπεμπόμενες είτε από τεχνητή, είτε από φυσική πηγή ακτινοβολίας στην περίπτωση που γίνεται ή έχει γίνει επεξεργασία φυσικών ραδιονουκλεϊδίων λόγω των ραδιενεργών, σχάσιμων ή αναπαραγωγικών ιδιοτήτων τους. Επίσης καλύπτει τις εγκεκριμένες εκλύσεις υλικών που προκύπτουν από αυτές τις πρακτικές. Οι διατάξεις της οδηγίας έχουν συμπληρωθεί με πιο συγκεκριμένη νομοθεσία.

(4)

Η οδηγία 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 1996 (3) καθορίζει τα βασικά πρότυπα ασφαλείας. Η εν λόγω οδηγία εφαρμόζεται σε όλες τις πρακτικές που συνεπάγονται κίνδυνο από ιονίζουσες ακτινοβολίες εκπεμπόμενες είτε από τεχνητή, είτε από φυσική πηγή ακτινοβολίας στην περίπτωση που γίνεται ή έχει γίνει επεξεργασία φυσικών ραδιονουκλεϊδίων λόγω των ραδιενεργών, σχάσιμων ή αναπαραγωγικών ιδιοτήτων τους. Επίσης καλύπτει τις εγκεκριμένες εκλύσεις υλικών που προκύπτουν από αυτές τις πρακτικές. Οι διατάξεις της οδηγίας έχουν συμπληρωθεί με πιο συγκεκριμένη νομοθεσία.

Τροπολογία 131

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 4 α (νέα)

 

(4α)

Καθώς ούτε η Συνθήκη Ευρατόμ ούτε η ΣΛΕΕ παρέχουν στο Κοινοβούλιο εξουσίες συναπόφασης σε σχέση με ζητήματα πυρηνικής ενέργειας, είναι σημαντικό να βρεθεί νέα νομική βάση για οποιαδήποτε μελλοντική νομοθεσία στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας.

Τροπολογία 6

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 15 α (νέα)

 

(15a)

Οι τρείς πρώην υποψήφιες προς ένταξη χώρες, Λιθουανία, Σλοβακία και Βουλγαρία, είχαν σε λειτουργία παλαιές πυρηνικές εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής σοβιετικού σχεδιασμού που δεν μπορούσαν να αναβαθμιστούν με οικονομικό τρόπο ώστε να πληρούν τις προδιαγραφές της ΕΕ· κατά συνέπεια, οι εγκαταστάσεις αυτές έκλεισαν και ακολούθως παροπλίσθηκαν.

Τροπολογία 7

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 15 β (νέα)

 

(15β)

Ο παροπλισμός των πυρηνικών εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής αυτών των τριών κρατών μελών τους επέβαλε ένα σημαντικό χρηματοδοτικό και οικονομικό βάρος που δεν μπορούσαν να καλύψουν εξ ολοκλήρου και κατά συνέπεια η Ένωση παρείχε στα εν λόγω κράτη μέλη οικονομικούς πόρους προκειμένου να καλύψουν μέρος του κόστους παροπλισμού και των έργων διαχείρισης αποβλήτων και να αντισταθμίσουν τις οικονομικές συνέπειες.

Τροπολογία 8

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 18

(18)

Το 2006 ο ΔΟΑΕ επικαιροποίησε ολόκληρο το σύνολο των κανόνων του και εξέδωσε τις θεμελιώδεις αρχές ασφαλείας με συγχορηγούς την Ευρατόμ, τον Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας του ΟΑΣΑ (ΟΟΣΑ/ΝΕΑ) και άλλους διεθνείς οργανισμούς. Όπως αναφέρουν οι συγχορηγοί οργανισμοί, η εφαρμογή των θεμελιωδών αρχών ασφαλείας θα διευκολύνει την εφαρμογή διεθνών κανόνων ασφαλείας και θα επιφέρει υψηλότερη ομοιομορφία μεταξύ των ρυθμίσεων που ισχύουν σε διαφορετικά κράτη. Πρέπει επομένως όλα τα κράτη να σέβονται και να τηρούν αυτές τις αρχές. Οι αρχές αυτές θα είναι δεσμευτικές για τον ΔΟΑΕ όσον αφορά τη λειτουργία του και για τα κράτη όσον αφορά τη λειτουργία που επικουρείται από τον ΔΟΑΕ. Τα κράτη ή οι χορηγοί οργανισμοί μπορούν να εγκρίνουν τις αρχές, κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, προκειμένου να τις εφαρμόζουν στις δικές τους δραστηριότητες.

(18)

Το 2006 ο ΔΟΑΕ επικαιροποίησε ολόκληρο το σύνολο των κανόνων του και εξέδωσε τις θεμελιώδεις αρχές ασφαλείας που καταρτίσθηκαν από κοινού από την Ευρατόμ, τον Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας του ΟΑΣΑ (ΟΟΣΑ/ΝΕΑ) και άλλους διεθνείς οργανισμούς. Όπως αναφέρουν οι συγχορηγοί οργανισμοί, η εφαρμογή των θεμελιωδών αρχών ασφαλείας θα διευκολύνει την εφαρμογή διεθνών κανόνων ασφαλείας και θα επιφέρει υψηλότερη ομοιομορφία μεταξύ των ρυθμίσεων που ισχύουν σε διαφορετικά κράτη. Πρέπει επομένως όλα τα κράτη να σέβονται και να τηρούν αυτές τις αρχές. Οι αρχές αυτές θα είναι δεσμευτικές για τον ΔΟΑΕ όσον αφορά τη λειτουργία του και για τα κράτη όσον αφορά τη λειτουργία που επικουρείται από τον ΔΟΑΕ. Τα κράτη ή οι χορηγοί οργανισμοί μπορούν να εγκρίνουν τις αρχές, κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, προκειμένου να τις εφαρμόζουν στις δικές τους δραστηριότητες.

Τροπολογία 9

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 19 α (νέα)

 

(19α)

Η Σύμβαση του Aarhus της 25ης Ιουνίου 1998 για την Πρόσβαση στις Πληροφορίες, τη Συμμετοχή του Κοινού στη Λήψη Αποφάσεων και την Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη για Περιβαλλοντικά Θέματα αναγνωρίζει στο κοινό δικαιώματα και επιβάλλει στα συμβαλλόμενα μέρη και στις δημόσιες αρχές υποχρεώσεις σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες και τη συμμετοχή του κοινού καθώς και σχετικά με την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη επί περιβαλλοντικών θεμάτων, όπου περιλαμβάνεται και η διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 10

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 19 β (νέα)

 

(19β)

Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας ενέκρινε μια Σύμβαση (4) και μια Σύσταση (5) για την Προστασία από την Ακτινοβολία, που ισχύουν για όλες τις δραστηριότητες που συνεπάγονται έκθεση των εργαζομένων σε ιονίζουσα ακτινοβολία στη διάρκεια της εργασίας και απαιτούν τη λήψη των κατάλληλων μέτρων για την επίτευξη της αποτελεσματικής προστασίας των εργαζομένων βάσει των διαθέσιμων γνώσεων.

Τροπολογία 11

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 22 α (νέα)

 

(22α)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διευκρίνισε επίσης πως σε όλα τα κράτη μέλη όλες οι πυρηνικές εταιρίες θα πρέπει να έχουν επαρκείς χρηματικούς πόρους διαθέσιμους για να καλύψουν το πλήρες κόστος του παροπλισμού, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης των αποβλήτων, ώστε να τηρείται η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και να αποτρέπεται οποιαδήποτε προσφυγή σε κρατικές ενισχύσεις, ενώ κάλεσε επίσης την Επιτροπή να εκπονήσει ακριβείς ορισμούς ως προς τη χρήση οικονομικών πόρων προοριζόμενων για τον παροπλισμό σε καθένα από τα κράτη μέλη, ώστε να καλύπτονται ο παροπλισμός καθώς και η διαχείριση, συσκευασία και τελική διάθεση των παραγόμενων ραδιενεργών αποβλήτων (6).

Τροπολογία 12

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 23

(23)

Τόσο στην Ένωση όσο και παγκοσμίως αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο η ανάγκη υπεύθυνης χρήσης της πυρηνικής ενέργειας, η οποία να καλύπτει κυρίως την πυρηνική ασφάλεια. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων προκειμένου να επιτευχθεί η ασφαλής, βέλτιστη και βιώσιμη χρήση της πυρηνικής ενέργειας .

(23)

Τόσο στην Ένωση όσο και παγκοσμίως , ιδίως μετά το πρόσφατο σοβαρό πυρηνικό ατύχημα στην Ιαπωνία, αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο η ανάγκη ενίσχυσης των κανόνων σχετικά με την πυρηνική ασφάλεια. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να αντιμετωπιστεί το κεφαλαιώδες ζήτημα της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων προκειμένου να επιτευχθεί η ασφαλής, βέλτιστη και βιώσιμη αποθήκευση και/ή διάθεση .

Τροπολογία 13

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 23 α (νέα)

 

(23α)

Πρέπει να σημειωθεί εν προκειμένω ότι πολύ μεγάλο ποσοστό των υλικών των αναλωμένων καυσίμων είναι ανακτήσιμο. Η ανακύκλωση των αναλωμένων καυσίμων συνιστά, συνεπώς, πτυχή που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, παράλληλα με τη διάθεση των τελικών αποβλήτων.

Τροπολογία 15

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 25

(25)

Η λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων παράγει και αυτή αναλωμένα καύσιμα. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να ορίσει την πολιτική του ως προς τον κύκλο ζωής των καυσίμων θεωρώντας τα αναλωμένα καύσιμα πολύτιμους πόρους που μπορούν να υποβληθούν σε επανεπεξεργασία ή αποφασίζοντας να προβεί στη διάθεσή τους ως αποβλήτων. Όποια επιλογή και αν γίνει, πρέπει να εξεταστεί η διάθεση των αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας που διαχωρίζονται κατά την επανεπεξεργασία ή των αναλωμένων καυσίμων που θεωρούνται απόβλητα.

(25)

Η λειτουργία πυρηνικών αντιδραστήρων παράγει και αυτή αναλωμένα καύσιμα. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να ορίσει την πολιτική του ως προς τον κύκλο ζωής των καυσίμων θεωρώντας τα αναλωμένα καύσιμα πολύτιμους πόρους που μπορούν να υποβληθούν σε επανεπεξεργασία και ανακύκλωση ή αποφασίζοντας να προβεί στη διάθεσή τους ως αποβλήτων. Όποια επιλογή και αν γίνει, πρέπει να εξεταστεί η διάθεση των αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας που διαχωρίζονται κατά την επανεπεξεργασία ή των αναλωμένων καυσίμων που θεωρούνται απόβλητα.

Τροπολογία 115

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 25 α (νέα)

 

(25a)

Τα αναλωμένα καύσιμα που αποθηκεύονται σε δεξαμενές αντιπροσωπεύουν επιπρόσθετη δυνητική πηγή ραδιενέργειας στο περιβάλλον, πολύ δε περισσότερο που δεν καλύπτονται πλέον οι δεξαμενές ψύξης.

Τροπολογία 132

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 27

(27)

Τα ραδιενεργά απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων και των αναλωμένων καυσίμων που θεωρούνται απόβλητα, απαιτούν περιορισμό και απομόνωση από τους ανθρώπους και το περιβάλλον διαβίωσής τους μακροπρόθεσμα. Λόγω της συγκεκριμένης φύσης τους, (περιεκτικότητα σε ραδιονουκλεΐδια), απαιτούνται ρυθμίσεις για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από κινδύνους οι οποίοι προκύπτουν από την ιονίζουσα ακτινοβολία, συμπεριλαμβανομένης και της διάθεσης σε κατάλληλες εγκαταστάσεις η οποία πρέπει να αποτελεί το τελικό σημείο της διαχείρισής τους. Η αποθήκευση ραδιενεργών αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένης και της μακροπρόθεσμης αποθήκευσης, αποτελεί μια ενδιάμεση λύση , αλλά όχι εναλλακτική λύση της διάθεσης .

(27)

Τα ραδιενεργά απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων και των αναλωμένων καυσίμων που θεωρούνται απόβλητα, απαιτούν την κατάλληλη μετατροπή , περιορισμό και απομόνωση από τους ανθρώπους και το περιβάλλον διαβίωσής τους μακροπρόθεσμα. Λόγω της συγκεκριμένης φύσης τους, (περιεκτικότητα σε ραδιονουκλεΐδια), απαιτούνται ρυθμίσεις για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από κινδύνους οι οποίοι προκύπτουν από την ιονίζουσα ακτινοβολία, συμπεριλαμβανομένης και της διάθεσης σε κατάλληλες εγκαταστάσεις η οποία πρέπει να αποτελεί το τελικό σημείο της διαχείρισής τους , με τη δυνατότητα της ανάκτησης βάσει της αρχής της αναστρεψιμότητας . Η αποθήκευση ραδιενεργών αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένης και της μακροπρόθεσμης αποθήκευσης, αποτελεί μια ενδιάμεση λύση.

Τροπολογία 133

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 27 α (νέα)

 

(27α)

Το ατύχημα της Φουκουσίμα κατέδειξε σαφώς τους κινδύνους τους οποίους εγκυμονεί η διάθεση ραδιενεργών αποβλήτων, αλλά παρόμοια ατυχήματα θα μπορούσαν να συμβούν και σε άλλες πυρηνικές εγκαταστάσεις οι οποίες λειτουργούν ήδη ή πρόκειται να τεθούν σε λειτουργία σε περιοχές της Ένωσης και σε γειτονικές της χώρες οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο σεισμικού και παλιρροϊκού κινδύνου όπως, για παράδειγμα, στο Akkuyu της Τουρκίας. Η Ένωση θα πρέπει να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποτραπεί η διάθεση ραδιενεργών αποβλήτων σε τέτοιες περιοχές.

Τροπολογία 17

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 28

(28)

Αναμένεται ότι με ένα εθνικό καθεστώς ταξινόμησης ραδιενεργών αποβλήτων θα δοθεί στήριξη στις ανωτέρω ρυθμίσεις με πλήρη συνεκτίμηση των ιδιαίτερων τύπων και ιδιοτήτων των ραδιενεργών αποβλήτων. Τα επακριβή κριτήρια σύμφωνα με τα οποία τα απόβλητα εντάσσονται σε συγκεκριμένη κλάση αποβλήτων θα εξαρτηθούν από την ιδιαίτερη κατάσταση του κράτους σε σχέση με τη φύση των αποβλήτων και τις διαθέσιμες ή υπό σκέψη επιλογές διάθεσης.

(28)

Αναμένεται ότι με ένα εθνικό καθεστώς ταξινόμησης ραδιενεργών αποβλήτων θα δοθεί στήριξη στις ανωτέρω ρυθμίσεις με πλήρη συνεκτίμηση των ιδιαίτερων τύπων και ιδιοτήτων των ραδιενεργών αποβλήτων. Τα επακριβή κριτήρια σύμφωνα με τα οποία τα απόβλητα εντάσσονται σε συγκεκριμένη κλάση αποβλήτων θα εξαρτηθούν από την ιδιαίτερη κατάσταση του κράτους σε σχέση με τη φύση των αποβλήτων και τις διαθέσιμες ή υπό σκέψη επιλογές διάθεσης. Για να διευκολυνθεί η επικοινωνία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και για να διασφαλιστεί η διαφάνεια, θα πρέπει στο εθνικό πρόγραμμα να περιγραφεί λεπτομερώς ένα σύστημα ταξινόμησης.

Τροπολογία 18

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 29

(29)

Συνήθως η διάθεση των βραχύβιων αποβλήτων χαμηλής και μεσαίας ραδιενέργειας γίνεται κοντά στην επιφάνεια. Έπειτα από 30 έτη έρευνας, είναι ευρέως αποδεκτή σε τεχνικό επίπεδο η άποψη ότι η διάθεση σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους αποτελεί την ασφαλέστερη και βιωσιμότερη επιλογή ως τελικό σημείο της διαχείρισης των ραδιενεργών αποβλήτων και των αναλωμένων καυσίμων που θεωρούνται απόβλητα. Επομένως, πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για την εφαρμογή της διάθεσης.

(29)

Οι ιδέες για τη διάθεση των βραχύβιων αποβλήτων χαμηλής και μεσαίας ραδιενέργειας ξεκινούν από τη διάθεση κοντά στην επιφάνεια (σε κτίρια, κατόρυξη σε μικρό βάθος ή μερικές δεκάδες μέτρα κάτω από την επιφάνεια) και φτάνουν μέχρι την πλέον σύγχρονη τεχνική διάθεσης σε γεωλογικούς χώρους εναπόθεσης 70 έως 100 μέτρα κάτω από την επιφάνεια. Σχεδόν όλα τα μακρόβια απόβλητα χαμηλής και μεσαίας ραδιενέργειας αποθηκεύονται. Έπειτα από 30 έτη έρευνας, έχει αποδειχθεί σε επιστημονικό επίπεδο το εφικτό της διάθεσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους κι ότι αυτή μπορεί να αποτελεί μια ασφαλή και οικονομική επιλογή ως τελικό σημείο της διαχείρισης αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας . Οι δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της «Τεχνολογικής Πλατφόρμας για την Εφαρμογή Μεθόδων Γεωλογικής Διάθεσης των Ραδιενεργών Αποβλήτων» (IGD-TP) θα μπορούσαν να διευκολύνουν την πρόσβαση στη σχετική πραγματογνωμοσύνη και τεχνολογία. Διάφορες άλλες επιλογές είναι επίσης υπό μελέτη, όπως οι τεχνικές εγκαταστάσεις αποθήκευσης στην επιφάνεια ή κοντά στην επιφάνεια, η διάθεση μέσα σε ξηρά πετρώματα ή η διάθεση σε βαθέα φρέατα (3 000 έως 5 000 μέτρων βάθους), συμπεριλαμβανομένης της πιθανής αναστρεψιμότητας και δυνατότητας ανάκτησης. Επομένως, πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω έρευνες για όλες τις επιλογές .

Τροπολογία 19

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 29 α (νέα)

 

(29α)

Ενόψει της έρευνας για τη διάθεση των ραδιενεργών αποβλήτων μέσω της μεταστοιχείωσης ή άλλων μορφών μείωσης της έντασης της ακτινοβολίας και του χρόνου υποδιπλασιασμού, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η μακροπρόθεσμη αναστρέψιμη αποθήκευση των ραδιενεργών αποβλήτων σε γεωλογικούς σχηματισμούς μεγάλου βάθους.

Τροπολογία 20

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 30

(30)

Παρόλο που το κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την πολιτική του σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, η πολιτική αυτή πρέπει να σέβεται τις σχετικές θεμελιώδεις αρχές ασφαλείας που έχει ορίσει ο ΔΟΑΕ. Αποτελεί ηθική υποχρέωση του κάθε κράτους μέλους να αποφεύγει να δημιουργεί άσκοπες επιβαρύνσεις για τις μελλοντικές γενιές σε σχέση με τα υπάρχοντα αναλωμένα καύσιμα και ραδιενεργά απόβλητα, καθώς και με εκείνα που αναμένεται να προκύψουν από τον παροπλισμό υπαρχουσών πυρηνικών εγκαταστάσεων.

(30)

Παρόλο που το κάθε κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την πολιτική του σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, η πολιτική αυτή πρέπει όχι μόνο να σέβεται τις σχετικές θεμελιώδεις αρχές ασφαλείας που έχει ορίσει ο ΔΟΑΕ αλλά και να επιβάλλει τα υψηλότερα πρότυπα ασφαλείας που αντικατοπτρίζουν τελευταίας τεχνολογίας ρυθμιστικές και λειτουργικές πρακτικές κανονιστικού και πρακτικές βέλτιστης διαθέσιμης τεχνολογίας (ΒΔΤ) . Αποτελεί ηθική υποχρέωση του κάθε κράτους μέλους να αποφεύγει να δημιουργεί άσκοπες επιβαρύνσεις για τις μελλοντικές γενιές σε σχέση με τα παλαιά και υπάρχοντα αναλωμένα καύσιμα και ραδιενεργά απόβλητα, καθώς και με εκείνα που αναμένεται να προκύψουν από τον παροπλισμό υπαρχουσών πυρηνικών εγκαταστάσεων. Θα πρέπει κατά συνέπεια να σχεδιάσουν τα κράτη μέλη μια πολιτική παροπλισμού που να εγγυάται τη διάλυση των εγκαταστάσεων κατά τον ασφαλέστερο τρόπο το νωρίτερο δυνατόν μετά το κλείσιμό τους.

Τροπολογία 21

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 31

(31)

Προκειμένου να γίνεται υπεύθυνη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, το κάθε κράτος μέλος πρέπει να δημιουργήσει ένα εθνικό πλαίσιο που να διασφαλίζει την υλοποίηση πολιτικών δεσμεύσεων και σταδιακής λήψης αποφάσεων μέσω επαρκούς νομοθεσίας, ρύθμισης και οργάνωσης με σαφή κατανομή ευθυνών.

(31)

Προκειμένου να γίνεται υπεύθυνη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, το κάθε κράτος μέλος πρέπει να δημιουργήσει ένα εθνικό πλαίσιο που να εγγυάται την υλοποίηση πολιτικών δεσμεύσεων και σταδιακής λήψης αποφάσεων σύμφωνα με τη σύμβαση του Aarhus μέσω επαρκούς νομοθεσίας, ρύθμισης και οργάνωσης με σαφή κατανομή ευθυνών.

Τροπολογία 22

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 32 α (νέα)

 

(32a)

Τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίσουν επαρκή χρηματοδότηση για τη διαχείριση και αποθήκευση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 23

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 32 β (νέα)

 

(32β)

Πρέπει να διατεθούν κι άλλα κονδύλια για ενεργειακά έργα, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας μελλοντικών έργων παροπλισμού και, κατά συνέπεια, για έργα διαχείρισης αποβλήτων.

Τροπολογία 24

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 33

(33)

Πρέπει να δημιουργηθεί ένα εθνικό πρόγραμμα που να διασφαλίζει τον μετασχηματισμό των πολιτικών αποφάσεων σε σαφείς διατάξεις για την έγκαιρη υλοποίηση όλων των βημάτων που περιλαμβάνονται στη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων από την παραγωγή έως τη διάθεση. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τον χειρισμό, την προεπεξεργασία, την επεξεργασία, τη προετοιμασία, την αποθήκευση και τη διάθεση ραδιενεργών αποβλήτων. Το εθνικό πρόγραμμα μπορεί να είναι ένα έγγραφο αναφοράς ή ένα σύνολο εγγράφων.

(33)

Πρέπει να δημιουργηθεί ένα εθνικό πρόγραμμα που να διασφαλίζει τον μετασχηματισμό των πολιτικών αποφάσεων σε σαφείς διατάξεις για την έγκαιρη υλοποίηση όλων των βημάτων που περιλαμβάνονται στη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων από την παραγωγή έως τη διάθεση. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονται με τον χειρισμό, την προεπεξεργασία, την επεξεργασία, τη προετοιμασία, την αποθήκευση και τη διάθεση ραδιενεργών αποβλήτων και αναλωμένων καυσίμων και πρέπει να συνάδει με τις αρχές της σύμβασης Aarhus . Το εθνικό πρόγραμμα μπορεί να είναι ένα έγγραφο αναφοράς ή ένα σύνολο εγγράφων.

Τροπολογία 25

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 34 α (νέα)

 

(34a)

Οι εργαζόμενοι σε όλη την αλυσίδα της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων πρέπει να προστατεύονται και να καλύπτονται από τη νομοθεσία τη σχετική με θέματα υγείας και ασφαλείας, ανεξάρτητα από τη δραστηριότητά τους και το καθεστώς τους, οι δε μακροπρόθεσμες συνέπειες στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε οιοδήποτε σύστημα διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων. Η νομοθεσία της Ένωσης και εκείνη των κρατών μελών που αφορά τα θέματα υγείας και ασφάλειας κατά την εργασία καλύπτει επίσης τους εργαζόμενους που εμπλέκονται στη διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, η δε μη συμμόρφωση προς την νομοθεσία αυτή πρέπει να επισύρει άμεσες και αυστηρές κυρώσεις.

Τροπολογία 26

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 35

(35)

Η διαφάνεια είναι σημαντική σε σχέση με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων. Αυτή πρέπει να διασφαλίζεται μέσω απαιτήσεων για την αποτελεσματική πληροφόρηση του κοινού και ευκαιριών για τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

(35)

Η διαφάνεια είναι σημαντική σε σχέση με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων και γι’ αυτό έχει ζωτική σημασία το να υπάρχει εμπιστοσύνη από το κοινό απέναντι στις βασικές αρχές που διέπουν την ασφάλεια των τόπων εναπόθεσης και τα προγράμματα διαχείρισης αποβλήτων . Αυτή πρέπει να διασφαλίζεται μέσω αποτελεσματικής πληροφόρησης του κοινού και ευκαιριών για τη συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων , των τοπικών και περιφερειακών αρχών και του κοινού, στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Τροπολογία 27

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 36

(36)

Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και σε διεθνές επίπεδο, θα μπορούσε να διευκολύνει και να επιταχύνει τη λήψη αποφάσεων μέσω πρόσβασης σε εμπειρογνωμοσύνη και τεχνολογία.

(36)

Η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και σε διεθνές επίπεδο, θα μπορούσε να διευκολύνει και να επιταχύνει τη λήψη αποφάσεων μέσω πρόσβασης σε υψηλής ποιότητας εμπειρογνωμοσύνη και τεχνολογία , καθώς και σε βέλτιστες πρακτικές .

Τροπολογία 28

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 37

(37)

Ορισμένα κράτη μέλη θεωρούν πως η κοινή χρήση εγκαταστάσεων διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων και εγκαταστάσεων διάθεσης, αποτελεί μια πιθανώς επωφελή επιλογή εφόσον βασίζεται σε συμφωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων κρατών μελών .

(37)

Ορισμένα κράτη μέλη θεωρούν πως η κοινή χρήση εγκαταστάσεων διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων και εγκαταστάσεων διάθεσης, αποτελεί μια πιθανώς επωφελή , ασφαλή και οικονομικά αποδοτική επιλογή εφόσον βασίζεται σε συμφωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών . Είναι σημαντικό εν προκειμένω να υπάρξει μέριμνα ώστε να μην παρακωλυθούν ορισμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις, κυρίως οι προϋπάρχουσες συμφωνίες σχετικά με τα αναλωμένα καύσιμα ερευνητικών αντιδραστήρων. Η παρούσα Οδηγία θα πρέπει να ορίσει σωστά τις αναγκαίες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προτού εκκινήσουν τέτοια κοινά έργα.

Τροπολογία 29

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 39

(39)

Η μελέτη ασφαλείας και η κλιμακωτή προσέγγιση πρέπει να παρέχουν μια βάση για αποφάσεις σχετικά με την ανάπτυξη, τη λειτουργία και το κλείσιμο μιας εγκατάστασης διάθεσης και πρέπει να επιτρέπουν τον εντοπισμό τομέων αβεβαιότητας όπου απαιτείται να εστιαστεί η προσοχή στην περαιτέρω βελτίωση της κατανόησης εκείνων των πτυχών που επηρεάζουν την ασφάλεια του συστήματος διάθεσης, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών (γεωλογικών) και τεχνητών φραγμών, και της αναμενόμενης εξέλιξής τους με την πάροδο του χρόνου. Η μελέτη ασφαλείας πρέπει να περιλαμβάνει τα ευρήματα της αξιολόγησης ασφαλείας και των πληροφοριών για τη ορθότητα και την αξιοπιστία της αξιολόγησης ασφαλείας και των παραδοχών της. Επομένως πρέπει να παρέχει τα επιχειρήματα και τα στοιχεία εκείνα που υποστηρίζουν την ασφάλεια της εγκατάστασης ή της δραστηριότητας που σχετίζεται με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

(39)

Η μελέτη ασφαλείας και η κλιμακωτή προσέγγιση πρέπει να παρέχουν μια βάση για αποφάσεις σχετικά με την ανάπτυξη, τη λειτουργία και το κλείσιμο μιας εγκατάστασης διάθεσης και πρέπει να επιτρέπουν τον εντοπισμό τομέων αβεβαιότητας όπου απαιτείται να εστιαστεί η προσοχή στην περαιτέρω βελτίωση της κατανόησης εκείνων των πτυχών που επηρεάζουν την ασφάλεια του συστήματος διάθεσης, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών (γεωλογικών) και τεχνητών φραγμών, και της αναμενόμενης εξέλιξής τους με την πάροδο του χρόνου. Η μελέτη ασφαλείας πρέπει να περιλαμβάνει τα ευρήματα της αξιολόγησης ασφαλείας και των πληροφοριών για τη ορθότητα και την αξιοπιστία της αξιολόγησης ασφαλείας και των παραδοχών της. Επομένως η απόδειξη της ασφάλειας θα πρέπει να βασίζεται στα επιχειρήματα και τα στοιχεία εκείνα που υποστηρίζουν την ασφάλεια της εγκατάστασης ή της δραστηριότητας που σχετίζεται με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 30

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 40

(40)

Η παρούσα οδηγία, μολονότι αναγνωρίζει ότι στο εθνικό πλαίσιο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, δεν καλύπτει τους μη ακτινολογικούς κινδύνους, οι οποίοι εμπίπτουν στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(40)

Η παρούσα οδηγία, μολονότι αναγνωρίζει ότι στο εθνικό πλαίσιο πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, δεν καλύπτει τους μη ακτινολογικούς κινδύνους με μη ακτινολογικές συνέπειες , οι οποίοι εμπίπτουν στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τροπολογία 31

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 41

(41)

Η διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων ως ουσιώδους στοιχείου για την επίτευξη υψηλών επιπέδων ασφαλείας πρέπει να βασίζεται σε έναν συνδυασμό εκπαίδευσης μέσω επιχειρησιακής πείρας, επιστημονικής έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, καθώς στην τεχνική συνεργασία όλων των φορέων.

(41)

Η διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων ως ουσιώδους στοιχείου για την επίτευξη υψηλών επιπέδων προστασίας της υγείας και του περιβάλλοντος, ασφαλείας και διαφάνειας , πρέπει να βασίζεται σε έναν συνδυασμό εκπαίδευσης μέσω επιχειρησιακής πείρας, επιστημονικής έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, καθώς στην τεχνική συνεργασία όλων των φορέων.

Τροπολογία 32

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 42 α (νέα)

 

(42a)

επ’ αυτού, η Ομάδα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών σε θέματα πυρηνικής ασφάλειαςn (ENSREG) θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στην ομοιόμορφη εφαρμογή της παρούσας Οδηγίας, διευκολύνοντας έτσι τις διαβουλεύσεις, την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών.

Τροπολογία 33

Πρόταση οδηγίας

Αιτιολογική σκέψη 42 β (νέα)

 

(42β)

Η παρούσα Οδηγία θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο κείμενο που θα λαμβάνεται υπόψη για να επαληθεύεται πως τα προγράμματα που λαμβάνουν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στο πλαίσιο της οικονομικής ή τεχνικής βοήθειας της Ευρατόμ προς εγκαταστάσεις ή δραστηριότητες διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων ή ραδιενεργών αποβλήτων όντως προβλέπουν τα αναγκαία μέτρα για την ασφαλή διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 34

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 2

(2)   Διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη θα θεσπίζουν κατάλληλες εθνικές ρυθμίσεις με σκοπό την επίτευξη υψηλού επιπέδου ασφαλείας όσον αφορά τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων για την προστασία των εργαζομένων και του ευρέος κοινού από κινδύνους που προκύπτουν από την ιονίζουσα ακτινοβολία.

(2)   Διασφαλίζει ότι τα κράτη μέλη θα θεσπίζουν κατάλληλες εθνικές ρυθμίσεις με σκοπό την επίτευξη του υψηλότερου δυνατού επιπέδου ασφαλείας όσον αφορά τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων για την προστασία των εργαζομένων , του ευρέος κοινού και του φυσικού περιβάλλοντος από κινδύνους που προκύπτουν από την ιονίζουσα ακτινοβολία.

Τροπολογία 35

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 3

(3)    Διατηρεί και προωθεί την ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού όσον αφορά τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

(3)    Διασφαλίζει την απαραίτητη ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού σε σχέση με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 36

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 1 – παράγραφος 4 α (νέα)

 

(4a)     Η παρούσα οδηγία θέτει ελάχιστα πρότυπα για τα κράτη μέλη, αν και τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να επιβάλουν υψηλότερα πρότυπα για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 37

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – εισαγωγικό μέρος

(1)    Η παρούσα οδηγία ισχύει:

(1)    Με την επιφύλαξη της Οδηγίας 2009/71/Ευρατόμ, η παρούσα οδηγία ισχύει:

Τροπολογία 38

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – στοιχείο α

α)

για όλα τα στάδια της διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων όταν το αναλωμένο καύσιμο προκύπτει από τη λειτουργία μη στρατιωτικών πυρηνικών αντιδραστήρων ή όταν η διαχείρισή του γίνεται στο πλαίσιο μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων.

α)

για όλα τα στάδια της διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων όταν το αναλωμένο καύσιμο προκύπτει από τη λειτουργία μη στρατιωτικών πυρηνικών αντιδραστήρων ή όταν η διαχείρισή του γίνεται στο πλαίσιο μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων στην επικράτεια της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των αναλωμένων καυσίμων που προέρχονται από στρατιωτικά αμυντικά προγράμματα εάν και εφόσον η μόνιμη μεταβίβαση και διαχείριση αυτών των αναλωμένων καυσίμων γίνεται στο πλαίσιο αποκλειστικά μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων .

Τροπολογία 39

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 2 – παράγραφος 1 – στοιχείο β

β)

για όλα τα στάδια της διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων, από την παραγωγή έως τη διάθεσή τους, όταν τα ραδιενεργά απόβλητα προκύπτουν από μη στρατιωτικές δραστηριότητες ή όταν η διαχείρισή τους γίνεται στο πλαίσιο μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων.

β)

για όλα τα στάδια της διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων, από την παραγωγή έως και τη διάθεσή τους, όταν τα ραδιενεργά απόβλητα προκύπτουν από μη στρατιωτικές δραστηριότητες ή όταν η διαχείρισή τους γίνεται στο πλαίσιο μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων στην επικράτεια της ΕΕ .

Τροπολογία 40

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος -1 (νέα)

 

(-1)

ως «επιτρεπόμενη έκλυση» νοείται η προγραμματισμένη και ελεγχόμενη έκλυση αερίου ή υγρού ραδιενεργού υλικού στο περιβάλλον η οποία προέρχεται από ρυθμιζόμενες πυρηνικές εγκαταστάσεις ή από δραστηριότητες στο πλαίσιο της κανονικής λειτουργίας, εντός των ορίων που επιτρέπει η αρμόδια ρυθμιστική αρχή και σε συμφωνία με τις βασικές αρχές και τους περιορισμούς της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ·

Τροπολογία 41

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 3

(3)

ως «διάθεση» νοείται η τοποθέτηση αναλωμένου καυσίμου ή ραδιενεργών αποβλήτων σε μια εγκεκριμένη εγκατάσταση χωρίς πρόθεση επανάκτησης .

(3)

ως «διάθεση» νοείται η κατά τρόπον πιθανώς οριστικό τοποθέτηση αναλωμένου καυσίμου ή ραδιενεργών αποβλήτων σε μια εγκεκριμένη εγκατάσταση με τη δέουσα προσοχή ως προς την αρχή της αναστρεψιμότητας .

Τροπολογίες 42 και 134

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 6

(6)

ως «ραδιενεργά απόβλητα» νοούνται ραδιενεργά υλικά σε αέρια, υγρή ή στερεά μορφή, των οποίων η περαιτέρω χρήση δεν προβλέπεται από το κράτος μέλος, ή από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου την απόφαση αποδέχεται το κράτος μέλος, και τα οποία ελέγχονται ως ραδιενεργά απόβλητα από αρμόδια ρυθμιστική αρχή βάσει του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου του κράτους μέλους.

(6)

ως «ραδιενεργά απόβλητα» νοούνται ραδιενεργά υλικά σε αέρια, υγρή ή στερεά μορφή, συμπεριλαμβανομένων των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών υλικών που προέρχονται από επανεπεξεργασία, τα οποία μειώνονται στον ελάχιστο δυνατό όγκο από τεχνολογικής άποψης, των οποίων η περαιτέρω χρήση , λαμβανομένων υπόψη των μελλοντικών τεχνολογικών εξελίξεων και της προόδου δεν εξετάζεται ή δεν προβλέπεται από το κράτος μέλος, ή από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου την απόφαση αποδέχεται το κράτος μέλος, και τα οποία ελέγχονται ως ραδιενεργά απόβλητα από αρμόδια ρυθμιστική αρχή βάσει του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου του κράτους μέλους.

Τροπολογία 43

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 9 α (νέα)

 

(9a)

ως «τόπος» νοείται μια γεωγραφική περιοχή που περιέχει μια εγκεκριμένη εγκατάσταση, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε εγκατάστασης διάθεσης αναλωμένων καυσίμων ή ραδιενεργών υλικών, ή μια εγκεκριμένη δραστηριότητα·

Τροπολογία 44

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 9 β (νέα)

 

(9β)

ως «αξιολόγηση ασφαλείας» νοείται η συστηματική διεργασία που λαμβάνει χώρα κατά τη διεργασία σχεδιασμού προκειμένου να διασφαλιστεί ότι με τον προτεινόμενο σχεδιασμό τηρούνται όλες οι σχετικές απαιτήσεις ασφαλείας, και που περιλαμβάνει την τυπική ανάλυση ασφαλείας, αλλά δεν περιορίζεται σε αυτή·

Τροπολογία 45

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 9 γ (νέα)

 

(9γ)

ως «μελέτη ασφαλείας» νοείται μια συλλογή στοιχείων και αποδείξεων που τεκμηριώνει την ασφάλεια μιας εγκατάστασης ή δραστηριότητας, και που περιλαμβάνει τα ευρήματα μιας αξιολόγησης ασφαλείας και μια δήλωση εμπιστοσύνης προς αυτά τα ευρήματα. Για μια εγκατάσταση διάθεσης, η μελέτη ασφαλείας μπορεί να αφορά ένα συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η μελέτη ασφαλείας οφείλει να αναγνωρίζει την ύπαρξη πεδίων αβεβαιότητας ή μη επιλυθέντων ζητημάτων και να παρέχει κατευθυντήριες γραμμές για την επίλυση αυτών των ζητημάτων σε μεταγενέστερες φάσεις ανάπτυξης·

Τροπολογία 46

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 3 – παράγραφος 13

(13)

ως «αποθήκευση» νοείται η διατήρηση αναλωμένων καυσίμων ή ραδιενεργών αποβλήτων σε μια εγκεκριμένη εγκατάσταση με πρόθεση επανάκτησης.

(13)

ως «αποθήκευση» νοείται η προσωρινή διατήρηση αναλωμένων καυσίμων ή ραδιενεργών αποβλήτων σε μια εγκεκριμένη εγκατάσταση εν αναμονή της επανάκτησής τους .

Τροπολογία 48

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 1

(1)   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και διατηρούν εθνικές πολιτικές για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων. Έχουν την τελική ευθύνη για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων τους .

(1)   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και διατηρούν εθνικές πολιτικές για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων. Κάθε κράτος μέλος έχει την τελική ευθύνη για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων που παράγονται στο έδαφός του .

Τροπολογία 49

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

(1a)     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εφαρμογή των εθνικών πολιτικών για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων μέσω μιας έγκυρης και τεκμηριωμένης σταδιακής διαδικασίας λήψης αποφάσεων που λαμβάνει υπόψη τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια.

Τροπολογία 50

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – εισαγωγικό μέρος

(2)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

(2)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές πολιτικές να βασίζονται στις εξής αρχές :

Τροπολογία 51

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο α

α)

η παραγωγή ραδιενεργών αποβλήτων να τηρείται στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο, τόσο ως προς τη δραστηριότητα όσο και ως προς τον όγκο, μέσω κατάλληλων μέτρων σχεδιασμού και πρακτικών λειτουργίας και παροπλισμού, που περιλαμβάνουν την ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση συμβατικών υλικών,

α)

η παραγωγή ραδιενεργών αποβλήτων να τηρείται στο ελάχιστο δυνατό επίπεδο τηρουμένης της αρχής για το κατώτερο ευλόγως εφικτό επίπεδο («ALARA») , τόσο ως προς τη δραστηριότητα όσο και ως προς τον όγκο, μέσω κατάλληλων μέτρων σχεδιασμού και πρακτικών λειτουργίας και παροπλισμού, που περιλαμβάνουν την επανεπεξεργασία και επαναχρησιμοποίηση υλικών,

Τροπολογία 121

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ

δ)

να γίνεται με ασφάλεια η διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων , ακόμη και μακροπρόθεσμα .

δ)

να γίνεται με ασφάλεια η διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων για όσο διάστημα είναι επικίνδυνα για τους ανθρώπους και το περιβάλλον .

Τροπολογία 122

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ α (νέο)

 

δα)

να αποφεύγεται η έκθεση εργαζομένων, κοινού και περιβάλλοντος σε αναλωμένα καύσιμα και ραδιενεργά απόβλητα.

Τροπολογία 54

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ β (νέο)

 

δβ)

να ληφθούν μέτρα που να καλύπτουν τους μελλοντικούς υγειονομικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους για τους εκτεθέντες εργαζομένους και για το ευρύ κοινό,

Τροπολογία 55

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ γ (νέο)

 

δγ)

τα έξοδα της διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των αναλωμένων καυσίμων, να βαρύνουν εκείνους που παράγουν αυτά τα απόβλητα,

Τροπολογία 56

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ δ (νέο)

 

δδ)

τα χρηματοοικονομικά αποθέματα που οι παραγωγοί των αποβλήτων πρέπει να παρέχουν για την κάλυψη όλων των εξόδων που προκύπτουν από τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων να βρίσκονται υπό τη διαχείριση ενός ταμείου που θα ελέγχεται από το κράτος, ώστε να διασφαλίζεται ότι αυτά θα διατίθενται για σκοπούς σχετιζόμενους με τη μόνιμη και ασφαλή διάθεση,

Τροπολογία 57

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ ε (νέο)

 

δε)

να συμμετέχουν οι αρμόδιοι εθνικοί φορείς στην επίβλεψη της διαθεσιμότητας των κατάλληλων οικονομικών πόρων.

Τροπολογία 58

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 – στοιχείο δ στ (νέο)

 

δστ)

να συμμετέχουν τα εθνικά κοινοβούλια στην επίβλεψη της διαθεσιμότητας των κατάλληλων οικονομικών πόρων.

Τροπολογία 135

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 2 α (νέα)

 

(2α)     Δεδομένου ότι οι δεξαμενές αναλωμένων καυσίμων ενέχουν μεγάλους κινδύνους, πολλώ δε μάλλον όταν είναι ακάλυπτες, θα πρέπει κατά συνέπεια όλα τα αναλωμένα καύσιμα να απομακρύνονται από τις δεξαμενές και να αποθηκεύονται εν ξηρώ μόλις αυτό καταστεί δυνατό. Ως τμήμα της διαδικασίας αυτής, προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στην παλαιότερη από τις δεξαμενές αναλωμένων καυσίμων.

Τροπολογία 61

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 3 – εδάφιο 1 β (νέο)

 

Όλες αυτές οι συμφωνίες κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

Τροπολογία 62

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

(3a)     τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν σε προαιρετική βάση να δημιουργήσουν, σε συνεργασία με άλλα κράτη μέλη, μια κοινή ή περιφερειακή εγκατάσταση οριστικής διάθεσης, προκειμένου να αξιοποιήσουν τις ευνοϊκές γεωλογικές ή τεχνικές συνθήκες μιας συγκεκριμένης τοποθεσίας και να μοιραστούν το οικονομικό βάρος του κοινού έργου.

Τροπολογία 63

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 3 β (νέα)

 

(3β)     Προτού εκκινήσουν ένα τέτοιο έργο μέσω διακυβερνητικής συμφωνίας, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη οφείλουν να μεριμνούν ότι η πρωτοβουλία θα τηρεί τις αναγκαίες απαιτήσεις, καλύπτοντας τουλάχιστον τα εξής:

a)

η αποδοχή από το κοινό και η υποστήριξη από όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα προωθούνται συνεχώς σε όλες τις φάσεις ανάπτυξης του έργου και καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής της εγκατάστασης τελικής διάθεσης αποβλήτων μέσα από τη διασφάλιση της πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες και της δυνατότητας συμμετοχής του κοινού στη διαδικασία της διαβούλευσης,

β)

θα διασφαλιστεί η συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων εποπτικών φορέων και των εθνικών αρχών ασφαλείας και η εκ μέρους τους εποπτεία· η μελέτη ασφαλείας και οι υποστηρικτικές αξιολογήσεις ασφαλείας θα διενεργούνται σε καθένα από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη καλύπτοντας τις φάσεις αναζήτησης χώρου, επιλογής και υλοποίησης της εγκατάστασης,

γ)

θα υπάρχει συμφωνία ως προς τα ζητήματα ευθύνης και σαφής κατανομή ευθυνών, με το κάθε κράτος μέλος να έχει την ύστατη ευθύνη για τα δικά του ραδιενεργά απόβλητα,

δ)

θα συμφωνηθούν οικονομικές διευθετήσεις που θα εγγυώνται ότι έχουν εξασφαλιστεί κονδύλια για τον κύκλο ζωής της εγκατάστασης τελικής διάθεσης και για το διάστημα μετά το κλείσιμό της, καθώς και ότι υπάρχει διαθέσιμο το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό, με επαρκή αριθμό σωστά εκπαιδευμένου προσωπικού,

ε)

θα δημοσιεύεται στα εθνικά προγράμματα των ενδιαφερομένων κρατών μελών προηγούμενη κοινοποίηση του νομικού πλαισίου, της οργανωτικής δομής και των τεχνικών συστημάτων και διευθετήσεων που θα αποδεικνύουν ότι, εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, η σχεδιαζόμενη εγκατάσταση τελικής διάθεσης πληροί τις απαιτήσεις που ορίζει η παρούσα οδηγία.

Τροπολογία 136

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 3 γ (νέα)

 

(3γ)     Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται η εξαγωγή ραδιενεργών αποβλήτων σε χώρες εκτός ΕΕ· η αποστολή αναλωμένων καυσίμων εκτός της ΕΕ θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο υπό τον όρο ότι τα καύσιμα αυτά θα επανεισάγονται στην ΕΕ αμέσως μετά την ανακύκλωση.

Τροπολογία 124

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 4 – παράγραφος 3 δ (νέα)

 

(3δ)     Απαγορεύεται η ύπαρξη εγκαταστάσεων πυρηνικών αποβλήτων σε σεισμογενείς ή παράκτιες περιοχές που εμφανίζουν σημαντικό κίνδυνο ανόδου της στάθμης της θάλασσας ή πιθανότητα εκδήλωσης τσουνάμι.

Τροπολογία 64

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο α

α)

ένα εθνικό πρόγραμμα εφαρμογής της πολιτικής σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων·

α)

ένα εθνικό πρόγραμμα εφαρμογής της πολιτικής σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, με σεβασμό προς την αρχή της επικουρικότητας, που θα διασφαλίζει ότι όλοι οι παραγωγοί ραδιενεργών αποβλήτων έχουν πρόσβαση σε ασφαλείς εγκαταστάσεις τελικής διάθεσης ραδιενεργών αποβλήτων υπό τους ίδιους όρους ,

Τροπολογία 65

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο β α (νέο)

 

βα)

εθνικές απαιτήσεις για την υγεία και ασφάλεια, την εκπαίδευση και την κατάρτιση των εργαζομένων,

Τροπολογία 66

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο γ

γ)

ένα σύστημα αδειοδότησης για τις δραστηριότητες και εγκαταστάσεις διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, το οποίο περιλαμβάνει και την απαγόρευση της λειτουργίας μιας εγκατάστασης διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων η οποία δεν διαθέτει σχετική άδεια·

γ)

ένα σύστημα αδειοδότησης για τις δραστηριότητες και εγκαταστάσεις διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, το οποίο περιλαμβάνει και την απαγόρευση της λειτουργίας μιας εγκατάστασης διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων η οποία δεν διαθέτει σχετική άδεια και εξασφαλίζει τη χωρίς διακρίσεις διαχείριση όλων των ραδιενεργών αποβλήτων, από οποιονδήποτε κι αν παράγονται ,

Τροπολογία 67

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο δ

δ)

ένα σύστημα κατάλληλου θεσμικού ελέγχου, ρυθμιστικών επιθεωρήσεων, τεκμηρίωσης και υποβολής εκθέσεων·

δ)

ένα σύστημα κατάλληλου θεσμικού ελέγχου, ρυθμιστικών επιθεωρήσεων, τεκμηρίωσης και υποβολής εκθέσεων , το οποίο προβλέπει επίσης την απαιτούμενη κατάρτιση για τους εργαζομένους που συμμετέχουν στην όλη διαδικασία, προκειμένου να εξασφαλισθεί και να διατηρηθεί η εργασιακή τους ασφάλεια και υγεία ,

Τροπολογία 68

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο ε α (νέο)

 

εα)

μέτρα για τη μακροπρόθεσμη διασφάλιση των κατάλληλων οικονομικών πόρων για δραστηριότητες και εγκαταστάσεις που σχετίζονται με τη διαχείριση αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων·

Τροπολογία 69

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ α (νέο)

 

στ α)

μέτρα για να εξασφαλιστεί ότι η χρηματοδότηση που απαιτείται για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων και για τη διάθεσή τους θα ορίζεται από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή με διαφανή διαδικασία που θα αναθεωρείται τακτικά και με τακτική διαβούλευση όλων των ενδιαφερομένων,

Τροπολογία 70

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 1 – στοιχείο στ β (νέο)

 

στβ)

υπολογισμό όλων των εξόδων που προκύπτουν από τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων. Τα στοιχεία που παρέχονται επ’ αυτού πρέπει να προσδιορίζουν, μεταξύ άλλων, τους οργανισμούς που επωμίζονται τα έξοδα αυτά.

Τροπολογία 71

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 5 – παράγραφος 2

(2)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη διατήρηση και βελτίωση του εθνικού πλαισίου κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη την επιχειρησιακή πείρα, τα διδάγματα που αποκτώνται από τις μελέτες ασφαλείας οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 8, την τεχνολογική ανάπτυξη και τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας.

(2)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη διατήρηση και βελτίωση του εθνικού πλαισίου κατά περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψη την επιχειρησιακή πείρα, τα διδάγματα που αποκτώνται από τις μελέτες ασφαλείας οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 9γ) του άρθρου 3, τη βέλτιστη διαθέσιμη τεχνολογία (ΒΔΤ), τα πρότυπα υγιεινής και ασφάλειας και τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας.

Τροπολογία 72

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 6 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

(1a)

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ρυθμιστικές αρχές τους να υπόκεινται σε δημοκρατικό έλεγχο.

Τροπολογία 73

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 6 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

(3a)     Η αρμόδια ρυθμιστική αρχή πρέπει να διαθέτει τις εξουσίες και τους πόρους για την τακτική διεξαγωγή αξιολογήσεων πυρηνικής ασφάλειας, ερευνών και ελέγχων και, όπου κρίνεται σκόπιμο, για τη λήψη μέτρων επιβολής στις εγκαταστάσεις ακόμη και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παροπλισμού. Η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν υπεργολάβων, καθώς και ο αριθμός των υπαλλήλων και η κατάρτιση, πρέπει να αποτελούν μέρος αυτών των αξιολογήσεων.

Τροπολογία 137

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 6 – παράγραφος 3 β (νέα)

 

(3β)     Η αρμόδια ρυθμιστική αρχή πρέπει να διαθέτει την εξουσία να επιβάλλει την παύση ορισμένων δραστηριοτήτων όταν οι αξιολογήσεις έχουν καταδείξει ότι αυτές δεν είναι ασφαλείς. Οι ως άνω αξιολογήσεις, καθώς και όλες οι άλλες τις οποίες πραγματοποιεί η αρμόδια ρυθμιστική αρχή, δημοσιοποιούνται·

Τροπολογία 74

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 1

(1)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η πρωταρχική ευθύνη για την ασφάλεια της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων να βαρύνει τον κάτοχο της άδειας. Η ευθύνη αυτή δεν μπορεί να μεταβιβαστεί.

(1)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η πρωταρχική ευθύνη για την ασφάλεια της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων να βαρύνει τους κατόχους της άδειας στους οποίους έχει ανατεθεί η συνολική ευθύνη για τα αναλωμένα καύσιμα και τα ραδιενεργά απόβλητα από τη ρυθμιστική αρχή του οικείου κράτους μέλους .

Τροπολογία 130

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 1α (νέα)

 

(1α)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εκπόνηση μελέτης ασφαλείας και υποστηρικτικής εκτίμησης ασφαλείας στο πλαίσιο της αίτησης αδειοδότησης για την άσκηση δραστηριότητας διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων ή για τη λειτουργία εγκατάστασης διάθεσης ευρισκόμενης στο έδαφος της ΕΕ, και για την επικαιροποίησή τους όποτε χρειαστεί καθ’ όλη την περίοδο άσκησης της δραστηριότητας ή ύπαρξης της εγκατάστασης. Η μελέτη ασφαλείας και οι υποστηρικτικές αξιολογήσεις ασφαλείας πρέπει να καλύπτουν τη χωροθέτηση, τη μελέτη, την κατασκευή, τη λειτουργία ή το κλείσιμο μιας δεξαμενής αναλωμένων καυσίμων, μιας εγκατάστασης αποθήκευσης ή μιας εγκατάστασης τελικής διάθεσης, καθώς και η μακροπρόθεσμη ασφάλεια μετά το κλείσιμο, συμπεριλαμβανομένων των παθητικών μέσων, πρέπει δε να περιγράφουν όλες τις πτυχές που αφορούν την ασφάλεια της εγκατάστασης, το σχεδιασμό της εγκατάστασης, τις δεξαμενές ψύξης για την ενδιάμεση αποθήκευση (συμπεριλαμβανομένων των τακτικών εκθέσεων για τις ποσότητες αναλωμένων καυσίμων που αυτές περιέχουν), τον παροπλισμό της εγκατάστασης ή τμημάτων της και τα διοικητικά μέτρα ελέγχου και τους κανονιστικούς ελέγχους. Η μελέτη ασφαλείας και η υποστηρικτική εκτίμηση ασφαλείας πρέπει να περιλαμβάνουν εκτίμηση των κινδύνων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων των υπεργολάβων, και των απαραίτητων επιπέδων δεξιοτήτων και προσωπικού για την ασφαλή λειτουργία της εγκατάστασης ανά πάσα στιγμή, ώστε να μπορούν να γίνουν ενέργειες ακόμη και σε περίπτωση ατυχήματος.

Η μελέτη ασφαλείας και η υποστηρικτική εκτίμηση ασφαλείας καταδεικνύουν το επίπεδο προστασίας που παρέχεται και διαβεβαιώνουν την αρμόδια ρυθμιστική αρχή και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς ότι πληρούνται οι απαιτήσεις ασφαλείας. Η μελέτη ασφαλείας και η υποστηρικτική εκτίμηση ασφαλείας υποβάλλονται για έγκριση στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή.

Τροπολογία 76

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 1 β (νέα)

 

(1β)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κάτοχοι αδειών να υποβάλλουν εκθέσεις στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή και στους άλλους σχετικούς αρμόδιους οργανισμούς, και να παρέχουν στο ευρύ κοινό πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούν τις δραστηριότητές τους ή τις εγκαταστάσεις τους.

Τροπολογία 77

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 2

(2)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να απαιτεί από τους κατόχους άδειας, υπό την εποπτεία της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής, να προβαίνουν σε τακτικές αξιολογήσεις και επαληθεύσεις, καθώς και σε συνεχή βελτίωση, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, της ασφάλειας των δραστηριοτήτων και εγκαταστάσεών τους με συστηματικό και ελεγχόμενο τρόπο.

(2)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να απαιτεί από τους κατόχους άδειας, υπό την εποπτεία της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής, να προβαίνουν σε τακτικές αξιολογήσεις και επαληθεύσεις, καθώς και σε συνεχή βελτίωση, στον βαθμό που αυτό είναι εφικτό, της ασφάλειας των δραστηριοτήτων τους, συμπεριλαμβανομένης της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και των υπεργολάβων και της ασφάλειας των εγκαταστάσεών τους με συστηματικό και ελεγχόμενο τρόπο, σύμφωνα με τη βέλτιστη διαθέσιμη τεχνολογία (ΒΔΤ) . Οι κάτοχοι άδειας υποβάλλουν εκθέσεις στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή και σε άλλους σχετικούς αρμόδιους οργανισμούς, στους εκπροσώπους των εργαζομένων τους, στους υπεργολάβους καθώς και στο ευρύ κοινό, σχετικά με τα αποτελέσματα των αξιολογήσεών τους.

Τροπολογία 78

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 3

(3)   Οι αξιολογήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνουν την επαλήθευση της εφαρμογής μέτρων για την πρόληψη ατυχημάτων και την άμβλυνση των συνεπειών των ατυχημάτων, με παράλληλη επαλήθευση των φυσικών φραγμάτων προστασίας και των διοικητικών διαδικασιών του κατόχου της άδειας, των οποίων η αστοχία μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική έκθεση των εργαζομένων και του ευρέος κοινού σε ιονίζουσες ακτινοβολίες.

(3)   Οι ενέργειες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρέπει να αποτελούν αντικείμενο επίσημων αιτήσεων προς την αρμόδια ρυθμιστική αρχή, στο πλαίσιο της αίτησης αδειοδότησης, παρέχοντας τις απαιτούμενες βεβαιώσεις ως προς την ασφάλεια της δραστηριότητας και να περιλαμβάνουν την επαλήθευση της εφαρμογής μέτρων για την πρόληψη ατυχημάτων και πράξεων βίας και για την άμβλυνση των συνεπειών των ατυχημάτων και των πράξεων βίας , με παράλληλη επαλήθευση των φυσικών φραγμάτων προστασίας και των διοικητικών διαδικασιών του κατόχου της άδειας, των οποίων η αστοχία μπορεί να οδηγήσει σε έκθεση των εργαζομένων , του ευρέος κοινού και του φυσικού περιβάλλοντος σε ιονίζουσες ακτινοβολίες.

Τροπολογία 79

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 4

(4)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να υποχρεώνει τους κατόχους άδειας να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν συστήματα διαχείρισης τα οποία να αποδίδουν τη δέουσα προτεραιότητα στην ασφάλεια και να επαληθεύονται τακτικά από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή.

(4)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να υποχρεώνει τους κατόχους άδειας να θεσπίζουν και να εφαρμόζουν συστήματα διαχείρισης τα οποία να αποδίδουν την ύψιστη προτεραιότητα στην ακεραιότητα και ασφάλεια και να επαληθεύονται τακτικά από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή και τους εκπροσώπους των εργαζομένων που είναι εντεταλμένοι για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων .

Τροπολογία 80

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 5

(5)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να υποχρεώνει τους κατόχους άδειας να προβλέπουν και να διατηρούν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους όσον αφορά την ασφάλεια της διαχείρισης αναλωμένου καυσίμου και ραδιενεργών αποβλήτων, όπως περιγράφεται στις παραγράφους 1 έως 4.

(5)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να υποχρεώνει τους κατόχους άδειας να προβλέπουν και να διατηρούν επαρκείς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους , και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους όσον αφορά την ασφάλεια της διαχείρισης αναλωμένου καυσίμου και ραδιενεργών αποβλήτων, όπως περιγράφεται στις παραγράφους 1 έως 4.

Τροπολογία 81

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 – παράγραφος 5 α (νέα)

 

(5a)     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κάτοχοι άδειας ενημερώνουν το νωρίτερο δυνατό τις διασυνοριακές περιφερειακές και τοπικές αρχές για τα σχέδιά τους να δημιουργήσουν εγκαταστάσεις διαχείρισης αποβλήτων εάν οι εγκαταστάσεις βρίσκονται σε τέτοια απόσταση από τα εθνικά σύνορα που είναι πιθανόν να έχουν διασυνοριακές επιπτώσεις κατά την ανέγερση ή τη λειτουργία τους, ή μετά την εγκατάλειψή τους, ή σε περίπτωση που σημειωθεί κάποιο ατύχημα ή περιστατικό σε σχέση με τις εγκαταστάσεις.

Τροπολογία 146

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 7 α (νέο)

 

Άρθρο 7α

Σήμανση και τεκμηρίωση

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κάτοχοι των σχετικών αδειών μεριμνούν ώστε η σήμανση στις συσκευασίες και η τεκμηρίωση σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων παρέχεται σε μορφή ανθεκτική στις καιρικές συνθήκες Η τεκμηρίωση περιλαμβάνει τη χημική, τοξικολογική και ραδιολογική σύσταση των αποθεμάτων καθώς και την κατάσταση αυτών, αν δηλαδή βρίσκονται σε στερεά, υγρή ή αέριο μορφή.

Τροπολογία 82

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Μελέτη ασφαλείας

(1)     Εκπονείται μια μελέτη ασφαλείας και μια υποστηρικτική αξιολόγηση ασφαλείας στο πλαίσιο της αίτησης αδειοδότησης για μια εγκατάσταση ή δραστηριότητα. Η μελέτη και η αξιολόγηση επικαιροποιούνται, κατά περίπτωση, κατά την εξέλιξη της εγκατάστασης ή της δραστηριότητας. Το εύρος και ο βαθμός λεπτομέρειας της μελέτης ασφαλείας και της αξιολόγησης ασφαλείας είναι ανάλογος της περιπλοκότητας των εργασιών και του μεγέθους των κινδύνων που σχετίζονται με την εν λόγω εγκατάσταση ή δραστηριότητα.

(2)     Η μελέτη ασφαλείας και η υποστηρικτική αξιολόγηση ασφαλείας καλύπτουν τη χωροθέτηση, τη μελέτη, την κατασκευή, τη λειτουργία και τον παροπλισμό μιας εγκατάστασης ή το κλείσιμο μιας εγκατάστασης διάθεσης· στη μελέτη ασφαλείας ορίζονται τα πρότυπα που εφαρμόσθηκαν για την εν λόγω αξιολόγηση. Εξετάζεται η μακροπρόθεσμη ασφάλεια μετά το κλείσιμο, ιδίως δε ο τρόπος διασφάλισής της με παθητικά μέσα στον υψηλότερο δυνατό βαθμό.

(3)     Η μελέτη ασφαλείας μιας εγκατάστασης περιγράφει όλες τις πτυχές του χώρου που σχετίζονται με την ασφάλεια, τη μελέτη της εγκατάστασης, καθώς και τα διαχειριστικά μέτρα ελέγχου και τους ρυθμιστικούς ελέγχους. Η μελέτη ασφαλείας και η υποστηρικτική αξιολόγηση ασφαλείας καταδεικνύουν το επίπεδο προστασίας που παρέχεται και διαβεβαιώνουν την αρμόδια ρυθμιστική αρχή και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς ότι πληρούνται οι απαιτήσεις ασφαλείας.

(4)     Η μελέτη ασφαλείας και η υποστηρικτική αξιολόγηση ασφαλείας υποβάλλονται για έγκριση στην αρμόδια ρυθμιστική αρχή.

Διαγράφεται

Τροπολογία 83

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 α (νέο)

 

Άρθρο 8α

Καταγραφή και ιχνηλάτηση, ιδίως όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων

(1)     Τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα καταγραφής και ιχνηλάτησης στον τομέα της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

(2)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το σύστημα καταγραφής και ιχνηλάτησης να είναι σε θέση να προσδιορίζει τη θέση και τις συνθήκες παραγωγής, χρήσης, μεταφοράς, αποθήκευσης ή διάθεσης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

(3)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα στοιχεία που αφορούν εργαζομένους που έχουν εκτεθεί σε αναλωμένα καύσιμα ή σε ραδιενεργά απόβλητα κατά την εργασία τους να αποθηκεύονται, είτε από τον κάτοχο αδείας είτε από κρατικό φορέα, ώστε να είναι δυνατή η μακροπρόθεσμη παρακολούθηση οποιωνδήποτε νόσων συνδέονται με την εργασία.

Τροπολογία 84

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 8 β (νέο)

 

Άρθρο 8β

Διαδικασίες και κυρώσεις

Σύμφωνα με τις γενικές αρχές, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε σε περίπτωση μη τήρησης κάποιας εκ των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία να εφαρμόζονται διοικητικές ή δικαστικές διαδικασίες και κυρώσεις, οι οποίες να είναι αποτελεσματικές, αποτρεπτικές και ανάλογες με τη σοβαρότητα οποιασδήποτε παράβασης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

Τροπολογία 85

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 9

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την παροχή εκπαίδευσης και κατάρτισης που να καλύπτει τις ανάγκες όλων όσοι ευθύνονται για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, με σκοπό τη διατήρηση και την περαιτέρω ανάπτυξη της εμπειρογνωμοσύνης και των δεξιοτήτων που απαιτούνται.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να περιλαμβάνει ρυθμίσεις για την παροχή εκπαίδευσης και τακτικής και προληπτικής κατάρτισης που να καλύπτει τις ανάγκες όλων όσων ευθύνονται για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, με σκοπό τη διατήρηση , την περαιτέρω ανάπτυξη και διάχυση της επιστημονικής και τεχνολογικής εμπειρογνωμοσύνης και των δεξιοτήτων που απαιτούνται , αναλόγως της τεχνικής και επιστημονικής προόδου. Τα κράτη μέλη δίδουν ιδιαίτερη προσοχή σε όσους εμπλέκονται επιτόπου και μεριμνούν ώστε να τους δίδεται επικαιροποιημένη κατάλληλη εκπαίδευση και κατάρτιση πριν από την εκτέλεση των εργασιών διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων και αναλωμένων καυσίμων . Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κάτοχοι άδειας να μπορούν να εφαρμόζουν και να χρηματοδοτούν αυτές τις ρυθμίσεις, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας και υγείας όλων των μερών που εμπλέκονται στη διαδικασία. Η εκπαίδευση και κατάρτιση των εργαζομένων πρέπει να συμμορφώνεται με τα διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα ώστε να ενισχύει τη συνολική ευθύνη για την υγεία και την ασφάλεια στην πυρηνική βιομηχανία. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ομοίως ώστε να προβλέπονται ρυθμίσεις σε εθνικό επίπεδο που θα προωθούν την περαιτέρω επιστημονική έρευνα σε σχέση με τα υφιστάμενα έργα διάθεσης.

Τροπολογία 86

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 9 – εδάφιο 1 α (νέα)

 

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το εθνικό πλαίσιο περιλαμβάνει προγράμματα για τη στήριξη της έρευνας στον τομέα της μείωσης της παραγωγής και της διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 87

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 10 – παράγραφος 1

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εθνικό πλαίσιο να εγγυάται τη διαθεσιμότητα επαρκών οικονομικών πόρων όταν αυτοί απαιτούνται για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, λαμβάνοντας υπόψη την ευθύνη των παραγωγών ραδιενεργών αποβλήτων.

(1)    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε στο εθνικό πλαίσιο να υπάρχουν διαθέσιμοι επαρκείς οικονομικοί πόροι όποτε αυτοί απαιτούνται για την κάλυψη όλων των αναγκαίων δαπανών που σχετίζονται με τον παροπλισμό και τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων, σεβόμενα έτσι πλήρως την ευθύνη των παραγωγών ραδιενεργών αποβλήτων σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και χωρίς οποιαδήποτε κρατική ενίσχυση .

Τροπολογία 88

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 10 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

(1a)     Σύμφωνα με τις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων σε εθνικό επίπεδο, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

a)

να διενεργείται σωστά μια αξιολόγηση του κόστους που έχει σχέση με τις στρατηγικές διαχείρισης αποβλήτων και ειδικότερα μια αξιολόγηση του κόστους που έχει σχέση με την εφαρμογή μακροπρόθεσμων διαχειριστικών λύσεων για μακράς διάρκειας ζωής ραδιενεργά υλικά χαμηλού, μέσου και υψηλού επιπέδου, αναλόγως της φύσης τους. Στο κόστος αυτό θα πρέπει να περιληφθεί ειδικότερα το κόστος παροπλισμού των πυρηνικών εγκαταστάσεων και, ως προς τις εγκαταστάσεις διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων, το κόστος του οριστικού κλεισίματος, της συντήρησης και της επίβλεψής τους,

β)

να έχουν δημιουργηθεί αποθεματικά για να καλύψουν το κόστος που αναφέρεται στο ανωτέρω στοιχείο α) και να έχουν κρατηθεί τα αναγκαία στοιχεία ενεργητικού αποκλειστικά για την κάλυψη αυτών των αποθεματικών,

γ)

να ελέγχεται επαρκώς εάν τα αποθέματα και η διαχείριση των μέσων επαρκούν για την κάλυψη του κόστους που αναφέρεται στο σημείο α), και ότι πραγματοποιούνται περιοδικές προσαρμογές.

Τροπολογία 89

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 10 – παράγραφος 1 β (νέα)

 

(1β)     Οι δαπάνες της διάθεσης καθορίζονται με διαφάνεια και δημοσιοποιούνται από τα κράτη μέλη και επαναξιολογούνται κάθε χρόνο. Οι υποχρεώσεις των παραγωγών ραδιενεργών αποβλήτων αναπροσαρμόζονται αναλόγως.

Τροπολογία 90

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 10 – παράγραφος 1 γ (νέα)

 

(1γ)     Τα κράτη μέλη θα δημιουργήσουν ή θα διορίσουν έναν εθνικό φορέα που θα είναι ικανός να παρέχει εκτιμήσεις εμπειρογνώμονα για θέματα διαχείρισης πιστώσεων και κόστους παροπλισμού, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1α. Ο εν λόγω φορέας θα πρέπει να είναι ανεξάρτητος από τους χρηματοδότες των πιστώσεων.

Τροπολογία 91

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 10 – παράγραφος 1 δ (νέα)

 

(1δ)     Τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλλουν τακτικά εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα των ενεργειών των αρμοδίων εθνικών φορέων, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 16.

Τροπολογία 92

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 11

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση και την υλοποίηση κατάλληλων προγραμμάτων διασφάλισης ποιότητας σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

(Η τροπολογία αυτή δεν αφορά το ελληνικό κείμενο.)

Τροπολογία 127

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 11 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

1α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι κάτοχοι άδειας να φέρουν πλήρη αστική ευθύνη σε σχέση με τυχόν ζημίες που προκαλούνται λόγω ατυχημάτων και μακροχρόνιας διαχείρισης ραδιενεργών αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένων των ζημιών στο χερσαίο, το υδάτινο και το θαλάσσιο περιβάλλον.

Τροπολογία 93

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 – παράγραφος 1

(1)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχει διαθέσιμη ενημέρωση σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων για τους εργαζομένους και το ευρύ κοινό . Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την ενημέρωση του κοινού από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή στους τομείς της αρμοδιότητάς της. Η ενημέρωση του κοινού θα πρέπει να καθίσταται διαθέσιμη σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τις διεθνείς υποχρεώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή δεν θέτει σε κίνδυνο άλλα συμφέροντα που αναγνωρίζονται από την εθνική νομοθεσία ή τις διεθνείς υποχρεώσεις, όπως, μεταξύ άλλων, η ασφάλεια .

(1)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλα τα στοιχεία πληροφόρησης σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων που είναι απαραίτητα για την διασφάλιση της υγείας, της ακεραιότητας και της ασφάλειας των εργαζομένων και του κοινού να είναι διαθέσιμα σε τακτική βάση . Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την ενημέρωση του κοινού από την αρμόδια ρυθμιστική αρχή στους τομείς της αρμοδιότητάς της. Η ενημέρωση του κοινού θα πρέπει να καθίσταται διαθέσιμη σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τις διεθνείς υποχρεώσεις, ιδίως τη Σύμβαση του Aarhus. Πληροφορίες που έχουν άμεση σχέση με την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων και του κοινού, ιδιαίτερα όσον αφορά τις εκπομπές ραδιενεργών και τοξικών ουσιών και την έκθεση στις εκπομπές αυτές, πρέπει να δημοσιοποιούνται ανεξάρτητα από τις περιστάσεις.

Τροπολογία 94

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 – παράγραφος 1 α (νέα)

 

(1a)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχει διαθέσιμη ενημέρωση για το κοινό σχετικά με οικονομικούς πόρους για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων που αναφέρονται στο άρθρο 10, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το ποσοστό κόστους με το οποίο επιβαρύνονται οι παραγωγοί.

Τροπολογία 95

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 – παράγραφος 1 β (νέα)

 

(1β)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε σε όλες τις αποφάσεις σχετικά με τους χώρους και τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων που βρίσκονται κοντά σε γειτονικές χώρες να συμμετέχουν το κοινό και τα θεσμικά όργανα των εν λόγω χωρών.

Τροπολογία 96

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 – παράγραφος 2

(2)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχονται στο κοινό ευκαιρίες για ουσιαστική συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Διαγράφεται

Τροπολογία 97

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 12 α (νέο)

 

Άρθρο 12α

Συμμετοχή του κοινού

(1)     Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να προσφέρονται στα μέλη του κοινού εγκαίρως δυνατότητες αποτελεσματικής συμμετοχής στην προπαρασκευή ή την αναθεώρηση εθνικών προγραμμάτων διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων που πρέπει να καταρτισθούν δυνάμει του άρθρου 13, τα δε μέλη του κοινού πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αυτά ευθύς μόλις καταρτίζονται. Τα κράτη μέλη τοποθετούν τα σχέδια και τα προγράμματα σε ιστοχώρο στον οποίο έχει πρόσβαση το κοινό.

(2)     Προς το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε:

a)

το κοινό να ενημερώνεται, είτε με ανακοινώσεις είτε με άλλα πρόσφορα μέσα, όπως τα ηλεκτρονικά μέσα, όπου αυτά είναι διαθέσιμα, για κάθε πρόταση που αφορά τέτοια σχέδια ή προγράμματα ή την τροποποίηση ή αναθεώρησή τους, και για να τίθενται οι πληροφορίες για τις εν λόγω προτάσεις στη διάθεση του κοινού, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με το δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και σχετικά με την αρμόδια αρχή στην οποία μπορούν να υποβάλλονται τυχόν παρατηρήσεις ή ερωτήσεις,

β)

τα μέλη του κοινού να δικαιούνται να εκφράζουν σχόλια και απόψεις όταν όλες οι εναλλακτικές λύσεις είναι ανοικτές πριν από τη λήψη των αποφάσεων για τα προγράμματα,

γ)

για τη λήψη αυτών των αποφάσεων, να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα αποτελέσματα της συμμετοχής του κοινού,

δ)

να καταβάλλει η αρμόδια αρχή, αφού έχει πρώτα εξετάσει τα σχόλια και τις απόψεις του κοινού, εύλογες προσπάθειες για να ενημερώσει το κοινό σχετικά με τις ληφθείσες αποφάσεις και τους λόγους και τα σκεπτικά επί των οποίων βασίζονται, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης για τη διαδικασία συμμετοχής του κοινού.

(3)     Τα κράτη μέλη οφείλουν να προσδιορίζουν τα μέλη του κοινού που δικαιούται να συμμετάσχει για τους σκοπούς της παραγράφου 2. Οι λεπτομερείς διευθετήσεις για τη συμμετοχή του κοινού δυνάμει του παρόντος άρθρου θα καθορισθούν από τα κράτη μέλη κατά τρόπο που να επιτρέπει στο κοινό την αποτελεσματική προπαρασκευή και συμμετοχή του. Θα προβλέπονται εύλογα χρονικά πλαίσια που να παρέχουν επαρκή χρόνο για καθένα από τα διαφορετικά στάδια συμμετοχής του κοινού τα οποία απαιτούνται από το παρόν άρθρο.

Τροπολογία 98

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 13 – παράγραφος 2

(2)   Τα εθνικά προγράμματα συνάδουν με τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 12 .

(2)   Τα εθνικά προγράμματα συνάδουν με τις διατάξεις των άρθρων 4 έως 12α .

Τροπολογία 99

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 13 – παράγραφος 3

(3)   Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και επικαιροποιούν τακτικά τα εθνικά τους προγράμματα, λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, κατά περίπτωση.

(3)   Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν και επικαιροποιούν τακτικά τα εθνικά τους προγράμματα, λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, κατά περίπτωση , και ενσωματώνοντας στοιχεία προερχόμενα από τις εμπειρίες άλλων κρατών μελών από τη διαχείριση των ραδιενεργών αποβλήτων, καθώς και τα αποτελέσματα διεθνών αξιολογήσεων από ομοτίμους .

Τροπολογία 100

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 13 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

(3a)     Τα κράτη μέλη ενημερώνουν το νωρίτερο δυνατόν τις διασυνοριακές περιφερειακές και τοπικές αρχές για τα εθνικά τους προγράμματα, εάν η εφαρμογή τους πιθανόν να έχει διασυνοριακές επιπτώσεις.

Τροπολογία 101

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 13 – παράγραφος 3 β (νέα)

 

(3β)     Στο πλαίσιο των εθνικών προγραμμάτων, τα κράτη μέλη οφείλουν να αναφέρουν ευκρινώς τους οικονομικούς πόρους που είναι διαθέσιμοι για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 102

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο -1 (νέο)

 

-1)

ένα ενιαίο λεπτομερές σύστημα ταξινόμησης των ραδιενεργών αποβλήτων που να καλύπτει όλες τις φάσεις διαχείρισης των ραδιενεργών αποβλήτων, από την παραγωγή μέχρι την τελική διάθεσή τους·

Τροπολογία 103

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 1

(1)

έναν κατάλογο όλων των αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, καθώς και προβλέψεις για μελλοντικές ποσότητες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που προέρχονται από παροπλισμό. Ο κατάλογος αναφέρει σαφώς την τοποθεσία και την ποσότητα του υλικού και, μέσω ενδεδειγμένης κατάταξης, το επίπεδο κινδύνου·

1)

βάσει του προβλεπόμενου στο ανωτέρω σημείο (-1) συστήματος ταξινόμησης, έναν κατάλογο όλων των αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, καθώς και προβλέψεις για μελλοντικές ποσότητες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που προέρχονται από παροπλισμό. Ο κατάλογος αναφέρει σαφώς την τοποθεσία και την ποσότητα του υλικού και το επίπεδο κινδύνου καθώς και την πηγή των αποβλήτων·

Τροπολογία 128

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 2

(2)

ιδέες, σχέδια και τεχνικές λύσεις, από την παραγωγή έως τη διάθεση·

(2)

ιδέες, σχέδια και τεχνικές λύσεις, από την παραγωγή έως τη διάθεση· απόλυτη προτεραιότητα έχουν τα ιστορικά ραδιενεργά απόβλητα και αναλωμένα καύσιμα που βρίσκονται σε δεξαμενές ενδιάμεσης αποθήκευσης·

Τροπολογία 104

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 3

(3)

ιδέες και σχέδια για την περίοδο μετά το κλείσιμο μιας εγκατάστασης διάθεσης, που περιλαμβάνουν και τον χρόνο κατά τον οποίον ασκούνται οι θεσμικοί έλεγχοι, καθώς και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν για τη διατήρηση της γνώσης της εγκατάστασης μακροπρόθεσμα·

3)

ιδέες και σχέδια για την περίοδο μετά το κλείσιμο μιας εγκατάστασης διάθεσης, που περιλαμβάνουν και τον χρόνο κατά τον οποίον ασκούνται οι θεσμικοί έλεγχοι, καθώς και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν για τη διασφάλιση της επίβλεψης και της συντήρησης της εγκατάστασης και για τη διατήρηση της γνώσης της εγκατάστασης μακροπρόθεσμα·

Τροπολογία 105

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 7 α (νέα)

 

7a)

μια περιγραφή της προβλεπόμενης στο στοιχείο α) του άρθρου 10 παράγραφος (1α) αξιολόγησης του κόστους και των μεθόδων που ακολουθούνται για τον υπολογισμό των αντίστοιχων αποθεμάτων·

Τροπολογία 106

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 8

(8)

περιγραφή του σχεδίου(ων) χρηματοδότησης που ισχύει(ουν) προκειμένου να διασφαλιστεί η κάλυψη όλων των δαπανών του προγράμματος σύμφωνα με το προβλεπόμενο πρόγραμμα.

8)

περιγραφή των επιλογών ως προς τη σύνθεση και τη διαχείριση των στοιχείων ενεργητικού που κρατούνται βάσει του στοιχείου β) του άρθρου 10 παράγραφος (1α) και του σχεδίου(σχεδίων) χρηματοδότησης που ισχύει(ισχύουν) προκειμένου να διασφαλιστεί η κάλυψη όλων των δαπανών του προγράμματος σύμφωνα με το προβλεπόμενο πρόγραμμα και με αυστηρή τήρηση της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» ·

Τροπολογία 107

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 8 α (νέα)

 

8a)

ένα δεσμευτικό και επαληθεύσιμο χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση των εθνικών προγραμμάτων και τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που προβλέπουν τα σημεία 1 έως 8 ανωτέρω·

Τροπολογία 108

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 14 – σημείο 8 β (νέα)

 

8β)

σχέδια εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης για τη διατήρηση και την ανάπτυξη της εμπειρογνωμοσύνης και των δεξιοτήτων που είναι αναγκαίες για τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 109

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 15 – παράγραφος 3 α (νέα)

 

(3a)     Η Επιτροπή επιβλέπει τη συμμόρφωση προς τα χρονοδιαγράμματα που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 14, σημείο 8α, για την υλοποίηση των εθνικών προγραμμάτων των κρατών μελών.

Τροπολογία 110

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 15 – παράγραφος 4

(4)     Όταν αποφασίζει για την παροχή οικονομικής ή τεχνικής βοήθειας Ευρατόμ για εγκαταστάσεις ή δραστηριότητες διαχείρισης αναλωμένων καυσίμων και ραδιενεργών αποβλήτων, ή όταν διατυπώνει τις απόψεις της για επενδυτικά σχέδια σύμφωνα με το άρθρο 43 της συνθήκης Ευρατόμ, η Επιτροπή θα λαμβάνει υπόψη τις διευκρινίσεις και την πρόοδο των κρατών μελών ως προς τα εθνικά προγράμματα διαχείρισης αποβλήτων.

Διαγράφεται

Τροπολογία 111

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 16 – παράγραφος 3

(3)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη διενέργεια περιοδικών, τουλάχιστον ανά δέκα έτη, αξιολογήσεων του εθνικού πλαισίου τους, της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής τους, καθώς και του εθνικού προγράμματός τους και της υλοποίησής του, και ζητούν τη διενέργεια διεθνούς αξιολόγησης από ομοτίμους του εθνικού πλαισίου, της αρχής ή/και του προγράμματός τους με σκοπό την επίτευξη υψηλών κανόνων κατά τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων. Υποβάλλονται εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα οποιασδήποτε αξιολόγησης από ομοτίμους προς τα κράτη μέλη και την Επιτροπή.

(3)   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη διενέργεια περιοδικών, τουλάχιστον ανά δέκα έτη, αξιολογήσεων του εθνικού πλαισίου τους, της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής τους, καθώς και του εθνικού προγράμματός τους και της υλοποίησής του, και ζητούν τη διενέργεια διεθνούς αξιολόγησης από ομοτίμους του εθνικού πλαισίου, της αρχής ή/και του προγράμματός τους με σκοπό την επίτευξη υψηλών κανόνων κατά τη διαχείριση των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων. Υποβάλλονται εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα οποιασδήποτε αξιολόγησης από ομοτίμους προς την Επιτροπή η οποία οφείλει να υποβάλλει περιοδικές εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο όπου θα καλύπτονται συνολικά τα πορίσματα που εξήχθησαν στη διάρκεια των αξιολογήσεων από ομοτίμους .

Τροπολογία 138

Πρόταση οδηγίας

Παράγραφος 16 α (νέα)

 

Άρθρο 16 α

Επαναξιολόγηση

Η Επιτροπή, το αργότερο δύο έτη μετά τις επιθεωρήσεις από ομοτίμους στα κράτη μέλη, δυνάμει των οριζομένων στο άρθρο 16, παράγραφος 3, οφείλει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο που να εστιάζει σε μια επαναξιολόγηση της έννοιας της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων και των διατάξεων για τις εξαγωγές που ορίζονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3. Η επαναξιολόγηση αυτή πρέπει να εξετάσει ιδίως τα ζητήματα της αναστρεψιμότητας και της ανακτησιμότητας των αποβλήτων από τη στιγμή που τοποθετούνται σε χώρο διάθεσης, υπό το πρίσμα των εξελίξεων στον χώρο της έρευνας και των περαιτέρω επιστημονικών γνώσεων στο εν λόγω πεδίο. Η έκθεση πρέπει να συνοδεύεται, εάν χρειαστεί, από αναθεώρηση της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να συνυπολογιστούν οι τελευταίες τεχνολογικές έρευνες στο θέμα της διαχείρισης των αναλωμένων καυσίμων και των ραδιενεργών αποβλήτων.

Τροπολογία 113

Πρόταση οδηγίας

Άρθρο 17 – παράγραφος 1

(1)   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την … Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιλαμβάνουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η αναφορά αυτή.

(1)   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως την … (7). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιλαμβάνουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η αναφορά αυτή.


(1)   ΕΕ L 183 της 29.6.1989, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 159 της 29.6.1996, σ. 1.

(3)   Οδηγία 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 1996 για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες ( ΕΕ L 159, 29.6.1996, σ. 1 ) .

(4)   Σύμβαση C115 περί προστασίας των εργαζομένων από τις ιονίζουσες ακτινοβολίες, εγκριθείσα στις 22 Ιουνίου 1960.

(5)   Σύσταση R114 περί προστασίας των εργαζομένων από τις ιονίζουσες ακτινοβολίες, εγκριθείσα στις 22 Ιουνίου 1960.

(6)   Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2005 για τη χρήση οικονομικών πόρων προοριζόμενων για τον παροπλισμό πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, (ΕΕ C 280 E, της 18.11.2006, σ. 117).

(7)   Δύο έτη μετά την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της παρούσας οδηγίας.