ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.C_2010.357.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

53ό έτος
30 Δεκεμβρίου 2010


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

 

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

2010/C 357/01

Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX)

1

2010/C 357/02

Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων που αφορά την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη γενική προσέγγιση για τις διαβιβάσεις δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών (PNR) σε τρίτες χώρες

7

 

II   Ανακοινώσεις

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2010/C 357/03

Έγκριση κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 107 και 108 της συνθήκης ΣΛΕΕ — Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση ( 1 )

12

2010/C 357/04

Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση (Υπόθεση COMP/M.6023 — Schweizerische Post/Österreichische Post/JV) ( 1 )

16

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2010/C 357/05

Ισοτιμίες του ευρώ

17

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2010/C 357/06

Κρατική ενίσχυση — Ελλάδα — Κρατική ενίσχυση C 27/10 (πρώην NN 6/09) — Κρατική ενίσχυση στην United Textiles SA — Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( 1 )

18

2010/C 357/07

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6041 — PAI/Gecos/Nuance) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

28

2010/C 357/08

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6107 — Platinum Equity/Nampak Paper Holdings) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

29

2010/C 357/09

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6070 — Predica/Generali Vie/Europe Avenue) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

30

2010/C 357/10

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6100 — Gilde/Parcom/Gamma) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

31

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων

30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/1


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX)

2010/C 357/01

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16,

Έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 8,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

Έχοντας υπόψη το αίτημα γνωμοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.

Στις 24 Φεβρουαρίου 2010, η Επιτροπή ενέκρινε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) (3) (στο εξής η πρόταση ή ο προτεινόμενος κανονισμός).

2.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ζητήθηκε άτυπα η γνώμη του από την Επιτροπή πριν από την έγκριση της πρότασης. Τα άτυπα σχόλια που διατυπώθηκαν από τον ΕΕΠΔ στις 8 Φεβρουαρίου 2010 είχαν ως αποτέλεσμα να συμπεριληφθούν ορισμένες αλλαγές στην τελική έκδοση της πρότασης που εγκρίθηκε από την Επιτροπή.

3.

Στις 2 Μαρτίου 2010, η πρόταση που εγκρίθηκε από την Επιτροπή εστάλη στον ΕΕΠΔ ώστε αυτός να διατυπώσει τη γνώμη του σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

4.

Στο πλαίσιο αυτό, αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στις 26 Απριλίου 2010 ο ΕΕΠΔ εξέδωσε γνωμοδότηση επί κοινοποίησης για προκαταρκτικό έλεγχο που ελήφθη από τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων του ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) σχετικά με τη «Συγκέντρωση ονομάτων και ορισμένων άλλων σχετικών στοιχείων των επαναπατριζόμενων για κοινές επιχειρήσεις επαναπατρισμού (ΚΕΕ)» (στο εξής γνωμοδότηση προκαταρκτικού ελέγχου) (4). Τα συμπεράσματα της προαναφερθείσας γνωμοδότησης, θέμα της οποίας είναι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της προετοιμασίας και εκτέλεσης των ΚΕΕ δυνάμει του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004, έχουν χρησιμοποιηθεί ως βάση για ορισμένες από τις παρατηρήσεις και συμπεράσματα της παρούσας γνωμοδότησης.

Σκοπός και στόχος της πρότασης

5.

Όσον αφορά τον σκοπό και τον στόχο της πρότασης, η αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον προτεινόμενο κανονισμό αναφέρει τα εξής: «Η παρούσα πρόταση αναφέρεται σε ορισμένες τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) οι οποίες είναι αναγκαίες προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η λειτουργία του εν λόγω οργανισμού κατά τα προσεχή έτη θα είναι επαρκώς καθορισμένη και απρόσκοπτη. Στόχος της πρότασης είναι η προσαρμογή του κανονισμού με γνώμονα τις αξιολογήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί και την κτηθείσα πείρα, η αποσαφήνιση της εντολής του οργανισμού και η διευθέτηση των αδυναμιών που έχουν διαπιστωθεί».

6.

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι η αιτιολογική σκέψη 9 της πρότασης αναφέρεται στο γεγονός ότι το «Πρόγραμμα της Στοκχόλμης» αξιώνει την αποσαφήνιση και ενίσχυση του ρόλου του FRONTEX σε σχέση με τη διαχείριση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

7.

Επιπλέον, η αιτιολογική σκέψη 10 αναφέρεται στην ανάγκη ενίσχυσης των επιχειρησιακών ικανοτήτων του FRONTEX. Όπως αναφέρεται στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη, «είναι σκόπιμο να αναθεωρηθεί η εντολή του οργανισμού έτσι ώστε να ενισχυθούν, ιδίως, οι επιχειρησιακές του ικανότητες και συγχρόνως να διασφαλισθεί ότι όλα τα μέτρα που λαμβάνονται είναι ανάλογα προς τους επιδιωκόμενους σκοπούς και συνάδουν πλήρως με τα θεμελιώδη δικαιώματα (…)». Επίσης, η αιτιολογική σκέψη 11 τονίζει ότι «οι υφιστάμενες δυνατότητες παροχής ουσιαστικής συνδρομής στα κράτη μέλη σε σχέση με τις επιχειρησιακές παραμέτρους της διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων ενδείκνυται να ενισχυθούν από την άποψη των διαθέσιμων τεχνικών πόρων».

8.

Επιπλέον, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 4 της πρότασης, «Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται κυρίως από τον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως δε την αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, την απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, τα δικαιώματα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων, το δικαίωμα στο άσυλο, την αρχή της μη επαναπροώθησης, την απαγόρευση της διακριτικής μεταχείρισης, τα δικαιώματα των παιδιών και το δικαίωμα σε αποτελεσματικά μέσα παροχής έννομης προστασίας. Ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται από τα κράτη μέλη σε συμμόρφωση με τα ανωτέρω δικαιώματα και αρχές».

9.

Η πρόταση αντικατοπτρίζει τις συστάσεις που διατυπώθηκαν μέσω της ανακοίνωσης της Επιτροπής, της 13ης Φεβρουαρίου 2008, σχετικά με την αξιολόγηση και την μελλοντική ανάπτυξη του οργανισμού FRONTEX (5), καθώς και εκείνες του διοικητικού συμβουλίου, στον βαθμό που απαιτούν αναθεώρηση του νομικού πλαισίου του οργανισμού, με τις εξαιρέσεις που περιγράφονται στην εκτίμηση επιπτώσεων.

II.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

10.

Ως γενική παρατήρηση, ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι η πρόταση αποσκοπεί στο να επιτρέψει στον FRONTEX να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά τα υφιστάμενα καθήκοντα και αρμοδιότητές του, καθώς και όσα προβλέπονται από τον προτεινόμενο κανονισμό. Τα νέα καθήκοντα του FRONTEX, όπως αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση, πρόκειται να περιλαμβάνουν, εφόσον εγκριθούν όπως προτείνονται από την Επιτροπή, μεταξύ άλλων: 1) διεύρυνση του έργου που σχετίζεται με την ανάλυψη κινδύνου, 2) ενίσχυση του έργου που σχετίζεται με έρευνα, 3) θέσπιση της δυνατότητας συντονισμού κοινών επιχειρήσεων επαναπατρισμού, 4) νέα καθήκοντα σχετικά με την ανάπτυξη και λειτουργία συστημάτων πληροφοριών, 5) νέα καθήκοντα σχετικά με την παροχή συνδρομής στο EUROSUR, κλπ.

11.

Το νέο αυτό νομικό πλαίσιο που προβλέπεται από την πρόταση, με το οποίο ο FRONTEX πρόκειται να λειτουργεί στο εγγύς μέλλον και το οποίο ενδέχεται επίσης να οδηγήσει σε νέα επιχειρησιακά καθήκοντα για τον οργανισμό βάσει του προτεινόμενου κανονισμού, ελήφθη δεόντως υπόψη από τον ΕΕΠΔ κατά την κατάρτιση του περιεχομένου και των συμπερασμάτων της παρούσας γνωμοδότησης.

12.

Στο πλαίσιο αυτό και, όπως έχει προαναφερθεί, λαμβανομένης υπόψη της ενδεχόμενης νέας αποστολής και των νέων αρμοδιοτήτων του οργανισμού, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο κανονισμός δεν αναφέρει σχεδόν τίποτα σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον FRONTEX, με μοναδική εξαίρεση την τελευταία πρόταση του άρθρου 11 της πρότασης. Το θέμα αυτό θα εξεταστεί περαιτέρω στο πλαίσιο των πορισμάτων και συμπερασμάτων της γνωμοδότησης προκαταρκτικού ελέγχου του ΕΕΠΔ, όπως αναφέρεται στο σημείο 4.

13.

Επίσης, η γνωμοδότηση θα επικεντρωθεί στις ειδικές διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού οι οποίες έχουν, ή ενδέχεται να έχουν στο μέλλον, επιπτώσεις στην προστασία δεδομένων. Στο πλαίσιο αυτό, οι ειδικές διατάξεις που θα εξεταστούν στην παρούσα γνωμοδότηση είναι:

Συστήματα ανταλλαγής πληροφοριών (νέα διατύπωση του άρθρου 11)

Προστασία δεδομένων (προσθήκη νέου άρθρου 11α)

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών (προσθήκη νέου άρθρου 11β)

Συνεργασία με οργανισμούς και φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με διεθνείς οργανισμούς (νέα διατύπωση του άρθρου 13)

Διευκόλυνση της επιχειρησιακής συνεργασίας με τρίτες χώρες και συνεργασία με αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών (νέα διατύπωση του άρθρου 14).

Απουσία συγκεκριμένης νομικής βάσης για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον FRONTEX

14.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η πρόταση δεν προσδιορίζει εάν, και εφόσον ναι, υπό ποιες περιστάσεις, προϋποθέσεις και περιορισμούς, και με βάση ποιες εγγυήσεις, θα μπορούσε ο FRONTEX να επεξεργάζεται (ορισμένα) δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των διευρυνόμενων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του που προβλέπονται από την πρόταση. Όντως, ο προτεινόμενος κανονισμός ούτε αποσαφηνίζει το θέμα ούτε περιλαμβάνει συγκεκριμένη νομική βάση που να διευκρινίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες θα μπορεί να γίνεται μια τέτοια επεξεργασία από τον FRONTEX, με βάση ισχυρές εγγυήσεις περί προστασίας δεδομένων και σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας.

15.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να ανατρέξουμε για μία ακόμα φορά στην αιτιολογική έκθεση, η οποία αναφέρει ότι η πρόταση ανταποκρίνεται πλήρως στην προτιμητέα επιλογή της εκτίμησης επιπτώσεων «με εξαίρεση την ανάθεση στον FRONTEX περιορισμένης εντολής για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που σχετίζονται με την καταπολέμηση εγκληματικών κυκλωμάτων παράνομης μετανάστευσης». Η αιτιολογική έκθεση αναφέρει επίσης ότι «Η Επιτροπή φρονεί όντως ότι είναι σκόπιμο να διερευνηθούν όλες οι δυνατότητες ενίσχυσης της καταπολέμησης της παράνομης μεταφοράς μεταναστών και της διακίνησης ανθρώπων». Ωστόσο, «προτιμά να επανέλθει στο ζήτημα των προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο της συνολικής στρατηγικής για τις ανταλλαγές πληροφοριών, η οποία προβλέπεται να υποβληθεί εντός του τρέχοντος έτους, λαμβανομένου επίσης υπόψη του προβληματισμού που είναι σκόπιμος σχετικά με τους τρόπους περαιτέρω ανάπτυξης της συνεργασίας μεταξύ οργανισμών του τομέα της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων, όπως επιτάσσει το “Πρόγραμμα της Στοκχόλμης”».

16.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει αμφιβολίες σχετικά με την προσέγγιση που υιοθετεί η Επιτροπή στον προτεινόμενο κανονισμό όσον αφορά το θέμα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον FRONTEX. Η ανωτέρω αναφορά της αιτιολογικής έκθεσης δεν διευκρινίζει ποιο μπορεί να είναι το πεδίο εφαρμογής της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλους τομείς δραστηριότητας του FRONTEX (βλ. σημεία 10 και 11). Θέλοντας να χρησιμοποιήσει ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, ο ΕΕΠΔ παραπέμπει στην γνωμοδότηση προκαταρκτικού ελέγχου σχετικά με την προετοιμασία και εκτέλεση των ΚΕΕ, δραστηριότητα στο πλαίσιο της οποίας ο FRONTEX ενημέρωσε τον ΕΕΠΔ ότι ενδέχεται να απαιτείται κάποια επεξεργασία προσωπικών δεδομένων για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων που ορίζονται στο άρθρο 9 του κανονισμού FRONTEX.

17.

Στη γνωμοδότηση προκαταρκτικού ελέγχου, ο ΕΕΔΠ θεώρησε «μια πιο συγκεκριμένη νομική βάση απ’ό,τι το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 ως προτιμώμενη, αν όχι απαιτούμενη, λόγω της ευαισθησίας των δεδομένων και των οικείων δραστηριοτήτων που αφορούν μια ευάλωτη μερίδα του πληθυσμού, ώστε να παρέχονται σαφέστερα όρια σχετικά με την επεξεργασία και να διασφαλίζονται οι κατάλληλες εγγυήσεις για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα, όπως προβλέπεται από το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ».

18.

Ο ΕΕΠΔ πιστεύει ότι το παράδειγμα των κοινών επιχειρήσεων επαναπατρισμού, στο πλαίσιο των οποίων θεωρείται απαραίτητη κάποια επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τον FRONTEX, δείχνει ότι είναι επιτακτική ανάγκη να αποσαφηνιστεί το θέμα στην πρόταση. Η διστακτικότητα της Επιτροπής να διευκρινίσει το ζήτημα στον προτεινόμενο κανονισμό ή να ορίσει επακριβώς την ημερομηνία μέχρι την οποία θα το πράξει, αντί να αναβάλλει το θέμα εν αναμονή νέων νομικών και πολιτικών περιστάσεων (βλ. σημείο 15 της παρούσας γνωμοδότησης), εγείρει σοβαρές ανησυχίες. Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεπιθύμητη απουσία ασφάλειας δικαίου και σε σημαντικό κίνδυνο μη συμμόρφωσης προς τους κανόνες και τις εγγυήσεις προστασίας δεδομένων.

19.

Δεδομένων των νέων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων του FRONTEX, όπως προβλέπονται στην πρόταση, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι ο προτεινόμενος κανονισμός θα πρέπει -στον βαθμό που απαιτείται και ενδείκνυται- να διευθετεί πλήρως το ζήτημα του πεδίου εφαρμογής των δραστηριοτήτων που ενδέχεται να οδηγούν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τον FRONTEX. Ο ΕΕΠΔ πιστεύει ότι απαιτείται μια συγκεκριμένη νομική βάση που να διέπει την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τον FRONTEX στο πλαίσιο των υφιστάμενων ή μελλοντικών καθηκόντων του. Η επεξεργασία αυτή πρέπει να επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητη για σαφώς καθορισμένους και θεμιτούς σκοπούς, ιδίως στο πλαίσιο των ΚΕΕ.

20.

Η νομική βάση πρέπει επιπλέον να προβλέπει προσδιορισμό των απαραίτητων και κατάλληλων εγγυήσεων, περιορισμών και προϋποθέσεων υπό τις οποίες θα μπορεί να γίνεται μια τέτοια επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.

21.

Η ανάγκη προσδιορισμού είναι ακόμη πιο συναφής δεδομένης της πρακτικής δυσκολίας να υπάρξει σαφής διάκριση μεταξύ των επιχειρησιακών και μη επιχειρησιακών δραστηριοτήτων του FRONTEX και, πιο συγκεκριμένα, των περιπτώσεων στις οποίες η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα γίνεται για αμιγώς διοικητικούς ή αμιγώς επιχειρησιακούς σκοπούς. Οι όροι αυτοί ενδέχεται να δημιουργούν σύγχυση ως προς το ακριβές πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενό τους. Ως εκ τούτου, ο ΕΕΠΔ καλεί τον νομοθέτη να αποσαφηνίσει το ζήτημα στον προτεινόμενο κανονισμό.

22.

Ο ΕΕΠΔ επωφελείται επίσης της ευκαιρίας για να τονίσει ότι τα συμπεράσματα της γνωμοδότησης προκαταρκτικού ελέγχου ισχύουν μόνο για συγκεκριμένες δραστηριότητες (δηλαδή τις ΚΕΕ) που θα εκτελούνται στο μέλλον από τον FRONTEX σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού FRONTEX (6). Τα συμπεράσματα αυτά βασίζονται σε διεξοδική ανάλυση των νομικών και πρακτικών περιστάσεων της συγκεκριμένης δραστηριότητας, καθώς και στις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από τον FRONTEX στον ΕΕΠΔ κατά τη διάρκεια του προκαταρκτικού ελέγχου. Κατά συνέπεια, δεν μπορούν να εφαρμόζονται στην αξιολόγηση της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και του έννομου χαρακτήρα οποιασδήποτε επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων που ενδέχεται να προβλεφθεί μελλοντικά στο πλαίσιο άλλων δραστηριοτήτων του FRONTEX. Σε περίπτωση που προβλεφθούν και άλλες περιπτώσεις επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων από τον FRONTEX, αυτός θα υπόκειται σε κατά περίπτωση ανάλυση ως προς τον έννομο χαρακτήρα της επεξεργασίας, εφόσον δεν προβλέπεται ειδική διάταξη στον κανονισμό FRONTEX (7).

III.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

23.

Όπως προαναφέρθηκε στο σημείο 13, η παρούσα γνωμοδότηση θα εστιάσει επίσης στις ειδικές διατάξεις του προτεινόμενου κανονισμού οι οποίες έχουν, ή ενδέχεται να έχουν στο μέλλον, επιπτώσεις στην προστασία δεδομένων (άρθρα 11, 11α, 11β, 13 και 14).

Άρθρο 11 — Συστήματα ανταλλαγής πληροφοριών

24.

Η πρόταση προβλέπει νέα διατύπωση του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004, η οποία τροποποιεί τον ρόλο του οργανισμού υποχρεώνοντάς τον να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μέσω της ανάπτυξης και λειτουργίας ενός συστήματος πληροφοριών που να επιτρέπει την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών. Πιο συγκεκριμένα, η προτεινόμενη διατύπωση ορίζει ότι «ο οργανισμός δύναται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με τα καθήκοντά του, με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Αναπτύσσει και θέτει σε λειτουργία σύστημα πληροφοριών που να επιτρέπει την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη. Οι ανταλλαγές πληροφοριών μέσω του εν λόγω συστήματος δεν περιλαμβάνουν την ανταλλαγή προσωπικών δεδομένων».

25.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τη διευκρίνιση που προτείνεται στην τελευταία πρόταση της ανωτέρω διάταξης, η οποία αποσαφηνίζει το περιεχόμενο των πληροφοριών που μπορούν να ανταλλάσσονται από τον FRONTEX με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη και δεν αφήνει καμία αμφιβολία σχετικά με το εάν μια τέτοια ανταλλαγή πληροφοριών θα μπορούσε να αφορά προσωπικά δεδομένα.

26.

Ωστόσο, στο πλαίσιο αυτό, ο ΕΕΠΔ επιθυμεί να υπογραμμίσει το γεγονός ότι το προτεινόμενο άρθρο 11 είναι ουσιαστικά η μόνη διάταξη της πρότασης που πραγματεύεται ευθέως το ζήτημα της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων από τον FRONTEX στο πλαίσιο των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων του. Αυτό γίνεται μέσω του αποκλεισμού της ανταλλαγής προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο συγκεκριμένου συστήματος πληροφοριών. Το γεγονός ότι άλλες διατάξεις, όπως εκείνη που αφορά τη συνεργασία με οργανισμούς και φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με διεθνείς οργανισμούς (άρθρο 13) ή εκείνη που διέπει τη συνεργασία με τρίτες χώρες (άρθρο 14) δεν περιέχουν καμία διευκρίνιση αυτού του είδους μπορεί να οδηγήσει σε αβεβαιότητες ή ακόμη και σε ανησυχίες ως προς την προστασία δεδομένων.

Άρθρο 11α — Προστασία δεδομένων

27.

Η πρόταση προβλέπει την προσθήκη του άρθρου 11α, το οποίο αφορά την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και αναφέρει τα εξής: «Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 από τον οργανισμό, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων του οργανισμού».

28.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τη διάταξη αυτή, η οποία επιβεβαιώνει ότι ο οργανισμός είναι υποχρεωμένος να επεξεργάζεται τα προσωπικά δεδομένα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001, κάθε φορά που του επιτρέπεται να το πράξει.

29.

Στο πλαίσιο αυτό, ο διορισμός του υπευθύνου προστασίας δεδομένων είναι εξαιρετικά σημαντικός και πρέπει να συνοδευτεί από την άμεση θέσπιση κανόνων εφαρμογής σχετικά με το πεδίο των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων που θα ανατεθούν στον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Επιπλέον, οι κανόνες αυτοί πρέπει να συμπληρωθούν με όλα τα απαραίτητα μέτρα που απαιτούνται για την αποτελεσματική εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού στον FRONTEX.

30.

Η εν λόγω διάταξη παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στο πλαίσιο των συμπερασμάτων της γνωμοδότησης προκαταρτικού ελέγχου για τον σκοπό της οποίας ο FRONTEX ενημέρωσε τον ΕΕΠΔ ότι κάποια επεξεργασία προσωπικών δεδομένων θα ήταν απαραίτητη για την ορθή και αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπει το άρθρο 9 του κανονισμού FRONTEX. Εφόσον ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται, ο FRONTEX, με την ιδιότητα του υπεύθυνου επεξεργασίας των δεδομένων, οφείλει να διασφαλίσει συμμόρφωση προς όλες τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού.

31.

Πρέπει επίσης να αναφερθεί εδώ ότι η πρόταση δεν περιέχει κανέναν ειδικό κανόνα ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων [άρθρα 13-19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001]. Επιπλέον, δεν υπάρχει ειδική διάταξη που να αφορά την υποχρέωση του υπεύθυνου επεξεργασίας των δεδομένων να παρέχει πληροφορίες στο υποκείμενο των δεδομένων [άρθρα 11 και 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001]. Ο ΕΕΠΔ συστήνει να λαμβάνονται ειδικότερα υπόψη οι εν λόγω κανόνες στα μέτρα που θεσπίζει το διοικητικό συμβούλιο βάσει του άρθρου 11α της πρότασης.

Άρθρο 11β — Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

32.

Το άρθρο 11β προβλέπει ότι ο FRONTEX εφαρμόζει τις αρχές ασφάλειας που καθορίζονται από την απόφαση της Επιτροπής 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ για τις διαβαθμισμένες πληροφορίες. Αυτό καλύπτει, μεταξύ άλλων, τις διατάξεις που έχουν σχέση με την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση διαβαθμισμένων πληροφοριών. Η προτεινόμενη διάταξη υποχρεώνει επίσης τον οργανισμό να επεξεργάζεται μη διαβαθμισμένες ευαίσθητες πληροφορίες σύμφωνα με τις αρχές ασφάλειας που έχουν θεσπιστεί και εφαρμόζονται από την Επιτροπή.

33.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την εν λόγω διάταξη ως απαραίτητη διευκρίνιση του τρόπου με τον οποίο ο FRONTEX πρέπει να διασφαλίζει, να ανταλλάσσει, να επεξεργάζεται και να αποθηκεύει τις διαβαθμισμένες πληροφορίες. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για τον ασφαλή τρόπο με τον οποίο πρέπει να υπόκεινται σε επεξεργασία οι μη διαβαθμισμένες ευαίσθητες πληροφορίες σύμφωνα με τις αρχές ασφάλειας που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή. Για να συμπληρωθεί και να αποσαφηνιστεί η συγκεκριμένη υποχρέωση ασφάλειας, ο ΕΕΠΔ συστήνει να προστεθεί η φράση: «και αναπτύσσει ανάλογα και τη δική του λεπτομερή πολιτική ασφάλειας» στην τελευταία πρόταση του άρθρου 11β. Πράγματι, για να είναι αποτελεσματικές, οι αρχές της Επιτροπής πρέπει να μεταφέρονται κατάλληλα και να εφαρμόζονται μέσω μιας προσαρμοσμένης πολιτικής ασφάλειας.

Άρθρο 13 — Συνεργασία με οργανισμούς και φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με διεθνείς οργανισμούς

34.

Η πρόταση αντικαθιστά την υφιστάμενη διατύπωση του άρθρου 13 του κανονισμού FRONTEX. Η νέα διατύπωση αναφέρει ότι: «Ο οργανισμός δύναται να συνεργάζεται με την Ευρωπόλ, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο, τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, με άλλους οργανισμούς και φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με διεθνείς οργανισμούς που είναι αρμόδιοι για θέματα που υπάγονται στον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο συμφωνιών συνεργασίας που συνάπτονται με τους φορείς αυτούς, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης και τις διατάξεις για τις αρμοδιότητες των εν λόγω φορέων».

35.

Μετά από ανάλυση της εν λόγω διάταξης, ο ΕΕΠΔ συμπεραίνει ότι οι συμφωνίες συνεργασίας με τους οργανισμούς, τους φορείς και τους διεθνείς οργανισμούς που αναφέρονται στο συγκεκριμένο άρθρο δεν θα περιλαμβάνουν επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Το συμπέρασμα αυτό βασίζεται στο γεγονός ότι η νέα διατύπωση δεν διευκρινίζει το ζήτημα ούτε και τις κατηγορίες δεδομένων που θα μπορούσαν να ανταλλάσσονται μεταξύ των οργανισμών και φορέων. Δεν προβλέπει επίσης τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσε να γίνεται μια τέτοια ανταλλαγή.

36.

Παρά τη θέση που διατυπώνεται ανωτέρω, ο ΕΕΠΔ θα ήθελε να υπογραμμίσει τις διατάξεις του άρθρου 22 της απόφασης του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) (8) (στο εξής απόφασης Ευρωπόλ) όσον αφορά τις Σχέσεις με θεσμικά όργανα, φορείς και οργανισμούς της Ένωσης ή της Κοινότητας. Η διάταξη αυτή δίνει τη δυνατότητα στην Ευρωπόλ να συνάπτει και να διατηρεί σχέσεις συνεργασίας με θεσμικά όργανα, φορείς και οργανισμούς που έχουν ιδρυθεί δυνάμει της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ειδικότερα με τον FRONTEX. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει επίσης να προστεθεί ότι η παράγραφος 2 του άρθρου 22 ορίζει ότι «Η Ευρωπόλ συνάπτει συμφωνίες ή ρυθμίσεις συνεργασίας με τους φορείς που μνημονεύονται στην παράγραφο 1. Οι εν λόγω συμφωνίες ή ρυθμίσεις συνεργασίας είναι δυνατόν να αφορούν την ανταλλαγή πληροφοριών επιχειρησιακού, στρατηγικού ή τεχνικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των διαβαθμισμένων πληροφοριών. Οι εν λόγω συμφωνίες ή ρυθμίσεις συνεργασίας συνάπτονται μόνον έπειτα από έγκριση του διοικητικού συμβουλίου το οποίο, στο μέτρο που αφορούν την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, έχει λάβει προηγουμένως τη γνωμοδότηση της Κοινής Εποπτικής Αρχής». Επιπλέον, βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 3, η Ευρωπόλ μπορεί, πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας ή της ρύθμισης συνεργασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, να λαμβάνει άμεσα και να χρησιμοποιεί πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, από τους φορείς της παραγράφου 1, εφόσον είναι απαραίτητο για τη νόμιμη εκτέλεση των καθηκόντων της, και δύναται, υπό τους όρους του άρθρου 24 παράγραφος 1, να διαβιβάζει άμεσα τις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, στους εν λόγω φορείς, εφόσον είναι απαραίτητο για τη νόμιμη εκτέλεση των καθηκόντων του αποδέκτη.

37.

Δεδομένου ότι η απόφαση Ευρωπόλ περιλαμβάνει διάταξη που θα επέτρεπε στην Ευρωπόλ να συνάψει συμφωνία ή ρύθμιση συνεργασίας με τον FRONTEX, η οποία ενδέχεται να αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών επιχειρησιακού, στρατηγικού ή τεχνικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο ΕΕΠΔ καλεί τον νομοθέτη να αποσαφηνίσει στον προτεινόμενο κανονισμό ότι η ρύθμιση συνεργασίας που θα μπορούσε να συναφθεί με την Ευρωπόλ βάσει του προτεινόμενου άρθρου 13 του κανονισμού FRONTEX, θα απέκλειε την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 14 — Διευκόλυνση της επιχειρησιακής συνεργασίας με τρίτες χώρες και συνεργασία με αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών

38.

Το άρθρο 14 παράγραφος 1 της πρότασης αφορά το ζήτημα της διευκόλυνσης της επιχειρησιακής συνεργασίας με τρίτες χώρες και τη συνεργασία με αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών. Πιο συγκεκριμένα, ζητά από τον οργανισμό «σε θέματα που καλύπτουν οι δραστηριότητές του και στον βαθμό που απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, (…) να διευκολύνει την επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών στο πλαίσιο της πολιτικής εξωτερικών σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των θεμάτων που άπτονται των δικαιωμάτων του ανθρώπου». Επιπλέον, η παράγραφος 6 του ανωτέρω άρθρου ορίζει ότι «Ο οργανισμός μπορεί να συνεργάζεται με τις αρχές τρίτων χωρών που είναι αρμόδιες για θέματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συμφωνιών συνεργασίας που συνάπτονται με τις αρχές αυτές, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της συνθήκης».

39.

Όσον αφορά την προαναφερθείσα διάταξη, ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι δεν αναφέρεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ούτε διευκρινίζει εάν, και εφόσον ναι, σε ποιο βαθμό και υπό ποιες περιστάσεις οι «ρυθμίσεις συνεργασίας» που προβλέπονται από τη διάταξη θα περιλαμβάνουν προσωπικά δεδομένα. Ως εκ τούτου, και λαμβανομένου υπόψη του σκεπτικού που μνημονεύεται στις γενικές παρατηρήσεις, ο ΕΕΠΔ συμπεραίνει ότι η εν λόγω διάταξη δεν αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Το συμπέρασμα αυτό είναι σύμφωνο με τις πληροφορίες που έλαβε ο ΕΕΠΔ από τον FRONTEX στο πλαίσιο της κοινοποίησης για προκαταρκτικό έλεγχο με θέμα τις ΚΕΕ.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

40.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ζητήθηκε η γνώμη του από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

41.

Ο ΕΕΠΔ έλαβε υπόψη τον σκοπό και τους στόχους του προτεινόμενου κανονισμού, καθώς και τους λόγους που οδήγησαν στην έγκριση της πρότασης που προβλέπει την αναθεώρηση του νομοθετικού πλαισίου του FRONTEX. Τονίζει ειδικότερα ότι η πρόταση αποσκοπεί στο να επιτρέψει στον FRONTEX να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά τα υφιστάμενα καθήκοντα και αρμοδιότητές του, καθώς και όσα προβλέπονται από τον προτεινόμενο κανονισμό.

42.

Λαμβανομένου υπόψη του νέου νομικού πλαισίου που προβλέπεται από την πρόταση, σύμφωνα με το οποίο ο FRONTEX θα λειτουργεί στο άμεσο μέλλον, και το οποίο ενδέχεται επίσης να οδηγήσει στην απόδοση νέων επιχειρησιακών καθηκόντων για τον FRONTEX βάσει του προτεινόμενου κανονισμού, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι ο προτεινόμενος κανονισμός δεν αναφέρει σχεδόν τίποτα σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον FRONTEX, με μοναδική εξαίρεση την τελευταία πρόταση του άρθρου 11.

43.

Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι ο προτεινόμενος κανονισμός θα πρέπει -στον βαθμό που απαιτείται και ενδείκνυται- να διευθετεί πλήρως το ζήτημα του πεδίου εφαρμογής των δραστηριοτήτων που ενδέχεται να οδηγούν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τον FRONTEX.

44.

Απαιτείται μια συγκεκριμένη νομική βάση, η οποία να διευθετεί το ζήτημα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον FRONTEX και να διευκρινίζει τις περιστάσεις υπό τις οποίες θα μπορεί να γίνεται μια τέτοια επεξεργασία από τον FRONTEX, με βάση ισχυρές εγγυήσεις περί προστασίας δεδομένων και σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας. Η επεξεργασία αυτή πρέπει να επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητη για σαφώς καθορισμένους και θεμιτούς σκοπούς (ιδίως στο πλαίσιο των ΚΕΕ).

45.

Η νομική βάση πρέπει να προσδιορίζει τις απαραίτητες και κατάλληλες εγγυήσεις, περιορισμούς και προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορεί να γίνεται μια τέτοια επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων σχετικά με τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων ως ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία.

46.

Η διστακτικότητα της Επιτροπής να διευκρινίσει το ζήτημα στον προτεινόμενο κανονισμό ή να ορίσει επακριβώς την ημερομηνία μέχρι την οποία θα το πράξει, αντί να αναβάλλει το θέμα εν αναμονή νέων νομικών και πολιτικών περιστάσεων, εγείρει σοβαρές ανησυχίες. Κατά την άποψη του ΕΕΠΔ, η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεπιθύμητη απουσία ασφάλειας δικαίου και σε σημαντικό κίνδυνο μη συμμόρφωσης προς τους κανόνες και τις εγγυήσεις προστασίας δεδομένων.

47.

Για την περαιτέρω βελτίωση της πρότασης, ο ΕΕΠΔ καλεί επίσης τον νομοθέτη να αποσαφηνίσει στον προτεινόμενο κανονισμό ότι η ρύθμιση συνεργασίας που θα μπορούσε να συναφθεί με την Ευρωπόλ βάσει του προτεινόμενου άρθρου 13 του κανονισμού FRONTEX, θα απέκλειε την ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Συστήνει, τέλος, να αποσαφηνιστεί το άρθρο 11β της πρότασης.

Βρυξέλλες, 17 Μαΐου 2010.

Peter HUSTINX

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(3)  COM(2010) 61 τελικό.

(4)  Η γνωμοδότηση είναι διαθέσιμη στην ακόλουθη διεύθυνση: http://www.edps.europa.eu/EDPSWEB/webdav/site/mySite/shared/Documents/Supervision/Priorchecks/Opinions/2010/10-04-26_Frontex_EN.pdf

(5)  COM(2008) 67 τελικό.

(6)  Το άρθρο 9 ορίζει ότι «1. Ο οργανισμός παρέχει την αναγκαία συνδρομή για την οργάνωση κοινών επιχειρήσεων επαναπατρισμού από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική πολιτική επαναπατρισμού. Ο οργανισμός μπορεί να χρησιμοποιεί κοινοτικούς χρηματοδοτικούς πόρους, διαθέσιμους για τον τομέα επαναπατρισμού. (…)».

(7)  Βλ. σημείο 3.2. της γνωμοδότησης προκαταρκτικού ελέγχου «Έννομος χαρακτήρας της επεξεργασίας»: «Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004 και το άρθρο 5 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 θα μπορούσαν επομένως, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, να χρησιμεύσουν μόνο ως προσωρινή νομική βάση για την προβλεπόμενη δραστηριότητα επεξεργασίας, υπό την προϋπόθεση μιας προσεκτικής επανεξέτασης της ανάγκης για μια πιο συγκεκριμένη νομική βάση, στο πλαίσιο της εν εξελίξει αναθεώρησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2007/2004». Στα τελικά συμπεράσματά του, ο ΕΕΠΔ πρότεινε επίσης στον FRONTEX: 1) να εξετάζει το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 πριν από τη διαβίβαση στοιχείων στο πλαίσιό του ώστε να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του. Σε τέτοια περίπτωση, ο ΕΕΠΔ ζητούσε από τον FRONTEX να τον ενημερώνει για τη μεθοδολογία συμμόρφωσης προς το συγκεκριμένο άρθρο πριν από τη διαβίβαση στοιχείων: 2) να εφαρμόζει τις απαραίτητες διαδικασίες ώστε να διασφαλίζονται τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων και, 3) να ανταποκρίνεται στην υποχρέωση ενημέρωσης πριν από την πραγματοποίηση της επεξεργασίας, εκτός εάν τα κράτη μέλη παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες στα υποκείμενα των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού. Ο ΕΕΠΔ ζητούσε επίσης από τον FRONTEX να τον ενημερώσει σχετικά με τα συγκεκριμένα μέτρα εφαρμογής προς την κατεύθυνση αυτή.

(8)  2009/371/ΔΕΥ, (ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 37).


30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/7


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων που αφορά την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη γενική προσέγγιση για τις διαβιβάσεις δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών (PNR) σε τρίτες χώρες

2010/C 357/02

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16,

Έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 8,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

Έχοντας υπόψη το αίτημα γνωμοδότησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και ιδίως το άρθρο 41 (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.   Διαδικασία γνωμοδότησης του ΕΕΠΔ

1.

Την 21η Σεπτεμβρίου 2010 η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με τη γενική προσέγγιση για τις διαβιβάσεις δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών (PNR) σε τρίτες χώρες (3). Η ανακοίνωση εστάλη αυθημερόν στον ΕΕΠΔ για γνωμοδότηση.

2.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι ζητήθηκε η γνώμη του από την Επιτροπή. Ο ΕΕΠΔ είχε τη δυνατότητα να διατυπώσει άτυπα σχόλια και πριν από την έκδοση της ανακοίνωσης. Ορισμένα από τα σχόλια αυτά ελήφθησαν υπόψη στην τελική έκδοση του εγγράφου, ενώ για άλλα σημεία εξακολουθούν να εγείρονται προβληματισμοί όσον αφορά την προστασία δεδομένων.

2.   Η πρόταση στο πλαίσιό της

3.

Η γενική προσέγγιση για τα ζητήματα PNR που παρουσιάζεται από την Επιτροπή στην ανακοίνωσή της αποσκοπεί στο να παράσχει ένα συνεκτικό πλαίσιο για τη διαβίβαση δεδομένων PNR σε τρίτες χώρες. Πέραν της ανάγκης για παροχή ασφάλειας δικαίου, για την οποία γίνεται λόγος στην ανακοίνωση, η εναρμονισμένη αυτή προσέγγιση έχει επίσης υποστηριχθεί σθεναρά από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το οποίο, στο νέο πλαίσιο των θεσμικών οργάνων, έχει αναλάβει την αρμοδιότητα να επικυρώνει τις συμφωνίες PNR με τρίτες χώρες (4).

4.

Η ανακοίνωση συμπληρώνεται από συστάσεις σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για συμφωνίες PNR με συγκεκριμένες τρίτες χώρες. Οι συστάσεις αυτές έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν αναλύονται στην παρούσα γνωμοδότηση. Γίνεται, ωστόσο, σχολιασμός της σχέσης μεταξύ της γενικής ανακοίνωσης και των εν λόγω συστάσεων στο κεφάλαιο II.

5.

Πέραν της γενικής προσέγγισης για τις διαβιβάσεις δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών (PNR) σε τρίτες χώρες, η Επιτροπή επεξεργάζεται και μια αναθεωρημένη προσέγγιση για τις διαβιβάσεις των σχετικών δεδομένων εντός της ΕΕ. Πρόταση για τη θέσπιση ενός τέτοιου πλαισίου στην ΕΕ είχε συζητηθεί εντατικά από το Συμβούλιο, υπό τον πρώην τρίτο πυλώνα, πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας (5). Οι συζητήσεις αυτές δεν κατέληξαν σε ομοφωνία ως προς ορισμένα βασικά στοιχεία του συστήματος PNR, όπως π.χ. η χρήση της βάσης δεδομένων που προκύπτει από ένα τέτοιο σύστημα. Το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης κάλεσε εν συνεχεία την Επιτροπή να υποβάλει νέα πρόταση, χωρίς όμως να προσδιορίζει τα βασικά στοιχεία της. Σχέδιο οδηγίας για έναν μηχανισμό PNR για την ΕΕ αναμένεται στις αρχές του 2011.

6.

Η παρούσα γνωμοδότηση επικεντρώνεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής. Στο πρώτο μέρος αναλύεται η ανακοίνωση στο πλαίσιο των τρεχουσών εξελίξεων στον τομέα της προστασίας δεδομένων, ενώ το δεύτερο μέρος αφορά τη νομιμότητα του μηχανισμού PNR και το τρίτο πραγματεύεται πιο ειδικά ζητήματα προστασίας δεδομένων που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση.

II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

1.   Γενικές παρατηρήσεις

7.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την οριζόντια προσέγγιση της ανακοίνωσης, η οποία συνάδει με τα πρόσφατα αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για μια διεξοδική ανάλυση και μια συνεκτική θεώρηση των υφιστάμενων και προβλεπόμενων μηχανισμών PNR. Ένα υψηλό και εναρμονισμένο επίπεδο προστασίας για το σύνολο των μηχανισμών αυτών αποτελεί στόχο που πρέπει να υποστηριχθεί σθεναρά.

8.

Ωστόσο, ο ΕΕΠΔ εκφράζει αμφιβολίες σε ό,τι αφορά την επιλογή της χρονικής στιγμής για τις διάφορες πρωτοβουλίες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την επεξεργασία δεδομένων PNR.

9.

Ενώ η ανακοίνωση αναφέρεται σε διεθνείς συμφωνίες για μηχανισμούς PNR και στην πρωτοβουλία για έναν μηχανισμό PNR της ΕΕ, τα προτεινόμενα πρότυπα αφορούν μόνο διεθνείς συμφωνίες. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο θα συζητηθεί κα θα αναπτυχθεί σε μετέπειτα στάδιο.

10.

Ένα πιο συνεπές και επίκαιρο θεματολόγιο θα περιλάμβανε, κατά τη γνώμη του ΕΕΠΔ, διεξοδικό προβληματισμό γύρω από έναν τέτοιο μηχανισμό σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων για την προστασία των δεδομένων που θα συμφωνούσαν με το νομικό πλαίσιο της ΕΕ, και με βάση το οποίο θα αναπτυσσόταν μια αντίστοιχη προσέγγιση για τις συμφωνίες με τρίτες χώρες.

11.

Ο ΕΕΠΔ υπογραμμίζει επίσης τις τρέχουσες εργασίες που αφορούν μια γενική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ για την ανταλλαγή δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου (6), σκοπός της οποίας είναι να θεσπίσει μια σειρά από αρχές που θα εγγυώνται ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ως προϋπόθεση για την ανταλλαγή των δεδομένων αυτών με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η έκβαση των διαπραγματεύσεων ΕΕ-ΗΠΑ πρέπει να αποτελέσει σημείο αναφοράς για την περαιτέρω σύναψη διμερών συμφωνιών από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της, συμπεριλαμβανομένης της συμφωνίας PNR μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ.

12.

Ένα ακόμη στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη στο συγκεκριμένο πλαίσιο είναι η γενική εξέταση του πλαισίου της ΕΕ για την προστασία δεδομένων, η οποία διενεργείται επί του παρόντος από την Επιτροπή, ενόψει σχετικής ανακοίνωσης πριν από το τέλος του 2010 και της επακόλουθης πρότασης για ένα νέο κανονιστικό πλαίσιο μέσα στο 2011 (7). Η εν λόγω διαδικασία αναθεώρησης λαμβάνει χώρα στο «μετά τη Λισαβόνα» πλαίσιο, γεγονός που έχει άμεσο αντίκτυπο στην οριζόντια εφαρμογή των αρχών προστασίας δεδομένων στους πρώην πυλώνες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις.

13.

Για τη διασφάλιση της συνοχής, η ΕΕ πρέπει να συμφωνήσει επί των εσωτερικών μέσων της και, βάσει των μέσων αυτών, να διαπραγματευτεί συμφωνίες με τρίτες χώρες. Η παγκόσμια ατζέντα πρέπει επομένως να επικεντρώνεται καταρχάς στο γενικό πλαίσιο της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, στη συνέχεια στην ενδεχόμενη ανάγκη για έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό PNR και, τέλος, στους όρους που θα διέπουν τις ανταλλαγές με τρίτες χώρες, βάσει του ενημερωμένου πλαισίου της ΕΕ. Στο συγκεκριμένο στάδιο, πρέπει να ληφθούν επίσης υπόψη οι εγγυήσεις που προβλέπονται για μια μελλοντική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ ενόσω θεσπίζονται όροι για διαβιβάσεις δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών (PNR) σε τρίτες χώρες.

14.

Ο ΕΕΠΔ έχει επίγνωση του γεγονότος ότι, για διάφορους διαδικαστικούς και πολιτικούς λόγους, η ιδανική αυτή σειρά δεν ακολουθείται στην πράξη. Θεωρεί ωστόσο ότι η λογική πίσω από τα διάφορα αυτά βήματα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τους διάφορους παράγοντες της Επιτροπής, του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου. Καθώς οι εξελίξεις προχωρούν παράλληλα, ιδίως όσον αφορά το πλαίσιο της ΕΕ και τις διαπραγματεύσεις ΕΕ-ΗΠΑ, πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη αυτή η ανάγκη για συνοχή και για μια εναρμονισμένη αντίληψη περί των εγγυήσεων προστασίας δεδομένων, τόσο εντός ΕΕ όσο και στο πλαίσιο των διαβιβάσεων. Πιο συγκεκριμένα, αυτό θα σήμαινε κυρίως ότι:

θα λαμβάνονταν υπόψη τα αποτελέσματα της εκτίμησης επιπτώσεων σχετικά με τον ευρωπαϊκό μηχανισμό PNR πριν από την ολοκλήρωση τυχόν διαπραγματεύσεων περί PNR με τρίτες χώρες

θα διασφαλιζόταν η αποκόμιση διδαγμάτων από την επανεξέταση των υφιστάμενων συμφωνιών PNR

και, όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα συνδέονταν οι διαπραγματεύσεις περί PNR με τις διαπραγματεύσεις περί γενικής συμφωνίας για την ανταλλαγή δεδομένων για σκοπούς επιβολής του νόμου. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να διασφαλιστούν ορθές εγγυήσεις σε αμφότερες τις συμφωνίες.

15.

Τέλος, ο ΕΕΠΔ θίγει το ζήτημα της σύνδεσης μεταξύ της ανακοίνωσης και των κατευθυντήριων γραμμών της Επιτροπής. Το θέμα αφορά τον βαθμό στον οποίο πρέπει να ορίζονται οι ακριβείς εγγυήσεις και όροι στα πρότυπα που θεσπίζονται μέσω της ανακοίνωσης ή στις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται ανά χώρα: εάν ο συνολικός στόχος είναι να εναρμονιστούν οι όροι της επεξεργασίας και ανταλλαγής των δεδομένων PNR, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι το περιθώριο ελιγμών για κάθε διεθνή συμφωνία πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο περιορισμένο και ότι τα πρότυπα πρέπει να ορίζουν ένα ακριβές πλαίσιο. Τα πρότυπα πρέπει να έχουν αποτελεσματικό αντίκτυπο στο περιεχόμενο των συμφωνιών. Ορισμένα από τα σχόλια που ακολουθούν αναδεικνύουν την ανάγκη για περισσότερη ακρίβεια προς την κατεύθυνση αυτή.

2.   Νομιμότητα του μηχανισμού

16.

Ο ΕΕΠΔ και η ομάδα εργασίας του άρθρου 29 έχουν επανειλημμένα υπογραμμίσει μέσω διαφόρων γνωμοδοτήσεών τους (8) την ανάγκη μιας σαφούς αιτιολόγησης της ανάπτυξης μηχανισμών PNR, είτε εντός της ΕΕ είτε για την ανταλλαγή δεδομένων με τρίτες χώρες. Η αναγκαιότητα των μέτρων πρέπει να αποδεικνύεται και να υποστηρίζεται με συγκεκριμένα στοιχεία, και στη συνέχεια να αξιολογείται και να σταθμίζεται έναντι του βαθμού παρείσδυσης στην ιδιωτική ζωή των ατόμων, ώστε να διασφαλίζεται ένα αναλογικό και κατά το δυνατόν λιγότερο παρεμβατικό αποτέλεσμα. Το γεγονός ότι οι πρόσφατες τεχνολογικές πρόοδοι καθιστούν πλέον εφικτή την ευρεία πρόσβαση και ανάλυση, όπως αναφέρεται στο τέλος του σημείου 2.2 της ανακοίνωσης, δεν δικαιολογεί από μόνο του την ανάπτυξη ενός συστήματος που θα αποσκοπεί στον έλεγχο όλων των ταξιδιωτών. Με άλλα λόγια, η διαθεσιμότητα των μέσων δεν πρέπει να δικαιολογεί τον σκοπό.

17.

Όπως διευκρινίζεται και στη συνέχεια, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι η μαζική διαβίβαση δεδομένων που αφορούν αθώους ανθρώπους για σκοπούς εκτίμησης κινδύνων εγείρει σοβαρά ζητήματα αναλογικότητας. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει κυρίως αμφιβολίες όσον αφορά την προορατική χρήση των δεδομένων PNR. Ενώ η «αναδραστική» χρήση των δεδομένων δεν εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς, εφόσον αποτελεί μέρος της διερεύνησης εγκλήματος που έχει ήδη διαπραχθεί, η χρήση σε πραγματικό χρόνο και η προορατική χρήση εξετάζονται με πιο κριτικό μάτι.

18.

Σύμφωνα με τη διατύπωση της ανακοίνωσης, ακόμη και σε «πλαίσιο πραγματικού χρόνου», τα δεδομένα PNR θα «χρησιμοποιούνται για την πρόληψη ενός εγκλήματος, έρευνα ή σύλληψη προσώπων πριν από τη διάπραξη εγκλήματος», με βάση «προκαθορισμένους δείκτες κινδύνου βασιζόμενους σε αντικειμενικά δεδομένα» (9). Η βασική ιδέα να λαμβάνονται μέτρα για συγκεκριμένα πρόσωπα πριν από τη διάπραξη εγκλήματος βάσει δεικτών κινδύνου είναι κατά την άποψη του ΕΕΠΔ ένα προορατικό μέτρο, η χρήση του οποίου σε ένα πλαίσιο επιβολής του νόμου είναι κατά παράδοση αυστηρά καθορισμένη και περιορισμένη.

19.

Εξάλλου, δεν αναπτύσσονται επαρκώς ούτε η έννοια των δεικτών κινδύνου ούτε εκείνη της «εκτίμησης κινδύνων», με αποτέλεσμα η τελευταία να μπορεί εύκολα να συγχέεται με την έννοια του «καθορισμού χαρακτηριστικών γνωρισμάτων». Η ομοιότητα αυτή ενισχύεται ακόμη περισσότερο από τον ισχυριζόμενο στόχο, ο οποίος είναι να δημιουργηθούν «μοντέλα μετακίνησης και γενικής συμπεριφοράς βασιζόμενα σε αντικειμενικά δεδομένα». Ο ΕΕΠΔ εκφράζει αμφιβολίες σε ό,τι αφορά τη σύνδεση μεταξύ των αρχικών αντικειμενικών δεδομένων και των μοντέλων που συνάγονται από τα δεδομένα αυτά. Σκοπός της διαδικασίας είναι να επιβάλλει σε ένα άτομο εκτίμηση κινδύνων — και πιθανά εξαναγκαστικά μέτρα — βάσει αντικειμενικών δεδομένων που δεν συνδέονται με το εν λόγω άτομο. Όπως έχει ήδη αναφερθεί στην προηγούμενη γνωμοδότησή του σχετικά με πρόταση για ένα ευρωπαϊκό PNR, ο ΕΕΠΔ ανησυχεί κυρίως για το γεγονός ότι «θα λαμβάνονται αποφάσεις σχετικά με φυσικά πρόσωπα βάσει πρακτικών και κριτηρίων που θα καθορίζονται σύμφωνα με τα γενικά δεδομένα των επιβατών. Κατά συνέπεια, αποφάσεις σχετικά με συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο ενδέχεται να λαμβάνονται (εν μέρει τουλάχιστον) βάσει πρακτικών που απορρέουν από τα δεδομένα άλλων φυσικών προσώπων. Αυτό σημαίνει ότι θα λαμβάνονται σε σχέση με αφηρημένο πλαίσιο αποφάσεις που είναι δυνατόν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις για τα πρόσωπα στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα. Είναι εξαιρετικά δύσκολο για τα φυσικά πρόσωπα να αμυνθούν έναντι αποφάσεων του είδους αυτού» (10).

20.

Η χρήση τέτοιων τεχνικών σε ευρεία κλίμακα, η οποία προϋποθέτει τον έλεγχο όλων των επιβατών, εγείρει επομένως σοβαρά ζητήματα συμμόρφωσης προς τις θεμελιώδεις αρχές για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ορίζονται στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, στα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη και στο άρθρο 16 της ΣΛΕΕ.

21.

Οποιαδήποτε τελική απόφαση σχετικά με τη νομιμότητα των μηχανισμών PNR πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω στοιχεία, τα οποία πρέπει να αναλυθούν και να εξεταστούν περαιτέρω μέσω της εκτίμησης επιπτώσεων που διενεργείται στο πλαίσιο του σχεδίου PNR για την ΕΕ. Πρέπει να διαμορφωθεί το σχετικό θεματολόγιο ώστε τα αποτελέσματα της εν λόγω εκτίμησης επιπτώσεων να ληφθούν δεόντως υπόψη κατά την κατάρτιση των γενικών απαιτήσεων για τους μηχανισμούς PNR.

3.   Περιεχόμενο των προτεινόμενων προτύπων

22.

Με επιφύλαξη των ανωτέρω βασικών σχολίων σχετικά με τη νομιμότητα των μηχανισμών PNR, ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τον εκτενή κατάλογο προτύπων, που φαίνονται να απορρέουν από τις αρχές της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, τα οποία πρέπει από ορισμένες απόψεις να ενισχύουν την προστασία που προβλέπεται σε ειδικές συμφωνίες. Στη συνέχεια σχολιάζονται η προστιθέμενη αξία και οι αδυναμίες που εντοπίζονται στα εν λόγω πρότυπα.

Καταλληλότητα και δεσμευτικός χαρακτήρας οποιασδήποτε συμφωνίας

23.

Από τη διατύπωση της ανακοίνωσης, ο ΕΕΠΔ συμπεραίνει ότι η αξιολόγηση της καταλληλότητας μπορεί να βασίζεται στο γενικό πλαίσιο προστασίας δεδομένων της αποδέκτριας χώρας ή στις εκάστοτε περιστάσεις, ανάλογα με τις νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις που προβλέπονται από τη σχετική διεθνή συμφωνία που διέπει την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Δεδομένου του αποφασιστικού ρόλου των διεθνών συμφωνιών όσον αφορά τις αξιολογήσεις καταλληλότητας, ο ΕΕΠΔ υπογραμμίζει την ανάγκη να καθορίζεται με σαφήνεια ο δεσμευτικός χαρακτήρας των συμφωνιών για όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και πιστεύει ότι αυτό πρέπει να συμπληρώνεται από ρητή αναφορά μέσω της οποίας θα δηλώνεται ότι οι συμφωνίες διασφαλίζουν στα υποκείμενα των δεδομένων άμεσα εφαρμόσιμα δικαιώματα. Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι τα στοιχεία αυτά συνιστούν βασική πτυχή της αξιολόγησης καταλληλότητας.

Έκταση και σκοπός

24.

Τα πρώτα δύο σημεία στο κατάλογο αρχών αφορούν τον περιορισμό των σκοπών. Όσον αφορά τη «χρήση δεδομένων», γίνεται αρχικά λόγος για σκοπούς επιβολής του νόμου και ασφαλείας και, στη συνέχεια, για τρομοκρατία και άλλες μορφές διεθνικού εγκλήματος, με βάση την «προσέγγιση» που έχει υιοθετηθεί όσον αφορά τους ορισμούς στις σχετικές πράξεις της ΕΕ. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει τις αμφιβολίες του ως προς τη συγκεκριμένη διατύπωση, η οποία μπορεί να οδηγεί στη σκέψη ότι οι μελλοντικές συμφωνίες δεν θα βασίζονται ακριβώς στους εν λόγω ορισμούς αλλά θα εμπνέονται από αυτούς. Είναι απαραίτητο, για λόγους ασφάλειας δικαίου, έννοιες όπως η τρομοκρατία και οι σοβαρές μορφές διεθνικού εγκλήματος να ορίζονται με ακρίβεια, καθώς και να προσδιορίζονται οι σχετικές πράξεις τις ΕΕ στις οποίες αναφέρεται η ανακοίνωση. Εξάλλου, ο ΕΕΠΔ υπενθυμίζει ότι, για να συμπεριληφθούν οι διάφορες μορφές εγκλήματος στον μηχανισμό PNR, πρέπει πρώτα να διαπιστωθεί η αναγκαιότητα και η αναλογικότητά τους.

25.

Το δεύτερο σημείο φαίνεται να αναφέρεται περισσότερο στην έκταση (στον χαρακτήρα των δεδομένων που συγκεντρώνονται) παρά στην αρχή του σκοπού. Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι η ανακοίνωση δεν περιλαμβάνει κατάλογο δεδομένων προς διαβίβαση, καθώς αφήνει σε κάθε συγκεκριμένη συμφωνία τον καθορισμό των κατηγοριών δεδομένων που πρέπει να διαβιβάζονται. Για να αποφεύγονται αποκλίσεις, όπως και η συμπερίληψη δυσανάλογων κατηγοριών δεδομένων σε ορισμένες συμφωνίες με τρίτες χώρες, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι τα προτεινόμενα πρότυπα πρέπει να συμπληρωθούν από κοινό και εξαντλητικό κατάλογο κατηγοριών δεδομένων, σύμφωνα με τον σκοπό της ανταλλαγής των δεδομένων. Παραπέμπει στις σχετικές γνωμοδοτήσεις της ομάδας εργασίας του άρθρου 29, οι οποίες υποδεικνύουν τις κατηγορίες των δεδομένων που θα ήταν αποδεκτές και εκείνες που θεωρούνται υπερβολικές λαμβανομένων υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων (11). Οι κατηγορίες που πρέπει να εξαιρούνται είναι κυρίως αυτές των δεδομένων που μπορούν να θεωρηθούν ευαίσθητα, και που προστατεύονται από το άρθρο 8 της οδηγίας 95/46/EK, τα δεδομένα SSR/SSI (αιτήσεις ειδικών υπηρεσιών/ειδικές υπηρεσιακές πληροφορίες), τα δεδομένα OSI (άλλες συμπληρωματικές πληροφορίες), ανοιχτά πεδία ή πεδία ελεύθερου κειμένου (όπως οι «Γενικές Παρατηρήσεις» όπου μπορούν να εμφανιστούν δεδομένα ευαίσθητου χαρακτήρα), καθώς και πληροφορίες που αφορούν συχνούς ταξιδιώτες και τα «συμπεριφορικά δεδομένα».

Ευαίσθητα δεδομένα

26.

Η ανακοίνωση αναφέρει ότι τα ευαίσθητα δεδομένα δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται παρά μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Ο ΕΕΠΔ αποδοκιμάζει την εξαίρεση αυτή. Θεωρεί ότι οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της είναι πολύ ευρείες και δεν διασφαλίζουν εγγυήσεις: η χρήση των δεδομένων κατά περίπτωση αναφέρεται μόνο ενδεικτικά. Εξάλλου, ο περιορισμός των σκοπών πρέπει να αποτελεί γενική αρχή που εφαρμόζεται σε κάθε επεξεργασία δεδομένων PNR και όχι απλώς μια εγγύηση που εφαρμόζεται στα ευαίσθητα δεδομένα. Ο ΕΕΔΠ θεωρεί ότι η πρόβλεψη για επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, ακόμη και σε περιορισμένες περιπτώσεις, θα ευθυγράμμιζε το επίπεδο προστασίας όλων των μηχανισμών PNR με τον λιγότερο συμμορφούμενο μηχανισμό ως προς την προστασία δεδομένων παρά με τον πλέον συμμορφούμενο. Ως εκ τούτου, εισηγείται να αποκλείεται τελείως η επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, ως αρχή.

Ασφάλεια των δεδομένων

27.

Η γενική υποχρέωση περί ασφάλειας που αναπτύσσεται στην ανακοίνωση θεωρείται ικανοποιητική. Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ωστόσο ότι θα μπορούσε να συμπληρωθεί από μια υποχρέωση αμοιβαίας ενημέρωσης σε περίπτωση παραβίασης της ασφάλειας, σύμφωνα με την οποία οι αποδέκτες δεδομένων θα ήταν υπεύθυνοι να ενημερώνουν τους ομολόγους τους σε περίπτωση που τα δεδομένα που έχουν παραλάβει είναι αποτέλεσμα αθέμιτης αποκάλυψης. Αυτό θα συνέβαλε στην ενίσχυση της ευθύνης προς την κατεύθυνση της ασφαλούς επεξεργασίας των δεδομένων.

Εκτέλεση

28.

Ο ΕΕΠΔ υποστηρίζει το σύστημα επίβλεψης που προβλέπει η ανακοίνωση, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων εποπτείας και ευθύνης. Υποστηρίζει επίσης σθεναρά το δικαίωμα κάθε ενδιαφερόμενου να ασκεί διοικητικά και ένδικα μέσα. Όσον αφορά τα δικαιώματα πρόσβασης, συμπεραίνει ότι δεν μπορεί να προβλεφθεί κανένας περιορισμός, γεγονός για το οποίο εκφράζει την ικανοποίησή του. Εάν κάποιος περιορισμός θεωρείται αναγκαίος σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η ακριβής έκτασή του και οι απαραίτητες εγγυήσεις, συμπεριλαμβανομένου του έμμεσου δικαιώματος πρόσβασης, πρέπει να δηλώνονται με σαφήνεια στα πρότυπα.

Περαιτέρω διαβιβάσεις

29.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τον περιορισμό των περαιτέρω διαβιβάσεων κατά περίπτωση, είτε προς άλλες δημόσιες αρχές είτε προς τρίτες χώρες. Θεωρεί ότι, πέραν της συγκεκριμένης αρχής, ο περιορισμός του σκοπού που ισχύει για τις διαβιβάσεις σε τρίτες χώρες πρέπει επίσης να εφαρμόζεται στις διαβιβάσεις σε άλλες δημόσιες αρχές στο εσωτερικό τρίτης χώρας. Με τον τρόπο αυτό προλαμβάνεται τυχόν περαιτέρω χρήση ή διασταυρούμενοι έλεγχοι των δεδομένων PNR με πληροφορίες που υφίστανται επεξεργασία για διαφορετικούς σκοπούς. Ο ΕΕΠΔ ανησυχεί ιδιαίτερα για το ενδεχόμενο διασταυρούμενων ελέγχων με πληροφορίες που προέρχονται από άλλες βάσεις δεδομένων, όπως η ESTA όσον αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επισημαίνει ότι η πρόσφατη απόφαση των ΗΠΑ να ζητά την καταβολή δικαιώματος για χρήση της ESTA έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση στοιχείων σχετικών με τις πιστωτικές κάρτες των ταξιδιωτών. Ο ΕΕΠΔ εισηγείται τη θέσπιση σαφών περιορισμών ώστε να προλαμβάνεται η αντικανονική αντιστοίχιση πληροφοριών πέραν του πεδίου εφαρμογής της συμφωνίας PNR.

Διατήρηση δεδομένων

30.

Η περίοδος διατήρησης των δεδομένων δεν υπόκειται ουσιαστικά σε εναρμόνιση. Ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι, καταρχήν, τα δεδομένα PNR πρέπει να διαγράφονται εάν οι έλεγχοι που έχουν γίνει επ’ ευκαιρία της διαβίβασης των δεδομένων δεν έχουν οδηγήσει σε ενέργεια επιβολής του νόμου. Σε περίπτωση που το εθνικό πλαίσιο αιτιολογεί την ανάγκη εφαρμογής μιας περιορισμένης περιόδου διατήρησης, ο ΕΕΠΔ θεωρεί ότι η μέγιστη περίοδος διατήρησης πρέπει να ορίζεται από τα πρότυπα. Εξάλλου, πρέπει να ενισχυθεί η αρχή του χρονικού περιορισμού των δικαιωμάτων πρόσβασης των αρμοδίων υπαλλήλων, η δε σταδιακή ανωνυμοποίηση των δεδομένων πρέπει να θεωρείται υποχρέωση και όχι ενδεικτική επιλογή.

Τρόποι διαβιβάσεων

31.

Ο ΕΕΠΔ υποστηρίζει την αποκλειστική χρήση του συστήματος «προώθησης» για τη διαβίβαση των δεδομένων PNR. Εισηγείται τη θέσπιση συγκεκριμένων εγγυήσεων που να διασφαλίζουν ότι η «προώθηση» είναι πράγματι το μόνο σύστημα που χρησιμοποιείται στην πράξη. Η εμπειρία και οι επιθεωρήσεις που έχουν διενεργηθεί από αρχές προστασίας δεδομένων έχουν όντως δείξει ότι, παρά τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τις εν ισχύι συμφωνίες, ιδίως σε ό,τι αφορά το «PNR ΗΠΑ», εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε έναν βαθμό και ένα σύστημα «άντλησης», και ότι παράλληλα προς την «προώθηση», οι αρχές των ΗΠΑ έχουν ευρύτερη πρόσβαση στα δεδομένα PNR με τη βοήθεια συστημάτων κρατήσεων μέσω υπολογιστή. Πρέπει επομένως να θεσπιστούν τα νομικά και τεχνικά εκείνα μέτρα που θα αποτρέπουν οποιαδήποτε παράκαμψη του συστήματος «προώθησης».

32.

Η συχνότητα των διαβιβάσεων από τους αερομεταφορείς («εύλογη») πρέπει να καθοριστεί μέσω της θέσπισης ενός μέγιστου αριθμού διαβιβάσεων. Σημείο αναφοράς ως προς αυτό πρέπει να αποτελέσουν τα υφιστάμενα συστήματα που προβλέπουν τις αυστηρότερες διατάξεις από άποψη προστασίας της ιδιωτικής ζωής.

Γενικές έννοιες

33.

Ο ΕΕΠΔ εισηγείται επίσης περισσότερη σαφήνεια σε ό,τι αφορά τα βασικά στοιχεία της εφαρμογής των συμφωνιών PNR. Η διάρκεια των συμφωνιών («καθορισμένη», «σκόπιμο») και η επανεξέτασή τους («τακτική») πρέπει να οριστεί περαιτέρω μέσα από μια οριζόντια προοπτική. Θα μπορούσε ειδικότερα να καθοριστεί η περιοδικότητα των κοινών επισκοπήσεων, καθώς και η υποχρέωση διενέργειας μιας πρώτης επισκόπησης εντός συγκεκριμένης προθεσμίας μετά την έναρξη ισχύος των συμφωνιών: θα μπορούσε να προβλέπεται μέγιστη προθεσμία τριών ετών.

III.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

34.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για την οριζόντια προσέγγιση που υιοθετεί η Επιτροπή μέσω της ανακοίνωσης. Αυτό συνιστά ουσιαστικό βήμα προς την κατεύθυνση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου για την ανταλλαγή δεδομένων PNR. Εγείρονται, ωστόσο, ορισμένοι σημαντικοί προβληματισμοί που μετριάζουν τη συνολική ικανοποίηση.

35.

Οι μηχανισμοί PNR που παρουσιάζονται μέσω της ανακοίνωσης δεν πληρούν από μόνοι τους τις απαιτήσεις περί αναγκαιότητας και αναλογικότητας, όπως αυτές αναπτύσσονται στην παρούσα και σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις του ΕΕΠΔ και της ομάδας εργασίας του άρθρου 29. Για να είναι αποδεκτοί, θα πρέπει οι όροι της συλλογής και επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα να είναι σημαντικά περιοριστικοί. Ο ΕΕΠΔ ανησυχεί ιδιαίτερα για τη χρήση των μηχανισμών PNR για σκοπούς εκτίμησης κινδύνων ή καθορισμού χαρακτηριστικών γνωρισμάτων.

36.

Η ανάπτυξη των προτύπων PNR πρέπει να λαμβάνει υπόψη το γενικό πλαίσιο προστασίας δεδομένων και τις σχετικές νομικές εξελίξεις στο εσωτερικό της ΕΕ, καθώς και τη διαπραγμάτευση συμφωνιών ανταλλαγής δεδομένων σε γενικότερο επίπεδο, ιδίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι μια μελλοντική συμφωνία PNR με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα σέβεται τη γενική συμφωνία περί προστασίας δεδομένων με τις ΗΠΑ. Οι συμφωνίες PNR με άλλες τρίτες χώρες πρέπει επίσης να συμβαδίζουν με την προσέγγιση αυτή.

37.

Είναι επίσης σημαντικό οποιαδήποτε συμφωνία με τρίτες χώρες να λαμβάνει υπόψη τις νέες απαιτήσεις προστασίας δεδομένων, όπως αναπτύσσονται στο «μετά τη Λισαβόνα» θεσμικό πλαίσιο.

38.

Ο ΕΕΠΔ εισηγείται επίσης μεγαλύτερο βαθμό ακρίβειας στη γενική προσέγγιση ως προς τις ελάχιστες εγγυήσεις που εφαρμόζονται σε όλες τις συμφωνίες: πρέπει να εφαρμόζονται αυστηρότεροι όροι, ιδίως σε ό,τι αφορά την επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων, την αρχή του περιορισμένου σκοπού, τους όρους για τις περαιτέρω διαβιβάσεις και τη διατήρηση των δεδομένων.

39.

Τέλος, ο ΕΕΠΔ υπογραμμίζει το γεγονός ότι οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει να προβλέπει άμεσα εφαρμόσιμα δικαιώματα για τα υποκείμενα των δεδομένων. Η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών εκτέλεσης, από τα υποκείμενα των δεδομένων και από τις εποπτικές αρχές, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αξιολόγηση της καταλληλότητας οποιασδήποτε συμφωνίας.

Βρυξέλλες, 19 Οκτωβρίου 2010.

Peter HUSTINX

Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(3)  COM(2010) 492 τελικό.

(4)  Έχουν υπογραφεί συμφωνίες με τις ακόλουθες χώρες:

Ηνωμένες Πολιτείες: Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής για την επεξεργασία και τη διαβίβαση δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών από τους αερομεταφορείς στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών (DHS) (2007 συμφωνία PNR 2007) (ΕΕ L 204 της 4.8.2007, σ. 18).

Καναδάς: Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της κυβέρνησης του Καναδά σχετικά με την επεξεργασία εκ των προτέρων πληροφοριών σχετικά με τους επιβάτες και των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (ΕΕ L 82 της 21.3.2006, σ. 15).

Αυστραλία: Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Αυστραλίας για την επεξεργασία και τη διαβίβαση από τους αερομεταφορείς δεδομένων από τις καταστάσεις επιβατών προέλευσης Ευρωπαϊκής Ένωσης (PNR) στην τελωνειακή υπηρεσία της Αυστραλίας (ΕΕ L 213 της 8.8.2008, σ. 49-57).

(5)  Στις 6 Νοεμβρίου 2007, η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου [COM(2007) 654 τελικό]. Ο ΕΕΠΔ εξέδωσε γνωμοδότηση επί της συγκεκριμένης πρότασης στις 20 Δεκεμβρίου 2007 (ΕΕ C 110 της 1.5.2008, σ. 1).

(6)  Βλ. ιδίως τη διαβούλευση που εγκαινίασε η Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2010 σχετικά με τη μελλοντική διεθνή συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) — Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ) για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την ανταλλαγή πληροφοριών για σκοπούς επιβολής του νόμου, και τις εισηγήσεις της ομάδας εργασίας του άρθρου 29 και του ΕΕΠΔ στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/justice/news/consulting_public/news_consulting_0005_en.htm

(7)  Η Επιτροπή έχει ξεκινήσει διαδικασία αναθεώρησης του τρέχοντος νομικού πλαισίου, η οποία εγκαινιάστηκε με μια διάσκεψη υψηλού επιπέδου τον Μάιο του 2009. Ακολούθησε δημόσια διαβούλευση μέχρι το τέλος του 2009 καθώς και συναντήσεις διαβούλευσης ενδιαφερομένων μερών τον Ιούλιο του 2010. Η εισήγηση της ομάδας εργασίας του άρθρου 29, στην οποία συμμετείχε ενεργά και ο ΕΕΠΔ, διατίθεται μέσω του ακόλουθου συνδέσμου: http://ec.europa.eu/justice/policies/privacy/workinggroup/wpdocs/index_en.htm#general_issues

(8)  Γνωμοδότηση ΕΕΠΔ της 20ής Δεκεμβρίου 2007 όσον αφορά την πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των δεδομένων των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου, ΕΕ C 110 της 1.5.2008, σ. 1. Οι γνωμοδοτήσεις της ομάδας εργασίας του άρθρου 29 διατίθενται μέσω του ακόλουθου συνδέσμου: http://ec.europa.eu/justice/policies/privacy/workinggroup/wpdocs/index_en.htm#data_transfers

(9)  Σελίδα 4 της ανακοίνωσης, κεφάλαιο 2.1.

(10)  Γνωμοδότηση ΕΕΠΔ της 20ής Δεκεμβρίου 2007 όσον αφορά την πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου για τη χρήση των δεδομένων των καταστάσεων με τα ονόματα των επιβατών (PNR) με σκοπό την επιβολή του νόμου, ΕΕ C 110 της 1.5.2008, σ. 4.

(11)  Γνωμοδότηση της 23ης Ιουνίου 2003 σχετικά με το επίπεδο προστασίας που εξασφαλίζεται από τις ΗΠΑ όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων επιβατών, WP78. Η συγκεκριμένη γνωμοδότηση, καθώς και οι επακόλουθες της ομάδας εργασίας για το συγκεκριμένο θέμα, διατίθενται στην ακόλουθη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/justice_home/fsj/privacy/workinggroup/wpdocs/index_en.htm#data_transfers


II Ανακοινώσεις

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/12


Έγκριση κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 107 και 108 της συνθήκης ΣΛΕΕ

Περιπτώσεις όπου η Επιτροπή δεν προβάλλει αντίρρηση

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/03

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

25.11.2010

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 246/10

Κράτος μέλος

Πολωνία

Περιφέρεια

Kujawsko-Pomorskie

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Fabryka Form Metalowych FORMET SA

Νομική βάση

Artykuł 56 ust. 1 pkt 2 ustawy z dnia 30 sierpnia 1996 r. o komercjalizacji i prywatyzacji – Dz. U. z 2002 r. nr 171, poz. 1397 ze zm.

Είδος μέτρου

Ατομική Ενίσχυση

Στόχος

Διάσωση προβληματικών επιχειρήσεων

Είδος ενίσχυσης

Δάνειο με ευνοϊκούς όρους

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 2,30 εκατ. PLN

Ένταση

Διάρκεια

30.11.2010-30.5.2011

Κλάδοι της οικονομίας

Μεταποιητική βιομηχανία

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Minister Skarbu Państwa

ul. Krucza 36/Wspólna 6

00-522 Warszawa

POLSKA/POLAND

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

27.10.2010

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 326/10

Κράτος μέλος

Πολωνία

Περιφέρεια

Regiony wymienone w Rozporządzeniu Prezesa Rady Ministrów z dnia 10 sierpnia 2010 r. zmieniającym rozporządzenie w sprawie gmin i miejscowości, w których stosuje się szczególne zasady odbudowy, remontow i rozbiórek obiektów budowlanych zniszczonych lub uszkodzonych w wyniku działania żywiołu (Dz. U. nr 144, poz. 969)

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Program pomocy dotyczący zrekompensowania przedsiębiorstwom szkód spowodowanych przez powodzie w Polsce w 2010 r.

Νομική βάση

Ustawa z dnia 12 sierpnia 2010 r. o wspieraniu przedsiębiorców dotkniętych skutkami powodzi z 2010 r.

Είδος μέτρου

Καθεστώς Ενισχύσεων

Στόχος

Αποζημίωση για βλάβη προκληθείσα από θεομηνία ή άλλα έκτακτα συμβάντα

Είδος ενίσχυσης

Δάνειο με ευνοϊκούς όρους

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 100 εκατ. PLN

Ένταση

100 %

Διάρκεια

μέχρι τις 31.12.2012

Κλάδοι της οικονομίας

Όλοι οι κλάδοι

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Fundusze pożyczkowe

Brak możliwości podania jednego adresu, gdyż pomoc będzie udzielana przez wybrane w drodze konkursu regionalne i lokalne fundusze pożyczkowe (w Polsce jest ich aktualnie ok. 70)

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

8.11.2010

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 392/10

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Reestructuración de Cajasur

Νομική βάση

El artículo 7 del Real Decreto Ley 9/2009 de 26 de junio, sobre restructuración bancaria y reforzamiento de los recursos propios de la entidades de crédito

Είδος μέτρου

Ατομική Ενίσχυση

Στόχος

Αποκατάσταση σοβαρής διαταραχής στην οικονομία

Είδος ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 392 εκατ. EUR

Ένταση

Διάρκεια

1.1.2011-31.12.2015

Κλάδοι της οικονομίας

Χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Ministerio español de Hacienda

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

15.11.2010

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 437/10

Κράτος μέλος

Ισπανία

Περιφέρεια

Galicia

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ayudas para daños causados en los establecimientos turísticos por las inundaciones acaecidas los días 9 y 10 de junio de 2010 en A Mariña Luguesa y en los ayuntamientos limítrofes

Νομική βάση

Decreto 96/2010, de 17 de junio, de medidas urgentes para la reparación de los daños causados por las inundaciones acaecidas los días 9 y 10 de junio de 2010 en A Mariña Luguesa y en los ayuntamientos limítrofes.

Orden de 18 de junio de 2010 que regula la concesión de ayudas para la reparación de los daños provocados en los establecimientos turísticos, por la que se desarrolla el Decreto 96/2010, de 17 de junio, de medidas urgentes para la reparación de los daños causados por las inundaciones acaecidas los días 9 y 10 de junio de 2010 en A Mariña Luguesa y en los ayuntamientos limítrofes

Είδος μέτρου

Καθεστώς Ενισχύσεων

Στόχος

Αποζημίωση για βλάβη προκληθείσα από θεομηνία ή άλλα έκτακτα συμβάντα

Είδος ενίσχυσης

Άμεση επιχορήγηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 0,2 εκατ. EUR

Ένταση

100 %

Διάρκεια

21.7.2010-2.10.2010

Κλάδοι της οικονομίας

Ξενοδοχεία και εστιατόρια (Τουρισμός)

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Consejero de Cultura y Turismo

Calle San Caetano s/n bloque 3, 2a

15781 Santiago de Compostela

ESPAÑA

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης

1.12.2010

Αριθμός αναφοράς κρατικής ενίσχυσης

N 543/10

Κράτος μέλος

Σουηδία

Περιφέρεια

Τίτλος (ή/και όνομα του δικαιούχου)

Ändringar i stödordning om garantier till banker

Νομική βάση

Förordning om ändring i förordningen (2008:819) om statliga garantier till banker m.fl.

Είδος μέτρου

Καθεστώς Ενισχύσεων

Στόχος

Αποκατάσταση σοβαρής διαταραχής στην οικονομία

Είδος ενίσχυσης

Εγγύηση

Προϋπολογισμός

Προβλεπόμενη συνολική ενίσχυση 750 000 εκατ. SEK

Ένταση

Διάρκεια

1.1.2011-30.6.2011

Κλάδοι της οικονομίας

Χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση

Όνομα και διεύθυνση της χορηγούσας αρχής

Riksgäldskontoret

SE-103 74 Stockholm

SVERIGE

Λοιπές πληροφορίες

Το κείμενο της απόφασης στην (στις) αυθεντική(-ές) γλώσσα(-ες), χωρίς τα εμπιστευτικά στοιχεία, είναι διαθέσιμο:

http://ec.europa.eu/community_law/state_aids/state_aids_texts_el.htm


30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/16


Μη διατύπωση αντιρρήσεων σχετικά με κοινοποιηθείσα συγκέντρωση

(Υπόθεση COMP/M.6023 — Schweizerische Post/Österreichische Post/JV)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/04

Στις 30 Νοεμβρίου 2010, η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με την ανωτέρω κοινοποιηθείσα συγκέντρωση και να την χαρακτηρίσει συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Η απόφαση αυτή βασίζεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου. Το πλήρες κείμενο της απόφασης διατίθεται μόνον στα γερμανικά και θα δημοσιοποιηθεί χωρίς τα επιχειρηματικά απόρρητα στοιχεία τα οποία ενδέχεται να περιέχει. Θα διατίθεται:

από τη σχετική με τις συγκεντρώσεις ενότητα του δικτυακού τόπου για τον ανταγωνισμό της Επιτροπής (http://ec.europa.eu/competition/mergers/cases/). O δικτυακός αυτός τόπος παρέχει διάφορα μέσα που βοηθούν στον εντοπισμό μεμονωμένων αποφάσεων για συγκεντρώσεις όπως ευρετήρια επιχειρήσεων, αριθμών υποθέσεων, και ημερομηνιών και τομεακά ευρετήρια,

σε ηλεκτρονική μορφή στον δικτυακό τόπο EUR-Lex (http://eur-lex.europa.eu/en/index.htm) με αριθμό εγγράφου 32010M6023. Ο δικτυακός τόπος EUR-Lex αποτελεί την επιγραμμική πρόσβαση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/17


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

29 Δεκεμβρίου 2010

2010/C 357/05

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,3136

JPY

ιαπωνικό γιεν

107,99

DKK

δανική κορόνα

7,4528

GBP

λίρα στερλίνα

0,85390

SEK

σουηδική κορόνα

8,9885

CHF

ελβετικό φράγκο

1,2483

ISK

ισλανδική κορόνα

 

NOK

νορβηγική κορόνα

7,8090

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

25,263

EEK

εσθονική κορόνα

15,6466

HUF

ουγγρικό φιορίνι

279,40

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,7097

PLN

πολωνικό ζλότι

3,9667

RON

ρουμανικό λέι

4,2986

TRY

τουρκική λίρα

2,0545

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,2975

CAD

καναδικό δολάριο

1,3155

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

10,2225

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,7272

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,7042

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 500,57

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

8,7855

CNY

κινεζικό γιουάν

8,6976

HRK

κροατικό κούνα

7,3848

IDR

ινδονησιακή ρουπία

11 822,75

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

4,0518

PHP

πέσο Φιλιππινών

57,601

RUB

ρωσικό ρούβλι

39,9949

THB

ταϊλανδικό μπατ

39,628

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,2127

MXN

μεξικανικό πέσο

16,2676

INR

ινδική ρουπία

59,1550


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/18


ΚΡΑΤΙΚΉ ΕΝΊΣΧΥΣΗ — ΕΛΛΆΔΑ

Κρατική ενίσχυση C 27/10 (πρώην NN 6/09) — Κρατική ενίσχυση στην United Textiles SA

Πρόσκληση υποβολής παρατηρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/06

Με επιστολή της 27ης Οκτωβρίου 2010, που αναδημοσιεύεται στην αυθεντική γλώσσα του κειμένου της επιστολής στις σελίδες που ακολουθούν την παρούσα περίληψη, η Επιτροπή κοινοποίησε στην Ελλάδα την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 108 παράγραφος 2 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το ανωτέρω μέτρο ενίσχυσης.

Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί του μέτρου για το οποίο η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία εντός ενός μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας περίληψης και της επιστολής που ακολουθεί, στην ακόλουθη διεύθυνση:

European Commission

Directorate-General for Competition

State aid Greffe

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË

Φαξ +32 22961242

Οι παρατηρήσεις αυτές θα κοινοποιηθούν στην Ελλάδα. Το απόρρητο της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου μέρους που υποβάλλει τις παρατηρήσεις μπορεί να ζητηθεί γραπτώς, με μνεία των σχετικών λόγων.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Η Επιτροπή άρχισε την προκαταρκτική αξιολόγηση τον Σεπτέμβριο του 2008, σχετικά με διάφορα μέτρα ενίσχυσης υπέρ της ελληνικής εταιρείας «Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ΑΕ» και υπέρ των πιστωτριών τραπεζών της. Οι αρχικές απαντήσεις των ελληνικών αρχών δεν θεωρήθηκαν πλήρεις και για τον λόγο αυτό, στις 3 Μαρτίου 2009, η Επιτροπή εξέδωσε επίσης διαταγή παροχής πληροφοριών.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

Η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία είναι μεγάλη ελληνική κλωστοϋφαντουργική εταιρεία η οποία δραστηριοποιείται στην παραγωγή ενδυμάτων, νημάτων και υφασμάτων. Οι πωλήσεις της πραγματοποιούνται τόσο σε αγορές χονδρικής όσο και λιανικής. Το 2008, πραγματοποίησε το 54 % πωλήσεών της σε άλλες χώρες της ΕΕ (60 % το 2007). Το 2009, είχε σύνολο ενεργητικού 201,7 εκατ. EUR και κύκλο εργασιών 4,5 εκατ. EUR (περιορισμένες πωλήσεις αποθεμάτων). Οι πωλήσεις των προηγούμενων ετών ήταν 30,6 εκατ. EUR το 2008 και 74,7 εκατ. EUR το 2007. Στα τέλη του 2008 το προσωπικό της αριθμούσε 1 348 εργαζομένους (σήμερα 680).

Η κατάσταση της εταιρείας παρουσιάζει σταθερή επιδείνωση τουλάχιστον από το 2004, με σταδιακή μείωση των πωλήσεων, αρνητικά ΚΠΦ και αρνητικά ίδια κεφάλαια από το 2008. Λόγω αυτών των αρνητικών ιδίων κεφαλαίων, η εταιρεία μπορεί να διαλυθεί με πρωτοβουλία κάθε μέρους που έχει έννομο συμφέρον. Από το 2001, η στήριξη των πιστωτριών τραπεζών προς την εταιρεία υπήρξε περιορισμένη. Από τον Ιούνιο του 2008, μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων της έχει διακοπεί και η παραγωγή έχει σταματήσει σχεδόν εντελώς από τον Μάρτιο του 2009. Τον Ιούλιο του 2008, ο βασικός μέτοχος της εταιρείας αποφάσισε να μη συμμετάσχει σε προγραμματισμένη αύξηση του κεφαλαίου. Από το 2008, σχεδόν το σύνολο των τραπεζικών της δανείων βρίσκεται σε κατάσταση υπερημερίας.

Κατά την περίοδο 2007-2010, λήφθηκαν για την εταιρεία συνολικά τρία μέτρα ενισχύσεων, εκ των οποίων τα δύο χορηγήθηκαν επίσης υπέρ των πιστωτικών τραπεζών της. Συγκεκριμένα:

1)

Στις 30 Μαΐου 2007, χορηγήθηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, που δανειοδοτούσε τη Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία, κρατική εγγύηση για νέα δάνεια συνολικού ύψους 20 εκατ. EUR. Η κρατική εγγύηση κάλυπτε ποσό μεγαλύτερο από το συνολικό ύψος αυτών των δανείων. Δεν είχε προβλεφθεί προμήθεια για την κρατική εγγύηση. Η εγγύηση στηριζόταν σε μη κοινοποιηθέν καθεστώς εγγυήσεων της 26ης Ιανουαρίου 2007.

2)

Στις 25 Μαΐου 2009, οι ελληνικές αρχές προχώρησαν σε αναδιάταξη υπερήμερων ασφαλιστικών οφειλών της εταιρείας συνολικού ύψους 18,6 εκατ. EUR, σε 96 μηνιαίες πληρωμές ύψους 0,19 εκατ. EUR εκάστη. Στο ποσό της αναδιάταξης περιλαμβάνονταν εν μέρει ποσά που είχαν ήδη αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενης αναδιάταξης.

3)

Στις 30 Ιουνίου 2010, το ελληνικό δημόσιο χορήγησε εγγύηση στις πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας. Η εγγύηση καλύπτει νέο κοινοπρακτικό δάνειο ύψους 63,6 εκατ. EUR.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η Επιτροπή θεωρεί σε προκαταρκτικό στάδιο ότι και τα τρία μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα οικονομικά στοιχεία και η γενική κατάσταση της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας δείχνουν ότι η επιχείρηση ήταν προβληματική. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ανέλυσε τα προαναφερθέντα μέτρα ενίσχυσης υπό το πρίσμα των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων του 2004.

Η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ και για τα τρία μέτρα, επειδή έχει αμφιβολίες για το κατά πόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση ενισχύσεων αναδιάρθρωσης. Ιδιαίτερα, η Επιτροπή αμφιβάλλει για το κατά πόσον η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ήταν επιλέξιμη για ενισχύσεις διάσωσης, δεδομένου ότι οι ενισχύσεις που έλαβε δεν σταμάτησαν εντός προθεσμίας έξι μηνών και δεν επακολούθησε κοινοποιηθέν σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η Επιτροπή αμφιβάλλει επίσης αν η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ήταν επιλέξιμη για ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, διότι αυτό εξαρτάται από την ύπαρξη υγιούς σχεδίου αναδιάρθρωσης, το οποίο η Ελλάδα δεν έχει παράσχει. Τέλος, η Επιτροπή αμφιβάλλει για το κατά πόσον οι πιστώτριες τράπεζες της εταιρείας ήταν επίσης επιλέξιμες για περιφερειακή ενίσχυση, για ενίσχυση αναδιάρθρωσης ή για οποιοδήποτε άλλου είδους ενίσχυσης, δεδομένου ότι η ληφθείσα ενίσχυση ήταν λειτουργική και οι τράπεζες αυτές δεν ήταν προβληματικές.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ

«Η Επιτροπή ενημερώνει την Ελλάδα ότι, αφού εξέτασε τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από της αρχές της χώρας σχετικά με το προαναφερόμενο μέτρο, αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) (στο εξής: ΣΛΕΕ).

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Κατόπιν πληροφοριών σύμφωνα με τις οποίες η Ελλάδα σκόπευε να χορηγήσει εγγύηση για νέα δάνεια ύψους 35 εκατομ. EUR για τη χρηματοδότηση της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, η Επιτροπή ζήτησε από τις ελληνικές αρχές να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το προαναφερόμενο μέτρο με επιστολές της 11ης Σεπτεμβρίου 2008, της 14ης Οκτωβρίου 2008, της 20ής Οκτωβρίου 2008, της 18ης Νοεμβρίου 2008 και της 4ης Δεκεμβρίου 2008. Οι ελληνικές αρχές έδωσαν μη ολοκληρωμένες απαντήσεις με τις επιστολές της 15ης Οκτωβρίου 2008 και της 10ης Νοεμβρίου 2008.

(2)

Για αυτόν τον λόγο, στις 3 Μαρτίου 2009, η Επιτροπή εξέδωσε διαταγή για την παροχή πληροφοριών βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 (2) στην οποία ζητούσε από την Ελλάδα να υποβάλει όλες τις πληροφορίες που ήταν απαραίτητες για να εκτιμήσει εάν η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία είχε λάβει κρατική ενίσχυση και εάν η ενίσχυση ήταν συμβατή με την εσωτερική αγορά. Η Ελλάδα υπέβαλε τις πληροφορίες που ζητήθηκαν με επιστολή της 11ης Μαρτίου 2009.

(3)

Η Επιτροπή ζήτησε πρόσθετες πληροφορίες όσον αφορά το προαναφερόμενο μέτρο καθώς και για ορισμένα άλλα μέτρα, υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας και των πιστωτριών τραπεζών της, με επιστολές της 20ής Μαρτίου 2009, της 8ης Φεβρουαρίου 2009, της 17ης Μαρτίου 2010, της 19ης Ιουλίου 2010 και της 23ης Αυγούστου 2010. Οι ελληνικές αρχές απάντησαν με επιστολές της 7ης Απριλίου 2009, της 25ης Φεβρουαρίου 2010, της 26ης Μαρτίου 2010, της 13ης Αυγούστου 2010 και της 30ής Αυγούστου 2010.

(4)

Μετά από αίτημα των ελληνικών αρχών, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στις 7 Ιουλίου 2010. Με την ευκαιρία αυτή, η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία υπέβαλε μία νέα προκαταρκτική προσέγγιση αναδιάρθρωσης.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΩΝ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

2.1.   Οι εικαζόμενοι δικαιούχοι

Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία

(5)

Η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία είναι μεγάλη ελληνική κλωστοϋφαντουργική εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Το 2008, πραγματοποίησε το 54 % πωλήσεών της σε άλλες χώρες της ΕΕ (60 % το 2007).

(6)

Το 2009, είχε σύνολο ενεργητικού 201,7 εκατ. EUR και κύκλο εργασιών 4,5 εκατ. EUR (περιορισμένες πωλήσεις αποθεμάτων). Οι πωλήσεις των προηγούμενων ετών ήταν 30,6 εκατ. EUR το 2008 και 74,7 εκατ. EUR το 2007. Στα τέλη του 2008 το προσωπικό της αριθμούσε 1 348 εργαζομένους (σήμερα 680). Η εταιρεία έχει τέσσερις θυγατρικές σε τρεις χώρες, Βουλγαρία, Αλβανία και Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ο βασικός της μέτοχος είναι υπεράκτια εταιρεία με την επωνυμία European Textiles Investments Ltd (Μαυρίκιος).

(7)

Η επιχειρηματική δραστηριότητα της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας συνίσταται στην παραγωγή ενδυμάτων, νημάτων και υφασμάτων. Οι πωλήσεις της πραγματοποιούνται τόσο σε αγορές χονδρικής όσο και λιανικής. Διαθέτει 12 μονάδες παραγωγής σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Αυτές οι μονάδες παραγωγής δεν λειτουργούν από το 2008, λόγω ελλείψεως κεφαλαίου κινήσεως.

(8)

Η κατάσταση της εταιρείας παρουσιάζει σταθερή επιδείνωση τουλάχιστον από το 2004, με σταδιακή μείωση των πωλήσεων, αρνητικά ΚΠΦ (3) και αρνητικά ίδια κεφάλαια από το 2008. Λόγω αυτού του προβλήματος, η εταιρεία θα μπορούσε να λυθεί σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία (4).

(9)

Από το 2001, η στήριξη των πιστωτριών τραπεζών προς την εταιρεία ήταν περιορισμένη, με μειωμένα πιστωτικά όρια και δάνεια. Από τον Ιούνιο του 2008, μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων της έχει διακοπεί Από τον Μάρτιο του 2009, η παραγωγή έχει σταματήσει σχεδόν εντελώς. Τον Ιούλιο του 2008, ο βασικός μέτοχος της εταιρείας αποφάσισε να μη συμμετάσχει σε προγραμματισμένη αύξηση του κεφαλαίου. Από το 2008, σχεδόν το σύνολο των τραπεζικών της δανείων έχουν καταστεί υπερήμερα. Από τον Φεβρουάριο του 2010, οι μετοχές της εταιρείας έχουν τεθεί σε αναστολή διαπραγμάτευσης στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Πιστώτριες τράπεζες

(10)

Οι πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, που εμπλέκονται στα εξεταζόμενα μέτρα κρατικών ενισχύσεων, είναι οι ελληνικές τράπεζες Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, η Εμπορική Τράπεζα, η Τράπεζα ΑΤΕ, η Alpha Bank και η Eurobank. Είναι όλες εμπορικές τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην παροχή ενός πλήρους φάσματος χρηματοπιστωτικών προϊόντων και υπηρεσιών. Είναι παρούσες, μέσω θυγατρικών, σε άλλες χώρες της ΕΕ, και ιδίως στη Βουλγαρία, την Κύπρο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες, την Πολωνία, τη Ρουμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο (5).

2.2.   Τα εικαζόμενα μέτρα

(11)

Κατά την περίοδο 2007-2010, χορηγήθηκαν συνολικά τρία μέτρα κρατικών ενισχύσεων στην εταιρεία. Στο παρόν στάδιο, η Επιτροπή θεωρεί ότι δύο από αυτά τα μέτρα χορηγήθηκαν επίσης υπέρ των δανειοδοτριών τραπεζών της εταιρείας. Ειδικότερα:

Μέτρο 1: Η κρατική εγγύηση του Μαΐου 2007

(12)

Στις 30 Μαΐου 2007, χορηγήθηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, που δανειοδοτούσε τη Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία, κρατική εγγύηση για νέο δάνειο που περιλάμβανε: α) αναδιάταξη υφιστάμενου δανείου ύψους 7,5 εκατ. EUR και β) νέο δάνειο ύψους EUR 12,5 εκατ. EUR. Η κρατική εγγύηση κάλυπτε ποσό μεγαλύτερο από το συνολικό ύψος αυτών των δανείων. Κάλυπτε ποσό ύψους 30 εκατ. EUR συν τόκους, για δάνεια συνολικού ύψους 20 εκατ. EUR. Αυτό το νέο δάνειο είχε εξάμηνο επιτόκιο EURIBOR, συν προσαύξηση (spread) ύψους 1,85 % (6), ανερχόμενο συνολικά σε 6,10 % στις 30 Μαΐου 2007. Δεν είχε προβλεφθεί προμήθεια για την κρατική εγγύηση. Οι πιστώτριες τράπεζες έλαβαν εξασφαλίσεις για το νέο δάνειο, με τη μορφή ενεχυρίασης εμπορευμάτων και προσωπικών εγγυήσεων από μέρους των μετόχων.

(13)

Η εγγύηση στηριζόταν σε μη κοινοποιηθέν καθεστώς εγγυήσεων της 26ης Ιανουαρίου 2007. Το καθεστώς προέβλεπε ότι θα μπορούσε να παρασχεθεί κρατική εγγύηση για υφιστάμενα δάνεια σε βιομηχανικές, μεταλλευτικές, κτηνοτροφικές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που ήταν εγκατεστημένες στο Νομό Ημαθίας (όπου βρίσκεται μέρος των δραστηριοτήτων της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας). Το καθεστώς δεν απέκλειε προβληματικές επιχειρήσεις και δεν προέβλεπε προμήθεια για την κρατική εγγύηση.

Μέτρο 2: Αναδιάταξη οφειλών για εισφορές κοινωνικής ασφάλισης

(14)

Στις 25 Μαΐου 2009, οι ελληνικές αρχές προχώρησαν σε αναδιάταξη των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών της εταιρείας, που ανέρχονταν σε 18,6 εκατ. EUR, για μια περίοδο 96 μηνιαίων πληρωμών ύψους 0,19 εκατ. EUR εκάστη. Η αναδιάταξη πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ελληνικού Νόμου 3762/2009.

(15)

Οι υποβληθείσες πληροφορίες δεν προσδιορίζουν συγκεκριμένα οποιεσδήποτε ποινές ή τόκους αναφορικά με την αναδιάταξη. Αναφέρουν μόνο ότι το 2009 έγινε αναδιάταξη νέων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων από ασφαλιστικές εισφορές ύψους 14,6 εκατ. EUR, επιπλέον προηγούμενων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων από ασφαλιστικές εισφορές ύψους EUR 2,8 εκατ. EUR. Αναφέρεται επίσης ότι υπήρξε πρόσθετη αύξηση ύψους 1,2 εκατ. EUR λόγω της αναδιάταξης. Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα είδος ποινής ή τόκου. Τα τρία αυτά ποσά ισούνται με 18,6 εκατ. EUR.

(16)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι στο ποσό της αναδιάταξης περιλαμβάνονταν εν μέρει ποσά που είχαν ήδη αναχρηματοδοτηθεί παλαιότερα, πράγμα που θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη ότι οι προηγουμένως αναδιαταχθείσες οφειλές δεν είχαν εξοφληθεί. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι από το 2007, στις ετήσιες εκθέσεις της εταιρείας, οι υποχρεώσεις της από ασφαλιστικές εισφορές αναφέρονται ως “ρυθμισθείσες”, πράγμα που σημαίνει ότι είχε ήδη λάβει χώρα τουλάχιστον μία αναδιάταξη από το έτος αυτό και πριν από την προαναφερθείσα αναδιάταξη της 25ης Μαΐου 2009.

Μέτρο 3: Η κρατική εγγύηση του Ιουνίου 2010

(17)

Στις 30 Ιουνίου 2010, το ελληνικό δημόσιο χορήγησε εγγύηση στις πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας. Οι τράπεζες αυτές είναι η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, η Εμπορική Τράπεζα, η Τράπεζα ΑΤΕ, η Alpha Bank και η Eurobank. Η εγγύηση καλύπτει νέο κοινοπρακτικό δάνειο ύψους 63,6 εκατ. EUR, που υποδιαιρείται σε τρία επιμέρους ποσά για τους εξής σκοπούς:

α)

36,6 εκατ. EUR για την αναδιάταξη δανείων που είχαν χορηγηθεί στην εταιρεία από τις πιστώτριες τράπεζές της την περίοδο από τον Αύγουστο του 2008 έως τον Σεπτέμβριο του 2009.

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, τα εν λόγω δάνεια είχαν επιτόκια μεταξύ 3 μηνών και 6 μηνών EURIBOR, συν 1,25 % έως 3 %. Επίσης σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, τα δάνεια αυτά δεν καλύπτονταν αρχικά με κρατική εγγύηση.

β)

15 εκατ. EUR για τη χρηματοδότηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της εταιρείας προς το δημόσιο, τους προμηθευτές και τους εργαζομένους της.

γ)

12 εκατ. EUR για τη χρηματοδότηση επενδύσεων και λειτουργικών δαπανών.

(18)

Το υποκείμενο κοινοπρακτικό δάνειο έχει διάρκεια 9 ετών. Στην υπουργική απόφαση για τη χορήγηση εγγύησης δεν προσδιοριζόταν το επιτόκιο για τα δάνεια που επρόκειτο να καλυφθούν. Αναφερόταν απλώς ότι τα δάνεια έπρεπε να είναι με το επιτόκιο της αγοράς. Η κρατική εγγύηση καλύπτει ποσοστό 80 % του δανείου. Προβλέπεται για το δημόσιο ετήσια προμήθεια εγγύησης 2 % επί του μέσου ετήσιου οφειλόμενου ποσού. Οι πιστώτριες τράπεζες λαμβάνουν, εκτός από την κρατική εγγύηση, εξασφαλίσεις για το νέο δάνειο με τη μορφή ενεχυρίασης μετοχών της εταιρείας για τουλάχιστο το 25,9 % του συνόλου των μετοχών της και προσημειώσεων υποθήκης πρώτης σειράς επί των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Το κράτος δεν λαμβάνει εξασφαλίσεις για την εγγύησή του, αλλά σε περίπτωση κατάπτωσης της εγγύησης, οι εξασφαλίσεις του δανείου θα μεταφερθούν στο κράτος.

(19)

Η εγγύηση του Ιουνίου 2010 αντικατέστησε την προηγούμενη εγγύηση που είχε χορηγηθεί στις 2 Οκτωβρίου 2009. Η εγγύηση αυτή είχε χορηγηθεί για ένα νέο δάνειο ύψους 40 εκατ. EUR 40 που αποσκοπούσε επίσης στην αναδιάταξη δανείων που είχαν χορηγηθεί στην εταιρεία κατά την περίοδο από τον Αύγουστο του 2008 έως τον Φεβρουάριο του 2009 (βλ παράγραφο 17 στοιχείο α) ανωτέρω). Ωστόσο, το δάνειο των 40 εκατ. EUR ουδέποτε χορηγήθηκε και συνεπώς η εγγύηση του Οκτωβρίου 2009 ουδέποτε ενεργοποιήθηκε. Αντίθετα, η εγγύηση αυτή αντικαταστάθηκε από τη νέα εγγύηση του Ιουνίου 2010, η οποία κάλυπτε το κοινοπρακτικό δάνειο ύψους 63,6 εκατ. EUR. Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, ο λόγος της αντικατάστασης αυτής ήταν ότι το ύψος του δανείου των 40 εκατ. EUR δεν αρκούσε πλέον για την κάλυψη των αναγκών ρευστότητας της εταιρείας.

(20)

Όσον αφορά τα τραπεζικά δάνεια που χορηγήθηκαν κατά την περίοδο από τον Αύγουστο του 2008 έως τον Σεπτέμβριο του 2009 (βλ παράγραφο 17 στοιχείο α) ανωτέρω), η Επιτροπή παρατηρεί ότι ορισμένες πληροφορίες φαίνεται να δείχνουν ότι οι πιστώτριες τράπεζες είναι πιθανό να είχαν επηρεαστεί από υπόσχεση χορήγησης κρατικής εγγύησης.

(21)

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις υποβολές πληροφοριών των ελληνικών αρχών και τις ετήσιες εκθέσεις της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, την εποχή που χορηγήθηκαν τα δάνεια, είχε ζητηθεί από τον εκπρόσωπο των πιστωτριών τραπεζών κρατική εγγύηση για τα εν λόγω δάνεια (Μάιος 2008). Επίσης, οι ελληνικές αρχές είχαν εκφράσει την πρόθεσή τους να χορηγήσουν κρατική εγγύηση για τα ίδια δάνεια (πριν τον Ιούλιο του 2008). Επιπλέον, οι ελληνικές αρχές είχαν ανακοινώσει ότι πριν τα τέλη Ιουλίου του 2008, οι πιστώτριες τράπεζες θα υπέγραφαν συμφωνία ύψους 35 εκατ. EUR για τη χρηματοδότηση της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας με κρατική εγγύηση. Τελικά, η κρατική εγγύηση χορηγήθηκε τον Οκτώβριο του 2009.

(22)

Επιπλέον, και πάλι σύμφωνα με τις υποβολές πληροφοριών των ελληνικών αρχών και τις ετήσιες εκθέσεις της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, πραγματοποιήθηκαν δύο συσκέψεις τον Σεπτέμβριο του 2008 και τον Απρίλιο του 2009, μεταξύ των ελληνικών αρχών, των πιστωτριών τραπεζών και της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας. Κατά την πρώτη σύσκεψη, η συζήτηση αφορούσε την “εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της Εταιρείας σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο”· επίσης αναφέρεται ότι “ο Υπουργός έδωσε συγκεκριμένες κατευθύνσεις” για την αναδιάρθρωση της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας (7). Σκοπός της δεύτερης σύσκεψης ήταν η “χρηματοδότηση του επιχειρησιακού σχεδίου αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης της Εταιρίας” (8). Τέλος, αναφέρεται ότι τα επίμαχα δάνεια “χορηγήθηκαν κατόπιν συνεννοήσεως των αρμοδίων κρατικών αρχών (Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών) και των δανειστριών τραπεζών” (9).

3.   ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΕΙΚΖΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ

(23)

Οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τις ελληνικές αρχές σχετικά με τα εικαζόμενα μέτρα κρατικών ενισχύσεων μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

Μέτρο 1: Η κρατική εγγύηση του Μαΐου 2007

(24)

Η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι δεν συνιστά κρατική ενίσχυση δεδομένου ότι δεν είχε επιλεκτικό χαρακτήρα υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, αλλά χορηγήθηκε βάσει ενός καθεστώτος εγγύησης για βιομηχανικές, μεταλλευτικές, κτηνοτροφικές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις στην περιοχή της Ημαθίας (βλ. παρ. 13 ανωτέρω), και συνεπώς δεν αφορούσε μόνο την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία αλλά ήταν διαθέσιμη και για άλλες εταιρείες.

(25)

Εκτός τούτου, η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι η εγγύηση χορηγήθηκε σύμφωνα με τον (εθνικό) ελληνικό Νόμο 2322/95, που επέτρεπε στο Υπουργείο Οικονομικών να χορηγεί κρατικές εγγυήσεις σε τραπεζικά ιδρύματα για δάνεια που είχαν σκοπό την αναδιάταξη οφειλών ή τη χορήγηση νέου κεφαλαίου κίνησης.

(26)

Επιπλέον, η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι πριν τη χορήγηση της εγγύησης, η εταιρεία είχε υποβάλει στις ελληνικές αρχές σχέδιο αναδιάρθρωσης με χρηματοδότηση από τράπεζες και χωρίς καμία κρατική εγγύηση. Αυτό το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν υπεβλήθη ποτέ επισήμως στην Επιτροπή.

(27)

Τέλος, η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι η εγγύησή της χορηγήθηκε σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Επιτροπής: είχε μέγιστο ποσοστό κάλυψης 80 % και 20 εκατ. EUR και είχε χορηγηθεί για δάνεια που είχαν συναφθεί με επιτόκια της αγοράς. Επίσης τα δάνεια ήταν κατάλληλα εξασφαλισμένα με ενεχυρίαση εμπορευμάτων και προσωπικές εγγυήσεις μετόχων και είχαν χορηγηθεί για μια συγκεκριμένη πράξη και διάρκεια.

Μέτρο 2: Αναδιάταξη οφειλών για ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές

(28)

Η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι η αναδιάταξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο αποφασίστηκε στο πλαίσιο του Νόμου 3762/2009, που είχε γενική ισχύ στην Ελλάδα.

Μέτρο 3: Η κρατική εγγύηση του Ιουνίου 2010

(29)

Η Ελλάδα αναφέρει ότι η κρατική εγγύηση του Ιουνίου 2010 είχε χορηγηθεί επειδή η έκταση της προηγούμενης εγγύησης του 2009 (η οποία ουδέποτε εφαρμόστηκε) δεν αρκούσε πλέον για την κάλυψη των αναγκών ρευστότητας της εταιρείας.

(30)

Η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι εγγύηση του Ιουνίου 2010 ήταν σύμφωνη με τις κατευθυντήριες γραμμές διάσωσης και αναδιάρθρωσης (10) και ότι δεν παρέχει πλεονέκτημα στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία. Η Ελλάδα ισχυρίζεται περαιτέρω ότι δεν παραβιάστηκε η αρχή της εφάπαξ ενίσχυσης, διότι η εγγύηση του Ιουνίου 2010 αντικαθιστά την εγγύηση του Οκτωβρίου 2009 και μεταβάλλει αρκετές διατάξεις της εγγύησης του Μαΐου 2007 (βλ. μέτρο 1 στις παραγράφους 12-13 ανωτέρω). Συνεπώς, η εγγύηση του Ιουνίου 2010 ενσωματώνει το σύνολο των ρητρών των δανείων της εταιρείας σε ένα και μόνο κείμενο με ενιαίες διατάξεις.

4.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ

4.1.   Κατάσταση της εταιρείας

(31)

Όπως διαπιστώνεται στις ανωτέρω παραγράφους 7-8 και αναλύεται ακολούθως στις παραγράφους (64)-(68), οι επιχειρησιακές επιδόσεις και τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας παρουσίασαν σημαντική επιδείνωση την περίοδο 2004-2009. Σε αυτήν τη βάση, η Επιτροπή συνάγει ότι η επιχείρηση ήταν προβληματική κατά την έννοια των σημείων 10 και 11 των κατευθυντηρίων γραμμών διάσωσης και αναδιάρθρωσης κατά το χρόνο που λήφθηκαν τα εξεταζόμενα μέτρα υπέρ της εταιρείας (περίοδος 2007-2010). Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι η εταιρεία είναι προβληματική επί του παρόντος διότι η κατάστασή της δεν έχει βελτιωθεί έκτοτε.

4.2.   Ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης

Μέτρα 1 και 3: Κρατικές εγγυήσεις του Μαΐου 2007 και του Ιουνίου 2010

Ενίσχυση προς την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία

(32)

Το άρθρο 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ προβλέπει ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό ευνοώντας ορισμένες επιχειρήσεις ή την παραγωγή ορισμένων αγαθών, είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές. Συνεπώς, ένα μέτρο για να θεωρηθεί ενίσχυση, πρέπει να πληροί τα ακόλουθα τέσσερα κριτήρια:

(33)

Πρώτον, το μέτρο πρέπει να χορηγείται από ένα κράτος μέλος ή με κρατικούς πόρους. Οι κρατικές εγγυήσεις συνεπάγονται κινδύνους για τους κρατικούς πόρους, δεδομένου ότι σε περίπτωση κατάπτωσής τους πρέπει να πληρωθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό. Επιπλέον, κάθε εγγύηση για την οποία δεν προβλέπεται κατάλληλη αμοιβή συνεπάγεται απώλεια οικονομικών πόρων για το κράτος. Συνεπώς, ικανοποιείται το κριτήριο των κρατικών πόρων.

(34)

Δεύτερον, το μέτρο πρέπει να παρέχει πλεονέκτημα στον δικαιούχο. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι δύο εξεταζόμενες εγγυήσεις είναι πιθανό να έχουν χορηγήσει αδικαιολόγητο πλεονέκτημα στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία. Πράγματι, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων (11), τμήματα 2.2 και 3.2, όταν ο δανειολήπτης δεν καταβάλλει για την εγγύηση τιμή που καθορίζεται βάσει κριτηρίων αγοράς, του παρέχονται πλεονεκτικοί όροι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο δανειολήπτης, ως επιχείρηση που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες, δεν θα μπορούσε να εξεύρει πιστωτικό ίδρυμα διατεθειμένο να του χορηγήσει πιστώσεις με οποιουσδήποτε όρους, χωρίς κρατική εγγύηση. Επίσης, μια από τις απαιτούμενες ενδείξεις ώστε μια μεμονωμένη κρατική εγγύηση να μην αποτελεί ενίσχυση είναι ότι δεν πρέπει να καλύπτει ποσοστό μεγαλύτερο του 80 % του οφειλόμενου δανείου.

(35)

Στην προκειμένη υπόθεση, όσον αφορά την εγγύηση του 2007 (μέτρο 1), αυτή χορηγήθηκε για δάνεια σε προβληματική επιχείρηση και δεν προβλεπόταν προμήθεια για τον εγγυητή (το Δημόσιο). Επίσης, αντίθετα με τους ισχυρισμούς της Ελλάδας, φαίνεται ότι κάλυπτε ποσό μεγαλύτερο από το συνολικό ύψος των επιμέρους υποκείμενων δανείων, δηλαδή επρόκειτο για ποσό 30 εκατ EUR συν τόκους, για την κάλυψη δανείων συνολικού ύψους 20 εκατ EUR. Λαμβάνοντας υπόψη τα σημεία 3.2. και 4.2 της ανακοίνωσης για τις κρατικές ενισχύσεις με τη μορφή εγγυήσεων και το γεγονός ότι η εταιρεία αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα κατά το χρόνο χορήγησης της εγγύησης αυτής, καθώς και το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν διαθέτει καμία ένδειξη για αντίστοιχη ενδεικτική προμήθεια εγγύησης που θα μπορούσε να ισχύει στη χρηματοπιστωτική αγορά για παρόμοιες εγγυήσεις, το επιτόκιο του δανείου (6,10 %) συν η προμήθεια εγγύησης (0 %) δεν φαίνεται να αντιστοιχεί σε τιμή καθοριζόμενη βάσει κριτηρίων αγοράς, αν γίνει σύγκριση μεταξύ του επιτοκίου που θα είχε καταβάλει η εταιρεία αυτή χωρίς την κρατική εγγύηση και του επιτοκίου που λήφθηκε χάρη στην κρατική εγγύηση. Πράγματι, εάν η σύγκριση γίνει βάσει της ανακοίνωσης σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (12), θα χρειαζόταν προσαύξηση από 400 έως 1000 μονάδες βάσης συν το βασικό επιτόκιο που είχε καθοριστεί για την Ελλάδα την εποχή εκείνη (4,62 %) δηλαδή υψηλότερο του 6,10 % που προβλεπόταν στην παρούσα υπόθεση.

(36)

Ομοίως, η εγγύηση του 2010 (μέτρο 3) χορηγήθηκε σε εταιρεία που αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες. Με τον ίδιο τρόπο, παρόλο που είχε προβλεφθεί προμήθεια εγγύησης 2 % για το Δημόσιο, το επίπεδο αυτής της προμήθειας δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως να έχει καθοριστεί βάσει κριτηρίων αγοράς. Πράγματι, η Επιτροπή επισημαίνει τη σημαντική επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας την περίοδο 2004-2009 και την υπερημερία των δανείων της και, συνεπώς. έχει επιφυλάξεις εάν ένας ιδιώτης εγγυητής θα είχε προσφέρει μια τέτοια εγγύηση, όταν η παραγωγή του δικαιούχου είχε σχεδόν σταματήσει εντελώς και η διαπραγμάτευση των μετοχών στο χρηματιστήριο είχε ανασταλεί, δεδομένου ότι κάτω από παρόμοιες συνθήκες θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο μια τέτοια εταιρεία να εξοφλήσει το δάνειο και ο εγγυητής να αποφύγει τις συνέπειες μιας κατάπτωσης της εγγύησης που είχε παράσχει. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι το επιτόκιο του εγγυημένου δανείου δεν καθορίζεται ρητά αλλά επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των πιστωτριών τραπεζών. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να βεβαιώσει ότι η προμήθεια εγγύησης θα μπορούσε να θεωρηθεί σύμφωνη με τους όρους της αγοράς συγκρίνοντας το επιτόκιο που η εταιρεία θα είχε επωμιστεί χωρίς την εγγύηση με το επιτόκιο που έλαβε χάρη στην κρατική εγγύηση, λαμβάνοντας υπόψη αυτήν την προμήθεια εγγύησης. Σε κάθε περίπτωση, εάν γίνει σύγκριση με βάση την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, η Επιτροπή παρατηρεί ότι σύμφωνα με την ανακοίνωση αυτή θα απαιτείτο προσαύξηση από 400 έως 1 000 μονάδες βάσης συν το βασικό επιτόκιο που είχε καθοριστεί για την Ελλάδα την εποχή εκείνη. Η Επιτροπή θεωρεί σε αυτό το στάδιο ότι, εάν η εταιρεία κατόρθωνε να βρει οποιαδήποτε χρηματοδότηση στην κεφαλαιαγορά, η προσαύξηση που θα ίσχυε για τον δικαιούχο θα ήταν τουλάχιστον 1 000 μονάδες βάσης (διαβάθμιση χαμηλότερη από CCC), διότι η οικονομική του κατάσταση ήταν ακόμη χειρότερη σε σχέση με την εποχή της πρώτης εγγύησης (αύξηση των συσσωρευμένων ζημιών, οριακές πωλήσεις, παύση δραστηριοτήτων κ.ά.). Με βάση τα στοιχεία αυτά, η Επιτροπή έχει αμφιβολίες κατά πόσο το επίπεδο της ανωτέρω προμήθειας εγγύησης, εάν προστεθεί στο επιτόκιο του κοινοπρακτικού δανείου, θα μπορούσε να ισούται με το χρηματοπιστωτικό κόστος ενός παρόμοιου μη εγγυημένου δανείου και καλεί την Ελλάδα να προσκομίσει κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με το ζήτημα αυτό.

(37)

Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι και οι δύο εγγυήσεις δεν ήταν σύμφωνες με την ανακοίνωση σχετικά με τις εγγυήσεις και συνιστούν πλεονέκτημα υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.

(38)

Τρίτον, για να θεωρηθεί ενίσχυση βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, ένα μέτρο πρέπει να είναι επιλεκτικό. Η εγγύηση του Μαΐου 2007 στηριζόταν σε ένα τομεακό καθεστώς και η εγγύηση του Ιουνίου 2010 ήταν ad hoc μέτρο υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας. Ως εκ τούτου, πράγματι ικανοποιείται το κριτήριο της επιλεκτικότητας.

(39)

Τέλος, το μέτρο πρέπει να προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού και να επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία δραστηριοποιείται σε τομέα τα προϊόντα του οποίου αποτελούν αντικείμενο εκτενών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών και στον οποίο επικρατεί οξύς ανταγωνισμός. Κατά τον χρόνο λήψης των μέτρων ενίσχυσης, η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ήταν επιχείρηση η οποία πραγματοποιούσε το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεών της σε άλλα κράτη μέλη (βλ. παράγραφο 5 ανωτέρω). Επίσης, τα εξεταζόμενα μέτρα εξασφάλιζαν στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της (βλ. παραγράφους 34-37 ανωτέρω). Όταν μια κρατική ενίσχυση ενισχύει τη θέση μιας επιχείρησης έναντι των εμπορικών ανταγωνιστών της από άλλα κράτη μέλη, οι άλλες επιχειρήσεις θα πρέπει να θεωρηθεί ότι επηρεάζονται από την εν λόγω ενίσχυση. Συνεπώς, ικανοποιείται το κριτήριο της στρέβλωσης του ανταγωνισμού και του επηρεασμού των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών.

(40)

Βάσει των ανωτέρω, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι κρατικές εγγυήσεις του Μαΐου 2007 και του Ιουνίου 2010 (μέτρα 1 και 3) συνιστούν κρατική ενίσχυση υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

Ενίσχυση προς τις πιστώτριες τράπεζες

(41)

Όσον αφορά τις πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, το κριτήριο για τους πόρους του Δημοσίου ικανοποιείται με τον ίδιο τρόπο όπως και την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία (βλ. παράγραφο 32 ανωτέρω).

(42)

Όσον αφορά το κριτήριο του πλεονεκτήματος, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι οι δύο εξεταζόμενες εγγυήσεις ενδέχεται να έχουν εξασφαλίσει αδικαιολόγητο πλεονέκτημα στις πιστώτριες τράπεζες. Πράγματι, σύμφωνα με την ανακοίνωση σχετικά με τις εγγυήσεις, τμήμα 2.3, η κρατική εγγύηση μπορεί να συνιστά ενίσχυση προς τον δανειοδότη, στο βαθμό που παρέχει μεγαλύτερες εξασφαλίσεις στο δανειοδότη περιορίζοντας το υφιστάμενο άνοιγμά του. Στην προκειμένη περίπτωση, και οι δύο εγγυήσεις χορηγήθηκαν ρητά για την εξασφάλιση νέων δανείων με στόχο, τουλάχιστον εν μέρει, την αναδιάταξη υφιστάμενων δανείων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι εν λόγω εγγυήσεις παρείχαν στους πιστωτές εξασφάλιση αναφορικά με τα υφιστάμενα δάνεια.

(43)

Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι η ΕΤΕ ενδέχεται να έχει επίσης ευεργετηθεί από ενίσχυση μέσω της εγγύησης του Μαΐου 2007 (μέτρο 1) στο μέτρο που η εγγύηση αυτή κάλυπτε υφιστάμενο δάνειο (7,5 εκατ. EUR). Επιπλέον, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι και οι πέντε πιστώτριες τράπεζες ενδέχεται να έχουν επίσης ευεργετηθεί από ενίσχυση μέσω της εγγύησης του Ιουνίου 2010 (μέτρο 3) στο μέτρο που αυτή κάλυπτε υφιστάμενα δάνεια των εν λόγω πιστωτικών ιδρυμάτων (36,6 εκατ. EUR).

(44)

Όσον αφορά την επιλεκτικότητα, οι κρατικές εγγυήσεις είχαν παρασχεθεί για υφιστάμενα δάνεια που είχαν χορηγηθεί από συγκεκριμένες τράπεζες, και συνεπώς είχαν επιλεκτικό χαρακτήρα ως προς τους δικαιούχους.

(45)

Τέλος, όσον αφορά τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και τον επηρεασμό των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών, οι τραπεζικές υπηρεσίες προσφέρονται σε ευρεία κλίμακα σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτελούν αντικείμενο έντονου ανταγωνισμού. Κατά τον χρόνο λήψης των μέτρων ενίσχυσης, οι πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας προσέφεραν χρηματοπιστωτικά προϊόντα και υπηρεσίες, μέσω των θυγατρικών τους σε άλλες χώρες της ΕΕ (βλ. παράγραφο 10 ανωτέρω). Επίσης, η εξεταζόμενη ενίσχυση εξασφάλισε στις πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών τους (βλ. παραγράφους 42-43 ανωτέρω). Όταν μια κρατική ενίσχυση ενισχύει τη θέση μιας επιχείρησης έναντι άλλων επιχειρήσεων που ανταγωνίζονται σε επίπεδο εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών, οι τελευταίες πρέπει να θεωρηθεί ότι θίγονται από την εν λόγω ενίσχυση. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ικανοποιείται το κριτήριο της στρέβλωσης του ανταγωνισμού και του επηρεασμού των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών.

(46)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι οι κρατικές εγγυήσεις του Μαΐου 2007 και του Ιουνίου 2010 (μέτρα 1 και 3) ενδέχεται να συνιστούν κρατική ενίσχυση υπέρ των πιστωτριών τραπεζών Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Εμπορική Τράπεζα, Τράπεζα ΑΤΕ, Alpha Bank και Eurobank κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

Πιθανή κρατική εγγύηση για δάνεια της περιόδου από τον Αύγουστο του 2008 έως τον Σεπτέμβριο του 2009

(47)

Όσον αφορά δάνεια που χορηγήθηκαν στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία την περίοδο από τον Αύγουστο του 2008 έως τον Σεπτέμβριο του 2009 (βλ. παράγραφο 17 σημείο α) ανωτέρω), η Επιτροπή παρατηρεί ότι ορισμένες πληροφορίες υποδηλώνουν ότι οι πιστώτριες τράπεζες είναι πιθανό να είχαν επηρεαστεί από υπόσχεση για τη χορήγηση κρατικής εγγύησης (βλ. παραγράφους 20-22 ανωτέρω). Η Επιτροπή παρατηρεί επίσης ότι τα δάνεια αυτά καλύφθηκαν τελικά από τις κρατικές εγγυήσεις του Οκτωβρίου 2009 και του Ιουνίου 2010. Η τελευταία αντικατέστησε την εγγύηση του Οκτωβρίου 2009.

(48)

Η Επιτροπή δεν αποκλείει στο σημείο αυτό το ενδεχόμενο η ανωτέρω υπόσχεση, εάν πράγματι εξακριβωθεί στη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας, να συνιστά κρατική εγγύηση που δόθηκε ήδη το 2008, και συνεπώς πριν από τις εγγυήσεις του Οκτωβρίου 2009 και του Ιουνίου 2010, για την κάλυψη των δανείων της περιόδου από τον Αύγουστο του 2008 έως τον Σεπτέμβριο του 2009. Μια τέτοια εγγύηση θα εξασφάλιζε πλεονεκτήματα στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία και τις πιστώτριες τράπεζές της, με την έννοια της ανωτέρω ανάλυσης για την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης (βλ. παραγράφους 32-46 ανωτέρω).

Μέτρο 2: Αναδιάταξη οφειλών για ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές

(49)

Όσον αφορά το κριτήριο των κρατικών πόρων, ο στόχος των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης είναι η χρηματοδότηση του προϋπολογισμού των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υπό την εποπτεία του Δημοσίου. Συνεπώς, η μη είσπραξη αυτών των εισφορών στερεί πόρους από το κράτος. Συνεπώς, ικανοποιείται το κριτήριο αυτό.

(50)

Όσον αφορά το κριτήριο του πλεονεκτήματος, η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία έλαβε πράγματι προθεσμία 8 ετών για την πληρωμή χρηματοπιστωτικής υποχρέωσης, σε μια εποχή που αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και υπήρχε μεγάλη πιθανότητα αθέτησης των υποχρεώσεών της. Σύμφωνα με πάγια νομολογία (13), για να διαπιστωθεί κατά πόσο έχει δοθεί επιλεκτικό πλεονέκτημα με τη μη είσπραξη οφειλών και κατά πόσο το πλεονέκτημα θα μπορούσε να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση για τους σκοπούς του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, θα πρέπει να εξακριβωθεί ότι η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία δεν μπορούσε να αποκτήσει το πλεονέκτημα αυτό κάτω από κανονικές συνθήκες της αγοράς. Από την άποψη αυτή, το ουσιώδες ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι κατά πόσο η συμπεριφορά του κράτους ως πιστωτή στις δεδομένες συνθήκες θα μπορούσε να συγκριθεί με τη συμπεριφορά ενός συνετού ιδιώτη πιστωτή.

(51)

Οι ελληνικές αρχές δεν διευκρίνισαν εάν τα χρέη της εταιρείας προς το δημόσιο είχαν αναδιαταχθεί με την εφαρμογή κατάλληλων ποινών. Πράγματι, οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν δεν είναι συγκεκριμένες. Αναφέρονται μόνο ποινές ή τόκοι ύψους 1,2 εκατ. EUR, που θα συνεπάγονταν επίσης επιτόκιο 7 %. Ακόμη και εάν πράγματι επρόκειτο για ποινή ή επιτόκιο που εφαρμόστηκε κατά την αναδιάταξη, φαίνεται να είναι χαμηλότερο από εκείνο που ίσχυε για οφειλέτες σε οικονομική κατάσταση παρόμοια με εκείνη της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.

(52)

Επιπλέον, οι ελληνικές αρχές δεν ενημέρωσαν την Επιτροπή εάν η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία είχε τηρήσει προηγούμενες συμφωνίες αναδιάταξης. Σχετικά με το θέμα αυτό, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η αναδιάταξη του 2009 εφαρμόστηκε επίσης για οφειλόμενο ποσό 2,8 εκατ. EUR από προηγούμενες αναδιατάξεις οφειλών. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι αυτό θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη ότι οι προηγούμενες αναδιατάξεις οφειλών είχαν αποτύχει.

(53)

Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, η Επιτροπή έχει επιφυλάξεις για το κατά πόσο η συμπεριφορά των ελληνικών αρχών θα μπορούσε να συγκριθεί με εκείνη ενός συνετού ιδιώτη πιστωτή, δεδομένου ότι δεν διευκρινίστηκε η τυχόν εφαρμογή ποινής ή επιτοκίου, σε ύψος ίσο με εκείνο της αγοράς, και ότι η αναδιάταξη του 2009 εφαρμόστηκε παρά τις κατά τα φαινόμενα αποτυχημένες προηγούμενες συμφωνίες αναδιάταξης. Ακόμη και η ποινή ή το επιτόκιο του 7 % (βλ. παράγραφο 51 ανωτέρω), που κατά τα φαινόμενα εφαρμόστηκε, φαίνεται να είναι χαμηλότερο από εκείνο που θα ίσχυε για εταιρείες σε τόσο δεινή οικονομική κατάσταση όπως η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία.

(54)

Επιπλέον, ανεξαρτήτως του ύψους της ποινής που εφαρμόστηκε για την αναδιάταξη, η Επιτροπή έχει επιφυλάξεις για το εάν ένας ιδιώτης πιστωτής θα είχε δεχθεί οποιοδήποτε είδος αναδιάταξης καθώς η εταιρεία αντιμετώπιζε ήδη πολύ σοβαρά οικονομικά προβλήματα και είχε παύσει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της, με αποτέλεσμα να φαίνεται απίθανο το ενδεχόμενο μιας μεταγενέστερης εξόφλησης του χρέους.

(55)

Τέλος, η Επιτροπή έχει επιφυλάξεις κατά πόσο το μέτρο αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ικανοποιεί το κριτήριο του ιδιώτη πιστωτή, αν εξετασθεί μεμονωμένα, δεδομένου ότι η εταιρεία τύγχανε ήδη κρατικής στήριξης με τη μορφή εγγύησης που φαίνεται ότι αποτελεί κρατική ενίσχυση.

(56)

Έτσι, η Επιτροπή θεωρεί ότι στο στάδιο αυτό η αναδιάταξη των χρεών ενδέχεται να έχει προσφέρει πλεονέκτημα στην εταιρεία κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

(57)

Όσον αφορά το κριτήριο της επιλεκτικότητας, τα ληξιπρόθεσμα χρέη της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας προς το Δημόσιο είχαν αναδιαταχθεί στο πλαίσιο μιας ad hoc απόφασης για την εταιρεία. Συνεπώς, ικανοποιείται το κριτήριο αυτό.

(58)

Τέλος, το κριτήριο της στρέβλωσης του ανταγωνισμού και του επηρεασμού των συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών ικανοποιείται με τον ίδιο τρόπο όπως και στην παράγραφο 38 ανωτέρω.

(59)

Σύμφωνα με τις ανωτέρω παρατηρήσεις, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η αναδιάταξη των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων κοινωνικής ασφάλισης συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

4.3.   Παράνομη ενίσχυση

(60)

Σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο στ) του κανονισμού αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (14), “παράνομη ενίσχυση” είναι μια νέα ενίσχυση η οποία εφαρμόζεται κατά παράβαση του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

(61)

Στην προκειμένη υπόθεση, τα μέτρα ενισχύσεων υπέρ της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας και των πιστωτριών τραπεζών της εφαρμόστηκαν από την Ελλάδα χωρίς να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή και χωρίς να έχουν ληφθεί οι παρατηρήσεις της Επιτροπής σχετικά με αυτά ή να έχει εκδοθεί τελική απόφαση για τη συμβατότητα των μέτρων με την κοινή αγορά.

(62)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι τα υπό εξέταση μέτρα ενίσχυσης είναι παράνομα.

(63)

Όσον αφορά ειδικότερα την κρατική εγγύηση του Ιουνίου 2010 (μέτρο 3), η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο, ότι αυτή έχει παρασχεθεί. Πράγματι, η κρατική εγγύηση εγκρίθηκε με υπουργική απόφαση, δηλαδή με δεσμευτική πράξη του κράτους, η οποία επέτρεπε να πραγματοποιηθεί η πληρωμή του υποκείμενου δανείου με την εγγύηση του κράτους. Το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις υποβληθείσες πληροφορίες, το υποκείμενο δάνειο δεν έχει ακόμη εκδοθεί, δεν μεταβάλλει τη νομική ισχύ της κρατικής εγγύησης, δεδομένου ότι η ενεργοποίηση του δανείου επαφίεται πλήρως στη διακριτική ευχέρεια των δικαιούχων, δηλαδή της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας και των πιστωτριών τραπεζών της.

4.4.   Συμβατότητα των μέτρων ενίσχυσης

Επιλεξιμότητα της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας

(64)

Όπως αναφέρθηκε στις παραγράφους 7-8 ανωτέρω και αναλύεται λεπτομερέστερα στον πίνακα 1 που ακολουθεί, οι επιχειρηματικές και οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας επιδεινώθηκαν σημαντικά κατά την περίοδο 2004-2009.

Πίνακας 1

Βασικά οικονομικά στοιχεία της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας (σε εκατ. EUR)

 

2004

2005

2006

2007

2008

2009

Κύκλος εργασιών

154,3

97,5

64,6

74,7 (15)

30,6

4,5

ΚΠΦ

–89,6

–61,3

–49,3

–38,5

–62,4

–60,6

Συσσωρευμένες ζημίες

264,1

316

378,3

418,7

481

520,3 (16)

Εγγεγραμμένο κεφάλαιο

276,3

283,3

280,8

288,9

290,4

290,4 (16)

Ίδια κεφάλαια

95,2

35,7

32,9

4,6

49,1

111,5

Χρέος/ίδια κεφάλαια

281 %

692 %

829 %

6,243 %

– 561 %

– 280 %

Στοιχεία από τις οικονομικές καταστάσεις 2004-2009.

(65)

Με βάση αυτά τα οικονομικά στοιχεία, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εταιρεία ήταν προβληματική κατά την έννοια του σημείου 10 των κατευθυντηρίων γραμμών για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων κατά το χρόνο που λήφθηκαν τα υπό εξέταση μέτρα υπέρ αυτής (περίοδος 2007-2010). Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι η εταιρεία είναι προβληματική επί του παρόντος.

(66)

Ειδικότερα, όσον αφορά το σημείο 10 (α) των κατευθυντηρίων γραμμών, το εγγεγραμμένο κεφάλαιο της εταιρείας, όπως προκύπτει από τις οικονομικές καταστάσεις των ετών 2004-2009, δεν είχε απολεσθεί αλλά αυξηθεί την περίοδο 2004-2009. Ωστόσο, η Επιτροπή παρατηρεί ότι την ίδια περίοδο τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας μειώθηκαν σε ελάχιστο επίπεδο (2007) ή έγιναν αρνητικά (2008 και 2009). Συγχρόνως, η εταιρεία δεν έλαβε κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπίσει τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων της, όπως προβλέπεται στην ελληνική νομοθεσία (17). Τα μέτρα αυτά θα συνίσταντο είτε στην αύξηση του κεφαλαίου είτε στην κεφαλαιοποίηση των ζημιών, πράγμα που θα οδηγούσε στην εξάλειψη του εγγεγραμμένου κεφαλαίου. Φαίνεται ότι μόνο η δεύτερη περίπτωση θα ήταν εφικτή για την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία, λόγω της κρίσιμης οικονομικής της κατάστασης (βλ. πίνακα 1 ανωτέρω) και των δυσχερειών πρόσβασής της σε χρηματοδότηση (βλ. παράγραφο 9 ανωτέρω). Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η εταιρεία είχε στην ουσία απολέσει περισσότερο από το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της.

(67)

Επιπλέον, όσον αφορά το σημείο 10 γ), από το 2008 η εταιρεία πληρούσε, βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε συλλογική πτωχευτική διαδικασία (18).

(68)

Τέλος, όσον αφορά το σημείο 11 των κατευθυντηρίων γραμμών, οι συνήθεις ενδείξεις μιας προβληματικής επιχείρησης όπως η αύξηση των ζημιών, η μείωση του κύκλου εργασιών και η συσσώρευση του χρέους, υπήρχαν τουλάχιστον από το 2004.

Ενίσχυση στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία

(69)

Στο μέτρο που τα μέτρα συνιστούν ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ, η συμβατότητά τους πρέπει να εξεταστεί βάσει των εξαιρέσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγου άρθρου.

(70)

Είναι σαφές ότι οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 107 παράγραφος 2 και στο άρθρο 107 παράγραφος 3, στοιχεία δ) και ε), δεν ισχύουν και δεν οι ελληνικές αρχές δεν τις επικαλέστηκαν.

(71)

Η Επιτροπή πρέπει επίσης να εξετάσει κατά πόσο ορισμένα από τα επίμαχα μέτρα θα ήταν συμβατά βάσει των κανόνων για την αντιμετώπιση της κρίσης που προβλέπονται στο Προσωρινό Πλαίσιο (19). Ωστόσο, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ήταν σαφώς προβληματική επιχείρηση πριν την 1η Ιουλίου 2008 και, συνεπώς, δεν είναι επιλέξιμη για τη χορήγηση ενίσχυσης βάσει του Προσωρινού Πλαισίου.

(72)

Η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ήταν προβληματική επιχείρηση κατά τον χρόνο που λήφθηκαν τα μέτρα για τη στήριξή της (βλ. παραγράφους 8-9 και 64-68 ανωτέρω), και συνεπώς η συμβατότητα των μέτρων ενίσχυσης μπορεί να αξιολογηθεί μόνο βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών διάσωσης και αναδιάρθρωσης (δηλαδή βάσει του άρθρου 107 παράγραφος 3 στοιχείο γ της ΣΛΕΕ).

(73)

Πρώτον, η Επιτροπή έχει επιφυλάξεις για το κατά πόσο τα μέτρα θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβατά ως ενισχύσεις διάσωσης. Στο παρόν στάδιο, η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να αποφανθεί αν τα μέτρα περιορίζονται στο ελάχιστο αναγκαίο, αν δικαιολογούνται λόγω σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων και αν προκαλούν αθέμιτα δυσμενείς δευτερογενείς συνέπειες για άλλα κράτη μέλη. Επιπλέον, οι εγγυήσεις του 2007 και του 2010 δεν έχουν περιορισμένη διάρκεια 6 μηνών. Η αναδιάταξη του χρέους, που είναι συγκρίσιμη με δάνειο, έχει και αυτή διάρκεια μεγαλύτερη της περιόδου των 6 μηνών που επιτρέπεται για τις ενισχύσεις διάσωσης.

(74)

Δεύτερον, η Επιτροπή παρατηρεί ότι κανένα από τα μέτρα δεν φαίνεται να είναι συμβατό ούτε ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης. Στο παρόν στάδιο, η θέσπιση αυτών των μέτρων ενίσχυσης δεν φαίνεται να είχε εξαρτηθεί από την εφαρμογή σχεδίου αναδιάρθρωσης που θα εξασφάλιζε την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης. Πράγματι, βάσει των στοιχείων που είναι διαθέσιμα επί του παρόντος, δεν υπήρχε τέτοιο σχέδιο, και όλες οι προσπάθειες αναδιάρθρωσης είχαν αποτύχει, σε βαθμό που πρακτικά η λειτουργία της εταιρείας είχε σταματήσει και είχε τεθεί εκτός χρηματιστηρίου. Παρά αυτήν την αποτυχία της αναδιάρθρωσης, το κράτος συνέχισε να παρέχει κεφάλαια κίνησης στην Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία. Συνεπώς, στο παρόν στάδιο η Επιτροπή θεωρεί ότι τα μέτρα ενίσχυσης στο σύνολό τους αποτελούν απλώς ενισχύσεις λειτουργίας χωρίς καμία προαπαιτούμενη αξιόπιστη αναδιάρθρωση.

(75)

Επίσης, η Επιτροπή έχει αμφιβολίες αν η εταιρεία έλαβε οποιαδήποτε σημαντική χρηματοδότηση για τις πράξεις της η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ίδια συμμετοχή χωρίς ενίσχυση. Τέλος, η Επιτροπή έχει αμφιβολίες για το αν εφαρμόστηκαν οποιαδήποτε αντισταθμιστικά μέτρα κατά την έννοια των κατευθυντηρίων γραμμών διάσωσης και αναδιάρθρωσης.

(76)

Όσον αφορά την επιλεξιμότητα της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας για ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, η Επιτροπή σημειώνει ότι η εταιρεία λάμβανε ενισχύσεις λειτουργίας τουλάχιστον από το 2007, έτος κατά το οποίο αντιμετώπιζε ήδη δυσχέρειες.

(77)

Στο παρόν στάδιο, η Επιτροπή θεωρεί ότι το ανωτέρω γεγονός (βλ. παράγραφο 76) φαίνεται να αντιβαίνει την αρχή της “εφάπαξ ενίσχυσης”, πράγμα που αποτελεί ένδειξη ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η εταιρεία έχουν επαναλαμβανόμενο χαρακτήρα και ότι τα μέτρα ενίσχυσης υπέρ της εταιρείας έχουν οδηγήσει σε νοθεύσεις του ανταγωνισμού που είναι αντίθετες προς το κοινό συμφέρον. Επιπλέον, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι η αναδιάρθρωση θα πρέπει να θεωρηθεί ως συνεχής και αδιάλειπτη διαδικασία, δεδομένου ότι τα μέτρα ενίσχυσης του 2007, 2009 και 2010 χορηγήθηκαν επί σειρά ετών και δεν υπήρχε το προαπαιτούμενο ενός ενιαίου σχεδίου αναδιάρθρωσης ή στρατηγικής ικανής να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχείρησης.

(78)

Με βάση τις ανωτέρω παρατηρήσεις, η Επιτροπή θεωρεί στο παρόν στάδιο ότι δεν έχει τηρηθεί η αρχή της “εφάπαξ ενίσχυσης”.

(79)

Τέλος, η Επιτροπή δεν έχει υπόψη της άλλο σύνολο κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, το οποίο να καθιστά την εικαζόμενη ενίσχυση συμβατή με τη ΣΛΕΕ.

(80)

Κατά συνέπεια, βάσει της προκαταρκτικής εξέτασης του μέτρου και των πληροφοριών που υποβλήθηκαν, στο παρόν στάδιο, η Επιτροπή έχει αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα του μέτρου με τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις.

Ενίσχυση στις πιστώτριες τράπεζες

(81)

Η ενίσχυση στις πιστώτριες τράπεζες αποσκοπούσε στη μείωση του ανοίγματός τους έναντι της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας, δηλαδή στη διατήρηση των εσόδων (κεφάλαιο συν τόκοι) που προέρχονταν από δάνεια προς την εταιρεία. Συνεπώς, φαίνεται ότι οι πιστώτριες τράπεζες έλαβαν επίσης ενίσχυση λειτουργίας. Οι ενισχύσεις λειτουργίας κανονικά απαγορεύονται και μπορούν να χορηγηθούν μόνο κατ’ εξαίρεση εφόσον δικαιολογούνται λόγω της συμβολής τους στην περιφερειακή ανάπτυξη και της φύσης τους και εφόσον το ύψος τους είναι ανάλογο προς τα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Η επιχειρηματολογία της Ελλάδας δεν στηρίχθηκε σε τέτοιου είδους περιστάσεις.

(82)

Επιπλέον, οι πιστώτριες τράπεζες της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας δεν ήταν προβληματικές και, συνεπώς, δεν είναι επιλέξιμες για ενισχύσεις διάσωσης και/ή αναδιάρθρωσης.

(83)

Η Επιτροπή δεν έχει υπόψη της άλλο σύνολο κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις, το οποίο θα δικαιολογούσε τέτοιου είδους ενισχύσεις λειτουργίας στις πιστώτριες τράπεζες στην εξεταζόμενη υπόθεση.

5.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(84)

Λαμβάνοντας υπόψη τις ανωτέρω παρατηρήσεις, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ όσον αφορά τα μέτρα κρατικών εγγυήσεων του Μαΐου 2007 και του Ιουνίου 2010, καθώς και την αναδιάταξη των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων από ασφαλιστικές εισφορές και καλεί την Ελλάδα να υποβάλει τις παρατηρήσεις της και να παράσχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για την αξιολόγηση της ενίσχυσης εντός ενός μηνός από την παραλαβή της παρούσας. Ειδικότερα, η Ελλάδα καλείται να παράσχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

την πιστοληπτική διαβάθμιση της εταιρείας κατά το χρόνο παροχής των δύο εγγυήσεων·

την αγοραία τιμή για παρόμοιες εγγυήσεις προς εταιρείες σε συγκρίσιμη οικονομική κατάσταση κατά τον χρόνο παροχής των δύο εγγυήσεων·

το επιτόκιο το οποίο θα έπρεπε να καταβάλει η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία χωρίς τις δύο εγγυήσεις·

το επιτόκιο του κοινοπρακτικού δανείου που καλύπτεται από την εγγύηση του 2010·

την ενδεχόμενη ποινή που εφαρμόστηκε, κατά την αναδιάταξη του 2009 των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων από ασφαλιστικές εισφορές της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας·

εάν είχαν εφαρμοστεί προηγούμενες αναδιατάξεις υποχρεώσεων από ασφαλιστικές εισφορές για την Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία και εάν είχαν τηρηθεί από την εταιρεία.

(85)

Η Επιτροπή καλεί τις ελληνικές αρχές να διαβιβάσουν αμέσως αντίγραφο της παρούσας επιστολής στους πιθανούς αποδέκτες της ενίσχυσης.

(86)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει στην Ελλάδα το ανασταλτικό αποτέλεσμα του άρθρου 108 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ και εφιστά την προσοχή της στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, που προβλέπει ότι κάθε παράνομη ενίσχυση μπορεί να ανακτηθεί.

(87)

Η Επιτροπή προειδοποιεί την Ελλάδα ότι θα ενημερώσει τα ενδιαφερόμενα μέρη με τη δημοσίευση της παρούσας επιστολής και περίληψής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα ενημερώσει επίσης τα ενδιαφερόμενα μέρη στις χώρες ΕΖΕΣ οι οποίες έχουν υπογράψει τη συμφωνία ΕΟΧ, με δημοσίευση ανακοίνωσης στο συμπλήρωμα ΕΟΧ της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα ενημερώσει την Εποπτεύουσα Αρχή της ΕΖΕΣ αποστέλλοντας αντίγραφο της παρούσας επιστολής. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα κληθούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός ενός μηνός από την ημερομηνία της δημοσίευσης αυτής.»


(1)  Από 1ης Δεκεμβρίου 2009, τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ έχουν γίνει, αντιστοίχως, τα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ. Οι δύο σειρές διατάξεων είναι ουσιαστικά ταυτόσημες. Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης οι αναφορές στα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ νοούνται ως αναφορές στα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ, κατά περίπτωση.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 (νυν άρθρου 88) της συνθήκης ΕΚ, ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1-9.

(3)  Κέρδη προ φόρων (καθαρά κέρδη).

(4)  Βάσει του άρθρου 47 του ελληνικού Νόμου 2190/1920, σε περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας γίνει κατώτερο από το 50 % του μετοχικού κεφαλαίου, η γενική συνέλευση των μετόχων πρέπει να αποφασίσει (εντός 6 μηνών από τη λήξη της χρήσης) τη λύση της εταιρείας ή την υιοθέτηση άλλου μέτρου.

(5)  Όπως αναφέρεται στις οικονομικές εκθέσεις και τους δικτυακούς τόπους των τραπεζών.

(6)  Περιλαμβανομένου φόρου 0,6 %, που εφαρμόζεται σε όλα τα δάνεια στην Ελλάδα (εκτός των στεγαστικών και των αγροτικών δανείων, για τα οποία ο φόρος είναι 0,12 %).

(7)  Αναφέρεται στη σελίδα 7 της ετήσιας οικονομικής έκθεσης του 2008 της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.

(8)  Αναφέρεται στη σελίδα 11 της οικονομικής έκθεσης του 2009 της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.

(9)  Αναφέρεται στη σελίδα 5 της επιστολής των ελληνικών αρχών που υπεβλήθη στις 22 Φεβρουαρίου 2010.

(10)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(11)  ΕΕ C 155 της 20.6.2008, σ. 10.

(12)  ΕΕ C 14 της 19.1.2008, σ. 6.

(13)  Βλ. π.χ. απόφαση της 29ης Απριλίου 199 στην υπόθεση C-342/96 Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. I-2459 απόφαση της 11ης Ιουλίου 2002 στην υπόθεση T-152/99 HAMSA κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. II-3049 απόφαση της 29ης Ιουνίου 1999 στην υπόθεση C-256/97 DM Transport, Συλλογή 1999, σ. I-3913.

(14)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(15)  Αύξηση λόγω υψηλότερων κεφαλαίων που επέτρεπαν τη λειτουργία περισσότερων εργοστασίων.

(16)  Σεπτέμβριος 2009.

(17)  Βλ. ανωτέρω υποσημείωση 4.

(18)  Πρβλ. υποσημείωση 15.

(19)  Ανακοίνωση της Επιτροπής — Προσωρινό κοινοτικό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, ΕΕ C 16 της 22.1.2009, σ. 1, όπως τροποποιήθηκε με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την τροποποίηση του προσωρινού κοινοτικού πλαισίου για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης, ΕΕ C 303 της 15.12.2009, σ. 6.


30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/28


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6041 — PAI/Gecos/Nuance)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/07

1.

Στις 20 Δεκεμβρίου 2010, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις PAI Partners SAS («PAI», Γαλλία) και Gecos — Generale di Commercio e Servizi SpA («Gecos», Ιταλία), η μητρική εταιρεία του ομίλου PAM, αποκτούν κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων κοινό έλεγχο της επιχείρησης The Nuance Group AG («Nuance», Ελβετία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την PAI: εταιρεία επενδύσεων που διοικεί και παρέχει συμβουλές σε μη εισηγμένες επιχειρήσεις·,

για την Gecos: μητρική εταιρεία του ομίλου PAM, που δραστηριοποιείται κυρίως στον ευρύτερο τομέα της λιανικής πώλησης εδώδιμων και μη προϊόντων·,

για την Nuance: λιανικές πωλήσεις σε ταξιδιώτες.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6041 — PAI/Gecos/Nuance. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32 («Ανακοίνωση σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία»).


30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/29


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6107 — Platinum Equity/Nampak Paper Holdings)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/08

1.

Στις 21 Δεκεμβρίου 2010, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση Platinum Equity Group («Platinum», ΗΠΑ) αποκτά κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων του συνόλου της επιχείρησης Nampak Paper Holdings Limited, («Nampak Paper», ΗΒ), θυγατρικής της Nampak Holdings Plc., με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Platinum: συγχώνευση, εξαγορά και εκμετάλλευση εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, στις οποίες συγκαταλέγονται η τεχνολογία των πληροφοριών, οι τηλεπικοινωνίες, η εφοδιαστική, οι υπηρεσίες, η παραγωγή και η διανομή μετάλλων·,

για την Nampak Paper: κατασκευή και προμήθεια συσκευασιών.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6107 — Platinum Equity/Nampak Paper Holdings. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32 («Ανακοίνωση σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία»).


30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/30


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6070 — Predica/Generali Vie/Europe Avenue)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/09

1.

Στις 14 Δεκεμβρίου 2010, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις Predica, που ανήκει στον όμιλο Crédit Agricole («GCA», Γαλλία), και Generali Vie, που ανήκει στον όμιλο Generali («Generali», Ιταλία), αποκτούν κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων κοινό έλεγχο της εταιρείας ακινήτων Europe Avenue S.C.I. (Europe Avenue, Γαλλία) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την GCA: γαλλικός τραπεζικός όμιλος·,

για την Generali: ιταλικός ασφαλιστικός όμιλος·,

για την Europe Avenue: κατοχή και διαχείριση ενός κτιριακού συγκροτήματος γραφείων στην Avenue de l'Europe του Bois-Colombes, στο διαμέρισμα Hauts-de-Seine (92) της Γαλλίας.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6070 — Predica/Generali Vie/Europe Avenue. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32 («Ανακοίνωση σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία»).


30.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 357/31


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6100 — Gilde/Parcom/Gamma)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2010/C 357/10

1.

Στις 21 Δεκεμβρίου 2010, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις Gilde Buy-Out Management Holding BV («Gilde», Κάτω Χώρες) και Parcom Capital Management BV («Parcom», Κάτω Χώρες), που ανήκουν στον όμιλο ING, αποκτούν κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων κοινό έλεγχο της επιχείρησης Gamma Holding NV («Gamma», Κάτω Χώρες) με συνδυασμό των συμμετοχών τους.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Gilde: εταιρεία επενδύσεων σε μη εισηγμένες επιχειρήσεις·,

για την Parcom: εταιρεία επενδύσεων σε μη εισηγμένες επιχειρήσεις·,

για την Gamma: ανάπτυξη, παραγωγή και πώληση καινοτόμων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων διαφόρων χρήσεων και για διάφορους κλάδους.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6100 — Gilde/Parcom/Gamma. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32 («Ανακοίνωση σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία»).