ISSN 1725-2415

doi:10.3000/17252415.CE2010.348.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 348E

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

53ό έτος
21 Δεκεμβρίου 2010


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

I   Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

 

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
ΣΥΝΟΔΟΣ 2009-2010
Συνεδρίαση της 25ης Φεβρουαρίου 2010
Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ Ψ 111 Ε της 30.4.2010.
ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

 

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

2010/C 348E/01

Κατάσταση στην Ουκρανία
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία

1

2010/C 348E/02

Προτεραιότητες του Κοινοβουλίου για το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (Γενεύη, 1-26 Μαρτίου 2010)
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη δέκατη τρίτη σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών

6

2010/C 348E/03

Πεκίνο, 15 χρόνια μετά - Πρόγραμμα δράσης του ΟΗΕ για την ισότητα των φύλων
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με το Πεκίνο, 15 χρόνια μετά - Πρόγραμμα δράσης του ΟΗΕ για την ισότητα των φύλων

11

2010/C 348E/04

Η Πράσινη Βίβλος σχετικά με τη μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για την μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2009/2106(INI))

15

2010/C 348E/05

Μεταφορά αλόγων προς σφαγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη μεταφορά αλόγων προς σφαγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση

37

 

III   Προπαρασκευαστικές πράξεις

 

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

 

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

2010/C 348E/06

Επενδυτικά προγράμματα σε ενεργειακές υποδομές ***Ι
Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την ανακοίνωση στην Επιτροπή των επενδυτικών σχεδίων σε ενεργειακή υποδομή εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 736/96 (COM(2009)0361 – C7-0125/2009 – 2009/0106(COD))

38

P7_TC1-COD(2009)0106Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2010 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση στην Επιτροπή των επενδυτικών σχεδίων σε ενεργειακή υποδομή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 736/96 του Συμβουλίου

39

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

47

2010/C 348E/07

Τροποποίηση της κατάστασης προβλέψεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον προϋπολογισμό του 2010
Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τις προβλέψεις εσόδων και δαπανών για τον διορθωτικό προϋπολογισμό 1/2010 (Τμήμα I, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) (2010/2014(BUD))

50

Υπόμνημα των χρησιμοποιούμενων συμβόλων

*

Διαδικασία διαβούλευσης

**I

Διαδικασία συνεργασίας, πρώτη ανάγνωση

**II

Διαδικασία συνεργασίας, δεύτερη ανάγνωση

***

Σύμφωνη γνώμη

***I

Διαδικασία συναπόφασης, πρώτη ανάγνωση

***II

Διαδικασία συναπόφασης, δεύτερη ανάγνωση

***III

Διαδικασία συναπόφασης, τρίτη ανάγνωση

(Η αναφερόμενη διαδικασία στηρίζεται στη νομική βάση που πρότεινε η Επιτροπή.)

Πολιτικές τροπολογίες: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ▐.

Τεχνικές διορθώσεις και προσαρμογές εκ μέρους των υπηρεσιών: το νέο κείμενο και η αντικατάσταση κειμένου σημειώνονται με πλάγιους χαρακτήρες και η διαγραφή με το σύμβολο ║.

EL

 


I Ψηφίσματα, συστάσεις και γνωμοδοτήσεις

ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ΣΥΝΟΔΟΣ 2009-2010 Συνεδρίαση της 25ης Φεβρουαρίου 2010 Τα Συνοπτικά Πρακτικά αυτής της συνόδου έχουν δημοσιευθεί στην ΕΕ Ψ 111 Ε της 30.4.2010. ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/1


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Κατάσταση στην Ουκρανία

P7_TA(2010)0035

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία

2010/C 348 E/01

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του για την Ουκρανία,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση της διάσκεψης κορυφής για την Ανατολική Εταιρική Σχέση που πραγματοποιήθηκε στην Πράγα στις 7 Μαΐου 2009,

έχοντας υπόψη τη δήλωση και τις συστάσεις της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συνεργασίας ΕΕ-Ουκρανίας που συνεδρίασε στις 26-27 Οκτωβρίου 2009,

έχοντας υπόψη την ιδιότητα του μέλους του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου που απέκτησε η Ουκρανία από τον Μάρτιο 2008,

έχοντας υπόψη την προσχώρηση της Ουκρανίας στη Συνθήκη Ενεργειακής Κοινότητας, η οποία εγκρίθηκε από το συμβούλιο Υπουργών της ΣΕΚ στο Ζάγκρεμπ το Δεκέμβριο 2009,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας ΕΕ-Ουκρανίας που ετέθη σε ισχύ την 1η Μαρτίου 1998, καθώς και τις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία Σύνδεσης που προόρισται να αντικαταστήσει τη Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης και Συνεργασίας,

έχοντας υπόψη την Ατζέντα Σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας που ενέκρινε το Συμβούλιο Συνεργασίας ΕΕ-Ουκρανίας τον Ιούνιο 2009 σε αντικατάσταση του Σχεδίου Δράσης,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία ΕΕ-Ουκρανίας για τις θεωρήσεις διαβατηρίων που υπεγράφη στις 18 Ιουνίου 2007 και ετέθη σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2008, καθώς και το διάλογο ΕΕ-Ουκρανίας για τις θεωρήσεις διαβατηρίων που ξεκίνησε τον Οκτώβριο 2008,

έχοντας υπόψη το μνημόνιο συμφωνίας για τη θέσπιση διαλόγου για την περιφερειακή πολιτική και την ανάπτυξη της περιφερειακής συνεργασίας που υπεγράφη στις 22 Ιουλίου 2009 μεταξύ του ουκρανικού Υπουργείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και Συγκρότησης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

έχοντας υπόψη τον από 24 Οκτωβρίου 2006 κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί καθορισμού γενικών διατάξεων για τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης (ENPI) (1),

έχοντας υπόψη το μνημόνιο συμφωνίας για τη συνεργασία ΕΕ-Ουκρανίας στο πεδίο της ενέργειας, που υπεγράφη την 1η Δεκεμβρίου 2005,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση που εξέδωσε η Μεικτή Διάσκεψη Διεθνών Επενδυτών ΕΕ-Ουκρανίας που πραγματοποιήθηκε στις 23 Μαρτίου 2009 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του συστήματος διαμετακόμισης φυσικού αερίου,

έχοντας υπόψη τη συναφθείσα το Δεκέμβριο 2009 συμφωνία μεταξύ Naftogaz και Gazprom για τις τιμές διαμετακόμισης πετρελαίου για το 2010,

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα των ουκρανικών προεδρικών εκλογών, των οποίων ο α' γύρος διεξήχθη στις 17 Ιανουαρίου 2010 και ο β' γύρος στις 7 Φεβρουαρίου 2010,

έχοντας υπόψη τις δηλώσεις της Αποστολής Παρατηρητών του ΟΑΣΕ και του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODHIR) σχετικά με τις προεδρικές εκλογές της 17ης Ιανουαρίου και της 7ης Φεβρουαρίου 2010, που βεβαιώνουν ότι τηρήθηκαν οι περισσότερες διεθνείς προδιαγραφές,

έχοντας υπόψη την από 8 Φεβρουαρίου 2010 δήλωση της Υπάτης Εκπροσώπου της Ένωσης για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας κυρίας Catherine Ashton σχετικά με τις προεδρικές εκλογές στην Ουκρανία,

έχοντας υπόψη τις αλλαγές της τελευταίας στιγμής στον ουκρανικό εκλογικό νόμο που εγκρίθηκαν από το Κοινοβούλιο (Verkhovna Rada) στις 3 Φεβρουαρίου 2010, πριν από τον β' γύρο των προεδρικών εκλογών,

έχοντας υπόψη το Εθνικό Ενδεικτικό Πρόγραμμα 2011-2013 για την Ουκρανία,

έχοντας υπόψη τα αποτελέσματα των πρόσφατων διασκέψεων κορυφής ΕΕ-Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης της Ουκρανίας από τη Διάσκεψη Κορυφής των Παρισίων το 2008 ως ευρωπαϊκής χώρας με κοινή ιστορία και κοινές αξίες με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Διάσκεψης Κορυφής ΕΕ-Ουκρανίας που διεξήχθη στο Κίεβο στις 4 Δεκεμβρίου 2009,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ουκρανία είναι ένας γείτονας στρατηγικής σπουδαιότητας για την ΕΕ, ότι το μέγεθός της, οι πόροι του εδάφους της και του πληθυσμού της και η γεωγραφική της θέση, δίνουν στην Ουκρανία μια ξεχωριστή θέση μέσα στην Ευρώπη και την καθιστούν καθοριστικό τοπικό παράγοντα,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ουκρανία είναι ευρωπαϊκό κράτος και, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορεί να υποβάλει αίτηση για να καταστεί μέλος της ΕΕ όπως όλα τα ευρωπαϊκά κράτη που ασπάζονται τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη τα συμπεράσματα της Αποστολής Παρατηρητών του ΟΑΣΕ/Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODHIR) που περιγράφουν τις εκλογές ως σύμφωνες σε γενικές γραμμές με τις διεθνείς προδιαγραφές,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προεδρικές εκλογές της 17ης Ιανουαρίου και της 7ης Φεβρουαρίου 2010 διεξήχθησαν ομαλά, με σεβασμό των αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και του εκφράζεσθαι, πράγμα που δείχνει ότι η Ουκρανία είναι σε θέση να διεξάγει ελεύθερες και τίμιες εκλογές,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι παρόλο που δεν επετράπη επισήμως στις μη κυβερνητικές οργανώσεις να έχουν παρατηρητές στις εκλογές, η παρουσία ντόπιων και διεθνών παρατηρητών βελτίωσε σημαντικά τη διαφάνεια κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και της ίδιας της ημέρας των εκλογών,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά από προσφυγή της Πρωθυπουργού Tymonshenko, το ουκρανικό Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο ακύρωσε στις 17 Φεβρουαρίου 2010 την απόφαση της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής που ανακοίνωνε τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών και αναγνώριζε τον Victor Yanukovich ως Πρόεδρο της Ουκρανίας, και λαμβάνοντας υπόψη ότι η Πρωθυπουργός ανεκάλεσε την προσφυγή της στις 20 Φεβρουαρίου 2010 ισχυριζόμενη ότι το δικαστήριο αυτό δεν ήθελε να τη δικαιώσει,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ατμόσφαιρα της προεκλογικής εκστρατείας του δεύτερου γύρου επιβαρύνθηκε από αμοιβαίες καταγγελίες για απάτες και τροποποιήσεις του εκλογικού νόμου την τελευταία στιγμή,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να θυμίσουμε πως η Ουκρανία είναι χώρα που έζησε την σοβιετική κυριαρχία και ακολούθησε μια μακρά πορεία για να ξεπεράσει την αρνητική κληρονομιά που είχε μείνει,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ένας από τους κύριους στόχους της εξωτερικής πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι η ενίσχυση και προώθηση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας που αποσκοπεί στην ενίσχυση των πολιτικών, οικονομικών και ποιτιστικών σχέσεων της χώρας με την ΕΕ και τα κράτη μέλη της,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση τώρα διαμορφώνεται κι ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένει από τις νέες ουκρανικές αρχές να εργαστούν για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση μπορεί να επιτύχει και να συμβάλει στην ειρηνική ανάπτυξη, στη σταθερότητα και στην ευημερία όλων των ανατολικών γειτόνων, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας, μόνον εάν θεμελιωθεί σε συγκεκριμένα και αξιόπιστα έργα και εφόσον έχει επαρκή χρηματοδότηση,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ ευνοεί μια σταθερή και δημοκρατική Ουκρανία που θα σέβεται τις αρχές της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, το κράτος δικαίου, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την προστασία των μειονοτήτων και που θα εγγυάται τα θεμελιώδη δικαιώματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι η εσωτερική πολιτική σταθερότητα της Ουκρανίας και η εστίασή της στην εσωτερική μεταρρύθμιση αποτελεί προϋπόθεση για την περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων της ΕΕ με την Ουκρανία,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ουκρανία έχαε δυστυχώς πάνω από πέντε χρόνια μετά την «Πορτοκαλί Επανάσταση» για να καλύψει δεόντως τα μείζονα συνταγματικά και θεσμικά ελλείμματά της, και ειδικά για να λύσει τις διαμάχες Προέδρου και Πρωθυπουργού σχετικά με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, με αποτέλεσμα είτε να καθυστερήσουν είτε να εφαρμοστούν ανακόλουθα ή και να μην ξεκινήσουν καθόλου τα σημαντικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο, τον οικονομικό και τον κοινωνικό τομέα,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών, η Ουκρανία οφείλει τώρα να ξεκινήσει τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις για να δημιουργήσει ένα βιώσιμο και αποτελεσματικό σύστημα συνταγματικών ελέγχων που θα ορίσει με σαφήνεια την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ Προέδρου, Υπουργικού Συμβουλίου και Κοινοβουλίου (Verkhovna Rada),

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος κατά τα τελευταία χρόνια στις σχέσεις ΕΕ-Ουκρανίας τόσο σε γενικές γραμμές όσο και ειδικότερα στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής και της πολιτικής ασφάλειας και σε εμπορικά, χρηματοπιστωτικά και οικονομικά θέματα· λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπήρξε ικανοποιητική πρόοδος στους τομείς της ενέργειας και του περιβάλλοντος,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένταξη της Ουκρανίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) αποτελεί σημαντικό βήμα σε ό,τι αφορά την εκ μέρους της αποδοχή των διεθνών και ευρωπαϊκών οικονομικών προτύπων και των ενισχυμένων εμπορικών δεσμών με την ΕΕ, και επιταχύνει τις διαπραγματεύσεις για την ίδρυση μίας εις βάθος σφαιρικής ζώνης ελευθέρων συναλλαγών (DCFTA) ως ακέραιο τμήμα της Συμφωνίας Σύνδεσης,

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ένταξη της Ουκρανίας στη Συνθήκη Ενεργειακής Κοινότητας έχει μεγάλη σημασία για όλα τα μέρη,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ της ΕΕ και της Ουκρανίας πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως μέσο για τη διαδικασία μεταρρύθμισης και να δώσει ισχυρότερο ρόλο στην κοινωνία των πολιτών,

1.

χαιρετίζει το γεγονός ότι η έκθεση της Διεθνούς Αποστολής Εκλογικών Παρατηρητών για τις ουκρανικές προεδρικές εκλογές διαπιστώνει ότι υπήρξε σημαντική πρόοδος σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, δεδομένου ότι οι υπό εξέταση ήταν σύμφωνες με τις περισσότερες από τις προδιαγραφές της ΕΕ και του ΟΑΣΕ περί ελεύθερων και τίμιων εκλογών·

2.

καλωσορίζει τη δήλωση της Αποστολής Εκλογικών Παρατηρητών του ΟΑΣΕ/Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι έγιναν σεβαστά τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι και του εκφράζεσθαι μέσα σε ένα πλαίσιο πλουραλισμού των μέσων ενημέρωσης·

3.

καλωσορίζει το σχετικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής, που δείχνει ότι οι ουκρανοί πολίτες μετέχουν ενεργά στις αποφάσεις που αφορούν την πορεία της χώρας τους· χαιρετίζει το γεγονός ότι στις εκλογές αυτές ένα ευρύ φάσμα υποψηφίων αντιπροσώπευε εναλλακτικές πολιτικές απόψεις, προσφέροντας μια αληθινή δυνατότητα επιλογής στους ψηφοφόρους·

4.

εκφράζει τη λύπη του που οι εκλογικοί κανόνες παραμένουν θέμα συζητήσεων κι επισημαίνει ότι ο ισχύων εκλογικός νόμος, όπως τροποποιήθηκε τον Αύγουστο 2009, θεωρείται από τον ΟΑΣΕ/Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως οπισθοδρόμηση σε σύγκριση με την προηγούμενη νομοθεσία, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ασαφούς και ατελούς νομικού πλαισίου· θεωρεί λυπηρό το ότι το Verkhovna Rada ενέκρινε εξαιρετικά αμφιλεγόμενες τροποποιήσεις του προεδρικού εκλογικού νόμου που υποβλήθηκαν από το Κόμμα των Περιφερειών μόλις λίγες ημέρες πριν από τον β' γύρο· προτρέπει συνεπώς τις ουκρανικές αρχές να επανεξετάσουν και να συμπληρώσουν την εκλογική νομοθεσία· ζητεί μεγαλύτερη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των υποψηφίων και των πολιτικών κομμάτων και ζητεί πιο διαφανή χρηματοδότηση των προεκλογικών εκστρατειών·

5.

ζητεί από τις ουκρανικές αρχές, τονίζοντας ότι η Ουκρανία έχει επικυρώσει τη σύμβαση-πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων και τον Ευρωπαϊκό Χάρτη για τις περιφερειακές ή μειονοτικές γλώσσες, να προβούν σε περαιτέρω προσπάθειες προσέγγισης των μειονοτικών κοινοτήτων της χώρας, ενσωματώνοντάς τες στις πολιτικές εξελίξεις της Ουκρανίας και υποστηρίζοντας πλήρως το δικαίωμα της εκπαίδευσης των μειονοτήτων στη δική τους γλώσσα·

6.

αναγνωρίζει ότι η Ουκρανία, μια ευρωπαϊκή χώρα, έχει κοινή ιστορία και κοινές αξίες με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναγνωρίζει τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Ουκρανίας·

7.

αναμένει από τους πολιτικούς και τις αρχές της Ουκρανίας να αναγνωρίσουν την ανάγκη πολιτικής και οικονομικής σταθεροποίησης και να εργαστούν προς την κατεύθυνση αυτή, ιδίως μέσω σνταγματικών μεταρρυθμίσεων, παγίωσης του κράτους δικαίου, εγκαθίδρυσης μιας κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και περαιτέρω προσπαθειών για την καταπολέμηση της διαφθοράς και για τη βελτίωση του επιχειρηματικού και επενδυτικού κλίματος·

8.

τονίζει τη σημασία της ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ της Ουκρανίας και της ΕΕ στον τομέα της ενέργειας και ζητεί τη σύναψη περαιτέρω συμφωνιών μεταξύ της ΕΕ και της Ουκρανίας με στόχο την εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού και για τις δύο πλευρές, συμπεριλαμβανομένου ενός αξιόπιστου συστήματος διαμετακόμισης για το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο·

9.

καλεί την Ουκρανία να υλοποιήσει πλήρως και να επικυρώσει την ένταξή της στη Συνθήκη Ενεργειακής Κοινότητας και να εγκρίνει σύντομα ένα νέο νόμο για το φυσικό αέριο, ο οποίος να είναι σύμφωνος προς την οδηγία 2003/55/ΕΚ·

10.

τονίζει ότι, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε, η υφιστάμενη συμφωνία για τις θεωρήσεις διαβατηρίων πρέπει να επανεξεταστεί υπό το πρίσμα μακροπρόθεσμων στόχων και καλεί το Συμβούλιο να δώσει εντολή στην Επιτροπή να προβεί με τις ουκρανικές αρχές σε αναθεώρηση της συμφωνίας αυτής, ώστε να καταρτισθεί ένας «οδικός χάρτης» για την κατάργηση των ταξιδιωτικών θεωρήσεων με την Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένου του ενδιάμεσου στόχου της κατάργησης των σημερινών τελών έκδοσης θεωρήσεων·

11.

ζητεί από την Επιτροπή να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη και την Ουκρανία για την κατάρτιση ειδικών μέτρων εν όψει της τελικής φάσης του Ευρωπαϊκού Ποδοσφαιρικού Πρωταθλήματος 2012, ώστε να διευκολυνθεί η μετάβαση των κατόχων εισιτηρίων·

12.

επιδοκιμάζει την ενεργό υποστήριξη εκ μέρους της Ουκρανίας προς την Ανατολική Εταιρική Σχέση και την Κοινοβουλευτική Συνέλευση Euronest καθώς και τη δέσμευσή της να εντείνει τις προσπάθειές της για τη μεγαλύτερη δημοκρατίας, κράτος δικαίου και σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, καθώς και για την οικονομία της αγοράς, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την καλή διακυβέρνηση·

13.

στηρίζει τις βασικές πρωτοβουλίες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και ειδικότερα για την ενοποιημένη διαχείριση συνόρων, για την ενέργεια, για τον Χώρο Ελευθέρων Συναλλαγών και για τη συνολική οικοδόμηση θεσμών·

14.

αναμένει ότι η Ουκρανία θα επανεπιβεβαιώσει την αποφασιστικότητά της να συνεχίσει την πορεία προς την ευρωπαϊκή ενσωμάτωσή της καθώς και προς τη στενή συνεργασία με την ΕΕ στην περιοχή, στο πλαίσιο της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και της Παρευξείνιας Συνεργασίας·

15.

καλεί την Επιτροπή και το Συμβούλιο να επιβεβαιώσουν εκ νέου την προθυμία της ΕΕ να βοηθήσει την Ουκρανία προς αυτή την κατεύθυνση μέσω των εργαλείων που προτείνονται από την Ανατολική Εταιρική Σχέση και την Ατζέντα Σύνδεσης ΕΕ-Ουκρανίας· καλεί την Επιτροπή να εναρμονίσει στενά το εθνικό ενδεικτικό πρόγραμμα 2011-2013 με την ατζέντα σύνδεσης·

16.

τονίζει ότι η συμφωνία για μεγάλο και εκτενή χώρο ελευθέρων συναλλαγών θα διασφαλίσει τη σταδιακή ενσωμάτωση της Ουκρανίας στην εσωτερική αγορά της ΕΕ, μεταξύ άλλων και με την επέκταση των τεσσάρων ελευθεριών στη χώρα·

17.

καλωσορίζει την πρόθεση εγκατάστασης μιας αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕτεΠ) στο Κίεβο και τονίζει τη σημασία της επέκτασης των δράσεων της ΕΤεΠ στην Ουκρανία·

18.

τονίζει τη σημασία της ενίσχυσης της συνεργασίας στο πλαίσιο των ανταλλαγών νέων και φοιτητών και της ανάπτυξης των προγραμμάτων υποτροφιών, που θα επιτρέψουν στους Ουκρανούς να εξοικειωθούν με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της·

19.

καλεί όλες τις γειτονικές χώρες να σεβαστούν πλήρως το δημοκρατικό σύστημα του Ουκρανικού Κράτους και να αποφύγουν οποιαδήποτε άσκηση πιέσεων ή οποιαδήποτε ανάμειξη με σκοπό να παραμερίσουν την δημοκρατική βούληση και τις αποφάσεις της Ουκρανίας σε σχέση με την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξή της·

20.

θεωρεί εξαιρετικά λυπηρή την απόφαση του απερχομένου Προέδρου της Ουκρανίας Victor Yushchenko να απονείμει μετά θάνατον στον Stepan Bandera, ηγέτη της Οργάνωσης Ουκρανών Εθνικιστών, που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς Ναζί, τον τίτλο του «Εθνικού Ήρωα της Ουκρανίας»· ελπίζει επ'αυτού ότι η νέα ουκρανική ηγεσία θα επανεξετάσει τη σχετική απόφαση και θα διατηρήσει την προσήλωσή της στις ευρωπαϊκές αξίες·

21.

καλεί την Επιτροπή να παράσχει την απαιτούμενη τεχνική βοήθεια προκειμένου να βελτιωθεί ραγδαία η ενεργειακή απόδοση του ηλεκτρικού δικτύου της Ουκρανίας και να επισπευσθεί η συνεργασία για τη μεταρρύθμιση του τομέα φυσικού αερίου, με στόχο την εναρμόνισή του με τα πρότυπα της ΕΕ· ζητεί την συνεπή ευρωπαϊκή στήριξη για μια ουκρανική στρατηγική μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας και την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης ως τον καλύτερο τρόπο για τη μείωση των δαπανών φυσικού αερίου και της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας·

22.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, στην Επτροπή, στα κράτη μέλη, στη Κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο της Ουκρανίας, και στις Κοινοβουλευτικές Συνελεύσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης, του ΟΑΣΕ και του NATO.


(1)  ΕΕ L 310, 9.11.2006, σ. 1.


21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/6


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Προτεραιότητες του Κοινοβουλίου για το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (Γενεύη, 1-26 Μαρτίου 2010)

P7_TA(2010)0036

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη δέκατη τρίτη σύνοδο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών

2010/C 348 E/02

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τα προηγούμενα ψηφίσματά του σχετικά με το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UNHRC), ιδίως το ψήφισμά του της 14ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ανάπτυξη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου της ΕΕ (1), καθώς και τα ψηφίσματά του της 16ης Μαρτίου 2006 σχετικά με το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων αναφορικά με το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την 62η σύνοδο της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (2), της 29ης Ιανουαρίου 2004 σχετικά με τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (3), της 9ης Ιουνίου 2005 σχετικά με τη μεταρρύθμιση των Ηνωμένων Εθνών (4), της 29ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με το αποτέλεσμα της Παγκόσμιας Συνόδου Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών (14-16 Σεπτεμβρίου 2005) (5), και της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στον κόσμο το 2008 και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον συγκεκριμένο τομέα (6),

έχοντας υπόψη τα επείγοντα ψηφίσματά του σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία,

έχοντας υπόψη το ψήφισμα A/RES/60/251 της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την ίδρυση του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (UNHRC),

έχοντας υπόψη τις προηγούμενες τακτικές και ειδικές συνόδους του UNHRC, καθώς και τους προηγούμενους γύρους της παγκόσμιας περιοδικής ανασκόπησης (UPR - Universal Periodic Review),

έχοντας υπόψη την επικείμενη δέκατη τρίτη σύνοδο του UNHRC, η οποία πρόκειται να διεξαχθεί το Μάρτιο του 2010, και τον όγδοο γύρο της παγκόσμιας περιοδικής ανασκόπησης (UPR), ο οποίος πρόκειται να διεξαχθεί από τις 3 έως τις 14 Μαΐου 2010,

έχοντας υπόψη την επανεξέταση του UNHRC που πρόκειται να πραγματοποιηθεί το 2011,

έχοντας υπόψη τις θεσμικές μεταβολές που επήλθαν με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 2, το άρθρο 3 παράγραφος 5 και τα άρθρα 18, 21, 27 και 47 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τροποποιήθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας,

έχοντας υπόψη το άρθρο 110, παράγραφος 4, του Κανονισμού του,

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο σεβασμός και η προαγωγή και διαφύλαξη της οικουμενικότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί τμήμα του ηθικού και νομικού κεκτημένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της ευρωπαϊκής ενότητας και ακεραιότητας (7),

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το UNHRC αποτελεί μια μοναδική πλατφόρμα που ειδικεύεται στα οικουμενικά δικαιώματα του ανθρώπου και ένα ειδικό φόρουμ για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός του συστήματος του ΟΗΕ,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η επανεξέταση του UNHRC θα ακολουθήσει δύο οδούς στο πλαίσιο των οποίων το καθεστώς του σώματος θα συζητηθεί στη Νέα Υόρκη και οι διαδικασίες στη Γενεύη· λαμβάνοντας υπόψη ότι το επόμενο έτος θα πραγματοποιηθούν ορισμένες πρωτοβουλίες και άτυπες συναντήσεις,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως παγκόσμιου παράγοντα έχει ενισχυθεί τις τελευταίες δεκαετίες και μια νέα προσέγγιση στο πλαίσιο της νέας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) θα μπορούσε να βοηθήσει καθοριστικά την Ένωση να δρα αποτελεσματικότερα για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων με συνεκτικό, συνεπή και αποδοτικό τρόπο,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αντιπροσωπεία της Υποεπιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα μεταβεί στη Γενεύη κατά τη διάρκεια της δέκατης τρίτης συνόδου του UNHRC, όπως συνέβη και τα προηγούμενα χρόνια για τις συνόδους του UNHRC και, παλαιότερα, για τον πρόδρομο του UNHRC, την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών,

1.

επισημαίνει τη σπουδαιότητα της δέκατης τρίτης συνόδου του UNHRC – της βασικής συνόδου του κατά το 2010· χαιρετίζει το τμήμα υψηλού επιπέδου της επικείμενης δέκατης τρίτης τακτικής συνόδου όπου θα συμμετάσχουν υπουργοί κυβερνήσεων και άλλοι αντιπρόσωποι υψηλού επιπέδου· σημειώνει ότι στις συνεδριάσεις του τμήματος υψηλού επιπέδου θα συζητηθούν δύο ζητήματα – η οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση και η διακήρυξη του ΟΗΕ για την εκπαίδευση και την κατάρτιση στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

2.

χαιρετίζει το γεγονός ότι στην ημερήσια διάταξη της δέκατης τρίτης συνόδου του UNHRC περιλαμβάνεται «Έκθεση του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα σχετικά με τις επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κρίσης στην υλοποίηση του συνόλου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις πιθανές ενέργειες που απαιτούνται για την αντιμετώπισή της»· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμβάλουν ενεργά στη συζήτηση αυτή·

3.

καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμμετάσχουν ενεργά στον ετήσιο διαδραστικό διάλογο σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, καθώς και στις συζητήσεις για το δικαίωμα στην αλήθεια (που ξεκίνησαν με πρωτοβουλία της Ομάδας των Κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής (GRULAC) και επικεντρώνονται στην ιστορική αλήθεια σχετικά με την καταπίεση) και στην ετήσια σύνοδο για τα δικαιώματα του παιδιού·

4.

τονίζει ότι είναι σημαντικό να έχει η ΕΕ κοινές θέσεις για τα ζητήματα που θα συζητηθούν στη δέκατη τρίτη σύνοδο του UNHRC, παρότι δεν είναι ακόμη απολύτως σαφείς οι λεπτομέρειες σχετικά με τη δράση των κρατών μελών της ΕΕ εντός του UNHRC μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

Το έργο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

5.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς τα κράτη μέλη της ΕΕ να αντιταχθούν σε οιαδήποτε απόπειρα υπονόμευσης του καθολικού, αδιαίρετου και αλληλένδετου χαρακτήρα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και να παράσχουν ενεργό ενθάρρυνση στο UNHRC προκειμένου να επιδείξει την ίδια προσοχή στις κάθε είδους διακρίσεις, περιλαμβανομένων των διακρίσεων λόγω φύλου, φυλετικής καταγωγής, ηλικίας, γενετήσιου προσανατολισμού και θρησκείας ή πεποιθήσεων·

6.

προειδοποιεί για τους κινδύνους της ακραίας πολιτικοποίησης του UNHRC, καθώς παρεμποδίζει την εκπλήρωση της αποστολής του· τονίζει τη σπουδαιότητα των ανά χώρα ψηφισμάτων για την εξέταση σοβαρών παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων· επ' αυτού καταδικάζει απερίφραστα τη χρήση «προτάσεων μη ανάληψης δράσης» και εκφράζει την απογοήτευσή του για τη χρήση αυτής της διαδικασίας κατά την ενδέκατη ειδική σύνοδο του Συμβουλίου, γεγονός που απέτρεψε την έγκριση συνεπούς και συνεκτικού τελικού ψηφίσματος που θα συνέβαλλε στη διευθέτηση της κατάστασης στη Σρι-Λάνκα·

7.

χαιρετίζει τη διοργάνωση, με πρωτοβουλία της Βραζιλίας, της δέκατης τρίτης ειδικής συνόδου, η οποία είχε ως αντικείμενο την Αϊτή και σκοπό να επικεντρώσει το ενδιαφέρον στην ένταξη του ζητήματος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις προσπάθειες ανάκαμψης μετά τον καταστροφικό σεισμό, καθώς και τις καινοτόμες πτυχές της συνόδου αυτής, όπως η διεξαγωγή ειδικής συνόδου αμέσως μετά από μια φυσική καταστροφή και η συμμετοχή ειδικευμένων υπηρεσιών των Ηνωμένων Εθνών με σκοπό την παροχή ειδικών γνώσεων ως βάση για συζήτηση· τονίζει το σημαντικό ρόλο του Ανεξάρτητου Εμπειρογνώμονα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Αϊτή όσον αφορά την ένταξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ευρύτερες προσπάθειες των Ηνωμένων Εθνών και σε αναληφθείσες από δωρητές πρωτοβουλίες για την υποστήριξη της Αϊτής, και καλεί τα κράτη μέλη του ΟΗΕ να ενσωματώσουν, σε συνέχεια της συνόδου αυτής, τη διάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις ευρύτερες προσπάθειες του ΟΗΕ για την υποστήριξη της Αϊτής, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στα ευάλωτα άτομα, όπως τα παιδιά·

8.

καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να δώσουν προτεραιότητα στα ειδικά μέτρα του UNHRC προκειμένου να σταματήσουν οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος του άμαχου πληθυσμού σε καταστάσεις πολέμου και βίαιων συγκρούσεων, περιλαμβανομένης της βίας που έχει ως άμεσο στόχο τις γυναίκες και τα παιδιά, καθώς και σε σχέση με το πρόβλημα των παιδιών στρατιωτών·

9.

εκφράζει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι το UNHRC δεν έχει κατορθώσει να αντιμετωπίσει εγκαίρως άλλες σοβαρές καταστάσεις παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να καταδικάσουν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να επιδιώξουν ενεργά τη δημιουργία ειδικών μηχανισμών του UNHRC για την αντιμετώπιση των κρίσεων όσον αφορά το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Αφγανιστάν, τη Γουϊνέα Κονάκρι, το Ιράν, την Υεμένη, το Ιράκ και τη Δυτική Σαχάρα· υποστηρίζει ότι η εντολή του ΟΗΕ περιλαμβάνει την παρακολούθηση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δυτική Σαχάρα·

10.

επαναλαμβάνει την άποψή του όσον αφορά την έννοια της «δυσφήμησης θρησκειών» και, μολονότι αναγνωρίζει την ανάγκη να εξετασθεί ενδελεχώς το πρόβλημα των διακρίσεων εις βάρος θρησκευτικών μειονοτήτων, εκτιμά ότι δεν ενδείκνυται η ένταξη της έννοιας αυτής στο πρωτόκολλο περί συμπληρωματικών κανόνων για το ρατσισμό, τις φυλετικές διακρίσεις, την ξενοφοβία και τις παντός είδους διακρίσεις· καλεί τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών να εφαρμόζουν πλήρως τα υφιστάμενα πρότυπα για την ελευθερία έκφρασης και την ελευθερία θρησκεύματος και πεποιθήσεων·

11.

επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς τα κράτη μέλη της ΕΕ να διασφαλίσουν το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις εσωτερικές πολιτικές τους, καθώς η αποτυχία στον τομέα αυτό εξασθενίζει τη θέση της ΕΕ στο UNHRC·

12.

χαιρετίζει την επαναδραστηριοποίηση των Ηνωμένων Πολιτειών στο πλαίσιο των οργάνων των Ηνωμένων Εθνών και την επακόλουθη εκλογή τους ως μέλους του UNHRC, καθώς και το εποικοδομητικό τους έργο για την ελευθερία της έκφρασης κατά την 64η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, καθώς και για το σχέδιο δράσης όσον αφορά τη συνέχεια στη διάσκεψη αναθεώρησης του Durban· καλεί τις ΗΠΑ και τα κράτη μέλη της ΕΕ να δώσουν συνέχεια και να συνεργαστούν πλήρως σε πρωτοβουλίες αυτού του είδους στο μέλλον·

13.

εκφράζει την ανησυχία του για την υποψηφιότητα του Ιράν στις επικείμενες εκλογές για την ανάδειξη των μελών του UNHRC, που πρόκειται να διενεργηθούν το Μάιο του 2010· επαναλαμβάνει την αντίθεσή του στην ιδέα της «παραγραφής του παρελθόντος» στις εκλογές για την ανάδειξη των μελών του UNHRC και ζητεί τη διενέργεια εκλογών με ανταγωνισμό υποψηφίων για όλες τις περιφερειακές ομάδες· καλεί την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να μην εκλεγούν μέλη του UNHRC χώρες με εξαιρετικά προβληματικές επιδόσεις όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα·

14.

καλεί την ΕΕ και τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να ασκούν πιέσεις για τη θέσπιση κριτηρίων για την εκλογή στο UNHRC, ιδίως για την ελάχιστη απαίτηση για συνεργασία στις ειδικές διαδικασίες, σύμφωνα με την ειδική εντολή της κάθε μίας εξ αυτών· καλεί την ΕΕ να αναλάβει ηγετικό ρόλο αναπτύσσοντας, με τους διαπεριφερειακούς εταίρους, δέσμη κατευθυντήριων γραμμών οι οποίες θα χρησιμοποιούνται στις εκλογές·

15.

ζητεί την αποτελεσματική παρακολούθηση της ουσιαστικής εφαρμογής των ειδικών διαδικασιών, καθώς και των συμπερασμάτων και των συστάσεων των οργάνων της συνθήκης στο πλαίσιο της διαδικασίας της παγκόσμιας περιοδικής εξέτασης για κάθε χώρα·

16.

καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για τη διαφύλαξη των εντολών όλων των ειδικών διαδικασιών· ζητεί την ανανέωση της εντολής του ειδικού εισηγητή των Η.Ε. για το Μυανμάρ και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας και μια νέα ειδική εντολή για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, δεδομένης της επιδείνωσης της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα αυτή·

17.

χαιρετίζει την κοινή μελέτη για τις παγκόσμιες πρακτικές σχετικά με τη μυστική κράτηση στο πλαίσιο της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, που θα συζητηθεί κατά τη δέκατη τρίτη σύνοδο· καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ να στηρίξουν και να δώσουν τη δέουσα συνέχεια στην έκθεση αυτή, σύμφωνα με τις προηγούμενες θέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επί του συγκεκριμένου θέματος, ιδίως τα ψηφίσματά του της 19ης Φεβρουαρίου 2009 (8) και της 14ης Φεβρουαρίου 2007 (9) σχετικά με την εικαζόμενη χρήση ευρωπαϊκών κρατών από την CIA για τη μεταφορά και την παράνομη κράτηση ατόμων·

18.

καλεί την ΕΕ να συμμετάσχει ενεργά στις επικείμενες συνεδριάσεις της UPR για να διασφαλίσει μια δίκαιη διαδικασία και ένα αποτέλεσμα το οποίο θα αποτελεί στήριγμα και συνέχεια των ειδικών διαδικασιών του ΟΗΕ και των συμπερασμάτων και των συστάσεων των οργάνων της συνθήκης, παρέχοντας, μεταξύ άλλων, την απαραίτητη τεχνική συνδρομή για την επίτευξη της εφαρμογής τους·

19.

καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας και τα κράτη μέλη να εργασθούν για να υπάρξει μια ισχυρή κοινή θέση της ΕΕ σχετικά με τη συνέχεια στην έκθεση της διερευνητικής αποστολής για τη σύρραξη στη Γάζα και το Νότιο Ισραήλ, που θα απαιτεί δημοσίως την εφαρμογή των συστάσεών της και της υποχρέωσης λογοδοσίας για όλες τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, περιλαμβανομένων και των εικαζόμενων εγκλημάτων πολέμου, θα ζητεί επιτακτικά από τις δύο πλευρές να διεξαγάγουν έρευνες με βάση τα διεθνή πρότυπα ανεξαρτησίας, αμεροληψίας, διαφάνειας, ταχύτητας και αποτελεσματικότητας, σύμφωνα με το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ A/64/L.11, και θα ζητεί να λογοδοτήσουν όλοι οι υπαίτιοι για τα εικαζόμενα εγκλήματα, και τονίζει ότι ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα και του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου από όλα τα μέρη και υπό οιεσδήποτε συνθήκες παραμένει ουσιαστική προϋπόθεση για την επίτευξη δίκαιης και διαρκούς ειρήνης στη Μέση Ανατολή·

20.

καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας και τα κράτη μέλη της ΕΕ να παρακολουθούν ενεργά την εφαρμογή των συστάσεων που περιλαμβάνονται στην έκθεση Goldstone, μέσω διαβούλευσης με τις εξωτερικές αποστολές της ΕΕ και τις ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό· ζητεί να περιληφθούν στο διάλογο της ΕΕ με τις δύο πλευρές οι συστάσεις και οι σχετικές παρατηρήσεις, καθώς και οι θέσεις της ΕΕ σε πολυμερή φόρα·

21.

τονίζει ότι, παρότι η επανεξέταση του UNHRC δεν είναι θέμα που θα εξεταστεί άμεσα κατά τη δέκατη τρίτη σύνοδο του UNHRC, είναι αναγκαία μια διαφανής και ολοκληρωμένη διαδικασία επανεξέτασης με τη συμμετοχή ΜΚΟ, της κοινωνίας των πολιτών και όλων των λοιπών ενδιαφερόμενων φορέων·

22.

τονίζει ότι η επανεξέταση του UNHRC δεν θα πρέπει να σταθεί εμπόδιο στη συνέχιση του σημαντικού του έργου σχετικά με τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

23.

καλεί τα κράτη μέλη της ΕΕ, ενόψει της επικείμενης πρώτης συνεδρίασης της ομάδας εργασίας για την επανεξέταση του UNHRC που συγκροτήθηκε με το ψήφισμα A/HRC/12/L.28, να συμφωνήσουν σε κοινή θέση για το ζήτημα αυτό, καθώς και σε αποτελεσματική και προορατική διαπραγματευτική στρατηγική· τονίζει πόσο σημαντικό είναι να υπάρξει κοινή θέση της ΕΕ όσον αφορά τη διαδικασία επανεξέτασης του UNHRC και καλεί τα κράτη μέλη να τηρήσουν τις από κοινού συμφωνηθείσες «κόκκινες γραμμές»·

24.

καλεί την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων να απευθύνει σύσταση προς το Συμβούλιο, ώστε να παράσχει εγκαίρως στοιχεία για τη διαμόρφωση της θέσης της ΕΕ σχετικά με την επικείμενη επανεξέταση·

25.

εκφράζει την άποψή του, αναγνωρίζοντας παράλληλα την ανάγκη διενέργειας πληρέστερου διαλόγου, ότι η επανεξέταση πρέπει να διαφυλάσσει την ανεξαρτησία της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OHCHR), να περιφρουρεί και, ει δυνατόν, να ενισχύει τις ειδικές διαδικασίες, καθώς και να εξασφαλίζει τη δυνατότητα του UNHRC να εξετάζει συγκεκριμένες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσω ψηφισμάτων και εντολών για τις επιμέρους χώρες· τονίζει πόσο σημαντικό είναι το αδιαίρετο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ανεξάρτητα από το αν είναι κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά, ατομικά ή πολιτικά· σημειώνει τις εν εξελίξει συζητήσεις για την ενίσχυση του UNHRC χωρίς αναφορά στη δέσμη της οικοδόμησης θεσμών·

Συμμετοχή της ΕΕ

26.

αναγνωρίζει την ενεργό συμμετοχή της ΕΕ και των κρατών μελών της στις εργασίες του UNHRC και συγχαίρει το Βέλγιο για την επιτυχή έως τώρα προεδρία του και εκφράζει την ικανοποίησή του για τις προτεραιότητες της ισπανικής προεδρίας της ΕΕ στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων·

27.

καλεί το Συμβούλιο και την Επιτροπή να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την προώθηση της οικουμενικής κύρωσης του Καταστατικού της Ρώμης και της έγκρισης της εθνικής νομοθεσίας εφαρμογής, σύμφωνα με την κοινή θέση αριθ. 2003/444/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 2003, σχετικά με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) (10) και το σχέδιο δράσης του 2004 σε συνέχεια αυτής της κοινής θέσης· αναγνωρίζει επίσης τη συμφωνία συνεργασίας και συνδρομής μεταξύ της ΕΕ και του ΔΠΔ και καλεί, στη βάση αυτή, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της να παρέχουν στο ΔΠΔ κάθε αναγκαία συνδρομή· σημειώνει ότι η πρώτη διάσκεψη για την αναθεώρηση του Καταστατικού της Ρώμης θα διεξαχθεί στην Καμπάλα, στην Ουγκάντα, από τις 31 Μαΐου 2010 έως τις 11 Ιουνίου 2010, και θα αποτελέσει σημαντικό σταθμό στην περαιτέρω εξέλιξη του Δικαστηρίου·

28.

θεωρεί ότι η νέα θεσμική δομή της ΕΕ παρέχει ευκαιρία ενίσχυσης της συνοχής, της προβολής και της αξιοπιστίας των δραστηριοτήτων της ΕΕ στο UNHRC· καλεί την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής να διασφαλίσει τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας, προκειμένου να αποφευχθεί μια υπερβολικά μακρά μεταβατική περίοδος, που θα έπληττε την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα της Ένωσης· την καλεί επίσης να διασφαλίσει ότι οι νέες ρυθμίσεις αυξάνουν την ικανότητα διασυνοριακής επαφής και συνεργασίας της ΕΕ με χώρες από άλλους συνασπισμούς σε κοινές πρωτοβουλίες·

29.

εντέλλεται την αντιπροσωπεία του στη δέκατη τρίτη σύνοδο του UNHRC να εκφράσει τις ανησυχίες που διατυπώνονται στο παρόν ψήφισμα, την καλεί να υποβάλει στην Υποεπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκθεση σχετικά με την επίσκεψή της, και θεωρεί σκόπιμο να συνεχισθεί η αποστολή αντιπροσωπειών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις σχετικές συνόδους του UNHRC·

*

* *

30.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ύπατη Εκπρόσωπο/Αντιπρόεδρο της Επιτροπής, τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, τον Πρόεδρο της 64ης Γενικής Συνέλευσης, τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, καθώς και στην ομάδα εργασίας ΕΕ-ΟΗΕ που έχει συγκροτήσει η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων.


(1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0021.

(2)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2006)0097.

(3)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P5_TA(2004)0037.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0237.

(5)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2005)0362.

(6)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0385.

(7)  Άρθρο 2, άρθρο 3, παράγραφος 5, και άρθρο 6 της ΣΕΕ.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0073.

(9)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2007)0032.

(10)  http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cmsUpload/l_15020030618en00670069.pdf.


21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/11


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
«Πεκίνο, 15 χρόνια μετά» - Πρόγραμμα δράσης του ΟΗΕ για την ισότητα των φύλων

P7_TA(2010)0037

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με το «Πεκίνο, 15 χρόνια μετά» - Πρόγραμμα δράσης του ΟΗΕ για την ισότητα των φύλων

2010/C 348 E/03

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες, που πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο τον Σεπτέμβριο του 1995, τη δήλωση και το πρόγραμμα δράσης που εγκρίθηκαν στο Πεκίνο και τα συνακόλουθα τελικά έγγραφα που εγκρίθηκαν στις 9 Ιουνίου 2000 και τις 11 Μαρτίου 2005 στις αντίστοιχες έκτακτες συνόδους των Ηνωμένων Εθνών «Πεκίνο, 5 χρόνια μετά» και «Πεκίνο, 10 χρόνια μετά» σχετικά με περαιτέρω δράσεις και πρωτοβουλίες για την εφαρμογή της δήλωσης και του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου,

έχοντας υπόψη τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 1979 για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών (CEDAW),

έχοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, της 14ης Σεπτεμβρίου 2009, με τίτλο «Συνοχή του συστήματος» (A/RES/63/311), που υποστηρίζει σθεναρά τη συνένωση διαφόρων φορέων για την ισότητα των φύλων σε έναν σύνθετο φορέα,

έχοντας υπόψη την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1948,

έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδιαιτέρως τα άρθρα 1, 2, 3, 4, 5, 21 και 23,

έχοντας υπόψη το άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο τονίζει τις κοινές αξίες των κρατών μελών όπως είναι ο πλουραλισμός, η απαγόρευση των διακρίσεων, η ανοχή, η δικαιοσύνη, η αλληλεγγύη και η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών,

έχοντας υπόψη το άρθρο 19 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο αναφέρεται στην καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου,

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 2006, με τίτλο «Χάρτης πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών 2006-2010» (COM(2006)0092),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1998, που καθορίζουν ότι η ετήσια αξιολόγηση της εφαρμογής του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου θα περιλαμβάνει ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες και σημεία αναφοράς,

έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση των αρμοδίων για την ισότητα των φύλων υπουργών της ΕΕ που πραγματοποιήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2005 στο πλαίσιο της δεκαετούς επανεξέτασης του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου, στην οποία, μεταξύ άλλων, επιβεβαιώνουν τη σθεναρή στήριξη για την πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή της Δήλωσης και του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου καθώς και την προσήλωσή τους σε αυτήν,

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 2ας και 3ης Ιουνίου 2005, στα οποία τα κράτη μέλη και η Επιτροπή καλούνται να ενισχύσουν τους θεσμικούς μηχανισμούς για την προώθηση της ισότητας των φύλων και να θεσπίσουν πλαίσιο για την αξιολόγηση της εφαρμογής του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου, ώστε να εξασφαλισθεί συνεκτικότερη και συστηματικότερη παρακολούθηση της προόδου,

έχοντας υπόψη το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Ισότητα των Φύλων, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Μάρτιο του 2006 (1),

έχοντας υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου της 14ης Μαΐου 2007 σχετικά με την ισότητα των φύλων και τη χειραφέτηση των γυναικών στο πλαίσιο της αναπτυξιακής συνεργασίας,

έχοντας υπόψη τη συγκεφαλαιωτική έκθεση της Σουηδικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Πεκίνο, 15 χρόνια μετά: Το Πρόγραμμα Δράσης και η Ευρωπαϊκή Ένωση», στην οποία επισημαίνονται τα εμπόδια που παρακωλύουν, επί του παρόντος, την πλήρη πραγμάτωση της ισότητας των φύλων,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 15ης Ιουνίου 1995, σχετικά με την Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες στο Πεκίνο με θέμα «Ισότητα, Ανάπτυξη και Ειρήνη» (2) και το ψήφισμά του, της 10ης Μαρτίου 2005, σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στην Τέταρτη Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Γυναίκες - Πρόγραμμα Δράσης, «Πεκίνο, 10 χρόνια μετά» (3),

έχοντας υπόψη τις ερωτήσεις της 26ης Ιανουαρίου 2010 προς την Επιτροπή και το Συμβούλιο σχετικά με το «Πεκίνο, 15 χρόνια μετά» - Πρόγραμμα Δράσης του ΟΗΕ για την Ισότητα των Φύλων (O-0006/2010 – B7-0007/2010, O-0007/2010 – B7-0008/2010),

έχοντας υπόψη το άρθρο 115, παράγραφος 5, και το άρθρο 110, παράγραφος 2, του Κανονισμού,

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τις προσπάθειες που συντελέστηκαν, οι στρατηγικοί στόχοι του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου δεν έχουν επιτευχθεί και εξακολουθούν να υπάρχουν ανισότητες και στερεότυπα όσον αφορά το φύλο, με τις γυναίκες να παραμένουν σε δυσμενέστερη θέση από τους άνδρες στους τομείς που αναφέρει το Πρόγραμμα,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ισότητα των φύλων αποτελεί θεμελιώδη αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει περιληφθεί στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και έναν από τους στόχους και τα καθήκοντά της, και η συνεκτίμηση της συνιστώσας της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών σε όλες τις δραστηριότητες συνιστά ιδιαίτερη αποστολή για την Ένωση,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πλήρης απόλαυση όλων των ανθρώπινων δικαιωμάτων από τις γυναίκες και τα κορίτσια αποτελεί απαράγραπτο, ζωτικό και αναπόσπαστο μέρος των οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και έχει ζωτική σημασία για την προαγωγή των γυναικών και των κοριτσιών, της ειρήνης της ασφάλειας και της ανάπτυξης,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει αποφασιστική σημασία άνδρες και αγόρια να συμμετέχουν ενεργά σε πολιτικές και προγράμματα για την προώθηση της ισότητας των φύλων και να δίδονται στους άνδρες πραγματικές ευκαιρίες, ιδίως με τη μορφή της γονικής άδειας, να μοιράζονται με τις γυναίκες οικογενειακές και οικιακές ευθύνες σε ισότιμη βάση,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μεταξύ της Σύμβασης για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών (CEDAW) και του προγράμματος δράσης του Πεκίνου μπορούν να διαπιστωθούν σημαντικές συνέργιες με ουσιώδες περιεχόμενο, όσο και οι κρίσιμης σημασίας τομείς ανησυχίας του Προγράμματος που καλύπτονται ρητά από τη Σύμβαση,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών (CEDAW) εόρτασε την 30η επέτειο της υπογραφής της, στις 18 Δεκεμβρίου 1979, καθώς και τη δέκατη επέτειο από το συμπληρωματικό πρωτόκολλο της σύμβασης, που παρέχει στην επιτροπή της CEDAW τη δυνατότητα να παραλαμβάνει καταγγελίες σχετικά με παραβιάσεις δικαιωμάτων που υποβάλλουν μεμονωμένα άτομα και δεδομένου ότι μέχρι σήμερα, 186 χώρες έχουν κυρώσει την CEDAW και 98 από τις χώρες αυτές έχουν κυρώσει και το συμπληρωματικό πρωτόκολλο,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το θέμα που αποφασίσθηκε για την πεντηκοστή τέταρτη σύνοδο της Επιτροπής του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου των Ηνωμένων Εθνών για τη Θέση της Γυναίκας (που αποκαλείται και συνεδρίαση «Πεκίνο, 15 χρόνια μετά») είναι η επανεξέταση της Δήλωσης Δράσης του Πεκίνου και η συμβολή στη διαμόρφωση της διάστασης του φύλου προς την κατεύθυνση της πλήρους πραγμάτωσης των αναπτυξιακών στόχων της Χιλιετίας,

1.

επισημαίνει ότι, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την υλοποίηση στρατηγικών στόχων του προγράμματος δράσης του Πεκίνου, η ανισότητα και τα στερεότυπα με βάση το φύλο εξακολουθούν να υπάρχουν, και οι γυναίκες εξακολουθούν να παραμένουν κατώτερες των ανδρών στους τομείς στους οποίους αναφέρεται το πρόγραμμα·

2.

εκφράζει απογοήτευση διότι, τόσο σε εθνικό όσο και σε επίπεδο ΕΕ, δεν υφίστανται έγκαιρα, αξιόπιστα και συγκρίσιμα στοιχεία για τους δείκτες που έχουν ήδη θεσπισθεί σε πολλούς κρίσιμους τομείς προβληματισμού που αναφέρονται στο Πρόγραμμα Δράσης του Πεκίνου, όπως οι γυναίκες και η φτώχια, η βία κατά των γυναικών, οι θεσμικοί μηχανισμοί, οι γυναίκες και οι ένοπλες συρράξεις και τα κορίτσια·

3.

καλεί την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω τον ετήσιο έλεγχο της εφαρμογής του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου και να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τους δείκτες και τις αναλυτικές εκθέσεις ως συμβολή σε διαφορετικούς τομείς πολιτικής, καθώς και ως βάση για νέες πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην επίτευξη της ισότητας των φύλων·

4.

θεωρεί απαραίτητο να εκπονήσει η Επιτροπή μεσοπρόθεσμο σχέδιο για την τακτική παρακολούθηση και αναθεώρηση των δεσμών των δεικτών που έχουν ήδη θεσπισθεί για την παρακολούθηση του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου, χρησιμοποιώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους, συμπεριλαμβανομένης της εμπειρίας της Ομάδας υψηλού επιπέδου της Επιτροπής για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλες τις πολιτικές·

5.

παροτρύνει την Επιτροπή, κατά την προετοιμασία της στρατηγικής της για την παρακολούθηση της εξέλιξης του χάρτη πορείας της, να λάβει υπόψη την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση, την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στις γυναίκες, τη βιώσιμη ανάπτυξη, τη γηράσκουσα κοινωνία και την κατάσταση των γυναικών από εθνοτικές μειονότητες, και ιδίως των γυναικών Ρομά, καθώς και τις τρέχουσες προτεραιότητες του χάρτη πορείας: την οικονομική ανεξαρτησία γυναικών και ανδρών, συμπεριλαμβανομένου και του εδαφίου 1.6 για την καταπολέμηση των πολλαπλών διακρίσεων σε βάρος των γυναικών από εθνοτικές μειονότητες και των μεταναστριών, τον συνδυασμό εργασιακής, οικογενειακής και ιδιωτικής ζωής, την ισότιμη συμμετοχή γυναικών και ανδρών στη λήψη αποφάσεων, την εξάλειψη της βίας λόγω φύλου, την άρση των στερεοτύπων που συνδέονται με το φύλο στην κοινωνία, καθώς και την προώθηση της ισότητας των φύλων σε εξωτερικές και αναπτυξιακές πολιτικές·

6.

καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να λάβουν περαιτέρω μέτρα για την προώθηση της χειραφέτησης των γυναικών, την ισότητα των φύλων για τη συμπερίληψη της διάστασης των φύλων στην αναπτυξιακή συνεργασία, ακόμη και μέσω της ολοκλήρωσης και της έγκρισης ενός σχεδίου δράσης της ΕΕ για την ισότητα των φύλων, σύμφωνα με τη διακήρυξη των Παρισίων για την αποτελεσματικότητα της βοήθειας και την Ατζέντα Δράσης της Άκρα·

7.

καλεί την Επιτροπή, κατά την προετοιμασία της στρατηγικής της για την παρακολούθηση της εξέλιξης του χάρτη πορείας της, να διασφαλίσει τη βελτίωση της συνοχής μεταξύ της στρατηγικής της ΕΕ για την ισότητα των φύλων και των προσπαθειών για την επίτευξη των στόχων που προσδιορίζονται στο πρόγραμμα δράσης του Πεκίνου·

8.

υποστηρίζει σθεναρά τη θέσπιση σύνθετου φορέα των Ηνωμένων Εθνών για την ισότητα των φύλων που θα συνδυάζει πολιτικές και επιχειρησιακές δράσεις, και καλεί όλα τα κράτη μέλη των ΗΕ, και ιδίως τα κράτη της ΕΕ, να διασφαλίσουν ότι η νέα οντότητα θα προικοδοτηθεί με σημαντικούς οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους και θα τεθεί υπό την αιγίδα ενός Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέα των ΗΕ αρμόδιου για θέματα ισότητας των φύλων·

9.

επισημαίνει ότι η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία καθώς και τα σχετικά δικαιώματα αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της ατζέντας των δικαιωμάτων των γυναικών και έχει ζωτική σημασία να καταβληθούν προσπάθειες για τη βελτίωση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων και της υγείας των γυναικών τόσο στην Ευρώπη όσο και παγκοσμίως·

10.

επισημαίνει ότι η γενετήσια και αναπαραγωγική υγεία αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των ζητημάτων που αφορούν την υγεία των γυναικών·

11.

επισημαίνει ότι η άμβλωση δεν πρέπει να προωθείται ως μέθοδος οικογενειακού σχεδιασμού και ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να προβλέπεται η ανθρώπινη μεταχείριση και η παροχή συμβουλών στις γυναίκες που υπεβλήθησαν σε άμβλωση·

12.

καλεί την Ευρωπαϊκή Ένωση, εντός του νέου νομικού πλαισίου που εισάγει η Συνθήκη της Λισαβόνας, να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών (CEDAW) καθώς και του προαιρετικού πρωτοκόλλου της·

13.

ενθαρρύνει το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων να προωθήσει την ανταλλαγή γνώσης μεταξύ των κρατών μελών σε όλους τους τομείς που αναφέρει το Πρόγραμμα Δράσης του Πεκίνου μέσω του προγράμματος για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την ισότητα των φύλων, με σκοπό την ενίσχυση της εφαρμογής των δεσμεύσεων που καθορίζονται στο Πρόγραμμα·

14.

ζητεί, κατά την επανεξέταση της Στρατηγικής της Λισαβόνας το 2010, να ενσωματωθεί πιο ισχυρή προτεραιότητα/κεφάλαιο σχετικά με την ισότητα των φύλων που θα συνοδεύεται από νέους στόχους, να ενισχυθούν οι σύνδεσμοι με το Πρόγραμμα Δράσης του Πεκίνου και να χρησιμοποιηθούν οι δείκτες του Πεκίνου για την ενίσχυση της διάστασης του φύλου στα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων καθώς και στις εθνικές εκθέσεις σχετικά με τις στρατηγικές για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ενσωμάτωση·

15.

ζητεί να ελέγχει η Επιτροπή τακτικά την πρόοδο που επιτυγχάνεται σε αυτούς τους κρίσιμους τομείς προβληματισμού που αναφέρονται στο Πρόγραμμα Δράσης του Πεκίνου, για τους οποίους έχουν ήδη υιοθετηθεί δείκτες·

16.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν και να εφαρμόσουν συγκεκριμένες πολιτικές για την ισότητα των φύλων, όπου θα συμπεριληφθούν και ενεργά μέτρα, με σκοπό την επιτάχυνση της επίτευξης ντε φάκτο ισότητας των φύλων και την προώθηση της πλήρους απόλαυσης όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τις γυναίκες και τα κορίτσια·

17.

χαιρετίζει τη σημασία που αποδίδουν τα σχέδια της νέας Ισπανικής Προεδρίας στην ισότητα των φύλων·

18.

αναγνωρίζει ότι η ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των φύλων και οι συγκεκριμένες ενέργειες για την προώθηση της ισότητας των φύλων είναι αμοιβαία υποστηριζόμενες στρατηγικές και ότι οι δομές και οι μέθοδοι πρέπει να ενισχυθούν και να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ·

19.

ενθαρρύνει το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων να αναπτύξει περαιτέρω στρατηγικές και εργαλεία για την ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των φύλων, ιδιαιτέρως στους τομείς της αξιολόγησης των επιπτώσεων στο θέμα της ισότητας των φύλων και της συνεκτίμησης της ισότητας των φύλων στον προϋπολογισμό·

20.

επαναλαμβάνει την ανάγκη συστηματικής εφαρμογής και παρακολούθησης της ενσωμάτωσης της διάστασης της ισότητας των φύλων σε νομοθετικές, δημοσιονομικές και άλλες σημαντικές διαδικασίες, στρατηγικές, προγράμματα και έργα σε διάφορους τομείς πολιτικής· σε αυτούς συγκαταλέγονται η οικονομική πολιτική, οι πολιτικές ενσωμάτωσης, η ανοικτή μέθοδος συντονισμού τόσο για την απασχόληση όσο και για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ενσωμάτωση, η Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη, το πλαίσιο για την ευρωπαϊκή συνεργασία στον τομέα της νεολαίας, οι εξωτερικές και αναπτυξιακές πολιτικές και η Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας, καθώς και η συστηματική χρήση δεικτών που θεσπίσθηκαν για την παρακολούθηση της εξέλιξης του Προγράμματος Δράσης του Πεκίνου σε όλους τους τομείς και τις διεργασίες πολιτικής που είναι συναφείς·

21.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ.


(1)  Δελτίο ΕΚ 3-2002, σημείο I.13.

(2)  ΕΕ C 166, 3.7.1995, σ. 92.

(3)  ΕΕ C 320 E, 15.12.2005, σ. 247.


21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/15


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Η Πράσινη Βίβλος σχετικά με τη μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής

P7_TA(2010)0039

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την Πράσινη Βίβλο για την μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2009/2106(INI))

2010/C 348 E/04

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 17ης Ιανουαρίου 2002 σχετικά με σχετικά με την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής για το μέλλον της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (2),

έχοντας υπόψη τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, της 10ης Δεκεμβρίου 1982,

έχοντας υπόψη τη συμφωνία του 1995 για την εφαρμογή των διατάξεων της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982, όσον αφορά τη διατήρηση και διαχείριση των αλληλοεπικαλυπτόμενων και των άκρως μεταναστευτικών αποθεμάτων ιχθύων («Συμφωνία της Νέας Υόρκης», που εγκρίθηκε στις 4 Αυγούστου 1995),

έχοντας υπόψη τον κώδικα συμπεριφοράς για μια υπεύθυνη αλιεία του FAO, που εγκρίθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1995,

έχοντας υπόψη τον κώδικα ορθής πρακτικής της Ευρωπαϊκής Συμβουλευτικής Επιτροπής για την Αλιεία στα Εσωτερικά Ύδατα (EIFAC) για την Ερασιτεχνική Αλιεία, που εγκρίθηκε τον Μάιο του 2008,

έχοντας υπόψη την δήλωση της Παγκόσμιας Διάσκεψης για την Αειφόρο Ανάπτυξη, που πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ από 26 Αυγούστου έως 4 Σεπτεμβρίου 2002,

έχοντας υπόψη την ανανεωμένη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη όπως εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 15/16 Ιουνίου 2006,

έχοντας υπόψη την οδηγία πλαίσιο 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία για τη θαλάσσια στρατηγική) (3),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον ρόλο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής στην εφαρμογή μιας προσέγγισης διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος με βάση το οικοσύστημα (COM(2008)0187) και το ψήφισμά του της 13ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με την ΚΑλΠ και την προσέγγιση διαχείρισης της αλιείας με βάση το οικοσύστημα (4),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με εργαλεία διαχείρισης στον τομέα της αλιείας με βάση τα αλιευτικά δικαιώματα (COM(2007)0073) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 10ης Απριλίου 2008 σχετικά με εργαλεία διαχείρισης στον τομέα της αλιείας με βάση τα αλιευτικά δικαιώματα (5),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Εφαρμογή της αειφορίας στην αλιεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης» (COM(2006)0360) και το ψήφισμά του της 6ης Σεπτεμβρίου 2007 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αειφορίας στην αλιεία της ΕΕ μέσω της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης (RMS) (6),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Πολιτική μείωσης ανεπιθύμητων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και εξάλειψης των απορρίψεων στην ευρωπαϊκή αλιεία» (COM(2007)0136) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 31ης Ιανουαρίου 2008 σχετικά με την πολιτική μείωσης ανεπιθύμητων παρεμπιπτόντων αλιευμάτων και εξάλειψης των απορρίψεων στην ευρωπαϊκή αλιεία (7),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 24ης Απριλίου 2009 σχετικά με τη «διακυβέρνηση στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑλΠ): το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια και λοιποί παράγοντες» (8), καθώς και της 6ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με το σχέδιο δράσης 2006-2008 για την απλούστευση και τη βελτίωση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (9),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Σεπτεμβρίου 2008 με τίτλο «Ευρωπαϊκή στρατηγική για θαλάσσια και ναυτιλιακή έρευνα. Ένα συνεκτικό πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας προς υποστήριξη της αειφόρου χρήσης των ωκεανών και των θαλασσών» (COM(2008)0534) και το ψήφισμά του της 19ης Φεβρουαρίου 2009 σχετικά με την εφαρμοσμένη έρευνα στον τομέα της κοινής αλιευτικής πολιτικής (10),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 6ης Ιουλίου 2005 σχετικά με πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά το Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο (11), της 15ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την παράκτια αλιεία και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κοινότητες αλιέων παράκτιας αλιείας (12), της 15ης Δεκεμβρίου 2005 σχετικά με τα δίκτυα γυναικών: αλιεία, γεωργία και διαφοροποίηση (13) και της 28ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του κλάδου της αλιείας (14),

έχοντας υπόψη την ειδική έκθεση αριθ. 7/2007 του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τα συστήματα ελέγχου, επιθεώρησης και επιβολής κυρώσεων που αφορούν τους κανόνες διατήρησης των κοινοτικών αλιευτικών πόρων, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1005/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, περί δημιουργίας κοινοτικού συστήματος πρόληψης, αποτροπής και εξάλειψης της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας (15), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1006/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις άδειες αλιείας κοινοτικών αλιευτικών σκαφών εκτός των υδάτων της Κοινότητας και για την πρόσβαση σκαφών τρίτων χωρών στα ύδατα της Κοινότητας (16), και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2009 περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου της τήρησης των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής (17), καθώς και τα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου της 23ης Φεβρουαρίου 2005 (18), της 15ης Φεβρουαρίου 2007 (19), της 5ης Ιουνίου 2008 (20), της 10ης Απριλίου 2008 (21) και της 22ας Απριλίου 2009 (22),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 12ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς αλιευτικών προϊόντων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας (23),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Κίνηση διαδικασίας διαλόγου σχετικά με κοινοτική προσέγγιση για την κατάρτιση συστημάτων οικολογικής σήμανσης για αλιευτικά προϊόντα» (COM(2005)0275) και το ψήφισμά του της 7ης Σεπτεμβρίου 2006 σχετικά με το ίδιο θέμα (24),

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και το ψήφισμα του Κοινοβουλίου της 7ης Μαΐου 2009 σχετικά με τον νέο ρόλο και τις αρμοδιότητες του Κοινοβουλίου ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης της Λισαβόνας (25),

έχοντας υπόψη τα ψηφίσματά του της 12ης Ιουλίου 2007 σχετικά με μια μελλοντική Θαλάσσια Πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση: ένα ευρωπαϊκό όραμα για τους ωκεανούς και τις θάλασσες (26), και της 2ας Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την αλιεία και την υδατοκαλλιέργεια στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παρακτίων ζωνών στην Ευρώπη (27),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Φεβρουαρίου 2009 με θέμα: «2050: το μέλλον αρχίζει σήμερα – συστάσεις για τη μελλοντική ολοκληρωμένη περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ για την αλλαγή του κλίματος» (28),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του, της 25ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με τη στρατηγική της ΕΕ στη Διάσκεψη της Κοπεγχάγης για την κλιματική αλλαγή (29),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 4ης Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με την κατάρτιση ευρωπαϊκού σχεδίου διαχείρισης των κορμοράνων με σκοπό τη μείωση των αυξανομένων ζημιών που προκαλούν οι κορμοράνοι στα αποθέματα αλιευμάτων, στην αλιεία και στην υδατοκαλλιέργεια (30),

έχοντας υπόψη τις ανακοινώσεις της Επιτροπής σχετικά με μία ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική, συγκεκριμένα τις ανακοινώσεις σχετικά με τις «Κατευθυντήριες γραμμές για μια ενοποιημένη προσέγγιση της θαλάσσιας πολιτικής: Προς την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών όσον αφορά την ενοποιημένη θαλάσσια διακυβέρνηση και τη διαβούλευση των ενδιαφερόμενων φορέων» (COM(2008)0395), «Ένας οδικός χάρτης για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό επίτευξη κοινών αρχών στην ΕΕ» (COM(2008)0791) και «Αναπτύσσοντας τη διεθνή διάσταση της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (COM(2009)0536), καθώς και την πρόσφατη έκθεση προόδου επί της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής της ΕΕ (COM(2009)0540),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής «Οικοδομώντας ένα βιώσιμο μέλλον για την υδατοκαλλιέργεια – Νέα ώθηση στη στρατηγική για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας» (COM(2009)0162),

έχοντας υπόψη την Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής με τίτλο «Μεταρρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής» (COM(2009)0163),

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Αλιείας (A7-0014/2010),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη την θεμελιώδη ανάγκη να προστατευθούν τα αποθέματα ιχθύων ώστε να είναι σε θέση ο τομέας της αλιείας να εφοδιάζει τον πληθυσμό με προϊόντα αλιείας και την ισορροπία του ισοζυγίου ειδών διατροφής στα μεμονωμένα κράτη μέλη και στην ΕΕ στο σύνολό της, καθώς και τη σημαντική συμβολή του στην κοινωνικοοικονομική ευεξία των παράκτιων κοινοτήτων, την τοπική ανάπτυξη, την απασχόληση, τη διατήρηση και δημιουργία οικονομικής δραστηριότητας ανάντη και κατάντη στους συναφείς τομείς, τον εφοδιασμό με φρέσκα ψάρια και τη διατήρηση των τοπικών πολιτιστικών παραδόσεων,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, του 1982, πρέπει να αποτελεί τη μόνιμη βάση για τη ρύθμιση της κοινής αλιευτικής πολιτικής (ΚΑλΠ), με ιδιαίτερη μνεία στις διατάξεις τις σχετικά με τη διεθνή διαχείριση του αλιευτικού τομέα,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ, η οποία κατοχυρώνεται από τις Συνθήκες, καθώς και η διακήρυξη του Μπαλί, του Δεκεμβρίου 2007,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αποτελεί οντότητα διεθνούς δικαίου και, με βάση τις συνθήκες και τους κανόνες λειτουργίας της, προβλέπεται ρητώς ότι έχει ως σκοπό να εξασφαλίζει την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ολοκλήρωση των πολιτικών της, της ΚΑλΠ συμπεριλαμβανομένης,

Ε.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο βασικός στόχος της ΚΑλΠ ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 και έγκειται στην εξασφάλιση της αειφόρου ανάπτυξης και της οικονομικής και κοινωνικής βιωσιμότητας του αλιευτικού τομέα, και στη διατήρηση των αλιευτικών πόρων, βασικής προϋπόθεσης για την άσκηση της αλιευτικής δραστηριότητας, τώρα και στο μέλλον,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΑλΠ απέτυχε στην επίτευξη του βασικού στόχου της και απέδειξε ότι η εκ των άνω υπερσυγκεντρωτική πολιτική δεν μπορεί να λειτουργήσει,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των ευρωπαϊκών θαλασσών και την ιδιαιτερότητα του στόλου και των αλιευτικών πρακτικών που ασκούνται σε κάθε μία από αυτές,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο, στο ψήφισμά του της 3ης Νοεμβρίου 1976, και ειδικότερα στο παράρτημα VII αυτού, προέβλεπε δράση για την διασφάλιση των ιδιαίτερων αναγκών περιοχών όπου οι τοπικοί πληθυσμοί εξαρτώνται ιδιαίτερα από την αλιεία και τις συναφείς δραστηριότητες,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, ορίζει ότι η ΚΑλΠ καλύπτει δραστηριότητες διατήρησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης έμβιων υδρόβιων πόρων, την υδατοκαλλιέργεια και τη μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, στην περίπτωση που οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται στο έδαφος των κρατών μελών ή στα ύδατα της Ένωσης ή από αλιευτικά σκάφη των κρατών μελών ή, με την επιφύλαξη της πρωταρχικής ευθύνης του κράτους της σημαίας, από υπηκόους των κρατών μελών,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 88 % των αποθεμάτων της Ένωσης αλιεύονται πέραν της Μέγιστης Διαρκούς Απόδοσης (MSY) και το 30 % των αποθεμάτων αυτών εκφεύγουν των ασφαλών βιολογικών ορίων, γεγονός που έχει σοβαρό αντίκτυπο στη βιωσιμότητα του κλάδου,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εφαρμογή της ΚΑλΠ έχει άμεση επίδραση σε τεράστιας σημασίας τομείς, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια, η υγεία, η προστασία των καταναλωτών ή η περιφερειακή ανάπτυξη, το εσωτερικό και διεθνές εμπόριο, οι σχέσεις με τρίτες χώρες και η αναπτυξιακή συνεργασία, λόγος για τον οποίο είναι θεμελιώδους σημασίας να εξασφαλισθεί μία δίκαια και προσεκτική εναρμόνιση μεταξύ όλων αυτών των τομέων, με πλήρη σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την οδηγία 2008/56/ΕΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να επιτύχουν ή να διατηρήσουν καλή περιβαλλοντική κατάσταση για τα θαλάσσια ύδατα της Ευρωπαϊκής Ένωσης το αργότερο έως το έτος 2020, πράγμα που θα απαιτήσει τη ρύθμιση των αλιευτικών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της ΚΑλΠ,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη σαφούς ανισότητας ανάμεσα στο εισόδημα του πληθυσμού που ζει από την αλιεία και άλλων κατηγοριών του πληθυσμού· λαμβάνονταςα υπόψη ότι είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί στον πρώτο ένα δίκαιο βιοτικό επίπεδο, ιδίως με την αύξηση των προσωπικών εισοδημάτων του,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παρούσα γεωπολιτική, οικονομική και κοινωνική συγκυρία, καθώς και η εφαρμογή ενός στρατηγικού προγράμματος και σχεδίου δράσης για τη διατήρηση και τη βιώσιμη ανάπτυξη των ωκεανών και των θαλασσών στην Ευρώπη και στον κόσμο (ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική - ΟΘΠ), δικαιολογούν την δέσμευσή μας για τη θέσπιση μιας βιώσιμης από περιβαλλοντική και κοινωνικοοικονομική άποψη ΚΑλΠ, σε σχέση με την οποία θα ενισχυθούν οι εξουσίες λήψεως αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όπως προβλέπεται στη Συνθήκη της Λισαβόνας,

ΙΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αλιεία συνιστά μια από τις πρωταρχικές δραστηριότητες για τη χρησιμοποίηση της θάλασσας και των πόρων της και για το λόγο αυτό θα πρέπει να θεωρείται ουσιαστικό τμήμα διαχείρισης της ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής (ΟΘΠ),

ΙΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διακυβερνητική ομάδα εμπειρογνωμόνων για την Εξέλιξη του Κλίματος (IPCC), η οποία συγκεντρώνει ερευνητές από όλον τον κόσμο, εκτίμησε τον αντίκτυπο των αλλαγών του κλίματος και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πάμπολλα οικοσυστήματα απειλούνται λόγω ενός άνευ προηγουμένου συνδυασμού παραγόντων και διαταραχών που συνδέονται με την αλλαγή του κλίματος,

ΙΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το πρωτογενές κοινοτικό δίκαιο και, προσφάτως, η ΣΛΕΕ αναγνωρίζουν τα εγγενή μειονεκτήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπες οι εξόχως απόκεντρες περιοχές (ΕΑΠ) τα οποία, λόγω του μόνιμου χαρακτήρα τους, της έντασης και αλληλεπίδρασής τους τις διαφοροποιούν από τις υπόλοιπες περιοχές της ΕΕ με γεωγραφικά μειονεκτήματα και/ή με δημογραφικά προβλήματα,

ΙΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΚΑλΠ, για να είναι περισσότερο συμμετοχική και αποτελεσματική, πρέπει να οργανωθεί κατά τρόπο ώστε να συγκεντρώνει με πολυτομεακή προσέγγιση όλους τους κλάδους που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τον τομέα, κυρίως δε τους επαγγελματίες και ερασιτέχνες αλιείς, τους υδατοκαλλιεργητές, τον κλάδο μεταποίησης, τους εμπόρους λιανικής πώλησης, τους πλοιοκτήτες, τους εκπροσώπους εκείνων των ομάδων, την κοινωνία των πολιτών (συμπεριλαμβανομένων και των περιβαλλοντικών και αναπτυξιακών ΜΚΟ), την επιστημονική κοινότητα και τους θεσμικούς ενδιαφερόμενους,

ΙΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι αυτή η νέα μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ θα πρέπει ήδη να συμβάλει στην προσέγγιση της αλιευτικής πολιτικής με τους κανόνες της ενιαίας αγοράς,

Κ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι παρά κάποια πρόοδο που σημειώθηκε μετά την αναθεώρηση της ΚΑλΠ του 2002, τα θεμελιώδη προβλήματα της πλεονάζουσας δυναμικότητας του στόλου και της σπάνιδος των αλιευτικών πόρων παραμένουν ακόμη, διαφέρουν όσον αφορά την έκτασή τους από τη μια περιοχή στην άλλη, αλλά και επιδεινώθηκαν κατά τα τελευταία έτη, προκαλώντας σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στα μη στοχοθετημένα είδη καθώς και το θαλάσσιο περιβάλλον γενικότερα και αφήνοντας τα οικοσυστήματα σε κακή κατάσταση,

ΚΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι προβλήματα όπως η πλεονάζουσα αλιευτική δυνατότητα και η σπανίδα αλιευτικών πόρων δεν πρέπει να θεωρηθούν ενδημικά ή καθολικά λόγω των τεράστιων αποκλίσεων που υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων στόλων και των αλιευμάτων, και δεδομένου ότι πρέπει να αναζητηθούν λύσεις στα προβλήματα αυτά, οι οποίες θα εφαρμοστούν με τρόπο που θα λαμβάνει υπόψη τις μεγάλες περιφερειακές διαφορές που υπάρχουν στην ΕΕ,

ΚΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι θάλασσές μας είναι ικανές να στηρίξουν μεγαλύτερους όγκους ιχθύων από τους σημερινούς και ότι εάν δοθεί η δυνατότητα αποκατάστασης των αποθεμάτων θα μπορούσαν να τεθούν όρια που θα επέτρεπαν σημαντικά μεγαλύτερες αλιεύσεις ιχθύων με παράλληλη διατήρηση της αειφορίας,

ΚΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα επίπεδα απορρίψεων είναι απαράδεκτα υψηλά και, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέχουν οι αλιείς, σε ακραίες καταστάσεις ανέρχονται μέχρι και στο 80 % των αλιευμάτων τους,

ΚΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η πολιτική διατήρησης και διαχείρισης αποτελεί τη μεγαλύτερη αποτυχία της ΚΑλΠ και δεν έχει τροποποιηθεί ή επικαιροποιηθεί από την θέσπισή της, και για το λόγο αυτό απαιτείται να εστιάσουμε στο σχεδιασμό ενός νέου προτύπου διατήρησης και διαχείρισης της αλιείας,

ΚΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει σε διεθνή φόρα, έχει καθορίσει ως στόχους της αλιευτικής πολιτικής της τη διαχείριση μέσω της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης (MSY), της προληπτικής προσέγγισης και της προσέγγισης με βάση το οικοσύστημα,

ΚΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η διατήρηση αλιευτικών στόλων σύγχρονων, ανταγωνιστικών, φιλοπεριβαλλοντικών και ασφαλών δεν είναι ασυμβίβαστη με τη μείωση των αλιευτικών δυνατοτήτων, μείωση στην οποία εξάλλου προέβησαν αρκετά κράτη μέλη, επί τη βάσει αξιόπιστης επιστημονικής έρευνας, προκειμένου να προσαρμοσθούν καλύτερα στη διαθεσιμότητα των πόρων, και ότι οι ενδιαφερόμενοι ανέκαθεν πρότειναν μη κατασταλτικά αλλά δραστικά και βαθμιαία μέτρα, όπως κατάλληλα μέτρα για την αύξηση της αλιεύσιμης βιομάζας, την προσωρινή διακοπή της δραστηριότητας, τις μειώσεις των ημερών αλιείας, την καθιέρωση ζωνών βιολογικής προστασίας και την ενίσχυση της αλιείας μικρής κλίμακας,

ΚΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η αλιεία είναι μια από τις οικονομικές δραστηριότητες που θίγονται περισσότερο από την εξάντληση των αποθεμάτων ιχθύων λόγω της κακής κατάστασης υγείας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και η μελλοντική βιωσιμότητά της θα εξαρτηθεί από την ικανότητα αντιστροφής αυτής της τάσης, με την αποκατάσταση της υγείας και της ισορροπίας σε ολόκληρο το θαλάσσιο οικοσύστημα· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ως εκ τούτου, ο τομέας πρέπει να συμβάλει, από την πλευρά του, στις προσπάθειες για την αποκατάσταση μιας ισορροπίας που θα εξασφαλίζει τη μελλοντική βιωσιμότητα της δραστηριότητας και την αύξηση της κερδοφορίας μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα,

ΚΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στις αλιευτικές δραστηριότητες οφείλεται η διαβίωση απειράριθμων παράκτιων κοινοτήτων που από γενεές είναι αφοσιωμένες σε αυτήν, συμβάλλοντας, πέραν τούτου, στην οικονομική και κοινωνική δυναμική των οικείων περιφερειών και στην πολιτιστική κληρονομιά της ΕΕ και ότι η αλιευτική πολιτική πρέπει να αναπτυχθεί κατά τρόπο που να προστατεύει την ευημερία όλων των παραδοσιακών αλιευτικών περιοχών της Ευρώπης, με σεβασμό των ιστορικών δικαιωμάτων,

ΚΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι παλαιότερα τα ιστορικά δικαιώματα προστατεύονταν από την αρχή της σχετικής σταθερότητας και, ανεξαρτήτως των μελλοντικών καθεστώτων διαχείρισης, τα οφέλη που εξασφάλισε στις παράκτιες κοινότητες η σχετική σταθερότητα πρέπει να παραμείνουν στις κοινότητες αυτές,

Λ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στόλος της αλιείας μικρής κλίμακας και οι περιοχές που εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αλιεία χρειάζονται διαφορετική μεταχείριση και μεγαλύτερη κοινωνικοοικονομική υποστήριξη στο πλαίσιο της νέας ΚΑλΠ,

ΛΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γυναίκες, παρά τη χαμηλή εκπροσώπησή τους στον επί μέρους τομέα της αλίευσης, είναι μια σημαντική ομάδα λόγω του θεμελιώδους ρόλου που διαδραματίζουν σε τομείς που σχετίζονται άμεσα με την ΚΑλΠ, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η υδατοκαλλιέργεια, η μεταποίηση, η εμπορία, η έρευνα, η διαχείριση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, η κατάρτιση και η ασφάλεια στη θάλασσα,

ΛΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως έχει ήδη αναγνωριστεί στο γεωργικό τομέα, και στον τομέα της αλιείας οι γυναίκες είναι θύματα ανισοτήτων, που μεταφράζονται σε χαμηλότερους μισθούς (ή ακόμη και καθόλου μισθούς), χαμηλότερες παροχές κοινωνικής ασφάλισης ή ακόμη και εμπόδια, σε ορισμένες περιπτώσεις, στην πλήρη συμμετοχή τους στα διοικητικά όργανα, σε ορισμένες κοινότητες ή ενώσεις,

ΛΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προϊόντα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας συνιστούν σημαντική και αυξανόμενη πηγή πρωτεϊνών υψηλής ποιότητας και υγιεινών λιπαρών ουσιών που είναι απαραίτητες για τις διατροφικές ανάγκες της ΕΕ,

ΛΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο στόλος και ο αλιευτικός τομέας της Ένωσης αποτελούν πηγή τροφίμων ανωτέρας ποιότητας και διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο για την απασχόληση, την κοινωνική συνοχή και τη δυναμική των παράκτιων, περιφερειακών και εξόχως απόκεντρων και νησιωτικών περιοχών της ΕΕ,

ΛΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εμπορία αλιευτικών προϊόντων που διαθέτουν πιστοποίηση από αναγνωρισμένο φορέα, από το στάδιο της αλίευσής τους, τη διαδικασία πάχυνσης ή μεταποίησης (ανάλογα με τη βιομηχανία), έως την πώλησή τους, θα πρέπει να βασίζεται σε κριτήρια περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και να συμβάλλει στην αύξηση της ευαισθητοποίησης τόσο των παραγωγών όσο και των καταναλωτών υπέρ της στήριξης της βιώσιμης αλιείας,

ΛΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο FAO έχει πραγματοποιήσει σημαντικό έργο στον τομέα της οικολογικής σήμανσης των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, καθώς και ότι το Μάρτιο 2005 η επιτροπή αλιείας του FAO εκπόνησε κατευθυντήριες γραμμές για το θέμα αυτό τις οποίες θα πρέπει να λάβει υπόψη η Επιτροπή,

ΛΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης σε μια συγκεκριμένη περιοχή θα πρέπει να ενισχύσει την αλληλεπίδραση μεταξύ των στοιχείων του φυσικού και ανθρώπινου περιβάλλοντος και να προαγάγει την ποιότητα ζωής στις παράκτιες κοινότητες· λαμβάνοντας υπόψη ότι μια πολιτική για την αλιεία θα πρέπει να έχει ως αφετηρία την υπόθεση της αλληλεξάρτησης μεταξύ της ευημερίας των εν λόγω κοινοτήτων και της βιωσιμότητας των οικοσυστημάτων, των οποίων αποτελούν αναπόσπαστο μέρος,

ΛΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι στόλοι της αλιείας μικρής κλίμακας και οι στόλοι πιο εμπορικού και βιομηχανικού χαρακτήρα παρουσιάζουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά και προβλήματα που δεν μπορούν να ενταχθούν σε ένα ενιαίο μοντέλο και για το λόγο αυτό χρειάζονται διαφορετική μεταχείριση,

ΛΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι σήμερα είναι κοινώς αποδεκτό ότι υπάρχουν αρκετά εργαλεία που επιτρέπουν μια διαφορετική προσέγγιση της διαχείρισης της αλιείας τα οποία μπορούν να συμπληρώσουν επωφελώς τα ισχύοντα συστήματα και να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ενωσιακή διαχείριση του τομέα,

Μ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη θεσπίσει τα δικά τους καθεστώτα, όπως πιστωτικά συστήματα διατήρησης, που αποσκοπούν στην ενθάρρυνση θετικών καινοτομιών στον κλάδο, και δεδομένου ότι τέτοιου είδους ενέργειες που λαμβάνονται σε επίπεδο κράτους μέλους μπορούν να προσαρμοστούν ώστε να λάβουν υπόψη τις τοπικές συνθήκες, σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς,

ΜΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο προβληματισμός σχετικά με τα μοντέλα διαχείρισης της αλιείας θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο πολύ προσεκτικής εξέτασης, όπου θα λαμβάνονται υπόψη οι διαφορετικές οικονομικές, κοινωνικές και αλιευτικές πραγματικότητες μεταξύ των κρατών μελών, με παράλληλο σεβασμό του ρόλου της επικουρικότητας, ενόψει μιας ισόρροπης συνολικής διαχείρισης των πόρων και της προώθησης της αναλογικής πρόσβασης των διάφορων στόλων,

ΜΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η δραστηριότητα του κλάδου της αλιείας επικεντρώνεται κυρίως σε περιφέρειες με εύθραυστη οικονομία - στην πλειοψηφία τους περιοχές του στόχου 1 - και ότι η κρίση του τομέα έχει βαθιά επίδραση στο επίπεδο οικονομικής και κοινωνικής συνοχής σε αυτές τις περιφέρειες,

ΜΓ.

λαμβάνοντας ότι η αξία των θαλασσίων αποθεμάτων στις ζώνες απαγόρευσης έχει αναγνωριστεί ευρέως ως αποτελεσματικό εργαλείο για την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και την εξασφάλιση ωφελειών από τη διαχείριση των αλιευμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι η δημιουργία και προστασία τους πληροί ορισμένες ελάχιστες προδιαγραφές,

ΜΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη στρατηγική σημασία του τομέα της υδατοκαλλιέργειας και στη ν ανάπτυξή του σε επίπεδο Ένωσης, τόσο από κοινωνικο-οικονομική και περιβαλλοντική άποψη όσο και από πλευράς επισιτιστικής ασφάλειας· λαμβάνοντας υπόψη ότι, ωστόσο, ο κλάδος πρέπει να αποτρέψει την πρόκληση ζημίας στο τοπικό θαλάσσιο περιβάλλον ή την εξάντληση των αγρίων ιχθυαποθεμάτων, ιδίως όσον αφορά τα μικρά πελαγικά είδη που αλιεύονται για να χρησιμοποιηθούν ως τροφή για πολλά είδη υδατοκαλλιέργειας,

ΜΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δραστηριότητες αλιείας οστρακοειδών αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του τομέα και είναι πολύ σημαντικές σε ορισμένες παράκτιες ζώνες και ότι, στην περίπτωση της συλλογής οστρακοειδών χωρίς τη χρησιμοποίηση σκάφους, οι δραστηριότητες αυτές εκτελούνται γενικότερα από γυναίκες, και πρέπει να ενσωματωθούν πλήρως στον τομέα της νέας ΚΑλΠ,

ΜΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΕ πρέπει να συντονίσει την αναπτυξιακή της πολιτική και την ΚΑλΠ, διαθέτοντας περισσότερα υλικά, ανθρώπινα, τεχνικά και δημοσιονομικά μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής αναπτυξιακής συνεργασίας με τρίτες χώρες στον τομέα της αλιείας,

ΜΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περιφερειακές ενώσεις διαχείρισης της αλιείας (ΠΟΔΑ) και οι αλιευτικές συμφωνίες εταιρικής σχέσης πρέπει να διαδραματίζουν ολοένα σημαντικότερο ρόλο στην αξιοποίηση και τη βιώσιμη ανάπτυξη των αλιευτικών πόρων, τόσο στα ύδατα της Ένωσης όσο και στα διεθνή, μολονότι ορισμένες πρόσφατες ανασκοπήσεις της απόδοσης που διενεργήθηκαν από τις ΠΟΔΑ εντόπισαν σοβαρές αδυναμίες στη λειτουργία τους, με αποτέλεσμα η Γενική Συνέλευση των ΗΕ να ζητήσει τη λήψη επειγόντων μέτρων για τη βελτίωση της απόδοσής τους,

ΜΗ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα περιφερειακά όργανα διαχείρισης πρέπει να διαδραματίζουν ζωτικό και σημαντικό ρόλο στην αξιοποίηση και τη βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στα χωρικά ύδατα της Ένωσης, επιτρέποντας τη λήψη των αποφάσεων διαχείρισης σε καταλληλότερο επίπεδο με τη συμμετοχή των αντίστοιχων εμπλεκομένων,

ΜΘ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η εξωτερική πολιτική της ΚΑλΠ είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ο εφοδιασμός της βιομηχανίας και των καταναλωτών δεδομένου ότι περισσότερο από το ένα τρίτο της παραγωγής της Ένωσης προέρχεται από διεθνείς ιχθυότοπους και ύδατα που ανήκουν στις αλιευτικές ζώνες τρίτων χωρών,

Ν.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η παράνομη, λαθραία και άναρχη (ΠΛΑ) αλιεία συνιστά μια από τις σοβαρότερες απειλές κατά της βιώσιμης εκμετάλλευσης των έμβιων υδρόβιων πόρων και θέτει σε κίνδυνο τα ίδια τα θεμέλια της κοινής αλιευτικής πολιτικής καθώς και τις διεθνείς προσπάθειες για την προώθηση μιας καλύτερης διακυβέρνησης των ωκεανών, και ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2009, περί θεσπίσεως κοινοτικού συστήματος ελέγχου που πρόκειται να εφαρμοστεί σύντομα, έχει ως στόχο να διευκολύνει περαιτέρω τη δραστηριότητα εποπτείας και συντονισμού,

ΝΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το 60 % των ιχθύων που καταναλώνονται εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλιεύονται εκτός των χωρικών υδάτων της, και το ύψος του ποσοστού αυτού οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η ΚΑλΠ απέτυχε να διατηρήσει τα αναγκαία επίπεδα ιχθυαποθεμάτων για την κάλυψη της ζήτησης από πλευράς πολιτών της ΕΕ,

ΝΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή έχει ήδη αναγνωρίσει την είσοδο στην αγορά της Ένωσης προϊόντων που δεν πληρούν τις ελάχιστες διαστάσεις που ορίζει η ΕΕ, κυρίως λόγω της μη εφαρμογής των προδιαγραφών εμπορίας στα κατεψυγμένα προϊόντα,

ΝΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μεγάλο μέρος των θέσεων εργασίας στον αλιευτικό τομέα καλύπτεται προς το παρόν από εργατικό δυναμικό που προέρχεται από τρίτες χώρες δεδομένου ότι προσελκύει όλο και λιγότερο τους νέους της Ένωσης,

ΝΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ραγδαία μείωση των τιμών των περισσότερων αλιευτικών ειδών στα τελευταία χρόνια είχε πολύ δυσμενή επίπτωση στα έσοδα των παραγωγών και, ταυτόχρονα, οι παραγωγοί αυτοί αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος παραγωγής που δεν μπορούν να συμπεριλάβουν στην τιμή της αρχικής πώλησης,

ΝΕ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει σημειωθεί μετατροπή των διαρθρώσεων της αγοράς αλιευτικών προϊόντων και η μετάβαση από μια κατάσταση αποδεκτής ισορροπίας μεταξύ παραγωγών και αγοραστών σε μια άλλη κατάσταση που μπορεί να θεωρείται ολοένα περισσότερο ως ολιγοπώλιο από τους τελευταίους λόγω της συγκέντρωσης των αλυσίδων διανομής και αγοράς,

ΝΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλές από τις εξαγωγές τρίτων χωρών δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα ανταγωνιστικότητας στον ενωσιακό τομέα δεδομένου ότι δεν τηρούν τα πρότυπα και τα συστήματα ελέγχου που ισχύουν για τους παραγωγούς και καταναλωτές της Ένωσης με την αύξηση που συνεπάγονται στο κόστος παραγωγής των παραγωγών της Ένωσης,

ΝΖ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, μακροπρόθεσμα, αυτή η κατάσταση της πτώσης των τιμών δεν ευνοεί ούτε τους καταναλωτές,

Γενικεσ πτυχεσ

1.

εκφράζει την ικανοποίησή του για την πρωτοβουλία της Επιτροπής να παρουσιάσει την ανά χείρας Πράσινη Βίβλο, πρωτοβουλία που σηματοδοτεί διαδικασία διαβούλευσης και εκτεταμένης συζήτηση σχετικά με τους περιορισμούς και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ισχύουσα ΚΑλΠ, εν όψει της επείγουσας και ριζικής αναμόρφωσής της, και ευελπιστεί επίσης ότι θα ληφθούν υπόψη και οι θέσεις των ενδιαφερομένων·

2.

θεωρεί ότι η τρέχουσα μεταρρύθμιση έχει ζωτική σημασία για το μέλλον της ευρωπαϊκής αλιευτικής βιομηχανίας και ότι τυχόν αποτυχία υιοθέτησης και εφαρμογής ριζικής μεταρρύθμισης ενδεχομένως να οδηγήσει σε μια κατάσταση που, κατά την επόμενη μεταρρύθμιση, να έχουν εξαφανιστεί τόσο οι ιχθείς όσο και ο αλιευτικός κλάδος·

3.

συμφωνεί με την Πράσινη Βίβλο ότι η οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα προϋποθέτουν παραγωγικά αλιευτικά αποθέματα και λειτουργικά θαλάσσια οικοσυστήματα, καθιστώντας την οικολογική βιωσιμότητα βασική προϋπόθεση για το οικονομικό και κοινωνικό μέλλον της ευρωπαϊκής αλιείας·

4.

επιδοκιμάζει επίσης τις βασικές αρχές που όρισε η Επιτροπή για αποτελεσματική και επιτυχημένη μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ, ιδίως την ανάγκη να δοθεί μεγαλύτερη ευθύνη στον τομέα, η οποία θα βασίζεται στην θέσπιση όρων που θα ευνοούν την εφαρμογή ορθών πρακτικών αλιείας, την προσαρμογή και την μακροπρόθεσμη πρόβλεψη προτύπων διαχείρισης της αλιείας, ώστε να δημιουργηθούν εργαλεία που θα συμπληρώνουν και θα βελτιώνουν το παραδοσιακό ενιαίο σύστημα των ΤΑC και των ποσοστώσεων που ισχύουν επί του παρόντος και, τέλος, θα επιλύουν το πρόβλημα της πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας του στόλου·

5.

επιδοκιμάζει την ανάλυση της Επιτροπής για τις πέντε διαρθρωτικές αδυναμίες της υφιστάμενης αλιευτικής πολιτικής και συμμερίζεται την εκτίμηση ότι ειδικότερα πέντε παράμετροι πρέπει να είναι στο επίκεντρο της μεταρρύθμισης, και συγκεκριμένα: το βαθιά ριζωμένο πρόβλημα της πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας του στόλου· ασαφείς πολιτικοί στόχοι που οδηγούν σε ανεπαρκείς προσανατολισμούς όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων και την εφαρμογή· ένα σύστημα λήψης αποφάσεων που ενθαρρύνει την βραχυπρόθεσμη προσέγγιση· ένα πλαίσιο που δεν εκχωρεί επαρκή ευθύνη στον κλάδο· και έλλειψη πολιτικής βούλησης για εξασφάλιση της συμμόρφωσης παράλληλα με ελλιπή συμμόρφωση του κλάδου·

6.

χαιρετίζει την αναγνώριση της ανάγκης να εφαρμοσθεί ένα πιο απλουστευμένο πλαίσιο προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι δράσεις που θα υιοθετηθούν θα παράγουν βέλτιστα αποτελέσματα, και υπογραμμίζει κατά συνέπεια τη σημασία έντασης των προσπαθειών προς αυτήν την κατεύθυνση·

7.

επαναλαμβάνει ότι ο κύριος στόχος της ΚΑλΠ πρέπει να είναι η διασφάλιση του μέλλοντος τόσο των αλιευτικών πόρων όσο και των αλιέων, εξασφαλίζοντας την ανάκτηση των πληθυσμών των ιχθύων και την αποκατάσταση της οικονομικής βιωσιμότητας του τομέα·

8.

επαναλαμβάνει ότι η ΚΑλΠ οφείλει να εξασφαλίσει την μακροπρόθεσμη αειφορία των αλιειών για να είναι σε θέση η εν λόγω βιομηχανία να συμβάλει στην διασφάλιση της κοινωνικοοικονομικής βιωσιμότητας των παράκτιων κοινοτήτων, εις τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ο εφοδιασμός του πληθυσμού σε αλιεύματα, η επισιτιστική κυριαρχία και ασφάλεια, η διατήρηση των θέσεων εργασίας και η βελτίωση των συνθηκών ζωής των αλιέων καθώς και η βιώσιμη ανάπτυξη των παράκτιων περιοχών που εξαρτώνται περισσότερο από την αλιεία·

9.

πιστεύει ότι η διαχείριση της αλιείας πρέπει να σχεδιαστεί κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί τον αντίκτυπο των αλιευτικών δραστηριοτήτων σε συναφή και εξαρτώμενα είδη και ότι πριν από τη λήψη σημαντικών αποφάσεων πρέπει να προηγείται η αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως συμβαίνει στους περισσότερους άλλους κλάδους·

10.

τονίζει η ισχύουσα ΚΑλΠ αποτελεί μια από τις πιο ολοκληρωμένες πολιτικές της Ένωσης, που παρέχει στην Ένωση ευρείες αρμοδιότητες και συνεπώς και ευθύνες για τη διαχείριση και διατήρηση των θαλάσσιων πόρων και ζητεί την μεγαλύτερη ανάμειξη των ενδιαφερομένων·

11.

τονίζει ότι παρά την ριζική αναμόρφωση του 2002, η ΚΑλΠ, 27 έτη μετά τη δημιουργία της, είναι αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα σε ορισμένους τομείς αλίευσης, που χαρακτηρίζονται γενικά από την υπεραλίευση, την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα σε ορισμένα τμήματα του στόλου, η οποία θα πρέπει να ορισθεί με σαφήνεια, την έλλειψη ενεργειακής απόδοσης και την σπατάλη, την ανυπαρξία αξιόπιστης έρευνας όσον αφορά τα αλιευτικά αποθέματα· και στα προβλήματα αυτά προστίθενται άλλοι παράγοντες, όπως η οικονομική και κοινωνική ύφεση που παρατηρείται σήμερα στον τομέα, η παγκοσμιοποίηση της αγοράς αλιευτικών προϊόντων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας, οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και η σταδιακή εξάντληση των αποθεμάτων που οφείλεται στην κακή κατάσταση υγείας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων·

12.

θεωρεί ότι κάθε αλιευτική πολιτική θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της μια πλειάδα διαστάσεων –κοινωνικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών– που απαιτούν ολοκληρωμένη και ισόρροπη προσέγγιση, ασύμβατη με μια θεώρηση που τις ιεραρχεί σύμφωνα με έναν a priori ορισμό προτεραιοτήτων·

13.

τονίζει ότι η διασφάλιση της βιωσιμότητας της αλιείας που είναι ένας στρατηγικός τομέας και των αλιευτικών κοινοτήτων καθώς και η διατήρηση της βιωσιμότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων δεν αποτελούν ασυμβίβαστους στόχους·

14.

πιστεύει ότι προβλήματα όπως η υπεραλίευση, η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα, οι υπερεπενδύσεις και η σπατάλη δεν πρέπει να θεωρούνται ενδεικτικά ή καθολικά αλλά μάλλον ότι αφορούν συγκεκριμένους στόλους και αλιείες, και πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά τρόπο που θα αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες αυτές·

15.

τονίζει ότι το Κοινοβούλιο έχει επιστήσει την προσοχή, σε προηγούμενες κοινοβουλευτικές περιόδους, στο γεγονός ότι οι κανόνες της ΚΑλΠ δεν τηρούνται επαρκώς από όλους τους φορείς και έχει επανειλημμένως ζητήσει από τα αρμόδια θεσμικά όργανα στο πλαίσιο της ΕΕ και από όλα τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τους ελέγχους, να εναρμονίσουν τα κριτήρια ελέγχων και κυρώσεων καθώς και των συστημάτων αναφοράς των αλιευμάτων, να εξασφαλίσουν τη διαφάνεια των αποτελεσμάτων των επιθεωρήσεων και να ενισχύσουν τα συστήματα εποπτείας της Ένωσης προκειμένου να δημιουργηθεί μια κουλτούρα συμμόρφωσης με τη συμμετοχή των κύριων συντελεστών στους οποίους θα ανατεθούν μεγαλύτερες ευθύνες·

16.

διαπιστώνει ότι ο νέος κανονισμός ελέγχου περιλαμβάνει σειρά μέτρων τα οποία επιδέχονται κριτική όσον αφορά την επιτυχία και την αποδοτικότητά τους στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΑλΠ·

17.

επισημαίνει ότι πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΚΑλΠ απορρέουν από την αδυναμία εφαρμογής των αρχών της χρηστής διακυβέρνησης·

18.

τονίζει ότι, με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας, το Κοινοβούλιο έχει παύσει να είναι απλώς όργανο διαβούλευσης και θα καταστεί συν-νομοθέτης και στον τομέα της αλιείας, μοιραζόμενο την εξουσία λήψεως αποφάσεων με το Συμβούλιο, εκτός από το ζήτημα του καθορισμού των συνολικών επιτρεπόμενων αλιευμάτων (TAC) και των ποσοστώσεων·

19.

τονίζει ότι οι ΠΟΔΑ και οι αλιευτικές συμφωνίες αλιευτικής σύμπραξης πρέπει να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στη διακυβέρνηση και την εφαρμογή των ορθών αλιευτικών πρακτικών στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους και στους τομείς εφαρμογής τους και ότι η θέση της ΕΕ θα πρέπει να είναι η προαγωγή των υψηλότερων δυνατών προτύπων προστασίας και διαχείρισης της αλιείας·

20.

θεωρεί ότι πρέπει να δημιουργηθούν περιφερειακά όργανα διαχείρισης εντός των υδάτων της ΕΕ, όπου θα συμμετέχουν τα κράτη μέλη και οι αντίστοιχοι εμπλεκόμενοι φορείς, τα οποία θα παίζουν κομβικό ρόλο στη διαχείριση και την εφαρμογή ορθών πρακτικών αλιείας εντός των αντίστοιχων περιοχών δικαιοδοσίας της ΕΕ·

21.

τονίζει ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης της ΚΑλΠ πρέπει να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2011, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι θα ληφθεί δεόντως υπόψη κατά τις συζητήσεις σχετικά με το προσεχές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, και ότι θα εφαρμοσθεί πλήρως η αναθεωρημένη ΚΑλΠ·

22.

επισημαίνει ότι η επιστημονική γνώση και η εφαρμοσμένη έρευνα των αναγκών του τομέα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την ελαχιστοποίηση του αρνητικού αντίκτυπου επί των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και ότι θα πρέπει να θεσπισθεί και να τελειοποιηθεί σταδιακά μια πολιτική διατήρησης και βιώσιμης διαχείρισης των αλιευτικών πόρων, με την ανάμειξη και τη συμμετοχή ερευνητών από το χώρο των συνεταιρισμών ως παρατηρητών και εκπροσώπων των περιφερειακών γνωμοδοτικών συμβουλίων ως πλήρων μελών· τονίζει περαιτέρω ότι η τυχόν έλλειψη επακριβών επιστημονικών δεδομένων για την αλιεία και τα θαλάσσια οικοσυστήματα δεν θα πρέπει να εμποδίσει την έγκριση της αρχής της προφύλαξης στα πλαίσια της νέας κοινής αλιευτικής πολιτικής·

23.

επισημαίνει ότι κάθε διαδικασία αλλαγής των μοντέλων διαχείρισης της αλιείας, όσο πολύπλοκη και αν είναι και όσα προβλήματα, ιδίως νομικής φύσεως, μπορούν να προκύψουν κατ’ αυτή, δεν είναι αδύνατη, πράγμα το οποίο αποδεικνύεται και από την επιτυχημένη εφαρμογή άλλων μοντέλων διαχείρισης σε άλλα μέρη του κόσμου· καλεί την Επιτροπή να εξετάσει προσεκτικά εάν μπορούν να εισαχθούν νέα μοντέλα διαχείρισης ώστε να συμπληρώσουν τα υφιστάμενα μοντέλα διαχείρισης των αλιειών·

24.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι παρά τα μέτρα παροπλισμού που ελήφθηκαν, η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα του στόλου παραμένει σοβαρό πρόβλημα και εξακολουθούν να υπάρχουν τμήματα του ευρωπαϊκού στόλου, ιδίως της αλιείας μικρής κλίμακας, τα οποία δεν έχουν ανανεωθεί επαρκώς και εξακολουθούν να υπάρχουν σκάφη απαρχαιωμένα ή παμπάλαια που πρέπει να εκσυγχρονισθούν ή να αντικατασταθούν ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια επί του πλοίου και λιγότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις χωρίς να αυξάνεται η αλιευτική ικανότητα·

25.

τονίζει τη σπουδαιότητα των συνδικαλιστικών οργανώσεων των αλιέων, των οργανώσεων παραγωγών και άλλων ενώσεων του τομέα για την ομαλή λειτουργία και την ανάπτυξη του τομέα·

26.

επισημαίνει ότι η επιτυχία της αειφόρου υδατοκαλλιέργειας θα εξαρτηθεί από την παρουσία ενός ευνοϊκού για τις επιχειρήσεις περιβάλλοντος, τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο, και από το εάν τα κράτη μέλη και οι περιφερειακές αρχές θα μπορούν να βασίζονται σε κοινοτικό πλαίσιο κατάλληλο για την αρμονική ανάπτυξη του τομέα και την αξιοποίηση όλου του δυναμικού του για τη δημιουργία πλούτου και απασχόλησης, το οποίο θα δίδει προτεραιότητα στους αλιείς οι δραστηριότητες των οποίων είναι σε ύφεση·

27.

τονίζει ότι η δημογραφική αύξηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι μελλοντικές διευρύνσεις της ΕΕ, καθώς και οι παράγοντες της κλιματικής αλλαγής, μπορούν να έχουν βαρύ αντίκτυπο στην παρούσα διάρθρωση της διαχείρισης αλιευτικών προϊόντων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας·

28.

διαπιστώνει με έκπληξη ότι στην Πράσινη Βίβλο δεν μνημονεύεται ο κομβικός ρόλος των αλιευτικών λιμένων στον αλιευτικό τομέα, δεδομένου ότι οι λιμένες αποτελούν σημαντικό παράγοντα όσον αφορά την εκφόρτωση ιχθύων στην ξηρά και τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης και διανομής· ζητεί, κατά συνέπεια, από την Επιτροπή να αναδείξει τον ρόλο των λιμένων στον αλιευτικό τομέα, ενόψει των εξελίξεων που δημιούργησαν την ανάγκη αναβάθμισης των υποδομών· θεωρεί, περαιτέρω, ότι τα αλιευτικά λιμάνια της Ευρώπης θα είναι σε θέση να συμβάλουν στο μέλλον στην ανάπτυξη και την καθιέρωση συστημάτων πιστοποίησης καθώς και καλύτερης ιχνηλασιμότητας των αλιευμάτων·

29.

τονίζει ότι η πλήρης ενσωμάτωση των γυναικών στις δραστηριότητες του τομέα με ισότιμα δικαιώματα και τις ίδιες συνθήκες που ισχύουν για τους άνδρες, συνιστά θεμελιώδη στόχο που πρέπει να αντικατοπτρίζεται σε όλες τις σχεδιαζόμενες πολιτικές και τα μέτρα που λαμβάνονται για τον τομέα·

30.

επαναλαμβάνει ότι η αλιεία αποτελεί ζωτικής σημασίας δραστηριότητα κι όχι μόνο σε επίπεδο διατροφής, αλλά και από κοινωνική, ψυχαγωγική και πολιτιστική άποψη, και ότι σε πολλές παράκτιες περιοχές της Ευρώπης αποτελεί το κύριο - και, σε ορισμένες περιπτώσεις, το μοναδικό - μέσο προσπορισμού των προς το ζην για μεγάλο αριθμό οικογενειών που εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από αυτήν ενώ συγχρόνως συμβάλλει στην ενεργοποίηση των παράκτιων περιοχών και στην ενότητα του κοινωνικοοικονομικού ιστού στις παράκτιες περιοχές, σε συνδυασμό με άλλες θαλάσσιες δραστηριότητες·

31.

θεωρεί απαραίτητο να εκτιμάται και να γίνεται σεβαστός ο ρόλος της γυναίκας στην αλιεία και στη βιώσιμη ανάπτυξη των αλιευτικών ζωνών· καλεί τα κράτη μέλη να λάβουν τα μέτρα που απαιτούνται για να επωφελούνται οι συνεισφέρουσες σύζυγοι από ένα επίπεδο προστασίας τουλάχιστον ισότιμο με εκείνο των αυτόνομων εργαζομένων, υπό τις ίδιες συνθήκες που ισχύουν για τους τελευταίους, συμπεριλαμβανομένης και της πρόσβασης στο επάγγελμα καθώς και στο δικαίωμα αλιείας· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να συνεργαστούν με στόχο την προώθηση και την ενσωμάτωση της αρχής της ισότητας ευκαιριών στα διάφορα στάδια εφαρμογής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αλιείας (και συγκεκριμένα στα στάδια σχεδιασμού, εφαρμογής, παρακολούθησης και αξιολόγησης), σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1198/2006·

32.

προτρέπει την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι οι πλέον ευάλωτες ομάδες στον αλιευτικό τομέα, ιδίως οι εργαζόμενες γυναίκες, οι γυναίκες αλιείς και συλλέκτριες οστρακοειδών, να μην υφίστανται δυσμενείς διακρίσεις κατά την εκχώρηση δικαιωμάτων πρόσβασης σε πόρους, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή τους στα περιφερειακά γνωμοδοτικά συμβούλια (ΠΓΣ)·

33.

υποστηρίζει ότι στα μελλοντικά χρηματοδοτικά συνοδευτικά μέτρα θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι στόχοι της νέας ΚΑλΠ· θεωρεί επ’ αυτού ότι οι προς διαπραγμάτευση οικονομικοί πόροι στο πλαίσιο του νέου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 πρέπει να περιλαμβάνουν αυξημένο προϋπολογισμό για την ΚΑλΠ, ο οποίος θα δημιουργήσει τις οικονομικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για την πλήρη υλοποίηση και πρακτική εξέλιξη των μεταρρυθμιστικών κατευθυντήριων γραμμών που έχουν εγκριθεί· επιμένει στο ότι μία Κοινή Αλιευτική Πολιτική προϋποθέτει δίκαια ενωσιακή χρηματοδότηση με σκοπό την εξασφάλιση μιας εκμετάλλευσης των υδάτινων πόρων που θα εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα σε επίπεδο οικονομικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό· απορρίπτει κάθε απόπειρα επανεθνικοποίησης των δαπανών της ΚΑλΠ·

34.

θεωρεί ότι οι αλλεπάλληλες μειώσεις της ενωσιακής στήριξης για τον τομέα που προβλέπονται από το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2007-2013, ιδίως δε η μείωση των πιστώσεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας και την κοινή οργάνωση αγοράς, αποτελούν έναν από τους παράγοντες που οδήγησαν στην επιδείνωση της κρίσης στον τομέα·

35.

τονίζει ότι θα πρέπει να διατηρηθεί η αρχή της σύγκλισης στην κατανομή των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής, του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου συμπεριλαμβανομένου, σύμφωνα με την αρχή της αλληλεγγύης και της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής·

36.

θεωρεί απαραίτητη την καθιέρωση μεταβατικής περιόδου προκειμένου η μεταρρύθμιση αυτή της ΚΑλΠ να μπορέσει να εναρμονισθεί δεόντως με το ισχύον πλαίσιο αυτής της κοινής πολιτικής·

Ειδικεσ πτυχεσ

Προστασία και διατήρηση των πόρων και επιστημονικές γνώσεις

37.

εκτιμά ότι οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η ΚΑλΠ να αντιστρέψει τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες που απορρέουν από τη μείωση των αλιευτικών δυνατοτήτων καθώς και από τα υψηλά επίπεδα ρύπανσης και τον μεγαλύτερο διεθνή ανταγωνισμό πρέπει να είναι συμβατές με την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του τομέα·

38.

υποστηρίζει την υιοθέτηση μιας προσέγγισης διαχείρισης της ΚΑλΠ με βάση το οικοσύστημα, προσέγγιση που πρέπει να αποτελέσει κοινή μέριμνα σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται όταν έχουν αντίκτυπο στο θαλάσσιο περιβάλλον, να δίδεται δε ιδιαίτερη έμφαση στην ολοκληρωμένη διαχείριση της παράκτιας ζώνης, όπου συγκεντρώνονται σύνθετα οικοσυστήματα με εξαιρετικά ευαίσθητη οικολογική ισορροπία όπως: περιβαλλοντικά, οικονομικά, κοινωνικά συμφέροντα και συμφέροντα που σχετίζονται με την αναψυχή και τον πολιτισμό· ζητεί, προς τούτο, από την Επιτροπή να διασφαλίσει ώστε η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ να περιλαμβάνει τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και να προβλέπει επαρκή χρηματοδότηση κατά την εφαρμογή των μέτρων αυτών·

39.

υποστηρίζει ότι η μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ πρέπει να συνεχίσει να σέβεται την αρχή της προφύλαξης που ορίζεται στον Κώδικα Δεοντολογίας για υπεύθυνη αλιευτική δραστηριότητα καθώς και στη Συμφωνία της Νέας Υόρκης, έτσι ώστε να μην τεθεί ποτέ σε κίνδυνο η επιβίωση και/ή η αειφορία των ειδών·

40.

πιστεύει ότι θα πρέπει πάντοτε να δίδεται προτεραιότητα πρόσβασης στα ιχθυαποθέματα στις τοπικές αλιευτικές κοινότητες, μολονότι τα δικαιώματα πρόσβασης πρέπει να βασίζοντα σε ενημερωμένα κριτήρια και όχι πλέον αποκλειστικά στο κριτήριο των ιστορικών αλιεύσεων και ότι θα πρέπει σταδιακά να εισαχθούν και περιβαλλοντικά και κοινωνικά κριτήρια προκειμένου να καθοριστούν αυτοί που έχουν δικαίωμα αλιείας, και ότι αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν την επιλεκτικότητα των αλιευτικών εργαλείων και τα συνεπακόλουθα παρεμπίπτοντα αλιεύματα και τις απορρίψεις, τη διαταραχή του θαλάσσιου οικοσυστήματος, τη συμβολή στην τοπική οικονομία, την κατανάλωση ενέργειας και τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακος, την ποιότητα του τελικού προϊόντος, την προβλεπόμενη απασχόληση, και τη συμμόρφωση προς τους κανόνες της ΚΑλΠ, ενώ προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην αλιεία που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση· έχει την πεποίθηση ότι η χρήση τέτοιου είδους κριτηρίων θα μπορούσε να ενισχύσει μια δυναμική που θα οδηγούσε στη βελτίωση των αλιευτικών πρακτικών και σε μια πιο βιώσιμη από περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική σκοπιά αλιευτική βιομηχανία·

41.

θεωρεί ότι τα ιστορικά δικαιώματα προστατεύονταν στο παρελθόν από την αρχή της σχετικής σταθερότητας που επικρατούσε και εκτιμά ότι οποιοδήποτε νέο σύστημα διαχείρισης οφείλει να διατηρήσει τα οφέλη που απολάμβαναν οι παράκτιες περιοχές από την σχετική σταθερότητα·

42.

πιστεύει ότι η απόρριψη ιχθύων αποτελεί μη βιώσιμη αλιευτική πρακτική που θα πρέπει σταδιακά να καταργηθεί, και ότι αυτό πρέπει να υλοποιηθεί με την παροχή θετικών κινήτρων και, όπου αυτό είναι απαραίτητο, αντικινήτρων, προκειμένου οι αλιείς να βελτιώσουν την επιλεκτικότητά τους· θεωρεί ότι εάν τα κίνητρα δεν μειώσουν επαρκώς τις απορρίψεις εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, θα πρέπει τότε να εφαρμοσθεί μια απαγόρευση των απορρίψεων·

43.

υποστηρίζει ότι η προαναφερθείσα μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του κλάδου, η υιοθέτηση μιας προσέγγισης για το οικοσύστημα, η εφαρμογή της αρχής της πρόληψης και η επιλογή των κατάλληλων αλιευτικών μεθόδων μπορούν να επιτευχθούν μόνο στο πλαίσιο μιας αποκεντρωμένης αλιευτικής πολιτικής, στην οποία οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με βάση το τι είναι σκοπιμότερο για καταστάσεις που αφορούν εξατομικευμένους αλιευτικούς πόρους και θαλάσσιες περιοχές·

44.

θεωρεί απαραίτητο να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των παράκτιων περιοχών υψηλής περιβαλλοντικής ευαισθησίας (κύριων τόπων αναπαραγωγής και ανάπτυξης των βιολογικών πόρων)·

45.

προτρέπει την Επιτροπή, κατά την εφαρμογή των μέτρων που έχουν θεσπιστεί για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, να αξιολογήσει τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να προκληθούν στην αλιεία και το θαλάσσιο περιβάλλον·

46.

υποστηρίζει ότι πρέπει να γίνει σύγκριση μεταξύ της κατάστασης του συνόλου του στόλου και του συνόλου των διαθέσιμων προς αλίευση αλιευτικούς πόρους, προκειμένου να καθοριστούν οι περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχει μια ισορροπία μεταξύ της κατάστασης του στόλου και των αλιευτικών πόρων και ποιοι πρέπει να περιοριστούν και κατά πόσο, όπως ορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

47.

επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν, όπως αναφέρει ο νέος κανονισμός περί ελέγχου που εγκρίθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2009 (κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 55, παράγραφος 1) «εξασφαλίζουν ότι η ερασιτεχνική αλιεία στην επικράτειά τους και στα ενωσιακά ύδατα διεξάγεται κατά τρόπο συμβατό με τους στόχους και τους κανόνες της κοινής αλιευτικής πολιτικής»·

48.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει τις κοινωνικές επιπτώσεις και τη σοβαρή ζημία που προκαλούν στην αλιεία ορισμένοι θηρευτές ιχθύων, όπως οι πληθυσμοί των υπερμεγεθών φωκιών και τον κορμοράνων·

49.

επιμένει στην ανάγκη μεγαλύτερων επενδύσεων, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, στην εφαρμοσμένη έρευνα και την επιστημονική γνώση στον αλιευτικό τομέα, προκειμένου να ενθαρρυνθεί η συλλογική έρευνα οργανώσεων, οι οποίες τα τελευταία χρόνια έχουν αποκομίσει πείρα και εμπειρογνωμοσύνη καθώς και στην ανάγκη για αποτελεσματικότερη συμμετοχή του αλιευτικού τομέα στους θεματικούς τομείς που καλύπτονται από τα προγράμματα πλαίσιο για την προώθηση της έρευνας· τονίζει ότι είναι αναγκαίο να υπάρξει συντονισμός της έρευνας και της γνώσης στον τομέα της αλιείας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο· πιστεύει έχει ζωτική σημασία να περιοριστούν οι αβεβαιότητες στις επιστημονικές αξιολογήσεις και να παραχθούν τα κατάλληλα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα που θα ενσωματωθούν στις αξιολογήσεις· είναι της γνώμης ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί η ενσωμάτωση στις αξιολογήσεις πληροφοριών εκ μέρους των εμπλεκόμενων φορέων· τονίζει ότι η νέα προσέγγιση με βάση το οικοσύστημα συνεπάγεται πολυτομεακή έρευνα·

50.

υπογραμμίζει ότι η επιστημονική έρευνα για την αλιεία αποτελεί απαραίτητο εργαλείο για τη διαχείριση της αλιείας, αναγκαίο για τον εντοπισμό των παραγόντων που επηρεάζουν την εξέλιξη των αλιευτικών πόρων, την ποιοτική αξιολόγησή τους και την ανάπτυξη προτύπων που επιτρέπουν την πρόβλεψη της εξέλιξής τους, καθώς και για τη βελτίωση των αλιευτικών μέσων, των σκαφών, των συνθηκών εργασίας και της ασφάλειας των αλιέων, σε συνδυασμό με τις γνώσεις και την εμπειρία των τελευταίων·

51.

επισημαίνει ότι στην επιστημονική έρευνα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές συνιστώσες της αλιευτικής δραστηριότητας· θεωρεί αναγκαία την αξιολόγηση του αντικτύπου των διαφορετικών συστημάτων/μέσων διαχείρισης της αλιείας στην απασχόληση και στο εισόδημα των αλιευτικών κοινοτήτων·

52.

τονίζει την ανάγκη παροχής κατάλληλων συνθηκών εργασία και αξιοπρεπών δικαιωμάτων και μισθολογικών συνθηκών στους ερευνητές και τεχνικούς εμπειρογνώμονες που εμπλέκονται στην επιστημονική έρευνα για την αλιεία·

53.

τάσσεται υπέρ της αυξημένης χρήσης των τεχνολογιών της πληροφορίας που σχετίζονται με τον τομέα, καθώς και της μηχανοργάνωσης των συστημάτων συλλογής και μεταφοράς των δεδομένων, σε επίπεδο τόσο περιφερειακής όσο και εθνικής διοίκησης, όπως και για τους επαγγελματίες και τις οργανώσεις παραγωγών, προκειμένου να καταστεί δυνατή η μεγαλύτερη πρόσβαση στην πληροφόρηση και η διαφάνεια της πληροφόρησης·

54.

υποστηρίζει ότι η χρήση των νέων τεχνολογιών (για τους σκοπούς της εποπτείας και του ελέγχου της αλιείας) σε υποχρεωτική βάση στα αλιευτικά σκάφη πρέπει να γίνει βαθμιαία και με την πρόβλεψη μεταβατικής περιόδου, για να διευκολυνθεί η προσαρμογή του τομέα·

55.

αναγνωρίζει ότι τόσο τα στοχευόμενα όσο και τα μη στοχευόμενα είδη όπως, ψάρια, καρχαρίες, χελώνες, θαλασσοπούλια και θαλάσσια θηλαστικά, είναι ευαίσθητα όντα και καλεί την Επιτροπή να στηρίξει την ανάπτυξη μεθόδων σύλληψης και σφαγής που περιορίζουν την περιττή ταλαιπωρία των ειδών της θαλάσσιας άγριας πανίδας·

Αποδοτικότητα της δραστηριότητας και επαγγελματική αξιοποίηση

56.

τονίζει ότι κατά τη μεταρρύθμιση της ΚΑλΠ πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η ΕΕ έχει αποφασίσει ότι η εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων πρέπει να υπόκειται σε διαχείριση μέσω του στόχου της μεγίστης βιώσιμης απόδοσης, η οποία θεωρείται μάλλον το ανώτατο όριο του επιπέδου εκμετάλλευσης και όχι στόχος, αλλά τονίζει ότι τούτο πρέπει να συνδυαστεί με πολυτομεακή προσέγγιση που θα λαμβάνει υπόψη την πραγματική κατάσταση όλων των ειδών που συμπεριλαμβάνονται στην αλιεία, αποφεύγοντας τη σημερινή προσέγγιση της εφαρμογής της μέγιστης βιώσιμης απόδοσης για κάθε απόθεμα· είναι της άποψης ότι θα ήταν φρόνιμο ο στόχος αυτός να εφαρμοστεί με επιχειρησιακό τρόπο, να βασιστεί σε επιστημονικά δεδομένα και να μετρηθούν οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις που αυτός συνεπάγεται·

57.

υπογραμμίζει την μεγάλη σημασία που έχει η οικονομική και πολιτική ενίσχυση της συνεργασίας αλιέων και ερευνητών ούτως ώστε οι συστάσεις των τελευταίων να βασίζονται στις συνθήκες που επικρατούν πραγματικά στην θάλασσα και να μπορούν να εφαρμόζονται στην πράξη χωρίς χρονοτριβή·

58.

υπογραμμίζει τη σημασία του αλιευτικού τομέα για την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση, την απασχόληση και την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στις εξόχως απόκεντρες περιφέρειες της Ένωσης (ΕΑΠ)· οι ΕΑΠ υστερούν από κοινωνικοοικονομικής σκοπιάς, λόγω του απόμακρου και νησιωτικού χαρακτήρα τους, του μικρού τους μεγέθους, της δύσκολης μορφολογίας και του κλίματός τους, της οικονομικής τους εξάρτησης από μικρό αριθμό προϊόντων, ιδιαίτερα αλιευτικών προϊόντων, τις περιορισμένες τους αγορές και τη διττή τους φύση (ως περιφερειών της Ένωσης και, ταυτόχρονα, ως εδαφών που ευρίσκονται σε περιβάλλον αναπτυσσόμενων χωρών)· θεωρεί ότι τα χαρακτηριστικά αυτά δικαιολογούν, σε ορισμένους τομείς της ΚΑλΠ μια θετική διάκριση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη στήριξη για τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση των στόλων·

59.

ζητεί επίμονα από την Επιτροπή να αναγνωρίσει τις ιδιαιτερότητες και τις διαφορές μεταξύ των ΕΑΠ και των απομακρυσμένων νησιωτικών κοινοτήτων των οποίων η οικονομική επιβίωση εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την αλιεία, και να προωθήσει τα κατάλληλα μέτρα στήριξης για την βιολογική και κοινωνική βιωσιμότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων στις περιοχές αυτές·

60.

υποστηρίζει τον μόνιμο χαρακτήρα του POSEI-Αλιεία (πρόγραμμα αντιστάθμισης του επιπλέον κόστους που προκύπτει κατά τη διάθεση στο εμπόριο συγκεκριμένων αλιευτικών προϊόντων από εξόχως απόκεντρες περιφέρειες), αντίστοιχα με αυτό που ισχύει για το ΡΟSEI-Γεωργία· θεωρεί, ως εκ τούτου, ότι το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει να παραμείνει μόνιμα σε ισχύ, δεδομένου ότι η κατάσταση των εξόχως απόκεντρων περιφερειών είναι μόνιμη·

61.

υποστηρίζει ότι είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν διεπαγγελματικοί όμιλοι στον τομέα της αλιείας, στους οποίους θα συμμετέχουν οι πλοιοκτήτες, οι εργαζόμενοι, οι ασχολούμενοι με την μεταποίηση, οι μεσάζοντες, κλπ. για την προώθηση του διαλόγου των διαφόρων παραγόντων του τομέα από την αρχική ως την τελική φάση·

62.

ζητεί επίμονα από την Επιτροπή τη δημιουργία ειδικών ενωσιακών προγραμμάτων στήριξης της παράκτιας αλιείας και της αλιείας μικρής κλίμακας, και της αλίευσης οστρακοειδών, δραστηριοτήτων που γενικά ασκούνται από μικρομεσαίες επιχειρηματικές μονάδες, ώστε να βοηθηθούν να ξεπεράσουν τα παραδοσιακά διαρθρωτικά προβλήματά τους, επωφελούμενες από τις ευκαιρίες που τους προσφέρει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας, πολλά από τα μέτρα του οποίου απευθύνονται αποκλειστικά στις μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις βοηθώντας τις, ιδίως, να έχουν καλύτερη πρόσβαση στις αγορές και να αυξάνουν την αξία των προϊόντων τους·

63.

ζητεί επίμονα από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προαγάγουν την κατάλληλη κατάρτιση των αλιέων και των πλοιάρχων, η οποία θα περιλαμβάνει υποχρεωτικούς εκπαιδευτικούς κύκλους όσον αφορά τις «βέλτιστες αλιευτικές πρακτικές» και τις βάσεις της θαλάσσιας οικολογίας για εκείνους που χρειάζονται επαγγελματικά τυπικά προσόντα, κατάρτιση που θα αξιοποιεί τα διπλώματα, θα δώσει γόητρο στο επάγγελμα, θα προσελκύσει πιο ευπροσάρμοστα νέα άτομα, ικανά για μεγαλύτερη επαγγελματική κινητικότητα, που θα αντιμετωπίζουν τον τομέα με μια πιο επιχειρηματική συμπεριφορά και θα ενσωματώσουν στον τομέα όλα τα τεχνικά, επιστημονικά και πολιτιστικά στοιχεία που χρειάζονται ώστε να αλλάξει η ευρέως διαδομένη αντίληψη για την αλιεία ως περιφερειακής δραστηριότητας·

64.

υπογραμμίζει ότι η απόκτηση επαγγελματικών προσόντων αποτελεί καίριο παράγοντα για τη βελτίωση τόσο της παραγωγικότητας όσο και των αμοιβών· υπενθυμίζει ότι οι ειδικευμένες θέσεις εργασίας αποτελούν γνώρισμα των τεχνολογικά προηγμένων επιχειρήσεων, πράγμα που σημαίνει υψηλότερες αμοιβές, καλύτερη γνώση (και, άρα, περισσότερες πιθανότητες σεβασμού) των κανόνων, καθώς και καλύτερη κατανόηση, και σεβασμό, των αλληλεπιδράσεων μεταξύ αλιευτικής δραστηριότητας και οικοσυστημάτων·

65.

θεωρεί απαραίτητο να εξασφαλισθεί για όλους τους αλιείς και συλλέκτες οστρακοειδών, άνδρες ή γυναίκες, η δυνατότητα πρόσβασης στα χρηματοδοτικά μέσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να τους αναγνωρισθεί το ίδιο καθεστώς σε όλα τα κράτη μέλη, ούτως ώστε να τους παρέχεται κάλυψη κοινωνικής ασφάλισης και προστασία εντός του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας του εκάστοτε κράτους μέλους· ζητεί να ορισθεί στρατηγική οικονομικής στήριξης στους επαγγελματίες του αλιευτικού τομέα, οι οποίοι ενδεχομένως αντιμετωπίσουν ύφεση της δραστηριότητας ή χάσουν την απασχόλησή τους, λόγω της προσαρμογής των δυνατοτήτων αλίευσης στη διαθεσιμότητα των αλιευτικών αποθεμάτων ή λόγω σχεδίων αποκατάστασης των αποθεμάτων·

66.

καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν, στο πλαίσιο των εργατικών νομοθεσιών τους, συλλογικές συμβάσεις τις οποίες θα πρέπει να αποδεχθούν οι ευρωπαϊκοί στόλοι προκειμένου να βελτιώσουν τους όρους εργασίας και την ασφάλειά τους·

67.

θεωρεί απαραίτητη τη μεγαλύτερη συμμετοχή των παραγωγών στην αλυσίδα εμπορίας των νωπών ιχθύων και λοιπών αλιευτικών προϊόντων και τη μείωση του αριθμού των μεσαζόντων στην αλυσίδα καθώς και να διευκολυνθεί, σταδιακά, η συμμετοχή των οργανώσεων παραγωγών και άλλων ενδιαφερομένων στη διαχείριση της αλιείας και την εμπορία των αλιευτικών προϊόντων, προκειμένου ο υπο-τομέας των αλιευμάτων να καταστεί όσο το δυνατό περισσότερο αποδοτικός καθώς και να ενθαρρυνθούν και να στηριχθούν όλες οι δραστηριότητες άμεσης πώλησης και εμπορίας που πραγματοποιεί ο παραγωγός, οι οποίες μπορούν να περιορίσουν την αλυσίδα·

68.

καλεί την Επιτροπή να βελτιώσει την παροχή πληροφοριών στους καταναλωτές σχετικά με την προέλευση και την ποιότητα των αλιευτικών προϊόντων και να εκπονήσει ειδικό πρόγραμμα οικολογικής σήμανσης για την ενίσχυση της εικόνας των αλιευτικών προϊόντων και την προαγωγή της υγείας των καταναλωτών, μέσω αυστηρών ελέγχων και απαιτήσεων ανιχνευσιμότητας, από την στιγμή της απόκτησης της πρώτης ύλης μέχρι την στιγμή της εμπορίας του τελικού προϊόντος, τόσο του νωπού, όσο και του κατεργασμένου προϊόντος, από αλιευτική δραστηριότητα ή υδατοκαλλιέργεια·

69.

επαναλαμβάνει ότι είναι ανάγκη να εξασφαλισθεί η αυστηρή εφαρμογή των μέτρων ελέγχου και πιστοποίησης των αλιευτικών προϊόντων και των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης, των εισαγωγών συμπεριλαμβανομένων, για να διασφαλίζεται η ταυτότητά τους και το γεγονός ότι προέρχονται από τη βιώσιμη αλιεία και, ενδεχομένως, ότι έχουν υποστεί την κατάλληλη επεξεργασία· επισημαίνει επίσης την ανάγκη να εξασφαλισθεί η ανιχνευσιμότητα των εισαγόμενων προϊόντων και ότι πληρούν τις υγειονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικές προδιαγραφές που επιβάλλονται στις παραγωγές της Ένωσης, ώστε να υπάρχει ίση μεταχείριση στην αγορά της Ένωσης·

Πρότυπα διαχείρισης: αποκέντρωση, δημοκρατική ευθύνη και έλεγχος

70.

επισημαίνει ότι πρώτο και κύριο έργο της διαχείρισης της αλιείας, ως δραστηριότητας που εκμεταλλεύεται πόρους με δυνατότητα αυτοανανέωσης, είναι ο έλεγχος (άμεσος ή έμμεσος) του συνόλου της αλιευτικής προσπάθειας, κατά τρόπον ώστε να επιτυγχάνεται ο στόχος του εφοδιασμού του πληθυσμού σε νωπούς ιχθείς σε ένα πλαίσιο βιωσιμότητας των πόρων·

71.

θεωρεί απαραίτητο να χαραχθεί μία πολιτική πλαισίωση που θα εγγυάται ένα σύστημα λήψεως μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων αποφάσεων, εφαρμόζοντας διαφορετικά επιχειρησιακά προγράμματα ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, της αλιείας και αυτές των διαφόρων ευρωπαϊκών στόλων και βιομηχανιών·

72.

φρονεί ότι, αν και οι μακροπρόθεσμοι στρατηγικοί στόχοι μπορούν να διατυπώνονται σε επίπεδο ΕΕ, οι πραγματικές αρμοδιότητες για την εκπόνηση και εφαρμογή των εκάστοτε επιχειρησιακών προγραμμάτων πρέπει να ανατίθενται σε κράτη μέλη και περιφερειακούς οργανισμούς, με τα ευρωπαϊκά όργανα να αναλαμβάνουν να διασφαλίζουν ότι εκπληρώνονται οι καίριοι στόχοι·

73.

εκτιμά ότι μακροπρόθεσμα σχέδια διαχείρισης και αποκατάστασης πρέπει να εκπονούνται για όλους τους τύπους αλιείας και/ή για όλες τις γεωγραφικές αλιευτικές περιοχές· ζητεί να βασίζονται αυτά τα σχέδια στην αρχή της προφύλαξης, να στηρίζονται σε επιστημονικές γνωμοδοτήσεις, και να συμμορφώνονται με κριτήρια που διασφαλίζουν με συνέπεια μια οικοσυστημική προσέγγιση· πιστεύει ότι τα σχέδια θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά ούτως ώστε, εάν κριθεί απαραίτητο, να μπορούν να προσαρμοσθούν σε τυχόν νέες περιστάσεις·

74.

εκτιμά ότι τα σχέδια διαχείρισης και αποκατάστασης πρέπει να έχουν αξιολογηθεί επιστημονικά και να έχουν δοκιμαστεί αυστηρά, σε περιβάλλον προσομοίωσης, ούτως ώστε να είναι αυξημένες οι πιθανότητες να επιτύχουν τους στόχους τους παρά τις εγγενείς αβεβαιότητες που διακρίνουν τις επιστημονικές μας γνώσεις ως προς το θαλάσσιο περιβάλλον και τα χαρακτηριστικά των αλιευτικών πόρων·

75.

παροτρύνει την Επιτροπή να εξετάσει όλους τους εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης της υπεραλίευσης καθώς και όλες τις δυνατότητες εκσυγχρονισμού ορισμένων τμημάτων του στόλου χωρίς αύξηση των αλιευτικών δυνατοτήτων·

76.

εκτιμά ότι μια αμεσότερη συμμετοχή του κλάδου της αλιείας στη διαμόρφωση και τη διαχείριση της κοινής αλιευτικής πολιτικής θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά τις απορρίψεις· θεωρεί επίσης ότι πρέπει να ενθαρρυνθούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι δοκιμές διαχείρισης με βάση τα αποτελέσματα· θεωρεί ότι αυτό θα απαιτήσει την αναθεώρηση του κανονισμού ελέγχου (κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 του Συμβουλίου), έστω και αν εγκρίθηκε τέλη του 2009·

77.

υποστηρίζει ότι το σύστημα διαχείρισης για τον αλιευτικό τομέα πρέπει να διακόψει την παραδοσιακή κάθετη προσέγγιση, (top-down), στοχεύοντας μάλλον στην αρχή της περιφερειακότητας και της επικουρικότητας (αποκέντρωση σε οριζόντιο επίπεδο), χωρίς αυτό να οδηγεί σε διακρίσεις μεταξύ των περιφερειών ή σε διαταραχή της κοινής εφαρμογής της αλιευτικής πολιτικής, στην αξιολόγηση της αρχής της σχετικής σταθερότητας και στο γεγονός ότι τα συμπεράσματα αυτής της αξιολόγησης απαιτούν την πιο ευέλικτη εφαρμογή της εν λόγω αρχής και τη συμμετοχή των επαγγελματιών του τομέα και άλλων ενδιαφερομένων· απορρίπτει απερίφραστα, δεδομένης της πολλαπλής ιδιαιτερότητας του ενωσιακού στόλου, οποιαδήποτε απόπειρα υιοθέτησης ενός ενιαίου ενωσιακού προτύπου διαχείρισης των αλιευμάτων, και ζητεί, αντίθετα, να ληφθούν δεόντως υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των ευρωπαϊκών θαλασσών· τονίζει, ωστόσο ότι είναι απαραίτητο να μην διακυβευθεί η ισότητα των ευκαιριών μεταξύ των παραγωγών στην ευρωπαϊκή αγορά ούτε η εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού·

78.

παροτρύνει την Επιτροπή να εργαστεί για να δημιουργηθεί ένα χωριστό, σαφώς οριοθετημένο και φιλελεύθερο, απλοποιημένο και απαλλαγμένο από τη γραφειοκρατία μοντέλο διαχείρισης παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας, με τα ευρωπαϊκά όργανα να καθορίζουν τους ευρύτερους στόχους που θα πρέπει να επιτυγχάνονται από τα κράτη μέλη βάσει της στρατηγικής που ορίζει το καθένα από αυτά·

79.

αναγνωρίζει τις δυνατότητες που προσφέρουν η αυτοδιαχείριση και η περιφερειοποίηση προκειμένου για την δημιουργία κλίματος συμμόρφωσης·

80.

πιστεύει ότι η ανάμειξη των ενδιαφερόμενων φορέων στον σχεδιασμό και στην διαχείριση των πολιτικών διαχείρισης της αλιείας μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα αποτελεσματικότερα μέτρα διαχείρισης και υποστηρίζει συνεπώς ότι οποιαδήποτε χρήσιμη καινοτομία απαντάται σε επίπεδο προσώπων, τοπικών κοινοτήτων ή κρατών μελών πρέπει να αναγνωρίζεται, να ενθαρρύνεται και να αναδεικνύεται σε κίνητρο ανάληψης πρωτοβουλιών·

81.

θεωρεί σημαντικό να διεξαχθεί μία ευρύτερη συζήτηση και μελέτη σχετικά με ενδεχόμενη αποκέντρωση της ΚΑλΠ με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων φορέων σε θεσμικό και τομεακό επίπεδο·

82.

ζητεί επίμονα από την Επιτροπή να εξετάσει λεπτομερώς τη δυνατότητα έγκρισης νέων προτύπων διαχείρισης της αλιείας, συμπληρωματικών στο σύστημα των ΤΑC και των ποσοστώσεων, εκτός από τις περιπτώσεις που το σύστημα αυτό εξακολουθεί να είναι το κατάλληλο, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές θα διευκολύνουν την εισαγωγή της πολιτικής για μηδενισμό των απορρίψεων και την πιο ευέλικτη προσαρμογή του στόλου στην σημερινή κατάσταση των αποθεμάτων και την κατανομή τους μέσα στην ποικιλομορφία τους· παροτρύνει την Επιτροπή να διερευνήσει ποιες τυχόν αλλαγές πρέπει να πραγματοποιηθούν βάσει της αρχής της σχετικής σταθερότητας και ιδίως με ποιο τρόπο θα δοθεί προνομιακό μερίδιο από τους αλιευτικούς πόρους σε εκείνες τις παράκτιες κοινότητες που εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αλιεία και, εάν ναι, ποιες πρέπει να είναι αυτές οι αλλαγές·

83.

πιστεύει ότι ένα σύστημα διαχείρισης που θα βασίζεται στην αλιευτική προσπάθεια θα επιτρέψει την ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής πολιτικής μηδενισμού των απορρίψεων και την απλούστευση των ισχυουσών διοικητικών και ελεγκτικών διαδικασιών, που σήμερα είναι υπερβολικά χρονοβόρες και δαπανηρές, τόσο για τον αλιευτικό τομέα, όσο και για τις διοικήσεις των κρατών μελών·

84.

θεωρεί ανάρμοστη την ενιαία μέτρηση της αλιευτικής προσπάθειας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ποικιλομορφία των αλιευτικών στόλων και των αλιευτικών μέσων· θεωρεί ότι στον έλεγχο της αλιευτικής προσπάθειας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα διάφορα είδη, οι διάφοροι τύποι αλιευτικών μέσων και ο εκτιμώμενος αντίκτυπος των αλιευμάτων επί των αποθεμάτων του κάθε είδους·

85.

πιστεύει ότι κάθε τροποποίηση του προτύπου διαχείρισης θα πρέπει να περιλαμβάνει μεταβατική περίοδο αποκλειστικής εφαρμογής στο εσωτερικό κάθε κράτους μέλους, ώστε να αποφεύγονται οι απότομες αλλαγές και να αξιολογούνται τα αποτελέσματά τους πριν η εφαρμογή τους επεκταθεί σε ολόκληρη την Ένωση·

86.

πιστεύει επίσης ότι οποιοδήποτε νέο πρότυπο διαχείρισης θα πρέπει να έχει ως αφετηρία τις σημερινές ρυθμίσεις που βασίζονται στη σχετική σταθερότητα, θεωρεί όμως ότι, στο μέλλον, η ΚΑλΠ θα πρέπει αναπόφευκτα να αναγνωρίσει τη σημερινή πραγματικότητα της χρήσης των αλιευτικών ποσοστώσεων, προσδίδοντας έτσι στο σύστημα επαρκή ευελιξία ώστε να μην παρεμποδίζει πλέον την οικονομική αποδοτικότητα και την κερδοφορία των επενδύσεων·

87.

θεωρεί ότι όσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή των ενδιαφερομένων, όσο σαφέστεροι είναι οι στόχοι και όσο πιο σημαντική είναι η οικονομική και κοινωνική ενίσχυση των πληττομένων, τόσο περισσότερο κατανοητά και αποδεκτά θα γίνουν τα διάφορα μέσα διαχείρισης των αλιευτικών πόρων και τόσο καλύτερη θα είναι η εφαρμογή τους· επιμένει ως προς την ανάγκη εφαρμογής μηχανισμών επιδότησης ή αποζημίωσης προς τους αλιείς που έχουν πληγεί από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις των πολυετών σχεδίων ανασύστασης των πόρων και διαχείρισης, καθώς και των μέτρων για την προστασία των οικοσυστημάτων·

88.

θεωρεί ότι τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια, καθώς και άλλοι ενδιαφερόμενοι φορείς και οι αξιολογήσεις της Κοινοτικής Υπηρεσίας Ελέγχου της Αλιείας, θα πρέπει να διαδραματίσουν πιο ενεργό ρόλο, τόσο στη διαδικασία μεταρρύθμισης της ΚΑλΠ όσο και μετά από αυτήν, και ότι στα όργανα αυτά θα πρέπει να δοθούν τα απαραίτητα υλικοτεχνικά και δημοσιονομικά μέσα για την πλήρη και αποτελεσματικότερη άσκηση των ανανεωμένων αρμοδιοτήτων τους που αναφέρεται σε παλαιότερα ψηφίσματα του Κοινοβουλίου, όπως π.χ. το προαναφερθέν ψήφισμα της 24ης Απριλίου 2009·

89.

τάσσεται υπέρ ενός ισχυρότερου περιφερειακού στοιχείου στη λήψη αποφάσεων που θα λαμβάνει δεόντως υπόψη τις περιφερειακές ιδιαιτερότητες των οικοσυστημάτων και των φυσικών συνθηκών παραγωγής, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να ενισχυθούν σε σταθερή βάση τα περιφερειακά γνωμοδοτικά συμβούλια·

90.

υπογραμμίζει τη σημασία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ελέγχου και Εποπτείας της Αλιείας στο πλαίσιο της μεταρρυθμισμένης ΚΑλΠ και επιβεβαιώνει την ανάγκη να εξασφαλιστεί εναρμόνιση και αντικειμενικότητα του ελέγχου της αλιείας και να εφαρμοστεί ένα ενιαίο και δίκαιο σύστημα διατάξεων και κυρώσεων, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την εμπιστοσύνη των πλοικτητών και των αλιέων στην θεμελιώδη αρχή της ισότητας μεταχείρισης·

91.

κρίνει ότι η πολιτική της ΚΑλΠ για τον έλεγχο θα πρέπει να καλύπτει τα εξής:

αμεσότερο έλεγχο εκ μέρους της Επιτροπής, με τη μέγιστη δυνατή εκμετάλλευση των δυνατοτήτων που προσφέρει η θέσπιση του Οργανισμού για τον Έλεγχο της Αλιείας,

απλούστευση της νομοθεσίας, με την έγκριση των κανόνων που θα βοηθήσουν περισσότερο στην επίτευξη των στόχων,

εφαρμογή της αρχής ότι ο παραβάτης θα πρέπει να αποκαταστήσει τη ζημία που προκάλεσε στους άλλους φορείς, και

μια διαδικασία λήψης αποφάσεων από τη βάση προς την κορυφή, που θα διευκολύνει την εφαρμογή του συστήματος ελέγχου·

92.

υποστηρίζει την προαγωγή της πολιτικής δημοκρατικής ευθύνης στο πλαίσιο της οποίας τα κράτη μέλη που δεν θα έχουν τιμήσει τις δεσμεύσεις τους στον τομέα του ελέγχου και της διατήρησης δεν θα μπορούν να επωφελούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία και τις άλλες ενισχύσεις της Ένωσης υπό τους όρους που θέτει το άρθρο 95 του νέου κανονισμού ελέγχου· εκτιμά ότι είναι ουσιαστικής σημασίας ο επιδέξιος αναπροσανατολισμός της χρηματοδότησης της αλιείας τόσο από την ΕΕ όσο και από τα κράτη μέλη προς εκείνες τις δράσεις και ενέργειες μόνο που βασίζονται σε βιώσιμες από περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική άποψη αλιευτικές δραστηριότητες·

93.

υποστηρίζει ότι η ΠΛΑ αλιεία αποτελεί μορφή παράνομου ανταγωνισμού λίαν επιζήμιου για όλους τους ευρωπαίους αλιείς, που τηρούν την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία, καθώς και για τους αλιείς τρίτων χωρών, που ασκούν τη δραστηριότητά τους κατά τρόπο υπεύθυνο·

94.

υπενθυμίζει ότι η ΠΛΑ αλιεία διαταράσσει την ορθή λειτουργία της αγοράς αλιευτικών προϊόντων και απειλεί την ισορροπία των οικοσυστημάτων·

95.

ενθαρρύνει την ΕΕ να αποδεχθεί την ευθύνη της ως του μεγαλύτερου παγκόσμιου εισαγωγέα ιχθύων και της μεγαλύτερης παγκόσμιας αγοράς και να αναλάβει πρωταρχικό ρόλο στην επίλυση του παγκόσμιου προβλήματος της παράνομης αλιείας, χρησιμοποιώντας όλες τις ευκαιρίες που της παρουσιάζονται και να θέσει το θέμα της καταπολέμησης της ΠΛΑ αλιείας στην κορυφή της διεθνούς ημερήσιας διάταξης, λόγω των σοβαρών περιβαλλοντικών ζημιών που προκαλεί, συμπεριλαμβανομένης της εξασθένισης της αντοχής των θαλάσσιων οικοσυστημάτων στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, και της απειλής που αποτελεί για την επισιτιστική ασφάλεια·

Διαχείριση των αλιευτικών στόλων της Ένωσης

96.

υπογραμμίζει ότι στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΑλΠ θα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις που θα εξασφαλίζουν μια ευσταθή και διαρκή ισορροπία μεταξύ των αλιευτικών πόρων και της αλιευτικής ικανότητας του στόλου·

97.

επαναλαμβάνει ότι είναι πολύ σημαντικό να προσαρμοσθεί η αλιευτική ικανότητα του στόλου στους διαθέσιμους πόρους, συνεχίζει να πιστεύει όμως ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκφράσουν ποσοτικά τα πραγματικά πλεονάσματα αλιευτικών ικανοτήτων και να προσδιορίσουν τους στόλους εκείνους που έχουν υπερβολικό μέγεθος σε σχέση με τις σημερινές αλιευτικές δυνατότητες·

98.

υποστηρίζει τη διαφορετική μεταχείριση τμημάτων της αλιείας ανοικτής θάλασσας και εκείνων που έχουν εμπορική διάρθρωση και παραγωγική ικανότητα που εξομοιώνεται περισσότερο με άλλες οικονομικές δραστηριότητες, καθώς και για την αλιεία πιο παραδοσιακού χαρακτήρα, που συνδέεται περισσότερο με παράκτιες περιοχές και συγκεκριμένες αγορές, με μικρότερο όγκο παραγωγής ανά μονάδα και διαφορετικές διαρθρώσεις κόστους και απασχόλησης·

99.

υποστηρίζει τη διατύπωση νέου ορισμού της αλιείας μικρής κλίμακας και της βιομηχανικής αλιείας και των ελαστικότερων κριτηρίων στα οποία πρέπει να βασίζεται αυτός ο νέος ορισμός για να εξασφαλιστεί η καλύτερη προσαρμογή στη διαφορετική πραγματικότητα της ενωσιακής αλιείας· ζητεί, για το λόγο αυτό, από την Επιτροπή να προβεί σε εξαντλητική και αυστηρή απογραφή των χαρακτηριστικών και της κατανομής του υφισταμένου στόλου της Ένωσης, σταθμίζοντας καλώς τα κριτήρια για τους δύο ορισμούς, ούτως ώστε να μην μπορεί να γίνεται διάκριση μεταξύ παρεμφερών στόλων ή μεταξύ στόλων διαφορετικών κρατών μελών που αναπτύσσουν δραστηριότητες στα ίδια ύδατα·

100.

καλεί την Επιτροπή να ορίσει με σαφήνεια την πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα· θεωρεί αναγκαίο να διαπιστωθούν οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η πλεονάζουσα αλιευτική ικανότητα και ειδικότερα οι οικονομικές κινητήριες δυνάμεις της αλιευτικής ικανότητας, καθώς επίσης να διερευνηθούν ενδεχόμενες διασυνδέσεις της με την πολιτική στον τομέα των αγορών, λαμβάνοντας υπόψη ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις οι δυνάμεις της αγοράς μπορούν να αποτελέσουν κομβικό κριτήριο που θα πρέπει να συνεκτιμηθεί· πιστεύει ότι τα κριτήρια για τον ορισμό του στόλου της Ένωσης θα πρέπει να επεκτείνονται πέραν των απλουστευτικών αριθμητικών παραμέτρων αλλά να ενσωματώνουν διαφοροποιημένους παράγοντες στάθμισης για κάθε περιοχή, οι οποίοι θα προσφέρουν ένα ενιαίο και ευέλικτο μοντέλο ικανό να ανταποκρίνεται δίκαια στην ποικιλία του στόλου της Ένωσης·

101.

εκτιμά ότι το σημερινό Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας και τα μελλοντικά διαρθρωτικά ταμεία για τον αλιευτικό τομέα πρέπει να συνεχίσουν να στηρίζουν την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό των στόλων, κυρίως δε για την παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας και την ερασιτεχνική αλιεία, εφόσον η στήριξη αυτή υπακούει σε κριτήρια ασφάλειας (ελαχιστοποίηση των εργατικών ατυχημάτων), υγιεινής και άνεσης, καθώς επίσης προστασίας του περιβάλλοντος, οικονομίας καυσίμων και άλλα που δεν συνεπάγονται αύξηση της αλιευτικής ικανότητας των εν λόγω στόλων·

102.

φρονεί ότι η πολιτική στήριξης των αλιευτικών στόλων πρέπει να λαμβάνει υπόψη αξιολογικά κριτήρια όπως: ανάπτυξη ορθών πρακτικών αλιείας «φιλικών προς το περιβάλλον», σεβασμό προς το πνεύμα τήρησης του νόμου και εφαρμογή συστημάτων οργάνωσης (ενώσεις παραγωγών)·

103.

υποστηρίζει τη δημιουργία ενός Ταμείου Διαλύσεων, που θα επιλύσει γρήγορα και αποτελεσματικά το πρόβλημα της υπερβάλλουσας αλιευτικής ικανότητας, βάσει κανόνων σχεδιασμένων κατά τρόπον ώστε η χρήση του να μην μπορεί να εμποδιστεί από τα κράτη μέλη·

104.

πιστεύει ότι, μακροπρόθεσμα, ο αλιευτικός στόλος θα πρέπει να είναι σε θέση να αυτοχρηματοδοτείται και να διατηρεί την ανταγωνιστικότητά του σε μια ελεύθερη αγορά αλιευτικών προϊόντων, επαναλαμβάνει όμως ότι αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα μόνο στο πλαίσιο μιας ΚΑλΠ της οποίας το σύστημα διαχείρισης της αλιείας θα διευκολύνει την κερδοφορία των επιχειρήσεων·

Υδατοκαλλιέργεια και μεταποιημένα προϊόντα

105.

είναι πεπεισμένο ότι μία ισχυρή, υψηλής ποιότητας και περιβαλλοντικά βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια δύναται να τονώσει την ανάπτυξη σε συναφείς τομείς και να συντελέσει στην ανάπτυξη των παράκτιων, υπεράκτιων και αγροτικών περιοχών με σημαντικά οφέλη επίσης για τους καταναλωτές, καθώς θα προσφέρει προϊόντα διατροφής υψηλής ποιότητας, υγιεινά και παραγόμενα με οικολογικές μεθόδους·

106.

εκτιμά ότι η προστασία και η ανταγωνιστικότητα της υδατοκαλλιέργειας της Ένωσης πρέπει να ενισχυθεί μέσω ισχυρής και συνεχούς στήριξης στην έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη, στην καλύτερη χωροταξία των παράκτιων ζωνών και των υδρογραφικών λεκανών, η οποία θα διευκολύνει την πρόσβαση στον χώρο και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες της υδατοκαλλιέργειας στην εμπορική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης· αναγνωρίζει τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι οργανώσεις παραγωγών (ΟΠ) που συστάθηκαν στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγοράς και παροτρύνει την Επιτροπή να ανταποκριθεί συγκεκριμένα στις εξειδικευμένες ανάγκες και απαιτήσεις του τομέα της υδατοκαλλιέργειας βάσει αυτών των κανόνων·

107.

εκτιμά ότι η βιώσιμη ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας απαιτεί εγκαταστάσεις και μεθόδους παραγωγής που θα σέβονται το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων βιώσιμων πόρων παραγωγής ζωοτροφών, ώστε να αποφεύγονται προβλήματα όπως ο ευτροφισμός των υδάτων και να προάγεται η παραγωγή προϊόντων υψηλότερης ποιότητας μέσω βελτιωμένων υγειονομικών προτύπων και της καθιέρωσης υψηλών προτύπων για την βιολογική υδατοκαλλιέργεια, και την προστασία και υγεία των ζώων, καθώς και υψηλό επίπεδο προστασίας του καταναλωτή· τονίζει επίσης τη σημασία να συμπεριληφθούν κίνητρα για την παραγωγή βιολογικής υδατοκαλλιέργειας και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των εκμεταλλεύσεων ιχθυοκαλλιέργειας·

108.

επιβεβαιώνει ότι η υδατοκαλλιέργεια αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ΚΑλΠ, που ασκεί συμπληρωματικό ρόλο για τον υποτομέα των αλιευμάτων, κυρίως όσον αφορά την διαθεσιμότητα προσφοράς τροφίμων, δυνατοτήτων απασχόλησης και ανασύστασης των αποθεμάτων, κυρίως δε των ειδών των οποίων γίνεται υπερεκμετάλλευση στο φυσικό περιβάλλον·

109.

υποστηρίζει τη στήριξη των επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες ιχθυοκαλλιέργειας, ιδίως δε σε εντατικά συστήματα με ανακύκλωση του νερού και υπεράκτια θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια και ιχθυοκαλλιέργεια γλυκών υδάτων, καθώς επίσης στην έρευνα για την καλλιέργεια νέων ειδών που παρουσιάζουν οικονομικό ενδιαφέρον και στις ζωοτροφές που παράγονται με μικρότερη επιβάρυνση για το περιβάλλον, με προτεραιότητα στην ενίσχυση των προσπαθειών βελτίωσης της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας· αναγνωρίζει το μεγάλης κλίμακας δυναμικό που ενυπάρχει στην υπεράκτια ιχθυοκαλλιέργεια και παροτρύνει την Επιτροπή να εξετάσει ειδικούς μηχανισμούς για την ενίσχυση της ανάπτυξης αυτού του είδους υπεράκτιας θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας·

110.

εκτιμά ότι είναι απαραίτητη η καθιέρωση κανόνων για την εφαρμογή καλών πρακτικών στις αγορές (ποιοτικός έλεγχος προϊόντων, προστασία καταναλωτών, τελωνειακοί δασμοί) και για έναν θεμιτό ανταγωνισμό με αλιευτικά προϊόντα προερχόμενα εκτός ΕΕ, εξαιρουμένων των προϊόντων που εμπίπτουν σε διατάξεις που περιέχονται σε συμφωνίες της ΕΕ με τρίτα μέρη·

111.

επιμένει ότι είναι απαραίτητο, σε περίπτωση βιολογικής παύσης των δραστηριοτήτων του στόλου για την ανασύσταση των αλιευτικών αποθεμάτων, να λαμβάνεται δεόντως υπόψη η κονσερβοβιομηχανία, εφόσον δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για τον εφοδιασμό σε είδη τα οποία καλύπτονται από τα εν λόγω μέτρα·

112.

καλεί την Επιτροπή να υποβάλει στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προτάσεις που θα υποστηρίζουν την αναζήτηση νέων ειδών υδατοκαλλιέργειας, ιδίως φυτοφάγων, υψηλής ποιότητας και προστιθεμένης αξίας, προωθώντας την έρευνα και την ανταλλαγή ορθών πρακτικών σε επίπεδο Ένωσης για ό,τι αφορά τα είδη αυτά και τις μεθόδους παραγωγής και εμπορίας τους, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η μέριμνα για το περιβάλλον και να καταστεί δυνατή η βελτίωση της ανταγωνιστικής θέσης έναντι άλλων καινοτόμων προϊόντων διατροφής·

113.

τονίζει τη σημασία παροχής χρηματοδότησης σε επιχειρήσεις υδατοκαλλιέργειας ανεξαρτήτως μεγέθους, με κύριο γνώμονα τη συμβολή τους στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της παράκτιας ζωής·

Αγορές και διάθεση των αλιευμάτων στο εμπόριο

114.

επισημαίνει τις διαμαρτυρίες του τομέα επειδή η μεταρρύθμιση της ΚΟΑ προϊόντων αλιείας και ιχθυοκαλλιέργειας συνδέθηκε με τη διαδικασία μεταρρύθμισης της ΚΑλΠ, αντίθετα με ό,τι συνέβη με την πολιτική ελέγχου της αλιείας, πράγμα που σημαίνει ότι οι παραγωγοί της Ένωσης θα πρέπει να περιμένουν μέχρι το 2013 για να αποκτήσουν ένα νέο πλαίσιο που θα τους επιτρέψει να πετύχουν μεγαλύτερη αποδοτικότητα στη δραστηριότητά τους· ελπίζει ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με το μέλλον της σημερινής ΚΟΑ θα παρουσιασθεί χωρίς άλλη καθυστέρηση·

115.

υποστηρίζει ότι είναι επείγουσα ανάγκη για μια φιλόδοξη αναθεώρηση της ΚΟΑ αλιευτικών προϊόντων, προκειμένου να αυξηθεί η συμβολή της στην εξασφάλιση των εισοδημάτων του τομέα, στη σταθερότητα των αγορών, τη βελτίωση της εμπορίας των αλιευτικών προϊόντων και την αύξηση της προστιθεμένης αξίας τους·

116.

υπογραμμίζει ότι είναι ανάγκη να δημιουργηθούν μηχανισμοί για την προώθηση της συγκέντρωσης της προσφοράς, κυρίως δε με τη συγκρότηση και την ενεργοποίηση οργανώσεων παραγωγών·

117.

ζητεί, επιπλέον, να εκπονηθεί μια μελέτη που θα αναλύει λεπτομερειακά την γενική κατάσταση όσον αφορά τη συγκέντρωση της ζήτησης στην αγορά αλιευτικών προϊόντων, ώστε να διαπιστωθεί αν υπάρχουν στρατηγικές αγοράς που παραβιάζουν τους κανόνες του ανταγωνισμού και έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών για την πλειοψηφία των εμπορευόμενων ειδών·

118.

θεωρεί απαραίτητο να δημιουργηθούν μηχανισμοί παρέμβασης στην αγορά, ιδίως δε στην αγορά αλιευτικών προϊόντων, όπου το επιλεγόμενο πρότυπο διαχείρισης θα στηρίζεται στην αρχή των μεταβιβάσιμων δικαιωμάτων αλιείας, ώστε να αποφεύγεται η πλέον του δέοντος συγκέντρωσή τους σε περιορισμένο αριθμό φορέων (ρήτρες διασφάλισης) πράγμα που, στο αυτό κράτος μέλος μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της αλιείας μικρής κλίμακας, ενώ σε διαφορετικά κράτη μέλη μπορεί, σε ορισμένα εξ αυτών, να θέσει σε κίνδυνο την αειφόρο ανάπτυξη του τομέα·

119.

ζητεί επίσης, στα μελλοντικά σχέδια αποκατάστασης και διαχείρισης, να αναλύσει η Επιτροπή την επίπτωση και τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει στην ευρωπαϊκή αγορά η μείωση των αλιεύσεων και η συνεπαγόμενη εισαγωγή υποκατάστατων από τρίτες χώρες για την αντιμετώπιση του ελλείψεων της αγοράς·

120.

επιμένει στην ανάγκη εξασφάλισης συνοχής μεταξύ της κοινής εμπορικής πολιτικής και των επιδιωκόμενων στο πλαίσιο της ΚΑλΠ στόχων, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο οι νέες παραχωρήσεις (πολυμερείς, περιφερειακές ή διμερείς) σε επίπεδο εξωτερικής προστασίας, δασμολογικής και μη, εκ μέρους της ΕΕ για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, να εξουδετερώσουν ή μειώσουν το αποτέλεσμα των προσπαθειών που κατεβλήθησαν για την εξασφάλιση επαρκώς κερδοφόρων αγορών για τα προϊόντα της Ένωσης·

121.

εκτιμά ότι πρέπει να γίνουν τα πάντα για να αποφευχθεί η επιβάρυνση της ήδη ισχυρής εξάρτησης της ΕΕ από τις εισαγωγές από τρίτες χώρες για τον εφοδιασμό της σε προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·

122.

υποστηρίζει ότι είναι απαραίτητο η ΕΕ να εξασφαλίσει την προώθηση των αλιευτικών προϊόντων της Ένωσης, όπως οι κονσέρβες και τα γεωργικά προϊόντα, στο εξωτερικό, κυρίως δε προωθώντας την πιστοποίησή τους και χρηματοδοτώντας την προβολή τους σε διεθνείς εμπορικές εκθέσεις·

Εξωτερικές σχέσεις

123.

πιστεύει ότι στόχοι που θα πρέπει να καθοδηγούν την εξωτερική δράση της ΚΑλΠ είναι η προάσπιση των αλιευτικών συμφερόντων της Ένωσης σύμφωνα με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ·

124.

υποστηρίζει την ενίσχυση της παρουσίας της Ένωσης στις Περιφερειακές Οργανώσεις Διαχείρισης της Αλιείας, στον FAO, στον ΟΗΕ και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς για την προώθηση της βιώσιμης διαχείρισης της διεθνούς αλιείας, την καταπολέμηση της παράνομης αλιείας και τη διασφάλιση μεγαλύτερης προστασίας των θαλασσίων οικοσυστημάτων καθώς και τη προστασία των μελλοντικών αλιευτικών δραστηριοτήτων·

125.

υποστηρίζει την ανάγκη δημιουργίας μηχανισμών προώθησης των αλιευτικών προϊόντων της Ένωσης που προέρχονται από περιβαλλοντικά βιώσιμους και κοινωνικά θεμιτούς πόρους εντός και εκτός της ΕΕ·

126.

επιμένει ότι, όπως ορίζεται στην Σύμβαση των ΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, η ΕΕ οφείλει να αποδεχθεί πρόσβαση σε ιχθυαποθέματα σε ύδατα τρίτων χωρών μόνον όταν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι υπάρχει πλεόνασμα που δεν μπορεί να αλιευθεί από τους αλιείς της τρίτης χώρας και ότι το πλεόνασμα αυτό μπορεί να αλιευθεί με αειφόρο τρόπο, τουλάχιστον σύμφωνα με τα πρότυπα που ισχύουν στην ΕΕ (επιλεξιμότητα εργαλείων, κλπ.)·

127.

υποστηρίζει ότι θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μια γενική αξιολόγηση των νέων αλιευτικών συμφωνιών με τρίτες χώρες, βάσει κριτηρίων όπως ορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· θεωρεί ότι ο σκοπός των εν λόγω κριτηρίων πρέπει να είναι η επίτευξη της ισορροπίας μεταξύ οικονομικών συμφερόντων και της προώθησης βιώσιμης αλιείας, ενισχύοντας την ικανότητα των εταίρων μας να εξασφαλίσουν βιώσιμη αλιεία στα ύδατά τους και κατά συνέπεια να συμβάλλουν στη βελτίωση της διαχείρισης του αλιευτικού τομέα εκτός της ΕΕ, αυξάνοντας την απασχόληση στον τομέα σε τοπικό επίπεδο, και διατηρώντας την αξιοπιστία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως θεματοφύλακα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας σε παγκόσμια κλίμακα, σύμφωνα με την εξωτερική πολιτική της ΕΕ·

128.

ζητεί επίσης, όσον αφορά τις ρυθμίσεις χρηματοδοτικής αντιστάθμισης στις συμφωνίες αλιευτικής σύμπραξης, να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του ποσού που αντιστοιχεί στην εμπορική πτυχή και εκείνου που αφορά τη συνεργασία με τις τρίτες χώρες για την αλιευτική ανάπτυξη, με στόχο τη βελτίωση της δημοσιονομικής διαφάνειας·

129.

εκτιμά ότι οι συμφωνίες αλιευτικής σύμπραξης πρέπει να συμβάλουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας στις τρίτες χώρες, στη μείωση των επιπέδων φτώχειας, στην ανάπτυξη δομών στήριξης στον τομέα (αλιευτικών λιμένων, υποδομών αποθήκευσης και μεταποίησης των ιχθύων, κλπ.), καθώς επίσης στη μείωση των δεικτών μετανάστευσης προς την ΕΕ·

130.

υποστηρίζει ότι οι χρηματικές αποζημιώσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο των συμφωνιών αλιευτικής σύμπραξης με τρίτες χώρες πρέπει να χρησιμοποιούνται για την προαγωγή και ανάπτυξη του αλιευτικού τομέα των χωρών αυτών, είτε μέσω χρηματοδοτήσεων που θα προορίζονται υποχρεωτικά για την κατασκευή υποδομών (αλιευτικών λιμένων, αποθηκών, μονάδων μεταποίησης των ιχθύων, κλπ.) είτε μέσω της διάθεσης των λειτουργικών μέσων (σκαφών, εργαλείων, κλπ.) για την υπεύθυνη και κατά βιώσιμο τρόπο άσκηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων·

131.

εκφράζει την πεποίθηση ότι η διαπραγμάτευση για τις συμφωνίες αλιευτικής σύμπραξης θα πρέπει να στηρίζεται σε σταθερές επιστημονικές βάσεις και θεωρεί ότι, μεταξύ των άλλων αναγκαίων βελτιώσεων, στη διαπραγματευτική διαδικασία θα πρέπει να περιλαμβάνονται όλα τα τεχνικά μέτρα, ενώ θα πρέπει να βελτιωθούν σημαντικά και οι μηχανισμοί επαλήθευσης της εφαρμογής των διατάξεων που περιλαμβάνονται στη συμφωνία·

132.

θεωρεί ότι θα πρέπει να ζητείται η γνώμη του θιγόμενου τομέα κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης και ότι το ΠΓΣ μεγάλων αποστάσεων θα πρέπει να συμμετέχει με την ιδιότητα του παρατηρητή στις μικτές επιτροπές που προβλέπουν οι συμφωνίες·

133.

πιστεύει ότι, λόγω της διαρκώς μεγαλύτερης πολυπλοκότητας της κατάστασης, της ανάγκης για αποτελεσματικότερη παρακολούθηση των συμφωνιών και της αύξησης των καθηκόντων που επιβάλλει η ορθή συμμετοχή στις περιφερειακές οργανώσεις αλιείας, οι ανθρώπινοι και υλικοί πόροι της ΓΔ MARE θα πρέπει να αυξηθούν, καθώς και ότι θα πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόμενο αποκέντρωσης προς τα κράτη μέλη της εκτελεστικής της διαχείρισης·

Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική

134.

εκτιμά ότι η ΚΑλΠ απαιτεί ολοκληρωμένη προσέγγιση της διαχείρισης των αλιευτικών αποθεμάτων και πρέπει να συντονισθεί με τις πολιτικές για το περιβάλλον και την ανάπτυξη καθώς και με την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική (ΟΘΠ)·

135.

θεωρεί ορθή την ενέργεια της Επιτροπής να ορίσει ως μία από τις προτεραιότητές της την ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική, και υπογραμμίζει ότι η νέα οικοσυστημική προσέγγιση καθιερώνει την άμεση και κατά προτεραιότητα σύνδεση της ΚΑλΠ με την ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική·

136.

υποστηρίζει ότι οι αλιευτικές δραστηριότητες πρέπει να ενταχθούν δεόντως και να διαρθρωθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θαλάσσιων δραστηριοτήτων, όπως: θαλάσσιες μεταφορές, θαλάσσιος τουρισμός, αιολικά πάρκα ανοικτής θαλάσσης, υδατοκαλλιέργεια και ένταξη σε ομίλους ναυτιλιακών δραστηριοτήτων·

137.

τονίζει ότι η αλιεία είναι μία από τις οικονομικές δραστηριότητες με τη μεγαλύτερη επίδραση στα οικοσυστήματα, δεδομένου του μεγάλου όγκου πόρων που αποκτά από αυτά, καθώς και ότι επηρεάζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις λοιπές δραστηριότητες στο θαλάσσιο οικοσύστημα, όπως ο τουρισμός, οι θαλάσσιες μεταφορές και η παράκτια οικιστική ανάπτυξη·

138.

είναι πεπεισμένο ότι, για την πραγματική ενσωμάτωση της ΚΑλΠ στην Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική απαιτείται πολιτική βούληση και ότι οι εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αλιευτικές οντότητες επιθυμούν να αναλάβουν τις απαραίτητες δεσμεύσεις· τονίζει ότι λαμβάνοντας υπόψη τους δικούς της στόχους αναγνωρίζοντας παράλληλα την ανάγκη μιας κατάλληλης σύνδεσης μεταξύ διαφόρων πολιτικών που έχουν επίπτωση στο θαλάσσιο περιβάλλον, η ΚΑλΠ δεν πρέπει να εξαρτάται από άλλες πολιτικές της Ένωσης που έχουν έκτοτε διαμορφωθεί· εκτιμά, αντιθέτως, ότι αυτές οι τελευταίες πολιτικές πρέπει να διατηρήσουν και να ενσωματώσουν τους στόχους της αλιευτικής πολιτικής·

139.

υπογραμμίζοντας την ανάγκη πρόβλεψης επαρκών δημοσιονομικών μέσων για την ΟΘΠ και επαναλαμβάνει την αρχή ότι σε νέες προτεραιότητες πρέπει να αντιστοιχεί νέα χρηματοδότηση· απορρίπτει τη χρηματοδότηση της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας·

140.

θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να γίνει σωστός και αυστηρός σχεδιασμός του ευρωπαϊκού θαλάσσιου χώρου, που θα προαγάγει την οριοθέτηση βιογεωγραφικών ζωνών ως τρόπο διατήρησης των πλέον ευάλωτων θαλάσσιων οικοσυστημάτων· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι η αλιεία μικρής κλίμακας, η θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια και η συλλογή οστρακοειδών δραστηριοποιούνται κυρίως στα ευπαθέστερα οικοσυστήματα, που είναι όσα βρίσκονται εγγύτερα στις ακτές, και ότι, για τον λόγο αυτόν, η αλληλεπίδραση είναι ακόμη πιο άμεση και στενή·

141.

σημειώνει ότι στην Πράσινη Βίβλο η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι το καθεστώς των δώδεκα ναυτικών μιλίων σε γενικές γραμμές λειτούργησε ικανοποιητικά και, κατ' αυτή την έννοια, ένας από τους ελάχιστους τομείς τους οποίους η ΚΑλΠ σημείωσε σχετική επιτυχία ήταν αυτός που τελούσε υπό τον έλεγχο των κρατών μελών· ζητεί κατά συνέπεια να αποκτήσει η αρχή αυτή μόνιμο χαρακτήρα·

*

* *

142.

Αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Επιτροπή Περιφερειών και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, τη Συμβουλευτική Επιτροπή Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας, τα Περιφερειακά Γνωμοδοτικά Συμβούλια, την Επιστημονική, Τεχνική και Οικονομική Επιτροπή, την Επιτροπή Τομεακού Κοινωνικού Διαλόγου για τη Θαλάσσια Αλιεία και τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


(1)  ΕΕ L 358, 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ C 271 E, 7.11.2002, σ. 67.

(3)  ΕΕ L 164, 25.6.2008, σ. 19.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0009.

(5)  ΕΕ C 247 Ε, 15.10.2009, σ. 1.

(6)  ΕΕ C 187 E, 24.7.2008, σ. 228.

(7)  ΕΕ C 68 E, 21.3.2009, σ. 26.

(8)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0317.

(9)  ΕΕ C 305 E, 14.12.2006, σ. 155.

(10)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0065.

(11)  ΕΕ C 157 E, 6.7.2006, σ. 324.

(12)  ΕΕ C 300 E, 9.12.2006, σ. 504.

(13)  ΕΕ C 286 E, 23.11.2006, σ. 519.

(14)  ΕΕ C 306 E, 15.12.2006, σ. 417.

(15)  ΕΕ L 286, 29.10.2008, σ. 1.

(16)  ΕΕ L 286, 29.10.2008, σ. 33.

(17)  ΕΕ L 343, 22.12.2009, σ. 1.

(18)  ΕΕ C 304 E, 1.12.2005, σ. 258.

(19)  ΕΕ C 287 E, 29.11.2007, σ. 502.

(20)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0245.

(21)  ΕΕ C 247 E, 15.10.2009, σ. 87.

(22)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0255.

(23)  ΕΕ C 305 E, 18.12.2008, σ. 271.

(24)  ΕΕ C 305 E, 14.12.2006, σ. 233.

(25)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0373.

(26)  ΕΕ C 175 E, 10.7.2008, σ. 531.

(27)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0382.

(28)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2009)0042.

(29)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2009)0089.

(30)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0583.


21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/37


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Μεταφορά αλόγων προς σφαγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση

P7_TA(2010)0040

Δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τη μεταφορά αλόγων προς σφαγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση

2010/C 348 E/05

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 123 του Κανονισμού,

A.

έχοντας υπόψη ότι κάθε έτος περίπου 100 000 άλογα μεταφέρονται άνευ λόγου σε μεγάλες αποστάσεις κάτω από απάνθρωπες συνθήκες εντός και κατά μήκος όλης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς σφαγή,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχει επαρκώς τεκμηριωμένη απόδειξη που δείχνει ότι τα εν λόγω άλογα μεταφέρονται σε μακρινές αποστάσεις, πράγμα το οποίο έχει ως αποτέλεσμα μία σειρά από προβλήματα υγείας, όπως σοβαροί τραυματισμοί, ασθένειες, εξάντληση και αφυδάτωση, λόγω των ανεπαρκειών της υφιστάμενης νομοθεσίας,

Γ.

έχοντας υπόψη ότι υφίστανται ισχυρές ενδείξεις ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2004 για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες δεν εφαρμόζεται κατά τρόπο αυστηρό,

Δ.

έχοντας υπόψη ότι επί του παρόντος πραγματοποιείται από την Επιτροπή αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου,

1.

σημειώνει τη συλλογή υπογραφών από την Παγκόσμια Οργάνωση Ευημερίας για τα άλογα όσον αφορά την μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις αλόγων με σκοπό την σφαγή τους στην Ευρώπη·

2.

καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν επιμελώς το φάκελο με τις σχετικές αποδείξεις της εν λόγω οργάνωσης στο πλαίσιο της αναθεώρησης εκ μέρους της Επιτροπής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου·

3.

ζητεί από τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εφαρμόσουν με αυστηρότητα τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου·

4.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει την παρούσα δήλωση, συνοδευόμενη από τα ονόματα των υπογραφόντων (1), στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.


(1)  Ο κατάλογος των υπογραφόντων δημοσιεύεται στο Παράρτημα 1 των Πρακτικών της 25ης Φεβρουαρίου 2010 (P7_PV(2010)02-25(ANN1)).


III Προπαρασκευαστικές πράξεις

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010

21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/38


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Επενδυτικά προγράμματα σε ενεργειακές υποδομές ***Ι

P7_TA(2010)0034

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου που αφορά την ανακοίνωση στην Επιτροπή των επενδυτικών σχεδίων σε ενεργειακή υποδομή εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 736/96 (COM(2009)0361 – C7-0125/2009 – 2009/0106(COD))

2010/C 348 E/06

(Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο (COM(2009)0361),

έχοντας υπόψη τη διαβούλευση του Συμβουλίου με το Κοινοβούλιο (C7-0125/2009),

έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο «Συνέπειες της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας στις τρέχουσες διοργανικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων» (COM(2009)0665),

έχοντας υπόψη το άρθρο 294 παράγραφος 3 και το άρθρο 194 παράγραφοι 1 και 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ,

έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων επί της προτεινόμενης νομικής βάσης,

έχοντας υπόψη τα άρθρα 55 και 37 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (A7-0016/2010),

1.

εγκρίνει τη θέση σε πρώτη ανάγνωση όπως παρατίθεται κατωτέρω·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να υποβάλει εκ νέου την πρόταση στο Κοινοβούλιο, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στα εθνικά κοινοβούλια.


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
P7_TC1-COD(2009)0106

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Φεβρουαρίου 2010 εν όψει της έγκρισης κανονισμού (ΕΕ) αριθ. …/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ανακοίνωση στην Επιτροπή των επενδυτικών σχεδίων σε ενεργειακή υποδομή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 736/96 του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης , και κυρίως το άρθρο 194, παράγραφοι 1 και 2 ,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η καθιέρωση κοινής, αλληλέγγυας ενεργειακής πολιτικής με σκοπό την εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ένωσης, τη μετάβαση σε άκρως αποδοτική ενεργειακά οικονομία και τη λειτουργία ανταγωνιστικών ενεργειακών αγορών με βάση τον θεμιτό ανταγωνισμό στο πλαίσιο της κοινής αγοράς αποτελεί στόχο που έχει θέσει η Ένωση.

(2)

Η διαμόρφωση γενικής εικόνας σχετικά με την εξέλιξη των επενδύσεων στην ενεργειακή υποδομή της Ένωσης αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, ώστε η Επιτροπή να έχει τη δυνατότητα να προβαίνει στις αναγκαίες συγκρίσεις, σε εκτιμήσεις ή να προτείνει τα σχετικά μέτρα με βάση τα κατάλληλα αριθμητικά στοιχεία και αναλύσεις, ιδίως όσον αφορά το μελλοντικό ισοζύγιο μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ενέργειας. Τα μέτρα που προτείνονται ή λαμβάνονται σε επίπεδο Ένωσης θα πρέπει να είναι ουδέτερα και να μην ισοδυναμούν με παρεμβάσεις στη λειτουργία της αγοράς.

(3)

Το ενεργειακό τοπίο εντός και εκτός Ένωσης έχει αλλάξει σημαντικά τα πρόσφατα έτη και καθιστά τις επενδύσεις σε ενεργειακή υποδομή καίριας σημασίας ζήτημα, το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί με στόχο την εξασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας της Ένωσης, ιδίως μέσω της ενεργειακής απόδοσης και της εξοικονόμησης ενέργειας, εντοπισμό ενδεχόμενων μελλοντικών κενών και/ή πλεονασμάτων ενεργειακού εφοδιασμού και της εξασφάλισης τακτικού ενεργειακού εφοδιασμού για την Ένωση και την αδιάλειπτη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και για την μετάβαση σε άκρως αποδοτική ενεργειακά οικονομία που έχει δρομολογήσει η Ένωση .

(4)

Η νέα κατάσταση στον ενεργειακό τομέα απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε παντός είδους υποδομή σε όλους τους ενεργειακούς κλάδους, ιδίως στην ανανεώσιμη ενέργεια και στην αποδοτικότητα της ενέργειας, καθώς και την ανάπτυξη νέων τύπων υποδομής και νέων τεχνολογιών που να αφομοιώνονται από την αγορά. Η ελευθέρωση του ενεργειακού τομέα και η περαιτέρω ενοποίηση της εσωτερικής αγοράς καθιστούν σημαντικότερο τον ρόλο των οικονομικών φορέων στο θέμα των επενδύσεων, παράλληλα δε νέες απαιτήσεις άσκησης πολιτικής, όπως λόγου χάρη στόχοι που επηρεάζουν το ενεργειακό μείγμα, θα στρέψουν τις πολιτικές που ασκούν τα κράτη μέλη προς νέα ή/και εκσυγχρονισμένη ενεργειακή υποδομή.

(5)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει προς τούτο πάντοτε να εξετάζουν το ενδεχόμενο μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας σύμφωνα με το στόχο του 20 % της ΕΕ για την ενεργειακή αποδοτικότητα, ως το πλέον αποδοτικό από άποψη κόστους μέσο για την επίτευξη των στόχων μείωσης των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου και τη βελτίωση και οικοδόμηση επί υφισταμένων υποδομών πριν από την πραγματοποίηση επενδύσεων σε νέες υποδομές. Τα επενδυτικά σχέδια στις ενεργειακές υποδομές θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται πλήρως με το στόχο του 2020 το 20 % τουλάχιστον της ενέργειας να προέρχεται από αειφόρες ανανεώσιμες πηγές.

(6)

Με δεδομένους τους στόχους της ενεργειακής πολιτικής και τις εξελίξεις της αγοράς, θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στις επενδύσεις προτεραιότητας στην ενεργειακή υποδομή στην Ένωση, προκειμένου ιδίως να προλαμβάνονται τα προβλήματα σχετικά με τη διασφάλιση του εφοδιασμού της , να προωθούνται οι βέλτιστες πρακτικές και να καθιερωθεί μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τη μελλοντική εξέλιξη των συνδεδεμένων μεταξύ τους ενεργειακών συστημάτων στην Ένωση.

(7)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή και, ιδίως, το Παρατηρητήριό της Ενεργειακών Αγορών θα πρέπει, προκειμένου να διασφαλιστούν οι επενδυτικές προτεραιότητες, να διαθέτουν ακριβή δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με τρέχοντα και μελλοντικά επενδυτικά σχέδια, καθώς και τον παροπλισμό τμημάτων των υποδομών , στις σημαντικότερες συνιστώσες του ενεργειακού συστήματος της ΕΕ.

(8)

Για τις μελλοντικές επενδύσεις της Ένωσης έχουν μεγάλη σημασία δεδομένα και πληροφορίες που αφορούν προβλέψιμες εξελίξεις της δυναμικότητας παραγωγής, μεταφοράς και αποθήκευσης, καθώς και σχέδια έργων στους διάφορους ενεργειακούς κλάδους. Είναι λοιπόν αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι ανακοινώνονται στην Επιτροπή, και ειδικότερα στο Παρατηρητήριό της Ενεργειακών Αγορών, επενδυτικά προγράμματα και σχέδια τα οποία έχουν αρχίσει ήδη να εκτελούνται ή προγραμματίζεται να αρχίσουν εντός της επόμενης πενταετίας και όσα προβλέπουν τον μερικό ή ολικό παροπλισμό υποδομής εντός της επόμενης τριετίας.

(9)

Προκειμένου η Επιτροπή να διαμορφώνει συνεκτική εικόνα των μελλοντικών εξελίξεων του συνολικού ενεργειακού συστήματος της ΕΕ, απαιτείται εναρμονισμένο πλαίσιο υποβολής εκθέσεων σχετικά με επενδυτικά σχέδια, βασιζόμενο σε ενημερωμένες κατηγορίες επίσημων δεδομένων και πληροφοριών που πρέπει να υποβάλουν τα κράτη μέλη.

(10)

Οι πληροφορίες που λαμβάνει η Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη παρακολούθηση της συμμόρφωσης των κρατών μελών στο πλαίσιο συγκεκριμένων νομοθετικών πράξεων της ΕΕ, και ιδίως της οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (2).

(11)

Προς το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανακοινώνουν στην Επιτροπή δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με προγραμματιζόμενα ή εκτελούμενα στο έδαφός τους επενδυτικά σχέδια στον τομέα των ενεργειακών υποδομών, που αφορούν την παραγωγή, αποθήκευση και μεταφορά πετρελαίου, ▐ αερίου, άνθρακα, ανανεώσιμων μορφών ενέργειας ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και σημαντικά σχέδια τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης και τη δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση άνθρακα, συμπεριλαμβανομένων των διασυνδέσεων με τρίτες χώρες. Οι οικείες επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι υποχρεωμένες να ανακοινώνουν στο κράτος μέλος τα εν λόγω δεδομένα και πληροφορίες, προκειμένου να μπορεί η Επιτροπή να παρακολουθεί τις ενεργειακές υποδομές της ΕΕ. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να υποχρεούνται να διασφαλίζουν το απόρρητο των δεδομένων που παρέχονται από τις επιχειρήσεις.

(12)

Λαμβάνοντας υπόψη τον χρονικό ορίζοντα των επενδυτικών σχεδίων στον ενεργειακό τομέα, πρέπει να θεωρείται επαρκής η υποβολή εκθέσεων ανά διετία.

(13)

Προκειμένου να αποφευχθεί δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση και να ελαχιστοποιηθούν οι δαπάνες για τα κράτη μέλη και τις επιχειρήσεις, ιδίως μικρού και μεσαίου μεγέθους, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα να εξαιρούνται τα κράτη μέλη και οι επιχειρήσεις από τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, υπό τον όρο ότι στην Επιτροπή θα παρέχονται ισοδύναμες και συγκρίσιμες πληροφορίες σύμφωνα με την ειδική για τον ενεργειακό τομέα νομοθεσία της ΕΕ, η οποία έχει θεσπιστεί από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σκοπό την επίτευξη ανταγωνιστικών ενεργειακών αγορών της ΕΕ, την αειφορία του ενεργειακού συστήματος της ΕΕ και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οιαδήποτε αλληλεπικάλυψη των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων που διευκρινίζονται στην τρίτη δέσμη ελευθέρωσης της ενέργειας (οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας (3), οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου (4), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας (5), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας (6) και κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (7) πρέπει ως εκ τούτου να αποφεύγεται. Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκρινίσει την εφαρμογή αυτής της εξαίρεσης προκειμένου να ελαφρυνθεί πραγματικά ο φόρτος εργασίας και να διευκρινισθεί το περιεχόμενο, ο τύπος και ο χρονισμός της υποχρέωσης υποβολής έκθεσης, το άτομο ή τα όργανα που υπόκεινται σε αυτές τις υποχρεώσεις και εκείνοι που έχουν την ευθύνη της διαχείρισης του συστήματος υποβολής εκθέσεων.

(14)

Τα κράτη μέλη, οι εξουσιοδοτημένες από αυτά οντότητες ή, κατά περίπτωση, οι οργανισμοί στους οποίους έχουν ανατεθεί επενδυτικά προγράμματα ειδικά για τον ενεργειακό τομέα στην ΕΕ, εξασφαλίζουν την ποιότητα, τη συνάφεια, την ακρίβεια, τη σαφήνεια, την έγκαιρη διαβίβαση και τη συνοχή των δεδομένων και των πληροφοριών που ανακοινώνουν στην Επιτροπή, διασφαλίζοντας συγχρόνως το απόρρητο των εμπορικά ευαίσθητων δεδομένων και πληροφοριών.

(15)

Η Επιτροπή και ιδίως το Παρατηρητήριο Ενεργειακών Αγορών θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για την επεξεργασία των δεδομένων και την απλουστευμένη και ασφαλή διαβίβασή τους, συγκεκριμένα με την εφαρμογή ενοποιημένων εργαλείων και μεθόδων της τεχνολογίας πληροφοριών (ΤΠ). Η Επιτροπή οφείλει να εξασφαλίσει ότι τέτοιες πηγές της Τεχνολογίας Πληροφοριών εγγυώνται το απόρρητο των δεδομένων και των πληροφοριών που κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

(16)

Η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (8), ενώ η προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (9). Ο παρών κανονισμός δεν μεταβάλλει τις εν λόγω κανονιστικές διατάξεις.

(17)

Η πρόσβαση σε περιβαλλοντικές πληροφορίες διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Σεπτεμβρίου 2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της Σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (10), καθώς και των διατάξεων της οδηγίας 2003/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 28ης Ιανουαρίου 2003 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες (11). Ο παρών κανονισμός δεν μεταβάλλει τις εν λόγω διατάξεις.

(18)

Η Επιτροπή και, ιδίως, το Παρατηρητήριό της Ενεργειακών Αγορών θα πρέπει να καταρτίζουν σε τακτική βάση διακλαδική ανάλυση της διαρθρωτικής εξέλιξης και των προοπτικών του ενεργειακού συστήματος της ΕΕ και, κατά περίπτωση, περισσότερο εστιασμένη ανάλυση σε συγκεκριμένες πτυχές του εν λόγω ενεργειακού συστήματος. Η ανάλυση αυτή θα πρέπει να συμπληρώνει τις εθνικές προσεγγίσεις, να αναπτύσσει τις περιφερειακές διαστάσεις και, ιδίως, να συμβάλλει στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας με τη διαπίστωση δυνητικών κενών στις υποδομές και στις επενδύσεις, και των συναφών κινδύνων με σκοπό την μακρόπνοη εξισορρόπηση της προσφοράς και ζήτησης ενέργειας. Αυτή η ανάλυση θα πρέπει επίσης να συμβάλει στη συνεχή συζήτηση σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με την ανάγκη για υποδομές στον τομέα της ενέργειας και, κατά συνέπεια, θα πρέπει να διαβιβασθεί στα ενδιαφερόμενα μέρη προς συζήτηση.

(19)

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι σε θέση να επωφεληθούν από την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα ενεργειακά επενδυτικά προγράμματα που προκύπτουν από τον κανονισμό αυτό μέσω του οποίου τα συλλεγέντα δεδομένα θα δημοσιεύονται και, μακροπρόθεσμα, θα συμβάλλουν σε νέες και καλύτερα συντονισμένες επενδυτικές τάσεις.

(20)

Την Επιτροπή μπορούν να επικουρούν εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη ή άλλοι ικανοί εμπειρογνώμονες με σκοπό να διαμορφωθεί συναντίληψη των δυνητικών κενών στις υποδομές και των συναφών κινδύνων και να ενισχυθεί η διαφάνεια όσον αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις που ενδιαφέρουν ιδίως τους νεοεισερχόμενους στην αγορά.

(21)

Τα τεχνικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των συμπληρωματικών τεχνικών ορισμών, που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να θεσπίζονται από την Επιτροπή.

(22)

Επειδή απαιτούνται τροποποιήσεις για την προσαρμογή στις τρέχουσες ενεργειακές προκλήσεις και χάριν σαφήνειας, θα πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 736/96 του Συμβουλίου (12) και να αντικατασταθεί από νέο κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κοινό πλαίσιο για την ανακοίνωση στην Επιτροπή των δεδομένων και των πληροφοριών σχετικά με επενδυτικά σχέδια σε ενεργειακή υποδομή στους κλάδους του πετρελαίου, του ▐ αερίου, του άνθρακα, των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, της ηλεκτρικής ενέργειας ▐, καθώς και σχετικά με σημαντικά επενδυτικά σχέδια που αφορούν την τηλεθέρμανση και τηλεψύξη καθώς και τη δέσμευση και την αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα που παράγεται από αυτούς τους κλάδους.

2.     Ο παρών κανονισμός έχει επίσης εφαρμογή στις εταιρείες της ΕΕ που επενδύουν σε έργα ενεργειακής υποδομής σε τρίτες χώρες, τα οποία συνδέονται άμεσα ή επηρεάζουν τα ενεργειακά δίκτυα ενός ή περισσότερων κρατών μελών.

3.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα απαριθμούμενα στο παράρτημα επενδυτικά σχέδια τα οποία έχουν αρχίσει να εκτελούνται ή προγραμματίζεται να αρχίσουν εντός πενταετίας ή προγραμματίζεται να επιφέρουν παροπλισμό εντός τριετίας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1)   «υποδομή»: κάθε είδους εγκαταστάσεις ή μέρος εγκαταστάσεων που αφορούν την παραγωγή, μεταφορά και αποθήκευση ενέργειας και ενεργειακών προϊόντων ή διοξειδίου του άνθρακα·

(2)   «επενδυτικά σχέδια»: σχέδια που αποβλέπουν:

(3)   «προγραμματισμένα επενδυτικά σχέδια»: επενδυτικά σχέδια προτού αρχίσει η κατασκευή και προκύψουν κεφαλαιουχικές δαπάνες ή πριν από τον παροπλισμό, καθώς και επενδυτικά σχέδια για τα οποία οι αρμόδιες αρχές έχουν λάβει αρχική αίτηση χορήγησης αδείας αλλά των οποίων τα κύρια χαρακτηριστικά (θέση, ανάδοχος, επιχείρηση, ορισμένα βασικά τεχνικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά κ.λπ.) ενδέχεται, συνολικώς ή εν μέρει, να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω εξέτασης ή τελικής αδειοδότησης·

(4)   «επενδυτικά σχέδια υπό εκτέλεση»: επενδυτικά σχέδια των οποίων η κατασκευή έχει αρχίσει και έχουν προκύψει κεφαλαιουχικές δαπάνες·

(5)   «παροπλισμός»: η φάση οριστικής παύσης της λειτουργίας μιας υποδομής·

(6)   «παραγωγή»: η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και η επεξεργασία καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των βιοκαυσίμων·

(7)   «μεταφορά»: η διοχέτευση ηλεκτρικής ενέργειας, αερίου ή υγρών καυσίμων ή διοξειδίου του άνθρακα μέσω δικτύου, συγκεκριμένα:

(8)   «αποθήκευση»: η μόνιμη ή προσωρινή αποθήκευση θερμικής ή ηλεκτρικής ενέργειας ή ενεργειακών πηγών ή διοξειδίου του άνθρακα σε υπέργεια και υπόγεια υποδομή ή σε γεωλογικούς σχηματισμούς, ή η απομόνωση του διοξειδίου του άνθρακα σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς·

(9)     «εγκατάσταση αποθήκευσης» :

σύστημα κλειστών δεξαμενών αποθήκευσης ή προσδιορισμένη γεωλογική δομή που αποτελεί κλειστό χώρο αποθήκευσης·

(10)   «επιχειρήσεις»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημόσιου δικαίου που λαμβάνει αποφάσεις για επενδυτικά σχέδια ή την υλοποίησή τους·

(11)   «πηγές ενέργειας»:

α)

πρωτογενείς πηγές ενέργειας, όπως λ.χ. πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακας, ή πυρηνικό καύσιμο ή πηγές ενέργειας από μετατροπή, όπως λ.χ. ηλεκτρική ενέργεια·

β)

ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στις οποίες συγκαταλέγονται η βιομάζα, η υδροηλεκτρική, η αιολική, η ηλιακή, η παλιρροιακή και η γεωθερμική ενέργεια·

γ)

ενεργειακά προϊόντα, όπως λ.χ. προϊόντα διύλισης πετρελαίου και βιοκαύσιμα·

(12)     «συγκεντρωτικά δεδομένα» :

τα δεδομένα που συγκεντρώνονται σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Εάν η συγκέντρωση σε εθνικό επίπεδο αποκαλύψει εμπορικά ευαίσθητες πληροφορίες που σχετίζονται με μεμονωμένη επιχείρηση, μπορεί να γίνει η συγκέντρωση σε περιφερειακό επίπεδο·

(13)     «ειδικός οργανισμός» :

ο οργανισμός στον οποίο έχει ανατεθεί από την ειδική για τον ενεργειακό τομέα της ΕΕ νομοθεσία η προετοιμασία και έγκριση πολυετούς δικτύου ανάπτυξης της Ένωσης και επενδυτικών σχεδίων στις ενεργειακές υποδομές, όπως το ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 714/2009 και το ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς αερίου σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 715/2009·

(14)     «τηλεθέρμανση ή τηλεψύξη» :

η διανομή θερμικής ενέργειας υπό μορφή ατμού, ζεστού νερού ή ψυχρών υγρών, από μια κεντρική πηγή παραγωγής μέσω δικτύου σε πολλά κτίρια ή τόπους, για τη θέρμανση ή ψύξη χώρων και τη βιομηχανική θέρμανση ή ψύξη.

Άρθρο 3

Ανακοίνωση δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη ή οι οντότητες τις οποίες έχουν εξουσιοδοτήσει να ασκούν αυτό το καθήκον, συγκεντρώνουν όλα τα δεδομένα και τις πληροφορίες που καθορίζονται με τον παρόντα κανονισμό από τις αρχές του 2011 και εφεξής ανά διετία, μεριμνώντας να τηρούν σε εύλογα επίπεδα τις δαπάνες συγκέντρωσης και αναφοράς των πληροφοριών.

Ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα συγκεντρωτικά δεδομένα και τις σχετικές με τα σχέδια πληροφορίες το 2011 , το οποίο είναι το πρώτο έτος υποβολής έκθεσης, και εφεξής ανά διετία.

Τα κράτη μέλη ή οι εξουσιοδοτημένες από αυτά οντότητες ανακοινώνουν τα συγκεντρωτικά δεδομένα και τις σχετικές με τα σχέδια πληροφορίες μέχρι τις 31 Ιουλίου του εκάστοτε έτους υποβολής έκθεσης.

2.   Η Επιτροπή απαλλάσσει τα κράτη μέλη ή τις εξουσιοδοτημένες από αυτά οντότητες από την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εφόσον σύμφωνα με την ειδική για τον ενεργειακό τομέα νομοθεσία της ΕΕ:

α)

το οικείο κράτος μέλος ή η εξουσιοδοτημένη από αυτό οντότητα έχει ήδη ανακοινώσει τα απαιτούμενα δεδομένα ή πληροφορίες και έχει αναφέρει την ημερομηνία που ανακοινώθηκαν και την συγκεκριμένη σχετική νομοθεσία·

β)

ανατεθεί σε ειδικό οργανισμό η κατάστρωση πολυετούς επενδυτικού προγράμματος για ενεργειακή υποδομή σε επίπεδο ΕΕ, ο οποίος συγκεντρώνει προς το σκοπό αυτό τα κατάλληλα δεδομένα και πληροφορίες· στην περίπτωση αυτή, ο ειδικός οργανισμός ανακοινώνει όλα τα σχετικά δεδομένα και πληροφορίες στην Επιτροπή εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 4

Πηγές δεδομένων

1.   Οι οικείες επιχειρήσεις ανακοινώνουν τα δεδομένα ή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 στα κράτη μέλη, ή στις εξουσιοδοτημένες από αυτά οντότητες, στο έδαφος των οποίων έχουν προγραμματίσει να εκτελέσουν επενδυτικά σχέδια, πριν από την 31η Μαΐου κάθε έτους υποβολής έκθεσης. Τα δεδομένα ή οι πληροφορίες που ανακοινώνονται αποτυπώνουν την κατάσταση των επενδυτικών σχεδίων την 31η Μαΐου του έτους υποβολής έκθεσης.

Ωστόσο, το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις, εφόσον το οικείο κράτος μέλος αποφασίσει να χρησιμοποιήσει άλλους τρόπους για την παροχή στην Επιτροπή των δεδομένων ή των πληροφοριών κατά το άρθρο 3, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα ή οι πληροφορίες που παρέχονται είναι συγκρίσιμες και ισοδύναμες.

2.   Τα κράτη μέλη αποφεύγουν κάθε αλληλεπικάλυψη των εργασιών συλλογής δεδομένων οι οποίες ήδη απαιτούνται με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία της ΕΕ και ελαχιστοποιούν το κόστος για τις επιχειρήσεις.

Άρθρο 5

Περιεχόμενο της ανακοίνωσης

1.   Όσον αφορά τα επενδυτικά σχέδια στα οποία αναφέρεται το παράρτημα, η κατά το άρθρο 3 ανακοίνωση περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, τα εξής:

α)

το μέγεθος των προγραμματιζομένων ή υπό κατασκευή δυναμικοτήτων ·

β)

θέση, ονομασία, είδος και κύρια χαρακτηριστικά των προγραμματιζόμενων ή υπό κατασκευή υποδομών ή δυναμικοτήτων με λεπτομέρειες όσον αφορά το ποιες υποδομές ή δυναμικότητες βρίσκονται στο στάδιο του προγραμματισμού και ποιες στο στάδιο της κατασκευής·

γ)

η ημερομηνία κατά την οποία ελήφθη από τις αρμόδιες αρχές η αρχική αίτηση αδειοδότησης και η ημερομηνία έως την οποία προβλέπεται ότι θα έχουν χορηγηθεί όλες οι απαραίτητες εξουσιοδοτήσεις και άδειες κατασκευής·

δ)

πιθανή ημερομηνία έναρξης λειτουργίας·

ε)

είδος των χρησιμοποιούμενων πηγών ενέργειας·

στ)

τεχνολογίες που αφορούν σκοπούς ασφάλειας του εφοδιασμού, όπως λ.χ. αντίστροφες ροές, δυνατότητα χρήσης άλλων καυσίμων ή τυχόν άλλοι συναφείς εξοπλισμοί·

ζ)

εξοπλισμός των συστημάτων δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα ή μηχανισμοί μετασκευής·

η)

η προσωρινή μη διαθεσιμότητα ή διακοπή της λειτουργίας μιας υποδομής για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα τρία έτη.

2.   Όσον αφορά τυχόν προτεινόμενο παροπλισμό, η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 ανακοίνωση περιλαμβάνει τα εξής:

α)

χαρακτήρας και δυναμικότητα της σχετικής υποδομής·

β)

πιθανή ημερομηνία παροπλισμού και, κατά περίπτωση, ενδιάμεσες ημερομηνίες των επιμέρους σταδίων της διαδικασίας παροπλισμού της υποδομής ·

γ)

απαρίθμηση των προγραμματισθέντων μέτρων περιβαλλοντικής αποκατάστασης, εφόσον συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση απαιτεί τέτοια αποκατάσταση.

3.   Κάθε ανακοίνωση κατά το άρθρο 3 περιλαμβάνει μνεία του μεγέθους της εγκατεστημένης δυναμικότητας παραγωγής, μεταφοράς και αποθήκευσης, η οποία λειτουργεί κατά την έναρξη του έτους υποβολής της έκθεσης.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη διαθέτουν πληροφορίες σχετικά με καθυστερήσεις και/ή εμπόδια στην εφαρμογή των επενδυτικών σχεδίων, οι εξουσιοδοτημένες από αυτά οντότητες ή ο ειδικός οργανισμός στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 3 παράγραφος 2, συμπεριλαμβάνουν αυτές τις πληροφορίες στην ανακοίνωση.

Άρθρο 6

Ποιότητα και δημοσιοποίηση των δεδομένων

1.   Τα κράτη μέλη, οι εξουσιοδοτημένες από αυτά οντότητες ή, κατά περίπτωση, οι ειδικοί οργανισμοί στους οποίους έχουν ανατεθεί επενδυτικά προγράμματα ειδικά για τον ενεργειακό τομέα στην Ευρώπη, εξασφαλίζουν την ποιότητα, τη συνάφεια, την ακρίβεια, τη σαφήνεια, την έγκαιρη διαβίβαση και τη συνοχή των δεδομένων και των πληροφοριών που ανακοινώνουν στην Επιτροπή. Εάν οι πληροφορίες δεν είναι αρκούντως σαφείς και εμπεριστατωμένες, η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει από τους οργανισμούς αυτούς να προσκομίσουν πρόσθετες πληροφορίες.

Τα δεδομένα και οι πληροφορίες που ανακοινώνουν ειδικοί οργανισμοί στους οποίους έχουν ανατεθεί ειδικά για τον ενεργειακό τομέα της ΕΕ επενδυτικά προγράμματα συνοδεύονται από κατάλληλες παρατηρήσεις των κρατών μελών σχετικά με την ποιότητα και τη συνάφεια των δεδομένων και των πληροφοριών που συλλέχθηκαν.

2.   Η Επιτροπή ▐ δημοσιεύει τα συγκεντρωτικά δεδομένα και τις πληροφορίες που της διαβιβάστηκαν σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ιδίως τις αναλύσεις κατά το άρθρο 10 παράγραφος 3, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω δεδομένα και οι πληροφορίες δημοσιεύονται σε συγκεντρωτική μορφή σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο (ιδίως εάν υπάρχει μια μόνο επιχείρηση σε κάποιο κράτος μέλος) και δεν αποκαλύπτονται, ούτε μπορούν να συναχθούν, στοιχεία που αφορούν μεμονωμένες επιχειρήσεις .

Οι δημοσιεύσεις αυτές πραγματοποιούνται υπό την επιφύλαξη των σχετικών εθνικών και ενωσιακών νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν τη πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες, ιδίως σε περιβαλλοντικές πληροφορίες, την πληροφόρηση σχετικά με εισηγμένες εταιρείες και τη πληροφόρηση σχετικά με τη δημόσια χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων.

Τα κράτη μέλη, ▐ οι εντεταλμένες οντότητες και η Επιτροπή επιμερίζονται την ευθύνη για την τήρηση του απορρήτου των εμπορικά ευαίσθητων δεδομένων ή πληροφοριών που έχουν στη διάθεσή τους.

Άρθρο 7

Μέτρα εφαρμογής

Η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Παρόμοια μέτρα περιλαμβάνουν ιδίως ▐ τη μεθοδολογία υπολογισμού που πρέπει να χρησιμοποιείται, τους τεχνικούς ορισμούς, τη μορφή, το περιεχόμενο και τις λοιπές λεπτομέρειες για την ανακοίνωση των δεδομένων και των πληροφοριών κατά το άρθρο 3, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της απαλλαγής του άρθρου 3, παράγραφος 2, και συγκεκριμένα διατάξεων όσον αφορά τον χρονισμό και το περιεχόμενο των ανακοινώσεων και τις οντότητες που υπόκεινται στις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων.

Άρθρο 8

Επεξεργασία δεδομένων

1.    Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την ανάπτυξη, τη φύλαξη, τη διαχείριση και τη συντήρηση των πόρων ΤΠ για ανάγκες προγραμματισμού, οι οποίοι απαιτούνται για τη λήψη, αποθήκευση και κάθε είδους επεξεργασία των δεδομένων ή των πληροφοριών για την ενεργειακή υποδομή που ανακοινώνονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.     Η Επιτροπή μεριμνά επίσης ώστε οι πόροι ΤΠ που απαιτούνται για τους σκοπούς που σημειώνονται στην παράγραφο 1, εγγυώνται το απόρρητο των δεδομένων και των πληροφοριών που ανακοινώνονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 9

Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης και, ειδικότερα, δεν τροποποιεί με κανέναν τρόπο τις υποχρεώσεις των κρατών μελών σε ό,τι αφορά την επεξεργασία εκ μέρους τους των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτές επιβάλλονται από την οδηγία 95/46/ΕΚ, ή τις υποχρεώσεις των οργάνων και οργανισμών της ΕΕ δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.

Άρθρο 10

Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων

1.   Με βάση τα δεδομένα και τις πληροφορίες που της διαβιβάζονται και, εφόσον ενδείκνυται, τυχόν άλλες πηγές δεδομένων καθώς και δεδομένα που έχει αγοράσει, η Επιτροπή καταρτίζει, τουλάχιστον ανά διετία, διακλαδική ανάλυση της διαρθρωτικής εξέλιξης και των προοπτικών του ενεργειακού συστήματος της ΕΕ, ιδίως με σκοπό:

α)

τη διαπίστωση δυνητικών μελλοντικών χασμάτων μεταξύ ζήτησης και προσφοράς ενέργειας και/ή σχετικών πλεονασμάτων με ιδιαίτερη έμφαση στις δυνητικές μελλοντικές ελλείψεις και ανεπάρκειες στην υποδομή παραγωγής και διαβίβαση, ιδίως σε όσες που οφείλονται στην παλαιότητα των υποδομών·

β)

την παρακολούθηση της εξέλιξης επενδυτικών σχεδίων από την ημερομηνία της ανακοίνωσης έως την πραγματική εκτέλεση και ειδικότερα της ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την προώθηση των βέλτιστων πρακτικών για την αντιμετώπιση διαπιστωμένων εμποδίων ·

γ)

μεγαλύτερη διαφάνεια για τους παράγοντες της αγοράς και τους δυνητικούς νεοεισερχόμενους·

δ)

την παρακολούθηση των επενδυτικών σχεδίων της ΕΕ σε τρίτες χώρες, τα οποία έχουν επιπτώσεις στην αγορά ενεργείας και στην ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ·

ε)

τον εντοπισμό των κινδύνων της υπερβολικά μεγάλης εξάρτησης από μία και μοναδική ενεργειακή υποδομή, καθώς και των κινδύνων που σχετίζονται με τις συνδέσεις με τρίτες χώρες·

στ)

τη διαπίστωση των επενδυτικών αναγκών για την βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ενέργειας (π.χ. αντίστροφες ροές και γραμμές διασύνδεσης).

Βασιζόμενη στα εν λόγω δεδομένα και τις πληροφορίες, η Επιτροπή επιτρέπεται επίσης να καταρτίζει οποιαδήποτε ειδική ανάλυση κρίνει αναγκαία ή ενδεδειγμένη.

2.   Για την προετοιμασία των αναλύσεων κατά την παράγραφο 1, η Επιτροπή συντονίζεται με τους οργανισμούς στους οποίους έχουν ανατεθεί ειδικά για τον ενεργειακό τομέα της ΕΕ επενδυτικά προγράμματα, και επιτρέπεται να επικουρείται από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών ή/και άλλους εμπειρογνώμονες, ομάδες και ενώσεις με ειδικές γνώσεις στον σχετικό τομέα.

3.   Η Επιτροπή ▐ συζητεί επί των αναλύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή τις αναλύσεις που διεξήχθησαν και τις δημοσιεύει.

4.     Η Επιτροπή, ενόψει της μέριμνας για συνέπεια μεταξύ των διαφόρων δημοσιευμάτων που αφορούν την παρακολούθηση, πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα πολυετή επενδυτικά σχέδια για τις ενεργειακές υποδομές, που καταρτίζουν συγκεκριμένα όργανα.

Άρθρο 11

Επανεξέταση

1.    Η Επιτροπή επανεξετάζει τον παρόντα κανονισμό το αργότερο πέντε έτη από την έναρξη ισχύος του.

2.     Προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα των δεδομένων, η Επιτροπή κατά την επανεξέταση σύμφωνα με την παράγραφο 1 εξετάζει, εφόσον απαιτείται, τα ελάχιστα κατώτατα όρια που ορίζονται στο Παράρτημα, και μπορεί να απαιτηθεί από τα κράτη μέλη να διευκρινίσουν τα κύρια χαρακτηριστικά της υποδομής ή των δυναμικοτήτων που προγραμματίζονται ή τελούν υπό εκτέλεση.

Άρθρο 12

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 736/96 καταργείται.

Άρθρο 13

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010.

(2)   ΕΕ L 140, 5.6.2009, σ. 16.

(3)   ΕΕ L 211, 14.8.2009, σ. 55.

(4)   ΕΕ L 211, 14.8.2009, σ. 94.

(5)   ΕΕ L 211, 14.8.2009, σ. 1.

(6)   ΕΕ L 211, 14.8.2009, σ. 15.

(7)   ΕΕ L 211, 14.8.2009, σ. 36.

(8)  ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.

(9)  ΕΕ L 8, 12.1.2001, σ. 1.

(10)   ΕΕ L 264, 25.9.2006, σ. 13.

(11)   ΕΕ L 41, 14.2.2003, σ. 26.

(12)  ΕΕ L 102, 25.4.1996, σ. 1.

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ

1.   ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ

1.1.     Παραγωγή

Εγκαταστάσεις εξόρυξης ισχύος τουλάχιστον 20 000 βαρελιών/ημέρα

1.2.   Διύλιση

Εγκαταστάσεις απόσταξης με δυναμικότητα τουλάχιστον 1 000 000 τόνους ετησίως•

Επέκταση της δυναμικότητας απόσταξης άνω των 1 000 000 τόνων ετησίως•

Εγκαταστάσεις αναμόρφωσης/πυρόλυσης με δυναμικότητα τουλάχιστον 500 τόνους ημερησίως•

Εγκαταστάσεις αποθειώσεως υπολειμμάτων μαζούτ/πετρελαίου εσωτερικής καύσης/πρώτης ύλης τροφοδοσίας διυλιστηρίου/άλλων προϊόντων πετρελαίου.

Εξαιρούνται οι χημικές εγκαταστάσεις οι οποίες δεν παράγουν πετρέλαιο θέρμανσης ή/και καύσιμα κινητήρων ή τα παράγουν μόνον ως παραπροϊόντα.

1.3.   Μεταφορά

Σωληναγωγοί αργού πετρελαίου με δυναμικότητα μεταφοράς τουλάχιστον 3 εκατομμυρίων τόνων ετησίως, καθώς και επέκταση ή επιμήκυνσή τους μήκους τουλάχιστον 30 χιλιομέτρων•

Σωληναγωγοί προϊόντων πετρελαίου με δυναμικότητα μεταφοράς τουλάχιστον 1,5 εκατομμυρίων τόνων ετησίως, καθώς και επέκταση ή επιμήκυνσή τους μήκους τουλάχιστον 30 χιλιομέτρων•

Σωληναγωγοί που αποτελούν σημαντικές συνδέσεις εθνικών ή διεθνών δικτύων διασύνδεσης και σωληναγωγοί και σχέδια κοινού ενδιαφέροντος τα οποία προσδιορίζονται στους προσανατολισμούς που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εξαιρούνται οι σωληναγωγοί για στρατιωτικούς σκοπούς, καθώς και όσοι τροφοδοτούν βιομηχανικές εγκαταστάσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 1.2.

1.4.   Αποθήκευση

Εγκαταστάσεις αποθήκευσης αργού πετρελαίου και προϊόντων πετρελαίου (εγκαταστάσεις με χωρητικότητα από 150 εκατομ. m3 και άνω ή, εφόσον πρόκειται για δεξαμενές, με χωρητικότητα τουλάχιστον 100 000 m3).

Εξαιρούνται οι δεξαμενές που προορίζονται για στρατιωτικούς σκοπούς, καθώς και όσες τροφοδοτούν βιομηχανικές εγκαταστάσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 1.2.

2.   ΑΕΡΙΟ

2.1.     Παραγωγή

Εγκαταστάσεις εξόρυξης ισχύος τουλάχιστον 0,1 εκατομμυρίου m3/ημέρα

2.2.   Μεταφορά

Σωληναγωγοί μεταφοράς αερίου, όπου συμπεριλαμβάνονται το φυσικό αέριο και το βιοαέριο•

Σωληναγωγοί οι οποίοι αποτελούν σημαντικές συνδέσεις εθνικών ή διεθνών δικτύων διασύνδεσης και σωληναγωγοί και σχέδια κοινού ενδιαφέροντος τα οποία προσδιορίζονται στους προσανατολισμούς που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και σχέδια στα οποία αναφέρεται το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 663/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση προγράμματος ενίσχυσης της οικονομικής ανάκαμψης με τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής για έργα στον τομέα της ενέργειας (1).

2.3.   ▐ ΥΦΑ

Τερματικοί σταθμοί για την εισαγωγή και εξαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου•

Δυνατότητες επαναεροποίησης και αποθήκευσης, και υγροποίησης.

2.4.   Αποθήκευση

Εγκαταστάσεις αποθήκευσης συνδεδεμένες με τους σωληναγωγούς μεταφοράς στους οποίους αναφέρεται το σημείο 2.2.

υποδομή υλικού και λογισμικού που παρακολουθεί και αναφέρει σε πραγματικό χρόνο, τα αποθέματα αερίου, στους αρμόδιους οργανισμούς της ΕΕ.

Εξαιρούνται οι σωληναγωγοί, οι τερματικοί σταθμοί και οι εγκαταστάσεις αερίου για στρατιωτικούς σκοπούς, καθώς και όσοι τροφοδοτούν χημικές εγκαταστάσεις που δεν παράγουν ενεργειακά προϊόντα ή τα παράγουν μόνον ως παραπροϊόντα.

3.     ΑΝΘΡΑΚΑΣ, ΛΙΓΝΙΤΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΤΟΥΧΟΙ ΣΧΙΣΤΟΛΙΘΟΙ

3.1.     Παραγωγή

Υπαίθρια ορυχεία, νέα ή που έχουν επεκταθεί, με ετήσια απόδοση τουλάχιστον 1 εκατομμύριο τόνους•

Υπόγεια ορυχεία, νέα ή που έχουν επεκταθεί, με ετήσια απόδοση τουλάχιστον 1 εκατομμύριο τόνους.

4.   ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

4.1.   Παραγωγή

Θερμικοί και πυρηνικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής (συγκροτήματα με ισχύ μονάδας 200 MW ή μεγαλύτερη)•

Υδροηλεκτρικοί σταθμοί (σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 30 MW ή μεγαλύτερης)•

Αιολικά πάρκα (ισχύος 20 MW ή μεγαλύτερης όταν πρόκειται για υπεράκτια ή ισχύος 5 MW ή μεγαλύτερης όταν πρόκειται για χερσαία)•

Ηλιοθερμικές συγκεντρωτικές και γεωθερμικές ▐ εγκαταστάσεις (συγκροτήματα με ισχύ μονάδας 10 MW ή μεγαλύτερη) και φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις (με ισχύ 5 MW ή μεγαλύτερη)

Εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα /βιορευστά /απόβλητα (συγκροτήματα με ισχύ μονάδας 5 MW ή μεγαλύτερη)•

Σταθμοί συμπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και χρήσιμης θερμικής ενέργειας (μονάδες ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 10 MW ή μεγαλύτερης)•

αποκεντρωμένες εγκαταστάσεις παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας που συνδέονται με δίκτυο ηλεκτροπαραγωγής ή αποτελούν το αντικείμενο σύμβασης εξαγοράς από επιχείρηση, η συνολική παραγωγή της οποίας υπερβαίνει τα 10 MW.

4.2.   Μεταφορά

Εναέριες γραμμές μεταφοράς, εφόσον έχουν σχεδιαστεί για τάση 100 KV και άνω•

Υπόγεια και υποβρύχια καλώδια μεταφοράς, εφόσον έχουν σχεδιαστεί για τάση 100 KV και άνω•

Σχέδια κοινού ενδιαφέροντος τα οποία προσδιορίζονται στους προσανατολισμούς που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 171 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σχέδια στα οποία αναφέρεται το παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 663/2009•

Δίκτυα τηλεθέρμανσης με διάμετρο 300 mm ή περισσότερο.

4.3.     Αποθήκευση

Εγκαταστάσεις αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.

5.   ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ

5.1.   Παραγωγή

Εγκαταστάσεις παραγωγής βιοκαυσίμων (διυλιστήρια με ετήσια δυναμικότητα 50 000 τόνους και άνω).

6.   ΔΙΟΞΕΙΔΙΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ

6.1.   Μεταφορά

Σωληναγωγοί μεταφοράς CO2 συνδεδεμένοι με τις εγκαταστάσεις παραγωγής που αναφέρονται στα σημεία 1.2 και 4.1.

6.2.   Αποθήκευση

Στο κεφάλαιο αυτό εμπίπτουν και τα σχέδια γεωλογικής αποθήκευσης του διοξειδίου του άνθρακα που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 663/2009.

Εγκαταστάσεις αποθήκευσης (χώρος ή συγκρότημα αποθήκευσης με χωρητικότητα 100 kt ή μεγαλύτερη).

Εξαιρούνται οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης που προορίζονται για έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη.


(1)   ΕΕ L 200, 31.7.2009, σ. 31.


21.12.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 348/50


Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Τροποποίηση της κατάστασης προβλέψεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον προϋπολογισμό του 2010

P7_TA(2010)0038

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2010 σχετικά με τις προβλέψεις εσόδων και δαπανών για τον διορθωτικό προϋπολογισμό 1/2010 (Τμήμα I, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο) (2010/2014(BUD))

2010/C 348 E/07

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκεκριμένα το άρθρο 314,

έχοντας υπόψη την απόφαση του Συμβουλίου 2007/436/ΕΚ, Ευρατόμ της 7ης Ιουνίου 2007 για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1),

έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 σχετικά με το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2),

έχοντας υπόψη τη διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (3), και συγκεκριμένα το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο που προβλέπεται στο Μέρος I και ορίζεται στο Παράρτημα I της συμφωνίας,

έχοντας υπόψη τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2010,

έχοντας υπόψη την έκθεση του Γενικού Γραμματέα προς το Προεδρείο σχετικά με την κατάρτιση του προσχεδίου κατάστασης προβλέψεων για έναν διορθωτικό προϋπολογισμό για το οικονομικό έτος 2010,

έχοντας υπόψη το προσχέδιο προβλέψεων για διορθωτικό προϋπολογισμό που κατάρτισε το Προεδρείο στις 14 Δεκεμβρίου 2009, σύμφωνα με τα άρθρα 23 παράγραφος 6, και 79 παράγραφος 1, του Κανονισμού του Κοινοβουλίου,

έχοντας υπόψη το σχέδιο προβλέψεων που κατάρτισε η Επιτροπή Προϋπολογισμών στις 27 Ιανουαρίου 2009 σύμφωνα με το άρθρο 79, παράγραφος 2 του Κανονισμού του Κοινοβουλίου,

έχοντας υπόψη το άρθρο 79 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Προϋπολογισμών (A7-0017/2010),

Α.

λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την διαδικασία του προϋπολογισμού 2010 συμφωνήθηκε ότι οιεσδήποτε δαπάνες που σχετίζονται ειδικά με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας θα αντιμετωπισθούν, εάν χρειάζεται, μέσω υφισταμένων δημοσιονομικών μηχανισμών, όπως είναι ένας διορθωτικός προϋπολογισμός, μετά την έγκριση του αρχικού προϋπολογισμού 2010,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τονίσθηκε ότι σε τέτοια περίπτωση και στον μέγιστο δυνατό βαθμό, πρέπει να εξεταστεί πλήρως η δυνατότητα αναδιοργάνωσης των υπαρχόντων πόρων, πριν ζητηθεί να διατεθούν νέοι,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη, ότι τονίσθηκε ιδιαιτέρως, ότι το εγκριθέν αρχικό επίπεδο του προϋπολογισμού του ανερχόμενο στο 19,87 % των επιτρεπομένων δαπανών δυνάμει του τομέα 5 (διοικητικές πιστώσεις) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου δεν περιελάμβανε οιεσδήποτε δυνατές προσαρμογές υπό το φως της Συνθήκης της Λισαβόνας, ιδιαιτέρως στον τομέα του νομοθετικού έργου,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ταυτοχρόνως ότι αναγνωρίσθηκε ότι λόγω των περιορισμένων περιθωρίων που υπάρχουν θα απαιτηθούν περαιτέρω εξοικονομήσεις και αναδιάταξη για να καταστεί δυνατόν να ικανοποιηθούν πρόσθετες απαιτήσεις,

1.

χαιρετίζει την πρόταση του Προεδρείου για διορθωτικό προϋπολογισμό 2010 που να αφορά τον προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Τμήμα 1 του γενικού προϋπολογισμού της Ένωσης) και υπενθυμίζει ότι τούτο συνάδει πλήρως με τη συμφωνία ότι οιεσδήποτε πρόσθετες ανάγκες, μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, θα αντιμετωπισθούν χωριστά μέσω υφισταμένων δημοσιονομικών μηχανισμών·

2.

τονίζει την νομοθετική αριστεία ως προτεραιότητα του Κοινοβουλίου και την ανάγκη να παρασχεθούν τα απαιτούμενα μέσα στους βουλευτές, τις επιτροπές και τις πολιτικές ομάδες προς επίτευξή της· συμφωνεί με τη γενική κατεύθυνση των προτάσεων του Προεδρείου και τις ενισχύσεις στις οποίες προτείνεται να εστιασθούν· θεωρεί περαιτέρω ότι το εν γένει μέγεθος της προτάσεως αιτιολογείται δεδομένων των αιτιολογήσεων που παρέχονται και των νέων προκλήσεων που έχουμε ενώπιόν μας·

3.

δεδομένου ότι πρέπει να αναμένεται πολυετής δημοσιονομικός αντίκτυπος από αυτές και ενδεχομένως άλλες προτάσεις που σχετίζονται με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, ζητεί να αξιολογηθεί η χρήση των αποζημιώσεων γραμματείας·

4.

σημειώνει ότι το συνολικό επίπεδο του προϋπολογισμού όπως προτείνεται από το Προεδρείο θα ανέρχεται σε 1 620 760 399 EUR, ποσό που αντιπροσωπεύει ποσοστό 20,04 % του αρχικού τομέα 5· δεδομένου του πλαισίου που εκτίθεται ανωτέρω και του συνολικού όγκου του προϋπολογισμού, σημειώνει ότι με την πρόταση του Προεδρείου παρατηρείται υπέρβαση κατά 0,04 % ή 3,2 εκατ. EUR του από ετών ισχύοντος αυτοεπιβαλλομένου ορίου του 20 %·

5.

θεωρεί ότι η συνολική αναφορά για τον προϋπολογισμό του πρέπει να συνεχίσει να είναι ο αρχικός πολυετής προγραμματισμός του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, για να εξασφαλίζεται ότι τα συμφέροντά του διασφαλίζονται, ενώ ταυτοχρόνως διατηρείται δημοσιονομική πειθαρχία·

6.

θεωρεί ότι η εν ισχύι βάση 20 % για τον τομέα 5 είναι τώρα περισσότερο περιοριστική εν συγκρίσει προς την προηγουμένη κατάσταση καθόσον θα πρέπει να καλύπτει δαπάνες που δεν είχαν προβλεφθεί στην αυτοεπιβαλλόμενη δήλωση του 1988· υπενθυμίζει ότι από το 2006 το Κοινοβούλιο έχει συμπεριλάβει δαπάνες όπως το καθεστώς των βουλευτών (από όπου απορρέουν εξοικονομήσεις για τα κράτη μέλη), το καθεστώς των βοηθών των βουλευτών, δαπάνες που σχετίζονται με τον νέο ρόλο που διαδραματίζει από τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας καθώς επίσης και μία διευρυμένη πολιτική κτιρίων για να καλύπτει τις συνολικές ανάγκες του, περιλαμβανομένων των διευρύνσεων·

7.

θεωρεί ότι βάσει των αρχικών αναφορών στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο που ήταν αντικείμενο διαπραγματεύσεων το 2006 και είναι εν ισχύι από το 2007, οι δαπάνες του πρέπει να παραμείνουν εντός του παραδοσιακού ορίου 20 %, ως ενδεικτική αναφορά·

8.

θεωρεί ότι επί συνολικού όγκου άνω του 1 600 000 000 EUR, πρέπει να είναι δυνατόν να μείνει κανείς εντός του 20 % (ήτοι να φθάσει στο 19,99 %) συμμορφούμενος παράλληλα πλήρως προς τις πρόσθετες ανάγκες που καθορίζονται στην πρόταση του Προεδρείου· σημειώνει ότι τούτο για τον συνολικό προϋπολογισμό θα σημαίνει μείωση κατά ποσό 4 εκατ. EUR·

9.

αποφασίζει να επιφέρει αυτή την προσαρμογή χωρίς να αγγίξει τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην πρόταση του Προεδρείου μειώνοντας το αποθεματικό για τα κτίρια από 15 εκατ. EUR σε 11 εκατ. EUR· σημειώνει ότι με την προσαρμογή αυτή το συνολικό επίπεδο του προϋπολογισμού θα ανέρχεται σε 1 616 760 399 EUR, αντιπροσωπεύοντας 19,99 % του τομέα 5· εμμένει στο ότι υπάρχει ανάγκη για μακρόπνοο σχεδιασμό στην πολιτική κτιρίων την οποία εφαρμόζει·

10.

τονίζει ότι πρέπει να αναληφθούν δράσεις που να αποσκοπούν στη διασφάλιση της βιωσιμότητας του προϋπολογισμού στο μέλλον· επαναβεβαιώνει πόσο σημαντική είναι η εκπόνηση πολιτικής για την κατάρτιση προϋπολογισμού σε μηδενική βάση η οποία θα εξασφαλίζει περαιτέρω λιτότητα και διαφάνεια· διατυπώνει έκκληση για σαφή πληροφόρηση, το συντομότερο δυνατό, σχετικά με το συνολικό ποσό σταθερών δαπανών εντός του προϋπολογισμού του Κοινοβουλίου, όπως γίνεται μνεία στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2009 σχετικά με το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2010 (4)·

11.

εγκρίνει τις προβλέψεις του διορθωτικού προϋπολογισμού αριθ. 1/2010·

12.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα και την κατάσταση προβλέψεων στο Συμβούλιο και την Επιτροπή.


(1)  ΕΕ L 163, 23.6.2007, σ. 17.

(2)  ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1.

(4)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2009)0052.